147
Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας Τζορτζ Πόλιτζερ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Τα φιλοσοφικά προβλήματα ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Γιατί πρέπει να μελετάμε τη φιλοσοφία; 2. Η μελέτη της φιλοσοφίας είναι ένα πράγμα δύσκολο; 3. Τι είναι φιλοσοφία; 4. Τι είναι υλιστική φιλοσοφία; 5. Ποιες είναι οι σχέσεις ανάμεσα στον υλισμό και το μαρξισμό; 6. Εκστρατείες της αστικής τάξης ενάντια στο μαρξισμό. 1. Γιατί πρέπει να μελετάμε τη φιλοσοφία; Έχουμε σκοπό στην εργασία αυτή να παρουσιάσουμε και εξηγήσουμε τις στοιχειώδεις αρχές της υλιστικής φιλοσοφίας. Γιατί; Γιατί ο μαρξισμός είναι στενά δεμένος με μια φιλοσοφία και μια μέθοδο: τη φιλοσοφία και τη μέθοδο του διαλεκτικού υλισμού. Είναι λοιπόν απαραίτητο να μελετήσουμε αυτή τη φιλοσοφία και αυτή τη μέθοδο, τόσο για να καταλάβουμε καλά το μαρξισμό και για να αναιρέσουμε τα επιχειρήματα των αστικών θεωριών, όσο και για να αναλάβουμε μια αποτελεσματική πολιτική πάλη. Πραγματικά ο Λένιν είπε: «Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα» 1 . Αυτό σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι πρέπει να συνδέσουμε τη θεωρία με την πράξη. Τι είναι η πράξη; Είναι η ενέργεια για την πραγμάτωση. Λόγου χάρη η βιομηχανία, η γεωργία πραγματώνουν (δηλαδή εφαρμόζουν στην πραγματικότητα) ορισμένες θεωρίες (τις χημικές θεωρίες, τις φυσικές ή βιολογικές). Τι είναι η θεωρία; Είναι η γνώση αυτών που θέλουμε να πραγματώσουμε. 1 Β. Λένιν. Τι να κάνουμε; Κοινωνικές Εκδόσεις, Παρίσι, 1947, σελ. 26.

Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Τζορτζ Πόλιτζερ - Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Citation preview

Page 1: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Τζορτζ Πόλιτζερ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Τα φιλοσοφικά προβλήματα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Γιατί πρέπει να μελετάμε τη φιλοσοφία;

2. Η μελέτη της φιλοσοφίας είναι ένα πράγμα δύσκολο;

3. Τι είναι φιλοσοφία;

4. Τι είναι υλιστική φιλοσοφία;

5. Ποιες είναι οι σχέσεις ανάμεσα στον υλισμό και το μαρξισμό;

6. Εκστρατείες της αστικής τάξης ενάντια στο μαρξισμό.

1. Γιατί πρέπει να μελετάμε τη φιλοσοφία;

Έχουμε σκοπό στην εργασία αυτή να παρουσιάσουμε και εξηγήσουμε τις στοιχειώδεις αρχές της υλιστικής

φιλοσοφίας.

Γιατί; Γιατί ο μαρξισμός είναι στενά δεμένος με μια φιλοσοφία και μια μέθοδο: τη φιλοσοφία και τη μέθοδο

του διαλεκτικού υλισμού. Είναι λοιπόν απαραίτητο να μελετήσουμε αυτή τη φιλοσοφία και αυτή τη μέθοδο,

τόσο για να καταλάβουμε καλά το μαρξισμό και για να αναιρέσουμε τα επιχειρήματα των αστικών

θεωριών, όσο και για να αναλάβουμε μια αποτελεσματική πολιτική πάλη.

Πραγματικά ο Λένιν είπε: «Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα»1. Αυτό

σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι πρέπει να συνδέσουμε τη θεωρία με την πράξη.

Τι είναι η πράξη; Είναι η ενέργεια για την πραγμάτωση. Λόγου χάρη η βιομηχανία, η γεωργία

πραγματώνουν (δηλαδή εφαρμόζουν στην πραγματικότητα) ορισμένες θεωρίες (τις χημικές θεωρίες, τις

φυσικές ή βιολογικές).

Τι είναι η θεωρία; Είναι η γνώση αυτών που θέλουμε να πραγματώσουμε.

Μπορεί κανείς να μην είναι παρά μόνο πρακτικός –αλλά τότε δημιουργεί από ρουτίνα. Μπορεί κανείς να

μην είναι παρά μόνο θεωρητικός –αλλά τότε αυτό που σκέφτεται είναι συχνά απραγματοποίητο. Πρέπει

λοιπόν να υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη. Όλο το ζήτημα είναι να γνωρίζουμε,

ποια πρέπει να είναι αυτή η θεωρία και τι λογής πρέπει να είναι η σύνδεσή της με την πράξη. Νομίζουμε

πως ο αγωνιστής εργάτης χρειάζεται μια μέθοδο ανάλυσης και σωστού συλλογισμού για να μπορέσει να

κάνει μια σωστή επαναστατική πράξη˙ πως του χρειάζεται μια μέθοδος που δεν θα είναι δόγμα που του

δίνει έτοιμες λύσεις, αλλά μια μέθοδος που λαβαίνει υπόψη της τα γεγονότα και τις συνθήκες που δεν είναι

ποτέ οι ίδιες, μια μέθοδος που ποτέ δεν χωρίζει τη θεωρία από την πράξη, το στοχασμό από τη ζωή. Αυτή

1 Β. Λένιν. Τι να κάνουμε; Κοινωνικές Εκδόσεις, Παρίσι, 1947, σελ. 26.

Page 2: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

η μέθοδος λοιπόν περιέχεται μέσα στη φιλοσοφία του διαλεκτικού υλισμού, τη βάση του μαρξισμού, που

έχουμε σκοπό να εξηγήσουμε.

2. Η μελέτη της φιλοσοφίας είναι ένα πράγμα δύσκολο;

Επικρατεί η γνώμη ότι η μελέτη της φιλοσοφίας είναι για τους εργάτες γεμάτη δυσκολίες και απαιτεί ειδικές

γνώσεις. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο τρόπος που είναι συνταγμένα τα αστικά εγχειρίδια είναι ότι

χρειάζεται για να τους ενισχύσει την αντίληψη αυτή και δεν μπορεί παρά να τους αποθαρρύνει.

Δεν έχουμε την πρόθεση ν’ αρνηθούμε τις δυσκολίες που έχει η μελέτη γενικά, και ειδικά η μελέτη της

φιλοσοφίας˙ αλλά αυτές οι δυσκολίες ξεπερνιούνται πέρα για πέρα και προέρχονται βασικά από το

γεγονός, ότι πρόκειται για πράγματα καινούργια για πολλούς από τους αναγνώστες μας. Άλωστε

καθορίζοντας από την αρχή με μεγαλύτερη ακρίβεια τα πράγματα, θα τους καλέσουμε να αναθεωρήσουν

μερικούς ορισμούς λέξεων που έχουν πάρει διαφορετική έννοια στη γλώσσα που μιλάμε.

3. Τι είναι φιλοσοφία;

Συνήθως εννοούν με τη λέξη φιλόσοφος: ή αυτόν που ζει στα σύννεφα ή αυτόν που παίρνει τα πράγματα

από την καλή τους όψη, αυτόν που δεν πολυσκοτίζεται. Ωστόσο, ολωσδιόλου αντίθετα, φιλόσοφος είναι

αυτός που θέλει να δώσει ακριβείς απαντήσεις σε ορισμένα ζητήματα. Και αν δεχτούμε ότι η φιλοσοφία

θέλει να δώσει μιας εξήγηση στα προβλήματα του κόσμου (από που προέρχεται ο κόσμος; που πάμε;

Κλπ), βλέπουμε ότι ο φιλόσοφος ασχολείται με πολλά πράγματα και, αντίθετα απ’ ότι λέγεται, σκοτίζεται

και μάλιστα με το παραπάνω.

Θα πούμε λοιπόν, για να δώσουμε ορισμό στη φιλοσοφία, ότι αυτή επιδιώκει να εξηγήσει το σύμπαν, τη

φύση, ότι είναι η μελέτη των πιο γενικών προβλημάτων. Τα προβλήματα τα λιγότερο γενικά μελετιούνται

από τις επιστήμες. Η φιλοσοφία είναι λοιπόν μια προέκταση των επιστημών, με την έννοια ότι στηρίζεται

στις επιστήμες και εξαρτιέται απ’ αυτές.

Προσθέτουμε αμέσως ότι η μαρξιστική φιλοσοφία προσφέρει μια μέθοδο λύσης όλων των προβλημάτων

και ότι αυτή η μέθοδος βασίζεται σ’ αυτό που ονομάζουμε: ο υλισμός.

4. Τι είναι υλιστική φιλοσοφία;

Και εδώ επίσης υπάρχει μια σύγχυση που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε αμέσως˙ συνήθως εννοούν με τη

λέξη υλιστής αυτόν που δεν σκέφτεται παρά μόνο την απόλαυση των υλικών αγαθών.

Λογοπαίζοντας με τον υλισμό -που περιέχει τη λέξη ύλη- φτάσανε στο σημείο να του δώσουν ένα νόημα

ολότελα λαθεμένο.

Μελετώντας τον υλισμό – στην επιστημονική έννοια της λέξης – θα φτάσουμε να του ξαναδώσουμε την

αληθινή του σημασία.

Τίποτα δεν εμποδίζει, καθώς θα δούμε, όταν είσαι υλιστής να έχεις ένα ιδανικό και να παλεύεις για το

θρίαμβό του.

Είπαμε ότι η φιλοσοφία έχει σκοπό να δώσει μιαν εξήγηση στα πιο γενικά προβλήματα του κόσμου. Αλλά,

στις διάφορες περιόδους της ιστορίας της ανθρωπότητας. Αυτή η εξήγηση δεν ήταν πάντοτε η ίδια.

Page 3: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Οι πρώτοι άνθρωποι προσπάθησαν πολύ να εξηγήσουν τη φύση, τον κόσμο, αλλά δεν τα κατάφεραν.

Γιατί αυτό που επιτρέπει να εξηγήσουμε τον κόσμο και τα φαινόμενα που βλέπουμε γύρω μας, είναι οι

επιστήμες˙ όμως οι ανακαλύψεις, που επέτρεψαν στις επιστήμες να προοδεύσουν, είναι πολύ πρόσφατες.

Η άγνοια λοιπόν των πρωτόγονων ανθρώπων ήταν ένα εμπόδιο στις αναζητήσεις τους. Για τούτο

βλέπουμε στην πορεία της ιστορίας να εμφανίζονται, εξ αιτίας αυτής της άγνοιας, οι θρησκείες που θέλουν

και αυτές με τη σειρά τους να εξηγήσουν τον κόσμο, ανατρέχοντας όμως σε δυνάμεις υπερφυσικές.

Αυτή είναι μια ερμηνεία αντιεπιστημονική. Επειδή όμως, σιγά – σιγά στο πέρασμα των αιώνων, η

επιστήμη αναπτύσσεται, οι άνθρωποι προσπαθούν να ερμηνεύσουν τον κόσμο ξεκινώντας από τα υλικά

γεγονότα, με βάση την επιστημονική πείρα. Και από εδώ ακριβώς, από αυτή την προσπάθεια να

ερμηνεύσουμε τα πράγματα επιστημονικά, γεννιέται η υλιστική φιλοσοφία.

Θα μελετήσουμε, στις σελίδες που θα ακολουθήσουν, το τι είναι υλισμός, αλλά από τώρα πρέπει να

συγκρατήσουμε ότι ο υλισμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά η επιστημονική εξήγηση του σύμπαντος.

Μελετώντας την ιστορία της υλιστικής φιλοσοφίας θα δούμε πόσο σκληρή και δύσκολη ήταν η πάλη

ενάντια στην άγνοια. Άλλωστε πρέπει να παρατηρήσουμε ότι και στις μέρες μας αυτός ο αγώνας δεν έχει

τελειώσει, αφού ο υλισμός και η άγνοια εξακολουθούν να υπάρχουν και οι δυό ο ένας πλάι στον άλλον.

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς παρουσιάζονται στο κέντρο της πάλης αυτής. Κατανοώντας τη σημασία των

μεγάλων ανακαλύψεων του 19ου αιώνα, επέτρεψαν στην υλιστική φιλοσοφία να κάνει τεράστιες προόδους

στην επιστημονική εξήγηση του σύμπαντος. Με τον τρόπο αυτό γεννήθηκε ο διαλεκτικός υλισμός.

Ύστερα, πρώτοι αυτοί κατάλαβαν ότι οι νόμοι που κυβερνάν τον κόσμο επιτρέπουν επίσης να εξηγήσουμε

την πορεία των κοινωνιών˙ έτσι διατύπωσαν την περίφημη θεωρία του ιστορικού υλισμού.

Έχουμε σκοπό να μελετήσουμε στην εργασία αυτή πρώτα τον υλισμό, ύστερα τον διαλεχτικό υλισμό και,

τέλος, τον ιστορικό υλισμό. Αλλά πρώτ’ απ’ όλα, θα ξεκαθαρίσουμε τις σχέσεις ανάμεσα στον υλισμό και

στον μαρξισμό.

5. Ποιες είναι οι σχέσεις ανάμεσα στον υλισμό και στον μαρξισμό;

Μπορούμε να τις συνοψίσουμε με τον ακόλουθο τρόπο:

1. Η φιλοσοφία του υλισμού αποτελεί τη βάση του μαρξισμού.

2. Η υλιστική αυτή φιλοσοφία, που θέλει να δώσει μια επιστημονική εξήγηση στα προβλήματα του

κόσμου, προοδεύει στην πορεία της ιστορίας ταυτόχρονα με τις επιστήμες. Συνεπώς ο μαρξισμός

προέρχεται από τις επιστήμες, στηρίζεται σ’ αυτές και εξελίσσεται μ’ αυτές.

3. Πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς παρουσιάστηκαν πολλές φορές και κάτω από διάφορες

μορφές υλιστικές φιλοσοφίες. Αλλά στον 19ο αιώνα, που οι επιστήμες κάνανε ένα μεγάλο βήμα

προς τα εμπρός, ο Μαρξ και ο Ένγκελς ανανέωσαν αυτόν τον παλιό υλισμό, αυτόν που

ονομάζουμε διαλεχτικό υλισμό και που αποτελεί τη βάση του μαρξισμού.

Βλέπουμε με τις λίγες αυτές εξηγήσεις ότι η φιλοσοφία του υλισμού, αντίθετα απ’ ό,τι υποστηρίζεται, έχει

ιστορία. Η ιστορία αυτή είναι στενά δεμένη με την ιστορία των επιστημών. Ο μαρξισμός βασιζόμενος στον

υλισμό δεν βγήκε από το κεφάλι ενός μόνο ανθρώπου. Είναι η κατάληξη, η συνέχεια του παλιού υλισμού,

που ήταν ήδη πολύ προχωρημένος στον Ντιντερό. Ο μαρξισμός είναι η ανάπτυξη του εξελιγμένου από

τους εγκυκλοπαιδιστές του 18ου αιώνα υλισμού, και πλουτίστηκε από τις μεγάλες ανακαλύψεις του 19ου

αιώνα. Ο μαρξισμός είναι μια ζωντανή θεωρία. Και για να δείξουμε αμέσως με ποιόν τρόπο αντιμετωπίζει

Page 4: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

τα προβλήματα θα πάρουμε ένα παράδειγμα, που γνωρίζει όλος ο κόσμος: το πρόβλημα της πάλης των

τάξεων.

Τι σκέφτονται οι άνθρωποι πάνω στο ζήτημα αυτό; Άλλοι νομίζουν πως η υπεράσπιση του ψωμιού δεν

εξαρτιέται από την πολιτική πάλη. Άλλοι νομίζουν πως φτάνει να υψώνουν τη γροθιά τους στο δρόμο και

αρνιούνται την αναγκαιότητα της οργάνωσης. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι μόνο η πολιτική πάλη θα δώσει

μια λύση στο ζήτημα αυτό. Για τον μαρξιστή η πάλη των τάξεων περιλαμβάνει: α) πάλη οικονομική, β)

πάλη πολιτική και γ) πάλη ιδεολογική.

Το ζήτημα λοιπόν πρέπει να εξεταστεί ταυτόχρονα πάνω σ’ αυτά τα τρία πεδία.

α) Δεν μπορεί κανείς να παλεύει για το ψωμί (οικονομική πάλη) χωρίς να παλεύει για την ειρήνη (πολιτική

πάλη) και χωρίς να υπερασπίζεται την ελευθερία (πάλη ιδεολογική)

β) Το ίδιο συμβαίνει με τον πολιτικό αγώνα, που, μετά τον Μαρξ, έγινε πραγματική επιστήμη: είμαστε

υποχρεωμένοι να λαβαίνουμε υπόψη ταυτόχρονα την οικονομική κατάσταση και τα ιδεολογικά ρεύματα

για να καταπιαστούμε με μια τέτοια πάλη

γ) Όσο για την ιδεολογική πάλη που εκδηλώνεται με την προπαγάνδα, πρέπει να λάβουμε υπόψη, για να

είναι αποτελεσματική, την οικονομική και πολιτική κατάσταση.

Βλέπουμε λοιπόν ότι όλα αυτά τα προβλήματα είναι στενά δεμένα και με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη

μπορούμε να πάρουμε απόφαση μπρος σε οποιαδήποτε όψη του μεγάλου αυτού προβλήματος της

πάλης των τάξεων – σε μια απεργία, για παράδειγμα – χωρίς να λάβουμε υπόψη κάθε δεδομένο του

προβλήματος και το ίδιο το πρόβλημα στην ολότητά του.

Αυτός λοιπόν, που θα είναι ικανός να παλέψει σε όλα τα πεδία, είναι εκείνος που θα δώσει στην κίνηση

την καλύτερη κατεύθυνση. Έτσι αντιλαμβάνεται ένας μαρξιστής το πρόβλημα της πάλης των τάξεων. Στον

ιδεολογικό αγώνα, που είμαστε υποχρεωμένόι να διεξάγουμε καθημερινά, βρισκόμαστε μπρος σε

δυσκολόλυτα προβλήματα: αθανασία της ψυχής, ύπαρξη του Θεού, προέλευση του κόσμου κλπ. Ο

διαλεχτικός υλισμός είναι εκείνος που θα μας δώσει μια μέθοδο συλλογισμού, που θα μας επιτρέψει να

λύσουμε όλα αυτά τα προβλήματα, και ακόμα να ξεσκεπάσουμε όλες τις εκστρατείες των πλαστογράφων

του μαρξισμού, που ισχυρίζονται ότι τον συμπληρώνουν και τον ανανεώνουν.

7. Οι εκστρατείες της αστικής τάξης ενάντια στον μαρξισμό

Αυτές οι προσπάθειες παραποίησης στηρίζονται σε πολλών ειδών βάσεις. Προσπαθούν να ορθώσουν

ενάντια στο μαρξισμό τους σοσιαλιστές συγγραφείς της προμαρξιστικής (πριν τον Μαρξ) περιόδου. Γι’

αυτό ακριβώς βλέπουμε να χρησιμοποιούν πολύ συχνά ενάντια στον Μαρξ τους «ουτοπιστές». Άλλοι

χρησιμοποιούν τον Προυντόν˙ άλλοι αντλούν από τους προ του πολέμου του 1914 αναθεωρητές (μ’ όλο

που ο Λένιν τους έχει αναιρέσει υποδειγματικά). Αλλά αυτό που κύρια πρέπει να υπογραμμίσουμε είναι η

συνομωσία της σιωπής που κάνει η αστική τάξη ενάντια στο μαρξισμό. Έκανε ιδιαίτερα το παν για να

εμποδίσει να γίνει γνωστή η φιλοσοφία του υλισμού με τη μαρξιστική της μορφή. Ιδιαίτερα εκπληκτικό ως

προς αυτό είναι το σύνολο της φιλοσοφικής διδασκαλίας, όπως παραδίνεται στη Γαλλία.

Στα ιδρύματα της μέσης παιδείας διδάσκουν τη φιλοσοφία. Αλλά μπορεί κανείς να παρακολουθήσει όλη

αυτή τη διαδικασία, χωρίς ποτέ να μάθει ότι υπάρχει μια υλιστική φιλοσοφία επεξεργασμένη από τον Μαρξ

και τον Ένγκελς. Όταν, στα φιλοσοφικά εγχειρίδια, μιλάν για υλισμό (μια και είναι υποχρεωμένοι να

μιλήσουν), γίνεται πάντοτε λόγος για τον μαρξισμό και τον υλισμό μ’ έναν τρόπο που τους ξεχωρίζει.

Γενικά παρουσιάζουν τον μαρξισμό μόνο σαν μια πολιτική θεωρία. Και, όταν μιλάνε για τον ιστορικό

Page 5: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

υλισμό, δεν μιλάν με την ευκαιρία αυτή για τη φιλοσοφία του υλισμού. Γενικά αγνοούν πέρα για πέρα τον

διαλεχτικό υλισμό.

Αυτή η κατάσταση δεν υπάρχει μόνο στα σχολεία και στα γυμνάσια. Είναι ακριβώς η ίδια και στα

Πανεπιστήμια. Το γεγονός, το πιο χαρακτηριστικό, είναι το ότι μπορεί κανείς στη Γαλλία να είναι ένας

«ειδικός» της φιλοσοφίας, εφοδιασμένος με τα ανώτατα διπλώματα που προσφέρουν τα γαλλικά

Πανεπιστήμια, χωρίς να γνωρίζει ότι ο μαρξισμός έχει μια φιλοσοφία που είναι ο υλισμός, και χωρίς να

ξέρει ότι ο κατά παράδοση υλισμός έχει μια σύγχρονη μορφή, που είναι ο μαρξισμός, ή διαλεχτικός

υλισμός.

Εμείς επιδιώκουμε ν’ αποδείξουμε ότι ο μαρξισμός περιλαβαίνει μια γενική αντίληψη, όχι μόνο της

κοινωνίας αλλά και ολόκληρου του σύμπαντος. Αντίθετα λοιπόν μ’ αυτό που ισχυρίζονται μερικοί, είναι

ανώφελο να συγχυζόμαστε για το μεγάλο μειονέκτημα του μαρξισμού που είναι τάχα η έλλειψη της

φιλοσοφίας και ν’ αναζητούμε, όπως ορισμένοι θεωρητικοί της εργατικής κίνησης, αυτή τη φιλοσοφία που

δεν έχει ο μαρξισμός. Γιατί ο μαρξισμός έχει μια φιλοσοφία που είναι ο διαλεχτικός υλισμός.

Πέρα όμως απ’ όλα αυτά, παρ’ όλη τη συνομωσία της σιωπής, παρ’ όλες τις παραποιήσεις που έγιναν και

τις προφυλάξεις που πάρθηκαν από τις κρατούσες τάξεις, ο μαρξισμός και η φιλοσοφία του αρχίζουν να

γίνονται ολοένα και περισσότερο γνωστοί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΑΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

1. Πως πρέπει ν’ αρχίσουμε τη μελέτη της φιλοσοφίας;

2. Δύο τρόποι ερμηνείας του κόσμου

3. Η ύλη και το πνεύμα

4. Τι είναι ύλη; Τι είναι πνεύμα;

5. Το θεμελιακό ζήτημα ή πρόβλημα της φιλοσοφίας

6. Ιδεαλισμός ή υλισμός;

1. Πώς ν’ αρχίσουμε τη μελέτη της φιλοσοφίας;

Στην εισαγωγή μας είπαμε και επαναλάβαμε ότι η φιλοσοφία του διαλεχτικού υλισμού είναι η βάση του

μαρξισμού.

Σκοπός μας είναι η μελέτη της φιλοσοφίας αυτής. Αλλά για να φτάσουμε στον σκοπό αυτό, πρέπει να

προχωρήσουμε κατά στάδια.

Όταν μιλάμε για διαλεχτικό υλισμό, έχουμε μπροστά μας δυό λέξεις: υλισμός και διαλεχτικός, που σημαίνει

ότι ο υλισμός είναι διαλεχτικός. Ξέρουμε ότι πριν από το Μαρξ και τον Ένγκελς ο υλισμός υπήρχε ήδη,

αλλά αυτοί ακριβώς με τη βοήθεια των ανακαλύψεων του 19ου αιώνα μετέβαλαν τον υλισμό αυτό και

δημιούργησαν τον «διαλεχτικό» υλισμό.

Θα εξετάσουμε αργότερα την έννοια της λέξης «διαλεχτικός», που δηλώνει τη νεώτερη μορφή του

υλισμού.

Ωστόσο, αφού πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς υπήρχαν υλιστές φιλόσοφοι (π.χ. ο Ντιντερό στον 18ο

αιώνα) και αφού υπάρχουν κοινά σημεία σε όλους τους υλιστές, πρέπει να μελετήσουμε την ιστορία του

Page 6: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

υλισμού, προτού φτάσουμε στον διαλεχτικό υλισμό. Πρέπει επίσης να γνωρίσουμε ποιες είναι οι

αντιλήψεις που αντιτάσσουν στον υλισμό οι αντίπαλοί του.

2. Δυό τρόποι ερμηνείας του κόσμου.

Είδαμε ότι η φιλοσοφία είναι «η μελέτη των πιο γενικών προβλημάτων» και ότι έχει σκοπό να εξηγήσει τον

κόσμο, τη φύση, τον άνθρωπο.

Αν ανοίξουμε ένα αστικό εγχειρίδιο φιλοσοφίας, σαστίζουμε από το πλήθος των διάφορων φιλοσοφιών

που συναντούμε εκεί μέσα. Καθορίζονται από σύνθετα ονόματα λίγο ως πολύ μπερδεμένα, που

τελειώνουν σε «ισμός»: ιντελλεκτουαλισμός, σπιριτουαλισμός κλπ., και αυτό το πλήθος δημιουργεί τη

σύγχυση. Η αστική τάξη άλλωστε, δεν κατέβαλε καμιά προσπάθεια για να φωτίσει την κατάσταση, μάλιστα

έκανε το κάθε τι για να τη συσκοτίσει περισσότερο. Αλλά μπορούμε ήδη να διαχωρίσουμε όλα αυτά τα

συστήματα και να διακρίνουμε δύο μεγάλα ρεύματα, δύο αντιλήψεις καθαρά αντίθετες:

α) Την επιστημονική αντίληψη

β) Τη μη επιστημονική αντίληψη του κόσμου.

3. Η ύλη και το πνεύμα

Μόλις οι φιλόσοφοι καταπιάστηκαν να ερμηνεύσουν τα πράγματα του κόσμου, τη φύση και τον άνθρωπο,

το κάθε τι που μας περιβάλλει, ήρθαν στην ανάγκη να κάνουν διακρίσεις. Διαπιστώνουμε εμείς οι ίδιοι ότι

υπάρχουν πράγματα, αντικείμενα, που είναι υλικά, που τα βλέπουμε και τα αγγίζουμε. Ύστερα, άλλα

πράγματα που δεν βλέπουμε και δεν μπορούμε να τα αγγίξουμε, ούτε να τα μετρήσουμε, όπως πχ. οι

ιδέες μας. Ταξινομούμε λοιπόν έτσι τα πράγματα: από τη μια μεριά αυτά που είναι υλικά˙ από την άλλη

μεριά αυτά που δεν είναι υλικά και που ανήκουν στον τομέα του πνεύματος, της σκέψης, των ιδεών.

Με τον τρόπο αυτό οι φιλόσοφοι βρέθηκαν μπρος στην ύπαρξη της έννοιας της ύλης και του πνεύματος.

4. Τι είναι ύλη; Τι είναι πνεύμα;

Αμέσως παραπάνω είδαμε μ’ έναν γενικό τρόπο, πως οδηγηθήκαμε στο να ταξινομήσουμε τα πράγματα,

ανάλογα με το αν είναι ύλη ή πνεύμα. Αλλά πρέπει να διευκρινίσουμε ότι αυτή η διάκριση γίνεται κάτω

από διαφορετικές μορφές και με διαφορετικές λέξεις.

Έτσι λοιπόν, αντί να μιλάμε για πνεύμα, μιλάμε το ίδιο καλά για τη σκέψη μας, τις ιδέες μας, τη συνείδησή

μας, την ψυχή, όπως επίσης μιλώντας για τη φύση, τον κόσμο, τη γη, για το είναι, αναφερόμαστε πάντοτε

στην ύλη.

Έτσι ακόμα σαν μιλά ο Ένγκελς στο βιβλίο του «Λουδοβίκος Φόϋερμπάχ» για το «είναι» και τη σκέψη, το

«είναι» δηλώνει την ύλη, η σκέψη είναι το πνεύμα. Για να καθορίσουμε το τι είναι η σκέψη ή το πνεύμα, και

το «είναι» ή η ύλη λέμε:

Η σκέψη είναι η ιδέα που σχηματίζουμε για τα πράγματα. Ορισμένες από αυτές τις ιδέες μας έρχονται

συνήθως από τις αισθήσεις μας και ανταποκρίνονται σε υλικά πράγματα. Άλλες ιδέες, όπως η ιδέα του

Θεού, της φιλοσοφίας, του άπειρου, αυτής της ίδιας της σκέψης, δεν ανταποκρίνονται σε υλικά πράγματα.

Κείνο που πρέπει κύρια να συγκρατήσουμε εδώ, είναι ότι έχουμε ιδέες, σκέψεις, αισθήματα γιατί βλέπουμε

και αισθανόμαστε.

Page 7: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Η ύλη ή «είναι» αποτελεί αυτό που οι αισθήσεις μας και οι αντιλήψεις μας μάς δείχνουν και μας

παρουσιάζουν, είναι, με μια γενική έκφραση, κάθε τι που μας περιβάλλει, αυτό που ονομάζουμε

«εξωτερικό κόσμο». Παράδειγμα: Το φύλλο χαρτί που έχω μπροστά μου είναι άσπρο. Το ότι ξέρω πως

είναι άσπρο είναι μια ιδέα και οι αισθήσεις μου μου δίνουν την ιδέα αυτή. Αλλά η ύλη είναι το ίδιο το φύλλο

από μόνο του.

Για τον λόγο αυτό ακριβώς, όταν οι φιλόσοφοι μιλάν για τις σχέσεις ανάμεσα στο «είναι» και στη σκέψη, ή

ανάμεσα στο πνεύμα και στην ύλη, ή ανάμεσα στη συνείδηση και στον εγκέφαλο κλπ., όλα αυτά αφορούν

το ίδιο ζήτημα και σημαίνουν: Ποιο είναι ανάμεσα στην ύλη και στο πνεύμα, το «είναι» ή τη σκέψη, το πιο

σημαντικό, αυτό που κυριαρχεί στο άλλο, τέλος, αυτό που υπήρξε πρώτο; Αυτό ακριβώς είναι εκείνο που

ονομάζουμε:

5. Το θεμελιακό ζήτημα ή πρόβλημα της φιλοσοφίας.

Ο καθένας μας θ’ αναρωτήθηκε τι γινόμαστε μετά το θάνατο, από που βαστάει ο κόσμος, πώς

σχηματίστηκε η γη. Και μας είναι δύσκολο να δεχτούμε ότι πάντα υπήρχε κάτι. Έχουμε την τάση να

νομίζουμε πως σε μια ορισμένη στιγμή δεν υπήρχε τίποτα. Γι’ αυτόν τον λόγο ακριβώς είναι πιο εύκολο να

πιστέψουμε αυτό που διδάσκει η θρησκεία: «Και πνεύμα εφέρετο υπεράνω του σκότους ... ύστερα ήρθε η

ύλη».

Το ίδιο αναρωτιόμαστε που βρίσκονται οι σκέψεις μας, και έτσι μπαίνει για μας το πρόβλημα των σχέσεων

που υπάρχουν ανάμεσα στο πνεύμα και στην ύλη, ανάμεσα στον εγκέφαλο και τη σκέψη. Υπάρχουν

άλλωστε πολλοί άλλοι τρόποι για να εκφραστεί το πρόβλημα τούτο. Λόγου χάρη ποιες είναι οι σχέσεις

ανάμεσα στο να θέλουμε και στο να μπορούμε. Το να θέλουμε αναφέρεται στο πνεύμα, στη σκέψη. Το να

μπορούμε αναφέρεται στο κατορθωτό, στην ύπαρξη, στην ύλη. Συναντάμε επίσης συχνά το ζήτημά των

σχέσεων ανάμεσα στην «κοινωνική συνείδηση» και την «κοινωνική ύπαρξη».

Το βασικό πρόβλημα της φιλοσοφίας παρουσιάζεται λοιπόν κάτω από διαφορετικές όψεις και

αντιλαμβανόμαστε πόσο είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε πάντα τον τρόπο με τον οποίο μπαίνει το

πρόβλημα αυτό των σχέσεων της ύλης και του πνεύματος, γιατί ξέρουμε ότι δεν μπορούν να υπάρξουν

παρά μόνον δύο απαντήσεις στο ζήτημα αυτό:

1. Μια απάντηση επιστημονική

2. Μια απάντηση όχι επιστημονική.

6. Ιδεαλισμός ή υλισμός.

Με τον τρόπο αυτόν ακριβώς οι φιλόσοφοι οδηγήθηκαν στο να πάρουν θέση σ’ αυτό το σημαντικό ζήτημα.

Οι πρωτόγονοι άνθρωποι, ολότελα άμαθοι, μη έχοντας καμιά γνώση του κόσμου και του ίδιου του εαυτού

τους, μη διαθέτοντας κανένα τεχνικό μέσο για να επενεργήσουν πάνω στον κόσμο, αποδίδανε σε

υπερφυσικά όντα την ευθύνη του κάθε πράγματος που τους ξάφνιαζε. Μέσα στη φαντασία τους, που

φούντωνε από τα όνειρα, όπου έβλεπαν να ξαναζούν οι φίλοι τους και αυτοί οι ίδιοι, φτάσανε στην

αντίληψη ότι καθένας από μας είχε μια διπλή ύπαρξη. Ταραγμένοι απ’ αυτήν την ιδέα της «διπλής»

ύπαρξης, έφτασαν να πιστέψουν ότι η σκέψη τους και τα αισθήματά τους παράγονταν όχι από «τα ίδια

Page 8: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

τους τα σώματα, αλλά από μια ανεξάρτητη ψυχή που κατοικεί μέσα σ’ αυτό το κορμί και που τ’ αφήνει τη

στιγμή που πεθαίνει».2

Σε συνέχεια γεννήθηκε αυτή η ιδέα της αθανασίας της ψυχής και μιας ζωής του πνεύματος που είναι

δυνατό να υπάρχει έξω από την ύλη.

Κατά τον ίδιο τρόπο η αδυναμία τους, ο φόβος τους, μπρος στις δυνάμεις της φύσης, μπροστά σε όλα τα

φαινόμενα που δεν καταλάβαιναν και που η κατάσταση της τεχνικής δεν τους επέτρεπε να υποτάξουν

(βλάστηση, θύελλες, πλημμύρες κλπ) τους οδηγούσε να υποθέτουν ότι, πίσω απ’ αυτές τις δυνάμεις,

υπάρχουν όντα παντοδύναμα, «πνεύματα» ή «θεοί» ευεργετικά ή κακοποιά αλλά, σε κάθε περίπτωση,

ιδιότροπα. Για τον ίδιο λόγο πίστευαν στους θεούς, σε όντα πιο δυνατά από τους ανθρώπους, αλλά τους

φανταζόντουσαν με μορφή ανθρώπων ή ζώων, σαν σώματα υλικά. Μόνο πολύ αργότερα οι ψυχές και οι

θεοί (ύστερα ο μόνος θεός που έχει αντικαταστήσει τους θεούς) θεωρήθηκαν σαν καθαρά πνεύματα.

Φτάσανε λοιπόν στην ιδέα πως υπάρχουνε στην πραγματικότητα πνεύματα με ζωή ολότελα ιδιαίτερη,

άσχετη σε όλα της απ’ τη ζωή των σωμάτων, και που δεν έχουν ανάγκη από σώματα για να υπάρξουν.

Ύστερα αυτό το ζήτημα εκφράστηκε μ’ έναν τρόπο πιο ακριβή σε εξάρτηση με τη θρησκεία με την

ακόλουθη μορφή: «ο κόσμος φτιάχτηκε από το θεό ή υπάρχει ανέκαθεν; Σύμφωνα με την τέτοια ή τέτοια

απάντησή τους στην ερώτηση αυτή, οι φιλόσοφοι χωρίζονται σε δύο μεγάλα στρατόπεδα».3

Αυτοί που ήταν οπαδοί της όχι επιστημονικής ερμηνείας και παραδέχονταν τη δημιουργία του κόσμου από

τον θεό, υποστήριζαν δηλ. ότι το πνεύμα δημιούργησε την ύλη, αποτελούσαν το στρατόπεδο του

ιδεαλισμού.

Οι άλλοι, που ζητούσαν να δώσουν μια επιστημονική ερμηνεία του κόσμου και που φρονούσαν ότι η

φύση, η ύλη υπήρξε το πρωταρχικό στοιχείο, ανήκαν στις διάφορες σχολές του υλισμού.

Στην ουσία, οι δύο αυτές εκφράσεις, ιδεαλισμός και υλισμός, δεν σημαίνουν τίποτ’ άλλο απ’ αυτό.

Ο ιδεαλισμός και ο υλισμός είναι λοιπόν δύο αντίθετες και αντιφάσκουσες απαντήσεις στο θεμελιακό

πρόβλημα της φιλοσοφίας.

Ο ιδεαλισμός είναι η όχι επιστημονική αντίληψη του κόσμου. Ο υλισμός είναι η επιστημονική αντίληψη του

κόσμου.

Θα δούμε παραπέρα τις αποδείξεις της θέσης αυτής, αλλά μπορούμε να πούμε και από τώρα, ότι αν

κανείς διαπιστώνει πολύ καλά από την πείρα πως υπάρχουν σώματα χωρίς σκέψη, όπως οι πέτρες, τα

μέταλλα, η γη, δεν διαπιστώνει ποτέ, αντίθετα, την ύπαρξη πνεύματος χωρίς σώμα.

Για να κλείσουμε αυτό το κεφάλαιο μ’ ένα συμπέρασμα αναμφισβήτητο, βλέπουμε πως για να

απαντήσουμε σε αυτή την ερώτηση: πως γίνεται και σκέφτεται ο άνθρωπος; δεν υπάρχουν παρά δύο

απαντήσεις ολότελα διαφορετικές και πέρα για πέρα αντίθετες:

1η απάντηση: ο άνθρωπος σκέφτεται γιατί έχει ψυχή

2η απάντηση: ο άνθρωπος σκέφτεται γιατί έχει εγκέφαλο

Με το να δώσουμε τη μία ή την άλλη απάντηση, θα δώσουμε αναγκαστικά διαφορετικές λύσεις στα

προβλήματα που απορρέουν απ’ αυτή την ερώτηση.

Κατά την απάντησή μας θα είμαστε ιδεαλιστές ή υλιστές.

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ : Ένγκελς: «Φοϋερμπαχ» Κεφ. 2. «Ιδεαλισμός και υλισμός» σελ. 14 και πέρα (Κοινωνικές

Εκδόσεις 1946).

2 Φ. Ένγκελς, Λ. Φόϋερμπαχ, σελ. 14. Κοινωνικές Εκδόσεις, 1946.3 Φ. Ένγκελς, Λ. Φόϋερμπαχ, σελ. 15. Κοινωνικές Εκδόσεις, 1946

Page 9: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ο ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ

1. Ηθικός ιδεαλισμός και φιλοσοφικός ιδεαλισμός

2. Γιατί πρέπει να μελετάμε τον ιδεαλισμό του Μπέρκλεϋ;

3. Ο ιδεαλισμός του Μπέρκλεϋ

4. Συνέπειες των «ιδεαλιστικών» συλλογισμών

5. Τα ιδεαλιστικά επιχειρήματα

α. Το πνεύμα δημιουργεί την ύλη.

β. Ο κόσμος δεν υπάρχει έξω από τη διάνοιά μας

γ. Οι ιδέες μας δημιουργούν τα πράγματα

1. Ηθικός ιδεαλισμός και φιλοσοφικός ιδεαλισμός

Διαλύσαμε τη σύγχυση που έχει δημιουργηθεί από την τρέχουσα γλώσσα σε ό,τι αφορά τον υλισμό.

Την ίδια σύγχυση συναντάμε σε ό,τι αφορά τον ιδεαλισμό.

Στην πραγματικότητα, δεν πρέπει να συγχέουμε τον ηθικό ιδεαλισμό με τον φιλοσοφικό ιδεαλισμό.

Ηθικός ιδεαλισμός σημαίνει το να αφιερώνεσαι σε ένα σκοπό, σε ένα ιδανικό. Η ιστορία του διεθνούς

εργατικού κινήματος μας διδάσκει ότι ένας ανυπολόγιστος αριθμός επαναστατών, μαρξιστών, πρόσφεραν

ως και τη ζωή τους για ένα ηθικό ιδανικό, κι όμως ήταν αντίπαλοι αυτού του άλλου ιδεαλισμού, που

αποκαλούμε φιλοσοφικό ιδεαλισμό.

Φιλοσοφικός ιδεαλισμός

Ο φιλοσοφικός ιδεαλισμός είναι ένα σύστημα ιδεών που έχει για βάση την εξήγηση του κόσμου με το

πνεύμα.

Είναι το σύστημα ιδεών που απαντά στο θεμελιακό ερώτημα της φιλοσοφίας λέγοντας «το πνεύμα είναι το

κύριο στοιχείο, το πιο σημαντικό, το πρώτο». Και ο ιδεαλισμός, με το να παραδέχεται την πρωταρχική

σπουδαιότητα του πνεύματος, βεβαιώνει ότι ακριβώς αυτό είναι που παράγει το «είναι» ή με διαφορετική

έκφραση ότι: «το πνεύμα δημιουργεί την ύλη».

Αυτή είναι η πρώτη μορφή του ιδεαλισμού. Την πλήρη της ανάπτυξη βρήκε μέσα στις θρησκείες,

υποστηρίζοντας πως ο θεός, «πνεύμα καθαρό», είναι ο δημιουργός της ύλης.

Η θρησκεία, που ισχυρίστηκε και ισχυρίζεται ακόμα πως μένει έξω από τις φιλοσοφικές διαμάχες, είναι

αντίθετα, στην πραγματικότητα, ο άμεσος και λογικός αντιπρόσωπος της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας.

Αλλά, με την επέμβαση της επιστήμης στο πέρασμα των αιώνων, δημιουργήθηκε ύστερα από λίγο η

ανάγκη να ερμηνευτεί η ύλη, ο κόσμος, τα πράγματα, διαφορετικά κι όχι μόνο με τον θεό. Γιατί, από τον

16ο αιώνα η επιστήμη άρχισε να ερμηνεύει τα φαινόμενα της φύσης χωρίς να λαβαίνει υπόψη της τον θεό

και ξεπερνώντας την υπόθεση της δημιουργίας.

Για να καταπολεμηθούν καλύτερα αυτές οι επιστημονικές ερμηνείες, υλιστικές και αθεϊστικές, αναγκάστηκε

ο ιδεαλισμός να προχωρήσει παραπέρα και να αρνηθεί την ίδια την ύπαρξη της ύλης.

Μ’ αυτό ακριβώς ασχολήθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα ένας άγγλος επίσκοπος ο Μπέρκλεϋ, που τον

ονόμασαν γι’ αυτό πατέρα του ιδεαλισμού.

Page 10: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

2. Γιατί πρέπει να μελετάμε τον ιδεαλισμό του Μπέρκλεϋ;

Ο σκοπός του φιλοσοφικού του συστήματος θα είναι ο αφανισμός του υλισμού, η προσπάθεια να μας

αποδείξει ότι υλική ουσία δεν υπάρχει. Γράφει λοιπόν στον πρόλογο του βιβλίου του «Διάλογοι του Ύλα

και του Φιλόνου»: «Αν αυτές οι αρχές γίνουν παραδεκτές και θεωρηθούν αληθινές, σαν συνέχεια, με το ίδιο

κτύπημα, ο αθεϊσμός και ο σκεπτικισμός κατατροπώνονται πέρα για πέρα, τα σκοτεινά θέματα φωτίζονται,

δυσκολίες σχεδόν άλυτες λύνονται, και άνθρωπου που ευχαριστιόντουσαν στις παραδοξολογίες

ξαναγυρνούν στον κοινό νου».

Έτσι αληθινό για τον Μπέρκλεϋ είναι, πως ύλη δεν υπάρχει και πως είναι παράδοξο να ισχυριζόμαστε το

αντίθετο.

Θα δούμε αμέσως πως καταπιάνεται να μας το αποδείξει. Αλλά νομίζω ότι είναι πολύ χρήσιμο να

επιμένουμε στο ότι αυτοί που θέλουν να μελετήσουν τη φιλοσοφία πρέπει να τοποθετήσουν σε πολύ

ξεχωριστή θέση τη θεωρία του Μπέρκλεϋ.

Ξέρω πολύ καλά πως οι απόψεις του Μπέρκλεϋ θα κάνουν ορισμένους να γελάσουν, αλλά δεν πρέπει να

ξεχνάμε ότι εμείς ζούμε στον 20ο αιώνα, και ότι επωφελούμαστε απ’ όλες τις μελέτες του παρελθόντος. Και

θα δούμε άλλωστε, όταν θα μελετήσουμε τον υλισμό και την ιστορία του, ότι και οι υλιστές φιλόσοφοι του

παρελθόντος μας κάμουν κι αυτοί καμιά φορά να γελάμε.

Πρέπει ακόμα να γνωρίζουμε ότι ο Ντιντερό, που υπήρξε, πριν από τον Μαρξ και τον Έγκελς, ο πιο

μεγάλος από τους υλιστές στοχαστές, έδινε στο σύστημα του Μπέρκλεϋ κάποια ιδιαίτερη σημασία, μια και

το περιγράφει σαν ένα «σύστημα, που για ντροπή του ανθρώπινου πνεύματος και της φιλοσοφίας είναι το

πιο δύσκολο να καταπολεμηθεί, κι ας είναι το πιο παράλογο απ’ όλα!»4

Ο ίδιος ο Λένιν αφιέρωσε πολυάριθμες σελίδες στον Μπέρκλεϋ και έγραφε: «Και οι νεώτεροι ακόμα

ιδεαλιστές φιλόσοφοι δεν παρουσίασαν ενάντια στους υλιστές κανένα ... επιχείρημα, που δεν μπορούμε να

το βρούμε στον επίσκοπο Μπέρκλεϋ»5

Τέλος, να η εκτίμηση του «αϋλισμού» του Μπέρκλεϋ από ένα εγχειρίδιο της ιστορίας της φιλοσοφίας, που

είναι διαδομένο σήμερα ακόμα στα γυμνάσια: «Χωρίς αμφιβολία, θεωρία ακόμα ατελής, αλλά

αξιοθαύμαστη και που πρέπει να καταστρέψει για πάντα, στα φιλοσοφικά πνεύματα, την πίστη στην

ύπαρξη μιας υλικής ουσίας».

Όλα αυτά ειπώθηκαν για να δείξουμε τη σπουδαιότητα του φιλοσοφικού αυτού λογισμού για όλο τον

κόσμο, αν και αυτή η σπουδαιότητα προέρχεται από διαφορετικές αιτίες όπως σας το απόδειξε η

παράθεση των παραπάνω χωρίων.

3. Ο ιδεαλισμός του Μπέρκλεϋ

Ο σκοπός λοιπόν αυτού του συστήματος είναι ν’ αποδείξει ότι η ύλη δεν υπάρχει.

Ο Μπέρκλεϋ έλεγε: «Η ύλη δεν είναι αυτό που πιστεύουμε, όταν σκεφτόμαστε ότι υπάρχει έξω από το

πνεύμα μας. Σκεφτόμαστε ότι τα πράγματα υπάρχουν γιατί τα βλέπουμε, γιατί τα αγγίζουμε. Επειδή

ακριβώς μας δίνουν τα αισθήματα αυτά, πιστεύουμε στην ύπαρξή τους.

4 Γράμμα για τους τυφλούς. Άπαντα, εκδόσεις Assezat & Tourneux, τ. Ι, σελ. 304. (αναφέρεται από τον Λένιν στο «Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός», σελ. 16)5 Λένιν, Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, σελ. 18, Διεθνείς Κοινωνικές Εκδόσεις, 1946.

Page 11: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αλλά τα αισθήματα αυτά δεν είναι παρά ιδέες που έχουμε μέσα στο πνεύμα μας. Τα αντικείμενα λοιπόν,

που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, δεν είναι άλλο πράγμα παρά ιδέες, και οι ιδέες δεν μπορούν

να υπάρχουν έξω από το πνεύμα μας».

Για τον Μπέρκλεϋ τα πράγματα υπάρχουν. Δεν αρνιέται τη φύση τους και την ύπαρξή τους, αλλά

βεβαιώνει, πως αυτά υπάρχουν μόνο με τη μορφή των αισθημάτων που μας κάνουν να τα γνωρίσουμε,

και συμπεραίνει, πως τα αισθήματά μας και τα αντικείμενα δεν είναι παρά ένα και το αυτό πράγμα.

Τα πράγματα υπάρχουν , αυτό είναι βέβαιο, αλλά μέσα μας, λέει, μέσα στο πνεύμα μας, και δεν έχουν

καμιά υπόσταση έξω από το πνεύμα μας.

Αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα με τη βοήθεια της όρασης, με τη βοήθεια της αφής˙ η όσφρηση μας

πληροφορεί για τη μυρωδιά, το αίσθημα της γεύσης για τη γεύση, η ακοή για τους ήχους. Αυτά τα

διαφορετικά αισθήματα μας δίνουν ιδέες, που συνδεόμενες μεταξύ τους μας κάνουν να τους δίνουμε ένα

κοινό όνομα και να τις θεωρούμε σαν πράγματα.

«Παρατηρούμε πχ., ένα χρώμα, μια γεύση, μια μυρωδιά, ένα σχήμα, έναν ορισμένο όγκο... Αναγνωρίζουμε

αυτό το σύνολο σαν αντικείμενο που καθορίζουμε με τη λέξη μήλο.

Άλλοι συνδυασμοί αισθημάτων μας δίνουν άλλα αθροίσματα ιδεών, που αποτελούν αυτό που ονομάζουμε:

η πέτρα, το δέντρο, το βιβλίο και τα άλλα αισθητά πράγματα».6

Είμαστε λοιπόν θύματα αυταπάτης, όταν νομίζουμε ότι αναγνωρίζουμε σαν κάτι εξωτερικό τον κόσμο και

τα αντικείμενα, μια και όλα αυτά δεν υπάρχουν παρά μόνο μέσα στο πνεύμα μας.

Στο βιβλίο του «Διάλογοι του Ύλα και του Φιλόνου» ο Μπέρκλεϋ μας αποδεικνύει την άποψη αυτή με τον

ακόλουθο τρόπο: «Δεν είναι παραλογισμός να πιστεύουμε ότι το ίδιο πράγμα την ίδια στιγμή μπορεί να

είναι και διαφορετικό; Φανταστείτε λοιπόν, ότι το ένα χέρι σας είναι ζεστό και το άλλο κρύο, και ότι και τα

δύο βυθίζονται την ίδια ώρα μέσα σε ένα δοχείο γεμάτο νερό σε μια ενδιάμεση θερμοκρασία: το νερό δεν

θα φανεί ζεστό στο ένα χέρι και κρύο στο άλλο;»

Μια και είναι παράλογο να πιστεύουμε, ότι ένα πράγμα την ίδια στιγμή μπορεί να είναι αυτό το ίδιο

διαφορετικό, πρέπει να συμπεράνουμε ότι αυτό το πράγμα δεν υπάρχει παρά μόνο στη διάνοιά μας.

Τι κάνει λοιπόν ο Μπέρκλεϋ με τη δική του μέθοδο συλλογισμού και συζήτησης; Ξεγυμνώνει τα πράγματα

απ’ όλες τις ιδιότητές τους:

«Λέτε ότι τα αντικείμενα υπάρχουν γιατί έχουν ένα χρώμα, μια μυρωδιά, μια γεύση, γιατί είναι μεγάλα ή

μικρά, ελαφριά ή βαριά; Θα σας αποδείξω ότι αυτό δεν υπάρχει στα αντικείμενα, αλλά μέσα στη διάνοιά

μας.

Να ένα κομμάτι ύφασμα: μου λέτε ότι είναι κόκκινο. Είναι βέβαιο αυτό; Νομίζετε ότι το κόκκινο αυτό είναι

μέσα στο ίδιο το ύφασμα. Είναι βέβαιο; Ξέρετε ότι υπάρχουν ζώα που έχουν μάτια διαφορετικά από τα δικά

μας και που δεν θα δουν αυτό το ύφασμα κόκκινο. Επίσης ότι ένας άνθρωπος που πάσχει από ίκτερο θα

το δει κίτρινο! Λοιπόν τι χρώμα είναι; Αυτό εξαρτάται θα μου πείτε. Το κόκκινο χρώμα λοιπόν δεν είναι στο

ύφασμα, αλλά στα μάτια μας, μέσα μας.

Λέτε ότι αυτό το ύφασμα είναι ελαφρό; Αφήστε το να πέσει πάνω σε ένα μυρμήγκι και το βρει οπωσδήποτε

βαρύ. Ποιος λοιπόν έχει δίκιο; Νομίζετε ότι είναι ζεστό; Αν είχατε πυρετό, θα το βρίσκατε κρύο! Λοιπόν

είναι ζεστό ή κρύο;

Κοντολογίς, αν τα ίδια πράγματα μπορούν να είναι την ίδια στιγμή για άλλους κόκκινα, βαριά, ζεστά και γι’

άλλους ακριβώς το αντίθετο, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στο ότι είμαστε θύματα αυταπάτης και στο ότι τα

πράγματα δεν υπάρχουν παρά μόνο μέσα στη διάνοιά μας».

6 Λένιν, Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, σελ. 5.

Page 12: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αφαιρώντας από τα αντικείμενα όλες τους τις ιδιότητες, φθάνουμε έτσι στο συμπέρασμα, ότι αυτά δεν

υπάρχουν παρά μόνο στη διάνοιά μας, ότι δηλαδή η ύλη είναι μια ιδέα.

Ήδη πριν από τον Μπέρκλεϋ, οι έλληνες φιλόσοφοι έλεγαν, και αυτό ήταν σωστό, ότι ορισμένες ιδιότητες,

όπως η γεύση, ο ήχος, δεν ανήκανε στα ίδια τα πράγματα, αλλά σε μας.

Εκείνο όμως που είναι καινούργιο στη θεωρία του Μπέρκλεϋ είναι ακριβώς το ότι επεκτείνει αυτή την

παρατήρηση σε όλες τις ιδιότητες των πραγμάτων.

Πραγματικά, οι έλληνες φιλόσοφοι είχαν καθιερώσει ανάμεσα στις ιδιότητες των αντικειμένων την

ακόλουθη διάκριση: Από τη μία μεριά, οι πρώτες ιδιότητες, δηλαδή αυτές που υπάρχουν μέσα στα

αντικείμενα, όπως το βάρος, το μέγεθος, η αντίσταση κλπ. Από την άλλη οι δευτερεύουσες ιδιότητες,

δηλαδή αυτές που εξαρτώνται από εμάς, όπως η οσμή, η γεύση, η θερμότητα κλπ.

Ο Μπέρκλεϋ όμως υποστηρίζει και για τις πρώτες ιδιότητες τη θέση που ισχύει για τις δευτερεύουσες

ιδιότητες, ότι δηλαδή όλες οι ποιότητες, όλες οι ιδιότητες δεν είναι στα αντικείμενα, αλλά μέσα μας.

Αν κοιτάξουμε τον ήλιο τον βλέπουμε στρογγυλό, επίπεδο, κόκκινο. Η επιστήμη μας διδάσκει ότι κάνουμε

λάθος, ότι ο ήλιος δεν είναι επίπεδος, δεν είναι κόκκινος. Θα αφαιρέσουμε λοιπόν με τη βοήθεια της

επιστήμης ορισμένες λαθεμένες ιδιότητες που δίνουμε στον ήλιο, αλλά χωρίς να συμπεράνουμε από αυτό

ότι δεν υπάρχει ήλιος! Κι όμως σ’ ένα τέτοιο ακριβώς συμπέρασμα φτάνει ο Μπέρκλεϋ.

Ο Μπέρκλεϋ δεν είχε βέβαια άδικο αποδείχνοντας ότι η διάκριση των αρχαίων δεν άντεχε σε επιστημονική

ανάλυση, αλλά έκανε ένα λάθος συλλογισμού, ένα σόφισμα, βγάζοντας απ’ αυτές τις παρατηρήσεις

συμπεράσματα που δεν ανταποκρίνονται σ’ αυτές.

Πραγματικά, αποδεικνύει ότι οι ιδιότητες των πραγμάτων δεν είναι τέτοιες που μας τις δείχνουν οι

αισθήσεις μας, ότι δηλαδή οι αισθήσεις μας μας απατούν και παραμορφώνουν την υλική πραγματικότητα,

και κατ’ ευθείαν συμπεραίνει απ’ αυτό ότι η υλική πραγματικότητα δεν υπάρχει.

4. Συνέπειες των ιδεαλιστικών συλλογισμών

Αν παραδεχτούμε την άποψη «όλα υπάρχουν μόνο μέσα στη διάνοιά μας», πρέπει να συμπεράνουμε ότι

ο εξωτερικός κόσμος δεν υπάρχει.

Φέρνοντας τον συλλογισμό αυτόν ως τα άκρα, θα φτάσουμε να πούμε: «Εγώ μόνον υπάρχω μια και δεν

ξέρω τους άλλους ανθρώπους παρά μόνο μέσα από τις ιδέες μου, μια και οι άλλοι άνθρωποι, όπως και τα

υλικά πράγματα, δεν είναι για μένα παρά μόνο αθροίσματα από ιδέες». Αυτό ακριβώς ονομάζουμε στη

φιλοσοφία σολοπσισμό (που πάει να πει μόνον εγώ ο ίδιος).

Ο Μπέρκλεϋ, λέει ο Λένιν στο βιβλίο που αναφέραμε, αμύνεται από ένστικτο ενάντια στην κατηγορία ότι

υπερασπίζει μια τέτοια θεωρία. Διαπιστώνουμε μάλιστα ότι ο σολιπσισμός, ακρότατη μορφή του

ιδεαλισμού, δεν υποστηρίχτηκε από κανέναν φιλόσοφο.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει, συζητώντας με τους ιδεαλιστές, να αποβλέπουμε στο να προκύψει το

συμπέρασμα ότι οι συλλογισμοί που πραγματικά αρνούνται την ύλη, για να είναι λογικοί και συνεπείς,

πρέπει να φτάνουν σ’ αυτό το παράλογο έπακρο: τον σολιπσισμό.

5. Τα ιδεαλιστικά επιχειρήματα

Αποβλέπουμε στο να συμπυκνώσουμε σε όσο το δυνατή απλούστερη μορφή τη θεωρία του Μπέρκλεϋ,

γιατί αυτός, πιο ειλικρινά απ’ όλους τους άλλους, διατύπωσε τη θεωρία της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας.

Page 13: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Είναι όμως βέβαιο ότι για να καταλάβουμε καλά αυτούς τους συλλογισμούς, που είναι για μας καινούργιοι,

είναι τώρα απαραίτητο να καταπιαστούμε μ’ αυτούς σοβαρά και να καταβάλουμε μια πνευματική

προσπάθεια. Γιατί;

Γιατί θα δούμε σε συνέχεια ότι, αν ο ιδεαλισμός παρουσιάζεται με μια μορφή περισσότερο

καμουφλαρισμένη και πίσω από καινούργιες λέξεις και εκφράσεις, όλες οι ιδεαλιστικές φιλοσοφίες δεν

κάνουν τίποτ’ άλλο, παρά να επαναλαμβάνουν τα επιχειρήματα του «γέρο – Μπέρκλεϋ» (Λένιν).

Γιατί θα δούμε ακόμα, πόσο η ιδεαλιστική φιλοσοφία, που κυριάρχησε και κυριαρχεί ακόμα στην επίσημη

ιστορία της φιλοσοφίας, κατάφερε, φέρνοντας μαζί της μια μέθοδο σκέψης με την οποία είμαστε

ποτισμένοι, να μπει μέσα μας, μ’ όλο που η εκπαίδευσή μας έπαψε ολότελα να ελέγχεται από την

εκκλησία.

Μια και η βάση των επιχειρημάτων όλων των ιδεαλιστικών φιλοσοφιών βρίσκεται στους συλλογισμούς του

επίσκοπου Μπέρκλεϋ, θα προσπαθήσουμε, για να συγκεφαλαιώσουμε το ζήτημα αυτό, να ξεχωρίσουμε

ποια είναι τα βασικά του επιχειρήματα και τι προσπαθούν να μας αποδείξουν.

Α. Το πνεύμα δημιουργεί την ύλη.

Αυτή ακριβώς, καθώς το ξέρουμε, είναι η ιδεαλιστική απάντηση στη θεμελιακή ερώτηση της φιλοσοφίας.

Είναι η πρώτη μορφή του ιδεαλισμού που συναντιέται στις διάφορες θρησκείες, που βεβαιώνουν ότι το

πνεύμα δημιούργησε τον κόσμο.

Αυτή η άποψη μπορεί να έχει δύο έννοιες:

Ή, ο Θεός έχει δημιουργήσει τον κόσμο, κι αυτός υπάρχει πραγματικά έξω από εμάς. Είναι ο

συνηθισμένος ιδεαλισμός των θεολόγων.7

Ή, ο Θεός έχει δημιουργήσει την αυταπάτη του κόσμου, δίνοντάς μας ιδέες που δεν αντιστοιχούν σε

τίποτα. Αυτός είναι ο «αϋλιστικός ιδεαλισμός» του επισκόπου Μπέρκλεϋ, που θέλει να μας αποδείξει ότι

το πνεύμα είναι η μόνη πραγματικότητα, και ότι η ύλη είναι ένα προϊόν, που παράγει το πνεύμα μας.

Γι’ αυτόν το λόγο, οι ιδεαλιστές βεβαιώνουν ότι:

Β. Ο κόσμος δεν υπάρχει έξω απ’ τη σκέψη μας.

Αυτό ακριβώς ζητά να μας αποδείξει ο Μπέρκλεϋ, βεβαιώνοντας πως κάνουμε λάθος όταν αποδίδουμε

στα πράγματα ποιότητες και ιδιότητες που τάχα τους ανήκουν, τη στιγμή που τα ίδια τα πράγματα δεν

υπάρχουν παρά μόνο μέσα στη σκέψη μας.

Για τους ιδεαλιστές, οι καρέκλες και τα τραπέζια υπάρχουν βέβαια, αλλά μόνο μέσα στη σκέψη μας, κι όχι

έξω από μας γιατί:

Γ. Οι ιδέες δημιουργούν τα πράγματα.

Μ’ άλλα λόγια, τα πράγματα είναι η αντανάκλαση της σκέψης μας. Πραγματικά, αφού το πνεύμα

δημιουργεί την αυταπάτη της ύλης, αφού το πνεύμα δίνει στη σκέψη μας την ιδέα της ύλης, αφού τα

αισθήματα που αισθανόμαστε από τα πράγματα δεν προέρχονται απ’ αυτά τα ίδια τα πράγματα, αλλά

μονάχα από τη σκέψη μας, αιτία της ύπαρξης του κόσμου και των πραγμάτων είναι η σκέψη μας. Και,

κατά συνέπεια, κάθε τι που μας περιτριγυρίζει δεν υπάρχει έξω από το πνεύμα μας και δεν μπορεί να είναι

παρά η αντανάκλαση της σκέψης μας. Αλλά επειδή, για τον Μπέρκλεϋ, το πνεύμα μας θα ‘ταν ανίκανο να

δημιουργήσει μόνο του αυτές τις ιδέες, και επειδή, άλλωστε, δεν μπορεί να τις κάνει ό,τι θέλει (όπως θα

7 Η θεολογία είναι η «επιστήμη» (!!!) που ασχολείται με το Θεό και όλα τα θεία πράγματα.

