28
ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 1 Χρήστος Α. Ιωάννου Συλλογικές Διαπραγματεύσεις, ΣΣΕ και Μισθοί στην Ελληνική Οικονομική Κρίση «Δεν είναι ότι δεν βλέπουν την λύση. Δεν μπορούν καν να δούνε το πρόβλημα» G.K. Chesterton (1874-1936) Εισαγωγή. Το σύστημα διαμόρφωσης των μισθών στην Ελλάδα μετέπεσε ραγδαία σε νέο περιβάλλον αφενός λόγω των ριζικών αλλαγών στο νομοθετημένο ρυθμιστικό πλαίσιο περί συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφετέρου λόγω του οικονομικού περιβάλλοντος κρίσης χρέους, δημοσιονομικής χρεοκοπίας, διαρθρωτικής κατάρρευσης της εγχώριας οικονομίας, και των παρεμβάσεων οικονομικής πολιτικής με τα Μνημόνια Ι και ΙΙ. Τεκτονικές αλλαγές λαμβάνουν χώρα στο σύστημα διαμόρφωσης των μισθών και κρίσιμα ερωτήματα αναδεικνύονται: Θα επιβιώσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις; Έχουν ρόλο οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στις διαμορφούμενες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες; Χρειάζεται, πλέον, η αγορά εργασίας, η οικονομία και η κοινωνία τις υπηρεσίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας του ΟΜΕΔ; Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα έχει εκτός από την νομική διάσταση, η οποία είναι αντικείμενο άλλης εισήγησης, και οικονομική διάσταση. Για αυτό χρειάζεται και η προσέγγισή τους από την σκοπιά του οικονομικού λογισμού και των εργασιακών σχέσεων. Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και η «εξάρτησή» τους από τις υπηρεσίες Μεσολάβησης-Διαιτησίας του ΟΜΕΔ. Μία συστημική αλλαγή… Μία από τις αλλαγές που εισήχθη στο σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012, και με το άρθρο 3 της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6 της 28.2.2012 για την «Ρύθμιση θεμάτων για την εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν.

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΙΩΑΝΝΟΥ, Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ: ΣΣΕ ΚΑΙ ΜΙΣΘΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΡΙΣΗ,

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Το σύστημα διαμόρφωσης των μισθών στην Ελλάδα μετέπεσε ραγδαία σε νέοπεριβάλλον αφενός λόγω των ριζικών αλλαγών στο νομοθετημένο ρυθμιστικόπλαίσιο περί συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφετέρου λόγω του οικονομικούπεριβάλλοντος κρίσης χρέους, δημοσιονομικής χρεοκοπίας, διαρθρωτικής κατάρρευσης της εγχώριας οικονομίας, και των παρεμβάσεων οικονομικής πολιτικής με τα Μνημόνια Ι και ΙΙ. Τεκτονικές αλλαγές λαμβάνουν χώρα στοσύστημα διαμόρφωσης των μισθών και κρίσιμα ερωτήματα αναδεικνύονται:Θα επιβιώσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις; Έχουν ρόλο οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στις διαμορφούμενες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες; Χρειάζεται, πλέον, η αγορά εργασίας, η οικονομία και η κοινωνία τις υπηρεσίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας του ΟΜΕΔ; Η απάντηση σε αυτά ταερωτήματα έχει εκτός από την νομική διάσταση, η οποία είναι αντικείμενοάλλης εισήγησης, και οικονομική διάσταση. Για αυτό χρειάζεται και ηπροσέγγισή τους από την σκοπιά του οικονομικού λογισμού και τωνεργασιακών σχέσεων.

Citation preview

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 1

Χρήστος Α. Ιωάννου

Συλλογικές Διαπραγματεύσεις, ΣΣΕ και Μισθοί στην Ελληνική Οικονομική Κρίση

«Δεν είναι ότι δεν βλέπουν την λύση.

Δεν μπορούν καν να δούνε το πρόβλημα» G.K. Chesterton (1874-1936)

Εισαγωγή. Το σύστημα διαμόρφωσης των μισθών στην Ελλάδα μετέπεσε ραγδαία σε νέο περιβάλλον αφενός λόγω των ριζικών αλλαγών στο νομοθετημένο ρυθμιστικό πλαίσιο περί συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφετέρου λόγω του οικονομικού περιβάλλοντος κρίσης χρέους, δημοσιονομικής χρεοκοπίας, διαρθρωτικής κατάρρευσης της εγχώριας οικονομίας, και των παρεμβάσεων οικονομικής πολιτικής με τα Μνημόνια Ι και ΙΙ. Τεκτονικές αλλαγές λαμβάνουν χώρα στο σύστημα διαμόρφωσης των μισθών και κρίσιμα ερωτήματα αναδεικνύονται: Θα επιβιώσουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις; Έχουν ρόλο οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στις διαμορφούμενες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες; Χρειάζεται, πλέον, η αγορά εργασίας, η οικονομία και η κοινωνία τις υπηρεσίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας του ΟΜΕΔ; Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα έχει εκτός από την νομική διάσταση, η οποία είναι αντικείμενο άλλης εισήγησης, και οικονομική διάσταση. Για αυτό χρειάζεται και η προσέγγισή τους από την σκοπιά του οικονομικού λογισμού και των εργασιακών σχέσεων. Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και η «εξάρτησή» τους από τις υπηρεσίες Μεσολάβησης-Διαιτησίας του ΟΜΕΔ. Μία συστημική αλλαγή… Μία από τις αλλαγές που εισήχθη στο σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 4046/2012, και με το άρθρο 3 της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6 της 28.2.2012 για την «Ρύθμιση θεμάτων για την εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 2

4046/2012», αφορά την κατάργηση της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στην διαιτησία του ν. 1876/90 όπως είχε ισχύσει επί εικοσαετία1. Κατ’ ουσίαν τροποποιήθηκε ριζικά μία εκ των συστημικών ρυθμίσεων που είχε εισαγάγει ο ν. 1876/90 στο θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αφορούσε τις διαθέσιμες διαδικασίες διαπραγματεύσεων και σύναψης συλλογικών συμβάσεων εργασίας (Σ.Σ.Ε.), μέσω των οποίων είναι δυνατόν να ασκείται το δικαίωμα της συλλογικής διαπραγμάτευσης και συνεπώς, να ρυθμίζεται η αγορά εργασίας στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Είναι τεκτονικών διαστάσεων οι αλλαγές που επιφέρει στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων η από 14.2.2012 κατάργηση του δικαιώματος μονομερούς προσφυγής στην διαιτησία λόγω της συνάρθρωσης της Μεσολάβηση με την Διαιτησία και την λειτουργία της Μεσολάβησης ως αναγκαίου σταδίου στον δρόμο προς την μονομερή προσφυγή στην Διαιτησία. Η εκτίμηση των επιπτώσεων από την κατάργηση του δικαιώματος μονομερούς προσφυγής συνδέεται με τον βαθμό που, και την διαδικασία μέσω της οποίας, στο ελληνικό σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, ο τρόπος «ρύθμισης των συλλογικών διαφορών εργασίας» μετατοπίσθηκε πράγματι περισσότερο σε ρύθμιση μέσω ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, έναντι του βαρύνοντος κατά το παρελθόν (1955-1990) ρόλου της τότε υποχρεωτικής διαιτησίας, και του βαθμού που η προσφυγή στην διαιτησία λειτούργησε την περίοδο εφαρμογής του ν. 1876/90 στα πλαίσια του επικουρικού ρόλου της. Κατά κανόνα στους απολογισμούς έργου του Ο.ΜΕ.Δ., σε ότι αφορά τον ρόλο της διαιτησίας στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων, η έμφαση της ανάγνωσης των στοιχείων δινόταν είτε κυρίως, είτε αποκλειστικά, στο ποσοστό των Διαιτητικών Αποφάσεων, ως μερίδιο του συνολικού αριθμού των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και τον συγκριτικά πολύ μειωμένο και φθίνοντα ρόλο που διαδραμάτιζε η Διαιτησία έναντι του παρελθόντος συστήματος που ίσχυσε βάσει του Ν. 3239/55 (βλ. ενδεικτικά Ioannou 1999, Yannakourou and Koukoules, 2003). Ο εκ πρώτης όψεως πολύ μειωμένος και εν συνεχεία περιοδικά αυξομειούμενος ρόλος των Διαιτητικών Αποφάσεων απεικονίζεται στο Διάγραμμα 1. 1 Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο παρ. 1 «Από 14−2−2012 η προσφυγή στη διαιτησία, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του Ν. 1876/1990 (Α΄ 27), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, γίνεται αποκλειστικά με κοινή συμφωνία των μερών».

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 3

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1

ΤΟ ΜΕΡΙΔΙΟ ΤΩΝ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΩΝ Σ.Σ.Ε. ΚΑΙ Δ.Α., 1961-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990.

