22
ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΠΟ 31: Οι Επιστήμες της Φύσης και του Ανθρώπου στην Ευρώπη 1. Οι προσπάθειες συγκερασμού πίστης και λόγου τον 13ο αιώνα. Ο ρόλος των πανεπιστημίων και η κρίση του 1277. (2003, 2004) (Α’, κεφάλαιο 5): Τον 13 ο αιώνα καθιερώνονται τα πανεπιστήμια, στα οποία διδάσκεται ο αριστοτελισμός. Πολλά σημεία του, όμως, έρχονται σε ρήξη με την κυρίαρχη θεοκρατική αντίληψη του Μεσαίωνα. Διαμορφώνονται 3 τάσεις πρόσληψης του αριστοτελισμού: α)αυτοί συντείνουν στην εξομάλυνση των σημείων τριβής και στο καθορισμό ορίων, ώστε η αριστοτελική φιλοσοφία να χρησιμοποιηθεί από ένα χριστιανικό πολιτισμό (Μποναβεντούρα), β)αυτοί που προβαίνουν σε σύνθεση Λόγου και Πίστης, στην εμπέδωση της αριστοτελικής φιλοσοφίας και στη διαμόρφωση λιγότερο καχύποπτης στάσης απέναντι στους ισχυρισμούς της (Θωμάς Ακινάτης) και γ)οι εκφραστές του ακραίου αριστοτελισμού (Σίζερ). Ο Μποναβεντούρα εκφράζει τη συντηρητική πλευρά, δηλαδή είναι υπέρ της πίστεως στο θέμα της διπλής αλήθειας. Όταν συναντάμε αντίφαση στον Λόγο και την πίστη, τότε η δεύτερη είναι ισχυρότερη λόγω του αποκαλυπτικού της χαρακτήρα (η επιστήμη είναι θεραπαινίδα της θεολογίας). Ο Μποναβεντούρα χρησιμοποιεί επιδέξια αριστοτελικούς όρους, αλλά δεν ασπάζεται την αριστοτελική φιλοσοφία. Ο Θωμάς Ακινάτης εκφράζει τη μετριοπαθή άποψη στην αντιπαράθεση για τον αριστοτελισμό και αποτελεί τον κύριο παράγοντα συγκερασμού Λόγου και πίστης. Κατά τον Ακινάτη, υπάρχουν δύο διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης της αλήθειας: μέσω του λόγου και της παρατήρησης αλλά και μέσω της πίστης. Και οι δύο τρόποι είναι επιθυμητοί και η πίστη αγγίζει άλλες περιοχές της αλήθειας του κόσμου. Και ο λόγος και η πίστη πηγάζουν από τον Θεό (δεν υπάρχουν δυο αλήθειες, αλλά μια). Ο Σίζερ ότι μπορεί κανείς να δέχεται δύο αλήθειες που αντιφάσκουν αλλά ότι η αντίφαση αυτή μπορεί να ερμηνευτεί αν θεωρήσουμε πως τα συμπεράσματα της φιλοσοφίας είναι ανακαλύψεις του ανθρώπινου νου ενώ οι αλήθειες της πίστης προέρχονται από την Αποκάλυψη. Η διδασκαλία και ερμηνεία των φυσικών και μεταφυσικών έργων του Αριστοτέλη και ο αραβικός τους σχολιασμός κατέστη δυνατός στον ουδέτερο χώρο των Πανεπιστημίων. Όμως, προκάλεσαν την έντονη επιφύλαξη των 1

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΠΟ 31: Οι Επιστήμες της Φύσης και του Ανθρώπου στην Ευρώπη

1. Οι προσπάθειες συγκερασμού πίστης και λόγου τον 13ο αιώνα. Ο ρόλος των πανεπιστημίων και η κρίση του 1277. (2003, 2004)

(Α’, κεφάλαιο 5): Τον 13ο αιώνα καθιερώνονται τα πανεπιστήμια, στα οποία διδάσκεται ο αριστοτελισμός. Πολλά σημεία του, όμως, έρχονται σε ρήξη με την κυρίαρχη θεοκρατική αντίληψη του Μεσαίωνα. Διαμορφώνονται 3 τάσεις πρόσληψης του αριστοτελισμού: α)αυτοί συντείνουν στην εξομάλυνση των σημείων τριβής και στο καθορισμό ορίων, ώστε η αριστοτελική φιλοσοφία να χρησιμοποιηθεί από ένα χριστιανικό πολιτισμό (Μποναβεντούρα), β)αυτοί που προβαίνουν σε σύνθεση Λόγου και Πίστης, στην εμπέδωση της αριστοτελικής φιλοσοφίας και στη διαμόρφωση λιγότερο καχύποπτης στάσης απέναντι στους ισχυρισμούς της (Θωμάς Ακινάτης) και γ)οι εκφραστές του ακραίου αριστοτελισμού (Σίζερ). Ο Μποναβεντούρα εκφράζει τη συντηρητική πλευρά, δηλαδή είναι υπέρ της πίστεως στο θέμα της διπλής αλήθειας. Όταν συναντάμε αντίφαση στον Λόγο και την πίστη, τότε η δεύτερη είναι ισχυρότερη λόγω του αποκαλυπτικού της χαρακτήρα (η επιστήμη είναι θεραπαινίδα της θεολογίας). Ο Μποναβεντούρα χρησιμοποιεί επιδέξια αριστοτελικούς όρους, αλλά δεν ασπάζεται την αριστοτελική φιλοσοφία. Ο Θωμάς Ακινάτης εκφράζει τη μετριοπαθή άποψη στην αντιπαράθεση για τον αριστοτελισμό και αποτελεί τον κύριο παράγοντα συγκερασμού Λόγου και πίστης. Κατά τον Ακινάτη, υπάρχουν δύο διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης της αλήθειας: μέσω του λόγου και της παρατήρησης αλλά και μέσω της πίστης. Και οι δύο τρόποι είναι επιθυμητοί και η πίστη αγγίζει άλλες περιοχές της αλήθειας του κόσμου. Και ο λόγος και η πίστη πηγάζουν από τον Θεό (δεν υπάρχουν δυο αλήθειες, αλλά μια). Ο Σίζερ ότι μπορεί κανείς να δέχεται δύο αλήθειες που αντιφάσκουν αλλά ότι η αντίφαση αυτή μπορεί να ερμηνευτεί αν θεωρήσουμε πως τα συμπεράσματα της φιλοσοφίας είναι ανακαλύψεις του ανθρώπινου νου ενώ οι αλήθειες της πίστης προέρχονται από την Αποκάλυψη. Η διδασκαλία και ερμηνεία των φυσικών και μεταφυσικών έργων του Αριστοτέλη και ο αραβικός τους σχολιασμός κατέστη δυνατός στον ουδέτερο χώρο των Πανεπιστημίων. Όμως, προκάλεσαν την έντονη επιφύλαξη των Χριστιανών θεολόγων και επέφεραν τις καταδίκες του 1277 (κρίση του 1277)2. Πώς ορίζονται οι «ιδέες» στον εμπειρισμό του Locke και πώς σχετίζονται με την

αντικειμενική πραγματικότητα; (2003)(Β’, σελ 122 – 126) Ιδέες = φάσματα ή είδωλα μέσα στη μνήμη μας ενός πράγματος που έχει υποπέσει κάποτε στην αντίληψη μας, ένα χλωμό απείκασμα των πραγμάτων του φυσικού περιβάλλοντος και των ιδιοτήτων τους. Δεν αποτελούν μια υπέρτερη πραγματικότητα. Διακρίνονται σε απλές (=πρωτογενείς αισθητηριακές αντιλήψεις, καταγραφή πρωτογενών ιδιοτήτων) και σύνθετες (συνδυασμός των απλών ιδεών). Τα δεδομένα των αισθήσεων μας αποτελούν βάση για την επιστημονική γνώση του εξωτερικού κόσμου, γιατί οι πρωτογενείς ιδιότητες των σωμάτων περιγράφουν την αντικειμενική τους κατασκευή. Οι ιδέες αποτυπώνονται στο νου μας υποχρεωτικά και πάρα τη θέληση μας και αυτό αποδεικνύει ότι το σύστημα των ιδεών μας καθορίζεται από το αντικειμενικό σχήμα του κόσμου (μετριοπαθής ή κριτικός ρεαλισμός)3. Οι έννοιες του «παραδείγματος» και της «ασυμμετρίας» στον Kuhn. Ποια η

συμβολή και τα προβλήματα των εννοιών αυτών; (2003, 2007)(Β’, σελ 201 – 210) Παράδειγμα: γενικό ερμηνευτικό σχήμα του κόσμου, κοσμοθεωρητικό και αξιολογικό σύστημα με ιδιαίτερη προβληματική και μεθοδολογία, ένας συμβατικός τρόπος θέασης του κόσμου. Επιλέγεται από την εκάστοτε επιστημονική κοινότητα με βάση ιδεολογικές και μεταφυσικές αντιλήψεις της εκάστοτε εποχής. Ασυμμετρία: ανάμεσα σε δυο παραδείγματα δεν μπορεί να

1

Page 2: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

υπάρξει θεωρητικός διάλογος, γιατί είναι μεταξύ τους λογικά ασύμβατα, θεωρητικά ασύμμετρα. Το ένα παράδειγμα προσπαθεί τα καθυποτάξει το άλλο και όχι να το πείσει. Κάθε παράδειγμα κατασκευάζει τη δική του γλώσσα, τις δικές του έννοιες και αξίες. Λόγω της ασυμμετρίας η εναλλαγή παραδειγμάτων δηλώνει μια συνολική αλλαγή της κοινής συνείδησης, μια αλλαγή του τρόπου σκέψης και θέασης του κόσμου. Έτσι προοδεύει η επιστήμη και ο πολιτισμός. Η έννοια των παραδειγμάτων ενέταξε την επιστήμη στην κοινωνία (ιστορικιστική και κοινωνιολογική προσέγγιση). Ωστόσο, καταλύει την ορθολογική υπόσταση και μεθοδολογική ιδιαιτερότητα της επιστήμης. Ασάφεια στον όρο παραδείγματα: δυο σημασίες, μια ευρύτερη και μια στενότερη. Κατηγορήθηκε για άκρατο σχετικισμό και ότι υποβαθμίζει την επιστήμη σε δευτερογενή παράγοντα των κοινωνικοπολιτικών αναγκαιοτήτων. 4. Σχολιάστε την αποσύνθεση της μεσαιωνικής κοσμοαντίληψης τον 14ο αιώνα.

