157
Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ Μια ιστορική μελέτη για τη σχέση των αστικών μετασχηματισμών με την κρίση και την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας. Ερευνητικό Θέμα ΑΝΔΡΙΤΣΟΣ ΘΑΝΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2009 [1]

Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

  • Upload
    thaihok

  • View
    42

  • Download
    2

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Μια ιστορική μελέτη για τη σχέση των αστικών μετασχηματισμών με την κρίση και την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.

Citation preview

Page 1: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Η ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Μια ιστορική μελέτη για τη σχέση των αστικών μετασχηματισμών με

την κρίση και την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.

Ερευνητικό Θέμα

ΑΝΔΡΙΤΣΟΣ ΘΑΝΟΣ

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2009

ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

[1]

Page 2: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Πρόλογος.

«Το κάνω αυτό για να δει ο κόσμος ότι υπάρχει κρίση. Σκεφτόμουν τόσο καιρό ότι αν

κοιτάξεις μέσα στην πόλη δεν μπορείς να δεις πουθενά την κρίση»

Τα λόγια αυτά ανήκουν σε ένα πρώην μεσαίο στέλεχος μιας αμερικάνικης εταιρίας,

τώρα έναν από τους εκατομμύρια απολυμένους σε όλη τη γη. Τα χρησιμοποιεί για να

αιτιολογήσει την απόφαση του να «φορέσει» ένα μεγάλο πλακάτ που ενημερώνει για την

άνοδο της ανεργίας και της φτώχειας και να στέκεται καθημερινά σε έναν κεντρικό δρόμο

της Νέας Υόρκης, έξω από τα γραφεία της παλιάς του δουλειάς. Είναι η φράση με την οποία

τελείωνε ένα ελληνικό ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε πρόσφατα στην τηλεόραση και

αναφερόταν στην οικονομική κρίση που μαίνεται στις μέρες μας.

Με ευκολία μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το εγχείρημα του έχει στην καλύτερη

περίπτωση αμφιλεγόμενη πολιτική λογική και αποτελεσματικότητα. Ακόμα περισσότερο

αμφιβάλλουμε αν κρίνεται αναγκαία η παρουσία του για να αντιληφθεί ο κόσμος μια

οικονομική κρίση που, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, έχει επηρεάσει, λιγότερο ή

περισσότερο, την πλειοψηφία των κατοίκων των καπιταλιστικών μητροπόλεων. Ωστόσο η

φράση του αυτή μας κίνησε το ενδιαφέρον γιατί έθεσε ένα πολύ καίριο ερώτημα. Αν η

κρίση έχει εικόνα και, πιο σημαντικά, αν η κρίση έχει ή μεταφράζεται στο χώρο και τους

μετασχηματισμούς του. Κατ’ επέκταση πώς μπορούμε να αντιληφθούμε στην εικόνα των

πόλεων, μεταβολές στο επίπεδο της οικονομίας και της παραγωγής, περιόδους

καπιταλιστικής ανάπτυξης και ύφεσης, πολιτικές υπέρβασης προβλημάτων και διατήρησης

κερδοφορίας;

Θα ήταν λάθος μια υπόθεση ότι στην αίσθηση της κοινωνικής πλειοψηφίας η

εικόνα μιας περιόδου κρίσης είναι μια κενή σελίδα. Το κραχ του 29 έφτασε στις νεώτερες

γενιές από τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της τεράστιας μάζας έξω από το χρηματιστήριο

στη Wall Street, τις πορείες των ανέργων και τα συσσίτια. Αντίστοιχες εικόνες από όλο τον

κόσμο έρχονται στο φως σε εποχές σαν τη σημερινή, άλλες με χρηματιστές σε κατάσταση

παράνοιας και δείκτες σε ελεύθερη πτώση και άλλες, πιο ανθρώπινες, με εργαζόμενους και

νέους σε απόγνωση μπροστά στις δυσκολίες της καθημερινής ζωής. Ακόμα πιο γλαφυρά

κάνει την εμφάνισή της η κρίση στις άδειες βιτρίνες κλειστών καταστημάτων με κολλημένο

ένα πωλητήριο ή στις συγκεντρώσεις απολυμένων έξω από μια επιχείρηση που έκλεισε,

[2]

Page 3: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

μεταφέρθηκε ή περιέκοψε προσωπικό. Αν θέλαμε να προχωρήσουμε περαιτέρω θα

βλέπαμε στην εικόνα των καπιταλιστικών κρίσεων, των αποτελεσμάτων τους και κυρίως της

προσπάθειας απάντησης σε αυτές, τις σημαίες κοινωνικών κινημάτων και επαναστάσεων,

τις υψωμένες γροθιές, τα όπλα ή έστω τις πέτρες συνειδητών και αυθόρμητων εξεγερτικών

γεγονότων. Σε αυτές δεν θα ήταν πολύ απλουστευτικό αν συνυπολογίζαμε και τις φλόγες

του ελληνικού Δεκέμβρη του 2008, της «πρώτης εξέγερσης της κρίσης» όπως κάποιοι την

αποκάλεσαν. Τέλος, ένα πιο ανήσυχο και απαισιόδοξο, δυστυχώς όχι αφελές, μάτι θα

έβλεπε και υψωμένα χέρια ναζιστικών χαιρετισμών, θαλάμους αερίων και ένα τεράστιο

χημικό μανιτάρι πάνω από πόλεις της Ιαπωνίας.

Κάθε εικόνα όμως έχει και χωρική υπόσταση. Κάθε κοινωνική διεργασία, κάθε

οικονομική τομή, κάθε βιομηχανική αναδιάρθρωση έχει αποτύπωση στο χώρο. Και ειδικά

στο χώρο της πόλης. Όπως είπε άλλωστε ο Henry Lefebvre «πόλη είναι η προβολή της

κοινωνίας πάνω στο έδαφος»1. Με βάση αυτή τη συλλογιστική οι σημαντικές κοινωνικές

μεταβολές, που τέτοιες επιφέρουν οι καπιταλιστικές κρίσεις, δεν μπορεί παρά να

προβάλλονται και «στο έδαφος», να προκαλούν δηλαδή και μεταβολές στην πόλη. Στην

πραγματικότητα, όπως θα περιγράψουμε παρακάτω, η πόλη δεν είναι ο παθητικός δέκτης,

ούτε μια «παράπλευρη απώλεια», μια δευτερεύουσα πτυχή που υπόκειται σε

μετασχηματισμό μονάχα ως αντανάκλαση άλλων αλλαγών. Αντιθέτως η ύπαρξη και η

εξέλιξη των πόλεων συνδέεται άρρηκτα με την πορεία όλων των πολιτικών και οικονομικών

συστημάτων και κάθε κοινωνίας στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ειδικά ο καπιταλισμός,

είναι αναντίρρητο, ότι δεν θα υπήρχε χωρίς την ύπαρξη και τη διαμόρφωση των

καπιταλιστικών πόλεων.

Στην εργασία αυτή θα ακολουθήσουμε την πορεία των πόλεων αυτών μαζί με την

ίδια την εξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος. Θα παρατηρήσουμε μάλιστα, όπως και

ένα τεράστιο πλήθος παλαιότερων και σύγχρονων αναλυτών, ότι οι δύο αυτές πορείες

τέμνονται συνεχώς έχοντας ίδιους σταθμούς. Μια απλοϊκή, αλλά και σωστή, διατύπωση θα

ήταν η εξής: Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι και τις μέρες

μας, πέρασε από διαφορετικές φάσεις και στάδια, περιόδους ανάπτυξης και κρίσης,

έχοντας υποστεί σημαντικές μεταβολές. Κάθε μια από αυτές τις διαφορετικές περιόδους

μετασχημάτισε τις πόλεις με τρόπο τέτοιο που να αντιστοιχεί στην ιστορική καμπή.

Ταυτόχρονα οι πόλεις όντας όχι μόνο η οθόνη αλλά και ο πρωταγωνιστής, αν όχι ο

1 Lefebvre (1977)[3]

Page 4: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

γεννήτορας, κοινωνικών αλλαγών επέφεραν με τη σειρά τους τομές στην ίδια τη λειτουργία

των κοινωνικών σχηματισμών.

Το θέμα που πραγματεύεται αυτό το κείμενο είναι ο ρόλος των πόλεων στις κρίσεις

του καπιταλισμού. Ειδικότερα θα εξετάσουμε τους αστικούς2 μετασχηματισμούς που έγιναν

στην προσπάθεια του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων να υπερβούν ή να προλάβουν τις

κρίσεις του συστήματος που προστατεύουν. Θα υποστηρίξουμε μάλιστα ότι σε πολλές

περιπτώσεις η επιβίωση του καπιταλισμού, όχι μόνο επέτασσε τις μεταβολές αυτές αλλά

βασίστηκε σε αυτές. Ότι μια από τις καθοριστικές παραμέτρους για την διατήρηση του

καπιταλισμού και την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων της καπιταλιστικής

παραγωγής ήταν η κυριαρχία του πάνω στο χώρο και οι αλλαγές που επέβαλλε σε αυτόν.

Αυτό δεν είναι βέβαια μια πρωτοφανής δήλωση, αλλά αντικείμενο μελέτης εδώ και αιώνες

από πληθώρα ερευνητών, πολλών εκ των οποίων τα έργα θα βοηθήσουν στην εργασία

αυτή. Ο David Harvey, υποστηρίζει ότι «η αστικοποίηση έπαιξε ένα ενεργό ρόλο, μαζί με

άλλα φαινόμενα όπως οι στρατιωτικές δαπάνες, στην αποσόβηση του πλεονάσματος

προϊόντων που οι καπιταλιστές δημιουργούν διαρκώς στην αναζήτηση κερδών»3. Μάλιστα,

ο ίδιος, θα επιχειρηματολογήσει εκτενώς, την άποψη αυτή σε μια σειρά διαλέξεων4,

παραθέτοντας μια σειρά από πολεοδομικές παρεμβάσεις που ήταν άμεση αντανάκλαση

των καπιταλιστικών κρίσεων. Ο Edward Soja, σε ολόκληρο το έργο του θα περιγράψει τις

χωρικές ανακατατάξεις που συνέβησαν στον καπιταλιστικό κόσμο ως συνέπεια των

οικονομικών εξελίξεων. Από τη δεκαετία του 1970 ο Henry Lefebvre θα απαντήσει στο

ερώτημα πως διατηρήθηκε ο καπιταλισμός στις βιομηχανικές χώρες με τον εξής τρόπο:

«Κατά τη γνώμη μου, οι κοινωνικές σχέσεις τον καπιταλισμό, δηλαδή οι σχέσεις

εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, διατηρούνται από και μέσα σ’ ολόκληρο το χώρο, από και

μέσα στον οργανικό χώρο»5. Η ψηλάφηση των σχέσεων μεταξύ των νόμων της

καπιταλιστικής οικονομίας και την κοινωνική οργάνωση του χώρου, μαζί με την παρέμβαση

του κράτους θα γίνει βασικό αντικείμενο έρευνας από τους μαρξιστές της δεκαετίας του

1970, με τον Jean Lojkine να υποστηρίζει ότι «η αναπαραγωγή των καπιταλιστικών

σχέσεων παραγωγής κάνει αναγκαία σε κάθε επίπεδο ανάπτυξης αυτού του τρόπου

παραγωγής, την οικονομική παρέμβαση ενός κοινωνικού παράγοντα, διαφορετικού από

2 Για την διευκόλυνση της κατανόησης, στο εξής, εκτός από τις προφανείς περιπτώσεις (πχ. αστικό κέντρο), η λέξη που θα χρησιμοποιείται για να περιγράψει το άστυ θα είναι αστεακό-η. 3 Harvey (2008)4 Όπως αυτή στο πανεπιστήμιο Cornell με τίτλο: SPACES OF GLOBAL CAPITALISM, http://www.youtube.com/watch?v=tr1Cj1QzdCY5 Lefebvre (1977)

[4]

Page 5: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

τους ιδιωτικούς καπιταλιστικούς παράγοντες μ’ άλλα λόγια του κράτους»6. Σε ότι αφορά

στις αλλαγές στην πολεοδομική σκέψη και πρακτική που παρατηρούνται σε κρίσιμες

χρονικές στιγμές, ο J. M. Simmie στο βιβλίο του «Citizens on Conflict» θα αναφέρει: «Γενικά

οι πολεοδόμοι προτιμούν τις εναλλακτικές πολιτικές που αντιπροσωπεύουν τη συνέχιση των

ισχυόντων προγραμμάτων σε αντίθεση με αυτά που εισάγουν την αλλαγή. Αυτό εν μέρει

γίνεται γιατί οι εναλλακτικές λύσεις σε τρέχουσες καταστάσεις δεν ζητούνται, παρά μόνο

εάν οι καταστάσεις είναι κατά κάποια έννοια μη ικανοποιητικές»7. Μια συνολική εκτίμηση

για τη σχέση της πόλης με την αστική κοινωνία περιγράφεται από τον Manuel Castells ως

εξής: «Ή ανάλυση των κοινωνικών μορφών (μια από τις οποίες είναι ο χώρος) επιβάλλει να

αναθεωρήσουμε το περιεχόμενο των σχέσεων ανάμεσα στα συγκεκριμένα (όπως ο χώρος)

στοιχεία που συνθέτουν μια κοινωνία. Ο χώρος λοιπόν, μ’ όλες τις ειδικές του συνέπειες,

πρέπει να ενσωματωθεί σ’ αυτή τη δομή, σ’ αυτό το σύνολο των σχέσεων, και ταυτόχρονα

να δείχνει με τα χαρακτηριστικά του τη συγκεκριμένη άρθρωση των δομών και των

επιπέδων του κοινωνικού σχηματισμού που εντάσσεται»8. Ο Γιάννης Χατζηγώγας θα

επεκτείνει αυτή τη σκέψη υποστηρίζοντας ότι: «… η κυρίαρχη αρχιτεκτονική (τόσο σαν

χώρος, όσο και σαν θεωρία) είναι η αρχιτεκτονική της κυρίαρχης τάξης. Δεν είναι λοιπόν η

αρχιτεκτονική αυτή που καθορίζει (άρα και που μπορεί να αλλάξει) την κοινωνική

πραγματικότητα, αλλά η κοινωνική πραγματικότητα καθορίζει (άρα και μπορεί να αλλάξει)

την παραγωγή του χώρου, την αρχιτεκτονική»9.

Η έννοια της κυριαρχίας πάνω στο χώρο είναι προφανώς κάτι πολύ γενικό και ευρύ.

Γι’ αυτό και αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι δεν αναφερόμαστε μονάχα στην ηγεμονία σε

παγκόσμιο επίπεδο ούτε στον επεκτατισμό των ισχυρότερων οικονομιών. Το πεδίο των

γεωπολιτικών ανακατατάξεων, των πλανητικών οικονομικών σχέσεων και της μεταφοράς

εμπορευμάτων και εργατικής δύναμης σαφώς λαμβάνεται υπ’ όψιν αλλά δεν αποτελεί το

βασικό αντικείμενο μελέτης. Επίσης με την έννοια των χωρικών μεταβολών δεν εννοούμε

μόνο τις γεωγραφικές ανακατατάξεις της βιομηχανικής παραγωγής με τη στενή έννοια της

μεταφοράς ενός κλάδου από ένα μέρος σε ένα άλλο, ή την ανάπτυξη τεχνολογικών

καινοτομιών σε μια περιοχή κ.α. Το βασικό θέμα είναι οι μετασχηματισμοί των λειτουργιών

και της εικόνας των πόλεων.

6 Ζαν Λοζκίν: Συνεισφορά σε μια μαρξιστική θεωρία της καπιταλιστικής αξιοποίησης. Στο «Η πόλη στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα». 1977 7 Τζ. Μ. Σίμι: Κοινωνική πράξη και ιδεολογική σύγκρουση. Στο «Η πόλη στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα». 1977 8 9 Χατζηγώγας (1981)

[5]

Page 6: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Κάθε προσπάθεια ιστοριογραφίας της εξέλιξης των πόλεων έχει εξ’ αρχής μια

δυσκολία και ένα βαθμό αυθαιρεσίας. Αυτό γιατί οι διαφορές που υπάρχουν ανάλογα με το

μέγεθος, το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, της πολιτικής κατάστασης και

πολλών άλλων είναι τόσο μεγάλες που κάθε προσπάθεια κατηγοριοποίησης και εξαγωγής

γενικών συμπερασμάτων είναι προβληματική. Στην μελέτη αυτή, επομένως, θα πρέπει από

την αρχή να δεχτούμε μια σύμβαση. Από τη στιγμή που μελετούνται τα αποτελέσματα των

καπιταλιστικών κρίσεων, η έρευνα προσανατολίζεται στις χώρες αυτές που αποτελούν

κινητήριους μοχλούς του αναπτυγμένου καπιταλισμού σε κάθε περίοδο. Εντός αυτών οι

πόλεις που θα χρησιμοποιηθούν ως παραδείγματα είναι οι μεγάλες, πολυπληθείς

μητροπόλεις, που αποτελούν ή αποτέλεσαν σημαντικά βιομηχανικά κέντρα. Σε αυτή την

πορεία θα δούμε ότι στις «προηγμένες» χώρες της Ευρώπης του 19ου αιώνα θα προστεθούν

στις αρχές του 20ου οι ΗΠΑ ενώ από τα μέσα του 20ου αιώνα και κυρίως μετά το 1970, το

μωσαϊκό αποτελείται από δεκάδες χώρες και πόλεις σε ολόκληρο τον κόσμο (και ειδικά

στην Ασία), δείγμα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού της μετανεωτερικής εποχής.

Αυτή η σύμβαση δεν είναι παράλογη ούτε τυχαία. Ο καπιταλισμός εδραιώθηκε στις πόλεις

αυτές ακριβώς γιατί το σύνολο των συνθηκών που υπήρχαν ήταν ευνοϊκό για την ανάπτυξη

του. Άλλωστε, οι επιπτώσεις που φέρνει μια κρίση δεν μπορούν να αποτυπωθούν πουθενά

αλλού καλύτερα, από ότι σε μια πόλη στην καρδιά του ανεπτυγμένου καπιταλισμού.

Οι κεντρικοί άξονες στην πορεία της μελέτης θα είναι δύο: Ο πρώτος είναι οι

αλλαγές που επέφερε στις πόλεις η εξέλιξη της καπιταλιστικής οικονομίας. Βασικό στοιχείο

αποτελεί η βιομηχανική παραγωγή και η συγκέντρωση κεφαλαίου και κατ’ επέκταση

εργατικής δύναμης. Η βιομηχανική ανάπτυξη, τα καθεστώτα συσσώρευσης, οι τεχνολογικές

εξελίξεις, και οι μορφές οργάνωσης της παραγωγής αποτελούν στοιχεία που συνδέονται

μεταξύ τους και ταυτίζονται με σαφή δείγματα που αποτυπώνονται στην πόλη. (π.χ. αύξηση

πληθυσμού, οικονομική ισχύς, χωρικές μορφές επιχειρήσεων, ανεργία, προάστια κ.α.). Ο

δεύτερος, που συνδέεται με τον πρώτο, είναι οι επιλογές της αστικής τάξης και του κράτους

που αφορούν διάφορα επίπεδα αλλά φανερώνονται με ανάγλυφο τρόπο στις πολεοδομικές

επεμβάσεις. Η διατήρηση της αστικής εξουσίας βασίζεται αφ’ ενός στην διατήρηση και

αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και αφ’ αφετέρου στην πολιτική ηγεμονία πάνω

στις υπόλοιπες τάξεις (κυρίως στην εργατική) διαδικασία που μπορεί να πάρει πολλές

μορφές ενσωμάτωσης, συμμετοχής, υποταγής και καταστολής. Η κυρίαρχη πολιτική πάνω

στην πόλη επεδίωκε την επίτευξη και των δύο, με την επιλεγμένη κάθε φορά παρέμβαση ή

μη του κράτους.

[6]

Page 7: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η σχέση των παραπάνω με τα ρεύματα σκέψης και

πολεοδομικής θεωρίας και τις πρωτοπορίες στην τέχνη και την αρχιτεκτονική σε κάθε

περίοδο. Είναι για παράδειγμα γνωστή η έμπνευση που αντλούσε το σύνολο του μοντέρνου

κινήματος από τη μηχανή και η εμμονή του στην τεχνολογική πρόοδο στην περίοδο της

μεγάλης ανάπτυξης του βιομηχανικού καπιταλισμού, όπως επίσης η αμφισβήτηση αυτών

των δογμάτων από το μεταμοντέρνο σε μια περίοδο που σηματοδοτείται από την

καπιταλιστική κρίση της δεκαετίας του 1970 που θεωρείται και η αρχή ενός νέου σταδίου

του καπιταλισμού. Οι βασικοί μετασχηματισμοί που συντελέστηκαν δεν προέκυψαν βέβαια

από τις θεωρητικές αναζητήσεις αλλά από την ίδια την αλλαγή της καπιταλιστικής

οικονομίας, με την κρίση μεθόδων παραγωγής και την ισχυροποίηση νέων μορφών

εργασίας και συσσώρευσης κεφαλαίων. Κάθε στοχαστής, ερευνητής και καλλιτέχνης, όσο

«συντηρητικός» ή «προοδευτικός» και αν είναι, όσο «ρεαλιστικές» ή «ουτοπικές» και αν

είναι οι προτάσεις του, επηρεάζεται από την οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που

βιώνει με τρόπο εντονότερο από ότι συχνά φανταζόμαστε. Τα πιο ενδιαφέρον όμως

στοιχείο για εμάς είναι ότι οι θεωρίες αυτές, και στο επίπεδο της πολεοδομίας, συχνά έχουν

διπλή σχέση με τα κυρίαρχα δόγματα που προβάλλει η οικονομική και πολιτική εξουσία.

Επιδρούν αλλά και επηρεάζονται από αυτά. Τελικά τις περισσότερες φορές οι κυβερνητικές

και κρατικές πολεοδομικές επεμβάσεις βασίζονται σε πρωτοπορίες της εποχής,

αφαιρώντας όμως από αυτές τα στοιχεία αυτά που μπορεί να αμφισβητούν την κυριαρχία

τους. Έτσι χάνοντας την απελευθερωτική τους διάσταση τα σχέδια γίνονται άψυχες

λειτουργικές ή αισθητικές χειρονομίες, με θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα, οι οποίες

τελικά ισχυροποιούν το κατεστημένο και στρέφουν μεγάλα στρώματα εργαζομένων και

νεότερους θεωρητικούς συνολικά εναντίον τους. Είναι οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι

αφελείς και εξαπατημένοι ή, αντιθέτως, ευθύνονται αυτοί για τα κοινωνικά και πολιτικά

συμπαρομαρτούντα των μεταλλαγμένων εφαρμογών των προτάσεων και των σκέψεων

τους; Ασφαλώς η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν το

θέμα αυτό ερεθίζει τους προβληματισμούς μας, το κύριο σημείο το οποίο θέλουμε να

εστιάσουμε εδώ και θα μελετήσουμε αργότερα, είναι ότι η πολιτική που εφαρμόστηκε από

την απαρχή του καπιταλισμού μέχρι και σήμερα για τα ζητήματα της πόλης αξιοποίησε

τελικά τις καινοτόμες ιδέες που γεννήθηκαν σε αυτόν τον τομέα ανεξάρτητα με τη συνολική

θέση και πρόθεση των δημιουργών τους.

[7]

Page 8: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Μια τέτοια μελέτη δεν θα μπορούσε να αδιαφορεί και για το ρόλο της ταξικής

πάλης σε ολόκληρη την ιστορική εξέλιξη. Άλλωστε η ίδια η πολεοδομία, θεωρούμενη ως

μια από τις κρατικές ρυθμίσεις και αυτή, αποτυπώνει και τον συσχετισμό δυνάμεων εντός

της καπιταλιστικής κοινωνίας συνολικά και κάθε ξεχωριστού κρατικού σχηματισμού. Συχνά,

ιδιαίτερα μάλιστα όταν υπηρετεί τις πιο βαθιά αντιδραστικές πρακτικές, φορά ένα μανδύα

αντικειμενικότητας υιοθετώντας τεχνοκρατικά επιχειρήματα. «Η πάλη των τάξεων είναι

ξένη στην Αρχιτεκτονική και στην Πολεοδομία. Η επίσημη Πολεοδομία (της διδασκαλίας στα

πανεπιστήμια και του κράτους) την αποσιωπά στη θεωρία και την εφαρμόζει στην πράξη» 10.

Οι κρίσεις του καπιταλισμού δεν εξαρτώνται μονοσήμαντα από τον παράγοντα της

οικονομίας και της παραγωγής αλλά και από την επίδραση των κοινωνικών αντιστάσεων.

Κάθε μια χαρακτηρίζει μια ολόκληρη περίοδο που είτε προκλήθηκε, είτε γέννησε μεγάλα

πολιτικά κινήματα και κοινωνικές συγκρούσεις. Αυτό το βλέπουμε από την πρώτη παρισινή

κομμούνα μέχρι και τους αγώνες των τελευταίων δεκαετιών. Οι δύο στόχοι που

περιγράψαμε παραπάνω, η οικονομική κερδοφορία και η πολιτική εξουσία, που επιδιώκει

διαχρονικά το κεφάλαιο, καθορίζονται από την ταξική πάλη. Η άνοδος των κοινωνικών

αγώνων μπορεί να μειώσει την κερδοφορία των επιχειρήσεων και να προκαλέσει τριγμούς

στην καπιταλιστική ανάπτυξη, ενώ αντιθέτως η ένταση της εκμετάλλευσης της μισθωτής

εργασίας να αποτελέσει δρόμο υπέρβασης της κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου.

Ταυτόχρονα η συνολική επιδείνωση των όρων ζωής της εργατικής πλειοψηφίας προκαλεί

άνοδο των αγώνων και προσδοκιών για αντίσταση στην εκμετάλλευση και διαφορετική

προοπτική κλονίζοντας την αστική κυριαρχία. Πάνω σε αυτή τη λεπτή ισορροπία εδράζεται

η αντιφατική ηγεμονία του αστικού πολιτισμού. Η πολεοδομία, επομένως, στα χέρια της

εξουσίας έπρεπε την ίδια στιγμή να αναζητά νέους δρόμους κεφαλαιοκρατικής

κερδοφορίας, να περιορίζει τις κοινωνικές αναταραχές αλλά και να προωθεί την

ενσωμάτωση των εργατικών διεκδικήσεων εντός του καθεστώτος της. Το που γέρνει κάθε

φορά η πλάστιγγα διαφέρει από εποχή σε εποχή. Αυτό δεν συνηγορεί σε μια εκτίμηση ότι η

ασκούμενη πολιτική αποτελεί πάντα μια θετική επιλογή της αστικής τάξης που «ξεγελά»

την εργατική τάξη δίνοντας της ψίχουλα για να αρπάξει το ψωμί. Η αισθητή βελτίωση των

όρων ζωής που λαμβάνει χώρα σε κάποιες περιόδους, και στην περίπτωση μας, μεγάλες

κοινωνικές παροχές υπέρ των ασθενών στρωμάτων, αποτελεί κάθε φορά κατάκτηση την

οποία αναγκάζεται το κεφάλαιο να παραχωρήσει για να μην χάσει την εξουσία του. Δεν

παρέχονται όμως αφιλοκερδώς καθώς τα μέτρα υπέρ της εργατικής τάξης μπορούν

ταυτόχρονα να είναι και μέτρα κερδοφορίας του κεφαλαίου αλλάζοντας τις μεθόδους

10 Παπαδολαμπάκης (1976)[8]

Page 9: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

παραγωγής, αν η εποχή το επιτάσσει, και σίγουρα είναι και μέτρα που στοχεύουν στην

κοινωνική συναίνεση και την ταξική ειρήνη. Μπορούμε με σιγουριά να υποστηρίξουμε ότι

κάτι τέτοιο συνέβη σε πολλές πολεοδομικές ρυθμίσεις, πάντοτε όμως η διάρκεια μιας

ρύθμισης είναι περιορισμένη. Αυτό γιατί οι εγγενείς αντιφάσεις του καπιταλισμού των

φέρνουν μπροστά σε δυσεπίλυτα αδιέξοδα, έτσι ώστε παλαιότερες μορφές να μην είναι

επικερδείς πλέον και η βιτρίνα της κοινωνικής συνοχής να σπάει ή έστω να ραγίζει αφού η

μόνιμη λύση του κεφαλαίου είναι το βάθεμα της εκμετάλλευσης της εργασίας που

προκαλεί η δύναται να προκαλέσει την εργατική αντεπίθεση.

Έτσι είδαμε όλα τα δόγματα που υπόσχονταν τη διαρκή και ανεμπόδιστη ανάπτυξη

του καπιταλισμού και ακόμα περισσότερο αυτά που διαλαλούσαν ένα ειδυλλιακό μέλλον

για τον αστικό πολιτισμό να διασκορπίζονται μπροστά στις συνεχείς κρίσεις του

συστήματος που υπερασπίζονται. Το «αόρατο χέρι» της αγοράς του Adam Smith, ο

κλασσικός φιλελευθερισμός των αρχών του καπιταλισμού κατέρρευσε μπροστά στην κρίση

της δεκαετίας του 1870, και βαθμιαία αντικαταστάθηκε από το «ορατό χέρι» των

καπιταλιστικών κρατών. Πέρασε και προκάλεσε δύο παγκόσμιους πολέμους, δοκιμάστηκε

και από το μεγάλο κραχ του 1929 για να φέρει τα «χρυσά χρόνια» του 50 και του 60. Και

πάλι όμως οι διακηρύξεις της αντοχής του καπιταλισμού και της αναπόφευκτης κοινωνικής

προόδου που υπόσχεται, μαζί και με τις ντετερμινιστικές προσμονές του κομμουνισμού ως

γραμμική ιστορική εξέλιξη της τεχνολογικής ανάπτυξης, διαψεύστηκαν μέσα στην κρίση της

δεκαετίας του 1970. Πλέον, νέοι κήρυκες της καπιταλιστικής ανωτερότητας θα ξεθάψουν τα

σκουριασμένα όπλα της ελεύθερης αγοράς και το ατόμου σε αντίθεση με την κοινωνία, για

να αναγγείλουν την οριστική νίκη του καπιταλισμού βασιζόμενου και στις νέες τεχνολογίες.

Ορισμένοι θα επιχειρήσουν να κόψουν το νήμα της ιστορίας, θεωρώντας την τελειωμένη,

και μαζί της και όλες τις ιδεολογίες και τα οράματα για κοινωνική αλλαγή. Όμως οι

τυμπανοκρουσίες τους πάνω από το πτώμα του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» θα

σιγήσουν γρήγορα, αφού οι συνεχείς κρίσεις επιμένουν να ταλανίζουν το οικοδόμημα τους,

μέχρι και τη σημερινή βαθιά και μεγάλη νέα κρίση των ημερών μας. Σίγουρα δεν

βρισκόμαστε σε μια εποχή που μια νέα συνολική ρύθμιση εντός του καπιταλισμού φαίνεται

να κατασταλάζει, ούτε επίσης νέα ρεύματα σκέψης για ένα καπιταλισμό διαφορετικό από

το σημερινό προβάλλονται από τα αστικά επιτελεία. Το μέλλον του παραμένει για μας

άγνωστο, αν και στοιχεία που θα βαθύνουν στο μέλλον θα εντοπίσουμε αργότερα.

Μετέωρη παραμένει ακόμα και η δυνατότητα για μια συνολική ανατροπή του από τις

δυνάμεις της εργασίας, και τα πρώτα δείγματα ταξικής απάντησης στην κρίση είναι

[9]

Page 10: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

αντιφατικά. Ελπιδοφόρα αλλά και ανησυχητικά. Από τη μεριά μας θα καταταχθούμε στο

πλευρό αυτών των δυνάμεων που παλεύουν για τον επαναστατικό μετασχηματισμό της

κοινωνίας, θεωρώντας τον μάλιστα και ως τη μοναδική και συνολική υπέρβαση των

κρίσεων του κεφαλαιοκρατικού συστήματος και όλων των δεινών που φέρνει στον

ανθρώπινο πολιτισμό.

[10]

Page 11: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Τα τρία στάδια του καπιταλισμού

Στο κείμενο που θα ακολουθήσει θα επιλεχθεί μια χρονολόγηση που θεωρήθηκε

ότι είναι η πιο ικανοποιητική για το θέμα μας. Ωστόσο θεωρούμε αναγκαίο για την

κατανόηση να προχωρήσουμε σε μια σύντομη αναφορά στα διαφορετικά στάδια τα οποία

γνώρισε ο καπιταλισμός στην εξέλιξή του. Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι σαφώς μια

τέτοια ιστορική κατάτμηση δεν είναι γενικά αποδεκτή και όσο μεγάλη είναι η βιβλιογραφία

που την υποστηρίζει, άλλο τόσο είναι και αυτή που την αντιπαλεύει. Το μέγεθος και το

θέμα της εργασίας μας, δεν επιβάλλει την επιχειρηματολογία υπέρ της ορθότητάς της. Η

παράθεση της γίνεται για να ληφθεί υπόψη στα όσα θα περιγράψουμε στη συνέχεια. Αυτή

συνοψίζεται στις παρακάτω βασικές περιόδους. Είναι σαφές ότι η χρονολόγηση δεν είναι

απόλυτη καθώς κάθε στάδιο του καπιταλισμού δεν γεννιέται μια συγκεκριμένη χρονική

στιγμή, αλλά στοιχεία του προϋπάρχουν σε κάθε προηγούμενη φάση καθώς και συνεχίζουν

να διαφαίνονται μεταλλασσόμενα, αναπτυσσόμενα ή και σε πορεία συνολικής κατάργησης

σε κάθε επόμενη :

1. Ο ελεύθερος ανταγωνισμός.

Πρόκειται για το πρώτο στάδιο του καπιταλισμού. Η περίοδος αυτή σηματοδοτεί

την έναρξη της κυρίως από την Γαλλική Επανάσταση και από την πρώτη

βιομηχανική επανάσταση στην Αγγλία, δηλαδή στα τέλη του 18ου αιώνα. Η δύο

αυτές επαναστάσεις (μαζί και με την Αμερικάνικη Επανάσταση) θεωρείται ότι

δημιούργησαν τις πολιτικές και οικονομικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη του

καπιταλισμού ως συνολικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Η περίοδος

αυτή τερματίζεται στα χρόνια μετά την κρίση των δεκαετιών 1870-1880.

Ουσιαστικά στο τέλος του 19ου αιώνα. Στοιχεία της που ενδιαφέρουν την έρευνα

μας είναι η μεγάλη ανάπτυξη των βιομηχανικών πόλεων των ισχυρών χωρών της

Ευρώπης (κυρίως Αγγλία, Γαλλία) και η ηγεμονία του ελεύθερου ανταγωνισμού των

επιχειρήσεων και των φιλελεύθερων ιδεών.

2. Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός (ή το στάδιο του ιμπεριαλισμού).

Η αρχή αυτής της περιόδου τοποθετείται στα τέλη του 19ου αιώνα, στην κρίση του

ελεύθερου ανταγωνισμού. Η ιμπεριαλιστική του φύση φανερώνεται στον

επεκτατισμό των μεγάλων δυνάμεων (στις οποίες πλέον συγκαταλέγονται κυρίως οι

[11]

Page 12: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

περισσότερες χώρες της Ευρώπης, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία) που προκαλεί και τους

δύο παγκόσμιους πολέμους, για να βρει τη μεγαλύτερη του ανάπτυξη σε

παγκόσμια κλίμακα στα «χρυσά χρόνια» μετά τον πόλεμο. Ταυτόχρονα

αναπτύσσονται και τα μεγάλα βιομηχανικά τραστ. Από τα τέλη της δεκαετίας του

60 και κυρίως με την κρίση της επόμενης δεκαετίας, το στάδιο αυτό φαίνεται να

φτάνει στο τέλος του. Ο ρόλος του κράτους γιγαντώνει σε όλα τα πεδία πάνω στη

γνωστή ως κεϋνσιανή ρύθμιση και βέβαια και ο ενδοκαπιταλιστικός ανταγωνισμός.

Οι τεράστιοι μετασχηματισμοί στην παραγωγή που συνοψίζονται στον λεγόμενο

φορντισμό- τεϋλορισμό, την επιστημονική οργάνωση της εργασίας, φέρνουν μια

νέα μεγάλη οικονομική ανάπτυξη που αποτυπώνεται και στη νέα γεωγραφία της

βιομηχανικής παραγωγής.

3. Το νέο στάδιο του καπιταλισμού. (ύστερος καπιταλισμός, ολοκληρωτικός

καπιταλισμός, παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός νέος ιμπεριαλισμός κ.α.)

Η περίοδος αυτή την οποία βιώνουμε και σήμερα, είναι αντικείμενο έρευνας και

διαμάχης, έτσι ώστε να μην υπάρχει μια κοινά αποδεκτή κωδικοποίησή της. Η

έναρξη της εντοπίζεται στα μέσα της δεκαετίας του 1970 και την καπιταλιστική

κρίση που λαμβάνει χώρα και φτάνει μέχρι της μέρες μας. Στο επίπεδο της

οικονομίας νεοφιλελεύθερες ιδέες και πρακτικές ηγεμονεύουν, προκαλώντας

ανατροπή στις κρατικές ρυθμίσεις των προηγούμενων χρόνων. Η κρίση του

φορντισμού και η μεγάλη ύφεση στην κερδοφορία του κεφαλαίου φέρνει νέες

μορφές εργασίας που χαρακτηρίζονται από την ευελιξία, την κινητικότητα και την

μόνιμη ανεργία. Η ηγεμονία του καπιταλισμού σε όλο τον πλανήτη και ειδικά μετά

την πτώση του τοίχους διαμορφώνει μια νέα κατάσταση που περιγράφεται συχνά

ως παγκοσμιοποίηση. Ο ρόλος των εθνικών κρατών δεν ακυρώνεται αλλά μπαίνει

σε νέα βάση συνδυασμένος με τις υπερεθνικές ρυθμίσεις. Η βιομηχανική

παραγωγή περισσότερο από ποτέ διασκορπίζεται στην υφήλιο και μαζί με αυτή ο

κύκλος των «ανεπτυγμένων» χωρών διευρύνεται, οικονομικά κέντρα

ισχυροποιούνται σε κάθε σημείο της γης, ταυτόχρονα με μια τεράστια αύξηση των

ανισοτήτων.

[12]

Page 13: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Μια ιστορία φτιαγμένη από κρίσεις.

Στην ιστοριογραφία υπάρχουν πολλοί τρόποι που μπορεί κάποιος να περιγράψει

την περίοδο την οποία μελετά. Πολεμικές συγκρούσεις, μεγάλες επαναστάσεις, σημαντικές

προσωπικότητες, κυβερνήσεις, ρεύματα σκέψης, προσωπικά βιώματα και πολλά άλλα

μπορεί να λειτουργήσουν σαν τα εργαλεία αυτά που βοηθούν τέτοιες προσπάθειες. Σαφώς

η επιλογή δεν είναι τυχαία και αναλόγως καταλήγει σε ξεχωριστά συμπεράσματα. Μια

προσπάθεια σύνδεσης πολλών τέτοιων παραγόντων βασισμένη πάνω στα ιδιαίτερα

ενδιαφέροντα της εργασίας μας, έδωσε ήδη μια περιοδολόγηση που θα χρησιμοποιήσουμε

στη συνέχεια. Στο κεφάλαιο αυτό θα επιχειρήσουμε μια ακόμα εξιστόρηση της

καπιταλιστικής ανάπτυξης. Θα περιγράψουμε την ιστορία του καπιταλιστικού κόσμου ως

μια συνεχή προσπάθεια υπέρβασης των εγγενών αδιεξόδων του κεφαλαιοκρατικού τρόπου

παραγωγής, μια εναλλαγή περιόδων κρίσεων και στασιμότητας της κερδοφορίας με

περιόδους οικονομικής ανόδου και καπιταλιστικής επέκτασης. Για την καλύτερη κατανόηση

θα εισέλθουμε και στον τομέα των οικονομικών. Αναγνωρίζουμε ότι μια βαθύτερη

οικονομική ανάλυση θα χρειαζόταν ένα βιβλίο ολόκληρο που απουσία χώρου και γνώσεων

δεν θα μπορούσαμε να γράψουμε και έτσι η επαφή μας θα είναι σχετικά επιφανειακή. Ο

βασικός στόχος είναι να μην επεκταθούμε στο κυρίως μέρος της εργασίας μας σε κάθε

κρίση που θα αναφέρουμε αλλά να θεωρήσουμε ως δεδομένα κάποια χαρακτηριστικά,

όπως αυτά θα περιγραφούν παρακάτω.

Είναι κοινά αποδεκτό ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη περνάει μέσα από διαδοχικές

φάσεις αύξησης και μείωσης της κερδοφορίας, μέσα από οικονομικά άλματα και ελεύθερες

πτώσεις. Από τη γέννηση του ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει περάσει

εκατοντάδες κρίσεις, άλλες σοβαρότερες και άλλες λιγότερο. Δεν αρνείται, επομένως,

κανένας οικονομολόγος ή ιστορικός, από οποιαδήποτε ιδεολογική αφετηρία και αν εκκινεί,

τα περιοδικά αυτά φαινόμενα, τα οποία άλλωστε έχουν συγκεκριμένα απτά αποτελέσματα

στην καθημερινή ζωή. Ο τρόπος όμως που κάθε ένας τα αναλύει και τα συμπεράσματα που

εξάγει διαφέρουν αισθητά. Δεν θα προχωρήσουμε σε μια κριτική παράθεση των

αντιλήψεων γύρω από τη δομή της καπιταλιστικής οικονομίας και των κρίσεων. Θα

αρκεστούμε στην ομολογία της υπεράσπισης από τη μεριά μας της μαρξιστικής ανάλυσης

του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των εγγενών αντιφάσεων του.

[13]

Page 14: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Άλλωστε οι προσπάθειες των υπερασπιστών του συστήματος να διατυπώσουν μια

θεωρία για τις κρίσεις χωρίς να αναζητούν την αιτία στο «σκληρό πυρήνα» του

καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, παραμένουν τις περισσότερες φορές αδύναμες. «Για

την αστική οικονομική σκέψη, οι κρίσεις ήταν πάντα ένα μυστήριο, ένας δαίμονας που

έπρεπε να εξορκιστεί. Η γενική τάση ήταν να αποδοθούν είτε σε εξωγενείς του

καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής παράγοντες- π.χ. αρρυθμίες στη σφαίρα της

κυκλοφορίας και του χρήματος, πτώση της αποδοτικότητας της Γης, «υπερπληθυσμός»,

άνοδος της τιμής του πετρελαίου, πόλεμοι- είτε σε παρεκκλίσεις από το ιδεατό μοντέλο του

κλασσικού ή του νέο- φιλελευθερισμού (κρατικές παρεμβάσεις στην οικονομία, διαφθορά,

προστατευτισμός, απληστία των golden boys κ.α.). Φυσικά, οτιδήποτε αλχημείες και

συνδυασμούς «εξωγενών» παραγόντων κι αν επινοήσει κανείς, θα μένει πάντα με το ίδιο,

αμήχανο δέος απέναντι σε ένα φαινόμενο που επαναλαμβάνεται με αμείλικτη

περιοδικότητα, σαν δυσοίωνος κομήτης πάνω από τον αστερισμό του παγκόσμιου

καπιταλισμού»11.

Οι κρίσεις των δύο τελευταίων αιώνων, έχουν, με διαφορετικό τρόπο, στον πυρήνα

τους την «πτωτική τάση του μέσου ποσοστού» κέρδους που σύμφωνα με τον Μαρξ

«αποτελεί μια έκφραση, που προσιδιάζει στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, της

συνεχιζόμενης ανάπτυξης της κοινωνικής παραγωγικής δύναμης της εργασίας»12. Σύμφωνα

με τον ίδιο η τάση αυτή εξηγείται καθώς «με την προοδεύουσα σχετική μείωση του

μεταβλητού κεφαλαίου έναντι του σταθερού, η κεφαλαιοκρατική παραγωγή δημιουργεί μια

αυξανόμενη οργανική σύνθεση του συνολικού κεφαλαίου, άμεση συνέπεια της οποίας

είναι, το ποσοστό της υπεραξίας να εκφράζεται με ένα σταθερά μειωνόμενο γενικό ποσοστό

κέρδους με αμετάβλητο ακόμα και με ανερχόμενο τον βαθμό εκμετάλλευσης της

εργασίας»13. Ως μεταβλητό κεφάλαιο ορίζεται το τμήμα του κεφαλαίου που

χρησιμοποιείται για την αγορά της εργατικής δύναμης, οι μισθοί των εργατών, σταθερό το

μέρος που απαιτείται για τα μέσα παραγωγής και τις πρώτες ύλες, και οργανική σύνθεση

είναι η αναλογία του δεύτερου προς το πρώτο. Η ιστορία του καπιταλισμού είναι μια

προσπάθεια του κάθε επιχειρηματία και του κεφαλαίου συνολικά να υπερβούν και

αντιστρέψουν την τάση αυτή, μέσα από τεχνολογικές επαναστάσεις που φέρνουν

αυτοματοποίηση στην παραγωγή, αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, μείωση της

αξίας της εργατικής δύναμης, επέκτασης των αγορών και άλλα. Πολλές φορές μάλιστα αυτό

11 Παπακωνσταντίνου (2008Α)12 Μαρξ (1978)13 Μαρξ (1978)

[14]

Page 15: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

επιτεύχθηκε, επιφέροντας κύματα έκρηξης της κερδοφορίας, μαζί βέβαια και με άλλους

κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες χωρίς τους οποίους αυτή η εξέλιξη θα ήταν

αμφισβητήσιμη. Πιο χαρακτηριστικό είναι ότι η τρίτη τεχνολογική επανάσταση της

πληροφορικής που μετέβαλλε καθοριστικά τη σύγχρονη βιομηχανία κατόρθωσε να

πολλαπλασιάσει την παραγωγή ταυτόχρονα με την μείωση του κόστους των μέσων

παραγωγής, δηλαδή την αύξηση του όγκου των μέσων παραγωγής ανά εργάτη (τεχνική

σύνθεση του κεφαλαίου) χωρίς την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου14.

Οφείλουμε επομένως να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο καπιταλισμός μπορεί σε

περιόδους να επιτύχει την αύξηση της παραγωγής χωρίς την πτώση του ποσοστού κέρδους,

χωρίς όμως αυτή να ακυρώνεται. Αντιθέτως μετά από αυτά τα κύματα επανεμφανίζεται,

ίσως μάλιστα και πιο αμείλικτη από προηγουμένως.

Το πρώτο που πρέπει να τονίσουμε είναι, ότι οι καπιταλιστικές κρίσεις είναι οι

πρώτες στην ιστορία που δεν οφείλονται σε «φυσικούς λόγους» όπως μπορεί να είναι μια

καταστροφή ή μια κακή σοδειά. Επίσης αν και προκαλούν ευρύτερες συνέπειες, δεν είναι

κρίσεις «γενικά» προερχόμενες από κάποιους «νόμους» πέρα από την ανθρώπινη

δραστηριότητα, αντιθέτως βασίζονται πάντα στην τελμάτωση της κερδοφορίας των

κατόχων των μέσων παραγωγής. Την ουσία αυτής της διαπίστωσης θα επισημάνει ο Ernest

Mandel στο βιβλίο του «Η τελευταία οικονομική κρίση». «Ο καπιταλιστικός τρόπος

παραγωγής είναι ταυτόχρονα γενικευμένη εμπορευματική παραγωγή και παραγωγή για το

κέρδος επιχειρήσεων που δρουν ανεξάρτητα η μία από την άλλη, δεν μπορεί να υπάρξει το

πρώτο σκέλος χωρίς το δεύτερο. Είναι ταυτόχρονα ένα σύστημα που στρέφεται προς την

παραγωγή ενός συνεχώς αυξανόμενου όγκου υπεραξίας (υπερεργασίας) και ένα σύστημα

όπου η πραγματική ιδιοποίηση αυτής της υπεραξίας υποτάσσεται στη δυνατότητα να

πουληθούν πραγματικά τα εμπορεύματα, που περιέχουν αυτή την υπεραξία, τουλάχιστο

στην τιμή της παραγωγής τους (προσκομίζοντας το μέσο κέρδος), αν όχι σε άλλες τιμές που

επιτρέπουν την πραγματοποίηση υπερκερδών. Κάθε άλλη ερμηνεία του καπιταλιστικού

τρόπου παραγωγής εξαφανίζει ένα από τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του, χωρίς τα

οποία δεν θα ήταν πια καπιταλιστικός»15. Στο ίδιο βιβλίο θα βρούμε μια αρκετά κατανοητή

μαρξιστική επεξήγηση των κρίσεων. Οι καπιταλιστικές κρίσεις οφείλονται στην

υπερπαραγωγή εμπορευμάτων, δηλαδή στην αδυναμία πραγματοποίησης της υπεραξίας,

που όπως επεσήμανε ο Μαρξ «τελική αιτία όλων των πραγματικών κρίσεων παραμένει

πάντα η φτώχεια και η περιορισμένη κατανάλωση των μαζών, που έρχονται σε αντίθεση με

14 Βλ. Σταμάτης (1990).15 Μαντέλ (1980)

[15]

Page 16: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

την τάση της καπιταλιστικής παραγωγής να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις, σαν να

ήταν η απόλυτη καταναλωτική ικανότητα της κοινωνίας το μοναδικό όριο της».16 Ωστόσο

δεν αρκεί η πώληση των εμπορευμάτων αλλά και η αύξηση των κερδών των καπιταλιστών.

Ταυτόχρονα είναι κρίσεις υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων, δηλαδή φανερώνεται η αδυναμία

επανεπένδυσης κομματιού των κερδών με μεγαλύτερη ή έστω ίδια αποδοτικότητα με αυτή

που αποκτήθηκαν. Ακολουθώντας πάντα το συλλογισμό του Mandel, μια τελική συνοπτική

αιτιολογική σειρά θα ήταν η ακόλουθη. Σε μια «καλή» συγκυρία από κάποια στιγμή και

μετά θα υπάρξει αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, μια αναπόφευκτη τάση

αντικατάστασης του εργατικού δυναμικού με μηχανήματα, καθώς και αύξηση των

επενδύσεων. Αυτό μπορεί να κρατήσει στάσιμο το ποσοστό κέρδους αν ταυτόχρονα

υπάρξει αύξηση του ποσοστού της υπεραξίας, μείωση τιμών των πρώτων υλών καθώς και

επενδύσεις σε τομείς και χώρες λιγότερο αναπτυγμένες. Την περίοδο όμως αυτή θα

συντελεστούν τρία ακόμα γεγονότα που θα επηρεάσουν μελλοντικά. Η ανάπτυξη

αυξάνοντας την απασχόληση μειώνει τον εφεδρικό στρατό των ανέργων, αλλάζοντας το

συσχετισμό δυνάμεων υπέρ των δυνάμεων της εργασίας που ειδικά αν συνδυαστεί με

άνοδο του εργατικού κινήματος θα φέρει πτώση του ποσοστού αποσπώμενης υπεραξίας.

