299
ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ A ΗΜΟΚΡΑ ΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Συλλογικό Έργο, Τίτλος Πρωτότυπου:Religion and Democracy, Μετάφραση Φ.Τερζάκης, Εκδ.Αλεξάνδρεια, 2003

Citation preview

Page 1: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ A ΗΜΟΚΡΑ ΤΙΑ

Page 2: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Page 3: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

David Marquand και Ronald L. Nettler Επιμέλεια

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Μετάφραση Φ Ω Τ Η Σ Τ Ε Ρ Ζ Α Κ Η Σ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ

Page 4: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Τίτλος πρωτοτύπου: Religion and Democracy

© The Political Quarterly Publishing Co. Ltd.Blackwell Publishers 2002

© για την ελληνιχή γλώσσα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια

Π ρώτη έκδοση: Νοέμβριος 2003

ISBN 960-221-272-1

Η μετάφραση έγινε από το αγγλικό πρωτότυπο.

Διορθώσεις: Βίκυ Τ άτση

Κεντρική διάθεση:Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Σόλωνος 133,106 77 Αθήνα,© 2103806305,2103821813, fax 2103838173 e-mail: [email protected] - http://www.alexandria-publ.gr

Βιβλιοπωλείο στη Σ τοά του Βιβλίου:Π εσμαζόγλου 5 / Σταδίου 44,105 64 Αθήνα, © 2103311719

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή του παρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ή διασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέ­χνης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της Διεθνούς Σύμβασης Βέρ- νης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν. 100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαρα­γω γή της στοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου και γενικότερα της όλης αι­σθητικής εμφάνισης του βιβλίου, με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλ­λες μεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

Page 5: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Περιεχόμενα

Προλεγόμενα........................................................................... 9D a v id m a r q u a n d κ α ι Ro n a l d l . n e t t l e r

Εκκοσμίκευση; ...................................................................... 17Jo h n K e a n e

Συμβιώνοντας με τη διαφορά στην Ινδ ία ..........................49Su z a n n e H o e b e r R u d o l p h κ α ι L l o y d I. R u d o l p h

Θρησκεία και δημοκρατία στο Ισραήλ...............................89E m a n u e l e Ot t o l e n g h i

Ισλάμ, πολιτική και δημοκρατία:ο Μοχάμετ Τάλμπι και η ισλαμική νεωτερικότητα..............111RONALD L . NETTER

Τροχιές του πολιτικού Ισλάμ:Αίγυπτος, Ιράν και Τουρκία.............................................. 131Sa m i z u b a i d a

0 αμερικανικός φονταμενταλισμόςκαι το εμπόριο του Θ εού................................................... 169H a r o l d P e r k in

Η ήσυχη ήπειρος:θρησκεία και πολιτική στην Ευρώπη..................................191C o l in C r o u c h

Page 6: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο Τζ.Ν. Φίγκις, οι εκκλησίες και το κράτος....................219P a u l H ir s t

Κάνοντας τον χριστιανικό κόσμο ασφαλήγια το φιλελευθερισμό: από τον Γκρότιους στον Ρωλς ... 255T im o t h y Sa m u e l S h a h

Σημείωμα για τους συγγραφείς........................................293

Ευρετήριο κυρίων ονομάτων.............................................295

Page 7: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Προλεγόμενα

Στο έργο του Η δημοκρατία στην Αμερική, τη διεισδυτι­κότερη ίσως ανάλυση των κοινωνικών και πολιτισμικών θεμελίων της πλουραλιστικής δημοκρατίας που γράφτηκε ποτέ, ο Αλεξίς ντε Τοκβίλ πρότεινε ότι -σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές συνθήκες- η αμερικανική εμπειρία έδειξε πως η θρησκεία και η δημοκρατία μπορούσαν κάλλιστα να συμβαδίζουν. Στην πραγματικότητα, οι ίδιοι οι Αμερι­κανοί πίστευαν ότι η ευρωστία των δημοκρατικών τους θεσμών χρωστούσε πολλά στις θρησκευτικές τους πεποι­θήσεις. Υπήρχε όμως ένας κρίσιμος, μολονότι παράδοξος, όρος: η εκκλησία και το κράτος έπρεπε να διατηρούνται χωριστά. Παρότι ο Τοκβίλ δεν το διατύπωσε με τόσο πολλά λόγια, η εικόνα που φιλοτέχνησε ήταν αυτή μιας σιωπηρής διαπραγμάτευσης μέσω της οποίας η θρησκεία κρατιόταν μακριά από την πολιτική και η πολιτική δεν παρενέβαινε στη θρησκεία. Επειδή ακριβώς ο αμερικανι­κός κλήρος το είχε καταλάβει καλά αυτό, στάθηκε ο ρό­λος του τόσο αξιοσημείωτος στην αμερικανική κοινωνία: η επιρροή του στο ποίμνιο ήταν συνάρτηση της πολιτικής του περίσκεψης.

Πληροφορήθηκα με έκπληξη ότι δεν συμμετείχαν σε δημόσιες συγκεντρώσεις· δεν είδα ούτε έναν απ’ αυτούς στη διοίκηση και δεν αντιπροσωπεύονταν καν στις νομοθετικές συνελεύσεις. Σε πολλές πολιτείες ο νόμος τούς αποκλείει από την πολιτική ζωή· η κοινή γνώμη τούς αποκλείει από παντού. Και όταν στράφηκα να ερευνήσω το πνεύμα που επικρατούσε στον κλήρο, ανακά-

Page 8: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

10 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

λυψα ότι τα περισσότερα από τα μέλη του έδειχναν να παραι­τούνται οικειοθελώς από την άσκηση της εξουσίας και ότι θεω­ρούσαν καύχημα του επαγγέλματός τους την αποχή από την πολιτική...

... Είδαν ότι θα έπρεπε ν’ απαρνηθούν τη θρησκευτική επιρροή εάν ήθελαν να αγωνιστούν για πολιτικές εξουσίες και προτίμη­σαν να αρνηθούν την κρατική υποστήριξη παρά να εμπλακούν στα σκαμπανεβάσματά της1.

Εκατό χρόνια πριν , οι περισσότεροι προοδευτικοί υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης θεωρούσαν δεδομένο ότι το πρότυπο που ο Τοκβίλ πίστευε πως είδε στις Ηνωμέ­νες Πολιτείες θα γινόταν σταδιακά παγκόσμιο. Κατ’ αυ­τούς η νεωτερικότητα συνεπαγόταν, μεταξύ άλλων, την πολιτική περιθωριοποίηση της θρησκείας. Οι θρησκευτι­κές πίστεις μπορεί να επιβίωναν. Μπορεί ακόμη και να ευημερούσαν, όπως πίστευε ο Τοκβίλ ότι ευημερούσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες· βαθμιαία ωστόσο θα εξαφανί­ζονταν από τη δημόσια σφαίρα. Η πίστη θα ήταν ιδιωτική υπόθεση χωρίς καμία πολιτική σημασία. Η πολιτική θα αφορούσε ζητήματα -την προώθηση της ευημερίας, την κατανομή των πόρων, τη σύγκρουση των τάξεων, την άνοδο και την πτώση των εθνών- με τα οποία η θρησκευ­τική ομολογία δεν θα είχε καμία σχέση.

Ολοφάνερα κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Ακόμα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, την παραδειγματική σύγχρονη κοι­νωνία για πολλούς, ο πολιτικός ρόλος της θρησκείας π α ­ραμένει τόσο παρεμβατικός όσο και καθοριστικός. Στην πραγματικότητα, είναι κατά πολλούς τρόπους πιο παρεμ­βατικός σήμερα απ’ ό,τι πίστευε ο Τοκβίλ ότι ήταν εκατόν εβδομήντα χρόνια πριν. Οπωσδήποτε ο κλήρος -ή εν πάση περιπτώσει ένα σημαντικό κομμάτι το υ - δεν επιδεικνύει πλέον εκείνη την πολιτική περίσκεψη που τόσο πολύ τον εντυπώσιασε. Όπως ο ατυχής γερουσιαστής Μακέιν ανα­

Page 9: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 11

κάλυψε την περίφημη Τρίτη του 2000, η θρησκευτική δεξιά έχει τώρα μια δικλίδα ασφαλείας μέσα στο Ρεπουμπλικα- νικό Κόμμα- και όπως απέδειξε ο πρόεδρος Κλίντον στη διάρκεια της υπόθεσης Μόνικα Λεβίνσκι, η δημόσια επί­δειξη μιας υποκριτικής θρησκευτικότητας, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Ευρώπης θα επέσυρε την περιφρόνηση ή το χλευασμό, είναι πιθανώς ο καλύτερος τρόπος για έναν πολιτικό, που πιάστηκε με κατεβασμένα τα παντελόνια του, να στηρίξει την πολιτική καριέρα του. Ο κάπως αριστοκρατικός διαφωτιστικός σκεπτικισμός του Τόμας Τζέφερσον θα ήταν ολοφάνερα στοιχείο ακαταλλη- λότητας για τον Λευκό Οίκο σήμερα.

Με διαφορετικούς τρόπους και σε διαφορετικούς βαθ­μούς, η Ινδία, το Ισραήλ και ο ισλαμικός κόσμος επιδεικνύ­ουν ένα παρόμοιο πρότυπο. Η δυτική Ευρώπη (ραίνεται να αποτελεί εξαίρεση. Παρά την αδιάλειπτη ύπαρξη σημαντι­κών χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων σε κάποιες δυτικο­ευρωπαϊκές χώρες και παρά τη συνεχιζόμενη επιρροή της κοινωνικής διδασκαλίας του Καθολικισμού στις οικονομι­κές και πολιτικές παραδόσεις των εν λόγω χωρών, η οργα­νωμένη θρησκεία είναι σχεδόν βέβαιο ότι παίζει μικρότερο ρόλο στην πολιτική το 2000 στο μεγαλύτερο μέρος της επι­κράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης απ’ ό,τι έπαιζε το 1950. Ακόμα και στη δυτική Ευρώπη, όμως, μια διογκούμενη ισλαμική μειονότητα θέτει υπό αμφισβήτηση τα υπάρχοντα, ασαφή και ιστορικά μεταβαλλόμενα σύνορα ανάμεσα στην περιοχή της πίστης και την περιοχή της πολιτικής. Στον κό­σμο συνολικά -στον παγκοσμιοποιούμενο κόσμο του 21ου αιώνα, με τον επιταχυνόμενο διεθνή ανταγωνισμό, τις μαζι­κές διακρατικές ροές κεφαλαίων και τις τεράστιες πολυε­θνικές αυτοκρατορίες των μαζικών μέσων- η παλιά προσ­δοκία του δόγματος της εκκοσμίκευσης ότι ο σταδιακός εκ- συγχρονισμός θα εκτόπιζε βαθμιαία τη θρησκεία από τη δημόσια σφαίρα έχει θεαματικά διαψευστεί από τα γεγονό­τα. Ο κόσμος του διαδικτύου είναι επίσης ο κόσμος του

Page 10: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

12 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

μαχόμενου Ισλάμ, της ισραηλινής φονταμενταλιστικής δε­ξιάς και του ινδικού BJP. Στην προκλητική ορολογία του Μπέντζαμιν Μπάρμπερ, «τζιχάντ» και «McWorld» έχουν συγκλίνει2.

Το βιβλίο αυτό έχει την πρόθεση να συμβάλει στη διαρκώς διογκούμενη δημόσια συζήτηση που έχει προκα- λέσει τούτη η αξιοσημείωτη -και ίσως ανησυχητική- συ­γκυρία. Είναι απόρροια ενός συνεδρίου το οποίο οργά­νωσαν από κοινού το The Political Quarterly και το πρό­γραμμα για τη Θρησκεία και τη Δημοκρατία του Κολεγί­ου Mansfield της Οξφόρδης τον Σεπτέμβριο του 1999. Αντικείμενο του συνεδρίου ήταν η διερεύνηση των επίμα­χων και κυμαινόμενων σχέσεων ανάμεσα στη θρησκευτική πίστη και την πλουραλιστική δημοκρατία στο πλαίσιο μιας διαρκώς παγκοσμιοποιούμενης οικονομίας και πολι­τισμού. Πιο ειδικά έθεσε το ερώτημα κατά πόσο η συνε­χιζόμενη, και σε πολλές περιπτώσεις ενισχυόμενη, πα- ρεμβατικότητα της θρησκείας θέτει σε κίνδυνο τα θεμέλια της δημοκρατικής διακυβέρνησης.

Σε αυτό το ερώτημα, οι περισσότεροι από τους συγ­γραφείς του παρόντος τόμου έδωσαν (υπόρρητα εάν όχι ρητά) μια σχετικά οπτιμιστική απάντηση. Μπορεί να συ­νοψιστεί ως ακολούθως. Ακόμη κι εν απουσία μιας τοκβι- λιανής διαπραγμάτευσης η οποία θα διατηρούσε την εκ­κλησία και το κράτος χωριστά, εκκλησία και δημοκρατία μπορούν να συνυπάρξουν. Οι κοινότητες πίστης δεν δια- κυβεύουν κατ’ ανάγκη τα θεμέλια της πλουραλιστικής δη­μοκρατίας όταν επιδιώκουν να υλοποιήσουν ουσιαστικά θρησκευτικά προγράμματα μέσω της πολιτικής δράσης. Ούτε η παγκοσμιοποίηση προκαλεί αναπόφευκτα μια απειλητική για τη δημοκρατία έκρηξη της θρησκευτικής μαχητικότητας. Αλλά εδώ υπάρχει επίσης ένας όρος. Όπως υποστηρίζει ο Πωλ Χιρστ στο κεφάλαιό του για τον πλουραλισμό του Τζ.Ν. Φίγκις και τη σημασία του για τις σύγχρονες, πολιτισμικά ανομοιογενείς κοινωνίες.

Page 11: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 13

ένας βαθμός αμοιβαίας ανοχής, ή έστω αμοιβαίας αυτο­συγκράτησης, είναι απαραίτητος. Οι θρησκευτικές ομά­δες πρέπει να αποδεχθούν το δικαίωμα άλλων θρησκευτι­κών ομάδων -και, δυνάμει της ίδιας αρχής, το δικαίωμα των μη θρησκευομένων- να διαβιούν με τις δικές τους αξίες. (Το δεύτερο ενδέχεται να είναι δυσκολότερο να επιτευχθεί στην πράξη απ’ ό,τι το πρώτο.) 0 «πολιτισμι­κός φεντεραλισμός» που περιγράφουν η Σούζαν και ο Λόυντ Ρούντολφ στην Ινδία είναι βέβαια προϊόν των ιδια- ζουσών ινδικών συνθηκών και θα ήταν λάθος να τον εκλά- βουμε ως μοντέλο για τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά από κάποιες απόψεις τουλάχιστον μοιάζει να είναι ένα παρά­δειγμα εκείνου που είχε στο νου του ο Φίγκις. Και ο φε­ντεραλισμός εξαρτάται, μεταξύ άλλων πραγμάτων, από την προθυμία των ομοσπόνδων να σεβαστούν τα όρια ο ένας του άλλου.

Μια τέτοια αυτοσυγκράτηση ωστόσο είναι δύσκολο να επιτευχθεί ομαλά και να διασφαλίζει με κάποιο τρόπο τη σταθερότητα και τη συνέχεια που απαιτεί η μακροπρόθε­σμη συνύπαρξη θρησκείας και δημοκρατίας. Διότι η επί­τευξή της εξαρτάται από την προθυμία των θρησκευτικών κοινοτήτων να δεχθούν μια νέα (νεωτερική) χαλιναγώγηση ορισμένων «φυσικών τάσεων» της θρησκείας (ή τουλάχι­στον τάσεων οι οποίες στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της υπήρξαν κεντρικές για τη θρησκευτική ζωή). Η προνε- ωτερική θρησκεία ήταν κατ’ ανάγκη πολιτική και δημόσια, με την έννοια ότι επεδίωκε μια φυσική ύπαρξη στη σφαί­ρα των δημόσιων θεσμών που οργάνωναν την ανθρώπινη ύπαρξη. Η προνεωτερική θρησκεία επίσης, σε πολλές πε­ριπτώσεις, έτεινε προς την αποκλειστικότητα υιοθετώντας την εκδοχή της μιας και μόνης αληθινής παράδοσης.

Αυτά ήταν τα χαρακτηριστικά της θρησκείας στις δυτι­κές χώρες, στον ισλαμικό κόσμο και σε πολλά άλλα μέρη μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Η διαδικασία μέσω της οποί ας αυτά τα χαρακτηριστικά άρχισαν να υποχωρούν

Page 12: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

14 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

στη νεωτερικότητα του 20ού αιώνα ξεκίνησε, βέβαια, αρ­κετούς αιώνες νωρίτερα στην Ευρώπη. Από τις αρχές του 17ου αιώνα η αμφισβήτηση των παραδεδομένων αληθειών και δογμάτων στην επιστήμη, τη φιλοσοφία και τη θρη­σκεία , σε συνδυασμό με αντίστοιχες δομικές αλλαγές στην υλική ζωή και στην πολιτική, έθεσε υπό αμφισβήτηση το προνεωτερικό πολιτικό και δημόσιο πρόσωπο της θρη­σκείας και τα αποκλειστικά θρησκευτικά αξιώματα. Έτσι χαράχτηκαν οι γραμμές της αναμέτρησης και έτσι διεξή- χθη ο αγώνας στη Δύση. Και ακόμα συνεχίζεται με ποικίλ- λουσα κατά τόπους ένταση. Το γιατί η ένταση είναι μεγα­λύτερη σε ορισμένους τόπους απ’ ό,τι σε άλλους είναι ένα ερώτημα προς συζήτηση, όπως δείχνει ο Χάρολντ Πέρκιν στο κεφάλαιό του για τη «φονταμενταλιστική» θρησκεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εδώ το απροκάλυπτα πολιτικό πρόσωπο της θρησκείας εμφανίζεται πιο δεσπόζον απ’ ό ,τι στις περισσότερες άλλες δυτικές χώρες, παρά τη φαινομε­νικά ραγδαία εκκοσμίκευση. Όποια όμως κι αν είναι η ένταση και το στάδιο της διαδικασίας σε κάθε συγκεκρι­μένη χώρα, για τη Δύση είναι μια διαδικασία ενδογενής, οργανικά αναπτυσσόμενη στην Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πο­λιτείες και τα δορυφορικά τους έθνη. Αν παραμένει κά- ποια ένταση ανάμεσα σε ορισμένες θρησκευτικές τάσεις και την πλουραλιστική δημοκρατία, είναι μια ένταση οι­κεία ριζωμένη σε θεσμοποιημένα σήμερα ήθη και αντιλή­ψεις. Στον μη δυτικό κόσμο ωστόσο, και ιδιαίτερα στον ισλαμικό, το πράγμα έχει επιβληθεί στη θρησκεία μ’ έναν πολύ πιο ωμό τρόπο: η δυτική ηγεμονία (πολιτική, οικο­νομική και ιδεολογική) επέβαλε ως ξένη δύναμη την επιρ­ροή της γεννώντας μια ένταση παράλληλη με εκείνη που εμφανίζεται στη Δύση, όμως πολύ πιο ραγδαία επισπευ- δόμενη και χωρίς ιθαγενείς ρίζες. Και στις δύο περιπτώ­σεις, ορισμένες αντιδράσεις υπήρξαν χαρακτηριστικές. Ο «φονταμενταλισμός» στη Δύση όσο και στον μη δυτικό κόσμο μπορεί εδώ να θεωρηθεί ως μια ιδιαίτερα θορυβώ­

Page 13: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 15

δης προσπάθεια της θρησκείας να επανεπιβεβαιώσει το παλιό πολιτικό της προνόμιο. Η «εξατομίκευση» της θρη­σκείας, από την άλλη μεριά, αντλώντας από υπάρχοντα στοιχεία σε κάθε συγκεκριμένη παράδοση (π.χ. το μυστι- κισμό ή την ευσεβιστική ατομική ηθικότητα), την αποπο- λιτικοποιεί και την καθιστά με αυτόν τον τρόπο «φιλελεύ­θερη» και ίσως πιο επιδεκτική στον πλουραλισμό. Εδώ πρόκειται βεβαίως για μία αντίδραση που είναι αντίθετη στο «φονταμενταλισμό». Ένα τέτοιο ρεύμα είναι όλο και πιο εμφανές στον ισλαμικό κόσμο, όπως δείχνει ο Ρόναλντ Νέτλερ στο κεφάλαιό του για τον τυνήσιο μουσουλμάνο νεωτεριστή Μοχάμετ Τάλμπι. 0 Τάλμπι, όπως και οι ομό­λογοί του σε άλλες μουσουλμανικές χώρες, αποσυνδέει εντελώς τη θρησκεία από την πολιτική και οραματίζεται έναν πλουραλιστικό κόσμο των θρησκειών όπου όλες οι πίστεις αντιπροσωπεύουν ισότιμα μονοπάτια προς τον Θεό. Αυτό το πνευματικό ρεύμα γίνεται όλο και πιο ισχυ­ρό, ενώ την ίδια στιγμή ο «φονταμενταλισμός» στον ισλα­μικό κόσμο εμφανίζεται, σε ένα άλλο επίπεδο, όλο και πιο διάχυτος, όπως δείχνει ο Σάμι Ζουμπάιντα στο κεφάλαιό του για την ισλαμική πολιτική σε ορισμένες χώρες της Μέ­σης Ανατολής.

Ο πλούτος και η πολυμορφία αυτού του βιβλίου δεν μπορούν να αποδοθούν στα περιορισμένα όρια μιας μι­κρής εισαγωγής. Προσπαθήσαμε τουλάχιστον να δώσουμε ένα γενικό πλαίσιο αναφοράς τόσο για τα περιεχόμενα του βιβλίου όσο και γ ια την ευρύτερη συζήτηση στην οποία το βιβλίο έχει την πρόθεση να συμβάλει. Αναγνω­ρίζουμε ότι κάποια σημαντικά θέματα δεν έχουν βρει την πραγμάτευσή τους εδώ. Πιστεύουμε ωστόσο ότι προσφέ- ραμε μερικές σημαντικές προοπτικές μέσω των οποίων μπορεί να βαθύνει η κατανόηση όλων των κεφαλαίων.

D.M.R.N.

Page 14: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

16 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

Σημειώσεις

1. Alexis de TocqueviUe, Democracy in America, επιμ. Alan Ryan, Everyman’s Library, 1994, a. 309-312.2. Benjamin Barber, Jihad vs. McWorld, Νέα ϊόρκη, Times Books, 1995.

Page 15: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Εκκοσμίκευση;

John Keane

Στις τρομερά ενδιαφέρουσες διαλέξεις του για τον εκχρι- στιανισμό του ρωμαϊκού κόσμου, ο καθηγητής Πήτερ Μπράουν δείχνει ότι στη διάρκεια του 4ου και του 5ου αιώνα διάφορες χριστιανικές πηγές καλλιέργησαν το μύ­θο του απόλυτου θριάμβου του Χριστιανισμού επί του παγανισμού1. Σύμφωνα με αυτόν το μύθο, ο οποίος εκ των υστέρων μοιάζει με απλοϊκό δόγμα, το τέλος του π α ­γανισμού σήμανε με την έλευση του Χριστού στη γη. 'Οταν Αυτός παρέδωσε το πνεύμα στον Γολγοθά, ο ουρα­νός και η γη σείστηκαν ενώ το Παραπέτασμα του Ναού σχίστηκε. Η μετέπειτα συμμαχία της χριστιανικής εκκλη­σίας με τους χριστιανούς αυτοκράτορες -συμμαχία την οποία οριοθέτησε και δικαίωσε, για παράδειγμα, η επίθε­ση του Αγίου Αυγουστίνου στους ακόμη αναδίδοντες κα­πνό βωμούς των άλλων παγανιστικών λατρειών- αντι­προσώπευσε το τελικό βήμα προς τη νίκη, τη χαριστική βολή που επέφερε τον χριστιανικό θρίαμβο και την ορι­στική ήττα του σκιώδους βασιλείου των δαιμόνων.

Η αφήγηση του εκχριστιανισμού, ο μύθος της κατά- κτησης του πρόσκαιρου κόσμου από τον πνευματικό, έχει επανεμφανιστεί υπό τις νεωτερικές συνθήκες σε κατο- πτρική μορφή, στο δόγμα της εκκοσμίκευσης του κόσμου. Ιδιαίτερα μεταξύ των διανοούμενων υπερασπιστών της εκκοσμίκευσης οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους δη­μοκράτες, υπάρχει μια ισχυρή τάση δογματισμού σε ό,τι

Page 16: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

18 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

αφορά την εκκοσμίκευση που παίρνει ως αξίωμα τη μα­κροπρόθεσμη νίκη της επί της διαδικασίας του εκχριστια- νισμού. Οι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης εμφανίζονται με πολλές δ ια φ ο ρ ετ ικ ές μορφές κα ι π ρό σ ω π α , ε ίναι αλήθεια2. Ωστόσο για πολλούς το «χωρίς εκκοσμίκευση δεν υπάρχει δημοκρατία» είναι περίπου μια ιερή εξίσω­ση. Αναλυτικές διακρίσεις όπως, για παράδειγμα, ανάμε­σα στην εκκοσμίκευση ως ιδεατό τύπο και ως ένα σύνολο ηθικών συστάσεων συσκοτίζονται με χαρακτηριστικό τρό­πο για χάρη μιας μεγάλης αφήγησης: οι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης υποθέτουν ότι στη διάρκεια της νεότερης εποχής, και ειδικά των τελευταίων γενεών, οι θρησκευτι­κές αυταπάτες έχουν σταδιακά εξαλειφθεί. Οι άνδρες και γυναίκες έχουν εγκαταλείψει τον Θεό όχι για κάποιους άλλους θεούς, αλλά για κανένα θεό. Αυτό το ρεύμα λέγε­ται ότι έχει πολλές αιτίες, περιλαμβανομένης της πραγ­μάτωσης σε ανώτερη μορφή του ίδιου του χριστιανικού πνεύματος (όπως υποστήριξε αρχικά ο Χέγκελ). Υποτίθε­ται όμως ότι είχε μια θεμελιώδη συνέπεια: «η σύγχρονη Δύση έχει παραγάγει έναν αυξανόμενο αριθμό ατόμων που αντιμετωπίζουν τον κόσμο και την ίδια τους τη ζωή χωρίς την πλεονεκτική θέση που προσφέρουν οι θρησκευ­τικές ερμηνείες»3. Το αποτέλεσμα λέγεται ότι είναι κυ­κλικά αυτοενισχυτικό - η εκκοσμίκευση προκαλεί μια κρίση αξιοπιστίας της θρησκείας, η οποία με τη σειρά της τροφοδοτεί «μια εκτεταμένη κατάρρευση της ευλογοφά- νειας των παραδοσιακώ ν θρησκευτικών ορισμών της πραγματικότητας»4. Το πράγμα οδηγεί σε έναν θετικό κύκλο, συμπεραίνουν πολλοί υπέρμαχοι της εκκοσμίκευ­σης. Ο αποκλεισμός των θρησκευτικών αισθημάτων από περιοχές όπως το δίκαιο, η διακυβέρνηση, η πολιτική των κομμάτων και η εκπαίδευση -αυτό που κοινώς αποκα- λούμε χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος- δεν απε­λευθερώνει μόνο τους πολίτες από τη μεταφυσική προκα­τάληψη: το κανονιστικό ιδεώδες της εκκοσμίκευσης, η

Page 17: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 19

αυξανόμενη εμπιστοσύνη στο χωρισμό εκκλησίας και κράτους και ο περιορισμός της θρησκευτικής πίστης στην ιδιωτική σφαίρα αποτελούν ένα θετικό υποκατάστατο του Θεού. Η παρακμή της θρησκευτικότητας στην πραγ­ματικότητα ενισχύει την ικανότητα των πολιτών να ζουν με λιγότερες προκαταλήψεις και με πιο ορθολογικό τρό­πο· γίνονται πιο ελεύθεροι να αποφασίσουν για τη ζωή τους στο φως επίγειων εμπειριών. Η αποχώρηση του Θε­ού από τον κόσμο προάγει επίσης την ευρύτητα σκέψης και την ανοχή, που είναι η ίδια ένα ζωτικό συστατικό της πλουραλιστικής δημοκρατίας. Η σύγχρονη αναζήτηση προσωπικού νοήματος και σωτηρίας μεταμορφώνεται στην «αθέατη θρησκεία» της «αυτοέκφρασης».

Παρά τις διογκούμενες προκλήσεις στην ηγεμονία του, το συμβατικό δόγμα της εκκοσμίκευσης παραμένει ακ­μαίο χάρη εν μέρει στο γεγονός ότι οι διανοητικές του ρί­ζες είναι βαθιά εδραιωμένες. Προκαλεί έκπληξη το ότι μια περιεκτική και συστηματική γενεαλογία αυτών των ριζών δεν έχει ακόμα γραφτεί, ένα χάσμα που συμβολίζε­ται από την ατελή επισκόπηση της ιδέας της εκκοσμίκευ­σης που οφείλουμε στον Χέρμαν Λύμπε5. Είναι σαφές ωστόσο πως η κανονιστική πίστη ότι ο σύγχρονος κόσμος γκρεμίζει ανεπανόρθωτα τα θρησκευτικά του θεμέλια για χάρη της κοσμικότητας, καθώς και ότι η κατεύθυνση αυτή είναι δημιουργική, είναι προϊόν της Ευρώπης των μέσων του 19ου αιώνα, ενώ η έννοια του «κοσμικού», μοναδική στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, είναι πολύ παλιότερη.

Ακόμη και μετά την υιοθέτηση του Χριστιανισμού από τον Κωνσταντίνο ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρατο­ρίας, η σχέση ανάμεσα στην πνευματική και την πρόσκαι­ρη -κοσμική-εξουσία ήταν αμφισβητούμενη. Μέχρι ακόμα και τα τέλη του 13ου α ιώ να, το επίθετο «κοσμικός» (secular, από το λατινικό saecularis) χρησιμοποιούνταν αρ­χικά στα αγγλικά με αρνητικές συνδηλώσεις, για να δια­κρίνει τον κλήρο που ζούσε και εργαζόταν στον ευρύτερο

Page 18: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

20 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

μεσαιωνικό κόσμο από τον «θρησκευτικό» κλήρο ο οποίος ζούσε σε μοναστική απομόνωση. Ο Γουίλιαμ του Όκκαμ και ο Τζων Γουίκλιφ, γράφοντας τον επόμενο αιώνα, ενί- σχυσαν αυτή τη σημασία του όρου «κοσμικό» διαχωρίζο­ντας τους θεσμούς που ασχολούνταν με πολιτικές, λαϊκές και πρόσκαιρες υποθέσεις από άλλους οι οποίοι ήταν σα­φώς θρησκευτικοί ή «πνευματικοί». Με αυτή την ίδια έν­νοια γίνονταν και οι παλιότερες αναφορές στον «κοσμικό βραχίονα» (από το λατινικό brachium seculare) της πολιτι­κής εξουσίας, τον οποίο καλούσε η εκκλησία να τιμωρήσει τους παραβάτες, και στη φυσιογνωμία του «κοσμικού ηγουμένου», ενός προσώπου το οποίο ήταν δικαιούχος του τίτλου του ηγουμένου και απολάμβανε μέρος των προσό­δων του χωρίς ο ίδιος να είναι ούτε μοναχός ούτε εξουσιο­δοτημένος να ασκεί τις λειτουργίες ενός ηγουμένου.

Τον 16ο αιώνα, αυτές οι αρχικά ουδέτερες ή αρνητικές συνδηλώσεις του «κοσμικού» ως της πρόσκαιρης περιο­χής του «εγκόσμιου» το οποίο δεν υπόκειται άμεσα στη θρησκευτική δικαιοδοσία -η περιοχή του μη εκκλησιαστι­κού, μη θρησκευτικού ή του μη ιερού- εξασθένισαν. 0 όρος «κοσμικό» άρχισε να χάνει τη σχέση του με το βέ­βηλο ή την απροκάλυπτη αθεΐα. Τπέστη επίσης έναν εκ­συγχρονισμό. Μπήκε σε κίνηση και χρησιμοποιούνταν έτσι ώστε να περιγράφει έναν κόσμο που και ο ίδιος γ ι­νόταν αντιληπτός ως κινούμενος. «Εκκοσμικεύω» (από το γαλλικό seculariser) σήμαινε ότι καθιστώ κάποιον ή κάτι κοσμικό. Σήμαινε τη μεταστροφή τους από την εκ­κλησιαστική στην πολιτική χρήση ή νομή, ενώ η «εκκοσμί- κευση» υποδήλωνε μια δ ιαδικασία συρρίκνωσης της επιρροής της θρησκείας, όπως εκεί όπου ο όρος χρησιμο­ποιούνταν από νομικούς και εκκλησιαστικούς κύκλους για να περιγράφει τη μεταβίβαση θρησκευτικών θεσμών ή ιδιοκτησίας στη λαϊκή κατοχή ή την πρόσκαιρη χρήση. Σύμφωνα με αυτή την έννοια το Λεξικό του δρ. Τζόνσον (του οποίου η πρώτη έκδοση έγινε το 1755) όριζε την χο-

Page 19: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 21

σμικότητα ως «εγκοσμιότητα· προσήλωση στα πράγματα της παρούσας ζωής», το εκκοσμικεύω ως «μεταστρέφω από την πνευματική κατοχή σε κοινή χρήση» και «καθι­στώ εγκόσμιο», και την εκκοσμίκευση ως την «πράξη του εκκοσμικεύειν».

Μολονότι αυτοί οι νεολογιστές δεν το γνώριζαν, ετοί­μαζαν το διανοητικό έδαφος για το σπόρο της εκκοσμι- κευμένης πίστης που ρίζωσε στην Ευρώπη στα μέσα του 19ου αιώνα και άνθισε μέχρι τις ημέρες μας: την πίστη ότι η εκκλησία και ο κόσμος είναι μπλεγμένοι σε έναν ιστορικό αγώνα στον οποίο η αργή, αμετάκλητη εγκο­σμιότητα αναπόφευκτα θα κερδίσει. Πρώιμα δείγματα αυτού του διανοητικού ρεύματος περιελάμβαναν την εμ­μονή του Φόυερμπαχ ότι η ίδια η θρησκεία διδάσκει τον αθεϊσμό αφού στην ουσία της η θρησκεία δεν προϋποθέ­τει τίποτε άλλο από την αλήθεια και τη θεϊκότητα της «ανθρώπινης φύσης»6· την όλο αυτοπεποίθηση σύνοψη του θριάμβου του «πνεύματος του ορθολογισμού» στην Ευρώπη από τον Γουίλιαμ Λέκυ, με την εξασθένιση του «πνεύματος της καταδίωξης» και την αυξανόμενη «εκκο­σμίκευση της πολιτικής»7· το εντυπωσιακά καινοτόμο, βίαια αντιβιβλικό δόγμα της εκκοσμίκευσης που προωθή- θηκε στο πολιτικό προσκήνιο από τον Τζωρτζ Χόλυόουκ, τον Τσαρλς Μπράντλω και άλλους, σύμφωνα με το οποίο η παρακμή της θρησκείας θα ενισχυόταν αναπόφευκτα από τις προσπάθειες να διασφαλιστεί ότι η ηθικότητα θα αφορά την ευημερία των ανθρώπινων όντων στην παρού­σα ζωή, αποκλείοντας οποιαδήποτε θεώρηση απέρρεε από την πίστη στον Θεό και τη μετά θάνατον ζωή.

Ο Νίτσε και ο θάνατος του Θεού

Σχεδόν το ίδιο θέμα εμφανίζεται στη Χαρούμενη επιστή­μη του Νίτσε (τμήμα 125) που περιέχει την ανατριχιαστι-

Page 20: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

22 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

κή περιγραφή ενός τρελού ανθρώπου, ο οποίος, κρατώ­ντας ένα φανάρι στα χέρια του μέρα μεσημέρι, τρέχει στην αγορά της πόλης κραυγάζοντας με δυνατή φωνή: «Γυρεύω τον Θεό! Γυρεύω τον Θεό!» Οι διαβάτες ξε- σπούν σε γέλια καθώς αντικρίζουν τον αφελή παραλογι- σμό του τρελού, ο οποίος ωστόσο επιμένει. Αντιδρά με μια πονεμένη έκφραση, την οποία ακολουθεί μια σειρά από αιχμηρά ερωτήματα. «Πού είναι ο Θεός;» φωνάζει. «Θα σας πω εγώ. Τον σκοτώσαμε -εσείς κι εγώ! Όλοι εί­μαστε δολοφόνοι. Μα πώς το κάναμε αυτό; Πώς μπορέ­σαμε να αδειάσουμε τη θάλασσα; Ποιος μας έδωσε το σφουγγάρι γ ια να σβήσουμε τον ορίζοντα; Τι κάναμε όταν κόψαμε την αλυσίδα που ενώνει τούτη τη γη με τον ήλιο της; Προς τα πού κινείται αυτή τώρα; [...] Μακριά απ’ όλους τους ήλιους; [...] Πίσω, πλάγια, μπροστά, απ’ όλες τις μεριές; Υπάρχει ακόμα ένα πάνω κι ένα κάτω; Μήπως δεν περιπλανιόμαστε μέσα σ’ ένα ατελείωτο τίπο­τε; Μήπως δεν νιώθουμε την ανάσα του κενού χώρου; Μήπως δεν έχει γίνει ψυχρότερος; Μήπως δεν έρχεται η νύχτα, πάντα η νύχτα, πάνω μας; Μήπως δεν πρέπει ν’ ανάβουμε φανάρια στο καταμεσήμερο; Μήπως δεν ακού- με ακόμη τίποτε από το θόρυβο που κάνουν οι νεκροθά­φτες που θάβουν τον Θεό; Μήπως δεν μυρίζουμε ακόμη τίποτε από τη θεϊκή αποσύνθεση; - Και οι Θεοί αποσυ­ντίθενται! Ο Θεός είναι νεκρός. Ο Θεός παραμένει νεκρός. Κι εμείς τον σκοτώσαμε». Σιγή έπεσε στο πλήθος στην αγορά. Και ο τρελός συνεχίζει: «Πώς να παρηγορηθούμε εμείς, οι αρχιφονιάδες; Κάτω απ’ το μαχαίρι μας μάτωσε ό ,τι πιο άγιο και ισχυρό είχε ώς τώρα ο κόσμος - ποιος θα καθαρίσει αυτό το αίμα από τα δάχτυλά μας; Ποιο νε­ρό μπορεί να μας ξεπλύνει; Ποιους εξιλασμούς, ποιες ιε­ρές τελετές πρέπει να εφεύρουμε; Δεν είναι πολύ μεγάλη για μας η μεγαλοσύνη αυτής της πράξης; Μήπως δεν πρέπει να γίνουμε και οι ίδιοι Θεοί για να φανούμε αντά­ξιοί τη ς; Ποτέ δεν υπήρξε μεγαλύτερη πράξη - και όποιος

Page 21: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 23

γεννηθεί μετά από μας θα ανήκες χάρη σε τούτη την πρά­ξη , σε μια ιστορία ανώτερη από κάθε ιστορία που υπήρξε μέχρι τώρα!» Ο τρελός τότε βυθίστηκε σε σιωπή, κοίταξε τους σαστισμένους ακροατές του που πισω πάτησαν έντρομοι καθώς πέταξε το φανάρι του στο χώμα κι εκείνο έγινε κομμάτια και έσβησε: «Ήρθα πολύ νωρίς, δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα μου. Αυτό το τρομερό γεγονός είναι ακόμη καθ’ οδόν - δεν έχει ακόμη φτάσει στ’ αυτιά των ανθρώπων. Η αστραπή και η βροντή χρειάζονται χρόνο, το φως των αστεριών χρειάζεται χρόνο, οι πράξεις ακόμα κι όταν έχουν γίνει χρειάζονται χρόνο ώσπου να τις δουν και να τις ακούσουν οι άνθρωποι. Αυτή η πράξη είναι μα- κρύτερα απ’ αυτούς απ’ ό,τι είναι τα πιο απομακρυσμένα αστέρια - και όμως αυτοί την έκαναν». Η ιστορία στη συνέχεια λέει ότι αργότερα την ίδια ημέρα ο τρελός περι- πλανήθηκε σε διάφορες εκκλησίες της πόλης ψάλλοντας το ρέκβιεμ aetemam deo. Και όταν τον έβγαζαν έξω και του ζητούσαν το λόγο, αυτός απαντούσε με την ίδια π ά ­ντα ερώτηση: «Μα τι άλλο είναι οι εκκλησίες παρά οι τά ­φοι και τα μαυσωλεία του Θεού;»

Η ιστορία του Νίτσε για τον τρελό άνθρωπο ο οποίος εξήγγειλε το θάνατο του Θεού έχει συχνά ερμηνευθεί ως προφητική - μια εξαγγελία που συνοψίζει και αρθρώνει το πεπρωμένο δύο χιλιάδων χρόνων δυτικής ιστορίας (όπως πρότεινε ο Χάιντεγγερ) και ότι αντιπροσωπεύει μια ακριβή πρόγνωση του επερχόμενου πλήρως εκκοσμι- κευμένου κόσμου, σε τέτοιο βαθμό απογυμνωμένου από θρησκευτικές αυταπάτες και θεμελιώδεις βεβαιότητες ώστε τα ανθρώπινα όντα να είναι καταδικασμένα να περ­νούν την ίδια τους τη ζωή αντιμέτωπα με την εμπειρία του μηδενός. Δεν είναι ωστόσο δύσκολο να διαπιστώσου­με πόσο χαρακτηριστικά οι πρώιμοι πρωτεργάτες της άποψης ότι ο σύγχρονος κόσμος διαλύει ανέκκλητα τα θρησκευτικά θεμέλια με το οξύ της εκκοσμίκευσης διατύ­πωσαν την υπόθεσή τους με ίσες αναλογίες υπεροψίας,

Page 22: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

24 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

προφητικής πρόβλεψης και επιτακτικής εντολής, και ότι μια τέτοια υπεροψία είναι εκείνη η οποία με τη σειρά της έχει τροφοδοτήσει ακαδημαϊκά συμπεράσματα του εί­δους που άντλησε ο Σάμιουελ Π. Χάντινγκτον: « 0 δυτι­κός Χριστιανισμός είναι από ιστορική άποψη το μόνο εξεχόντως σημαντικό γνώρισμα του δυτικού πολιτισμού», γράφει, προσθέτοντας ότι ο δυτικός Χριστιανισμός επ ι­δεικνύει τον μοναδικό δυαδισμό ανάμεσα στον Θεό και τον Καίσαρα, την εκκλησία και το κράτος, την πνευματι­κή και την πρόσκαιρη εξουσία, δυαδισμό ο οποίος είναι ουσιώδης προκειμένου ν’ ανθίσει η δημοκρατία8.

Τποβοηθούμενοι από τέτοια συμπεράσματα και εν- θαρρυνόμενοι από τεράστιο ακαδημαϊκό ερευνητικό έργο, οι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης έχουν ερμηνεύσει εντυ­πωσιακά τα εμπειρικά ευρήματα υπέρ τους. Παραβλέ­πουν το βασικό σημείο ότι όλες σχεδόν οι πραγματικά υπαρκτές δημοκρατίες διαβιούν χωρίς το δυαδισμό κρά- τους-εκκλησίας. Επιμένουν να λαμβάνουν υπόψη τους άλλες μαρτυρίες, για παράδειγμα εκείνες που αντλούνται από την παλιότερη κοινοβουλευτική δημοκρατία του κό­σμου, τη Βρετανία. Σχεδόν το μισό του ενήλικου πληθυ­σμού της Βρετανίας και οπωσδήποτε τα δύο τρίτα του νε­ότερου πληθυσμού της δεν πηγαίνουν ποτέ στην εκκλησία, μας λένε. Και κοιτάξτε τα υπόλοιπα δεδομένα: τα δύο τρίτα των πολιτών στη Βρετανία πιστεύουν ότι η θρησκεία βρίσκεται γενικά σε παρακμή· μόνο ένα τέταρτο εξ αυτών θεωρεί το γεγονός «ασυζητητί κακό»· ταυτόχρονα το πο­σοστό (ένα τρίτο αυτή τη στιγμή) που βεβαιώνει ότι ο Ιη­σούς ήταν «απλώς ένας άνθρωπος» βρίσκεται σε άνοδο, όπως και η σημαντική πλειοψηφία (τρία τέταρτα αυτή τη στιγμή) που αρνείται την ύπαρξη του διαβόλου9.

Οι σημερινοί πολιτικοί στοχαστές που ευνοούν την κο- σμικότητα παραθέτουν χαρακτηριστικά τέτοιες μαρτυρίες ώστε να στηρίξουν ακριβέστερα τη θέση τους σχετικά με την εκκοσμίκευση της σύγχρονης ζωής. 0 Τσαρλς Τέιλορ,

Page 23: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 25

για παράδειγμα, έχει υποστηρίξει πρόσφατα την εγγενή συμπληρωματικότητα μιας κοσμικής κοινωνίας των πολι­τών και της πολιτικής δημοκρατίας φωτίζοντας την ετυμο­λογία του όρου saeculum - ο οποίος, μολονότι αβέβαιης προέλευσης, έχει κατά κανόνα χρησιμοποιηθεί στα λατινικά κείμενα για να σημάνει «ό,τι αφορά ή ανήκει σε μια περίο­δο μακράς διάρκειας», καθώς και στις περιγραφές των λε- γόμενων «secular games» (από το λατινικό ludi saeculares) που διαρκούσαν τρεις ημέρες και τρεις νύχτες και γιορτά­ζονταν μία φορά κάθε 120 χρόνια. Στη χριστιανική του χρή­ση, ο Τέιλορ δείχνει ότι το saeculum υποδήλωνε το «έγχρο- νο» (με την έννοια του πρόσκαιρου) και, ως εκ τούτου, τον κόσμο ως αντίθετο στην εκκλησία. Επιχειρεί να αναπτύξει αυτό το θέμα επιμένοντας πως η σύγχρονη εμπειρία του κοσμικού χρόνου αντιτίθεται στη λογική της θείας χρονικό- τητας - τη ς χρονικότητας του Θεού, του χρόνου ως αιωνιό­τητας, της αναρρόφησης του χρόνου σε μια ενότητα η οποία βασίζεται σε μια θεμελιωτική πράξη η οποία υπαγο­ρεύει το νόημα των μετέπειτα συμβάντων. Η θέση του χρό­νου ως βέβηλου, έτσι ώστε γεγονότα τα οποία δεν συσχετί­ζονται μεταξύ τους μέσω μιας κοινής αιτίας ή κάποιου ου­σιώδους νοήματος να συνδέονται χάρη απλώς στην εκτύλι- ξή τους στο ίδιο διάστημα μιας και μόνης χρονικής γραμ­μής, αντιμάχεται την ιδέα της κοινωνίας ως συγκροτημένης βάσει μετακοινωνικών αρχών, όπως είναι το Θέλημα του Θεού. Ο κοσμικός χρόνος αντίθετα υποθάλπει την ικανότη­τα για συνοπτικούς τρόπους αναπαράστασης ή «κοσμοει­κόνες» (Weltbilder, όπως τις αποκαλούσε ο Χάιντεγγερ στα Holzwege [1950]). Αυτές οι συνόψεις με τη σειρά τους υποθάλπουν την πολιτική αρχη, ζωτική για τον δημόσιο βίο σε μια δημοκρατία, ότι η αλληλόδραση των ομιλούντων και δρώντων πολιτικών υποκειμένων εντός μιας εγκόσμιας δη­μόσιας σφαίρας στηριγμένης σε μια κοινωνία των πολιτών είναι πρωταρχική, υπερισχύοντας όλων των άλλων ανταγω­νιστικών θεμελιωτικών αρχών10.

Page 24: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

26 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο τζεφερσονιανός συμβιβασμός

Μία διαφορετική, ωστόσο παράλληλη υποστήριξη της κο- σμικότητας έχει αποπειραθεί πρόσφατα ο Ρίτσαρντ Ρόρτυ ο οποίος υπερασπίζεται μια εκδοχή εκείνου που αποκα- λεί τζεφερσονιανός συμβιβασμός11. Οι σύγχρονες δημο­κρατίες, υποστηρίζει ο Ρόρτυ, οφείλουν να «ιδιωτικοποι­ήσουν τη θρησκεία χωρίς να ουδετεροποιούν τη σημασία της». Η θρησκευτική εμπειρία είναι κατάλληλη για «ό,τι κάνουμε στη μοναχικότητά μας» και πολίτες οι οποίοι ζουν από κοινού σε μια ανοιχτή πολιτική κοινωνία έχουν οπωσδήποτε το δικαίωμα να απεμπλακούν από τη θρη­σκευτική λατρεία. Το πρόβλημα όμως είναι ότι συνήθως η θρησκεία λειτουργεί, και ιδιαίτερα έξω από τη θρησκευτι­κή κοινότητα στην οποία ανήκουν οι πολίτες-πιστοί, ως «πώμα της συζήτησης». Η επικοινωνία μεταξύ των πολι­τών απειλείτα ι από τη σιωπή, τον ανταγωνισμό, την αδιαλλαξία και απειλές βίας η οποία υποθάλπεται από τη δογματική αναφορά σε θρησκευτικές αρχές. Ένα δη­μοκρατικό καθεστώς λοιπόν δεν έχει άλλη επιλογή από το να επιβάλει μια συνθήκη: οι πιστοί της θρησκείας πρέ­πει να λάβουν εγγύηση της ελευθερίας τους να λατρεύουν ιδιωτικά τον Θεό τους, με αντάλλαγμα το δικαίωμα των μη πιστών να ζουν χωρίς θρησκευτική αδιαλλαξία και αυ­ταπάτες μέσα στη δημόσια σφαίρα της πολιτικής κοινω­νίας και του κράτους.

Η υπεράσπιση της εκκοσμίκευσης εκ μέρους του Ρόρ­τυ είναι τρωτή στην αντίστοιχη αντίρρηση ότι σε ορισμένα συμφραζόμενα ο προτεινόμενος τζεφερσονιανός συμβιβα­σμός γίνεται ο ίδιος ένα πώμα της συζήτησης- η τολμηρή, μολονότι κεκαθαρμένη περιγραφή της λογικής της νεωτε- ρικής δημόσιας σφαίρας από τον Τέιλορ είναι ομοίως εκτεθειμένη στην αντίρρηση του ιστορικού ότι, σε κάθε γνωστή μας περίπτωση, ο θρησκευτικός λόγος στάθηκε θεμελιώδης προϋπόθεση για την ανάδυση της πρώιμης

Page 25: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 27

νεωτερικής δημόσιας σφαίρας, η οποία αντίστοιχα μαρτυ­ρούσε ισχυρά ίχνη του Χριστιανισμού σε ζητήματα όπως η συνταγματική προστασία της ελευθερίας του λόγου, ο νόμος περί βλασφημίας, οι θρησκευτικές αργίες και οι δη­μόσιες προσευχές. Τέτοια ερωτήματα μερικές φορές πα- ραλείπεται να εξεταστούν αντί της π ιο υψηλόφωνης αντίρρησης ότι, ας πούμε, οι σύγχρονοι υπερασπιστές του δόγματος της εκκοσμίκευσης υπερδιογκώνουν την ανθεκτικότητα στο χρόνο και την ελευθεροφροσύνη των «κοσμικών» ιδεωδών και θεσμών, ή ότι αποτυγχάνουν να προσφέρουν μια πιο δημοκρατική κατανόηση της θρη­σκείας και της πολιτικής, επειδή δεν μπορούν να δουν ότι η αρχή της εκκοσμίκευσης είναι η ίδια αντιφατική προς τον εαυτό της και, ως εκ τούτου, ανίκανη να προσφέρει στην πράξη σχετικά σταθερές καθοδηγητικές αρχές για πολίτες οι οποίοι αλληλοδρούν ελεύθερα μέσα στους νό­μους και τους θεσμούς των δημοκρατικών πολιτικών κοι­νωνιών και καθεστώτων.