(2003)(Α’, ενότητες 6.1 και 6.2) Κατά τον 14ο αιώνα συνέβησαν σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές (δημογραφική στασιμότητα, πανούκλα, ανώτερα αστικά στρώματα -ancien regime), με αποτέλεσμα ο λόγιος του Ύστερου Μεσαίωνα σταδιακά να γίνει ουμανιστής (ανθρωπιστής) των κλειστών κοινοτήτων. Δηλαδή, δε διδάσκει στο πανεπιστήμιο, αλλά σε elit θεσμούς. Ο 14ος αιώνας τελικά αποτελεί απάντηση στην αποτυχία του 13ου αιώνα να συνδυάσει την πίστη και το Λόγο με τη βοήθεια του σχολαστικισμού (Θωμάς Ακινάτης). Σε αυτό το πλαίσιο επέρχεται 'διαζύγιο' πίστης και Λόγου. Η σκεπτική θεολογία υπονόμευσε την κοσμοεικόνα του Μεσαίωνα και επέτρεψε την εμφάνιση της Αναγέννησης και της Μεταρρύθμισης. Τον 14ο αιώνα αναπτύχθηκε πολύ η φυσική φιλοσοφία, μακριά όμως από την ίδια την φύση, μια φυσική φιλοσοφία βασισμένη πλέον στη Λογική (θεωρητική). Ο 13__ αιώνας απέτυχε να συνδυάσει την Πίστη με το Λόγο, δια μέσου του σχολαστικισμού. Τέλος ανασχηματίζεται το αριστοτελικό πλαίσιο και δημιουργείται μία νέα τάξη λογίων5. Με ποιον τρόπο θεμελιώνει ο Descartes την επιστημονική γνώση; (2003, 3006) (Β’, σελ 80 – 88) Οι αισθήσεις δεν είναι αξιόπιστες (κριτική εμπειρισμού). Κριτήριο για τη γνώση μας είναι η απόλυτη βεβαιότητα της αλήθειας. Η αληθινή γνώση προέρχεται από την καθαρή νόηση (επιχείρημα: «σκέφτομαι άρα υπάρχω»: η αυτοσκόπηση παρέχει απόλυτη βεβαιότητα της ουσίας του ανθρώπινου νου) (ορθολογισμός). Η επιστημονική μέθοδος συνίσταται στην αξιωματική μέθοδο των μαθηματικών που βασίζεται στη διανοητική ενόραση (ο νους ανεπηρέαστος προσπαθεί να δει τις πρωταρχικές αλήθειες, τα αξιώματα, που δεν θέλουν απόδειξη). Όλες οι δευτερογενείς αλήθειες της επιστήμης (θεωρήματα) παράγονται από τα αξιώματα με τη μέθοδο της λογικής παραγωγής. Η ευρετική επιστημονική διαδικασία στηρίζεται στην αναλυτική μέθοδο: απόρριψη όλων όσων δεν είναι βέβαια αληθή, ανάλυση του προβλήματος σε επιμέρους τμήματα, αναζήτηση των απλούστερων εννοιών και κατόπιν των συνθετότερων, διατύπωση απαριθμήσεων και γενικών θεωρήσεων που περιλαμβάνουν τα πάντα. Ο Ντεκάρτ έδωσε στο πείραμα δευτερεύοντα και βοηθητικό ρόλο. Χρησιμεύει για να δώσει εκ των υστέρων εμπειρικό περιεχόμενο στη θεωρία και για να επιβεβαιωθεί η μία ή η άλλη από δύο εναλλακτικές λογικές συνεπαγωγές6. Τι σημαίνει η «αρχή της επαληθευσιμότητας» στο Λογικό Θετικισμό και τι

σημαίνει «πλαίσιο ανακάλυψης» και «πλαίσιο επικύρωσης»; (2003, 2008)(Β’, σελ 163 – 169) Αρχή επαληθευσιμότητας: για να έχει μια πρόταση νόημα πρέπει να υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο εμπειρικό μπορούμε να την επαληθεύσουμε. Πλαίσιο ανακάλυψης: η αναζήτηση κατά την επιστημονική διαδικασία των επικρατέστερων ερευνητικών υποθέσεων (των εκ πρώτης όψεως πιθανότερων

2

Page 3: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

λύσεων) που θα καθοδηγήσουν τον ερευνητή στον πειραματικό έλεγχο μιας θεωρίας. Πλαίσιο επικύρωσης: η πειραματική διαδικασία μέσα από την οποία ελέγχεται η αρχική υπόθεση εργασίας, το στάδιο που οι εμπειρικές συνέπειες μιας υπόθεσης ελέγχονται στο δικαστήριο μέσω τεχνικών και κανόνων κοινά αποδεκτών από την επιστημονική κοινότητα. 7. Η προέλευση και η σημασία των ιδεών στον Descartes. (2004) (Β’, σελ 80 – 88). Οι ιδέες προέρχονται από το νου, ανεξάρτητα από τις αισθήσεις μας. Τις ανακαλύπτουμε μέσω της διανοητικής ενόρασης. Οι πρωταρχικές ιδέες των πραγμάτων, τα πρωταρχικά αξιώματα είναι η ουσία των πραγμάτων, είναι αναπόδεικτες, ευκρινείς και ευδιάκριτες, έμφυτες στην συνείδηση του ανθρώπινου νου. Μπορούν να μας προσδώσουν βεβαιότητα για την γνώση της πραγματικότητας (σπέρματα βέβαιης γνώσης)8. Ποιο το κριτήριο της επιστημονικής εγκυρότητας κατά τον Popper; Αναπτύξτε

την προβληματική που τον οδήγησε σε αυτό (2004, 2007, 2008).(Β’, σελ 178 – 189): Προβληματισμός: Το πρόβλημα της επαγωγής παραμένει άλυτο. Το τι θα επιλέξει κανείς να εκλάβει ως αιτιακή σύνδεση δύο γεγονότων Α και Β εξαρτάται από τις συνήθειες και τις διαθέσεις που έχει αποκτήσει από την εμπειρία και την παιδεία του. Εάν κανείς ενδιαφέρεται για την επαλήθευση μιας θεωρίας τότε θα βρει τρόπο να την επαληθεύσει εμπειρικά. Άρα όλες οι θεωρίες εν δυνάμει είναι επαληθεύσιμες (αβεβαιότητα). Επίσης το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να παραχθεί από πολλά αίτια πέρα από αυτά που υποθέτει η θεωρία μας. Λύση: Η αρχή της διαψευσιμότητας αντί της επαληθευσιμότητας του λογικού θετικισμού. Αν η επαλήθευσή μιας υπόθεσης είναι αδύνατη δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να διακριβώσουμε ποια από τις υπό εξέταση υποθέσεις είναι ψευδής Επιστημονικά έγκυρη είναι μια πρόταση που υποδεικνύει όχι το πώς θα επαληθευτεί, αλλά το πώς θα διαψευστεί. Εάν η αρχική μας υπόθεση διαψευστεί πειραματικά τότε είμαστε σίγουροι ότι δεν ισχύει. Δεν έχουμε φτάσει στην αλήθεια, αλλά την έχουμε πλησιάσει περισσότερο. Η επιστήμη εξελίσσεται από το ψεύδος στο λιγότερο ψεύδος (η νέα θεωρία δεν είναι αληθής είναι πιο αληθοφανής). Ο θεμελιακός στόχος της επιστημονικής έρευνας δεν είναι με κανένα τρόπο η επιβεβαίωση της αλήθειας όπως την κατανοούμε σήμερα, αλλά η ανακάλυψη ριζικά νέας και πιο ενδιαφέρουσας αλήθειας, και μάλιστα τέτοιας που ακυρώνει αυτό που ισχύει ως αλήθεια στο παρόν.9. Αναφερθείτε στις νέες αντιλήψεις που εμφανίζονται τον 14ο αιώνα. Εστιάστε σε

