24
Πρώτο Κεφάλαιο Η πλατωνική θεώρηση της τέχνης ως προϋπόθεση της αριστοτελικής αισθητικής. Το διαρκές πρόβλημα ,όταν αναφερόμαστε στην πλατωνική φιλοσοφία, εντοπίζεται στο ποιες θεωρίες του Πλάτωνα μπορούν να αποδοθούν στο Σωκράτη και ποιες είναι αποκλειστικές συλλήψεις του εμπνευστή της θεωρίας των ιδεών. Όσον αφορά στις αισθητικές θεωρίες, η κατάσταση δεν είναι πολύ σαφής και υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των ερευνητών. Γεγονός πάντως είναι πως οι πλατωνικές αισθητικές θεωρίες εκτίθενται σε έργα τα οποία κατατάσσονται σε δύο ομάδες:α)τους διαλόγους Ίων, Συμπόσιο και Πολιτεία, που γράφτηκαν στην πρώτη περίοδο συγγραφικής παραγωγής του Πλάτωνα(399-387π.Χ.), λίγο μετά το θάνατο του Σωκράτη και β) τους διαλόγους Σοφιστής και Νόμοι, που γράφτηκαν στα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του, πριν το θάνατό του, το 347π.Χ. Μεταξύ των δύο αυτών ομάδων βρίσκεται ο Φαίδρος, ο οποίος προσεγγίζει χρονικά τη δεύτερη ομάδα. Ας δούμε τώρα ορισμένες βασικές αισθητικές θέσεις του Πλάτωνα, ομαδοποιημένες σε τρεις μεγάλες κατηγορίες(Τέχνη και μίμηση / Το Ωραίο/ Ηθική και Τέχνη). 1. Τέχνη και μίμηση Ο όρος μίμησις στον Πλάτωνα συναντάται κατεξοχήν στην Πολιτεία αλλά και σε άλλα έργα, όπως στον Κρατύλο, τον Τίμαιο και στο Σοφιστή. Στην Πολιτεία (373b5-9), ο φιλόσοφος συμπεριλαμβάνει υπό τον όρο μιμήσεις όλες τις τέχνες, με πρώτη την ποίηση[oŒon o† te qhreutaˆ p£ntej o† te mimhta…, polloˆ mn oƒ perˆ t¦ sc»mat£ te kaˆ crèmata, polloˆ d oƒ perˆ mousik»n, poihta… te 5

Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

Πρώτο Κεφάλαιο

Η πλατωνική θεώρηση της τέχνης ως προϋπόθεση της αριστοτελικής αισθητικής.

Το διαρκές πρόβλημα ,όταν αναφερόμαστε στην πλατωνική φιλοσοφία, εντοπίζεται

στο ποιες θεωρίες του Πλάτωνα μπορούν να αποδοθούν στο Σωκράτη και ποιες είναι

αποκλειστικές συλλήψεις του εμπνευστή της θεωρίας των ιδεών. Όσον αφορά στις αισθητικές

θεωρίες, η κατάσταση δεν είναι πολύ σαφής και υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των ερευνητών.

Γεγονός πάντως είναι πως οι πλατωνικές αισθητικές θεωρίες εκτίθενται σε έργα τα οποία

κατατάσσονται σε δύο ομάδες:α)τους διαλόγους Ίων, Συμπόσιο και Πολιτεία, που γράφτηκαν

στην πρώτη περίοδο συγγραφικής παραγωγής του Πλάτωνα(399-387π.Χ.), λίγο μετά το

θάνατο του Σωκράτη και β) τους διαλόγους Σοφιστής και Νόμοι, που γράφτηκαν στα

τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του, πριν το θάνατό του, το 347π.Χ. Μεταξύ των δύο

αυτών ομάδων βρίσκεται ο Φαίδρος, ο οποίος προσεγγίζει χρονικά τη δεύτερη ομάδα. Ας

δούμε τώρα ορισμένες βασικές αισθητικές θέσεις του Πλάτωνα, ομαδοποιημένες σε τρεις

μεγάλες κατηγορίες(Τέχνη και μίμηση / Το Ωραίο/ Ηθική και Τέχνη).

1. Τέχνη και μίμηση

Ο όρος μίμησις στον Πλάτωνα συναντάται κατεξοχήν στην Πολιτεία αλλά και σε άλλα

έργα, όπως στον Κρατύλο, τον Τίμαιο και στο Σοφιστή. Στην Πολιτεία (373b5-9), ο

φιλόσοφος συμπεριλαμβάνει υπό τον όρο μιμήσεις όλες τις τέχνες, με πρώτη την

ποίηση[oŒon o† te qhreutaˆ p£ntej o† te mimhta…, polloˆ mn oƒ perˆ t¦�

sc»mat£ te kaˆ crèmata, polloˆ d oƒ perˆ mousik»n� , poihta… te kaˆ toÚtwn

Øphrštai, ·ayJdo…, Øpokrita…, coreuta…, ™rgol£boi, skeuîn te pantodapîn

dhmiourgo…, tîn te ¥llwn kaˆ tîn perˆ tÕn gunaike‹on kÒsmon].Το ίδιο

ακριβώς αναφέρει και στο Σοφιστή, εκεί όπου η ποίηση ταυτίζεται με τη μίμηση ειδώλων,

δηλαδή απεικασμάτων της πραγματικότητας[¹ g£r pou m…mhsij po…hs…j t…j

™stin, e„dèlwn mšntoi, famšn](Σοφιστής,265b).Όμως,ο συγκεκριμένος όρος στον

Πλάτωνα λαμβάνει και πιο λεπτές αποχρώσεις, όπως στον Κρατύλο όπου έχει τη σημασία της

έκφρασης πραγμάτων μέσω της γλώσσας(Κρατύλος, 423b9)[”Onom' ¥r' ™st…n, æj

œoike, m…mhma fwnÍ ™ke…nou Ö mime‹tai, kaˆ Ñnom£zei Ð

mimoÚmenoj tÍ fwnÍ Ö ¨n mimÁtai].Eπίσης, στην Πολιτεία, η μίμηση ταυτίζεται με

την έκφραση συναισθημάτων, μέσω της γλώσσας( Πολιτεία, 382b)[™peˆ tÒ ge ™n to‹j

lÒgoij m…mhm£ ti toà ™n tÍ yucÍ ™stˆn paq»matoj].Τέλος, στον Τίμαιο(38a9), η

5

Page 2: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

μίμηση αναφέρεται στη σχέση χρόνου και αιωνιότητας.[ ¢ll¦ crÒnou taàta a„îna

mimoumšnou kaˆ kat' ¢riqmÕn

kukloumšnou gšgonen e‡dh].

O Πλάτωνας χρησιμοποιεί επίσης, εκτός από τον όρο μίμησις, και τους όρους μέθεξις,

ομοίωσις και παραπλησία. Η σχέση που χαρακτηρίζουν αυτοί οι όροι - η σχέση ανάμεσα σε

μια εικόνα(είδωλον) και το αρχέτυπό της - παρατηρείται παντού. Όχι μόνο οι εικόνες των

αντικειμένων μιμούνται τα αντικείμενα αυτά, αλλά και ο μουσικός μιμείται τη θεϊκή αρμονία,

ο ενάρετος άνθρωπος μιμείται τις αρετές, ο σοφός νομοθέτης μιμείται τη μορφή του Καλού,

όταν οικοδομεί το κράτος του, ο θεός μιμείται τις μορφές, όταν κατασκευάζει τον κόσμο των

μικτών πραγμάτων. Ο Θεαίτητος, λοιπόν, μιλάει σωστά στον Σοφιστή(243b), όταν παρατηρεί

ότι ο όρος «καλύπτει μία πολύ μεγάλη ποικιλία.»[p£mpolu g¦r e‡rhkaj edoj� e„j έn

p£nta sullabën kaˆ scedÕn poikilètaton].