Όμως μετά τις από 14.2.2012 αλλαγές η εκτίμηση των επιπτώσεων της κατάργησης του δικαιώματος μονομερούς προσφυγής στην διαιτησία συνδέεται με ανάλυση πέρα από την διαχρονική σύγκριση του ποσοστού των Διαιτητικών Αποφάσεων επί του συνόλου των Σ.Σ.Ε. και των Δ.Α., και με την έμφαση στην πληρέστερη εικόνα ανά είδος Σ.Σ.Ε για τις περιοχές και τους τρόπους προόδου των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων στα πλαίσια του Ν. 1876/90. …κρυμμένη στην εσωτερική αλληλουχία του Ν. 1876/90… Ενώ η συνοπτική εικόνα δείχνει τον φθίνοντα ρόλο της Διαιτησίας κατά την περίοδο εφαρμογής του Ν. 1876/90 έναντι της περιόδου εφαρμογής του Ν. 3239/55 οι επιπτώσεις των αλλαγών συνδέονται με την συνάρθρωση πρώτον, ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων εκτός διαδικασιών ΟΜΕΔ, δεύτερον, μεσολάβησης υπό την αιγίδα του ΟΜΕΔ και διαιτησίας του ΟΜΕΔ. Κατά την περίοδο 1992-2008 υψηλό μερίδιο των Σ.Σ.Ε. και Δ.Α. που συνάπτονταν ετησίως, τουλάχιστον στο ¼ των συλλογικών ρυθμίσεων Σ.Σ.Ε. και Δ.Α., που συνάπτονταν ετησίως, και συχνά στο 1/3 αυτών, γινόταν χρήση της προσφυγής στις υπηρεσίες Μεσολάβησης του ΟΜΕΔ (Ιωάννου, 2011). Όσον αφορά την προσφυγή στη Διαιτησία, το χαμηλότερο ποσοστό σημειώνεται το 1994 με 13% των ρυθμίσεων, και το υψηλότερο το 1999 με ποσοστό 23,5%. Κατά μέσο όρο, σχεδόν για το 1/5 των διαδικασιών

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 4

συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών ρυθμίσεων ετησίως, ήταν αναγκαία η προσφυγή στη Διαιτησία του Ο.ΜΕ.Δ. Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει διαχρονική τάση μείωσης του βαθμού προσφυγής στη Διαιτησία, αλλά ετήσιες διακυμάνσεις και αυξομειώσεις, που συνδέονται με το «κλίμα» των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων καταλήγει να ρυθμίζεται μεταξύ του 10% και του 20% των Σ.Σ.Ε. ετησίως (Ιωάννου, 2011). Η συνάρθρωση Ελευθέρων Συλλογικών Διαπραγματεύσεων, Μεσολάβησης και Διαιτησίας φαίνεται στο Διάγραμμα 2, όπου απεικονίζεται ο βαθμός προσφυγής σε υπηρεσίες Μεσολάβησης του Ο.ΜΕ.Δ., ως ποσοστό του συνόλου των συλλογικών ρυθμίσεων ετησίως την περίοδο 1992-2008, σε συνδυασμό με το ποσοστό προσφυγής στις υπηρεσίες Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ. και, εν συνεχεία, ο βαθμός ρύθμισης των Σ.Σ.Ε., με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων. Η διαγραμματική απόσταση μεταξύ των μεριδίων της Μεσολάβησης, της προσφυγής στη Διαιτησία και της έκδοσης Διαιτητικών Αποφάσεων ανά έτος, «περιγράφει» το βαθμό επιτυχίας της Μεσολάβησης στο στάδιο της Μεσολάβησης, αλλά και στο στάδιο της Διαιτησίας.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2

ΠΟΣΟΣΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΣΕ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ, ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΏΝ

ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ Ο.ΜΕ.Δ., 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 5

…και κρυμμένη πίσω από μέσους όρους … Η συνολική εικόνα στο Διάγραμμα 2 είναι ότι στην περίοδο 1992-2008 εφαρμογής του Ν. 1876/90 υπάρχει ένας «πυρήνας» του 30% των συλλογικών ρυθμίσεων οι οποίες χρειάζονταν τις υπηρεσίες Μεσολάβησης του Ο.ΜΕ.Δ., ένας στενότερος «πυρήνας» που περιλαμβάνει το 18-20% των συλλογικών ρυθμίσεων οι οποίες χρειάζονταν τις υπηρεσίες Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ., καθώς και ένας «σκληρός πυρήνας» που περιλαμβάνει το 10-15% των συλλογικών ρυθμίσεων ετησίως, οι οποίες χρειάζονταν την έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων του Ο.ΜΕ.Δ. Πίσω δε από τον μέσο όρο του 10%-15% κρύβεται η ιεραρχική και όχι ιδιαίτερα εξελισσόμενη δομή και ο βαθμός προσφυγής στις υπηρεσίες Μεσολάβησης, στις υπηρεσίες Διαιτησίας και η κατανομή των Δ.Α. ανά είδος.

Οι Ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ περισσότερο «εξαρτημένες» από τις υπηρεσίες του ΟΜΕΔ. Τα στοιχεία (Διάγραμμα 3) δείχνουν ότι στις ομοιοεπαγγελματικές Σ.Σ.Ε. γινόταν προσφυγή στη Μεσολάβηση, σε ποσοστό που κυμαίνεται από 40 έως 70%, ήτοι για την διαπραγμάτευση από 4 έως 7 στις κάθε 10 ομοιοεπαγγελματικές Σ.Σ.Ε. Στις Κλαδικές Σ.Σ.Ε. γινόταν προσφυγή στις υπηρεσίες Μεσολάβησης, σε ποσοστό από 40% έως 50%, δηλαδή 4 ή 5 για κάθε 10 Κλαδικές Σ.Σ.Ε. Στις Επιχειρησιακές Σ.Σ.Ε. γινόταν προσφυγή στις υπηρεσίες Μεσολάβησης, κατά μέσο όρο σε ποσοστό 10 έως 20%, αν και για κάποια έτη, όπως το 2008, εμφανίζεται προσφυγή στις υπηρεσίες Μεσολάβησης, σε ποσοστό 32,8% των Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε. Εξίσου ενδιαφέρον έχει και ο βαθμός προσφυγής στη Διαιτησία και ο βαθμός ρύθμισης των Σ.Σ.Ε. με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων ανά είδος Σ.Σ.Ε.. Ο βαθμός προσφυγής στη Διαιτησία είναι επίσης υψηλότερος για τις Ομοιοεπαγγελματικές Σ.Σ.Ε., αν και εδώ η απόσταση από τις Κλαδικές Σ.Σ.Ε. μειώνεται. Σε σχεδόν 1 στις 3 έως 1 στις 4 συλλογικές διαπραγματεύσεις για σύναψη Ομοιοεπαγγελματικών Σ.Σ.Ε., καθίσταται αναγκαία η προσφυγή σε υπηρεσίες Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ. Με άλλα λόγια, στην περίπτωση των Ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ εκτός από τις απευθείας διαπραγματεύσεις, που «αποτυγχάνουν» και οδηγούν σε προσφυγή σε υπηρεσίες Μεσολάβησης του Ο.ΜΕ.Δ., «αποτυγχάνουν» σε ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 25% και 33% και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις κατά το στάδιο της Μεσολάβησης, με αποτέλεσμα να οδηγείται περαιτέρω η συλλογική διαπραγμάτευση στην αναζήτηση υπηρεσιών Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ. Κατά μέσο όρο, τα ποσοστά προσφυγής στη Διαιτησία είναι χαμηλότερα στην περίπτωση των Κλαδικών Σ.Σ.Ε και ακόμη χαμηλότερα στην περίπτωση των Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 6

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3

ΠΟΣΟΣΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΣΤΗΝ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΟΥ Ο.ΜΕ.Δ.

ΑΝΑ ΕΙΔΟΣ Σ.Σ.Ε., 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990.

Οι κλαδικές ΣΣΕ ήταν σε υψηλό βαθμό «εξαρτημένες» από τις υπηρεσίες του ΟΜΕΔ. Οι διαφοροποιήσεις του βαθμού προσφυγής στη Διαιτησία, ανά είδος Σ.Σ.Ε. και οι διαχρονικές διακυμάνσεις απεικονίζονται στο Διάγραμμα 4. Όσον αφορά την προσφυγή στις υπηρεσίες Διαιτησίας σε σχεδόν 1 στις 5, έως 1 στις 4 Κλαδικές Σ.Σ.Ε., ήταν αναγκαία η προσφυγή στις υπηρεσίες Διαιτησίας, αν και υπάρχουν έτη π.χ. το 1997 ή το 2003, που έως και για 1 στις 3 Κλαδικές Σ.Σ.Ε. κρίθηκε αναγκαία η προσφυγή στη Διαιτησία. Όσον αφορά στις Επιχειρησιακές Σ.Σ.Ε., διαπιστώνεται ότι, κατά μέσο

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 7

όρο, η προσφυγή στη Διαιτησία αφορά σχεδόν 1 στις 10 Σ.Σ.Ε., όμως τα τελευταία χρόνια, μετά το 2004, παρατηρείται αυξανόμενο ποσοστό Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε., για τις οποίες οι συλλογικές διαπραγματεύσεις οδηγούνται στις υπηρεσίες Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το Διάγραμμα 4, μετά το 2004 οι σημαντικές διαφοροποιήσεις του βαθμού προσφυγής στις υπηρεσίες Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ συρρικνώνονται σημαντικά, τροποποιώντας και το βαθμό προσφυγής και τις ιεραρχήσεις της περιόδου 1992-2003. Αυτό αποτελεί ένδειξη αλλαγών στην εξέλιξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, που χρήζει ιδιαίτερης μελέτης και ερμηνείας.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 4

ΠΟΣΟΣΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΣΤΗΝ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ ΤΟΥ Ο.ΜΕ.Δ.

ΑΝΑ ΕΙΔΟΣ ΣΣΕ, 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990.

Ο βαθμός προσφυγής στις υπηρεσίες Διαιτησίας, δεν ισοδυναμεί πλήρως με το βαθμό ρύθμισης των Σ.Σ.Ε. με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων, διότι, όπως φαίνεται και στο Διάγραμμα 2, ένας αριθμός προσφυγών στη Διαιτησία οδηγούνταν σε σύναψη Σ.Σ.Ε. από τα μέρη, κατά το στάδιο

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 8

της Διαιτησίας. Επιπλέον, πίσω από το μέσο όρο του ποσοστού Διαιτητικών Αποφάσεων επί του συνόλου των Σ.Σ.Ε., «κρύβεται» σημαντικότατη διαφοροποίηση ανά είδος Σ.Σ.Ε. Με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων ρυθμίζεται, κατά μέσο όρο, την περίοδο 1992-2008 το ¼ των Ομοιοεπαγγελματικών Σ.Σ.Ε., το ¼ των Κλαδικών Σ.Σ.Ε. και το 1/20 των Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε. Αυτή η σημαντική διαφοροποίηση ανά είδος Σ.Σ.Ε. και η διαχρονική εξέλιξη του βαθμού ρύθμισης των Σ.Σ.Ε. με την έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων εμφανίζεται στο Διάγραμμα 5.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 5

ΠΟΣΟΣΤΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΣΣΕ ΜΕ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ Ο.ΜΕ.Δ. ΑΝΑ ΕΙΔΟΣ Σ.Σ.Ε., 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990.