Page 14: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

συνέβαινε αν αυτό το ίδιο το πνεύμα δημιουργούσε τις ιδέες), πρέπει να παραδεχτούμε πως υπάρχει ένα

άλλο πνεύμα πιο δυνατό που τις δημιουργεί. Ο θεός λοιπόν δημιουργεί το πνεύμα και μας επιβάλει όλες

τις ιδέες του κόσμου, που εμείς εδώ συναντούμε.

Να οι κυριότερες απόψεις στις οποίες στηρίζονται τα ιδεαλιστικά συστήματα ιδεών και οι απαντήσεις που

αυτές δίνουν στο θεμελιακό ζήτημα της φιλοσοφίας. Είναι τώρα πια καιρός να δούμε την απάντηση της

υλιστικής φιλοσοφίας στο ζήτημα αυτό και στα προβλήματα που γεννιούνται απ’ αυτές τις απόψεις.

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ: Μπέρκλεϋ: Διάλογοι του Ύλα και του Φιλόνου.

Λένιν: Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Ο ΥΛΙΣΜΟΣ

1. Γιατί πρέπει να μελετάμε τον υλισμό;

2. Από πού προέρχεται ο υλισμός;

3. Πως και γιατί εξελίχθηκε ο υλισμός;

4. Ποιες είναι οι αρχές και τα επιχειρήματα των υλιστών:

α) η ύλη δημιουργεί το πνεύμα

β) Η ύλη υπάρχει έξω από κάθε πνεύμα

γ) Η επιστήμη, με την πείρα, μας επιτρέπει να γνωρίσουμε τα πράγματα

1. Γιατί πρέπει να μελετάμε τον υλισμό;

Είδαμε πως στο πρόβλημα «ποιες είναι οι σχέσεις ανάμεσα στο είναι και στη σκέψη» δεν υπάρχουν παρά

μονάχα δυό απαντήσεις αντίθετες και αντιφάσκουσες.

Μελετήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο την ιδεαλιστική απάντηση και τα επιχειρήματα που

παρουσιάζονται για την υπεράσπιση της ιδεαλιστικής φιλοσοφίας.

Πρέπει τώρα να εξετάσουμε τη δεύτερη απάντηση στο θεμελιακό αυτό πρόβλημα (που ας το

επαναλάβουμε, βρίσκεται στη βάση κάθε φιλοσοφίας) και να δούμε ποια είναι τα επιχειρήματα που ο

υλισμός προβάλει για υπεράσπισή του. Και ας προσέξουμε ακόμα πιο πολύ, γιατί ο υλισμός είναι για μας

μια φιλοσοφία πολύ σημαντική μια και είναι η φιλοσοφία του μαρξισμού.

Είναι λοιπόν απαραίτητο να γνωρίσουμε καλά τον υλισμό. Πρώτα – πρώρα, γιατί οι αντιλήψεις αυτής της

φιλοσοφίας είναι πολύ λίγο γνωστές και έχουν πλαστογραφηθεί. Απαραίτητο ακόμη, γιατί εξαιτίας της

ανατροφής μας, από την εκπαίδευση που έχουμε πάρει, στοιχειώδη ή ανώτερη, από τον τρόπο που

έχουμε συνηθίσει να ζούμε και να συλλογιζόμαστε, είμαστε όλοι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, λίγο ως

πολύ, ποτισμένοι με τις ιδεαλιστικές αντιλήψεις. Θα δούμε άλλωστε σε άλλα κεφάλαια αρκετά

παραδείγματα που ενισχύουν την άποψη αυτή.

Είναι λοιπόν απόλυτη ανάγκη, γι’ αυτούς που θέλουν να μελετήσουν τον μαρξισμό, να γνωρίσουν τη βάση

του: τον υλισμό.

Page 15: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

2. Από πού προέρχεται ο υλισμός;

Καθορίσαμε κιόλας τη φιλοσοφία μ’ ένα γενικό τρόπο, σαν μια προσπάθεια ερμηνείας το κόσμου, του

σύμπαντος. Μα ξέρουμε πως, σύμφωνα με την κατάσταση των ανθρώπινων γνώσεων, αυτές οι ερμηνείες

έχουν αλλάξει, και πως δύο τάσεις στη διάρκεια της ιστορίας της ανθρωπότητας, προσπάθησαν να

ερμηνεύουν τον κόσμο: η μία αντιεπιστημονική, επικαλούμενη ένα ή περισσότερα ανώτερα πνεύματα,

υπερφυσικές δυνάμεις, η άλλη, επιστημονική, θεμελιωμένη απάνω σε γεγονότα και σε εμπειρίες.

Η μία από τις αντιλήψεις αυτές υποστηρίζεται από τους ιδεαλιστές φιλόσοφους, η άλλη από τους υλιστές.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ευθύς από την αρχή του βιβλίου αυτού, είπαμε πως η πρώτη ιδέα, που πρέπει

να έχουμε για τον υλισμό, είναι πως αυτή η φιλοσοφία αντιπροσωπεύει «την επιστημονική ερμηνεία του

σύμπαντος».

Αν ο ιδεαλισμός γεννήθηκε από την άγνοια των ανθρώπων –και θα δούμε στην ιστορία των κοινωνιών με

πόση φροντίδα διαφυλάχτηκε η άγνοια από τις πολιτιστικές και πολιτικές δυνάμεις που συμμεριζόντουσαν

τις ιδεαλιστικές αντιλήψεις- ο υλισμός γεννήθηκε από τον αγώνα των επιστημών ενάντια στην άγνοια ή τον

σκοταδισμό.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αυτή η φιλοσοφία πολεμήθηκε τόσο, κι είναι, ακόμα και σήμερα, με τη νεώτερη

μορφή της (τον διαλεχτικό υλισμό) πολύ λίγο γνωστή, αν όχι άγνωστη ή γνωστή λαθεμένα, από τον

επίσημο πανεπιστημιακό κόσμο.

3. Πώς και γιατί εξελίχτηκε ο υλισμός;

Αντίθετα μ’ αυτό που υποστηρίζουν εκείνοι που καταπολεμούνε αυτή τη φιλοσοφία και που λένε πως αυτό

το σύστημα ιδεών δεν έχει εξελιχτεί εδώ και 20 αιώνες, η ιστορία του υλισμού μας φανερώνει τη φιλοσοφία

αυτή σαν κάτι το ζωντανό και παντοτινά κινούμενο.

Στο κύλισμα των αιώνων, προόδευσαν οι επιστημονικές γνώσεις των ανθρώπων. Στην αρχή της ιστορίας

του πνεύματος, στην ελληνική αρχαιότητα, οι επιστημονικές γνώσεις ήταν σχεδόν ανύπαρκτες, και οι

πρώτοι σοφοί ήταν, ταυτόχρονα, φιλόσοφοι, γιατί την εποχή εκείνη η φιλοσοφία και οι επιστήμες που

γεννιόντουσαν αποτελούσαν ένα σύνολο, όντας η μία προέκταση των άλλων.

Σαν συνέπεια του ότι οι επιστήμες δώσανε διασαφήσεις στην ερμηνεία των φαινομένων του κόσμου,

διασαφήσεις που έφερναν σε δύσκολη θέση τα ιδεαλιστικά φιλοσοφικά δόγματα, και ήτανε μάλιστα σε

αντίφαση μ’ αυτά, μια διαμάχη γεννήθηκε ανάμεσα στη φιλοσοφία και τις επιστήμες.

Μια κι οι επιστήμες βρίσκονταν σε αντίφαση με την επίσημη φιλοσοφία της εποχής εκείνης, αναγκάστηκαν

να χωριστούν απ’ αυτή. Έτσι: «βιάστηκαν όσο μπορούσαν να απαλλαχτούν από τη φιλοσοφική σαβούρα

και να αφήσουν στους φιλόσοφους τις πλατιές υποθέσεις για να έρθουν σε επαφή με τα πιο περιορισμένα

προβλήματα, αυτά που είναι ώριμα για μια άμεση λύση. Τότε γίνεται η διάκριση αυτή ανάμεσα στις

επιστήμες και τη φιλοσοφία».8

Αλλά ο υλισμός, που γεννήθηκε μαζί με τις επιστήμες, δεμένος και εξαρτημένος από αυτές, προόδεψε και

εξελίχθηκε μαζί τους, για να φτάσει με το νεώτερο υλισμό, τον υλισμό του Μαρξ και του Ένγκελς, να

συνδέσει ξανά την επιστήμη και τη φιλοσοφία στον διαλεχτικό υλισμό.

Θα μελετήσουμε αυτή την ιστορία και αυτήν την εξέλιξη, που συνδέονται με την πρόοδο του πολιτισμού,

μα διαπιστώνουμε από τώρα, κι αυτό είναι το πιο σπουδαίο απ’ όσα πρέπει να συγκρατήσουμε, ότι ο

8 Ρενέ Μωνπλάν: Η εργατική ζωή, 25/11/1935.

Page 16: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

υλισμός και οι επιστήμες είναι στενά δεμένοι μεταξύ τους και ότι ο υλισμός είναι απόλυτα εξαρτημένος από

την επιστήμη.

Μας μένει να θέσουμε και να καθορίσουμε τις βάσεις του υλισμού, βάσεις κοινές σ’ όλες τις φιλοσοφίες,

που κάτω από διαφορετικές εξωτερικές μορφές, συνδέονται με τον υλισμό.

4. Ποιες είναι οι αρχές και τα επιχειρήματα των υλιστών;

Για να απαντήσουμε, ας ξαναγυρίσουμε στη θεμελιακή ερώτηση της σχέσης ανάμεσα στο «είναι» και τη

σκέψη: Ποιο από τα δύο είναι το πρωταρχικό στοιχείο;

Οι υλιστές πρώτα – πρώτα βεβαιώνουν πως υπάρχει μια καθορισμένη σχέση ανάμεσα στο «είναι» και τη

σκέψη, την ύλη και το πνεύμα. Γι’ αυτούς το «είναι», η ύλη αποτελεί το πρωταρχικό στοιχείο, το πρώτο,

και το πνεύμα είναι το δευτερεύον, που εξαρτιέται από την ύλη.

Έτσι, για τους υλιστές, τον κόσμο, την ύλη δεν τα έχουν δημιουργήσει το πνεύμα ή ο θεός, αλλά αντίθετα ο

κόσμος, η ύλη, η φύση, δημιούργησαν το πνεύμα: «το ίδιο το πνεύμα δεν είναι παρά το ανώτερο προϊόν

της ύλης».9 .

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αν καταπιαστούμε ξανά με την ερώτηση που συναντήσαμε στο δεύτερο

κεφάλαιο: «Πώς γίνεται και σκέφτεται ο άνθρωπος;» οι υλιστές απαντούν ότι ο άνθρωπος σκέφτεται γιατί

έχει εγκέφαλο και ότι η σκέψη είναι προϊόν του εγκεφάλου. Γι’ αυτούς, δεν μπορεί να υπάρχει σκέψη χωρίς

ύλη, χωρίς σώμα. «Η συνείδησή μας κι η σκέψη μας, όσο υπέροχες κι αν μας φαίνονται, δεν είναι παρά

προϊόντα ενός υλικού οργάνου, σωματικού, του εγκέφαλου».

Κατά συνέπεια, για τους υλιστές, το «είναι», ύλη, είναι κάτι το πραγματικό, που υπάρχει έξω από τη

σκέψη μας, και δεν έχουν ανάγκη από τη σκέψη ή το πνεύμα μας για να υπάρχουν. Για τον ίδιο λόγο,

επειδή το πνεύμα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ύλη, δεν υπάρχει ψυχή αθάνατη και ανεξάρτητη από

το σώμα. Αντίθετα με ότι λένε οι ιδεαλιστές, τα πράγματα που μας περιτριγυρίζουν υπάρχουν ανεξάρτητα

από εμάς: αυτά ακριβώς μας δίνουν τις ιδέες μας, και οι ιδέες μας δεν είναι παρά η αντανάκλαση των

πραγμάτων στον εγκέφαλό μας.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, μπροστά στη δεύτερη άποψη του ζητήματος των σχέσεων της ύπαρξης και της

σκέψης: «Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα στις ιδέες μας για τον κόσμο που μας περιτριγυρίζει και σ’ αυτόν

τον ίδιο τον κόσμο; Η σκέψη μας είναι σε θέση να γνωρίσει τον πραγματικό κόσμο; Μπορούμε μέσα στις

αντιλήψεις μας για τον πραγματικό κόσμο, να ξαναφτιάξουμε μια πιστή εικόνα της πραγματικότητας; Αυτό

το ζήτημα ονομάζεται στη φιλοσοφική διάλεκτο, το ζήτημα της ταυτότητας της σκέψης και της ύπαρξης».10

οι υλιστές βεβαιώνουν: Ναι! Μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο. Και οι ιδέες, που σχηματίζουμε για τον

κόσμο αυτό, είναι ολοένα και πιο σωστές, γιατί μπορούμε να τις μελετήσουμε με τη βοήθεια των

επιστημών. Γιατί αυτές συνεχώς μας αποδείχνουν με το πείραμα ότι τα αντικείμενα, που βρίσκονται γύρω

μας, έχουν πραγματικά μια δική τους ζωή, ανεξάρτητη από μας, και ότι μερικά απ’ αυτά τα πράγματα, οι

άνθρωποι μπορούν κιόλας να τα ξαναφτιάξουν, να τα δημιουργήσουν τεχνητά.

Για να βγάλουμε ένα συμπέρασμα λοιπόν, θα πούμε ότι οι υλιστές μπρος στο θεμελιακό πρόβλημα της

φιλοσοφίας, βεβαιώνουν:

α) Ότι η ύλη δημιουργεί το πνεύμα και ότι επιστημονικά δεν παρατηρήσαμε ποτέ πνεύμα χωρίς ύλη

9 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ σελ. 18, Κοινωνικές Εκδόσεις.10 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ σελ. 15, Κοινωνικές Εκδόσεις

Page 17: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

β) Ότι η ύλη υπάρχει έξω από κάθε διάνοια και ότι δεν έχει ανάγκη από το πνεύμα για να υπάρξει επειδή

έχει μια ολότελα δική της ύπαρξη. Κατά συνέπεια αντίθετα μ’ αυτό που λένε οι ιδεαλιστές, δεν

δημιουργούν οι ιδέες μας τα πράγματα, αλλά, αντίθετα, τα πράγματα μας δίνουν τις ιδέες μας

γ) Ότι είμαστε σε θέση να γνωρίσουμε τον κόσμο, ότι οι ιδέες που σχηματίζουμε για την ύλη και τον κόσμο

είναι ολοένα και πιο σωστές, αφού, με τη βοήθεια των επιστημών, μπορούμε να εξακριβώσουμε αυτό που

γνωρίζουμε κιόλας και ν’ ανακαλύψουμε αυτό που αγνοούμε.

(ΣΗΜΕΙΩΣΗ –από την έκδοση Αναγνωστίδη-

Για να καταλάβουμε καλά αυτό το κεφάλαιο, πρέπει να το συσχετίσουμε με τις πολύ σπουδαίες ενδείξεις

και των κεφαλαίων «Τι σημαίνει να είμαι υλιστής» και «Εφαρμογή της διαλεκτικής μεθόδου στις

ιδεολογίες».

Όταν ο Ένγκελς λέει ότι η σκέψη είναι ένα προϊόν του εγκεφάλου, δεν πρέπει αληθινά να φανταστούμε ότι

ο εγκέφαλος εκκρίνει τη σκέψη, όπως το συκώτι εκκρίνει τη χολή. Αντίθετα, ο Ένγκελς πολέμησε αυτή την

άποψη (ιδιαίτερα στο έργο του Λουδοβίκος Φόϋερμπάχ και το τέλος της κλασικής Γερμανικής φιλοσοφίας.

Βλέπε επίσης Λένιν: Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, κεφ. Ι και ΙΙ).

Η συνείδηση δεν είναι η έκκριση ενός οργάνου, αυτή εμφανίζεται με τη λειτουργία του εγκεφάλου. Αυτή

δεν είναι ένα «πράγμα» σαν τη χολή ή σαν μια ορμόνη. Αυτή είναι μια δραστηριότητα. Μέσα σε

ορισμένους οργανικούς όρους, πιο πολύπλοκους, που κάνουν να επεμβαίνει ο εγκεφαλικός φλοιός –

όρους γενικούς που αυτοί οι ίδιοι είναι αχώριστοι από κοινωνικούς όρους, όπως το δείχνει πιο κάτω ο

Πόλιτσερ- η ανθρώπινη δραστηριότητα είναι συνειδητή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΠΟΙΟΣ ΕΧΕΙ ΔΙΚΑΙΟ: Ο ΙΔΕΑΛΙΣΤΗΣ Ή Ο ΥΛΙΣΤΗΣ;

1. Πώς πρέπει να θέσουμε το πρόβλημα;

2. Είναι αλήθεια πως ο κόσμος δεν υπάρχει παρά μόνο μέσα στη σκέψη μας;

3. Είναι αλήθεια ότι οι ιδέες μας δημιουργούν τα πράγματα;

4. Είναι αλήθεια ότι το πνεύμα δημιουργεί την ύλη;

5. Οι υλιστές έχουν δίκαιο και η επιστήμη αποδείχνει την ορθότητα των απόψεών τους.

1. Πώς πρέπει να θέσουμε το πρόβλημα;

Τώρα που ξέρουμε τις θέσεις των ιδεαλιστών και των υλιστών θα προσπαθήσουμε να βρούμε ποιος έχει

δίκαιο.

Page 18: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Πρώτα πρώτα είμαστε υποχρεωμένοι να διαπιστώσουμε, ότι οι θέσεις αυτές είναι απόλυτα αντίθετες και

αντιφάσκουσες ύστερα, ότι μόλις κανείς υπερασπιστεί τη μία ή την άλλη θεωρία, φτάνει αναγκαστικά σε

συμπεράσματα πολύ ενδιαφέροντα σε συνέπειες.

Για να δούμε ποιος έχει δίκαιο, πρέπει να ξαναγυρίσουμε στα τρία σημεία που σ’ αυτά συνοψίσαμε όλη

την επιχειρηματολογία.

1. Οι ιδεαλιστές βεβαιώνουν ότι:

2. Το πνεύμα δημιουργεί την ύλη.

3. Η ύλη δεν υπάρχει έξω από τη σκέψη μας, και δεν είναι για μας παρά μια αυταπάτη.

4. Οι ιδέες δημιουργούν τα πράγματα.

Οι υλιστές βεβαιώνουν ακριβώς τα αντίθετα.

Για να κάνουμε ευκολότερη τη δουλειά μας πρέπει να μελετήσουμε πρώτα αυτό που δεν στέκει στην κοινή

αντίληψη και αυτό που μας ξαφνιάζει περισσότερο.

1. Είναι αλήθεια πως ο κόσμος υπάρχει μόνο στη σκέψη μας;

2. Είναι αλήθεια πως οι ιδέες μας γεννούν τα πράγματα;

Να δυο επιχειρήματα που υποστηρίζει ο αϋλικός ιδεαλισμός του Μπέρκλεϋ, που τα συμπεράσματά του

καταλήγουν, όπως και κάθε θεολογικού συστήματος, στην τρίτη ερώτησή μας:

3. Είναι αλήθεια ότι το πνεύμα δημιουργεί την ύλη;

Αυτές ακριβώς οι ερωτήσεις είναι σπουδαιότατες μια και αναφέρονται στο θεμελιακό πρόβλημα της

φιλοσοφίας. Συζητώντας τες θα βρούμε ποιος έχει δίκαιο. Και είναι αυτές ιδιαίτερα σημαντικές για τους

υλιστές, γιατί οι υλιστικές απαντήσεις στις ερωτήσεις αυτές είναι κοινές σ’ όλες τις υλιστικές φιλοσοφίες και

συνεπώς και στον διαλεχτικό υλισμό.

2. Είναι αλήθεια πως ο κόσμος υπάρχει μονάχα στη σκέψη μας;

Προτού μελετήσουμε την ερώτηση αυτή, πρέπει να εξηγήσουμε δυο φιλοσοφικούς όρους, που θα

αναγκαστούμε να χρησιμοποιήσουμε και που θα συναντήσουμε συχνά στις μελέτες μας.

Υποκειμενική πραγματικότητα (που σημαίνει: πραγματικότητα που υπάρχει μόνο μέσα στη διάνοιά μας).

Αντικειμενική πραγματικότητα (πραγματικότητα που υπάρχει έξω από τη διάνοιά μας»

Οι ιδεαλιστές λένε ότι ο κόσμος δεν είναι μια πραγματικότητα αντικειμενική, αλλά υποκειμενική.

Οι υλιστές πάλι υποστηρίζουν, πως ο κόσμος είναι μια πραγματικότητα αντικειμενική.

Ο επίσκοπος Μπέρκλεϋ, για να μας αποδείξει ότι ο κόσμος και τα πράγματα υπάρχουν μόνο στη σκέψη

μας, τα αναλύει στις ιδιότητές τους (χρώμα, μέγεθος, πυκνότητα κλπ). Καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι

ιδιότητες αυτές, που ποικίλλουν ανάλογα με τα άτομα, δεν υπάρχουν μέσα στα ίδια τα πράγματα, αλλά

μέσα στη σκέψη καθενός μας. Κι απ’ αυτό βγάζει το συμπέρασμα ότι η ύλη είναι ένα σύνολο από ιδιότητες

όχι αντικειμενικές, αλλά υποκειμενικές, και ότι συνεπώς ύλη δεν υπάρχει.

Ας ξαναπάρουμε το παράδειγμα του ήλιου. Ο Μπέρκλεϋ ρωτά αν πιστεύουμε στην αντικειμενική

πραγματικότητα του κόκκινου ήλιου, και μας αποδείχνει με τη μέθοδό του της συζήτησης των ιδιοτήτων,

ότι ο ήλιος δεν είναι κόκκινος και δεν είναι δίσκος. Άρα ο ήκιος δεν είναι μια αντικειμενική πραγματικότητα,

γιατί δεν υπάρχει από μοναχός του, αλλά είναι απλούστατα μια πραγματικότητα υποκειμενική, αφού

υπάρχει μονάχα στη σκέψη μας.

Οι υλιστές βεβαιώνουν, ότι, μ’ όλα αυτά, ο ήλιος υπάρχει, όχι γιατί τον βλέπουμε σαν ένα επίπεδο και

κόκκινο δίσκο, γιατί αυτό είναι ρεαλισμός απλοϊκός(ρεαλισμός των παιδιών και των πρωτόγονων

Page 19: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ανθρώπων που μονάχα με τις αισθήσεις τους μπορούσαν να ελέγξουν την πραγματικότητα), αλλά

βεβαιώνουν ότι ο ήλιος υπάρχει, φέρνοντας για μάρτυρα την επιστήμη. Αυτή ακριβώς μας επιτρέπει

πραγματικά, να διορθώσουμε τις πλάνες, όπου μας ρίχνουν οι αισθήσεις μας.

Αλλά πρέπει να θέσουμε καθαρά το πρόβλημα σ’ αυτό το παράδειγμα του ήλιου. Θα πούμε βέβαια, μαζί

με τον Μπέρκλεϋ, ότι ο ήλιος δεν είναι δίσκος και ότι δεν είναι κόκκινος, αλλά δεν θα δεχτούμε και τα

συμπεράσματά του: την άρνηση του ήλιου σαν αντικειμενικής πραγματικότητας.

Δεν συζητούμε για τις ιδιότητες των πραγμάτων, αλλά για αυτή την ύπαρξή τους.

Δεν συζητούμε για να μάθουμε αν οι αισθήσεις μας μας απατούν και παραμορφώνουν την υλική

πραγματικότητα, αλλά αν αυτή η πραγματικότητα υπάρχει, έξω από τις αισθήσεις μας.

Λοιπόν, οι υλιστές βεβαιώνουν την ύπαρξη της πραγματικότητας αυτής έξω από μας. Η ίδια η επιστήμη

είναι τα επιχειρήματά τους.

Τι κάνουν οι ιδεαλιστές για να μας αποδείξουν πως έχουν δίκαιο; Συζητάνε πάνω στις λέξεις, βγάζουν

μεγάλους λόγους, γράφουν σωρούς από σελίδες.

Ας υποθέσουμε για μια στιγμή πως έχουν δίκαιο. Αν ο κόσμος δεν υπάρχει παρά μονάχα μέσα στη σκέψη

μας, τότε ο κόσμος δεν υπήρχε πριν απ’ τους ανθρώπους; Ξέρουμε ότι αυτό είναι λάθος, γιατί η επιστήμη

μας αποδείχνει ότι ο άνθρωπος παρουσιάστηκε πολύ αργά πάνω στη γη. Μπορεί μερικοί ιδεαλιστές να

μας πουν τότε ότι πριν από τον άνθρωπο υπήρχαν τα ζώα και ότι πιθανόν σκέψη να βρισκόταν σ’ αυτά.

Αλλά εμείς ξέρουμε ότι πριν από τα ζώα υπήρχε μια ακατοίκητη γη, όπου δεν μπορούσε να υπάρχει καμιά

οργανική ζωή. Κι άλλοι ίσως μας πουν ότι κι αν ακόμα υπήρχε μονάχα το ηλιακό σύστημα, χωρίς να

υπάρχει καν άνθρωπος, τότε η σκέψη, το πνεύμα βρίσκονταν στο θεό. Με τον τρόπο αυτό φτάνουμε στην

ακρότατη μορφή του ιδεαλισμού. Πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα στο θεό και την επιστήμη. Ο ιδεαλισμός

δεν μπορεί να διατηρηθεί χωρίς τον θεό και ο θεός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον ιδεαλισμό.

Να λοιπόν πως ακριβώς μπαίνει το πρόβλημα του ιδεαλισμού και του υλισμού: ποιος έχει δίκαιο; Ο θεός ή

η επιστήμη;

Ο Θεός είναι καθαρό πνεύμα, δημιουργός της ύλης, μια θέση χωρίς απόδειξη.

Η επιστήμη θα μας αποδείξει με την πράξη και την εμπειρία, πως ο κόσμος είναι μια αντικειμενική

πραγματικότητα, και θα μας επιτρέψει να απαντήσουμε στην ερώτηση:

3. Είναι αλήθεια πώς οι ιδέες μας δημιουργούν τα πράγματα;

Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα αυτοκίνητο που περνά την ώρα που διασχίζουμε τον δρόμο παρέα με

έναν ιδεαλιστή, που μαζί συζητάμε αν τα πράγματα έχουν μια αντικειμενική ή υποκειμενική ύπαρξη, κι αν

αληθινά οι ιδέες μας δημιουργούν τα πράγματα. Είναι φυσικά βεβαιότατο πως θα προσέξουμε πολύ, αν

δεν θέλουμε να μας κόψει το αυτοκίνητο. Έτσι, στην πράξη, ο ιδεαλιστής είναι υποχρεωμένος να

αναγνωρίσει την ύπαρξη του αυτοκινήτου. Γι’ αυτόν, στην πράξη, δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σ’ ένα

αντικειμενικό και σε ένα υποκειμενικό αυτοκίνητο, κι αυτό είναι τόσο σωστό, ώστε να δίνει η πράξη την

απόδειξη πως οι ιδεαλιστές στη ζωή είναι υλιστές.

Μπορούσαμε στο ζήτημα αυτό, να φέρουμε πολλά παραδείγματα, όπου θα βλέπαμε ότι οι ιδεαλιστές

φιλόσοφοι και οι υποστηρικτές αυτής της φιλοσοφίας δεν περιφρονούν ορισμένες «αντικειμενικές

χυδαιότητες», για να αποχτήσουν εκείνο που γι’ αυτούς δεν είναι παρά υποκειμενική πραγματικότητα!

Άλλωστε, γι’ αυτόν το λόγο, δεν βλέπουμε πια κανένα να βεβαιώνει όπως ο Μπέρκλεϋ, ότι ο κόσμος δεν

υπάρχει. Τα επιχειρήματα είναι πολύ πιο επιτήδεια και πιο καμουφλαρισμένα. [Συμβουλευτείτε σαν

Page 20: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

παράδειγμα του τρόπου της επιχειρηματολογίας των ιδεαλιστών, το κεφάλαιο με τον τίτλο «Η ανακάλυψη

των στοιχείων του κόσμου», στο βιβλίο του Λένιν Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, κεφάλαιο 1, σελ 31 και

πέρα].

Σύμφωνα λοιπόν με τα λόγια του Λένιν, «το κριτήριο της πράξης» θα μας επιτρέψει να αποστομώσουμε

τους ιδεαλιστές.

Αυτοί βέβαια, δεν θα παραλείψουν να πουν ότι η θεωρία και η πράξη δεν είναι το ίδιο πράγμα, αλλά ότι

είναι δυό πράγματα ολωσδιόλου διαφορετικά. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Αν μια αντίληψη είναι σωστή ή όχι

αυτό μονάχα η πράξη με την πείρα θα μας το αποδείξει.

Το παράδειγμα του αυτοκινήτου δείχνει πως ο κόσμος είναι μια πραγματικότητα αντικειμενική κι όχι μια

αυταπάτη που γεννά ο νους μας.

Μας μένει ακόμα να δούμε, μια και η θεωρία του αϋλισμού του Μπέρκλεϋ δεν μπορεί να αντέξει στον

επιστημονικό έλεγχο, ούτε στο κριτήριο της πραχτικής, αν –όπως το βεβαιώνουν όλα τα συμπεράσματα

των ιδεαλιστικών φιλοσοφιών, των θρησκειών και των θεολόγων- το πνεύμα γεννά την ύλη.

4. Είναι αλήθεια πως το πνεύμα γεννά την ύλη;

Όπως είδαμε, το πνεύμα για τους ιδεαλιστές έχει σαν ανώτερή του μορφή το θεό. Αυτός είναι η τελευταία

απάντηση, το συμπέρασμα της θεωρίας τους. Για το λόγο αυτό όταν θέλουμε να δούμε ποιος απ’ τους

δύο ο ιδεαλιστής ή ο υλιστής έχει δίκαιο, το πρόβλημα πνεύμα – ύλη μπαίνει σε τελευταία ανάλυση κάτω

απ’ αυτή τη μορφή: «Θεός ή επιστήμη».

Οι ιδεαλιστές βεβαιώνουν ότι ο θεός υπήρξε «εις αιώνα τον άπαντα», και ότι, μη έχοντας υποστεί καμιά

μεταβολή, είναι πάντα ο ίδιος. Είναι το καθαρό πνεύμα, που γι’ αυτό ο χρόνος και το διάστημα δεν

υπάρχουν. Είναι ο δημιουργός της ύλης.

Για να υποστηρίξουν την ύπαρξη του θεού, κι εδώ ακόμα οι ιδεαλιστές δεν παρουσιάζουν κανένα

επιχείρημα.

Για να υποστηρίξουν το δημιουργό της ύλης ανατρέχουν σ’ ένα σωρό μυστήρια, που ένα επιστημονικό

πνεύμα δεν μπορεί να δεχτεί.

Όταν ανατρέχουμε στα πρώτα βήματα της επιστήμης και βλέπουμε ότι οι πρωτόγονοι άνθρωποι (όντας

στη βαθιά άγνοια και εξαιτίας αυτής) δημιούργησαν μέσα στη σκέψη τους την ιδέα του θεού,

διαπιστώνουμε πως οι ιδεαλιστές του 20ου αιώνα συνεχίζουν σαν τους πρωτόγονους, να αγνοούν κάθε τι

που μια υπομονετική και επίμονη εργασία επέτρεψε στον άνθρωπο να γνωρίσει. Γιατί στο κάτω – κάτω

της γραφής, ο θεός για τους ιδεαλιστές δεν μπορεί να εξηγηθεί, και μένει γι’ αυτούς μια πίστη χωρίς καμιά

απόδειξη. Όταν οι ιδεαλιστές θέλουν να «αποδείξουν» την αναγκαιότητα μιας δημιουργίας του κόσμου,

λέγοντας ότι η ύλη δεν μπορούσε να υπάρχει πάντα, ότι οτιδήποτε έπρεπε να είχε κάποτε φτιαχτεί,

καταφεύγουν σε ένα θεό, που ο ίδιος δεν είχε ποτέ του αρχή.

Κατά τι η ερμηνεία αυτή είναι πιο φωτεινή;

Αντίθετα, για να υποστηρίξουν οι υλιστές τα επιχειρήματά τους, θα χρησιμοποιήσουν την επιστήμη, που οι

άνθρωποι ανάπτυξαν καθώς ολοένα απομάκρυναν από γύρω τους τα «σύνορα της άγνοιάς τους».

Μας επιτρέπει λοιπόν η επιστήμη να σκεφτούμε ότι το πνεύμα δημιούργησε την ύλη; Όχι.

Η ιδέα της δημιουργίας από ένα καθαρό πνεύμα είναι ακατανόητη γιατί δεν ξαναβρίσκουμε τίποτα το

παρόμοιο μέσα στην εμπειρία μας. Για να ήταν αυτό δυνατό, θα έπρεπε, όπως λεν οι ιδεαλιστές, να

υπήρχε το πνεύμα μόνο του πριν από την ύλη, ενώ η επιστήμη μας αποδείχνει ότι αυτό δεν είναι δυνατό

Page 21: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

και ότι ποτέ δεν υπάρχει πνεύμα χωρίς ύλη. Αντίθετα το πνεύμα είναι πάντοτε δεμένο με την ύλη, και

διαπιστώνουμε ιδιαίτερα ότι το πνεύμα του ανθρώπου είναι συνδεδεμένο με τον εγκέφαλο, που είναι η

πηγή των ιδεών και της σκέψης μας. Η επιστήμη δεν μας επιτρέπει να διανοηθούμε ότι οι ιδέες υπάρχουν

στο κενό ....

Θα έπρεπε λοιπόν το πνεύμα θεός, για να μπορεί να υπάρξει, να έχει έναν εγκέφαλο. Γι’ αυτόν ακριβώς το

λόγο, μπορούμε να πούμε, ότι δεν είναι ο θεός που δημιούργησε την ύλη και τον άνθρωπο, αλλά είναι η

ύλη, ο ανθρώπινος εγκέφαλος, που δημιούργησε το πνεύμα – θεό.

Θα δούμε παρακάτω αν η επιστήμη μας επιτρέπει να πιστεύουμε σε ένα θεό ή σε κάποιο πράγμα που

πάνω του το διάβα του χρόνου θα ήταν χωρίς αποτέλεσμα, και για το οποίο το διάστημα, η κίνηση και η

μεταβολή δεν θα υπήρχαν. Από τώρα όμως, μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι στην απάντηση

τους στο θεμελιακό πρόβλημα της φιλοσοφίας:

5. Οι υλιστές έχουν δίκαιο και η επιστήμη αποδείχνει την ορθότητα των απόψεών τους

Οι υλιστές έχουν δίκαιο όταν βεβαιώνουν:

1. Ενάντια στον ιδεαλισμό του Μπέρκλεϋ και ενάντια στους φιλόσοφους που κρύβονται πίσω από

τον αϋλισμό του: πρώτα ότι ο κόσμος και τα πράγματα βεβαιότατα υπάρχουν έξω από τη διάνοιά

μας και δεν έχουν ανάγκη από τη σκέψη μας για να υπάρξουν, ύστερα ότι οι ιδέες μας δεν

δημιουργούν τα πράγματα αλλά ότι, αντίθετα, τα πράγματα μας δίνουν τις ιδέες μας.

2. Ενάντια σε όλες τις ιδεαλιστικές φιλοσοφίες, που φτάνουν στο σημείο να βεβαιώνουν τη

δημιουργία της ύλης από το πνεύμα, βεβαιώνουν δηλαδή, σε τελευταία ανάλυση, την ύπαρξη του

θεού και υποστηρίζουν τα θεολογικά δόγματα, οι υλιστές, που στηρίζονται στις επιστήμες,

βεβαιώνουν και αποδείχνουν ότι η ύλη δημιουργεί το πνεύμα και ότι αυτοί δεν έχουν ανάγκη της

υπόθεσης «θεός» για να εξηγήσουν τη δημιουργία της ύλης.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Πρέπει να προσέξουμε με ποιον τρόπο οι ιδεαλιστές βάζουν τα προβλήματα. Μας

βεβαιώνουν ότι ο θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, ενώ βλέπουμε ότι ο άνθρωπος έχει δημιουργήσει το

θεό. Βεβαιώνουν ακόμα πως το πνεύμα δημιούργησε την ύλη, ενώ βλέπουμε ότι στην πραγματικότητα

συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Παρατηρούμε εδώ ένα τέλειο αναποδογύρισμα των πραγμάτων που

πρέπει να το σημειώσουμε

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ: Λένιν: Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός (σελ 52 «Η φύση υπήρχε πριν από τον

ανθρωπο;» σελ 62-65 «Ο άνθρωπος σκέφτεται με τον εγκέφαλό του;»

Ένγκελς: Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ «Ιδεαλισμός και υλισμός» σελ 14.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΙΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ;

Ο ΑΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ

1. Γιατί μια Τρίτη φιλοσοφία;

2. Συλλογισμός αυτής της τρίτης φιλοσοφίας

3. Από που προέρχεται αυτή η φιλοσοφία;

Page 22: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

4. Οι συνέπειές της

5. Πως πρεπει να ανασκευάζουμε αυτή την «τρίτη» φιλοσοφία

6. Συμπέρασμα.

1. Γιατί μια τρίτη φιλοσοφία;

Μπορεί να νομίσουμε ύστερα από τα πρώτα αυτά κεφάλαια, ότι, κοντολογίς, θα πρέπει να είναι αρκετά

εύκολο να πάρουμε θέση ανάμεσα σ’ όλες τις φιλοσοφικές θεωρίες, αφού μόνο δύο μεγάλα ρεύματα τις

διαμοιράζονται: ο ιδεαλισμός και ο υλισμός. Και μπορούμε να νομίσουμε ακόμα ότι τα επιχειρήματα που

στηρίζουν τον υλισμό πείθουν με ένα τρόπο οριστικό.

Ίσως να έχουμε την εντύπωση, ότι ύστερα από μια μικρή εξέταση ξαναβρίσκουμε το δρόμο, που οδηγεί

προς τη φιλοσοφία που στηρίζεται στο λογικό: τον υλισμό.

Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Όπως κιόλας τονίσαμε, οι νεώτεροι ιδεαλιστές δεν έχουν την

ειλικρίνεια του επισκόπου Μπέρκλεϋ. Παρουσιάζουν τις ιδέες τους «με πολύ περισσότερη πανουργία, με

μια μορφή σκοτεινή εξαιτίας μιας ‘’καινούργιας’’ ορολογίας που αποβλέπει στο να τις νομίσουν οι αγαθοί

άνθρωποι σαν την ‘’πιο μοντέρνα’’ φιλοσοφία»11

Είδαμε ότι στη θεμελιακή ερώτηση της φιλοσοφίας μπορούμε να δώσουμε δύο απαντήσεις, που είναι

ολωσδιόλου αντίθετες, αντιφάσκουσες και ασυμβίβαστες. Αυτές οι δύο απαντήσεις είναι πολύ καθαρές και

δεν επιτρέπουν καμιά σύγχυση.

Και πραγματικά, ως το 1710 περίπου, το πρόβλημα έμπαινε έτσι: από τη μια μεριά οι υλιστές, αυτοί που

βεβαιώνουν την ύπαρξη της ύλης έξω από τη σκέψη μας και από την άλλη, οι ιδεαλιστές, αυτοί που μαζί

με τον Μπέρκλεϋ αρνιόντουσαν την ύπαρξη της ύλης και ισχυριζόντουσαν ότι αυτή δεν υπήρχε παρά

μόνο μέσα μας, μέσα στη διάνοιά μας.

Αλλά την εποχή εκείνη, καθώς προόδευσαν οι επιστήμες, κι άλλοι φιλόσοφοι μπήκαν στη μέση, που

προσπάθησαν να βάλουν τέρμα στη μοιρασιά του φιλοσοφικού στίβου από τους ιδεαλιστές και από τους

υλιστές, δημιουργώντας ένα φιλοσοφικό ρεύμα που έριξε τη σύγχυση ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο

φιλοσοφικές θεωρίες: Πηγή αυτής της σύγχυσης είναι η αναζήτηση μια τρίτης φιλοσοφίας.

2. Συλλογισμός αυτής της τρίτης φιλοσοφίας

Η βάση της φιλοσοφίας αυτής, που την επεξεργάστηκαν μετά τον Μπέρκλεϋ, είναι πως δεν χρειάζεται να

προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε την αληθινή φύση των πραγμάτων και ότι δεν πρόκειται ποτέ να

γνωρίσουμε παρά μόνο τη φαινομενική πραγματικότητα.

Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς ονομάζουμε τη φιλοσοφία αυτή αγνωστικισμό (από το ελληνικό α, αρνητικό

μόριο, και γνωστικός – ικανός να γνωρίσει, άρα ανίκανος να γνωρίσει).

Σύμφωνα με τη γνώμη των αγνωστικιστών, δεν μπορούμε να μάθουμε αν ο κόσμος είναι στο βάθος

πνεύμα ή ύλη. Μπορούμε μόνο να γνωρίσουμε τη φαινομενική φύση των πραγμάτων, αλλά δεν μπορούμε

να γνωρίσουμε την ουσιαστική φύση τους.

Ας ξαναπάρουμε το παράδειγμα του ήλιου: Είδαμε ότι δεν είναι, όπως το νόμιζαν οι πρωτόγονοι, ένας

επίπεδος και κόκκινος δίσκος. Αυτός ο δίσκος δεν ήταν λοιπόν παρά μια αυταπάτη, μια φαινομενική

11 Λένιν, Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, σελ. 9.

Page 23: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

πραγματικότητα (η φαινομενική πραγματικότητα είναι η επιφανειακή ιδέα που έχουμε για τα πράγματα,

δεν είναι η ίδια η ουσιαστική φύση τους).

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι αγνωστικιστές, βλέποντας πως οι ιδεαλιστές και οι υλιστές τσακώνονται για

να γνωρίσουν αν τα πράγματα είναι ύλη ή πνεύμα, αν αυτά τα πράγματα υπάρχουν ή όχι έξω από τη

σκέψη μας, αν μπορούμε να τα γνωρίσουμε ή όχι, λένε πως μπορούμε να γνωρίσουμε καλά τη

φαινομενική πραγματικότητα, αλλά ποτέ την πραγματικότητα την ίδια.

Οι αισθήσεις μας, ισχυρίζονται, μας επιτρέπουν να δούμε και να αισθανθούμε τα πράγματα, να

γνωρίσουμε τις εξωτερικές όψεις, τη φαινομενική φύση. Αποτελεί αυτό που ονομάζουμε στη φιλοσοφική

διάλεκτο «καθ’ ημάς πράγμα». Αλλά δεν μπορούμε να γνωρίσουμε το πράγμα ανεξάρτητα από μας, με τη

δικιά του πραγματική υπόσταση, αυτό που ονομάζουμε «πράγμα καθ’ εαυτό».

Οι ιδεαλιστές και οι υλιστές, που συζητούν αδιάκοπα τα ζητήματα αυτά, μοιάζουν με δύο ανθρώπους που

θα φορούσαν ο ένας μπλε και ο άλλος ροζ γυαλιά, θα περπατούσαν πάνω στο χιόνι και θα συζητούσαν

για να γνωρίσουν πιο είναι το πραγματικό του χρώμα. Ας υποθέσουμε ότι ποτέ δεν θα μπορούσαν να

βγάλουν τα γυαλιά τους. Θα μπορούσαν μια μέρα να γνωρίσουν το πραγματικό χρώμα του χιονιού; ... Όχι.

Έ, λοιπόν, οι ιδεαλιστές και οι υλιστές που τσακώνονται για να γνωρίσουν ποιος από τους δύο έχει δίκαιο,

φοράνε ροζ και μπλε γυαλιά. Ποτέ δεν θα γνωρίσουν την πραγματικότητα, θα ‘χουν μια «κατ’ αυτούς

γνώση» του χιονιού, καθένας θα το βλέπει με τον τρόπο του, αλλά ποτέ δεν θα γνωρίσουν το χιόνι «καθ’

εαυτό». Αυτός είναι ο συλλογισμός των αγνωστικιστών.

3. Από που προέρχεται η φιλοσοφία αυτή;

Ιδρυτής της φιλοσοφίας αυτής είναι ο Χιουμ (1711-1776), που ήταν άγγλος και ο Καντ (1724-1804) ένας

γερμανός. Και οι δύο προσπάθησαν να συμβιβάσουν τον ιδεαλισμό και τον υλισμό.

Να ένα απόσπασμα των συλλογισμών του Χιουμ που αναφέρεται από τον Λένιν στο βιβλίο του «Υλισμός

και Εμπειριοκριτικισμός» (σελ. 14):

«Μπορούμε να θεωρήσουμε σαν ολοφάνερο, ότι οι άνθρωποι, από φυσικό ένστικτο, τείνουν στο να

εμπιστεύονται στις αισθήσεις τους, και ότι, χωρίς τον ελάχιστο συλλογισμό, υποθέτουμε πάντα την ύπαρξη

ενός εξωτερικού σύμπαντος, που δεν εξαρτάται από την αντίληψή μας και που θα συνέχιζε να υπάρχει κι

αν ακόμα εκμηδενιζόμαστε μαζί με όλα τα όντα που είναι προικισμένα με αισθήσεις....

Αλλά αυτή η αρχέγονη και παγκόσμια γνώμη γρήγορα κλονίστηκε από τη φιλοσοφία την πιο επιφανειακή,

που μας διδάσκει, ότι οι αισθήσεις είναι κανάλια που ακολουθούν οι εικόνες και ότι αυτές δεν είναι σε θέση

να αποκαταστήσουν από μόνες τους μια άμεση σχέση, οποιαδήποτε και αν είναι αυτή, ανάμεσα στη σκέψη

και το αντικείμενο. Το τραπέζι που βλέπουμε φαίνεται πιο μικρό όταν απομακρυνόμαστε από αυτό, αλλά το

πραγματικό τραπέζι, που υπάρχει ανεξάρτητα από εμάς, δεν αλλάζει, άρα το πνεύμα μας συνέλαβε μονάχα

την εικόνα του τραπεζιού. Αυτές είναι οι φανερές ενδείξεις που μας δίνει το λογικό μας».

Βλέπουμε ότι ο Χιουμ παραδέχεται ευθύς εξ αρχής αυτό που πέφτει στην κοινή αντίληψη: «την ύπαρξη

ενός εξωτερικού κόσμου» που δεν εξαρτιέται από εμάς. Αλλά ευθύς αμέσως, αρνιέται να δεχτεί την

ύπαρξη αυτή σαν μια αντικειμενική πραγματικότητα. Γι’ αυτόν η ύπαρξη αυτή είναι μονάχα μια εικόνα, και

οι αισθήσεις μας, που διαπιστώνουν την ύπαρξη αυτή, αυτή την εικόνα, είναι ανίκανες να

αποκαταστήσουν μια οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα στη διάνοια και στο αντικείμενο.

Page 24: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Κοντολογίς, ζούμε μέσα στα πράγματα όπως στον κινηματογράφο, όπου βλέπουμε πάνω στην οθόνη την

εικόνα των πραγμάτων, την ύπαρξή τους, αλλά όπου, πίσω από τις εικόνες αυτές, δηλαδή πίσω από την

οθόνη, δεν υπάρχει τίποτα.

Τώρα, πώς το πνεύμα μας αισθάνεται τα αντικείμενα; Αυτό μπορεί να οφείλεται «στην ενέργεια της ίδιας

μας της διάνοιας, ή στην ενέργεια κάποιου άγνωστου και αόρατου πνεύματος, ή καλύτερα σε κάποια πιο

άγνωστη αιτία» (στην ίδια σελίδα).

4. Οι συνέπειές της

Να λοιπόν μια ελκυστική θεωρία, που είναι άλλωστε, πολύ διαδεδομένη. Την ξαναβρίσκουμε κάτω από

διαφορετικές όψεις, στο κύλισμα της ιστορίας, ανάμεσα στις φιλοσοφικές θεωρίες, και, στις μέρες μας, σ’

όλους όσους καμώνονται ότι «μένουν ουδέτεροι και τηρούν επιστημονική επιφύλαξη».

Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε αν αυτοί οι συλλογισμού είναι σωστοί και ποιες είναι οι συνέπειές τους.

Αν μας είναι στ’ αλήθεια αδύνατο, όπως το βεβαιώνουν οι αγνωστικιστές, να γνωρίσουμε την αληθινή

φύση των πραγμάτων και αν η γνώση μας περιορίζεται στις φαινομενικές όψεις τους, δεν μπορούμε να

βεβαιώσουμε την ύπαρξη της αντικειμενικής πραγματικότητας. Και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αν αυτά

τα ίδια τα πράγματα υπάρχουν. Για μας, λόγου χάρη, το αυτοκίνητο είναι μια αντικειμενική

πραγματικότητα. ο αγνωστικιστής πάλι μας λέει πως αυτό δεν είναι βέβαιο και δεν μπορούμε να ξέρουμε

αν αυτό το αυτοκίνητο είναι μια ιδέα ή μια πραγματικότητα. Μας απαγορεύει λοιπόν να υποστηρίζουμε ότι

η σκέψη μας είναι αντανάκλαση των πραγμάτων. Βλέπουμε λοιπόν, ότι έχουμε να κάνουμε εδώ μ’ έναν

πέρα για πέρα ιδεαλιστικό συλλογισμό, γιατί η διαφορά δεν είναι μεγάλη ανάμεσα στο να βεβαιώνεις πως

τα πράγματα δεν υπάρχουν, ή απλώς ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αν υπάρχουν!

Είδαμε ότι ο αγνωστικιστής διακρίνει τα πράγματα «καθ’ ημάς» και τα πράγματα «καθ’ εαυτά». Η μελέτη

των «καθ’ ημάς» πραγμάτων είναι λοιπόν δυνατή: είναι η επιστήμη. Αλλά η μελέτη των πραγμάτων «καθ’

εαυτά» είναι αδύνατη, γιατί δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αυτό που υπάρχει έξω από μας.

Το αποτέλεσμα αυτού του συλλογισμού είναι το ακόλούθο: ο αγνωστικιστής παραδέχεται την επιστήμη.

Πιστεύει σ’ αυτήν και δουλεύει για την πρόοδο της. Αλλά μια και δεν μπορεί κανείς να δημιουργήσει

επιστήμη παρά μόνο με την προϋπόθεση ότι θα αποκλείσει από τη φύση κάθε υπερφυσική δύναμη, ο

αγνωστικιστής είναι υλιστής μπροστά στην επιστήμη.

Αλλά βιάζεται να προσθέσει ότι επειδή η επιστήμη μας δίνει μόνο τη φαινομενική όψη των πραγμάτων,

τίποτα δεν αποδείχνει, ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα και κάτι άλλο εκτός από την ύλη, ή ακόμη ότι

υπάρχει η ύλη, ή ότι δεν υπάρχει θεός. Η ανθρώπινη λογική δεν μπορεί να αναγνωρίσει τίποτα απ’ αυτά,

και κατά συνέπεια δεν έχει καμία δουλειά να ανακατώνεται.

Αν υπάρχουν άλλοι τρόποι να γνωρίσουμε τα πράγματα «καθ’ εαυτά» όπως η θρησκευτική πίστη, ο

αγνωστικιστής δε θέλει να το ξέρει ούτε κι αυτό, και δεν αναγνωρίζει στον εαυτό του το δικαίωμα να

συζητάει γι’ αυτό.

Ο αγνωστικιστής είναι λοιπόν, με τη συμπεριφορά του στη ζωή και για την οικοδόμηση της επιστήμης,

ένας υλιστής, αλλά ένας υλιστής που δεν τολμά να ομολογήσει τον υλισμό του και που επιδιώκει πρώτα –

πρώτα να μην βρίσκει τον μπελά του με τους ιδεαλιστές, και να μην συγκρούεται με τις θρησκείες. Είναι

ένας «ντροπαλός υλιστής» (Φ. Ένγκελς: Φιλοσοφικές Μελέτες, «ο ιστορικός υλισμός», σελ 55, Κοινωνικές

Εκδόσεις, 1947).

Page 25: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Η συνέπεια είναι ότι αυτή η τρίτη φιλοσοφία, αμφιβάλλοντας για τη βαθύτερη αξία της επιστήμης, μη

βλέποντας σ’ αυτήν παρά μόνο αυταπάτες, προτείνει να μην αναγνωρίσουμε καμιά αλήθεια στην

επιστήμη και να θεωρήσουμε σαν απόλυτα άχρηστο το να αναζητήσουμε να γνωρίσουμε κάποιο πράγμα,

το να εργαστούμε για την πρόοδο.

Οι αγνωστικιστές λένε: Άλλοτε, οι άνθρωποι βλέπανε τον ήλιο σαν ένα επίπεδο δίσκο και πίστευαν ότι

τέτοια ήταν η πραγματική του μορφή: έπεφταν έξω. Σήμερα, η επιστήμη μας λέει ότι ο ήλιος δεν είναι

τέτοιος που τον βλέπουμε και υποστηρίζει ότι όλα τα εξηγεί. Ξέρουμε όμως ότι η επιστήμη συχνά πέφτει

έξω καταστρέφοντας τη μια μέρα αυτό που δημιούργησε την προηγούμενη. Πλάνη χθες, αλήθεια σήμερα,

ξανά πλάνη αύριο. Γι’ αυτό το λόγο, υποστηρίζουν οι αγνωστικιστές, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε. Η

λογική δεν μας δίνει καμιά βεβαιότητα. Κι αν άλλες μέθοδες, εκτός από τη λογική, όπως η θρησκευτική

πίστη, ισχυρίζονται ότι μας δίνουν απόλυτες βεβαιότητες, ούτε κι αυτή η ίδια η επιστήμη μπορεί να μας

εμποδίσει να πιστέψουμε σ’ αυτές. Ελαττώνοντας την πίστη στην επιστήμη, ο αγνωστικισμός προετοιμάζει

έτσι την επιστροφή στις θρησκείες.

5. Πως πρέπει να ανασκευάζουμε αυτήν την τρίτη φιλοσοφία.

Είδαμε, ότι για να αποδείξουν τις απόψεις τους οι υλιστές δεν χρησιμοποιούν μόνο την επιστήμη, αλλά και

την πείρα, που επιτρέπει να ελέγξουμε τις επιστήμες. Χάρη στο «κριτήριο της πράξης» μπορούμε να

γνωρίσουμε, να κατανοήσουμε τα πράγματα.

Οι αγνωστικιστές μας λένε πως είναι αδύνατο να βεβαιώσουμε ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει εξωτερικός

κόσμος.

Όμως στην πράξη γνωρίζουμε ότι ο κόσμος και τα πράγματα υπάρχουν. Γνωρίζουμε ότι οι ιδέες που

σχηματίζουμε για πράγματα είναι ακριβείς, ότι οι σχέσεις που καθιερώσαμε ανάμεσα στα πράγματα και σε

μας είναι πραγματικές.

«Από τη στιγμή που χρησιμοποιούμε τα πράγματα, σύμφωνα με τις ιδιότητες πού διαπιστώνουμε σ’ αυτά,

δοκιμάζουμε με τρόπο αλάνθαστο την ορθότητα ή το λαθεμένο των διαπιστώσεων που κάναμε με τις

αισθήσεις. Αν οι διαπιστώσεις μας ήταν λαθεμένες, και η εκτίμηση της χρήσης ενός πράγματος θα ‘πρεπε

να είναι κι αυτή λαθεμένη, και η δοκιμή μας θα έπρεπε να αποτύχει. Αλλά, αν καταφέρουμε να πετύχουμε

τον σκοπό μας, αν αντιληφθούμε πως το αντικείμενο συμφωνεί με την ιδέα που έχουμε σχηματίσει γι’ αυτό

και ανταποκρίνεται στα σχέδια μας, όπου το χρησιμοποιούμε, αυτό είναι μια θετική απόδειξη ότι οι

διαπιστώσεις μας για το αντικείμενο και τις ιδιότητές του συμφωνούν με μια έξω από μας πραγματικότητα.

Και κάθε φορά που αποτυχαίνουμε χρειαζόμαστε συνήθως λίγο χρόνο για ν’ ανακαλύψουμε την αιτία της

αστοχίας μας. Αντιλαμβανόμαστε τότε ότι η διαπίστωση που πάνω της στηριχτήκαμε για να ενεργήσουμε

ήταν ή ελλιπής ή συνδεδεμένη με τα συμπεράσματα άλλων διαπιστώσεων, μ’ έναν τέτοιο τρόπο που δεν

ανταποκρινότανε σ’ αυτό που ονομάζουμε σωστό συλλογισμό. Όσο πιο πολύ φροντίζουμε να εξασκούμε

και να χρησιμοποιούμε με το σωστό τρόπο τις αισθήσεις μας και να συγκρατούμε τη δράση μας μέσα στα

προδιαγραμμένα, απ’ τις διαπιστώσεις που σωστά αποχτήσαμε και σωστά χρησιμοποιήσαμε, όρια,

παρατηρούμε, ότι το αποτέλεσμα της πράξης μας αποδείχνει τη συμφωνία των διαπιστώσεών μας με την

αντικειμενική φύση των πραγμάτων που αντιληφθήκαμε. Σε καμιά περίπτωση, δεν φτάσαμε ακόμα στο

σημείο να πούμε ότι οι διαπιστώσεις, που οφείλονται στις αισθήσεις μας και που έχουν ελεγχθεί

επιστημονικά, παράγουν μέσα στο πνεύμα μας τις ιδέες για τον έξω κόσμο, που μπορούν να είναι, από την

Page 26: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ίδια τους τη φύση σε ασυμφωνία με την πραγματικότητα, ή ότι μπορεί να υπάρχει μια ξεχωριστή αντίφαση

ανάμεσα στον κόσμο και στις αντιλήψεις που έχουμε αποχτήσει γι’ αυτόν με τις αισθήσεις».12

Επαναλαμβάνοντας τη φράση του Ένγκελς θα πούμε: «Η απόδειξη της ύπαρξης της πουτίγκας είναι ότι

την τρώμε» (αγγλική παροιμία). Αν δεν υπήρχε, ή αν ήταν μια ιδέα, με το να την είχαμε φάει, η πείνα μας

δεν θα καταπραϋνότανε καθόλου. Γι’ αυτό, μας είναι πέρα για πέρα δυνατό να γνωρίσουμε τα πράγματα,

να δούμε αν οι ιδέες μας ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Μας είναι δυνατό να ελέγχουμε τ

δεδομένα της επιστήμης με την εμπειρία και τη βιομηχανία, που μεταφέρουν σε πραχτικές εφαρμογές τα

θεωρητικά συμπεράσματα των επιστημών. Αν μπορούμε να φτιάξουμε συνθετικό καουτσούκ αυτό

οφείλεται στο ότι η επιστήμη γνωρίζει το καουτσούκ «καθ’ εαυτό».

Βλέπουμε λοιπόν ότι δεν είναι άχρηστο να προσπαθούμε να δούμε ποιος έχει δίκαιο, μια και, πέρα από

τις θεωρητικές πλάνες που η επιστήμη μπορεί να κάνει, η πείρα μας δίνει κάθε φορά την απόδειξη ότι

μόνο η επιστήμη έχει δίκαιο.

6. Συμπέρασμα

Από τον 18ο αιώνα, στους διάφορους στοχαστές, που δανείστηκαν λίγα ή πολλά από τον γνωστικισμό,

βλέπουμε ότι αυτή η φιλοσοφία τραβιόταν μια από τον ιδεαλισμό μια από τον υλισμό. Κάτω από

καινούργια ονόματα, όπως λέει ο Λένιν, ισχυριζόμενοι μάλιστα ότι χρησιμοποιούν τις επιστήμες για να

υποστηρίξουν τους συλλογισμούς τους, δημιουργούν συνεχώς σύγχυση ανάμεσα στις δύο θεωρίες,

επιτρέποντας έτσι σε ορισμένους να έχουν μια φιλοσοφία βολική που τους δίνει τη δυνατότητα να

δηλώνουν ότι δεν είναι ιδεαλιστές γιατί χρησιμοποιούν την επιστήμη, μα που δεν είναι και υλιστές, γιατί

δεν τολμούν να φτάσουν μέχρι το τέρμα των συλλογισμών τους, γιατί δεν είναι συνεπείς.

«Τι άλλο είναι λοιπόν ο αγνωστικισμός, λέει ο Ένγκελς, παρά ένας δειλός ιδεαλισμός; Η αγνωστικιστική

αντίληψη είναι πέρα για πέρα υλιστική. Ολάκερος ο φυσικός κόσμος κυβερνιέται από νόμους και αποκλείει

απόλυτα κάθε εξωτερική επέμβαση. Αλλά η αγνωστικιστική φιλοσοφία προσθέτει ότι δεν έχουμε κανένα

μέσο για να βεβαιώσουμε ή να αρνηθούμε την ύπαρξη κάποιου υπέρτατου όντος πέρα από το γνωστό

σύμπαν».13

Αυτή η φιλοσοφία παίζει λοιπόν το παιχνίδι του ιδεαλισμού και, στο κάτω – κάτω, επειδή οι αγνωστικιστές

είναι ασυνεπείς στους συλλογισμούς τους καταλήγουν στον ιδεαλισμό. «Ξύστε τον αγνωστικιστή, λέει ο

Λένιν, θα βρείτε τον ιδεαλιστή».

Είδαμε ότι μπορούμε να ξέρουμε ποιος έχει δίκαιο, ο υλισμός ή ο ιδεαλισμός.

Βλέπουμε τώρα ότι οι θεωρίες που ισχυρίζονται ότι συμβιβάζουν αυτές τις δύο φιλοσοφίες δεν μπορούν,

στην πραγματικότητα, παρά να υποστηρίζουν τον ιδεαλισμό, ότι δεν δίνουν μια τρίτη απάντηση στη

θεμελιακή ερώτηση της φιλοσοφίας, και ότι, συνεπώς, δεν υπάρχει τρίτη φιλοσοφία.

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ: Λένιν: Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός, σελ 14-16, 170, 171, 100, 101.

Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ σελ. 16 και πέρα.

Ένγκελς: Φιλοσοφικές μελέτες, «ιστορικός υλισμός», σελ. 85 και πέρα.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

12 Φ. Ενγκελς: Φιλοσοφικές Μελέτες, «ο ιστορικός υλισμός», σελ 89.13 Φ. Ένγκελς όπ.π., σελ. 88.

Page 27: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Ποια σημασία παρουσιάζει η μελέτη της φιλοσοφίας για τον αγωνιστή εργάτη;

2. Ποια ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζει γι’ αυτόν η μελέτη του διαλεχτικού υλισμού;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

1. Ποιο είναι το θεμελιακό πρόβλημα της φιλοσοφίας;

2. Εξηγείστε και διορθώστε τη συνηθισμένη σύγχυση που δημιουργούν οι λέξεις ιδεαλισμός και

υλισμός.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Ποια είναι τα κύρια ιδεαλιστικά επιχειρήματα;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Ποια είναι τα σημεία αντίθεσης ανάμεσα στον υλισμό και τον ιδεαλισμό;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

Τι πρέπει ν’ απαντήσουμε σε κείνους που ισχυρίζονται ότι ο κόσμος υπάρχει μονάχα στη διάνοιά

μας;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό, υπάρχει θέση για μια τρίτη φιλοσοφία;

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ο φιλοσοφικός υλισμός

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Page 28: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Η ΥΛΗ ΚΑΙ ΟΙ ΥΛΙΣΤΕΣ

1. Τι είναι ύλη;

2. Διαδοχικές θεωρίες για την ύλη

3. Τι είναι η ύλη για τους υλιστές

4. Ο χώρος, ο χρόνος, η κίνηση και η ύλη

5. Συμπέρασμα.