Προτού ασχοληθούμε περαιτέρω με την ανάλυση του όρου μίμησις, πρέπει να

υπενθυμίσουμε τι εννοεί ο φιλόσοφος με τον όρο τέχνη, καθώς αυτό θα αποβεί χρήσιμο και

στην κατανόηση της έννοιας που μας απασχολεί εδώ. Για τον Πλάτωνα, λοιπόν, τέχνη είναι η

ικανότητα να κάνουμε κάτι που απαιτεί ασυνήθιστη επιδεξιότητα και εξειδίκευση, κάτι που

προϋποθέτει γνώσεις για το πώς θα πετύχουμε ένα σκοπό. Στο Σοφιστή (219c-e), ο

φιλόσοφος, με αφορμή ένα λεπτομερή διχοτομικό ορισμό της τέχνης του ψαρέματος, διαιρεί

τις τέχνες γενικά σε αποθησαυριστικές(όπως η απόκτηση χρημάτων) και «παραγωγικές» ή

δημιουργικές, που πλάθουν κάτι το οποίο δεν υπήρχε προηγουμένως1.Οι παραγωγικές τέχνες

περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα από δεξιότητες- λ.χ. την ξυλουργική, την αυλητική, τη

ζωγραφική, την υφαντική την αρχιτεκτονική ή την επιπλοποιία. Ο Πλάτων, λοιπόν, δεν κάνει

τη διάκριση που θα περίμενε ένας σημερινός αισθητικός ανάμεσα σε καλές τέχνες και

χρησιμοθηρικές τέχνες.

Στο Σοφιστή(266κ.εξ.)ο φιλόσοφος κάνει μια προσπάθεια να υποδιαιρέσει σε διάφορα

είδη τα προϊόντα της παραγωγικής τέχνης. Η πρώτη υποδιαίρεση εισάγει μια στενότερη

έννοια της μιμήσεως, κατατάσσοντας τα παραγόμενα πράγματα σε δύο είδη:α)υλικά

αντικείμενα-φυτά και στοιχεία που παράγει ο θεός, σπίτια και μαχαίρια που παράγουν οι

άνθρωποι και β) «εικόνες»(είδωλα)-αντικατοπτρισμοί και όνειρα που παράγει ο θεός και

ζωγραφιές που παράγει ο άνθρωπος. Η τέχνη που παράγει είδωλα είναι η καθαυτό

«μιμητική» τέχνη. Με αυτήν την έννοια ένα σπίτι, για παράδειγμα, δεν είναι μίμηση, αλλά

μια φωτογραφία είναι μίμηση. Ή, όπως αναφέρει ο ίδιος ο Πλάτωνας «Και τι γίνεται με την

ανθρώπινη τέχνη; Δεν πρέπει άραγε να πούμε ότι με την οικοδομική παράγει ένα πραγματικό

1 Οι πλατωνικοί όροι είναι κτητική και ποιητική τέχνη, αντίστοιχα.

6

Page 3: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

σπίτι και με τη ζωγραφική ένα άλλο είδος σπιτιού, σαν ένα ανθρώπινο όνειρο που το βλέπει

κανείς στον ξύπνιο του;»(Σοφιστής, 266c).

Ένα ουσιώδες γνώρισμα του ειδώλου ή της μίμησης είναι ότι κατά κάποιο τρόπο

υστερεί από το πρωτότυπό του. Όπως σημειώνει στον Κρατύλο(432c), αν το είδωλο ήταν

τέλειο, «εκφράζοντας από κάθε άποψη ολόκληρη την πραγματικότητα….(τότε) δε θα ήταν

πια είδωλο»(αλλά ένα άλλο παράδειγμα του ίδιου πράγματος).Όταν ένας κατασκευαστής

μαχαιριών αντιγράφει ένα μαχαίρι που έφτιαξε κάποιος άλλος, τότε αυτό που παράγει δεν

είναι το είδωλο ενός μαχαιριού αλλά ένα νέο μαχαίρι· ίσως κάπως έμμεσα, αλλά πάντως

γνήσια, ο κατασκευαστής καθοδηγείται από την ιδανική μορφή του μαχαιριού. Ωστόσο, η

εικόνα ενός μαχαιριού δεν έχει το βάρος, την αιχμηρότητα, τη σκληρότητα του υλικού

μαχαιριού, ούτε βέβαια κόβει. Επειδή του λείπουν σημαντικές ιδιότητες, είναι λιγότερο

πραγματικό απ’ ό,τι το αρχέτυπό του. Και αυτό διέπει ολόκληρη τη μεταφυσική του

Πλάτωνα:το υλικό μαχαίρι είναι λιγότερο πραγματικό από το ιδανικό μαχαίρι, ο χρόνος είναι

λιγότερο πραγματικός από την αιωνιότητα και η διακυβέρνηση μιας πραγματικής πόλης-

κράτους λιγότερο πραγματική από τη διακυβέρνηση της ιδανικής πολιτείας.

Η «μιμητική τέχνη» μπορεί να γεννήσει δύο ειδών πράγματα : 1)ο μιμητής μπορεί να

αναπαραγάγει όσο πιο πιστά γίνεται τις πραγματικές ιδιότητες ενός μοντέλου , με τις

αληθινές αναλογίες και τα αληθινά χρώματά του· σ’ αυτήν την περίπτωση δημιουργεί μια

γνήσια ομοιότητα(εικόνα)(Σοφιστής, 235d), και 2)ο μιμητής μπορεί ν’ αντιγράψει την

εξωτερική εμφάνιση ενός αντικειμένου, όταν το παρατηρεί κανείς από ορισμένη θέση· σ’

αυτήν την περίπτωση δημιουργεί μία φαινομενική ομοιότητα(φάντασμα)(Σοφιστής, 236d).

Καμιά φορά τα δύο αυτά είδη συμπίπτουν, όταν τα πράγματα δείχνουν όπως είναι

πραγματικά, αλλά οι καλλιτέχνες έχουν προβεί σε ένα βαθμό σκόπιμης παραμόρφωσης,

προκειμένου να δημιουργήσουν την ομοιότητα2.

Τώρα έχουμε μία ακόμα στενότερη έννοια της «μίμησης», τη δημιουργία δηλαδή

απατηλής ομοιότητας. Στον Τίμαιο(19d), όταν οι ποιητές χαρακτηρίζονται με περιφρόνηση

ως «μιμητικόν έθνος»[oÜti tÕ poihtikÕn ¢tim£zwn gšnoj, ¢ll¦ pantˆ dÁlon æj tÕ

mimhtikÕn œqnoj], δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η έκφραση έχει την παραπάνω

σημασία. Και η επίθεση εναντίον του ζωγράφου στο 10ο Βιβλίο της Πολιτείας φαίνεται να

στενεύει τον όρο με τον ίδιο τρόπο: ο ζωγράφος μιμείται το κρεβάτι του ξυλουργού όχι όπως

είναι, αλλά «όπως φαίνεται»(Πολιτεία, 597), όπως το βλέπει δηλαδή κανείς από ορισμένη

2 Για να φαίνονται οι κολώνες ενός ναού ισοπαχείς, για παράδειγμα, πρέπει να σχεδιαστούν πλατύτερες στην κορυφή.

7

Page 4: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

σκοπιά. Συνεπώς, ο ζωγραφικός πίνακας αποτελεί «μίμηση μιμήσεως»3(Πολιτεία 598b) και ο

καλλιτέχνης είναι «τρίτος από της αληθείας»(Πολιτεία, 597e).

Έτσι, η ζωγραφιά δεν είναι το ίδιο αληθινή όσο ένα σχέδιο ή ένα διάγραμμα που

μπορεί να χρησιμεύσει, για να καταγραφεί η αληθινή δομή του κρεβατιού, ανεξάρτητα από

τη φαινομενική ομοιότητα.H επίφαση είναι πλασματική, είναι παραποίηση ή ψευδής μίμηση

όχι μόνο της πραγματικής αλλά ακόμα και της υλικής υπόστασης. Nα γιατί η ζωγραφιά ενός

σπιτιού ανήκει στην ίδια κατηγορία με τα όνειρα και τις ψευδαισθήσεις, που όλα τους είναι

ψευδείς παραστάσεις. Όπως σημειώνει και ο Κ. Δεσποτόπουλος, ο ζωγράφος, σύμφωνα με

τον Πλάτωνα, «δεν επιχειρεί να μιμηθεί την ιδέα του συγκεκριμένου αντικειμένου ούτε καν

την πραγματική χωροχρονική ύπαρξή του αλλά μόνο το φάντασμά του»4.