Είναι αλήθεια ότι η σύγχρονη εκκοσμίκευση δεν πρό­κειται να καταρρεύσει υπό το βάρος των ίδιων της των αντιφάσεων, για τον όχι ασήμαντο λόγο ότι έχει καλλιερ­γήσει μια κοινή αντίληψη μεταξύ πολιτών και εκπροσώ­πων, στις παλιές δημοκρατίες τουλάχιστον, ότι η αδιαλ­λαξία και η αιματοχυσία των παλιών ιουδαιοχριστιανικών διαμαχών για την εξουσία ανήκει αναγκαστικά στο π α ­ρελθόν. Η αντίληψη ότι η κοσμικότητα συνιστά μία κρίσι­μη οργανωτική αρχή για μια ανοιχτή, μη βίαιη πολιτική κοινωνία είναι πράγματι εδραιωμένη σε βάθος χρόνου και με εκπληκτικούς τρόπους οι οποίοι δεν έχουν ακόμη κα- τανοηθεί πραγματικά. Μια πειστική γενεαλογία της γένε­σης και της ωρίμανσης του νεωτερικού ιδεώδους της πο­λιτικής κοινωνίας θα έπρεπε να εξετάσει προσεκτικά τα διάφορα «μ ονοπάτια» που οδήγησαν στην πολιτικά εδραιωμένη διάκριση ανάμεσα στο «κοσμικό» και το «πνευματικό». Ένα τέτοιο μονοπάτι ανοίχτηκε από τον

Page 26: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Υπέρμαχο της ειρήνης (1324) του Μαρσίλιου από την Πά- δουα και διευρύνθηκε από τη Σύντομη πραγματεία για την τυραννική διακυβέρνηση του Γουίλιαμ του Όκκαμ (1334-1347;), ο οποίος επιτίθεται ζωηρά στην απόλυτη παπική εξουσία κάνοντας διάκριση μεταξύ κοσμικών και θρησκευτικών θεσμών και απευθύνοντας έκκληση για τη μη βίαιη μεσολάβησή τους. Ένα άλλο μονοπάτι, το οποίο συνίσταται σε ό,τι θα μπορούσε να ονομαστεί διαλεκτική της πολιτικής κοινωνίας και της κοσμικότητας, εγκαινιά­στηκε ρητά με την πρώτη κοινή εμφάνιση στα λατινικά των όρων «πολιτική κοινωνία» και «φανατικός» -ως societas civilis και homo fanaticus- στα σχόλια που έγρα­ψε στις αρχές του 16ου αιώνα στα Πολιτικά του Αριστο­τέλη ο φίλος και υποστηρικτής του Λούθηρου, ο προτε- στάντης μεταρρυθμιστής από τη Γερμανία, Φίλιππος Με- λάγχθων. Σε διάφορα κείμενα, περιλαμβανομένου του βασικού του έργου Loci communes theologici (που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1518), ο Μελάγχθων επέκρινε το φα­νατισμό των Αναβαπτιστών οι οποίοι έσπειραν τον όλε­θρο στη γερμανική ύπαιθρο στην προσπάθειά τους να ιδρύσουν το βασίλειο του Μύνστερ. «Η πολιτική τάξη», έγραφε το 1542, «είναι καλή, ωραία, ευχάριστη στο αν­θρώπινο είδος, ένα μοναδικό έργο του Θεού, ο οποίος θέ­λει να ζουν οι άνθρωποι κάτω από κοινούς νόμους σε πο­λιτικές κοινωνίες». Εδώ το κλασικό νόημα της societas civilis -ένας τύπος πολιτικής ένωσης που τοποθετεί τα μέλη της υπό την επιρροή των νόμων της και ως εκ τούτου διασφαλίζει την ειρηνική τάξη και την αγαθή διακυβέρνη­ση- αντιπαρατίθεται στη συμπεριφορά των μαινόμενων φανατικών, των οποίων οι «εαυτοί» έχουν απορροφηθεί στην προσφιλή Αλήθεια την οποία οι άλλοι, αναγκαστικά καταδικασμένοι σε εκμηδένιση, θέλουν να αγνοούν, να αρνούνται ή να μάχονται. Οι φανατικοί δεν έχουν ούτε ανάγκη να ανακαλύψουν τι είναι αληθινό ούτε να ακολου­θήσουν το μοναχικό μονοπάτι του μυστικού μέσω της

Page 27: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 29

σκοτεινής νύχτας μέχρι τον Θεό. Οι φανατικοί είναι βέ­βαιοι ότι απολαμβάνουν ένα άμεσο και αδιαμεσολάβητο είδος καθολικής βεβαιότητας για τον κόσμο, και είναι αυ­τή η βεβαιότητα που τους κατέχει και τους εξακοντίζει μέσα και εναντίον του κόσμου, με το σκοπό να εγκαθι- δρύσουν έναν νέο κόσμο, χωρίς καθυστέρηση. Εναντίον μιας τέτοιας βίαιης ανυπομονησίας, ο Μελάγχθων συνι- στούσε τη μη βίαιη, πολιτική και νομική τάξη της πολιτι­κής κοινωνίας. Το ίδιο έκανε και ο φίλος του ο Λούθηρος, ο οποίος συνιστούσε ένα πολιτικό ξίφος στην καρδιά όλων των φανατικών εξτρεμιστών. Παρόλο που το βασί­λειο του Χριστού δεν ήταν αυτού του κόσμου, εξηγούσε ο Λούθηρος, κανείς δεν είχε δικαίωμα να επικαλείται το όνομα του Χριστού για να καταστρέψει τα εγκόσμια βα­σίλεια με το ξίφος. Παρατηρήστε το αναγνωριστικό νέο νόημά της πολιτικής κοινωνίας: στον αγώνα της Μεταρ­ρύθμισης εναντίον της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, φα­νατικοί είναι εκείνοι οι οποίοι δεν μπορούν να αναγνωρί­σουν ότι η Πολιτεία του Θεού απαιτεί τον αναγκαίο μεσο­λαβητικό ρόλο της εγκόσμιας πολιτικής κοινωνίας. Η Πο­λιτεία του Θεού απαιτεί την Κοινωνία των Πολιτών.

Διατυπώσεις αυτού του είδους επρόκειτο να αποδει- χθούν γόνιμες στην ιστορία των σύγχρονων πολιτικών κοινωνιών. Συνθέτοντας τον Αυγουστίνο και τον Αριστο­τέλη, την Πολιτεία του Θεού με τα Πολιτικά, οι προτε- στάντες στοχαστές του 16ου αιώνα όχι μόνο βοήθησαν να διασωθεί η κατηγορία της societas civilis που είχε αναφα­νεί στη διάρκεια του πρώτου τέταρτου του 15ου αιώνα από φυσιογνωμίες όπως ο φλωρεντινός πολιτικός ουμα- νιστής Λεονάρντι Μπρούνι. Η νομιμοποίηση της societas civilis ως αντίδοτου στον θρησκευτικό φανατισμό άνοιξε επιπλέον το δρόμο, στο επίπεδο της ιστορίας των ιδεών, για τα διάφορα επιχειρήματα περί ανοχής (κάποιων) θρη­σκευτικών διαφορών στην Εγκόσμια Πολιτεία της πολιτι­κής κοινωνίας. Η γήινη πρόκριση της πολιτικής κοινωνίας

Page 28: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

30 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

συνέβαλε επίσης αθέλητα στο να τροφοδοτηθεί μια δια­μάχη ανάμεσα στα δύο ξίφη, το πρόσκαιρο και το πνευ­ματικό. Είχε η εκκλησία το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το πρόσκαιρο ξίφος; Είχαν αντίθετα οι πολιτικές αρχές της καινούργιας κοινωνίας την εξουσία να αποδεσμευθούν από το πνευματικό ξίφος;

Στην πράξη, η διαμάχη ανάμεσα στα δύο ξίφη γέννησε ένα ευρύτατο φάσμα πολιτικών θέσεων, κυμαινόμενο από τον καισαροπαπισμό έως την εκκοσμίκευση, με την τελευ­ταία (σύμφωνα με τους υπέρμαχους του δόγματος) να κερ­δίζει αργά καθώς εκδιπλώνεται η διαδικασία του εκσυγ­χρονισμού. Η διαλεκτική της θρησκείας και της πολιτικής κοινωνίας μπορεί κάλλιστα να τρέπεται διαφορετικά απ’ ό,τι νομίζουν. Η νίκη των δυνάμεων οι οποίες ευνοούν την «ιδιωτικοποίηση» της θρησκείας στην πολιτική κοινωνία μπορεί ακόμα ν’ αποδειχθεί πρόσκαιρη και (ιδωμένη σαν ένα επεισόδιο στην περίπλοκη ιστορία της σύγχρονης θρη­σκευτικής πολιτικής) παροδική. Και αυτό επειδή τα εκκο- σμικευμένα ιδεώδη και οι θεσμοί τείνουν να παράγουν μια αλυσίδα δυσκολιών -τρεις εξετάζονται παρακάτω-που θέ­τουν υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητά τους και γεννούν έως και απαιτήσεις για την κατάπαυση της εκκοσμίκευσης.

Συναγωνισμός, ευγένεια και αδιαφορία

Το πιο εμφανές παράδειγμα είναι οι αυτοαναιρούμενες συνέπειες της ελευθερίας του θρησκευτικού συνέρχεσθαι. Συνηθίζεται να λέγεται από τους υπέρμαχους της εκκοσμί­κευσης ότι η δημοκρατία απαιτεί το χωρισμό εκκλησίας και κράτους και τον περιορισμό της οργανωμένης θρησκεί­ας και του θρησκευτικού λόγου στην πολιτική σφαίρα. Η εκκοσμίκευση απαιτεί οι πολίτες να χειραφετηθούν από το κράτος και τις εκκλησιαστικές υπαγορεύσεις· πρέπει να είναι ελεύθεροι να πιστεύουν ή να λατρεύουν κατά τη συ­

Page 29: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 31

νείδησή τους και σύμφωνα με τις ηθικές τους κρίσεις. Απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι σημαίνει επίσης: ο Καίσαρας δεν έχει καμία δικαιοδοσία σε υποθέσεις οι οποίες δεν είναι του Καίσαρα. Στην πράξη, μια τέτοια θρησκευτική ελευθερία προϋποθέτει μια ανοιχτή και ανε­κτική πολιτική κοινωνία μέσα στις πολλαπλές δομές και τους χώρους της οποίας οι πολίτες καλούνται να αποφύ­γουν τις οξύτητες και την αιματοχυσία έτσι ώστε ο καθέ­νας να μπορεί να απολαύσει την ελευθερία από τις δογμα­τικές πεποιθήσεις και τους κώδικες συμπεριφοράς του άλ­λου. Με άλλα λόγια, η κοσμικότητα απαιτεί οι πολίτες να συμφωνούν στο να διαφωνούν για τη θρησκεία, πράγμα που τελικά σημαίνει, όπως το διατύπωσε ο Βολταίρος στην Πραγματεία π ερ ί ανεξιθρησκίας (1763), ότι πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον κάποιοι πολιτικοί χώροι στους οποίους η θρησκεία να παίζει ελάχιστο έως κανένα ρόλο. Η θρησκευτική ελευθερία απαιτεί περισσότερα πράγματα από την ανοχή, απαιτεί δηλαδή αποδοκιμασία ή διαφωνία συνοδευόμενη από απροθυμία για ανάληψη δράσης ενα­ντίον εκείνων οι οποίοι αντικρίζονται με καχυποψία ή αντιπάθεια, υπέρ κάποιας ηθικοπολιτικής αρχής. Η θρη­σκευτική ελευθερία απαιτεί θρησκευτική αδιαφορία. Οι πολίτες πρέπει να ανέχονται τις διαφορετικές θρησκευτι­κές προτιμήσεις ο ένας του άλλου αποδεχόμενοι ότι κάθε δόγμα είναι μια ηθική και πολιτική δοκιμασία πάνω στους γείτονές του, και ότι ο ειρηνικός συναγωνισμός, η ευγένεια και η αδιαφορία απέναντι στα πάθη των άλλων είναι τόσο ωφέλιμα στη θρησκεία όσο και στον κόσμο του εμπορίου και των ανταλλαγών.

0 συνακόλουθος αγνωστικισμός και δυνητικός αθεϊ­σμός της εκκοσμίκευσης είναι λαχείο για τους θρησκευό­μενους. Πεπεισμένοι ότι η εκκοσμίκευση δυνητικά περι­θωριοποιεί ή καταστρέφει τη θρησκευτικότητα, εκμεταλ­λεύονται την ελευθερία του συνέρχεσθαι που προσφέρει η πολιτική κοινωνία για να διαμαρτυρηθούν εναντίον αυτού

Page 30: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

32 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

που αντιλαμβάνονται ως παρακμή της θρησκείας12. Εδώ θα άξιζε να πούμε πως η περίφημη παρατήρηση του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω ότι, όταν ο Θεός είναι νεκρός, π ε­θαίνει μαζί του και ο αθεϊσμός, δεν είναι αρκούντως σω­στή από κοινωνιολογική άποψη· όταν ο Θεός πεθαίνει, μπορεί να πει κανείς, πεθαίνει μαζί και ο αθεϊσμός και ως εκ τούτου ο Θεός ξαναγεννιέται.

Η σύγχρονη αναγέννηση του Θεού μέσω της διαμαρτυ­ρίας παίρνει δύο κύριες μορφές. Κάποιοι, μοχθώντας για μια θρησκεία του κόσμου τούτου, τονίζουν πως η θρη­σκεία αφορά το σύνολο της ανθρώπινης ζωής. Προειδο­ποιούν ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να γίνουν όπως ο πλούσιος ο οποίος υποκρινόταν ότι δεν γνώριζε το ζητιά­νο Λάζαρο που παρακαλούσε στην πόρτα του. Πρέπει αντίθετα να μιμηθούν τη ζωή του Χριστού: η ηθική μέρι­μνα οφείλει να περιλάβει τους πεινασμένους, τους ενδε­είς, τους άστεγους, εκείνους που στερούνται την απαι- τούμενη ιατρική φοντίδα, πάνω απ’ όλα, όσους δεν έχουν ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Σε ορισμένες εκδοχές ο Θεός γίνεται ακόμα και πολυπολιτισμικός, μαύρος στο δέρμα ή θηλυκού γένους. Υπάρχουν άλλοι οι οποίοι δια­μαρτύρονται εναντίον αυτού το οποίο αντιλαμβάνονται ως θρίαμβο της εκκοσμίκευσης μοχθώντας για μια περισ­σότερο πνευματοποιημένη θρησκεία. Συγκινούμενοι από το σχόλιο του Χριστού στον Πιλάτο ότι η βασιλεία Του δεν είναι αυτού του κόσμου, τονίζουν τη σημασία της πνευματικής προσπάθειας, της πίστης και του ζήλου. Αυ­τοί οι νέοι θρησκευόμενοι δίνουν έμφαση σε αρχές όπως η βιβλική αποκάλυψη, η ιλαστήρια θυσία του Χριστού στο σταυρό και η επικείμενη έλευση της βασιλείας Του. Κα­θένα από τα δόγματα αυτά με τη σειρά του συνδέεται με τη σημασία της διατήρησης της οικογένειας, της ηθικότη­τας και της πατρίδας. Η ιδιωτική πίστη δεν αρκεί· οι π ι­στοί καλούνται να παράσχουν μαρτυρία ενώπιον άλλων δημοσίως, μέσα σε κοινούς χώρους όπως κάποια «σπί­

Page 31: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 33

τια-εκκλησίες» και δημόσια θεάματα, στα οποία η ανα­γέννηση τους απαλλάσσει από τις εγκόσμιες ανησυχίες τους -κάτι σαν να βγάζουν τα μαύρα γυαλιά τους ή να σηκώνονται από τα αναπηρικά καροτσάκια το υ ς- προ- κειμένου να μαρτυρήσουν τη δόξα του Θεού.

Τέτοιες δημόσιες επανεπιβεβαιώσεις της θρησκευτικής ηθικής, «αγκομαχητά του Zeitgeist» όπως τα αποκάλεσε κάποτε η Χάννα Άρεντ13, είναι σήμερα κοινοί τόποι στις ανοιχτές κοινωνίες, μεταξύ άλλων και για τον σημαντικό λόγο ότι οι εκκοσμικευόμενες πολιτικές κοινωνίες εκδηλώ­νουν μια δεύτερη αντίφαση: η ροπή τους να υποκαθιστούν τη θρησκευτική πίστη με την υπαρξιακή αβεβαιότητα υπο­κινεί την επιστροφή του ιερού στην καθημερινή ζωή. Οι σύγχρονες πολιτικές κοινωνίες, σύμφωνα τουλάχιστον με την ιδεοτυπική τους σύλληψη, περιλαμβάνουν πολλαπλά δίκτυα «ρευστών» κοινωνικών θεσμών των οποίων η δυ­ναμική και η πολυπλοκότητα δεν επιτρέπει στους πολίτες να κατανοήσουν πλήρως, πόσο μάλλον να ελέγξουν, την κοινωνική ολότητα μέσα στην οποία γεννιούνται, ωριμά­ζουν και πεθαίνουν14. Το συνακόλουθο αίσθημα αβεβαιό­τητας των πολιτών σε ό,τι αφορά ζητήματα όπως η επέν­δυση και η απασχόληση, η ποιότητα της εκπαίδευσης και τα μεταβαλλόμενα πρότυπα προσωπικής ταυτότητας και οικιακών υποχρεώσεων, τους αφήνει απροστάτευτους απέναντι στο άγχος και τη σύγχυση και, ως εκ τούτου, επιρρεπείς στην εμπλοκή σε μηχανισμούς ανάσχεσης του κλονισμού, κύρια παραδείγματα των οποίων παραμένουν οι εκκλησίες, τα δόγματα και οι συλλογικές σταυροφορίες, ιδίως σε περιόδους προσωπικής κρίσης.

Σε έναν πιεσμένο και καταπονημένο κόσμο, όπως έδειξε ο Μοντεσκιέ στο Πνεύμα των νόμων, τα θρησκευ­τικά κινήματα και οι θεσμοί μπορεί να βρουν απήχηση στα κατώτερα ένστικτα των «ατόμων», όπως η ψευδοϋ- περηφάνεια που πηγάζει από μια αίσθηση ότι συγκατα­λέγονται στους ολίγους και εκλεκτούς, ή ο προσωπικός

Page 32: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

34 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

φθόνος για τον μεγαλειώδη πλούτο και δύναμη των π ε­ρίοπτων εκκλησιών. Όμως οι θρησκευτικοί θεσμοί και τα κινήματα έχουν κατά κανόνα πιο θετικές επιδράσεις στον κόσμο, ιδίως όταν λειτουργούν ως ζωντανές υπομνήσεις της σημασίας που έχει η αλληλεγγύη ανάμεσα στους κα- ταπτοημένους. Και το κάνουν με πολλούς θετικούς τρό­πους. Η θρησκευτικότητα βοηθάει να διατηρούνται ανοι­χτοί στα άτομα κάποιοι συγκινησιακοί δίαυλοι προς απο­θέματα ηθικότητας που συνίστανται από επινοημένες π α ­ραδόσεις, όπως η «οικογενειακή ζωή» και η πίστη ότι αν ο Θεός είναι νεκρός, τότε δεν απομένει τίποτε άλλο από ένα αδιάφορο κενό, το χωρίς νόημα σύμπαν της κυτταρι­κής αναπαραγωγής και των περιδινούμενων ηλεκτρονίων και πρωτονίων. Αν ένας κόσμος κυριαρχείται από τον κο­σμικό χρόνο, η θρησκευτικότητα αντισταθμίζει επιπλέον την πλήξη. Ενδυναμώνει ακόμα την αίσθηση της μυστη- ριακής σημασίας των διαβατηρίων τελετών εμβαπτίζοντας γεγονότα όπως η γέννηση, ο γάμος και ο θάνατος στα νε­ρά του θεολογικού χρόνου, υπενθυμίζοντας έτσι στα θνη­τά ανθρώπινα όντα ότι, υπαρξιακά μιλώντας, η ζωή είναι μια αναπόφευκτη ήττα. Και δεδομένου ότι τα μέλη των πολιτικών κοινωνιών κατά κανόνα βιώνουν κάτι από αυ­τό που ο Χάινριχ φον Κλάιστ αποκαλούσε «εύθραυστη υφή του κόσμου», είναι επιρρεπή στο να νιώσουν (και να παρηγορηθούν από) το αίσθημα του δέους και της από­λυτης εξάρτησης του ενός από το άλλο, μια ευρύτερη τά ­ξη της ύπαρξης η οποία μοιάζει να είναι προγενέστερη του ανθρώπινου στοχασμού, της ομιλίας και αλληλόδρα- σης: έναν κόσμο που ενθαρρύνει τους κοινούς θνητούς να νιώσουν ότι χορεύουν για λίγο μέσα σε μια θάλασσα που είναι δεκάδες χιλιάδες οργιές βαθιά.

Η επιστροφή του ιερού παίρνει ομολογουμένως ποικί­λες μορφές. Όλες ωστόσο αναδεικνύουν την κοινή εμπει­ρία του θαυμασμού και του δέους απέναντι στον κόσμο CΕστι δε π ίσ τις έλπιζομένω ν ύπ όστασις, πραγμάτω ν

Page 33: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 35

έλεγχος ού βλεπομένων, Προς Εβραίους 11.1) που ο Φρή- ντριχ Σλάιερμάχερ (στο Για τη θρησκεία, 1799) θεωρούσε ότι συνιστούσαν την πεμπτουσία της θρησκείας. Η επ ι­στροφή του ιερού γίνεται έκδηλη σήμερα σε θρησκευτικές πρωτοβουλίες όπως το δίκτυο «Sea of Faith» και ο απο- δομητικός Ιουδαϊσμός· στη γοητεία που ασκεί ο Δαλάι Λάμα, το ι τσινγκ ή ο Μπαγκουάν και άλλες ανατολικές θρησκείες και απόκρυφες πρακτικές· στα εκπληκτικά στατιστικά ευρήματα στις περισσότερες εκκοσμικευμένες χώρες ότι αδιαμφισβήτητες πλειοψηφίες (κάπου 75% στη Βρετανία) πιστεύουν στη «θρησκεία» και στη μετά θάνα­τον ζωή. Το ιερό έχει επίσης επιστρέφει στη διάρκεια του τελευταίου μισού του 20ού αιώνα υπό τη μορφή ενός συ­μπεράσματος που αντλείται από ορισμένες περιοχές της επιστημονικής έρευνας (όπως το έθεσε ο Αϊνστάιν) ότι «ένα Πνεύμα είναι έκδηλο στους νόμους του Σύμπαντος, πνεύμα πάρα πολύ ανώτερο από αυτό του ανθρώπου κι ενώπιον του οποίου, με τις σημερινές μας μικρές δυνά­μεις, πρέπει να νιώθουμε ασήμαντοι». 0 εναγκαλισμός του ιερού είναι επίσης έκδηλος σε διάφορες φιλοσοφικές και πολιτικές προειδοποιήσεις ότι η εκκοσμίκευση συνε­πιφέρει τον ανθρωποκεντρισμό, ο οποίος δελεάζει την αν­θρωπότητα να σκεφτεί ότι μπορεί να παίξει το ρόλο του Θεού και να κάνει οτιδήποτε θελήσει στον κόσμο της εσωτερικής και της εξωτερικής φύσης. Το Λυκόφως του πολιτισμού του Ζακ Μαριταίν είναι ένα πρώιμο δείγμα αυτής της γραμμής σκέψης. Ένα πιο πρόσφατο παρά­δειγμα είναι οι προσπάθειες του Βάκλαβ Χάβελ να ορίσει εκ νέου τη δημοκρατία ως το πολιτικό σύστημα εκείνο που καλλιεργεί μια κοινή αίσθηση της σφαλερότητας των ανθρώπινων όντων που ζουν στον φυσικό κόσμο. Η δημο­κρατία, υποστηρίζει, είναι «ταπεινότητα απέναντι στην τάξη και την ομορφιά της φύσης, όπως και ταπεινότητα απέναντι στην ομορφιά των πραγμάτων που δημιούργη­σαν οι προηγούμενες γενιές»15.

Page 34: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

36 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

Ίσως το πιο εντυπωσιακά αυτοαναιρούμενο, αυτοπα- ραλυτικό γνώρισμα της εκκοσμίκευσης είναι η θεωρητική και πρακτική συγγένειά της με το δεσποτισμό. Οι υπέρ- μαχοι της εκκοσμίκευσης πιθανότατα θα θεωρούσαν π α ­ράδοξη αυτή την παρατήρηση, ίσως ακόμη και βλάσφημη. Θα επέμεναν ότι έχουν υπάρξει απελευθερωτικές, ελευθε- ρόφρονες μορφές εκκοσμίκευσης. Στηριζόμενοι στο π α ­ράδειγμα της μεσοβικτωριανής Βρετανίας, για παράδειγ­μα, θα έδειχναν ότι η εκκοσμίκευση στάθηκε συνώνυμη των δημοκρατικών εκφράσεων του λαϊκού ριζοσπαστι­σμού που έμοιαζε με διασταύρωση ανάμεσα σε εργατική λέσχη και σχισματικό παρεκκλήσιο, όπου ο όρος κοσμικό- τητα σήμαινε το ανοιχτό στο λόγο,την προθυμία για συμ­βιβασμό, την ελευθερία από την αδιαλλαξία και ως εκ τούτου τον θεσμικό διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους. Η παρατήρηση είναι αναμφίβολα εγγυημένη. Αρκετά εύλογα επίσης, ερευνητές όπως ο Νέβιλ Φίγκις έχουν ανιχνεύσει τις ρίζες του δόγματος της εκκοσμίκευσης στους δικαιο­λογημένους φόβους των τελευταίων θρησκευτικών στοχα­στών του Μεσαίωνα -οι Octo quaestiones de potestate papae (1334-1347 0 του Γουίλιαμ του Όκκαμ είναι ένα ρηξικέλευ­θο παράδειγμα- ότι τα ζητήματα της θρησκείας και της συνείδησης γλιστρούσαν στα χέρια πολιτικών τάξεων οι οποίες αρνούνταν να παραδεχθούν πως η εξουσία τους υπήρχε απλώς κατά παραχώρηση των πνευματικών δυνά­μεων. Ένα πρόβλημα όμως στην άποψη ότι η εκκοσμίκευ­ση ταυτίζεται με τον αγώνα για ελευθερία της έκφρασης και με την ανοχή των διαφορών είναι η αδυναμία της να διακρίνει τον έμφυτο δογματισμό της εκκοσμίκευσης. Δεν πρόκειται μόνο για το ότι διάφορες πολιτικές απόπειρες (στη Γαλλία, στην Τουρκία και αλλού) θεσμοποίησης του κοσμικισμού υπήρξαν τόσο διάτρητες από τη βία και τον καταναγκασμό ώστε να εμφανίζονται ως πειράματα «εσωτερικού αποικισμού» (Κάθριν Ώνταρντ)16· ούτε μόνο για το ότι, σε επίπεδο αρχής, οι πρώιμοι (χριστιανοί)

Page 35: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 37

υπέρμαχοι των κοσμικών ελευθεριών κατά κανόνα αρνού- νταν σε άλλους -Εβραίους (τέκνα του διαβόλου) και Ρω­μαιοκαθολικούς (μέλη του σώματος μιας πόρνης),για π α ­ρά δε ιγμα-τέτο ιες ελευθερίες, λες και οι κατά τα άλλα καλοπροαίρετοι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης έχαναν προς στιγμή τη φαντασία, το θάρρος ή τη βούληση όταν επρόκειτο να επεκτείνουν τις δικές τους οικουμενικές αρ­χές σε άλλους· το πρόβλημα στην πραγματικότητα πηγαί­νει βαθύτερα. Διότι η αρχή της εκκοσμίκευσης, που «αντι­προσωπεύει μια πραγμάτωση κρίσιμων αρχών του ίδιου του Χριστιανισμού» (Bonhoffer), είναι εμφανώς θεμελιω­μένη σε μια εκλεπτυσμένη εκδοχή της χριστιανικής πεποί­θησης ότι ο Χριστιανισμός είναι «η θρησκεία των θρησκει­ών» (Schleiermacher) και ότι ο Χριστιανισμός είναι εξου­σιοδοτημένος να αποφασίσει για τους μη χριστιανούς άλ­λους τι μπορούν να σκεφτούν ή να πουν - ακόμη και το αν είναι καν ικανοί να σκεφτούν ή να πουν κάτι.

Μουσουλμάνοι και υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης

Η έμφυτη εχθρότητα του κανονιστικού ιδεώδους της εκ­κοσμίκευσης απέναντι στους Μουσουλμάνους είναι το πιο ανησυχητικό σύγχρονο δείγμα ενός τέτοιου δογματισμού. Υπάρχουν δύο πρόδηλες εξηγήσεις γι’ αυτή την υπαρκτή εχθρότητα. Μία είναι ότι πολλοί κατά τα άλλα «μη θρη­σκευόμενοι» και ανεκτικοί πολίτες χωρών όπως οι Ηνω­μένες Πολιτείες, η Γαλλία και η Γερμανία αντιμετωπίζουν τους αυξανόμενους αριθμούς των Μουσουλμάνων -περισ­σότεροι από 20 εκατομμύρια μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένω­ση- με αρκετή αποστροφή, βαθιά καχυποψία, έως και φο­νική εχθρότητα· είναι ως εάν οι ανεκτικοί υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης πρέπει πάντα να χάνουν το βήμα τους, να τα μασάνε ή να γίνονται αδιάλλακτοι όταν έρχονται αντι­μέτωποι με μαντιλοφόρες, με απαγορευμένο κρέας, συζη­

Page 36: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

38 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

τήσεις γ ια αποστασία (ρίντα) και βίαιο μαρτυροδρόμιο. Η υποκρισία είναι διάχυτη - ειδικά μεταξύ των ισλαμόφο- βων φιλελευθέρων των οποίων η εμμονή στο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου συμποσούται στην ανοχή αποκλει­στικά λόγων τους οποίους οι ίδιοι εγκρίνουν.

Μία άλλη εξήγηση είναι η βίαιη σύγχυση που πυροδο­τούσε συνεχώς ο όρος «εκκοσμίκευση» στις αραβικές, φαρσί και τουρκικές γλωσσικές κοινότητες. Ενδεικτική εί­ναι η απουσία ενός όρου στην αραβική που να περιγράφει το κοσμικό, την κοσμικότητα ή την εκκοσμίκευση. Η λέξη που επιλέχθηκε αρχικά για την εκκοσμίκευση ήταν νταχρι- γίν, ένας κορανικός όρος τον οποίο ο Τζαμάλ-Εντίν αλ- Αφγανί χρησιμοποιούσε για να περιγράφει τους αθεϊστές στην απάντησή του στις επιθέσεις του Ερνέστ Ρενάν κατά του Ισλάμ. Ο νεολογισμός που προτιμήθηκε αργότερα, αλ- μανίγια , κατ’ αντιστοιχία προς τον γαλλικό όρο laicisme, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο τέλος του 19ου αιώνα στο λεξικό Muhit Muhit που γράφτηκε από τον χριστιανό λιβανέζο λόγιο Μπούτρος αλ-Μπουστάνι. Η αλμανίγια δεν εμφάνιζε καμία ρηματική ρίζα -αλμάνα, η λέξη για το «εκκοσμικεύω», δεν υπάρχει- και αντ’ αυτού παραγόταν από το αλάμ (κόσμος) δυνάμει μιας κυριολεκτικής μετά­φρασης, αφού το νοηματικά αντίστοιχο λα ντινίγια (μη θρησκευτικό) θα είχε απορριφθεί αμέσως από τους Μου­σουλμάνους, για τους οποίους (σύμφωνα με την αρχη αλ- Ισλάμ ντιν βα-ντάουλα) η διάκριση ανάμεσα στο πρόσκαι­ρο και το πνευματικό είναι κυριολεκτικά αδιανόητη.

Ο όρος «εκκοσμίκευση» έγινε εν συνεχεία προσβολή στα αυτιά πολλών Μουσουλμάνων. Οι λόγοι δεν είναι απλώς ετυμολογικοί. Οι άθρησκοι Ευρωπαίοι -υποτίθεται ανοιχτοί στον κόσμο και ανοιχτοί στην ίδια την ιδέα του ανοιχτού- κανονικά έτρεφαν αντιμουσουλμανικές προκα­ταλήψεις. Στην πραγματικότητα, ολόκληρη η ιστορία της εκκοσμίκευσης ως κανονιστικού ιδεώδους είναι βεβαρυ- μένη με απροκάλυπτη εχθρότητα κατά των Μουσουλμά­

Page 37: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 39

νων, της οποίας οι ρίζες είναι παλιές και βαθιές στον ευ­ρωπαϊκό χώρο. Διαβασμένα από τη σκοπιά των ορίων της εκκοσμίκευσης, βιβλία όπως το La fascination de I ’Islam (1980) του Μαξίμ Ρόντινσον, το Islam and the West: The Making of an Image (1960) του Νόρμαν Ντάνιελ, το Western Views of Islam in the Middle Ages (1962) του Ρ.Γ. Σάουθερν και το Islam in European Thought (1991) του Άλμπερτ Χου- ράνι προκαλούν ανησυχία. Δείχνουν ανάγλυφα και με πο­λυάριθμα παραδείγματα πώς το νεόκοπο δόγμα της εκ­κοσμίκευσης στην πραγματικότητα μετέφερε ουσιαστικά αναμφισβήτητες αντιμουσουλμανικές προκαταλήψεις οι οποίες έρχονταν από εποχές όπου οι χριστιανικές χώρες της Δύσης έβλεπαν τους πρόσφατα προσηλυτισμένους Σαρακηνούς, ή Άραβες, περίπου σαν μάστιγα, όπως τό­σες άλλες βαρβαρικές ομάδες.

Η γένεση των ιδεωδών της ευρωπαϊκής ενότητας και ειρήνης, που τροφοδοτήθηκε από τη σταδιακή ανάπτυξη μιας ιδεολογικής ενότητας εκ μέρους της λατινικής χρι­στιανοσύνης και από τους πολέμους κατά του Ισλάμ στην Ισπανία, τη νότια Ιταλία, τη Σικελία και τους Αγίους Τό­πους τον 11ο αιώνα, συνδυάστηκε έτσι ώστε να μεταμορ­φώσει και να οξύνει την τυχαία προκατάληψη σε οργανω­μένη εχθρότητα κατά των Μουσουλμάνων. Η ιδεολογία του αντιισλαμισμού συμπληρώθηκε από προσπάθειες, οι οποίες εγκαινιάστηκαν από τους λατίνους συγγραφείς του 12ου αιώνα, να αφήσουν ελεύθερο το πεδίο στην «άγνοια της θριαμβεύουσας φαντασίας» (R.W. Southern) περιγράφοντας τον Μωάμεθ ως αγύρτη του οποίου η μαγγανεία και ο δόλος είχαν καταστρέψει την εκκλησία στην Αφρική και την Ανατολή. Θρησκευτικές πολεμικές οι οποίες βασίζονταν σε μυθικές αφηγήσεις, σχεδιασμένες για να σκανδαλίζουν το λαϊκό γούστο, είχαν στόχο φα­νταστικούς Μουσουλμάνους οι οποίοι μπορούσαν εύκολα να εκμηδενιστούν στα χαρτιά. Αλλοι απλώς έβλεπαν τον μουσουλμανικό κόσμο σαν αληθινή πηγή αγαθών πολυτε­

Page 38: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

40 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

λείας -ελεφαντόδοντο, πολύτιμα υφαντά, μπαχαρικά, πάπυρο, ελαιόλαδο- και σαν αγορά για κατράμι, σκλά­βους, γουναρικά, υφάσματα, ξίφη, ξύλο και σίδερο - που έπρεπε όλα να τα εκμεταλλευθούν προς χριστιανικό όφε­λος, με τη βία ή με την πονηριά.

Υπήρχαν ύστερα εκείνοι οι αγαθοί χριστιανοί καθησυ- χαστές, ο Βόλφραμ φον Έσενμπαχ για παράδειγμα, που έκαναν έκκληση να δοθεί ένα τέλος στο μίσος για τους παγανιστές (τους Μουσουλμάνους), οι οποίοι είναι αυτό που είναι, υποστήριζε, μόνο και μόνο επειδή δεν είχαν ακόμα το προνόμιο να ακούσουν το μήνυμα του Χριστού - ισχυρισμός που θυμίζει την πρόσφατη ηθικολογία των Πρεσβυτεριανών του Ώλστερ σχετικά με την ανάγκη Σιω- νιστές και Παλαιστίνιοι να συνάψουν ειρήνη ασπαζόμενοι τον Ιησού Χριστό. Μια παραλλαγή αυτού του μοτίβου ήταν η έκκληση (από τον άγγλο θεολόγο Τζων Γουίκλιφ, γ ια π α ρ ά δειγμ α ) να μεταρρυθμ ιστεί η Χριστιανική Εκκλησία επιστρέφοντας στην καθαρότητα του αρχικού Χριστιανισμού - πράγμα το οποίο θα ήταν αρκετό για να καθυποτάξει το Ισλάμ, που δεν ήταν παρά ένα σχίσμα, ένα είδος επικίνδυνης διαστροφής του Χριστιανισμού.

Με την έλευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη βαλκανική περιοχή της χριστιανικής Ευρώπης οι εκστρα­τείες κατά των απίστων έγιναν άμυνα εναντίον του απαί­σιου, βάρβαρου «Τούρκου» (bellum contra barbaros, όπως συχνά το έλεγαν εκείνη την εποχή), ο οποίος έμοιαζε να εμφορείται από ένα δηλητηριώδες μίσος κατά του «πολι­τισμού». Μερικές φορές τα σπουδαία επιτεύγματα των Οθωμανών (για παράδειγμα, η ανοχή τους απέναντι σε όλες τις μορφές θρησκευτικών μειονοτήτων) μαλάκωναν τις προκαταλήψεις σε αμφιθυμία. Ένα σχετικό παράδειγ­μα είναι η αμφιταλάντευση του Βολταίρου ανάμεσα σε μια υπεράσπιση του Μωάμεθ ως διορατικού πολιτικού στοχαστή και ιδρυτή μιας ορθολογικής θρησκείας, και τη δριμεία επίθεσή του κατά του Μωάμεθ ως αρχετύπου

Page 39: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 41

όλων των απατεώνων που υποδούλωναν τις ψυχές κάνο­ντας χρήση θρησκευτικών μύθων. Υπήρξαν επίσης πολλά χριστιανικά πειράματα ειρηνικής συμβίωσης με τους Μου­σουλμάνους, μερικά από τα οποία -όπως η χριστιανική θυσία προβάτου στα ιερά των μουσουλμάνων αγίων και η προσευχή των Μουσουλμάνων σε χριστιανικές εκκλησίες στη Συρία-επιβίωσαν μέχρι σήμερα. Υπήρξαν επίσης π ε­ριπτώσεις όπου η περιέργεια σχετικά με το Ισλάμ μετα- τράπηκε σε εξωτισμό, δηλαδή τη συγκίνηση του να μετα- φέρεται κανείς, μέσα από αφηγήσεις και περιγραφές και χωρίς ούτε μία στιγμή να εγκαταλείπει τη χριστιανική Ευ­ρώπη, σε έναν άλλο κόσμο, ουσιαστικά εξωτικό και γρα­φικό, μια μη υπαρκτή φαντασμαγορία όπου φανταστικά πνεύματα μπορούσαν να είναι ευεργετικά ή κακόβουλα κατά το καπρίτσιο τους· έναν κόσμο φανταχτερών χρω­μάτων και μεγαλόπρεπων υφαντών, καλυμμένων γυναι­κών στις διαθέσεις ανδρών οι οποίοι δειπνούσαν καθισμέ­νοι σε μικρά χαλάκια, παλατιών διακοσμημένων με χρυ­σάφι, ασήμι και μάρμαρο· έναν κόσμο του οποίου η αυξα­νόμενη φτώχεια έμοιαζε μόνο να προσθέτει στη γοητεία του, αποκλεισμένου από τον υπόλοιπο κόσμο χάρη στην ίδια του την ιδιαιτερότητα.

Αυτή η ευρωπαϊκή σαγήνη απέναντι στο Ισλάμ στάθη­κε συχνά μικρόψυχη και μερικές φορές φονική. Σε όλη τη διάρκεια της νεότερης εποχής εμφανίζονται αναρίθμητες αναδιατυπώσεις και παραλλαγές του μοτίβου του σατα- νισμού του Ισλάμ - η ίδια η λέξη συνδήλωνε τη βία, την κυριαρχία, την άγνοια, το φανατισμό, το μισογυνισμό, τη διεθνή συνωμοσία. Η σημερινή «εκκοσμικευμένη» εχθρό­τητα απέναντι στο Ισλάμ μπορεί να θεωρηθεί ως αναδια­τύπωση και παραλλαγή του παλιού μοτίβου του σατανι- σμού του Ισλάμ. Μια τέτοια εχθρότητα βοηθάει να εξη­γήσουμε γιατί οι περισσότεροι σύγχρονοι μουσουλμάνοι λόγιοι δεν εμπιστεύονται ή απορρίπτουν απερίφραστα το ιδεώδες της εκκοσμίκευσης. «Η εκκοσμίκευση είναι ο

Page 40: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

42 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σατανάς που μιμείται τον Θεό», έχει πει ο ιθύνων τούρ- κος ισλαμιστής Αλί Μπουλάτζ17. Απηχεί τη διαδεδομένη εντύπωση πως η ευρωπαϊκή υποστήριξη της κοσμικότη- τας είναι ύβρις,η οποία υπήρξε ανέκαθεν το προκάλυμμα των υποκριτών που πιστεύουν ότι οι Μουσουλμάνοι μπο­ρούν να προοδεύσουν μόνο εάν ακολουθήσουν το μονο­πάτι το οποίο χάραξε γι’ αυτούς η Δύση, που περιλαμβά­νει την αποποίηση της θρησκείας.

Κάποιοι ισλαμιστές λόγιοι, ο Μοχάμετ Μαχντί Σαμς αλ-ντιν και ο Ρασίντ αλ-Γκανούτσι για παράδειγμα, ανα­γνωρίζουν ότι στο πλαίσιο της Ευρώπης το δόγμα της εκ­κοσμίκευσης βοήθησε να ελεγχθεί ο χριστιανικός φονταμε- νταλισμός και να καλλιεργηθούν οι αξίες του πολιτισμού και της κατανομής των εξουσιών18. Υπάρχουν άλλοι, όπως ο Αμπντολκαρίμ Σορούς και ο Αμπντού Φιλαλί-Ανσαρύ, που δείχνουν ότι οι μουσουλμανικές κοινωνίες -περιλαμ- βανομένου του σύγχρονου Ιράν- διέθεταν ανέκαθεν ισχυ­ρές εγγενείς ικανότητες να θεσμοποιούν λαϊκές ή «ενδο- κόσμιες» μορφές ζωής19. Πάντως όλοι αυτοί οι διανοούμε­νοι συμφωνούν ότι η επιχειρούμενη δυτική εκκοσμίκευση του μουσουλμανικού κόσμου τον 20ό αιώνα έχει γεννήσει δικτατορίες, κρατικά επιβεβλημένη θρησκεία, παραβίαση των ανθρώπινων καΓπολιτικών δικαιωμάτων και εξασθέ­νιση ή απροκάλυπτη καταστροφή της πολιτικής κοινωνίας. Με μία λέξη, η κοσμικότητα έχει συνδεθεί με την ταπείνω­ση των Μουσουλμάνων - ταπείνωσή τους μέσω της εφαρ­μογής των δυτικών διπλών κριτηρίων στο Κουβέιτ, την Αλγερία και την Παλαιστίνη, μέσω του διεφθαρμένου δε- σποτισμού ή των πουλημένων κυβερνήσεων, και μέσω της διαρκούς απειλής συντριβής από την οικονομική, τεχνολο­γική, πολιτική, πολιτισμική και στρατιωτική ισχύ της κα­θοδηγούμενης από την Αμερική Δύσης.

Η μαχητική ισλαμική απόρριψη της εκκοσμίκευσης στα όρια της γεωγραφικής ημισελήνου που εκτείνεται από το Μαρόκο στο Μιντανάο εύλογα ανησυχεί πολλούς δυτι­

Page 41: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 43

κούς. Τα υλικά διακυβεύματα είναι υψηλά και ο φόβος ότι η τάση κατά της εκκοσμίκευσης μπορεί ν’ αποδειχθεί ένα προκάλυμμα για τη βίαιη υφαρπαγή της εξουσίας αντί για μια έλλογη κατανομή των εξουσιών παραμένει έντονος, σε μεγάλο βαθμό μη επιβεβαιούμενος από τα γεγονότα. Η αγωνία επικεντρώνεται στη Χάμα - το όνο­μα μιας πόλης στη Συρία την οποία όλοι θυμόμαστε με ανομολόγητο φόβο, ένα τρομακτικό σύμβολο του τι συμ­βαίνει όταν οι ένοπλες δυνάμεις της εκκοσμίκευσης πνί­γουν σε λουτρό αίματος τους θανάσιμους αντιπάλους τους. Για πολίτες οι οποίοι ζουν στις παλιές δημοκρατίες, μια τέτοια σύγκρουση θα θυμίζει πάντα ότι η εκκόσμί- κευση υποθάλπει τη βίαιη αδιαλλαξία και, πιο γενικά, ότι ζούμε σε εποχές σημαδεμένες από τη θρησκευτική δια­μαρτυρία, την επιστροφή του ιερού και την αποεκκοσμί- κευση του πολιτικού και της κοινωνικής ζωής.

Είναι παράξενο ότι μόνο τόσο λίγοι ερευνητές -ο Ράιν- χολντ Μπέρνχαρντ, ο Τζιλ Κέπελ και ο Ρόναλντ Τίμαν συ- νιστούν αξιοσημείωτες πρόσφατες εξαιρέσεις- αναλογί- ζονται δημιουργικά αυτές τις τάσεις. Η δημόσια άγνοια ή και παντελής απόρριψη της σημασίας τους, ειδικά από οπαδούς της σκληρής γραμμής της εκκοσμίκευσης, είναι επίσης εξαιρετικά διαδεδομένη. Εδώ κι εκεί ωστόσο συ­ναντάει κανείς θύλακες αυθεντικής δημόσιας ανησυχίας γ ια τις κατασταλτικές συνέπειες της εκκοσμίκευσης. Υπάρχουν εκκλήσεις γ ια μια νέα πολιτική φιλοσοφία απαλλαγμένη από φαντασιώδεις κατασκευές γύρω από το μαρασμό και την ιδιωτικοποίηση της θρησκείας. Μέσα σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις όσο και σε κυβερνητι­κούς κύκλους και δικαστήρια γίνονται πρακτικές προ­σπάθειες να χαλκευθούν νέοι πολιτικοί συμβιβασμοί -όπω ς φροντίδα των εργοδοτών για περιόδους αργίας και προσευχής, εξαίρεση των πιστών από ορισμένους αστικούς νόμους, αποδοχή των μουσουλμανικών σχολεί­ων στον κρατικά επιχορηγούμενο και ιδιωτικά υποστηρι-

Page 42: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ζόμενο τομέα στη Βρετανία- οι οποίοι έχουν στόχο να ανταποκριθούν καλύτερα στις προτιμήσεις μη πιστών και πιστών ταυτόχρονα.

Οι εξελίξεις αυτές γεννούν πολλά ερωτηματικά. Είναι το δόγμα της εκκοσμίκευσης του 19ου αιώνα, ακόμη αγα­πητό στους περισσότερους δημοκράτες έναν αιώνα μετά -περιλαμβανομένων των φιλελευθέρων εκείνων οι οποίοι ζητούν την ολοκληρωτική απάλειψη της θρησκείας από την πολιτική ατζέντα-, στην πραγματικότητα μια ιδεολο­γία που παράγει συγκρούσεις και απειλεί τον ελεύθερό- φρονα πλουραλισμό της δημοκρατίας όπως τη βιώνουμε σήμερα; Πρέπει άραγε για χάρη ενός δημοκρατικότερου μέλλοντος ν’ απαλλαγούμε από ένα τέτοιο ιδεώδες; Αν ναι, συνεπάγεται αυτό άραγε ότι πρέπει να εγκαταλει- φθούν επίσης οι κληρονομημένες εκκοσμικευμένες κατη­γορίες της εκκλησίας και του κράτους, μαζί με την αντί­στοιχη έννοια του «χωρισμού» τους, αν όχι τίποτε άλλο τουλάχιστον γ ια το λόγο ότι οι όροι «εκκλησία» και «κράτος» δεν διαθέτουν την απαραίτητη πολυπλοκότητα για να εκφράσουν την αυξανόμενη ποικιλομορφία των θρησκευτικών πρακτικών και των κυβερνητικών ρυθμίσε­ων της ηθικότητας; Πρέπει.να πάψουμε να αναζητάμε οι­κουμενικές αρχές, όπως η εκκοσμίκευση, μέσω των οποί­ων να εξετάζουμε τη θρησκεία; Ή πρέπει απεναντίας να δώσουμε προτεραιότητα σε εξαρτημένες από επιμέρους συμφραζόμενα κρίσεις οι οποίες αναγνωρίζουν ότι κάθε ηθικότητα -περιλαμβανομένου οποιουδήποτε θρησκευτι­κού λόγου και αυτού των κοσμικών του αντιπάλων- ανα­κύπτει σε ειδικά συμφραζόμενα;

Άλλα ερωτήματα αποκτούν σημασία. Για παράδειγμα: δεν πρέπει άραγε να αναγνωρίσουμε, σε δημόσιες αντι­παραθέσεις σχετικά με την «αλήθεια» της θρησκείας ή την «αλήθεια» της εκκοσμίκευσης, εκείνο που επιβάλλει ο νόμος της ατέρμονης συζήτησης - ότι δεν μπορούμε να είμαστε απολύτως σίγουροι ούτε ότι ο Θεός υπάρχει ούτε

Page 43: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 45

ότι δεν υπάρχει; 'Οτι όταν συζητάμε για τον Θεό δεν μπο­ρούμε να ξέρουμε με βεβαιότητα για ποιον ή γ ια τι πράγ­μα μιλάμε και ότι, από την άλλη μεριά, δεν γνωρίζουμε με ποιο τρόπο να συνοψίσουμε καλύτερα, χρησιμοποιώ­ντας τη γλώσσα της ενδοκοσμιότητας, την αληθινή φύση της ανθρωπότητας και του κόσμου; Μήπως αυτός ο νό­μος της ατέρμονης συζήτησης μας αναγκάζει να δούμε ότι η εκκοσμικευμένη αντίληψη πως οι θρησκευόμενοι ζευγαρώνουν σαν τον Ιξίονα με σύννεφα και γεννούν τέ­ρατα ταιριάζει εξίσου στους υπέρμαχους της εκκοσμίκευ­σης, και ότι γι’ αυτό απαιτούνται σήμερα νέοι αποεκκο- σμικευμένοι συμβιβασμοί ανάμεσα σε μη πιστούς και π ι­στούς; Δεν βρισκόμαστε έτσι μπροστά στη μόνη δυνατή πολιτική επιλογή, να αναζητήσουμε νέους δρόμους μεγι­στοποίησης της ελευθερίας και της ισότητας και του αμοιβαίου σεβασμού μη πιστών και πιστών ταυτόχρονα - δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση σ' εκείνους οι οποίοι υφίστα- νται σήμερα τις αδικίες που προκλήθηκαν από ένα δόγμα του 19ου αιώνα του οποίου οι οικουμενιστικές αξιώσεις δεν είναι πλέον αξιόπιστες;

Σημειώσεις

1. Peter Brown, Authority and the Sacred. Aspects of the Christianization of the Roman World, Cambridge University Press, 1995, ιδιαίτερα μέρος πρώτο.2. Charles Taylor, «Modes of Secularism» στο Rajeev Bhargava (επιμ.), Secularism and its Critics, Καλκούτα, Oxford University Press, 1998, a. 31-53.3. Peter Berger, The Sacred Canopy: Elements of a Sociological Theory of Religion, Νέα Υόρκη, Garden City, 1969, a. 108.4. Ό.π., σ. 127.5. Hermann Luebbe. Saekularisierung - Geschichte eines ideen- politischen Begriffs, Φράιμπουργκ, 1965.

Page 44: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

46 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

6. Βλ., για παράδειγμα, Ludwig Feuerbach, «Preliminary Theses on the Reform of Philosophy» στο The Fiery Brook: Selected Writings of Ludwig Feuerbach, Νέα Υόρκη, Garden City, 1972, a. 153-73.7. William Edward Hartpole Lecky, Λονδίνο, 1890, τόμος 2, κε­φάλαιο 5.8. Samuel P. Huntington, The Gash of Civilisations and the Remaking of World Order, Νέα Υόρκη & Λονδίνο, Simon & Schuster, 1996.9. Alan D. Gilbert, «Secularization and the Future» στο Sheridan Gilley και W.J. Sheils (επιμ.), A History of Religion in Britain. Practice and Belief from Pre-Roman Times to the Present, Καίμπριτζ, MA.& Οξφόρδη, 1994, σ. 512-3.10. Charles Taylor, Philosophical Arguments, Καίμπριτζ, MA. & Λονδίνο, Harvard University Press, 1995, κεφάλαιο 13.11. Richard Rorty, «Religion as a Conversation-Stopper», χειρό­γραφο σε ιδιωτική κυκλοφορία.12. Ένα πασίγνωστο αμερικανικό παράδειγμα αυτής της γραμμής επιχειρηματολογίας είναι το Stephen L. Carter, The Culture of Disbelief: How American Law and Politics Trivialize Religious Devotion, Νέα Υόρκη, Doubleday, 1993.13. Hannah Arendt, «Religion and the Intellectuals», Partisan Review 17, Φεβρουάριος 1950, σ. 114.14. Βλ. John Keane, Civil Society: Old Images, New Visions, Καί­μπριτζ, Polity Press, 1998, ιδίως σ. 147-8.15. Βλ. John Keane, Vdclav Havel: A Political Tragedy in Six Acts, Λονδίνο, Bloomsbury, 1999, σ. 438-47.16. «Laicit£», δημόσια διάλεξη που δόθηκε στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (31 Μαΐου 1996). Για την τουρκική περίπτωση, βλ. Stanford J. Shaw και Ezel Kural Shaw, History of the Ottoman Empire and Modern Turkey, τόμος 2, Νέα Υόρκη και Λονδίνο, 1977, κεφάλαιο 6. Η γαλλική περίπτωση αναλύεται στο Jean Bauberot, «The Two Thresholds of La'icization» στο Rajeev Bhargava (επιμ.), ό.π., σ. 94-136' και John Keane, Tom Paine: a Political Life, Λονδίνο, Bloomsbury, 1995, a. 389-400.17. Συνέντευξη με τον Αλί Μπουλάτζ, Ισταμπούλ (30 Μαρτίου 1996).

Page 45: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ; 47

18. Συνέντευξη με τον Μοχάμετ Μαχντί Σαμς αλ-ντιν, Βηρυτ- τός (3 Απριλίου 1996)· και σχολιασμός εκ μέρους μου του πο­λιτικού στοχασμού του Ρασίντ αλ-Γκανούτσι στο Civil Society: Old Images, New Visions, ό.π., σ. 28-31.19. Συνέντευξη με τον Αμπντολκαρίμ Σορούς, Τεχεράνη (18 Οκτωβρίου 1999)· Abdou Filali-Ansary, «The Debate of Secularism in Contemporary Societies of Muslims», International Institute for the Study of Islam in the Modem World Newsletter, 2, Μάρτιος 1999, σ. 6.