δύο από τους: Όκκαμ, Μπουριντάν, Νικόλαο της Ωτρεκούρτ Ορέμ. (2004) (Α’, κεφάλαιο 6ο) Όκκαμ: η σημαντικότερη μορφή του νομιναλισμού του 14ου αιώνα, πίστευε ότι δε μπορούμε να συνάγουμε συμπεράσματα από την εμπειρία ή το Λόγο, από εκείνα τα συμπεράσματα, τα οποία τα υπερβαίνουν (εμπειρία - λόγο). Εκφράζει μια σωτηριολογική αντίληψη για τη θεολογία, η οποία σε συνδυασμό με την ταπείνωση της λογικής φαίνεται να ανοίγει το δρόμο προς τον αγνωστικισμό και τον μυστικισμό. Με το έργο του Όκκαμ, το σύμπαν ούτε ήταν αναγκαίο ούτε θα μπορούσε να υπαχθεί σε μια ερμηνεία. Θα μπορούσε να είναι αισθητό μέσω της εμπειρίας, αλλά όχι να κατανοηθεί. Αυτό αποτελεί την αποδόμηση της σύνθεσης του 13ου αιώνα. Βασικό αξίωμα της φυσικής του θεωρίας η παραδοχή ότι μόνο απόλυτα πράγματα υπάρχουν στη φύση, ουσίες και ποιότητες. Οι θέσεις του Όκαμ παρόλο που μετασχηματίζουν τις Αριστοτελικές αντιλήψεις χρόνων δεν τις προεκτείνουν, είναι κενές από φυσική άποψη. Μπουριντάν: επηρεάζεται από τον Όκκαμ και θεωρεί την επιστημονική πρακτική αυτόνομη από τη δογματική και τη μεταφυσική. Οι αρχές της φυσικής φιλοσοφίας για τον Μπουριντάν δεν είναι άμεσα προφανείς. Οι αρχές της φυσικής φιλοσοφίας είναι αξιώματα, δηλ. αναπόδεικτες, αποδεκτές απλά γιατί έχουμε παρατηρήσει σε πολλές περιπτώσεις να είναι αληθινές και πότε ψευδείς. Το

3

Page 4: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

συμπέρασμά του: οι νόμοι που βασίζονται σε εμπειρικές επαγωγικές γενικεύσεις δεν έχουν ισχύ διότι η θεία βούληση μπορεί να παράγει γεγονότα χωρίς αιτίες. Ο Μπουριντάν, όπως και άλλοι σύγχρονοί του, ασκεί ουσιαστική κριτική σε βασικές αριστοτελικές θέσεις, ωστόσο μένει «στα μισά του δρόμου». Νικόλαος της Ωτρεκούρτ: κεντρική θέση στη σκέψη του η μη ύπαρξη όρου - έννοιας στο φιλοσοφικό σκεπτικισμό για την ύπαρξη αντικειμένων τα οποία υπάρχουν εκτός του νου μας. Οι απόψεις του δεν ήταν κυρίαρχες στην εποχή του. Υπογραμμίζει την αναγκαιότητα να μην υπάρχουν όρια στον επιστημονικό σκεπτικισμό. Ορέμ: θεωρείται από τους ευφυέστερους επιστήμονες του 14ου αιώνα. Επεξεργάστηκε την συμμετρία και την ασυμμετρότητα των κινήσεων των ουράνιων σωμάτων. Αμφιβάλλει για μια θεμελιακή κεντρική αντίληψη του αρχαίου πολιτισμού συνολικά, την προτίμησή του ορισμένου σε σχέση με το ακαθόριστο, του ενιαίου απέναντι στο άπειρο, του κόσμου απέναντι στο χάος. Θεωρεί ότι οι κινήσεις των ουρανίων σωμάτων είναι είτε σύμμετρες μεταξύ τους είτε σε κάποιες περιπτώσεις παρουσιάζουν ασυμμετρότητα. Τα μαθηματικά ακριβής επιστήμη, ενώ η αστρονομία πρακτική επιστήμη που βασίζεται σε μετρήσεις και άρα δεν είναι δυνατόν να είναι απόλυτα ακριβής. Εάν υπάρχει συμμετρία τότε υπάρχει κυκλική αντίληψη της ιστορίας, διότι κάθε 36.000 ηλιακά χρόνια το σύμπαν επανέρχεται στην ίδια ακριβώς κατάσταση, ενώ αν έχουμε ασυμμετρότητα τότε διαρκώς δημιουργούνται νέες θέσεις και φαινόμενα. Η κυκλική αντίληψη αρχαία ελληνική φιλοσοφία - η μη κυκλική αντίληψη στην θεϊκή δράση. Δεν ξεπερνά τα όρια του Αριστοτελικού πυρήνα και διατηρεί το διαχωρισμό υπερσελήνιου – γήινου κόσμου αφού ο Θεός δεν επιτρέπει την ασυμμετρία στους ουρανούς. 10. Τι είναι ο νομιναλισμός (Α’, ενότητα 6.3) Νομιναλισμός είναι ένα από τα κύρια μεταφυσικά προβλήματα που έχει τις ρίζες του στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Αφορά την υπαρκτή σχέση των επιμέρους πραγμάτων προς τις γενικές έννοιες -«ονόματα» (nomen), από όπου και προέρχεται ο όρος νομιναλισμός. Στην Αρχαιότητα και στον Μεσαίωνα απασχόλησε αρκετούς φιλόσοφους ή λόγιους, ποια είναι η σχέση των καθολικών εννοιών με τα επιμέρους πράγματα. Ο Όκκαμ, μολονότι δεν ήταν ο ιδρυτής του νομιναλισμού του 14ου αιώνα, ήταν αναμφίβολα η ισχυρότερη μορφή του. Ο Όκκαμ διατύπωσε την ονοματοκρατική θεωρία. Υποστήριξε ότι οι γενικές έννοιες είναι επιγέννημα του νου, προϊόν νοητικής αφαίρεσης, ενώ αυτοτελή ύπαρξη έχουν μόνο τα επιμέρους συγκεκριμένα όντα. Δηλαδή, οι γενικές έννοιες υπάρχουν, αλλά μόνο μέσα στο νου που τις γεννά και χρησιμεύουν για να δηλώνουν το σύνολο των πολλών επιμέρους όντων. Ο Όκκαμ πίστευε ότι δεν μπορούμε επομένως να βγάζουμε συμπεράσματα από την εμπειρία ή το Λόγο σχετικά με εκείνα τα οποία τα υπερβαίνουν, όπως για τη φύση του Θεού11. Η θεμελίωση της γνώσης σύμφωνα με τον Bacon (2004, 2006). (Β’, σελ 73 – 79). Η εμπειρική επαγωγή: συλλογή μιας επαρκούς βάσης εμπειρικών δεδομένων, ώστε να είναι δυνατή η θεωρητική γενίκευση (το γενικό – η αιτιακή εξήγηση μιας ολόκληρης κατηγορίας φαινομένων – χτίζεται πάνω σε συγκεκριμένες και επιμέρους παρατηρήσεις). Το νου πρέπει να καθαρίσει από είδωλα – παραδεδομένες προκαταλήψεις (τέσσερα είδωλα). Η παρατήρηση πρέπει να μην είναι τυχαία και σπασμωδική, αλλά συγκροτημένη και ορθολογικά οργανωμένη μέσω της αντιπαραβολής των παρατηρησιακών δεδομένων που στηρίζονται σε «συγκριτικούς πίνακες» στοιχείων της εμπειρικής παρατήρησης και μελέτης. Ο Μπέικον μέσα από το πείραμα διαμόρφωσε πραγματικά τη φυσιογνωμία της επιστήμης. Ουσιαστικά εισήγαγε τον όρο πειραματική επιστήμη που αποτελεί βασικό όρο για την σύγχρονη επιστήμη. Μέσα από τη διαδικασία του πειράματος αποκλείονται τα άσχετα στοιχεία

4

Page 5: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

και ελέγχεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η ερευνητική διαδικασία. Με αυτόν τον τρόπο αποκαλύπτονται στον επιστήμονα οι εσωτερικές συγκρούσεις της φύσης.12. Ο ρόλος της έννοιας της «ανωμαλίας» στις θεωρίες των Kuhn και Lakatos. (2004) (Β’, σελ 201 – 207 και σελ 211 - 216) Ανωμαλίες του Kuhn: φαινόμενα που αντιβαίνουν στις προβλέψεις του κυρίαρχου παραδείγματος. Η συσσώρευση ανωμαλιών οδηγεί σε κρίση την κανονική επιστήμη και στην εμφάνιση ενός νέου παραδείγματος, με την επικράτηση του οποίου οι πρώην ανωμαλίες συγκροτούν την νέα θεωρητική κανονικότητα. Ανωμαλίες του Lakatos: αρνητικά πειραματικά ευρήματα που προκύπτουν σε ένα συγκεκριμένο ερευνητικό προγράμματα, τα οποία εκλαμβάνονται από τους επιστήμονες όχι ως διαψεύσεις των θεωρητικών τους υποθέσεων, αλλά ως αναμενόμενες αποκλίσεις από τις προβλέψεις, οι οποίες τους αναγκάζουν να τροποποιούν τις αρχικές παραδοχές τους, χωρίς όμως να εγκαταλείπουν το βασικό θεωρητικό πυρήνα του προγράμματος. Στο πλαίσιο της προσέγγισης του Λάκατος δεν είναι ποτέ δυνατό να ισχυριστεί κανείς οριστικά ότι ένα ερευνητικό πρόγραμμα είναι «καλύτερο» από ένα ανταγωνιστικό του. Η σχετική υπεροχή ενός προγράμματος μπορεί να αποφασιστεί μόνο «εκ των υστέρων».13. Πώς αντιλαμβάνεται την επιστήμη ο Feyerabend; (2005, 2009) (Β’, σελ 217 – 221): Είναι μια από τις πολλές ανθρώπινες δραστηριότητες, χωρίς μεγαλύτερο κύρος από αυτές, δεν έχει καμία εγγενή αξία, καμία προνομιακή σχέση με την ουσία των πραγμάτων, ούτε είναι φορέας διανοητικών και αγιολογικών προτύπων υποχρεωτικών για όλους. Το κύρος της το έχει αποκτήσει λόγω της προνομιακής της σχέσης με το κράτος. Άρα, για να απελευθερωθεί ο άνθρωπος πρέπει να διαχωριστεί η επιστήμη από το κράτος. Προτείνει έναν γνωσιολογικό αναρχισμό, στο πλαίσιο του οποίου καμία υπόθεση δεν απορρίπτεται όσο αντισυμβατική και αντιορθολογική και να είναι. 14. Κατά πόσο συνδέεται στο Μεσαίωνα η τεχνολογία με την επιστήμη; Αναφέρετε

