61
1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤOMEAΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΟΝΟΜΑ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑΣ: ΣΜΑΡΑΓΔΑΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Η ΚΑΝΤΙΑΝΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία Επιβλέπων καθηγητής:Νικόλαος Αυγελής

Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΤOMEAΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ

ΟΝΟΜΑ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑΣ: ΣΜΑΡΑΓΔΑΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Η ΚΑΝΤΙΑΝΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ Μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία

Επιβλέπων καθηγητής:Νικόλαος Αυγελής

Page 2: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ………………………………………………………………………………..σελ.3 ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΝΟΗΣΗ…………………………………………...σελ7 ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΟΙ ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΛΟΓΟΥ……........σελ10 ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΟΙ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΛΟΓΟΥ…………….........σελ20 ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΤΟ ΙΔΕΩΔΕΣ ΤΟΥ ΥΠΕΡΒΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ…….σελ43 ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΑ ΑΞΙΩΜΑΤΑ…σελ54 ΕΠΙΛΟΓΟΣ …………………………………………………………………………….......σελ57 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ…………………………………………………………………………σελ59

Page 3: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

3

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στον Καντ οφείλουμε να τοποθετήσουμε χρονικά τις αρχές της σύγχρονης φιλοσοφίας

και το τέλος της κλασσικής μεταφυσικής ως οντολογίας και φιλοσοφικής έρευνας

των πρώτων αξιωμάτων, που κατηγοριοποιούνται κάτω από τις τρεις βασικές

ενότητες του θεού, της ελευθερίας και της αθανασίας. Τα ψείγματα της κριτικής της

μεταφυσικής βρίσκονται στο κίνημα του Διαφωτισμού, που αμφισβήτησε την

μεταφυσική ως το μόνο θεμέλιο της επιστήμης και της ηθικής, και ώθησε τους

ανθρώπους να στηριχθούν στις δυνάμεις του ίδιου τους του νου για να βρουν

ορθολογικές λύσεις στα προβλήματα τους, χωρίς να καταφεύγουν στην παράδοση, σε

θρησκευτικά κείμενα ή σε οποιαδήποτε άλλη εξωτερική αυθεντία.

Ο Καντ επηρεασμένος από το κίνημα αυτό αλλά και από την Νευτώνεια επιστήμη

της εποχής και τα ηθικά διδάγματα του Rousseau,είδε ότι η εγκυρότητα των νόμων,

τόσο της φύσης όσο και της ηθικής, θα πρέπει να αναζητηθούν όχι σε κάποια

εξωτερική πηγή, αλλά στην νομοθετική δύναμη του ίδιου του ανθρώπινου νου. Αυτό

φυσικά συνεπαγόταν μία κριτική εξέταση των δυνάμεων όσο και των ορίων αυτού.

Πολλές φορές ο Καντ θεωρείται ως η απάντηση σε δύο από τα κυριότερα ρεύματα

εκείνης της εποχής, του ορθολογισμού και του εμπειρισμού. Ο ορθολογισμός με

κύριους εκπροσώπους τον Rene Descartes ,τον Christian Wolff και τον Gottfried

Leibniz, προσπάθησε να θεμελιώσει την αυθεντία του λόγου σε όλους τους τομείς της

ζωής. Κατά τον Leibniz και τον Wolff, η μεταφυσική θα έπρεπε να μιμηθεί την

μαθηματική μέθοδο των φυσικών επιστημών, και βασιζόμενη σε σαφώς

προσδιορισμένους όρους να συνάγει συμπεράσματα σύμφωνα με την γεωμετρική

μέθοδο, αποκτώντας έτσι το στάτους μίας πραγματικής επιστήμης. Ο Καντ απέρριψε

το γεγονός ότι η μεταφυσική μπορεί να ακολουθήσει την μαθηματική μέθοδο και τον

δογματισμό των ορθολογιστών. Όχι μόνο ο λόγος δεν μπορεί να εκφράσει και να

εξηγήσει θεμελιώδεις σχέσεις της εμπειρίας μας, αλλά πρέπει ο ίδιος να γίνει το

βασικό αντικείμενο της κριτικής έρευνας, προκειμένου να καθοριστούν επακριβώς τα

όριά του.

Από την άλλη μεριά εμπειριστές όπως ο Hume και ο Locke εξέφραζαν έναν

Page 4: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

4

σκεπτικισμό απέναντι στην μεταφυσική, και έδιναν βάρος στην εμπειρία ως πηγή

γνώσης. Ένας από τους φιλοσόφους που ο Καντ παραδέχθηκε ότι άσκησε μεγάλη

επίδραση σε αυτόν είναι ο Hume, ο οποίος είχε φέρει ένα καίριο χτύπημα στην

μεταφυσική μέσω της κριτικής της αιτιότητας. Ο λόγος μόνο με την βοήθεια a priori

εννοιών δεν είναι ικανός να δείξει ότι ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα πρέπει αναγκαία

να ακολουθεί από μία δεδομένη αιτία, αλλά αυτή η σχέση πρέπει να ανακαλυφθεί και

να θεμελιωθεί μέσα στην εμπειρία. Ο λόγος από μόνος του δεν μπορεί να θεμελιώσει

a priori συνδέσεις.

Αν και ο Καντ πίστευε ότι ο Hume βρισκόταν σε έναν πολύ καλό δρόμο, έβλεπε με

ανησυχία έναν απόλυτο σκεπτικισμό, ο οποίος θα απέρριπτε την βεβαιότητα της

επιστήμης. Ο Καντ συμφωνούσε με την απόρριψη της μεταφυσικής ως μίας θεωρητικής

επιστήμης, αλλά δεν μπορούσε να δεχθεί ότι η έρευνα του εμπειρικού κόσμου δεν μπορεί

να διεξαχθεί σε μία ορθολογική βάση, ή ότι η φυσικομαθηματική γνώση δεν είναι βέβαιη

λόγω του ότι η ύλη της δεν προέρχεται από την εμπειρία.

Ακόμα σημαντικότερα, μία γενική απαξίωση της μεταφυσικής εκτός από την

επιστήμη, θα έθετε σε κίνδυνο και τομείς όπως η θρησκεία και η ηθική, ενώ θα

υποβίβαζε την ανθρώπινη ελευθερία σε έναν απλό μηχανισμό μέσα σε έναν

ντετερμινιστικό κόσμο.

Βλέπουμε λοιπόν ότι και οι δύο τάσεις ήταν απόλυτες στα συμπεράσματά τους, ο

μεν ορθολογισμός υποστήριζε την δυνατότητα a priori γνώσης σε όλους τους τομείς,

ενώ ο εμπειρισμός απέρριπτε την δυνατότητα κάθε αντικειμενικής γνώσης.

Ο Καντ προσπαθώντας να βρει μία ισορροπία μεταξύ δογματισμού και

σκεπτικισμού, καταλήγει ότι το λάθος και των δύο είναι ότι θεωρούν ότι υπάρχει

μόνο μία απόλυτη πηγή γνώσης. Στην πραγματικότητα η γνώση αποτελείται από δύο

πηγές, την αισθαντικότητα (sensibility) και την νόηση. Αυτές οι δύο γνωστικές

δυνάμεις ναι μεν είναι σαφώς διακριτές μεταξύ τους, αλλά είναι απαραίτητο να

συνεργάζονται προκειμένου η γνώση να είναι δυνατή. Ο Καντ διατυπώνει την θεωρία

του λεπτομερώς στην «Κριτική του Καθαρού Λόγου» ένα από τα σημαντικότερα

φιλοσοφικά κείμενα όλων των εποχών. Όπως αναφέρει και ο τίτλος, το έργο αφορά

μία κριτική εξέταση των δυνάμεων του ανθρώπινου καθαρού νου, δηλ του νου όπως

λειτουργεί από μόνος του, ανεξάρτητα από την εμπειρία, και ζητάει να δει αν οι

νοητικές μας δυνατότητες μπορούν να είναι πηγές γνώσης και παραγωγής αληθειών

Page 5: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

5

για τον κόσμο μας, βασιζόμενες μόνο στις δικές τους δυνάμεις. Το βασικό ερώτημα

λοιπόν στο οποίο ο Καντ καλείται να απαντήσει είναι αν είναι δυνατόν να υπάρχουν

συνθετικές a priori κρίσεις, δηλαδή κρίσεις που να δίνουν συνθετική γνώση για την

εμπειρία ανεξάρτητα από αυτήν.

Στο κεφάλαιο της Υπερβατολογικής Αισθητικής ο Καντ ασχολείται με την

ικανότητα της αισθαντικότητας. Η αισθαντικότητα αποτελείται από ένα υλικό το

οποίο είναι το περιεχόμενο που δεχόμαστε από τις αισθήσεις μας, και από μία μορφή

που είναι ο τρόπος με τον οποίο αυτές οι αισθήσεις οργανώνονται σύμφωνα με τον

νόμο του νου μας.

Συγκεκριμένα έχουμε δύο καθαρές a priori μορφές της εποπτείας ,τον χώρο και

τον χρόνο. Ο χώρος και ο χρόνος είναι a priori μορφές με την έννοια ότι

προέρχονται από το υποκείμενο και όχι από τα αντικείμενα όπως είναι καθ’ αυτά.

Αυτό σημαίνει ότι έχουμε μία a priori αντίληψη του χωροχρόνου και δεν μπορούμε

να έχουμε καθόλου εμπειρία ενός αντικειμένου εκτός και αν αυτή είναι μίας

χωροχρονικής μορφής. Εκτός από τις παραπάνω a priori μορφές της εποπτείας, υπάρχουν και οι a priori

έννοιες της καθαρής νόησης, οι κατηγορίες, τις οποίες ο Καντ παρουσιάζει στην

Υπερβατολογική Αναλυτική. Οι κατηγορίες αυτές, στις οποίες περιλαμβάνονται η

ύπαρξη, η ουσία, η αναγκαιότητα και η αιτία, αποτελούν απαραίτητες συνθήκες

προκειμένου να νοήσουμε τα αντικείμενα, αλλά δεν είναι έννοιες οι οποίες προέρχονται

από την εμπειρία. Η απάντηση λοιπόν του Καντ στον Hume είναι ότι η εμπειρία είναι

απαραίτητη για να γνωρίσουμε τι ακριβώς προκάλεσε ένα γεγονός, αλλά το ό,τι αυτό το

γεγονός προκλήθηκε από μία αιτία, είναι κάτι που ξέρουμε a priori, διότι η κατηγορία

της αιτιότητας δεν παράγεται από την εμπειρία αλλά από την καθαρή νόηση.

Ο Καντ στην Κριτική του Καθαρού Λόγου λοιπόν προβαίνει στην λεγόμενη

Κοπερνίκεια στροφή: το ανθρώπινο πνεύμα δεν είναι υποχρεωμένο να προσαρμοστεί στα

πράγματα καθαυτά, αλλά τα πράγματα είναι επιστητά στο μέτρο που συγκροτούνται

από τις a priori κατηγορίες και μορφές της εποπτείας.

Εύκολα μπορούμε να δούμε τις συνέπειες αυτής της θεωρίας για τον ανθρώπινο

μηχανισμό γνώσης. Η απάντηση του Καντ στον Hume είναι ότι οι προτάσεις των

μαθηματικών και της φυσικής δεν είναι αναλυτικές αλλά συνθετικές a priori,και αν και

δεν περιγράφουν μία πραγματική αισθητηριακή εμπειρία, αναφέρονται σε αντικείμενα της

δυνατής μας εμπειρίας και είναι απαραίτητες για την αντίληψή τους.

Page 6: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

6

Μία από τις πιο σημαντικές συνέπειες της Υπερβατολογικής Αναλυτικής είναι ότι

οι συνθετικές a priori έννοιες που αποτελούν και το αντικείμενο της μεταφυσικής,

είναι δυνατές μόνο ως απαραίτητες συνθήκες της εμπειρίας μας και το μόνο που

μπορεί να καταφέρει η νόηση a priori είναι να προλαμβάνει την μορφή της δυνατής

εμπειρίας εν γένει. Η μεταφυσική λοιπόν περιορίζει τον ρόλο της απλώς στο να

ορίσει τα όρια και τα θεμέλια της γνώσης. Με αυτόν τον τρόπο ο Καντ καταφέρνει

να θεμελιώσει μεταφυσικά την επιστήμη, όμως το ερώτημα παραμένει. Εάν η νόηση

και η αισθαντικότητα πρέπει να συνεργαστούν για να παρέχουν τις συνθήκες της

γνώσης, τί συμβαίνει με την θεωρητική μεταφυσική;

Η απάντηση του Καντ είναι ότι οι a priori έννοιες τις μεταφυσικής δεν μπορούν

να δώσουν καμία γνώση εάν δεν εφαρμοστούν πάνω σε αντικείμενα που ανήκουν

στην δυνατή εμπειρία, Μπορούμε να γνωρίσουμε μόνο αντικείμενα που μας δίνονται

και στην σκέψη και στην αίσθηση. Έτσι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον νοητό

κόσμο( τα πράγματα καθαυτά) αλλά μόνο τον κόσμο των φαινομένων, γιατί αυτό θα

συνιστούσε μία συνθετική γνώση χωρίς αισθητή ενόραση.

Εφόσον λοιπόν ο Καντ θεμελίωσε την μεταφυσική ως μία απλή αναλυτική της

καθαρής νόησης, προχωράει στο κεφάλαιο της Υπερβατολογικής Διαλεκτικής και

ασκεί την κριτική του στην θεωρητική μεταφυσική ως οντολογία που προσπαθεί

να διατυπώσει αλήθειες πάνω σε θέματα όπως ο θεός, η ελευθερία και η ψυχή.

Στην παρούσα εργασία θα εξετάσουμε αναλυτικά αυτήν ακριβώς την κριτική και

συγκεκριμένα το πώς ο Καντ θεωρεί ότι τα προβλήματα της μεταφυσικής

προέρχονται από την φυσική τάση του Λόγου μας να ξεπερνά τα όρια της

επαληθεύσιμης εμπειρίας, και να αναζητεί την αλήθεια πέρα από αυτήν. Θα

εξετάσουμε αναλυτικά

το πώς ο Λόγος πέφτει ως εκ τούτου σε παραλογισμούς όσον αφορά την ψυχή μας,

σε αντινομίες όσον αφορά τον κόσμο ως όλο, και σε αβάσιμες αποδείξεις για την

ύπαρξη ενός Θεού. Τέλος θα δούμε ότι ο Καντ δεν απορρίπτει τελείως αυτές τις

ιδέες, αλλά το πώς μπορούν αυτές όχι μόνο να μας φανούν χρήσιμες για την

επιστημονική μας γνώση ως ρυθμιστικές αρχές, αλλά και το πώς μπορούν να

φανούν απαραίτητες για ένα πεδίο πέραν του θεωρητικού λόγου, αυτού του

πρακτικού λόγου ή της ηθικής.

Page 7: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΛOΓΟΣ ΚΑΙ ΝΟΗΣΗ

1)Λόγος και νόηση.

Το κλειδί της Διαλεκτικής είναι η ικανότητα του Λόγου(reason), η οποία αποτελεί την

ανώτατη λειτουργία της γνώσης. Η χρήση του Λόγου η οποία μας ενδιαφέρει είναι η

ανιούσα χρήση του, σύμφωνα με την οποία, εφόσον μας δοθεί μία αληθινή θέση/πρόταση

ψάχνουμε να βρούμε από ποιες αλήθειες θα μπορούσε αυτή να συναχθεί, μετακινούμενοι

από συμπεράσματα σε δυνατές προκείμενες, με σκοπό να ενώσουμε την πρόταση αυτή με

άλλες αλήθειες σε ένα όσο τον δυνατόν ευρύτερο διανοητικό σύστημα.

Όπως έδειξε ο Καντ στην Υπερβατολογική Αναλυτική, εκτός από τον λόγο υπάρχει και

η νόηση (understanding), η οποία έχει ως σκοπό να ενώνει αντικείμενα γνώσης. Αυτές οι

δύο νοητικές ικανότητες είναι διακριτές μεταξύ τους. Σκοπός της νόησης είναι να

ενοποιεί τα εμπειρικά δεδομένα και τις παραστάσεις μέσω κανόνων ,ενώ του λόγου, α

ενοποιεί αυτούς τους κανόνες συσχετίζοντάς τους σε ακόμα μεγαλύτερα συστήματα

αρχών. Ο λόγος λοιπόν δεν έχει άμεση εφαρμογή πάνω στα αντικείμενα της εμπειρίας,

αλλά μόνο πάνω στην νόηση.1

2)ιδέες του λόγου

Ο Λόγος αναζητά όλο και μεγαλύτερη ενότητα, ερευνώντας την ολότητα των όρων και

1 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία ,εισ-

μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999, Α643/Β671,Σύμφωνα με τον Bennett όμως

η διάκριση μεταξύ λογικών αρχών και κανόνων της νόησης δεν είναι τόσο σαφής. Αντιθέτως προτείνει

ότι έχουν μία διαφορά βαθμού, δηλ η νόηση ασχολείται με την μόρφωση της αντίληψης που απαιτείται

σε ένα βασικό επίπεδο προκειμένου να επιβιώσουμε στον καθημερινό κόσμο, ενώ ο λόγος ασχολείται με

την απόκτηση ενός πιο υψηλού επιπέδου επεξηγηματική ενότητα από αυτή του καθημερινού άνθρωπου.( Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic,εκδ:Cambridge University Press, Great Britain 1974,σελ 262-264)

Page 8: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

8

των συνθηκών κάθε πράγματος. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι συνθήκη κάποιου

πράγματος είναι αυτό που καθιστά αυτό το πράγμα δυνατό. Η πηγή του διαλεκτικού

λάθους είναι η τάση του Λόγου να μην σταματά την έρευνά του ωσότου κατά την

αναγωγή ενός πράγματος στους όρους του, να φτάσει σε ένα Απόλυτο, και έτσι να φέρει

την ενότητα του αντικειμένου σε ένα πέρας. Ενώ λοιπόν και η νόηση και ο λόγος έχουν ως

σκοπό τους την εύρεση της ενότητας στην εμπειρία, η νόηση πάντα παραμένει μέσα στα

όρια του τι μπορεί να καθοριστεί εμπειρικά, ενώ ο λόγος τα ξεπερνά στην αναζήτηση

απόλυτων τελικών ολοτήτων που καμία εμπειρία δεν μπορεί να τεκμηριώσει.2

Αυτές οι απόλυτες ολότητες ονομάζονται ιδέες του λόγου και είναι τριών ειδών: η

ιδέα του απόλυτου υποκειμένου ή του Εγώ, ο κόσμος ως ολότητα της εμπειρίας μας και

η ιδέα του Θεού. Οι ιδέες είναι μη-εμπειρικές, υπερβατολογικές έννοιες οι οποίες δεν

μπορούν να έχουν καμία εφαρμογή στον κόσμο των φαινομένων.

O Kant δανείζεται την έννοια Ιδέα από τον Πλάτωνα ,σε αντίθεση όμως με αυτόν, δεν

θεωρεί ότι οι ιδέες αντιστοιχούν σε πραγματικά αρχέτυπα ή είναι δυνατόν να μας

εγγυηθούν επιτυχία στην αναζήτησή μας.3 Σε αντίθεση με τους ορθολογιστές, ο Καντ δεν

πιστεύει ότι ο Λόγος είναι ικανός να μας δώσει μία ολοκληρωμένη απάντηση σε όλες τις

δυνατές ερωτήσεις μας, και η βασική κατηγορία του εναντίον της παραδοσιακής

ορθολογικής ψυχολογίας, κοσμολογίας και θεολογίας, είναι ότι πιστεύουν πως η θεωρητική

έρευνα του Λόγου σε αυτά τα πεδία μπορεί να μας προσφέρει αλήθειες για το πώς είναι η

πραγματικότητα. Η πλήρης ενότητα την οποία αναζητά ο Λόγος όχι μόνο δεν αντιστοιχεί

στην εμπειρική πραγματικότητα αλλά και είναι τελικώς ανέφικτη.

3)λογική και υπερβατολογική χρήση του Λόγου και η πηγή του διαλεκτικού

λάθους

Αν και ο Καντ απορρίπτει το γεγονός ότι οι υπερβατολογικές Ιδέες του Λόγου έχουν

αντίστοιχο στην εμπειρία, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν να παίξουν κανένα νόμιμο

ρόλο στην συγκρότησή της.

2 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α409/Β436. 3 O’Neill Onora, «Vindicating Reason»,στο The Cambridge Companion to Kant, ed. Paul Guyer,

Cambridge University Press, USA 1992,σελ 285

Page 9: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

9

Όπως είδαμε ο Λόγος στην λογική του χρήση, οργανώνει και ενοποιεί τα αντικείμενα της

γνώσης που αποκτούνται μέσω της αισθητικότητας και της νόησης. Οι ιδέες του Λόγου

λειτουργούν ως ρυθμιστικά αξιώματα τα οποία καθοδηγούν και συμβουλεύουν τον Λόγο

να ψάχνει περαιτέρω συνθήκες για κάθε αντικείμενο. Η παραπλάνηση του Λόγου

συμβαίνει όταν αυτός μπερδεύει αυτά τα αξιώματα ως αντικειμενικά αξιώματα που

δηλώνουν γεγονότα για τον κόσμο μας και για την ουσιαστική φύση της

πραγματικότητας, πράγμα που αποτελεί μία υπερβατολογική χρήση αυτών.4Οι ιδέες

λοιπόν αντί να αναφέρονται σε αντικείμενα τα οποία βρίσκονται πέρα από τα όρια της

εμπειρίας μας ,μάλλον περιγράφουν το ιδανικό σύστημα στο οποίο η γνώση μας

προσδοκά να φθάσει αλλά δεν μπορεί.