Page 46: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Page 47: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Συμβιώνοντας με τη διαφορά στην Ινδία

Suzanne Ho eber Rudolph Lloyd I. Rudolph

Ο νομικός πλουραλισμός και ο νομικός οικουμενισμός στο ιστορικό τους πλαίσιο

Η σύγχρονη Ινδία προσφέρει ένα χαρακτηριστικό σκηνικό για τη σύγκρουση ανάμεσα στον νομικό πλουραλισμό και τον νομικό οικουμενισμό. Οι νομικοί πλουραλιστές ανα­γνωρίζουν και νομιμοποιούν το προσωπικό δίκαιο των θρησκευτικών κοινοτήτων της Ινδίας. 0 νομικός οικουμε- νισμός απευθύνει εκκλήσεις για έναν ομοιόμορφο αστικό κώδικα. Λέγοντας σύγχρονη Ινδία εννοούμε την Ινδία της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών (περ. 1757-1857), της βρετανικής αποικιακής κυριαρχίας (1858-1947), του εθνι­κισμού του Κογκρέσου (1885-1947) και την ανεξάρτητη Ινδία (1947 ώς σήμερα). Θα ερευνήσουμε εποχές, τόπους και γεγονότα αναζητώντας λόγους και πρακτικές που διαμόρφωσαν τη νομική αναγνώριση του προσωπικού δι­καίου και τη διαμάχη σχετικά με τη θεσμοποίηση ενός ομοιόμορφου αστικού κώδικα.

Ιδιαίτερα θα ερευνήσουμε το ιστορικό πλαίσιο, βασικά της Βεγγάλης αλλά που στη μνήμη και το λόγο αντιπρο­σωπεύει την «Ινδία», ανάμεσα σε ιδιομορφιστές ανατολι­στές και οικουμενιστές ωφελιμιστές την εποχή της Εται­ρείας των Ανατολικών Ινδιών το τραύμα της εξέγερσης

Page 48: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

50 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

του 1857 και αυτό που επακολούθησε, τη Διακήρυξη της βασίλισσας Βικτωρίας η οποία αποδεχόταν τη διαφορά- την κατάτμηση των διοικητικών διαμερισμάτων όπως προαναγγέλθηκε στο δόγμα των «πολλών εθνών» του Αχμέτ Χαν- το δόγμα των δύο εθνών του Μοχάμετ Άλι Τζίνα- το οικουμενιστικό δόγμα του ενός έθνους του Ινδι­κού Εθνικού Κογκρέσου- τη συνύπαρξη μέσα στην εκκο­σμίκευση του Κογκρέσου της ίσης αναγνώρισης όλων των θρησκειών με την ειδική εύνοια απέναντι στη θρησκεία της μειοψηφίας, ειδικά το Ισλάμ, και την άνοδο (και τρί­κλισμα 0 της ινδουιστικής εθνικιστικής ιδεολογίας περί ομοιογένειας τη δεκαετία του 1980.

Ο νομικός πλουραλισμός ήταν ένας τρόπος να δοθεί έκφραση στη διαρκώς και ποικιλοτρόπως συγκροτούμενη πολυπολιτισμική κοινωνία της Ινδίας. Ο νομικός οικου- μενισμός έχει συνδεθεί με φιλελεύθερες και εθνικιστικές ιδέες γύρω από την ισότιμη, ομοιόμορφη ιδιότητα του πολίτη. Αναλυτικά μιλώντας, ο νομικός πλουραλισμός προϋποθέτει σωματειακές ομάδες ως τις θεμελιώδεις μο­νάδες, τα δομικά κομμάτια μιας πολυπολιτισμικής κοι­νωνίας και κράτους. Ιδιαίτερα νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις επιπροστίθενται σε συλλογικές ταυτότητες όπως Ινδουιστές, Μουσουλμάνοι, Χριστιανοί, Σιχ, Τζαϊνι- στές, Βουδιστές και Πάρσοι, και σε σαμπραντάγια (σέ­κτες) και κομ (κοινότητες) όπως οι Νταντουπάνθι, Κα- μπιρπάνθι, Σουνίτες, Σιίτες κ.λπ. Ο νομικός οικουμενι- σμός αντιμετωπίζει τα άτομα ως θεμελιώδεις μονάδες της κοινωνίας και του κράτους και φαντάζεται ομοιογε­νείς πολίτες με ομοιόμορφα νομικά δικαιώματα και υπο­χρεώσεις.

Ο ινδικός νόμος και η πολιτική ταλαντεύονταν πάντοτε ανάμεσα σε αυτές τις δύο θέσεις. Το Ανώτατο Δικαστήριο σε μια υπόθεση ορόσημο, το Balaji της Πολιτείας της Μυ- σόρης (1963), προσπάθησε να καθορίσει επακριβώς το πο­σοστό βαρύτητας που θα έπρεπε να δοθεί στην καθεμία.

Page 49: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 51

Η περίπτωση αφορούσε δικαιώματα ομάδων υπό τη μορ­φή των ποσοστών εισαγωγής στο πανεπιστήμιο και πρό­σληψης σε κυβερνητικές εργασίες για τους Ντάλιτς (πρώην άθικτους) και τις «άλλες οπισθοδρομικές τάξεις» (Other Backward Classes, ένας διοικητικός ευφημισμός για τις κατώτερες κάστες). Το άρθρο 16[4] του συντάγματος από τη μία μεριά εγγυάται την «ισότητα των ευκαιριών σε θέ­ματα δημόσιας απασχόλησης», από την άλλη μεριά, προ­βλέπει ότι

τίποτε από το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει το Κράτος να φρο­ντίσει για την επιφύλαξη θέσεων ή διορισμών υπέρ οιασδήποτε οπισθοδρομικής τάξης πολιτών η οποία, σύμφωνα με την εκτί­μηση του Κράτους, δεν αντιπροσωπεύεται επαρκώς στις υπη­ρεσίες του Δημοσίου.

Το δικαστήριο μοίρασε τη διαφορά- περιόρισε την επ ι­τρεπτή επιφύλαξη σε ποσοστό 49%. Πέραν του 49% το δι­καστήριο θεωρούσε ότι συνέτρεχε καταδολίευση του συ­ντάγματος επειδή αυτό θα προσέκρουε στις συνταγματι­κές διατάξεις που εξασφάλιζαν την ισότητα έναντι του νόμου (άρθρο 15). Με άλλα λόγια,το Balaji του 1963 ζύγι­σε τον νομικό πλουραλισμό υπό τη μορφή δικαιωμάτων των ομάδων σε 49% και τον νομικό οικουμενισμό υπό τη μορφή της ισότιμης ιδιότητας του πολίτη σε 51%.

Οι θεσμικοί πρόγονοι και οι φιλοσοφικές γενεαλογίες του νομικού πλουραλισμού και του νομικού οικουμενι- σμού είχαν κινητοποιηθεί και ενισχυθεί κατά διαφορετι­κούς τρόπους από τα πολιτικά υποκείμενα της Εταιρείας, της αποικιοκρατίας, του εθνικισμού και της μετααποικια- κής περιόδου. Η άνοδος του ινδουιστικού εθνικισμού και η άρθρωση μιας ιδεολογίας της hindutva (ινδουικότητα) στις δεκαετίες του 1980 και 1990 προσέδωσε νέες σημα­σίες και ενέτεινε τη διαμάχη ανάμεσα σε πλουραλισμό και οικουμενισμό. Η ένταση αναμένεται να συνεχιστεί

Page 50: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

52 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

στο προβλεπόμενο μέλλον μέσα σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία και ένα κράτος που είναι υποχρεωμένα να συ­στεγάζουν σε καθημερινή βάση τις αντιτιθέμενες επιταγές της ενοποίησης και της ανομοιότητας. Καμία δεν πρόκει­ται να εκτοπίσει την άλλη.

0 νομικός πλουραλισμός δεν είναι απλώς ζήτημα αξιών. Είναι επίσης ζήτημα ισχύος, του ποιος παίρνει τι, πότε και πού. Η «οικουμενικότητα» του νόμου δεν εκτι- μάται μόνο από διαφωτιστές φιλελεύθερους και φαβια­νούς σοσιαλιστές· είναι επίσης η στρατηγική των συγκε­ντρωτικών σύγχρονων κρατών. 0 πλουραλισμός στο νόμο συνιστά τόσο κανονιστικό αξίωμα όσο και τη στρατηγική εκείνων οι οποίοι ευνοούν τη διαίρεση, τον περιορισμό και την κατάτμηση της κυριαρχίας σε ομοσπονδιακά και πλουραλιστικά κράτη που λαμβάνουν υπόψη την υπάρ- χουσα διαφοροποίηση ανάμεσα σε γεωγραφικά και πολι­τισμικά οριζόμενες κοινότητες.

Η Εταιρεία ανακαλύπτει και νομιμοποιεί τη δια­φορά: πολιτισμικός φεντεραλισμός και νομικός πλουραλισμός

Πολιτισμικός φεντεραλισμός είναι ένας όρος που επινοή­σαμε προκειμένου να δείξουμε ότι η Ινδία έχει αντιμετω­πίσει την ανομοιότητα με τρόπους οι οποίοι αναγνωρί­ζουν νομικές ταυτότητες βάσει πολιτισμικών όσο και εδαφικών ορίων. Το οθωμανικό «σύστημα» των μιλλέτ, υπό τα οποία παραχωρούνταν πολιτική όσο και θρησκευ­τική εξουσία στους ηγέτες των ελληνορθόδοξων και των χριστιανικών, των αρμενικών, των ιουδαϊκών και άλλων κοινοτήτων επί των αντίστοιχων ποιμνίων τους, αντιπρο­σωπεύει ένα σημαντικό ιστορικό παράδειγμα πολιτισμι­κού φεντεραλισμού. Όπως θα δούμε, το αρχικό δόγμα και η πρακτική της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών

Page 51: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 53

ακολουθούσαν παρόμοιες αρχές. Στην ανεξάρτητη Ινδία, ο πολιτισμικός φεντεραλισμός εκφράστηκε στο άρθρο 29 του συντάγματος, αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί πολυπολιτισμική ρήτρα, η οποία προστατεύει τα συμφέ­ροντα των μειονοτήτων παρέχοντάς τους το δικαίωμα να «διατηρούν» τη «γλώσσα, τη γραφή και τον πολιτισμό» τους, και στο άρθρο 30 που δίνει στις μειονότητες το «δι­καίωμα να ιδρύουν και να διευθύνουν εκπαιδευτικούς θε­σμούς». Αυτές οι διατάξεις έρχονται σε αντιπαράθεση με τις οικουμενιστικές προτάσεις του άρθρου 44, μία εκ των μη δικάσιμων Κατευθυντήριων Αρχών του Ομοσπονδια­κού Πολιτεύματος που επιβάλλει στο κράτος να «προ­σπαθεί να εξασφαλίσει στους πολίτες έναν ομοιόμορφο αστικό κώδικα σε όλη την επικράτεια της Ινδίας».

Τότε γιατί ο Γουόρεν Χάστινγκς, ο οποίος το 1774 έγι- νε ο πρώτος Γενικός Διοικητής της Εταιρείας των Ανατο­λικών Ινδιών, ο σερ Γουίλιαμ Τζόουνς, δικαστής της Εται­ρείας στη Βεγγάλη και ένας από τους πρώτους Εγγλέ­ζους που ειδικεύθηκαν στα σανσκριτικά, και οι επιφανείς λόγιοι, επίσης υπάλληλοι της Εταιρείας, που αποτέλεσαν τις ιδρυτικές γενιές της Ασιατικής Εταιρείας της Βεγγά­λης υιοθέτησαν μια πολιτική πολιτισμικού φεντεραλισμού και νομικού πλουραλισμού; Γιατί αποφάσισαν να εφαρ­μόσουν «τους νόμους του Κορανίου σε σχέση με τους Μωαμεθανούς κι εκείνους της Σάστρα σε σχέση με τους Ινδουιστές»; Γιατί ο Τζόουνς οικοδόμησε έναν κόσμο απαρτιζόμενο από Ινδουιστές και Μουσουλμάνους; Γιατί και πώς συγκρότησε τις κατηγορίες «Ινδουιστής» και «Μουσουλμάνος», κατηγορίες οι οποίες, υπό μεταβαλλό­μενες αμφιέσεις και με μεταβαλλόμενες σημασίες και συ­νέπειες, είναι ακόμη παρούσες σήμερα;

Μια μετααποικιακή προοπτική μάς οδηγεί να ερμηνεύ­σουμε τις κατηγορίες και τις συνέπειες του 19ου και του 20ού αιώνα με βάση τις νοοτροπίες και τις προθέσεις των ιστορικών υποκειμένων του 18ου αιώνα. Κίνητρο είναι η

Page 52: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

54 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

αυτοκρατορική κυριαρχία, τακτική η θρησκευτική διαίρε­ση. Η κυριαρχία γίνεται μια τόσο απόλυτη παράμετρος της σκέψης όσο και ο έλεγχος των μέσων παραγωγής.

Ερμηνεύουμε τις ιδέες και τις ενέργειες του Χάστινγκς και των συναδέλφων του της Ασιατικής Εταιρείας, περι- λαμβανομένης της κατασκευής του Ινδουιστικού και του Μωαμεθανικού, ως προσδιοριζόμενες από δύο διαφέρο- ντα: τις πηγές και το νόημα του «πολιτισμού» όπως γινό­ταν αυτός αντιληπτός στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής κατα­νόησης της παγκόσμιας ιστορίας τον 18ο αιώνα και, ειδι­κότερα για τον Χάστινγκς, μια ειδική αίσθηση του να εί­ναι κάποιος τοπικός κυβερνήτης. Ο Χάστινγκς, ο Τζόουνς και οι συνάδελφοί τους της Ασιατικής Εταιρείας, όλοι εκ­παιδευμένοι βάσει των ευρωπαϊκών κλασικών παραδόσε­ων, ανέπτυξαν μια «πολιτισμική ματιά». Οδηγήθηκαν να κατανοούν τον νομικό πλουραλισμό με τους όρους μεγά­λων, συνεκτικών πολιτισμικών ολοτήτων προσδιοριζόμε­νων από τις μείζονες γλώσσες και τα κλασικά τους κείμε­να. Στην πολιτισμική τους φαντασία, ο Χάστινγκς και ο Τζόουνς έβλεπαν τον σανσκριτικό και τον περσικό πολι­τισμό ως ισοδύναμους με αυτούς της Ελλάδας και της Ρώμης. Η αίσθηση του ρόλου τους ως τοπικών κυβερνη­τών τούς οδήγησε να κάνουν εκείνο που έκαναν όλοι οι τοπικοί κυβερνήτες, να βασιστούν δηλαδή στους νόμους των υπό την εξουσία τους λαών προκειμένου να απονεί- μουν δικαιοσύνη. Κάθε αναδρομική απόπειρα να ερμη­νεύσουμε την πολιτική της Εταιρείας ως στρατηγική του διαίρει και βασίλευε πρέπει να μετριάζεται από μια προ­σεκτικότερη εξέταση της πολιτισμικής προοπτικής και του αυτοπροσδιορισμού των υπαλλήλων της Εταιρείας ως τοπικών κυβερνητών.

Οι άγγλοι εκπρόσωποι της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών του 18ου αιώνα ενεργούσαν ως πληρεξούσιοι του αυτοκράτορα των Μογγόλων. Κατ’ όνομα τουλάχιστον αντιλαμβάνονταν τους εαυτούς τους ως αντιπροσώπους,

Page 53: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 55

όχι ηγεμόνες. Σε αυτό το στάδιο των βρετανικών σχέσεων με την Ινδία, η νοοτροπία τους, όπως θα το έθετε ο Ου- ντάι Μέτα όταν έγραφε για το «φιλελευθερισμό και την αυτοκρατορία», ήταν περισσότερο μπερκιανή απ’ ό,τι λο- κιανή, σε μεγαλύτερο βαθμό σύμφωνη με την πλουραλι- στική πολυπολιτισμικότητα παρά με τον φιλελεύθερο οι- κουμενισμό. Εξ ου αναγνώριζαν και αποδέχονταν την ύπαρξη και την αξία διαφορετικών πολιτισμών στην ινδι­κή υποήπειρο. Μια «μπερκιανή» συνείδηση εξηγεί αυτό που χαρακτηρίζουμε ως πολιτική πολιτισμικού φεντερα­λισμού του Γουόρεν Χάστινγκς, πολιτική η οποία καθι­στούσε την κάθε ομάδα υποκείμενο κυριαρχίας επί των δικών της εδαφών. Σε ένα συχνά παρατιθέμενο υπόμνη­μα ο Χάστινγκς όριζε ότι

σε όλες τις αγωγές που αφορούν κληρονομιά, γάμο, κάστα ή άλλες θρησκευτικές χρήσεις και θεσμούς, οι νόμοι του Κορανίου σε σχέση με τους Μωαμεθανούς κι εκείνοι της Σάστρα σε σχέση με τους Γκέντου [Ινδουιστές] πρέπει να ακολουθούνται απαρε- γκλίτως· σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις θα ανατίθεται στους Μούλβι ή τους Βραχμάνους να εκθέτουν το νόμο, και θα υπογράφουν το πόρισμα καθώς και θα βοηθούν στην εφαρμογή της απόφασης1.

Η σύγχρονη έρευνα για τον 18ο αιώνα αμφισβητεί την έμφαση που έδινε η Εταιρεία της εποχής του Χάστινγκς στη συγκρότηση της ινδικής κοινωνίας βάσει καστών και θρησκευτικών ομάδων. Το αποτέλεσμα ήταν να εμπεδω­θούν οι κατηγορίες θρησκεία και κάστα στις επόμενες γε­νεές. Για τους σκοπούς της συζήτησής μας, το ποιες θρη­σκευτικές ομάδες προβάλλονταν έχει μικρότερη σημασία από το γεγονός ότι η κοινωνία θεωρούνταν πως απαρτί­ζεται από αυτοδιοικούμενες ομάδες με ειδικά πολιτισμι­κά γνωρίσματα αντί από μη διακρινόμενα τυποποιημένα άτομα.

Page 54: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

56 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Μια ινδική θεωρία των αυτοδιοικούμενων ομάδων

0 Χένρυ Τόμας Κόλμπρουκ, κορυφαίος της δεύτερης γε­νεάς των ανατολιστών της Ασιατικής Εταιρείας της Βεγ­γάλης, διακεκριμένος σανσκριτολόγος, συγγραφέας του Digest of Hindu Law (1798) και ιδρυτής της Βασιλικής Ασιατικής Εταιρείας, συμφωνούσε με άλλους ειδήμονες ως προς την πεποίθηση ότι στην Ινδία οι νόμοι των ομά­δων προϋπήρχαν του κράτους. Παραθέτει μια διάταξη από τον Μπρίγκου, έναν μυθικό νομοθέτη, που επιτάσσει κάθε κατηγορία προσώπων να προσφεύγει σε διαδικασία επίλυσης των αντιδικιών σύμφωνα με τον δικό της νόμο:

Οι διαβιούντες στα δάση πρέπει να υποβάλλουν τις διαφορές τους για να κριθούν σε έναν από τη δική τους τάξη· τα μέλη μιας κοινωνίας, σε πρόσωπα που ανήκουν στην κοινωνία τους· οι άνθρωποι που είναι καταταγμένοι στο στρατό, σε αρμοδίους του ίδιου του στρατού [...] γεωργοί, μηχανικοί, καλλιτέχνες [...] κλέφτες ή άτακτοι στρατιώτες να επιδικάζουν τις αντιδικίες τους σύμφωνα με τους δικούς τους ιδιαίτερους νόμους.

Τα σανσκριτικά νομικά κείμενα ορίζουν ότι ο βασιλιάς πρέπει να επιβλέπει μάλλον την αυτοδιοικούμενη κοινω­νία παρά να δημιουργεί νόμους για λογαριασμό της κοι­νωνίας. Η Μ ασουμρίτι, που μεταφράστηκε γ ια πρώτη φορά από τα σανσκριτικά στα αγγλικά από τον σερ Γουί- λιαμ Τζόουνς, ορίζει ότι «ο βασιλιάς δημιουργήθηκε ως προστάτης των τάξεων και των σταδίων της ζωής, που έχουν προσδιοριστεί το καθένα ανάλογα με τα δικά του ιδιαίτερα καθήκοντα σύμφωνα με την αρμόζουσα τάξη». Ούτε τέτοιες εντολές συναντιόνται μόνο στα σανσκριτικά κείμενα που ευνοούσαν οι πρώτοι βρετανοί ανατολιστές όπως ο Τζόουνς Χένρυ και ο Τόμας Κόλμπρουκ· ο Ρί- τσαρντ Ήτον μας υποδεικνύει πολυάριθμα υποδείγματα νομικών αντιλήψεων στη διοικούμενη από τους Μογγό-

Page 55: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 57

λους Βεγγάλη του 16ου αιώνα, όπου μουσουλμάνοι διοι­κητές επέβαλλαν ιδιαίτερους νόμους σε επιμέρους κοινό­τητες. Μια τέτοια κατανόηση της ινδικής κοινωνίας στή­ριξε ουσιαστικά την άποψη ότι η ινδική κοινωνία απαρτι­ζόταν από ομάδες.

Η νομική ομοιομορφία και τα ατομικά δικαιώματα υπεισέρχονται στη διαμάχτη

Οι ιδέες περί ομάδων άκμαζαν υπό τη διοίκηση της Εται­ρείας ενόσω το λόγο είχε ο Τζόουνς και η αδελφότητα των ανατολιστών του. Οι αντιλήψεις τους σχετικά με την αξία του ινδικού πολιτισμού και των κοινωνικών του μορφωμάτων και πρακτικών αμφισβητήθηκαν και σε με­γάλο βαθμό ανατράπηκαν με την άφιξη το 1828 του λόρ­δου Γουίλιαμ Μπέντινκ, του πρώτου από μια σειρά φελε- λεύθερων και ωφελιμιστών Γενικών Διοικητών. Τώρα τα μοτίβα των ατομικιστών φιλελευθέρων ανταγωνίζονταν τις προηγούμενες κατασκευές της Ινδίας, ως μιας κοινω­νίας απαρτιζόμενης από ομάδες, των ανατολιστών. Οι φι­λελεύθεροι ωφελιμιστές της εποχής του Μπέντινκ και του Μακώλεϋ πάσχιζαν να ελευθερώσουν τους Ινδούς από την ηγεμονία των ομάδων, να απεμπλέξουν τα άτομα από την αρπάγη της οικογένειας, της κάστας και της θρη­σκευτικής κοινότητας, να ενισχύσουν την ατομική επιλογή έναντι της συλλογικής απόφασης. Μέχρι τη διακήρυξη του 1858 της Βικτωρίας που έβαλε φρένο στην πορεία της, η μπενθαμινική ώση αξίωνε ότι ο ατομικισμός και ο οικουμενισμός ήταν προϋπόθεση για την πρόοδο και την πολιτισμένη ζωή.

Η εξισωτική πολιτική του Γενικού Διοικητή Νταλούζι περί «μεταχείρισης όλων των εθνών με τον ίδιο σχεδόν τρόπο» ήταν εκείνη που συνέβαλε να ξεσπάσει η εξέγερ­ση του 18572. Οι σωματειακές δομές, παρατηρούσε ο

Page 56: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

58 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Τζέιμς Φιτζέιμς Στήβεν, θα «αποσυνετίθεντο επειδή αντι­προσώπευαν μια χονδροειδή μορφή σοσιαλισμού, που παρέλυε την ατομική αυτενέργεια και ερχόταν σε αντίθε­ση με τις θεμελιώδεις αρχές της διακυβέρνησής μας». Μια σειρά νομοθετικών πράξεων, καμία από τις οποίες δεν είχε υπολογίσιμη απήχηση έξω από έναν μικρό κύκλο των κοσμοπολιτικών ελίτ που εδράζονταν στα αστικά κέ­ντρα, προώθησαν αυτό το ατομικιστικό όραμα. Αρκετές είχαν ως κύριο στόχο να συστήσουν δικαιώματα ανεξάρ­τητα από την εκτεταμένη οικογένεια, τον παραδοσιακό φορέα και κάτοχο περιουσίας: η Πράξη της Ελευθερίας του Θρησκεύειν του 1850 έσωσε τους προσήλυτους από το να χάσουν, με τον προσηλυτισμό τους, την ταυτότητά τους ως Ινδουιστές, ταυτότητα την οποία χρειάζονταν προκειμένου να εξασφαλίσουν περιουσιακά δικαιώματα εντός της εκτεταμένης οικογένειας· η Πράξη Επανανύμ- φευσης της Χήρας του 1856 επικύρωσε τα δικαιώματα της γυναίκας ενόψει των παραδοσιακών απαιτήσεων της εκτεταμένης οικογένειας σε πολλές ανώτερες κάστες· η Πράξη Απολαβών της Μάθησης έκανε δυνατό ένας γιος εκπαιδευμένος μέσα στην εκτεταμένη οικογένειά του να μπορεί να ιδιοποιηθεί το απορρέον εισόδημα αντί να οφείλει να το μοιραστεί με την οικογένεια. Η εισαγωγή των διαθηκών υποκατέστησε, μέσω ενός νομικού εργαλεί­ου, την επιλογή στη θέση των καθιερωμένων αξιώσεων της εκτεταμένης οικογένειας.

Ο ατομικισμός και ο νομικός οικουμενισμός κέρδισαν έναν πανίσχυρο σύμμαχο όταν το 1835 ο Τόμας.Μ πά- μπινγκτον Μακώλεϋ εντάχθηκε στη διοίκηση του Μπέ- ντινκ ως νομικό μέλος του συμβουλίου. Ο Μακώλεϋ, ο οποίος ανενδοίαστα παραδεχόταν ότι δεν είχε «την π α ­ραμικρή γνώση είτε της σανσκριτικής είτε της αραβικής», υποστήριξε σε μια περίφημη αποστροφή του

Page 57: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ

ότι όλες οι ιστορικές πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί από όλα τα βιβλία που είναι γραμμένα στη σανσκριτική γλώσσα έχουν μικρότερη αξία απ’ ό,τι μπορεί να βρει κανείς στην πλέον ασή­μαντη σύνοψη που χρησιμοποιείται στα δημοτικά σχολεία της Αγγλίας.

Έγραψε ένα υπόμνημα γ ια την εκπαίδευση το οποίο έπεισε την πλειοψηφία του συμβουλίου του Μπέντινκ να άρει την υποστήριξη των ανατολιστών προς την ινδική μάθηση και τις γλώσσες. Το όραμα του Μακώλεϋ ήταν να εντάξει ολόκληρο το ανθρώπινο είδος στον ανώτερο πολι­τισμό των καλλιεργημένων βικτωριανών. Στόχος του ήταν να διαμορφώσει «μια τάξη προσώπων, Ινδών στο αίμα και στο χρώμα, αλλά Αγγλων στο γούστο, στις απόψεις, στα ήθη και στη διάνοια» (Wolpert, ό π ., σ. 215). Το συμ­βούλιο του Μπέντινκ συμφώνησε να διαθέσει τα εκπαι­δευτικά κονδύλιά του προκειμένου να διδάξει τη δυτική παιδεία σε νεαρούς Ινδούς στην αγγλική γλώσσα. Το σχέ­διο μιας εξαγγλισμένης ομοιομορφίας βάθυνε όταν το 1857 υλοποιήθηκε το Εκπαιδευτικό Διάγγελμα του σερ Τσαρλς Γουντ το οποίο συνιστούσε, μεταξύ άλλων, τη δη­μιουργία αγγλικών μεσοβάθμιων πανεπιστημίων στα τρία διαμερίσματα - της Βεγγάλης, της Βομβάης και του Μα- ντράς. Το 1885 η αγγλική ανώτερη εκπαίδευση είχε παρα- γάγει μια εθνική ελίτ η οποία «είχε μελετήσει τους κλασι­κούς της αγγλικής λογοτεχνίας και [...] ακολουθούσε [...] την πορεία της ευρωπαϊκής πολιτικής [περιλαμβανομέ- νης] της ανόδου του εθνικισμού... »3. Βρίσκονταν καθ’ οδόν προς τον φιλελεύθερο οικουμενισμό. Το 1885, 72 από αυτούς συναντήθηκαν στη Βομβάη για να συστήσουν το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο. Φαντάστηκαν -και οι περισ­σότεροι απ’ αυτούς συνέβαλαν στο να πραγματοποιηθεί- την Ινδία σαν ένα έθνος απαρτιζόμενο από άτομα που ενεργούν βάσει πλειοψηφικών αρχών.

Page 58: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

Η αντίδραση κατά του φιλελεύθερου οικουμενισμού

Μια νέα συζήτηση ξεκίνησε μετά την εξέγερση του 1857. Η εξέγερση είχε καταστρέψει τη βρετανική εμπιστοσύνη: η απώλεια του ελέγχου, όχι μόνο σε στρατιωτικό αλλά και σε πολιτιστικό επίπεδο, ήταν απροσδόκητη και αιφνίδια. «Από δω και πέρα, οι Βρετανοί στην Ινδία θα βαδίζουν πάντα με φόβο [...] τώρα οι Βρετανοί οπισθοχώρησαν για πάντα στον εύτακτο μικρό περίβολό τους, περιφραγμένο και τετραγωνισμένο, από πράξεις και κανονισμούς»4.

Η διακήρυξη του 1858 της βασίλισσας Βικτωρίας απο- κήρυξε και ανέστρεψε τον φιλελεύθερης και ευαγγελικής έμπνευσης οικουμενισμό της πολιτικής της Εταιρείας, π ο ­λιτικής η οποία επεκτάθηκε από τον Μπέντινκ και τον Μακώλεϋ τη δεκαετία του 1830 μέσω του Νταλούζι στη δεκαετία του 1850. Αλλά η οπισθοχώρηση κατάφερε μόνο να μετριάσει, όχι να εξαλείψει τη διαδικασία της εθνοποί­ησης και της εξέλιξης προς τον οικουμενισμό που είχε ήδη τεθεί σε κίνηση.

Η μη παρέμβαση θεωρήθηκε κατάλληλο φάρμακο για τις αιτίες οι οποίες πιστευόταν πως είχαν οδηγήσει στην εξέγερση του 1857, τις φιλελεύθερης και ευαγγελικής έμπνευσης «μεταρρυθμίσεις» και «προσοικειώσεις» υπό το δόγμα της «παρέκκλισης»5. Η βασίλισσα, η οποία το 1877 ανακηρύχθηκε Βασίλισσα-Αυτοκράτειρα της Βρετα­νικής Αυτοκρατορίας στην Ινδία, έκανε έκκληση για σε­βασμό και προστασία της αλλότριας ανομοιογένειας της Ινδίας, περιλαμβανομένων των θρησκευτικών της πρακτι­κών. Η διακήρυξη δήλωνε ότι «βασιλική μας επιθυμία και ευαρέσκεια είναι κανένας να μην ευνοείται κατ’ οιονδή- ποτε τρόπο, κανένας να μην παρενοχλείται ή ανησυχείται λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων και πρακτικών, αλλά όλοι να απολαμβάνουν από κοινού την ίση και αμε­ρόληπτη προστασία του νόμου· και εμείς συνιστούμε αυ­στηρά και εντελλόμαστε όλους όσοι ασκούν εξουσία υπό

Page 59: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 61

τη σκέπη μας να απέχουν από κάθε παρέμβαση στη θρη­σκευτική πίστη ή λατρεία οποιουδήποτε από τους υπηκό­ους μας επ ί ποινή της υψ ίστης δυσαρεσκείας μας» (W olpert,djr.,o. 240-1).

Η διακήρυξη της μη παρέμβασης του 1858 της βασίλισ­σας Βικτωρίας ήταν βέβαια δόγμα και όχι πρακτική. Ο Γκόρντον Τζόνσον υποστηρίζει πως η επιφυλακτική, συ­ντηρητική προσέγγιση της νομικής μεταρρύθμισης από τον Χένρυ Μέιν μπορεί να θεωρηθεί ως υπόδειγμα του τρόπου με τον οποίο η μετά το 1858 βρετανική διακυβέρ­νηση στην Ινδία μπόρεσε ν’ αλλάξει επιδιώκοντας να εφαρμόσει ένα δόγμα μη παρέμβασης.

Ως νομικό μέλος [1862-69], ο Μέιν δεν πέρασε εντυπωσιακούς νόμους [...] Μολονότι [...] υπεύθυνος για περισσότερες από διακόσιες ξεχωριστές Πράξεις, οι συνεργάτες του καλωσόρισαν με αξιοσημείωτη ομοθυμία τη χαμηλότονη νομική του προσέγγι­ση. Ο σερ Ρίτσαρντ Στράτσεϋ θεωρούσε ως κύριο πλεονέκτημα της νομοθεσίας του Μέιν ότι «περιορίστηκε στις πρακτικές απαιτήσεις της εποχής του», ενώ ο Κόρτνεϋ Ίλμπερτ [...] εκθεί- ασε τον Μέιν για το ότι απέφυγε «να περάσει πάρα πολλά μέ­τρα με αμφίβολη ωφέλεια». Εδώ δεν στάθηκε τόσο περιπετειώ­δης νομοθέτης όσο ο Μακώλεϋ τριάντα χρόνια νωρίτερα...6.

Ενώ ο Μέιν συμμορφωνόταν φαινομενικά με την εντο­λή της μη παρέμβασης, οι Πράξεις του

έδωσαν νομοθετική μορφή σε πολιτικές χρήσεις και θρησκευτικές πρακτικές ιδιαίτερων ομάδων Ινδών, κι εδώ, μολονότι υπήρξαν κάποιες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις όσον αφορά γάμους, η γενική τάση ήταν να δίνει θεσμική μορφή σε εθιμικούς νόμους και να το κάνει αυτό με τρόπους που ήταν οι ισχύοντες στην εποχή...

Το αποτέλεσμα των τροποποιήσεών του ήταν να οικουμε- νικοποιήσει και να σταθεροποιήσει τη σχέση του νόμου με την κοινωνία, και να ωθήσει τον νομικό πλουραλισμό έξω

Page 60: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

62 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

και πάνω από την ετερογενώς συγκροτημένη περιφέρεια σε ένα πιο ομοιόμορφο εθνικό επίπεδο. Δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την αντιπαράθεση στη δεκαετία του 1990 ανάμεσα στα μειονοτικά δικαιώματα που βασίζονταν στον πλουραλισμό και τις ποικίλες διαφαινόμενες απαιτή­σεις του άρθρου 44 των Κατευθυντήριων Αρχών «να εξα­σφαλίζεται ομοιόμορφος αστικός κώδικας για τους πολί­τες» της Ινδίας. Η υπαναχώρηση της Βικτωρίας από τις προσπάθειες των ωφελιμιστών να εξορθολογίσουν την ινδι­κή διοίκηση και να κωδικοποιήσουν το ινδικό δίκαιο επέ­τρεψε μεν στην ινδική κοινωνία μια βιώσιμη ομαδική ζωή, αλλά ερχόταν σε διάσταση με τον οικουμενιστικό λόγο.

Τα δικαιώματα των ομάδων ως άμυνα κατά της πλειοψηφικής αρχής

0 σερ Σαΐντ Αχμέτ Χαν, ο σπουδαιότερος μουσουλμάνος νεωτεριστής μεταρρυθμιστής, συνέβαλε αποφασιστικά στη βρετανική επαναφορά μιας σωματειακού τύπου θεω­ρίας για την ινδική κοινωνία. Θεώρησε την τυπική δημι­ουργία του ινδικού εθνικισμού το 1885 από εξαγγλισμέ- νους φιλελεύθερους ως απειλή και πρόκληση. Από τη δ ι­κή του σκοπιά, οι Μουσουλμάνοι είχαν πολλά να φοβη­θούν από τις αξιώσεις να υφίσταται έ ν α ινδικό έθνος. Λί­γοι Μουσουλμάνοι είχαν ανταποκριθεί στην έκκληση του Μακώλεϋ να γίνουν «Αγγλοι στο γούστο, στις απόψεις, στα ήθη, στη διάνοια» ή στην έκκληση του σερ Τσαρλς Γουντ να εκπαιδευτούν στην αγγλική γλώσσα και π α ι­δεία. 0 σερ Σαΐντ ήταν τυπικό παράδειγμα της αμφιση­μίας της εποχής του καθώς από τη μία μεριά ενθάρρυνε τους Μουσουλμάνους να υιοθετήσουν τον αγγλοβικτω- ριανό οικουμενισμό, ενώ από την άλλη δημιουργούσε μια προστατευτική κονίστρα για τα ομαδικά δικαιώματα των Μουσουλμάνων.

Page 61: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 63

Η μουσουλμανική «οπισθοδρομικότητα» είχε πολλές αιτίες, μία από τις οποίες ήταν ότι οι Βρετανοί, έχοντας αποσπάσει την εξουσία από τους Μογγόλους στο όνομα των οποίων είχε η Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών κυβερ­νήσει την Ινδία, φοβούνταν και δεν εμπιστεύονταν (ακόμη και όταν συχνά τους αντέγραφαν) τους μουσουλμάνους πρώην δεσπότες τους. Η εξέγερση του 1858 ήταν εν μέρει μια προσπάθεια των ινδών Μουσουλμάνων να εκδιώξουν τους Βρετανούς και να επαναφέρουν στο θρόνο τον Μπα- χαντούρ Σαχ Β', έναν μογγόλο αυτοκράτορα. 0 σερ Σάίντ προσπάθησε να αντιμετωπίσει την παραλυτική ψυχολογία του περασμένου μεγαλείου και τη νοσταλγία και αδράνεια που σημάδευε την καθοδική κινητικότητα των μουσουλ­μανικών γενών και οικογενειών που θυμούνταν ότι υπήρ­ξαν κάποτε ηγεμόνες της Ινδίας. Σκοπός του ήταν να «παρασύρει την κοινότητά του από το βύθισμά της στον περσοαραβικό θρήνο για τη χαμένη δόξα των Μογγόλων στο στίβο ενός ζωηρού ανταγωνισμού με τους Ινδούς, τους Πάρσους και τους Χριστιανούς για θέσεις στην Ινδική Πο­λιτική Υπηρεσία (Indian Civil Service) και για τα προνόμια της αγγλοϊνδικής εξουσίας» (Wolpert,6j z ., σ. 264).

Γι’ αυτόν το σκοπό το 1875, ημέρα των γενεθλίων της βασίλισσας Βικτωρίας και δύο χρόνια πριν αυτή ανακηρυ- χθεί Βασίλισσα-Αυτοκράτειρα της Ινδίας, ο σερ Σαΐντ ίδρυσε το Μωαμεθανικό Αγγλοανατολικό Κολέγιο στο Αλιγάρθ. 0 Θίοντορ Μπεκ, νεαρός Τόρυ από το Καίμπριτζ που έγινε η δεύτερη κεφαλή του κολεγίου, το σχεδίασε με πρότυπο το βρετανικό δημόσιο σχολείο: παιχνίδια, μικρά περιοδικά, φιλελεύθερο πρόγραμμα μαθημάτων. 0 σερ Σαΐντ ήλπιζε να δημιουργήσει μια εναλλακτική εξαγγλι- σμένη ελίτ η οποία θα μπορούσε να διατηρεί τις ρίζες της εξίσου καλά, ή και ακόμη καλύτερα από την ελίτ που εί­χαν γεννήσει οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του Μακώ- λεϋ και του Γουντ. Κατακτώντας θέσεις στην Ινδική Πολι­τική Υπηρεσία, το «χαλύβδινο πλαίσιο» που κυβερνούσε

Page 62: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

64 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

την Ινδία για λογαριασμό του βρετανικού στέμματος, οι Μουσουλμάνοι θα είχαν κι εκείνοι συμμετοχή στο τραπέζι.

0 σερ Σαΐντ ήταν δύσκολο να αποδεχθεί τη θεωρία του Κογκρέσου περί ενός έθνους. Κατ’ αυτόν η Ινδία «κατοι- κούνταν από διαφορετικές εθνότητες». Το 1883 σε μια συζήτηση στο Συμβούλιο του Γενικού Κυβερνήτη σχετικά με τον προϋπολογισμό της τοπικής αυτοδιοίκησης των κεντρικών επαρχιών (σήμερα Μάντυα Πραντές), προειδο­ποίησε το συμβούλιο ότι

όταν δανειζόμαστε από την Αγγλία το σύστημα των αντιπροσω­πευτικών θεσμών, έχει μεγάλη σημασία να θυμόμαστε τα κοινω- νιοπολιτικά ζητήματα στα οποία η Ινδία διαφέρει από την Αγγλία [...] Η Ινδία [...] κατοικείται από τεράστιους πληθυ­σμούς διαφορετικών φυλών και πιστεύω [...] Η κοινότητα της φυλής και της πίστης είναι που κάνει τους λαούς ένα και το αυ­τό έθνος [...] Η Αγγλία όλη δεν αποτελεί παρά μία κοινότητα [...] στην Ινδία [...] δεν υπάρχει συγχώνευση των διάφορων φυ­λών [...] οι θρησκευτικές διαφορές είναι ακόμη βίαιες [...] η εκ­παίδευση με τη σύγχρονη έννοια του όρου δεν έχει κάνει ίση ή ανάλογη πρόοδο σε όλα τα τμήματα του λαού [...] Έτσι ενό­σω... [τέτοιες] διαφορές αποτελούν σημαντικό στοιχείο της κοι- νωνιοπολιτικής ζωής της χώρας, το σύστημα της καθαρής και απλής εκλογής (δηλαδή ο πλειοψηφικός κανόνας) δεν μπορεί να υιοθετηθεί.

Χωρίς ένα ομοιογενές έθνος -και η Ινδία στο προβλεπό- μενο μέλλον, κατά την άποψη του σερ Σαΰντ, δεν μπο­ρούσε να είναι ομοιογενές έθνος- ασφαλιστικές δικλίδες όπως αναλογικά ποσοστά θέσεων, χωριστά εκλεκτορικά σώματα, πρόσθετες θέσεις για μειονότητες («weightage») και διορισμένα μέλη ήταν αναγκαία προκειμένου να εξα­σφαλίσουν τη «σωστή και δίκαιη ισορροπία στην εκπρο­σώπηση των διάφορων τμημάτων του ινδικού πληθυ­σμού» (Coupland, ό π . , σ . 155-6).

0 Μοχάμετ Άλι Τζίνα, πατέρας και κ ά ιν τ - ι-ά ζ α μ (με­

Page 63: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 65

γάλος ηγέτης) του Πακιστάν, ήταν ένα αντιπροσωπευτικό τέκνο του Αλιγάρθ, δηλαδή το είδος του εξαγγλισμένου, σύγχρονου Μουσουλμάνου που ο σερ Σαΐντ Αχμέτ Χαν ήθελε να δημιουργήσει. Όπως ο σερ Σαΐντ, διέπρεψε επί­σης υπό τη βρετανική πολιτική και διακυβέρνηση. Και αυτός επίσης, φοβούμενος μια ινδουιστική πλειοψηφία, αναζητούσε μηχανισμούς οι οποίοι θα επέτρεπαν σε μια μουσουλμανική κοινότητα να έχει το δίκαιο μερίδιο θέσε­ων που της αναλογούσαν στους κόλπους της κυβέρνησης. Ο σερ Σαΐντ είχε μιλήσει για «πολλά έθνη»· το 1937 ο Τζίνα άρχισε να μιλάει γ ια δύο, το Πακιστάν και την Ινδία. Με το χωρισμό σε δύο διάδοχα κράτη το 1947,10% (35 εκατομμύρια τότε, 110 εκατομμύρια τώρα) του πλη­θυσμού της Ινδίας ήταν Μουσουλμάνοι. Πώς, χωρίς τους μηχανισμούς που λειτουργούσαν ως δικλίδες ασφαλείας της αγγλοϊνδικής διακυβέρνησης, το νέο κράτος θα ανα­γνώριζε και θα νομιμοποιούσε τη διαφορά και πώς θα προστάτευε τα δικαιώματα της μειοψηφίας σε μια κοινο­βουλευτική δημοκρατία με καθολική ψηφοφορία και πλειοψηφική αρχή;

Κοινοτικές εξασφαλίσεις ως δικαιοδότηση των ομάδων

Στην Ινδία πριν από την ανεξαρτησία, η απάντηση στο ερώτημα του πώς να συμφιλιωθούν τα δικαιώματα των μειονοτήτων με την πλειοψηφική αρχή, ήταν οι κοινοτικές εξασφαλίσεις. Μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η πολιτική της αποικιακής διακυβέρνησης είχε εκφράσει την ομαδική αρχή κυρίως μέσω της νομικής πρακτικής στο π ε­δίο του προσωπικού δικαίου. Καθώς η αντιπροσώπευση των Ινδών εισήχθη διατακτικά και άτολμα στις τοπικές και επαρχιακές κυβερνήσεις τη δεκαετία του 1880, η αρχή προσέλαβε πολιτική μορφή. Αν η Ινδία συνίσταται από ομάδες, οι ομάδες θα είναι η βάση της αντιπροσώπευσης.

Page 64: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η πολιτική έκφραση αυτού του οράματος ήταν μια πο­λιτική νομοθετικών εξασφαλίσεων που τόνιζε την ομαδική φύση της ινδικής κοινωνίας. Από την πρώτη συμπερίληψη των Ινδών σε κυβερνητικά συμβούλια σε ομοσπονδιακό και σε εθνικό επίπεδο μετά το 1858, σωματειακές αρχές υπαγόρευσαν τις ομάδες: γαιοκτήτες, πανεπιστημιακά σώματα, δημοτικές αρχές, και κάποιες φορές μειονοτικές θρησκευτικές οντότητες - Μουσουλμάνοι, Χριστιανοί, Σιχ (βλ. Coupland, 0 j i ., τόμ. 1, σ. 47,128,134,151). Στο νότο, ο αγώνας για την εκπροσώπηση πήρε διαφορετική μορ­φή. Επειδή η αυτόχθονη αντίσταση στη βραχμανική κυ­ριαρχία ήρθε στην επιφάνεια στις αρχές του 20ού αιώνα, ήταν η κάστα μάλλον παρά η θρησκευτική κοινότητα που συνέστησε την επίμαχη ομαδική ταυτότητα στην πολιτική και στη γραφειοκρατία. Οι Βρετανοί εισήγαγαν εξασφα­λίσεις γ ια «προωθημένες» και «οπισθοδρομικές» μη βραχμανικές κάστες στα νομοθετικά σώματα, τις δημό­σιες υπηρεσίες και τους εκπαιδευτικούς θεσμούς στη νό­τια Ινδία, αρχής γενομένης από τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα7.

Η πιο σημαντική ενσωμάτωση της ομαδικής αρχής πριν από την ανεξαρτησία ήταν ένα σχήμα «ασφαλιστικών δι­κλίδων» για τις μειονοτικές θρησκευτικές κοινότητες το οποίο τους πρόσφερε χωριστά εκλεκτορικά σώματα και ποσοστώσεις θέσεων. Ευνοώντας αυτές τις κατηγορίες για τους σκοπούς της αντιπροσώπευσης, οι Βρετανοί μορφοποίησαν στον μέγιστο βαθμό που πίστευαν την ιδέα ότι οι θρησκευτικές οντότητες επικάλυπταν όλες τις άλλες. Κατά τη διαδικασία επινόησαν την αρχή ότι οι θρησκευτικές ομάδες ήταν ομοιογενείς. Τα χωριστά εκλε­κτορικά σώματα είχαν ως συνέπεια να αποκλείσουν τυχόν προσφυγές σε εγκάρσιες ρωγμές, προσφυγές οι οποίες θα είχαν επιτρέψει στα άτομα να ξεφύγουν από τη σωματει­ακή κυριαρχία και απομόνωση. Θεσμοποιημένες γ ια πρώτη φορά στις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις των

Page 65: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 67

Μόρλεϋ-Μίντο του 1909, οι εξασφαλίσεις που βασίστηκαν στη θρησκευτική κοινότητα, δηλαδή για τους Μουσουλ­μάνους, συνεχίστηκαν στις μεταρρυθμίσεις των Μόντα- γκιου-Τσέλμσφορντ του 1919 και στο προσχέδιο συντάγ­ματος που εκπονήθηκε από την Πράξη Διακυβέρνησης της Ινδίας του 1935.

Οι εθνικιστές απαιτούσαν «ασφαλιστικές δικλίδες» που περιελάμβαναν τόσο εξασφαλίσεις θέσεων όσο και «weightage», πρόσθετες θέσεις για μειονότητες, σαν μια πολιτική σχεδιασμένη ώστε να διαιρεί και να βασιλεύει στους Ινδούς. Η αρχή επεκτάθηκε. Στη διάρκεια των δια­πραγματεύσεων που προηγήθηκαν της Πράξης Διακυβέρ­νησης της Ινδίας του 1935, οι «άθικτοι» συνέστησαν ομά­δα πίεσης για παρόμοια ομαδική αναγνώριση, χωριστά εκλεκτορικά σώματα και εξασφαλίσεις. Πέτυχαν την εξα­σφάλιση θέσεων για άθικτους αλλά δεν κατόρθωσαν να αποκτήσουν χωριστά εκλεκτορικά σώματα μετά την «έως θανάτου απεργία πείνας» του Γκάντι το 1932 εναντίον εκείνου που θεωρούσε ως βρετανικό σχήμα για να δια- σπάσει και ν’ αποδυναμώσει τον εθνικισμό. Ο διασπαστι­κός χαρακτήρας των ομαδικών εξασφαλίσεων εκδηλώθηκε το 1947, όταν με την ανεξαρτησία η Ινδία χωρίστηκε σε δύο διάδοχα κράτη,την Ινδία και το Πακιστάν.

Η ιδέα της προστασίας των ομάδων εμπότισε επίσης την εθνικιστική πολιτική και πρακτική. Παραδόξως, ήταν η εθνικιστική φατρία η κυρίως προσηλωμένη στην ισότητα των πολιτών βάσει των εδαφικά οργανωμένων ατόμων, οι εξορθολογιστές νεωτεριστές που συντάχθηκαν με τον Τζαβάχαρλαλ Νεχρού, εκείνοι που ενθάρρυναν μια αρχή απόφασης μέσα στο Κόμμα του Κογκρέσου και στα ελεγ­χόμενα από το Κογκρέσο νομοθετικά σώματα η οποία έδινε στις ομάδες το δικαίωμα να ασκούν βέτο σε αποφά­σεις οι οποίες έθιγαν τα συμφέροντά τους. Η αρχή υιοθε- τήθηκε για πρώτη φορά στη σύσταση του Κόμματος του Κογκρέσου, εν συνεχεία ενσωματώθηκε στο Σύμφωνο του

Page 66: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

68 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Λούκναου το 1916, η οποία για κάποιο διάστημα ένωσε το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο και τη Μουσουλμανική Λίγκα πάνω σε εθνικιστικούς στόχους. Η αρχή προέβλεπε ότι αν τα τρία τέταρτα της μειονοτικής κοινότητας, δηλαδή των μουσουλμάνων μελών, ήταν αντίθετη σε μια πολιτική που εκτιμάτο ότι έθιγε τα συμφέροντά τους, η πολιτική δεν μπορούσε να υλοποιηθεί. Η εν λόγω αρχή απόφασης ανα­γνώριζε τα όρια του πλειοψηφικού κανόνα στις δημοκρα­τίες. Οι μειονότητες μπορούν να απειλήσουν με αποχώρη­ση αν δεν τους παρέχεται δυνατότητα έκφρασης8.

Ανάμεσα στην ομαδική ταυτότητα και τα ατομικά δικαιώματα: η Συντακτική Εθνοσυνέλευση

Δοκιμάσαμε να δείξουμε πώς κατά την ανεξαρτησία του 1947 οι συντάκτες του ινδικού συντάγματος είχαν στη διά­θεσή τους τα εναλλακτικά και ανταγωνιζόμενα πρότυπα της έμφασης στον ιδιομορφισμό των ομάδων, από τη μία μεριά, και στον ατομικιστικό οικουμενισμό, από την άλλη. Οι ιστορικές διαδικασίες και τα γεγονότα προσέδωσαν σε αυτές τις έννοιες μεταβαλλόμενες σημασίες και συνέπειες μέσα στο χρόνο. Η ανεξαρτησία του 1947 και η Συντακτι­κή Εθνοσυνέλευση που συνερχόταν μέχρι το 1950 έθεσαν την έντονη σφραγίδα του φιλελεύθερου οικουμενισμού. Από τότε, με εξαίρεση την άνοδο του ινδουιστικού εθνικι­σμού στη δεκαετία του 1980, η διαφορά και η ομαδική ταυτότητα εκφρασμένες στη θεσμοποίηση του νομικού πλουραλισμού, της πολυπολιτισμικής ιδεολογίας και των μειονοτικών δικαιωμάτων κερδίζουν σταθερά έδαφος.