Στην ίδια θέση με το ζωγράφο, ο οποίος ασχολείται με τις απατηλές ομοιότητες,

βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό ο μουσικός και ο ποιητής. Ο μουσικός, αρχικά, λειτουργεί ως ο

κατεξοχήν «συνεργός» του ποιητή, όταν επενδύει τα λόγια του τελευταίου με μια μουσική

που θα δώσει τη δυνατότητα στον τραγουδιστή να προσποιηθεί συγκινήσεις που δε νιώθει

πραγματικά. Αλλά ο ποιητής είναι από κάθε πλευρά ο πιο ένοχος. Στη λακωνική αλλά οξεία

κατηγορία που απευθύνει ο Πλάτων εναντίον των τραγικών ποιητών(συμπεριλαμβανομένου

και του Ομήρου) προς το τέλος της Πολιτείας(598-601), φαίνεται ότι τούς αρνείται κάθε

γνήσια γνώση(επιστήμη).Εκεί ακριβώς έγκειται και η επικινδυνότητά τους, καθώς πολλοί

άνθρωποι νομίζουν ότι οι ποιητές γνωρίζουν αυτό για το οποίο μιλούν. Αν γνώριζαν

πραγματικά πώς να ναυπηγούν πλοία και να διοικούν στρατεύματα, θα έκαναν αυτά τα

χρήσιμα πράγματα και δε θα μιλούσαν για ανθρώπους που τα κάνουν· αν γνώριζαν τη φύση

της ενάρετης ζωής και του καλού κράτους, θα ασκούσαν κάποια επίδραση στους πολίτες και

τις κυβερνήσεις. Αλλά καθώς του λείπει κάθε φιλοσοφική κατανόηση και σπρώχνεται από

την επιθυμία να ευχαριστήσει το αδαές(συχνά) πλήθος και να κερδίσει την επιδοκιμασία του,

ο ποιητής δεν έχει καν αληθείς γνώμες (δόξαι) (Πολιτεία, 602a).

H γνώμη που έχει ο Πλάτων για τους ποιητές συμπυκνώνεται στο χωρίο 600e της

Πολιτείας, εκεί όπου αναφέρει πως «μπορούμε, λοιπόν, να συμπεράνουμε ότι όλη η ποίηση,

από τον Όμηρο και μετά, συνίσταται στο να παρουσιάζει μια επίφαση του αντικειμένου της,

όποιο κι αν είναι αυτό, περιλαμβάνοντας κάθε λογής ανθρώπινη αξία, χωρίς να συλλαμβάνει

την πραγματικότητα»[OÙkoàn tiqîmen ¢pÕ `Om»rou ¢rxamšnouj p£ntaj toÝj

poihtikoÝj mimht¦j e„dèlwn ¢retÁj enai kaˆ tîn ¥llwn perˆ ïn poioàsin� , tÁj d � ¢lhqe…aj oÙc ¤ptesqai].Σ’ αυτήν την προσπάθεια εξαπάτησης του κοινού από τον

3 Βλ. Α. NEXAMAS, “Plato on Imitation and Poetry in Republic 10”, Moravcsik J- Temko P.(ed), Plato on Beauty, Wisdom and the Arts, Totowa, N. J. Rowman and Littlefield, 1982, σσ. 47 και εξ.4 Βλ. Κ. ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ, Η φιλοσοφία του Πλάτωνος, Εκδ. Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 1997, σ. 218.

8

Page 5: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

ποιητή οφείλεται και η χαμηλή θέση της ποίησης στον Φαίδρο:σύμφωνα με τον πλατωνικό

μύθο, όταν οι νεογέννητες ψυχές, αντικρίζοντας το όντως ον, βυθίζονται σε διάφορους

βαθμούς λησμοσύνης και τοποθετούνται σε εννέα επίπεδα, ο Σωκράτης αναφέρει ότι «στην

έκτη [κατηγορία] μπορούμε βάσιμα να τοποθετήσουμε τον ποιητή και άλλους μιμητικούς

καλλιτέχνες»(Φαίδρος, 248e).To ίδιο συμπέρασμα βγαίνει και αν εξετάσει κανείς τον τρόπο

με τον οποίο εργάζεται ο ποιητής. Γιατί την ώρα που γράφει, «χάνει τα λογικά του»(Ίων,

534d) και εργάζεται σε κατάσταση παραφροσύνης, χρησιμοποιώντας μόνο το άλογο μέρος

της ψυχής του.

Συμπερασματικά, το αποτέλεσμα αυτής της συλλογιστικής είναι ότι οι τέχνες γενικά

δε λένε την αλήθεια. Ίσως, η μίμησις να μην είναι καθόλου τέχνη, αλλά «μία μορφή

παιχνιδιού, που δεν πρέπει να παίρνουμε στα σοβαρά»(Πολιτεία, 602d).Οι κατηγορίες που

εξαπολύει ο φιλόσοφος εναντίον της γνωσιολογικής πλευράς της τέχνης είναι βαριές:όπως

λέει ο Σωκράτης στην Πολιτεία, η τέχνη απέχει ένα βήμα από την υλική υπόσταση(γέννημα)

και δύο βήματα από την πραγματικότητα(φύσις), δηλαδή τις υπερβατικές Μορφές που

βρίσκονται πίσω από τις υλικές(Πολιτεία 597,602).Επιπλέον, στην πλατωνική κλίμακα των

τεσσάρων βαθμίδων της γνώσης, που παριστάνεται με τη βοήθεια μιας βαθμονομημένης

γραμμής(Πολιτεία, 509-11), η τέχνη ανήκει στην κατώτατη βαθμίδα (εικασία).

2. Το Ωραίο

Η θέαση του ωραίου προϋποθέτει την ελευθερία του σκεπτόμενου ανθρώπου, που

αναζητεί τη νομιμότητα της ερμηνείας, η οποία εκφράζεται στο αισθητικό αντικείμενο ως

αισθητοποίηση μιας διαδικασίας, που διατηρεί όλη την ενότητα ως παράσταση του

υποκειμενικού που γίνεται καθολικό5. Άρα, μια σημαντική ιδιότητα πολλών έργων τέχνης,

ιδιότητα που τα έργα τέχνης μοιράζονται και με τα φυσικά αντικείμενα, είναι αυτή του

Ωραίου(το καλόν).Τα επιμέρους πράγματα (αγάλματα, άνθρωποι, άλογα) εμφανίζουν αυτή

την ποιότητα με διάφορους τρόπους:μερικά είναι πιο ωραία από τα άλλα, μερικά χάνουν την

ομορφιά τους μετά από ένα διάστημα, μερικά είναι ωραία για τον ένα και όχι για τον

άλλο(Πολιτεία 479a)[ToÚtwn d¾ Øpokeimšnwn legštw moi, f»sw, kaˆ

¢pokrinšsqw Ð crhstÕj Öj aÙtÕ mn kalÕn kaˆ „dšan tin¦ aÙtoà k£llouj�

mhdem…an ¹ge‹tai ¢eˆ mn kat¦ taÙt¦ æsaÚtwj œcousan� , poll¦ d t¦ kal¦�

nom…zei, ™ke‹noj Ð filoqe£mwn kaˆ oÙdamÍ ¢necÒmenoj ¥n tij έn tÕ

kalÕn fÍ enai kaˆ � d…kaion kaˆ t«lla oÛtw].Εκτός όμως από τη μεταβλητή ομορφιά

5Βλ. Γ. ΜΠΟΖΩΝΗ., Αισθητικοί προβληματισμοί, Αθήνα 1983, σ. 17.

9

Page 6: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

των διαφόρων συγκεκριμένων πραγμάτων που υπάρχουν στον κόσμο(φύση)6, πρέπει να

υπάρχει μια Ομορφιά που εμφανίζεται σε όλα τους(Συμπόσιο 210d, Φαίδων 78d-e, Φαίδρος

250d). Αυτή είναι η ουσιαστική μορφή του Ωραίου, το απόλυτα Ωραίο, που δε βλέπεται με τα

μάτια, αλλά συλλαμβάνεται εννοιολογικά μόνο από το νου.