Το υψηλότερο του μέσου όρου ποσοστό ρύθμισης της «αποτυχίας» των απευθείας συλλογικών διαπραγματεύσεων για τη σύναψη Ομοιοεπαγγελματικών Σ.Σ.Ε. και Κλαδικών Σ.Σ.Ε. με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων, καθώς συστηματικά για ένα μέρος των υπό διαπραγμάτευση Σ.Σ.Ε. δεν καθίσταται δυνατή η σύναψη Σ.Σ.Ε., είτε κατά το στάδιο της Μεσολάβησης, είτε κατά το στάδιο της Διαιτησίας, «σχετικοποιεί» την απλοϊκή εικόνα του συνολικά χαμηλού μέσου όρου της Διαιτησίας, καθώς

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 9

οι Κλαδικές Σ.Σ.Ε. και οι Ομοιοεπαγγελματικές Σ.Σ.Ε. αποτελούν τον «λειτουργικό πυρήνα» της δομής των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που έχει διαμορφωθεί κατά την περίοδο εφαρμογής του Ν. 1876/90. Προς κατάρρευση της υφιστάμενης δομής των συλλογικών διαπραγματεύσεων; Στο ποσοστό ρύθμισης με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων των Σ.Σ.Ε. ανά είδος, συνοψίζεται το υπόλοιπο των «αποτυχιών» στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, δηλαδή το ποσοστό των συλλογικών ρυθμίσεων, για τις οποίες δεν υπήρξε επιτυχής απευθείας συλλογική διαπραγμάτευση μεταξύ των μερών και δεν κατέστη δυνατή η σύναψη Σ.Σ.Ε., είτε κατά το στάδιο της Μεσολάβησης είτε κατά το στάδιο της Διαιτησίας. Δείκτης της αποτελεσματικής εφαρμογής του Ν. 1876/90 είναι ο βαθμός μείωσης του «υπολοίπου» των «αποτυχημένων» συλλογικών διαπραγματεύσεων, από φάση σε φάση του Ο.ΜΕ.Δ., μέχρι την κατάληξη της έκδοσης Διαιτητικής Απόφασης. Η διαγραμματική απόσταση μεταξύ των μεριδίων της Μεσολάβησης, της προσφυγής στη Διαιτησία και της έκδοσης Διαιτητικών Αποφάσεων ανά έτος, «περιγράφει» το βαθμό επιτυχίας της Μεσολάβησης στο στάδιο της Μεσολάβησης, αλλά και στο στάδιο της Διαιτησίας. Για παράδειγμα, αν, σύμφωνα με το σύστημα του Ν. 3239/55 η «αποτυχία» της συλλογικής διαπραγμάτευσης οδηγούνταν αυτομάτως σε έκδοση Διαιτητικής Απόφασης, τότε το ποσοστό προσφυγής στη Μεσολάβηση θα ισούταν με το ποσοστό των Διαιτητικών Αποφάσεων. Αυτό όμως δε συμβαίνει και σε αυτό συνοψίζεται η πρώτη ουσιαστική συμβολή του Ν. 1876/90 στον εμπλουτισμό των διαδικασιών της συλλογικής διαπραγμάτευσης, η οποία ωστόσο όπως φαίνεται και στα Διαγράμματα 6, 7 και 8, εμφανίζεται ανισομερής ανά διαφορετικό είδος Σ.Σ.Ε. Στο Διάγραμμα 6, παρουσιάζονται τα ποσοστά προσφυγής σε Μεσολάβηση, σε Διαιτησία και σε έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων, την περίοδο 1992-2008, για τις Ομοιοεπαγγελματικές Σ.Σ.Ε. Είναι αξιοσημείωτο ότι μόνον κατά το έτος 2003, τα τρία ποσοστά συμπίπτουν. Τότε όλες οι «αποτυχίες» συλλογικής διαπραγμάτευσης που οδηγήθηκαν σε Μεσολάβηση, κατέληξαν στη Διαιτησία και εν συνεχεία όλες ρυθμίσθηκαν με έκδοση Διαιτητικής Απόφασης. Τα υπόλοιπα έτη υπήρξε περιθώριο επιτυχίας και σύναψης Σ.Σ.Ε., με την παροχή υπηρεσιών Μεσολάβησης του Ο.ΜΕ.Δ. Επίσης, μόνον σε 4 έτη (2003, 2004, 2005, 2008) το σύνολο των προσφυγών σε Διαιτησία οδηγήθηκε σε ισάριθμη έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων. Τα υπόλοιπα έτη υπήρξαν μικρά, έστω,

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 10

περιθώρια επιτυχίας ως προς τη σύναψη Σ.Σ.Ε., έστω και κατά το στάδιο της Διαιτησίας.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 6

ΠΟΣΟΣΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΓΙΑ ΟΜΟΙΟΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ Σ.Σ.Ε. ΣΕ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ, ΣΕ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΏΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ Ο.ΜΕ.Δ., 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990.

Στο Διάγραμμα 7 παρουσιάζονται τα ποσοστά προσφυγής σε Μεσολάβηση, σε Διαιτησία και σε έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων, την περίοδο 1992-2008 για τις Κλαδικές Σ.Σ.Ε. Είναι αξιοσημείωτα τα σημαντικά περιθώρια επιτυχίας στο στάδιο της Μεσολάβησης. Καταγράφονται από την απόσταση των ποσοστών προσφυγής στη Μεσολάβηση έναντι των ποσοστών εν συνεχεία προσφυγής στη Διαιτησία. Στη συνέχεια και κατά το στάδιο της Διαιτησίας, εμφανίζονται μικρά αλλά υπαρκτά περιθώρια επιτυχίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων, καθώς μόνον τα έτη 1994, 2001, 2003, 2007, για το συνολικό αριθμό των προσφυγών στη Διαιτησία για σύναψη Κλαδικής Σ.Σ.Ε., εκδίδονται ισάριθμες Διαιτητικές Αποφάσεις.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 11

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 7

ΠΟΣΟΣΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΓΙΑ ΚΛΑΔΙΚΕΣ Σ.Σ.Ε. ΣΕ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ, ΣΕ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΏΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ Ο.ΜΕ.Δ., 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990. Στο Διάγραμμα 8 παρουσιάζονται τα ποσοστά προσφυγής σε Μεσολάβηση, σε Διαιτησία και σε έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων για τις Επιχειρησιακές Σ.Σ.Ε. την περίοδο 1992-2008. Είναι αξιοσημείωτα τα σημαντικά περιθώρια επιτυχίας στο στάδιο της Μεσολάβησης, που καταγράφονται από την απόσταση των ποσοστών προσφυγής στη Μεσολάβηση και συνακόλουθα προσφυγής στη Διαιτησία. Στη συνέχεια, κατά το στάδιο της Διαιτησίας, εμφανίζονται για τις Επιχειρησιακές Σ.Σ.Ε. συστηματικά και αναλογικά, υψηλά έναντι των Κλαδικών και Ομοιοεπαγγελματικών Σ.Σ.Ε., περιθώρια επιτυχίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων, καθώς, μόνον στα πρώτα έτη εφαρμογής του Ν. 1876/90, το 1992 και το 1994, για τον συγκριτικά μικρό αριθμό των προσφυγών στη Διαιτησία με σκοπό τη σύναψη επιχειρησιακής Σ.Σ.Ε., εκδίδονται ισάριθμες Διαιτητικές Αποφάσεις. Κατά τα υπόλοιπα έτη σχεδόν 1 στις 3 ή 1 στις 2 Επιχειρησιακές συλλογικές διαπραγματεύσεις που έχουν οδηγηθεί στη Διαιτησία, καταλήγουν σε σύναψη Επιχειρησιακής Σ.Σ.Ε., κατά το στάδιο της Διαιτησίας.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 12

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 8

ΠΟΣΟΣΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ Σ.Σ.Ε. ΣΕ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ, ΣΕ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΏΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ Ο.ΜΕ.Δ., 1992-2008

Πηγή: Χρ. Ιωάννου (2011) Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990. Τα διαγράμματα 6, 7 και 8 δείχνουν ότι οι «δύο ευκαιρίες» θεραπείας της «αποτυχίας» των Συλλογικών Διαπραγματεύσεων, πριν την έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων, αξιοποιήθηκαν, αν και σε διαφορετικό βαθμό, τόσο στις Ομοιοεπαγγελματικές Σ.Σ.Ε. όσο και στις Κλαδικές Σ.Σ.Ε., όπου οι απευθείας συλλογικές διαπραγματεύσεις κατ’ αρχήν «αποτυγχάνουν» και αξιοποιούνται, κυρίως, στο στάδιο της Μεσολάβησης, αλλά και στο στάδιο της Διαιτησίας. Οι «δύο ευκαιρίες» που παρείχε ο Ν. 1876/90 αξιοποιούνταν ακόμη περισσότερο στην περίπτωση των Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε., κυρίως κατά το στάδιο της Μεσολάβησης, αλλά σε σημαντικό βαθμό και κατά το στάδιο της Διαιτησίας, κι αυτό συνδέεται, εν μέρει, με την «αστάθεια» των Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε., αστάθεια την οποία έχουμε ήδη διαγνώσει σε άλλη μελέτη (Ιωάννου, 2011β). Και στις τρεις περιπτώσεις, οι διαχρονικές τάσεις και διακυμάνσεις είναι δείκτες του κλίματος στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, πριν τις υπηρεσίες του Ο.ΜΕ.Δ., αλλά και κατά τη

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 13

διάρκεια της παροχής υπηρεσιών Μεσολάβησης και Διαιτησίας από τον Ο.ΜΕ.Δ.

