156
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΙ <ΥΛΛΟΓΟ< ΡΑΡΝΑ<<0< ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑ ΤΡΙΜΗΝΙΑΝ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΠΕΡΙΟΑΟΖ ΛΕΥΤΕΡΑ ΤΟΜΟΣ Γ' ΑΡ. 3 (ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1961) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Γ. θ. ΖΩΡΑ "Ανδρέας Λασκαράτος ("Αρθρον) Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ ΕΙς Λονδΐνον το 1851 - Είς τον έρωτα ( Ποιήματα ) Θ. ΣΤ. ΤΖΑΝΝΕΤΑΤΟΥ Ό Λασκαράτος ώς πνευματική μορφή ( Μελέτη ) Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ 'Ανθρώπινοι χαρακτήρες ΔΗΜ. Σ. ΔΟΥΚΑΤΟΥ .... Ό ορθολογισμός του Λασκαράτου άπο Κεφαλληνιακή σκοπιά ( Μελέτη ) Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ Στοχασμοί Ν. Β. ΤΩΜΑΔΑΚΗ 'Ανδρέας Λασκαράτος ( Μελέτη ) Α. Ν. ΖΟΥΜΠΟΥ Περί τοϋ όρου « Κλασσική Φιλοσοφία » ( Μελέτη ) Μ. Ν. BEH 'Ανδρέου Κάλβου : "Αγνωστος επιστολή ( Άνακοίνωσις ) Π. ΑΝΑςΤΑςΑΚΗ Σεριμπαχλής ( Άνακοίνωσις ) ΔΙΟΝ. ΜίΝΩΤΟΥ Ή Χρυσομαλλούσα ( « 'Ομιλία » ) Γ. Θ. ZQPA Δημήτριος Βικέλας και Νικόλαος Θωμαζαϊος ( Μελέτη ) ΔΗΜ. ΒΙΚΈΛΑ 'Απολογία ( Ποίημα ) ΜΑΡΙΝΟΥ ΣΙΓΟΥΡΟΥ Ό Παρισινός Βάκχος ( Ταξιδιωτικοί Εντυπώσεις ) Κ. ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ ... Ή πνευματική δημιουργία των αρχαίων Κυπρίων ( Μελέτη ) Γ. θ. ΖΩΡΑ Βιογραφικά είς Άνδρέαν Κάλβον ( "Αρθρον ) Γ. θ. ΖΩΡΑ Φ. Κ. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΟΥ . Βιβλιογραφικον Δελτίον Νεοελληνικής Φιλο λογίας, κατά το 1960 ΧΡΟΝΙΚΑ Γ. θ. Ζ Σημείωμα Φ. Κ. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΟΥ Κριτική Βιβλίων Σπ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙκαστικαί τέχναι ( Κριτική εκθέσεων ) Γ. ΣΚΛΑΒΟΥ Μουσική ( Συναυλία ι Λυρική Σκηνή Φεστιβάλ ) Γ. θ. Ζ Πνευματική Κίνησις

ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ - lsparnas.grΤω 1856 εξέδωκε τήν περίφημον σάτιραν « Τα μυστήρια της Κεφα ... κατά τα τελευταία έ'τη

  • Upload
    others

  • View
    19

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Φ Ι Λ Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Ι <ΥΛΛΟΓΟ< ΡΑΡΝΑ<<0<

Π Α Ρ Ν Α Σ Σ Ο Σ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ

ΚΑΤΑ ΤΡΙΜΗΝΙΑΝ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ

Π Ε Ρ Ι Ο Α Ο Ζ Λ Ε Υ Τ Ε Ρ Α

ΤΟΜΟΣ Γ' ΑΡ. 3 (ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1961)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Γ. θ . ΖΩΡΑ "Ανδρέας Λασκαράτος ("Αρθρον) Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ ΕΙς Λονδΐνον το 1851 - Είς τον έρωτα ( Ποιήματα ) Θ. Σ Τ . ΤΖΑΝΝΕΤΑΤΟΥ Ό Λασκαράτος ώς πνευματική μορφή ( Μελέτη ) Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ 'Ανθρώπινοι χαρακτήρες ΔΗΜ. Σ. ΔΟΥΚΑΤΟΥ . . . . Ό ορθολογισμός του Λασκαράτου άπο Κεφαλληνιακή

σκοπιά ( Μελέτη ) Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ Στοχασμοί Ν. Β. ΤΩΜΑΔΑΚΗ 'Ανδρέας Λασκαράτος ( Μελέτη ) Α. Ν. ΖΟΥΜΠΟΥ Περί τοϋ όρου « Κλασσική Φιλοσοφία » ( Μελέτη ) Μ. Ν. BEH 'Ανδρέου Κάλβου : "Αγνωστος επιστολή ( Άνακοίνωσις ) Π. ΑΝΑςΤΑςΑΚΗ Σεριμπαχλής ( Άνακοίνωσις ) ΔΙΟΝ. ΜίΝΩΤΟΥ Ή Χρυσομαλλούσα ( « 'Ομιλία » ) Γ. Θ. ZQPA Δημήτριος Βικέλας και Νικόλαος Θωμαζαϊος ( Μελέτη ) ΔΗΜ. ΒΙΚΈΛΑ 'Απολογία ( Ποίημα ) ΜΑΡΙΝΟΥ ΣΙΓΟΥΡΟΥ Ό Παρισινός Βάκχος ( Ταξιδιωτικοί Εντυπώσεις ) Κ. ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ . . . Ή πνευματική δημιουργία των αρχαίων Κυπρίων ( Μελέτη ) Γ. θ . ΖΩΡΑ Βιογραφικά είς Άνδρέαν Κάλβον ( "Αρθρον ) Γ. θ . ΖΩΡΑ ­ Φ. Κ. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΟΥ . Βιβλιογραφικον Δελτίον Νεοελληνικής Φιλο­

λογίας, κατά το 1960

ΧΡΟΝΙΚΑ Γ. θ . Ζ Σημείωμα Φ. Κ. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΟΥ Κριτική Βιβλίων Σπ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙκαστικαί τέχναι ( Κριτική εκθέσεων ) Γ. ΣΚΛΑΒΟΥ Μουσική ( Συναυλία ι ­ Λυρική Σκηνή ­ Φεστιβάλ ) Γ. θ. Ζ Πνευματική Κίνησις

Π Α Ρ Ν Α Σ Σ Ο Σ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ

ΚΑΤΑ ΤΡΙΜΗΝΙΑΝ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ Γ ρ α φ ε Τ α : Πλατεία *Αγ. Γεωργίου Καρύτση 8 — 'Αθήναι

ΔΙΕΥΘΥΝΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Θ Ρ Α ς . ΒΛΗΣ1ΔΗΣ : Πρόεδρος Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός Γ Ε Ρ . ΚΟΝΙΔΑΡΚς : Γεν. Γραμματεύς Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός Γ. Θ. ΖΩΡΑΣ : Πρόεδρος Φιλολογικοί» τμήματος Παρνασσού,

"ΥπευΦυνος περιοδικού Φ. Κ. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΗΣ : Γραμματεύς συντάξεως

ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ( συμπεριλαμβανομένων καΐ των ταχυδρομικών ) : Εσωτερικού Δρχ. 80 "Εξωτερικού Δολ. 6

Δια Συλλόγους, Σχολεία και 'Επιχειρήσεις Δρχ. 120 Δι* 'Οργανισμούς, Τράπεζας, Δήμους και Κοινότητας Δρχ. 200

Τιμή εκάστου τεύχους Δρχ. 20

'Εμβάσματα αποστέλλονται επ' ονόματι Φιλολογικού Συλλόγου < Παρνασσός »

Χειρόγραφα δημοσιευόμενα ή μή δεν επιστρέφονται. Διευθύνσεις συμφώνως τω Νόμω 1092/1938 "Αρθρ. 6 § 1 :

Ύπευθ­ύνου περιοδικού, Γ. Θ. ZQPA : Πολυτεχνείου 5« 'Αθήναι. Προϊσταμένου τυπογραφείου, Ι. Δ. ΜΥΡΤΙΔΗ : Σειζάνη 5 'Αθήναι.

Ni Ο « ^

ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ ΤΟΜΟΣ Γ ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1961 ΑΡΙΘ. 3

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Θ. ΖΩΡΑ Καθηγητού τοΰ Πανεπιστημίου,Άθηνοϊν

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ (1811-1901)

Κατά το τρέχον έτος συμπίπτει ή 150*1 επέτειος από της γεννήσεως και ή 60Π από τοΰ θανάτου τοΰ *Ανδρέου Λασκαράτου, τοΰ σημαντικωτέρου αναμφιβόλως σατιρικοΰ ποιητοΰ και πεζογράφου της Επτανησιακής Σχολής, άλλα καΐ τής νεωτέρας Ελλάδος εν γένει.

Έ ν φ οί σύγχρονοι του Αλέξανδρος Σοΰτσος καΐ Γεώργιος Σουρής περιορίζονται κατ' εξοχήν εις δημοσιογραφικήν και επιπολαίαν σάτιραν, δ Λασκαρατος ζητεί .να εμβαθΰνη εις τήν πολιτικήν και κοινωνικήν κατάστα-

•σιν καΐ ναθεραπεΰση τα κακώς κείμενα. Έγκαταλείψας τήν νομικήν επιστή-

μην, είςτήν οποίαν εΐχεν επιδοθή, σπουδάσας κατ* αρχάς μεν εις τήν Ίόνιον Άκαδημίαν καΐ βραδΰτερον είς Ίταλίαν, άφιερώθη από νεαροίς ηλικίας είς τήν συγγραφήν έργων σατιρικοΰ καΐ κοινώνικοΰ χαρακτήρο'ς, εις ΰφος κατά κανόνα βίαιον και πολεμικόν, κινούμενος δμως πάντοτε από άγαθήν πρόθε­

σιν και ειλικρινή επιθυμίαν να άποβη χρήσιμος εις τους συμπατριώτας του. Το πρώτον σημαντικον έργον του, « Το Ληξούρι εις τα 1836 », μαρτυρεί σαφώς τήν περαιτέρω πορείαν του.

Έπιθυμών να συμβάλη ενεργώς είς τήν βελτίωσιν των δημοσίων πρα­

γμάτων, απεφάσισε να αναμιχθή εις τήν πολιτικήν καΐ έλαβε μέρος εΐς τάς βουλευτικός εκλογάς τοΰ 1850 και 1862, έδημοσίευσε μάλιστα και σχετικόν πολιτικον πρόγραμμα. Είς άμφοτέρας δμως τάς εκλογάς άπέτυχεν.

Μετά παραμονήν του είς Άγγλίαν, δπου έζησε διδάσκων τήν ελληνικήν καί ιταλικήν γλώσσαν, Ιγκατεστάθη τφ 1854 είς Άργοστόλιον καΐ ανέλαβε πλέον συστηματικήν εκδοσιν σατιρικών έργων και άρθρων, με μοναδικον σκοπον τήν εξυγίανσιν τής συγχρόνου κοινωνίας από παντός είδους προκα­

ταλήψεις καί ασχήμιας. Βλέπων τήν γενικήν κατάπτωσιν τών ηθών, τήν παρεξήγησιν τής άλη­

θοΰς χριστιανικής θρησκείας, τήν κρατοΰσαν άνηθικότητα εις τήν πολιτικήν, τήν δεισιδαιμονίαν τοΰ λαοΰ καί τάς ραδιουργίας ιερωμένων και κυβερνη­

23

— 350 —

τών, άποδΰεται εις σκληρον αγώνα, ά\|;ηφών συνεπείας καί καταδιωγμοΰς : «"Οταν δ δίκαιος υποφέρει — γράφει — γίνεται πιο δυνατός». Και πρά­

γματι, κάθε διωγμός του δίδει νέαν δΰναμιν και αποφασιστικότητα. Ή σάτιρα είναι κατ* αυτόν μέσον μαστιγώσεως, άλλα και διδασκαλίας,

αποτελεί δε το άσφαλέστερον μέσον νουθεσίας' προς τούτο όμως πρέπει να είναι αυστηρά καΐ αμείλικτος :« Ή σοβαρά σάτιρα—γράφει — είναι μάλλον υψωμένη της αστείας η γελωτοποιας, ή οποία ­θέλγει μάλλον τον δχλον... Χαρακτήρας της σάτιρας είναι ή αυστηρότητα... Δια την σάτιραν το αίσθημα πρέπει να είναι δυνατό: θεία οργή πρέπει να κινή τον σατιριστή».

Τω 1856 εξέδωκε τήν περίφημον σάτιραν « Τα μυστήρια της Κεφα­

λονιας, ή σκέψες άπάνου στην οικογένεια, στή θρησκεία καΐ στην πολι­

τική... », έργον το οποίον εκίνησεν εναντίον του τήν γενικήν κατακραυγήν, ώς καί τον άφορισμον της επισήμου 'Εκκλησίας. Ό Λασκαρατος δμως παραμέ­

νει ήρεμος" τίποτε δεν κατόρθωσε να τον πτοήση. 'Αντιθέτως, μάλιστα, ανα­

φερόμενος εις τους εξευτελισμούς και τάς στερήσεις τας οποίας υπέστη, εγραφεν εις τήν « Αύτοβιογραφίαν » του : « Θα πάρω μαζί μου στον τάφο τήν τιμήν πώς υπόφερα δλες τές δοκιμασίες και βγήκα απ* αυτές πάντα δ ίδιος. "Αφορισμός, φτυσιές σέ δημόσιος μέρος, πετροβολισμοί στους δρό­

μους, φυλάκισες, εξορίες, κακολογίες, μπαστουνιές, πιστολιές, παγίδες, βρι­

σιές, προσβολές δημόσιες κάθε λογής, φτώχεια τέλος από τήν εγκατάλειψι τών συμφερόντων μου... δλα αυτά αντί να μ' αποθαρρύνουν, μ' έκαναν πάντα πιο δυνατό, πιο αποφασιστικό να ξαναρχίσω. Ή καρδιά μου ποτέ δέν εκλο­

νίσθηκε* δ χαρακτήρας μου ποτέ δέν έ'πεσε σ' άντίφασι' μια ύπερανθρώπινη δΰναμι μέ κυβερνούσε: Ή Αλήθεια».

Έ ν τούτοις, κατά τα τελευταία έ'τη της ζωής του, δ Λασκαράτος εγνώ­

ρισε σχετικήν γα?ιήνην και ήρεμίαν, είχε δέ τήν ΐκανοποίησιν να ΐδη δτι το έργον του έ'τυχεν εΰρυτέρας αναγνωρίσεως. "Οτε τω 1884 μετέβη εις 'Αθή­

νας, ή κοινωνία της πρωτευούσης του επιφΰλαξεν εγκάρδιον ΰποδοχήν. 'Από καθαρώς αισθητικής απόψεως δ Λασκαράτος δέν στερείται ελατ­

τωμάτων και δέν δύναται να καταλάβη ειμή δευτερεΰουσαν θέσιν. Περισσότε­

ρον δμως από τον ποιητήν καί τον καλλιτέχνην, παραμένει και συνεχώς ευρί­

σκει εύρυτέραν άναγνώρισιν δ δηκτικός σατιρικός συγγραφεύς, δ ατρόμητος αγωνιστής και δ απτόητος πολεμιστής, δ δποΐος έ'θεσεν δλόκληρον τήν ζωήν του εις τήν ύπηρεσίαν τών πεποιθήσεων και τών αρχών του. Αυτή ΰπήρξεν ή απολογία τής ζωής του, ως δ ίδιος καταλήγει εις τήν « Αύτοβιογραφίαν » του : « Προικισμένος μ' εκείνο πού το λένε καλό φυσικό, ευνοήθηκα κι αγα­

πήθηκα απ' δλους εκείνους, πού μέ γνώρισαν από κοντά. Δοκίμασα βέβαια λύπες, συμφορές καί προσβολές στή μακρυνή αυτή ύπαρξι, πάντα δμως χάρι σ' αυτό το καλό φυσικό, ανυψώθηκα ηθικά καί βρέθηκα σχετικά ευχαριστη­

μένος κ' ευτυχισμένος. Σήμερα στο 87° χρόνο τής ηλικίας μου ευχαριστώ το

— 351 —

Θεό για όσα μου πρόσφερε σ' αυτόν τον κόσμο κ' ελπίζω στην πατρική του καλωσΰνη πώς θα είναι μαζί μου στην άλλη ζωή ».

'Απολογισμός καί δικαίωσις ταυτοχρόνως μιας ζωής, ήτις είχε πάντοτε ως βασικον γνώμονα την εΐλικρίνειαν και την συνέπειαν.

* * *

Προς εορτασμόν επί τη συμπληρώσει εκατόν πεντήκοντα ετών από της γεννήσεως του μεγάλου σατιρικού, ώργανώθη την 30ήν Μαΐου 1961 ειδική τελετή εν τη Μεγάλη αίθοΰση τελετών του Συλλόγου « Παρνασσός ». Κατ' αυ­

τήν, μετά εΐσηγητικήν όμιλίαν του καθηγητού του Πανεπιστημίου κ. Άμίλκα 'Αλιβιζάτου, ώμίλησαν ό καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Θησεύς Τζαννε­

τάτος με θέμα : « Ό Λασκαράτος ως πνευματική μορφή » καί δ συντάκτης του Λαογραφικοί} 'Αρχείου της 'Ακαδημίας 'Αθηνών κ. Δημήτριος Λουκά­

τος με θέμα : « Ό ορθολογισμός του Λασκαράτου από κεφαλληνιακή σκο­

πιά » *. Έ ν συνεχεία άπηυθΰνθησαν χαιρετισμοί εκ μέρους εκπροσώπων των Γραμμάτων, έν τέλει δε άπηγγέλθησαν πολυάριθμα έργα τοϋ Λασκα­

ράτου και εξετελέσθησαν μελοποιηθέντα ποιήματα του υπό παρακληθέντων προς τοΰτο καλλιτεχνών.

1. Αί όμιλίαι τών κ.κ. Θ. Τζαννετάτου καί Δ. Λουκάτου δημοσιεύονται κα­

τωτέρω.

— 352 —

Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ

Εις Λονδϊνον το 1851

Εικόνα αγαπητή της γυναικός μου, τώρα ελα καν εσύ στη συντροφιά μου' κατοίκα πάντα μέσα στην καρδιά μου, και φυλάμε οχ τσι πλάνεσες του κόσμου.

'Εσύ για με Προστάτης "Αγγελος μου, άμεμπτα φύλαε τα πατήματα μου και προτοϋ σκοτισθοϋν τα λογικά μου, πρόλαβε, τρέξε συ και λάμψε εμπρός μου.

Ναι, το φως σου ξυπνάει την αρετή μου, και πιστόνε σ' εσένα με βασταίνει, γιατί τόσο σ' αισθάνομαι δική μου,

τόσο με την ψυχή μου ζυμωμένη, που δεν ήξέρω πλέον στη διαλογή μου πώς να σε πω, γυναίκα μου ή ψυχή μου.

Εις τον έρωτα

"Ερωτα, α θες vàv τά 'χωμε καλά, στο σπίτι μου να μη ματαπατήσης.

"Ε, που στο λέω' κι à θέλης να με άφήσης άναπαμένον, πάει πολύ καλά.

'Εγώ μ" έκαψε ή πρώτη κουμπαριά. Κι αν εσύ τώρα δεν άποφασίσης να πας στο Διάολο και να μη γυρίσης, θά 'ρτωμε καμμιά μέρα στα χοντρά.

Για δαϋτο να με λείπης, κουμπαρόπουλο, μη σοϋ μαδήσω εκείνες τσι φτερούγες και σε κάμω να σκούζ·ης σα γαλόπουλο,

και να τρέχης κουτσόφτερο 'ς τσι ροϋγες. Κι εκείνες τΙς σαΐττες οπού φέρεις σοϋ τσι βάνω δλες μάτσο εκεί πού ξέρεις.

ΘΗΣΕΩΣ ΣΤΕΦ. ΤΖΑΝΝΕΤΑΤΟΥ ΚαΦηγητοΰ τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών

Ο ΛΑΣΚΑΡΑΊΌΣ ΩΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ

«Οι Κεφαλλήνες», έγραφε τω 1924 ό Γρηγόριος Ξενόπουλος, «αργά ή γρήγορα θα τιμήσουν βέβαια με ανδριάντα εκείνον που τίμησε την εύανδρο νήσο τους» 1.

Σήμερα, έπειτα άπό 37 ετη, δηλαδή «γρήγορα» μάλλον, οί λόγοι οΰτοι τοΰ αλησμόνητου Ζακυνθίου λογοτέχνου πρόκειται να εΰρουν τήν επαλήθευ­

σίν των. Ό ανδριας τοΰ 'Ανδρέου Λασκαράτου θα στηθή από τους Κεφαλ­

λήνας εις το Ληξούρι, τώρα με τήν συμπλήρωσιν εκατόν πενήντα ετών από τής γεννήσεως του.

Το βήμα τοΰτο είχε τιμηθή προ οκτώ σχεδόν δεκαετηρίδων, τω 1884, με τήν αΰτοπρόσωπον παρουσίαν εις αυτό τοΰ συγγραφέως, πού τιμώμεν απόψε. Μετά τόσας καταδρομάς ειχεν έλθει ή άναγνώρισις. Το ακροατήριον ήτο πυκνότατον. Και «όταν ανέβηκε στο βήμα ό Ισχνός και ψηλός εκείνος γέρος», όπως ένας αυτόπτης τήν εσπέραν εκείνην, ό Ξενόπουλος, μας αφη­

γείται, «με τήν αγαθή μα ειρωνική κάπως φυσιογνωμία, με τή γρυπή μύτη, με το πλατύ μέτωπο, με τα γκρίζα γένεια, με τήν κυρτή κάπως ράχη' ό επτανησιώτης αριστοκράτης, με τήν παλαιού κοψίματος ρεδιγκότα και το ψηλό καπέλλο στο χέρι, τα χειροκροτήματα ξέσπασαν από παντοϋ». «Κι έπειτα — προστίθεται χαρακτηριστικούς— έγινε τέτοια σιωπή, πού αν δεν ακουγόταν το πέταγμα τής μύγας, ακουγόταν δμως ή φωνή τοΰ Λασκαράτου, πού ήταν σχε­

δόν το ϊδιο. Γιατ' είχε μια φωνούλα ψιλή, αδύνατη, ύπόβραχνη..., συμπαθη­

τική δμως φωνούλα, με τήν χαρακτηριστική κεφαλονίτικη προφορά».

Και ό γέρος εκείνος, πού ώμίλησε τότε, και δ άλλος, πού έδωσε μέ τήν συνηθισμένην του χάριν τήν ανωτέρω άφήγησιν, ευρίσκονται από μακροΰ υπό τήν γήν.

1. Βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Ηθη, εθ­ιμα και δοξασίες τής Κεφαλονιάς, πρό­

λογος Γ. Ξενόπουλου, εκδ. 'Ελευθερουδάκη, εν 'Αθήναις, 1924, σ. 36, άνατύπ. τοΰ προλόγου τούτου εν Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Απαντα υπό 'Αλ. Παπαγεωργίου και Άντ. Μοσχοβάκη, εκδ. <"Ατλας >, τόμ. Α', 'Αθήνα, 1959, σ. κγ'.

— 354 —

Ή προβολή της φυσιογνωμίας του 'Ανδρέου Λασκαράτου εις σΰνθεσιν άδρομερή έστω, κατά τα βασικώτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητος και του έργου του, είναι χρέος, το Ϊδικόν μας χρέος απόψε. Καί ή περιωρι­

σμένη αυτή σΰνθεσις δεν φαίνεται εύκολος, διότι δεν το επιτρέπουν δχι τόσον ή κλεψύδρα, δσον τα πράγματα.

Ό Λασκαράτος από το 1826 εως το 1891, επ! εξ και πλέον δεκαετηρί­

δας, εγραφεν έμμετρα και πεζά παντοία εις μίαν των κυριωτέρων πάντοτε, τήν μόνην συχνότατα, άπασχόλησιν. Το έργον του ιδιαζόντως πυκνον εις περιεχόμενον καί ασύνηθες εις δγκον 1, επιβάλλεται αμέσως εις τήν προσοχήν μας και συνιστάται αφ' εαυτού παρά τήν εύτραπελίαν του—ίσως και δι' αυτήν — δχι εις τήν εΰκο?ιθν άνάγνωσιν, άλλα τήν σοβαράν σπουδήν. "Ομως τοιαύτη σπουδή του έργου δεν είναι νοητή παρά μόνον με παρεξέτασιν αύτοΰ προς τήν προσωπικότητα του συγγραφέως* παρεξέτασιν φυσικά κατά τήν ιδιοσυστασίαν έργου και συγγραφέως, άλλα πρωταρχικώς κατά τους παρά­

γοντας, πού συνήθως ανιχνεύονται υπό τήν επιφάνειαν δρώντες εις τήν διά­

πλασίν των. Δια τον Λασκαράτον και το έργον του ή βιβλιογραφία τών βοηθημά­

των είναι εκτενέστατη. Κατά τήν σχετικήν άναγραφήν εις τήν ανωτέρω εκδο­

σιν, τα ποικίλα εΐδικωτέρας μάλλον φύσεως, δχι δε βασικά, δημοσιεύματα, εφθανον τφ 1959, τα 216, πρέπει δε να μή λησμονήται δτι δλα αυτά ανή­

κουν εις μίαν μόνον από τάς εξ κατηγορίας σχετικών δημοσιευμάτων, θα υπάρχουν δε και παραλειπόμενα αυτών. Έ ν τούτοις, αναλυτικά! μελέται δια τα επ! μέρους, τήν γλώσσαν αίφνης του συγγραφέως, το ΰφος του, τήν ποιη­

τικήν του τέχνην, τας παιδαγωγικάς, τάς άνθρωπιστικάς του ιδέας, δεν υπάρ­

χουν πολλαί, είναι δε αΰται προδήλως απαραίτητοι, δια να συντεθή το δλον. Άρκεται πλευρά! του Λασκαράτου φωτίζονται πάντοτε από άβέβαιον φως καί ασφαλής εκτίμησίς μας δι' αΰτάς δεν είναι εφικτή, καθόλου δε παράδοξον δτι πλευρά! τοιαΰται είναι θέματα σφοδρώς αντιμαχομένων απόψεων. Περιο­

ριζόμεθα εδώ εις μνείαν της από μακρού άντιγνωμίας δια τον χαρακτήρα της ποιήσεως του Λασκαράτου : ο Παλαμάς, ό Ζερβός και άλλοι τον είδον ως εΰθυμογράφον 8, ό Σίγουρος κα! δ Ξενόπουλος ως ποιητήν αλλ" δχι καί

1. Ή έπ' εσχάτων γενομένη εκδοσις τών 'Απάντων του περιλαμβάνει τρεις τόμους 1627 σελίδων εν συνόλω, μεγάλου σχήματος, ή δέ αναγραφή τών δημοσιευ­

μάτων του, ταξινομούμενων εις δέκα κατηγορίας, καταλαμβάνει δέκα εξαιρετικώς πυκνοτυπωμένας σελίδας της εκδόσεως ταύτης.

2. Περί της γνώμης τοϋ Κ. Παλαμά βλ. κυρίως: Κ. Π α λ α μ ά , Ό Λασκα­

ράτος καί ή σατιρική ποίησις, εφ. «Το "Αστυ», 'Αθήναι, 27 Μάρτ. 1899, σ. 1. Τα πρώτα κριτικά, έν 'Αθήναις, εκδ. Γ. Φέξη, 1913, σ. 68 ­ 73. Περί της γνώμης τοΰ Ίω . Ζερβοΰ βλ. διάλεξιν αύτοΰ έν < Διαλέξεις περί 'Ελλήνων ποιητών τοϋ ΙΘ' αίώ­

νος » Ανδρέας Λασκαρατος, έν 'Αθήναις, 1916, σ. 40 κ. έπανέκδ., τόμ. Ε', εν

— 355 —

καλλιτέχνην ', πολλοί άλλοι ως γνήσιον σατιρικόν ποιητήν, ό καθηγητής Δ. Ά . Ζακυθηνός και άλλοι ως τον μεγαλΰτερον Νεοέλληνα σατιρικόν 2, άλλοι ώς μέγαν "Ελληνα σατιρικόν3, κατά τίνα δε συγκερασμον ό καθηγητής Γ. Ζώρας ευρίσκει δτι δ Λασκαράτος « περισσότερον παρά ποιητής και καλλιτέχνης είναι δ δηκτικός σατιρικός συγγραφεύς, δ ατρόμητος αγωνιστής και δ απτόητος πολεμιστής... »4 .

Συνθετικά! λοιπόν μελέται δια τον συγγραφέα μας και το έργον του, πού να δρμώνται από τα πράγματα και να τελειώνουν εις αυτά, χωρίς άλματα και εικοτολογίας περιττάς, συνθετικά! μελέται, πού να καταπείθουν εξ αντι­

κειμένου, ακόμη και τους ειδικούς, ανταποκρίνονται εις εΰλογον πόθον μας, άλλα φαίνονται πρόωροι.

'Υπό τους δρους αυτούς και δ,τι ετάχθη ώς το άποψινόν χρέος, άναγκαίως θα γίνη με περίσκεψιν και γνώμονα τήν προσήλωσιν εις τάς πηγάς.

Χαρακτηριστικόν είναι δ,τι κα! απλούν βλέμμα εις τα γεγονότα μας διδάσκει. Ή ζωή και το έ'ργον του Λασκαράτου συνδέονται άναποσπάστως με το Ληξούρι και κάπως εύρύτερον με τήν Κεφαλληνίαν, έχουν με ά'λλας λέξεις ιδιαζόντως τοπικόν χαρακτήρα. Έ ν τούτοις, ζών ακόμη δ συγγραφεύς μας είχε καταστή μορφή πανελλήνιος, εις ώρισμένας δε περιόδους επροκάλεσε συγκίνησιν και εις χώρας εκ των πλέον προηγμένων της Ευρώπης. Μετά θάνα­

τον εμεινεν εις θέσιν εξαίρετον τού Ελληνικού Παρνασσού. Δεν χωρεί αμφι­

βολία δτι εχομεν να κάμωμεν με πρόσωπον και έργον αξίας.

'Αθήναις , 1925, σ. 317, ένθα λέγεται : «Ό Παλαμάς εχαρακτήρισε το Λασκαράτο σαν εύθυμογράφο ποιητή. Ή γνώμη του είναι ή τεχνοκριτικούς ορθή».

1. Περί της γνώμης του Μ. Σίγουρου βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Ποιήματα, Στιχουργική και Ποιητική, βιογραφικό σημείωμα Μ. Σίγουρου, σ. 19' και άνατΰπ. εν Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Απαντα, έκδ. Ά λ . Παπαγεωργίου κ. Ά ν τ . Μοσχοβάκη, πρό­

λογος Μ. Σίγουρου, εκδ. «"Ατλας >, τόμος Β' , 'Αθήνα, 1959, σ. 16. Περί της γνώ­

μης του Γρ. Ξενόπουλου, ή οποία δεν έχει Ιδίαν θεμελίωσιν, άλλα κατ ' ούσίαν είναι έπιβεβαίωσις της κρίσεως τοΰ Μ. Σίγουρου, βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , " Η θ η , έθιμα και δοξασίες της Κεφαλονιάς, πρόλογος Γρ. Ξενόπουλου, εκδ. 'Ελευθερουδάκη, εν 'Αθήναις , 1924, σ. 34 άνατύπ. εν Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Απαντα, τόμ. Α', πρόλογος Γρ. Ξενόπουλου, 'Αθήνα, 1959, σ. κβ ' .

2. 'Επί λέξει ό καθηγητής Δ. Ά . Ζακυθηνός ( 'Ιόνιος 'Ανθολογία, τόμ. Δ', 1930, σ. 10 ) χαρακτηρίζει τον Λασκαράτον ώς « τόν μεγαλΰτερον σατιρικόν ποιητήν της νεοελληνικής φιλολογίας», αντιστοίχως δε ό Ά λ . Παπαγεωργίου ( Ά . Λ α σ κ α ­

ρ ά τ ο υ , Άπα ντ α , ώς άνωτ., τόμ. Γ ' , 'Αθήνα 1959, είσαγωγή, σ. λ ε ' ) . 3 . Οδτως ό Χ. Ά ν τ ω ν α τ ο ς, έν Μ.Ε.Ε., τόμ. ΙΕ ' , σ. 818β έν λ. Λασκα­

ράτος. 4. Βλ. Γ. Θ. Ζ ω ρ α, 'Επτανησιακά Μελετήματα, τόμ. Α', 'Αθήναι , I960,

σ. 176.

— 356 -

Ή πρώτη αυτή εντύπωσις συγκροτείται και διογκώνεται, δταν πλησιά-

σωμεν περισσότερον τον τιμώμενον συγγραφέα και σπουδάσωμεν με δσην μας επιτρέπεται ενδελέχειαν τα συνιστώντα αυτόν στοιχεία ως πνευματικήν μορφήν του νεωτέρου Ελληνισμού.

'Εκείνο, πού έρχεται αμέσως εις τον νουν, δταν μελετώμεν τον Λασκαρα-

τον, είναι ή εκκεντρικότης, Φα ελεγον άκριβεστερον ή ιδιοτυπία. Πολλοί, και άναφέρομεν ένα μόνον, τον Σιγούρον, τον χαρακτηρίζουν ως ιδιότροπον, μερικοί άλλοι με λέξεις πολύ περισσότερον εντυπωσιακός, πού δεν είναι ανάγκη να αναφέρωμεν.

Ώ ς νομίζομεν, είμεθα πλησιέστερον προς τον χαρακτήρα του Λασκαρά­

του, αν μείνωμεν εις την ιδιοτυπίαν, δν μάλιστα άναλΰσωμεν αυτήν τήν ιδιοτυπίαν ως άπροθυμίαν υπακοής, συχνά δε ώς άπερίφραστον άνυπακοήν εις παραδεδεγμένα σχήματα, εϊτε συνήθειαι είτε ιδέαι ήσαν τής μικρόίς κοι­

νωνίας, εις τήν οποίαν εζη καΐ έδρα δ συγγραφεύς μας. Και οι έχοντες μικράν επαφήν με τήν Κεφαλληνίαν και τους Κεφαλλή­

νας, θα αναγνωρίσουν αμέσως δτι ή ιδιοτυπία αυτή είναι χαρακτηριστικόν, πού συναντάται άλλοτε εντονώτερον, άλλοτε άσθενέστερον, συναντάται δμως πάντοτε, και παλαιότερον και σήμερον, εις όλόκληρον τήν νήσον, οχι δε δλι­

γώτερον εις το Ληξούρι, τήν γενέτειραν του Λασκαράτου. "Ωστε ως προς τήν ιδιοτυπίαν δεν φαίνεται υπερβολή να λεχθή δτι ό συγγραφεύς μας είναι γέν­

νημα του τόπου του, δεν λέγομεν και του καιρού του, — δ καιρός, δ χρόνος δεν φαίνεται να δαμάζη αυτήν τήν ιδιοτυπίαν του Κεφαλλήνος —· Πρέπει να προστεθή δτι δ Λασκαράτος δεν είναι κοινός Κεφαλλήν, άλλα προσωπικότης με νευρώσεις ενίοτε1 και εκχειλίζουσαν συνήθως ζωτικότητα. Ή ιδιοτυπία δε εΐς τήν άντίστοιχον, τήν μεγάλην ενταύθα κλίμακα, δεν είναι κατά βάθος παρά απλώς ή εύ'λογος ενταύθα τοποθέτησις.

Τής ιδιοτυπίας αυτής εκδηλώσεις εχομεν πολύ ενωρίς εις τον Λασκαρά­

τον. Αυτό το « πολύ ενωρίς », το παρακολουθούμεν καλώς κατόπιν των ανω­

τέρω, άλλα το αντιλαμβανόμεθα κατά το αρμόζον βάθος, δταν άναγινώσκωμεν εΐς τήν Αύτοβιογραφίαν του, κατά τήν μετάφρασιν Άντωνάτου ( ενθ' άνωτ., σ. 3 ) δτι «τα πρώτα τον χρόνια στάθηκαν σαν χαϊδεμένου παιδιού, γιατ3 ήτανε τότες το μονάκριβο τής οικογένειας». Ό Λασκαρατος μας λέγει εκεί ( σ. 5) δτι «έκαμε πολλές διαβολιές» ώς μαθητής εις τήν Σχολήν, τήν λειτουργούσαν

1. Έκτος άλλων, εις τήν αύτοβιογραφίαν ( "Απαντα, τόμ. Α', σ. 13 ) εχομεν αυτού τοϋ Λασκαράτου δμολογίαν δτι «νπόφερνε πολύ από τά νενρα του» τον χειμώνα τοΰ 1843 εν Κέρκυρα, τότε δέ κατά τίνα νύκτα συνέβη εις αυτόν το αυτόθι περιγραφό­

μενον δράμα ανδρός και γυναικός εις το κωδωνοστάσιον τοΰ ναοΰ τοΰ 'Αγίου Σπυ­

ρίδωνος εν rQ πόλει ταύτη, το δράμα δέ τούτο κατά τον συγγραφέα ημών ήτο φαν­

τασίωσις ώς εκ τοΰ εΐς έπακρον παροξυσμού των νεύρων του.

­ 357 —

εις το λεγόμενον Κάστρο της επαρχίας Κραναίας, πάλαιαν πρωτεΰουσαν μεγά­

λου μέρους της νήσου. 'Ομολογεί δε ανωτέρω με την συνήθη του παρρησίαν δτι ο Νεόφυτος Βάμβας, ό διδάσκαλος του Γένους, καθηγητής του ε\ς την σχολήν αυτήν, «είχε δίκιο», δταν τον παρουσίασεν εις τον ίδρυτήν της Σχο­

λής λόρδον Guilford «για προπέτη κι αυθάδη κ.τ.λ.». "Ομως ή μετά προσοχής σπουδή των σχετικών περιστατικών, που ανα­

φέρονται εις την Αύτοβιογραφίαν ή μας είναι άλλαχόθεν γνωστά, μας άφί­

νει σταθερώς εντΰπωσιν διάφορον. 31 Ας ΐδωμεν δυο από τα περιστατικά αυτά, πού το ένα χαρακτηρίζει τήν

στάσιν του έναντι διδασκάλου του, το δε άλλο τοποθετείται εις γενικώτερα πλαίσια. Και τα δυο 3ς τα ΐδωμεν εκ παραλλήλου προς αντίστοιχα ενός αρχαίου, του Άλκιβιάδου, πού μικρός ύπήρξεν εξαιρετικά ζωηρός, μεγάλος δε έδειξε πρακτικήν μεγαλοφυΐαν άναμφισβήτητον αλλά και ποικίλην ^κακοή­

θειαν χαρακτήρος, κατά τήν εκφρασιν του εθνικοί) μας ιστορικού, του Κων­

σταντίνου Παπαρρηγοποΰλου 1. "Ας σημειωθτ) δτι και δια τους δυο, τον Άλκιβιάδην καΐ τον Λασκα­

ράτον, εχρησιμοποιήθη το αυτό χαρακτηριστικόν, ή λ. φιλόνικος: δια τον πρώτον από τον βιογράφον του τον Πλοΰταρχον (Άλκ. Β', 1), προβάλλοντα «το φιλόνικον» ως το «ισχυρότατον» των παθών του* δια τον δεύτερον, από αυτόν τούτον το συγγραφέα μας, είς τήν αρχήν τού βιβλίου του «'Ανθρώπι­

νοι χαραχτήρες» 2. Θα δώσωμεν εδώ τον λόγον εις τάς πηγας, εις τον Λασκαράτον αυτο­

βιογραφοΰμενον, και τον Πλοΰταρχον. Κατά τον εκ Χαιρώνειας βιογράφον (Άλκ. Ζ', 1), ό Άί)ηναως αρι­

στοκράτης, ο'Αλκιβιάδης, μαθητεΰων πλησίον «γραμματοδιδασκάλου», διδα­

σκάλου, τρόπον τινά, μέσου σχολείου, εζήτησεν άπο αυτόν βιβλίον τού Όμηρου. Εις άπάντησιν δε τού διδασκάλου, κατά τήν αφήγησιν τού Πλου­

τάρχου, δτι δεν είχε τίποτε σχετικόν «κονδύλφ καθικόμενος αύτοϋ παρήλθεν», τού έδωσε μίαν γροθιάν και επήρε και εφυγεν. Εΐς τήν λ. «παρήλθεν» υπαι­

νιγμός του Πλουτάρχου δτι ο 'Αλκιβιάδης δεν έδειξε μετάνοιαν ούτε εζήτησε συγγνώμην δια τήν πραξιν του.

TÒ « αρχοντόπουλο » τώρα από τήν « όμορφη χωροπούλα », το Ληξούρι — ας μή λησμονήται δτι ή οικογένεια τού Λασκαράτου ήτο εγγεγραμμένη

1. Κ. Π α π α ρ ρ η γ ο π ο ΰ λ ο υ , Ιστορία τον Έλλ. "Έθνους, τόμ. Α'5, μέρ. Β', σ. 279.

2. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Απαντα, τόμ. Β', σ. 22 κ.έξ. Ό φιλόνικος, ό πρώτος τών χαρακτήρων της συλλογής ταύτης, είναι αποχαρακτηρισμός του συγγραφέως κατά τήν αυτόθι μαρτυρίαν του, ή 'ιδέα δε οφείλεται είς χαρακτηρισμόν του ώς ba­

tailleur υπό παρισινής συγγραφέως, τής κυρίας Lambert εν Nouvelle Revue, τόμ. Δ', τεΰχ. δ' 'Ιουνίου 1880.

— 358 —

την εποχήν της Ενετοκρατίας εις την περιώνυμον « χρυσή ν βίβλον», το «libro d'oro». Tò « αρχοντόπουλο » λοιπόν αυτό, δ Λασκαρατος, μας εξομο­

λογείται εις την Αΰτοβιογραφίαν του (ενθ ' άνωτ., σ. 4) δτι ήσθάνετο εύχα­

ρίστησιν εις τα γυμνάσματα της καλλιγραφίας να «πειράζω» tòv διδάσκαλόν του, τον Βάμβαν.

Και συνεχίζει : «Ό Βάμβας ôèv με υποχρέωνε να κρατώ τετράδια, άλλα κάθε φορά έσχιζε ενα κομμάτι χαρτί κι άπάνου σ' αυτό έγραφε τρεϊς ­ τέσ­

σαρες γραμμές, τες όποιες μδδινε ν' αντιγράψω. Είχα λοιπόν μια τόσο με­

γάλη ευκολία να μιμούμαι τό γράψιμο των άλλων, ώστε, κόβοντας ενα κομμάτι χαρτί, όμοιο μ' εκείνο τοϋ δασκάλου, και χαράζοντας σ3 αυτό το πανομοιό­

τυπο τον γράψιμού του, διασκέδαζα να βλέπω το Βάμβα να μην αναγνωρίζη πια το πρωτότυπο. «Καλά, μοϋ έλεγε, μα ποιο είναι το δικό μου ;» Και κρα­

τούσε για δικό του εκείνο που τοϋ έδινα εγώ». Είναι φανερον δτι το πείραγμα του Βάμβα δεν ήτο τραύμα του διδα­

σκάλου καΐ επ' ούδενί λόγφ δύναται να σημαίνη διαστροφήν. Άντίστοιχον εις το βάθος του καί το άλλο, το ευρύτερων πλαισίων

περιστατικόν. Άρχίζομεν πάλιν από τον Άλκιβιάδην, ό όποιος κατά την άφήγησιν του αυτού βιογράφου του ( Άλκ. Θ') «απέκοψε την ούράν πάγ­

καλον οϋσαν», την ούράν, πού ήτο εντελής εις ωραιότητα, του ιδίου κυνός «θαυμαστού το μέγεθος και το είδος», μεγέθους δηλαδή και ομορφιάς εξω του συνήθους.

Εις τάς επιτιμήσεις των φίλων του παρετήρησεν δτι ήθελεν οι 'Αθηναίοι να ομιλούν δι' αυτό, δια να μή λέγουν περί αυτού τίποτε το χειρότερον. Σχόλια, υποθέτω, δεν χρειάζονται δια τήν πραξιν αυτήν, πολύ δε ολιγώτερον δια τήν δικαιολόγησίν της.

Ιδού τώρα μία «άπο τις πολλές διαβολιές» του Λασκαράτου — ό χαρα­

κτηρισμός είναι τού ιδίου. Δράσται αυτός καί οι δέκα τέσσαρες άλλοι οικό­

τροφοι της Σχολής εις το Κάστρο : «"Ενα άπόγιομα, — αφηγείται ό συγγρα­

φεύς μας πάλιν εις τήν Αΰτοβιογραφίαν του (ενθ* άνωτ., σ· 5) —, εσυραμε τα σεντόνια άπο τα κρεββάτια μας, τα φορέσαμε σαν επενδύτες, κι' επήγαμε έτσι να περπατήσω με στον κυριότερο δρόμο της κωμόπολης. Μπορεί κάνεις να φαντασθη τήν εχπληξη των κατοίκων. Ό επιμελητής, ένας θαυμάσιος "Αγγλος», δπως λέγει ολίγον ανωτέρω, «μας κυνήγησε αμέσως καί μας ξαναωδήγησε φωνάζοντας: στο σπίτι, στο σπίτι».

« "Εκπληξις » είναι ή λέξις, πού χρησιμοποιείται και εδώ από τον Λασκαρατον, δπως και εξ αφορμής τού πειράγματος τού Βάμβα, ή λέξις δε αυτή πρέπει να είναι πολύ πλησίον εις το ελατήριον τών δυο τούτων παιδικών εκδηλώσεων, το ελατήριον της ιδιοτυπίας το υπό πλήθουσαν, άνοικονόμητον, ούτως ειπείν, ζωτικότητα καθαρόν πάντοτε άπο διαστροφήν οιανδήποτε.

— 359 —

Τοιούτον ελατήριον ενταύθα υποδεικνύει ή εκδήλωσις τοϋ Guilford, δτε του παρουσίασεν δ Βάμβας τον Λασκαράτον μαθητήν του. Ό λόρδος, άναγινώσκομεν πάλιν εις την Αύτοβιογραφίαν (αυτόθι), «μ* έσφιξε στην αγκαλιά του λέγοντας: Αυτά τ' αγόρια είναι που μ αρέσουν».

Αι αλλαι εκδηλώσεις παιδικής ζωηρότητος του Λασκαράτου, πού μας είναι γνωσταί, δεν διαφέρουν κατά βάθος από τας δυο αναπτυχθείσας, αί όποΐαι δύνανται να θεωρηθούν ως άντιπροσωπευτικαί. Είναι ενταύθα ζωη­

ρότης έντονος αλλ' δχι και νοσηρά' ζωηρότης, πού διαστέλλει τους οφθαλ­

μούς εις άπορίαν και φέρει κΰμα γέλωτος εις τον λαιμόν, άλλα πού δεν πλη­

γώνει τον άνθρωπισμον ού'τε κινεί εις μελαγχολίαν *. Εις τοιαΰτην ερμηνείαν των εκδηλώσεων αυτών προσφέρονται πολλά.

Θα περιορισθώμεν εις δυο μόνον. Το πρώτον είναι ή μαρτυρία δτι δυο διδά­

σκαλοι του Λασκαράτου, κατά τα νεανικά δε πάντως έτη αυτού, ό 'Ανδρέας Κάλβος και ό Βικέντιος Ναννούτσης, έγιναν έ'πειτα φίλοι του 2.

Το δεύτερον δηλοΐ αύτογνωσίαν του Λασκαράτου και το νομίζομεν από τα σπουδαιότερα, δσον και αν εις τους Στοχασμούς του ό συγγραφεύς μας διακηρΰσση δτι «απ δσονς σε γνωρίζουνε, ό λιγότερο πού σε γνωρίζει είσαι συ» 3. Το εύρίσκομεν εΐς την «συγκεφαλαίωση», ώς γράφει, «της μακρι­

νής ύπαρξης μου», εις την τελευταίαν παράγραφον της Αυτοβιογραφίας, γρα­

φεΐσαν κατά το 87ο ν έτος της ηλικίας του (έ'νθ' άνωτ., σ. 63). «Προικισμέ­

νος», γράφει, «με εκείνο που λένε καλό φυσικό, ευνοήθηκα κι' αγαπήθηκα απ' όλους εκείνους, που με γνώρισαν από κοντά».

"Εχομεν εδώ την άγαθήν φύσιν, πού έφερε την συμπάθειαν και την άγάπην, κατά διαπίστωσιν τοϋ οδοιπόρου, γινομένην εΐς το τέρμα σχεδόν, αλλ' έχουσαν εφαρμογήν και εΐς την άφετηρίαν ακόμη της μακράς και εσπαρ­

μένης με άκανθας καί τριβόλους πορείας του. Ύπό τάς συνθήκας αύτας δεν βλέπομεν πώς εΐς την περίπτωσιν του συγγραφέως μας δύναται να έχη εφαρ­

μογήν ή γνωστή θεωρία, κατά τήν οποίαν άνθρωποι, πού ήσαν αγρίμια ώς παιδιά, γίνονται εξαιρετικώς φρόνιμοι, καθώς προχωρούν εΐς ωριμότητα, με

1. 'Εκδηλώσεις παιδικής ζωηρότητος τοϋ Λασκαράτου προς ζφα, τάς γαλάς καί τον κυνηγ«τικον κΰνα της οικογενείας, μας είναι γνωσταί εκ της Αυτοβιογραφίας ( ενθ1' άνωτ., σ. 12 · 13). "Ομως αΰται ήσαν άπλα παίγνια, αποκλειόμενης οιασδήποτε σκληράς μεταχειρίσεως τών ζώων τούτων, ώς συνάγεται εκ των παρεχομένων λεπτο­

μερειών. 2. Ά. Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αύτοβιογρ., ενθ·' άνωτ., σ. 6. Ό πρώτος μάλιστα τού­

των περίγραφε cai άπό τον Λασκαράτον ( αυτόθι ) ώς «φύσεως σοβαρής καί σκεφτι­

κής, έτοιμος πάντα νά λυπηθή» ό δέ δεύτερος ώς αχαραχτήρας ανοιχτόκαρδος και φαιδρός». 'Επομένως, ή έπειτα φιλία φαίνεται δτι δεν ώφείλετο απλώς εις ομοιότητα χαρακτήρος.

3. Βλ. Ά. Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Απαντα, τόμ. Β', σ. 157.

— 360 —

tòv κορεσμον ώρισμένων ορμών των1 . Ζήτημα δια τον Λασκαράτον « να φρονιμέψη » δεν δύναται κατά τάς απόψεις αΰτας να ύπαρξη. Ζήτημα μόνον ήτο ή ιδιοτυπία των παιδικών χρόνων του συγγραφέως μας να εύρη κάποιαν προσαρμογήν κατά την ωριμότητα. Και φαίνεται δτι έ'γινεν εις το ζήτημα τοΰτο δ,τι επέτρεπον αί δχι πάντοτε ευμενείς περιστάσεις.

Δυσμενείς περιστάσεις υπήρξαν πολλαι εις τον βίον του. Μνημονεύονται εδώ μερικά! από τάς κυριωτέρας.

Ό Λασκαράτος έμαθήτευσεν εις ποικίλα σχολεία και πολλούς ιδιωτικούς καθηγητας και έτσι δεν ηΰτΰχησε να δεχΐ)η την κατάλληλον, πάντως δε ενιαίαν και συστηματικήν επίδρασιν σχολικής αγωγής. Τί δε δεικνύει τούτο κρίνομεν περιττον να άναπτύξωμεν. Το κακόν επεδεινώθη βραδύτερον με την παρά την κλίσιν του σπουδήν της Νομικής — δ ίδιος ήιθελεν Ίατρικήν '. Έπειτα ωρίμασεν ούτος χωρίς την πεΐραν τής πρακτικής ζωής. Δικαίως χαρακτηρίζει ως βαρύ το σφάλμα του πατρός του να τον κράτηση μακράν, εις εντελή δηλονότι άγνοιαν, των οικογενειακών και των περιουσιακών υπο­

θέσεων εως την ήλικίαν τών 34 ετών8. Τί σημαίνει τοΰτο δεικνύει ή άνεδαφικότης, ή οποία χαρακτηρίζει κάθε

σχεδόν επαγγελματικήν του εκδήλωσιν. "Ακαρπος απέβη ή σύντομος δικηγο­

ρία του, ταχέως εγκατελείφθησαν αι μικραι θέσεις, πού του έδωσαν, ταχέως επίσης εναυάγησαν αι επιχειρήσεις, εις τάς οποίας ήναγκάσθη να επιδοθή, ευθύς αμέσως απεδείχθησαν εστερημέναι πρακτικής βάσεως επιδιώξεις του άλλαι προς βιοπορισμόν, δπως το ταξίδιόν του εις Τύνιδα, δια να δικη­

γορήση εκεί, και ή προσπάθεια να εύρη θέσιν εις την Μάλταν 4.

Ή τοιαύτη αδυναμία του Λασκαράτου ενέτεινε την φυσικήν του ροπήν προς την γήν. Ό συγγραφεύς μας δεν ευρίσκει την ποθεινήν ίκανοποίησιν παρά μόνον εις την πατρικήν ιδιοκτησίαν εις την ύπαιθρον και μάλιστα

1. "Η θεωρία αυτή θεμελιοΰται εκ τής φιλοσοφίας γενικώτερον και τής παιδα­

γα>γικής είδικώτερον, άλλ' ευρίσκει ύποστηρικτάς και πέρα τής περιοχής τών επιστη­

μών τούτων. Οΰτως, ό Σ π. Μ ε λ ά ς , χαρακτηρίζων ( 'Ελληνική Δημιουργία, τόμ. Ζ', 1951, σ. 246 ) τον Λασκαράτον ώς « παιδί ανοικονόμητο, δύσκολο >, παρατηρεί : « αυτά τα παιδιά γίνονται, πολύ συχνά, ol πιο φρόνιμοι άνδρες >. Νοείται οίκοθεν δτι ή ενταύθα αφετηρία του παρατηρήματος δέν είναι καθ' ημάς αποδεκτή.

2. Βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αύτοβιογρ., ενθ' άνωτ., σ. 8. 3. Βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αύτοβιογρ., ενθ' άνωτ., σ. 15. 4. Περί πάντων τούτων εχομεν επαρκείς ειδήσεις και άλλοθεν, μάλιστα δ' έκ

τής Αυτοβιογραφίας τοΰ συγγραφέως. Περί τών δύο τελευταίων προσπαθειών τού­

των, αϊτινες είναι και αί μάλλον παράδοξοι βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αύτοβιογρ., ενθ* άνωτ., αντιστοίχως, σ. 22 κ.εξ. δια το ταξίδιόν εις Τύνιδα, και σ. 45 δια τήν θέσιν εις Μάλταν.

— 361 —

εις το ήγαπημένον του κτήμα εις τα Ριτσατα, το μικρόν χωρίον εΐς τα περί­

χωρα τοΰ Ληξουρίου. Προς τα συναισθήματα του αυτά δεν είναι άσχετοι οι στίχοι του :

« "Οντις είμαι στο κάμπο μοναχός μου, εχω μια συντροφιά της όρεξιάς μου, συντροφιά την καλύτερη του κόσμου» 1.

'Οπωσδήποτε, δ Κεφαλλήν οΰτος ευπατρίδης γεωκτήμων διανοούμενος των νεωτέρων χρόνων μας ενθυμίζει ενταύθα και άλλους, αλλά μάλιστα 'Αθή­

ναιον, καλής παρά τα θρυλοΰμενα οικογενείας, γεωκτήμονα ποιητήν της αρχαιότητος, ό Λασκαράτος μας ενθυμίζει ενταύθα τον Εΰριπίδην. "Οχι δμως κατά θεμελιώδη διαφοράν, δπως με τον Άλκιβιάδην, αλλά κατά βασι­

κήν ομοιότητα. Ή ύπαιθρος με το άπαραίτητον συμπλήρωμα της την θάλασ­

σαν και τα βιβλία τους φέρουν διαρκώς εις περισυλλογήν και αύτοσυγκέν­

τρωσιν. Ή προσωπικότης καΐ τών δυο χαρακτηρίζεται από αΰτάρκειαν. Ή καταξίωσις τοΰ εγώ των αναχωρεί και επιστρέφει εΐς το εγώ των. Ή συνείδη­

σις είναι ή βασίλισσα τοΰ πνευματικού των οίκου και εις αυτόν δεν εΐσχω­

ροΰν βέβηλοι οΰτε αί φωνασκίαι οΰτε αΐ ζητωκραυγαι τών αγοραίων. 'Απόκοσμοι και οι δυο αλλ' δχι και δύστροποι, ως τους θέλει ή παρά­

δοσις 2, οΰτε δεσποτικοί, απωθούν την κοινωνίαν τών πολλών και τα παρα­

δεδεγμένα της σχήματα. Ή άνανέωσις είναι ή επιταγή της ψυχής των. 'Αλλ' έτσι και οι πολλοί τους απωθούν και αυτοί. Αί άποτυχίαι τοΰ ενός, οι διωγμοί τοΰ άλλου είναι και εις την περίπτωσιν των ή εκφρασις της κοινής μοίρας τών πρωτοπόρων καΐ τών μαρτύρων της αληθείας και τοΰ καλοΰ. Ή δικαίωσις είς την συνείδησιν τοΰ κόσμου είναι και δια τους δυο μακράν.

1. Βλ. Α ν δ ρ έ α ς Λ α σ κ α ρ ά τ ο ς , Επιλογή άπο το έργο του, εκδ. Παπα­

δημητρίου, 'Αθήναι, 1953, σ. 86. ΟΙ στίχοι είναι ή αρχή τοΰ ποιήματος : «ή μονα­

ξιά τοΰ κάμπου», όπερ έγράφη τφ 1845, καθ' ην δηλονότι περίοδον ό Λασκαράτος, μετά τήν παραίτησίν του άπο τοΰ δικηγορικού επαγγέλματος και τον θάνατον τοΰ πατρός του, ανέλαβε τήν διαχείρισιν της περιουσίας του, κυριώτατα κτηματικής, και εστράφη προς τήν γήν, έκτοτε δε άρχεται ή κυρία συγγραφική δημιουργία του.

2. Περί της κατά τα παραδιδόμενα έκκεντρικότητος και μισανθρωπίας τοΰ Εύριπίδου βλ. κ. άλλα πολλά και έκ τών έπ' εσχάτων Θ. Σ. Τ ζ α ν ν ε τ ά τ ο υ , Ή θάλασσα εν τω βίω τοΰ Εύριπίδου ( 'Αθηνά, τόμ. ΞΓ", 1959, σ. 271 κ.έξ. ), ένθα υποστηρίζεται (σ. 273) δτι « μελαγχολικόν αλλ' ουχί και μισάνθρωπον δέχεται μάλ­

λον ή ήττον επί τη βάσει τών πηγών τον ήμέτερον ποιητήν ή νεωτέρα και ή νεω­

τάτη ετι έρευνα >. Ώς προς τον Λασκαρατον επί τοΰ προκειμένου χαρακτηριστικά εΐναι πολλά,

ούχ ήττον δε τα εν τη Αυτοβιογραφία αύτοΰ ( ενθ' άνωτ., σ. 47 ) αναφερόμενα εις τήν περί το 1856 περίοδον, καθ* ην εγένετο ό « άφορεσμός » του : «τότες ήμουνα κακογνωρισμένος και μ έθεωροϋσαν άνθρωπο Ιδιότροπο».

— 362 —

Έ ν τούτοις, και οι δυο παράγουν έργον, πού έ'χει το άρωμα της αγάπης προς τον κόσμον 1.

Ειδικώτερον τώρα ή αυτάρκεια του Λασκαράτου δεν αποστέργει πάντοτε την μίμησιν, όμως τοποί)ετεΐ αυτήν εις την άφετηρίαν της δημιουργίας. Το έ'ργον του περαιτέρω, και αν κυμαίνεται συχνά κατά λόγον άνατάσεως* καί τέχνης εις εκπλήσσουσαν κλίμακα, είναι πάντοτε κατά πραγματικήν αναγκαιό­

τητα ϊδιόπλασμα, είναι δ,τι δ Λασκαράτος μόνον ως εκ της ιδιαζούσης φύσεως αύτοΰ καί του περιβάλλοντος ήδΰνατο να δημιουργήσω·

Συνήθως χαρακτηρίζομεν το έργον του απλώς ως ά'ρνησιν και έτσι ερμη­

νεΰομεν την όίκαμπτον προς τόσας κατευθύνσεις πολεμικήν του. "Ομως λησμο­

νείται δτι δ πόλεμος ήτο πάντοτε προς τα έξω. Ειρήνη ΰπήρχεν εις το σπίτι του και θαλπωρή. Και ή ειρήνη αύτη καί ή θαλπωρή μένουν άτοποθέτητα με την ανωτέρω ερμηνείαν της πολεμικής τοϋ Λασκαράτου. Παρατηρούμεν μάλιστα δτι δσον σκληρός δ πόλεμος προς τα έξω, τόσον γλυκεία ή θαλπωρή εις το σπίτι του συγγραφέως μας.

Ή εύπαίδευτος και λαμπρού χαρακτήρος Πηνελόπη το γένος Κοργιαλέ­

νια, δσον καί αν εδείχθη άνταξία σύντροφος του βίου του, δεν είναι ή δη­

μιουργός του άγωνιστοΰ, είναι ή παραστάτις του. Κατά τήν γνώμην μας, δεν δικαιοΰμεθα να άφήσωμεν άνερμήνευτον τήν ειρήνην της οικογενειακής εστίας του Λασκαράτου, είναι δε ολίσθημα να μή τήν θεωρήσωμεν ώς έν από τα κΰρια γνωρίσματα τής προσωπικότητός του ή να τήν έρμηνεύσωμεν ως άντί­

φασιν. "Εχομεν προσωπικότητα ώλοκληρωμένην, δταν σπουδάζωμεν τον Λα­

σκαράτον έξω από το σπίτι του, άλλα παραλλήλως και μέσα εις αυτό. Και δεν εύρίσκομεν αντιφάσεις εις αυτήν. Ή πολεμική έξω εκφράζει τήν ά'ρνη­

σιν, ή ειρήνη μέσα εις το σπίτι τήν κατάφασιν. "Εχομεν τάς δύο δψεις ενός και τού αύτοΰ νομίσματος, με υγιές και μονοσΰστατον μέταλλον τήν ιδέαν τής τιμής και αγάπης προς τον ά'νθρωπον, πού ανυψώνεται εις τήν φυσικήν του θέσιν, ώς ΰψιστον δημιούργημα εις τον κόσμον, και τής απείρου ευλάβειας προς τον Δημιουργόν, τον καθαρόν λόγον, τον ταυτιζόμενον προς τήν ύπερτάτην έννοιαν τοΰ αγαθού, προς τον Θεόν 8 ' τήν ΐδέαν, πού εκφρά­

1. Ώς προς το κατά τα ανωτέρω παράλληλον τοΰ Λασκαράτου προς τον Εύρι­πίδην ϊσως δέν είναι άσχετος ή μαρτυρία τοΰ πρώτου εις τήν Αύτοβιογραφίαν ( ενΰ·' άνωτ., σ. 5) δτι ν,δλο δ,τι γνωρίζει από τήν άρχαίαν Ελληνική, τό έμαθε στο διά­

στημα λίγο περσότερο τοϋ ενός χρόνου» έφηβος πλέον, μετά τήν άπομάκρυνσίν του άπό τήν Σχολήν εις το Κάστρο, μελετών «μ' επιμονή» υπό λαμπρον καθηγητήν, τον Εύγένιον Διογένη, τα τελευταία του δε μαθήματα «άπόβλεψαν στές τραγωδίες τον Ευριπίδη». Αί κατά τήν μαθ­ητείαν του τελευταίοι καί τόσον καλαί εντυπώσεις εκ τής γνωριμίας του προς τον Εύριπίδην φαίνεται δτι έμειναν πάντοτε ζωηραί, άσκοΰσαι ίσχυράν καί πολυειδή έπ' αυτόν επίδρασιν.

2. Ό καθηγητής Άμίλκας 'Αλιβιζάτος εις τήν είσηγητικήν όμιλίαν του κατά

— 363 —

ζεται εις τον αγώνα δια την λΰτρωσιν από παραδεδεγμένα σχήματα. Τα σχή­

ματα ταΰτα, πλάσματα είτε θολής διανοίας είτε θολού χαρακτήρος ή και τών δυο όμόΰ, αναφέρονται κατά κανόνα εις τρόπους ζωής του ανθρώπου, αποκόπτουν δε αυτόν από την άλήθειαν και τον φυσικόν της καρπόν, πού δεν είναι άλλος από την εξισορρόπησιν και την εύδαιμονίαν. Ό άνθρωπος υπό την πίεσιν τών σχημάτων αυτών πάσχει εξουθένωσιν και θύμα εκμεταλ­

λεύσεως, συνειδητής ή ασυνειδήτου, περιάγεται εις στυγνήν δυστυχίαν. Έ ν τούτοις, ό άνθρωπος αξίζει πάντοτε την λΰτρωσιν. Ό χώρος λοιπόν εις τον όποιον κινείται ό Λασκαρατος ως πνευματικός

δημιουργός, όσον και αν φαίνεται ποικίλος, είναι πρωτίστως κοινωνικός. Οι αγώνες του, οξύτατοι συνήθως και άκρως ανηλεείς κατά τής προκαταλήψεως και του ώργανωμένου συμφέροντος, όρμώνται σταθερώς από άγάπην προς τον ανθρωπον καί άδιαλλάκτως αποβλέπουν προς την ανοδον του ανθρώπου. "Ο Λασκαρατος είναι καταλύτης, κρημνίζει, προ πάντων κατά την περίοδον, πού ό άγων δεν έ'χει ακόμη κριθή. Κρημνίζει και αισθάνεται χαράν' δμως δχι από την πράξιν τής καταστροφής καθ' εαυτήν, διότι τούτο θα έσήμαινεν απλώς πώρωσιν. Αισθάνεται χαράν δια τον σκοπόν τής καταστροφής, και αυτός δεν είναι ή εκδίκησις ή άλλαι ταπεινότητες, αλλ' ή ήμέρωσις τού άνθρωπου *.

Εις άνοικτήν επιστολήν προς τον βασιλέα Γεώργιον τον Α' διακηρύσσει (βλ. "Απαντα, ως άνωτ., τόμ. Γ', σ. 437 ) : «εκατηγόρησα πάντοτε δια τον τύπον τα ελαττώματα τής μικρής κοινωνίας μας, επειδή επιθνμονσα να την ιδώ καμωμένην καλύτερη» 8.

Εις το μαστίγωμα του βλέπει απλώς ποινήν προς άνάσχεσιν τού κακού.

τον εν τώ Παρνασσφ έορτασμόν ανέπτυξε δια μακρών απόψεις περί τής θρησκευτικό­

τητας τοΰ Λασκαράτου. Ώ ς εκ τούτου, μόνον ή ανωτέρω γενικωτέρα επί τοϋ θέμα­

τος τούτου διαπίστωσις ήτο ενδεδειγμένη εις την ήμετέραν όμιλίαν. Έ ν τ α ΰ θ α τώρα είναι δυνατόν να προστεθή δτι ό άγων τοΰ Λασκαράτου κατά τής ορθοδόξου εκκλη­

σίας καί τής θρησκείας ευρίσκει καί σήμερον επικριτάς ( βλ. καθηγητήν Σ π. Μ α ρ ί­

ν α τ ο ν, 'Ελλ. Δημ., σ. 275, Σ π. Μ ε λ α ν, ενθ ' άνωτ., σ. 253, κ.άλλ. ) , ά λ λ ' ή θ ρ η ­

σκευτικότης αύτοΰ δεν αμφισβητείται σοβαρώς. Ή φύσις δμως αυτής δέν προκύπτει μετά τής αναγκαίας εντέλειας καί σαφήνειας εκ τών πηγών, διό καί είναι αΰτη άντι­

κείμενον συζητήσεων, εις ας μετέσχον ό καθηγητής Ά μ. Ά λ ι β ι ζ α τ ο ς ( Ή θρη­

σκευτικότης τοΰ Λασκαράτου, Νέα Ε σ τ ί α , τόμ. ΛΓ", 1943, σ. 516 κ.εξ. ), ό Κύπριος λόγιος Κ. Χ α τ ζ ή ϊ ω ά ν ν ο υ ( Λασκαράτος ό όρθολογιστής, Κυπριακά Γράμματα, ετ. Κ', 1955, σ. 62 κ.έξ. ).

1. Τον άνθρωπιστικόν χαρακτήρα τοΰ έργου τοϋ Λασκαράτου άνεγνώριζον ήδη παλαιότερον καί διηύρυνον, ώς νομίζομεν, μέχρις υπερβολής· ούτως ό Δ. Τ α γ κ ύ­

π ο υ λ ο ς ( Νουμάς, 12 ' Ιουνίου, 1911, σ. 353) κ.άλλ. 2. Προς την γενικωτέραν άντίληψιν ταύτην ευρίσκεται εις άρμονίαν καί το

λεγόμενον περί τής σάτιρας ( βλ. "Απαντα, τόμ. Β', σ. 318) «δτι ανάγεται είς τές διδαχτικες ποίησες».

— 364 —

Είναι ενταύθα άντίληψις, πού εύρίσκομεν πρωτίστως εις τον Πλάτωνα ( Πρωτ. 324 Β), εμφαντικώς μάλιστα άναπτυσσομένην : «ουδείς κολάζει τους άδικοϋντας... τούτου ένεκα, δτι ήδίκησεν... ό δε μετά λόγου επιχειρούν κολά­

ζειν... τιμωρείται (δηλ. τιμωρεί) τοϋ μέλλοντος (αδικήματος) χάριν».

Στοχασμός πρωτίστως είναι ό λόγος του Λασκαράτου, δ έμμετρος, πολύ δε περισσότερον δ πεζός : και ή σάτιρα και το εύθυμολόγημα, καΐ το ηθο­

γράφημα και το δοκίμιον, και το άρθρον ακόμη και το φυλλάδιον, και το Ληξούρι εις τους 1836 και τα Στιχουργήματα διάφορα, και τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς, οι 'Ανθρώπινοι χαρακτήρες, τα "Ηθη, έθιμα και δοξασίες της Κεφαλονιάς, και δ Λύχνος καΐ ή 'Απόκριση μου στον Άφορεσμό, ή Αυτοβιογραφία και οι Στοχασμοί, δια τους οποίους δ ίδιος γράφει εις την προμετωπίδα του βιβλίου : «κάθε άλλο μου σύγγραμμα είναι απλώς μόνον σύγ­

γραμμα μου, οι Στοχασμοί μου όμως είμαι εγώ». Στοχασμός, πού είναι πολ­

λάκις χυμώδης καρπός διανοίας δχι κοινής και σπουδής ασυνήθους επί έργων ποιότητος, κατ' εξοχήν των κλασσικών, και των συγγραφέων του Ευρωπαϊ­

κού διαφωτισμού, πού ήσαν δι* αυτόν δ,τι οι σοφισται δια τον Εύριπίδην εις τήν άνάπτυξιν του ορθού λόγου, ήδΰνατο δε να τους μελετφ και εκ πρώ­

της χειρός με τήν εύρεΐαν του γλωσσομάθειαν. Στοχασμός, πού δεν είναι τυφλή και μάλιστα άδηλος μίμησις και δταν

εχη ξένην άφετηρίαν, λαμβάνει δε οπωσδήποτε τήν γνώριμον εκ τού δημιουρ­

γού του ιδιοσυστασίαν καΐ καταποικίλλεται άλλοτε ολιγώτερον άλλοτε περισ­

σότερον κατά τήν περίστασιν και το θέμα, από γνησίαν σατιρικήν διάθεσιν. Εις το κΰτταρον της διαθέσεως αυτής, εκτός από τήν δαψιλή χορηγίαν τού Δημιουργού, εύρίσκομεν τήν επίδρασιν μακράς και καλώς γνωστής παραδόσεως, αλλ' επίσης τού περιβάλλοντος τόσον των ανθρώπων της εποχής του δσον και τού πνευματικού. Ώς προς το τελευταΐον ας μή λησμονήται δτι δ συγ­

γραφεύς μας εμελέτα με ιδιαιτέραν άγάπην τον Αΐσωπον, τον 'Αριστοφάνη, τον Ίουβενάλιον, τον Βολταΐρον και άλλους κλασσικούς της κωμωδίας και τής σάτιρας. Ή σάτιρα είναι το άλας, πού συνήθως δεν λείπει καΐ δίδει, ούτως ειπείν, « νοστιμάδα » εις τήν φράσιν, συχνά και τήν λέξιν τού έργου τού Λασκαράτου.

'Ιδιαιτέρως εις τους στίχους ή σάτιρα είναι το άντίδοτον εις τήν πενι­

χρότητα τού λυρισμού και τήν σχετικήν άδυναμίαν τής εμπνεύσεως, πού κάμνει τον Λασκαράτον να ομόλογη με αδικούσαν εαυτόν μετριοφροσύνην εις τον Λύχνον, τήν περιώνυμον εφημερίδα του : «για νάμαι ποιητής, μου έλειπε ή δύναμη τής ευρέσεως» 1.

1. Βλ. Λύχνον, 23 Φεβρ. 1861, κ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , "Απαντα, τόμ. Γ', σ. 310. 'Αναλόγως, άλλα Υενικώτερον, εκφράζεται και άλλου περί τής ιδίας ποιήσεως

— 365 —

Χωρίς την σάτιραν, θα έλεγε κανείς, δεν ημπορεί να εκφρασθη ό συγ­

γραφεύς μας οΰτε εις τήν κατάκρισιν οΰτε εις τον έ'παινον, αλλ* οΰτε και εις το σοβαρον οΰδέτερον θέμα. Αυτή κυβερνά εις αυτόν, εκτός από τον λόγον, συχνότατα και τήν πραξιν. 'Ιδού αίφνης, τί έκαμε με τήν εύκαιρίαν της εκθέσεως βιομηχανικών προϊόντων εις τήν Κέρκυραν. «Στα 1862η, γράφει ( Αύτοβιογρ., ενθ* ανωτ., σ. 34), «έστειλα στην έκθεση της Κέρκυρας τον άφορεσμό μου τοϋ 1856, σαν προϊόν της Κεφαλονίτικης βιομηχανίας».

Στοχασμός πρωτίστως είναι ό λόγος του Λασκαράτου, εϊπομεν ανωτέρω αναφερόμενοι εις το περιεχόμενον αΰτοΰ. Θα ήτο σφάλμα να νομίζωμεν δτι ή τέχνη του λόγου, ή δομή, ή λέξις και το ΰφος θα εμενον εξω από τάς φροντίδας πνευματικού δημιουργού, ό όποιος νεαρός έλαβε μαθήματα της τέχνης του λόγου από ένα Κάλβον1, μεγάλος δε έγραψε δοκίμια, δπως το θεωρητικόν : « Δοκίμιον ποιητικής » και το πρακτικώτατον « Τέχνη του δημηγορεΐν καί του συγγράφειν ».

Το έργον του αυτό, άποθησαΰρισμα προσωπικών ιδεών κατόπιν πολυ­

χρονίων μελετών, χαρακτηρίζει ό ίδιος ( βλ. "Απαντα, τόμ. Β', σ. 322 ) ώς εξω «από το συνηθισμένο μονοπάτι των ρητορικογράφων». Εΰρίσκομεν εκεί δια τήν σΰλληψιν τών Ιδεών καί τήν επεξεργασίαν των, όπως καί δια τήν τέχνην της προβολής των, παρατηρήματα με τόσην μεστότητα, ώστε να άπο­

ροΰμεν διατι το μικρόν αυτό βιβλίον δεν έχει λάβει τήν αρμόζουσαν, εΰρεΐαν, διάδοσιν.

«Πριν βαλθης να συγγραφής», μας λέγει (αυτόθι, σ. 323), «àià την σπουδήν τοϋ θέματος, σπούδαζε πρώτα καί δούλευε καλά τήν Ιδέα σου μέσ' στο πνεύμα σου» καί επιφέρει «όταν δ Λεονάρδος εζωγράφιζε το δείπνο το μυ­

στικό, ϊστεκε ώρες κι" ώρες εκστατικός εμπρός εις το έργο του, χωρίς να βάνγι χέρι σ' έδαϋτο. Τί έκανε τότες εκείνος ό μέγας τεχνίτης ; Μην επε­

ό Λασκαράτος : Στιχουργήματα διάφορα, Προβάδισμα, κ. ή βάρκα ­ κανονιέρα, υπό­

θεση βλ. "Απαντα, ώς άνωτ. , τόμ. Β ' , αντιστοίχως, σ. 389κ.εξ. , σ. 438. Βεβαίως, αυτή ή εκείνη ή υπεροχή τοΰ πεζοΰ έναντι τοΰ ποιητικού έργου του ευρίσκει πάντοτε καθο­

λικήν σχεδόν άναγνώρισιν, βλ. καί πολλούς άλλους κ. Η . P e r n o t ( E t . l i t t . Gr. mod. , Β ' , Παρίσιοι, 1918, σ. 140), Α. M i r a m b e l ( L a l i t t . Gr . mod., Παρί­

σιοι, 1953, σ. 49 ). 1. Βλ. *Α. Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αύτοβιογραφίαν, "Απαντα, τόμ. Α', σ. 6. Τά μα­

θήματα ταΰτα τοΰ Κάλβου χαρακτηρίζονται υπό τοΰ Λασκαράτου ( αυτόθι ) ώς «ε£ά­

σκησες εις το να συγγράψϊ) κανείς σε διάφορα στυλ». Το πολύπλευρον τοΰτο καί πρα­

κτικόν της διδασκαλίας τοΰ Κάλβου πρέπει να ηΰξανε τήν επί τον Λασκαράτον επί­

δρασιν αυτής. Προσθετέον δτι καί ό Ναννούτσης αναφέρεται αυτόθι ώς διδάσκων κατά τρόπον πρακτικόν τον Λασκαράτον τήν τέχνην τοΰ λόγου, αλλ' εν τη περιοχή της ποιήσεως μόνον, καί μάλιστα της σατιρικής.

24

— 366 —

φτε είς αδρανή λήθαργον ; "Οχι. Έδούλευε. Έδούλευε με την φαντασία του την Ιδέα τον».

Άναλυτικώτερος είναι ό Λασκαρατος κατωτέρω, δπου μας δμιλεϊ δια την άναθεώρησιν τον κειμένου ( έ'νθ* άνωτ., σ. 354) και χαρακτηρίζει ως «αντίποδα τον αύτοσχεδιαστοϋ» το συγγραφέα «όπου πρώτα ρίχνει στο χαρτί το σκέλεθρο τον σνγγράμματός τον και ακολούθως έπειτα το δουλεύει από λίγο σε λίγο, από μέραν την ήμερα, πολνχρονίως, ακαταπαύστως' και κάθε πού το πιάνει στα χέρια του, εξετάζοντας το πάντοτε με το μικροσκόπιο, βρίσκει πάντοτε κάτι να κάμη καλύτερο».

Ή ψύχωσις της τελειώσεως υπάρχει καΐ εις τον Λασκαράτον, δπως την εΰρίσκομεν τόσον συχνά και πρωτίστως εις τους αρχαίους "Ελληνας πνευμα­

τικούς δημιουργούς. 'Αντιστοίχως αξιόλογοι είναι και οι τασσόμενοι υπό εποψιν τεχνικής

σκοποί εΐς συγγραφήν έργου. Είναι μεταξύ άλλων ή άρτιότης τοΰ περιεχο­

μένου, δια την οποίαν παρατηρεί (έ'νθ' άνωτ., τόμ. Β', σ. 325) «ή παρά­

λειψη πραγμάτων αναγκαίων, κολοβώνει το σύγγραμμα. Ή δέ περιττότης το πνίγει». Είναι επίσης ή καΟαρότης των νοημάτων — αποστέργει την «πολυσαρκίαν», ως λέγει, «της περιόδου» (ενθ' άνωτ., 341)—, και ή αρμο­

νία τοΰ ΰφους, σχετικώς με την οποίαν παρατηρεί (ενθ' άνωτ., σ. 349) δτι και ό πεζός λόγος έχει την άρμονίαν εις τάς λέξεις και τον ρυΐ)μον εις τάς φράσεις. Ειδικώτερον δια το λεκτικόν του χαρακτηριστική είναι ή φράσις του είς προλεγόμενα πρωίμου έργου του « Το Ληξοΰρι εις τους 1836 ». Λέ­

γεται εκεί : «εγώ προσφέρω είς την κοινήν ελληνικήν πατρίδα τη διάλεχτο τον τόπον μου γραμμένη, και όσον ημπόρεσα, καθαρισμένην από ιταλικές λέξεις και άλλες παρόμοιες άσχημάδες» Κ "Ολα αυτά τα στοιχεία της τέχνης ανιχνεύονται είς πλείστα σημεία των έργων τοΰ Λασκαράτου, αλλ' δχι εΐς δλα.