Οι λόγοι που είχε ο Πλάτων να πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχει μια υπερβατική Μορφή

του Ωραίου είναι οι ίδιοι με τους λόγους που τον κάνουν να πιστεύει σε άλλες μορφές, όπως

η Δικαιοσύνη- αν και στο Φαίδρο αναφέρει πως το Ωραίο είναι πιο προσιτό μέσα από τις

αισθητές εικόνες(249b-c). Αν ένα αντικείμενο αλλάζει, ο καλύτερος τρόπος για να

καταλάβουμε την αλλαγή του είναι να τη θεωρήσουμε ως απώλεια ή κέρδος προς

αφηρημένες ιδιότητες που παραμένουν αναλλοίωτες. Αν διάφορα πράγματα μπορούν να

ενσαρκώσουν το Ωραίο περισσότερο ή λιγότερο τέλεια, τότε πρέπει να μπορούμε να

συλλάβουμε το τέλειο Ωραίο, το ιδανικό σημείο που δεν μπορούμε να βρούμε σε κανένα

συγκεκριμένο αντικείμενο, κάτω από τις συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτόν τον κόσμο.

Η σωκρατική θεωρία της αναμνήσεως μπορεί να μας κάνει να γνωρίσουμε το

πραγματικά ωραίο. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Σωκράτη στον Φαίδρο(250d):«Όπως

είπαμε, το Ωραίο έλαμπε εκθαμβωτικά ανάμεσα σ’ αυτά τα οράματα και σ’ αυτόν το χοϊκό

κόσμο και το αντιλαμβανόμαστε με τη διαυγέστερη από τις αισθήσεις μας, καθαρό και

περίλαμπρο»[perˆ d k£llouj� , ésper e‡pomen, met' ™ke…nwn te œlampen Ôn,

deàrÒ t' ™lqÒntej kateil»famen aÙtÕ di¦ tÁj ™nargest£thj a„sq»sewj tîn

¹metšrwn st…lbon ™nargšstata]. Με τον κλονισμό που δοκιμάζουν, όταν γεννιούνται

οι ψυχές μας, ενώ προηγουμένως είχαν μια άμεση θέα των Μορφών, απωθούν αυτήν την

ανάμνηση. Αυτή, βέβαια, η αρχική θέα των Μορφών μπορεί να ανακληθεί στη μνήμη και,

όταν ανακαλείται, συνιστά την αληθινή γνώση. Όπως σημειώνεται και στον Φαίδρο(249e),

«η ομορφιά αυτού του κόσμου (μας υπενθυμίζει) την αληθινή ομορφιά». Ποιος είναι, όμως, ο

ρόλος του καλλιτέχνη σ’ αυτήν τη διαδικασία της ανάμνησης;

Ο Πλάτων στο Συμπόσιο κάνει λόγο για μια πορεία θέασης του Ωραίου:μέσα από τους

λόγους της Διοτίμας από τη Μαντίνεια(Συμπόσιο, 210-211) αναφέρει ότι μπορούμε να

προχωρήσουμε από τη σωματική ομορφιά στην ομορφιά των θεσμών, των νόμων και των

επιστημών και έπειτα στην «ουσιαστική ομορφιά ακέραιη, καθαρή και αμιγή»[aÙtÕ tÕ

kalÕn „de‹n e„likrinšj, kaqarÒn, ¥meikton](Συμπόσιο 211e). Αρχικά, μαθαίνουμε να

αγαπάμε την ομορφιά στο πρόσωπο μιας όμορφης γυναίκας, για παράδειγμα, και αφού

αποκτήσουμε καλαισθησία ή αναπτύξουμε την αντιληπτική ικανότητα να τη διακρίνουμε

καθαρά, μπορούμε να περάσουμε σε ανώτερες και καλύτερες ομορφιές - με την ελπίδα ότι θα

6 Βλ. Γ. ΜΟΥΡΕΛΟΥ, Θέματα αισθητικής και φιλοσοφίας της τέχνης, 2η έκδοση, 1ος τόμος, Νεφέλη, Αθήνα, 1985, σ. 36.

10

Page 7: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

αντικρίσουμε κάποτε το Ωραίο καθ’ εαυτό. Είναι αρκετά παράξενο, εδώ, ότι η Διοτίμα και ο

Σωκράτης δεν αναθέτουν στις τέχνες κανένα ρόλο σ’ αυτήν τη διεργασία της επιστροφής στο

Ωραίο, αν και θα χρειαζόταν ένα μικρό βήμα, για να το κάνουν. Κι αυτό γιατί, αν

παραδεχθούμε, όπως κάνει σαφώς ο Πλάτων, ότι οι μελωδίες και οι ζωγραφικοί πίνακες

μπορεί να είναι ωραίοι, μερικοί μάλιστα πολύ ωραίοι, τότε σε ένα βαθμό συμμετέχουν,

ενσαρκώνουν και επομένως αποκαλύπτουν τη Μορφή του Ωραίου. Στο βαθμό που μπορούμε

να εξοικειωθούμε περισσότερο με αυτήν τη μορφή, προσφεύγοντας στα παραπάνω έργα,

αυτά μας παρέχουν γνώση ή μάς βοηθούν να αποκτήσουμε γνώση μιας τουλάχιστον από τις

Μορφές. Ο Πλάτων, όμως, δε θα προχωρήσει σε μια τέτοια σύνδεση.

Είναι ,λοιπόν, η τέχνη σε θέση να μεταφέρει το Ωραίο σ’ αυτόν τον κόσμο; Ο Πλάτων

δε διαπραγματεύεται διεξοδικά αυτό το ερώτημα. Οι δύο κυριότερες αναλύσεις του

βρίσκονται στους διαλόγους Ιππίας Μείζων και Φίληβος: στον πρώτο διάλογο ασχολείται

κυρίως με την ανάλυση διαφόρων προσπαθειών να ορισθεί το Ωραίο και με την απόδειξη ότι

οι προσπάθειες αυτές δεν μπορούν να τελεσφορήσουν. Όπως λέει ο Σωκράτης, το πρόβλημα

προέκυψε, επειδή, όταν επέκρινε σε ορισμένες ομιλίες μερικά πράγματα ως άσχημα και

εγκωμίασε άλλα ως ωραία, κάποιος τον ρώτησε:«Και πώς παρακαλώ ξέρεις, Σωκράτη, ποια

πράγματα είναι ωραία και ποια άσχημα;…Μπορείς να μου πεις τι είναι το ωραίο;»(Ιππίας

Μείζων, 286 c-d)[“PÒqen dš moi sÚ,” œfh, “ð Sèkratej, osqa Ðpo‹a kal¦ kaˆ�

a„scr£; ™peˆ fšre, œcoij ¨n e„pe‹n t… ™sti tÕ kalÒn;”].

Ο Σωκράτης στην απάντησή του εξετάζει την ομορφιά με μία σημασία πολύ παραπλήσια

προς αυτήν που ενδιαφέρει τον σημερινό αισθητικό:δεν εξετάζει, δηλαδή, την ομορφιά με

βάση τη λειτουργική αντίληψη περί ωραίου, η οποία υποστηρίζει πως ωραίο είναι ό,τι είναι

καλοφτιαγμένο, ώστε να επιτελεί τη λειτουργία του. Αν και στο τραπέζι του διαλόγου

παρουσιάζονται και απορρίπτονται διάφορες προτάσεις για τον ορισμό του ωραίου, ο

διάλογος δεν καταλήγει σε κανένα οριστικό συμπέρασμα. Δύο απόψεις για το ωραίο αξίζουν

να αναφερθούν εδώ:η πρώτη το συνδέει με το ωφέλιμο(χρήσιμο), όπως αναφέρεται στο 295c:

[toàto g¦r d¾ œstw ¹m‹n kalÒn, Ö ¨n cr»simon Ï]. Η δεύτερη άποψη, παρεμφερής

με την πρώτη, υποστηρίζει πως το «ωραίο είναι το χρήσιμο που τείνει στο αγαθό»(Ιππίας

Μείζων, 296d) Ίσως, το ωραίο να είναι η «ωφέλιμη ηδονή»(Ιππίας Μείζων, 303e)[“Toàt'

¥ra,” f»sei, “lšgete d¾ tÕ kalÕn enai� , ¹don¾n çfšlimon;” 'Eo…kamen, f»sw

œgwge· sÝ dš;].