Ταυτόχρονα θα μειώνονται οι χώρες και οι τομείς που θα έχουν διαφορετική σύνθεση από

ότι οι προηγμένες χώρες, ενώ οι τιμές των πρώτων υλών θα φτάσουν σε ένα κατώτατο όριο,

βάσει και φυσικών παραγόντων. Από ένα σημείο και έπειτα θα επανέρθει δριμύτερη η

πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους. Τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια τα οποία δεν θα

μπορούν να επανεπενδυθούν στη βιομηχανία με ικανοποιητικό αποδοτικό συντελεστή θα

βρουν δρόμους κερδοσκοπικούς και πιο επισφαλείς, έτσι ώστε να μην μειώνονται οι

επενδύσεις και το οικονομικό «μπουμ» να φαίνεται ότι συνεχίζει. Η περίοδος που θα

ακολουθήσει είναι γνωστή ως «υπερθέρμανση» κατά τη διάρκεια της οποίας η προσπάθεια

υπερκάλυψης της πτώσης θα φέρει δύο αποτελέσματα. Θα αυξηθεί η πίστωση και κατ’

επέκταση τα χρέη των επιχειρήσεων, ενώ όσο συνεχίζεται η ανάπτυξη θα εμφανιστεί και

πρόβλημα υπερπαραγωγής λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Η κρίση

υπερπαραγωγής θα μειώσει και άλλο το ποσοστό κέρδους παρά την αυξημένη υπεραξία

που παράγεται. Ταυτόχρονα η αύξηση της ανεργίας και η πτώση των μισθών θα μειώσει με

τη σειρά της το συνολικό όγκο υπεραξίας και βέβαια θα εντείνει την αδυναμία αγορών

εμπορευμάτων. Επίσης η αύξηση των επικίνδυνων επενδύσεων κάνει ολόκληρο το σύστημα

ευάλωτο σε γεγονότα που λειτουργούν ως «πυροδότες» όπως μπορεί να είναι ένα

χρηματιστικό σκάνδαλο, μια κατάρρευση μιας μεγάλης εταιρείας ή μια απότομη έλλειψη

16 Μαρξ (1978)[16]

Page 17: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

πρώτων υλών. Η υπέρβαση αυτού του αδιεξόδου μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από το

μεγάλο βάθεμα της εκμετάλλευσης των μισθωτών, μαζί με συνολικότερες ευνοϊκές

ρυθμίσεις και τεράστιες ανακατατάξεις σε πολλά επίπεδα, έτσι ώστε να σημάνει την έναρξη

ενός νέου κύκλου κερδοφορίας.

Η παραπάνω αιτιολόγηση είναι ίσως σχηματική και απλοϊκή ωστόσο νομίζουμε ότι

περιγράφει συνοπτικά μια αρκετά σωστή συλλογιστική. Με βάση αυτή έρχεται ως αρκετά

λογική η χρονική αποτύπωση των περιόδων ανόδου και κρίσης που θα αναφέρουμε στη

συνέχεια. Στην περιοδολόγηση αυτή θα οριοθετηθούμε από τις αντιλήψεις που

υπερασπίζονται κάποιους «φυσικούς» κύκλους στην παραγωγή, κάποια αδιαπέραστα

συμμετρικά όρια καθώς και την μονομερή μελέτη στοιχείων από την οικονομία και την

παραγωγή έξω από το ευρύτερο ιστορικό τους πλαίσιο. Οφείλουμε ακόμα να σημειώσουμε

ότι κάθε οικονομική κρίση δεν ορίζει από μόνη της μια ευρύτερη περίοδο. Από τη γέννηση

του καπιταλισμού έχουν λάβει χώρα εκατοντάδες τέτοιες κρίσεις (ο David Harvey στην

ομιλία του στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ στη Βραζιλία17 αναφέρθηκε σε μια μέτρηση

με 378 κρίσεις από το 1970 μέχρι σήμερα και 56 από το 1945 μέχρι το 1970). Επομένως

πρέπει να κάνουμε δύο επισημάνσεις. Η πρώτη είναι ότι οι μεγάλες κρίσεις που ορίζουν

συνολικές μεταβολές είναι αυτές που σηματοδοτούν μια μεγάλη κατάρρευση της

οικονομίας και επιφέρουν ταυτόχρονες κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις όπως διευρυμένη

κοινωνική εξαθλίωση, επαναστάσεις, πολέμους και τεχνολογικά άλματα. Μάλιστα θα

μπορούσαμε να πούμε ότι αν και οι γενεσιουργοί παράγοντες των κρίσεων είναι κατά κύριο

λόγο οικονομικοί, οι λύσεις που καθορίζουν την εξέλιξη είναι κατ’ εξοχήν πολιτικές. Η

δεύτερη είναι ότι ανάλογα με το συνολικό πρόσημο της περιόδου που διαδραματίζονται

έχουν διαφορετική μορφή. Σε φάσης ραγδαίας ανάπτυξης αποτελούν απλά μικρές

περιόδους ανάσχεσης της γενικής ανόδου, ενώ σε περιόδους ύφεσης είναι ένα σχεδόν

διαρκές φαινόμενο με μικρά διαλλείματα πρόσκαιρων ανακάμψεων.

Θα κατανείμουμε τα χρόνια από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι σήμερα σε 8

υποπεριόδους. Από το 1789 μέχρι το 1825 υπάρχει επέκταση της οικονομίας και της

παγκόσμιας αγοράς, άνοδος της βιομηχανίας πατώντας στα πρώτα επιτεύγματα της

βιομηχανικής επανάστασης μαζί με τη γιγάντωση του προλεταριάτου των πόλεων και τη

μαζική ανεργία. Από το 1825 μέχρι και την επανάσταση του 1848 η οικονομία βρίσκεται σε

αδιέξοδο και παρατηρείται αδυναμία διατήρησης των προηγούμενων κερδών και

αξιοποίησης της βιομηχανικής επανάστασης. Από το 1848 μέχρι και το 1873 είναι μια νέα

17 Ομιλία με τίτλο το δικαίωμα στην πόλη, τον Ιανουάριο του 2009[17]

Page 18: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

επεκτατική φάση με αύξηση του μέσου ποσοστού κέρδους που βασίζεται στην τεχνολογική

επανάσταση και τη μηχανική παραγωγή των μηχανών, την μεγαλύτερη διεθνοποίηση της

παγκόσμιας αγοράς και της μαζικής εμφάνισης του σιδηροδρόμου. Η περίοδος αυτή

τερματίζεται στην μεγάλη κρίση των μέσων της δεκαετίας του 70 που εγκαινιάζει την πρώτη

«Μεγάλη Ύφεση» που φτάνει μέχρι το 1893 κατά την οποία σταματά η απόδοση

υπερκερδών και περιορίζεται η παγκόσμια αγορά. Από τότε μέχρι την έναρξη του Πρώτου

Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 λαμβάνει χώρα μια νέα περίοδος ανάκαμψης της οικονομίας

που οφείλεται στον τεράστιο επεκτατισμό του ιμπεριαλισμού και την αύξηση της

παραγωγικότητας της εργασίας. Η ταραγμένη περίοδος που οριοθετείται από τους δύο

Παγκόσμιους Πολέμους από το 1914 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1940 είναι μια

περίοδος τεράστιας συρρίκνωσης της οικονομίας που φέρνει και το μεγάλο Κραχ του 1929,

καθώς διαταράσσεται η παγκόσμια αγορά, ειδικά μετά την Σοβιετική Επανάσταση. Την

επόμενη μέρα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου ξεκινά μια νέα περίοδος άνθισης για τον

καπιταλισμό, που θα κρατήσει μέχρι το 1973 και πατά πάνω στην ήττα της εργατικής τάξης

και τα επιτεύγματα της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης που φέρνει ραγδαία αύξηση της

παραγόμενης υπεραξίας και μείωση του κόστους των μέσων παραγωγής, ενώ παρά την

πληθώρα των χωρών του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» η καπιταλιστική οικονομία

επεκτείνεται. Η κρίση της δεκαετίας του 1970 θα φέρει μια νέα περίοδο πτώσης του

ποσοστού κέρδους εξαιτίας και της αύξησης της εργατικής δύναμης στις πιο αναπτυγμένες

καπιταλιστικές χώρες. Η περίοδος αυτή θεωρούμε ότι φτάνει μέχρι της μέρες μας παρά τις

κατά καιρούς ανακάμψεις που οφείλονται στην ραγδαία επιδείνωση της θέσης των

εργαζομένων, στην καπιταλιστική επέλαση σε ολόκληρο τον πλανήτη και τις τεχνολογικές

εξελίξεις. Απόδειξη αυτού είναι οι συνεχείς χρηματοπιστωτικές κρίσεις και προφανώς η

βαθιά κρίση που εκτυλίσσεται στις μέρες μας.

Υπάρχει πληθώρα βιβλιογραφίας που μπορεί να υποστηρίξει το διαχωρισμό τον

οποίο κάναμε. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε δύο βιβλία στα οποία υπάρχει εξίσου συνοπτικά

και με μικρές αλλαγές η παραπάνω αποτύπωση, το «Ο ύστερος καπιταλισμός» του Ernest

Mandel και το «Θεωρία της Αστικότητας» του Νίκου Κομνηνού. Τα βιβλία αυτά

αναφέρονται κυρίως για τη διαγραμματική τους μορφή, η αναγνώριση των περιόδων

αυτών είναι με μικρές εξαιρέσεις κοινός τόπος της πλειοψηφίας των σύγχρονων και

παλαιότερων παρεμφερών μελετών. Μια παράθεση δεικτών που υποστηρίζουν την εξέλιξη

αυτή θα ήταν ίσως άσκοπη στη μελέτη μας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους τέσσερις τόμους

της σύγχρονης ιστορίας του Hobsbawm (Η εποχή των επαναστάσεων 1789-1848, Η εποχή

[18]

Page 19: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

του κεφαλαίου 1848-1875, Η εποχή των αυτοκρατοριών 1975-1914, Η εποχή των άκρων

1914-1991), οι οποίοι ακόμα και με τις χρονολογίες βάσει των οποίων χωρίζονται

σχετίζονται με τα «κύματα» που περιγράψαμε και τα οποία παρέχουν μια πληθώρα

τέτοιων στοιχείων. Ακόμα, τα βιβλία «Η κατάσταση της μετανεωτερικότητας» του David

Harvey, “Το χρυσό παραπέτασμα, η γέννηση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού» του

Πέτρου Παπακωνσταντίνου, «Ο Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» και

φυσικά το ίδιο το «Κεφάλαιο» του Μαρξ μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση των

διαφορών που αιτιολογούν την περιοδολόγηση που διατυπώσαμε μέσα από οικονομικά

στοιχεία και όχι μόνο.

Εμείς θα αρκεστούμε σε κάποιους δείκτες που μπορούν να επιβεβαιώσουν και

εμπειρικά τα «μακρά κύματα» αυτά18. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνολικής

βιομηχανικής παραγωγής διακυμαίνεται τόσο στην Βρετανία, τη Γερμανία και τις Η.Π.Α.

όσο και παγκόσμια με αντίστοιχο τρόπο. Μέσα στα διαστήματα 1827-1847, το 1848-1875,

1876-1893, το 1894-1913, 1914-1938 και 1939- 1967 στην Βρετανία έχει τα ποσοστά 3,2,

4,55%, 1,2% , 2,2%, 2% και 3%, στη Γερμανία ξεκινώντας από τη δεύτερη περίοδο το 1850

είναι 4,5%, 2,5%, 4,3%, 2,2%, και 3,9% μετά το 1940 ως Ομόσπονδη Γερμανική Δημοκρατία

και στις Η.Π.Α. από την ίδια περίοδο είναι 5,4%, 4,9% (λόγω του Εμφυλίου Πολέμου

υπάρχει μια μετατόπιση όχι σε πλήρη αντιστοιχία με τις υπόλοιπες δυτικές χώρες), 5,9%,

2% και 5,2%. Μια αντίστοιχη μελέτη στο ρυθμό αύξησης της κατά κεφαλή συνολικής υλικής

παραγωγής σε παγκόσμια κλίμακα μας δείχνει ότι την περίοδο 1865-1882 ήταν 2,58%, το

1880-1894 0,89%, το 1895-1913 1,75% και το 1913-1938 0,66%. Τέλος, ένας ακόμα

κατατοπιστικός δείκτης είναι ο ρυθμός αύξησης του όγκου του διεθνούς εμπορίου, ο

οποίος σημείωσε στις περιόδους περίπου που αναφερόμαστε μια πορεία με τους

ακόλουθους αριθμούς: 2,7% το διάστημα 1820-1840, 5,5% το 1840-1870, 2,2% το 1870-

1890, 3,7% το 1891-1913, 0,4% το 1913-1937 και 4,8% το 1938-1967. Για την περίοδο μετά

το 1967 θα αναφέρουμε την πτώση του ετήσιου ποσοστού οικονομικής ανάπτυξης που στις

χώρες του ΟΟΣΑ για το 1968 ήταν 5,1% ενώ το 1985 είχε φτάσει 2.2%19 καθώς και τη

μείωση του παγκόσμιου ρυθμού αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ που το 1968 ήταν κοντά

στο 4% ενώ το 2003 είχε φτάσει κάτω από 1%20 Λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την κατρακύλα

που έχουν πάρει οι παγκόσμιοι οικονομικοί δείκτες τους τελευταίους μήνες

18 Βλ. Μαντέλ (2004)19 Harvey (2007)20 Παπακωνσταντίνου (2008B)

[19]

Page 20: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

καταλαβαίνουμε ότι η τάση αυτή των τελευταίων δεκαετιών μάλλον εντείνεται παρά

οδηγείται σε ένα τέλος.

Σχηματικά και εμπειρικά, σύμφωνα υποστηρίζεται ότι η ιστορία του καπιταλισμού

μπορεί να παρουσιαστεί όχι μονάχα σαν μια διαδοχή κυκλικών κινήσεων κάθε 7 ή 10

χρόνια αλλά και ευρύτερων περιόδων περίπου 50 χρόνων. Κάθε τέτοια περίοδος

υποδιαιρείται σε δύο φάσεις. Στην πρώτη εντάσσεται η περίοδος της επαναστατικής

μεταβολής των τεχνικών μέσων που φέρνει μεγιστοποίηση του ποσοστού κέρδους και στη

δεύτερη η πραγματοποίηση αυτών των μεταβολών έχει ήδη επιτευχθεί και πλέον

προωθείται η πλήρης εξάπλωση τους σε χώρες και τομείς, μια φάση κατά την οποία δεν

επιτυγχάνεται αλματώδης ανάπτυξη και έτσι σηματοδοτείται η έναρξη μιας περιόδου

κρίσης, πτώσης του ποσοστού κέρδους και υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων. Μπορούμε να

διακρίνουμε τέσσερις τέτοιες περιόδους21, γνωρίζοντας πια και τις εσωτερικές

υποδιαιρέσεις τους όπως περιγράφηκαν παραπάνω. Η πρώτη κράτησε από τα τέλη του 18ου

αιώνα μέχρι και το 1848, είναι η περίοδος της βιομηχανικής επανάστασης, κατά την οποία

διαδίδεται η βιοτεχνικά και χειροτεχνικά παραγμένη ατμομηχανή. Η δεύτερη κράτησε από

το 1848 μέχρι και τη δεκαετία του 1890 κατά την οποία ο κινητήριος μηχανισμός στους

βιομηχανικούς κλάδους είναι η μηχανικά παραγόμενη ατμομηχανή και είναι η περίοδος της

πρώτης τεχνολογικής επανάστασης. Η τρίτη περιλαμβάνει τα χρόνια από το 1890 μέχρι το

Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, βασίζεται στην διευρυμένη χρήση του ηλεκτρικού και την

τεχνική της έκρηξης και είναι η περίοδος της δεύτερης τεχνολογικής επανάστασης. Η

τέταρτη που ξεκινά από το τέλος του πολέμου και φτάνει μέχρι τις μέρες μας είναι η

περίοδος της τρίτης τεχνολογικής επανάστασης και βασίζεται στους ηλεκτρονικούς

μηχανισμούς και την ατομική ενέργεια.

Πάνω σε αυτές τις περιόδους θα βασιστεί και η εργασία μας, διατηρώντας βέβαια

την ουσία του συνόλου των μεταβολών που περιγράψαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο που

μπορεί να λαμβάνουν χώρα εντός των περιόδων αυτών και εκτιμώντας ότι η κοινωνική

εξέλιξη και κατ’ επέκταση η χωρική αποτύπωση της δεν κρίνεται μονάχα από τους

οικονομικούς κύκλους αλλά από το συνδυασμό κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων. Η

επιλογή μας γίνεται για δύο λόγους. Πρώτον γιατί έτσι φανερώνονται πιο ξεκάθαρα οι

φάσεις ανάπτυξης και κρίσης και οι αλλαγές που ακολουθούν τις δεύτερες. Δεύτερον γιατί

οι μετασχηματισμοί των πόλεων, ακόμα και όταν προέρχονται από μια σαφή και συνολική

κρατική πρωτοβουλία δεν είναι απολύτως σύγχρονες με τις οικονομικές μεταβολές αλλά

21 Μαντέλ (2004)[20]

Page 21: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

απαιτούν μια μεγαλύτερη χρονική διάρκεια. Έτσι η ανάλυση ευρύτερων διαστημάτων

βοηθά στην σκιαγράφηση των τάσεων που χαρακτηρίζουν κάθε περίοδο.

Τον «κανόνα» αυτό θα διατηρήσουμε ακόμα και για το διάστημα από το 1970 μέχρι

σήμερα. Πρέπει να επισημάνουμε ωστόσο ότι η μακρά περίοδος του, προκαλεί σκέψεις για

το αν οι κύκλοι αυτοί θα επαληθευτούν και θα περάσουμε σε μια νέα μακρά περίοδο

επιταχυνόμενης ανάπτυξης. Επίσης οι μεταβολές σε όλα τα επίπεδα που έχουν συντελεστεί

από τότε είναι κατακλυσμιαίες και τις βιώνουμε καθημερινά.

Η ιδιαίτερα μεγάλη περίοδος κρίσης από το 70 μέχρι και σήμερα, προφανώς δεν

ταυτίζεται με μια αδιατάραχτη πτωτική γραμμή. Μέσα σε αυτή την περίοδο υπήρξαν

ανακάμψεις της οικονομίας όπως τα χρόνια 1994 με 2000, και 2003 με 2006. Οι «οάσεις»

αυτές δημιουργήθηκαν από ένα σύνολο λόγων όπως η τεράστια καπιταλιστική επέκταση

και στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ με τη θεαματική είσοδο στην καπιταλιστική

οικονομία της Κίνας και της Ρωσίας, οι εξελίξεις στην τεχνολογία, οι ιμπεριαλιστικές

επεμβάσεις σε πολλά σημεία του πλανήτη καθώς εν μέρει και από τη συνολική επίθεση στα

δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων των δυτικών χωρών που έφερε η στροφή

προς το νεοφιλελευθερισμό. Τα διαλείμματα αυτά δεν προκαλούν εντύπωση καθώς όπως

ήδη περιγράψαμε τα μακρά κύματα ανόδου και πτώσης έχουν εσωτερικές διακυμάνσεις.

Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι οι διαχωρισμοί που έχουμε κάνει αν και βοηθούν στην

κατανόηση δεν αρκούν από μόνοι τους καθώς αφήνουν από έξω μια σειρά παράγοντες και

επιχειρούν τη διατύπωση μιας «κανονικότητας» που συχνά δεν επαληθεύεται.

Αυτό που αποδεικνύεται διαρκώς είναι η αδυναμία υπέρβασης των εγγενών

αντιφάσεων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής που κλονίζουν κάθε τόσο τον αστικό

πολιτισμό που σε κάθε φάση ανάπτυξης του φαίνεται να σωρεύει τις αιτίες που αμέσως

μετά θα του επιτεθούν. «Υπό αυτή την οπτική γωνία, ο καπιταλισμός δεν εμφανίζεται ως

ένα σύστημα που βρίσκεται «κανονικά» σε κατάσταση ισορροπίας, για να διαταραχθεί

προσωρινά από σύντομες κρίσεις, αλλά εντελώς αντίθετα, ως ένα σύστημα οργανικά

ασταθές, «χαοτικό», όπου οι καταστάσεις σχετικά σταθερής ανάπτυξης… αποτελούν την

εξαίρεση…»22. Η πραγματικότητα αυτή, των συνεχών κρίσεων και των μεγάλων περιόδων

ύφεσης δεν θα πρέπει να οδηγεί σε μια εκτίμηση για μια μόνιμη «γενική κρίση» του

καπιταλισμού, για μια «παντός καιρού» «κρισιακή» θεωρία. Όπως θα διατυπώσει ο Πέτρος

22 Παπακωνσταντίνου (2008B)[21]

Page 22: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Παπακωνσταντίνου επικαλούμενος την άποψη που διατύπωσε ο Νίκος Πουλαντζάς στο

βιβλίου του «Η κρίση του κράτους», «η αντίληψη περί διαρκούς επικαιρότητας της κρίσης,

εξαλείφει την ιδιαιτερότητα της και είναι παντελώς άχρηστη ή και αποπροσανατολιστική

για την επεξεργασία πολιτικής στρατηγικής»23.

Είναι επομένως ο καπιταλισμός «υπό κατάρρευση» λόγω της κρίσης την οποία δεν

μπορεί να υπερβεί, λόγω της «γήρανσης» στην οποία έχει περιέλθει δύο αιώνες και κάτι

μετά τη γέννηση του; Το ερώτημα αυτό θα κριθεί ιστορικά και έτσι κάθε προσπάθεια

πρόβλεψης δεν μπορεί παρά να είναι παράτολμη. Είναι σίγουρο ότι πρόκειται όπως

επιχειρήσαμε να αποδείξουμε για ένα σύστημα εγγενώς ασταθές, που η ίδια του η

ανάπτυξη δημιουργεί την μετέπειτα καταστροφή του, έχει όπως θα έλεγαν πολλοί μια

«ιστορική προσωρινότητα». Σύγχρονοι και παλαιότεροι μελετητές βασιζόμενοι στα

οικονομικά του αδιέξοδα, στα ανυπέρβλητα όρια του και στην ολοκληρωτική καταστροφή

που φέρνει για την ανθρωπότητα και τη φύση θα αναγγείλουν το αναπόφευκτο τέλος του.

Αυτό, δυστυχώς, έχει αποδειχθεί ιστορικά μόνο ως εν μέρει αληθές. Γιατί εξίσου

πραγματικές είναι και οι εφεδρείες που κάθε φορά βγάζει από τη φαρέτρα του το σύστημα

καταφέρνοντας, έστω και κάτω από δύσκολους όρους, να επιβιώνει διευρύνοντας μάλιστα

την παγκόσμια κυριαρχία του. Οι εφεδρείες αυτές φαίνεται να στερεύουν, οι δυνατότητες

περαιτέρω επέκτασης σε χώρες και τομείς φαίνονται πεπερασμένες και σίγουρα δεν

διαφαίνεται στον ορίζοντα ένα θετικό όραμα για μια παραπέρα ενίσχυση του

κεφαλαιοκρατικού συστήματος που να μην περνά μέσα από την εξαθλίωση της

συντριπτικής πλειοψηφίας των κατοίκων της γης. Εμείς νομίζουμε ότι η επιστροφή του

διλλήματος «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα», κοινωνική χειραφέτηση ή βουτιά στο σκοτάδι

του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, δεν διατηρεί απλά την ουσία του, αλλά δείχνει γλαφυρά

τους δύο πιθανούς δρόμους της κοινωνικής εξέλιξης. Ωστόσο το που τελικά θα γείρει η

πλάστιγγα δεν θα κριθεί μονάχα από κάποιους απαράβατους θεωρητικούς νόμους, αλλά

από τον πάντα αστάθμητο παράγοντα της ανεξάρτητης δράσης της εργατικής τάξης.

Η πραγματικότητα της κρίσης δεν φέρνει από μόνη της άνοδο των κοινωνικών

αγώνων, πολύ περισσότερο αγώνων ικανών να απειλήσουν με συνολική ανατροπή της

εξουσίας. Ο ίδιος ο Μαρξ αμέσως μετά την ήττα της επανάστασης του 1848 και την

τεράστια δυναμική που αποκτούσε η καπιταλιστική οικονομία υπερβαίνοντας την κρίση

των προηγούμενων 20 χρόνων έγραφε ότι «Μια νέα επανάσταση είναι δυνατή μονάχα σαν

23 Παπακωνσταντίνου (2008B)[22]

Page 23: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

επακόλουθο μιας καινούργιας κρίσης. Αλλά είναι εξίσου βέβαιη όσο και η

τελευταία»24. .Από την άλλη μεριά περίπου εβδομήντα χρόνια αργότερα ο Τρότσκι θα

γράψει «Το 1907, το 1908 και το 1909 μια τρομερή οικονομική κρίση έπληξε και τη Ρωσία. Η

κρίση εκμηδένισε πραγματικά το κίνημα καθώς οι εργάτες, που είχαν υποφέρει τόσο στη

διάρκεια των προηγούμενων αγώνων, μοιραία αποθαρρύνθηκαν από τις συνέπειες της

ύφεσης… Πολλοί από εμάς υπερασπιζόμαστε την άποψη ότι το ρωσικό, επαναστατικό

κίνημα δεν θα μπορούσε να αναγεννηθεί παρά μόνο από μια ευνοϊκή οικονομική συγκυρία.

Και αυτό ακριβώς έγινε. Στη διάρκεια των ετών 1910, 1911 και 1912, υπήρξε οικονομική

βελτίωση, μια συγκυρία που βοηθούσε την εργατική τάξη να ανασυγκροτηθεί, να

συγκεντρωθεί, να ξεπεράσει την αδυναμία και την αποθάρρυνση» 25.

Αυτές οι φαινομενικά αντιθετικές διαπιστώσεις βρίσκονται στον πυρήνα των

επιπτώσεων που έχουν οι οικονομικές κρίσεις στη συνείδηση της εργατικής τάξης. Η

επίθεση στον κόσμο της εργασίας που συνήθως αποτελεί το δρόμο που η αστική τάξη

προσπαθεί να υπερβεί τις κρίσεις της μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική αντεπίθεση αλλά

και σε φόβο ηττοπάθεια ακόμα και συντηρητική στροφή (η άνοδος των φασιστικών

κομμάτων κατά το μεσοπόλεμο και οι επιθέσεις σε μετανάστες που είναι τόσο παλιές όσο

και ο ίδιος ο καπιταλισμός είναι δύο μονάχα τέτοιες ενδείξεις). Αντιστρόφως η ανάκαμψη

δίνει καλύτερες βάσεις για εργατικές διεκδικήσεις την ίδια όμως στιγμή που επιτυγχάνει

και την ενσωμάτωση πλατιών λαϊκών κομματιών. Η κατάσταση, λοιπόν, της κρίσης

αποδεικνύει τα όρια του συστήματος και αποτελεί ευκαιρία για μεγάλους ταξικούς αγώνες

και νέες «εφόδους στον ουρανό». Αν ωστόσο αυτό δεν συμβεί τότε μια νέα εύθραυστη

ισορροπία θα αναζητηθεί από τις δυνάμεις του κεφαλαίου πάνω ακριβώς στην ήττα ή την

ολιγωρία του εργατικού κινήματος.

Αυτό που ωστόσο πρέπει να είναι ξεκάθαρο για εμάς ότι κάθε κρίση έχει δύο

πλευρές. Μια καταστροφική και μια δημιουργική. Έτσι, ο καπιταλισμός καταφέρνει πάντοτε

μέσα από τις κρίσεις του επιδιώκει να δημιουργεί και τις συνθήκες για τη νέα ανάπτυξη

του, ακόμα και αν αυτό είναι σε βάρος της κοινωνίας. Η Naomi Klein στο βιβλίο της Shock

Doctrine επεξεργάζεται αυτό το γεγονός υποστηρίζοντας ότι ο νεοφιλελευθερισμός της

εποχής μας βασίζει την ανάπτυξή του σε σοκ τριών ειδών. Αυτό της καταστροφής των

εδαφών, είτε μέσα από βομβαρδισμούς είτε αξιοποιώντας φυσικές καταστροφές, του

οικονομικού σοκ, μέσα από ιδιωτικοποιήσεις και επιθέσεις στα εργατικά δικαιώματα και

24 Παπακωνσταντίνου (2008A)25 Βλ. www . marxists . org

[23]

Page 24: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

αυτό του προσωπικού σοκ, των βασανιστηρίων και της καταστολής, ψυχολογικής ή

σωματικής. Ο David Harvey στο βιβλίο του, ο Νέος Ιμπεριαλισμός, αναφέρει ότι μια από τις

βασικές μεθόδους καπιταλιστικής κερδοφορίας ήταν πάντοτε η «συσσώρευση μέσω της

αφαίρεσης πόρων από άλλους»26 που επιτυγχάνεται μέσα από τις κρίσεις και τις

επεμβάσεις. Τα στοιχεία πρέπει να τα κρατήσουμε καθώς θα είναι κατατοπιστικά για την

ανάλυσή μας.

26 Harvey (2006)[24]

Page 25: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

1789-1848: Οι καπιταλιστικές πόλεις στην «εποχή των επαναστάσεων»27

Μια μελέτη πάνω στην ιστορική εξέλιξη των σύγχρονων πόλεων, δεν θα μπορούσε

παρά να εκκινεί από την περίοδο εκείνη που ουσιαστικά γεννιέται η καπιταλιστική

κοινωνία. Στα χρόνια αυτά οι αλλαγές που συντελούνται είναι τόσο καθοριστικές που

μπορούμε να μιλάμε για την αρχή μιας νέας εποχής, για την αλλαγή ιστορικού

παραδείγματος. Γνωρίζουμε ότι στην κοινωνική εξέλιξη τίποτα δεν εμφανίζεται από

παρθενογένεση και στοιχεία που χαρακτηρίζουν κάθε φάση της υφίστανται νωρίτερα ή και

αργότερα αυτής. Ωστόσο είναι στιγμές που φαίνεται σαν αιώνες ολόκληροι να

συμπιέζονται τόσο που εκρήγνυνται και γεγονότα να απελευθερώνουν δυνάμεις ικανές να

αλλάξουν ολόκληρη την πορεία του κόσμου.

Την περίοδο αυτή λαμβάνουν χώρα δύο επαναστάσεις, η Γαλλική Επανάσταση και

η Βιομηχανική Επανάσταση. Η πρώτη, είναι η πολιτική και κοινωνική επανάσταση, είναι ο

αγώνας για την κατάργηση της απόλυτης μοναρχίας, για την υπέρβαση της φεουδαρχίας, τη

γέννηση των εθνών, του πολίτη, την πάλη για την ισότητα. Η δεύτερη, είναι οικονομική

επανάσταση για την ηγεμονία ενός νέου τρόπου παραγωγής, την ανάπτυξη της

βιομηχανίας, τη γέννηση των νέων αντιμαχόμενων τάξεων - των κεφαλαιοκρατών και του

προλεταριάτου- την κυριαρχία πάνω στη φύση. Η μελέτη των δυο αυτών επαναστάσεων, οι

οποίες εκδηλώνονται στις δύο ισχυρότερες, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία, χώρες

της Ευρώπης, τη Γαλλία και την Αγγλία, δεν είναι αντικείμενο της εργασίας μας, εκτός από

τα στοιχεία αυτά που διαμορφώνουν την εικόνα των πόλεων. Θα αρκεστούμε μοναχά σε

κάποιες προτάσεις με τις οποίες ο ιστορικός E. Hobsbawm, από τον οποίο δανειστήκαμε το

τίτλο του κεφαλαίου, περιέγραψε την περίοδο αυτή: «Η μεγάλη επανάσταση του 1789-

1848 ήταν ο θρίαμβος όχι απλώς της «βιομηχανίας», αλλά της καπιταλιστικής βιομηχανίας∙

όχι της ελευθερίας και της ισότητας γενικά, αλλά της αστικής φιλελεύθερης κοινωνίας όχι∙

της «σύγχρονης οικονομίας» ή του «σύγχρονου κράτους» αλλά της οικονομίας και των

κρατών σε μια συγκεκριμένη περιοχή του κόσμου (μέρος της Ευρώπης και τμήματα της

Βόρειας Αμερικής), με επίκεντρο τα γειτονικά και ανταγωνιζόμενα κράτη της Μεγάλης

Βρετανίας και της Γαλλίας. Ο μετασχηματισμός του 1789- 1848 είναι ουσιαστικά η διπλή

επαναστατική έκρηξη που σημειώθηκε στις δύο αυτές χώρες, και από εκεί απλώθηκε σ’

ολόκληρο τον κόσμο»28

27 O τίτλος είναι δανεισμένος από το βιβλίο του Eric Hobsbawm: 1789-1848 Η εποχή των επαναστάσεων28 Hobsbawm (2008)

[25]

Page 26: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Τις γραμμές αυτές, τις παραθέτουμε για να περιγράψουμε με συνοπτικό τρόπο την

ουσία των αλλαγών που συντελέστηκαν και τελικά το πρίσμα υπό το οποίο οφείλουμε να

αναγνωρίσουμε τις μεταβολές τις οποίες επέφεραν. Τις δεύτερες πρέπει να τις

διαχωρίσουμε σε αυτές που άλλαξαν διαχρονικά την κοινωνία και σε αυτές που

διαμόρφωσαν τα συγκεκριμένα αποτελέσματα εντός της χρονικής διάτμησης που

επιλέξαμε. Η αδυναμία κατανόησης της διάκρισης αυτής θα οδηγούσε σε συμπεράσματα

λανθασμένα για τη σημασία της διπλής επανάστασης. Η Γαλλική Επανάσταση και τα

οράματα του Διαφωτισμού πριν από αυτή, μπορεί να διαμόρφωσαν τις βάσεις αστικής

εξουσίας που σύντομα έγινε εχθρική για τα συμφέροντα των εργαζόμενων μαζών, αλλά

ταυτόχρονα αποτελεί πρωταρχική έμπνευση για όλα τα ανθρωπιστικά ρεύματα που

αναπτύχθηκαν και πολεμούν την καπιταλιστική κοινωνία, ως εκ τούτου και του μαρξισμού.

Η Βιομηχανική επανάσταση έφερε την επιβολή άπληστων εργοδοτών, την αθλιότητα των

συνθηκών διαβίωσης στις εργατικές συνοικίες των αστικών κέντρων, τη φτώχεια και την

πείνα που ξεπερνούσε ακόμα και αυτή των εξαθλιωμένων υπηρετών του φεουδάρχη, αλλά

ταυτόχρονα ανέπτυξε όσο ποτέ άλλοτε τις δυνατότητες του ανθρώπινου πολιτισμού, μαζί

και αυτές για την συνολική ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος.

Αυτή η αντιφατική πραγματικότητα περιγράφεται, ίσως καλύτερα, στη λογοτεχνία,

για αυτό και θα παραθέσουμε ένα απόσπασμα του Κάρολου Ντίκενς από το έργο του Tale

of Two Cities (Ιστορία δύο πόλεων) που γράφτηκε το 1859: «Ήταν η καλύτερη από όλες τις

εποχές, ήταν η χειρότερη από όλες τις εποχές, ήταν ο αιώνας της σοφίας, ο αιώνας της

βλακείας, ήταν η εποχή της πίστης, η εποχή της δυσπιστίας, ήταν η εποχή του φωτός κι η

εποχή του Σκότους, ήταν η άνοιξη της ελπίδας, ήταν ο χειμώνας της απόγνωσης, είχαμε τα

πάντα μπροστά μας και τίποτα δεν είχαμε μπροστά μας, κατευθυνόμαστε ίσια στα ουράνια,

κατευθυνόμαστε ίσια στην αντίθετη πλευρά»29.

Η αλήθεια είναι ότι η περίοδος αυτή δεν θα έπρεπε να περιέχεται στην παρούσα

ανάλυση. Η πρώτη περίοδος κρίσης που αποδίδεται στη νέα πραγματικότητα, αυτή που

δημιουργήθηκε στα χρόνια που εξετάζουμε, χρονολογείται από τα μέσα του 1820 μέχρι και

το τέλος της δεκαετίας του 1840. Τα αποτελέσματα της κυρίως θα τα μελετήσουμε στο

επόμενο κεφάλαιο. Οι προηγούμενες πολιτικές ή οικονομικές κρίσεις που κλόνιζαν τα

παλαιά καθεστώτα, με τρόπο καθοριστικό και για το ξέσπασμα της διπλής επανάστασης,

και έριχναν στην πείνα εκατομμύρια κατοίκους της Ευρώπης, διέφεραν εξαιρετικά από τις

καπιταλιστικές κρίσεις στις οποίες αναφέρεται αυτή η μελέτη. Ήταν κρίσεις που βασίζονταν

29 Benevolo (1997)[26]

Page 27: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

στην έλλειψη πρώτων υλών, σε κακές σοδιές, φυσικές καταστροφές κ.α. Ωστόσο οι

μετασχηματισμοί των πόλεων κατά την περίοδο αυτή έχουν εξαιρετική σημασία. Η

βιομηχανική επανάσταση φέρνει ταυτόχρονα μια ραγδαία αύξηση του πληθυσμού και της

παραγωγής που μεταβάλει το συνολικό οικιστικό σύστημα της Ευρώπης για πρώτη φορά σε

τέτοιο βαθμό από τον 13ο αιώνα. Οι νέοι κανόνες της οικονομικής ανάπτυξης, ο

περιορισμός του ρόλου του κράτους και η κερδοσκοπία στην ανοικοδόμηση διαμορφώνουν

τη νέα εικόνα των κατοικιών και των οικισμών που δημιουργούνται, την «φιλελεύθερη

πόλη».

Αξίζει να σταθούμε σε κάποιους κατατοπιστικούς αριθμούς30. Οι αριθμοί αυτοί

αφορούν κάποιες μόνο περιοχές της Ευρώπης και σπανιότερα της Βόρειας Αμερικής, αφού

σε αυτές τις περιοχές του πλανήτη διαμορφώνονται για μια σειρά από λόγους οι συνθήκες

αυτές που μεταβάλλουν τόσο καθολικά το αστικό τοπίο.

Τα τέλη του 18ου αιώνα βρίσκουν το οικιστικό τοπίο της Ευρώπης όχι αισθητά

διαφοροποιημένο από τα προηγούμενα χρόνια. Η συντριπτική πλειοψηφία είναι αγροτικός

πληθυσμός που κατοικεί στην ύπαιθρο. Ακόμα και στην πιο εκβιομηχανισμένη οικονομία

του κόσμου, την Αγγλία ο αγροτικός πληθυσμός δεν ξεπερνά αυτό των αστικών κέντρων. Σε

χώρες χωρίς μεγάλη άνθιση των πόλεων ο αγροτικός πληθυσμός ξεπερνούσε το 90% του

συνολικού, ενώ ακόμα και σε περιοχές με έντονη αστική παράδοση υπερέβαινε το 70-80%.

Στην πραγματικότητα το «αστικό» στοιχείο αναφερόταν σε μερικές δεκάδες μόνο πόλεις. Το

Λονδίνο με ένα εκατομμύριο κατοίκους, το Παρίσι με λίγο περισσότερο από 500.000, λίγες

ακόμα πόλεις με πάνω από 100.000 (περίπου δύο ως πέντε ανάλογα με τη χώρα), με

μερικές ακόμα πολύ μικρότερες. Οι τελευταίες στέγαζαν σημαντικό κομμάτι του αστικού

πληθυσμού (στην Αυστρία το 1834, από το 19% των κατοίκων των πόλεων πάνω από τα 3/4

βρισκόταν σε πόλεις κάτω των 20.000 κατοίκων) και ήταν «αστικές» και από «πολιτιστικής

απόψεως» καθώς οι κάτοικοι τους, συχνά νέοι τολμηροί επαναστάτες όπως ο Ροβεσπιέρος,

ο Γράκχος Μπαμπέφ και ο Ναπολέων, περιφρονούσαν την ύπαιθρο και προέβαλλαν την

νέα αστική κουλτούρα του μορφωμένου και φιλόδοξου. Ωστόσο οι πόλεις αυτές, βγαλμένες

από το παρελθόν, ζούσαν από τη γύρω τους ύπαιθρο, καρπώνονταν τα προϊόντα της και τα

εμπορεύονταν έτσι ώστε τελικά να αποτελούν κομμάτι ακόμα της αγροτικής κοινωνίας και

να μην είναι το εργαστήρι των τεράστιων μεταβολών της εποχής.

30 Βλ. Hobsbawm (2008), Benevolo (1997), Benevolo- Λαζαρίδης (1977), Καρύδης (2006), Σένετ(1999) και Lefebvre (1977). Από εκεί αντλούνται τα στοιχεία των επόμενων σελίδων

[27]

Page 28: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Μισό αιώνα περίπου αργότερα, στα τέλη της περιόδου αυτής η κατάσταση έχει

μεταβληθεί ριζικά. Αξίζει να κατανοήσουμε ότι πέρα από την ποσοτική μεταβολή η

σημαντικότερη είναι η ποιοτική. Η έκρηξη που θα παρουσιαστεί στην συνέχεια δεν

τελειώνει κάποια στιγμή αλλά με διαφορετικό τρόπο συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας και

μάλιστα συχνά με πιο εντυπωσιακούς αριθμούς. Το ίδιο θα συμβεί και με τους

οικονομικούς δείκτες και τις αλλαγές στην παραγωγή. Η ουσία λοιπόν της περιόδου αυτής

είναι ότι αναγγέλλει το τέλος της στασιμότητας, την αρχή των συνεχών αλλαγών, των

εκρήξεων και των καμπών, την εισαγωγή χωρικών και χρονικών μεταβολών σε πολύ

μεγαλύτερη συχνότητα από το παρελθόν.

Το 1851 συμβαίνει κάτι πρωτοφανές στην ιστορία. Η Αγγλία γίνεται η πρώτη χώρα

που ο αστικός πληθυσμός της ξεπερνά τον αγροτικό. Απέχει βέβαια πολύ από κάθε άλλη

χώρα αυτής της εποχής και ειδικά από τα βασικό της αντίπαλο τη Γαλλία που η αγροτική

της παράδοση είναι σαφέστατα πιο ισχυρή. Ωστόσο η δυναμική αυτών των αλλαγών είναι

εμφανής σε πολλές περιοχές. Η συνολική αύξηση του πληθυσμού της γης από τα 700εκ. το

1750 φτάνει τα 900εκ. στις αρχές του 19ου αιώνα για να ξεπεράσει το ένα δισεκατομμύριο

πριν από το 1850. Η αύξηση αυτή λαμβάνει χώρα κυρίως στην Ευρώπη και ειδικά στις πιο

αναπτυγμένες χώρες της, διαμορφώνοντας ένα τοπίο που θα ισχυροποιηθεί τα επόμενα

χρόνια που οι κάτοικοι της Ευρώπης γίνονται περισσότεροι και σε απόλυτο αριθμό αλλά και

σε αναλογία με τους κατοίκους των άλλων ηπείρων από κάθε άλλη περίοδο στην ιστορία. Ο

19ος αιώνας είναι ο πιο κατ’ εξοχής «ευρωπαϊκός» που υπήρξε και θα υπάρξει ποτέ. Η

Μεγάλη Βρετανία διπλασιάζει τον πληθυσμό της δύο φορές από το 1750 μέχρι το 1850 και

από τα 7,5 εκατομμύρια κατοίκους φτάνει το 1800 στα 15 και το 1850 τα 30. Η Γαλλία την

ίδια περίοδο αυξάνεται από 23 εκατομμύρια σε 35,7. Στην εκατονταετία αυτή η Ιταλία από

13,5 εκ. φτάνει τα 24εκ, η Ισπανία από 8,6 στα 15, η Ευρωπαϊκή Ρωσία από 14,5 σε 57 και η

Γερμανία από 17 σε 36. Μια μικρή αύξηση παρατηρείται και στις περιοχές του πλανήτη που

εξαρτώνται άμεσα από την Ευρώπη η οποία όμως με τίποτα δεν συγκρίνεται με την έκρηξη

που θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια.

Ακόμα πιο σημαντικό για μας είναι ότι η αύξηση αυτή δεν έγινες ομοιογενώς στις

περιοχές της Ευρώπης. Αν όχι ολόκληρη το μεγαλύτερο της μέρος το δέχτηκαν οι πόλεις και

ειδικά αυτές που άρχιζαν να εμφανίζονται τα επιτεύγματα της βιομηχανικής επανάστασης,

αν και όχι μονάχα εκεί που πρωτοεμφανίστηκαν. Έτσι σε όλες τις χώρες παρατηρείται μια

έντονη αύξηση του αστικού πληθυσμού σε αναλογία με τον αγροτικό. Το Λονδίνο από το

ένα εκατομμύριο κατοίκους το 1789 φτάνει τα 2.235.000 το 1841 αριθμό μεγαλύτερο από

[28]

Page 29: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

κάθε άλλη πόλη στην ιστορία. Το Παρίσι σε λιγότερο από μισό αιώνα από το 1801 μέχρι το

1846 διπλασιάζει τον πληθυσμό του φτάνοντας το ένα εκατομμύριο. Σε επί μέρους

περιοχές του μάλιστα η αύξηση φανερώνεται ακόμα πιο θεαματική. Η Montmartre την ίδια

περίοδο από 609 κατοίκους φτάνει τους 36.500 η Villette από 1.600 σε 30.300 ενώ η νέα

Batignolles φτάνει να ξεπερνά τους 44.000. Από το 1820 μέχρι το 1850 η αναλογία του

αγροτικού πληθυσμού στον ενεργό μειώνεται ποσοστιαία στην Μ. Βρετανία από 46 σε 22,

στη Γαλλία από 75 σε 64 στη Γερμανία από 80 σε 65 και τις Η.Π.Α. από 75 σε 65. Οι

τεράστιες αλλαγές που συντελούνται δεν πρέπει να χαθούν μέσα στις χρονικές περιόδους

που διαχωρίζονται εδώ. Μέσα στο 19ο αιώνα που μόνο το πρώτο μισό του αναλύουμε εδώ

ο αστικός πληθυσμός αυξάνεται παγκόσμια από 7% σε 13% στα μέσα του και σε 25% στις

αρχές του 20ου αιώνα. Μέσα σε αυτή την περίοδο πέρα από τις Αγγλικές και Γαλλικές

μητροπόλεις που παρατηρήσαμε και θα δούμε και σε άλλα σημεία, η Πετρούπολη αυξάνει

τους κατοίκους της κατά 300%, η Βιέννη κατά 500% και το Βερολίνο κατά 872%. Στα

επόμενα κεφάλαια θα δούμε πιο αναλυτικά τις τάσεις αυτές.

Τα στοιχεία που παρατέθηκαν σκιαγραφούν γλαφυρά την έκρηξη που

συντελέστηκε την περίοδο εκείνη στην αστική πραγματικότητα, έκρηξη που συνδέεται

άρρηκτα με τις οικονομικές αλλαγές που έφερε η βιομηχανική επανάσταση αλλά και με εν

μέρει με τις πολιτικές ανακατατάξεις που ακολούθησαν τη Γαλλική Επανάσταση. Ίσως να

μοιάζουν σαν μια σειρά από κουραστικά αριθμητικά στοιχεία. Ωστόσο αυτό δεν είναι

τυχαίο. Όπως σημειώνει ο Leonardo Benevolo «Η ιστορία της μοντέρνας πολεοδομίας είναι

σε μια πρώτη φάση, η ιστορίας ξερών γεγονότων. Οι μεγάλες απότομες αλλαγές που

προκάλεσε η Βιομηχανική Επανάσταση στις πόλεις και στην ύπαιθρο, έρχονται στο φως και

γίνονται αντιληπτές σαν προβλήματα μόνο ύστερα, όταν τα γεγονότα άρχισαν πια να

συσσωρεύονται.»31.

Ποια είναι αυτά τα προβλήματα και γιατί εκδηλώθηκαν σε τέτοια έκταση θα

μελετήσουμε τώρα. Η αύξηση του πληθυσμού κυρίως προέρχεται από τη μείωση της

θνησιμότητας ειδικά των βρεφών. Δεν θα πρέπει να βγάλουμε ένα συμπέρασμα μιας

συνταρακτικής βελτίωσης των συνθηκών ζωής, ωστόσο οι επαναστατικές αλλαγές σε όλα τα

επίπεδα (γεωργία, αγροτική παραγωγή, διατροφή, πρόοδο στα είδη υγιεινής κ.α.) έφερε

μια αντικειμενική αλλά όχι θεαματική μείωση της παιδικής θνησιμότητας και των

επιδημιών, ικανή να προκαλέσει δημογραφική έκρηξη σε σχέση με το παρελθόν. «Η αύξηση

της γεωργικής παραγωγής απομάκρυνε τον κίνδυνο των περιοδικών λιμών και είναι φυσικό

31 Benevolo- Λαζαρίδης (1997)[29]

Page 30: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

οι περισσότερο καλοθρεμμένοι άνθρωποι να είναι λιγότερο ευάλωτοι στις διάφορες

αρρώστιες και τα μικρόβια.»32. Ταυτόχρονα σημειώθηκε και μια αύξηση του νεανικού

πληθυσμού σε αναλογία εντός του συνολικού και κατ’ επέκταση μια τεράστια αύξηση του

οικονομικά ενεργού πληθυσμού, των εργατών και του εφεδρικού στρατού των ανέργων. Η

επιλογή των αστικών κέντρων ήταν αναγκαία για την μάζα αυτή. Η αύξηση του κατοίκων

των αστικών κέντρων που παρατηρήσαμε προηγουμένως προέρχεται από ένα συνδυασμό

της γενικής αύξησης του πληθυσμού με την εσωτερική ή εξωτερική μετανάστευση προς τις

βιομηχανικές πόλεις33. Η επέλαση της καπιταλιστικής οικονομίας στον αγροτικό τομέα, που

συντελέστηκε βαθμιαία αλλά βίαια, σε συνδυασμό με τις συντηρητικές αντιδράσεις των

παλαιών γαιοκτημόνων, που συχνά στηρίζονταν από τους φτωχούς αγρότες, διαμόρφωσε

ένα νέο προλεταριάτο της γης του οποίου η προοπτική ανοιγόταν ακόμα πιο μαύρη και από

το παρελθόν του φεουδάρχη. Η ιδιωτικοποίηση και περίφραξη των αγροτικών γαιών, οι

τεράστιες εξελίξεις στην παραγωγική διαδικασία, ήταν απαραίτητες για την αστική

ανάπτυξη και την αύξηση της παραγωγής αλλά έδιναν σε μια τεράστια μάζα ανθρώπων δύο

μονάχα επιλογές. Την πείνα και το θάνατο στην ύπαιθρο ή την αναζήτηση καλύτερης

προοπτικής στην πόλη. «Αυτοί οι σαρωτικοί ξεκληρισμοί χωρικών και κολλήγων,

δημιούργησαν μια τέτοια ανθρωποπλημμύρα στις πόλεις ώστε, ακόμα και στα μέσα στου

19ου αιώνα περισσότεροι από το μισό πληθυσμό του Λονδίνου και κάπου 60 Αγγλικών και

Ουαλικών πόλεων, δεν είχαν γεννηθεί στις πόλεις που κατοικούσαν»34. Ταυτόχρονα οι

ανάγκες της βιομηχανίας υποβάθμισαν την δυνατότητα διαβίωσης και των μικρών

οικογενειακών βιοτεχνιών. Η καπιταλιστική ανάπτυξη επέβαλλε την συγκέντρωση σε ένα

μέρος ώστε να επιτυγχάνεται η αύξηση της παραγωγής και της, αντλούμενης από τους

εργάτες, υπεραξίας. Ο Henry Lefebvre περιγράφει τη διαδικασία αυτή ως εξής στο γνωστό

του έργο, «Το Δικαίωμα στην πόλη»: «Η νεογέννητη βιομηχανία έχει την τάση να

εγκαθίσταται έξω από τις πόλεις…(στη συνέχεια)… η Πόλη, σαν εργαστήρι, επιτρέπει τη

συγκέντρωση σε μικρό χώρο των μέσων παραγωγής: εργαλεία, πρώτες ύλες, εργατικά

χέρια. Επειδή, η εγκατάσταση έξω από τις πόλεις δεν ικανοποιεί τους «επιχειρηματίες, η

βιομηχανίας πλησιάζει μόλις αυτό γίνεται δυνατό στα αστικά κέντρα. Αντίστροφα, η πόλη

που προϋπήρχε της εκβιομηχάνισης επιταχύνει τη διαδικασία (ιδιαίτερα επιτρέπει τη

32 Benevolo- Λαζαρίδης (1997)33 Η μαζική έξοδος από χώρες όπως η Ιρλανδία, οι Σκανδιναβικές χώρες και η Κάτω Ιταλία προς την Αγγλία και αργότερα τις Η.Π.Α. που δεν ακολούθησαν στον ίδιο ρυθμό την οικονομική ανάπτυξη των αναπτυγμένων βιομηχανικά κρατών είναι τεράστια καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.34 Μπουκτσιν (1979)

[30]

Page 31: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

γρήγορη αύξηση της παραγωγικότητας). Η Πόλη συνεπώς έπαιξε σημαντικό ρόλο στην

απογείωση της βιομηχανίας»35.