Το 1947, η εθνικιστική γνώμη υποστήριζε ότι οι εδαφι­κά θεμελιωμένοι κανόνες και πρακτικές, όπως τα χωρι­στά εκλεκτορικά σώματα, οι εξασφαλίσεις θέσεων και οι πρόσθετες θέσεις για τις μειονότητες, θεμελιωμένοι στις βρετανικές προσπάθειες να δώσουν αντιπροσωπευτική

Page 67: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ

κυβέρνηση στην Ινδία κατά τις μεταρρυθμιστικές πράξεις του 1909,1919 και 1935, ήταν υπεύθυνοι για τον κατακερ­ματισμό της υποηπείρου. Οι εθνικιστές που συμμετείχαν στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση ήταν μάλλον σοσιαλιστές όπως ο Νεχρού, συμπεριεκτικοί πλουραλιστές όπως ο Γκάντι ή φιλελεύθεροι κονστρουκτιβιστές όπως ο Σαπρού και ο Ράου, όχι πρωτογονιστές ή ουσιοκράτες όπως οι αξιωματούχοι της αποικιακής διακυβέρνησης ή οι ινδουι- στές και μουσουλμάνοι εθνικιστές πολιτικοί. Πολλοί εθνι- κιστές πίστευαν ότι οι κατηγορίες βάσει της θρησκείας και της κάστας που ήταν θεμελιωμένες στις βρετανικές απογραφές και στον επίσημο λόγο και το δίκαιο δεν ήταν φυσικές ή πρωτογενείς, αλλά προϊόν των ιστορικών συν­θηκών της αποικιακής διακυβέρνησης και της γόνιμης φαντασίας των αξιωματούχων της. Τα κίνητρα που δημι­ουργούσαν οι επίσημα θεσμοθετημένες ομάδες και οι εξασφαλίσεις οι οποίες τους προσφέρονταν εμπόδιζαν κάθε προσφυγή σε εγκάρσιες ρωγμές και παγίωναν μονο­λιθικά ενότητες βασισμένες στη θρησκεία και στην κά- στα. Οι πολυάριθμες άλλες ταυτότητες και συμφέροντα που ήταν ενεργά και υπαρκτά στην υποήπειρο περιθω­ριοποιούνταν από την επίσημη κοινωνιολογία της αποι­κιακής διακυβέρνησης.

Οι οπαδοί του Νεχρού, που πλειοψηφούσαν στο Κόμ­μα του Κογκρέσου και στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση, αρνιούνταν επίμονα ότι η θρησκευτική ταυτότητα επικά­λυπτε όλες τις άλλες και ήταν αποφασισμένοι να επικρα­τήσουν τα ατομικά δικαιώματα και η ισότητα μεταξύ των πολιτών. Λένε ότι οι διατάξεις της Πράξης Διακυβέρνη­σης της Ινδίας του 1935, η οποία χρησίμευσε ως προσχέ­διο για το νέο σύνταγμα, ήταν απαλλαγμένες από διατά­ξεις που αναγνώριζαν και ευνοούσαν την ομαδική ταυτό­τητα. Οι εξασφαλίσεις θέσεων και τα χωριστά εκλεκτορι- κά σώματα για Μουσουλμάνους, Σιχ, Χριστιανούς και άλλες μειονότητες είχαν απαλειφθεί. Η μόνη εξαίρεση

Page 68: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

70 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

στην απάλειψη των ομαδικών δικαιωμάτων ήταν κάποιες εξασφαλίσεις αναλογικές προς τον πληθυσμό για τις προ- γραμμένες κάστες (πρώην άθικτους) και φυλές.

Μετά την ανεξαρτησία, το διαμελισμό και την αποχώ­ρηση των Βρετανών στις 15 Αυγούστου 1947, τα εναπο- μείναντα μουσουλμανικά μέλη της Συντακτικής Εθνοσυ­νέλευσης ήταν αβέβαια ως προς το τι έπρεπε να περιμέ­νουν και τι πορεία ν’ ακολουθήσουν. Εξήντα τοις εκατό των Μουσουλμάνων της προ του διαμελισμού Ινδίας βρί­σκονταν τώρα στο Πακιστάν. Η αυξημένη τρωτότητα όσων απέμεναν απαιτούσε άραγε τη συνέχιση, ή ενδεχο­μένως και την ενίσχυση, των ασφαλιστικών δικλίδων υπέρ των μειονοτήτων, ή επέβαλλε να γίνουν αρεστοί στους ηγέτες του Κογκρέσου προσφερόμενοι να υποτα­χθούν σ’ αυτούς; Ο Βαλαμπχμπάι Πατέλ, Αναπληρωτής Πρωθυπουργός και υπουργός Εσωτερικών και Ομοσπον­διακών Υποθέσεων, ο οποίος εκ των υστέρων παρουσιά­ζεται ως ινδουιστής εθνικιστής, «αθόρυβα και ιδιωτικά άσκησε μεγάλη πίεση στις μειονότητες να παραιτηθούν από ιδιαίτερα προνόμια» αλλά «έλαβε σοβαρά υπόψη του τους φόβους των μειονοτήτων -και σε μεγάλο βαθμό πρωτοστάτησε- προκειμένου να δοθεί οριστική λύση στο ζήτημα... [Δημοσίως είπε ότι] η παραίτηση από τις εξα­σφαλίσεις δεν θα έπρεπε να επιβληθεί σε οποιαδήποτε μειονότητα». «Η [μουσουλμανική] κοινότητα», μας λέει ο Γκράνβιλ Όστιν, «ήταν βαθιά διχασμένη απέναντι σε αυτό το θέμα. Τελικά θα αποφάσιζε [...] να εγκαταλείψει ακόμα και τις εξασφαλίσεις στο νομοθετικό σώμα, ελπί­ζοντας με τη θυσία της αυτή να κερδίσει δίκαιη αντιμε­τώπιση από την ινδουιστική πλειοψηφία»9.

Μόνο τον Μάιο του 1949 η Συντακτική Εθνοσυνέλευση 7τή ρ ε τις τελικές της αποφάσεις στο θέμα της εξασφάλι­σης θέσεων στα νομοθετικά σώματα. Ο Χ.Κ. Μουκέρτζι ήταν ένας χριστιανός αντιπρόσωπος που, αντίθετα με τους άλλους της κοινότητάς του στη συντακτική εθνοσυ­

Page 69: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 71

νέλευση, πίστευε πως οι μειονότητες, τόσο η δική του όσο και οι άλλες, έπρεπε να παραιτηθούν εθελοντικά από τις εξασφαλίσεις. Ήταν ο Μουκέρτζι εκείνος ο οποί­ος, για λογαριασμό της σχετικής Συμβουλευτικής Ε π ι­τροπής, κίνησε την απόφαση να απαλειφθούν οι εξασφα­λίσεις υπέρ των μειονοτήτων. Εξαιρέθηκαν οι προγραμ- μένες κάστες και φυλές. Όλες αυτές οι μειονότητες, υπο­στήριξε, χρειάζονται την προστασία από τις δημοκρατι­κές πλειοψηφίες δυνάμει των θεμελιωδών δικαιωμάτων που είναι εγγυημένα για όλους τους πολίτες από το τρίτο μέρος του συντάγματος. Τα άρθρα 14-29 μεριμνούν με­ταξύ άλλων για την ισότητα έναντι του νόμου, απαγο­ρεύοντας τις διακρίσεις, προστατεύοντας την ελευθερία του λόγου, τη ζωή και την προσωπική περιουσία και εγ- γυώμενα την ελευθερία της συνείδησης και την ελευθερία του ομολογείν, ασκείν και διαδίδειν τη θρησκεία.

0 Μουκέρτζι συμβούλευσε τις μειονότητες να σταμα­τήσουν να σκέ7ττονται με όρους υποεθνικών μειοψηφικών ομάδων. «Από καιρό ισχυρίζομαι», είπε, «ότι η Ινδία εί­ναι ένα έθνος». Η απόφασή του βγήκε με «όλους σχεδόν τους παρόντες να συμφωνούν ή να λένε το ίδιο» (Austin, όπ.).

0 διαμελισμός δίδαξε όχι ένα αλλά δύο μαθήματα. Το ένα ήταν ότι οι ασφαλιστικές δικλίδες για τις μειονότη­τες, και ειδικά οι εξασφαλίσεις, είναι σε θέση να ενισχύ­ουν τις ρωγμές που οδηγούν στον κατακερματισμό· το άλλο ότι οι Μουσουλμάνοι στη μετά το διαμελισμό Ινδία θα συνέχιζαν να αισθάνονται απειλούμενοι από αυτό που πολλοί εκλάμβαναν ως ινδουιστική πλειοψηφία. Χρειάζο­νταν επανεπιβεβαίωση ότι η σωματειακή τους ταυτότητα αναγνωριζόταν και ότι η σωματειακή τους ζωή θα ήταν ασφαλής. Το δεύτερο μάθημα του διαμελισμού έπεισε τον Νεχρού κι εκείνους οι οποίοι τον ακολουθούσαν στο ηγετικό Κόμμα του Κογκρέσου ότι οι Μουσουλμάνοι στη νέα Ινδία χρειάζονταν ειδικές εγγυήσεις. Αυτό έλαβε τη

Page 70: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

72 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

μορφή άδειας προς τη μουσουλμανική κοινότητα να δια­τηρεί και να ασκεί το δικό της προσωπικό δίκαιο.

Ομαδικά δικαιώματα για τις κατώτερες κάστες

Ανατρέχοντας στην εποχή του διαμελισμού και της δημι­ουργίας συντάγματος υπό την προοπτική των ιδεολογι­κών αναζωπυρώσεων και του πολιτικού ανταγωνισμού των δεκαετιών του 1980 και 1990, δύο είδη ομάδων συνε­χίζουν να υποστηρίζουν τον νομικό πλουραλισμό ενάντια στη συνταγματική απαίτηση να εφαρμοστεί ο νομικός οι- κουμενισμός σε έναν ομοιόμορφο πολιτικό κώδικα. Αυτές οι ομάδες είναι οι κατώτερες κάστες που ζητούν εξασφα­λίσεις και οι θρησκευτικές κοινότητες οι οποίες ζητούν προστασία του προσωπικού τους δικαίου10.

Πρώτον, η κάστα. Όπως έχουμε δει, οι εξασφαλίσεις νομοθετικών θέσεων για προγραμμένες κάστες και φυλές επιβίωσαν στα άρθρα 330 και 332 του συντάγματος. Αυ­τές οι εξασφαλίσεις είχαν ως πρόγονο τις βρετανικές ευ­νοϊκές ρυθμίσεις για τις «οπισθοδρομικές» κάστες, που εκφράστηκαν υπό μορφή προστασίας την οποία παρεί­χαν, μέσω «κοινοτικών πριμοδοτήσεων», στις μη βραχμα- νικές κάστες του νότου, αρχής γενομένης από τη δεκαετία του 1910. Η θετική ή προστατευτική διάκριση υπέρ των «οπισθοδρομικών» καστών που ξεκίνησε με τις προγραμ­μένες κάστες και φυλές επεκτάθηκε πανεθνικά στη δεκα­ετία του 1990 μέσω εξασφαλίσεων ευρέως φάσματος για λογαριασμό των «άλλων οπισθοδρομικών τάξεων» (Other Backward Classes, ένας διοικητικός ευφημισμός για τις κατώτερες κάστες). Τέτοιες νέες εκφάσεις του νομικού πλουραλισμού γεννήθηκαν από την οριζόντια κινητικότη­τα των κατώτερων καστών στην ύπαιθρο, όπου ζει το 75% του ινδικού πληθυσμού που ψηφίζει. Ο υψηλός βαθ­μός συμμετοχής τους στην εθνική και ομοσπονδιακή

Page 71: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 73

εκλεκτορική πολιτική έχει μεταμορφώσει ριζικά το κοινω­νιολογικό προφίλ του εθνικού κοινοβουλίου, των ομο­σπονδιακών συνελεύσεων και των υπουργικών τους συμ­βουλίων στην Ινδία. Η άνοδος των «άλλων οπισθοδρομι- κών τάξεων» πρώτα στην ομοσπονδιακή και ύστερα στην εθνική πολιτική τείνει να περιθωριοποιήσει την ανώτερη κάστα, τις ελίτ της ανώτερης τάξης που κυριαρχούσαν στην πολιτική του Κογκρέσου την περίοδο της δυναστεί­ας των Νεχρού / Γκάντι.

Μια δεύτερη «επιτροπή οπισθοδρομικών τάξεων» προεδρευόμενη από τον Μπ.Π. Μάνταλ ιδρύθηκε για να προσπαθήσει να εφαρμόσει εκείνα τα οποία φαινόταν να υπόσχεται το σύνταγμα, δηλαδή εξασφαλίσεις και γ ια άλλες «οπισθοδρομικές τάξεις». Σε αναφορά της του 1980, η Επιτροπή Μάνταλ παρουσίασε τη χώρα βάσει ενός ανθρωπολογικού καταλόγου συντεταγμένου από τις πολιτείες που περιέγραφε λεπτομερώς 3.743 οπισθοδρο- μικές κάστες. Επρόκειτο για τις κάστες οι οποίες προ­βάλλονταν ως δικαιούμενες στήριξη βάσει των συνταγμα­τικών διατάξεων που συνιστούσαν ειδική φροντίδα για «οπισθοδρομικούς» πολίτες. Η επιτροπή εκτιμούσε ότι οι οπισθοδρομικές κάστες που καταχωρίζονται στην αναφο­ρά της αποτελούσαν το 52% του πληθυσμού. Συνιστούσε όμως μόνο το 27% των εξασφαλίσεων να επιφυλαχθεί για τις καταχωρισμένες «άλλες οπισθοδρομικές τάξεις» . Εξασφαλίσεις ύψους 52% εάν προστεθούν στο 22J5% που είχαν ήδη εξασφαλιστεί γ ια προγραμμένες κάστες και φυλές θα παραβίαζαν τον κανόνα του Ανώτατου Δικα­στηρίου στο Balaji ότι εξασφαλίσεις άνω του 50% κατα­στρατηγούν τις διατάξεις περί ίσων δικαιωμάτων του συ­ντάγματος.

Πριν ακόμα η Επιτροπή Μάνταλ υποβάλει τις εισηγή­σεις της, πολλές ινδικές πολιτείες είχαν ήδη θεσπίσει νο­μοθεσία που πρόσφερε εξασφαλίσεις στους εκπαιδευτι­κούς θεσμούς και στις κυβερνητικές εργασίες για τους

Page 72: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

74 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

«οπισθοδρομικούς». 'Οταν η κυβέρνηση του πρωθυπουρ­γού Β.Π. Σινγκ άρχισε να εφαρμόζει τις εισηγήσεις της Επιτρο7τής Μάνταλ το 1990, το BJP απέσυρε την υποστή­ριξη από το συνασπισμό του και αμέσως μετά εγκαινίασε μια podyatra (εθνική εκστρατεία) υπέρ της hindutva ( ιν - δ ο υ ικ ό τη τα ). Έγιναν εξεγέρσεις και σφαγές κυρίως από δυσαρεστημένα μέλη της ανώτερης κάστας, φοιτητές της ανώτερης τάξης· η κυβέρνηση έπεσε και ακολούθησαν με­σοπρόθεσμες εκλογές. Το 1991 μια κυβέρνηση του Κο­γκρέσου υπό τον πρωθυπουργό Ναρασίμα Ράο ανέλαβε καθήκοντα. Και αυτή άρχισε να εφαρμόζει επιφυλακτικά τις εισηγήσεις της Επιτροπής Μάνταλ. Σήμερα η πολιτική και οι εξασφαλίσεις για τις «άλλες οπισθοδρομικές τά ­ξεις» έχουν, αν όχι εξομαλυνθεί πλήρως, τουλάχιστον γ ί­νει αποδεκτές ως μέρος των κανόνων του παιχνιδιού. Ο νομικός πλουραλισμός υπό τη μορφή των εξασφαλίσεων υπέρ συγκεκριμένων κατώτερων καστών φαίνεται στέρεα εδραιωμένος καθώς ο 20ός αιώνας παραχώρησε τη θέση του στον 21ο.

Μειονοτικά δικαιώματα για θρησκευτικές κοινότητες: ο ομοιόμορφος αστικός κώδικας

Οι θρησκευτικές συλλογικότητες διεκδικούσαν επίσης εξαιρέσεις από τους οικουμενικούς κανόνες. Έχοντας εξαλείψει τις εξασφαλίσεις νομοθετικών θέσεων βάσει της θρησκείας, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση προέβη στη δια­τύπωση του άρθρου 29 που εγγυάται το δικαίωμα στη διατήρηση χωριστών πολιτισμικών παραδόσεων. «Κάθε τμήμα των πολιτών της Ινδίας [...] που έχει διακριτή γλώσσα, γραφή [οι Σ ιχ χρησ ιμοποιούσαν τη γραφή Γκουρμούκι· οι Μουσουλμάνοι την Ούρντου] ή πολιτισμό [ένας ευφημισμός για τη θρησκεία] θα έχουν το δικαίωμα να τα διατηρούν». Το άρθρο 30 εγγυούνταν το δικαίωμα

Page 73: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 75

των θρησκευτικών μειονοτήτων να ιδρύουν εκπαιδευτι­κούς θεσμούς και εμπόδιζε το κράτος, το οποίο υποστη­ρίζει τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς θεσμούς, περιλαμ- βανομένων των θρησκευτικών, να προβαίνει σε διακρίσεις εις βάρος τους. Τα άρθρα θέτουν το ερώτημα κατά πόσον είναι συνταγματικά επιτρεπτό να υπάρχουν διαφορετικοί νόμοι για διαφορετικές ομάδες προσδιορισμένες βάσει της θρησκείας. 'Οχι πραγματικά, ήθελε να πει η Συντακτι­κή Εθνοσυνέλευση. Σχεδόν το είπε. Σχεδόν βεβαίωσε ότι ένας ομοιόμορφος αστικός κώδικας υποσκελίζει τις δια­φορές του προσωπικού δικαίου. Όμως την τελευταία στιγμή συγκρατήθηκε.

Τπό τις παροτρύνσεις «φιλελευθέρων» όπως ο Μίνου Μαζάνι, ο Άμριτ Κάουρ και ο Χάνσα Μέτα, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση σκεπτόταν να συμπεριλάβει έναν ομοιό­μορφο αστικό κώδικα στις περιοχές δικαιοδοσίας του συ­ντάγματος. Ένας τέτοιος κώδικας, ο οποίος θα περιε- λάμβανε γενικούς νόμους εφαρμόσιμους σε όλα τα άτομα ανεξαρτήτως θρησκείας, θα έπρεπε να τεθεί σε εφαρμογή μέσα σε μια περίοδο πέντε ώς δέκα ετών11. Η κατάργηση των διαφορών στο προσωπικό δίκαιο θα βοηθούσε «ν’ απαλλαγούμε από αυτά τα στεγανά διαμερίσματα» «που κρατούν χωρισμένο το έθνος» (Austin, ό jr., σ. 80).

Η διάταξη εξέπνευσε στην επιτροπή, αλλά συμπεριε- λήφθη εντέλει στις «Κατευθυντήριες Αρχές του Ομοσπον­διακού Πολιτεύματος»: μη δικάσιμα άρθρα (36 ώς 51) τα οποία περιελήφθησαν στο τέταρτο μέρος του συντάγμα­τος. Αποτυπώνουν τη φαντασιούμενη κοινωνική επανά­σταση της γενιάς των εθνικιστών οπαδών του Νεχρού. Εκφράζει σκοπούς και στόχους αλλά δεν δημιουργεί δ ι­καιώματα. Ο δισταγμός τους να συμπεριλάβουν έναν δ ι­κάσιμο ομοιόμορφο αστικό κώδικα στο σύνταγμα αντα­νακλούσε τη μέριμνα των κοσμικιστών εθνικιστών του Νεχρού απέναντι στις ευαισθησίες και τις ανάγκες των θρησκευτικών μειονοτήτων της Ινδίας. Ήθελαν να δ ια ­

Page 74: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

76 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

σφαλίσουν ότι ιδιαίτερα οι Μουσουλμάνοι, αλλά και οι Σιχ, οι Χριστιανοί, οι Πάρσοι, οι Τζαϊνιστές και άλλοι στην κοσμική Ινδία δεν θα αισθάνονται μόνο ασφαλείς αλλά και σε οικείο τους περιβάλλον. Ήθελαν να είναι όλοι αυτοί όχι απλώς πολίτες με ίσα δικαιώματα, αλλά επίσης μέλη θρησκευτικών κοινοτήτων των οποίων οι δ ια­φορετικές πολιτισμικές παραδόσεις και ταυτότητες θα εί­ναι ασφαλείς και σεβαστές μέσα από τη συνεχιζόμενη ύπαρξη και βιωσιμότητα του προσωπικού τους δικαίου.

Ο ομοιόμορφος αστικός κώδικας ως ιστορική διαδικασία

Ένας τρόπος να σκεφτούμε τον ομοιόμορφο αστικό κώ­δικα είναι ως διαδικασία που εξελίσσεται επί 150 και πλέον χρόνια και δέχεται συνεχείς αμφισβητήσεις. Για μεγάλο μέρος αυτής της περιόδου, στα χέρια των βρετα- νών μεταρρυθμιστών πριν από την ανεξαρτησία και των εθνικιστών κοσμικιστών μετά την ανεξαρτησία, η τάση φαίνεται ότι ήταν προς την αύξουσα ομοιογένεια. Από τη δεκαετία του 1970, οι δυνάμεις της διαφοράς και της ταυ­τότητας δείχνουν να έχουν ενισχύσει την ετερογένεια του βασισμένου στη θρησκεία προσωπικού δικαίου.

Η ομοιογένεια είχε υπηρετηθεί αποφασιστικά στη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα από τρεις διαδικα­σίες: αλλαγές αυτών που απένεμαν το νόμο· επέκταση του οικουμενικού νόμου χάρη στις διαδικασίες κωδικο­ποίησης· μεταρρύθμιση και ομοιογενοποίηση του προσω­πικού δικαίου.

Πρώτον, η απονομή. Οι Βρετανοί ξεκίνησαν με μια με­ρική δέσμευση να ερμηνεύουν το νόμο ινδουιστές και μουσουλμάνοι θρησκευτικοί εμπειρογνώμονες, αποσπώ- ντας Παντίτ και Μούλβι στα δικαστήριά τους. Αλλά αυτοί οι αυτόχθονες νομικοί σύμβουλοι παύθηκαν το 1864. Οι

Page 75: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 77

βρετανοί ή βρετανικής εκπαίδευσης δικαστές έγιναν οι μόνοι εκτελεστές του προσωπικού δικαίου εισάγοντας σιω7τηρά αρχές ένορκης μαρτυρίας και ερμηνείας που εξο­μάλυναν τις διαφορές. Η ιεραρχική οργάνωση που συνδέ­ει όλα τα δικαστήρια στην Ινδία σε ένα και μοναδικό σύ­στημα το οποίο οδηγεί σήμερα στο Ανώτατο Δικαστήριο ευνόησε επίσης την ομοιογένεια. Το δικαστικό σ ύ σ τη μ α οικουμενικοποιήθηκε πριν από το ίδιο το δίκαιο.

Το μεγάλο κύμα νομικής κωδικοποίησης εκ μέρους των Βρετανών τον 19ο αιώνα απάλειψε τις ιδιομορφίες του ποινικού δικαίου (μέσω του Ποινικού Κώδικα του 1860), χωρίς να διατηρήσει ούτε τις μουσουλμανικές ούτε τις ινδουιστικές ποινές. Μια σειρά πράξεων του αστικού δικαίου που ψηφίστηκαν ανάμεσα στο 1865 και το 1872 βασίστηκαν κυρίως στο βρετανικό αστικό δίκαιο, εξαιρώ­ντας ωστόσο την περιοχή του προσωπικού δικαίου: γάμο, διαζύγιο, κληρονομιά, υιοθεσία, περιουσία και ορισμό της οικογένειας.

Τέλος, η μεταρρύθμιση του ίδιου του προσωπικού δι­καίου οδήγησε προς την ομοιομορφία στο εσωτερικό κα- θενός από τους τομείς του. 0 ισχυρισμός ότι υπάρχει ένα αδιαφοροποίητο «ινδουιστικό» όπως κι ένα «μουσουλμα­νικό» προσωπικό δίκαιο ήταν από μόνο του μια σημαντική πράξη ομογενοποίησης. Το προσωπικό δίκαιο των ινδουι- στικών κατώτερων και ανώτερων καστών διαφέρει αξιο­σημείωτα, όπως και το δίκαιο μεταξύ περιοχών οι οποίες έχουν διαφορετικά συστήματα συγγένειας. Οι «Μουσουλ­μάνοι» είναι επίσης ένα αμάλγαμα σχισματικών ταυτοτή­των με διαφορετικούς κανόνες και πρακτικές. Όταν η Πράξη της Σαρία εγκρίθηκε το 1937 προκειμένου να κανο- νικοποιήσει και να εξορθολογίσει το μουσουλμανικό δί­καιο, απάλειψε το επιμέρους προσωπικό δίκαιο πολλών μουσουλμανικών κοινοτήτων οι οποίες αποτελούσαν μειο- ψηφίες εντός του ινδικού Ισλάμ: των Χότζα και Κούτσι Μέμον του Γκουτζάρατ και των Μουσουλμάνων της Επαρ­

Page 76: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

78 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

χίας των Βορειοδυτικών Συνόρων, που όλοι τους ακολου­θούσαν τους ινδουιστικούς νόμους κληρονομιάς, και των μουσουλμάνων Μάλσαν που ακολουθούσαν τους μητριαρ­χικούς κανόνες κληρονόμησης (Dhagamwar, όττ ., σ. 219).

Όπως ακριβώς η πρακτική των βρετανικών δικαστη­ρίων περιόρισε τον αριθμό των κανόνων που γίνονταν δε­κτοί ως μουσουλμανικός ή μωαμεθανικός νόμος, η μου­σουλμανική ιεραρχική οργάνωση έδωσε μια μορφή ανέκ­κλητου στη σ α ρ ία , την οποία δεν μπορούσε να επιτύχει όσο η εξουσία παρέμενε τοπική και κατανεμημένη στις πολυάριθμες μ ά δ ρ α σ α και σε μεμονωμένα άτομα.

Αν κατανοήσουμε τον ομοιόμορφο νομικό κώδικα ως ιστορική διαδικασία αντί για μια στιγμιαία δικαιική θέ­σπιση, πρόκειται ακριβώς για τη διαδικασία της ομογε- νοποίησης. Υπάρχει όμως μια παράλληλη ιστορία της επ ι­βίωσης και επανενίσχυσης του νομικού πλουραλισμού. Η υπόθεση της Σαχ Μπάνο που προκάλεσε αίσθηση το 1985 συνοψίζει παραδειγματικά τη μεγάλη σημερινή ένταση ανάμεσα στην εξελισσόμενη ομοιομορφία και την πλου- ραλιστική της αντίδραση.

Η Σαχ Μπάνο, διαζευγμένη Μουσουλμάνα, άσκησε ■ αγωγή εναντίον του πρώην συζύγου της για διατροφή. Το δικαστήριο την έκρινε ως δικαιούμενη διατροφή βάσει του άρθρου 125 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το οποίο είχαν πολλές φορές και στο παρελθόν επικαλεστεί, μεταξύ άλλων και μουσουλμάνες γυναίκες, για την απο­τροπή της γυναικείας αλητείας, που υποχρέωνε τους συ­ζύγους να στηρίζουν οικονομικά τις γυναίκες με τις οποί­ες είχαν διαζευχθεί. Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστη­ρίου ήταν θεμελιωμένη σε προηγούμενες περΐ7Γτώσεις που έφταναν ώς την εποχή της αποικιακής διακυβέρνησης και δεν είχαν αμφισβητηθεί από τους Μουσουλμάνους. Το σημείο αυτό έχει σημασία, διότι δείχνει ότι η αποδοχή της διαδικασίας ομογενοποίησης εξαρτάται από την εμπιστο­σύνη ή τη δυσπιστία που επικρατούν ανάμεσα στις επί-

Page 77: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 79

μάχες ομάδες σε συγκεκριμένες στιγμές του ιστορικού χρόνου. Η απόφαση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τις γυναικείες ομάδες και εκτιμήθηκε ως βήμα προς την κα­τεύθυνση ενός ομοιόμορφου αστικού κώδικα. Όμως η μουσουλμανική κοινότητα σ ε α υ τ ή τη σ υ γ κ υ ρ ία , σ ε μία ιστορική στιγμή που γινόταν μάρτυρας της ανάδυσης του ινδουιστικού εθνικισμού, ερμήνευσε την απόφαση του δι­καστηρίου υπέρ της Σαχ Μπάνο ως παραβίαση του μου­σουλμανικού προσωπικού δικαίου, το οποίο επιβάλλει ότι όταν το συμβόλαιο του γάμου λύνεται με χωρισμό, οι οικονομικές υποχρεώσεις του συζύγου παύουν και πρέπει να αναληφθούν από τους εξ αίματος συγγενείς ή τα μου­σουλμανικά θρησκευτικά σώματα12. Οι διαμαρτυρίες των Μουσουλμάνων και η αντίδρασή τους στις εκλογές ήταν τόσο ισχυρές ώστε η κυβέρνηση του Ρατζίβ Γκάντι, η οποία είχε αρχικά χαιρετίσει την απόφαση, άλλαξε πο­ρεία και ενέκρινε νομοθεσία η οποία προστάτευε το μου­σουλμανικό προσωπικό δίκαιο σε περίίττώσεις μουσουλ­μανικού διαζυγίου.

Η περί7ττωση της Σαχ Μπάνο φωτίζει το γεγονός ότι ο στίβος του αστικού κώδικα τείνει να αντιπροσωπεύει μάλλον μια διαδικασία παρά μια θέσπιση, μια αδιάκο7α] διαπραγμάτευση παρά μια μονογραμμική πρόοδο. Μεγά­λο μέρος αυτής της διαδικασίας έγκειται πιθανώς στη σταδιακή συσσώρευση δικαστικών αποφάσεων και ιδιαί­τερων τμημάτων νομοθεσίας που δείχνουν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Σε μια προσεκτική ανασκόπηση περιπτώ­σεων οι οποίες εκδικάστηκαν από τη μεταρρύθμιση του Ινδουιστικού Κώδικα στη δεκαετία του 1950, ο Βασούντα Ντάγκαμβαρ, ένας ακτιβιστής μελετητής του δικαίου, ανι- χνεύει μια διαδικασία συσσώρευσης μέσω των αντιδικιών και των αποφάσεων που περιβάλλουν την Πράξη Δίγαμων Ινδουιστικών Γάμων της Βομβάης, την Πράξη του Ινδουι- στικού Γάμου του 1955 (ένα προσάρτημα στον «Ινδουι- στικό Κώδικα»), την Πράξη Αφορισμών της Βομβάης, τις

Page 78: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

80 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

διάφορες εκδοχές του Σχεδίου Ινδουιστικής Υιοθεσίας και τις περιπτώσεις που ανακύπτουν στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του 1973 ο οποίος οδήγησε στην υπόθεση της Σαχ Μπάνο.Ο Ντάγκαμβαρ πιστεύει πως η διαδικασία από τον καιρό της ανεξαρτησίας τείνει προς διάβρωση των τάσεων οι οποίες κατατείνουν στην ομοιογένεια.

Ο νομικός πλουραλισμός ως πολυπολιτισμικότητα- ένας ομοιόμορφος αστικός κώδικας εναντίον των δικαιωμάτων των μειονοτήτων

Όταν η κυβέρνηση του Κογκρέσου του Ρατζίβ Γκάντι υποστήριξε το 1986 το μουσουλμανικό προσωπικό δίκαιο περνώντας μια Πράξη περί [Προστασίας των Δικαιωμά­των] των Μουσουλμάνων Γυναικών, η πράξη του ξεσήκω­σε πολιτική καταιγίδα. Ομάδες του ινδουιστικού εθνικι­στικού κόμματος Μπαρατίγια Τζανάτα (BJP) ισχυρίστη­καν ότι οι μειονότητες παραχαϊδεύονται και ευνοούνται εις βάρος της «πλειοψηφούσας κοινότητας», ένας ευφημι­σμός για τους Ινδουιστές. Η εκ μέρους του BJP υπεράσπι­ση ενός ομοιόμορφου αστικού κώδικα μετά την περίπτω­ση Σαχ Μπάνο έφερε στο επίκεντρο της ινδικής πολιτικής διαμάχης την αντιπαράθεση μεταξύ νομικής ομοιομορ­φίας και νομικού πλουραλισμού. Ήταν μια αντιπαράθεση που φούντωσε τις φλόγες του ινδουιστικού εθνικισμού ο οποίος κορυφώθηκε το διάστημα 1985-1992. Στις 6 Δεκεμ­βρίου 1992, χιλιάδες ινδουιστές εθνικιστές νέοι φορώντας βαθυκίτρινους κεφαλόδεσμους και με σκαπάνες στα χέρια κατέστρεψαν το Μπάμπρι Μαστζίντ (τζαμί που είχε χτι­στεί από τον μογγόλο αυτοκράτορα Μπάμπουρ), ενώ ο ινδός πρω θυπουργός παρακολουθούσε ανήμπορος ν’ αντιδράσει. Το έκαναν με το σκεπτικό ότι βεβήλωνε το χώρο στον οποίο υπήρχε παλιότερα ναός του θεού Ράμα. Το συμβάν το οποίο αναμεταδόθηκε τηλεοπτικά σε ολό-

Page 79: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 81

κλήρο τον κόσμο έγινε σύμβολο μιας μνημειώδους κρίσης του αυτοπροσδιορισμού της Ινδίας ως κοσμικού κράτους.

Τα γεγονότα αυτά εγείρουν αριθμό ερωτημάτων, όπως πώς ο ινδικός δημόσιος λόγος περί της διαφοράς μετατο­πίστηκε από την αρμονία των πολιτισμών στη «σύγκρου­ση των πολιτισμών»; Ήταν αυτή η μεταβολή που προκλή- θηκε από τον ινδουιστικό εθνικισμό κάτι το παροδικό ή επρόκειτο να διαρκέσει;

Τη στιγμή αυτή που γράφουμε στις αρχές του 21ου α ι­ώνα, οι φλόγες του ινδουιστικού εθνικισμού φαίνεται να έχουν καταπέσει. Στην προσπάθειά του να γίνει κυρίαρχο κόμμα σε μια ανομοιογενή πολυπολιτισμική επικράτεια, το ινδουιστικό εθνικιστικό BJP ανταποκρίθηκε στις εκλο­γές του 1996 και του 1999 αποδυναμώνοντας τα κοινοτι­κά, αντιμειονοτικά του προγράμματα. Το κόμμα προ­σπάθησε να αποστασιοποιηθεί από τα εξτρεμιστικά του άκρα. Έδειξε να κινείται προς πολιτικές τις οποίες οι κυ­βερνήσεις σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία θεωρούσαν φρόνιμο να ασπαστούν, αναγνωρίζοντας και εκτιμώντας τη διαφορά αντί να προσπαθούν να τη δυσφημήσουν και να την ξεριζώσουν.

Αντιπροσωπευτικό ενός νέου λόγου που καθιστά έναν ομοιόμορφο αστικό κώδικα συμβατό με τη συνεχιζόμενη ύπαρξη και ενσωμάτωση του προσωπικού δικαίου είναι το επιχείρημα του Σ.Π. Σέιθ ότι «το Σύνταγμα αναμφίβολα προοιωνίζεται την ανάδυση ενός ομοιόμορφου αστικού κώδικα, σημαίνει όμως αυτό έναν και μοναδικό νόμο για όλους; [...] Στο εσωτερικό ενός έθνους μπορούν να υπάρ­χουν αρκετά νομικά συστήματα. Στην πραγματικότητα η ομοσπονδιακή διακυβέρνηση», συνεχίζει, «σημαίνει τη συ­νύπαρξη τέτοιων πολλαπλών νόμων [...] Αυτό σημαίνει ότι η Μαχαράστρα μπορεί να έχει το δικό της οικογενεια­κό δίκαιο που διαφέρει από αυτό της Καρνατάκα. Στις ΗΠΑ κάθε πολιτεία έχει το δικό της συζυγικό δίκαιο».

Ένα ομοιόμορφο δίκαιο, υποστηρίζει ο Σέιθ, «δεν ση­

Page 80: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

82 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

μαίνει απαραιτήτως κοινό νόμο αλλά διαφορετικά προ­σωπικά δίκαια βασισμένα σε ομοιογενείς αρχές της ισό­τητας των φύλων και της ατομικής ελευθερίας...»13.

Η διαμάχη ανάμεσα στη νομική ομοιομορφία και τον νομικό πλουραλισμό παραμένει στο επίκεντρο της δημό­σιας αντιπαράθεσης. Βλέπουμε τη διαμφισβήτηση σαν μια ατέρμονη αφήγηση σχετικά με την εξισορρόπηση της ομοιομορφίας ενός αστικού κώδικα η οποία προστατεύει τα μειονοτικά δικαιώματα. Ελπίζουμε να είναι η αφήγηση μιας ασταθούς ωστόσο βιώσιμης ισορροπίας που συνδυά­ζει τη νομική ισότητα των ατομικών δικαιωμάτων με μια μεταπολιτισμική «πολυπολιτισμικότητα». Η γλώσσα της πολυπολιτισμικότητας παρουσιάζει οικογενειακή ομοιό­τητα με τη γλώσσα των ανατολιστών του 18ου αιώνα στην Ινδία, ως προς την κοινή τους πεποίθηση πως η δ ια­φορά πρέπει να αναγνωρίζεται και να εκτιμάται αντί να επιχειρείται η δυσφήμηση και το ξερίζωμά της.

Συμπέρασμα

Η ιδέα ενός ομοιόμορφου αστικού κώδικα δεν έχει ένα και μοναδικό νόημα μέσα στον ιστορικό χρόνο. Υπερα­σπίζεται την αλλαγή, και η αλλαγή βαραίνει πάντα προς το μέρος κάποιου. Οι σημειολόγοι θα μπορούσαν να την αποκαλέσουν πολυσθενές σημαίνον. Αναγνωρίζουμε π έ­ντε πιθανές σημασίες του ομοιόμορφου αστικού κώδικα.

Πρώτον. Η Βρετανία κινήθηκε σιωπηρά προς έναν ομοιόμορφο αστικό κώδικα χωρίς να τον αποκαλεί έτσι. Στο πολιτισμικό επίπεδο, η σταδιακή ομογενοποίηση του δικαίου,η τυποποίησή του, υπήρξε η έκφραση ενός εκσυγ­χρονισμού και εξορθολογισμού. Η ομοιομορφία των δια­τάξεων και των κανονισμών έκανε ευκολότερο για εκεί­νους που διοικούσαν το «χαλύβδινο πλαίσιο» να ασκούν τη δικαιοσύνη, να επιβάλλουν το νόμο και την τάξη και να

Page 81: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 83

συλλέγουν τις προσόδους. Η νομική ομοιογένεια συμβάδι­ζε με τις τυπικές μορφές οργάνωσης του κράτους της αποικιακής διακυβέρνησης. Καθιστούσε το νόμο πιο δι­κάσιμο για γραφειοκράτες οι οποίοι ήταν ξένοι στην ποι- κιλομορφία και στα χωριά της Ινδίας. Και πιστευόταν ότι διευκόλυνε τον έλεγχο. Οι λόγοι αυτοί ίσχυαν επίσης για εκείνους οι οποίοι ανέλαβαν την εξουσία κατά τη μετα- αποικιακή περίοδο.

Δεύτερον. Για τους νεωτεριστές, ορθολογιστές εθνικι- στές ένας ομοιόμορφος αστικός κώδικας έμοιαζε να υπό­σχεται εθνική ενοποίηση. Θα μπορούσε να κάνει για την Ινδία του 20ού αιώνα ό,τι υποτίθεται πως έκανε ο εθνικι­σμός του 19ου αιώνα για τα ευρωπαϊκά έθνη: να λύσει ή να παραγράψει τις διαφορές. Θα βοηθούσε να γεννηθεί ένα έθνος του οποίου ο λαός συμμεριζόταν μία ταυτότητα που συνέπιπτε με τα σύνορα του κράτους.

Τρίτον. Για τους ακτιβιστές των πολιτικών δικαιωμά­των, εκείνους που μιλούσαν για τους περιθωριοποιημέ­νους και τους ανίσχυρους, τις γυναίκες, τα παιδιά , τις εθνικές και πολιτισμικές μειονότητες, τις κατώτερες τά ­ξεις, ένας ομοιόμορφος αστικός κώδικας σηματοδοτούσε την επέκταση των δικαιωμάτων σε κατηγορίες προσώπων καταπιεζόμενων από τις πατριαρχικές, γεροντοκρατικές, συλλογικές και ολιγαρχικές μορφές κοινωνικής κυριαρ­χίας και ελέγχου.

Τέταρτον. Για τις θρησκευτικές μειονότητες, ο ομοιό­μορφος αστικός κώδικας σήμαινε μια προσπάθεια εξά­λειψης του προσωπικού δικαίου διάφορων κοινοτήτων. Αποτελούσε απειλή για την πολιτισμική τους ταυτότητα, ακόμα και για την πολιτισμική τους επιβίωση.

Πέμπτον. Για τους ινδουιστές εθνικιστές, ο ομοιόμορ­φος αστικός κώδικας υποσχόταν ένα νόμιμο μέσο για την εξάλειψη των πολιτισμικών διαφορών και των «ειδικών προνομίων» που είχαν δοθεί σε «παραχαϊδεμένες μειοψη- φίες». Θα διευθετούσε επίσης εκείνο που αντιλαμβάνονταν

Page 82: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

84 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ως αδικία, τη μεταρρύθμιση της δεκαετίας του 1950 του ιν- δουιστικού προσωπικού δικαίου (το «Σχέδιο Ινδουιστικού Κώδικα») χωρίς να μεταρρυθμιστεί το μουσουλμανικό προσωπικό δίκαιο, πράγμα που επέτρεπε θεωρητικά (αλ­λά σπάνια στην πράξη) στους Μουσουλμάνους να έχουν μέχρι τέσσερις συζύγους και να χωρίζουν όποτε ήθελαν.

Με την ανεξαρτησία, γύρω στα 1947-50, κυρίαρχες ήταν οι τρεις πρώτες σημασίες του ομοιόμορφου αστικού κώδι­κα. Την τελευταία δεκαετία, και ειδικά μετά την κατα­στροφή του Μπάμπρι Μαστζίντ τον Δεκέμβριο του 1992, στην επιφάνεια έχουν έρθει οι τελευταίες δύο σημασίες που βλέπουν στον ομοιόμορφο αστικό κώδικα ένα μέσο για τον περιορισμό, αν όχι την εξάλειψη,του πολιτισμικού πλουραλισμού. Η υπερίσχυση αυτών των δύο σημασιών έχει μεταβάλει το πολιτικό περιβάλλον του ομοιόμορφου αστικού κώδικα κάνοντας προβληματικές πολλές προη­γούμενες συμπλεύσεις. Στη σύγχρονη ινδική πολιτική, οι ακτιβιστές των πολιτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων που ευνοούν τη νομική ομοιομορφία έχουν συνηθίσει να αντ ιτίθεντα ι στην αντιμουσουλμανική πολιτική της hindutva των ινδουιστών εθνικιστών πολιτικών. Ωστόσο βρίσκονται από την ίδια πλευρά σε ό,τι αφορά τον ομοιό­μορφο αστικό κώδικα. Φαντάζονται έναν ομοιόμορφο αστικό κώδικα ο οποίος να προστατεύει και να προωθεί τα βασικά δικαιώματα που υπάρχουν στο ινδικό σύνταγ­μα και τα ανθρώπινα δικαιώματα που υπάρχουν στο διε­θνές δίκαιο. Φεμινιστές οι οποίοι κατά κανόνα αντιτίθε- νται στον μουσουλμανικό πατριαρχικό έλεγχο αναγκάζο­νται να αναγνωρίσουν ότι η εξάλειψη ενός καταπιεστικού μουσουλμανικού προσωπικού δικαίου είναι επίσης μια πράξη καταστροφής ταυτότητας. Πώς να είναι κάποιος υπέρ των πολιτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων χωρίς να είναι αντιμουσουλμάνος; Προς τα πού να βαδίσει;

Προτείναμε ότι ένας ομοιόμορφος αστικός κώδικας μπορεί να συλληφθεί ως διαδικασία μάλλον παρά ως μία

Page 83: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 85

ειδική έκβαση, διαδικασία κατά την οποία η νομική ομοι­ομορφία και ο νομικός πλουραλισμός ανταγωνίζονται για την πρωτοκαθεδρία, όχι για το σύνολο του πεδίου. Το φ ι­λελεύθερο και προοδευτικό όνειρο ότι πεπρωμένο της διαφοράς είναι να χάνεται και της ανθρωπότητας όλο και περισσότερο να μεταβαίνει προς έναν κοινό τύπο14, κα­θώς και το πρόσθετο όνειρο των ορθολογιστών ότι π ε­πρωμένο ειδικά της θρησκείας είναι να εξαφανίζεται μπροστά στο θρίαμβο των σύγχρονων επιστημών, έχουν υποχωρήσει τις τελευταίες δύο δεκαετίες - όχι μόνο στην Ινδία αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην Ινδία, η αντίθε­ση ανάμεσα στον νομικό πλουραλισμό και τη νομική ομοιομορφία δεν φαίνεται πιθανό να απολήξει σε κάποια ομαλή εξελικτική ιστορική αφήγηση σύμφωνα με την οποία η κοινωνία κινείται αναπόδραστα από τον πρώτο στη δεύτερη. Ανεξαρτήτως του αν προσλαμβάνεται θετι­κά ή αρνητικά, η αποκρυστάλλωση ταυτότητας υπό τη μορφή του βασισμένου στη θρησκεία προσωπικού δικαί­ου φαίνεται να είναι εν πλήρει ακμή.

Η διένεξη γύρω από τον ομοιόμορφο αστικό κώδικα εναντίον του προσωπικού δικαίου δεν χρειάζεται να είναι μια σύγκρουση δίχως έκβαση. «Το να πούμε ότι η επιλο­γή είναι ανάμεσα στο σύστημα του προσωπικού δικαίου και έναν ομοιόμορφο αστικό κώδικα είναι υπερβολικά οξύς τρόπος να θέσουμε το ζήτημα», παρατηρεί ο Τζων Μάνσφιλντ. Υποστηρίζει ότι έχει πιθανώς νόημα να γίνο­νται κάποιες διακρίσεις και να υιοθετείται μια «εξειδι- κευτική προσέγγιση», όπως «συνέβαινε μετά το 1772» (Στο Baird, ό .π ., σ. 175-6). Βασίζει τη σύστασή του στη σημασία της διατήρησης της διαφοράς, που σημαίνει της ταυτότητας εθνικών ή θρησκευτικών ομάδων στα όρια ενός εδαφικού κράτους, ακόμη και κατά την πορεία προς μεγαλύτερη ομοιομορφία των δικαιωμάτων.

Page 84: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

86 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σημειώσεις

1. Από το Proceedings of the Commitee of Circuit at Kasimbazaar, 15 Αυγούστου 1772, το οποίο παρατίθεται στο Bharatiya Vidya Bhavan, History and Culture of Indian People, τόμος 8, σ. 361. Για μια εκτενέστερη συζήτηση του ρόλου του Warren Hastings στον αρχικό ορισμό της διαφοράς, βλ. Lloyd I. Rudolph και Susanne Hoeber Rudolph, «Occidentalism and Orientalism: Perspectives on Legal Pluralism», στο Sally Humphreys (επιμ.), Cultures of Scholarship, Μίσιγκαν, University of Michigan Press, 1977, σ. 21-51.2. Stanley Wolpert, A New History of India, Νέα Τόρκη, Oxford University Press, 1982, σ. 242.3. Reginald Coupland, The Indian Problem : Report on the Constitutional Problem in India, 3 τόμοι σε 1, Νέα ϊόρκη, Oxford University Press, 1994, τόμος 1, σ. 23.4. Marion Fowler, Below the Peacock Fan: First Ladies of the Raj, Harmondsworth, Penguin Books, 1988, σ. 150.5. To κλασικό κείμενο για τη «μεταρρύθμιση» είναι του αεί­μνηστου Eric Stokes, The English Utilitarians in India, Οξφόρδη, Clarendon Press, 1959. Ιδιαίτερα συναφές είναι το τρίτο μέρος, «Law and Goverment» σχετικά με τον Μακώλεϋ ως νομικό μέ­λος και ο Ποινικός Κώδικας.6. Gordon Johnson, «India and Henry Maine» στο Mushirul Hasan και Narauani Gupta (επιμ.), India’s Colonial Encounter: Essays in Memory of Eric Stokes, Δελχί, Manohar, 1993, σ. 31.7. Eugene Irshick, Politics and Social Conflict in South India: the Non-Brahman Movement and Tamil Separatism, Νέο Δελχί, Oxford University Press, 1969.8. Για περισσότερα σχετικά με αυτές τις έννοιες και το πώς μπορούν να εφαρμοστούν, βλ. Albert Hirschman, Exit, Voice and Loyalty, Καίμπριτζ, Harvard University Press, 1970.9. Βλ. Granville Austin, The Indian Constitution, Νέα Τόρκη, Oxford University Press, 1966, a. 151-4.10. Μια άλλη φωνή προς υποστήριξη του νομικού πλουραλι­σμού είναι οι περιφερειακά κυρίαρχες γλωσσικές ομάδες

Page 85: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ 87

(«παιδιά της γης») που απαιτούσαν να ευνοούνται στην απα­σχόληση όπως και εις βάρος των μεταναστών από άλλες περι­φερειακές γλωσσικές περιοχές. Το πιο διακεκριμένο παρά­δειγμα είναι εκείνο του Shiv Sena στη Μαχαράστρα που ξεκί­νησε με επιθέσεις στους Ταμίλ και αργότερα στους Μουσουλ­μάνους από τη Βεγγάλη και το Μπανγκλαντές. Δεν θα ασχο­ληθούμε εδώ με αυτή τη μορφή πλουραλισμού.11. Για μια λεπτομερή συζήτηση των αντιπαραθέσεων στη Συ­ντακτική Εθνοσυνέλευση, βλ. Vasudha Dhagamwar, «Women, Children and the Constitution» στο Robert D. Baird (επιμ.), Religion and Law in Independent India, Δελχί, Manohar, 1993, σ. 218-21.12. Βλ. μια λεπτομερέστερη συζήτηση της περίπτωσης στο ευ­ρύτερο πλαίσιο της διαμάχης γύρω από την εκκοσμίκευση στο Rudolph και Rudolph, In P ursuit of Lakshmi: The Political Economy of the Indian State, Σικάγο, Chicago University Press, 1987, a. 44-6.13. Βλ. S.P. Sathe στο Economic and Political Weekly, 2 Σεπτεμ­βρίου 1995- Imtiaz Ahmad, Economic and Political Weekly, 11 Νοεμβρίου 1995· Mushirul Hasan, Economic and Political Weekly, 25 Νοεμβρίου 1995· Saabeeha Bano, ό.π . Βλ. επίσης John C. Mansfield στο Baird (επιμ.), ό .π ., σ. 175-6.14. Βλ. Martha Nussbaum (επιμ.), «Patriotism or Cosmopolitanism», Boston Review τόμος XIX, αρ. 5, 1994. Για μια εφαρμογή της διαμάχης στην Ινδία, βλ. τη συμβολή του Lloyd Rudolph, «The Occidental Tagore».

Page 86: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Page 87: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Θρησκεία και δημοκρατία στο Ισραήλ

E manuele Ottolenghi

Το πρώτο μέρος του ισραηλινού Θ εμ ε λ ιώ δ ο υ ς δ ικ α ίο υ : Α νθ ρ ώ π ινη α ξ ιο π ρ έ π ε ια κ α ι ε λ ε υ θ ερ ία (1992) δηλώνει ότι σκοπός του νόμου είναι «να προστατεύει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ελευθερία, ώστε να παγιώσει σε ένα Θε­μελιώδες Δίκαιο τις αξίες του Κράτους του Ισραήλ ως ιουδαϊκού και δημοκρατικού κράτους». Η νομοθεσία, που έγινε δεκτή το 1992 και τροποποιήθηκε το 1994, αποτελεί μέρος μιας εν εξελίξει διαδικασίας δημιουργίας συντάγ­ματος, η οποία συνοδεύει το Ισραήλ από τη γέννησή του. Το πρώτο μέρος ενσωματώνει ίσως τις αντιφάσεις και τις δυσκολίες που ανακύπτουν από την ιδέα ενός ιουδαϊκού κράτους, στο πλαίσιο των δυτικών δημοκρατικών συστη­μάτων διακυβέρνησης. Οι αντιφάσεις αυτές έγκεινται στο διαμφισβητούμενο νόημα δύο όρων, του ιουδαϊκού και του δημοκρατικού, οι διαφορετικές ερμηνείες των οποίων μπορεί να οδηγήσουν κατά την εφαρμογή τους σε σύνθε­ση, σύγκρουση ή συμβίωση. Το εν λόγω άρθρο προσπαθεί να διατυπώσει τη σύνθετη σχέση ανάμεσα σε δημοκρατία και θρησκεία στο κράτος του Ισραήλ.

Η Θρησκεία ως τττρρή δυνητικού διχασμού τις παραμονές της ανεξαρτησίας

0 Σιωνισμός είναι το κίνημα που καλεί για εθνικό αυτο­

Page 88: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

90 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

καθορισμό στη γη του Ισραήλ, προγονική εστία των Εβραίων. Ωστόσο, αντίθετα με τις άλλες μορφές εθνικι­σμού, ο Σιωνισμός ενέχει μια προβληματική διάσταση που έχει τις ρίζες της ακριβώς στην ιουδαϊκή παράδοση. Παραδοσιακά, ο Ιουδαϊσμός αντιμετώπιζε την εξορία και τη διασπορά ως θεϊκή τιμωρία. Κατά συνέπεια η εξορία γινόταν αντιληπτή ως η κανονική συνθήκη του ιουδαϊκού βίου, που το τέλος της θα ερχόταν με τη θεϊκή παρέμβαση στο πλήρωμα των ημερών. Στο βαθμό που οι Εβραίοι μπορούσαν να συμβάλουν στον τερματισμό της εξορίας με την προσευχή και τις αγαθοεργίες, η ιδέα ότι ανθρώπι­νη δράση μπορούσε να επαναφέρει τον ιουδαϊκό λαό π ί­σω στη γη, σαν μια επανεγκαθιδρυμένη ανεξάρτητη κοι­νοπολιτεία, ακουγόταν βλάσφημη. Σε αντίθεση με τις π α ­ραδοσιακές θρησκευτικές απόψεις, ο Σιωνισμός θεώρησε την εξορία σαν μια ανωμαλία και πρότεινε τη λύση της μέσα από την επιστροφή του εξόριστου λαού στο Ισραήλ, όπου θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο κρά­τος. Ως εκ τούτου δεν εκπλήσσει το ότι ο Σιωνισμός προήλθε από κοσμικούς θύλακες ως αντίδραση στην απώλεια της ιουδαϊκής ταυτότητας στην Ευρώπη του 19ου αιώνα, που ήταν επακόλουθο της χειραφέτησης και της εκκοσμίκευσης των Ιουδαίων.