Δεν χωρεΐ δέ αμφιβολία δτι αΐ σχετικαί φροντίδες έρχονται δεύτεραι, μετά δηλαδή τάς αλλάς τάς δια τον στοχασμόν, δχι δέ πάντοτε σταϋεραί και κατευθύνονται από την γνώριμον αύταρέσκειαν τοΰ συγγραφέως μας.

Νεολογισμοί, δπως : ταβλόπιστος, εύλογοφασκελώνω, τύποι λέξεων απροσ­

δόκητοι, δπως : των θυγατρών μον ( "Απαντα, τόμ. Β', α. 22), εχφρασην (ενθ' άνωτ., τόμ. Γ', σ. 495 )2, συντάξεις δεν λέγομεν ανώμαλοι, αλλ'εξω από τα παραδεδεγμένα, δπως «τα πατερμά μου δταν εικοσαετής», ονομαστικά! από­

λυτοι, και άλλα τοιαύτα, ενίοτε κατά τίνα ξενικήν επίδρασιν, συχνάκις δέ με

1. Βλ. Ά. Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Το Ληξούρι είς τους 1836, εν 'Αθήναις, 1845, σ. γ', κ. "Απαντα, τόμ. Γ', σ. 519.

2. Πλοΰσιον εις τοιούτους νεολογισμούς και τύπους λέξεων είναι το εν τέλει τοΰ Γ' τόμου των 'Απάντων τοΰ Λασκαράτου εκτενές Γλωσσάριον ( σ. 594­615), άλλα κατ* ανάγκην δχι και πλήρες. Κατά σύμπτωσιν μάλιστα ουδέν τών ανωτέρω παραδειγμάτων ανευρίσκεται είς το γλωσσάριον τοΰτο.

— 367 —

το τοπικον Ιδίωμα εις την άφετηρίαν, δεν είναι βέβαιον πότε υποδεικνύουν άτημελησίαν και άμηχανίαν του Λασκαράτου εις την έ'κφρασιν, και πότε σπουδήν αΰτοΰ να προσδώσει εις αυτήν το ΐδιόπλαστον εκείνο, πού και τραχύ αν είναι και αηθες, συντονίζεται καλώς προς το δλον και προσδίδει χάριν εις αυτό 1.

Ύπο τους δρους αυτούς δ λόγος του Λασκαράτου και ως στοχασμός και ως μορφή τέχνης αντανακλά τήν αύτάρκειαν ΐσχυράς προσωπικότητος. Έ ν τούτοις, συλλαμβάνει τον παλμόν τών πολλών, προς τους οποίους απευθύνε­

ται. Άπόδειξις δτι πολλαί φράσεις του Λασκαράτου κατέστησαν παροιμιώ­

δεις, δχι δε ολίγοι στίχοι του εμελοποιήθησαν καΐ ψάλλονται έκτοτε από τους πολλούς, λησμονουμένου ενίοτε του ποιητοΰ των. Συλλαμβάνει τον παλ­

μόν τών πολλών, ικανοποιεί δε και τους ολίγους.

Το λογοτεχνικόν έργον τοΰ Λασκαράτου, τόσον το εμμετρον δσον και το πεζόν, Ιδιάζον εις το περιεχόμενον, άλλα και εις τήν μορφήν, δοκιμασθέν επί τρεις και πλέον γενεάς, εΰρεν ήδη τήν καθιέρωσιν εις τήν άρμόζουσαν μάλιστα πανελλήνιον, και μεγαλυτέραν ακόμη, κλίμακα.

Αι ΐδέαι του δια τήν θέσιν τοΰ ανθρώπου ήσαν νέαι δχι καθ' εαυτάς, αλλά δια τήν κοινωνίαν τοΰ τόπου και τοΰ καιροΰ του. Ή άνοδος τοΰ πολι­

τισμού κατά τα βασικώτερα, κυρίως τα ηθικά, στοιχεία του, εις τήν καθυ­

στερημένην γενέτειραν υπήρξε κατ' ούσίαν ή ταπεινή φιλοδοξία του. Ταπεινή, αλλ' επ5 ούδενι λόγω απόβλητος τότε, πολύτιμος δε πάντοτε με τον εύρύν άντίκτυπόν της. Αι ΐδέαι του αύται έφεραν σάλον, ύπέκαυσαν τα πάθη, εξή­

ψαν τον φανατισμόν και ώδήγησαν τέλος εΐς απηνείς εναντίον του διώξεις. Γνώριμοι είναι ανά τους αιώνας αϊ διώξεις τών πνευματικών ανθρώπων δια τάς ιδέας των τάς μή αποδεκτός παρά τών ισχυρών της ημέρας, ελληνικά δε παραδείγματα εκ τών γνωστότερων προβάλλονται τοΰ Ηροδότου εΐς τήν Μίλητον, τοΰ Πλάτωνος εΐς τάς Συρακούσας. "Ομως δεν είναι και τόσον γνώριμος στάσις διανοουμένου, δπως ή τοΰ Λασκαράτου.

Ό άγων του παρακολουθεί το μέγιστον εΐς άξίαν τοΰ συγγραφικού του έργου. 'Εκτείνεται ούτος εις στρογγυλούς αριθμούς άπό το 1850 εως το 1890, από τα σαράντα εως τα ογδοήντα ειη τοΰ βίου του, εΐς διάστημα ύπερκαλύπτον τήν περίοδον της ανθρωπινής ζωής, κατά τήν οποίαν ή αύξουσα ώριμότης συμπληρώνει τήν φθίνουσαν ήδη ζωτικότητα εΐς μοναδικόν συγκε­

ρασμον προς εξαίρετου ποιότητος δημιουργίαν.

1. "Ο καθηγητής Σ π. Μ α ρ ι ν ά τ ο ς παρατηρεί ( 'Ελληνική Δημιουργία, τόμ. Ζ', 1951, σ. 275) δτι το εξαιρετικά άκατέργαστον της Κεφαλληνιακής διαλέκτου εις τα έργα τοΰ Λασκαράτου αποτελεί δια τους Κεφαλλήνας « το Ιδιαίτερον θέλγητρον » αύτοΰ ώς λογοτέχνου.

— 368 —

Έκλεισεν ό άγων αυτός τότε, πού έ'κλεισεν καΐ ή ενεργός ζωή του άγω­

νιστοΰ. Και έ'κλεισεν ό άγων με την δικαίωσιν. Λέξεις του Λασκαράτου μας παριστούν τα κυριώτερα υποκειμενικά καΐ

αντικειμενικά στοιχεία του φαινομένου : «Ή καρδιά μου ποτέ δεν εκλονί­

σθηκε' ό χαραχτήρας μου ποτέ δεν έπεσε σ' αντίφαση' μια ύπερανθρώπινη δύναμη με κυβερνούσε, ή "Αλήθεια » ι.

Ό Λασκαρατος ως διανοούμενος ανήκει εις το παρόν πάντοτε των Νεοελ­

ληνικών Γραμμάτων, ως αγωνιστής έχει καταστή παράδειγμα, δΰσκολον εις ΰπερβολήν αλλ* ακόμη και είς μίμησιν.

1. Βλ. Ά . Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αυτοβιογραφία, ενθ­' άνωτ., σ. 55.

Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ

ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ

Ο Φ Ι Λ Ο Ν Ι Κ Ο Σ

Είχα ήδη κλεισμένην τή συλλογή μου των χαρακτήρων, όταν είδα πού μία κυρία συγγράφισσα είς το Παρίσι με λέει batailleur*. «Ιδού ό τίτλος ενός χαρακτήρος», είπα μέσα μου. «"Ας εμβω μέσα μου να εξετάσω».

' Αφίνω τα προκατακλυσμιαΐα μου. 'Αληθώς, τα 1856 το σμήνος των σφηκών δεν με ενοχλούσε βέβαια,

κ' εγώ τους έβαλα έναν δαυλον άναμμένον (τα «Μυστήρια της Κεφαλονιας») μέσα στη φωλιά τους ! 01 σφήκες ­ παπάδες και παπαδαθρώποι φυσικω τω λόγω επέσαν τότε σύγνεφο απάνω μου και μ εσπρώχνανε απ' δλα τα μέρη φιλοτιμούμενοι ποιος να κάμη το περισσότερο.

Έχρειάσθηκα να φύγω. Άλλα στην εξορία μου ετοίμασα και δεύτερον δαυλον (την «'Απόκριση μου στον Άφορεσμόν » τους) τον οποίον εφύλαξα γι' άλλην ώρα.

Έν τοσούτω, στην επιστροφή μου, άρχισα εφημερίδα, ή οποία βαλμένη σημάδι από τους παπαδαθρώπους και από τους τότε πολιτικούς λαοπλάνους μας εξεγέρθη εναντίον τους, δια πολύν καιρόν, τους εμαστίγωσε, τους ετσουξε και τους έκαμε να με άπέχουνε.

Τον 'Αρχιδημοκόπο της Έφτανήσου δεν τον εφορτώθηκα εγώ. 'Εκείνος μ' έφορτώθηκε. 'Αλλ' εγώ έδραξα προθύμως την πρόκληση του και χωρίς να καταβληθώ από τες φυλάκισες, εξακολούθησα να τον μαστιγώνω, εως δτου τον εσώπασα. Μ' δλον οπού, έτσι κάνοντας, εκινδύνευα να λάβω κ' εγώ το τέλος τοϋ δυστυχή Γαήτα.

"Ενας κάποιος παπα­ Ζερβός, 'Αρχιμανδρίτης (τοϋ Διαβόλου), ηθέλησε τότε να με δοκιμάση κ' εκείνος' αλλά δεν μ' εϋρηκε πολύ τρυφερόν, ώς φαί­

νεται, επειδή με αφησ ευθύς. Τα πιεστήρια δμως εδουλέψαν αρκετά και γι αύτόνε.

Σωπασμένοι τότε οι καταδρομείς μου, έμενα ήσυχος και ανενόχλητος. Μα τότ ενθυμήθηκα τον άλλον προετοιμασμένον δαυλόν, τήν «'Απόκριση μου», οπού και τότε πάλιν ή δημοσίεψή της τοϋ εξεκάμπισε.

* Ίδέ Nouvelle Revue. Deuxième année. Tome 4e. Livraison 4e. Juin 1880.

- 370 —

3Εμε'ταπέσαν άπάνου μου. 'Επήγαμε στα Δικαστήρια δπου αθωώθηκα· και τους εμεταχτύπησα στη «Δίκη μου με τή Σύνοδο»' τελευταίος εκείνος δαυλός, όπου τους έπεισε τέλος πάντων δτι ήτον φρονιμότερο και συμφερώ­

τερο δια αυτούς να ήσυχάζουνε και να σιωπούνε. Τότε μία οικογένεια νεόπλουτων χυδαίων ενόμισε δτι δεν ήθελε μπορέσω

να άνθέξω σε βάναυσες προσβολές εις τους δρόμους, και δτι ακολούθως αυτοί ήθελε μπορέσουνε να θριαμβεύσουν άπάνου μου. Δια τέσσαρους εξακολουθι­

νούς χρόνους μοϋ εκάνανε τες χοντροειδέστερες προσβολές εις τους δρόμους, εμέ, της Κυρίας μου καί των θυγατρών μου, κάθε μέρα, και δσες φορές την ημέρα μας απαντούσαν. Άλλα δεν έκαμναν παρά να μοϋ δίνουν αιτία ναν τους μαστιγώνω δημοσιεύοντας τες κακοήθειες τους. Στο ύστερο ενός από τους δύο έκοψε το αίμα του κ επέθανε σάπιος' ό άλλος εμαζώχθηκε κ εφρο­

νίμινε. . 'Ιδού οι κυριώτερες άπο τες διενέξές μου. Τες άλλες, μικροτέρας οντό­

τητος, τες άφίνω. Τώρα, ένας απαθής και κρύου χαρακτήρος άνθρωπος ήθελε άφίσει τες

σφηκοφωλιές ήσυχες' τους λαοπλάνους ελεύθερους να κάνουνε τή δουλειά τους' ήθελε απέχει άπο τήν αύθάδεια των νεόπλουτων χυδαίων, οι οποίοι, και κατα­

βαλλόμενοι, καταβιβάζονν τον ευπρεπή άντίπαλον, κλ. κλ.... 'Αλλ' εγώ δεν απέφυγα ποτέ μία διένεξη. "Η Κυρία Lambert έχει δίκιο.

Ό χαρακτήρας τοϋ φιλόνικου είναι κάπως ό χαρακτήρας μου. Και τόνε βάνω εδώ, στην αρχή των χαρακτήρων μου, σαν εκείνους όπου στην αρχή τοϋ βιβλίου τους βάνουν τήν εικόνα τους.

Ο Π Ρ Ε Π Ω Ν Ι Ε Ρ Ε Τ Σ

Ό πρέπων ιερεύς είναι ταπεινός υπηρέτης τής κοινωνίας, δια τες ήθικο­

θρησκευτικές της ανάγκες. Δεν έχει τήν άπαίτησιν δτι ή θρησκεία είναι πράμα δικό του περσότερο παρ' δ,τι είναι τών λαϊκών. Δεν έχει τήν άλλην άπαίτη­

σιν τοϋ να επιβάλη τή νομιζομένη δική του θρησκεία' άλλα είναι επαγγελμα­

τικός, ενάρετος και σεβάσμιος στην υπηρεσία μας. "Ετσι, ό γνήσιος τούτος χριστιανός ιερεύς δεν λείπει ποτέ απ' δπου είναι

χρεία να παρευρίσκεται, δια να δίνη αφιλοκερδώς τήν πνευματικήν του βοή­

θειαν εις εκείνους οπού τήν χρειάζουνται. Είναι ο πνευματικός παρήγορος τής ενορίας' και τα παιδιά τών ενοριτών

μαθαίνουν από το στόμα του τήν ήθικήν τοϋ Ευαγγελίου. Το άγιον φως τής αληθείας εμβαίνει τότε εις το σπίτι τοϋ φτωχού καί

το παστρεύει άπο τες πρόληψες και δεισιδαιμονίες, οπού ατιμάζουν τήν ανθρωπότητα.

Στέκει προσεχτικός εις τον πλησίον του' καί, âv iôfj μίαν ήθικήν άδυνα­

— 371 —

μίαν, τρέχει ευθύς να βοηθήσγ) την αδύνατη ανθρώπινη φύση, με ηθικές του νουθεσίες, με πατρικές του συμβουλές και κάποτε και με αγαπημένες φιλικές επίπληξες.

Ό ιερεύς τοϋτος εμβαίνει λυπημένος εις το σπίτι τοϋ χαρτοπαίχτη, του μέθυσου, τοϋ ασώτου, τοϋ φιλάργυρου και άλλων ομοίων, ως να ήθελε να συλλυπηθη την πάσχουσαν οίκογένειαν. Και ομιλεί ιδιαιτέρως εις τον ενοχον με αγαθότητα και με άγάπην, άλλα και με φιλικην επιμονήν έτοιμος πάντα να δεχθή αγογγύστως και την κακήν του μεταχείρισιν, αν και τούτο συμβή.

Μαθαίνει ότι σε μίαν οίκογένειαν είναι λίγη σύμπνοια στο ανδρόγυνο; 'Εκεί τυχαίως τάχα γένεται συχναστής και ζητεί πάτοτε την περίσταση να παρασταίνη την ευτυχία πού ή ομόνοια φέρνει στες οικογένειες.

"Ετσι, από μία σε μία ίατρεύει πάντα τες ηθικές αδυναμίες των ενορι­

τών, η τουλάχιστον χύνει βάλσαμον στες πληγές των πασχόντων. Και, κάθε πού 'πιτύχει να μετρίαση ενα ελάττωμα, ή να έμπνευση ενα καλό, αισθάνε­

ται τον εαυτόν του εύτυχέστερον. "Ετσι, κανένα επάγγελμα εντιμότερο, σεβασμιώτερο, υψηλότερο από

εκείνο τοϋ ιερέως. Ή διαγωγή του τότε είναι γνώμονας των ενοριτών του, οι όποιοι θέλει

τον βάνουν εμπρός τους ώς τύπον μιμήσεως. Ό κατά μίμησιν τοϋ Χριστού ενάρετος και ευεργετικός τοϋτος ιερεύς

ημπορεί να σταθή και ενώπιον τοϋ Βασιλέως τοϋ ιδίου, βράχος άρριχτος και ατάραχος, επειδή δ κοινωνικός χαρακτήρας τοϋ τοιούτου ιερέως είναι ανώτε­

ρος κάθε χαρακτήρος.

ο Ο Ι Κ Ο Γ Ε Ν Ε Ι Ά Ρ Χ Η ς

Ή θέση τοϋ οικογενειάρχη στην κοινωνία είναι έντιμη και σεβαστή θέση. Περιστοιχισμένος από την οικογένεια του δ οικογενειάρχης λαμβάνει δγκον και παρουσιάζεται πολλαπλός.

Εις δε τήν οίκογένειαν του δ οικογενειάρχης είναι δ Βασιλεύς της οικο­

γενείας, ώς δ Βασιλεύς είναι δ οικογενειάρχης τοϋ "Εθνους. "Αρχει τής οικο­

γενείας και άρχει δια τής αγάπης, έτοιμος να θυσιάση και τήν ζωήν του δι αυτήν και δια καθένα από τα μέλη της. Τοϋ ανταποδίδεται δε δμοια αγάπη, όντας πρόθυμο καθένα από τα μέλη τής οικογενείας να θυσιασθή δια τον οίκογενειάρχην του.

"Ετσι, απέναντι τής κοινωνίας δ οικογενειάρχης δεν είναι μόνος του, άλλα είναι οικογένεια, ώς απέναντι των 'Εθνών δ Βασιλεύς δεν είναι μόνος, άλλα είναι "Εθνος.

Βασιλεύς και οικογενειάρχης, δ καθείς εις τον κύκλον του, έχουν τα ϊδια χρέη και χαίρονται τα ϊδια δικαιώματα.

— 372 —

Ό οικογενειάρχης έχει και αυτός εσωτερικά και εξωτερικά χρέη και δικαιώματα. Κάμνει τα δυνατά του ώστε ή οικογένεια να ζη στο εσωτερικόν της με άνεσην. Και την κάμνει σεβαστήν ανάμεσα στες άλλες οικογένειες του τόπου.

Ό νουνεχής και ευσυνείδητος οικογενειάρχης αναθρέφει τα παιδιά του, σερνικά και Θηλυκά, καθώς τοΰ λε η συνείδηση του μάλλον, παρά καθώς ή μωρή κοινωνία ήθελε ορέγεται. Και, κατ" αντίθεσιν του γκρινιάρη κακοΰ οικο­

γενειάρχη, διατηρεί με δλας του τάς δυνάμεις δμόνοιαν, άγάπην και ήσνχίαν εις την οίκογένειαν.

Ό καλός οικογενειάρχης είναι και καλός σύζυγος. Βλέπει στην συμβίαν του άλλον δμότιμον εαυτόν του, με την οποίαν μοιράζεται την διεύθυνσιν και τα βάρη της οικογενείας· και είναι και καλός γονής, προτιμώντας την άγά­

πην τών τέκνων του μάλλον, παρά την από φόβον ύποταγήν τους. Βλέπει δε δτι μόνη ή συμπόνοια ημπορεί να σώση και να ευημερήση την οίκογένειαν.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Σ. ΔΟΥΚΑΤΟΥ

ο ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΌς ΤΟΥ ΛΑςΚΑΡΑΤΟΥ ΑΠΟ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΚΗ ΣΚΟΠΙΑ

Δεν υπάρχει αμφιβολία δτι το πνευματικό κλίμα των άρχων τοϋ 19ου

αιώνα με την ευρωπαϊκή πρόοδο και τον διαφωτισμό του, με τη φιλοσοφία του 'Ορθού Λόγου καΐ τα μεταρρυθμιστικά του κινήματα επέδρασε σημαν­

τικά στη σκέψη και στο έργο του Λασκαράτου, πολύ περισσότερο επειδή το έζησε δ ίδιος από κοντά, ταξιδεύοντας ή σπουδάζοντας στίς μεγάλες πρω­

τεύουσες, στο Παρίσι, στο Λονδίνο και στην ιταλική Πίζα. Άλλα δεν χρειάζονται ξεχωριστά επιχειρήματα για να πούμε αμέσως,

δτι και ή Κεφαλονίτικη καταγωγή του έπαιξε από νωρίς τον κατευθυντήριο ρόλο της, ώστε ό νεαρός Ληξουριώτης άρχοντας με τήν πνευματική ιδιο­

φυΐα — άρχοντας με αγροτικά παιδικά χρόνια και με λαϊκώτατη ανατροφή — να γίνη ένας ατίθασος ορθολογιστικός τΰπος, πού κιόλας δταν ήταν 12 χρονών έκαμε τον Νεόφυτο Βάμβα να τον αποκήρυξη σχεδόν από μαθητή του και τον Λόρδο Γκίλφορδ να τον άγκαλιάση σαν υπόσχεση ανθρώπου ελευθέρου 1.

Στα 24 χρόνια του το παιδί εκείνο του Ληξουρίου έκαμε μια πράξη εθνικής αξιοπρέπειας — άλλα και πεισματάρικης Κεφαλονίτικης λογικής — πού θα τήν ζήλευαν και δε θα τήν τολμούσαν ίσως οι νέοι της εποχής μας. «'Επήγα, γράφει, με το Έφτανησιακον άτμόπλοιον εως είς τον 'Αγκώνα της 'Ιταλίας. Έσυνταξίδευα με οικογένειες Κυρίων Κερκυραίων και "Αγγλων. *0 πλοίαρχος μας, κάποιος 'Ιταλός Γαβάσος, χοντροειδής κόλακας των "Αγγλων και υπερόπτης των Έφτανησίων, των οποίων έπαιρνε τα χρήματα, έκαμε την προσβολήν εις τους Κυρίους κοι Κυρίας τας εδικάς μας, να τάς στείλη στην Γήν με τήν μαγόνα των εμπορευμάτων, ενώ τάς 'Αγγλίδας και "Αγγλους είχε βγάλει με τήν λέμβον τοϋ 'Ατμόπλοιου. "Ολοι αισθανθήκαμε τήν προσβολήν

1. Βλ. «"Απαντα» 'Ανδρέα Λασκαράτου. 'Εκδόσεις "Ατλας. 'Αθήνα 1959, τόμ. Α', σελ. 5 ( Αυτοβιογραφία ).

— 374 —

καί δια μίαν στιγμήν έλπισα δτι οι δικοί μας ήθελε απαιτήσουν τήν επανόρ­

θωσιν. Άλλα το θάρρος καί ή ψυχική δύναμη δεν είναι κοινά εις τους πολ­

λούς. "Ωστε, άφοϋ άνωφελώς επάσχισα νά τους πείσω νά μή βάλουν τάς Κυρίας των εις τή μαγόνα των εμπορευμάτων, απεφάσισα νά κάμω εγώ μόνος το μέρος τους και μέρος μου στην υπόθεση. [Έδήλωσα πώς δεν θα έβγαινα ποτέ, παρά με τήν λέμβον των Ίγγλέζων]'.

Οι υπάλληλοι τότε του ατμόπλοιου ήλθαν όλοι κατεπάνω μου, μ* επιπλή­

ξανε χοντροειδώς καί μ' εφοβερίσανε νά με παν' οπίσω στην Κέρκυρα, αν δεν επανωρθοϋτο το αδίκημα. Για καλή μου τύχη δμως δ υγειονομικός υπάλληλος τοΰ Άγκώνος, βλέποντας δτι έλειπε ένας επιβάτης δεν εδιδεν ελεύθερη συγ­

κοινωνία' και τότε δ Γαβάσος ύπεχρεώθη να στείλη τήν τιμητικήν εκείνην λέμβον του να με πάρη» i.

'Ανέφερα το περιστατικό αυτό, γιατί θέλω να δείξω πόσο αγνά και ■θαρραλέα ξεκίνησε ό Λασκαράτος για το μεγάλο ταξίδι των 90 χρόνων της ζωής του. Πουθενά και ποτέ δεν εσυνθηκολόγησε με δ,τι ενόμιζε παράλογο, ψεύτικο, εκμεταλλευτικό, ιδιαίτερα δ,τι κατά τή γνώμη του εκατέβαζε τον άνθρωπο κανΓ δεν τον οίφινε να προχώρηση προς ενα φωτισμένον πολιτισμό. Δεν ε'γινε δικηγόρος, γιατί έβλεπε κάτι συμβατικό — όχι πάντα δίκαιο — στην εξάσκηση τοΰ επαγγέλματος αύτοΰ. Δεν τοΰ άρεσαν οι θρησκευτικοί δογματι­

σμοί και οι καταχρήσεις των λατρευτικών εθίμων, και τους επολέμησε. Στα πολιτικά κινήματα καί τα κόμματα της εποχής υποψιαζόταν δόλο, επειδή έκρινε τους ανθρώπους από τήν ιδιωτική τους ζωή. Ό ίδιος ήταν άνεπίλη­

πτος και άγανακτοΰσε για τις αντιφάσεις. Στον οικογενειακόν τομέα εφώ­

ναζε πάντα για τήν καλυτέρευση των δρων τής ζωής και για το συζυγικό ανέβασμα τής γυναίκας. Και στην πνευματική πάλη ανάμεσα στο λογιω­

τατισμο και τή φυσική γλωσσική διατύπωση, πού από χρόνια συγκλονίζει το έθνος, ό Λασκαράτος έτάχθηκε με το μέρος τής απλότητας καί τοΰ ορθοΰ λόγου.

Αυτός ό 'Ορθός Λόγος ήταν το πάθος του, γι* αυτό τον προβάλλει και τον επικαλείται σε κάθε δύσκολη και μελαγχολική ώρα τής σκέψης του. Τον θεωρεί δώρο τοΰ Θεοΰ, μαζί με τή συνείδηση, οδηγούς προς τήν απόλυτη ηθική καί τή νοημοσύνη. «Ό Θεός, λέει, φωτίζει δια μέσου τοϋ Όρθοϋ Λογικού και τής Συνείδησης δλους εκείνους όπου δεν καταφρονούνε Λογικό και Συνείδηση, για ν' άκλουθήσουνε το συμφέρον τους ή τήν ανοησία τους» 2. Θεωρεί τόσο αλληλένδετες τις δυο αυτές αρετές (Λογική και Συνείδηση), ώστε τΙς βάζει να συνθέτουν και το σατιρικό έ'ργο του. «Το πνεϋμα, γράφει,

1. « "Απαντα », τόμ. Γ', σελ. 219 ( Περίληψη Αυτοβιογραφίας ). Πρβλ. καί τόμ. Α', σελ. 7 ­ 8.

2. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Α', σελ. 114 (Τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς ).

— 375 —

πλάθει τή σάτιρα, αλλ" ή συνείδηση θα δίνη την νλη» Κ Κα! μας μιλεί επι­

γραμματικά για τον ρόλο της Λογικής σε κάθε εργασία: «Το κοινον 'Ορθό Λογικό θα μας δείξη [πώς θα εργασθούμε]. Φθάνει μόνον να βάνωμε έγνοια, υπομονή και αγάπη στο έργο μας' επειδή το έτσι λεγόμενο κοινον ορθό λογικό δεν είναι δα και τόσο κοινόν, δσο το στοχάζομάσθε» 2.

Νομίζω δτι δλο το έργο του Λασκαράτου ( καΐ δσα εκήρυξε, και δσα εσατίρισε, και δσα δεν παραδέχτηκε ) ξεκινάει απ' αυτήν τή λαχτάρα του για μια ορθή και λογική λειτουργία της σκέψης. Ή λογική τον οδηγούσε πάντα, δπως κάπου σημειώνει ( Γ ' 522), άλλα και σ' αυτήν απέβλεπε. "Ισως επί­

στευε δτι και τήν ηθική, μαζί με τήν καλυτέρευση των ανθρώπων, θα τήν έφερνε κάποτε δ 'Ορθός Νους, άφοΰ με τήν άγρυπνη λογική θα μπορούσαν τουλάχιστο να λιγοστεύουν οι άπατώμενοι.

"Αν παρουσιαζόταν ή δυνατότητα να δοθη στους ανθρώπους περισσό­

τερο μυαλό και φωτισμένη αντίληψη, άλλα χρειαζόταν γι' αυτό δ μόχθος ή ή θυσία ενός μόνου ανθρώπου, δ Λασκαράτος θα έδινε πρόθυμα και πρώτος τή δική του ζωή.

Το μυαλό και ή εξυπνάδα είναι πολύτιμα αγαθά, πού ξεπερνάνε βέβαια τον πλούτο. Τήν αλήθεια αυτή τήν ξέρουν καλά δλοι οι Κεφαλονίτες και τή θυμίζουν συχνά με τις παροιμίες τους. Νά 'μαστέ φτωχοί, μα να μήν εϊ­

μαστ3 άλαλοι ( = κουτοί), λένε. Έδώ, έφθασα νομίζω στο καίριο σημείο της ομιλίας μου, πού θέλω να

είναι ή κάποια προβολή των ομοιοτήτων ανάμεσα στή σκέψη τοΰ Λασκαρά­

του καΐ στή νοοτροπία του Κεφαλονίτικου λαού, ανάμεσα στην ορθολογι­

στική προδιάθεση και των δυό τους, πού έκαμαν ώστε, παρ' δλες τις υπερ­

βολές και τις τολμηρότητες, παρ' δλον τον επίσημο αφορισμό του, δ σατιρι­

κός αυτός ήθολόγος της Κεφαλονιάς να μήν άποκηρυχθή ψυχικά από τους συμπολίτες του.

Λέμε συνήθως δτι καταδιώχτηκε και υπέφερε στην Κεφαλονιά δ Λασκα­

ράτος, δτι μισήθηκε κι' απομονώθηκε για τις Ιδέες του. Αυτό δεν είναι γενικό' δεν είναι καν επικρατέστερο στις περιπτώσεις του. Μόνο οι αμέσως ενοχλοΰ­

μενοι κύκλοι, κι' αΰτοι δχι για πολύ χρονικό διάστημα, τον άντεπολέμησαν 3· Θα ήταν πάντως αποκαρδιωτικό για τήν Κεφαλονιά, αν στεκόταν με

1. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Β', σελ. 319 ( Δοκίμιον Ποιητικής). 2. < "Απαντα », τόμ. Β', σελ. 347 (Τέχνη τοϋ δημηγορεϊν και συγγράφειν). 3. Είναι άλήθ­εια δτι ό ίδιος ό Λασκαράτος έχει περιγράψει μέ μελανά χρώματα

τις ενοχλήσεις και καταδρομές του (βλ. π.χ. "Απαντα, τόμ. Α', σελ. 296)· άλλα εκτός από τήν ψυχολογία του να διαμαρτυρηθώ και να φωνάξη, έφταναν οί λιγοστές βαρύτατες περιπτώσεις, για να τον φέρουν σε απόγνωση. Παράπονα έχει κι' άπό όσους φοβήθηκαν να τόν βοηθήσουν (βλ. 'Απαντα, Γ', 536α), άλλ' αυτοί δέν λεί­

πουν από καμμιά κοινωνία.

— 376 —

φανατισμό, αντίθετη προς τις ορθολογιστικές απόψεις του Λασκαράτου — θρησκευτικές, κοινωνικές και πολιτικές — οχι μόνο αποκαρδιωτικό, άλλα και περίεργο. Γιατί νομίζω ότι, περισσότερο από κάθε άλλον τόπο, υπάρχει σ' αυτό το Νησί το πνεύμα της λογικής συζήτησης και της κριτικής, το πνεύμα του «για στάσου να δούμε» ή «για στάσου ν' ακούσουμε», ή ωραία λογική αμφιβολία του «ή στραβός είν δ γιαλός, ή στραβά αρμενίζουμε» (φράση πού τη χρησιμοποιεί συχνά και δ Λασκαράτος), και το σπουδαιό­

τερο, υπάρχει οργανικά κληροδοτημένο το πνεύμα τής σάτιρας, πού αναλύει και διασκεδάζει με τα πάντα, χωρίς πάντοτε να τα γκρεμίζη.

*0 συζητητικος νους είναι σχεδόν κοινός στην Κεφαλονιά, γι' αυτό και το θέμα Λασκαράτου ήταν από τήν πρώτη στιγμή του δχι τόσο θέμα αντι­

πάλων και φίλων, δσο φίλων τοϋ Λασκαράτου φανερών καί φίλων κρυφών. Στο μεγαλύτερο μέρος τους οι Κεφαλλήνες ήταν και είναι μέ το Λασκαράτο, ή είναι έ'στω Κρυπτολασκαρατικοί. Καμαρώνουν, ότι έ'χουν πατριώτη τους τον μεγάλο σατιρικό, ακόμα καί οι κληρικοί. Και καμαρώνουν τόσο περισ­

σότερο, δ'σο έ'χουν τή δυνατότητα καί τήν κρίση να διαλέξουν από το έργο του δσα τους βρίσκουν σύμφωνους ή δσα τους διασκεδάζουν 1.

Θ' αναφέρω τώρα μέ συντομία τΙς πιο γνωστές από τις περιπτώσεις, πού οι Κεφαλονίτες περιέβαλαν μέ αγάπη και μ' εμπιστοσύνη το Λασκαράτο στο διάστημα τής ζωής ή στις δύσκολες ώρες των καταδρομών του.

'Αφορίστηκε, δπως ξέρουμε, στα 1856 κι' αναγκάστηκε βέβαια να φΰγη από τ ' 'Αργοστόλι. Αυτό ήταν μοιραίο ψυχολογικά, ιδιαίτερα για τους λίγους του δχλου, ή για τους λίγους φανατικούς αντιπάλους του.

Τρία χρόνια δμως αργότερα, το 1859, επειδή τον κυνήγησαν άπο τή Ζάκυνθο για κάποια δημοσιεύματα στην εφημερίδα του το «Λύχνο»2, γύρισε μ* ε μ π ι σ τ ο σ ύ ν η στην Κεφαλονιά του, κι' εσυνέχισε τήν έ'κδοση τής εφημερίδας του, είτε μέ τήν ειρηνική μορφή της είτε μέ τήν πολεμική, πού τής έδινε το όνομα « Λυχνίες ». Το περίεργο είναι δτι ώρισε τότε γι' αντι­

πρόσωπο του, να εισπράττη τις συνδρομές σ' δλο το Νησί, έναν κληρικό, τον Ιεροδιάκονο Ζαχαρία Λιβιεράτο3, κι' δτι άλλος επίσης κληρικός, λόγιος μάλιστα κι' αρχιερατικός επίτροπος αργότερα, δ ιερεύς 'Ιωάννης Μελιδόνης, συνεργάστηκε σέ φύλλο τοϋ Λύχνου, το 18614.

1. Φαίνεται δτι κι' άπο τον κατώτερο λαό, στις πόλεις και στα χωριά, αγαπή­

θηκε για τους σατιρικούς στίχους του ό Λασκαράτος, κι' έτσι ό αφορισμός δέ μπό­

ρεσε να τον αποξένωση. Είναι γνωστό δτι καί « σατιρική μυθολογία » δημιουργήθηκε γύρω άπο τον ποιητή, πού τοϋ απέδωσε στίχους καί ανέκδοτα όχι δικά του.

2. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Α', σελ. 341 ­ 416α ( Οι καταδρομές μου εξ αιτίας τοΰ Λύχνου ).

3. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 252 (ό Λύχνος). 4. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 350­351.

— 377 —

Αύτη ή φιλία του με τους κληρικούς δεν πρέπει να μας κάνη εντύπωση, γιατί αν πιστέψωμε το Λασκαράτο— και πρέπει να τον πιστεύωμε — τόσο οι μορφωμένοι ιερείς, δσο κι' ό ίδιος δ Μητροπολίτης πού τον άφώρισε (ό Σπυρίδων Κοντομίχαλος, Κεφαλονίτης κι' αυτός), έλεγαν σε στενότερους κύκλους, δτι δσα γράφει ό Λασκαράτος στο βιβλίο του (εννοούσαν τα «Μυ­

στήρια της Κεφαλονιας » ) είναι δλα αληθινά *. Άλλα ή πιο εντυπωσιακή αλληλεγγύη και εκτίμηση των Κεφαλλήνων

προς το Λασκαράτο εκδηλώθηκε το I860, δταν οι προύχοντες του Ληξουρίου, εξήντα εκλεκτοί πολίτες, υπέγραψαν αναφορά στην 'Ιόνιο Γερουσία για να βγη από τη φυλακή ό Λασκαράτος, δπου τον είχαν ρίξει οι κατηγορίες τού Λομπάρδου από τή Ζάκυνθο. Είναι χαρακτηριστικό, δτι για άνθρωπο αφο­

ρ ε σ μ έ ν ο έγραφαν οι εκλεκτοί Ληξουριώτες τα εξής: «Ό Αρ. 'Ανδρέας Τυπάλδος Λασκαράτος, άνήρ διαπρεπών επί οικογενειακή και κοινωνική άρετη, τήκεται εντός των δεσμωτηρίων της Κεφαλληνίας» κτλ. Και τον αποφυ­

λάκισαν 2. Το 1862 ό Λασκαράτος εκθέτει υποψηφιότητα για βουλευτής και παίρ­

νει 292 ψήφους από τους συμπολίτες του — ιδιαίτερα τ' 'Αργοστολίου και τού Ληξουρίου — ποσοστό σημαντικό, αν λάβουμε υπόψη τήν εκκλησιαστική τότε αποξένωση του 3.

Το 1869 γίνεται ή δίκη του με τή Σύνοδο. Ή μεγάλη αίθουσα τού Κακουργοδικείου στ' 'Αργοστόλι είναι κατάμεστη από φίλους κι εχθρού;, ό Ελλαδικός Πρόεδρος (5 χρόνια μόλις μετά τήν "Ενωση) και ό Εισαγγελέας μεροληπτούν εναντίον του, άλλα οι Κεφαλλήνες ένορκοι αθωώνουν στην πλειονότητα τους το Λασκαράτο 4. Και το 1884, σε μια ιδιωτική καταδρομή τού Λασκαράτου από έναν Άργοστολιώτη ( τον περίφημο Μπουντουβάρη ), οι Ληξουριώτες είναι έτοιμοι να υπερασπίσουν τον συμπολίτη τους και παραγγέλνουν στον εχθρό του (πατέρα και γιο) δτι θα τους χαστουκίσουν5.

Ό ίδιος ό Λασκαράτος αναγνωρίζει και χαίρεται στο διάστημα αυτό τή συμπάθεια των συμπατριωτών του, επαινεί τήν καλή κρίση τους για το έργο του και καμαρώνει δτι οι διώξεις του μάλλον τον ωφέλησαν. «* Η πρώτη

1. Βλ. « "Απαντα », τόμ. Α', σελ 233 καί 242 ( 'Απόκριση εις τον άφορεσμόν τού κλήρου κτλ. ).

2. Βλ. « "Απαντα », τόμ. Α', σελ. 413 ­ 415, δπου παραθέτονται καί τα ονό­

ματα (καλό δοκουμέντο για τις οικογένειες της εποχής). 3. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 376 (ό Λύχνος, 36). Το περίεργο είναι δτι

σε προηγούμενη υποψηφιότητα του, πριν άπό τον αφορισμό (τό 1850 ) « έμαυρίστηκε » εντελώς. (Βλ. «"Απαντα», τόμ. Α', σελ. 20).

4. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Α', σελ. 419­422 ( Ή δίκη μου μέ τή Σύνοδο). 5. «Άπό το Ληξούρι τους νποσχεθήκανε χάστουκους» «"Απαντα», τόμ. Γ' σελ.

465 ( φυλλάδια ).

— 378 —

εκείνη καταδρομή, γράφει, μου ήφερε και μου επρόσθεσε εις τους 120 σύν­

ορο μητας οπού είχα, άλλους 190, ανάμεσα στους οποίους... κάποιους ολίγους ιερείς... καί πολλούς οίκογενειάρχας Κυρίους, οπού μοΰ ζητοϋν την εφημερίδα μου για τα παιδιά τους» 1. Κα! επαινεί τους αναγνώστες του Κεφαλονίτες και Θιακοΰς, δτι διαβάζουν μ' ευχαρίστηση το « Λΰχνο » του καί πληρώνουν δλοι τις συνδρομές τους2.

Το 1861 δ Λασκαράτος ενθουσιάζεται για το προοδευτικό πνεύμα των Κεφαλλήνων καί γράφει : «Εις την Κεφαλονιά τα διακόσια μας μεγάλα καρά­

βια γυρίζουν τον κόσμο μαζώνοντας πλούτη καί ιδέες. ' Η κοινωνία δλη κινιέ­

ται καί προοδεύει» 8. Και λίγο αργότερα σημειώνει : «Ή Κεφαλονιά σήμερα είναι σύμ­

φωνη κι αποφασισμένη... ν' άφήση τον πάλαιαν άνθρωπον, ν* άφήση το comme ­ sta [ δπως τα βρήκαμε ] κάθε είδους, καί ωφελούμενη από το άγιον 'Ορθόν Λογικόν, όπου 6 Θεός μας έδωσε ως φως όδηγόν, να βάλη εμπρός της όλα μας τα πατροπαράδοτα... και να κράτηση από αυτά δσα [ είναι ] σύμφωνα με την άλήθειαν τοϋ Θεοϋ και με τον βαθμον της σημερι­

νής εξευγένισης 4. Το 1867, δταν εδημοσίευσε την « 'Απόκριση εις τον Άφορεσμόν», τα

πνεύματα στην Κεφαλονιά είχαν πια ηρεμήσει. Ό κόσμος εδιάβασε το βιβλίο του με μιαν ώριμη κριτική. «Ή οπισθοδρομική μερίδα, γράφει δ Λασκαρά­

τος, έμεινε άφωνη. Έζήτησε να σήκωση τον όχλο μυστικά κι αθόρυβα, μα δ δχλος δεν εσυγκινήθηκε. "Οσο για το λαό, άφοϋ εδιάβασε το βιβλίο μου, έμεινε ήσυχος. — «"Αν ό Λασκαράτος εχη άδικο, ας τοϋ απαντήσουν οι παπά­

δες μας». Τέτοια ήταν ή γενική ομιλία» 5. Το 1884 ήρθε στην 'Αθήνα δ Λασκαράτος και μίλησε από το ιστορικό

βήμα του Παρνασσού «περί των προόδων της Κεφαλονιάς εδώ και πενήντα χρόνους». Παρουσίασε με ικανοποίηση την αλλαγή πού σημειώθηκε στο Νησί του, τόσο στις οικογενειακές σχέσεις («ελπίζω, είπε, δτι ή οικογένεια τοϋ Κεφαλονίτη σήμερα ετοιμάζει δια το έθνος αξιότιμους πολίτας»), δσο στην πολιτική καί κοινωνική κατάσταση καί στις θρησκευτικές αντιλήψεις6. Κι' ήταν ή ικανοποίηση του ακόμα μεγαλύτερη, πού έβλεπε το 'Αθηναϊκό κοινό να τον χειροκροτή τώρα θερμά για τους αγώνες του 7.

1. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 257­258. 2. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 326, όπου αναφέρονται συνδρομητές καί στα

άλλα 'Επτάνησα : Κόρφους, Παξούς, "Αγιαμαύρα, Ζάκυνθο και Κύθηρα. 3. Βλ. « "Απαντα », τόμ. Γ', σελ. 358 (Λύχνος 31). 4. Βλ. «"Απαντα», Γ' 373 (Λύχνος 35). 5. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Α', σελ. 47­48 (Αυτοβιογραφία). 6. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 490­493. 7. Είχε ξανάρθει στην Αθήνα ό Λασκαράτος, τό 1859, δταν έτύπωσε εδώ το

— 379 —

Tò κύρος πού απέκτησε στην Κεφαλονιά, σ' δλο αυτό το διάστημα, 6 Λασκαράτος, ήταν μεγάλο, δχι μονάχα για το πνεύμα και τους αγώνες του, αλλά και για την άψογη και αξιοπρεπή οικογενειακή του ζωή. Ή γυναίκα του και οι κόρες του έδιναν μαθήματα σε κορίτσια καλών οικογενειών ακόμη κι υστέρα από τον αφορισμό \ Κι* οι παλιότεροι Άργοστολιώτες δεν ξεχνού­

σαν το θέαμα τοΰ σεβαστού οικογενειάρχη Λασκαράτου, δταν έβγαινε στον περίπατο με τΙς κόρες του, και δλοι «τοΰ έβγαζαν το καπέλο».

Σαν ώριμος καρπό; έφθασε γΰρω στα 1888 και ή ώρα ν ' αναθεώρηση τή στάση της ή Εκκλησία. Πρώτος ό Γερμανός Καλλιγάς ( Κεφαλλήν Ιεράρ­

χης ) σκέφθηκε να ά'ρη τον αφορισμό, δπως διαβάζουμε σε γράμμα της κόρης τοΰ Λασκαράτου προς τον Δανό ιερωμένο Θ. Χάνσεν 3. Άλλα την άρση αυτή επραγματοποίησε ο διάδοχος του στην 'Επισκοπή της Κεφαλονιάς, Γεράσιμος Δόριζας, πού σε μιαν αναφορά του προς τή Συνοδό ωνόμασε το Λασκαράτο «δόξα και χάρμα της Κεφαλληνίας» 8.

Κι' δταν ό σοφός σατιρικός απέθανε στ' 'Αργοστόλι σε ηλικία 90 χρό­

νων (στις 24 'Ιουλίου 1901), οι Κεφαλονίτες τον αποχαιρέτισαν με σεβα­

σμό. «Τον εβάλαμε, γράφει ή κόρη του, εις φέρετρον κλειστον και ένας παπάς με τον σταυρόν ακολούθησε, μαζί με δλονς τους κυρίους τοϋ τόπου, Αργο­

στολίου και Ληξουρίου» 4. 'Από τότε ή Κεφαλονιά διατηρεί τήν καλύτερη μνήμη του και σεμνύνε­

ται για τήν προσωπικότητα του, έστω κι αν δεν τον ακόλουθη σ' δλες του τις απόψεις. Χαρακτηριστικά είναι δσα έγραψε γι' αυτόν στή βιογραφία του ό 'Ηλίας Τσιτσέλης5' καΐ δεν υπάρχει αμφιβολία δτι ό νεώτερος τοπικός σατιρικός ποιητής Γεώργιος Μολφέτας (1871­1916) αγαπήθηκε περισσό­

τερο, επειδή επηρεάστηκε θαρρετά από το Λασκαράτο. Ή κοινωνία σήμερα μπορεί να τιμά εξ ίσου το Λασκαράτο, δπως και

τους καλούς κληρικούς, θ* αναφέρω δε ως παράδειγμα τήν περίπτωση ιοΰ Εντευκτηρίου τών Ληξουριωτών εδώ στην πρωτεύουσα. "Εχουν αναρτήσει στα γραφεία τους6, τή μια πλάι στην ά'λλη, τις εικόνες τοΰ Λασκαράτου και

2° φύλλο τοΰ « Λύχνου » του. Άλλα τότε δέν είχε το μεγάλο όνομα τοϋ 1884. Μή­

πως ήρθε και το 1877 στην ΆΟ­ήνα ; ( Βλ. « "Απαντα », τόμ. Β', σελ. 291, 1 ). 1. Βλ. < "Απαντα », τόμ. Α', σελ. 41 και 58. 2. Βλ. «Άπαντα», τόμ. Γ', σελ. 541α (Επιστολές). 3. Βλ. «Άπαντα» , τόμ. Γ', σελ. 543α ("Εγγραφα). 4. Βλ. « Άπαντα », τόμ. Γ', σελ. 542α ( Επιστολές). Τήν απλότητα της κηδείας

του τήν είχε ό ϊδιος ζητήσει στο ποίημα του: « Μετατύμβιον ». (Βλ. «Άπαντα», τόμ. Γ', σελ. 115­118). Ό τάφος τοΰ Λασκαράτου βρίσκεται σήμερα στο Δημοτικό Νεκροταφείο τοΰ Αργοστολίου (τον Δράπανο), με χαραγμένο στην πλάκα του το ποίημα « Σ ' επίσκεψη επιτύμβια μου» («Άπαντα» , τόμ. Γ', σελ. 93).

5. Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τόμ. Α', εν Αθήναις 1904, σελ. 706­728. 6. Στην οδό Βερανζέρου, 4.

— 380 —

τού 'Ιεράρχη 'Ηλία Μηνιάτη. "Ιση τιμή καΐ εκτίμηση στους ξεχωριστούς εκείνους άνδρες του Ληξουρίου, όπως θα την είχαν, νομίζω, και μεταξύ τους ctv ζούσαν τον ίδιον καιρό.

Μπορούμε ?νθΐπον να συμπεράνουμε δτι ό Λασκαράτος τόσο με το πνεύμα όσο καί με τα θέματα πού καταπιάστηκε, συναντήθηκε οικεία με τον Κεφα­

λονίτικο λαό — ανώτερο και κατώτερο — καί συμφώνησε σε πολλά με τή σκέψη του. Ή επαφή κι' ή συμφωνία του με την τοπική νοοτροπία και παράδοση στηριζόταν δχι μονάχα στο πνεύμα της πολεμικής, άλλα καί στην πλούσια γνώση του των στοιχείων τοΰ τοπικού πολιτισμού. Είναι από τα πιο περίεργα καί σχεδόν αντιφατικά, δτι ό πολέμιος αυτός της ανεξέλεγκτης παράδοσης ήταν ό πλουσιώτερος γνώστης της θρησκευτικής καί τής λαογρα­

φικής ζωής τού τόπου του. Γνωρίζει ψυχογραφικά το λαό τής Κεφαλονιάς, στις κοινωνικές, πολιτικές και λατρευτικές εκδηλώσεις του, δσο κανείς από τους αντιπάλους του. Τις λαϊκές προλήψεις και δεισιδαιμονίες πού χτυπάει, τις ξέρει καλά' δπως γνωρίζει άριστα τα εκκλησιαστικά κείμενα και τή Γραφή, πού τα επικαλείται και τα προβάλλει συχνά1.

Το ίδιο καλά γνωρίζει και τις παροιμίες τού Κεφαλονίτικου λαού, πού τΙς χρησιμοποιεί επίσης συχνά, και γίνεται για μας πολύτιμη γνωμολογική πηγή τής εποχής του. Βέβαια, αν σκεφθούμε τήν πολεμική τού Λασκαράτου για τις παλιές προλήψεις και μεθόδους, για τήν τυφλή προσήλωση τού λαού στα πατροπαράδοτα και για τή δύναμη τού εθίμου, θα πρέπει να τον θεω­

ρούμε άντιλαογραφικό, δπως τον λέμε και άντικληρικό. Μας αποζημιώνει δμως πλουσιοπάροχα με τήν αφθονία λαογραφικών στοιχείων τής εποχής του, πού παραθέτει, καθώς και με τή σωστή σκέψη πού διατυπώνει για τήν καλή χρησιμοποίηση τής παράδοσης : «[Ή κοινωνία] να βάλη εμπρός της δλα μας τα πατροπαράδοτα, vàv τα 'ξετάση μ' εκείνο το σέβας όπου χρεω­

στεϊται εις ενθυμήματα γονέων καί προγόνων, και να κράτηση δμως από αυτά δσα [είναι] σύμφωνα με τήν αλήθειαν του Θεοϋ και με τον βαθμον τής σημερινής εξευγένισης» 8.

Άλλα, για να γυρίσουμε στον συσχετισμό τού Κεφαλονίτικου λαϊκού πνεύματος με τήν ορθολογιστική παρατήρηση καί τή σατιρική πολεμική τοΰ Λασκαράτου, 3ς αναζητήσουμε μερικά παραδείγματα από τή λαϊκή ανέκδοτο­

ι. Είναι θαυμαστή ή συχνότητα καί ακρίβεια με τις όποιες ό Λασκαράτος ανα­

φέρεται στα χωρία τής Βίβλου ή στα τροπάρια τής εκκλησιάς. Θα ένόμιζε κανείς δτι πήρε κάποτε εκκλησιαστική ανατροφή κι" εγνώρισε άπό κοντά τις ακολουθίες. Να μήν ξεχνούμε ότι ή μητέρα του Στυλιανή Μάνεση ήταν «θεοφοβούμενη».

2. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 373. Τή συγκέντρωση καί μεθοδική κατάταξη τοϋ λαογραφικού ύλικοΰ πού προσφέρει ό Λασκαράτος άρχισα ήδη να ετοιμάζω για μια προσεχή έκδοση.

— 381 —

λογία, πού κινούνται στο ίδιο κλίμα και δείχνουν ίσως το λαϊκό ορθολογι­

στικό βάθρο, δπου πρωτοστηρίχθηκε ό Λασκαράτος. Εκείνη πρώτα ­ πρώτα ή επίμονη ενασχόληση του μεγάλου Σατιρικού

στα εκκλησιαστικά κείμενα και στις δοξασίες, κι' ή διάθεση του να τα ελέγχη δλα ορθολογιστικά, είναι κάτι κοινό καί, νομίζω, παλαιότατο στον Κεφαλλη­

νιακό λαό. Κάνει εντύπωση ή στάση τών γερόντων ακροατών του Ευαγγε­

λίου καί της Βίβλου στην εκκλησιά, πού παρ* δλη την ευλαβική τους προσή­

λωση στα θεϊκά λόγια, διατυπώνουν τις ανθρώπινες ερωτήσεις τους. — Δε μοϋ λες, δέσποτα' εκεϊ πού λέει το Ευαγγέλιο πώς εμπήκαν οι

δαιμόνοι μέσα στην αγέλη τών χοίρων1, τι του εχρώσταε τ αφεντος του Χρίστου δ χοιροβοσκός, ναν τοϋ πέσγ\ δλο το κοπάδι στη θάλασσα και να πνίγη ;

"Η : Εκείνη τη γυναίκα του Λώτ, που την έκαμε δ Θεός αλάτι, θα πρέπη ναν την έλνώσανε αμέσως οι βροχές! Δεν την επέτρωνε μια και καλή, για να μένη πάντα εδεκει ναν τήνε βλέπουνε ;

Στα πολιτικά πάλι ό Κεφαλονίτης είναι από τους πιο δύσπιστους στις εκλογικές υποσχέσεις. Σε μια δήλο)ση π.χ. υποψηφίου, δτι « δ λαός της Κεφαλληνίας θα είναι ό κυρίαρχος, ενώ αυτός θα γίνη υπηρέτης του», ό θυμόσοφος ψηφοφόρος παρατηρεί : Βωρέ, ίδρωτα που βγάνουνε τούτοι οι άθρώποι, δσο να γενούνε δοϋλοι μας!*.

Στα δικαστικά πράγματα ό Λασκαράτος έδειξε συχνά την αγανάκτηση του προς τους Ελλαδικούς Πρωτοδίκες, επειδή δεν είχαν μπή στην ψυχολο­

γία του εφτανησιώτικου λαού κι' εδείχνονταν άδικοι ή μεροληπτικοί8. "Εγινε στα παιδικά μου χρόνια μια δίκη στ' 'Αργοστόλι, δπου ό Πρόεδρος εδή­

λωσε αυστηρά στον κατηγορούμενο (ίσως μάρτυρα), δτι θα βάλη σε τάξη το Νησί. Και ό κατηγορούμενος, ένας μισοπάλαβος τύπος, τοϋ απάντησε : — Κύριε, Πρόεδρε, εδώ ένας "Αγιος Γεράσιμος τόσα χρόνια δεν έβαλε τάξη στην Κεφαλονιά' και θα την βάλης τοϋ λόγου σου, με δυο ­ δάχτυλα κούτελο, πού βλέπω πώς έχεις ;...4.

Στα σχολικά, εχω επίσης ενα παράδειγμα λαϊκής ευτράπελης λογικής,

1. Ματυ\ 8, 28­32. 2. Ό Λασκαράτος κάπου γράφει : Μια καλή ζυγαριά για τα ψώνια τον μαγκε­

λαρέωνε ( = κρεοπωλών ) είναι σαν ενα 'Ορθό Λογικό για τα λόγια τοϋν κομματάρ­

χωνε. («"Άπαντα», τόμ. Γ', σελ. 315). 3. Βλ. « "Απαντα » : Α' 54, Β' 108, Γ' 462. 4. Το ανέκδοτο έχει ήδη κυκλοφορήσει καί μέ παραλλαγές : 'Εδώ ένας Χριστός

έκατέβηκε στον κόσμο... καί αποδίδεται στον γνωστό τότε τύπο τ' Αργοστολίου Γεώρ­

γιο Βελάρδο. Μέ την ευκαιρία σημειώνω δτι δλα τοϋτα τα φαινομενικά ελαφρά ανέκ­

δοτα, έχουν σημασία για τη λαογραφική επιστήμη, πού τα προσέχει καί τα καταγρά­

φει μέ φιλολογικό καί κοινωνιολογικό ενδιαφέρον. 25

— 382 —

από την απάντηση πού έδωκε νεαρός συμμαθητής μου στον καθηγητή. 'Ερ­

χόταν συνήθως αργά στο πρωινό μάθημα (ήταν χωρικός), κι' ό καθηγητής δλο τον παρατηρούσε. — Δεν προφτάνω, Κύριε, όσο νωρίς κι αν ξυπνάω! — Να βρής τρόπο να προφτάνης!—Καλά, Κύριε, άλλη φορά θα ξυπνάω αποβραδίς!...

Ά π ο τα στρατιωτικά, είναι ίσως γνωστό το ανέκδοτο του Κεφαλονίτη στρατιώτη στον πόλεμο, πού χωρίς να είναι δειλός, ήταν ορθολογικός. Ό αξιωματικός εξιφούλκησε κι' είπε στους άνδρες του, να εξορμήσουν από το χαράκωμα για επίθεση. «ΟΙ εχθροί, λέει, μόλις μας δουν, θα φοβηθούν και θα φύγουνε!» Άλλα ό Κεφαλονίτης πού έβλεπε πώς ήταν άνιση ή πάλη, δεν έβγαινε από το χαράκωμα. — Γιατί δεν εξορμάς ; τον ρωτάει ό αξιωματικός. Κι' εκείνος άπαντα: — Μα... αν δέ φύγουνε;

Θα αναφέρω επίσης την απάντηση πού έδωσε δ ίδιος ό γιος του Λασκα­

ράτου, ό Γερασιμάκης \ στον λοχαγό του, δταν ήταν επιστρατευμένος καΐ τον υποχρέωναν να μπη σε μια φορτηγίδα, για να περάση στην απέναντι ακτή. Είχε δυνατή φουρτούνα τήν ημέρα εκείνη, κι' ή θάλασσα ήταν αγριε­

μένη. Οι στρατιώτες έμπαιναν ένας ένας, άλλα δ Γερασιμάκης δεν το κου­

νούσε. — Έσύ, τι κάθεσαι ; τοϋ λέει δ λοχαγός. — 'Εγώ δε μπαίνω στη βάρκα' σκιάζομαι ! — Τι θα πη σκιάζεσαι ; Είσαι στρατιώτης ! — Ναϊσκε, αλλά εγώ είμαι τοϋ πεζικού!...

'Ακόμα και για τον γλωσσικό ορθολογισμό του Λασκαράτου ( πού προ­

χωρεί ως τον αυθαίρετο γραμματικό και ορθογραφικόν τΰπο), νομίζω δτι εκτός οπό τήν Επτανησιακή δημοτικιστική παράδοση (Σοφιανός, Σολωμός) και τήν ιδιαίτερη Κεφαλληνιακή (Μηνιάτης, Δαμοδός, Τυπάλδος), έχει παί­

ξει το ρόλο του και δ φυσικός ρεαλισμός της τοπικής Κεφαλονίτικης διαλέ­

κτου, πού έδωσε στο Λασκαράτο το όργανο να έκφραση ζωντανά και « ορθο­

λογιστικά » τή σάτιρα και τήν πολεμική του. Με το τοπικό αυτό Ιδίωμα χαί­

ρεται κανείς ακόμα και σήμερα τους λαϊκούς αφηγητές, πού δίνουν πάντα στο λόγο τους μια πνευματική φρεσκάδα σχεδόν Λασκαρατική ?. Κι' είναι αντί­

στροφα χαρακτηριστικό, δτι δ Λασκαράτος χρησιμοποιεί άνετα τα λαϊκά κείμενα της Κεφαλονιας (φράσεις, παροιμίες, δίστιχα, ανέκδοτα, μύθους), τα συγχωνεύει σχεδόν στο λόγο του, και συχνά εκφράζεται με τή δική τους βοήθεια 3.

1. Βλέπε γι' αυτόν « "Απαντα >, τόμ. Γ', σελ. 529α, 539α, 540α και 544. 2. Παραπέμπω πρόχειρα σε παραλλαγή παραμυθιού της Σταχτοπούτας από τήν

Κεφαλονιά, πού δημοσίευσα στο ίδιο τοΰτο περιοδικό ( Παρνασσός 1959, σελ. 481­482).

3. Κάποτε γίνεται ό ίδιος λαϊκός ριμναδόρος, ή παίζει με τα δημοτικά δίστιχα (Βλ. π.χ. «"Απαντα», Β', σελ. 293 ­ 295 ). Βλ. για τους τοπικούς ριμναδόρους Α. Χ. Κ α λ ο γ η ρ δ , Ή σάτυρα στην Κεφαλονιά, τόμ. Β', 'Αθήναι 1946, σελ. 209­250.

— 383 —

Μια άλλη απόδειξη της λαϊκής Κεφαλονίτικης έμπνευσης καΐ ιδιοσυγ­

κρασίας του Λασκαράτου είναι δτι, ενφ κατηγορεί και θεωρεί απολίτιστο το ελάττωμα της βλαστήμιας — έχει μάλιστα γράψει κι' ιδιαίτερο « χαρακτήρα » με τίτλο « δ βλάσφημος » — 1 δ ίδιος χρησιμοποιεί συχνότατα και με βλα­

σφημικές εκφράσεις το όνομα του « διαόλου ». Τον βάζει διαρκώς στο στόμα των ηρώων του, τον επικαλείται στίς δικές του κουβέντες, τον αναφέρει στα σατιρικά του ποιήματα. Είναι δύσκολο σ' ενα δεισιδαίμονα να διάβαση νΰχτα τα κείμενα του Λασκαράτου χωρίς να φοβηθη. Κα! δίνει επίσης στο Διάβολο ενα πρωτεύοντα ρόλο, Ιδιαίτερα σ' εκείνα τα μεταφυσικά διηγήματα για Κόλαση καΐ Παράδεισο, πού τα ξέρουμε κι' από τη λαϊκή Κεφαλονίτικη φιλολογία*.

Σημειώνω με τήν ευκαιρία αυτή, δτι κι' οί εχθροί του Λασκαράτου εχρησιμοποίησαν κάποτε στοιχεία από τη λαϊκή δεισιδαιμονία και σάτιρα για να τον πολεμήσουν. "Ενας κάποιος Τσιμάρας γράφει με υπαινιγμό, δτι κάθε νύχτα επήγαιναν τα δαιμονικά και τον πείραζαν, επειδή επιχειρούσε να γράψη «ενάντια στο σύγγραμμα τον Καπιτά­Λασκαράτου»... «Σας λέγω τήν αλή­

θεια· επήα να στραβοκατινίσω βλέποντας τόσους διαόλους και άρχισα να λέω τους χαιρετισμούς της Παναγίας» 8. Κι' ένας άλλος περιπαίζει το Λασκαράτο με τούτο το Κεφαλονίτικο λογοπαίγνιο : «Kai naL· ελασκάρησε τον Λασκα­

ράτου ή βίδα» *. Τελειώνοντας θα ξαναμιλήσω για τον λαϊκό εκείνον τομέα, δπου συναν­

τάται πιο άντικρυστά ή στοχαστική σκέψη του Λασκαράτου — και μάλιστα ή ορθολογική — με τή σοφή πείρα και τή σωστή κρίση του λαού. Είναι οι παροιμίες και μάλιστα τα λαϊκά γνωμικά, πού χρησιμοποιούνται πολύ στην Κεφαλονιά5. Τα μεταχειρίζεται κάθε λίγο κι' δ Λασκαράτος, καΐ κάποτε τα διασκευάζει ή τα παρουσιάζει σαν στοχασμούς του. Τα κάνει διδακτικούς μύθους για τα παιδιά, ή σατιρικά επιγράμματα για τους αντιπάλους του. Τα ονομάζει Δημοτική ηθική φιλοσοφία, και μας δίνει σε μια περίπτωση συγκεντρωμένα 50 τέτοια γνωμικά, από τα γνωστότερα τού κεφαλληνιακού λαού, διατυπωμένα στο παροιμιακό μέτρο τους και στή ζεστή φυσική τους γλώσσα.

— Για τή γλώσσα γενικά και το « γλωσσικό λαϊκισμό » του Λασκαράτου βλέπε και δσα γράφει στην Εισαγωγή των «Απάντων» του ό Α. Π α π α γ ε ω ρ γ ί ο υ (τόμ. Γ', σελ. λζ' ­ μα' ).

1. Βλ. < "Απαντα >, τόμ. Β', σελ. 98­99. 2. Βλέπε π.χ. το αφήγημα < "Ονειρο » ( « "Απαντα > Β', σελ. 232 ­ 236 ). Πρβλ.

και Σ π ύ ρ ο υ Σ κ ι α δ α ρ έ σ η Κεφαλονίτικες 'Ιστορίες, 'Αθήνα 1969, σελ. 95 κ.ε. 3. Βλ. « "Απαντα», τόμ. Α', σελ. 482 ( Οί γράψαντες εναντίον μου). 4. Βλ. « "Απαντα >, τόμ. Γ', σελ. 566. 5. Βλ. Δημ. Σ. Λ ο υ κ ά τ ο υ , Κεφαλονίτικα Γνωμικά, 'Αθήναι 1952.

—384—

— Κάβουρας στην τρύπα τον, βασιλιάς αφέντης. — Κάβουρα, στραβά πατείς, κοντά 'ναι ή μαγειριά σον. — Κάλλιο πέντε καί στο χέρι, παρί δέκα και καρτερεί1.

Δεν θα προχωρήσω περισσότερο. Νομίζω πώς έδωσα κάπως τα στοιχεία για το παρακάτω συμπέρασμα : "Οτι δ Λασκαράτος με τον γνωστό ορθολο­

γισμό και την πνευματική του ειλικρίνεια, ό Λασκαράτος με το πείσμα του για τήν αλήθεια, για το δίκαιο καί τον πολιτισμό, με την ικανότητα του να βλέπη τα πράγματα δπως είναι, κι' δχι δπως τον τα δείχνουνε, μέ το θάρ­

ρος του να φωνάζη και μέ το κέφι του να σατιρίζη, δεν είναι μόνο ενα φαι­

νόμενο ατομικής πνευματικότητας ή ενα φωτεινό δείγμα της εποχής του. Είναι μαζί κι' ενα οργανικό προϊόν τοϋ τόπου του, του ιδιόρρυθμου Νησιού της Κεφαλονιάς, πού έβγαζε και βγάζει ανθρώπους τολμηρούς, ανθρώπους μέ οξυδερκή παρατήρηση, μέ ορθό Λογισμό, και μέ το πάθος για κάτι καλύτερο.

Βέβαια, δλοι οι Κεφαλονίτες δέν είναι Λασκαράτοι' κανείς δμως δεν αμφισβητεί δτι δ Λασκαράτος αυτός θα ήταν δύσκολο — ίσως αδύνατο — να είχε γεννηθή καί μεγαλώσει σ' οποιονδήποτε άλλον τόπο, εκτός απ' τήν Κεφαλονιά.

1. Βλ. «"Απαντα», τόμ. Γ', σελ. 322 (Λύχνος 23).

Α. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ

ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ Κάθε άλλο μον σύγγραμμα είναι απλώς μόνον σύγ­

γραμμα μον ol Στοχασμοί μον όμως είμαι εγώ.

Φιλελεύθερος είναι βέβαια εκείνος, όπου αυθορμήτως ζητεϊ va δώση ελευ­

θερίες. 'Εκείνος, όπου ζητεί να λάβη ελευθερίες, ημπορεί να είναι, άλλα μπο­

ρεί και να μην είναι φιλελεύθερος.

Ή πολιτική των μεγάλων πολιτικών τοϋ Κόσμου είναι ακόμη στην άγρίαν κατάστασίν της, επειδή συνίσταται εις το πώς, ζημιώνοντας τα άλλα έθνη, να ωφελούν τό εδικόν τους. Σώα πολιτική μια μέρα θα είναι το να ζητη κάθε έθνος τό συμφέρον του εις το κοινό παγκόσμιο συμφέρον.

"Οποιος γνωρίζει να εχη δίκιο, έχει κρυφή δύναμη. 'Εκείνο πού τότε τοϋ χρειάζεται είναι το θάρρος. Ή τόλμη νπερ τοϋ δικαίου και της αλη­

θείας δεν είναι αύθάδεια.

Το να εχη κανείς φίλους όλους, είναι το σύνηθες. Το να εχη εχθρούς όλους, βγαίνει από το σύνηθες. Το να εχη αληθινούς επιστήθιους φίλους, τοϋτο είναι σπάνιο και πολύτιμο Θεοϋ δώρο.

'Εκείνος, όπου δεν θυσιάζει τήν υπόληψη του στή συνείδηση του, δεν ημπορεί να 'πωθη τίμιος άνθρωπος. Ή υπόληψη, όταν είναι προσπαθισμένη, είναι άξιοκαταφρόνητη. Ή υπόληψη πρέπει να έρχεται μόνη της και άγύ­

ρευτη' και πρέπει να είναι το αποτέλεσμα της αξίας' όχι 6 σκοπός τοϋ ανθρώπου.

Ή αλήθεια μέσα στο στήθος εκείνου, πού δεν τολμάει να τήν είπή είναι σαν τα χρήματα μέσα στο σεντούκι εκείνου, πού δεν τολμάει να τα ξοδεύη. Αλήθεια και χρήματα δεν ωφελούν παρά όταν διαδίδωνται, εξοδεύωνται.

Το να κλειούμε τα μάτια μας σ' εκείνους οπού μας ύβρίζουνε είναι συχνά γενναιότητα. Tò νάν τα ανοίγουμε καλά σ' εκείνους, οπού μας επαινούνε, είναι πάντοτε φρονιμάδα.

Δεν είναι πράμα, πού να κάνη περισσότερη αηδία άπό τον έπαινο πού μας γίνεται άπό ανθρώπους, οπού δεν ήξέρουνε να επαινούνε. Ό έπαινος δια

— 386 —

να είναι ευχάριστος εις ανθρωπον καθώς πρέπει, να μη δείχνη ότι γίνεται δια να μας επαινέση. Ό πλάγιος έπαινος είναι ο ευγενικότερος, ώς ή πλαγία σάτιρα είναι ή δριμύτερη.

Οι λογιότατοι δίνουν ιδέες κοινές, ενδυμένες με λόγια σοφά. "Αν εξεναν­

τίας εδίνανε Ιδέες σοφές με λόγια κοινά, ήθελε ωφελούν τόσο, όσο τώρα αδι­

κούν το έθνος.

Σε μια προστυχιά μπορείτε να μην απαντήσετε μ' άλλη προστυχιά. Σε μια ευγένεια δμως πρέπει ν3 απαντήσετε μ' άλλη ευγένεια.

Ή αλήθεια εις τη συνείδηση, αλλ* όχι ακόμη στα χείλη, είναι θεμέλιο άπάνου στο οποίο δεν εγίνανε ακόμη πύργοι.

Ό πλούτος αναβιβάζει τον νεόπλουτον άγοραιον άλλα ή φτώχεψη ôèv καταβιβάζει τον διακεκριμένον ανθρωπον.

Άλλοίμονον εις εκείνον, όπου υποχρεωμένος να ζήση στον τόπο του γίνη καλύτερος από τους συντοπίτες του. "Η άδιακρισία του εις το να γίνη καλύ­

τερος καταντά προσβλητική και ερεθίζει τους άλλους εναντίον του.

Κάνεις δεν σε κατηγορεί να γυρεύης το συμφέρον σου. Άλλα καθένας θέλει σε κατηγορήσει άν, γυρεύοντας το συμφέρον σου} προφασίζεσαι αφιλο­

κέρδειαν και θυσίαν σου.

Ό πατέρας είναι ή σκέπη της οικογένειας' αλλά ή μάννα είναι ή ψυχή της οικογένειας.

Μ3 ευχαριστεί πολύ ή καλή υπόληψη των ανθρώπων, όταν νομίζω νάν τήν αξίζω. Με ντροπιάζει, όταν νομίζω να μήν τήν αξίζω. "Εχω ύπομονήν, όταν ôèv αναγνωρίζουν τήν αξίαν μου' και χάνω τήν ύπομονήν, όταν με κατα­

τρέχουν δια τήν αξίαν μου.

"Οταν ή κοινωνία τρέχει τον κατήφορο της διαφθοράς, μή διηγήσαι κακοήθη συμβάντα, μήτε κατηγορώντας τα' επειδή τότε κανείς δεν ψηφά τήν κατηγορίαν σου, άλλα καθένας εμψυχώνεται βλέποντας ότι έχει συντρόφους.

Ευχαριστώ τον Θεόν ότι δεν με έκαμε παλιάνθρωπο, άλλα τον μέμφομαι ότι με έβαλε να ζω ανάμεσα σε παλιανθρώπους.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β. ΤΩΜΑΔΑΚΗ Καθηγητού τοϋ Πανεπιστημίου 'Αθηνών

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ Γενικός χαρακτηρισμός

Ή εκδοσις των Απάντων τοϋ Λασκαράτου και ό εορτασμός της 150ετη­

ρίδος από της γεννήσεως καΐ 60ετηρίδος από του θανάτου του άνεκίνησε ζητήματα σχετικά με την ιδιότροπον μορφήν και δημιουργίαν τοϋ Κεφαλ­

λήνος λογίου. Ή έ'κδοσις του έργου του πληροί μίαν άναμφισβήτητον ανάγ­

κην των Νεοελληνικών Γραμμάτων. Διότι δ εκκεντρικός αυτός Επτανήσιος οΰτε όλον του το έργον άφήκε συγκεντρωμένον, ούτε είδε ζών την έ'κδοσίν του. Πολλά από τα έργα του εδημοσιεύθησαν σκόρπια, άλλα εις τομίδια εκδο­

θέντα πολύ μετά θάνατον, εις το πρωτότυπον κεφαλληνιακον Ιδίωμα με το αθλιον δρθογραφικόν σΰστημα του Λασκαράτου, ή και εις μετάφρασιν εκ του ιταλικού. Δεν είναι λοιπόν περίεργον δτι εκδεδομένα και ανέκδοτα, ποιη­

τικά και πεζά, λογοτεχνικά και δημοσιογραφικά, δλα μαζί σήμερον δίδουν μίαν πληρεστέραν εικόνα τοΰ συγγραφέως των Μυστηρίων της Κεφαλλονιάς, της δποίας δ ίδιος ολίγον πολύ υπήρξε και αυτός ένας « μυστήριος ».

Αι κατωτέρω αναπτυσσόμενοι απόψεις εγράφησαν τον Νοέμβριον τοΰ 1958 δια να προταχθούν της εν λόγω εκδόσεως, αλλ* εκρίθησαν τόσον απα­

ράδεκτοι από τους εκδότας, ώστε άπεκλείσθησαν και αύταΙ καΐ ή μνεία δτι εβοήθησα βιβλιογραφικώς το εγχείρημα της εκδόσεως δια της παραχωρήσεως 130 περίπου βιβλιογραφικών ενδείξεων, τών οποίων ουδεμία μνεία προελεύ­

σεως εγένετο εις την εκεί δημοσιευθεΐσαν βιβλιογραφίαν. Πάντως ευχαριστώ τους επιτρέψαντας την δημοσίευσιν τοϋ χειρογράφου, συντελοϋσαν εις την τοποθέτησιν τού προβλήματος Λασκαρατος.

Διότι πράγματι, τί ΰπήρξεν δ Λασκαράτος ; Λογοτέχνης ; Κοινωνικός μεταρρυθμιστής; 'Αντιφατικός άνθρωπος; Διώκτης της Λατρείας; 'Απλούς δημοσιογράφος ή απλούς ιδιότροπος ; "Εχει μίαν θέσιν σπουδαίαν εις την Λογοτεχνίαν μας τού παρελθόντος αιώνος και διατί ; "Εσβησεν ή έξεπερά­

στηκε, είναι χρήσιμος ακόμη ; 'Ιδού ερωτήματα εις τα δποΐα πρέπει ν' απάν­

τηση κανείς. Ό Λογοτέχνης Λασκαράτος φαίνεται εις πολύ ολίγα στιχουργήματά

του και εις μερικά από τα δηκτικά πεζογραφήματα του. Σατιρικός ώς είναι

— 388 —

και ηθικολόγος, έπρεπε εις μεν τήν ποίησιν να σωθη από τον λυρισμόν, εις δε τήν πεζογραφίαν του από τήν στρωτήν έ'κφρασιν. Άλλα το μεν πεζόν του ύφος είναι άνώμαλον, μολονότι επίχαρι από τους ιδιωματισμούς. Ή δημοτική γλώσσα ώπισθοδρόμησε με τον Λασκαρατον, δεν προώδευσεν, καθώς δε τοϋ λείπει δ διάλογος συνηθέστατα, ενθυμίζει μεταφρασμένην ΐτα­

λικήν δημοσιογραφίαν ( πρβλ. τήν έ'λλειψιν ειδικού απαρεμφάτου εν αναλύ­

σει, ενώ πάντοτε αναλύει το άπαρ. με το να). Ώ ς προς τήν ποίησιν δε, εκείνο πού θα τον έ'σωζεν ήτο ό λυρισμός. Άλλ' ό λυρικός τόνος θανατώ­

νεται από μίαν νοησιαρχίαν πού επικρατεί παντού και καταλύει το αίσθημα. Ό λόγος είναι κυρίαρχος εις τον Λασκαρατον, δ ορθός λόγος, ό άτεγκτος, ό κριτής, ό οδηγός, ή κινητήριος δύναμις, ως βάσις του πιστεύω του. Δεν μένει περιθώριον δια τήν καρδίαν, το συναίσθημα, το σπλάχνο. "Ο,τι κάνει, δ,τι διδάσκει, δ,τι γράφει, δ,τι προτείνει να μεταρρυθμισθή, του το υπαγο­

ρεύει Ινας στυγνός ορθολογισμός. Σύμφωνα με τήν στερεάν, τήν δογματικήν λογικήν του, πρέπει να γίνη αυτό καί εκείνο. "Ο,τι δεν χωρεί εις τα μέτρα του λογικού του είναι καταδικαστέον.Επομένως τα έθιμα, τα ήθη, ή παρά­

δοσις γενικώς, στηριγμένα δλα εις μακράς συνήθειας και επαναλαμβανόμενα με αύτοματισμόν, πρέπει να εξοβελισθούν. Διότι ό Λασκαρατος δεν συγκα­

τανεύει εις τα συναισθήματα, ή ψυχρά λογική, το δέον, ενα λογικώτατον δέον, τον κατευθύνουν. Άλλ' ή σάτιρα είναι δηκτικός λυρισμός. Πού λοιπόν να εύρη τον λυρισμόν ό νοησιαρχούμενος ; Θα μού εΐπητε' ποΰ ευρίσκει τήν άναντίρρητον δύναμιν του σατιρίζειν ; Ή άπάντησις είναι απλή : Ή πολε­

μική φύσις του Λασκαράτου τον ώθεΐ εις εξουθένωσιν παντός μή συμβιβα­

ζομένου προς το "λογικόν κατασκεύασμα το οποίον a priori έχει θέσει μέσα του. Ή σάτιρα του είναι επομένως αρνησις, χωρίς ίχνος κατανοήσεως των ανθρωπίνων αδυναμιών, κακιών καί προλήψεων. "Ο,τι εκείνος π.χ. καλεί πρόληψιν (δηλαδή άλογον προσήλωσιν εις κάτι πού δεν κρίνομεν ποτέ), εις τήν πραγματικότητα είναι πολλάκις τυποποιημένη εκφρασις παλαιού βιώμα­

ματος επιζώντος ! Άλλα τοιαύτην άντίληψιν μή αναμένετε από τον Λασκα­

ράτον. Οι γλυκύτεροι στίχοι του είναι αύτοι πού από το Λονδΐνον απηύ­

θυνε προς τήν γυναίκα του. Άλλα και εκεί το αίσθημα είναι τόσον δσον φθάνει δια να τον συγκράτηση από τήν άμαρτίαν της απιστίας ( της συζυ­

γικής απιστίας! ). "Αν τώρα αυτή είναι ή λογοτεχνική πλευρά του Λασκαράτου, ή εξέτα­

σις των ιδεών του ως κοινωνικού μεταρρυθμιστού θα μας εδείκνυε το πρω­

θύστερον λογικόν σχήμα ενός λογίου πιστεύοντος δτι θα μετήλλασσε το σχήμα τού κόσμου δια της αρνήσεως τών παραδεδομένων και τού ελέγχου, εκεί πού βασικώς εχρειάζετο μεταβολή της πολιτικοκοινωνικής καταστάσεως. Διότι ή ενετική φεουδαρχία καί ή οπισθοδρομική προστασία τών φεουδαρ­

χών από τους "Αγγλους εφερον το κατάντημα αυτό, ό λαός να είναι εις τήν

— 389 —

Κεφαλλονιά ψεύτης, κλέφτης κα! προληπτικός, όπως τον παριστά ό Ληξου­

ριώτης ποιητής! Άπόδειξις του ισχυρισμού μου είναι δτι σήμερον, μετά εκατονταετή περίπου ελεύθερον βίον, ή κοινωνική σνστασις του επτανησια­

κού λαοΰ έ'χει μεταβληθή και ή σάτιρα και ό έλεγχος του Λασκαράτου είναι ξεπερασμένος. Τα έθιμα είναι έθιμα, αλλ* ή ζωτικότης των Κεφαλλήνων εΰρε διέξοδον υπό ελεύθερον βίον, διέξοδον πού δεν ήδΰνατο να εΰρη επί Άγγλοκρατίας καΐ υπό φεουδαρχικον καθεστώς. "Ομως ό Λασκαράτος δεν χτυπ^ί το καθεστώς, χτυπ$ τα έ'θιμα και τους κακοΰς. Έ π ι πλέον δ Λασκα­

ράτος είναι εχθρός των ριζοσπαστικών, των αγωνιζομένων υπέρ τής ενώ­

σεως τής 'Επτανήσου. 'Επομένως δεν βλέπει δτι εκεί είναι το πρόβλημα: Πρώτα ελεύθεροι, ενσωματωμένοι με την Ελλάδα και έπειτα μορφώνονται οί ελεύθεροι καΐ απαλλάσσονται από την τυπολατρείαν, τας προλήψεις, τήν εκμετάλλευσιν άμαθους κλήρου. 'Απεναντίας ουδεμία ηθικολογική θεωρία και έ'λεγχος δύναται να μεταβάλη ανθρώπους δούλους !