σχετικά παραδείγματα. (2005)(Α’, ενότητα 7.3) Μεσαιωνική αποσύνδεση επιστήμης-τεχνολογίας: Η επιστήμη κινείται τόσο σε θεωρητικά όσο και σε πρακτικά μονοπάτια. Η τεχνολογία στον Μεσαίωνα δεν χρειαζόταν την επίκληση θεωρητικών σχημάτων, παρά μόνο την πρακτική γνώση χειρονακτικών εργασιών. Με άλλα λόγια ενώ σήμερα η τεχνολογία θεωρείται συχνά εφαρμοσμένη επιστήμη, μέχρι και το πρώτο τρίτο του 19ου αιώνα η επιστήμη απλώς προσπαθούσε να κατανοήσει τη φύση και η τεχνολογία να τη χρησιμοποιήσει. Κατά τον 13ο αιώνα οι τεχνολόγοι ήταν συνήθως αυτοδίδακτοι, οι τεχνίτες βασίζονταν στα δεδομένα και όχι στα βιβλία των μυστικών της φύσης και μπορούμε να πούμε ότι δημιούργησαν την τεχνολογία τους ξεχωριστά από την ανάπτυξη της επιστήμης. Κλασικό παράδειγμα ο Λεονάρντο ντα Βίντσι (επιστήμονας και τεχνολόγος).15. Η νέα κοσμολογία: Αναφερθείτε στη συμβολή των Κοπέρνικου, Τύχωνα και

Κέπλερ. (2005, 2012)(Β’, σελ 32 – 35). Κοπέρνικος: «Περί των περιφορών των ουράνιων σφαιρών» (1543): ανατροπή του αριστοτελικού – πτολεμαικού μοντέλου, εισαγωγή ενός νέου τρόπου κατανόησης του σύμπαντος: ο πλανήτης που κινείται είναι η γη και όχι ο ήλιος, η φαινομενική κίνηση του οποίου αποτελεί οπτική ψευδαίσθηση (ηλιοκεντρική θεωρία). Υπό το νέο αυτό πρίσμα, που θεωρούσε τη γη όχι ως το κέντρο του κόσμου αλλά ως κάτι ασήμαντο, έγινε κατανοητό ότι ο άνθρωπος έπρεπε να επανακαθορίσει τη θέση του μέσα στο φυσικό σύστημα. Εντούτοις, η κοσμολογία του Κοπέρνικου δεν είναι πλήρως απελευθερωμένη από το μεσαιωνικό πρότυπο (οι τροχιές των πλανητών θεωρούνταν ακόμα κυκλικές και ο ρόλος της επιστήμης ήταν η αποκάλυψη των νόμων του Θεού). Τύχων: το 1572 οι παρατηρήσεις του απέδειξαν ότι στο

5

Page 6: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

διάστημα πέρα από τον ήλιο συμβαίνουν σημαντικές μεταβολές και δεν είναι μία περιοχή αιώνιας κίνησης όπως παρουσιαζόταν στην αριστοτελική κοσμολογία. Ο ίδιος πάντως πίστευε ότι οι πλανήτες κινούνται μεν γύρω από τον ήλιο, αλλά όλο αυτό το σύστημα κινείται γύρω από την ακίνητη γη. Βέβαιης, οι αστρονομικοί του πίνακες αποτέλεσαν σημαντική πηγή εμπειρικών δεδομένων για την θεμελίωση του ηλιοκεντρισμού. Κέπλερ: με βάση τις παρατηρήσεις του Τύχωνα διόρθωσε το Κοπερνίκειο σύστημα. Πρώτος νόμος του Κέπλερ: οι κινήσεις των πλανητών γύρω από τον ήλιο είναι ελλειπτικές. Δεύτερος νόμος του Κέπλερ: αν ενώσουμε έναν πλανήτη με τον ήλιο με μια νοητή ευθεία γραμμή, τότε η ευθεία αυτή σαρώνει ίση επιφάνεια σε ισούται χρόνο. Τρίτος νόμος του Κέπλερ: ο λόγος των τετραγώνων των περιόδων δυο πλανητών ισούται με το λόγο των κύβων των μέσων αποστάσεων τους από τον ήλιο. Με βάση αυτούς τους νόμους, μπορούσε να προβλέψει τη θέση του κάθε πλανήτη ανά πασά στιγμή, θέτοντας τέρμα στις αμφιβολίες ως προς τη φυσική πραγματικότητα της ηλιοκεντρικής θεωρίας. 16. Αναλύστε το σκεπτικισμό του Hume. (2005) (Β’, σελ 127 – 131). Η ύπαρξη ή η μη ύπαρξη ενός υλικού κόσμου καθαυτού ανεξάρτητου από τις αισθήσεις δεν μπορεί να αποδειχτεί. Άρα μπορούμε να πούμε ότι δεν γνωρίζουμε κάτι σχετικά με αυτό (σκεπτικισμός)Σκοπός της επιστήμης δεν είναι να εισχωρήσει σε μια υπερβατική ως προς εμάς πραγματικότητα, γιατί αυτό είναι αδύνατο (δεν μπορεί ο νους να βγει από τον εαυτό του). Ο νους αναφέρεται μόνο στα περιεχόμενα του, δηλ. στο εμπειρικό υλικό των αισθήσεων. Η επιστήμη επεξεργάζεται αυτές τις ιδέες και τις κατατάσσει συστηματικά σε κανονικότητες , διατυπώνοντας θεωρητικές γενικεύσεις (π.χ. έννοια της αιτιότητας). Αυτές όμως οι γενικεύσεις είναι πιθανολογικές, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι θα ισχύουν πάντα. Άρα το μέλλον δεν είναι προβλεπτό με βεβαιότητα, καθώς βρίσκεται εκτός εμπειρίας. Αυτό που κάνουμε είναι να υποθέτουμε ότι όλα θα συνεχιστούν κατά τον ίδιο τρόπο (διαισθητική αρχή της ομοιομορφίας της φύσης). Κάτι τέτοιο είναι αθεμελίωτο (γνωσιολογικό πρόβλημα της επαγωγής). Συνεπώς πρέπει να αμφιβάλουμε για όλα. Μόνο πρακτικά μπορούμε να ξεπεράσουμε τον σκεπτικισμό. 17. Η δημιουργία και η λειτουργία των Πανεπιστημίων κατά το Μεσαίωνα. (2005,

2008, 2009) (Α’, ενότητα 5.5) Εμφανίζονται τον 12ο αι., εδραιώνονται τον 13ο αι. και είναι στην αρχή υπό την πλήρη εξάρτηση των τοπικών επισκόπων. Οι καθηγητές των Πανεπιστημίων ήταν στην πλειονότητα τους κληρικοί. Αυτό άλλαξε στη συνέχεια. Απέκτησαν με τον καιρό αυτονομία από την κοσμική εξουσία. Τα πανεπιστήμια του 13ου αιώνα έχουν νομικά τη μορφή της συντεχνίας και υποστηρίζονται από την παπική εξουσία. Οι σπουδές στηρίζονται στα κλασικά βιβλία και δεν είναι κατά βάση ούτε πειραματικές ούτε εμπειρικές. Η μεθοδολογία της πανεπιστημιακής διδασκαλίας ήταν ο σχολαστικισμός με βάση τη γραμματική. Μέθοδος απόδειξης ήταν η διαλεκτική, ένα σύνολο διαδικασιών μέσω των οποίων το αντικείμενο της γνώσης μετατρέπεται σε πρόβλημα και υπόκειται σε διάλογο αντιτιθέμενων πλευρών. Οι φοιτητές κρατούν σημειώσεις, με βάση τις οποίες τυπώνονται οι διαλέξεις των καθηγητών, ως πανεπιστημιακά βιβλία . μία από τις σημαντικότερες καινοτόμες λειτουργίες του πανεπιστημίου.18. Πώς διαφοροποιείται ο Popper από τον Κύκλο της Βιέννης ως προς το ζήτημα της

επιστημονικής εγκυρότητας; (2005)(Β’, σελ 163 – 169 και σελ 178 – 189)Ο κύκλος της Βιέννης προτείνει την αρχή της επαληθευσιμότητας (βλ. ερευνητικών. 6), ενώ ο Popper προτείνει την αρχή της διαψευσιμότητας (βλ. ερευνητικών. 9)

6

Page 7: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

19. Περιγράψτε το διανοητικό πλαίσιο κατά το οποίο αρχίζει να εμφανίζεται η «αποσύνθεση» της Μεσαιωνικής κοσμοαντίληψης κατά τον 14ο αιώνα.(2006)