Αυτή η απώλεια ταυτότητας επιδεχόταν πολλές απα ­ντήσεις : μία ήταν η αφομοίωση, άλλη ο ιουδαϊκός εθνικι­σμός. Ωστόσο, ενώ ο Σιωνισμός ήταν εξ ορισμού ένα κο­σμικό κίνημα για τον εθνικό αυτοκαθορισμό, είχε τις ρίζες του στη θρησκευτική παράδοση. Μολονότι οι σιωνιστές στοχαστές οραματίζονταν ένα κοσμικό, σύγχρονο εθνικό κράτος, η εθνική ταυτότητα βασιζόταν σε ένα δεσμό με­ταξύ του διασκορπισμένου λαού στηριζόμενο στη θρη­σκευτική παράδοση. Έτσι, παρότι κοσμικά προσανατολι­σμένος, ο Σιωνισμός χρησιμοποιούσε την παράδοση ως πηγή νομιμότητας για τις εθνικές του αξιώσεις και δεν μπορούσε ν’ αποσυμπλέξει το επιχείρημά του για ιουδαϊ­

Page 89: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 91

κό αυτοκαθορισμό από τη θρησκευτική ταυτότητα1. Αυτή η εμφανής αντίφαση σήμαινε πως οι περισσότεροι κοσμι­κοί Σιωνιστές δεν μπορούσαν να κάνουν χωρίς τη θρη­σκεία και, στην πραγματικότητα, τη χρειάζονταν για να μην εξασθενίσει η ίδια η νομιμοποίηση του κινήματός τους. Ωστόσο, η ιουδαϊκή παράδοση λίγα πράγματα είχε να προσφέρει στο επίπεδο της οικοδόμησης κράτους. 0 ιουδαϊκός νόμος α ν α π τ υ σ σ ό τ α ν επί σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια χωρίς οιαδήποτε μέριμνα να συμφιλιώσει τους θρησκευτικούς κανόνες με τις πρακτικές ανάγκες της πο­λιτικής κυριαρχίας. Οι Εβραίοι που ζούσαν στη διασπορά δεν είχαν πολιτική ανεξαρτησία. Έτσι, η πολιτική εξουσία βρισκόταν στα χέρια των κατά τόπους κυβερνητών που είχαν τη διαχείριση της εκάστοτε κρατικής αρχής. Λόγω αυτής της κατάστασης, οι Εβραίοι δεν χρειάστηκε ποτέ, για παράδειγμα, να συμφιλιώσουν τη θρησκευτική τήρηση του Σαββάτου και των θρησκευτικών αργιών με την π α ­ροχή των βασικών δημόσιων υπηρεσιών. Κατά συνέπεια, τις παραμονές της ανεξαρτησίας οι εβραίοι νομοδιδάσκα­λοι δεν ήταν προετοιμασμένοι να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα όπως η λειτουργία των νοσοκομειακών υπη­ρεσιών, η επιβολή του νόμου, η ασφάλεια, οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, οι δημόσιες συγκοινωνίες και η παροχή άλλων δημόσιων υπηρεσιών τις οποίες ένα κράτος οφείλει να εξασφαλίζει 365 ημέρες το χρόνο. Αυτές οι δραστηριό­τητες, αν ασκούνταν τις άγιες ημέρες, συνεπάγονταν π α ­ραβίαση των θρησκευτικών κανόνων. Ωστόσο δεν μπο­ρούσαν να σταματήσουν σε ένα κράτος. Ο ιουδαϊκός νό­μος απλώς δεν μπορούσε να δώσει απάντηση σε αυτό όπως και σε πολλά άλλα παρόμοια διλήμματα.

Κατά παράδοση, πάγια θρησκευτική απάντηση σε κά­θε ανακολουθία ήταν ότι η θεϊκή περέμβαση στο πλήρω­μα των ημερών θα μπορούσε να λύσει τις ενδεχόμενες δυ­σκολίες. Έ τσ ι, τις παραμονές της ανεξαρτησίας του Ισραήλ η εβραϊκή διανόηση δεν είχε καν αρχίσει να αντι­

Page 90: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

92 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

μετωπίζει το πρόβλημα του πώς να συμφιλιώσει τον ιου­δαϊκό νόμο με τις ανάγκες ενός σύγχρονου κράτους. Ούτε είχε αποδεχθεί πλήρως την ίδια την ιδέα μιας εβραϊκής πολιτικής ανεξαρτησίας που μπορούσε να επέλθει μέσω ανθρώπινης δράσης.

Μη διαθέτοντας μία κεντρική θρησκευτική αυθεντία εξουσιοδοτημένη να δίνει τελικές δεσμευτικές απαντήσεις σε θρησκευτικά ζητήματα, ο Ιουδαϊσμός χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό πλουραλισμού και είναι ανοιχτός σε πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Επομένως, μολονότι υπο­χρεωμένος να αναζητήσει συνολικά απαντήσεις στα π ιε­στικά προβλήματα που ένα δημοκρατικό κράτος έθετε στη θρησκεία, καμία ομόφωνη λύση δεν μπορούσε να δοθεί. Ως εκ τούτου ο Ιουδαϊσμός, ο Σιωνισμός και η δημοκρατία μπορούσαν να είναι εξίσου συμβατοί, εν μέρει συμβατοί ή ασύμβατοι, ανάλογα με το ποιος ερμήνευε οιονδήποτε από τους τρεις όρους. Αρκετοί θρησκευτικοί διανοητές, πράγματι, ανέλαβαν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα τους μήνες που προηγήθηκαν της ανεξαρτησίας, αλλά όλοι εντέλει απέτυχαν να σταθούν στο ύψος της περίστασης.

Η φύση των απαντήσεων που ζήτησε ο Σιωνισμός από τη θρησκευτική ηγεσία δείχνει πόσο διαφορετικές λύσεις μπορούν να δοθούν σε οιοδήποτε ζήτημα πολιτικής ση­μασίας στον Ιουδαϊσμό. Από θρησκευτική άποψη, ο Σιω­νισμός έθεσε ένα θεολογικό πρόβλημα. Αντικαθιστώντας τη θεϊκή παρέμβαση με την ανθρώπινη δράση, ανέτρεπε το βασικό εσχατολογικό όραμα του Ιουδαϊσμού και το στόχο της συλλογικής σωτηρίας που το διέπνεε. Κατά συνέπεια, οι Σιωνιστές προκάλεσαν δύο ειδών αντιδρά­σεις από μέρους των θρησκευόμενων Εβραίων. Η πρώτη ήταν η πλήρης απόρριψη και εναντίωση στην ίδρυση ενός κοσμικού, σύγχρονου ιουδαϊκού κράτους. Τη θέση αυτή υιοθέτησαν οι υπερορθόδοξοι Εβραίοι, πολλοί από τους οποίους το 1912 οργανώθηκαν ως πολιτικό κόμμα, την Α γ ο υ δ ά θ Ι σ ρ α έ λ 2. Η δεύτερη ήταν μια προσπάθεια να

Page 91: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 93

συμφιλιωθούν οι δύο θέσεις: αποτέλεσμα ήταν ο θρη­σκευτικός Σιωνισμός, που ενοποιήθηκε υπό το έμβλημα δύο κομμάτων ( Μ ιζ ρ α χ ί και Χ α π ο έ λ Χ α μ ιζ ρ α χ 0 , τα οποία αργότερα συνέκλιναν για να σχηματίσουν το Εθνι­κό Θρησκευτικό Κόμμα (Μ α φ ν τ ά λ ) στη δεκαετία του ’50.

Ενώ η θρησκευτική εναντίωση στη δημιουργία ενός ισ- ραηλινού κράτους σήμαινε ότι όσοι προσυπέγραφαν αυτή την άποψη αρνούνταν από θέση αρχής να συμμετάσχουν στη σιωνιστική προσπάθεια, ο θρησκευτικός Σιωνισμός σήμαινε μια συνολική επανεπεξεργασία του εσχατολογι- κού οράματος της απολύτρωσης στην ιουδαϊκή παράδο­ση. Αυτό το νέο όραμα αντιμετώπιζε την εδραίωση της ιουδαϊκής κυριαρχίας στη γη του Ισραήλ (ή τουλάχιστον ένα μέρος της) ως το πρώτο βήμα της απολύτρωσης, όπου η έλευση του Μεσσία δεν θα ήταν το εναρκτήριο γε­γονός αλλά το αποκορύφωμά της. Η σιωνιστική προσπά­θεια γινόταν ως εκ τούτου αντιληπτή σαν «το χάραμα της απολύτρωσης». Έτσι, σε αντίθεση με άλλα σιωνιστικά κινήματα που έβλεπαν το εγχείρημα της ίδρυσης κράτους με καθαρά κοσμικούς όρους, οι θρησκευόμενοι Σιωνιστές προσπαθούσαν να διασφαλίσουν ότι το κράτος θα διατη­ρούσε στον μέγιστο δυνατό βαθμό τη θρησκευτική παρά­δοση. Για τους θρησκευόμενους Σιωνιστές, σκοπός του Σιωνισμού δεν έπρεπε να είναι μόνο η «συγκομιδή των εξορίστων» αλλά και η επαναφορά των εξόριστων στην παράδοση ως προϋπόθεση για την έλευση του Μεσσία. Και αυτό σήμαινε ότι το μελλοντικό κράτος όφειλε να δε- σμευθεί ενεργά στην επιβολή της θρησκευτικής παράδο­σης σε μια κυρίαρχη ιουδαϊκή πολιτεία.

Οι θρησκευόμενοι Σιωνιστές ενώθηκαν με το σιωνιστι- κό κίνημα ήδη τις ημέρες πριν από την ίδρυση του κρά­τους , και αυτή η συμμετοχή στον αγώνα για ανεξαρτησία έδειχνε ότι μια σύγκρουση επρόκειτο σύντομα να επέλθει σχετικά με το χαρακτήρα του κράτους, εκτός εάν οι θέ­σεις τους προσαρμόζονταν σε πιο κοσμικές αντιλήψεις.

Page 92: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

94 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Από την άλλη, η αμφιθυμία των υπέρμαχων της εκκοσμί­κευσης απέναντι στη θρησκεία έδειχνε ότι στην πραγμα­τικότητα ήταν δυνατός ένας συμβιβασμός στον προσδιο­ρισμό του χαρακτήρα του κράτους, αφού για τους κοσμι­κούς Σιωνιστές η θρησκεία δεν ήταν κάτι το οποίο μπο­ρούσε να εγκαταλειφθεί πλήρως3.

Επιπλέον, οι ιστορικές συγκυρίες άμβλυναν την αντι- σιωνιστική θρησκευτική θέση στο ζήτημα ενός ιουδαϊκού κράτους και έφεραν τους υπερορθόδοξους σε θέση πιο ενεργητικής συμμετοχής στη σιωνιστική οικοδόμηση του κράτους. Την επαύριο του Ολοκαυτώματος, κι ενόσω κο- ρυφωνόταν η σύγκρουση ανάμεσα σε Εβραίους και Άρα­βες στο προτεκτοράτο της Παλαιστίνης, η σιωνιστική ηγε­σία ένιωθε υποχρεωμένη να εξασφαλίσει την ενότητα του ιουδαϊκού λαού στην υποστήριξη ενός ιουδαϊκού κρά­τους. Οι υπερορθόδοξες φατρίες από την άλλη μεριά άρ­χισαν να βλέπουν υπό λιγότερο αρνητικό φως ένα ιουδαϊ­κό κράτος, σαν μια ευκαιρία να προσφέρουν άσυλο στο ποίμνιό τους το οποίο είχε αφανιστεί σχεδόν ολοκληρωτι­κά από το Ολοκαύτωμα στην ανατολική Ευρώπη. Ειδικά στο φως των τραγικών γεγονότων του Ολοκαυτώματος που σχεδόν εκμηδένισε τον ευρωπαϊκό Ιουδαϊσμό, η δη­μιουργία ενός ιουδαϊκού κράτους, παρότι σε αντίθεση με τις παραδοσιακές θρησκευτικές απόψεις, γινόταν εν πάση περιπτώσει αντιληπτή ως θεϊκό σημείο στο οποίο δεν θα έπρεπε να αντιτεθούν. Τπό αυτές τις συνθήκες, η Α γ ο υ - δ ά θ Ισ ρ α έλ ζήτησε εγγυήσεις από την κοσμική σιωνιστική ηγεσία τον Ιούνιο του 1947 ότι το επερχόμενο κράτος θα διασφάλιζε κάποια βασικά θρησκευτικά αιτήματα. Σε αντάλλαγμα αυτών των εγγυήσεων, οι υπερορθόδοξοι υποσχέθηκαν να μην αντιπαραταχθούν στη δημιουργία ιουδαϊκού κράτους. Για χάρη της ενότητας, οι εγγυήσεις αυτές δόθηκαν σε μια επιστολή η οποία επρόκειτο αργό­τερα να αναφέρεται ως θεμελίωση του θρησκευτικού κα­θεστώτος του Ισραήλ4.

Page 93: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 95

Το καθεστώς αυτό αναφέρεται κυρίως στις συμφωνίες που αφορούν τη θρησκεία οι οποίες έγιναν τις παραμονές της ανεξαρτησίας. Πιο ειδικά, οι θρησκευόμενοι ενδιαφέ- ρονταν για τέσσερα βασικά ζητήματα:

— η δικαιοδοσία επί θεμάτων γάμου και διαζυγίου να παρα- μείνει στα θρησκευτικά δικαστήρια·— η θρησκευτική εκπαίδευση μέσω του ανεξάρτητου σχολικού τους συστήματος να μην επηρεαστεί από την ίδρυση του κρά­τους και να συνεχίσει να λειτουργεί όπως πριν— οι θρησκευτικές αργίες να γίνονται σεβαστές και να υιοθετη­θούν από το κράτος ως εθνικές αργίες·— οι ιουδαϊκοί κανόνες διατροφής να επιβληθούν σε όλες τις δημόσιες κυβερνητικές συνεστιάσεις.

Παρότι αυτές οι υποσχέσεις δεν ήταν επ’ ουδενί νομικά δεσμευτικές, αφού δόθηκαν από το Εκτελεστικό Συμβού­λιο της Ιουδαϊκής Αντιπροσωπείας και όχι από την κυ­βέρνηση ενός κυρίαρχου κράτους, οι εν λόγω συμφωνίες άσκησαν ένα βαθμό επιρροής στην έκβαση της συνταγμα­τικής διαμάχης και αποτέλεσαν εντέλει μία από τις κύ­ριες πηγές σύγκρουσης ανάμεσα σε θρησκευόμενους και υπέρμαχους της εκκοσμίκευσης σε ολόκληρη την ιστορία του κράτους του Ισραήλ.

Δημιουργία κράτους χωρίς σύνταγμα

Η Διακήρυξη Ανεξαρτησίας του Ισραήλ κάνει ρητή αναφο­ρά στο ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών για το διαμελισμό της Παλαιστίνης, το οποίο απαιτούσε από τα νεοϊδρυθέ- ντα κράτη να προκηρύξουν εκλογές για συντακτική συνέ­λευση, με το καθήκον να επεξεργαστεί αυτή ένα δημοκρα­τικό σύνταγμα. Ωστόσο, αρκετοί παράγοντες εμπόδισαν οποιαδήποτε προσπάθεια να δοθεί σύνταγμα στο κράτος

Page 94: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

% ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

του Ισραήλ. Γεννημένο εν μέσω ενός πολέμου για την επι­βίωση, το νέο κράτος δεν μπορούσε να ασχοληθεί με το συνταγματικό ζήτημα μέχρι τον Φεβρουάριο του 1949, σχεδόν ένα χρόνο μετά την ανεξαρτησία. Η προσωρινή κυβέρνηση αντ’ αυτού είχε να διεξαγάγει αποτελεσματικά έναν πόλεμο και να εξασφαλίσει τη μέγιστη δυνατή ενό­τητα και συνοχή στο πατριωτικό μέτωπο, παρά τις δύσκο­λες διαιρέσεις που χαρακτήριζαν τους Γ ισ ο ύ β . Μία πηγή δυνητικής εσωτερικής διάσπασης ήταν ακριβώς ο ρόλος της ιουδαϊκής θρησκευτικής παράδοσης στο νέο κράτος.

Έτσι, το κράτος έπρεπε αμέσως να εγγυηθεί ότι αρκε­τές απαιτήσεις των θρησκευτικών κομμάτων θα ικανοποι­ούνταν: οι κανόνες διατροφής θα γίνονταν σεβαστοί στο στράτευμα κι εν συνεχεία σε όλους τους δημόσιους θε­σμούς. Επιπλέον, οι θρησκευτικές αργίες έγιναν αμέσως εθνικές ημέρες ανάπαυσης. Η δομή του θρησκευτικού δι­καστηρίου που είχε αφεθεί άθικτη από το οθωμανικό και το βρετανικό προτεκτοράτο διατηρήθηκε επίσης, διασφα­λίζοντας έτσι ότι τα θρησκευτικά δικαστήρια θα κρατού­σαν τη δικαιοδοσία επί προσωπικών ζητημάτων όπως ο γάμος και το διαζύγιο. Η ραββινεία εξουσιοδοτήθηκε επί­σης με αρμοδιότητα σε αρκετές ζωτικές δημόσιες λειτουρ­γίες, περιλαμβανομένης της επιθεώρησης για την εφαρμο­γή των κανόνων διατροφής σε δημόσιους χώρους. Όλες αυτές οι εξελίξεις έλαβαν χώρα τους πρώτους λίγους μή­νες της ανεξαρτησίας, ενόσω ο πόλεμος μαινόταν. Επιπλέ­ον, οι προσωρινές αρχές υιοθέτησαν αρκετά μέτρα (που αργότερα επικυρώθηκαν από το νεοεκλεγέν κοινοβούλιο) τα οποία παγίωσαν όλους τους βασικούς κρατικούς θε­σμούς και διασφάλισαν μια ομαλή μετάβαση με διατήρη­ση ολόκληρου του σώματος των νόμων του προτεκτορά­του . Όταν η συντακτική συνέλευση συνήλθε τον Φεβρουά­ριο του 1949, υπήρχαν έτσι ελάχιστα πράγματα να κάνει στο επίπεδο της εγκαθίδρυσης θεσμών, εκτός από το να επισημοποιήσει με νομοθεσία ό.τι ήταν ήδη εδραιωμένο

Page 95: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 97

στην πράξη μέσα από ποικίλα διατάγματα των προσωρι­νών αρχών. Η κατάσταση αυτή είχε μια σημαντική συνέ­πεια: δεν υ7τήρχε άμεση και επείγουσα ανάγκη να γραφτεί ένα σύνταγμα αφού ο βασικός σκελετός του κράτους υπήρχε ήδη, με θεσμούς και υπηρεσίες θεσμοθετημένους και σε πλήρη λειτουργία. Παράλληλα, οι συμφωνίες που πήγασαν από την ανάγκη να ικανοποιηθούν θρησκευτικές απαιτήσεις θα έθεταν αρκετές πρακτικές δυσχέρειες στην επεξεργασία ενός δυτικού τύπου γραπτού συντάγματος. Πολλές από τις συμφωνίες ανάμεσα στους θρησκευόμε­νους και τους υπέρμαχους της εκκοσμίκευσης προφανώς δεν θα μπορούσαν να περάσουν από μια κατοχυρωμένη διακήρυξη δικαιωμάτων που τα δικαστήρια θα ήταν σε θέ­ση να επιβάλουν με την ισχύ της δικαστικής εξουσίας, εκτός εάν το συγκεκριμένο καθεστώς μπορούσε να κατο­χυρωθεί ως μέρος του συντάγματος και κατά συνέπεια να προστατευθεί από ενδεχόμενη δικαστική παρείσδυση.

Ωστόσο, υπήρχε ένας επιπλέον λόγος που ενεργούσε κατά του συντάγματος. Η αποδοχή μιας διακήρυξης δι­καιωμάτων, ελέγχων και εξισορροπήσεων και άλλων τυπι­κών στοιχείων μιας κατά τα δυτικά πρότυπα περιοριζόμε- νης διακυβέρνησης θα γινόταν εμπόδιο στην ικανότητα της κυβέρνησης να χειρίζεται αποτελεσματικά τις απειλές κατά της ασφάλειάς της και τη διαρκή κατάσταση έκτα­κτης ανάγκης στην οποία βρέθηκε το νέο κράτος. Θα μπο­ρούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι και τα δύο εμπόδια, τόσο τη θρησκεία όσο και την ασφάλεια, ήταν δυνατό να τα διαχειριστούν στο πλαίσιο ενός συντάγματος. Αλλά η επικρατούσα πολιτική κουλτούρα εκείνη τη στιγμή εμπό­δισε να υπάρξει οποιαδήποτε σοβαρή αντιπαράθεση5. Ιδίως μετά τις πρώτες ετοιμασίες για ένα προσχέδιο συ­ντάγματος, ο πρωθυπουργός Νταβίντ Μπεν-Γκουριόν έκανε σαφές ότι ήταν αντίθετος σ’ ένα σύνταγμα. Οι λόγοι γι’ αυτή του τη θέση, πέρα από τα ρητορικά επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια της συνταγματικής

Page 96: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

98 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

διάσκεψης του 1940-50, ήταν ότι ο Μπεν-Γκουριόν και το κόμμα του, το Μ α π ά ι, είχε υπόψη του διακυβέρνηση χωρίς σύνταγμα. Ένα σύνταγμα θα επέβαλλε ελέγχους και εξι­σορροπήσεις θέτοντας όρια στις εξουσίες της κυβέρνησης, κάτι που ο Μ πεν-Γκουριόν προτιμούσε ν’ αποφύγει6. Όπως υποστήριξε ο Ελιέζερ Ντον-Γεϊγιά,

Ο κεντρικός ρόλος του κράτους [...] συνδέθηκε έτσι απολύτως με το προσφιλές ιδεώδες της εθνικής ενότητας και τις διαδικα­σίες της «δημιουργίας έθνους». Ο ζωτικός χαρακτήρας του κράτους σε αυτή τη διαδικασία οφειλόταν στο ότι ήταν ο μόνος αληθινά ενοποιητικός παράγοντας για τον ιουδαϊκό λαό τόσο στο πολιτικό όσο και στο συμβολικό επίπεδο. Μόνο το κράτος είχε τη δύναμη και την εξουσία να υπερβαίνει τις εσωτερικές έριδες και τις συγκρούσεις συμφερόντων. Μόνο το κράτος μπο­ρούσε να προσφέρει στα διάφορα τμήματα του ιουδαϊκού πλη­θυσμού κοινώς αποδεκτά σύμβολα εθνικής ταυτότητας και αλ­ληλεγγύης7.

Η έλλειψη ισχυρής φιλελεύθερης κουλτούρας μεταξύ των ιδρυτών έπαιξε έτσι κάποιο ρόλο στην τελική άρνηση να υιοθετήσουν ένα σύνταγμα. Ενόψει του γεγονότος ότι το ισχυρότερο κόμμα και οι ηγέτες του δεν θεωρούσαν ζωτι­κό ένα σύνταγμα, τα θρησκευτικά κόμματα συμφώνησαν πολύ περισσότερο αφού φοβούνταν ότι ένα σύνταγμα μπορεί να έθετε σε κίνδυνο το ρόλο που ήθελαν το νέο κράτος να δώσει στη θρησκεία.

Επιπλέον, τόσο οι θρησκευόμενοι όσο και οι υπέρμα- χοι της εκκοσμίκευσης προτιμούσαν μια εύκαμπτη συμ­φωνία πάνω στα θρησκευτικά ζητήματα δεδομένου ότι έβλεπαν το καθεστώς ως προσωρινό, και αμφότεροι ήλπι- ζαν ότι οι μελλοντικές αλλαγές στη δημογραφική ισορρο­πία της χώρας θα άλλαζαν τα δεδομένα προς όφελος της δικής τους πλευράς. Έτσι, αντί να αναζητήσουν έναν συ­νταγματικό διακανονισμό των θρησκευτικών ζητημάτων,

Page 97: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 99

τα θρησκευτικά κόμματα και το Μ α π ά ι συνασπίστηκαν για να υπονομεύσουν οποιαδήποτε προσπάθεια υιοθέτη­σης συντάγματος. Αλλά η σύγκλιση συμφερόντων των θρησκευομένων και του Μ α π ά ι ήταν πρόσκαιρη και έδρα­σε ως προάγγελος των κατοπινών συγκρούσεων. Η κατά­σταση που διαμορφώθηκε από τη συνταγματική διάσκε­ψη άφησε το ζήτημα της θρησκείας και του κράτους ου­σιαστικά ανοιχτό, και εξέθεσε το ρόλο της θρησκείας εντός της δημόσιας σφαίρας σε συνεχείς συγκρούσεις και επαναρρυθμίσεις τα χρόνια που μεσολάβησαν. Όμως το αντικείμενο της διαμάχης και η ένταση της σύγκρουσης άλλαξαν με την πάροδο του χρόνου. Στο επόμενο μέρος θα σκιαγραφήσουμε τα δύο κύρια ζητήματα που άπτο- νται των σχέσεων θρησκείας και δημοκρατίας στο Ισραήλ. Το ένα ζήτημα είναι ο ορισμός του ποιος είναι Εβραίος, το άλλο η λύση στην ισραηλοπαλαιστινιακή σύγκρουση για τις περιοχές της Δυτικής 'Οχθης και της Γάζας. Έτσι, το πρώτο ζήτημα σχετίζεται με την ταυτότητα του ιου­δαϊκού λαού ως μελών του κράτους τού Ισραήλ (είτε πραγματικών είτε δυνητικών, μέσω του δικαιώματος της επιστροφής). Το δεύτερο ζήτημα συνδέεται με την ταυτό­τητα του ιουδαϊκού κράτους και τη φύση του πολιτικού του καθεστώτος απέναντι στους υπηκόους του.

Ταυτότητα: ποιος είναι Εβραίος;

Μία από τις κύριες δυσκολίες στη διαμόρφωση μιας ιου­δαϊκής δημοκρατίας υπήρξε η αναζήτηση ενός νομικού ορισμού για το ποιος είναι Εβραίος. Παρότι το Ισραήλ εί­χε αυτοανακηρυχθεί δημοκρατία με τη Διακήρυξη Ανε­ξαρτησίας που εξέδωσε το 1948, το Ισραήλ ορίζει επίσης τον εαυτό του ως ιουδαϊκό κράτος. Προς υλοποίηση ενός από τους κεντρικούς στόχους του Σιωνισμού, το Κ ν ε σ έ τ πέρασε το 1950 το Νόμο της Επιστροφής (4.L.S.I.114) που

Page 98: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

100 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

απονέμει αυτόματα την υπηκοότητα σε οποιονδήποτε Εβραίο θέλει να έρθει και να ζήσει στο Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Μπεν-Γκουριόν, το δικαίωμα των Εβραίων να επ ι­στρέφουν στη γη ήταν μια εγγενής συνιστώσα της ιουδαϊ­κής ύπαρξης, η ίδια η ουσία της ιουδαϊκότητας. Αντίστοι­χα, το κράτος θα έπρεπε να διευκολύνει την επιστροφή των Εβραίων παρέχοντας νομική αναγνώριση σε αυτό το δικαίωμά τους.

Ο συνδυασμός μιας σύγχρονης νομικής έννοιας όπως η υπηκοότητα και της αρχαίας ιδέας του ανήκειν σε ένα έθνος μέσα από τη θρησκευτική προσχώρηση θέτει σοβα­ρά προβλήματα στη δημοκρατική εφαρμογή της συμμετο­χής σε μια πολιτική κοινότητα. Στον Ιουδαϊσμό,η συμμε­τοχή προσκτάται μέσω της συγγένειας, με τη γέννηση από ιουδαία μητέρα ή με τον θρησκευτικό προσηλυτισμό. Σε μια δημοκρατία, η συμμετοχή θεμελιώνεται στη συναί­νεση (ενεργή προσχώρηση σε μια πολιτική κοινότητα μέ­σω της μετανάστευσης και της ιθαγένειας, παραδείγμα­τος χάρη), στη γέννηση εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους (ius soli) ή την καταγωγή (ius sanguini). Ωστόσο, η καταγωγή είναι το πιο ασθενές από τα τρία κριτήρια, αφού το δικαίωμα της υπηκοότητας σε μια χώρα χάνει την ισχύ του από γενεά σε γενεά όταν οι απόγονοι ενός πολίτη ζουν σε ξένες χώρες. Απεναντίας, ο ius soli είναι συνήθως το ισχυρότερο δικαίωμα. Ακόμη όμως και όταν ο ius soli συνδυάζεται με τον ius sanguini, η κατανόηση της ιδέας της εθνικότητας είναι κενή οποιουδήποτε θρη­σκευτικού περιεχομένου.

Το Ισραήλ απεναντίας εδραίωσε έναν ισχυρό δεσμό ανάμεσα στον νομικό ορισμό της υπηκοότητας και μια θρησκευτική κατανόηση της εθνικής ταυτότητας8. Αποτέ­λεσμα ήταν ότι η ιουδαϊκή ταυτότητα του κράτους, ο δη­μοκρατικός του χαρακτήρας και η θρησκευτική κατανόη­ση του ανήκειν στον ιουδαϊκό λαό ενεπλάκησαν αναπό­δραστα σε μια συνεχή διαμάχη. Αναγνωρίζοντας σε κάθε

Page 99: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 101

Εβραίο το δικαίωμα να αποκτά ισραηλινή υπηκοότητα, το δίκαιο της επιστροφής πυροδότησε μια διαδικασία μέσω της οποίας ένα σύνολο νομικών δικαιωμάτων και καθη­κόντων απονέμονται σε άτομα χάρη σε ένα κριτήριο, την ιδιότητα μέλους του ιουδαϊκού έθνους, στο οποίο είχε κατά παράδοση μονοπώλιο ο θρησκευτικός νόμος. Έτσι, ένα θρησκευτικό υπόβαθρο για την εθνικότητα έχει ορίσει μια κατάσταση όπου είναι αδύνατο είτε να απεμπλακεί η θρησκεία από την πολιτική είτε να θεμελιωθεί η υπηκοό­τητα σε κοσμικά κριτήρια, με συνέπεια τον κίνδυνο των διακρίσεων.

Ο κοσμικός χαρακτήρας του κράτους από την άλλη με­ριά έχει αποτρέψει την υιοθέτηση αυστηρά θρησκευτικών κριτηρίων για την απονομή υπηκοότητας9. Η φρασεολο­γία του νόμου της επιστροφής είναι τέτοια ώστε πολλά άτομα τα οποία δεν είναι Ιουδαίοι από αυστηρά θρη­σκευτική άποψη μπορούν επίσης να απολαύουν το δικαί­ωμα της επιστροφής ως Εβραίοι. Όμως η ύπαρξη θρη­σκευτικών δικαστηρίων και το ουσιαστικό τους μονοπώ­λιο στις προσωπικές υποθέσεις υπονοούν ότι τα άτομα που θεωρούνται ως Εβραίοι από το κράτος μπορεί να μην είναι κατ’ ανάγκη τέτοιοι σε ένα θρησκευτικό δικαστήριο.

Η υποβόσκουσα κρίση δεν άργησε να ξεσπάσει. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 το ερώτημα «Ποιος είναι Εβραίος;» έρχεται κατά καιρούς στην επιφάνεια στις εθνικές αντιπαραθέσεις, συχνά με οξύτητα. Μολονότι με αφορμή διαφορετικά ζητήματα, το ερώτημα επικεντρώνε­ται σε: θρησκευτική εναντίον της κοσμικής κατανόησης· ατομική εναντίον της συλλογικής ερμηνείας· προσηλυτι­σμούς· κανόνες διατροφής και δημόσια διασκέδαση· Ισραήλ εναντίον της Διασποράς.

Την εκλογική εκστρατεία του 1988 κατέτρυχε η οδυνη­ρή σύγκρουση γύρω από το ερώτημα «Ποιος είναι Εβραί­ος ;» Σε απάντηση στις προσπάθειες αρκετών θρησκευτι­κών κομμάτων να τροποποιήσουν το νόμο της επιστροφής

Page 100: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

102 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ώστε να απαιτεί από το κράτος την επιβολή α π ο κ λ ε ισ τ ι­κ ά θρησκευτικών κριτηρίων για την απονομή υπηκοότη­τας σε Εβραίους, οι κοινότητες της διασποράς ανέλαβαν ενεργητικό ρόλο στην εκστρατεία και αργότερα κατά τα στάδια του συνασπισμού στις διαπραγματεύσεις ώστε να εμποδίσουν να υλοποιηθεί οποιαδήποτε τέτοια αλλαγή.

Το Ανώτατο Δικαστήριο έπρεπε να εκδικάσει την αί­τηση ενός πολωνού μοναχού, του Όσβαλντ Ρουφάιζεν, να του παραχωρηθεί υπηκοότητα βάσει του ότι ήταν Εβραί­ος στην εθνικότητα μολονότι Καθολικός στο θρήσκευμα. Το δικαστήριο αποφάσισε ότι κριτήριο για την εκδίκαση της περίπτωσης Ρουφάιζεν έπρεπε να είναι η κατανόηση του όρου από τον μέσο άνθρωπο και συμπέρανε ότι ένας προσήλυτος σε άλλη θρησκεία δεν μπορούσε, από αυτή την άποψη, να θεωρείται Εβραίος. Με την απόφασή του, το δικαστήριο έκανε σαφές ότι θρησκεία και εθνικότητα δεν μπορούσαν να διαχωριστούν. Την ίδια στιγμή, χρησι­μοποιώντας ένα κριτήριο το οποίο βασιζόταν στις δημό­σιες αντιλήψεις, το δικαστήριο αγνόησε τον θρησκευτικό νόμο ως δεσμευτική πηγή για την περίπτωση. Η ειρωνεία είναι ότι αν δεν τον είχε αγνοήσει, ο Ρουφάιζεν, ένας κα­θολικός μοναχός, θα δικαιούνταν αναγνώριση ως Εβραίος βάσει του νόμου της επιστροφής (κάτι που ο θρησκευό­μενος υπουργός Εσωτερικών δεν ήταν έτοιμος να κάνει).

Στην περίπτωση Σάλιτ10, το δικαστήριο αντιμετώπισε ένα παρόμοιο πρόβλημα όταν ένας αξιω ματικός του στρατού που ήταν παντρεμένος με μη εβραία γυναίκα ζή­τησε τα παιδιά του να εγγραφούν στα μητρώα ως Εβραί­οι λόγω της εθνικότητας και μόνο, ανεξαρτήτως της θρη­σκείας. Αυτή τη φορά, παρότι το αίτημα του Σάλιτ ήταν σχεδόν όμοιο με του Ρουφάιζεν, το δικαστήριο έγειρε στην αντίθετη πλευρά και έκρινε υπέρ του Σάλιτ. Αν και η αιτιολογία βασίστηκε αυστηρά σε υπηρεσιακές διαδι­κασίες και απέφυγε προσεκτικά να θίξει τα ουσιώδη ζη­τήματα, η λογική πίσω της ήταν ίδια με την περίπτωση

Page 101: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 103

Ρουφάιζεν, αφού ήταν ακριβώς μια γενική κατανόηση βα­σισμένη στη δημόσια αντίληψη η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση υπερέβη τα θρησκευτικά κριτήρια. Ενώ στην πρώτη περίπτωση ο προσφεύγων ήταν Εβραίος κατά τον θρησκευτικό νόμο αλλά όχι Εβραίος σύμφωνα με τη δη­μόσια αντίληψη, στη δεύτερη περίπτωση οι προσφεύγο- ντες δεν ήταν Εβραίοι βάσει του θρησκευτικού νόμου αλ­λά γίνονταν ως τέτοιοι αντιληπτοί από την κοινωνία. Η απόφαση στην περίπτωση Σάλιτ υπαγόρευσε μια τροπο­ποίηση του νόμου της επιστροφής η οποία ανέτρεψε δρα­στικά το δεδομένο για μελλοντικές περιπτώσεις.

Στην περίπτωση Μίλερ11, το δικαστήριο ασχολήθηκε με προσηλυτισμούς που διενεργήθηκαν από μη ορθόδοξες αρχές και έκανε δεκτό το αίτημα ενός προσηλύτου να αναγνωρίσει το κράτος προσηλυτισμούς οι οποίοι έχουν γίνει στο εξωτερικό χωρίς να αμφισβητήσει τη θρησκευτι­κή αρμοδιότητα των εμπλεκόμενων ραββίνων. Ακόμα μία φορά η απόφαση απέφυγε προσεκτικά να απαντήσει άμεσα το ερώτημα «Ποιος είναι Εβραίος;» παρόλο που δημιούργησε ένα προηγούμενο για πιο πρόσφατες αντι­δικίες στη δεκαετία του ’90, όταν μη ορθόδοξα κινήματα προσπάθησαν να πιέσουν για αναγνώριση των θρησκευτι­κών τους αρχών αυτή τη φορά μ έ σ α στο κράτος.

Στην περίπτωση Ράσκιν12, το δικαστήριο είχε να εκδι- κάσει την προσφυγή μιας χορεύτριας της κοιλιάς από την Ιερουσαλήμ. Η περίπτωση αφορούσε μια υποτιθέμενη αθέτηση συμβολαίου εις βάρος της προσφεύγουσας. Οι αθετήσεις συμβολαίων εμφανώς δεν οφείλονταν στην έλ­λειψη ικανοτήτων εκ μέρους της αλλά στο γεγονός ότι οι συνήθεις εργοδότες της (ξενοδοχεία και εστιατόρια) είχαν απειληθεί από τις θρησκευτικές αρχές ότι θα χάσουν το πιστοποιητικό κ α σ ρ ο ύ τ 13 εάν συνέχιζαν να προσφέρουν «άσεμνα θεάματα» στο περιβάλλον όπου σερβιρόταν δείπνο. Εξετάζοντας την υπόθεση, το δικαστήριο όφειλε ακόμα μία φορά να βρει μια ισορροπία ανάμεσα στους

Page 102: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

104 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

θρησκευόμενους και τα αιτήματα για μια κοσμική αντίλη­ψη της κοινωνίας. Οι θρησκευτικές αρχές σε αυτή την π ε­ρίπτωση ήθελαν να εξασφαλίσουν ότι ορισμένα θεάματα δεν θα υπάρχουν, και χρησιμοποίησαν το πιστοποιητικό κ α σ ρ ο ύ τ γ ια να το πετύχουν. Η εργαζόμενη από την άλλη μεριά προσπαθούσε να διατηρήσει μια πηγή βιοπορισμού μέσα από παραστάσεις οι οποίες, μολονότι προσέβαλλαν ορισμένες θρησκευτικές αντιλήψεις, σήμερα είναι απολύ- τως αποδεκτές στο ευρύτερο κοινό. Αποφασίζοντας υπέρ της χορεύτριας της κοιλιάς, το δικαστήριο έκανε σαφές ότι τα πιστοποιητικά κ α σ ρ ο ύ τ εκδίδονται από τις θρη­σκευτικές αρχές κατά παραχώρηση ενός κ ο σ μ ικ ο ύ νόμου και ως εκ τούτου δεν ήταν υποκείμενα σε θρησκευτική ανάγνωση του νόμου. Η κ α σ ρ ο ύ τ περιοριζόταν στην τρο­φή και τους τρόπους με τους οποίους η τροφή παρασκευ­αζόταν, τίποτα λιγότερο αλλά και τίποτα περισσότερο.

Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν σαφώς τον προβλη­ματικό ρόλο της θρησκείας στο Ισραήλ, στη σφαίρα των σχέσεων μεταξύ Εβραίων. Εν συνεχεία θα δούμε το ρόλο που έπαιξε η θρησκεία στον προσδιορισμό της ταυτότη­τας του Ιουδαϊκού Κράτους ως δημοκρατίας έναντι των Παλαιστινίων.

Γη: καταχτημένη ή απελευθερωμένη;

Μία επιπλέον συνιστώσα της δύσκολης σχέσης ανάμεσα στη θρησκεία και τη δημοκρατία δημιουργήθηκε ως απο­τέλεσμα του νικηφόρου Πολέμου των Έ ξι Ημερών το 1967, όταν το Ισραήλ απέσπασε τη Δυτική Όχθη και άλλες περιοχές από τις παρακείμενες αραβικές χώρες. Τα συμ­βάντα τα σχετικά με τον πόλεμο είχαν όλα τα γνωρίσμα­τα που θα επέτρεπαν μια ανάγνωση σύμφωνη με το θρη­σκευτικό όραμα του «χαράματος της απολύτρωσης». Υπάρχουν δύο λόγοι γι’ αυτό. Πρώτ’ απ’ όλα ,τα γεγονότα

Page 103: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 105

εκείνη τη στιγμή έδειχναν ότι ο ιουδαϊκός λαός είχε μόλις μετά βίας διαφύγει τον όλεθρο και την καταστροφή στα χέρια των γειτόνων του, και μετέτρεψε έναν αφανισμό που θύμιζε Αποκάλυψη σε θριαμβευτική νίκη. Ο σαρωτι- κός χαρακτήρας της νίκης ενδυνάμωσε αυτό το αίσθημα δοκιμασίας και θλίψης που μεταστρέφεται σε αιφνίδιο θρίαμβο και ταίριασε με το κύριο βιβλικό πρότυπο των αφηγήσεων περί απολύτρωσης. Ο δεύτερος λόγος όμως είναι ακόμη πιο σημαντικός μακροπρόθεσμα: οι περισσό­τεροι από τους τόπους που έχουν ιερή σημασία για τον Ιουδαϊσμό βρίσκονται στη Δυτική Όχθη, η οποία είναι επίσης το λίκνο της βιβλικής Γης του Ισραήλ. Αν η δημι­ουργία κράτους το 1948 διαβάστηκε σαν το «χάραμα της απολύτρωσης», η κατάκτηση αυτού που γ ια πολλούς ήταν η ιουδαϊκή γη ερμηνεύθηκε ως περαιτέρω σημείο ενός θεϊκού σχεδίου που θα οδηγούσε τον ιουδαϊκό λαό στην τελική λύτρωση.

Για πολλά μέλη του θρησκευόμενου κοινού, η κατά­κτηση αυτών των περιοχών αποτελούσε συνεπώς μέρος του θεϊκού σχεδίου και η εγκατάλειψη της γης δεν ήταν πολιτική επιλογή. Παρότι ακόμα μία φορά ο Ιουδαϊσμός προσφέρει αρκετά ερμηνευτικά περιθώρια για να φτάσει κανείς και στο αντίθετο συμπέρασμα και να νομιμοποιή­σει έναν εδαφικό συμβιβασμό ακόμα και στην κοιτίδα του βιβλικού Ισραήλ, η άποψη ότι αυτές οι περιοχές πρέ­πει να καταστούν αναπόσπαστο μέρος του Ισραήλ επ ι­κράτησε στο θρησκευτικό στρατόπεδο14.

Η κατοχή των εδαφών θέτει δυσεπίλυτα ερωτήματα από αρκετές σκοπιές. Για την οπτική αυτού του κεφαλαί­ου, ωστόσο, μια θρησκευτική δικαίωση της κατάκτησης, του ελέγχου και της εγκατάστασης στη Δυτική Όχθη θέτει τον Ιουδαϊσμό σε πορεία σύγκρουσης με τη δημοκρατία. Το επιχείρημα είναι πολύ γνωστό. Η Δυτική Όχθη, με έναν πληθυσμό άνω του ενός εκατομμυρίου Παλαιστινίων, δεν μπορεί να προσαρτηθεί χωρίς να καταργήσει το

Page 104: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

106 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ισραήλ είτε ως δημοκρατία είτε ως ιουδαϊκό κράτος. Αν στους Παλαιστίνιους δινόταν πλήρης ιθαγένεια, σε λίγα χρόνια το κράτος θα είχε μια αραβική πλειοψηφία και θα έπαυε να είναι ιουδαϊκό στα γνωρίσματά του, στο χαρα­κτήρα και στο πνεύμα της νομοθεσίας του. Αν, από την άλλη μεριά, αρνιόταν να δώσει ιθαγένεια και πολιτικά δ ι­καιώματα στους Παλαιστίνιους προκειμένου να διατηρή­σει τον ιουδαϊκό χαρακτήρα του, το Ισραήλ θα βρισκόταν στη δυσάρεστη θέση να είναι δημοκρατία μόνο για τους Εβραίους και ένα καθεστώς απαρτχάιντ για τους υπόλοι­πους κατοίκους του.

Η εδαφική διαμάχη έχει προσκρούσει έτσι στη δύσκο­λη σχέση μεταξύ Ιουδαϊσμού και δημοκρατίας, αφού μια επεκτατιστική προσέγγισή της συνεπάγεται αναγκαία τη θυσία της μιας από τις δύο αρχές για χάρη της άλλης. Η δυσκολία αυτή επαναφέρει τη συζήτηση στα προβλήματα της ταυτότητας και του νοήματος ενός ιουδαϊκού κρά­τους. Διότι, για να είναι τα υ τ ό χ ρ ο ν α ιουδαϊκό κ α ι δημο­κρατικό , το κράτος πρέπει αναπόφευκτα να διατηρεί μια συντριπτική αναλογία Εβραίων στον πληθυσμό του , πράγμα που απαιτεί τόσο έναν εδαφικό συμβιβασμό όσο και ένα συμβιβασμό ως προς την ταυτότητα. Η αποτυχία του να προβεί και στα δύο στην πραγματικότητα δείχνει ότι σε ένα ιουδαϊκό κράτος δημοκρατία και θρησκεία δεν συμβαδίζουν. Η προϊούσα διαδικασία ειρήνευσης και η συνταγματική επανάσταση που επεκτείνει τα φιλελεύθε­ρα στοιχεία της δημοκρατίας εις βάρος των ιουδαϊκών του στοιχείων δείχνουν ότι η πρόκληση για το Ισραήλ την τελευταία δεκαετία παραμένει μια αναζήτηση για συμφι­λίωση των δύο ιδρυτικών του φιλοδοξιών, να είναι ταυτό­χρονα ιουδαϊκό και δημοκρατικό.

Page 105: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 107

Συμπέρασμα

Το κεφάλαιο αυτό εξέτασε τη δύσκολη σχέση ανάμεσα στη θρησκεία και τη δημοκρατία στο Ισραήλ. Μολονότι καθόλου εξαντλητική, αυτή η επισκόπηση επιχείρησε, μέ­σω της παρουσίασης του συνεχούς αγώνα που δίνεται ανάμεσα σε θρησκευόμενους και οπαδούς της εκκοσμί­κευσης στο κοινοβούλιο, στα δικαστήρια και στην κοινή γνώμη, να δείξει πόσο δύσκολο είναι να οριστεί ο αρμό- ζων ρόλος της ιουδαϊκής θρησκείας στη δημόσια σφαίρα μιας δημοκρατίας. Παρότι μπορεί να ανιχνευθεί μια αυξα­νόμενη συνειδητοποίηση των ατομικών πολιτικών δικαιω­μάτων στην ισραηλινή κοινωνία, η μόνη που μπορεί να εν­δυναμώσει τον δημοκρατικό χαρακτήρα του κράτους, εκείνο που δείχνει τούτη η συζήτηση είναι ότι οι κοσμικοί, φιλελεύθερης νοοτροπίας θεσμοί και άτομα βρίσκονται τα ίδια σε αμηχανία όταν επιχειρούν να αντιμετωπίσουν το ερώτημα της ιουδαϊκής ταυτότητας από νομική σκοπιά. Η κύρια δυσκολία βρίσκεται ακριβώς στη συνειδητή επίγνω­ση ότι η νομιμότητα σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα 7υηγά- ζει κυρίως από τη συναίνεση και όχι από την καταγωγή, αλλά και στην ταυτόχρονη ανησυχία απέναντι στο ενδεχό­μενο να απαλλαγούν από την καταγωγή ως κεντρικό προσδιοριστικό παράγοντα της συμμετοχής στην πολιτική κοινότητα. Η ιουδαϊκή εθνικότητα δεν μπορεί να αποσπα­στεί από τη θρησκευτική της παράδοση, ο συνδετικός χα­ρακτήρας της οποίας διατήρησε τους Εβραίους ως έθνος στη διάρκεια των αιώνων. Η δημιουργία μιας ιουδαϊκής εθνικής ταυτότητας που θα είναι εντελώς κενή από θρη­σκευτικές αναφορές δεν φαίνεται ικανοποιητική λύση. Έτσι, η πρόκληση του μέλλοντος έγκειται στη δύσκολη προσπάθεια να συμφιλιώσουν στη δημόσια σφαίρα, και όχι να ιδιωτικοποιήσουν, τα συγκρουόμενα κριτήρια της καταγωγής και της συναίνεσης ως προαπαιτούμενο για την πλήρη συμμετοχή στα πεπρωμένα του έθνους.

Page 106: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

108 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σημειώσεις

1. Πρβλ. Giora Goldberg, «Religious Zionism and the framing of a Constitution for Israel», στο Israel Studies, 3,1: Ανοιξη 1998, σ. 211-229.2. Για μια εξέταση των ποικίλων ιουδαϊκών αντιδράσεων στο Σιωνισμό, βλ. Aviezer Ravitzsky, Messianism Zionism, και Jewish Religious Radicalism, Σικάγο, University of Chicago Press, 1996. Βλ. κυρίως Κεφάλαιο 2 για τις εχθρικές αντιδράσεις απέναντι στο Σιωνισμό.3. Αυτή ήταν οπωσδήποτε και η θέση του Μπεν Γκουριόν, ο οποίος έκανε συχνή αναφορά σε θρησκευτικά σύμβολα ως ερ­γαλεία της εθνικής ταυτότητας. Πρβλ. Ilan Peleg, «Israel’s Constitutional Order and Kulturkampf: the Role of Ben- Gurion», στο Israel Studies, 3,1: Άνοιξη 1998, σ. 230-47.4. Πρβλ. Menahem Friedman, «The Structural Foundation for Religio-Political Accommodation in Israel: Fallacy and Reality», στο S. Ilan Troen & Noah Lucas (επιμ.), Israel: The First Decade, Albany, SUNI, 1995, σ. 51-82.5. Πρβλ. Ehud Sprinzak, «Elite Illegalism in Israel and the Question of Democracy», στο Ehud Sprinzak & Larry Diamond (επιμ.), Israel and Democracy under Stress: Boulder, Lynne Rienner Press, 1993, σ. 173-98. Βλ. επίσης Emanuel Rackman, Israel’s Emerging Constitution, Νέα Υόρκη, Columbia University Press, 1995.6. P. Strum, «The Road Not Taken: Constitutional Non-Decision Making in 1948-50 and its impact on Civil Liberties in the Israeli Political Culture», στο S. Ilan Troen & Noah Lucas, ό.π ., σ. 87: «Η μη υιοθέτηση συντάγματος [...] συμφωνούσε με την πολιτική που διείπε τη λήψη αποφάσεων στους γισούβ, που ήταν να αποφεύγονται όλες οι δυνητικά διασπαστικές αποφά­σεις οι οποίες δεν ήταν απολύτως αναγκαίες».7. Don-Yehiya, «Political Religion in a New State: Ben-Gurion’s Mamlachtiyut», στο S. Ilan Troen & Noah Lucas, ό .π ., a. 176.8. Πρβλ. Benjamin Beit-Hallahmi, «Back to the Fold: the Return to Judaism», στο Zvi Sobel και Benjamin Beit-Hallahmi

Page 107: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΙΣΡΑΗΛ 109

(επιμ.), Tradition, Innovation and Conflict, Albany SUNY, 1991, a. 153: «Νόμοι που αφορούν το καθεστώς της θρησκείας έγιναν και στο Ισραήλ, και ως προς αυτό είναι όπως πολλές ευρωπαϊ­κές χώρες. Εκείνο που είναι μοναδικό στο Ισραήλ είναι η επί­σημα κυρωμένη σχέση ανάμεσα στη θρησκεία, την εθνικότητα και τα πολιτικά δικαιώματα. Το να είσαι Εβραίος στο Ισραήλ συνεπάγεται ορισμένα προνόμια, οριζόμενα από το νόμο, στο βαθμό που οι Εβραίοι δεν αποτελούν μόνο μια θρησκευτική ομάδα αλλά επίσης μια εθνική ομάδα».9. Όπως έχει δραστικά επικυρώσει η τροποποίηση του 1970 του νόμου της επιστροφής. Πρβλ. Law of Return 1970, Amendment no. 2, 24 L.S.I. 28.10. Shalitv. Minister of Interior (1970), 23(2), P.D. 477.11. Miller v. Minister of Interior (1988), 40(4), P.D. 377.12. Raskin v. Jerusalem Religious Council, H.C. 465/89, 44(2), P.D. 673.13. Ο όρος κασρούτ αναφέρεται στη συμβατότητα των βρώσι­μων ουσιών με τις επιταγές των ιουδαϊκών κανόνων διατρο­φής. Οι θρησκευόμενοι έχουν την ευθύνη να ξέρουν εάν το φα­γητό που πρόκειται να καταναλώσουν πληροί τα καθορισμένα από τη θρησκεία κριτήρια, και τα εστιατόρια και ξενοδοχεία που θέλουν να πιστοποιηθούν ως κοσέρ πρέπει να επιδεικνύ­ουν μια άδεια, που εκδίδεται από τις θρησκευτικές αρχές, ότι η τροφή και τα σύνεργα της κουζίνας τους ανταποκρίνονται στα κριτήρια που θεσπίζει ο θρησκευτικός νόμος. Οι άδειες αυτές εκδίδονται από μια θρησκευτική αρχή, κατ’ εφαρμογή ενός θεσπίσματος του Κνεσέτ που ρυθμίζει το ζήτημα.14. Πρβλ. Yeshayahu Leibowitz, «Judaism, Human Values and the Jewish State», στο Eliezer Godlam (επιμ.), Καίμπριτζ MA, Harvard University Press, 1992, σ. 226-7. «Η κίβδηλη θρησκεία ταυτίζει τα εθνικά συμφέροντα με την υπηρεσία στον Θεό και αποδίδει στο κράτος που είναι μόνο ένα όργανο στην υπηρε­σία ανθρώπινων αναγκών υπέρτατη αξία από θρησκευτική σκοπιά. Οι "χαλαχιτικοί" λόγοι για τη διατήρηση του ελέγχου στις περιοχές είναι γελοίοι, αφού το κράτος του Ισραήλ δεν αναγνωρίζει την αυθεντία της Τορά και η πλειοψηφία των εβραίων υπηκόων του αρνείται τις επιτακτικές εντολές των μι-

Page 108: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

110 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

τσβώτ της. Η κατάχτηση της χώρας από το στρατό του κρά­τους του Ισραήλ είναι ένα μεγάλο και εντυπωσιακό επίτευγμα για κάθε εθνικά συνειδητό Ιουδαίο, θρησκευόμενο ή υπέρμαχο της εκκοσμίκευσης. Ωστόσο, η ίδια η κατάκτηση δεν έχει θρη­σκευτική σημασία. Ούτε και κάθε "επάνοδος στη Σιών" είναι θρησκευτικά σημαίνον εγχείρημα - ένα είδος επιστροφής που θα μπορούσε να περιγραφεί με τα λόγια του προφήτη: και ει- σήλθατε και εμ ιά νατε την γη ν μ ο υ και την κληρονομιάν μου έθεσθε εις βδέλυγμ α (Ιερ. 2:7)».