Πρέπει να επισημάνουμε ότι μεγάλες πρωτεύουσες όπως το Λονδίνο και το Παρίσι δεν

αποτελούν τις κατ’ εξοχήν βιομηχανικές πόλεις, με αναλογικά αντίστοιχης έντασης

εργοστασιακή οικονομία με το Μάντσεστερ ή τη Λίλ. Ήταν ιστορικά αστικά κέντρα τα οποία

προφανώς είχαν ξεχωριστά χαρακτηριστικά από τις πόλεις που γεννήθηκαν και γιγάντωσαν

από την βιομηχανική παραγωγή. «Εμπόριο, διαχείριση των οικονομικών και γραφειοκρατία

παρέμειναν οι βασικές δραστηριότητες των πρωτευουσών. Οι βιομηχανίες απαιτούν

ιδιοκτησία μεγάλων εκτάσεων γης... Τα εργοστάσια εντατικής λειτουργίας βρίσκονται

συνήθως στο κέντρο των πόλεων, είναι εκμηχανισμένα και συνάμα μικρότερα. Στις

πρωτεύουσες του 19ου αιώνα, τέτοιου είδους γηγενείς βιομηχανίες συνδέονταν με το

εμπόριο, με τη γοργή, μικρής κλίμακας, συχνά άκρως εξειδικευμένη μεταποίηση… Η γη

μέσα ή και κοντά στο Παρίσι ήταν πολύ ακριβή ώστε να χρησιμοποιηθεί για τέτοιο σκοπό. Η

γη δεν ήταν σπάνιο αγαθό στο ευρύτερο Λονδίνο, όμως για αδιευκρίνιστους λόγους, αν και

δημιουργήθηκαν εργοστάσια στο δακτύλιο του «ευρύτερου» Λονδίνου, δεν αναπτύχθηκε

εργοστασιακή οικονομία της έντασης του Μάντσεστερ ή του Μπέρμιγχαμ»36.

Παρόλα αυτά εμείς στην παρούσα μελέτη θα εστιάσουμε στις πρωτεύουσες

θεωρώντας ότι τα βασικά στοιχεία που θα περιγράψουμε υφίστανται τουλάχιστον ως

τάσεις στις περισσότερες μεγάλες πόλεις που πέρα από βιομηχανικά κέντρα ήταν και τόποι

συγκέντρωσης μεγάλης μάζας κατοίκων. «Και ότι είναι αλήθεια για το Λονδίνο, είναι επίσης

και για το Μάντσεστερ, το Μπέρμιγχαμ, το Λιντς, είναι αλήθεια για όλες τις μεγάλες

πόλεις»37. Οι πρωτεύουσες, και ειδικά το Λονδίνο και το Παρίσι, θα γίνουν το θέατρο που

θα παιχτούν καλύτερα από οπουδήποτε αλλού τόσο η δημογραφική έκρηξη όσο και οι

πρώτες πολεοδομικές επεμβάσεις. Ταυτόχρονα συγκεντρώνουν σε μέγιστο βαθμό όλα τα

προβλήματα που προκλήθηκαν από τη βιομηχανική επανάσταση και κυρίως το στεγαστικό.

«Αυτή η έλλειψη κατοικιών είναι άγνωστη σε πόλεις που από την αρχή δημιουργήθηκαν

σαν βιομηχανικά κέντρα, όπως στο Μάντσεστερ, στο Λιντς, στο Μπράντφορντ, στο

Μπάρμεν Ελμπερφελντ. Αντίθετα, στο Λονδίνο, στο Παρίσι στη Βιέννη παρουσιάστηκε με

οξεία μορφή και συνεχίζεται συνήθως σαν χρόνια κατάσταση»38.

35 Lefebvre (1977).36 Σένετ(1999)37 Καυκαλάς (1977)38 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ ΄ την ουτοπία στην επιστήμη.

[31]

Page 32: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Η πόλη και κυρίως οι βιομήχανοι που κατοικούσαν σε αυτή δεν υποδέχτηκαν το

πεινασμένο νέο προλεταριάτο όπως ήλπιζαν οι εξαθλιωμένοι εργάτες γης που έφευγαν από

τον τόπο τους, όπως άλλωστε ακόμα τα όνειρα των απανταχού μεταναστών δεν ταυτίζονται

με την πραγματικότητα της εκμετάλλευσης που βιώνουν αν καταφέρουν να φτάσουν στον

προορισμό τους. Μπορεί να παρείχε μια μεγαλύτερη ελευθερία από την άμεση εξουσία του

φεουδάρχη (που και αυτό είναι σχετικό ειδικά σε περιπτώσεις υπεργολαβιών που άνθιζαν

εκείνη την περίοδο και δυστυχώς αυξάνονται ξανά στον 21ο αιώνα) αλλά οι συνθήκες ζωής

και εργασίας ήταν εξίσου ίσως και περισσότερο σκληρές. Οι πόλεις αυξάνονταν με ρυθμό

που δεν μπορούσαν οι υποδομές τους να καλύψουν και η κυρίαρχη πολιτική και σκέψη

μέχρι και τα μέσα στου 19ου αιώνα ήταν τέτοια που αρνείται κάθε σημαντική προσπάθεια

βελτίωσης των ζωών των εργαζομένων. Δημιουργείται έτσι ένα εφιαλτικό αστικό τοπίο που

περιγράφεται εύγλωττα από τους λογοτέχνες της εποχής, όπως στους «Άθλιους» του

Ουγκώ για τους οποίου ο ίδιος θα γράψει σε ένα πρόλογο του βιβλίου του ότι «…

γράφτηκαν για όλα τα έθνη... Όπου ο άνθρωπος ζει αμόρφωτος και απελπισμένος, όπου η

γυναίκα πουλάει το κορμί της για μια μπουκιά ψωμί, όπου το παιδί υποφέρει από

αγραμματοσύνη κι από έλλειψη παιδείας…»39. Το 1842 ο νεαρός Φρειδερίκος Έγκελς θα

πάει στο Μάντσεστερ, μια χαρακτηριστική βιομηχανική πόλη της εποχής και για τα επόμενα

δύο χρόνια θα μελετήσεις έκπληκτος τις συνθήκες διαβίωσης στις μεγάλες πόλεις. Το 1844

θα εκδώσει το έργο του «Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία», ένα κομβικό έργο

που θα χρησιμοποιηθεί όσο λίγα από παλαιότερους και σύγχρονους ερευνητές. Σε αυτό θα

παρουσιάσει αναλυτικά την εξαθλίωση στην οποία βυθίζεται το προλεταριάτο στις

κακόφημες συνοικίες που στοιβάζεται. Θα περιγράψει μάλιστα και τα αντιφατικά

συναισθήματα που προκαλεί αυτή η εικόνα στον περιηγητή που αρχικά θαμπώνεται από τη

δύναμη που αναβλύζει το Λονδίνο. «Σχετικά όμως με τις θυσίες που όλο αυτό το

μεγαλόπρεπο θέαμα κόστισε αυτό το ανακαλύπτει κανείς αργότερα. Όταν για μερικές μέρες

θα ποδοπατήσει το λιθόστρωτο των κυριότερων δρόμων, όταν με δυσκολία θ’ ανοίγει

δρόμο ανάμεσα στην οχλαγωγία που τον περιβάλλει, ανάμεσα στις ατελείωτες σειρές από

τα’ αμάξια και τα κάρα, όταν θα χει επισκεφτεί τις «κακόφημες συνοικίες αυτής της

μητρόπολης, μονάχα τότε θα αρχίσει να παρατηρεί ότι αυτοί οι λονδρέζοι χρειάστηκες να

θυσιάσουν το καλύτερο μέρος από την ανθρώπινη τους ιδιότητα για να πραγματοποιήσουν

όλα αυτά τα θαύματα του πολιτισμού, απ’ τα οποία ξεχειλίζει η πολιτεία…»40. Η δεινή

κατάσταση αυτή έφερε σύντομα την επανεμφάνιση επιδημιών μεταδοτικών που

39 Hugo (2006) 40 Καυκαλάς (1977)

[32]

Page 33: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

δημιουργούνταν από τις άθλιες συνθήκες υγιεινής, από την έλλειψη τροφής και καθαρού

νερού αλλά και στοιχειωδών εγκαταστάσεων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Από τα

μέσα περίπου της δεκαετίας του 1820 ολόκληρη η Ευρώπη σαρώνεται από τη χολέρα, τον

τύφο και άλλες ασθένειες που σε μεγάλο βαθμό είχαν περιοριστεί τις προηγούμενες

δεκαετίες.

Οι ταξικές διαφορές εμφανίζονταν εντονότερα από ποτέ στην χωρική τους

αποτύπωση, και ουσιαστικά ήταν αυτές που διαμόρφωναν την εικόνα των πόλεων. «Η

αστική ανάπτυξη την εποχή αυτή ήταν μια γιγαντιαία διεργασία ταξικού διαχωρισμού, που

έσπρωξε τους φτωχούς εργαζόμενους σε αχανή τέλματα αθλιότητας έξω από τα κέντρα της

διοίκησης και των επιχειρήσεων και από τις πρόσφατα ειδικά διαμορφωμένες οικιστικές

περιοχές της αστικής τάξης. Τότε αναπτύχθηκε η κοινή, θα λέγαμε, ευρωπαϊκή διάκριση

ανάμεσα στον «καλό» δυτικό και τον «φτωχό» ανατολικό τομέα των μεγάλων πόλεων»41).

Ουσιαστικά οι παράγοντες που διαμόρφωναν το αστικό τοπίο ήταν μια σύνδεση των

προσπαθειών των εξαθλιωμένων εργατών για διαβίωση, που μπροστά σε αυτή την

κατάσταση όποτε δεν κατέληγαν στον αλκοολισμό και το έγκλημα συχνά εξεγείρονταν

βίαια, μιας αδίστακτης και ανεξέλεγκτης κατασκευαστικής κερδοσκοπίας, αφού οι

κατασκευαστές και ιδιοκτήτες εργατικών οικιών και οικοπέδων έβρισκαν το κατάλληλο

έδαφος για τεράστια κέρδη. Όλα αυτά κάτω από μια διακυβέρνηση που όποια μορφή και

αν είχε, διαποτιζόταν από την άρνηση κάθε παρέμβασης καθώς η κατοικία και η πόλη

αντιμετωπιζόταν σαν μια ακόμα αγορά στην οποία αν το κράτος εισερχόταν θα παρέβαινε

τους ιερούς όρους της φιλελεύθερης οικονομίας42. Υπάρχουν κάποια παραδείγματα

κρατικής οικοδόμησης αλλά αυτά συνήθως ήταν μεγάλα δημόσια οικοδομήματα

προπαγάνδας της εκάστοτε εξουσίας ή μικρής κλίμακας πολεοδομικές διαμορφώσεις που

δεν στόχευαν στην επίλυση των συνολικών προβλημάτων που υπήρχαν.

Μια τέτοια περίπτωση, από τις λίγες που έλαβαν χώρα αυτή την περίοδο και για

αυτό σημαντική, είναι η χάραξη της Regent Street στο Λονδίνο από τον αρχιτέκτονα John

Nash. Το εγχείρημα που ανέλαβε από το Στέμμα ήταν η ένωση του βόρειου με το νότιο

τμήμα του Λονδίνου μια απόσταση από το Carlton House, την κατοικία του αντιβασιλιά

(νότια) μέχρι τις βασιλικές εγκαταστάσεις στο Reagent’s Park (βόρεια). Οι σχεδιαστικές

επιλογές, με τις κλασικιστικές προσόψεις των κτιρίων και τις περίτεχνες καμπυλώσεις και

41 Hobsbawm (2008)42 Να σημειώσουμε ότι κλασσικοί φιλελεύθεροι οικονομολόγοι όπως ο Adam Smith όχι απλά αρνούνταν την κρατική παρέμβαση αλλά παρότρυναν τις κυβερνήσεις να πουλήσουν τις κρατικές ιδιοκτησίες σε ιδιώτες για να μειώσουν τα χρέη τους.

[33]

Page 34: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

τις οπτικές φυγές που δημιουργούν που έγιναν (με βασιλική παρότρυνση μάλιστα μετά τη

νίκη επί του Ναπολέοντα το 1815) έχουν αναμφισβήτητα αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. Ακόμα

περισσότερο ενδιαφέρον όμως για την εργασία αυτή έχει το κοινωνικό και πολιτικό

πρόσημο του σχεδιασμού του Nash. Γίνεται σε μια περίοδο που οι ανώτερες και μεσαίες

τάξεις ήδη συσσωρεύουν τα οφέλη της βιομηχανικής επανάστασης και αναζητούσαν

τρόπους επίδειξης της αλλά και κερδοφόρας επένδυσής τους. «Η διάνοιξη της Regent

Street… εγγράφηκε συνεπώς σε μια ευνοϊκή συγκυρία, όπου η αναδιάταξη του αστικού

ιστού, αφ’ ενός έδινε διέξοδο σε επικερδείς αγοραπωλησίες γης, αφ’ ετέρου προσέφερε το

είδος εκείνο της κατοικίας (και του αντίστοιχου πολεοδομικού περιγύρου) που αναζητούσαν

τα προηγούμενα ευκατάστατα κοινωνικά στρώματα. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι

αρχιτεκτονικοί τύποι, πολεοδομικές διατάξεις, μορφές χρηματοδότησης και διοικητικές

αποφάσεις που ενεργοποιήθηκαν συντίθενται σε μια αδιάσπαστη ενότητα, έτσι ώστε να

είναι αδιανόητη σήμερα η διερεύνηση μιας από αυτές τις παραμέτρους ανεξάρτητα από τις

άλλες.»43. Ο άγγλος αρχιτέκτονας, τελικά, είναι ένας πρόγονος του Haussmann (θα τον

συναντήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο), όπως θα υποστηρίξει ο Pierre Lavedan44, αφού θα

αποτελέσουν τους πρωτεργάτες μιας ιστορικής πορείας της καπιταλιστικής πολεοδομίας,

άρρηκτα συνδεδεμένης με την οικονομία και την πολιτική, την οποία θα ακολουθήσουμε

στην συνέχεια. Υπό αυτό το πρίσμα, μια δεύτερη ματιά στη χάραξη της Regent Street θα

μας αποκαλύψει τις βαθιές ταξικές ρίζες του σχεδιασμού. Τα αριστοκρατικά σπίτια της

Cavendish Square δεν μπορούν να ρυμοτομηθούν και έτσι προκαλείται κλίση στην, κατά τα

άλλα, ευθεία χάραξη, ενώ ο τελικός καθορισμός της πορείας της λεωφόρου θα προκύψει

μέσα από συμφωνία με τον Sir James Langham, μεγαλοϊδιοκτήτη γης. Η ίδια η Regent Street

αποτυπώνει γλαφυρά το διαχωρισμό που περιγράψαμε μαζί με τον Hobsbawm, παραπάνω.

Χωρίζει τις «κακόφημες» ανατολικές συνοικίες του Soho, που αφήνονται στην εξαθλίωση

και τις επιδημίες από τις πλούσιες περιοχές γύρω από τις πλατείες Cavendish και Hannover,

ενώ η δημιουργία του νέου πάρκου συνοδεύτηκε με την εκδίωξη των φτωχών ομάδων που

κατοικούσαν εκεί προς τα βόρεια αποκλεισμένες από το τείχος των πολυτελών κτισμάτων.

Η Μ. Βρετανία δίνει ένα παράδειγμα το οποίο δεν θα επαναληφθεί τα χρόνια αυτά,

παρά μόνο σε τελείως διαφορετικό βαθμό μετά το τέλος της περιόδου αυτής. Αυτό

προφανώς δεν σηματοδοτεί την απουσία της αρχιτεκτονικής, αντιθέτως η περίοδος αυτή

είναι ιδιαίτερα γόνιμη από δημιουργική και σχεδιαστική άποψη, η οποία μάλιστα

συνδεόταν και με την τεχνική πρόοδο. Ωστόσο οι επεμβάσεις στην πόλη σε μεγαλύτερη

43 Καρύδης (2006)44 Καρύδης (2006)

[34]

Page 35: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

κλίμακα είναι περιορισμένες ειδικά σε σύγκριση με την αμέσως επόμενη χρονική περίοδο.

Το Ναπολεόντειο Παρίσι θα δει ορισμένες παρεμβάσεις από τους αυτοκρατορικούς

αρχιτέκτονες Percier και Fontaine κατά μήκος της rue de Rivoli που θα διαμορφώσουν μαζί

με τις εμπορικές στοές και τις περιμετρικές λεωφόρους έναν αστικό χώρο κατοικίας,

αναψυχής και συναλλαγών ενώ ο Rabuteau θα προβεί σε παρεμβάσεις με πεζοδρομήσεις,

χαράξεις νέων δρόμων και οικοδόμησης δημόσιων κτιρίων επί εποχής βασιλείας

Λουδοβίκου- Φιλίππου. Η μεγάλη όμως αλλαγή δεν θα φανεί παρά μόνο μετά τη

σημαδιακή χρονιά 1848.

Οι περιορισμένες πολεοδομικές επεμβάσεις δεν σήμαιναν έναν αντίστοιχο

περιορισμό της σκέψης και των προτάσεων. Η αστική υποβάθμιση που περιγράφηκε

παραπάνω δεν μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητα τα ανήσυχα πνεύματα της εποχής. Τα

χρόνια αυτά είναι ίσως τα πιο ανθηρά στην ιστορία ως προς την παραγωγή συνολικών

οικιστικών προτάσεων των «ουτοπιών» του 19ου αιώνα. Η ιστορία των ουτοπιών ούτε

αρχίζει ούτε και τελειώνει μέσα στα χρονικά όρια αυτά, ωστόσο η πληθώρα τέτοιων

εγχειρημάτων και το σύνολο αυτών των ουτοπιστών σοσιαλιστών, συναντώνται σε

μεγαλύτερη συχνότητα από ότι άλλες εποχές. Η ίδια η συγκυρία ευνοούσε τέτοιες

προσπάθειες. Ουσιαστικά αυτό που με διαφορετικό τρόπο προσπάθησαν να επιλύσουν οι

πρωτοπόροι αυτοί ήταν η προβληματική που δημιουργούταν από την μεγάλη ανάπτυξη της

μηχανής και της παραγωγής, τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης του προλεταριάτου στις

αναπτυσσόμενες βιομηχανικές πόλεις και την άκρατη κερδοφορία των κεφαλαιοκρατών. Οι

προτάσεις και οι σκέψεις τους αποτελούσαν ένα αδιάσπαστο σύνολο κτιριακών δομών,

ζωνών διαφορετικών λειτουργιών, οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων που θα

διαμόρφωναν μια νέα καλύτερη, σύμφωνα με αυτούς, ζωή για όλους τους ανθρώπους. Οι

πιο χαρακτηριστικές «ουτοπίες» των χρόνων αυτών προέρχονται από τον Robert Owen με

τη «Νέα Αρμονία», τον Charles Fourier με τη «Φάλαγγα» με το «Φαλανστέριο» στο κέντρο

της, tη σχολή του κόμη Claude Henri de Saint Simon και μερικά χρόνια αργότερα τον Jean-

Baptiste André Godin με το Φαμιλιστέριο. Θα μπορούσαμε στην κατηγορία αυτή να

εντάξουμε και τον Étienne Cabet με την «Ικαρία» μια πρόταση ενός πλήρους κομμουνισμού

επηρεασμένη από την «Συνωμοσία για την ισότητα, η επονομαζόμενη του Μπαμπέφ» το

έργο του Philippe Buonarroti, που περιέγραφε την αποτυχημένη εξέγερση του 1796, το

οποίο δημοσιεύτηκε το 1828. Οι προτάσεις αυτές διαφέρουν αισθητά μεταξύ τους αλλά

μπορούν να διαμορφώσουν μια ενότητα την οποία όμως δεν θα μελετήσουμε αναλυτικά.

Αξίζει όμως να σημειώσουμε ότι ήταν προτάσεις που η υλοποίηση τους προϋπέθετε ριζικές

[35]

Page 36: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

ανατροπές χωρίς τις οποίες κάθε απόπειρα, όπως αυτές που έκαναν οι ίδιοι και οι μαθητές

τους συνήθως στις αχανείς περιοχές των Η.Π.Α. ήταν καταδικασμένες σε αποτυχία και

συχνά οδηγούσαν σε συντηρητικές θέσεις. Αποδείχθηκε ότι οι μετασχηματισμοί που

οραματίζονταν δεν ήταν υπόθεση απλά μιας επιλογής ενός ηγεμόνα όπως οι προσπάθειες

που έκανε ο Owen να πείσει τον Αυτοκράτορα Αλέξανδρο της Ρωσίας και το Ναπολέοντα

ούτε απλά μερικών τολμηρών ομάδων αλλά ριζικών, επαναστατικών μετασχηματισμών. Οι

λίγο μεταγενέστεροι Μαρξ και Έγκελς θα μελετήσουν βαθιά τα μηνύματα των

«ουτοπιστών», τους οποίους θεωρούν προγόνους τους, για να συγκροτήσουν την κριτική

για το ιστορικά ανέφικτο αυτών που «θέλουν να φτάσουν στο σκοπό τους με ειρηνικά μέσα

και προσπαθούν να ανοίξουν δρόμο στο νέο κοινωνικό ευαγγέλιο με τη δύναμη του

παραδείγματος… που φυσικά πάντα αποτυγχάνουν»45.

Κλείνοντας αυτή την ενότητα οφείλουμε να ανιχνεύσουμε τη συνολική εικόνα που

δημιουργείται κοντά στα μέσα του 19ου αιώνα. Πλέον μπορούν ευδιάκριτα να διαφανούν

πολλά γνωρίσματα που θα μείνουν μέχρι τις μέρες μας, όπως οι μεγάλες πληθυσμιακές

συγκεντρώσεις, τα προάστια, το διοικητικό κα οικονομικό κέντρο, οι κεντρικοί και με έντονη

κίνηση άξονες, η τυποποίηση στην κατασκευή, οι μεγάλοι χώροι εμπορίου και συναλλαγών

κ.α. Εγκαινιάζεται μια εποχή που η ιδιωτική πρωτοβουλία έχει τον πρώτο λόγο στην μορφή

της πόλης και το αστικό περιβάλλον γίνεται στο σύνολο του πεδίο κερδοσκοπίας. Οι νέοι

«ναοί» της οικονομίας, τα εργοστάσια επιβάλλουν την παρουσία τους γύρω από τα οποία

συγκροτούνται άναρχα οι παράγκες των εργατών.

Το δεύτερο τέταρτο του 19ου αιώνα είναι μια πολυτάραχη και ίσως σκοτεινή εποχή

που προμηνύει τεράστιες αλλαγές. Στον ουρανό των βιομηχανικών κέντρων πλανιέται πια

εμφανώς «το φάντασμα του κομμουνισμού» της γενικευμένης και συνολικής επανάστασης

της εργατικής τάξης που μέσα στην εξαθλίωση που την περιβάλλει αρχίζει να αποκτά ταξική

συνείδηση και δικά της όνειρα. Στον ίδιο αέρα πνέει και η μεγάλη κρίση που, από τα μέσα

του 1820, κλονίζει την καπιταλιστική δύση χτυπώντας την κεφαλαιοκρατική οικονομία και

τη βιομηχανική ανάπτυξη. Η περίοδος αυτή σηματοδοτούσε ταυτόχρονα την πρώτη κρίση

της νέας κοινωνίας και την τελευταία της παλιάς. Τα κέρδη της βιομηχανικής επανάστασης

έφταναν σε ένα όριο, η επέκταση της νέας οικονομίας και των νέων μεθόδων παραγωγής

που μέχρι τότε ουσιαστικά αφορούσαν λίγους τομείς (κυρίως υφαντουργία) και λίγες χώρες

και περιοχές (κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία) φαινόταν να σταματά. Η στασιμότητα αυτή

45 Μαρξ - Ένγκελς (1999), Bλ. και Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ ΄ την ουτοπία στην επιστήμη.

[36]

Page 37: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

οδήγησε στην εμφάνιση κεφαλαίων που δεν μπορούσαν να επενδυθούν εκ νέου και

σκόνταφταν πάνω στα όρια και τους νόμους της προηγούμενης εποχής. Η Αγγλία που στα

μέσα του 18ου αιώνα θα είναι η αυτοκρατορία με τη μεγαλύτερη παγκόσμια ισχύ στην

ιστορία, ήταν χωρίς ανταγωνιστή αλλά και για αυτό αδυνατούσε να βρει κερδοφόρα

διέξοδο για τη συνέχιση της κερδοφορίας της. Το τοπίο που διαμορφώθηκε με την πτώση

του ρυθμού ανάπτυξης και την βαθιά κρίση της υπαίθρου ήταν εφιαλτικό κυρίως για την

εργατική τάξη αλλά και για τα κομμάτια αυτά της μικρής και μεσαίας αστικής τάξης που δεν

είχαν καταφέρει να μπουν στο πλοίο της νέας οικονομίας. Οι πιο έντονες επιπτώσεις αλλά

και αποδείξεις βρίσκονται στα μεγάλα αυθόρμητα ή και πιο οργανωμένα ξεσπάσματα των

φτωχών εργατών που αποτελούσαν μόνιμη πραγματικότητα για πάνω από είκοσι χρόνια,

από τα μέσα του 1820 μέχρι και το 1848. Ο Αμερικάνος πρόξενος στο Άμστερνταμ θα

περιγράψει το μετέωρο αυτής της εποχής με τον εξής τρόπο. «Όλοι οι καλώς ενημερωμένοι

άνθρωποι εκφράζουν την πεποίθηση ότι η σημερινή κρίση είναι τόσο βαθιά συνυφασμένη

με τα γεγονότα της παρούσας περιόδου που δεν αποτελούν παρά την αρχή αυτής της

μεγάλης Επανάστασης, η οποία, όπως πιστεύουν, θα ανατρέψει αργά η γρήγορα τη

σημερινή τάξη πραγμάτων»46. Οι ίδιοι οι θιασώτες της νέας οικονομίας, οι χορτάτοι

πλούσιοι των πόλεων είχαν αντιληφθεί το αδιέξοδο που είχαν περιέλθει. Όπως θα γράψει ο

Hobsbawm «… ο συνετός καπιταλιστής δε θα είχε άδικο να θεωρεί ότι η βιομηχανία

αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο όχι μόνο δυσχερειών και απωλειών αλλά και γενικής

κατάρρευσης, αν δεν αίρονταν αμέσως τα εμπόδια για την περαιτέρω ανάπτυξη της»47.

Η αλλαγή είναι προ των πυλών. Αλλά, όπως θα δούμε παρακάτω, θα έρθει, μόνο

που δεν θα είναι αυτή για την οποία θα δώσουν τη ζωή τους χιλιάδες φτωχοί εργάτες.

46 Hobsbawm (2008).47 Hobsbawm (2008).

[37]

Page 38: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

1848-1890: Ο θρίαμβος και η πτώση του ελεύθερου εμπορίου.

Στα χρόνια που περιγράφονται σε αυτό το κεφάλαιο, συντελείται μια τεράστια

οικονομική ανάπτυξη, ένα μπουμ όπως θα το περιέγραφαν πολλοί οικονομολόγοι, η

μεγαλύτερη κατά την πρώτη περίοδο του καπιταλισμού. Οι δεκαετίες 1820,1830 και 1840

είναι δεκαετίες που η οικονομία των δυτικών προηγμένων χωρών βρίσκεται σε ένα

αδιέξοδο ενώ οι κοινωνικές συγκρούσεις αποκτούν μεγαλύτερη ένταση με αποκορύφωμα

το διεθνές επαναστατικό ξέσπασμα του 1848. Η αναμέτρηση αυτή θα λήξει με νικήτρια την

αστική τάξη και τους πολιτικούς εκφραστές της που πλέον έβγαζαν από πάνω τους το

δημοκρατικό προσωπείο που κληρονόμησαν από τη Γαλλική Επανάσταση. Η νίκη, θα τους

προσδώσει την καθυπόταξη για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα του εργατικού κινήματος

καθώς και τις βάσεις για μια άνευ προηγουμένου οικονομική έκρηξη. Τα καύσιμα όμως δεν

θα κρατήσουν για πολύ και έτσι, μετά από περίπου μια εικοσαετία, τα σύννεφα μιας νέας

βαθύτερης αυτή την φορά οικονομικής καθίζησης, της Μεγάλης Ύφεσης των δεκαετιών

1970-90, θα προβάλλουν αυτή τη φορά όχι μόνο πάνω από τον Ευρωπαϊκό ουρανό αλλά

από ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη.

Οφείλουμε όμως πρώτα να αναφερθούμε στην πρώτη μεγάλη και ίσως μόνη

ταυτόχρονα διεθνή προλεταριακή επανάσταση του 1848. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει η

βιομηχανική επανάσταση αλλά και το τέλμα στο οποίο είχε περιέλθει τα προηγούμενα

χρόνια είχε εκατομμύρια θύματα κυρίως μέσα στις τεράστιες μάζες εξαθλιωμένων εργατών

και ανέργων που είχαν κατακλίσει τα αστικά κέντρα. Η κατάσταση για τους φτωχούς της

υπαίθρου ήταν ίσως ακόμα χειρότερη αφού η πρώιμη καπιταλιστική επέλαση είχε

δυσχεράνει ακόμα περισσότερο τις συνθήκες. Τα εργατικά ξεσπάσματα μέσα σε μερικές

δεκαετίες θα μετατραπούν από πράξεις απελπισίας ενάντια στη νέα εποχή48 σε

οργανωμένο κίνημα με διεκδικήσεις το οποίο δεν ερχόταν αντιμέτωπο με την πρόοδο αλλά

ήθελε να κάνει τους παραγωγούς της κοινωνίας τους κερδισμένους αυτής. Προφανώς δεν

μπορεί να συγκριθεί με το επίπεδο οργάνωσης και συνείδησης που εμφανίστηκε σε άλλες

επαναστάσεις όπως το 1871 ή το 1917 αλλά ήταν ριζικά διαφορετική από τα πρώτα χρόνια

της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στην ουσία η χρονιά αυτή θα σημάνει με τον πιο έντονο

τρόπο το αναπόφευκτο τέλος της περιόδου που η αστική τάξη ήταν επαναστατική δύναμη

της κοινωνίας, που οι διεκδικήσεις της συνδέονταν με τα οράματα της εργατικής

48 Όπως το κίνημα των Λουδιτών στην Αγγλία που επιδιδόταν στην καταστροφή μηχανών θεωρώντας τες υπαίτιες για τα προβλήματα τους.

[38]

Page 39: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

πλειοψηφίας. Το 1848 είναι και η χρονιά που εκδίδεται και το σημαντικότερο ίσως έργο του

κομμουνιστικού κινήματος, το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» από τον Μαρξ

και τον Ένγκελς.

Ήταν μια επανάσταση αναμενόμενη, μια λογική συνέχεια της διττής επανάστασης

των προηγούμενων πενήντα χρόνων. Ο Γάλλος Alexis de Tocqueville, στις αρχές του 1848 θα

πει στη Βουλή: «Κοιμάστε πάνω σε ένα ηφαίστειο… Μα δεν βλέπετε λοιπόν ότι η γη τρέμει

πάλι; Πνέει άνεμος επανάστασης, η καταιγίδα είναι στον ορίζοντα»49. Το πιο έντονο

χαρακτηριστικό της όμως είναι η σχεδόν ταυτόχρονη εξάπλωση της σε ολόκληρη την

Ευρώπη. Στις 24 Φεβρουαρίου ανακηρύχτηκε η Γαλλία αβασίλευτη δημοκρατία και μέχρι τα

μέσα του Μάρτη σε όλες σχεδόν της χώρες από τον Ατλαντικό Ωκεανό μέχρι τα Βαλκάνια

και από τη Μεσόγειο μέχρι τη Βαλτική έπνεε ο επαναστατικός άνεμος, οδηγώντας σε

ανατροπές καθεστώτων και συνδεόμενος σε πολλές περιπτώσεις με υπαρκτά

εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Ήταν ίσως η στιγμή στην ιστορία που τα όνειρα των

απανταχού επαναστατών φαίνονταν να βρίσκονται τόσο κοντά στην πραγματικότητα. Ήταν

τέτοια η δύναμη και η σημασία του 1848, μια χρονιά που έφτανε στον «ουρανό», ο

πάταγος που προκάλεσε η γρήγορη και απότομη πτώση του έκανε εκκωφαντικό θόρυβο.

Λίγους μήνες αργότερα η ήττα της ήταν δεδομένη σχεδόν παντού ενώ μετά από μερικά

χρόνια όλα τα καθεστώτα που ανέτρεψε είχαν παλινορθωθεί. Ωστόσο οι επαναστάσεις του

1848 θα αφήσουν ανεξίτηλα σημάδια, και όχι μόνο ως μνήμες ένδοξων αγώνων. «Αν δεν

είχαν συμβεί, και αν δεν υπήρχε ο φόβος επανάληψής τους, η ιστορία της Ευρώπης τα

επόμενα εικοσιπέντε χρόνια θα ήταν πολύ διαφορετική. Το 1848 απείχε πολύ από το να

είναι «η στροφή όπου η Ευρώπη δεν μπόρεσε να στρίψει». Αυτό που δεν μπόρεσε να κάνει

η Ευρώπη ήταν να στρίψει με επαναστατικό τρόπο. Επειδή δεν έγινε αυτό, η χρονιά της

επανάστασης στέκει στην ιστορία ξεκομμένη, σαν μια ουβερτούρα αλλά όχι η κυρίως

όπερα, σαν μια πύλη που ο αρχιτεκτονικός ρυθμός της δεν μας επιτρέπει να μαντέψουμε το

χαρακτήρα αυτού που θα βρούμε μόλις τη διαβούμε» 50.

Η επόμενη δεκαπενταετία δεν θα φέρει την κατάρρευση του καπιταλισμού, αλλά,

αντιθέτως, μια από τις μεγαλύτερες εκρήξεις στην ανάπτυξη του. Η πιο προφανής έκφραση

της είναι η δημιουργία για πρώτη φορά μια πραγματικά παγκόσμιας αγοράς. Σε ένα βαθμό

οφείλεται και στα γεγονότα του 1848 που ενοποίησαν τόσο τους επαναστάτες όσο και τους

υποστηρικτές της «τάξης». Η σημαντικότερη όμως εξέλιξη είναι αναμφισβήτητα η πρόοδος

49 Hobsbawm (2006)50 Hobsbawm (2006)

[39]

Page 40: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

στις μεταφορές και την επικοινωνία που συντελέστηκε με τη ραγδαία εξάπλωση του

σιδηροδρόμου και των υπερωκεάνιων ατμόπλοιων αλλά και μεγάλα έργα όπως η διώρυγα

του Σουέζ και τα υποβρύχια καλώδια που ένωναν τις δύο όχθες του Ατλαντικού. Οι

σιδερένιες ράγιες άρχιζαν να διασχίζουν τεράστιες εκτάσεις οδηγώντας σε μια έξαρση

τεχνικών έργων, ποσοτήτων εξόρυξης και εργατικών χεριών, ένα ανοιχτό πεδίο για τεράστια

κέρδη. Ένωσε μακρινές περιοχές που μέχρι πρότινος έμοιαζαν απλησίαστες με χρονοβόρες

μεταφορές, δημιουργώντας ένα κύμα προϊόντων και ανθρώπων κινούμενο διαρκώς πάνω

στις τροχιές τους. Μείωσε δραματικά το χρόνο και το κόστος μεταφοράς πρώτων υλών

προς τις βιομηχανικές περιοχές, αλλά και διάθεσης των παραγόμενων προϊόντων σε

ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο. Την ίδια περίοδο η πρώτη τεχνολογική επανάσταση παίρνει

σάρκα και οστά με την μηχανική παραγωγή μηχανών να φέρνει τεράστια άνοδο της

βιομηχανίας, την περίοδο της μανιφατούρας. Πλέον οι βιομήχανοι μπορούν με μικρότερο

κόστος να πετύχουν τη συγκέντρωση περισσότερων παραγωγικών μέσων και εργατών και

να αυξήσουν εκπληκτικά την παραγωγή και τα κέρδη τους. Το ευνοϊκό κλίμα των ημερών

θα ενέτεινε και η ανακάλυψη τεράστιων νέων κοιτασμάτων χρυσού στην Καλιφόρνια και

την Αυστραλία. Για να επιτευχθεί η ανάπτυξη αυτή η αστική τάξη έπρεπε να φέρει και τα

τελευταία χτυπήματα σε νόμους και κανονισμούς του παλαιού καθεστώτος που περιόριζαν

την ελευθερία του εμπορίου, όπως των δασμών στα σιτηρά και ολόκληρου του

φορολογικού συστήματος. «Ελεύθερο εμπόριο σήμαινε αναδιοργάνωση ολόκληρης της

εσωτερικής και εξωτερικής δημοσιονομικής και εμπορικής πολιτικής της Αγγλίας σύμφωνα

με τα συμφέροντα των βιομηχάνων κεφαλαιοκρατών της τάξης που τώρα εκπροσωπούσε το

έθνος»51.

Η πολιτική νίκη της αστικής τάξης με την κατάπνιξη των εξεγέρσεων του 1848 θα

συμπληρωθεί με την οικονομική νίκη του καπιταλισμού των επόμενων χρόνων. Η άνοδος

αυτή θα φέρει και μια σχετική αύξηση των εισοδημάτων της εργατικής τάξης, που όπως θα

δούμε παρακάτω ήταν μικρή και πρόσκαιρη και μαζί με την καταστολή και την ήττα των

προηγούμενων αποπειρών θα μειώσει για μεριά χρόνια την απειλή της ανατροπής. Ωστόσο

οι μνήμες της επανάστασης παρέμεναν σαν ο συνεχής φόβος των οικονομικά και πολιτικά

κυρίαρχων που με τα εφόδια της οικονομικής ανόδου και με τα όπλα της ενσωμάτωσης, της

πρόληψης και της καταστολής προσπαθούσαν να ξορκίσουν. Οι εργοστασιάρχες και ειδικά

οι μεγαλύτεροι με τους περισσότερους μισθωτούς έμαθαν «ν’ αποφεύγουν τους

ανώφελους καυγάδες, έμαθαν να συμβιβάζονται με την ύπαρξη και τη δύναμη των

51 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ΄ την ουτοπία στην επιστήμη[40]

Page 41: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

εργατικών συνδικάτων…»52 και έτσι σταμάτησε το σύστημα πληρωμής σε είδος και

ψηφίστηκε ο νόμος για το δεκάωρο καθώς και άλλες μεταρρυθμίσεις. «Έτσι τα πράγματα

έφτασαν στο σημείο, οι πιο μεγάλοι εργοστασιάρχες, που προηγούμενα ήταν οι αρχηγοί

στον αγώνα ενάντια στην εργατική τάξη, να γίνουν τώρα οι πρώτοι που έκαναν έκκληση για

την ειρήνη και την αρμονία»53. Όσο για τις κυβερνήσεις, τους αυτοκράτορες και τα

επιτελεία τους, αυτές κατάλαβαν ότι για να κρατήσουν «ήσυχο» ένα λαό, εκτός από το να

τον εκτελούν και να τον φυλακίζουν πρέπει και να προσπαθούν να «κρύψουν» όσο γίνεται

τις εμφανείς ενδείξεις της αθλιότητας του. Αυτό περνούσε σε μεγάλο βαθμό και μέσα από

τις επεμβάσεις στις πόλεις που κατοικούσε το προλεταριάτο.

Οι λόγοι των μεγάλων χωρικών μετασχηματισμών που θα ακολουθήσουν είναι

βέβαια περισσότεροι από τη «φιλανθρωπία» και την πρόληψη των αντιδράσεων. Οι άθλιες

συνθήκες διαβίωσης που περιγράφηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο και προκάλεσαν

χιλιάδες θανάτους από πείνα και επιδημίες είχαν αρχίσει να γίνονται αντιληπτές και από

τους κερδισμένους της καπιταλιστικής οικονομίας. Η αστική τάξη, αν και άργησε, κατάλαβε

με τραγικό και για αυτήν τρόπο, ότι τη χολέρα και τον τύφο δεν μπορεί να τη σταματήσει

μια λεωφόρος ή μια πολυτελής πρόσοψη και ότι αν και είχε κατακτήσει εμπορικά όλη την

υφήλιο δεν μπορούσε να σταματήσει τις δολοφονικές επιδρομές διαφόρων ασθενειών.

Έτσι από τα μέσα του 19ου αιώνα και σε όλη τη διάρκεια της περιόδου που πραγματεύεται

αυτό το κεφάλαιο εισάγεται στη δημόσια συζήτηση η προβληματική των συνθηκών

διαβίωσης στις πόλεις. Στη συζήτηση αυτή κυρίαρχο ρόλο θα παίξουν οι ίδιοι οι

εκπρόσωποι της αστικής τάξης και οι κρατικοί λειτουργοί. Το 1845, στην Αγγλία, συστάθηκε

πρώτη η «Εταιρία για τη βελτίωση των κατοικιών της εργατικής τάξης». Το 1850 μια

επιθεώρηση Υγείας για την περιοχή του Gateshead αναφέρει «Κανένα σχέδιο και καμία

γραπτή περιγραφή δεν μπορούν να δώσουν σε κάποιον να καταλάβει την αληθινή

κατάσταση των ενοικιαζόμενων δωματίων και όσων κατοικούν σε αυτά… Η εντύπωση μιας

γενικής παρακμής διαπερνά όλη τη γειτονιά»54. Θα ήταν άδικο να μην παραδεχτούμε ότι

μέσα σε αυτούς βρίσκονταν και άνθρωποι που διακατέχονταν από ειλικρινή φιλανθρωπικά

αισθήματα, ακόμα και αν έμεναν σε απλές εξαγγελίες συμπάθειας προς τους εργάτες,

ωστόσο η ουσία της ενασχόλησης με τα θέματα αυτά βρισκόταν στην ικανοποίηση των

συμφερόντων της άρχουσας τάξης. «Πλάι στη φανερή φιλανθρωπική στάση, η αστική τάξη

διατηρούσε πάντοτε την κρυφή στάση της ταξικής πάλης»55. Καλύτερη απόδειξη της 52 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ΄ την ουτοπία στην επιστήμη53 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ΄ την ουτοπία στην επιστήμη54 Καρύδης (2006)55 Benjamin (2003)

[41]

Page 42: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

πρόθεσης μέσα από τις αστεακές επεμβάσεις να επιτευχθεί η μείωση των κοινωνικών

συγκρούσεων είναι η αναφορά της «Επιτροπής για την Υγεία των Πόλεων» για το

Μπράντφορντ που αναφέρει «αν οι κατώτερες τάξεις δεν έχουν χώρους όπου να μπορούν

να ασχολούνται με τα σπορ, και να απασχολούν έτσι το πνεύμα τους, αυτό ακριβώς τους

οδηγεί κατευθείαν στο χαρτισμό56»57. Σε κάθε περίπτωση, το έργο αυτών των ατόμων και

επιτροπών, φανερώνει την προσοχή που δόθηκε εκείνη την περίοδο και προσφέρει

πλούσιες πληροφορίες στους σύγχρονους ερευνητές.

Οι επιλογές που θα παρθούν το επόμενο διάστημα και μέχρι την τελευταία

δεκαετία του αιώνα βρίσκονται στην «καρδιά» της εργασίας μας. Οι μετασχηματισμοί των

πόλεων δεν θα προκληθούν από την «τυχαία» χωρική αποτύπωση των οικονομικών

σχέσεων, αλλά σε μεγάλο βαθμό από μια συνειδητή πολιτική. Μια πολιτική που παράχθηκε

από το συνδυασμό πολλών παραγόντων που αποτελούν διαφορετικές όψεις του ίδιου

νομίσματος. Η προσπάθεια αποτροπής επαναστατικών γεγονότων που γέννησε η κρίση

είναι η μια. Η αντιμετώπιση της πόλης σαν ένα πεδίο κερδοφόρων επενδύσεων για τη

μεγιστοποίηση της οικονομικής ανάπτυξης είναι η άλλη. Η επίτευξη αυτών των δύο στόχων

θα περάσει μέσα από τις αλλαγές εκείνες που από πολλούς θεωρούνται οι απαρχές της

σύγχρονης πολεοδομίας58.

Η Γαλλία και η πρωτεύουσα της, το Παρίσι, θα λειτουργήσει και πάλι ως

τροφοδότης των πολιτικών εξελίξεων. Οι βασικοί πρωταγωνιστές που θα φέρουν σε πέρας

αυτό το έργο θα είναι δύο. Ο πρώτος θα είναι, ένας αμφιβόλου ευφυΐας, ανιψιός του

Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ο Λουδοβίκος, που θα καθορίσει την ιστορία ολόκληρου του

κόσμου για πάνω από είκοσι χρόνια, όντας από το 1848 μέχρι το 1852 πρόεδρος της

Γαλλικής Δημοκρατίας και από τότε μέχρι το 1870 αυτοκράτορας. Ο δεύτερος θα είναι ο

Haussmann που αυτοαποκαλούταν Βαρόνος, ένας αντιδραστικός πολιτικός από την

Αλσατία59 που θα γίνει το 1853 μέχρι το 1870 νομάρχης του «département de la Seine», της

ευρύτερης περιοχής της γαλλικής πρωτεύουσας, προσπαθώντας να ικανοποιήσει το στόχο

του. «Να ενωθούν κάτω από το μανδύα της τάξης και του νόμου, ώστε να συμβιβαστούν

δίκαια, όλες οι έντιμε και ανιδιοτελείς απόψεις, χωρίς πνευματικές επιφυλάξεις, για το καλό

56 Πολιτικό και κοινωνικό κίνημα της αγγλικής εργατικής τάξης, στην περίοδο 1837 – 48, το πρώτο εργατικό κόμμα που πάλευε για τον «χάρτη του λαού» 57 Benevolo- Λαζαρίδης (1977)58 Η μελέτη των πολεοδομικών προτάσεων θα γίνει από κοινωνική, πολιτική και οικονομική σκοπιά μέσα στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο και όχι βάσει των σχεδιαστικών αρχών και των αισθητικών και λειτουργικών αποτελεσμάτων59 Περιοχή της Γαλλίας στα σύνορα με τη Γερμανία

[42]

Page 43: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

του τόπου και για την εξυπηρέτηση των υψηλών συμφερόντων, πάνω στα οποία στηρίζεται

όλη η κοινωνία.»60. Προφανώς τα «υψηλά» αυτά συμφέροντα είναι αυτά της Δεύτερης

Αυτοκρατορίας και του βιομηχανικού και κατασκευαστικού κεφαλαίου.

Μέσα σε είκοσι χρόνια η εικόνα της πόλης αλλάζει τόσο που το Παρίσι του 1870 να

μη θυμίζει και πολύ την πόλη του 1848. Ένας κατασκευαστικός «πυρετός» θα κυριεύσει την

ευρύτερη περιοχή με «…κατεδαφίσεις χιλιάδων σπιτιών, διάνοιξη πολλών νέων λεωφόρων

(συνολικού μήκους αρκετών δεκάδων χιλιομέτρων) σε συνδυασμό με πλατείες ακτινικής

διάταξης, τεράστια έργα υποδομής (ύδρευσης και αποχέτευσης), χωροθέτηση σε επίκαιρα

σημεία και ανέγερση νέων δημόσιων κτιρίων…»61. Το μέγεθος των έργων θα δώσει μεγάλη

ώθηση στην οικονομία με τεράστια κεφάλαια να επενδύονται από ιδιώτες και το κράτος και

χιλιάδες εργατών να απασχολούνται σε αυτά, ώθηση αναγκαία μετά από είκοσι και πλέον

χρόνια ύφεσης. Αντίστοιχη έκρηξη θα σημειώσει και η κερδοσκοπία στη γη. Οι τεράστιοι

δρόμοι που χαράσσονται πέρα από την επίδειξη μεγαλοπρέπειας και τα οφέλη στην

οικονομία και τις μετακινήσεις επιτελούν και ένα ακόμα ρόλο. Την καλύτερη αστυνόμευση

και την αποφυγή νέων εξεγέρσεων αφού το μεγάλο τους μέγεθος και η ευθύγραμμη

σχεδίαση τους κάνει δυσκολότερο το στήσιμο οδοφραγμάτων, επιτρέπει την επέμβαση του

στρατού και δίνει τη δυνατότητα στα πολυβόλα του Αυτοκράτορα να βρίσκουν στόχο, αφού

«οι σφαίρες δεν ξέρουν να στρίβουν με την πρώτη δεξιά»62. Η βασική επιδίωξη του

«καλλιτέχνη της κατεδάφισης» ήταν να κάνει το Παρίσι ένα λαμπρό, διεθνούς

αντανάκλασης, κέντρο εμπορικών συναλλαγών και διοικητικών αποφάσεων, έδρα της

αστικής τάξης και της αριστοκρατίας και όχι «άντρο» εξεγερμένων και εξαθλιωμένων

εργατών. Οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν ήταν επεισόδια της μάχης για την κυριαρχία της

πόλης. Την απάντηση για το πώς θα το κατάφερνε αυτό θα τη δώσει ο Henry Lefebvre:

«Εξοβελίζοντας από το αστικό κέντρο και από την ίδια την πόλη το προλεταριάτο»63.

Μεγάλες μάζες εργατών διώχνονται από τις κατοικίες τους, όταν αυτές βρίσκονται στο

δρόμο του νομάρχη, ενώ ακόμα περισσότεροι αναγκάζονται σε φυγή λόγω της τεράστιας

αύξησης των ενοικίων. Έτσι ξεκινά η δημιουργία των παρισινών εργατικών προαστίων, που

μέχρι και σήμερα θα ζουν μέσα στη φτώχεια και τα βίαια ξεσπάσματα. «Οι γειτονιές του

Παρισιού (quartiers) χάνουν με αυτόν τον τρόπο τη χαρακτηριστική τους φυσιογνωμία.