Στον Φίληβο ο Πλάτων είναι διατεθειμένος να γίνει πιο συγκεκριμένος και να πει τι

είδους πράγματα είναι ωραία, δηλαδή ποιες ουσιαστικές ιδιότητες είναι κοινές στα ωραία

πράγματα. Για πρώτη φορά έχουμε σύνδεση του ωραίου με τις έννοιες του μέτρου και της

11

Page 8: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

συμμετρίας, δύο θεμελιωδών αρετών για την αισθητική παιδεία των αρχαίων Ελλήνων:όπως

αναφέρεται στο Φίληβο(64e), «οι ιδιότητες του μέτρου και της συμμετρίας πάντοτε…

συνιστούν το μέτρο και την αρετή»[metriÒthj g¦r kaˆ summetr…a k£lloj d»pou

kaˆ ¢ret¾ pantaχoà sumba…nei g…gnesqai]. Πέρα όμως από αναφορές σε γενικές

έννοιες, όπως το μέτρο και η συμμετρία, ο Πλάτων εντοπίζει την ομορφιά σε απλά πράγματα

που εμπίπτουν στην αισθητηριακή εμπειρία:«Οι τόνοι των φθόγγων, που είναι λείοι και

λαμπροί και που αναδίνουν μία καθαρή μελωδία, είναι ωραίοι όχι σχετικά με κάτι άλλο, αλλά

καθ’ εαυτούς»(Φίληβος 51d)˙ το ίδιο συμβαίνει με τα χρώματα : το αμιγές λευκό, όταν δε

χρησιμοποιείται σε μεγάλη έκταση, είναι «το πιο αληθινό από όλα τα λευκά πράγματα και

συνάμα το πιο ωραίο»(Φίληβος, 53a-b). Εξάλλου, τα απλά γεωμετρικά σχήματα, «η ευθεία

και η καμπύλη, τα επίπεδα και τα στερεά που παράγονται από αυτές και γίνονται με τον

τόρνο, τον χάρακα και το τρίγωνο του μαραγκού»(Φίληβος 51c) είναι κι αυτά ωραία με

απόλυτο κι αιώνιο τρόπο.

Πέρα, όμως, από τα μεμονωμένα πράγματα που μπορούν να θεωρηθούν προς στιγμήν

ωραία, ο Πλάτων δείχνει να αδυνατεί να αναδείξει τον γενικό ορισμό που θα προσδιορίζει τη

φύση του ωραίου. Συμπέρασμα:ο φιλόσοφος ομολογεί έμμεσα πως δε θα μάθουμε ποτέ τι

σημαίνει ωραίο, αν το αναζητούμε στον κόσμο των αισθήσεων, γιατί το Ωραίο είναι μια ιδέα

πέρα από τον αισθητό κόσμο. Η ιδέα του Ωραίου, σαν όλες τις ιδέες της πλατωνικής

φιλοσοφίας, είναι κι αυτή ένα ον άχρονο και άχωρο (δεν εξελίσσεται με το χρόνο και δεν

είναι εκτατό στο φυσικό χώρο). Οι άνθρωποι απ’ αυτήν τη θεϊκή ομορφιά δε συλλαμβάνουν

παρά μονάχα κάποια «φαντάσματα», ατελή και φευγαλέα, σε όσα όντα του κόσμου των

αισθήσεων ονομάζουμε ωραία: στους ανθρώπους, στα ζώα, στα φυσικά αντικείμενα και

φαινόμενα, στα έργα τέχνης, στις σκέψεις και στους στοχασμούς. Και τα λέμε «ωραία», γιατί

μετέχουν της Ιδέας του ωραίου. Είναι ανταύγειες της Ιδέας του ωραίου πάνω στον τοίχο της

σπηλιάς μας- για να χρησιμοποιήσουμε την ποιητική μεταφορά του Πλάτωνα από την

Πολιτεία(Πολιτεία, 514a-517c). Όσο ζούμε κλεισμένοι στο Σπήλαιο με τα δεσμά των

αισθήσεων να μας εμποδίζουν να στραφούμε προς την πραγματική πηγή του φωτός, δεν

πρόκειται ποτέ να γνωρίσουμε την αληθινή ομορφιά. Γι’ αυτό και όσα ωραία πράγματα

γνωρίζουμε αποκλειστικά μέσ’ από τους δρόμους των αισθήσεων βρίσκονται όλα πολύ

χαμηλά στην κλίμακα που ψηλότερη βαθμίδα της αποτελεί η Ιδέα του Ωραίου.

Όσοι παραδίνονται τώρα στις υλικές απολαύσεις της ζωής, ελάχιστα γνωρίζουν για το

τι είναι ομορφιά(Συμπόσιο, 210b-c). Αντίθετα, την πιο ψηλή βαθμίδα κατανόησης του

Ωραίου την πετυχαίνει ο φιλόσοφος, γιατί οι στοχασμοί του δεν κινούνται πια στον κόσμο

των αισθήσεων, αλλά του πνεύματος, που για τον πλατωνικό ιδεαλισμό είναι ανώτερο από

12

Page 9: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

την ύλη(Συμπόσιο, 210c)[met¦ d t¦ ™pithdeÚmata ™pˆ t¦j ™pist»maj ¢gage‹n� ,

†na ‡dV aâ ™pisthmîn k£lloj, kaˆ blšpwn prÕj polÝ ½dh tÕ kalÕn mhkšti tÕ

par' ˜n…, ésper o„kšthj, ¢gapîn paidar…ou k£lloj À ¢nqrèpou tinÕj À

™pithdeÚmatoj ˜nÒj, douleÚwn faàloj Ï kaˆ smikrolÒgoj, ¢ll' ™pˆ tÕ polÝ

pšlagoj tetrammšnoj toà kaloà kaˆ qewrîn polloÝj kaˆ kaloÝj lÒgouj kaˆ

megaloprepe‹j t…ktV kaˆ diano»mata ™n filosof…v ¢fqÒnJ, ›wj ¨n

™ntaàqa ·wsqeˆj kaˆ aÙxhqeˆj kat…dV tin¦ ™pist»mhn m…an toiaÚthn, ¼

™sti kaloà toioàde]. Όταν παραμείνει ο φιλόσοφος για αρκετό διάστημα στον κόσμο του

φιλοσοφικού διαλογισμού και εκεί μέσα ενδυναμωθεί, τότε πια θα αξιωθεί ν’ αντικρίσει την

ίδια την Aπόλυτη Oμορφιά(Συμπόσιο, 211c). Γιατί γνώση μπορεί να έχει κανείς για ένα

αναλλοίωτο πράγμα και όχι για ένα πράγμα που δεν είναι ίδιο την επόμενη στιγμή.

Στα νεότερα χρόνια ο Έγελος ήταν αυτός που ανανέωσε τις πλατωνικές απόψεις πάνω

στην έννοια του ωραίου στην τέχνη:σύμφωνα με την εγελιανή αισθητική, το ωραίο είναι

τρόπος εξωτερικεύσεως της ιδέας και συνδέεται με τη λειτουργικότητα της αισθήσεως, με

την παράσταση και διατύπωση ενός νοήματος, μιας συγκινήσεως, ενός γεγονότος. Ο ίδιος

αναφέρει πως «το ωραίο είναι η αισθητοποίηση της ιδέας»7, καθώς επίσης πως το ωραίο και η

αλήθεια είναι το ίδιο πράγμα8. Συμπυκνώνοντας τις πλατωνικές αντιλήψεις για το καλόν ως

ιδέα, θα μπορούσε να λεχθεί πως αυτό υπερβαίνει τον χρόνο, τον τόπο, τα υλικά πράγματα

και τα συγκεκριμένα φανερώματα της ομορφιάς9. Η θέαση του ωραίου προϋποθέτει την

ελευθερία του σκεπτόμενου ανθρώπου, που αναζητεί τη νομιμότητα της ερμηνείας, η οποία

εκφράζεται στο αισθητικό αντικείμενο ως αισθητοποίηση μιας διαδικασίας, που διατηρεί όλη

την ενότητα ως παράσταση του υποκειμενικού που γίνεται καθολικό.