Page 109: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ισλάμ,πολίτική και δημοκρατία: ο Μοχάμετ Τάλμπι και

η ισλαμική νεωτερικότητα

Ronald L. Nettler

Υπόβαθρο, πλαίσιο και θεωρητικοί ορισμοί

Από τη δεκαετία του 1960 και μετά, πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί για το νεωτερικό Ισλάμ και τη σχέση του με την πολιτική. Ένα μεγάλο μέρος αυτών αναφέρεται σε όψεις των «ισλαμιστικών» (δηλαδή πολιτικά ισλαμικών) κινημάτων και ιδεολογιών. Είναι ίσως μια «φυσική» αντίδραση σε ό,τι παρουσιάζεται σήμερα ως ένα σημαντι­κό (και για πολλούς ανησυχητικό) ρεύμα1. Μέχρι πρό­σφατα, ελάχιστη προσοχή είχε δοθεί στους «μη πολιτι­κούς» μουσουλμάνους στοχαστές και στα θεωρητικά ρεύματα, ειδικά εκείνα που αναζητούν ένα ιδιαίτερο εί­δος εννοιακής προσαρμογής ανάμεσα στη νεωτερικότητα και την παράδοση. Κάπως ευρύτερα αναγνωρισμένη και συζητούμενη σήμερα, αυτή η «νεωτεριστική» σκέψη κα­ταλαμβάνει όλο και κεντρικότερη θέση. Στην έμμονη ενα­σχόλησή της με το Ισλάμ και τη νεωτερικότητα, εκδηλώ­νει ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά: μια μη πολιτική σύλληψη του Ισλάμ- μια ενταγμένη σε συμφραζόμενα/ κριτική/ ιστορική εξήγηση του Κορανίου και της φιλολο­γίας χ ά ν τ ιθ · ένα «φιλελεύθερο» πολιτικό και κοινωνικό ισλαμικό ήθος περί των ανθρώπινων δικαιωμάτων, του

Page 110: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

112 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

πλουραλισμού και της δημοκρατίας· έναν θρησκευτικό ατομικισμό· μια άρνηση, τέλος, της υποτιθέμενης αυθε­ντίας των παραδοσιακών σχολών του ισλαμικοό νόμου και της θεολογίας. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και άλλα χαρακτηριστικά σ’ αυτά, και οπωσδήποτε κάποιοι συγγραφείς τονίζουν περισσότερο μερικά (ή ένα) έναντι άλλων. Ωστόσο ως π λ έ γ μ α ιδ εώ ν αυτά συναντιόνται σε ένα μεγάλο φάσμα στοχαστών, σε μια περίοδο που εκτεί­νεται από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ώς τα τέλη του 20ού. Οι παλιότερες περίοδοι γνώρισαν έναν μάλλον «βουβό» νεωτερισμό σε αντίθεση με τα πρόσφατα χρό­νια, όπου τα νεωτεριστικά χαρακτηριστικά ήταν υπογεί- ως παρόντα σε έναν αριθμό θεωρητικών σχολών εν τοι- αύτη περιπτώσει, όμως, και άλλες αντιλήψεις υπήρξαν νωρίτερα «βουβές», περισσότερο διάχυτες και λιγότερο εμφανείς ως διακριτές γραμμές σκέψης. Η ισλαμική σκέ­ψη στον 20ό αιώνα συνέχιζε ακόμη να διαμορφώνεται. Έ τσ ι, ο νεωτερισμός έχει εμφανιστεί κατά έναν πιο απροκάλυπτο τρόπο στα γραπτά ορισμένων μουσουλμά­νων διανοουμένων από τη δεκαετία του 1960 και ύστερα, με την αποκρυστάλλωση όλων των κύριων θεωρητικών γραμμών. Υπήρξε παρών σε διάφορες γεωγραφικές π ε­ριοχές, περιλαμβανομένης της βόρειας Αφρικής, της αρα­βικής Μέσης Ανατολής, του Ιράν, της Τουρκίας, της νό­τιας και νοτιοανατολικής Ασίας, της νότιας Αφρικής, της δυτικής Ευρώπης και της βόρειας Αμερικής. Παρότι αριθ­μητικά λιγότεροι και, πιθανότατα, με πολύ μικρότερη επιρροή απ’ ό,τι οι ισλαμιστές διανοούμενοι της ίδιας π ε­ριόδου, οι νεωτεριστές αντιπροσωπεύουν μια εντελώς ιδιαίτερη θεωρητική επανεξέταση της παραδοσιακής σκέ­ψης με την κατασκευή ενός «νέου Ισλάμ». Κατά την αντίληψή τους, αυτό το «νέο Ισλάμ» δεν είναι απλώς συμβατό με τον σύγχρονο κόσμο, αλλά ενσαρκώνει επ ι­πλέον την πρωταρχική ουσία ή τον πυρήνα της παράδο­σης. Είναι «νέο» μόνο κατά το ότι συνιστά «εκ νέου ανα­

Page 111: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 113

κάλυψη» του «αυθεντικού» Ισλάμ της πρώιμης περιόδου. (Αυτή η έμφαση στην αναζήτηση της αληθινής φύσης του Ισλάμ κ υ ρ ίω ς στην πρώιμη περίοδο της Μεδίνας του Μω­άμεθ, απαλείφοντας [ή τουλάχιστον περιθωριοποιώντας] κατά τον τρόπο αυτόν όλη τη μεταγενέστερη παράδοση, είναι έντονη σε μεγάλο μέρος της σύγχρονης ισλαμικής σκέψης. Αντιπροσωπεύει ποιοτικά και ποσοτικά μια απόσχιση από την προνεωτερική καθιερωμένη ισλαμική σκέψη.) Ο Μοχάμετ Τάλμπι θα μας χρησιμεύσει εδώ ως παράδειγμα αυτού του τύπου νεωτεριστή στοχαστή και θεωρητικού ρεύματος.

Μοχάμετ Τάλμπι

Ο καθηγητής Μοχάμετ Τάλμπι είναι ένας κορυφαίος σύγ­χρονος νεωτεριστής μουσουλμάνος στοχαστής. Γεννημέ­νος στην Τύνιδα το 19212 και με σπουδές εκεί και αργό­τερα στο Παρίσι, ο Τάλμπι έχει διαγράψει μια λαμπρή σταδιοδρομία, τόσο ως ιστορικός της μεσαιωνικής βόρει­ας Αφρικής όσο και (αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ) ως μείζων θεωρητικός στοχαστής για τη φύση του Ισλάμ και την αποστολή του στον σύγχρονο κόσμο. Ανάμεσα στα νεωτερικά ενδιαφέροντα του Τάλμπι υπήρξαν η θρησκεία και η πολιτική, το Ισλάμ και η δημοκρατία, το Ισλάμ και τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι γυναίκες στο Ισλάμ, το Ισλάμ και ο θρησκευτικός πλουραλισμός, στο ευρύτερο πλαίσιο του γενικού αναστοχασμού του πάνω στην κορα- νική εξήγηση, την ιστορική ανάλυση και την επιστημολο­γία της θρησκείας. Όταν συζητάει αυτά τα ζητήματα, ο Τάλμπι δείχνει ξεκάθαρα την εξάρτησή του από το Κο- ράνι και άλλες θρησκευτικές πηγές, ενώ ταυτόχρονα εν­σωματώνει με ευκολία ορισμένες σύγχρονες ευρωπαϊκές ιδέες. Στην πραγματικότητα, ο τρόπος με τον οποίο ο ίδιος ο Τάλμπι περιγράφει την ανατροφή και την εκπαί­

Page 112: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

114 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

δευσή του στην Τυνησία, και ιδιαίτερα τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο μεταπολεμικό Παρίσι, αντανακλά μια αβίαστη τάση σύνθεσης της ισλαμικής με τη σύγχρονη δυτική σκέψη, έχοντας και στις δύο την απαιτούμενη εκ­παίδευση ώστε να κατορθώσει μια τέτοια σύνθεση. Έτσι, για παράδειγμα, με καμία υπόνοια αμυντικού πνεύματος ή απολογητικής διάθεσης υπέρ του Ισλάμ, ο Τάλμπι αφη- γείται την μορφωτική του εμπειρία στο Παρίσι, με ιδιαί­τερη αναφορά στην οφειλή που αισθάνεται απέναντι σε δυτικούς στοχαστές και δασκάλους οι ιδέες και οι μέθο­δοι των οποίων τον βοήθησαν να αναθεωρήσει την πνευ­ματική και θρησκευτική του σκέψη: από τον υπαρξισμό του Σαρτρ διδάχθηκε «ένα αντίδοτο κατά του υπερβάλ- λοντος ιδεαλισμού»· από το μαρξισμό, παρά τις διαφω­νίες του μαζί του, έμαθε ότι «οι οικονομικές δυνάμεις ήταν [...] από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν και καθορίζουν την ιστορία»· από τον Φρόυντ έμαθε για τα «ασυνείδητα κίνητρα» που τόσο συχνά κατευθύνουν τους ανθρώπους και τα γεγονότα. Αυτό ήταν μια «ταπεί­νωση», λέει ο Τάλμπι, καθώς του υπέδειξε τα όρια της ανθρώπινης γνώσης και κατανόησης. Και από τους δα ­σκάλους του στη Σορβόνη -ιδιαίτερα τους μεγάλους ανα­τολιστές Ρεζί Μπλασέρ και Λουί Μ ασινιόν- ο Τάλμπι έμαθε για το Ισλάμ κατά τρόπους που του προσέφεραν μια πολύτιμη νέα οπτική.

Εμποτισμένος με ένα τέτοιο εύρος οράματος και αφιε­ρωμένος στην εκ νέου ανανακάλυψη της αλήθειας του Ισλάμ η οποία θα επιτρέψει την ανοικοδόμηση και την ανανέωσή του στον σύγχρονο κόσμο, ο Τάλμπι στάθηκε ριζοσπάστης στην ισλαμική του σκέψη, με τη θεμελιώδη έννοια της κατάδυσης στις ρίζες της παράδοσης τις οποίες αναζητούσε και βρήκε. Εκεί ανακάλυψε ένα Ισλάμ το οποίο θα μπορούσε να εκληφθεί όχι απλώς σε συμφωνία με τις σημαντικότερες σύγχρονες αξίες, αλλά και που πιθα­νώς τις εμπεριείχε και τις εξέφραζε με τον βαθύτερο τρό­

Page 113: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 115

πο. Παρά την επαναλαμβανόμενη ταπεινή του παραίτηση ως ιστορικού από το τι πραγματικά είναι το Ισλάμ, ο Τάλ- μπι ανακάλυψε στο Κοράνι και σε άλλες πρώιμες πηγές και ιστορικά ντοκουμέντα μαρτυρίες περί της ισλαμικής ευσπλαχνίας, του κριτικού λόγου, της ελευθερίας και του πλουραλισμού,τις οποίες παραθέτει παράλληλα με κάποι- ες από τις δικές του ιδέες σχετικά με τη φύση του Ισλάμ3.

Τ ι ε ί ν α ι Ι σ λ ά μ ;

Το ερώτημα αυτό -το οποίο έχει να τεθεί από τους σκε- πτόμενους Μουσουλμάνους με τόσο άμεσο και ζωηρό τρόπο από τη διαμορφωτική περίοδο του Ισλάμ, και τότε με αρκετά διαφορετικό τρόπο βέβαια-έχει, ρητά ή υπόρ- ρητα, υποκινήσει και δεσμεύσει τους περισσότερους μου­σουλμάνους διανοούμενους οι οποίοι εργάζονται ε ν τ ό ς της π α ρ ά δ ο σ η ς (όχι τους υπέρμαχους της εκκοσμίκευσης) στη διάρκεια του 20ού αιώνα. Η κεντρικότητά του αντα­νακλά τη σημερινή κατάσταση της ισλαμικής υποβάθμισης ενόψει της δυτικής ιμπεριαλιστικής παρουσίας, κυριαρχίας και επιρροής, με τη συνακόλουθη διάβρωση της ισλαμικής θεσμικής οργάνωσης και πνευματικής ζωής. Το πλέγμα των παραδοσιακών θεσμών και οι ιδέες που απέρρεαν από αυτό ήταν τώρα στα περισσότερα μέρη υπολειμματι- κά ιζήματα παρά ζωντανή πραγματικότητα. Στη θέση τους υπήρχαν «υβριδικές κοινωνίες», τυπικά στη δομή και την εμφάνιση σύγχρονα έθνη-κράτη, εσωτερικά όμως συ­νονθυλεύματα του «παλιού» και του «καινούργιου». Οι γνωστές εντάσεις που γεννιούνται από αυτή τη σύγκρου­ση «ανάμεσα στην παράδοση και τη νεωτερικότητα», όπως τα καθιερωμένα κλισέ το θέτουν, μεταξύ άλλων πραγμάτων υπέσκαψαν με αμφιβολία και αβεβαιότητα τα θεμέλια και τη νομιμότητα της παραδεδομένης θρησκευτι­κής σκέψης. Η κατάσταση εμφανίστηκε ιδιαίτερα οξεία

Page 114: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

116 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

μεταξύ των «μη θεσμικών» διανοουμένων, οι οποίοι ανα­ζητούσαν ένα σύγχρονο νόημα στα παραδεδομένα κείμε­να, και ειδικά στο Κοράνι· η πρόκληση γ ι’ αυτούς ήταν μεγαλύτερη απ’ ό,τι για τους «επίσημους» θεσμικούς θρη­σκευτικούς εκπροσώπους και αρχές (ο υ λ ά μ α ) ή τους κο­σμικούς διανοούμενους. Ωστόσο αυτή είναι η ομάδα στην οποία αναφέρονται συχνότερα και της οποίας η παρουσία και η συμβολή υπήρξε χαρακτηριστικότερη4. Πολύ γενικά μιλώντας, περιλαμβάνει «φονταμενταλιστές» (πολιτικούς ισλαμιστές), «νεωτεριστές» και «φιλελεύθερους» - και όλους εκείνους των οποίων η θρησκευτική προσήλωση π α ­ραμένει ακλόνητη αλλά για τους οποίους η εμφανής ανα- ντιστοιχία ανάμεσα στην προσέγγιση της επίσημης θρη­σκευτικής διανόησης και στην παρούσα κατάσταση του Ισλάμ είναι πολύ μεγάλη για να μπορέσουν να την ανε­χθούν5. Γι’ αυτούς τους στοχαστές, το ερώτημα «Τι είναι Ισλάμ;» έχει καταστεί θεμελιώδες - ακόμη και όταν δεν το έχουν διατυπώσει ρητά. Ας δούμε ωστόσο κάπως σύντο­μα αυτές τις απόψεις έχοντας κατά νου ότι εκείνο που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι η νεωτεριστική άποψη.

Για τους περισσότερους ισλαμιστές η απάντηση είναι ότι το Ισλάμ συνιστά, πάνω απ’ όλα, ένα ιδιαίτερο είδος πολιτεύματος και κοινωνίας μέσω των οποίων η θρησκεία εκφράζεται τελειότερα σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Η ατομική ευσέβεια και πρακτική, που υποδείχθηκαν από την αποκάλυψη ως ο δρόμος για την ατομική σωτηρία, εί­ναι επίσης αναπόσπαστα από τον συλλογικό σκοπό του κράτους και της κοινωνίας. Στην πραγματικότητα, απο- τελούν όλα μέρος του ίδιου σχεδίου, το οποίο στο σύγ­χρονο καταρρακωμένο κράτος μπορεί ν’ αρχίσει να απο- καθίσταται μόνο με την προσωπική επιστροφή στον Θεό κάθε Μουσουλμάνου. Για τον αιγύπτιο Σαΐντ Κουτμπ (1906-1966), τον σημαντικότερο ίσως ισλαμιστή στοχαστή του 20ού αιώνα, υπάρχουν δύο αλληλοσυμπλεκόμενες διαστάσεις του Ισλάμ: η προσωπική λατρεία και μια αρμό-

Page 115: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ NEQTEPIKOTHTA 117

ζουσα ισλαμική πολιτική και κοινωνική τάξη. 0 Κουτμπ, όπως και οι περισσότεροι ισλαμιστές, πίστευε ότι μολονότι η προσωπική επιστροφή είναι θεμελιώδης και αναγκαία, απορροφάται εντέλει στη γενικότερη πολιτική και κοινω­νική διάσταση του Ισλάμ. Μόνο μέσω της ισλαμικής π ο ­λιτικής έκφρασης ο κόσμος θα αναγνωρίσει την αλήθεια του Ισλάμ και το Ισλάμ θα ελευθερώσει την ανθρωπότητα από την εξαχρείωση της εκκοσμίκευσης και τη διαφθορά των θρησκειών της6. Αυτό βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις απόψεις των νεωτεριστών. Παρότι οι απαντήσεις τους μπορεί να ορίζουν με διαφορετικούς τρόπους το Ισλάμ, καθώς οι διάφοροι στοχαστές τονίζουν διαφορετι­κά χαρακτηριστικά, οι νεωτεριστές συνήθως απορρίπτουν την πολιτική και κοινωνική διάσταση, αυστηρά και αρ­κούντως απερίφραστα. Το Ισλάμ ως κοινωνικό καθεστώς μπορεί ακόμη και να απαλείφεται εντελώς ως ουσιώδες χαρακτηριστικό της παράδοσης, και να θεωρείται ως απλή κοσμική κατασκευή χωρίς κανένα ισλαμικό θρη­σκευτικό νόημα ή περιεχόμενο. 0 μεμονωμένος Μου­σουλμάνος γίνεται τότε ο απολύτως σημαντικός τόπος του Ισλάμ και η προσωπική του σχέση με τον Θεό και με τη Γραφή διαμορφώνουν το θεμέλιο της παράδοσης. Μπορεί να υπάρχουν τόσα Ισλάμ όσοι και Μουσουλμάνοι7. Τονίζονται οι ηθικές αρχές και οι οικουμενιστικές διδα­σκαλίες. Η έννοια προσώπων και θεσμών ως φορέων της θρησκευτικής αυθεντίας χάνει το νόημά της. Το Κοράνι και άλλα κείμενα-πηγές αντιμετωπίζονται με τρόπο ιστο­ρικό, κριτικό και ενταγμένο σε συμφραζόμενα, σε αντίθε­ση με την ισλαμιστική εξήγηση που τείνει προς μία πιο κυριολεκτική μέθοδο ερμηνείας. Ενώ τόσο ισλαμιστές όσο και νεωτεριστές συνήθως αντιτίθενται στην αυταρχική, μονολιθική αυθεντία (τα χ λ ίντ ) των σχολών του ισλαμικού νόμου και της θεολογίας, οι ισλαμιστές ζητούν την αναθε­ώρηση αυτής της αντίληψης προς μία νέα (δική τους) δο­μή αυθεντίας και οι νεωτεριστές απορρίπτουν οποιαδή-

Page 116: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

118 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ποτε τέτοια επίσημη συλλογική αυθεντία, αφήνοντας στον μεμονωμένο Μουσουλμάνο να πάρει τις έσχατες αποφάσεις. Τέλος, οι νεωτεριστές μπορούν να διακριθούν εδώ όχι μόνο από τους ισλαμιστές αλλά και από τους ισλαμικής προέλευσης φιλελεύθερους οι οποίοι, παρότι συμφωνούν με τους νεωτεριστές σε πολλά σημεία, όπως και οι ισλαμιστές δεν μπορούν να δεχθούν την άρνηση εκ μέρους των νεωτεριστών ενός πολιτικού χαρακτήρα στο Ισλάμ. Αυτό είναι ίσως το βασικό γνώρισμα που διαφο­ροποιεί τους νεωτεριστές απ’ όλους τους άλλους. Ως νεω- τεριστής, ο Τάλμπι εκφράζει αυτή την ιδέα και όλες τις άλλες που αναφέραμε παραπάνω με τον δικό του ιδιαί­τερο τρόπο και υπό τη δική του προοπτική. Θα εξετάσω ειδικά τρεις όψεις της σκέψης του Τάλμπι: την απάντησή του στο ερώτημα «Τι είναι Ισλάμ;»· θρησκεία και πολιτι­κή· Ισλάμ και δημοκρατία. Τα θέματα αυτά ολοφάνερα συνδέονται μεταξύ τους και θα οργανώσω την εξέτασή μου κατά τρόπο ώστε να δείξω την αλληλοδιαπλοκή των ζητημάτων στις διατυπώσεις του Τάλμπι.

Η απάντηση του Τάλμπι

0 Τάλμπι κατανοεί το Ισλάμ ως προσωπική ευσέβεια και λατρεία του Θεού σε ένα πλαίσιο αποκεκαλυμμένων οι­κουμενικών ηθικών αρχών που πρέπει να εφαρμόζονται στην ανθρώπινη ζωή. Το Κοράνι κατά την άποψή του δεν είναι μόνο κεντρικό, αλλά και συνιστά ουσιαστικά το όλον της παράδοσης. «Το Κοράνι ε ίν α ι το Ισλάμ»8. Πα­ρότι (σε συμφωνία με το πιο παραδοσιακό δόγμα) ο Τάλ- μπι βλέπει το Κοράνι ως τον κυριολεκτικό λόγο του Θεού, κατ’ αυτόν περιέχει ταυτόχρονα οικουμενικές ηθικές αρ­χές και λεπτομερέστερες επικαιρικού χαρακτήρα οδηγίες που έδωσε ο Θεός για τις συγκεκριμένες συνθήκες της αποκάλυψής του. Έτσι, σύμφωνα με την οπτική του, ο

Page 117: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η 1ΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 119

άχρονος «σίτος» της αποκάλυψης πρέπει να διαχωριστεί από τον επικαιρικό «φλοιό» του. Εάν αυτό δεν γίνει, οι συνεχείς προσπάθειες των θρησκευτικών αυθεντιών και άλλων από κάθε γενεά να κατανοήσουν και να εφαρμό­σουν το Κοράνι στην πραγματική ζωή αναπόφευκτα ανά­γονται στην εφαρμογή των επικαιρικών οδηγιών του σε καταστάσεις για τις οποίες αυτές είναι απρόσφορες. Για τον Τάλμπι, αυτό συνιστά τη θλιβερή απολίθωση μιας δυ­ναμικής και ζωντανής αποκάλυψης, το πνεύμα της οποίας έγκειται ακριβώς στη συνεχή αποκάλυψη και εφαρμοσι- μότητα στη ζωή σε όλες τις εποχές και σε όλους τους τό­πους. Το Ισλάμ σύμφωνα με τον ατομικό του ευσεβισμό και τον κορανικό ηθικό οικουμενισμό οφείλει να κάνει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, λέει ο Τάλμπι, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του Ισλάμ μετά την προφητική του περίοδο, η εξέλιξη ήταν συχνότερα προς την εσφαλμένη κατεύθυνση της άκαιρης αυστηρής εφαρμογής τέτοιων απρόσφορων αρχαίων διδασκαλιών - με την εσφαλμένη πεποίθηση ότι αυτό ήταν η εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Οπωσδήποτε υπήρξαν μεγάλες φυσιογνωμίες και σχολές που μπορεί κάποιος να επικαλεστεί ως παραδείγ­ματα μιας αυθεντικότερης και πιο «προοδευτικής» ισλα- μικής σκέψης, αλλά η συνολικότερη εικόνα για τον Τάλ- μπι είναι αυτή ενός θλιβερά άκαιρου «συντηρητισμού». Αυτός ο «συντηρητισμός» χαρακτηρίζει τόσο τη νεότερη και σύγχρονη ισλαμική σκέψη, λέει ο Τάλμπι, όσο και τις κλασικές και μεσαιωνικές σχολές. Τουλάχιστον, ισχυρίζε­ται, προς μεγάλη του έκπληξη και αμηχανία, σε ό,τι αφο­ρά τουλάχιστον ένα σημαντικό ζήτημα -'τη θέση και τη μεταχείριση των γυναικών στο Ισλάμ- ορισμένοι κορανι- κοί εξηγητές του Μεσαίωνα στάθηκαν πιο φιλελεύθεροι και διορατικοί στην προσέγγισή τους απ’ ό,τι κάποιοι από τους σύγχρονους «αναθεωρητές» φωστήρες. Το ειδι­κό πρόβλημα εδώ έγκειται στην αρμόζουσα κατανόηση ενός ορισμένου χωρίου του κειμένου που μοιάζει να επι­

Page 118: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

120 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

κυρώνει φυσικά μέτρα για τη χαλιναγώγηση των απεί­θαρχων συζύγων εκεί που άλλες, επιεικέστερες κυρώσεις έχουν αποτύχει. Ο Τάλμπι υποστηρίζει ότι οι κύριες εξη­γητικές και νομικές παραδόσεις το εξέλαβαν αυτό κυριο­λεκτικά και ενέκριναν την εφαρμογή του. Κατ’ αυτόν, πρόκειται για εσφαλμένη ερμηνεία και πρακτική. Σύμφω­να με την ανάγνωσή του, το εν λόγω χωρίο πρέπει να εν­νοηθεί στο ιστορικό του πλαίσιο, πράγμα που αχρηστεύει την αξία του σε μεταγενέστερες περιόδους, όταν οφείλει να εφαρμοστεί ο αληθινός ισλαμικός «φεμινισμός».

Θρησκεία και πολιτική

Κατά την άποψη του Τάλμπι, ένα μείζον συνεπακόλουθο αυτής της συντηρητικής εξέλιξης στην ισλαμική θρησκευ­τική σκέψη και πρακτική ήταν η σύλληψη και η απόπειρα εφαρμογής ενός ισλαμικού πολιτικού ιδεώδους. Κατανο- ούμενο ως «το σωστό» ισλαμικό πολίτευμα και μορφή διακυβέρνησης, αυτό το ιδεώδες ακόμα μία φορά πηγάζει από το εσφαλμένο μοντέλο ισλαμικής θρησκείας ως συνε­χιζόμενης προσπάθειας να εφαρμοστεί εκείνο που στην πραγματικότητα ήταν επικαιρικά ήθη, πρακτικές και κο- ρανικές οδηγίες. Αλλά για τον Τάλμπι, καθώς η αληθινή θρησκεία είναι ηθική, ευσεβιστική και όχι πολιτική, η πο­λιτική από τη μεριά της οφείλει να διαζευχθεί από οιεσ- δήποτε τέτοιες λεπτομερείς θρησκευτικές συλλήψεις και οδηγίες - στην πραγματικότητα, από τη θρησκεία εν γέ- νει. Και από τις δύο μεριές, έτσι, η ανάμειξη θρησκείας και πολιτικής ήταν, κατά την άποψή του, μια κακή σύλλη­ψη και νοθογένεση. Δεν υπάρχει ισλαμική μορφή διακυ­βέρνησης, υποστηρίζει ο Τάλμπι, και αν υπήρχε αυτός δεν θα την ακολουθούσε καθόλου, αφού κατά πάσα πιθανό­τητα θα ήταν συνδεδεμένη με μια ορισμένη εποχή και γε­

Page 119: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 121

ωγραφικό χώρο. Στην πραγματικότητα, λέει ο Τάλμπι, «το Κοράνι δεν είναι σύνταγμα», όπως κάποιοι ισχυρίζο­νται, και αν ήταν ο ίδιος δεν επρόκειτο να ακολουθήσει αυτή την πλευρά της πίστης του αφού, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα συντάγματα, η χρησιμότητα και η αξία του θα είχαν διαβρωθεί με την πάροδο του χρόνου. Οι πολιτικοί ισλαμιστές του καιρού μας (όπως και οι προνε- ωτερικοί πρόδρομοί τους) έχουν οδηγήσει την έννοια μιας «ορθής» ισλαμικής διακυβέρνησης στα άκρα, επιχειρώ­ντας με τον τρόπο αυτό να εξαναγκάσουν τους υπόλοι­πους Μουσουλμάνους σε πολιτικές ρυθμίσεις σύμφωνες με κάποιες από τις πλέον άκαιρες και (μερικές φορές) επιβλαβείς οδηγίες της παράδοσης. Αυτό είναι κατ’ ανά­γκη τυραννικό και βίαιο, εμποδίζοντας -ή ακόμη και κα- ταστρέφοντας- οποιοδήποτε κίνημα προς την ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον πλουραλισμό και την αλη­θινή δημοκρατία, μερικά από τα γνωρίσματα που χαρα­κτηρίζουν την αντίληψη του ίδιου του Τάλμπι για την ορ­θή πολιτική στον ισλαμικό κόσμο. Πρόκειται για μία πο­λιτική παγκόσμια η οποία δεν είναι κτήμα αποκλειστικά του Ισλάμ ω ς ισ λα μ ικ ή π ο λ ιτ ικ ή ή μ ο ρ φ ή δ ια κ υ β έ ρ ν η σ η ς , αλλά για μια οικουμενική αξία του Ισλάμ που στην εποχή μας μπορεί να εκφραστεί καλύτερα μέσω της δημοκρα­τίας. Κατά ποιους τρόπους όμως αυτά τα χαρακτηριστι­κά είναι -αν είναι- ισλαμικά και ποιους ισλαμικούς προ­δρόμους -εάν υπάρχουν- θα μπορούσε κάποιος να επ ι­καλεστεί προς υποστήριξή τους; 0 Τάλμπι συζητάει αυτά τα ερωτήματα υπό διαφορετικές σκοπιές, και ιδιαίτερα την απάντηση την οποία δίνει στο ερώτημα που αφορά τη δημοφιλή σήμερα φιλελεύθερη ισλαμική ιδέα ότι ο αρ­χαίος αραβικός (και κορανικός) θεσμός της σ ο ύ ρ α , «δια- βούλευση» δηλαδή μεταξύ των ηγεμόνων και των υπηκό­ων τους, συνιστά μία πρώιμη μορφή ισλαμικής δημοκρα­τίας που μπορεί ως εκ τούτου να θεωρηθεί ως ιερό προη­

Page 120: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

122 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

γούμενο το οποίο δικαιώνει (ή ακόμη και επιτάσσει) τη δημοκρατία στον ισλαμικό κόσμο σήμερα.

Ισλάμ και δημοκρατία

0 Τάλμπι αρνείται έναν τέτοιο άμεσο συσχετισμό ανάμε­σα στη σ ο ύ ρ α και τη δημοκρατία. Υποστηρίζει ότι, μολο­νότι καθαυτή επιθυμητή, η σ ο ύ ρ α έρχεται από μια εποχή και έναν γεωγραφικό τόπο που δεν διέθεταν καμία έννοια της δημοκρατίας όπω ς τη γνωρίζουμε σήμερα. Στην πραγματικότητα, λέει ο Τάλμπι, ούτε το Ισλάμ ούτε ο δυ­τικός πολιτισμός διέθεταν αυτή την έννοια της δημοκρα­τίας πριν από τη σύγχρονη περίοδο, όταν η δημοκρατία ως πολιτική ιδέα και πρακτική γεννήθηκε - τουλάχιστον σύμφωνα με το σύγχρονο νόημα του όρου δημοκρατία. Για τον Τάλμπι, αυτή η δημοκρατία σημαίνει ότι η φωνή των πολλών («του λαού») ορίζει ποιοι κυβερνούν και πώς κυβερνούν, και με αυτή συνδέονται οι ιδέες των οικουμε­νικών ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ελευθερίας της έκ­φρασης, ο θρησκευτικός πλουραλισμός και η ισότητα ένα­ντι του νόμου. Η «αληθινή δημοκρατία» του είδους αυτού (και όχι οποιοδήποτε από τα καταπιεστικά συστήματα που αυτοαποκαλούνται «δημοκρατίες») είναι γ ια τον Τάλμπι η πολιτική μορφή που αρμόζει στην εποχή μας, καθώς ενσωματώνει τις αξίες εκείνες οι οποίες κατά τη γνώμη του αποτελούν μέρος του αρχικού αυθεντικού Ισλάμ. Σε κάποια μελλοντική εποχή, υποστηρίζει, άλλες μορφές διακυβέρνησης ενδέχεται να παίξουν καλύτερα αυτόν το ρόλο και να υπερκεράσουν τη δημοκρατία. Η σ ο ύ ρ α , μολονότι όπως είπαμε δεν μοιάζει πραγματικά με κάτι τέτοιο, μέσα στη διαφορά της εμπεριέχει όντως χ ά - π ο ια σ το ιχ ε ία αληθινής δημοκρατίας, ιδίως στο ενδιαφέ­ρον της για το υποκείμενο και για τις απόψεις του υπο­κειμένου, που είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ίδιας της

Page 121: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 123

ιδέας της διαβούλευσης. Η ατομική ελευθερία κ α τ ά κ ά ­π ο ιο τρ ό π ο υπονοείται κι εδώ, λέει ο Τάλμπι. Ωστόσο, η σ ο ύ ρ α δεν είναι ένας θεσμός που χαρακτηρίζει ειδικά το πρώιμο Ισλάμ της Αραβίας: υπήρχε ήδη στην προϊσλαμική φυλετική κοινωνία των Αράβων και από εκεί πέρασε στο πρώιμο Ισλάμ. Η ισλαμική ταυτότητα της σ ο ύ ρ α λοιπόν παραμένει αληθινή, όμως κατά έναν πιο μετριασμένο και λιγότερο μοναδικό τρόπο. Η άλλη συνιστώσα της δημο­κρατίας που ανακαλύπτει ο Τάλμπι στο Κοράνι, όπως εί­παμε, είναι οι ισλαμικές (και οικουμενικές) αξίες. Αυτές οι θεϊκές ηθικές αρχές -βαθιά ισλαμικές και οικουμενικά ανθρώπινες, ικανές να συλληφθούν εξίσου με το λόγο όσο και με την αποκάλυψη- είναι που κατά το πλείστον συνι- στούν ένα είδος «γέφυρας» ανάμεσα στο Ισλάμ και τη σύγχρονη δημοκρατία. Αλλά η δημοκρατία, πρέπει και πάλι να τονιστεί, ποτέ δεν υπήρξε στον ισλαμικό κόσμο. Η εφαρμογή της σύγχρονης δημοκρατίας στον ισλαμικό κόσμο θα μπορούσε λοιπόν, κατά την εκτίμηση του Τάλ- μπι, να θεωρηθεί ως εφαρμογή του θελήματος του Θεού, χωρίς τον (εσφαλμένο) ισχυρισμό ότι υπήρξε ήδη στην Αραβία την εποχή του Προφήτη ως σ ο ύ ρ α ή ως οιαδήποτε άλλη παραδοσιακή αξία ή πρακτική - και χωρίς την ιδέα ότι είναι κατά οποιαδήποτε έννοια «ισλαμική». Ακόμα μία φορά, για τον Τάλμπι το «πολιτικό» και το «θρη­σκευτικό» είναι σύμφωνα με το Ισλάμ ξεχωριστές εννοιο- λογικές κατηγορίες και διαφορετικής τάξης φαινόμενα. Οι Μουσουλμάνοι οι οποίοι σήμερα (σοφά, κατά την άποψη του Τάλμπι) θα θέσπιζαν τη δημοκρατική διακυβέρνηση στις κοινωνίες τους, όφειλαν να το κάνουν συνεπώς ω ς α ν θ ρ ώ π ιν α ό ν τ α που επιδιώκουν να πράξουν το σωστό - όχι ως Μουσουλμάνοι που εγκαθιδρύουν μια θρησκευτικά επιβαλλόμενη ισλαμική μορφή διακυβέρνησης.

Page 122: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

124 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η σημασία του ισλαμιχού νεωτερισμού

Οι ιδέες του Μοχάμετ Τάλμπι πάνω σε αυτά (και σε άλλα συναφή) τα ζητήματα σ ε γ ε ν ικ έ ς γ ρ α μ μ έ ς συμπίπτουν με εκείνες άλλων μουσουλμάνων στοχαστών τους οποίους αναφέραμε ως νεωτεριστές. Το έργο να αναλύσουμε ιστορικά και θεωρητικά αυτές τις ιδέες, τη θέση και τη σημασία τους στον σύγχρονο ισλαμικό κόσμο, κατά το μεγαλύτερο μέρος παραμένει ακόμη μπροστά μας. Αυτό θα απαιτούσε σοβαρή ενασχόληση με κάποια μάλλον δύ­σκολα γραπ τά στην πρω τότυπη αραβική (και άλλη) γλώσσα τους. Κεντρική σε αυτό το έργο θα ήταν η ανάγκη να διακρίνουμε τα θεωρητικά συμφραζόμενα και τις επιρροές, προνεωτερικές όσο και νεωτερικές, της νεωτε­ριστικής σκέψης και να σκιαγραφήσουμε λεπτομερώς τα χαρακτηριστικά που έχουν κοινά οι νεωτεριστές στοχα­στές. Η επισήμανση των κοινών χαρακτηριστικών θα έδι­νε τότε μια στέρεη βάση για λεπτομερέστερο προσδιορι­σμό και αναγνώριση του ρεύματος. Αυτό έχει πράγματι σε κάποιο βαθμό αρχίσει να γίνεται σήμερα, έστω και σ’ ένα προκαταρκτικό επίπεδο. Πέρα από τυχόν παλιότερο έργο, δύο πρόσφατα βιβλία κι ένα άρθρο ξεχωρίζουν ιδι­αίτερα στη συζήτηση αυτού του ζητήματος. Τα βιβλία9, συλλογές νεωτεριστικών γραπτών και γραπτών για τους νεωτεριστές, παραδέχονται σε γενικές γραμμές την ύπαρ­ξη ενός τέτοιου ρεύματος και ενισχύουν αυτή την κρίση με ειδικά κείμενα και αναλύσεις. Το άρθρο, γραμμένο από τον αμερικανό κοινωνικό ανθρωπολόγο του Ισλάμ Ντέιλ Φ. Άικελμαν, είναι αρκετά διορατικό στο να κατα- δείξει μια «ισλαμική Μεταρρύθμιση»10 που ενσωματώνε­ται στο εν λόγω νεωτεριστικό ρεύμα και η οποία έχει στο Ισλάμ ρόλο παρόμοιο μ’ εκείνο που έπαιξε η παλιότερη προτεσταντική Μεταρρύθμιση στην Ευρώπη. Εριστικός και προκλητικός στο επιχείρημά του, ο Άικελμαν έφερε στο φως κάποιες από τις λανθάνουσες ιδέες και σε άλλες

Page 123: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 125

του συζητήσεις πάνω στον ισλαμικό μοντερνισμό. «Σω­στή» ή «εσφαλμένη», η βασική του θέση προσφέρει ένα χρήσιμο σημείο εστιασμού σήμερα για προσπάθειες να εξαχθεί κάποιο νόημα από το νεωτεριστικό φαινόμενο - νόημα που θα ολοκληρωθεί πλήρως μόνο μέσα από λε­πτομερέστερες εκτιμήσεις των μεμονωμένων νεωτεριστών στοχαστών11. Οι απόψεις του Άικελμαν μπορούν να μας χρησιμεύσουν εδώ ως μέσο για να τοποθετήσουμε πιο γε­νικά τον Μοχάμετ Τάλμπι στον ισλαμικό νεωτερισμό του οποίου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος και να δούμε τον ίδιο το νεωτερισμό σε ευρύτερη ιστορική προοπτική.

«Στο εσωτερικό της ισλαμικής Μεταρρύθμισης»

Στο άρθρο του με τον παραπάνω τίτλο, ο Άικελμαν, ως κοινωνικός ανθρωπολόγος, γράφει υπό την ευρεία προο­πτική των Μέσων, κυρίως της τηλεόρασης και της μαζικής εκπαίδευσης, στον μουσουλμανικό κόσμο τα πρόσφατα χρόνια. Αυτά τα στοιχεία, σε ένα γενικό πλαίσιο συνεχι­ζόμενου εκσυγχρονισμού και δυτικοποίησης, έχουν κατά την άποψη του Άικελμαν γεννήσει έναν αναπτυσσόμενο ατομικισμό που κάνει τόσο τους συμβατικούς πιστούς όσο και τους ανεξάρτητους θρησκευτικούς στοχαστές π ε­ρισσότερο επικριτικούς απέναντι στις επίσημες ερμηνείες των ζητημάτων πίστης και πρακτικής. Μολονότι για τον Άικελμαν αυτό το φαινόμενο εμπεριέχει πράγματι κά­ποιο θρησκευτικό «φανατισμό», αυτός είναι «κάτι το τε­λείως διαφορετικό». Επειδή την ίδια στιγμή, ιδιαίτερα μεταξύ ορισμένων ανεξάρτητων στοχαστών, η «νέα κριτι­κή» της παράδοσης έχει επίσης οδηγήσει στο είδος του νεωτερισμού που προαναφέραμε. Το κύριο παράδειγμα του Άικελμαν εδώ είναι ο Μοχάμετ Σαρούρ, ένας σύγ­χρονος σύριος πολιτικός μηχανικός που γράφει για θρη­σκευτικά ζητήματα. Το βιβλίο του Σαρούρ, The Book of the

Page 124: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

126 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

Q u r’an: A Contemporary Interpetation (1990), «έχει πουλήσει χιλιάδες αντίτυπα» παρά την επίσημη απαγόρευσή του σε πολλές μεσανατολικές χώρες. Με μια ιστορικοκριτική προσέγγιση στο κείμενο αρκετά όμοια μ’ εκείνη του Τάλ- μπι, ο Σαρούρ ζητάει από τους Μουσουλμάνους να ερμη­νεύσουν και να επαναπροσδιορίσουν το περιεχόμενο του Κορανίου γ ια λ ο γ α ρ ια σ μ ό τ ο υ ς κ α ι γ ια την επ ο χ ή κ α ι το ν γ ε ω γ ρ α φ ικ ό τ ο υ ς χ ώ ρ ο . Είναι επίσης, όπως και ο Τάλμπι, έντονα απολιτικός στο Ισλάμ του, τείνοντας προς τη δη­μοκρατία ως προτιμώμενη πολιτική μορφή. 0 Άικελμαν αναφέρει και άλλους στοχαστές σε διάφορες μουσουλμα­νικές χώρες που συμμερίζονται αυτές (και παρόμοιες) θέ­σεις. Όλος αυτός ο πυρετός, στην ελίτ όσο και σε ευρύτε­ρα στρώματα, προκλήθηκε, όπως το βλέπει ο Αικελμαν, από το ρόλο που έπαιξαν τα Μέσα και η μαζική εκπαί­δευση ως «καταλύτης αλλαγώ ν» οδηγώντας σε μια «ισλαμική Μεταρρύθμιση». Τόσο σημαντικό είναι αυτό ώστε «στο μέλλον θα βλέπουμε αναδρομικά τα τελευταία χρόνια του 20ού αιώνα σαν μια εποχή αλλαγής εξίσου βαθιάς για τον μουσουλμανικό κόσμο όσο υπήρξε η προ- τεσταντική Μεταρρύθμιση για το Χριστιανισμό». Παρότι ποικίλα (μερικές φορές αλληλοσυγκρουόμενα) ρεύματα διεκπεραιώνουν αυτή την ισλαμική Μεταρρύθμιση, είναι σαφές ότι ακρογωνιαίος λίθος της και σημαντικότερη όψη της κατά τον Άικελμαν είναι ο νεωτερισμός στοχαστών όπως ο Σαρούρ και ο Τάλμπι. Σε αυτούς βρίσκεται το θεωρητικό σκεπτικό εκείνου που ο Άικελμαν θεωρεί ως ουσιαστικό γνώρισμα της ισλαμικής Μεταρρύθμισης και το οποίο εξηγεί σαν μια αλληλουχία από σαρωτικές αλ­λαγές μέσω των οποίων «το Ισλάμ έχει εκδημοκρατι­στεί». Τούτο σημαίνει ότι «όπως ο Μαρτίνος Λούθηρος στη Δίαιτα της Βορμς το 1521, όλο και περισσότεροι Μ ουσουλμάνοι σήμερα δηλώνουν προσχώρηση στον αδιαμεσολάβητο λόγο του Θεού όπως τον ερμηνεύει απο­κλειστικά η συνείδησή τους». Μια τέτοια ελεύθερη, ατο-

Page 125: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 127

μιστική ερμηνεία του Ισλάμ θα μπορούσε, με τους όρους του Άικελμαν, να συνιστά τόσο το προαπαιτούμενο όσο και το λογικό εξαγόμενο της «αποπολιτικοποίησης του Ισλάμ» εκ μέρους του Τάλμπι. Διότι τα δομικά γνωρί­σματα (Μέσα και εκπαίδευση) που ο Άικελμαν θεωρεί ότι βρίσκονται πίσω από τη Μεταρρύθμιση συνήθως αντι- στρατεύονται ο π ο ια δ ή π ο τε π ρ ο κ α θ ο ρ ισ μ ένη μ ο ρ φ ή ισλα­μικής πολιτικής τάξης. 0 «εκδημοκρατισμός» του Ισλάμ, όπως το βλέπει ο Άικελμαν, οδηγεί αμείλικτα γ ια τον Τάλμπι στη μη πολιτική σύλληψη ενός προσωπικού, ευ- σεβιστικού Ισλάμ το οποίο αναπτύσσεται καλύτερα σε μια (μη ισλαμική) δημοκρατική κοινωνία. Εδώ ο πιστός και το Κοράνι μπορούν να καλλιεργήσουν την εσωτερική τους σχέση κατά έναν προσωπικό, ιδιωτικό τρόπο - σύμ­φωνα με το «προτεσταντικό πρότυπο».

Ενώ η θέση του Άικελμαν ρίχνει πράγματι κάποιο φως σε νεωτεριστικές φυσιογνωμίες όπως ο Μοχάμεντ Τάλμπι και στον «νέο ατομικισμό», η σύγκρισή του με την προ- τεσταντική Μεταρρύθμιση οπωσδήποτε δεν δίνει όλες τις απαντήσεις. Ο ίδιος ο Άικελμαν αναγνωρίζει, για παρά­δειγμα, ότι σε αντίθεση με τον Λούθηρο τα σημερινά ισλαμικά ρεύματα του απολιτικού ατομικισμού δεν έχουν απέναντι τους μία και μόνη εξουσία κατά της οποίας εξε- γείρονται. Επίσης, η υιοθέτηση αυτής της θέσης απαιτεί ένα ανετττυγμένο σώμα θεωρητικού στοχασμού που θα καταπιάνεται σε ό,τι αφορά το σύγχρονο Ισλάμ με το εί­δος των σύνθετων ζητημάτων τα οποία διάφοροι ερευνη­τές έχουν εξετάσει όταν συζητούσαν τη θέση του Προτε­σταντισμού στην Ευρώπη. Επιπλέον, οι «καταλύτες της αλλαγής» σύμφωνα με τον Άικελμαν, τα Μέσα και η εκ­παίδευση, είναι και τα ίδια προϊόντα των ισλαμικών επα­φών και συγκρούσεων με τη Δύση κατά τη σύγχρονη πε­ρίοδο, όταν τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής ισλα­μικής κοινωνίας είτε εξαλείφθηκαν είτε άλλαξαν βαθιά μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Γι’ αυτό λέει

Page 126: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

128 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

λίγα. Ωστόσο, κατά την άποψή μου, η προσέγγιση του Άικελμαν μπορεί να χρησιμεύσει ως στοιχειώδης σκελετός ζητημάτων και ερωτημάτων που θα μας βοηθούσε να εκτιμήσουμε όχι μόνο τις ιδέες νεωτεριστών όπως ο Τάλ- μπι αλλά και την κατάσταση μέσα στην οποία αναδύθηκε ο ισλαμικός νεωτερισμός. Οι μεμονωμένοι στοχαστές θα έπρεπε τότε να αναλυθούν αυστηρά με τον τρόπο που προτάθηκε παραπάνω, ενώ την ίδια στιγμή θα απαιτού­σαν παρόμοια αυστηρή πραγμάτευση τέτοια ευρύτερα ζητήματα πλαισίου. Εν πάση περιπτώσει, στο βαθμό που ο Μοχάμετ Τάλμπι και οι νεωτεριστές ομοϊδεάτες του συνιστούν μία σοβαρή ρήξη με το μεγαλύτερο μέρος του συμβατικού παραδοσιακού Ισλάμ (και πράγματι συνι- στούν),η θέση του Άικελμαν προσφέρει μια ενδιαφέρου­σα π ρ ο σ ω ρ ινή σύλληψη του νοήματος και του πλαισίου. Ο Τάλμπι και ο Άικελμαν (και πολλοί άλλοι), αν κατα- νοηθούν σωστά, έχουν με τον τρόπο τους θέσει τέλος στην τρέχουσα αντίληψη περί ενός μονολιθικού «πολιτικού Ισλάμ» ως κύριας έκφρασης του Ισλάμ στην εποχή μας.

Σημειώσεις

1. Οι ισλαμιστές και οι μερικές φορές καταστροφικές τους ενέργειες έστρεψαν την προσοχή της Δύσης στο Ισλάμ. Με γε­γονότα-κλειδιά όπως η επανάσταση στο Ιράν, μια κατευθυνό- μενη από τα Μέσα έννοια του Ισλάμ ως κατεξοχην μάχιμης «πολιτικής θρησκείας» επικράτησε σε ευρέα στρώματα του δυτικού πληθυσμού τα οποία ελάχιστες ευκαιρίες είχαν να σκεφτούν γύρω από αυτόν τον γειτονικό πολιτισμό. Οι ερευνη­τές επίσης επιλέγουν να εστιάζονται στο πολιτικό Ισλάμ παρά­γοντας κάποτε σημαντικό έργο, παραμελώντας ωστόσο στην πορεία τις άλλες του πλευρές.2. 0 Τάλμπι δίνει ένα καλό αυτοβιογραφικό σχεδίασμα σε ένα βιβλίο με ερωτήσεις που του έθεσαν και τις απαντήσεις του, με τίτλο cIyal Allah; Afkar Jadida fi cAlaqat al-Muslim bi Nafsihi wa

Page 127: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΜΟΧΑΜΕΤ ΤΑΛΜΠΙ ΚΑΙ Η ΙΣΛΑΜΙΚΗ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ 129

bi al-Akhirin [Families of God: New Ideas Concerning the Relation of the Muslim to Himself and Others], Τύνιδα, Ceres Editions, 1992. Βλ. σ. 21-45. To βιβλίο αυτό είναι η βασική πηγή από την οποία θα αντλήσω τις αναφορές μου στις ιδέες του Τάλμπι· μια άλλη είναι το έργο του Τάλμπι με τίτλο Umma al-Wasat: al-Islam wa Tahadiyyat al-Mifasara [The Community of Moderation: Islam and the Challenges of Modernity], Τύνιδα, Ceres Editions, 1996. Κάποια από τα δικά μου γραπτά αναφέρονται λεπτομερώς στις πλευρές της σκέψης του Τάλμπι που συζητήθηκαν στο παρόν κεφάλαιο· ιδιαίτερα βλ. «Mohamed Talbi: "For Dialogue Between all Religions"», στο Ronald L. Nettler και Suha Taji-Farouki, Muslim-Jewish Encounters: Intellectual Traditions and Modem Politics, Reading, Harwood, 1998, σ. 171-201· και «Mohamed Talbi’s Ideas on Islam and Politics: A Conception of Islam for the Modem World», στο John Cooper, Ronald Nettler και Mohamed Mahmoud (επιμ.), Islam and Modernity: Muslim Intellectuals Respond, Λονδίνο, I.B. Tauris, 1998, σ. 129-56.3. Μία από τις πιο περιεκτικές νεωτεριστικές έννοιες του Τάλ- μπι για το Ισλάμ είναι ότι αυτό συνιστά «... συμφιλίωση χαι ειρήνη στην ουσία και την αποστολή του» (υπογράμμιση δική μου).4. Οι «επίσημοι διανοητές», οι ουλάμα, έχουν σε μεγάλο βαθ­μό παραμείνει στις προνεωτερικές κειμενικές παραδόσεις, μο­λονότι τα πρόσφατα χρόνια πολλοί έχουν επιδείξει νέα ισλαμι- κά ενδιαφέροντα που πηγαίνουν πέρα από εκείνα τα κείμενα.5. Αυτή η τυπολογία εδώ και η περαιτέρω επεξεργασία της στο παρόν κεφάλαιο είναι ομολογουμένως κάπως αυθαίρετη, αλλά ελπίζω ότι επίσης περιγράφει μια πραγματικότητα.6. Βλ. Ronald L. Nettler, «Guidelines for the Islamic Community: Sayyid Qutb’s political Interpretation of the Qur’an», στο Journal of Political Ideologies, 1996, σ. 183-86.7. Οι συνέπειες εδώ για την κεντρική παραδοσιακή έννοια της ούμ μ α μ ουσ λίμ α, «της μουσουλμανικής κοινότητας», είναι πράγματι βαθιές.8. Σε μια ανοιχτή διάλεξη στην Οξφόρδη τον Οκτώβριο του 1999, ο Τάλμπι έκανε αυτή τη δήλωση, εξηγώντας την με την

Page 128: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

130 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

έννοια ότι ο Μουσουλμάνος δεν χρειάζεται σχεδόν τίποτε άλλο για την ορθή τήρηση της πίστης.9. Charles Kurzman (επιμ.), Liberal Islam: A Sourcebook, Νέα Υόρ- κη, Oxford University Press, 1998· John Cooper, Ronald Nettler και Mohamed Mahmoud (επιμ.), Islam and Modernity, ό.π.10. Dale F. Eickelman, «Inside the Islamic Reformation», The Wilson Quarterly, Χειμώνας 1998, σ. 80-9.11. Αυτή η διαρκής κίνηση ανάμεσα σε λεπτομερείς μελέτες μεμονωμένων στοχαστών και μια συνεχή επεξεργασία της ιδέ­ας του ρεύματος μέσα στο οποίο δρουν συνιστά την αναγκαία διαδικασία της διασάφησης.