Σχηματίζεται μια “κόκκινη ζώνη”… Οι κάτοικοι της πόλης δεν αισθάνονται πια σαν το σπίτι

60 Benevolo (1997)61 Καρύδης (2006)62 Λόγια του βαρόνου von Moltke και του βουλευτή Picard, στο Benevolo: Η πόλη στην Ευρώπη, σελ..28863 Lefebvre (1977)

[43]

Page 44: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

τους αρχίζουν να συνειδητοποιούν τον απάνθρωπο χαρακτήρα της μητρόπολης»∙ 64. Το

σύνολο των πολεοδομικών ρυθμίσεων, ακόμα και των αισθητικών επιλογών των κτιρίων,

έχει ένα ανοιχτά προπαγανδιστικό προσανατολισμό. Δηλώνει τη μεγαλοπρέπεια και τη

δόξα που αρμόζει στον Αυτοκράτορα, την υποταγή στην τρομερή εξουσία του κράτους και

των θεσμών του.

Η περίπτωση της ανοικοδόμησης του Παρισιού από τον Βαρόνο Haussmann είναι

σημαντική και για ένα ακόμα λόγο. Γιατί κηρύσσει τη έναρξη μιας νέας περιόδου για το

ρόλο του κράτους και τη σχέση δημόσιου- ιδιωτικού στο σχεδιασμό της πόλης. Ο David

Harvey θα τον χαρακτηρίσει «πρώτο- Κεϋνσιανό»65 και ο Leonardo Benevolo εκφραστή της

«μετά- φιλελεύθερης» πόλης 66. Εισήγαγε ένα μοντέλο όπου η ιδιωτική πρωτοβουλία θα

συντονιζόταν μέσα από τη δράση του κράτους. Θα λέγαμε ότι έφτασε στα μισά του δρόμου.

Ενώ κατόρθωσε να κερδίσει την πρωτοκαθεδρία του κράτους στα δημόσια έργα, δεν

μπόρεσε να κάνει το ίδιο και με τους χώρους γύρω από τους δρόμους. Η περίοδος που ο

κρατικός παρεμβατισμός σε όλα τα επίπεδα θα κρίνεται αναγκαίος για την οικονομική

ευφορία δεν έχει φτάσει ακόμα. Το ελεύθερο εμπόριο παραμένει ο απόλυτος «θεός» αλλά

τώρα και με τη διακριτική συμβολή του κράτους που του δίνει το απαραίτητο «σπρώξιμο».

Αυτό θα αποτυπωθεί και με νομικό τρόπο. Στη Βρετανία, την κατ’ εξοχήν πιο φιλελεύθερη

χώρα, παρά τις αντιδράσεις ψηφίζεται ο εθνικός κανονισμός υγείας, το 1848, που

εγκαθιδρύει τα «Boards of Health». Στη Γαλλία θα προβληματιστούν στην Εθνοσυνέλευση

κατά τη Δεύτερη Δημοκρατία αναζητώντας το δρόμο ανάμεσα στην «ατομική ελευθερία»

και το «κοινό καλό» για να καταλήξουν στην κατατοπιστική διατύπωση «Τίποτα δεν

περιφρουρεί καλύτερα την ιδιοκτησία απ’ όσο το ίδιο το κύρος του νόμου που ρυθμίζει και

θεσμοθετεί την άσκησή της»67. Ο νόμος που ψηφίστηκε το 1850 δίνει τη δυνατότητα στο

κράτος να απαλλοτριώνει εκτάσεις αν πρόκειται για ζητήματα υγιεινής. Παρόλα αυτά η

«απαλλοτρίωση είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα κηδεμονίας της αστικής

ιδιοκτησίας. Είναι λιγότερο τραυματική στις μεγάλες εδαφικές εκτάσεις, αλλά πολύ

περισσότερο στις πόλεις, όπου τα ατομικά συμφέροντα υφαίνουν ένα συμπαγές πλέγμα…

Έτσι γεννιούνται τα δύο χαρακτηριστικά μοντέλα της μετά- φιλελεύθερης πόλης, η συνεχής

δόμηση πάνω στα μέτωπα των δρόμων και η οικοδόμηση μοναχικών απομονωμένων

κτιρίων σε κλήρο της δικαιοδοσίας τους»68.

64 Benjamin (2003)65 Harvey (2008)66 Benevolo (1997)67 Benevolo- Λαζαρίδης (1977)68 Benevolo (1997)

[44]

Page 45: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Το πρότυπο του Παρισιού προσέφερε ικανοποιητικές λύσεις για το σχεδιασμό μιας

σύγχρονης καπιταλιστικής μητρόπολης, αναγκαίες για όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις

που αντιμετώπιζαν δυσκολίες στην υποδοχή των αλλαγών της βιομηχανικής επανάστασης.

Το βασικό πρόβλημα που πρόβλημα που καλούνταν να απαντήσουν ήταν η επέκταση των

ιστορικών πόλεων πέρα από τα όρια του ιστορικού κέντρου. Η αυτοκρατορική

μεγαλοπρέπεια και ο πλούτος που επιδεικνύει η γαλλική πρωτεύουσα προκαλεί το

θαυμασμό των ανερχόμενων ευρωπαϊκών αστικών τάξεων και οι ταξικές προεκτάσεις των

χωροταξικών μεταβολών φαίνονται σύμφωνες με τις καθεστωτικές βουλήσεις. Η

πολεοδομία, μετά μάλιστα και από την κριτική του μαρξισμού στις προηγούμενες

«ουτοπικές» προτάσεις, γίνεται το κυρίαρχο πεδίο τεχνοκρατικών λύσεων «κάτω από την

αποφασιστική επιρροή του ευρωπαϊκού νεοσυντηρητισμού»69. Στη Βιέννη ξεκινά, από το

1858, που κατεδαφίστηκαν τα παλιά τείχη με απόφαση του Φραγκίσκου Ιωσήφ,

αυτοκράτορα των Αψβούργων, η δημιουργία της μεγαλοπρεπούς Ringstrasse, ενός

δακτυλίου που περιβάλλει την παλιά μεσαιωνική πόλη κατά μήκος του οποίου

οικοδομήθηκαν σημαντικά δημόσια κτίρια, μνημειακής μορφής με σκοπό να ανυψώσουν

το κύρος του καθεστώτος. Στη Βαρκελώνη ο Ildefonso Cerda, ο επινοητής του όρου

αστικοποίηση (urbanizaciόn), θα σχεδιάσει την επέκταση της πόλης σε αυστηρό ιπποδάμειο

σύστημα, με χαράξεις από μεγάλες λεωφόρους που δείχνουν την καθοριστικότητα της

κυκλοφορίας και των μεταφορών. Αντίστοιχες ενέργειες θα χαρακτηρίσουν και άλλα

μεγάλα έργα στην πόλη των Βρυξελλών, στη Φλωρεντία ενώ στο Λονδίνο θα γίνει η αρχική

χωροθέτηση του «ευρύτερου Λονδίνου» μαζί με αρκετές ακόμα παρεμβάσεις στην Τάμεση

και στις προκυμαίες. Αποφασιστική θα είναι και η επίδραση των νέων μεταφορικών μέσων

και ειδικά του Μετρό που ξεκινά από το 1863. Η σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα γίνεται

μια πόλη που αναμετράται με το ιστορικό της παρελθόν για να γίνει ένα οικονομικό κέντρο

διεθνούς βεληνεκούς, μέσα σε μια διαρκή κίνηση που στη θέση των παλαιών τειχών θα

υψωθούν τα νέα «αόρατα» οικονομικά τείχη, αυτά που θα ξεχωρίσουν τις τάξεις, θα

χαρίσουν το κέντρο στην οικονομική και κοινωνική ελίτ σπρώχνοντας τις κατώτερες τάξεις

στο περιθώριο του αστικού ιστού. Τη διαδικασία αυτή θα την περιγράψει εύστοχα ο

Richard Sennett: «Για να κατανοήσουμε την εμπειρία της πληθυσμιακής έκρηξης στο

εσωτερικό του Παρισιού κατά το πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα, θα έπρεπε να φανταστούμε

ένα κιβώτιο γεμάτο με γυαλικά όλο και περισσότερα γυαλικά στοιβάζονται μέσα στο∙

κιβώτιο, τα γυαλικά αρχίζουν να σπάνε με την πίεση, όμως οι πλευρές του κιβωτίου

αντέχουν. Από το 1850 και μετά, τίποτα πλέον δεν μπορεί να προστεθεί το κιβώτιο δεν∙

69 Benevolo- Λαζαρίδης (1977)[45]

Page 46: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

διαλύεται, αλλά ανακατασκευάζεται εξ ολοκλήρου πιο ευρύχωρο αλλά εξ ίσου ανελαστικό…

Το κιβώτιο που περιελάμβανε το Παρίσι καθ’ όλη την ιστορία του ήταν το τείχος του. Ήταν

το νόμιμο όριο της πόλης μέχρι το 1840. Ο βαρόνος Haussmann άρχισε να οικοδομεί ένα

νέο νομικό, διοικητικό, οικιστικό τείχος για την πόλη προς το τέλος της δεκαετίας του 1850,

τείχος ανόμοιο με τα προηγούμενα τείχη μόνο στο ότι δεν αποτελούσε πια μια φυσική

κατασκευή».70

Στα πλαίσια της ίδιας προβληματικής γύρω από τη διαβίωση στην πόλη, δόθηκε

μεγάλο ενδιαφέρον και στο σχεδιασμό της εργατικής κατοικίας. Και εδώ οι ιδεολογικές και

πολιτικές αφετηρίες θα είναι διαφορετικές. Άλλοι θα προσπαθήσουν να δώσουν λύσεις που

θα έβαζαν τις κοινωνικές ανάγκες πάνω από τα οικονομικά συμφέροντα και άλλοι θα

διαγνώσουν ένα ακόμα πεδίο κερδοφορίας και απόσπασης κοινωνικής ειρήνης. Το 1832

ξεκινά το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Αγγλίας με το «Reform Bill». Ο Edmund

Chadwick θα διοριστεί την ίδια χρονιά επιθεωρητής στην «Επιτροπή του Νόμου των

Φτωχών» και θα συνδέσει το όνομα του με είκοσι χρόνων προσπάθειες για τη βελτίωση

των συνθηκών διαβίωσης. Στη Γαλλία οι πρώτες τέτοιες απόπειρες θα ξεκινήσουν το 1842

αλλά θα πάρουν μεγάλη διάσταση περίπου μια δεκαετία αργότερα υπό τον Αυτοκράτορα

Λουδοβίκο. Ο ίδιος θα παίξει ενεργό ρόλο. Το 1850 θα μεταφράσει το έργο του Henry

Roberts «Κατοικίες των εργατικών τάξεων» ενώ στα χρόνια του θα κατασκευαστούν

ολόκληρα συγκροτήματα εργατικών κατοικιών στο Παρίσι, με την «Πόλη του Ναπολέοντα»

και σε άλλες πόλεις. Τα περισσότερα κτίσματα όμως θα οικοδομηθούν από την «Εταιρία

Εργατουπόλεων της Mulhouse» που θα επιλέξει την δημιουργία μικρών κατοικιών που

προσφέρονταν σε χαμηλή τιμή71. Η φιλοσοφία αυτής συνοψίζεται στο ότι αν δοθούν στους

εργάτες ιδιόκτητα μικρά σπίτια αυτό «θα τους μάθει να εκτιμήσουν σωστά το ένστικτο της

ιδιοκτησίας που η Θεία Πρόνοια έσπειρε μέσα μας»72. Ανάλογες ενέργειες θα λάβουν χώρα

σε πολλές περιοχές της Ευρώπης. Αρκετά κατατοπιστικές γύρω από την ευρύτερη συζήτηση

για την εργατική κατοικία θα είναι οι Μεγάλες Εκθέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του δεύτερου

μισού του 19ου αιώνα. Αποτελούν σημαντικά γεγονότα στα οποία σύμφωνα τους Μαρξ και

Ένγκελς η «αστική τάξη υμνεί το πάνθεον της», από τα οποία θα περάσουν εκατομμύρια

πολίτες όλου το κόσμου. Από την έκθεση του 1851 στο Λονδίνο, με πάνω από πέντε

εκατομμύρια επισκέπτες, μέχρι την έκθεση του 1900 στο Παρίσι, που θα ξεπεράσει τα

πενήντα εκατομμύρια, οι μεγαλύτερες πόλεις της Ευρώπης θα φιλοξενήσουν εκθέσεις που 70 Σένετ (1999)71 Οι συνθήκες ζωής για τους εργάτες στη Mulhouse ήταν τόσο άσχημες που ο μέσος όρος ζωής για τους εργάτες ήταν τα 18 χρόνια.72 Benevolo- Λαζαρίδης (1977)

[46]

Page 47: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

θα εκθέτουν όλα τα νέα επιτεύγματα στην οικονομία και την τεχνολογία καθώς και τις νέες

τάσεις στην κοινωνική έρευνα. Το αξιόλογο βιβλίο της Άννης Βρυχέα «Κατοίκιση και

Κατοικία» εμπεριέχει μια συνολική περιγραφή όλων των μοντέλων και προτύπων εργατικής

κατοικίας που παρουσιάστηκαν σε αυτές. Το πρώτο το οποίο πρέπει να κρατήσουμε είναι

ότι ζήτημα της κατοικίας και των συνθηκών διαβίωσης μέσα στη βιομηχανική πόλη

θεωρείται πλέον από όλους ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά και οικονομικά

προβλήματα της νέας κοινωνίας. Το 1851 είναι η πρώτη χρονιά που πρότυπα μοντέλα

εργατικής κατοικίας θα παρουσιαστούν. Για τα επόμενα πενήντα χρόνια κυβερνήσεις,

κρατικοί θεσμοί, επιχειρηματίες, εργατικές ενώσεις, σοσιαλιστές και συντηρητικοί

σχεδιαστές θα προτείνουν πληθώρα διαφορετικών ιδανικών οικιστικών μοντέλων.

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στιγμιότυπα στην αιώνια φλογερή αντιπαράθεση γύρω από

την επιλογή συγκροτημάτων κατοικιών ή αυτοτελών μικρών κτισμάτων. Διαφορετικές

παραλλαγές αυτών των δύο κατηγοριών θα παρουσιαστούν.

Ενώ όμως οι προτάσεις και οι έρευνες γύρω από την κατοικία γνώριζαν τεράστια

άνθιση, με καλύτερα και χειρότερα παραδείγματα, δεν συνέβαινε το ίδιο και για τις

πραγματικές συνθήκες διαβίωσης του προλεταριάτου. Αυτό παρέμενε, εκτός μικρών

εξαιρέσεων, το θύμα της οικονομικής ανάπτυξης των χρόνων 1848-1875 και της

επακόλουθης κρίσης του 1875-1892. Αυτό θα συμβεί σύμφωνα με το Μαρξ και τον Ένγκελς

γιατί η λύση του προβλήματος της κατοικίας δεν μπορεί να λύσει τα κοινωνικά και

οικονομικά προβλήματα της εργατικής τάξης, αλλά αντιθέτως η ανατροπή του

καπιταλιστικού συστήματος, μισθωτής εργασίας και της ατομικής ιδιοκτησίας των θα φέρει

και την οριστική διευθέτηση των προβλημάτων των εργαζομένων. Στην ανάλυση αυτής της

άποψης στην οικιστική πραγματικότητα Φρίντριχ Ένγκελς θα αφιερώσει ουσιαστικά

ολόκληρο το σημαντικό του έργο «Για το ζήτημα της κατοικίας». Σε αυτό θα γράψει ότι «Η

ουσία τόσο της μεγαλοαστικής όσο και της μικροαστικής λύσης του «ζητήματος της

κατοικίας» είναι να γίνει ο εργάτης ιδιοκτήτης της κατοικίας του»73 για να αποδείξει στη

συνέχεια ότι κάτι τέτοιο πέρα από παραπλανητικό καταλήγει σε μεγαλύτερα δεινά για τα

λαϊκά στρώματα αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «Δώστε σ’ αυτούς ιδιόκτητα σπίτια,

δέστε τους ξανά στη γη και καταστρέψτε έτσι τη δύναμη τους για αντίσταση στην περικοπή

των μισθών τους από τον εργοστασιάρχη»74.

73 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ΄ την ουτοπία στην επιστήμη74 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ’ την ουτοπία στην επιστήμη

[47]

Page 48: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Έτσι, ενώ η εικόνα της πόλης τα χρόνια αυτά θα αλλάξει ριζικά, οι συνθήκες μέσα

στις οποίες καλούνταν να ζήσουν «της γης οι κολασμένοι», όπως θα τους χαρακτηρίσει ο

μεγάλος εργάτης ποιητής Eugene Pottier στον Ύμνο της Διεθνούς το 1871, παραμένουν

απάνθρωπες. Οι αιτίες που έφεραν την τεράστια αστικοποίηση τα προηγούμενα χρόνια,

άνοδος της βιομηχανίας στις πόλεις και ξεκλήρισμα των φτωχών εργατών, όχι μόνο δεν

σταμάτησαν αλλά εντάθηκαν τα χρόνια αυτά. Το οικονομικό «μπουμ» που ξεκίνησε από το

1848, και η παγκόσμια επέκταση της καπιταλιστικής οικονομίας, αύξησε ακόμα

περισσότερο τον αστικό πληθυσμό και αυτή τη φορά όχι μόνο σε λίγες περιοχές της

Ευρώπης αλλά πλέον σε ολόκληρη τη «Γηραιά ήπειρο» και σε άλλες περιοχές του πλανήτη

και ειδικά στην αναπτυσσόμενη υπερδύναμη, τις Η.Π.Α. Το μεγαλύτερο ποσοστό των

κατοίκων ακόμα και στην καπιταλιστική Δύση παραμένει στην ύπαιθρο αλλά η αναλογία

συνεχίζει να αλλάζει υπέρ του αστικού πληθυσμού. Δεν υπάρχει μόνο αναλογική αύξηση

αλλά και τεράστια απόλυτη ποσοτική αύξηση που ακολουθεί την μεγάλη δημογραφική

έκρηξη συνολικά των κατοίκων της γης. Ας επικαλεστούμε και πάλι κάποιους

κατατοπιστικούς αριθμούς75. Το 1890 ζούσαν περίπου 1.5 δισεκατομμύριο άνθρωποι, οι

διπλάσιοι από ότι έναν αιώνα πριν. Η πλειοψηφία τους παρέμεναν Ασιάτες αλλά ενώ το

1800 αντιπροσώπευαν περίπου τα δύο τρίτα της ανθρωπότητας, το 1900 είχαν φτάσει λίγο

πάνω από το 50%. Την ίδια περίοδο οι Ευρωπαίοι είχαν υπερδιπλασιαστεί φτάνοντας στα

430 εκ. ενώ η μετανάστευση τους θα φέρει και την έκρηξη στην αμερικάνικη Ήπειρο, από

30 σε 160 εκ., και ειδικά στην Βόρεια Αμερική, από 7 σε 80 εκ. Στην χρονική περίοδο που

περιγράφει αυτό το κεφάλαιο (με μικρές διαφορές λόγω των διαφορετικών χρονικών

στιγμών των μετρήσεων) στην Αγγλία και την Ουαλία ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 8

εκατομμύρια, με τον αγροτικό να μειώνεται κατά ένα και τον αστικό να αυξάνεται κατά 9.

Τα αντίστοιχα νούμερα για τη Γερμανία είναι 8,3,11, και για τη Γαλλία 2,3,5. Στα 1870, ο

αγροτικός πληθυσμός τη Γαλλία, τη Γερμανία και τις Η.Π.Α. θα μειωθεί το μισό του ενεργού

πληθυσμού ενώ είκοσι χρόνια πριν ήταν τα δύο τρίτα. Την ίδια χρονιά στη Μ. Βρετανία

είναι μόλις το 15%. Οι κάτοικοι του Λονδίνου το 1891 θα ξεπεράσουν τα 4 εκατομμύρια και

του Παρισιού τα 2.5. Μαζί με το Βερολίνο και τη Βιέννη θα είναι οι μόνες πόλεις που

ξεπερνούν το 1880 το ένα εκατομμύριο. Μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα θα τις

συναντήσει και το Σικάγο. Το 1890 υπάρχουν 103 πόλεις στην Ευρώπη με πάνω από

100.000 κατοίκους στις οποίες διέμεναν πάνω από 30 εκατομμύρια άνθρωποι ενώ στις

αρχές του 19ου αιώνα ήταν μόλις δεκαεπτά. Ταυτόχρονα δημιουργείται ένα εκτεταμένο

75 Τα στοιχεία που θα ακολουθήσουν προέρχονται από: Hobsbawm (2006) , Benevolo- Λαζαρίδης (1977), Benevolo (1997), Καρύδης (2006), Σένετ (1999), Lefebvre (1977)

[48]

Page 49: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

δίκτυο μεσαίων πόλεων που η ανάπτυξη τους κυριαρχούσε στη γύρω τους ύπαιθρο.

Πολλές από αυτές θα είναι ευρείες ζώνες βαριάς βιομηχανίας. Εκτός από το Λονδίνο, τη

Λισαβόνα και την Κοπεγχάγη καμιά άλλη μεγάλη πόλη δεν συγκέντρωνε σε ισάξιο επίπεδο

βιομηχανικές δραστηριότητες μαζί με αναπτυγμένο τριτογενή τομέα.

Η αστεακή έκρηξη δεν είναι όμως μόνο ευρωπαϊκό φαινόμενο. Η παγκόσμια αγορά

δημιούργησε μεγάλα αστικά κέντρα με τεράστιες συγκεντρώσεις πληθυσμών όπως τη

Μελβούρνη, το Μπουένος Άιρες και την Καλκούτα με πάνω από μισό εκατομμύριο

κατοίκους και τη Βομβάη με 750.000. Μάλιστα στα χρόνια αυτά ξεκίνησε και η

εκβιομηχάνιση τέτοιων περιοχών, κυρίως στην Ινδία, μέσα από έργα υποδομής και

βιομηχανίες εξόρυξης. Ωστόσο η απόσταση από τον «προηγμένο κόσμο» είναι τεράστια και

δεν μπορούν να θεωρηθούν βιομηχανικές.

Η περίπτωση, όμως, των Ηνωμένων Πολιτειών απαιτεί ξεχωριστή προσοχή. Είναι

γεγονός ότι ακόμα δεν έχει καταφέρει να μπει στο «γκρουπ» των ισχυρών. «Παρότι η

Αμερική, και μόνο λόγω του ρυθμού και της κινητήριας δύναμης της εκβιομηχάνισής της,

ήταν βέβαιο ότι προοιωνιζόταν να γίνει η μελλοντική παγκόσμια οικονομική υπερδύναμη, η

ευρωπαϊκή βιομηχανική παραγωγή εξακολουθούσε να είναι υπερδιπλάσια της

αμερικάνικης και οι σημαντικότερες τεχνολογικές εξελίξεις εξακολουθούσαν να

σημειώνονται ανατολικά του Ατλαντικού»76. Ακόμα όμως και αν δεν είναι πρωταγωνίστρια

στις οικονομικές εξελίξεις, δημογραφική έκρηξη και η αστεακή ανάπτυξη που έλαβε χώρα

σε αυτήν είναι ανεπανάληπτη. Από το 1820 μέχρι το τέλος του αιώνα μεταναστεύουν προς

τις Η.Π.Α. πάνω από είκοσι εκατομμύρια Ευρωπαίοι. Στη χώρα αυτή η καπιταλιστική

ανάπτυξη δεν θα συναντήσει τα εμπόδια του παλαιού καθεστώτος όπως στην Ευρώπη. Έτσι

η αμερικάνικη αστική τάξη θα αποκτήσει από νωρίς μια πιο «καπιταλιστική» συνείδηση,

όπως αυτή θα αποτυπωθεί τις επόμενες δεκαετίες. Ο Werner Sombart, το 1913, θα

σημειώσει «…ότι τη σημερινή ψυχική συγκρότηση του Αμερικάνου οικονομικού ανθρώπου

τη συναντούμε με την τωρινή της μορφή και κατά την εποχή όπου στην Ευρώπη

επικρατούσε ακόμα το πνεύμα του πρώιμου καπιταλισμού»77. Τεράστιες μεγαλουπόλεις θα

ξεφυτρώσουν, συχνά από το πουθενά. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Σικάγο.

Η πόλη που το 1850 είχε 30.000 κατοίκους στο τέλος του αιώνα θα φτάσει το ένα

εκατομμύριο και θα γίνει η πέμπτη μεγαλύτερη πόλη στον κόσμο. Το 1871 μια πυρκαγιά θα

καταστρέψει μεγάλο μέρος της πόλης. Η νέα ανοικοδόμηση του θα είναι πρόγονος πολλών

76 Hobsbawm (2008)77 Sombart (1998)

[49]

Page 50: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

μετέπειτα εξελίξεων. «Η συμπληρωματική σχέση αυτών των δύο αμερικάνικων μορφών

αστεακής ανάπτυξης – το κέντρο με τα πολυώροφα κτίρια και τα προάστια με τους κήπους

και τα χαμηλά ύψη των σπιτιών – εκδηλώθηκε με τον οικοδομικό οργασμό που ακολούθησε

τη μεγάλη πυρκαγιά του Σικάγου του 1871»78. Το πρώτο θα γίνει δυνατό μέσα από τη χρήση

του ανελκυστήρα και του μεταλλικού σκελετού στην κατασκευή και θα βρει την πιο

πετυχημένη του έκφραση στα κτίρια των προγόνων της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, Adler και

Sullivan. Το δεύτερο θα καθορίσει ολόκληρη την αμερικάνικη πολεοδομία μέχρι σήμερα, θα

συγκροτήσει έναν ολόκληρο τρόπο ζωής και έχει ήδη από το 1869 αρχίσει να προωθείται

στα σχέδια του Olmsted για το προάστιο της πόλης Riverside. Η περίπτωση των Η.Π.Α. δεν

μπορεί να μπει ακριβώς μέσα στο διεθνές κύμα ανάπτυξης και κρίσης καθώς ο εμφύλιος

πόλεμος έφερε χρονικές μετατοπίσεις. Κατά μια έννοια όμως το παράδειγμα του Σικάγο

μπορεί να ενταχθεί στη «δημιουργική καταστροφή» που συχνά λειτουργεί ευεργετικά για

τον καπιταλισμό.

Φτάνοντας στο τέλος αυτής της περιόδου φαίνεται σαν όλα να έχουν αλλάξει αλλά

και όλα να παραμένουν ίδια. Ο Φρίντριχ Ένγκελς που τόσο συχνά επικαλούμαστε θα

γράψει το 1892 ένα πρόλογο για τη νέα έκδοση της «Κατάστασης της εργατικής τάξης στην

Αγγλία» στα γερμανικά, σαράντα εφτά ολόκληρα χρόνια μετά την αρχική έκδοση του. «Η

σύγχρονη μεγάλη βιομηχανία εξισώνει σε τέτοιο τεράστιο βαθμό τις οικονομικές συνθήκες

όλων των χωρών που αγκάλιασε, που είναι ζήτημα αν έχω να πω τίποτα άλλο στο γερμανό

αναγνώστη από ότι είπα στον αμερικάνο και τον άγγλο.»79 θα παραδεχθεί με μια αίσθηση

δικαίωσης, αλλά και μια ταυτόχρονη μελαγχολία για τις μεγάλες ανατροπές που δεν έγιναν

ακόμα. «Εφαρμόστηκε ή καλυτέρεψε το σύστημα των υπονόμων, ανοίχτηκαν πλατιοί

δρόμοι σε πολλές από τις χειρότερες ανάμεσα στις «κακές συνοικίες». Η «μικρή Ιρλανδία» 80

εξαφανίστηκε. Σε λίγο έρχεται η σειρά για τα «Seven Dials»81. Μα τι σημασία έχει αυτό;

Ολόκληρες συνοικίες που το 1844 ακόμα μπορούσα να τις περιγράψω σχεδόν σαν

ειδυλλιακές, τώρα με το μεγάλωμα των πόλεων, ξέπεσαν στην ίδια κατάσταση της

παρακμής και της αθλιότητας, έγιναν ακατοίκητες… Η αστική τάξη έχει κάνει παραπέρα

προόδους στην τέχνη να κρύβει τη δυστυχία της εργατικής τάξης… Οι αστυνομικές διατάξεις

έχουν γίνει πυκνές σαν τα βατόμουρα. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να περιφράξουν την

αθλιότητα των εργατών δε μπορούν όμως να την εξαλείψουν»82.

78 Frampton (1999)79 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ’ την ουτοπία στην επιστήμη80 Εργατική συνοικία του Μάντσεστερ τη δεκαετία του 1840 (Σημ. Συντ.)81 «Εφτά ρολόγια»: εργατική συνοικία του Λονδίνου (Σημ. Συντ.) 82 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ’ την ουτοπία στην επιστήμη

[50]

Page 51: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Όλα είναι ίδια.

Τo 1871 ξεσπά μια νέα εργατική εξέγερση. «Το Παρίσι- Κομμούνα αναλαμβάνει και

πάλι το ρόλο του ως πρωτεύουσα της Γαλλίας, ξαναγίνεται ο μύστης του Έθνους. Για δέκατη

φορά από το 1789, οι εργάτες επαναφέρουν τη Γαλλία στο σωστό δρόμο»83. Τελικά η ήττα

του 1848 δεν θα σημάνει μια τελική νίκη για την αστική τάξη. Οι μεγάλοι δρόμοι του

Haussmann δεν θα αποτρέψουν τα οδοφράγματα. Η εργατική ενσωμάτωση και η ταξική

ειρήνη δεν θα επιτευχθούν. Οι παραγωγοί του πλούτου θα διεκδικήσουν και πάλι το ρόλο

τους μέσα στην κοινωνική εξέλιξη και την αστική πραγματικότητα

Όλα είναι ίδια.

Η ευαίσθητη ματιά των καλλιτεχνών θα γίνει και πάλι η πιο αδιάψευστη πηγή της

εποχής. Οι περιγραφές του Charles Dickens, του Heinrich Heine και άλλων που φώτισαν την

κοινωνία της διττής επανάστασης θα βρουν άξιους συνεχιστές στα πρόσωπα Emile Zola, του

Gustave Flaubert, του Maxime Du Camp που θα περιγράψουν τον φρενήρη ρυθμό της

σύγχρονης ζωής στην πόλη. Ο τελευταίος θα αφηγηθεί στα «Souvenirs Litteraires» τo θέαμα

της πόλης που αντίκρισε από τη γέφυρα του Νεφ, επισκεπτόμενος τον οφθαλμίατρο με

αυτόν τον τρόπο: «Ένας χείμαρρος ξυλείας κατηφόριζε το Σηκουάνα … Μια σειρά αγοραίων

αμαξιών στεκόταν κατά μήκος της αποβάθρας, όπου περνούσαν λεωφορεία… Μια κλούβα

της αστυνομίας έμπαινε στην πλατεία Ντωφίν, ανάμεσα στους πεζούς και τα τροχοφόρα…

το Παρίσι μου φάνηκε ξαφνικά σαν ένα απέραντο σώμα, του οποίου κάθε λειτουργία είχε

μπει σε κίνηση από ιδιαίτερα όργανα, ελεγμένα και εξαιρετικά ακριβή…»84.

Όλα είναι ίδια.

Ο αστικός πληθυσμός αυξάνεται, συνθήκες διαβίωσης χειροτερεύουν και η πόλη

γίνεται ένα πελώριο κέντρο οικονομικών συναλλαγών και βιομηχανικής παραγωγής. Οι

πολεοδομικές επεμβάσεις δεν αλλάζουν αυτή την κατεύθυνση. Νέοι οραματιστές θα

ξεπροβάλλουν αναζητώντας ένα διαφορετικό δρόμο. Στα τέλη του αιώνα θα προταθούν

ξανά νέες «ουτοπίες», διαφορετικές μεταξύ τους, πάνω στο δρόμο που χάραξαν οι

«ουτοπικοί σοσιαλιστές» μερικά χρόνια πριν. O Ebenezer Howard θα καλέσει σε μια

«επιστροφή στη φύση» μέσα από την «Κηπούπολη», μια ιδανική πόλη λίγων δεκάδων

83 Λισαγκαρέ (2005)84 Benevolo (1997)

[51]

Page 52: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

χιλιάδων κατοίκων οργανωμένη σε ζώνες εργασίας και κατοικίας γύρω από ένα κεντρικό

πάρκο, με δυνατότητα επέκτασης και επανάληψης. Αυτή τη δυνατότητα συνεχούς

επέκτασης θα επικαλεστεί και ο Arturo Soria y Mata, με την πρόταση της «Γραμμικής

Πόλης» που προσπάθησε να υλοποιήσει στην περιοχή της Μαδρίτης και βασίζεται στη

δημιουργία ενός δικτύου οικισμών και περιοχών βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής. Η

βιομηχανία θα βρεθεί στον πυρήνα της πρότασης του Tony Garnier, την «Βιομηχανική

Πόλη» που πάνω σε ιπποδάμειο σύστημα παράγει ένα σχεδιασμό με σαφώς διαχωρισμένες

τις διαφορετικές λειτουργίες της πόλης, την εργασία, την κατοικία, την αναψυχή και την

κυκλοφορία.

Όλα είναι ίδια.

Η οικονομική έκρηξη μετά το 1848, θα φέρει μερικά χρόνια μεγάλης ανάπτυξης για

να έρθει από τα μέσα του 1870 μια νέα καθίζηση της οικονομίας, η πρώτη «Μεγάλη

Ύφεση». Οι κοινωνικές της συνέπειες θα είναι και πάλι ολέθριες. Η αστική τάξη θα δει και

πάλι τους δείκτες κερδοφορίας των επενδύσεων της να πέφτουν. «Μια θανάσιμη πίεση,

ένας χρόνιος κορεσμός όλων των αγορών για όλες τις δουλειές, αυτή είναι η κατάσταση που

περνάμε εδώ και δέκα χρόνια» θα γράψει σε άρθρο του85 το 1885 ο Φρίντριχ Ένγκελς. Η

«αυτοκρατορία» του ελεύθερου εμπορίου βασισμένη πάνω στην αγγλική πρωτοκαθεδρία

βρίσκεται μπροστά σε ένα θανάσιμο αδιέξοδο, την ίδια στιγμή που η παγκόσμια

βιομηχανική παραγωγή συνεχίζει την αλματώδη της αύξηση. «Ο φημισμένος τραπεζικός

οίκος Τζέι Κουκ & Σια, ο οποίος είχε συμμετάσχει σε σημαντικό βαθμό στη χρηματοδότηση

των σιδηροδρόμων, το Σεπτέμβριο του 1873 χρεοκόπησε. Το Χρηματιστήριο της Νέας

Υόρκης έκλεισε για δέκα ημέρες»86.

Αλλά, τίποτα δεν είναι ίδιο.

Η Δεύτερη Παρισινή Κομμούνα θα αποτύχει και αυτή τη φορά ο φόρος αίματος που

θα πληρώσουν που εξεγερμένοι εργάτες κατά την καταστολή της και μετά από αυτήν θα

είναι πολύ μεγαλύτερος. Όμως η κοινωνική επανάσταση «δεν μπορεί να αντλήσει την

ποίησή της από το παρελθόν, αλλά μόνον από το μέλλον»87. Έτσι ή ήττα της θα γίνει μια

ακόμα νίκη στην ιστορική αναμέτρηση της εργατικής με την αστική τάξη, θα γίνει αιώνιο

σύμβολο των επαναστατών και ζωντανή μνήμη αγώνα. Το επαναστατικό κίνημα του

επόμενου διαστήματος θα αλλάξει ριζικά και θα περάσει μέσα από γενναίες συγκρούσεις,

85 Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ’ την ουτοπία στην επιστήμη86 Galbraith (1993)87 Μαρξ (2005)

[52]

Page 53: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

καταθλιπτικές ήττες αλλά και από την πρώτη πετυχημένη προλεταριακή επανάσταση του

1917.

Τίποτα δεν είναι ίδιο.

Οι καλλιτέχνες θα ψάξουν το ρόλο τους μέσα στη νέα εποχή. Ζωηρά πνεύματα που

θα αποτραβηχτούν από τις δημόσιες πρωτοβουλίες. «Το συνολικό αποτέλεσμα είναι έτσι κι

αλλιώς η απώλεια της εμπιστοσύνης μεταξύ διανοουμένων και μοντέρνας πόλης»88. Θα

παραμείνουν μέσα στην εποχή τους, αισθανόμενοι, ωστόσο ανήσυχα μέσα στις γοργές

αλλαγές της πραγματικότητας, μέσα στη συνεχή ροή νέων εμπειριών. Ο Charles Baudelaire

θα το εκφράσει αυτό μέσα στα «Άνθη του Κακού», θα παραμείνει για πάντα «ένας λυρικός

στην ακμή του καπιταλισμού»89. Οι ιμπρεσιονιστές θα αναλάβουν να ζωγραφίσουν αυτήν

πραγματικότητα. «Στον πίνακα του Μονέ Boulevard des Capucines, που ζωγραφίστηκε το

1873, τα αρχιτεκτονήματα χάνουν κάθε αναγνωρίσιμη στιλιστική μορφή και γίνονται

απομακρυσμένα τείχη, με εναλλαγές φωτοσκιάσεων. Το «ορμητικό ποτάμι των ζωντανών

ανθρώπινων μορφών», για το οποίο μιλούσε ο Χάινε90 το1828, υποβιβάζεται σε ένα στρατό

σκιών που δεν διαφέρουν μεταξύ τους και που δεν αποκαλύπτουν πια το «ουράνιο τόξο των

παθών τους»»91. Στις αρχές του επόμενου αιώνα μια νέα πρωτοπορία θα αναδυθεί, αλλά σε

μια ριζικά διαφορετική περίοδο, για να αναζητήσει ξανά το «νέο».

Τίποτα δεν είναι ίδιο

Η καπιταλιστική οικονομία θα καταφέρει να ξεπεράσει την κρίση της και να

εισέλθει σε μια νέα περίοδο ακμής, στηριζόμενη και στην τεχνολογική πρόοδο του

τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα. Στην στροφή αυτή όμως θα ανατείλει μια τελείως νέα

περίοδος. Θα φέρει μαζί της, τα μεγάλα βιομηχανικά τραστ, τον καθοριστικό ρόλο του

κράτους και τη νέα οργάνωση της εργασίας. Μέσα στα επόμενα χρόνια ολοκληρώνεται «η

πορεία της κοινωνίας και του κόσμου του αστικού φιλελευθερισμού προς ότι έχει ονομαστεί

ο «περίεργος θάνατός» του καθώς φτάνει στο απόγειό του, θύμα των ίδιων των

88 Benevolo (1997)89 Τίτλος του βιβλίου του Walter Benjamin: Σαρλ Μπωντλαιρ, ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού90 Αναφέρεται σε μια περιγραφή του Λονδίνου από τον Heinrich Heine στο H. Heine: Frammenti inglesi 91 Benevolo: (1997)

[53]

Page 54: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

αντιφάσεων που περιέκλειε η πρόοδος του»92. Το νέο στάδιο του καπιταλισμού, ο

ιμπεριαλισμός έχει ήδη γεννηθεί και τα επόμενα χρόνια θα κάνει τα πρώτα του βήματα.

92 Hobsbawm (2008)[54]

Page 55: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

1890- 1950: Από την «belle époque» στην καταστροφή.

Τα χρόνια που περιλαμβάνονται σε αυτή την περίοδο είναι εξήντα. Για την

ακρίβεια, το χρονικό διάστημα από την υπέρβαση της κρίσης των δεκαετιών 1870-1890,

περίπου το 1892, μέχρι την επίσημη λήξη του Β Παγκόσμιου Πολέμου, το 1945, είναι

σχεδόν μια πεντηκονταετία, αντίστοιχη δηλαδή με αυτές των προηγούμενων κεφαλαίων.

Ωστόσο, στο μυαλό όλων μας, η εποχή αυτή θεωρείται πολύ Μεγαλύτερη και πιο

Παγκόσμια. Μέσα της περικλείει τους δύο Μεγάλους Παγκόσμιους Πολέμους και την πιο

Μεγάλη Παγκόσμια οικονομική κρίση. Οι μεγάλες βιομηχανίες, οι μεγάλες επαναστάσεις,

τα πιο μεγάλα φασιστικά καθεστώτα, οι πιο μεγάλες θηριωδίες, η πιο μεγάλη ανθρώπινη

δυστυχία, όλα έλαβαν χώρα μέσα στα χρόνια αυτά. Στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα

συνέβησαν τα περισσότερα γεγονότα που θα τον κάνουν να μείνει στη μνήμη της

ανθρωπότητας ως «ο πιο φριχτός αιώνας στη δυτική ιστορία», «σαν αιώνας σφαγών και

πολέμων», «ο πιο βίαιος στην ανθρώπινη ιστορία»93. Γεννήθηκαν ελπίδες που

διαψεύστηκαν τραγικά, για να ξαναγεννηθούν και ίσως να διαψευστούν ξανά,

επιβεβαιώθηκαν οι πιο μεγάλοι φόβοι και νίκησαν και έχασαν παλιά φαντάσματα.

Αυτό το κεφάλαιο θα είναι αναμφίβολα το πιο δύσκολο που θα κληθούμε να

γράψουμε. Πώς μπορεί κάποιος να επιχειρήσει μια μελέτη για την ανάπτυξη των πόλεων

χωρίς να επεκταθεί στις συνταρακτικές πολεμικές και πολιτικές εξελίξεις; Πώς μπορούμε να

αναγνώσουμε το χτισμένο περιβάλλον χωρίς να εισέλθουμε σε λεπτομερή περιγραφή, με

προσωπικούς χρωματισμούς, των αρχιτεκτονικών και καλλιτεχνικών πρωτοποριών που

δημιούργησαν το μοντέρνο κίνημα; Πώς να συζητήσουμε για την κρίση θέτοντας ως απλό

φόντο τις εργατικές αντιστάσεις. Και τέλος, πώς να μιλήσουμε για τον καπιταλιστικό κόσμο

αδιαφορώντας για τον μη καπιταλιστικό που ορθωνόταν ως υπαρκτή πραγματικότητα και

απειλή, ή για τα αστικοδημοκρατικά κράτη όταν τα φασιστικά αποτελούσαν μια μεγάλη

«σκοτεινή» συμμαχία. Δεν υπάρχουν βεβαίως απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Ωστόσο

αναγνωρίζουμε ότι αν είναι μια φορά δύσκολη η συγκεκριμένη μας απόπειρα, θα ήταν

χίλιες φορές περισσότερο αν δεν κάναμε κάποιες αφαιρέσεις και «αυτάρεσκα»

θεωρούσαμε ότι είμαστε ικανοί να εξιστορήσουμε συνολικά τα χρόνια αυτά. Άλλωστε όπως

και στα πρώτα κεφάλαια, αρκούμαστε και στην πίστη για κάποια ήδη γνωστά γεγονότα, αν

και η αμάθεια ακόμα και ημών συχνά προκαλεί έκπληξη.93 Λόγια των Isaiah Berlin (Βρετανός φιλόσοφος και ιστορικός), Rene Dumont (Γάλλος οικολόγος) και William Golding (Βρετανός συγγραφέας). Hobsbawm (2006)

[55]

Page 56: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Σπάνια θα βλέπαμε σε μια χρονολόγηση, η περίοδος αυτή να θεωρείται ενιαία.

Ακόμα και αν οι περισσότεροι αναγνωρίζουν τα στοιχεία συνέχειάς της αντιλαμβάνονται ότι

δεν «χωράνε» εύκολα όλες αυτές οι ανακατατάξεις μαζί. Αυτό είναι σίγουρα αληθές. Μέχρι

το 1914, συντελείται μια νέα, τεράστια, οικονομική ανάπτυξη. Από την κήρυξη του πρώτου

Παγκόσμιου Πόλεμου μέχρι και το τέλος του δεύτερου, η οικονομία γνωρίζει μια άνευ

προηγουμένου κατάρρευση (που προκαλεί και τις πολεμικές συγκρούσεις) με μικρά

χρονικά διαστήματα σχετικής ανόδου, όπως στις αρχές της δεκαετίας του είκοσι. Όμως, οι

δύο φάσεις αυτές φαίνεται να απέχουν μίλια μεταξύ τους, πολύ περισσότερο από όσο

διέφεραν στο παρελθόν τα διαδοχικά κύματα ανόδου και πτώση της οικονομίας. Η πρώτη

θα μείνει στην ιστορία ως μια περίοδος τεράστιας καπιταλιστικής επέκτασης, κολοσσιαίων

εξελίξεων στην βιομηχανία και την παραγωγή, που θα φέρουν την τεράστια

συγκεντροποίηση του κεφαλαίου μέσα από τις συνενώσεις σε μεγάλα τραστ, δημιουργίας

και ενδυνάμωσης και απίστευτου ανταγωνισμού των μεγάλων αυτοκρατοριών. Η δεύτερη,

θα ονομαστεί «εποχή της καταστροφής», των «σφαγών», «της κρίσης», μια εποχή που ο

καπιταλιστικός κόσμος και ίσως και ολόκληρη η ανθρωπότητα έφτασε κοντά στον

αφανισμό. Η δύο όμως αυτές φάσεις μπορούν να θεωρηθούν ως οι αντίθετες πλευρές μιας

ενιαίας ιστορικής περιόδου, της πρώτης φάσης του νέου σταδίου του καπιταλισμού, του

ιμπεριαλισμού ή μονοπωλιακού καπιταλισμού. Το νέο αυτό στάδιο, που είναι αποδεκτό

από το σύνολο σχεδόν των αναλυτών βρήκε την πιο αναγνωρισμένη θεμελίωσή του, για τον

κόσμο της αριστεράς94 από τον Βλαδίμηρο Ιλιτς Λένιν, ιστορικό ηγέτη των μπολσεβίκων και

της Σοβιετικής Ένωσης, στο βιβλίο του «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του

καπιταλισμού». Στο έργο του αυτό ορίζει τον ιμπεριαλισμό ως το «…το στάδιο εκείνο της

ανάπτυξης, στο οποίο έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του

χρηματιστικού κεφαλαίου, έχει αποκτήσει εξαιρετική σημασία η εξαγωγή κεφαλαίου, έχει

αρχίσει το μοίρασμα του κόσμου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το μοίρασμα των

εδαφών της γης από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες»95. Σύμφωνα με ορισμένες

αντιλήψεις96, που μας βρίσκουν σύμφωνους χωρίζεται σε δύο υποπεριόδους. Η πρώτη είναι

από το 1890 μέχρι τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και ονομάζεται ιδιωτικό- μονοπωλιακός

καπιταλισμός, ή «κλασσικός» ιμπεριαλισμός και η δεύτερη από τότε (στην πραγματικότητα

αρχίζει να εμφανίζεται τη δεκαετία του 1930, αλλά ολοκληρωτικά αναπτύσσεται από το

94 Εξαιρετική σημασίας βέβαια για τη σύγχρονη σκέψη είναι και το έργο του John Atkinson Hobson με τίτλο Imperialism.95 Λένιν (2001)96 Στην Ελλάδα βλ. Η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, σχέδιο Θέσεων του Γραφείου της Συντονιστικής Επιτροπής του Ν.Α.Ρ. (Νέο Αριστερό Ρεύμα) και Παπακωνσταντίνου Πέτρος (2008B)

[56]

Page 57: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

1945 και μετά) μέχρι τη δεκαετία του 1970 . Δεν είναι αντικείμενο αυτής της εργασίας να

επιχειρηματολογήσει υπέρ αυτού του διαχωρισμού. Ωστόσο θα προχωρήσουμε βάσει

αυτού αναφέροντας μονάχα, γιατί μας αφορά άμεσα, ότι η διαφορά σε σχέση με το ρόλο

του κράτους που εμφανώς αναβαθμίζεται σε όλη τη διάρκεια του ιμπεριαλισμού είναι ότι

ενώ και στην πρώτη επεμβαίνει στην κοινωνική αναπαραγωγή, στη δεύτερη αποτελεί

ρυθμιστή της οικονομίας.

Ας ξεκινήσουμε την ανάλυση μας από την περίοδο πριν τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τα είκοσι περίπου χρόνια από το 1895 μέχρι και το 1914 θα μείνουν στη δυτική ιστορία, ως

η «belle époque», η «όμορφη εποχή». Και πράγματι, για τον προηγμένο κόσμο, ήταν μια

περίοδος, πρωτοφανούς σταθερότητας, ειρήνης, οικονομικής μεγέθυνσης και πολιτιστικής

άνθισης. Τροφοδότης της ήταν η τεράστια αύξηση των εξαγωγών κεφαλαίων προς τις

αποικίες που οδήγησε σε μια δραστική μείωση του κόστους των πρώτων υλών.

Ταυτόχρονα, εδραιώνονται τα μεγάλα μονοπώλια, σε μια διαδικασία συγκέντρωσης της

παραγωγής σε λιγότερες μεγάλες επιχειρήσεις, που επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους

συνένωσης. Αυτό είναι μια στροφή από τον ελεύθερο ανταγωνισμό του κλασικού

φιλελευθερισμού που επικρατούσε μέχρι την κρίση 1873. Ταυτόχρονα όμως είναι και μια

συνέχεια του, καθώς η συγκέντρωση της παραγωγής στην ανάπτυξη της οδηγεί στο

μονοπώλιο. Η αύξηση των καρτέλ μέσα σε λίγα χρόνια είναι παραπάνω από πρόδηλη. Στις

Η.Π.Α., το 1909, τέτοιες επιχειρήσεις είχαν τα τρία τέταρτα του εργατικού πληθυσμού και το

80% της συνολικής παραγωγής. Το Συνδικάτο Άνθρακα Ρήνου- Βεστφαλίας που έλεγχε

γύρω στο 90% της παραγωγής άνθρακα στην περιοχή του, η Standard Oil που έλεγχε ακόμα

μεγαλύτερο ποσοστό των πετρελαίων των Η.Π.Α. είναι μερικά μόνο παραδείγματα, ενώ

ακόμα και στον τραπεζικό χώρο επικράτησε αυτή η τάση με την Lloyds να απορροφά 164

μικρές τράπεζες.

Οι μεγάλες βιομηχανίες αναπτύσσονταν μέσα σε μια περίοδο τεράστιας

οικονομικής ανόδου, παραγωγής και κατανάλωσης. Ο κόσμος των εκβιομηχανισμένων,

προηγμένων χωρών και αυτών που προσέγγιζαν αυτή την ομάδα έγινε κατά πολύ

μεγαλύτερος. Εντάσσονται σχεδόν όλες οι περιοχές της Ευρώπης, η Βόρεια Αμερική και η

Ιαπωνία. Αν σε αυτές προσθέσουμε και κάποιες ακόμα μικρότερες αλλά αναπτυσσόμενες

οικονομίες στον υπόλοιπο κόσμο, ο «αναπτυγμένος» κόσμος καλύπτει πλέον το 15% της

επιφάνειας της Γης και το 40% των κατοίκων της. Πράγματι, η δημογραφική έκρηξη που

εκδηλώθηκε από τη γέννηση της αστικής κοινωνίας, συνεχίζεται αμείωτη και μάλιστα με

ακόμα πιο εντυπωσιακό ρυθμό. Σε όλες τις χώρες αυξάνεται ραγδαία ο πληθυσμός με

[57]

Page 58: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

κορυφαίες τις Η.Π.Α. που φτάνει τα 92 εκατομμύρια κατοίκους το 1910, σχεδόν διπλάσιους

από το 1890 και τη Γερμανία που ξεπερνά τα 65 εκ. την ίδια χρονιά. Την πρώτη δεκαετία

του 20ου αιώνα ο ρυθμός αύξησης του ποσοστού των Ευρωπαίων στο συνολικό πληθυσμό

της γης, φτάνει το 13%, μεγαλύτερος από κάθε προηγούμενη και επόμενη εποχή, αριθμός

που αν συνυπολογιστεί με την, πρωτόγνωρου μεγέθους, μετανάστευση προς τις Η.Π.Α.