Το κακόν λοιπόν ήτο πρώτον πολιτικον και έ'πειτα κοινωνικόν. Έδώ έ'γκειται " ή άντίφασις του Λασκαράτου. Θέλει να διόρθωση τους δούλους · αντί να τους ελευθ«ρώση από τα πολιτικά δεσμά. Βεβαίως πιστεύει εις τον άνθρωπον, αλλ' ακριβώς ό κοινωνικός άνθρωπος αναπτύσσεται μόνον ελεύ­

θερος και οί κανόνες τής ηθικής δεν δύνανται να ισχύουν εκεί δπου ό κυρίαρ­

χος ασκεί τήν κυριαρχίαν του εναντίον τής πρώτης ηθικής αρχής, τής ελευθερίας.

Τώρα εις το ζήτημα τής θρησκείας. Ό Λασκαράτος δεν ήτο άθεος, αλλ' ό θεός του ήτο θεός λογικός, επομένως δεν ήτο Χριστιανός, ού'τε ορθό­

δοξος, οΰτε προτεστάντης, δπως κατηγορήθη. Δεν χλευάζει μόνον τα πρό­

σωπα τής 'Αγίας Τριάδος, άλλα και αθετεί πολλάκις το κείμενον τής Καινής Διαθήκης, δια να φέρη τα πράγματα εις τα λογικά μέτρα του ! Δεν συζητώ αν καλώς ή κακώς άφωρίσθη ή αν καλώς ή κακώς άνεκλήθη δ αφορισμός του. Διότι δ ίδιος άφώρισεν εαυτόν (εξεχώρισε τον εαυτόν του, άπεκόπη ) από τήν Όρθοδοξίαν. Κα! μετά ιήν άρσιν του αφορισμοί) δεν επανασυνέδε­

σεν εαυτόν προς τήν Έλληνικήν Όρθοδοξίαν.Ή 'Ορθοδοξία μας δέ, μή απα­

,τώμεθα, δεν είναι οΰτε ηθικόν σχήμα, οΰτε λογικον διάγραμμα, αλλ' είναι συνδυασμός δογματικός και παραδοσιακός. Ό αρνούμενος τήν παράδοσιν τής 'Ορθοδοξίας, ό ενοχλοΰμενος από τα εΰχέλαια, τα θαύματα, τα λείψανα, τους επιταφίους, τΙς καμπάνες, τους αγιασμούς, τα κεριά και τας λιτανείας, πιθα­

νόν να είναι ακέραιος, έντιμος καί ηθικός άνθρωπος, δμως δεν είναι "Ελλην 'Ορθόδοξος. Κα! εις τήν περίπτωσιν του Λασκαράτου ευρισκόμεθα προ εντι­

μότατου κα! συνεπέστατου προς εαυτόν άγωνιστοϋ καί ήθικωτάτου ανθρώ­

που (άλλη περίπτωσις Καζαντζάκη), δ δποΐος δμως εσκανδάλισε τους πιστούς κα! προσέβαλε τήν Έκκλησίαν κα! έχλεΰασε τήν πίστιν. Τούτο δέ έ'πραξεν εν τη πλάνη δτι θα διόρθωση τα κακώς κείμενα. Πλείστα εξ αυτών διωρ­

— 390 —

θώθησαν σήμερον, ουδέ φαντάζομαι δτι σήμερον ή θρησκευτική ζωή τών Κεφαλλήνων είναι οία περιγράφεται περί τα μέσα του παρελθόντος αιώνος από τον Λασκαράτον ! 'Αλλ' ή διόρθωσις επήλθε συν τφ χρόνω, λόγο) της πολιτικής μεταβολής και τής επιδράσεως του πνεύματος της κλασσικής παι­

δείας, τοΰ σχολείου δηλαδή. 'Εάν απεναντίας ή Κεφαλλονιά διετέλει ακόμη υπό τους "Αγγλους, και εις περίπτωσιν πού οι ιερείς της ετελείωναν φιλο­

σοφικός σχολάς, τα πράγματα dà ήσαν χειρότερα. Ή ελευθερία επολέμησε τήν άπαιδευσίαν και τήν πρόληψιν. Ή Εκκλησία σήμερον είναι ισχυρότερα από ποτέ, άλλα ή εκμετάλλευσις τών θείων από αμαθή κλήρον ( πώλησις τών μυστηρίων π.χ. ) εξέλιπεν ! Τοϋτο δε δεν οφείλεται εις τον ελεγχον τοΰ Λασκαράτου, εν πολλοίς δίκαιον ελεγχον ! Ό Λασκαράτος εφάνη εις τα όμματα τοΰ λαοΰ ώς διώκτης τής λατρείας, επομένως άθεος. Διότι ή εξωτε­

ρική λατρεία σώζει tic τον λαον τήν πίστιν, δ λαός δεν δύναται να συζητή ηθικά ή μεταφυσικά προβλήματα, οΰτε να εμβαθΰνη εις τα δόγματα. Είναι κρίμα, δτι τόση άγωνιστικότης, τόση τιμιότης, τόσος ζήλος, τόσαι κατα­

δρομαι επήγαν χαμέναι δια μίαν αδικον ΰπόθεσιν. "Αν ό Λασκαρατος ήτο πολιτικός αγωνιστής, θα εΐχαμεν ενα νέον Βαλαωρίτην, ενα εθνικον ήρωα, με πολύ εύρΰτερον άντίκτυπον. Τώρα εχομεν απλώς ενα πεισματάρην Κεφαλ­

λονίτην πού επιμένει εις τάς λογικάς του συλλήψεις ! "Ομως είναι άξιος θαυμασμού αυτός δ χαρακτήρ, ό ενιαίος, δ μή προ­

σαρμόσιμος, δ αμετάβλητος, δ ακατάβλητος, δ ατσαλένιος. Δεν έχει σημασίαν αν σου άρέση, ή αν δεν σού άρέση, αν σε συγκινή ή ποίησίς του, αν σε ελκύη ή γλώσσα του, ή διήγησίς του, αν σε τέρπη ή πολεμική του, αν επιδοκιμάζης τήν καυστικότητα του ελέγχου του. Είναι φανερόν δτι εν μέσφ τόσων άλλοπρο­

σάλων, συμφεροντολόγων, κολάκων, μή εχόντων καμμίαν πεποίθησιν λογίων, λογοτεχνών και δημοσίων ανδρών ( νόσημα ενδημούν πάντοτε αλλ' εν ακμή σήμερον ! ), δ Λασκαράτος είναι δ αδιάσειστος πύργος δ εμμένων μετά χαρα­

κτηριστικού πείσματος και ακλόνητου πίστεως πρωτοχριστιανικού μάρτυρος εΐς τήν διαγωγήν του ( διότι απλώς δεν πρόκειται περί ιδεών, άλλα περί διαγωγής, με το φιλοσοφικον νόημα τού δρου ). Χειρουργός άνατέμνων, επιμένων εις τήν άφαίρεσιν τού δγκου και αδιαφορών αν δ ϊδιος μολυνθή ή αν δ ασθενής άποθάνη. 'Αγωνιστής πρόθυμος εΐς κακουχίας, περιφρονών κατά βάθος το profanum vulgus και τήν άπαιδευσίαν του. 'Υψών τήν ιδίαν ήθικήν συνείδησιν υπεράνω τής ευτέλειας χρυσοπαρύφων υποκριτών εκ τού κλήρου, και πολυτάλαντων αγυρτών εκ τών ευγενών. Μή εννόων αλλην λογικήν από τήν ΐδικήν του, ευτυχής διότι εΰρίσκετο εΐς το αυτό •ψυχικόν κλίμα μέσα εΐς τήν οΐκογένειάν του, πρόθυμος εΐς κακουχίας καΐ εξορίας, πολέμων σχήματα δχι προσωπικούς αντιπάλους, μισών τήν κακίαν δχι τους ανθρώπους, μή επιτρέπων εΐς εαυτόν ούδένα ενθουσιασμόν, καμ­

μίαν συγκατάβασιν, επιείκειαν, εξαίρεσιν, ιδού δ Λασκαράτος ! Τοιούτος ών

— 391 —

ζή και σήμερον, διότι έ'ζησε χθες, διότι πράγματι ύπήρξεν. Έ ν μέσφ ανύ­

παρκτων λογίων, ανυπόστατων κοινωνικών παραγόντων, μη υπολογίσιμων πλέον πολιτικών, θρησκευτικών και πνευματικών προσωπικοτήτων, εκείνος ζη με την άλήθειάν του, με τήν αύθυπαρξίαν του, μόνος και αταίριαστος εις τον Έλληνικόν Παρνασσόν και εις τήν Έλληνικήν πνευματικήν κονί­

στραν. Το έργον του δεν είναι σήμερον της αυτής αξίας, οίον ύπήρξεν άλλοτε, διότι πολλά πράγματα έχουν μετατοπισθή, νέαι ιδέαι έχουν φανή, νέαι κατα­

στάσεις έχουν ανακύψει. Οΰτε και είναι εύκολον να το μιμητή κανείς σήμε­

ρον, δτε ή ΰπαρξις συνεπούς χαρακτήρος και δμοιοφόρφου διαγωγής είναι τι σπανιώτατον αν μη αδύνατον. "Ομως το έργον του είναι τμήμα τής πνευ­

ματικής μας ιστορίας, τής κινήσεως τών ιδεών μας κατά τον παρελθόντα αιώνα, και επί πλέον παρέχει αντιπαθεστάτην μεν άλλα χαρακτηριστικήν εικόνα μιας ελληνικής νήσου, ή οποία συνεχώρησεν εις τον συγγραφέα δ'λας του τάς ιδιοτροπίας και το­ δτι τήν εσκιαγράφησεν ως κατοικητήριον αμα­

θών και προληπτικών άξεστων χωρικών, αυτήν πού σήμερα δοξάζεται με τόσους ανθρώπους τής δράσεως, τών γραμμάτων, του πνεΰμ,ατος, τής επι­

στήμης και τής 'Εκκλησίας !

ΑΝΔΡΕΑΣ Γ. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ 1811­1901

'Ανέκδοτη προσωπογραφία, πού βρίσκεται στα Γραφεία τοο α'Εξωραϊσταου 'Ομίλου Ληξουρίου» 'Αθηνών. (Δωρεά της οικογενείας Γ. Πετούση).

Σ η μ. Έ ελαιογραφία αύτη έγινε γύρω στα 1908 από τη νεαρή τότε ζω­

γράφο των Πατρών Κ ι κ ή Γ ι α ν ν ό π ο υ λ ο υ , «όρη Κεφαλονίτισσας, το γένος Λυκιαρδοπούλου. Τήν είχε ζητήσει ό ποιητής Γεώργιος Μολφέτας, πού έκτοτε τήν κρατούσε στα γραφεία τοΰ « Ζιζανίου » στ' 'Αργοστόλι. Ά π ο εκείνον τήν έκληρονόμησε ή αδελφή του κ. ΑΙκατερίνη Γ. Πετούση.

(Άναχοίνωσις Δημ. Λουκάτου)

Α. Ν. ΖΟΥΜΠΟΥ

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥ «ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ»

Ό ανωτέρω αναγραφείς εν τη επικεφαλίδι δρος δεν χρησιμοποιείται σήμερον, ώς γνωστόν εις τα διάφορα εγχειρίδια ή και γενικώς εις την γλώσ­

σαν της επιστήμης, προς διατυπωσιν και άνάπτυξιν των φιλοσοφικών επι­

τευγμάτων τών δυο αρχαίων λαών, ελληνικού και ρωμαϊκού" αντιθέτως άντ' αΰτοΰ επεκράτησαν οι δ'ροι « αρχαία φιλοσοφία» (antike Philosophie) και «Ιλληνική φιλοσοφία» ( griechische Philosophie)· ή πρώτη εκφρασις « αρχαία φιλοσοφία » περιέχει μεν την ελληνικήν και ρωμαϊκήν διανόησιν, αλλ' απαραιτήτως πρέπει να συμπεριλαμβάνε και την « φιλοσοφίαν τών ανα­

τολικών λαών», ώς 'Ινδών, Σίνων, Αιγυπτίων κτλ. Επομένως δεν είναι ακριβής ή νυν επικρατούσα αρχή, καθ' ην εις την άρχαίαν φιλοσοφίαν θα εξαρθή ώς επί το πλείστον ή ελληνική και μόνον" εάν πάλιν χρησιμοποίηση τις τόνδρον «ελληνική φιλοσοφία», τότε περιορίζει και συστέλλει τήνεννοιαν της αρχαίας φιλοσοφίας, διότι τα φιλοσοφικά προϊόντα του ρωμαϊκού πνεύ­

ματος παραμένουσι εκτός του χώρου της ερεΰνης ταύτης' έπειτα το λεχθέν : ­

Graecia capta ferum victorem cepit, et artes Intulit agresti Latto ; ( Όρατ., Έπιστ. Π, 1, 156)

δύναται να ΐσχΰση μέχρις ενός σημείου. Άποδεχόμεθα δηλαδή, δτι τα πρό­

τυπα της ρωμαϊκής διανοήσεως υπήρξαν καΐ είναι ελληνικά, πλην δμως ή άναμόρφωσις τών παλαιών εκείνων ελληνικών στοιχείων εις ρωμαϊκά φέροντα εξ ολοκλήρου τήν σφραγίδα και τήν ιδιοτυπίαν του ρωμαϊκού πνεύματος, τοϋ νέου αύτοΰ κυριάρχου, δεν δύνανται να άφήσωσιν αδιάφορου? τους νυν έρευ­

νητάς του πνεύματος' αί διδασκαλίαι έστω και εκ δευτέρας χειρός τών : Λου­

κρητίου, Κικέρωνος, Μάρκου Τερεντίου Ούάρρωνος, της Σχολής τών Σεξ­

τίων, του Γαΐου Μουσωνίου Ροΰφου, τοϋ Λευκίου Άνναίου Κορνοΰτου, του Μάρκου Αυρηλίου, τοΰ Σενέκα καΐ άλλων ακόμη Ρωμαίων φιλοσοφοΰν­

των, θα έπρεπε να άποτελέσωσι μίαν « Ρωμαϊκήν φιλοσοφίαν », αφ' ου άλλως τε ό νεωστι δημιουργηθείς δρος « Βυζαντινή φιλοσοφία » επεβλήθη εσχάτως οπωσδήποτε εν τη ορολογία της επιστήμης.

Έ κ πάντων τούτων θα έδει να προχωρήσωμεν εις τον νέον δρον « κλασ­

σική φιλοσοφία », δστις θα περιλάβη τήν έξέτασιν τών φιλοσοφικών προ­

βλημάτων τών δυο λαών τής αρχαιότητος, ελληνικού καΐ ρωμαϊκού, ενφ ή φιλοσοφία τών ανατολικών λαών, παραμένουσα ακόμη μεταξύ μυθολογίας και θρησκευτικών δοξασιών, αδυνατεί να προβληθή δια τών προβλημάτων αυτής.

— 394 —

"Επειτα ή κατά την τελευταίαν πεντηκονταετίαν γενομένη έρευνα των διαφόρων φιλολογικών μνημείων της Ανατολής υπό των Paul Deussen, Masson ­ Oursel και πλείστων άλλων συνετέλεσε, να άναπτυχθή ίδιος κλά­

δος των λεγομένων άνατολιστών, εις τον όποιον να συμπεριφθώσι πλην άλλων και τα τυχόν φιλοσοφικά σπέρματα των μνημονευθέντων ανατολικών λαών.

Ό νέος λοιπόν οΰτος δρος « κλασσική φιλοσοφία » θα περιέχω τήν φιλο­

σοφικήν διανόησιν Ελλήνων και Ρωμαίων καί δή από της εποχής του Ό μ η ­

ρου μέχρι και τών Πατέρων τής Εκκλησίας, δι' ους δεν ΐσχυσεν ίσως το διάταγμα του 529 του αύτοκράτορος 'Ιουστινιανού « περί απαγορεύσεως τής ελληνικής φιλοσοφίας » ( = πρόσταξιν έ'πεμψεν, εν 'Αθήναις κελεΰσας μηδένα διδάσκειν φιλοσοφίαν)' και μέχρι μέν ενός σημείου ταΰτα πάντα δΰνανται να εξυπηρετηθώσιν υπό τής κλασσικής φιλολογίας, ήτις πλην άλλων έχει και το έργον τής ερεΰνης του πολιτισμού τών δυο Λαών ελληνικού καί ρωμαϊ­

κού. Ή φιλολογία όμως μόνον ώς φιλολογία δεν θα δυνηθή να υπεισέλθω εις τα καθαρώς προβλήματα του πνεύματος λαοΰ τίνος, ως είναι λ.χ. τα προ­

βλήματα Δικαίου, Καλοΰ, Πολιτείας, Θρησκείας, Ψυχολογίας κ.ά., εάν δεν έ'χη ως επίκουρον τήν φιλοσοφίαν, ή οποία δσον και αν έ'χη εγκαταλειφθή υπό τών ιδίων αυτής κλάδων, εν τούτοις διατηρεί εις το άκέραιον το παλαιον αυτής δνομα προς έκφρασιν τής ενότητος τών ανωτέρω.

Ή « κλασσική φιλοσοφία » ή πρώτη αυτή εκδήλωσις του ευρωπαϊκού πνεύματος, είναι μέν υπό τήν έννοιαν τής αρχαιολογίας ( Altertumswissen­

schaft), ώς και αί ά'λλαι έπιστήμαι, αρχαία πολιτική ιστορία, κλασσική αρχαιολογία, κλασσική φιλολογία κ.ά., δύναται δμως αΰτη να διατήρηση και τα χαρακτηριστικά μιας ανεξαρτήτου καί αυτοτελούς, ώς αί αλλαι υπό τήν αρχαιογνωσίαν μνημονευόμενοι, επιστήμης, διότι έ'χει ώς θέμα ερεΰνης ίδιον άντικείμενον, ήτοι τα εις τους φιλοσόφους τών δυο λαών ανακύπτοντα διά­

φορα προβλήματα Λογικής, Γνωσιολογίας, φιλοσοφίας τής Φύσεως και φιλο­

σοφίας του Πνεύματος καί ακολουθεί προς τοΰτο ιδίαν μέθοδον. Δια τής προόδου τής κλασσικής φιλολογίας καί εν γένει τών περί τήν

αρχαιογνωσίαν σπουδών θα δυνηθή ή « κλασσική φιλοσοφία » προϊόντος του χρόνου να ανάπτυξη καί να καταστήση ίδιον αυτής άντικείμενον μελέτης και ερεΰνης ύπό φιλοσοφικήν βεβαίως εποψιν, εκτός του περί τήν ελληνικήν φιλοσοφίαν κλάδου αυτής και τα επιτεΰματα τής φιλοσόφου ρωμαϊκής γραμ­

ματείας' άλλα νυν ας άρκεσθώμεν επί του παρόντος εις τον προμνημονευ­

θέντα δρον '.

1. Τινές, ώς ό W a l t e r K r a n z ( = Die griechische philosophie, 19502, σ. I l l ) χρησιμοποιοΰσι τον ανωτέρω δρον, άλλα ύπό διάφορον εποψιν, δι' αύτοϋ δηλ. δηλοϋσι τήν φιλοσοφίαν, ήτις άνεπτύχΦη κατά τήν περίοδον τών κλασσικών χρόνων ( 5°? καί 4°ς αΙών ).

ΜΑΙΡΗΣ Ν. BEH

ΑΝΔΡΕΟΥ ΚΑΛΒΟΥ:ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ (Έν τοις καταλοίποις Νίκου Α. Βέη)

Πολλοί και σημαντικοί μέχρι τοΰδε αφιέρωσαν εις τον Ίδιότυπον ποιη­

τήν καΐ άνθρωπον του Ι Θ ' αιώνος Άνδρέαν Κάλβον πνευματικούς κόπους. Αϊ μεμονωμέναι τούτων μελέται, έξετάζουσαι τον ποιητήν εκάστη και από ά'λλης πλευράς, διαγράφουσι καί άδράς γραμμας της βιογραφίας τοϋ ποιητοΰ ως ανθρώπου και ως σκαπανέως των γραμμάτων, δίδουσι δε και πολλάς λεπτο­

μέρειας της πολυκύμαντου ζωής του. Στερούμεθα δμως ενιαίου βιογραφοκρι­

τικοΰ έργου, ώστε να όλοκληρωθή το σχετικον κεφάλαιον της Νεωτέρας 'Ελ­

ληνικής Λογοτεχνίας περί τοΰ ετέρου τούτου εθνικού ημών ποιητοΰ. Δύναται ό Καλβικος μελετητής ν ' απαρίθμηση άνω τών τριακοσίων περί του Ζακυν­

θίου ποιητοΰ δημοσιεύματα καί πάλιν να εύρίσκη δτι το θέμα δεν έχει έξαν­

τληθή. Τοΰτο οφείλεται εις tò δτι ό ποιητής άφήκεν ίχνη τής ζωής του και τής πνευματικής του δράσεως εις περισσοτέρας πρωτεύουσας πόλεις « ξένων εθνών », τής αρχής ιής μετοικεσίας αύτοϋ αναγόμενης εις τους παιδικούς του χρόνους, καθ3 ους ώδηγήθη μακράν τής γενέτειρας του.

Ή όλοκλήρωσις τοΰ περί 'Ανδρέου Κάλβου κεφαλαίου δύναται πλέον να επιτευχθή, απαιτούνται δμως εισέτι μακροί κόποι. Ό μεταγενέστερος μελε­

τητής άντλών εκ τών μέχρι τοΰδε δημοσιευμάτων τα ήλεγμένα, αφού εξαν­

τλήσει και τα υπάρχοντα εν άρχείοις μάλλον πλούσια σχετικά προς τον Κάλ­

βον, δύναται να δώση σαφεστάτην εικόνα τοΰ μη υπάρχοντος εν άπεικονήσει "Ελληνος λάτρου τής Ελλάδος . Έ ν τοις περί Κάλβου σχετικοΐς υπάρχει και προσωπική τοΰ ποιητοΰ αλληλογραφία, ή αλληλογραφία άλλων συνδεομένων μετ' αύτοΰ, ή και σχετικά! περί τοΰ ποιητοΰ πληροφορίαι άλλων προς άλλους ι . Συγκεκροτημένα περί τοΰ Κάλβου πληροφοριακά δίδουσι διάφορα άρχεΐα, ως τοΰ άρχοντος τής ' Ιονίου 'Ακαδημίας Γκυλφόρδ εν τη Δημοσία Βιβλιο­

θήκη τής Κερκύρας, τα εν τη 'Αστική Βιβλιοθήκη τής Γενεβης, τα εν τη Βατι­

1. Ν ί κ ο υ Ά . Β έ η , Κάλβου έργα καί ήμέραι εν Ελβετία, έν τόμψ 23Φ άριυ\ 2 Πραγματειών τής 'Ακαδημίας Αθηνών. Έ ν 'Αθήναις 1958. Άνάτ. εν σελ. 15 ανα­

φέρεται έκδοθ­είσα συλλογή επιστολών τοϋ Έλβετοΰ Καρόλου Βίκτορος von Bonste­

ten ( 1745­ 1832 ) προς τον Φρειδερίκον Matisson ( 1761 ­ 1831), έν ετει 1827, ενθ·α καί περί Α. Κάλβου.

— 396 —

κανή Βιβλιοθήκη της Ρώμης, τα εν τη εν Παρισίοις Bibliothèque Sainte ­Geneviève, τα εν Λονδίνω, τα εν τη πατρίδι του ένθα και τα οικογενειακά στοιχεία. Πολύ χρήσιμα εξ άλλου δια τους κριτικούς είναι τα δχι ολίγα σωζό­

μενα χειρόγραφα του Ά . Κάλβου, εν οις πολλαι αντίγραφα! χάριν του Ugo Foscolo και άλλα καθ' ύπαγόρευσιν του μεγάλου τούτου φίλου του Κάλβου ώς και τα δημοσιεύματα περί του ποιητοΰ εν εφημερίσι και περιοδικοΐς, τα όποια ασφαλώς υπάρχουν, όπου ό ποιητής έζησε.

Τρανή άπόδειξις της επιβλητικής υπάρξεως του ποιητοΰ, βαθείας εις αισθήματα και συγκινήσεις, αύστηρας δε και σοβαρας και περί τάς αλλάς εκδηλώσεις τού σωματικού και πνευματικού βίου, είναι ακριβώς αυτή αύτη ή πολύπλευρος τών ειδικών περί τού 'Ανδρέου Κάλβου άπασχόλησις, επίσης δ' ή ανταλλαγή, ζώντος έτι, χαρακτηρισμών και ή λήψις φροντίδων αναλό­

γων της περιοπής του υπό σημαντικών τού πολυτάραχου παρελθόντος αιώ­

νος φυσιογνωμιών. Ή έκτασις δε, την οποίαν έλαβεν ή μετ' αυτόν έρευνα και ό τρόπος, καθ' δν οι ειδικοί ήρεύνησαν, εμελέτησαν και διετύπωσαν, πολυτομούντες εις κεφάλαια, την διαγραφήν τού κύκλου της ζωής τού Ά . Κάλβου, επιβεβαιοΐ, δτι οδηγός των ήτο ή περικλείουσα μυστήριον ψυχο­

συνθετική ιού ποιητού ύφη και ό ανήσυχος αυτού βίος. Πάντα τα ανωτέρω φωνάζουσιν δτι ό "Ανδρέας Κάλβος και ζών ειχεν

επιβληθή, μετά θάνατον δ' έτυχε δαφνοστεφούς τιμής, παρά τήν δυσμενή επίδρασιν, τήν οποίαν προς καιρόν διεκινδύνευσε να έχη ή συστηματική προ­

φορική καΐ έγγραφος επίθεσις τού Μεγάλου Φώσκολου, ό όποιος αλληλογρα­

φών διεκήρυττε τήν εγκατάλειψιν τού « κ α κ ο ύ Κάλβου»1. Τού ποιητού όμως τών « Χαρίτων » υπάρχει και προγενεστέρα της δυσαρέσκειας τών δύο άκαμπτων γνωρίμων ποιητών επιστολογραφία σαφώς επαινετική δια τον τόσον πρόθυμον και άναντικατάστατον βοηθον Άνδρέαν, εν η ό δχι ολίγον ιδιότροπος αθάνατος ποιητής και ιδιάζουσαν εν τώ « καλώ Ανδρέα» προ­

σωπικότητα άναφυομένην διαγιγνώσκει8. Ό ποιητής τών 'Ωδών, εκλεκτικός και βαρυζυγιστής τών αισθημάτων,

τα όποΐα θα περίπλέξη εις τους άνομοιοκαταλήκτους στίχους αυτού, ένα μόνον βαθύτατον προσωπικόν, άλλα καί γενικής άπηχήσεως δια τον ά'νθρωπον αίσθημα εις εν μόνον ποίημα στιχοπλέκει, τήν άγάπην προς τήν μητέρα, ή στέρησις τής οποίας τόσον τον ίδιον είχε συγκλονίσει. Ή τ ο δ' εξ άλλου τελείως φυσικον να άπωθήται και να είσδύη εις το ύποσυνείδητον τού "Ελλη­

νος παν άλλο τρυφερον και Ιδιαιτέρως προσωπικόν αίσθημα εις εποχήν καθ' ην

1. Βλ. Σ π ύ ρ ο υ Μ ι ν ώ τ ο υ, Ό Κάλβος στο Λονδίνο, εν περιοδ. « 'Ιόνιος 'Ανθολογία >, έτος Α', άριΰ\ 7 ­ 8 , Όκτώβρ. ­ Νοέμβρ. 1927.

2. Βλ. Γ. Ζ ώ ρ α , "Ανδρέας Κάλβος, εν περιοδ. «Νέα Εστία», τεϋχ. <'Αφιέ­

ρωμα στον Κάλβο », 1960.

— 397 —

εκυριάρχει εν τω κόσμω μέγιστον γεγονός, ό υπέρ ελευθερίας άγων ενός λαοΰ και δη του ελληνικού, ό οποίος δια των μικρών αΰτοΰ δυνάμεων ήγωνίζετο, άντιτάσσων προς τον τραχΰν εχθρον κυρίως την αΰταπάρνησιν και την αύτοθυσίαν, φανατιζόμενος δια τον υπέρ πίστεως αγώνα. Το φλέγον ούτως αίσθημα της φιλοπατρίας είναι το πρωταρχικόν, το δποΐον κυριαρχεί έπιβλη­

τικον ανά τους μετ* εΰχαριστήσεως ξενίζοντας άνομοιοκαταλήκτους τοΰ πατριώ­

του ποιητοΰ. Είναι φανερον εν ταΐς '$3δαΐς, πόσον τα ηρωικά κινήματα τών εξ αρχής

ελευθέρων Ελλήνων προς άποτίναξιν τοΰ ζυγοΰ της δουλείας άπηχοΰσιν επί τοΰ βαθέως πάσχοντος δια την άγωνιζομένην πατρίδα ποιητοΰ, και πόσον εκάστοτε άναπηδςί ό παλμός αΰτοΰ δια τήν προϊοΰσαν άπελευθέρωσιν τών διαφόρων τμημάτων της ελληνικής γής. Ό "Ελλην ποιητής συμπάσχει, συνε­

ξεγείρεται και δια τών 'Ωδών του και άλλων ανταποκρίσεων και κινήσεων συμμετέχει και παρακολουθεί τήν διαδρομήν τής εξελίξεως τοΰ ιεροΰ ελληνι­

κού αγώνος και εξυμνεί αυτόν.

* * *

Εις το σημεΐον τοΰτο μετά βαθείας διττής συγκινήσεως φέρω εις τήν δημοσιότητα, μεμονωμένον και αυτό, νέον Καλβικον χειρόγραφον, μίαν άνέκ­

δοτον επιστολήν εκ τών δυο τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου, τάς οποίας μετά τόσης στοργής διατηρουμένας άνεΰρον εν τοις καταλοίποις τοΰ μεγάλου πατριώ­

του, σοφοΰ και στυλοβάτου τής Ελληνικής Παιδείας, άοιδίμου συζύγου μου Νίκου Α. Βεη.

Ή περί ης πρόκειται επιστολή τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου, εις τήν γαλλικήν, απευθύνεται προς τον Buchon, συντάκτην τής Παρισινής εφημερίδος Consti­

tutionnel, αποτελείται δε από δυο κύρια τμήματα: α) Ή πρώτη σελίς περι­

λαμβάνει το κείμενον τής επιστολής τοΰ Ά . Κάλβου προς τον Buchon. Δια ταύτης αναγγέλλει εις τον Buchon, δτι τφ αποστέλλει επιστολήν, τήν οποίαν ελαβεν εκ Ζακύνθου και ή οποία δίδει λεπτομέρειας τινας επί τής καταστρο­

φής τοΰ Μεσολογγίου, β ) Τής εκ Ζακύνθου ταύτης επιστολής, ασφαλώς ελλη­

νιστί γεγραμμένης, ό 'Ανδρέας Κάλβος παραθέτει μετάφρασιν ε'ις τήν γαλλι­

κήν, ην και γαλλιστί προσεπιγράφει : «Traduct ion». Έ ν τή επιστολή του δ Κάλβος παρακαλεί τον Buchon, άφοΰ παραβάλει

τήν Ζακυνθίαν επιστολήν προς τήν υπ' αΰτοΰ Traduction, να τφ επιστρέψη ταύτην ταχυδρομικώς αυθημερόν.

Ή περιγραφή τής επιστολής ταύτης τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου πολλά τα ενδιαφέροντα παρουσιάζει καί, πριν ή προβώμεν εις τήν πιστήν δημοσίευσιν τών σημαντικωτάτων άλλως τε έν αυτή, θα άποδώσωμεν και το ιδιόρρυ­

θμον τής τακτοποιήσεως τών γραφομένων υπό τοΰ Κάλβου επί τοΰ χάρτου. 26

— 398 —

Ό χάρτης, tòv οποίον ό Ανδρέας Κάλβος χρησιμοποιεί δια την επι­

στολήν του ταΰτην προς τον Buchon, καταλήγει προς τα κάτω άνωμάλως ώς καΐ προς το εν πλάγιον. Φαίνεται να ήτο αρχικώς δίφυλλος χάρτης, εξ εκεί­

νων τους οποίους μετεχειρίζετο δια να συγγραφή. Τούτου άπέκοψε το εν φΰλλον, μετεχειρίσθη δε τοΰτο προς τρεις σκοπούς, ήτοι α) δια το κείμενον της επιστολής του εκ Ζακύνθου νέου, μεταπεφρασμένον υπό του 'Ανδρέου Κάλβου γαλλιστί, «Traduct ion», β) δια το κείμενον της ιδίας αύτοΰ επι­

στολής προς τον Buchon, γ) δια το επανώγραμμα. Έ κ του ετέρου πλαγίου άπεκόπη υπό του ιδίου κατά την άναδίπλωσιν, ώς περιττόν, μικρόν τμήμα του χάρτου, το άπομένον δ* εχρησιμοποιήθη δια το επανώγραμμα.

Πρώτον πρέπει ό Κάλβος να έγραψε την εις την γαλλικήν μετάφρασιν τής Ζακυνθίας επιστολής. Αΰτη καταλαμβάνει το πλείστον τής μιας σελίδος του χάρτου ώς μονόφυλλου. Διπλώνει κατόπιν τοΰτο εις δυο και επί του ενός ήμικλάστου επιστέλλει προς tòv Buchon, άφοΰ καταλείπει σχετικον περιθώ­

ριον, το οποίον δ ίδιος έχει σχηματίσει δια διπλώστως του χάρτου, ϊνα δια­

τήρηση το ισόμετρον εις την αρχήν τών σειρών τής επιστολής του καΐ να άφεθή περισσότερον άνετος χώρος επί του ετέρου ήμικλάστου δια το επανώ­

γραμμα, ώς επί φακέλλου. Έ π ί του ετέρου τούτου ήμικλάστου αναγράφει επίσης γαλλιστί τον προς ον αποστέλλεται ή επιστολή και την διεύθυνσιν τούτου. "Ανωθεν τούτων ευρίσκεται το ταχυδρομικον σήμαντρον, τελείως εΰδιάκριτον, παρά τήν πάροδον εκατόν τριάκοντα τεσσάρων ετών, προς τα κάτω δ' επικεκολλημένον άσφάλιστρον, τοΰτο δχι άρτιον, τών συνήθων τοΰ παρελθόντος αιώνος.

Το μονόφυλλον τοΰτο, εφ' ου ή επιστολή τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου καΐ ή υπό τοΰ ιδίου Traduction τής εκ Ζακύνθου επιστολής καταλλήλως άναδι­

πλουμενον αποτελεί αφ' εαυτοΰ, κατά τήν τότε συνήθειαν, και επιστολικον φάκελλον. Το επί τοΰ επανωγράμματος ταχυδρομικον σήμαντρον αποτελείται εκ δυο κύκλων, τον ενα εντός τοΰ άλλου. Εις το μεταξύ τών δυο κύκλων διά­

στημα, προς τα άνω, υπάρχει γαλλιστί ό μην Mai (Μάιος) και προς τα κάτω το έτος 1826, εντός δε τοΰ μικροΰ εκ τών δυο κύκλων ό αριθμός 29, δστις είναι ό αυτός προς τον τής ημερομηνίας τής γραφής τής επιστολής. Συμπληροΰται οΰτως ή χρονολογία τής επιστολής τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου: « 29 Mai » 1826 και βεβαιοΰται ή αυθημερόν αποστολή της.

'Ενδιαφέρει δ' εξ άλλου τα μέγιστα ύστερόγραφον τοΰ Κάλβου δυο σει­

ρών. Τοΰτο υπάρχει κάτωθεν τής Traduction τής εκ Ζακύνθου άποσταλεί­

σης αΰτφ επιστολής τρεΐς ημέρας μετά τήν άλωσιν τοΰ Μεσολογγίου. Κατά μετάφρασιν εις τήν ελληνικήν το δίσειρον τοΰ Κάλβου ύστερόγραφον και κατά κυριολεξίαν είναι :

« Αυτή ή επιστολή είναι χρονολογημένη τήν 25 'Απριλίου κατά τον νέον τύπον ».

— 399 —

« Ή αλωσις εγένετο υπό την 22 'Απριλίου κατά τον νέον τΰπον ». ΓαλλιστΙ δε το δίσειρον ύστερόγραφον, το οποίον πληροφορεί δυο τινά,

ήτοι τήν ήμερομηνίαν της εκ Ζακύνθου επιστολής και την εν ταΰτη άναγρα­

φομένην της αλώσεως του Μεσολογγίου, έχει οΰτως : « Cette lettre est datée du 25 Avril nouveau style. La prise est de du 22 » » » ». Έ ν τχί δευτέρα σειρςί, ώς βλέπομεν μετά τήν λέξιν de υπάρχει κενόν. Εις

τοΰτο έπρεπε να ύπάρχη υπό ποίου εγένετο ή ά'λωσις, άλλ* ό Κάλβος παρα­

λείπει τοΰτο. Μετά δε τήν ήμερομηνίαν είκοσι δυο (22 ) , ακριβώς κάτωθεν της αναγραφομένης εις τήν άνω σειράν ημερομηνίας είκοσι πέντε (25), θέτει ίδια σήματα όμοιοματικών κάτωθεν των τριών λέξεων Avril nouveau style. Άφον επαναλάβωμεν επομένως τάς λέξεις ταύτας και εις τήν δευτέραν σειράν εχομεν τήν φράσιν : La prise est de du 22 Avril nouveau style1 .

Προς τήν 22 Απριλίου 1826, ήμερομηνίαν της εξόδου και της αλώσεως

1. Αί εν τφ ύστερογράςρφ δύο λέξεις τοϋ Κάλβου nouveau style και ή ανάλογος προς τον < νέον τύπον » ημερολογίου χρονολόγησις της εκ Ζακύνθου επιστολής και τής αλώσεως τοΰ Μεσολογγίου έπιβάλλουσι σχετικήν διασάφησιν, ουχί βεβαίως δια τους ειδότας : Κατά μήνα Όκτώβριον τοϋ 1793, μετά τήν Γαλλικήν Έπανάστασιν και τήν άνακήρυξιν τής δημοκρατίας, εγένετο δεκτός εν Γαλλία νέος τύπος ημερολογίου, το Δη­

μοκρατικον ή Έπαναστατικόν Ήμερολόγιον. Το ήμερολόγιον δμως τοΰτο έζησε μέχρι τέλους τοϋ έτους 1805, επαύσατο δ' ισχύον δια διατάγματος τοΰ Ναπολέοντος άπο 1 "Ιανουαρίου 1806, όποτε πάλιν εισήχθη το Γρηγοριανον Ήμερολόγιον. Αί λέξεις λοιπόν nouveau style αναφέρονται εις το σχετικώς προσφάτως, ώς προς τον χρόνον βεβαίως καθ' δν εγράφη ή επιστολή, καθιερωθέν εκ νέου εν Γαλλία Γρηγοριανόν ήμερολόγιον. Τό καταργηθέν λοιπόν Έπαναστατικόν ήμερολόγιον εξυπακούεται, δτι εθεωρείτο τότε, θα ελέγομεν, ώς παλαιοΰ τύπου (vieux style). Ό εκ Ζακύνθου έπιστείλας τφ Κάλβω εξ άλλου τήν άλωσιν τοΰ Μεσολογγίου ορίζει δια τής ημερομηνίας 22 'Απριλίου κατά τό Γρηγοριανόν βεβαίως ήμερολόγιον. Δια τοΰ χρονολογικοΰ ύπολογισμοΰ, τον όποιον ό Κάλβος έν τφ ύστερογράφω διατυπώνει, εμμέσως δηλοΰται, δτι επίσης κατά τό ήμερολόγιον τοΰτο χρονολογεί ό άποστολεύς τήν επιστολήν του, και τό ήμερολό­

γιον τοΰτο, κατά τα άνοιτέρω, ό Κάλβος εννοεί δια των δύο λέξεων nouveau style. Έάν δ' έξετάσωμεν τα έν ταΐς Ίονίοις νήσοις καθεστώτα, τα χρονολογικώς πλησιέ­

στερα προς τους δύο επιστολογράφους, βλέπομεν σχετικώς, δτι ή Ζάκυνθος, ήτις άπο τοΰ 1800 είχε περιληφθή εις τήν Έπτάνησον πολιτείαν, μετά τα μέσα τοΰ 1807 δια τής έν Τιλσίτ συνθήκης παρεχωρήθη εις τήν Γαλλίαν, οί δέ Γάλλοι, ώς ανωτέρω ανεφέρθη, άπο τοΰ 1806 χρονολογοΰσι και πάλιν επί τη βάσει τοΰ Γρηγοριανοΰ ημε­

ρολογίου. Τφ 1809 ή νήσος κατελήφθη υπό των "Αγγλων, οΐτινες ήδη άπο τοΰ 1752 ήκολούθουν τό Γρηγοριανόν ήμερολόγιον. Τφ δέ 1826, καθ' δ ή παρούσα επιστολή εγράφη, αί 'Ιόνιοι νήσοι, αί όποΐαι δια τής έν Παρισίοις συνθήκης τοΰ 1815 είχον αποτελέσει τό αύτόνομον κράτος των 'Ηνωμένων 'Ιονίων Νήσων υπό τήν άμεσον προστασίαν τής 'Αγγλίας, εύρίσκοντο εισέτι έν εξαρτήσει μετά των "Αγγλων, οΰτω δ' ΐσχυεν έν αύταίς άπο τοΰ 1807 πάντοτε και κατά τό έτος άρα καθ' δ εγράφη ή επιστολή τό Γρηγοριανόν ήμερολόγιον. Ούτω και ό είς Ζάκυνθον νέος, έπιστέλλων προς τον Ά . Κάλβον χρονολογεί συμφώνως προς τό ήμερολόγιον τοΰτο.

— 400 -

του Μεσολογγίου άναγραφομένην υπό τοΰ Ζακυνθίου επιστολογράφου ως και εν τψ ύστερογράφω τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου, εχομεν άντίστοιχον ήμερομη­

νίαν της ηρωικής εξόδου « των περιλειπομένων τριών χιλιάδων ( 3.000 ) μαχη­

τών τοΰ Μεσολογγίου » εν tfj 'Ιστορία τοΰ Ελληνικού "Εθνους τοΰ Κ. Παπαρ­

ρηγοποΰλου J την νΰκτα της 10 Απριλίου, κατά το εν Ελλάδι ισχύον τότε ήμερολόγιον.

Ό Ζακΰνθιος επιστολογράφος καθορίζει λεπτομερέστερον ακόμη την 22 'Απριλίου 1826 ως παραμονήν της Κυριακής τών Βαΐων, ήτοι ήμέραν Σάβ­

βατον. Κατά ταΰτην, άφοΰ ενΰκτωσεν, εγένετο ή άνατίναξις της υπονόμου, « μετά ταύτην δε την θλιβεραν θυσίαν», όπως γράφει, ήκολούθησεν ή ηρωική έξοδος τών ύπολειφθέντων, εχόντων το ξίφος ανά χείρας. Την άνατίναξιν της υπονόμου δ Κ. Παπαρρηγόπουλος τοποθετεί μετά την εξοδον τών τριών χιλιά­

δων μαχητών, συγκεκριμένως δ' δτε έτερα τάγματα ώθησαν τα γυναικόπαιδα οπίσω προς το Μεσολόγγι. 'Αναφέρει δε ό Κ. Παπαρρηγόπουλος δυο ανατι­

νάξεις, μίαν της πυριτιδαποθήκης, εξ ης εΰρε τον θάνατον ό ηρωικός Καψά­

λης και δευτέραν μιας υπονόμου. Την δευτέραν άνατίναξιν Ιξετέλεσε γέρων τις, δστις εΰρε τον θάνατον μετ' άλλων δυο χιλιάδων κατοίκων και Τούρκων. Φανερά είναι ή διαφορά τών δυο κειμένων εις το σημείον τοΰτο της άνατι­

νάξεως της υπονόμου. Ώ ς προς τους εξελθόντας, ή εκ Ζακύνθου επιστολή, καίτοι τρεις μόνον

ημέρας μετά την ήρωϊκήν εξοδον εγράφη, δίδει ειδήσεις περί αυτών, εν εΐδει διαδόσεων, δτι ετράπησαν προς τα όρη καΐ τα γειτονικά δάση. Δια τούτων και πάλιν γίνεται φανερόν μετά πόσης αγωνίας ό Ελληνισμός παρηκολοΰθει πάσας τάς κινήσεις κατά τον αγώνα και πώς δι' επιστολών μετέδιδε και το παραμικρον προς σημαντικούς εν τη ξένη πατριώτας, παρ' δλον δτι το της διασώσεως τών εξελθόντων περιετΰλισσεν ακόμη μυστήριον.

Αι πληροφορίαι, τάς οποίας, ή εκ Ζακύνθου προς τον Άνδρέαν Κάλ­

βον επιστολή δίδει σχετίζονται επίσης προς μεγίστου ενδιαφέροντος σημείον τοΰ περί το Μεσολόγγιον αγώνος τών Ελλήνων. Ό Κ. Παπαρρηγόπουλος σχετικώς προς την τελευταίαν προσπάθειαν τοΰ Μιαούλη, δπως ενίσχυση τους άπεγνωσμένως αγωνιζόμενους Μεσολογγίτας, αναγράφει τάς εχθρικός ναυτι­

κός δυνάμεις, αϊτινες άντιπαρετάχθησαν κατ' αΰτοΰ εν πελάγει8. Ό Ζακΰν­

θιος επιστολογράφος ρητώς δμως αναγράφει καί τον αριθμόν τών ιστιοφό­

ρων, μεθ' ών δ Μιαούλης, αποσταλείς ουχί εγκαίρως εκ Ναυπλίου, κατέβαλεν ύστάτην προσπάθειαν, ίνα συνδράμη τους ήρωϊκώς αγωνιζόμενους Μεσολογ­

γίτας. Είκοσι πέντε (25) ιστιοφόρα υπό τον Μιαοΰλην αναγράφονται εν τη

1. Κ. Π α π α ρ ρ η γ ο π ο ΰ λ ο υ , 'Ιστορία τοΰ 'Ελληνικού "Εθνους, εκδοσις « Σεφερλή », 'Αθήναι 1955, τόμ. Ε', σελ. 679­680.

2. Κ. Π α π α ρ ρ η γ ο π ο ΰ λ ο υ , 'Ιστορία τον 'Ελληνικού "Εθνους, ενθ' άν.

— 401 —

περί ης ό λόγος επιστολή, πεντήκοντα επτά (57) δε φρεγάδες, δρόμωνες και πάρωνες αναφέρονται υπό του Κ. Παπαρρηγοποΰλου, δτι άπετέλουν τάς κατ' αυτών εχθρικός δυνάμεις, ενφ πολυάριθμοι βαρείς και οίλλα ωπλισμένα πλοιάρια εφρασσον επιμελώς τα στενά.

Ό Ζακΰνθιος οΰτος επιστολογράφος, ώς γράφει, και πολλάς αλλάς επι­

στολας περί του αγώνος έχει αποστείλει προς τον Κάλβον, σχετικώς δε προς τον Μιαούλην εις προηγουμενην της εις χείρας ημών επιστολής άνήγγειλλε μέλλουσαν αφιξιν του εν ί)·αλάσση τροπαιοφόρου εις Μεσολόγγιον, εν δε τη παροΰση αναγγέλλει την αΐσίαν μεν αλλ' ανωφελή πλέον αφιξιν του Μιαούλη εις τα ύδατα του Μεσολογγίου.

Ή επιστολή αΰτη τοΰ Κάλβου εξ άλλου αποτελεί νέον στοιχεΐον μεγί­

στης σπουδαιότητος δια την βιογραφίαν αΰτοΰ τούτου τοΰ γράψαντος, ήτις ήδη επί αιώνα εκ διαφόρων επισήμων αρχείων και αλληλογραφίας τήδε κάκεΐσε σταχυολογείται. Έ ν ταΰτη διαφαίνεται, δτι ό βαθυνους "Ελλην ποιη­

τής και άνθρωπος, αν και εκ παιδικής ηλικίας ευρέθη μακράν τής πατρίδος, δεν άπέβαλε το ευγενές ελληνικόν ήθος, οΰδ' ελησμόνησε τήν κατατεθλιμμένην πατρίδα, τουναντίον δ' δτι, δσον εκείνος άνεπτΰσσετο τόσον άνεζωπυροΰτο καΐ εγιγαντοΰτο το εθνικόν εν εαυτφ αίσθημα, ώστε τα ίχνη τής διαβάσεως του εκ τοΰ κόσμου τούτου τοΰτο μόνον κυρίως να τονίζουν. Είναι φανερά ή εκδήλω­

σις τοΰ άμεταπτώτου ενδιαφέροντος τοΰ αποδήμου εκλεκτοΰ"Ελληνος προς τήν πατρίδα και καταφαίνεται ώργανωμένη δρασις αΰτοΰ εν τη ξένη και συστημα­

τική παρακολοΰθησις τοΰ υπέρ ελευθερίας αγώνος τών 'Ελλήνων. Διατηρεί συνεχή επιστολογραφίαν μετ° αξιόπιστων εν τη αγωνιζομένη Ελλάδι προσώ­

πων και εκτός αυτής, εν δέ τη ξένη, ώς εκ τής επιστολής συνάγεται, μεταδίδει τας σχετικός ειδήσεις τών ηρωικών αγώνων εις σημαντικούς τοΰ εξωτερικοΰ παράγοντας και φιλέλληνας, επιδρά καταλλήλως επ' αυτών και ενισχύει τον ιερόν τής πατρίδος αγώνα καλλιεργών και προκόπτων τον φιλελληνισμόν.

Πριν ή προσφερθή το πολυτιμον περιεχόμενον τής επιστολής ταύτης τοΰ Κάλβου, δια τήν πιστήν περιγραφήν τοΰ τόσον ενδιαφέροντος κειμηλίου τούτου, προβαίνομεν εις τήν άπόδοσιν καΐ τών επί τοΰ επανωγράμματος ύπαρχουσών μεταβολών. Λέξεις τινές τών δια χειρός τοΰ Ανδρέου Κάλβου επ" αΰτοΰ εχουσι διαγραφή και άντικατασταθή υπ' άλλης χειρός δι' άλλων λέξεων. Οΰτως αρχικώς το δια χειρός τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου επανώγραμμα ήτο :

A monsieur monsier Buchon

au bureau du Constitutionnel rue Montmartre No 121

Αι λέξεις au bureau εχουσι διαγραφή και άντικατασταθή δια τής λέξεως rédacteur και άντι τής διευ&υνσεως rue Montmatre No 121 δια τής rue

— 4 0 2 —

.. "^ 1 ' «

i , · £

γ ί; 'V-'t ·*

4 Ν "' i \ ■ ϊ ' -> " '

ί 'ζ '■ % ^ ν ' ­

% C ­

-'Λ

S3 Ο

ο S3 W

> <r~

s*f

-a

3 e

— 403 —

Neuve St. Augustin No Β. Δι3 ερυθρού δε μέλανος καθέτως και καθ3 δλον το ΰψος τών σειρών του επανωγράμματος ύπάρχουσι δύο γραμμαι ασαφούς αριθμού, ίσως 15 η 13.

Έ π ί του μικρού εξ άλλου περιθωρίου, το όποιον μεσολαβεί μεταξύ Ιπανωγράμματος και κειμένου της επιστολής του 'Ανδρέου Κάλβου προς τον Buchon, υπάρχει πλαγίως δια μολυβδίδος μεταγενέστερα γραφή λέγουσα « Ευρέθη εν Λονδίνω μετά τών άλλων του Church». Αυτό άφορςί τήν εΰρε­

σιν τής επιστολής ταύτης του Κάλβου και προβάλλει νέαν ομάδα, περιέχου­

σαν καλβικα χειρόγραφα. Τέλος προς τ αριστερά του προαναφερθέντος ταχυδρομικοί) σήμαντρου υπάρχει έτερον μικρότερον και σχεδόν δυσδιάκριτον σήμαντρον. Έ π 3 αΰτοΰ διακρίνονται σαφώς ή λέξις de και τα κεφαλαία I. R.

Δεν δύναμαι επί τούτοις να μη εκφράσω τήν άγαλλίασιν, τήν οποίαν προκαλεί ή αρμονία του γραφικού χαρακτήρος του "Ελληνος ποιητοΰ. Είναι και ούτος καλλιτεχνική εκδήλωσις ευγενούς υπάρξεως καΐ αύστηρας.

Παραδίδομεν εν πιστχί αντιγραφή τα μέρη του χειρογράφου τούτου τοϋ 'Ανδρέου Κάλβου :

Α ) Το κείμενον τής επιστολής τού 'Ανδρέου Κάλβου προς τον Buehon : Monsieur,

Voici une lettré que je viens de recevoir de Zante et qui donne quelques détails sur la Catastrophe de Missolonghi. Après l'avoir con­

frontée avec la traduction que vous trouverez ci­incluse, vous aurez la bonté de me la retourner par la petite poste dans le courant de la journée.

Veuillez ne pas l'oublier. Car une autre fois j 'a i donné au Consti­

tutionnel des papiers que je n'ai plus revus. L,a personne qui m'écrit pourrait devenir votre correspondant.

C'est un jeune homme très honnête, instruit et actif. Si vous le jugez à propos vous pouvez lui adresser une lettre que j 'aurais soin d'accom­

pagner de quelques lignes. Cependant je vois que vous devriez faire le sacrifice d'un exemplaire de votre journal. Il le recevrait avec plaisir. Peut­être même que par ce moyen vous pourriez trouver des abonnés dans les îles ; mais à coup sûr vous ne manqueriez pas de nouvelles exa­

ctes et détaillées. La première fois que j 'aurais le plaisir de vous faire vi­

site, je vous apporterai quelques livres grecs que j 'a i ici et les παραμύθια. Adieu monsieur

« 29 Mai Rue de l 'École du Médecine No 4. Un très dévoué

A. Kalvos 1 .

1. Ή υπογραφή τοΰ ποιητοΰ των 'Ωδών διαφέρει είς τάς δύο έπιστολάς, αι όποΐαι ευρέθησαν εν τοις Καταλοίποις του άοιδίμου συζύγου μου Νίκου Α. Βέη. "Ο

— 404 —

«t

i < f

* C i ^ \ \

Siiti

<

S

— 405 —

Β ) Του Ελληνικού κείμενου της εκ Ζακύνθου επιστολής εις την Γαλλι­

κήν μετάφρασιν ύπο του Ανδρέου Κάλβου :

Traduction Mes lettres jusqu'ici ne vous ont donné, que des mauvaises nou­

velles ; la présante vous en donnera une on ne peut plus affligeante. Missolonghi, le seul boulevard de notre patrie et qui pendant si long­

temps avait arrêté les forces de nos ennemis, Missolonghi n'existe plus : Ses immortels défenseurs combattus jour et nuit, cernés par terre et par mer, sans vivres, sans espérance de secours se déterminèrent à finir leurs malheurs mais d'une manière qui fut digne de leur gloire. Ainsi que je vous l 'annonçais par ma précédente, Miaulis était bien arrivé dans ces eaux avec 25 voiles ; mais inutilement. Il ne put rien faire pour Missolonghi ; il avait été envoyé trop tard par nos pascià d'Anapli/// Les assiégés se trouvèrent dans la malheureuse situation de se nourir pendant trois jours des cadavres de leurs compagnons. Ceux qui se refusèrent à cette nourriture, mourrurent dans le délire et les angoisses de la faim. En fin le 22 de ce mois la veille du Dimanche des Rameaux a la tombée de la nuit, ceux qui conservaient encore des forces, mirent le feu à une mine et firent sauter en l'air leurs malades, les vieillards, leurs femmes, leurs enfants. Après ce triste sacrifice ils sortirent de la ville l'épée à la main, et traversèrent l'ennemis en don­

nant la mort en desespérés et la recevant à leur tour. On dit que le reste de ces guerriers a pu se jeter dans les montagnes et dans les forêts voisines. Cependant ceci est encore un mystère. Vous pouvez vous imaginer quelle a etée notre douleur en recevant cette désastreuse nouvelle. Tout est perdu. Notre patrie n'existe plus pour moi que dans le passé. Que les Rois et les Chretiens de l 'Europe viennent maintenant établir leurs festons sur les cendres des martyrs de Missolonghi. Je ne puis vous écrire davantage.

ποιητής εν τη είς την γαλλικήν επιστολή του ταύτη υπογράφει « Α. Kalvos > εν τη έτερα δε, ήτις είναι γεγραμμένη είς την ΐταλικήν, υπογράφει « Α. Kalbo >. Ai δύο αύται ύπογραφαί του ποιητοΰ διασαφοΰσι σχετικός προγενεστέρας των ειδικών συζη­

τήσεις περί τήν ύπογραφήν τοΰ "Α. Κάλβου. Έ ν τη εν αρχή δε της εις τήν ίταλι­

κήν επιστολής προσφωνήσει κατά τρόπον χαρίεντα αναγράφει και εαυτόν ομοίως : A quanti gouvernano Zante Andrea Calbo salute. Πρβλ. Ν. Α. Βέη έν τή σειρφ των Πραγματειών της Ακαδημίας Άθ·ηνών, τόμ. 23°ς, άριθ·. 2, έν 'Αθήναις 1958 : « Κάλβου έργα καΐ ήμέραι έν Έλβετίςι >, σελ. 20. Τοΰ αύτοϋ έν τη εισαγωγή ε'ις 'Ανδρέα Κάλβου « "Απαντα > Λύρα­'Ωδαί, έκδοσις 'Εκδοτικής Φιλολογικής Εται­

ρείας, σελ. 9 ­10, ΰποσ. 2.

— 406 —

N.B. Cette lettre est datée du 25 avril nouveau style, la prise est de du 22 » » »

* * *

Παραθέτομεν τα ανωτέρω κείμενα κατά ελευθέραν πως μετάφρασιν εις την Έλληνικήν.

Α) Επιστολή του Ανδρέου Κάλβου:

Κΰριε, 'Ιδού μία επιστολή, τήν οποίαν έλαβον από τήν Ζάκυνθον. 'Αφού τήν

παραβάλετε προς τήν μετάφρασιν, τήν οποίαν θα εΰρετε εσώκλειστον, θα έχετε τήν καλωσΰνην να μοί τήν επιστρέψητε με το πρώτον ταχυδρομεΐον άμα τη ανατολή της ημέρας.

Θελήσατε να μή το λησμονήσητε. Διότι και άλλοτε έδωκα εις τήν εφη­

μερίδα «ό Συνταγματικός» χαρτιά, τα όποΐα δεν επανεΐδον. Το πρόσωπον, το οποίον μοί γράφει θα ήδΰνατο να γίνη ανταποκριτής

υμών. Είναι νέος πολύ έντιμος, πεπαιδευμένος και δραστήριος. Έάν τον κρίνητε αμέσως δύνασθε να τφ άπευθύνητε επιστολήν, τήν οποίαν θα φρον­

τίσω να συνοδεύσω δι8 ολίγων. Έ ν τούτοις νομίζω, δτι οφείλετε να θυσιά­

σητε εν άντίτυπον της εφημερίδος υμών. Θα το δεχθη ευχαρίστως. "Ισως καΐ δι' αυτού του μέσου θα δυνηθήτε να εύρητε συνδρομητας εις τάς νήσους* ώς προς υμάς δε δεν θα εστερεισθε ειδήσεων σαφών και λεπτομερών.

Τήν πρώτην φοράν κατά τήν οποίαν θα έχω τήν εύχαρίστησιν να σας επισκεφθώ, θα σας φέρω μερικά βιβλία ελληνικά, τα όποΐα έχω εδώ και τα παραμύθια.

Χαίρετε Κύριε « 29 Μαΐου οδός της 'Ιατρικής Σχολής Ά ρ . 4.

"Ενας πολύ αφωσιωμένος Α. Κάλβος.

Β ) Μετάφρασις της υπό του Κάλβου εις τήν γαλλικήν μετατραπείσης επιστολής, ήτις εκ Ζακύνθου τω απεστάλη:

« Μετάφρασις » AÎ επιστολαί μου μέχρις εδώ δεν έχουσι δώσει εις υμάς παρά κακάς

ειδήσεις' ή παρούσα θα δώση επίσης εις υμάς δυσάρεστον, της οποίας πλέον θλιβερά δεν υπάρχει. Το Μεσολόγγι, ό μόνος προμαχών της πατρίδος ημών και ό όποιος επί τοσούτον μακρόν χρόνον είχε σταματήσει τάς δυνάμεις τών εχθρών ημών, το Μεσολόγγι δεν υπάρχει πλέον! Οι αθάνατοι ύπερασπισταί

— 407 — ι

του μαχόμενοι ήμέραν και νύκτα περικυκλωμένοι από ξηράς και από θαλάσ­

σης, χωρίς τρόφιμα, χωρίς ελπίδα βοηθείας ελαβον την άφόφασιν να δώσουν τέλος εις τα δεινά των άλλα κατά τρόπον, δ όποιος ΰπήρξεν άξιος της δόξης αυτών. "Οπως και εις προηγουμένην μου άνήγγελλον εις υμάς, ό Μιαούλης εφθασεν αισίως εις αυτά τα ΰδατα μετά 25 ιστιοφόρων αλλ3 άνωφελώς ! Δεν ήδυνήθη τίποτε να κάμβ δια το Μεσολόγγι" εστάλη πολύ αργά από τον ιδικόν μας πασιαν του Ναυπλίου ! ! ! Ο! πολιορκοΰμενοι εύρίσκοντο εις την άθλίαν κατάστασιν να τρέφωνται επι τρεις ημέρας από πτώματα των συντρόφων των. Εκείνοι οι όποιοι άπεποιοΰντο την τροφήν ταΰτην άπέθανον εκ της παραφροσύνης και των βασάνων της πείνης. Τέλος την 22 του μηνός τούτου την παραμονήν της Κυριακής των Βαΐων κατά τήν νύκτα δσοι διετήρουν ακόμη δυνάμεις άνέφλεξαν μίαν ΰπόνομον και ετίναξαν εις τον αέρα τους ασθενείς των, τους γέροντας, τάς γυναίκας των, τα τέκνα των. Μετά τήν θλιβεράν ταΰτην θυσίαν εξήλθον τής πόλεως κρατούντες άνεσπασμένα τα ξίφη και διέσχιζον τους εχθρούς δίδοντες τον θάνατον εις τους άποκάμνοντας και δεχόμενοι αυτόν με τήν σειράν των. Λέγεται δτι το ύπόλοιπον των μαχητών τούτων κατώρθωσε να ριφθή εις τα δρη και εις τα γειτονικά δάση. Έ ν τού­

τοις τοΰτο παραμένει ακόμη μυστήριον. Δύνασθε να φαντασθήτε ποιος ήτο ό πόνος μας όταν εδέχθημεν αυτήν

τήν εΐδησιν τής δεινής συμφοράς. Το παν εχάθη. Ή πατρίς ημών δεν υπάρ­

χει πλέον δι' εμέ παρά εις το παρελθόν. "Ας ελθωσι τώρα οΐ Βασιλείς και οι Χριστιανοί τής Ευρώπης να τοποθετήσωσι τους εξ ανθέων στεφάνους των επι τών λειψάνων τών μαρτύρων του Μεσολογγίου.

Δεν ήδυνήθην να γράψω εις υμάς περισσότερα.

Αυτή ή επιστολή φέρει χρονολογίαν 25 Απριλίου κατά τον νέον τύπον, ή αλωσις εγένετο υπό τήν 22.

* * *

Ό Κάλβος δεν επαναλαμβάνει εν τη « Traduction » το όνομα του "Ελ­

ληνος εκ Ζακύνθου άποστολέως, εφόσον τής επιστολής ταύτης το πρωτότυπον άπέστειλεν ομού μετά τής ιδικής του προς τον Buchon, iva παραβάλη ταύ­

την προς τήν υπ' αύτοϋ γαλλικήν μετάφρασίν της. Δείγμα του ότι ή επι­

στολή θα ήτο υπογεγραμμένη υπό τοΰ "Ελληνος Ζακυνθίου είναι ή προ­

τροπή του Κάλβου προ τον Buchon, δπως άποστείλη προς τον επιστολογρά­

φον άντίτυπον τής εφημερίδος του Constitutionnel χωρίς να αναγραφή το δνομα και τήν διεύθυνσιν του Ζακυνθίου νέου.

Ή επιστολή αυτή του 'Ανδρέου Κάλβου υπό ήμερομηνίαν 29 Mai καί ταχυδρομικόν χρονολογικον σήμαντρον 1826 πλην τών άλλων είναι σπουδαιό­

τατη καί δια τα χρονολογικά στάδια του βίου του ποιητού. Κατά ταύτην ό

— 408 —

ποιητής εύρίκετο εισέτι εν Γαλλία μεσοΰντος του 1826. Της χώρας ταύτης τας πνευματικός ανέσεις ιδιαιτέρως ετίμα ό πνευματικός οΰτος άνθρωπος. Τοΰτο άποπνέουσι και τα εν τη επιστολή ταΰτη ολίγα υπό του Κάλβου γραφόμενα, και φέρουσι την σκέψιν εις την εν τη προσφωνήσειΧ του Κάλβου προς τον Γάλλον στρατηγον Lafayette φράσιν « Je quitte la France avec regret » (Μετά λΰπης καταλείπω την Γαλλίαν). Την άπόφασιν της αναχωρήσεως εκ της αγαπητής του ταύτης χώρας κατά χρονολογικήν άκολουθίαν ελοβε μετά τήν πτώσιν του Μεσολογγίου και μάλιστα μετά την επιστολήν τής 29 Μαΐου, διότι δτε έγραφε ταΰτην προς τον Buchon, τον συντάκτην τής εφημερίδος Constitutionnel, δεν άφήκε να διαφαίνηται ακόμη πρόθεσις καθόδου του εις 'Ελλάδα. Όμιλεΐ εν τη επιστολή περί μελλοντικών ακόμη εν Γαλλία ενερ­

γειών του, ώς επί παραδείγματι, δτι θα συνώδευεν ό ίδιος δι° ολίγων λέξεων ενδεχομένην επιστολήν, τήν οποίαν δ Buchon θα άπέστελλε προς τον "Ελληνα Ζακΰνθιον επιστολογράφον'δταν επίσης ό Κάλβος θα επεσκέπτετο τον Buchon θα εφερεν εις αυτόν μερικά ελληνικά βιβλία κυΐ τα «Παραμυθιά». Και ή προμνημονευθεΐσα προς τον Γάλλον στρατηγόν Lafayette προσφώνησις του 'Ανδρέου Κάλβου, εν ή διατυπώνει τήν άπόφασίν του, δπως εκ καθήκοντος προς τήν πατρίδα μετά λΰπης εγκατάλειψη τήν Γαλλίαν, πρέπει να εγράφη μετά τήν επιστολήν ταΰτην τής 29 Μαΐου 1826. Τήν άπόφασιν τής καθόδου του εις τήν 'Ελλάδα ελαβεν επομένως ό Κάλβος μετά τήν καταστροφήν του Μεσολογγίου, ή κατάθλιψις δ' εκ τής καταστροφής φέρει εις τήν γραφίδα του τήν πικράν εκδήλωσιν «...Mon devoir m'appelle dans ma patrie, pour exposer un coeur de plus au fer des Musulmans», εν τή προμνη­

μονευθείση προς τον Γάλλον στρατηγόν Lafayette προσφωνήσει.

* *

Ό ηρωικός άλλα δραματικός άγων τών Μεσολογγιτών, ό όποιος εκρά­

τει εις άγωνίαν τάς καρδίας δλων τών 'Ελλήνων και άπέσπα τήν προσοχήν, το ενδιαφέρον και τον θαυμασμόν του κόσμου, συνεκλόνιζε τότε τάς καρδίας τών δΰο μεγάλων συγχρόνων Ελλήνων Εθνικών Ποιητών, αι όποΐαι καί εκ καλλιτεχνικής Ιδιοσυγκρασίας καί εκ χαρακτήρος φΰσει μεγαλόπρεπους εδο­

νοΰντο καί εξήπτοντο εις τα ιδεώδη τής φυλής. Ό Σολωμός εν Ζακΰνθω τότε διετέλει εν διαρκεί αγωνία και συνέπασχε μετά τών πολιορκουμένων, οσάκις τα μεγάλα κανόνια τών πολιορκητών εδόνουν τήν Ζάκυνθον, του δε Κάλβου δ εθνικός ισχυρός παλμός και ή σοβαρά δραστηριότης ενίσχυον εν *ή ξένη τήν ύψηλήν ιδέαν του ελληνικού αγώνος. Ό δε πολΰς Γεώργιος

1. Κ ά λ β ο υ καί Χ ρ ι σ τ ο π ο ύ λ ο υ , Λυρικά, εν Παρισίοις ,αωκς' (1826), σελ. I X ­ X I I .

— 409 —

Τερτσέτης, συντοπίτης καΐ σύγχρονος των δυο Εθνικών ημών Ποιητών, ό οποίος τόσον ειργάσθη κατά τον 'Αγώνα και μετ' αυτόν, επιστέλλών τω 1866 προς συμπατριώτας του Ζακυνθίους, παραστατικώτατα ενθυμίζει, μετά πάρο­

δον τεσσαράκοντα ετών, την αγωνίαν και την θλΐψιν, την οποίαν δ βαρύς και ξηρός ήχος της εν Μεσολογγίω καταστροφής προεκάλει εις τάς καρδίας τών Ζακυνθίων : «Μου έρχεται εις την ενθύμησιν, όταν άκολουθοΰσαμεν τους Επιταφίους την εβδομάδα της καταστροφής τοϋ Μεσολογγίου και εβρέ­

χαμεν την γήν με τα δάκρυα μας· Τα βόλια τοΰ εχθρού εις τα Μεσολογγί­

τικα στήθη δεν επλήγωναν και την καρδιά μας ; Εις το σκοτάδι τής νυκτός ή εις τα φώτα τής ημέρας ό άνεμος μας έφερε την πικράν τους ήχολογήν ». Ή ενθΰμησις τοΰ Γ. Τερτσέτη ίσως στρέφεται και εις τα αμέσως μετά την αλωσιν τοΰ Μεσολογγίου υπό τών Τούρκων δεινοπαθήματα τυχόν ύπολειφθέν­

των Μεσολογγιτών. Το ανωτέρω απόσπασμα ευρίσκεται εν ακολουθία προς τα τοΰ εκ Ζακύνθου επιστέλλοντος προς τον Κάλβον νέου. Κατά τον επιστο­

λογράφον τοΰτον ή ά'λωσις ήρξατο την παραμονήν τής Κυριακής τών Βαΐων' μετά ταΰτην ακολουθεί ή Μεγάλη Έβδομος τών Παθών τοΰ 'Ιησού Χρίστου, καθ' ην τελοΰνται, καθ' εσπέραν, αί σχετικαι άκολουθίαι, την δε Μεγάλην Παρασκευήν οι 'Επιτάφιοι. Ή προ τής Κυριακής τών Βαΐων έβδομος είναι ή «βουβή» καλούμενη, καθ' ην ουδείς εσπερινός τελείται, ενφ κατά τας προηγούμενος ταύτας πέντε εβδομάδας τελείται ή ακολουθία τοΰ 'Ακάθιστου "Υμνου. Τοΰ έτους 1826 τήν εβδομάδα τών Παθών τοΰ Χρίστου, ώς πρώ­

την εβδομάδα από τής καταστροφής επωνομάζει δ Γ. Τερτσέτης « Εβδομάδα τής καταστροφής τοΰ Μεσολογγίου ».

Ή εκφρασις τοΰ Ζακυνθίου νέου επιστολογράφου, τήν οποίαν δ Κάλ­

βος κατά μετάφρασιν αποδίδει γαλλιστι « ...Nos pascià d'Anapli... », φέρει τον λογισμον προς τους άπανταχοΰ "Ελληνας κατά τους χρόνους τής Ελληνικής 'Επαναστάσεως, προς τήν θέσιν τήν οποίαν οΰτοι ελάμβανον έναντι τών εν τη αγωνιζομένη Ελλάδι συμβαινόντων. Ή Ιστορία έ'χει διδά­

ξει, δτι ούτοι άγρυπνως παρηκολοΰθουν τήν εθνικήν εξέγερσιν τής Πελοπον­

νήσου, τής ανατολικής και δυτικής Ελλάδος και τών νήσων. Ό άγων και αι κατ' αυτόν εν Ελλάδι εξελίξεις, οί ήρωϊκώς αγωνιζόμενοι ελευθερωταί, οι κατευ{)ύνοντες τάς κινήσεις τούτων αρχηγοί εΰρισκον συμπάσχοντα, συμπα­

ραστάτην άλλα και κριτήν τον άπανταχοΰ Έλληνίσμόν. Είναι δ' άξιον παρα­

τηρήσεως το πώς το εν Ελλάδι ελληνικόν πνεΰμα ώς κριτής είχε τήν αυτήν άπήχησιν και εκ τών άλλων 'Ελλήνων, οιτινες εύρίσκοντο μακράν τής κοχλα­

ζούσης εκ τοΰ απελευθερωτικού αγώνος ατμοσφαίρας. Τούτο είναι το χαρα­

κτηριστικόν τών Ελλήνων, δτι δπουδήποτε ευρισκόμενοι διέπονται υπό τοΰ αυτού παλμού, δη διαισθάνονται το εθνικώς συμφέρον και προλαμβάνουν πολλάκις ούτω πολλάς δυσάρεστους εκβάσεις, επι δε παρεκτροπών εχουσι την δύναμιν να επιβάλλωσι τάς δρθας κατευθύνσεις και να σωζωσι τήν πατρίδα.

— 410 —

Οι "Ελληνες της αγωνιζομένης τότε πατρίδος ήσαν σφοδρώς δυσηρεστη­

μένοι κατά την Β' περίοδον της Ελληνικής Επαναστάσεως προς την Κυ­

βέρνησιν Γ. Κουντουριώτου. 'Αναφέρονται διορισμοί εις υπευθύνους θέσεις ουχί ενδεδειγμένων προσώπων, αΰταρχικότης εν τη λήψει αποφάσεων εν κρισίμοις στιγμαΐς και συνεπεία τούτων αλλεπάλληλοι άποτυχίαι. Ταύτα είχον προκαλέσει την δικαίαν των Ελλήνων άγανάκτησιν κατά της κυ­

βερνήσεως Κουντουριώτου, αποτέλεσμα της οποίας ήτο ή δια βοής πτώ­

σις αυτής. Ό Ζακΰνθιος "Ελλην, δ επιστέλλων προς τον Κάλβον έρχεται ώς επι­

βεβαίωσις των ανωτέρω, λαμβάνει θέσιν έναντι τής συμπεριφοράς τής ελλη­

νικής κυβερνήσεως, γίνεται κριτής ταύτης, αποδίδει προς αυτήν την πασαν εΰθΰνην τής καθυστερημένης άφίξεως του Μιαούλη δια την ενίσχυσιν τής αμύνης του Μεσολογγίου και διαδίδει δι' επιστολών την βαρεΐαν κατηγο­

ρίαν. Τον πρωθυπουργον τής τότε ελληνικής κυβερνήσεως αποκαλεί — μετά των άλλων συνεργατών του — « Πασάν του Ναυπλίου », τίτλος, ό όποιος είναι ή μεγίστη των ύβρεων δια τον εξάρχοντα του αγωνιζομένου τότε Ελληνισμού κατά τής τουρκικής τυραννίας. Έ ν τη επιστολή του νέου Ζακυνθίου είναι φανερά ή εκ βάθους καρδίας θλΐψις αυτού και ό πόνος εκ τής δεινής συμφο­

ράς τής πτώσεως του Μεσολογγίου, θλΐψις ισόβαθμος δι' όλον τον Έλληνι­

σμόν, την οποίαν και το ανωτέρω απόσπασμα του Γ. Τερτσέτου όμοιοτΰπως απεικονίζει. Ή απελπισία, ή οποία κυριεύει τον Ζακΰνθιον νέον τοϋ προ­

καλεί το βαθύ παράπονον, διατί οι Βασιλείς και οι Χριστιανοί τής Ευρώπης δεν απέτρεψαν την καταστροφήν δι' ουσιαστικής επεμβάσεως, απομένει δέ μόνον ώς ε'ιρωνία δια τής γραφίδος τού νέου ή υπ' αυτών τοποθέτησις άνθι­

νων στεφάνων επί των λειψάνων των μαρτύρων του Μεσολογγίου. ι Η επιστολή τοϋ 'Ανδρέου Κάλβου εμφανίζει τον ποιητήν άσχολοΰμενον

και περί άλλο, οΰτως ειπείν, λειτούργημα εν τη ξένη. 'Επιμελείται τής δια­

δόσεως του ελληνικού βιβλίου. Είναι το καλΰτερον μέσον δια την διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων και την προσέλκυσιν τής αγάπης των ξένων δια την άξιολάτρευτον άλλως τε πνευματικήν 'Ελλάδα, ή δια τών σοβαρών, ώς ό ποιητής Κάλβος, ελληνικών προσωπικοτήτων κυκλοφορία τών πνευματικών δημιουργημάτων ημών. Ουδέποτε δ' ώς γνωστόν άπέστησαν οι "Ελληνες τής τοιαύτης καλλιέργειας και τής τοιαύτης μερίμνης καΐ ουδέποτε επαυσεν ή 'Ελλάς να προσελκύη τήν προσοχήν τών άλλων, ουδέποτε επαυσεν ό ελληνι­

κός παλμός να επιδρά επ' αυτών, τόσον, ώστε να εκβλαστήση ολόκληρος διε­

θνής κλάδος ενθέρμων και άφωσιωμένων προς τήν 'Ελλάδα εκλεκτών υπο­

στηρικτών, ό Φιλελληνισμός. Ό ίδιος ό Κάλβος εραστής του βιβλίου και γνώστης του θέλγητρου του

ελληνικού πνεύματος γνωρίζει που πρέπει να συστήση και να προσφέρη τούτο. Ό σύνδεσμος του προς τον Buchon είναι πρόσφορος και επωφελείται αμέσως

— 411 —

της ευκαιρίας να προσκόμιση αύτώ ελληνικά βιβλία και ta «Παραμυθιά»1 . Το άξιον όμως είναι ou ή Ζάκυνθος, tò «"Ανθος της Ανατολής», ή

οποία υπό τών περιηγητών περιγράφεται ως « μία πόλις ευρωπαϊκή μεσημ­

βρινή, κομψή », διετέλεσεν εκ τών κυριωτέρων κέντρων της Φιλικής Εται­

ρείας, έδωκε δε πλείστους εθελοντας δια την ενίσχυσιν του αγώνος και δια παντός τρόπου συμπαρεστάθη εις τους υπέρ ελευθερίας αγωνιζόμενους αδελ­

φούς "Ελληνας. Το έδαφος της πολλάκις εχρησίμευσεν ώς φιλόξενος διάβασις διακεκριμένων και άλλων αγωνιστών κατά κρίσιμους στιγμάς τής δράσεως αυτών 2.