Περισσότερα για την θετική, ρυθμιστική χρήση των ιδεών μας θα αναφερθούν στο

τέλος της εργασίας. Στο επόμενο κεφάλαιο θα δούμε αναλυτικά το πώς η παραδοσιακή

μεταφυσική άποψη για τα αξιώματα του λόγου ως κανόνες σκέψης που αντιστοιχούν

στην πραγματικότητα, οδηγεί σε παραλογισμούς, αντινομίες και αδυνατότητες.

4 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α671/Β699

Page 10: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

10

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΟΙ ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΛΟΓΟΥ

Οι παραλογισμοί είναι σφαλεροί συλλογισμοί που οφείλονται στο γεγονός ότι

προσπαθούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για τον εαυτό μας ως σκεπτόμενο ον,

χωρίς να καταφεύγουμε στην εμπειρία, αλλά βασιζόμενοι αυστηρά και μόνο σε

ορθολογικούς παράγοντες. Η αφετηρία όλων αυτών των συλλογισμών είναι το «Εγώ

νοώ» ή «Εγώ σκέπτομαι» ,ή αλλιώς το «cogito» του Descartes.1

Σύμφωνα με τον Descartes, αν στρέψουμε την προσοχή μας αποκλειστικά στον νου

μας, θα βρούμε την αδιαμφισβήτητη ύπαρξη του εαυτού μας ,« του νοούντος

υποκειμένου» (res cogitants) , και μάλιστα του νου μας ως μίας υπόστασης ξεχωριστής

από τα φυσικά σώματα του εξωτερικού κόσμου.2 Έτσι , βασίζουμε όλες τις γνώσεις μας,

συμπεριλαμβανομένης της γνώσης για τον εξωτερικό κόσμο, πάνω στη γνώση που έχουμε

για τις δικές μας καταστάσεις (μεθοδολογικός σολιψισμός). Ο Καντ θεωρεί ότι η

αφετηρία όλων των παραλογισμών της ορθολογικής ψυχολογίας, οφείλεται στην

λανθασμένη ερμηνεία της έννοιας του ‘Εγώ σκέφτομαι’ (cogito).

Το ‘Εγώ’ ,το οποίο ο Καντ ονομάζει υπερβατoλογικό υποκείμενο των σκέψεων μας,

δεν είναι τίποτε άλλο από μία παράσταση η οποία συνοδεύει όλες τις έννοιες και τις

σκέψεις μας, δίνοντάς τους μία ενότητα. Γι’ αυτή την παράσταση όμως δεν έχουμε καμία

εμπειρική εποπτεία. Επιτελεί μόνο έναν τυπικό ρόλο, και πέρα από αυτόν είναι κενή

περιεχομένου.3

1Ο Καντ ήταν σαφώς επηρεασμένος από τους φιλοσοφικούς κύκλους της εποχής και ελάσσονες στοχαστές

όπως ο Baumgarten και ο Wolff οι οποίοι είχαν θίξει ζητήματα όπως η αθανασία και απλότητα της ψυχής

και η διάκριση της από το σώμα, αν και ο Walsh θεωρεί ότι ο Καντ είχε προπάντων στο νου του τον

Descartes,(Walsh W.H.,Kant’s criticism of metaphysics, εκδ.Edinburg University Press,1975 σελ

177).Επίσης για μία σύντομη αναφορά στα επιχειρήματα της εποχής δες και: Todes Samuel, «Knowledge

and the Ego:Kant’s three stages of self-evidence»,στο Κant:A collection of critical essays,ed by Robert Paul

Wolff, εκδ Macmillan,London 1968 σελ 202-203 ) 2Ντεκάρτ Ρενέ, «Στοχασμοί περι της πρώτης φιλοσοφίας»,μετ-σχ Ευάγγελος Βανταράκης, εκδ Εκρεμμές,

Αθήνα 2003(2ος στοχασμός σελ 71-74,)Σ’αυτό το σημείο μπορούμε επίσης να προσθέσουμε ότι ο για τον

Descartes η ύπαρξη εξωτερικού κόσμου και σωμάτων δεν θεωρείται απαραίτητη. 3 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία »,

εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.],Αθήνα 1999, Α346/Β404

Page 11: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

11

Μία παρόμοια κριτική μπορούμε να βρούμε και στον Wittgenstein.To Εγώ του Descartes

αποτελεί ένα όριο στον κόσμο μας, με την έννοια ότι όλα τα γεγονότα γίνονται, αφορούν και

συμβαίνουν σε μένα, και μάλιστα η αντίληψή τους εξαρτάται από τα όρια των

δυνατοτήτων του Εγώ μας. Παρ’ όλα αυτά είναι λάθος να νομίσουμε ότι αυτό το Εγώ

υπάρχει και αποτελεί μέρος του εμπειρικού μας κόσμου.4

H ορθολογική λοιπόν ψυχολογία ξεκινάει από το μία τυπική αναπαράσταση του Εγώ

και πάνω σ’ αυτήν χτίζει μία επιστήμη χωρίς καθόλου εμπειρικά δεδομένα, δίνοντάς της

ένα περιεχόμενο που δεν έχει, και από αυτήν ακριβώς την παρερμηνεία προέρχονται οι

παραλογισμοί που αφορούν την ψυχή. Οι παραλογισμοί παράγονται από τον πίνακα των

Κατηγοριών και συνάγουν ότι η ψυχή είναι μία ουσία και άρα άυλη , ότι είναι απλή και

άρα άφθαρτη, ότι είναι ταυτότητα και ενότητα διαμέσου του χρόνου και άρα είναι ένα

πρόσωπο, και ότι έχει σχέση με τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου από το οποίο

συνάγεται η αθανασία της.

1)Πρώτος παραλογισμός: η ψυχή ως ουσία

Στον πρώτο παραλογισμό, ο ορθολογιστής ψυχολόγος ακολουθεί τον ακόλουθο

συλλογισμό:

«Εκείνο του οποίου η παράσταση είναι το απόλυτο υποκείμενο των κρίσεών μας και δεν

μπορεί επομένως να χρησιμοποιείται ως προσδιορισμός ενός άλλου πράγματος, είναι

ουσία.

Εγώ, ως ον που νοεί, είμαι το απόλυτο υποκείμενο όλων των δυνατών κρίσεων μου, και

αυτή η παράσταση του εαυτού μου του ίδιου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως

κατηγόρημα οποιουδήποτε άλλου πράγματος.

Άρα, εγώ ως ον που νοεί (ψυχή) είμαι ουσία.» 5

4Wittgenstein Ludwig, «Τractatus Logico Philosophicus», μετ Θανάσης Κιτσόπουλος, εκδ.

Παπαζήση, Αθήνα 1978 ,5.62-5.633.σελ111) 5 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία », εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.],Αθήνα

1999,Α349

Page 12: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

12

Εδώ ο Καντ χρησιμοποιεί την έννοια της ουσίας ως κάτι που μπορεί νοηθεί μόνο ως

υποκείμενο και ποτέ ως κατηγόρημα κάποιου άλλου πράγματος. Ξεκινώντας από την

αφετηρία ‘cogito ergo sum’ του Descartes, νοούμε τον εαυτό μας πάντα σαν το

υποκείμενο των κρίσεων μας, διότι όλες οι σκέψεις βρίσκονται μέσα μας και με βάση

αυτές στοχαζόμαστε ,άρα είναι λογικό να συνάγουμε ότι η ψυχή μας είναι μια ουσία. Ο

Καντ συμφωνεί μόνο εν μέρει με αυτή την έκφραση. Είναι αλήθεια ότι πάντα υπάρχει

ένα «Εγώ» που ακολουθεί κάθε σκέψη μας και το οποίο θεωρείται πάντα ως

υποκείμενο. Ο ρόλος του όμως είναι απλώς λογικός και δεν μπορεί να μας δώσει καμία

πληροφορία για την εμπειρική πραγματικότητα.6

Στην δεύτερη έκδοση της κριτικής ο συλλογισμός του παραλογισμού

διατυπώνεται ως εξής:

«Ό,τι δεν μπορεί να νοηθεί (νοήται) αλλιώς παρά ως υποκείμενο, δεν υπάρχει

επίσης αλλιώς παρά ως υποκείμενο και είναι συνεπώς ουσία.

Ένα νοούν όν, λοιπόν, δεν μπορεί, θεωρούμενο απλώς ως τέτοιο, να νοηθεί

(νοήται) αλλιώς παρά ως υποκείμενο.

Άρα το ον αυτό υπάρχει επίσης ως ένα τέτοιο μόνον, δηλ. ως ουσία.»7

Η πρώτη προκείμενη, όπως αναφέρει και ο Καντ στην παρακάτω παράγραφο, αναφέρεται

στο πώς μπορεί να νοηθεί ένα ον γενικά,(συμπεριλαμβανομένου και το πώς μπορεί να μας

δοθεί στην εποπτεία).8 Αντίθετα, στην δεύτερη προκείμενη, μας ενδιαφέρει το πώς νοείται

το ον μόνο σε σχέση με την αυτοσυνειδησία μου. Η ιδέα όμως της ουσίας μπορεί να έχει

εφαρμογή μόνο πάνω σε μία εποπτεία ενός αντικειμένου, και όχι πάνω σε μία έννοια του

εαυτού η οποία βασίζεται μόνο στο γεγονός της υπερβατολογικής αυτοσυνειδησίας μου.

Εδώ βλέπουμε τους κινδύνους που μπορούν να προέλθουν από την μεταπήδηση από το

υπερβατολογικό στο εμπειρικό πεδίο.

Το συμπέρασμα του παραλογισμού είναι ότι η ψυχή είναι ουσία· αυτό που θα

μπορούσαμε εσφαλμένα να συμπεράνουμε είναι όπως αναφέρει ο Καντ ότι: «εγώ ως

ένα ον που νοεί ... , ούτε γεννώμαι ούτε παρέρχομαι» ή «την διηνεκή διάρκεια της

6 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία »,

εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.],Αθήνα 1999 ,Β407

7 oπ.π Β411

8 οπ.π Β411

Page 13: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

13

ψυχής διαμέσου όλων των μεταβολών και ακόμα και κατά τον θάνατο του

ανθρώπου»9.Με λίγα λόγια ο παραλογισμός υποτίθεται ότι αποδεικνύει την

αφθαρσία και περαιτέρω την αθανασία της ψυχής. 10

2)δεύτερος παραλογισμός: απλότητα της ψυχής.

O δεύτερος παραλογισμός διατείνεται ότι η ψυχή είναι μία ενέργεια η οποία δεν μπορεί

να θεωρηθεί ως το αποτέλεσμα πολλών δρώντων πραγμάτων. Αυτό το επιχείρημα

βασίζεται στο ότι κάθε σύνθεση που κάνω πρέπει πάντα να προϋποθέτει ένα Εγώ το

οποίο κάνει την σύνθεση, και το οποίο πρέπει να είναι το ίδιο απλό ,γιατί ένα σύνθετο

ον δεν μπορεί να παράγει μία ενιαία σκέψη( έτσι όπως πολλές λέξεις τις οποίες νοούν

πολλά διαφορετικά υποκείμενα δεν μπορούν να δημιουργήσουν μία ολοκληρωμένη

πρόταση-σκέψη).11

Εδώ και πάλι συγχέεται το «Εγώ νοώ» ως ένα λογικό σημείο αναφοράς και λογικής

ενότητας των εμπειριών και των σκέψεων μας, με κάτι που μπορεί να μας δίνει

γνώση πάνω στο Εγώ ως ένα πραγματικό αντικείμενο της εμπειρίας/εποπτείας.

Περνάμε λοιπόν από την ενότητα του νοείν ,στην ενότητα ενός νοούντος υποκειμένου.

Το πρόβλημα της ορθολογικής ψυχολογίας είναι ότι θεωρεί την ψυχή ως ένα

πράγμα καθ’ αυτό. Είναι λογικό να συμπεραίνει έτσι ότι, η ψυχή ως ο νοήμων

9 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ[χ.ο.] Αθήνα

1999Α349,Α351

10 Ο Bennett έχει κάποιες αμφιβολίες για το αν μπορούμε όντως να συνάγουμε την αθανασία της

ψυχής από το γεγονός ότι είναι ουσία.(Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ:Cambridge

University Press,Great Britain 1974,σελ76-78)

11 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία », εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.]Αθήνα

1999παρ.Α354 (Γιατί μολονότι το Ολον…νοείν). Ο Bennett ονομάζει αυτό το επιχείρημα

«επιχείρημα της ενότητας»: δεν θα μπορούσα να έχω μία ενότητα διακριτών σκέψεων αν αυτές

ήταν βασισμένες σε διακριτές ουσίες. Όμως Σύμφωνα με τον Bennett όμως η ενότητα της

σύνθεσης των σκέψεων δεν είναι αρκετή για να μας αποδείξει μία ενότητα στο υποκείμενο των

σκέψεων, εφόσον δεν μπορεί να αποκλείσει το γεγονός ένα μία σύνθετη σκέψη να ανήκει σε ένα

σύνθετο υποκείμενο.( Ameriks Karl, «Kant’s theory of mind, an Analysis of the Paralogism of

Pure Reason», εκδ:Clarendon Press,Oxford 2000 σελ57-59)

Page 14: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

14

εαυτός μας είναι διαφορετικής φύσης από τα υλικά αντικείμενα, τα οποία ως φαινόμενα

απλώς παρουσιάζονται μέσα μας.12 Όμως ακόμα και αν η ψυχή ήταν έτσι απλή καθ’

αυτή, αυτό δεν θα συνεπαγόταν ότι είναι άυλη, διότι για να διαπιστώσουμε αν έχει μία

ομοειδή ουσία με την ύλη, θα έπρεπε να την συγκρίνουμε με την ύλη όπως είναι καθ’

αυτή. Ενώ όμως η ύλη ως εξωτερικό φαινόμενο παρουσιάζεται ως σύνθετη, δεν έχουμε

την δυνατότητα να γνωρίσουμε τίποτα για το πώς αυτή είναι στην πραγματικότητα

πέρα από τα φαινόμενα.

Όπως αναφέρει ο Καντ, αυτό το «Κάτι τι» που υπόκειται στην βάση των φαινομένων,

μπορεί να είναι οτιδήποτε ,ακόμα και απλό στη ουσία του αν και εμφανιζόμενο στις

εξωτερικές μας αισθήσεις ως σύνθετη έκταση.13 Επίσης όπως αναφέρει ο Strawson η

διάκριση μεταξύ ψυχής και αντικειμένων ως δύο διαφορετικών ειδών ύπαρξης ανήκει

μόνο στο πεδίο της εμπειρίας, όμως όσον αφορά το πεδίο των πραγμάτων καθ’ αυτά για

τα οποία δεν γνωρίζουμε τίποτα, δεν υπάρχει καμία αντίφαση στο να υποθέσουμε ότι

σκέψη και ύλη είναι ομογενείς.14

.Έτσι λοιπόν η ορθολογική ψυχολογία αποτυγχάνει να συγκρίνει ουσιαστικά την

ψυχή και την ύλη και να αποδείξει ότι είναι διαφορετικές ουσίες. Η ιδέα του Εγώ ως

απλού ,δεν μπορεί να μας προσφέρει καμία εμπειρική γνώση.

3)τρίτος παραλογισμός: η ψυχή ως πρόσωπο

Ο τρίτος παραλογισμός αφορά την προσωπικότητα δηλαδή την δυνατότητα του να

μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε την ψυχή μας σε διαφορετικούς χρόνους. .Ο Καντ

συμφωνεί ότι «καθόσον χρόνο εγώ έχω συνείδηση του εαυτού μου, έχω συνείδηση

αυτού του χρόνου ως ανήκοντος στην Ενότητα του Εγώ μου».Αυτό όμως είναι μία

ταυτολογική πρόταση a priori, που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποδείξει

12 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία »,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος, εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.] Αθήνα

1999 Α360 13 οπ.π Α359 14 Strawson P.F., «The Bounds of Sense ,An Essay on Kant’s Critique of Pure Reason»

εκδ:Methuen ,London,1966,σελ 172

Page 15: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

15

την πραγματική ταυτότητα του εαυτού μας. Το πρόβλημα βρίσκεται στην

λανθασμένη χρήση της υπερβατικής έννοιας του χρόνου ως μορφή της εμπειρίας μας,

πάνω σε ένα συγκεκριμένο άτομο προκειμένου να αποδείξουμε ότι ο εαυτός είναι

συνεχής.15

Όμως, παρόλο που ως άτομα έχουμε ταυτότητα συνείδησης του εαυτού μας σε

διάφορους χρόνους, αυτό και πάλι είναι μόνο ένας λογικός όρος της ταυτότητας του

Εγώ, και δεν μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτό το ότι εγώ είμαι πραγματικά το ίδιο

υποκείμενο. Αυτό γίνεται φανερό ιδιαίτερα αν ένας εξωτερικός παρατηρητής μας

εξετάσει κατά διαφορετικές περιόδους. Αυτός ο παρατηρητής δεν θα μπορούσε ποτέ να

διαπιστώσει αν εγώ είμαι το ίδιο ή ένα διαφορετικό υποκείμενο στο οποίο έχουν κάπως

μεταβιβαστεί οι προηγούμενες σκέψεις και μνήμες , ή αντίστοιχα αν όλη η συνείδηση

που αντιλαμβάνομαι τώρα ως δική μου, μπορεί στο παρελθόν να ανήκε σε κάποιον

άλλο. Πράγματι από την πλευρά του Καντ, δεν υπάρχει καμία αντίφαση στην ιδέα ότι

μία σκέψη ή μνήμη δεν είναι πραγματικά δική μου αλλά κάποιου άλλου που εγώ

λανθασμένα την θεωρώ ως δική μου.16

Η ορθολογική ψυχολογία για μία ακόμη φορά προσπαθεί να βασιστεί όχι σε

εμπειρικά δεδομένα, αλλά μόνο σε μία απλή ενατένιση του εαυτού μας και της

ενότητας της αυτοσυνειδησίας μας.

4) τέταρτος παραλογισμός: η απόρριψη του ιδεαλισμού

Ο τέταρτος παραλογισμός υποστηρίζει ότι η ύπαρξη των αντικειμένων των εξωτερικών

αισθήσεων είναι αμφίβολη. Η θεωρία αυτή βασίζεται στο σκεπτικιστικό μοντέλο του

Descartes που ο Καντ αποκαλεί εμπειρικό ιδεαλισμό. Σύμφωνα με τον Descartes,

είμαστε απόλυτα σίγουροι για την ύπαρξη του εαυτού μας και των ιδεών μας, εφόσον

είναι άμεσα γνωστά σε μας. Πέρα από εμάς, υπάρχει ένας κόσμος εξωτερικών

πραγμάτων ανεξάρτητος από την αντίληψή μας γι’ αυτόν. Τα πράγματα αυτού του

15 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία »,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.] Αθήνα

1999 (Α362) 16 Για μία εκτενή ανάλυση της δυνατότητας ημι-μνημών,δες Βennett Jonathan, Kant’s

Dialectic,εκδ:Cambridge University Press,Great Britain 1974(σελ 97-100)

Page 16: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

16

κόσμου δεν τα γνωρίζουμε άμεσα, αλλά τα θεωρούμε ως αιτίες των ιδεών μας και

συνάγουμε την ύπαρξη τους από τις ιδέες που έχουμε γι’αυτά.17

Όμως από το γεγονός ότι έχουμε ιδέες, δεν μπορούμε να συναγάγουμε με βεβαιότητα

την ύπαρξη εξωτερικών αντικειμένων,18 και ακόμα και αν θα ήμασταν βέβαιοι για την

ύπαρξη τους, θα τα γνωρίζαμε μόνο ως φαινόμενα, και όχι ως πράγματα καθ’αυτά.19

Ο Καντ συμφωνεί στο ότι έχουμε επίγνωση του εαυτού μας και των ιδεών μας, αλλά

διαφωνεί στο ότι η γνώση των εξωτερικών αντικειμένων είναι προϊόν συλλογισμού.

Σύμφωνα με τον υπερβατολογικό ιδεαλισμό, ο χωροχρόνος και τα αντικείμενα που

βρίσκονται σε αυτόν είναι απλά φαινόμενα, και έτσι δεν έχουν ύπαρξη χωριστά από τις

αντιλήψεις που έχουμε για αυτά. Έτσι λοιπόν, τόσο τα φυσικά αντικείμενα όσο και τα

αντικείμενα της εσωτερικής εμπειρίας, είναι ιδέες άρα και τα δύο έχουν εξίσου σίγουρη

ύπαρξη.20

Ο Καντ καλεί εναλλακτικά την θεωρία του με το όνομα εμπειρικός ρεαλισμός, για

να ξεκαθαρίσει ότι τα εξωτερικά αντικείμενα δίνονται όντως στην αντίληψη μας,με

την διαφορά ότι δεν ταυτίζονται με τα υπερβατολογικά εξωτερικά αντικείμενα,

δηλαδή τα πράγματα καθ’ αυτά.

Η θεωρία του Καντ σε αυτό το σημείο φαίνεται να μοιάζει με αυτήν του Berkeley,ο οποίος

ακολουθώντας το ίδιο σκεπτικό της μη διάκρισης μεταξύ ιδεών και αντικειμένων, καταλήγει

ότι έχουμε επίγνωση μόνο των ιδεών μας, και στην συνέχεια εξισώνει τις ιδέες με τα

αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου σε ένα άυλο σύστημα .Ο Καντ προσωπικά απέρριψε

τον υποκειμενισμό του Berkeley σύμφωνα με τον οποίο τα αντικείμενα δεν μπορούν να

δοθούν εμπειρικά έξω από μας και ταυτίζονται με τις άυλες ιδέες μας, και τον εξέλαβε ως

δογματικό ιδεαλισμό.21

17Ντεκάρτ Ρενέ, Στοχασμοί περι της πρώτης φιλοσοφίας, μετ-σχ Ευάγγελος Βανταράκης, εκδ

Εκρεμμές, Αθήνα 2003,(2ος στοχασμός,παρ24-34) 18 Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία », εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.] Αθήνα

1999 Α368 19οπ.π, Α372 20 οπ.π., A369-Α371

21 όπ.π Β274

Page 17: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

17

Παρόλα αυτά αρκετοί έχουν κατηγορήσει τον Καντ για υποκειμενισμό. Αυτό βασίζεται

κυρίως στην αναφορά του Καντ στο ότι τα εξωτερικά αντικείμενα είναι απλώς

φαινόμενα.