αλλά και την ανάπτυξη περιοχών άλλων ηπείρων, είναι γιγαντιαίος. Μαζί, αυξάνεται και η

συγκέντρωση στις πόλεις, ακολουθώντας την ανοδική πορεία που είχε όλα τα προηγούμενα

χρόνια. Στην Αγγλία φτάνει το 78% του συνολικού πληθυσμού και το 94% του ενεργού. Στη

Γερμανία τα αντίστοιχα μεγέθη είναι 60% και 82%, στη Γαλλία 44% και 68% και στις Η.Π.Α.

46% και 77%. Το 1921, υπήρχαν περίπου 40 πόλεις με πάνω από ένα εκατομμύριο

κατοίκους, τη στιγμή που όπως είπαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο το 1880 ήταν μόλις

τέσσερις. Το 1910, οι μισοί περίπου από τους κατοίκους των πόλεων διέμεναν σε μεγάλα

αστικά κέντρα με πάνω από 100.000 κατοίκους97. Το «γκρούπ» των αυτοκρατοριών αυτών

αποτελούσε μια μάζα που καθόριζε την παγκόσμια οικονομία με σχεδόν απόλυτο τρόπο. Οι

ίδιες συγκροτούσαν το 80% της διεθνούς αγοράς, είχαν το διπλό ρόλο του παραγωγού και

του καταναλωτή και ήλεγχαν την ανάπτυξη του υπόλοιπου κόσμου, οι οποίες παρήγαγαν

πρώτες ύλες και προϊόντα για την ικανοποίηση ξένων αναγκών. Μέχρι τις αρχές του αιώνα,

ουσιαστικά ολοκληρώνεται και ο χάρτης του κόσμου χωρισμένος σε αποικίες των μεγάλων

δυνάμεων. Μετά από 25 χρόνια, από το 1876 μέχρι το 1900, επεκτατικής ανάπτυξης με το

μοίρασμα τις Αφρικής98 και της Πολυνησίας, δεν έμενε σε ολόκληρο τον κόσμο άλλο

περιθώριο επέκτασης. «... Η αποικιακή πολιτική των καπιταλιστικών χωρών τερμάτισε την

αρπαγή των μη κατεχόμενων εδαφών του πλανήτη μας. Ο κόσμος για πρώτη φορά είναι

μοιρασμένος, έτσι που στο εξής θα γίνονται μόνο ξαναμοιράσματα, δηλαδή πέρασμα

κατεχόμενου εδάφους από τον έναν «κάτοχο» στον άλλο και όχι αδέσποτου εδάφους σε

«νοικοκύρη»»99. Όπως είναι ευρέως γνωστό η εποχή αυτή είναι μια περίοδος

ανταγωνισμού των ισχυρών κρατών, στο επίπεδο της παραγωγής, στη διεθνή επιρροή και

τελικά στις στρατιωτικές δαπάνες, που αποτελούσαν πια καθοριστικό στοιχείο των εθνικών

οικονομιών. Αρά παύει ο κόσμος να είναι μονοκεντρικός. Στο αποκορύφωμα του

ελεύθερου εμπορίου του κλασικού φιλελευθερισμού, γύρω στα 1860, η Αγγλία ήταν το

πραγματικό «εργαστήρι του κόσμου», όλος ο κόσμος φαινόταν να καθορίζεται από τις

εισαγωγές, τις εξαγορές, την παραγωγή και την κατανάλωση του ισχυρού νησιού. Το 1910

τέσσερις μεγάλες υπερδυνάμεις μοιράζονταν την παγκόσμια παραγωγή με τις Η.Π.Α. να

97 Τα στοιχεία είναι από: Benevolo Λαζαρίδη (1977) , Hobsbawm (2008), Καυκαλάς (1977)98? Το μοίρασμα της Αφρικής ρυθμίστηκε από το Κογκρέσο του Βερολίνου το 187899 Λένιν (2001)

[58]

Page 59: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

προπορεύονται. Το 1860, η Αγγλία ήταν ο προορισμός για τις μισές περίπου εξαγωγές του

υπανάπτυκτου κόσμου, ενώ 40 χρόνια αργότερα μόνο του ενός τετάρτου. Αυτό βέβαια σε

τίποτα δεν μείωνε την πρωτοκαθεδρία της Βρετανίας ως το τραπεζικό, εμπορικό και

ναυτιλιακό κέντρο του κόσμου. Αντιθέτως, διαμορφωνόταν μια αντίθεση μεταξύ

δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα που η πτώση του ενός οδηγούσε σε άνοδο του

άλλου. Αυτό αποκρυσταλλώνεται και στην πόλη του Λονδίνου, που η αναλογική πτώση της

βιομηχανικής του κεντρικότητας συνδέεται με την ισχυροποίηση του σαν το παγκόσμιο

κέντρο συναλλαγών. Ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός είχε μόνο ένα δρόμο να

ακολουθήσει, αυτόν του πολέμου. Ήταν μια εποχή «χαράς», τουλάχιστον για τα ανώτερα

στρώματα, που όμως προμήνυαν ότι θα την ακολουθήσει μια εποχή «φρίκης». Ακόμα όμως

και αν πολλοί το περίμεναν, ούτε ο πιο απαισιόδοξος δεν θα φανταζόταν το μέγεθος της

καταστροφής που θα επέφερε.

Η ιστορία, ή τουλάχιστον η ιστορία του καπιταλιστικού κόσμου, αν και συνεχίζει να

καθορίζεται από τη Δύση, εκτυλίσσεται, περισσότερο από πριν, παγκόσμια. Χώρες και

αστικά κέντρα, αναπτύσσονται σε όλο τον κόσμο, ικανοποιώντας πάντοτε τα συμφέροντα

και τις ανάγκες των Ευρωπαίων αποικιοκρατών. Αυτοί εφαρμόζουν τα παραδείγματα που

είχαν ήδη ολοκληρωθεί στις χώρες τους. Ο πόλη του Haussmann, ένα μοντέλο που διαφέρει

από την πρώτο- βιομηχανική πόλη, καθορίζει τη σχέση μεταξύ της δημόσιας και της

ιδιωτικής πρωτοβουλίας, ως μια διαδικασία που μέσα από την αντιπαράθεση των δύο

κυριαρχεί η κεφαλαιοκρατική βούληση. «Εκτός Ευρώπης, η ύπαρξη μεγάλων διαθέσιμων

χώρων και ο ρόλος της δημόσιας πρωτοβουλίας, που είχε ήδη κάνει έντονη την παρουσία

της εξαρχής, οδηγούν πρόωρα στα ίδια αποτελέσματα. Μπορεί να πει κανείς ότι εκτός

Ευρώπης λείπει η φιλελεύθερη φάση και ότι την προβιομηχανική κατάσταση διαδέχεται

απότομα η μετά- φιλελεύθερη»100. Αυτό είναι μια διαδικασία που παρατηρείται από τις

αρχές του 19ου αιώνα, αλλά αποκρυσταλλώνεται και κορυφώνεται μετά τα μέσα του, και

μέχρι το 1914. Οι νέες οικονομικές συνθήκες, δίνουν ρόλο σε υπερπόντιες πόλεις, είτε σαν

χώρους εμπορίου και εξαγωγών. Έτσι αυξάνεται ο πληθυσμός τους, τόσο από κατοίκους της

υπαίθρου κάθε χώρας, όσο και από χιλιάδες ευρωπαίους που κατακλύζουν τις χώρες αυτές,

δράττοντας των ευκαιριών που ο ιμπεριαλισμός παρείχε. Έτσι μετασχηματίζεται έντονα και

η εικόνα των πόλεων. Οι ντόπιοι ιστορικοί οικισμοί καταστρέφονται ή υποβαθμίζονται στην

αντιπαράθεση τους με τους νέους ευρωπαϊκούς. Έτσι, το πρότυπο που αναφέραμε, αποκτά

ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα. Στους συμπαγείς οικισμούς προσαρμόζεται, και μέσα από την

100 Benevolo (1997)[59]

Page 60: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

καταστροφή τους, ενώ στους πιο αραιούς υλοποιείται μέσα από τη σταδιακή κατάληψη

ενός μεγάλος κομματιού βάσει προκαθορισμένου τοπογραφικού με ένα

«κανονικοποιημένο» σχεδιασμό. Στην Κίνα, η Σαγκάη από μια μικρή οχυρωμένη πόλη το

1842, φτάνει στο τέλος του αιώνα να είναι η μεγαλύτερη κινέζικη πόλη. Γίνεται σημαντικό

λιμάνι που επιλέγεται και για την αποφυγή της αντιπαράθεσης με ένα μεγάλο

παραδοσιακό οικισμό, και αυξάνεται γοργά χωρίς κανόνες σχεδιασμού, ενώ οι ευρωπαϊκοί

οικισμοί γίνονται «παραχωρημένες εκτάσεις», έξω από τον αστικό ιστό με δικούς τους

νόμους. Στην Ιαπωνία, η νέα αστική τάξη διεκδικεί την απελευθέρωση της από τους ξένους

και επιχειρεί έναν, δικό της, αστικό εκσυγχρονισμό. Μεταφέρεται η πρωτεύουσα στο Έντο,

που θα μετονομαστεί σε Τόκυο και από το 1872 εισάγεται η ατομική ιδιοκτησία, ορίζονται

15 συνοικίες και ρυθμίζεται η λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Έτσι μετά την αρχική

μείωση του πληθυσμού, που έφτασε τις 600.000 κατοίκους101 ακολουθεί μια έκρηξη που

υπερδιπλασιάζει τον αριθμό σε 1.370.000 το 1889 και φτάνει το 1920 τους 3.360.000. Εν τω

μεταξύ, στο Σύνταγμα του 1889, ολοκληρώνονται και οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις πάνω σε

ένα αυστηρά φιλελεύθερο πρότυπο. Το αποτέλεσμα είναι ότι «… τα σημαντικά τεχνικά και

νομικά συστήματα που εισάγονται από την Ευρώπη αναπαράγουν, τον 20ο αιώνα, στις

άλλες ηπείρους, τις ίδιες συνθήκες κρίσης που παρατηρήθηκαν στις ευρωπαϊκές πόλεις το

πρώτο μισό του 19ου αιώνα: συνωστισμό, ακαταστασία, έλλειψη υγιεινής, ξέφρενη

κερδοσκοπία και έλλειψη δημόσιων κανονισμών. Από αυτές τις αναστατώσεις δεν

προβάλλει ακόμη κάποιο νέο βιώσιμο σκηνικό»102. Οι Ευρωπαίοι καταφέρνουν είτε με τα

σχέδια τους, είτε με τις οικονομικές τους δραστηριότητες, να δώσουν στις αποικιακές

πόλεις τους μια εικόνα αντίστοιχη με την προέλευση τους. Προφανώς αυτό δεν θα γίνει

ολοκληρωτικά. Ωστόσο θα φανούν δύο πράγματα. Πρώτον ότι η καπιταλιστική επέλαση, με

όποιο τρόπο και αν πραγματώνεται, δημιουργεί αντίστοιχα προβλήματα στον αστικό χώρο

και τους κατοίκους του. Δεύτερον ότι η ιμπεριαλιστική επέκταση των ισχυρών οικονομιών

δεν είναι μόνο μια οικονομική διαδικασία αλλά σχετίζεται και με μια προσπάθεια

πολιτιστικής ηγεμονίας. Όπως θα περιγράψει ο Edward Said, «ούτε ο ιμπεριαλισμός ούτε η

αποικιοκρατία είναι μια απλή πράξη συσσώρευσης και πρόσκτησης. Και οι δύο στηρίζονται

και ίσως ακόμη παροτρύνονται από εντυπωσιακά ιδεολογικά σχήματα που περιλαμβάνουν

την ιδέα ότι κάποιες περιοχές και κάποιοι λαοί χρειάζονται και εκλιπαρούν την

κυριαρχία»103.

101 Το 1785 είχε κοντά στο ενάμιση εκατομμύριο κατοίκους102 Benevolo (1977)103 Said (1996)

[60]

Page 61: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Αλλά και στις δυτικές χώρες, η κατάσταση δεν μένει στάσιμη. Αντιθέτως μετά τα

χρόνια της κρίσης, μια νέα περίοδος εγκαινιάζεται. Μεγάλα έργα που είχαν μείνει πίσω

ολοκληρώνονται όπως το μετρό στο Παρίσι το 1900, στο Βερολίνο το 1896 και στη Βιέννη το

1904. Ακόμα σημαντικότερα, ξεκινούν μεγάλα προγράμματα λαϊκής στέγασης στην

προσπάθεια να μειωθούν οι αντιξοότητες στη διαβίωση των εργαζομένων. Στην Αγγλία, το

Housing of the Worker Class Act το 1890, στη Γερμανία ο νόμος Adickes το 1901, στη Γαλλία,

η Societe francaise des habitations a bon marche το 1890, και στην Ιταλία τα Instituti per la

Case Popolari το 1902. Όπως και παλαιότερα, η εργατική κατοικία θα γίνει πεδίο έρευνας

και αντιπαράθεσης τόσο για την αστική τάξη και τους εκφραστές των συμφερόντων της,

όσο και για σχεδιαστές με αριστερές πεποιθήσεις που θα προσπαθήσουν μέσα από τα έργα

τους να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης των φτωχών εργαζομένων. Ειδικό ενδιαφέρον

θα δείξει ο σοσιαλιστής Ολλανδός αρχιτέκτονας Hendrik Petrus Berlage, που θα διατυπώσει

την άποψη ότι «Αυτός ο οποίος στο μέλλον θα γράψει την ιστορία της μοντέρνας

αρχιτεκτονικής, χωρίς αμφιβολία θα βρει ότι η εργατική κατοικία πράγματι υπήρξε το πιο

σημαντικό στοιχείο της εξέλιξής της»104. Ο ίδιος θα χτίσει στο Άμστερνταμ τα κεντρικά

γραφεία ενός συνδικάτου, ενώ από το 1901 και θα αναλάβει το σχεδιασμό του νότιο

τμήματος της πόλης, διατηρώντας την άποψη ότι «το γενικό επίπεδο ενός πολιτισμού

μπορούσε να ανέβει μόνο μέσα από την παραγωγή καλοσχεδιασμένων αντικειμένων

υψηλής ποιότητας»105. Την ίδια εποχή ο Βέλγος Victor Horta, θα χτίσει στις Βρυξέλλες το

Maison du Peuple, το «Σπίτι του Λαού». Οι προσπάθειες που γίνονται δεν αλλάζουν βέβαια

ριζικά τη θέση της εργατικής τάξης, ειδικά σε μια εποχή που παρά την οικονομική ανάπτυξη

οι πραγματικοί μισθοί πέφτουν106. «Στη μεγαλούπολη, με τις ποικίλες και συνεχώς

διαφοροποιούμενες υπηρεσίες της και την κοινωνική πολυμορφία της, η λειτουργική

εξειδίκευση, στην οποία ήρθαν να προστεθούν αυτή την περίοδος η πολεοδομία και η

αξιοποίηση των ακινήτων, διαχώριζε τις τάξεις παντού εκτός από τα ουδέτερα εδάφη των

πάρκων, των σιδηροδρομικών σταθμός και των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων»107. Οι

εργάτες εξωθούνται από την πόλη και νέα εργατικά προάστια εξαπλώνονται παντού μακριά

από τα κέντρα των πόλεων. Μαζί με τους εργάτες σε πολλές περιπτώσεις απωθούνται εκτός

του κέντρου και τα μεγάλα εργοστάσια. Η παλιά λαϊκή συνοικία Λα Κρουά- Ρους στη Λυών,

προπύργιο των εργατικών εξεγέρσεων, περιγραφόταν πια το 1914 ως συνοικία

«μικροϋποαλλήλων», αφού οι εργάτες αποχώρησαν από την παλιά πόλη και

104 Βρυχέα (2003)105 Frampton (1999)106 Όχι σε βαθμό που να καθιστούν αδύνατη την κατανάλωση, αυτό θα συμβεί μετά τον πόλεμο107 Hobsbawm (2000)

[61]

Page 62: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

εγκαταστάθηκαν στην άλλη όχθη του Ροδανού Ποταμού όπου βρίσκονταν και οι

βιομηχανίες. Μεταξύ των εργατικών προαστίων που δημιουργούνται την περίοδο εκείνη

είναι οι συνοικίες Βέντινγκ και Νούκελν στο Βερολίνο, Φαβοριτέν και Ότταρινγκ στη Βιέννη,

Πόπλαρ και Γουέστ Χαμ στο Λονδίνο.

Ταυτόχρονα, η ιδέες της πόλης- κήπος του Howard, στις οποίες αναφερθήκαμε στο

προηγούμενο κεφάλαιο, τυγχάνουν ευρύτερης αναγνώρισης και αποδοχής και

χρησιμοποιούνται για το σχεδιασμό αρκετών οικισμών τις πρώτες δεκαετίες του 20ου

αιώνα. Η προσπάθεια για «επιστροφή στη φύση» μαζί με μια αντίθεση στη βιομηχανική

κυριαρχία της εποχής θα χαρακτηρίσει μια σειρά προτάσεων που θα υλοποιηθούν κυρίως

στην Αγγλία. Το ρεύμα σκέψης που θα καθοριστεί από τη σκέψη του Ruskin, καθηγητή στην

Καλών Τεχνών στην Οξφόρδη, και θα συνεχιστεί από τον William Morris θα επηρεάσει

πολλούς καλλιτέχνες και αρχιτέκτονες. Πάνω στην προσπάθεια για μια τέχνη προερχόμενη

από τη φύση, για κτίρια και κοινότητες ενταγμένες στο περιβάλλον και την τοπική

παράδοση, το ενδιαφέρον για το έργο των τεχνιτών και τη βούληση για ένα καθολικό έργο

τέχνης, θα γίνουν τα έργα του Shaw, του Voysey, του Webb και άλλων. Την πρότυπη τους

μορφή θα βρουν σε κοινότητες που θα ακολουθήσουν αυτή τη λογική σε βρετανικά

προάστια. «Το ιδανικό μεσοαστικό σπίτι δεν εθεωρείτο πλέον το κτίσμα σε ένα δρόμο της

πόλης, μια μονοκατοικία στην πόλη ή κάποιο υποκατάστατο της, το διαμέρισμα σε ένα

μεγάλο κτίριο με πρόσοψη σε ένα δρόμο της πόλης που προσποιούταν ότι ήταν ανάκτορο,

αλλά μια αστικοποιημένη ή «προαστικοποιημένη» εξοχική κατοικία (μια «βίλα» ή ακόμα και

ένα χωριάτικο σπίτι) μέσα σε ένα πάρκο ή σε έναν κήπο μινιατούρα, με βλάστηση ολόγυρά

του. Έμελλε να αποδειχτεί σε ένα πολύ ανθεκτικό ιδανικό, αν και εξακολουθούσε να είναι

μάλλον ανέφικτο στις περισσότερες μη αγγλοσαξονικές πόλεις»108. Οι πλούσιοι Βοστονέζοι,

σαν αυτούς που το 1876 έφτιαξαν την περιβόητη United Fruit Company, που θα εισάγει

φρούτα και ειδικά μπανάνες από τη Λατινική Αμερική αλλά κυρίως θα ασχοληθεί με την

εγκαθίδρυση δικτατορικών καθεστώτων που θα γίνουν οι γνωστές «μπανανίες» και την

καταπολέμηση των απελευθερωτικών κινημάτων, συμβούλευαν στις αρχές του αιώνα τους

γιούς τους ότι η πόλη «δεν σας επιφυλάσσει παρά μόνον υψηλούς φόρους και πολιτική

αταξία. Όταν παντρευτείτε, διαλέξτε ένα προάστιο, χτίστε ένα σπίτι, γίνετε μέλη της

επαρχιακής λέσχης και οργανώστε τη ζωή σας γύρω από τη λέσχη σας, το σπίτι σας και τα

παιδιά σας»109. Το κέντρο της πόλης θα παραμείνει πάντοτε ένα τρόπαιο για το οποίο θα

παλεύουν τα αντίπαλα κοινωνικά στρώματα. Η αστική τάξη δεν θα μπορούσε να αφήσει

108 Hobsbawm (2000)109 Hobsbawm (2000)

[62]

Page 63: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

την ίδια την πόλη στο σύνολο της στις οικονομικές δραστηριότητες, τους φτωχούς και τους

φιλόδοξους νέους επιχειρηματίες. Όσο ζούσε μέσα σε αυτή έπρεπε να αναδεικνύει την

κοινωνική της ανωτερότητα, είτε με το μέγεθος και την διακόσμηση της κατοικίας, είτε και

με τη θέση της. «Ο γιός ενός χρηματιστή της εδουαρδιανής εποχής110, ο οποίος διέρρηξε

τους δεσμούς με την οικογένειά του, θυμόταν, μεγάλος πια, ότι η οικογένειά του είχε

υποδεέστερη κοινωνική θέση από τους Φόρσαϊτ, γιατί το σπίτι τους δεν ήταν ακριβώς πάνω

στους Κήπους του Κένσινγκτον, αλλά δεν ήταν και τόσο μακριά για να θεωρείται εντελώς

υποβαθμισμένο»111.

Ωστόσο, όσο και αν αναπτύχθηκαν τα προάστια και οι εξοχικές κατοικίες των

εύπορων, η δύναμη της βιομηχανικής εποχής, ειδικά μετά τον πόλεμο, δεν μπορούσε να

ανακοπεί. Αυτή θα καθορίσει την πολεοδομία, που στην αλλαγή του αιώνα γεννιέται ως

ένα ξεχωριστό και σημαντικό πεδίο της δημόσιας παρέμβασης που «μπορεί να γίνει μια

εναλλακτική μέθοδος για την ανάπτυξη της πόλης και ένα κλειδί για να κατασκευαστεί, με

την μοντέρνα έννοια, η ισορροπία ανάμεσα σε ατομικές και συλλογικές επιλογές»112. Ο

ρόλος του κράτους και της κεντρικής διοίκησης, θα γίνει πλέον πιο σημαντικός και μια

αλλαγή θα υπάρξει από το παρελθόν που τις αστεακές επεμβάσεις τις «…αντιλαμβάνονταν

σαν μια σειρά από διατάξεις προορισμένες να «αποφύγουν το χειρότερο» και να

προσανατολίσουν όπως όπως τη φυσική ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των πόλεων»113. Η στροφή

αυτή θα σηματοδοτήσει την αρχή μιας νέας αναζήτησης, που αντιλαμβάνεται την πόλη και

τις λειτουργίες τη σαν ένα σύνολο που πρέπει ως τέτοιο να είναι λειτουργικό. Κάτι τέτοιο

όμως για να γίνει πιο κατανοητό, πρέπει να ειδωθεί και από το πρίσμα των τεράστιων

μετασχηματισμών στην ίδια την παραγωγή. Αυτό θα μας αναγκάσει να αφηγηθούμε την

ιστορία ενός φιλόδοξου νέου, με πάθος για τις μηχανές και την ταχύτητα, του Henry Ford.

«Αφότου έφυγε, στα δεκάξι του, από το χτήμα του πατέρα του για να πιάσει

δουλειά σ’ ένα μηχανουργείο στο Ντιτρόιτ, ο Χένρυ Φορντ ήταν μανιακός με τις μηχανές…

Τελικά, στα 1898, έκρινε ότι είχε προχωρήσει αρκετά ώστε να παρατήσει τη δουλειά του

στην Ντιτρόιτ Έντισον Κόμπανι, όπου είχε ανέβει όλη την κλίμακα της ιεραρχίας… για να

αφιερώσει όλο το χρόνο του στη μελέτη ενός νέου βενζινοκίνητου κινητήρα… Γύρω στα

1900 είχε να λανσάρει ένα κανονικό αυτοκίνητο… Αλλά ο Χένρυ Φορντ είχε ιδέες και για

άλλα πράγματα εκτός από το να σχεδιάζει κινητήρες… είχε ιδέες για τις πωλήσεις. Τα πολλά

110 Εδουάρδος ο Ζ, βασιλιάς της Μεγάλης Βρετανίας, από το 1901 μέχρι το 1910. Σημ. Συντ.111 Hobsbawm (2000)112 Benevolo (1997)113 Anatole Kopp (1976)

[63]

Page 64: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

λεφτά βρίσκονταν στην οικονομική μαζική παραγωγή, στη γρήγορη κατανάλωση, στα φτηνά

τυποποιημένα εξαρτήματα που τα αντικαθιστάς εύκολα. Αλλά μόνο το 1909, έβγαλε ο

Φορντ το πρώτο μοντέλο Τ»114. Θα μπορούσαμε να αφήσουμε τον Dos Passos να συνεχίσει

την περιγραφή. Όμως έτσι θα μειωνόταν ο δικός μας ρόλος, αλλά και η ειδική ματιά την

οποία θέλουμε να προσδώσουμε. Τη ίδια χρονιά που ξεκινά ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος,

το 1914, εγκαινιάζεται αυτό που αργότερα θα ονομαστεί φορντισμός και θα χαρακτηρίσει

ολόκληρο τον 20ο αιώνα. Τότε εισάγεται η οκτάωρη εργασία με αμοιβή πέντε δολάρια τη

μέρα στο εργοστάσιο παραγωγής αυτοκινήτων στο Μίσιγκαν. Ένα χρόνο πριν εγκαθίσταται

εκεί η αυτόματη γραμμή συναρμολόγησης και τα κέρδη του Ford φτάνουν πλέον τα είκοσι

πέντε εκατομμύρια δολάρια. Αξιοποιώντας τα επιτεύγματα της δεύτερης τεχνολογικής

επανάστασης και τον λεπτομερειακό καταμερισμό της εργασίας κατορθώνει μια τεράστια

αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Ο Frederick Winslow Taylor εξ άλλου, θα

δημοσιεύσει το 1911 το έργο « The principles of scientific management» εισάγοντας την

επιστημονική οργάνωση της εργασίας. Αντιλήφθηκε ότι θα μπορούσαν να γίνουν μεγάλα

άλματα στην παραγωγικότητα αν κάθε εργασιακή διαδικασία χωριστεί σε επιμέρους

κινήσεις αυστηρά χρονομετρημένες. Τα ονόματα των δύο θα μείνουν στην ιστορία, ο

«φορντισμός- τεϋλορισμός» θα είναι μια έννοια που δεν θα καθορίσει μονάχα την

παραγωγική διαδικασία αλλά συνολικά ένα ολόκληρο μοντέλο εργασίας και ζωής, το οποίο

κυοφορείται από τα χρόνια της ανάπτυξης πριν τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, γεννιέται και

κάνει τα πρώτα του βήματα στα χρόνια του μεσοπολέμου και ειδικά πριν την μεγάλη κρίση

της δεκαετίας του 1930, για να ενηλικιωθεί και να γίνει ένα παγκόσμιο σύστημα στα

«χρυσά» μεταπολεμικά χρόνια. Ο Antonio Gramci θα αναγνωρίσει στον φορντισμό «τη

μεγαλύτερη μέχρι σήμερα συλλογική προσπάθεια να δημιουργηθεί, με πρωτοφανή

ταχύτητα και με επίγνωση του σκοπού πρωτόφαντη στην ιστορία, ένας νέος τύπος εργάτη

και ένας νέος τύπος ανθρώπου»115. Όσα χρόνια και αν περάσουν και όσο και να έχει

ειπωθεί, παραμένει εκπληκτικό το πώς οι πρακτικές του φορντισμού και του τεϋλορισμού

καθόρισαν τη σύγχρονη ιστορία. Στις Η.Π.Α. και μετά τον πόλεμο και σε ολόκληρο τον

κόσμο, μια νέα πραγματικότητα διαμορφώθηκε που βασιζόταν στη μεγιστοποίηση της

παραγωγής εμπορευμάτων μαζικής κατανάλωσης που θα αγοράζονταν από ένα εργατικό

δυναμικό που θα είχε μόνιμη απασχόληση και μισθό ικανό για διατηρεί την αγοραστική του

δύναμη. Ο «νέος άνθρωπος» θα έπρεπε να ήταν «συνετός», να αποφεύγει το αλκοόλ και τις

επιπολαιότητες, να είναι σωστός οικογενειάρχης και καταναλωτής.

114 Ντος Πάσος (2007)115 Γκράμσι (1990)

[64]

Page 65: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Αλλά και η προσπάθεια δημιουργίας ενός διαφορετικού «νέου ανθρώπου» που θα

ξεκινήσει στη Σοβιετική Ένωση με το 1917 δεν θα μείνει ανεπηρέαστη από το προηγούμενο

δόγμα, σε διαφορετικό βέβαια κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο. Ο ίδιος ο Λένιν θα

αναγνωρίσει την ανάγκη ορθολογικής οργάνωσης της εργασίας και αύξησης της παραγωγής

για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, ειδικά μετά την αποτυχία των ευρωπαϊκών

επαναστάσεων, χαρακτηρίζοντας το σοσιαλισμό ως το άθροισμα των σοβιέτ και του

εξηλεκτρισμού. Αλλά και στην καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική πρωτοπορία η αναζήτηση της

προόδου, του νέου, της τεχνολογικής καινοτομίας και πάνω από όλα τις λειτουργικότητας

θα κατατρέχει σχεδόν όλα τις τα παράγωγα. Αυτή θα θεωρηθεί ως η λύση σε όλα τα

προβλήματα του παρελθόντος, συνδυασμένη με την έντονη κρατική παρέμβαση. Άλλωστε ο

κόσμος του μεσοπολέμου και ειδικά όσο περισσότερο μαστιζόταν από την οικονομική

κρίση και έβλεπε τον πόλεμο να πλησιάζει ξανά αντιμετώπιζε ως ορατή προοπτική την

οριστική κατάρρευση του καπιταλιστικού συστήματος, τουλάχιστον με τις μορφές που είχε

γνωρίσει μέχρι τότε η ανθρωπότητα.

Πράγματι η κατάρρευση της οικονομίας, στα χρόνια του μεσοπολέμου ξεπερνούσε

κάθε προηγούμενο. Υπήρχαν κάποιες περίοδοι ανάκαμψης, για τους νικητές του πολέμου

και κάποια αρκετά ευνοϊκά χρόνια για τις Η.Π.Α., που γίνονται πλέον η ισχυρότερη

καπιταλιστική χώρα του κόσμου, έχοντας μηδαμινές απώλειες από τη σύρραξη. Τα χρόνια

εκείνα μάλιστα ακούγεται για πρώτη φορά η φράση «αμερικάνικο όνειρο», από τον

συγγραφέα James Truslow Adams στο βιβλίο του «Epic of America», που εκφράζει «το

όνειρο για μια πατρίδα στην οποία η ζωή θα είναι καλύτερη, πλουσιότερη και πιο γεμάτη

για όλους, με ευκαιρίες στον καθένα ανάλογα με την ικανότητα και τα επιτεύγματα του»116.

Εύκολα κάποιος καταλαβαίνει την αντίθεση που υπάρχει από το γνωστό ρητό του Μαρξ

«από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες

του». Και είναι αλήθεια, χιλιάδες φιλόδοξοι και συνήθως άπληστοι νέοι επιχειρηματίες θα

καταφέρουν μέσα από ηθικά και ανήθικα μέσα να πλουτίσουν. Τα εκατομμύρια όμως των

εργατών που ίσως πείστηκαν από τις ευκαιρίες που θα τους δίνονταν, θα διαψευστούν

τραγικά. Τα χρόνια του μεσοπολέμου σε όλη την Ευρώπη και την Αμερική θα είναι χρόνια

βαθιάς ταξικής επίθεσης από την αστική τάξη αλλά και εργατικής αντεπίθεσης. Το εργατικό

κίνημα, εμπνεόμενο και από την μπολσεβίκικη νίκη θα γνωρίσει τεράστια άνθιση, που θα

οδηγήσει σε πολλές περιπτώσεις σε ένοπλες εξεγέρσεις που πάλευαν για την εξουσία, αλλά

116 Πηγή: Wikipedia[65]

Page 66: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

θα ηττηθεί με οδυνηρό τρόπο, πληρώνοντας τα λάθη και τις προδοσίες ακόμα και των ίδιων

του των ηγεσιών.

Τα χρόνια πριν το Β Παγκόσμιο Πόλεμο θα είναι πολύ δύσκολα για τα κατώτερα

στρώματα. Οι μισθοί που ήταν χαμηλοί και στα κέρδη των κεφαλαιοκρατών θα γίνουν

μηδαμινοί στις απώλειες τους. Ήταν τόσο εμφανές που θα αναγκάσει ακόμα και το

χρηματιστή Frank A. Vanderlip να παραδεχτεί ότι «Το κεφάλαιο κρατούσε για τον εαυτό του

πάρα πολλά και οι εργάτες δεν είχαν αρκετά χρήματα για να αγοράσουν το μερίδιο τους στα

αγαθά»117. Σε ένα βαθμό αυτό προκάλεσε και την Μεγάλη Ύφεση, τη μεγαλύτερη στην

ιστορία του καπιταλιστικού κόσμου, που θα φέρει και το πιο γνωστό γεγονός, το Κραχ του

Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης τον Οκτώβρη του 1929. Η κατακλυσμιαία δυναμική της

κρίσης θα φτάσει γρήγορα σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο. Το παγκόσμιο εμπόριο θα

υποδιπλασιαστεί και αντίστοιχα θα μειωθεί και η βιομηχανική παραγωγή, ενώ οι

περισσότερες χώρες θα στραφούν στην «εθνική οικονομία» τους. Πάνω από 5 χιλιάδες

τράπεζες θα χρεοκοπήσουν και ολόκληρο το σύστημα της χρηματιστηριακής κερδοσκοπίας

θα κλονιστεί ανεπανάληπτα. Η μαζική ανεργία και η κοινωνική εξαθλίωση που προκαλεί θα

φτάσει σε επίπεδα που δεν είχαν προηγούμενο. Αν και, χρόνια πριν, όλα έδειχναν ότι η

μεγάλη καθίζηση θα εκδηλωθεί η πολιτική ηγεσία θα βρεθεί για ακόμα μια φορά ανίκανη,

όχι μόνο να την αντιμετωπίσει αλλά και να την προβλέψει. Στις 4 Δεκέμβρη του 1928, ο

πρόεδρος των Η.Π.Α. Calvin Coolidge από το βήμα του Κογκρέσου θα δηλώσει με σιγουριά:

«Κανένα Κογκρέσο που συνήλθε για να επισκοπήσει την κατάσταση της Ένωσης, δε βρέθηκε

μπροστά σε πιο μεγάλη και ευχάριστη προοπτική από αυτή που φαίνεται σήμερα μπροστά

μας… Ο μεγάλος πλούτος που δημιούργησαν οι επιχειρήσεις και η βιομηχανία μας και που

έσωσε τη χώρα μας, διανεμήθηκε σοφά ανάμεσα στο λαό μας και σταθερά τοποθετήθηκε

στο εξωτερικό για να εξυπηρετήσει και φιλανθρωπικούς και επιχειρηματικούς σκοπούς σ’

όλο τον κόσμο. Οι απαιτήσεις για την ύπαρξη μας ξεπέρασαν τον κανόνα της αναγκαιότητας

και μετέβησαν στην περιοχή της πολυτέλειας. Στη χώρα μας, η διευρυμένη παραγωγή

καταναλώνεται από την αυξημένη ζήτηση και από την επέκταση του εμπορίου στο

εξωτερικό. Η χώρα μπορεί να κοιτάζει το παρόν με ικανοποίηση και το μέλλον με

αισιοδοξία.»118. Λίγους μήνες μετά η αμερικάνικη και παγκόσμια οικονομία είχε ήδη

ξεπεράσει το χείλους του γκρεμού και πραγματοποιούσε ελεύθερη πτώση και η φράση

αυτή θα μείνει στην ιστορία σαν μνημείο πολιτικής ανοησίας.

117 Μπόγιερ-Μορέ(1993)118 Hobsbawm (2006)

[66]

Page 67: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Η απόσταση ανάμεσα στα λόγια και στην πράξη είναι μόνιμο χαρακτηριστικό των

αστικών κοινωνιών. Την περίοδο όμως αυτή αγγίζει τα όρια της κωμωδίας. Οι κυρίαρχοι

κύκλοι την ίδια στιγμή που διαρκώς διαλαλούσαν πως τα χειρότερα έχουν παρέλθει και

καλύτερες μέρες έρχονται στο μέλλον, δεν δίσταζαν να πατούν πάνω στην κρίση για να

μειώνουν μισθούς και να οδηγούν εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία. Η

πραγματικότητα είναι ότι ακόμα μεγαλύτερες από τις οικονομικές απώλειες μονοπωλίων,

ήταν οι ευκαιρίες που ανοίγονταν για αύξηση της δύναμης τους από τον καταποντισμό των

μικρότερων ανταγωνιστών και για μεγάλωμα του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών.

Και αφού, όπως και κάθε άλλο πράγμα στην ταξική κοινωνία, το μέλλον δεν είναι ουδέτερο,

ακόμα και αν προμηνυόταν λαμπρό, σίγουρα δεν ήταν τέτοιο για την κοινωνική

πλειοψηφία. Ο Andrew Mellon, υπουργός οικονομικών από το 1921 μέχρι το 1932, θα

δηλώσει στις 5 Μαΐου του 1931 ότι δεν έπρεπε να γίνονται περικοπές μισθών στη

βιομηχανία και στην πρώτη Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου, θα μειώσει κατά 10% τους

μισθούς στην δικιά του Aluminum Company. Ο Charles Schwab, ηγέτης της βιομηχανίας του

χάλυβα έλεγε το Δεκέμβρη του 1930 ότι «η πορεία μας είναι πάνω και μπροστά» αλλά λίγο

αργότερα η Bethlehem και η U.S.Deal θα ανακοινώσουν περικοπές κατά 110%. O Alfred

Sloan, πρόεδρος της General Motors, θα ανακοινώσει το Νοέμβρη του 1930, ότι αναμένει

το 1931 να είναι μια «εξαιρετικά καλή χρονιά». Όπως και αν πέρασε ο ίδιος, σίγουρα, τα

πράγματα δεν ήταν τόσο ειδυλλιακά για τους εργαζόμενους τους που είδαν τους μισθούς

τους να μειώνονται κατά 10-20%. Ακόμα και ο μεγάλος Henry Ford, που κατηγορούσε το

Μάρτη του 1931 τους αργόσχολους εργάτες για την κρίση και καλούσε όποιον έχει όρεξη

για δουλειά να έρθει σε αυτόν, θα απολύσει λίγες βδομάδες αργότερα 75.000, μάλλον

«ορεξάτους» εργάτες. Όταν μάλιστα θα καλέσει εκ νέου εργάτες να δουλέψουν στο

εργοστάσιο του θα βάλει αστυνόμους να πυροβολήσουν το πλήθος που συνέρρεε

χαρούμενο για τη γενναιοδωρία του.

Η εικόνα των πόλεων της Μεγάλης Ύφεσης θα επηρεαστεί πολύ περισσότερο από

τους φτωχούς και άστεγους από ότι από τα σχέδια και τα προγράμματα που θα

περιγραφούν αργότερα. «Η εικόνα που κυριαρχούσε τότε ήταν τα πινάκια σούπας για τους

φτωχούς, οι «Πορείες Πεινασμένων» των ανέργων που ξεκινούσαν από άκαπνες πλέον

περιοχές όπου οι μεταλλουργίες και τα ναυπηγεία είχαν σταματήσει να λειτουργούν για να

συρρεύσουν στην πρωτεύουσα και να καταγγείλουν εκείνους που θεωρούσαν υπεύθυνους

για την κατάσταση αυτή»119. Το 1933, μόνο στις Η.Π.Α. υπήρχαν πάνω από 17 εκατομμύρια

119 Hobsbawm (2006)[67]

Page 68: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

άνεργοι και πολλοί ακόμα που αν και δούλευαν βρίσκονταν σε απελπιστική θέση. Δεν

μπορούσαν να ξεπληρώσουν τα δάνεια120 που είχαν πάρει και οι τράπεζες επιδίδονταν σε

συνεχείς κατασχέσεις σπιτιών121. Στις μεγάλες πόλεις άρχισαν να εμφανίζονται κατά

δεκάδες οι Hoovervilles, συνοικίες άστεγων μέσα σε σκουπιδότοπους με καλύβες από

πισσόχαρτο, που θα είναι μια ακόμα ονομασία για τις παραγκουπόλεις που αποτελούν ένα

«τυπικό καπιταλιστικό φαινόμενο»122. Και ενώ ο πρόεδρος Χούβερ έδινε το όνομα του σε

αυτές, θα επιδείξει αντίστοιχη οξυδέρκεια με τον προκάτοχό του δηλώνοντας το 1929, λίγο

πριν την κρίση, όταν αναλαμβάνει την προεδρία «Στην Αμερική του σήμερα βρισκόμαστε

πιο κοντά στον τελικό θρίαμβο πάνω στη φτώχεια απ’ ότι οποιαδήποτε χώρα στην

ανθρώπινη ιστορία». Είναι μερικές φορές που αναρωτιέσαι αν οι πολιτικοί ηγέτες έχουν

έλλειψη ευφυΐας, συνείδησης ή και τα δύο μαζί.

Το Αμερικάνικο όνειρο είχε γίνει από νωρίς εφιάλτης. Εκατομμύρια εργαζόμενοι

ένιωθαν τη δεκαετία του 30 σαν τον ήρωα του Dos Passos, στην τελευταία σελίδα του

τρίτου βιβλίου της τριλογίας USA. Αυτό αποκαμωμένος στέκεται στην άκρη του δρόμου και

βλέπει τα αεροπλάνα και αμάξια να περνούν και αναπολεί τη χαμένη του ζωή. «Πήγε

σχολείο, τα βιβλία μίλαγαν για μεγάλες ευκαιρίες, οι διαφημίσεις του υπόσχονταν

ευημερία, θα χεις δικό σου σπίτι, θα γίνεις καλύτερος από το γείτονά σου,… εκατομμύρια

τα κέρδη που καταγράφονταν στους πίνακες των χρηματιστηριακών γραφείων, επιταγές

περίμεναν τα χέρια που ήταν πρόθυμα για δουλειά, το καθαρό γραφείο του διευθυντικού

στελέχους με τα τρία του τηλέφωνα περιμένει και το κεφάλι του γυρίζει, οι ανάγκες του∙

κομποδένουν το στομάχι, τ’ άεργα χέρια του μουδιασμένα, πλάι σε τούτη την κυκλοφορία

που υπερβαίνει κάθε όριο ταχύτητας.»

Ο συγγραφέας τελειώνει την τριλογία του το 1936. Λίγο αργότερα, την ίδια χρονιά

δεν θα ψηφίσει για πρώτη φορά τον υποψήφιο του Κομμουνιστικού Κόμματος, ξεκινώντας

μια στροφή που θα τον κάνει στη δεκαετία του 50 να επιδοκιμάσει κριτικά ακόμα και το

γερουσιαστή McCarthy. Όμως τότε κάποιος άλλος τον έχει κερδίσει, ο κυβερνήτης της Νέας

Υόρκης και υποψήφιος των δημοκρατικών, o Franklin Delano Roosevelt. Θα κάνει μια από

τις τρεις επιλογές που υπήρχαν, σε μια εποχή που ο καπιταλιστικός κόσμος όπως το είχε

120 Στην Αμερική το δάνειο για το χτίσιμο σπιτιού άνθισε από πολύ νωρίς. Αλλά και στην Ευρώπη, από το 1900 και μετά προωθείται η αυτοστέγαση, με δάνειο ως η πιο συμφέρουσα λύση για την εργατική κατοικία, βλ. Βρυχέα (2003)121 Ένα πολύ όμορφο παράδειγμα, πραγματικό ή φανταστικό, από μια τέτοια έξωση υπάρχει στο κεφάλαιο « Η πτώση και η άνοδος του κ. Γρόσαπ, στο βιβλίο των Richard Boyer, Herbert Morais: Η άγνωστη ιστορία του εργατικού κινήματος των Η.Π.Α.122 Σαρηγιάννης (2008)

[68]

Page 69: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

γνωρίσει η ανθρωπότητα φαινόταν να οδεύει προς την καταστροφή. Ο ένας ήταν ο

φασισμός που εξαπλωνόταν σαν μια παγκόσμια μαύρη προοπτική. Ο δεύτερος ήταν ο

κομμουνισμός που φαινόταν να δείχνει ανοχή απέναντι στους κραδασμούς του

καπιταλιστικού συστήματος και να εμπνέει τους εργάτες. Ο τρίτος ήταν ένας καπιταλισμός

χωρίς την δικτατορία της ελεύθερης αγοράς, με μια μεταρρυθμιστική, σοσιαλδημοκρατική

πολιτική. Και οι τρεις βασίζονταν σε μια νέα λογική, της κεντρικής, κρατικής ρύθμισης της

οικονομίας και ολόκληρης της κοινωνικής ζωής και σε μια εφαρμογή με απόλυτη

προσήλωση των νέων δογμάτων της παραγωγικής διαδικασίας. Θα γεννηθούν από την

κρίση και θα συγκρουστούν στον παγκόσμιο πόλεμο. Η πρώτη θα γεμίσει με ανείπωτη

φρίκη όλο τον κόσμο και θα ηττηθεί. Οι άλλες δύο θα βγουν νικήτριες. Το σοσιαλιστικό

στρατόπεδο θα μεγαλώσει μέσα από ηρωικούς αγώνες των εργαζομένων και θα γίνει ο

«υπαρκτός σοσιαλισμός», αλλά θα διαψεύσει τις προσδοκίες ως ένα σύστημα με

εκμετάλλευση και καταπίεση που μερικές δεκαετίες αργότερα θα καταρρεύσει. Ο κρατικό-

μονοπωλιακός καπιταλισμός του New Deal θα γίνει μετά τον πόλεμο, ακόμα και χωρίς τον

εμπνευστή του εν ζωή, το παγκόσμιο καπιταλιστικό εκμεταλλευτικό σύστημα και θα φέρει

την οικονομική άνοδο των μεταπολεμικών χρόνων, μια άνοδο βέβαια που δεν θα είναι ίδια

για όλους.

Αυτές τις τρεις επιλογές είχε και η αρχιτεκτονική. «Τόσο η δεξιά όσο και η αριστερή

πτέρυγα του πολιτικού φάσματος ανέπτυξαν τη δική τους εκδοχή για τον ορθολογικό

κρατικό προγραμματισμό (με όλα τα μοντέρνα συμπαρομαρτούντα του) ως λύση για τα

δεινά του καπιταλισμού, ιδιαίτερα όπως αυτά εκδηλώθηκαν τη δεκαετία του 30. Επρόκειτο

για μια συγκεχυμένη πολιτική και πνευματική ιστορία, στα πλαίσια της οποίας ο Λένιν

υμνούσε την παραγωγική τεχνολογία του τεϋλορισμού και του φορντισμού, ενώ τα

συνδικάτα στη Δύση την αρνούνταν, ο Le Corbusier εμφανιζόταν ως απόστολος της

νεωτερικότητας, ενώ συναναστρεφόταν με αυταρχικά καθεστώτα (με τον Mussolini για ένα

διάστημα και κατόπιν με το καθεστώς του Βισύ στη Γαλλία), ο Ebenezer Howard

σφυρηλατούσε ουτοπικά σχέδια εμπνεόμενος από τον αναρχισμό του Geddes και του

Kropotkin, τα οποία όμως τα ιδιοποιήθηκαν τελικά καπιταλιστικές κτηματικές εταιρίες, ενώ

ο Robert Moses123, ο οποίος ξεκίνησε στις αρχές του αιώνα ως «προοδευτικός» από πολιτική

άποψη (εμπνεόμενος από τον ουτοπικό σοσιαλισμός τον οποίο περιέγραψε ο Edward

Bellamy στο Looking backwards), κατέληξε σε «μεσίτη της εξουσίας» που «έφερε τον

μπαλτά του χασάπη» στον Μπρονξ στο όνομα της διάδοσης του αυτοκινήτου στην

123Ας κρατήσουμε αυτό το όνομα. Θα μας απασχολήσει στο επόμενο κεφάλαιο. Σημ. Συντ.[69]

Page 70: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Αμερική»124. Η πρωτοπορία της αρχιτεκτονικής, που θα συγκροτήσει το μοντέρνο κίνημα, το

πρώτο πραγματικά διεθνές στυλ, σε όλες τις εκφάνσεις της και με διαφορετικές πολιτικές

κα ιδεολογικές καταβολές θα συνδεθεί στενά με το άρμα του εκσυγχρονισμού και της

τεχνολογίας, θα αναζητήσει εκεί τα εργαλεία που θα έδιναν λύση στα προβλήματα της

κοινωνίας και του αστικού χώρου. Είναι μια περίοδος που όλες οι προτάσεις, ακόμα και οι

πιο τεχνοκρατικές, οφείλουν να ορισθούν από μια συνολική πρόταση για ένα νέο τρόπο

ζωής. Έτσι, πέρα από τα αριστουργήματα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής στα μεμονωμένα

κτίσματα που θα κατασκευαστούν κατά το μεσοπόλεμο και ειδικά στην ευνοϊκή περίοδο

του 20, θα βγουν στο φως μια πληθώρα από πολεοδομικά και χωροταξικά σχέδια. Ο Daniel

Burnham, που θα παρουσιάσει το 1893 τη «Λευκή Πόλη» για τη Διεθνή Έκθεση του Σικάγου

και το Περιφερειακό σχέδιο του Σικάγου το 1907, θα συμβουλεύσει τους σχεδιαστές «Να

μην κάνετε μικρά σχέδια»125 και θα δώσει από νωρίς το μοντερνιστικό στίγμα, το οποίο ο

Tony Garner θα επιδείξει και στη γραμμική βιομηχανική πόλη του, το 1903.