Τεκτονικές επιπτώσεις της αλλαγής για την προσφυγή στην Διαιτησία. Οι τεκτονικές διαστάσεις των αλλαγών που λαμβάνουν χώρα στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων συνδέονται με τον εν τοις πράγμασι υψηλό βαθμό «εξάρτησης» τους από την λειτουργία της διαιτησίας του Ν. 1876/90 όπως αυτή λειτούργησε την περίοδο 1992-2008. Αυτός ο βαθμός εξάρτησης συνδέεται με την επιρροή του που δεν ήταν εμφανής όταν γινόταν η επίκληση του κατά μέσο όρο 15-20% των ΣΣΕ που ρυθμιζόταν στην Ελλάδα την ίδια περίοδο με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων. Ο τεκτονικές αλλαγές συνδέονται με το ότι ο βαθμός εξάρτησης ήταν πολύ μεγαλύτερος στην περίπτωση των Κλαδικών και Ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ. Με έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων ρυθμιζόταν, κατά μέσο όρο, την περίοδο 1992-2008 το ¼ των Ομοιοεπαγγελματικών Σ.Σ.Ε., το ¼ των Κλαδικών Σ.Σ.Ε. και το 1/20 των Επιχειρησιακών Σ.Σ.Ε. Αυτή η σημαντική διαφοροποίηση ανά είδος Σ.Σ.Ε. και η διαχρονική εξέλιξη του βαθμού ρύθμισης των Σ.Σ.Ε. με την έκδοση Διαιτητικών Αποφάσεων δείχνει ότι η κατάργηση της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στην Διαιτησία συνεπάγεται τεκτονικές αλλαγές στο σύστημα εργασιακών σχέσεων και ρύθμισης των αμοιβών και της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα. Ήδη αυτό εκφράζεται στις μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού Κλαδικές και Ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ που έχουν ανανεωθεί μετά την κατάργηση της δυνατότητας μονομερούς προσφυγής στην Διαιτησία. Παραμένει ανοικτό το πόσες από τις Ομοιοεπαγγελματικές και Κλαδικές ΣΣΕ από όσες λειτούργησαν τα τελευταία χρόνια θα επιβιώσουν. Τα Πραγματικά Προβλήματα της Πραγματικής Οικονομίας και η Διαμόρφωση των Μισθών. Αυτό που συμβαίνει είναι κάτι περισσότερο από ύφεση… «Αρμόδιοι» της πολιτικής και της οικονομίας (θεωρητικής και εφαρμοσμένης) διακινούν στερεότυπα τα περί «ύφεσης» που «βαθαίνει» λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής. Και προτείνουν «τόνωση της ζήτησης». Αγνοούν ότι η «ύφεση» στο ΑΕΠ (2008: -0,2%, 2009: -3,2%, 2010: -3,5%, 2011: -6,8%) ήρθε πριν από το Μνημόνιο, παρά την επέκταση του υψηλού δημοσιονομικού ελλείμματος (2007: -6,4%, 2008: -9,8%, 2009: -15,4%, 2010: -10,5%) και του πρωτογενούς (2007: -2%,

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 14

2008: -4,8%, 2009: -10,6%, 2010: -5%). Παραβλέπουν ορισμένα από τα δεδομένα και την ουσία της τρέχουσας κρίσης στην ελληνική οικονομία. Ότι δεν γεννήθηκε, ούτε είναι μία κρίση «ζήτησης» (λόγω υποκατανάλωσης), δοθέντος ότι «ζήτηση» υπάρχει ακόμη άφθονη. Παρά το ότι «στέρεψε» η συνεχής αύξηση δανείων και, συνεπώς, η ανάλογη αύξηση των (καταναλωτικών) δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ύπαρξη «ζήτησης» αποδεικνύουν τα ακόμη γιγαντιαία ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο (χωρίς πετρελαιοειδή, το 2011 ανήλθαν σε 15,9 δισ. ευρώ) και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η υφιστάμενη ισχυρή «ζήτηση» καλύπτεται από εισαγωγές, που αφ' εαυτές δεν συνιστούν πρόβλημα δεδομένου ότι σε μία μικρή ανοικτή οικονομία δεν είναι απαραίτητο να ικανοποιεί η ελληνική παραγωγή απ' ευθείας όλες τις ανάγκες της ελληνικής αγοράς. Όμως οι ελληνικές εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών είναι συστηματικά υψηλότερες ως ποσοστό του ΑΕΠ έναντι των εξαγωγών. Το 2007 ήταν 37% εισαγωγές έναντι 24% εξαγωγές, το 2010 έγιναν 30% έναντι 22%.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 9

Παραγωγική - Ανταγωνιστική συρρίκνωση –Εθνική Εξωτερική Οικονομική ανισορροπία

12

-7,7-7,2

-6,5 -6,5-5,8

-7,5

-11,3

-14,4 -14,6

-11,2

-16

-14

-12

-10

-8

-6

-4

-2

02000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009

Έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ως % του ΑΕΠ

Συνεπώς η κρίση στην πραγματική ελληνική οικονομία είναι μία κρίση παραγωγής και «προσφοράς», τα στοιχεία της οποίας βεβαίως προϋπήρχαν (όπως φαίνεται και στο Διάγραμμα 9) σε όλη την διάρκεια από την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη, πλην όμως αν και ευδιάκριτα, δεν έτυχαν της κατάλληλης προσοχής λόγω της δανειακής πλημμύρας της προηγουμένης περιόδου 2000-2009, η οποία επέτρεπε την παράβλεψη των προβλημάτων

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 15

με τη μετάθεσή τους στο μέλλον, μέσω του δανεισμού και της υπερκατανάλωσης. Σήμερα που οι δυνατότητες δημιουργίας εισοδήματος μέσω δανεισμού και η, εξ αντιστοιχίας, απασχόληση παραγωγικών συντελεστών στους κλάδους των «διεθνώς μη εμπορευσίμων» εξαερώθηκαν, το χρόνιο διαρθρωτικό πρόβλημα προσφοράς της ελληνικής οικονομίας ήρθε στην επιφάνεια, με οδυνηρό τρόπο. Η «ζήτηση» και «εντός» και «εκτός» της Ελλάδας περιμένει την προσφορά να ανταποκριθεί και να την καλύψει! Αλλά δεν αφορά «προκλητή ζήτηση» από κρατικές (και παρακρατικές) υπηρεσίες ή οικοδομές, εμπορικές υπηρεσίες, κ.ο.κ., ούτε αντιπαραγωγικές επενδύσεις που αποτέλεσαν τους τροφοδότες της «ανάπτυξης – φούσκας» κατά την πρώτη δεκαετία της Ελλάδας στην ευρωζώνη (βλ. Διάγραμμα 10). Τόσο στην εσωτερική αγορά (πλέον) όσο και στην αχανή εξωτερική, η «ζήτηση» αφορά «διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά», τα οποία η ελληνική οικονομία, δυστυχώς, δεν είναι σε θέση να παραγάγει να προσφέρει και να τοποθετήσει, σε ποιότητα και τιμές που να είναι ανταγωνιστικές.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 10

2000-2009 : Αυταπάτη «Ανάπτυξης»Δανεική Κατανάλωση & Επενδύσεις «φούσκες»

Επιπλέον «ζήτηση» υπάρχει εκτός των συνόρων, στην αχανή παγκόσμια αγορά, με ελαστικότητα που τείνει στο άπειρο, όπου μπορούν να εξαχθούν όσα επιπλέον ελληνικά προϊόντα απαιτείται για να δημιουργηθούν τα εισοδήματα που χρειάζονται ώστε να απαλλαγεί η χώρα από το τεράστιο εμπορικό έλλειμμα και από την υψηλή και αυξανόμενη ανεργία. Σημειώστε τα ύψη, τη σχέση εξαγωγών/εισαγωγών στο ΑΕΠ και τις μεταβολές της σε άλλες χώρες εντός (Ιρλανδία 2007: 80/71, 2010: 99/80), εκτός (Ισλανδία

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 16

2007:71/35, 2010:56/46) και επί τα αυτά (Λετονία 2007:42/62, 2010:53/54) της Ευρωζώνης. Το εγχείρημα της εσωτερικής υποτίμησης… Η εσωτερική υποτίμηση είναι η «μεγάλη εικόνα» που θα έπρεπε να βρίσκεται στο τραπέζι διεξοδικών (και όχι συνοπτικών και επιγραμματικών) συζητήσεων μεταξύ κυβέρνησης και εκπροσώπων εργοδοτών και εργαζομένων, εάν υπήρχε παραγωγικός διάλογος για συντεταγμένη πολιτική και συνεννόηση προς αντιμετώπιση της ανταγωνιστικής και παραγωγικής κατάρρευσης που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία. «Εσωτερική» γιατί η χώρα, επιλέγοντας την προσαρμογή σε συνθήκες ευρώ, δεν έχει τη δυνατότητα νομισματικής υποτίμησης όπως στις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Tο ζήτημα δεν είναι εάν στην Eλλάδα θα γίνει εσωτερική υποτίμηση. H εσωτερική υποτίμηση μισθών ήδη γίνεται. Άρχισε από το 2010, έτος για το οποίο ήταν βαθύτερη από ό,τι στη χώρα-«παράδειγμα», τη Λετονία, η οποία αν και δεν ανήκει στην Eυρωζώνη, έχοντας συνδέσει το νόμισμά της σταθερά με το ευρώ, αντί να κάνει νομισματική υποτίμηση, είχε προχωρήσει σε εσωτερική υποτίμηση, την οποία ο νυν πρόεδρος του EFSF θεωρεί υποδειγματική για χώρες της Eυρωζώνης – και για την Ελλάδα. Tο ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι εάν θα γίνει, αλλά το πώς γίνεται. H εσωτερική υποτίμηση των τιμών και των παραγωγικών εισροών συνιστούν εξίσου κρίσιμες και εκκρεμείς πλευρές. Η εσωτερική υποτίμηση επιβάλλεται κυρίως λόγω της συμμετοχής της ελληνικής οικονομίας στην ευρωζώνη και της πολυετούς εσωτερικής ανατίμησης και αντιπαραγωγικής αναδιάρθρωσης που έλαβε χώρα στην Ελλάδα στη διάρκεια της δεκαετίας στο ευρώ. Όταν η διαμόρφωση των μισθών βασιζόταν στο κυνήγι του εγχώριου πληθωρισμού, στην αυταπάτη της ευρωπαϊκής σύγκλισης, σε σχεδόν πλήρη αποσύνδεση από την πορεία της παραγωγικότητας. Στον αντίποδα αυτού που συνέβαινε στη Γερμανία, αλλά και μακράν όσων συνέβαιναν σε Ισπανία, Ιρλανδία και Πορτογαλία, όπου η σύνδεση διαμόρφωσης των μισθών με την παραγωγικότητα ήταν μεν ασθενέστερη της Γερμανίας, αλλά όχι τόσο όσο στην Ελλάδα. Η εσωτερική υποτίμηση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οπως έγραφε ο Κέινς το 1925 (στο The Economic Consequences of Mr. Churchill) σε ανάλογη περίπτωση όταν ο τότε υπουργός Οικονομικών είχε αποφασίσει την επιστροφή της βρετανικής λίρας στον «κανόνα χρυσού» με υπερτιμημένη ισοτιμία, και μέσω αυτού επέβαλε την εσωτερική υποτίμηση μισθών και