3. Ηθική και τέχνη

Στο τρίτο και τελευταίο υποκεφάλαιο των πλατωνικών θέσεων για την τέχνη θα

προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε την παιδευτική επίδραση των τεχνών στην ανάπτυξη των

ενάρετων πολιτών, σύμφωνα πάντοτε με τις γενικότερες φιλοσοφικές θέσεις του πλατωνικού

συστήματος. O Πλάτων δε διαχωρίζει την ηθικότητα μιας πράξεως από την ομορφιά της, την

αλήθεια της λύσεως ενός προβλήματος από την ωραιότητά του. Ό, τι ενέχει και πραγματώνει

η αρετή είναι σύμμετρο προς το αγαθό, που παράγει το κάλλος10. Το παρεμφερές ερώτημα,

όμως, το οποίο θα κληθούμε αρχικά να απαντήσουμε σχετίζεται με τη διαλεύκανση της

7 HEGEL, Esthetique.L’ Idee du beau, trad. De l’ allemande, Paris, Aubier, 1977, σ. 41.8 Στο ίδιο, σ. 40.9 Βλ. Δ. ΚΟΥΤΡΑ, Η περί του καλού θεωρία των αρχαίων Ελλήνων, Αθήνα 1983.10 Βλ. Μ. ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ, Ο Πλάτων και η τέχνη, Θεσσαλονίκη 1952, σ. 43.

13

Page 10: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

ιδιαίτερης φύσης της αισθητικής απόλαυσης; Με άλλα λόγια, ποια είναι η φύση της

αισθητικής ηδονής;

Στον πλατωνικό Φίληβο ένα από τα πλέον σημαντικά ζητήματα είναι η φύση της

ηδονής και η σχέση της με το καλό. Για να διαπραγματευθεί το θέμα ο Πλάτων, προχωρά

στην κατηγοριοποίηση των διαφόρων ειδών ηδονής:«αληθινές ηδονές» είναι αυτές που μας

δίνουν τα ωραία χρώματα και σχήματα, ορισμένες οσμές και ήχους καθώς και ορισμένες

γεωμετρικές κατασκευές(Φίληβος, 51b-c)[T¦j per… te t¦ kal¦ legÒmena crèmata kaˆ

perˆ t¦ sc»mata kaˆ tîn Ñsmîn t¦j ple…staj kaˆ t¦j tîn fqÒggwn kaˆ Ósa t¦j

™nde…aj ¢naisq»touj œconta kaˆ ¢lÚpouj t¦j plhrèseij a„sqht¦j kaˆ ¹de…aj

[kaqar¦j lupîn] parad…dwsin]. Λόγου χάρη, μπορεί να περπατάμε στο δρόμο και

ξαφνικά να μυρίσουμε το άρωμα ενός ανθισμένου θάμνου.Αυτό έρχεται απρόσκλητο, χωρίς

δηλαδή να έχει προηγηθεί μια βιολογική ανάγκη(πείνα ή δίψα), και δεν αφήνει πίσω του

κανένα ανεπιθύμητο επακόλουθο.

Αν εξετάσουμε μ’ αυτόν τον τρόπο την αισθητική ηδονή - δηλαδή με βάση την

απόλαυση που νιώθουμε στο άκουσμα της μουσικής ή στη θέα ενός αγάλματος - προς στιγμή

νομίζουμε πως η αισθητική ηδονή συγκαταλέγεται στις ανώτερες και πιο λεπτές απολαύσεις

που ανήκουν στον ενάρετο άνθρωπο. Είναι, όμως, αρκετά απλουστευτική η διαπίστωση ότι

όσο μεγαλύτερη είναι η ποσότητα της ηδονής τόσο καλύτερη είναι, για παράδειγμα η

μουσική, κάτι που ισχυρίζεται ο Πλάτων στους Νόμους(655e). Άλλωστε στο ίδιο έργο, λίγο

πιο κάτω(658e) αναφέρει έμμεσα πως το μέγεθος της ηδονής δεν αποτελεί κριτήριο, εκτός

και αν είναι η απόλαυση που νιώθει το σωστό ακροατήριο· πρέπει να επαινούμε «τη μουσική

εκείνη που τέρπει τους άριστους και τους πιο μορφωμένους ανθρώπους»[Sugcwrî d¾ tÒ

ge tosoàton kaˆ ™gë to‹j pollo‹j, de‹n t¾n mousik¾n ¹donÍ kr…nesqai, m¾

mšntoi tîn ge ™pitucÒntwn, ¢ll¦ scedÕn ™ke…nhn enai Moàsan kall…sthn�

¼tij toÝj belt…stouj kaˆ ƒkanîj pepaideumšnouj tšrpei, m£lista d ¼tij ›na�

tÕn ¢retÍ te kaˆ paide…v diafšronta·]

Το σωστό ακροατήριο(κοινό) ενός έργου τέχνης είναι, λοιπόν, ένα πρώτο πρόβλημα

που συνδέεται με την αποτίμηση της αισθητικής απόλαυσης. Ένα δεύτερο πρόβλημα, για τον

Πλάτωνα, συνδέεται με τη γενεσιουργό αιτία της αισθητικής απόλαυσης η οποία, στην

περίπτωση ορισμένων έργων (π.χ. τραγωδία), ταυτίζεται με την προβολή βίας, κατώτερων

ενστίκτων και ταπεινών συγκινήσεων. Ιδιαίτερα στην τραγική και την επική ποίηση

απουσιάζουν οι ήρεμοι, σοφοί και αυτοκυριαρχημένοι ήρωες, καθώς αυτοί δε θα

συγκινούσαν καθόλου τους θεατές. Αντίθετα, τα μίση, οι φόβοι, οι παροξυσμοί ζήλιας και οι

14

Page 11: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

τάσεις εκδίκησης11 προκαλούν την απόλαυση των θεατών, συγκινώντας όμως όχι το ανώτατο

τμήμα της ψυχής αλλά ένα κατώτερο μέρος της. Στην Πολιτεία, ο Σωκράτης υποστηρίζει πως

ένα τέτοιο έργο(όπως η Μήδεια) «διεγείρει και ενισχύει ένα στοιχείο που απειλεί να

υποσκάψει τη λογική»(Πολιτεία, 605b)· ή λίγο πιο κάτω(606d), αναφέρει πως το δράμα

«υποθάλπει την ανάπτυξη παθών που θα έπρεπε να εξασθενήσουν και τα κάνει εξουσιαστές

μας, μολονότι η ευζωία και η ευτυχία μας εξαρτώνται από την ποδηγέτησή τους»[tršfei g¦r

taàta ¥rdousa, dšon aÙcme‹n, kaˆ ¥rconta ¹m‹n kaq…sthsin, dšon ¥rcesqai

aÙt¦ †na belt…ouj te kaˆ eÙdaimonšsteroi ¢ntˆ ceirÒnwn kaˆ ¢qliwtšrwn

gignèmeqa]. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η δραματική ποίηση είναι απολαυστική, αλλά

«πρέπει να διδαχθούμε από τον εραστή, ο οποίος απαρνείται με κάθε θυσία ένα πάθος που

διαπιστώνει ότι δεν του κάνει καλό» (Πολιτεία, 607e).

Η ανάδειξη, λοιπόν, των κατωτέρων ενστίκτων στην ψυχή του ανθρώπου αποτελεί

(μαζί με την αναλήθειά τους) τις δύο βασικές κατηγορίες εναντίον των τεχνών που εξαπολύει

ο Πλάτων στο 10ο Βιβλίο της Πολιτείας. Ό,τι λέει, εδώ, ο Πλάτων δε φαίνεται να ισχύει για

όλα τα έργα τέχνης, αλλά μόνο για εκείνα που έχουν ένα περιεχόμενο ορισμένου είδους, όπως

το δράμα, η ποίηση, ο χορός και το τραγούδι. Ο φιλόσοφος εισάγει πλέον ένα νέο θέμα, ένα

ηθικό ζήτημα για τις ενδεχόμενες επενέργειες της τέχνης, δηλαδή εξετάζει την επίδρασή της

στον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά. Όπως αναφέρει ο Χ. Αλεξάνδρου, η έντονη αντίδραση

του Πλάτωνα απέναντι στην ποίηση οφείλεται «στις ηθικές κρίσεις που εκφέρουν τα

ποιήματα και στην κερδισμένη εμπιστοσύνη του κόσμου προς αυτά ως αποτέλεσμα

παραπλάνησης. Αν για παράδειγμα κάποιος είχε ένα ηθικό δίλημμα και τέλος αποφάσιζε να

πράξει το α΄ αντί το β΄, θα έπαιζε ρόλο και το ό,τι αποφαινόταν ο Όμηρος σε κάποιο

αναλόγου φύσεως θέμα στα έπη του. Τα επιχειρήματα θα αντλούσαν την τεκμηρίωσή τους

από τον Όμηρο. Η αξία ενός ποιητικού έργου ήταν συνυφασμένη με τις ηθικές αξιολογήσεις

που περιείχε, εθεωρείτο ότι οι ποιητές επεξεργάζονταν τα ηθικά ζητήματα και η γνώμη τους

είχε ιδιαίτερη βαρύτητα»12.