Η πίστη στην κοινωνική και τεχνολογική πρόοδο, στην ταχύτητα και τη βιομηχανική

ανάπτυξη μπορεί να υλοποιηθεί μόνο μέσα από την συνολική κρατική ρύθμιση, την οποία

στα χρόνια του 30 προσέφεραν μόνο η Σοβιετική Ένωση, η φασιστική Γερμανία και Ιταλία, η

και η Αμερική υπό το New Deal του προέδρου Ρούζβελτ. Όμως πριν φτάσουμε εκεί είχαν

προηγηθεί τα χρόνια του 1920, που για την αρχιτεκτονική και την πόλη θα είναι πολύ

σημαντικά. Το 1919 θα ιδρυθεί στη Βαϊμάρη, η σχολή Bauhaus και το 1925 θα μετακομίσει

στο Dessau. Από εκεί θα περάσει το μεγαλύτερο κομμάτι της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας,

από τον Walter Gropius, τον Hannes Meyer και τον Mies van der Rohe μέχρι τον Wassily

Kandinsky, τον Paul Klee και τον Johannes Itten. H συμβολή της στις πολιτιστικές

αναζητήσεις θα είναι αξεπέραστη και διαχρονική αλλά εδώ θα την αναγνωρίσουμε από ένα

ορισμένο πρίσμα. Η μαζική παραγωγή και ο βιομηχανικός σχεδιασμός που στο Bauhaus

βρήκαν την πιο ανεπτυγμένη έκφρασή τους θα φέρει πληθώρα προτάσεων για νέες

πρότυπες πόλεις και συγκροτήματα κατοικιών, ένα νέο μοντέλο συλλογικής κατοικίας με

κτίρια πρόνοιας. Σε μια τέτοια κατεύθυνση κινείται για παράδειγμα το σχέδιο για μια πόλη

20.000 εργατών των εργοστασίων Junkers, το 1932, ή ακόμα και το ίδιο το κτίριο της σχολής

στο Dessau, σε σχέδια του ίδιου του Gropius. Στην Αυστρία ο Adolf Loos, θα γίνει ο

προϊστάμενος αρχιτέκτονας στο Υπουργείο Στέγασης της Βιέννης και θα σχεδιάσει

αξιοποιώντας το Raumplan, ένα πολύπλοκο σχέδιο χώρων που επεξεργαζόταν χρόνια, το

συγκρότημα Heuberg με ανισοϋψή επίπεδα και μικρά κομμάτια γης για κάθε κάτοικο. Στην

124 Harvey (2007)125 Harvey (2007)

[70]

Page 71: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

«Κόκκινη Βιέννη» 126, το κοινωνικό έργο της σοσιαλιστικής διακυβέρνησης περιλάμβανε την

εκτεταμένη κατασκευή λαϊκών κατοικιών. Μέχρι το 1933 είχαν χτιστεί πάνω από 60.000

τέτοιες, στην πλειοψηφία τους μικρά διαμερίσματα με κοινόχρηστες δραστηριότητες και

εσωτερικές αυλές. Τα πιο μεγάλα όμως προγράμματα μαζικής παραγωγής κατοικιών για τα

χαμηλότερα στρώματα θα γίνουν στις πόλεις της Γερμανίας, την περίοδο της Δημοκρατίας

της Βαϊμάρης127, και ειδικά στη Φρανκφούρτη, με αδιαφιλονίκητο πρωταγωνιστή τον Ernst

May. O ίδιος θα είναι ο επικεφαλής του 10ετούς προγράμματος κατασκευής νέων

κατοικιών που θα συντάξει το 1925 ο δήμος Φρανκφούρτης, ο σχεδιαστής των οικισμών

Romerstadt και Praunheim, και ο υποκινητής του 2ου CIAM με τίτλο «την αναζήτηση των

ελάχιστων διαστάσεων στην κατοικία», τη minimumexistenz. Η βασική επιδίωξη ήταν

συγκροτήματα με μικρά διαμερίσματα, που θα προωθούταν η συλλογική ζωή και οι κοινές

ενασχολήσεις των ενοίκων μέσα από μεγάλους κοινόχρηστους χώρους αθλητικών,

πολιτιστικών και άλλων δραστηριοτήτων. Πάνω στην ίδια λογική θα κατασκευαστεί το 1927

το συγκρότημα Hufeisendsiedlung από τους Bruno Taut και Martin Wagner, αλλά μια πιο

έντονη καλλιτεχνική διάθεση όπως φανερώνει η δυναμικότητα του καμπύλου στοιχείου.

Θα λέγαμε ότι τέτοια στοιχεία δεν είναι συνηθισμένα στα σχέδια των Γερμανών

αρχιτεκτόνων της περιόδου, μάλλον ενσυνείδητα. Όπως θα πει ο ίδιος ο Ernst May: «Αυτό

δε φέρει αισθητική απογοήτευση, αλλά μάλλον μια συνολική όψη της πόλης πιο

αναπαυτική που, μετά το χάος στην οικοδομή του 19ου αιώνα, πρέπει να είναι η βάση για

την εξυγίανση της αρχιτεκτονικής»128.

Για πολλούς από τους Ευρωπαίους αρχιτέκτονες, η πρόταση για ένα διαφορετικό

οικιστικό μοντέλο, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με το αγώνα για μια διαφορετική κοινωνία.

Και πουθενά αλλού δεν ήταν τόσο έντονο αυτό όσο στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση που

πραγματικά προσπαθούσε να οικοδομηθεί μια νέα κοινωνία. Μερικοί από τους πιο

σημαντικούς αρχιτέκτονες της εποχής θα μετακομίσουν στην Ε.Σ.Σ.Δ. ειδικά από όταν

άρχισαν οι διώξεις τους από τα αυταρχικά καθεστώτα. Ο πρώην διευθυντής του Bauhaus

Meyer θα στείλει ένα τηλεγράφημα στις 10 Οκτώβρη 1930 στον ανταποκριτή της Pravda A.

Gatman με το οποίο θα ανακοινώσει «Ύστερα από χρόνια δουλειάς στο καπιταλιστικό

καθεστώς έχω πια πειστεί πως η εργασία μέσα στις καπιταλιστικές συνθήκες δεν έχει

126 Το διάστημα 1923−1934 στην εξουσία της πρωτεύουσας της Αυστρίας βρίσκονται οι σοσιαλιστές που θα υλοποιήσουν ένα εργατικό πρόγραμμα αντιστεκόμενοι στις συνεχείς αστικές επιθέσεις.127 Το γερμανικό κράτος που δημιουργείται μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι την άνοδο του Χίτλερ, ένα προοδευτικό για την εποχή του κοινοβουλευτικό καθεστώς με εργατικές μεταρρυθμίσεις ονομάζεται και «Δημοκρατία της Βαϊμάρης» από την πόλη που συγκλήθηκε η εθνοσυνέλευση που συνέταξε το νέο σύστημα που τερμάτισε τη Γερμανική Αυτοκρατορία.128 Καρύδης (2006)

[71]

Page 72: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

κανένα νόημα… Φεύγω για τη Σοβιετική Ένωση για να εργαστώ εκεί που πλάθεται μια

γνήσια σοσιαλιστική κουλτούρα και πραγματοποιείται ο σοσιαλισμός, εκεί που υπάρχει

επιτέλους αυτή η κοινωνία για την οποία εμείς αγωνιστήκαμε εδώ, μέσα στις συνθήκες του

καπιταλισμού. Από τους ρώσους συντρόφους ζητώ να μη με θεωρήσουν εμένα και την

ομάδα μου σαν ειδικούς χωρίς ψυχή που έχουν δικαίωμα σε δεν ξέρω τι είδους προνόμια.

Ζητώ να μας θεωρήσουν σαν συντρόφους στη δουλεία και στις ιδέες έτοιμους να

προσφέρουμε όλες τις γνώσεις, όλες τις δυνάμεις μας κι όλη μας την πείρα στο σοσιαλισμό

και στην επανάσταση»129. Για τους σοβιετικούς σχεδιαστές και τους ευρωπαίους συμμάχους

τους, η πρόκληση ήταν «… να ξεχάσουν τις προνομιούχες ιδιότητες της πρωτοπορίας...να

δεχτούν δηλαδή τον πολιτικό αγώνα έχοντας τα ίδια όπλα με τους άλλους ανθρώπους»130.

Έτσι στα επόμενα χρόνια η Σοβιετική Ένωση θα γίνει πεδίο για μια συνολική συζήτηση γύρω

από το χτισμένο περιβάλλον, τη σχέση του με τη φύση και τις κοινωνικές σχέσεις που θα

φέρει μερικές από τις πιο ριζοσπαστικές προτάσεις, άλλες προσπαθώντας να βρουν τους

χώρους κατοίκισης μέσα στην πόλη που αντιστοιχούν στο σοσιαλισμό, άλλες αρνούμενες

συνολικά την ιδέα της πόλης και τη διάκρισή της από την ύπαιθρο, άλλες πιο «ρεαλιστικές»

προτάσεις άμεσης υλοποίησης και άλλες που φλέρταραν ανοιχτά με τη φαντασία131.

Στην άλλη άκρη από αυτούς θα βρούμε το κομμάτι των Ιταλών φουτουριστών,

όπως του Marinetti και του Sant’Elia που ο θαυμασμός τους στη δύναμη, τη μηχανή και την

ταχύτητα θα τους οδηγήσει σε υμνητές του φασιστικού καθεστώτος του Μουσολίνι και της

«Ιταλικής Περηφάνιας», όπως θα ονομάσουν το πολιτικό τους μανιφέστο. Το μοντέρνο

λεξιλόγιο ακόμα και αν χρησιμοποιήθηκε από το ιταλικό καθεστώς δεν θα καταφέρει να

γίνει το πρότυπο που θα αναζητήσουν στην Ιταλία και τη Γερμανία. Η ορθολογική

οργάνωση της παραγωγής, για να συνδυαστεί με ένα καταφανώς παράλογο πολιτικό

καθεστώς θα χρειαστεί μορφές δανεισμένες από ένα υποτιθέμενο λαμπρό παρελθόν και

έτσι η επιστροφή σε ένα αυταρχικό κλασικισμό θα είναι η καλύτερη επιλογή και ο Albert

Speer, ο αρχιτέκτονας του Χίτλερ, ο καλύτερος εκφραστής του. Για πολλούς λόγους, η

μοντέρνα αρχιτεκτονική δεν θα γίνει ούτε η επιλογή της Σοβιετικής Ένωσης, που τα

πεντάχρονα πλάνα της είχαν προτεραιότητα την οικονομική ανασυγκρότηση και την

βιομηχανική ανάπτυξη παρά τις νέες αναζητήσεις, που στο εξής θα θεωρούνται

ιδεαλιστικές και μη μαρξιστικές και θα καταπολεμηθούν. Και αν η δική μας απογοήτευση

είναι μεγάλη, φανταστείτε πως θα ήταν για τους ίδιους τους καλλιτέχνες που αφιέρωσαν το 129 Kopp (1976)130 Τουρνικιώτης (2002)131 Για την πόλη και την αρχιτεκτονική στη Σοβιετική Ένωση, βλ. Παπαδοπούλου- Συμεωνίδου (1995), Βογιάζος (1979), Καστέλς, Κοπ(1980). και πάνω από όλα του Kopp (1976)

[72]

Page 73: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

έργο και τη ζωή τους σε ένα καθεστώς που τους απέρριψε, που οδήγησε το μεγαλύτερο

επαναστάτη ποιητή Μαγιακόφσκι στην αυτοκτονία. Έτσι λίγα χρόνια αργότερα θα δούμε

στην έκθεση στο Παρίσι, το 1937, να ανταγωνίζεται σε μεγαλοπρέπεια και επίδειξη ισχύς,

το τεράστιο σύμβολο του σφυροδρέπανου πάνω σε ένα κλασσικό επιβλητικό ρώσικο

περίπτερο με το αντίστοιχο με τον αγκυλωτό σταυρό.

Η μεγάλη πορεία του μοντέρνου κινήματος όμως δεν περιλαμβάνει μόνο αυτά.

Άλλωστε «το μοντέρνο κίνημα δεν είναι το νιοστό στυλ που απλώς αντιτίθεται στα

προηγούμενα και ανάγεται σε ένα απλό ρεπερτόριο μορφών: είναι ένα συνολικό κίνημα

που μπορεί να διευρυνθεί απεριόριστα χάρη στην ανοιχτή και τη μη αποκλειστική αντίληψή

του»132. Για το λόγο αυτό δεν θα μπορούσαμε να ευελπιστούμε σε μια συνολική καταγραφή

των επιτευγμάτων της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου. Πρέπει ωστόσο να

αναγνωρίσουμε κάποια χαρακτηριστικά που και είναι συνδετικοί κρίκοι σε ευρύ φάσμα

αρχιτεκτόνων αλλά και καθορίζονται από την εποχή τους και, όπως είναι και θέμα της

εργασίας μας, από τις οικονομικές εξελίξεις. Ο Bruno Zevi θα συνοψίσει την σχέση της

μοντέρνας αρχιτεκτονικής με την πολεοδομία με ένα νέο όρο. «…η πολεοαρχιτεκτονική. Όχι

πια τετράγωνα γεμάτα κτίσματα που εναλλάσσονται με κενά σχηματίζοντας δρόμους και

πλατείες… Ξεπερνώντας την παραδοσιακή διχοτόμηση πόλης- υπαίθρου, η

πολεοαρχιτεκτονική διαχέεται στο ύπαιθρο, ενώ φυσικά κομμάτια της υπαίθρου

εισβάλλουν στον μητροπολιτικό ιστό. Πόλη- γη, όχι από τη μια μεριά υπερσυνωστισμένα,

μολυσμένα, χαώδη, ανθρωποκτόνα συγκροτήματα και, από την άλλη, χωρία έρημα και

εγκαταλειμμένα»133. Και το κρίσιμο εργαλείο, που θα ενώνει τους τόπους και οδηγεί τους

ανθρώπους όπου επιθυμούν είναι το αυτοκίνητο. Το αμάξι θα είναι μια από τις μηχανές

που θα στιγματίσουν τη σύγχρονη πόλη. Οι πόλεις μπορούν πλέον να επεκτείνονται αφού

οι αποστάσεις είναι μηδαμινές με τις τέσσερις ρόδες. Οι διαφορετικές ζώνες της κατοικίας,

της παραγωγής, των αγροτικών γαιών, που διαπλέκονται πια σε ενιαία σύνολα μπορούν να

δεχτούν εκατομμύρια κατοίκους. Αυτοί θα ζουν σε τυποποιημένες κατοικίες. Έτσι ο πιο

γνωστός, ίσως, αρχιτέκτονας του 20αιώνα μας προτείνει να μάθουμε «τη νοοτροπία του να

σχεδιάζουμε τυποποιημένες κατοικίες» και «τη νοοτροπία του να κατοικούμε σε

τυποποιημένες κατοικίες»134. Έτσι ο ίδιος θα κάνει εκατοντάδες σχέδια, για οικισμούς και

πόλεις, άλλες με επαναλαμβανόμενες ανεξάρτητες κατοικίες «Domino», άλλες με

συγκροτήματα «πολυκατοικιών με βίλες», μέχρι και τεράστιες μεγαλουπόλεις

132 Τουρνικιώτης (2002)133 Zevi (1986) 134 Le Corbusier (2005)

[73]

Page 74: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

εκατομμυρίων κατοίκων με κατοικίες, χώρους δουλείας, δρόμους και διαμερίσματα να

συνδιαλέγονται στα ίδια σχέδια.

To πιο γνωστό, πολυσυζητημένο και αμφιλεγόμενο κείμενο της μοντέρνας

πολεοδομίας, θα βγει το 1943, όταν ο Le Corbusier θα εκδώσει σε βιβλίο με τίτλο «Η Χάρτα

των Αθηνών» τις αποφάσεις του 4ου CIAM, που έγινε δέκα χρόνια πριν. Σε ένα πλοίο από τη

Μασσαλία μέχρι το λιμάνι του Πειραιά και στη συνέχεια στην Αθήνα, οι μοντέρνοι

αρχιτέκτονες θα συζητήσουν και θα βάλουν τις βασικές αρχές για την «λειτουργική πόλη».

Το έργο αυτό θα γίνει το μανιφέστο πάνω στο οποίο θα βασιστεί η μοντέρνα, και συνήθως

κυρίαρχη, πολεοδομία για πάνω από 3 δεκαετίες.

Έχουμε ήδη περιγράψει ότι η σχέση και η έμπνευση της μοντέρνας αρχιτεκτονικής

από τη βιομηχανική παραγωγή και τις μηχανές είναι βαθιά και διαχρονική. Στο πρώτο

τεύχος του περιοδικού- ορόσημο του μοντερνισμού, «L’ Espirit Nouveau» θα διατυπωθεί

ξεκάθαρα. «Το στυλ μιας εποχής βρίσκεται στην τρέχουσα παραγωγή και όχι, όπως

πιστεύουν οι περισσότεροι, σε προϊόντα διακοσμητικών προθέσεων, που είναι απλώς

περιττά και επιπλέον παρεμποδίζουν την πνευματική λειτουργία που διαμορφώνει τα

στοιχεία ενός στυλ»135. Αν αυτό αληθεύει τότε που θα μπορούσε να φανεί πιο καθαρά από

ότι στη χώρα στο έδαφος της οποίας συνέβαιναν την εποχή εκείνη οι μεγαλύτερες εξελίξεις

και αλλαγές στην οικονομία και τη βιομηχανική παραγωγή.

Μέχρι τα μέσα του 1930, πέρα από κάποιους μεγάλους αρχιτέκτονες και ειδικά το

Frank Lloyd Wright, η εικόνα των αστικών κέντρων καθοριζόταν από ένα ιδιότυπο

αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο που διαφοροποιούταν και από την ευρωπαϊκή μοντέρνα ελίτ αλλά

και από τον ιστορικισμό παίρνοντας στοιχεία και από τα δύο. Το μοντερνιστικό αυτό στυλ

θα χαρακτηρίσει τα ψηλά κτίρια γραφείων μεγάλων επιχειρήσεων, τα ξενοδοχεία, τα

κεντρικά γραφεία εφημερίδων και εκδοτικών οίκων κ.α. που θα ανεγερθούν στο κέντρο

μεγάλων πόλεων και ειδικά στη Νέα Υόρκη, όπως το κτίριο της Chrysler του Van Alen ή το

κτίριο Rockefeller των Reinhard & Hofmeister, Corbett Harrison & MacΜurray και Hood &

Fouilhoux. Σε αυτό μάλιστα θα κληθεί να κάνει μια τεράστια τοιχογραφία ο κομμουνιστής

μεξικάνος ζωγράφος Diego Rivera, ο οποίος θα σχεδιάσει τον «Άνθρωπο στο Σταυροδρόμι»,

που θα έχει μέχρι και το πρόσωπο του πιο μισητού, ίσως, ανθρώπου για την αστική τάξη

των Η.Π.Α., τον Λένιν. Όπως καταλαβαίνουμε το έργο δεν θα παραμείνει παρά μόνο για

λίγες μέρες, ικανές ωστόσο να προκαλέσουν σάλο διεθνώς. Τα κτίρια αυτά επιδείκνυαν την

135 Le Corbusier (2005)[74]

Page 75: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

ισχύ των μονοπωλίων που βασιζόμενα στον «φορντισμό- τεϋλορισμό» γνώριζαν τη

δεκαετία του 1920 σημαντική άνοδο στα κέρδη τους136. Αυτό καθόρισε αυτή την συνθετική

τεχνοτροπία «… που η αναγκαιότητά της φαίνεται να προέκυψε μέσα από την αυθόρμητη

επιθυμία να δοξαστεί ο θρίαμβος της δημοκρατίας και του καπιταλισμού στον Νέο

Κόσμο»137. Τα πράγματα βέβαια θα αλλάξουν τα επόμενα χρόνια όταν η κρίση θα χτυπήσει

την αμερικάνικη κοινωνία. Ο αρχιτέκτονας Buckminster Fuller θα προτείνει οι άδειοι

ουρανοξύστες των που θα άδειαζαν λόγω της ύφεσης να γίνουν κατοικίες έκτακτης ανάγκης

για τους άστεγους.

Η οικονομική ανάπτυξη θα φέρει την κρίση. Η αδυναμία υπέρβασης της και η

άνοδος του εργατικού κινήματος θα φέρει το New Deal του προέδρου Ρούζβελτ και το

λεγόμενο «κράτος πρόνοιας». «Εμφανίστηκε ως απάντηση στην ανικανότητα της διοίκησης

Χούβερ να αντιμετωπίσει τη Μεγάλη Ύφεση του 1929-1933 και περιλάμβανε ένα σύνολο

παρεμβάσεων που ήταν αντίθετες προς την παραδοσιακή πολιτική φιλοσοφία των Η.Π.Α.

(laissez- faire) και προωθήθηκαν κατά κύριο λόγο τους τρεις πρώτους μήνες της προεδρίας

Ρούζβελτ (από εδώ και η έκφραση «Εκατό Μέρες», που χρησιμοποιείται έκτοτε για την

πρώτη περίοδο μιας νέας κυβέρνησης)»138. Περιλαμβάνει μια σειρά από κρατικά

προγράμματα κατά της ανεργίας και της παιδικής εργασίας, εξασφάλισης ελάχιστου

μισθού, ανώτατου χρόνου εργασίας και συλλογικών διαπραγματεύσεων. Το απαραίτητο

συμπλήρωμα της οικονομικής θεωρίας θα έρθει από τον Βρετανό οικονομολόγο John

Maynard Keynes ο οποίος πρότεινε ένα μοντέλο που οι ικανοποιητικοί μισθοί και οι

μεγάλες κοινωνικές παροχές από το κράτος θα εξασφάλιζαν την βελτίωση του βιοτικού

επιπέδου των πολιτών, την κατανάλωση των προϊόντων, την κερδοφορία του κεφαλαίου

και τον περιορισμό των κοινωνικών αναταραχών. Οι ιδέες του είχαν εμφανιστεί από

νωρίτερα αλλά μετά την έγιναν παγκόσμια αποδεκτές από τα μέσα της δεκαετίας του 1930

και κυρίως μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στα ζητήματα της κατοικίας το New Deal περιλάμβανε τον Στεγαστικό Νόμο του

1934 με τον οποίο ξεκινά μια σειρά μεγάλων πολεοδομικών προγραμμάτων που θα

κρατήσει ακόμα και μέσα στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Την ίδια περίοδο, ένα μεγάλο μέρος

136 Ήδη από νωρίτερα κτίρια γραφείων μεγάλων εταιρειών γίνονταν σύμβολα της δύναμης τους. Ένα τέτοιο ήταν το κτίριο που στεγάζονταν οι Times του Λος Άντζελες. Το 1890 ο διευθυντής Harrison Gray Otis για να σταματήσει τις αντιπαραθέσεις με το πολύ ζωντανό κίνημα των τυπογράφων, έχτισε ένα κτίριο φρούριο με πύργους- σκοπευτήρια. Το 1910 τα κεντρικά της εφημερίδας θα καταστραφούν από έκρηξη που θα προκαλέσουν εργάτες σαμποτέρ. (Mike Davis: Fortress Los Angeles: The militarization of urban space, στο Sorkin (1992)137 Frampton (1999)138 Μηνακάκης (2008)

[75]

Page 76: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

ευρωπαίων αρχιτεκτόνων, στράφηκε προς τις Η.Π.Α. για να αποφύγει τα φασιστικά

καθεστώτα και τον πόλεμο και ήρθε άμεσα σε επαφή με καλλιτεχνικούς και ακαδημαϊκούς

κύκλους. «Δεν χωρά αμφιβολία ότι το New Deal αποδείχτηκε ο μεγαλύτερος προστάτης των

τεχνών σ’ αυτή τη δεκαετία… Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι οι αρχιτέκτονες και οι

πολεοδόμοι ήταν ώριμοι να δεχτούν το μήνυμα από την άλλη μεριά του ωκεανού, για μια

καινούργια τεχνοτροπία που απέκλειε το περιττό, αναγνώριζε μονάχα το λειτουργικό και

διακήρυσσε ότι το σπίτι είναι μια μηχανή για να κατοικείς, έκφραση που ταιριάζει απόλυτα

σε μια τεχνοκρατική εποχή»139. Τα πιο γνωστά οικιστικά προγράμματα του New Deal ήταν η

Tennessee Valley Authority, που θα κατασκευάσει εντυπωσιακά έργα όπως φράγματα και

γέφυρες, και οι νέες πόλεις Greenbelt του Clarence Stein, με τη δημιουργία μικρότερων

κηπουπόλεων. Ταυτόχρονα θα σχεδιαστούν, χρηματοδοτούμενα από τη Διεύθυνση

Αγροτικής Ασφάλισης, πολλά χωρία όπως η αγροτική κοινότητα Chandler στην Αριζόνα από

τον Vernon De Mars, ενώ εξαιρετικά παραδείγματα είναι και οι οικισμοί New Kensington

στην Πενσυλβανία, που χτίστηκε το 1940 σε σχέδια των Gropius και Breuer, και Channel

Heights στο San Pedro του Λος Άντζελες από τον Richard Neutra. Την ίδια στιγμή σε όλα τα

εδάφη της χώρα σχεδιάζονται και ανοικοδομούνται με μοντέρνα τεχνοτροπία δημόσια

έργα όπως νοσοκομεία, δημαρχεία, σχολεία και πανεπιστήμια. Θα ξεκινήσει μια περίοδος

που θα κορυφωθεί μεταπολεμικά, που η αρχιτεκτονική ελίτ κάθε εποχής κάνει την

παρουσία της αισθητή στο δημόσιο χώρο της ισχυρότερης χώρας του πλανήτη.

Στην Αγγλία σε όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου γίνονται κάποιες προσπάθειες

για υιοθέτηση προγραμμάτων κοινωνικής μέριμνας και στέγασης. Στα πρώτα χρόνια μετά

τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο θα προσφερθούν 170.000 νέες κατοικίες μέσα από ένα κρατικό

πρόγραμμα επιδοτήσεων. Τα προγράμματα κοινωνικής κατοικίας θα συνεχιστούν, σε

μικρότερη ένταση από τις άλλες χώρες, αλλά «ήταν φανερό ότι οι κρατικές ενισχύσεις στη

στεγαστική αποκατάσταση στόχευαν πλέον, είτε σε περιορισμένα προγράμματα (πχ,

επαναστέγαση λόγω των προγραμμάτων κατεδάφισης slums), είτε σε μια σταδιακή

‘επαναφορά’ της ιδιωτικής αγοράς στη διαδικασία παραγωγής κατοικίας»140. Όταν η

οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1930 θα χτυπήσει την Αγγλία ακόμα και αυτές οι

δαπάνες θα περικοπούν. Το «κράτος πρόνοιας» θα υπάρξει στη χώρα αυτή, μόνο μετά τον

Β Παγκόσμιο Πόλεμο.

139 Frampton (1999)140 Καρύδης (2006)

[76]

Page 77: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Τέλος, στο Άμστερνταμ, εμφανίζεται ένα από τα λίγα παραδείγματα διαρρύθμισης

μιας ολόκληρης πόλης, καθώς από το 1928 ως το 1934, υπό τη διεύθυνση του Van Eesteren,

εκπονείται το νέο πολεοδομικό σχέδιο. Σε αυτό τα δύο μέρη της πόλης θα ενοποιηθούν

μέσα από το εξωτερικό περιβάλλον χωρίς να μεταμορφώνεται το παλαιό μέρος της πόλης.

Τα πάρκα, η λίμνη Sloterplas, και ένα νέο μεγάλο δάσος θα παίξουν τον κεντρικό ρόλο στην

ανάπτυξη και ενοποίηση της πόλης.

Κλείνοντας, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι η επίδραση της κρίσης είναι

καθοριστική για τους μετασχηματισμούς της πόλης τόσο σε αυτή την περίοδο, όσο και στα

μεταπολεμικά χρόνια. Ωστόσο είναι αρκετά διαφορετική για κάθε χώρα. Η κρίση θα

γεννήσει σε ένα βαθμό (μαζί με τους ταπεινωτικούς όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών)

το γερμανικό φασισμό και την αυταρχική κλασικιστική αρχιτεκτονική του . Σε άλλες χώρες,

όπως στην Αγγλία, θα λειτουργήσει ως αιτία για την περαιτέρω μείωση των παροχών του

κράτους προς τους εργαζόμενους. Στις Η.Π.Α. θα γίνει ο λόγος που θα εδραιωθεί η νέα

πολιτική του New Deal που θα αυξήσει τον κρατικό παρεμβατισμό και τα πολεοδομικά

προγράμματα.

Πλησιάζοντας στα τέλη της δεκαετίας του 1930, όλα έδειχναν ότι κάτι μεγάλο θα

συμβεί για να τερματίσει μια κατάσταση που δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο. «Εφεξής,

ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος δεν ήταν μόνο προβλέψιμος, αλλά και η πρόβλεψή του έγινε

θέμα ρουτίνας. Όσοι ενηλικιώθηκαν στη δεκαετία του ’30 τον περίμεναν»141. Ειδικά όταν τα

αποτελέσματα της κρίσης άρχισαν να ζώνουν όλο τον κόσμο, δικτάτορες ξεκινούσαν για να

κατακτήσουν τον κόσμο και εργατικά κινήματα απειλούσαν να ακολουθήσουν το δρόμο της

Ρωσίας, τα τύμπανα του πολέμους άρχισαν να ηχούν. Η πιο αιματηρή σύγκρουση στην

ιστορία της ανθρωπότητας, δεν θα φέρει το τέλος της. Αντιθέτως θα δώσει τη δυνατότητα

στον παγκόσμιο καπιταλισμό να μαζέψει τα κομμάτια του, να ανασυνταχθεί για να

ξεκινήσει τη νέα του μάχη, απέναντι στην «κόκκινη απειλή». Τα μεταπολεμικά χρόνια θα

είναι γίνουν τα «χρυσά» χρόνια της σύγχρονης εποχής, μια περίοδος πρωτόγνωρης

σταθερότητας και ευημερίας για τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Όμως η ιστορία θα

φανεί και πάλι εκδικητική και, πιστή στο ραντεβού της, θα φέρει και πάλι από το 1970 και

μετά, μια νέα περίοδο κρίσης.

141 Hobsbawm (2006)[77]

Page 78: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

1950- 2009: Από τα «χρυσά χρόνια» στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία της

κρίσης.

Με μια πρώτη ματιά η περίοδος που περιγράφεται σε αυτό το κεφάλαιο δεν είναι

παρά ένα τυπικό παράδειγμα ενός μακρού κύματος της καπιταλιστικής οικονομίας, που

περιλαμβάνει μερικές δεκαετίας ανόδου της καπιταλιστικής κερδοφορίας και κάποιες

άλλες κρίσης. Στην περίπτωσή μας, οι αντίστοιχες περίοδοι είναι από το τέλος του Β

Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και από τότε μέχρι σήμερα. Αν

όμως σκεφτούμε πως είναι ο κόσμος σήμερα και πως ήταν μισό αιώνα πριν θα

εντυπωσιαστούμε από την ταχύτητα και την ποιότητα των αλλαγών που έχουν συμβεί σε

όλα τα επίπεδα. Αντιλαμβανόμενοι μάλιστα ότι σε μερικές από αυτές είμαστε και ζωντανοί

παρατηρητές, από μια χώρα που μπορεί να μην βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της

καπιταλιστικής ανάπτυξης αλλά δεν παρακολουθεί αμέτοχη τις εξελίξεις, με δυσκολία θα

μπορούσαμε να εκλάβουμε τα χρόνια αυτά σαν ένα σύνολο, σαν μια περίοδο που μπορεί

να περιγραφεί με ενιαίο τρόπο. Ωστόσο, ακριβώς αυτοί οι μετασχηματισμοί που συνθέτουν

μια αλλαγή ιστορικού παραδείγματος, είναι αυτοί που, αν μελετηθούν στην εξέλιξή τους

μας δείχνουν ακριβώς τη σχέση μεταξύ των μεταβολών στην οικονομία και την πολιτική και

αυτών στην αστεακή πραγματικότητα.

Ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος τερματίζεται επίσημα στις 2 Σεπτεμβρίου 1945 με την

επίσημη υπογραφή της παράδοσης της Ιαπωνίας. Όπως έχουμε ήδη περιγράψει τα δομικά

στοιχεία πάνω στα οποία θα στηθεί ο μεταπολεμικός κόσμος έχουν ήδη εμφανιστεί και

εφαρμοστεί σε ένα βαθμό από τη δεκαετία του 1930. Η έναρξη λοιπόν της περιόδου αυτής

στο 1950 είναι σχηματική. Βέβαια, ένας κάτοικος της Ελλάδας, δύσκολα θα θεωρούσε ότι η

περίοδος που ονομάζεται «μεταπολεμική» ξεκινάει νωρίτερα από τα μέσα της δεκαετίας

του 1950.Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε με ευκολία να χωρίσουμε την περίοδο αυτή σε δύο

μέρη, με το πρώτο να περιλαμβάνει τις δεκαετίες του 50 του 60 και μέχρι τα μέσα του 1970

και το δεύτερο να ξεκινά από τότε και να φτάνει μέχρι της μέρες μας. Το τέλος του Β

Παγκοσμίου Πολέμου και οι συμφωνίες μεταξύ των νικητών που θα ακολουθήσουν θα

χωρίσουν τον κόσμο σε δύο στρατόπεδα και θα εγκαινιάσουν την έναρξη μιας νέας

παγκόσμιας αντιπαράθεσης και πολεμικής απειλής που θα μείνει γνωστή ως Ψυχρός

Πόλεμος. Από τη μεριά του καπιταλιστικού κόσμου οι Η.Π.Α. αποκτούν μια αδιαφιλονίκητη

παγκόσμια ηγεμονία που επεκτείνεται σε όλο τον κόσμο πέρα από τις σοσιαλιστικές ή φίλο-

[78]

Page 79: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

σοσιαλιστικές χώρες. Η ηγεμονία αυτή δεν θα είναι μόνο στρατιωτική και πολιτική αλλά σε

ένα συνολικό πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Στο τέλος του πολέμου, οι ΗΠΑ, δεν είχαν

υποστεί τις ζημιές των άλλων χωρών, παρήγαγαν τα δύο τρίτα της παγκόσμιας

βιομηχανικής παραγωγής και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τους ήταν διπλάσιο από τη Γαλλία και

τη Γερμανία, πενταπλάσιο από την Ιαπωνία και 50% μεγαλύτερο από την Αγγλία. Η

αμερικάνικη πρωτοκαθεδρία δεν αμφισβητείται μέχρι το τέλος του αιώνα, ωστόσο η

τεράστια απόσταση που έχει από τις υπόλοιπες καπιταλιστικές χώρες στις αρχές τις

δεκαετίας του 50, είναι αναπόφευκτο να μειώνεται συνεχώς τα επόμενα χρόνια.

Οι πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες θα ονομαστούν «χρυσά χρόνια», «τριάντα

ένδοξα χρόνια», «τέταρτο του αιώνα της Χρυσής Εποχής των Αγγλοαμερικανικών» και

άλλες φράσεις που συνοψίζουν την μεγάλη περίοδο οικονομικής ανάκαμψης και

ευημερίας. Τo 1959, o Harold Macmillan θα κερδίσει τις εκλογές στην Αγγλία με βασικό

σύνθημα το «ουδέποτε άλλοτε περνούσατε τόσο καλά»142. Ένας μεγάλος Αμερικάνος

συγγραφέας θα περιγράψει το κλίμα ευφορίας που επικρατούσε μετά τον πόλεμο στη

χώρα του με τα παρακάτω λόγια: «Το κύμα της ενεργητικότητας ήταν μεταδοτικό. Δεν

υπήρχε τίποτα το άψυχο γύρω μας. Οι θυσίες και οι περιορισμοί είχαν τελειώσει. Η Υφεση

είχε λήξει. Τα πάντα βρίσκονταν σε κίνηση. Το καπάκι της χύτρας είχε βγει. Οι Αμερικάνοι

ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν μαζικά, όλοι μαζί… Υπήρχε η σταθερή απόφαση της γειτονιάς ,

της κοινότητας ότι εμείς, τα παιδιά, έπρεπε να ξεφύγουμε από την φτώχεια, την άγνοια, την

αρρώστια, τα κοινωνικά τραύματα και την καταπίεση – να ξεφύγουμε προπάντων από την

ασημαντότητα. Δεν πρέπει να αποτύχετε! Πρέπει να πετύχετε!»143.

Αυτό βέβαια, όπως και όλες οι προηγούμενες χρυσές εποχές, θα συμβεί μόνο για

τις αναπτυγμένες και ισχυρές χώρες του πλανήτη. Ακόμα πάντως και για τον λεγόμενο Τρίτο

Κόσμο, η όποια άλλη ονομασία του δώσουν οι διπλωμάτες, η περίοδος αυτή, αν και απέχει

πολύ από το να είναι «χρυσή», φαντάζει σήμερα πολύ καλύτερη από τα χρόνια που θα

ακολουθήσουν. Μέσα σε 35 χρόνια ο πληθυσμός της Αφρικής, της Ανατολικής και της

Νότιας Ασίας υπερδιπλασιάστηκε ενώ η αύξηση στην Λατινική Αμερική θα είναι ακόμα

μεγαλύτερη. Θα λέγαμε ότι στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα σχεδόν ολόκληρος ο κόσμος

θα υποδεχτεί μια όψιμη εκβιομηχάνιση, που θα γίνει ακόμα πιο έντονη στα τέλη του

αιώνα, και έτσι θα συναντήσει και τα αποτελέσματα της, που σχεδόν 100 χρόνια πριν είχε

αναγνωρίσει η Ευρώπη. Δημογραφική έκρηξη, τεράστια αύξηση του πληθυσμού των

142 Hobsbawm (2006)143 Ροθ (2005)

[79]

Page 80: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

αστικών κέντρων, φτώχεια, εξαθλίωση και παραγκουπόλεις. Ωστόσο πιο αναλυτικά θα τα

δούμε αυτά στη αργότερα. Άλλωστε ο κόσμος της αναπτυγμένης Δύσης δεν φαίνεται να

ασχολείται ακόμη με αυτά.

Για τις ευρωπαϊκές χώρες ο στόχος της ανάκαμψης μετά από τον πόλεμο περνάει

από δύο «στοιχήματα». Το πρώτο είναι η οικονομική ανάπτυξη που πρέπει σε πρώτη φάση

να φτάσει τα προπολεμικά επίπεδα144. Το δεύτερο είναι να απωθήσουν την κομμουνιστική

απειλή και την κληρονομία της αντίστασης που άνηκε κυρίως στον κόσμο της Αριστεράς.

Έτσι, φανερώνεται το παράδοξο, ότι ενώ σχεδόν όλες οι χώρες είχαν από πολύ νωρίς

πετύχει τον πρώτο στόχο, οι αστικές τάξεις της Γαλλίας και της Ιταλίας, παρέμεναν

ανήσυχες, λόγω της ύπαρξης ισχυρών κομμουνιστικών κομμάτων, και μάλιστα με ένοπλη

παράδοση. Αυτό που αναζητούσαν εναγωνίως ήταν ένα μοντέλο το οποίο θα κατάφερνε

από τη μια να περιορίσει τους κοινωνικούς αγώνες και να αποσπάσει κοινωνική συναίνεση,

άρα να αποφύγουν τις εικόνες εργατικής εξαθλίωσης που υπήρχαν τη δεκαετία του 30, και

από την άλλη να επιφέρει την απαραίτητη ανάπτυξη της παραγωγής με ταυτόχρονη αύξηση

των κερδών του κεφαλαίου. Επανήλθαν λοιπόν μπροστά στα προπολεμικά τους διλλήματα.

Και αφού τον φασισμό τον είχαν πολεμήσει και νικήσει και ο σοβιετικός δρόμος δεν

αποτελούσε επιλογή, η καλύτερη λύση ήταν η πολιτική του New Deal που είχε ήδη

εφαρμοστεί επιτυχημένα στις Η.Π.Α. Άλλωστε, ήδη από τα χρόνια του πολέμου, μια τέτοια

πολιτική είχε εφαρμοστεί με νικηφόρα κατάληξη. Ο Anthony Giddens, σύγχρονος

θεωρητικός της σοσιαλδημοκρατίας και σύμβουλος του Tony Blair θα σημειώσει στο βιβλίο

του «Ο τρίτος δρόμος- Η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας»: «Το κράτος πρόνοιας οφείλει

τη γένεση του σε μια προσπάθεια να εξορκιστεί η σοσιαλιστική απειλή», «Οι καθολικοί

συνδικαλιστές αναγνώριζαν τον εχθρό τους στο πρόσωπο του σοσιαλισμού και επεδίωξαν

να τον υπερφαλαγγίσουν στο ίδιο του το πεδίο, διακηρύσσοντας με ζήλο τη

διαπραγμάτευση της κοινωνικής πολιτικής με τα συνδικάτα και την ταξική συμφιλίωση»145.

Αυτό που αναγνώρισαν οι μεταπολεμικές πολιτικές ήταν ότι: «αν ήθελα να παραμείνουν

δημοκρατικές και καπιταλιστικές, έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα της

απασχόλησης, της αξιοπρεπούς κατοικίας, των κοινωνικών παροχών, της κοινωνικής

πρόνοιας και να παράσχουν εκτεταμένες ευκαιρίες για την οικοδόμηση ενός καλύτερου

μέλλοντος»146.

144 Στη Σοβιετική Ένωση, κατά τον πόλεμο, καταστράφηκε το 25% του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, στη Γερμανία το 13%, στην Ιταλία το 8%, στη Γαλλία το 7% και στη Βρετανία το 3%. 145 Γκίντενς (1998)146 Harvey (2007)

[80]

Page 81: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Δεν μπορούμε να αντισταθούμε σε λίγα λόγια σχετικά με τι σχέση των εργατικών

κατακτήσεων με τις κυβερνητικές επιθυμίες. Μάλιστα στα μεταπολεμικά χρόνια θα

ενισχυθεί μια πραγματικότητα που είχε από παλιά δικαιωθεί. Οι φιλεργατικές

μεταρρυθμίσεις, ειδικά όταν λαμβάνουν χώρα σε μια φάση καπιταλιστικής επέκτασης

έχουν μια διπλή διάσταση. Είναι από τη μια μεριά παραχώρηση στην οποία η άρχουσα τάξη

και οι πολιτική εκφραστές της αναγκάζονται να προχωρήσουν για να απομακρύνουν τον

κίνδυνο του εργατικού κινήματος και συνήθως πραγματοποιούνται σε μια περίοδο που

αυτό είναι δυνατό και φαντάζει απειλητικό συνολική για τη συνέχεια της αστικής

κοινωνίας. Από την άλλη συχνά είναι συμπληρωματικές σε μια εγκαθίδρυση νέου

οικονομικού προτύπου, στη συγκεκριμένη περίπτωση του κεϋνσιανού κράτους πρόνοιας,

και ταυτόχρονα επιτυγχάνει την ενσωμάτωση του εργατικού πληθυσμού. Ειδικά οι

δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, που από πριν τον πόλεμο είχαν χάσει την επαναστατική

φυσιογνωμία τους, θα αναγνωρίσουν γρήγορα ότι το όραμά τους εκπληρώνεται σε ένα

καθεστώς που αν και μένουν ανέγγιχτα τα βασικά εκμεταλλευτικά του θεμέλια, παραχωρεί

ένα κομμάτι των αυξημένων του κερδών για να κρατά φρόνιμα τα κατώτερα στρώματα. Οι

αστικές παραχωρήσεις δεν δίνονται αφιλοκερδώς και εξοφλούνται μόνο μέσα από την

καθυπόταξη των πιο ριζοσπαστικών φωνών. Έτσι δεν είναι τυχαίο, που στην περίοδο των

πιο μεγάλων κοινωνικών δαπανών του κράτους, θα λάβει χώρα μια πρωτοφανής περιστολή

των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών, μια σταυροφορία

ενάντια στην «κομμουνιστική απειλή» που στις Η.Π.Α. θα ταυτιστεί με το αντιδραστικό

πρόσωπο του γερουσιαστή Μακάρθι. «Στο Κογκρέσο, οι Δημοκρατικού του Χάρι Τρούμαν

και οι Ρεπουμπλικάνοι παράβγαιναν για τα ποια παράταξη θα έκανε τις πιο σκληρές διώξεις

στην Αριστερά. Άνθρωποι έχαναν τις δουλειές τους και έβλεπαν τις καριέρες τους να

καταστρέφονται για πράγματα που είχαν πει, ή για αιτήματα που είχαν υποστηρίξει πριν

δεκαπέντε χρόνια. Μάρτυρες κατονόμαζαν τους φίλους και τους γνωστούς… Εκείνη την

εποχή ο χαφιεδισμός ήταν η καινούργια ηθική… Πρώην κομμουνιστές έβγαζαν πολλά λεφτά

δίνοντας καταθέσεις για τις μεθόδους του κόμματος και συντάσσοντας απολογίες... Ήταν ο

καιρός της Κόκκινης Απειλή»147. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα «χρυσά χρόνια» ήταν κενά

από εργατικούς αγώνες, ηρωικές απεργίες και δυνατά συνδικάτα. Ωστόσο μεταλλάσσεται

πλήρως ο ρόλος τους και από προλεταριακές ενώσεις που πάλευαν για την εργατική

εξουσία θα γίνουν συντεχνιακές ομάδες, συχνά έντονα μαχητικές, που θα προστατεύουν

κυρίως τους λευκούς, άνδρες εργάτες της βιομηχανίας, που αντιμάχονται τους «κόκκινους»

πολλές φορές περισσότερο και από τις κυβερνήσεις, ενώ συχνά έχουν σχέση μέχρι και με τη

147 Doctorow (2006)[81]

Page 82: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

μαφία. Το παράδειγμα του Jimmy Hoffa και το πανίσχυρου συνδικάτου των Teamsters είναι

χαρακτηριστικό. Κάτι τέτοιο δεν ήταν καινούργιο και είχε ήδη αναγνωστεί από το Μαρξ και

τον Ένγκελς ένα αιώνα πριν αλλά πλέον γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο και πλειοψηφικό,

ειδικά στις Η.Π.Α.

Η βασική αρχή, που θα γίνει το θεμέλιο του κρατικό-μονοπωλιακού καπιταλισμού

είναι απλή. Στο εσωτερικό των χωρών, με την εφαρμογή του φορντισμού- τεϋλορισμού, θα

γιγαντώσει η βιομηχανική παραγωγή και τα καπιταλιστικά κέρδη. Ένα κοινωνικό συμβόλαιο

θα υπόσχεται την πλήρη απασχόληση148, το 8ωρο, το ελάχιστο εισόδημα, την ασφάλιση και

τις συλλογικές συμβάσεις. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα και στα κατώτερα στρώματα να

καταναλώνουν τα προϊόντα που παράγουν, περιορίζοντας την υπερπαραγωγή που είχε

οδηγήσει στην Μεγάλη Ύφεση. «Για να εξασφαλίσει και να μεγιστοποιεί τα κέρδη του, ο

μεταπολεμικός βιομηχανικός και φορντικός καπιταλισμός χρειάζεται την ενίσχυση της

αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και την εφαρμογή δημόσιας πολιτικής που

εγγυάται και την αναπαραγωγή μιας εκπαιδευμένης εργατικής δύναμης. Από τη μεριά τους

τα συνδικάτα και τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς εγκαταλείπουν το στόχο

της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, αποδέχονται την οικονομία της αγοράς κα

δεν αμφισβητούν την εξουσία του κεφαλαίου στη διεύθυνση των επιχειρήσεων. Το κράτος,

με τη σειρά του, παρεμβαίνει ενεργητικά για να στηρίξει την ανάπτυξη και την πλήρη

απασχόληση και για να θεμελιώσει ένα γενναιόδωρο σύστημα κοινωνικής προστασίας, που

χρηματοδοτείται από τη φορολογία του κεφαλαίου»149. Στο εξωτερικό, τα μονοπώλια θα

συνεχίσουν, βοηθούμενα από τα κράτη και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, την ανάπτυξη

τους ακόμα και αν αυτό σημαίνει άμεση εμπλοκή στην πολιτική ζωή άλλων χωρών, ένα

μάθημα που από χρόνια έχουν μάθει καλά οι Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι. Σε ένα βαθμό το

μοντέλο αυτό ήταν η συνέχιση και γιγάντωση ενός προπολεμικού φαινομένου. Στην

πραγματικότητα πρόκειται για την προσπάθεια των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης και

άλλων ανεπτυγμένων περιοχών του κόσμου να φτάσουν τις Η.Π.Α. «Το πρότυπο της μαζικής

παραγωγής του Henry Ford απλώθηκε σ’ όλες τις νέες αυτοκινητοβιομηχανίες150, ενώ στις

Η.ΠΑ. η αρχή του φορντισμού εφαρμόστηκε σε νέα είδη παραγωγής: από την κατασκευή

κτιρίων μέχρι την παραγωγή πρόχειρου φαγητού (παράδειγμα η τεράστια επιτυχία της

148 Στην Ευρώπη τη δεκαετία 1960, το μέσο ποσοστό ανεργία θα είναι μόλις 1,5%149 Μηνακάκης (2008)150 Σημ. Συντ. Στην Ιταλία η παραγωγή ιδιωτικών αυτοκινήτων αυξήθηκε από 469.000 το 1938, σε 15 εκατομμύρια το 1975

[82]

Page 83: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

αλυσίδας ταχύ- εστιατορίων McDonald’s μετά τον πόλεμο). Αγαθά και υπηρεσίες που

προηγουμένως περιορίζονταν σε μειονότητες, παράγονταν τώρα για τη μαζική αγορά»151.

Το 1942 στο τεύχος 77 του Architectural Forum, θα δημοσιευτεί ένα άρθρο με τίτλο

«What Happened to Haussmann?». Ο συγγραφέας του θα είναι ο Robert Moses, ένας

αρχιτέκτονας και πολεοδόμος που από τη δεκαετία του 1930 είχε σχεδιάσει και

κατασκευάσει πολλά δημόσια έργα κυρίως στην περιοχή της Νέας Υόρκης. Για πάνω από 30

χρόνια, κατέχοντας σημαντικά δημόσια αξιώματα, θα πρωταγωνιστήσει στον τεράστιο

μετασχηματισμό της μεγαλύτερης αμερικάνικης πόλης. Η αναθέρμανση του έργου του

βαρόνου Haussmann στο Παρίσι, που θα τον υμνήσει σαν έναν από τους μεγαλύτερους

πολεοδόμους της ιστορίας, δεν είναι τυχαία. Ένα σχεδόν αιώνα μετά από τις επεμβάσεις

του νομάρχη του Παρισιού, τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια παρουσίαζαν πολλές

ομοιότητες και ο Moses θα ήταν αυτός που θα αναλάμβανε το ρόλο του σχεδιαστή της νέας

πόλης που έχει ανάγκη το νέο μεταπολεμικό αμερικάνικο καθεστώς. Έπρεπε δηλαδή να

βρει τον τρόπο, με τον οποίο οι μετασχηματισμοί των πόλεων μέσα την επέμβαση του

κράτους, θα έφερναν τα πολιτικά και οικονομικά οφέλη που έφεραν στο Παρίσι του

Λουδοβίκου Βοναπάρτη, τα σχέδια του Haussmann. Ο Moses θα προχωρήσει στο

σχεδιασμό τεράστιων λεωφόρων, δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, μεγάλων πάρκων, θα

εντείνει την προαστιοποίηση και θα μεταμορφώσει συνολικά τη πόλη της Νέας Υόρκης. Ο

οικοδομικός πυρετός και οι νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες θα δώσουν την διέξοδο που

απαιτούσαν τα κεφάλαια που είχαν βρεθεί σε αδιέξοδο τα χρόνια της κρίσης. Ταυτόχρονα

θα επιτευχθεί και ο ίδιος στόχος που είχε θέσει ο προκάτοχος του, αφού οι αυστηρές του

χαράξεις θα διαπεράσουν πολλές φτωχές συνοικίες κυρίως μαύρων, όπως στο Bronx, ενώ

το νέο, πλούσιο επιχειρηματικό κέντρο θα απωθήσει τους πληθυσμούς αυτούς προς την

περιφέρεια της πόλης. Ο Robert Caro, το 1974, θα γράψει τη βιογραφία του Moses με τίτλο

«The Power Broker», στην οποία θα περιγράψει αναλυτικά το έργο του «μεσίτη της

εξουσίας», όπως θα τον χαρακτηρίσει. Το έργο του Moses θα βρει ευρεία αποδοχή από τα

ανώτερα στρώματα και τις διοικήσεις πολλών πόλεων που θα καλέσουν τον ίδιο ή θα

ακολουθήσουν πιστά το παράδειγμά του. «Όταν έγινε σε πανεθνικό επίπεδο σε όλα τα

μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα των Η.Π.Α.… αυτή η διαδικασία έπαιξε κρίσιμο ρόλο στη

σταθεροποίηση του παγκόσμιου καπιταλισμού μετά το 1945, μια περίοδο στην οποία οι

151 Hobsbawm (2006)[83]

Page 84: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Η.Π.Α. μπορούσαν να εξουσιάζουν όλη την παγκόσμια μη κομμουνιστική οικονομία μέσα

από ελλείμματα εμπορικών συναλλαγών»152.