Νομίζομεν, δτι αρκεί εις το σημεΐον τούτο ν' άναφερθη το όνομα του μεγάλου πολεμάρχου του 1821 Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, όστις περί τάς 10 'Απριλίου του 1806 κατέφυγεν εις την Ζάκυνθον.

Ό παρελθών αιών προωρισμένος δια την άπόδοσιν τής ελευθερίας εις τήν Ελλάδα εγέννησε θεοπνεύστους ψυχάς. Ή επί τετρακόσια ετη μυστική καλλιέργεια του υποδούλου ελληνικού λαού τότε εκαρποφόρησε, ό προ τεσσάρων αιώνων καϋμός και βόγγος βαθμηδόν έδωκε τον πυρήνα, όστις εκρΰπτετο εν ταΐς ελληνικαις καρδίαις μέχρις δτου ή μακροχρόνιος καλλιέργεια αΰτοΰ άπέ­

δωκε τον Ίδανικον καρπόν της, ήμιθεϊκον άνθρώπινον ύλικόν, φέρον εγκαρ­

δίως τήν ίεράν φλόγα δια τήν ελευθερίαν. Μεγάλαι υπάρξεις οι του παρελ­

θόντος αιώνος "Ελληνες, άνδρες και γυναίκες, είτε απλοί άγωνισταί ήσαν, είτε αρχηγοί, είτε τών γραμμάτων εκπρόσωποι.

Το άνθρώπινον ύλικόν και τής Ζακύνθου ύπήρξεν εκλεκτον και άνεπτυ­

γμένον, πολλούς δε δια τήν Ελλάδα και τα γράμματα βλαστούς εβλάστησε. Έ π ι πασι δε το μεγαλειώδες ελληνικον πνεύμα κατά τους νεωτέρους χρόνους ή Ζάκυνθος εξεπροσώπησε δι' ενός Φώσκολου, δι' ενός Σολωμού, δι' ενός Κάλβου.

1. Τα αναφερόμενα « Παραμύθια » ίσως είναι συλλογή, υπ' αύτοϋ τοΰ Κάλβου γενομένη κατ' άνάθεσιν τοΰ Buchon.

2. Πρβλ. Ν ί κ ο υ Α. Β έ η , Εισαγωγικά στον 'Ανδρέα Κάλβον, εις 'Ανδρέα Κάλβου "Απαντα, Λύρα ­ 'Ωδαί, εκδοσις 'Εκδοτικής Φιλολογικής 'Εταιρείας, σελ. 32, 'Αθήνα 1956, ένθα και άλλη σχετική βιβλιογραφία εν τή υπ' αριθ. 2 υποσημειώσει.

ΠΑΝΤΕΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΑΚΗ

ΣΕΡΙΜΠΑΧΛΗΣ ( Λαϊκή τραγφδια )

Όμοΰ μετά τίνων άλλων λαϊκών έργων1, τα όποια εΐχον την εύκαιρίαν να συλλέξω εις την ιδιαιτέραν πατρίδα μου Κρήτην, περιλαμβάνεται και το υπό τον ανωτέρω τίτλον σωζόμενον ποίημα, το όποιον πολύ πιθανώς είναι διασκευή απολεσθέντος παλαιοτέρου πρωτοτύπου.

Ποία ήτο ή αρχική μορφή του πρωτοτύπου, ποίος δ συγγραφεύς, ή εποχή συγγραφής και ή διάρθρωσις του έργου δεν δυνάμεθα να καθορίσω­

μεν, όπως δεν δυνάμεθα να καθορίσωμεν και τήν εποχήν της κατωτέρω δημοσιευομένης λαϊκής παραλλαγής. 'Εσωτερικά τίνα δμως στοιχεία της τραγωδίας επιτρέπουν να τοποθετήσωμεν τήν άρχικήν μορφήν του έργου περί τα τελευταία έτη τής υπό τους Ενετούς κυριαρχίας της Μεγαλονήσου.

Ή τραγωδία διαπραγματεύεται τήν ύπόθεσιν παραστρατημένης αδελ­

φής— σύνηθες θέμα των λαϊκών ασμάτων—, τήν οποίαν, τιμωρών, φονεύει ό αδελφός της Κωνσταντής.

Παραθέτομεν το κείμενον του ποιήματος, ώς κατεγράψαμεν τούτο εν Κρήτχι:

"Οποιος άγάπην αγαπά και Θέλει ν' άγαπήση έμενα πού 'παθα πολλά ας ερθη να ρωτήση. Γιατί κ ή Σούσα ή λυγερή, τον κόσμου το καμάρι, αγάπα ντο Σερη ­ Μπαχλή άνδρα να τόνε πάρη.

5 Μια πέφτει αργά, σηκώνεται, στα ροϋχα τση καθίζει, και τρέχουν τα ματάκια τση σα θολωμένη βρύση, σα θολωμένος ποταμός, σαν τα θολά πηγάδια...

1. Παραλλαγή της « Έρωφίλης > παρ" έμοΰ καταγραφείσα εδημοσιεύθη ύπο τοΰ καθηγητού κ. Γ. Μ έ γ α .

2. Σκέψεις τινάς περί τής επιδράσεως Κρητικών έργων παρά τω λαφ θέλω δια­

τυπώσει εις άλλην μελέτην μου.

— 413 —

Κι δ κύρης τση τήνε θωρεϊ, κ' ή μάννα τση τσή λέει : — Τι έχεις, Σονσανάκι μου, και κάθεσαι και κλαίεις ;

10 —"Ονειρο είδα, μάννα μου, κι όνειρο το παντέρμο, πώς ήρθε τ αδερφάκι μου κι ήταν ξεσπαθωμένο, κ είχεν το μαντηλάκι του στο αίμα βουτημένο.

—"Αψης το, θυγατέρα μου, στο Θεό παραδομένο, να μας το βγάλη ή χάρι του καλό κ ευλογημένο.

15 Μα πέφτει αργά τόνε καλεί, τον είχε καλεσμένο μόσχο και μοσχοκάρυδο τον είχε ταϊσμένο.

* Πολλά περισσά φτειάνει του (και το κρεββάτι στρώνει), για να κοιμάται μπιστικά 'ς τσ αγάπης το σεντόνι. Τη νύχτα, τα μεσάνυχτα στον ύπνο τάχα-τάχα...

20 γροικδ. την πόρτα να χτυπξ. και συχνοκουρταλίζει: — Σήκω, ψυχή μου, μίσσεψε, να πάω να τ' ανοίξω

γιατί συ θά 'σαι ή αφορμή ν' άδικοθανατίσω. —"Αμε, ψυχή μου, άνοιξε, μα 'γώ θα μπω στην κλίνη

γιατί V δ ϋπνος μου πολύς, να πηαίνω δεν μ* άφίνει. 25 Πάει αυτή κι ανοίγει του με μαραμένα χείλη'

στην κάμερα τση ανέβηκε, στην κλίνει τση καθίζει. — Βάλε μ", αδέρφι μου, νερό και κουρασμένος είμαι

κι από τήν στράτα τήν πολλή μπα'ίλτισμένος είμαι. Παίρνει γυαλένιο μαστραπά καί πάει να τοϋ βάλη

30 νερό απ" το περιβόλι τση, νερό απ το πηγάδι. Τήν άναπνιά του άκουσε, στο μασαδιε από κάτω, το τορναλέτο σήκωσε, θωρεί τον κ' εκοιμάτο. Πάει του κείνη το νερό' αυτός νερό δεν θέλει.

— Ποιος είναι, αδερφάκι μου, που κείτεται στην κλίνη ; 35 — Δεν ξέρω, αδερφάκι μου, γη πούρι φαίνεται σου,

γή και θαρρείς πώς κάν&> 'γώ τσί τέχνες τσί δικές σου. Το μαχαιράκι του 'σύρε απ' τ άργυρο φουκάρι, καί στην καρδιά τή χτύπησε γερά το παλληκάρι' το μαντηλάκι τού 'βγάλε το αίμα τση σφουγγίζει.

40 Ό κύρης τση τήνε θωρεί κ' ή μάννα τση τσή λέει: — Σοϋσα μου, ποιος σου τό 'καμεν αύτονονά το χάλι,

που νά 'χη τήν κατάρα μου πάντα για φυλακτάρι! * — Μάννα μ', ο γυιός σου δ Κωσταντής και μήν τοϋ καταρασαι...

εβάρηκέ μου ξαφνικά, πρίχου νά τοϋ μιλήσω' 45 Μάννα μου, φέρε τσί γιατρούς νά γιάνουν το κορμί μου,

μ' άνε καί πάνε εκατό, δίνει τα το πουλί μου. Και άπήτις εξεψυχησε, κ' έβαναν το λιβάνι,

27

— 414 —

τέσσαρις πήδους επαιξεν ο Σερί - Μπαχλής κι άνέβη στο μαντάρι, και άπήτις εξεψύχνσε, κ' εγίνη ταναμίγη

50 ο κύρης τση κ η μάνα τση με το σκοινίν επνίγη.

Ώς προκύπτει εκ της δημοσιευομένης παραλλαγής, το κείμενον έχει ύποστή σημαντικάς αλλοιώσεις και κατά το περιεχόμενον και κατά την μορ-

φήν, το δε μέτρον και ή ομοιοκαταληξία παρουσιάζουν πολλάς ανωμαλίας και σφάλματα. Δεν αποκλείεται όμως δτι ή άνεΰρεσις και άλλης παραλλαγής θα συμβάλη εις την πλήρη άποκατάστασιν του αρχικού κειμένου.

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΜΙΝΩΤΟΥ

Η ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟΥΣΑ (Ζακυνθινή ομιλία)

Ή ΰπόθεσις της παρούσης ομιλίας είναι εμπνευσμένη από το επικόν ποίημα του Άντ. Άντωνιάδου « Ή Χρυσομαλλούσα των Σφακιών ». "Έν περιστατικόν, συμβάν κατά την διάρκειαν της Ενετοκρατίας επί άρχοντος Γραδενίγου, εις την ίστορικήν οικογένειαν του Στρατή Βουρδουμπά ενέ­

πνευσε τον γνωστόν ποιητήν Ά . Άντωνιάδην ι. Το ποίημα του Άντωνιάδου είναι γραμμένον εις άπλήν δημοτικήν.

Χρυσομαλλούσα ήτο ή Χρυσή, κόρη του Στρατή Βουρδουμπά. Ώνομά­

ζετο δε Χρυσή δια την κατάξανθον κόμην της, δια την οποίαν δλοι ώμίλουν με θαυμασμόν. Εις ήλικίαν 16 ετών ό πατέρας της την αρραβώνιασε με τον Πώλον εκ τής οικογενείας των Ψαρομηλίγκων, τον όποιον καΐ ή ιδία ήγάπα. Μίαν ήμέραν μετέβη κατά την επικρατούσαν τότε συνήθειαν με τάς υπηρέ­

τριας της δια το πλΰσιμον των ρούχων εις έξοχικόν φρέαρ. Πλησίον του φρέατος τούτου ΰπήρχεν ένετικον φροΰριον ό διοικητής του οποίου Καπου­

λέτος την είδεν. Θελχθείς ό διοικητής από την ωραιότητα τής Χρυσής την επλησίασε και προσεπάθησε να τήν φιλήση. "Εκπληκτος ή Χρυσή καΐ αγανα­

κτισμένη δια τήν προσβολήν τον ερράπισε. Τότε ό διοικητής έκοψε με το ξίφος του τις χρυσές πλεξίδες τής Χρυσής και έφυγε ενθουσιασμένος δια το λάφυρον. Ή Χρυσή, κλαίουσα, έτρεξε εις τήν οΐκίαν της και διηγήθη τα πάντα εις τον πατέρα της, ό όποιος επί κεφαλής των συγγενών του έσπευσε εις άναζήτησιν του Καπουλέτου, τον όποιον και κατέσφαξε μόλις τον συνήν­

τησε. Ή ενετική φρουρά ως ήτο φυσικόν ήθέλησεν να εκδικηθή τον θάνατον του και συνήψε μάχην με τήν οικογένειαν Βουρδουμπά. Οι περισσότεροι τών Ενετών εφονεΰθησαν, οι δε εναπομείναντες εκλείσθησαν εις το φροΰριον, άφοΰ ειδοποίησαν σχετικώς τον εις τα Χανιά Ένετον διοικητήν τής Κρήτης.

Ή οικογένεια Βουρδουμπά φοβούμενη τήν εκδίκησιν τών Ενετών κατέ­

φυγεν εις το ορεινον χωρίον Σαμάρια τών Σφακιών με 17 γενναίους εκ τών συγγενικών οικογενειών τών Πατέρων καΐ τών Ψαρομηλίγκων. Μαζί των

1. Βλ. Ά ν τ. Ά ν τ ω ν ι ά δ ο υ , Ή χρυσομαλλούσα τών Σφακιών. Τύπ. Κ. Άντωνιάδου. Έ ν ΆΦήναις 1883.

— 416 —

ήτο και ό άρραβωνιαστικος της Χρυσής. Μόνον δια δύσβατου ατραπού ήτο δυνατόν να πλησίαση τις το χωρίον τοΰτο. Έκεΐ ήμΰνθησαν επί 17 μήνας εναντίον τών Ενετών, οί όποιοι τέλος έλυσαν την πολιορκίαν χωρίς να τους συλλάβουν. Κατά την διάρκειαν τής πολιορκίας τους ετροφοδότουν την νΰκτα οί κάτοικοι τών γειτονικών χωρίων. Μετά την άναχώρησιν τών Ενετών οί πολιορκημένοι έφυγον και διεσκορπίσθησαν εις τα πέριξ χωρία, έ'ως την ήμέραν κατά την οποίαν άνεχώρησεν ό Δούξ Γραδενΐγος εκ Κρήτης. Μετά την άναχώρησιν του Δουκος οί καταδιωκόμενοι επέστρεψαν είς τάς περιο­

χάς των. Ή Χρυσή κατά το διάστημα τής πολιορκίας εκέντα δλας τας μάχας τών συγγενών της με τους Ενετούς. 'Υπέστη δμως νευρικόν κλονισμον και ενόμιζε δτι έβλεπε διαρκώς εμπρός της τον Καπουλέτον, εκάλυπτε δε το πρό­

σωπον της με ζΰμην δια να μήν προκαλή τον θαυμασμόν. 'Ολίγον μετά το τέλος τής πολιορκίας ή Χρυσή απέθανε καΐ μετ' ολίγον καΐ ή μητέρα της. Την έθαψαν εις ενα εκκλησάκι και ή θέσις ώνομάσθη « τής Χρυσής το μνήμα ». Ό άρραβωνιαστικος τής Χρυσής απαρηγόρητος εκάθητο πλησίον του τάφου της, θρηνών με την φόρμιγγα τον θάνατον της, έ'ως την ήμέραν του θανάτου του, ή οποία δεν εβράδυνε να έλθη.

Ή ομιλία τής « Χρυσομαλλούσας » είναι παρηλλαγμένη και συντομω­

τέρα του ποιήματος του Α. Άντωνιάδου. Ό λαϊκός στιχουργός έχει αλλάξει πολλά ονόματα προσώπων. Τον άρραβωνιαστικο τής Χρυσής τον ονομάζει Φώτη αντί Πώλο. Εΐς εν δε σημεΐον αναφέρει τον Φώτη ως γυιο του Πώλου. Τον διοικητή ήρωα του επεισοδίου ονομάζει Γιοΰλιο, την μητέρα τής Χρυ­

σής Φιορέττα. 'Επίσης τους δυο στρατιώτας, οί όποιοι συνοδεύουν τον Γιοΰ­

λιο ( Καπουλέτο ), τους αποκαλεί Μήκιο και Πέπο. Τον δε πατέρα τής Χρυσής δεν τον αναφέρει με το δνομά του Στρατή. Ό συνθέσας την όμιλίαν έχει δώσει εις αυτήν Ζακυνθινήν ατμόσφαιρα καΐ το λεξιλόγιόν του είναι πλου·· σιον σε λέξεις Ζακυνθινές. Το έργον τελειώνει με την τιμωρίαν τής αδικίας δια του φόνου τών Ενετών καί, ως συνήθως συμβαίνει είς τάς ομιλίας, αισίως, άφοΰ πρόκειται να επακολούθηση ό γάμος τών δυο νέων.

— 417 —

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

ΧΡΥΣΗ νεαρά κόρη 16 ετών ΦΙΟΡΕΤΤΑ μητέρα της Χρυσής ΒΑΓΙΑ βάγια της Χρυσής ΓΙΟΥΛΙΟΣ 'Ενετός βαθμοφόρος ΜΗΚΙΟΣ 'Ενετός στρατιώτης ΠΕΠΟΣ 'Ενετός στρατιώτης ΜΠΟΥΡΔΟΥΜΠΑΣ πατέρας της Χρυσής ΦΩΤΗΣ άρραβωνιαστικος τής Χρυσής ΔΥΟ ΑΔΕΛΦΟΙ τής Χρυσής

Σ Κ Η Ν Η Π Ρ Ω Τ Η

ΦΙΟΡΕΤΤΑ (θυμωμένη στην Χρυσή) 'Ανάθεμα τη τη στιγμή κι ανάθεμα την ώρα πού σου βουλήθηκε, Χρυσή, να πας στην Πέρα-Χώρα. Χρυσή, άκουσε τή μάννα σου σ' εκείνα πού σου λέει, γιατί εκεί πού θες να πφς εϊν' τής Φραγκιάς οι νέοι. Οΰλο διαβαίνουν από κει γιατ' είναι το πηγάδι, κι από εσένα να ιδούν κάλλιο εγώ στον "Αδη. Κάλλιο κι εσύ απέθανε, Χρυσή μου παινεμένη, γιατί αν δεν έχουμε τιμή, τί άλλο μάςε μένει; Το μάτι τσους είναι κακό, μάτι πού ξερριζώνει

10 το δέντρο από τή ρίζα του, τίποτα δεν βλαστώνει. "Οθε οι στρατιώτες τσή Φραγκιάς ρίξουνε τή ματιά τσους, άλλοίμονο στα θηλυκά, κλαίγε τα ριζικά τσους. (Μικρή σιωπή, κοιτάζοντας την μέ καμάρι σέ λίγο λέγει). Μ' εύτα τα ολόχρυσα μαλλιά στην πλάτη σου ριμμένα καΐ με τα μαΰρα μάτια σου, πού λες κι εϊν' μαγεμένα, τών άδυνάτω αδύνατο είναι για να γλυτώσης κι άπάρθενη στο σπίτι σου να μας ξανανταμώσης, και να μας δώσης τή χαρά πώς τα ωραία σου κάλλη απείραχτα εμείνανε αφ' τήν άνεμοζάλη.

ΧΡΥΣΗ Να με χαρής, μαννοΰλα μου, παράτησε τα λόγια,

20 δεν χαμπερίζω τώρα εγώ ούτε τα μοιρολόγια,

— 418 —

πού άκουσα στον ύπνο μου ετούτη τη νυχτία σαν ελαγοκοιμήθηκα ύστερ' απ' αγρυπνία.

ΦΙΟΡΕΤΤΑ (αγριεμένη) Και θες ακόμα εκεί να πφς ; Σκέψου και συλλογίσου, γιατί γιαμά θα είν' αργά να σώσης την τιμή σου. Βλέπεις ή μοίρα σ' αγαπά στην ώρα σ' άβιζάρει κι εσύ τήνε περιφρονείς. Εκδίκηση θα πάρη.

Έσέ σου στέκει να φερθης σαν σταφνισμένη κόρη, δχι δπου εβουλήθηκες να φτάσης εις τα δρη από την αλμπα του Θεού. Κάτι σε κυνηγάει,

30 παιδάκι μου, καΐ τήραξε μακρΰα από σε να πάη. Για πες μου τώρα, τί άκουσες στης νύχτας το σκοτάδι, πού μοναχή σου έλόγιασες πώς είν' κακό σημάδι.

ΧΡΥΣΗ Μου εφάνη ωσάν να έκλαιγε ολόκληρο φουσσατο, κι αλαφιασμένη επέταξα τα στρώματα στο αττο.

ΦΙΟΡΕΤΤΑ Κακό σημάδι εύτό, Χρυσή, κακό κι αραχνιασμένο.

ΧΡΥΣΗ Έγώ θα πάω κατά κει, κι άλλο δεν περιμένω, γιατ' είναι πλέο ή ώρα μου να πλύνω τα προικιά μου, φόβο κανείνε δε γροικφ ή ερωτική καρδιά μου' μου το 'πε και ό Φώτης μου να πάω για να πλύνω,

40 και μέρα από την σημερινή άλλη να μήν αφίνω. (Μπαίνει ή Βάγια της Χρυσής με" ενα πανέρι ρονχα).

ΒΑΓΙΑ Χρυσή μου, πάμε ογλήγορα να μήν αργοπορούμε, γιατί ή δουλειά μας είν' πολλή κι εκεί θα βραδυωθοΰμε.

ΧΡΥΣΗ (χαρούμενη) Πάμε, λοιπό, Βαγούλα μου, ελα, συντρόφεψε με. (Στην μητέρα της). Κι εσύ, μαννούλα μου γλυκεία, εμένα πίστεψε με, ούλα τα μαύρα όνειρα ή μέρα θάν τα κόψη, δπως*τοΓ μαύρα σύγνεφα διαλεΐ τού ήλιου ή δψη.

— 419 —

Ό ήλιος έφτασε ψηλά, λαμποκοπή ή πλάση, πάω, μαννοΰλα, εχε γεια, ώστε πού να βραδυάση. Θέλω να πλΰνω ta σκουτιά, καί γι' άλλο δεν με μέλει'

50 κι εσύ πάλι να σκέφτεσαι, πού μέλλει δεν ξεμέλλει. (Ή Φιορέττα στη Βάγια κα&ώς απομακρύνεται).

ΦΙΟΡΕΤΤΑ Το νου σου, Βάγια, πρόσεχε και να μην παραργήτε, πριν νά'ρθη δ Κΰρης τση Χρυσής, στο σπίτι να βρεΟήτε. (Στη Χρνοή). Κι εσΰ, Χρυσή, ξέρεις καλά, δ Κΰρης σου πώς ώρα χωρίς εσέ δεν ημπορεί. Εις την ευκή μου τώρα ! Μα σκέψου και τ9 άδρέφια σου μη βάλης σε μπελάδες, άγροίκητό μου ­θηλυκό, μ' αυτές τσι κοντραστάδες ! Μηνίπως καΐ δ Όξαποδώ με μας μπαρτζολετάρη και φονικό θέ να γενή σε κειόν πού σε πατσάρει.

ΧΡΥΣΗ Γιατί, μαννοΰλα μου γλυκεία, με μπλέκεις με τρουβέλια

60 δλο για συφορές μου λες και λες ου συφορέλια ενφ καΐ ξέρεις, μάννα μου, δεν ημπορώ να κάμω δ δε πλΰνω τα ροϋχα μου μέρες πριν αφ* το γάμο, καί ξέρεις καΐ καλότατα πώς άλλο δεν υπάρχει νέρο ποΰλιο καλύτερο κανείς δπου κι αν λάχη. Για πές μου τώρα το λοιπό πού ημπορώ να πάω να πλΰνω άλλου τα ρούχα μου ; 'Αμέσως σε γροικάω.

ΦΙΟΡΕΤΤΑ Δέ λέω πώς έχεις άδικο μα εμπόρειε νάν το ξέρω κανέν* από τ' άδρέφια σου κοντά σου για να φέρω γιατί άλλο είναι να βλέπουνε μονάχη μια κοπέλλα

70 μονάχη με τή Βάγια τση λες και να λέη « ελα » στον κάθε άντρα, οπού περνφ να πιή αφ' το πηγάδι φρέσκο νερό κι αντίκρυ του βλέπει το κοκκινάδι, πού στάει από το μάγουλο, πού είναι σαν το μήλο μιανής κοπέλλας όμορφης καί δροσερής σαν φΰλλο.

ΒΑΓΙΑ (στην Φιορέττα) Τώρα τ* αποφασίσαμε καί άλλο δεν μας μένει παρ! να πάμε ογλήγορα κι δτι μας περιμένει

— 420 —

ε'χει να κάμη ή τΰχη μας ούτ' άλλος θέ να φταίη κι οποίος για άλλα μας μιλεί δεν ξέρει tò t i λέει.

ΦΙΟΡΕΤΤΑ Εις tò καλό πηγαίνετε κι έχετε την ευκή μου,

80 τίποτσι δε θα μάθουνε σήμερο οι δικοί μου, γι* αυτό σας λέω ογλήγορα τηράχτε να γυρίστε οΰλο tò νου σας στη δουλειά καΐ μη χασομερήστε.

ΧΡΥΣΗ (Δείχνοντας της ενα μαχαίρι που έχει στη μέση της). Γιατί φοβάσαι, μάννα μου, ενφ είμ' αρματωμένη ; Μα δεν ήξέρεις, μάννα μου, πώς είμ* αντρειωμένη ; Δεν ξέρεις πώς περήφανη τον Φράγκο θέ να σφάξω ;

Έκειόνε πού θα σίμωνε θα τον κατασπαράξω. (Κα&ώς απομακρύνεται τραγουδάει ή Χρυσή). Φΰσ' αεράκι δροσερό και σήκωσε το κΰμα στοΰ ήλιου τη λαΰρα μην καώ γιατί θα είναι κρίμα κι εχω να πλΰνω πράγματα σωρό μια καράβια

90 είναι πολλά και διαλεχτά από την Βενετία. (Ή Φιορέττα φεύγει).

Σ Κ Η Ν Η Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Α

('Η Χρυσή μα τη Βάγια της πλένουν στην άκρη. Άπο την άλλη μεριά φαίνονται τρεις Βενετσιάνοι, δ Γιούλιος, δ Πέπος και δ Μήκιος).

ΜΗΚΙΟΣ (Βλέποντας από μακρυά την Χρυσή). Για τήρα και στουπίρησε κοπέλλα παινεμένη πού είναι για τα κάλλη τση σ' ουλή την οικουμένη.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Για τη Χρυσή του Μπουρδουμπά εσύ θα μου μιλήσης ; Σα να μη ξέρης πλιο τί λές. "Ησυχο να μ* άφήσης γιατί καιρός πάει πολύς στο μάτι πού την εχω κοπέλλα άλλη καμμίανε ποτέ μου δεν προσέχω. Μπελέτσα είναι ή Χρυσή, δ ήλιος είν' γονικό της όπως κρυστάλλινο νερό το κάλλη το δικό τση,

— 421 —

μα ειν' όμως περήφανη και δε με άμπαντάρει 100 οΰτε και θέλει να μέ ίδή και ούλα τα ρισκάρει.

ΠΕΠΟΣ (Σα να δικαιολογώ το φέρσιμο της Χρυσής).

'Από μικρή δ κΰρης τση τήν έ'χει αρραβωνιάσει μ' ένα παιδί συγχωριανό κι δ κόσμος να χαλάση δεν ντόνε κάνει μπεκεκέ, π9 ανάθεμα τήν ώρα, πού ευρέθη αυτός δ μορφονιος σε τοΰτηνε τή χώρα.

ΜΗΚΙΟΣ Έ γ ώ σε είχα για έξυπνο, άντρα μέ σημασία, δχι πώς θα στεκόσουνα έτσι σε μια μερία. Γιοΰλιο μου, εσύ να κάθεσαι ; Τρέξε και φίλησε τη, και μή φοβάσαι τίποτσι. Πες πώς αγάπησες τη, είσαι αφέντης δυνατός τση Βενετίας καμάρι,

110 βασιλοπούλα, ώς κι αύτη, θα θέλη να σε πάρη.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ (με απότομο ενθουσιασμό) Καλά λές, φίλε μου πιστέ, θα πάω να ντή σιμώσω και αν περάση από έμέ το νου θα τση σηκώσω.

(Καθώς κάνει να προχώρηση ο Γιούλιος στίς γυναίκες^ δ Πέπος τον κρατεί από το χέρι).

ΠΕΠΟΣ Γιούλιο μου, λόγιασε καλά είν' άραβωνιασμένη, δεν στέκει έτσι να φερθης σε μια πού είναι δοσμένη.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ ('Ενώ τον σπρώχνει θυμωμένος). Να φύγης αφ* τα μάτια μου πούχεις ψυχή λαγού και λόγο για δτι κάνω δε δίνω κανενού. Χάσου από δω και δε ρωτώ τήν ιδική σου γνώμη αφού εγώ θάν τήν ποθώ ώς και νεκρός ακόμη. (Στον Μήκιο). Κι εσύ, Μήκιο, ακολούθα με χωρίς αργοπορία

120 κι ά'λλη κουβέντα πάψετε να λέτε άλλη καμμία. (Καθώς προχωρούν προς τις γυναίκες, δ Γιούλιος σαν μετανοιωμένος, που άγριομίλησε στον Πέπο, του λέει).

Το βλέπω, φίλε μπιστικέ, το βλέπω και το ξέρω

— 422 —

πώς είναι δύσκολο πολύ σιμά μου ναν την φέρω, μα δτι και να 'ρθη τη Χρυσή έ'στω και με τη βία (Πέπος τον διακόπτει).

'Από τη βία καλύτερα για με είν' ή γαλιφία.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Θα ιδούμε από το τήρο τση. Μαλίνα μ3 έχει πιάσει, δΰο χρόνια είναι σωστά πού μ' έχει άλαλιάσει* μα τώρα οΰλα φινίρανε την έ'χω εΐς το χέρι και ψέματα θαν της ειπώ πώς θαν την κάμω ταίρι' μα πού dà πάω στην Βενετία με παινεμο θα λέω

130 στην αγκαλιά μου εβάστηξα δτ' είναι πλιο ωραίο κι άμα βρεθώ στην Βενετία καμάρι θέ ναν τό 'χω πώς φίλησα κι αγκάλιασα το μυρισμένο μόσχο, καΐ για σημάδι πιστευτό πώς έγινε δική μου θα κόψω τσι πλεξίδες τση να τσι βαστάω μαζί μου.

ΜΗΚΙΟΣ (Γελάει χαιρέκακα πώς ή Χρνοή #ά ερεζιλενετο). Εύτοΰνη πού εβούρλιζε με τα πιθέματά τση θα σκομπονεριστή πολύ να χάση τα μαλλιά τση, με ούλους εκογιονάριζε δπως τήν αγαπάνε και εκοκκορευότανε όπως τήνε κοιτάνε.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Γι ' αυτό κι εγώ αποφάσισα τη μΰτη να τση ρίξω

140 πέπα μέ γάνα και ντροπής γιαμά ναν τήν αφήσω, τήν ώρα θέλω να περνώ μέ δαύτη ώς να σαλπάρω, δμως γυναίκα μου εγώ ποτέ δέ θάν τήν πάρω.

ΠΕΠΟΣ (τρέχει κοντά τον και του λέει) Γιοΰλιο μου, σκέψου το καλά. Στααάτησε λιγάκι τ αδέρφια είναι τσή Χρυσής αντρειωμένοι δράκοι καί τ' άρματα παντοτεινά στη μέση τους φορούνε και γράψε άλλοίμονο σέ κειον πού μέ υποψία θωρούνε.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Σου είπα να φύγης από δώ και πήγαινε μακρΰα γιατί θα κάμω μετά εσέ μεγάλη φασαρία. Ξέρω καλά τ' άδρέφια τση πώς λείπουνε κυνήγι

— 423 —

ΙδΟ γι* αυτό καί ή παράδεισο πόρτα σε μεν' ανοίγει. *Ω μπιστικοί μου σύντροφοι, βοηθάτε με τον έρμο εύτο το ρόδο του 'Απριλίου δικό μου νάν το έχω.

ΠΕΠΟΣ Μέ το καλό δεν γένεται, εΰτο δεν το πιστεύω, γι' αυτό κι εγώ δ δύστυχος δλο σε συμβουλεύω.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ *Ω άδρεφέ, να σκάσουμε θέλεις στην ερημία ; "Α λάχη υστέρα τίποτσι πάμε στη Βενετία, οπού δ ένας θα εΐμ' εγώ τσή Βενετίας καμάρι, δ Γιοΰλιος που 'χει δνομα για άξιο παληκάρι.

ΠΕΠΟΣ Πήγαινε κι έχει δ Θεός, μα πήγαινε μ' άσποΰδα

160 εις την Χρυσή, πού ξέγνοιαστη πλένει εκεί τα ρούχα.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Θα ήθελα μέ το καλό ή κουτσούνα μου να γείρη σε τρυφερή αντάμωση και τότε πανηγύρι θα κάμω εδώ πού τή θωρώ. Θα στήσω εκκλησία πού δ κόσμος πού θέ να προσκυνά, θά 'χη παρηγοριά.

ΜΗΚΙΟΣ "Ας τα και είναι περιττό. Στο νοϋ σου μην το βάνης πώς τή Χρυσή μέ το καλό στην αγκαλιά την πιάνεις' εδώ είσαι παντοκράτορας, δείξε τή δύναμη σου και τότες είσαι βέβαιος πώς θα γενή δική σου.

(Πλησιάζουν προς τίς γυναίκες, που τους κοιτάζουν φοβισμένες).

Σ Κ Η Ν Η Τ Ρ Ι Τ Η

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Κυρίες μου, μή φοβώσαστε, εμείς σας χαιρετάμε

170 μέ σεβασμό κι αγαλλίαση γιατί σάς αγαπάμε. (Στην Χρυσή).

Έσύ μέ τα χρυσά μαλλιά στην πλάτη σου ριγμένα, λίγο νεράκι δροσερό δέν έχεις για τα μένα ; (Βλέποντας την να τα χάνγ]).

— 424 —

Μη γένεσαι σαν το φλωρί, κοπέλλα μου ωραία, σα ρόδο εμείς σε θέλουμε μοσκιά και πανωραία, μή σκιάζεσαι, ξανθούλα μου και ομορφομαλλούσα. ΕΙμ' άρρωστος. Δός μου νερό πού τόσο λαχταρούσα.

ΧΡΥΣΗ (Συγκινημένη, πιστεύοντας πως είναι άρρωστος). Μετά χαράς σου, ξένε μου, νερό κι δτι ζήτησης άλλο θέ να σου δώσουμε. Φτάνει να μας άφήσης σπίτι μας να γυρίσουμε. Ειμ' αρραβωνιασμένη σ* οχτώ μέρες σα σήμερα θά *μ«ι στεφανωμένη.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Ά π ο μικρή στα βάσανα θέλεις να εμπης κόρη ; Να είναι καλά τα κάλλη σου, πού οποίος τα εθώρει με μίας εβουρλιζότουνα για να σε κάμη ταίρι γι ' αυτό μικροπαντρεύεσαι, αθώο μου περιστέρι.

(Πίνει καϊ προσποιείται δτι απολαμβάνει το νερό που του προσέφερε).

(Συνεχίζει). Άπο τ* αθάνατο νερό πού πίνουν οί άγγέλ επότισες και μένανε. Μου έφάνη όπως μέλι εγιόμισε το στόμα μου, ζάχαρι και ριστόρο, Χρυσή μου, αγγελούδι μου, είσαι για με τεζόρο.

ΧΡΥΣΗ (τρομαγμένη) Ξένε, τί είν' εύτούνα δπου λές ; ελα στα συγκαλά σου. Σε ρίσκο πάω μεγάλονε δσο είμαι 'γώ κοντά σου, εγώ στο είπ' αφ* τήν αρχή, είμ' αρραβωνιασμένη, ό κύρης μου από μικρή έχει εμέ δοσμένη στο γιο τοϋ Πώλου πού είν' παλιός καί γκαρδιακός του είναι λεβέντης ό γαμπρός και λάμπει ως δ ήλιος' άπο μικρή τον αγαπώ μ* ούλη μου τήν καρδία καί σ' ά'λλονε απόκριση δε δίνω εγώ καμμία.

'Εγώ δεν είμαι για τα σέ. Σύρε στή Βενετία νά 'βρης γυναίκα ως εσύ, αρχόντισσα, κυρία.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ "Αλλη γυναίκα άπο τα σέ ούτε ζωγραφισμένη να ιδώ δε θέλω εγώ πιλιό, είν' ή καρδιά δοσμένη.

— 425 —

ΒΑΓΙΑ 'Αλάργα, ξένε, από δώ ! Και τράβηξε μακρύα κι όπως σου είπε κι ή Χρυσή τράβα στην Βενετία, γιατί οι κοπέλλες μας εδώ δεν είναι για τσι Φράγκους τσί ντονιαδόρους, τσι μουρλούς πού κάθονται 'ς τσί πάγκους ολημερίς των ήμερώ για νά 'βρούνε κοπέλλες και τίποτσι δεν σκέφτουνται από περπέτουες τρέλλες.

ΠΕΠΟΣ (στη Βάγια) Έσΰ, πρασόλα, να μιλή; μόνο όταν σου μιλούνε δχι άτζαρντάρεις κι δλο λες ενφ δεν σε καλούνε. Μιλείς γιατί δεν έχεις δη αγριεμένο Φράγκο,

210 άλλοίμονό σου Βάγια μου το τί θέ να σού κάμω.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Χρυσή μου, ας τη να μιλή κι ελα εδώ κοντά μου, ελα κοπέλλα μου γλυκεία μέσα στην αγκαλιά μου.

ΧΡΥΣΗ Καλά πού με αγάπησες αμέσως με την πρώτη, δσα μου λες ειν' ψέματα και θα τα πώ του Φώτη.

"Οπου καΐ νά 'ναι έφτασε, κάνεις καλά να φύγης, γιατί άλλοιώς θα είν* αργά και δέν θαν του ξεφύγης.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ ('Αγριεμένος, αλλάζοντας έξαφνα νφος) Για δές πώς εκατάντησε τη σήμερον ημέρα για τήραξε πώς μού μιλεί βουνήσιου θεγατέρα ; Το στόμα σου είναι γατούλας είναι και λαβαδούρος

220 και την αποκοτιά σου αυτή dà μάθη ό Πρεβεδούρος, με ωραίο σκοπό ερχόμουνα εδώ, ξανθομαλλούσα, και ό νους μου δέν επήαινε σε ποίαν εμιλούσα.

Έχεις άτζάρντο φυσικό πολύ κακό δποΰ 'ναι τσουρδέλα, βρωμοθήλυκο σού στέκει να σε πούνε. Βασίλισσα dà σ' έκανα ούλης τσή Βενετίας κι ούλες θα σε ζηλεύανε πώς άνθρωπος τσή ανδρείας ταίρι γλυκό του σ' έκαμε, Ρήγισσα ξακουσμένη και άλλη σαν εσένανε δέν ήθε παινεμένη.

Έσέ γυναίκα για τα εμέ δέν κάνεις ούτε ώρα 230 γι' αυτό θα φύγω από δώ ευθύς, αμέσως, τώρα.

— 426 —

ΧΡΥΣΗ Άλλα κι εσύ για άντρας μου καθόλου δεν μου κάνεις. Στο είπα. Φεύγε από δώ και σ9 έγνοιες μη με βάνης, εγώ αγαπάω το Φώτη μου και αλλονε κανένα. Θέ μου, μη γης μη γένοντο κάμ' ευσπλαχνία σε μένα καί νά 'θελε δ Κΰρης μου σ' αλλονε να με δώση ■θα μ' έβλεπε να σφάζουμαι αμέσως με την πρώτη.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Και ποίος ρωτάει τί βοΰλεσαι ή ό Κΰρης σου τί Όελει ; Δώ χάμου ορίζω μόνο εγώ, καθόλου δεν με μέλει τί θες εσύ και τί δεν θες. Έγώ θα σε φιλήσω

240 θα κάμω εκειό, πού επιθυμώ καί θα σ' άπαρατήσω.

ΜΗΚΙΟΣ Τί κάθεσαι και τσή μιλείς, αφέντη, τσή μαρκάδας δπως τσ' αξίζει άγκάλιασ' την σα νά 'ναι μια τσή αράδας.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ ('Υποκρίνεται πώς είχε στην αρχή προθέσεις καλές). Τώρα είμαι με την γνώμη σου. Θα παίξω, θα γελάσω, χωριατοπούλες θα φιλώ ώστε πού να γεράσω, και πού θα πάω στη Βενετία με παινεμο θα λέω εβάστηξα στην αγκαλιά έ'ναν ανθό ωραίο πού ούλους τσι εβοΰρλιζε με τα καμώματα του κι απ* ούλους μοναχός εγώ έφερε στα νερά του.

(Ό Γιονλιος φιλεΐ την Χρυσή. 'Εκείνη τον δίνει ενα μπάτσο).

ΧΡΥΣΗ Καιρό δεν χάνω, ούτε στιγμή, το χέρι μου σηκώνω

250 θα φφς, παλιόφραγκε, φουσκιά, κι δλας σε μαχαιρώνω. ('Εκείνος την πιάνει. Τον βοη&οΰν οι φίλοι τον

και την φιλεΐ σννεχώς. Ή Χρνσή κάνει να βγάλγ} το μαχαίρι πον βαστονσε στη ζώνη της).

ΒΑΓΙΑ (τρομαγμένη) Τρέχτε, βοηθήστε, Χριστιανοί, σε τούτο το άππαράτο μη φτάση δ πατέρας τση μ' ούλο του το φουσσατο καί μακελειό, σφαή σωστή εδωπα θέ να γένη.

— 427 —

*Ω Θέ ! Κάνε καί πάρε με γιατί άλλο δεν μου μένει. (Ό Γιούλιος βοηθούμενος (χπο τους φίλους του τραβάει

το μαχαίρι του και κόβει τις πλεξίδες της Χρυσής).

ΓΙΟΥΛΙΟΣ (επιδεικνύει τις πλεξίδες) Ώραΐα μαλλιά ολόξανθα, τση Βενετίας χρυσάφι δε φταίω εγώ α στά 'κοψα, υπομονή, νισάφι, από καιρό τα ήθελα μα έκανα τον καμόνο, γιατί καιρό δεν εύρισκα κοπέλλες ν' ανταμώνω, μα τώρα πού εύρηκα καιρό άσπάσο να πηγαίνω

260 μομέντο δεν εξέφυγες δελέγκου σ' άπαντέχνω. Ψυχή μου, μάγουλα εύτά, είναι σα ροζαμάπα οΰλα τα άνθη τ' 'Απριλίου δεν είναι σαν εδαύτα. (Στους φίλους του). Και τώρα οπίσω, φίλοι μου, να πάμε στη δουλειά μας γιαμά εις την πατρίδα μας κοντά εις τα καλά μας και κει πού θα βρισκόμαστε θα βλέπουν τσι πλεξίδες κι ούλοι τους θα θαυμάζουνε και θα ρωτούν « αν είδες » ό ένας εις τον αλλονε τέτοια μαλλιά αξίας την Βενετι' α γυρίσουνε δεν θέλει δουν καμμία να έ'χΐΐ όμοια σαν εύτά κοντέσσα και κυρία. (Σαν ν' απευθύνεται στους συμπατριώτες του Βενετούς).

270 Μοσμόκιοι μου και σέμπιοι μου και σεις λιμοκοντόροι, τοϋ κάκου παιδευόσαστε δεν είν' για σας οί ντόροι σε πόλεμο αν επήαινα και με ανδρεία νικούσα λιγώτερη αφ' τα σήμερα χαρά δε θα γροικούσα. (Κοροϊδευτικά στη Χρυσή παυ κλαίει). Και πίστεψες, μωρή κουτή, πώς ένας Βενετσιάνος και άρχοντας ωσάν εμέ οπού δεν είναι άλλος εσένα για γυναίκα του ήθελε για να πάρη ; Μα τα μαλλιά σου ήθελα και πάρε το χαμπάρι. Πώς είναι κειος πού πρέμιο έχει για την αντρεία του τεζόρους, αμπούλες σωρό είν3 οΰλα τα καλά του

280 έτσι κι εγώ το σήμερα θωρούμ' ευτυχισμένος το πιο καλό απ' οΰλ' αυτά όπου 'χω εγώ παρμένο.

ΧΡΥΣΗ (Σηκώνεται αγριεμένη). Να ξέρης όμως, άτιμε, πώς δεν θα την γλυτώσης στού ήλιου τη μάννα να βρεθής δεν είναι να βραδυώσης,

— 428 —

■θα πφς από τα εμένανε πού ετρόμησες να βρίσης μα δεν μπορείς, παλιόφραγκε, εμένα να νικήσης.

"Εχω πατέρα, έ'χω αδελφούς, έ'χω και τον καλό μου μα εγώ θα πιω το αίμα σου για γοΰστο εδικό μου.

ΒΑΓΙΑ Χρυσή, πάμε να φύγουμε, φαρμάκι θέ να πιω μα δέν άκοΰς πατήματα ; Άλλοια σε μας τσί δυο.

290 Φράγκοι καΐ άλλοι και πολλοί θα είναι εδώ κρυμμένοι. Πάμε, Χρυσή, να φύγουμε, κόρη μου παιδεμένη, και κάπου 0έ να συμπλάξουνε τον άπονο ετούτο, πού σου 'δώσε ατίμωση για εδικό του γοΰστο, τ' άδρέφια σου, δ Κύρης σου κι ό Φώτης σου ό ίδιος θαν τόνε κάμουνε παστό πού θαν' ούλος φινίδος.

ΧΡΥΣΗ (οτην βάγια της άγρια) Πανώρια, πάψε να μιλής, ή εκδίκηση φωνάζει στο αίμα μου χίλιες φορές και « σκότωσε » μου κράζει, από πατέρα κι άδρεφούς εγώ δεν έ'χω χρεία. (Στον Γιονλιο)

Άπο τα με θα σκοτωθής, άλλη γιατρειά καμμία, 300 από τα μένανε θα π$ς, φυλάξου, άλλοίμονό σου,

γιατί μ' εΰτο πού μου 'καμες έγραψες το χαϊμό σου. Δέν ειμ' εγώ αφ' τη Φραγκιά, δμοια μ' εκειές πού ξέρεις, κοπέλλα είμαι του βουνού και παίδεψη μου φέρνεις μ' εύτο οπού μου έκαμες, γι' αυτό κι εγώ θα κάνω εκδίκηση άπάνου σου καΐ τον καιρό δέ χάνω κι έ'τσι για πάντα θά είμαι 'γώ του τόπου μου καμάρι κι ού'τ* έ'χω ανάγκη να κρυφτώ για τη δική σου χάρη παρά θα δείχνω στο χωριό ετούτη τη μπομπή σου κι ά'λλο πιλιο σ' εύτο στιγμή δέν θα σταθούν δικοί σου.

310 Τον Φράγκο θα τηράζουνε σαν έ'να βλογιασμένο καΐ θα μακραίνουν απ' αυτόν σαν βρυκολακιασμένο.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Το αστείο πολύ εβάστηξε, κι εσύ δέν το νομίζεις ; Μέ το καλό να φύγετε σου λέω γιατ' άντικρύζεις κακά πολύ χειρότερα κι εσύ καΐ το χωριό σου και για ούλ' αυτά θα φταις εσύ, το στίτσο το δικό σου.

— 429 —

Άκοΰς εκεί το παρλιακο με μένα να τα βάνη πού δγιος μπροστά μου εμίλησε τον τάφο του έχει κάνει. Τράβα μακρΰα από δω, σώνουν οι μπαρτζολέττες. (Στον Μήκιο). Παρ* τσί γυναίκες από δω και άλυσσόδεσέ τες.

ΧΡΥΣΗ (Στον Γιούλιο, ενώ τραβάει το μαχαίρι της)

320 Τώρα θα ΐδής, πουλάκι μου, αν ίσως σε φοβάμαι με μίας σε σκοτώνω εγώ και δεν χασομεράμε.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ "Ωστε το βλέπω ! Δεν άκοΰς. Μα δγιος ε'ρθη κοντά μου ευθύς το θάνατο θα βρή από τα άρματα μου και συφορα κι άλλοίμονο σε τοΰτονε τον τόπο το τί θα ύποφέρουνε απ' το δικό σου τρόπο.

ΧΡΥΣΗ Ή χώρα οΰλη και χωριά δίκιο θέ να μου ρίξουν δσο καΐ να ύποφέρουνε τον πόνο τους θα κρύψουν και παληκάρια θα φερθούν ούλοι τους δοξασμένα και στο πλευρό μου θα σταθούν πιστά και τιμημένα,

330 δντας θέ νά 'βγη ή είδηση πώς ή Χρυσή τού Φώτη με μαχαίρια εσκότωσε τον Φράγκο με την πρώτη κι εύγες θα λένε στη Χρυσή, νέοι, γέροι και παιδία δελέγκου πού θα μάθουνε τη φοβερή αιτία, δμωςι ci θέλης να σωθής, τρόπος υπάρχει ακόμα δόσε μου τσί πλεξίδες μου. Γιά πέτα τσι στο χώμα ! Γιαμά εγώ φεύγω από δω και τίποτσι δε λέω σκεπάζω το κεφάλι μου καΐ μοναχή μου κλαίω για το κακό πού μ' εύρηκε και για τή συφορά μου ώστε να γίνουνε μακρυα σαν πρώτα τα μαλλιά μου.

ΓΙΟΥΛΙΟΣ 340 Εύτο ποτέ δεν θα το ιδής καΐ μή το περιμένης

παρ! κλειστή από ντροπής στο σπίτι σου θα μένης και ούλοι θέ να μάθουνε αυτό το πάθημα σου το άτζάρντο σου τί έκαμε θα γένη μάθημα σου.

(Τα βήματα ακούονται πολύ κοντά τώρα. Ή Βάγια την παροτρύνει).

28

— 430 —

ΒΑΓΙΑ Χρυσή, δεν έχουμε καιρό, έ'λα πάμε κάλλια μας. Οι Φράγκοι έ'ρχουνται, Χρυσή, αλλοιά σε μας, άλλοιά μας.

ΧΡΥΣΗ Καλύτερα να έρθουνε να ιδούνε και εκείνοι νεκρό από τα εμένανε το φίλο τους να μείνη.

ΒΑΓΙΑ Χρυσή, βάλ" το μαντήλι σου, σκέπασε το κεφάλι, να μή σε ιδούνε με ντροπής τέτοια πού δεν ειν' άλλη.

("Η Χρυσή αυθόρμητα σκεπάζει το κεφάλι της, ενώ αντί των Φράγκων παρουσιάζονται

δ πατέρας της, τ' αδέλφια της κι δ Φώτης).

Σ Κ Η Ν Η Τ Ε Τ Α Ρ Τ Η

ΜΠΟΥΡΔΟΥΜΠΑΣ Τί είναι, Χρυσή μου, τί έπαθες, κόρη μου παινεμένη ; Οι Φράγκοι τί σου εκάμανε και φαίνεσαι κλαϊμένη ;

ΦΩΤΗΣ Είπαμε νά 'ρθουμ' από δώ γιατ' ήξερα πώς πλένεις, δμως σε βλέπως ανήσυχη. Λέγε, τί περιμένεις ; Λέγε μου, τί σου εκάμανε ετούτοι εδώ, κυρά μου, και θα τσί συγυρίσω ευθύς εγώ με τ' άρματα μου. Μπροστά στο δίκιο μου εγώ κανέν' δεν άμπαντάρω πού τη σωστή εκδίκηση μερτάρει για να πάρω.

(Ή Χρυσή δεν άπαντα, άλλα έχει κατεβάσει το κεφάλι).

ΓΙΟΥΛΙΟΣ Για διάταξε την κόρη σου να βγάλη το μαντήλι, τότες θα Ιδής τί έπαθε από δική τση ευθύνη, να μάθη εχρειαζότουνα τη δύναμη πού έ'χω καΐ Οχι μέ μότα καΐ μ' εύτα να λέη « χρεία δεν εχω ».

Έ γ ώ ερχόμουνα εδώ μ' αγάπη και λατρεία πλούτια και δόξα τσή 'ταζα κι ούλη τήν ευτυχία μ' αυτή μέ ντισπρετσάρισε οπού δέν παίρνει άλλο, το λέω αγρίεψα κι εγώ και έ'τυχε να σφάλλω.

— 431 —

ΧΡΥΣΗ (Βγάζοντας το μαντήλι από το κεφάλι). Φώτη, πατέρα, ΐδέστε με πώς με εκαταντήσαν και την τιμή σας οι άτιμοι πώς εποδοπατήσαν. Τέτοι' ατιμία μερτάρει το να ξεπλυθή με αίμα δμως βοήθεια δε ζητώ από εσάς κανένα.

(Πλησιάζει ξαφνικά τον Γιούλιο και τον μαχαιρώνει. Ό Γιούλιος πέφτει).

Παρ* επι τέλους από με το θάνατο, πού αξίζεις 370 κι έ'τσι πιλιο δε θέ να πής κάνεις πώς δεν σ* αγγίζει.

(Οι δικοί της χτυπούν και τους άλλους δύο).

ΦΩΤΗΣ Πάρτε καΐ σεις το μερτικό για τον καλό σας φίλο λόγιαζε να την αφινε σα μαραμένο μήλο. Είμαστε σόϊ περήφανο δπου δεν μορογάρει πού δταν του κάμουν προσβολή με τ' όπλο άριβάρει.

ΕΝΑΣ ΑΔΕΛΦΟΣ Πάμε να φύγουμ' από 'δώ. Μακρύ' από 'δώ κι αλάργα μη φτάσουν οι άποδέλοιποι και τα εύρούμε μαύρα.

ΦΩΤΗΣ (Παίρνει τη Χρυσή από το χέρι). Πάμε, Χρυσή μου, σπίτι μας γλήγορα να κρυφτούμε κι δσο μπορούμε πιο ταχυα για να στεφανωθούμε,

380 έτσι θα τελειώσουνε καΐ μας τα βάσανα μας και θέ να ιδούν τα μάτια μας δτι ποθεί ή καρδιά μας. Μη κλαις για τα μαλλάκια σου, εμένα δεν με γνοιάζει και σΰντας σε θωρώ εγώ, λέω, Παναγία μοιάζει.

ΧΡΥΣΗ Πάμε, ταιράκι μου γλυκό, ταίρι μου μπιστεμένο,

385 πού από τα φύλλα τσή καρδιάς χρόνια σε περιμένω.

— 432 —

Λ Ε Ξ Ι Λ Ο Γ ΙΌ Ν

άβιζάροα = ειδοποιώ άγροίχητο= ανυπάκουο αλάργα = μακρυα αλμττα ( άρμπα ) = λυκαυγές άμπαντάρω = εκτιμώ, ύπολήπτομαι, προ­

σέχω αμπούλες = αφθονία άπαντέχνω = συναντώ άππαράτο = φαινόμενον, συμβάν ânoHOxià = τόλμη άριβάρω = φθάνω αοττάσο = διασκέδασις άσπονδα = σπουδή άτζαρντάρω = τολμώ άτζάρντο = τόλμη, θράσος άττο = στη στιγμή βονρλίζω = τρελλαίνω γαλιφία = καλόπιασμα γάνα ■=■ καπνιά, μτφ. ντροπή γατούλας = υπόνομος, μτφ. βρισιά για μα = υστέρα, μετά δ ελέγχου = αμέσως εδαντα = αυτά καλλία μας ( πάμε ) = να φύγουμε ( πάμε ) χαμών ο ( κάνω ) = ( κάνω ) τον κουτό κογιονάρω = κοροϊδεύω χοντραστάδες = αντιρρήσεις χοντσοννα = κούκλα λαβαδονρος = νεροχύτης, μτφ. βρισιά μαλίνα = τρόμος μαρχάδα = αγορά μερτάρω = αξίζω μή γης μη γένοιτο = με κανένα τρόπο να

μη γίνη μηνίπως = μήπως μομέντο = λεπτό μορογάρω = αργώ μοσχιά = λευκορρόδον μοσμοΐχος = νωθρός

μότα = νάζια μπαρτζολετάρω = αστειεύομαι μπαρτζολέτες = άστεΐα μπεχεκε = κερατάς μπελέταα = ομορφιά ντισπρετσάρω = περιφρονώ ντονιαδόρος = ερωτομανής δγοιος — οποίος πατσάρω = εγγίζω, ενοχλώ, θ ί γ ω πέπα — τελείως κουρεμένη πέπα με γάνα = κουρεμένη τελείως μέ

ντροπή περπέτουος = αιώνιος πι&έματα = χαρακτηριστικά τοΰ προσώ­

που πρασόλα = ιδιότροπη, παλιόγρια πρέμιο = βραβείο ρισκάρω = τολμώ, κινδυνεύω ρίσχιο = κίνδυνος ριστόρο = άναψυκτικόν ροζαμάπα = μεγάλο τριαντάφυλλον αέμπιος = κουτός, βλάκας σνντας = όταν σκομπονέρω = ανησυχώ σταφνισμένη — μυαλωμένη ατίτσο = οργή οτονπίρω = θαυμάζω οφαη = σφαγή ( τό κατώτατον μέρος τοΰ

τραχήλου) τεζόρο = θησαυρός χήρο = βλέμμα τρουβέλια = ανησυχίες τοουρδέλα = ζωηρή ( έπί ηθικής ) φινίδος = τελειωμένος μτφ. έξηντλημένος φινίρω = τελειώνω φουακιά = μπάτσος χαμπερίζω — υπολογίζω, προσέχω ώστε = ώσπου

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Θ. ΖΩΡΑ Καθηγητού τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΙΚΕΛΑΣ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΘΩΜΑΖΑΙΟΣ

Ό Δημήτριος Βικέλας, συγγραφεύς τ°ΰ Λουκή Λάρα και ιδρυτής τοΰ Συλλόγου προς Διάδοσιν 'Ωφελίμων Βιβλίων, έγεννήθη εις Έρμοΰπολιν της Σΰρου τήν 1 5 ^ Φεβρουαρίου 1835. Νεαρός μετέβη, ως υπάλληλος των θείων του αδελφών Μελά, εμπόρων, εις Λονδϊνον, δπου και παρέμεινεν επί εικο­

σαετίαν περίπου. Βραδΰτερον μετέβη εις Παρισίους, τφ δε 1900 έγκατεστάθη οριστικώς εις 'Αθήνας, ένθα έζησε μέχρι του θανάτου του, επισυμβάντος τήν 7ην Ιουλίου 19081.

Ή συγγραφική δρασις τοΰ Βικέλα είναι, ως γνωστόν, πλούσια, περι­

λαμβάνουσα ποιήματα, διηγήματα, μελετάς, αναμνήσεις, ταξιδιωτικός αφη­

γήσεις, μεταφράσεις καΐ άλλα μελετήματα ποικίλου περιεχομένου. Έ ν Λονδίνω ευρισκόμενος ο Βικέλας εδημοσίευσε σΰντομον ποιητικήν

συλλογήν υπό τον τίτλον «Στίχοι», εκδοθεΐσαν το πρώτον τω 1862 καί, βραδΰτερον, εις δευτέραν εκδοσιν, τφ 1885. Τήν ποιητικήν ταΰτην συλλογήν απέστειλε τω 1874 εκ Λονδίνου προς τον Νικόλαον Θωμαζαΐον, συνοδεύων ταΰτην με τήν κατωτέρω επιστολήν, ήτις είναι και ή μόνη σωζόμενη εις τα κατάλοιπα τοΰ Δαλματοΰ λογίου. Κατά πασαν πιθανότητα αΰτη υπήρξε και ή τελευταία, δεδομένου δτι μετ' ολίγους μήνας, και ακριβώς τήν lw Μαΐου 1874, ό Θωμαζαΐος έκλεισε δια παντός τους οφθαλμούς εις Φλωρεντίαν.

Ό Βικέλας, δικαιολογοΰμενος τρόπον τινά δια τήν βραδΰτητα μεθ' ης αποστέλλει τήν συλλογήν τών ποιημάτων του, λέγει δτι τοΰτο οφείλεται εις το γεγονός, δτι ήγνόει τήν ακριβή διεΰθυνσιν τοΰ Θωμαζαίου, τήν οποίαν τότε μόνον επληροφορήθη παρά τοΰ κόινοΰ φίλου Μάρκου Ρενιέρη. Παρα­

καλεί δε τον σοφον παραλήπτην, δπως μετ' επιεικείας κρίνη τα νεανικά του ταΰτα πρωτόλεια.

1. Δια πλείονας πληροφορίας βλ. Δημ. Σ. Μπα λά ν ο υ , Δημήτριος Βικέλας, < Νέα Εστία» 38 (1915), σελ. 493 επ., Α. Λ έ τ σ α , Δημήτριος Βικέλας, Θεσσα­

λονίκη 1951, Δ. Γ ι ά κ ο υ και Α. Φ ο υ ρ ι ώ τ η , Δημ. Βικέλας, Έμ. Λυκούδης, Δ. Καμπούρογλους και άλλοι, Βασική Βιβλιοθήκη, άριθ·. 21, 'Αθήναι 1958, ίδίςι σελ. 14 επ. καί 49 επ., ώς και τήν εκεί άναγραφομένην σχετικήν βιβλιογραφίαν, Β ο β ο­

λ ί ν η , Μέγα έλληνικον βιογραφικον λεξικόν, τόμ. Γ', 'Αθήναι (1961), σελ. 283 επ., επίσης 'Αφιέρωμα 'Ελληνικής Δημιουργίας, 1 Δεκεμβρίου 1953 κ.λ.

— 434 —

Ή επιστολή του Βικέλα εγράφη την 2 6 ^ 'Ιανουαρίου 1874 εις γαλλι­

κήν γλώσσαν καΐ εστάλη ταχυδρομικώς εις Φλωρεντίαν. 'Ιδού το κείμενον αυτής εν μεταφράσει :

« Κΰριε, Λαμβάνω το θάρρος να σας αποστείλω μικρόν τόμον στίχων1, τον

οποίον παρακαλώ να θελήσητε να δεχθήτε 2 ώς ταπεινον δώρον εκ μέρους νεαροί) "Ελληνος8, δστις, γνωρίζων το ενδιαφέρον το οποίον δεικνύετε προς παν σχετιζόμενον προς τήν ελληνικήν λογοτεχνίαν, τρέφει τήν ελπίδα, δτι 'θα ρίψητε επιεικές βλέμμα εις το έργον του.

Δεν σας απέστειλα ενωρίτερον τον μικρόν τούτον τόμον, διότι δεν εγνώ­

ριζον εις ποίαν πόλιν της 'Ιταλίας διεμένατε4. Ό κύριος Μάρκος Ρενιέρης5

με πληροφορεί δτι εΰρίσκεσθε εις Φλωρεντίαν καί επείγομαι να τον λάβητε. Δεχθήτε, Κΰριε, μετά τής εκφράσεως τής ευλάβειας μου προς το δ'νομά

σας, τήν διαβεβαίωσιν τής δλως εξαίρετου ΰπολήψεώς μου. Λονδΐνον 19 Broadt St.

26 'Ιανουαρίου 1874 Δ. Βικέλας»6.

1. Πρόκειται περί τής ποιητικής συλλογής υπό τον τίτλον « Στίχοι », τής οποίας εγένοντο δύο εκδόσεις, ή πρώτη εν Λονδίνφ τφ 1862, ή δευτέρα εν 'Αθήναις τφ 1885.

2. Πρόκειται περί τής πρώτης εκδόσεως τής συλλογής ύπό τόν εξής τίτλον : Στίχοι, Δημητρίου Βικέλα, Έ ν Λονδίνφ, Printed by Taylor and Francis, Red Lion Court, Fleet Street, 1862, σελ. 64.

3. "Οτε εδημοσίευσε τήν πρώτην εκδοσιν των « Στίχων » ό Βικέλας ήτο περί­

που 27 ετών. 4. 'Ως γνωστόν, ό Θωμαζαΐος κατά τον τρικυμιώδη βίον του ήναγκάσθη επανει­

λημμένως να άλλάξη διαμονήν, ακόμη δε να ζήση και εξόριστος μακράν τής 'Ιτα­

λίας, εις Γαλλίαν, Κέρκυραν κ.ά. 5. Ό γνωστός νομομαθής καί λογοτέχνης, στενός φίλος καί θαυμαστής τοΰ

Θωμαζαίου. 6. 'Ιδού καί το γαλλικόν πρωτότυπον τής επιστολής :

« Monsieur · Je me permets de vous envoyer un petit volume de vers, que je vous

prie de vouloir bien recevoir comme un humble hommage de la part d'un jeune Grec, qui sachant l'intérêt que vous prenez à tout ce qui a rapport à la littérature grecque, espère que vous jeterez un regard indulgent a son travail .

Je ne vous ai pas envoyé plus tôt ce petit volume, car je ne savais pas dans quelle ville de l 'Italie vous résidiez. —Monsieur Marc Renieri vient de m'informer que vous étiez en Florence et je m'empresse de vous le faire parvenir.

Agréez, Monsieur, avec l'expression de ma vénération pour votre nom, l 'assurance de ma considération la plus destinguée.

Londres, ig, Broad St. 26 janvier 1874 D. Bikélas >.

­ τ 435 —

Δεν γνωρίζομεν αν δ Θωμαζαΐος άπήντησεν εις τον ευγενή αποστολέα. Δεδομένου δμως δτι κατά κανόνα ήτο συνεπής εις τήν άλληλογραφίαν του, πρέπει να ύποθέσωμεν δτι δεν θα παρέλειψε να απάντηση και προς τον Βικέλαν. Πάντως εις τα κατάλοιπα του ουδέν σχετικον σημείωμα^σφζεται.

ΔΗΜ. ΒΙΚΕΛΑ

'Απολογία

Μου είπαν : Μη 'ς την Ποίησι πλέξης και συ στεφάνι, άφοϋ σε άνθη αμάραντα το χέρι σου δεν φθάνει. Μου είπανε : Καλύτερα κρύψου βαθιά 3ς τα σκότη, παρά να είσαι ύστερνος κι άλλοι νά είναι πρώτοι.

Είπα κι εγώ : Ό Αούναβις τόσα βασίλεια βρέχει, κι όπου περνά το ρεϋμα του άφ'ινει τ δνομά του. Πλην το ποτάμι το μικρό, πού 'ς το λαγκάδι τρέχει, κι ανώνυμο κατρακυλά τά ταπεινά νερά του, κι αυτό δεν είναι περιττό και άσκοπο 'ς τη φύσι, αν 'ς τη στενή του λαγκαδιά λίγους αγρούς ποτίση!

[ 'Από τήν συλλονήν « Στίχοι », εν Λονδίνφ 1862 J

ΜΑΡΙΝΟΥ ΣΙΓΟΥΡΟΥ

Ο ΠΑΡΙΣΙΝΟΣ ΒΑΚΧΟΣ*

Ό νικητής τών τιτάνων, κοσμογυριστής, οργιαστής και πολύτεκνος αυτός "θεός, μολονότι μια παράδοση αρχαία τον θεωρεί θνητόν, δεν έπαψε να λατρεύεται.

Ό ωραίος θεός πού ήταν μυημένος στα μυστήρια τών Μουσών, τών Νυμφών και τών Χαρίτων και στο μαντείο τών Δελφών μοιραζόταν τα προ­

νόμια του 'Απόλλωνα, τώρα βρίσκεται στο μουσείο του Λούβρου, επολιτο­

γραφήθη Παρισινός, κι αν έχασε τήν ελληνική του υπηκοότητα, διατηρεί δμως απαράλλαχτη τη νεανική ομορφιά, τη θηλυκή χάρη, τήν ιδανική έκφραση της αρχαίας τέχνης. Είναι πάντα, καθώς τον ύμνησε ό Πίνδαρος, « δ θεός πού δίνει τή χαρά, πού γεννάει τήν απόλαψη, πού διώχνει μακριά τις φροντίδες τών ανθρώπων ».

Τον εμπνευσμένον αυτόν θεό, πού είχε από τήν πρώτη νιότη του τήν αγάπη της δόξας και μια πρόσκαιρη τρέλλα, τον ύμνησε ό ποιητικός κόσμος. Ό Baudelaire έγραψε πώς το κρασί το πίνει ό κακότυχος και ζηλιάρης άντρας και ρίχνει τή γυναίκα του στο πηγάδι, το πίνει ό φιλέρημος ποιητής και ξαναβρίσκει τις ελπίδες της νιότης, το πίνουν οι αγαπημένοι και με τα φτερά τών αγγέλων πετούν στον παράδεισο τών ονείρων, το πίνουν οι από­

κληροι της ζωής και γίνοντ* ευτυχισμένοι :

Pour noyer la rancœur et bercer l'indolence de tous ces vieux maudits qui meurent en silence Dieu, touché de remords, avait fait le sommeil ; l'Homme ajouta le Vin, fils sacré du Soleil!

Oî φίλοι του Βάκχου τιμούν τή μνήμη του όχι μόνο με τον μεθυστικό χυμό του αμπελιού άλλα με δλων τών ειδών τα οινοπνεύματα.

Σε δλες τις παρισινές συνοικίες πολλά κέντρα είναι ναοί τού Βάκχου. Το πνεύμα του είναι πάντα κυρίαρχο και παρήγορο σε δσους αναζητούν το βοτάνι της λήθης, μια πρόσκαιρη χαρά, μιαν εύκολη διασκέδαση.

Μερικοί καλλιτέχνες εμπνέονται από το οινόπνευμα δσο κι από τή ζωή και περνούν τον περισσότερο καιρό στις ταβέρνες και στα καφενεία.

* 'Ανέκδοτο απόσπασμα άπο τις « Εντυπώσεις άπό το Παρίσι > 1909. ("Ιδ. και « Παρνασσός » Β' ( 1960 ), σελ. 523 · 524 ).

— 437 —

Είναι πάντα λιγώτερο ή περισσότερο μεθυσμένοι από πιοτά και ονει­

ροφαντασίες : Et passant par les eaux­de­vie qu'on cite comme redoutables, l'âme au septième ciel ravie le corps, plus humble, sous les tables

καθώς τους περιγράφει μια στροφή του Paul Verlaine, άντικρΰζουν, τους ανθρώπους και τα πράγματα, με μάτια θαμπωμένα από κάποιο μαγικό φως. Χαμογελούν αδιάφοροι και κάποτε πρόσχαροι, σε δλα : στις φροντίδες, στη φτώχια, στις κακοτοπιές του δρόμου της ζωής.

Ό ποικιλόμορφος και πολυσύνθετος αυτός πληθυσμός, εντόπιος και ξένος, είναι συμπαθητικός κι άξιολΰπητος. Νέοι, μεσόκοποι και γέροι, απο­

διωγμένοι της δόξας, του πλούτου, της ευτυχίας, δεν εκατόρθωσαν με τα χρώματα, με τή σμίλη, με το τραγούδι, με τα βιβλία να κερδίσουν φήμη και χρήμα.

"Ετσι, μην έχοντας τίποτε καλύτερο να κάμουν, διορθώνουν τις ατέ­

λειες του κόσμου κι εξηγούν τα σύμπαντα. "Ολη των ή δύναμη χάνεται στις αλλοπρόσαλλες κι ανεφάρμοστες θεωρίες των. "Οσο περισσότερο σφαλερές είναι οι ιδέες των τόσο εντονώτερα τις υποστηρίζουν. "Ισως σε αυτό να μην έχουν άδικο γιατί μια ιδέα σφαλερή, πολλές φορές, πείθει κι ενθουσιάζει τους ανθρώπους εΰκολώτερα και καλύτερα παρά μια ιδέα σωστή.

Ζουν με τή μεθυστική χαρά ν ' αυτοσχεδιάζουν μια διασκεδαστική συνο­

μιλία, εμπνέονται τή σκέψη των από τον ήχο τής φωνής των­ Και ή μόνη των σοφία είναι δτι αναγνωρίζουν και διαλαλούν τήν τρέλλα των.Ό νους κι ή θέληση έχουν πάρει διαζΰγιο, και νομίζουν τή λογική σαν το πλιο ανώφελο πράγμα, μια διαλυτική δύναμη, πού δεν ξέρει στην καθημερινή ζωή οΰτε να μας οδήγηση στις απορίες μας, οΰτε να μας παρηγόρηση για τα λάθη μας. Ή λογική είναι μόνο έ'να παιγνίδι των πονηρών.

"Ανθρωποι τής τέχνης, των γραμμάτων και τής αργίας, των διασκεδά­

σεων και των στερήσεων, παραγνωρισμένες μεγαλοφυίες με μακριά μαλλιά, με άπεριποίητα γένεια και με πλατύγυρα καπέλλα, με περίεργα ροΰχα και με παράδοξες ιδέες.

'Αγαπούν το καθησιο και το γλέντι. Πιστεύουν πώς ή αχάριστη δουλειά άποκτηνώνει τον άνθρωπο και δεν του άφίνει καιρό και δρεξη να χαρή τΙς ομορφιές τής ζωής. Οι φιλόπονοι, γι' αυτούς, είναι ηλίθιοι καταδικασμένοι σε φοβερή σκλαβιά.

Ή φιλοδοξία τους δεν παραδέχεται ξένες αξίες κι έχουν αρχή να περι­

φρονούν τους άλλους :

Nul n'aura de l'esprit hors nous et nos amis.

— 438 —

Πειράζουν τους στενόμυαλους και μικρόψυχους αστούς, και καλλιεργούν την ειρωνία, αυτή την τέχνη να λένε με επίσημη σοβαρότητα πράγματα δια­

σκεδαστικά και χαριτωμένα. Μισούν τους μικρόψυχους πρακτικούς ανθρώ­

πους πού με ύπουλη κακοπιστία βάζουν στοΰ υπολογισμού τη φλωροζυγαριά τον πόνο, τήν αγάπη, τη χαρά κι δλα τα βαθιά κι άκαταμέτρητα αισθήματα, πού συνταράζουν τήν ανθρώπινη ψυχή.

"Ολοι αυτοί είναι οι αταίριαστοι, οι παραστρατισμένοι και οι ασυμβί­

βαστοι, πού δεν εκατάφεραν να πραγματοποιήσουν τους πόθους, τα σχέδια και τα όνειρα τους. Δεν μπορούν να υπερνικήσουν το παραμικρότερο εμπό­

διο και με τήν πρώτη τρικυμία πνίγονται στο πέλαγο της ζωής. Ή μόνη των προσπάθεια είναι να ξαφνίζουν τον ακροατή τους· Ντύνουν με το φόρεμα του τελευταίου συρμού ιδέες απαρχαιωμένες,

•θωρακίζουν με ακαταμάχητα επιχειρήματα τις πλιο ακατανόητες άρλούμπες. Αυτοσχεδιάζουν δπου τύχη τις ευφυΐες των, γιατί πιστεύουν πώς είναι υπο­

χρεωμένοι ναχουν εξυπνάδα ολημερίς κι ολονυχτίς, ακόμη κι όταν κοιμούν­

ται, στα όνειρα των· "Εχουν μια δημιουργική φαντασία, μια σπιθοβολή πνεύματος και στην

απλούστερη συνομιλία. Μασκαρεύουν τήν ξετσίπωτη φράση των με νόημα διφορούμενο. Περιμένουν πρώτα το ύφος καΐ τον τόνο τού συνομιλητή των για να διαλέξουν κι αυτοί τήν έκφραση των. Ό προφορικός λόγος είναι έ'να είδος τέχνης, κι οί άνθρωποι αυτοί πού δεν έγραψαν, δέν εζωγράφισαν, δεν εσκάλισαν, δέν εσύνθεσαν, δέν έκαμαν τίποτε, σπαταλούν πλουσιοπάροχα τήν παράξενη μεγαλοφυία των, στή συνομιλία. Άλλα τα λόγια, μόλις σβήση δ αντίλαλος των, δέν άφίνουν άχνάρι, δσο κι αν είναι σοφά, έξυπνα, διασκε­

δαστικά, χαριτωμένα. "Οταν ό καλλιτέχνης ζη τή ζωή του, χωρίς να τή συνθέτη σέ έργο

δημιουργικό, τή χάνει ανεπίστροφα μέ τού χρόνου το πέρασμα, όμοια σαν τή ζωή των κοινών ανθρώπων.

Άλλα το πνεύμα τού Βάκχου διώχνει από το νού τους παρόμοιες δχλη­

ρές σκέψεις.

Δοβς Κ. ΣΠΥΡΙΔΑΚΙ Προέδρου 'Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως ( Βουλής ) Κύπρου

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ*

Ή Κύπρος, ώς γνωστόν, διεδραμάτισε σημαντικον ρόλον εις την άρχαίαν ίστορίαν και δια τοΰτο κατέχει ΐδιαιτέραν θέσιν μέσα εις τον δλον ελληνικον κόσμον της αρχαιότητος και δη της 'Ανατολικής Μεσογείου1. Ή Φέσις αυτής είναι τοιαύτη, ώστε να άποτελή κέντρον, εις το όποιον διασταυροΰνται τα ρεύματα εξ 'Ανατολής και Δύσεως, Βορρά και Νότου. Τα πορίσματα των ανασκαφών, αΐ όποΐαι διενεργήθησαν εις εύρεΐαν κλίμακα προ παντός κατά τους προσφάτους χρόνους καΐ ή μνεία τής νήσου εις γραπτάς πηγας πάντων των περί αυτήν λαών, οι όποιοι ήλθον καθ·5 οιονδήποτε τρόπον εις επαφήν μετ* αυτής, πιστοποιοΰσι την εκτασιν τής σημασίας, την οποίαν έχει ή νήσος δια τον άρχαΐον κόσμον. Το αυτό δυνάμεθα να επαναλάβωμεν δια τους κατό­

πιν χρόνους και μέχρι σήμερον ακόμη. Ή τοιαύτη σημασία τής Κύπρου δια τους αρχαίους χρόνους εκτείνεται

* Διάλεξις δοθείσα εν 'Αθήναις εν τη Φιλοσοφική Σχολή τοΰ Πανεπιστημίου τη 1 ­ 3 ­ 1961.

1. Ειδική νεωτέρα βιβλιογραφία επί τοΰ δλου θέματος εξ όσων γνωρίζω, πλην προκειμένου περί τοΰ Ζήνωνος Κιτιέως, δεν υπάρχει. Ό ενδιαφερόμενος δύναται δμως να προσφυγή εις τό παλαιον έργον τοΰ B n g e l W. Η., Kypros, Berlin 1841 ένθα παρέχονται ίκαναί περί τής πνευματικής δημιουργίας των αρχαίων Κυπρίων πληρο­

φορίαι. Γενικωτέρας πληροφορίας παρέχει το έργον τοΰ S i r G e o r g e H i l l , A History of Cyprus, Vol. Ι, σελ. 212 κ.ε., το όποιον αναφέρεται και εϊς τινας ιδίας έμοΰ εργασίας, ώς « Ή αρχαία Κυπριακή ποίησις » και < Ζήνων ό Κιτιεύς φιλόσο­

φος > δημοσιευθείσας εις δυστυχώς δυσεύρετον εκδοσιν τοΰ Συλλόγου Πάφου τής Κύπρου « Κινύρας » Πάφος 1937 υπό τον τίτλον « Διαλέξεις περί των κορυφαίων Κυπρίων φιλοσόφων και πεζογράφων ». Περί τοΰ Ζήνωνος υπάρχει πλουσία βιβλιο­

γραφία, ιδίως εις γενικά έργα περί τής Στοάς, τήν οποίαν θεωρώ περιττόν να μνη­

μονεύσω ενταΰθα. Περί τοΰ φιλοσόφου Περσαίου τοΰ Κιτιέως εχω διαλάβει εις μελέ­

την μου δημοσιευθείσαν εις τό εν Κύπρφ εκδιδόμενον περιοδικόν « Πάφος » ( τόμ. Ι και άνάτυπον 1945). Περί τοΰ φιλοσόφου Δημώνακτος διέλαβεν ό Κλ. Γεωργιάδης εις τήν προμνημονευθεΐσαν εκδοσιν τοΰ Συλλόγου Πάφου « Κινύρας >. Χρήσις δύνα­

ται να γίνη είς τινας περιπτώσεις και ειδικών άρθρων δημοσιευθέντων εν τη Rea­

lenzyklopaedie των Pauly ­ Wissowa ­ Kroll κ.ά.