Page 129: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Τροχιές του πολιτικού Ισλάμ: Αίγυπτος, Ιράν και Τουρκία

Sami Zubaida

Την εποχή της Ιρανικής Επανάστασης το 1978-9, το Ισλάμ, ή αυτό που ονομαζόταν «ισλαμικός φονταμενταλισμός», έμοιαζε να βρίσκεται σε άνοδο στην παγκόσμια σκηνή. Σε συνδυασμό με την έλλειψη αξιοπιστίας των αριστερών και εθνικιστικών ιδεολογιών και κινημάτων στην περιοχή, το Ισλάμ φαινόταν να προσφέρει ένα εναλλακτικό ιδίωμα και μια κινητήρια δύναμη εναντίωσης και συγκρότησης εναλλακτικών προοπτικών. Ισλαμικά κινήματα ήρθαν στο προσκήνιο σε πολλές χώρες. 0 πολιτικός στίβος κυριαρ­χούνταν από την ισλαμική παλίρροια. Το Ισλάμ έγινε το επίφοβο μέσο υπονόμευσης και εξέγερσης για πολλές κυ­βερνήσεις και γ ια τις δυνάμεις που προσπαθούσαν να διατηρήσουν την παγκόσμια ηγεμονία. Ηγέτες βιάστηκαν να υιοθετήσουν ισλαμικές θέσεις ώστε να ανταγωνιστούν την αντιπολίτευση. Ήταν η «χαρισματική» περίοδος του πολιτικού και επαναστατικού Ισλάμ. Στην πραγματικό­τητα, στο Ιράν και στην Αίγυπτο υπήρχαν ευδιάκριτα μεσσιανικά στοιχεία στα ισλαμικά κινήματα, όπως θα δούμε.

Το χάρισμα, ωστόσο, είναι από την ίδια του τη φύση παροδικό. Με τους όρους του Μαξ Βέμπερ, αργά ή γρή­γορα «κανονικοποιείται»1. Η δυναμική που περιέγραψε ο Βέμπερ ανάμεσα στο χάρισμα και την κανονικοποίησή

Page 130: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

132 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

του είναι μια μεταφορά που αρμόζει στις μεταμορφώσεις του πολιτικού Ισλάμ τις τελευταίες δεκαετίες. 0 Χομεϊνί ήταν το πρότυπο ενός χαρισματικού ηγέτη, βασικά στο Ιράν, αλλά και μέσω των διεθνών Μέσων σε ολόκληρο τον μουσουλμανικό κόσμο (όπως περίπου ο Μάο, ο Κάστρο ή ο Γκεβάρα έπαιξαν αυτόν το ρόλο για τη διεθνή αριστερά σε μια ορισμένη στιγμή). Η προσωπική του αυθεντία και η καινοτόμα πολιτική ερμηνεία του σιιτικού δόγματος φά­νηκαν να διαμορφώνουν τις βάσεις για την Επανάσταση και την προσεχή Δημοκρατία. Πάνω απ’ όλα, αμφισβήτησε τους Αμερικανούς και τη Δύση στο όνομα της ισλαμικής αυθεντικότητας και αναδείχθηκε νικητής (ή τουλάχιστον παρουσιάστηκε ως τέτοιος). Ανάμεσα στις ιρανικές μάζες, ο τίτλος «ιμάμης» του Χομεϊνί έπαιρνε τη συνδήλωση του «Ιμαμούλ-Ζαμάν», του αναμενόμενου Μεσσία. Σε όλη τη Μέση Ανατολή η Ιρανική Επανάσταση και ο ηγέτης της έγιναν λαμπρό παράδειγμα και πηγή έμπνευσης (παρά τη σουνιτική καχυποψία απέναντι στον σιιτικό χαρακτήρα της). Απέδειξε ότι το «αυθεντικό» Ισλάμ είναι μια επανα­στατική ιδεολογία που θα μπορούσε να εμπνεύσει τις μά­ζες γιατί τους μιλούσε στη γλώσσα τους (αντίθετα από τις «εισαγόμενες» ιδέες της αριστεράς και των εθνικιστών).

Παρόλο που η Αίγυπτος δεν διέθετε μια προσωπικό­τητα ανάλογη του Χομεϊνί, γέννησε χαρισματικές ιδέες οι οποίες εκκόλαψαν χαρισματικές κοινότητες2. Τέτοιες ήταν οι ιδέες του Σαΐντ Κουτμπ: μια κοινωνία είναι μου­σουλμανική μόνο εάν ζει σε συμφωνία με το νόμο του Θε­ού { χ α κ ιμ ίγ ια α λ λ ά χ ) όπως έχει αποκαλυφθεί στο Βιβλίο του. Όλες οι υποτιθέμενα μουσουλμανικές χώρες κυβερ­νιούνται από ανθρώπινους νόμους, και ως τέτοιες δεν εί­ναι μουσουλμανικές αλλά βρίσκονται σε μια κατάσταση τ ζ α χ ιλ ίγ ια , άγνοιας, με συνδηλώσεις βαρβαρότητας, όρος ο οποίος χρησιμοποιείται συνήθως για να δηλώσει την προϊσλαμική κοινωνία3. Σε αυτή την κατάσταση το μόνο που μπορεί να κάνει ένας αληθινός Μουσουλμάνος είναι

Page 131: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 133

να ακολουθήσει το παράδειγμα της «πρώτης γενιάς» των Μουσουλμάνων, του Προφήτη και της μικρής ομάδας των οπαδών του , που έζησαν σύμφωνα με το Κοράνι και αγωνίστηκαν να φέρουν τους τ ζ α χ ίλ ι στην πίστη τους. Έτσι και σήμερα, μια εμπροσθοφυλακή (τ ά λ ι ’α ) Μου­σουλμάνων οφείλει να ακολουθήσει τα βήματά τους, να αποκοπεί από τη φαυλότητα της κοινωνίας τ ζ α χ ίλ ι , να ενδυναμωθεί με την πίστη, με αριθμούς (προσηλύτων) και όπλα, ώστε να φέρει κάποτε τον κόσμο στο νόμο του Θε­ού. Αυτές οι ιδέες είναι χαρισματικές ως προς το ότι ει­σάγουν μια ριζική ρήξη με τον κόσμο στην παρούσα μορ­φή του στο όνομα του ιερού δόγματος, σχεδόν όπως οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης κατά τον Βέμπερ οι οποίοι κήρυσσαν «Είναι γραμμένο.... αλλά σας λέω... ». Ο Κουτμπ δεν ήταν χαρισματικός ηγέτης, κι εν πάση πε- ριπτώσει πέρασε τα τελευταία του χρόνια στη φυλακή πριν από την εκτέλεσή του το 1965. Μόνο στη δεκαετία του 1970 οι ιδέες του έγιναν βάση για τη διαμόρφωση ρι­ζοσπαστικών ομάδων, κυρίως της Τζιχάντ και της Τζα- μά’ατ αλ-Μουσλίμουν (των επονομαζόμενων ομάδων Τακφίρ ουάλ-Χίτζρα). Αυτές, και ιδιαίτερα η τελευταία, συγκροτήθηκαν ως κοινότητες εμπροσθοφυλακής, αποκό- πηκαν από την κοινωνία τ ζ α χ ίλ ι, την οποία θεωρούσαν ως μη μουσουλμανική και της οποίας οι ζωές και οι περιου­σίες (περιλαμβανομένων των γυναικών) ήταν επιταγμένες για τους αληθινούς Μουσουλμάνους. Με την έννοια αυτής της ρήξης τους με την κανονική κοινωνία και του μεσσια­νικού οράματος ενός ιερού βασιλείου που επρόκειτο να δημιουργήσουν, μπορούμε να τις δούμε ως «χαρισματι­κές» κοινότητες.

Μπορεί να σκεφτούμε το 1970-1982 ως τη χαρισματική περίοδο του πολιτικού Ισλάμ. Με αυτό το χάρισμα συνυ- φάνθηκαν ορισμένα νήματα αριστερών επαναστατικών ιδεών. Ο Άλι Σαριάτι (απ . 1977) στο Ιράν κήρυξε τον επαναστατικό («κόκκινο») Σιιτισμό, που έμοιαζε να συ-

Page 132: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

134 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

νίσταται από ιδέες του Μαρξ και του Φραντζ Φανόν, τις οποίες ο Σαριάτι διάβαζε στο ίδιο το Κοράνι και στο σιι- τικό δόγμα4. Οι ιδέες του άσκησαν τεράστια έλξη σε μία γενιά διανοουμένων και ακτιβιστών που ζητούσαν την επανάσταση και την απελευθέρωση, αλλά με «αυθεντι­κή» πολιτισμική προέλευση. Αυτά τα νήματα του αριστε­ρού Ισλάμ έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην Επανάσταση του 1979 και στις «σοσιαλιστικές» και λαϊκιστικές θέσεις των πρώτων επαναστατικών χρόνων. Στην Αίγυπτο, επίσης, πολλοί από τους αριστερούς και νασεριανούς στράφηκαν προς το Ισλάμ ως το αυθεντικό όχημα της λαϊκής αμφι­σβήτησης και της εθνικής απελευθέρωσης. Εξέχουσες φυ­σιογνωμίες της αιγυπτιακής αριστεράς, όπως ο Χασάν Χανάφι, ο Ταρίκ αλ-Μπισρί και ο Άντελ Χουσέιν, ηγήθη- καν αυτού του ρεύματος και ο πρώτος έδωσε μια συνέ­ντευξη με τον τίτλο Α λ - Γ ιά σ α ρ α λ - Ι σ λ ά μ ι , η ισλαμική αριστερά. Αυτοί ήταν και παρέμειναν φυσιογνωμίες με μεγάλη επιρροή στον δημόσιο βίο, αλλά χωρίς τίποτε από τη χαρισματική έλξη του Σαριάτι λίγο παλιότερα. Πάντως αυτές οι τρεις φυσιογνωμίες, και κάποιες αντίστοιχές τους στον Λίβανο και στο Ιράκ, έδωσαν την αναγνωρίσι­μη π ο λ ιτ ικ ή σφραγίδα στην ισλαμική αναβίωση, και την υποχώρηση ακριβώς αυτού του ρεύματος για χάρη ενός συντηρητικού ηθικισμού περιγράφει ο Ολίβιε Ρόυ στο βι­βλίο του The Failure of Political Islam 5.

Η «αποτυχία» του πολιτικού Ισλάμ αποτελεί μέρος της διαδικασίας κανονικοποίησης του χαρίσματος. Ο ζή­λος και η αναμονή σχεδόν υπερφυσικών μεταμορφώσεων (χαρακτηριστικά του μεσσιανισμού) που σφράγιζε τη χα­ρισματική περίοδο εξέλιπε στο Ιράν, στην Αίγυπτο και σε ολόκληρη την περιοχή. Η εγκαθίδρυση της Ισλαμικής Δη­μοκρατίας και η ανάδυση των συντηρητικών μουλάδων στην ηγεσία της οδήγησε την κυβέρνηση και την κοινωνία σε ένα νομοκρατούμενο και πειθαρχικό ήθος, μια διαδι­κασία «εξορθολογισμού». Οι επαναστάτες και οι ελευθε-

Page 133: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 135

ριακοί είτε κατεστάλησαν βίαια είτε αφομοιώθηκαν. Η ισλαμική αριστερά υπέστη επανειλημμένες ήττες στη «σοσιαλιστική» της πολιτική (εργατικοί νόμοι, εθνικοποί­ηση, αγροτική μεταρρύθμιση, κοινωνική πρόνοια) από τους συντηρητικούς οι οποίοι ερμήνευαν τον ιερό νόμο ως απόλυτη κατοχύρωση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων6. Οι ιθύνοντες μουλάδες και οι προστατευόμενοί τους ευη- μερούσαν (συχνά μέσα από τον έλεγχο του κράτους και των κληροδοτημάτων), ενώ η οικονομία χώλαινε και με­γάλα τμήματα των μισθωτών φτώχαιναν (περιλαμβανο- μένων των διανοουμένων της μεσαίας τάξης). Στην Αίγυ­πτο οι ριζοσπαστικές κουτμπικές ομάδες απομονώθηκαν ακόμη περισσότερο, κι εν πάση περιπτώσει βάλθηκαν να επιβάλουν την κοινοτιστική ηθικότητα και πειθαρχία στα φέουδά τους ενώ ταυτόχρονα μάχονταν την κυβέρνηση. Η κύρια πρωτοβουλία για την υπεράσπιση του Ισλάμ πέρα- σε στους συντηρητικούς, πολλοί από τους οποίους ήταν ενταγμένοι στους θεσμούς του κράτους. Η ισλαμική αρι­στερά και οι φιλελεύθεροι προσπάθησαν να συνταχθούν σε νόμιμη αντιπολίτευση ως μέρος μιας κανονικής πολιτι­κής διαδικασίας, αντιμετώπισαν όμως αντίσταση και διωγμούς από τις αρχές με τη συγκατάθεση αν όχι την ενεργή υποστήριξη των συντηρητικών του Ισλάμ.

Τώρα τίθεται το ερώτημα εάν το ισλαμικό ρεύμα έχει φτάσει στην «κορύφωσή» του και τούτη τη στιγμή βρί­σκετα ι σε πτώ ση . Π ρόκειται όμως γ ια υπερβολικά απλουστευτική γενίκευση. Η απάντηση που δίνω εδώ βα­σίζεται στους όρους της «κανονικοποίησης» του χαρί­σματος και, στην περίπτωση του Ιράν, του εξορθολογι- σμού της διακυβέρνησης και της οικονομίας. Τα ισλαμικά κινήματα, με τα πολλά ρεύματα και τις τάσεις τους, πολι­τικές και κοινωνικές, έχουν ενσωματωθεί στην πολιτική και την κοινωνία των αντίστοιχων χωρών τους. Έχουν αποκτήσει ιδιαίτερο χαρακτήρα και κατεύθυνση ανάλογα με την κοινωνιοπολιτική κουλτούρα και την ιστορική συ­

Page 134: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

136 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

γκυρία των κατά τόπους κοινωνιών τους. Πριν στραφού­με να εξετάσουμε αυτές τις εξελίξεις στις τρεις χώρες, θα επιχειρήσω να παρουσιάσω μια τυπολογία των ιδεολογι­κών και κοινωνικών κατευθύνσεων των ισλαμικών κινη­μάτων, όπως προκύπτει από το έργο πολλών σχολια­στών, περιλαμβανομένων των Άγιουμπι, Ρόυ, αλλά και το δικό μου7. Πρόκειται για «ιδεατούς τύπους», και κάθε δεδομένο κίνημα ή ομάδα τούς επιδεικνύει σε διαφορετι­κούς συνδυασμούς.

Ιδεατοί τύποι

1. Συντηρητικό Ισλάμ, αντιπροσωπευτικότερο δείγμα του οποίου είναι το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας. Δε­σπόζει σε ολόκληρη την περιοχή. Η τάση του είναι κυρίως προς την ηθικότητα και τον κοινωνικό έλεγχο. Όπως ο συντηρητισμός παντού, διαφυλάσσει τις αξίες της περι­ουσίας, της οικογένειας και της τάξης (πειθαρχία). Είναι πολιτικό μόνο στο βαθμό που προσπαθεί να επιβάλει αυ­τές τις αξίες μέσω της διακυβέρνησης και του νόμου. Τούτα τα στοιχεία υπήρχαν πάντοτε, αλλά η άνοδος του ισλαμικού ρεύματος τους έδωσε μια πολιτική ώθηση, ιδίως στην έκκληση για εφαρμογή της σ α ρ ία . Το ρεύμα αυτό αντιπροσωπεύεται εξίσου στο κράτος και στους επίσημους θεσμούς όπως η σχολή αλ-Αζάρ και τα δ ιά φ ο ­ρ α υπουργεία στην Αίγυπτο, καθώς και σε αντιπολιτευό­μενες ομάδες όπως το κύριο ρεύμα των Αδελφών Μου­σουλμάνων.

2. Ριζοσπαστικό Ισλάμ, αντιπροσωπευτικότερο δείγμα του οποίου είναι οι κουτμπικές ομάδες στην Αίγυπτο. Σκοπός τους είναι η μεταμόρφωση της κοινωνίας μέσω άμεσης δράσης, ακολουθώντας την κλασική οδηγία να πράττει κανείς το καλό και να αποφεύγει το κακό (α λ - α μ ρ μ π ιλ -μ ά ’ρ ο υ φ ο υ ά λ -ν ά χ υ ’ά ν ιλ -μ ο ύ ν χ α ρ ), κυρίως μέ­

Page 135: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 137

σα από την καθαίρεση των μη ισλαμικών ηγετών, όπως εκ­φράστηκε παραδειγματικά στη δολοφονία του Σαντάτ το 1981 και σε επανειλημμένες απόπειρες κατά της ζωής του Μουμπάρακ και κάποιων υπουργών του.

3. Πολιτικό Ισλάμ: ιδέες και προγράμματα κοινωνιο- πολιτικής μεταμόρφωσης βασισμένα στο Ισλάμ. Αντιπρο­σωπευτικότερο δείγμα είναι κάποιοι από τους ιρανούς επαναστάτες, όπως ο Σαριάτι, ο Ταλαγκανί ο Μπάνι Σα- ντρ και οι Μουτζαχεντίν, και τα νεωτεριστικά στοιχεία των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο, που τώρα έχουν αποσχιστεί υπό το Χιζμπ αλ-Βασάτ. Από πολλές απόψεις, ο τύπος αυτός αντιπροσωπεύει μια συνέχεια με τα εθνικιστικά και αριστερών αποχρώσεων προγράμματα.

Πώς αυτοί οι τύποι σχετίζονται με το πρόβλημα της «δημοκρατίας»; Κατά τη «χαρισματική» περίοδο, όλοι σχεδόν οι Ισλαμιστές απέρριπταν τη δημοκρατία ως ιμπεριαλιστική, δυτική σύλληψη, ξένη στο Ισλάμ. Στην περίπτωση του Ιράν μετά την Επανάσταση, υποστηρίχτη­καν σε αυτή τους την άποψη από πολλά τμήματα της αριστεράς, η οποία είχε μια μακρά ιστορία άρνησης του «αστικού» φιλελευθερισμού. Εν συνεχεία, διάφορες ισλα- μικές φωνές έπαιξαν με την ιδέα της δημοκρατίας, σύμ­φωνα με διάφορες ερμηνείες, αποδίδοντάς της ισλαμική καταγωγή. Μία κοινή ιδέα περί δημοκρατίας είναι ότι αποτελεί την εξουσία της πλειοψηφίας, όπου ένα ισλαμι­κό κράτος είναι η έκφραση της βούλησης ενός μουσουλ­μανικού λαού, λογική η οποία συγγενεύει με πολλές εθνι­κιστικές ιδεολογίες. Στην πράξη, είναι οι πολιτικοί Ισλα- μιστές του τρίτου τύπου οι οποίοι είναι πιθανότερο να καταλάβουν και να ενστερνισθούν τη δημοκρατική πρα­κτική. Ωστόσο, είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι ελάχιστοι Ισλαμιστές είναι εκ πεποιθήσεως δημοκρά­τες, και από αυτή την άποψη δεν διαφέρουν από τη με­γάλη πλειοψηφία των πολιτικών ακτιβιστών κάθε είδους πεποιθήσεων στην περιοχή. Στο συγκεκριμένο ζήτημα,

Page 136: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

138 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

δεν είναι τόσο οι πολιτικές πεποιθήσεις εκείνες που με­τρούν όσο οι αντικειμενικές συνθήκες που επιβάλλουν εξαναγκασμούς και εναύσματα για δημοκρατική συμμε­τοχή. Αυτό είναι σαφές στην π ε ρ ίπ τω σ η της Τουρκίας, όπου ο πλουραλιστικός εκλογικός συναγωνισμός και η πάλη κατά ενός εδραιωμένου κοσμικού καθεστώτος καθι­στά τη δημοκρατία το επικρατέστερο παιχνίδι που αξίζει να παίξουν οι Ισλαμιστές. Και είναι ένα παιχνίδι που γεννάει μορφές οργάνωσης και προσδοκίες οι οποίες εί­ναι δύσκολο να εγκαταλειφθούν, εκτός εάν υπάρξει μια γενική κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, πράγμα που βεβαίως δεν αποκλείεται.

Ιράν

Οι θρησκευτικοί θεσμοί στο Ιράν βρίσκονται πιο κοντά στη χριστιανική θέσπιση μιας εκκλησίας χωρισμένης από το κράτος. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις σουνιτικές χώρες στην περιοχή, οι οποίες είναι ως προς αυτό κληρο­νόμοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου η θρησκεία είχε γραφειοκρατικοποιηθεί ως υπηρεσία του κράτους8. Οι ιρανικοί θρησκευτικοί θεσμοί ωστόσο δεν είχαν τη συ­γκεντρωτική και ενιαία μορφή, ας πούμε, της Καθολικής Εκκλησίας. Δεν υπάρχει πάπας: κάθε μουτζτάχιντ έχει δ ι­καστική και πνευματική εξουσία πάνω στους οπαδούς τους και, μολονότι υπάρχει μια ιεράρχηση κύρους, αυτό δεν μεταφράζεται σε ιεραρχία εξουσιών.

Όπως μια καθολική χώρα, το Ιράν είναι εμποτισμένο από τη θρησκεία και τα θρησκευτικά σύμβολα, γιορτές και τελετουργίες από τη μία πλευρά, και κάποια δυσπι­στία και κυνισμό απέναντι στον κλήρο από την άλλη. Τα θρηνητικά τελετουργικά του Μουχάρραμ περιλαμβάνουν δημόσιες λιτανείες, παραστάσεις των παθών, οργανωμένο κήρυγμα και ψαλμωδίες που καταλαμβάνουν κεντρική

Page 137: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 139

θέση στον θρησκευτικό και δημόσιο βίο των Σιιτών. Τα μοτίβα του μαρτυροδρομίου και της υπόμνησης των διά­φορων ιμάμηδων, μαρτύρων και ιερών φυσιογνωμιών εί­ναι τα επανερχόμενα θέματα πολυάριθμων οικιακών και δημόσιων τελετουργιών που σημαδεύουν το ετήσιο ημε­ρολόγιο. Η προϊσλαμική ανοιξιάτικη γιορτή του Νοβρούζ είναι εξίσου τελετουργικοποιημένη κι επενδυμένη με θρη­σκευτικό συμβολισμό (παρότι από τους υπέρμαχους της εκκοσμίκευσης διατηρείται σαν μια απελευθερωτική πα- γανιστική γιορτή). Τζαμιά και τεμένη δεσπόζουν στους αστικούς χώρους και στις αγροτικές περιοχές, και οι λι­τανείες προσκυνητών αποτελούν σύνηθες χαρακτηριστικό σε αυτούς τους τόπους. Με λίγα λόγια, ο χρόνος και ο χώρος στο Ιράν είναι πλήρως ιεροποιημένοι.

Την ίδια στιγμή, περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού, μπορεί κάποιος να δει ένα ευδιάκριτο ρεύμα αντικληρικα­λισμού στη σύγχρονη ιρανική ιστορία. Στο θεωρητικό επί­πεδο υπάρχει ένας βαθμός συγγένειας ανάμεσα στις «ετε­ρόδοξες» αιρέσεις του 18ου και του 19ου αιώνα και τα κο­σμικά διαφωτιστικά μοτίβα του 20ού. Ο 19ος αιώνας, στο κατώφλι της νεωτερικότητας (αργότερα στο Ιράν απ’ ό,τι στις μουσουλμανικές περιοχές της Μεσογείου), έγινε μάρ­τυρας δογματικών και κοινωνικών αναστατώσεων. Ο Σεϊ- χισμός, κι εν συνεχεία ο Μπαμπισμός, ήταν χαρισματικά κινήματα που αμφισβήτησαν τα θρησκευτικά δικαιώματα και την επάρκεια του επίσημου κλήρου υπέρ των δικαιω­μάτων της προφητείας και της μυστικής γνώσης9. Οι διώ­ξεις και η εκτέλεση των ηγετών τους οδήγησαν αυτά τα κι­νήματα στην παρανομία υπό τη μορφή μυστικών εταιρει­ών. Κάποιες απ’ αυτές τις εταιρείες αποτέλεσαν το κύττα­ρο για μεταγενέστερες ορθολογικές ιδέες και δόγματα που υπεισήλθαν στους πολιτικούς και πολιτισμικούς αγώνες του 20ού αιώνα. Ο αντικληρικαλισμός δέχθηκε υποστήρι­ξη, άλλοτε φανερή άλλοτε υπόγεια, από την εκσυγχρονι­στική κι εκκοσμικευτική ώση της δυναστείας των Παχλαβί.

Page 138: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

140 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Εξέχοντες και δημοφιλείς λόγιοι, όπως ο ιστορικός Κασ- ράβι, επέκριναν ανοιχτά το θρησκευτικό κατεστημένο ως αντιδραστικό και σκοταδιστικό10. 0 ιρανικός εθνικισμός κατασκεύασε τη δική του ιστορία του έθνους με έμφαση στην προϊσλαμική του αίγλη και στη συνεχιζόμενη ανωτε­ρότητα του περσικού πολιτισμού εντός του Ισλάμ, που αναχαίτιζε τη βαρβαρική ορμή από την Αραβία. Αυτά τα μοτίβα, ακόμη και όταν δεν ήταν αντιθρησκευτικά, ήταν αντικληρικαλιστικά και έθεταν υπό αμφισβήτηση τις αξιώ­σεις του κλήρου για πολιτισμική ηγεμονία. Στο λαϊκό επί­πεδο έχουμε το στερεότυπο του μουλά ως υποκριτή, π α ­ραδόπιστου και άρπαγα, όπως εμφανίζεται σε πολλές π α ­ροιμίες και αστεία. Όπως και στις καθολικές χώρες, αυτά τα μειωτικά στερεότυπα τα συμμερίζονται συχνά άνθρω­ποι κατά τα άλλα πιστοί και θρησκευόμενοι.

Η Ιρανική Επανάσταση δεν ήταν προϊόν ενός οργανω­μένου ισλαμικού κινήματος11. Ήταν μάλλον η τυχαία έκβαση ενός συνδυασμού παραγόντων και δυνάμεων πολ­λές από τις οποίες δεν ήταν καθόλου θρησκευτικές, όπως οι εργατικές απεργίες, και με αξιοσημείωτο ποσοστό συμ­μετοχής από τις αριστερές δυνάμεις. Η θρησκευτική ηγεσία και οργάνωση βρέθηκε στην ηγεσία κυρίως για το λόγο ότι τα θρησκευτικά και φιλανθρωπικά δίκτυα (και όχι πολιτι­κά κινήματα) ήταν καλά οργανωμένα και διέθεταν πόρους σε εθνική κλίμακα τη στιγμή που καμία άλλη συνεκτική οργάνωση δεν υπήρχε. Τα πολλά εκατομμύρια ανθρώπων που μπορούσαν να κατεβάζουν στους δρόμους ήταν δυσα- ρεστημένοι, περιθωριοποιημένοι αγροτικοί μετανάστες οι οποίοι μπορούσαν να ταυτιστούν με το συνδυασμό θρη­σκευτικών και απελευθερωσιακών συνθημάτων που χρησι­μοποιούσαν οι επαναστάτες, μολονότι η φτωχή αγροτιά δεν φημιζόταν για την ευσέβειά της. Ο Χομεϊνί απέκτησε χαρισματικό κύρος τρεφόμενο από μεσσιανικές προσδο­κίες. Ο θάνατός του και ο θρίαμβος του κράτους των μου- λάδων πάνω στην επανάσταση τα άλλαξε όλ’ αυτά.

Page 139: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 141

Η ιστορία των πολιτικών αγώνων γύρω από τη φύση του καθεστώτος και τη νομοθεσία ανάμεσα στις ηγετικές ομάδες της Ισλαμικής Δημοκρατίας δίνει μια καλή εικόνα της δ ιαδικασίας «κανονικοποίησης», καθώς και των εμποδίων του εξισλαμισμού σε ένα σύγχρονο κράτους. Το Σύνταγμα της Δημοκρατίας (και οι προσεχείς του μετα­μορφώσεις) είναι ένα αμάλγαμα σύγχρονου έθνους-κρά- τους και ισλαμικών αρχών, όπως το δόγμα του Χομεϊνί περί β ε λ ά γ ια τ - ι φ ά κ ιλ , επαγρύπνησης των νομολόγων. Διαφυλάσσει τη σ α ρ ία ως προνομιακή πηγή όλης της νο­μοθεσίας (μολονότι το ίδιο το σύνταγμα δεν είναι η σ α ρ ία ) . Ωστόσο, το ενενήντα τοις εκατό της νομοθεσίας αφορά ζητήματα άσχετα με τη σ α ρ ία , όπως διοικητικές διαδικασίες, κανονισμούς κυκλοφορίας, οικονομικές πολι­τικές κ.ο .κ . Ενόψει αυτής της ολοφάνερης πρόκλησης απέναντι στην καθολικότητα του Ισλάμ, ένας ιθύνων κλη­ρικός διακήρυξε ότι όλ’ αυτά τα μέτρα ήταν ισλαμικά στο βαθμό που δεν ήταν αντιισλαμικά! Σε επίμαχα ζητήματα όπως ο αναδασμός της γης, οι εργατικοί νόμοι και η εθνι­κοποίηση του εμπορίου, η δεκαετία του ’80 σημαδεύτηκε από διαμάχες ανάμεσα σε συντηρητικούς και αριστερίζο- ντες (εντός του ισλαμικού πλαισίου) γύρω από το απαρα­βίαστο της ατομικής ιδιοκτησίας και της ελευθερίας του συμβολαίου ως αντιτιθέμενα στο δημόσιο συμφέρον και την κοινωνική δικαιοσύνη. Το ζήτημα λύθηκε εν μέρει από την περίφημη διάταξη του Χομεϊνί το 1988, στην οποία διακήρυσσε ότι η ισλαμική κυβέρνηση ήταν κληρονόμος της εξουσίας του Προφήτη και ως εκ τούτου αρμόδια, προς το συμφέρον των Μουσουλμάνων, να αναστέλλει οποιαδήποτε διάταξη της σ α ρ ία , περιλαμβανομένης της προσευχής και της νηστείας. Στην πράξη αυτό ισοδυνα- μούσε με άδεια της κυβέρνησης να παρακάμπτει τη σ α ρ ία οποτεδήποτε το επέβαλλαν τα συμφέροντά της. Αυτό θε- σμοποιήθηκε σε μια διάσκεψη για τον Ορισμό του Δημόσι­ου Συμφέροντος (τα σ κ ίς - ι μ α σ λ ά χ α τ - ι ν ιζ ά μ ) , κατοχυρώ­

Page 140: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

142 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

νοντας έτσι την πολυσυλλεκτική κατηγορία της μ α σ λ ά χ α , του συμφέροντος -που συμπεριλαμβανόταν σε κάποιες σχολές του σουνιτικού φ ιχ χ , αλλά είχε απορριφθεί ιστορι­κά από τη Σ Γ α -κ α ι διεμβολίζοντας την ίδια τη σ α ρ ία .

Κρίσιμες σε ό,τι αφορά το ζήτημα της ισλαμικότητας του κράτους και της κοινωνίας είναι οι διατάξεις περί των οικογενειακών σχέσεων και της συμπεριφοράς των γυναι­κών. Πέρα από τη συμβολική και εξαιρετικά ορατή χ ε - τ ζ ά μ π , η οποία συνεχίζει να επιβάλλεται, η Δημοκρατία έχει υπαναχωρήσει σε πολλά μέτω πα. Οι Νόμοι περί Προστασίας της Οικογένειας του παλαιού καθεστώτος αρχικά καταγγέλθηκαν ως αντιισλαμικοί και ανακλήθη- καν υπέρ των κλασικών διατάξεων της σ α ρ ία που έδιναν στους συζύγους και πατέρες εκτεταμένες εξουσίες (έλεγ­χο των συζύγων, αποκήρυξη κατά βούλησιν, περιφρούρη­ση, άρνηση διατροφής) εις βάρος των γυναικών και των παιδιώ ν. 0 Χομεϊνί επίσης όρισε ότι ο οικογενειακός προγραμματισμός και ο έλεγχος των γεννήσεων ήταν απαγορευμένα για τους Μουσουλμάνους και κατάργησε τα προγράμματα που είχαν εισαχθεί από προηγούμενο καθεστώς καταγγέλλοντάς τα ως ιμπεριαλιστικές συνω­μοσίες κατά του Ισλάμ. Τπό την πολιτική πίεση εκ μέ­ρους διακεκριμένων ομάδων γυναικών και χάριν σκοπι­μοτήτων του καθεστώτος, μια σειρά από νομοθετικά βή­ματα επανέφεραν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό τις διατάξεις του οικογενειακού νόμου του παλαιού καθε­στώτος, δίνοντας περισσότερα δικαιώματα και προστα­σία στις γυναίκες μέσα στο γάμο και στους κοινωνικούς τους ρόλους12. Σχετικά με τον οικογενειακό προγραμμα­τισμό, ο Χομεϊνί και η Δημοκρατία, υπό την απειλή ενός από τα υψηλότερα ποσοστά γεννητικότητας στον κόσμο, έκαναν μια σχεδόν ολοκληρωτική στροφή και ξανάρχισαν τα προγράμματα αντισύλληψης, καθώς και μια δημόσια καμπάνια με αφίσες που έδειχναν ευτυχισμένες οικογέ­νειες με μόνο δύο παιδιά13.

Page 141: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 143

Αυτά τα επεισόδια, και πολλά άλλα, προκάλεσαν ακό­μη μεγαλύτερο σκεπτικισμό στους Ιρανούς απέναντι στην ισλαμική κυβέρνηση. Και ο σκεπτικισμός ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο από τους πολιτικούς ανταγωνισμούς και την κυνική χρήση ισλαμικών στερεοτύπων από τα ανταγωνιζόμενα μέρη.

Η κατακερματισμένη εξουσία των θρησκευτικών θε­σμών ήταν εγγεγραμμένη στο ίδιο το επαναστατικό κρά­τος. Μετά τον Χομεϊνί, κανένας μεμονωμένος ηγέτης ή κέντρο εξουσίας δεν υπερίσχυε, κανένας Νάσερ ή Σαντάμ δεν υπήρχε. Διαφορετικά υπουργεία, επαναστατικοί θε­σμοί και ημικυβερνητικά ιδρύματα με άφθονες πηγές στη διάθεσή τους κυριαρχούνται από διάφορες φράξιες και προσωπικότητες με τα δικά τους πελατειακά δίκτυα. Αυ­τό είχε τις καλές και τις κακές του πλευρές. Απρόβλεπτες δυνάμεις οδηγούσαν σε φραξιονιστικό ανταγωνισμό και διαφθορά. Την ίδια στιγμή, ο κατακερματισμός της εξου­σίας άφηνε χώρο για ν’ αναπτυχθούν στοιχεία της «πολι­τικής κοινωνίας». Η καταστολή της διαφωνίας δεν ήταν καθολική, καθώς η κάθε πλευρά προσπαθούσε να τη χρη­σιμοποιήσει εναντίον της άλλης. Τελικώς, οι χειρισμοί του Ραφσαντζανί εναντίον των συντηρητικών άνοιξαν τη δυ­νατότητα ελεύθερων προεδρικών εκλογών το 1997. Μόνο τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής εκστρατείας οι άνθρωποι συνειδητοποίησαν ότι ήταν πράγματι ελεύθε­ρες, και ψήφισαν κατά συντριπτική πλειοψηφία υπέρ του Χατάμι και εναντίον της σκληρής γραμμής Νάτικ-Νούρι, εγκαινιάζοντας έτσι μια νέα περίοδο στην ισλαμική πολι­τική όπου τα φιλελεύθερα και συμμετοχικά στοιχεία μπο­ρούν να αντιπαλέψουν τους συντηρητικούς με περισσότε­ρο ισότιμους όρους.

Στο Ιράν, τη χώρα της λαϊκής επανάστασης που έγινε ισλαμική, υπάρχει σήμερα ένα κίνημα εναντίωσης στην ισλαμική διακυβέρνηση. Η ισλαμική ιδεολογία και οι θε­σμοί, με το να γίνουν μέρος του κράτους και της πολιτι­

Page 142: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

144 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

κής, έχασαν το κύρος και τη χαρισματικότητά τους. Ενε- πλάκησαν σε φατριαστικές διαμάχες και ολοφάνερα διε­φθαρμένες πρακτικές: το αρνητικό στερεότυπο του μου- λά ενισχύθηκε. 0 διάδοχος του Χομεϊνί στην ηγεσία δεν διακρίνεται για το υψηλό θρησκευτικό επίπεδο ή το χάρι­σμά του: ήταν ολοφάνερα ένας πολιτικός διορισμός. Όσες προσπάθειες έγιναν να αναδειχθεί ο Χαμενεΐ σε μ ά ρ τ ζ α ’ απέτυχαν. Οι ευσεβείς διατήρησαν την προσήλω­σή τους σε μ ά ρ τ ζ α ’ (αυθεντίες) ανεξάρτητους από την πολιτική.

Αυτό δεν σημαίνει ότι το ενδιαφέρον για το Ισλάμ έχει κατ’ ανάγκη εκλείψει. Οι ενδείξεις είναι ότι υπάρχουν ζω­ηρές νεωτεριστικές απόπειρες και διαμάχες ανάμεσα στους νεότερους σπουδαστές και λογίους στις μ ά δ ρ α σ α , περιλαμβανομένης της χρήσης υπολογιστών για την απο­θήκευση και ανάκτηση κειμένων και φ ά τ ο υ α . Σε αυτές περιλαμβάνονται προσπάθειες γ ια κάποιου είδους σύνθε­ση ανάμεσα στην ισλαμική και στις δυτικές φιλοσοφίες και για την επινόηση νέων κοινωνικών θεωριών και πολι­τικών συστημάτων. Αυτές οι εξελίξεις ωστόσο έχουν αποτέλεσμα την αποστασιοποίηση του Ισλάμ από την πολιτική και τη διακυβέρνηση για χάρη ενός νέου μου­σουλμανικού ουμανισμού.

Τέτοιοι νεωτερισμοί και αναπροσανατολισμοί ωστόσο συναντούν έντονη αντίσταση από τις συντηρητικές (τύπου1) δυνάμεις, καθοδηγούμενες από ανώτερους κληρικούς οι οποίοι είναι εδραιωμένοι στα νομοθετικά σώματα, στο Μ ά τ ζλ ι, σε τμήματα του στρατού (Π α σ ν τ α ρ ά ν ) και στα ιδρύματα. Οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις υπό τον Χατάμι έλαβαν σημαντική ώθηση από τα αποτελέσματα των βου­λευτικών εκλογών του Φεβρουάριου 2000, οι οποίες τους έδωσαν τον έλεγχο του Μ ά τζλ ι. Ο αγώνας συνεχίζεται.

Page 143: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 145

Αίγυπτος

Η Αίγυπτος είναι η χώρα απ’ όπου ξεκίνησε το Ισλάμ ως οργανωμένο πολιτικό κίνημα το 1928. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν είχε προαναγγελθεί μέσα από μια ζύμωση ιδεών και συζητήσεων, περιλαμβανομένων των αξιοσημεί­ωτων μεταρρυθμίσεων στα τέλη του 19ου αιώνα· αλλά οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι ήταν το πρώτο κίνημα που οργά­νωσε και κινητοποίησε οπαδούς στη λαϊκή βάση, και το οποίο σύντομα θα ανέπτυσσε προγράμματα και στρατη­γικές14. Ίσως η ανάπτυξη αυτή σχετίζεται με την πρώιμη χαλάρωση των κοινοτικών δεσμών, τουλάχιστον στο Κάι­ρο και στα βόρεια της χώρας. Οι οικονομικές και πολιτι­κές μεταμορφώσεις και αναταραχές του 19ου αιώνα οδή­γησαν σε μεταναστεύσεις και στην παρακμή των παρα­δοσιακών επαγγελμάτω ν και πηγών β ιοπορισμού. Ο Σουφισμός τ ο υ ρ ο ύ κ , η κύρια μορφή λαϊκής θρησκευτικής οργάνωσης, ήταν στενά συνδεδεμένος με επαγγελματικές συντεχνίες και συνοικίες των πόλεων και παρήκμασε μαζί τους. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό από ό,τι στο Ιράν όπου τα συντεχνιακά και φιλανθρωπικά δίκτυα, με τις θρησκευτικές συνισταμένες τους, συνέχισαν να υπάρχουν ως σημαντικές μορφές λαϊκής οργάνωσης μέχρι πολύ αρ­γότερα στον 20ό αιώνα, και από ορισμένες πλευρές μέχρι σήμερα. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, λοιπόν, κατέλαβαν αυτό το κενό και προσέφεραν μέσα για τη λαϊκή οργάνω­ση και ευσέβεια, με μια πολιτική στρατηγική που είχε σχέση με την ημιαποικιακή υποτέλεια της Αιγύπτου εκεί­νη την εποχή. Στο πρώτο μισό του αιώνα, με την Αίγυπτο να εμφανίζει μια πλειάδα κέντρων εξουσίας και πολιτι­κών δυνάμεων, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι ήταν μία πολι­τική δύναμη ανάμεσα σε πολλά, φιλελεύθερα, αριστερά και εθνικιστικά κόμματα· όλα όμως, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, επεδίωκαν την εθνική ανεξαρτησία.

Η νασεριανή επανάσταση και το συγκεντρωτικό κρά­

Page 144: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

146 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

τος που εγκαινίασε έθεσαν τέρμα στον πλουραλισμό. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι τέθηκαν εκτός νόμου όπως και τα άλλα κόμματα, και η βίαιη μερικές φορές αντίστασή τους προκαλούσε εντεινόμενες διώξεις. Εν πάση περι- πτώσει, η έλξη του Ισλαμισμού μειώθηκε πολύ στο απο­κορύφωμα του Νασερισμού, που διήρκεσε μέχρι το 1967 και βρήκε συντριπτική απήχηση στο λαϊκό αίσθημα. Οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις και τα μέτρα κοινωνικής πρό­νοιας λειτούργησαν ως κοινωνική συγκολλητική ουσία προσδένοντας τις μάζες στο κράτος. Μόνο η ήττα του Νασερισμού στον πόλεμο του 1967 με το Ισραήλ, και ύστερα η κατάρρευσή του υπό τον Σαντάτ, άνοιξε το δρόμο για νέες πολιτικές δραστηριότητες και την ανα­βίωση μορφών του Ισλαμισμού. Παράλληλα, είναι πολύ γνωστό ότι ο Σαντάτ στον αγώνα του εναντίον των Να- σεριστών και της αριστεράς ενθάρρυνε και ενίσχυσε τον ισλαμικό ακτιβισμό.

Η πολιτική φιλελευθεροποίηση στην Αίγυπτο υπό τον Σαντάτ και τον Μουμπάρακ υπήρξε πάντα περιορισμένη, και πρόσφατα οπισθοδρόμησε αρκετά. Κάποια πολιτικά κόμματα νομιμοποιήθηκαν (όχι όμως θρησκευτικά κόμ­ματα), με δικές τους εφημερίδες και υποψηφίους στις βουλευτικές εκλογές. Δόθηκε περιορισμένη ελευθερία του τύπου, καθώς και της αντιπολίτευσης και των δημόσιων αντιπαραθέσεων (σήμερα περιορίζονται όλο και περισσό­τερο). Οποιαδήποτε προσπάθεια των κομμάτων, ωστόσο, να οργανωθούν και να κινητοποιήσουν μια λαϊκή εκλογι­κή βάση εμποδίστηκε, και οι βουλευτικές εκλογές είναι σε μεγάλο βαθμό μια παράσταση εκ μέρους της κυβέρνη­σης η οποία επιτρέπει έναν μικρό, και όλο μειούμενο, αριθμό εδρών να καταλαμβάνονται από τα αντιπολιτευό­μενα κόμματα. Το επικρατούν κυβερνητικό κόμμα δεν εί­ναι τίποτα περισσότερο από ένα όχημα νομιμότητας και στήριξης για τον Πρόεδρο και την πολιτική διοίκηση, ενώ τα αντιπολιτευόμενα κόμματα λειτουργούν σχεδόν σαν

Page 145: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 147

λέσχες και χώροι ειδικού ενδιαφέροντος συζητήσεων. Οι μόνες πολιτικές δυνάμεις που είναι οργανωμένες σε λαϊκό επίπεδο είναι οι ισλαμιστικές ομάδες, μολονότι δεν συνι- στούν νόμιμα κόμματα και η οργάνωσή τους βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο «κοινωνικό Ισλάμ», το δίκτυο φιλαν­θρωπίας, υ7τηρεσιών και ευκαιριών απασχόλησης που προσφέρονται από μουσουλμανικές ενώσεις και εταιρεί­ες, μια σημαντική συνέπεια της απόσυρσης των μέτρων κοινωνικής πρόνοιας εκ μέρους του κράτους.

Ποια είναι λοιπόν η παρούσα κατάσταση του πολιτι­κού Ισλάμ στην Αίγυ7ττο; Οι ριζοσπάστες Ισλαμιστές, οι οπαδοί της άμεσης δράσης και μερικές φορές βίαιες ομά­δες όπως η Τζιχάντ και η Γκαμά’ατ Ισλαμίγια, καταλαμ­βάνουν κεντρική θέση, τουλάχιστον στη συνείδηση του κοινού και των Μέσων χάρη στις δραματικές τους ενέρ­γειες και την αλλόκοτη, αρχικά σχεδόν μεσσιανική ιδεο­λογία τους. Παρότι ολιγάριθμες, κατόρθωσαν στο αποκο­ρύφωμα της ισχύος τους στη δεκαετία του ’80 να ελέγ­χουν ολόκληρες κοινότητες στην Άνω Αίγυ7ττο καθώς και σε λαϊκές συνοικίες του Κάιρου, όπως χαρακτηριστικά το Άιν Σαμς και το Ιμπάμπα, συνδυάζοντας την πειθώ και τον εκφοβισμό15. Εγκαθίδρυσαν έναν κοινοτιστικό αυ- ταρχισμό, δίνοντας έμφαση στην ηθικότητα και την τάξη. Ενεπλάκησαν σε μια μακρά και συνεχιζόμενη διαμάχη με την κυβέρνηση, υφιστάμενοι όλη τη βία των υπηρεσιών ασφαλείας σε ένα κύμα εντατικής και αδιάκριτης κατα­στολής. Φαίνεται ότι οι αρχές έχουν νικήσει και αυτές οι ομάδες είναι τώρα πολύ πιο περιορισμένες και μάλλον υπό διάλυση, ενώ η Γκαμά’ατ κήρυξε ανακωχή αναγνωρί­ζοντας την αποτυχία της άμεσης δράσης της.

Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι χωρίζονται κυρίως με βάση την ηλικία. Η παλιότερη γενιά, στην οποία θα επιστρέφω, είναι συντηρητική με την έννοια που υποδεικνύει ο τύπος1. Η νεότερη γενιά, στρατολογημένη γύρω στα σαράντα της, η γενιά των σπουδαστικών αγώνων της δεκαετίας του

Page 146: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

148 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

’70, πολλοί από τους οποίους εν συνεχεία έγιναν ιθύνουσες μορφές στα επαγγελματικά συνδικάτα που πήραν οι Ισλαμιστές στη δεκαετία του ’80 και αρχές της δεκαετίας του ’90, ανήκει στον τύπο 3 - αληθινοί πολιτικοί Ισλαμι- στές με ένα σχέδιο δράσης που είναι συνέχεια του εθνικι­στικού προγράμματος. Αυτή τη στιγμή είναι εμπλεγμένοι σε νομικό αγώνα με την κυβέρνηση για τη νομιμοποίηση ενός νέου πολιτικού κόμματος, του Χιζμπ αλ-Ουάσατ, Κόμμα του Κέντρου. Σε όλα τα βήματα έχουν συναντήσει άρνηση με τη δικαιολογία ότι το πρόγραμμά τους καλύ­πτεται ήδη από τα υπάρχοντα κόμματα. Η ηγεσία των Αδελφών Μουσουλμάνων έχει ανοιχτά διαφωνήσει με την ίδρυση αυτού του κόμματος.

Οι πολιτικοί Ισλαμιστές (τύπου 3), τυπικό παράδειγμα των οποίων είναι το Χιζμπ αλ-Ουάσατ, έχουν προγράμ­ματα για οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές ως επί το πλείστον σε ιστορική συνέχεια με το «εθνικιστικό πρό­γραμμα» του Νασερισμού και της αριστεράς. Η αντίστα­ση στην εξάρτηση από την παγκόσμια αγορά και τον οι­κουμενικό καπιταλισμό, ο οικονομικός σχεδιασμός,η κοι­νωνική δικαιοσύνη και η κοινωνική πρόνοια, είναι όλα ζη­τήματα τα οποία αυτός ο τύπος Ισλαμισμού μοιράζεται με εθνικιστές και αριστερούς. Οι ακτιβιστές του εν λόγω ρεύματος τονίζουν την κοινή κοινωνική δράση και την εθνική ενότητα όλων των πατριωτικών δυνάμεων, και για το σκοπό αυτό διεκδικούν διεύρυνση της δημοκρατίας και ελεύθερο πολιτικό πεδίο. Είναι σημαντικό ότι στους προσφεύγοντες για τη δημιουργία του Χιζμπ αλ-Ουάσατ περιλαμβάνονταν και εξέχοντες Κόπτες. Οι αρχές, όπως είδαμε, απέρριψαν την αίτηση του κόμματος για νομιμο­ποίηση. Οι ηγέτες του εν λόγω ρεύματος του αντιπολι­τευόμενου πολιτικού Ισλάμ βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό αξιοσημείωτη πίεση, με πολλές συλλήψεις (επειδή ανήκουν σε παράνομη οργάνωση), δίκες και κάθε είδους ενοχλήσεις. Αυτό βεβαίως συμφωνεί με την αντίσταση

Page 147: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 149

που προβάλλει η κυβέρνηση να δεχθεί οποιαδήποτε επέ­κταση των δυνάμεων και των δραστηριοτήτων της αντι­πολίτευσης, και με τον εκ μέρους της περιορισμό του εύ­ρους της δημοκρατίας και της αντιπροσώπευσης. Αυτό αφήνει το ισλαμικό πεδίο ανοιχτό γ ια το συντηρητικό Ισλάμ (τύπου 1) και το όλο και περισσότερο συγκλίνον ριζοσπαστικό Ισλάμ (τύπου 2).