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 17

τιμών, «οι σύμβουλοί του θα έπρεπε να τον ενημερώσουν» ότι αυτή «σίγουρα περιλαμβάνει ανεργία και συγκρούσεις». Στην εσωτερική υποτίμηση μισθών μέσω πολυετούς απογείωσης της ανεργίας σε επίπεδα ανώτερα της ισπανικής (20%+) πρέπει να αντιπροταθούν μέτρα πολιτικής που κάνουν κατανοητό ότι η διαμόρφωση μισθών αφορά ταυτόχρονα τον ορισμό μέρους του παραγωγικού κόστους, και του εισοδήματος των παραγωγών και τη με συγκροτημένο τρόπο υποστήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των παραγωγών. Με επιλογές στους αντίποδες όσων αλληλοσυγκρουόμενων υλοποιήθηκαν την τελευταία διετία, όπου και ο ονομαστικός μισθός μειώνεται, και ο διαθέσιμος μισθός μειώνεται (μέσω αύξησης της άμεσης φορολογίας και του μη μισθολογικού κόστους), και η αγοραστική δύναμη του μειούμενου ονομαστικού μισθού και του διαθέσιμου μισθού μειώνεται, με την αύξηση των εμμέσων φόρων (ΦΠΑ, κ.λπ.). Με επιλογές που στηρίξουν την εγχώρια παραγωγή διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών/υπηρεσιών και τους παραγωγούς τους. … είναι ένα μετέωρο βήμα … Οι τεχνικές εκθέσεις του ΔΝΤ και της Ε.Ε. που συνοδεύουν την έγκριση του δεύτερου Μνημονίου /Δανείου, όπου η εσωτερική υποτίμηση καθίσταται ρητώς πρωταρχικός και κρίσιμος στόχος για την επιτυχία του νέου Προγράμματος, και κυρίως η έκθεση του ΔΝΤ, είναι αποκαλυπτικές όσον αφορά τον υψηλό «κίνδυνο ατυχήματος» που διατρέχει το Πρόγραμμα και η Ελλάδα. Οι δύο εκθέσεις αποτελούν τις τεχνικά πληρέστερες αποτυπώσεις των πρόσφατων οικονομικών δεδομένων της χώρας και της δυναμικής τους. Και κυρίως η Έκθεση του ΔΝΤ, η οποία καλείται να απαντήσει, μεταξύ άλλων, και σε τεχνικές - πολιτικές ενστάσεις - αντιρρήσεις εκπροσώπων τρίτων χωρών (Βραζιλίας, Κίνας, Ρωσίας, ΗΠΑ), οι οποίοι δεν δεσμεύονται από την τρέχουσα μονομέρεια του «υπαρκτού ευρωπαϊσμού». Γι' αυτό περιέχουν, διπλωματικά διατυπωμένες, ρεαλιστικές εκτιμήσεις για το 2ο Ελληνικό Πρόγραμμα. Δύο είναι τα κύρια σημεία ως προς τον υψηλό «κίνδυνο ατυχήματος». Πρώτον ότι παρά το παγκόσμιο ρεκόρ στο ύψος της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, αυτό θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα οριακής βιωσιμότητας επί σειρά ετών. Η οριακή βιωσιμότητα συνδέεται με φιλόδοξους στόχους δημοσιονομικής προσαρμογής και εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις. Προϋποθέτει δε εφαρμογή ενός ιδιαίτερα αισιόδοξου σεναρίου διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η ελάχιστη απόκλιση από τα φιλόδοξα και αισιόδοξα θεωρείται ότι θα ενεργοποιήσει την ανάγκη νέας

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 18

στήριξης από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας και νέα αναδιάρθρωση χρέους. Δεύτερον, η συνάρτηση της επιτυχίας του Προγράμματος από την επιτυχία του, πρωταρχικού πλέον, στόχου της εσωτερικής υποτίμησης. Κι εκεί η τεχνική έκθεση του ΔΝΤ υποχρεώνεται να αναζητήσει μαθήματα από άλλες εμπειρίες και να προχωρήσει σε συγκριτικές αξιολογήσεις. Το τεχνικό-πολιτικό συμπέρασμα ως προς το εγχείρημα της εσωτερικής υποτίμησης στην Ελλάδα έρχεται να επιβεβαιώσει την αυξημένη πιθανότητα ατυχήματος του 2ου Προγράμματος. Η Έκθεση του ΔΝΤ συμπεραίνει ότι «οι περιπτώσεις των άλλων χωρών (αναφέρεται σε Ολλανδία 1980, Γερμανία 1990 και 2000, Χονγκ Κονγκ 1997, Αργεντινή 1998, Χώρες Βαλτικής 2008, Ιρλανδία 2009) προσφέρουν ένα χρήσιμο πλαίσιο για τη δυνητική μακροοικονομική προοπτική της Ελλάδας, παρά το ότι οι αρχικές συνθήκες της χώρας δεν δείχνουν ευνοϊκές σε σχέση με την προηγούμενη διεθνή εμπειρία. Οι περισσότερες των προϋποθέσεων επιτυχίας απουσιάζουν από την Ελλάδα». Και καταλήγει: «Από την αρχή της κρίσης η Ελλάδα συνδύαζε διψήφιο δημοσιονομικό έλλειμμα και έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους, υψηλά αρνητική διεθνή επενδυτική θέση, μικρή εξαγωγική βάση, βαθιά ριζωμένες διαρθρωτικές ακαμψίες στις αγορές εργασίας, προϊόντων και υπηρεσιών, και ένα τεταμένο και ασταθές κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική βούληση και η τολμηρή εμπροσθοβαρής εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων είναι απολύτως κρίσιμες για να λειτουργήσει η εσωτερική υποτίμηση στην Ελλάδα, και ότι συνεχής ευρείας κλίμακας επίσημη στήριξη θα απαιτηθεί για την ανακούφιση στην οδυνηρή διαδικασία προσαρμογής». Τα πράγματα είναι πολύ δυσκολότερα από ότι φαίνονται Τα οικονομικά πράγματα της χώρας είναι πολύ χειρότερα από όσο φαίνονται όχι μόνο γιατί υπάρχει αδήριτη ανάγκη εγχώριας επίτευξης διατηρούμενων πρωτογενών πλεονασμάτων είτε το 2013 είτε το 2014, αλλά, επιπλέον, γιατί δεν δίνεται η αναγκαία σημασία στα σημαντικότερα πρωτογενή προβλήματα. Κι αυτά είναι τα της εγχώριας παραγωγής, παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας σε συνθήκες ΟΝΕ και ευρώ. Η αυταπάτη περί «σύγκλισης» σε Ε.Ε. και ΟΝΕ είναι εδραία σε τέτοιο βαθμό που δεν έχει γίνει ακόμη κατανοητό ότι η μόνη «σύγκλιση» που έλαβε χώρα με την είσοδο της Ελλάδας στο ευρώ ήταν αυτή των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού. Τα οποία όμως τροφοδότησαν την αντιπαραγωγική

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 19

υπερχρέωση της χώρας και την ιδιωτικοδήμοσια κρατι(κομματι)κή «φούσκα», συρρικνώνοντας ό,τι παραγωγικό της είχε απομείνει στον τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών. Η ροή δανεικών κεφαλαίων του ευρωπαϊκού βορρά στον ευρωπαϊκό νότο εξελήφθη ως μηχανισμός «σύγκλισης». Στην Ελλάδα ο εξωτερικός υπερδανεισμός του Δημοσίου και η διόγκωσή του διατήρησαν την αυταπάτη «σύγκλισης», παράγοντας «απόκλιση», έως ότου η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 άρχισε να αποκαλύπτει την οικονομική αλήθεια ότι, ακόμη κι αν είσαι μέλος νομισματικής ένωσης, η πιστοληπτική ικανότητά σου δεν εξαρτάται από το νόμισμα με το οποίο συναλλάσσεσαι. Εξαρτάται από τι παράγεις και πόσο ανταγωνιστικά το παράγεις για την δική σου και τη διεθνή οικονομία. Παρά την εξελισσόμενη ελεγχόμενη χρεοκοπία «αγνοείται» ότι η χώρα είναι, έναντι διακρατικών δανείων, σε «Πρόγραμμα» που σκοπεί σε δημοσιονομική προσαρμογή και πρωτογενή πλεονάσματα λίγο πριν, λίγο μετά το 2014, και σε ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας κόστους και τιμών. «Πρόγραμμα» που υπερβαίνει τους τρέχοντες, μικρούς και ασταθείς, εκλογικούς κύκλους. Στο καλύτερο («αισιόδοξο») σενάριο των Ε.Ε.-ΕΚΤ-ΔΝΤ για την Ελλάδα η εσωτερική υποτίμηση προς ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας κόστους (κριτήριο το μοναδιαίο κόστος εργασίας) μπορεί να ολοκληρωθεί το 2015, η δε ανάκτηση ανταγωνιστικότητας τιμών (κριτήριο ο αποπληθωριστής ΑΕΠ) μπορεί να επιτευχθεί το 2020. Η εσωτερική υποτίμηση και οι μισθοί Στις τεχνικές εκθέσεις του ΔΝΤ και της Ε.Ε. που συνοδεύουν την έγκριση του 2ου Μνημονίου /Δανείου η εσωτερική υποτίμηση καθίσταται ρητός και πρωταρχικός στόχος για την επιτυχία του νέου Προγράμματος (2012-2014) ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας και πλήρους δημοσιονομικής προσαρμογής στην Ελλάδα. Στο 2ο Μνημόνιό της η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται «να στοχεύσει σε μείωση του ανά μονάδα κόστους εργασίας κατά 15% στη διάρκεια του προγράμματος». Στην τεχνική έκθεση του ΔΝΤ ο στόχος εξειδικεύεται σε συνεχείς μειώσεις του μοναδιαίου κόστους εργασίας έως το 2015. Η μεγαλύτερη μείωση επιδιώκεται για το 2012, κατά -8,6%, έναντι πραγματοποιήσεων -0,4% το 2010, -2,8% το 2011 και στόχων 2013: -1,6%, 2014: -1,9%, 2015: -0,7%. Εξ ου και τα άμεσα μέτρα που αφορούν κατώτατους μισθούς, συλλογικές συμβάσεις εργασίας και συλλογικές διαπραγματεύσεις που τέθηκαν σε εφαρμογή και αλλάζουν ριζικά το σκηνικό διαμόρφωσης των μισθών.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 20