Έχοντας προσδιορίσει: Πρώτα – πρώτα τις κοινές σ’ όλους τους υλιστές έννοιες, σε συνέχεια τα

επιχειρήματα όλων των υλιστών ενάντια στις ιδεαλιστικές φιλοσοφίες και τέλος έχοντας αποδείξει την

πλάνη του αγνωστικισμού, θα βγάλουμε απ’ τη διδασκαλία αυτή τα συμπεράσματα και θα ενισχύσουμε τα

υλιστικά μας επιχειρήματα, δίνοντας απάντηση στις δύο ακόλουθες ερωτήσεις:

1. Τι είναι ύλη;

2. Τι σημαίνει να είσαι υλιστής;

1. Τι είναι ύλη;

Σημασία της ερώτησης. Κάθε φορά που έχουμε να λύσουμε ένα πρόβλημα, πρέπει να βάζουμε τις

ερωτήσεις πολύ ξάστερα. Πραγματικά, δεν είναι τόσο εύκολο να δώσουμε εδώ μια ικανοποιητική

απάντηση. Για να το κατορθώσουμε, πρέπει να διατυπώσουμε μια θεωρία για την ύλη.

Γενικά, οι άνθρωποι σκέφτονται ότι η ύλη είναι αυτό που μπορούν να πιάσουν, αυτό που παρουσιάζει

αντίσταση και σκληρότητα. Στην ελληνική αρχαιότητα έτσι καθόριζαν την ύλη.

Σήμερα ξέρουμε, χάρη στις επιστήμες, ότι αυτό δεν είναι σωστό.

2. Διαδοχικές θεωρίες για την ύλη

(Σκοπός μας είναι να εξετάσουμε όσο γίνεται πιο απλά τις διάφορες θεωρίες που αναφέρονται στην ύλη

χωρίς να προχωρήσουμε σε επιστημονικές εξηγήσεις).

Στην Ελλάδα, νόμιζαν πως η ύλη ήταν ένα πράγμα στερεό που δεν μπορούσε να διαιρεθεί απεριόριστα.

Έρχεται μια στιγμή, έλεγαν, που τα κομμάτια δεν μπορούν πια να διαιρεθούν. Κι είχαν ονομάσει αυτά τα

μικρά κομμάτια άτομα (που πάει να πει αδιαίρετα). Ένα τραπέζι λοιπόν είναι άθροισμα ατόμων. Νόμιζαν

ακόμα πως τα άτομα αυτά διαφέρουν μεταξύ τους: Υπήρχαν άτομα λεία και στρογγυλά, όπως του λαδιού,

άλλα τραχιά και αγκυλωτά όπως του ξυδιού.

Πρώτος ο Δημόκριτος, ένας υλιστής της αρχαιότητας, διατύπωσε τη θεωρία αυτή. Είναι ο πρώτος, που

προσπάθησε να δώσει μια υλιστική ερμηνεία του κόσμου. Σκεφτόταν, λόγου χάρη, ότι το ανθρώπινο κορμί

είναι φτιαγμένο από κοινά άτομα και ότι η ψυχή ήταν ένα άθροισμα από άτομα λεπτότερα, και επειδή

παραδεχότανε την ύπαρξη των θεών και ήθελε, ωστόσο, να εξηγήσει το κάθε πράγμα υλιστικά, βεβαίωνε,

πως κι οι ίδιοι οι θεοί ήταν φτιαγμένοι από άτομα πάρα πολύ λεπτά.

Από την αρχαιότητα, λοιπόν, οι άνθρωποι προσπάθησαν να εξηγήσουν τι είναι ύλη.

Ο μεσαίωνας δε φέρνει τίποτα το καινούργιο στη θεωρία των ατόμων που καλλιεργήθηκε από τους

Έλληνες. Μόνο τον 19ο αιώνα η θεωρία αυτή παθαίνει βαθιές μεταβολές.

Page 29: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Νόμιζαν πάντα πως η ύλη διαιρείται σε άτομα, και πως αυτά ήταν μόρια πολύ σκληρά που το ένα

ασκούσε έλξη πάνω στο άλλο. είχαν εγκαταλείψει τη θεωρία των Ελλήνων και τα άτομα αυτά δεν τα

θεωρούσαν πια τραχιά ή λεία, αλλά συνέχιζαν να υποστηρίζουν ότι ήταν σκληρά, αδιαίρετα και ότι είχαν

μια τάση να έλκει το ένα το άλλο.

Σε συνέχεια η πρόοδος επέτρεψε στις επιστήμες να φέρουν διασαφήσεις και να προχωρήσουν

περισσότερο στην ερμηνεία της ύλης. Σήμερα αποδείχνουν ότι το άτομο είναι κατά προσέγγιση ένα κέντρο

που γύρω του στρέφεται ένα μικρό σύστημα από πλανήτες φορτισμένους με μικρά ηλεκτρικά φορτία. Το

κέντρο ή πυρήνας του ατόμου είναι κι αυτό σύνθετο και με πολύμορφη συγκρότηση. Η ύλη είναι μια

συνάθροιση των ατόμων αυτών και αν το χέρι μας που το τοποθετούμε πάνω στο τραπέζι νοιώθει μια

αντίσταση, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στο ότι το χέρι δέχεται έναν αμέτρητο αριθμό συγκρούσεων, που

προέρχονται απ’ αυτά τα μικρά συστήματα των ατόμων.

Σ’ αυτή την πιο σύγχρονη θεωρία της ερμηνείας της ύλης, θεωρία που επιβεβαιώνεται από τις

επιστημονικές παρατηρήσεις, οι ιδεαλιστές κάνουν τον ακόλουθο έλεγχο: «Δεν υπάρχει πια στερεά ύλη!

Συνεπώς δεν υπάρχει πια ύλη! Οι υλιστές, που στηρίζουν τη φιλοσοφία τους στην ύπαρξη της ύλης, δεν

έχουν πια αποδείξεις. Η ύλη γίνηκε άφαντη!»

Πρέπει να τονίσουμε ότι αυτού του είδους η επιχειρηματολογία είχε κάποια επιτυχία, αφού ακόμα και

ορισμένοι μαρξιστές, δηλαδή υλιστές, κλονίστηκαν στις πεποιθήσεις τους. Αλλά όταν μιλάν για εξαφάνιση

της ύλης αποβλέπουν αποκλειστικά στο να συσκοτίσουν το πρόβλημα τη στιγμή ακριβώς που η επιστήμη

διασαφηνίζει περισσότερο τη σύνθεσή της! Αυτό που έχει σημασία, αυτό που είναι αναγκαίο, είναι να

δούμε:

3. Τί είναι η ύλη για τους υλιστές;

Στο ζήτημα αυτό είναι απαραίτητο να κάνουμε μια διάκριση. Πρόκειται να δούμε πρώτα – πρώτα:

1. Τι είναι η ύλη;

Και ύστερα

2. Πώς είναι φτιαγμένη η ύλη;

Η απάντηση που δίνουν οι υλιστές στην πρώτη ερώτηση είναι ότι η ύλη είναι μια πραγματικότητα

εξωτερική, ανεξάρτητη από το πνεύμα, και που δεν έχει ανάγκη από το πνεύμα για να υπάρξει. Ο Λένιν

λέει στο ζήτημα αυτό: «Η έννοια της ύλης δεν εκφράζει τίποτ’ άλλο από την αντικειμενική πραγματικότητα

που μας δίνεται με την αίσθηση» [Στο παραπάνω έργο σελ.230].

Τώρα, στη δεύτερη ερώτηση: «Πώς είναι φτιαγμένη η ύλη;» οι υλιστές απαντούν: «Όχι εμείς, αλλά η

επιστήμη θα δώσει την απάντηση».

Η πρώτη απάντηση μένει αμετάβλητη από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας.

Η δεύτερη απάντηση ήταν κατά καιρούς διαφορετική και πρέπει ν’ αλλάζει γιατί εξαρτάται από τις

επιστήμες, από την κατάσταση των ανθρώπινων γνώσεων. Δεν είναι μια οριστική απάντηση.

Βλέπουμε ότι είναι απόλυτα απαραίτητο να θέτουμε καλά το πρόβλημα και να μην αφήνουμε τους

ιδεαλιστές να ανακατώνουν τις δύο ερωτήσεις. Πρέπει να τις χωρίζουμε με προσοχή, να δείχνουμε ότι η

πρώτη είναι η κυριότερη και ότι η απάντησή μας σ’ αυτήν μένει πάντα αμετάβλητη.

«Γιατί η μοναδική ‘’ιδιότητα’’ της ύλης, που η αποδοχή της ορίζει τον φιλοσοφικό υλισμό, είναι ότι αποτελεί

μιαν αντικειμενική πραγματικότητα, ότι δηλαδή υπάρχει έξω από τη συνείδησή μας» [Λένιν στο παραπάνω

έργο σελ. 225].

Page 30: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

4. Ο χώρος, ο χρόνος, η κίνηση και η ύλη

Αν βεβαιώνουμε, επειδή το διαπιστώνουμε, ότι η ύλη υπάρχει έξω από μας, καθορίζουμε επίσης ότι:

1. Η ύλη υπάρχει μέσα στο χώρο και μέσα στο χρόνο.

2. Η ύλη βρίσκεται σε κίνηση.

Οι ιδεαλιστές φρονούν ότι ο χώρος και ο χρόνος είναι ιδέες μέσα στη διάνοιά μας (Ο Καντ είναι ο πρώτος

που το υποστήριξε αυτό). Γι’ αυτούς, ο χώρος είναι μια μορφή που εμείς δίνουμε στα πράγματα, ο χώρος

γεννιέται απ’ το ανθρώπινο πνεύμα. Το ίδιο φρονούν για το χρόνο.

Οι υλιστές, αντίθετα, βεβαιώνουν ότι ο χώρος δεν είναι μια έννοια που βρίσκεται μέσα μας, αλλά ότι εμείς

βρισκόμαστε μέσα στο χώρο. Βεβαιώνουν ακόμα ότι ο χρόνος είναι ένας όρος απαραίτητος στο ξετύλιγμα

της ζωής μας και ότι συνεπώς αυτό που υπάρχει έξω από τη διάνοιά μας –δηλαδή η ύλη- υπάρχει μέσα

στον χώρο και στον χρόνο.

«... Οι ουσιώδεις μορφές κάθε όντος είναι ο χώρος και ο χρόνος και ένα ον έξω απ’ το χρόνο είναι ένας

παραλογισμός τόσο μεγάλος, όσο κι ένα ον έξω από το χώρο».14

Ξέρουμε λοιπόν ότι υπάρχει μια πραγματικότητα ανεξάρτητη από τη συνείδησή μας. Όλοι ξέρουμε ότι ο

κόσμος υπήρχε πριν από μας και ότι θα εξακολουθήσει να υπάρχει ύστερα από μας. Ξέρουμε ότι ο

κόσμος για να υπάρξει δεν έχει ανάγκη από μας. Είμαστε πέρα για πέρα βέβαιοι ότι το Παρίσι υπήρξε

πριν απ’ τη γέννησή μας και ότι –εκτός κι αν ξεθεμελιωθεί οριστικά- θα υπάρχει ύστερα από το θάνατό

μας. Είμαστε βέβαιοι ότι το Παρίσι υπάρχει ακόμα κι όταν δεν το σκεφτόμαστε, όπως υπάρχουν επίσης

και δεκάδες χιλιάδες πόλεις που δεν έχουμε ποτέ επισκεφτεί, που δεν γνωρίζουμε ακόμα και το όνομά

τους και που παρ’ όλα αυτά υπάρχουν. Τέτοια είναι η γενική πεποίθηση της ανθρωπότητας. Οι επιστήμες

επέτρεψαν να δώσουμε στο επιχείρημα αυτό μια ακρίβεια και μια στερεότητα που μηδενίζουν όλες τις

ιδεαλιστικές κουτοπονηριές.

«Οι φυσικές επιστήμες βεβαιώνουν θετικά ότι η γη πέρασε από καταστάσεις τέτοιες που ούτε ο άνθρωπος

ούτε κανένα ζωντανό ον δεν την κατοικούσε και δεν μπορούσε να την κατοικήσει. Η οργανική ύλη είναι ένα

όψιμο φαινόμενο, το προϊόν μιας πολύ μακρόχρονης εξέλιξης. [Λένιν στο παραπάνω έργο σελ. 52].

Αν λοιπόν οι επιστήμες μας δίνουν την απόδειξη ότι η ύλη υπάρχει μέσα στο χώρο και στον χρόνο, μας

διδάσκουν ταυτόχρονα ότι η ύλη βρίσκεται σε κίνηση. Αυτό το τελευταίο δεδομένο που μας προσφέρουν

οι σύγχρονες επιστήμες είναι πολύ σημαντικό γιατί καταστρέφει τη γερασμένη θεωρία που σύμφωνα μ’

αυτήν η ύλη ήτανε ανίκανη για κίνηση, αδρανής.

«Η κίνηση είναι ο τρόπος ύπαρξης, ο τρόπος να υπάρχει η ύλη ... Ύλη χωρίς κίνηση είναι το ίδιο

ακατανόητη όπως κίνηση χωρίς ύλη».15

Ξέρουμε ότι ο κόσμος στη σύγχρονη μορφή του είναι, σ’ όλους τους τομείς, το αποτέλεσμα μια

μακρόχρονης εξέλιξης και, κατά συνέπεια, το αποτέλεσμα μιας αργής αλλά αδιάκοπης κίνησης.

Διασαφηνίζουμε λοιπόν, αφού αποδείξαμε την ύπαρξη της ύλης ότι: «το σύμπαν δεν είναι παρά ύλη σε

κίνηση και αυτή η ύλη που βρίσκεται σε κίνηση δεν μπορεί να κινηθεί διαφορετικά παρά μέσα στον χώρο

και το χρόνο». [Λένιν στο παραπάνω έργο, σελ. 145].

5. Συμπέρασμα

14 Φ. Ένγκελς: Αντι-Ντύρινγκ, σελ. 61.15 Ένγκελς: όπ.π., σελ 74-75.

Page 31: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Συμπεραίνει κανείς απ’ τις διαπιστώσεις αυτές ότι η ιδέα του θεού, η ιδέα ενός «καθαρού πνεύματος»

δημιουργού του σύμπαντος, δεν έχει νόημα, γιατί ένας θεός έξω απ’ τον χώρο και το χρόνο είναι κάτι που

δεν μπορεί να υπάρξει.

Θα πρέπει να συμφωνούμε με τον ιδεαλιστικό μυστικισμό, κατά συνέπεια να μη δεχτούμε κανένα

επιστημονικό έλεγχο, για να πιστέψουμε σ’ ένα θεό που υπάρχει έξω απ’ τον χρόνο, που δεν υπάρχει

δηλαδή σε καμιά στιγμή, και που υπάρχει έξω απ’ τον χώρο, που δεν υπάρχει δηλαδή πουθενά.

Οι υλιστές, δυναμωμένοι από τα συμπεράσματα της επιστήμης, υποστηρίζουν ότι η ύλη υπάρχει μέσα

στον χώρο και σε μια ορισμένη στιγμή (μέσα στο χρόνο). Κατά συνέπεια, το σύμπαν δεν μπορεί να έχει

δημιουργηθεί, γιατί θα χρειαζόταν στο θεό, για να μπορέσει να δημιουργήσει τον κόσμο, μια στιγμή, που

να μην υπήρξε σε καμιά στιγμή (γιατί ο χρόνος για τον θεό δεν υπάρχει). Και θα χρειαζόταν ακόμα να

γεννηθεί ο κόσμος από το τίποτα.

Λοιπόν για να παραδεχτούμε τη δημιουργία, θα πρέπει πρώτα να δεχτούμε ότι υπήρξε μια στιγμή που το

σύμπαν δεν υπήρχε και σε συνέχεια πως απ’ το τίποτα γεννήθηκε κάτι, πράγμα που η επιστήμη δεν

μπορεί να δεχτεί.

Βλέπουμε ότι τα ιδεαλιστικά επιχειρήματα όταν έρχονται αντιμέτωπα με τις επιστήμες δεν μπορούν να

σταθούν, ενώ τα επιχειρήματα των υλιστών φιλόσοφων δεν μπορούν να χωριστούν απ’ τις ίδιες τις

επιστήμες. Υπογραμμίζουμε έται για μια ακόμη φορά τις στενές σχέσεις που συνδέουν τον υλισμό με τις

επιστήμες.

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ: Ένγκελς: Αντι – Ντίρινγκ

Λένιν: Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός κεφ. 3, σελ 116-119.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΥΛΙΣΤΗΣ

1. Ενότητα θεωρίας και πράξης

2. Τι σημαίνει να είσαι οπαδός του υλισμού στον τομέα της σκέψης;

3. Πώς είναι να είναι κανείς υλιστής στην πράξη;

α) Πρώτη όψη του ζητήματος

β) Δεύτερη όψη του ζητήματος

4. Συμπέρασμα

1. Ενότητα θεωρίας και πράξης

Η μελέτη που κάνουμε έχει σκοπό να μας γνωρίσει τον μαρξισμό να δείξει πως η φιλοσοφία του υλισμού,

με το να γίνεται διαλεχτική, ταυτίζεται με τον μαρξισμό. Ξέρουμε κιόλας ότι ένα από τα θεμέλια της

φιλοσοφίας αυτής είναι ο στενός σύνδεσμος ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη.

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αφού είδαμε τι είναι ύλη για τους υλιστές, ύστερα πως είναι φτιαγμένη η ύλη,

είναι απαραίτητο να πούμε, μετά απ’ αυτά τα δυο θεωρητικά ζητήματα, τι σημαίνει να είσαι υλιστής,

δηλαδή πως ενεργεί ο υλιστής. Αυτή είναι η πρακτική όψη των προβλημάτων αυτών.

Page 32: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Η βάση του υλισμού είναι η αναγνώριση της ύλης σαν δημιουργού της σκέψης. Μα φτάνει να

επαναλαμβάνουμε ολοένα αυτό; Για να είσαι ένας πραγματικός οπαδός του συνεπούς υλισμού, πρέπει να

είσαι τέτοιος: α) στον τομέα της σκέψης, β) στον τομέα της δράσης.

2. Τί σημαίνει να είσαι οπαδός του υλισμού στον τομέα της σκέψης;

Να είσαι οπαδός του υλισμού στον τομέα της σκέψης σημαίνει, γνωρίζοντας τη θεμελιακή αρχή του

υλισμού: το «είναι» παράγει τη σκέψη, να ξέρεις με ποιον τρόπο μπορείς να εφαρμόζεις αυτή την αρχή.

Όταν λέμε: το «είναι» παράγει τη σκέψη, έχουμε να κάνουμε με αφηρημένο τύπο, γιατί οι λέξεις «είναι» και

σκέψη είναι λέξεις αφηρημένες. Σαν λέμε «είναι», εννοούμε γενικά την ύπαρξη. Σαν λέμε «σκέψη»

εννοούμε τη σκέψη γενικά. Το «είναι» όπως και η σκέψη, σε γενική έννοια είναι μια υποκειμενική

πραγματικότητα (βλέπε α’ μέρος, κεφάλαιο 4ο, την ερμηνεία της υποκειμενικής και αντικειμενικής

πραγματικότητας). Η υποκειμενική αυτή πραγματικότητα δεν υπάρχει: είναι αυτό που ονομάζουμε έννοια

αφηρημένη. Όταν λέμε: το είναι παράγει τη σκέψη, αυτό είναι ένας τύπος αφηρημένος, γιατί αποτελείται

από έννοιες αφηρημένες.

Έτσι, λόγου χάρη, γνωρίζουμε καλά τα άλογα, αλλά, όταν μιλάμε για άλογο μιλάμε για το άλογο γενικά. Έ

λοιπόν! Το άλογο γενικά είναι μια αφηρημένη έννοια.

Αν βάλουμε στη θέση του αλόγου τον άνθρωπο ή το είναι γενικά και αυτά ακόμα είναι έννοιες αφηρημένες.

Αλλά αν το άλογο γενικά δεν υπάρχει, τι υπάρχει; Υπάρχουν τα άλογα ένα ένα χωριστά. Ο κτηνίατρος που

θα έλεγε «περιποιούμαι το άλογο γενικά, αλλά όχι κάθε άλογο χωριστά», θα μας έκανε να γελάσουμε για

λογαριασμό του. Το ίδιο θα γινότανε και για τον γιατρό που θα έλεγε τα ίδια για τους ανθρώπους.

Λοιπόν το «είναι» σε γενική έννοια δεν υπάρχει, αλλά αυτό που υπάρχει είναι τα πράγματα ένα ένα

χωριστά που έχουν ιδιότητες ιδιαίτερες. Το ίδιο συμβαίνει με τη σκέψη.

Θα πούμε λοιπόν ότι το «είναι» γενικά είναι κάτι το αφηρημένο και ότι το κάθε «είναι» χωριστά είναι κάτι

συγκεκριμένο. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για τη σκέψη σε γενική έννοια και για τη σκέψη σε συγκεκριμένες

περιπτώσεις.

Ο υλιστής είναι εκείνος που μπορεί να ξεδιαλύνει και να διαπιστώνει ξεκάθαρα μέσα σε όλες τις

καταστάσεις, πού βρίσκεται το είναι και πού η σκέψη.

Παράδειγμα: Ο εγκέφαλος και οι ιδέες μας.

Πρέπει να ξέρουμε πως να εφαρμόσουμε τον γενικό αφηρημένο τύπου σε ένα τύπο συγκεκριμένο. Ο

υλιστής λοιπόν θα συνταυτίσει τον εγκέφαλο με το «είναι» και τις ιδέες με τη σκέψη. Θα συλλογιστεί

λέγοντας: Ο εγκέφαλος (το «είναι») παράγει τις ιδέες μας (τη σκέψη). Αυτό εδώ είναι ένα απλο

παράδειγμα. Αλλά ας πάρουμε το πιο σύνθετο παράδειγμα της ανθρώπινης κοινωνίας και ας δούμε πως

θα συλλογιστεί ένας υλιστής.

Η ζωή της κοινωνίας αποτελείται, σε χοντρές γραμμές, από μια οικονομική και από μια πολιτική ζωή.

Ποιες είναι οι σχέσεις ανάμεσα στην οικονομική και στην πολιτική ζωή; ... Ποιος είναι ο κύριος παράγοντας

αυτού του αφηρημένου τύπου, που απ’ αυτόν θέλουμε να βγάλουμε έναν τύπο συγκεκριμένο;

Για τον υλιστή, ο κύριος παράγοντας, δηλαδή το «είναι», αυτό που δίνει τη ζωή στην κοινωνία, είναι η

οικονομική ζωή. Ο δευτερεύον παράγοντας, η σκέψη που γεννιέται από το είναι, που δεν μπορεί να

υπάρξει παρά μονάχα μ’ αυτό, είναι η πολιτική ζωή.

Ο υλιστής λοιπόν θα πει ότι η οικονομική ζωή ερμηνεύει την πολιτική ζωή, αφού η πολιτική ζωή γεννιέται

απ’ την οικονομική.

Page 33: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Η διαπίστωση αυτή, που γίνεται εδώ σύντομα, αποτελεί τη βάση αυτού που ονομάζουμε ιστορικό υλισμό,

και διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Μαρξ και τον Ένγκελς.

Να ένα άλλο πιο λεπτό παράδειγμα: Ο ποιητής. Βέβαια χρειάζονται πάρα πολλά στοιχεία για να

«ερμηνευθεί» ο ποιητής. Αλλά ας δώσουμε εδώ μια άποψη αυτού του θέματος.

Λένε γενικά ότι ο ποιητής γράφει γιατί τον σπρώχνει η έμπνευση. Φτάνει αυτό για να εξηγήσουμε για ποιο

λόγο γράφει ο ποιητής τούτο και όχι άλλο; Όχι. Σίγουρα ο ποιητής έχει σκέψεις μέσα στο κεφάλι του, αλλά

είναι και άνθρωπος που ζει μέσα στην κοινωνία. Θα δούμε ότι ο κύριος παράγοντας, αυτός που δίνει στον

ποιητή την ίδια τη ζωή, είναι η κοινωνία και ότι ο δευτερεύον παράγοντας είναι οι ιδέες που ο ποιητής έχει

μέσα στο κεφάλι του.

Κατά συνέπεια, ένα από τα στοιχεία, το θεμελιακό στοιχείο που «ερμηνεύει» τον ποιητή, είναι η κοινωνία,

δηλαδή το κοινωνικό περιβάλλον που μέσα του ζει ο ποιητής. (Θα ξανασυναντήσουμε τον «ποιητή» όταν

θα μελετήσουμε τη διαλεχτική γιατί τότε θα έχουμε όλα τα στοιχεία για να εξετάσουμε καλά το πρόβλημα

αυτό).

Βλέπουμε, με τα παραδείγματα αυτά πως υλιστής είναι εκείνος που ξέρει να εφαρμόζει παντού και πάντα,

κάθε στιγμή και σ’ όλες τις περιπτώσεις τον τύπο του υλισμού. Ο μοναδικός τρόπος για να είσαι συνεπής

είναι να ενεργείς έτσι.

3. Πώς να είναι κανείς υλιστής στην πράξη;

1. Πρώτη όψη του ζητήματος

Είδαμε ότι τρίτη φιλοσοφία δεν υπάρχει και ότι, αν δεν είμαστε συνεπείς στην εφαρμογή του υλισμού, ή

είμαστε ιδεαλιστές ή έχουμε μέσα στο κεφάλι μας ένα ανακάτωμα ιδεαλισμού και υλισμού.

Ο αστός σοφός στις μελέτες του και στα πειράματά του είναι πάντα υλιστής. Αυτό είναι φυσικό, γιατί για να

προωθήσει την επιστήμη πρέπει να εργαστεί πάνω στην ύλη και, αν ο σοφός σκεφτότανε αληθινά ότι η

ύλη δεν υπάρχει παρά μόνο μέσα στη διάνοιά του, θα το θεωρούσε ανώφελο να κάνει πειράματα.

Υπάρχουν λοιπόν πολλών ειδών σοφοί:

α) Οι σοφοί που είναι υλιστές συνειδητοί και συνεπείς όπως στην ΕΣΣΔ, στη Γαλλία (αυτοί λ.χ. που έχουν

συνεργαστεί στα δύο βιβλία: «Κάτω από το φως του μαρξισμού») στην Αγγλία (λ.χ. ο Haldane «Η

μαρξιστική φιλοσοφία και οι επιστήμες»).

β) Οι σοφοί που είναι υλιστές χωρίς να το ξέρουν, δηλαδή σχεδόν όλοι, γιατί κανένας δεν μπορεί να

εργάζεται επιστημονικά χωρίς να παραδέχεται την ύπαρξη της ύλης.

Αλλά από αυτούς τους τελευταίους ξεχωρίζουμε:

- Κείνους που αρχίζουν να ακολουθούν τον υλισμό, αλλά που σταματούν γιατί δεν τολμούν να

ονομαστούν υλιστές: αυτοί είναι οι αγνωστικιστές, που ο Ένγκελς τους ονομάζει «ντροπαλούς

υλιστές».

- Σε συνέχεια τους σοφούς που χωρίς να το ξέρουν είναι υλιστές, αλλά ασυνεπείς. Είναι υλιστές στο

εργαστήριο, ύστερα βγαίνοντας απ’ τον τομέα της δουλειάς τους, είναι ιδεαλιστές, θεοσεβούμενοι,

θρήσκοι...

Πραγματικά, αυτοί οι τελευταίοι δε θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να βάλουν τάξη στις ιδέες τους.

Βρίσκονται σε συνεχή αντίφαση με τον εαυτό τους. Χωρίζουν τις εργασίες τους, τις αναγκαστικά

υλιστικές, από τις φιλοσοφικές τους αντιλήψεις. Είναι «σοφοί», κι όμως, αν και δεν αρνιούνται

καθαρά την ύπαρξη της ύλης, πιστεύουν, πράγμα που δεν είναι καθόλου επιστημονικό, ότι είναι

Page 34: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ανώφελο να γνωρίσουμε την αληθινή φύση των πραγμάτων. Είναι «σοφοί», κι όμως πιστεύουν

χωρίς καμιά απόδειξη, σε πράγματα αδύνατα. (Δες την περίπτωση του Παστέρ, του Μπρανλύ και

άλλων, που ήτανε θρήσκοι, ενώ ο εργάτης της επιστήμης, αν είναι συνεπής, θα πρέπει να

εγκαταλείψει τη θρησκευτική του πίστη). Επιστήμη και πίστη είναι απόλυτα αντίθετα πράγματα.

2. Δεύτερη όψη του ζητήματος

Ο υλισμός και η δράση: Αν είναι αλήθεια ότι πραγματικός υλιστής είναι εκείνος που εφαρμόζει την αρχή

που είναι στη βάση της φιλοσοφίας αυτής, παντού και σ’ όλες τις περιπτώσεις, πρέπει να προσέξει πολύ

στη σωστή εφαρμογή της.

Όπως το είδαμε κιόλας, πρέπει κανείς να είναι συνεπής. Και για να είναι συνεπής υλιστής, πρέπει να

μεταφέρει τον υλισμό στη δράση.

Το να είσαι υλιστής στην πράξη, σημαίνει να ενεργείς σύμφωνα με τη φιλοσοφία παίρνοντας για κύριο και

σπουδαιότερο παράγοντα την υλική πραγματικότητα, και για δεύτερο παράγοντα τη σκέψη.

Θα δούμε τι εκδηλώσεις έχουν αυτοί, που, χωρίς να το καταλάβουν, παίρνουν για κύριο παράγοντα τη

σκέψη και γίνονται τότε ιδεαλιστές, χωρίς να το ξέρουν.

α) Πώς ονομάζεται αυτός, που ζει σαν να είναι μόνος στον κόσμο; Ατομικιστής. Ζει κλεισμένος στον εαυτό

του. Ο εξωτερικός κόσμος δεν υπάρχει παρά μόνο γι’ αυτόν. Το σπουδαίο είναι γι’ αυτόν ο εαυτός του,

είναι η σκέψη του. Είναι ένας καθαρός ιδεαλιστής ή, όπως τον ονομάζουν, ένας σολοπσιστής. (Δες

ερμηνεία της λέξης αυτής στο α’ μέρος, κεφάλαιο β’).

Ο ατομικιστής είναι εγωιστής και το να είναι κανείς εγωιστής δεν είναι εκδήλωση υλιστική. Ο ατομικιστής

νομίζει πως ο κόσμος υπάρχει γι’ αυτόν και περιορίζει τον κόσμο στον εαυτό του.

β) Αυτός που μαθαίνει σαν ερασιτέχνης, για την ευχαρίστηση της μάθησης και μόνο για λογαριασμό του,

αφομοιώνει καλά, δεν αντιμετωπίζει δυσκολίες, αλλά ότι μαθαίνει το κρατά για τον εαυτό του. Δίνει την

κύρια σημασία στον εαυτό του, στη σκέψη του.

Ο ιδεαλιστής είναι κλειστός στον εξωτερικό κόσμο, στην πραγματικότητα. Ο υλιστής είναι πάντοτε

ανοιχτός στην πραγματικότητα. Γι’ αυτόν το λόγο όσοι παρακολουθούν μαθήματα μαρξισμού και

μαθαίνουν εύκολα, πρέπει να προσπαθούν να μεταδώσουν αυτά που έμαθαν.

γ) Αυτός που συλλογιέται για κάθε ζήτημα μονάχα σε σχέση με τον εαυτό του, παθαίνει μια ιδεαλιστική

παραμόρφωση.

Θα πει λόγου χάρη, για μια συγκέντρωση όπου ειπώθηκαν πράγματα που δεν τον ευχαρίστησαν: «είναι

μια αποτυχημένη συγκέντρωση». Δεν πρέπει να αναλύουμε έτσι τα πράγματα. Πρέπει να κρίνουμε τη

συγκέντρωση σε σχέση με την οργάνωση, το σκοπό της, και όχι σε σχέση με τον εαυτό μας.

δ) Ο σεχταρισμός δεν είναι κι αυτός μια υλιστική εκδήλωση. Επειδή ο σεχταριστής έχει καταλάβει τα

προβλήματα, επειδή συμφωνεί με τον εαυτό του ισχυρίζεται ότι και οι άλλοι πρέπει να είναι όπως κι αυτός.

Και σ’ αυτή την περίπτωση ακόμα, δίνει κανείς την πρώτη θέση στον εαυτό του ή σ’ έναν κλειστό κύκλο

ανθρώπων.

ε) Ο δογματιστής, που έχει μελετήσει τα κείμενα, έχει ξεσηκώσει απ’ αυτά ορισμούς, είναι κι αυτός

ιδεαλιστής όταν περιορίζεται να αναφέρει τα υλιστικά κείμενα, όταν ζει μόνο με τα κείμενά του, γιατί τότε ο

πραγματικός κόσμος εξαφανίζεται. Επαναλαμβάνει τις φόρμουλες χωρίς να τις εφαρμόζει στην

πραγματικότητα. Δίνει την κύρια σημασία στα κείμενα, στις ιδέες. Η ζωή κυλάει μέσα στη συνείδησή του

με τη μορφή κειμένων. Γενικά διαπιστώνουμε πως ο δογματιστής είναι κι αυτός ένας σεχταριστής.

Page 35: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Το να πιστεύει κανείς, ότι η επανάσταση είναι μόνο ζήτημα μόρφωσης, το να λέει ότι, εξηγώντας «μια και

καλή» στους εργάτες την αναγκαιότητα της επανάστασης, θα πρέπει αυτοί να καταλάβουν και, αν δεν

θέλουν να καταλάβουν, δεν αξίζει τον κόπο να προσπαθούμε να κάνουμε επανάσταση, αυτό είναι

σεχταρισμός και όχι υλιστική θέση.

Πρέπει να εξακριβώνουμε τις περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν, να προσπαθούμε να

βρούμε γιατί τα πράγματα είναι έτσι, να λαβαίνουμε υπόψη την καταπίεση, την προπαγάνδα των αστικών

εφημερίδων, του ραδιοφώνου, του κινηματογράφου κλπ., και ν’ αναζητούμε όλα τα δυνατά μέσα, για να

τους κάνουμε να καταλάβουνε αυτό που θέλουμε, με τις διαφωτιστικές προκηρύξεις, τις μπροσούρες, τις

εφημερίδες, τα σχολεία κλπ.

Το να μην έχει κανείς τη συναίσθηση της πραγματικότητας, το να ζει στη σελήνη, και να κάνει σχέδια μη

λογαριάζοντας τις περιστάσεις, την πραγματικότητα, είναι μια θέση ιδεαλιστική, που δίνει την κύρια

σημασία στα ωραία σχέδια, χωρίς να εξετάζει αν είναι πραγματοποιήσιμα ή όχι. Όσοι κριτικάρουν

συνεχώς, μα δεν κάνουν τίποτα για να καλυτερέψουν την κατάσταση και δεν προτείνουν κάποια λύση,

όσοι δεν έχουν την ικανότητα της αυτοκριτικής, όλοι αυτοί είναι ασυνεπείς υλιστές.

3. Συμπέρασμα

Με τα παραδείγματα αυτά βλέπουμε, ότι τα ελαττώματα, που μπορεί κανείς να βρει λίγο ως πολύ στον

καθένα μας, είναι ελαττώματα ιδεαλιστικά. Τα αποχτήσαμε γιατί χωρίζουμε την πράξη από τη θεωρία και

γιατί συμφέρει στην αστική τάξη, που επέδρασε πάνω μας, να μη δίνουμε την ανάλογη σημασία στην

πραγματικότητα.

Για την αστική τάξη, που υποστηρίζει τον ιδεαλισμό, η θεωρία και η πράξη είναι δυο πράγματα

ολωσδιόλου διαφορετικά και χωρίς καμιά σχέση αναμεταξύ τους. Αυτά λοιπόν τα ελαττώματα είναι

βλαβερά, και πρέπει να τα καταπολεμούμε γιατί, στο κάτω της γραφής, απ’ αυτά κερδίζει η αστική τάξη.

Κοντολογίς, θα πρέπει να διαπιστώσουμε, ότι τα ελαττώματα αυτά που βλαστήσανε μέσα μας εξαιτίας της

κοινωνίας, των θεωρητικών βάσεων της παιδείας μας, της μόρφωσής μας, και είναι ριζωμένα μέσα μας

από τα παιδικά μας χρόνια, είναι έργο της αστικής τάξης και πρέπει να τα ξεφορτωθούμε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΥΛΙΣΜΟΥ

1. Ανάγκη να μελετήσουμε την ιστορία αυτή

2. Ο προμαρξιστικός υλισμός

α) Η ελληνική αρχαιότητα

β) Ο αγγλικός υλισμός

γ) Ο υλισμός στη Γαλλία

δ) Ο υλισμός στο 18ο αιώνα

3. Από πού προέρχεται ο ιδεαλισμός;

4. Από πού προέρχεται η θρησκεία;

Page 36: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

5. Τα προτερήματα του προμαρξιστικού υλισμού

6. Τα ελαττώματα του προμαρξιστικού υλισμού

Μελετήσαμε ως τώρα τον υλισμό γενικά και τις ιδέες που είναι κοινές σ’ όλους τους υλιστές. Θα δούμε

τώρα την εξέλιξή του από την αρχαιότητα ως τον σύγχρονο υλισμό. Κοντολογίς, θα ρίξουμε μια γρήγορη

ματιά στην ιστορία του υλισμού. Θέλουμε μόνο να κάνουμε γενικές υποδείξεις χρήσιμες σε παραπέρα

μελέτες.

Δεν έχουμε την πρόθεση να ερμηνέψουμε μέσα σε τόσο λίγες σελίδες τα 2.000 χρόνια ιστορίας του

υλισμού. Θέλουμε μόνο να κάνουμε γενικές υποδείξεις χρήσιμες σε παραπέρα μελέτες.

Για να μελετήσουμε καλά, έστω και σύντομα, αυτή την ιστορία, είναι απαραίτητο να βλέπουμε κάθε στιγμή

γιατί τα πράγματα εξελίχθηκαν έτσι. Καλύτερα να μην αναφέρουμε μερικά ιστορικά ονόματα, παρά να μην

εφαρμόσουμε τη μέθοδο αυτή. Μα, όσο κι αν δεν θέλουμε να παραγεμίσουμε το κεφάλι των αναγνωστών

μας, θεωρούμε αναγκαίο να ονομάσουμε, με την ιστορική τους σειρά, τους κυριότερους υλιστές

φιλόσοφους, που είναι, λίγο ως πολύ γνωστοί.

Για να απλοποιήσουμε λοιπόν τη δουλειά μας, θα αφιερώσουμε αυτές τις πρώτες σελίδες στην καθαρά

ιστορική πλευρά. Κι ύστερα, στο δεύτερο μέρος του κεφαλαίου αυτού, θα δούμε, γιατί η εξέλιξη του

υλισμού πήρε αναγκαστικά αυτή τη μορφή ανάπτυξης.

1. Ανάγκη να μελετήσουμε την ιστορία αυτή

Η αστική τάξη αντιπαθεί την ιστορία του υλισμού και αυτός είναι ο λόγος που η ιστορία αυτή, όπως

διδάσκεται στα αστικά βιβλία, είναι πέρα για πέρα ατελής και λαθεμένη. Χρησιμοποιούν διάφορους

τρόπους πλαστογράφησης:

α) Επειδή δεν μπορούν να αγνοήσουν τους μεγάλους υλιστές στοχαστές, τους αναφέρουν, μιλώντας για

κάθε τι που έχουν γράψει, εκτός από τις υλιστικές μελέτες τους, και «ξεχνώντας» ν’ αναφέρουν ότι είναι

υλιστές φιλόσοφοι.

Υπάρχουν πολλές τέτοιες περιπτώσεις «αφηρημάδας» μέσα στην ιστορία της φιλοσοφίας, έτσι όπως

διδάσκεται στα γυμνάσια ή στα πανεπιστήμια, και αναφέρουμε σαν παράδειγμα την περίπτωση του

Ντιντερό, που υπήρξε ο μεγαλύτερος υλιστής στοχαστής, πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς.

β) Στη διάρκεια της ιστορίας, ζήσανε πολλοί στοχαστές, που υπήρξαν υλιστές, χωρίς να το ξέρουν, ή

χωρίς να είναι συνεπείς. Δηλαδή, εκείνοι που σε ορισμένα γραφτά τους ήταν υλιστές και σ’ άλλα

ιδεαλιστές. Ο Ντεκάρτ λόγου χάρη.

Όμως η ιστορία που είναι γραμμένη από την αστική τάξη, «ξεχνάει» κάθε τι από τους στοχαστές αυτούς,

που όχι μόνο έχει επηρεάσει τον υλισμό, αλλά και έχει γεννήσει ένα ολάκερο ρεύμα της φιλοσοφίας αυτής.

γ) Σε συνέχεια, αν αυτές οι δύο μέθοδες πλαστογράφησης δεν πετυχαίνουν να καμουφλάρουν ορισμένους

συγγραφείς, τους σβήνουν απλά και παστρικά.

Έτσι, διδάσκουν την ιστορία της λογοτεχνίας και φιλοσοφίας του 18ου αιώνα, «αγνοώντας» τον Χόλμπαχ

και τον Ελβέτιο που ήτανε μεγάλοι στοχαστές της εποχής αυτής.

Γιατί συμβαίνουν τα πράγματα αυτά; Γιατί η ιστορία του υλισμού είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική για τη γνώση

και κατανόηση των προβλημάτων του κόσμου, και γιατί η εξέλιξη του υλισμού είναι ολέθρια για τις

ιδεολογίες που υποστηρίζουν τα προνόμια των κυρίαρχων τάξεων.

Page 37: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Γι’ αυτούς τους λόγους ακριβώς, η αστική τάξη παρουσιάζει τον υλισμό σαν ένα δόγμα, που δεν

μεταβλήθηκε καθόλου εδώ και 20 αιώνες, ενώ αντίθετα ο υλισμός ήτανε πάντα κάτι το ζωντανό και σε

διαρκή κίνηση.

«Μα ο υλισμός, όπως και ο ιδεαλισμός, πέρασε μια ολόκληρη σειρά από εξελικτικές φάσεις. Με κάθε

ανακάλυψη, που αφήνει εποχή στον τομέα των φυσικών επιστημών, μεταβάλλεται αναγκαστικά η μορφή

του»16

Καταλαβαίνουμε τώρα καλύτερα την ανάγκη, να μελετήσουμε, έστω και σύντομα, την ιστορία του υλισμού.

Για να γίνει αυτό πρέπει να τη χωρίσουμε σε δύο περίοδες: α) από τις πρώτες αρχές (ελληνική

αρχαιότητα) ως τον Μαρξ και τον Ένγκελς, β) από τον υλισμό του Μαρξ και του Ένγκελς ως τις μέρες μας.

(Το β’ αυτό μέρος θα το μελετήσουμε μαζί με τον διαλεχτικό υλισμό).

Ονομάζουμε την πρώτη περίοδο «προμαρξιστικό υλισμό» και τη δεύτερη «μαρξιστικό υλισμό» ή

«διαλεχτικό υλισμό».

2. Ο προμαρξιστικός υλισμός

1. Η ελληνική αρχαιότητα

Ας ξαναθυμηθούμε πως ο υλισμός είναι ένα σύστημα ιδεών, που ήτανε πάντα δεμένο με τις επιστήμες,

που εξελίχθηκε και προόδευσε μαζί τους. Όταν, στην ελληνική αρχαιότητα, το 6ο και 5ο π.χ. αιώνα, οι

επιστήμες παρουσιάζονται για πρώτη φορά με τους «φυσικούς», διαμορφώνεται ένα υλιστικό ρεύμα, που

συμπαρασύρει τους μεγαλύτερους στοχαστές και φιλόσοφους της εποχής (Θαλής, Αναξιμένης,

Ηράκλειτος). Αυτοί οι πρώτοι φιλόσοφοι είναι, καθώς λέει ο Ένγκελς, «φυσικά διαλεχτικοί». Τους κάνει

μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι συναντούν παντού την κίνηση, τη μεταβολή, και ότι τα πράγματα δεν

είναι απομονωμένα, αλλά στενά δεμένα μεταξύ τους.

Ο Ηράκλειτος που τον ονομάζουν «πατέρα της διαλεχτικής», έλεγε: «Τίποτα δεν είναι ακίνητο. Τα πάντα

ρει. Δεν λουζόμαστε ποτέ δυό φορές στο ίδιο ποτάμι, γιατί δεν είναι ποτέ, σε δυο διαδοχικές στιγμές, το

ίδιο: από τη μια στιγμή στην άλλη άλλαξε, έγινε άλλο».

Πρώτος ο Ηράκλειτος ζητά να εξηγήσει την κίνηση, τη μεταβολή και να δει στην αντίθεση τις αιτίες της

εξέλιξης των πραγμάτων.

Οι αντιλήψεις των πρώτων αυτών φιλοσόφων ήταν σωστές. Μα όλα αυτά εγκαταλείφτηκαν γιατί είχαν το

ελάττωμα να είναι διατυπωμένες a priori, δηλαδή η κατάσταση των επιστημών της εποχής αυτής, δεν

επέτρεπε να αποδειχτεί αυτό που υποστήριζαν εκείνοι. Άλλωστε, δεν είχαν ακόμα δημιουργηθεί οι

κοινωνικές συνθήκες, οι αναγκαίες για την ανάπτυξη της διαλεχτικής (Θα δούμε παρακάτω ποιες είναι

αυτές).

Πολύ αργότερα στον 19ο αιώνα, θα πραγματοποιηθούν οι συνθήκες (κοινωνικές και πνευματικές), που θα

επιτρέψουν στις επιστήμες ν’ αποδείξουν την ορθότητα της διαλεχτικής.

Κι άλλοι έλληνες στοχαστές είχαν υλιστικές αντιλήψεις. Ο Λεύκιππος (5ος αιώνας π.χ.), που ήταν ο

δάσκαλος του Δημόκριτου, είχε κιόλας καταπιαστεί με το πρόβλημα των ατόμων, που τη θεωρία τους τη

διατύπωσε ο δεύτερος.

Ο Επίκουρος (341-270 π.χ.), μαθητής του Δημόκριτου, έχει ολότελα πλαστογραφηθεί από την αστική

ιστορία, που μας τον παρουσιάζει σαν ένα χυδαίο «φιλοσοφικό γουρούνι». Επικούρειος για την επίσημη

16 Ένγκελς: Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ σελ. 18.

Page 38: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ιστορία, σημαίνει φιλήδονος, ενώ αντίθετα ο Επίκουρος στη ζωή του ήταν ασκητής. Την κακή του φήμη

την οφείλει απλούστατα στο γεγονός ότι ήταν υλιστής...

Ο Λουκρήτιος (1ος αιώνας π.χ.), Ρωμαίος μαθητής του Επίκουρου, έγραψε ένα μεγάλο ποίημα για τη

«Φύση». Εκεί γράφει ότι, αν η ανθρωπότητα είναι δυστυχισμένη, αυτό οφείλεται στο ότι η θρησκεία δίδαξε

τους ανθρώπους, πως, ύστερα από το θάνατο, η ψυχή ζει ακόμα και μπορεί να υποφέρει αιώνια. Αυτός

λοιπόν ακριβώς ο φόβος εμποδίζει τους ανθρώπους να ζουν ευτυχισμένοι πάνω στη γη. Πρέπει να

βγάλουμε από μέσα τους τον τρόμο αυτό, και η μόνη θεωρία, που μ’ αυτή μπορούμε να το καταφέρουμε,

είναι ο επικούρειος υλισμός.

Όλοι αυτοί οι φιλόσοφοι είχαν συνειδητοποιήσει, ότι υ υλιστική φιλοσοφία συνδεόταν με την τύχη της

ανθρωπότητας. Και διαπιστώνουμε κιόλας, από μέρους τους, μιαν αντίθεση με την επίσημη θεωρία.

Αντίθεση ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό.

Ωστόσο, ένας μεγάλος στοχαστής κυριαρχεί στην αρχαία Ελλάδα, ο Αριστοτέλης, που ήταν μάλλον

ιδεαλιστής. Η επίδρασή του υπήρξε σημαντική. Και γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να τον αναφέρουμε

ιδιαίτερα. Κατέγραψε τις ανθρώπινες γνώσεις της εποχής εκείνης και συμπλήρωσε τα κενά που

παρουσιάστηκαν με τις καινούργιες επιστήμες. Πνεύμα καθολικό, έγραψε πλήθος βιβλία πάνω σ’ όλα τα

ζητήματα. Με την καθολικότητα των γνώσεών του, που απ’ αυτές κράτησαν μονάχα τις ιδεαλιστικές βάσεις

παραμελώντας τις υλιστικές και επιστημονικές του απόψεις, επηρεάστηκαν σημαντικά οι φιλοσοφικές

αντιλήψεις, ως το τέλος του Μεσαίωνα, δηλαδή 20 ολόκληρους αιώνες.

Ολόκλήρη αυτή την περίοδο λοιπόν, ακολούθησαν την αρχαία παράδοση και συλλογίζονταν με μόνο

οδηγό τον Αριστοτέλη. Αμείλιχτες διώξεις απειλούσαν όσους σκέφτονταν διαφορετικά. Μ’ όλα αυτά, στα

τέλη του μεσαίωνα, άρχισε ένας αγώνας ανάμεσα στους ιδεαλιστές που αρνιόντουσαν την ύλη και σε

κείνους που υποστήριζαν ότι υπήρχε μια υλική πραγματικότητα.

Τον 11ο και 12ο αιώνα, η διαμάχη αυτή συνεχίζεται ταυτόχρονα στη Γαλλία και (κυρίως) στην Αγγλία.

Στην αρχή, αναπτύσσεται περισσότερο ο υλισμός στην Αγγλία. Ο Μαρξ είπε: «Ο υλισμός είναι γνήσιος

γιος της Μεγάλης Βρετανίας»17

Λίγο αργότερα ο υλισμός ανθίζει με τη σειρά του στη Γαλλία. Βλέπουμε πάντως στον 15ο και 16ο αιώνα να

εκδηλώνονται δυο ρεύματα: Το ένα, ο αγγλικός υλισμός, το άλλο, ο γαλλικός υλισμός. Η ένωσή τους θα

συμβάλλει στην τεράστια ανάπτυξη του υλισμού στον 18ο αιώνα.

2. Ο αγγλικός υλισμός

«Ο αληθινός πρόγονος του αγγλικού υλισμού και κάθε νεώτερης πειραματικής επιστήμης είναι ο Βάκων. Οι

φυσικές και φυσιογνωστικές επιστήμες αποτελούν γι’ αυτόν την αληθινή επιστήμη, και η φυσική είναι το

κυριότερο μέρος της» (στην παραπάνω παραπομπή).

Ο Βάκων είναι περίφημος σαν θεμελιωτής της πειραματική μεθόδου στην επιστημονική μελέτη. Το

σημαντικό, γι’ αυτόν, είναι να σπουδάζει κανείς την επιστήμη «απ’ το μεγάλο βιβλίο της φύσης». Κι αυτό

παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε μια εποχή που μελετούσαν την επιστήμη από τα βιβλία, που ο

Αριστοτέλης είχε αφήσει πολλούς αιώνες νωρίτερα.

Να πως ενεργούσαν, λόγου χάρη, για να μελετήσουν τη φυσική: Για να εξετάσουν ένα ορισμένο ζήτημα,

έπαιρναν χωρία γραμμένα από τον Αριστοτέλη σε συνέχεια έπαιρναν τα βιβλία του αγίου Θωμά του

Ακινάτη που ήταν ένας μεγάλος θεολόγος, και διάβαζαν ό,τι εκείνος είχε γράψει σχετικά με τα χωρία του

17 Μαρξ – Ένγκελς: Η Αγία Οικογένεια

Page 39: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αριστοτέλη. Ο καθηγητής δεν έκανε δικά του σχόλια, πολύ λιγότερο έλεγε αυτό που σχετικά σκεφτόταν,

αναφερόταν όμως σ’ ένα τρίτο έργο που επαναλάμβανε τον Αριστοτέλη και τον άγιο Θωμά. Τέτοια ήταν η

επιστήμη του μεσαίωνα, που την ονόμασαν σχολαστική: ήταν μια επιστήμη που στηριζότανε στα βιβλία

και μόνο σ’ αυτά.

Ενάντια σ’ αυτή τη σχολαστική φιλοσοφία, σ’ αυτή τη τυποποιημένη διδασκαλία, ο Βάκων αντέδρασε,

καλώντας τους ανθρώπους να μελετήσουν «απ’ το μεγάλο βιβλίο της φύσης».

Ένα ερώτημα κυριαρχούσε τότε:

Από που έρχονται οι ιδέες μας; Από που προέρχονται οι γνώσεις μας; Καθένας μας έχει ιδέες, την ιδέα

του σπιτιού, λόγου χάρη. Αυτή η ιδέα μας δημιουργείται, γιατί υπάρχουν σπίτια λένε οι υλιστές. Οι

ιδεαλιστές υποστήριζαν ότι ο θεός μας δίνει την ιδέα του σπιτιού. Ο Βάκων υποστήριξε θερμά, ότι η ιδέα

δεν υπάρχει, παρά μόνο γιατί βλέπουμε ή πιάνουμε τα πράγματα, αλλά δεν μπορούσε ακόμα να το

αποδείξει.

Εκείνος που καταπιάστηκε ν’ αποδείξει πως οι ιδέες προέρχονται από την εμπειρία, είναι ο Λοκ (1632-

1704). Απόδειξε ότι όλες οι ιδέες προέρχονται από την εμπειρία και ότι μονάχα αυτή μας δίνει ιδέες. Η ιδέα

του πρώτου τραπεζιού γεννήθηκε στον άνθρωπο πριν να υπάρξει το τραπέζι, γιατί από πείρα

χρησιμοποιούσε κιόλας ένα κορμό δέντρου ή μια πέτρα για τραπέζι.

Με τις ιδέες του Λοκ, ο αγγλικός υλισμός περνά στη Γαλλία, στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Γιατί, ενώ η

φιλοσοφία αυτή αναπτύσσεται μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο στην Αγγλία, ένα υλιστικό ρεύμα είχε διαμορφωθεί

και στη Γαλλία.

3. Ο υλισμός στη Γαλλία

Με τον Ντεκάρτ (1596-1650), μπορούμε να πούμε ότι αρχίζει να γεννιέται ένα καθαρά υλιστικό ρεύμα στη

Γαλλία. Ο Ντεκάρτ άσκησε μια μεγάλη επίδραση πάνω στην υλιστική φιλοσοφία, αλλά συνήθως δε γίνεται

λόγος γι’ αυτό!

Την εποχή αυτή, που η φεουδαρχική ιδεολογία ήταν πολύ ζωντανή, ακόμα και μέσα στις επιστήμες, και

που μελετούσαν με τη σχολαστική μέθοδο που είδαμε παραπάνω, ο Ντεκάρτ αγωνίστηκε ενάντια στην

κατάσταση που επικρατούσε.

Η απλή έκφραση της φεουδαρχικής ιδεολογίας είναι ο συλλογισμός που υποστηρίζει, ότι υπάρχουν δυο

ειδών άνθρωποι: Οι ευγενείς και αυτοί που δεν είναι τέτοιοι. Οι ευγενείς έχουν όλα τα δικαιώματα, οι άλλοι

κανένα. Εφάρμοζαν τον ίδιο αυτό συλλογισμό στις επιστήμες, δηλαδή ότι μόνον αυτοί που από

γεννησιμιού τους είχαν μια θέση προνομιακή, είχαν και το δικαίωμα να ασχολούνται με την επιστήμη.

Μονάχα αυτοί ήταν σε θέση να καταλάβουν τα προβλήματα.

Ο Ντεκάρτ αγωνίστηκε ενάντια σ’ αυτό το συλλογισμό και λέει σχετικά με το ζήτημα αυτό «η ευθυκρισία

είναι το καλύτερα μοιρασμένο πράγμα στον κόσμο». Κατά συνέπεια όλοι οι άνθρωποι μπροστά στις

επιστήμες έχουν τα ίδια δικαιώματα. Κι αν κάνει, λόγου χάρη, μια σωστή κριτική της ιατρικής του καιρού

του (ο «Κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου είναι μια απήχηση των επικρίσεων του Ντεκάρτ), αυτό

οφείλεται στο ότι ήθελε μια επιστήμη αληθινή, βασισμένη πάνω στη μελέτη της φύσης, και που θα

καταργούσε αυτήν που διδασκόταν ως τον καιρό του, όπου ο Αριστοτέλης και ο άγιος Θωμάς ήταν τα

μοναδικά «επιχειρήματα».

Ο Ντεκάρτ ζούσε στην αρχή του 17ου αιώνα. Τον επόμενο αιώνα θα ξεσπούσε η επανάσταση. Γι’ αυτό

ακριβώς μπορεί κανείς να πει γι’ αυτόν, πως βγαίνει από έναν κόσμο που πάει να καταστραφεί, για να

Page 40: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

μπει σ’ έναν κόσμο καινούριο, σ’ αυτόν που πάει να γεννηθεί. Μια τέτοια τοποθέτηση κάνει τον Ντεκάρτ

ένα συμβιβαστή. Θέλει να δημιουργήσει μια επιστήμη υλιστική και ταυτόχρονα είναι ιδεαλιστής, γιατί θέλει

να σώσει τη θρησκεία.

Όταν στον καιρό του ρωτούσαν: Γιατί ζουν τα ζώα; Απαντούσαν σύμφωνα με τις τυποποιημένες

απαντήσεις της θεολογίας: γιατί υπάρχει μια αρχή που τους δίνει ζωή. Ο Ντεκάρτ, αντίθετα, υποστήριζε

ότι, αν ζουν τα ζώα, αυτό οφείλεται στο ότι είναι από ύλη. Πίστευε άλλωστε και βεβαίωνε, πως τα ζώα δεν

είναι τίποτ’ άλλο από μηχανές, από σάρκα και μυς, όπως οι άλλες μηχανές είναι από σίδερο και ξύλο.

Πίστευε ακόμα ότι όπως οι μηχανές έτσι και τα ζώα δεν είχαν αισθήματα και, όταν στο αββαείο του Πορ-

Ρουαγιάλ, άνθρωποι που ακολουθούσαν τη φιλοσοφία του, στις σπουδές τους, τσιμπούσαν τα σκυλιά

έλεγαν: «Πόσο καλοφτιαγμένη είναι η φύση, θα ‘λεγε κανείς ότι πάσχουν!...».

Για τον υλιστή λοιπόν Ντεκάρτ, τα ζώα ήταν μηχανές. Αλλά ο ιδεαλιστής Ντεκάρτ λέει, ότι ο άνθρωπος

είναι διαφορετικός, γιατί έχει ψυχή ...

Οι ιδέες που αναπτύχθηκαν και υποστηρίχτηκαν απ’ τον Ντεκάρτ γεννούν σε λίγο, από τη μια μεριά, ένα

φιλοσοφικό ρεύμα καθαρά υλιστικό, και από την άλλη ένα ιδεαλιστικό ρεύμα.

Ανάμεσα σ’ αυτούς που συνεχίζουν τον υλιστικό καρτεσιανό (του Ντεκάρτ) κλάδο, ας συγκρατήσουμε τον

Λαμεττρί (1709-1751). Ξαναγυρνώντας σ’ αυτή τη θεωρία του ζώου – μηχανή, την επεκτείνει και στον

άνθρωπο. Γιατί κι αυτός να μην είναι μια μηχανή; ... Την ίδια την ανθρώπινη ψυχή τη βλέπει σαν μηχανή,

όπου οι ιδέες είναι μηχανικές κινήσεις.

Ακριβώς την εποχή εκείνη, μπαίνει στη Γαλλία, μαζί με τις ιδέες του Λοκ, ο αγγλικός υλισμός. Από την

ένωση των δύο αυτών ρευμάτων θα γεννηθεί σε λίγο ένας υλισμός πιο αναπτυγμένος. Αυτός θα είναι:

4. Ο υλισμός του 18ου αιώνα

Αυτός ο υλισμός υποστηρίχτηκε από φιλοσόφους που είχαν το προσόν να είναι και εξαιρετικοί αγωνιστές

και συγγραφείς. Κριτικάροντας συνεχώς τους κοινωνικούς θεσμούς και τη θρησκεία, εφαρμόζοντας πάντα

τη θεωρία στην πράξη και όντας σε αδιάκοπο αγώνα ενάντια στην εξουσία, φυλακίζονταν κάποτε και στη

Βαστίλη.

Είναι αυτοί που συγκέντρωσαν τις εργασίες τους στη μεγάλη «Εγκυκλοπαίδεια», όπου καθορίζουν τον

καινούργιο προσανατολισμό του υλισμού. Είχαν άλλωστε μια τεράστια επίδραση, αφού η φιλοσοφία αυτή

αποτελούσε, όπως λέει ο Ένγκελς, «την πεποίθηση ολόκληρης της καλλιεργημένης νεολαίας».

Υπήρξε ακόμη η εποχή αυτή, η μοναδική μέσα στην ιστορία της φιλοσοφίας της Γαλλίας, όπου μια

φιλοσοφία με χαρακτήρα αγγλικό αγαπιέται αληθινά από το λαό.

Ο Ντιντερό, που γεννήθηκε στο Λανγκρ στα 1713 και πέθανε στο Παρίσι στα 1784, κυριαρχεί σ’ όλη αυτή

τη κίνηση. Αυτό που πρέπει να αναφέρουμε πριν απ’ όλα και που η αστική ιστορία δεν αναφέρει, είναι, ότι

υπήρξε ο πιο μεγάλος υλιστής στοχαστής, πριν από το Μαρξ και τον Ένγκελς. Ο Ντιντερό, είπε ο Λένιν,

φτάνει σχεδόν στα συμπεράσματα του σύγχρονου υλισμού (διαλεχτικού).

Υπήρξε ένας πραγματικός αγωνιστής. Έζησε παλεύοντας διαρκώς ενάντια στην εκκλησία, ενάντια στο

κοινωνικό καθεστώς, και γνώρισε τα μπουντρούμια. Η ιστορία που γράφεται από τη σύγχρονη αστική τάξη

τον έχει σε πολλά ξεχάσει. Αλλά πρέπει να διαβάσουμε τις «συνομιλίες του Ντιντερό και του Ντ’

Αλαμπέρ», τον «Ανεψιό του Ραμώ», τον «Ιάκωβο τον μοιτολάτρη», για να καταλάβουμε την τεράστια

επίδραση του Ντιντερό στον υλισμό (βλ. τον «Ντιντερό» του Ζαν Λυκ, και τον «Ιάκωβο τον μοιρολάτρη»

του Ντιντερό, έκδοση της γαλλικής βιβλιοθήκης 1947). Ανάμεσα στους άλλους υλιστές αυτής της εποχής

Page 41: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

θα πρέπει να αναφέρουμε επίσης τον Ντ’ Αλαμπέρ, τον Χόλμπαχ και τον Ελβέτιο που μ’ αυτούς, ως ένα

ορισμένο σημείο, μπορούμε να συνδέσουμε τον Μοντεσκιέ, τον Βολταίρο και τον Ρουσσώ.

Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, εξαιτίας των ιστορικών γεγονότων, διαπιστώνουμε μια πισωδρόμηση του

υλισμού. Η αστική τάξη όλων των χωρών έκανε προπαγάνδα για τον ιδεαλισμό και τη θρησκεία, γιατί, όχι

μόνο δεν ήθελε πια να διαδίδονται οι προοδευτικές υλιστικές ιδέες, αλλά είχε ανάγκη επίσης να

αποκοιμίσει τους στοχαστές και τις μάζες, για να κρατηθεί στην εξουσία.

Τότε ακριβώς στη Γερμανία, ανάμεσα σ’ όλους τους ιδεαλιστές φιλόσοφους, βλέπουμε τον Φόϋερμπαχ να

διακηρύχνει τις υλιστικές του πεποιθήσεις, «ξαναβάζοντας αποφασιστικά τον υλισμό στον θρόνο»

(Ένγκελς, Λ. Φόϋερμπαχ σελ. 12)

Δε φέρνει βέβαια τίποτα το καινούριο στον υλισμό, καταπιάνεται ξανά με τις βάσεις του υλισμού, που είχαν

ξεχαστεί, με έναν τρόπο υγιή και συγχρονισμένο, κι έτσι επηρεάζει αξιόλογα τους φιλοσόφους της εποχής

του.