— 440 —

καί εις παν πεδίον πολιτισμού πέρα των καθαρώς ιστορικών, πολιτικών και πολεμικών γεγονότων. 'Εκτείνεται εις την θρησκευτικήν, την οϊκονομικήν και την πνευματικήν ζωήν. Την τελευταίαν ταΰτην θα προσπαθήσωμεν να εκθέσωμεν εις την παρούσαν διάλεξιν.

Πνευματική επαφή και πνευματική δημιουργία εν Κΰπρφ παρουσιάζε­

ται'από των μέσων της β' χιλ. π.Χ. Είναι τότε οι χρόνοι της εγκαταστάσεως τών Μυκηναίων Ελλήνων εις αυτήν και της επικρατήσεως του ελληνικού στοιχείου έναντι τοΰ παλαιοτέρου Κυπριακού. Το πρώτον δείγμα πνευματι­

κής τίνος αναπτύξεως είναι rò κυπριακον συλλαβικόν άλφάβητον. Τούτου ή αρχή π:ρέπει να είναι πολύ παλαιά. "Ηδη από ετών εβεβαιοΰτο δτι τοΰτο πρέπει να προέρχηται εκ χρόνων προ της εμφανίσεως καί εγκαταστάσεως τών 'Αχαιών εν τή νήσω, ή οποία ετίθετο κατά τον 12 αϊ. π.Χ., ολίγον προ και ολίγον μετά τον τρωϊκόν πόλεμον. Οι επιστήμονες οί ασχολούμενοι με τα κυπριακά πράγματα συνεπέραινον τοΰτο εκ τοΰ δτι οί "Ελληνες εγκαταστα­

θέντες κατά το τέλος της β' χιλ. π.Χ. εν Κΰπρφ πρέπει να μή εγνώριζον το ίδιον άλφάβητον. Διότι άλλως θα ήτο άδιανόητον το δτι οΰτοι θα έγκατέλιπον το ελληνικον άλφάβητον το προσηρμοσμένον προς τήν γλώσσάν των, δια να παραλάβωσι το εντελώς προς αυτήν άπροσάρμοστον κυπριακον συλλαβικόν. Το άλφάβητον τοΰτο διετήρησαν οΰτοι επί μίαν περίπου χιλιετηρίδα παρά τήν συστηματικήν προσπάθειαν, τήν οποίαν βραδΰτερον κατέβαλον βασιλείς της νήσου, ίνα εγκαταλίπωσι πάν παλαιον στοιχεΐον και άντικαταστήσωσι τοΰτο δι' ελληνικών τρόπων και εκφράσεων ζωής.

Αι πρόσφατοι άνασκαφαΐ εν Ελλάδι, αϊ όποΐαι εβεβαίωσαν τήν ελλη­

νικότητα τών Μυκηναίων, έχυσαν φώς καί εις αυτήν τήν προϊστορικήν περίο­

δον της Κύπρου. Άλλα δεν δυνάμεθα να δμιλήσωμεν περί πνευματικής δημιουργίας τών αρχαίων Κυπρίων κατά τους χρόνους εκείνους ούδ' υπό τήν εννοιαν τοΰ μΰθου καί τών παραδόσεων. Διότι ουδέ τάς επιστολάς, αϊ όποΐαι αναφερόμενοι εις τον βασιλέα της Άλασίας, πιθανόν τής Κύπρου, δυνάμεθα να θεωρήσωμεν ώς πνευματικήν δημιουργίαν. Αϊ άνακαλιη^εις αύται άπο­

δεικνΰουσιν απλώς δτι εις τους τόσον παλαιούς χρόνους τών μέσων τής β' χιλιετηρίδος π.Χ. ήτο γνωστή εις τους Κυπρίους ή γραφή ώς μέσον επικοι­

νωνίας, πράγμα προϋποθέτον πνευματικήν άνάπτυξιν τούτων. Εκείνο, το όποιον δύναται να μας οδήγηση εις συναγωγήν θετικωτέρων

συμπερασμάτων, εϊναι ή μνεία τοΰ παλαιού βασιλέως τής Πάφου Κινύρου, τον όποιον αναφέρει ό "Ομηρος ώς δωρητήν ενός περίφημου θώρακος εις τον 'Αγαμέμνονα. Τούτον μας παρουσιάζει ό λυρικός Πίνδαρος ώς άγαπώντα τήν ποίησιν καί τήν μουσικήν. Δια τοΰτο είναι ό πεφιλημένος τοΰ 'Απόλλωνος «τον ό χρυσοχαΐτα προφρόνως εφίλησεν 'Απόλλων» ( Πυθ. II 16). Περί τής αναπτύξεως τής μουσικής εν Κύπρω θα επανέλθωμεν εν τη προόδω τής

— 441 —

σημερινής διαλέξεως, άφοΰ προηγουμένως εξετάσωμεν την άνάπτυξιν της ποιήσεως, ή οποία αποτελεί και εν Κΰπρω δπως και εν τη λοιπή Ελλάδι, την πρώτην εντεχνον πνευματικήν δημιουργίαν. 'Αλλ' εκ της παρά Πιν­

δάρφ μνείας του Κινΰρου και των περί αυτόν φημών προκύπτει δτι πρέπει κατά τους χρόνους εκείνους του μυθικοΰ βασιλέως της νήσου αί οργανοΰμε­

ναι εορται τής Αφροδίτης να είχον δώσει άφορμήν προς ανάπτυξιν της ποιήσεως εν συνδυασμφ προς την μουσικήν προς εξύμνησιν τής θεάς. Και άλλη συναφής παράδοσις θέλει τον Κινΰραν υιον τοΰ 'Απόλλωνος, ά'λλη δε ως διαγωνιζόμενον προς τούτον εις την μουσικήν. Και ό υιός τοΰ Κινΰρου "Αδωνις ελατρεύετο εν Πάφω εν φδαΐς Αυτός δε ό Κινΰρας φαίνεται δτι εγραψεν ύμνους προς την θεάν Άφροδίτην.

Τίνος φύσεως είναι οι τοιούτοι ΰμνοι, μας παρέχουν εικόνα οι ομηρικοί ΰμνοι οι αφιερωμένοι εις την θεάν ταΰτην. 'Ιδίως ό 6°ζ και ό 10°ζ ομηρικός ΰμνος ορθώς εθεωρήθησαν δτι είναι ΰμνοι, αν μη συντεθέντες εν Κυπρω, άλλα προοριζόμενοι δια τας εν Κΰπρφ προς τιμήν τής θεάς 'Αφροδίτης τελε­

τάς. Ό 6°? αναφέρεται εις τήν πρώτην εμφάνισιν ΐής θεάς εν Κΰπρφ και την εγκατάστασιν αυτής εν τη νήσφ μετά πάσης τιμής παρεχομένης παρά τών αθανάτων. Ό άφθονος πλούτος τών ενδυμάτων, δι' ών αϊ «Χρυσάμπυκες» *Ωραι ενέδυσαν τήν ΰεάν, ως λέγει δ ΰμνος οΰτος, ή χρυσή στεφάνη ή τεθείσα επί τής κεφαλής αυτής και οι δρμοι και τα περιδέραια, δι' ών αΰτη περιε­

βλήθη, εικονίζουν τον πλοΰτον τοΰ ίεροΰ τής θεάς τοΰ φημισμένου, καθ' απαν­

τάς τους χρόνους τής αρχαιότητος. Ό ποιητής τοΰ ΰμνου πρέπει να εγνώριζε τον πλοΰτον τοΰ ιεροΰ. Διότι ό ΰμνος δεν δύναται να εγράφη μόνον ώς θεω­

ρητικός έπαινος. Ό 10°? ΰμνος αποτελεί προσευχήν προς τήν θεάν και εύχα­

ριστήριον δέησιν δι' δσα αγαθά καί δώρα προσφέρει αΰτη προς τους ανθρώ­

πους. Κα! οΰτοι πρέπει να είναι συναφείς προς τας εν Κΰπρφ τελετάς προς τιμήν τής θεάς. Ό 4°? ΰμνος, ό μακρότερος εκ πάντων τών εις τήν θεάν αφιερωμένων ομηρικών ΰμνων, αναφέρεται καί εις ιστορικά στοιχεία. Οΰτω μνημονεύεται δτι ή θεά είχε ναον « θυώδεα » εν Πάφφ μετά τεμένους και « θυώδους » βωμοΰ καί δτι αΐ Χάριτες ελουον καί εχριον αυτήν εν τφ ναφ, τον οποίον εκλειον «φαειναί» ι^ΰραι. Έ κ Πάφου ή θεά μεταβαίνει ε'ις Τροίαν καί την παρ' αυτήν "Ιδην. Το τελευταΐον αναφέρεται εις τήν πολιτι­

στικήν σχέσιν μεταξύ Κύπρου καί Τροίας, τήν οποίαν επιστοποίησαν αί αρχαιολογικοί άνασκαφαί προ ΐκανοΰ χρόνου. Περί τής εντάξεως τής Κύπρου οΰτω εις τον Αιγαίον πολιτισμόν μας μαρτυρεί ό 4ος οΰτος ΰμνος και συνε­

πώς καί περί πνευματικών σχέσεων αυτής προς τον λοιπόν ελληνικόν κόσμον δυνάμεθα να όμιλήσωμεν. Οι ΰμνοι οΰτοι άπηγγέλλοντο εν διαγωνισμφ δπως δεικνύει το τέλος τοΰ 6ου όμηρικοΰ ΰμνου εις 'Αφροδίτην « δός δ' εν αγώνι νίκην τφδε φέρεσθαι, έμήν δι' εντεινον άοιδήν», πράγμα το όποιον ενθυμί­

ζει τους σημερινούς Κυπρίους λαϊκούς ποιητάρηδες.

— 442 —

Δια της παραδοχής των κυπριακών τούτων στοιχείων εις τους ομηρικούς ύμνους εις Άφροδίτην δυνάμεθα να κατανοήσωμεν την περαιτέρω εξέλιξιν της πνευματικής δημιουργίας των Κυπρίων, ή οποία λαμβάνει θετικήν ύπό­

στασιν δια της αναπτύξεως της επικής ποιήσεως. Έ ν εκ των σημαντικωτάτων έργων τής επικής ποιήσεως είναι, ώς γνω­

στόν, τα Κυπριά "Επη, τα όποια αποδίδονται εις τον Στασΐνον τον Σαλαμί­

νιον ποιητήν, αν και δεν υπάρχει σαφής άπόδειξις, πλην τής παλαιάς παρα­

δόσεως, δτι τα ποιήματα ταΰτα εγράφησαν υπό του Στασίνου, ό δποΐος είναι αναμφισβητήτως Κύπριος ποιητής, ώς δεικνύει ή ρίζα καΐ το ύποκοριστικον του ονόματος αΰτοΰ.

Άλλα τόσον ή παλαιά μαρτυρία περί των ποιημάτων τούτων, δπως και ή άπόδοσις αυτών τών ομηρικών ποιημάτων εις Κΰπριον ποιητήν, αποδει­

κνΰουσι την πνευματικήν πρόοδον και παραγωγήν τών Κυπρίων κατά τους αρχαίους χρόνους εις τρόπον, ώστε να ήδΰναντο πράγματι να είναι τοιαύτα ποιήματα δημιουργήματα Κυπρίου ποιητοΰ. Δεν θα ήθελον, ένεκα ελλείψεως χρόνου, να ενδιατρίψω πολύ εις τα ποιήματα ταΰτα, τα όποια εσώθησαν μόνον εις ελάχιστα αποσπάσματα και εις περίληψιν του Πρόκλου εις την Μυριόβιβλον τοΰ Φωτίου. Δεν θα ήθελον όμως καΐ αντιθέτως να παρα­

δράμω τον σημαντικώτατον τούτον ποιητήν, ό όποιος εκ τών σωθέντων απο­

σπασμάτων δύναται να κριθή ώς φιλόσοφος ποιητής περί τοΰ ανθρωπίνου βίου καΐ ώς θεωρητικός πολιτικός ασχοληθείς με τήν εύνομουμένην πολιτείαν­

Το πρώτον απόσπασμα έχει ώς εξής :

Ήν δτε μνρία φϋλα κατά χΰόνα πλαζόμεν3

ανδρών, έκπάγλως Ιπίεζε βαρυοτέρνου πλάτος αΐης, Ζευς δε Ιδών ελέησε καί εν πνκιναΐς πραπίδεοοιν σύν&ετο κονφίοαι άν&ρώπων παμβώτορα γαΐαν ριπίοοας πολέμου μεγάλην εριν Ίλιακοΐο, δφρα κενώσειεν ΰανάτω βάρος, ol δ' εν Τροίγ) ήρωες κτείνοντο, Διός δ' ετελείετο βουλή.

"Η εξήγησις τών αιτίων τοΰ Τρωϊκοΰ πολέμου είναι αναμφισβητήτως πολύ αφελής. Έ ν τούτοις δμως δεικνύει φιλοσοφικήν προδιάθεσιν και συνε­

πώς πνευματικήν άνάπτυξιν. "Αν τα επη τοΰ 'Ομήρου εποιήθησαν εις τόσον παλαιούς χρόνους εν τη 'Ιωνία, ήτις ήκμαζε, δια διαφόρους λόγους, πνευμα­

τικώς, πρέπει να φαντασθώμεν άνάλογον πρόοδον είς τήν Κύπρον, δια να ήτο δυνατή ή τοιαύτη δημιουργία ή προδίδουσα φιλοσοφικήν, ώς ή προκει­

μένη, προδιάθεσιν. Βαθυτέραν φιλοσοφικήν σκέψιν άνευρίσκομεν καί εις άλλα αποσπάσματα

τών Κυπρίων επών. Θα αναφέρω εν ακόμη εξ αυτών, τοΰ οποίου έκαμε χρή­

σιν ό Πλάτων εις τον Εύθΰφρονα (12α) έχον οΰτω :

— 443 —

Ζήνα^δε τον ·&' ερξαντα, και ος τάδε πάντ'^εφύτευσεν ουκ έ&έλεις ειπείν iva γαρ δέος, έ'ν&α και αιδώς.

Ό συνδυασμός του δέους μετά της αΐδοΰς υπό τοιαΰτην εννοιαν δια την υπαρξιν της πολιτείας και την καλήν αυτής λειτουργίαν πορουσιάζεται δια πρώτην φοράν εις την ελληνικήν διανόησιν και αποτελεί την βάσιν της κατό­

πιν εξελιχθείσης σχετικής θεωρίας του Σόλωνος. Ίδοΰ, τί λέγει ό μέγας νομο­

θέτης εις εν σωθέν απόσπασμα αΰτοΰ ( 1 , 3­80) .

"Ολβον μοι προς ·&εών μακάρων δότε καΐ προς απάντων άν&ρώπους αΐεί δόξαν εχειν αγαΰήν. Εϊναι δε γλυκυν ώδε φίλοις, εχϋροισι δε πικρόν, τοϊσι μεν αιδοΧον, τοΐοι δε δεινον ίδεΐν.

'Ανάλογοι σκέψεις παρουσιάζονται και παρά Θεόγνιδι. Το θέμα τούτο τής αιδους καΐ το\3 δέους αποτελεί και βραδΰτερον εις

την ήθικήν των αρχαίων Ελλήνων εν πολύ ενδιαφέρον θέμα. Ό Πλάτων, ό Ξενοφών και προηγουμένως ό Θουκυδίδης και ό Σοφοκλής το συζητούν, ό δε Επίχαρμος F r g . 221 το είχε μιμηθή. Πολύ χαρακτηριστικά είναι όσα λέγει ό τραγικός Σοφοκλής εϊς την τραγωδίαν « Αίας », συνδυάζων την ελλειψιν δέους και αισχύνης προς την ΰβριν (στ. 1073 κ.ε. ), ην δημιουργεί ή άπομά­

κρυνσις εκ του θείου.

Ου γαρ ποτ' οϋτ' αν εν πόλει νόμοι καλώς φέροιντ* αν, εν&α μη καυεστήκοι δέος, οντ' αν οτρατός γε σωφρόνως αρχοιτ3 ετι μηδέν φόβου πρόβλημα μηδ' αΐδοΰς έχων.

"Αλλ* άνδρα χρή, καν σώμα γέννηση μέγα, δοκεϊν πεσεΐν αν καν από σμικρού κακοΰ. Δέος γαρ φ πρόσεστιν αισχύνη ■&* δμοϋ, σωτηρίαν έχοντα τόνδ' επίστασο. όπου δ' ϋβρίζειν δράν ■&' α βονλεται παρη, ταύτην νόμιζε την πόλιν χρόνω ποτέ, έξ ουριών δραμοΰσαν εις βυϋον πεσεΐν.

Ή βάσις των τοιούτων αρχών δύναται να θεωρηθή δτι ευρίσκεται παρ' Όμήρω, ό όποιος εξαίρει την αιδώ και την αΐσχύνην μεταξύ τών ελλη­

νικών αρετών. 'Αλλ' ό τοιούτος συνδυασμός δέους και αιδοΰς το πρώτον παρά Στασίνω παρουσιάζεται και συνεχίζεται βραδΰτερον παρά τοις λοιποΐς διανοουμένοις κατά τα ανωτέρω.

Ή επίδρασις τών Κυπρίων επών επί τους μετά τους ομηρικούς χρόνους ποιητάς και ιδιαιτέρως τους τραγικούς υπήρξε πολύ μεγάλη. Μνείαν τούτων κάμνουν πολλοί εκ τών Ελλήνων συγγραφέων, οίον ό Ηρόδοτος, ό όποιος

— 444 —

και δεν θεωρεί τον "Ομηρον ώς τον ποιητήν αυτών, ο Παυσανίας, δ Α θ η ν α ί ο ς , δ Κλήμης δ Άλεξανδρεΰς, δ 'Απολλόδωρος κ.ά., εξ αυτών δε ήντλησαν, ώς γνωστόν, τραγικοί και άλλοι ποιηται τάς υποθέσεις των τραγωδιών των. Το τέλος τοΰ ποιήματος το περιλαμβάνον κατάλογον των συμμάχων τών Τρώων φαίνεται δτι υπήρξε το πρότυπον τής νεωτέρας παρ ' "Ομήρω προσθήκης τοΰ καταλόγου τών Τρώων ( Β 816 ­ 877 ). "Οτι πρόκειται περί αξιόλογου ποιη­

τοΰ μας άποδεικνΰουσι τα σωθέντα αποσπάσματα τών Κυπρίων ' Ε π ώ ν , τινά τών δποίων είναι πράγματι αριστουργηματικά και δύνανται να σταθώσι παρά άλλα ανάλογα δμηρικά. Πλην τών ανωτέρω παρατεθέντων θα προσθέσω και εν ακόμη το άναφερόμενον εις τον στολισμον τής Ελένης, έχον ούτω :

Εΐματα μεν χροι εστο τα οι Χάριτες τε καί ΤΩραι ποίησαν και έβαψαν εν αν&εσιν ειαρινοΐοιν, οϊα φοροϋσ' ώραι, εν τε κρόκφ εν # ' ύακίν&φ εν τ ε ιψ "άολέυοντι ρόδου τ' ivi αν&ε'ί καλώ ήδέϊ νεκταρέω, εν τ' άμβροσίαις καλύκεσσιν, αν&εσιν ναρκίσσου καί λειρίον, οΓ Αφροδίτη δδμαΐς παντοίαις τευυωμενα εΐματα εστο.

Ή. ôè συν άμφιπόλοισι φιλομειδης 'Αφροδίτη πλεξαμενη στεφάνους ευώδεας αν&εα γαίης, αν κεφαλησιν εν&ετο ·&εαΙ λιπαροκρήδεμνοι, Νύμφαι καί Χάριτες, άμα ôè χρνσέη 'Αφροδίτη καλόν αείδουσαι κατ' δρος πολυπιδάκου "Ιδης.

Ή μεγάλη δμοιότης τών στίχων τούτων προς τους τοΰ 4 δμηρικοΰ ΰμνου εις Άφροδ ί την τόσον ώς προς την δλην σκηνήν δσον καί ώς προς τας χρησιμοποιούμενος λέξεις (στ . 60 κ.ε. ) μας δδηγεΐ εις την ύπόνοιαν δτι πρόκειται περί κοινής πηγής τοΰ ΰμνου τούτου καί τοΰ αποσπάσματος τών Κυπρίων επών. Δεν θα ήθελον δμως εν τη παροΰσρ διαλέξει να εισέλθω εις την άνάπτυξιν φιλολογικοΰ θέματος. Τοΰτο μόνον θέλω να τονίσω δτι ή περιγραφή τών Κυπρίων επών αποπνέει όμηρικον άρωμα, το δποΐον δεν δυνάμεθα να θεωρήσωμεν δτι δεν έχει τήν αρχήν του εκ τής Κύπρου, είς την δποίαν ή ομηρική ποίησις εΰρε τόπον διαδόσεως.

"Οτι τα Κυπριά επη πρέπει να εποιήθησαν εν Κΰπρω και να ηδοντο εν τινι εορτή τής Κύπριδος μας πείθει το περιεχόμενον αυτών καί ή συσχέ­

τισις αυτών προς τήν θεάν τήν « μεδέουσαν » τής νήσου. Ποίος δμως είναι δ ποιητής τών Κυπρίων Έ π ω ν , είναι πράγματι, ώς εΐπον, ήδη άμφίβολον. 'Ωμιλήσαμεν ανωτέρω περί τής εκδοχής, τήν δποίαν απορρίπτει ήδη δ Η ρ ό ­

δοτος, δτι τα ποιήματα ταΰτα ήσαν δημιούργημα τοΰ Ό μ η ρ ο υ . Ό Φώτιος εις τήν Μυριόβιβλόν του (ε.ά. ) άντλών εκ τής χρηστομάθειας τοΰ Πρόκλου μας παραδίδει τα επόμενα : « Λέγει δε (Πρόκλος) καί περί τίνων Κυπρίων ποιη­

— 445 —

μαιών, και ώς oî μεν ταύτα εις Στασίνον άναφέρουσι Κύπριον, οι δε εις Ήγησΐνον τον Σαλαμίνιον αύτοΐς επιγράφουσιν, 0 | 0£ "Ομηρον δούναι δε υπέρ της θυγατρος Στασίνω, και δια την αυτού πατρίδα κυπριά τον πόνον επικληθήναι. αλλ' ου τίθεται ταύτη τη αιτία. Μηδέ γαρ Κυπριά προπαροξύ­

τονους επιγράφεσθαι τα ποιήματα». Περί της τρίτης εκδοχής εΐδομεν ήδη οτι είναι πλαστή. Περί των δυο άλλων δέν εχομεν το κριτήριον να εξελέγξωμεν πλήρως την ορθότητα των. Ή πληροφορία όμως περί υπάρξεως δύο Κυπρίων επικών ποιητών, εις τους οποίους ήδΰνατο τα ποιήματα να άποδοθώσι, είναι δι' ήμας πολύ ενδιαφέρουσα. Μας δεικνύει πόσον ή επική ποίησις εν τη νήσω είχε προοδεύσει. Περί του δευτέρου εξ αυτών εχομεν μίαν πληροφορίαν παρ' Άθηναίω (682e) δτι υπήρξε ποιητής άλλου έπους, της 'Ατθίδος, της οποίας και διασφζει δ συγγραφεύς εν απόσπασμα. Δέν δυνάμεθα δμως να γνωρίζωμεν, αν ό παρ' Άθηναίω μνημονευόμενος ποιητής είναι ό αυτός προς τον υπό του Φωτίου παραδιδόμενον, άλλως τε καί ή διαφορά τών ονο­

μάτων « Ήγησίας » παρά Φωτίφ και «Ήγησϊνος» παρ' Άθηναίω ομού μετά της πληροφορίας δτι κατήγετο Ιξ Άλικαρνασού δέν συνηγορεί υπέρ του συνταυτισμού. Δια τούτο αποφεύγω να εΐπω τι σχετικον προς τον ποιητήν τούτον και το διασωθέν παρ' Άθηναίω απόσπασμα. Ή πληροφορία περί τού Στασίνου ώς γαμβρού τού 'Ομήρου είναι προϊόν της τάσεως να συσχε­

τίζωνται νέα δημιουργήματα και οι ποιηται αυτών προς μεγάλους ποιητας τού παρελθόντος, δια να επαυξήσωσι την προς αυτούς εκτίμησιν τών μετα­

γενεστέρων. Παρά την αβεβαιότητα περί τού ποιητού τών Κυπρίων 'Επών εν γεγονός παραμένει άναμφισβήτητον, το της διαδόσεως τών ελληνικών μορ­

φών ποιήσεως, γλώσσης καΐ μέτρου εν Κύπρω, πράγμα το οποίον μαρτυρεί περί της επιδράσεως τού κέντρου επί τήν περιφέρειαν.

Ή σχέσις της Κύπρου προς τον δμηρικον κόσμον ενισχύεται περαιτέρω δια της περί τού χρησμφδού Εΰκλου παραδόσεως, ό όποιος ώς τοιούτος πρέ­

πει να τοποθετηθη, δπως ό Μουσαίος, ό Όρφεύς καΐ δ Λΐνος, προ τών χρόνων τών ομηρικών ποιημάτων. Πρέπει να είναι ούτος το παλαιότερον πρόσωπον εκ Κύπρου, περί τού οποίου εχομεν πληροφορίας της παραδόσεως τών μετα­

γενεστέρων αυτού χρόνων. Διότι εις τούτον αποδίδονται προομηρικοι χρησμοί σχετιζόμενοι μάλιστα προς τήν γέννησιν τού μεγάλου ποιητού, τον δποΐον ούτος θέλει δτι εγεννήθη εν Κύπρω. Οι στίχοι αναφέρονται παρά Παυσανία (Χ 24, 3) .

Και τότ' εν είναλίη Κύπρφ μέγας εσοετ' αοιδός, δν τε Θεμιατώ τέξει εη άγροϋ δια γυναικών νόσφι πολυκτεάνοιο πολύκλειτον Σαλαμίνος. Κΰπρον δε προλιπών διερος # ' υπό κνμαοιν αρ&είς,

'Ελλάδος εύρυχόρου μοϋνος κακά πρώτος αείσας εοσεται αθάνατος και αγήραος ηματα πάντα.

29

— 446 —

Ό ποιητής του χρησμοϋ, έστω και αν άνήκη εις μεταγενέστερους του Όμηρου χρόνους — πιθανώτατα έζησε τα τέλη του Τ' η τάς αρχάς του Ε' π.Χ. αιώνος, κατά τους χρόνους της ακμής τής Σαλαμίνος — πρέπει να είναι ασφαλώς Κύπριος. Διότι άλλως δεν θα ώμίλει περί του ποιητοΰ, τον όποιον χαρακτηρίζει ώς μέλλοντα να είναι «αθάνατος και άγήραος ήματα πάντα», ori εγεννήθη εν Κΰπρω και δτι τήν Κΰπρον κατέλιπε, δια να μεταβή εις τήν Ελλάδα, τήν εΰρΰχορον, δπου έψαλε τα κακά της. Δια τούτου επιζητείται να τονισθή ή σχέσις μεταξύ Κύπρου και'Ελλάδος εκτεινομένη εις τον πνευμα­

τικόν τομέα εις τους προομηρικούς χρόνους. Ό αυτός χρησμφδος αναφέρεται αλλην μίαν φοράν υπό του Παυσανίου (Χ 14, 6) δτι προεμάντευσε τήν εκστρατείαν τών βαρβάρων κατά τής 'Ελλάδος. Δεν μας διεσώθησαν δυστυ­

χώς οι στίχοι του χρησμού τούτου, δια να τους εκτιμήσωμεν. Ό π ω ς και αν εχη δμως το πράγμα, εν βέβαιον συμπέρασμα δύναται να συναχθή, δτι οΰτος ό ποιητής ­χρησμωδός πιστεύει εις τήν άξίαν τής Ελλάδος και εΐς τήν αξίαν τών σχέσεων τής Κύπρου μετ' αυτής.

Ή σχέσις του Στασίνου δσον και του Εΰκλου προς τήν 'Ελλάδα διαγι­

γνώσκεται και εκ τής χρήσεως τής επικής ομηρικής διαλέκτου παρ' άμφοτέ­

ροις. Είναι γνωστόν δτι δι' ιστορικούς λόγους ή εν Κΰπρω χρησιμοποιού­

μενη διάλεκτος είναι ή αρκαδική. Έ ν τούτοις δεν γίνεται χρήσις εν τω χρη­

σμφ του Εΰκλου τής εγχωρίου διαλέκτου, παρ' δλον δτι εΐς τινας άλλους χρησμούς χρησιμοποιεί ό χρησμωδος κυπριακός λέξεις διασωζομένας παρά λεξικογράφοις. Και αυτήν τήν Σαλαμίνα ονομάζει δι* επιχωριάζοντος εν Κΰπρω ονόματος «Πελάνα». Διατί δμως εις τα έργα του χρησιμοποιεί ό Εύκλος τήν επικήν όμηρικήν διάλεκτον, είναι γνωστόν εξ άλλων αναλόγων περιπτώσεων. "Οτι δηλ. οι ποιηταί και οι συγγραφείς εχρησιμοποίουν εκείνην τήν διάλεκτον εις τα έργα των, εις τήν οποίαν το πρώτον και κατά παράδο­

σιν άνεπτΰχθησαν τα διάφορα είδη του λόγου. Άλλα το γεγονός τοΰτο έχει δια τήν Κΰπρον ακόμη μεγαλυτέραν σημασίαν. Τούτο δέ, διότι ή μυκηναϊκή παράδοσις, τήν οποίαν διασώζει ή επική ποίησις τού Όμηρου καΐ τών λοι­

πών επικών ποιητών, ήτο εις τήν Κΰπρον πολύ περισσότερον ζωντανή παρά εις οιονδήποτε άλλο ελληνικόν μέρος. "Ισως εΐς τούτο οφείλεται και ό ισχυ­

ρισμός τού Εΰκλου δτι ό "Ομηρος εγεννήθη εις τήν Κΰπρον και εντεύθεν μετέβη εΐς τήν ?^οιπήν Ελλάδα.

Μετά τήν δημιουργίαν τών Κυπρίων 'Επών διακόπτεται αποτόμως ή συνέχεια τής επικής ποιήσεως εν Κΰπρω, δια να επαναρχίση κατά τους 'Αλε­

ξανδρινούς χρόνους. Είναι τούτο εν φαινόμενον γενικώς εν 'Ελλάδι παρατη­

ροΰμενον, δπου νέα είδη ποιημάτων εξ εσωτερικών λόγων στροφής τού ανθρωπίνου πνεύματος και τής ελληνικής ζωής αντικατέστησαν τα ύμνούντα τους ηρωικούς χρόνους επη, τα όποια μόλις πάλιν αναφαίνονται, δτε κατά τήν άλεξανδρινήν εποχήν αρχίζει ή μίμησις τού παρελθόντος. Άλλ' εν Κΰπρω

— 447 —

πλην του γενικού τούτου λόγου υπάρχει και ίδιος σχετιζόμενος προς την γενι­

κήν ϊστορίαν της νήσου ώς εκ της ύποδουλώσεως αυτής εις ξένους κυριάρ­

χους, πράγμα το όποιον επέφερε διανοητικον μαρασμόν. Με την δλην όμως άφύπνισιν του πολιτισμού δια του Εύαγόρου Α' και έπειτα δια του Μ. 'Αλε­

ξάνδρου καί των διαδόχων αΰτοΰ εύρίσκομεν νέους Κυπρίους ποιητάς. Οι παλαιοί μΰθοι άνεβίωσαν και πάλιν εις τα στόματα τοΰ λαοΰ και των ποιη­

τών του. Μεταξύ τούτων αναφέρεται Κλέων ό Κουριεύς, ό και ελεγειοποιος καλούμενος, ζήσας προ τοΰ 'Απολλώνιου τοΰ Ροδίου, τοΰ γνωστού ποιητοΰ των 'Αργοναυτικών, ό όποιος ύπήρξεν ό κυριώτερος επικός ποιητής των αλε­

ξανδρινών χρόνων. Μας αναφέρεται ότι ό Κλέων εγραψεν 'Αργοναυτικά, τα όποια ειχεν υπ' όψει του ό 'Απολλώνιος εις την συγγραφήν τοΰ ΐδικοΰ του έπους. Τοΰτο συμβαίνει ιδίως προκειμένου περί μύθων προσώπων και τόπων. Ό αρχαίος σχολιαστής τοΰ 'Απολλώνιου αναγράφει τρία χωρία ρητώς, εις τα όποια ό ποιητής οΰτος ήντλησεν από τον Κλέωνα: 1) προκειμένου περί τοΰ εξ Ευβοίας ήρωος Κάνθου άκολουθήσαντος τους Άργοναΰτας ( 1, 77, 2 ), 2) περί τοΰ ήρωος Δόλοπος, υίοΰ τοΰ "Ερμου και ταφέντος εν Μαγνήση ( 1, 587) και 3) περί της νήσου Σίκινου πρφην ΟΊνοίης, προ της Ευβοίας κει­

μένης, και τοΰ ήρωος Θόαντος, ό όποιος εν αύτη εσώθη ( 1, 624). Το έργον τοΰ Κλέωνος επεγράφετο ώς καί το τοΰ 'Απολλώνιου « 'Αργοναυτικά », ήτο δε διηρημένον εις βιβλία, το πρώτον τών οποίων ρητώς μνημονεύεται υπό τοΰ σχολιαστοΰ. Ή μεγάλη επίδρασις τοΰ Κλέωνος, καταφαίνεται και εκ τοΰ δτι και άλλοι εκ τών αρχαίων ώμίλησαν περί ταύτης, ως ό Άσκληπιά­

δης, ό Μυρλεανος κατά τον αυτόν σχολιαστήν τοΰ 'Απολλώνιου. Προσθέτει δε ό σχολιαστής αΰτοΰ τήν εξής λίαν ενδιαφέρουσαν πληροφορίαν: «"Οτι δε ενθάδε (Σικίνω) Θόας εσώθη καί Κλέων ό Κουριεύς ιστορεί, και Άσκλη­

πιάδης ό Μυρλεανός, δεικνύς δτι παρά Κλέωνος τα πάντα μετήνεγκεν Απολ­

λώνιος». Ή μαρτυρία είναι τόσον σαφής, ώστε ούδεμίαν άμφιβολίαν κατα­

λείπει. Τοΰτο είναι μία επί πλέον άπόδειξις δτι ή νήσος εγνώριζε τους ελλη­

νικούς μύθους ώς εκ τής στενής μετά της Ελλάδος εκ νέου επαφής. Πρέπει συνεπώς το έργον τοΰ Κλέωνος να υπήρξε μοναδική πηγή δια τον Άπολλώ­

νιον. Περισσότερα περί αΰτοΰ δεν γνωρίζομεν δυστυχώς, δια να δυνάμεθα να κρίνωμεν περί τής ποιητικής αΰτοΰ αξίας.

Έξητάσαμεν το πρώτον είδος τής ποιήσεως, ώς άνεπτΰχθη εν Κΰπρφ, εννοώ τήν επικήν. Έ ν συνεχεία θα άσχοληθώμεν με τήν λυρικήν ποίησιν. "Εχω ήδη ομιλήσει μερικώς περί αυτής αναφερόμενος εις τον μυθικον βασι­

λέα τής νήσου, τον Κινΰραν. Τούτου ή πλούσια (Τυρτ. 12, 6 Πινδ. Νόμ. VII 30 Πλάτ. Ν. 660) ζωή καί δ επ' αΰτοΰ καί δι° αΰτοΰ αναπτυχθείς πνευματικός πολιτισμός πείθουσι κατά τας μαρτυρίας τών αρχαίων περί καλ­

λιέργειας τής λυρικής ποιήσεως γύρω από τήν τιμήν προς τον βασιλέα εν

— 448 —

Π ά φ φ και την λατρείαν της θεάς 'Αφροδίτης εν αυτή. Εις το αυτό συμπέρα­

σμα μας οδηγεί και μία άλλη παράδοσις, δτι ό "Αδωνις ό λατρευόμενος εν φδαΐς εν Π ά φ φ ήτο υιός του βασιλέως τούτου ( Άπολλ. Βιβλ, 3, 14, 3 ). Ή πόλις αυτή της Κύπρου είχε μεγάλην φήμην παρά τοις άρχαίοις ώς μουσό­

φιλος. Εις ταΰτην αναφέρεται και ό τραγικός Ευριπίδης εις εν περίφημον χορικον εις την τραγφδίαν του « Βάκχαι », εν φ υμνεί την Πάφον. Οι στίχοι οΰτοι έχουν ώς εξής :

Ίκοίμαν ποτϊ Κύπρον, νασον τάς Άφροδίτας, iv fi ύελξίφρονες νέμονται ϋνατοΧοιν "Ερωτες, Πάφον ϋ' b\v έκατόστομοι Βωκάρον ποταμού ροαί καρπίζουοιν ανομβρον οπού δ' ά καλλιστενομενα Πιερία μονσειος έδρα οεμνά κλιτνς 'Ολύμπου.

Έκεΐσ' αγε με, Βρόμιε Βρόμιε, πρόβαγ' εϋιε δαϊμον.

'Εκεί Χάριτες, εκεί ôè πό&ος (στ. 402 κ.Ι . ) .

Λεπτομέρειας περί των ΰμνων προς λατρείαν της 'Αφροδίτης εν Κΰπρφ μας παρέχει εκτός των ομηρικών, περί ών ανωτέρω εγένετο λόγος, καΐ ό εσχάτως άνευρεθείς ύπο των Σουηδών αρχαιολόγων. Προέρχεται οΰτος εκ τών χρόνων της συγκρητικής περιόδου της λατρείας της θεάς. Ά λ λ ' είναι δυστυ­

χώς τόσον συντετριμμένος, ώστε πλην ελαχίστων λέξεων και εννοιών ουδέν άλλο δυνάμεθα να μαντεΰσωμεν περί του περιεχομένου αΰτοΰ. Ενδιαφέρον σημεΐον του περιεχομένου του είναι ή μνεία της « νυκτός μέλαινης», το δποΐον μας ενθυμίζει το επώνυμον της 'Αφροδίτης « μελαινίς», το όποιον εύρίσκομεν εν Άργολ ίδ ι , Κορίνθφ και Θεσπιαΐς. Ευρισκόμεθα τοιουτοτρόπως και πάλιν προ ενός στενού συνδέσμου της νήσου μας προς την Ελλάδα και ιδίως προς την 'Αργολίδα, ό μετά της οποίας σύνδεσμος θα μας απασχόληση ολίγον κατω­

τέρω και πάλιν. Μη λησμονώμεν άλλως τε δτι εύρίσκομεν την Άφροδίτην λατρευομένην ώς « Π α φ ί α ν » εν Τεγέα (Παυσ. V I I 53 , 7 ) . Π α ρ ' δλην την συντριβήν του ΰμνου δυνάμεθα να συμπεράνωμεν δτι εν α ΰ ι φ ύμνεΐτο ή 'Αφροδίτη υπό την μορφήν της θεάς, ή οποία φέρει εις δλην την φΰσιν τήν χαράν, τον καθαρμόν της ψυχής, ή « προευμενής » θεότης, ώς τήν ονομάζει ό ΰμνος, τήν οποίαν ύμνησε κατά τα ελληνικά πρότυπα και ό Ρωμαίος ποιητής Λουκρήτιος. Το επώνυμον « προευμενής » του ΰμνου, μοναδικόν εν τη ελλη­

νική λογοτεχνία, μας ενθυμίζει εν άλλο επώνυμον της Θεάς εν Κΰπρφ « Έλεή­

— 449 —

μων», το οποίον μας διεσώθη ώς κυπριακόν γλώσσημα. Ώ ς προς την εξω­

τερικήν μορφήν του ποιήματος αξίζει να σημειωθΐί ή χρήσις νέων λέξεων συνθέτων, ώς ανέφερα, του «προευμενής» σχηματισθέντος κατ' άναλογίαν προς το « πρόκακος », πράγμα το όποιον δεικνύει ίκανην ποιητικήν δΰναμιν τον ποιητοΰ, καί ή χρήσις τοΰ ιαμβικού μέτρου, ή οποία δεικνύει εκ νέου επικράτησιν των ελληνικών μορφών εν τη νήσφ, δπως παρετηρήσαμεν και είς αλλάς περιπτώσεις.

Ταΰτα ώς προς τους ύμνους εις την θεάν. Τών εν ταΐς εορταις θεών εν τη νήσφ αδομένων ασμάτων δυνάμεθα να εχωμεν ϊδέαν τινά καί άπο δ,τι μας αναφέρει ό Θεόκριτος δια το άσμα τοΰ Άδώνιδος εν Αϊγΰπτφ ( Ειδ. 15). Είναι γνωστόν ότι ή εορτή τοΰ Άδώνιδος μετεφέρθη εκ Κύπρου εϊς Άλεξάνδρειαν επί τών Πτολεμαίων, είναι δε πιθανόν ότι και το ΰπο της γραίας αοιδοΰ εν τφ εΊδυλλίφ τοΰτφ φδόμενον άσμα απηχεί κυπριακά πρό­

τυπα. Άλλα δεδομένου ότι εχομεν να κάμωμεν με ενα Θεόκριτον, ό οποίος θα εθεσεν εις το ποίημα την σφραγίδα της προσωπικότητας του, θα ήτο παρακεκινδυνευμένον να θελήσωμεν εξ αΰτοΰ να άντλήσωμέν τι περί της κυπριακής ποιήσεως.

Πλην τών γενικών τούτων πληροφοριών εχομεν έ'στω και άμυδράν γνώ­

σιν τής λυρικής ποιήσεως εν τη νήσω εκ τής μαρτυρίας περί τοΰ ιαμβογρά­

φου Έρμείου τοΰ Κουριέως, ποιητοΰ τών αλεξανδρινών χρόνων ( Άθήν . 563d­e). *Έν απόσπασμα, το όποιον διασφζει ό 'Αθηναίος, είναι γραμμέ­

νον είς χωλιάμβους άντληθέν εκ τών ιάμβων τοΰ ποιητοΰ. Το περιεχόμενον αυτών, όσον δΰναταί τις να κρίνη εκ τών ολίγων διασωθέντων στίχων ήτο σκωπτικόν καί γελοΐον, προς το όποιον προσηρμόζετο ακριβώς καί ό χωλίαμ­

βος· "Εχομεν οΰτω εν Κΰπρφ μαρτυρίαν περί καλλιέργειας καί άλλου είδους τής λυρικής ποιήσεως, τών Ιάμβων, ot όποιοι γνωρίζομεν ότι υπήρξαν εκ τών παλαιοτέρων δημιουργημάτων τής ελληνικής λυρικής ποιήσεως. Είς το σωθέν απόσπασμα τοΰ Έρμείου σκώπτονται οι στωικοί φιλόσοφοι, «στοία­

κες», όπως χλευαστικώς ονομάζονται υπό τοΰ ποιητοΰ, ώς πράττοντες εναν­

τίον τών όσων διδάσκουσιν. Ή ερις ποιητών καί φιλοσόφων είναι αρκετά παλαιά, ώστε δεν πρέπει να μας ξενίση το γεγονός ότι εις Κύπριος ποιητής εσκωπτε τον συμπατριώτην αύτοΰ φιλόσοφον.

Ή άνάπτυξις τής λυρικής ποιήσεως εν τη νήσφ συνωδεΰετο καί υπό τής αναπτύξεως τής μουσικής εν αυτή. Διάφοροι πληροφορίαι μας μαρτυροΰσι περί τούτου. Εΐδομεν ήδη τα σχετικά περί τοΰ Κινΰρου και τοΰ μουσικοΰ οργάνου του φέροντος το αυτό όνομα προς εκείνον. Πλην τούτου ή χρήσις εν Κΰπρφ τών φρυγίων « ελΰμων αυλών », τους όποιους εχρησιμοποίουν καί οι κατ' 'Αθήναιον εμπειρότατοι περί τήν μουσικήν Άλεξανδρεΐς ( Άθήν. 177α), είναι άλλη περί τούτου μαρτυρία. "Αλλάς πληροφορίας εχομεν ότι ήτο εν χρήσει εις τήν Κΰπρον ή λυρική αρμονία. Πάσαι αΰται αϊ μαρτυρίαι

— 450 —

όδηγοΰσιν εις το συμπέρασμα ori οι Κύπριοι ήσαν λαός φιλόμουσος, πράγμα το όποιον ενισχύει την περί αναπτύξεως της λυρικής ποιήσεως εν τη νήσω αποψιν. Το φιλόμουσον τοΰτο διατηρείται παρά τοις Κυπρίοις και σήμερον.

Τα επιγράμματα έκαλλιεργήθησαν ωσαύτως εν τη νήσφ εις ίκανοποιη­

τικον βαθμόν. Ό προμνημονευθεις επικός ποιητής Κλέων ό Κουριεύς ανα­

φέρεται με το επώνυμον ελεγειοποιός, αν και λεπτομέρειας περί τούτου δεν εχομεν. Άλλα και τα διασωθέντα λείψανα επιγραμμάτων δεικνΰουσι την παρά Κυπρίοις άνάπτυξιν του επιγράμματος. Πρέπει να σημειωθή δτι το επίγραμμα αναπτύσσεται εν Κΰπρω, ώς και τα λοιπά είδη ποιήσεως, εις χρό­

νους μεταγενεστέρους ή εν Ελλάδι. Είναι δμως ή χρήσις του επιγράμματος καί εν τη νήσω παλαιά, ως δεικνύει ή συγγραφή τίνων εξ αυτών εις την κυπριακήν διάλεκτον και κυπριακον άλφάβητον. Το κυριώτερον είδος των εν Κΰπρφ επιγραμμάτων είναι τα αναθηματικά και tà επιτύμβια. Είναι γραμ­

μένα άλλα μεν εις το ελεγειακον μέτρον, άλλα δ* εις το δακτυλικον εξάμετρον· "Εν εκ των παλαιοτέρων επιγραμμάτων εϊς κυπριακήν διάλεκτον ήτο γραμ­

μένον κάτω από ενα άνάγλυφον του Διός εύρεθέν εν Γόλγοις, και άναφερό­

μενον εις την παντοδυναμίαν του θείου έναντι του άνθρωπου. Έ ν ά'λλο άνα\*)ηματικον επίγραμμα ήτο κάτω από αφιέρωμα του τελευ­

ταίου βασιλέως της Σαλαμίνος Νικοκρέοντος εις το "Αργός. Είναι γραμμένον εις δυο ελεγειακά δίστιχα έχοντα ώς εξής :

Ματρόπολις μοι χϋων Πέλοπος το πελαογικον "Αργός, Πννταγόρας ôè πατήρ ΑΙακοΰ εκ γενεάς' είμΐ ôè Νικοκρέων ϋ·ρέψεν δε με γα περίκλυστος ΰειοτάτων έκ προγόνων βασιλη.

( I .G. (Αργολίδος) 583).

Το επίγραμμα τοΰτο αναφέρεται εις την καταγωγήν του βασιλικού γένους της Σαλαμίνος εκ του ήρωος Αιακού και εις τάς σχέσεις αύτοΰ τοΰ γένους προς το "Αργός δια τοΰ Κινΰρου ελκοντος την καταγωγήν εξ αύτοΰ. Είναι δια τοΰτο πολλής ιστορικής σημασίας.

Πολλά είναι τα διασωθέντα Κυπριακά επιτύμβια επιγράμματα. £Έν εξ αυτών εύρεθέν εν Άμαθοΰντι μας υπενθυμίζει δια μιας του εκφράσεως τα ομηρικά ποιήματα, δταν όμιλή δηλ. περί θεράποντος Άρεως, τον όποιον αναφέρει ό "Ομηρος ( Ίλ. Β 110). Το επίγραμμα έχει ώς εξής:

Έν&άδε μοϊραν έχων Άλικαρνασσευς Ίδάγυγος κείται, Άριατοκλέος παις, "Αρεος ΰεράπων.

Ανάλογα επιτύμβια επιγράμματα γραμμένα και εις τήν κυπριακήν διά­

λεκτον καί γραφήν μας εχουσι διασωθή. Δεν υπάρχει χρόνος, δια να ανα­

φερθώ ειδικώς και λεπτομερώς εις ταΰτα.

— 451 —

Τούτο μόνον προσθέτω, δτι πάντα τα επιγράμματα ταύτα δεν αναφέ­

ρονται εΐς Κυπρίους. "Αλλα είναι δημιουργήματα προς τιμήν ξένων αποθα­

νόντων εν Κύπρω και είναι ϊσως έργα μη χυπρίων ποιητών. Άλλα παρ' δλον τούτο δεν μειούται ή σημασία, την οποίαν έχει δια την Κΰπρον ή εν αύτη διάδοσις ελληνικών μορφών και εθίμων. Τα εΐς κυπριακήν διάλεκτον προδί­

δοντα Κυπρίους ποιητάς είναι ακριβώς άπόδειξις, πόσον ή τάσις προς άπο­

μίμησιν παντός ελληνικοί) εξηπλώθη εΐς τήν νήσον.

Δια της ερεΰνης ταύτης κλείομεν καί το δεύτερον είδος της ποιήσεως εν Κΰπρφ, υπολείπεται δε να πραγματευθώμεν δι' ολίγων περί του τρίτου είδους αυτής, του δράματος, το όποιον αποτελεί τήν τελειοτέραν εκφανσιν του ελληνικού ποιητικού πνεύματος καί εν εκ των κυρίων γνωρισμάτων του ελληνικού πολιτισμοί). Είναι δυνατόν εις πολλά μέρη να εΰρωμεν άρχομένην ή τελειοποιουμένην τήν ποίησιν, αλλά δεν θα εΰρωμεν δράμα. Τούτο υπήρξε κατ' εξοχήν δημιούργημα του αττικοί) πνεύματος και άπέρρευσεν εκ της ανα­

μείξεως αυτού με το διονυσιακον πνεύμα, πάσα δε ά'λλη δημιουργία δράμα­

τος άπέρρευσεν εκ της επιδράσεως του αττικού. Δια λόγους όμως ιστορικούς, ιδία δια τήν ελλειψιν επικοινωνίας μετά της Ελλάδος, πρέπει ν.α άναμένω­

μεν τήν άνάπτυξιν του δράματος εν Κΰπρω πολύ κατόπιν η εν 'Αθήναις. Οι Κύπριοι βασιλείς, υπήρξαν ΰποστηρικταί τής θεατρικής κινήσεως

και εκτός τής Κύπρου ακόμη. "Ας ενθυμηθώμεν τήν προσπάθειαν του Εύα­

γόρου Α' δια τήν διάδοσιν τών ελληνικών γραμμάτων εν τη νήσω. Μας ανα­

φέρει ό Πλούταρχος (Άλεξ. 29) δτι οργανωθέντων υπό του Μ. 'Αλεξάνδρου κυκλικών καί τραγικών αγώνων μετά τήν εξ Αιγύπτου εις Φοινίκην επιστρο­

φήν του, ό βασιλεύς τής Σαλαμίνος Νικοκρέων και ό τών Σόλων Πασικρά­

της υπήρξαν χορηγοί τών αγώνων τούτων διαφιλονικήσαντες προς αλλήλους. Έπεκτείνοντες τήν πληροφορίαν ταύτην δυνάμεθα να δεχθώμεν δτι και εις τάς πατρίδας αυτών ενδιεφέρθησαν οι Κύπριοι βασιλείς δια τήν ύποστήρι­

ξιν του θεάτρου γινόμενοι συνεχισται του εκπολιτιστικού έργου του Εύαγό­

ρου Α'. 'Αλλ' εφ' δσον και εν 'Αθήναις το δράμα μετά τον θάνατον τών μεγάλων τραγικών παρήκμασε καί κατά τους αλεξανδρινούς χρόνους μετέπε­

σεν εΐς τήν μέσην καί τήν νέαν άττικήν κωμφδίαν και τήν φλυακογραφίαν, τών ανθρώπων άρεσκομένων μάλλον εΐς τοιαύτα θεάματα, δεν ήτο δυνατόν εν Κύπρω να άνεπτύσσετο τούτο υπό διάφορον μορφήν. CH κατεύθυνσις αύτη ήτο σύμφωνος προς τήν δλην τάσιν τής αλεξανδρινής εποχής, προς τον τρυφηλον βίον. Οι μύθοι τών θεών και τών ηρώων παρεΐχον άπειρα θέματα εΐς τας ιλαροτραγωδίας. Αι μεγαλοπρεπείς εορταί μετά δραματικών και μου­

σικών παραστάσεων οργανουμένων υπό τών βασιλέων τής αλεξανδρινής επο­

χής ύπεβοήθουν τάς παραστάσεις ταύτας και δια τούτο θέατρα καί φδεια ΐδρύθησαν εΐς πάσας τάς ελληνικός πόλεις. Εΐς τήν Κύπρον λοιπόν ή ΐδρυ­

— 452 —

σις των θεάτρων ύπήρξεν ανάλογος προς την κίνησιν ταύτην. Αι άνασκαφα! έφεραν είς φως τέσσαρα θέατρα, το εν εις Σόλους, το έτερον εις Κοΰριον, το τρίτον εις Νέαν Πάφον και το τέταρτον, το μέγιστον πάντων, προσφάτως εις Σαλαμίνα. Προέρχονται δε πάντα εκ των ελληνορωμαϊκών χρόνων. Ε π ι ­

γραφικά! πληροφορίαι μας παραδίδουσι τήν ΰπαρξιν θεάτρου ήδη κατά τους πτολεμαϊκούς χρόνους εν Κιιίω. "Ωστε βλέπομεν δτι αί κυριώτεραι πόλεις της νήσου είχον θέατρον.

Ή διάδοσις του θεάτρου είς τάς ελληνικός πόλεις ώδήγησεν εις τήν σύνοδον των περί τον Διόνυσον τεχνιτών, τους οποίους γνωρίζει ηδη ό "Αρι­

στοτέλης ( Ρητορ. 1405 Α 23), και δια τών οποίων οι ύποχριταί μετά των μουσικών προσεπάθουν μεν τήν προαγωγήν τών συμφερόντων των, άλλα επεμελοΰντο και τών σχετικών προς τάς παραστάσεις. Τους θιάσους τούτους συναντώμεν εις πλείστας κυπριακός επιγραφάς τών ρωμαϊκών χρόνων, πρά­

γμα το όποιον δεικνύει, πόσην διάδοσιν ελαβεν εν Κύπρω ή περί τον Διόνυσον τέχνη και συνεπώς αί δραματικά! παραστάσεις κατά τους χρόνους τούτους.

Δείγμα της διαδόσεως της δραματικής τέχνης εν Κΰπρφ υπό τήν νέαν αυτής μορφήν αποτελεί ή ποίησις τον Σωπάτρου του Παφίου, τοΰ σημαντι­

κωτάτου κωμικού ποιητοΰ και φλυακογράφου κατά τους χρόνους του 'Αλε­

ξάνδρου και τών Πτολεμαίων Α' και Β' ( 'Αθήν. 71αβ). Οΰτος ύπήρξεν είς τών εξοχωτέρων ποιητών του 3 αι. π.Χ. Αι πληροφορίαι, τας οποίας εχομεν περ! αύτοΰ, οφείλονται κατ' εξοχήν είς τον 'Αθήναιον διασώσαντα καΐ αρκετά αποσπάσματα διαφόρων δραμάτων του και εις λεξικογράφους, ως ο Σουΐδας. Πλήρης σειρά τών παρ' Άθηναίω σωθέντων 25 αποσπασμάτων του ποιητοΰ έχει δημοσιευθή εις τήν εκδοσιν του Kaibel.

Ό 'Αθηναίος ονομάζει τον Σώπατρον δια δΰο κυρίως επιθέτων ως «παρωδόν», κα! « φλυακογράφον », ό δε Σουΐδας καλεί αυτόν και « κωμι­

κόν». Έ κ τών σωθέντων αποσπασμάτων φαίνεται το πρώτον επώνυμον περισσότερον ανταποκρινόμενον προς τον ποιητήν ή το δεύτερον. Το πνεύμα του Σωπάτρου φαίνεται άνάλογον προς το του Σωτάδου του αλεξανδρινού ποιητοΰ. Πνεύμα παρωδίας κυριαρχεί της ποιήσεώς του. Ό ποιητής έχει να κάμπ πολύ με το ψωμί, τα φαγητά και τα γλυκίσματα. Δι' αυτό και « φάκιος παρωδος » επονομάζεται παρ' Άθηναίω. Το μακρότερον απόσπασμα του προέρχεται εκ τοΰ δράματος « Γαλάται ». Εις τοΰτο παρωδεί ό Σώπατρος τους φιλοσοφοΰντας και τους φιλολογοΰντας, διότι δεν συμφωνοΰσι πολλάκις προς τάς πράξεις οι λόγοι αυτών. Φαίνεται δτι ή φιλοσοφία τοΰ Ζήνωνος, ό όποιος και μνημονεύεται είς το σωθέν επίγραμμα, επροκάλεσε τα σκώμματα τών συμπατριωτών του. Τοΰτο μας ενθυμίζει δ,τι προηγουμένως εσημειώσα­

μεν προκειμένου περί τοΰ Έρμείου τοΰ Κουριέως. Τα σκώμματα τοΰ Σωπά­

τρου φαίνεται να ήσαν πολύ δηκτικά, φαίνεται δε άλλως ό ποιητής δτι κατείχε άρκετήν ποιητικήν ικανότητα, δπως δεικνύουσι τα ύπ' αύτοΰ χρησιμοποιού­

— 453 —

μένα επίθετα π.χ. δηξί&νμος, δξάλμη (απ. 21), κραιπαλόβοσκος δίψα (απ. 25), δρακοντομίμοις οργάνων τορεύμασι (απ. 19), κνηκοπόρονς ήδονάς (απ. 17 ) κλπ. Ή γλώσσα των δραμάτων του Σωπάτρου δεν είναι ή κυπριακή αλλ' ή πανελλήνιος κωμική γλώσσα. Δια το φαινόμενον τοΰτο είναι περιττον να άσχοληθώμεν ιδιαιτέρως τώρα, ώμιλήσαμεν άλλως τε ανωτέρω προκειμέ* νου περί άλλων ειδών της ποιήσεως αναπτυχθέντων εν τή* νήσω.

Παράλληλος προς τήν άνάπτυξιν της ποιήσεως ύπήρξεν εν Κύπρω και ή άνάπτυξις του πεζού λόγου. Οΰτος άνεπτΰχθη, ώς ήτο φυσικόν, πολύ βραδύ­

τερον ti δ ποιητικός λόγος. Μέχρι τών χρόνων του Μ. 'Αλεξάνδρου δεν δυνά­

μεθα να όμιλήσωμεν περί αναπτύξεως του πεζοΰ λόγου Ιν Κύπρω. Δεν υπάρ­

χει αμφιβολία δτι εις τήν άνάπτυξιν τούτου πρέπει να συνετέλεσεν ή παρου­

σία εν Κύπρω Ελλήνων λογίων κληθέντων είς τήν αΰλήν του Εΰαγόρου Α' υπ' αύτοΰ τοΰ Σαλαμινίου βασιλέως κατά τον 5 αϊ. π.Χ. Έ ν τούτοις δυνά­

μεθα να όμιλήσωμεν περί αναπτύξεως του γραπτού λόγου εν Κύπρω, τουλά­

χιστον κατά τάς αρχάς του 5 αϊ. π.Χ. 'Αναφέρομαι κυρίως εις το περίφημον ψήφισμα τών Ίδαλιέων προς τιμήν του ιατρού Όνασίλου και τών τέκνων αύτοΰ προς εκφρασιν ευγνωμοσύνης της πόλεως δια τάς υπ' αυτών παρα­

σχεθείσας υπηρεσίας κατά τήν διάρκειαν πολιορκίας της πόλεως υπό τών Μήδων καΐ τών Κιτιέων, δηλ. τών Φοινίκων. Το ψήφισμα είναι γραμμένον είς τήν Κυπριακήν διάλεκτον και έχει τον χαρακτήρα τών συνήθων ψηφι­

σμάτων, τα όποια γνωρίζομεν εξ άλλων αναλόγων ψηφισμάτων τών ελληνι­

κών πόλεων. Βεβαίως το ψήφισμα τοΰτο δεν το αναφέρω, δια να δείξω δι" αύτοΰ τήν άνάπτυξιν εν Κύπρω κατά τον 5 αι. π.Χ. εντέχνου γραπτοΰ λόγου. Αύτη έρχεται βραδύτερον καΐ ώς συνέπεια τόσον της καλλιέργειας τών γραμμάτων εν Κύπρω υπό τοΰ Εύαγόρου Α', τών διαδόχων αύτοΰ καί τών λοιπών βασιλέων της νήσου, δσον και δια της διαδόσεως τών ελληνικών γραμμάτων εν αυτή" ώς καΐ τη λοιπή 'Ανατολή δια τών κατακτήσεων τοΰ Μ. 'Αλεξάνδρου.

Έ κ τών ειδών τοΰ πεζοΰ λόγου μόνον δύο παρουσιάζουσιν άνάπτυξιν εν Κύπρω. Ταΰτα είναι ή ιστορία και ή φιλοσοφία. Περί της αναπτύξεως της ρητορείας δεν εχομεν πληροφορίας, αν και ό τρίτος Κυπριακός λόγος τοΰ 'Ισοκράτους, ό « Νικοκλής ή Κύπριοι», ό όποιος υποτίθεται ότι λέγεται υπό τοΰ βασιλέως τούτου της Σαλαμίνος προς τον λαόν της πόλεως του, αφήνει να νοηθη δτι ή ρητορική εκαλλιεργεΐτο εν τη νήσω, υπό τών βασιλέων του­

λάχιστον. Είναι γνωστόν δτι τοΰτο αποτελεί μυκηναϊκήν παράδοσιν, τήν οποίαν βλέπομεν συνεχιζομένην παρά τφ Όμήρω υπό τών ομηρικών σκη­

πτούχων βασιλέων, ών ό άριστος καλείται «λιγύς άγορητής», ήτοι έχων γλώσσαν γλυκεΐαν ώς το μέλι. 'Αλλ' εκ τοΰ λόγου τοΰ 'Ισοκράτους ουδέν δύναται να συναχθη θετικον ώς προς τήν άνάπτυξιν της ρητορικής εν Κύπρω.

— 454 —

Έκ των δυο άλλων ειδών του πεζοΰ λόγου ενωρίτερον παρουσιάζεται παρά Κυπρίοις ή φιλοσοφία. Ό παλαιότερος των γνωστών Κυπρίων φιλο­

σόφων είναι δ Εΰδημος, ό μαθητής του Πλάτωνος και φίλος του 'Αριστοτέ­

λους. Βεβαίως δεν δυνάμεθα εκ της υπάρξεως του φιλοσόφου Εΰδήμου και άλλων να συμπεράνωμεν δτι ή φιλοσοφία αναπτύσσεται εν Κΰπρω μόνον διότι φιλόσοφοι Κύπριοι ζώσι και δρώσιν εν Ελλάδι καί δη εν 'Αθήναις. Έ ν τούτοις δμως το γεγονός τοΰτο είναι ενδεικτικον της εντάξεως της Κύπρου μέσα εις τον δλον ελληνικον πνευματικόν κόσμον και της στενής επαφής αυτής με την Ελλάδα. Ώς ανέφερα καί ανωτέρω, τοΰτο υπήρξε το αποτέλε­

σμα τής φιλελληνικής ή καλΰτερον να εΐπω τής φιλαθηναϊκής πολιτικής του βασιλέως τής Σαλαμίνος Ευαγόρου Α'. Ή περαιτέρω άνάπιυξις τής φιλοσο­

φίας υπό του Ζήνωνος του Κιτιέως, ιδρυτού τής κυνικής φιλοσοφίας, έχει τον αυτόν χαρακτήρα. Δεν πρόκειται εν τή παροΰση ομιλία να αναπτύξω το φιλοσοφικον σύστημα του Ζήνωνος, το όποιον περιλαμβάνει παν πρόβλημα ερευνηθέν υπό τής φιλοσοφίας μέχρι τών χρόνων του. Τοΰτο μόνον λέγω, δτι πρόκειται περί μιας εκ τών μεγίστων φιλοσοφικών φυσιογνωμιών του κόσμου, του οποίου ή επίδρασις επί την ανθρωπότητα υπήρξε τεραστία και ίσως μεγαλύτερα παντός άλλου φιλοσοφικού συστήματος. Το θέμα εμπίπτει πλέον εις την ϊστορίαν τής φιλοσοφίας. Τοΰτο επίσης θέλω να τονίσω, δτι αί απόψεις τοΰ Ζήνωνος περί Πολιτείας δεν θα ήσαν τοιαΰται, αν α) οΰτος δεν προήρχετο εκ Κύπρου και δεν έλάμβανεν εκ ταύτης γνώσιν τής 'Ανατολής και β) αν δεν ύφίστατο εν Αθήναις την έπίδρασιν τής κυνικής φιλοσοφίας και ιδιαιτέρως τοΰ ίδρυτοΰ της, τοΰ σωκρατικοΰ 'Αντισθένους. Τον Ζήνωνα ήκολοΰθησαν πλείστοι μαθηταί του, εν αΰτοίς δ' αξιομνημόνευτος ο Περ­

σαΐος ό Κιτιεΰς, έτερος στωικός φιλόσοφος, ζήσας ωσαύτως εν Ελλάδι καί εκτιμηθείς, ώς ό Ζήνων υπό τών βασιλέων τής Μακεδονίας. Τρίτος αξιόλο­

γος φιλόσοφος είναι ό μάλλον εκλεκτικοΰ χαρακτήρος κυνικός Δημώναξ, περί τοΰ οποίου διασφζει ό Λουκιανός βιογραφίαν. "Εζησεν οΰιος εν 'Αθήναις κατά τον α' καί τον β' αι. μ.Χ., διετηρήθησαν δε αξιομνημόνευτοι τίνες φράσεις του, ώς «ελεΰθερος είναι εκείνος, ό όποιος οΰτε φοβείται οΰτε ελπί­

ζει » και δτι «μόνος ό ελεΰθερος είναι ευδαίμων». Οΰτω βλέπομεν, πώς ή Κύπρος ετροφοδότησε την ελληνικήν φιλοσοφικήν διανόησιν από τοΰ δ' αΐ. π.Χ. μέχρι τών αρχών τοΰ β' αΐ. μ.Χ. δια κορυφαίων φιλοσόφων, τών οποίων το δνομα και την φήμην διέσωσαν αί μεταγενέστεραι γενεαί. Ό δεσμός προς την Ελλάδα και ιδίως τάς 'Αθήνας λαμβάνει οΰτω χαρακτήρα περισσότερον στενόν καί το κέντρον τής διανοήσεως και τοΰ πολιτισμού καί εϊς τους χρόνους ακόμη τής σχετικής παρακμής εξακολουθεί να ελκΰη τους Κυπρίους προς εαυτό, δπως τους εϊλκυε προηγουμένως.

Την φιλοσοφίαν μετά τής ιστορίας συνδυάζει έτερος Κύπριος σοφός μαθητής τοΰ 'Αριστοτέλους ό εκ Σόλων Κλέαρχος, τοΰ οποίου, ως και πολ­

— 455 —

λών άλλων Κυπρίων συγγραφέων και ποιητών, συχνήν χρήσιν κάμνει δ 'Αθη­

ναίος εις το γνωστόν του έργον « Δειπνοσοφισταί ». Τα μνημονευόμενα έργα των οποίων σφζονται μικρά αποσπάσματα, ιδία παρ' Άθηναίω, ανέρχονται εις 16, περί τούτων δε διέλαβε συνοπτικώς δ γνωστός φιλόλογος W. Kroll εις την R. E. Pauly ­ Wissowa Kroll και προηγουμένως δ Μ. Weber. Ή φιλοσοφία του έχει ύπόβαθρον περιπατητικόν, εκ δε των έργων του άξιολο­

γώτατον το «περί βίων» η «βίοι», εις το όποιον καταπολεμεί την τρυφήν και συνιστά την αΰστηράν ζωήν. Εις το έργον τοΰτο εκτίθενται δ τρόπος της ζωής των λαών, Ελλήνων και βαρβάρων, άλλα και ατόμων. "Ετερον έργον αυτού «περί παιδείας» ήσχολεΐτο μεταξύ άλλων περί της σοφίας τών βαρβά­

ρων, το δε « περί τών εν τη Πλάτο)νος Πολιτεία μαθηματικώς είρημένων » άνεφέρετο εις τον παρά τφ μεγάλφ τούτω φιλοσοφώ « τέλειον αριθμόν». Ή πολυμάθεια και ή πολυμέρεια του Κλεάρχου είναι μνημειώδεις, ώς και ή προς τον μυστικισμον ροπή του. Καθαρώς ιστορικοί αναφέρονται ωσαύτως τινές, ώς δ "Αριστος δ Σαλαμίνιος, τον δποΐον εχρησιμοποίησεν ώς πηγήν δ Άρριανός δια την συγγραφήν του περί 'Αναβάσεως του 'Αλεξάνδρου έργου του. Μνημονεύονται ώσαΰτως καί τίνες μυθογράφοι δευτερευούσης σημασίας.

Κατά την ελληνιστικήν καί την μετέπειτα εποχήν ανεπτΰχθη, ώς γνω­

στόν, ή επιστήμη. Οι Κύπριοι δεν υστέρησαν εις τον τομέα τούτον άναδεί­

ξαντες μεγάλους επιστήμονας, ιδίως ιατρούς. Ή 'ιατρική ανεπτΰχθη εν Κΰπρω εις παλαιούς χρόνους. Ό Όνάσιλος, ιατρός του Ίδαλίου, ανήκει, ώς εΐπομεν, εις τάς αρχάς του 5 α'ι. π.Χ. και προέρχεται εξ οικογενείας ιατρών. Πρέπει να ήτο ούτος σπουδαίος χειρούργος θεραπεύων τους τραυματίας του πολέμου κατά τήν πολιορκίαν της πατρίδος του, διό καί ιδιαιτέρως υπ' αυτών ετι­

μήθη. 'Ονόματα Κυπρίων ιατρών τον αυτού αιώνος μας αναφέρονται καί άλλα, ώς τού Σιννεσίου, φέροντος Κιλικικόν όνομα, βραδΰτερον δε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους και άλλα. Μεταξύ τών άξιολογωτέρων μνημονευτέοι δ οφθαλμίατρος Διαγόρας ζήσας τον 3 αι. π.Χ., σπουδαίας ιατρός δια τάς ανακαλύψεις τών θεραπευτικής ιδιότητος βοτανικών φαρμάκων. Ύπήρξεν ούτος καί ερμηνευτής ιπποκράτειων έργων. Τοιούτος υπήρξε και δ μετά δύο αιώνας ζήσας ιατρός εκ Κιτίου 'Απολλώνιος συγγραφεύς πολλών έργων, τών δποίων εσώθη το υπόμνημα εις το περί άρθρων έργον τού 'Ιπποκράτους το άφιερωθέν υπ' αυτού εις βασιλέα Πτολεμαΐον.

'Αναφέρω τους τελευταίους τούτους υπό μορφήν γραμματολογικής απα­

ριθμήσεως, διότι δεν γνωρίζομέν τι ουσιωδώς πληρέστερον περί αυτών, το δποΐον να τοποθετή αυτούς εις εξέχουσαν θέσιν μέσα εις τήν πνευματικήν ζωήν τών χρόνων των. 'Αλλ' αφ' ετέρου ή ύπαρξις τούτων πιστοποιεί δτι ή πνευματική κίνησις εν τη νήσω άρξαμένη τουλάχιστον από τών ομηρικών

— 456 —

χρόνων συνεχίζεται εις πάντας τους τομείς αμείωτος εις εκτασιν καί ποιόν. Ή κατεΰθυνσις αυτή έσυνεχίσθη μέχρι καί των πρώτων μετά Χριστον αιώ­

νων, δτε αναφαίνονται αξιόλογοι πνευματικοί άνδρες Ιν τη νήσω, οί όποιοι εστήριξαν την χριστιανικών θρησκείαν και έθεσαν τας βάσεις της μεταγενέ­

στερος πνευματικής θρησκευτικής αναπτύξεως τής νήσου μέχρι των σημερι­

νών χρόνων. Άνασκοποΰντες την πνευματικήν δημιουργίαν των αρχαίων Κυπρίων

εύρίσκομεν δτι ή νήσος παρά την άπομόνωσιν αυτής το πρώτον από του λοι­

πού ελληνικού κόσμου τόσον δια γεωγραφικούς δσον προ παντός δι' ιστορι­

κούς λόγους, δεν παρέμεινεν άπομεμονωμένη καί εις τήν πνευματικήν άνάπτυ­

ξιν, τουναντίον ακολουθεί τα ρεύματα και τάς κατευθύνσεις, τάς οποίας αναπτύσσει ό ελληνικός πνευματικός κόσμος. Οΰτω δυνάμεθα να εϊπωμεν δτι ό ελληνικός λαός τής Κύπρου είναι δχι μόνον άμεσώτατα συνδεδεμένος δι9 αίματος, γλώσσης, θρησκείας, ηθών και εθίμων προς τον λοιπόν ελληνι­

κόν κόσμον, αλλ' δτι και ή πνευματική δημιουργία τών αρχαίων Κυπρίων αποτελεί μίαν περαιτέρω απόδειξιν τής ενότητος τοΰ ελληνικού κόσμου καί δτι ή Κύπρος άπετέλεσεν ανέκαθεν εν πνευματικόν τμήμα τοΰ κόσμου τούτου.

Τήν τοιαύτην πνευματικήν και τήν εν γένει πολιτιστικήν ενότητα, ώς καί γενικώτερον τήν Ιθνικήν ενότητα, ανεξαρτήτως πολιτικής κρατικής ενότητος αποδεικνύει και ή σημερινή Κύπρος. Πόθος και δνειρον είναι, δπως ή πολι­

τική επισφράγιση τήν εθνικήν και πολιτιστικήν ταύτην ενότητα.

— 457 -

MONTALE

Dora Markus

/ *Ηταν εκεί πού ή ξύλινη γέφυρα οδηγεί στη βαθιά θάλασσα τοϋ Πόρτο Κορσίνι κι άνθρωποι λιγοστοί, σχεδόν ασάλευτοι, ρίχνουν ή σηκώνουν τα δίχτυα. Με μια κίνηση τον χεριού έδειχνες με το δάχτυλο στην άλλην όχθη την αληθινή σου, αόρατη πατρίδα.

"Υστερ ακολουθήσαμε το κανάλι ως το μυχό της πολιτείας, πού έλαμπε από αιθάλη, μες στην κοιλάδα — δπου βυθίζονταν μια άνοιξη μουδιασμένη, δίχως μνήμη. Κι εδώ, πού μια παλιά ζωή ποικίλλεται από ενα γλυκον ϊμερο Ανατολής, τα λόγια σου ίριδίζαν σαν τα λέπια τοϋ μπαρμπουνιοΰ πού πνέει τα λοίσθια.

Ή ανησυχία σου με κάνει να σκέφτομαι τα διαβατάρικα πουλιά πού σκοντάφτουν στους φάρους τα τρικυμιασμένα βράδια. Τρικυμιά 'ναι κι ή γλύκα σου ακόμα : στριφογυρνά και δεν φαίνεται, κι οι διακοπές της εϊν* από τις πιο σπάνιες.

Δεν ξέρω πώς, εξαντλημένη, μπορείς κι αντέχεις στή λίμνη αυτή της αδιαφορίας πού είν' ή καρδιά σου' ίσως σε σώζει ενα φυλαχτό, πού κρατάς πλάι στο κραγιόνι τών χειλιών, στο πονπον ή στή λίμα : ενα άσπρο φιλντισένιο ποντικάκι' κι έτσι υπάρχεις!

II Τώρα στην Καρινθία σου, με τ ανθισμένα μϋρτα και τους βάλτους, παραφυλάς, σκυμμένη αύτοϋ στην άκρη,

— 458 —

τον κυπρίνο που τσιμπάει νωθρά, ή ακολουθείς επάνω στις φιλλύρες, μες απ τις αιχμηρές κορφές, τίς πυρκαγιές του εσπερινού και στα νερά ενα σύφλογο από τέντες για οικοτροφεία και αποβάθρες.

Το βράδι, που απλώνεται πάνω στην υγρή κόγχη, δε φέρνει με τον παλμό των κινητήρων παρά θρήνους από χήνες, κι 'ένα εσωτερικό από χιονένιες φαγέντσες διηγείται στο μαυρισμένο καθρέφτη, που σε άντίκρυσ αλλιώτικη, μιαν ιστορία από αδιατάρακτες περιπλανήσεις και την χαράζει εκεί που το σφουγγάρι δε φτάνει.

Τή δική σου ιστορία, Ντόρα! Μα αυτή 'ναι κιόλας γραμμένη στα ^λε/^/ζατα των ανθρώπων εκείνων πώχουν περήφανες κι αραιές φαβορίτες σε μεγάλα χρνσα πορτραίτα, και ξαναγυρνά στην κάθε συμφωνία που εκφράζει ή χαλασμένη αρμόνικα, την ώρα πού βραδιάζει, κι δλο πιο αργά.

Είναι γραμμένη εκεί. Ή πάντα πράσινη δάφνη κρατάει για την κουζίνα, ή φωνή δεν αλλάζει, ή Ραβέννα είναι μακρυνή και δηλητήριο στάζει μια άγρια πίστη. Τι θέλει από σένα ; Φωνή, Ιστορία ή πεπρωμένο δεν παραχωρείται· Μα είναι πια αργά' δλο πιο αργά...

Από τή συλλογή : « 01 Ευκαιρίες > Μετάφρασις : ΚΟΥΛΗ ΑΛΕΠΗ

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Θ. ΖΩΡΑ Καθηγητού τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟΝ

Ή εκ των καταλοίπων του Ν. Βέη δημοσιευθείσα επιστολή τοΰ Κάλ­

βου, υπό ήμερομηνίαν 29T1? Μαΐου 1826 \ επιτρέπει να καθορισθη τώρα πλέον μετά μεγαλυτέρας ακριβείας το δρομολόγιον τοΰ ποιητοΰ των 'Ωδών από Παρισίων εις Κέρκυραν.

Έ ν τφ παρελθόντι οΐ βιογράφοι τοΰ Κάλβου ειχον υποστηρίξει δτι δ ποιητής κατήλΟεν εις Ναΰπλιον με σκοπον τήν συμμετοχήν του εις τον ιερόν αγώνα της Επαναστάσεως το πρώτον έτος της ελληνικής εξεγέρσεως, ήτοι τ φ 1821 2. Ή πληροφορία δμως αΰτη, ως απέδειξα εις παλαιοτέραν μελέτην μου 3 , είναι εξ ολοκλήρου εσφαλμένη. Τον χειμώνα τοΰ 1821 ό Κάλβος διήλ­

{)εν εις τήν Φλωρεντίαν, οπόθεν άνεχώρησεν ένεκα πολιτικών λόγων και μετέβη εις Έλβετίαν. Έ κ ε ϊ παρέμεινεν επί τίνα έ'τη, κατά τάς αρχάς δε τοΰ 1825 μετέβη εις Παρισίους, ως προκύπτει εκ τοΰ διαβατηρίου του, το όποιον εξεδόθη εν Βέρνη τήν 1 3 ^ 'Ιανουαρίου 1825.

Εις Παρισίους ό ποιητής, ευρισκόμενος εν τ φ μέσω ενθουσιώδους φιλελ­

ληνικού περιβάλλοντος, εΐργάσθη δραστηρίως υπέρ της ελληνικής υποθέσεως, συμμετέχων εις τήν οργάνωσιν εκδηλώσεων και εράνων, και δημοσιεΰων εις τον ήμερήσιον και περιοδικον τΰπον άρθρα υπέρ τής πατρίδος του 4 . Ε κ ε ί επίσης εξέδωκε τήν δευτέραν συλλογήν τών φδών του, υπό τον τίτλον « Λυ­

ρικά », τφ 1826 5.