(Α’, ενότητα 6.2) Ο 14ος αιώνας είναι μια περίοδος ανάπτυξης της φυσικής φιλοσοφίας μακριά από τη φύση, μιας φυσικής φιλοσοφίας βασισμένης στη Λογική. Κύριο χαρακτηριστικό της νέας περιόδου είναι η άρνηση της ύπαρξης αρμονίας μεταξύ του ανθρώπινου νου και της πραγματικότητας. Αυτή η αρμονία εκφράζεται με την αξιοποίηση καθολικών εννοιών, που μπορεί να είναι ουσίες ή μορφές δημιουργημένες από καθολικά γενικά αρχέτυπα ή θεϊκές ιδέες προερχόμενες από τη Θεία Φώτιση ή μέσω αφαίρεσης. Από την εποχή του Αυγουστίνου μέχρι τον θάνατο του Ακινάτη, ίσχυε η παραδοχή ότι υπήρχε μια λογική και κατανοητή ερμηνεία του σύμπαντος και μια ανάλυση του ανθρώπου και των δυνατοτήτων του που θα μπορούσε να ανακαλυφθεί και να είναι η τελική για όλους τους ανθρώπους. Η διάλυση αυτής της παραδοχής οδήγησε από τις παραδοσιακές φιλοσοφικές απόψεις (Via Antigua) στις μοντέρνες φιλοσοφικές συνάφειες (Via Moderna) των οπαδών του Όκκαμ όπου συντελέστηκε η μεγαλύτερη πρόοδος στα μαθηματικά, στη φυσική θεωρία και στη Λογική. Οι διαφορές της Via Moderna από τη Via Antigua του 14ου αιώνα, μπορούν να ταξινομηθούν στις ακόλουθες περιοχές. 1) Η πρώτη αφορά τη φύση του γνώσιμου και τις πηγές της γνώσης, τα οποία ο Όκκαμ ταύτισε με ατομικά αντικείμενα που υπάρχουν έξω από τον νου και αποτελούν την μοναδική οντολογική πραγματικότητα, οδηγώντας σε ασυμμετρία ανάμεσα στο εννοιολογικό και στο πραγματικό. 2) Η δεύτερη περιοχή διαφορών ανάμεσα στις δύο θεωρήσεις αφορά θέματα πίστης και γνώσης. Ανεξάρτητα από την παραδοχή ή μη των αντιλήψεων του Όκκαμ και του 14ου αιώνα, οι χριστιανοί πίστευαν στην εγγενή αβεβαιότητα και στο τυχαίο όλων των όντων πλην του Θεού. Στη χριστιανική παράδοση υπήρχε πάντοτε η παντοδυναμία του Θεού, η δυνατότητά Του να κάνει τον κόσμο όπως θέλει, το τυχαίο δηλαδή της Δημιουργίας. Ο 14ος αιώνας οδήγησε, ύστερα από μερικούς αιώνες το άτομο, να γίνει πια κύριο της ατομικότητάς του.20. Περιγράψτε τις ιδέες της τελειότητας και της πολλαπλότητας του κόσμου στο

Μεσαίωνα. (2006)(Α’, ενότητα 9.4) Οι μεσαιωνικοί έχοντας παραλάβει και αφομοιώσει την αριστοτελική κοσμολογία θεωρούσαν τον κόσμο ως ενοποιημένο και οργανικό, ο οποίος κυβερνάται από μια κοσμική ψυχή και συγκρατείται μέσω αστρολογικών δυνάμεων. Ο κόσμος είναι ένα όμορφο δημιούργημα. Οι μεσαιωνικοί δέχονται τον Θεό ως δημιουργό, την παντοδυναμία του Θεού να μπορεί να κατασκευάζει πολλούς κόσμους ή να δημιουργήσει κενό κατά την βούληση Του. Μπουριντάν: ο κόσμος συνάθροιση ετερογενής που περιλαμβάνει και το Θεό άρα ο κόσμος δεν μπορεί να έχει τον ίδιο βαθμό τελειότητας με το Θεό. Θεωρούν τον κόσμο ως σχετικά τέλειο, έχει όμως δυνατότητα βελτίωσης με την αύξηση του αριθμού των ειδών του και την ποιοτική τους βελτίωση (Πέτρος ο Λομβαρδός). Η τελειότητα του κόσμου ή αγαθότητα κρίνεται και από τη σχέση της με το Θεό, δηλ. δεν μπορεί να αυξηθεί η τελειότητα του Θεού γιατί ο Θεός είναι ήδη τέλειος. Η τελειότητα του κόσμου βελτιώνεται με την αύξηση αριθμού των ειδών και την ποιοτική τους βελτίωση αλλά ποτέ δεν θα φτάσει το απόλυτα τέλειο. Ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο όσο καλό χρειάζεται. Όλα αυτά οδηγούν στο πρόβλημα του πλήθους στον κόσμο, δηλαδή πόσους κόσμους μπορεί να δημιουργήσει ο Θεός, με ποιες προϋποθέσεις & αν υπάρχουν πολλοί κόσμοι. Ο Αριστοτέλης αρνείται την ύπαρξη πολλών κόσμων. Πριν από τις καταδίκες πολλοί επιχειρηματολογούσαν με Αριστοτελικά επιχειρήματα για την αδυναμία ύπαρξης πολλών κόσμων. Μετά το 1277 ο Ορέμ υποστηρίζει ότι η κίνηση περιορίζεται ανάμεσα στο εσωτερικό κέλυφος της σελήνιας σφαίρας για τη φωτιά και το κέντρο της γης για τα γήινα στοιχεία. Αν ο Θεός έφτιαχνε άλλο κόσμο,

7

Page 8: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

τότε η γη δεν θα έλκεται προς το κέντρο αυτού του κόσμου αφού η γη δεν θα μπορεί να κινηθεί στο κενό. Θεωρούν ότι αν ο Θεός ήθελε θα μπορούσε να κατασκευάσει κενό.21. Παρουσιάστε τις βασικές αρχές του Λογικού Θετικισμού. (2006, 2008) (Β’, σελ 163 – 169) α)εκ των προτέρων συνθετική γνώση δεν υπάρχει., β)μετατόπιση της προβληματικής από την έννοια της αλήθειας σε εκείνη του νοήματος, γ)αρχή της επαληθευσιμότητα, δ)υπάρχει μεθοδολογική ενότητα στις επιστήμες, ε)λογική ανάλυση της γλώσσας: η επιστημονική γλωσσά αποτελείται από παρατηρησιακούς και θεωρητικούς όρους, στ)η θεωρία υπερβαίνει το διαθέσιμο σώμα εμπειριών, ζ)η πειραματική διαδικασία στηρίζεται σε υποθέσεις εργασίας (πλαίσιο ανακάλυψης, πλαίσιο επικύρωσης). 22. Εξηγείστε το ζήτημα της αιωνιότητας του κόσμου όπως το αντιλαμβάνεται η

Μεσαιωνική σκέψη. (2006)(Β’, κεφάλαιο 9) Οι αρχαίοι Έλληνες γενικά θεωρούσαν ότι η ύλη δεν μπορεί να έχει αρχή. Ο Αριστοτέλης δέχεται πως υπάρχει κάτι θεϊκό και αιώνιο κάτω από αυτό που παρατηρούμε, όμως το να δημιουργείται κάτι εκ του μηδενός ήταν κάτι το αδιανόητο για τον Σταγειρίτη φιλόσοφο. Άλλωστε αυτή η θέση του, περί αιωνιότητας του κόσμου, ήταν ανάμεσα στις 219 θέσεις που καταδικάστηκαν από τον επίσκοπο στο Παρίσι, το 1277. Ο χριστιανισμός αλλάζει ολόκληρο το πλαίσιο της συζήτησης και εισάγει την ιδέα της δημιουργίας εκ του μη όντος, η οποία αποτελεί την κυρίαρχη αντίληψη της ιουδαϊκής-χριστιανικής παράδοσης. Οι μεσαιωνικοί λόγιοι προσπαθούσαν με τις απόψεις τους να διατηρήσουν τόσο τη πίστη τους όσο και τον αριστοτελισμό τους.23. Παρουσιάστε την πρωτοποριακή συμβολή των Vesalius και στην ανατομία.

(2006)(Β’, σελ 147 – 149) Vesalius: έκανε ανατομικές μελέτες που αποδείκνυαν ότι ορισμένες ανατομικές απόψεις του Γαληνού ήταν λανθασμένες («Περί της κατασκευής του ανθρώπινου σώματος»). Harvey: ανακάλυψη κυκλοφορίας του αίματος. («Πραγματεία ανατομική περί της κινήσεως των αρτηριών και του αίματος στα ζώα»)24. Αναπτύξτε την θεωρία του Lakatos περί επιστημονικής μεθόδου. (2006) (Β’, σελ 211 – 216). Η πειραματική έρευνα πραγματοποιείται εντός συγκεκριμένων ερευνητικών προγραμμάτων με σαφείς στόχους και προσηλωμένο προσωπικό. Κάθε ερευνητικό πρόγραμμα έχει το δικό του φυσικό μοντέλο και την δική του προβληματική και δεν υπάρχει ένα γενικό θεωρητικό πλαίσιο (θεωρητική πολλαπλότητα). Οι επιστήμονες κάθε ερευνητικού προγράμματος από την αρχή δεσμεύονται στις θεωρητικές υποθέσεις του προγράμματος. Οι ανωμαλίες δεν θεωρούνται διαψεύσεις αλλά αποκλίσεις από τις προβλέψεις που απλά οδηγούν σε τροποποιήσεις των αρχικών παραδοχών, αλλά όχι σε απόρριψη του βασικού θεωρητικού πυρήνα. Αυτό συμβαίνει λόγω του ανταγωνισμού μεταξύ των ερευνητικών προγραμμάτων, κανένα από τα οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί αληθές ή ψευδές. Κάθε προγράμματα αγωνίζεται να επιβιώσει μέσα σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ο Lacatos διατυπώνει ένα συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα με σαφείς και προσδιορισμένους στόχους και με μεθοδολογικούς κανόνες. Άλλοι κανόνες μας λένε τι να αποφύγουμε (αρνητικό ευρετικό στοιχείο) και άλλοι ποιους δρόμους να ακολουθήσουμε (θετικό ευρετικό στοιχείο). Υπάρχουν πολλά ερευνητικά προγράμματα, τα οποία λειτουργούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Κάθε ερευνητικό πρόγραμμα αποτελείται από τον θεωρητικό πυρήνα, ο οποίος είναι από την αρχή άθικτος και από την προστατευτική ζώνη βοηθητικών υποθέσεων που συνδέουν τον θεωρητικό πυρήνα με τη φύση και δημιουργούν φυσικά μοντέλα.