Φτάνουμε τώρα στην περίοδο αυτή του 19ου αιώνα, όπου διαπιστώνει κανείς μια τεράστια πρόοδο στην

επιστήμη, που τη χρωστάμε ιδιαίτερα σ’ αυτές τις τρεις μεγάλες ανακαλύψεις: το κύτταρο, τη μετατροπή

της ενέργειας, την εξέλιξη (του Ντάρβιν) [Ένγκελς, Φόϋερμπαχ, σελ. 35-36], που θα επιτρέψουν στον

Μαρξ και στον Ένγκελς, που είχαν δεχτεί την επίδραση του Φόϋερμπαχ, ν’ αναπτύξουν τον υλισμό και να

μας δώσουν έτσι τον σύγχρονο ή διαλεχτικό υλισμό.

Είδαμε περιληπτικά ως τώρα την ιστορία του υλισμού πριν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς. Ξέρουμε ότι

αυτοί, μ’ όλο που ήταν σύμφωνοι με τους υλιστές που προηγήθηκαν πάνω σε πολλά κοινά σημεία,

έκριναν ότι το έργο αυτών των τελευταίων παρουσίαζε ακόμα πολλά ελαττώματα και πολλά κενά.

Για να καταλάβουμε λοιπόν τις τροποποιήσεις που ο Μαρξ και ο Ένγκελς έκαναν στον προμαρξιστικό

υλισμό, είναι απόλυτα αναγκαίο να ζητήσουμε να βρούμε ποια ήταν αυτά τα ελαττώματα κι αυτά τα κενά

και γιατί υπήρχαν.

Η μελέτη της ιστορίας του υλισμού δεν θα ήταν ολοκληρωμένη, αν, έχοντας απαριθμήσει τους διάφορους

στοχαστές που συντέλεσαν στην πρόοδο του υλισμού, δεν ζητούσαμε να γνωρίσουμε, πως και σε ποια

κατεύθυνση πραγματοποιήθηκε η πρόοδος αυτή και γιατί πήρε τούτη ή εκείνη τη μορφή εξέλιξης.

Δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στον υλισμό του 18ου αιώνα, γιατί ήταν το τέρμα των διαφορετικών ρευμάτων

της φιλοσοφίας αυτής.

Θα πρέπει λοιπόν να μελετήσουμε ποιες είναι οι πλάνες και οι ελλείψεις του υλισμού αυτού. Μια και δεν

πρέπει όμως να βλέπουμε τα πράγματα μ’ έναν τρόπο μονόπλευρο, αλλά αντίθετα στο σύνολό τους, θα

υπογραμμίσουμε επίσης τα προτερήματα του υλισμού αυτού.

Ο υλισμός, διαλεχτικός στα πρώτα του βήματα, δεν μπόρεσε να συνεχίσει την εξέλιξή του σ’ αυτές τις

βάσεις. Ο διαλεχτικός συλλογισμός, εξ αιτίας της ανεπάρκειας των επιστημονικών γνώσεων,

εγκαταλείφθηκε αναγκαστικά. Έπρεπε πρώτα να δημιουργηθούν και να αναπτυχθούν οι επιστήμες

«έπρεπε πρώτα να γνωρίσουμε τι είναι τούτο και κείνο το πράγμα, προτού μπορέσουμε να μελετήσουμε το

προτσές»18

Η στενή λοιπόν σύνδεση του υλισμού και της επιστήμης είναι αυτό που επέτρεψε στη φιλοσοφία αυτή να

ξαναγυρίσει, πάνω σε βάσεις πιο στέρεες και πιο επιστημονικές, στον διαλεχτικό υλισμό του Μαρξ και του

Ένγκελς.

18 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ, σελ. 35

Page 42: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Θα συναντήσουμε λοιπόν τις ληξιαρχικές πράξεις γέννησης του υλισμού και της επιστήμης πλάι – πλάι.

Αλλά μια και εξετάζουμε πάντα από που προέρχεται ο υλισμός, θα πρέπει επίσης να αποδείξουμε από

που προέρχεται ο ιδεαλισμός.

3. Από πού προέρχεται ο ιδεαλισμός;

Αν στο κύλισμα της ιστορίας ο ιδεαλισμός μπόρεσε να ζήσει πλάι στη θρησκεία, που τον ανεχότανε και

τον επιδοκίμαζε, αυτό οφείλεται στο ότι γεννήθηκε και προέρχεται από τη θρησκεία.

Ο Λένιν διατύπωσε για το ζήτημα αυτό μια θέση που πρέπει να μελετήσουμε. «Ο ιδεαλισμός δεν είναι

τίποτ’ άλλο παρά μια μορφή της θρησκείας πιο λεπτή και πιο επιτήδεια». Τι θέλει να πει τούτο; Τούτο: ο

ιδεαλισμός ξέρει να παρουσιάζει τις αντιλήψεις του πολύ πιο επιδέξια από τη θρησκεία. Το να ισχυρίζεται

κανείς στη αρχή ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε από ένα πνεύμα, που πλανιόταν πάνω από τα σκοτάδια,

ότι ο θεός είναι άϋλος, κι ύστερα ξαφνικά, καθώς κάνει η θρησκεία, να δηλώνει, ότι το πνεύμα αυτό μιλά

(δια του Λόγου) και έχει ένα γιο (τον Ιησού) όλα αυτά αποτελούν μια σειρά από ιδέες που παρουσιάζονται

πολύ χοντροκομμένα. Ο ιδεαλισμός, βεβαιώνοντας ότι ο κόσμος δεν υπάρχει παρά μόνο μέσα στη σκέψη

μας, μέσα στο πνεύμα μας, παρουσιάζεται μ’ έναν τρόπο πιο καμουφλαρισμένο. Βέβαια, το ξέρουμε, είναι

το ίδιο στην ουσία, μα έχει μια μορφή λιγότερο χοντροκομμένη, πιο κομψή. Για τον λόγο αυτό ο ιδεαλισμός

είναι μια εκλεπτυσμένη μορφή της θρησκείας.

Είναι ακόμα εκλεπτυσμένος γιατί οι ιδεαλιστές φιλόσοφοι ξέρουν να προβλέπουν στις συζητήσεις του τις

ερωτήσεις και να στήνουν παγίδες, όπως ο Φιλόνους στον καημένο τον Ύλα, στου διάλογους του

Μπέρκλεϋ.

Αλλά, λέγοντας ότι ο ιδεαλισμός προέρχεται από τη θρησκεία, επεκτείνουμε απλώς το πρόβλημα. Και

πρέπει να αναρωτηθούμε αμέσως:

4. Από πού προέρχεται η θρησκεία;

Ο Ένγκελς μας έχει δώσει πάνω στο ζήτημα ατό μιαν απάντηση πολύ απλή: «Η θρησκεία γεννιέται από

τις περιορισμένες αντιλήψεις του ανθρώπου».

Για τους πρωτόγονους αυτή η άγνοια είναι διπλή: άγνοια της φύσης και άγνοια του εαυτού τους. Πρέπει να

μην ξεχνάμε ποτέ τη διπλή αυτή άγνοια, όταν μελετάμε την ιστορία των πρωτόγονων ανθρώπων.

Στην ελληνική αρχαιότητα, που τη θεωρούμε ωστόσο, σαν ένα προχωρημένο πολιτισμό, αυτή η άγνοια

μας φαίνεται παιδιάστικη, όταν λόγου χάρη βλέπουμε πως ο Αριστοτέλης πίστευε ότι η γη ήταν ακίνητη,

ότι ήταν το κέντρο του κόσμου και ότι γύρω από τη γη γυρνούσαν οι πλανήτες. (Οι πλανήτες, που τους

λογάριαζε 46, ήταν καρφωμένοι, σαν καρφιά σ’ ένα ταβάνι, και αυτό ήταν το σύμπαν που γυρνούσε γύρω

από τη γη).

Οι έλληνες πίστευαν ακόμα, ότι υπήρχαν 4 στοιχεία: το νερό, το χώμα, ο αέρας και η φωτιά, κι ότι δεν ήταν

δυνατόν να τα αναλύσουν. Ξέρουμε ότι όλα αυτά είναι λαθεμένα, αφού αναλύουμε τώρα το νερό, το χώμα,

τον αέρα και δεν θεωρούμε τη φωτιά σαν ένα σώμα της ίδιας σειράς.

Για τον ίδιο τον άνθρωπο, οι Έλληνες είχαν επίσης μεγάλη άγνοια, αφού δεν γνώριζαν τη λειτουργία των

οργάνων μας και θεωρούσαν, λόγου χάρη, την καρδιά έδρα του θάρρους!

Αν η άγνοια των ελλήνων σοφών ήταν τόσο μεγάλη, που τους θεωρούμε κιόλας πολύ προχωρημένους,

ποια θα έπρεπε τότε να είναι η άγνοια των ανθρώπων που ζούσανε χιλιάδες χρόνια πριν από αυτούς; Οι

Page 43: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

αντιλήψεις που οι πρωτόγονοι άνθρωποι είχαν για τη φύση και για τον εαυτό τους ήταν περιορισμένες

εξαιτίας της άγνοιας. Αλλά οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούσαν μ’ όλα αυτά να εξηγήσουν τα πράγματα.

Όλα τα ντοκουμέντα που έχουμε για τους πρωτόγονους ανθρώπους μας λένε, πως τους απασχολούσαν

πολύ τα όνειρα. Είδαμε από το πρώτο μέρος (κεφάλαιο πρώτο , παράγραφος 6), πως είχαν λύσει το

πρόβλημα των ονείρων, με την πίστη στην ύπαρξη ενός «δεύτερου» ανθρώπου. Στην αρχή θεωρούσαν

αυτόν τον «δεύτερο» σαν ένα είδος σώμα διάφανο και ελαφρό, που είχε ακόμα μια σύσταση υλική. Πολύ

αργότερα γεννήθηκε στη σκέψη τους η αντίληψη, πως ο άνθρωπος έχει μέσα του ένα στοιχείο άϋλο, που

επιζεί ύστερα απ’ το θάνατο, ένα στοιχείο πνευματικό (πνευματικό: από το πνεύμα = πνοή) που φεύγει με

τον τελευταίο στεναγμό, τη στιγμή που ξεψυχάμε και που από κείνη τη στιγμή μόνο ο «δεύτερος» επιζεί. Η

ψυχή λοιπόν εξηγεί τη σκέψη, το όνειρο.

Τον μεσαίωνα ακόμα, είχαν αλλόκοτες αντιλήψεις για την ψυχή. Πίστευαν ότι σ’ ένα παχύ κορμί υπήρχε

μια λιγνή ψυχή και σ’ ένα λιγνό κορμί μια μεγάλη ψυχή. Για τον λόγο αυτόν ακριβώς, την εποχή εκείνη, οι

ασκητές έκαναν πολλές και μακρόχρονες νηστείες για να έχουν μια μεγάλη ψυχή, για να δώσουν μια

μεγάλη κατοικία στην ψυχή.

Αφού παραδέχτηκαν τη ζωή του ανθρώπου μετά το θάνατο, πρώτα με τη μορφή του διάφανου

«δεύτερου», ύστερα με τη μορφή της ψυχής, που είναι στοιχείο πνευματικό, οι πρωτόγονοι άνθρωποι

δημιούργησαν τους θεούς.

Πιστεύοντας στην αρχή σε όντα δυνατότερα από τους ανθρώπους, που είχαν ακόμα μορφή υλική,

έφτασαν από εκεί, χωρίς να το καταλάβουν, στην πίστη σους θεούς, που υπάρχουν με τη μορφή μιας

ανώτερης από τη δικιά μας ψυχής. Κι έτσι, αφού δημιούργησαν ένα πλήθος από θεούς, που ο καθένας

τους είχε και από μια ορισμένη δικαιοδοσία, όπως στην ελληνική αρχαιότητα, έφτασαν από κει στην

αντίληψη του ενός θεού. Έτσι δημιουργήθηκε η σύγχρονη μονοθεϊστική θρησκεία. Βλέπουμε λοιπόν πολύ

καλά, πως, στη βάση της θρησκείας, ακόμα και κάτω από τη σύγχρονή της μορφή, υπάρχει η άγνοια.

Ο ιδεαλισμός λοιπόν γεννιέται από τις περιορισμένες αντιλήψεις του ανθρώπου, από την άγνοιά του, ενώ

ο υλισμός, αντίθετα, γεννιέται από την εξαφάνιση αυτών των φραγμών.

Θα παρακολουθήσουμε από κοντά, στα μαθήματα της ιστορίας της φιλοσοφίας, τον αδιάκοπο αυτό

αγώνα ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό. Ο υλισμός θέλει να σπρώξει πέρα τα σύνορα της άγνοιας

και αυτό ακριβώς είναι μια απ’ τις δόξες του και τις αρετές του. Αντίθετα ο ιδεαλισμός, όπως και η

θρησκεία που τον τρέφει, καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να διατηρήσουν την άγνοια των μαζών, για

να τις κάνουν να δέχονται την καταπίεση, την οικονομική και κοινωνική εκμετάλλευση.

5. Τα προτερήματα του προμαρξιστικού υλισμού

Είδαμε ότι ο υλισμός γεννήθηκε στην Ελλάδα μόλις δημιουργήθηκε ένα έμβρυο επιστήμης. Ακολουθώντας

την αρχή ότι όταν η επιστήμη αναπτύσσεται, αναπτύσσεται και ο υλισμός, διαπιστώνουμε κατά τη διάρκεια

της ιστορίας:

α) Στον μεσαίωνα, ασήμαντη ανάπτυξη των επιστημών, σταμάτημα του υλισμού

β) Στον 17ο και 18ο αιώνα, σε μια πολύ μεγάλη ανάπτυξη των επιστημών αντιστοιχεί μια μεγάλη ανάπτυξη

του υλισμού. Ο γαλλικός υλισμός του 18ου αιώνα είναι η άμεση συνέπεια της ανάπτυξης των επιστημών

γ) Στον 19ο αιώνα, έχουμε πολυάριθμες και μεγάλες ανακαλύψεις, παράλληλα ο υλισμός αναπτύσσεται με

σημαντικότατες τροποποιήσεις, από τον Μαρξ και τον Ένγκελς

Page 44: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

δ) Σήμερα οι επιστήμες προοδεύουν με γοργό ρυθμό και, μαζί τους, ο υλισμός. Βλέπουμε τους

καλύτερους σοφούς να εφαρμόζουν στις εργασίες τους τον διαλεχτικό υλισμό.

Ο ιδεαλισμός και ο υλισμός έχουν ολότελα αντίθετη καταγωγή. Στο πέρασμα των αιώνων διαπιστώνουμε

μια πάλη ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο φιλοσοφίες, πάλη που συνεχίζεται ακόμα στις μέρες μας και που δεν

είναι μονάχα ακαδημαϊκή.

Αυτή η πάλη, που τη συναντάμε μέσα σ’ όλα τα στάδια της ιστορίας της ανθρωπότητας, είναι η πάλη

ανάμεσα στην επιστήμη και την άγνοια, είναι η πάλη ανάμεσα σε δύο ρεύματα. Το ένα τραβάει την

ανθρωπότητα προς την άγνοια και τη συγκρατεί μέσα στην άγνοια αυτή, το άλλο, αντίθετα, παλεύει για την

απολύτρωση των ανθρώπων, αντικαθιστώντας την άγνοια με την επιστήμη.

Η πάλη αυτή πήρε μερικές φορές πολύ σοβαρή μορφή, όπως στα χρόνια της Ιερής Εξέτασης, όπου

ανάμεσα στα άλλα μπορούμε να αναφέρουμε το παράδειγμα του Γαλιλαίου. Αυτός διακήρυσσε πως η γη

γυρίζει, πράγμα που ήταν μια καινούρια γνώση που βρισκόταν σε αντίθεση με τη Βίβλο και τον

Αριστοτέλη: αν η γη γυρίζει, αυτό σημαίνει πως δεν είναι το κέντρο του κόσμου, αλλά απλώς ένα σημείο

μέσα στον κόσμο. Συνεπώς έπρεπε να πλατύνουν οι άνθρωποι τα σύνορα της σκέψης τους. Πώς

αντιμετωπίστηκε λοιπόν η ανακάλυψη του Γαλιλαίου;

Για να κρατηθεί η ανθρωπότητα στην άγνοια, συγκροτήθηκε ένα θρησκευτικό δικαστήριο και ο Γαλιλαίος

καταδικάστηκε σε βασανιστήρια και σε «ομολογία» του σφάλματός του. Να ένα παράδειγμα της πάλης

ανάμεσα στην άγνοια και την επιστήμη.

Πρέπει λοιπόν να κρίνουμε του φιλοσόφους και τους σοφούς της εποχής εκείνης, τοποθετώντάς τους

μέσα σ’ αυτή την πάλη της άγνοιας ενάντια στην επιστήμη, και θα διαπιστώσουμε τότε ότι,

υποστηρίζοντας την επιστήμη, υπερασπίζονταν τον υλισμό χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουν. Έτσι λόγου χάρη ο

Ντεκάρτ, με τους συλλογισμούς του, πρόσφερε ιδέες που ενίσχυσαν την πρόοδο του υλισμού.

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι η πάλη αυτή, στη διάρκεια της ιστορίας, δεν είναι μονάχα θεωρητική,

αλλά και πάλη κοινωνική και πολιτική. Στην πάλη αυτή οι κυρίαρχες τάξεις είναι πάντα με το μέρος της

άγνοιας. Η επιστήμη είναι επαναστατική και συντελεί στην απολύτρωση της ανθρωπότητας.

Τυπικό παράδειγμα είναι η αστική τάξη. Στον 18ο αιώνα η αστική τάξη κυριαρχείται από τη φεουδαρχική.

Την περίοδο αυτή είναι με το μέρος της επιστήμης, παλεύει ενάντια στην άγνοια και μας δίνει την

«Εγκυκλοπαίδεια». Στον 20ο αιώνα η αστική τάξη είναι η κυρίαρχη. Και, στην πάλη ανάμεσα στην άγνοια

και στην επιστήμη, είναι με το μέρος της άγνοιας, με μια αγριότητα πολύ πιο μεγάλη από το παρελθόν

(πάρτε παράδειγμα τον χιτλερισμό).

Βλέπουμε λοιπόν ότι ο προμαρξιστικός υλισμός έπαιξε σπουδαίο ρόλο και η ιστορική του σημασία είναι

τεράστια. Κατά τη διάρκεια της πάλης αυτής ανάμεσα στην άγνοια και την επιστήμη, ο προμαρξιστικός

υλισμός κατόρθωσε ν’ αναπτύξει μια γενική αντίληψη του κόσμου, που μπόρεσε να αντιταχθεί στη

θρησκεία και κατά συνέπεια στην άγνοια. Επίσης, χάρη στην εξέλιξη του υλισμού, χάρη στις διαδοχικές

εργασίες του, πραγματοποιήθηκαν οι απαραίτητες συνθήκες για την εμφάνιση του διαλεχτικού υλισμού.

6. Τα ελαττώματα του προμαρξιστικού υλισμού

Για να καταλάβουμε την εξέλιξη του υλισμού, για να κατανοήσουμε τα ελαττώματά του και τα κενά που

αφήνει, πρέπει να μην ξεχνάμε ποτέ ότι επιστήμη και υλισμός είναι στενά δεμένα αναμεταξύ τους. Στην

αρχή προπορευόταν ο υλισμός και ύστερα οι επιστήμες, γι’ αυτό και η υλιστική φιλοσοφία δεν μπόρεσε να

Page 45: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

επικυρωθεί αμέσως. Ήταν ανάγκη να δημιουργηθούν και να αναπτυχθούν οι επιστήμες για ν’ αποδειχθεί

ότι ο διαλεχτικός υλισμός είχε δίκαιο, αλλά και γι’ αυτό χρειάστηκαν πάνω από είκοσι αιώνες. Σ’ όλη αυτή

τη μακρόχρονη περίοδο, ο υλισμός δέχτηκε την επίδραση των επιστημών, την επίδραση της

επιστημονικής σκέψης ιδιαίτερα, και μάλιστα την επίδραση των πιο αναπτυγμένων ειδικών επιστημών.

Για το λόγο αυτό: «ο υλισμός του περασμένου αιώνα –δηλαδή του 18ου αιώνα- ήταν πριν απ’ όλα

μηχανιστικός, γιατί, την εποχή αυτή, απ’ όλες τις φυσικές επιστήμες μόνο η μηχανική (και απ’ αυτή πάλι

μόνο η μηχανική των στερεών σωμάτων, ουράνιων και γήινων, κοντολογίς η μηχανική της βαρύτητας) είχε

φτάσει σε μια ορισμένη τελειοποίηση. Η χημεία βρισκόταν ακόμα στην παιδική της μορφή, στο ‘’φλογιστόν’’.

Η βιολογία βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα. Ο ζωικός και ο φυτικός οργανισμός δεν είχαν μελετηθεί ακόμα

παρά σε χοντρές γραμμές μονάχα, και δεν ερμηνεύονταν παρά με αιτίες καθαρά μηχανικές. Για τους

υλιστές του 18ου αιώνα, ο άνθρωπος ήταν μια μηχανή, όπως το ζώο για τον Ντεκάρτ».19

Βλέπουμε λοιπόν, τι ήταν ο υλισμός που προήλθε από μια μακρόχρονη κι αργή εξέλιξη των επιστημών,

ύστερα απ’ τη «χειμωνιάτικη περίοδο του χριστιανικού μεσαίωνα».

Η μεγάλη πλάνη του σ’ αυτή την περίοδο ήταν, ότι θεωρούσε τον κόσμο σαν ένα μεγάλο μηχανισμό και ότι

έκρινε κάθε πράγμα σύμφωνα με τους νόμους της μηχανικής επιστήμης. Θεωρώντας την εξέλιξη σαν μια

απλή μηχανική κίνηση, νόμιζαν πως τα ίδια γεγονότα έπρεπε να επαναλαμβάνονται συνεχώς. Έβλεπαν τη

μηχανική πλευρά των πραγμάτων, δεν έβλεπαν όμως τη ζωντανή τους πλευρά. Γι’ αυτό ονομάζουμε τον

υλισμό αυτό: μηχανικό ή μηχανιστικό.

Ας δούμε ένα παράδειγμα: Πώς ερμήνευαν τη σκέψη οι υλιστές εκείνοι; Με τον τρόπο αυτό: «ο εγκέφαλος

εκκρίνει τη σκέψη, όπως το συκώτι εκκρίνει τη χολή! Είναι αλήθεια κάπως απλοϊκός! Ο υλισμός του Μαρξ

αντίθετα δίνει μια σειρά διασαφήσεων. Οι σκέψεις μας δεν προέρχονται μόνο από τον εγκέφαλο. Πρέπει

να δούμε γιατί έχουμε ορισμένες ιδέες και σκέψεις και όχι άλλες, και τότε καταλαβαίνουμε ότι η κοινωνία,

το περιβάλλον κλπ, συντελούν στην επιλογή των ιδεών μας. Ο μηχανιστικός υλισμός θεωρεί τη σκέψη σαν

ένα απλό μηχανικό φαινόμενο. Ωστόσο η άποψη αυτή είναι πολύ απλοϊκή.

«Αυτή η αποκλειστική εφαρμογή της μηχανικής στα χημικά και οργανικά φαινόμενα, όπου οι μηχανικοί

νόμοι επενεργούν βέβαια κι αυτοί αλλά έχουν ριχτεί σε δεύτερη μοίρα από νόμους ανώτερης τάξης,

αποτελεί μια στενή αντίληψη, χαρακτηριστική αλλά και αναπόφευκτη γι’ αυτήν την εποχή του κλασικού

γαλλικού υλισμού».20

Να το πρώτο μεγάλο λάθος του υλισμού του 18ου αιώνα. Συνέπεια αυτής της πλάνης ήταν, ότι ο υλισμός

του 18ου αιώνα αγνοούσε γενικά την ιστορία, αγνοούσε δηλαδή την εξέταση με βάση την ιστορική εξέλιξη

το προτσές. Αυτός ο υλισμός πίστευε ότι ο κόσμος δεν εξελίσσεται και ότι ξαναγυρνά στις ίδιες

καταστάσεις σε κανονικά χρονικά διαστήματα. Και δεν καταλάβαινε ακόμα την εξέλιξη του ανθρώπου και

των ζώων.

«Αυτός ο υλισμός ... όντας ανίκανος να παρατηρήσει τον κόσμο σαν ένα προτσές, σαν ύλη σε μια ιστορική

εξέλιξη ... αντιστοιχούσε στο επίπεδο που είχαν φτάσει την εποχή αυτή οι φυσικές επιστήμες και ο

μεταφυσικός21, δηλαδή αντιδιαλεχτικός, τρόπος του φιλοσοφικού στοχασμού, που έβγαινε από αυτές.

Γνώριζαν ότι η φύση βρίσκεται σε μια αδιάκοπη κίνηση. Αλλά η κίνηση αυτή, σύμφωνα με την αντίληψη της

εποχής εκείνης, ακολουθούσε μια συνεχή κυκλική πορεία και κατά συνέπεια δεν άλλαζε ποτέ θέση˙ παρήγε

πάντα τα ίδια αποτελέσματα».22

19 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμοαχ, σελ. 19.20 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμοαχ, σελ. 1921 Θα αρχίσουμε στο επόμενο μέρος τη μελέτη της «μεταφυσικής μεθόδου».22 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμοαχ, σελ. 17.

Page 46: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Να το δεύτερο ελάττωμα του υλισμού αυτού.

Η Τρίτη πλάνη του είναι πως ήταν υπερβολικά θεωρητικός. Δεν εκτιμούσε αρκετά τη σημασία της

ανθρώπινης δράσης μέσα στον κόσμο και την κοινωνία. Ο υλισμός του Μαρξ διδάσκει ότι δεν πρέπει να

ερμηνεύουμε μόνο τον κόσμο αλλά και να τον μεταβάλλουμε. Ο άνθρωπος είναι ένα ενεργητικό στοιχείο

μέσα στην ιστορία, που μπορεί να μεταβάλει τον κόσμο.

Η δράση των ρώσων κομμουνιστών είναι ζωντανό παράδειγμα δράσης ικανής όχι μόνο για την ετοιμασία,

την πραγματοποίηση και την προώθηση της επανάστασης, αλλά και για τη στερέωση του σοσιαλισμού,

ύστερα από το 1918, μέσα σε τεράστιες δυσκολίες.

Ο προμαρξιστικός υλισμός δεν είχε γνωρίσει μια τέτοια αντίληψη για τη δράση του ανθρώπου. Πίστευαν

την εποχή εκείνη πως ο άνθρωπος είναι παράγωγο του περιβάλλοντος, ενώ ο Μαρξ μας διδάσκει ότι το

περιβάλλον είναι παράγωγο του ανθρώπου και ότι, κατά συνέπεια, ο άνθρωπος είναι παράγωγο του ίδιου

του εαυτού του. Αν ο άνθρωπος δέχεται την επίδραση του περιβάλλοντος, μπορεί με τη σειρά του να

μεταβάλει το περιβάλλον, την κοινωνία˙ μπορεί άρα να μεταβάλει ο ίδιος τον εαυτό του.

Ο υλισμός του 18ου αιώνα ήταν λοιπόν υπερβολικά θεωρητικός, γιατί αγνοούσε την ιστορική εξέλιξη του

κάθε πράγματος. Αυτό ήταν τότε αναπόφευκτο, γιατί οι επιστημονικές γνώσεις δεν ήταν αρκετά

προχωρημένες, έτσι που δεν ήταν δυνατό να κατανοηθούν ο κόσμος και τα πράγματα μ’ άλλο τρόπο,

παρά μόνο με την παλιά μέθοδο σκέψης: τη «μεταφυσική».

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ: Μαρξ – Ένγκελς: Η αγία οικογένεια, σελ 229-233.

Μαρξ: Θέσεις για τον Φόϋερμπαχ, σελ 57 και πέρα.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

Πώς μπορούσε ο Παστέρ να είναι επιστήμονας και ταυτόχρονα να πιστεύει στο θεό;

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Αποδείξετε πως η μελέτη βιβλίων, αν και αναγκαία, δεν είναι αρκετή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

1. Γιατί ο διαλεχτικός υλισμός δεν παρουσιάστηκε από την αρχαιότητα;

2. Αναφέρετε τα κυριότερα υλιστικά ρεύματα από την ελληνική αρχαιότητα ως τον 18ο αιώνα.

3. Ποιες είναι οι πλάνες και ποια τα προτερήματα του υλισμού του 18ου αιώνα;

ΓΡΑΠΤΗ ΑΣΚΗΣΗ

Φανταστείτε ένα διάλογο ανάμεσα σ’ έναν ιδεαλιστή και έναν υλιστή πάνω στο ζήτημα του θεού.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Μελέτη της μεταφυσικής

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ

1. Οι ιδιότητες της μεθόδου αυτής

α. Πρώτη ιδιότητα: Η αρχή της ταυτότητας

Page 47: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

β. Δεύτερη ιδιότητα: Απομόνωση των πραγμάτων

γ. Τρίτη ιδιότητα: Αιώνιες και αξεπέραστες διαιρέσεις

δ. Τέταρτη ιδιότητα: Εναντιότητα των αντιθέτων

2. Συγκεφαλαιώνουμε και προχωρούμε

3. Η μεταφυσική αντίληψη για τη φύση

4. Η μεταφυσική αντίληψη για την κοινωνία

5. Η μεταφυσική αντίληψη για τη σκέψη

6. Τι είναι η λογική;

7. Η ερμηνεία της λέξης «μεταφυσική».

Ξέρουμε ότι τα ελαττώματα των υλιστών του 18ου αιώνα προέρχονται από τον τρόπο του συλλογισμού

τους, από την ιδιαίτερη τους μέθοδο αναζήτησης που ονομάσαμε «μεταφυσική μέθοδο». Η μεταφυσική

μέθοδος λοιπόν εκφράζει μια ιδιαίτερη αντίληψη του κόσμου, και θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, όπως

αντιτάσσουμε τον Μαρξιστικό υλισμό στον προμαρξιστικό, όμοια στον μεταφυσικό υλισμό αντιτάσσουμε

τον διαλεχτικό υλισμό.

Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να μάθουμε, τι είναι η «μεταφυσική» μέθοδος, για να εξετάσουμε σε συνέχεια, τι

είναι, αντίθετα, η διαλεχτική μέθοδος.

1. Ιδιότητες της μεθόδου αυτής

Θα εξετάσουμε εδώ αυτή «την παλιά μέθοδο έρευνας και σκέψης που ο Χέγκελ ονομάζει ‘’μεταφυσική’’

μέθοδο»23

Ας αρχίσουμε αμέσως από μια απλή παρατήρηση. Τί φαίνεται πιο φυσικό στους περισσότερους

ανθρώπους: η κίνηση ή η ακινησία; Ποια είναι γι’ αυτούς η φυσική κατάσταση των πραγμάτων: η στάση ή

η κίνηση;

Γενικά, πιστεύουν ότι η στάση υπήρχε πριν από την κίνηση και ότι, για να μπορέσει ένα πράγμα να

κινηθεί, έπρεπε να βρισκόταν πρωτύτερα σε στάση.

Η Βίβλος επίσης μας λέει, ότι πριν από το σύμπαν, που δημιουργήθηκε από τον θεό, υπήρχε η ακίνητη

αιωνιότητα, δηλαδή η στάση.

Να λέξεις που θα χρησιμοποιήσουμε συχνά: Στάση, ακινησία. Κι ακόμα κίνηση, μεταβολή. Αυτές οι δύο

τελευταίες λέξεις δεν έχουν την ίδια σημασία.

Η κίνηση, στην στενή έννοια της λέξης, είναι η μετατόπιση. Παράδειγμα: Μια πέτρα που πέφτει, το τρένο

που προχωρεί, βρίσκονται σε κίνηση.

Η μεταβολή, στην κυριολεξία, είναι το πέρασμα από μια μορφή σε άλλη. Παράδειγμα: Το δέντρο που χάνει

τα φύλλα του μετέβαλε μορφή. Αλλά σημαίνει επίσης και το πέρασμα από μια κατάσταση σε μια άλλη.

Παράδειγμα: Η ατμόσφαιρα έγινε βαριά. Αυτό είναι μια μεταβολή.

Κίνηση λοιπόν σημαίνει αλλαγή θέσης και μεταβολή σημαίνει αλλαγή μορφής ή κατάστασης. Θα

προσπαθήσουμε να σεβαστούμε τη διάκριση αυτή, για να αποφύγουμε τη σύγχυση (όταν θα μελετήσουμε

τη διαλεχτική, θ’ αναγκαστούμε να ξαναδούμε την έννοια των λέξεων αυτών).

23 Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ, σελ. 35

Page 48: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Λίγο παραπάνω, είδαμε ότι πιστεύουν γενικά, πως η κίνηση και η μεταβολή είναι φαινόμενα λιγότερο

φυσικά από τη στάση. Και είναι βέβαιο πως έχουμε μια τάση να προτιμάμε να θεωρούμε τα πράγματα σε

στάση και χωρίς μεταβολή.

Παράδειγμα: Αγοράσαμε ένα ζευγάρι μαύρα παπούτσια και ύστερα από καιρό, μετά από πολλές

επισκευές, αφού αλλάξαμε σόλες και τακούνια και αφού τα μπαλώσαμε πολλές φορές, συνεχίζουμε να

λέμε: «θα φορέσω τα μαύρα μου παπούτσια», χωρίς να λογαριάζουμε ότι δεν είναι πια τα ίδια. Για μας

είναι πάντα τα μαύρα παπούτσια που αγοράσαμε στην τάδε ευκαιρία και που τα πληρώσαμε με τη δείνα

τιμή. Δεν βλέπουμε τη μεταβολή που έπαθαν τα παπούτσια μας. Για μας, είναι πάντοτε τα ίδια,

απαράλλαχτα. Αρνούμαστε τη μεταβολή και δε βλέπουμε παρά μόνο την ταυτότητα, σαν να μην είχε

συμβεί τίποτα το σπουδαίο. Αυτό είναι

α) Η πρώτη ιδιότητα της μεταφυσικής μεθόδου: Η αρχή της ταυτότητας.

Που συνίσταται στην προτίμηση της ακινησίας από την κίνηση, της ταυτότητας από τη μεταβολή, αντίκρυ

στα γεγονότα.

Από την προτίμηση αυτή, που αποτελεί την πρώτη ιδιότητα της μεθόδου αυτής, γεννιέται ολόκληρη

κοσμοθεωρητική αντίληψη. Θεωρούν το σύμπαν σαν κάτι κοκαλωμένο (παγωμένο), είπε ο Ένγκελς. Το

ίδιο συμβαίνει με τη φύση, την κοινωνία, τον άνθρωπο. Γι’ αυτό συχνά ισχυρίζονται: «Ουδέν καινόν υπό

τον ήλιον», που πάει να πει ότι από ανέκαθεν δεν έγινε καμιά μεταβολή: Το σύμπαν έμεινε ακίνητο και

απαράλλαχτο. Συχνά όμως εννοούν επίσης μ’ αυτό μια περιοδική επιστροφή στα ίδια γεγονότα. Ο θεός

δημιούργησε τον κόσμο, φτιάχνοντας τα ψάρια, τα πουλιά, τα θηλαστικά κλπ, και από τότε τίποτα δεν

άλλαξε, ο κόσμος δεν σάλεψε. Λένε επίσης: «Οι άνθρωποι είναι πάντα οι ίδιοι», σα να μην άλλαξαν ποτέ

οι άνθρωποι.

Οι συνηθισμένες αυτές εκφράσεις είναι αντανάκλαση της αντίληψης αυτής, που έχει ριζώσει βαθιά μέσα

στο πνεύμα μας, και η αστική τάξη εκμεταλλεύεται την πλάνη αυτή σ’ όλο της το βάθος.

Όταν κάνουν κριτική του σοσιαλισμού, ένα από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν με τη μεγαλύτερη

προθυμία είναι, πως ο άνθρωπος είναι εγωιστής και πως είναι ανάγκη να επεμβαίνει μια δύναμη για να

τον συγκρατεί, αλλιώς θα κυριαρχούσε η αταξία. Να λοιπόν ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της

μεταφυσικής αντίληψης που υποστηρίζει, πως ο άνθρωπος έχει από ανέκαθεν μια φύση καθορισμένη,

που μένει αμετάβλητη.

Είναι βέβαιο πως, αν ξαφνικά αποκτούσαμε τη δυνατότητα να ζήσουμε σε κομμουνιστικό καθεστώς,

δηλαδή αν μπορούσαμε να μοιράσουμε αμέσως τα προϊόντα της παραγωγής στον καθένα σύμφωνα με

τις ανάγκες του και όχι σύμφωνα με τη δουλειά του, αυτό θα έδινε το σύνθημα για την ικανοποίηση της

κάθε παραξενιάς, και μια τέτοια κοινωνία δε θα μπορούσε να διατηρηθεί. Κι όμως τέτοια είναι η αρχή της

κομμουνιστικής κοινωνίας κι αυτό είναι και το λογικό. Αλλά, επειδή έχουμε ριζωμένη μέσα μας μια

μεταφυσική αντίληψη, φανταζόμαστε τον μελλοντικό άνθρωπο, αυτόν που θα ζήσει σ’ ένα μέλλον σχετικά

μακρινό, σαν όμοιο με τον σημερινό άνθρωπο.

Κατά συνέπεια, όταν βεβαιώνουν ότι μια σοσιαλιστική ή κομμουνιστική κοινωνία δεν είναι βιώσιμη, γιατί ο

άνθρωπος είναι εγωιστής, ξεχνάν πώς, αν η κοινωνία αλλάξει, κι ο άνθρωπος θ’ αλλάξει.

Έχουμε κάθε μέρα κριτικές για τη Σοβιετική Ένωση, που μας δείχνουν τις δυσκολίες που συναντούν αυτοί

που τις γράφουν στο να κατανοήσουν την ΕΣΣΔ. Κι αυτό, γιατί έχουν μια μεταφυσική αντίληψη για τον

κόσμο και τα πράγματα.

Page 49: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Από τα πολλά παραδείγματα που μπορούμε να αναφέρουμε, ας πάρουμε αυτό μονάχα: Μας λένε: «Ο

εργάτης στη Σοβιετική Ένωση παίρνει ένα μεροκάματο, που δεν αντιστοιχεί στην συνολική αξία της

παραγωγής του˙ υπάρχει λοιπόν και εκεί η υπεραξία, δηλαδή η κράτηση πάνω στο μεροκάματό του. Τον

κλέβουν λοιπόν, το ίδιο συμβαίνει και στη Γαλλία, εκμεταλλεύονται τους εργάτες. Δεν υπάρχει λοιπόν

διαφορά ανάμεσα στον σοβιετικό εργάτη και στον γάλλο εργάτη».

Πού βρίσκεται λοιπόν, σ’ αυτό το παράδειγμα, η μεταφυσική αντίληψη; Σε τούτο: Δε βλέπουμε πως

υπάρχουν δύο ειδών κοινωνίες και δε λαβαίνουμε υπόψη μας τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσά τους.

Πιστεύουμε ότι, από τη στιγμή που υπάρχει υπεραξία και εδώ και εκεί, είναι το ίδιο πράγμα, χωρίς να

βλέπουμε τις μεταβολές που έγιναν στην ΕΣΣΔ, όπου ο άνθρωπος και η μηχανή δεν έχουν πια το ίδιο

οικονομικό και κοινωνικό νόημα που έχουν στη Γαλλία. Ωστόσο στη Γαλλία, η μηχανή υπάρχει για να

παράγει (στην υπηρεσία του εργοδότη) και ο άνθρωπος για να τον εκμεταλλεύονται. Στην ΕΣΣΔ η μηχανή

υπάρχει για να παράγει (στην υπηρεσία του ανθρώπου) και ο άνθρωπος για να χαίρεται τους καρπούς

της δουλειάς του. Η υπεραξία στη Γαλλία πάει στον εργοδότη, στην ΕΣΣΔ στο σοσιαλιστικό κράτος

δηλαδή στο αταξικό σύνολο. Τα πράγματα μεταβλήθηκαν.

Βλέπουμε λοιπόν απ’ αυτό το παράδειγμα ότι, σ’ αυτούς βέβαια που είναι ειλικρινείς, τα ελαττώματα της

κρίσης προέρχονται από μια μεταφυσική μέθοδο σκέψης και, ιδιαίτερα, από την εφαρμογή της πρώτης και

βασικής ιδιότητας της μεθόδου αυτής, που υποτιμά τη μεταβολή και προτιμά την ακινησία, που,

κοντολογίς, πιστεύει, παρά τη γενική μεταβολή που παρατηρείται, στην αιώνια ταυτότητα.

Αλλά, τι είναι αυτή η ταυτότητα; Είδαμε, λόγου χάρη, να χτίζεται ένα σπίτι, που τέλειωσε την πρώτη του

Γενάρη του 1935. Την 1η του Γενάρη του 1939, όπως κι όλες τις χρονιές που θα ακολουθήσουν, θα πούμε

ότι το σπίτι είναι απαράλλαχτο, γιατί έχει πάντα δύο πατώματα, είκοσι παράθυρα, δύο πόρτες στην

πρόσοψη κλπ, γιατί μένει πάντα το ίδιο, δε μεταβάλλεται, δε γίνεται διαφορετικό.

Το είναι λοιπόν κάτι το «ίδιο», σημαίνει ότι μένει απαράλλαχτο, ότι δε γίνεται διαφορετικό. Κι όμως, αυτό

το σπίτι έχει αλλάξει. Μόνο σε πρώτη όψη, επιφανειακά, μένει το ίδιο. Ο αρχιτέκτονας ή ο χτίστης, που

βλέπουν το σπίτι αυτό από κοντά, ξέρουν καλά, πως δεν είναι πια το ίδιο μια βδομάδα ύστερα από το

χτίσιμό του. Εδώ παρουσιάστηκε ένα σκάσιμο, εκεί κουνήθηκε μια πέτρα, εκεί έφυγε η μπογιά κλπ.

Λοιπόν, μόνο όταν εξετάζουμε τα πράγματα «σε γενικές γραμμές» μας φαίνονται τα ίδια. Στην ανάλυση,

στη λεπτομέρεια, μεταβάλλονται αδιάκοπα.

Αλλά, ποιες είναι οι πρακτικές συνέπειες της πρώτης ιδιότητας της μεταφυσικής μεθόδου;

Επειδή προτιμάμε να βλέπουμε την ταυτότητα στα πράγματα, δηλαδή να τα βλέπουμε να μένουν ίδια,

λέμε λόγου χάρη: «η ζωή είναι ζωή και ο θάνατος θάνατος». Βεβαιώνουμε, ότι η ζωή παραμένει ζωή, ότι ο

θάνατος παραμένει ο ίδιος, δηλαδή θάνατος, και αυτό είναι όλο.

Από τη συνήθειά μας να βλέπουμε τα πράγματα στην ταυτότητά τους, τα χωρίζουμε αναμεταξύ τους.

Όταν λέμε «μια καρέκλα είναι μια καρέκλα», είναι μια φυσική διαπίστωση, αλλά έτσι τονίζουμε την

ταυτότητα, κι αυτό σημαίνει ταυτόχρονα: αυτό που δεν είναι καρέκλα είναι κάτι άλλο.

Είναι τόσο φυσικό να το πει κανείς αυτό, ώστε το να επιμείνουμε φαίνεται παιδιάστικο. Αν σκεφτούμε με

τον ίδιο τρόπο, θα πούμε: «το άλογο είναι άλογο, κι ότι δεν είναι άλογο είναι άλλο πράγμα». Χωρίζουμε

λοιπόν καλά απ’ τη μια μεριά την καρέκλα και από την άλλη το άλογο, και κάνουμε το ίδιο για το κάθε

πράγμα. Κάνουμε λοιπόν διακρίσεις, χωρίζοντας αυστηρά τα πράγματα το ένα από το άλλο, κι έτσι

φθάσαμε στο να μεταβάλλουμε τον κόσμο σε μια συλλογή από ξεχωριστά πράγματα κι αυτή είναι

β) Η δεύτερη ιδιότητα της μεταφυσικής μεθόδου: Η απομόνωση των πραγμάτων.

Page 50: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αυτό που είπαμε τώρα δα φαίνεται τόσο φυσικό που μπορεί να αναρωτηθεί κανείς: γιατί το είπαμε τάχα;

Θα δούμε όμως πως ήταν αναγκαίο, γιατί αυτό το σύστημα του συλλογισμού μας κάνει να βλέπουμε τα

πράγματα μ’ ένα ορισμένο πρίσμα.

Θα κρίνουμε ακόμα τη δεύτερη ιδιότητα της μεθόδου αυτής στις πρακτικές της συνέπειες.

Στην καθημερινή ζωή εξετάζουμε και σκεφτόμαστε τα ζώα χωρίζοντάς τα, δε βλέπουμε όμως το κοινό που

υπάρχει ανάμεσα σε κείνα που ανήκουν σε διαφορετικά γένη και είδη. Ένα άλογο είναι ένα άλογο και μια

αγελάδα είναι μια αγελάδα. Ανάμεσά τους δεν υπάρχει καμία σχέση.

Αυτή είναι η άποψη της παλιάς ζωολογίας, που ταξινομεί τα ζώα διαχωρίζοντάς τα καθαρά το ένα απ’ τ’

άλλο και που δε βλέπει καμιά σχέση ανάμεσά τους. Ένα από τα αποτελέσματα της εφαρμογής της

μεταφυσικής μεθόδου είναι κι αυτό.

Σαν άλλο παράδειγμα, μπορούμε ν’ αναφέρουμε το γεγονός ότι η αστική τάξη θέλει την επιστήμη να είναι

επιστήμη, τη φιλοσοφία να μένει ο εαυτός της, το ίδιο και για την πολιτική. Έτσι, όπως εύκολα κανείς το

καταλαβαίνει, δεν υπάρχει τίποτε το κοινό, καμιά απολύτως σχέση, ανάμεσα σ’ αυτές τις τρεις.

Τα πραχτικά συμπεράσματα ενός τέτοιου συλλογισμού είναι, ότι ο επιστήμονας πρέπει να μένει

επιστήμονας και δεν έχει καμιά δουλειά να ανακατεύει την επιστήμη του στη φιλοσοφία και στην πολιτική.

Το ίδιο βέβαια θα συμβαίνει και με τον φιλόσοφο και με τον ηγέτη ενός κόμματος.

Όταν ένας άνθρωπος καλής πίστης συλλογίζεται με τον τρόπο αυτό, μπορούμε να πούμε ότι συλλογίζεται

μεταφυσικά. Ο άγγλος συγγραφέας Ουέλς, εδώ και μερικά χρόνια, είχε πάει στη Σοβιετική Ένωση και

επισκέφτηκε τον μεγάλο συγγραφέα Μαξίμ Γκόρκυ, που έχει πια πεθάνει. Του πρότεινε να ιδρύσουν έναν

λογοτεχνικό σύλλογο, στον οποίον δεν θα ασχολούνταν με την πολιτική, γιατί, στο μυαλό του Ουέλς, η

λογοτεχνία ήταν λογοτεχνία και η πολιτική, πολιτική. Φαίνεται πως ο Γκόρκυ και οι φίλοι του γέλασαν, και

ο Ουέλς πειράχτηκε. Γιατί είχε σχηματίσει την αντίληψη, ότι ο συγγραφέας ζει έξω από την κοινωνία, ενώ ο

Γκόρκυ και οι φίλοι του ήξεραν καλά, ότι δεν συμβαίνει έτσι στην πραγματική ζωή, όπου όλα τα πράγματα

είναι δεμένα μεταξύ τους – είτε το θέλουμε, είτε όχι.

Στην καθημερινή πράξη, προσπαθούμε να ταξινομήσουμε, ν’ απομονώσουμε τα πράγματα. Να τα δούμε,

να τα μελετήσουμε, σαν ανεξάρτητες οντότητες. Αυτοί που δεν είναι μαρξιστές, βλέπουν το κράτος γενικά,

απομονώνοντάς το από την κοινωνία, σαν ανεξάρτητο από τη μορφή της κοινωνίας. Όταν συλλογιέται

κανείς έτσι, όταν απομονώνει το κράτος από την κοινωνία, είναι σαν να το απομονώνει απ’ τις σχέσεις του

με την πραγματικότητα.

Το ίδιο λάθος γίνεται, όταν μιλάνε για τον άνθρωπο, απομονώνοντάς τον από τους άλλους ανθρώπους,

απ’ το περιβάλλον του, από την κοινωνία. Αν επίσης εξετάσουμε τη μηχανή, ανεξάρτητα από τα γύρω της

πράγματα, απομονώνοντάς την από την κοινωνία όπου παράγει, πέφτουμε σ’ αυτό το λάθος της σκέψης:

«Μηχανή στο Παρίσι, μηχανή στη Μόσχα: υπεραξία εδώ, υπεραξία εκεί, άρα δεν υπάρχει διαφορά. Είναι

απόλυτα το ίδιο πράγμα».

Να ένας συλλογισμός που διαβάζει κανείς συχνά κι αυτοί που τον διαβάζουν τον δέχονται, γιατί ο

συνηθισμένος και γενικός τρόπος θεώρησης είναι να απομονώνουμε, να χωρίζουμε τα πράγματα. Είναι

μια χαρακτηριστική συνήθεια της μεταφυσικής μεθόδου.

γ) Τρίτη ιδιότητα: Αιώνιες και αξεπέραστες διαιρέσεις.

Αφού προτιμήσαμε να θεωρούμε τα πράγματα σαν ακίνητα και αμετάβλητα, τα ταξινομήσαμε σε

καταλόγους, δημιουργώντας έτσι ανάμεσα τους διαιρέσεις, που μας κάνουν να ξεχνάμε τις σχέσεις που

μπορούν να έχουν αναμεταξύ τους.

Page 51: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αυτός ο τρόπος να βλέπουμε και να κρίνουμε μας κάνει να πιστεύουμε, πως οι διαχωρισμοί αυτοί

υπάρχουν μια για πάντα (ένα άλογο είναι ένα άλογο) και πως είναι απόλυτοι αξεπέραστοι και αιώνιοι. Να

η Τρίτη ιδιότητα της μεταφυσικής μεθόδου.

Αλλά πρέπει να προσέξουμε, όταν μιλάμε για τη μέθοδο αυτή. Γιατί, όταν εμείς οι μαρξιστές λέμε ότι μέσα

στην καπιταλιστική κοινωνία υπάρχουν δύο τάξεις, η αστική τάξη και το προλεταριάτο, κάνουμε και εμείς

διαχωρισμούς, που μπορεί να φαίνεται πως συγγενεύουν με τον μεταφυσικό τρόπο θεώρησης. Όμως δεν

είναι κανείς μεταφυσικός μόνο και μόνο γιατί κάνει διαχωρισμούς, είναι μεταφυσικός απ’ τη μέθοδο, απ’

τον τρόπο που μ’ αυτόν βασίζει τις διαφορές, τις σχέσεις, που υπάρχουν ανάμεσα σ’ αυτές τις διαιρέσεις.

Όταν, λόγου χάρη, λέμε ότι υπάρχουν στην κοινωνία δυο τάξεις, η αστική τάξη σκέφτεται αμέσως ότι

υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί. Και, καθώς το περιμένουμε, θα μας πει: «Πάντοτε υπήρχαν πλούσιοι και

φτωχοί».

«Υπήρχαν πάντοτε» και «θα υπάρχουν πάντοτε», αυτός είναι ένας μεταφυσικός τρόπος συλλογισμού.

Ταξινομούν τα πράγματα για πάντοτε, ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, και βάζουν ανάμεσά τους

φραγμούς, αξεπέραστα τείχη.

Διαιρούν την κοινωνία σε πλούσιους και φτωχούς, αντί να διαπιστώνουν την ύπαρξη της αστικής τάξης και

του προλεταριάτου. Και αν ακόμα δεχτούν αυτόν τον τελευταίο διαχωρισμό, αναφέρουν αυτές τις τάξεις

έξω από τις αμοιβαίες τους σχέσεις, δηλαδή έξω από την πάλη των τάξεων. Ποιες είναι οι πραχτικές

συνέπειες αυτής της τρίτης ιδιότητας, που υψώνει ανάμεσα στα πράγματα φραγμούς οριστικούς; Το ότι

ανάμεσα σε ένα άλογο και σε μια αγελάδα δεν μπορεί να υπάρχει ένας δεσμός συγγένειας. Το ίδιο θα

συμβαίνει μ’ όλες τις επιστήμες και με το καθετί που μας περιβάλλει. Θα δούμε παραπέρα αν αυτό είναι

σωστό, αλλά μας μένει να εξετάσουμε, ποιες είναι οι συνέπειες αυτών των τριών διαφορετικών ιδιοτήτων,

που περιγράφουμε παραπάνω, και αυτό θα είναι

δ) Η τέταρτη ιδιότητα: Η εναντιότητα των αντιθέτων.

Απ’ όλα αυτά που είδαμε βγαίνει πως, όταν λέμε «η ζωή είναι ζωή και ο θάνατος είναι θάνατος»,

βεβαιώνουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα το κοινό ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο. Τα ταξινομούμε αυστηρά

χωρισμένα το ένα απ’ το άλλο, βλέποντας τη ζωή και το θάνατο, το καθένα μόνο ως προς τον εαυτό του,

χωρίς να βλέπουμε τις σχέσεις που μπορεί να υπάρχουν αναμεταξύ τους. Κάτω απ’ αυτούς τους όρους,

ένας άνθρωπος που μόλις πέθανε θα πρέπει να θεωρείται σαν ένα νεκρό πράγμα, γιατί είναι αδύνατο να

είναι ταυτόχρονα ζωντανός και πεθαμένος, αφού η ζωή και ο θάνατος αποκλείονται αμοιβαία.

Όταν θεωρούμε τα πράγματα σαν απομονωμένα, οριστικά διαφορετικά αναμεταξύ τους, φτάνουμε να τα

αντιθέτουμε το ένα στο άλλο.

Να ‘μαστε λοιπόν στην τέταρτη ιδιότητα της μεταφυσικής μεθόδου, που αντιθέτει τα αντίθετα, τα μεν στα

δε, και που βεβαιώνει ότι δυο πράγματα αντίθετα δεν μπορούν να υπάρχουν ταυτόχρονα.

Πραγματικά, στο παράδειγμα της ζωής και του θανάτου, δεν μπορεί να υπάρχει μια τρίτη δυνατότητα. Θα

πρέπει αναγκαστικά να διαλέξουμε τη μια ή την άλλη από τις δυνατότητες που έχουμε διαστείλει.

Θεωρούμε ότι μια τρίτη δυνατότητα θα ήταν μια αντίφαση, ότι η αντίφαση αυτή είναι παραλογισμός και

κατά συνέπεια κάτι το αδύνατο.

Η τέταρτη λοιπόν ιδιότητα της μεταφυσικής μεθόδου είναι ο φόβος της αντίφασης.

Οι πρακτικές συνέπειες του συλλογισμού αυτού είναι: Όταν λόγου χάρη το θέμα είναι για δημοκρατία και

δικτατορία, η μεταφυσική θεώρηση απαιτεί, μια κοινωνία να διαλέξει ανάμεσα στα δύο, γιατί η δημοκρατία

είναι δημοκρατία και η δικτατορία, δικτατορία. Η δημοκρατία δεν είναι δικτατορία, και η δικτατορία δεν είναι

Page 52: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

δημοκρατία. Θα πρέπει να διαλέξουμε, γιατί αλλιώς βρισκόμαστε μπρος σε μιαν αντίφαση, σ’ έναν

παραλογισμό, σε κάτι το αδύνατον.

Η μαρξιστική στάση είναι ολότελα διαφορετική.

Εμείς αντίθετα υποστηρίζουμε, ότι η δικτατορία του προλεταριάτου πχ είναι ταυτόχρονα και δικτατορία της

μάζας και δημοκρατία για τη μάζα των εκμεταλλευομένων.

Υποστηρίζουμε ότι η ζωή , η ζωή των ζωντανών όντων, είναι δυνατή, μονάχα γιατί υπάρχει μια αδιάκοπη

πάλη ανάμεσα στα κύτταρα, και ότι συνεχώς πεθαίνει το ένα για ν’ αφήσει τη θέση του στο άλλο. έτσι η

ζωή περιέχει μέσα της τον θάνατο. Ο θάνατος δεν είναι τόσο ολοκληρωτικός και ξεχωριστός από τη ζωή,

όσο τον νομίζουν οι μεταφυσικοί, γιατί πάνω σ’ ένα πτώμα δεν έχει εκλείψει τελείως κάθε ζωή, αφού

ορισμένα κύτταρα εξακολουθούν να ζουν ένα ορισμένο διάστημα, και αφού απ’ το πτώμα θα γεννηθούν

άλλες ζωές.

2. Συγκεφαλαιώνουμε και προχωρούμε

Βλέπουμε λοιπόν, ότι οι διάφορες ιδιότητες της μεταφυσικής μεθόδου μας υποχρεώνουν, να βλέπουμε τα

πράγματα μέσα από ένα ορισμένο πρίσμα, και μας παρασύρουν σ’ έναν ορισμένο τρόπο συλλογισμού.

Διαπιστώνουμε ότι αυτή η μέθοδος ανάλυσης έχει μια «λογική», που θα μελετήσουμε πιο πέρα, και

διαπιστώνουμε επίσης ότι αυτή αντιστοιχεί πολύ στον τρόπο παρατήρησης, σκέψης, μελέτης κι ανάλυσης,

που γενικά επικρατεί.

Αρχίζουμε – και η απαρίθμηση αυτή θα μας επιτρέψει να βγάλουμε συμπεράσματα:

- Να βλέπουμε τα πράγματα ακίνητα, στην ταυτότητά τους

- Να διαχωρίζουμε τα πράγματα μεταξύ τους, να τα αποσπούμε από τις αμοιβαίες σχέσεις τους

- Να χαράζουμε ανάμεσα στα πράγματα διαιρέσεις αιώνιες, τείχη αξεπέραστα

- Να αντιθέτουμε τα αντίθετα, υποστηρίζοντας ότι δύο πράγματα αντίθετα δεν μπορούν να υπάρχουν

ταυτόχρονα.

Είδαμε, εξετάζοντας τις πρακτικές συνέπειες κάθε ιδιότητας, ότι καμιά απ’ αυτές δεν αντιστοιχεί στην

πραγματικότητα.

Αντιστοιχεί τάχα ο κόσμος στην αντίληψη αυτή; Είναι τα πράγματα ακίνητα κι αμετάβλητα μέσα στη φύση;

Όχι. Διαπιστώνουμε ότι όλα αλλάζουν και βλέπουμε την κίνηση. Άρα, η αντίληψη αυτή δεν συμφωνεί με τα

ίδια τα πράγματα. Αναμφισβήτητα η φύση έχει το δίκαιο, και λαθεμένη είναι η αντίληψη αυτή.

Ορίσαμε από την αρχή, ότι η φιλοσοφία έχει σκοπό να ερμηνεύσει το σύμπαν, τον άνθρωπο, τη φύση

κλπ. Ενώ οι επιστήμες μελετούν τα ιδιαίτερα προβλήματα, η φιλοσοφία είναι, όπως το είπαμε, η μελέτη

των πιο γενικών προβλημάτων που συνδέει και επεκτείνει τις επιστήμες.

Λοιπόν η ξεπερασμένη «μεταφυσική» μέθοδος σκέψης, που εφαρμόζεται σε όλα τα προβλήματα, είναι

επίσης μια φιλοσοφική αντίληψη που εξετάζει το σύμπαν, τον άνθρωπο και τη φύση, μ’ έναν τρόπο

ολότελα ιδιαίτερο.

«Για τον μεταφυσικό, τα πράγματα και τα αντίγραφά τους που βρίσκονται μέσα στη σκέψη μας, οι έννοιες,

είναι αντικείμενα ξεχωριστών μελετών, εξετάζοντας το ένα μετά το άλλο, το ένα χωριστά από τ’ άλλο,

ακίνητα, αλύγιστα, δοσμένα μια για πάντα. Ο μεταφυσικός δεν σκέφτεται παρά με αντιθέσεις χωρίς

ενδιάμεσα. Λέει: Ναι – ναι, όχι – όχι, και το ’’περιττόν εκ του πονηρού εστί’’. Γι’ αυτόν, ένα από τα δύο

συμβαίνει. Ένα πράγμα, ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Ακόμα πιο πολύ, ένα πράγμα δεν μπορεί να είναι

Page 53: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ταυτόχρονα ο εαυτός του και ένα άλλο. Θετικό και αρνητικό αποκλείουν το ένα το άλλο απόλυτα. Το ίδιο,

αιτία και αποτέλεσμα βρίσκονται αντιμέτωπα σε μια αυστηρή αντίθεση».24

Η μεταφυσική λοιπόν αντίληψη θεωρεί «το σύμπαν σαν ένα σύνολο από αμετάβλητα πράγματα». Για να

καταλάβουμε καλά αυτόν τον τρόπο σκέψης, θα μελετήσουμε την αντίληψη που έχει σχηματίσει η

μεταφυσική για τη φύση, την κοινωνία, τη σκέψη.

3. Η μεταφυσική αντίληψη για τη φύση

Η μεταφυσική θεωρεί τη φύση σαν ένα σύνολο από πράγματα καθορισμένα μια για πάντα.

Αλλά υπάρχουν δυο τρόποι τέτοιας θεώρησης των πραγμάτων.

Ο πρώτος τρόπος θεωρεί, ότι ο κόσμος είναι απόλυτα ακίνητος, ότι η κίνηση δεν είναι παρά μια αυταπάτη

των αισθήσεών μας. Αν αφαιρέσουμε αυτή τη φαινομενική κίνηση, η φύση παραμένει ασάλευτη.

Η θεωρία αυτή υποστηρίχτηκε από μια σχολή Ελλήνων φιλοσόφων, που ονομάζονται Ελεάτες. Αυτή η

απλοϊκή αντίληψη βρίσκεται σε τόσο χτυπητή αντίφαση με την πραγματικότητα, που δεν υποστηρίζεται

πια στις μέρες μας.

Ο δεύτερος τρόπος, να θεωρούμε τη φύση σαν ένα σύνολο από πράγματα αμετάβλητα, είναι πολύ πιο

λεπτός. Δεν ισχυρίζονται ότι η φύση είναι ακίνητη, υποστηρίζουν αντίθετα ότι κινείται, αλλά βεβαιώνουν ότι

πρόκειται για μια κίνηση μηχανική. Εδώ ο πρώτος τρόπος εγκαταλείπεται. Δεν αρνούνται πια την κίνηση,

κι έτσι η αντίληψη αυτή μοιάζει σαν να μην είναι μεταφυσική. Ονομάζουν την αντίληψη αυτή «μηχανιστική»

ή «μηχανικισμό».

Η μηχανιστική αντίληψη αποτελεί μια πλάνη πολύ συνηθισμένη και που την ξαναβρίσκουμε στους υλιστές

του 17ου και του 18ου αιώνα. Είδαμε ότι αυτοί δεν θεωρούσαν τη φύση σαν ακίνητη, αλλά σε κίνηση, μόνο

που κατά την αντίληψή τους η κίνηση αυτή είναι μια απλή μηχανική μεταβολή, μια μετατόπιση.

Παραδέχονται το σύνολο του ηλιακού συστήματος (η γη γυρίζει γύρω από τον ήλιο), αλλά νομίζουν ότι η

κίνηση αυτή είναι καθαρά μηχανική, δηλαδή μια καθαρή αλλαγή θέσης, και εξετάζουν αυτή την κίνηση

μόνο από την άποψη αυτή.

Μα τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Το ότι γυρίζει η γη, είναι βέβαια μια μηχανική κίνηση, αλλά μπορεί,

καθώς γυρίζει, να δεχτεί επιδράσεις, λόγου χάρη, να γίνει ψυχρότερη. Δεν υπάρχει λοιπόν μόνο μια

μετατόπιση, γίνονται κι άλλες μεταβολές.

Εκείνο που χαρακτηρίζει λοιπόν την αντίληψη αυτή, που ονομάζεται «μηχανιστική», είναι το ότι εξετάζει

μόνο τη μηχανική κίνηση.