1. Βλ. Μ. Ν. Β έ η , 'Ανδρέου Κάλβου: "Αγνωστος επιστολή, Παρνασσός, Γ', 1961, σελ. 395 επ.

2. Τήν ύπόθεσιν ταύτην ύπεστήριξαν οί πλείστοι των βιογράφων τοΰ Κάλβου, ώς ό Δε ­ Βιάζης, ό Μητσάκης, ό Χιώτης, ό Ζώης, ό Ζερβός, ό Παλαμάς, ό Καμπά­

νης, κ α. εις τάς γνωστάς περί τοΰ ποιητοΰ βιογραφίας των. 3. Βλ. παλαιοτέραν μελέτην μου « Βιογραφικοί παρατηρήσεις εις τον Κάλβον »,

Νέοι Δρόμοι, έτος Ζ', 'Ιανουάριος ­ Μάρτιος 1944, σελ. 4 επ. 4. Μεταξύ άλλων ό Κάλβος εΐχε στενήν συνεργασίαν με τους κύκλους της Revue

Encyclopédique και τοΰ Constitutionnel. 5. °Η συλλογή αυτή εξεδόθη προ τοΰ Ιουνίου 1826 δεδομένου δτι, εις εγγρα­

φον τοΰ'Υπουργείου'Εσωτερικών, ύπο ήμερομηνίαν 13*is 'Ιουνίου 1826, ό διευθυντής τής 'Αστυνομίας αναφέρει δτι ό Κάλβος « εδημοσίευσε λίαν προσφάτως ωδάς» (βλ.

— 460 —

Την 29*lv Μαίου 1826 ό Κάλβος εΰρίσκετο ακόμη εις Παρισίους, ώς προκύπτει εκ της ανωτέρω μνημονευθείσης προς τον Bucbon επιστολής του, την οποίαν συνοδεύει μετάφρασις ανταποκρίσεως περί της πτώσεως τοΰ Μεσολογγίου, άποσταλείσης παρά νεαρού φίλου του εκ Ζακύνθου \

'Ακριβώς δε ή ε'ίδησις αΰχη, ήτις είχεν εύρεΐαν άπήχησιν εις την Δΰσιν, φαίνεται δτι τον ώθησε να επιταχΰνη την πραγματοποίησιν τής ειλημμένης ήδη αποφάσεως περί καθόδου εις Ελλάδα και συμμετοχής εις τον αγώνα. Πράγματι, μετ' ολίγας ημέρας ό Κάλβος εζήτησεν από την γαλλικήν άστυ­

νομίαν τών Παρισίων θεώρησιν τοΰ εις Βέρνην εκδοθέντος διαβατηρίου του, προς μετάβασιν εις Τουλώνα και εκείθεν εις Ελλάδα. Την 26|ΐν Ιου­

νίου 1826 ή διεΰθυνσις τής αστυνομίας υπέβαλε το διαβατήριον προς θεώ­

ρησιν εις το Ύπουργεΐον Εσωτερικών, το όποιον εφρόντισεν αμέσως να συγκέντρωση πληροφορίας περί του υπόπτου, ώς χαρακτηρίζεται δια τα φιλελεύθερα αύτοΰ φρονήματα, νεαροϋ ποιητοΰ τών φδών8 .

Τέλος δ Κάλβος κατώρθωσε να αναχώρηση την 2 α ν 'Ιουλίου, ως μας πληροφορεί σχετικόν εγγραφον τής αστυνομίας Τουλώνος, ΰπο ήμερομηνίαν 4 Τ? 'Ιουλίου 1826, εν φ β^βαιοΰται δτι: « Ή βασιλική φορτηγός «Πέ­

στροφα » άνεχώρησε δια τήν Άνατολήν τήν 2 α ν τρέχοντος μηνός, καί, κατό­

πιν αδείας του υπουργού Ναυτικών, παρέλαβε τον κόμιτα κ. Εΰγένιον ντ' Άρκούρ μετά άλλων τεσσάρων ατόμων, μεταξύ τών οποίων ευρίσκονται δ εϊρημένο; Κάλβος καί έ'νας κύριος L,avigne, πρώην αξιωματικός» 3. Κατά

Ά ν τ . Ί ν τ ι ά ν ο υ , "Αγνωστες σελίδες άπό τη ζωή καί το έργο τοΰ 'Αντρέα Κάλ­

βου, Λευκωσία, Κύπρος, 1960, σελ. 16). 1. Μ. Ν. Β έ η , 'Ανδρέου Κάλβου : "Αγνωστος επιστολή, ενθ ' άν. , σελ. 397 έπ.

Το κείμενον τής ανταποκρίσεως περί τής πτώσεως τού Μεσολογγίου, τήν μετάφρασιν τής οποίας ετεμελήθη ό Κάλβος καί τήν οποίαν άπέστειλεν ό ϊδιος προς τον φίλον του Buchon, ίνα καταχωρισθή εις τον « Cons t i tu t ionne l >, δεν έδημοσιεύθη. Δεν γνω­

ρίζομεν τον λόγον. "Ισως τοΰτο να οφείλεται το μεν εις το γεγονός δτι εν αυτή περιείχοντο κατακρίσεις κατά τής κεντρικής Κυβερνήσεως τοΰ Ναυπλίου, το δε εις το γεγονός δ α τό εν γένει ΰφος τής ανταποκρίσεως διεπνέετο υπό μεγάλης απαισιο­

δοξίας : < Tout est pe rdu , γράφει ό άποστείλας αυτήν νεαρός 'Επτανήσιος. N o t r e p a t r i e n 'exis te plus pour moi q u e d a n s le passé >. "Ισως δμως καί το γεγονός δτι ή έφημερίς είχε δημοσιεύσει ήδη άλλας ανταποκρίσεις, καθίστα πλέον περιττήν τήν δημοσίευσιν τής καί>υστερημένης ταύτης επιστολής. Πράγματι , εκτός παλαιοτέ­

ρων αρ&ρων περί τοΰ Μεσολογγίου, εν τφ Cons t i tu t ionne l είχον ϊδει τό φως σχετικά προς τήν πτώσιν τοΰ Μεσολογγίου άρθρα καί ανταποκρίσεις τήν Ιδτν ­ 16Ήν, ΙΘτν, 22«ν) 27ην, 31'»ιν Μαΐου κ λ.

2. Ά ν τ. Ί ν τ ι ά ν ο υ , "Αγνωστες σελίδες άπό τη ζωή καί τό έργο τοΰ 'Αν­

τρέα Κάλβου, ενύΥ άν. , Γ. Θ. Ζ ώ ρ α , 'Ανδρέας Κάλβος, Νέα "Εστία, 'Αφιέρωμα εις τον Άνδρέαν Κάλβον, 1960, σελ. 43 έπ.

3. Βλ. Ά ν τ. Ί ν τ ι ά ν ο υ , Άγνωστες σελίδες άπό τή ζωή καί τό έργο τοΰ 'Αντρέα Κάλβου, ε ν θ ' ά ν . , καί Γ. Θ. Ζ ώ ρ α , 'Ανδρέας Κάλβος, Ivt>* άν., σελ. 44.

— 461 —

τάς πληροφορίας τάς παρεχομένας υπό του αύτοΰ εγγράφου, ή φορτηγός « Πέστροφα » επρόκειτο να μεταβη εις Άφρικήν καΐ εν συνεχεία να πλεύση προς ανατολάς, πιθανώς μέχρι Τουρκίας.

Με το πλοΐον λοιπόν τοΰτο ό Κάλβος άνεχώρησεν εκ Τουλώνος, καί, δεν γνωρίζομεν μετά ποίας ακριβώς περιπλανήσεις1, έφθασε μετά τινας ημέρας εις Ναΰπλιον, οπού ήλπιζεν δτι ­θα ήδΰνατο να προσφέρη τάς υπη­

ρεσίας του και — ίσως — καί το αιμά του υπέρ της αγωνιζομένης πατρίδος. Δυστυχώς, ή κρατούσα κατάστασις, αϊ έριδες, αί προσωπικά! άντιζηλίαι καί αί εσωτερικά! διχόνοιαι άπεγοήτευσαν τον Κάλβον, του οποίου ό ευθύς και αυστηρός χαρακτήρ κα! ό άκρατος πατριωτισμός εύρίσκοντο εις πλήρη αντί­

θεσιν προς τα ταπεινά συμφέροντα των ατόμων καί τους εγωισμούς, τους οποίους είχε καυτηριάσει εις τας ωδάς του, καλών δλους τους "Ελληνας να θυσιάσουν τα πάντα επ! του βωμοΰ της Πατρίδος2.

'Αφού, λοιπόν, επείσθη δτι ή παραμονή του εις Ναΰπλιον εις ουδέν ήδΰνατο να ώφελήση — και τα ποιήματα του παρέμενον ξένα εις τους συμπα­

τριώτας του — απεφάσισε να εγκατάλειψη την άγωνιζομένην Ελλάδα και να μεταβη εις την Έπτάνησον, καί, ακριβώς, εις την Κέρκυραν, κέντρον τότε πνευματικόν τών'Ιονίων νήσων."Ισως το νεανικον σχέδιόν του περί διδασκα­

λίας εις τα σχολεία της ιδιαιτέρας πατρίδος του τον ώθησαν εις τοΰτο, εις την άπόφασιν δέ ταΰτην θα συνέβαλεν αναμφιβόλως και παλαιοτέρα γνωριμία με τον Γκίλφορδ, εις την ΰποστήριξιν του οποίου έτρεφε πολλάς ελπίδας.

Πότε ακριβώς άνεχώρησεν δ Κάλβος εκ Ναυπλίου δεν γνωρίζομεν, δυνά­

μεθα δμως να καθορίσωμεν κατά μεγάλην προσέγγισιν, χάρις εις την εν τη 'Εθνική Βιβλιοθήκη τών 'Αθηνών άποκειμένην πλουσίαν άλληλογραφίαν μεταξύ Φαρμακίδου κα! Άσωπίου3 . Πράγματι σφζονται δυο επιστολα! του έτους 1826, τάς οποίας ό Φαρμακίδης άπέστειλεν εκ Ναυπλίου προς τον Άσώπιον ίνα τον πληροφόρηση δτι ό Κάλβος επρόκειτο να αναχώρηση εκ της πόλεως εκείνης μεταβαίνων εις Κέρκυραν, κα! δτι επωφελεΐτο της ευκαι­

ρίας ϊνα άποστείλη δι' αυτού αντίτυπα τίνα της « Επισήμου Εφημερί­

δος», της οποίας ήτο τότε διευθυντής. Εις την πρώτην επιστολήν, υπό ήμερομηνίαν 29 'Ιουλίου 1826, ό Φαρμακίδης γράφει προς τον Άσώπιον : «"Εστειλα κα! τους αριθμούς 74­78 της εφημερίδος4. Πέμπω προσέτι κα! δΰο σώματα του πρώτου εξαμήνου και πέντε του δευτέρου, δια να έ'χης αύτοΰ, μήπως θελήση κα! άλλος. "Αν εύρισκα ανθρωπον να φορτωθη σ' έστελλα

1. Κατά το ταξίδιον τοΰτο, έκτος άλλων λιμένων, ό Κάλβος επεσκέφθη καί την Μήλον καί την "Υδραν.

2. Γ. Θ. Ζ ώ ρ α , 'Ανδρέας Κάλβος, ενθ·' άν., σελ. 44 επ. 3. Βλ. Άρχεΐον Άσωπίου εν τη Έθνικη Βιβλιοθήκη. 4. Πρόκειται περί της < 'Επισήμου Εφημερίδος», ήτις εξεδίδετο εις Ναΰπλιον

καί την οποίαν ό Φαρμακίδης διηύθυνεν από τοΰ 1825 μέχρι τοΰ 1828. 30

— 462 —

και περισσότερα σώματα. Ταΰτα λαμβάνεις δια τοΰ κ. Ά . Κάλβου τοΰ Ζακυν­

ΰίον »1. Έ κ της επιστολής ταΰτης προκύπτει δτι ο ποιητής μας άνεχώρη­

σεν εκ Ναυπλίου — κατά πάσαν πιθανότητα — περί τα τέλη 'Ιουλίου ή τάς αρχάς Αυγούστου τοΰ 1826, κατευθυνόμενος εις Κερκυραν, δπου φυσικά θα έφθασε μετ' ολίγας ημέρας.

Εις την δευτέραν επιστολήν, υπό ήμερομηνίαν 15 Σεπτεμβρίου 1826, δ Φαρμακίδης γράφει πάλιν προς τον Άσώπιον : « Λάβε και εν σώμα εφημερί­

δος υπ' αριθ. 1 ­ 92 ιδικόν σου, και εν υπ' αριθμόν 79 ­ 92 διά τίνα Ά. Κάλ­

βον Ζακννθιον ποιητήν3, άναχωρήσαντα εντεύθεν προ μικρού » 2. 'Επομένως δ Φαρμακίδης επαναλαμβάνει και εδώ την πληροφορίαν περί της «προ μικρού» αναχωρήσεως του Κάλβου εκ Ναυπλίου δια Κερκυραν. 'Αποδεικνύεται επομέ­

νως επίσης ανακριβής και δλως φανταστική ή εΐδησις τήν δποίαν υπεστήρι­

ζαν οι περισσότεροι βιογράφοι του ποιητοΰ μας, δτι, άναχωρών οΰτος εκ Ναυ­

πλίου, επέστρεψε πάλιν εις Παρισίους και εκείθεν βραδΰτερον, δηλ. τφ 1827, μετέβη εις Κερκυραν 4. Τοιούτον ταξίδιον δεν έγινε ποτέ ! Έ κ της δευτέρας επιστολής προκύπτει επίσης δτι δ Κάλβος ήτο τότε σχεδόν άγνωστος ώς ποιητής εις τήν Ελλάδα, άφοΰ δ Φαρμακίδης τον αποκαλεί « ποιητήν τίνα» 5.

'Ολίγον μετά τήν αφιξίν του εϊς Κερκυραν και ακριβώς τήν 1 7 ^ Φε­

βρουαρίου 1827, δ Κάλβος άπέστειλεν ενδιαφέρουσαν άνταπόκρισιν δημο­

σιευθεΐσαν γαλλιστι εις τήν « Revue Encyclopédique» των Παρισίων6. Ή άνταπόκρισις αΰτη, τήν οποίαν δ Κάλβος εγραψεν υπό τΰπον επιστολής, παρέχει πιστήν εικόνα τής Κέρκυρας κατά τον παρελθόντα αιώνα, αναφέρε­

ται δε ιδιαιτέρως εις τάς φυσικός καλλονας τής νήσου, εις τήν εκπαίδευσιν, εις το έργον του Γκίλφορδ, εις τα κυριώτερα πνευματικά ιδρύματα, μεταξύ των οποίων ή 'Ιόνιος 'Ακαδημία, εις τα ποικίλα πανεπιστημιακά ζητήματα, ακόμη δε καΐ εις το τοπικον γλωσσικον ζήτημα7.

1. Άρχεΐον Άσωπίου, ενθ5 άν., αριθ. 196. 2. 'Υπογραμμίζει ό Φαρμακίδης. 3. Άρχεΐον Άσωπίου, ενθ·' άν., αριθ. 198. 4. Τήν γνώμην ταύτην υπεστήριζαν ol περισσότεροι των βιογράφων τοΰ Κάλ­

βου είς παλαιοτέραν εποχήν. 5. Ό Φαρμακίδης άνέγνωσεν αναμφιβόλως τάς φδάς τοΰ Κάλβου — τάς οποίας

ίσως τοΰ προσέφερεν ό ίδιος δ ποιητής — δια τοΰτο και αναγράφει ε'ις άμφοτερας τάς επιστολάς Ά . Κάλβος Ζακύνθιος, δπως δηλ. αναγράφεται το δνομα τοΰ ποιητοΰ είς τάς σύλλογος των ωδών του.

6. Τήν άνταπόκρισιν ταύτην ό Κάλβος άπέστειλεν έκ Κερκύρας τήν 7ην Φε­

βρουαρίου 1827. Έδημοσιεύθη υπό τον τίτλον : «Iles Ioniennes. — Corfou : Cli­

mat, Population, Instruction publique, Université, Lycée, Bibliothèque, Jar­

din botanique, École de dessin et de sculpture >, Revue Encyclopédique, τόμ. XXXÎV, Paris, Avril 1827, σελ. 260 έπ.

7. Tò κείμενον τής ανταποκρίσεως τοΰ Κάλβου με συμπληρωματικός τινας πάρα­

— 463 —

Εις Κέρκυραν ό Κάλβος παρέμεινεν επί εΐκοσιπενταετίαν κερίπου διδά­

σκων καΐ δημοσιογράφων. Τα οικονομικά του όμως, τα οποία ασφαλώς δεν εΰρίσκοντο εις άνθηραν κατάστασιν, ίσως δμως και αί συνεχείς πικρίαι και απογοητεύσεις δια την άπομάκρυνσίν του εκ του δημοσίου βίου και δια την παραγνώρισιν της αξίας του, τον ώθησαν να εγκατάλειψη την πατρίδα του και να καταφυγή και πάλιν εΐς'Αγγλίαν1.

Αί πληροφορίαι περί της ημερομηνίας της αναχωρήσεως του Κάλβου εκ Κέρκυρας, ως και αι περισσότεροι οίλλαι πληροφορίαι, αί άφορώσαι εις την ζωήν του εθνικού μας ποιητοΰ, ήσαν μέχρι προ τίνος εσφαλμένοι και φανταστικοί. Οι βιογράφοι του είχον χωρισθή εΐς δυο παρατάξεις, ΰποστη­

ρίζοντες οι μεν δ'τι ό Κάλβος άνεχώρησε τω 1856 2, οι δε δτι άνεχώρησε τφ 18593. Εις την πραγματικότητα ό ποιητής μας δεν άνεχώρησεν ούτε τφ 1856 οΰτε τφ 1859, άλλα τφ 1852.

Την πληροφορίαν ταΰτην παρέχει, με μαθηματικήν και άναμφισβή­

τητον άκρίβειαν, ή «Έφημερίς Επίσημος του 'Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων», ήτις εΐς εκαστον φΰλλον της εδημοσίευεν τον κατάλογον δλων των ταξιδιωτών, οι οποίοι εβδομαδιαίως έφθαναν ή άνεχώρουν εκ Κέρ­

κυρας 4. Εις τον αριθμόν 50 της εφημερίδος ταύτης, της 29ης Νοεμβρίου ­111!? Δεκεμβρίου 18525, καΐ εΐς σημείωμα υπό τον τίτλον «'Αναχωρήσεις επιβατών εκ Κέρκυρας με δημόσια πλοία », πληροφορούμεθα δτι άνεχώρησαν εκ Κέρκυρας εΐς « τάς 27 Νοεμβρίου δια Τεργέστην, ή Αΰτοΰ Ύψηλότης ό Πρόεδρος της Γερουσίας με την θυγατέρα του, και οι κ.κ. Κόμης Καμΐλος δε Ρώμας, κόμης Σπυρίδων δε Ρώμας, και Δρ. 'Ανδρέας Κάλβος » κ.λ.π. 'Από το ίδιον φΰλλον της εφημερίδος, και εΐς σημείωμα υπό τον τίτλον

τηρήσεις είχον δώσει προς δημοσίευσιν είς το περιοδικον « Νέα 'Εστία > κατά τήν περίοδον της Κατοχής, τφ 1942, και είχε μάλιστα στοιχειοθέτηση. ΈδημοσιεύΟη βραδύτερον είς τήν « Έλληνικήν Δημιουργίαν », τόμ. Γ', 1949, σελ. 743­746. Έ ν τούτοις τάς εν τή άνταποκρίσει περιεχόμενος πληροφορίας περί τοΰ ταξιδιού τοΰ Κάλβου και της σταθμεύσεως αύτοΰ είς Μήλον, "Υδραν και Ναύπλιον έδημοσίευσα είς περιοδικον της εποχής, άπό τοΰ οποίου άνεδημοσιεύθησαν και ε'ις έτερον περιο­

δικόν, τοΰ οποίου ό διορθωτής, μεταξύ άλλων σφαλμάτων, εταύτισεν εν αγνοία μου το Ναύπλιον ( Νεάπολις τής Ρουμανίας ) με τήν Ρουμανίαν.

1. Γ. Θ. Ζ ώ ρ α, 'Ανδρέας Κάλβος, ενθ' αν., σελ. 55 έπ. 2. "Οτι ό Κάλβος άνεχώρησεν εκ Κερκύρας το έτος 1856 ύπεστήριξεν ό Χιώτης. 3. "Οτι ό Κάλβος άνεχώρησεν εκ Κερκύρας το έτος 1859 ύπεστήριξαν ό Δε

Βιάζης, ό Παλαμάς, δ Μητσάκης, ό Ζώης, ό Ζερβός, ό Καμπάνης, ό Σίγουρος κ.άλ. 4. Ή « Έφημερίς τοΰ 'Ηνωμένου Κράτους των 'Ιονίων Νήσων Κερκύρας»

άπό τοΰ έτους 1832, ήρχισε να δημοσιεύη είς εκαστον τεύχος τον κατάλογον δλων των επιβατών, οΐτινες εβδομαδιαίως κατέφθανον ή άνεχώρουν εκ Κερκύρας.

5. « Έφημερίς τοΰ 'Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων », τής 291ις Νοεμ­

βρίου /ΙΓης Δεκεμβρίου 1852, σελ. 13.

— 464 —

« Κατάπλους δημοσίων πλοίων » και « 'Απόπλους δημοσίων πλοίων », πλη­

ροφορούμεθα δτι το μόνον πλοΐον, το όποιον άνεχώρησε την ήμέραν εκείνην εκ Κέρκυρας ήτο το αΰστριακον « 'Ιταλία », με πλοίαρχον τον Γ. Ποΰλιτζ, άφιχθέν εις την νήσον την αυτήν ήμέραν και προερχόμενον εκ Σΰρου καΐ Ζακύνθου. Εις τα αρχεία της ατμοπλοϊκής εταιρείας εις τήν Τεργέστην ­θα σφζωνται ίσως ακόμη μερικά! συμπληρωματικά! πληροφορίαι, τάς οποίας δεν θα ήτο δΰσκολον να συγκέντρωση τις επιτοπίως.

Μετά βραχεΐαν παραμονήν του εις Τεργέστην, ό ποιητής συνέχισε το ταξίδιόν του εις Άγγλίαν, δπου, μόλις μετά δυο μήνας, τήν δ1^ Φεβρουα­

ρίου 1853, ενυμφεΰθη εις Λονδΐνον τήν δευτέραν σΰζυγόν του, ονόματι Charlotte Augusta Adams, 'Αγγλίδα και αυτήν, δπως ή πρώτη σύζυ­

γος του !. 'Αποδεικνύεται οΰτως δλως εσφαλμένη ή μέχρι πρό τίνος κρατούσα

γνώμη, δτι δήθεν ο Κάλβος εις γεροντικήν ήλικίαν 67 ετών εγκατέλειψε τήν πατρίδα του, χωρίς καθωρισμένον σκοπον καΐ πρόγραμμα, μεταβαίνων εις Άγγλίαν προς άναζήτησιν τΰχης. Ή αλήθεια είναι δτι ό ποιητής μας άνε­

χώρησεν εκ Κέρκυρας εις ήλικίαν ουχί 67, άλλα 60 περίπου ετών, κα! δτι παρέμεινεν εις Άγγλίαν μέχρι τέλους τής ζωής του, αποθανών τφ 1869 εις ήλικίαν 77 περίπου ετών 2.

Ούτω δυνάμεθα ως εξής να συνοψίσωμεν τώρα τάς περ! άφίξεως κα! αναχωρήσεως του Κάλβου εξ Ελλάδος ειδήσεις : τον χειμώνα του 1821 ό Κάλβος διήλθεν εις Φλωρεντίαν, βραδΰτερον (κατά πασαν πιθανότητα τήν ανοιξιν του αύτοΰ έτους) μετέβη εις Έλβετίαν, τον Ίανουάριον του 1825 μετέβη εις Παρισίους ( το σχετικον διαβατήριον εξεδόθη τήν 13Τΐν 'Ιανουα­

ρίου 1825), τήν 2 α ν 'Ιουλίου 1826 άνεχώρησεν εκ Γαλλίας κα! μετ' ολίγας ημέρας εφθασεν εΐς Ναΰπλιον, περ! τα τέλη του αΰτοΰ μηνός άνεχώρησεν εκ Ναυπλίου δια Κέρκυραν, τήν 271Ίν Νοεμβρίου/91Ίν Δεκεμβρίου 1852 άνεχώ­

ρησεν εκ Κέρκυρας δι' Άγγλίαν.

1. Γ. Θ. Ζ ώ ρ α , 'Ανδρέας Κάλβος, ενθ·* άν., σελ. 58 έπ. 2. Γ. Θ. Ζ ώ ρ α , 'Ανδρέας Κάλβος, ενθ1' άν., σελ. 60.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ*

ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 1960 ' Ε π ι μ έ λ ε ι α

Γ. Θ. Ζ Ω Ρ Α ­ Φ . Κ. Μ Π Ο Υ Μ Π Ο Υ Λ Ι Δ Ο Υ

Α' Γενικά Δημοσιεύματα 1. ΑΥΓΕΡΗ Μ., ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Μ. Μ., ΡΩΤΑ Β . , ΣΤΑΥΡΟΥ ΘΡ. , Ή ελληνική

ποίηση ανθολογημένη. Τόμ. Γ ' ­ Δ ' : Νέοι χρόνοι. Α θ ή ν α 1959. ["Ιδ. «Β.Δ.» 1959, άρ. 2, 421]. Βιβλιοκρισία .· ΝίΚ. ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ, « 'Επιθεώρηση Τέχνης >, ΙΑ ' (1960) , σ. 2 3 9 ­ 2 4 3 . ("Ιδ . καί Κ. Κ Ο Υ Λ Ο Υ Φ Α Κ Ο Υ , Οί επικρίσεις και άντε­

πικρίσεις άπ ' αφορμή τήν «'Ελληνική Ποίηση Α ν θ ο λ ο γ η μ έ ν η » , Αυτόθι, I B ' (1960) , σ. 1 3 8 ­ 1 4 0 ) .

2. Ι Ω Ά Ν Ν Ο Υ ΑΝΔΡΈΑ Σ., Ανθολογ ία Εύβοέων ποιητών. Χαλκίδα 1960 (σχ. 8°*, σ. 128). 'Ανθολογούνται κείμενα (κατά χρονολογικήν σειράν γεννήσεως των π ο ι η τ ώ ν ) :

Γ. Σκαρίμπα, Π. Μίχου, Δημ. Έμμανωλίδη , Β. Γλάρου, Γ. Φουρλή, Κ. Κουκή, Μ. Παπαϊωάννου, Π. Θνητού, Μ. 'Αλεξίου, Σπ. Δεμέσσα, Ν. Τυπάλδου, Ά ρ γ . Βάλσαμα, Ά ν τ . Χλαμύδα, Ν. Παπαγεωργοπούλου, Καλλ. Σκαρίμπα, "Ελ. Βαφία, Β. Χ. Παπαδοπούλου, Λ. Σιμιτζή, Μαργ. Δαλμάτη, "Αλκή Παπά, Γ. Τσούτη, Γιάνν. Άντρίτσου, Δημ. Βουδούρη, Ά θ . Άβελλιοΰ , Τ. Παπαποστόλου, Έ λ . Γκρ ί τζα ­

Ποντικοπούλου, Ν. Σγούτα, Σπ. Κοκκίνη, Β. Κούλη, Γ. Πηλιχοΰ, Σ. Μαντζάρα, Γιάνν. Γκίκα, Γ. Παπαστάμου, Κ. Άσημακοπούλου, Τ. Μαστροδημήτρη.

'Επιτάσσονται βραχύταται πληροφορίαι περί του τόπου γεννήσεως καί τών εκδόσεων έργων των ανθολόγο υμένων.

Βιβλιοχρ. σημείωμα : ΑΛΚΗ ΘΡΥΛΟΥ, « Καινούργια Ε π ο χ ή », "Ανοιξη 1960, σ. 212. 3. Α Χ Ι Ο Τ Ι M E L P O ­ H A D Z I S D I M . , A n t i g o n e L e b t . N e u g r i e c h i s c h e e r z â h l u n g e n

h e r a u s g e g e b e n v o n — . Berlin 1960 ( σχ. 8 o v μ., σ. 584) . Μετ* είσαγωγήν περί της νεοελληνικής πεζογραφίας ( e r z â h l u n g ) καί τής νεοελ­

ληνικής λογοτεχνίας υπό τών επιμελητών τής εκδόσεως, μεταφράζονται διηγήματα, ή αφηγήματα τών: Έ μ μ . Ροΐδου, Ά ρ γ . 'Εφταλιώτη, Ά λ . Παπαδιαμάντη, Ά λ . Μω­

ραϊτίδη, Α. Καρκαβίτσα, Ά ν τ . Τραυλαντώνη, Γρ. Ξενόπουλου, Γιάννη Βλαχογιάννη, Κ. Θεοτόκη, Ζαχ. Παπαντωνίου, Κ. Παρορίτη, Δ. Βουτυρά, Κ. Βάρναλη, Ν. Νικο­

λαΐδη, Ν. Καζαντζάκη, Μ. Σίγουρου, Γαλ. Καζαντζάκη, Κ. Πολίτη, Βασ. Ρώτα, Στρ. Μυριβήλη, Έ λ λ . Αλεξ ίου , Θρ. Καστανάκη, Π. Χάρη, Ή λ . Βενέζη, Χρ. Λε­

* 2υντομ©νραφία : « Β.Δ. » 1959 = Γ. Θ. Ζ ώ ρ α ­ Φ. Κ. Μ π ο ν μ π ο ν λ ί δ ο ν, Βιβλιονρα­

φικον Δελτί,ον Νεοελληνικής Φιλολογίας. Α' 1959, ΆΌ­ηναι 1960. eO έν συνεχείς»; αναφερόμενος άρι­

■§·μί>ς αντιστοιχεί είς το λήμμα τοϋ βιβλίου.

— 466 —

βάντα, Γ. Θεοτοκά, Μ. Ά ξ ι ώ τ η , Λιλ. Νάκου, Ά γ γ . Τερζάκη, Μ. Καραγάτση, Π. Πρεβελάκη, Γερ. Γρηγόρη, Θ. Κορνάρου, Στρ. Τσίρκα, Μεν. Λουντέμη, Δημ. Χατζή, Μ. 'Αλεξανδροπούλου. ( Μεταφρασταί των έργων οί : Ά ν ν . Μαλίνα, Ν. Μανούσης, "Ελ. Kòps te in , H a n s Di t t en , G. H a n s e n , Θαν. Γεωργίου και Μένιος Νικολαΐδης). 4. L A V A G N I N I B R U N O , L e t t e r a t u r a N e o g r e c a . E s t r a t t o da l l a Stor ia del le le t te ­

r a t u r e m o d e r n e d ' E u r o p a e d ' A m e r i c a , d i r e t t a d a Carlo Pel legr in i . Casa ed i t r i ce Dr. F r a n c e s c o V a l l a r d i . Milano [ 1960J ( σχ. 8°v, σ . 3 2 9 ­ 4 2 5 ) . 'Αναδημοσιεύεται το μέγιστον μέρος τοΰ έργου τοΰ αυτού συγγραφέως « Sto r i a

de l l a l e t t e r a t u r a neoe l len ica > [ M i l a n o 1955]. Παρά τινας ανακρίβειας [ "Ιδ. και βιβλιοκρισίαν M. M a n o u s s a c a s , U n t r a i t é d e l i t t é r a t u r e g r e c q u e m o d e r n e , « L ' H e l l é n i s m e C o n t e m p o r a i n » I X ( 1955 ), σ. 278 ­ 279 ] , το έργον αποτελεί όρθήν τοποθέτησιν των ζητημάτων της νεοελληνικής φιλολογίας και κυρίως είναι άπηλλα· γμένον από ύπερβολάς και παρανοήσεις, αΐτινες απαντούν κατά κανόνα εις ανάλογα έργα ξένων μελετητών. δ. K R I A R A S E M . , Die b e s o n d e r h e i t e n der L e t z t e n pér iode der Mit te la l te r l ichen

Gr iech i schen L i t e r a t u r , « J a h r b u c h der Òste r r e i ch i schen byzan t in i s chen Gesel lschaf t » V I I I (1959) , 1960, σ. 6 9 ­ 8 5 . 'Εξετάζονται τα επόμενα επί μέρους θέματα : Τα δρια τής μεταβυζαντινής λογο­

τεχνίας ­ Γλωσσικοί τύποι ­ Το εθνικόν αίσθημα των συγγραφέων ­ Οί χαρακτήρες τής περιόδου τ α ύ τ η ς ­ Ή δυαρχία τής βυζαντινής φιλολογίας και μάλιστα τής περιό­

δου ταύτης ­ Ή βυζαντινή λογοτεχνία και αί ευρωπαϊκοί δημοτικοί λογοτεχνίαι ­ Αι λογοτεχνικά! τάσεις ­ Ή κληρονομηθεΐσα δυαρχία είς τήν σημερινήν "Ελλάδα.

Βιβλιοκρ. σημείωμα: F . D [ Ô L G E R 1 , « B y z a n t i n i s c h e Zeitschr i f t » 5 3 ( 1 9 6 0 ) , σ. 432­433 . 6. P R O B L È M E D E R N E U G R I E C H I S C H E N L I T E R A T U R . I . I n z u s a m m e n a r b e i t mi t

H a n s Dit ten u n d M a r i k a Mineemi . H e r a u s g e g e b e n von Johannes I rmsche r . A k a d e m i e ­ V e r l a g ­ Ber l in 1959. ["Ιδ. « Β.Δ. » 1959, άρ. 8 ­ 1 2 ] . Βιβλιοκρισία : A L E X . S T E I N M E T Z , «Νέα Ε σ τ ί α > 67 ( 1 9 6 0 ) , σ. 345­348 ,

620 ­ 621. 7. P R O B L È M E DER N E U G R I E C H I S C H E N L I T E R A T U R . I n z u s a m m e n a r b e i t mit H a n s

Di t t en u n d M a r i k a Mineemi . H e r a u s g e g e b e n von J o h a n n e s I r m s c h e r . I I . I I I . A k a d e m i e ­ V e r l a g ­ Berl in 1960. — I V . A k a d e m i e ­ V e r l a g ­ Ber­

lin 1959. Βιβλιοκρισία: F . D Ô L G E R , « B y z a n t i n i s c h e Zeitschr i f t > 53 ( 1 9 6 0 ) , σ. 356.

8. S T O M E O P A O L O (Μετάφρασις ΚΟΥΛΗ ΑΛΕΠΗ ), Οί 'Ελληνιστές τής Καλημέρας, « Παρνασσός » Β ' ( 1960 ), σ. 477 ­ 482. "Αρθρον, ένθα γίνεται λόγος και περί των V . P a l u m b o , P . Lefons , G. Ga­

brie l l i και D. V. Lefons. 9. ΤΣΙΤΣΕΛΗ ΗΛΙΑ Α., Κεφαλληνιακά Σύμμεικτα. Συμβολαί ε'ις την ίστορίαν και

λαογραφίαν τής νήσου Κεφαλληνίας είς τόμους τρεις. Τόμος Β' : 'Εκκλησια­

στικά ­ Μονών ίστορία ι ­ Χρονογραφίαι ­ Πολιτικά και στατιστικά σημειώματα. Έ ν 'Αθήναις 1960 ( σχ. 8<>ν, σελ. ι ς ' + 6 8 7 ). Βιβλιοκρισία .· Τ. Α. ΓΡΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, « Έπετηρ ίς 'Εταιρείας Βυζαντινών Σπου­

δών » Λ' ( 1 9 6 0 ­ 1 9 6 1 ) , σ. 6 1 6 ­ 6 2 0 . 10. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ ΣΟΦΙΑΣ, Νέα στοιχεία από κατάστιχα τής ελληνικής αδελφότητας

Βενετίας (16 α ι . ) , « 'Αφιέρωμα στη μνήμη τοΰ Μανόλη Τριανταφυλλίδη >, Θεσσαλονίκη 1960, σ. 6 3 ­ 6 7 . Πληροφορίαι περί τής οικονομικής καταστάσεως τής Άδελφότητος, κατά τα ετη

— 467 —

1556, 1558 και 1562, επί προεδρίας "Εμμανουήλ Καντακουζηνού. ['Υπό Ά ν τ. Χ α τ ζ ή ( < Οί Ραούλ, Ράλ, Ράλαι >, Kirchain 1909, σ. 66) διεστάλησαν ήδη ως διάφοροι ό Δημήτριος Λάσκαρις, υίος τοϋ Γεωργίου ( f c . 1549), γεννηθείς τφ 1534 ( « Governato!­» ) από τοΰ ομωνύμου, μνημονευομένου υπό Κ. Σάθα, « Documents.. . , t. VIII, σ. 384 ( 1544 ­ 1545 ) και t. IX, σ. 16 ]. 11. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ ΣΟΦΙΑΣ Α., Ή βιβλιοθήκη τοϋ 'Ελληνικού 'Ινστιτούτου Βενετίας,

«Νέα Εστία» 68 (I960), σ. 1134­1141. 12. ΚΟΥΓΕΑ ΣΩΚΡ. , Το ταξίδι τοϋ Villoison εις την Ελλάδα ( 1784 ­1786 ). Ήλθε

θιασώτης της αρχαίας και εγινεν ερευνητής της νέας 'Ελληνικής γλώσσης, « 'Αφιέρωμα στή μνήμη τοΰ Μανόλη Τριανταφυλλίδη », Θεσσαλονίκη 1960, σ. 189­203.

13. VALSA M., Le Théâtre Grec Moderne, de 1453 à igoo. Akademie ­ Verlag ­Berlin 1960 ( σχ. 8ον, σ . 384). Tò έργον διαιρείται εις δύο μέρη Έν τφ πρώτω περιλαμβάνονται τέσσαρα

κεφάλαια : α ) Ό Δημ. Μόσχος και ή κωμωδία του « Νέαιρα », β ) Το Κρητικόν θέα­

τρον, γ ) Το Έπτανησιακόν θέατρον και δ ) Τό θέατρον έν Βουκουρεστίω και Όδησσφ. Έ ν τφ δευτέρω τμήματι περιλαμβάνονται τα κεφάλαια: α) Τό έλληνικόν θέατρον μέχρι τοΰ 1840, β ) 'Από της άφίξεως τοΰ Άριστίου εις τάς 'Αθήνας μέχρι της πτώσεως τοΰ "Οθωνος (1840­1862), γ ) 'Από τοΰ 1862 μέχρι τοΰ «Κωμειδυλ­

λίου», δ) Τό κωμειδύλλιον, και ε) Τό έλληνικόν θέατρον, εξαιρουμένου τοΰ κωμει­

δυλλίου, κατά τό τέλος τοΰ ΙΘ' αιώνος. Βιβλιοκρισία (εκτενής) ΓΛ. ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ ­ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΟΥ, «Αθηνά» ΞΔ'

(1960), σ. 351­358. 14. ΚΑΡΑΝΤΙΝΟΥ ΣΩΚΡΆΤΗ, L'influence du théâtre Français sur le théâtre Néo­

Grec — 'Επιδράσεις τοΰ Γαλλικοΰ Θεάτρου στην ελληνική σκηνή (Association des anciens élèves de l 'Institut français d'Athènes), 'Αθήνα 1960 ( σχ. 8ov, σ . 30).

15. ΣΙΔΕΡΗ ΓΙΑΝΝΗ, TÒ θέατρο τοΰ Τολστόι στην 'Ελλάδα, « Νέα 'Εστία » 68 (1960), σ. 1480­1490. Πληροφορίαι περί των παραστάσεων των έργων « Το κράτος τοΰ ζόφου » και

« Τό ζωντανό πτώμα» και των διασκευών εκ πεζών κειμένων « Άνάστασις», «"Αννα Καρένιν » και «Σονάτα Κρόϋτζερ». 16. ΚΟΥΛΟΥΡΗ XP. Ν., 'Αλησμόνητοι και λησμονημένοι. Δίφρος. 'Αθήνα 1959.

["Ιδ. «Β.Δ.» 1959, άρ. 30]. Βιβλιοκρ. σημείωμα: ΑΛΚΗ ΘΡΥΛΟΥ, «Καινούργια 'Εποχή » Χειμώνας 1959, σ. 259. 17. ΠΑΝΑΠΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Ι. Μ., Τα βέβαια κείμενα [ « ε'ις χήν παρακαταθήκην της

νεοελληνικής πεζογραφίας τοΰ άμεσου παρελθόντος». "Αρθρον), εφ. «'Ελευθε­

ρία » 10 'Απριλίου 1960. 18. ΜΩΡΑΪΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, Αισθητικές αναλύσεις ε'ις τα Νέα Ελληνικά ( Παλαμάς ­

Δροσίνης ­ Παπαδιαμάντης ­ Μωραϊτίδης ­ Καρκαβίτσας ). Τόμος Α'. 'Αθήνα 1960 (σχ. 8ον, σ . 130). Προλογικώς ό συγγραφεύς — είς μεικτόν γλωσσικόν ΰφος — αναφέρεται εις τον

δια τοΰ έργου του επιδιωκόμενον σκοπόν. Έ ν συνεχεία αναλύονται τα έργα : « Ό 'Ολυμπιακός Ύμνος» τοΰ Κ. Παλαμά, « Ό Εσπερινός» τοΰ Γ. Δροσίνη, « Ή Στα­

χομαζώχτρα » τοΰ Ά λ . Παπαδιαμάντη, « Ό Άναποδιασμένος » τοΰ Άλ. Μωραϊτίδη, και « Τό Ναυτόπουλο » τοΰ Ά . Καρκαβίτσα. 1?. ΤΖΩΡΤΖΑΚΗ ΦΩΤΕΙΝΗΣ, Τό νεοελληνικό μάθημα στή μέση παιδεία, «'Αφιέρωμα

στή μνήμη τοΰ Μανόλη Τριανταφυλλίδη», Θεσσαλονίκη 1960, σ. 405­424.

— 468 —

20. ΧΑΡΗ Π. , Οί νέοι και ή γλώσσα (Δημοτικισμός και λογοτεχνία), εφ. « 'Ελευ­

θερία » 7 'Απριλίου 1960. 21. ΓίΑΚΟΥ ΔΗΜ., Τ Ο ελληνικό παιδικό λογοτέχνημα ["Αρθρον] , «Νέα Ε σ τ ί α » 68

( 1960 ), σ. 1281 ­ 1282. ["Ιδ. και του ΑΥΤΟΥ, Α θ έ λ η τ η σιωπή [ Σημείωμα σχε­

τικον προς παράλειψιν μνείας ονομάτων λογοτεχνών άσχοληθέντων περί την παι­

δικήν λογοτεχνίαν], Αυτόθι , σ. 1528­1529) . 22. ΦΛΕΓΥΑ Δ., Κριτική ­ Κριτικοί ­ Λογοτέχνες [ "Αρθρον] , « Β ί α ς » , αρ. 114­116

( 'Απρίλιος 1960 ), σ. 4 ­ 5. 23. Δ Η Μ Α Ρ Ά Κ. Θ., Σατιρικά κείμενα [ "Αρθρον ] , « Το Βήμα >, 8 'Απριλίου 1960. 24. ΚΩΝΣ.ΤΑΝΤΙΝΙΔΗ ΑΠ. Γ., 'Από τήν ίστορίαν τών ελληνικών γραμμάτων στην

Αΐγυπτον [Μελέτη] , « Β ί α ς » , άρ. 102­107 ( Ι ο ύ λ ι ο ς 1959), σ. 2 ­ 2 8 . [ : Α' Προλεγόμενα ­ Β' *0 τΰπος ­ Γ ' Οί συγγραφείς: Κ. Καβάφης, Π. Γνευτός, Ί ω . Γκίκας, Ά λ . Σ. Κάσδαγλης, Γερ. Μαζαράκης, Φ. Φ. "Οδδης, Δίον. Οίκο­

νομόπουλος, Δημ. Μοσχονάς, Γ. Ι. Κηπιάδης, Π. Κασσιμάτης, Μ. Κορμπέτης, Π . Μάγνης, Κ. Ν. Ρωμανός, Στ. Πάργας, Δημ. Ζαχαριάδης, Ν. Νικολα'ίδης, Χρ. Νομικός, Θ. Νικολούδης, Ν. Γριμάλδης (Κουκούλας), Γ. Σκληρός, Κ. Φλώρης, Βλ. Γιάννολας, Ά ν τ . Χριστοδούλου, Ά θ . Μαρσέλλος, Νικ. Γερ. Λυκιαρδόπουλος, Γρ. Παπαμιχαήλ, Νικ. Σ. Φιλιππίδης, Ί ω . Φωκυλίδης, Γ. Γ. Γλύπτης, Χ. Πυλαρινός, Γ. Άρβανιτάκης, Σ. Λαγουδάκης, Τηλ. Μ. Τσι­

χλάκης, Φ. Φάρμας, Ραδ . Ραδόπουλος, Μ. Κρενδιρόπουλος, Γ. Συγκελάκης, Ί ω . Α. Ροκάκης, Σ. Σεραφείδης, Δ. Πίστης, Παρώδης, Ά ν τ . Κωμανός ­ Πα­

σάς, Κ. Δέλτα, Δημ. Π. Γολέμης, Γ. Σακελλαρίδης ­ Θετταλομάγνης, Γ. Κ. Κωνσταντινίδης Σμυρναίος, Σωτ. Λιάτσης, ' Α π . Λεοντής, Άριστο ( = Ά γ . Αριστοκλής ), Ν. Καραβιάς, Π. Καστρούνης, Γ. Βρισιμιτζάκης, Π. Αλήτης , Ν. Σαντοριναΐος, Ζ. Χατζόπουλος, Γ. Κιτρόπουλος, Παν. Βρισιμιτζάκης, Τ. Τσάκωνας, Ή λ . Χατζηλίας, Κ. Κουράκος ­ Μαυρομιχάλης, Δ. Κασσάρχης, Π . Μύρτης, Ά ϊ ς Κρίμ ( = Α. Παλαιολόγος), Θ. Γεράκις, Δ. Ζάμπος, Ά γ γ . Πανα­

γιωτάκου, Ρ . Καραγιάννη, Μ. Γκρέη, Μ. Ρουσσιά, Κ. Βαρούτσικου, Σεμ. Τσώτσου] , άρ. 110­113 ( ' Ιανουάριος I960) , σ. 1 8 ­ 2 2 [: Ά ρ σ . Τουρτσούλη, Γ . Βουτόπουλος, Μ. Π. Βόλτου, Ί φ . Σμυρνιάδου, Λ. Ίερωνυμίδου, Ν. Ρουσ­

σιά, Γ. Ν. Κόκκαλης] , άρ. 114­116 ( Α π ρ ί λ ι ο ς 1960), σ. 6 ­ 8 | : Φ. Αλε­

ξίου ( = Κ. Δ. Βασιλειάδης) , Ά ν . Δαυΐδ, Έ ρ . Ζαριφάκη, Ά γ . Ζάχος, Θάλ. Φλωρα ­ Καραβία, Τζ. Λάρα, Ά ν . Νασούφης, Γιάγκος Πιερίδης, Ρ. Ρωμανού, Π. Φίρμπας, Ζαχ. Χαλκιάδης] . Βραχέα βιογραφικά σημεκόματα μετά συντόμου αναγραφής τών κυριοτέρων

δημοσιευμάτων εκάστου τών λογίων. Χρήσιμον άλλ' άμέθοδον δημοσίευμα. 25. ΓίΑΚΟΥ ΔΗΜ., Σχολή τής Ρούμελης ( Μερικοί χαρακτηρισμοί), « Αιτωλικό Γράμ­

ματα » 1­3 (1960) , σ. 6 0 ­ 6 6 . Ό συγγραφεύς « προσπαθεί ν ' ανίχνευση ποια συνοχή υφίσταται, όταν μιλαμί

για Σ χ ο λ ή ή για λογοτέχνες και λυρικούς τής Ρ ο ύ μ ε λ η ς » . 26. Β Α Λ Έ Τ Α Γ., Ρουμελιώτικα κείμενα, «Αιτωλικό Γράμματα» 1 ­ 3 ( 1 9 6 0 ) , σ.

101 ­104. Ό συγγραφεύς υπογραμμίζει τήν ανάγκην « ΰστερ" ά π ' το « Χρονικό τοϋ Γαλα­

ξειδιοΰ » ν ' αξιοποιηθούν λογοτεχνικά οί « Διδαχές » τοϋ Κοσμά τοΰ Αιτωλού ». 27. Γ Κ Ι Κ Α ΓΙΑΝΝΗ, Ευβοϊκή λογοτεχνία, « Άρχε ίον Ευβοϊκών Μελετών» Ζ' ( 1960),

σ. 359 ­ 386. Σύντομος επισκόπησις τής δημιουργίας τών Εύβοέων λογοτεχνών άπό τοΰ IH '

αι. μέχρι σήμερον.

— 469 —

28. ΓΐΟΦΥΛΗ ΦΩΤΟΥ, Ό Φουτουρισμός στην 'Ελλάδα, [Άρθρον] « Νέα Εστία» 68 ( 1960 ), σ. 846 ­ 853.

29­ ΠΟΥΛΙΔΟΥ Η Β Η ς , Γύρω άπό τα ποιήματα τοϋ Κυπριακού αγώνα ["Αρθρον], « Πνευματική Κύπρος » Α' ( 1960), σ. 116 · 117.

30. ΠΕΡΝΑΡΗ Α., Το Κυπριακό χρονογράφημα [ "Αρθρον], «Φιλολογική Κύπρος», 1960, σ. 19 ­ 20.

31. ΣΟΛΟΜΩΝΙΔΗ ΧΡΉΣΤΟΥ Σ., Σμυρναίοι ποιητές, «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» 1960, σ. 291 ­ 296. Βραχεία έπισκόπησις της λογοτεχνικής δημιουργίας των Σμυρναίων ποιητών :

Μ. "Αργυροπούλου, Άγγ. Σημηριώτη, Στ. Σεφεριάδη, Στ. Σπεράντσα, Συλβίου, Στ. Σκιάδα, Γ. Σεφέρη, Ν. Τουτουντζάκη. 32. ΣΠΑΝΔΩΝΙΔΗ ΠΕΤΡΟΥ Σ., Ή σύγχρονη ποιητική γενεά, « 'Ηπειρωτική 'Εστία »

Θ' (1960), σ. 78­87, 151­161, 241­249, 325­335. Προλογικώς ό συγγραφεύς περιορίζει τήν ερευνάν του « σέ τρία ρεύματα : 1 ) Τα

υπολείμματα ανακαινιστικών ροπών παλαιότερων, 2) Ό λυρικός ρεαλισμός, πού εφά­

πτεται πάντοτε στην παράδοσι, χωρίς να είναι πια «ή παράδοσι », και 3) Ή ουσια­

στική ποίησις, το τελευταίο και περισσότερο αυτόνομο ποιητικό προϊόν της χώρας μας, καιά τή σημερινή εποχή ».

Έ ν συνεχεία εξετάζεται εν γενικαΐς γραμμαϊς το έργον τών : Κ. Καβάφη, Γιάννη Ρίτσου, Νικ. Βρεττάκου, Ό δ . 'Ελύτη, Ν. 'Εγγονοπούλου, Γ. Θέμελη, Γ. Σε­

φέρη, Α. Δικταίου, Τ. Σινόπουλου, Γ. Κότσιρα, Γ. Γεραλή, Μ. Δημάκη, Ζωής Κα­

ρέλλη και Γ. Θ. Βαφόπουλου. 33. ΚΑΡΑΝΤΏΝΗ ΑΝΔΡΈΑ, Ποιητικά δυσάρεστα τής εποχής μας [ "Αρθρον], εφ. « Ή

Καθημερινή », 12 Μαΐου 1960. 34. ΜΕΡΑΚΛΉ Μ. Γ., Έ ποίηση μας, ό διχασμός, το μεταίχμιο. Καλαμάτα 1959.

[ "Ιδ. « Β.Δ. » 1959, άρ. 15 ]. Βιβλιοκρ. σημείωμα: ΑΛΚΗ ΘΡΥΛΟΥ, « Καινούργια Εποχή» , Χειμώνας 1959, σ. 261­262.

35. ΠΟΛΙΤΗ Α., Νεοελληνικά σοννέτα ("Αρθρον], εφ. « Ή Καθημερινή», 17 και 21 Αύγουστου 1960.

36. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Μ. Μ., Τό περιοδικό «Τέχνη» και ή πάλη ιδεών στην 'Αθήνα στο τέλος τοΰ 19°υ αιώνα ["Αρθρον], «'Επιθεώρηση Τέχνης» ΙΑ' (1960), σ. 216­223.

37. ΚΑΡΑΝΤΏΝΗ ΑΝΔΡΈΑ, Θαλασσινή ποίησις ["Αρθρον], « Ή Καθημερινή», 23 'Ιουνίου 1960, σ. 4.

38. ΧΑΡΗ ΠΕΤΡΟΥ, Οί "Ελληνες λογοτέχνες και ή άνοιξη, « Νέα Εστία » 67 (1960), σ. 562­564. "Αρθρον άναφερόμενον εις τήν έπίδρασιν τήν οποίαν ήσκησεν ή άνοιξις κυρίως

επί τών Π. Νιρβάνα και 'Ανδρέου Καρκαβίτσα. 3?. ΧΑΡΗ ΠΕΤΡΟΥ, "Ενα μεγάλο θέμα (έχουμε ανοιξιάτικους στίχους;), «Νέα

Εστία» 67 (1960), σ. 702­703. 'Αναφέρονται στίχοι τών: Γ. Βιζυηνού, Κ. Παλαμά, Μ. Μαλακάση, Ρ. Φιλύρα,

Άγγ. Σικελιανού, Κ. Ούράνη και Τ. "Αγρα. 40. ΦΤΈΡΗ Γ., Ό πόνος τής ξενιτιάς [εις τήν νεοελληνικήν λογοτεχνίαν. Άρθρον] ,

εφ. « Τό Βήμα » 28 Αυγούστου 1960. 41. ΚΑΡΑΝΤΩΝΗ Α., Ό μύθος τοΰ «Άλαφροΐσκιωτου» στή νεοελληνική ποίησι

[Άρθρον] , εφ. « Ή Καθημερινή» 18 Αυγούστου 1960 ["Ιδ. και τοϋ ΑΥΤΟΥ, Συμπληρωματικά στον μΰθο τοϋ « Άλαφροΐσκιωτου », Αυτόθι, 16 'Οκτωβρίου I960].

— 470 —

42. Β Α Ρ Ί Κ Α Β Ά Σ Ο Υ , T Ò λογοτεχνικό 1959. "Ενας απολογισμός ("Αρθρον], « Καινούρ­

για 'Εποχή >, Χειμώνας 1959, σ. 2 4 7 ­ 2 5 2 . 43 . ΘΡΥΛΟΥ ΑΛΚΗ, Τ Ο λογοτεχνικό 1959 [ Έπισκόπησις της λογοτεχνικής δημιουρ­

γ ί α ς ] , «Φιλολογική Προοτοχρονιά > 1960, σ. 2 9 7 ­ 3 0 3 . 44. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Μ. Μ., Ό διωγμός του τύπου επί Καποδίστρια. Ή εφημερίδα

« 'Ηώς » τοΰ Ναυπλίου τοΰ Έ μ μ . Αντωνιάδη , « Πελοποννησιακή Πρωτοχρο­

νιά » 1960, σ. 177­ 181.

Βιογραφίαι ­ Νεκρολογίαι

44 b i s . ΚΟΥΓΕΑ Σ. Β., Ό Ιατρός τοϋ Μυστρά 'Ηλίας Δόξας, «Πελοποννησιακά» Γ ' ­ Δ ' ( 1 9 5 8 ­ 1 9 5 9 ) . 'Αθήναι 1960, σ. 3 2 6 ­ 3 4 2 .

45. I R M S C H E R I O H A N N E S , J o h a n n e s F r a n z , ein opposi t ionel le r Gelehr t e r im Re­

volu t ions jahr 1848, « For schen u n d W i r k e n ». Fes tschr i f t zur 150 ­ J a h r ­

Fe i e r der H u m b o l d t ­ U n i v e r s i t â t zu Berl in . I. Berlin I960, σ. 203­209. ["Ιδ. και «Β.Δ.» 1959, άρ. 47] .

46. ΣΦΥΡΟΕΡΑ ΒΑΣ. Β Λ . , ' Ιωσήφ Δε Κιγάλας ( 1812­1886) . Βιογραφικά και βιβλιο­

γραφικά, « Ό Βιβλιόφιλος» ΙΔ' , άρ. 1 ­ 2 ( ' Ιανουάριος ­ 'Ιούνιος 1960), σ. 3 ­15 ["Ιδ. και «Β.Δ.» 1959, άρ. 428] . Συστηματική αναγραφή δημοσιευμάτων τοϋ βιογραφηθέντος λογίου ώς και

άρθρων περί τοϋ βίου και τοΰ έργου του. Το αυτό έργον εξεδόθη κα'ι αυτοτελώς ( σχ. 8 0 ν , σ. 22) μετά τίνων προσθηκών. 47. Κ Ω Ν ς Τ Α Ν Τ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ Τ Ά Κ Η Α Γ Γ . , 'Ανδρέας Ρηγόπουλος [ 1 8 2 1 ­ 1 8 9 1 ] . Ό πο­

λιτικός, ό κοινωνιστής, ό διανοητής, « Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά » 1960, σ. 339­343 [ Μελέτη περί τοΰ βίου και τοΰ έργου τ ο υ ] .

48. ΠΑΤΣΕΛΗ ΝίΚ , Ό Ιατροφιλόσοφος Δελβινακιώτης 'Ηρακλής Βασιάδης. Έ κ δ . Β ' , 'Αθήναι 1960 ( σχ. 8°ν, σ . 6 4 ) . Βιβλιοκρισία: ΕΥΡ. ΣΟΥΡΛΑ, « 'Ηπε ιρω­

τική Ε σ τ ί α » Θ' (1960) , σ. 9 9 5 ­ 9 9 7 . 49. ΓΑΤΟΥ Γ. Κ., Κωνσταντίνος Σ. Κόντος, ένας σοφός ελληνιστής άπό τα Σάλωνα

( 1834 ­1909 ), « Στερεοελλαδική Ε σ τ ί α » Α', άρ. 1 ( Μάρτιος 1960 ), σ. 86 ­ 90. Βιογραφικόν σχεδίασμα. Το πρώτον μέρος είχε δημοσιευθή εν περ. « Φθιώ­

τ ι ς » Ε' (1959) , σ. 2 2 6 ­ 2 2 9 . ["Ιδ. «Β.Δ.» 1959, άρ. 53] . 50. ΛΟΥΚΑΤΟΥ ΔΗΜ. Σ., Οι παλιοί μας αθόρυβοι λαογράφοι. Ό Λασταΐος [ Νικό­

λαος Ι. ] Λάσκαρης [ 1854 ­ 1942 ] και τό έργο του, « Πελοποννησιακή Πρωτο­

χρονιά » 1960, σ. 111­116. Βιογραφείται ό Λασταΐος λαογράφος, κρίνεται και αξιολογείται τό έργον του

και ανθολογούνται τέλος « Παροιμίαι » και « Παροιμιακαί μικροδιηγήσεις » εκ τοϋ έργου τοΰ βιογραφουμένου « Ή Λάστα και τα μνημεία τ η ς » . 51. ΦΩΤΙΑΔΟΥ Ε. Π. , Νικόλαος Δημητρακόπουλος ό Θεμιστοπόλος [ 1874 ­ 1921 : "Αρ­

θρον περί τοΰ βίου και της νομικής του δράσεως ], « Πελοποννησιακή Πρωτο­

χρονιά » 1960, σ. 5 0 ­ 5 3 . 52. ΠΕΤΡΟΧΕΙΛΟΥ M I X . Κ., Κωνστ. Βαρζώκας [ f 1907 J, ένας Ζαγορίσιος ποιητής

("Αρθρον] , « 'Ηπειρωτική Ε σ τ ί α » Θ' ( 1 9 6 0 ) , σ. 2 6 1 ­ 2 6 3 . 53. Δ ( Α Φ Ν Η ] Κ., Πάνος Άραβαντινός ( 1886 ­ 1932 ). ΟΙ πρόγονοι [ "Αρθρον ], « Κερ­

κυραϊκά Νέα», 27 ' Ιουνίου, 4 'Ιουλίου 1960. 54. ΔΗΜΑΡΑ Κ. Θ., Παν . Άραβαντ ινός ("Αρθρον ] , εφ. « Τό Βήμα », 8 'Ιουλίου 1960. 55. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Ι . Μ., Ρωμανός ό Κερκυραίος. Άναδιφητής και ιστοριο­

γράφος ("Αρθρον] , εφ. « Ε λ ε υ θ ε ρ ί α » 17 'Ιουλίου 1960.

— 471 —

56. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Σ η . , Δ. Βαρδουνιώτης, ό Ιστορικός. Ή ζωή και το έ'ργο του [Μελέτη) , «Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά» I960, σ. 7 4 ­ 8 2 .

57. Φ Ω Τ Ι Α Δ Ο Υ Ε. Π., Εις Μιχαήλ Ζωσιμάν, Μιχαήλ Τοσίτσαν και Μιχαήλ Τοσίτσαν τον νεώτερον, μνημόσυνος λόγος, « Παρνασσός > Β ' (1960) , σ. 113­119 .

58. Ζ Α Κ Υ Θ Η Ν Ο Υ ΔίΟΝ. Α., Ό Σπυρίδων Λάμπρος και ή εθνική άποκατάστασις των Ελλήνων , « Παρνασσός > Β' (1960) , σ. 5 8 7 ­ 6 0 1 .

5?. Γ Ε Ρ . Χ., 'Ανδρέας Ανδρεάδης ( 1876 ­ 1935 ). [ "Αρθρον ] , « Κερκυραϊκά Νέα >, 4, 11 'Απριλίου 1960.

60. ΒΕΡΓΩΤΗ Ν. Π . , Γεώργιος Λαμπελέτ [ Μελέτη περί τοΰ βίου και τοϋ έργου, μά­

λιστα τοϋ μουσικοί) και μουσικολαογραφικοΰ τοϋ Κερκυραίου καλλιτέχνου και ποιητοϋ] , «'Επτανησιακή Πρωτοχρονιά» 1960, σ. 2 2 0 ­ 2 2 7 .

61. ΤΩΜΑΔΑΚΗ Ν Ι Κ . Β . , Νεοέλληνες αρχειακοί: Νικόλαος Ί ω . Παπαδάκης ( 1 8 7 0 ­

1941), «Παρνασσός» Β' (1960) , σ. 4 2 3 ­ 4 2 9 . Βιογραφείται ό Ν. Ι. Παπαδάκης και δημοσιεύεται αναγραφή δημοσιεύμα­

τ ο ς των. 62. Χ Α Τ Ζ Η Κ Ω ς Τ Α Γ . , Ό Γεώργιος Φιλάρετος ως πνευματικός και εθνικός παράγων

τοϋ τόπου μας [ Μελέτη ] , « Άρχε ϊον Ευβοϊκών Μελετών » Ζ' ( 1960 ), σ. 312 ­ 323. 63. ΚΟΝΙΔΑΡΗ Γ Ε Ρ . Ι . , Ό καθηγητής Βασίλειος Κ. Στεφανίδης, 'Αθήναι 1958.

Βιβλιοκρισία : Β ΑΣ. Θ. Σ Τ Α Υ Ρ Ί Δ Η , « 'Ορθοδοξία » ΛΔ' ( 1959 ), σ. 568 ­ 570. 63 b i s . ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΥ Ε. Π . , Ό Τριανταφυλλίδης και ή παιδεία μας, « Παιδεία

και Ζωή» Θ' (1960) , σ. 98­104 . 64. Σ Τ Α Ύ Ρ Ο Υ Θ Ρ . , "Ο δημοτικισμός τοϋ [ Μαν. ] Τριανταφυλλίδη ["Αρθρον J, « ' Ε π ι ­

θεώρηση Τέχνης » Ι Α ' ( 1960 ), σ. 179 ­ 185. ["Ιδ. τοΰ Α Υ Τ Ο Ύ , Ό Τριανταφυλ­

λίδης και ή ορθογραφία, «Παιδε ία και Ζονή » Θ' ( 1 9 6 0 ) , σ. 1 0 4 ­ 1 0 8 ) . 64 b i s . Τ Ζ Ω Ρ Τ Ζ Α Κ Η ΦΩΤ. Θ., Ό Μαν. Τριανταφυλλίδης στην υπηρεσία της παιδείας,

« Παιδεία και Ζωή » Θ' ( 1960), σ. 111 ­ 117. 65. ΤΩΜΑΔΑΚΗ Ν. Β. , Κωνσταντίνος Ι . "Αμαντος : 1874­1960. Βιογραφικόν ση­

μείωμα, « Εις μνήμην Κ. Άμάντου ». 'Αθήνα ι 1960, σ. ζ' ­ ι ς ' . 66. ΚΟΠΠ ΕΥΑ, Εις μνήμην 'Ανδρέα Χόρβατ ["Αρθρον], «Νέα Ε σ τ ί α » 68 (1960) ,

σ. 9 0 6 ­ 9 0 7 . 67. ΠΕΤΡΟΧΕΙΛΟΥ Mix. Κ., 'Ηλίας Βουτιερίδης ( είκοσι χρόνια άπ ' το θάνατο του )

["Αρθρον), «Νέα Ε σ τ ί α » 68 ( 1 9 6 0 ) , σ. 1600­1601. 68. [ΑΝΩΝΥΜΩΣ], "Ενα ανέκδοτο γράμμα τοΰ Α. Χόρβατ στον Ή λ . Βουτιερίδη,

«Νέα Ε σ τ ί α » 68 (1960) , σ. 1171. 69. Χ Α Τ Ζ Η Δ Ά Κ Η Μ. ­ Χ Α Τ Ζ Η Δ Ά Κ Η Ε Υ Γ . Μ., Νίκος Α. Βέης ( B e e s ) [ 1 8 8 3 ­ 1 9 5 8 .

Νεκρολογία). « Δελτίον της Χριστιανικής 'Αρχαιολογικής Ε τ α ι ρ ε ί α ς » , περ. Δ' , τόμ. Α' ( 1959 ). 'Αθήναι 1960, σ. 3 ­ 10.

69bìs. ΚΑΡΟΥΖΟΥ ΣΕΜΝΗΣ, Νίκος Βέης. Μία σκιαγραφία, «Πελοποννησιακά» Γ ' ­

Δ' ( 1 9 5 8 ­ 1 9 5 9 ) , Α θ ή ν α ι 1960, σ. 5 ­ 8 . 70. ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ ΜΑΝΟΛΗ, "Αννα 'Αποστολάκη [ 1 8 8 0 ­ 1 9 5 8 : Νεκρολογία), «Δελ­

τίον της Χριστιανικής 'Αρχαιολογικής Ε τ α ι ρ ε ί α ς » , περ. Δ', τόμ. Α' ( 1 9 5 9 ) . 'Αθήναι 1960, σ. 159 ­ 160.

71. Β Α Γ Ι Α Κ Α Κ Ο Υ ΔΊΚΑΙΟΥ Β . , Πέτρος Π. Καλονάρος ( 1 8 9 4 ­ 1 9 5 9 ) , «Δελτίον 'Ιστο­

ρικής και Εθνολογικής Ε τ α ι ρ ε ί α ς » ΙΔ' (1960) , σ. 5 9 2 ­ 6 1 1 . Νεκρολογία μετά συστηματικής αναγραφής δημοσιευμάτων τοϋ νεκρολογουμένου.

72. [ ΑΝΩΝΥΜΩΣ J, Κατίνα Γ. Παπά [Νεκρολογ ία) , « Επτανησιακή Πρωτοχρονιά» 1960, σ. 359.

73. ΔΑΦΝΗ Κ Ώ Σ Τ Α , Κατίνα Παπά ( 1900 ­ 1959 ) [ Λόγος κατά το φιλολογικόν μνημό­

— 472 —

συνον της συγγραφέως τοΰ « Γυμνασίου > ] , «Κερκυραϊκά Χρονικά > V I I I ( 1 9 6 0 ) , σ. 171­176 .

73 b i s . ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘΗΝΑΣ, Κατίνα Γ. Παπά [Νεκρολογ ία] , «Παιδε ία και Ζωή» Θ' ( 1960) , σ. 9 5 ­ 9 6 .

74. Δ Α Κ Α Ρ Η Σ Ω Τ . Ι . , Δημήτριος Εύαγγελίδης [ 1 8 8 8 ­ 1 9 5 9 : Νεκρολογία] , « Δελτίον της Χριστιανικής 'Αρχαιολογικής Ε τ α ι ρ ε ί α ς » , περ. Δ', τόμ. Α' ( 1 9 5 9 ) . ' Α θ ή ­

ναι I960, σ. 155 ­ 1 5 8 . 75. K A R L S S O N G., E r i k Gren : 3 ­10 ­1904 ­ 21 ­ 11 ­1959 [ Νεκρολογία, μετά μνείας

δημοσιευμάτο)ν ], « B y z a n t i n i s c h e Zeitschrif t » 53 (1960) , σ. 509­510 . 76. ΔΗΜΑΡΑ Κ. Θ., 'Απέθανεν ό Κωνστ. "Αμαντος [ Ά ρ θ ρ ο ν ] , « Τ ο Βήμα» , 26

' Ιανουαρίου 1960. 7J. ΖΑΚΥΘΗΝΟΥ ΔίΟΝ. Α. , Κωνσταντίνος "Αμαντος [Λόγος επικήδειος] , «Νέα

Ε σ τ ί α » 67 ( 1960 ), σ. 192 ­ 194. 78. ΖΑΚΥΘΗΝΟΥ ΔΙΟΝ. Α. , Κωνσταντίνος "Αμαντος ( 1 8 7 4 ­ 1 8 6 0 ) . [Νεκρολογία] ,

« Έπετηρίς Εταιρε ίας Βυζαντινών Σπουδών » ΚΘ' ( 1959 ) [ 1960 ] , σ. 449 ­455 . 79. Ν . Ο . Θ . , Κωνσταντίνος "Αμαντος ( 1874 ­1960 ) [ Νεκρολογικον σημείωμα ] , « Δελ­

τίον Ιστορικής και Εθνολογ ικής Ε τ α ι ρ ε ί α ς » ΙΔ ' (1960) , σ. 587. 80. Τ Ω Μ Α Δ Α Κ Η Ν. Β . , Κωνσταντίνος Ι. "Αμαντος ( 1 8 7 4 ­ 1 9 6 0 ) [Νεκρολογία] ,

« Α θ η ν ά » ΞΓ" (1959) [ 1 9 6 0 ] , σ. 3 ­ 1 4 [Δημοσιεύεται και βιβλιογραφικός πίναξ τών εν τή « 'Αθηνά » δημοσιευθεισών πραγματειών, ανακοινώσεων και βιβλιοκρισιών τοΰ νεκρολογουμένου ].

81. ΣΠΥΡΙΔΑΚΙ Κ., Ή εν Κύπρω γυμνασιαρχία τοΰ Κωνσταντίνου Άμάντου ["Αρ­

θρον, «αντί μνημόσυνου»] , «Φιλολογική Κύπρος» 1960, σ. 3 9 ­ 4 1 . 82. ΟΡΛΑΝΔΟΥ Α Ν Α ς Τ . Κ., 'Αντώνιος Κεραμόπουλλος [Λόγος επικήδε ιος] , « Ν έ α

Ε σ τ ί α » 67 (1960) , σ. 7 5 4 ­ 7 5 5 . 83. Σ Π Ε Τ Σ Ι Έ Ρ Η Κ Ω Ν Σ Τ . , Νικόλαος Έξαρχόπουλος ( 1874 ­1960 ) [ Λόγος επικήδειος ] ,

« 'Αθηνά » 63 ( 1959 ), σ. 370 ­ 372. 84. Ζ Ω Ρ Α Γ. Θ., Νικόλαος Έξαρχόπουλος [Νεκρολογία] , «Νέα Ε σ τ ί α » 67 (1960) ,

σ. 413 ­ 414 [ = « Παρνασσός » Β' ( 1960 ), σ. 142 ­ 143 ] . 85. [ Α Ν Ω Ν Υ Μ Ω ς ] , Χρήστος Δελής [ f 3 ­ 2 ­1960 ] , [ Νεκρολογία ] , « Άμυμώνη »

(Ναυπλ ίου ) , άρ. 9 ("Ανοιξις 1960), σ. 9. 85b i s­ ΑΡΧΟΝΤΙΔΗ Β . , "Αριστείδης Δελής (1883­1959) ό δάσκαλος τής Μυτιλήνης

[ Νεκρολογία ] , « Παιδεία και Ζωή » Θ' ( 1960), σ. 29 ­ 3 1 . 86. Σ. Π. , Γιώργος Ρουμάνης [ Νεκρολογικόν σημε ίωμα] , «Νέα ' Ε σ τ ί α » 67 (1960),

σ. 755­756 . 87. Τ ς Ο Υ Ρ [ Α ] N I K . , Λευτέρης Ξανθός [1910­1959. Νεκρολογία] , «Νέα Ε σ τ ί α » 67

( 1 9 6 0 ) , σ. 264. 88. Χ[ΑΡΗ Π ] , ' Ιωάννης Χρ. Δελένδας [1890­1960 . Νεκρολογία] , «Νέα Ε σ τ ί α »

67 (1960) , σ. 337. 8?. Β Ο Υ Ρ Ν Α Τ Ά Σ Ο Υ , Μ. Καραγάτσης [Νεκρολογικόν σημείωμα ] , « 'Επιθεώρηση Τέ­

χνης » IB ' (1960) , σ. 8 3 ­ 8 4 . ?0. ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ Α., Μ. Καραγάτσης [ Κριτικόν Νεκρολογικόν σημε ίωμα] , «Πνευ­

ματική Κύπρος» Α' (1960) , σ. 8 7 ­ 8 8 . 9). ΒΕΝΕΖΗ ΗΛΙΑ, 'Αποχαιρετισμός στον Καραγάτση [ Ά ρ θ ρ ο ν ] , εφ. e Tò Βήμα»

20 Σεπτεμβρίου 1960. ?2. ΤΕΡΖΑΚΗ ΑΓΤ., Σύντομη αναδρομή ["Αρθρον περί Καραγάτση ] , εφ. « Το Βήμα »

21 Σεπτεμβρίου 1960. 95. Χ [ Α Ρ Η ] Π . , Μ. Καραγάτσης [Λόγος επικήδειος], « Νέα "Εστία » 68 (1960), σ. 1311.

— 473 —

94. Κ Α Ρ Α Ν Τ Ώ Ν Η Α Ν Τ Ρ Έ Α , Μ. Καραγάτσης ["Αρθρον έπιμνημόσυνον], «Νέα 'Εστία > 68 (1960) , σ. 1327 ­ 1331.

?5. Τ. Σ. , Φάνης Μιχαλόπουλος [ Νεκρολογικον σημείωμα J, <'Ηπειρωτική "Εστία > Θ ' ( I 9 6 0 ) , σ. 687.

96. Γ Λ Ε Ζ [ Ο Υ 1 Π., Φάνης Μιχαλόπουλος [ Νεκρολογικόν σημε ίωμα] , «Νέα 'Εστία > 68 ( I 9 6 0 ) , σ. 1167.

97. Σ. Α., Φάνης Μιχαλόπουλος (Νεκρολογικόν σημε ίωμα] , « 'Επιθεώρηση Τέχνης > I B ' (1960) , σ. 65.

98. ΜΟΥΤΟΥΣΗ ΚΩΝΣΤ. Ι., Άριστ . Κούζης ( 1 8 7 2 ­ 1 9 6 1 ) [Νεκρολογ ία] , « Έ π ε τ η ­

ρίς 'Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών > Λ' ( 1960 ­ 1961 ), σ. 561 ­ 565. 99. Τ ( Ω Μ Α Δ Α Κ Η ] Ν. Β . , Εύλόγιος Κουρίλας ( Ν ε κ ρ ο λ ο γ ί α ] , « Έπετηρίς 'Εταιρείας

Βυζαντινών Σπουδών » Λ' ( 1960 ­ 1961 ), σ. 565 ­ 566. 100. Π Α Ν Α Π Ω Τ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ Σ Π . , Κωστής Βελμύρας [ Νεκρολογία], «Νέα Ε σ τ ί α > 68

( 1960 ), σ. 1104 ­1105 . 101. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Α Ρ . , Φιλολογικά πένθη [ Νεκρολογικά σημειώματα περί τών : Μ.

Καραγάτση, Φ. Μιχαλοπούλου, Κ. Βελμύρα] , « Αίτωλικά Γράμματα» 1 ­ 3 (1960) , σ. 9 4 ­ 9 5 .

102. ΔΑΦΝΗ Κ., Σταμάτιος Θ. Λάσκαρις ( 1 8 9 6 ­ 1 9 6 0 ) [Νεκρολογία, μετ' αναγρα­

φής δημοσιευμάτων], «Κερκυραϊκά Χρονικά» V I I I (1960) , σ. 180­184. 103. ΝίΚ. ΤΣΟΥΡ., Ό εξάδελφος του [Άλ.] Παπαδιαμάντη [Νεκρολογικόν σημείωμα

περί τοϋ Γεωργίου Α. Ρήγα .· 1884 ­ 1960 ] , « Νέα Ε σ τ ί α » 68 ( 1960 ), σ. 1105.

Β' Δημώδης Μεσαιωνική Λογοτεχνία 104. MoRAVcsiK G Y . , Byzan t ino tu rc i ca : I Die b y z a n t i n i s c h e n Quel len der Ges­

ch ich te dei* Ti i rkvô lke r . II . S p r a c h r e s t e d e r Ti i rkvô lke r in d e n b y z a n t i ­

n i schen Quel len . Berl in 1958. Βιβλιοκρισίαι .· A. K A S O A N , « Βυζαντινά Χρο­

νικά » X V I (1959) , σ. 271­287 . R. G U I U A N D , « Byzan t inos lav ica » XXI2

( 1 9 6 0 ) , σ. 311 ­313 . 105. I R M S C H E R J O H A N N E S , B e m e r k u n g e n zu den V e n e z i a n e r Volksbi ichern ,

« P r o b l è m e d e r N e u g r i e c h i s c h e L i t e r a t u r » I I I . Berlin 1960, σ. 144­179 . Έπισκόπησις και κατάταξις τών μεταβυζαντινών δημωδών κειμένων μετά στοι­

χείων αναφερομένων εις την σημερινήν κατάστασιν τής έρεύνης αυτών : 'Από τοΰ καλουμένου « Σπανέα » μέχρι τών έργων τοΰ ΙΖ ' αιώνος. Έ ν τέλει παρέχεται πίναξ έκδοτων έν Βενετία ελληνικών δημωδών έργων.

Βιβλιοκρ. σημείωμα: F . D [ Ò I , G E R ] , « B y z a n t i n i s c h e Zei tschr i f t » 5 3 ( 1 9 6 0 ) , σ. 175. 105. ΦΟΥΡΙΩΤΗ ΑΓΓΕΛΟΥ Δ., Το Μυθιστόρημα. Δίφρος. 'Αθήνα 1959 ( σχ. 8ον,

σ. 370). Τό έργον έκυκλοφορήθη τω 1960 και δια τήν παροΰσαν βιβλιογραφίαν ενδιαφέ­

ρον παρουσιάζει το Β' Μέρος, « Το Μεσαιωνικό 'Ελληνικό Μυθιστόρημα », ( σ . 119­

219) , ένθα αναφέρονται τα Βυζαντινά Ιπποτικά μυθιστορήματα καί τίνα « μυθιστο­

ρ ι κ ά » , κατά τον συγγραφέα, δημώδη μεσαιωνικά κείμενα ( Ά χ ι λ λ η ΐ ς , Ριμάδα Μεγ. 'Αλεξάνδρου, Διήγησις 'Απολλώνιου, Πρέσβυς Ιππότης) , ενώ — κατά τα αυτά κριτή­

ρ ι α — θα έπρεπε να περιληφθούν καί έργα ώς ή « Διήγησις Βελισσαρίου », «Λόγος παρηγορητικός περί δυστυχίας καί ευτυχίας » κλπ. Γενικώς το έργον παρουσιάζει σημαντικάς ελλείψεις, Ιδίςι επιστημονικής μεθόδου καί βιβλιογραφικής ενημερότητος.