Στην Αγγλία, τα πρώτα δείγματα του μεταπολεμικού κρατικού παρεμβατισμού και

των φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων θα ξεκινήσουν ήδη από το 1942 με την έκθεση του

William Beveridge που κήρυσσε τον πόλεμο κατά της Ένδειας, της Νόσου, της Άγνοιας, της

Αθλιότητας και της οκνηρίας153. Μέσα σε αυτήν θα βρούμε τις βασικές αρχές του

μεταπολεμικού κεϋνσιανού κράτους, που εμπεριέχει μέτρα προστασίας για τους φτωχούς.

Ακόμα νωρίτερα, είχε αναγνωριστεί ότι η υπερβολική και άναρχη επέκταση του Λονδίνου

δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Έτσι από το 1938 αποφασίζεται η δημιουργία της green belt,

μιας υπαίθριας ζώνης γύρω από το Λονδίνου που θα περιόριζε τη δόμηση. Τελικά, το 1944,

εγκρίνεται το σχέδιο των Abercrombie και Forshaw, που προβλέπει την αναδόμηση της

ζώνης αυτής με ελάττωση του πληθυσμού και την ανάπτυξη πολλών νέων πόλεων, πέρα

από τα όρια αυτής. Το 1946 ξεκινά το εθνικό πρόγραμμα των new towns (νέων πόλεων) και

μέχρι τα μέσα του ’70 θα έχουν ολοκληρωθεί πάνω από 30 τέτοιες πόλεις. Στα πρώτα

χρόνια οι προβλέψεις θα είναι για 50.000 περίπου κατοίκους, ενώ στη συνέχεια θα

αυξηθούν με τo Milton Keynes, μια από τις τελευταίες νέες πόλεις, να έχει στόχο τις

250.000. Ο σχεδιασμός των πόλεων αυτών, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχής, επεδίωκε σε

μια βελτίωση των συνθηκών ζωής που θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την έξοδο από

τα μεγάλα αστικά κέντρα και την επιστροφή στη φύση, τις αρετές της γειτονιάς και τις

διαφορετικές ζώνες λειτουργιών. Η κρατική παρέμβαση δεν θα αρκεστεί στις νέες πόλεις

αλλά θα πραγματοποιήσει εκτενείς αναπλάσεις στα αστικά κέντρα και ειδικά στο Λονδίνο

του οποίου ο αστικός ιστός είχε υποστεί μεγάλες καταστροφές από τους βομβαρδισμούς

του πολέμου. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της περιοχής Stepney και Poplar στο

βορειο- ανατολικό τμήμα της πόλης στην οποία κατοικούσαν τα πιο φτωχά εργατικά

στρώματα της πόλης, πολλοί από τους οποίους εργάζονταν στις αποβάθρες, τα γνωστά

Docklands. Η εικόνα της περιοχής θα αλλάξει συνολικά με διαφορετικά τμήματα που το

καθένα έχει διαχωρισμένες τις περιοχές αμιγούς κατοικίας και άλλων δραστηριοτήτων. Οι

κατοικίες που θα χτιστούν θα είναι ψηλά, χαμηλού κόστους, και όμοια κτίρια, τα οποία

μάλλον θα προσελκύσουν μεσαία στρώματα.

Τα παραδείγματα αντίστοιχων αναπλάσεων είναι πάρα πολλά σε όλο σχεδόν τον

καπιταλιστικό κόσμο. Τα γενικά ενοποιητικά τους στοιχεία θα μπορούσαν να συνοψιστούν

152 Harvey (2008) Επίσης βλέπε: David Harvey: The political economy of public space, http://davidharvey.org/media/public.pdf153 Μηνακάκης (2008)

[84]

Page 85: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

στον αυστηρό διαχωρισμό των λειτουργιών σε ζώνες, το γνωστό zoning, με τα νέα

συγκροτήματα κατοικιών να είναι συνήθως πολύ μεγάλα κτίσματα με επαναλαμβανόμενες

μονάδες, καθώς και το σχεδιασμό ευρύτερων ζωνών του επιχειρηματικού κέντρου μαζί

σημαντικά δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια στα κεντρικά σημεία της πόλης. Μερικά

παραδείγματα θα θεωρηθούν επιτυχημένα αρχιτεκτονικά και άλλα όχι. Το πλήθος τους

κάνει αδύνατη την περιγραφή τους με ένα σχετικά συνολικό τρόπο. Εξ ίσου πολλά είναι και

τα παραδείγματα νέων πόλεων που θα δημιουργηθούν το διάστημα αυτό. Οι new towns

της Αγγλίας, οι villes nouvelles στη Γαλλία και πολλοί νέοι οικισμοί σε όλη την Ευρώπη και

την Αμερική θα προσπαθήσουν να επιτύχουν το διπλό στόχο της κάλυψης των αναγκών

στέγασης και της, ωφέλιμης για τις επιχειρήσεις, επέκτασής της βιομηχανίας, μέσα σε ένα

περιβάλλον που ήλπιζαν ότι θα δημιουργούσε ένα πιο ανθρώπινο περιβάλλον έξω από την

μεγαλούπολη.

Αυτό όμως που συνέβη με τα αμερικάνικα προάστια ήταν κάτι παραπάνω από μια,

τροφοδοτούμενη από το κράτος ή και αυθόρμητη οικιστική εξάπλωση. Θα είναι η

διαμόρφωση ενός νέου τρόπου ζωής. Το θέμα ενός καρτούν που κυκλοφορούσε σε μεγάλη

εφημερίδα της Νέας Υόρκης, παρουσίαζε μια παραδοσιακή αμερικάνικη αγροτική

οικογένεια να αναπαύεται στο αγρόκτημα της. Ξαφνικά, μια τρομαχτική μπουλντόζα

εμφανίζεται στον γειτονικό λόφο. Σαστισμένος ο μικρός γιος της οικογενείας, φωνάζει: «Pa,

get your gun! The suburbs are coming», «Μπαμπά, φέρε το όπλο, έρχονται τα προάστια».

Παρουσιάζει γλαφυρά, την πραγματικότητα της αμερικάνικης οικιστικής ανάπτυξης μετά

τον πόλεμο, όπου μια προαστιακή έκρηξη κατοικίας οδήγησε στην δημιουργία δεκάδων

πόλεων στα άκρα των παραδοσιακών αστεακών πυρήνων. Αν οι δημόσια και μεγάλης

κλίμακας αρχιτεκτονική, ήταν αποτέλεσμα και προϊόν της, μάλλον διαστρεβλωμένης,

συνέχειας της παράδοσης του μοντερνισμού στην Αμερική, τα προάστια ήταν παράγωγα

αλλά και ταυτόχρονα δημιουργοί, της έξαρσης του καταναλωτισμού και της

εμπορευματοποίησης της κατοικίας, της δημογραφικής έκρηξης και του νέου προτύπου

ζωής, που προωθούσαν οι εκατοντάδες εταιρείας real estate μέσα από Μέσα Ενημέρωσης.

Σε γενικές γραμμές τέσσερις ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάπτυξη αυτή της

μορφής πόλης. Ο πρώτος ήταν η ανάπτυξη του αυτοκινητοδρόμου και του αυτοκινήτου ως

κυρίαρχο μέσο μεταφοράς των μεσαίων τάξεων. Το πρόγραμμα του 1956 που αποτέλεσε

την αφετηρία ονομαζόταν «Federal Highway Aid Act», επί κυβέρνησης Αϊζενχάουερ, ο

οποίος προσωπικά πίστευε πως οι νέοι δρόμοι είναι απαραίτητο στοιχείο για την ασφάλεια

και την ανάπτυξη της χώρας. Το κεντρικό του σύνθημα ήταν: «41 δις δολάρια για 41 μίλια

[85]

Page 86: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

νέων δρόμων». Το ερώτημα όμως που είχαν να λύσουν οι πολεοδόμοι ήταν τι είδος

δρόμων θα φτιάξουν και ποιές οι σχέσεις τους με τους υπάρχοντες ιστούς των πόλεων. Η

επιλογή που έκαναν, ήταν «να διεισδύσουν στην καρδία τους, απομακρύνοντας τυφλές

περιοχές και ενισχύοντας την προσβασιμότητα από τα προάστια στα γραφεία και τα

μαγαζιά του κέντρου […] Στην πράξη, ήθελαν να δημιουργήσουν σχέσεις προσβασιμότητας

των κέντρων των πόλεων στα πιθανά νέα προάστια»154. Δεύτερος παράγοντας, το καθεστώς

της αμερικάνικης πολεοδομικής νομοθεσίας, το αμερικάνικο zoning. Το κράτος απλά όριζε

τα χαρακτηριστικά του χώρου και τις ιδιότητες του (κατοικία, εμπόριο, βιομηχανία) και

άφηνε στην αγορά να ολοκληρώσει το έργο. Έτσι μεγάλες εκτάσεις της αμερικάνικης

υπαίθρου αγοράστηκαν προς εκμετάλλευση από εταιρίες real estate προς ανοικοδόμηση.

Τρίτον, η οικονομική άνοδος έδινε δυνατότητα στους τραπεζικούς ομίλους να παρέχουν

«φθηνά» δάνεια προσιτά στα μεσοαστικά και μικροαστικά στρώματα, που με χαρά θα

έβαζαν σε υποθήκη τις περιουσίες τους στα «παραδοσιακά» αστικά κέντρα, με αντάλλαγμα

την περάτωση του «αμερικάνικου ονείρου», μια ειδυλλιακή κατοικία με κήπο, ένα station

wagon και δεκάδες οικιακές συσκευές, το τέλειο μέρος δηλαδή για να μεγαλώσουν την

οικογένειά τους όπως ακριβώς και στις διαφημίσεις. Τελευταίο και το βασικό στοιχείο που

οδήγησε στην πυροδότηση της προαστιακής πόλης ήταν η δημογραφική έκρηξη που

ακολούθησε τον πόλεμο, το «baby boom». Ο Σίμουρ Λίβοβ κεντρικός ήρωας του

«Αμερικάνικου Ειδυλλίου», του Φίλιπ Ροθ, ονειρευόταν από 16 χρονών ένα σπίτι στους

λόφους έξω από το Νιού Τζέρσεϋ. Έψαχνε και αυτός όπως και πολλοί Αμερικάνοι και

Αμερικανίδες εκείνη την εποχή «….τη συμπαγή κατασκευή ώστε να γίνει ένα ωραίο

καταφύγιο… του φαινόταν άφθαρτο, απόρθητο … σπίτι που ήταν αδύνατον να καταστραφεί

από πυρκαγιά». Η αμερικάνικη suburbia αποτύπωνε τον θρίαμβο του αμερικάνικου

«ονείρου» και της μαζικής κατανάλωσης, ήταν οι πρώτες πόλεις που «προωθήθηκαν» μέσω

της διαφήμισης στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, αναδεικνύοντας επίσης το σημαντικό

ρόλο που θα έπαιζαν τα ΜΜΕ στα χρόνια που θα ακολουθούσαν. Οι κατοικίες των

προαστίων δεν ήταν προϊόν της αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας, στην οποία είχαν σαφώς

αναφορές, αλλά της βιομηχανικής τυποποιημένης παραγωγής σε συνάρτηση με τον

«εκδημοκρατισμό» της κουλτούρας υπό την επιρροή των μέσων ενημέρωσης. Εύστοχα,

λοιπόν, ο Edmund Burke Feldman έγραφε τον Οκτώβριο του 58’ στο Arts and Architecture,

«Η Στέγη, από ανάγκη, έγινε βιομηχανικό προϊόν, και στην συνέχεια μαζική τέχνη»155.

154 Hall (1996)155 Alloway (1958).

[86]

Page 87: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Σημαντικό στοιχείο για την ενίσχυση των προαστίων, τη διαμόρφωση της εικόνας

των νέων αμερικάνικων πόλεων και τη σχέση της κατοικίας και του κτισμένου

περιβάλλοντος γενικά με το προϊόν και την κατανάλωση είναι η εμφάνιση με μαζικούς

όρους του εμπορικού κέντρου μεγάλων διαστάσεων, του λεγόμενου mall. Αν και το πρώτο

πολυκατάστημα έξω από το κέντρο της πόλης χρονολογείται στο 1922 στο Κάνσας , και το

πρώτο σχεδιασμένο αυτοτελές εμπορικό κέντρο θεωρείται το Highland Park Shopping

Village στο Ντάλας του Τέξας το 1931, η σχεδιασμένη και μαζική δημιουργία τέτοιων χώρων

έξω στα προάστια συντελείται στις επόμενες δεκαετίες έτσι ώστε το 1964 να υπάρχουν

7.600 εμπορικά κέντρα στις ΗΠΑ, με το πρώτο κλειστού τύπου mall να δημιουργείται το

1956 στην Καλιφόρνια. «Η περιφερειακή ανάπτυξη και η αύξηση του πληθυσμού μετά τον

2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιούργησε την ανάγκη για μεγαλύτερη οικιστική ανάπτυξη και ένα

πιο «βολικό» λιανικό εμπόριο. Τα περισσότερα από τα εμπορικά κέντρα στις δεκαετίες 1950

και 1960 εξυπηρετούσαν νέα οικιστικά συγκροτήματα»156. Πολλά έχουν γραφτεί για τους

σύγχρονους αυτούς ναούς της κατανάλωσης157 που αναμφισβήτητα θα διαδραματίσουν

κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση των πόλεων τόσο στα «χρυσά χρόνια», όσο και στην

μετέπειτα εποχή.

Η μαζική κατανάλωση, όπως έχουμε ήδη αναφέρει δεν ήταν ένα, δευτερεύουσας

σημασίας, παράγωγο της οικονομικής ανάπτυξης. Αντιθέτως, ολόκληρη η μεταπολεμική

οικονομία βασίστηκε πάνω στην αυξημένη καταναλωτική δυνατότητα της κοινωνίας και

μάλιστα για πρώτη φορά σε μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού. Για να υλοποιηθεί η

καπιταλιστική κερδοφορία δεν αρκεί να παράγονται μόνο περισσότερα προϊόντα στο

χαμηλότερο κόστος αλλά πρέπει και αυτά να πωλούνται. Στην αδυναμία αυτού του κύκλου

είχαν εντοπίσει την τις αιτίες της Μεγάλης Ύφεσης και άρα, η ελεγχόμενη αύξηση των

μισθών των εργατών, που θα αύξανε την καταναλωτική τους δύναμη, θα σηματοδοτούσε

το συνολικό ξεπέρασμα της. «Αλλά η μαζική δημοκρατία δεν χρειάζεται μόνο την

τεχνολογική ορθολογικότητα για να λειτουργήσει. Εξ ίσου χρειάζεται – για πρώτη φορά

στην ίσαμε τώρα ιστορία- ηδονιστικές στάσεις και αξίες, οι οποίες εν μέρει κάνουν

ψυχολογικά ελκυστική και εν μέρει δικαιώνουν ηθικά την οικονομικά αναγκαία μαζική

κατανάλωση των μαζικά παραγόμενων καταναλωτικών προϊόντων»158. Έτσι, η καταναλωτική

κοινωνία που διαμορφώθηκε από τα μεταπολεμικά χρόνια, βασίζεται στην κυριαρχία των

156 Έλενα Λαϊνά (2006).157 Βλ. περιοδικό Αρχιτέκτονες τεύχος 58 αφιερωμένο στα mall, τη συλλογή κειμένων υπό την επιμέλεια του Michael Sorkin με τίτλο “Variations on a theme park”, και σαφώς τις εργασίες του Rem Koolhaas με πιο χαρακτηριστικό, το Mutations)158 Κονδύλης (2007)

[87]

Page 88: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

media και της διαφήμισης σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Ο στόχος είναι τόσο η

διευρυμένη κατανάλωση εμπορευμάτων, όσο και η δημιουργία μιας ψευδαίσθησης

ισότητας. Ο Andy Warhol θα το εκφράσει κάπως έτσι: «Αυτό που είναι φοβερό σχετικά με

αυτή την χώρα είναι ότι η Αμερική ξεκίνησε την παράδοση όπου οι πλούσιοι καταναλωτές

αγοράζουν ακριβώς ότι και οι φτωχοί. Μπορεί να βλέπεις τηλεόραση και να πίνεις Coca-

Cola, και να ξέρεις πως και ο Πρόεδρος πίνει Coke, και η Liz Taylor πίνει Coke, και μετά

σκέπτεσαι, ότι και εσύ πίνεις μια Coke και κανένα χρηματικό ποσό δεν μπορεί να σου βρει

καλύτερη Coke, από αυτή που πίνει ένας αλήτης στην γωνία. Όλες οι Coke είναι ίδιες και

όλες είναι καλές. O Πρόεδρος το ξέρει, η Liz Taylor το ξέρει, ο αλήτης το ξέρει και εσύ το

ξέρεις»159. Ο Jean Βaudrillard, που θα μελετήσει σε όλη του τη ζωή τη σύγχρονη κοινωνία,

θα γράψει στο έργο του Καταναλωτική Κοινωνία: «Η δημοκρατική βασική αρχή

μετατρέπεται τότε από πραγματική ισότητα, των ικανοτήτων των υπευθυνοτήτων, των

κοινωνικών ευκαιριών, της ευτυχίας (με την πλήρη έννοια του όρου), σε ισότητα ενώπιον

του Αντικειμένου και άλλων πρόδηλων σημείων της κοινωνικής επιτυχίας και ευτυχίας.

Είναι η δημοκρατία του standing, η δημοκρατία της τηλεόρασης, του αυτοκινήτου και των

στερεοφωνικών, δημοκρατία φαινομενικά απτή, αλλά και τυπική, που ανταποκρίνεται,

πέρα από τις κοινωνικές αντιφάσεις και ανισότητες, στην τυπική δημοκρατία που είναι

γραμμένη στο Σύνταγμα. Και οι δύο, καθώς η μια χρησιμεύει ως άλλοθι στην άλλη,

συναιρούνται σε μια οικουμενική δημοκρατική ιδεολογία, που καλύπτει την απούσα

δημοκρατία και την ανεύρετη ισότητα»160.

Ο καπιταλιστικός κόσμος προχωρούσε, συνειδητοποιώντας τη «χρυσή εποχή» στην

οποία βρισκόταν και με αισιοδοξία για το μέλλον του, ώσπου στα τέλη του 60 κάτι φαίνεται

να αλλάζει. Αλλά πριν φτάσουμε εκεί πρέπει να δούμε αν τα χρόνια αυτά ήταν όντως τόσο

«χρυσά» όσο ακούγεται και στη δική μας περίπτωση αν οι τεράστιοι αστεακοί

μετασχηματισμοί που περιγράψαμε κατόρθωσαν όντως να βελτιώσουν τόσο όσο

υπόσχονταν τις συνθήκες διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας. Είναι σίγουρο, ότι σε

σχέση με τα προηγούμενα και επόμενα χρόνια μειώνονται οι εικόνες των εξαθλιωμένων

άνεργων και άστεγων μέσα στα αστικά κέντρα ή τουλάχιστον κατορθώνεται αυτές να

συναντώνται κυρίως στις περιοχές των μεταναστών161, των μαύρων, των μόνιμα μη

προνομιούχων ομάδων. Όμως αυτό είναι η μια όψη του νομίσματος. Ο Eric Hobsbawm θα

φωτίσει και την άλλη: «Εφόσον οι αρχές στην Ανατολή και στη Δύση ανακάλυψαν ότι 159 Osterhold- Tilman (2007)160 Μπωντριγιάρ (2000) 161 Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια δημιουργήθηκε ένα μεγάλο μεταναστευτικό κύμα προς τις ισχυρές καπιταλιστικές χώρες, στο οποίο συμμετείχε και η Ελλάδα.

[88]

Page 89: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν βιομηχανικές περίπου μεθόδους για την παροχή δημόσιας

στέγασης γρήγορα και φθηνά, γεμίζοντας τα προάστια των πόλεων με απειλητικές

πανύψηλες πολυκατοικίες, η δεκαετία του ’60 πιθανότητα θα παραμείνει ως η πιο

καταστροφική δεκαετία στην ιστορία της ανάπτυξης των αστικών κέντρων»162. Τα άχρωμα

και άψυχα μπλοκ κατοικιών που θα δοθούν για λαϊκή κατοικία, ακόμα και να μερικές φορές

είχαν ικανοποιητικές αρχιτεκτονικές λύσεις, θα διαμορφώσουν ένα εχθρικό οικιστικό

περιβάλλον για τους κατοίκους τους, ενώ το «κράτος πρόνοιας» ποτέ δεν θα

υπερφαλαγγίσει την κερδοσκοπία στη γη που θα κάνει τα ενοίκια σε αυτές δυσβάσταχτα.

«Φτιαγμένες όσο γίνεται πιο φτηνά, στοιβαγμένες όσο γίνεται πιο πηχτά και με νοίκια όσο

γίνεται πιο ακριβά – αυτό είναι… Γι’ αυτό και δεν βγάζει κανείς τσιμουδιά για τις ανάγκες

μας, γιατί η υπόθεση είναι φτιαγμένη για το κέρδος, για το συμφέρον. Ρίξανε τα παρκινγκ

όλα μπροστά απ’ τα σπίτια, αδιάφορο αν μένεις απ’ τη μπρος ή απ’ την πίσω μεριά… Για τα

αυτοκίνητα πρέπει να χει κάθε σπίτι τόσα τετραγωνικά μέτρα, για τα παιδιά δε ρωτήσανε

ποτέ αν έχουν χώρο για να παίζουν… Στο διαμέρισμα περπατάς ανάμεσα από διαδρόμους

που δε χρειάζονται σε τίποτα, που πρέπει σα νοικοκυρά να ξεσκονίζεις κάθε μέρα… Έχουμε

μόνο αυτό το παλιοκούτι της τηλεόρασης, αλλά πέρα από αυτό δεν έχουμε καμία

δυνατότητα να ασχοληθούμε σε μια άλλη κατεύθυνση… Δεν έχουμε πουθενά κέντρα για να

συναντιόμαστε μεταξύ μας οι πιο πολλοί. Μένουμε όλοι σε ποντικότρυπες, δεν ξέρουμε

τους γείτονες μας… οι πιο πολλοί ενοικιαστές είχαμε συμφωνήσει- θέλαμε να

χρησιμοποιήσουμε τους μεγάλους χώρους που υπάρχουν στο υπόγειο και να φτιάξουμε ένα

κοινό χώρο για όλους, που να μπορεί ο καθένας να κάνει μια γιορτή ή οτιδήποτε άλλο. Και

για τα παιδιά μας θέλαμε να κάνουμε μια παιδική χαρά, αλλά πού αυτοί, δε μας άφησαν.

Χτίσανε μικρά δωμάτια με πόρτες και τα νοικιάζουν και εισπράττουν 300 μάρκα το μήνα…

Θα’ θελα μια καμιά φορά να περιλάβω τους αρχιτέκτονες, να τους φέρω να μείνουν εδώ..

Έναν από δαύτους θα’ πρεπε να τον αναγκάσουν να μείνει εδώ, στα σπίτια που’ κανε, στα

μπλοκ που τόσο πεινάνε, που’ ναι τόσο …προοδευτικά. Οι αρχιτέκτονες που φτιάξανε αυτές

τις αηδίες, δεν θα ξέρανε από πού να φύγουν»163. Κάπως έτσι περιέγραφε η Ιρένε Ράκοβιτς

το Μέρκισες Φρίτελ, μια συνοικία με μπλοκ κατοικιών στο Δυτικό Βερολίνο, που διέμενε

μαζί με άλλους 42000 κάτοικους, σε μια συνέντευξη που έδωσε στη Χέλγκα Ραϊντεμάιστερ

το 1971.

Ήταν άραγε αυτά τα οράματα του μοντέρνου κινήματος, ήταν αυτή η νέα κοινωνία

για την οποία πάλευαν οι ηρωικοί μοντερνιστές του μεσοπολέμου πολλές φορές μαζί με

162 Hobsbawm (2006)163 Χατζηγώγας (1980)

[89]

Page 90: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

έντονη πολιτική δράση. Ήδη από το μεσοπόλεμο, ήταν κατανοητό ότι πολύ διαφορετικό

ήταν το μέλλον που φανταζόταν ο κάθε αρχιτέκτονας, σε κάθε περίπτωση πάντως θα

δυσκολευόμασταν να πιστέψουμε ότι στη φαντασία κάποιου ήταν η κατάσταση όπως είχε

διαμορφωθεί στη δεκαετία του 1970. Μετά τον πόλεμο, οι άρχουσες τάξεις κατάλαβαν ότι

ο μοντερνισμός, ή καλύτερα το λειτουργικό κέλυφος του μοντερνισμού χωρίς την κοινωνική

ουσία που τον έκανε ανατρεπτική δύναμη στο μεσοπόλεμο, ήταν ο καλύτερος τρόπος για

να οργανωθεί χωρικά η νέα οικονομική κατάσταση. Ότι το νέο, δεν σήμαινε αναγκαστικά το

ξεπέρασμα του κόσμου της εκμετάλλευσης αλλά την αναμόρφωση του συστήματος στα

ίδια θεμέλια, και άρα μπορούσαν και οι ίδιες να γίνουν εκπρόσωποί του. Πάνω από όλα

αυτό που αποδείχτηκε για μια ακόμα φορά είναι ότι για να αλλάξει ο τρόπος που ζει ένας

άνθρωπος δεν αρκεί να καλυτερέψει ο χώρος που ζει μέσα από τα σχέδια ενός αρχιτέκτονα

που αυτοαναγορεύεται σε θεό, αλλά να ανατραπεί όλο το πλέγμα σχέσεων εκμετάλλευσης

που τον κρατούν δέσμιο. Όταν λοιπόν τα σχέδια της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, είτε

πρόθυμα είτε μετά από αντίσταση, υποτάχτηκαν στη δύναμη του χρήματος, της

κερδοσκοπίας και της κρατικής εξουσίας, είχαν ήδη ξεφύγει από τον στόχο τους. Αυτό δε

σημαίνει ότι οι αρχιτεκτονικές πρακτικές δεν βοήθησαν στην αναγκαία ανοικοδόμηση των,

ρημαγμένων από τον πόλεμο, πόλεων ή ότι δεν προσέφεραν σπουδαία παραδείγματα

λύσεων με χαμηλό κόστος και υψηλή αισθητική. «Αναδρομικά είναι εύκολο να

υποστηρίξουμε ότι η αρχιτεκτονική που προέκυψε απλώς παρήγαγε άψογες εικόνες

δύναμης και κύρους για κυβερνήσεις και εταιρίες που είχαν επίγνωση της σημασίας την

οποία έχει η δημοσιότητα, ενώ από την άλλη παρήγαγε μοντερνιστικά σχέδια κατοικιών για

την εργατική τάξη τα οποία έγιναν «σύμβολα αλλοτρίωσης και αποκτήνωσης». Όμως μπορεί

επίσης να υποστηριχτεί ότι κάποιος προγραμματισμός μεγάλης κλίμακας και η

εκβιομηχάνιση του κατασκευαστικού τομέα, σε συνδυασμό με την εξερεύνηση των τεχνικών

για μεταφορές μεγάλης ταχύτητας και ανάπτυξη υψηλής πυκνότητας, ήταν κάτι το

αναγκαίο, προκειμένου να υπάρξουν καπιταλιστικές λύσεις στα διλλήματα της

μεταπολεμικής ανάπτυξης και της πολιτικής και οικονομικής σταθεροποίησης. Από αυτές τις

απόψεις ο ύστερος μοντερνισμός τα κατάφερε πολύ καλά»164. Άλλωστε οι μοντέρνοι

αρχιτέκτονες σε κανένα σημείο δεν διατύπωναν μια ενιαία ιδεολογία σε συνολικό πολιτικό

επίπεδο. Δεν είναι αντικείμενο αυτού του κειμένου να κρίνει τις ιδεολογικές καταβολές και

τους στόχους όλων των αρχιτεκτόνων, αν και είναι μερικές φορές που οι διάσταση

προθέσεων και τελική εφαρμογής είναι πολύ έντονη. Ο Oscar Niemeyer θα σχεδιάσει μαζί

με τον Lucio Costa στην Μπραζίλια μια πόλη που όπως ο ίδιος ήλπιζε, δεν θα ήταν

164 Harvey (2007)[90]

Page 91: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

καπιταλιστική αλλά σοσιαλιστική. Θα κατασκευάσει μια πόλη για αυτοκίνητα σε μια χώρα

που δεν κατείχε τέτοια μέσα παρά μόνο μια μικρή μειοψηφία, η οποία θα χρησιμοποιηθεί

από μια αυταρχική κυβέρνηση και θα χωρίσει την πόλη σε δύο μέρη «τη μνημειακή πόλη

της κυβέρνησης και των μεγάλων επιχειρήσεων, όπου πηγαινοέρχονταν οι γραφειοκράτες

αεροπορικός από το Ρίο, και τον «συνοικισμό παραγκών» ή favela, του οποίου οι κάτοικοι

χρησίμευαν για να τονίζεται η «ακτινοβολία» της ανώτερης πόλης»165. Ο Le Corbusier που

σε όλη του τη ζωή αλλάζει τις πολιτικές του απόψεις, είχε ήδη από λίγα χρόνια πριν ανοίξει

το δρόμο του «μνημειακού φονξιοναλισμού» στο σχεδιασμό της πόλης Σαντιγκάρ στο νέο

κράτος του Πακιστάν, ενώ θα αρνηθεί στους φοιτητές που διέμεναν στο Pavillon Suisse και

ψήνονταν από τη ζέστη, να βάλουν στόρια στα παράθυρα από αισθητικούς λόγους. Η

τελική μας άποψη είναι ότι αν είναι από τη μια φορά λάθος να θεωρήσουμε τους

αρχιτέκτονες αφελείς ιδεολόγους ή τεχνοκράτες που δεν ευθύνονται για τίποτα, άλλο τόσο

λάθος είναι αν χρεώνουμε σε αυτούς όλα τα δεινά της μεταπολεμικής περιόδου. «Η

επίρριψη ευθύνης για τα κοινωνικά δεινά στη φυσική μορφή στηρίζεται στην πιο χυδαία

περιβαλλοντική αιτιοκρατία»166.

Στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 ήταν πια δεδομένη η χρεοκοπία των μεταπολεμικών

αστεακών επεμβάσεων. Οι κάτοικοι στις new towns, ακόμα και αν θα καταφέρουν να

ικανοποιήσουν τις στεγαστικές ανάγκες τους σύντομα θα εμφανίσουν κάποια ψυχολογικά

συμπτώματα έντονης απελπισίας, απάθειας και αντικοινωνικότητας που θα ονομαστεί

«new town blues». Οι κάτοικοι των μπλοκ κατοικιών που είχαν πια μετατραπεί στις

σύγχρονες παραγκουπόλεις167, μαζί με τη νέα γενιά της αμφισβήτησης, κυρίως φοιτητές,

αρχίζουν να αντιδρούν έντονα στην εχθρική πόλη που είχε κατασκευαστεί. Άλλοι με

εκτεταμένες φθορές στα σπίτια τους, που τα έβλεπαν σαν εφιαλτικές φυλακές, άλλοι με

νέας μορφής δημιουργικά κινήματα. Η βασική επιδίωξη είναι να σχεδιαστούν τόποι πάνω

από την καπιταλιστική κερδοφορία, σε ανθρώπινη κλίμακα και με τη συμμετοχή των ίδιων

των κατοίκων. Τα ρεύματα αυτά εντάσσονται στην αμφισβήτηση των δεκαετιών του ’60 και

του ΄70, που ενώ πάλευαν για μια άλλη κοινωνία έστρεφαν τα βέλη τους τόσο στον

καπιταλιστικό κόσμο όσο και στον «υπαρκτό σοσιαλισμό» που ήδη έδειχνε ότι απείχε πολύ

από την άλλη κοινωνία στην οποία στόχευε. Μέσα σε αυτό εντάσσονται πολύ διαφορετικές

πολιτικές λογικές, από το Μάη του 68 στη Γαλλία, την ευρωπαϊκό ριζοσπαστισμό, το

αντιπολεμικό κίνημα, τις εξεγέρσεις στις χώρες του σοσιαλιστικού μπλοκ ενάντια στη 165 Frampton (1999)166 Harvey (2007)167 Δεν είχαν βέβαια εκλείψει και οι κανονικές παραγκουπόλεις, που ειδικά στις χώρες τις Λατινικής Αμερικής και της Ασίας αλλά και στις καπιταλιστικές μητροπόλεις άρχιζαν να αυξάνονται.

[91]

Page 92: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Σοβιετική κηδεμονία, την επανάσταση στα ήθη της αστικής κοινωνίας, τις βίαιες

κινητοποιήσεις στις Η.Π.Α. Ήταν ένα ρεύμα που συνδύαζε την εργατική αγανάκτηση, αφού

το κράτος πρόνοιας δεν προσέφερε αυτά που περίμεναν, με τη νεολαιίστικη οργή απέναντι

στην κοινωνία της κατανάλωσης και τη μικροαστική αποβλάκωση. Το κύμα αυτό σιχαινόταν

τη γραφειοκρατία και τον απάνθρωπο τεχνοκρατικό ορθολογισμό και έτσι αναγνώριζε στη

μεταπολεμική πολεοδομία και το zoning έναν από τους βασικούς του εχθρούς. Η Jane

Jacobs στο σημαντικότερο έργο της, το The death and life of great American cities, που

γράφτηκε το 1961, θα επιτεθεί στο σύνολο του οικοδομήματος της μοντερνιστικής

μεταπολεμικής πολεοδομίας μιλώντας για «σχέδια κατοικιών για άτομα με χαμηλά

εισοδήματα που μεταβάλλονται σε χειρότερα κέντρα εγκληματικότητας, βανδαλισμού και

γενικής κοινωνικής απελπισίας απ’ ότι ήταν οι φτωχογειτονιές τις οποίες υποτίθεται ότι θα

αντικαθιστούσαν. Σχέδια κατοικιών για άτομα με μεσαία εισοδήματα που είναι πραγματικά

θαύματα πλήξης και αυστηρής πειθάρχησης, ερμητικά κλειστά απέναντι σε οποιαδήποτε

ζωντάνια ή ζωτικότητα της ζωής στην πόλη… Δρόμους ταχείας κυκλοφορίας που

ξεκοιλιάζουν τις μεγάλες πόλεις. Αυτό δεν είναι ανοικοδόμηση των πόλεων. Είναι

τσουβάλιασμα των πόλεων»168. Η ίδια θα παραμείνει ενεργή ακτιβίστρια μέχρι και το

θάνατό της, και ορκισμένη εχθρός του Robert Moses, στο σημείο που ο τελευταίος να

βάλλει να τη συλλάβουν κατά τη διάρκεια ομιλίας της. Μέσα από την άρνηση της

υπάρχουσας κατάστασης θα αναζητήσει τις αξίες της γειτονιάς, των μικρών κτιρίων και της

λειτουργικής διαπλοκής που αρνούταν η μοντέρνα πολεοδομία. Η σκέψη της θα εμπνεύσει

και θα συνδεθεί με κινητοποιήσεις που θα λάβουν χώρα την περίοδο εκείνη. Στο Berkeley

θα δοθεί για αρκετό καιρό μια μάχη μεταξύ των φοιτητών και των κατοίκων από τη μια

μεριά και των δυνάμεων καταστολής από την άλλη, με σκοπό την αποτροπή της

περίφραξης ενός πάρκου από το πανεπιστήμιο. Κατά τη διάρκεια αυτής θα δημιουργηθούν

μικρά αυτοσχέδια πάρκα σε όλη την πόλη, ενώ η απάντηση της αστυνομίας θα είναι τόσο

επιθετική που θα καταλήξει στο θάνατο ενός διαδηλωτή169. Στο Παρίσι στα τέλη του ’60 οι

φοιτητές της Αρχιτεκτονικής θα χτίσουν το «Σπίτι του λαού», το οποίο οι αρχές για αρκετά

χρόνια θα προσπαθήσουν να διαλύσουν ερχόμενες συνεχώς σε σύγκρουση με τους

κατοίκους, ενώ οι φοιτητές θα εκδιωχτούν όταν θελήσουν να δουλέψουν στις

παραγκουπόλεις170. Παρόμοιες σκηνές, άλλες φορές σε μπλοκ πολυκατοικιών, άλλες σε

παραγκουπόλεις, άλλες με άστεγους, θα παιχτούν σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ θα

ξεκινήσει το κίνημα των καταλήψεων κτιρίων είτε για κάλυψη των αναγκών στέγασης, είτε

168 Jacobs (1985)169 Μπουκτσιν (1979)170 Παπαδολαμπάκης (1976)

[92]

Page 93: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

για τη δημιουργία κοινωνικών χώρων έξω από την κατανάλωση και την κυριαρχία της

αγοράς. Η μάχη για το δικαίωμα στην πόλη και την κατοικία, στα τέλη των «τριάντα

ένδοξων χρόνων» όχι μόνο δεν έχει σταματήσει αλλά μαίνεται με μεγαλύτερη ένταση από

ποτέ.

Ενώ, όμως, η μορφή των πόλεων έχει γίνει αντικείμενο μεγάλης επίθεσης, η αλλαγή

στις εφαρμοζόμενες πρακτικές, αλλά και στην πολεοδομική σκέψη θα έρθει μερικά χρόνια

αργότερα. Για να συντελεστεί θα χρειαστεί να περάσουν τα χρόνια του ’70 που θα φέρουν

μαζί τους μιας νέα οικονομική κρίση. Για άλλη μια φορά κυρίαρχοι οικονομικοί και

πολιτικοί κύκλοι θα βρεθούν προ εκπλήξεως. Η έκθεση των Ηνωμένων Εθνών το 1972

αναφέρει: «Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος να αμφιβάλλουμε ότι οι υποκείμενες

τάσεις ανάπτυξης στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του ’70 θα συνεχιστούν όπως και

στη δεκαετία του ‘60». «Δεν υπάρχει στον ορίζοντα καμία ιδιαίτερη επιρροή που θα

μπορούσε δραστικά ν’ αλλάξει το εξωτερικό περιβάλλον των ευρωπαϊκών οικονομιών»171.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και

Ανάπτυξης), που πάντα εκφράζει τις απόψεις των προηγμένων βιομηχανικών οικονομιών,

υπολόγιζε ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης θα αυξανόταν μακροπρόθεσμα πάνω από 5%. Για άλλη

μια φορά θα διαψευστούν. Το 1973, χρονιά που τοποθετείται η έναρξη της κρίσης 172, η

βιομηχανική παραγωγή των ανεπτυγμένων χωρών μειώθηκε κατά 10% και το διεθνές

εμπόριο κατά 13%. Η παγκόσμια οικονομία δεν φαινόταν να βρίσκεται σε τόσο δεινή θέση,

όσο στα χρόνια του ’30, παρ’ ότι σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη ήταν πολύ χειρότερη.

Στην πραγματικότητα, το μέγεθος του καπιταλιστικού αδιεξόδου θα αργήσει πολύ να γίνει

κατανοητό, σε μια περίοδο που οι λέξεις ύφεση και κατάρρευση χρησιμοποιούνταν μόνο

ως αναφορές στο μακρινό παρελθόν. Εκ των υστέρων, μπορούμε να αναγνωρίσουμε, ότι τα

προβλήματα που εκφράστηκαν τότε και παραμένουν ακόμη ανεπίλυτα θα είναι ακόμη πιο

έντονα και βαθιά από ποτέ. Τα πρώτα χρόνια θεωρούταν ως μια παροδική κάμψη, η οποία

μετά από λίγα χρόνια θα περνούσε, και τα κράτη θα έμπαιναν ξανά στο δρόμο της

ανάπτυξης και της ευημερίας. Έτσι, τα πρώτα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για την

αντιμετώπισή της ήταν οι γνωστές, κεϋνσιανού τύπου, ρυθμίσεις, οι οποίες καθοδηγούνταν

από τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις των μέσων του 1970. Μόνο μετά τη αποτυχία

τους, θα αναζητηθεί ένας διαφορετικός δρόμος, που αμφισβητούσε πολλές από τις

θεμελιώδεις αξίες της μεταπολεμικής πολιτικής. Ο δρόμος αυτός θα είναι ο

νεοφιλελευθερισμός που θα ταυτιστεί με την άνοδο στην εξουσία της Margaret Thatcher

171 Hobsbawm (2006)172 Στοιχεία της βέβαια είχαν αρχίσει να φαίνονται από νωρίτερα.

[93]

Page 94: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

και του Ronald Regan. Τα νεοφιλελεύθερα πειράματα δεν ξεκινούν από τότε. 28 χρόνια πριν

από την επίθεση στους δίδυμους πύργους της νέας Υόρκης μια άλλη επίθεση θα

συγκλονίσει τον κόσμο. Θα είναι η πολιορκία του προεδρικού μεγάρου, μέσα στο οποίο

βρισκόταν εγκλωβισμένος ο πρόεδρος Salvador Allende, ο ηγέτης της «Λαϊκής Ενότητας»

με μερικούς πιστούς συντρόφους του. Η πολιορκία θα λήξει με το δημοκρατικό Allende

νεκρό και το στρατιωτικό Pinochet δικτάτορα της χώρας. Ο ίδιος θα καλέσει τον Milton

Friedman, κινητήριου νου της λεγόμενης σχολής του Σικάγο, να κατευθύνει την οικονομία.

Θα εφαρμοστεί ένα ακραίο αντιλαϊκό μοντέλο βασισμένο στην απόλυτη εξουσία της

ελεύθερης αγοράς. Ένα αντίστοιχο μοντέλο θα επιχειρηθεί να εφαρμοστεί και στον

υπόλοιπο κόσμο, ουσιαστικά χωρίς διάλλειμα μέχρι και σήμερα, από όλες τις κυβερνήσεις,

αριστερές, σοσιαλδημοκρατικές, συντηρητικές ή ακροδεξιές. Ο Claude Julien, πρώην

διευθυντής της Le Monde Diplomatique, θα γράψει το 1985, όταν πρόεδρος της Γαλλίας

είναι ο σοσιαλιστής Μιτεράν: «Στην Ευρώπη θέλουμε να είμαστε φιλελεύθεροι, πολύ

περισσότερο μάλιστα αφού στην κυβέρνηση βρίσκονται οι σοσιαλιστές. Αλλά, ω του

θαύματος, η Αριστερά είναι αυτή που αναλαμβάνει το έργο να καταργήσει τις κοινωνικές

κατακτήσεις τις οποίες η ίδια είχε καταφέρει να κερδίσει όταν ανυπομονούσε να γίνει

κυβέρνηση. Αυτή είναι η μεγάλη ιδεολογική δικαίωση του νεοφιλελεύθερου ρεύματος και

της ωδής στον ρηγκανισμό»173. Ασφαλώς υπάρχουν μεγάλες διαφορές στην ασκούμενη

πολιτική ανάλογα με την κάθε οικονομία, τη δύναμη του εργατικού κινήματος σε κάθε

χώρα και τους πολιτικούς που βρέθηκαν στην εξουσία, αλλά η γενική τάση είναι αυτή. Στην

επίσημη οικονομική θεωρία, οι εκπρόσωποι του «κράτους πρόνοιας» χάνουν έδαφος από

τους νέους θιασώτες του laissez faire174 οι οποίοι γίνονται σύμβουλοι των κυβερνήσεων.

Έτσι τα επόμενα χρόνια θα συντελεστεί μια τεράστια μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος

στην κατεύθυνση της αναίρεσης των στοιχείων του κράτους «πρόνοιας» που θα φέρει μια

τεράστια επίθεση στα εργατικά στρώματα. Στις καπιταλιστικές χώρες η επιδείνωση των

συνθηκών διαβίωσης θα είναι προφανής, το χάσμα μεταξύ των πλούσιων και των φτωχών

θα μεγαλώσει και η μαζική ανεργία θα επανεμφανιστεί. Στις οθόνες των τηλεοράσεων του

δυτικού κόσμου θα εμφανιστούν εικόνες πείνας και εξαθλίωσης που θα προέρχονται από

τις χώρες του Τρίτου Κόσμου αλλά και από τις περιοχές της Ασίας και της Λατινικής

Αμερικής που από τα χρόνια αυτά φαίνονταν αναδυόμενες βιομηχανικές δυνάμεις. Δεν θα

διαφέρουν όμως και πάρα πολύ από αντίστοιχες σκηνές που εκτυλίσσονται την ίδια

173 Le Monde Diplomatique (2005)174 Το βραβείο Νόμπελ για τις οικονομικές επιστήμες που θεσπίστηκε το 1969, μέχρι το 1974 είχε απονεμηθεί σε πολέμιους της ελεύθερης αγοράς, ενώ το 1974 δόθηκε στον μεγάλο υποστηρικτή της Friedrich von Hayek και δύο χρόνια αργότερα στον Milton Friedman.

[94]

Page 95: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

περίοδο εντός των καπιταλιστικών μητροπόλεων, αφού τα νεοφιλελεύθερα δόγματα,

ακόμα και αν έφεραν κάποιες πρόσκαιρες βελτιώσεις στους οικονομικούς δείκτες175,

έστειλαν στο κοινωνικό περιθώριο μεγάλες ομάδες πληθυσμού, ειδικά μετανάστες.

Οι αλλαγές που θα συντελεστούν από τότε μέχρι σήμερα, είναι τόσο μεγάλες που

μας κάνουν να θεωρούμε ότι περνάμε σε μια νέα εποχή176. Αρνούμαστε ότι περνάμε σε μια

μη- καπιταλιστική εποχή και ότι οι βασικοί νόμοι του κεφαλαιοκρατικού συστήματος

παύουν να ισχύουν. Από την άλλη, οριοθετούμαστε από μια λογική που υποτιμά τη

δυναμική των αλλαγών και θεωρεί τη σημερινή κατάσταση «μια φανταχτερή εκδοχή της

ίδιας παλιάς ιστορίας του καπιταλισμού ως συνήθως. Αυτή η άποψη θα ήταν πολύ

απλουστευτική. Πραγματεύεται τον καπιταλισμό ανιστορικά, ως μη δυναμικό τρόπο

παραγωγής, ενώ όλα τα στοιχεία (περιλαμβάνοντας εκείνα τα οποία παρουσιάζει με

σαφήνεια και ο Marx) δείχνουν ότι ο καπιταλισμός είναι συνεχώς επαναστατική δύναμη

στην παγκόσμια ιστορία, δύναμη που αναδιατάσσει διαρκώς τον κόσμο σε νέες και συχνά

απρόσμενες διαμορφώσεις»177. Καθοριστικό στοιχείο στην αλλαγή αυτή θα είναι η

επέκταση, κρίση και ταυτόχρονη υπέρβαση του φορντισμού, τόσο ως μοντέλου παραγωγής,

όσο και ως συνολικού καθεστώτος συσσώρευσης. Ήδη από τα μεταπολεμικά χρόνια, η

τεχνολογική ανάπτυξη με την αυτοματοποίηση και την πληροφορική, είχε αρχίσει να

μειώνει την ανάγκη των εργατών στην προηγμένη βιομηχανική παραγωγή αφού πλέον το

μεγαλύτερο κομμάτι εργασιών μπορούσαν να γίνουν από τις μηχανές. Ωστόσο τα κέρδη και

η επέκταση της παραγωγής ήταν τέτοια που μπορούσε να εξασφαλίσει πλήρη απασχόληση.