Αν η γη γυρίζει χωρίς να σταματά και δεν της συμβαίνει τίποτα παραπάνω, η γη μεταβάλλει θέση, αλλά η

γη η ίδια δεν μεταβάλλεται: μένει η ίδια. Συνεχίζει όπως πριν από μας, έτσι και ύστερα από μας, να γυρίζει

διαρκώς. Έτσι όλα γίνονται σα να μην έγινε τίποτα. Βλέπουμε λοιπόν ότι το να δέχεται κανείς την κίνηση,

αλλά να καταλήγει να τη θεωρεί σαν καθαρά μηχανική, είναι μια μεταφυσική αντίληψη, γιατί μια τέτοια

κίνηση δεν έχει ιστορία.

Ένα ρολόι, που έχει τέλεια όργανα και είναι κατασκευασμένο με υλικά άφθαρτα, θα λειτουργούσε αιώνια

χωρίς να μεταβληθεί σε τίποτα και δεν θα είχε ιστορία. Μια τέτοια αντίληψη του σύμπαντος συναντάμε

επανειλημμένα στον Ντεκάρτ. Προσπαθεί να ερμηνεύσει, με τους νόμους της μηχανικής, όλους τους

νόμους της φυσικής και της φυσιολογίας. Δεν έχει ιδέα από χημεία (δες την ερμηνεία που δίνει στην

24 Φ. Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ, σελ. 9.

Page 54: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

κυκλοφορία του αίματος) και η μηχανιστική αντίληψη που έχει για τα πράγματα είναι αυτή που θα έχουν

και οι υλιστές του 18ου αιώνα.

(Θα εξαιρέσουμε τον Ντιντερό που δεν είναι τόσο απόλυτα μηχανιστής και που σε ορισμένα γραφτά του

διαβλέπει τη διαλεχτική αντίληψη).

Εκείνο που χαρακτηρίζει τους υλιστές του 18ου αιώνα, είναι το ότι θεωρούν τη φύση σαν έναν ωρολογιακό

μηχανισμό.

Αν συνέβαινε αυτό στ’ αλήθεια, τα πράγματα θα ξαναγυρνούσαν συνεχώς στο ίδιο σημείο, χωρίς να

αφήνουν ίχνη, και η φύση θα έμενε απαράλλαχτη. Κι αυτό είναι ακριβώς η πρώτη ιδιότητα της

μεταφυσικής μεθόδου.

4. Η μεταφυσική αντίληψη για την κοινωνία

Η μεταφυσική αντίληψη υποστηρίζει ότι τίποτε δεν αλλάζει την κοινωνία. Μα γενικά δεν υποστηρίζουν την

άποψη αυτή όπως – όπως. Αναγνωρίζουν ότι γίνονται μεταβολές, όπως λόγου χάρη στην παραγωγή,

όπου από τις πρώτες ύλες παράγουν βιομηχανικά προϊόντα, στην πολιτική όπου οι κυβερνήσεις

διαδέχονται η μια την άλλη. Οι μεταφυσικοί τα αναγνωρίζουν όλα αυτά, αλλά θεωρούν το καπιταλιστικό

καθεστώς σαν οριστικό, αιώνιο κι ακόμα το παραβάλλουν μερικές φορές με μηχανή.

Έτσι φτάνουν στο σημείο να μιλάνε για την οικονομική μηχανή που ξεχαρβαλώνεται καμιά φορά, αλλά

που θέλουν να την επισκευάσουν για να τη διατηρήσουν. Θέλουν να μπορεί η οικονομική αυτή μηχανή να

συνεχίζει, σαν ένα αυτόματο μηχάνημα, να μοιράζει σ’ άλλους τα μερίσματα και σ’ άλλους την αθλιότητα.

Μιλάνε ακόμα για την πολιτική μηχανή, που είναι το κοινοβουλευτικό αστικό καθεστώς, και δεν ζητάν απ’

αυτή παρά μόνο να συνεχίσει να λειτουργεί, πότε δεξιά και πότε αριστερά, για να διατηρεί τα προνόμια του

καπιταλισμού.

Να μια αντίληψη μηχανιστική, μεταφυσική, χάρη στη θεώρηση της κοινωνίας μ’ αυτόν τον τρόπο.

Αν ήταν δυνατό αυτή η κοινωνία, που μέσα της γυρίζουν όλα αυτά τα γρανάζια, να συνεχίσει να βαδίζει

έτσι ασταμάτητα, δε θ’ άφηνε ίχνη, ούτε και, κατά συνέπεια, συνέχεια στην ιστορία.

Υπάρχει επίσης μια μηχανιστική αντίληψη πολύ σημαντική, που αναφέρεται σ’ όλο το σύμπαν, αλλά

ιδιαίτερα στην κοινωνία, και αποβλέπει στη διάδοση της ιδέας μιας κανονικής πορείας και μιας περιοδικής

επιστροφής των ίδιων γεγονότων. Η αντίληψη αυτή εκφράζεται με τον τύπο: «η ιστορία είναι μια αδιάκοπη

επανάληψη».

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι αντιλήψεις αυτές είναι πολύ διαδεδομένες. Είναι αλήθεια πως δεν

αρνιούνται την κίνηση και τη μεταβολή, που υπάρχουν και που τις διαπιστώνουν μέσα στην κοινωνία,

αλλά πλαστογραφούν την ίδια την κίνηση, μεταμορφώνοντάς την σ’ απλή μηχανική κίνηση.

4. Η μεταφυσική αντίληψη για τη σκέψη

Ποια είναι η αντίληψη που κυριαρχεί γύρω μας για τη σκέψη;

Πιστεύουμε πως η ανθρώπινη σκέψη ήταν και είναι αιώνια η ίδια. Πιστεύουμε πως, κι αν τα πράγματα

έχουν μεταβληθεί, ο τρόπος που σκεφτόμαστε είναι ο ίδιος με τον τρόπο σκέψης του ανθρώπου που

ζούσε εδώ κι έναν αιώνα. Νομίζουμε ότι τα αισθήματά μας είναι ίδια με τα αισθήματα των αρχαίων

ελλήνων, πως η καλοσύνη κι η αγάπη υπήρχαν πάντα. Γι’ αυτό ακριβώς μιλάν για την «αιώνια αγάπη».

Είναι πολύ διαδεδομένη η πίστη ότι τα ανθρώπινα αισθήματα δεν έχουν αλλάξει.

Page 55: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αυτό είναι η αιτία που λένε και γράφουν λ.χ., ότι μια κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς να έχει για

βάση τον ατομικό και εγωιστικό πλουτισμό. Γι’ αυτόν τον λόγο ακούμε να λένε συχνά: «οι επιθυμίες των

ανθρώπων είναι πάντα οι ίδιες».

Συχνά σκεφτόμαστε έτσι. Πολύ συχνά μάλιστα. Στην κίνηση της σκέψης, όπως και σ’ όλες τις άλλες,

αφήνουμε να μπει η μεταφυσική αντίληψη. Αυτό οφείλεται αποκλειστικά στο ότι στη βάση της εκπαίδευσής

μας βρίσκεται η μέθοδος αυτή, «αυτός ο τρόπος σκέψης, που μας φαίνεται σε πρώτο αντίκρισμα πολύ

λογικός, γιατί ανήκει σ’ αυτό που ονομάζουμε κοινό νου»25

Από εδώ βγαίνει το συμπέρασμα ότι αυτός ο τρόπος εξέτασης, αυτός ο μεταφυσικός τρόπος σκέψης, δεν

είναι μόνο μια αντίληψη για τον κόσμο, αλλά και μια μέθοδος που μεταχειριζόμαστε για να σκεφτούμε.

Αν είναι λοιπόν σχετικά εύκολο να αποδείξουμε ότι είναι ξεπερασμένοι οι μεταφυσικοί συλλογισμοί,

αντίθετα είναι πιο δύσκολο ν’ απαλλαγούμε από τη μέθοδο της μεταφυσικής σκέψης. Στο σημείο αυτό

πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνηση. Αντίληψη ονομάζουμε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε το σύμπαν

και μέθοδο τον τρόπο με τον οποίο ζητάμε ερμηνείες.

Παραδείγματα: α) Οι μεταβολές που βλέπουμε στην κοινωνία είναι μόνο φαινομενικές. Ανανεώνουν αυτό

που υπήρχε κιόλας. Να μια «αντίληψη».

β) Όταν αναζητάμε μέσα στην ιστορία της κοινωνίας τα περασμένα γεγονότα για να

συμπεράνουμε απ’ αυτά: «Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον», αυτό είναι μια μέθοδος.

Διαπιστώνουμε ότι η αντίληψη εμπνέει και καθορίζει τη μέθοδο. Φως φανερό ότι, αφού η μέθοδος

καθορίζεται από την αντίληψη, επιδρά κι αυτή με τη σειρά της πάνω στην πρώτη, κατευθύνοντάς την,

οδηγώντας την.

Είδαμε τι είναι μεταφυσική αντίληψη. Θα δούμε τώρα ποια είναι η μέθοδος της έρευνας. Ονομάζεται

λογική.

5. Τί είναι η λογική;

Λένε ότι «λογική» είναι η τέχνη να σκέφτεται κανείς σωστά. Το να σκέφτεσαι σύμφωνα με την αλήθεια,

σημαίνει να σκέφτεσαι σύμφωνα με τους κανόνες της λογικής.

Ποιοι είναι αυτοί οι κανόνες; Υπάρχουν τρεις κύριο και σπουδαίοι κανόνες που είναι:

α) Η αρχή της ταυτότητας: Όπως είδαμε κιόλας, αυτός είναι ο κανόνας που υποστηρίζει ότι ένα πράγμα

είναι το ίδιο με τον εαυτό του, ότι δεν αλλάζει (το άλογο είναι άλογο)

β) Η αρχή της αντίφασης: ένα πράγμα δε μπορεί να είναι ταυτόχρονα ο εαυτός του και το αντίθετό του.

Πρέπει να γίνει εκλογή (η ζωή δεν μπορεί να είναι ζωή και θάνατος)

γ) Η αρχή της του τρίτου αποκλείσεως ή αποκλεισμού της τρίτης περίπτωσης που σημαίνει ότι: ανάμεσα

σε δύο αντίθετες δυνατότητες δεν υπάρχει θέση για μια τρίτη. Πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα στη ζωή και

στο θάνατο, δεν υπάρχει τρίτη δυνατότητα.

Το να είσαι λοιπόν λογικός, σημαίνει να σκέφτεσαι σωστά. Το να σκέφτεσαι σωστά σημαίνει να μην

αμελείς την εφαρμογή των τριών αυτών κανόνων.

Ξαναβρίσκουμε εδώ αρχές που έχουμε μελετήσει και που προέρχονται από τη μεταφυσική αντίληψη.

Κατά συνέπεια, η λογική και η μεταφυσική είναι στενά δεμένες. Η λογική, που είναι ένα όργανο, μια

μέθοδος συλλογισμού, προχωρεί ταξινομώντας κάθε πράγμα με έναν τρόπο καλά καθορισμένο. Μας

υποχρεώνει, κατά συνέπεια, να βλέπουμε τα πράγματα σα να ταυτίζονται μόνο με τον εαυτό τους. Μας

25 Ένγκελς: Αντι – Ντίρινγκ, σελ. 7.

Page 56: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

υποχρεώνει σε συνέχεια, να πούμε ναι ή όχι, και, τέλος, αποκλείει, ανάμεσα σε δύο περιπτώσεις, όπως τη

ζωή και το θάνατο, μια τρίτη δυνατότητα.

Όταν λέμε:

«Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, αυτός ο σύντροφος είναι άνθρωπος, άρα αυτός ο σύντροφος είναι

θνητός», έχουμε αυτό που ονομάζουμε συλλογισμό (αυτή είναι η τυπική μορφή του λογικού συλλογισμού).

Μ’ αυτόν τον συλλογισμό, έχουμε καθορίσει τη θέση του συντρόφου, έχουμε κάνει μια κατάταξη.

Όταν αντικρίζουμε έναν άνθρωπο ή ένα πράγμα, αναρωτιόμαστε πάντα: πού πρέπει να τον κατατάξουμε;

Η σκέψη μας δε βάζει παρά μονάχα το πρόβλημα αυτό. Βλέπουμε τα πράγματα σαν κύκλους ή κουτιά

διαφορετικών διαστάσεων, κι η μόνη μας έννοια είναι, να βάλουμε αυτούς τους κύκλους ή αυτά τα κουτιά

το ένα μέσα στο άλλο και με μια ορισμένη τάξη.

Το παράδειγμά μας ορίσαμε στην αρχή έναν μεγάλο κύκλο που περιλαμβάνει όλους τους θνητούς. Στη

συνέχει έναν κύκλο πιο μικρό που κλείνει μέσα όλους τους ανθρώπούς και τέλος μόνον αυτόν τον

σύντροφο.

Αν θέλουμε να τους ταξινομήσουμε, ακολουθώντας μια ορισμένη «λογική», θα βάλουμε τους κύκλους τον

έναν μέσα στον άλλον.

Η μεταφυσική λοιπόν αντίληψη σχηματίζεται με τη λογική και το συλλογισμό. Ο συλλογισμός είναι ομάδα

από τρεις φράσεις. Οι δύο πρώτες ονομάζονται «προκείμενες» και η τρίτη φράση είναι το «συμπέρασμα».

Άλλο παράδειγμα: Στη Σοβιετική Ένωση, πριν από το τελευταίο σύνταγμα, υπήρχε η δικτατορία του

προλεταριάτου. Η δικτατορία είναι δικτατορία. Στην ΕΣΔ είναι δικτατορία. Άρα, δεν υπάρχει διαφορά

ανάμεσα στην ΕΣΣΔ, την Ιταλία και τη Γερμανία, που είναι χώρες δικτατορικές.

Δε βλέπουν εδώ για ποιον και πάνω σε ποιον ασκείται η δικτατορία, όπως ακριβώς, όταν παινεύουν την

αστική δημοκρατία, δε λένε για ποιανού κέρδος ασκείται η δημοκρατία αυτή.

Καταλήγουν να βάζουν τα προβλήματα έτσι, ώστε να βλέπουν τα πράγματα και τον κοινωνικό κόσμο, σα

να αποτελούν ξεχωριστούς κύκλους, που τους βάζουν τον έναν μέσα στον άλλον.

Αυτά είναι βέβαια ζητήματα θεωρητικά, μα επιβάλλουν στην πράξη ένα ορισμένο τρόπο δράσης.

μπορούμε να αναφέρουμε σχετικά το θλιβερό παράδειγμα της Γερμανίας του 1919, όπου η

σοσιαλδημοκρατία τσάκισε τη δικτατορία του προλεταριάτου για να διατηρήσει τη δημοκρατία, χωρίς να

δει ότι ενεργώντας με τον τρόπο αυτό, επέτρεπε την επιβίωση του καπιταλισμού και άνοιγε δρόμο στο

ναζισμό.

Το να βλέπει κανείς και να μελετά τα πράγματα χωριστά, είναι το ίδιο μ’ αυτό που έκαναν η ζωολογία και η

βιολογία, ως τη στιγμή που είδαν και κατάλαβαν ότι υπήρχε μια εξέλιξη των ζώων και των φυτών.

Προηγούμενα, ταξινομούσαν όλα τα όντα νομίζοντας ότι ανέκαθεν τα πράγματα ήταν τα ίδια.

«και πραγματικά..., ως το τέλος του περασμένου αιώνα (18ος αιώνας), η επιστήμη της φύσης, ήταν βασικά

μια επιστήμη συσσώρευσης, μια επιστήμη πραγμάτων που ήταν φτιαγμένα μια για πάνα».26

Αλλά για να τελειώνουμε πρέπει να δώσουμε την

6. Ερμηνεία της λέξης «μεταφυσική»

Υπάρχει ένα σημαντικό τμήμα μέσα στη φιλοσοφία που ονομάζεται μεταφυσική. Αλλά το τμήμα αυτό δεν

είναι σημαντικό παρά μόνο μέσα στην αστική φιλοσοφία, αφού ασχολείται με τον θεό και την ψυχή. Όλα σ’

αυτό είναι αιώνια. Ο θεός είναι αιώνιος, δεν αλλάζει, μένει απαράλλαχτος. Το ίδιο κι η ψυχή. Αυτό

26 Φ. Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ, σελ. 35.

Page 57: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

συμβαίνει και με το αγαθό, το κακό κλπ. Όλα αυτά είναι καλά καθορισμένα, οριστικά και αιώνια. Λοιπόν,

στο τμήμα αυτό της φιλοσοφίας, που ονομάζουμε μεταφυσική, βλέπουν τα πράγματα σαν ένα αμετάβλητο

σύνολο και στηρίζουν τον συλλογισμό τους στην αντίθεση: αντιθέτουν την ύλη στο πνεύμα, το καλό στο

κακό, κλπ, συλλογίζονται δηλαδή αντιθέτοντας τα αντίθετα.

Τη μέθοδο αυτή του συλλογισμού και της σκέψης, την αντίληψη αυτή, την ονομάζουν «μεταφυσική» γιατί

ασχολείται με τα πράγματα και τις ιδέες που βρίσκονται έξω από τη φυσική, όπως ο θεός, η καλοσύνη, η

ψυχή, το κακό κλπ. Η λέξη μεταφυσική προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις μετά που πάει να πει «πέρα

από» και φυσική, που είναι η επιστήμη των φαινομένων του κόσμου. Μεταφυσική λοιπόν, είναι ό,τι

ασχολείται με πράγματα που βρίσκονται πέρα από τον κόσμο.

Αυτή η φιλοσοφική αντίληψη ονομάζεται επίσης «μεταφυσική», με αφορμή ένα τυχαίο ιστορικό

περιστατικό. Ο Αριστοτέλης που έγραψε το πρώτο εγχειρίδιο για τη λογική (αυτό που χρησιμοποιούν

ακόμα και σήμερα), έγραψε πολλά έργα. Μετά τον θάνατό του, οι μαθητές του ταχτοποίησαν τα γραφτά

του, έκαναν έναν κατάλογο, και μετά από ένα γραφτό που επιγραφόταν Φυσικά, βρήκαν ένα γραφτό

χωρίς τίτλο, που πραγματευόταν τα ζητήματα του πνεύματος. Το ταξινόμησαν ονομάζοντάς το Μετά τα

Φυσικά.

Συγκεφαλαιώνοντας, θα επιμείνουμε στον σύνδεσμο που υπάρχει ανάμεσα στους τρεις όρους που

μελετήσαμε:

Η μεταφυσική, ο μηχανικισμός, η λογική, αυτά τα τρία, παρουσιάζονται πάντα μαζί και επικαλούνται το ένα

το άλλο. Αποτελούν ένα σύστημα και δεν μπορούν να κατανοηθούν παρά το ένα με τη βοήθεια του άλλου.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

1. Δείξετε με τη βοήθεια παραδειγμάτων, ότι έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τα πράγματα σε

ακινησία.

2. Δώστε παραδείγματα μεταφυσικής αντίληψης του κόσμου.

3. Τί είναι ο μηχανικισμός και γιατί είναι μεταφυσικός;

4. Τί είναι η λογική;

5. Ποιες είναι οι ιδιότητες της μεταφυσικής αντίληψης και μεθόδου;

ΓΡΑΠΤΗ ΑΣΚΗΣΗ

Μπορεί κανείς να είναι μεταφυσικός και επαναστάτης;

Page 58: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ

Μελέτη της διαλεχτικής

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ

1. Προκαταρκτικές προφυλάξεις

2. Από που γεννήθηκε η διαλεχτική μέθοδος

3. Γιατί επικράτησε, για πολύν καιρό, η μεταφυσική κι όχι η διαλεχτική μέθοδος;

4. Γιατί ο υλισμός του 18ου αιώνα ήταν μεταφυσικός;

5. Πώς γεννήθηκε ο διαλεχτικός υλισμός: Χέγκελ και Μαρξ

1. Προκαταρκτικές προφυλάξεις

Μερικές φορές, μιλώντας για τη διαλεχτική, την αναφέρουν σαν μυστήριο και την παρουσιάζουν σαν κάτι

πολύπλοκο. Μη ξέροντας καλά καλά, τι ακριβώς είναι, μιλάνε όπως τύχει κι όπως λάχει. Αυτό είναι

άσχημο και γίνεται αιτία για πλάνες που πρέπει ν’ αποφεύγουμε.

Στην ετυμολογική του έννοια, ο όρος διαλεχτική σημαίνει απλώς την τέχνη της συζήτησης, και γι’ αυτό

ακούμε να λένε συχνά για έναν άνθρωπο που συζητάει πολύ, ή και, σε πλατύτερη έννοια, για κείνον που

μιλάει καλά: είναι διαλεχτικός!

Δεν πρόκειται να μελετήσουμε τη διαλεχτική στην έννοια της αυτή. Ο όρος αυτός έχει πάρει μια ειδική

σημασία από φιλοσοφική άποψη.

Αντίθετα με την αντίληψη που επικρατεί, τη διαλεχτική στη φιλοσοφική της έννοια, μπορούν να την

καταλάβουν όλοι, γιατί είναι κάτι πολύ φωτεινό και χωρίς μυστήριο.

Αλλά, αν όλος ο κόσμος μπορεί να καταλάβει τη διαλεχτική, αυτό δε σημαίνει πως δεν έχει και τις

δυσκολίες της, και να τι δυσκολίες εννοούμε:

Ανάμεσα στις χειρωνακτικές δουλειές, ορισμένες είναι απλές, άλλες είναι πιο περίπλοκες. Λόγου χάρη, το

να φτιάχνει κανείς κιβώτια για αμπαλάρισμα είναι μια απλή δουλειά. Αντίθετα το να μοντάρει κανείς μια

συσκευή ασυρμάτου είναι μια δουλειά που απαιτεί μεγάλη επιδεξιότητα, ακρίβεια, ευκινησία στα δάχτυλα.

Τα χέρια και τα δάχτυλα είναι για μας εργαλεία. Αλλά και η σκέψη είναι εργαλείο. Κι αν τα δάχτυλά μας δεν

κάνουν πάντοτε μια εργασία ακριβείας, το ίδιο συμβαίνει και με τον εγκέφαλό μας.

Ο άνθρωπος, στα πρώτα στάδια της ιστορίας της ανθρώπινης εργασίας, δεν ήξερε να κάνει παρά μονάχα

χοντρές δουλειές. Όσο προόδευαν οι επιστήμες άρχισε να κάνει δουλειές πιο λεπτές.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την ιστορία της σκέψης. Η μεταφυσική είναι αυτή η μέθοδος σκέψης που

μπορεί, όπως τα δάχτυλά μας, να κάνει μόνο κινήσεις χοντροκομμένες (να καρφώνει τα κιβώτια ή να

τραβάει τα συρτάρια της μεταφυσικής).

Η διαφορά της διαλεχτικής από τη μέθοδο αυτή βρίσκεται στο ότι επιτρέπει μεγαλύτερη ακρίβεια. Δεν είναι

τίποτα άλλο από μια μέθοδο σκέψης μεγάλης ακρίβειας.

Page 59: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Η εξέλιξη της σκέψης ήταν η ίδια με την εξέλιξη της χειρωνακτικής δουλειάς. Πρόκειται για την ίδια

ακριβώς ιστορία, και δεν υπάρχει κανένα μυστήριο – όλα είναι φωτεινά στην εξέλιξη αυτή.

Οι δυσκολίες που συναντάμε προέρχονται από το ότι ως τα 25 μας χρόνια καρφώνουμε κιβώτια και

ύστερα μας βάζουν ξαφνικά να μοντάρουμε συσκευές ασυρμάτου. Είναι βέβαιο ότι θα δυσκολευτούμε

πολύ, ότι τα χέρια μας θα είναι βαριά, τα δάχτυλά μας αδέξια. Μόνο σιγά – σιγά θα μπορέσουμε να

γίνουμε πιο επιδέξιοι και να τα καταφέρουμε στη δουλειά αυτή. Αυτό που ήταν πολύ δύσκολο στην αρχή,

θα μας φανεί ύστερα πολύ απλό.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τη διαλεχτική. Βρισκόμαστε σε αμηχανία, γιατί το μυαλό μας δουλεύει αργά

εξαιτίας της παλιάς μεθόδου της μεταφυσικής σκέψης, κι πρέπει να αποχτήσουμε την ευλυγισία και την

ακρίβεια της διαλεχτικής μεθόδου. Αλλά και εδώ ακόμα βλέπουμε, πως δεν υπάρχει κανένα μυστήριο ούτε

και τίποτα το περίπλοκο.

2. Από που γεννήθηκε η διαλεχτική μέθοδος.

Ξέρουμε ότι η μεταφυσική θεωρεί τον κόσμο σαν ένα σύνολο από πράγματα αμετάβλητα και ότι αντίθετα

αν παρατηρήσουμε τη φύση, θα δούμε πως όλα κινούνται, όλα μεταβάλλονται. Το ίδιο διαπιστώνουμε και

για τη σκέψη. Απ’ αυτή λοιπόν τη διαπίστωση βγάζουμε το συμπέρασμα, πως υπάρχει ασυμφωνία

ανάμεσα στην μεταφυσική και στην πραγματικότητα. για να δώσουμε λοιπόν ένα απλό ορισμό και ένα

βασικό χαρακτηρισμό, θα μπορούσαμε να πούμε: όποιος λέει «μεταφυσική» εννοεί «ακινησία», κι όποιος

λέει διαλεχτική εννοεί «κίνηση».

Η κίνηση και η μεταβολή, που υπάρχουν μέσα στο κάθε τι που μας περιτριγυρίζει, είναι η βάση της

διαλεχτικής. «Όταν υποβάλλουμε στον έλεγχο της σκέψης τη φύση ή την ιστορία της ανθρωπότητας ή τη

διανοητική μας δραστηριότητα, αυτό που μας παρουσιάζεται πρώτα απ’ όλα είναι ένας πίνακας με μια

ατέλειωτη περιπλοκή από σχέσεις, δράσεις και αντιδράσεις, όπου τίποτα δε μένει ό,τι ήταν, όπου ήταν, -

όπως ήταν, όπου όλα κινούνται, μεταβάλλονται, γίνονται και χάνονται». [Αντι-Ντίρινγκ, σελ. 7-8]

Απ’ αυτό το τόσο ξεκάθαρο κείμενο του Ένγκελς, βλέπουμε ότι, από άποψη διαλεχτική, όλα

μεταβάλλονται, τίποτα δε μένει εκεί που βρίσκεται, τίποτα δε μένει αυτό που είναι.

Κατά συνέπεια η άποψη αυτή είναι σε τέλεια συμφωνία με την πραγματικότητα. Κανένα πράγμα δε μένει

στη θέση που βρίσκεται, αφού ακόμα κι εκείνο που μας φαίνεται ακίνητο κινείται. Κινείται με την κίνηση της

γης γύρω από τον ήλιο, κινείται με την κίνηση της γης γύρω από τον εαυτό της. Στη μεταφυσική, η αρχή

της ταυτότητας υποστηρίζει ότι τα πράγματα μένουν τέτοια που είναι. Αντίθετα βλέπουμε πως τίποτα δε

μένει αυτό που είναι.

Έχουμε την εντύπωση ότι μένουμε πάντα οι ίδιοι, κι όμως «τα ίδια είναι διαφορετικά», όπως μας λέει ο

Ένγκελς. Νομίζουμε πως είμαστε απαράλλαχτοι κι έχουμε κιόλας αλλάξει. Από παιδιά που είμαστε,

έχουμε γίνει άνδρες, και ένας άνδρας δε μένει φυσιολογικά ποτέ ο ίδιος, γερνάει κάθε μέρα.

Δεν είναι λοιπόν η κίνηση απατηλό φαινόμενο, όπως υποστήριζαν οι Ελεάτες. Αφού στην πραγματικότητα

όλα κινούνται και μεταβάλλονται, απατηλό φαινόμενο είναι η ακινησία.

Η ιστορία επίσης μας αποδείχνει, ότι τα πράγματα δε μένουν όπως είναι. Η κοινωνία δε μένει ούτε στιγμή

ακίνητη. Πρώτα – πρώτα, στην αρχαιότητα, υπήρχε η δουλοχτητική κοινωνία, τη διαδέχτηκε σε συνέχεια η

φεουδαρχική κοινωνία κι ύστερα η καπιταλιστική κοινωνία. Η μελέτη των κοινωνιών αυτών μας δείχνει, ότι

αδιάκοπα και ανεπαίσθητα, τα στοιχεία που προκάλεσαν τη γέννηση μιας καινούργιας κοινωνίας

Page 60: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

αναπτύσσονται μέσα στην παλιά. Έτσι ακριβώς μεταβάλλεται καθημερινά η καπιταλιστική κοινωνία, που

στην ΕΣΣΔ έχει κιόλας μεταμορφωθεί.

Και, επειδή καμιά κοινωνία δε μένει ακίνητη, η σοσιαλιστική κοινωνία που ιδρύθηκε στη Σοβιετική Ένωση

είναι προορισμένη να εξαφανιστεί κι αυτή. Μεταβάλλεται κιόλας με γοργό ρυθμό, και γι’ αυτόν ακριβώς το

λόγο οι μεταφυσικοί δεν καταλαβαίνουν τι συμβαίνει εκεί πέρα. Συνεχίζουν να κρίνουν μια κοινωνία

ολότελα μεταμορφωμένη με τα αισθήματά τους, αισθήματα ανθρώπων που βρίσκονται ακόμα κάτω από

την καπιταλιστική καταπίεση.

Και τα αισθήματά μας ακόμα μεταβάλλονται χωρίς να το πολυκαταλαβαίνουμε. Βλέπουμε αυτό που δεν

ήταν παρά μια συμπάθεια να γίνεται αγάπη, ύστερα κάποτε να εκφυλίζεται σε μίσος.

Παντού, μέσα στη φύση, στην ιστορία, στη σκέψη, βλέπουμε τη μεταβολή και την κίνηση. Απ’ αυτή τη

διαπίστωση ξεκινά η διαλεχτική.

Στους αρχαίους Έλληνες είχε κάνει μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι συναντάμε παντού τη μεταβολή και

την κίνηση. Είδαμε κιόλας ότι ο Ηράκλειτος, που τον ονομάζουν «πατέρα της διαλεχτικής», μας έδωσε

πρώτος μια διαλεχτική αντίληψη του κόσμου, δηλαδή περιέγραψε τον κόσμο σε κίνηση και όχι ακίνητο. Ο

τρόπος θεώρησης του Ηράκλειτου μπορεί να γίνει μια μέθοδος.

Αλλά αυτή η διαλεχτική μέθοδος δεν μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της παρά μόνο πολύ αργότερα και θα

πρέπει να δούμε:

3. Γιατί επικράτησε, για πολύν καιρό, η μεταφυσική αντίληψη και όχι η διαλεχτική;

Είδαμε πως η διαλεχτική αντίληψη παρουσιάστηκε πολύ νωρίς στην ιστορία, μα οι ανεπαρκείς γνώσεις

των ανθρώπων επιτρέψανε στη μεταφυσική αντίληψη να αναπτυχθεί και να προσπεράσει τη διαλεχτική.

Εδώ μπορούμε να κάνουμε μια σύγκριση ανάμεσα στον ιδεαλισμό, που γεννήθηκε από τη μεγάλη άγνοια

των ανθρώπων, και στη μεταφυσική αντίληψη, που γεννήθηκε από τις ανεπαρκείς γνώσεις της

διαλεχτικής.

Πώς και γιατί μπόρεσε να γίνει αυτό;

Οι άνθρωποι άρχισαν τη μελέτη της φύσης όντας σε βαθιά άγνοια. Για να μελετήσουν, αρχίζουν με την

ταξινόμηση των φαινομένων που διαπιστώνουν. Αλλά με την εργασία της ταξινόμησης γεννιέται μια έξη

διανοητική. Το πνεύμα μας, δημιουργώντας κατηγορίες και ξεχωρίζοντας τις κατηγορίες αυτές τη μία από

την άλλη, συνηθίζει στο να κάνει τέτοιους διαχωρισμούς. Εδώ ξαναβρίσκουμε τις πρώτες ιδιότητες της

μεταφυσικής μεθόδου. Η μεταφυσική λοιπόν μέθοδος προέρχεται από την ανεπαρκή ανάπτυξη των

επιστημών. Εδώ και 150 χρόνια, μελετούσαν τις επιστήμες χωρίζοντας τη μία από την άλλη. Μελετούσαν,

λόγου χάρη, χωριστά τη χημεία, τη φυσική, τη βιολογία και δεν έβλεπαν ανάμεσά τους καμία σχέση.

Εφάρμοζαν ακόμα τη μέθοδο αυτή και στο περιεχόμενο της κάθε επιστήμης. Η φυσική μελετούσε τον ήχο,

τη θερμότητα, το μαγνητισμό, τον ηλεκτρισμό κλπ, και πίστευαν ότι τα διάφορα αυτά φαινόμενα δεν είχαν

καμιά σχέση μεταξύ τους. Μελετούσαν το καθένα απ’ αυτά σε χωριστό κεφάλαιο.

Αναγνωρίζουμε εδώ τη δεύτερη ιδιότητα της μεταφυσικής, που παραγνωρίζει τις σχέσεις των πραγμάτων

και δεν παραδέχεται τίποτα το κοινό ανάμεσα σ’ αυτά.

Είναι επίσης πιο εύκολο να συλλάβουμε τα πράγματα σε στάση παρά σε κίνηση. Ας πάρουμε για

παράδειγμα τη φωτογραφία. Βλέπουμε ότι οι άνθρωποι προσπαθούν πρώτα να ατενίσουνε τα πράγματα

στην ακινησία τους (φωτογραφία), και μόνον αργότερα στην κίνησή τους (κινηματογράφος). Έ λοιπόν! η

εικόνα της εξέλιξης της φωτογραφικής τέχνης ως τον κινηματογράφο είναι η εικόνα της ανάπτυξης των

Page 61: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

επιστημών και του ανθρώπινου πνεύματος. Μελετάμε τα πράγματα σε στάση πριν τα μελετήσουμε σε

κίνηση.

Και γιατί έγινε αυτό; Γιατί δεν ήξεραν. Για να μάθουν, πήραν τον πιο εύκολο τρόπο μελέτης: τα ακίνητα

πράγματα είναι πιο εύκολο να τα εννοήσουμε και να τα μελετήσουμε. Βέβαια, η μελέτη των πραγμάτων σε

στάση είναι μια στιγμή αναγκαία για τη διαλεχτική σκέψη, αλλά μόνο μια στιγμή. Γιατί είναι ανεπαρκής,

αποσπασματική, και πρέπει να την ολοκληρώνουμε με τη μελέτη των πραγμάτων στην εξέλιξή τους.

Ξαναβρίσκουμε αυτή την ίδια μορφή σκέψης στη βιολογία, στη μελέτη της ζωολογίας και της βοτανικής.

Επειδή δε γνώριζαν καλά τα ζώα, τα ταξινόμησαν στην αρχή σε γένη και σε είδη, πιστεύοντας ότι δεν

υπήρχε τίποτα το κοινό ανάμεσά τους και ότι αυτή η κατάσταση υπήρχε ανέκαθεν (τρίτη ιδιότητα της

μεταφυσικής). Από εδώ ακριβώς προέρχεται η θεωρία που ονομάζουν φιξισμό (σημ. μεταφρ.: απ’ τη

γαλλική λέξη φιξ = σταθερός, αμετάβλητος) και που υποστηρίζει, αντίθετα απ’ την «εξελικτική» θεωρία, ότι

τα είδη των ζώων υπήρξαν πάντοτε τέτοια που είναι σήμερα, ότι ποτέ δεν εξελίχθηκαν. Η θεωρία αυτή

είναι, κατά συνέπεια, μια μεταφυσική θεωρία και προέρχεται από την ανθρώπινη άγνοια.

4. Γιατί ο υλισμός του 18ου αιώνα ήταν μεταφυσικός;

Ξέρουμε ότι η μηχανική έπαιξε ένα μεγάλο ρόλο στον υλισμό του 18ου αιώνα και ότι ο υλισμός αυτός

ονομάζεται συχνά «μηχανιστικός υλισμός». Γιατί έγινε αυτό; Γιατί η υλιστική αντίληψη είναι δεμένη με την

ανάπτυξη όλων των επιστημών και γιατί η μηχανική αναπτύχθηκε πρώτη απ’ όλες τις επιστήμες. Για τους

πολλούς μηχανική είναι η μελέτη των μηχανών, στην επιστημονική όμως διάλεκτο είναι η μελέτη της

κίνησης και ειδικά της μετατόπισης. Αν η μηχανική ήταν η πρώτη επιστήμη που αναπτύχθηκε, αυτό το

χρωστά στο ότι η μηχανική κίνηση είναι η πιο απλή κίνηση. Η μελέτη της κίνησης ενός μήλου, που ο

άνεμος το κουνάει πάνω στη μηλιά, είναι πολύ πιο εύκολη από τη μελέτη της μεταβολής, που γίνεται μέσα

στο μήλο που ωριμάζει. Μπορούμε πιο εύκολα να μελετήσουμε την ενέργεια του ανέμου πάνω στο μήλο

παρά την ωρίμανση του μήλου. Αυτή όμως η μελέτη είναι «μερική» και μας οδηγεί στη μεταφυσική.

Αν και οι αρχαίοι Έλληνες παρατηρούν ότι όλα κινούνται, δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν την

παρατήρηση αυτή, γιατί η γνώση τους δεν είναι αρκετή. Παρατηρούν λοιπόν τα πράγματα και τα

φαινόμενα, τα ταξινομούν, περιορίζονται στη μελέτη της μετατόπισης, κι έτσι γεννιέται η μηχανική. Κι η

ανεπάρκεια των επιστημονικών γνώσεων γεννάει τη μεταφυσική αντίληψη.

Ξέρουμε ότι ο υλισμός βασίστηκε πάντα στις επιστήμες και ότι, στον 18ο αιώνα, ο μεταφυσικός τρόπος

σκέψης κυριαρχούσε στην επιστήμη. Την εποχή αυτή, απ’ όλες τις επιστήμες η πιο ανεπτυγμένη ήταν η

μηχανική. «Για τον λόγο αυτό ήταν αναπόφευκτο», λέει ο Ένγκελς, «να είναι ο υλισμός του 18ου αιώνα ένας

μεταφυσικός και μηχανιστικός υλισμός, γιατί τέτοιες ήταν οι επιστήμες».

Θα πούμε λοιπόν, ότι ο μεταφυσικός και μηχανιστικός αυτός υλισμός ήταν υλιστικός, γιατί στη θεμελιακή

ερώτηση της φιλοσοφίας απαντούσε ότι το πρωταρχικό στοιχείο είναι η ύλη, ήταν όμως μεταφυσικός, γιατί

θεωρούσε το σύμπαν σαν ένα αμετάβλητων και μηχανικών πραγμάτων, γιατί μελετούσε και αντίκριζε κάθε

πράγμα με βάση τη μηχανική.

Δεν άργησαν όμως να φτάσουν, με τη συσσώρευση των ερευνών, στη διαπίστωση ότι οι επιστήμες δεν

είναι ακίνητες. Αντιλήφθηκαν ότι κι αυτές οι ίδιες μεταβλήθηκαν. Αφού χώρισαν τη χημεία από τη βιολογία

και τη φυσική, κατάλαβαν ότι ήταν αδύνατο να ασχοληθούν με τη μία ή με την άλλη, χωρίς να ανατρέξουν

στις υπόλοιπες. Η μελέτη της πέψης λόγου χάρη, που ανήκει στον τομέα της βιολογίας, ήταν πια αδύνατη

χωρίς τη χημεία. Τον 19ο αιώνα, λοιπόν, κατάλαβαν ότι οι επιστήμες είναι δεμένες μεταξύ τους και, σε

Page 62: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

συνέχεια, έπαψαν να χρησιμοποιούν σ’ αυτές τον μεταφυσικό τρόπο σκέψης, για να μπορέσουν ν’

αποχτήσουν μια πιο βαθιά γνώση της φύσης. Ως τότε μελετούσαν τα φαινόμενα της φυσικής το καθένα

χωριστά. Τώρα ήταν υποχρεωμένοι να διαπιστώσουν, ότι όλα αυτά τα φαινόμενα ήταν της ίδιας της

φύσης. Έτσι ο ηλεκτρισμός και ο μαγνητισμός, που τους μελετούσαν τον καθένα χωριστά, ενώθηκαν

σήμερα σε μια μόνη επιστήμη, τον ηλεκτρομαγνητισμό.

Κατάλαβαν ακόμα, μελετώντας τα φαινόμενα του ήχου και της θερμότητας, ότι και τα δύο προέρχονταν

από ένα φαινόμενο της ίδιας φύσης.

Χτυπώντας με ένα σφυρί έχουμε έναν ήχο και παράγουμε θερμότητα. Η κίνηση δημιουργεί τη θερμότητα.

Ξέρουμε ακόμα ότι ο ήχος είναι παλμού του αέρα. Οι παλμοί είναι επίσης κίνηση. Να λοιπόν δυό

φαινόμενα της ίδιας φύσης.

Στη βιολογία, ταξινομώντας ολοένα και πιο λεπτομερειακά, έφτασαν να βρίσκουν ήδη που δεν μπορούσαν

να ταξινομήσουν ούτε στα φυτά ούτε στα ζώα. Δεν υπήρχε λοιπόν απότομος διαχωρισμός ανάμεσα στα

ζώα και στα φυτά. Προωθώντας συνεχώς τις μελέτες, έφτασαν στο συμπέρασμα, ότι τα ζώα δεν ήταν

πάντα αυτό που είναι τώρα. Τα γεγονότα καταδίκασαν τον φιξισμό και το μεταφυσικό πνεύμα.

Η μεταβολή αυτή που είδαμε έγινε στο διάστημα του 19ου αιώνα, και επέτρεψε στον υλισμό να γίνει

διαλεχτικός. Η διαλεχτική είναι το πνεύμα των επιστημών που, αφού αναπτύχθηκαν, εγκαταλείψανε τη

μεταφυσική αντίληψη. Ο υλισμός μπόρεσε να μεταμορφωθεί, γιατί μεταβλήθηκαν οι επιστήμες. Στις

μεταφυσικές επιστήμες αντιστοιχεί ένας καινούργιος υλισμός, που είναι ο διαλεχτικός υλισμός.

5. Πως γεννήθηκε ο διαλεχτικός υλισμός: Χέγκελ και Μαρξ

Αν ρωτήσουμε, πως έγινε αυτή η μεταβολή του μεταφυσικού υλισμού σε διαλεχτικό υλισμό, απαντούν

γενικά λέγοντας:

1. Υπήρχε ο μεταφυσικός υλισμός του 18ου αιώνα.

2. Μεταβλήθηκαν οι επιστήμες.

3. Παρουσιάστηκαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, έκοψαν τον μεταφυσικό υλισμό στα δυο και, αφού

άφησαν κατά μέρος τη μεταφυσική, κράτησαν τον υλισμό συνδέοντάς τον με τη διαλεχτική.

Αν έχουμε την τάση να παρουσιάζουμε τα πράγματα έτσι, αυτό προέρχεται από τη μεταφυσική μέθοδο,

που μας κάνει ν’ απλοποιούμε τα πράγματα για να τα σχηματοποιούμε. Αντίθετα, πρέπει να έχουμε

συνεχώς στο μυαλό μας, ότι ποτέ τα γεγονότα της πραγματικότητας δεν πρέπει να σχηματοποιούνται. Τα

γεγονότα είναι πολύ πιο σύνθετα απ’ ότι φαίνονται κι απ’ ό,τι νομίζουμε. Γι’ αυτόν τον λόγο κι η μεταβολή

του μεταφυσικού υλισμού σε διαλεχτικό υλισμό δεν ήταν και τόσο απλή.

Στην πραγματικότητα, η διαλεχτική αναπτύχθηκε από ένα γερμανό ιδεαλιστή φιλόσοφο, τον Χέγκελ (1770-

1831). Αυτός μπόρεσε να κατανοήσει τη μεταβολή που είχε γίνει στις επιστήμες. Ξαναγυρίζοντας στην

παλιά ιδέα του Ηράκλειτου, διαπίστωσε με τη βοήθεια των επιστημονικών προόδων, ότι μέσα στο σύμπαν

όλα είναι σε κίνηση και σε μεταβολή, τίποτα δεν υπάρχει απομονωμένο, αλλά εξαρτώνται όλα από όλα.

Έτσι δημιούργησε τη διαλεχτική. Χάρη στο Χέγκελ μιλάμε σήμερα για τη διαλεχτική κίνηση του κόσμου.

Αυτό που πρώτα συνέλαβε ο Χέγκελ ήταν η κίνηση της σκέψης. Την ονόμασε διαλεχτική, επειδή πρόκειται

για μια πρόοδο του πνεύματος, που προέρχεται από τη σύγκρουση των ιδεών, από τη διαλογική

συζήτηση.

Αλλά ο Χέγκελ είναι ιδεαλιστής, δίνει δηλαδή την πρωταρχική σημασία στο πνεύμα, και κατά συνέπεια έχει

για την κίνηση και τη μεταβολή μια ιδιαίτερη αντίληψη. Πιστεύει ότι οι μεταβολές του πνεύματος προξενούν

Page 63: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

τις μεταβολές στην ύλη. Για τον Χέγκελ, το σύμπαν είναι η ιδέα υλοποιημένη και, πριν από το σύμπαν,

υπάρχει πρώτα – πρώτα το πνεύμα που αποκαλύπτει το σύμπαν. Κοντολογίς, διαπιστώνει ότι το πνεύμα

και το σύμπαν βρίσκονται σε συνεχείς αλλαγές, αλλά βγάζει το συμπέρασμα απ’ αυτό, ότι οι μεταβολές

του πνεύματος καθορίζουν τις μεταβολές στην ύλη.

Παράδειγμα: Ο εφευρέτης έχει μια ιδέα, πραγματοποιεί την ιδέα του, και αυτή ακριβώς η ιδέα που

υλοποιήθηκε δημιουργεί τις μεταβολές στην ύλη.

Ο Χέγκελ λοιπόν είναι βέβαια διαλεχτικός, αλλά υποτάσσει τη διαλεχτική στον υλισμό.

Τότε ακριβώς ο Μαρξ (1818-1883) και ο Ένγκελς, που ήταν μαθητές του Χέγκελ, αλλά υλιστές, που έδιναν

κατά συνέπεια την πρωταρχική σημασία στην ύλη, διαπιστώνουν πως η διαλεχτική του δίνει θέσεις

σωστές, αλλά από την ανάποδη. Ο Ένγκελς θα πει σχετικά με το θέμα αυτό: με τον Χέγκελ η διαλεχτική

στεκόταν με το κεφάλι, έπρεπε να την ξαναβάλουμε στα πόδια της. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς μεταθέτουν την

αρχική αιτία της κίνησης της σκέψης, που ορίστηκε από τον Χέγκελ, στην υλική πραγματικότητα και την

ονομάζουν φυσικά διαλεχτική, δανείζοντάς την τον ίδιο όρο.

Πιστεύουν, ότι ο Χέγκελ έχει δίκιο να λέει, πως η σκέψη και το σύμπαν είναι σε αδιάκοπη μεταβολή,

πλανιέται όμως βεβαιώνοντας πως οι μεταβολές των ιδεών καθορίζουν τις μεταβολές στα πράγματα.

Αντίθετα, τα πράγματα μας δίνουν τις ιδέες, και οι ιδέες μεταβάλλονται, γιατί μεταβάλλονται τα πράγματα.

Άλλοτε, ταξιδεύαμε με ταχυδρομικές άμαξες. Σήμερα, ταξιδεύουμε με σιδηρόδρομο. Αυτό δε συμβαίνει,

γιατί έχουμε την ιδέα ότι ταξιδεύουμε με σιδηρόδρομο, αλλά γιατί αυτό το μέσο συγκοινωνίας υπάρχει. Οι

ιδέες μας μεταβλήθηκαν γιατί τα πράγματα έχουν μεταβληθεί.

Πρέπει λοιπόν ν’ αποφεύγουμε να λέμε: «ο Μαρξ και ο Ένγκελς είχαν από τη μία μεριά τον υλισμό, που

προερχόταν από τον γαλλικό υλισμό του 18ου αιώνα, από την άλλη τη διαλεχτική του Χέγκελ. Κατά

συνέπεια, δεν τους έμενε παρά να τα συνδέσουν μεταξύ τους».

Αυτή είναι μια αντίληψη απλοϊκή, σχηματική, που ξεχνάει ότι τα φαινόμενα είναι πιο σύνθετα. Είναι μια

αντίληψη μεταφυσική.

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς πήραν βέβαια τη διαλεχτική από τον Χέγκελ, αλλά την αλλάξανε. Το ίδιο κάνανε και

με τον υλισμό. Έτσι μας δώσανε το διαλεχτικό υλισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ

ΠΡΩΤΟΣ ΝΟΜΟΣ: Η ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

1. Τι εννοούμε με την έκφραση: διαλεχτική κίνηση

2. «Για τη διαλεχτική δεν υπάρχει τίποτα το οριστικό, το απόλυτο, το ιερό ...», Ένγκελς

3. Το προτσές

1. Τι εννοούμε με την έκφραση: διαλεχτική κίνηση

Ο πρώτος νόμος της διαλεχτικής αρχίζει με τη διαπίστωση «τίποτα δε μένει εκεί που είναι, τίποτα δε μένει

αυτό που είναι». Διαλεχτική σημαίνει κίνηση, μεταβολή. Κατά συνέπεια, όταν λέει κανείς ότι εξετάζει τα

πράγματα διαλεχτικά, πάει να πει ότι εξετάζει τα πράγματα από την άποψη της κίνησης της μεταβολής.

Όταν θέλουμε να μελετήσουμε τα πράγματα σύμφωνα με τη διαλεχτική, θα τα μελετήσουμε στην κίνησή

τους, στην μεταβολή τους.

Page 64: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Να ένα μήλο. Έχουμε δυο τρόπους για να μελετήσουμε αυτό το μήλο: απ’ τη μια τη μεταφυσική μέθοδο,

απ’ την άλλη τη διαλεχτική μέθοδο.

Στην πρώτη περίπτωση θα δώσουμε μια περιγραφή αυτού του μήλου, τη μορφή του, το χρώμα του. Θα

απαριθμήσουμε τις ιδιότητές του, θα μιλήσουμε για τη γεύση του κλπ. Ύστερα μπορούμε να συγκρίνουμε

το μήλο μ’ ένα αχλάδι, να δούμε τις ομοιότητές τους, τις διαφορές τους, και τέλος να συμπεράνουμε: ένα

μήλο είναι ένα μήλο και ένα αχλάδι είναι ένα αχλάδι. Μ’ αυτόν τον τρόπο μελετούσαν τα πράγματα άλλοτε,

όπως το αποδείχνουν πολυάριθμα βιβλία.

Αν θέλουμε να μελετήσουμε το μήλο από τη διαλεχτική άποψη, θα το εξετάσουμε από την άποψη της

κίνησης, όχι της κίνησης του μήλου όταν κυλά και αλλάζει θέση, αλλά από την άποψη της κίνησης της

εξέλιξής του. Τότε θα διαπιστώσουμε ότι το ώριμο μήλο δεν ήταν πάντα αυτό που είναι τώρα. Λίγο πριν

ήταν ένα μήλο πράσινο. Προτού γίνει λουλούδι, ήταν μπουμπούκι. Κι έτσι θα φτάσουμε ως την κατάσταση

της μηλιάς την εποχή της άνοιξης. Το μήλο λοιπόν δεν ήταν πάντα μήλο, έχει μια ιστορία. Δεν πρόκειται

επίσης να μείνει τέτοιοι που είναι τώρα. Αν πέσει, θα σαπίσει, θα αποσυντεθεί, θα λευτερώσει τα

κουκούτσια του, που θα δώσουν ένα βλαστάρι, ύστερα ένα δέντρο, αν όλα πάνε καλά. Λοιπόν, το μήλο

δεν ήταν πάντα αυτό που είναι τώρα και πολύ περισσότερο δε θα μείνει πάντα αυτό που είναι.

Να τι θα πει μελέτη των πραγμάτων από την άποψη της κίνησης. Είναι η μελέτη από την άποψη του

παρελθόντος και του μέλλοντος. Μελετώντας έτσι, δε βλέπει κανείς το μήλο αυτό παρά σαν μια μεταβολή

ανάμεσα σ’ αυτό που ήταν, στο παρελθόν, και σ’ αυτό που θα γίνει, στο μέλλον.

Για να καταλάβουμε καλά αυτόν τον τρόπο θεώρησης των πραγμάτων, θα πάρουμε άλλα δυο

παραδείγματα: τη γη και την κοινωνία.’

Αν δούμε τη γη απ’ τη μεταφυσική σκοπιά, θα περιγράψουμε τη μορφή της γης σ’ όλες της τις

λεπτομέρειες. Θα διαπιστώσουμε ότι στην επιφάνειά της υπάρχουν θάλασσες, στεριές, βουνά. Θα

διαπιστώσουμε τη φύση του εδάφους, ύστερα μπορεί να συγκρίνουμε τη γη με τους άλλους πλανήτες, ή

με τη σελήνη, και θα συμπεράνουμε στο τέλος: η γη είναι η γη.

Αν όμως μελετήσουμε την ιστορία της γης απ’ τη διαλεκτική σκοπιά, θα δούμε, ότι η γη δεν ήταν πάντα

όπως είναι σήμερα, ότι έπαθε μεταβολές και ότι, κατά συνέπεια, θα υποστεί και άλλες μεταβολές στο

μέλλον. Θα πρέπει λοιπόν, να θεωρούμε τη σημερινή κατάσταση της γης σαν μια μετάβαση ανάμεσα στις

περασμένες μεταβολές, και στις μελλούμενες μεταβολές. Στη μετάβαση αυτή οι μεταβολές είναι

ανεπαίσθητες, μ’ όλο που γίνονται δε μια κλίμακα πολύ μεγαλύτερη από εκείνες που γίνονται στην

ωρίμανση του μήλου.

Ας δούμε τώρα το παράδειγμα της κοινωνίας, που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τους μαρξιστές.

Ας εφαρμόσουμε και εδώ τις δυο μας μέθοδες. Όσοι εξετάζουν την κοινωνία από μεταφυσική σκοπιά, θα

μας πουν ότι υπήρχαν πάντα πλούσιοι και φτωχοί. Θα διαπιστώσουν ότι υπάρχουν μεγάλες τράπεζες,

πελώρια εργοστάσια. Θα μας δώσουν μια λεπτομερειακή περιγραφή της καπιταλιστικής κοινωνίας, που

θα τη συγκρίνουν με τις περασμένες κοινωνίες (φεουδαρχική, δουλοχτητική) ζητώντας ομοιότητες ή

διαφορές, και θα μας πουν: η καπιταλιστική κοινωνία είναι αυτή που είναι.

Απ’ τη διαλεχτική σκοπιά, θα δούμε πως η καπιταλιστική κοινωνία δεν ήταν πάντα αυτή που είναι σήμερα.

Η διαπίστωση ότι στο παρελθόν ζήσανε κι άλλες κοινωνίες για ένα χρονικό διάστημα, μας οδηγεί στο

συμπέρασμα πως η καπιταλιστική κοινωνία, όπως όλες οι κοινωνίες, δεν είναι οριστική, δεν έχει

απρόσβλητη βάση, απεναντίας, δεν είναι για μας παρά μια προσωρινή πραγματικότητα, μια μετάβαση

ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον.

Page 65: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Βλέπουμε από τα λίγα αυτά παραδείγματα, ότι το να εξετάζουμε τα πράγματα από διαλεχτική άποψη,

σημαίνει να θεωρούμε, ότι το κάθε πράγμα είναι προσωρινό, ότι είχε μια ιστορία στο παρελθόν και πρέπει

να έχει μια ιστορία στο μέλλον, ότι έχει μια αρχή και πρέπει να έχει ένα τέλος ....

2. «Για τη διαλεχτική, δεν υπάρχει τίποτα το οριστικό, το απόλυτο, το ιερό ...»

«για τη διαλεχτική, δεν υπάρχει τίποτα το οριστικό, το απόλυτο, το ιερό. Η διαλεχτική δείχνει την

παροδικότητα του κάθε πράγματος και μέσα σε κάθε πράγμα και δεν υπάρχει γι’ αυτή παρά μόνο το

αδιάκοπο προτσές του ‘’γίγνεσθαι’’ και της μεταβατικότητας» (Ένγκελς, Λουδο. Φόϋερμπαχ, σελ 7-8).

Να ένας ορισμός που τονίζει αυτό, που μόλις είδαμε, και που πρόκειται να μελετήσουμε:

«Για τη διαλεχτική δεν υπάρχει τίποτα το οριστικό». Αυτό σημαίνει ότι για τη διαλεχτική κάθε πράγμα έχει

ένα παρελθόν και ένα μέλλον, ό,τι, συνεπώς δεν είναι δοσμένο μια για πάντα και ότι η σημερινή του

μορφή δεν είναι οριστική (Παραδείγματα του μήλου, της γης, της κοινωνίας).

Για τη διαλεχτική δεν υπάρχει καμιά δύναμη στον κόσμο, ούτε πέρα από τον κόσμο, που θα μπορούσε να

καθηλώσει τα πράγματα σε μια οριστική κατάσταση. Άρα, δεν υπάρχει «τίποτα το απόλυτο». (Απόλυτο

σημαίνει: εκείνο που δεν εξαρτιέται από κανέναν όρο, συνεπώς παγκόσμιο, αιώνιο , τέλειο).

«Τίποτα το ιερό». Δε σημαίνει αυτό πως η διαλεχτική περιφρονεί τα πάντα. Όχι! Πράγμα ιερό είναι ένα

πράγμα που το θεωρούν σαν αμετάβλητο, που δεν πρέπει να το αγγίζουμε, μήτε να το συζητάμε, αλλά

μόνο να το σεβόμαστε. Η καπιταλιστική λόγου χάρη κοινωνία είναι «ιερή». Έ λοιπόν! η διαλεχτική λέει ότι

τίποτα δεν ξεφεύγει από την κίνηση, τη μεταβολή, τους μετασχηματισμούς της ιστορίας.

«Παροδικό» σημαίνει αυτό που περνά: ένα πράγμα παροδικό είναι κάτι που γερνά και που πρέπει να

εξαφανιστεί. Η διαλεχτική μας δείχνει ότι αυτό που είναι παροδικό δεν μπορεί να υπάρχει διαρκώς, ότι το

κάθε πράγμα είναι προορισμένο να εξαφανιστεί. Αυτό που είναι νέο γερνά. Αυτό που ζει σήμερα πεθαίνει

αύριο και δεν υπάρχει για τη διαλεχτική «παρά μόνο το αδιάκοπο προτσές του γίγνεσθαι και της

μεταβατικότητας».

Το να εξετάζει κανείς τα πράγματα από τη διαλεχτική άποψη, σημαίνει να θεωρεί, πως τίποτα δεν είναι

αιώνιο, εχτός από τη μεταβολή, πως κανένα πράγμα ξεχωρισμένο δεν μπορεί να είναι αιώνιο εχτός από

το «γίγνεσθαι».

Αλλά τι είναι το «γίγνεσθαι» που γι’ αυτό μιλάει ο Ένγκελς στον ορισμό του;

Είδαμε πως το μήλο έχει μια ιστορία. Ας πάρουμε τώρα για παράδειγμα ένα μολύβι, που κι αυτό έχει μια

ιστορία.

Αυτό το μολύβι που είναι σήμερα μισό ήταν κάποτε ολόκληρο. Το ξύλο του προέρχεται από ένα σανίδι κι

αυτό το σανίδι βγήκε από ένα δέντρο. Πιστεύουμε λοιπόν ότι το μήλο και το μολύβι έχουν μια ιστορία το

καθένα και ότι και τα δύο δεν ήταν πάντα όπως είναι τώρα. Υπάρχει όμως καμιά διαφορά ανάμεσα στις

δύο αυτές ιστορίες; Βεβαιότατα.

Το πράσινο μήλο ωρίμασε. Ήταν δυνατό από πράσινο που ήταν να μην ωριμάσει, όπως, πέφτοντας στη

γη, πρέπει να σαπίσει, να αποσυντεθεί, να λευτερώσει τα κουκούτσια του.

Αντίθετα το δέντρο απ’ όπου προέρχεται το μολύβι, μπορεί να μη γινόταν σανίδι, και αυτό το σανίδι

μπορεί να μη γινόταν μολύβι. Και το μολύβι μπορεί να έμενε πάντα ολόκληρο, να έμενε δηλαδή άξυστο.

Διαπιστώνουμε λοιπόν ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο ιστορίες μια διαφορά. Στην ιστορία του μήλου έχουμε το

πράσινο μήλο που έγινε ώριμο, εφ’ όσον δεν μεσολάβησε κάτι το αφύσικο, και προηγούμενα είχαμε το

Page 66: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

λουλούδι που έγινε μήλο. Σ’ αυτή λοιπόν την περίπτωση τη μία φάση ακολουθεί η άλλη αναγκαστικά,

αναπόφευκτα (αν κάτι δε σταματήσει την εξέλιξη).

Αντίθετα, στην ιστορία του μολυβιού, το δέντρο μπορεί να μη γίνει σανίδα, το σανίδι μπορεί να μη γίνει

μολύβι, και το μολύβι μπορεί να μην ξυστεί. Σ’ αυτή λοιπόν την περίπτωση τη μια φάση μπορεί να μην την

ακολουθήσει η άλλη. Αν η ιστορία του μολυβιού περνάει απ’ όλες αυτές τις φάσεις, αυτό οφείλεται σε μια

ξένη επέμβαση – στην επέμβαση του ανθρώπου.

Στην ιστορία του μήλου βρίσκουμε φάσεις που διαδέχονται η μία την άλλη, προκύπτοντας απ’ την πρώτη

η δεύτερη κλπ. Η ιστορία αυτή ακολουθεί το «γίγνεσθαι», που αναφέρει ο Ένγκελς. Στην ιστορία του

μολυβιού οι φάσεις παρατάσσονται η μια πλάι στην άλλη, χωρίς να προκύπτει η μια από την άλλη. Η

διαφορά οφείλεται στο ότι το μήλο ακολουθεί ένα φυσικό προτσές.

3. Το προτσές

(Λέξη που προέρχεται από τα λατινικά και σημαίνει πορεία προς τα μπρος ή το γεγονός της προχώρησης,

της προόδου).

Γιατί το πράσινο μήλο ωριμάζει; Ωριμάζει εξαιτίας αυτού που περιέχει, εξαιτίας μιας αλυσίδας από

εσωτερικές σχέσεις που το σπρώχνουν να ωριμάσει. Γιατί ήταν μήλο πριν ακόμα ωριμάσει και δεν

μπορούσε παρά να ωριμάσει.

Όταν εξετάζει κανείς το λουλούδι που θα γίνει μήλο, ύστερα το πράσινο μήλο που θα ωριμάσει,

διαπιστώνει ότι οι εσωτερικές αυτές σχέσεις, που σπρώχνουν το μήλο στην εξέλιξη του, ενεργούν κάτω

από την επίδραση εσωτερικών δυνάμεων, που τις ονομάζουμε αυτοδυναμισμό, που σημαίνει: δύναμη

που προέρχεται από το ίδιο το πράγμα.

Όταν το μολύβι ήταν ακόμα σανίδι, χρειάστηκε επέμβαση του ανθρώπου για να γίνει μολύβι, γιατί ποτέ το

σανίδι δεν θα μεταβαλλόταν μόνο του σε μολύβι. Δεν υπήρχαν σ’ αυτό εσωτερικές δυνάμεις,

αυτοδυναμισμός, προτσές. Διαλεχτική λοιπόν δε σημαίνει μονάχα κίνηση, αλλά και αυτοδυναμισμός.

Βλέπουμε λοιπόν ότι η διαλεχτική κίνηση κλείνει μέσα της το προτσές, τον αυτοδυναμισμό, που είναι η

ουσία της. Γιατί κάθε κίνηση ή μεταβολή δεν είναι διαλεχτική. Αν πάρουμε έναν ψύλλο και τον εξετάσουμε

με τη διαλεχτική μέθοδο, θα πούμε, πως δεν ήταν πάντα όπως είναι τώρα και δεν θα είναι πάντα αυτό

που είναι τώρα. Βέβαια, αν τον τσακίσουμε θα πάρουμε μια μεταβολή, αλλά θα είναι διαλεχτική η

μεταβολή αυτή; Όχι. Χωρίς την επέμβασή μας δεν θα τσακιζότανε. Αυτή, λοιπόν, η μεταβολή δεν είναι

διαλεχτική, είναι μηχανική.