— 474 —

107. KYRIAKIDIS S T . , Forschungsbericht zum Akritas ­ Epos (Bericht zum XI Internationalen Byzantinisten ­ Kongress. Munchen 1958. II 2) , Mun­

chen 1958. Βιβλιοκρισία: A. D E S T A I , ] , « Byzantinoslavica » XXI (1960), σ. 353­354.

108. ΠΙΕΡΙΔΗ ΘΕΟΔΟΣΗ, Ό 'Ακριτικός κύκλος της Κύπρου, < Problème der Neu­

griechisclien Literatur > III. Berlin 1960, σ. 35 ­ 61. 'Αναφέρονται στοιχεία δικαιολογοΰντα την παράδοσιν δτι ή Κύπρος « είναι και

πατρίδα τοΰ Διγενή τοΰ "Ακρίτα, ή καλύτερα μια από τις πατρίδες του >, και παρα­

τίθενται πολλά αποσπάσματα ακριτικών δημωδών ασμάτων, εις τα όποια και έπεται γλωσσάριον. 10?. ΣΠΑΝΔΩΝΙΔΗ ΠΕΤΡΟΥ Σ., Ή 'Ακριτική ζωή και τα ακριτικά τραγούδια ("Αρ­

θρον], εφ. « Ή Καθημερινή» 1 'Ιανουαρίου 1960. 110. DOSTAL Α., Le Digenis slave et son importance pour la byzantinologie,

<Akten des XI Internationalen Byzantinisten ­ Kongresses 1958 », Mun­

chen 1960, σ. 125 ­ 130. 111. G. MANGANARCI, L'amazone Maximo e una epigrafe pontica, « Akten

XI Internationalen Byzantinisten ­ Kongresses 1958 »,­Munehen 1960, σ. 325 ­ 330. Βιβλιοκρ. σημείωμα : Η. ­ G. B[ECK] , « Byzantinische Zeitschrift » 53 ( 1960),

a. 434. 112. ΤΣΟΠΑΝΑΚΗ Α., 'Ερμηνευτικά και διορθωτικά στο κείμενο τοΰ Διγενή 'Ακρίτα,

«Ελληνικά» 17 (1960), σ. 75­94. Βιβλιοκρ. σημείωμα: F. D[ÔI,GER], «Byzantinische Zeitschrift» 53 (1960),

σ. 434. 113. PFISXER F R . , Alexander der Grosse in der Byzantinischen Literatur und

in Neugriechischen Volksbiichern, « Problème der Neugriechische Litera­

tur » III. Berlin 1960, a. 112­130. Εξετάζεται ή επίδρασις τής μορφής τοΰ Μεγ. 'Αλεξάνδρου εις τήν παγκόσμιον

λογοτεχνίαν, μάλιστα δ' εις τήν βυζαντινήν και μεταβυζαντινήν λογίαν και δημώδη παράδοσιν. 114. BECK H A N S ­ G E O R G , Belisarios und die Mauern Konstantinopels, « DieWelt

der Slaven » V (1960) (Festgabe fur Erwin Koschmieder), σ. 255­259. 115. KNÔS BÔRJE, La legende de Bélisaire dans les pays Grecs, « Eranus »

LVIII ( 1960), σ. 237­280. 11tf. KNÔS BÔRJE, Grekiskt och vâsterlândskt i de medeltida grekiska versro­

manerna, « Frân SmSland och Hellas» Studier tillâguade Bror Olsson, den 6 Augusti 1959. Stockholm 1959 (I960), σ. 243­249. Έπισκόπησις τών σχέσεων ελληνικών και ευρωπαϊκών στοιχείων εις τάς μεσαιω­

νικός μυθιστορίας. 117. NISCHER ­ FAUCENHOF ERNST, Belthandros und Chrysantza· Ein byzanti­

nische Minnesang aus dem 13 Jahrhundert , dem griechischen Urtexte nachgedichtet., « Jahrbuch der Òsterreichischen byzantinischen Gesel­

Ischaft» VIII (1959), I960, σ. 87­122. [ Μετάφρασις ]. 118. ΧΑΤΖΗ ΔΗΜ., Τα ελληνικά στοιχεία στο μυθιστόρημα « Διήγησις εξαίρετος Βελ­

θάνδρου τοΰ Ρωμαίου», «Problème der Neugriechische Literatur» III, σ. 93­111. Κατά τον συγγραφέα, « Τα ελληνικά στοιχεία πού βρίσκουμε στο έργο, προσαρ­

μοσμένα στην κύρια υπόθεση του ή συγκολλημένα σ' αυτήν, προέρχονται άλλα από

— 475 —

τή λόγια παράδοση και γενικώτερα άπό τή βυζαντινή πολιτιστική — και πολιτική — παράδοση και άλλα άπό τή λαϊκή νεοελληνική λογοτεχνική παράδοση, ή οποία στην εποχή πού συντάχθηκε το ποίημα έχει ήδη διανύσει έ'να δρόμο αρκετών αιώνων, και γενικώτερα άπό τήν λαϊκή νεοελληνική παράδοση >.

Βιβλιοκρ. σημείωμα: F . D [ Ô I , G E R ] , < B y z a n t i n i s c b e Zeitschrif t > 5 3 ( 1 9 6 0 ) , σ. 175. 11?. S C H R E I N E R Η . , Der â l t e s t e I m b e r i o s t e x t , « Akten des X I In t e rna t i ona l en

B y z a n t i n i s t e n ­ K o n g r e s s e s 1958», M u n c h e n 1960, σ. 556­562. 'Υπό τοΰ συγγραφέως υπογραμμίζεται δτι ό Cod. N e a p o l . Gr. I l l Β 27 δια­

σώζει τήν καλυτέραν και πλησιεστέραν προς το πρωτότυπον μορφήν τοΰ κειμένου τοϋ Ίμπερίου . 120. K R I A R A S Ε . , Die ze i t l i che E i n r e i h u n g des « Ph lo r io s und P l a t z i a p h l o r a >

R o m a n s im Hinb l i ck auf den « Imber io s u n d M a r g a r o n a » R o m a n , « A k t e n d e s X I I n t e r n a t i o n a l e n Byzan t in i s t en ­ K o n g r e s s e s 1958 », M u n c h e n 1960, σ. 2 6 9 ­ 2 7 2 . "H μελέτη των κοινών στοιχείων — σκηνών, στίχων — εις τα δύο έργα ( Φλώ­

ριον και Ίμπέριον ) άγει, κατά τον συγγραφέα, εις το συμπέρασμα ότι ή μυθιστορία τοΰ Φλωρίου είναι αρχαιότερα της τοΰ Ίμπερ ίου και έχρησίμευσεν ως πρότυπον εις αυτήν. Τούτο μάλιστα Ισχύει δια πάσας τάς παραλλαγάς τοΰ κειμένου τοΰ "Ιμπερίου, συμπεριλαμβανομένου και τοΰ Cod. Neapo l . G r a e c . I l l Β 27, παρά τας αντιθέτους απόψεις τοΰ Η . S c h r e i n e r [ ιδ . άρ. 119 ]. 121. ΘΕΟΧΑΡΗ Μ. Σ . , Τεχνοκριτικά! παρατηρήσεις εις τάς μικρογραφίας τοΰ Φυσιο­

λόγου τοΰ Μιλάνου [ Ε 16 s u p . ( 273 ) ], < Πρακτικά 'Ακαδημίας 'Αθηνών » 35 ( 1960), σ. 136 ­ 142 + ΧΙΙ πίνακες.

122. ΓΡΥΣΠΟΥ ΠΑΝΑΓ., Πραγματιστικές παρατηρήσεις στον Πουλολόγο, « Byzan t i ­

n i sch ­ N e u g r i e c h i s c h e J a h r b u c h e r » X V I I I ( 1945 ­1949 ), A t h e n 1960, σ. 16 ­ 17.

123. Ζ Ω Ρ Α Γ. Θ., "Ο Πουλλολόγος ( κατά τον Ά θ η ν α ϊ κ ό ν κώδικα 701), « Έπετηρίς 'Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών» Λ' ( 1 9 6 0 ­ 1 9 6 1 ) , σ. 150­167 [ = * 0 Πουλ­

λολόγος ( κατά τον Ά θ η ν α ϊ κ ό ν κώδικα 701 ) (Σπουδαστήριον Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας τοϋ Πανεπιστημίου "Αθηνών), 'Αθήναι 1960 ( σχ. 8°ν, σελ. 3 0 + 2 πίν. έκτος κειμένου) ] . Μετά βραχεΐαν είσαγωγήν επί τοϋ περιεχομένου και τών προβλημάτων τοΰ

έργου, εκδίδεται τό κείμενον εκ τοΰ κώδ. 701 της Έ θ ν . Βιβλιοθήκης, ένθα φέρει ώς τίτλον «Λόγος τοΰ Ιχνηλάτου περί τών πουλλίων». 124. K R A W C Z Y N S K I S T A M A T I A , "Ο Πουλολόγος. K r i t i s c h e T e x t a u s g a b e mit uber ­

s e t z u n g sowie sp rach l i chen u n d S a c h l i c h e n E r l â u t e r u n g e n . A k a d e m i e ­

V e r l a g ­ Berlin 1960 ( σχ. 8ov, σ . XX + 166). 125. C H A N D A R O F S K A J A B. C , Die B y z a n t i n i s c h e n F a b e l n in den L e n i n g r a d e r

Handsch r i f t en S a m m l u n g e n , « P r o b l è m e d e r N e u g r i e c h i s c h e n L i t e r a t u r » I I I . Berl in 1960, σ. 10 ­ 20. Άνακοίνωσις επί τοΰ περιεχομένου τών κωδίκων 202, 488 και 721 της Δημοσ.

Βιβλιοθήκης τοΰ L,eningrand ( εξ ών ό τελευταίος ταυτίζεται προς τον ύπ ' άρ. 92 Μονής Λειμώνος ) και μελέτη τών εν αύτοϊς δημωδών κειμένων — μάλιστα τοΰ < Που­

λολόγον » και < Διηγήσεως Τετραπόδων ζφων », εν συγκρίσει και προς το δι ' ετέρων κωδίκων σωζόμενον κείμενον αυτών.

Βιβλιοκρ. σημείωμα: F . D [ Ó I , G E R ] , « B y z a n t i n i s c h e Zei t schr i f t» 53 (1960) , σ. 175.

— 476 —

12é. Π Α Λ Λ Α Δ. Ι . , Βυζαντινόν ύπέρθυρον τοΰ Μουσείου Κορίνθου. "Απλώς αίσώπειος μύθος η το Συναξάριον τοϋ Τιμημένου Γαδάρου ; < Έπετηρίς 'Εταιρείας Βυ­

ζαντινών Σπουδών » Λ ( 1960 ­1961 ), σ. 413 ­ 452. Ύ π ο τοϋ συγγραφέως μελετάται επιτυχώς το ύπ' άρ. A.M. 436 άνάγλυφον τοϋ

Μουσείου Κορίνθ·ου, το όποιον και σχετίζεται προς το μεσαιωνικόν δημώδες κείμενον «Συναξάριον τοϋ τιμημένου Γαδάρου». 127. Τ Ω Μ Α Δ Α Κ Η Ν. Β. , Άποθησαυρίσματα, « ' Α θ η ν ά > 64 (1960) , σ. 3 ­ 1 6 .

Σημειοΰνται και επιδράσεις χωρίων της "Αννης Κομνηνής καί τοϋ Ρωμανοΰ Μελωδού εις στίχους τοϋ Μιχ. Γλυκά. 128. Π Α Ϊ Ι Α Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Δ Ο Υ Λ Ο Υ Χ., Παρατηρήσεις στο « Θανατικό της Ρόδου > τοΰ "Εμμα­

νουήλ Γεωργιλλά ή Λιμενίτη [ Ίστορικαί ­ Γλωσσικοί — Λαογραφικοί καί κοι­

νων ικο ί ) , « Ε ι ς μνήμην Κ. Ά μ ά ν τ ο υ » . Άθ·ήναι I960, σ. 7 6 ­ 8 8 . 12?. K N Ô S B Ô R J E , L e s Orac les d e Léon le S a g e , d ' a p r è s un l ivre d ' O r a c l e s

b y z a n t i n s i l lus t rés r é c e m m e n t d é c o u v e r t , « "Αφιέρωμα στή μνήμη τοΰ Μα­

νόλη Τριανταφυλλίδη», Θεσσαλονίκη 1960, σ. 155­185+17 είκ. εκτός κειμένου. Περιγράφεται ό κώδιξ V a 4α της Βασ. Βιβλ. Στοκχόλμης, μετά κριτικών

υπομνημάτων προς το κείμενον αναλόγων έργων εξ « ιστορημένων » επίσης χρη­

σμολογίων. Βιβλιοκρισία .· Α Θ . Δ. ΚΟΜΙΝΗ, Παρατηρήσεις εις τους χρησμούς Λέοντος τοϋ

σοφοΰ, « Έ π ε τ η ρ ί ς 'Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών» Λ' ( 1960­1961), σ. 398 ­412 . 130. Ζ Α Χ Α Ρ Ι Α Δ Ο Υ ΕΛΙΣΣΑΒΕΤ Α., Το Χρονικό τών Τούρκων Σουλτάνων ( τοΰ Βαρ­

βερινοΰ έλλην. κώδικα 111 ) καί τό Ιταλικό του πρότυπο (« 'Ελληνικά » ­ Πα­

ράρτημα, άρ. 14), Θεσσαλονίκη 1960 (σχ. 8°ν, σ. 9 6 ) . "Υποδεικνύεται ως πηγή τοϋ « Χρονικού περί τών Τούρκων Σουλτάνων » ["Ιδ.

« Β.Δ. » 1959, άρ. 95] τό έργον τοΰ Fr . Sansov ino « G l ' A n n a l i T u r c h e s c h i » καί μελετώνται τα συναφή θέματα.

Βιβλιοκρισία : V. L A U R E N T , « R e v u e des É t u d e s B y z a n t i n e s » X V I I I ( 1960), σ. 276. Βιβλιοκρ. σημείωμα : F . D [ Ó I , G E R ] , « Byzan t in i sche Zei tschr i f t » 53 ( 1960), σ. 463. ["Ιδ. καί Κ. Θ. ΔΗΜΑΡΑ, Πάλι τό Χρονικό, εφ. « Τό Βήμα» 25 Νοεμ­

βρίου I 9 6 0 ] . 131. ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗ Π Α Ν . Δ., Ή "Αλωσις της Χαλκίδος άπό τον Μωάμεθ τον Β

( τό έτος 1470) κατά τον Βαρβερινόν έλληνικόν κώδικα 111, « Άρχε ΐον Ευβοϊ­

κών Μελετών » Ζ' ( 1960 ), σ. 157 ­ 1 6 1 . Μετά βραχεΐαν είσαγωγικώς περίληψιν τοϋ άφορώντος είς την "Αλωσιν τής Χαλ­

κίδος αποσπάσματος τοΰ Χρονικοΰ, δημοσιεύεται τοΰτο μετά σχολίων, κατά τήν εκδο­

σιν Γ. Θ. Ζώρα ["Ιδ. « Β.Δ. » 1959, άρ. 95] . 132. E M B I R I C O S A L E X A N D R E , L a R e n a i s s a n c e Cretoise . X V I et XVII s iècles .

T o m e I. L a l i t t é r a t u r e . Par i s (Col lec t ion de l ' I n s t i t u t d ' É t u d e s Byzan­

t ines et Néo ­ h e l l é n i q u e s ) Socié té d ' éd i t i on « Les Bel les L e t t r e s » 1960 (σχ. 8°v, σ. 3 0 0 ) . Τό έργον διαιρείται εις τρία κεφάλαια : 'Εν τώ πρώτω (Ή Κρήτη υπό τους

Ενετούς) εξετάζονται αί πολιτικοί καί κοινωνικοί συνθήκαι εν τ^ νήσω. 'Εν τω δευ­

τέρω (Ή Πνευματική 'Αναγέννησις) μελετάται ίδια ό βίος καί τό έργον τοϋ Κυρίλ­

λου Λουκάρεως. Έ ν τφ τρίτω κεφαλαίω (Ή Λογοτεχνική 'Αναγεννησις) αναλύονται καί κρίνονται τα κυριώτερα έργα τής Κρητικής λογοτεχνίας, μετά γαλλικής μεταφρά­

σεως χαρακτηριστικών αποσπασμάτων τών διαφόρων έργων. Έ ν τέλει παρατίθεται γενική ουχί δμως καί πλήρης βιβλιογραφία. 133. K N Ô S B Ô R J E , Die B y z a n t i n i s c h e Trad i t ion in d e r Kre t i s chen Volks l i te ra­

— 477 —

tu r des S p â t i n i t t e l a l t e r s u n d der Rena i s sance , « P r o b l è m e der N e u g r i e ­

ch i sche L i t e r a t u r » I I I . Berl in i960, σ. 131­140 . 'Υποστηρίζεται ή έπίδρασις της βυζαντινής παραδόσεως επί τών έργων της κρη­

τικής λογοτεχνίας, μάλιστα μέχρι του I T ' αιώνος — οπότε και υπερισχύει — χωρίς δμως να εξαφανισθή και λόγω τής εμφανιζόμενης από τοΰ I T ' αιώνος Δυτικής επι­

δράσεως. 134. V I T T I M A R I O , I l p o e m a pa rene t i co di Sach l ik i s , nella t rad iz ione ined i ta

de l Cod. N a p o l e t a n o , < Κρητικά Χρονικά» ΙΔ' (1960) , σ. 173­200 . 135. ΛΐΟΥΜΠΑΠΣΚΥ Γ . Ν., Ό Κρής ποιητής Στέφανος Σαχλίκης [Μελέτη, ρωσι­

στί | , «Βυζαντινά Χρονικά > X V I ( 1 9 5 9 ) , σ, 6 5 ­ 8 1 . Το έργον μετεφράσθη και ελληνιστί υπό ΜΑΡΙΑΣ Γ. Ν Υ ς Τ Α Ζ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ / , « Κρητικά Χρονικά > ΙΔ' (1960) , σ. 308­334 .

135. ΑΛΕΞΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΎ, Κρητικά Φιλολογικά, « Κρητικά Χρονικά > ΙΓ" ( 1959 ), σ. 289 ­ 310. Εις το πρώτον μέρος τής εργασίας του (« Μεθοδικά ζητήματα τής Κρητικής λογο­

τεχνίας ») ό συγγραφεύς, αναφερόμενος εις παρατηρήσεις τοΰ Λ. Π ο λ ί τ ο υ επί κρη­

τικών κειμένων ["Ιδ. < Β.Δ. » 1959, άρ. 99], αποσκοπεί να συμβάλτ] «στη λύση τών μεθοδολογικών προβλημάτων, πού αντιμετωπίζει ό εκδότης τών κρητικών κειμένων >. Εις το δεύτερον μέρος δημοσιεύονται παρατηρήσεις (κριτικοί και ερμηνευτικοί) είς τον « Άπόκοπον » τοΰ Μπεργαδή. 137. ΠΟΛΙΤΗ ΛΊΝΟΥ, Ό « Έρωτόκριτος> και ή «Θυσία» τοΰ Βιτζέντζου Κορνάρου

( Ό Ποιητής ­ Χρονολόγηση ), «'Αφιέρωμα στή μνήμη τοΰ Μανόλη Τριαντα­

φυλλίδη >, Θεσσαλονίκη 1960, σ. 3 5 7 ­ 3 7 1 . ["Ιδ. και κατωτ., άρ. 138] . Ό συγγραφεύς αποδεχόμενος δτι αμφότερα τα έργα είναι τοΰ αύτοΰ ποιητοΰ

(Βιτζέντζου Κορνάρου) υποστηρίζει δτι ή «Θυσία» έγράφη τω 1635 και ό « Έ ρ ω ­

τόκριτος » κατά τήν είκοσαετίαν 1640 ­ 1660. « Τα χρονικά αυτά ορόσημα εντάσσον­

ται φυσικά και οργανικά μέσα στα χρονολογικά δεδομένα πού μας δίνουν, είτε άπό μαρτυρίες εξωτερικές είτε άπό άλλες ενδείξεις, τα υπόλοιπα έργα τοΰ κρητικοΰ θεάτρου ». 138. Κ Ρ Ι Α Ρ Α Ε., Χρονολογικά, μεθοδολογικά και άλλα ζητήματα «Θυσίας» και

« Έρωτοκρίτου », «Είς μνήμην Κ. Ά μ ά ν τ ο υ » . 'Αθήναι 1960, σ. 3 5 3 ­ 3 6 9 . Ό συγγραφεύς, αναφερόμενος είς το άρθρον τοΰ Λ. Π ο λ ί τ η , « Ό « Έ ρ ω τ ό ­

κριτος » και ή «Θυσία» τοΰ Βιτζέντζου Κορνάρου» («'Αφιέρωμα στή μνήμη τοΰ Μ. Τριανταφυλλίδη») [ ιδ. άνωτ., άρ. 137] , εξετάζει το θέμα τοΰ ποιητοΰ και τής χρονολογήσεως τών δύο έργων, ύποστηρίζων δτι « ή κατηγορηματική αποδοχή ή τής γνώμης δτι κοινός είναι ό ποιητής τών δύο έργων ή τής γνώμης δτι ή « Θυσία » είναι προγενέστερη άπό τον « Έρωτόκριτο » άποτελοΰν τόλμημα αναμφισβήτητο». 13?. ΜΑΝΟΥΣΑΚΑ Μ. Ι . , "Άγνωστη πηγή τής « Έρωφίλης » τοΰ Χορτάτση : Ή τρα­

γωδία « I l re T o r r i s m o n d o » τοΰ Tasso , « Κρητικά Χρονικά » ΙΓ ' ( 1959 ) [ 1 9 6 0 ] , σ. 7 3 ­ 8 3 . 'Υποστηρίζεται δτι ό ποιητής τής « Έρωφίλης » — τής οποίας γνωστή μέχρι

τοΰδε πηγή είναι ή τραγωδία « Orbecche » τοΰ Gira ld i — έμιμήθη είς τήν β' σκη­

νήν τής Β' πράξεως (στ. 111­136) και τήν τραγωδίαν « I l re T o r r i s m o n d o » τοΰ Tasso , εξ ης παρέλαβε τήν περί εφιαλτικών ονείρων εκμυστήρευσιν τής ήρωΐδος τοΰ έργου τούτου είς τήν τροφόν της ( α ' σκηνή Α' πράξεως, στ. 2 5 ­ 5 0 ) . 140. ΜΕΓΑ Γ. Α., Παραλλαγή τής λαϊκής διασκευής τής Έρωφίλης , « Είς μνήμην

Κ. Ά μ ά ν τ ο υ » . Α θ ή ν α ι 1960, σ. 370­374 . Δημοσιεύεται ή εκ 49 στίχων παραλλαγή διασκευής τής « Έ ρ ω φ ί λ η ς » , εκ κατα­

31

— 478 —

γραφής Π. Ν. Άναστασάκη, και μελετάται ή σχέσις αυτής προς ετέρας, γνωστας ήδη, παραλλαγάς διασκευών roù αύτοΰ κρητικού κειμένου. 141. Ι Ω Ά Ν Ν Ο Υ Π Έ Τ Ρ Ο Υ ­ Π Ε Ρ Ι Κ Λ Έ Ο Υ ς , Ό Πιστικός βοσκός. E i n e u n e d i e r t e n e u ­

g r i ech i sche i i be r se tzung des « P a s t o r Fido » von Guarirli in K r e t i s c h e r M u n d a r t , « P r o b l è m e der N e u g r i e c h i s c h e L i t e r a t u r > I I I . Berl in 1960, σ. 141 ­ 143. Ό συγγραφεύς αναφερόμενος εις την άνέκδοτον μετάφρασιν τοΰ « P a s t o r Fido >

του Guar ini, τήν άποκειμένην εν τή Μαρκιανή Βιβλιοθήκη ( Cod. N a n . Gr. CCX CII ( C L I X cod. X X I V ) ) επαναλαμβάνει εν πολλοίς τα επί τοΰ κειμένου τούτου πορίσματα τής Γ λ . Π ρ ω τ ο π α π ά ­ Μ π ο υ μ π ο υ λ ί δ ο υ («Το θέατρον εν Ζα­

κύν^ο) από τοΰ ΙΖ' μέχρι του Ι Θ ' αιώνος, επί τή βάσει άνεκδόκτων κειμένων ». ' Α θ ή ­

ναι 1958, σ. 40 κ.έξ. ). 142. ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ ΓΛΥΚΕΡΙΑΣ, Ποίημα 'Απαρνημένης. Στιχούργημα κατά μίμησιν

τής «Θυσίας τοΰ Α β ρ α ά μ » εκ Ναξιακοΰ χειρογράφου τοΰ I H ' αιώνος [Με­

λέτη ), « Παρνασσός » Β' ( 1960 ), σ. 213 ­ 219. Μετ" είσαγωγήν, εν fi εξετάζονται ή γενικωτέρα διάδοσις των έργων τής Κρη­

τικής Λογοτεχνίας και ή έπίδρασις αυτών παρά τω έλληνικφ λαώ, ως και τα άφορώντα εις το εν τίτλφ κείμενον προβλήματα, δημοσιεύεται ( εκ τοΰ υπ* άρ. Ξ 1027 χγφ. τής 'Efrv. Βιβλ. Α θ η ν ώ ν ) κριτικώς το στιχούργημα, όπερ «αποτελεί προσαρμογήν εις το θέμα των παραπόνων τής « απαρνημένης» στίχων τής Θυσίας. . . Τα συναισθή­

ματα, τα όποια γεννά εν τφ κρητικφ έργω ή θυσία τοΰ ' Ισαάκ, εν τω στιχουρ­

γήματι τα εμπνέει ή άπομάκρυνσις τοΰ άγαπωμένου προσώπου, ήτις και βυίΚζει εις άπελπισίαν τήν παραπονουμένην κόρην ». Κατά τήν εκδοσιν τοΰ κειμένου άντιπα­

ρατίθενται τα αντιστοιχούνται χωρία τής « Θυσίας τοΰ 'Αβραάμ » και επιτάσσεται Πίναξ λέξεων. 143. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΟΥ ΦΑΙΔΩΝΟΣ Κ., 'Ανέκδοτα έγγραφα περί τοΰ Ναυπλιέως ποιη­

τοΰ Τζάνε Βεντράμου, « Έπετηρίς 'Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών» Λ' ( 1 9 6 0 ­

1961), σ. 194­201 . Μελετώνται και έ/.δίδονται ανέκδοτα έγγραφα των 'Αρχείων τής Βενετίας περί

τοΰ βίου και τής ναυτικής δράσε(ος τοΰ Ναυπλιέως ποιητοΰ Τζάνε Βεντράμου ( I T ' αι. ) και ερευνώνται στοιχεία τινά άφορώντα εις τον υίόν τούτου, Άνδρέαν . 144. GKKCU V A S I U Ï , S t a v r i n o s , E i n e Gar S c h ò n e e r z â h l u n g û b e r M i c h a e l den

Wojewoden ( Σταυρινοΰ, Διήγησις (όραιοτάτη τοΰ Μιχαήλ Βοεβόνδα ), « P r o ­

b lème der 'Neugr i ech i sche L,iteratur > I I I . Berl in 1960, σ. 180­206. 145. K P I A P A Ε., Παρατηρήσεις σιό κείμενο τών ποιημάτων τοΰ ' Ιακώβου Τριβώλη,

« B y z a n t i o n » X X V I I I ( 1 9 5 8 ) , 1959 ["Ιδ. « Β.Δ. » 1959, άρ. 447] . Βιβλιοκρ. σημείωμα: F. D [ Ô L G E R ] , « B3'zant inische Zeitschr i f t » 53 (1960) , σ. 176.

146. K P I A P A E M M . , Der r o m a n « Imper ios und M a r g a r o n a u n d d a s « D e k a m e ­

ron » als que l len des J a k o b Trivol i s , « P r o b l è m e der N e u g r i c h i s c h e Lit ­

t e r a t u r » I I I . Berl in I960, σ. 6 2 ­ 9 2 . 147. F O L L I E R I E N R I C A , Il T e s e i d a N e o g r e c o . Libro I . . . Roma ­ Atene 1959 ["Ιδ.

« Β.Δ. » 1959, άρ. 104]. Βοβλιοκρισία t Ο. P A R L A N G E L I , « P a i d e i a » X V (1960) , σ. 72 ­ 73.

147b i s . K N Ò S B Ò R J E , U n e édi t ion j u s q u ' à p r é s e n t i nconnue d e < Πένθος Θανά­

του », « 'Αθηνά » 64 ( 1960), σ. 186 ­ 193. Περιγράφεται ή εκδοσις τοΰ 1528 ["Ιδ. «Β.Δ.» 1959, άρ. 105] και σημειοΰνται

αί γραφαί αι διαφέρουσαι τών τοΰ χγφ. τοΰ αύτοΰ έργου, κατά τήν εκδοσιν Γ. Θ. Ζ ω ρ α («Έπιθεοόρησις > (Ρώμης ) , Γ' (1940) , σ. 501 κέξ. ).

— 479 —

148. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ Ι Ω . Κ., Άλφάβητος κατανυκτικός, «Παρνασσό;» Β ' ( 1 9 6 0 ) , σ. 120­122 . Δημοσιεύεται ώς άνέκδοτον κείμενον τοΰ IH ' αιώνος, και άνευ της απαραιτή­

του φιλολογικής επεξεργασίας, στιχούργημα εκ χγφ. τοΰ ΙΖ' αιώνος εκδοθέν ήδη από του 1911 υπό Ά . Π α π α δ ο π ο ύ λ ο υ ­ Κ ε ρ α μ έ ω ς, ύποδείξαντος και τάς « πη­

γάς » τοΰ παραινετικού τούτου ποιήματος! ( « Byzan t in i sche Zeitschrif t », XX, σ. 1 3 5 ­ 1 3 6 ) .

Έ ξ άντιβολής των δυο εκδόσεων προκύπτουν ίκαναί διαφοραί, ύποδηλοΰσαι δτι υπό Ί ω . Κ. 'Αθανασοπούλου το κείμενον εξεδόθη ουχί μετά της δεούσης προσοχής. "Ας σημειωθή χαρακτηριστικώς δτι υπό τοϋ νεωτέρου εκδότου παραλείπεται το β' ήμιστίχιον τοΰ στ. 14 και το α' ήμιστίχιον τού αμέσως επομένου στίχου. Καταχω­

ρίζονται κατωτέρω δείγματος χάριν οί έξης στίχοι κατ ' άμφοτέρας τάς εκδόσεις.

Στ. 17 : Βαγγέλιο ν' άκούσωμεν κι άνιίδωρον να φαμεν : Παπ. ­ Κεραμ. » » : Και Ευαγγέλιον ν' άκονς και αντίδωρο να φάμε : Ά θ α ν .

Στ. 16 : Να πάμεν ϋέλομεν εκεί ομπρός [όλοι] δια να κριϋΌΰμεν ; Παπ. ­ Κεραμ. » » : Νά ! ϋέλομεν εκεί ομπρός δλοι δια να κριϋονμε : "Αθαν.

Σ τ . 3 4 ­ 3 5 : Ρηγάδες παίρν' 6 ϋάνατος, πριντζίπους, βασιλιάδες μεγάλους γαρδινάληδες και μητροπολιτάδες : Παπ. ­ Κεραμ.

» » : Ρηγάδες παίρνει ό ϋάνατος, οτην Πόλη βασιλιάδες, μεγάλους γαρ δενάλιδες και μητροπολιτάδες : Ά θ α ν .

Στ. 43 : άαυνσομον κι άνέγνωρον και ξεκοκκαλιασμένον : Παπ. ­ Κεραμ. » » : άβύσωμον, άνέγνωρον και ξεκοκκαλιααμενον ; Ά θ α ν .

Στ. 44 : Χώρια χωρίζ' ή κεφαλή : Παπ. ­ Κεραμ. » » : Χώρια χωρίζει ή ταφή : Ά θ α ν .

"Ο άνοοτέρω ύπ' άρ. 43 στίχος είναι γνοόριμος εκ πλείστων κειμένων τής Κρη­

τικής λογοτεχνίας, δπου ή εκφρασις « άσονασουμος, άγνώριμος » είναι συχνή ( « Έ ρ ω ­

τόκριτος » Α' 1105, Ά χ έ λ η «Μάλτας Πολιορκία» 1119, 1364, Σκλάβου «Συμφορά Κρήτης» 104, κλπ . ) .

Γ' Δημώδη άσματα. Μνημεία λαικοϋ λόγου 14?. ΛΑΜΨίΔΗ Π Α Ν Ο Υ , Δημοτικά τραγούδια τοΰ Πόντου. Α' Τα κείμενα. 'Ανθολό­

γηση ­ Νεοελληνική απόδοση. ("Επιτροπή Ποντιακών Μελετών περιοδικοΰ « Ά ρ ­

χεΐον Πόντου». Παράρτημα 4 ) , 'Αθήναι 1960 ( σχ. 8°ν, σ. 2 0 5 ) . Συλλογή 106 δημωδών Ποντιακών ασμάτων (Τής λεβεντιάς, Τής χαράς, Τής

λύπης, Τής ξενιτειάς, Τοΰ πειραγμοΰ, Τοΰ παιδ ιού) , μετά παραλλήλου μεταγραφής εις «εμμετρον κοινήν νεοελληνικήν γλώσσαν. ».

Βιβλιοκρισία : Δ. ΒΑΓΙΑΚΑΚΟΥ, « Α θ η ν ά » 64 (1960 ), σ. 376 ­382. 150. B O U V I E R B E R T R A N D , Volks l ieder aus einer Athos ­ Handschr i f t des 17

J a h r h u n d e r t s , « P r o b l è m e der N e u g r i e c h i s e h e n L i t e r a t u r » I I I . Berl in 1960, σ. 2 1 ­ 2 6 . ["Ιδ. και άρ. 151 ]. Άνακοίνωσις επί τοϋ περιεχομένου τού κωδ. 1203 τής μονής ' Ιβήρων, περιέ­

χοντος δημώδη άσματα τοΰ 17°υ αιώνος. 151. B O U V I E R B E R T R A N D , Δημοτικά τραγούδια άπό χειρό/ραφο τής Μονής τών ' Ι β ή ­

ρων (Collect ion d e l ' I n s t i t u t F r a n ç a i s d ' A t h è n e s ­ Μουσικό Λαογραφικό Α ρ χ ε ί ο ) . 'Αθήνα 1960 (σχ. 8 ο ν , σ. 80 + 8 εικ. εκτός κειμένου). ["Ιδ. και άρ. 150].

— 480 —

Βιβλιοκρισίαι: Δ. Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, « Λαογραφία > I H ' ( 1959 ) 1960, σ. 582 ­ 585. Κ. Θ. . ΔΗΜΑΡΑ, έφ. « Τ ο Βήμα» 16 Σεπτεμβρίου 1960. Βιβλιοκρ. σημείωμα: F . DfôivGER], « Byzan t in i sche Zei t schr i f t > 53 (1960) , σ. 435. 152. Rossi ­ T A I B B I G I U S . ­ C A R A C A U S I G I R . , T e s t i Neogrec i di Calabr i a . P a r t e I :

In t roduz ione , pro legomen i e t e s t i di Roccafor te . P a r t e I I : Tes t i di Ro­

cl iudi , di Condofuri , di Bove e Ind ic i . P a l e r m o 1959 ["IS. « Β.Δ. » 1959, άρ. 439]. Βιβλιοκρισία .· G. R O H L F S , « Byzan t in i s che Zeitschr i f t » 53 ( 1960), σ. 3 6 2 ­ 3 6 4 . Βιβλιοκρ. σημείωμα: R. J A N I N , « R e v u e des É t u d e s Byzan t i ­

nes » X V I I I ( 1960 ). σ. 240. 153. Κ Ρ Ι Α Ρ Α Ε. , Ό T o m m a s e o , τα δημοτικά μας τραγούδια και τα νέα μας γράμ­

ματα [ 1 . Γραμματολογικά ­ 2. Ή γλώσσα μας και τα δημοτικά μας τραγού­

δ ι α ­ 3 . Το γλωσσικό μας ζήτημα ­ 4. Τα νέα μας γράμματα ­ "Η φυσιογνωμία τοΰ T o m m a s e o ) , « 'Αφιέρωμα στη μνήμη τοϋ Μανόλη Τριανταφυλλίδη >, Θεσ­

σαλονίκη 1960, σ. 205­224 . 153 b i s . ΝίΚΟΛΑΪΔΗ ΜΕΛΗ, Το θρησκευτικό συναίσθημα στο δημοτικό μας τραγούδι,

« Α κ τ ί ν ε ς » Κ Γ (1960) , σ. 2 8 1 ­ 2 9 1 . 154. ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΙΩ. Μ., Τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια ("Αρθρον] , «Πυρσός»

(ΚΠόλεως) , άρ. 6 1 ­ 6 2 (1960) , σ. 5 7 ­ 6 8 . 155. ΑΓΓΕΛΗ Μ., Μοιρολόγια. "Η ποίηση τοϋ θανάτου [εν Κρήτη] , εφ. « 'Ελευθε­

ρία » 27 Νοεμβρίου 1960. 156. ΦΤΕΡΗ Γ. , Τα μοιρολόγια κι ή τραγωδία [ ά ρ θ ρ ο ν ] , « Το Βήμα» 31 ' Ιανουα­

ρίου 1960. 157. Μ Π Ε Τ Τ Η Στ . , Τραγούδια της Άποκρηάς , « 'Ηπε ιρωτική Ε σ τ ί α » Θ' ( 1 9 6 0 ) ,

σ. 213­215 . 158. ΜΠΕΤΤΗ Στ . , 'Ηπειρωτικά τραγούδια [ Δημοσιεύονται εΐκοσιν άσματα μετ' βίσα­

γωγικών σημειωμάτων), « 'Ηπε ιρωτική Ε σ τ ί α » Θ' (1960), σ. 301­316 . 159. ΜΠΕΤΤΗ Σ τ . , "Ηπειρωτικά Μοιρολόγια, « 'Ηπειρωτική Ε σ τ ί α » Θ' ( 1 9 6 0 ) ,

σ. 929­939 [Μετ ' είσαγωγήν περί τοΰ Μοιρολογίου γενικώτερον, δημοσιεύον­

ται είκοσι δημώδη ςίσματα τοΰ είδους τούτου ]. 160. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜ. Α., Πελοποννησιακά Δημοτικά Τραγούδια, « Πελοποννη­

σιακή Πρωτοχρονιά » 1960, σ. 85 ­ 96. Έ ν συνεχεία, παλαιοτέρου δημοσιεύματος τοΰ αύτοΰ συγγραφέως [ΐδ. « Β.Δ. »

1959, άρ. 117], εκδίδονται επτά « 'Ερωτ ικά τ ρ α γ ο ύ δ ι α » — ε ξ ων τα πέντε και μετά της μουσικής αυτών, ε'ις Εύρωπαϊκήν παρασημαντικήν, κατά καταγραφήν Σ π. Π ε­

ρ ι σ τ έ ρ η — , τέσσαρα « Σ α τ ι ρ ι κ ά » , και πέντε «Μοιρολόγια», μετά καταλλήλου εκάστοτε υπομνηματισμού και εισαγωγής, εν f] εκτίθενται τα κύρια στοιχεία τά συντε­

λοΰντα είς τον άκριβέστερον τοπικόν προσδιορισμόν τών λυρικοΰ χαρακτήρος ασμάτων. 160b i s . ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΗΜ. Α., Παλαιό στιχούργημα τών Πατρών και οί Ρωμα­

νέλληδες, « Πελοποννησιακά » Γ ' ­ Δ' ( 1958 ­1959 ), 'Αθήναι 1960, σ. 317 ­ 325. 'Εξετάζεται ή μορφή και το περιεχόμενον λαϊκού στιχουργήματος και επιχει­

ρείται ή χρονική και κοινωνική τοποθέτησις τών έν αύτφ αναφερομένων προσώπων και μάλιστα τοΰ ίατροΰ Παύλου Ρωμανέλλη. 161. ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ Σ Τ . Π . , Μακεδόνικα άσματα και έ'θιμα και δοξασίαι, « Μακεδό­

νικα » Δ' ( 1 9 5 5 ­ 1 9 6 0 ) , 1960, σ. 5 0 1 ­ 5 3 1 . Δημοσιεύονται μετά σχολίων 15 άσματα Βογατσικοΰ, εκ καταγραφής Κ ω ν.

Τ σ ο ύ ρ κ α και διάφορα έθιμα Βογατσικοΰ και Ρυακίων Πιερίας εκ καταγραφής Κ ω ν. Τ σ ο ύ ρ κ α ή είλημμένα εκ τής συλλογής Ά ν δ ρ . Γ ι α ν ν α κ ο γ ι ώ ρ γ ο υ . 162. ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ Γ. Κ., Ή άλωσις τοΰ 'Αμορίου τφ 838 και το δημώδες άσμα

— 481 —

« Τοϋ Κάστρου της Ώ ρ ι α ς » , « Aktet i des X I In t e rna t iona l en Byzant in i s ten ­

Congresses 1958», M u n c h e n I960, σ. 581­585 . Βιβλιοκρ. σημείωμα: Η . G. B E C K , « B y z a n t i n i s c h e Zeitschrif t » 58 (1960) ,

σ. 434. 163. ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ ΓΕΩΡΓ. Κ., Το δημώδες άσμα « "Ο ύπνος τοϋ Άγουρου και ή Λυ­

γερή », « Έπετηρ ί ς Λαογραφικού Α ρ χ ε ί ο υ » 1 1 ­ 1 2 ( 1 9 5 8 ­ 1 9 5 9 ) , 1960, σ. 229 ­ 248.

164. V A R G Y A S Ι , . , F o r s c h u n g e n zur G e s c h i c h t e der Volksba l l ade im Mit t e l a l ­

ter I I I . Die Herkunf t der u n g a r i s c h e n Bal lade von der e i n g e m a u e r t e n F r a u , « Acta E t h o g r a p h i c a Academise S c i e n t i a r u m Hungar icae » 8 ( 1960 ), σ. 1 ­ 88. Ερευνώνται διάφοροι παραλλαγαί ( ουγγρικοί, βουλγαρικοί, ρουμανικοί, ελλη­

νικοί κλπ. ), ών τίνες και μεταφράζονται εις την γερμανικήν. Ό συγγραφεύς κατα­

λήγει εις το συμπέρασμα δτι το κείμενον της παραλογής « Τοϋ γιοφυριοϋ της Ά ρ ­

τας» , ανάγεται είς έπύλλιον ούγγρικον προ τοϋ ΙΔ' αι. , οπόθεν δια τών Ούγγρων αποίκων και στρατιωτών διεδόθη είς τους Βουλγάρους και εκείθεν είς τους λοιπούς βαλκανικούς λαούς.

Βιβλιοκρ. σημείωμα : G Y . M [ O R A V C S I K ] , « B y z a n t i n i s c h e Zei tschr i i t » 53 (1960) , σ. 436. 165. ΚΛΗΡΙΔΗ Ν. , "Ο Πραματευτής, «Φιλολογική Κύπρος > 1960, σ. 9 3 ­ 9 4 .

'Εκδίδεται παραλλαγή της δημώδους «παραλογής» , μετά σχολίων. Εις τάς εν τφ προλόγω αναφερόμενος υπό τοϋ εκδότου τρεις ετέρας παραλλαγάς ( δημοσιευθεί­

σας υπό Ά θ . Σακελλαρίου, Ν. Κυριαζή και Ξ. Φαρμακίδου ) ας προστεθή και ή υπό τοϋ Ν. Β έ η εκδο&εϊσα ( « Γρυπαρικά », Ν . ' Ε σ τ ί α ΛΒ' (1942), σ. 614) . 166. ΛΑΠΠΑ Τ Ά Κ Η , Κλέφτικο τρίπτυχο, «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» 1960, σ.

225­234 . Μελετώνται τα έθιμα τα άφορώντα είς τα "Ονειρα, τον ' Αποκεφαλισμον και τάς

Τελευταίας ΰελήσεις τών κλεφτών, ως παρουσιάζονται εν τη πλουσίως άνθολογουμένη υπό τοϋ συγγραφέως δημοτική ποιήσει. 167. ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ ­ ΜΠΑΡΜΠΑΡΙΓΟΥ Μ., Παρατηρήσεις στή γλώσσα τοϋ Δημοτικοΰ

τραγουδιοϋ, « Α φ ι έ ρ ω μ α στή μνήμη τοϋ Μανόλη Τριανταφυλλίδη», Θεσσαλο­

νίκη I960, σ. 125­133 . 168. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ Δ Η Μ . Α., « Γλώτται » δημοτικών τραγουδιών, « 'Αφιέρωμα στή

μνήμη τοϋ Μανόλη Τριανταφυλλίδη», Θεσσαλονίκη 1960, σ. 3 3 7 ­ 3 5 5 . 16?. ΣΠΑΤΑΛΑ Γ Ε Ρ . , "Η στιχουργία τών ελληνικών δημοτικών τραγουδιών [Με­

λέτη ] , « Καινούργια Ε π ο χ ή », Ά ν ο ι ξ η 1960, σ. 113 ­ 137 [ και άνάτυπον : Σχ. 8ον, σ . 4 0 ) .

170. ΒΕΝΕΖΗ ΗΛΙΑ, Τ Ο ελληνικό παραμύθι [ Ά ρ θ ρ ο ν ) , εφ. « Το Βήμα» 26 Α π ρ ι ­

λίου 1960. 171. ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ Γ. Κ., Δημώδης παράδοσις περί της τομής τοϋ πορθμοΰ τοϋ Βο­

σπόρου υπό τοϋ Μεγ. 'Αλεξάνδρου, « Είς μνήμην Κ. Άμάντου ». Α θ ή ν α ι 1960, σ. 375 ­ 380. Ό συγγραφεύς σχολιάζων τήν δημόσιευθεϊσαν υπό Ί ω . Δ. Κ ο ν δ υ λ ά κ η

[ περ. « "Εβδομος » 1887, φ. 26, σ. 4 ­ 5 ] εμμετρον εν μέρει παράδοσιν περί της « Τομής τοϋ Βοσπόρου » υποστηρίζει δτι αύτη « είς τήν άρχικήν της μορφήν θ α ήτο είς στιχούργημα, συντεθέν πιθανώς μεταξύ τοϋ 16 ο υ και Πον αιώνος, προ της τουρ­

κικής κυριαρχίας εν τη νήσω, δηλ. μετά τήν συγγραφήν τοϋ έργου [ « Διήγησις και περίοδος τών αγίων τόπων » ] τοϋ Δανιήλ, μητροπολίτου 'Εφέσου, εάν δεχθώμεν ότι

— 482 —

εκ της παρ ' αύτώ πληροφορίας περί τοΰ Μεγ. 'Αλεξάνδρου και ουχί εξ άλλης πηγής διεπλάσθη ή περί ης ό λόγος παράδοσις περί της τομής υπ' αύτοΰ τοΰ πορθμού τοΰ Βοσπόρου ». 172. Κ Ώ Ν Σ Τ Α Κ. Σ. , "Η « Π ό λ η » στο στόμα τοΰ λαοΰ [ "Αρθρον ] , « Στερεοελλα­

δική Ε σ τ ί α * Α' (1960) , σ. 136­139 . 173. Σ Τ Α Φ Υ Λ Α Mix. , 'Εκκλησιαστικοί φράσεις στο στόμα τοΰ · λαοΰ [ "Αρθρον] ,

« Στερεοελλαδική Ε σ τ ί α » Α' ( i 9 6 0 ) , σ. 2 6 0 ­ 2 6 2 . 174. Λ Ο Υ Κ Α Τ Ο Υ Δ Η Μ . Σ. , L a t r ad i t ion et la vie popula i re g r e c q u e s d a n s les

r e p r e s e n t a t i o n s de Karagh ioz i s , « Quand les Mar ionne t t e s du Monde se donnen t la M a i n » Liège [ 1 9 6 0 ] , σ. 232­244 . Ή εν τίτλφ εργασία αποτελεί άνακοίνωσιν εις το συνελθον εν Λιέγη ( 1 5 ­ 2 0

Αυγούστου 1958) « C o n g r è s I n t e r n a t i o n a l de la M a r i o n n e t t e » . Μετ' είσαγωγήν περί τοΰ παραδοσιακοΰ πνεύματος τοΰ λαϊκοΰ εν γένει θεάτρου,

σημειοΰται ή πιθανή Ιστορία και ή καταγωγή του Τουρκικού και 'Ελληνικού Κα­

ραγκιόζη, τοΰ οποίου και διαγράφονται τα στάδια της πορείας του : α' ) απλή μίμη­

σις τοΰ Τούρκικου, β ' ) ή πρώτη ελληνική διαμόρφωσίς του εις 'Ιωάννινα άπό τοΰ 1822, γ ' ) ή εν Πάτραις μορφή του, από τοΰ 1880 κ α ί ' δ ' ) ή 'Αθηναϊκή και σύγχρο­

νος πανελλήνιος μορφή. 'Αναφέρονται εν συνεχεία τα ονόματα των διαφόρων ηρώων, κατά σειράν δη­

μιουργίας, και τονίζεται ή σημασία τοΰ λαϊκοΰ τούτου θεάτρου δια τήν ίστορικήν μόρφωσιν και τον φρονιματισμόν των "Ελλήνων και τήν προβολήν τοΰ λαογραφικοΰ βίου. 'Αναγράφονται είτα οι συνήθεις τίτλοι των παραστάσεων Καραγκιόζη και παρακολουθείται ή προσαρμογή των θεμάτων εις τον σύγχρονον βίον, συνιστάται δ' εν τέλει ή προστασία τοΰ λαϊκοΰ θεάτρου και ή ϊδρυσις είδικοΰ Μουσείου. Ή μελέτη πλουτίζεται δι ' αξιόλογου ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας. 175. ΛΟΥΚΑΤΟΥ ΔΗΜ. Σ. , Ή παροιμία για τήν κενόδοξη σύζυγο ( « "Ας με λένε

νπονργίνα... > κλπ. ), « Λαογραφία » IH ' ( ·1959 ) 1960, σ. 497 ­ 520. Παρέχεται ή πρώτη γραπτή μνεία της παροιμίας ( εκ τής συλλογής W a r n e r ,

τοΰ 1650 ) και παρεντίθενται di παραλλαγαί αυτής, με τα ποικίλα ονόματα τίτλων, τών όποιων εν ύποσημειιόσει εκτίθεται ή ιστορία και ερμηνεύεται ή σημασία. 17ό. ΛΟΥΚΑΤΟΥ ΔΗΜ. Σ., Γλωσσικές ευτράπελες διηγήσεις, « 'Αφιέρωμα στή μνήμη

τοΰ Μανόλη Τριανταφυλλίδη», Θεσσαλονίκη, 1960, σ. 2 3 3 ­ 2 5 5 . Συγκεντροΰνται και κατατάσσονται κατά κατηγορίας, αναλόγως προς τα πρό­

σωπα ή τα επαγγέλματα διηγήσεις αναφερόμενοι είς λογίους και καθαρολόγους.

Δ' "Ελληνες λόγιοι μετά τήν "Αλωσιν

177. ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΥ Π Α Ν Α Π Ω Τ Ο Υ , Βιογραφική συλλογή λογίων τής Τουρκοκρατίας. Εισαγωγή ­ 'Επιμέλεια Κ. Θ. Δ η μ α ρ ά . 'Εκδόσεις « Ε τ α ι ρ ε ί α ς 'Ηπειρωτικών Μελετών». 'Ιωάννινα | 'Αθήναι ] 1960 ( σχ; 8°ν, σ. κη' +254 + 1 εικών έκτος κειμένου ) Βιβλιοκρισία ; ΣΠ. Ι. ΑΣΔΡΑΧΑ, « Έπι&εώρηση Τέχνης » I B ' ( 1960 ), σ. 71 ­ 73.

178. Μ Ε Ρ Τ Ζ Ι Ο Υ ΚΩΝΣΤ. Δ., Ό Μικρός Έλληνομνήμων. Τεύχος Β' . ( Άνάτυπον περιο­

δικοΰ « 'Ηπειρωτική "Εστία») ' Ιωάννινα 1960 ( σχ 8 ο ν , σ. 154 + ι β ' ) . Δημοσιεύονται, μετά σχολίων, διάφορα έγγραφα εκ τών αρχείων τής Βενετίας

άφορώντα κυρίως εις "Ελληνας, κληρικούς και λαϊκούς, τοΰ ΙΖ' και IH ' αίώνος. Μεταξύ τούτων καταλέγονται οι Γεράσιμος Βλάχος, Μεθόδιος Μορώνης, Θεοφύλα­

— 483 —

κτος Τζανφορνάρις, 'Ανδρέας Κάσσης, κλπ. Τα εκάστοτε ιταλικά κείμενα των εν λόγω εγγράφων μεταφράζονται υπό τοϋ συγγραφέως, έπιτάσσοντος Γενικον Εύρετήριον [ Κυρίων 'Ονομάτων ] και Πίνακα δημοσιευμάτων του. 17?. ΚΑΛΛΙΤΣΟΥΝΑΚΗ Ι Ω . , "Η άναβίωσις των κλασσικών σπουδών εν 'Ελλάδι από

της απελευθερώσεως και εντεύθεν, « Έπετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής » τοΰ Πανε­

πιστημίου 'Αθηνών Η' ( 1957 ­ 1958 ), σ. 325 ­450 [ Το έκτον κεφάλαιον άφορα εις την φιλολογικήν δράσιν των Ελλήνων λογίων μετά τήν άπελευθέρωσιν ]. Βιβλιοκρισία: Γ. Θ. ΖΩΡΑ, «Νέα Ε σ τ ί α » 67 ( i 9 6 0 ) , σ. 271.

180. Κ.Α.Κ Γ., Ό Σουλτάνος Μεχμέτ ό Κατακτητής και ό πατριάρχης Γεννάδιος ό Σχολάριος [ "Αρθρον ], « Πυρσός » ( ΚΠόλεως ), αρ. 6 1 ­ 6 2 ( 1960 ),σ. 125 ­ 127.

181. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Γ. Δ , Ό καρδινάλιος Βησσαρίων ( Τί έγραψαν oî άσχοληθέν­

τες περί αύοοϋ ) [ "Αρθρον ] , εφ. « Ή Καθημερινή », 6 'Οκτωβρίου 1960. 182. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΟΥ Γ. Ι., Ό καρδινάλιος Βησσαρίων ["Αρθρον], εφ. « Ή Κα­

θημερινή », 10 Σεπτεμβρίου 1960. 183. D E R O S A L I A A N T . , La Vita di Costan t ino L a s c a r i s , «Arch iv io Stor ico

Sici l iano », Ser ie I I I , Voi. I X ( 1959 ), 1960, σ. 21 ­ 70 + 2 ε'ικ. έκτος κειμένου. Βιογραφείται ό συγγραφεύς και δημοσιεύονται εν παραρτήματι ά\έκδοτα έγγραφα

( 1476 ­ 1497 ) σχετικά προς τον "Ελληνα λόγιον του ΙΕ ' αι. 184. B A S T A N S. , Die Ti i rk i schen Quel len des Laonikos C h a l k o k o n d y l a s , « A k t e n

des X I In t e rna t i ona l en Byzan t in i s t en ­ Congresses 1958 », Miinchen 1960, σ. 3 4 ­ 4 2 .

185. E N E P E K I D E S P . K., Das W i e n e r T e s t a m e n t des A n d r e a s Pala io logos v o m 7 Apri i 1502, « Akten des X I In t e rna t iona len Byzan t in i s t en ­ Congresses 1958», M u n c h e n I960, σ. 138 ­143 .

186. Π Α Τ Ρ Ι Ν Ε Λ Η Χ. Γ. , Νόθα, ανύπαρκτα και συγχευμενα προς άλληλα έργα τοΰ Μιχαήλ 'Αποστόλη, « Έπετηο ίς "Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών» Λ' (1960­

1961), σ. 2 0 2 ­ 2 1 3 . "Υπό τοΰ συγγραφέως αποδεικνύεται δτι έργα προσγραφέντα είς τον Μιχ. Ά π ο ­

στόλην δεν είναι τούτου. Έ ξ αυτών δύο ανήκουν εις τόν Ίωάννην Άργυρόπουλον, ενώ τό « Περί ουσίας» είναι « άπόγραφον τοΰ βιβλίου Λ τών μεταφυσικών τοΰ 'Αρι­

στοτέλους ». Πολλά επίσης έργα τοΰ Μιχ. 'Αποστόλη φέρονται υπό διαφόρους τίτλους, δπερ δημιουργεί συγχύσεις ε'ις τους πίνακας τών έργων τοϋ λογίου τούτου, τους καταρτισθέντος υπό Κ. Σάθα και E m . L e g r a n d . 187. ΠΕΤΡΗ Π., Νικόλαος Μαλαξός, πρωτοπαπάς Ναυπλίου ( 1500 ­ e 1594 ; ), « Πε­

λοποννησιακά » Γ' ­ Δ' ( 1958 ­ 1959 ), 1960, σ. 348 ­ 375. Βιογραφείται ό λόγιος πρωτοπαπάς Ναυπλίου και δημοσιεύεται αναγραφή τών

έργων του « ειδολογική » ( Βίοι αγίων ­ Λειτουργικά ­ ΆκολουίΚαι ­ Ύμνολογικά ­

"Ετερα ποιημάτια ­ Έπιστολαί ). "Ας προστεθούν αί επόμεναι βραχεϊαι πληροφορίαι : α' ) Κατά τον C ο x e ( Cod.

Mss. Bodl., στ. 2 0 0 ­ 2 0 4 ) , περιγράφοντα τόν υπ ' άρ. 125 cod. B a r o c τοΰ X V I αι., φέρεται ( f. 238 ) « Zsi9 Νικολάου Μαλαξον, πρωτόπαπα Ναυπλοίον, ταντην την βίβλ,ον έγραψε ». Είναι λοιπόν βέβαιον δτι ό Μαλαξος δέν ύπήρξεν άντιγραφεύς τοΰ μόνου υπό τοϋ συγγραφέως μνημονευομένου χγφ. υπ' άρ. 20 της βιβλιοθήκης Pel i ­

cier ( σ. 3 5 6 ­ 3 5 7 ) . β ' ) Προς το άναφερόμενον (σ. 358) έγγραφον της Βενετικής Γερουσίας υπέρ τοϋ Μαλαξοϋ, το εκδοθέν υπό Σάθα να σχετισθούν και τα υπ ' αύτοΰ δημοσιευθέντα έγγραφα άπο 7 Φεβρουαρίου 1547 και 24 Δεκεμβρίου 1547 ( Μνημεία 'Ελλ. ' Ιστορίας, V I I I , σ. 450 και 4 5 4 ­ 4 5 5 ) . γ ' ) Το υ π ' άρ. 11 έργον, δπερ ό συγ­

γραφεύς μνημονεύει, κατά τάς πληροφορίας τοΰ Κ. Σάθα [ « Νεοελληνική Φιλολογία »,

— 484 —

σ. 185 ], πρέπει να ταυτισθή προς το φερόμενον εν κωδ. 839 της Έ θ ν . Βιβλιοθή­

κης. Κατά Σ α κ κ ε λ ί ω ν α ό κώδιξ « περιέχει τάς είς διαφόρους αγίους είκοσιν 'Ακολουθίας Νικολάου του Μαλαξοΰ. Έ ν τφ κάτω μετωπίφ τοΰ πρώτου φύλλου κείνται τα δύο ' Ιαμβικά ρυθμικά τοΰ αύτοϋ επιγράμματα: ' Αποστόλοιοιν,.., Μάρ­

τνοι... » [Διάφοροι γραφαί : α' έπίγρ. , στ. 3 τάδ' — β' έπίγρ., στ. 3 μέλει], δ ' ) Ό έν κωδ. P a r i s . Gr. 369 (f. 80r ­ 86v ) σωζόμενος κανών « είς τον πικρότατον χωρι­

σμον της ελεεινής πόλεως Ναυπλοίου >, ό μνημονευόμενος και υπό I o . A b b . F a ­

b r i c i i (Bib l . Grseca . . . , c u r a n t e G. H a r l e s , voi . V I , H a m b u r g ! M D C C C V I I I , σ. 2 8 9 ­ 2 9 0 ) , παραδίδεται και δια τοΰ υπ' άρ. 917 κωδ. ( f. 1 3 9 r ­ 1 4 2 v ) της Έ θ ν . Βιβλιοθήκης Ελλάδος. 188. ΔΗΜΑΡΑ Κ. Θ., Δοΰναι και λαβείν ["Αρθρον περί τοΰ Ν. Σοφιανού | , εφ. « Το

Βήμα », 27 Σεπτεμβρίου 1960. 18?. AcHT G E R A R D , U n « m y s t è r e » en l a t in inéd i t d u X V I e siècle , d e Mélé­

tios P i g a s , « 'Ανάλεκτα >, άρ. 9, "Αλεξάνδρεια 1960, σ. 3 ­ 5 . Άνακοίνωσις επί τοΰ περιεχομένου τής α' πράξεως τοΰ έργου, άποκειμένου έν

χειρογράφω (υπ* άρ. 366) τής Πατριαρχικής βιβλιοθήκης 'Αλεξανδρείας. 1?0. [ΑΝΩΝΥΜΩΣ], Ή θεία λειτουργία τοΰ άγιου Μάρκου (Σύγγραμμα Μελετίου

τοΰ Πηγδ έτους 1585 ), εκ χειρογράφου τής Πατριαρχικής βιβλιοθήκης 'Αλε­

ξανδρείας, υπ ' άρ. 173/36, « Α ν ά λ ε κ τ α » , άρ. 9, 'Αλεξάνδρεια 1960, σ. 6 ­ 3 4 . Δημοσιεύεται το κείμενον εξ αντιγράφου τοΰ Πενταπόλεως Νεκταρίου, γενομέ­

νου τφ 1890. 1?1. ΝίΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΝΑΓ. Γ., 'Αλβέρτος Μαρίνος ό Χΐος, « Είς μνήμην Κ. Ά μ ά ν ­

του» , 'Αθήναι 1960, σ. 100­108. Δημοσιεύεται έλεγχος τής χγφ. παραδόσεως των λόγων τοΰ λογίου τούτου τοΰ

I T ' αιώνος και περιγράφεται λεπτομερώς ό Cod. Vat ic . Graec . 1914, χρονολογού­

μενος. Έ κ τούτων καταδείκνυται δτι « περί τάς τεσσαράκοντα όμιλίαι τοΰ Μαρίνου σφζονται μέχρις ημών, το πλείστον ανέκδοτοι». 192. ΕΡΜΩΝΙΚΟΥ Ι . , 'Ηλίας Μηνιάτης ( 1669 ­1714 ) . 'Από τη ζωή και τή δρασι του

[ Μελέτη ] , « 'Ακτίνες » Κ Ρ ( 1960), σ. 49 ­ 64, 93 ­ 98. 1?3. V I T T I M A R I O , Στίχοι τοΰ Χίου Ραφαήλ Βερνάτσα για την Κύπρο ( 1751 ),

«Παρνασσός» Β' (1960) , σ. 577­580 . Παρέχονται βιογραφικά στοιχεία περί τοΰ Χίου Ραφαήλ Βερνάτσα, ούτινος και

δημοσιεύεται άγνωστον στιχούργημα είς άρχαίαν και δημώδη έλληνικήν ( έκ 18 στί­

χων) , άφορων είς τους γάμους τοΰ Vit . A m e d e o I I I di S a v o i a μετά τής Ma­

ria Antonia F e r d i n a n d a dei Borboni και τήν γέννησιν τοΰ τέκνου των E m a ­

n u e l e ( 1751 ). 1?4. [ Μ Ο ς Χ Ο Ν Α Θ Ε Ο Δ . Δ. ] , Ενθυμήσεις , « 'Ανάλεκτα », άρ. 9, 'Αλεξάνδρεια 1960,

σ. 217­219. Δημοσιεύονται ενθυμήσεις και κείμενα τοΰ οίκουμ. Πατριάρχου Καλλινίκου Δ'

επί παλαιών εκδόσεων τής Πατριαρχικής βιβλιοθήκης 'Αλεξανδρείας. 195. ΔΗΜΑΡΑ Κ. Θ., Ό « Έξηνταβελώνης » [περί τής υπό Κ. Οικονόμου μεταφρά­

σεως τοΰ «Φιλάργυρου» τοΰ Μολιέρου], εφ. « Τ ο Βήμα» 21 ' Ιανουαρίου 1960. (Συνεχίζεται)

Χ ρ ο ν ι κ ά

Τ Η Σ Σ Υ Ν Τ Α Ξ Ε Ω Σ

Συμφώνως προς δοθεΐσαν νπόσχεσιν, ικαναϊ σελίδες τον àvà χείρας τεύχους άφιε­

ροΰνται εις τον 'Ανδρέαν Λαακαρατον, τον όποιου δημοσιεύεται εκλογή εκ τον έργον του και ανέκδοτος προσωπογραφία, σωζόμενη εις τα γραφεία τοΰ « 'Εξωραϊστικού 'Ομίλου Ληξουρίου > 'Αθηνών.

Εις το αυτό τεΰχος δημοσιεύεται επίσης άγνωστος Ζακυνθινή παραλλαγή της 'Ομι­

λίας *°Η Χρυσομαλλούσα», ή εκδοσις της οποίας, μετά της εν τω τόμψ Β' χοΰ Παρνασ­

σού υπό τον τίτλον « Ή πιστή Δάφνη» δημοσιευθείσης αναλόγου 'Ομιλίας, αποτελεί σημαντικήν σνμβολήν είς τήν ίστορίαν της εξελίξεως τοΰ επτανησιακού θεάτρου. "Ετερα κείμενα άφορώντα είς το επτανησιακον θέατρον θα δημοσιευθούν είς προσεχή τεύχη.

Δια της εκδόσεως αφ' έτερου του δημώδονς άσματος « Σεριμπαχλής » προστίθεται νέα παραλλαγή είς το έργον τοϋτο, γνωστόν και υπό τον τίτλον « *Ασμα της Σουσάννας (ή Σονσας)» 1.

Δημοσιεύεται επίσης μελέτη τον Προέδρου της 'Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεως Κύπρου κ. Κ. Σπυριδάκη περί τής « Πνευματικής δημιουργίας των 'Αρχαίων Κυπρίων », ôta τής όποιας σαφώς καταφαίνεται ή από αρχαιοτάτων χρόνων ελληνικότης τής Μεγα­

λονήσου. "Ολως εξαιρετικον ενδιαφέρον παρουσιάζει ή εκ των καταλοίπων τοΰ καθηγητοΰ

Ν. Βέη, εκδοσις αγνώστου επιστολής τοΰ ποιητοΰ 'Ανδρέου Κάλβου, μετά μεταφράσεως ανταποκρίσεως περί τής υπό των Τούρκων αλώσεως τοΰ Μεσολογγίου τω 1826, ήτις, εκτός των ενδιαφερουσών πληροφοριών και κρίσεων τάς όποιας παρέχει, αποτελεί πολύτι­

μον συμβολήν δια τήν βιογραφίαν ταυ ποιητοΰ τών ωδών, τον οποίου αποκαλύπτει αγνω­

στον πτυχήν τής δράσεως ύπερ τής αγωνιζομένης Πατρίδος. 'Ετέρα ανέκδοτος επιστολή τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου, μεγάλης σημασίας δια τήν βιο­

γραφίαν τοΰ ποιητοΰ, επίσης εκ τών καταλοίπων τον καθηγητού Ν. Βέη ûà δημοσιευθώ είς το προσεχές τεΰχος, μετά σχετικής εισηγήσεως και σχολίων τής κ. Μ. Ν. Βέη.

Ώς είς τον προηγούμενον τόμον, οΰτω και είς τον παρόντα δημοσιεύεται Βιβλιογρα­

φικον Δελτίον Νεοελληνικής Φιλολογίας, δια το έτος 1960, μετά συντόμου αναλύσεως τοΰ περιεχομένου τών κυριωτέρων άρθρων και μελετών.

Γ. Θ. Ζ.

1. Δια πλείονας πληροφορίας βλ. Έ μ μ. Δ ο ν λ γ ε ρ ά κ η, Το κρητικον δημώδες ξ,αμα τής Σουσάννας, Κρητικά Χρονικά, τόμ. Θ', 1955» σελ. 334 ­ 376.

32

— 486 —

Β Ι Β Λ Ι Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Α !

ΑΝΔΡΕΑ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ, "Απαντα. Εισαγωγή ­κριτική ανθολογία ­ γλωσ­

σάριον — βιβλιογραφία Ά λ. Π α π α γ ε ω ρ γ ί ο υ . Επιμέλεια — κατάταξη κειμένων Ά ν τ. Μ ο σ χ ο β ά κ η . Εκδόσεις «"Ατλας» (Ευ. Ζουμπου­

λάκης ). 'Αθήνα 1959. [ Τόμος Πρώτος : ] Πρόλογος Γρ. Ξενόπουλου ( σχ. 80 ν , σελ. κδ '+486) . Τόμος Δεύτερος: Πρόλογος Μαρίνου Σίγου­

ρου ( σχ. 80ν , σελ. 520). Τόμος Τρίτος ('Ανέκδοτα και σκόρπια ποιή­

ματα και πεζά. « Ό Λύχνος») ( σχ. 8ο ν , σελ. νβ' + 622).

"Η συμπλήρωσις ΙδΟετίας άπο της γεννήσεως και ΘΟετίας άπό τοΰ θανάτου τοΰ *Α. Λασκαράτου συμπίπτει προς την έπιθυμητήν ήδη άπο καιροΰ εκδοσιν των έργων του, ήτις μόνη δύναται να έπιτρέψη τήν επί νέων, επιστημονικών βάσεων, μελέτην αυτών και τήν συναγωγήν ασφαλέστερων πορισμάτων προς καλυτέραν εκτίμησιν της λογοτεχνικής δημιουργίας τοΰ Κεφαλλήνος συγγραφέως και προς άκριβέστερον καθο­

ρισμόν της θέσεως του είς τήν Επτανησιακή ν λογοτεχνίαν τοΰ ΙΘ ' αιώνος.

Έ ν τφ Α' τόμω της εν τίτλφ εργασίας, μετά πρόλογον τοΰ Γρ. Ξενόπουλου — δημοσιευθέντα το πρώτον έν περ. « Παναθήναια > Α' ( 1901) και άνατυπωθέντα έκ­

τοτε πολλάκις — είς δν προτάσσεται το σονέττον « Κληροδοτήματα » και επιτάσσεται φωτοτυπία επιστολής τοΰ Λασκαράτου (1884 ), περιλαμβάνονται: α') "Η Αυτοβιογρα­

φία, « μεταφρασμένη άπο τα ' Ιταλικά [ . . . ] άπο τον Χαρ. Άντωνάτο », β' ) Τα Μυ­

στήρια της Κεφαλονιάς, γ ' ) Ό Άφορεσμος των Μυστηρίων της Κεφαλονιάς, δ' ) 'Από­

κριση είς τον άφορεσμον τοΰ κλήρου της Κεφαλονιάς, ε' ) Τα παθήματα μου [ . . . ] οτις φυλακές της Κεφαλονιάς, « μεταφρασμένο [ s i c ] άπο τα ' Ιταλικά [ . . . ] άπο τον Χαρ. Άντωνάτο », ς ' ) ΟΙ καταδρομές μου εξ αίτιας τοϋ «Λύχνου», ζ ' ) Ή Δίκη μου με τη Σύνοδο, η ' ) Ή Ευρωπαϊκή δημοσιογραφία αντιπαραταγμένη στες [ . . . J καταδρομές τοΰ Α. Κοίτα ταΰτα, πλην των δύο πρώτων έργων, τα υπόλοιπα τοΰ τόμου τούτου εΐναι κυρίως « 'Αγωνιστικά κείμενα > ( ως εχαρακτηρίσθησαν ύπό των εκδοτών)" είς ταΰτα δμως θ α έπρεπε να καταταγή και το υπό στοιχεϊον γ ' « Άφορεσμος... ».

Έ ν τω Β ' τόμω, μετά πρόλογον τοΰ Μαρίνου Σίγουρου — δημοσιευθέντα το πρώτον έν τη έκδόσει έργων Λασκαράτου υπό Γ. Φέξη (1915) και άνατυπωθέντα έκτοτε πολλάκις — είς δν προτάσσεται φωτοτυπία ποιήματος τοΰ Λασκαράτου, περι­

λαμβάνονται : α') Οι 'Ανθρώπινοι χαρακτήρες, γνωστοί υπό τον τίτλον « Ίδον δ "Αν­

θρωπος », β' ) ΟΙ Στοχασμοί, γ ' ) "Ηθη, έθιμα και δοξασίες της Κεφαλονιάς, δ' ) Στι­

χουργική της Γραικικής γλώσσης, ε' ) Δοκίμιον ποιητικής, ς' ) Τέχνη τον δημηγορεΐν και συγγράφειν, ζ' ) Στιχουργήματα διάφορα, είς τα όποια προτάσσεται φωτοτυπία ανεκδότου ποιήματος ( « 'Αγγελίας » έκδ. ποιήσεων ] τοΰ Λασκαράτου. Κατά ταΰτα συγκεντροΰνται εδώ τα γνωστότερα έργα, όσα καθιέρωσαν τρόπον τινά τήν φήμην τοΰ Λασκαράτου.

Έ ν τφ Γ' τόμω, μετά πρόλογον και είσαγωγήν τοΰ ετέρου τών έκδοτων Ά λ . Γ. Παπαγεωργίου—παρέχοντος πληροφορίας περί της διαρθρώσεως και μεθοδολογικής πορείας τής εκδόσεως, < θίγοντος το πρόβλημα τών χειρογράφων», βιογραφοΰντος και κρίνοντος γενικώτερον τον Κεφαλλήνα συγγραφέα — είς ά επιτάσσεται « Σύντομος χρονολογικός πίνακας τής ζωής τοϋ Λασκαράτου», περιλαμβάνονται: α') Ποιήματα (Ποίησες διάφορες, 1843 ­ Ποίησες διάφορες 1845­Ή Κολιατσιάδα ­ Μετά τήν Κολια­

τσιάδα ­ Σονέττα ­ "Αλλα ποιήματα ­ Στιχουργήματα υστερινώτερα ­ Σκόρπια ­ 'Ιταλικά ­

— 487 —

Μεταφράσεις), β') Λογοτεχνικά πεζά (Διηγήματα ­ Χαρακτήρες ­ Στοχασμοί ­ Αυτοβιο­

γραφικά), γ ' ) « Ό Λύχνος » [ άνατύπωσις τοΰ περιεχομένου των φύλλ. 1­51 (1859­

1894), μετά των παραρτημάτων αυτών], δ') Μελέται και άρθρα (Πολιτικοκοινωνικά ­ Θρησκευτικά ­ Γλωσσικά), ε') 'Αλληλογραφία ( έπιστολαί τοϋ Λασκαράτου και τών

θυγατέρων του προς τον Hansen ), ς' ) "Εγγραφα, « σχετικά με τήν άρση τοΰ αφο­

ρισμού >. Δημοσιεύονται δ' εν 'Επιμετρώ : Σημειώσεις [ είς τους τρεις τόμους τών « 'Απάντων > J, βραχεία Κριτική 'Ανθολογία [γνωμών περί Λασκαράτου), Βιβλιο­

γραφία ( ήτοι πίναξ έργων τοΰ Λασκαράτου και μελετών περί τοΰ βίου και τοΰ έργου αύτοΰ ) και Γλωσσάριον.

Κατά ταΰτα συγκεντροΰνται ενταύθα ικανά ανέκδοτα έργα ή καταχωρισθέντα το πρώτον εις ποικίλα περιοδικά, εφημερίδας και σπάνια έντυπα.

Δια της παρούσης εργασίας συζητοΰνται προβλήματα τίνα περί τήν εν λόγω τρί­

τομον εκδοσιν, τα όποια βεβαίως άφοροΰν και γενικώτερον εις τάς εκδόσεις τών έρ­

γων Νεοελλήνων ποιητών και πεζογράφων.

Α' Πληρότης. "Η υπό τον εντυπωσιακόν τίτλον « "Απαντα > εκδοτική εργασία, παρά το συγ­

κεντρούμενον πλήθος ύλικοΰ — εϊτε γνωστοΰ εκ προγενεστέρων εκδόσεων, είτε κα'ι ανεκδότου — δεν περιλαμβάνει πράγματι άπαντα τα έργα τοΰ Λασκαράτου.

Αυτοί οι έκδόται ομολογούν [Γ ' , σελ. ς ' σημ. ] δτι παρέλιπον : α') Τάς δύο μεταφράσεις « Βίος 'Ιωάννου Χρυσοστόμου > και < Βίος 'Αγίου Βασιλείου », επειδή «δεν ανήκουν στο δημιουργικό έργο τοΰ συγγραφέα», β') Τήν « Νομικην διατριβήν επιστολιμαίαν », επειδή «αναφέρεται σε είδικό [ ... ] θέμα >, γ ') διάφορα ποιήματα [Γ ' , σελ. κ'J, εκ τών αρχείων Ά ρ . Βαλαωρίτου και Ém. Legrand, «γιατί δικαιο­

λογημένα θά μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ώς άσεμνα >, δ' ) « ορισμένα [ sic J αξιό­

λογα έργα > [ Γ', σελ. ιγ' σημ. J, καθ' δσον προσέκρουσαν « στην επιφύλαξη ή άρνηση τών κατόχων τους νά τα παραχωρήσουν » 1, ε' ) ανέκδοτους έπιστολάς προς τον Δανόν Hansen, « άπό έλλειψη χώρου και χρόνου [ ! ] > ( Γ', σελ. ς ' ] .

'Αδικαιολογήτως δέ οί έκδόται παραλείπουν, πλην άλλων — μάλιστα άρθρων ή σχολίων τοΰ Λασκαράτου — τό « 'Αλφαβητάριο δια τους λογίους » [ Γ', σελ. ιη', υπ' άρ. 21J, ούτινος δημοσιεύουν και φωτοτυπίαν της α' σελίδος [Γ ' , σελ. 546], άλληλο­

γραφίαν προς Ν. Κονεμένον, «πού παραμένει ανέκδοτη» [Γ' , σελ. 558 ], και "Επτα­

νησίους λογίους—Ίούλ. Τυπάλδον, Γ. Τερτσέτην, Γ. Μαρκοράν, κλπ. — [Γ ' , σελ. ιδ' ] και τήν εξαιρετικώς ενδιαφέρουσαν άλληλογραφίαν προς τον Ά ρ . Βαλαωρίτην, εκδεδομένην ήδη 2, περί της οποίας οί έκδόται υποστηρίζουν ότι « παρουσιάζει πολλά κενά [ Γ', σελ. ις' ].

Περί της σημασίας της δημοσιεύσεως τών έργων τούτων, μάλιστα είς εκδοσιν «'Απάντων», δεν νομίζω δτι είναι ανάγκη να επεκταθώ περισσότερον. Άρκοΰμαι μόνον, προκειμένης της μεταφράσεως τοΰ έργου τοΰ Wilson « Βίος 'Ιωάννου Χρυσο­

στόμου » — περί ης ομιλεί ό Λασκαράτος εν τη « Αυτοβιογραφία του [ Α', σελ. 44­

45 ] — να σημειώσω δτι και μόνος ό πρόλογος τοϋ μεταφραστοΰ, δια τών εν αύτφ

1. Χαρακτηριστικούς σημειώ δτΐι μετά τήν δκδοοιν των «'Απάντων», ήρχισεν ή δημοσίευσις τοϋ ανεκδότου ίργου «'Επαναστατικά κινήματα τών χωριανών εις το Ληξούρι τους 1842 ­ 1843», έν περ. c'Iovioç Ήχώ», περ. Γ' , άρ. 176­177 (Μάρτιος ­ 'Απρίλιος 1961), σελ. 5 ­ 6 , κ.έξ.

2. Ά ρ. Β α λ α ω ρ ί τ ο υ , Βίος καΐ "Εργα. < Βιβλιοθήκη Μαρασλή >. Τόμ. Α'. Έ ν 'Αθή­

ναις 1907, σελ. 511 ­ 548.