«Τώρα όμως τα εξωτερικά αντικείμενα (τα σώματα) είναι απλώς φαινόμενα,

συνεπώς τίποτα άλλο από ένα είδος παραστάσεων μου, των οποίων τα αντικείμενα

μονάχα μέσω αυτών των παραστάσεων είναι κάτι τι, χωριστά όμως από αυτές δεν

είναι τίποτα» 22

Το πρόβλημα που προκύπτει είναι η σχέση της εποπτείας μας και αυτών των

αντικειμένων. Αν δεχθούμε ότι το αντικείμενο της εποπτείας είναι απλώς μέρος του

περιεχομένου της εσωτερικής μας αίσθησης, τότε κάθε αντικείμενο θα ήταν ιδιωτικό,

ενώ αν δεχθούμε ότι βρίσκεται εντελώς έξω από εμάς, τότε δεν μπορούμε να αποδείξουμε

αν πραγματικά αυτό το αντικείμενο είναι όπως φαίνεται.

Ο Καντ ξεπερνά αυτό το πρόβλημα που είχε και ο Berkeley κάνοντας μια διάκριση της

πραγματικότητας των αντικειμένων σε δύο διαφορετικά επίπεδα. Από την σκοπιά του κοινού

ή του επιστημονικού νου μπορούμε να μην έχουμε καμία αμφιβολία ότι ο χωροχρόνος και

τα αντικείμενα που περιέχονται σε αυτόν είναι όντως πραγματικά. Από την σκοπιά όμως

της φιλοσοφικής και συγκεκριμένα της Καντιανής κριτικής φιλοσοφίας, μπορούμε να πούμε

ότι τα χωροχρονικά αντικείμενα είναι φαινομενικά διότι είναι εξαρτημένα από τον νου μας.

Έτσι λοιπόν τα αντικείμενα μπορούν να είναι ταυτόχρονα εμπειρικά πραγματικά, αλλά και

υπερβατικά ιδεώδη, λόγω της εξάρτησης τους από τον νου23

Το πρόβλημα του υποκειμενισμού όμως παραμένει. Ο Καντ έχει δηλώσει στην Αισθητική ότι

τα αντικείμενα είναι παραστάσεις και αυτές λαβαίνουν χώρα αποκλειστικά

μέσα σε ατομικούς νόες, πώς μπορούμε λοιπόν να ξέρουμε αν πραγματικά ο χωροχρόνος και τα

αντικείμενα του είναι φαινόμενα που ανήκουν στην εμπειρία των ανθρώπων ως τέτοιων και

δεν διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Πώς δηλαδή μπορεί κάποιος να περάσει από τα

22Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία »,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση, εκδ [χ.ο.] Αθήνα

1999,Α371 23 Walsh W.H. , «Kant’s criticism of metaphysics”,εκδ.Edinburg University Press,1975, (σελ.29)

Page 18: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

18

ιδιωτικά αισθητηριακά δεδομένα σε έναν δημόσιο κόσμο που υπάρχει ανεξάρτητα

από τους συγκεκριμένους παρατηρητές?

Ο Καντ απαντάει σε αυτήν την δυσκολία με διάφορους τρόπους. Όπως είπαμε ο

κόσμος έχει μία ουσιώδη σχέση με τον νου αλλά όχι με τον νου κάποιου συγκεκριμένου

ατόμου, αλλά με τον νου εν γένει. Με άλλα λόγια όταν ο Καντ αναφέρεται στην σχέση

των σωμάτων με τις αναπαραστάσεις μου ,το «μου» αυτό έχει όχι τόσο την έννοια ενός

συγκεκριμένου ,ατομικού και εμπειρικού εγώ, αλλά την έννοια του εαυτού μας ως

ορθολογικού όντος και λογικού υποκειμένου. Επιπλέον τα αντικείμενα για τα οποία

γίνεται λόγος, δεν είναι απλώς ένα συνονθύλευμα αισθητηριακών δεδομένων, αλλά

συγκροτούνται μέσω ενός εννοιολογικού μηχανισμού και μέσω συγκεκριμένων

καθολικών κανόνων που είναι κοινοί σε όλους τους ανθρώπους ως γένος. Άρα, ναι μεν ο

κάθε ένας έχει τις δικές του αντιλήψεις, η φύση όμως όπως την αντιλαμβανόμαστε είναι

η ίδια για όλους. 24

Στην δεύτερη έκδοση της κριτικής ο Καντ προσέφερε ένα άλλο επιχείρημα για την

απόδειξη ότι ο εξωτερικός μας κόσμος όντως υπάρχει. Σύμφωνα με αυτήν, ή ύπαρξη

του εξωτερικού κόσμου γύρω μας αποδεικνύεται μόνο και μόνο από το γεγονός ότι

έχουμε συνείδηση της δικής μας ύπαρξης. Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή του

επιχειρήματος, η εσωτερική μας αντίληψη προϋποθέτει την αντικειμενική χρονική

κατάταξη των φαινομένων μέσα μας, η οποία με την σειρά της απαιτεί κάτι το οποίο

να είναι μόνιμο και διαρκές στην αντίληψή μας. Εφόσον αυτό το μόνιμο δεν μπορεί να

βρεθεί σε τίποτε μέσα στις νοητικές καταστάσεις μας, πρέπει να υπάρχει κάτι μόνιμο

έξω από εμένα.25

Η πλάνη του τέταρτου παραλογισμού προκύπτει και διότι από το γεγονός ότι

μπορούμε να αντιληφθούμε τον εαυτό μας ως νοούν υποκείμενο, συμπεραίνουμε

λανθασμένα ότι η συνείδηση του εαυτού μας έχει ξέχωρη ύπαρξη από τα πράγματα

έξω από εμάς.26

24 Kant Immanuel,Κριτική του Καθαρού Λόγου, μεταφρ Α.Γιανναράς, εκδ.Παπαζήση, Αθήνα

1979 (Α127-128) 25 όπ.π (Β275) 26Κant Immanuel, «Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία »,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.Παπαζήση,εκδ [χ.ο.],Αθήνα 1999

(Β409)

Page 19: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

19

5)Επίλογος

H ορθολογική ψυχολογία δεν μπορεί να μας δώσει πληροφορίες όσον αφορά το

Εγώ, γιατί δεν βασίζεται σε εμπειρικά δεδομένα αλλά πάνω στον λογικό ρόλο

του υπερβατολογικού υποκειμένου, για το οποίο δεν έχουμε καμία εποπτεία.

Έχουμε λοιπόν επίγνωση του εαυτού μας ως ενός σκεπτόμενου όντος, λόγω της

επίγνωσης της αυθόρμητης δράσης της σκέψης μας, που μας δίνει την

παράσταση του ‘εγώ σκέφτομαι’ ως μία ενότητα της νόησης που ακολουθεί

όλες τις κρίσεις μας, όμως που εν τέλει δεν μπορεί να μας οδηγήσει σε μία

ενόραση στο τι πραγματικά είμαστε σαν σκεφτόμενο υποκείμενο, πέρα από μία

το πώς παρουσιαζόμαστε ως φαινόμενο στους ίδιους μας τους εαυτούς. 27

Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι, όταν ο Καντ λέει ότι γνωρίζουμε τον εαυτό μας ως

φαινόμενο, εννοεί ως ένα αντικείμενο της εμπειρίας, δηλ η εσωτερική μας αίσθηση

μας δίνει μία παθητική ενόραση του εαυτού μας, η οποία πολύ απέχει από το να είναι

πραγματική γνώση αυτού .Φυσικά ο εαυτός μας υφίσταται και ως ένα αυτενεργό όν,

πχ όταν δρα ως ένας ηθικός δράστης . Ο Καντ όμως επιμένει ότι αυτόν τον εαυτό που

ανήκει στο πεδίο των νοοουμένων, δεν μπορούμε να τον γνωρίσουμε πραγματικά

διότι δεν έχουμε μία ενεργητική ενόρασή του.28

27Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι αν και ο Walsh συμφωνεί με το σκεπτικό του Καντ για την

αυταπάτη των ορθολογικών ψυχολόγων, αμφιβάλλει ως προς το γεγονός αυτή είναι μία φυσική

πλάνη την οποία δεν μπορούμε να αποφύγουμε μέσω της οποίας αναγκαζόμαστε να καταλήξουμε

στην ορθολογική Ψυχολογία, όπως θα το’ θελε ο Καντ. Το λάθος μπορεί αν προέρχεται από μία

απλή σειρά νοητικών λαθών, δηλαδή μία σύγχυση γύρω από τον ρόλο και της σημασίας και της

χρήσης του «Εγώ νοώ», κάνοντας λάθη τα οποία εύκολα μπορούμε να αποφύγουμε ή να

απορρίψουμε αν τα κατανοήσουμε.( Walsh W.H. , Kant’s criticism of metaphysics,εκδ.Edinburg

University Press,1975.σελ 195) 28 Kant Immanuel,Κριτική του Καθαρού Λόγου, μεταφρ Α.Γιανναρας, εκδ.Παπαζήση, Αθήνα

1979,(Β158)

Page 20: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

20

Τέλος ο Καντ αν και απορρίπτει την ορθολογική ψυχολογία, δέχεται την ύπαρξη μίας

εμπειρικής ψυχολογίας η οποία θα μπορεί να μας προσφέρει γνώση για την ψυχή,

βασιζόμενη όμως σε εμπειρικά δεδομένα μέσω της παρατήρησης του εσωτερικού

εαυτού μας. Αυτή η επιστήμη δεν θα έχει ως αφετηρία το ‘cogito’ του Descartes,αλλά

έναν εαυτό για τον οποίο θα μπορούμε να συλλέξουμε δεδομένα και πληροφορίες μέσω

εποπτείας των διαφόρων καταστάσεών του..29

29 Αν και ο Καντ διατυπώνει αμφιβολίες για το αν μία εμπειρική ψυχολογία θα μπορούσε να έχει

το στάτους κανονικής επιστήμης λόγω μεθοδολογικών προβλημάτων , ( Hatfield Gary,

«Empirical,rational,and transcendental psychology: Psychology as science and as

philosophy»,στο The Cambridge Companion to Kant,ed by Paul Guyer,εκδ.Cambridge University

Press,USA 1992 σελ 219-212)

Page 21: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

21

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΟΙ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΘΑΡΟΥ ΛΟΓΟΥ

1)Ορισμός και η ιδιαίτερη σημασία των αντινομιών

Αντινομία είναι ένα επιχείρημα που αφορά φαινομενικά συγκρουόμενα

συμπεράσματα και μπορεί να λυθεί μόνο με την βοήθεια της Καντιανής φιλοσοφίας.

Οι τέσσερις αντινομίες αφορούν τα χωροχρονικά όρια του κόσμου, την σύσταση

της ύλης, την πρώτη αιτία, και την πρώτη ουσία/υπόσταση. Σύμφωνα με τον Καντ,

ο βασικός λόγος για τον οποίο ο Λόγος μας πέφτει σε αντινομίες, είναι διότι περνάει

τα όρια της εμπειρίας και συγκεκριμένα, απαιτεί και ψάχνει για κάθε δεδομένο την

απόλυτη ολότητα των όρων του. Μάλιστα αυτή η απαίτηση δεν είναι αυθαίρετη

αλλά ανήκει στην φύση της ανθρώπινης Λόγου και είναι αναπόφευκτη. 1

Οι αντινομίες αποτελούν το πιο σημαντικό κεφάλαιο της Υπερβατικής Διαλεκτικής

του Καντ, κάτι που επισημαίνει και ο ίδιος όταν μιλώντας για τις κοσμολογικές ιδέες

τονίζει :

«Αυτό το προϊόν της καθαρής λογικής μέσα στην υπερβατική του χρησιμοποίηση

είναι το πιο αξιόλογο φαινόμενο της καθαρής λογικής, και δρα ισχυρότερα από κάθε τι

άλλο για να ξυπνήσει τη Φιλοσοφία από τον δογματικό της ύπνο και να την

παρακινήσει στο βαρύ έργο που είναι η κριτική της Λογικής»2

Με τους παραλογισμούς ο Καντ δεν μένει απλώς στο να δείξει ότι η μεταφυσική

δεν μπορεί να έχει το στάτους μίας πραγματικής επιστήμης, αλλά και γιατί

ακριβώς στερείται συνάφειας και συνοχής. Σύμφωνα με τον Καντ, ο ανθρώπινος

λόγος, όταν ασχολείται με κοσμολογικά επιχειρήματα, καταλήγει σε δύο εξίσου

1 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999, (Β436 και

Α422/Β450) 2 Immanuel Kant,Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική που θα μπορεί να εμφανίζεται ως

επιστήμη, εισ-μετ-σχ Γιάννη Τζαβάρα, εκδ.»ΔΩΔΩΝΗ»,Αθήνα-Γιάννινα,1982,σελ 142,παρ50

Page 22: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

22

δυνατές αλλά και αντιφατικές θέσεις, πράγμα που απαιτεί την εγκατάλειψη του όλου

επιχειρήματος. Έτσι λοιπόν οι δογματικοί φιλόσοφοι όχι μόνο μιλάνε για πράγματα

που δεν μπορούν να επαληθευθούν στην εμπειρία, αλλά περιέρχονται σε ένα αδιέξοδο

από το οποίο δεν μπορούν να ξεφύγουν, διότι και οι δύο αντιμαχόμενες απόψεις

βασίζονται σε προφανείς και ακαταμάχητες αποδείξεις.3

Επιπλέον, οι αντινομίες λειτουργούν ως μία έμμεση απόδειξη του βασικού αξιώματος

της φιλοσοφίας του Kant δηλ. του υπερβατολογικού ιδεαλισμού, αφού η λύση των

αντινομιών μπορεί να προέλθει μόνο όταν έρθει στην επιφάνεια το γεγονός ότι και τα

δύο μέρη προϋποθέτουν το λανθασμένο και αντιφατικό αξίωμα ότι ο κόσμος των

πραγμάτων στον χωροχρόνο υπάρχει καθ’ αυτόν ,σε πλήρη ανεξαρτησία από τον νου,

πράγμα που είναι μία φυσική πλάνη.4

Στη συνέχεια θα δούμε σύντομα τα επιχειρήματα της θέσης και αντίθεσης της

κάθε αντινομίας καθώς και της λύσης που προσφέρει ο Καντ γι’ αυτές. Οι δύο

πρώτες αντινομίες (μαθηματικές) θα εξεταστούν χωριστά από τις δύο τελευταίες

(δυναμικές) για λόγους που θα αναφερθούν παρακάτω.

2)πρώτη αντινομία

Σύμφωνα με την πρώτη αντινομία, ο κόσμος έχει μία αρχή στο χρόνο/ και ως

προς το χώρο είναι περικλεισμένος σε όρια.

α)θέση

i)χρόνος

3 Immanuel Kant,Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική που θα μπορεί να εμφανίζεται ως

επιστήμη, εισ-μετ-σχ Γιάννη Τζαβάρα,εκδ.»ΔΩΔΩΝΗ»,Αθήνα-Γιάννινα,1982,σελ145-148,παρ.52-

52β.Εδώ μπορούμε να αναφέρουμε επίσης ότι ο σχολιαστής Al-Azm κάνει μία ενδιαφέρουσα

ανάλυση των αντινομιών, σύμφωνα με την οποία ο Καντ καταστρώνει τα επιχειρήματα με βάση

την πραγματική αντιμαχία μεταξύ των φιλοσόφων Leibniz και Clarke.Η θέση έτσι αντανακλά

τις βασικές θέσεις του Νεύτωνα για την σύλληψη του χωροχρόνου,ενώ η αντίθεση τις θέσεις

μεταφυσικών φιλοσόφων όπως ο Leibniz και ο Wolff.( Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s

arguments in the antinomies,εκδ.Crarendon Press,Oxford,1972,σελ.3,6-7) 4 Πιο αναλυτικά δες παρακάτω το κεφάλαιο της λύσης των αντινομιών.

Page 23: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

23

Όσον αφορά τον χρόνο, σύμφωνα με την απόδειξη της θέσης, αν ο κόσμος δεν είχε

μία αρχή, αυτό θα σήμαινε ότι σε κάθε δεδομένη στιγμή θα έχει παρέλθει μία άπειρη

σειρά καταστάσεων, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα της αιωνιότητας,

ως μίας άπειρης σειράς η οποία δεν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί μέσω διαδοχικής

σύνθεσης. 5

Σύμφωνα με τον Strawson, εδώ ο Καντ κάνει το λάθος να θεωρεί το πέρασμα του

χρόνου σαν το μέτρημα μίας διαδοχικής σειράς στιγμών που θα πρέπει να έχει αρχίσει

σε κάποια στιγμή, πράγμα που αποκλείει εκ των προτέρων την δυνατότητα η σειρά

αυτή να είναι ταυτόχρονα άπειρη και πλήρης 6.Όμως δεν είναι αναγκαίο να υποθέσουμε

ότι η σειρά αυτή έχει μία πρώτη αρχή και ένα τέλος σε ένα μετέπειτα σημείο αυτής. Ο

Καντ δεν μπορεί να αποκλείσει την δυνατότητα η παράσταση της χρονικής σειράς να

είναι της μορφής …………. -4,-3,-2,-1,0,όπου 0 η στιγμή την οποία αρχίσαμε να

μετράμε τον χρόνο.7

ii)χώρος

Η θέση υποστηρίζει ότι ο κόσμος πρέπει να έχει όρια στον χώρο, διότι αν ο κόσμος ήταν

άπειρος τότε θα έπρεπε να προϋποθέσουμε έναν άπειρο χρόνο ο οποίος θα μας χρειαζόταν

για να τον «διανύσουμε» με την σκέψη μας ,προκειμένου να τον συλλάβουμε στην

ολότητά του.8

Εδώ ο Καντ βασίζεται στην διάκριση μεταξύ αναλυτικών και συνθετικών ολοτήτων

(totalities).Σε αντίθεση με τον χώρο καθ’ αυτό που είναι μία αναλυτική ολότητα,

(δηλαδή μπορούμε να έχουμε την ενόρασή του ως όλου),ο κόσμος ο οποίος βρίσκεται

μέσα σε αυτόν τον χώρο είναι μία συνθετική ολότητα.

5 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία , εισ-

μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999παρ Α426/Β454 επίσης «η αληθινή

(υπερβατική) έννοια της Απειρίας είναι ότι η διαδοχική σύνθεση της ενότητος στη διαμέτρηση ενός

quantum δεν μπορεί ποτέ να ολοκληρωθεί.» οπ.π Α432/Β460) 6 Strawson P.F., The Bounds of Sense ,An Essay on Kant’s Critique of Pure Reason

,εκδ:Methuen,London,1966σελ176-177 7 Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ:Cambridge University Press,Great Britain 1974σελ

117-119 8 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α430/Β658

Page 24: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

24

Kατά τον Al Azm η θέση βασίζεται στις Νευτώνειες αρχές περί διάκρισης

μεταξύ του απολύτου χώρου, και του κόσμου που έχει μία συγκεκριμένη θέση

μέσα σε αυτόν. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο κόσμος μπορεί να συλληφθεί στην

ολότητα του μόνο μέσω μίας διαδοχικής σύνθεσης των μερών του και άρα

πρέπει να είναι περατός σε μέγεθος.9

Η ιδέα μίας βαθμιαίας ανακάλυψης του κόσμου προκειμένου να απορριφθεί η

απειρία του χώρου, προέρχεται και πάλι από το Καντιανό δόγμα του

υπερβατολογικού ιδεαλισμού που είδαμε και στους παραλογισμούς. Μία από τις

επιπτώσεις αυτού του δόγματος είναι ότι, οτιδήποτε μπορώ να κατανοήσω για τον

κόσμο, βασίζεται σε ό,τι θα μπορούσα κατ’ αρχήν να ανακαλύψω εγώ ο ίδιος. Κατ’

αυτόν τον τρόπο για να μπορώ να πω ότι ο κόσμος μου είναι άπειρος σε μέγεθος, θα

έπρεπε να μπορώ να έχω ‘εποπτεύσει’ ή ‘ανακαλύψει’ κάθε μέρος του, πράγμα

που δεν μπορεί να γίνει δεκτό από τον Καντ, διότι θα σήμαινε ότι θα είχα και ένα

απόθεμα άπειρων μνημών.10

Ο Al Azm τονίζει ότι αν και είναι αλήθεια ότι εμείς ως ανθρώπινα όντα με

περιορισμένες νοητικές δυνατότητες είμαστε a priori ανίκανοι να συλλάβουμε μία

άπειρη ολότητα, αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η άπειρη ολότητα δεν υπάρχει λόγω

ακριβώς της δικής μας αδυναμίας να την συλλάβουμε, αλλά λόγω του γεγονότος ότι η

σύνθεση των μερών μίας τέτοιας ολότητας θα πρέπει να λάβει χώρα κατά την διάρκεια

ενός περατού χρονικού διαστήματος, πράγμα που οδηγεί σε αντίφαση.11

Σύμφωνα με τον Bennett,ο Καντ δεν κατανοεί σωστά την έννοια του απείρου, και

σύγχρονες ερμηνείες όπως του Frege για την έννοια του άπειρου αριθμού, κάνουν

9 Ο Locke φαίνεται να έχει επίσης την ίδια άποψη περί απειρίας Al Azm,J.Sadik ,The origins of

Kant’s arguments in the antinomies, εκδ. Crarendon Press,Oxford,1972,σελ 10-13 10 δες πιο αναλυτικά Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ:Cambridge University Press,Great

Britain 1974).,σελ 121-3, εδώ μπορούμε επίσης να αναφέρουμε ότι το η επιχειρηματολογία του