Αυτήν την «υπερτίμηση» της ποίησης από το ευρύ κοινό θίγει ο Πλάτων στο 598e της

Πολιτείας, όταν αναφέρει πως «ακούμε μερικούς να λέγουν ότι αυτοί οι ποιητές γνωρίζουν

όλες τις τέχνες και όλες τις ανθρώπινες επιστήμες που αντικείμενό τους έχουν την αρετή και

την κακία καθώς και τα θεία, επειδή ένας καλός ποιητής είναι ανάγκη να γνωρίζει καλά όλα

εκείνα που πραγματεύεται, αν θέλει να έχει το έργο του πραγματική αξία, αλλιώτικα δεν είναι

δυνατόν να κάνει τίποτα»[tragJd…an kaˆ tÕn ¹gemÒna aÙtÁj “Omhron, ™peid»

11 Η Μήδεια του Ευριπίδη, για παράδειγμα, συμπυκνώνει τις απόψεις του Πλάτωνα.12 Βλ. Χ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, «Η κριτική της ποίησης», άρθρο στη συλλογή Πλάτων(Αφιέρωμα στο Δ. Ανδριόπουλο), Εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2002, σ. 360.

15

Page 12: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

tinwn ¢koÚomen Óti oátoi p£saj mn tšcnaj ™p…stantai� , p£nta d t¦�

¢nqrèpeia t¦ prÕj ¢ret¾n kaˆ kak…an, kaˆ t£ ge qe‹a· ¢n£gkh g¦r tÕn

¢gaqÕn poiht»n, e„ mšllei perˆ ïn ¨n poiÍ kalîj poi»sein, e„dÒta ¥ra poie‹n,

À m¾ oŒÒn te enai poie‹n� .]

Σε ένα χωρίο των Νόμων ο Πλάτων κάνει αυτή τη μετάβαση με κάπως διαφορετικό

τρόπο. Στο χωρίο αυτό ο Αθηναίος Ξένος παραδέχεται ότι ορισμένες «αβλαβείς απολαύσεις»,

όπως λ.χ. η συγκρατημένη οινοποσία, που δεν μπορούν να κριθούν με ανώτερα κριτήρια,

εγκρίνονται για καθαρά ηδονιστικούς λόγους. Γράφει: «Τότε θα κρίνουμε σωστά με κριτήριο

την ηδονή μόνο το αντικείμενο εκείνο που, ως προς τις επενέργειές του, ούτε χρήσιμο είναι

ούτε στην αλήθεια οδηγεί ούτε ομοιώματα παράγει αλλά ούτε και βλάπτει, και που υπάρχει

αποκλειστικά και μόνον επειδή έχει ως παρεπόμενό του το στοιχείο της χάρης(Νόμοι, 667d-e)

[OÙkoàn ¹donÍ kr…noit' ¨n mÒnon ™ke‹no Ñrqîj, Ö m»te tin¦ çfel…an m»te

¢l»qeian m»te ÐmoiÒthta ¢pergazÒmenon paršcetai, mhd' aâ ge bl£bhn,

¢ll' aÙtoà toÚtou mÒnou ›neka g…gnoito toà sumparepomšnou to‹j ¥lloij,

tÁj c£ritoj]. O Πλάτων θα μπορούσε να διακρίνει εδώ δύο είδη τέχνης, την αναπαραστατική

και την μη αναπαραστατική

τέχνη. Αν όμως κάθε τέχνη είναι μίμηση, τότε καμία τέχνη δεν μπορεί να κριθεί αποκλειστικά

από την ηδονή που δίνει. (Νόμοι, 667e). Όλες πρέπει να κρίνονται με κριτήριο την αλήθεια,

όχι μόνο την αλήθεια ως συμμόρφωση με την υλική πραγματικότητα, αλλά την ηθική

αλήθεια(Νόμοι, 667e-668a)[’Ar' oân oÙ p©san m…mhsin fa‹men ¨n ™k tîn nàn

legomšnwn ¼kista ¹donÍ pros»kein kr…nesqai kaˆ dÒxV m¾ ¢lhqe‹–kaˆ

d¾ kaˆ p©san „sÒthta· oÙ g¦r e‡ tJ doke‹ À m» tij ca…rei tJ, tÒ ge ‡son

‡son oÙd� tÕ sÚmmetron ¨n e‡h sÚmmetron Ólwj–¢ll¦ tù ¢lhqe‹ p£ntwn

m£lista, ¼kista d ÐtJoàn ¥llJ;� ].

Όπως παρατηρούμε, στους διαλόγους του Πλάτωνα υπάρχουν χωρία στα οποία ο

φιλόσοφος δείχνει ότι έχει την ικανότητα να παραμερίζει τον ρόλο του ηθικολόγου και

μπορεί να απολαμβάνει την ομορφιά για την ομορφιά. Αλλά η κυρίαρχη τάση στην

πλατωνική φιλοσοφία της τέχνης (αν τη θεωρήσουμε στο σύνολο) είναι έντονα ηθικολογική.

Και είναι ηθικολογική, γιατί ο Πλάτων επιμένει ότι, για να γίνει η τελική αποτίμηση ενός

έργου τέχνης, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ύψιστοι σκοποί και αξίες ολόκληρης της

κοινωνίας. Έτσι, λοιπόν, αποκτά μεγάλη σημασία η προσεκτική μελέτη των επιδράσεων,

καλών και κακών, που μπορεί να έχει η τέχνη στον πολίτη. Με έναν παράδοξο τρόπο ο

Πλάτων καταφέρνει να συνδυάσει την πιο σκληρή κριτική για την τέχνη με τις πιο

εξωφρενικές αξιώσεις για λογαριασμό της. Εδώ όμως η προσέγγισή του είναι, από μια

16

Page 13: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

άποψη, πιο εμπειρική από ό,τι αλλού, γιατί δεν προσπαθεί να κάνει προβλέψεις για τις

αναπόφευκτες επιδράσεις της τέχνης, ξεκινώντας από μια γενική θεωρία της τέχνης·

προσπαθεί να αποκτήσει ορισμένες αξιόπιστες ψυχολογικές πληροφορίες για τις επιδράσεις

των διαφόρων έργων τέχνης στους ανθρώπους.