— 488 —

εκτιθεμένων απόψεων αποτελεί το παράλληλον τοϋ άφορώντος είς θεολογικά η εκκλη­

σιαστικά θέματα έργου του. "Ιδού μικρόν τι απόσπασμα:* ...Το έθνος θέλ'Ιδεί [ε ις τάς μεταφράσεις Βίων Πατέρων της 'Εκκλησίας ] πόσον οί 'Επίσκοποι εκείνοι ήσαν διάφοροι από τους σημερινούς 'Επισκόπους. Θέλ' Ϊδεΐ ότι εκείνοι δεν εζήτησαν την επι­

σκοπίαν δια να ευχαριστήσουν την φιλοδοξίαν τους, την φιλαρχίαν τους, την φιλαργνρίαν τους, ή δια ν' απολαύσουν καλοζωίαν και αναπαύσεις­ δεν ευλόγησαν το ψευδός, δταν το ψεύδος τους ωφελούσε' δεν άφώρισαν την αλήθειαν, δταν ή αλήθεια τους εζημίωνε. Οί επίσκοποι εκείνοι, οι όποιοι δικαίως και Πατέρες της 'Εκκλησίας ε πόθησαν [ = εκλή­

θησαν ] , ήσαν άνθρωποι τοϋ Θεού, ταπεινοί, αύταπάρνητοι, ευεργετικοί, ανεξάρτητοι, αδιαφορούσαν παρομοίως και εις την χάριν των Ηγεμόνων και εις την νπόληψιν τού δχλου' είχαν όδηγον την συνείδησίν τους και δύναμίν τους τον χαρακτήρα τους ( . . . ] Ό Χρυσόστομος εϊν' ένας από εκείνους τους ανθρώπους τους όποιους ή θεία φιλανθρωπία στέλνει από καιρόν είς καιρόν εις τον κόσμον, να διαμαρτυρούνται κατά τού ψεύδους και της απάτης· σέρνουν ακολούθως άπάνου τους την άγανάχτησιν και καταδρομήν των πολυ­

πληθών Φαρισαίων, αποθνήσκουν είς την ϋατέρησιν των αγαθών της ζωής, είς την καται­

σχύνην και μίσος των συγχρόνων τους' και μόνον ετοιμάζουν αντικείμενα θαυμασμού, σεβασμού καί αγάπης δια τους άπροσωπόληπτους απογόνους των » 1 . Δια τοΰ κειμένου τούτου, εκδοθέντος μετά τον « Άφορεσμόν » ( 1865 ) και προ της « Άποκρίσεως » (1867) , θ α ήδύνατό τις να υποστήριξη δτι ό Λασκαράτος αναζητεί, είς τον βίον του 'Ιωάννου Χρυσοστόμου στήριγμα προς συνέχισιν τοΰ άρξαμένου τότε αγώνος του.

Β' Κατάταζις ύλικοϋ. Ή βραχεία ανωτέρω έ'κθεσις των περιεχομένων εκάστου τόμου αποδεικνύει δτι

δεν κατεβλήθη εκ μέρους των έκδοτων ή προσήκουσα φροντίς περί την κατάταξιν τοϋ ύλικοϋ.

Τα Αυτοβιογραφικά κείμενα τοϋ Λασκαράτου διαχωρίζονται, εκδιδομένων της μεν « Αυτοβιογραφίας » εν τω Α' τόμω, των δε « Βιογραφικών ενθ·υμημάτων » και « Περιλήψεως αυτοβιογραφίας » εν τφ Γ ' τόμω. Το αυτό πρέπει να παρατηρηθη : α' ) περί των τριών Χαρακτήρων (Δικηγορικον επάγγελμα­Ό χαρτοπαίκτης ­'Οποιος ό σατιριστής), οί όποιοι ως μή περιληφθέντες εις τήν πρώτην εκδοσιν, τώ 1866, δεν επιτάσσονται νΰν της άναδημοσιεύσεως εκείνης, εν τω Β' τόμω τών « Α π ά ν τ ω ν » , αλλ' καταχοιρίζονται εν τώ Γ' τόμω, καί β' ) περί τών « Στοχασμών », όσοι μή περι­

ληφθέντες είς τήν γνωστήν εκδοσιν τοΰ 1921 ομοίως δεν επιτάσσονται της άνατυπώ­

σεως εν τω Β' τόμω, άλλα δημοσιεύονται κεχωρισμένως εν τω Γ' τόμω. Οΰτως δμως διασπάται ή ειδολογική ένότης τών έργων.

Κατά τους έκδότας, «μεθοδολογικοί λόγοι μας ανάγκασαν κι ά π ' τα χφ. [τοϋ τετραδίου Β' τοΰ 'Αρχείου Ά ρ . Βαλαωρίτου ] να κατατάξουμε σέ ξεχωριστές ενότη­

τες τα ιταλικά ποιήματα, καθώς καί δλες τις μεταφράσεις» [ Γ ' , σελ. κ α ' ] . Έ δ ώ πρέπει να σημειωθη δ τ ι : α ' ) το ίταλιστί συντεταγμένον ποίημα « La Diarea» [Γ", σελ. 181 J είναι το αυτό προς το ελληνιστί δημοσιευόμενον « Ή Διάρροια » [ Γ' , σελ. 190] , δπερ φαίνεται δτι διέλαθε τήν προσοχήν τών εκδοτών, ουδέν επί τοΰ θέματος σημειούντων, β' ) είς τάς Μεταφράσεις — καί κατ' έπέκτασιν τάς Μιμήσεις — θα έπρεπε να εΐχον καταταγή καί ποιήματα ως το ύπό τίτλον « Ό Τραβοβασιλιάς » [ Γ' , σελ. 87 ­ 88 ] , δπερ εδημοσιεύθη το πρώτον εν περ. « Κυψέλη » (Ζακύνθου ), παράρτ.,

1. Βίος 'Ιωάννου τοΰ Χρυσοστόμου, μεταφρασθείς άπο το άγγλικον παρά τοϋ κυρίου Ά ν δ. Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ . Έ ν Κβφαλληνίς"; (Τυπογραφείον Ή Κεφαλληνία) 1866, σελ. 3, 4.

— 489 —

άρ. 9 ( 1 8 8 5 ) , σελ. 1, υπό τίτλον « Il re Travicello » και τήν έ'νδειξιν' « το ακό­

λουθο είναι άνάμνησις άπα τον Giusti». Τα ποιήματα τοΰ Λασκαράτου διασπώμενα δημοσιεύονται είς δύο τόμους. Και

εν μέν τω Β' τόμω των « Απάντων» εκδίδονται τα « Στιχουργήματα διάφορα >, κατά τήν πρώτην εκδοσιν τοΰ 1872, εν δε τω Γ' τόμω, « δημοσιεύεται ολόκληρο το ανέκ­

δοτο ποιητικό έργο χωρισμένο σε τρεις ενότητες, άπό το πληρέστερο και τελευταίο χρονολογικά χειρόγραφο τοΰ συγγραφέα, καθώς κι άπό ενα συμπληρωματικό τετρά­

διο. Σε μια τετάρτη ενότητα περιλαμβάνονται όσα ποιήματα συγκεντρώθηκαν άπό περιοδικά, ημερολόγια και εφημερίδες και δεν περιέχονται στα χειρόγραφα » [ Γ ' , σελ. ε' J. Και περαιτέρω : « Τα ποιητικά έ'ργα πού παρουσιάζονται στο Γ' τόμο δημο­

σιεύονται, στή σειρά, άπό τα έξης αυτόγραφα τοΰ ποιητή : Ι. Δύο χφ. τετράδια άπό το αρχείο Ά ρ . Βαλαωρίτη [ . . . ] πού περιέχουν το μεγαλύτερο μέρος των ποιημάτων τών δημοσιευμένων στή συλλογή τοΰ 1872. [ . . . ] . I I . Δύο χφ. τετράδια άπό τό αρ­

χείο Έ . Γ. Λαμπίρη. Στα δυο αυτά χφ. ό Λ. έχει συγκεντρώσει και κατατάξει [ . . . J δλα σχεδόν τα ποιήματα, πού δεν επεδίωξε ή και δε μπόρεσε να έκδώση. Στο Α' χφ. [ . . . ] περιέχονται δλα σχεδόν τα ανέκδοτα ποιήματα του­ ( . . . ] . "Ενα μέρος απ ' αυτά έχουν δημοσιευθή άπ* τον ίδιο τον ποιητή, σε περιοδικά, ημερολόγια και εφημερί­

δες, κι αρκετά, μετά τό θάνατο του, άπ ' τους κατόχους τών διαφόρων συλλογών [ . . . ] . Τα λιγόστιχα στιχουργήματα και επιγράμματα πού περιέχονται στο Β' χφ. τα παρου­

σιάζουμε με τον τ ί τλο : «Στιχουργήματα ύστερινώτερα » [ Γ ' , σελ. ι θ ' ­ κ ' | . Έ κ τοΰ δημοσιευθέντος ανωτέρω αποσπάσματος εκ τοΰ Προλόγου τοΰ Γ' τόμου

τών « 'Απάντων », παραλλήλως και προς τήν παρακολούθησιν τών είς τάς Σημειώ­

σεις αναφερομένων προκύπτει, δτ ι : α') δεν ανταποκρίνεται απολύτως είς τήν πρα­

γματικότητα ή διακήρυξις τών εκδοτών δτι εν τφ Γ' τόμω δημοσιεύεται τό « α ν έ κ ­

δ ο τ ο ποιητικό έργο»· μέγα μέρος αύτοΰ ήτο ήδη δι* εκδόσεων γνωστόν αν και μή προσιτόν, β' ) δεν διασαφεϊται τί ακριβώς περιέχεται εν έκάστω τών μνημονευομένων χγφ. , οπόθεν θα ήτο δυνατόν νά γνωσθη τίνα ποιήματα φέρονται έκ παραλλήλου είς διάφορα χειρόγραφα και υπό ποίας μορφάς, και δεν μελετάται ή σχέσις τών κειμέ­

νων μεταξύ τών εκδόσεων και τών διασωθέντων χειρογράφων. Κατά τό σύστημα δε τών εκδοτών, διαχο)ριζόντων συνήθως τα ζώντος και μετά

θάνατον τοΰ συγγραφέως εκδιδόμενα έργα — καίτοι τοΰτο ούτε πάντοτε τηρείται, ούτε σαφώς ύποδηλοΰται — τό ποιητικόν έργον τοΰ Λασκαράτου τό συγκεντρούμενον εν τω Γ' τόμω θα έπρεπε τουλάχιστον νά διαιρεθή είς τό ζώντος αύτοΰ εκδοθέν και είς τό έκ τών καταλοίπων του δημοσιευθέν, χωρίς βεβαίως ή τοιαύτη κατάταξις να προτεί­

νεται ως ή λυσιτελεστέρα. "Ας παρατηρηθή ακόμη δτι υπό τών εκδοτών ούδ' ή στοιχειωδεστέρα χρονολό­

γησις τών έπ! μέρους ποιήσεων τοΰ Λασκαράτου επιχειρείται, ούτε συγκέντρωσις τών υπό έποψιν μορφής ( π.χ. σονέττων : Γ' , σελ. 8 0 ­ 1 0 6 και 1 7 2 ­ 1 7 3 ) , ή είδολογικώς συγγενών, οπότε και αί παρφδίαι ( ώς π.χ. στίχων τοΰ Σολωμοΰ, Γ' , σελ. 156, 179) θ α έπρεπε να αποτελέσουν ενότητα.

Γ' "Εκδοσις κειμένων. Τό σοβαρώτερον θέμα, μετά τήν συγκέντρωσιν και κατάταξιν τοΰ ύλικοΰ, είναι

ώς γνωστόν, ή μελέτη της χειρογράφου και εντύπου παραδόσεως τούτου και ή επί τη βάσει φιλολογικών κριτηρίων και δι* επιστημονικής μεθόδου έκδοσις τών κειμένων.

Οι έκδόται τών « 'Απάντων» Λασκαράτου εν τω Προλόγω τοΰ Γ' τόμου [σελ. ε' ] κατηγορηματικώς δηλοΰν ότι ταΰτα « θεμελιώνονται στις αυθεντικές εκδόσεις,

— 490 —

τηροΰν πιστά το γλωσσικό τύπο και την ορθογραφία τών κειμένων, στηρίζονται σέ πολλά ανέκδοτα χειρόγραφα, αξιολογούν ενα τεράστιο όγκο ύλικοΰ ».

Κατωτέρω Φα σημειώνουν, ενδεικτικώς, χαρακτηριστικοί περιπτώσεις, εξ ών καταφαίνεται δτι οί έκδόται δεν ήκολούθησαν αύστηράν έπιστημονικήν μέθοδον :

α' ) Ή « Αυτοβιογραφία » τοΰ Λασκαράτου δημοσιεύεται εν τω Α' τόμφ ( σελ. 3­63 ) , κατά την μετάφρασιν τοΰ Χαρ. Άντωνάτου, καίτοι αναγνωρίζεται [Γ ' , σελ. ιε' ­ ις' ] δτι αυτή στηρίζεται είς την εκ της ιταλικής γαλλικήν μετάφρασιν τοϋ Per­

not, είς την οποίαν καταλογίζονται πολλά σφάλματα και παραλείψεις ! Οΰτως, είς εκδοσιν των < 'Απάντων » παραλείπεται το πρωτότυπον κείμενον τοΰ Λασκαράτου ( αντιστοίχως προς το όποιον θα ήδύνατο να παρατεθή νέα, αυστηρώς εκ τοΰ πρωτο­

τύπου και ακριβής νεοελληνική μετάφρασις ). Τηρείται μάλιστα και εδώ ή ορθογρα­

φία τοΰ μεταφραστοΰ [τελεφταΐες, επίστεβε (σελ. 45) ! κλπ.), «με πολύ λίγες αλλα­

γές » [ Γ', σελ. 63 ]. β') Ή < Στιχουργική της Γραικικής γλώσσης» δημοσιεύεται εν τω Β' τόμω τών

«Απάντων» (σελ. 267 ­289), κατά τήν εκδοσιν Γ. Φέξη (1915), στηριζομένη ν επί της πρώτης εκδόσεως ( 1865 ) τοΰ έργου και ουχί επί της ύπό τοΰ συγγραφέως άνα­

θεωρηθείσης εν περ. « Βύρων >, Α' (1874), σελ. 514­520, ως υπ' αύτοΰ σαφώς αναγράφεται [Γ ' , σελ. 548­549]. Κατακρίνεται μάλιστα ή εκδοσις Φέξη δια τήν τοιαύτην « παράλειψιν », ή οποία —κατά τους έκδότας— αποτελεί ουχί «απλή μεθο­

δολογική ατέλεια, αλλά ουσιαστική » [ Γ', σελ. ις ' J. "Ο,τι όμως εν τφ Γ' τόμω κατηγορείται, αυτό εν τφ Β' τόμω εφαρμόζεται !

γ ' ) Το σονέττον « Κληροδοτήματα » δημοσιεύεται δις [ Α', σελ. ς' και Γ', σελ. 100 ] υπό διαφόρους μορφάς. Δια τοΰ επομένου υπομνήματος αναφέρονται αί διαφο­

ραί, λεκτικοί και ορθογραφικοί — εφ' δσον οί έκδόται τηροΰν πιστώς τήν όρθογρα­

φίαν τοΰ πρωτοτύπου ! —εις τας δύο δημοσιεύσεις εν τφ αύτω έργω.

Στ. 1, 3, 5 αφήνω Α : άφίνω Γ » 4 νάν' ή Α : νάναι Γ | γενιάς Α : γεννιάς Γ » 5 εν&νμηση Α : εν&ύμιση Γ » 6 εχυρούς μου μέρος Α : εχ&ροΰς, να μοιάσουν Γ » » να γδοΰν Α : να Ιδοΰν Γ » 8 γένη Α : γένει Γ | ταή Α : της Γ » 9 πνεύμα μου αφήνω Α : πνεύμα μου τοΰ άφίνω Γ » 12 ευχόμενος ωφέλεια Α : ευχόμενος του ωφέλεια Τ » 14 τιμιότητα Α : τιμιώτητα Γ

δ' ) Ουδέποτε σημειοΰνται αί παραλλαγαί ή διάφοροι — αναφερόμενοι ενίοτε είς δεκάδας στίχων [πρβλ. « Εις τον Φώσκολον » : Α' έκδ. (1890), στ. 154 — εκδ. « "Απάντων, στ. 184 J — μεταξύ τών χειρογράφων και της εντύπου παραδόσεως, ούτε σαφώς δηλοΰται εκάστοτε επί τη βάσει τίνος κειμένου και βεβαίως ποίων κριτηρίων γίνεται ή εκδοσις. Διατί προτιμάται αυτή ή εκείνη ή γραφή (ή και μορφή τοΰ κει­

μένου ), καθ' δσον ή αρχή της πρώτης ( παλαιοτέρας ) εκδόσεως δέν τηρείται πάν­

τοτε— και ενίοτε ορθώς — δπως και δέν εφαρμόζεται, κατόπιν ρητής δηλώσεως και συστηματικώς, ή αρχή της προτιμήσεως της νεωτέρας ( έπιθεωρηθείσης ) υπό τοΰ συγγραφέως μορφής.

'Ιδού χαρακτηριστικοί περιπτώσεις : Ι. Το ποίημα « Μετατνμβιον » [ Γ", σελ. 115 ­118 J έδημοσιεύθη τετράκις ( είς

τάς ήδη μνημονευόμενος εκδόσεις να προστεθη και ή εν περ. « Αί Μοΰσαι » Α' ( 1892 ), σελ. 249­252). Κατά τήν εν λόγω εκδοσιν — της οποίας διατηρώ και το αύτόγρα­

— 491 —

φον τοΰ Λασκαράτου εκ τοΰ αρχείου Λ. Χ. Ζώη — αϊ διάφορου τοΰ κειμένου είναι αίσθηταί. Μεταξύ των κυριωτέρων σημειώ τάς εξής, δεικνύουσας άπόκλισιν από τοΰ δημοσιευομένου εις τα « "Απαντα » κειμένου. Στ. 7 0 : *Tò φ&άνει ή δυστυχία τοΰ ϋανά­

του μου ». 'Αντί των στίχων 7 6 ­ 8 0 ( εκδ. « 'Απάντων > ), οί στίχοι : « σα για να δεί­

ξουν πώς κι εδώ εφαρμόζουνε | ία δχλαγάπητα Ίσότης ­ 'Αδελφότης \ μη με τέτοια βαρύ­

νετε δοους πάνε ». I I . Το ποίημα « Μετά τον δγδοηκοστό μου » [ Γ ' , σελ. 141 ­ 142 ] εκδίδεται κατά

την δευτέραν, νεωτέραν εκδοσιν — τοΰ κειμένου δημοσιευθέντος τό πρώτον τω 1892 1

και έπανεκδοθέντος τω 1898 εν τω αύτω περ. « Αί Μοΰσαι » ( Ζακύνθου ). ΑΙ διάφο­

ροι δεν δηλοϋνται, καίτοι τοϋτο είναι άναγκαΐον προς παρακολούθησιν ουχί μόνον της εξελίξεως της τεχνοτροπίας τοΰ Λασκαράτου ( μη έμφανιζούσης εκπλήξεις ! ) άλλα και των εκάστοτε γενικωτέρων προσανατολισμών του' τούτους ενίοτε δεικνύει και ή μεταβολή μιας μόνης λέξεως. ' Ιδού χαρακτηριστικοί διαφοραί εις τάς δύο εκδόσεις τοΰ εν λόγω ποιήματος :

Στ. 37 : *Ηλϋ·ε δ Χαρίλαος : Τρικούπης έπειτα. » 51 : να λεν για θρήσκευμα : να φανατίζονται. » 135 : και άπορριμένονε : και άφορισμένονε.

Οί στίχοι 9 3 ­ 9 6 της α' δημοσιεύσεως παραλείπονται εν τη β', ομοίως οί στί­

χοι 113­120 της β' δημοσιεύσεως εν τη α' συμπτύσσονται εις τους έξης: « δλα, δλα 'παΐνα τα \ τα θεσπισμένα. | Νένε, κολάκευε. | "Ακουε εμένα ».

I I I . Το ποίημα « Μδφυγε ή Μούσα μου » [ Γ' , σελ. 145 ­ 146 ] —, περί οΰ οί εκδόται εις τάς Σημειώσεις αναφέρουν δτι « δημοσιεύθηκε στα 'Ανέκδοτα Ποιήματα | 'Αθήνα 1958 ], σελ. 148 ­149 >, — περιέχει κατά την εκεί δημοσίευσιν εν τέλει τους στίχους : "Α μπρρ.. μα δεν μπορώ \ να το προφέρω | Μοϋσα μου, Μονσα μου | νά &ε το ξέρω!... », οϊτινες παραλείπονται εν τη έκδόσει των « 'Απάντων ». Περιέχει όμως ή τελευταία αυτή εκδοσις και τεσσάρας στίχους [ υπ ' άρ. 57 ­ 60 ] παραλειπόμενους εκ της α' εκδόσεως.

Σημειώ σχετικώς ότι εις αύτόγραφον τοΰ Λασκαράτου, διασωθέν εν τω Ά ρ χ ε ί ω Λ. Χ. Ζώη, τό ποίημα φέρει άμφοτέρας τάς στροφός και παραλλαγήν τοΰ στίχου 49 εχουσαν οΰτω : μα το πολύ ­ πολύ.

I V . "Ας προσθέσω ακόμη ότι ή μετάφρασις « Άπα τον Victor Hugo » ( Γ' , σελ. 187 J έδημοσιεύθη τό πρώτον εν περ. e Ποιητικός "Ανθών » ( Ζ α κ ) , ετ. Α', άρ. 17 ( 4 ' Ιαν . 1887), σελ. 264, ύπό τον τίτλον « Προς τους παπάδες του» (ουχί πασάδες του » [ Γ' , σελ. 555] ).

ε' ) Τα ποιήματα οΰτε ένιαίαν άρίθμησιν λαμβάνουν — ώστε να καθίσταται ευχερεστέρα ή παραπομπή εις αυτά — άλλ' οΰτε και στιχαριθμοΰνται, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων ( π.χ. « Ή Κολιατσιάδα » [ Γ' , σελ. 21 κέξ. ] ). Και όμως υπάρχουν πολλά εκτενή ποιήματα, εις τά όποια ή στιχαρίθμησις καθίσταται αναγκαία. Π.χ. « Δια τους άντιπαϋοϋντας με» [ Γ ' , σελ. 1 3 6 ­ 1 3 7 ] στίχ. 116 — « Εις αγαμον φιλάργυρον » [ Γ', σελ. 138 ­ 139 ] στίχ. 108 ­ « Ό Καλόγηρος » [ Γ ' , σελ. 157 ­159 ] στίχ. 109 κλπ.

Συναφές προς τό θέμα της υπευθύνου εκδόσεως τών κειμένων και τοΰ κριτικού υπομνηματισμού είναι και τό της ορθογραφίας αυτών.

1. Της τοιαύτης πρώτης εκδόσεως το χειρόγραφον Λασκαράτου έκ τοΰ αρχείου Λ. Χ. Ζώη εΰρηται παρ' έμοί.

— 492 —

Κατά τους εκδότας, τα « "Απαντα » < τηροΰν [ . . . ] την ορθογραφίαν των κειμέ­

νων > [ Α ' , σελ. ς ' ] . "Η ορθογραφία όμως τοΰ Λασκαράτου δέν εμφανίζει συνέπειαν είς δλα τα έργα του.

Αυτός ό Κεφαλλήν συγγραφεύς εν επιμετρώ της « Τέχνης τον δημηγορεΐν... » δικαιολογεί την < Ιδιαίτερη τον ορθογραφία» [ Γ ' , σελ. 3 8 5 ] , αί αναφερόμενοι δμως εκεί παρατηρήσεις δέν άφοροϋν κυρίως είς ορθογραφικά άλλα και είς φωνητικά και τυπικά ζητήματα [ : « οτά ΰηλνκα ονόματα μεταχειρίζονμαι τον νεώτερον τύπον η, αντί τον παλαιον ις>, κτλ. ).

"Αλλωστε και κατά τους έκδότας, « για να διευκολύνεται ό αναγνώστης χωρί­

ζονται τα κτητικά επίθετα άπο τα ονόματα πού προσδιορίζουν και πού ό Λ. συνηθί­

ζει νά τα γράφη ενωμένα » [ Γ', σελ. 134 σημ. "Ιδ. και σελ. 385 σημ. ]. Μη εκδίδοντες δε πάντοτε εκ της α' εκδόσεως — της ζώντος τοϋ ποιητοΰ γενο­

μένης— ή εξ αυτογράφου, εισάγουν άναγκαστικώς ποικίλα ορθογραφικά συστήματα. Ούτω προκειμένου περί τοϋ έργου « Δοκίμων Ποιητικής > [ Β' , σελ. 291 κέξ. ] — δημο­

σιευθέντος τό πρώτον εν « Παρνασσό) » Α' (1877) , σελ. 921­951 — σημειοΰν [ Β ' , σελ. 320 σημ. ] δτι τοϋτο « ανατυπώθηκε» εκ της εκδ. Φέξη ( 1915 ) και e τηρήθηκε ή ορθογραφία του πρωτοτύπου». Έ ν προκειμένω βεβαίως θεωρείται ώς « πρωτότυ­

πον » ή εκδοσις Φέξη, την οποίαν δμως οί αυτοί εκδόται [ Γ ' , σελ. ι ε ' j αυστηρώς κατηγορούν « γιατί δέν τηρεί την ιδιότυπη ορθογραφία και στίξη τοΰ συγγραφέα » !

Είς το τέλος της δημοσιεύσεως τών «Μυστηρίων της Κεφαλονιάς » [ Α ' , σελ. 196 σημ. ] δηλοϋται δτι « κρατήθηκε ή ορθογραφία τοΰ πρωτοτύπου, μέ μερικές αλλαγές» ! Και εν τέλει τοΰ Α' τόμου [σελ. 485] σημειοΰται: «Τηρήθηκε πιστά ή ορθογραφία τών πρωτοτύπων μέ διόρθωση μόνο τών φανερών τυπογραφικών λαθών και σ' αυτό οφείλεται ή α κ α τ ά σ τ α τ η ορθογραφία τοΰ βιβλίου. Κάθε άλλη αλλαγή θα έβλαπτε τό συγγραφέα ».

Δια τοϋ εφαρμοζομένου όμως συστήματος νομίζω δτι ό ύπο τών εκδοτών επι­

διωκόμενος σκοπός — νά μη βλάβη" ό συγγραφεύς — δέν επιτυγχάνεται. "Οσον άφορα είς τον μέλλοντα μελετητήν τοΰ γλωσσικού ιδιώματος τών έ'ργων

τοΰ Λασκαράτου, οί εκδόται θ α προσήνεγκον πραγματικήν βοήθειαν αν εχρησιμο­

ποίουν κριτικόν υπόμνημα μετά τών ορθογραφικών αποκλίσεων — καίτοι τό στοιχεΐον τοΰτο αποφεύγεται πλέον εις τάς κριτικάς εκδόσεις προς ελάττωσιν τοΰ φόρτου τοΰ υπομνήματος — ή, τό καλύτερον, αν προλογικώς, και μετά μελέτην τοΰ ορθογραφι­

κού συστήματος τοΰ Λασκαράτου, κατέγραφον τάς έπ* αύτοΰ παρατηρήσεις των.

Ουχί μετά πολλής επιμελείας έχει συνταχθή και το εν τέλει Γλωσσάριον1 . Κυριώτερον μειονέκτημα αύτοΰ είναι ή ελλειψις πληρότητος2 , ήτις εύκολους διαπι­

στούται και δια προχείρου άντιβολής λέξεων είς ποιήσεις και πεζά τοΰ Λασκαράτου προς τάς εν τφ Γλωσσαρίω αναγραφόμενος ( π.χ. Ιτερι, Γ 3 ­ ν' àvaonaazfj, Γ 5 ­

παραβλεφτός, Γ 9 ­ προσφέρματα, Γ 117 ­ φαραό, Γ 134 ­ οοφοπαρφδία, Τ 139 ­ γονλί, Γ 140 ­ μονοονλα, Γ 142, 164 ­ ξεμνγιαστήρι, Γ 149 ­ παρεννοηομός, Γ 170, κλπ.) . 'Ενίοτε δέ και λεξικογραφούνται λέξεις υπ' άλλον ή εν τφ κειμένφ τύπον ( π.χ. άλη· χτονρίζει, Γ 4 ­ αλνχτονράω Γλωσσ., ποΰπετα, Γ 14 ­ πούπετις Γλωσσ., κλπ. ) .

1. Κατά τον έτερον των έκδοτων, «γλωσσάριο στο όποιο θα καταγράφονταν τα κύρια ονόματα καΐ τα τοπωνύμια, παρ' δ,τι ήταν στις προθέσεις μου, δέ στάθηκε, τελικά, δυνατό να πραγματο­

ποίηση» [Γ', σελ. 594]. 2. "Ιδ. τήν σχετικήν άνάλογον παρατήρησιν καΐ τοϋ καθηγητού Θ. Τ ζ α ν ν ε τ ά τ ο υ , Ό

Λασκαράτος ώς πνευματική μορφή, «Παρνασσός» Γ' (1961), σελ. 366 και σημ. 2.

— 493 —

Ai ανωτέρω παρατηρήσεις — όλίγαι εκ πλειόνων — αποδεικνύουν γενικώς τήν ελλειψιν επιστημονικής μεθόδου εν τη εκδόσει των « 'Απάντων » Λασκαράτου, όφει­

λομένην ϊσως και εις το γεγονός δτι της συστηματικής συγκεντρώσεως, ελέγχου και επεξεργασίας τοΰ υλικού προηγήθη ή δημοσίευσις αύτοϋ, υπό τήν πίεσιν ενδεχομένως και τοΰ εκδότου ενδιαφερομένου δια τήν κυκλοφορίαν των φυλλαδίων, δι ' ών κυρίως έπωλήθη το έργον !

Παρά ταύτα πρέπει να άναγνωρισθή δτι εν τη εν λόγφ τριτόμω εργασία έχει συγκέντρωση ίκανον ύλικόν, όπερ Φα άποβη χρήσιμον εις μέλλουσαν κριτική ν εκδοσιν των έργων τοΰ Κεφαλλήνος συγγραφέως.

ΦΑΙΔΩΝ Κ. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΗΣ Υφηγητής Πανεπιστημίου Ά­θηνών

Ε Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Α Ι Τ Ε Χ Ν Α Ι

Εκθέσεις «'Ελληνικής Θαλάσσιας Ενώσεως» στον «Παρναοσόν». 'Αλέκου Φασιανού στον «Ζυγό». Κορράντο Κάλι ατό 'Ιταλικό Ινστιτούτο. «Δ' Πανελλαδική Νέων» στο Γαλλικό Ινστιτούτο. 13 Νέων, και Σκηνογραφίας και 'Ενδυματολογίας στις «Νέες

Μορφές». 30 Νέων Καλλιτεχνών στη «Γκαλερί Τέχνης».

Κατά τα τέλη ' Ιουνίου ή < "Ελληνική Θαλάσσια "Ενωσις » ώργάνωσε στή μεγάλη αίθουσα τοΰ « Παρνασσού » εκθεσι θαλασσογραφιών και θαλασσινού τοπίου με συμ­

μετοχή πολλών καλλιτεχνών. 'Από το πλήθος τών εκθεμάτων ιδιαίτερη έντΰπωσι έκαναν τα έργα τών Μ α ρ. " Α γ γ ε λ ο π ο ύ λ ο υ , Ά χ. Β α ρ β α ρ έ σ ο υ , Ά . Β α σ ι λ ι κ ι ώ τ η , Χ α ρ ά ς Β ι έ ν ν α , Β. Γ ε ρ μ έ ν η , Ά . Κ α ν ά , Λ. Κ α τ α γ α ­

Λ ά μ π ρ ο υ , " Ε λ λ η ς Κ α π α ϊ τ ζ ή , Κ. Λ ι ν ά κ η , Ν ι κ . Μ α γ ι ά σ η , Ν ί τ σ α ς Μ α κ α ρ ο ν ά , Π. Μ α θ ι ο π ο ύ λ ο υ , Κ ά κ ι α ς Ν α τ α ρ ί δ ο υ, Χ. Ν τ ο ΰ μ α , Σ. Π α π α σ π υ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Γ ε ω ρ γ . Σ υ ρ ί γ ο υ , Δ. Π ο υ λ ι α ν ο ΰ , Κ. Ρ ω ­

μ α ν ί δ η , Π. Π ρ έ κ α , Ν. Σ α ν τ ο ρ ι ν α ί ο υ , Ν ί ν α ς Ρ ω μ α ν ί δ η και Μ υ ρ ­

σ ί ν η ς Σ α ν τ ο ρ ι ν α ί ο υ.

Ό « Ζυγός > παρουσίασε τον ίδιο καιρό τα καινούρια πονήματα τοΰ νέου ζωγρά­

φου ' Α λ έ κ ο υ Φ α σ ι α ν ο ύ . Ή εκθεσι είχε χαρακτήρα αναδρομικό. Περιελάμβανε έργα τής πρώτης περιόδου, εκείνης πού άρχισε ευθύς μετά τις δοκιμαστικές πτήσεις, τις άναπαραστατικές τάσεις και τις προσπάθειες για τή διαμόρφωσι ενός ΰφους προ­

σωπικοΰ, τής άλλης, δπου ό καλλιτέχνης άρχισε ν ' άντιμετωπίζη θαρραλέα τ ' αφαι­

ρετικά προβλήματα και τής τρίτης περιόδου τής πιο μεστής, δπου τό χρώμα γεμάτο άπό νότες μουσικές κυριαρχεί, παραμερίζοντας δλες τις άλλες αξίες.

Ό δυναμισμός τοΰ χρώματος εκδηλώνεται ήρεμα στα παλαιότερα έ'ργα τοΰ Φα­

σιανοΰ με τονισμό τοΰ κόκκινου και τοΰ γαλάζιου στις γεμάτες αφέλεια φιγοΰρες, πού αποτελούν τό βασικώτερο στοιχείο τών εμπνεύσεων του. "Υστερα, πετυχαίνοντας αρμο­

νίες απροσδόκητες γίνεται έντονώτερος, για να κορυφωθή στα νεώτερα έργα μ' εκρη­

κτικά πορτοκαλιά, φωτεινά ιώδη, πυκνές μάζες βαθυπράσινου, ποικίλες αποχρώσεις τών γαιωδών χρωμάτων. Ή ατμόσφαιρα τών έργων αυτών είναι υποβλητική. Μέσ' άπό ένα χώρο γεμάτον μυστήριο ξεπροβάλλουν παράξενες μορφές αγαθών, βασανι­

σμένων ανθρώπων πού έχουν ίστορηθή με πιραντελική μαεστρία ή όντα ακαθορίστου σχήματος και συρρεαλιστικής πνοής. Πρωτότυπα διακοσμητικά ευρήματα διανθίζουν

— 494 —

τις κατά βάθος δραματικές αυτές συνθέσεις, πού αποτελούν κατακτήσεις ολότελα προσωπικές.

Ό δραστήριος διευθυντής τοΰ ' Ιταλικού 'Ινστιτούτου κ. Άλμπέρτ ι εΐχε την εμπνευσι να οργάνωση στις αίθουσες τοΰ ιδρύματος εκθεσι έργων τοΰ διαπρεπούς ζωγράφου Κ ο ρ ρ ά ν τ ο Κ ά λ ι , πού κατέχει ξεχωριστή θέσι στή χώρα του.

'Ελληνολάτρης και ρωμαιολάτρης ό 'Ιταλός καλλιτέχνης, ποτισμένος με τα νά­

ματα της μεγάλης τέχνης των δασκάλων της 'Αναγεννήσεως, αντλεί τις εμπνεύσεις του από τους αρχαίους θρύλους, φιλοτεχνεί πίνακες πού φέρνουν στή μνήμη τά επιτεύ­

γματα τοΰ Νταβίντσι. 'Αλλά, καθώς είναι ανήσυχος κι ερευνητικός, πασχίζει να έκ­

φρασθή και μέ πιο συγχρονισμένους τρόπους. Μια σειρά πινάκων του με αφαιρετικό χαρακτήρα και μέ μια τεχνική εντελώς πρωτότυπη, πού έχει στενή σχέσι μέ τήν άερογραφία, μας άποκαλύψανε μια διαφορετική πτυχή τοΰ ταλέντου του. "Ομως δσο κι αν μερικοί α π ' αυτούς είναι αξιοπρόσεκτοι, το άντιπροσωπευτικόν έργο τοΰ Κορ­

ράντο Κάλι εΐναι εκείνο πού αποτελεί συνέχεια της παραδόσεως. 'Εμάς ειδικά, πού θεωρούμε και σαν δικό μας το μεγάλο φίλο τοΰ έθνικοΰ μας ποιητή Ούγο Φώσκολο μας συγκινήσανε περισσότερο άπ ' δλα τά εκθέματα τα γεροδεμένα, πλαστικά, πλού­

σια σέ διακοσμητικά ευρήματα σχέδια πού έχει φιλοτεχνήσει για τήν είκονογράφησι των ποιημάτων του.

Τό Γαλλικό Ίνστιτοΰτο εστέγασε τόν 'Ιούλιο τήν πρώτη « Πανελλαδική "Εκθεσι Νέων >. Εξετέθησαν 250 έργα ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρακτικής και διακοσμητι­

κής, πού έχουν φιλοτεχνήσει νεαροί σπουδαστές της ΑΣΚΤ, τοΰ Μετσοβείου Πολυτε­

χνείου, τοΰ 'Αθηναϊκού Τεχν. 'Ινστιτούτου, τής ΕΣΚΤ, των Σχολών Ή λ ι ά δ η , Βλα­

χοπούλου, Σαραφιανοϋ, Σικελιώτη, τής ΧΕΝ, καθώς και μερικοί αυτοδίδακτοι. 'Ανάμεσα σ' αυτά ξεχωρίζανε κάμποσα πού θα ζηλεύανε φθασμένοι τεχνίτες.

ΟΙ « Νέες Μορφές > παρουσιάσανε τόν Αύγουστο μ' έξαιρετικήν επιμέλεια τα έργα δεκατριών νέων καλλιτεχνών πού διακρίνονται για τήν αγνότητα τών προθέσεων τους και τή θαρραλέα άντιμετώπισι τών διαφόρων προβλημάτων τής ζωγραφικής.

Πρώτες στή σειρά τοΰ καταλόγου ήσαν ή Σ τ έ λ λ α Λ ι δ ά κ η και ή Μ ί ν α Β έ ρ γ ο υ ­ Β ο υ τ σ ι ν ά . Έσπούδασαν κι οι δυο στή σχολή Κώστα Ή λ ι ά δ η , πού διακρίνεται για τή μεθοδική διδασκαλία. 01 κυβιστικές συνθέσεις τής πρώτης είχαν καλή δομή κι οί ελαιογραφίες τής δεύτερης αξιόλογες χρωματικές αξίες.

Ή ' Α λ ί κ η Β ε ν ι έ ρ η ­ Σ κ ο υ λ ι κ ί δ η μέ τις 3 συνθέσεις της έδειξε πώς βρίσκεται σέ καλό δρόμο, ή Έ λ ι σ . Δ ο ύ λ η πώς, μολονότι έχει είδικευθή στην ενδυματολογία, είναι σέ θέσι να όργανώνη τους ζωγραφικούς πίνακες της και να τονίζη τις αξίες τών χρωμάτων και ό ' Α ν τ ώ ν η ς Κ έ π ε τ ζ η ς πώς βαδίζει στα­

θερά στην κατάκτησι καινούριων μορφών τής Τέχνης. Τά εκθέματα τών Μ ά χ η ς Κ ο ν τ ο π ο ύ λ ο υ , Ρ ί τ α ς Π ω λ ά ϊ και ' Α λ έ ­

κ α ς Σ ο υ ρ α π ά ήσαν δείγματα γυναικείας ευαισθησίας. ' Ιδιαίτερη εντύπωση έκαναν τά έργα τής γνωστής ζωγράφου Δ ά φ ν η ς Κ ω­

σ τ ο π ο ύ λ ο υ , πού και στο Γαλλικό Ίνστιτοΰτο εΐχε παρουσιάσει καλοχτισμένες συνθέσεις της. Ή πρόοδος της είναι αξιοσημείωτη.

Τρυφερά, ρομαντικά κάπως, τά τρία λάδια τής " Ε λ έ ν η ς Π ί τ τ α ρ η ­ Μ α ­

ρ ι ο λ έ τ τ α , αδρά, έξπρεσσιονιστικής τεχνοτροπίας τά λουλούδια τής Λ ί λ α ς Σ υ μ­

φ ω ν ά κ η , ευγενικά, μέ αβρούς χρωματικούς τόνους τα δυο εκθέματα τής Κ ι ­

κ ή ς Τ υ π ά λ δ ο υ ­ Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , και συμπαθητικό τό τοπίο τής ' Ι ω ά ν ν α ς Φ ρ α γ κ ά κ η .

— 495 — Πολύ επιτυχημένη ήταν και ή εκθεσι « Σκηνογραφίας και Ενδυματολογίας »,

πού έγινε κατόπιν στις ίδιες αίθουσες. "Ελαβαν μέρος 8 νέοι καλλιτέχνες, πού έχουν σπουδάσει με αξιέπαινο ζήλο εδώ και στο εξωτερικό. Μερικοί άπ' αυτούς, όπως ό Μ α ν τ ο ύ δ η ς , ή Δ ο ύ λ η κ.ά. έχουν παρουσιάσει έργα τους σέ μεγάλα θέατρα τοϋ εξωτερικού. Ό πρώτος μάλιστα βραβεύτηκε στη Γερμανία για.τη μακέττα μιας αρ­

χαίας τραγωδίας.

Ή « Γκαλερί Τέχνης » εστέγασε τα έργα 30 νέων καλλιτεχνών. Ή επιλογή τών έργων εϊχε γίνει με τρόπο πού τιμά τόσον τον οργανωτή ζω­

γράφο Σταύρο Δαλάκο δσο και τήν επιτροπή. Πολλά ήσαν τ' αξιόλογα έργα, ό χώρος δεν επιτρέπει παρά ν' αναφέρουμε τους

δυο πίνακες τοΰ αυτοδίδακτου Κ ώ σ τ α Μ ω ρ ο υ, τα γλυπτά τοϋ γνωστού καλλιτέ­

χνη Μ α ν ό λ η Ν ο υ κ ά κ η και τις τερακόττας της Ρ ό ζ α ς Ή λ ι ο υ , πού δικαιό­

τατα εκέρδισαν τα τρία πρώτα βραβεία. ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Μ Ο Υ Σ Ι Κ Η

'Εθνική Λυρική Σκηνή ­ Φεστιβάλ 'Αθηνών Ή θερινή περίοδος έχει να επίδειξη πλουσίαν μουσικήν κίνησιν στον τόπο μας.

'Από το Ινα μέρος τάς δύο αξιόλογους εμφανίσεις της Λυρικής μας Σκηνής εις 'Αθή­

νας και Έπίδαυρον και από το άλλο τάς συναυλίας και αλλάς μουσικάς εκδηλώσεις τοΰ Φεστιβάλ.

Στάς 21 'Ιουνίου παρακολουθήσαμε στό « Ήρώδειον > τήν «πρώτη» της όπε­

ρας « Μωϋσής > του Ροσσίνι. Γραμμένο στην αρχή 'ιταλικά και με το συνηθισμένο ύφος τοΰ συνθέτου, το έργο αυτό μετεγράφη αργότερα — δταν ό Ροσσίνι εγκατε­

στάθη μονίμως στην Γαλλία — στην γαλλική γλώσσα, με πολλές αλλαγές και προσ­

θήκες, — μεταξύ τών οποίων, το μεγάλο μπαλλέττο — και πήρε τήν μορφή της grand opera. Τό έργο αυτό τοϋ Ροσσίνι περιλαμβάνει βέβαια ωραίες σελίδες' αδικείται όμως άπό το λιμπρέττο, το όποιον άφίνει άδιάφορον μάλλον τον θεατήν και αυτό ακόμη το μπαλέττο, πού έπρεπε να παρακολουθήται με ενδιαφέρον, κουράζει εν τέλει λόγω τοϋ υπερβολικού μάκρους του. Είχε δμως και τα ωραία του σημεία ό « Μωϋ­

σής ». Και εν πρώτοις τήν εμφάνισιν τοϋ Ίταλο ­ Αμερικάνου βαθύφωνου Π. Ούσά­

σινγκτων στον βασικό ρόλο τοϋ Μωϋσέως. Τόσον ώς φωνή, δσον και ως παίξιμο και παράστημα ό καλλιτέχνης αυτός ήτο πράγματι καταπληκτικός. "Η μάσκα του, πιστή άναπαράστασις τοΰ Μωϋσέως, όπως τήν έφαντάσθη ό Μιχαήλ "Αγγελος, τον επέβαλ­

λεν αμέσως, ανεξαρτήτως τών άλλων προτερημάτων του. Κοντά σ' αυτόν και οί "Ελληνες καλλιτέχναι πού συμμετέσχον στην παράστασιν ήσαν άριστοι. Και εν πρώ­

τοις ή κ. Μ. Κερεστεντζή ώς Άναΐς, ή Δις Α. Μορφονιοΰ, ώς Μαρία, ή Ρ. Φω­

κιανοΰ ώς Σιναΐς και οί κ.κ. Μ. Χελιώτης, ώς Έλιζέρο, Ε. Μαρσέλλος, ώς Φαραώ, Ν. Χατζηνικολάου, ώς Άμένωφις, Ά . Πανταζηνάκος, Ν. Χατζηνικολάου, Ν. Παπα­

χρήστος κ.λ.π. 'Ιδιαιτέρα μνεία πρέπει να γίνη για τον κ. Άνδρ. Παρίδην, ό όποιος διηύθυνε μέ απόλυτον κατανόησιν και άπό μνήμης δλο αυτό τό κολοσσιαίο δημιούρ­

γημα τοΰ Ροσσίνι. Άφ* ετέρου ό κ. Μ. Σάμπλιτς, ώς σκηνοθέτης, έκαμε πάν τό δυνα­

τόν για να δώση κίνησιν σ' ενα έργον πού δεν προσεφέρετο και πολύ σέ δραματικάς καταστάσεις. "Η υπό τον κ. Βούρτσην χορωδία τής Ε.Λ.Σ. δπως πάντοτε πολύ καλή. Ή κ. Ν. Κιρσάνοβα κατέβαλε κάθε προσπάθειαν για να δώση κάποιο ενδιαφέρον

— 496 —

στο ατελείωτο μπαλέττο τοϋ έργου. Πολύ ώραϊαι αϊ σκηνογραφίαι και αί ένδυμασίαι τοΰ κ. *Ι. Στεφανέλλη.

Διαστάσεις διεθνούς μουσικού γεγονότος λαμβάνει ή άπο της σκηνής τοΰ θεά­

τρου της 'Επιδαύρου παράστασις της « Μήδειας > τοϋ Κερουμπίνι, μέ συμμετοχήν της Μαρίας Κάλλας. Δέν θ α περάση πολύς καιρός και ( εάν δοθή ή δέουσα προσοχή άπό τους αρμοδίους, ώστε να μετακαλούνται πάντοτε μερικοί αστέρες τοϋ καλλιτεχνικού στερεώματος ) ή 'Επίδαυρος θ α γίνη έ'να είδος Μπάϋρωυτ ή Σαλτσβούργου, μια Μέκκα της "Οπερας. "Ας μή ξεχνάμε δτι τα ογδόντα τοις εκατόν τών λιμπρέττων των παλαιοτέρων μελοδραμάτων εστηρίζοντο σε .υποθέσεις παρμένες από την όρχαίαν έλληνικήν μυθολογίαν και ίστορίαν και δτι τό πλούσιον αυτό ρεπερτόριον περιλαμ­

βάνει αριστουργήματα, μεταξύ τών οποίων ώρισμέναι δπεραι τοΰ Γκλούκ, τοΰ Ραμώ, τοΰ Γκρετρύ και πολλών νεωτέρων. Και εν πρώτοις ή < Μήδεια >, άπεκάλυψεν εις τους περισσοτέρους τήν άγνωστον σ' αυτούς μορφήν τοϋ Κερουμπίνι, τοΰ Ίταλοΰ αύτοΰ συνθέτου, πού έδοξάσθη στην Γαλλίαν και ό όποιος μπορεί να θεωρηΰή ό δημιουργός της μορφής τής όπερας δπως αυτή εξελίχθη κατά τον ΙΘ ' αιώνα. Σ ' αυτόν εστηρίχθη τό μελόδραμα τοΰ Ροσσίνι και τών επιγόνων του και αυτός ακόμη ό Βέρ­

ντι τής πρώτης περιόδου. "Αξιον παρατηρήσεως είναι δτι ό Κερουμπίνι καταργεί, σχεδόν ολοσχερώς τό « σέκκο ρετσιτατίβο >, για να μεταχειρισθώ μιαν πλουσίαν μου­

σικήν άπαγγελίαν, συνοδεία ορχήστρας. Ή ήρω'ις βέβαια τής βραδιάς, στην Έ π ί ­

δαυρον, ήτο ή Μαρία Κάλλας, εις τήν οποίαν πρέπει να θαυμάση κανείς, εκτός από τήν φωνήν, τον τρόπον μέ τον όποιον άπέδωκε τον ρόλον της. Σε πολύ ολίγους καλ­

λιτέχνας τής σκηνής μπορεί να βρή κανείς ένα τόσο τέλειον συνδυασμόν φωνητικών προσόντων και ηθοποιίας. Π α ρ ' αυτήν, ή Δις Μορφονιοΰ, ώς Νέρις, δπως και πέρυσι στην « Νόρμα >, απέδειξε για πολλοστή φορά δτι ή δπερα πολλά περιμένει από αυτήν. 'Αλλά και ή κ. Σ. Γλαντζή ήιο εξαιρετική στον ρόλον τής Γλαυκής. 'Από τους ξέ­

νους καλλιτέχνας πού έλαβαν μέρος, θαυμάσιος ήτο ό Τζών Βίκερς, ώς ' Ιάσων, ένφ ό Γκιουζέππε Μοντέστι μας έφάνη ολίγον ανεπαρκής μέσα στο αχανές θέατρον. Τήν όρχήστραν, τήν οποίαν είχε προπονήσει ό κ. Τότης Καραλίβανος, διηύθυνεν ό Νικόλα Ρεσσίνιο. Σπανίως ή χορωδία τής Λυρικής Σκηνής είχε τόσην φωνητικήν ίσορροπίαν και ήρμήνευσε τόσον μουσικά, δσον εις τήν Έπίδαυρον . Ό 'Αλέξης Μινωτής, πού έσκηνοθέτησε τήν « Μήδειαν » ήτο είς τό στοιχεΐον του και έδημιούργησεν ωραία συμπλέγματα επί σκηνής. Τό χορογραφικόν στοιχεΐον, άριστα διδαγμένο άπο τήν κ. Μαρίαν Χόρς, μας έφάνη ολίγον περιωρισμένον. Τό σκηνικόν τοΰ κ. Τσαρούχη, ωραιότατο αυτό κ α θ ' εαυτό, εθύμιζε μάλλον τόν Χρυσοΰν αιώνα τοΰ Περικλέους, παρά τους χρόνους τοΰ Ίάσωνος και τής Μήδειας. Παρά ασήμαντους τινός άιελείας ή παράστασις τοΰ ωραίου έργου τοΰ Κερουμπίνι αποδεικνύει τό τί ημπορεί να έπι­τυΧΐ1 ή Έ θ ν . Λυρ. Σκηνή μας και είναι άξιος ιδιαιτέρων συγχαρητηρίων ό κ. Μπα­

στιάς διότι, δέν ώορώδησε προ τών αναπόφευκτων δυσκολιών, άλλ' εφερεν είς πέρας ενα τόσον δύσκολον άθλον. Εύχομαι προσεχώς, άπο τής σκηνής τής 'Επιδαύρου, να ίδοΰμε τήν « "Αλκηστιν > ή καμμιά άπο τάς δύο < ' Ιφιγένειας » τοΰ Γκλούκ.

Αί καθαρώς μουσικαί εκδηλώσεις τοΰ Φεστιβάλ 'Αθηνών ήρχισαν στάς 31 'Ιου­

λίου μέ συναυλίαν τής Κρατικής 'Ορχήστρας 'Αθηνών και ετελείωσαν στάς 4 Σεπτεμ­

βρίου πάλιν μέ τήν Κρατικήν Όρχήστραν. Τήν πρώτην από τάς συναυλίας αύτάς διηύθυνεν ό Βέλγος αρχιμουσικός E d u a r d v a n R e m o o r t e l , μετέσχε δε ώς σολίστ ή Έλλην ί ς πιανίστα Βάσω Δεβετζή. Τό πρόγραμμα περιελάμβανε μόνον καθιερωμένα έργα, είς τα όποια ό Βέλγος μαέστρος άπέδειξεν αξιοζήλευτα χαρίσματα μουσικής ερμηνείας. *Η εις τό εξωτερικό ν σταδιοδρομοΰσα Έλληνίς καλλιτέχνις Βάσω Δεβειζή

— 497 —

έπαιξε το 3°ν Κοντσέρτο για πιάνο τοΰ Μπετόβεν, μέ τεχνικήν έπίδοσιν και άρκετήν μουσικότητα. Τήν συναυλίαν της Κρατικής 'Ορχήστρας της 21 Αύγουστου διηύθυνεν ό κ. Ά ν δ ρ . Παρίδης, ό όποιος μας παρουσίασε, για δεύτερη φορά στάς 'Αθήνας τήν Συμφωνίαν άρ. 7 τοΰ Σοστακόβιτς. Πρόκειται περί έργου πολύ ενδιαφέροντος, βέβαια, άλλα το όποιον κουράζει, εν τέλει, λόγφ της υπερβολικής του διαρκείας. Ό Νικήτας Μαγκάλωφ, ό σολίστ τής συναυλίας, πού έπαιξε το κοντσέρτο άρ. 1 για πιάνο τοΰ Τσαϊκόφσκυ έχει εντελώς προσωπικόν τρόπον ερμηνείας, πού τον κάνει να ξεχωρίζη από άλλους καλλιτέχνας. — Τήν συναυλίαν τής Κρατικής 'Ορχήστρας τής 28 Αύγουστου, τήν οποίαν, δυστυχώς, δέν παρηκολούθησα, διηύθυνεν ό κ. Θ. Βαβα­

γιάννης. Περιελάμβανε δε αυτή τό μόνον έλληνικόν έργον τοΰ μουσικοΰ Φεστιβάλ : το « Ε π ι κ ό τραγούδι » τοΰ Θ. Καρυωτάκη. Σολίστ πάλιν πιανίστας ό Rudolf Fir­

k u s n y , όστις έξετέλεσε το Κοντσέρτο άρ. 5 τοΰ Μπετόβεν. — Τήν τετάρτην και τελευ­

ταίαν συναυλίαν τής Κρατικής 'Ορχήστρας διηύθυνεν ό 'Ανδρ. Παρίδης, μέ σολίστ τον διάσημον δεξιοτέχνην τοΰ πιάνου Άρθοΰρον Ρουμπινστάϊν. Και στα τέσσερα κον­

τσέρτα τής Κρατικής 'Ορχήστρας 'Αθηνών ενεφανίσθησαν ως σολίστ, μόνον πιανί­

σται. Ά ρ α γ ε δέν θα ήτο προτιμότερον ν* άκούσωμε και κανένα βιολιστήν, ή κυρίως τραγουδιστήν ; Γιατί τους τελευταίους αυτούς τους βάζωμε πάντοτε στο περιθώριο ; Πρέπει να εξάρω ιδιαιτέρως τον τρόπον μέ τον όποιον ό κ. Παρίδης, στη συναυλίαν αυτήν, διηύθυνε τό «Πρελούντιο και θάνατος τής Ί ζ ό λ δ η ς » , άπό τον « Τριστάνο και Ίξόλδη » τοΰ Βάγνερ, καθώς και τον τρόπον μέ τον όποιον συνώδευσε τήν < Ρα­

ψιρδίαν σε θέμα τοΰ Παγκανίνι » τοΰ Ραχμάνινωφ, έργο μέ τρομεράς δυσκολίας στην ορχήστρα και γεμάτο απρόοπτα, πού άπαιτοΰν μεγάλην ετοιμότητα εκ μέρους τοΰ μαέστρου. Να μιλήσω για τήν έκτέλεσιν τοΰ Ά ρ θ . Ρουμπιστάϊν, ό όποιος επαιξεν επίσης τον Κοντσέρτο άρ. 4 τοΰ Μπετόβεν και τέσσερα κομμάτια εκτός προγράμμα­

τος, θα ήτο περιττόν. Ό κολοσσός αυτός τής τέχνης δέν έχει ανάγκην κρίσεως. Μία άπό τάς εξαιρετικός μουσικάς εκδηλώσεις του Φεστιβάλ 'Αθηνών ήτο και

ή, εις τρεις συναυλίας, εμφάνισις τής 'Ορχήστρας « H a l l e > τοΰ Μάντσεστερ, υπό τήν διεύθυνσιν τοΰ πασίγνωστου Ά γ γ λ ο υ μαέστρου Σερ Τζών Μπαρμπιρόλλι. Πρέπει να κάμω ίδιαιτέραν μνείαν δια τα περίφημα πνευστά τα όποια διέθετεν ή εν λόγω ορ­

χήστρα και χάρις στα όποια επιτυγχάνονται ιδεώδεις εκτελέσεις, όπως π.χ. εκείνη τής « Σεχεραζάτ » τοΰ Ρίμσκυ Κορσακώφ, πού έγινε κατά εξαιρετικόν τρόπον στην συναυ­

λίαν τής 9 Αυγούστου, εις τήν οποίαν μετέσχεν ως σολίστ και ή συμπατριώτις μας Τζίνα Μπαχάουερ, σημειώσασα έπιτυχίαν, άνευ προηγουμένου, ε'ις τον Κοντσέρτο άρ. 2 σε σι υφ. τοΰ Μπράμς, πού είναι μια λυδία λίθος για κείνους πού ζητούν άπό τήν μουσικήν δχι μόνον δεξιοτεχνικήν έπίδειξιν, άλλα πρωτίστως άπόδοσιν τοΰ πνεύματος ενός έργου, μέ φιλοσοφικός διαθέσεις. Εις τήν προηγηθεΐσαν συναυλίαν τής 8 Αυγού­

στου δέν ύπήρχεν σολίστ, ενώ στην τρίτην, τής 10 Αυγούστου, ενεφανίσθη στό Κον­

τσέρτο τοΰ Μπετόβεν, ό βιολιστής 'Ισαάκ Στέρν, δεξιοτέχνης πράγματι ολκής. 'Εκείνο πού χαρακτήριζε τάς εκτελέσεις τής ορχήστρας τοΰ Μάντσεστερ γενικώς ήτο ή βαθεΐα προσήλωσις προς τήν παράδοσιν, τήν οποίαν ό Μπαρμπιρόλλι εννοεί να σέβεται, αδια­

φορών δια τάς < νεωτεριστικός ερμηνείας » μερικών μοντέρνων δήθεν μαέστρων, οί όποιοι εννοοΰν να στρεβλώνουν τό πνεΰμα τοΰ έργου, για να δείξουν πώς κάνουν τάχα κάτι τό νέον. Είναι προς τιμήν επίσης τής 'Αγγλικής 'Ορχήστρας δτι εις τό πρόγραμμα εκάστης άπό τάς τρεις συναυλίας πού εδωκεν, άνεγράφετο και εν άγγλικόν έργον. Φαίνε­

ται ότι ό κ. Μπαρμπιρόλλι δέν εντρέπετο να εμφάνιση συνθέσεις τών συμπατριωτών του !

Μουσικόν γεγονός επίσης πρέπει να θεωρηθή δια τάς Α θ ή ν α ς ή είς τό Ή ρ ώ ­

δειον παράστασις, άπό τήν « "Οπεραν Δωματίου τοΰ Μιλάνου > τοΰ αριστουργήματος

— 498 —

τοΰ Μοντεβέρντι « Ή Στέψις της Ποππαίας >. Το έργον αυτό, πού έγράφη όταν το μελόδραμα, ώς μορφή, διήνυε τα πρώτα του βήματα — ή « Στέψις της Ποππαίας > πρωτοπαίχτηκε το 1642 — είναι μια πραγματική άποκάλυψις για δσους άγαποϋν το σοβαρό μουσικόν θέατρον, γιατί περιέχει εν σπέρματι πάν δ,τι άπετέλεσεν εν συνε­

χεία, τό μελόδραμα. Ή μουσική τοϋ έργου είναι ωραιότατη και αιώνιας δροσιάς ώς μελωδία, ή ενορχήστρωσις πολύ πλούσια για τήν εποχήν εκείνην και ή αρμονία συχνά τολμηρή. 'Αδικείται μόνον το αριστούργημα τοΰ Μοντεβέρντι διότι το λιμ­

πρέττο δέν παρουσιάζει οΰτε πολλήν δράσιν, οΰτε και συνοχήν. Ή ειδικώς συνοδεύ­

σασα εις 'Αθήνας το μελοδραματικόν συγκρότημα « 'Ορχήστρα τοΰ 'Ομίλου της Κρεμώνας » ήτο αρίστη, από πάσης απόψεως, ύπό τον Ennio Gerelli, δπως πολύ καλή ήτο επίσης ή άπό Έλληνας καταρτισθείσα χορωδία. 'Αναφέρω Ιδιαιτέρως από τους εκτελεστός, τήν Inaura Londi, ώς Ποππαίαν, τήν Mariella Adani, ώς Δρου­

σίλλαν και το Romano Roma, ώς Νέρωνα. Μετά τήν « Στέψιν της Ποππαίας » πού εδόθη στάς 12 και 14 Αύγουστου, μέλη

τοΰ συγκροτήματος « "Οπερα Δωματίου τοϋ Μιλάνου > έλαβαν μέρος στην συναυλίαν της 15 Αύγουστου, πού περιείχε έργα μόνον παλαιοτέρων συνθετών Βιβάλντι, Μποκ­

κερίνι, Μπαχ και Χαίνδελ, ενφ παραλλήλως ή 'Ανδρική Χορωδία τοΰ Χάρβαρτ, παρου­

σίασε πλήθος συνθέσεων δι* άνδρικήν χορωδίαν, τών περισσοτέρων «a cappella >, κατά χρονολογικήν τάξιν, άπό τοΰ 15°υ αιώνος μέχρι τών ήμερων μας, κατά τήν συναυ­

λίαν της 16·η? Αύγουστου. Άλλα και άλλο μουσικό γεγονός μπορεί ν ' αναγραφή στο ενεργητικόν τοϋ έ*φε­

τεινοΰ Φεστιβάλ 'Αθηνών : ή < παγκόσμιος πρώτη » της όπερας « Ναυσικά > της Άμε­

ρικανίδος συνθέτιδος P. Glanville ­ Hicks, πού δόθηκε στο « Ήρώδειον » στάς 19 Αυγούστου, για να έπαναληφθη στάς 20 και 22. Δέν πρόκειται δε περί έργου γραμμένου επιπολαίως· διότι ή κ. Χίκς έπεσκέφθη κατ' επανάληψιν τήν 'Ελλάδα, για να μελετήση τό ελληνικό δημοτικό τραγούδι, τό όποιον έχρησιμοποίησε εις εύρείαν κλίμακα στο μελόδραμα της. Τό έχρησιμοποίησε δμως κατά τρόπον άριστοτεχνικόν, μπορώ να πώ δτι τό έξηυγένισε, ενώ οί πλούσιοι ελληνικοί ρυθμοί της έδωσαν τήν εύκαιρίαν να γράψη ωραίας χορευτικάς σελίδας. "Ισως ή ατμόσφαιρα πού δημιουργεί με τα ελλη­

νικά μοτίβα να είναι πλησιεστέρα προς τήν σύγχρονον Ελλάδα' αλλ' αυτό είναι άλλο ζήτημα.

Όπως στην περίπτωσιν της « Ποππαίας », πού ανέφερα προηγουμένως και ή νουβέλλα τοΰ Robert Graves, επάνω στην οποίαν βασίζεται τό λιμπρέττο της « Ναυ­

σικάς > δέν δημιουργεί καταστάσεις πού να υποβοηθούν τήν σκηνική δράσι, δπως συμβαίνει μέ τα περισσότερα « βεριστικά > μελοδράμματα στα όποια καταφεύγουν οί σύγχρονοι συνθέται. Ή μουσική γλώσσα της κ. Χίκς, ή οποία έχει εμβαθύνει δσον ολίγοι στάς συγχρόνους τάσεις της τέχνης, είναι ευτυχώς, ήθελημένως συντηρητική. Γι' αυτό και τό έργον της είναι εύχάριστον, δχι μόνον για τους μεμυημένους, άλλα και για τον μέσον άκροατήν. Στην έπιτυχίαν της « Ναυσικάς > συνέβαλον, κατά πρώ­

τον λόγον ό 'Ισπανό ­'Αμερικανός διευθυντής ορχήστρας Carlos Surinach, ό σκη­

νοθέτης John Butler, και ό σκηνογράφος ­ ενδυματολόγος 'Ανδρέας Νομικός. Πολύ καλή ήτο και ή άπό Έλληνας καταρτισθείσα χορωδία. Οί περισσότεροι άπό τους πρω­

ταγωνιστάς ήσαν Έλληνο ­ 'Αμερικανοί' αναφέρω άπό αυτούς τήν Τερέζα Στράτας, ώς Ναυσικά, τον 'Ιωάννη Μοδινό, ώς Αΐθωνα, τον Γεώργ. Τσαντΐκον, ώς Κλυτό­

νηον, τήν Σοφίαν Στέφφαν, ώς Βασίλισσαν Άρετήν και τον Σπΰρον Μάλαν ώς "Αλκίνοον. Έξαίρεοος ήτο και ό 'Αμερικανός Ed. Ruhl, ώς Φήμιος. Στην παράστα­

σιν μετέσχον και καλλιτέχναι της Έθν. Λυρ. Σκηνής, οί : Μιχ. Χελιώτης και Βασ. Κουντούρης.

— 499 —

"Αλλος παράγων της καλλιτεχνικής επιτυχίας του έφετεινοΰ Φεστιβάλ ήτο και ή μετάκλησις της « 'Ορχήστρας Δωματίου » τοΰ Βερολίνου, ή οποία έδωκε τρεις συναυ­

λίας, στάς 31 Αύγουστου και 1 και 2 Σεπτεμβρίου. Άπό απόψεως αριθμού μελών πρόκειται περί πραγματικής ορχήστρας δωματίου και δχι περί πολυπληθούς συγκρο­

τήματος, το όποιον κατ' ευφημισμόν μόνον λέγεται 'Ορχήστρα Δωματίου. Ό διευ­

θυντής της Hans von Benda, κατέχει όσον λίγοι τό ενστικτον τοΰ να ζωντανεύη την μουσικήν των παλαιών συνθετών και να δημιουργη μίαν άτμόσφαιραν κάθε άλλο παρά σχολαστικήν. "Οπως είναι φυσικόν τα αναγραφόμενα ονόματα συνθετών ήσαν μόνον τών παλαιών : του Μπαχ, τοΰ Χαΐνδελ, τοΰ Μποκκερίνι, τοϋ Βιβάλντι, τοΰ Μότσαρτ, τοϋ Χάϋδν και τοϋ Σοΰμπερτ. Και είς την περίπτωσιν τής 'Ορχήστρας Δωματίου τοΰ Βερολίνου πρέπει να εξάρω ιδιαιτέρως το ποιόν τών πνευστών οργά­

νων, κατά πρώτον λόγον* το πρώτον όμποε, φέρ' είπεϊν, τό πρώτον φαγκόττο ή τό κόρνο, είναι πραγματικοί δεξιοτέχναι τών οργάνων των και όχι απλοί εκτελεστοί. Τό απέδειξαν Ιδιαιτέρως, ό Gunter Schôfisch, π.χ. πού επαιξεν αριστοτεχνικά τό Κον­

τσέρτο άρ. 3 για κόρνο, τοϋ Μότσαρτ' επίσης ό Rolf Julius Koch, ως πρώτον όμποε και Ιδίως ό Pater Schmidt ώς πρώτον φαγκόττο, είς την Καντάταν άρ. 202 τοΰ Μπαχ, όπου καθ' ενα άπο τα εν λόγω όργανα είχαν άπό ενα πολύ ενδιαφέρον σόλο, εν εϊδει διαλόγου με την άοιδόν, την ύψίφωνον Ursula Buckel, μίαν πραγμα­

τικήν καλλιτέχνιδα εις τό είδος της. Στην εν λόγω καντάτα συμμετείχε και ενα πρα­

γματικό κλαβικύμβαλον, τό όποιον επαιζεν ή Use L,inac Muthmann. Είς την ανω­

τέρω συναυλίαν έλαβε μέρος καΐ ό γνωστός "Ελλην βιολοντσελλίστας, πού σταδιο­

δρομεί επιτυχώς είς τό έξωτερικόν, "Ελευθ. Παπασταύρου, ό όποιος έπαιξε τό Κοντσέρτο για βιολοντσέλλο τοΰ Μποκκερίνι. Ή δευτέρα συναυλία τής 'Ορχήστρας Δωματίου τοϋ Βερολίνου παρουσίασε κάτι τό καινοφανές : δύο Κοντσέρτα τοΰ Βιβάλ­

ντι, για δύο κιθάρες, συνοδεία, ορχήστρας εγχόρδων. Ή κιθάρα μας είναι γνωστή ώς όργανο πού παίζει σόλο, ή συμμετέχει στάς είδικάς ορχήστρας μαντολινάτας" πρώτην φοράν τό ήκούαμε στάς 'Αθήνας συνοδευόμενον μέ τήν όρχήστραν εγχόρ­

δων. Πραγματικά μαγευτικός ήχος εβγαινεν άπό τα δάκτυλα τών δύο κιθαριστών: τοΰ ζεύγους Ida ­ Presti και 'Αλεξάνδρου Lagoya ( ό τελευταίος αυτός είναι ό εξ Αιγύπτου ομογενής Άλ. Χατζηϊωάννου ). Ή τρίτη συναυλία τής "Ορχήστρας Δωμα­

τίου ένεφάνισε δύο σολίστ : τον πιανίστα Jôrg Demus, στο Κοντσέρτο άρ. 21 τοΰ Μότσαρτ και τον δεξιοτέχνην τοΰ πλαγιαύλου Matthias Rûthers, ό όποιος έπαιξε ενα Άντάντε τοΰ Μότσαρτ και τήν Σουίτα σε Λα έλ. για φλάουτο τοΰ Τέλεμανν. Ό κ. Ρύτερς, παλαιός γνώριμος τών 'Αθηναίων, διότι μόλις πρό ολίγου χρόνου είχε διατελέσει πρώτο φλάουτο τής Κρατικής 'Ορχήστρας 'Αθηνών, μπορούμε να ποΰμε ανεπιφυλάκτως ότι ήτο ό ήρως τής βραδιάς, διότι κατέπληξε τό κοινόν μέ τον άνώ­

τερον πράγματι, άπό απόψεως τεχνικής και μουσικότητος, τρόπον μέ τον όποιον έπαιξε τα εν λόγω έργα.

Ή τελευταία, άπό απόψεως μουσικής, εκδήλωσις τοΰ Φεστιβάλ 'Αθηνών, ήτο ή έμφάνισις είς τό "Ηρώδειον τοΰ Βασιλικού Μπαλέττου τοΰ Κόβεντ Γκάρντεν τοΰ Λονδίνου, είς τό όποιον, εκτός τοϋ χορευτικού συγκροτήματος, εΐχεν ακολουθήσει και επιλεγέν τμήμα τής 'Ορχήστρας τοΰ Κόβεντ Γκάρντεν, υπό τήν διεύθυνσιν τοΰ Dud­

ley Simpson. Τα τρία προγράμματα περιελάμβανον τα έργα : « Τά Ραντεβού » ( μέ μουσικήν Ώμπέρ), < "Ο Μοναχικός » ( μουσική Μάλκολμ "Αρνολντ ), « °Η Λίμνη τών Κύκνων» (μουσική Τσαϊκόφσκυ), «Συμφωνικοί Χοροί > (τοΰ Στραβίνσκυ), «Δον Κιχώτης > (τοΰ Μίνκους ) και «Οι Παγοδρόμοι » (τοΰ Μάγερμπεερ ). Περιττόν να προσθέσω ότι επρόκειτο περί εξαιρετικού πράγματι συγκροτήματος, όμοιον τοΰ οποίου

— 500 — δεν εΐχεν ΐδεϊ μέχρι σήμερον ή πόλις των 'Αθηνών. Είς την έπιτυχίαν συνέβαλε κατά πολύ καί ή συμμετοχή — είς τήν « Λίμνην των Κύκνων > — ενός πραγματικού αστέρος τοΰ χοροϋ : της πασίγνωστου Margot Fonteyn, ή οποία άπεθεώθη, κυριολεκτικώς, άπο τον κόσμον, πού είχε πλημμυρίσει το « Ήρώδειον ».

Δεν υπάρχει αμφιβολία δτι τό εφετεινόν Φεστιβάλ 'Αθηνών ήτο τό τελειότερον καί το άρτιώτερον ώργανωμένον άπο της συστάσεως του. Έλειπεν δμως άπο αυτό ή σύγχρονος 'Ελλάς. Τιμώμεν καί θαυμάζομεν το άρχαϊον ημών θέατρον. Τό σύ'γχρονον δμως δέν έχει άραγε τίποτε να επίδειξη ; Εις τό κεφάλαιο ν τοΰ μελοδράματος — δσον καί αν είμεθα νεοφώτιστοι — δέν υπάρχει κανένα άραγε έργον άξιον να έμφανισθη ; Τέλος, μεταξύ της έκατοντάδος τουλάχιστον συμφωνικών έργων συγχρόνων 'Ελλήνων μουσουργών, δλα είναι τόσον ανάξια λόγου, ώστε να παραγκωνίζωνται καί να έγκα­

ταλείπωνται εις τήν λήθην ; ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ

Π Ν Ε Υ Μ Α Τ Ι Κ Η Κ Ι Ν Η Σ Ι Σ

To IB' Διεθνές Συνέδριον Βυζαντινών Σπουδών 'Από 10η? ­ 16η? τρέχοντος μηνός Σεπτεμβρίου συνήλθεν εις Άχρίδα τό IB' Διε­

θνές Συνέδριον Βυζαντινών Σπουδών, με συμμετοχήν αντιπροσώπων τριάκοντα κρα­

τών. Τήν 'Ελλάδα άντεπροσώπευσαν επισήμως ό ακαδημαϊκός κ. "Α. "Ορλάνδος, οί καθηγηταί τοΰ Πανεπιστημίου 'Αθηνών κ.κ. Δ. Ζακυθηνός, Γ. Ζώρας, Γ. Κονιδά­

ρης, Θ. Τζαννετατος, οί καθηγηταί τοΰ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ.κ. Α. Ξυγγό­

πουλος, Στ. Καψωμένος, 'Απ. Βακαλόπουλος, Μ. Μανούσακας, Σ. Καραγιαννόπου­

λος, ό διευθυντής τοΰ Μουσείου Μπενάκη κ. Μ. Χατζιδάκης, ό διευθυντής 'Αναστη­

λώσεων κ. Ε. Στίκας, ό διευθυντής τοΰ Λαογραφικού 'Αρχείου κ. Γ. Σπυριδάκης, ό εκπρόσωπος τοΰ Μεσαιωνικού 'Αρχείου της 'Ακαδημίας 'Αθηνών κ. Λ. Βρανούσης, οί "Εφοροι Βυζαντινών 'Αρχαιοτήτων κ.κ. Στ. Πελεκανίδης καί Δ. Πάλλας, ως καί πολλοί άλλοι βυζαντινολόγοι. Ευρεία ήτο επίσης ή συμμετοχή 'Ελλήνων τοΰ 'Εξω­

τερικού, ιδία; 'Αμερικής, Γαλλίας, Γερμανίας κτλ. Οί πλείστοι των 'Ελλήνων συνέδρων έκαμαν ενδιαφέρουσας ανακοινώσεις επί γενι­

κών ή ειδικών θεμάτων, τινές δέ τούτων εκλήθησαν δπως προεδρεύσουν τών εργασιών τών τμημάτων, ήτοι ο! κ.κ. Δ, Ζακυθηνός καί Γ. Ζώρας ( 'Ιστορίας ), 'Α. 'Ορλάνδος, Ά . Ξυγγόπουλος καί Στ. Πελεκανίδης ('Αρχαιολογίας), Γ. Κασιμάτης ( Δίκαιον ).

"Ιδιαιτέρως πρέπει να εξαρθη τό γεγονός δτι ή Συνέλευσις της Διεθνούς "Εται­

ρείας Βυζαντινών Σπουδών, εις τήν οποίαν ή *Ελλάς άντεπροσωπεύθη δια τών κ.κ. Ά . 'Ορλάνδου, Δ. Ζακυθηνού καί Γ. Ζώρα, δια της ύπό τοΰ καθηγητού κ. Β. La­

vagnini προταθείσης τροποποιήσεως τοΰ Καταστατικού, άπεφάσισεν ομοφώνως δπως τοΰ λοιπού ορισθούν ως μόνιμος έδρα της 'Εταιρείας αϊ 'Αθήναι, εξέλεξε δέ, επίσης παμψηφεί, ως πρόεδρον της 'Εταιρείας τον καθηγητήν κ. Ρ. gemerle καί γενικόν γραμματέα τον καθηγητήν κ. Δ. Ζακυθηνόν.

Ή όργάνωσις τοΰ Συνεδρίου υπήρξε καθ" δλα επιτυχής καί άφήκε τάς καλυ­

τέρας αναμνήσεις εις τους συνέδρους καί τοΰτο χάρις εις τήν άκάματον δραστηριό­

τητα τών οργανωτών, ιδία δέ τοΰ Προέδρου τοΰ Συνεδρίου γνωστοΰ Βυζαντινολό­

γου κ. G. Ostrogorsky, δστις απέσπασε τήν γενικήν έκτίμησιν χάρις εις τήν εύγέ­

νειαν, τήν καλωσύνην, τήν προθυμίαν, τό όργανωτικόν πνεΰμα καί τό έπιστημονικόν αύτοΰ κΰρος. Κατ' άπόφασιν της Γενικής Συνελεύσεως τοΰ Συνεδρίου τό προσεχές ΙΓ ' Διεθνές Συνέδριον Βυζαντινών Σπουδών θα γίνη εις Όξφόρδην μετά πενταε,τίαν, ήτοι τό 1966. Γ. Θ. Ζ.

ΠΡΟΜΗΘΕΥΕΣΘΕ ΠΑΝΤΟΤΕ ΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΤΟΥ

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Υ Λ Α Χ Ε Ι Ο Υ Αϊ τύχαι καΐ αϊ πιθανότητες αναπτύσσονται καΙ αυξάνονται από κληρώσεως είς κλήρωσιν.

Ό Λ Ο Ι οι Α Γ Ο Ρ Ά Ζ Ο Ν Τ Ε ς και μετά τάς ττρώτας κληρώσεις συμμετέχουν ε ί ς τα μ ε γ ά λ α τ ε λ ε υ τ α Τ α κ έ ρ δ η .

Δ Ω Ρ Ο Ν ΔΡΧ. 5.000.000 Ή τιμή έκαστου αρισμοϋ είναι δια τό σύνολον των κληρώσεων.

Μ Ε Ρ Ι Μ Ν Η Σ Α Τ Ε ΔΙΑ ΤΗΝ T Y X H N Δ Ι Ο Τ Ι ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ Μ Ε Τ Α Ν Ο Ε Ι

Πάρε σήμερα το Λαχείο σου.

' Α λ λ ά ν α ε ί ν α ι

ΛΑΧΕΙΟΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Κ α τ α π λ η κ τ ι κ ά κέρδη σέ Σπίτια, Καταστήματα, Αυτοκίνητα και Μετρητά. Και επί π λ έ ο ν κέρδη πού υπερβαίνουν τας δρχ. 1.500.000 εις τους τυχερούς τ ω ν Ό κ τ ώ π ρ ώ τ ω ν προνομιούχων Σειρών: Π ρ ώ τ η £ ω ς Ό γ δ ό η.