Καντ έχει το μειονέκτημα να προϋποθέτει αξιώματα τα οποία υποτίθεται ότι θέλει να αποδείξει,

συγκεκριμένα χρησιμοποιεί φαινομεναλιστικά στοιχεία του υπερβατολογικού ιδεαλισμού όπως

το μέγεθος του κόσμου σε σχέση με το πόσο χρόνο χρειάζεται κάποιος για να τον εξερευνήσει, για

να αποδείξει όπως θα δούμε παρακάτω ότι η όλη αντίφαση μεταξύ θέσης και αντίθεσης μπορεί

να λυθεί μόνο μέσω των δογμάτων του υπερβατικού ιδεαλισμού, έτσι το επιχείρημα του

καταλήγει κυκλικό. 11 Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies, εκδ.Crarendon

Press,Oxford,1972,σελ 19

Page 25: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

25

την έννοια ενός κόσμου άπειρου σε μέγεθος εύκολα αντιληπτή και δεκτή. Ένας

αριθμός που δηλώνει ένα άπειρο μέγεθος δεν ταυτίζεται αλλά ούτε καν ανήκει στην

σειρά των φυσικών αριθμών. Είναι λάθος να μιλάμε για έναν άπειρα μεγάλο αριθμό

σαν έναν που βρίσκεται στην πιο απόμακρη θέση στη αλυσίδα των φυσικών αριθμών,

όπως και είναι λάθος να θεωρούμε ότι ένας άπειρα μεγάλος κόσμος σημαίνει ότι κάτι

βρίσκεται σε άπειρα απόμακρη απόσταση από εμάς. Η απόσταση μεταξύ δύο σημείων

αυτού του κόσμου δεν είναι ποτέ άπειρη αν και μπορεί να υπάρχουν άπειρα σημεία σε

αυτόν τον κόσμο.12

β)αντίθεση

Σύμφωνα με την αντίθεση ο κόσμος δεν έχει αρχή και όρια στον χωροχρόνο,

αλλά είναι άπειρος.

i) χρόνος

Αν ο κόσμος είχε μία αρχή σε μία συγκεκριμένη στιγμή στον χρόνο, αυτό θα σήμαινε

ότι πριν από αυτήν θα πρέπει να υπήρχε ένας κενός, ομοιογενής χρόνος στον οποίο δεν

θα συνέβαινε τίποτα και έτσι δεν θα περιείχε κανένα διαφοροποιητικό μέτρο

σύγκρισης που να εξηγεί το γιατί ο κόσμος άρχισε την συγκεκριμένη στιγμή και όχι

κάποια άλλη, σύμφωνα με το αίτημα του αποχρώντα λόγου.13

12 Για περισσότερες λεπτομέρειες δες Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ:Cambridge

University Press,Great Britain 1974,σελ.126-132

13 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία ,

εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α427/Β455.Αποχρών Λόγος είναι η

αρχή σύμφωνα με την οποία για κάθε γεγονός πρέπει να υπάρχει ένας μία επαρκής αιτία η οποία ν

εξηγά γιατί έγινε έτσι και όχι αλλιώς. Αν και ο Καντ θεωρεί ότι η αρχή του αποχρώντος λόγου είναι

συνθετική, για τους ορθολογιστές και τον Λάιμπνιτς αποτελεί μαζί με την αρχή της μη αντίφασης τις

δύο λογικές αρχές στις οποίες πρέπει να βασίζονται όλοι οι συλλογισμοί.( Leibniz Gottfried Wilhelm,.

,Η Μοναδολογία ,εις. Γεράσιμος Βώκος,μετ. Στέφανος Λαζαρίδης, εκδ. Υπερίων,Θεσσαλονίκη,1997,

σελ 47 ,παρ31-32)

Page 26: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

26

Επιπλέον, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ή να έχουμε την εποπτεία ενός «κενού

χρόνου» ο οποίος θα λειτουργούσε ως ένα όριο.14 Σύμφωνα όμως με τον Bennett,από

το γεγονός ότι δεν μπορούμε να νοήσουμε έναν χρόνο έξω από τον κόσμο μας ,δεν

συνάγεται ότι ένα πρώτο συμβάν δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό. Το μόνο που

συμπεραίνουμε είναι ότι αυτό το πρώτο γεγονός θα έχει λάβει χώρα σε μία πρώτη

στιγμή εντός του κοσμικού χρόνου.15

ii)χώρος

To επιχείρημα της αντίθεσης υπέρ του κόσμου ως χωρικά άπειρου είναι με συντομία

το εξής: εάν ο κόσμος ήταν περατός είχε δηλαδή όρια στον χώρο, αυτό θα σήμαινε ότι

όχι μόνο βρίσκεται μέσα στον χώρο, αλλά έχει και μία είδους χωρική σχέση με /προς

τον χώρο, που φαίνεται να μην έχει νόημα.

To επιχείρημα της αντίθεσης βασίζεται κατά πολύ στην θεωρία του Leibniz για τον

χώρο (αναφορική θεωρία του χώρου) σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει χώρος (ή και

χρόνος) χωρίς να υπάρχουν πράγματα μέσα σε αυτόν, και αν δεν υπήρχαν πράγματα

τοποθετημένα μέσα στον χώρο, το ένα σημείο του χώρου δεν θα μπορούσε να διαφέρει

από το άλλο.16Ο χώρος καθ’ αυτόν δεν υφίσταται ως μία απόλυτη πραγματικότητα

όπως υποστήριζε ο Νεύτωνας, και έτσι δεν έχει νόημα να πού με ότι ο κόσμος μας

περιέχεται μέσα σε έναν απόλυτο χώρο εφόσον δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ των δύο.

3)δεύτερη αντινομία

Η δεύτερη αντινομία αφορά τα σύνθετα πράγματα ή ουσίες που υπάρχουν στον

χώρο και πιο συγκεκριμένα την άπειρη ή μη άπειρη διαιρετότητα της ουσίας.

14 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α 433-Β461

(«ένας χώρος κατά συνέπεια…..ισχύει επίσης και για τον χρόνο») 15 Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ: Cambridge University Press,Great Britain 1974,σελ 160-

161 16 Αυτό βασίζεται στην θεωρία του Leibniz περί αδιακρίτων. Δύο σημεία χώρου ή δύο διάρκειες

χρόνου πρέπει εκτός από ποσοτικές να έχουν και ποιοτικές διαφορές, δηλ αντικείμενα ή γεγονότα

διαφορετικά δεν θα μπορούσαμε να τις ξεχωρίσουμε.( Leibniz Gottfried Wilhelm,. ,Η Μοναδολογία

,εισ. Γεράσιμος Βώκος, μετ. Στέφανος Λαζαρίδης, εκδ. Υπερίων,Θεσσαλονίκη,1997, σελ 433,παρ8,)

Page 27: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

27

Σύμφωνα με την θέση:

«Κάθε μία συντεθειμένη (σύνθετη) ουσία στον κόσμο συνίσταται από απλά μέρη,

και δεν υπάρχει πουθενά τίποτα εκτός από το Απλό, ή ό,τι είναι συντεθειμένο

από αυτό.» (κ.Κ.Λ. Α434/Β462)

Σύμφωνα με αυτό το επιχείρημα, αν από μία σύνθετη ουσία αφαιρούσαμε μέσω της

φαντασίας μας όλη την σύνθεση θα έμεναν μόνο τα απλά μέρη, διαφορετικά δεν θα

έμενε τίποτε απολύτως, που φυσικά δεν είναι δυνατόν εφόσον η ύλη υπάρχει. Το

επιχείρημα αυτό βασίζεται στην έννοια της «σύνθεσης» ως μίας τυχαίας/

συμπτωματικής σχέσης ή εξωτερικής κατάστασης στην οποία βρίσκονται οι απλές

συστατικές ουσίες της ύλης, και η οποία ως εκ τούτου μπορεί να αφαιρεθεί έστω και

θεωρητικά από ένα σύνθετο αντικείμενο ,χωρίς αυτό να αλλάξει την φύση των

συστατικών που το αποτελούν17.

ii) αντίθεση

H αντίθεση αποτελείται από δύο μέρη: Το πρώτο μέρος δηλώνει ότι «Κανένα

συντεθειμένο (σύνθετο) πράγμα στον κόσμο δεν συνίσταται από απλά μέρη»

Η απόδειξη έχει ως εξής: Εάν δεχτούμε ότι το κάθε σύνθετο πράγμα συνίσταται

από απλά μέρη θα οδηγηθούμε σε παράλογα συμπεράσματα. Εφόσον τα απλά αυτά

μέρη όπως και τα σύνθετα βρίσκονται στον χώρο ,και εφόσον ο χώρος αποτελείται

όχι από απλά μέρη αλλά από χώρους/διαστήματα, τότε θα πρέπει να συμπεράνουμε

ότι είτε αυτά τα απλά μέρη δεν βρίσκονται πουθενά ,είτε ότι αυτά τα απλά μέρη

είναι με την σειρά τους ένα σύνθετο ουσιών, πράγμα που αποτελεί αντίφαση.18

Εδώ ο Καντ επιτίθεται στου λεγόμενους ατομιστές της Νευτώνειας σχολής.

Σύμφωνα με το αξίωμα του Leibniz για την άπειρη διαιρετότητα της ύλης, το να

βρίσκεται κάτι στον χώρο σημαίνει ότι πρέπει να είναι σύνθετο, χωρίς να υπάρχει

διάκριση μεταξύ της ύλης και του χώρου στον οποίο βρίσκεται αυτή. Αντίθετα, οι

ατομιστές δέχονται την ύπαρξη απλών μερών στον χώρο, και τον διαχωρισμό μεταξύ

ενός αδιαίρετου χώρου και μίας περατώς διαιρέσιμης ύλης.

17 Αυτή η έννοια της σύνθεσης είναι θεμελιώδης στην Νευτώνεια σύλληψη της φυσικής πραγματικότητας

( Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies,εκδ.Crarendon Press,Oxford,1972,

σελ 54-56)

18 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία , εισ-μετ-

παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α435-Β463

Page 28: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

28

Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία θα έπρεπε να δεχθούμε ότι υπάρχουν απλά φυσικά σημεία

χωρίς διαστάσεις τα οποία ‘γεμίζουν’ τον χώρο με την απλή συνάθροισή τους.O Kant

κατηγορεί τους ατομιστές ότι βασίζουν την θεωρία τους σε αφηρημένες έννοιες που δεν

μπορούν να εγγυηθούν την καθολική εγκυρότητα ή την εφαρμοσιμότητά τους σε πραγματικά

αντικείμενα. Το λάθος και της θέσης και της αντίθεσης είναι ότι μιλάνε για τα πράγματα

όπως είναι καθ’ αυτά, ενώ εμείς αντιλαμβανόμαστε τα σώματα μόνο ως φαινόμενα. Η έννοια

του «απλού» που χρησιμοποιούν οι υποστηρικτές της θέσης (ατομιστές) είναι μία έννοια

γενική η οποία όμως δεν αντιστοιχεί σε καμία εμπειρική ενόραση όσον αφορά τα αντικείμενα

των αισθήσεων.19

Το δεύτερο μέρος της αντίθεσης λέει ότι πουθενά σ’ αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχει

τίποτε το απλό. Εδώ επαναλαμβάνεται το γεγονός ότι το Απλό δεν μπορεί να δοθεί

στην εξωτερική μας εποπτεία, άρα δεν έχει αντικειμενική πραγματικότητα. Ο Καντ

προσθέτει επίσης ότι κάτι το απλό δεν μπορεί να δοθεί ούτε στην εσωτερική μας

εποπτεία, δηλ αρνείται την ύπαρξη μίας απλής πνευματικής/νοητικής ουσίας. 20

4)Λύση των μαθηματικών αντινομιών

Οι μαθηματικές αντινομίες αντιπροσωπεύουν ένα παράδειγμα μίας άλυτης μεταφυσικής

διαμάχης μεταξύ δύο δογματικών φιλοσόφων η οποία δεν είναι δυνατόν να λυθεί ούτε σε

μία a priori βάση βασιζόμενη σε κάποιες λογικές αρχές, αλλά ούτε και σε μία a posteriori

βάση βασιζόμενοι σε εμπειρικά δεδομένα.21

19 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία ,εισ-

μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α439/Β467 και Α442/Β470

20 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α443/Β471 21 Όσον αφορά το γεγονός ότι δεν μπορεί να βρεθεί μία λύση μέσω a priori αρχών αξίζει να

αναφέρουμε ότι και η θέση και η αντίθεση δέχονται το αξίωμα του αποχρώντος λόγου, αλλά το

ερμηνεύουν με διαφορετικούς τρόπους ώστε να συμβιβάζεται με τις εκάστοτε απόψεις τους. Για

τον μεν Clarke η θέληση του Θεού αποτελεί έναν αποχρώντα λόγο από μόνη της, ενώ για τον

Leibniz,ο ίδιος ο Θεός δεν μπορεί να ασκήσει την θέληση του αν δεν υπάρχει κάποιος αποχρώντας

λόγος έξω από αυτήν για να πράξει έτσι.(Al Azm, J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the

antinomies, εκδ. Crarendon Press,Oxford,1972,σελ30-31)

Page 29: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

29

Ο Καντ καταλήγει ότι και η θέση και η αντίθεση, αν και αντιφάσκουν, είναι εξίσου

λανθασμένες, διότι βασίζονται σε μία έννοια η οποία είναι αυτοαναιρούμενη δηλ. ότι ο

κόσμος των αισθήσεών μας υπάρχει απόλυτα. Οτιδήποτε και αν πούμε για τον απόλυτα

υπάρχοντα αισθητό κόσμο, είτε ότι είναι περατός είτε ότι είναι άπειρος σε μέγεθος θα

είναι λάθος, διότι ο χωροχρόνος και τα φαινόμενα που βρίσκονται μέσα σε αυτόν δεν

υπάρχουν αφεαυτά ανεξάρτητα από τις παραστάσεις που έχουμε γι’ αυτά, αλλά απλώς

είναι μία μορφή των αναπαραστάσεων μας και εξαρτώνται άμεσα από αυτές.22

Έτσι η οποιαδήποτε αντίφαση διαλύεται αμέσως, όταν δείξουμε ακριβώς ότι καμία

από τις χωροχρονικές σειρές δεν υπάρχει ούτε ως άπειρη ούτε ως περατή ,γιατί και οι

δύο θέσεις προϋποθέτουν λανθασμένα ότι κόσμος των πραγμάτων υπάρχει καθ’

αυτόν, ενώ αυτός υπάρχει πάντα σε σχέση με τον νου μας και στο μέτρο που αυτός

συγκροτείται μέσα από τις κρίσεις μας.

Ακόμα σημαντικότερα, ο Καντ μας πληροφορεί ότι η λύση αυτών των Αντινομιών

αποτελεί ταυτόχρονα και μία έμμεση απόδειξη του Υπερβατολογικού Ιδεαλισμού. 23

Οι μόνες χρονικές σειρές που έχουν ύπαρξη είναι οι σειρές των αναπαραστάσεων της

εσωτερικής μας αίσθησης, και τα αντικείμενα αυτών των αναπαραστάσεων δεν είναι

τίποτε πέρα από τις αντιλήψεις που έχουμε για αυτά. Αν αυτές οι κοσμικές σειρές

είχαν μία ανεξάρτητη ύπαρξη στον χωροχρόνο, τότε θα μπορούσαμε να

διαπιστώσουμε αν αποτελούσαν περατές ή άπειρες ολότητες, όμως τα μέλη τους

υπάρχουν μόνο στο μέτρο που τα ανακαλύπτουμε μέσω τις εμπειρικής έρευνας.

22 Immanuel Kant,Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική που θα μπορεί να εμφανίζεται ως

επιστήμη, εισ-μετ-σχ Γιάννη Τζαβάρα, εκδ.»ΔΩΔΩΝΗ»,Αθήνα-Γιάννινα,1982,σελ148-150,παρ52β-52γ.

Το παράδειγμα του Καντ σε αυτό το σημείο των Προλεγόμενων όμως πάσχει από το γεγονός ότι το

γεγονός ότι ο κόσμος υπάρχει απόλυτα δεν αποκλείει αυτόματα όυτε αντιφάσκει λογικά με το γεγονός

ότι είναι περατός ή άπειρος, όπως πχ συμβαίνει με το γεγονός ότι ένα υποκείμενο που είναι κυκλικό

αποκλείει λογικά το γεγονός ότι είναι μπορεί να είναι εξίσου ένα τετράγωνο. Έτσι σύμφωνα με τον Al-

Azm το συμπέρασμα είναι όχι τόσο ότι και οι δύο αντινομίες είναι λανθασμένες όπως λέει ο Καντ, αλλά

μάλλον ότι καμία από αυτές δεν καταλήγει σε ένα γνήσιο συμπέρασμα σχετικά με τα φαινόμενα, και

έτσι η σύγκρουση τους δεν είναι ουσιαστική για την γνώση η οποία περιορίζεται στην γνώση των

φαινομένων από την οπτική γωνία της φιλοσοφίας του Καντ. Al Azm,J.Sadik, The origins of Kant’s

arguments in the antinomies, εκδ. Crarendon Press,Oxford, 1972σελ 37-40 23 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α506-7/Β534-5

Page 30: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

30

Με βάση όμως την εμπειρία μας δεν μπορούμε να φθάσουμε σε ένα σημείο ώστε να πούμε

ότι η σειρά αυτή είναι άπειρη αλλά ούτε να έχουμε κάποιο λόγο ούτε να διαπιστώσουμε

ότι κάποιο μέλος μίας σειράς είναι το τελευταίο αλλά πάντα να προσπαθούμε να

προχωρούμε σε ένα επόμενο μέλος.24 Στην θέση λοιπόν της περατότητας ή της απειρίας των εμπειρικών σειρών του κόσμου

και της ύλης ο Καντ προσφέρει μία τρίτη λύση: ότι χωρούν επ’ αόριστον.(in

indefinitum). Η εμπειρική αναγωγή δεν πρόκειται ποτέ να μας καθορίσει ότι ένα σημείο

της σειράς είναι το τελικό, αλλά εμείς οφείλουμε να προχωρούμε την έρευνα μας σαν

αυτή η σειρά να συνεχίζεται επ’ αόριστον, χωρίς επίσης να μπορούμε ποτέ να

καθορίσουμε ούτε και την απειρία της.29

Τελικώς το ηθικό δίδαγμα των μαθηματικών αντινομιών είναι το ότι τέτοιου είδους

δογματικές συγκρούσεις είναι μάταιες και δεν μπορούν να λυθούν ούτε με εμπειρικό

τρόπο, αλλά ούτε και με την χρήση τυπικών/λογικών αξιώματα όπως αυτά του

αποχρώντος λόγου, από τα οποία δεν μπορούμε να συνάγουμε τίποτα για την φύση

της πραγματικότητας. Ο χωροχρόνος και τα αντικείμενα που υπάρχουν σε αυτόν

είναι υπερβατολογικά ιδεατά, και έτσι δεν μπορούμε να αποκτήσουμε καμία

συνθετική a priori γνώση για την φύση αυτών των αντικειμένων καθεαυτά, αλλά

απλώς να τα γνωρίσουμε ως φαινόμενα. Τέλος, οι αντινομίες και παρόμοια

φιλοσοφικά προβλήματα μπορούν να λυθούν μόνο μέσω μίας κριτικής φιλοσοφίας και

όχι μέσω δογματικών διαμαχών.

ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΙΕΣ

5)η τρίτη αντινομία

Η τρίτη αντινομία αφορά την έννοια της αιτιότητας. Και η θέση και η αντίθεση

συμφωνούν στο γεγονός ότι οτιδήποτε συμβαίνει έχει μία αιτία ,αλλά διαφέρουν στο ότι

η αντίθεση υποστηρίζει ότι η μοναδική μορφή αιτιότητας που δρα στον κόσμο είναι η

24 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999 Β520-1/Α492-3 25 οπ.π Α518-20/Β546-48

Page 31: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

31

αιτιότητα(σύμφωνα με τους νόμους) της φύσης (causality of nature), σύμφωνα με

την οποία κάθε γεγονός έχει πάντα μία προηγούμενη αιτία, ενώ η θέση υποστηρίζει

ότι εκτός από την φυσική αιτιότητα υπάρχει και μία άλλου είδους αιτιότητα αυτή

της ελευθερίας (causality of freedom) που ονομάζεται αλλιώς υπερβατoλογική

ελευθερία ή απόλυτη αυτενέργεια της αιτίας, και στην οποία καμία αιτία δεν

προηγείται χρονικά από τα αποτελέσματα.

i)θέση

Σύμφωνα με την θέση, κάθε γεγονός που λαβαίνει χώρα στον κόσμο έχει μία αιτία η

οποία πάντα περιέχει a priori την πλήρη και επαρκή εξήγηση αυτού του γεγονότος. Έτσι

αν υποθέσουμε ότι στον κόσμο υπάρχει μόνο η αιτιότητα της φύσης , αυτό θα

συνεπάγεται ότι η αλυσίδα των αιτιών θα προχωρούσε προς τα πίσω επ’ αόριστον έτσι

κανένα γεγονός της σειράς δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί πλήρως, πράγμα που έρχεται σε

αντίθεση με τους νόμους της φύσης. Συνεπώς χρειαζόμαστε και ένα άλλο είδος

αιτιότητας, αυτό της ελευθερίας, σύμφωνα με το οποίο το αρχικό και πρώτο γεγονός θα

χαρακτηρίζεται από μία απόλυτη αυτενέργεια και του οποίου καμία άλλη αιτία δεν θα

προηγείται.26

Η θέση αντανακλά και πάλι την Νευτώνεια θεωρία σύμφωνα με την οποία ο κόσμος

είναι σαν μία μηχανή που έχει ανάγκη από μία Πρώτη Αιτία, η οποία θα την θέσει σε

κίνηση και θα ρυθμίζει την σωστή λειτουργία της.