Ο επιστημονικός διευθυντής του ΔΝΤ γράφοντας, στις 19.3.2012, για τη «λογική και την αμεροληψία του ελληνικού προγράμματος», αφού σημείωσε ότι «υπάρχουν δύο τρόποι για να γίνει κάποιος ανταγωνιστικός: είτε να γίνει πιο παραγωγικός, είτε να μειώσει μισθούς και κόστη που δεν σχετίζονται με τη μισθοδοσία» υποστήριξε ότι επειδή τα αποτελέσματα αύξησης της παραγωγικότητας «δεν θα τα δούμε σύντομα»... «αυτό μας αφήνει με τις μειώσεις των μισθών, τουλάχιστον μέχρι να αρχίσει η υψηλότερη παραγωγικότητα». Το ζήτημα των μισθών δεν τίθεται μόνον εξωγενώς αλλά και ενδογενώς. Κατά κανόνα οι επιχειρήσεις αναζητούν τρόπους μείωσης του μισθολογικού κόστους και ειδικότερα μείωσης των ονομαστικών μισθών. Το τι και το πώς αναζητείται στην αποκωδικοποίηση των ρυθμίσεων και των προβλέψεων της πράξης Υπουργικού Συμβουλίου για τα εργασιακά - μισθολογικά. Σχετικά με το τι, πότε και πώς μπορεί να μειωθεί, τι ισχύει και τι έχει λήξει από τις κλαδικές, επαγγελματικές και επιχειρησιακές συμβάσεις που ίσχυαν ή ισχύουν. Το υπάρχον σύστημα συλλογικών συμβάσεων, συλλογικών διαπραγματεύσεων και κοινωνικού διαλόγου υφίσταται τεκτονικές αλλαγές και ενδεχομένως δεν θα ξαναλειτουργήσει όπως λειτουργούσε. Η 15η Μαΐου του 2012, όταν πλέον είναι δυνατόν να αρχίσει να ασκείται μονομερώς το νομοθετηθέν δικαίωμα μείωσης των μισθών έναντι των συλλογικών συμβάσεων των οποίων έχει λήξει η ισχύς και η λεγόμενη «μετενέργεια», συνιστούν ορόσημο για τις εργασιακές σχέσεις στη χώρα. Εν τω μεταξύ υπερβαίνουν τις 200, κι αυξάνονται ταχύρυθμα, οι επιχειρησιακές συμβάσεις (αρκετές παλιές αλλά περισσότερες νέες) όπου συμφωνούνται μειώσεις μισθών κατά 10%-20%. Από αυτήν την έκτακτη διαδικασία προσαρμογής και εσωτερικής υποτίμησης, η οποία σε σημαντικό βαθμό θα είναι και συγκρουσιακή, λείπει η ψύχραιμη συζήτηση σχετικά με το ποιοι παράγοντες συμβάλλουν, και πώς, στη διαμόρφωση των μισθών. Το εάν και πώς, με ποια διαδικασία, προσδιορίζονται, με βάση τις επιχειρησιακές οικονομικές προϋποθέσεις, «αποτελεσματικοί» ελληνικοί μισθοί. Αν η πορεία των μισθών εξαρτάται από τη πορεία των παραγωγικοτήτων, η διατήρηση και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας (κι όχι μόνο αυτής), πρέπει να είναι μέρος των λύσεων και του διαλόγου. Το ζήτημα των κατώτατων μισθών Ενώ η Ελλάδα «φλερτάρει» επί διετία με την ανοικτή χρεοκοπία, ύστερα από υπερδεκαετή καταβαράθρωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 21

(το δείχνουν οι τάσεις στο εμπορικό έλλειμμα και στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών), εξακολουθεί να στερείται, λόγω και πολυετούς αυταπάτης περί ευρωπαϊκής «σύγκλισης», μιας σοβαρής ανάλυσης-συζήτησης-πολιτικής για το ζήτημα των μισθών και της απασχόλησης. Έτσι όταν επανήλθε η « τρόικα» τον Ιανουάριο 2012 με την συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης έθεσε πρώτο το ζήτημα των κατώτατων μισθών. Η Ελλάδα έχει κατώτατους μισθούς (και ημερομίσθια) για ανειδίκευτους υπαλλήλους (και εργάτες) που ορίζονται μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων από τη ΓΣΕΕ (εργατική πλευρά) και τους ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ (εργοδοτική πλευρά). Είναι το ζήτημα να μην έχει η Ελλάδα εθνικούς κατώτατους μισθούς και ημερομίσθια; Εθνικούς κατώτατους μισθούς, οριζόμενους είτε με νομοθεσία είτε με εθνικές συλλογικές διαπραγματεύσεις, έχουν τα 21 από τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (συν οι υποψήφιες Κροατία και Τουρκία) και τα 13 από τα 17 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Όσα δεν έχουν εθνικούς κατώτατους μισθούς είτε εντός Ευρωζώνης (Γερμανία, Αυστρία, Φινλανδία, Ιταλία) είτε εκτός (Σουηδία, Δανία) διαθέτουν ανεπτυγμένα συστήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων. Αλλά και εκεί (π.χ. Γερμανία, Σουηδία) συζητείται η εισαγωγή κατώτατων μισθών. Είναι οι κατώτατοι μισθοί στην Ελλάδα υψηλοί ή χαμηλοί; Στην Ε.Ε. το 2011 η σχέση υψηλότερου/χαμηλότερου είναι 14 προς 1: κυμαίνονται από τα 1.758 ευρώ του Λουξεμβούργου έως τα 123 ευρώ της Βουλγαρίας. Όμως η σύγκριση παύει να είναι παραπλανητική, εάν ληφθεί υπόψη η αγοραστική δύναμη του μισθού σε κάθε χώρα. Τότε η σχέση γίνεται 6 προς 1: σε «ισότιμα αγοραστικής δύναμης» ο κατώτατος μισθός στο Λουξεμβούργο είναι 1.466 ευρώ, στη Βουλγαρία 243 ευρώ. Είτε σε ονομαστικές τιμές είτε σε «ισότιμα αγοραστικής δύναμης» η Ελλάδα ηγείται της νοτιοευρωπαϊκής ομάδας μεσαίων κατώτατων μισθών: Ελλάδα 917 ευρώ, Σλοβενία 891 ευρώ, Μάλτα 843 ευρώ, Ισπανία 774 ευρώ, Πορτογαλία 646 ευρώ (σε «ισότιμα αγοραστικής δύναμης» του 2011 και σε 12μηνη βάση). Η απόκλιση κατώτατων μισθών Ελλάδας - Πορτογαλίας ήταν στα «επιχειρήματα» της τρόικας. Γι' αυτό η Ελλάδα είχε ήδη εισαγάγει (όπως ισχύει και σε άλλες χώρες) τον κατά 20% χαμηλότερο κατώτατο μισθό για τους νέους πρωτοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας. Όμως το κυρίως θέμα μιας σοβαρής πολιτικής μισθών δεν (πρέπει να) είναι εάν οι ελληνικοί κατώτατοι μισθοί, που αφορούν τους ανειδίκευτους εργαζόμενους, είναι υψηλοί ή χαμηλοί. Αν η ανταγωνιστικότητα κρινόταν στους ανειδίκευτους... Είναι εάν και πώς η εγχώρια διμερής διαδικασία