8

Page 9: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

Καθοριστικός είναι ο ρόλος της θετικής ευρετικής μεθόδου, η οποία παράγει τις βοηθητικές υποθέσεις για τα μοντέλα που προκύπτουν από αυτές. Το ερευνητικό πρόγραμμα έχει ως πλέγμα απτών προβλημάτων, σε μια συγκεκριμένη ιδιομορφία του φυσικού πεδίου την οποία πρέπει να εξηγήσει. Με την ευρετική του προγράμματος καθορίζεται η πειραματική διερεύνηση. Μέσα από την ερευνητική πρακτική εξασφαλίζεται η ορθολογικότητα του προγράμματος, διαμορφώνεται ένα πολυσύνθετο τοπίο μέσα στο οποίο συνυπάρχουν εναλλακτικές θεωρίες, τα διάφορα ερευνητικά προγράμματα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν μπορεί ένα ερευνητικό πρόγραμμα να αξιολογηθεί αντικειμενικά σε σύγκριση με τα άλλα προγράμματα. Υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια με τα οποία αξιολογείται ένα ερευνητικό πρόγραμμα και αξιολογείται θετικά μόνο εφόσον προβλέπει τα δεδομένα. Με αυτόν τον τρόπο κρίνεται ένα ερευνητικό πρόγραμμα αν είναι προοδευτικό ή εκφυλιζόμενο.28 Μέσα από τη διαδικασία του ερευνητικού προγράμματος σύμφωνα με τον Λάκατος είναι δυνατόν να οδηγηθούμε στην πρόοδο της επιστήμης. Η προοδευτικότητα του ερευνητικού προγράμματος είναι δυνατόν να κριθεί από τη θεωρητική παραγωγικότητα και το εμπειρικό του περιεχόμενο, από τη δυνατότητα να παρουσιάζει νέα φυσικά μοντέλα με βάση τα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν και από τον τρόπο οργάνωσης της πειραματικής διαδικασίας. Το πρότυπο επιστημονικής προόδου του Λάκατος είναι μια ορθολογική ανασυγκρότηση της επιστήμης.25. Εξηγείστε την διαμάχη που οδήγησε στις καταδίκες του 1277 (2007, 2009) (Α’, ενότητα 5.6) Η διαμάχη γύρω από τη διδασκαλία των θέσεων του Αριστοτέλη έχει τις απαρχές της στο πρόβλημα της διπλής αλήθειας και στη διαμόρφωση της σχέσης πίστης- λόγου. Η ουσία του δόγματος αυτού είναι ότι θα πρέπει να θεωρεί κανείς πως υπάρχουν δύο αλήθειες, μια των γραφών και μια της επιστήμης, οι οποίες όμως δεν πρέπει να έρχονται σε αντίθεση. Όταν εμφανιστεί μια τέτοια αντίθεση, θα πρέπει να θεωρείται σωστή η θεολογική θέση. Το 1100 αρχίζει μια προσπάθεια ανανέωσης και εμπέδωσης των λατινικών κλασικών έργων, Ρωμαίων, μεσαιωνικών συγγραφέων, πατέρων της εκκλησίας, και των λίγων ελληνικών πηγών, όπως ο «Τίμαιος» του Πλάτωνα και το «Όργανον» του Αριστοτέλη από λατινικές μεταφράσεις. Παρατηρούμε κίνημα μεταφράσεων ήδη από τον 9ο έως τον 12ο αιώνα. Τελικό αποτέλεσμα ήταν το σύνολο της αριστοτελικής φιλοσοφίας να μεταφραστεί στα λατινικά και να αποτελέσει αντικείμενο διδασκαλίας και μελέτης στα πανεπιστήμια (νέους ουδέτερους χώρους έκφρασης) από το 1200 μέχρι περίπου το 1650. Η αριστοτελική φιλοσοφία ως ολοκληρωμένο σύστημα για την πραγματικότητα του κόσμου, δεν εξυπηρετούσε απλώς τη συμπλήρωση κάποιων γνωστικών κενών, όπως συνέβη με άλλα φιλοσοφικά συστήματα Το σύστημα του Αριστοτέλη ήταν μια ολοκληρωμένη φιλοσοφία για τον κόσμο, περιλάμβανε στοιχεία για κάθε ύπαρξη. Οι Δυτικοευρωπαίοι είχαν ήδη ένα σύστημα, όχι τόσο περιεκτικό, βασισμένο στην αποκάλυψη της πίστης. Τέθηκε επομένως θέμα κατά πόσον αυτά συμβιβάζονται. Συγκεκριμένα, τα φυσικά και μεταφυσικά έργα του Αριστοτέλη και ο αραβικός σχολιασμός τους από τον Αβερρόη, δημιούργησαν αμφιβολίες για την συμβατότητα τους με την χριστιανική διδασκαλία. Το 1210 το επαρχιακό εκκλησιαστικό συμβούλιο του Παρισιού απαγόρευσε τη διδασκαλία και το σχολιασμό της φυσικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη, γιατί θεώρησαν ότι οι καθηγητές δίδασκαν τον πανθεϊσμό, την ταύτιση του σύμπαντος με τον Θεό, μια πλατωνική προσέγγιση του Αριστοτέλη που συνδέεται με τον Αβικέννα. Το 1215 εκδίδεται διάταγμα από τον απεσταλμένο του πάπα Rober de Courcon, που απαγόρευε τη δημόσια διδασκαλία αριστοτελικών θέσεων, μόνο στο Παρίσι. Στην Τουλούζη εξαγγέλθηκαν μαθήματα για αυτά. Από το 1230 περίπου τα υπομνήματα

9

Page 10: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

του Αβικέννα άρχισαν να παραγκωνίζονται από αυτά του Αβερρόη σαν πιο αυθεντική εκδοχή του Αριστοτέλη. Το 1231 ο πάπας Γρήγορος ο Θ' αναγνώρισε την ισχύ του διατάγματος του 1210. Επέβλεψε την λειτουργία του πανεπιστημίου του Παρισιού και διόρισε μια επιτροπή, με έργο την αναθεώρηση των φυσικών έργων και στόχο τη μετέπειτα χρήση τους. Η επιτροπή δε φαίνεται να συνεδρίασε ποτέ και δεν βρέθηκε οποιαδήποτε αναθεωρημένη εκδοχή αριστοτελικού έργου. Μετά το 1240 οι αποφάσεις αυτές έχασαν την ισχύ τους, πιθανώς γιατί πέθανε ο πάπας Γρηγόριος ο Θ'. Η διδασκαλία των λογικών έργων του Αριστοτέλη, που οφείλεται στην ανάγκη των καθηγητών του Παρισιού να προβληθούν έναντι εκείνων της Οξφόρδης, προσέδωσαν κύρος σε όλη την αριστοτελική φιλοσοφία. Το 1255 η σχολή των Τεχνών εισήγαγε τα έργα του Αριστοτέλη ως υποχρεωτικά. Το 1260 ο Γουλιέλμος του Moeberke άρχισε να μεταφράζει από τα ελληνικά. Η διδασκαλία του Roger Bacon διάδωσε την αριστοτελική σκέψη. Οι καθηγητές του τμήματος των Τεχνών (Παρίσι) δίδασκαν και ερμήνευαν φιλοσοφικά - τολμηρά τον Αριστοτέλη. Από το 1255 είχαν συμπεριλάβει τα φυσικά και τα μεταφυσικά έργα του στην εξεταστέα ύλη. Το 1267 ο Μποναβεντούρα διαμαρτυρείται ενώ στο Παρίσι καλείται ο Θωμάς Ακινάτης. Το 1270 ο επίσκοπος του Παρισιού Etienne Tiemper καταδικάζει 13 προτάσεις αβεροικής προέλευσης, τις οποίες υποστηρίζει ο Σίζερ. Το 1277 ο ίδιος επίσκοπος καταδικάζει την αιτιοκρατική ερμηνεία του Αριστοτέλη από τα σχόλια του Αβερρόη. Το ίδιο πράττει και ο John Pecham, αρχιεπίσκοπος του Canterbury. Οι οπαδοί του αριστοτελικού αβερροισμού καταφεύγουν στο νότο, στην Πάδουα. Ο κατάλογος των απαγορευμένων προτάσεων περιλαμβάνει 219 προτάσεις, μεταξύ των οποίων και 15 -20 προτάσεων του Θωμά Ακινάτη. Πρόκειται για εκδήλωση της τάσης των συντηρητικών να θεωρούν επικίνδυνο ό,τι ήταν περισσότερο φιλελεύθερο από αυτούς. Οι απαγορεύσεις αφορούν την αιωνιότητα του κόσμου, το μονοψυχισμό, την άρνηση της θείας πρόνοιας και της ελεύθερης βούλησης, τις ορθολογικές τάσεις και εξηγήσεις, τις αστρολογικές προτάσεις, τον περιορισμό της παντοδυναμίας του Θεού. Οι καταδίκες αντιπροσωπεύουν νίκη της συντηρητικής θεολογίας του 13__ αιώνα και επιβάλλουν υποτέλεια της φιλοσοφίας στη θεολογία. Μας ενδιαφέρει ο κόσμος όπως είναι, που γίνεται γνωστός με την αποκάλυψη της πίστης και όχι όπως θα έπρεπε να είναι σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, διακήρυξε ο Tempier. Με τις καταδίκες προέκυψαν νέα ερωτήματα, όπως: η σχέση της γλώσσας με την πραγματικότητα - η λειτουργία του σύμπαντος και εάν υπάρχουν άλλα σύμπαντα – αν όντως μπορεί να υπάρξει κενός και άπειρος χώρος – ποια η φύση της κίνησης όταν δεν σχετίζεται με περιβάλλοντα σώματα, κίνηση που είχε εξετάσει ο Αριστοτέλης. Έτσι, αυτές οι τάσεις ενθάρρυναν κάποιους φιλοσόφους να διερευνήσουν μη αριστοτελικές φυσικές και κοσμολογίες.26. Η επιστημονική μεθοδολογία που διατυπώνεται στους Κανόνες και αποτελεί