Σύμφωνα με τον Καντ, υπάρχουν δύο ειδών ενεργά υποκείμενα που έχουν την δύναμη

να εισάγουν πραγματική δράση και να μεταφέρουν ενέργεια στον κόσμο και στα άλλα

πράγματα: η υπέρτατη πρώτη αιτία της κοσμικής σειράς και οι ίδιες οι ψυχές των

ανθρώπων που βρίσκονται μέσα στον κόσμο.27

26 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία , εισ-

μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α446-Β474

27 Άρα η ελεύθερη αιτιότητα είναι εφαρμόσιμη και σε ορισμένες περιπτώσεις μέσα στην κοσμική

διαδικασία .Οι τυχόν αυθόρμητες αποφάσεις των ανθρώπων, αν και δεν είναι πρώτες με την χρονική

έννοια, μπορεί να είναι πρώτες με την αιτιακή έννοια, και η ελευθερία τους είναι πραγματική και όχι

σχετική. Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999Α450/ Β478

Page 32: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

32

Η σχολή του Leibniz αμφισβητεί τη δυνατότητα ελεύθερης δράσης. Σύμφωνα με το

μηχανιστικό τους μοντέλο, το κάθε ενεργό υποκείμενο (συμπεριλαμβανομένου και του

ίδιου του Θεού ο οποίος πάντα οφείλει να δρα με λογικό τρόπο),έχει μία θέληση η οποία

καθορίζεται πάντα από εξωτερικά κίνητρα τα οποία καθορίζουν το τι αποφάσεις θα

πάρουν. Με αυτόν τον τρόπο βλέπουν τον κόσμο σαν μία μηχανή που έχει

προκαθορισμένη λειτουργία, και κάθε φυσικό γεγονός απαιτείται να έχει μία συνθήκη ως

τον αποχρώντα λόγο του, μην αφήνοντας περιθώριο για πραγματική και ουσιαστική

ελευθερία. Η διαφορά όμως ενός ελεύθερου δράστη είναι ότι ακριβώς μπορεί να πράττει

ανεξάρτητα από εξωτερικούς παράγοντες28,και για τον Καντ αυτή η ελευθερία

προϋποτίθεται a priori έστω και αν δεν μπορεί να αποδειχθεί εμπειρικά.29

Η απόδειξη της αντίθεσης μας λέει ότι ,εάν δεχθούμε ότι μία δύναμη είναι ικανή να

αρχίσει μέσω απόλυτης αυτενέργειας μία σειρά καταστάσεων, αυτό σημαίνει όχι

μόνο ότι αυτή η δύναμη είναι η απόλυτη αρχή της σειράς αλλά και ότι αυτή η

αυτενέργεια με κανέναν τρόπο δεν προσδιορίζεται από μία προγενέστερη συνθήκη

της σειράς ή την ακολουθεί σύμφωνα με κάποιον νόμο ή σχήμα 30.

Έτσι όμως οδηγούμαστε σε δύο παράδοξα: είτε θα δεχθούμε ότι αυτή η δράση δεν

είναι μία πραγματική αιτία της σειράς, διότι δεν υπάρχει καμία σύνδεση μεταξύ

αυτής και των προγενέστερων της καταστάσεων, πράγμα το οποίο έρχεται σε

αντίθεση με αυτό που θέλουμε να αποδείξουμε, δηλ την αιτιότητα της ελευθερίας, είτε

θα πρέπει να δεχθούμε ότι η αρχή της σειράς συνδέεται με την σειρά όντας η αιτία της

και με αυτόν τον τρόπο απορρίπτουμε την αρχή της σειράς ως ελεύθερης ή

αυθόρμητης, εφόσον το νόημα της ελευθερίας είναι ακριβώς το ότι δεν καθορίζεται

από νόμους ή προγενέστερες συνθήκες.

28 Al Azm, J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies, εκδ. Crarendon

Press,Oxford,1972,σελ 98-99

29 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α448/Β476

30 όπ.π Α447/Β475

Page 33: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

33

Η αντίθεση βασίζεται στο πρόβλημα της σχέσης μεταξύ μίας αυθόρμητης πράξης και

του δράστη που ευθύνεται γι’ αυτήν .Εάν προσπαθήσουμε να αποδείξουμε κάποιου

είδους αιτιότητα χωρίς όρους, πώς μπορούμε να αποδώσουμε μία ‘ελεύθερη πράξη’

αυτενέργειας σε κάποιον; Σύμφωνα με τον Leibniz κάθε εθελούσια πράξη ή επιλογή

πρέπει να βασίζεται σε κάποια κίνητρα, σε κάποιο αξίωμα σε κάποια λογική, αλλιώς δεν

συνιστά πραγματική επιλογή αλλά μία τυχαία σύμπτωση, πράγμα που χαρακτηρίζει

ακόμα και ένα παντοδύναμο ον όπως ο Θεός.31Έτσι λοιπόν μία πράξη ενός δράστη δεν

μπορεί να είναι πραγματικά ελεύθερη, διότι αν καθορίζεται κατά κάποιο τρόπο από την

προγενέστερη κατάσταση του δράστη δεν είναι πραγματικά αυθόρμητη, ενώ αν

δεχθούμε ότι δεν εξαρτάται παρά μόνο στην απόλυτη αυτενέργειά της, τότε είναι

δύσκολο να δούμε το πώς μπορεί να αποδοθεί σε έναν κάποιο υποκείμενο.32

Όπως ο Καντ αναφέρει, η υπερβατικολογική ελευθερία παραβιάζει ένα από τα

βασικά αξιώματα της Αναλυτικής, την έννοια της αιτιότητας η οποία είναι βασική για

την δυνατότητα της συνοχής της εμπειρίας μας διότι , χωρίς αυτήν δεν θα

επικρατούσαν νόμοι στον φυσικό κόσμο.33

Η υπερβατολογική ελευθερία λοιπόν δεν μπορεί να υπάρχει ως μέρος της εμπειρικής

φύσης μας, αλλά μόνο έξω από αυτήν και για την οποία δεν μπορούμε να έχουμε

καμία κατ’ αίσθηση αντίληψη.34

31 Leibniz,G.W.,Μεταφυσική πραγματεία, εις.-μετ-σχ Παύλου Καιμάκη, εκδ Βάνιας,

Θεσσαλονίκη 1992,σελ 35-39,παρ.2-3

32Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies, εκδ.Crarendon

Press,Oxford,1972, σελ 105

33 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α447/B473

34 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999, Α451-Β479

Page 34: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

34

Ποιό είναι το θέμα της τρίτης αντινομίας;

Υπάρχει μία αμφιβολία για το αν το θέμα της τρίτης αντινομίας είναι ηθικό ή αμιγώς

κοσμολογικό. Για τον Αl Azm το ενδιαφέρον του Καντ σε αυτήν την αντινομία είναι

καθαρά κοσμολογικό/επιστημονικό, και αφοράει στον καθορισμό της έννοιας της

αιτιότητας .O ίδιος ο Καντ διακρίνει την ελευθερία σε πρακτική/ εμπειρική και

υπερβατική, και δηλώνει ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι η υπερβατική και όχι η

ηθική πλευρά, δηλαδή το αν μπορούμε να δεχθούμε μία δύναμη η οποία να ξεκινάει

αυθόρμητα μία σειρά διαδοχικών γεγονότων ή καταστάσεων. Αν λύσουμε αυτό το

υπερβατολογικό πρόβλημα της ελευθερίας τότε ο Καντ θεωρεί ότι θα έχουμε λύσει

και το πρόβλημα της ελευθερίας της θέλησης.35

Παρόλα αυτά η κοσμολογική σύγκρουση για την φύση της αιτιότητας επιφέρει

συνέπειες και για ηθικά ζητήματα όπως η ηθική ευθύνη, η ελεύθερη θέληση, η ηθική

υποχρέωση κτλ. Ο Al-Azm δεν το αρνείται αυτό, αλλά προσθέτει ότι το ηθικό

ζήτημα μπαίνει μόνο όταν εξετάζονται κίνητρα που δεν έχουν σχέση με τον λόγο.

Αυτά τα κίνητρα μπορούν να οδηγήσουν κάποιον στο να υιοθετήσει την θέση ή την

αντίθεση (πχ κάποιος μπορεί να είναι πιο ευμενής προς την υιοθέτηση της θέσης λόγω

της ηθικής θρησκευτικής ή και ψυχολογικής διαβεβαίωσης που προκύπτει από την

αποδοχή της ανθρώπινης ελευθερίας).Εάν όμως δεν λάβουμε υπόψη τα κίνητρα αυτά

δεν μπορούμε ποτέ να αποφασίσουμε ποια πλευρά είναι σωστή: η αποδοχή της

ελευθερίας ή του ντετερμινισμού36

Εντούτοις εδώ θίγεται ένα πολύ σημαντικό ζήτημα.

Ένα από τα πιο σημαντικά ενδιαφέροντα του Καντ είναι το πώς θα καταφέρει να

συμβιβάσει την φυσική αιτιότητα με την αιτιότητα της ελευθερίας, δηλαδή την

ελευθερία με τον ντετερμινισμό. Από την μία μεριά, ο Καντ θέλει να διασώσει την

35 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία ,εισ-

μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α448/Β476,Α533-Β561

36 Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies,εκδ.Crarendon Press, Oxford,1972,

σελ90-91,επίσης δες και Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και

Υπερβατική Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,A475/B503)

Page 35: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

35

Νευτώνεια μηχανική και την φυσική αιτιότητα σύμφωνα με την οποία τα φαινόμενα

στον κόσμο πρέπει να διαδέχονται το ένα το άλλο με αναγκαιότητα και πάντα σύμφωνα

με συγκεκριμένους καθολικούς νόμους, στοιχείο χωρίς το οποίο ο Καντ θεωρεί ότι

χάνεται η συνοχή της εμπειρίας μας και κάθε κριτήριο εμπειρικής αλήθειας. Από την

άλλη μεριά όμως ο Καντ θέλει να διασώσει τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες αξίες

μέσα σε έναν μηχανικό κόσμο όπου όλα φαίνεται να είναι αυστηρά οργανωμένα και

καθορισμένα. Μην έχοντας την διάθεση λοιπόν να θυσιάσει καμία από τις δύο μορφές

αιτιότητας, το πρόβλημα που καλείται να λύσει είναι το πώς η ελευθερία θα μείνει

ανεξάρτητη από τον μηχανικό κόσμο, αλλά χωρίς παράλληλα να έρχεται σε σύγκρουση

με αυτόν δρώντας μέσα σε αυτόν. Με άλλα λόγια, πώς ο άνθρωπος ασκώντας την

ελευθερία του μπορεί να επιφέρει και να είναι υπεύθυνος για αλλαγές πάνω σε έναν

μηχανικό κόσμο.

Ο τρόπος με τον οποίο λύνει ο Καντ αυτό το πρόβλημα είναι ο εξής:o άνθρωπος σε

αντίθεση με τα άλλα αντικείμενα του κόσμου, έχει έναν διπλό χαρακτήρα: από την μία

είναι ένα απλό φαινόμενο, αλλά από την άλλη όταν χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του λόγου

του ,είναι ένα καθαρά νοητό αντικείμενο37.Έτσι ο άνθρωπος ως φαινόμενο είναι πλήρως

ορισμένος, ενώ σαν λογικό ον μπορεί να δρα ελεύθερα και να εκκινεί νέες σειρές

γεγονότων .Ο Καντ χωρίζει τον κόσμο σε δύο διαφορετικά πεδία, τον φυσικό κόσμο που

είναι επιστημονικά γνωστός και στον οποίο κυριαρχεί η φυσική αιτιότητα, και έναν

νοητό κόσμο έξω από το εμπειρικό πεδίο στον οποίο κυριαρχεί η ελευθερία. Τα δύο πεδία

θεωρείται ότι δεν συγκρούονται και δεν αντιφάσκουν το ένα προς το άλλο, αλλά και τα

δύο εξηγούν πλήρως τον άνθρωπο ως φαινόμενο και ως νοητό ον. 38

H θεωρία αυτή φαίνεται αμέσως να παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Κατ’ αρχήν

πρέπει να αποδειχθεί ότι η ελευθερία δεν έχει μόνο αρνητικό περιεχόμενο δηλ δεν

37Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999.Α549/Β577

38 Δεν υπάρχει αντίφαση στο να πούμε ότι ο εαυτός μας γνωρίζεται και ως φαινόμενο και ως νοητό

ον, γιατί τα νούμενα ή πράγματα καθαυτά δεν είναι τόσο οι αιτίες των φαινομένων ή ξεχωριστά

αντικείμενα, αλλά μάλλον ένα και το αυτό αντικείμενο το οποίο γίνεται γνωστό με δύο διαφορετικούς

τρόπους σκέψεις. (Schrader George, «The thing in itself in the Kantian philosophy» στο Κant:A

collection of critical essays,ed by Robert Paul Wolff,εκδ Macmillan,London 1968,σελ173)

Page 36: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

36

σημαίνει απλώς μία ανεξαρτησία από τις εμπειρικές συνθήκες, αλλά και ένα θετικό

περιεχόμενο, δηλαδή μπορεί να δημιουργήσει μία σειρά γεγονότων μέσα στον κόσμο.

Αυτό σημαίνει ότι ο Καντ δεν πρέπει μόνο να δείξει ότι τα δύο πεδία (εμπειρικό και

νοητό) δεν αντιφάσκουν το ένα το άλλο, αλλά και πώς είναι δυνατόν η ελευθερία να

επιδράσει ουσιαστικά και παραγωγικά μέσα στον κόσμο των φαινομένων. Πώς

δηλαδή μπορούμε να μιλάμε για μία ‘ελεύθερη’ πράξη σε έναν κόσμο όπου τα πάντα

συμβαίνουν σύμφωνα με αναγκαίους φυσικούς νόμους.

Η δυσκολία αυτού του προβλήματος αντανακλάται στο παράδειγμα του Καντ για το

αν κάποιος που έχει πει ένα κακόβουλο ψέμα πρέπει να θεωρηθεί ηθικά υπόλογος για

αυτό ή όχι.39Σύμφωνα με το παράδειγμα, όταν κάποιος λέει ένα ψέμα μπορούμε να

εξετάσουμε αυτό το γεγονός ως το αποτέλεσμα μίας σειράς πράξεων που έχουν

ακολουθήσει σύμφωνα με φυσικούς νόμους πχ που είναι αποτέλεσμα της κακής αγωγής

του ατόμου ή κάποιων άλλων περιστάσεων που τυχόν έδρασαν πάνω σε αυτό και

επηρέασαν την απόφασή του. Παρόλα αυτά, όταν φθάσουμε να κρίνουμε το άτομο θα

το θεωρήσουμε ηθικά επιλήψιμο, διότι την στιγμή που αυτό ψεύδεται έχει την ευθύνη

της πράξης του, μία ευθύνη που βασίζεται πάνω στον πρακτικό λόγο και που όφειλε να

καθορίσει την συμπεριφορά του στο να πει την αλήθεια, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε

εμπειρικές συνθήκες. Εδώ είναι φανερό ότι ο Καντ αποτυχαίνει να συμβιβάσει επαρκώς

την ελευθερία με τον ντετερμινισμό. Μπορούμε να πούμε ότι ή έχουμε την ελευθερία να

πούμε ένα ψέμα ή όχι, ανεξάρτητα από εμπειρικές συνθήκες, όμως στη πραγματικότητα

το άτομο ουσιαστικά είπε ένα ψέμα και αυτό σύμφωνα με τον Καντ τελικά είναι το

αποτέλεσμα φυσικών αιτιών. Το αποτέλεσμα είναι ότι είτε ο Καντ θα δεχθεί ότι δεν

υπάρχει ντετερμινισμός στον κόσμο και ο καθένας είναι υπόλογος για οτιδήποτε κάνει,

είτε ότι η έννοια που έχει για την ελευθερία είναι τελικά άσχετη με το τι πραγματικά

συμβαίνει στον κόσμο.

Ένα από τα σημαντικότερα ελαττώματα αυτής της θεωρίας είναι ότι η αιτιότητα

της ελευθερίας όντας στο νοητό πεδίο, δεν υπάρχει μέσα στον χρόνο και ούτε

υπόκειται σε χρονικές συνθήκες ,εφόσον όπως η Αναλυτική έδειξε ο χρόνος είναι

39 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α551-2/Β579-580

Page 37: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

37

απλώς μία παράσταση. Αυτό όμως αφήνει ανεξήγητο το πώς είναι δυνατόν κάτι που

δεν ανήκει στον χρόνο να ξεκινήσει μία νέα σειρά γεγονότων, δηλαδή να αποτελέσει ή

ίδια μία πρώτη χρονική στιγμή, αλλά και το πώς έχει νόημα να μιλήσουμε για μία

ηθική εξέλιξη εφόσον ο ηθικός/νοητός μας εαυτός υποτίθεται ότι είναι άχρονος.

Ο σχολιαστής E.Ballard προτείνει κάποιες λύσεις για αυτά τα ερωτήματα. Θεωρεί

την ελεύθερη θέληση απλώς ως μία λογική αιτιολογία ή αποχρώντα λόγο της

εμπειρικής μας θέλησης, που είναι και η μόνη που μπορεί να δράσει ουσιαστικά και να

επιφέρει αλλαγές στον κόσμο των φαινομένων. Επιπλέον θεωρεί ότι ο νοητός μας

εαυτός δεν αλλάζει αλλά αποτελεί απλώς ένα πρότυπο το οποίο ο εμπειρικός μας εαυτός

προσπαθεί να ενσαρκώσει μέσω της ηθικής ανάπτυξης του.40

Παρόλα αυτά η θεωρία του Καντ αποτυχαίνει, διότι τοποθετεί την ελευθερία σε έναν

νοητό εαυτό για τον οποίο τελικά δεν γνωρίζουμε τίποτα εφόσον όπως είδαμε πριν

στους παραλογισμούς ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίσει τον εαυτό του ως νοούμενο.

Ο Καντ φαίνεται να το αντιλαμβάνεται αυτό, και γι’ αυτό στο τέλος δηλώνει ότι ναι

μεν δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αν η ελευθερία είναι πραγματική αλλά μόνο λογικά

μπορούμε να την συλλάβουμε, και αν και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τον ηθικό μας

εαυτό πρέπει να δρούμε έως αν αυτός να ήταν ο πραγματικός μας εαυτός. 41

Τελικώς η νοητή φύση της ελευθερίας συνίσταται στο γεγονός ότι δεν έχει κανένα

εμπειρικό αντίκρισμα, δεν μπορούμε δηλαδή να ξέρουμε πότε είναι αυτή πραγματικά

ενεργή στον κόσμο μας και πότε όχι. Ο Καντ περιορίζει την ελευθερία σε μία

διαφορετική σφαίρα προκειμένου να την διασώσει, αλλά με αυτόν τον τρόπο την κάνει

ακατανόητη και άσχετη με τον τρόπο με τον οποίο την αντιλαμβανόμαστε συνήθως.

6)τέταρτη αντινομία

α)θέση

40 Ballard Edward, «The Kantian solution to the problem of man within nature»,στο Tulane Studies

in Philosophy Vol III,A Symposium on Kant, ed Martinus Nijhoff,Netherlands,1964,σελ.36-37 41 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α558/Β586

Page 38: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

38

Η θέση της τέταρτης αντινομίας υποστηρίζει την ύπαρξη ενός αναγκαίου όντος που

ανήκει στον κόσμο είτε ως μέρος του κόσμου είτε ως αιτία του .Η απόδειξη έχει ως

εξής: ο αισθητός κόσμος θεωρούμενος ως σύνολο όλων των φαινομένων, περιέχει μία

σειρά μεταβολών που λαβαίνουν χώρα στον χρόνο. Κάθε μία από αυτές τις μεταβολές

τελεί υπό κάποια συνθήκη η οποία προηγείται χρονικά αυτής και την καθιστά

αναγκαία. Εάν όμως αυτή η σειρά των συνθηκών δεν τερματιζόταν κάπου και

απλωνόταν αόριστα προς όλο και προηγούμενες συνθήκες, τότε θα παρέμενε ατελής

και δεν θα υπήρχε αιτιακή εξήγηση της αλυσίδας. Συνεπώς υπάρχει μία αρχική

συνθήκη η οποία δεν τελεί η ίδια έπο όρους, και αυτή είναι το απόλυτο αναγκαίο ον

,που αποτελεί την αιτία του κόσμου.42

Η θέση αντανακλά την Νευτώνεια κοσμολογία που βλέπει τον κόσμο ως μία ολότητα.

Η σειρά των αιτιακών συνθηκών πρέπει να μπορεί να τερματιστεί σε κάποια χωρίς όρους

συνθήκη, έτσι ώστε ο κόσμος να μπορέσει να σχηματίσει μία ολότητα.

Το αναγκαίο όν θεωρείται ότι ανήκει στον αισθητό κόσμο, διότι διαφορετικά δεν θα

μπορούσε να θεωρηθεί ως αρχή του.43 Επίσης, το όν αυτό είναι είτε ολόκληρη η κοσμική

σειρά ως όλο που δεν οφείλει την ύπαρξη της σε τίποτε άλλο ,είτε ένα μέρος αυτής,

δηλαδή η αρχική αιτία η οποία με την σειρά της δεν οφείλει την ύπαρξή της σε τίποτε

άλλο.

Η θέση αντανακλά τις υλιστικές/ματεριαλιστικές θέσεις των επιστημονικών

κύκλων εκείνης της εποχής και της Νευτώνειας κοσμολογίας σύμφωνα με τις οποίες ο

Θεός ανήκει στον κόσμο, και άρα εφόσον η κάθε παρουσία πρέπει να είναι παρουσία

στον απόλυτο χώρο και χρόνο, τότε και η παρουσία του Θεού βρίσκεται εντός του

χωροχρόνου, και αυτός είναι εξίσου ένα υλικό/σωματικό ον .Γι’ αυτό ακριβώς το

γεγονός η σχολή του Leibniz κατηγορούσε τους Νευτώνειους για Σπινοζικό

ματεριαλισμό.