Θα πρέπει λοιπόν να προσέχουμε πολύ όταν μιλάμε για διαλεχτική μεταβολή. Πιστεύουμε πως, όσο η γη

συνεχίζει να υπάρχει, η καπιταλιστική κοινωνία θα αντικατασταθεί απ’ τη σοσιαλιστική κοινωνία και ύστερα

από την κομμουνιστική. Αυτή θα είναι μια διαλεχτική μεταβολή. Αν όμως η γη ανατιναχτεί, η καπιταλιστική

κοινωνία θα εξαφανιστεί όχι από αυτοδύναμη μεταβολή, αλλά από μηχανική μεταβολή.

Περνώντας σ’ έναν άλλο κύκλο ιδεών, λέμε πως υπάρχει μια μηχανική πειθαρχία, όταν αυτή η πειθαρχία

δεν είναι φυσική. Είναι όμως αυτοδύναμη, όταν βασίζεται στην ελεύθερη συγκατάθεση, όταν δηλαδή

πηγάζει απ’ το φυσικό της περιβάλλον. Η μηχανική πειθαρχία επιβάλλεται απ’ έξω, είναι μια πειθαρχία

που επιβάλλεται από αρχηγούς, που διαφέρουν απ’ αυτούς που έχουν κάτω απ’ τις διαταγές τους.

(Καταλαβαίνουμε λοιπόν, γιατί δεν είναι στο χέρι όλων των οργανώσεων να έχουν μια όχι μηχανική, μια

αυτοδύναμη πειθαρχία!).

Page 67: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Πρέπει λοιπόν ν’ αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε τη διαλεχτική μ’ έναν τρόπο μηχανικό. Αυτή είναι μια

τάση που προέρχεται απ’ τη συνήθεια που έχουμε να σκεφτόμαστε μεταφυσικά. Δεν θα πρέπει να

επαναλαμβάνουμε σαν παπαγάλοι, πως τα πράγματα δεν ήταν πάντα όπως είναι τώρα. Όταν το λέει αυτό

ένας διαλεχτικός, πρέπει να ζητάει να βρει μέσα στα γεγονότα, πως ήταν πριν τα πράγματα. Γιατί αυτό δεν

είναι η κατάληξη ενός συλλογισμού, αλλά η αρχή σοβαρής μελέτης, για να εξακριβώσουμε λεπτομερειακά,

πως ήταν πριν τα πράγματα.

Ο Μαρξ, ο Ένγκελς, ο Λένιν έκαναν μακρόχρονες και προσεχτικές μελέτες, για το τι ήταν πριν απ’ αυτούς

καπιταλιστική κοινωνία. Πρόσεξαν και τις παραμικρότερες λεπτομέρειες για να σημειώσουν τις διαλεχτικές

μεταβολές. Ο Λένιν μελέτησε πολύ πλατειά και συμβουλεύτηκε πολλές στατιστικές, για να περιγράψει και

να κριτικάρει τις μεταβολές της καπιταλιστικής κοινωνίας και να αναλύσει την ιμπεριαλιστική περίοδο.

Ακόμα, όταν μιλάμε για αυτοδυναμισμό, δεν πρέπει να τον χρησιμοποιούμε ποτέ όπως τύχει. Δεν πρέπει

να χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη παρά έχοντας ξεκαθαρίσει καλά τι σημαίνει και μιλώντας με κείνους που

την καταλαβαίνουν καλά.

Αφού λοιπόν, μελετώντας ένα πράγμα, δούμε ποιες είναι οι αυτοδύναμες μεταβολές του, και αφού δούμε

ποια μεταβολή διαπιστώσαμε, θα πρέπει να μελετήσουμε, να ερευνήσουμε για ποιο λόγο η μεταβολή αυτή

είναι αυτοδύναμη.

Γι’ αυτό ακριβώς η διαλεχτική, οι έρευνες και οι επιστήμες είναι στενά δεμένες αναμεταξύ τους.

Η διαλεχτική δεν είναι ένα μέσο ερμηνείας και γνώσης των πραγμάτων, χωρίς να τα έχουμε μελετήσει.

Είναι όμως ένα μέσο για την καλή μελέτη και για να κάνουμε σωστές παρατηρήσεις, όταν ερευνάμε την

αρχή και το τέλος των πραγμάτων, από που προέρχονται και που πάνε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΝΟΜΟΣ: Η ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ

1. Η αλυσίδα των προτσές

2. Οι μεγάλες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα

α) Η ανακάλυψη του κύτταρου και της εξέλιξής του

β) Η ανακάλυψη της μετατροπής της ενέργειας

γ) Η ανακάλυψη της εξέλιξης του ανθρώπου και των ζώων

3. Η ιστορική ή σπειροειδής εξέλιξη

4. Συμπέρασμα

1. Η αλυσίδα των προτσές

Είδαμε στην ιστορία του μήλου τι είναι προτσές. Ας ξαναπάρουμε το ίδιο παράδειγμα. Ζητήσαμε να

μάθουμε από που προερχόταν το μήλο και, αναζητώντας, αναγκαστήκαμε να φτάσουμε ως το δέντρο.

Αυτό όμως το πρόβλημα έρευνας μπαίνει ακόμα και για το δέντρο. Η μελέτη του μήλου μας οδηγεί στη

μελέτη της προέλευσης και του προορισμού του δέντρου. Από πού προέρχεται το δέντρο; Από το μήλο.

Προέρχεται από ένα μήλο που έπεσε, που σάπισε στη γη για να γεννήσει ένα βλαστάρι. Κι αυτό μας

οδηγεί στη μελέτη του εδάφους, των συνθηκών που μέσα σ’ αυτές οι σπόροι του μήλου κατόρθωσαν να

δώσουν ένα βλαστάρι, στην μελέτη των επιδράσεων του αέρα, του ήλου κλπ. Έτσι ξεκινώντας από τη

μελέτη του μήλου, φτάσαμε στην εξέλιξη του εδάφους περνώντας από το προτσές του μήλου στο προτσές

Page 68: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

του δέντρου, που συνδέεται κι αυτό με τη σειρά του με το προτσές του εδάφους. Έχουμε εδώ αυτό που

ονομάζεται «αλυσίδα από προτσές». Ξεκινώντας από ‘δω θα διατυπώσουμε και θα μελετήσουμε τον

δεύτερο νόμο της διαλεχτικής: Τον νόμο της αλληλεπίδρασης.

Ας πάρουμε για παράδειγμα αλυσίδας από προτσές, ύστερα απ’ το παράδειγμα του μήλου, το

παράδειγμα του Εργατικού Πανεπιστημίου του Παρισιού.

Αν μελετήσουμε αυτό το σχολείο από διαλεχτική άποψη θ’ αναζητήσουμε την προέλευσή του και θα

έχουμε αρχικά μια απάντηση: Το φθινόπωρο του 1932 μια επιτροπή συντρόφων αποφάσισε να ιδρύσει

στο Παρίσι ένα Εργατικό Πανεπιστήμιο για τη μελέτη του μαρξισμού.

Αλλά, πώς ήρθε σ’ αυτή την επιτροπή η ιδέα να οργανώσει τη μελέτη του μαρξισμού; Φυσικά, γιατί ο

μαρξισμός υπάρχει. Αλλά τότε, από πού προέρχεται ο μαρξισμός;

Βλέπουμε ότι η αναζήτηση της αλυσίδας των προτσές μας οδηγεί αναγκαστικά σε λεπτομερειακές και

ολοκληρωμένες μελέτες. Ακόμα περισσότερο, αναζητώντας από που προέρχεται ο μαρξισμός, θα

οδηγηθούμε στη διαπίστωση πως η θεωρία αυτή είναι η ίδια η συνείδηση του προλεταριάτου. Βλέπουμε

(είτε είμαστε υπέρ είτε είμαστε κατά του μαρξισμού) πως το προλεταριάτο υπάρχει. Και τότε ξαναρωτάμε:

από πού προέρχεται το προλεταριάτο;

Ξέρουμε πως προέρχεται από ένα οικονομικό σύστημα: τον καπιταλισμό. Ξέρουμε, πως η διαίρεση της

κοινωνίας σε τάξεις, πως η πάλη των τάξεων, δεν γεννήθηκαν από τον μαρξισμό, όπως ισχυρίζονται οι

αντίπαλοί μας. Αντίθετα, ο μαρξισμός διαπιστώνει την ύπαρξη αυτής της πάλης των τάξεων και αντλεί τη

δύναμη του από το προλεταριάτο που ήδη υπάρχει.

Φτάνουμε λοιπόν, από προτσές σε προτσές, να εξετάσουμε τους όρους της ύπαρξης του καπιταλισμού.

Έχουμε έτσι μια αλυσίδα από προτσές, που μας δείχνει ότι όλα επιδρούν πάνω σε όλα. Είναι ο νόμος της

αλληλεπίδρασης.

Για να τελειώνουμε μ’ αυτά τα δύο παραδείγματα του μήλου και του Εργατικού Πανεπιστημίου του

Παρισιού, ας δούμε πως θα είχε προχωρήσει ένας μεταφυσικός.

Στο παράδειγμα του μήλου, δε θα μπορούσε παρά να σκεφτεί: «από πού προέρχεται το μήλο»; Και θα

του ήταν αρκετή η απάντηση: «Το μήλο προέρχεται από το δέντρο». Δε θα ερευνούσε πιο πέρα.

Για το Εργατικό Πανεπιστήμιο, θα του έφτανε να πει σχετικά με την προέλευσή του, ότι ιδρύθηκε από μια

ομάδα ανθρώπων που θέλουν «να διαφθείρουν τον γαλλικό λαό», ή άλλες μωρολογίες...

Αλλά ο διαλεχτικός βλέπει όλες τις αλυσίδες των προτσές, που καταλήγουν στη μία περίπτωση στο μήλο

και στην άλλη στο Εργατικό Πανεπιστήμιο. Ο διαλεχτικός συνδέει το μερικό γεγονός, τη λεπτομέρεια, με το

σύνολο.

Συνδέει το μήλο με το δέντρο και προχωρεί ακόμα πιο πέρα, ως τη φύση στο σύνολό της. Το μήλο δεν

είναι μόνο καρπός της μηλιάς αλλά και καρπός όλης της φύσης.

Το Εργατικό Πανεπιστήμιο δεν είναι μόνο «καρπός» του προλεταριάτου, αλλά και «καρπός» της

καπιταλιστικής κοινωνίας.

Βλέπουμε λοιπόν ότι, αντίθετα απ’ τον μεταφυσικό που θεωρεί τον κόσμο σαν ένα σύνολο από

αμετάβλητα πράγματα, ο διαλεχτικός θα δει τον κόσμο σαν ένα σύνολο από προτσές. Κι αφού η

διαλεχτική άποψη ισχύει για τη φύση και για τις επιστήμες, ισχύει το ίδιο και για την κοινωνία.

«Η παλιά μέθοδος έρευνας και σκέψης, που ο Χέγκελ την ονομάζει μεταφυσική μέθοδο και που

προτιμούσε ν’ ασχολείται με τη μελέτη των πραγμάτων που τα θεωρούσε σαν αμετάβλητα αντικείμενα

οριστικά δοσμένα ..., είχε στον καιρό της τη μεγάλη ιστορική της δικαίωση», (Ένγκελς, Λουδ. Φόϋερμπαχ,

σελ. 35).

Page 69: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Κατά συνέπεια, μελετούσαν εκείνη την εποχή όλα τα πράγματα, και την κοινωνία, σαν ένα σύνολο από

«αμετάβλητα αντικείμενα, οριστικά δοσμένα», που όχι μόνο δεν αλλάζουν, αλλά, ιδιαίτερα η κοινωνία, δεν

είναι προορισμένα να εξαφανιστούν.

Ο Ένγκελς σημειώνει την κεφαλαιώδη σημασία της διαλεχτικής, αυτής «της μεγάλης και θεμελιακής ιδέας

σύμφωνα με την οποία ο κόσμος δεν πρέπει να θεωρείται σαν ένα σύμπλεγμα από πράγματα τελειωμένα,

αλλά σαν ένα σύμπλεγμα από προτσές, όπου τα πράγματα, φαινομενικά σταθερά, όπως επίσης και οι

διανοητικές τους αντανακλάσεις στον εγκέφαλό μας, οι ιδέες, περνάν από μια αδιάκοπη εναλλαγή

γίγνεσθαι και φθοράς όπου τελικά, μ’ όλα τα φαινομενικά τυχαία γεγονότα και μ’ όλες τις στιγμιαίες

επιστροφές προς τα πίσω, καταλήγει να αναφανεί μια προοδευτική εξέλιξη», (στο παραπάνω έργο, σελ.

34).

Η καπιταλιστική λοιπόν κοινωνία δεν πρέπει να θεωρείται, ούτε αυτή, σαν ένα σύμπλεγμα από τελειωμένα

πράγματα. Αντίθετα, πρέπει να μελετηθεί σαν ένα σύμπλεγμα από προτσές.

Οι μεταφυσικοί ξέρουν καλά, πως η καπιταλιστική κοινωνία δεν υπήρχε ανέκαθεν, και δέχονται πως έχει

μια ιστορία, αλλά νομίζουν ότι, με την εμφάνιση της καπιταλιστικής κοινωνίας, η κοινωνία έπαψε να

εξελίσσεται και θα παραμείνει από δω και πέρα «οριστικά αμετάβλητη». Θεωρούν όλα τα πράγματα σαν

τελειωμένα και όχι σαν την αρχή ενός νέου προτσές. Ο μύθος της δημιουργίας του κόσμου από τον Θεό,

είναι μια ερμηνεία του κόσμου, σα να είναι ένα σύμπλεγμα από τελειωμένα πράγματα. Ο Θεός έκανε κάθε

μέρα ένα έργο οριστικά τελειωμένο. Έφτιαξε τα φυτά, τα ζώα, τον άνθρωπο μια για πάντα. Από δω

προέρχεται η θεωρία του φιξισμού.

Η διαλεχτική κρίνει τα πράγματα με έναν τρόπο αντίθετο. Δε θεωρεί τα πράγματα σαν «αμετάβλητα

αντικείμενα», αλλά σε «κίνηση». Γι’ αυτήν δεν υπάρχει κανένα πράγμα τελειωμένο, γιατί το κάθε πράγμα

είναι πάντα το τέλος ενός προτσές και η αρχή ενός άλλου προτσές, κάθε πράγμα βρίσκεται πάντα σε

μεταβολή, πάντα σε εξέλιξη. Γι’ αυτό ακριβώς είμαστε τόσο βέβαιοι για τη μεταβολή της καπιταλιστικής

κοινωνίας σε κοινωνία σοσιαλιστική. Αφού τίποτα δεν είναι οριστικά τελειωμένο, η καπιταλιστική κοινωνία

είναι το τέλος ενός προτσές, που θα το διαδεχτεί η σοσιαλιστική κοινωνία, ύστερα η κομμουνιστική

κοινωνία και η διαδοχή θα συνεχιστεί. Υπάρχει και θα υπάρχει συνεχώς μια εξέλιξη.

Αλλά εδώ πρέπει να προσέξουμε. Δεν πρέπει να θεωρούμε τη διαλεχτική σαν κάτι το μοιραίο, οπόταν θα

μπορούσε κανείς να συμπεράνει: «αφού είστε τόσο βέβαιοι για τη μεταβολή που επιθυμείτε, γιατί

αγωνίζεστε;». Γιατί, όπως είπε ο Μαρξ, «για να γεννηθεί η σοσιαλιστική κοινωνία, θα χρειαστεί μια μαμή».

Από δω βγαίνει η ανάγκη της επανάστασης, της δράσης.

Τα πράγματα, λοιπόν, δεν είναι τόσο απλά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τον ρόλο των ανθρώπων, που

μπορούν να προωθήσουν ή να επιβραδύνουν αυτή τη μεταβολή. (Θα ξαναδούμε αυτό το ζήτημα στο

πέμπτο κεφάλαιο αυτού του μέρους, όταν θα μιλήσουμε για τον «ιστορικό υλισμό»).

Αυτό που διαπιστώνουμε, για την ώρα, είναι πως υπάρχει σε κάθε πράγμα αλυσίδα από προτσές, που

παράγονται απ’ την εσωτερική δύναμη των πραγμάτων (τον αυτοδυναμισμό). Διαπιστώνουμε ακόμα, και

επιμένουμε στο σημείο αυτό, ότι για τη διαλεχτική τίποτα δεν είναι τελειωμένο. Θα πρέπει να θεωρούμε ότι

η εξέλιξη των πραγμάτων δεν έχει ποτέ τελική σκηνή. Στο θέατρο του κόσμου, με το τέλος ενός έργου,

αρχίζει η πρώτη πράξη ενός άλλου. Και, πιο σωστά, αυτή η πρώτη πράξη είχε κιόλας αρχίσει στην

τελευταία πράξη του προηγούμενου έργου.

2. Οι μεγάλες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα

Page 70: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Εκείνο που προκάλεσε την εγκατάλειψη του μεταφυσικού πνεύματος και που υποχρέωσε τους

επιστήμονες και ύστερα τον Μαρξ και τον Ένγκελς να θεωρήσουν τα πράγματα στη διαλεχτική τους

κίνηση, είναι, καθώς ξέρουμε, οι ανακαλύψεις που πραγματοποιήθηκαν τον 19ο αιώνα. Τρεις μεγάλες

ανακαλύψεις συντελέσανε κυριότερα στην εξέλιξη της διαλεχτικής, αυτές που σημειώνονται από τον

Ένγκελς στο βιβλίο του Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ (σελ. 35 και 36).

α) Η ανακάλυψη του κύτταρου και της εξέλιξής του27

Πριν από την ανακάλυψη αυτή, είχαν πάρει σα βάση συλλογισμού τον «φιξισμό». Θεωρούσαν τα είδη σαν

ξένα αναμεταξύ τους. Διακρίνανε κατηγορηματικά απ’ τη μία μεριά το ζωικό βασίλειο κι απ’ την άλλη το

φυτικό βασίλειο.

Έρχεται όμως ύστερα η ανακάλυψη αυτή, που επιτρέπει να καθοριστεί αυτή η ιδέα της «εξέλιξης», που οι

στοχαστές και οι σοφοί του 18ου αιώνα είχαν κιόλας φέρει στην επιφάνεια. Μ’ αυτήν μπορούμε να

καταλάβουμε, ότι η ζωή είναι φτιαγμένη από μια διαδοχή από θανάτους και γεννήσεις και ότι κάθε

ζωντανό ον είναι ένας συνδυασμός από κύτταρα. Η διαπίστωση αυτή δεν αφήνει πια κανένα σύνορο

ανάμεσα στα ζώα και στα φυτά και διώχνει έτσι τη μεταφυσική αντίληψη.

β) Η ανακάλυψη της μετατροπής της ενέργειας

Άλλοτε, η επιστήμη πίστευε ότι ο ήχος, η θερμότητα, το φως λ.χ., δεν είχαν καμιά σχέση μεταξύ τους.

Ανακαλύπτουν, λοιπόν, ότι το καθένα απ’ αυτά τα διαφορετικά φαινόμενα μπορεί να πάρει τη μορφή του

άλλου, ότι υπάρχουν αλυσίδες από προτσές, τόσο στην αδρανή ύλη όσο και στη ζωντανή φύση. Η

αποκάλυψη αυτή είναι ένα ακόμα χτύπημα για το μεταφυσικό πνεύμα.

γ) Η ανακάλυψη της εξέλιξης του ανθρώπου και των ζώων

Ο Ντάρβιν λέει ο Ένγκελς, αποδείχνει ότι όλα τα προϊόντα της φύσης είναι αποτέλεσμα ενός μακρόχρονου

προτσές εξέλιξης μικρών μονοκύτταρων σπερμάτων στην αρχή τους. Όλα είναι προϊόντα ενός

μακρόχρονου προτσές που έχει αρχή το κύτταρο.

Και ο Ένγκελς συμπεραίνει, ότι, χάρη στις τρεις αυτές μεγάλες ανακαλύψεις, μπορούμε να

παρακολουθήσουμε τον στενό δεσμό όλων των φαινομένων της φύσης όχι μόνο μέσα στους

διαφορετικούς τομείς, αλλά και ανάμεσα στους διαφορετικούς τομείς.

Οι επιστήμες, λοιπόν, επιτρέψανε να διατυπωθεί ο δεύτερος αυτός νόμος της αλληλεπίδρασης.

Ανάμεσα στο φυτικό, το ζωικό και το ορυκτό βασίλειο, δεν υπάρχουν χωρίσματα, αλλά μόνον προτσές.

Όλα συνδέονται. Κι αυτό είναι αλήθεια και για την κοινωνία. Οι διάφορες κοινωνίες, που ζήσανε στη

διάρκεια της ιστορίας των ανθρώπων, θα πρέπει να θεωρούνται σαν μια σειρά αλυσίδες από προτσές,

που η κάθε μία προέρχεται αναγκαστικά από κείνη που προηγήθηκε.

Θα πρέπει λοιπόν να θυμόμαστε, ότι η επιστήμη, η φύση και η κοινωνία πρέπει να εξετάζονται σαν μια

αλυσίδα από προτσές, και ότι ο κινητήρας, που ενεργεί για το ξετύλιγμα αυτής της αλυσίδας, είναι ο

αυτοδυναμισμός.

3. Η ιστορική ή σπειροειδής εξέλιξη

27 Οι Schwann και Schleiden, με την ανακάλυψη του κύτταρου, της μονάδας απ’ όπου εξελίσσεται, με τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίηση, κάθε φυτικός και ζωικός οργανισμός, αποκατάστησαν τη συνοχή των δυο μεγάλων βασιλείων της ζωντανής φύσης.

Page 71: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Αν εξετάσουμε από κοντά το προτσές που αρχίζουμε να γνωρίζουμε, βλέπουμε ότι το μήλο είναι

αποτέλεσμα μια αλυσίδας από προτσές. Από που προέρχεται το μήλο; Το μήλο προέρχεται από τη μηλιά.

Από πού προέρχεται η μηλιά; Από το μήλο. Μπορεί λοιπόν να σκεφτούμε πως πέσαμε σ’ έναν φαύλο

κύκλο, που γυρίζουμε σ’ αυτόν για να ξαναρχόμαστε πάντα στο ίδιο σημείο. Δέντρο, μήλο. Μήλο, δέντρο.

Το ίδιο συμβαίνει αν πάρουμε το παράδειγμα του αυγού και της κότας. Από πού προέρχεται το αυγό; Απ’

την κότα. Από πού προέρχεται η κότα; Απ’ το αυγό.

Αν βλέπαμε έτσι τα πράγματα, δεν θα είχαμε πια ένα προτσές, αλλά έναν κύκλο. Αυτή η φαινομενική όψη

των πραγμάτων δημιούργησε την ιδέα της «αιώνιας επιστροφής». Την ιδέα δηλαδή ότι ξαναγυρίζουμε

πάντα στο ίδιο σημείο, στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε.

Ας δούμε, όμως, με ακρίβεια, πως μπαίνει το πρόβλημα:

1. Να ένα μήλο.

2. Αυτό, όταν αποσυντεθεί, δίνει ένα ή πολλά δέντρα.

3. Κάθε δέντρο δε δίνει ένα μήλο, αλλά πολλά μήλα.

Δεν ξαναγυρίζουμε λοιπόν στο ίδιο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε, ξαναρχόμαστε στο μήλο, αλλά σε

διαφορετικό επίπεδο.

Το ίδιο, αν ξεκινήσουμε απ’ το δέντρο, θα έχουμε:

1. Ένα δέντρο που δίνει

2. Μήλα, που κι αυτά τα μήλα θα δώσουν

3. Πολλά δέντρα.

Και δω ξαναγυρίζουμε στο δέντρο, αλλά σε διαφορετικό επίπεδο. Η άποψη έγινε πλατύτερη.

Δεν έχουμε λοιπόν έναν κύκλο, όπως κόντευε να μας κάνει να πιστέψουμε η φαινομενική όψη των

πραγμάτων, αλλά ένα προτσές εξέλιξης που θα ονομάσουμε ιστορική εξέλιξη. Η ιστορία αποδείχνει, ότι ο

χρόνος δεν περνάει χωρίς ν’ αφήνει ίχνη. Ο χρόνος περνάει, αλλά δεν ξαναγυρίζουν οι ίδιες εξελίξεις. Ο

κόσμος, η φύση, η κοινωνία αποτελούν μια ιστορική εξέλιξη, μια εξέλιξη που στη φιλοσοφική διάλεκτο

ονομάζουμε «σπειροειδή».

Χρησιμοποιούμε την εικόνα αυτή, για να παραστήσουμε τις ιδέες. Είναι ένας παραλληλισμός για να

απεικονίσουμε το γεγονός ότι τα πράγματα εξελίσσονται σ’ ένα κυκλικό προτσές, αλλά δεν ξαναγυρίζουν

στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν, ξαναγυρίζουν λιγάκι πιο ψηλά, σ’ ένα άλλο επίπεδο, κι αυτό συνεχίζεται

έτσι ώστε να διαγράφεται μια ανιούσα σπειροειδή γραμμή.

Ο κόσμος, λοιπόν, η φύση, η κοινωνία, έχουν μια εξέλιξη ιστορική (σπειροειδή), κι αυτό που κινεί αυτή την

εξέλιξη, είναι -ας μην το ξεχνάμε- ο αυτοδυναμισμός.

4. Συμπέρασμα

Μελετήσαμε παραπάνω, στα πρώτα ατά κεφάλαια για τη διαλεχτική, τους δύο πρώτους νόμους: της

μεταβολής και της αλληλεπίδρασης. Αυτό ήταν απαραίτητο για να μπορέσουμε ν’ αρχίσουμε τη μελέτη του

νόμου της αντίφασης, που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε την κινητήρια δύναμη της «διαλεχτικής

μεταβολής», τον αυτοδυναμισμό.

Στο πρώτο κεφάλαιο, που αναφερόταν στη μελέτη της διαλεχτικής, είδαμε γιατί επικράτησε για πολύν

καιρό η μεταφυσική αντίληψη και όχι αυτή η θεωρία και γιατί ο υλισμός του 18ου αιώνα ήταν μεταφυσικός.

Καταλαβαίνουμε τώρα καλύτερα, αφού ρίξαμε μια ματιά στις τρεις μεγάλες ανακαλύψεις του 19ου αιώνα,

που επιτρέψανε στον υλισμό ν’ αναπτυχθεί και να γίνει διαλεχτικός, γιατί ήταν αναγκαίο να περάσει η

Page 72: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ιστορία της φιλοσοφίας αυτής απ’ τις τρεις μεγάλες περίοδες που γνωρίσαμε: α) τον υλισμό της

αρχαιότητας (θεωρία των ατόμων), β) τον υλισμό του 18ου αιώνα (μηχανιστικός και μεταφυσικός), για να

φτάσει τελικά γ) στον διαλεχτικό υλισμό.

Είχαμε πει ότι ο υλισμός γεννήθηκε από τις επιστήμες και ότι ήταν δεμένος με αυτές. Τώρα, ύστερα απ’ τα

τρία αυτά κεφάλαια, μπορούμε να καταλάβουμε πόσο αυτό είναι αληθινό. Είδαμε στη μελέτη αυτής της

διαλεχτικής κίνησης και μεταβολής, κι έπειτα στη μελέτη του νόμου της αλληλεπίδρασης, ότι όλοι οι

συλλογισμοί μας είναι βασισμένοι στις επιστήμες.

Σήμερα που οι επιστημονικές μελέτες έχουν ειδικευτεί απεριόριστα και που οι επιστήμονες (που κατά

κανόνα αγνοούν τον διαλεχτικό υλισμό) δεν μπορούν μερικές φορές να καταλάβουν τη σημασία των επί

μέρους ανακαλύψεών τους, σε σχέση με το σύνολο των επιστημών, ο ρόλος της φιλοσοφίας –που η

αποστολή της, καθώς το είπαμε, είναι να δώσει μια εξήγηση του κόσμου και των πιο γενικών

προβλημάτων-, ιδιαίτερα η αποστολή του διαλεχτικού υλισμού, είναι να συγκεντρώσει όλες τις επί μέρους

ανακαλύψεις της κάθε επιστήμης, για να κάνει απ’ αυτές τη σύνθεση και να δώσει έτσι μια θεωρία, που

μας κάνει ολοένα και πιο πολύ, όπως έλεγε ο Ντεκάρτ, «αφέντες και κύριους της φύσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΤΡΙΤΟΣ ΝΟΜΟΣ: Η ΑΝΤΙΦΑΣΗ

1. Η ζωή και ο θάνατος

2. Τα πράγματα μετασχηματίζονται στο αντίθετό τους

3. Κατάφαση, άρνηση και άρνηση της άρνησης

4. Συγκεφαλαιώνουμε

5. Η ενότητα των αντιθέτων

6. Πλάνες που πρέπει να αποφύγουμε

7. Πραχτικές συνέπειες της διαλεχτικής

Είδαμε ότι η διαλεχτική θεωρεί τα πράγματα σαν να είναι σε αέναη μεταβολή, σε αδιάκοπη εξέλιξη, με μια

λέξη, σε διαλεχτική κίνηση (Πρώτος νόμος).

Αυτή η διαλεχτική κίνηση είναι δυνατή, γιατί κάθε πράγμα, τη στιγμή που το μελετάμε, είναι το αποτέλεσμα

μιας αλυσίδας από προτσές, δηλαδή μιας σειράς από φάσεις που βγαίνουν η μία από την άλλη. Και,

προχωρώντας στη μελέτη μας, είδαμε ότι αυτή η αλυσίδα από προτσές αναπτύσσεται αναγκαστικά

αναπόφευκτα μέσα στο χρόνο σε μία προοδευτική κίνηση «μ’ όλες τις στιγμιαίες επιστροφές προς τα

πίσω». Ονομάσαμε αυτή την εξέλιξη «ιστορική εξέλιξη» ή «σπειροειδή», και ξέρουμε ότι αυτή η εξέλιξη

παράγεται μόνη της, από αυτοδυναμισμό.

Αλλά, ποιοι είναι τώρα οι νόμοι του αυτοδυναμισμού; Ποιοι είναι οι νόμοι που επιτρέπουν στις φάσεις να

προκύπτουν η μια από την άλλη; Είναι αυτοί που τους ονομάζουμε «οι νόμοι της διαλεχτικής κίνησης».

Η διαλεχτική μας μαθαίνει ότι τα πράγματα δεν είναι αιώνια: γεννιούνται, ωριμάζουν, γερνούν και

καταλήγουν σ’ ένα τέλος, σ’ ένα θάνατο.

Όλα τα πράγματα περνούν απ’ αυτές τις φάσεις: γέννηση, ωριμότητα, γεράματα, τέλος. Γιατί τα πράγματα

είναι έτσι; Γιατί τα πράγματα δεν είναι αιώνια;

Εδώ βρίσκεται ένα παλιό ερώτημα, που κινούσε πάντα το ζωηρό ενδιαφέρον της ανθρωπότητας. Γιατί

πρέπει κανείς να πεθαίνει; Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν αυτή την αναγκαιότητα και, στην πορεία της

Page 73: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ιστορίας, ονειρεύτηκαν την αιώνια ζωή, τα μέσα για ν’ αλλάξουν την κατάσταση αυτή, στο μεσαίωνα λόγου

χάρη εφευρίσκοντας μαγικά ποτά (ελιξίρια της νεότητας ή της ζωής).

Γιατί λοιπόν αυτό που γεννιέται είναι υποχρεωμένο να πεθάνει; Αυτός είναι ένας μεγάλος νόμος της

διαλεχτικής, που θα πρέπει να τον αντιπαραβάλουμε με τη μεταφυσική, για να τον καταλάβουμε καλά.

1. Η ζωή και ο θάνατος

Από μεταφυσική άποψη, εξετάζουν τα πράγματα μ’ έναν τρόπο διαχωριστικό, παίρνοντάς τα «καθ’

εαυτά». Και, επειδή η μεταφυσική μελετά τα πράγματα έτσι, τα βλέπει και μ’ έναν τρόπο μονόπλευρο,

δηλαδή από τη μια μονάχα όψη. Γι’ αυτόν τον λόγο μπορεί κανείς να πει, πως αυτοί που βλέπουν τα

πράγματα μονόπλευρα είναι μεταφυσικοί. Κοντολογίς, όταν ένας μεταφυσικός εξετάζει το φαινόμενο που

ονομάζει ζωή, το κάνει χωρίς να συνδέει το φαινόμενο τούτο με ένα άλλο. κοιτάζει τη ζωή για αυτή την ίδια

και μέσα σ’ αυτή την ίδια, μ’ έναν τρόπο μονόπλευρο. Τη βλέπει από μια μεριά. Εξετάζοντας τον θάνατο,

θα κάνει το ίδιο πράγμα, θα εφαρμόσει τη μονόπλευρή του άποψη και θα συμπεράνει: Η ζωή είναι ζωή και

ο θάνατος είναι θάνατος. Ανάμεσα στα δυο δεν υπάρχει τίποτα το κοινό. Δεν μπορεί κανείς να είναι

ταυτόχρονα ζωντανός και νεκρός, γιατί είναι δυο πράγματα ενάντια, ολότελα αντίθετα το ένα με τ’ άλλο.

Βλέποντας έτσι τα πράγματα, τα βλέπουν επιφανειακά. Αν τα εξετάσουμε από πιο κοντά, θα δούμε πρώτα

– πρώτα πως δεν μπορούμε να τα αντιτάσσουμε το ένα στο άλλο πως δεν μπορούμε ούτε να τα

χωρίζουμε έτσι απότομα, αφού η πείρα και η πραγματικότητα μας δείχνουν ότι ο θάνατος συνεχίζει τη

ζωή, ότι ο θάνατός προέρχεται από εκείνο που ζει.

Κι η ζωή, μπορεί να προέλθει απ’ τον θάνατο; Ναι. Γιατί τα συστατικά του νεκρού σώματος θα

μετασχηματισθούν σε λίγο, για να γεννήσουν άλλες ζωές και για να χρησιμεύσουν λόγου χάρη για

λίπασμα στη γη, που θα γίνει πιο γόνιμη. Ο θάνατος σε πολλές περιπτώσεις θα βοηθήσει τη ζωή, η

θάνατος θα επιτρέψει στη ζωή να γεννηθεί. Ακόμα και μέσα στα ίδια τα ζωντανά σώματα, η ζωή είναι

δυνατή μονάχα γιατί υπάρχει μια αδιάκοπη αντικατάσταση των κυττάρων που πεθαίνουν από άλλα που

γεννιούνται28

Η ζωή λοιπόν και ο θάνατος μετασχηματίζονται συνεχώς το ένα στο άλλο, και σ’ όλα τα πράγματα

διαπιστώνουμε την ισχύ του μεγάλου αυτού νόμου: παντού τα πράγματα μετασχηματίζονται στ’ αντίθετά

τους.

2. Τα πράγματα μετασχηματίζονται στο αντίθετό τους

Οι μεταφυσικοί αντιτάσσουν τα αντίθετα, αλλά η πραγματικότητα μας αποδείχνει ότι τα αντίθετα

μετασχηματίζονται το ένα στο άλλο, ότι τα πράγματα δεν μένουν τα ίδια, μετασχηματίζονται στα αντίθετά

τους.

28 «Χωρίς αμφιβολία, όσο εξετάζουμε τα πράγματα σε στάση και χωρίς ζωή, το καθένα χωριστά, το ένα πλάι στο άλλο και το ένα ύστερα απ’ τ’ άλλο, δε συναντάμε καμιά αντίφαση σ’ αυτά. Βρίσκουμε τότε ορισμένες ιδιότητες, άλλες κοινές, άλλες διαφορετικές, ή ακόμα αντίθετες ανάμεσά τους, αλλά, στην περίπτωση αυτή, μοιρασμένες σε διαφορετικά αντικείμενα, που δεν κλείνουν, άρα, μέσα τους αντίφαση. Μέσα στα όρια αυτού του πεδίου παρατήρησης, τα βγάζουμε πέρα με τον συνηθισμένο τρόπο σκέψης, τον μεταφυσικό. Συμβαίνει όμως εντελώς διαφορετικά απ’ τη στιγμή που εξετάζουμε τα πράγματα στην κίνησή τους, στη μεταβολή τους, στη ζωή τους, στην αμοιβαία επίδραση του ενός πάνω στο άλλο. Τότε μπαίνουμε αμέσως στις αντιφάσεις». Ένγκελς, Αντι – Ντίρινγκ, σελ 181-182.

Page 74: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Όταν εξετάζουμε την αλήθεια και την πλάνη, σκεφτόμαστε: ανάμεσά τους δεν υπάρχει τίποτα το κοινό. Η

αλήθεια είναι αλήθεια και η πλάνη είναι πλάνη. Αυτό είναι μια άποψη μονόπλευρη, που αντιτάσσει

απόλυτα τα δυο αντίθετα, όπως στην περίπτωση της ζωής και του θανάτου.

Κι όμως, αν πούμε: «Δες! Βρέχει!», συμβαίνει κάποτε να μην έχουμε τελειώσει την κουβέντα μας και δεν

βρέχει πια. Αυτή η φράση ήταν σωστή όταν την αρχίσαμε, μα μεταβλήθηκε κιόλας σε πλάνη. (Ακόμα κι οι

αρχαίο Έλληνες το είχαν προσέξει αυτό και έλεγαν, ότι για να μη διαψεύδεται κανένας δεν πρέπει να λέει

τίποτα!).

Ας ξαναπάρουμε το παράδειγμα του μήλου. Βλέπουμε καταγής ένα μήλο ώριμο και λέμε: «Να ένα μήλο

ώριμο». Κι όμως βρίσκεται στο χώμα εδώ και αρκετό καιρό κι αρχίζει κιόλας να αποσυντίθεται, έτσι που η

αλήθεια γίνεται πλάνη.

Και οι επιστήμες μας δίνουν πολλά παραδείγματα νόμων που τους θεωρούσαν πολλά χρόνια σαν

«αλήθειες» και που με την επιστημονική πρόοδο ξεσκεπάστηκαν κάποτε σαν «πλάνες».

Βλέπουμε λοιπόν ότι η αλήθεια μεταβάλλεται σε πλάνη. Αλλά μήπως και η πλάνη μεταβάλλεται σε

αλήθεια;

Στα πρώτα βήματα του πολιτισμού, συγκεκριμένα στην Αίγυπτο, οι άνθρωποι φαντάζονταν μάχες

ανάμεσα στους θεούς, για να εξηγήσουν την ανατολή και τη δύση του ήλιου. Όταν λένε ότι οι θεοί

σπρώχνουν ή τραβούν τον ήλιο για να τον κινήσουν, αυτό είναι πλάνη. Αλλά η επιστήμη δικαιολογεί

κάπως αυτόν τον συλλογισμό, λέγοντας ότι υπάρχουν δυνάμεις (που είναι άλλωστε καθαρά φυσικές), που

κάνουν τον ήλιο να κινείται. Βλέπουμε λοιπόν ότι η πλάνη δεν είναι πέρα για πέρα αντίθετη στην αλήθεια.

Πώς όμως είναι δυνατό να μεταβάλλονται τα πράγματα στα αντίθετά τους; Πώς η ζωή μεταβάλλεται σε

θάνατο;

Αν δεν υπήρχε παρά μόνο η ζωή, ζωή 100%, δε θα μπορούσε να υπάρξει ποτέ ο θάνατος. Κι αν ο

θάνατος ήταν πέρα για πέρα τέτοιος, θάνατος 100%, θα ήταν αδύνατο να μετατρέπεται το ένα σε άλλο.

αλλά υπάρχει κιόλας θάνατος μέσα στη ζωή και ζωή μέσα στο θάνατο.

Παρατηρώντας από κοντά βλέπουμε, ότι ένα ζωντανό ον αποτελείται από κύτταρα, ότι αυτά τα κύτταρα

ανανεώνονται, ότι εξαφανίζονται και ξαναπαρουσιάζονται στην ίδια θέση. Ζουν και πεθαίνουν αδιάκοπα

μέσα σ’ ένα ζωντανό οργανισμό, όπου, άρα, υπάρχει ζωή και θάνατος.

Ξέρουμε επίσης ότι τα γένια ενός πεθαμένου εξακολουθούν να μεγαλώνουν. Το ίδιο συμβαίνει με τα νύχια

και τα μαλλιά. Να πολύ χαρακτηριστικά φαινόμενα, που αποδείχνουν ότι η ζωή συνεχίζεται μέσα στο

θάνατο.

Στη Σοβιετική Ένωση διατηρούν μέσα σε ειδικές συνθήκες αίμα νεκρού, που χρησιμεύει για μετάγγιση

αίματος. Έτσι, με το αίμα ενός πεθαμένου ξαναπαίρνει απάνω του ένας ζωντανός. Μπορούμε να πούμε

συνεπώς, ότι στην αγκαλιά του θανάτου υπάρχει η ζωή.

«Η ζωή, λοιπόν, είναι επίσης μια αντίφαση ‘’που υπάρχει μέσα στα ίδια τα πράγματα και στα φαινόμενα’’,

μια αντίφαση που συνεχώς δημιουργείται και λύνεται, και μόλις η αντίφαση πάψει, παύει και η ζωή, έρχεται

ο θάνατος» (Ένγκελς, Αντι – Ντίρινγκ, σελ. 183).

Άρα όχι μονάχα μεταβάλλονται τα πράγματα περνώντας απ’ τη μια μορφή στην άλλη, αλλά ακόμα κάθε

πράγμα δεν είναι μόνο ο εαυτός του, γιατί κάθε πράγμα κλείνει μέσα του το αντίθετό του.

Κάθε πράγμα κλείνει μέσα του ταυτόχρονα τον ίδιο τον εαυτό του και το αντίθετό του.

Αν παραστήσουμε ένα πράγμα με ένα κύκλο, θα έχουμε μια δύναμη που σπρώχνει αυτό το πράγμα προς

τη ζωή σπρώχνοντας λόγου χάρη από το κέντρο προς τα έξω (εφελκυσμός) , αλλά θα έχουμε επίσης

δυνάμεις που σπρώχνουν αυτό το πράγμα σε μια αντίθετη κατεύθυνση, τις δυνάμεις του θανάτου που

Page 75: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

σπρώχνουν από τα έξω προς το κέντρο (θλίψη). [Σημείωση του μεταφραστή: Θλίψη λέγεται η αντίσταση

που φέρνουν τα μόρια ενός σώματος στον εφελκυσμό].

Έτσι, στο εσωτερικό κάθε πράγματος συνυπάρχουν αντίθετες δυνάμεις, ανταγωνισμοί.

Τι γίνεται ανάμεσα σ’ αυτές τις δυνάμεις; Παλεύουν. Κατά συνέπεια τα πράγματα δεν κινούνται από μια

δύναμη που ενεργεί σε μια κατεύθυνση μονάχα, αλλά στην πραγματικότητα κάθε πράγμα κινείται από δυο

δυνάμεις με αντίθετες κατευθύνσεις. Προς την κατάφαση και προς την άρνηση των πραγμάτων, προς τη

ζωή και προς τον θάνατο. Τι πάει να πει: κατάφαση και άρνηση των πραγμάτων.

Υπάρχουν μέσα στη ζωή δυνάμεις που συγκρατούν τη ζωή, που τείνουν προς την κατάφαση της ζωής.

Καθώς επίσης υπάρχουν μέσα στους ζωντανούς οργανισμούς δυνάμεις που τείνουν προς την άρνηση. Σ’

όλα τα πράγματα υπάρχουν δυνάμεις που τείνουν προς την κατάφαση και δυνάμεις που τείνουν προς την

άρνηση, κι ανάμεσα στην κατάφαση και στην άρνηση υπάρχει αντίφαση.

(Αν αναγκαζόμαστε κάποτε να χρησιμοποιούμε λέξεις λιγότερο ή περισσότερο πολύπλοκες – όπως

διαλεχτική, αυτοδυναμισμός κλπ- ή όρους που φαίνονται αντίθετοι στην κατά παράδοση λογική και

δυσνόητοι, αυτό δεν το κάνουμε επειδή μας αρέσει να περιπλέκουμε τα πράγματα για τη διασκέδασή μας

και για να μιμηθούμε στο σημείο αυτό την αστική τάξη.

Όχι. Αυτή όμως η μελέτη, παρόλο που είναι απλή, προσπαθεί να είναι όσο το δυνατό πλήρης, ώστε να

επιτρέψει στον αναγνώστη να διαβάσει ύστερα ευκολότερα τα φιλοσοφικά έργα των Μαρξ, Ένγκελς και

Λένιν, που χρησιμοποιούν αυτούς τους όρους. Ωστόσο μια και είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούμε

μια διάλεκτο που δεν είναι σε καθημερινή χρήση, προσπαθούμε να την κάνουμε κατανοητή σε όλους,

μέσα στα πλαίσια αυτής της μελέτης).

3. Κατάφαση, άρνηση και άρνηση της άρνησης

Θα πρέπει να κάνουμε εδώ μια διάκριση ανάμεσα σ’ αυτό που ονομάζουμε ρηματική αντίφαση, που

σημαίνει ότι κάποιος σας λέει «ναι» και εσείς απαντάτε «όχι», και στην αντίφαση που μόλις είδαμε και που

την ονομάζουν διαλεχτική αντίφαση, δηλαδή αντίφαση μέσα στα γεγονότα, στα πράγματα.

Όταν μιλάμε για την αντίφαση που υπάρχει στους κόλπους της καπιταλιστικής κοινωνίας, αυτό δε σημαίνει

πως άλλοι λένε ναι και άλλοι όχι, πάνω σε ορισμένες θεωρίες. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μια αντίφαση

μέσα στα πράγματα, ότι υπάρχουν πραγματικές δυνάμεις που αντιμάχονται. Πρώτα – πρώτα μια δύναμη

που τείνει στην κατάφαση του εαυτού της και αυτή είναι η αστική τάξη, που τείνει να διατηρηθεί, ύστερα

μια δεύτερη κοινωνική δύναμη, που τείνει στην άρνηση της αστικής τάξης: αυτή είναι το προλεταριάτο. Η

αντίφαση υπάρχει λοιπόν μέσα στα πράγματα, γιατί η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς να

δημιουργεί το αντίθετό της, το προλεταριάτο.

Όπως λέει ο Μαρξ: «Πριν απ’ όλα, η αστική τάξη δημιουργεί τους ίδιους τους νεκροθάφτες της» (Μαρξ και

Ένγκελς, Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, σελ. 20).

Για να το εμποδίσει αυτό η αστική τάξη θα έπρεπε να αρνηθεί να είναι ο εαυτός της, πράγμα που θα ήταν

παράλογο. Κατά συνέπεια, λέγοντας ναι στον εαυτό της, δημιουργεί την ίδια την άρνησή της.

Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα αβγό, που το γέννησε και το κλώσησε μια κότα. Διαπιστώνουμε ότι μέσα

στο αβγό βρίσκεται το σπέρμα που σε ορισμένη θερμοκρασία και κάτω από ορισμένες συνθήκες

αναπτύσσεται. Αυτό το σπέρμα, όταν αναπτυχθεί, θα δώσει ένα πουλάκι. Έτσι, αυτό το σπέρμα είναι

κιόλας η άρνηση του αβγού. Βλέπουμε λοιπόν ότι, μέσα στ’ αυγό υπάρχουν δυο δυνάμεις: αυτή που τείνει

Page 76: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

στο να μείνει το αβγό αυγό κι αυτή που τείνει στο να γίνει το αβγό πουλάκι. Το αβγό λοιπόν είναι σε

ασυμφωνία με τον ίδιο τον εαυτό του και όλα τα πράγματα είναι σε ασυμφωνία με τον εαυτό τους.

Αυτό μπορεί να φανεί δυσνόητο, γιατί είμαστε συνηθισμένοι στον τρόπο του μεταφυσικού συλλογισμού,

και γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να κάνουμε μια προσπάθεια, για ν’ αποχτήσουμε την καινούργια συνήθεια

να βλέπουμε τα πράγματα στην πραγματική τους φύση.

Κάθε πράγμα αρχίζει σαν κατάφαση που βγαίνει από την άρνηση. Το πουλάκι είναι μια κατάφαση που

βγαίνει από την άρνηση του αβγού. Αυτό είναι μια φάση του προτσές. Αλλά η κότα θα είναι με τη σειρά της

η μορφή που θα πάρει το μικρό πουλί, και, στην καρδιά αυτής της μεταμόρφωσης, θα υπάρχει μια

αντίφαση ανάμεσα στις δυνάμεις που μάχονται για να γίνει το πουλάκι κότα και στις δυνάμεις που

παλεύουν για να μείνει το πουλάκι πουλάκι. Η κότα θα είναι λοιπόν η άρνηση του μικρού πουλιού, που κι

αυτό προερχόταν από την άρνηση του αβγού.

Η κότα θα είναι λοιπόν η άρνηση της άρνησης. Και αυτή είναι η γενική πορεία των φάσεων της

διαλεχτικής.

α) Κατάφαση, λένε επίσης Θέση

β) Άρνηση, ή Αντίθεση

γ) Άρνηση της άρνησης, ή Σύνθεση.

Αυτές οι τρεις λέξεις συνοψίζουν τη διαλεχτική εξέλιξη. Τις χρησιμοποιούν για να παραστήσουν την

αλυσίδα των φάσεων, για να δείξουν ότι κάθε φάση είναι η καταστροφή της προηγούμενης φάσης.

Η καταστροφή είναι μια άρνηση. Το πουλάκι είναι η καταστροφή του αβγού, επειδή με τη γέννηση του

καταστρέφει το αβγό. Το στάχυ του σταριού είναι επίσης η άρνηση του σπόρου του σταριού. Ο σπόρος

μέσα στη γη θα βλαστήσει. Η βλάστηση αυτή είναι η άρνηση του σπόρου του σταριού, που θα δώσει το

φυτό, κι αυτό το φυτό, με τη σειρά του, θα ανθίσει και θα δώσει ένα στάχυ. Αυτό το στάχυ θα είναι η

άρνηση του φυτού ή η άρνηση της άρνησης.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι η άρνηση, για την οποία μιλάει η διαλεχτική, είναι ένας συνοπτικός τρόπος για να

μιλήσει για την καταστροφή. Υπάρχει άρνηση γι’ αυτό που εξαφανίζεται, γι’ αυτό που έχει καταστραφεί.

1. Ο φεουδαλισμός υπήρξε η άρνηση της δουλοχτητικής κοινωνίας.

2. Ο καπιταλισμός είναι η άρνηση του φεουδαλισμού.

3. Ο σοσιαλισμός θα είναι η άρνηση του καπιταλισμού.

Όπως και για την αντίφαση που κάναμε μια διάκριση ανάμεσα στη ρηματική και στη διαλεχτική αντίφαση,

το ίδιο θα πρέπει να νιώσουμε καλά τι είναι ρηματική άρνηση, που λέει «όχι», και η διαλεχτική άρνηση,

που σημαίνει καταστροφή.

Αλλά, αν η άρνηση σημαίνει καταστροφή, δεν πρόκειται εδώ για μια οποιαδήποτε καταστροφή, αλλά για

μια διαλεχτική καταστροφή. Έτσι όταν τσακίζουμε έναν ψύλλο, δεν πεθαίνει από εσωτερική καταστροφή,

από διαλεχτική άρνηση. Η καταστροφή του δεν είναι το αποτέλεσμα αυτοδύναμων φάσεων, είναι το

αποτέλεσμα μιας μεταβολής καθαρά μηχανικής.

Η καταστροφή είναι άρνηση, μόνο αν είναι το προϊόν μιας κατάφασης, αν προκύπτει απ’ αυτήν. Έτσι, το

κλωσημένο αβγό, όντας η κατάφαση του ίδιου του αβγού, γεννά την άρνησή του: γίνεται πουλάκι. Και το

πουλάκι αυτό συμβολίζει την καταστροφή, ή άρνηση του αβγού, τρυπώντας, καταστρέφοντας το τσόφλι.

Μέσα στο πουλάκι βλέπουμε δυο αντίπαλες δυνάμεις: «πουλάκι» και «κότα». Στην εξέλιξη αυτού του

προτσές, η κότα θα γεννήσει αβγά, απ’ όπου έχουμε νέα άρνηση της άρνησης. Απ’ αυτά τα αβγά θα

ξεκινήσει μια καινούργια αλυσίδα από προτσές.

Στο στάρι, βλέπουμε επίσης μια κατάφαση, μια άρνηση και μια άρνηση της άρνησης.

Page 77: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Σαν άλλο παράδειγμα θα φέρουμε το παράδειγμα της υλιστικής φιλοσοφίας.

Στην αρχή βρίσκουμε έναν πρωτόγονο υλισμό, αυθόρμητο, που επειδή βρίσκεται μέσα στην άγνοια,

δημιουργεί την άρνηση του: τον ιδεαλισμό. Αλλά τον ιδεαλισμό, που αρνείται τον παλιό υλισμό, τον

αρνιέται με τη σειρά του ο σύγχρονος ή διαλεχτικός υλισμός, γιατί η φιλοσοφία αναπτύσσεται και

προκαλεί, μαζί με τις επιστήμες, την καταστροφή του ιδεαλισμού. Έχουμε λοιπόν κι εδώ κατάφαση,

άρνηση και άρνηση της άρνησης.

Διαπιστώνουμε επίσης αυτόν τον κύκλο στην εξέλιξη της κοινωνίας.

Διαπιστώνουμε, στην αρχή της ιστορίας, την ύπαρξη μιας πρωτόγονης κομμουνιστικής κοινωνίας,

κοινωνίας χωρίς τάξεις, βασισμένης στην κοινή ιδιοχτησία του εδάφους. Αυτή όμως η μορφή της

ιδιοχτησίας γίνεται εμπόδιο στην ανάπτυξη της παραγωγής και γι’ αυτό δημιουργεί την άρνησή της, την

κοινωνία με τάξεις, που στηρίζεται στην ατομική ιδιοχτησία και στην εκμετάλλευση ανθρώπου από

άνθρωπο. Κι αυτή η κοινωνία όμως κλείνει επίσης μέσα της την ίδια της την άρνηση, γιατί μια ανώτερη

ανάπτυξη των μέσων παραγωγής συνεπάγεται αναγκαστικά την άρνηση της διαίρεσης της κοινωνίας σε

τάξεις, την άρνηση της ατομικής ιδιοχτησίας. Κι έτσι επιστρέφουμε στο σημείο που ξεκινήσαμε, στην

αναγκαιότητα της κομμουνιστικής κοινωνίας, αλλά πάνω σ’ ένα άλλο επίπεδο. Στην αρχή είχαμε μια

ανεπάρκεια προϊόντων, σήμερα υπάρχουν δυνατότητες για μια πολύ ανώτερη παραγωγή.

Ας σημειώσουμε στο ζήτημα αυτό, ότι, σ’ όλα τα παραδείγματα που δώσαμε, ξαναγυρίζουμε στο σημείο

που ξεκινήσαμε, αλλά σ’ ένα άλλο επίπεδο (σπειροειδής εξέλιξη), σ’ ένα επίπεδο ανώτερο.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι η αντίφαση είναι ένας μεγάλος νόμος της διαλεχτικής. Ότι η εξέλιξη είναι μια πάλη

ανταγωνιστικών δυνάμεων. Ότι όχι μόνο τα πράγματα περνούν απ’ τη μια μορφή στην άλλη, αλλά και ότι

κάθε πράγμα μετασχηματίζεται στο αντίθετό του. Ότι τα πράγματα δε συμφωνούν με τον εαυτό τους, γιατί

υπάρχει σ’ αυτά αγώνας ανάμεσα σ’ αντίθετες δυνάμεις, γιατί υπάρχει σ’ αυτά μια εσωτερική αντίφαση.

Σημείωση: Θα πρέπει να προσέξουμε πολύ στο ότι η κατάφαση, η άρνηση, η άρνηση της άρνησης, δεν

είναι παρά εκφράσεις συνοπτικές των στιγμών της διαλεχτικής ανάπτυξης και ότι δεν πρέπει να ζητάμε να

βρίσκουμε παντού αυτές τις τρεις φάσεις. Γιατί δε θα τις βρούμε πάντα όλες, αλλά κάποτε μόνο την

πρώτη ή τη δεύτερη, γιατί η εξέλιξη δεν έχει τελειώσει. Δεν πρέπει λοιπόν να θέλουμε να δούμε μηχανικά

σε όλα τα πράγματα ολοκληρωμένες τις μεταβολές αυτές. Ας συγκρατήσουμε πριν απ’ όλα πως η

αντίφαση είναι ο μεγαλύτερος νόμος της διαλεχτικής. Αυτό είναι το πρωταρχικό.

4. Συγκεφαλαιώνουμε

Ξέρουμε κιόλας, πως η διαλεχτική είναι μια μέθοδος σκέψης, συλλογισμού, ανάλυσης, που επιτρέπει να

κάνουμε καλές παρατηρήσεις και να μελετάμε καλά γιατί μας υποχρεώνει να ζητάμε την πηγή κάθε

πράγματος και να μελετάμε την ιστορία του.

Είδαμε βέβαια, πως η παλιά μέθοδος σκέψης ήταν αναπόφευκτη για την εποχή της. Αλλά, να μελετάμε με

τη διαλεχτική μέθοδο, σημαίνει να διαπιστώνουμε, ας το επαναλάβουμε, πως όλα τα πράγματα,

φαινομενικά ακίνητα, δεν είναι παρά μια αλυσίδα από προτσές, όπου όλα έχουν μια αρχή και ένα τέλος,

όπου στο κάθε πράγμα «τελικά, μ’ όλα τα φαινομενικά τυχαία γεγονότα και μ’ όλες τις στιγμιαίες

επιστροφές προς τα πίσω, καταλήγει να αναφανεί μια προοδευτική εξέλιξη». (Ένγκελς, Φόϋερμπαχ, σελ.

34).

Μονάχα η διαλεχτική μας επιτρέπει να καταλάβουμε την ανάπτυξη, την εξέλιξη των πραγμάτων. Μονάχα

αυτή μας επιτρέπει να καταλάβουμε την καταστροφή των παλιών πραγμάτων και τη γέννηση των

Page 78: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

καινούργιων. Μόνο η διαλεχτική μας κάνει να καταλάβουμε μέσα στις μεταμορφώσεις τους όλες τις

εξελίξεις, θεωρώντας τες σαν σύνολα που αποτελούνται από αντίθετα. Γιατί, για τη διαλεχτική αντίληψη, η

φυσική ανάπτυξη των πραγμάτων, η εξέλιξη, είναι ένας αδιάκοπος αγώνας ανάμεσα σε αντίθετες δυνάμεις

και αρχές.

Αν λοιπόν για τη διαλεχτική ο πρώτος νόμος είναι η διαπίστωση της κίνησης και της μεταβολής: «τίποτα

δε μένει αυτό που είναι, τίποτα δε μένει εκεί που είναι» (Ένγκελς), ξέρουμε τώρα πως η εξήγηση του

νόμου αυτού στηρίζεται στο ότι τα πράγματα μεταβάλλονται, όχι μόνο περνώντας από τη μια μορφή στην

άλλη, αλλά και με τη μετατροπή τους στα αντίθετά τους. Η αντίφαση λοιπόν είναι ένας μεγάλου νόμος της

διαλεχτικής.

Μελετήσαμε τι είναι από διαλεχτική άποψη η αντίφαση, αλλά θα πρέπει ακόμα να επιμείνουμε για να

ξεκαθαρίσουμε ορισμένα σημεία και επίσης για να σημειώσουμε ορισμένα λάθη, που δε θα πρέπει να

κάνουμε.

Απαραίτητα, πρέπει πρώτα – πρώτα να εξοικειωθούμε μ’ αυτή τη θέση, που βρίσκεται σε συμφωνία με

την πραγματικότητα, για τον μετασχηματισμό των πραγμάτων στα αντίθετά τους. Βέβαια, η θέση αυτή

σκοντάφτει στην κρίση μας, μας ξαφνιάζει, γιατί είμαστε συνηθισμένοι να σκεφτόμαστε με την παλιά

μεταφυσική μέθοδο. Αλλά είδαμε γιατί συμβαίνει αυτό. Είδαμε με λεπτομερειακή ανάλυση, με τη βοήθεια

παραδειγμάτων, ότι έτσι συμβαίνει στην πραγματικότητα και την αιτία που τα πράγματα μεταμορφώνονται

στα αντίθετά τους.

Γι’ αυτόν τον λόγο μπορεί κανείς να πει και να βεβαιώσει, ότι αν τα πράγματα αλλάζουν μορφή,

μεταβάλλονται, εξελίσσονται, αυτό γίνεται γιατί βρίσκονται σε αντίφαση με τον εαυτό τους, γιατί φέρνουν

μέσα τους τα αντίθετά τους, γιατί κλείνουν μέσα τους την ενότητα των αντιθέτων.

5. Η ενότητα των αντιθέτων

Κάθε πράγμα είναι μια ενότητα από αντίθετα.

Το να βεβαιώνει κανείς ένα παρόμοιο πράγμα φαίνεται στην αρχή σαν παραλογισμός. «Ένα πράγμα και

το αντίθετό του δεν έχουν ποτέ τίποτα το κοινό», να τι σκέφτονται γενικά. Αλλά για τη διαλεχτική κάθε

πράγμα είναι ταυτόχρονα ο εαυτός του και το αντίθετό του, κάθε πράγμα είναι μια ενότητα από αντίθετα,

και θα πρέπει αυτό να το εξηγήσουμε καλά.

Η ενότητα των αντιθέτων, για ένα μεταφυσικό, είναι κάτι αδύνατο. Γι’ αυτόν τα πράγματα είναι φτιαγμένα

από ένα μόνο κομμάτι, συμφωνούν με τον εαυτό τους. Και να που εμείς βεβαιώνουμε το αντίθετο,

λέγοντας ότι τα πράγματα είναι φτιαγμένα από δύο κομμάτια –απ’ αυτά τα ίδια και τα αντίθετά τους- και ότι

μέσα τους υπάρχουν δυο δυνάμεις που αντιπαλεύουν, γιατί τα πράγματα δεν είναι σύμφωνα με τον εαυτό

τους, γιατί αντιφάσκουν με τον ίδιο τον εαυτό τους.

Αν πάρουμε το παράδειγμα της άγνοιας και της επιστήμης, δηλαδή της γνώσης, ξέρουμε πως από άποψη

μεταφυσική είναι δυο πράγματα πέρα για πέρα ενάντια και αντίθετα το ένα στ’ άλλο. Αυτός που είναι

αγράμματος δεν είναι επιστήμονας και αυτός που είναι επιστήμονας δεν είναι αγράμματος.

Αν εξετάσουμε όμως τα γεγονότα, βλέπουμε ότι δεν επιτρέπουν μια αντίθεση τόσο αυστηρή. Βλέπουμε ότι

στην αρχή βασίλευε η άγνοια, ύστερα ήρθε η επιστήμη. Και διαπιστώνουμε εδώ ότι ένα πράγμα

μεταβάλλεται στο αντίθετό του, η άγνοια μεταβάλλεται σε επιστήμη.

Δεν υπάρχει άγνοια χωρίς επιστήμη, δεν υπάρχει άγνοια 100%. Ένα άτομο, όσο απαίδευτο κι αν είναι

ξέρει να αναγνωρίζει τα αντικείμενα, την τροφή του: δεν υπάρχει ποτέ απόλυτη άγνοια. Υπάρχει πάντα

Page 79: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ένα μέρος γνώσης μέσα στην άγνοια. Η επιστήμη υπάρχει κιόλας σαν σπέρμα μέσα στην άγνοια. Σωστό

είναι λοιπόν να βεβαιώνουμε πως το αντίθετο ενός πράγματος είναι μέσα στο ίδιο το πράγμα.

Ας δούμε τώρα την επιστήμη. Μπορεί να υπάρχει επιστήμη 100%; Όχι. Αγνοούν πάντα κάτι. Ο Λένιν είπε:

«Αστείρευτο είναι το αντικείμενο της γνώσης», που πάει να πει ότι υπάρχει πάντα κάτι για να μάθουμε.