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 22

προσδιορισμού των μισθών, και το επίπεδό τους, συνδέουν τη διάρθρωσή τους με την ειδικευμένη και ανταγωνιστική παραγωγή στην ελληνική οικονομία. Είναι εάν στη μικρή και ανοικτή οικονομία οι μισθοί λειτουργούν «αποτελεσματικά». Τι είχε συμβεί στον ελληνικό κατώτατο μισθό μετά την είσοδο στην Ευρωζώνη; Για τον ολιγοήμερο εγχώριο κοινωνικό και δημόσιο διάλογο περί τον κατώτατο μισθό που (ουσιαστικά δεν) έλαβε χώρα τα τέλη Ιανουαρίου 2012 – αρχές Φεβρουαρίου 2012 χρήζουν επισήμανσης ορισμένες κρίσιμες πλευρές. Η συμφωνία στην ΕΓΣΣΕ του 2010 μη αύξησης των κατώτατων μισθών έως τον Ιούνιο 2011 και εν συνεχεία χορήγηση το 2011 και το 2012 από τα μέσα εκάστου έτους (1 Ιουλίου) του πληθωρισμού της Ευρωζώνης του προηγούμενου έτους ήταν συμφωνία, εν μέσω χρεοκοπίας, σε έναν άγνωστο Χ. Ήδη, διαφαινόταν ότι η ΕΚΤ θα παρέβλεπε το «καταστατικό» όριο πληθωρισμού στο 2%. Το έπραξε συμβάλλοντας στην καθυστέρηση της ύφεσης στην Ευρωζώνη. Έτσι, ο πληθωρισμός του 2011 στην Ευρωζώνη κλείνει στο 2,6%-2,7%. Η Ελλάδα βρέθηκε, εν μέσω χρεοκοπίας, οδεύουσα προς αύξηση στον κατώτατο μισθό, από 1 Ιουλίου 2012, κατά 2,6%-2,7%. Αύξηση στον κατώτατο μισθό που δεν δίνουν ούτε σχετικά ευημερούσες (π.χ. Ολλανδία) ούτε ισχυρότερες (π.χ. Γαλλία) οικονομίες της Ευρωζώνης. Η σύνδεση κατώτατου μισθού με τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης θα ήταν ορθή το 2001 και εντεύθεν, σε μία πολιτική μισθών και συλλογικών διαπραγματεύσεων που ελάμβανε υπόψη τη σημασία και τους περιορισμούς της συμμετοχής στη Νομισματική Ενωση του ευρώ. Αν ο ελληνικός κατώτατος μισθός είχε από το 2001 παρακολουθήσει τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης σήμερα δεν θα ήταν 751,39 ευρώ, αλλά 576,75 ευρώ. Προφανώς έπρεπε να κερδίζει επιπλέον την αύξηση παραγωγικότητας στον εγχώριο τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών. Ο ελληνικός κατώτατος μισθός, που χωρίς επιδόματα και τριετίες αρχίζει στα 751,39 ευρώ, δεν ακολούθησε απλά τον εγχώριο πληθωρισμό. Αν τον ακολουθούσε με μορφή απολογιστικής ΑΤΑ ετησίως θα ήταν 658,95 ευρώ. Με τη χορήγηση αυξήσεων σε δύο ετήσιες δόσεις, που συγκρατούσαν μεν εν μέρει τη μέση ετήσια μισθολογική επιβάρυνση τρέχοντος έτους, ωθώντας τον σε υψηλότερη αφετηρία το επόμενο. Ακολούθησε και την αυταπάτη μισθολογικής ευρωσύγκλισης σε συνθήκες δανει(α)κής μεγέθυνσης -φούσκας.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 23

Έτσι, ο ελληνικός κατώτατος μισθός έφθασε σε επίπεδο πολύ υψηλότερο της Πορτογαλίας και της Ισπανίας. Σε δωδεκάμηνη βάση (κι εκεί οι μισθοί είναι 14) ο ελληνικός ονομαστικός είναι 877 ευρώ, έναντι 566 και 748 ευρώ αντιστοίχως. Σε ισότιμα αγοραστικής δύναμης ο ελληνικός είναι 917 ευρώ, έναντι 646 ευρώ στην Πορτογαλία και 774 ευρώ στην Ισπανία. Υπό αυτές τις συνθήκες, ετέθη προς διάλογο και η προβλεπόμενη αύξηση και το «πάγωμά» της. Στις αρχές του 2012 ο κατώτατος ονομαστικός 751,39 ευρώ κοστίζει στον εργοδότη 965,99 ευρώ, ο δε εργαζόμενος εισπράττει καθαρά 597,35. Τα αντίστοιχα μεγέθη του έγγαμου με ένα παιδί είναι μεικτά 889,12 ευρώ, κόστος 1143,05 ευρώ, καθαρά 706,25 ευρώ. Αν και ο κατώτατος αφορά το 10%-12% των μισθωτών, αφορά το μεγαλύτερο και ραγδαία αυξανόμενο ποσοστό αδήλωτης-ανασφάλιστης εργασίας. Εκεί το κόστος εργοδότη και το καθαρό του εργαζόμενου ισοσκελίζονται στα 500-600 ευρώ. Γι' αυτό στο διάλογο για τον κατώτατο έπρεπε να προστεθεί το μη μισθολογικό κόστος, η αδήλωτη εργασία, κι εν συνεχεία η «μεγάλη εικόνα»: τιμών, κόστους ενδιάμεσων εισροών παραγωγής, ανεργίας. Προς αναζήτηση λύσεων σε πραγματικά προβλήματα και σε πραγματικό χρόνο. Μισθοί Βουλγαρίας ή Λουξεμβούργου; Με το ν. 4046/2012 (2ο Μνημόνιο) ο ελληνικός κατώτατος μισθός μειώθηκε κατά 22% (από 751,39 ευρώ σε 586,08 ευρώ) στις 14.2.2012 και μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής στο πλαίσιο του Μηχανισμού Στήριξης των Ε.Ε./ΕΚΤ/ΔΝΤ. Αφενός οι μειώσεις (διότι, ως γνωστόν, οι αυξήσεις είναι... προτιμότερες), αφετέρου ποικίλα σχόλια, έως και της νυν διευθύνουσας του ΔΝΤ που συνέκρινε τους ελληνικούς με τους κατώτατους μισθούς στην Κροατία, τροφοδότησαν την ανασφάλεια για μισθούς... Βουλγαρίας. Όμως ο δρόμος για ελληνικούς κατώτατους μισθούς Βουλγαρίας είναι λίγο... μακρύς. Σύμφωνα με τα συγκριτικά στοιχεία για τους κατώτατους μισθούς τον Ιανουάριο 2012 (Διάγραμμα 11) ο ονομαστικός μηνιαίος κατώτατος της Βουλγαρίας είναι σχεδόν 138 ευρώ (σε Ισότιμα Αγοραστικής Δύναμης 272 μονάδες) ενώ στην Ελλάδα (σε δωδεκάμηνη βάση) μειώθηκε σε 684 ευρώ (719 σε ΙΑΔ). Πριν λοιπόν καταπέσει στα επίπεδα της Βουλγαρίας, έχει να περάσει από αυτά της Μάλτας (680 ευρώ, 872 ΙΑΔ) και της Πορτογαλίας (566 ευρώ, 642 ΙΑΔ). Αν πέσει από την 2η κατηγορία χωρών της Ε.Ε. όπου βρίσκεται μαζί με τη Σλοβενία (763 ευρώ, 902 ΙΑΔ) και Ισπανία (748 ευρώ, 771 ΙΑΔ), και των οποίων προηγούνταν πριν από τη μείωση της 14.2.2012, τότε πάει για την 3η κατηγορία της Ε.Ε.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 24

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 11

Κατώτατοι Μισθοί, ΕΕ, Ιαν. 2012 (Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης)

Πηγή: Eurostat.

Εκεί, εάν και όταν η Ελλάδα εκπέσει στην 3η κατηγορία των κατώτατων μισθών, θα βρει μπροστά της την Κροατία, την οποία επικαλέσθηκε η νυν διευθύνουσα του ΔΝΤ. Διότι στο συγκριτικό πίνακα των κατώτατων μισθών που συντάσσει η Eurostat, και χρησιμοποιεί / αναπαράγει το ΔΝΤ, συμπεριλαμβάνονται και υποψήφιες προς ένταξη ή υπό ένταξη χώρες, όπως η Τουρκία (363 ευρώ, 623 ΙΑΔ) και η Κροατία (373 ευρώ, 509 ΙΑΔ) αντιστοίχως. Αλλά κι από εκεί μέχρι τη Βουλγαρία παρεμβάλλονται άλλα 8 κράτη-μέλη της Διεύρυνσης του 2005-2007 με κατώτατους μισθούς κατά πολύ υψηλότερους της Βουλγαρίας. Είναι λοιπόν αρκετός ο δρόμος μέχρι τους κατώτατους της Βουλγαρίας... αλλά ποτέ δεν ξέρεις! (Σημειωτέον δε ότι ο δρόμος προς μισθούς Βουλγαρίας είναι ταχύτατος στην περίπτωσης άτακτης χρεοκοπίας /εξόδου από το ευρώ και συνεχών υποτιμήσεων του νέου νομίσματος). Ιδιαίτερα όταν ως χώρα συλλογικά και υποσυνείδητα επιθυμείς, ελπίζεις, ή ονειρεύεσαι ότι μόνο και μόνον επειδή εισήλθες στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1981, και στην Ευρωζώνη το 2001, θα αποκτήσεις κατώτατους μισθούς Λουξεμβούργου (1.801 ευρώ, 1.495 ΙΑΔ), Ολλανδίας (1.462 ευρώ 1.345 ΙΑΔ) ή Βελγίου (1.447 ευρώ, 1296 ΙΑΔ), ανεξαρτήτως του εάν παράγεις και τι παράγεις, κυρίως στον τομέα των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Διότι παρά τον ορυμαγδό δηλώσεων, αντιπαραθέσεων, εκτιμήσεων για το μέλλον του ελληνικού κατώτατου μισθού δεν συζητήθηκε καθόλου από τι εξαρτάται εάν έχεις κατώτατους μισθούς Βουλγαρίας ή Λουξεμβούργου.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 25