Η τελευταία παρατήρηση είναι σημαντική, γιατί πολλοί στοχαστές θεωρούν ότι η

τέταρτη αντινομία αφορά ένα αμιγώς θεολογικό παρά κοσμολογικό επιχείρημα, λόγω

του ότι το επιχείρημα για την πρώτη αρχή είναι παραδοσιακά συνδεδεμένο με την

απόδειξη για την ύπαρξη του θεού. Παρόλα αυτά, το βασικό ενδιαφέρον του Καντ σ’

αυτήν την Αντινομία δεν είναι τόσο θεολογικό όσο κοσμολογικό, εφόσον ο ίδιος αναφέ-

42 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α452-Β480 43 όπ.π. Α454/Β482

Page 39: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

39

ρει ότι η θέση αφορά ένα αναγκαίο ον το οποίο, αν υπάρχει ,είναι μέρος του κόσμου

των φαινομένων και άρα είναι ένα κοσμολογικό και όχι θεολογικό ον.44

β)αντίθεση

Σύμφωνα με την αντίθεση, δεν υπάρχει κανένα αναγκαίο Ον, ούτε μέσα αλλά

ούτε και έξω από τον κόσμο ως αιτία του.

Αρχικά η αντίθεση αντικρούει τα επιχειρήματα της θέσης περί της ύπαρξης ενός

αναγκαίου όντος εντός του κόσμου .Σύμφωνα με την θέση η σειρά των μεταβολών που

σχηματίζουν τον κόσμο πρέπει να έχει μία απόλυτα αναγκαία αρχή η οποία με την σειρά

της δεν έχει κάποια δικιά της αιτία από την οποία να εξαρτάται η ίδια. Η αντίθεση

θεωρεί ότι αυτό παραβιάζει το αξίωμα της αιτιότητας σύμφωνα με το οποίο κάθε

φαινόμενο στον κόσμο πρέπει να έχει την αιτία του. Επιπλέον η θέση έχει την

εναλλακτική πρόταση ότι, έστω και αν κάθε μέρος της σειράς είναι αιτιακά εξαρτώμενο

από κάθε άλλο μέρος, η ίδια η σειρά ως όλο είναι αναγκαία και χωρίς όρους. Αυτό και

πάλι δημιουργεί ένα παράδοξο, εφόσον μία σειρά μεταβολών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως

«αναγκαίο όλο» όταν κανένα από τα μέλη του δεν είναι αναγκαίο αλλά εξαρτώμενο το ένα

από το άλλο.45

Ο Καντ στην παρατήρηση πάνω στην Αντινομία ,αναφέρει το παράδοξο ότι και οι δύο

αντιμαχόμενες πλευρές ,θέση και αντίθεση, «από τον ίδιο ακριβώς αποδεικτικό λόγο,

από τον οποίο συνεπεραίνετο στην Θέση η ύπαρξη ενός πρωταρχικού όντος, συνάγεται

στην Αντίθεση η μη ύπαρξη αυτού (του όντος) ,και μάλιστα με την ίδια οξύνοια».46Ο

κοινός τόπος και των δύο πλευρών είναι η έννοια της αιτιότητας την οποία όμως

ερμηνεύουν με διαφορετικό τρόπο. Οι υποστηρικτές της θέσης ερμηνεύουν την αιτιακή

αναγκαιότητα με απόλυτο τρόπο ως αιτιακή αυτάρκεια, ενώ η αντίθεση την ερμηνεύει

44 Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies,εκδ.Crarendon

Press,Oxford,1972,σελ 113-115

45 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999, Α457- Β485

46 όπ.π Α459 –Β487

Page 40: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

40

ως αιτιακή εξάρτηση από κάτι άλλο.47Η αντίθεση αυτή κατά τον Καντ δεν μπορεί

να λυθεί με κανέναν εμπειρικό η συλλογιστικό τρόπο.

Η αντίθεση αρνείται ακόμα, την περίπτωση το αναγκαίο ον να βρίσκεται έξω από τον

κόσμο μας ως αιτία του. Εφόσον ένα αναγκαίο ον το οποίο θα άρχιζε την σειρά των

μεταβολών στον κόσμο θα έπρεπε και το ίδιο να έχει μία αρχή και άρα να βρίσκεται

εντός χρόνου, θα πρέπει να βρίσκεται και εντός του κόσμου μας.48.Διαφορετικά,αν

κάποιος θελήσει να τοποθετήσει τον Θεό έξω από τον κόσμο μας, αλλά παρόλα αυτά

ικανό να δράσει εντός αυτού, η αιτιότητα του Θεού πάνω στον κόσμο υποβιβάζεται σε

ένα ακατανόητο κα μυστηριώδες γεγονός.49

7)Λύση των δυναμικών αντινομιών

Παραπάνω διατυπώσαμε μία απορία ως προς το ποιό είναι το πραγματικό θέμα της

τρίτης και τέταρτης αντινομίας. Περνώντας στην λύση τους θα δούμε πώς το

πρόβλημα αυτό γίνεται πιο εμφανές.

Η λύση που δίνει ο Καντ για τις δυναμικές αντινομίες διαφέρει στην μορφή από αυτήν

των μαθηματικών. Στις μαθηματικές αντινομίες η θέση και αντίθεση ήταν λανθασμένη

και η λύση του Καντ πρόσφερε μία τρίτη εναλλακτική πιθανότητα, ενώ στις δυναμικές

αντινομίες φαίνεται ότι η αντίθεση δεν είναι λανθασμένη, ενώ η θέση, αν και δεν μπορεί

να προσφέρει κάποια αλήθεια στα πλαίσια του αισθητού κόσμου, υπάρχει πιθανότητα

να ισχύει σε μία άλλη σφαίρα έξω από αυτόν, αλλά που κατά κάποιον τρόπο να

συνδέεται με αυτόν.

47 Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies , εκδ. Crarendon

Press,Oxford,1972σελ.133-134

48 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α455-Β483

49 Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies, εκδ.Crarendon

Press,Oxford,1972,σελ137

Page 41: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

41

Ο Καντ εξηγεί αυτή την διαφορά ως εξής: Οι μαθηματικές αντινομίες αφορούσαν

πράγματα όπως την χωροχρονική έκταση και το μέγεθος, τα οποία ήταν μορφολογικά

ομοιογενή, δηλαδή το πρόβλημα αφορούσε αποκλειστικά το εμπειρικό πεδίο και η

λύση θα έπρεπε να βρεθεί αποκλειστικά προχωρώντας από όμοιο σε όμοιο μέσα στον

εμπειρικό κόσμο Οι δυναμικές αντινομίες αντίθετα αφορούν έννοιες όπως η αιτία και το

αποτέλεσμα, τα οποία δεν απαιτείται να χαρακτηρίζονται από ομοιογένεια όπως τα

μέρη της ύλης και τα αντικείμενα του φυσικού κόσμου. Ακολούθως, και εφόσον στον

αισθητό κόσμο δεν μπορούμε ποτέ λόγω των νόμων της φυσικής αιτιότητας να

συναντήσουμε μία αιτία χωρίς λόγο, μας επιτρέπεται σύμφωνα με τον Καντ να

στοχαστούμε την πιθανότητα να βρίσκεται η απόλυτη αιτία των αντικειμένων σε ένα

επίπεδο νοουμένων έξω από τον εμπειρικό κόσμο ,έτσι ώστε να μην αντιφάσκει με την

τυχαιότητα των πάντων εντός αυτού του κόσμου.50

Σύμφωνα με τον Strawson, ο Καντ θα μπορούσε να λύσει τις δυναμικές αντινομίες με

την ίδια ακριβώς μέθοδο με την οποία έλυσε τις μαθηματικές .Έτσι όπως στην πρώτη

περίπτωση τα προβλήματα βασίζονταν στην λανθασμένη προϋπόθεση ότι ο κόσμος

αποτελούσε μία ολότητα, έτσι και στην τρίτη και τέταρτη αντινομία θα μπορούσαμε να

απορρίψουμε την θέση που βασίζεται στο γεγονός ότι η σειρά των μεταβολών που

εκτείνονται στον χρόνο προς τα πίσω υπάρχει ως ένα όλο. 51

Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι γιατί ο Καντ δεν ακολουθεί τον ίδιο δρόμο.

Εξετάζοντας πρώτα την τρίτη αντινομία, παρατηρήσαμε και πιο πάνω, ότι ίσως το

ενδιαφέρον του Καντ να μην είναι τόσο κοσμολογικό όσο ηθικό, και συγκεκριμένα το

πρόβλημα της σύγκρουσης μεταξύ ελευθερίας και ντετερμινισμού ,και να μην αφορά

τόσο τον θεωρητικό όσο τον πρακτικό λόγο(ηθική).

50 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία ,εισ-

μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999(Α560/Β588.Επίσης δες και Walsh W.H. ,

Kant’s criticism of metaphysics,εκδ.Edinburg University Press,1975,σελ200

51 Strawson P.F., The Bounds of Sense ,An Essay on Kant’s Critique of Pure Reason ,εκδ:Methuen,

London,1966 σελ 211-212

Page 42: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

42

Επίσης ο Καντ διακρίνει μεταξύ υπερβατολογικής ελευθερίας ( δηλ ανεξαρτησίας

από οτιδήποτε προκαθορίζει την δράση ενός όντος) ,και πρακτικής ελευθερίας (δηλ

ανεξαρτησία της θέλησης από παρορμήσεις των αισθήσεων).52Καντ όπως είδαμε

χτίζει έτσι το επιχείρημα του λέγοντας ότι ο άνθρωπος έχει μία διπλή φύση, είναι

και φαινόμενο και ένα καθαρά νοητό ον και στο μέτρο που δρα με ηθικό τρόπο,

μπορεί να αποτελέσει μία νοητή αιτία για συγκεκριμένα φαινόμενα στον

χωροχρόνο.53

Αυτό είναι σωστό στο βαθμό τον οποίο ο Καντ παραδέχεται στην λύση της τρίτης

αντινομίας, ότι ο σκοπός του δεν είναι να διαπιστώσει την πραγματικότητα της

υπερβατικής ελευθερίας η έστω και την δυνατότητά της, αλλά απλώς να δείξει ότι η

αιτιότητα της ελευθερίας δεν είναι ασύμβατη με την φύση.54Aυτή η ανάλυση όμως

δεν έχει σχέση με το κοσμολογικό πρόβλημα που υποτίθεται ότι προσπαθεί να λύσει η

τρίτη αντινομία, δηλαδή αν η έρευνα της φύση μας απαιτεί την θεμελίωση μίας

αυτενεργούς αιτίας. Ο μόνος τρόπος η ιδέα μίας νοητής αιτίας να αποκτήσει νόημα

και ουσία είναι όχι σε ένα κοσμολογικό πλαίσιο αλλά σε ένα ηθικό πλαίσιο .

Το πρόβλημα αυτό γίνεται ακόμα πιο φανερό, όταν περάσουμε στην λύση της

τέταρτης αντινομίας. Η λύση του Καντ και εδώ είναι ότι ναι μεν τα πάντα στην φύση

είναι τυχαία αλλά έξω από την φύση μπορεί να υπάρχει ένα αναγκαίο ον που να

αποτελεί την μη εμπειρική συνθήκη όλων των εμπειρικών πραγμάτων.

Ο Καντ και πάλι δίνει μία λύση η οποία δεν έχει άμεση σχέση με το θέμα της

τέταρτης αντινομίας.To θέμα της τέταρτης αντινομίας φαίνεται να είναι αμιγώς

κοσμολογικό και να αφορά και πάλι μία εμπειρική σειρά χρονικών μεταβολών του

κόσμου για την οποία είτε δεχόμαστε ότι κάθε μέλος είναι τυχαίο και εξαρτά την

ύπαρξη του σε ένα προηγούμενο, είτε έχει μία αρχή ή ένα ανώτατο απόλυτο μέλος που

δεν εξαρτά την ύπαρξη του από πουθενά.

52Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α533-4/Β561-2

53όπ.π Α547/Β575

54Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α558/Β586

Page 43: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

43

Ο Καντ ωστόσο μετατρέπει το κοσμολογικό ερώτημα σε ηθικό. Η συζήτηση για ένα

αναγκαίο και απόλυτο ον, αποκτά πραγματικό περιεχόμενο μόνο όταν συνδέεται με

την ανάγκη του πρακτικού λόγου ( δηλ την καθαρή χρήση του λόγου αναφορικά με

σκοπούς)για την ύπαρξη μίας νοητής αιτίας έξω από την σειρά της εμπειρικής

τυχαιότητας. Και πάλι λοιπόν ο Καντ περνάει από ένα κοσμολογικό αναγκαίο όν που

περιγράφεται στα πλαίσια μίας πρώτης αιτίας ή ενός πρώτου μέλους μίας κοσμικής

σειράς πραγμάτων σε έναν ηθικό Θεό που έχει όχι τόσο σχέση με την φύση αλλά με

την πίστη των ανθρώπων.

Ο Strawson θεωρεί ότι ο Καντ δίνει διαφορετικές λύσεις λόγω του ότι χρησιμοποιεί

διαφορετικά τα δόγματα του Υπερβατολογικού Ιδεαλισμού. Όπως είδαμε οι

μαθηματικές αντινομίες λύθηκαν μέσω της παραδοχής του δόγματος του

Υπερβατολογικού Ιδεαλισμού ότι τα πράγματα στον χωροχρόνο είναι απλώς

φαινόμενα και δεν έχει νόημα να μιλάμε γι’ αυτά σαν να ήταν πράγματα καθ’ αυτά.

Όμως ο Υπερβατολογικός Ιδεαλισμός υποστηρίζει και ότι τα φαινόμενα αυτά

πρέπει να έχουν έναν υπερβατολογικό θεμέλιο.55Στην περίπτωση των αντινομιών

αυτό σημαίνει ότι οι εμπειρικές σειρές των μεταβολών ή των τυχαίων υπάρξεων θα

πρέπει να βασίζονται σε ένα απόλυτο και χωρίς αιτία θεμέλιο, και έτσι ο Λόγος μας

παρεκτρέπεται και ψάχνει πλέον το απόλυτο αυτό έξω από την σφαίρα του

αισθητού.56

Συνοπτικά λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι και οι δύο λύσεις του Καντ στις δύο

δυναμικές αντινομίες αποκτούν νόημα μόνο αν λάβουμε υπόψη μας ηθικές

παραμέτρους. Ο Καντ φαίνεται να συμφιλιώνει την θέση και τη αντίθεση με το να

αποκλίνει την απαίτηση της θέσης για το απόλυτο σε ένα διαφορετικό επίπεδο .Έννοιες

όμως όπως η απόλυτη αιτία ή το απόλυτο όν δεν αφορούν τον Λόγο πέρα από την

ανάγκη τους στο ηθικό πεδίο, εφόσον πέρα από αυτό είναι ιδέες για τις οποίες δεν

έχουμε καμία εποπτεία.

55 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999, A538/B566

(Γιατί καθώς σ’αυτά τα φαινόμενα…απλές παραστάσεις)

56 Strawson P.F., The Bounds of Sense , An Essay on Kant’s Critique of Pure Reason

,εκδ:Methuen,London,1966 σελ219

Page 44: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

44

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΤΟ ΙΔΕΩΔΕΣ ΤΟΥ ΥΠΕΡΒΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ

α)πώς φθάνουμε στην ιδέα του θεού

Ο Καντ μας εξηγεί πώς ο ανθρώπινος νους φθάνει στην ιδέα ενός Θεού ως ενός

υπέρτατου όντος, μέσω της έννοιας του ιδεώδους. Το ιδεώδες είναι για τον Καντ κάτι

αντίστοιχο με τις πλατωνικές ιδέες, ένα είδος τέλειου αντικείμενου που απoτελεί το

πρότυπο για όλα τα άλλα φαινομενικά αντικείμενα, που με την σειρά τους θεωρούνται

ως απομιμήσεις του. Για τον Καντ αυτά τα ιδεώδη δεν είναι κάτι που δημιουργεί η

φαντασία μας, αλλά έχουν κανονιστική χρήση στον ανθρώπινο λόγο που έχει την

ανάγκη της ιδέας ενός τέλειου όντος για να το χρησιμοποιήσει ως μέτρο σύγκρισης στην

εκτίμηση των ελλείψεων όλων των ατελών όντων.1

Τώρα όπως αναφέρει ο Καντ προκειμένου ένα αντικείμενο να γίνει απόλυτα γνωστό,

πρέπει κάποιος να μπορεί να γνωρίζει όλο το Δυνατό, δηλαδή το σύνολο όλων των

δυνατών κατηγορημάτων ,και στη συνέχεια σε σύγκριση με αυτό να προσδιορίσει το

αντικείμενο αυτό καταφατικά ή αρνητικά. Έτσι λοιπόν ο Λόγος δημιουργεί την έννοια

του υπερβατολογικού ιδεώδους, το οποίο λειτουργεί ως το πρωτότυπο όλων των

πραγμάτων και υπόκειται σε αυτά, τα οποία ως ατελή έκτυπα λαμβάνουν τα δυνατά

κατηγορήματά τους χωρίς ποτέ να μπορούν να προσεγγίσουν το πρωτότυπο απόλυτα.

Βλέπουμε λοιπόν ότι αυτό το υπερβατολογικό ιδεώδες δεν είναι κανένα άλλο από αυτό

που ονομάζει η θεολογία Θεό, ένα πρωταρχικό ον, το ens reallisimmum ή το Απόλυτο το

οποίο περιέχει μέσα του όλες τις δυνατές πραγματικότητες και τελειότητες.2

Όπως όμως ο Καντ επισημαίνει ο λόγος ναι μεν έχει όπως είπαμε ανάγκη την έννοια

αυτού του ιδεώδους προκειμένου να μπορεί να εκφέρει κρίσεις για την καθορισμένη

ύπαρξη των πραγμάτων παρόλα αυτά δεν έχει ανάγκη από την πραγματική ύπαρξη αυτού

του

1Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική καi Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ, [χ.ο.] Αθήνα 1999 (Α570-Β598)

2 οπ. π. (σελ. 250-254)

Page 45: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

45

αντικειμένου. Η αυταπάτη λοιπόν στην οποία πέφτει ο λόγος είναι να προσπαθήσει να

υποστασιοποιήσει αυτή την ιδέα σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο και επακολούθως

να του προσάψει διάνοια, καταλήγοντας στον Θεό ως το υπέρτατο ον.3

Θα συνεχίσουμε αναφέροντας του τρείς διαφορετικούς τρόπους απόδειξης της

ύπαρξης του Θεού, τους οποίους ο Καντ θεωρεί και τους μοναδικούς.4 Το οντολογικό,

το κοσμολογικό και το φυσικοθεολογικό επιχείρημα.

β)το οντολογικό επιχείρημα

Ο Καντ αναφέρει πρώτα το οντολογικό επιχείρημα που το θεωρεί ως το πιο σημαντικό

από τα τρία, λόγω του ότι βασίζεται σε καθαρά a priori έννοιες. Έτσι λοιπόν αν

αποδείξουμε ότι αυτό που υποτίθεται ότι έχει αξίωση να είναι αναλυτικά αληθές δεν

είναι έγκυρο, μπορούμε πολύ πιο εύκολα να αποδείξουμε και την μη εγκυρότητα των

άλλων δύο τα οποία βασίζονται σε εμπειρικές προϋποθέσεις.

Οι υποστηρικτές του οντολογικού επιχειρήματος ξεκινούν από την ιδέα του Θεού ως

ενός απόλυτα αναγκαίου όντος, για το οποίο ο ισχυρισμός ότι δεν υπάρχει θα αποτελούσε

μία αντίφαση. Κάνουν λοιπόν το λάθος να συμπεράνουν από την απόλυτη αναγκαιότητα

μίας κρίσης (ότι δηλαδή ο θεός έχει αναγκαία ύπαρξη) ,την απόλυτη αναγκαιότητα ενός

πράγματος (δηλαδή ότι ο Θεός υπάρχει). Για τον Καντ το επιχείρημα αυτό απέχει πολύ

από το να αποτελέσει μία απόδειξη της ύπαρξης του Θεού, εφόσον στην ταυτολογική

πρόταση ο Θεός υπάρχει μπορούμε να άρουμε και το υποκείμενο (Θεός) και το

κατηγόρημα (ύπαρξη) και συνεπώς να μην έχουμε καμία αντίφαση.5

3 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική καi Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ. Παπαζήση,[χ.ο.],Αθήνα 1999 (Α580-Β608) 4 Στην πραγματικότητα ο Καντ σε προηγούμενα έργα του είχε δεχθεί ακριβώς το επιχείρημα ότι

για την γνώση και την δυνατότητα της ύπαρξης των αντικειμένων είναι απαραίτητη η

πραγματική ύπαρξη ενός κατεξοχήν πραγματικού όντος, επιχείρημα το οποίο δεν λαμβάνει

καθόλου υπόψη στην Κριτική.( Walsh W.H. , Kant’s criticism of metaphysics,εκδ.Edinburg

University Press,1975 σελ 218) 5 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α594/Β622

Page 46: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

46

Αυτήν την άποψη ακριβώς του Καντ χαρακτήρισε ως «σόφισμα» o

Descartes.Σύμφωνα με τον Descartes,ναι μεν μπορούμε να πούμε ότι αν και δεν

υπάρχει ένα βουνό χωρίς πλαγιά, είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι μπορεί να μην υπάρχει

στην πραγματικότητα κανένα βουνό, αλλά το ίδιο δεν ισχύει για τον Θεό. Στην

περίπτωση του Θεού η ύπαρξη αποτελεί μία τελειότητα και δεν μπορεί να διαχωριστή

από την ουσία του. Και αυτό είναι ακριβώς αυτό που προσπάθησε να αντικρούσει ο

Καντ.6

i)η ύπαρξη ως ένα μη –πραγματικό κατηγόρημα

Ο Καντ θεωρεί ότι το λάθος των υποστηρικτών του οντολογικού επιχειρήματος είναι

ότι θεωρούν το ‘είναι’ ή ‘υπάρχει’ σαν έναν πραγματικό κατηγόρημα, δηλαδή ένα

κατηγόρημα που προσδιορίζει και προσθέτει στην έννοια ενός αντικειμένου, ενώ στην

πραγματικότητα η λειτουργία της λέξης ‘είναι’ είναι καθαρά λογική δηλ απλώς να

θέτει ένα κατηγορούμενο σε σχέση με το υποκείμενο στο οποίο αναφέρεται και όχι να

προσθέτει μία περαιτέρω ιδιότητα σε αυτό.