Δεν υπάρχει απόλυτη επιστήμη. Κάθε γνώση, κάθε επιστήμη κλείνει μέσα της ένα μέρος άγνοιας. («Η

ιστορία των επιστημών είναι η ιστορία της προοδευτικής εξάλειψης της πλάνης, της αντικατάστασής της

δηλαδή από μια νέα πλάνη, που είναι όμως ολοένα και λιγότερο παράλογη». Ένγκελς).

Αυτό που υπάρχει μέσα στην πραγματικότητα είναι μια άγνοια και μια επιστήμη σχετικές, ένα μίγμα

επιστήμης και άγνοιας.

Λοιπόν, δε διαπιστώνουμε τόσο σ’ αυτό το παράδειγμα τη μετατροπή των πραγμάτων στα αντίθετά τους,

όσο την ύπαρξη των αντιθέτων μέσα στο ίδιο το πράγμα ή την ενότητα των αντιθέτων.

Θα μπορούσαμε να ξαναπάρουμε τα παραδείγματα που είδαμε κιόλας: τη ζωή και το θάνατο, την αλήθεια

και την πλάνη, και θα διαπιστώναμε ότι και στη μία και στην άλλη περίπτωση υπάρχει μια ενότητα των

αντιθέτων, ότι δηλαδή κάθε πράγμα περιέχει ταυτόχρονα τον εαυτό του και το αντίθετό του. Για τον λόγο

αυτόν ο Ένγκελς είπε:

«Όταν εμπνέεται κανείς στην έρευνα του συνεχώς από την άποψη αυτή, σταματά μια για πάντα να ζητάει

οριστικές λύσεις κι αλήθειες αιώνιες. Έχει πάντα συνείδηση του αναγκαστικά περιορισμένου χαρακτήρα

κάθε γνώσης που αποχτιέται, της εξάρτησής της από τους όρους μέσα στους οποίους αποχτήθηκε. Δεν

αφήνεται επίσης να κυριαρχηθεί από τις αντινομίες, που για τη γερασμένη μεταφυσική διατηρούν πάντα

όλη τους την ισχύ, τις αντινομίες του αληθινού και του ψεύτικου, του καλού και του κακού, του ίδιου και του

διαφορετικού, του μοιραίου και του τυχαίου. Ξέρει πως αυτές οι αντινομίες δεν έχουν παρά μια σχετική

αξία, ότι αυτό που αναγνωρίζεται τώρα σαν αληθινό έχει την κρυφή λαθεμένη πλευρά του, που θα

παρουσιαστεί αργότερα, όπως και αυτό που φαίνεται τώρα σαν λαθεμένο, έχει την αληθινή του όψη, που

χάρη σ’ αυτή μπορούσε προηγούμενα να θεωρείται σαν αληθινό». (¨Ενγκελς, Φόϋερμπαχ, σελ. 34-35).

Αυτό το κείμενο του Ένγκελς μας δείχνει καλά, πως πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τη διαλεχτική και την

αληθινή έννοια της ενότητας των αντιθέτων.

6. Πλάνες που πρέπει να αποφεύγουμε

Πρέπει να εξηγήσουμε καλά αυτόν τον μεγάλο νόμο της διαλεχτικής, την αντίφαση, για να μη

δημιουργηθούν παρανοήσεις.

Πρώτα – πρώτα δεν πρέπει να την αντιλαμβανόμαστε μ’ έναν τρόπο μηχανικό. Δεν πρέπει να

σκεφτόμαστε πως σε κάθε γνώση υπάρχει η αλήθεια και επιπλέον η πλάνη, ή κάτι το αληθινό και

επιπλέον κάτι το ψεύτικο.

Αν εφαρμόζαμε έτσι αυτόν τον νόμο, θα δίναμε δίκαιο σ’ αυτούς που λένε, πως σ’ όλες τις γνώμες

υπάρχει ένα μέρος αλήθειας και επιπλέον ένα μέρος ψευτιάς, και ότι «αν αφαιρέσουμε αυτό που είναι

ψεύτικο, θα μείνει αυτό που είναι αληθινό, αυτό που είναι καλό». Αυτό το λεν ορισμένοι κύκλοι, τάχα

μαρξιστικοί, που υποστηρίζουν πως ο μαρξισμός έχει δίκαιο να δείχνει, ότι στον καπιταλισμό υπάρχουν

εργοστάσια, τραστ, τράπεζες, που κρατούν στα χέρια τους την οικονομική ζωή, πως έχει δίκαιο να λέει ότι

πάει άσχημα αυτή η οικονομική ζωή, μα αυτό που είναι λαθεμένο στο μαρξισμό είναι η πάλη των τάξεων:

ας αφήσουμε κατά μέρος τη θεωρία της πάλης των τάξεων και θα έχουμε μια καλή θεωρία. Λένε επίσης

ότι ο μαρξισμός όταν εφαρμόζεται στη μελέτη της κοινωνίας είναι σωστός, αληθινός, «αλλά γιατί να

Page 80: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ανακατώνουμε σ’ αυτόν τη διαλεχτική; Να η λαθεμένη πλευρά. Ας βγάλουμε από τη μέση τη διαλεχτική και

ας φυλάξουμε σαν αλήθεια τον υπόλοιπο μαρξισμό!».

Αυτές ακριβώς είναι οι μηχανικές ερμηνείες της ενότητας των αντιθέτων.

Να ακόμα ένα άλλο παράδειγμα:

Ο Προυντόν νόμιζε, αφού διάβασε αυτή τη θεωρία των αντιθέτων, ότι σε κάθε πράγμα υπήρχε μια καλή

και μια κακή πλευρά. Γι’ αυτό, διαπιστώνοντας ότι μέσα στην κοινωνία υπάρχει η αστική τάξη και το

προλεταριάτο έλεγε: Ας βγάλουμε απ’ τη μέση το κακό: το προλεταριάτο! Κι έτσι θεμελίωσε το δικό του

σύστημα των πιστώσεων που θα δημιουργούσαν τη μερισμένη ιδιοχτησία, θα επέτρεπαν δηλαδή στους

προλετάριους να γίνουν ιδιοχτήτες. Μ’ αυτόν τον τρόπο δε θα υπήρχαν παρά μονάχα αστοί και η κοινωνία

θα γινόταν καλή.

Ξέρουμε καλά όμως, ότι δεν υπάρχει προλεταριάτο χωρίς αστική τάξη και ότι η αστική τάξη δεν υπάρχει

παρά με το προλεταριάτο: είναι δυο αντίθετα που δεν ξεχωρίζονται. Η ενότητα αυτή των αντιθέτων είναι

εσωτερική, αληθινή: είναι μια ενότητα αδιαχώριστη. Δεν αρκεί λοιπόν να κόψουμε το ένα απ’ τ’ άλλο για να

εξαλείψουμε τα αντίθετα. Μέσα σε μια κοινωνία που στηρίζεται στην εκμετάλλευση του ανθρώπου απ’ τον

άνθρωπο, υπάρχουν αναγκαστικά δύο ανταγωνίστριες τάξεις: κύριοι και δούλοι στην αρχαιότητα,

χωροδεσπότες και δουλοπάροικοι στον μεσαίωνα, αστική τάξη και προλεταριάτο σήμερα.

Για να βγάλουμε απ’ τη μέση την καπιταλιστική κοινωνία, για να κάνουμε μια κοινωνία χωρίς τάξεις, θα

πρέπει να βγάλουμε απ’ τη μέση και την αστική τάξη και το προλεταριάτο –για να μπορέσουν οι ελεύθεροι

πια άνθρωποι να δημιουργήσουν μια κοινωνία πιο εξελιγμένη υλικά και πνευματικά, για να βαδίσουν προς

τον κομμουνισμό στην ανώτερή του μορφή κι όχι για να δημιουργήσουν, όπως υποστηρίζουν οι αντίπαλοί

μας, έναν κομμουνισμό «εξισωτή στην αθλιότητα».

Θα πρέπει λοιπόν να προσέχουμε πολύ, όταν ερμηνεύουμε ή όταν εφαρμόζουμε σ’ ένα παράδειγμα ή σε

μια μελέτη την ενότητα των αντιθέτων. Δεν πρέπει να επιδιώκουμε να βρίσκουμε παντού και πάντοτε και

να εφαρμόζουμε μηχανικά την άρνηση της άρνησης λόγου χάρη, ή την ενότητα των αντιθέτων, γιατί οι

γνώσεις μας είναι γενικά περιορισμένες και αυτό μπορεί να μας οδηγήσει σε αδιέξοδο.

Σημασία έχει η αρχή αυτή: η διαλεχτική και οι νόμοι της μας υποχρεώνουν να μελετάμε τα πράγματα για

να αποκαλύπτουμε την εξέλιξη και τις δυνάμεις, τα αντίθετα, που καθορίζουν αυτή την εξέλιξη. Θα πρέπει

λοιπόν να μελετήσουμε την ενότητα των αντιθέτων, που περιέχεται μέσα στα πράγματα, και η ενότητα

αυτή των αντιθέτων μας οδηγεί στο να πούμε ξανά ότι μια κατάφαση δεν είναι ποτέ απόλυτη κατάφαση,

αφού περιέχει μέσα της ένα μέρος από άρνηση. Και το σημαντικό είναι τούτο: τα πράγματα

μετασχηματίζονται γιατί περιέχουν την ίδια τους την άρνηση. Η άρνηση είναι ο «καταλύτης». Αν δεν

υπήρχε τα πράγματα δε θα άλλαζαν. Επειδή όμως τα πράγματα μετασχηματίζονται, θα πρέπει να

περιέχουν ένα στοιχείο καταλυτικό. Μπορούμε προκαταβολικά να βεβαιώσουμε ότι υπάρχει, αφού

βλέπουμε τα πράγματα να εξελίσσονται, αλλά δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε αυτό το στοιχείο χωρίς μια

λεπτομερειακή μελέτη του ίδιου του πράγματος γιατί το στοιχείο αυτό δεν έχει την ίδια όψη σε όλα τα

πράγματα.

7. Πραχτικές συνέπειες της διαλεχτικής

Στην πράξη λοιπόν, η διαλεχτική μας υποχρεώνει να εξετάζουμε όχι μόνο τη μια, αλλά και τις δύο όψεις

των πραγμάτων. Να μη βλέπουμε ποτέ την αλήθεια χωρίς την πλάνη, την επιστήμη χωρίς την άγνοια. Η

μεγάλη πλάνη της μεταφυσικής είναι ακριβώς ότι δε βλέπει παρά τη μια πλευρά των πραγμάτων, ότι κρίνει

Page 81: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

μ’ έναν τρόπο μονόπλευρο. Και, αν κάνουμε πολλά λάθη, αυτό συμβαίνει πάντα στο μέτρο που δε

βλέπουμε παρά τη μία μονάχα πλευρά των πραγμάτων, γιατί συχνά ακολουθούμε μονόπλευρους

συλλογισμούς.

Η ιδεαλιστική φιλοσοφία βεβαιώνει, ότι ο κόσμος υπάρχει μονάχα στις ιδέες των ανθρώπων. Πρέπει ν’

αναγνωρίσουμε πως στ’ αλήθεια μερικά πράγματα δεν υπάρχουν παρά μονάχα μέσα στη σκέψη μας.

Αυτό είναι αληθινό. Αλλά ο ιδεαλισμός είναι μονόπλευρος, δεν βλέπει παρά μόνο αυτή την άποψη. Βλέπει

μονάχα τον άνθρωπο, που επινοεί πράγματα που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, κι από αυτό

συμπεραίνει ότι τίποτα δεν υπάρχει έξω από τις ιδέες μας. Ο ιδεαλισμός έχει δίκαιο να τονίζει την

ικανότητα αυτή του ανθρώπου, αλλά, επειδή δεν εφαρμόζει το κριτήριο της πράξης, δε βλέπει παρά μόνο

αυτό.

Ο μεταφυσικός υλισμός απατάται κι αυτός, γιατί δε βλέπει παρά μονάχα μια όψη των προβλημάτων.

Βλέπει το σύμπαν σαν κάτι μηχανικό. Υπάρχει πραγματικά η μηχανική; Ναι! Παίζει μεγάλο ρόλο; Μάλιστα!

Ο μεταφυσικός υλισμός έχει λοιπόν δίκαιο να το λέει αυτό, είναι όμως πλάνη να βλέπει μονάχα τη

μηχανική κίνηση.

Φυσικά, έχουμε την τάση να βλέπουμε μια μόνο πλευρά των πραγμάτων και των ανθρώπων. Όταν

κρίνουμε ένα σύντροφο, δεν βλέπουμε, σχεδόν πάντοτε, παρά μόνο την καλή ή την κακή πλευρά του.

Πρέπει να βλέπουμε και τη μια και την άλλη. Αν δεν εξετάζαμε έτσι τα πράγματα, θα ήταν αδύνατο να

έχουμε στελέχη μέσα στις οργανώσεις. Στην πολιτική δράση, η μέθοδος της μονόπλευρης κρίσης

καταλήγει στο σεχταρισμό. Όταν συναντάμε έναν αντίπαλο, που ανήκει σε μια αντιδραστική οργάνωση,

τον κρίνουμε σύμφωνα με τους αρχηγούς του. Κι όμως μπορεί να είναι ένας υπαλληλάκος εξημμένος,

δυσαρεστημένος, που δεν πρέπει να τον κρίνουμε όπως ένα φασίστα μεγάλο εργοδότη. Μπορούμε

επίσης να εφαρμόσουμε αυτόν τον συλλογισμό στους εργοδότες και να καταλάβουμε ότι, αν μας φαίνονται

κακοί, αυτό οφείλεται στο το ότι κυριαρχούνται και αυτοί οι ίδιοι από τη διάρθρωση της κοινωνίας και ότι

κάτω από άλλες κοινωνικές συνθήκες θα ήταν ίσως διαφορετικοί.

Όταν έχουμε υπόψη την ενότητα των αντιθέτων, θα δούμε τα πράγματα κάτω από τις πολλαπλές όψεις

τους. Θα δούμε λοιπόν ότι αυτός ο αντιδραστικός είναι αντιδραστικός από μια άποψη, αλλά από την άλλη

είναι εργάτης, και ότι υπάρχει μέσα του μια αντίφαση. Θα ερευνήσουμε και θα βρούμε, γιατί προσχώρησε

σ’ αυτήν την οργάνωση, και θα εξετάσουμε ταυτόχρονα, γιατί δεν θα έπρεπε να προσχωρήσει σ’ αυτήν.

Και τότε θα κρίνουμε και θα συζητάμε μ’ έναν τρόπο λιγότερο σεχταριστικό.

Θα πρέπει λοιπόν, σύμφωνα με τη διαλεχτική, να εξετάζουμε τα πράγματα απ’ όλες τις πλευρές που

μπορεί κανείς να διακρίνει.

Για να συνοψίσουμε και να βγάλουμε ένα θεωρητικό συμπέρασμα θα πούμε: Τα πράγματα αλλάζουν,

γιατί κλείνουν μέσα τους μια εσωτερική αντίφαση (αυτά τα ίδια και τα αντίθετά τους). Τα αντίθετα

βρίσκονται σε σύγκρουση και οι αλλαγές γεννιούνται απ’ αυτές τις συγκρούσεις. Έτσι η μεταβολή είναι η

λύση της σύγκρουσης.

Ο καπιταλισμός κλείνει μέσα του αυτή την εσωτερική αντίφαση, τη σύγκρουση ανάμεσα στο προλεταριάτο

και την αστική τάξη. Η μεταβολή του ερμηνεύεται από τη σύγκρουση αυτή και ο μετασχηματισμός της

καπιταλιστικής κοινωνίας σε σοσιαλιστική είναι η εξαφάνιση της σύγκρουσης.

Υπάρχει μεταβολή, κίνηση, εκεί όπου υπάρχει αντίφαση. Η αντίφαση είναι η άρνηση της κατάφασης και

όταν πραγματοποιηθεί ο τρίτος όρος, η άρνηση της άρνησης, αναφαίνεται η λύση, γιατί, αυτή τη στιγμή, ο

ρόλος της αντίφασης έχει εκλείψει, έχει ξεπεραστεί.

Page 82: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Μπορεί κανείς λοιπόν να πει, ότι, αν οι επιστήμες, χημεία, φυσική, βιολογία κλπ μελετάνε τους ιδιαίτερους

τους νόμους της μεταβολής, η διαλεχτική μελετάει τους πιο γενικούς νόμους της μεταβολής. Ο Ένγκελς

είπε: «Η διαλεχτική δεν είναι τίποτε άλλο παρά η επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης και της εξέλιξης

της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας και της σκέψης». (Αντι – Ντίρινγκ, σελ. 220)

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ:

Ένγκελς: Αντι – Ντίρινγκ, Κεφάλαιο 13, «Διαλεχτική, άρνηση της άρνησης», σελ 189, Κεφάλαιο 14,

«Συμπέρασμα», σελ. 223.

Λένιν: Ο Καρλ Μαρξ και η θεωρία του: η διαλεχτική.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΝΟΜΟΣ:

ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΠΟΣΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Ή ΝΟΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΟΔΟΥ ΜΕ ΑΛΜΑΤΑ

1. Μεταρρυθμίσεις ή επανάσταση;

α) Η πολιτική επιχειρηματολογία

β) Η ιστορική επιχειρηματολογία

γ) Η επιστημονική επιχειρηματολογία

2. Ιστορικός υλισμός

α) Πώς θα εξηγήσουμε την ιστορία;

β) Η ιστορία είναι έργο των ανθρώπων

Μας μένει τώρα, προτού ασχοληθούμε με την εφαρμογή της διαλεχτικής στην ιστορία, να μελετήσουμε

έναν τελευταίο νόμο της διαλεχτικής.

Σ’ αυτό θα μας βοηθήσουν οι μελέτες που κάναμε κι όπου είδαμε, τι είναι η άρνηση και τι εννοούμε με την

ενότητα των αντιθέτων.

Όπως πάντα, ας αρχίσουμε με παραδείγματα.

1. Μεταρρυθμίσεις ή επανάσταση;

Λένε, μιλώντας για την κοινωνία: Πρέπει να προχωρήσουμε με μεταρρυθμίσεις ή να κάνουμε την

επανάσταση; Συζητάν για να μάθουν, αν θα πετύχουν να μετατρέψουν την καπιταλιστική κοινωνία σε

σοσιαλιστική, με διαδοχικές μεταρρυθμίσεις ή με μιαν απότομη μεταβολή: την επανάσταση.

Μπρος σ’ αυτό το πρόβλημα, ας θυμηθούμε αυτά που έχουμε κιόλας μελετήσει. Κάθε μεταβολή είναι το

αποτέλεσμα μιας πάλης αντιθέτων δυνάμεων. Αν ένα πράγμα εξελίσσεται, αυτό γίνεται γιατί μέσα του

κλείνει το αντίθετό του, αφού κάθε πράγμα είναι μια ενότητα αντιθέτων. Διαπιστώνουμε την πάλη των

αντιθέτων και τη μετατροπή του πράγματος στο αντίθετό του. Πώς γίνεται αυτή η μετατροπή; Αυτό είναι το

καινούργιο πρόβλημα που μπαίνει.

Page 83: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι αυτή η μετατροπή γίνεται σιγά – σιγά, με μια σειρά από μικρές μεταβολές, ότι

το πράσινο μήλο μετατρέπεται σε ώριμο μήλο με μια σειρά από μικρές προοδευτικές μεταβολές.

Έτσι, πολλοί άνθρωποι, σκέφτονται ότι η κοινωνία μεταβάλλεται σιγά – σιγά κι ότι το αποτέλεσμα μιας

σειράς τέτοιων μικρών μεταβολών θα είναι η μετατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας σε σοσιαλιστική.

Αυτές οι μικρές μεταβολές είναι οι μεταρρυθμίσεις και θα είναι το άθροισμά τους, το σύνολο των μικρών

βαθμιαίων μεταβολών, που θα μας δώσει μια καινούργια κοινωνία.

Αυτή είναι η θεωρία που ονομάζεται ρεφορμισμός. Τους οπαδούς αυτής της θεωρίας τους ονομάζουν

ρεφορμιστές, όχι γιατί ζητούν μεταρρυθμίσεις, αλλά γιατί νομίζουν ότι αρκούν οι μεταρρυθμίσεις, που με τη

συσσώρευσή τους θα μετατρέψουν χωρίς να γίνει αισθητό την κοινωνία.

Ας εξετάσουμε αν αυτό είναι αληθινό:

α) Η πολιτική επιχειρηματολογία.

Αν παρατηρήσουμε τα γεγονότα, αυτά δηλαδή που συνέβηκαν στις άλλες χώρες, θα δούμε πως όπου

δοκίμασαν αυτό το σύστημα δεν πέτυχε. Η μετατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας –η καταστροφή της-

έγινε μόνο σε μια χώρα: στην ΕΣΣΔ. Και διαπιστώνουμε ότι αυτό δεν έγινε με μια σειρά από

μεταρρυθμίσεις, αλλά με την επανάσταση.

β) Η ιστορική επιχειρηματολογία

Μήπως γενικά είναι αλήθεια, ότι τα πράγματα μετατρέπονται με μικρές μεταβολές, με μεταρρυθμίσεις;

Ας βλέπουμε πάντα τα γεγονότα. Αν εξετάσουμε τις ιστορικές μεταβολές θα δούμε, ότι αυτές δε

συμβαίνουν επ’ άπειρον, ότι δεν είναι συνεχείς. Έρχεται μια στιγμή που, αντί για μικρές μεταβολές, η

μεταβολή γίνεται μ’ ένα απότομο άλμα.

Τα σημαντικότερα γεγονότα που διαπιστώνουμε στην ιστορία των κοινωνιών είναι μεταβολές απότομες,

επαναστάσεις.

Ακόμα κι αυτοί που δε γνωρίζουν τη διαλεχτική ξέρουν σήμερα ότι έγιναν απότομες μεταβολές μέσα στην

ιστορία. Κι όμως, ως τον 17ο αιώνα, πίστευαν ότι «η φύση δεν κάνει άλματα», δεν πηδά. Δεν

παραδέχονταν τις απότομες μεταβολές μέσα στη συνέχεια των μεταβολών. Μπήκε στη μέση όμως η

επιστήμη και απόδειξε με τα γεγονότα ότι γίνονταν απότομες μεταβολές. Η επανάσταση του 1789 τους

άνοιξε ακόμα καλύτερα τα μάτια. Η ίδια ήταν ένα χτυπητό παράδειγμα ξεκάθαρης ρήξης με το παρελθόν.

Και μπόρεσαν οι άνθρωποι να αντιληφθούν τελικά, ότι όλοι οι αποφασιστικοί σταθμοί στην ιστορία

υπήρξαν και ήταν σημαντικές, απότομες, ξαφνικές αναστατώσεις. Οι σχέσεις λόγου χάρη ανάμεσα στο

τάδε και στο τάδε κράτος, από φιλικές που ήταν γίνονταν πιο ψυχρές, ύστερα πιο τεταμένες,

δηλητηριάζονταν, έπαιρναν χαρακτήρα εχθρικό –και, ξαφνικά, ερχόταν ο πόλεμος, απότομη ρήξη στη

συνέχεια των γεγονότων. Επίσης: στη Γερμανία, ύστερα από τον πόλεμο του 1914-18, παρουσιαζόταν μια

βαθμιαία άνοδος του φασισμού, και ύστερα μια μέρα ο Χίτλερ κατέλαβε την εξουσία: η Γερμανία μπήκε σε

μια νέα ιστορική περίοδο.

Σήμερα, εκείνοι που δεν αρνιούνται τις απότομες μεταβολές ισχυρίζονται ότι αυτές είναι τυχαίες, και τυχαίο

είναι κάτι που συμβαίνει αλλά που θα μπορούσε να μην είχε συμβεί.

Να πως εξηγούν τις επαναστάσεις στην ιστορία των κοινωνιών: «Είναι τυχαία γεγονότα».

Στην ιστορία της Γαλλίας λόγου χάρη, ερμηνεύουν την ιστορία του Λουδοβίκου 16ου και την επανάσταση

σαν αποτέλεσμα αδύνατου και μαλακού χαρακτήρα του Λουδοβίκου 16ου. «Αν ήταν άνθρωπος

ενεργητικός δε θα γινόταν επανάσταση». Διαβάζουμε μάλιστα ότι, αν στη Βαρέν δεν είχε παρατείνει το

Page 84: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

γεύμα του, δεν θα τον πιάνανε και η πορεία της ιστορίας θα είχε αλλάξει. Άρα, λένε, η γαλλική

επανάσταση ήταν ένα τυχαίο γεγονός.

Αντίθετα η διαλεχτική αναγνωρίζει τις επαναστάσεις σαν αναγκαιότητες. Υπάρχουν βέβαια συνεχείς

μεταβολές, αλλά, καθώς συσσωρεύονται, καταλήγουν να προκαλούν τις απότομες μεταβολές.

γ) Η επιστημονική επιχειρηματολογία.

Ας πάρουμε το παράδειγμα του νερού. Ξεκινάμε από το 0 και ανεβάζουμε τη θερμοκρασία από 1,2,3 ως

98 βαθμούς Κελσίου: η μεταβολή είναι συνεχής. Αλλά μπορεί αυτό να συνεχιστεί επ’ άπειρον; Φτάνουμε

ακόμα κι ως τους 99 βαθμούς, αλλά στους 100 έχουμε μια απότομη μεταβολή: το νερό μετατρέπεται σε

ατμό.

Αν αντίθετα από τους 99 κατεβαίνουμε μέχρι τον 1 βαθμό Κελσίου θα έχουμε ξανά μια συνεχή μεταβολή,

αλλά δεν μπορούμε να κατεβαίνουμε έτσι επ’ άπειρον, γιατί στους 0 βαθμούς το νερό μετατρέπεται σε

πάγο.

Από τον 1 μέχρι τους 99 βαθμούς το νερό παραμένει πάντα νερό, αλλάζει μονάχα η θερμοκρασία του.

Αυτό ονομάζεται ποσοτική μεταβολή και απαντά στην ερώτηση: «πόσο;» δηλαδή «πόση θερμότητα

υπάρχει μέσα στο νερό;» Όταν το νερό μετατρέπεται σε πάγο ή ατμό έχουμε μια ποιοτική μεταβολή, μια

μεταβολή ποιότητας. Αυτό δεν είναι πια νερό, έγινε πάγος ή ατμός.

Όταν το πράγμα δεν αλλάζει φύση, έχουμε μια ποσοτική μεταβολή (στο παράδειγμα του νερού έχουμε μια

μεταβολή του βαθμού της θερμότητας, αλλά όχι της φύσης του νερού). Όταν αλλάζει η φύση, όταν ένα

πράγμα γίνεται άλλο πράγμα, η μεταβολή είναι ποιοτική.

Βλέπουμε λοιπόν ότι η εξέλιξη των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι επ’ άπειρον ποσοτική. Τα πράγματα

καθώς μεταβάλλονται παθαίνουν στο τέλος μια ποιοτική μεταβολή. Η ποσότητα μετατρέπεται σε ποιότητα.

Αυτός είναι ένας γενικός νόμος. Αλλά, όπως πάντα, δεν πρέπει να μένουμε κολλημένοι στον αφηρημένο

αυτόν τύπο.

Θα βρει κανείς στο βιβλίο του Ένγκελς Αντι-Ντίρινγκ, στο κεφάλαιο «Διαλεχτική, ποσότητα και ποιότητα»,

πολλά παραδείγματα που θα τον κάνουν να καταλάβει ότι σ’ όλα τα πράγματα, όπως και στις φυσικές

επιστήμες, επαληθεύεται η ακρίβεια του νόμου, σύμφωνα με τον οποίο «σε ορισμένους βαθμούς

ποσοτικής μεταβολής, παράγεται ξαφνικά μια ποιοτική μετατροπή» . (Αντι-Ντίρινγκ, σελ. 192)

Να ένα καινούργιο παράδειγμα που αναφέρεται από τον H. Wallon στον 8ο τόμο της Γαλλικής

Εγκυκλοπαίδειας (όπου αυτός παραπέμπει στον Ένγκελς). Η νευρική ενέργεια που συσσωρεύεται σε ένα

παιδί προκαλεί το γέλιο, αλλά αν εξακολουθεί να αυξάνει, το γέλιο μετατρέπεται σε κρίση δακρύων. Έτσι

όταν τα παιδιά διεγείρονται και γελάνε υπερβολικά, καταλήγουν στο κλάμα.

Θα δώσουμε ένα τελευταίο παράδειγμα που είναι πολύ γνωστό: τον άνθρωπο που βάζει υποψηφιότητα

σε οποιαδήποτε περίπτωση. Αν χρειάζονται 4.500 ψήφοι για να πάρει την απόλυτη πλειοψηφία, ο

υποψήφιος δεν εκλέγεται με 4.499, μένει αυτός που είναι, ένας υποψήφιος. Με μια ψήφο παραπάνω η

ποσοτική αυτή μεταβολή καθορίζει μια ποιοτική μεταβολή, αφού, από υποψήφιος που ήταν εκλέγεται.

Αυτός ο νόμος μας δίνει τη λύση του προβλήματος: μεταρρύθμιση ή επανάσταση.

Οι ρεφορμιστές μας λένε: «Θέλετε πράγματα αδύνατα που δε γίνονται παρά μόνο τυχαία, είσαστε

ουτοπιστές». Αλλά βλέπουμε καλά μ’ αυτόν τον νόμο, ποιοι πραγματικά ονειρεύονται πράγματα αδύνατα!

Η μελέτη των φαινομένων της φύσης και της επιστήμης μας δείχνει ότι οι μεταβολές δε συνεχίζονται επ’

άπειρον, αλλά ότι σε μια ορισμένη στιγμή η μεταβολή γίνεται απότομα. Δεν είμαστε εμείς που το

βεβαιώνουμε, αυθαίρετα, είναι η επιστήμη, η φύση, η πραγματικότητα!

Page 85: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Μπορεί λοιπόν κανείς να αναρωτηθεί: Τι ρόλο παίζουμε εμείς σ’ αυτές τις απότομες μεταβολές;

Θα απαντήσουμε στην ερώτηση και θα αναπτύξουμε το πρόβλημα αυτό με την εφαρμογή της διαλεχτικής

στην ιστορία. Να που φτάσαμε λοιπόν σ’ ένα ξακουστό μέρος του διαλεχτικού υλισμού: στον ιστορικό

υλισμό.

2. Ο ιστορικός υλισμός

Τι είναι ο ιστορικός υλισμός; Τώρα που ξέρουμε τι είναι η διαλεχτική, μπορούμε να πούμε ότι ο ιστορικός

υλισμός είναι απλούστατα η εφαρμογή της διαλεχτικής μεθόδου στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών.

Για να το καταλάβουμε καλά αυτό, πρέπει να καθορίσουμε με ακρίβεια τι είναι ιστορία. Ιστορία σημαίνει

μεταβολή και μάλιστα μεταβολή μέσα στην κοινωνία. Η κοινωνία έχει μια ιστορία που στην πορεία της

αλλάζει συνεχώς. Και, μέσα στη διάρκεια της ιστορίας αυτής, βλέπουμε να συμβαίνουν μεγάλα γεγονότα.

Μπορεί λοιπόν το πρόβλημα: αφού μέσα στην ιστορία οι κοινωνίες αλλάζουν, τι εξηγεί αυτές τις

μεταβολές;

α) Πώς θα εξηγήσουμε την ιστορία;

Είναι σαν να αναρωτιέται κανείς: «γιο ποιο λόγο γίνονται και ξαναγίνονται οι πόλεμοι; Οι άνθρωποι θα

έπρεπε να μπορούν να ζουν ειρηνικά!».

Στις ερωτήσεις αυτές θα δώσουμε απαντήσεις υλιστικές.

Ο πόλεμος, όπως θα τον ερμήνευε ένας καρδινάλιος, είναι μια τιμωρία από το θεό. Αυτή είναι μια

ιδεαλιστική απάντηση γιατί ερμηνεύει τα γεγονότα με το θεό, γιατί εξηγεί την ιστορία με το πνεύμα. Εδώ

είναι το πνεύμα που δημιουργεί και κάνει την ιστορία.

Το να μιλάει κανείς για τη Θεία Πρόνοια είναι επίσης μια ιδεαλιστική απάντηση. Ο Χίτλερ μας λέει στον

«Αγώνα» του ότι η ιστορία είναι έργο της Θείας Πρόνοιας και την ευχαριστεί που διάλεξε για τόπο της

γέννησής του τα αυστριακά σύνορα.

Το να θεωρείς το Θεό ή την Θεία Πρόνοια υπεύθυνους για την ιστορία είναι μια θεωρία πολύ βολική: οι

άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα, και συνεπώς κι εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα ενάντια

στον πόλεμο, πρέπει να αφήνουμε τα πράγματα να γίνονται όπως γίνονται!

Μπορούμε από άποψη επιστημονική να υποστηρίξουμε μια τέτοια θεωρία; Μπορούμε να βρούμε τη

δικαίωσή της μέσα στα πράγματα; Όχι.

Η πρώτη υλιστική θέση σ’ αυτή τη συζήτηση είναι, ότι η ιστορία δεν είναι έργο του θεού, αλλά έργο των

ανθρώπων. Οι άνθρωποι λοιπόν μπορούν να επιδράσουν πάνω στην ιστορία και μπορούν να

εμποδίσουν τον πόλεμο.

β) Η ιστορία είναι έργο των ανθρώπων.

«Οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία τους, όποια τροπή κι αν παίρνει, ακολουθώντας καθένας τους δικούς

του σκοπούς, που τους θέλει συνειδητά, και είναι ακριβώς αυτών των απειράριθμων θελήσεων τ’

αποτελέσματα που συνιστούν την ιστορία, ενεργώντας κατά διάφορες έννοιες και επιδρώντας με τις

ποικίλες αντανακλάσεις τους πάνω στον εξωτερικό κόσμο. Πρόκειται συνεπώς γι’ αυτό που θέλουν τα

απειράριθμα άτομα παρμένα χωριστά. Αλλά οι μοχλοί που καθορίζουν με τη σειρά τους άμεσα το πάθος ή

τη σκέψη είναι πολύ διαφορετικής φύσης ... Μπορεί κανείς να αναρωτηθεί ακόμα ... ποιες είναι οι ιστορικές

Page 86: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

αιτίες που μετατρέπονται σ’ αυτά τα κίνητρα μέσα στα κεφάλια των ανθρώπων που δρουν». (Ένγκελς,

Φόϋερμπαχ, σελ. 38-39).

Το κείμενο αυτό του Ένγκελς μας λέει λοιπόν, ότι είναι οι άνθρωποι που δρουν σύμφωνα με τις θελήσεις

τους, μα ότι αυτές οι θελήσεις δε βαδίζουν πάντα στην ίδια κατεύθυνση! Τί καθορίζει λοιπόν, τι είναι αυτό

που προκαλεί τις ανθρώπινες ενέργειες; Γιατί οι θελήσεις τους δεν βαδίζουν προς την ίδια κατεύθυνση;

Ορισμένοι ιδεαλιστές θα συγκατανεύσουν ότι είναι η δράση των ανθρώπων που κάνει την ιστορία και ότι

αυτή η δράση απορρέει από τη θέλησή τους: η θέληση καθορίζει την πράξη και οι σκέψεις μας ή τα

αισθήματά μας καθορίζουν τη θέλησή μας. Θα έχουμε λοιπόν την ακόλουθη σειρά: ιδέα – θέληση –

δράση, και για να εξηγήσουμε τη δράση θα ακολουθήσουμε την αντίθετη κατεύθυνση, αναζητώντας την

ιδέα που είναι αιτία προσδιοριστική.

Ξεκαθαρίζουμε αμέσως, ότι δεν αρνιόμαστε τη δράση των μεγάλων ανδρών και θεωριών, αλλά

υποστηρίζουμε ότι έχει κι αυτή ανάγκη να ερμηνευτεί. Δεν την εξηγεί η σειρά ιδέα – θεωρία – δράση. Έτσι,

ορισμένοι ισχυρίζονται ότι στον 18ο αιώνα ο Ντιντερό και οι Εγκυκλοπαιδιστές, διαδίδοντας στα πλήθη τη

θεωρία των δικαιωμάτων των ανθρώπων και σε συνέχεια αυτοί οι άνθρωποι έκαναν την επανάσταση.

Παρόμοια και στην ΕΣΣΔ, οι ιδέες του Λένιν διαδόθηκαν και οι άνθρωποι έδρασαν σύμφωνα μ’ αυτές τις

ιδέες. Και συμπεραίνουν ότι, αν δεν υπήρχαν οι επαναστατικές ιδέες, δε θα υπήρχε επανάσταση. Είναι

αυτή η άποψη που κάνει να λένε ότι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας είναι οι ιδέες των μεγάλων αρχηγών

και ότι οι αρχηγοί δημιουργούν την ιστορία. Γνωρίζετε το σύνθημα της «Γαλλικής δράσης»: «40 βασιλιάδες

δημιούργησαν τη Γαλλία». Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει: βασιλιάδες που όμως δεν είχαν πολλές

«ιδέες»!

Ποια είναι η υλιστική άποψη πάνω σ’ αυτό το ζήτημα;

Είδαμε ότι ανάμεσα στον υλισμό του 18ου αιώνα και τον σύγχρονο υλισμό, υπήρχαν πολλά κοινά σημεία,

αλλά ότι ο παλιός υλισμός είχε για την ιστορία μια ιδεαλιστική θεωρία.

Λοιπόν, είτε είναι καθαρά ιδεαλιστική, είτε είναι κρυμμένη κάτω από έναν ασυνεπή υλισμό, η ιδεαλιστική

αυτή θεωρία, που μόλις είδαμε και που δίνει την εντύπωση ότι εξηγεί την ιστορία, δεν εξηγεί τίποτα. Γιατί τι

προκαλεί τη δράση;

«Ο παλιός υλισμός, λέει ο Ένγκελς, εκτιμά όλα σύμφωνα με τα κίνητρα της δράσης, χωρίζει τους

ανθρώπους που εκδηλώνουν μια ιστορική δράση σε ευγενείς και όχι ευγενείς και διαπιστώνει συνήθως

έπειτα ότι τα θύματα είναι οι ευγενείς κι νικητές οι όχι ευγενείς, απ’ όπου ο παλιός υλισμός συμπεραίνει ότι

η μελέτη της ιστορίας δε μας μαθαίνει τίποτα το σημαντικά διδακτικό, ενώ εμείς συμπεραίνουμε ότι στον

ιστορικό τομέα ο παλιός υλισμός είναι ασυνεπής προς τον ίδιο του τον εαυτό, γιατί θεωρεί τις ιδεολογικές

κινητήριες δυνάμεις που δρουν στην ιστορία σαν βασικές αιτίες αντί να εξετάσει αυτό που υπάρχει πίσω

από αυτές» (Ένγκελς, Φόϋερμπαχ, σελ. 39).

Η θέληση, οι ιδέες, ισχυρίζονται μερικοί. Αλλά γιατί οι φιλόσοφοι του 18ου αιώνα είχαν ακριβώς αυτές τις

ιδέες; Αν είχαν προσπαθήσει τότε να εκθέσουν τον μαρξισμό δε θα τους είχαν ακούσει, γιατί στην εποχή

εκείνη οι άνθρωποι δεν θα είχαν καταλάβει. Δεν αρκεί μόνο να προσφέρονται ιδέες, πρέπει και να τις

νοιώθουν οι άνθρωποι. Κατά συνέπεια είναι ορισμένες οι εποχές που μπορούν να δεχτούν και να

σφυρηλατήσουν τις ιδέες.

Είπαμε πάντα ότι οι ιδέες έχουν μεγάλη σημασία, αλλά πρέπει να δούμε από πού προέρχονται.

Πρέπει λοιπόν να εξετάσουμε, ποιες είναι οι αιτίες που μας δίνουν αυτές τις ιδέες, ποιες είναι, σε τελευταία

ανάλυση, οι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας.

Page 87: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Ένγκελς: Αντι-Ντίρινγκ, κεφάλαιο 12, «Διαλεχτική. Ποσότητα και ποιότητα», σελ. 179

Λένιν: Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός, σελ. 321, «Σχετικά με τη διαλεχτική».

Ένγκελς: Λ. Φόϋερμπαχ κεφάλαιο 4, «Ο διαλεχτικός υλισμός», σελ. 32 και πέρα.

Ρ. Μωμπλάν: Η μαρξιστική φιλοσοφία και η επίσημη εκπαίδευση, πρώτο μέρος. Στη σειρά «Τα τετράδια

της προλεταριακής αντι-εκπαίδευσης».

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Κεφάλαιο Ι

1. Από πού προέρχεται η μεταφυσική μέθοδος;

2. Από πού προέρχεται η διαλεχτική μέθοδος;

3. Γιατί και πώς ο μεταφυσικός υλισμός μεταβλήθηκε σε διαλεχτικό υλισμό;

4. Ποιες είναι οι φιλοσοφικές σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στον Χέγκελ και στον Μαρξ;

Κεφάλαιο ΙΙ

1. Τι είναι μηχανική μεταβολή;

2. Πώς αντιλαμβάνεται η διαλεχτική τη μεταβολή;

Κεφάλαιο ΙΙΙ

1. Πώς αντιλαμβάνεται η διαλεχτική τη μεταβολή; (Συγκρίνετε την απάντηση στο προηγούμενο

κεφάλαιο με την απάντηση σ’ αυτό εδώ).

2. Τι είναι ιστορική εξέλιξη;

3. Γιατί και πώς μετατρέπονται τα πράγματα;

Κεφάλαιο IV

Πώς πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τη διαλεχτική;

Κεφάλαιο V

1. Τι είναι η διαλεχτική;

2. Ποιοι είναι οι νόμοι της;

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ

Ο ιστορικός υλισμός

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΟΙ ΚΙΝΗΤΗΡΙΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Page 88: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

1. Μια πλάνη που πρέπει να αποφεύγεται

2. Το «κοινωνικό είναι» και η συνείδηση

3. Ιδεαλιστικές θεωρίες

4. Το «κοινωνικό είναι» κι οι συνθήκες ύπαρξης

5. Η πάλη των τάξεων, κινητήρας της ιστορίας

Μόλις μπει η ερώτηση: από πού προέρχονται οι ιδέες μας, βλέπουμε ότι πρέπει να προχωρήσουμε πιο

πέρα στις έρευνές μας. Αν σκεφτούμε όπως οι υλιστές του 18ου αιώνα, που πίστευαν ότι «ο εγκέφαλος

εκκρίνει τη σκέψη όπως το συκώτι εκκρίνει τη χολή», θα απαντήσουμε στην ερώτηση αυτή, ότι η φύση

παράγει το πνεύμα και ότι κατά συνέπεια οι ιδέες μας είναι προϊόν της φύσης, προϊόν του εγκεφάλου.

Θα πούμε λοιπόν ότι η ιστορία γίνεται από τη δράση των ανθρώπων, που ωθούνται από τη θέλησή τους,

κι αυτή πάλι είναι η έκφραση των ιδεών τους που προέρχονται από τον εγκέφαλο τους. Αλλά προσοχή!

1. Μια πλάνη που πρέπει να αποφεύγεται

Αν ερμηνεύσουμε τη μεγάλη Επανάσταση σαν αποτέλεσμα της εφαρμογής των ιδεών που γεννήθηκαν

στον εγκέφαλο των φιλοσόφων, αυτή θα είναι μια περιορισμένη και ανεπαρκής ερμηνεία και μια κακή

εφαρμογή του υλισμού.

Γιατί αυτό που πρέπει να δούμε είναι, για ποιο λόγο αυτές οι ιδέες που σπάρθηκαν από τους στοχαστές

της εποχής εκείνης βρήκαν απήχηση στις μάζες. Για ποιο λόγο ο Ντιντερό δεν ήταν ο μόνος που τις

επινόησε και για ποιο λόγο, από τον 16ο αιώνα και πέρα, ένας μεγάλος αριθμός από εγκε΄φαλους

καλλιεργούσε τις ίδιες ιδέες;

Μήπως τάχα γιατί οι εγκέφαλοι αυτοί απόχτησαν ξαφνικά το ίδιο βάρος, τις ίδιες έλικες; Όχι. Υπάρχουν

αλλαγές στις ιδέες και δεν προκύπτει μεταβολή στην κρανιακή κοιλότητα.

Η ερμηνεία αυτών των ιδεών με τον εγκέφαλο φαίνεται σαν ερμηνεία υλιστική. Αλλά, το να μιλάει κανείς

για τον εγκέφαλο του Ντιντερό, σημαίνει στην πραγματικότητα ότι μιλάει για τις ιδέες του εγκεφάλου του

Ντιντερό. Πρόκειται λοιπόν για μια διαστρεβλωμένη, κίβδηλη υλιστική θεωρία, όπου βλέπουμε μαζί με τις

ιδέες να ξαναγεννιέται η ιδεαλιστική τάση.

Ας ξαναγυρίσουμε στην αλυσίδα: ιστορία – δράση – θέληση – ιδέες. Οι ιδέες έχουν μια έννοια, ένα

περιεχόμενο: η εργατική τάξη λόγου χάρη αγωνίζεται για την ανατροπή του καπιταλισμού. Αυτό το

σκέφτονται οι εργάτες που αγωνίζονται. Σκέφτονται βέβαια, γιατί έχουν έναν εγκέφαλο και ο εγκέφαλος

είναι ένας απαραίτητος όρος για τη σκέψη. Αλλά δεν είναι ένας επαρκής όρος. Ο εγκέφαλος εξηγεί το

υλικό γεγονός ότι έχουμε ιδέες, αλλά δεν εξηγεί γιατί έχουμε αυτές τις ιδέες και όχι άλλες.

«Ό,τι βάζει σε κίνηση τους ανθρώπους, πρέπει αναγκαστικά να περάσει από τον εγκέφαλό τους, αλλά η

μορφή που παίρνει αυτό μέσα στον εγκέφαλο εξαρτιέται πολύ από τις περιστάσεις» (Ένγκελς, Φόϋερμπαχ,

σελ. 40).

Πώς μπορούμε λοιπόν να εξηγήσουμε το περιεχόμενο των ιδεών μας; Πώς μας ήρθε η ιδέα να

ανατρέψουμε τον καπιταλισμό;

2. Το «κοινωνικό είναι» και η συνείδηση

Page 89: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Ξέρουμε πως οι ιδέες μας είναι η αντανάκλαση των πραγμάτων. Οι σκοποί που κλείνουν μέσα τους οι

ιδέες είναι επίσης αντανάκλαση των πραγμάτων. Αλλά ποιών πραγμάτων;

Για να απαντήσουμε σ’ αυτήν την ερώτηση θα πρέπει να δούμε που ζουν οι άνθρωποι και που

εκδηλώνονται οι ιδέες τους. Διαπιστώνουμε ότι οι άνθρωποι ζουν μέσα σε μια καπιταλιστική κοινωνία και

ότι οι ιδέες τους εκδηλώνονται μέσα σ’ αυτή την κοινωνία και τους προκαλούνται από αυτή.

«Δεν είναι λοιπόν η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το ‘’είναι’’ τους, αλλά είναι αντίστροφα το

κοινωνικό τους ‘’είναι’’ που καθορίζει τη συνείδησή τους». (Καρλ Μαρξ, Πρόλογος στη «Συμβολή στην

κριτική της πολιτικής οικονομίας», σελ 69).

Σ’ αυτόν τον ορισμό εκείνο που ονομάζει ο Μαρξ «το είναι τους», είναι οι άνθρωποι, είναι αυτό που

είμαστε. Δρούμε γιατί το σκεφτόμαστε, γιατί το θέλουμε.

Είναι μεγάλη πλάνη να μιλάει κανείς έτσι, γιατί στην πραγματικότητα το κοινωνικό μας «είναι» καθορίζει τη

συνείδησή μας.

Ένα προλεταριακό «είναι» σκέφτεται προλεταριακά και ένα αστικό «είναι» σκέφτεται αστικά (θα δούμε σε

συνέχεια γιατί δεν συμβαίνει αυτό πάντα). Αλλά γενικά, «σκέφτονται διαφορετικά σ’ ένα παλάτι απ’ ότι σ’

ένα καλύβι» (Ένγκελς, Φόϋεπρμπαχ, σελ. 29).

3. Ιδεαλιστικές θεωρίες

Οι ιδεαλιστές λένε ότι ένας προλετάριος ή ένας αστός είναι τέτοιοι γιατί σκέφτονται ο ένας σαν

προλετάριος και ο άλλος σαν αστός.

Αντίθετα εμείς λέμε ότι, αν σκέφτονται σαν προλετάριοι ή σαν αστοί, αυτό συμβαίνει γιατί είναι το ένα ή το

άλλο. ένας προλετάριος έχει προλεταριακή ταξική συνείδηση γιατί είναι προλετάριος.

Αυτό που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι ότι η ιδεαλιστική θεωρία έχει μια πραχτική συνέπεια. Αν κανείς

είναι αστός, λένε, αυτό συμβαίνει, γιατί σκέφτεται σαν αστός. Για να πάψει λοιπόν να είναι αστός, αρκεί να

αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται, και, για να σταματήσει η αστική εκμετάλλευση, αρκεί να

προσπαθήσουμε να πείσουμε τους εργοδότες. Αυτή είναι μια θεωρία που υποστηρίζεται από τους

χριστιανοσοσιαλιστές. Αυτή υπήρξε επίσης η θεωρία των ιδρυτών του ουτοπικού σοσιαλισμού.

Αλλά είναι ακόμα και η θεωρία των φασιστών που παλεύουμε ενάντια στον καπιταλισμό, όχι για να τον

εξαλείψουν, αλλά για να τον κάνουν πιο «λογικό»! Λένε, πως όταν ο εργοδότης καταλάβει ότι

εκμεταλλεύεται τους εργάτες δε θα το κάνει πια. Να μια θεωρία πέρα για πέρα ιδεαλιστική, που

καταλαβαίνουμε τους κινδύνους της.

4. Το κοινωνικό «είναι» και οι συνθήκες ύπαρξης

Ο Μαρξ μας μιλάει για το «κοινωνικό είναι». Τι εννοεί μ’ αυτό;

Το «κοινωνικό είναι» καθορίζεται από τις υλικές συνθήκες ύπαρξης μέσα στις οποίες ζουν οι άνθρωποι

στην κοινωνία.

Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει τις υλικές συνθήκες της ύπαρξής τους, αλλά οι υλικές

συνθήκες καθορίζουν τη συνείδησή τους.

Τί ονομάζουν υλικές συνθήκες ύπαρξης; Μέσα στην κοινωνία υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί και ο τρόπος

που σκέφτονται είναι διαφορετικός, οι ιδέες τους πάνω στο ίδιο ζήτημα είναι διαφορετικές. Το να πάρει

Page 90: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ένας φτωχός ή ένας άνεργος τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο είναι πολυτέλεια, αλλά για έναν πλούσιο, που

έχει αυτοκίνητο, είναι ξεπεσμός.

Ο φτωχός έχει αυτή την ιδέα για τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο γιατί είναι φτωχός, ή την έχει γιατί παίρνει τον

ηλεκτρικό σιδηρόδρομο; Γιατί είναι φτωχός. Το ότι είναι φτωχός, είναι ακριβώς η δικιά του συνθήκη

ύπαρξης.

Πρέπει λοιπόν να δούμε γιατί υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε τις

συνθήκες ύπαρξης των ανθρώπων.

Μια ομάδα από ανθρώπους, που έχουν την ίδια περίπου θέση μέσα στην οικονομική λειτουργία της

παραγωγής (που δηλαδή, στο σύγχρονο καπιταλιστικό καθεστώς, είτε είναι κάτοχοι των μέσων

παραγωγής, είτε, αντίθετα, εργάζονται πάνω στα μέσα παραγωγής που δεν τους ανήκουν) και που κατά

συνέπεια έχουν τις ίδιες περίπου υλικές συνθήκες ύπαρξης, αποτελεί μια τάξη, χωρίς όμως η έννοια της

τάξης να περιορίζεται στην έννοια του πλούτου ή της φτώχειας. Ένας προλετάριος μπορεί να κερδίζει

περισσότερα από έναν αστό, δεν είναι γι’ αυτό λιγότερο προλετάριος, αφού πάλι εξαρτιέται από έναν

εργοδότη και αφού η ζωή του δεν είναι ούτε εξασφαλισμένη ούτε ανεξάρτητη. Οι υλικές συνθήκες ύπαρξης

ενός ανθρώπου δεν καθορίζονται μονάχα από τα χρήματα που κερδίζει, αλλά και από τον κοινωνικό του

ρόλο. Έτσι έχουμε την ακόλουθη αλυσίδα:

Οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία τους με τη δράση τους ακολουθώντας τη θέλησή τους, που είναι η

έκφραση των ιδεών τους. Κι αυτές προέρχονται από τις υλικές συνθήκες ύπαρξής τους, δηλαδή από την

τάξη στην οποία ανήκουν.

5. Η πάλη των τάξεων, κινητήρας της ιστορίας

Οι άνθρωποι ενεργούν γιατί έχουν ορισμένες ιδέες. Χρωστούν τις ιδέες αυτές στις υλικές συνθήκες

ύπαρξής τους, γιατί ανήκουν στη μία ή στην άλλη τάξη. Αυτό δε σημαίνει ότι υπάρχουν μόνο δυο τάξεις

μέσα στην κοινωνία: υπάρχει πλήθος τάξεων, από τις οποίες δυο κυρίως βρίσκονται σε πάλη, η αστική

τάξη και το προλεταριάτο.

Κάτω από τις ιδέες λοιπόν βρίσκονται οι τάξεις. Η κοινωνία είναι χωρισμένη σε τάξεις που παλεύουν η μία

την άλλη. Έτσι αν εξετάσουμε τις ιδέες των ανθρώπων, διαπιστώνουμε ότι αυτές οι ιδέες βρίσκονται σε

σύγκρουση και ότι, κάτω από τις ιδέες αυτές, ξαναβρίσκουμε τις τάξεις που κι αυτές βρίσκονται σε

σύγκρουση.

Κατά συνέπεια, οι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας, δηλαδή αυτό που ερμηνεύει την ιστορία, είναι η πάλη

των τάξεων.

Αν πάρουμε σαν παράδειγμα το μόνιμο έλλειμμα του προϋπολογισμού, βλέπουμε ότι υπάρχουν δυο

λύσεις: η μία να συνεχίσουμε αυτό που ονομάζουμε δημοσιονομική ορθοδοξία, δηλαδή οικονομίες, δάνεια,

φόροι καινούργιοι κλπ, και η άλλη, να κάνουμε να πληρώσουν οι πλούσιοι.

Διαπιστώνουμε έναν πολιτικό αγώνα γύρω από αυτές τις ιδέες και συχνά ακούμε να εκφράζουν τη «λύπη»

τους που δεν μπορούν να συμφωνήσουν πάνω σ’ αυτό το θέμα. Ο μαρξιστής όμως θέλει να καταλάβει και

ψάχνει να βρει εκείνο που βρίσκεται κάτω από τον πολιτικό αγώνα. Ανακαλύπτει λοιπόν την κοινωνική

πάλη, δηλαδή την πάλη των τάξεων. Πάλη ανάμεσα σ’ αυτούς που είναι οπαδοί της πρώτης λύσης

(καπιταλιστές) και σ’ αυτούς που πιστεύουν ότι πρέπει να πληρώσουν οι πλούσιοι (μεσαίες τάξεις και

προλεταριάτο).

Page 91: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

«Αποδείχνεται κατά συνέπεια, λέει ο Ένγκελς, ότι τουλάχιστον στη σύγχρονη ιστορία, όλοι οι πολιτικοί

αγώνες είναι αγώνες ταξικοί και ότι όλοι οι αγώνες για τη χειραφέτηση των τάξεων, παρά την αναγκαστικά

πολιτική μορφή τους –γιατί κάθε ταξική πάλη είναι πάλη πολιτική- περιστρέφονται σε τελευταία ανάλυση

γύρω από την οικονομική χειραφέτηση». (Λ. Φόϋερμπαχ, σελ 41-42. Δες επίσης Μαρξ – Ένγκελς:

Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος σελ. 17 και επόμενες και Λένιν: Μαρξ , Ένγκελς, Μαρξισμός

σελ. 25-26).

Να ένας ακόμα κρίκος που πρέπει να τον προσθέσουμε στην αλυσίδα που έχουμε για να εξηγήσουμε την

ιστορία. Έχουμε: δράση, θέληση, ιδέες κάτω από τις οποίες κρύβονται οι τάξεις και πίσω από τις τάξεις

βρίσκεται η οικονομία. Την ιστορία λοιπόν την ερμηνεύουν οι ταξικοί αγώνες, αλλά τις τάξεις τις καθορίζει

η οικονομία.

Αν θελήσουμε να εξηγήσουμε ένα ιστορικό γεγονός, πρέπει να εξετάσουμε ποιες ιδέες είναι σε πάλη, να

αναζητήσουμε τις τάξεις κάτω από τις ιδέες και να ορίσουμε τέλος το οικονομικό σύστημα που

χαρακτηρίζει τις τάξεις.

Μπορεί ακόμα κανείς να αναρωτηθεί από πού προέρχονται οι τάξεις και το οικονομικό σύστημα (και οι

διαλεχτικοί δε φοβούνται να βάζουν όλες αυτές τις διαδοχικές ερωτήσεις, γιατί ξέρουν ότι πρέπει να βρουν

την προέλευση του κάθε πράγματος). Αυτό ακριβώς θα μελετήσουμε λεπτομερειακά στο επόμενο

κεφάλαιο, αλλά μπορούμε από τώρα να πούμε:

Για να μάθουμε από πού προέρχονται οι τάξεις, πρέπει να μελετήσουμε την ιστορία της κοινωνίας, και θα

δούμε τότε ότι αυτές οι τάξεις δεν ήταν πάντα οι ίδιες. Στην αρχαία Ελλάδα οι δούλοι και οι κύριοι, στο

μεσαίωνα οι χωροδεσπότες και οι δουλοπάροικοι, σε συνέχεια και απλοποιώντας την απαρίθμηση αυτή, η

αστική τάξη και το προλεταριάτο.

Διαπιστώνουμε μ’ αυτό το διάγραμμα ότι οι τάξεις αλλάζουν. Αναζητώντας να μάθουμε γιατί αλλάζουν, θα

δούμε ότι αυτό οφείλεται στη μεταβολή των οικονομικών συνθηκών (οι οικονομικές συνθήκες είναι: η

διάρθρωση της παραγωγής, της κυκλοφορίας, της κατανομής και της κατανάλωσης των αγαθών, και, σαν

θεμελιακός όρος, ο τρόπος παραγωγής, η τεχνική).

Να τώρα ένα κείμενο του Ένγκελς: «Η αστική τάξη και το προλεταριάτο σχηματίστηκαν και τα δύο ύστερα

από μια μεταβολή των οικονομικών συνθηκών, ή ακριβέστερα του τρόπου παραγωγής. Το πέρασμα

πρώτα από την επαγγελματική συντεχνία στη μανιφακτούρα και απ’ τη μανιφακτούρα στη μεγάλη

βιομηχανία, με τον τρόπο της επεξεργασίας με ατμοκίνητες μηχανές, είναι εκείνο που ανέπτυξε αυτές τις

δύο τάξεις». (Φόϋερμπαχ, σελ. 41).

Βλέπουμε λοιπόν, ότι σε τελευταία ανάλυση οι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας αποδίδονται με την

ακόλουθη αλυσίδα:

α) Η ιστορία είναι έργο των ανθρώπων

β) Η δράση που δημιουργεί την ιστορία καθορίζεται από τη θέλησή τους

γ) Η θέληση αυτή είναι η έκφραση των ιδεών τους

δ) Αυτές οι ιδέες είναι η αντανάκλαση των κοινωνικών συνθηκών μέσα στις οποίες ζουν

ε) Οι κοινωνικές συνθήκες καθορίζουν τις τάξεις και τους αγώνες τους

στ) Οι τάξεις οι ίδιες καθορίζονται από τις οικονομικές συνθήκες.

Για να διασαφηνίσουμε κάτω από ποιες μορφές και μέσα σε ποιες συνθήκες ξετυλίγεται η αλυσίδα αυτή,

λέμε ότι:

1) Οι ιδέες εκδηλώνονται στη ζωή στο πολιτικό επίπεδο.

Page 92: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

2) Οι αγώνες των τάξεων, που βρίσκονται πίσω από τους αγώνες των ιδεών, εκδηλώνονται στο

κοινωνικό επίπεδο.

3) Οι οικονομικές συνθήκες (που καθορίζονται από την κατάσταση της τεχνικής) εκδηλώνονται στο

οικονομικό επίπεδο.

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Καρλ Μαρξ: Φιλοσοφικές Μελέτες σελ. 67 και πέρα, Πρόλογος στη «Συμβολή στην κριτική της

πολιτικής οικονομίας».

Μαρξ και Ένγκελς: Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΑΠΟ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΤΑΞΕΙΣ

ΚΑΙ ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

1. Πρώτος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας

2. Πρώτη διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις

3. Δεύτερος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας

4. Δεύτερη διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις

5. Τί καθορίζει τις οικονομικές συνθήκες

6. Οι τρόποι παραγωγής

7. Παρατηρήσεις

Είδαμε ότι οι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας είναι, σε τελευταία ανάλυση, οι τάξεις και οι αγώνες τους

που καθορίζονται από τις οικονομικές συνθήκες. Αυτό το είδαμε ακολουθώντας την αλυσίδα αυτή: Οι

άνθρωποι έχουν στο κεφάλι τους ιδέες που τους κάνουν να δρουν. Οι ιδέες αυτές γεννιούνται από τις

συνθήκες υλικής ύπαρξης μέσα στις οποίες ζουν οι άνθρωποι. Οι συνθήκες υλικής ύπαρξης καθορίζονται

από τη θέση που κατέχουν αυτοί μέσα στην κοινωνία, δηλαδή από την τάξη στην οποία ανήκουν. Και οι

τάξεις με τη σειρά τους καθορίζονται από τις οικονομικές συνθήκες μέσα στις οποίες εξελίσσεται η

κοινωνία.

Αλλά τότε πρέπει να δούμε τι καθορίζει τις οικονομικές συνθήκες και τις τάξεις που αυτές δημιουργούν.

Αυτό θα το μελετήσουμε αμέσως παρακάτω.

1. Πρώτος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας

Μελετώντας την εξέλιξη της κοινωνίας και εξετάζοντας τα γεγονότα του παρελθόντος, διαπιστώνει καθένας

ευθύς εξ αρχής ότι η διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις δεν υπήρχε πάντοτε. Η διαλεχτική επιβάλλει ν’

αναζητάμε την αρχή των πραγμάτων. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι σ’ ένα πολύ μακρινό παρελθόν δεν

υπήρχαν τάξεις. Στην «Καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοχτησίας και του κράτους» ο Ένγκελς

μας λέει: «Σ’ όλα τα κατώτερα στάδια της κοινωνίας, η παραγωγή ήταν ουσιαστικά κοινή. Δεν υπάρχει μια

τάξη, μια κατηγορία εργαζόμενων, κι ακόμα μια άλλη. Η κατανάλωση των προϊόντων που παρήγαν οι

άνθρωποι ήταν κι αυτή κοινή. Αυτός είναι ο πρωτόγονος κομμουνισμός».(σελ. 280 και 205-206).

Page 93: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Όλοι οι άνθρωποι συμμετέχουν στην παραγωγή. Τα ατομικής χρήσης εργαλεία είναι ατομική ιδιοχτησία,

αλλά τα κοινόχρηστα ανήκουν στην κοινότητα. Ο καταμερισμός της κοινωνίας υπάρχει στο κατώτερο αυτό

στάδιο μονάχα μέσα στα φύλα. Ο άντρας κυνηγάει, ψαρεύει κλπ. Η γυναίκα φροντίζει το σπίτι. Δεν

υπάρχουν στη μέση ιδιαίτερα ή ατομικά συμφέροντα.