Θα μπορούσε δηλαδή, αντί των μειώσεων, να νομοθετηθεί κατώτατος μισθός Λουξεμβούργου (1.801 ευρώ) ή έστω της συμπάσχουσας εν ευρώ και εν Ε.Ε./ΕΚΤ/ΔΝΤ -αλλά για διαφορετικούς λόγους από την Ελλάδα- Ιρλανδίας (1.398 ευρώ, 1227 ΙΑΔ); Θα τονωθούν έτσι … (επί χάρτου) αγορά και ζήτηση, θα ξεχειλίσουν εισροές τα ασφαλιστικά ταμεία και τα φορολογικά έσοδα; Το ερώτημα βέβαια είναι πόσοι - μετρημένοι στα δάκτυλα - θα κατέβαλαν / ελάμβαναν στην αγορά εργασίας (επίσημη και ανεπίσημη) τον «κατώτατο μισθό Λουξεμβούργου». Προς αναζήτηση Μισθών Παραγωγικής Συμμαχίας Οι εργασιακές-μισθολογικές ρυθμίσεις του ν. 4046/2012, η 6η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου για την εφαρμογή τους και η σχετική Ερμηνευτική Εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας εμπεδώνουν (εν μέσω κακοτεχνιών, ασαφειών και στενών -μονοκλαδικής έμπνευσης- επιλογών) την επιβολή τεκτονικών αλλαγών στο σύστημα διαμόρφωσης των μισθών στην Ελλάδα, επιταχύνοντας την εσωτερική υποτίμηση μισθών στις αγορές εργασίας. Έως το 2010, σχεδόν 70% των ιδιωτικών επιχειρήσεων και των απασχολουμένων στην Ελλάδα ήταν, όσον αφορά τη διαμόρφωση των μισθών, «λήπτες τιμών» (για ονομαστικούς μισθούς και ημερομίσθια) μέσω του συνδυασμού 200 κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που υπογράφονταν μεταξύ εργοδοτικών και εργατικών ενώσεων κατά κλάδο ή επάγγελμα. Επιπλέον 200 μεγάλες επιχειρήσεις συνδιαμόρφωναν με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις, γι' αυτές ή για μεμονωμένες παραγωγικές μονάδες, όρους αμοιβής και εργασίας ευνοϊκότερους των κλαδικών και των επαγγελματικών. Κι ένας μεγάλος αριθμός από αυτές χρησιμοποιούσαν τις υπηρεσίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας για να συναφθούν. Οι νομοθετικές παρεμβάσεις που άρχισαν το Μάιο 2010 και θα συνεχισθούν, κατά το νέο Μνημόνιο, τον Ιούνιο (με αλλαγές στον τρόπο καθορισμού του εθνικού κατώτατου μισθού που επί δεκαετίες καθοριζόταν μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας), δημιουργούν στις κλαδικές, ομοιοεπαγγελματικές και επιχειρησιακές εκπροσωπήσεις επιχειρήσεων και εργαζομένων, εν μέσω εγχώριας παραγωγικής κατάρρευσης, οικονομικής και χρηματοπιστωτικής συρρίκνωσης και ανερχόμενης ανεργίας, οικονομική ανασφάλεια, αβεβαιότητα και συγκρουσιακό περιβάλλον όσον αφορά την πορεία προσαρμογής των όρων αμοιβής και εργασίας. Η επιβίωση - διατήρηση - ανασύνθεση κλαδικών και επαγγελματικών συλλογικών συμβάσεων δοκιμάζεται. Το κέντρο βάρους του καθορισμού

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 26

των μισθών μετατίθεται ραγδαία κυρίως στην κάθε επιχείρηση. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι προκαλούνται να επαναπροσδιορίσουν / επαναρρυθμίσουν τους όρους αμοιβής κι εργασίας. Όχι πλέον, ή όχι κυρίως, ως απλοί «λήπτες» μισθών από κλαδικές και επαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας (που έληξαν, λήγουν ή θα λήξουν), αλλά και, κυρίως, μέσω αποκεντρωμένων συλλογικών συμβάσεων σε επίπεδο επιχειρήσεων ή παραγωγικών μονάδων. Ή ακόμη και μέσω ατομικών συμβάσεων εργασίας. Κι εκεί αρχίζουν τα δύσκολα: αναζητείται μία νέα ισορροπία στο σύστημα διαμόρφωσης των μισθών, καθώς, εν μέσω δύσκολων οικονομικών συνθηκών ελεγχόμενης χρεοκοπίας, απαιτείται «αποτελεσματική διαπραγμάτευση για αποτελεσματικούς μισθούς» που να αντιμετωπίζουν, ταυτόχρονα, το μισθό και ως κόστος και ως εισόδημα. Ώστε να εξυπηρετούν ταυτόχρονα τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, τη μέγιστη δυνατή διατήρηση των θέσεων εργασίας και το εισόδημα των εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψη την αξία του ανθρωπίνου κεφαλαίου και τις διαρθρώσεις του για κάθε επιχείρηση. Σε αυτήν τη διαδικασία οι συγκρούσεις, ατομικές και συλλογικές, μικρές, μεσαίες, μεγάλες, είναι αναπόφευκτες. Όχι μόνο λόγω της απουσίας παράδοσης διαλόγου και συναινέσεων, αλλά λόγω και εξωγενών ως προς το σύστημα διαμόρφωσης των μισθών παραγόντων: ρευστότητα στις επιχειρήσεις, έκτακτη φορολογία μισθών, ψευδεπίγραφες δημόσιες υπηρεσίες «κοινωνικού μισθού» κ.λπ. Υπάρχουν συγκρούσεις καταστροφικές και συγκρούσεις δημιουργικές. Οι δημιουργικές προϋποθέτουν πολιτική μισθών που αντιμετωπίζει τους κλάδους, τα επαγγέλματα και κυρίως τις επιχειρήσεις ως «παραγωγικές συμμαχίες» που μπορούν να βγουν, και να μας βγάλουν, από τη χρεοκοπία. Ιδιαίτερα εκείνες του τομέα των «διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών». Αντί επιλόγου : Παραγωγική Μεταπολίτευση Η οικονομικά και κοινωνικά οδυνηρή κατάρρευση του 38ετούς μεταπολιτευτικού κύκλου της χώρας κάνει τους πολίτες που ζουν το αβέβαιο παρόν, να τους απασχολεί, κυρίως, η υπεράσπιση του δικού τους μέλλοντος και της χώρας, η προοπτική, το αύριο, το «πού πάμε», το «νόημα στο έργο». Αν ο κύκλος της κατάρρευσης είναι 7ετής (από το 2004), 10ετής (εν ΟΝΕ), 20ετής (μετά Μάαστριχτ), 30ετής (από την Αλλαγή) ή 38ετής (από τη Μεταπολίτευση) δεν ενδιαφέρει ιδιαίτερα, είναι

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 27

όλα και το καθένα. Άλλωστε, η κρίση διεθνώς είναι ιστορικότερη και βαθύτερη. Όμως, η οριοθέτηση έναντι της Μεταπολίτευσης παρέχει στοιχεία προσανατολισμού για την αναδυόμενη και ανορθωτική στρατηγική που χρειάζεται η χώρα, όχι μόνον ως λόγια αλλά ως σχέδιο επί του οποίου να «κουμπώνει» η εφαρμοζόμενη πολιτική. Το τρίπτυχο χρέους, δημοσίου ελλείμματος και ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών, που υπερκαθορίζει τα Μνημόνια και την τρέχουσα πολιτική, είναι το οικονομικό σύμπτωμα του παραγωγικού ελλείμματος της Μεταπολίτευσης. Κύρια συστατικά της οποίας, οι πολιτικές-οικονομικές αυταπάτες, τα ιδεολογικο-πολιτικά κλισέ, οι τυποποιημένοι πολιτ(ευτ)ικοί ρόλοι, κυριολεκτικά «διαλύονται στον αέρα». Εκ νέου οι πολίτες θα αποφασίσουν για όλα, αλλά το «νόημα στο έργο» δεν (μπορεί να) είναι μόνον η (αναγκαία) αποφυγή της χρεοκοπίας, ή η δημοσιονομική προσαρμογή. Το μεταπολιτευτικό «νόημα στο έργο» κτίσθηκε σταδιακά με την επιστροφή στη Δημοκρατία το 1974, που είχε προκληθεί εξωγενώς λόγω της τουρκικής εισβολής-κατοχής στην Κύπρο, στο πλαίσιο ευρύτερων εξελίξεων στο, πάλι επίκαιρο σήμερα, στρατηγικό τρίγωνο Ελλάδα - Τουρκία - Ισραήλ, όταν η Ελλάδα, άτακτος και ασταθής κρίκος της γεωπολιτικής ισορροπίας, έβλεπε την ευρωπαϊκή επιλογή επενδεδυμένη πολιτικά ως «λύση ανάγκης» για γεωπολιτικούς λόγους. Επενδύθηκε οικονομικά τις επόμενες δεκαετίες με Ε.Ε. και ΟΝΕ. Κτίσθηκε με οικονομικές κρίσεις (1973 και 1979) και άγονη κοινωνική σύγκρουση, που έφερε την πρώτη «έκτρωση» στην παραγωγική βιομηχανική βάση της χώρας, σύγκρουση που σταδιακά εντάχθηκε στο εδραιούμενο μεταπολιτευτικό πολιτικό πλαίσιο και εκτονώθηκε με επέκταση του κρατικού τομέα, των ΔΕΚΟ, των δανεικών παροχών, του «ιδιωτικο-δημόσιου» τομέα. Πλαίσιο που τώρα απονομιμοποιήθηκε και χρεοκόπησε, παράγοντας υλικό νέων κοινωνικών συγκρούσεων και εκρήξεων. Η λύση για το «νόημα του έργου» δεν μπορεί παρά να είναι ενδογενής, εμπροσθοβαρής και εξωστρεφής για να αξιοποιηθούν όλες οι αυτόνομες και δημιουργικές δυνάμεις του Ελληνισμού, της παραγωγής και της εργασίας. Χωρίς «νόημα στο έργο» η κοινωνική κρίση - πίεση δεν μπορεί να γίνει δύναμη λύσεων. Η εργασία και η ρύθμισή της πρέπει να εξετασθεί να σχεδιασθεί και να οικοδομηθεί από την αρχή. Το ίδιο ισχύει και για το σύστημα διαμόρφωσης των μισθών, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τα υποκείμενα της.

Χρήστος Α. Ιωάννου - Συλλογικές Διαπραγματεύσεις στην Οικονομική Κρίση

ΟΜΕΔ, Αθήνα 19 Μαΐου 2012 σελ. 28

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Yannakourou, M. and Koukoules, G. (2003), “Labour conciliation, mediation and arbitration in Greece” in Valdes Dal –Re (Ed.), Labour conciliation, mediation and arbitration in the European Union countries, Madrid: Ministerio de Trabajo y Asuntos Sociales (in English), pp. 195-229.

Ioannou, Chr. (1999), Trade Unions in Greece, Development, Structures and Prospects, Friedrich Ebert Foundation, Athens-Berlin.

Ιωάννου, Χρ., Ζησιμόπουλος Αγ., Κατρούγκαλος Γ., Φωτόπουλος Ν. (2011), «Ο Ο.ΜΕ.Δ. και οι Συλλογικές Διαπραγματεύσεις πριν και μετά το νόμο 1876/1990», ΟΜΕΔ, Αθήνα.

Ιωάννου, Χρ. (2011β), Τα Είδη των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και η δομή του Συστήματος Συλλογικών Διαπραγματεύσεων πριν και μετά τον νόμο 1876/1990, Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου, Τόμος 70ος, Τεύχος 12 (1682), 1/7/2011, σελ. 753-786.