Έτσι λοιπόν στην έκφραση ο Θεός είναι παντοδύναμος, η λέξη «είναι» λειτουργεί

σαν ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ του υποκειμένου (Θεός) και του κατηγορήματος

(παντοδύναμος).Παρόμοια στην πρόταση «ο Θεός είναι» ,το ‘είναι ‘ έχει την ίδια

λειτουργία ,με την διαφορά ότι αυτή την φορά θέτουμε την έννοια του Θεού με

όλο το νόημα που έχουμε όταν την σκεφτόμαστε, σε σχέση με εμάς, χωρίς να

προσθέτουμε κανένα παραπάνω κατηγόρημα που δεν είχε η έννοια ήδη.7

Σύμφωνα με τον Morris Engel το επιχείρημα αυτό του Καντ βασίζεται σε μία

γλωσσολογική θεωρία δύο επιπέδων (γλωσσολογικού και εννοιολογικού). Στην

θεωρία αυτή, όταν εκφέρω την πρόταση ο Θεός υπάρχει, αυτό που υπάρχει είναι

όχι ο θεός αλλά η έννοια που συνοδεύει την λέξη Θεός, και το αντικείμενο αυτής

της έννοιας είναι αυτό ακριβώς που σκέφτομαι όταν εκφέρω την λέξη. Έτσι

λέγοντας ότι κάτι υπάρχει, αυτό που λέω είναι απλώς ότι τα δύο επίπεδα

αντιστοιχούν το ένα στο άλλο, και τίποτα παραπάνω δεν προσθέτουμε στην

6 Ντεκάρτ Ρενέ, Στοχασμοί περι της πρώτης φιλοσοφίας,μετ-σχ Ευάγγελος Βανταράκης,εκδ

Εκρεμμές,Αθήνα 2003(σελ 149-152) 7 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α599 Β627

Page 47: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

47

έννοια θεός αν πούμε ότι υπάρχει, εφόσον τότε δεν θα ήταν η ίδια έννοια άλλα

κάποια άλλη. Στην έκφραση λοιπόν ο «Θεός είναι» το ‘είναι’ δεν έχει ένα

εννοιολογικό αντίστοιχο, αλλά απλώς σχετίζει την λέξη ‘θεός’ με το άτομο που

την εκφέρει ,ως αντικείμενο της σκέψης του.8

Αν και η θεωρία του Καντ φαίνεται αληθοφανής, παρουσιάζει προβλήματα

όταν την μεταφέρει από το σημασιολογικό επίπεδο στο επίπεδο του πραγματικού

κόσμου, όταν λέει δηλαδή ότι το «πραγματικό δεν περιέχει τίποτε παραπάνω από

το απλώς δυνατό» και ότι «εκατό πραγματικά τάλιρα δεν περιέχουν ούτε το

παραμικρό παραπάνω από ότι εκατό δυνατά».9

Στο σημασιολογικό επίπεδο το περιεχόμενο και το αντικείμενο της έννοιας μου

ήταν ένα και το αυτό. Μεταφερόμενοι όμως στον πραγματικό κόσμο των

αντικειμένων, το γεγονός της ύπαρξης ενός αντικειμένου είναι ένα περιεχόμενο

που δεν παράγεται από την σκέψη μου, και η αντιστοιχία του με αυτήν δεν είναι

a priori δεδομένη αλλά κάτι που μένει να αποδειχθεί. Ο κόσμος μας δεν είναι

πάντα ανάλογος με τις έννοιες που έχουμε για αυτόν, εφόσον υπάρχει ανεξάρτητα

από εμάς, και συνεπώς αυτό που υπάρχει είναι πάντα κάτι παραπάνω από αυτό

που έχουμε σκεφτεί στην έννοιά του.10

Τέλος, σύμφωνα με τον Καντ η λειτουργία ενός πραγματικού κατηγορήματος

είναι να αυξάνει ή μεγεθύνει την έννοια ενός υποκειμένου που θεωρείται ότι ήδη

υπάρχει και κατέχει κάποιες ορισμένες ιδιότητες. Η ύπαρξη όμως δεν είναι μία

ποιότητα που όπως άλλες μπορεί να αυξηθεί ή να μειωθεί σε κάποιο βαθμό, ένα

αντικείμενο είτε υπάρχει είτε δεν υπάρχει έτσι δεν κερδίζω τίποτε με το να πω

ότι το υποκείμενο υπάρχει ή όχι.

8Engel Morris, «Kant’s Refutation of the ontological argument» στο Κant:A collection of critical

essays, ed by Robert Paul Wolff,εκδ Macmillan, London 1968 (σελ 199-201)

9 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , [χ.ο] Αθήνα 1999 (Α599 Β627).

10 Engel Morris, «Kant’s Refutation of the ontological argument» στο Κant:A collection of critical

essays,ed by Robert Paul Wolff,εκδ Macmillan, London 1968 (σελ 202-203)

Page 48: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

48

ii)αναγκαία ύπαρξη

Όπως είδαμε ο Καντ βασίζει το λάθος του οντολογικού επιχειρήματος στο

γεγονός ότι θεωρεί την ύπαρξη ως μία πραγματική ιδιότητα. Παρόλα αυτά,

στοχαστές έχουν προσπαθήσει να υποστηρίξουν το οντολογικό επιχείρημα

εισάγοντας στην θέση της ύπαρξης την οποία δέχονται ότι δεν μπορεί να

αποτελέσει μία τελειότητα),την έννοια της ‘αναγκαίας ύπαρξης’.

Οι υποστηρικτές αυτής της θέσης προϋποθέτουν ότι το γεγονός ότι ο Θεός

υπάρχει είναι αναλυτικά αληθές λόγω μίας λογικής αναγκαιότητας, και άρα αν

υπάρχει, συνεπάγεται ότι είναι και αναγκαίο να υπάρχει.

Τι είδους όμως λογική αναγκαιότητα είναι αυτή που έχει το ‘αναγκαίο υπαρκτό’

και πού μπορεί αυτή να στηριχθεί?

Αν δεχθούμε ότι κάτι υπάρχει με αναλυτικά αναγκαίο τρόπο,τότε πρέπει να

υπάρχει εξ ορισμού .Αυτό όμως αποκλείεται γιατί συγκεκριμένα αντικείμενα δεν

έχουν ορισμούς αλλά κατέχουν ορισμένες αναγκαίες ιδιότητες με το ανήκουν σε

κάποιο γένος. 11 Επίσης οι ακόλουθοι της χριστιανικής θεολογικής παράδοσης υποστηρίζουν

ότι ερωτήματα όπως «έχει υπάρξει ο Θεός;» ή «πότε θα σταματήσει να

υπάρχει;» είναι χωρίς νόημα, εφόσον αν συλλάβουμε σωστά την έννοια του

Θεού θα βλέπαμε ότι ο θεός είναι αναγκαία υπαρκτός .Οι υποστηρικτές αυτής

της παράδοσης όμως

δεν μπορούν να δώσουν μία επαρκή εξήγηση με θετικό περιεχόμενο στο τι

ακριβώς εννοούν με την έννοια ‘αναγκαία υπαρκτός 12.Στην πραγματικότητα,

λέγοντας ότι ο ορισμός της έννοιας του Θεού ως ένα ens reallisimum περιέχει

την ύπαρξη με αναλυτικό τρόπο, ουσιαστικά εισάγουν την έννοια της ύπαρξης

ξανά αν και μεταμφιεσμένη, η οποία όπως ο Καντ θεωρεί ότι έχει αποδείξει δεν

μπορεί να αποτελέσει ένα κατηγόρημα που να μπορεί να προσδιορίσει κάτι, και

άρα δεν μπορεί να υπάρξει στον ορισμό του Θεού.13

11 Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic,εκδ:Cambridge University Press,Great Britain 1974(σελ

235) 12 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,[χ.ο.] Αθήνα 1999 (Α599 Β627). 13 οπ.π Α596/7-Β624/5)

Page 49: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

49

Όπως είδαμε η θεωρία του Καντ λειτουργεί σε ένα λογικό επίπεδο, παρουσιάζει όμως

προβλήματα όταν μεταφέρεται στο επίπεδο του πραγματικού κόσμου και αντικειμένων,

στο οποίο η ύπαρξη ή μη-ύπαρξη όντως έχει σημαντικές συνέπειες. Στην συνέχεια θα

δούμε τους δύο άλλους δρόμους για την απόδειξη της ύπαρξης του Θεού, τις οποίες

όμως ο Καντ θεωρεί ότι εν τέλει έχουν ως βάση τους το οντολογικό επιχείρημα.

γ)κοσμολογικό επιχείρημα

Το κοσμολογικό επιχείρημα αποτελείται από δύο βήματα. Στο πρώτο βήμα,

βασιζόμενοι στην εμπειρία ότι κάτι υπάρχει (είτε αυτό είναι ο κόσμος,είτε ο ίδιος

μου ο εαυτός) συμπεραίνουμε ότι κάτι αναγκαίο πρέπει να υπάρχει επίσης.14

Το λάθος που γίνεται εδώ είναι σύμφωνα με τον Καντ, η χρήση του

υπερβατολογικού αξιώματος ότι καθετί που είναι εξαρτημένο/τυχαίο πρέπει να

έχει μία αιτία. Το αξίωμα της αιτιότητας όμως έχει νόημα μόνο όταν

εφαρμόζεται στον κόσμο της δυνατής εμπειρίας και όχι όταν χρησιμοποιείται για

να συνάγουμε την ύπαρξη μίας πρώτης αιτίας έξω από αυτόν.15

Οι υποστηρικτές του κοσμολογικού επιχειρήματος έχοντας δεχτεί το γεγονός

ότι κάτι αναγκαίο υπάρχει, περνάνε στην συνέχεια στο να εξετάσουν ποια είναι

τα χαρακτηριστικά που μπορεί να έχει αυτό, καταλήγοντας ότι αυτό δεν μπορεί

να είναι κανένα άλλο από τον Θεό ή το ens reallisimum,διότι μόνο ένα ον που

κατέχει την υπέρτατη πραγματικότητα μπορεί να αντιστοιχεί σε ένα ον που

υπάρχει με απόλυτα αναγκαίο τρόπο.16

14 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,[χ.ο.] Αθήνα 1999 Α605-Β633 15 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ [χ.ο.] ,εκδ Αθήνα 1999 , Α610/Β638 16 οπ.π.Α605-Β633,Ο Καντ υποστηρίζει ότι ένα αναγκαίο όν πρέπει να μπορεί να είναι συνολικά

προσδιορισμένο a priori μέσω της έννοιας του, και μόνο μέσω της έννοιας του entis reallissimi

μπορεί να νοηθεί έτσι ένα αναγκαίο ον. Όμως οποιοδήποτε όν είναι απόλυτα προσδιορισμένο από

την έννοια του, και επιπλέον το ens reallisimum δεν είναι το μόνο ον που μπορεί να έχει την τιμή

να θεωρηθεί αναγκαίο. Για την δυσκολία σύνδεσης της αναγκαιότητας με την απόλυτη ύπαρξη

δες και Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ:Cambridge University Press,Great Britain

1974,σελ248-250

Page 50: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

50

Οι υποστηρικτές του κοσμολογικού επιχειρήματος μην έχοντας εμπειρικά

στοιχεία στην διάθεσή τους συνάγουν μέσω a priori εννοιών από την απόλυτη

αναγκαιότητα την υπέρτατη πραγματικότητα. Λέγοντας όμως ότι 1) αν κάποιο ον

είναι αναγκαίο,τότε ο Θεός είναι το ens realissimum,και πρέπει να δεχθούμε ότι

κάθε 2)ens realissimum πρέπει να είναι ένα αναγκαίο όν ,δηλαδή καταλήγουμε σε

αυτό ακριβώς που υποστηρίζει το οντολογικό επιχείρημα.17

O Kant λοιπόν θέλει να δείχνει ότι το κοσμολογικό επιχείρημα αν και αρχικά

θέλει να βασιστεί αποκλειστικά σε εμπειρικά γεγονότα, έχει την ανάγκη

καθαρών εννοιών και εντέλει βασίζεται και προϋποθέτει το οντολογικό. δ) φυσικοθεoλογικό επιχείρημα (argument from design)

To φυσικοθεολογικό επιχείρημα ξεκινάει από την παρατήρηση του παρόντος

εμπειρικού κόσμου και της φύσης γύρω μας. Παρατηρώντας τον κόσμο μπορούμε

εύκολα να δούμε ότι διακατέχεται από μία τελειότητα και σκοπό όσον αφορά τα

πράγματα που τον αποτελούν, και ένα σχέδιο το οποίο δεν μπορεί να έχουν αυτά από

την φύση τους. Συνεπώς ο ανθρώπινος νους παρατηρώντας αυτό το θαύμα της

φύσης δεν μπορεί παρά να οδηγηθεί σε έναν Νου που δρα εξ ελευθερίας πάνω σε

αυτήν18. Το φυσικοθεολογικό επιχείρημα βασίζεται κατά μεγάλο μέρος σε μία

αναλογία μεταξύ των προϊόντων της φύσης και των προϊόντων της ανθρώπινης

τέχνης, πχ όπως ένα ρολόι δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς έναν ανθρώπινο

σχεδιαστή έτσι και ο κόσμος στο σύνολο του δεν θα μπορούσε να χαρακτηρίζεται

από τέτοια τάξη και αρμονία σχέσεων χωρίς κάποιον σοφό σχεδιαστή.

Αν και η αναλογία μεταξύ της τάξης που διακρίνει τα φυσικά προϊόντα και τα

ανθρώπινα τεχνουργήματα είναι αμφίβολη, ακόμα και αν την εκλάβουμε ως

έγκυρη, το μόνο που μας αποδεικνύει είναι ότι η μορφή του κόσμου είναι

τυχαία, αλλά όχι και η ουσία του. Έτσι το περισσότερο που θα μπορούσαμε να

αποδείξουμε είναι όχι έναν δημιουργό του κόσμου αλλά ένα σοφό ον, που σαν

17 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999(A607-

8/B635/636) 18 όπ.π (Α625-Β653)

Page 51: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

51

αρχιτέκτονας αυτού του κόσμου περιορίζεται από τα υλικά που έχει στη

διάθεση του και υπόκειται σε καθορισμένους νόμους, πράγμα που είναι τελείως

διαφορετικό από το παντοδύναμο όν που δρα εκ του μηδενός, την ύπαρξη του

οποίου υποτίθεται ότι έχουμε ως σκοπό να αποδείξουμε.19

Αν ο λόγος μας θελήσει να περάσει από αυτά τα εμπειρικά δεδομένα και να

συμπεράνει από την τάξη που παρατηρείται στο σύμπαν, την ύπαρξη ενός δημιουργού

ως μίας υπέρτατης αιτίας του σύμπαντος, οδηγείται ξανά στο κοσμολογικό

επιχείρημα και μέσω αυτού στο οντολογικό.20 Παρόλα αυτά αν και o Kant αφαιρεί από το φυσικοθεολογικό επιχείρημα κάθε

αποδεικτική ισχύ για την ύπαρξη ενός Θεού, δείχνει έναν φανερό σεβασμό απέναντι

του και η κριτική του δεν είναι ιδιαιτέρως αιχμηρή σε αντίθεση με τα δύο

προηγούμενα επιχειρήματα. Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι το επιχείρημα αυτό ευνοεί

ακόμα και ενθαρρύνει την θέαση του κόσμου ως ένα έργο κάποιου υπεράνθρωπου

σχεδιαστή.

Όπως αναφέρει:

«Η απόδειξη αυτή αξίζει να μνημονεύεται με σεβασμό πάντοτε….Ζωογονεί τη

σπουδή της φύσεως ….εμβάλλει σκοπούς και προθέσεις(σχέδια) εκεί όπου η

παρατήρησή μας δεν θα τους ανακάλυπτε από μόνη της, και διευρύνει τις γνώσεις

μας για την φύση δια του οδηγητικού νήματος μίας ιδιαίτερης ενότητος, που η

αρχή της βρίσκεται έξω από την φύση.»21

19 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.], Αθήνα 1999, Α627/Β655 20 O Benett αμφισβητεί το επιχείρημα του Καντ ως προς την εξάρτηση των δύο επιχειρημάτων από το

οντολογικό και την θέληση του να κάνει την ιδέα του ens reallissimum την βάση όλων των θεολογικών

αποδείξεων, λέγοντας ότι συγχέει το κοσμολογικό με το φυσικοθεολογικό επιχείρημα που μπορεί να

αρκείται στο να αποδείξει ότι υπάρχει ένας δημιουργός του κόσμου και όχι απαραίτητα ότι αυτός

πρέπει να είναι ένα εντελώς αυτάρκες και αρχέγονο ον. (Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic,

εκδ:Cambridge University Press,Great Britain 1974,σελ256-257) 21 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999 (Α623/Β625)

Page 52: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

52

Η απόδειξη λοιπόν μπορεί να μας φανεί πολύ χρήσιμη ως ρυθμιστικό αξίωμα στις

προσπάθειες μας για συστηματική επιστημονική γνώση και για την καλύτερη

κατανόηση του κόσμου που μας περιβάλλει. Μάλιστα ορισμένα πράγματα στον κόσμο

φαίνεται να είναι κατανοητά μόνο αν προϋποθέσουμε έναν σοφό σχεδιαστή και τα

εξηγήσουμε τελεολογικά ως υπηρετώντας συγκεκριμένους σκοπούς μέσα στην φύση.

Όντως ως άνθρωποι έχουμε την δυνατότητα να κατανοούμε τον κόσμο γύρω μαςσε

έναν εξαιρετικά μεγάλο βαθμό, πράγμα που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί απλώς μέσω

μίας υπερβατολογικής αναγκαιότητας. Αν και δεν μπορούμε να αποδείξουμε την

ύπαρξη του Θεού ως ενός παντοδύναμου όντος, αυτή η «αρμονία» που διακρίνει τον

κόσμο και τις δυνατότητες μας να τον γνωρίσουμε ,καθιστά την απαίτηση για έναν

σχεδιαστή λογική και αναγκαία.22

ε)το ηθικό επιχείρημα

Ο λόγος πάντα αναζητά τον Θεό μέσω της αναπόφευκτης θέλησης του να βρει

μέσα στα υπάρχοντα πράγματα κάτι που να είναι αναγκαίο καθ’ αυτό ,και που

να αποτελεί μία αρχή που θα παρέχει την μέγιστη ενότητα στον κόσμο των

φαινομένων. Λόγω όμως του ότι δεν μπορεί να το βρει πουθενά μέσα στον κόσμο

των αισθητών πραγμάτων, διότι η ύλη και όλοι οι προσδιορισμοί της είναι υπό

όρους μόνο αναγκαίοι, αναγκάζεται να δεχθεί ένα αναγκαίο ον έξω από αυτόν.23

Το ιδεώδες όμως αυτό του υπέρτατου όντος είναι απλώς μία κανονιστική αρχή

που μας βοηθά στην έρευνα ,γνώση και κατανόηση της φύσης και δεν έχει μία

πραγματική ύπαρξη.

22 Ο Walker μάλιστα υποστηρίζει ότι η αντιμετώπιση της πίστης σε έναν σχεδιαστή σαν απλώς

ρυθμιστική υπόθεση για τους σκοπούς του θεωρητικού Λόγου υποτιμάει την πραγματική

σημασία του. Η υπόθεση ενός θεού ως σχεδιαστή είναι καλά θεμελιωμένη και πάνω σ’ αυτήν

βασίζουμε την όλη συνοχή του συστήματος της σκέψης μας, ακόμα και πάνω σε θέματα που ο

υπερβατολογικός διαλογισμός του Καντ δεν μπορεί να μας παρέχει σιγουριά (όπως πχ στο θέμα

της επαγωγής). Walker Ralph C.S , Kant,the Argument of the Philosophers, εκδ Routledge and

Kegan Paul ,London Henley and Boston,1978,σελ177) 23 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία, εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999 (Α617/8-

Β645/6).