Αλλά οι άνθρωποι δεν απόμειναν στο στάδιο αυτό και η πρώτη μεταβολή στη ζωή των ανθρώπων ήταν ο

καταμερισμός της εργασίας μέσα στην κοινωνία.

«Μέσα στον τρόπο παραγωγής γλιστράει σιγά – σιγά ο καταμερισμός της εργασίας». (Στο παραπάνω

έργο, σελ. 230).

Αυτό το πρώτο γεγονός παρουσιάζεται εκεί που οι άνθρωποι «βρέθηκαν μπροστά σε ζώα που πέτυχαν

εύκολα να τα εξημερώσουν και ύστερα να αναπτύξουν κτηνοτροφία με αυτά. Ένας ορισμένος αριθμός από

τις πιο αναπτυγμένες φυλές ... έκαναν την κτηνοτροφία κύριο κλάδο της δουλειάς τους. Φυλές βοσκών

αποσπάστηκαν από τη μάζα των βαρβάρων. Αυτός ήταν ο πρώτος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας».

(Στο ίδιο σελ. 206-207).

Έχουμε λοιπόν σαν πρώτο τρόπο παραγωγής: το κυνήγι, το ψάρεμα. Δεύτερο τρόπο παραγωγής: την

κτηνοτροφία, από την οποία προέρχονται οι φυλές των βοσκών.

Αυτός ακριβώς ο πρώτος καταμερισμός της εργασίας είναι η βάση για την

2. Πρώτη διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις

«Η αύξηση της παραγωγής σε όλους τους κλάδους της – κτηνοτροφία, γεωργία, οικιακές εργασίες- έδινε

στην ανθρώπινη εργατική δύναμη την ικανότητα να παράγει περισσότερα προϊόντα απ’ όσα χρειάζονταν

για τη συντήρησή της. Αύξησε ταυτόχρονα το μέγεθος της καθημερινής δουλειάς που έπεφτε στο κάθε

μέλος της φυλής (gena) , της οικιακής κοινότητας ή της κάθε μιας οικογένειας χωριστά. Δημιουργήθηκε η

επιθυμία να συγκεντρωθούν καινούργιες εργατικές δυνάμεις. Αυτές τις προμήθεψε ο πόλεμος. Οι

αιχμάλωτοι του πολέμου μεταβλήθηκαν σε δούλους. Από το γεγονός ότι αύξαινε την παραγωγικότητα της

εργασίας και κατά συνέπεια τον πλούτο, και πλάταινε το πεδίο της παραγωγής, ο πρώτος μεγάλος

κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας είχε, μέσα στο σύνολο των ιστορικών αυτών συνθηκών, σαν

αναγκαία συνέπεια τη δουλεία. Από τον πρώτο μεγάλο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας γεννήθηκε η

πρώτη μεγάλη διάσπαση της κοινωνίας σε δύο τάξεις: αφέντες και δούλους, εκμεταλλευτές και

εκμεταλλευόμενους». (Στο παραπάνω έργο, σελ. 209).

«Φτάσαμε έτσι στο κατώφλι του πολιτισμού ... Στο κατώτερο στάδιο οι άνθρωποι δεν παρήγαν παρά άμεσα

για τις προσωπικές τους ανάγκες. Οι λίγες πράξεις ανταλλαγής που γίνονταν ήταν μεμονωμένες και δεν

αφορούσαν παρά μόνο το περίσσευμα που κατά τύχη ήταν διαθέσιμο. Στο μεσαίο στάδιο της

βαρβαρότητας, στους κτηνοτρόφους λαούς, συναντάμε κιόλας τη μορφή του κοπαδιού μια ιδιοχτησία... κι

από δω δημιουργούνται οι συνθήκες μιας κανονικής ανταλλαγής». (Στο ίδιο, σελ 215-216).

Έχουμε λοιπόν αυτή τη στιγμή δύο τάξεις μέσα στην κοινωνία: αφέντες και δούλους. Έπειτα η κοινωνία θα

συνεχίσει να ζει και να υφίσταται νέες εξελίξεις. Μια καινούργια τάξη θα γεννηθεί και θα μεγαλώσει.

3. Δεύτερος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας

«Ο πλούτος αυξήθηκε γρήγορα, αλλά με τη μορφή ατομικού πλούτου: η υφαντουργία, η μεταλλουργία και

τα άλλα επαγγέλματα, που χωρίζονταν ολοένα και περισσότερο το ένα απ’ το άλλο, έδωσαν στην

Page 94: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

παραγωγή ποικιλία και τελειότητα που αύξαιναν ολοένα. Η γεωργία, εχτός από τα σιτηρά ... πρόσφερε στο

εξής το λάδι και το κρασί ... Μια τόσο ποικιλόμορφη δουλειά δεν μπορούσε πια να γίνει από το ίδιο άτομο.

Πραγματοποιήθηκε ο δεύτερος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας. Η βιοτεχνία χωρίστηκε από τη

γεωργία. Η σταθερή αύξηση της παραγωγής και, μαζί μ’ αυτή, της παραγωγικότητας της εργασίας, αύξησε

την αξία της εργατικής δύναμης του ανθρώπου. Η δουλεία ... γίνεται τώρα ουσιαστικό στοιχείο του

κοινωνικού συστήματος ... Κατά μάζες σπρώχνουν τους δούλους στη δουλειά ... Από τη διαίρεση της

παραγωγής σε δυο κύριους κλάδους, τη γεωργία και τη βιοτεχνία, γεννιέται η παραγωγή αποκλειστικά για

ανταλλαγή, η εμπορευματική παραγωγή, και μαζί μ’ αυτή το εμπόριο ...». (Στο ίδιο, σελ. 212-213).

4. Δεύτερη διαίρεση της κοινωνίας σε τάξεις

Έτσι ο πρώτος μεγάλος καταμερισμός της εργασίας αυξάνει την αξία της ανθρώπινης δουλειάς, προκαλεί

μιαν αύξηση του πλούτου, που μεγαλώνει ξανά την αξία της εργασίας και κάνει υποχρεωτικό ένα δεύτερο

καταμερισμό της εργασίας: βιοτεχνία και γεωργία. Στο σημείο αυτό, η συνεχιζόμενη αύξηση της

παραγωγής και, παράλληλα, της αξίας της εργατικής δύναμης του ανθρώπου κάνει «απαραίτητους» τους

δούλους, δημιουργεί την εμπορευματική παραγωγή και μαζί μ’ αυτή μια τάξη: την τάξη των εμπόρων.

Έχουμε λοιπόν τη στιγμή αυτή μέσα στην κοινωνία έναν τριπλό καταμερισμό της εργασίας και τρεις τάξεις:

γεωργούς, τεχνίτες, εμπόρους. Βλέπουμε να παρουσιάζεται για πρώτη φορά μια τάξη που δεν συμμετέχει

στην παραγωγή, και η τάξη αυτή, η τάξη των εμπόρων, θα κυριαρχήσει πάνω στις άλλες δυο.

«Το ανώτερο στάδιο της βαρβαρότητας μας παρουσιάζει έναν ακόμα μεγαλύτερο καταμερισμό της

εργασίας ... απ’ όπου προέρχεται ολοένα αυξανόμενη αναλογία προϊόντων της εργασίας που παράγονται

για άμεση ανταλλαγή, κι έτσι οι ανταλλαγές φτάνουν να γίνουν ζωτική ανάγκη για την κοινωνία. Ο

πολιτισμός σταθεροποιεί και ενισχύει όλους αυτούς τους καταμερισμούς της εργασίας, που κιόλας

υπάρχουν, ιδιαίτερα με την ενίσχυση του ανταγωνισμού ανάμεσα στην πόλη και στο χωριό ... και

προσθέτει έναν τρίτο καταμερισμό της εργασίας, που είναι χαρακτηριστικός και έχει μια βασική σημασία:

προάγει μια τάξη, που δεν ασχολείται πια με την παραγωγή, αλλά αποκλειστικά με την ανταλλαγή των

προϊόντων: τους εμπόρους.

Η τάξη αυτή γίνεται το διάμεσο ανάμεσα σε δυο παραγωγούς. Με το πρόσχημα ... ότι γίνεται με τον τρόπο

αυτόν η πιο χρήσιμη τάξη του πληθυσμού ... αποχτάει γρήγορα τεράστια πλούτη και μια ανάλογη

κοινωνική επιρροή ... φτάνει ... σε μια ολοένα πιο μεγάλη κυριαρχία πάνω στην παραγωγή, ώσπου στο

τέλος γεννάει, κι αυτή με τη σειρά της, ένα δικό της προϊόν – τις περιοδικές εμπορικές κρίσεις»

Βλέπουμε λοιπόν την αλυσίδα, που, ξεκινώντας από τον πρωτόγονο κομμουνισμό, μας οδηγεί στον

καπιταλισμό.

1. Πρωτόγονος κομμουνισμός

2. Διαίρεση ανάμεσα σε άγριες φυλές και φυλές που ζουν με την κτηνοτροφία (πρώτος

καταμερισμός της εργασίας: αφέντες και δούλοι).

3. Διαίρεση ανάμεσα σε γεωργούς και τεχνίτες (δεύτερος καταμερισμός της εργασίας).

4. Γέννηση της τάξης των εμπόρων (τρίτος καταμερισμός της εργασίας) που

5. Γεννά τις περιοδικές εμπορικές κρίσεις (καπιταλισμός).

Ξέρουμε τώρα από πού προέρχονται οι τάξεις και μας μένει να μελετήσουμε:

6. Τι καθορίζει τις οικονομικές συνθήκες

Page 95: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Θα πρέπει πρώτα να ρίξουμε μια πολύ γρήγορη ματιά στις διάφορες κοινωνίες που προηγήθηκαν από

μας.

Λείπουν οι πηγές για λεπτομερειακή μελέτη της ιστορίας των κοινωνιών, που προηγήθηκαν από τις

αρχαίες κοινωνίες, αλλά ξέρουμε, λόγου χάρη, ότι στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν αφέντες και δούλοι και

ότι η τάξη των εμπόρων άρχιζε κιόλας να αναπτύσσεται. Σε συνέχεια, στο μεσαίωνα, η φεουδαρχική

κοινωνία, με χωροδεσπότες και δουλοπάροικους, επιτρέπει στους εμπόρους ν’ αποχτάν όλο και

μεγαλύτερη σημασία. Συγκεντρώνονται κοντά στα κάστρα, μέσα στα bourgs (=κώμες) απ’ όπου και το

όνομα bourgeois. Από την άλλη μεριά, στον μεσαίωνα, πριν από την καπιταλιστική παραγωγή, υπήρχε

μονάχα η μικρή παραγωγή, που είχε σαν κύριο χαρακτηριστικό ότι ο παραγωγός ήταν ιδιοχτήτης των

εργαλείων του. Τα μέσα της παραγωγής ανήκαν στο άτομο και δεν έκαναν παρά για ατομική χρήση. Ήταν

κατά συνέπεια φτωχά, μικρά, περιορισμένα. Η συγκέντρωση και επέκταση αυτών των μέσων της

παραγωγής, η μετατροπή τους σε ισχυρούς μοχλούς της σύγχρονης παραγωγής, ήταν ο ιστορικός ρόλος

της καπιταλιστικής παραγωγής και της αστικής τάξης ...

«Από τον 15ο αιώνα και πέρα, η αστική τάξη πραγματοποίησε το έργο αυτό διατρέχοντας τρεις ιστορικές

φάσεις: της απλής συνεργατικής, της μανιφακτούρας και της μεγάλης βιομηχανίας ... Με την απόσπαση

αυτών των μέσων παραγωγής από την απομόνωσή τους, με τη συγκέντρωσή τους ... η ίδια τους η φύση

μεταβάλλεται και από ατομικά γίνονται κοινωνικά». (Ένγκελς, Ουτοπικός σοσιαλισμός και επιστημονικός

σοσιαλισμός, σελ. 18).

Βλέπουμε λοιπόν, ότι παράλληλα με την εξέλιξη των τάξεων (αφέντες δούλοι, φεουδάρχες δουλοπάροικοι)

εξελίσσονται οι συνθήκες παραγωγής, κυκλοφορίας και κατανομής των αγαθών, δηλαδή οι οικονομικές

συνθήκες, και ότι η οικονομική εξέλιξη ακολουθεί βήμα με βήμα και παράλληλα την εξέλιξη των τρόπων

παραγωγής.

Έτσι λοιπόν,

7. Οι τρόποι παραγωγής

Δηλαδή η κατάσταση των οργάνων, των εργαλείων, η χρήση τους, οι μέθοδες εργασίας, κοντολογίς η

κατάσταση της τεχνικής, αυτό που καθορίζει τις οικονομικές συνθήκες.

«Αν στο παρελθόν οι δυνάμεις ενός ατόμου, ή, το πολύ – πολύ, μιας οικογένειας, αρκούσαν για να βάλουν

σε κίνηση τα παλιά μεμονωμένα μέσα παραγωγής, τώρα χρειαζόταν πλήθος ολόκληρο από εργάτες για να

βάλουν σε κίνηση αυτά τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής. Ο ατμός και η μηχανή – εργαλείο

αποτέλειωσαν και συμπλήρωσαν τη μεταμόρφωση αυτή ... Το ατομικό εργαστήρι [αντικαταστάθηκε από] το

εργοστάσιο, που απαιτεί τη συνεργασία εκατοντάδων και χιλιάδων εργατών. Η παραγωγή, από μια σειρά

ατομικές πράξεις που ήταν, μετατράπηκε σε μια σειρά κοινωνικές πράξεις». (Στο παραπάνω έργο, σελ 18).

Βλέπουμε λοιπόν, ότι η εξέλιξη των τρόπων της παραγωγής μεταμόρφωσε πέρα για πέρα τις

παραγωγικές δυνάμεις. Ωστόσο, ενώ τα εργαλεία της δουλειάς έγιναν μαζικά, το καθεστώς της ιδιοχτησίας

έμεινε ατομικό. Οι μηχανές, που δεν μπορούν να λειτουργήσουν παρά χάρη στη μαζική δουλειά, μένουν

ιδιοχτησία ενός μόνου ανθρώπου. Έτσι βλέπουμε ότι «[οι παραγωγικές δυνάμεις] οδηγούν αναγκαστικά

προς την πραχτική αναγνώριση του πραγματικού τους χαρακτήρα, του ότι είναι δηλαδή κοινωνικές

παραγωγικές δυνάμεις ... Επιβάλλουν σε μεγάλο αριθμό μέσων παραγωγής την κοινωνικοποίηση που

εκδηλώνεται με τη μορφή μετοχικών εταιρειών. Κι αυτή όμως η μορφή γίνεται ανεπαρκής ... Το κράτος

Page 96: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

πρέπει να πάρει τη διεύθυνση αυτών των παραγωγικών δυνάμεων ... η αστική τάξη έγινε περιττή. Όλες οι

κοινωνικές λειτουργίες των καπιταλιστών εκτελούνται ... από μισθωτούς υπαλλήλους». (Στο ίδιο έργο σελ.

24-25).

Έτσι μας παρουσιάζονται οι αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος:

«Από τη μια , τελειοποίηση των μηχανικών μέσων που έγινε υποχρεωτική ... εξ αιτίας του ανταγωνισμού

και που σημαίνει ολοένα αυξανόμενο αποκλεισμό των απασχολούμενων εργατών ... Από την άλλη,

απεριόριστη αύξηση της παραγωγής, το ίδιο υποχρεωτική. Κι από τις δύο μεριές, πρωτάκουστη ανάπτυξη

των παραγωγικών δυνάμεων, υπεροχή της προσφοράς απέναντι στη ζήτηση, υπερπαραγωγή, κρίσεις ...

που μας οδηγούν σε: υπεραφθονία παραγωγής ... και υπεραφθονία εργατών χωρίς εργασία, χωρίς μέσα

συντήρησης». (Στο ίδιο σελ. 30).

Υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στη δουλειά, που έγινε κοινωνική και μαζική, και στην ιδιοχτησία, που έμεινε

ατομική. Και τώρα μαζί με τον Μαρξ, θα πούμε:

«Αυτές οι σχέσεις, από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που ήταν, γίνονται εμπόδια. Τότε

αρχίζει μια περίοδος κοινωνικής επανάστασης». (Μαρξ, Πρόλογος στη «Συμβολή στην κριτική της

πολιτικής οικονομίας, στις «Φιλοσοφικές μελέτες», σελ. 69).

8. Παρατηρήσεις

Προτού τελειώσουμε το κεφάλαιο αυτό, είναι αναγκαίο να κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις και να

τονίσουμε, ότι στη μελέτη αυτή ξαναβρίσκουμε όλες τις ιδιότητες και τους νόμους της διαλεχτικής, που

μελετήσαμε προηγούμενα.

Ρίξαμε μια γρήγορη ματιά στην ιστορία των κοινωνιών, των τάξεων και των τρόπων παραγωγής.

Βλέπουμε πόσο εξαρτιέται κάθε μέρος της μελέτης αυτής από τα άλλα. Διαπιστώνουμε ότι η ιστορία αυτή

έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό την κίνηση και ότι οι μεταβολές, που παράγονται σε κάθε στάδιο της

εξέλιξης των κοινωνιών, προκαλούνται από μια εσωτερική πάλη, πάλη ανάμεσα στα στοιχεία της

συντήρησης και της προόδου, πάλη που καταλήγει στην καταστροφή κάθε κοινωνίας και στη γέννηση μιας

καινούργιας. Η κάθε μία απ’ αυτές έχει δικό της χαρακτήρα, μια διάρθρωση πολύ διαφορετική απ’ τη

διάρθρωση αυτής που προηγήθηκε. Αυτές οι ριζικές μετατροπές γίνονται ύστερα από μια συσσώρευση

γεγονότων, που από μόνα τους φαίνονται ασήμαντα, αλλά που, σε μια ορισμένη στιγμή, δημιουργούν με

τη συσσώρευσή τους μια κατάσταση πραγμάτων που προκαλεί μια μεταβολή βίαιη, επαναστατική.

Ξαναβρίσκουμε λοιπόν εδώ τις ιδιότητες και τους μεγάλους γενικούς νόμους της διαλεχτικής, δηλαδή:

Την αλληλεξάρτηση πραγμάτων και γεγονότων.

Τη διαλεχτική κίνηση και μεταβολή.

Τον αυτοδυναμισμό.

Την αντίφαση.

Την αλληλεπίδραση.

Και την εξέλιξη με άλματα (μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα).

ΓΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

Ένγκελς: Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοχτησίας και του κράτους.

Ένγκελς: Ουτοπικός σοσιαλισμός και επιστημονικός σοσιαλισμός.

Page 97: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Κεφάλαιο Ι

1. Ποια ερμηνεία δίνουν οι ιδεαλιστές στην ιστορία

2. Τί είναι ο ιστορικός υλισμός;

3. Ποια ήταν η θέση των υλιστών του 18ου αιώνα στην εξήγηση της ιστορίας; Δείξετε την ανεπάρκειά

τους.

Κεφάλαιο ΙΙ

1. Από πού προέρχονται οι ιδέες;

2. Ποιες είναι οι κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας;

ΓΡΑΠΤΗ ΑΣΚΗΣΗ

Πώς ο μαρξισμός (ιστορικός υλισμός) εφαρμόζει τη διαλεχτική στην ιστορία;

ΜΕΡΟΣ EKTO

Ο διαλεχτικός υλισμός και οι ιδεολογίες

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΣΤΙΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΕΣ

1. Ποια είναι η σημασία των ιδεολογιών για τον μαρξισμό;

2. Τί είναι μια ιδεολογία; (Ιδεολογικός παράγοντας και ιδεολογικές μορφές)

3. Οικονομική διάρθρωση και ιδεολογική διάρθρωση

4. Γνήσια και νόθα συνείδηση

5. Δράση και αντίδραση των ιδεολογικών παραγόντων

6. Μέθοδος διαλεχτικής ανάλυσης

7. Αναγκαιότητα της ιδεολογικής πάλης

8. Συμπέρασμα

1. Ποια είναι η σημασία των ιδεολογιών για τον μαρξισμό;

Συνήθως ακούμε να λέγεται, ότι ο μαρξισμός είναι μια υλιστική φιλοσοφία που αρνιέται το σύνολο των

ιδεών στην ιστορία, που αρνιέται το ρόλο του ιδεολογικού παράγοντα και δε λαβαίνει υπόψη παρά μόνο

τις οικονομικές επιδράσεις.

Αυτό είναι λάθος. Ο μαρξισμός δεν αρνιέται τον σημαντικό ρόλο του πνεύματος, της τέχνης, των ιδεών

μέσα στη ζωή. Αντίθετα, δίνει ιδιαίτερη σημασία στις ιδεολογικές αυτές μορφές, και θα τελειώσουμε αυτή

τη μελέτη των στοιχειωδών αρχών του μαρξισμού εξετάζοντας, πως εφαρμόζεται η μέθοδος του

Page 98: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

διαλεχτικού υλισμού στις ιδεολογίες. Θα δούμε ποιος είναι ο ρόλος των ιδεολογιών στην ιστορία, την

επίδραση του ιδεολογικού παράγοντα και τι είναι η ιδεολογική μορφή.

Αυτό το μέρος του μαρξισμού που θα μελετήσουμε είναι το χειρότερα γνωστό σημείο της φιλοσοφίας

αυτής. Είναι αλήθεια, πως για πολύν καιρό, πραγματεύονταν και διαδίδανε κυριότερα το μέρος του

μαρξισμού που μελετά την πολιτική οικονομία. Ενεργώντας έτσι ξεχώρισαν αυθαίρετα την πολιτική

οικονομία, όχι μόνο από το μεγάλο «σύνολο» που αποτελεί ο μαρξισμός, αλλά και από τις βάσεις της.

Γιατί, αυτό που έκανε την πολιτική οικονομία πραγματική επιστήμη, είναι ο ιστορικός υλισμός, που είναι,

καθώς είδαμε, μια εφαρμογή του διαλεχτικού υλισμού.

Μπορεί κανείς μιλώντας σχετικά να τονίσει, ότι αυτή η τακτική προέρχεται από το μεταφυσικό πνεύμα που

γνωρίζουμε και που δύσκολα καταφέρνουμε να το ξεφορτωθούμε. Ας το επαναλάβουμε, λάθη κάνουμε,

όσο περισσότερο απομονώνουμε τα πράγματα και τα μελετάμε μ’ έναν τρόπο μονόπλευρο.

Οι κακές λοιπόν ερμηνείες του μαρξισμού προέρχονται από το ότι δεν έχουμε επιμείνει όσο πρέπει στη

σημασία των ιδεολογιών μέσα στην ιστορία και μέσα στη ζωή. Ξεχώρισαν αυτές τις ιδεολογίες από τον

μαρξισμό και με τον τρόπο αυτό ξεχώρισαν τον μαρξισμό από το διαλεχτικό υλισμό, δηλαδή από τον ίδιο

του τον εαυτό.

Βλέπουμε με ευχαρίστηση ότι εδώ και μερικά χρόνια, κατά ένα μέρος χάρη στη δουλειά του Εργατικού

πανεπιστημίου, στο οποίο χιλιάδες μαθητές οφείλουν τη γνώση του μαρξισμού, κι ακόμα χάρη στην

εργασία των διανοούμενων συντρόφων μας, που συνέβαλαν σ΄ αυτό με τις εργασίες τους και τα βιβλία

τους, ο μαρξισμός ξαναβρήκε την αληθινή του μορφή και τη θέση που δικαιωματικά του ανήκει.

2. Τι είναι μια ιδεολογία; (Ιδεολογικός παράγοντας και ιδεολογικές μορφές)

Στο κεφάλαιο αυτό, που είναι αφιερωμένο στη σημασία των ιδεολογιών, θα ξεκινήσουμε με μερικούς

ορισμούς.

Τι ονομάζουμε ιδεολογία; Όποιος λέει ιδεολογία εννοεί πρώτα απ’ όλα ιδέα. Η ιδεολογία είναι ένα

άθροισμα από ιδέες που αποτελούν ένα σύνολο, μια θεωρία, ένα σύστημα, ή ακόμα, καμιά φορά, μια

κατάσταση του πνεύματος μοναχά.

Ο μαρξισμός είναι μια ιδεολογία που αποτελεί ένα σύνολο και που προσφέρει μια μέθοδο λύσης όλων των

προβλημάτων. Δημοκρατική ιδεολογία είναι ένα σύνολο από ιδέες που βρίσκουμε μέσα στο μυαλό ενός

δημοκρατικού.

Αλλά μια ιδεολογία δεν είναι μόνο ένα σύνολο από καθαρές ιδέες, που θα τις θεωρούσε κανείς

χωρισμένες από κάθε συναίσθημα (αυτό είναι αντίληψη μεταφυσική). Μια ιδεολογία συνοδεύεται

αναγκαστικά από συναισθήματα, συμπάθειες, αντιπάθειες, ελπίδες, φόβους κλπ. Στην προλεταριακή

ιδεολογία βρίσκουμε τα ιδεολογικά στοιχεία της πάλης των τάξεων, αλλά βρίσκουμε ακόμα και

συναισθήματα αλληλεγγύης προς τους εκμεταλλευόμενους του καπιταλιστικού καθεστώτος, τους

«φυλακισμένους», συναισθήματα επαναστατικότητας, ενθουσιασμού κλπ. Αυτά όλα κάνουν μια ιδεολογία.

Ας δούμε τώρα τι ονομάζουν ιδεολογικό παράγοντα. Είναι η ιδεολογία όταν θεωρείται σαν αιτία ή δύναμη

που ενεργεί, που είναι ικανή να επιδρά, και γι’ αυτό μιλάνε για την επίδραση του ιδεολογικού παράγοντα.

Οι θρησκείες λόγου χάρη είναι ιδεολογικός παράγοντας που πρέπει να τον λογαριάζουμε, έχουν μια ηθική

δύναμη που ασκεί ακόμα μια σημαντική επίδραση.

Page 99: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Τι εννοούν λέγοντας ιδεολογική μορφή; Ονομάζουν έτσι ένα σύνολο από ιδιαίτερες ιδέες, που αποτελούν

μια ιδεολογία σε έναν ειδικό τομέα. Η θρησκεία, η ηθική, είναι μορφές ιδεολογίας, όπως και η επιστήμη, η

φιλοσοφία, η λογοτεχνία, η τέχνη, η ποίηση.

Αν θέλουμε λοιπόν να εξετάσουμε, ποια είναι η σημασία της ιστορίας της ιδεολογίας γενικά και όλων των

μορφών της ειδικότερα, θα κάνουμε τη μελέτη αυτή, όχι ξεχωρίζοντας την ιδεολογία από την ιστορία,

δηλαδή από τη ζωή των κοινωνιών, αλλά τοποθετώντας το ρόλο της ιδεολογίας, των παραγόντων της και

των μορφών της μέσα στην κοινωνία και με βάση την κοινωνία.

3. Οικονομική διάρθρωση και ιδεολογική διάρθρωση

Είδαμε,, μελετώντας τον ιστορικό υλισμό, ότι η ιστορία των κοινωνιών ερμηνεύεται από την αλυσίδα αυτή:

οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία με τη δράση τους, που είναι έκφραση της θέλησής τους. Αυτή καθορίζεται

από τις ιδέες. Είδαμε ότι αυτό που ερμηνεύει τις ιδέες των ανθρώπων, δηλαδή την ιδεολογία τους, είναι το

κοινωνικό περιβάλλον όπου παρουσιάζονται οι τάξεις, που καθορίζονται με τη σειρά τους κι αυτές από τον

τρόπο παραγωγής.

Είδαμε επίσης ότι ανάμεσα στον ιδεολογικό παράγονται και τον κοινωνικό παράγοντα βρίσκεται ο

πολιτικός παράγοντας, που εκδηλώνεται μέσα στην ιδεολογική πάλη σαν έκφραση της κοινωνικής πάλης.

Αν εξετάσουμε λοιπόν την κοινωνική διάρθρωση στο φως του ιστορικού υλισμού, βλέπουμε ότι στη βάση

βρίσκεται η οικονομική διάρθρωση, ύστερα, πάνω από αυτήν, η κοινωνική διάρθρωση, που υποβαστάζει

την πολιτική και τέλος την ιδεολογική διάρθρωση.

Βλέπουμε, ότι για τους υλιστές η ιδεολογική διάρθρωση είναι το τέρμα, η κορυφή του κοινωνικού

οικοδομήματος, ενώ για τους ιδεαλιστές η ιδεολογική διάρθρωση είναι στη βάση.

«Στην κοινωνική παραγωγή των μέσων της ζωής τους, οι άνθρωποι έρχονται σε σχέσεις καθορισμένες,

αναγκαίες, ανεξάρτητες απ’ τη θέλησή τους, σχέσεις παραγωγικές που αντιστοιχούν σ’ ένα δοσμένο βαθμό

ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών δυνάμεων. Το σύνολο των παραγωγικών αυτών σχέσεων αποτελεί

το οικονομικό εποικοδόμημα της κοινωνίας, την πραγματική βάση που πάνω της υψώνεται ένα νομικό και

πολιτικό εποικοδόμημα και που σ’ αυτήν αντιστοιχούν καθορισμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης

(δηλαδή ιδεολογικές μορφές). Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει γενικά το κοινωνικό,

πολιτικό και διανοητικό προτσές της ζωής». [Μαρξ, Πρόλογος στη «Συμβολή στην κριτική της πολιτικής

οικονομίας» στις «Φιλοσοφικές μελέτες», σελ. 68-69].

Βλέπουμε λοιπόν πως αυτό που βρίσκεται στα θεμέλια της κοινωνίας είναι η οικονομική βάση. Λέμε

ακόμα πως είναι γι’ αυτή η υποδομή (πράγμα που σημαίνει: το θεμελιακό οικοδόμημα).

Η ιδεολογία, που περιλαβαίνει όλες τις μορφές: την ηθική, τη θρησκεία, την επιστήμη, την ποίηση, την

τέχνη, τη λογοτεχνία, αποτελεί το εποικοδόμημα (που σημαίνει: οικοδόμημα που βρίσκεται στην κορυφή).

Γνωρίζοντας, όπως το αποδείχνει η υλιστική θεωρία, πως οι ιδέες είναι η αντανάκλαση των πραγμάτων,

θα πούμε πως το εποικοδόμημα είναι η αντανάκλαση της υποδομής.

Να ένα παράδειγμα του Ένγκελς που μας το δείχνει καλά: «Η καλβινιστική πίστη ταίριαζε στους πιο

τολμηρούς αντιπροσώπους της αστικής τάξης της εποχής. Το δόγμα της του προκαθορισμού ήταν η

θρησκευτική έκφραση του γεγονότος ότι, μέσα στον εμπορικό κόσμο του ανταγωνισμού, η επιτυχία ή η

αποτυχία δεν εξαρτιέται από την ενεργητικότητα ή την επιτηδειότητα ενός ανθρώπου, αλλά από

περιστάσεις, που πάνω τους δεν μπορεί καθόλου να επιδράσει. Δεν εξαρτιέται από τη θέλησή του ή τη

δράση του, αλλά από το ‘’έλεος’’ των ανώτερων και άγνωστων οικονομικών δυνάμεων, κι αυτό ήταν

Page 100: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

ιδιαίτερα αληθινό σε μια εποχή οικονομικής επανάστασης, όπου όλους τους παλιούς εμπορικούς δρόμους

και όπου όλα τα παλιά εμπορικά κέντρα, όπου οι Ινδίες και η Αμερική ανοίγονταν στον κόσμο και όπου τα

πιο ιερά άρθρα οικονομικής πίστης –η αξία του χρυσού και του ασημιού- άρχισαν να τρικλίζουν και να

γκρεμίζονται». [Ένγκελς, «Ιστορικός υλισμός», στις «Φιλοσοφικές μελέτες» σελ. 93].

Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα μέσα στην οικονομική ζωή για τους εμπόρους; Βρίσκονται σε

συναγωνισμό μεταξύ τους. Οι έμποροι, οι αστοί απόχτησαν πείρα αυτού του συναγωνισμού όπου

υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Πολύ συχνά, οι πιο καταφερτζήδες, οι πιο έξυπνοι, υποκύπτουν στο

συναγωνισμό, από μια κρίση που έρχεται ξαφνικά και τους τσακίζει. Αυτή η κρίση είναι γι’ αυτούς

απρόβλεφτη, τους φαίνεται μοιραία. Και αυτή η ιδέα, πως, αδικαιολόγητα, οι λιγότερο έξυπνοι ξεπερνούν

μερικές φορές την κρίση, είναι που μεταφέρεται μέσα στην προτεσταντική θρησκεία. Αυτή ακριβώς η

διαπίστωση, πως ορισμένοι «προκόβουν» τυχαία, γέννησε την ιδέα αυτή του προκαθορισμού, σύμφωνα

με την οποία οι άνθρωποι υφίστανται υποχρεωτικά μια τύχη καθορισμένη για πάντα από τον θεό.

Βλέπουμε μέσα σ’ αυτό το παράδειγμα της αντανάκλασης των οικονομικών συνθηκών, με ποιον τρόπο το

εποικοδόμημα είναι η αντανάκλαση της βάσης.

Να ένα ακόμα παράδειγμα! Ας πάρουμε τη νοοτροπία δυο εργατών όχι συνδικαλισμένων, που δεν είναι

δηλαδή εξελιγμένοι πολιτικά. Ο ένας εργάζεται μέσα σε ένα μεγάλο εργοστάσιο, όπου η εργασία είναι

οργανωμένη ορθολογιστικά, ο άλλος εργάζεται σε έναν μικρό βιοτέχνη. Είναι βέβαιο πως ο καθένας τους

θα έχει διαφορετική αντίληψη για τον εργοδότη. Για τον πρώτο, ο εργοδότης, θα είναι ο άγριος

εκμεταλλευτής, χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του καπιταλισμού. Ο άλλος θα βλέπει τον εργοδότη σαν

έναν εργάτη, εύπορο βέβαια, αλλά εργάτη, όχι τύραννο.

Η αντανάκλαση λοιπόν των συνθηκών τους εργασίας θα καθορίσει τη γνώμη που θα έχουν αυτοί για τους

εργοδότες.

Αυτό το παράδειγμα, που είναι σημαντικό, μας υποχρεώνει για να είμαστε ακριβείς να κάνουμε ορισμένες

παρατηρήσεις.

4. Γνήσια και νόθα συνείδηση

Είπαμε ότι οι ιδεολογίες είναι η αντανάκλαση των υλικών όρων της κοινωνίας, ότι το κοινωνικό «είναι»

καθορίζει την κοινωνική συνείδηση. Θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει, πως ένας προλετάριος θα

πρέπει να έχει αυτόματα μια προλεταριακή ιδεολογία.

Αλλά μια τέτοια υπόθεση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, γιατί υπάρχουν εργάτες που δεν

έχουν εργατική συνείδηση.

Πρέπει λοιπόν να κάνουμε μια διάκριση: οι άνθρωποι μπορεί να ζουν μέσα σε καθορισμένες συνθήκες,

αλλά η συνείδηση που έχουν για τις συνθήκες αυτές μπορεί να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Αυτό ο Ένγκελς το ονομάζει: «νόθα συνείδηση».

Παράδειγμα: ορισμένοι εργάτες έχουν επηρεαστεί από τη θεωρία του συνεργατισμού, που είναι μια

επιστροφή στο μεσαίωνα, στις συντεχνίες. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει η συνείδηση της αθλιότητας των

εργατών, δεν είναι όμως μια συνείδηση σωστή και αληθινή. Η ιδεολογία είναι εδώ μια αντανάκλαση των

συνθηκών της κοινωνικής ζωής, αλλά δεν είναι αντανάκλαση πιστή, μια αντανάκλαση ακριβής.

Μέσα στη συνείδηση των ανθρώπων η αντανάκλαση είναι πολύ συχνά μια αντανάκλαση «από την

ανάποδη». Το να διαπιστώνει κανείς το γεγονός της αθλιότητας, αυτό είναι μια αντανάκλαση των

κοινωνικών συνθηκών. Αυτή όμως η αντανάκλαση γίνεται λαθεμένη, όταν σκέφτεται κανείς πως μια

Page 101: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

επιστροφή στις συντεχνίες θα είναι η λύση του προβλήματος. Βλέπουμε λοιπόν εδώ μια συνείδηση μερικά

σωστή και μερικά λαθεμένη.

Ο εργάτης που είναι βασιλικός έχει κι αυτός μια συνείδηση ταυτόχρονα σωστή και λαθεμένη. Σωστή γιατί

θέλει να εξαλείψει την αθλιότητα που διαπιστώνει, λαθεμένη γιατί νομίζει πως ένας βασιλιάς μπορεί να τα

καταφέρει. Και αυτός ο εργάτης, επειδή έχει συλλογιστεί στραβά και επειδή έχει διαλέξει στραβά την

ιδεολογία του, μπορεί να γίνει για μας ένας ταξικός εχθρός, ενώ, παρ’ όλα αυτά, ανήκει στην τάξη μας.

Έτσι, το να έχει κανείς λαθεμένη συνείδηση, σημαίνει πως έχει γελαστεί σχετικά με την πραγματική

κατάσταση.

Θα πούμε λοιπόν, πως η ιδεολογία είναι η αντανάκλαση των συνθηκών ύπαρξης, δεν είναι όμως μια

αυστηρά προκαθορισμένη αντανάκλαση.

Θα πρέπει άλλωστε να διαπιστώσουμε, ότι μεταχειρίζονται όλα τα μέσα για να μας δώσουν μια λαθεμένη

συνείδηση και να επηρεάσουν τις εκμεταλλευόμενες τάξεις με την ιδεολογία των κυρίαρχων τάξεων. Τα

πρώτα στοιχεία για την αντίληψη της ζωής που δεχόμαστε, η ανατροφή μας, η μόρφωσή μας, μας δίνουν

μια λαθεμένη συνείδηση. Οι δεσμοί μας στη ζωή, μια νοοτροπία χωρικού σε ορισμένους, η προπαγάνδα,

ο τύπος, το ραδιόφωνο, διαστρεβλώνουν κι αυτά κάποτε τη συνείδησή μας.

Κατά συνέπεια, η ιδεολογική δουλειά έχει για μας τους μαρξιστές εξαιρετική σημασία. Πρέπει να

εξαλείψουμε τη λαθεμένη συνείδηση, για να αποχτήσουμε μια συνείδηση σωστή. Και, χωρίς ιδεολογική

εργασία, αυτή η μεταβολή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.

Αυτοί που νομίζουν και λένε, ότι ο μαρξισμός είναι μια μοιρολατρική θεωρία, έχουν άδικο, αφού εμείς

αληθινά δεχόμαστε ότι οι ιδεολογίες παίζουν μεγάλο ρόλο στην κοινωνία και ότι πρέπει να μαθαίνουμε και

να διαδίδουμε τη φιλοσοφία του μαρξισμού για να την χρησιμοποιούμε σαν αποτελεσματικό εργαλείο και

όπλο.

5. Δράση και αντίδραση των ιδεολογικών παραγόντων

Είδαμε, με τα παραδείγματα της σωστής και της λαθεμένης συνείδησης, ότι δεν πρέπει να θέλουμε να

ερμηνεύουμε τις ιδέες μόνο με την οικονομία και να αρνούμαστε ότι και οι ιδέες έχουν μια επενέργεια. Αν

σκεφτόμασταν έτσι, δεν θα ερμηνεύαμε τον μαρξισμό με το σωστό τρόπο.

Οι ιδέες βέβαια ερμηνεύονται, σε τελευταία ανάλυση, με την οικονομία, αλλά έχουν επίσης μια δική τους

επενέργεια.

«Σύμφωνα με την υλιστική αντίληψη της ιστορίας, ο προσδιοριστικός παράγοντας της ιστορίας είναι, σε

τελευταία ανάλυση, η παραγωγή και η αναπαραγωγή της πραγματικής ζωής. Ούτε ο Μαρξ, ούτε εγώ,

υποστηρίξαμε ποτέ τίποτα περισσότερο. Αν ύστερα κάποιος το διαστρεβλώνει αυτό, ώστε να φτάνει να

λέει, ότι ο οικονομικός είναι ο μόνος προσδιοριστικός παράγοντας, μετατρέπει αυτή την πρόταση σε μια

φράση κενή, αφηρημένη, άτοπη. Η οικονομική κατάσταση είναι η βάση, αλλά τα διάφορα μέρη του

εποικοδομήματος ... ασκούν όμοια την επίδρασή τους πάνω στην πορεία των ιστορικών αγώνων και, σε

πολλές περιπτώσεις, παίζουν τον πρώτο ρόλο στον καθορισμό της μορφής τους. Υπάρχει δράση και

αντίδραση όλων αυτών των παραγόντων, που στους κόλπους τους η οικονομική κίνηση χαράζει τελικά το

δρόμο της σαν κάτι που αναγκαστικά επιβάλλεται μέσα στο ατέλειωτο πλήθος τυχαίων περιστατικών».

[Ένγκελς, Φιλοσοφικές μελέτες, Γράμμα στον Ιωσήφ Μπλοχ].

Βλέπουμε λοιπόν ότι πρέπει να τα εξετάσουμε όλα προτού αναζητήσουμε το οικονομικό σύστημα, και ότι,

αν αυτό είναι σε τελευταία ανάλυση η αιτία, πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε ότι δεν είναι και η μόνη αιτία.

Page 102: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Οι ιδεολογίες είναι οι αντανακλάσεις και τα αποτελέσματα των οικονομικών συνθηκών, αλλά η σχέση

ανάμεσά τους δεν είναι απλή, γιατί διαπιστώνουμε επίσης μια αντεπενέργεια των ιδεολογιών πάνω στη

βάση.

Αν θελήσουμε να μελετήσουμε το μαζικό κίνημα που αναπτύχθηκε στη Γαλλία ύστερα από τις 6 του

Φλεβάρη 1934, θα το κάνουμε τουλάχιστο από δύο απόψεις για να αποδείξουμε αυτό που μόλις γράψαμε.

1. Μερικοί ερμηνεύουν το ρεύμα αυτό λέγοντας πως αιτία ήταν η οικονομική κρίση. Είναι βέβαια μια

ερμηνεία υλιστική, αλλά μονόπλευρη. Η ερμηνεία αυτή δε λογαριάζει παρά μόνο τον οικονομικό

παράγοντα, εδώ: την κρίση.

2. Ο συλλογισμός αυτός λοιπόν είναι εν μέρει σωστός, αλλά με τον όρο ότι πρέπει να προστεθεί σαν

ερμηνευτικός παράγοντας αυτό που σκέφτονται οι άνθρωποι: η ιδεολογία. Σ’ αυτό λοιπόν το

μαζικό ρεύμα, οι άνθρωποι είναι «αντιφασίστες»: να ένας ιδεολογικός παράγων. Και το ότι οι

άνθρωποι είναι αντιφασίστες οφείλεται στην προπαγάνδα που δημιούργησε το Λαϊκό Μέτωπο.

Αλλά για να έδινε καρπούς η προπαγάνδα αυτή χρειαζότανε ένα ευνοϊκό έδαφος, κι αυτό που

μπόρεσε να γίνει το 1936 δεν ήταν δυνατό το 1932. Ξέρουμε τέλος, πως σε συνέχεια το μαζικό

αυτό κίνημα και η ιδεολογία του επηρέασαν, με τη σειρά τους, την οικονομία με την κοινωνική

πάλη που προκάλεσαν.

Βλέπουμε λοιπόν στο παράδειγμα αυτό, ότι η ιδεολογία, που είναι αντανάκλαση των κοινωνικών

συνθηκών, γίνεται με τη σειρά της αιτία των γεγονότων.

«Η ανάπτυξη, πολιτική, νομική, φιλοσοφική, θρησκευτική, λογοτεχνική, καλλιτεχνική κλπ, στηρίζεται πάνω

στην οικονομική ανάπτυξη. Αλλά με τη σειρά τους όλες επιδρούν το ίδιο η μία πάνω στην άλλη, καθώς και

πάνω στην οικονομική βάση. Αυτό δε συμβαίνει γιατί η οικονομική κατάσταση είναι η αιτία, ο μόνος

ενεργητικός παράγων, και όλα τα άλλα είναι παθητικά. Αντίθετα, υπάρχει δράση και αντίδραση πάνω στη

βάση της οικονομικής ανάγκης, που κυριαρχεί πάντοτε σε τελευταία ανάλυση». [Ένγκελς, Φιλοσοφικές

μελέτες, Γράμματα στον Χάϊντς Στάρκενμπουργκ , σελ 132].

Για τον ίδιο λόγο για παράδειγμα:

«η βάση του κληρονομικού δικαίου, παίρνοντας σαν προϋπόθεση τον ίσο βαθμό ανάπτυξης της

οικογένειας, είναι βάση οικονομική. Ωστόσο, θα είναι δύσκολο ν’ αποδειχτεί ότι, λόγου χάρη, η απόλυτη

ελευθερία στην Αγγλία να κάνει κανείς διαθήκη και, αντίθετα, ο μεγάλος περιορισμός στη Γαλλία έχουν, σε

όλες τους τις λεπτομέρειες, μονάχα οικονομικά αίτια. Όμως, κατά ένα πολύ σημαντικό μέρος, και τα δυό

(ελευθερία και περιορισμός) αντεπιδρούν με τη σειρά τους πάνω στην οικονομία, επειδή ακριβώς επιδρούν

στην κατανομή της περιουσίας». [Ένγκελς, Φιλοσοφικές μελέτες, Γράμμα στον Κόνρατ Σμιτ, σ.128].

Για ν’ αναφέρουμε ένα παράδειγμα πιο σύγχρονο, ας πάρουμε το παράδειγμα των φόρων. Όλοι έχουμε

μια ιδέα σχετικά με τους φόρους. Οι πλούσιοι θέλουν για τον εαυτό τους λιγότερους φόρους και γι’ αυτό

είναι οπαδοί των έμμεσων φόρων. Οι εργάτες και οι μεσαίες τάξεις θέλουν αντίθετα μια φορολογία

βασισμένη στον άμεσο και προοδευτικά αυξανόμενο φόρο. Έτσι, η ιδέα που έχουμε για τους φόρους, και

που είναι ιδεολογικός παράγοντας, έχει την προέλευσή της στην δική μας οικονομική κατάσταση, που

δημιουργήθηκε και επιβλήθηκε απ’ τον καπιταλισμό. Οι πλούσιοι θέλουν να διατηρήσουν τα προνόμιά

τους και αγωνίζονται για να διατηρήσουν τον σύγχρονο τρόπο φορολογίας και για να ενισχύσουν τους

νόμους προς την κατεύθυνση αυτή. Οι νόμοι λοιπόν αυτοί, που προέρχονται από τις ιδέες, αντεπιδρούν

με τη σειρά τους πάνω στην οικονομία, γιατί καταστρέφουν το μικρό εμπόριο και τους βιοτέχνες και

επιταχύνουν την καπιταλιστική συγκέντρωση.

Page 103: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

Βλέπουμε, κατά συνέπεια, ότι οι οικονομικές συνθήκες προκαλούν τις ιδέες, αλλά ότι και οι ιδέες με τη

σειρά τους προκαλούν μεταβολές στις οικονομικές συνθήκες, και γι’ αυτό πρέπει να εξετάζουμε τις

ιδεολογίες, λογαριάζοντας αυτή την αμοιβαιότητα των σχέσεων. Και μόνο σε τελευταία ανάλυση, στη ρίζα,

βλέπουμε τις οικονομικές ανάγκες να υπερισχύουν πάντα.

Ξέρουμε ότι οι συγγραφείς και οι στοχαστές έχουν σαν αποστολή τους να διαδίδουν, ή, το λιγότερο, να

υπερασπίζουν τις ιδεολογίες. Οι στοχασμοί τους και τα γραφτά τους δεν είναι πάντα πολύ χαρακτηριστικά,

αλλά, στο τέλος, ακόμα και στα γραφτά που έχουν τον χαρακτήρα απλών μύθων ή διηγημάτων,

βρίσκουμε πάντα, όταν τ’ αναλύουμε, μια ιδεολογία. Αυτή η ανάλυση είναι μια δουλειά πολύ λεπτή και

πρέπει να την κάνουμε με μεγάλη σύνεση. Θα δείξουμε μια μέθοδο διαλεχτικής ανάλυσης που θα

βοηθήσει πολύ, αλλά θα πρέπει να προσέξουμε πολύ να μην είμαστε μηχανιστές και να μη θέλουμε να

εξηγήσουμε αυτό που δεν εξηγείται.

6. Μέθοδος διαλεχτικής ανάλυσης

Για να εφαρμόζουμε καλά τη διαλεχτική μέθοδο, πρέπει να γνωρίζουμε πολλά πράγματα και, αν αγνοούμε

το θέμα μας, πρέπει να το μελετάμε λεπτομερειακά, γιατί αλλιώς καταλήγουμε να κάνουμε γελοιογραφίες

κρίσεων.

Θα υποδείξουμε μια μέθοδο για τη διαλεχτική ανάλυση ενός βιβλίου ή ενός λογοτεχνικού μύθου, που

μπορεί κανείς να εφαρμόσει και σε άλλα ζητήματα.

α) Πρέπει πρώτα-πρώτα να προσέξει το περιεχόμενο του βιβλίου ή του μύθου που πρόκειται ν’ αναλύσει.

Να το εξετάσει ανεξάρτητα από κάθε κοινωνικό ζήτημα, γιατί δεν προέρχονται όλα από την ταξική πάλη

και τις οικονομικές συνθήκες.

Υπάρχουν λογοτεχνικές επιδράσεις και θα πρέπει να τις λάβουμε υπ’ όψη μας. Να προσπαθήσουμε να

δούμε σε ποια «λογοτεχνική σχολή» ανήκει το έργο. Να λάβουμε υπ’ όψη μας την εσωτερική εξέλιξη των

ιδεολογιών. Στην πράξη, θα ήταν καλό να κάνουμε μια περίληψη του θέματος που θέλουμε ν’ αναλύσουμε

και να σημειώσουμε τί μας έκανε εντύπωση.

β) Να παρατηρήσουμε σε συνέχεια τους κοινωνικούς τύπους που είναι οι ήρωες της υπόθεσης. Να

αναζητήσουμε την τάξη όπου ανήκουν, να εξετάσουμε τη δράση των προσώπων και να δούμε, αν

μπορούμε να συνδέσουμε με έναν οποιοδήποτε τρόπο αυτό που συμβαίνει στο μυθιστόρημα με μια

κοινωνική άποψη.

Αν αυτό δεν είναι δυνατό, αν δεν μπορούμε να το κάνουμε όπως πρέπει, καλύτερα είναι να

εγκαταλείψουμε την ανάλυση παρά να την επινοήσουμε. Δεν πρέπει ποτέ να επινοούμε μια εξήγηση.

γ) Όταν κανείς έχει βρει ποια ή ποιες είναι οι τάξεις που παρουσιάζονται στο έργο, θα πρέπει ν’

αναζητήσει την οικονομική βάση, δηλ. ποια είναι τα μέσα της παραγωγής και ο τρόπος της παραγωγής

την εποχή στην οποία αναφέρεται το μυθιστόρημα.

Αν λόγου χάρη η δράση συμβαίνει στις μέρες μας, η οικονομία είναι καπιταλιστική. Βλέπουμε στον καιρό

μας πολλά διηγήματα και μυθιστορήματα που κριτικάρουν, που πολεμούν τον καπιταλισμό. Αλλά

υπάρχουν δυό τρόποι να πολεμάς τον καπιταλισμό:

1. Σαν επαναστάτης που πάει μπροστά.

2. Σαν αντιδραστικός που θέλει να γυρίσει στο παρελθόν, κι αυτή ακριβώς τη μορφή συναντάμε συχνά στα

σύγχρονα μυθιστορήματα: νοσταλγούν τον παλιό καλό καιρό.

Page 104: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

δ) Αφού τα βρούμε όλ’ αυτά, θα μπορέσουμε τότε ν’ αναζητήσουμε την ιδεολογία, να δούμε δηλ. ποιες

είναι οι ιδέες, τα συναισθήματα, ποιος είναι ο τρόπος που σκέφτεται ο συγγραφέας.

Αναζητώντας την ιδεολογία, θα σκεφτούμε τον ρόλο που παίζει και την επίδρασή της πάνω στο πνεύμα

των ανθρώπων που διαβάζουν το βιβλίο.

ε) Θα μπορέσουμε τότε να βγάλουμε το συμπέρασμα της ανάλυσής μας, να πούμε γιατί ένα τέτοιο

διήγημα ή μυθιστόρημα γράφτηκε σε μια τέτοια στιγμή. Και θα κατηγορήσουμε ή θα παινέσουμε, ανάλογα

με την περίπτωση, τις προθέσεις του (που ο συγγραφέας δεν τις έχει συχνά συνειδητοποιήσει).

Αυτή η μέθοδος ανάλυσης δεν μπορεί να είναι καλή, παρά μόνον αν θυμηθούμε εφαρμόζοντάς την όλα

όσα είπαμε προηγούμενα. Πρέπει να χωνέψουμε καλά πως η διαλεχτική, μας προσφέρει βέβαια έναν

καινούργιο τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, αλλά απαιτεί επίσης να τα γνωρίσουμε καλά, για να

μιλήσουμε γι’ αυτά και για να τα αναλύσουμε.

Πρέπει κατά συνέπεια, τώρα που είδαμε τι είναι η μέθοδος μας, να προσπαθήσουμε στις μελέτες μας,

στην αγωνιστική και προσωπική μας ζωή, να βλέπουμε τα πράγματα στην κίνησή τους, στη μεταβολή

τους, στις αντιφάσεις τους και στην ιστορική τους σημασία, και όχι στην στατική, ακίνητη κατάστασή τους.

Πρέπει να τα βλέπουμε επίσης και να τα μελετάμε απ’ όλες τους τις απόψεις κι όχι μονόπλευρα.

Κοντολογίς, αν εφαρμόζουμε παντού και πάντα το διαλεχτικό πνεύμα.

7. Ανάγκη της ιδεολογικής πάλης

Ξέρουμε τώρα καλύτερα τι είναι ο διαλεχτικός υλισμός, σύγχρονη μορφή του υλισμού, που ιδρύθηκε απ’

τον Μαρξ και τον Ένγκελς και αναπτύχθηκε από τον Λένιν. Χρησιμοποιήσαμε κύρια στην εργασία αυτή τα

κείμενα του Μαρξ και του Ένγκελς, αλλά δεν μπορούμε να τελειώσουμε τα μαθήματα αυτά χωρίς να

σημειώσουμε ιδιαίτερα ότι το φιλοσοφικό έργο του Λένιν είναι τεράστιο29. Για τον λόγο αυτόν, μιλάμε

σήμερα για τον μαρξισμό-λενινισμό.

Μαρξισμός-λενινισμός και διαλεχτικός υλισμός είναι αδιάσπαστα ενωμένοι, και είναι η γνώση του

διαλεχτικού υλισμού που επιτρέπει ν’ αναμετρήσουμε όλη την έκταση, όλη την αξία, όλον τον πλούτο του

μαρξισμού-λενινισμού. Έτσι, φτάνουμε στο σημείο να πούμε, ότι ο αγωνιστής είναι αληθινά εξοπλισμένος

ιδεολογικά, μόνο αν γνωρίζει το σύνολο της θεωρίας αυτής.

Η αστική τάξη, που το κατάλαβε αυτό καλά, πασχίζει να μπάσει τη δικιά της ιδεολογία στη συνείδηση των

εργαζόμενων χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα. Η αστική τάξη, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι απ’ όλες τις όψεις

του μαρξισμού-λενινισμού η λιγότερο γνωστή σήμερα είναι ο διαλεχτικός υλισμός, έχει οργανώσει ενάντιά

του τη συνωμοσία της σιωπής. Είναι λυπηρό να σκέφτεται κανείς ότι η επίσημη εκπαίδευση αφήνει κατά

μέρος και αγνοεί μια τέτοια μέθοδο και ότι συνεχίζει τη διδασκαλία στα σχολεία και τα Πανεπιστήμια με τον

ίδιο τρόπο που γίνονταν και πριν 100 χρόνια.

Αν, άλλοτε, είχε κυριαρχήσει η μεταφυσική μέθοδος κι όχι η διαλεχτική, αυτό οφειλόταν όπως είδαμε στην

άγνοια των ανθρώπων. Σήμερα, που η επιστήμη μας έχει δώσει τα μέσα ν’ αποδείξουμε, ότι η διαλεχτική

μέθοδος είναι εκείνη που πρέπει να εφαρμόζουμε στις επιστημονικές αναζητήσεις, είναι τρομερό να

συνεχίζουν να μαθαίνουν στα παιδιά μας να σκέφτονται, να μελετούν, με τη μέθοδο που γεννήθηκε από

την άγνοια.

Οι επιστήμονες, στις επιστημονικές αναζητήσεις της ειδικότητάς τους, δεν μπορούν πια να δουλέψουν

χωρίς να λογαριάζουν την αλληλεξάρτηση των επιστημών, εφαρμόζοντας έτσι, ακόμα και χωρίς να το

29 Δες ΛΕΝΙΝ στο Ευρετήριο ονομάτων. Η εξέταση της φιλοσοφικής συμβολής του Λένιν στον μαρξισμό – που θα ήταν πολύ μακριά και πολύπλευρη για να πραγματοποιηθεί εδώ – γίνεται με βαθύ τρόπο στο βιβλίο «Θεμελιακά προβλήματα της φιλοσοφίας» Κεφ. Λένιν και Μαρξ – Ένγκελς [Κοιν. Εκδόσεις]

Page 105: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

καταλαβαίνουν, ένα μέρος της διαλεχτικής. Κουβαλάν όμως σ’ αυτές πολύ συχνά τη μόρφωση που τους

δόθηκε και που είναι μιά μόρφωση μ’ ένα μεταφυσικό πνεύμα. Τί πρόοδο δε θα είχαν πραγματοποιήσει ή

δε θα είχαν προετοιμάσει οι διάφοροι σοφοί, που έχουν κιόλας τόσα προσφέρει στην ανθρωπότητα – ας

θυμηθούμε τον Παστέρ, τον Μπρανλύ, που ήταν ιδεαλιστές και θρήσκοι – αν είχαν πάρει μια μόρφωση με

διαλεχτικό πνεύμα!

Αλλά υπάρχει μια μορφή πάλης, ακόμα πιο επικίνδυνη από τη συνομωσία της σιωπής, ενάντια στο

μαρξισμό-λενινισμό: είναι οι παραποιήσεις που προσπαθεί να μπάσει η αστική τάξη μέσα στην ίδια την

εργατική κίνηση. Βλέπουμε τη στιγμή αυτή ν’ ακμάζουν πολλοί «θεωρητικοί», που παρουσιάζονται σαν

«μαρξιστές» και που ισχυρίζονται ότι «ανακαινίζουν», «ανανεώνουν», τον μαρξισμό. Οι εκστρατείες αυτού

του είδους προσβάλλον συχνότερα και κατά προτίμηση τις λιγότερο γνωστές πλευρές του μαρξισμού, και

ιδιαίτερα μάλιστα την υλιστική φιλοσοφία.

Υπάρχουν λ.χ. άνθρωποι που δηλώνουν ότι δέχονται τον μαρξισμό σαν θεωρία της επαναστατικής

δράσης, όχι όμως και σαν γενική κοσμοθεωρία. Δηλώνουν ότι μπορεί κανείς να είναι τέλειος μαρξιστής

χωρίς ν’ αποδέχεται την υλιστική φιλοσοφία. Σύμφωνα με τη γενική αυτή στάση αναπτύσσονται διάφορες

απόπειρες λαθρεμπορίου. Άνθρωποι, που δίνουν πάντα στον εαυτό τους το όνομα του μαρξιστή, θέλουν

να μπάσουν μέσα στον μαρξισμό αντιλήψεις, που είναι ολότελα ασυμβίβαστες με την ίδια του τη βάση,

δηλ. με την υλιστική φιλοσοφία. Στο παρελθόν είχαμε τέτοιες απόπειρες. Ο Λένιν έγραψε ενάντιά τους το

βιβλίο του «Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός». Τώρα, που ζούμε μια περίοδο πλατιάς διάδοσης του

μαρξισμού, παρατηρούμε μιά αναγέννηση και έναν πολλαπλασιασμό στις απόπειρες αυτές. Πώς θα

αναγνωρίσουμε, πώς θα ξεσκεπάσουμε αυτές που προσβάλλουν τον μαρξισμό ακριβώς στη φιλοσοφική

του πλευρά, αν αγνοούμε την αληθινή φιλοσοφία του μαρξισμού;

8. Συμπέρασμα

Παρατηρείται ευτυχώς, εδώ και μερικά χρόνια, μιά τρομερή διάθεση για τη μελέτη ολόκληρου του

μαρξισμού και ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον ακριβώς για τη μελέτη της υλιστικής φιλοσοφίας, ιδιαίτερα

μέσα στην εργατική τάξη. Αυτό, στις σημερινές συνθήκες, είναι ένα σημείο που δείχνει ότι η εργατική τάξη

έχει νοιώσει πολύ καλά την ορθότητα των λόγων που αναφέραμε στην αρχή του βιβλίου και που

επιβάλλουν τη μελέτη, της υλιστικής φιλοσοφίας. Οι εργάτες ένοιωσαν, με δική τους πείρα, την ανάγκη να

συνδέουν στην πράξη τη θεωρία και ταυτόχρονα ένοιωσαν την ανάγκη να προωθήσουν τη θεωρητική

μελέτη όσο μπορούν πιο πολύ. Ο ρόλος κάθε αγωνιστή είναι να ενισχύει αυτό το ρεύμα και να του δίνει

σωστή κατεύθυνση και σωστό περιεχόμενο. Βλέπουμε με μεγάλη ευχαρίστηση, ότι, χάρη στο Εργατικό

Πανεπιστήμιο του Παρισιού30, πολλές χιλιάδες άνθρωποι γνωρίσανε τον διαλεχτικό υλισμό. Και, αν το

γεγονός αυτό, δείχνοντας σε ποια πλευρά βρίσκεται η επιστήμη, αποτελεί περίτρανη δόξα του αγώνα μας

ενάντια στην αστική τάξη, το ίδιο αυτό γεγονός μας υποδείχνει και το καθήκον μας.

Πρέπει να μελετάμε. Πρέπει να μάθουμε και να διαδώσουμε τον μαρξισμό σ’ όλους τους κύκλους.

Παράλληλα με την πάλη στον δρόμο και στον τόπο της δουλειάς, οι αγωνιστές πρέπει να καθοδηγούν και

την ιδεολογική πάλη. Το καθήκον τους είναι να υπερασπίζονται την ιδεολογία μας ενάντια σ’ όλες τις

μορφές επίθεσης και να καθοδηγούν ταυτόχρονα την αντεπίθεση για τη συντριβή της αστικής ιδεολογίας

μέσα στη συνείδηση των εργαζομένων. Για να κυριαρχήσουμε όμως σ’ όλες τις μορφές της πάλης αυτής

30 Σήμερα «Νέο Πανεπιστήμιο», λεωφόρος Mathurian-Moreau 8 , Παρίσι

Page 106: Στοιχειώδεις Αρχές Φιλοσοφίας

πρέπει να είμαστε οπλισμένοι. Ο πραγματικός οπλισμός του αγωνιστή στην πάλη αυτή είναι η γνώση του

διαλεχτικού υλισμού.

Ως τη μέρα που θα έχουμε φτιάξει την κοινωνία χωρίς τάξεις, όπου τίποτα πια δε θα εμποδίζει την

ανάπτυξη των επιστημών, αυτό θα είναι ένα από τα ουσιαστικότερα καθήκοντά μας.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

1. Είναι αλήθεια ότι ο μαρξισμός αρνιέται τον ρόλο των ιδεών;

2. Ποιοί είναι οι διάφοροι παράγοντες που καθορίζουν και συνιστούν τη διάρθρωση της κοινωνίας;

3. Αναλύσετε με τη μέθοδο του διαλεχτικού υλισμού ένα διήγημα από εφημερίδα

ΑΣΚΗΣΗ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗΣ

Τί κερδίσατε για τη σκέψη και τη δράση από τη μελέτη του διαλεχτικού υλισμού;