Είναι αρκετά σαφές ότι μπορούμε να διακρίνουμε τα έργα τέχνης σε έργα, από άποψη

μορφής και περιεχομένου, καλά και κακά. Τοποθετώντας πολύ γενικά το ζήτημα, μπορούμε

να πούμε ότι «καλά είναι όλα τα σχήματα και οι μελωδίες που συνδέονται με την ομορφιά

της ψυχής ή του σώματος, ή με κάποιο ομοίωμά τους, ενώ εκείνα που συνδέονται με τη

φαυλότητα είναι ακριβώς το αντίθετο»(Νόμοι, 655 b)[¡plîj œstw t¦ mn ¢retÁj�

™cÒmena yucÁj À sèmatoj, e‡te aÙtÁj e‡te tinÕj e„kÒnoj, sÚmpanta

sc»mat£ te kaˆ mšlh kal£, t¦ d� kak…aj aâ, toÙnant…on ¤pan]. Ας

σημειώσουμε,εδώ, την πολύ σημαντική σύνδεση ανάμεσα στη μίμηση του καλού και την

υποκίνηση καλής συμπεριφοράς: ειδικότερα, όταν εξετάζουμε τη δραματική ποίηση,

διαπιστώνουμε ότι δυστυχώς σχεδόν όλα τα υπάρχοντα έργα έχουν μια κακή τάση, γιατί, με

το να αναπαριστούν τους θεούς και τους ήρωες ως ανήθικους, δεν είναι δυνατόν παρά να

βάζουν τη νεολαία στον πειρασμό να μιμηθεί τη διαφθορά τους(Πολιτεία, 392 κ.εξ.). Η

ενεργή συμμετοχή των νέων στο ανέβασμα θεατρικών έργων έχει μια άλλη βλαβερή

παρενέργεια, γιατί τους εθίζει στο να κάνουν δικά τους τα γνωρίσματα των άθλιων

χαρακτήρων τους οποίους υποδύονται(Πολιτεία395e)[OÙdš ge ¥ndraj kakoÚj, æj

œoiken, deiloÚj te kaˆ t¦ ™nant…a pr£ttontaj ïn nund¾ e‡pomen,

kakhgoroànt£j te kaˆ kwmJdoàntaj ¢ll»louj kaˆ a„scrologoàntaj, meqÚontaj

À kaˆ n»fontaj].

Το μόνο σωστό μέτρο, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, που θα επαναπροσδώσει την

ηθικοπλαστική διάσταση στην τέχνη, είναι να δώσουμε στους νέους δραματική ποίηση που

θα παριστάνει ευγενείς χαρακτήρες να εκτελούν θαυμαστά έργα, ήρωες να δρουν σαν ήρωες

και θεούς να πράττουν σαν θεοί. Αν δε διαθέτουμε τέτοια έργα, μπορούμε να αναθέσουμε τη

δημιουργία τους σε ορισμένους ποιητές· και οι ποιητές που δε θα θελήσουν να τα γράψουν

πρέπει να οδηγηθούν στα σύνορα με ευγένεια αλλά και αποφασιστικότητα και να βρεθούν

άλλοι που θα κάνουν αυτήν τη δουλειά(Πολιτεία, 398a-b,401b-c).

Είναι πολλά τα αποσπάσματα στο πλατωνικό έργο που υποστηρίζουν ότι, όταν η

τέχνη είναι σωστή, έχει τη δύναμη να κάνει καλό και να συμβάλλει στην υγεία και την τάξη

της κοινωνίας. Σε τρία πλατωνικά έργα(Νόμοι 655a, Πρωταγόρας, 326a-b, Πολιτεία 432)

αναφέρεται ότι η αρμονία της όμορφης μουσικής μιμείται την αρετή εκείνη που είναι

ακριβώς η αρμονία της ψυχής. Βέβαια, σε άλλα σημεία επισημαίνονται οι κίνδυνοι από την

17

Page 14: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

επαφή με τη μουσική˙ για παράδειγμα: η μουσική που έρχεται από τη Λυδία ή την Ιωνία

μπορεί να δημιουργήσει αδύνατο χαρακτήρα(Πολιτεία, 398 e) και η υπερβολική εντρύφηση

στις ηδονές της μουσικής έχει εκφυλιστικές παρενέργειες(Πολιτεία411a). Αλλά η σωστή

μουσική, η σωστή ποίηση και η σωστή όρχηση είναι απαραίτητα μέσα για τη διάπλαση του

χαρακτήρα(Νόμοι 653-654, 664, 672e). Σε ό,τι αφορά τώρα αποκλειστικά στη μουσική, αυτή

μπορεί να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους(Νόμοι, 802c-d, 812c).

Αν, λοιπόν, οι τέχνες έχουν τόση σπουδαιότητα στη ζωή και την αγωγή των πολιτών,

η ρύθμισή τους πρέπει να είναι μία από τις σημαντικές λειτουργίες του κράτους. Για τον

Πλάτωνα είναι αδιανόητο να επιτρέπεται στους ανθρώπους να παίζουν ελεύθερα με τέτοια

επικίνδυνα πράγματα, όπως τα τραγικά δράματα και οι μουσικές συνθέσεις(Νόμοι, 656c)

[“Opou d¾ nÒmoi kalîj e„si ke…menoi À kaˆ e„j tÕn œpeita crÒnon

œsontai t¾n perˆ t¦j MoÚsaj paide…an te kaˆ paidi£n, o„Òmeqa ™xšsesqai

to‹j poihtiko‹j, Ótiper ¨n aÙtÕn tÕn poiht¾n ™n tÍ poi»sei tšrpV ·uqmoà À

mšlouj À ·»matoj ™cÒmenon, toàto did£skonta kaˆ toÝj tîn eÙnÒmwn

pa‹daj kaˆ nšouj ™n to‹j coro‹j, Óti ¨n tÚcV ¢perg£zesqai prÕj ¢ret¾n À

mocqhr…an;] H τέχνη είναι τόσο σοβαρή υπόθεση, που δεν είναι δυνατόν να αφεθεί στον

καλλιτέχνη. Ο νομοθέτης πρέπει να επιβλέπει τη σύνθεση των έργων τέχνης, όπως επίσης

πρέπει να επιβλέπει τη δημιουργία μύθων και θρύλων(Νόμοι, 664a), και ο Πλάτων αφιερώνει

δύο εκτενείς συζητήσεις στη φύση των ρυθμίσεων που θα πρότεινε (Πολιτεία 376e-411,

Νόμοι,800-802). Ο ποιητής πρέπει να υποβάλλει τα έργα του σε λογοκριτές και να παίρνει

έγκριση από αυτούς(Νόμοι 801d). Και από τη στιγμή που θα επιχειρείται κάτι τέτοιο, να

επιβάλλονται αυστηρές τιμωρίες(Πολιτεία 423-24, Νόμοι 798-99).

Από το σύνολο των πλατωνικών διανοημάτων ελάχιστα επικρίθηκαν τόσο ζωηρά και

υποστηρίχθηκαν τόσο μουδιασμένα, όσο αυτές οι προτάσεις για αυταρχικό κυβερνητικό

έλεγχο των καλλιτεχνικών προϊόντων και, μέσα από αυτά, της ίδιας της σκέψης των πολιτών.

Ο Αθηναίος Ξένος στους Νόμους(662b-c) αναφέρει επιγραμματικά: «…(αν ήμουν

νομοθέτης), θα προσπαθούσα να αναγκάσω τους ποιητές και όλους τους πολίτες να μιλούν μ’

αυτό το πνεύμα· και θα επέβαλα τις βαρύτερες ποινές σε οποιονδήποτε θα διακήρυσσε ότι οι

φαύλοι άνθρωποι ζουν ευχάριστη ζωή ή ότι τα επικερδή και ωφέλιμα πράγματα διαφέρουν

από τα δίκαια πράγματα»[ peirómhn ¨n toÚj te poiht¦j ¢nagk£zein fqšggesqai

kaˆ p£ntaj toÝj ™n tÍ pÒlei, zhm…an te Ñl…gou meg…sthn ™pitiqe…hn ¥n,

e‡ tij ™n tÍ cèrv fqšgxaito æj e„s…n tinej ¥nqrwpo… pote ponhroˆ mšn,

¹dšwj d zîntej� , À lusiteloànta mn ¥lla ™stˆ kaˆ kerdalša� , dikaiÒtera d ¥lla� ].

18

Page 15: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

Διαπιστώνουμε, συνεπώς, ότι η άποψη του Πλάτωνα για την τέχνη είναι πως αυτή

έχει κοινωνικό ρόλο και, όπως άλλες πηγές ηδονής ή φθοράς, πρέπει να βρει τη σωστή της

θέση στο όλο σύστημα της ζωής του πολίτη. Και, αν ο Πλάτων συμπεραίνει ότι η τέχνη

πρέπει να λογοκρίνεται και να περιορίζεται, πιστεύει (σωστά η λαθεμένα) ότι αυτή του η

πεποίθηση είναι ένα αυστηρά λογικό συμπέρασμα που βγαίνει από τη φύση της τέχνης και τη

φύση του ενάρετου βίου.

19

Page 16: Σύγκριση Πλάτωνα-Αριστοτέλη

20