προϋπόθεση της φυσικής του Νεύτωνα πρέπει να συσχετίζεται με τον εμπειρικό επαγωγισμό του Φρ. Μπέικον; (2007, 2012, 2011)

(Β’, σελ 108 – 113) Ναι, γιατί η επιστημονική μεθοδολογία του Νεύτωνα βασίζεται στο πείραμα. Ο Νεύτων επιχείρησε τον διαχωρισμό της πειραματικής φιλοσοφίας από την μεταφυσική. Με βάση αυτόν τον διαχωρισμό οι μεταφυσικοί διαλογισμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αρχικές υποθέσεις για τον σχεδιασμό πειραμάτων, τα οποία θα οδηγήσουν επαγωγικά σε ένα γενικό συμπέρασμα, αλλά αυτοί καθαυτοί δεν έχουν καμία βάση αλήθειας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, στην νευτώνεια επιστημολογία η ανάλυση προηγείται της σύνθεσης. Η ανάλυση συνίσταται στο να διεξάγει ο επιστήμονας πειράματα και να κάνει παρατηρήσεις και, κατόπιν, δια της επαγωγικής συλλογιστικής μεθόδου, να διατυπώνει γενικά συμπεράσματα, τα οποία πρέπει να θεωρούνται αδιαμφισβήτητα, εκτός και αν υπάρξουν πειραματικές

10

Page 11: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

ενδείξεις περί του αντιθέτου. Όσο περισσότερα πειραματικά δεδομένα συλλέξει ένας επιστήμονας τόσο πιο γενικά μπορεί να είναι τα συμπεράσματα στα οποία θα καταλήξει. Έτσι, ο επιστήμονας προχωρά από το ειδικό στο γενικό, από την παρατήρηση ενός φαινομένου στην αιτία του, από την ανάλυση στην σύνθεση, δηλαδή, στην αποδοχή αιτιών που μπορούν να εξηγούν τα φαινόμενα και να αποδεικνύουν αυτές τις εξηγήσεις. Βέβαια, η ισχύς των γενικεύσεων δεν είναι βέβαιη, αφού αρκεί ένα αρνητικό πειραματικό εύρημα για να τις αποδυναμώσει. Για τον Νεύτωνα, όμως, αυτό δεν έχει σημασία, καθώς ο επιστήμονας δεν στοχεύει στην αναζήτηση των μεταφυσικών αρχικών αιτιών των πραγμάτων, αλλά στην εξήγηση των εμπειρικών φαινομένων και στην συγκέντρωση τόσων παρατηρησιακών δεδομένων που να του επιτρέπουν να προσδοκά ότι «όλες οι παρατηρήσεις που θα κάνει από δω και στο εξής έχουν πιθανότητα να επιβεβαιώνουν αυτό που έχει μέχρι στιγμής παρατηρηθεί». Συνεπώς, για τον Νεύτωνα οι γενικεύσεις δεν αποδεικνύουν θεωρίες και νόμους, αλλά προσφέρουν επιχειρήματα στον επιστήμονα για να στηρίξει τις θέσεις του, τα οποία γίνονται όλο και πιο ισχυρά όσο πιο πολλά είναι τα συλλεγόμενα εμπειρικά δεδομένα. Είναι σαφείς οι επιρροές που έχει από τον εμπειρικό επαγωγισμό του Φρ. Μπέικον (βλ. ερευνητικών. 11)27. Παρουσιάστε τον «μεσαιωνικό πειραματισμό» όπως εμφανίζεται στις

επιστημολογικές θέσεις του και του Ρότζερ Μπέικον. (2007, 2008, 2009)(Α’, ενότητα 5.7.) Και οι δυο δίνουν έμφαση στη μαθηματικοποίηση της επιστήμης και στον πειραματισμό. Ρόμπερτ Γκροσσετέστ: πατέρα της πειραματικής μεθόδου. Νεοαυγουστηνιανός, βασίζεται στην αρχή της θείας φώτισης. Ο μελετητής δεν επιδιώκει μόνο γνώση του γεγονότος αλλά βαθύτερη απόδειξη του γεγονότος. Οι κατώτερες επιστήμες παρέχουν τα γεγονότα ενώ τα μαθηματικά δίνουν τους λόγους για τα γεγονότα. Απέδειξε την ισότητα των γωνιών στην ανάκλαση του φωτός. Η αιτία ανάγεται στη φύση της ακτινοβολούσας ενέργειας. Είδε στην αντίφαση στην αστρονομική περιγραφή του Πτολεμαίου. Είδε έναν τρόπο μετάβασης από την εμπειρία στη θεωρία και αντίστροφα. Δηλ πρώτα βρίσκουμε ονομαστικό, μη αιτιακό ορισμό, που περιγράφει τους συσχετισμούς σε γεγονότα και προτάσεις. Στη συνέχεια να μελετηθεί αν αυτός ο ορισμός δίνει και τις πραγματικές αιτίες των φαινομένων. Τυπική αιτία (ονομαστική) =ορισμός τυπικό γιατί / Ποιητική αιτία = ουσία αληθινό γιατί. Ρότζερ Μπέικον: το πρακτικό πνεύμα αρχίζει να μεταμορφώνει τη μαγεία των παραμυθιών σε επιτεύγματα της εφαρμοσμένης επιστήμης. Προφήτευσε το υποβρύχιο, αυτοκίνητο, αεροπλάνο και τηλεσκόπιο. με αστρολογία και φυσική μαγεία. Στο Opus Majous αναφέρει τα 4 εμπόδια κατανόησης της αλήθειας, δηλ. υποταγή σε λανθασμένη αυθεντία, δύναμη της συνήθειας, λαϊκή πρόληψη, δοκησισοφία. Επιστήμονας της «πολυθρόνας» τα μαθηματικά παρέχουν αλήθειες χωρίς σφάλμα και η εμπειρία βεβαιότητα χωρίς αμφιβολία. Εκφράζει την νεοαυγουστήνια παράδοση της θείας φώτισης. Τα πειραματικά δεδομένα αποκτούν αξιοπιστία όμως στα πλαίσια μιας θεωρητικής ανάλυσης. Ο πειραματισμός ανώτατο κριτήριο αλήθειας. Ελάχιστα ακολουθεί τις μεθόδους του. Γνωρίζει μαθηματικά, τα αξιοποιεί αλλά η κύρια συμβολή του έγκειται στις σκέψεις του για τα μαθηματικά. Στα Θεολογικά θέματα, τα μαθηματικά είναι χρήσιμα όχι μόνο σε πρακτικό εκκλησιαστικό επίπεδο αλλά και σε θεμελιακό28. Πως αντιλαμβάνεται τη φυσική κίνηση ο Αριστοτέλης. (2008, 2012) (Α’, ενότητα 8.1 και Β’ ενότητα 2.4) Αριστοτέλης: Τα δύο πρώτα βιβλία των Φυσικών εισάγουν την έννοια της κίνησης και τις τέσσερις αριστοτελικές αιτίες (υλική, ποιητική, τυπική και τελική). Εδώ παρουσιάζεται το δόγμα του περί ουσίας και μορφής, σύμφωνα με το οποίο η αλλαγή είναι : α)γένεση και φθορά ή αλλοίωση β)αύξηση και μείωση και γ)η τοπική κίνηση. Στο έβδομο (ημιτελές) βιβλίο του