Page 53: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

53

Τελειώνοντας το κεφάλαιο της θεολογίας θα αναφέρουμε λίγα λόγια για την ηθική

απόδειξη της ύπαρξης του Θεού. Το γεγονός ότι ο Καντ μέχρι τώρα απέρριψε τις

μεταφυσικές αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού, δεν σημαίνει ότι απέρριψε και το

γεγονός της πίστης στην ύπαρξη του .Απλώς θέλησε να αντικαταστήσει την

θεωρητική θεολογία με μία ηθική θεολογία, η οποία θα βασίζεται όχι σε εμπειρικά

δεδομένα ή σε συγκεκριμένες ηθικές πρακτικές, αλλά θα εκκινεί από το προσωπικό

μας αίσθημα σε πρακτικές καταστάσεις κατά τις οποίες αισθανόμαστε την δύναμη

του ηθικού νόμου. 24

Σύμφωνα με τον Καντ, η ηθικότητα προϋποθέτει την ύπαρξη ενός Θεού ο οποίος

να εξασφαλίζει ότι η διάθεση να τηρήσουμε την ηθική τάξη και η τήρηση των

ηθικών κανόνων θα μας κάνει να είμαστε ευτυχείς. Η εξασφάλιση αυτή δεν μπορεί

να πηγάσει ούτε από τις πράξεις μας, αλλά ούτε από την φύση των πραγμάτων, αλλά

μόνο από ένα υπέρτατο Νου που ως αιτία της φύσης θα επιφέρει ισορροπία και

αρμονία ανάμεσα στις πράξεις μας και στα αποτελέσματά τους και χωρίς την οποία

θα μπορούσαμε να αποθαρρυνθούμε στην προσπάθεια μας να ακολουθήσουμε μία

ηθική ζωή.. 25

Επιπλέον ο Καντ προβάλλει το αξίωμα της αθανασίας της ψυχής και της μετα-θάνατον

ζωής κατά την οποία μπορεί να εξασφαλιστεί η αμοιβή των ηθικών ατόμων. Αν και

λοιπόν η ύπαρξη του θεού και η ύπαρξη μελλοντικής ζωής δεν μπορούν να γίνουν

γνωστά σε μας με λογικό τρόπο, παρόλα αυτά είναι απαραίτητο να είμαστε ηθικά

βέβαιοι γι’ αυτά και αποτελούν πίστεις συνυφασμένες με το ηθικό μας φρόνημα.26

24 ο Whitemore παρόλα αυτά έχει την άποψη ότι ο Καντ δεν έχει ένα αμιγώς ηθικό επιχείρημα

αλλά στην πραγματικότητα το ηθικό επιχείρημα είναι το τελεολογικό/κοσμολογικό επιχείρημα

υπό την αμφίεση ηθικού. Ο Καντ δεν απορρίπτει τα παραδοσιακά επιχειρήματα όσο τους δίνει

μία άλλη μορφή. Για πιο πολλές λεπτομέρειες βλ Whittemore Robert, «The metaphysics of the

seven formulations of the moral argument»,στο Tulane Studies in Philosophy Vol III,A Symposium

on Kant,ed Martinus Nijhoff,Netherlands,1964 25 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία

,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος , εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999, Α809/Β837, 810/Β838) 26 όπ.π.Α828-9/Β586-7

Page 54: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

54

Βέβαια είναι αμφίβολο για το αν η εξασφάλιση μίας δικαιοσύνης σε μία μετα-θάνατον

ζωή θα ήταν αρκετές για να ικανοποιήσουν τους ηθικούς δρώντες, εφόσον οι ηθικές μας

πράξεις λαμβάνουν χώρα στον κόσμο της εμπειρίας και είναι η ηθική βελτίωση αυτού

του κόσμου που πρωταρχικά μας ενδιαφέρει, πόσο μάλλον εφόσον δεν γνωρίζουμε το

βαθμό στον οποίο θα διατηρήσουμε τον εαυτό μας σε μία μετα-θάνατον ζωή ή σε τι θα

συνίσταται αυτή.27

Επιπλέον δεν είναι φανερό το γιατί οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να μείνουν

ικανοποιημένοι στο να πιστέψουν και να επιδιώξουν την επίτευξη της υπέρτατης

ηθικής αρετής κατά την διάρκεια του βίου τους, και γιατί θα έπρεπε να έχουν

απαραίτητο σκοπό τους την επίτευξη μίας αγιότητας σε μία άλλη ζωή.28 Παρ’ όλες όμως τις αμφιβολίες για το αν εμείς ως ηθικά όντα χρειαζόμαστε την

αναπόφευκτη πίστη στην ύπαρξη ενός θεού, προκειμένου να δράσουμε ηθικά ή όχι, ο

Καντ επισημαίνει ότι μόνο μέσω μία Ηθικοθεολογίας και όχι μέσω μίας θεωρητικής

θεολογίας είναι δυνατόν να πειστούμε για την ύπαρξη ενός αναγκαίου. μοναδικού και

έλλογου πρώτου όντος. 29

27 Walsh W.H. , Kant’s criticism of metaphysics, εκδ.Edinburg University Press,1975,σελ.235-236 28 Ameriks Karl, Kant’s theory of mind,an Analysis of the Paralogism of Pure

Reason,εκδ:Clarendon Press,Oxford 2000,(σελ 185) 29 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική

Μεθοδολογία , εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999,Α815/Β843

Page 55: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

55

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΝΤΕ ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΑ ΑΞΙΩΜΑΤΑ

Όπως είδαμε μέχρι τώρα, οι υπερβατολογικές ιδέες του θεού, του κόσμου ως όλου, και της

ψυχής, δεν αναφέρονται σε υπάρχοντα αντικείμενα των οποίων μπορούμε να έχουμε κάποια

εμπειρία .Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο ιδέες αυτές είναι εντελώς άχρηστες. Οι ιδέες

παίζουν έναν θετικό ρόλο στην ανθρώπινη γνώση, λειτουργώντας ως κανόνες για την

ερμηνεία της εμπειρίας, δηλαδή ως ρυθμιστικά, παρά συστατικά αξιώματα. Πράγματι, τα

λάθη του λόγου είναι λάθη που προέρχονται από την κατάχρηση αυτού που είναι η νόμιμη

λειτουργία του, δηλ η συστηματική κατανόηση του εξωτερικού κόσμου και των δικών του

ικανοτήτων.

Τα ρυθμιστικά αυτά αξιώματα λειτουργούν ως υποθέσεις που μας επιτρέπουν να

συστηματοποιούμε την εμπειρία. Ο ρόλος τους είναι να μας προτρέπουν διαρκώς να

αναζητούμε μία απόλυτη ενότητα, αν και ποτέ δεν θα μπορέσουμε να την φθάσουμε.Έτσι

λοιπόν η ιδέα ενός κοσμικού όλου μπορεί να μη μπορεί να μας δώσει πληροφορίες για τον

κόσμο καθαυτόν ή για το αν οι σειρές των συνθηκών είναι άπειρες ή περατές, αλλά μπορεί

να λειτουργήσει ως ένας κανόνας που μας συμβουλεύει να μην θέτουμε ποτέ ένα απόλυτο

όριο, αλλά πάντα να συνεχίζουμε την αναζήτηση μας για περαιτέρω συνθήκες σαν οι

σειρές να ήταν ατέρμονες. Κατά τον ίδιο τρόπο, στην τρίτη αντινομία, αυτό που ζητούμε να

αποδείξουμε είναι όπως αναφέραμε ήδη, όχι τόσο η ύπαρξη της ελευθερίας όσο η

δυνατότητά της. Η ύπαρξη της ελευθερίας ή ενός αναγκαίου όντος είναι απλώς μία

υπόθεση η οποία δεν μπορεί να αποδειχθεί, αλλά ούτε και να απορριφθεί από την εμπειρία.

Φυσικά, αν και ο λόγος μπορεί να προμηθεύει το ιδανικό ενός επαρκούς συστήματος

επιστημονικής γνώσης, δεν έχει συστατικό αλλά ρυθμιστικό ρόλο, με την έννοια ότι

δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτή η αναζήτηση θα έχει επιτυχία. Ο Καντ παρόλα αυτά

βλέπει την υπερβατολογική χρήση του λόγου ως βάση της επιστημονικής πρακτικής.

Η εικόνα της επιστήμης δεν είναι αυτή μίας παθητικής συγκέντρωσης δεδομένων

πάνω σε κανονικότητες που παρατηρούνται στην εμπειρία. Ο ανθρώπινος λόγος έχει

έναν ενεργητικό ρόλο, και οι ιδέες μπορούν να δώσουν κατευθυντήριες γραμμές στους

Page 56: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

56

επιστήμονες ,ως προς το που να στρέψουν την προσοχή τους και τι ακριβώς να

προσδοκούν να ανακαλύψουν όταν πειραματίζονται πάνω στην εμπειρία.1

Παρόλα αυτά, οι σύγχρονες εξελίξεις στην επιστημονική πρακτική δείχνουν ότι αυτή

δεν συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με την θεωρία του Καντ. Οι θεωρητικοί επιστήμονες

φαίνεται να μην προχωρούν τόσο με βάση μία συνεχή αναζήτηση συνθηκών, αλλά

μάλλον με την προσπάθεια βελτίωσης ή πλήρης αναθεώρησης θεωριών που έχουν

αποδειχθεί ελλιπείς. Στο πεδίο της ατομικής φυσικής ιδιαίτερα όχι μόνο δεν

δικαιολογείται το πώς οι επιστήμονες είναι υποχρεωμένοι να ανακαλύπτουν όλο και

μικρότερα σωματίδια, αλλά και σύμφωνα με την κβαντική φυσική τα τυχόν νέα μόρια

της ύλης θεωρούνται στοιχειώδη και όχι συστατικά των επομένων.2

Το πρόβλημα αυτό συνδέεται με μία άλλη σημαντική κριτική που έχει γίνει στον

Καντ όσον αφορά στην αρχιτεκτονική της Διαλεκτικής και στο αν οι ιδέες του Λόγου

έχουν όντως μία ρυθμιστική χρήση. Σύμφωνα με αυτήν την κριτική τα προβλήματα της

ψυχολογίας, κοσμολογίας και θεολογίας δεν έχουν τόσο μία σχέση με την δομή του

λόγου, όσο με τα ενδιαφέροντα της εποχής στα οποία ο Καντ ήθελε να απαντήσει.

Η κατηγορία αυτή αφορά περισσότερο και κυρίως το κεφάλαιο της ψυχολογίας και

της θεολογίας. Η έννοια του θεού ως ενός ens realissimum μπορεί να αποτελούσε θέμα

μείζονος σημασίας στους φιλοσόφους της εποχής, αλλά είναι δύσκολο να υποθέσουμε

ότι οι επιστήμονες ιδιαίτερα την σημερινή εποχή λαμβάνουν υπόψη έννοιες όπως αυτή

του πρωταρχικού όντος κατά την διάρκεια των επιστημονικών τους ερευνών. Ο Καντ

προσπαθεί να συνδέσει την έννοια του θεού με κάποια επιστημονικά ρυθμιστικά

αξιώματα, όπως με την ανάγκη να ψάχνουμε για τελεολογικές εξηγήσεις στα φαινόμενα

ή με το αξίωμα της ενότητας που αφορά την αναζήτηση της μέγιστης ενότητας στην

φύση. Όμως ο σύνδεσμος μεταξύ της τελεολογικής έννοιας για την σκόπιμη ενότητα

που υποτίθεται ότι διακρίνει τα φυσικά πράγματα και της θεολογικής έννοιας του θεού

ως σοφού αρχιτέκτονα της φύσης είναι αδύναμος, όπως αδύναμος είναι και ο σύνδεσμος

μεταξύ της περιγραφής του κόσμου υπό την μορφή μίας πυραμίδας που βασίζεται σε

έναν πρωταρχικό νόμο, με τον κόσμο ως το έργο ενός αρχιτέκτονα.3

1 Wartenberg Thomas E, «Reason and the practice of science».στο The Cambridge Companion to

Kant,ed.Paul Guyer,Cambridge University Press,USA 1992,σελ 242-243 2 Strawson P.F., The Bounds of Sense ,An Essay on Kant’s Critique of Pure Reason ,εκδ:Methuen, London,1966,σελ. 203-204 3 Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic, εκδ:Cambridge University Press, Great Britain 1974,σελ 273-4

Page 57: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

57

Επιπλέον όσον αφορά στο κεφάλαιο των παραλογισμών, είναι δύσκολο να δούμε το πώς

το γεγονός ότι η ψυχή είναι μία ουσία, μπορεί να λειτουργήσει ως ένα ρυθμιστικό αξίωμα

που χρειάζεται να προϋποθέσουμε προκειμένου να έχουμε μία κατεύθυνση στην έρευνά

μας. Αντιθέτως μάλλον δυσκολίες μπορεί να μας δημιουργήσει υποβιβάζοντας τον ρόλο του

σώματος στην εξήγηση των φυσικών φαινομένων.

Ακόμα και αν είχε όμως μία ρυθμιστική χρήση αυτή δεν φαίνεται να προέρχεται όπως

υποστήριξε ο Καντ από μία φυσική πλάνη. Το λάθος του λόγου μπορεί να προέρχεται από

μία απλή σειρά νοητικών λαθών,δηλαδή μία σύγχυση γύρω από τον ρόλο και την σημασία

της χρήσης του «Εγώ νοώ», λάθη τα οποία εύκολα μπορούμε να αποφύγουμε ή να

απορρίψουμε αφού τα κατανοήσουμε.4

Ακόμα και η θεωρία του Καντ περί φυσικής πλάνης, φαίνεται μην είναι ιδιαιτέρως πειστική.

Πώς μπορεί ο Καντ να δικαιολογήσει την τάση και παρανόηση του λόγου στο να

υποστασιοποιεί ιδέες; Και μάλιστα πώς αυτή η αυταπάτη είναι τόσο δυνατή ώστε να μην

μπορούμε να την εξαλείψουμε εντελώς ακόμα και αν την αντιληφθούμε ,αλλά απλώς να

μειώσουμε την δύναμή της με την βοήθεια της κριτικής φιλοσοφίας;

Το επιχείρημα του Καντ για την αυταπάτη του Λόγου αποδεικνύεται αδύναμο. Ο Καντ

φαίνεται να πιστεύει ότι ο νους πρέπει να λειτουργεί ψάχνοντας όλο και πιο επαρκείς

εξηγήσεις προκειμένου να είμαστε ικανοί να έχουμε εμπειρίες. Όμως,αν και είναι αλήθεια ότι

ένα ελάχιστο ομοιομορφίας απαιτείται προκειμένου να είναι η εμπειρία μας δυνατή, αυτή η

ομοιομορφία μπορεί αν επιτευχθεί απλώς μέσω της ενότητας που μας προσφέρουν οι

κατηγορίες της νόησης, χωρίς να εξηγείται για ποια αιτία ο λόγος χρειάζεται να συνεχίσει την

αναζήτησή του πέρα από τα όρια της δυνατής εμπειρίας δημιουργώντας μεταφυσικές πλάνες.5

4 Walsh W.H. , Kant’s criticism of metaphysics,εκδ.Edinburg University Press,1975.σελ 195 5όπ.π. σελ 143

Page 58: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

58

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

H Yπερβατολογική Διαλεκτική συνιστά μία απόρριψη της κλασσικής δογματικής

μεταφυσικής και των αποδείξεών της για τα τρία βασικά θέματα της ψυχής, της

ανθρώπινης ελευθερίας και του Θεού. Ο Καντ δείχνει ότι οι μεταφυσικές θέσεις πάνω

σε αυτά τα ζητήματα, αποτελούν αυταπάτες οι οποίες προκαλούνται όταν η έρευνα

του Λόγου μας ξεπερνά τα όρια της δυνατής εμπειρίας.

Παρόλα αυτά, η κριτική του καθαρού λόγου δεν αποτελεί μία πλήρη απαξίωση της

μεταφυσικής, αλλά την θέτει σε μία νέα βάση και της δίνει έναν νέο ρόλο. Η

μεταφυσική πλέον δεν μιλάει για κάποιο ξεχωριστό είδος οντοτήτων, αλλά γίνεται μία

οντολογία καθαρών εννοιών, με σκοπό να καθορίσει τους αναγκαίους νόμους σύμφωνα

με τους οποίους ο λόγος μπορεί να σκεφτεί οποιοδήποτε αντικείμενο.

Ο Καντ λοιπόν είδε την κριτική του καθαρού λόγου ως ένα δοκίμιο στα θεμέλια της

επιστημονικής μεταφυσικής, και μέσω αυτής προσπάθησε να θεμελιώσει ορισμένες

αλήθειες για τα αξιώματα και το εύρος των μαθηματικών και των φυσικών επιστημών,

και να δείξει γιατί αυτά είναι πεδία στα οποία μπορούμε να αποκτήσουμε γνώση σε

αντίθεση με το πεδίο της κλασσικής μεταφυσικής. Αυτό το καταφέρνει μέσω της

έρευνας του ίδιου του ανθρώπινου νου, καταλήγοντας ότι αυτός έχει μία καθορισμένη

δομή και λειτουργεί σύμφωνα με σαφείς νόμους, ενώ η γνώση που μπορεί να αποκτήσει

περιορίζεται από την ίδια του την φύση στο πεδίο των φαινομένων και των

αντικειμένων της δυνατής εμπειρίας μας.

Ο Καντ μας λέει : «αρνήθηκα την γνώση για να δώσω χώρο στην πίστη».Πράγματι, ο

Καντ γράφει την κριτική του καθαρού λόγου με δύο σκοπούς στο νου του. Ναι μεν να

αποδείξει ότι η γνώση πραγμάτων και ουσιών πέραν της εμπειρίας δεν είναι δυνατή μέσω

του θεωρητικού λόγου ,αλλά και τα ίδια τα αξιώματα με τα οποία αυτός ο θεωρητικός

λόγος ξεπερνά τα όρια του, έχουν και την ταυτόχρονη χρήση να προστατέψουν κάτι που

είναι εξίσου σημαντικό για τον Καντ, τον πρακτικό λόγο. Με τον διαχωρισμό του κόσμου

σε φαινόμενα και νοούμενα(τα αντικείμενα όπως συλλαμβάνονται από τον νου μας

καθ’αυτά) η βέβαιη γνώση που μπορούμε αν αποκτήσουμε περιορίζεται αυστηρά στο

πεδίο των φαινομένων, αλλά το πεδίο των νοουμένων παραμένει ως το πεδίο όχι του

θεωρητικού αλλά του πρακτικού λόγου.

Όπως είδαμε στην Υπερβατολογική Διαλεκτική, ναι μεν δεν μπορούμε να

χρησιμοποιήσουμε την εμπειρία μας για να αποδείξουμε την ύπαρξη του θεού,της

ελευθερίας και της αθανασίας της ψυχής, αλλά επίσης δεν μπορούμε μέσω εμπειρίας ούτε

Page 59: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

59

και να αποκλείσουμε την δυνατότητα της ύπαρξης τους. Ο άνθρωπος μπορεί να συνεχίσει

να πιστεύει στην ύπαρξη του Θεού και της ελεύθερης θέλησης έστω και αν δεν μπορεί να

τις αποδείξει με θεωρητικό τρόπο, και αυτές οι έννοιες αποκτούν σημαντική σημασία στο

πεδίο της ηθικής.

Εν τέλει η Κριτική του Καθαρού Λόγου αποτελεί μία προσπάθεια θεμελίωσης της

φυσικομαθηματικής επιστήμης αλλά και προετοιμασία του εδάφους για ένα άλλο σοβαρό

μέλημα του Καντ, την θεμελίωση της ανθρώπινης ελευθερίας και ηθικής, που θα

πραγματευθεί αργότερα στην κριτική του Πρακτικού Λόγου.

Page 60: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

60

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΒΙΒΛΙΑ Al Azm,J.Sadik,The origins of Kant’s arguments in the antinomies,εκδ.Crarendon Press,Oxford,1972 Ameriks Karl, Kant’s theory of mind,an Analysis of the Paralogism of Pure Reason,εκδ:Clarendon Press,Oxford 2000 Βennett Jonathan, Kant’s Dialectic,εκδ:Cambridge University Press,Great Britain 1974 Gottfried Wilhelm Leibniz, Μοναδολογία, εις. Γεράσιμος Βώκος, μετ. Στέφανος Λαζαρίδης, εκδ.Υπερίων,Θεσσαλονίκη,1997 Immanuel Kant,Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική που θα μπορεί να εμφανίζεται ως επιστήμη,εισ-μετ-σχ Γιάννη Τζαβάρα,εκδ.»ΔΩΔΩΝΗ»,Αθήνα-Γιάννινα,1982 Κant Immanuel, Κριτική του καθαρού λόγου Υπερβατική Διαλεκτική και Υπερβατική Μεθοδολογία ,εισ-μετ-παρ Μιχαήλ Φ. Δημητρακόπουλος ,εκδ.[χ.ο.] Αθήνα 1999 Kant Immanuel, Κριτική του Καθαρού Λόγου, μεταφρ Α.Γιανναρας, εκδ.Παπαζήση, Αθήνα 1979 Leibniz,G.W.,Μεταφυσική πραγματεία,εις.-μετ-σχ Παύλου Καιμάκη,εκδ Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1992 Ντεκάρτ Ρενέ, Στοχασμοί περι της πρώτης φιλοσοφίας,μετ-σχ Ευάγγελος Βανταράκης, εκδ Εκρεμμές,Αθήνα 2003 Strawson P.F., The Bounds of Sense ,An Essay on Kant’s Critique of Pure Reason ,εκδ:Methuen,London,1966 Walker Ralph C.S , Kant,the Argument of the Philosophers,εκδ Routledge and Kegan Paul ,London Henley and Boston,1978 Wittgenstein Ludwig, Τractatus Logico Philosophicus,μετ Θανάσης Κιτσόπουλος,εκδ.Παπαζήση,Αθήνα 1978

Page 61: Η καντιανή κριτική της Μεταφυσικής - μεταπτυχιακή εργασία

61

ΑΡΘΡΑ Ballard Edward, «The Kantian solution to the problem of man within

nature»,στο Tulane Studies in Philosophy Vol III,A Symposium on Kant,ed

Martinus Nijhoff, Netherlands,1964

Engel Morris, «Kant’s Refutation of the ontological argument» στο Κant:A collection of

critical essays,ed by Robert Paul Wolff,εκδ Macmillan,London 1968

O’Neill Onora, «Vindicating Reason»,στο The Cambridge Companion to

Kant,ed.Paul Guyer,Cambridge University Press,USA 1992

Schrader George, «The thing in itself in the Kantian philosophy» στο Κant:A

collection of critical essays,ed by Robert Paul Wolff,εκδ Macmillan,London 1968

Todes Samuel, «Knowledge and the Ego:Kant’s three stages of self-evidence»,

στο Κant:A collection of critical essays,ed by Robert Paul Wolff,εκδ Macmillan,

London 1968

Wartenberg Thomas E, «Reason and the practice of science».στο The Cambridge

Companion to Kant,ed.Paul Guyer,Cambridge University Press,USA 1992

Whittemore Robert, «The metaphysics of the seven formulations of the moral

argument»,στο Tulane Studies in Philosophy Vol III,A Symposium on Kant,ed Martinus

Nijhoff,Netherlands,1964