Στην περίοδο της κρίσης ο πρώτος δρόμος που θα ακολουθήσουν οι εργοδότες θα είναι οι

απολύσεις και η μείωση των μισθών. Όμως, όπως, έχουμε ήδη αναφέρει, το κεφάλαιο δεν

μπορεί να αποσπά υπεραξία παρά μόνο από τη ζωντανή εργασία και έτσι η επιλογή αυτή

μάλλον περισσότερο στην συσσώρευση και μετάθεση των προβλημάτων της κρίσης οδηγεί,

παρά στην επίλυσή του. Σε κάθε περίπτωση, συντελείται μια ταυτόχρονη και σύνθετη

διαδικασία. Η παραγωγική διαδικασία διασπάται και το μεγαλύτερο κομμάτι της

βιομηχανικής παραγωγής μετακομίζει από τις πιο αναπτυγμένες χώρες, που συνήθως έχουν

και περισσότερες εργατικές παραχωρήσεις, σε χώρες εκτός του παραδοσιακού πυρήνα των

ισχυρών χωρών, που η αξία της εργατικής δύναμης είναι σε εξευτελιστικά επίπεδα, μια

διαδικασία που στις ευρωπαϊκές χώρες θα γίνει γνωστή ως αποβιομηχάνιση178. Αυτό θα

175 Οι οποίοι κλονίζονται διαρκώς στις συνεχείς κρίσεις176Αυτή η αντίληψη έχει υποστηρικτές και στην Ελλάδα Βλ. ΝΑΡ (1997), Παπακωνσταντίνου (2008Β), Λιοδάκης στο Ουτοπία (1995) κ.α.177 Harvey (2007)178 Για μια λεπτομερέστερη ανάλυση σε κάθε βιομηχανικό κλάδο Βλ. Κομνηνός (1986)

[95]

Page 96: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

φέρει αύξηση της ανεργίας και ταυτόχρονη μετατόπιση προς επαγγέλματα εκτός

βιομηχανίας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, την εικοσαετία 1975-1995, ο αριθμός των

εργαζόμενων στη βιομηχανία θα μειωθεί κατά περίπου 3μιση εκατομμύρια και ο αριθμός

των εργαζόμενων στις υπηρεσίες θα έχει αντίστοιχη αύξηση179. Ταυτόχρονα στις χώρες της

πρώτης καπιταλιστικής ταχύτητας στρώματα της μεσαίας τάξης θα προλεταριοποιηθούν

μέσα από τις νέες μεθόδους απόσπασης σχετικής υπεραξίας και την υποταγή, της γνώσης,

της έρευνας και τις πνευματικής εργασίας στο κεφάλαιο. Πλέον η αλυσίδα παραγωγής

διασπάται, απομακρύνονται τα κομμάτια μεταξύ τους, ενώ στις καπιταλιστικές μητροπόλεις

διαμορφώνεται ένα πολύπλοκο πλέγμα παραγωγικής διαδικασίας που, μετά τη μείωση της

βιομηχανικής παραγωγής, συγκροτείται από τα πιο εξειδικευμένα και τεχνολογικά ανώτερα

στάδια, μαζί με την διανοητική εργασία, τόσο του μικρού πυρήνα στελεχών όσο και της

μισθωτής διανόησης180, συμπληρωμένα με μορφές εκμετάλλευσης παλαιότερες του

μονοπωλιακού καπιταλισμού τη μαύρη εργασία, τις υπεργολαβίες και τα, διαφόρων∙

ειδών sweatshop181. Στη νέα πραγματικότητα η ιεραρχική οργάνωση των επιχειρήσεων

αντικαθίσταται από τη «δικτυακή», ενώ επεκτείνεται η ευέλικτη και ελαστική εργασία182, σε

αντίθεση με την μόνιμη απασχόληση για μεγάλο χρονικό διάστημα σε μια δουλειά και με

σταθερό ωράριο του φορντισμού. Το καθεστώς συσσώρευσης αυτό πολλοί το ονομάζουν

μεταφορντισμό183, ευέλικτη συσσώρευση184 κ.α. Τελευταίο χαρακτηριστικό που θα

αναφέρουμε για αυτή την περίοδο είναι η μεγαλύτερη από ποτέ διεθνοποίηση του

κεφαλαίου. Η γνωστή παγκοσμιοποίηση παρότι εκφράζει μια συνολική ηγεμονία στην

σκέψη185 και την κουλτούρα, βασίζεται πρωταρχικά στην οικονομική κυριαρχία «τη

δυνατότητα του κεφαλαίου να διακινεί σε παγκόσμιο επίπεδο ελεύθερα μέσα παραγωγής,

εμπορεύματα και τα χρηματικά παράγωγα των τελευταίων… Η παγκοσμιοποίηση δεν

σημαίνει όμως μόνο απαλλαγή των αγορών από τους φραγμούς των εθνικών συνόρων,

αλλά και την απελευθέρωση των αγορών από τις κάθε είδους κρατικές ρυθμίσεις, δηλαδή

εντέλει την πλήρη απορρύθμιση των αγορών και ιδίως της αγοράς εργασίας»186. Αυτό 179 Παγώνης (2008)180 Βλ. Ρούσης (2005) 181 Επιχειρήσεις στις οποίες συνήθως δουλεύουν μετανάστες ή λαθρομετανάστες που οι συνθήκες εργασίας είναι χείριστες και δεν υπόκεινται σε κανένα εργασιακό κανόνα. Λειτουργούν σε καθεστώς παρανομία και απόλυτης εργοδοτικής ασυδοσίας, συχνά παράγουν και παράνομα προϊόντα, ενώ τα αφεντικά άλλοτε είναι ντόπιοι επιχειρηματίες και άλλοτε μετανάστες που λειτουργούν ουσιαστικά ως δουλέμποροι για τους συμπατριώτες τους. Από τη δεκαετία του 1970, στις μεγάλες καπιταλιστικές πόλεις, τέτοιας μορφής σύγχρονα κάτεργα αυξάνονται διαρκώς 182 Βλ. Castells (2006)183 Βλ. Βασίλης Φούσκας στο Ουτοπία (1995)184 Βλ. Harvey (2007)185 Βλ. Ignacio Ramonet: Η ενιαία σκέψη, στο Le monde Diplomatique (2005) 186 Σταμάτης (2007)

[96]

Page 97: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

βέβαια δεν αναιρεί το νόημα των κρατών και των συνόρων προς ένα «ενιαίο»

καπιταλιστικό κράτος, όπως θα μπορούσαμε να πούμε αλλά, διαμορφώνει ένα νέο πεδίο

μέσα στο οποίο η διεθνική ρύθμιση συμπλέει με τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, χωρίς

οι τελευταίες να σταματούν. «Η παγκοσμιοποίηση συνιστά ένα νεωτερικό αποικιοκρατισμό

και ιμπεριαλισμό, ο οποίος παρά τη νεωτερικότητά του δεν μπορεί να παραιτηθεί από τις

κανονιοφόρους του για να επιβληθεί». Οι πολεμικές συγκρούσεις δεν σταματούν,

αντιθέτως αυξάνονται, στην προσπάθεια πλανητικής κυριαρχίας, χωρίς ωστόσο να έχουν

πάρει διαστάσεις συρράξεων εντός του ανεπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου187.

Το κράτος και το πολιτικό σύστημα διατηρούν το ρόλο της αποτύπωσης της

ηγεμονίας της αστικής τάξης πάνω στην εργατική αλλά από εκεί που επεδίωκαν να τη

ρυθμίσουν μέσα από κάποιας μορφής «κοινωνικό συμβόλαιο» τώρα υπόκεινται σε μια

αντιδραστική μετάλλαξη που διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην κυριαρχία της

ελεύθερης αγοράς. Αυτή η μετάλλαξη θα μεταβάλει και την πόλη, δημιουργώντας την

επιχειρηματική πόλη. «Η πόλη δεν βοηθά πλέον τις επιχειρήσεις (δηλαδή τη συσσώρευση

κεφαλαίου) μόνο μέσω των πολεοδομικών πολιτικών και πρακτικών, της κατασκευής

υποδομών, της παροχής κινήτρων κλπ., αλλά μετατρέπεται και η ίδια σε επιχείρηση… όπου

οι σχέσεις δήμου- επιχειρήσεων και δήμου- πολιτών θα καθορίζονται πλέον από την αγορά,

δηλαδή οι επιχειρήσεις και οι δημότες γίνονται τώρα πελάτες»188. Επιχειρήσεις θα γίνουν

όχι μόνο οι πόλεις αλλά και οι δήμοι και οι οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης. «Η

ενσωμάτωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο Σύστημα ήταν απλά θέμα χρόνου, με

αποτέλεσμα με βάση μια σειρά «εκσυγχρονιστικών» νομοθετημάτων των τελευταίων

χρόνων να της δοθούν αρμοδιότητες που ούτε να διανοηθεί μπορούσε κανείς σε μια Τοπική

Αυτοδιοίκηση του ’60. Η μετατροπή αυτή των Δήμων σε ένα ακόμη γρανάζι του Συστήματος

δεν αφορά μόνο την επί πλέον φορολόγηση των δημοτών μέσω της δημοτικής φορολογίας

για εξεύρεση πόρων για τις ανάγκες της, αυτό είναι η μικρότερη επίπτωση. Το μεγαλύτερο

είναι η χρήση της ΤΑ ως διαμεσολαβητή ανάμεσα στο κράτος και το ιδιωτικό κεφάλαιο» 189.

Η πιο πρόδηλη αποτύπωση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων στην πόλη ταυτίζεται με μια

διαρκή προσπάθεια περικοπής των κρατικών και δημοτικών δαπανών που αποσκοπούν

στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και σε μια άνευ προηγουμένου ιδιωτικοποίηση της

γης και αξιοποίησή της για κερδοσκοπικούς σκοπούς. «Όπως εύστοχα έχει παρατηρήσει ο

Αμερικάνος γεωγράφος Νήλ Σμιθ, η επιχειρηματική πόλη μπορεί να περιγραφεί και ως 187 Βλ. Αντιπολεμική Διεθνιστική Κίνηση (2003) 188 Χατζημιχάλης (2001)189 Σαρηγιάννης: Ομιλία συγκέντρωση Επιτροπής Πολιτών στο Βόλο τον Ιούνη του 2009, βλ. http://historiasmarginales.wordpress.com/2009/06/05/anauro/

[97]

Page 98: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

«εκδικητική πόλη» απέναντι στις κατακτήσεις των πολιτών της κατά τις δεκαετίες του 1960

και το 1970»190.

Η επιχειρηματική πόλη, μέσα σε μια νεοφιλελεύθερη κρατική πολιτική, εντάσσεται

στον ίδιο ανταγωνισμό με άλλες επιχειρηματικές πόλεις, όπως λειτουργεί και ο

ανταγωνισμός των επιχειρήσεων. Ο διαρκής αγώνας για προσέλκυση επενδύσεων, που

αποτελεί τη τραγική μοίρα των αστικών κέντρων μετά την αποβιομηχάνιση, διεθνών

χάπενινγκ και τουριστών θα είναι μια καταστροφική διαδικασία, τόσο για τη ζωή στην πόλη

όσο και, πολλές φορές, για την εικόνα της. Για να γίνει πιο ελκυστικός ένας τόπος για

καπιταλιστικές επενδύσεις, μειώνονται οι μισθοί και περιορίζονται οι καθημερινές

δημοκρατικές λειτουργίες. Ταυτόχρονα κόβονται τα δημόσια προγράμματα κοινωνικής

μέριμνας και εργατικής κατοικίας, σε μια πολιτική ιδιωτικοποίησης και

επιχειρηματικοποίησης όλων των λειτουργιών του κράτους πρόνοιας, όπως της παιδείας,

της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης. Ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού μένει στο

έλεος της ανεργίας και της φτώχειας. Έτσι, εντός των μεγάλων αστικών κέντρων

εμφανίζεται και πάλι, εντονότερα από ποτέ, το φαινόμενο των άστεγων που δημιουργεί τις

νέες παραγκουπόλεις, είτε εντός είτε στα όρια του αστικού ιστού. Η βασική μορφή της

κερδοσκοπίας στη γη παίρνει συχνότερα τη μορφή των μεγάλων έργων, της

επιχειρηματικής διαχείρισης των φυσικών αγαθών και των εμπορικών λειτουργιών και

λιγότερο, αναλογικά με τα «χρυσά χρόνια» την κερδοσκοπία γύρω από την κατοικία. Πριν

όμως προχωρήσουμε σε παραδείγματα που φανερώνουν τους μετασχηματισμούς στα

κέντρα των ισχυρών χωρών, θα πρέπει να δούμε πως διαμορφώνεται παγκόσμια το τοπίο.

Στα μέσα του 19ου αιώνα η Αγγλία, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, γινόταν η πρώτη

χώρα που ο πληθυσμός των πόλεων ξεπερνούσε αυτόν της υπαίθρου. Στις αρχές του 20ου

αιώνα, το 2004, ένα πρώην ενεργό μέλος του συνδικάτου τεμαχιστών κρέατος της Νότιας

Καλιφόρνιας που σπούδασε κοινωνιολογία χάρη σε μια υποτροφία που του παρείχε το

συνδικάτο και θα γίνει σε ένα από τους σημαντικότερους σύγχρονους αναλυτές, θα γράψει

«Κάποια στιγμή μέσα στον επόμενο χρόνο μια γυναίκα θα φέρει στον κόσμο ένα παιδί στην

εξαθλιωμένη συνοικία Αγιεγκούνλε του Λάγος, ένας νέος άνδρας θα το σκάσει από το χωριό

του στη Δυτική Ιάβα με προορισμό τα λαμπερά φώτα της Τζακάρτας και ίσως ένας αγρότης

μετακομίσει με την πάμπτωχη οικογένειά του σε ένα από τα αναρίθμητα pueblos jovenes

της Λίμας. Καθένα από αυτά τα συγκεκριμένα γεγονότα είναι ασήμαντο και θα περάσει

εντελώς απαρατήρητο. Παρόλα αυτά θα αποτελέσει ορόσημο για την παγκόσμια ιστορία.

190 Χατζημιχάλης (2001)[98]

Page 99: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Για πρώτη φορά ο αστικός πληθυσμός της γης θα ξεπεράσει τον αγροτικό»191. Η αστεακή

ανάπτυξη που συντελείται στις μέρες μας είναι ανεπανάληπτη και οι συνέπειες της έχει ήδη

φανεί ότι είναι τεράστιες. Τα στοιχεία θα είναι πάλι αποκαλυπτικά192. Πριν από μισό αιώνα

οι πόλεις που είχαν πληθυσμό πάνω από ένα εκατομμύριο ήταν αρκετά λιγότερες από 100.

Σήμερα είναι 400 και μέχρι το 2015 θα ξεπεράσουν τις 550. Ο πληθυσμός της γης είναι

κοντά στα 6 δισεκατομμύρια με τους κατοίκους των αστικών κέντρων να είναι περίπου 3,2,

περισσότερο δηλαδή από το συνολικό πληθυσμό της γης πριν από μισό αιώνα. Μέχρι το

2025 οι κάτοικοι των πόλεων εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 5δισ. και στα μέσα του αιώνα ο

αριθμός ίσως να είναι διψήφιος. Το πιο τρομερό ωστόσο είναι ότι ενώ μέχρι σήμερα, σε

γενικές γραμμές, τα αστικά κέντρα μεγάλωναν σε όλο τον κόσμο, στο μέλλον η αύξηση

αυτή θα είναι μικρή μέχρι και μηδαμινή για πολλές από τις μεγάλες πόλεις των πλούσιων

χωρών, ενώ θα είναι γιγαντιαία στις φτωχές ή ταχύτατα αναπτυσσόμενες οικονομίες του

κόσμου, στην Ασία, τη Λατινική Αμερική, ακόμα και την Αφρική. Για ορισμένες πόλεις η

αύξηση είναι εκπληκτική. Κάθε μια ώρα το Δελχί έχει 47 περισσότερους κατοίκους, το

Λάγος 21 ενώ στη Μανίλα κάθε λεπτό προστίθεται και ένας κάτοικος. Με βάση αυτούς τους

ρυθμούς193 στο άμεσο μέλλον το Τόκυο θα είναι η μόνη πλούσια πόλη που θα βρίσκεται

μέσα στις δέκα μεγαλύτερες πόλεις.

Ο πληθυσμός της γης δεν αυξάνει απλά, αλλά, όπως φαίνεται, φτωχαίνει κιόλας. Η

πολιτική που έχει εφαρμοστεί από τα αστικά επιτελεία και τους διεθνείς οργανισμούς τους,

κυρίως την Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), είναι μια

σύνθετη περιοχή ακραίας εκβιομηχάνισης μερικών περιοχών του πλανήτη μαζί με μια

ολοκληρωτική καταστροφή κάθε παραγωγικής μονάδας και κρατικής λειτουργίας σε

κάποιες άλλες. Και αν η πλειοψηφία των κατοίκων της Ευρώπης και των Η.Π.Α.

δεινοπαθούν από την νεοφιλελεύθερη επίθεση στα κεκτημένα τους δικαιώματα, οι

κάτοικοι του υπόλοιπου πλανήτη διανύουν την χειρότερη περίοδο που έχει ζήσει άνθρωπος

μάλλον από τότε που άρχισε να εγκαταλείπει τις σπηλιές μερικές χιλιάδες χρόνια πριν. Τα

Προγράμματα Δομικής Αναπροσαρμογής του ΔΝΤ για τις αναπτυσσόμενες χώρες φρόντισαν

για αυτό. Ο Νιγηριανός συγγραφέας Fidelis Balogoun περιγράφει κάπως έτσι την εφαρμογή

ενός τέτοιου προγράμματος στο Λάγος. «Η αλλόκοτη λογική αυτού του οικονομικού

191 Mike Davis: Ο πλανήτης των παραγκουπόλεων, στο New Left Review (2006)192 Τα στοιχεία που θα ακολουθήσουν προέρχονται από: Mike Davis στο New Left Review (2006), Koolhaas (2001), Παγώνης (2008) 193 Πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι μερικές φορές οι εκτιμήσεις για συγκεκριμένες πόλεις μπορεί να αστοχήσουν, όπως στο παράδειγμα της «αναστροφής της πόλωσης» στην πόλη του Μεξικού, που ενώ εκτιμώνταν ότι θα έφτανε στην δεκαετία του 90 στα 25 εκατομμύρια ο πληθυσμός της είναι σήμερα κάτω από τα 20.

[99]

Page 100: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

προγράμματος ήταν ότι για να δοθεί νέα ζωή στην παρακμάζουσα οικονομία έπρεπε πρώτα

να απομυζηθεί κάθε χυμός από την μη προνομιούχα πλειονότητα των πολιτών. Η μεσαία

τάξη ταχύτατα εξαφανίστηκε και τα αποφάγια των λίγων που πλούτιζαν όλο και

περισσότερο έγιναν το γεύμα του συνεχούς διογκούμενου πληθυσμού που ζούσε σε έσχατη

φτώχεια»194. Για αυτούς τους απόκληρους της παγκοσμιοποίησης, δεν έπρεπε να υπάρχει

καμία μέριμνα γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε πρόβλημα στις καπιταλιστικές

οικονομίες. Ο χώρος που τους αντιστοιχεί είναι οι νέες παραγκουπόλεις, οι favelas της

Βραζιλίας, οι bustees της Καλκούτας, τα chawls και τα zopadpattis της Βομβάης ή όπως

αλλιώς ονομάζονται ανά τον κόσμο. Σε αυτές ζει πάνω από τα δύο τρίτα του αστικού

πληθυσμού των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών και το ένα τρίτο του αστικού πληθυσμού

όλου του κόσμου.

Αυτή τεράστια ανάπτυξη των αστικών κέντρων και η διάχυση των πόλεων βάζει στο

λεξιλόγιο μας νέες λέξεις, όπως παγκόσμια πόλη, μεγα-πόλη, κ.α. Ο Manuel Castells σε μια

διάλεξη του στο πανεπιστήμιο του Harvard195 έλεγε ότι κάθε μέρα στο σπίτι του στο Los

Angeles έρχεται μια εφημερίδα με τα τοπικά νέα. Το τοπικά όμως δεν εκφράζει μόνο την

πόλη του αλλά μια ευρύτερη περιοχή που λέγεται «south land» και ξεκινά από το Los

Angeles, περνά μέσα από τα Μεξικάνικα σύνορα και φτάνει μέχρι το Las Vegas. Εντός αυτής

κατοικούν 21 εκ. κάτοικοι. Στη συνέχεια θα πει ότι το 67% των κατοίκων των Η.Π.Α κατοικεί

σε 10 μητροπολιτικές περιοχές. Στο καπιταλισμό του 2000 γεωγραφία των πόλεων αλλάζει.

Στη θέση μιας μεγάλης μητρόπολης στα όρια της οποίας υπήρχαν τα φτωχά ή τα πλούσια

προάστια που όριζε ένα χώρο που οριζόταν ως μητροπολιτικός και διαχωριζόταν από τη

γύρω του ύπαιθρο περνάμε σε μια μετά- μητρόπολη, μια τεράστια δηλαδή έκταση εντός

της οποίας υπάρχει το αστικό κέντρο που παραμένει το εμπορικό κέντρο, τα περιφραγμένα

προάστια των πλουσίων- gated communities, οι πόλεις δορυφόροι- edge cities πολύ

μακριά από το κέντρο, και σε διάσπαρτα σημεία οι σύγχρονες παραγκουπόλεις. Εντός

αυτής της περιοχής υπάρχουν διαφορετικές λειτουργίες και ζώνες, εμπόριο, αγροτική

παραγωγή, αστικοποιημένα προάστια, βιομηχανική παραγωγή, υπηρεσίες κ.α., έτσι ώστε

ολόκληρος ο κόσμος να αποτελείται από ένα δίκτυο τέτοιων περιοχών. Αυτή τη

συλλογιστική θα υποστηρίξουν πολλοί σύγχρονοι ερευνητές μεταξύ των οποίων και οι

λεγόμενη «L.A. school», μια ομάδα μαρξιστών κοινωνιολόγων και γεωγράφων μεταξύ των

194 Στο New Left Review (2006)

195 Διάλεξη με τίτλο «The networked Metropolis», στο http://www.gsd.harvard.edu[100]

Page 101: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

οποίων και ο Mike Davis196, o Ed Soja197 και άλλοι. Όπως καταλαβαίνουμε η νέα μορφή των

πόλεων αποτυπώνει και την αλλαγή στην οικονομία. Η Saskia Sassen θα γράψει «Η

γεωγραφία και η σύνθεση της οικονομίας άλλαξε παράγοντας ένα σύνθετο δυϊσμό: μια

χωρικά διάχυτη αλλά παρόλα αυτά παγκόσμια ενοποιημένη οργάνωση της οικονομικής

δραστηριότητας»198.

Μέσα σε όλα αυτά που έχει χαθεί η πολεοδομία; «Πώς να εξηγηθεί το παράδοξο

ότι η πολεοδομία, ως επάγγελμα, εξαφανίστηκε τη στιγμή κατά την οποία η αστικοποίηση

μετά από δεκαετίες σταθερής επιτάχυνσης βρίσκεται στον δρόμο της εδραίωσης ενός

οριστικού, παγκόσμιου "θριάμβου" της αστικής κατάστασης;»199 θα αναρωτηθεί ένας από

τους γνωστότερους αρχιτέκτονες της σύγχρονης εποχής. Αν και πιστεύουμε ότι μάλλον θα

έπρεπε να σκεφτεί αν και ο ίδιος έχει κάποιο μερίδιο ευθύνης για τη πτώχευση της

σημερινής πολεοδομικής σκέψης, συμμεριζόμαστε τον ίδιο προβληματισμό. Πως

διαμορφώνεται η πόλη στην μεταμοντέρνα εποχή. Η συζήτηση γύρω από το μεταμοντέρνο

και της σύγκριση του με το μοντέρνο κίνημα είναι πολύ μεγάλη και σίγουρα έξω από τη

μελέτη μας. Εμείς θα συνταχθούμε με την άποψη του Frederick Jameson στο σημαντικό του

έργο «Το μεταμοντέρνο ή η πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού», ο οποίος

εκτιμά ότι το μεταμοντέρνο είναι η αποτύπωση στον πολιτισμό, του νέου σταδίου του

ύστερου καπιταλισμού, όπως περιγράφηκε από τον Mandel200, όπως ο ρεαλισμός ήταν για

τον ελεύθερο ανταγωνισμό και το μοντέρνο για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό. «Η έννοια

του μεταμοντέρνου, την οποία αναπτύσσουμε εδώ, είναι ιστορική μάλλον παρά απλώς

αισθητική. Αξίζει να επιμείνουμε ιδιαίτερα στη ριζική διάκριση μεταξύ των δύο απόψεων:

για τη μία άποψη, το μεταμοντέρνο είναι ένα (προαιρετικό) στυλ ανάμεσα σε πολλά άλλα

διαθέσιμα ενώ η δεύτερη θέλει να το συλλάβει ως πολιτιστική δεσπόζουσα της λογικής του

ύστερου καπιταλισμού. Οι δύο απόψεις οδηγούν λοιπόν σε δύο πολύ διαφορετικούς

τρόπους σύλληψης του φαινομένου στο σύνολο του: από τη μια πλευρά έχουμε ηθικού

τύπου κρίσεις (θετικές ή αρνητικές, αδιάφορο) και από την άλλη μια πραγματικά διαλεκτική

προσπάθεια να σκεφτούμε το παρόν μας μέσα στον ιστορικό χρόνο»201. Με αυτή την έννοια

δεν θα αναφερθούμε σε αρκετά έργα αρχιτεκτόνων αλλά θα υποστηρίξουμε ότι στην

μεταμοντέρνα εποχή, και με ευθύνη και των αρχιτεκτόνων αυτής της εποχής, η πόλη θα

196 Βλ. Davis (1992)197 Βλ. Soja (1994)198 Sassen (2001)199 Koolhaas στο Μετάπολις (1997) 200 Mandel (2004)201 Jameson (1999)

[101]

Page 102: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

υπακούσει στις ανάγκες του σύγχρονου καπιταλισμού. Στην πόλη- επιχείρηση η

πολεοδομία δεν μπορεί παρά να ακολουθεί τον απαραβίαστο νόμο της αγοράς.

Στην αρχιτεκτονική, το τέλος του μοντερνισμού σύμφωνα με τον Charles Jencks,

χρονολογείται στις 15 Ιουλίου του 1972, όταν το σύμπλεγμα κατοικιών Pruitt- Igoe στο Σεντ

Λούις που σχεδιάστηκε από τον Le Corbusier κατεδαφίστηκε ως μη κατοικήσιμο περιβάλλον

για τους ανθρώπους που στέγαζε. Μέσα στην ίδια δεκαετία οι Robert Venturi, Steven

Izenour και Denise Scott Brown θα εκδώσουν το «Learning From Las Vegas», στο οποίο θα

διατυπώσουν την έλξη τους από την «λαϊκή» αρχιτεκτονική της πόλης αυτής που

εκφράζεται τόσο στα μεγάλα εμπορικά της κτίρια όσο και στις μεσοαστικές κατοικίες. Θα

θεωρηθεί ως ένα από τα μανιφέστα ενάντια στην μοντέρνα πολεοδομία και εμπνευστής

μιας νέας γενιάς σχεδιαστών. Ένας από τους πρώτους μεταμοντερνιστές αρχιτέκτονες ο

Aldo Rossi θα υποστηρίξει σε αντίθεση με την παρότρυνση του μοντερνιστή Burnham για

μεγάλα σχέδια: «Σε τι λοιπόν θα μπορούσα να προσβλέπω στο επάγγελμά μου; Σίγουρα σε

μικρά πράγματα, αφού είδαμε ότι η δυνατότητα για μεγάλα αποπέμφθηκε από την

ιστορία»202. Τα επόμενα χρόνια, μέχρι και τις μέρες μας, διάφορα αισθητικά στυλ θα

προβάλλουν στην αρχιτεκτονική αναζήτηση. Μερικοί αρχιτέκτονες θα αναζητήσουν ένα νέο

ιστορικισμό, άλλοι τις νέες τεχνολογίες, άλλοι θα βρουν νέες μορφές και αισθητικούς

κώδικες. Πολλοί εξ αυτών θα φλερτάρουν με τις κυρίαρχες εικόνες των mass media, ακόμα

περισσότεροι θα δώσουν καινοτόμες κατασκευαστικές λύσεις. Πολύ λίγοι όμως θα

ξεφύγουν από αυτή τη συμβουλή του προκατόχου τους. Ίσως να φταίει και η εποχή. «Η νέα

τάξη πραγμάτων, δεν έχει πλέον ανάγκη από προφήτες και οραματιστές του χαρισματικού

τύπου του ώριμου μοντερνισμού, ούτε ως καλλιτέχνες δημιουργούς ούτε ως πολιτικούς»203.

Είναι αληθινά ένα μεγάλο ερώτημα, το οποίο δεν θα επιδιώξουμε να απαντήσουμε, αν

είναι προτιμότερος ένας αρχιτέκτονας που πιστεύει ότι αυτά που δημιουργεί καλυτερεύουν

την κοινωνία, ενώ βοηθούν στην συντήρηση των πιο άσχημων πλευρών της, ή κάποιος

μετριοπαθής που αναγνωρίζει την αδυναμία για συνολικές αλλαγές και συντάσσεται

οικειοθελώς με την εκάστοτε κυρίαρχη πολιτική. Εμείς θα αρκεστούμε στη φράση του Terry

Eagleton, ο οποίος αφού πρώτα αναγνωρίζει ότι θα ήταν υποκρισία αν δεν αποδεχόταν τις

δυσκολίες μια μεγάλης κοινωνικής ανατροπής, λέει: «Απλά θα ήταν πολύ χειρότερο και από

υποκρισία, στις σημερινές συνθήκες, να εγκαταλείψει κανείς το όραμα μιας δίκαιης

κοινωνίας και να συναινέσει έτσι στο τρομακτικό χάος που ονομάζεται σύγχρονος

202 Στο Harvey (2007)203 Jameson (1999)

[102]

Page 103: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

κόσμος»204. Θα προτείναμε σε αρκετούς σύγχρονους αρχιτέκτονες, χωρίς να υποδυθούν το

ρόλο ενός ανύπαρκτου μεσσία, να ξανασκεφτούν πάνω σε αυτά τα λόγια.

Όπως και πάντα, άλλωστε η πόλη συνεχίζει να παίρνει τη μορφή που τις δίνει η

εξουσία, με ή χωρίς το μολύβι ή το ποντίκι ηλεκτρονικού υπολογιστή του αρχιτέκτονα. Οι

σύγχρονες πόλεις γίνονται «πόλεις- θεάματα». Στη Βαλτιμόρη, για παράδειγμα για να

«σταματήσουν ο φόβος και η μη χρήση των περιοχών του κέντρου της πόλης, που ήταν το

αποτέλεσμα της πολιτικής αναταραχής στα τέλη της δεκαετίας του 1960, γεννήθηκε η

Έκθεση της Πόλης της Βαλτιμόρης… ως τρόπος για να προωθηθεί η εκ νέου ανάπτυξη της

πόλης»205. Έτσι έγραφε μια έκθεση του Υπουργείου Στέγασης και Πολεοδομικής Ανάπτυξης.

Στα επόμενα χρόνια η έκθεση αυτή θα γίνει ο βασικός τρόπος προσέλκυσης τουριστών στην

πόλη και γύρω από αυτήν θα αναμορφωθεί και ολόκληρο το κέντρο με το Harbor Place, μια

προκυμαία που έχει κάθε χρόνο αντίστοιχο αριθμό επισκεπτών με τη Disney Land,

συνεδριακά και επιστημονικά κέντρα και αναρίθμητα νέα ξενοδοχεία. Στην πόλη αυτή όπως

και σε πάρα πολλές άλλες πόλεις της Αμερικής και ολόκληρου του κόσμου θα

χρησιμοποιηθεί «μια αρχιτεκτονική του θεάματος, με τα χαρακτηριστικά της επιφανειακής

λάμψης και της παροδικής συμμετοχικής ευχαρίστησης»206. Για τους επιχειρηματικούς

κύκλους η αρχιτεκτονική αυτή θα θεωρηθεί πετυχημένη. Για τους φτωχούς της πόλης

μάλλον όχι. Ο δημόσιος χώρος παύει να υπάρχει και τη θέση του παίρνει ένας φαντασιακός

οργασμός υποτιθέμενου δημόσιου χώρου, με επιχειρηματικά οφέλη. Οι πόλεις μας

πωλούνται για να αγοραστούν από επίδοξους Walt Disney, ίσως λιγότερο δημιουργικούς,

για να τις κάνουν Disneyland207 και θεματικά πάρκα.

Αυτή είναι η μια όψη της πόλης. Η πλούσια και φανταχτερή. Η άλλη της πλευρά

είναι η πόλη της ανεργίας, του αποκλεισμούς και της εγκληματικότητας. Είναι η πόλη αυτών

που το σύστημα ποτέ δεν ήθελε να υπάρχουν αλλά διαρκώς γίνονται περισσότεροι. Σε αυτή

την πόλη επίσης έχει παρέλθει ο μοντερνισμός. Μόνο που το μοντερνιστικό δόγμα «Form

Follows Function»208, αντικαθίσταται από το «Form Follows Fear». Η σύγχρονη πόλη και η

αρχιτεκτονική της πρέπει να είναι έτσι φτιαγμένη που να κρατά φοβισμένο και ήσυχο τον

εσωτερικό εχθρό. Να τον απομονώνει, να τον περιορίζει, να τον διασπά και να τον κρύβει.

204 Ιγκλετον (2003)205 Βλ. Harvey (2007)206 Harvey (2007)207 Βλ. Sorkin (1996)208 Η μορφή ακολουθεί τη λειτουργία

[103]

Page 104: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Και όταν τα όπλα της αρχιτεκτονικής δεν αρκούν, τότε επιστρατεύονται τα όπλα της

καταστολής και της παρακολούθησης.

Όποια μέσα και να χρησιμοποιούνται, η μάχη για το δικαίωμα στην πόλη δεν

σταματά. Είναι η μάχη για την ύπαρξη και την αξιοπρέπεια. Το αν θα μετατραπεί σε μάχη

για την εξουσία θα κριθεί στο μέλλον. Το σίγουρο είναι ότι υπάρχει. Αυτό δείχνουν οι βίαιες

εξεγέρσεις σε όλες τις καπιταλιστικές μητροπόλεις, από το Los Angeles μέχρι τα παριζιάνικα

προάστια, και από την Λατινική Αμερική μέχρι την Αθήνα του Δεκέμβρη. Όσο μάλιστα η

κρίση που εξελίσσεται σήμερα, παίρνει χαρακτήρα αντεργατικής χιονοστιβάδας, αυτές όχι

μόνο δεν θα κοπάσουν, αλλά θα βρουν νέους, αναπάντεχους για πολλούς, επαναστατικούς

δρόμους.

[104]

Page 105: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Επίλογος.

Τις μέρες που καταλήγαμε στην επιλογή του θέματος αυτού, μια νέα οικονομική

κρίση που χτυπούσε τον καπιταλιστικό κόσμο είχε ήδη κάνει την εμφάνιση της αρκετούς

μήνες. Τις μέρες που τελείωνε η συγγραφή της, είχε ήδη δείξει τα αποτελέσματα της ενώ οι

περισσότεροι πιστεύουν ότι τα χειρότερα σημάδια της δεν τα έχουν ακόμα φανερωθεί.

Κάθε επίλογος, λοιπόν, είναι επίφοβος. Κάθε προσπάθεια συμπερασμάτων για τη συνέχεια

φαίνεται να είναι παρακινδυνευμένη. Εμείς θα θέσουμε μόνο δύο στοιχεία.

Το Νοέμβριο του 2008, το δημοτικό συμβούλιο της πόλης Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α.

δημοσιεύει μια απόφαση με τίτλο: «City of Philadelphia’s response to the financial crisis»209.

Πρόκειται για το νέο πενταετές σχέδιο της πόλης που έχει ως στόχο να εξισορροπήσει την

οικονομική κατάσταση της πόλης, μετά τις πρώτες ενδείξεις της κρίσης, και να προλάβει τις

μετέπειτα συνέπειες της. Πέρα από κάποιες προσπάθειες εξορθολογικοποίησης κάποιων

λειτουργιών, οι βασικότερες ρυθμίσεις είναι οι δραστικές περικοπές στις παροχές στα

ασθενέστερα στρώματα, η μείωση στα δημοτικά προγράμματα στέγασης και υγειονομικής

προστασίας, το κλείσιμο πολλών δημόσιων βιβλιοθηκών κ.α. Πρόκειται για μια από τις πιο

φτωχές πόλεις των Η.Π.Α., με μεγάλο ποσοστό μη- λευκών κατοίκων. Ο Δήμαρχος της, ο

Michael Nutter, είναι ο ίδιος μαύρος, μεγαλωμένος μέσα στις φτωχογειτονιές, και μάλιστα

διοικεί τη μεγαλύτερη πόλη που έχει δήμαρχο με τέτοιο χρώμα δέρματος. Το πρόγραμμα

του θα απογοητεύσει τη μεγαλύτερη πλειονότητα των κατοίκων, που θα προβούν σε

κινητοποιήσεις. Ο ίδιος είναι από τους σημαντικούς υποστηρικτές ενός ακόμα παιδιού των

φτωχογειτονιών που πρόκοψε, του Barack Obama, του νέου προέδρου των Η.Π.Α. που

δηλώνει ότι «Ναι, μπορούμε»210 να αλλάξουμε την κόσμο. Αυτός από τον οποίο περιμένουν

πολλοί, να υπερβεί την κρίση με φιλολαϊκά μέτρα.

Οι τελευταίες έρευνες που βλέπουν το φως τη δημοσιότητας, δείχνουν ότι η χώρα

που η οικονομία της πλήττεται λιγότερο από την κρίση είναι η Κίνα. «Εάν υπάρχει κάποιος

που θα έλεγε ότι πέρασε μια «θετική» κρίση, αυτή είναι η Κίνα»211 θα γράψει το πρακτορείο

Reuters. Πολλοί θα πουν ότι η Κίνα θα βγει από την κρίση ως ο νέος ηγέτης της παγκόσμιας

οικονομίας. Κομμάτι της αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας θα συρρεύσει στη χώρα για να

209 http://www.transformgov.org/assets/0/72/1412/723e5502-c3ac-4ee4-b3ce-0acc5a2fc8e4.pdf210 Yes, we can. Ήταν το βασικό προεκλογικό σύνθημα του Barack Obama211 Βλ. Ναυτεμπορική (2009)

[105]

Page 106: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

σχεδιάσει μερικά από τα διάσημα έργα των ολυμπιακών αγώνων που έγιναν πριν από ένα

χρόνο. Σχεδιάζονται νέες πόλεις εκατοντάδων χιλιάδων, ολόκληρες περιοχές αφανίζονται,

συντελείται ένας εδαφικός μετασχηματισμός πρωτοφανής στην ιστορία. Η Κίνα γίνεται η

μεγαλύτερη παγκόσμια απειλή για το περιβάλλον212. Στην κατασκευή του περίφημου Νέου

Ολυμπιακού Σταδίου του Πεκίνου, τη «φωλιά» των Herzog και De Meuron, πάνω από δέκα

εργάτες βρήκαν τραγικό θάνατο κατά στην κατασκευή. Στη χώρα, το 36% των πολιτών

θεωρούνται φτωχοί και στη γειτονική Ινδία που φαντάζει και αυτή σαν ανερχόμενη

παγκόσμια δύναμη, πάνω από τα τρία τέταρτα.

Δεν ξέρουμε ακριβώς πότε και να θα ξεπεραστεί η κρίση. Υποστηρίζουμε ότι

ανοίγονται δύο δρόμοι. Ο ένας είναι η συνολική ανατροπή της εκμεταλλευτικής κοινωνίας

και ο άλλος η συνολική αντιδραστική μετάλλαξη του συστήματος, που ήδη έχει αρχίσει.

Κάθε περίπτωση θα φέρει και την πόλη που της αντιστοιχεί. Προσπαθήσαμε σε όλη την

εργασία να δείξουμε ότι κάτι τέτοιο συνέβαινε πάντα.

Και ο αρχιτέκτονας; Δεν παίζει κανένα ρόλο; Για να προλάβουμε μια αποδοχή της

ασημαντότητάς μας, θα πούμε γρήγορα όχι. Παίζει ρόλο. Για την ακρίβεια, σε όλη τη

ιστορία που γράψαμε έπαιζε. Ακόμα και αν άλλοι παράγοντες καθόριζαν την εξέλιξη των

κοινωνιών ο αρχιτέκτονας μπόρεσε να κάνει καλές και κακές επιλογές. Όμως δεν είναι μόνο

αυτό. Μπορεί και πρέπει, με τη σκέψη και με τα έργα του, να δώσει νέα ώθηση στην

επαναστατική σκέψη. Αυτό το οποίο θα αρνηθούμε, αν και πριν από εμάς το έχει

απορρίψει η ιστορία, είναι ότι μπορεί ο αρχιτέκτονας με τα σχέδια του να αλλάξει την

κοινωνία. Η κοινωνία αλλάζει μέσα από συλλογικούς αγώνες και ο αρχιτέκτονας αν θέλει να

πετύχει αυτό τον σκοπό οφείλει να έχει και ενεργή συμμετοχή σε αυτούς αλλά και μέσα

από τη δουλειά του να αναζητά το πραγματικά κοινωνικά αναγκαίο.

Άλλωστε ο βασικός στόχος αυτής της εργασίας δεν είναι μόνο η αναγνώριση της

αστικής ηγεμονίας πάνω στο δομημένο περιβάλλον αλλά, μέσα από την κατανόησή της, η

μελέτη των χαρακτηριστικών της και η αναζήτηση της ανατροπής της. Όπως έγραφε και ο

Μαρξ: «Σίγουρα η θέληση του καπιταλιστή είναι να παίρνει όσα περισσότερα μπορεί να

πάρει. Εκείνο όμως που έχουμε να κάνουμε εμείς είναι να μη φλυαρούμε γύρω από τη

θέλησή του, αλλά να εξετάζουμε την εξουσία του, τα όρια αυτής της εξουσίας και το

χαρακτήρα αυτών των ορίων213.

212 Βλ. http://www.eletaen.gr/Documents/clima/chinese_crisis.pdf213 Μαρξ (1998)

[106]

Page 107: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Βιβλιογραφία

Aglietta, Michel (2009). H οικονομική κρίση, Αθήνα, Πόλις

Αντιπολεμική Διεθνιστική Κίνηση (2003). Ολοκληρωτικός Πόλεμος και αντιπολεμικό κίνημα, Αθήνα

Alloway, Lawrence, The Arts and the Mass Media, Architectural Design & Construction, Φεβρουάριος 1958

Αρχιτεκτονικά Θέματα (1977) τ. 11, (1980)τ.14, (1982) τ.16

Benevolo, Leonardo (1997), Η πόλη στην Ευρώπη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα

Benevolo, Leonardo- Λαζαρίδης, Παντελής (1977). Βιομηχανική πόλη, Αθήνα, Νέα Σύνορα- Α.Α. Λιβάνη

Benevolo, Leonardo. Η ιστορικότητα του αρχιτεκτονικού έργου, Αθήνα, Νέα Σύνορα- Α.Α. Λιβάνη

Benjamin Walter (2002). Σαρλ Μπωντλαίρ. Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού, Αθήνα, Αλεξάνδρεια

Benjamin, Walter (1978). Δοκίμια για την Τέχνη, Αθήνα, Κάλβος

Benjamin, Walter (2003). Παρίσι, πρωτεύουσα του 19ου αιώνα, Σύνοψη του 1939, Θεσσαλονίκη, ξενοδοχείο των ξένων

Βρυχέα, Άννη (2003). Κατοίκιση και κατοικία, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα

Callinicos, Alex (1989). Against postmodernism, A Marxist critique, USA, St Martin’s Press

Galbraith K., John (1993). Οικονομική ευφορία, Νέα Σύνορα- Α.Α. Λιβάνη

Γκράμσι, Αντόνιο (1973). Ιστορικός υλισμός, Αθήνα, Οδυσσέας

Γούντ Μ., Έλεν (2008). Η αυτοκρατορία του κεφαλαίου, Αθήνα, ΚΨΜ

Ένγκελς, Φρειδερίκος. Η Εξέλιξη του Σοσιαλισμού απ΄ την ουτοπία στην επιστήμη, Αθήνα, Αναγνωστίδη

Davis, Mike (2006). City of Quartz, Excavating the Future in Los Angeles,Verso

Doctorow E. L. (2006). Το βιβλίο του Ντάνιελ, Αθήνα, Πόλις

Droste, Magdalena (2002). Bauhaus, Italy, TASCHEN

Frampton, Kenneth (1999). Μοντέρνα αρχιτεκτονική, Αθήνα, Θεμέλιο

Hall, Peter (1996), Cities of Tomorrow, Blackwell, 1996

Harvey, David (1973). Social Justice and the City, London, Edward Arnold

Harvey, David (2008). The Right to the City, New Left Review 53

[107]

Page 108: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Harvey, David (2009). Η κατάσταση της μετανεωτερικότητας, Αθήνα, Μεταίχμιο

Hobsbawm, Eric (1997). Η εποχή των επαναστάσεων 1789-1848, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας

Hobsbawm, Eric (2000). Η εποχή των αυτοκρατοριών 1875-1914, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας

Hobsbawm, Eric (2006). H εποχή των άκρων 1914-1991, Αθήνα Θεμέλιο

Hobsbawm, Eric (2006). Η εποχή του κεφαλαίου 1848-1875, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης

Hobsbawm, Eric (2007). Παγκοσμιοποίηση, Δημοκρατία και Τρομοκρατία, Αθήνα, Θεμέλιο

Ζόμπαρτ, Βέρνερ (1998). Ο Αστός, Αθήνα, Νεφέλη

Zevi, Bruno (1986) H μοντέρνα γλώσσα της αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Νεφέλη

Ίγκλετον, Τέρυ (2000). Οι αυταπάτες της μετανεωτερικότητας, Αθήνα, Καστανιώτη

Jameson Fredric-Miyoshi Masao, edc (1998), The cultures of globalization, USA, Duke University Press

Jameson, Fredric (1999). To μεταμοντέρνο, Αθήνα, Νεφέλη

Καρύδης, Δημήτρης (2006). Τα επτά βιβλία της πολεοδομίας, Αθήνα, Παπασωτηρίου

Καστέλς, Κόπ, Μπέρι κ.ά., (1980). Η πόλη στο σοσιαλιστικό σύστημα, Αθήνα, Οδυσσέας (επιμ. Ανδρικοπούλου Ε., Αποστολάκος Γ., Καυκαλάς Γ., Παυλίδου Γ.)

Καυκαλάς Γ.- Γιαουτζή Μ. (επιμ.) (1977). Η πόλη στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, Αθήνα, Οδυσσέας

Κοινωνία και Φύση (1992). Τετραμηνιαίο περιοδικό πολιτικής οικολογίας, Αθήνα, Κοινωνία και Φύση

Κομνηνός Νίκος (1986) Θεωρία της Αστικότητας, τόμος Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, Αθήνα, Σύγχρονα Θέματα

Kονδύλης, Παναγιώτης (2000). Από τον 20ο στον 21ο αιώνα, Αθήνα, Θεμέλιο

Κονδύλης, Παναγιώτης (2007). Η παρακμή του αστικού πολιτισμού, Αθήνα, Θεμέλιο

Koolhaas R., Boeri S., Kwinter S., Tazi N (eds.) (2001). Mutations, Barcelona, Actar

Kopp, Anatole (1976). Πόλη και επανάσταση, Αθήνα, Νέα Σύνορα- Α.Α. Λιβάνη

Le Corbusier (2005). Για μια Αρχιτεκτονική, Αθήνα, Εκκρεμές

Le Monde Diplomatique (2005), Πενήντα χρόνια που άλλαξαν τον κόσμο, Αθήνα, Σαββάλας

Λαζαρίδης, Παντελής (επιμ.). Πόλη και Κοινωνία-Τέσσερα κείμενα του Manuel Castels, Αθήνα, Νέα Σύνορα- Α.Α. Λιβάνη

Λένιν Β. Ι. (2005). Ο Ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή

[108]

Page 109: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Λεφέβρ Ανρί. Μαρξισμός και πόλη, Αθήνα, Οδυσσέας

Lefebvre, Henry (1977). Δικαίωμα στην πόλη- Χώρος και πολιτική, Αθήνα, Παπαζήση

Λισαγκαρέ Προσπέρ- Ολιβιέ (2005). Η ιστορία της Παρισινής Κομμούνας του 1871, Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος

Λοϊζίδη, Νίκη (1992). Απόγειο και κρίση της πρωτοποριακής ιδεολογίας, Αθήνα, Νεφέλη

Luttwak, Edward (2003). Αχαλίνωτος καπιταλισμός, Αθήνα, Α.Α. Λιβάνη

Μαντέλ, Ερνέστ (2004). Ο Υστερος καπιταλισμός, Αθήνα, Εργατική Πάλη

Μάρξ, Κάρλ (1978). Το Κεφάλαιο Τόμος ΙΙΙ, Αθήνα, Συγχρονη Εποχή

Μάρξ, Καρλ (1979). Το κεφάλαιο Τόμοα ΙΙ, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή

Μαρξ, Καρλ (1998). Μισθός τιμή και κέρδος, Αθήνα, Σύγχρονη εποχή

Μάρξ, Κάρλ- Ένγκελς, Φρίντριχ (1999). Το μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος, Αθήνα, Θεμέλιο

Μάρξ, Κάρλ. Ιστορικά Έργα, Αθήνα, Αναγνωστίδη

Μαρξ, Καρλ (2002). Το κεφάλαιο Τόμος Ι, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή

Μαρξ, Καρλ (2005). Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή

Μετάπολις: (1997), τ. 1

Μηνακάκης, Βασίλης (2008). Κοινωνική σσφάλιση, Αθήνα, ΚΨΜ

Μπόγιερ, Ρίτσαρντ- Μορέ Χέρμπερτ (1993). Η άγνωστη ιστορία του εργατικού κινήματος των Η.Π.Α., Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή

Μπούκτσιν, Μάρραιη (1979). Τα όρια της πόλης, Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος

Μπωντριγιάρ, Ζαν (2000). Η καταναλωτική κοινωνία, Αθήνα, Νησίδες

Νέο Αριστερό Ρεύμα (1997). Η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, Αθήνα

New Left Review (2006). Η ελληνική έκδοση, Αθήνα, Άγρα

Νικολαΐδου, Σήλια (1993). Η κοινωνική οργάνωση του αστικού χώρου, Αθήνα, Παπαζήση

Ντος Πασος, Τζον (2007).USA (τριλογία) - O 42ος παράλληλος, 1919, Τα πολλά λεφτά Αθήνα, Οδυσσέας

Ναυτεμπορική, εφ. 15/9/2009

Ουτοπία (1995) τ.18

Παγώνης (2008), Νέα αστικά φαινόμενα και επίδραση τους στο σχεδιασμό των πόλεων, Διάλεξη στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών

Παπαδολαμπάκη, Μανώλη (1976). Οι δικτάτορες των πόλεων: πολεοκράτορες και τεχνοκράτες, Αθήνα, Καστανιώτη

[109]

Page 110: Η κρίση στην πόλη και η πόλη στην κρίση

Παπακωνσταντίνου, Πέτρος (2005). Η εποχή του φόβου, Αθήνα, Α.Α. Λιβάνη

Παπακωνσταντίνου, Πέτρος (2008). Το χρυσό παραπέτασμα: η γέννηση του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, Αθήνα, Α.Α. Λιβάνη

Παπαδοπούλου-Συμεωνίδου, Παρύσατις (1995). Πόλη και πολεοδομία στην πρώην Σοβιετική Ένωση 1917-1985, Θεσσαλονίκη, Κυριακίδη

Σαρηγιάννης Μ., Γεώργιος (2000). Αθήνα 1830-2000, Αθήνα, Συμμετρία

Σαρηγιάννης Μ., Γεώργιος (2008). Παραγκουπόλεις, ένα τυπικό καπιταλιστικό φαινόμενο, στο Διάπλους τ. 28

Said W., Edward (1996). Κουλτούρα και ιμπεριαλισμός, Αθήνα, Νεφέλη

Samuel, Pierre (1973). Οικολογία, Αθήνα, Βεργός

Sennet, Richard (2008). H κουλτούρα του νέου καπιταλισμού Αθήνα, Σαββάλας

Σένετ, Ρίτσαρντ (1999). Η τυραννία της οικειότητας, Αθήνα, Νεφέλη

Σημαιοφορίδης, Γιώργος. (2005), Διελεύσεις, Αθήνα, METAPOLIS press

Sassen, Saskia (2001). The Global City: New York, London, Tokyo, Princeton University Press

Sorkin, Michael (eds.) (1996). Variations on a theme park, New York, Hill and Wang

Soja W., Edward (1994). Postmodern Geographies, New York, Verso

Σταμάτης, Γιώργος (1990). Προβλήματα μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας , Αθήνα, Κριτική

Σταμάτης, Γιώργος (2007), Περί Νεοφιλελευθερισμού, Αθήνα, ΚΨΜ

Thurow, Lester (1997). Το μέλλον του καπιταλισμού, Αθήνα, Α.Α. Λιβάνη

Τουρνικιώτης, Παναγιώτης (2002). Ιστοριογραφία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα, Αλεξάνδρεια

Τουρνικιώτης, Παναγιώτης (2006). Η αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή, Αθήνα, Futura

Venturi, Robert(1977). Learning from Las Vegas, ΜΙΤ

Virno, Paolo (2007). Γραμματική του πλήθους,Αθήνα, Αλεξάνδρεια-Οδυσσέας

Wolf, Winfried (2007). Αναγεννημένος Μαρξ, Αθήνα, Redbee

Χάρβεϊ, Ντέιβιντ (2006). Ο Νέος ιμπεριαλισμός, Αθήνα, Καστανιώτης

Χατζηγώγας, Γιάννης (1985). Υλικό για μιαν άλλη «εκ των ρνόντων» αρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη, Ατλαντίδα

Χατζημιχάλης, Κωστής (2001). Γεωγραφία, Ανάπτυξη και Πολιτική, Αθήνα, Πολίτης

[110]