11

Page 12: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

αναλύονται οι σχέσεις ανάμεσα στο κινούμενο σώμα και στο κινούν. «Καθετί που κινείται, ωθείται στην κίνηση από κάποιο άλλο πράγμα, ξέχωρα από το κινούμενο. Στα έμψυχα αντικείμενα, η ψυχή είναι το κινούν του σώματος, ενώ στα ουράνια σώματα το κινούν ήταν μια ουράνια νόηση. Στο όγδοο βιβλίο του ο Αριστοτέλης καταλήγει στη γνωστή θεωρία της αντιπερίσπασης, σύμφωνα με την οποία η κίνηση του βλήματος προκαλείται από τη διαρκή πίεση που ασκεί σε αυτό ο περιβάλλων αέρας. Ο Αριστοτέλης εισάγει επίσης τη διάκριση της κίνησης σε φυσική και βίαιη. Η φυσική κίνηση αφορά μετατοπίσεις, κατά τις οποίες τα σώματα κινούνται ανάλογα με την υπόστασή τους,. Σώματα στα οποία κυριαρχούν ως συστατικά η γη και το νερό κινούνται προς τα κάτω, ενώ άλλα στα οποία κυριαρχούν ο αέρας και η φωτιά προς τα πάνω. Στις βίαιες κινήσεις τα σώματα μετατοπίζονται με τη δράση εξωτερικού κινούντος. Αν και ο Αριστοτέλης αποφεύγει τη χρήση μαθηματικών στην περιγραφή της φύσης θεωρεί ότι η κίνηση στο κενό είναι αδύνατη και απορρίπτει εντελώς την έννοια του κενού. Έτσι λοιπόν η θεωρία της κίνησης βρίσκεται σε αδιέξοδο μέχρι την εμφάνιση του Γαλιλαίου και των πειραματικών ερευνών του.29. Εξετάστε κατά πόσον η μετάβαση από το γεωκεντρικό σύστημα του Πτολεμαίου

στη «νέα κοσμολογία» (Κοπέρνικος, Τύχων, Κέπλερ) αποτελεί ανατροπή παραδείγματος τύπου Kuhn. (2008)

(βλ. ερευνητικών. 3 και 15). Το κυρίαρχο παράδειγμα του γεωκεντρισμού ανατράπηκε όταν ο αριθμός των παρατηρούμενων ανωμαλιών αυξήθηκε (μέσω των παρατηρήσεων του Κοπέρνικου, Τύχωνα και Κέπλερ). Το ηλιοκεντρικό σύστημα ήρθε να ανατρέψει το παλιό σύστημα και να ερμηνεύσει τις πρώην ανωμαλίες ως κανονικότητες 30. Αναφερθείτε στις βασικές διαφορές ανάμεσα στην επιστημολογία του

Ορθολογισμού και του Εμπειρισμού. Επικεντρωθείτε α.) στο ρόλο της εμπειρίας β.) στις δυνατότητες και τα όρια του ορθού λόγου και γ. στον βαθμό βεβαιότητας της επιστημονικής γνώσης (2008, 2009)

Ορθολογισμός: Rene Descartes (1596–1650)-Baruch Spinoza (1632–77) Gottfried Wilhelm Leibniz (1646-1716). Η επιστημονική γνώση κατευθύνεται από τη λογική και οι φυσικοί νόμοι είναι γενικές λογικές αρχές που με λογική απαγωγή ισχύουν σε κάθε επιμέρους φαινόμενο. Οι αισθήσεις ξεγελούν. Υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα την οποία αντιλαμβανόμαστε με το νου. Ο άνθρωπος με τη λογική μπορεί να κατανοήσει τα πάντα. Αρκεί να εξακριβώσει ο επιστήμονας εκείνους τους θεμελιώδεις κανόνες που διέπουν τη λειτουργία της μηχανής και τότε θα μπορέσει να εξηγήσει όλα τα επιμέρους προβλήματα που τον απασχολούν. Καθιερώνεται έτσι ένα «πανσοφικό ιδεώδες», βάση του οποίου ο άνθρωπος μπορεί να κατανοήσει τα πάντα, αρκεί να θεσπίσει λογικά αναγκαίους, καθολικούς και αιώνιους φυσικούς νόμους. Εμπειρισμός: Francis Bacon (1561–1626).John Locke (1632–1704).George Berkeley (1685–1753)David Hume (1711–1776). Η επιστημονική γνώση πηγάζει από την εμπειρία και τη συστηματική παρατήρηση και οι φυσικοί νόμοι προκύπτουν επαγωγικά. Υπερτόνισαν την αξία της εμπειρίας. οι φυσικοί νόμοι δεν εξηγούν τα πράγματα, αλλά έχουν πρακτική αξία στο μέτρο που διευκολύνουν τους ανθρώπους να ζουν σε έναν κόσμο, που διέπεται από φαινομενικές κανονικότητες. 31. Πως διαφοροποιείται ο Πόππερ στην προσπάθειά του να επιλύσει το πρόβλημα

της οριοθέτησης της επιστήμης απέναντι στη μή επιστήμη? (2008)Αρχή διαψευσιμότητας. Επιστημονικότητα σημαίνει να υποδεικνύει μια θεωρία τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε πειραματικά να την διαψεύσουμε. (βλ. ερευνητικών. 8)32. Κέπλερ και Γαλιλαίος συνέτειναν στην "μετατόπιση" προς το κοπερνίκειο

"παράδειγμα" καταλύει Κούν. Εξηγείστε (2009)

12

Page 13: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΟ 31

(Β’, σελ 32 – 39) Κέπλερ μέσω των παρατηρήσεων του με το τηλεσκόπιο απέδειξε την αλήθεια του ηλιοκεντρικού μοντέλου πάρα τις απαγορεύσεις της εκκλησίας, η οποία επέμενε να υπερασπίζεται το γεωκεντρικό σύστημα. Κατά τον ίδιο τρόπο ο Γαλιλαίος υπερασπίστηκε τις παρατηρήσεις του και αντιμετώπισε την Ιερά Εξέταση. Πρόκειται για έναν πόλεμο παραδειγμάτων, κατά τη θεωρία του Κουν, που οδήγησε στην επικράτηση του αλλοκεντρισμού, του νέου παραδείγματος, που ήρθε να σηματοδοτήσει μια νέα εποχή στην επιστήμη. 33. Το κίνημα του νομιναλισμού (Β’, σελ 50 – 51) Η συστηματική κριτική της αριστοτελικής θεωρίας για την κίνηση των υλικών σωμάτων και τελικά, η αποβολή της ιδέας των τελικών αιτίων (του σκοπού), κατέληξε στην απόρριψη του αριστοτελισμού, γεγονός το οποίο λειτούργησε ως προϋπόθεση για την καινούργια πειραματική σχέση με την εμπειρία. Ο σύγχρονος τρόπος του διανοείσθαι αποτέλεσε το φιλοσοφικό κίνημα της ονοματοκρατίας ή νομιναλισμού. Ιδρυτής του υπήρξε ο Άγγλος Ουίλλιαμ Όκκαμ (1290-1349), ο οποίος προσπάθησε να «καθαρίσει» τη φιλοσοφία από την πληθώρα των καταχρηστικών υποθέσεων και παραδοχών προτείνοντας τον κανόνα που επιγράφεται «Το ξυράφι του Όκκαμ». Σύμφωνα με την αρχή αυτή σε κάθε περίπτωση πρέπει να προτιμάται η πλέον απλή και ευθεία εξήγηση ενός φαινομένου. Με τον τρόπο αυτό ο Όκκαμ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι καθολικές έννοιες δεν έχουν πραγματική υπόσταση (είναι απλώς φωνές). Ουσία και μοναδική υπόσταση έχουν τα αυθύπαρκτα άτομα. Έτσι ο Όκκαμ στην πράξη αποκαθιστά την εμπειρική πραγματικότητα ως πρωταρχικό θεμέλιο της επιστημονικής αλήθειας. Οι ιδέες του Όκκαμ ενσωματώθηκαν αργότερα κατά τον 18ο αιώνα στη θεωρία της αιτιότητας του Χιουμ.34. Αντιπαραθέστε τη μεσαιωνική άποψη περί τεχνολογίας με τις θεωρήσεις του

τεχνολογικού φαινομένου κατά τον 20ο αιώνα. (2011)(Α’, ενότητες 7.1 και 7.2) Στη σύγχρονη εποχή της ιλιγγιώδους ανάπτυξης της τεχνολογίας, είναι κοινός τόπος ότι η τεχνολογία αποτελεί την πρακτική έκφανση της τεχνολογίας, την εφαρμοσμένη επιστήμη. Βέβαια, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία σχετική αυτονόμηση της τεχνολογίας, καθώς παρουσιάζει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Στον μεσαίωνα η επιστήμη προσπαθεί να κατανοήσει τη φύση και η τεχνολογία να τη χρησιμοποιήσει. Οι δύο αυτές ανθρώπινες δραστηριότητες ήταν πλήρως αποκομμένες. Ο τεχνίτης του 13ου αιώνα ήταν αυτοδίδακτος. Δεν διάβαζε, ούτε ενδιαφέρονταν για θεωρίες. Η πραγματιστική τους αυτή αντίληψη, τους απάλλασσε από κατηγορίες για μαγεία, αλλά και από την τριβή με τη σχολαστική μέθοδο των εγχειριδίων. Η βασική μεσαιωνική αντίληψη ήταν ότι ο τεχνίτης μιμείται τη φύση. Ο Θεός είναι ο αρχιτέκτονας του κόσμου και ο άνθρωπος ο αρωγός στο έργο του. Με αυτό τον τρόπο, δηλαδή με τη βοήθεια του ανθρώπου προς το Θεό, η εργασία μετατρέπεται σε μία μορφή προσευχής. Μόνο ύστερα από τον 15ο αιώνα, αρχίζουν να συνδυάζουν οι τεχνίτες επιστημονικές με τεχνολογικές γνώσεις

13