Το ριζοσπαστικό Ισλάμ έχει πολλά κοινά ιδεολογικά χαρακτηριστικά με τους συντηρητικούς. Τα δύο ρεύματα διαφέρουν ως προς τα κοινωνικά στρώματα που αποτε- λούν την εκλογική τους βάση, και ως προς τους τρόπους δράσης. Το ριζοσπαστικό Ισλάμ, όπως είδαμε, καλεί σε άμεση δράση εναντίον αυτών που αντιλαμβάνεται ως αντιισλαμική κυβέρνηση και τ ζ α χ ίλ ι κοινωνία. Η εκλογική του βάση αποτελείται κυρίως από φτωχούς και νέους. Η Τζιχάντ και η Τζαμά’ατ Ισλαμίγια ενεπλάκησαν σε κύμα­τα βίας εναντίον της κυβέρνησης, της αστυνομίας, τουρι­στών και δημόσιων προσωπικοτήτων που εναντιώνονταν στο ρεύμα του Ισλάμ ή που είχαν καταδικαστεί απ’ αυτό γ ια αποστασία ή έλλειψη πίστης, όπως ο συγγραφέας Φάραγκ Φόντα που δολοφονήθηκε το 1992, ή η απόπειρα κατά της ζωής του διάσημου μυθιστοριογράφου Ναγκίμπ Μαχφούζ αμέσως μετά. Η συστηματική εκστρατεία κα­ταστολής από τις αρχές αυτών των ομάδων και των κοι­νωνικών τους βάσεων στήριξης (γειτονιές, χωριά και κοι­νότητες) στάθηκε σε μεγάλο βαθμό επιτυχής. Η βία και η άμεση δράση έχουν υποχωρήσει και οι μαχητές έχουν π ε­ριοριστεί σε συγκεκριμένες συνοικίες και κοινότητες όπου επέβαλαν καθεστώς αυταρχικής ηθικότητας και κατανα- γκαστικής λατρείας. Αυτό είναι και το σημείο σύγκλισής τους με το συντηρητικό Ισλάμ.

Το συντηρητικό Ισλάμ βρίσκει το ακροατήριό του σε πιο εύπορα και ισχυρά κοινωνικά στρώματα: επιχειρημα­τίες, δικηγόρους, δημόσιους λειτουργούς και ο υ λ ά μ α . Το κοινωνικό του πρόγραμμα γίνεται κατανοητό με ηθικούς

Page 148: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

150 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

και τελετουργικούς όρους: να επιβάλει ηθική συμπεριφο­ρά σύμφωνη με τις θρησκευτικές αρχές, και για το σκοπό αυτό να καταπολεμήσει και να εκβάλει τα ξενόφερτα κοι­νωνικά πολιτισμικά μοντέλα. Επιτάσσει τελετουργικά προσευχής, νηστείας και «καθαρότητας» στις σεξουαλι­κές και άλλες σωματικές λειτουργίες. Η σ α ρ ία πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα ζητήματα. Ένα καθολικευμένο Ισλάμ της θρησκείας, της κοινωνίας, της διακυβέρνησης και του πολιτισμού αντιπαρατίθεται σε μια εξίσου καθο- λικευμένη «Δύση», που συλλαμβάνεται με θρησκευτικούς όρους ως χριστιανική, αλλά εκκοσμικευμένη, διεφθαρμέ­νη και σε κατάσταση παρακμής16. Με βάση αυτές τις απόψεις συγκλίνουν με τους ριζοσπάστες. Όμως η έμφα­ση των συντηρητικών στις αξίες της ιδιοκτησίας και της τάξης τούς οδηγεί να α π ο ρ ρ ίπ τ ο υ ν τη βία και την ανυπα­κοή των ριζοσπαστών. Αυτή η απόρριψη της βίας ωστόσο δεν είναι συνεπής, δεδομένου ότι κάποιοι ο υ λ ά μ α έχουν εκφραστεί με συμπάθεια για τα αισθήματα και τα κίνη­τρα των ριζοσπαστών μολονότι αρνούνται τις μεθόδους τους, και μερικοί έχουν προσπαθήσει να μεσολαβήσουν ανάμεσα στις βίαιες ομάδες και τις αρχές. Μία κατεύθυν­ση της βίας που δεν επισύρει καταδίκη αλλά συχνά υπο­στήριξη είναι όταν οι στόχοι της είναι αντιισλαμιστές δ ια­νοούμενοι. Στη δίκη των δολοφόνων του Φάραγκ Φόντα, ένας διακεκριμένος κληρικός, ο Μοχάμετ αλ-Γκαζάλι, υποστήριξε στο δικαστήριο ότι ήταν νόμιμη στο Ισλάμ η δολοφονία των αποστατών.

Ο πολιτικός λόγος του συντηρητικού Ισλάμ είναι κυ­ρίως ηθικός και πειθαρχικός. Η οικονομική του πολιτική συνίσταται στην απαγόρευση της ρ ίμ π α , του δανεισμού με τόκο. Όλες τις άλλες μορφές κεφαλαιοκρατικής δρα­στηριότητας τις θεωρεί νόμιμες. Στην πραγματικότητα, ο επιχειρηματικός τομέας αποτελεί ευνοούμενο πεδίο για τις δραστηριότητές του. Διάφορα οικονομικά σκάνδαλα περιέβαλαν τις ισλαμικές εταιρείες επενδύσεων στη δε­

Page 149: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 151

καετία του ’80: οι εταιρείες, που δημιουργήθηκαν ως επί το πλείστον από μεταφορές συναλλάγματος μεταναστών εργατών στον Κόλπο και οι οποίες διέφευγαν τον κυβερ­νητικό έλεγχο, προσέφεραν μεγάλη απόδοση σε καταθέ­σεις. Ήταν μάλλον μερίδιο στα κέρδη παρά τόκος, και φημολογούνταν ότι προερχόταν από κερδοσκοπία στις αγορές χρυσού και συναλλάγματος, όπως και ότι πλήρω­ναν τους υπάρχοντες καταθέτες από νέες καταθέσεις. Οι περισσότερες από αυτές κατέρρευσαν όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να τις ελέγξει. Στους υποστηρικτές τους π ε­ριλαμβάνονταν πολλοί ιθύνοντες ο υ λ ά μ α , όπως ο Σαΐχ Σα’ραουί, και άλλοι οι οποίοι αυτοσυστήνονταν ως αιγυ­πτιακές και μουσουλμανικές αυθεντίες στις παραδοσια­κές οικονομικές συναλλαγές17.

Η μόνη αντιπολίτευση που μπορεί ο συντηρητικός Ισλαμισμός να αντιτάξει στην κυβέρνηση είναι στο επίπε­δο της αποτυχίας της να επιβάλει τις νομικές και ηθικές εντολές της θρησκείας, και της ανοχής της απέναντι σε δυτικά και άλλα μη ισλαμικά στοιχεία στην εκπαίδευση και στα πολιτισμικά πεδία. Μερικοί μπορεί να αντιτάσ­σονται επίσης σε όψεις της εξωτερικής πολιτικής, όπως οι σχέσεις με την Αμερική και ειδικά με το Ισραήλ. Τέτοια αντιπολίτευση προέρχεται και από μετριοπαθή στοιχεία των Αδελφών Μουσουλμάνων, όπως και από κάποιους ανεξάρτητους κληρικούς. Την ίδια στιγμή, οι αρχές έχουν επιτύχει να ενσωματώσουν το συντηρητικό Ισλάμ στους θεσμούς και στα Μέσα.

Μέχρι σχετικά πρόσφατα, το επίσημο Ισλάμ των ιθυ­νόντων ο υ λ ά μ α και της σχολής του αλ-Αζάρ ήταν σε με­γάλο βαθμό υποταγμένο στην κυβέρνηση, εκδίδοντας φ ά - τ ο υ α που νομιμοποιούσαν την εκάστοτε τρέχουσα πολι­τική. Οι ριζοσπάστες Ισλαμιστές επέκριναν πάντοτε τους ο υ λ ά μ α σε τέτοια ζητήματα και τους θεωρούσαν μέρος της τζα χ ίλ ι κοινωνίας. Μια μεταμόρφωση έχει συμβεί από τη δεκαετία του 1980, καθώς η κυβέρνηση υπολογίζει όλο

Page 150: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

152 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

και περισσότερο στους ο υ λ ά μ α για να εξασφαλίσει τα ισλαμικά της διαπιστευτήρια απέναντι στη θρησκευτική αντιπολίτευση. 0 Σαντάτ έγραψε στο αιγυπτιακό σύ­νταγμα ότι η σ α ρ ία ήταν η κύρια πηγή όλης της νομοθε­σίας (η οποία είναι σε αντίθεση με το πραγματικό περιε­χόμενο του αιγυπτιακού θετικού δικαίου). Αυτό έδωσε στους ο υ λ ά μ α , τους θεματοφύλακες της σ α ρ ία , μεγαλύ­τερη αυτοπεποίθηση. Για να μην υπερφαλαγγιστούν από τον όλο και πιο δεσπόζοντα λόγο του πολιτικού Ισλάμ, οι ο υ λ ά μ α αποτολμούν την είσοδο στο πολιτικό πεδίο με τα δικά τους προγράμματα, συχνά υποστηριζόμενοι από το κράτος και τους θεσμούς του. Το αλ-Αζάρ έχει αναδει- χθεί σε κύριο υπερασπιστή της θρησκευτικής ορθοδοξίας, διεκδικώντας για τον εαυτό του το δικαίωμα να ελέγχει και να λογοκρίνει όλα τα πολιτισμικά και πνευματικά προϊόντα, όχι μόνο τα θρησκευτικά. Το αλ-Αζάρ είναι ένας πολύπλοκος οργανισμός με διαφορετικά, και μερι­κές φορές συγκρουόμενα, όργανα. Τπό τον προηγούμενο πρύτανη,τον Τζαντ αλ-Χακ (απ. 1996), το ίδρυμα κινήθη- κε προς τα δεξιά, και τα όργανά του, όπως η Επιτροπή για την Έρευνα και τις Δημοσιεύσεις, διεκδίκησαν την εξουσία (επικυρωμένη από κάποια κρατικά όργανα) να λογοκρίνουν πολιτισμικά προϊόντα. Το μέτωπο των ο υ λ ά ­μ α του αλ-Αζάρ έχει κινητοποιηθεί επίσης για τον έλεγχο και την καταδίκη προσώπων, προϊόντων και γεγονότων στο όνομα της ορθοδοξίας. 0 νέος πρύτανης, ο Σάΐχ Τα- νταβί, μια πιο φιλελεύθερη προσωπικότητα, βρέθηκε σε σύγκρουση με αυτές τις επιτροπές, οι οποίες συνεχίζουν να είναι δραστήριες και θορυβώδεις18. Άτυπες ομάδες, όπως η Ένωση Μουσουλμάνων Δικηγόρων, δραστηριο­ποιούνται επίσης στη δίωξη συγγραφέων, σκηνοθετών και ιδιοκτητών κινηματογραφικών αιθουσών για αντιισλαμι- κά προϊόντα ή άσεμνες εικόνες (κινηματογραφικές αφί- σες). Αυτή ήταν η ομάδα πίσω από την αγωγή κατά του Νασίρ Χαμίντ Α μπού-Ζ α ΐντ, ενός ακαδημαϊκού που

Page 151: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 153

έγραψε κριτικά βιβλία πάνω σε ζητήματα της θρησκείας και του Κορανίου, για να τον χωρίσουν από τη μουσουλ- μάνα σύζυγό του με το δικαιολογητικό της υποτιθέμενης αποστασίας του (μια μουσουλμάνα γυναίκα δεν μπορεί να παντρευτεί μη μουσουλμάνο). Ήταν ο τρόπος που διάλεξαν για να εξαναγκάσουν ένα δικαστήριο να κηρύ­ξει τον Αμπού-Ζαΐντ αποστάτη, δεδομένου ότι δεν υπάρ­χει τέτοια κατηγορία στο αιγυπτιακό δίκαιο19.

Οι συντηρητικοί κληρικοί μπορούν να διαδίδουν το μή­νυμά τους από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, δεδομέ­νου ότι πολύς χρόνος εκπομπών αφιερώνεται σε θρη­σκευτικά θέματα, όπως η ορθή τέλεση των τελετουργικών και της σωματικής καθαρότητας, καθώς και περιγραφές των μαρτυρίων που περιμένουν στον τάφο όσους δεί­χνουν ελλιπή πίστη και λατρεία.

Βλέπουμε λοιπόν ότι το συντηρητικό Ισλάμ εκτείνεται από την κυβέρνηση μέχρι την αντιπολίτευση με ένα πο­σοστό επικάλυψης ανάμεσα στις δύο. Πολλοί από τους υπαλλήλους και τα όργανα του κράτους διάκεινται ευνοϊ­κά απέναντι στο μήνυμά του και συγκαταλέγονται στο δυναμικό του. Το νομικό σύστημα γίνεται όλο και πιο εκ- μεταλλεύσιμο από Ισλαμιστές δικηγόρους για τους ηθι­κούς και λογοκριτικούς σκοπούς τους. Αλλά υπάρχει επί­σης αντίσταση από κάποια θρησκευτικά και κρατικά στοιχεία, όπως ο φιλελεύθερος πρύτανης του αλ-Αζάρ και ο επίσημος λογοκριτής της κυβέρνησης, που φοβάται το σφετερισμό των εξουσιών του από θρησκευτικά σώμα­τα. Η νομιμότητα αυτών των διάφορων κλιμακίων είναι αμφίβολη. Το συνολικό αποτέλεσμα, ωστόσο, είναι αναμ­φίβολο: ο αυξανόμενος εξισλαμισμός της αιγυπτιακής κοινωνίας και του πολιτισμού, με τη συγκατάθεση, αν όχι την υποστήριξη, ενός ευσεβούς και συμμορφούμενου πληθυσμού, αγανακτισμένου απέναντι στην κατάφωρη επίδειξη πλούτου (συχνά με δυτικούς τρόπους) από τις ελίτ εν μέσω της δικής του φτώχειας.

Page 152: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

154 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Τουρκία

Η «κοσμική» τουρκική δημοκρατία είναι εμποτισμένη και άκρως διακατεχόμενη από τη θρησκεία. Η τουρκική ταυ­τότητα και η αντίστοιχη υπηκοότητα στη Δημοκρατία συ­μπίπτει με το σουνιτικό Ισλάμ, όχι κατ’ ανάγκη στο επίπε­δο της θρησκευτικής πρακτικής αλλά με την έννοια της κοινοτικής ταυτότητας. Οι τραυματικοί αγώνες για το σχη­ματισμό της Δημοκρατίας ήταν εναντίον εχθρών με συγκε­κριμένη θρησκευτική ταυτότητα (Ελλήνων, Αρμενίων και των ευρωπαϊκών δυνάμεων) και η αναδυθείσα κοσμική Κεμαλική Δημοκρατία ήταν υπόρρητα μουσουλμανική. Ο τουρκικός εθνικισμός ενστερνίστηκε αυτή την ταυτότητα και το τουρκικό Ισλάμ ανέκυψε ως εθνικιστικό Ισλάμ20.

Ο Κεμαλισμός ως κοσμική και εξευρωπαϊσμένη ταυτό­τητα ήταν και είναι περιορισμένος σε σημαίνοντα αλλά μειοψηφικά τμήματα της αστικής τάξης και στις πολιτι­κές, επαγγελματικές και δημοσιογραφικές ελίτ της Ιστα- μπούλ και της Αγκυρας. Η μάζα των Κεμαλιστών, φλογε­ροί εθνικιστές και οπαδοί των κρατικιστικών και εκκο- σμικευμένων αρχών του, είναι την ίδια στιγμή καλοί Μου­σουλμάνοι. Ισχυρά ισλαμοεθνικιστικά αισθήματα διακρί­νουν πολλά από τα στελέχη και τους πολιτικούς των κύ­ριων κομμάτων, όχι μόνο στο εμφανώς φίλα προσκείμενο Κόμμα της Μητέρας Πατρίδας υπό τον Οζάλ στις δεκαε­τίες του 1980 και αρχές του 1990, αλλά επίσης στο Κόμμα του Ορθού Δρόμου του προέδρου Ντεμιρέλ. Και αυτά π έ­ρα από το α π ε ρ ίφ ρ α σ τ α ισλαμικό κόμμα Ρεφά/Φαζιλέτ. Κυβερνητικές υ π η ρ εσ ίες και υπουργεία, ανεξάρτητα από την κολοσσιαία Διεύθυνση Θρησκευτικών Ζητημάτων, π ε­ριλαμβάνουν πολλούς αξιωματούχους και διευθυντικά στελέχη με ισλαμικές καταβολές (τα Παιδείας και Εσωτε­ρικών τώρα [Σεπτέμβριος 1999] αποκαθαίρονται).

Ο Ατατούρκ θέλησε να υποτάξει τη θρησκεία στο κρά­τος και στο εθνικιστικό πρόγραμμα. Το πρόγραμμα αυτό

Page 153: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 155

ήταν προσανατολισμένο στην «πρόοδο» η οποία γινόταν αντιληπτή με τους όρους των ευρωπαϊκών μοντέλων της νεωτερικότητας. Αν η Τουρκία όφειλε να γίνει ένα ευρω­παϊκό κράτος και έθνος, όλα τα «ανατολίτικα» στοιχεία έπρεπε να αποβληθούν ή να καταπνιγούν. Η θρησκεία χρειαζόταν να καθαρθεί από τα «οπισθοδρομικά» της στοιχεία και να εκτουρκιστεί. Ένας ενδυματολογικός κώ­δικας επιβλήθηκε στο θρησκευτικό προσωπικό που αντι­καθιστούσε το τουρμπάνι με ένα σκούφο· το κάλεσμα στην προσευχή έπρεπε στο εξής να εκφωνείται στα τουρ­κικά* η αραβική γραφή καταργήθηκε για χάρη της λατινι­κής. Το σημαντικότερο απ’ όλα, τα σουφικά τάγματα, οι πλέον διαδεδομένες μορφές λαϊκής θρησκευτικότητας και οργάνωσης, απαγορεύτηκαν και διαλύθηκαν. Απ’ αυτή την άποψη ο Ατατούρκ συμμεριζόταν τη ζέση για θρη­σκευτική «καθαρότητα» των μουσουλμάνων μεταρρυθμι­στών και των Ουαχαμπιτών. Τα θρησκευτικά ιδρύματα, η εκπαίδευση και η λατρεία υπήχθησαν όλα σε μια κρατική υπηρεσία, αυτή που επρόκειτο να γίνει η Διεύθυνση Θρη­σκευτικών Ζητημάτων.

Η θρησκεία, ωστόσο, συνέχισε να παίζει εξέχοντα ρόλο στη ζωή πολλών Τούρκων, και οι εκφράσεις και η οργά­νωσή της να αναπτύσσονται στη σκιά του Κεμαλισμού. Ένα από το πιο ισχυρά κοινωνικά σώματα που διατήρησε τη θρησκευτική του νοοτροπία ήταν η επαρχιακή αστική τάξη των μηχανικών, των τεχνιτών και των δημόσιων λει­τουργών. Το μονοκομματικό κράτος του Ατατούρκ έληξε το 1950 με την εγκαθίδρυση του εκλογικού ανταγωνισμού μεταξύ δύο κομμάτων. Το επαρχιακό εκλογικό σώμα είχε ισχυρή αντιπροσώπευση στο αντιπολιτευόμενο Δημοκρα­τικό Κόμμα που κέρδισε τις πρώτες εκλογές21. Η δημο­κρατική κυβέρνηση ανέκοψε κάποιες από τις κεμαλικές υπερβολές: χαρακτηριστικά, επανέφερε το καλέσμα στην προσευχή στα αραβικά και χαλάρωσε τον ενδυματολογικό κώδικα για τις θρησκευτικές τάξεις. Καθώς α να π τυ σ σ ό τα ν

Page 154: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

156 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ο πολυκομματικός ανταγωνισμός, τα πιο συντηρητικά μουσουλμανικά στοιχεία συμπεριελήφθησαν στα κυρίως κόμματα, μέχρι και σήμερα, όπου υπάρχει ισχυρή μου­σουλμανική εκπροσώπηση στα δύο κόμματα της δεξιάς. Το Κόμμα της Μητέρας Πατρίδας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, επειδή ο ιδρυτής και ηγέτης του στη δεκαετία του ’80, ο Τουργκούτ Οζάλ (απ. 1993), προερχόταν από το θρησκευτικό περιβάλλον του σουφικού τάγματος των Νακσμπαντί, όπως και πολλά μέλη από τον κύκλο του που αποτέλεσαν την πρώτη εκλεγμένη κυβέρνηση μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1981. 0 Οζάλ επέβαλε εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, ευθυγραμμι­ζόμενος με τις δομικές αναπροσαρμογές που ξεκίνησαν σε παγκόσμια κλίμακα εκείνη την εποχή. Αλλά προσπάθησε επίσης να φιλελευθεροποιήσει το κράτος και την οικονο­μία, θεσμοποιώντας έναν πολύ μεγαλύτερο βαθμό θρη­σκευτικής ελευθερίας που συνέβαλε στην άνθηση των μου­σουλμανικών ιδρυμάτων και των θρησκευτικών σχολών. Οι σχολές αυτές που ιδρύθηκαν για την εκπαίδευση του θρησκευτικού προσωπικού είναι γνωστές ως Ι μ ά μ -Χ α τ ίπ , αλλά στην πραγματικότητα έγιναν ένα παράλληλο εκπαι­δευτικό σύστημα που συνδύαζε τις θρησκευτικές σπουδές με ένα κανονικό πρόγραμμα μαθημάτων. Κάποιες απ’ αυ­τές έγιναν σχολεία για την ελίτ στέλνοντας τους αποφοί­τους τους στα καλύτερα πανεπιστημιακά τμήματα, τα οποία με τη σειρά τους οδηγούσαν σε ανώτερες θέσεις στην κυβέρνηση, στις επιχειρήσεις και στον επαγγελματι­κό τομέα. 0 θάνατος του Οζάλ το 1993 οδήγησε σε μια νέα ηγεσία στο κόμμα που δεν είχε τίποτε από το όραμα ή το χάρισμά του, η οποία επέστρεψε στην κεμαλική ορθο­δοξία. Πολλά από τα μουσουλμανικά στοιχεία εγκατέλει- ψαν το Κόμμα της Μητέρας Πατρίδας και ένα μέρος τους εντάχθηκε στο ανανεωμένο φιλοϊσλαμικό κόμμα Ρεφά.

Ο πρόδρομος του κόμματος Ρεφά, υπό τον ίδιο ηγέτη, τον Ερμπακάν, εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή τη δε­

Page 155: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 157

καετία του 1970, περίοδο έντονης διαμάχης και βίαιων αναμετρήσεων ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερά. Εκείνη τη στιγμή το Κόμμα της Εθνικής Σωτηρίας, όπως ήταν γνωστό τότε, ταυτίστηκε σταθερά με τη δεξιά και συνήψε τοπικές συμμαχίες και κοινά μέτωπα δράσης με το υπερεθνικιστικό (κάποιοι θα έλεγαν φασιστικό) κόμμα του Τουρκές, με τη φήμη του Γκρίζου Λύκου (σήμερα Κόμμα του Εθνικού Συναγερμού, μειοψηφικός εταίρος στον παρόντα κυβερνητικό συνασπισμό). Υπερεθνικισμός και σουνιτικός μουσουλμανικός ακτιβισμός υπερκέραζαν ο ένας τον άλλο σε μια βίαιη αναμέτρηση με την αριστε­ρά, η οποία με τη σειρά της συμπεριέλαβε μια ισχυρή αλεβιτική (ετερόδοξη μουσουλμανική) παρουσία. Κάποια στιγμή στα τέλη της δεκαετίας του ’70, το χάος της πολι­τικής αναταραχής και ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο έφεραν το ισλαμικό κόμμα σε κυβέρνηση συνασπισμού με διάφορα άλλα κόμματα. Το μερίδιό του στα λάφυρα ήταν μια ισχυρή εκπροσώπηση της εκλογικής του βάσης και δεξιές συμμαχίες στα υπουργεία Παιδείας και Εσωτερι­κών, συμμαχία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα (μολονότι τελευταία υφίσταται μια κάθαρση την οποία υπαγορεύει ο στρατός).

Η αποκατάσταση της δημοκρατίας μετά το στρατιωτι­κό πραξικόπημα του 1981 είδε την αναβίωση του ισλαμι- κού κόμματος υπό τη νέα του ονομασία Ρεφά, Ευημερία (που επρόκειτο και πάλι να μετονομαστεί μετά την πρό­σφατη δικαστική παραπομπή του σε Φαζιλέτ, Αρετή). Ό πως είδαμε, επωφελήθηκε από τις αποχωρήσεις του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδας μετά το θάνατο του Οζάλ. Το 1994 κέρδισε τον έλεγχο στις δημοτικές περιφέ­ρειες της Ισταμπούλ,της Άγκυρας και αρκετών άλλων με­γάλων πόλεων, και στις βουλευτικές εκλογές του 1996 αναδείχθηκε στο μεγαλύτερο κόμμα (αλλά μόνο περιθω­ριακά, με 23% των ψήφων) και εισήλθε σε κυβέρνηση συ­νασπισμού με το Κόμμα του Ορθού Δρόμου. Αυτές οι επι­

Page 156: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

158 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

τυχίες έκρουσαν τον κώδωνα κινδύνου για το κοσμικό κα­θεστώς, ουσιαστικά ελεγχόμενο από την ανώτερη στρα­τιωτική ηγεσία. Κάτω από την πίεση και τον εκφοβισμό τους ο συνασπισμός έπεσε, και μια σειρά νομικά μέτρα ελήφθησαν κατά του κόμματος και των ηγετών του, οι οποίοι κατηγορήθηκαν ότι υπονομεύουν το κοσμικό σύ­νταγμα, με αποκορύφωμα την απαγόρευση του κόμματος (που μεταρρυθμίστηκε υπό το νέο του όνομα) και την απαγόρευση από την πολιτική συμμετοχή του ηγέτη του Ερμπακάν. Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές το κόμμα έχασε το προβάδισμά του και ήρθε τρίτο μετά τη Δημο­κρατική Αριστερά του Ετσεβίτ και τα υπερεθνικιστικά κόμματα του Εθνικού Συναγερμού, που απαρτίζουν τώρα τον κυβερνητικό συνασπισμό. Το γεγονός δείχνει, τουλά­χιστον, ότι η θρησκευτική απήχηση σε ένα ανταγωνιστικό εκλογικό σύστημα μπορεί να ανέρχεται και να πέφτει ανάλογα με τις περιστάσεις. Γεγονότα όπως το κουρδικό απελευθερωτικό μέτωπο, περιλαμβανομένης της δραματι­κής σύλληψης και δίκης του Οτσαλάν, απέφεραν στους υπερεθνικιστές αξιοσημείωτη λαϊκή απήχηση. Εν πάση περιπτώσει, όπως είδαμε, υπάρχει μια σημαντική αλληλε- πικάλυψη ανάμεσα στο υπερεθνικιστικό και το ισλαμικό εκλογικό σώμα, ακόμη και όταν τα ίδια τα κόμματα έχουν διαχωριστεί, γεγονός που μαρτυρεί την αλληλοδιαπλοκή του Ισλάμ και του τουρκικού εθνικισμού.

Η «εκκόλαψη» του Ισλάμ κάτω από τις κεμαλικές απαγορεύσεις και η μετέπειτα αναβίωσή του έχει πολλές πολιτισμικές και θεσμικές διαστάσεις εκτός από την πο­λιτική. Τα σουφικά τάγματα υπήρξαν δεσπόζον χαρακτη­ριστικό της τουρκικής θρησκευτικής ζωής για μεγάλο μέ­ρος της οθωμανικής ιστορίας. Η καταστολή τους από τον Ατατούρκ τα οδήγησε στην παρανομία και τα στέρησε από λαϊκή απήχηση και συμμετοχή. Κάποια α π ’ αυτά ωστόσο μεταμορφώθηκαν κατά τη διαδικασία, προσαρ- μοζόμενα στις συνθήκες της νεωτερικότητας, για να επα-

Page 157: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 159

ναναδυθούν ως κρίσιμοι παίκτες στην κοινωνική, πολιτι­σμική όπως επίσης και την πολιτική ζωή.

Έχουμε ήδη αναφέρει το τάγμα Νακσμπαντί και τη συμβολή του στην πολιτική κατά την περίοδο του Οζάλ. Στοιχεία από αυτό το τάγμα έπαιξαν επίσης σημαντικό ρόλο στην ίδρυση και τη λε ιτουργία του κόμματος Ρεφά/Φαζιλέτ (ο Ερμπακάν λέγεται ότι προήλθε από το ίδιο αυτό περιβάλλον). Ίσως όμως το πιο χαρακτηριστικό θρησκευτικό κίνημα είναι εκείνο των Νουρκού. Ιδρύθηκε από κάποιον Σαΐντ Νουρσί, σύγχρονο του Ατατούρκ και αρχικά υποστηρικτή του, ο οποίος προερχόταν από σου- φικό κουρδικό περιβάλλον22. Ωστόσο, ο Νουρσί είχε τη διορατικότητα να προβλέψει ότι η παραδοσιακή σουφική οργάνωση, συχνά τοπική και εξαρτώμενη από προσωπο­παγή δίκτυα, ήταν ακατάλληλη για σύγχρονες κοινωνίες και εθνικά κράτη. Η οργάνωσή του επρόκειτο να αφιερω­θεί στη διάδοση της θρησκευτικής γνώσης και ευσέβειας, μέσω του έντυπου λόγου, και στην ένταξή της στη σύγ­χρονη ζωή, μη εξαιρουμένης της επιστήμης. Η εν λόγω ορ­γάνωση επρόκειτο να επιβιώσει της κεμαλικής καταστο­λής και να αυξήσει τους οπαδούς και τα έσοδά της, πράγ­μα που της επέτρεψε να αναδυθεί στην πρόσφατη περίο­δο ως ένα από τα πιο δυναμικά στοιχεία στην τουρκική κοινωνία. Το σημαντικότερο σύγχρονο παρακλάδι της εί­ναι γνωστό ως «Φεθουλασιλάρ», από τον διακεκριμένο ηγέτη της Φεθούλα Γκουλέν. Διαθέτει αξιοσημείωτα κε­φάλαια σε ένα μεγάλο φάσμα δραστηριοτήτων. Στην εκ­παίδευση, ίδρυσε πολλά σχολεία ομολογουμένως υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου, ειδικά στις επιστήμες και στις ξένες γλώσσες. Λειτουργεί επίσης σπουδαστικούς ξενώνες και χορηγεί υποτροφίες για την ανώτερη εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτικές της δραστηριότητες εκτείνονται και σε τουρκικές κοινότητες του εξωτερικού, καθώς και στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Πρόσφατα άνοιξε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο, το πρώτο τέτοιο που ιδρύθηκε

Page 158: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

160 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

από θρησκευτικό οργανισμό. Στα Μέσα, είναι ιδιοκτήτρια της Ζ α μ ά ν , ενός έγκυρου συντηρητικού ημερήσιου φύλ­λου , κι ενός τηλεοπτικού καναλιού, και εκδίδει πολλά βι­βλία, φυλλάδια και περιοδικά. Έχει συσταθεί ως β α χ ίφ , θρησκευτικό κληροδότημα: αυτά είναι κατοχυρωμένα από έναν τουρκικό νόμο περί κληροδοτημάτων που δημοσιεύ- θηκε στη δεκαετία του 1980, ο οποίος ακολουθεί στενά την αμερικανική νομοθεσία στο ίδιο θέμα. 0 ίδιος ο Φε- θούλα, μολονότι κρατιέται επίμονα μακριά από την πολι­τική, έχει πρόσβαση στον Πρόεδρο,τον Πρωθυπουργό και άλλες διακεκριμένες πολιτικές προσωπικότητες, και αντι­μετωπίζεται ως γκουρού. Οι Τούρκοι υπέρμαχοι της εκ­κοσμίκευσης βεβαίως, είναι καχύποπτοι απέναντι σε αυ­τές τις δραστηριότητες. Τους τελευταίους μήνες, έχει ξε­κινήσει μια εκστρατεία στα Μέσα εναντίον του Φεθούλα και της οργάνωσής του κατηγορώντας τους ότι έχουν διει- δύσει στο κράτος, ότι προσπαθούν να διαβρώσουν και το στρατό και ότι συνωμοτούν να πάρουν στα χέρια τους τη χώρα. Είναι μέρος της αντίδρασης των οπαδών της εκκο­σμίκευσης εναντίον των αυξανόμενων θρησκευτικών εκδη­λώσεων στην πολιτική, την κοινωνία και τον πολιτισμό. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των σημερινών αγώνων, ωστόσο, αυτά τα θρησκευτικά στοιχεία είναι βαθιά εδραι­ωμένα στην τουρκική κοινωνία και δεν μπορούν να εξα- λειφθούν χωρίς αξιοσημείωτη καταστολή και βία.

Η Τουρκική Δημοκρατία δεν είναι μια φιλελεύθερη δη­μοκρατία, και η κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωμά­των όπως και οι πρακτικές της εφαρμογής του νόμου εί­ναι σε όλους γνωστές. Ωστόσο, διαθέτει ένα αυθεντικά πλουραλιστικό κοινοβουλευτικό σύστημα, με εναλλαγές στην κυβέρνηση ανάλογα με την επικρατούσα πλειοψη- φία (που διακόπτεται από περιοδικά στρατιωτικά πραξι­κοπήματα, αλλά πάντα αποκαθίσταται), και από αυτή την άποψη διαφέρει αρκετά απ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα στην περιοχή εκτός του Ισραήλ.

Page 159: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 161

Δύο παράγοντες ξεχωρίζουν στη διαμόρφωση της τρο­χιάς του τουρκικού Ισλάμ εν αντιθέσει προς άλλες χώρες της περιοχής: ο αγώνας του εναντίον μιας ισχυρής και με απήχηση εκκοσμικευμένης ελίτ που είναι εδραιωμένη στην κυβέρνηση, την παιδεία και τα Μέσα· και η ύπαρξη ενός ανταγωνιστικού εκλογικού συστήματος, που από τη δεκα­ετία του ’80 έχει ενισχυθεί από μια πιο ελεύθερη θεσμική και σωματειακή ζωή, περιλαμβανομένων δημοτικών εκλο­γών, ιδιωτικής ραδιοτηλεόρασης και αυτόνομων ιδρυμά­των. Αυτοί οι παράγοντες το ξεχωρίζουν από την Αίγυπτο, το Ιράν και πρακτικά όλες τις άλλες χώρες της περιοχής.

Με τους όρους της τυπολογίας του Ισλαμισμού που χρησιμοποιήσαμε, μπορεί κάποιος να διακρίνει την αριθ­μητική και πολιτισμική υπεροχή του συντηρητικού Ισλάμ (τύπου 1): τα επαρχιακά αστικά στρώματα και οι κυ­ρίαρχοι τομείς των ανασυγκροτημένων ταγμάτων και ιδρυμάτων εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία και αντι­προσωπεύονται από το ισλαμικό κόμμα του Ερμπακάν και ολόκληρη τη γενιά και τον κύκλο του. Το πολιτικό Ισλάμ (τύπου 3) εκπροσωπείται επίσης στο ισλαμικό κόμμα από τη νεότερη γενιά (γύρω στα 40) με αντιπρο­σωπευτικότερο παράδειγμα τον Ρετσίπ Ερντογάν, τον παραστατικό, υπό κατηγορία σήμερα, δήμαρχο της Ιστα- μπούλ. Είναι μια γενιά η οποία ανδρώθηκε πολιτικά στο περιβάλλον των κομμάτων της αριστεράς, συχνά σε αντί­θεση μαζί τους, αλλά που διδάχθηκε από τις μεθόδους και τα προγράμματά τους. Ομάδες διακεκριμένων μου­σουλμάνων διανοουμένων και ποιητών διατηρούν συγγέ­νειες με αυτή τη γενιά. Οι ριζοσπάστες (τύπου 2) είναι μια μάλλον περιθωριακή και μικρής σημασίας ομάδα στο τουρκικό Ισλάμ: υπερφαλαγγίζονται και καταπνίγονται από τον υπερεθνικιστικό ριζοσπαστισμό και τη βία της δεξιάς. Κουτμπιστές ή ριζοσπάστες Ισλαμιστές του ιρα­νικού τύπου υπάρχουν, αλλά αποτελούν μικρές και κατα­κερματισμένες ομάδες με ελάχιστη επιρροή.

Page 160: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

162 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

Οι συντηρητικοί Ισλαμιστές, ωστόσο, υποκινούνται από τις ιδιόμορφες τουρκικές συνθήκες σε πολύ πιο πολι­τική και απροκάλυπτη έκφραση από τους Αιγύπτιους ή άλλους άραβες ομολόγους τους. Δεν μπορούν να υποστη­ρίξουν ανοιχτά την εφαρμογή της σ α ρ ία επειδή, πέρα από το ότι συνιστά προσβολή κατά της τουρκικής νομο­θεσίας, δεν θα έβρισκαν ανταπόκριση σε σημαντικά τμή­ματα του εκλογικού σώματος, κατεξοχήν στις γυναίκες της μεσαίας τάξης. 0 εκλογικός ανταγωνισμός επιβάλλει το τίμημά του στην ιδεολογική καθαρότητα. Επιπλέον, οι πολιτικά συντηρητικοί πρέπει να διαθέτουν ένα κοινωνι­κό και οικονομικό πρόγραμμα πέρα από τις ηθικές δ ια­κηρύξεις και τις χρηστές οδηγίες: εξωθούνται στην περιο­χή των πολιτικοποιημένων τύπου 3, κι επίσης παρουσιά­ζονται με αλλοιωμένες ή πιο μετριοπαθείς εκδοχές π α ­λιών οικονομικών προγραμμάτων της αριστεράς, αναδια­τυπωμένων με ισλαμικούς όρους.

Η Τουρκία, λόγω του υψηλά ανεπτυγμένου και πλου- ραλιστικού θεσμικού και σωματειακού της βίου, όπως και της πολιτικής της σφαίρας και οργάνωσης, έχει προ­βάλει ένα Ισλάμ πολύ πιο δημόσιο και θεσμικό έξω από τους αυστηρά θρησκευτικούς τόπους απ’ ό,τι η Αίγυπτος και το μεγαλύτερο μέρος του αραβικού κόσμου όπου, λό­γω των περιορισμών που υπάρχουν στον πολιτικό και δη­μόσιο βίο, έχουν αναδυθεί περισσότερο ιδιωτικές και κοι­νοτικές δομές οργάνωσης (παρούσες, βεβαίως, και στην Τουρκία όπως και στα περισσότερα μέρη του κόσμου). Σε αυτό το πλαίσιο, το Ισλάμ γίνεται ένα στοιχείο μεταξύ πολλών άλλων στον πολιτικό και δημόσιο βίο και εμπλέ­κεται στην αντιπαράθεση ιδεών και συμφερόντων, αρκε­τά όμοια με τη χριστιανοδημοκρατία στην Ευρώπη. Ωστόσο, οι πρόσφατες προσπάθειες για περιστολή και περιορισμό οιωνδήποτε μορφών διαφωνίας στην Τουρκία και η ειδική επίθεση στις δημόσιες εκφράσεις του Ισλάμ απειλούν αυτή την ειρηνική εξέλιξη.

Page 161: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 163

Συμπέρασμα

Προσπάθησα να δείξω πώς οι τροχιές ανάπτυξης του πο­λιτικού Ισλάμ στις τρεις χώρες ακολουθούν τα ρεύματα της αντίστοιχης ιστορίας και της πολιτικής κουλτούρας σε καθεμία. Μετά την αρχική «χαρισματική» περίοδο της ισλαμικής αναζωπύρωσης στις δεκαετίες του 1970 και στις αρχές του 1990, τα ισλαμικά κινήματα έχουν ενσωμα­τωθεί στην πολιτική των αντίστοιχων περιβαλλόντων τους και «κανονικοποιηθεί» σε τρόπους δράσης και προσαρ­μογής στα εν λόγω περιβάλλοντα. Υπάρχουν βεβαίως κοινά στοιχεία, όπως σημειώσαμε, φέρ’ ειπείν η διαμάχη μεταξύ συντηρητικών και πολιτικών μορφών Ισλαμισμού. Θα πρέπει εδώ να προσθέσω ένα σημαντικό κοινό δίλημ­μα σε όλο τον Ισλαμισμό: την εκκοσμίκευση των κοινω­νιών και των πολιτισμών τους.

Η ισλαμική ώση τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε σε μεγάλο βαθμό μια αντίδραση κατά της εκκοσμίκευσης και υποτιθέμενος σκοπός της ήταν να ανακόψει και να αναστρέψει αυτή τη διαδικασία. Από αυτή την άποψη πέτυχε κατά πολλούς εμφανείς τρόπους: κάλυψη του προσώπου των γυναικών και διαχωρισμός των φύλων απαγόρευση του αλκοόλ- απαγόρευση (στην πράξη ανα­μόρφωση) του έντοκου δανεισμού· και, στην π ερ ίπ τω σ η ειδικά του Ιράν και της Αίγυπτου, εισαγωγή της σ α ρ ία με διάφορους τρόπους στο νομικό σύστημα. Έχουν όμως αυτά τα μέτρα σταματήσει τις ακατάσχετες κοινωνιοοι- κονομικές διαδικασίες που είναι δύσκολο να ελεγχθούν ή να σχεδιαστούν; Ας πάρουμε το παράδειγμα των γυναι­κών και της οικογένειας. Διακηρυγμένος σκοπός όλων των ισλαμικών κινημάτων ήταν να κρατήσουν τις γυναίκες στο σπίτι ως μητέρες και νοικοκυρές, τον ακρογωνιαίο λί­θο της μουσουλμανικής οικογένειας. Ωστόσο παντού οι γυναίκες βγαίνουν από το σπίτι γ ια να εργαστούν σε διαρκώς αυξανόμενο αριθμό. Οι οικογένειες δεν μπορούν

Page 162: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

164 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

να αντέξουν μητέρες έγκλειστες στο σπίτι και η δομή της απασχόλησης προσφέρει όλο και περισσότερες ευκαιρίες. Παραδόξως, το πέπλο έχει μάλλον διευκολύνει παρά εμποδίσει την ευρύτερη κοινωνική και οικονομική συμμε­τοχή των γυναικών, κάνοντας αξιοσέβαστη και σεμνή τη γυναικεία δημόσια παρουσία. Ή ας πάρουμε το παρά­δειγμα της πολιτικής συμμετοχής των γυναικών: ένας από τους κύριους άξονες της ανταρσίας του Χομεϊνί κατά του παλαιού καθεστώτος το 1963 ήταν η αντίθεση στη χορή­γηση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες, περιλαμβα- νομένης της ψήφου. Ωστόσο, με την έναρξη της Ισλαμικής Δημοκρατίας, δεν υπήρξε ζήτημα να μη δοθούν στις γυ­ναίκες τέτοια δικαιώματα. Στην Αίγυπτο και σε άλλες αραβικές χώρες μόνο οι πιο οπισθοδρομικοί συντηρητικοί αντιτίθενται στην πολιτική συμμετοχή των γυναικών, και χάνουν. Είδαμε τη σχεδόν ολοκληρωτική μεταβολή του ιρανικού καθεστώτος στο οικογενειακό δίκαιο και τον οι­κογενειακό προγραμματισμό ενόψει των σύγχρονων ανη­συχιών και των πραγματιστικών θεωρήσεων. Αναφέρθηκα στο διάταγμα του 1988 του Χομεϊνί που νομιμοποιούσε την παράκαμψη της σ α ρ ία γ ια χάρη των συμφερόντων της ισλαμικής διακυβέρνησης. Αυτό είναι και το εμφανέ­στερο βήμα προς την κατεύθυνση του πραγματισμού, το οποίο ανοίγει διάπλατα τις θύρες για την προσαρμογή του πολιτεύματος και της νομοθεσίας στις απαιτήσεις των καιρών. Στη σφαίρα του εγκλήματος και της τιμω­ρίας ανέφερα ότι, παρόλο που οι ποινές της σ α ρ ία ανα­γράφονται στο δίκαιο του Ιράν, σπάνια εφαρμόζονται, και τότε κυρίως για πολιτικούς λόγους. Εφαρμόζονται μόνο στη Σαουδική Αραβία, σε μια κοινωνία ελεγχόμενη σε μεγάλο βαθμό από τους καταναγκασμούς και τα συμ­φέροντα ενός πετρελαϊκού αυταρχικού κατεστημένου, και ακόμη και τότε τα θύματα είναι κυρίως ξένοι εργάτες χω­ρίς δικαιώματα. Το Αφγανιστάν είναι μια κοινωνία εντε­λώς κατεστραμμένη και κερματισμένη από τον ασταμά­

Page 163: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 165

τητο πόλεμο και ελάχιστες αντιστάσεις μπορεί να υψώσει στην κυριολεκτική εφαρμογή της σ α ρ ία .

Η μεγαλύτερη απειλή για τη σ α ρ ία ωστόσο δεν προέρ­χεται από την πίεση για τροποποίηση των διατάξεων και των εφαρμογών της αλλά από το γεγονός ότι είναι απλώς ά σ χ ετη με τον κύριο όγκο της νομοθεσίας σε μια σύγχρο­νη κοινωνία. Έχουμε δει πώς ένας κληρικός στο Ιράν, παραδεχόμενος αυτό το γεγονός, το κάλυψε με τη δήλω­ση ότι στο βαθμό που δεν αντιβαίνει στις διατάξεις της σ α ρ ία , η νομοθεσία σε πρακτικά ζητήματα της διοίκησης και του πολιτεύματος «δεν ήταν αντιισλαμική».

Τα Μέσα είναι μια άλλη πηγή εισβολής ιδεών και δια­δικασιών οι οποίες δεν μπορούν να ελεγχθούν. Ενδιαφέ­ρον έχει, πρώτ’ απ’ όλα, το ότι προσπάθειες να απαγο- ρευθούν ή να περιοριστούν αυστηρά κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές εκπομπές και μουσική στη Σαουδική Αραβία και ύστερα στο Ιράν απέτυχαν, και αυτά τα Μέ­σα ενωματώθηκαν στα ισλαμικά κράτη με διάφορους βαθμούς ελέγχου. Το Διαδίκτυο αντιπροσωπεύει την πιο ισχυρή αμφισβήτηση προς όλα τα καθεστώτα που ασκούν λογοκρισία. Βεβαίως, οι ισλαμικές δυνάμεις επρόκειτο πολύ σύντομα να υιοθετήσουν αυτά τα Μέσα, συχνά με μεγάλη επιτυχία, για την προπαγάνδιση του μηνύματός τους. Ωστόσο, υπάρχουν αθέλητες συνέπειες οι οποίες δεν είναι και τόσο θετικές. Η πολλαπλότητα των θρη­σκευτικών φωνών που υπεισέρχονται στον ανταγωνισμό για την αυθεντικότητα της εξαγγελίας στις πολλές και διαφορετικές ιστοσελίδες, ειδικά στο Διαδίκτυο, όχι μόνο προκαλεί σύγχυση και αμφισβητεί τις πηγές της παραδο­σιακής θρησκευτικής αυθεντίας, αλλά και καθιστά τη θρησκεία «τετριμμένη», προσφέροντάς την ανάμεσα στη διασκέδαση και τα ψώνια: το ιερό απογυμνώνεται από το μυστήριο και το δέος του καθώς αντιπαλεύει με το βέβη­λο. 0 έλεγχος πάνω στο μήνυμα και στο πλαίσιο των συμφραζομένων του μετατοπίζεται από τις πηγές της αυ­

Page 164: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

166 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

θεντίας στην κυβέρνηση και στους θρησκευτικούς θε­σμούς, και η λογοκρισία γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Τα ίντερνετ καφέ είναι σήμερα διαδεδομένα παντού στην Τεχεράνη.

Εναντίον αυτών των διαδικασιών και δυνάμεων οι οποίες δεν μπορούν πια να ελεγχθούν, η θρησκευτική αυ­θεντία υψώνει όλο και περισσότερο τη φωνή της για να καταγγείλει, ιδιαίτερα οι συντηρητικοί τύπου 1. Διεξά­γουν έναν εκ των προτέρων χαμένο αγώ να;

Τέλος, μία λέξη για το «υπερεθνικό» Ισλάμ. Παρου­σίασα εδώ το πολιτικό Ισλάμ ως αναπόσπαστα συνδεδε- μένο με εθνικές ιστορίες και πολιτισμούς. Έρχεται αυτό σε αντίφαση με τις πασίγνωστες διεθνιστικές διακηρύξεις αυτής της θρησκείας; Το ζήτημα του υπερεθνικού Ισλάμ είναι σημαντικό και ενδιαφέρον, και θα χρειαζόταν ένα άλλο άρθρο για να το πραγματευθούμε όπως αρμόζει. Για τους σκοπούς αυτής εδώ της συζήτησης θα έλεγα ότι τέτοιες διεθνείς εκδηλώσεις αναπτύσσονται παράλληλα και σε ορισμένη αλληλεπίδραση με τις εθνικές εξελίξεις. Ως επί το πλείστον είναι θεσμικά και οργανωτικά διακρι- τές. Ένας τομέας του διεθνούς Ισλάμ είναι συνέπεια των αφγανικών πολέμων και των όσων αυτή τη στιγμή συμ­βαίνουν μέσα στα αφγανικά δίκτυα. Περιλαμβάνει Αρα­βες και Πακιστανούς, αλλά ως επί το πλείστον είναι ανε­ξάρτητο από τις εθνικές πολιτικές σκηνές στην Αίγυπτο και αλλού. Είναι ενδιαφέρον επίσης να πούμε ότι, μέσα από την τουρκική διασπορά, ισλαμικά κόμματα και θε­σμοί έχουν ιδρύσει δίκτυα στην Ευρώπη και αλλού τα οποία είναι ειδικώς τουρκικά και δεν αναμειγνύονται με Μουσουλμάνους άλλων εθνικοτήτων. Επιπλέον, υπάρχει ανάπτυξη των ισλαμικών ιδεών και οργανώσεων στις μουσουλμανικές κοινότητες της Ευρώπης και της Αμερι­κής, και αυτές είναι δυνητικά οι περισσότερο δημιουργι­κές, επειδή αναπτύσσονται μέσα σε φιλελεύθερα πολιτικά περιβάλλοντα.

Page 165: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑ 167

Σημειώσεις

1. Max Weber, Economy and Society, Νέα Υόρκη, Bedminister,1968, σ. 241-54, 1.111-56.2. Υπάρχει μια αμφισημία στη βεμπεριανή ιδέα του χαρίσμα­τος: αρχικά φαίνεται να εφαρμόζεται σε ένα πρόσωπο με ηγε­τικό ρόλο, εν συνεχεία όμως χρησιμοποιείται για να υποδηλώ­σει ιδέες και κοινότητες όπως, για παράδειγμα, στην εκ μέ­ρους του πραγμάτευση του Προτεσταντισμού. Βλ. τη συζήτηση στο Ralph Schroeder, Max Weber and the Sociology of Culture, Λον­δίνο, Sage, 1992, σ. 17-23.3. Για τον Σαΐντ Κουτμπ και τις ριζοσπαστικές ομάδες που υι­οθέτησαν τις θεωρίες του, βλ. Giles Kepel, The Prophet and the Pharaoh: Muslim Extremism in Egypt, Λονδίνο, Al-Saqi, 1985· και Sami Zubaida, Islam, the People and the State, δεύτερη έκδοση, Λονδίνο, Tauris, 1993, σ. 51-5.4. Για μια ανάλυση αυτού του θέματος, βλ. Sami Zubaida, ό.π ., και Yann Richard, Shi’ite Islam: Polity Ideology and Creed, Οξφόρδη, Blackwell, 1995.5. Olivier Roy, The Failure of Political Islam, Λονδίνο, Tauris, 1994.6. Asghar Schirazi, The Constitution of Iran: Politics and the State in the Islamic Republic, Λονδίνο, Tauris, 1997.7. Nazih Ayubi, Political Islam: Religion and Politics in the Arab W orld, Λονδίνο, Routledge, 1991· Olivier Roy, ό .π ., Sami Zubaida, 1993, ό.π .8. Για μια σύγκριση του Ιράν με την Αίγυπτο από αυτές τις απόψεις, βλ. Sami Zubaida, 1993, ό.π ., σ. 38-73.9. Mangol Bayat, Mysticism and Dissent: Socio-religious Thought in Qajar Iran, Syracuse, 1992.10. Ervand Abrahamian, «Kasravi: the Integrative Nationalist of Iran», στο Middle East Studies, 9:3, 1973, σ. 271-95.11. Asaf Bayat, «Revolution without Movement, Movement without Revolution: Comparing Islamic Activism in Iran and Egypt», Comparative Studies in Society and History, 40:1, 1988, σ. 136-69.12. Sami Zubaida, «Is Iran an Islamic State?» στο J. Beinin και J.

Page 166: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

168 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Stork (επιμ.), Political Islam: Essays from Middle East Report, Μπέρ- κλεϋ, University of California Press, 1997, a. 103-19.13. Homa Hodfar, «Devices and Desires: Population Policy and Gender Roles in the Islamic Republic», στο J. Beinin και J. Stork (επιμ.), ό .π ., σ. 220-33.14. R.P. Mitchell, The Society of Muslim Brothers, Οξφόρδη, OUP,1969.15. Salwa Ismail, «The Politics of Urban Cairo: Informal Communities and the State», Arab Studies Journal, Φθινόπωρο 1996, σ. 119-32.16. Για ανάλυση του συντηρητικού Ισλαμισμού, βλ. Salwa Ismail, «Confronting the Other. Identity, Culture, Politics and Conservative Islamism in Egypt», International Journal of Middle East Studies, 30, 1998, σ. 199-225.17. Alan Roussillon, Sociitis islamiques de placement de fonds et «ouvertures iconomique», Κάιρο, Dossiers du CEDEI, 1988· Sami Zubaida, «The Politics of the Islamic Investment Companies in Egypt», Bulletin of the British Society for Middle East Studies, 17:2, 1990, a. 152-61.18. Salwa Ismail, «Religious "Orthodoxy" and Public Morality: the State, Islamism and Cultural Politics in Egypt», Critique, Ανοιξη 1999, σ. 152-61.19. Baudouin Dupret, «Le proems 1 ’augmentation des tribunaux», Monde Arabe: Maghreb Machrek, 151, 1996, a. 18-21.20. Βλ. Sami Zubaida, «Turkish Islam and National Identity», Middle East Report, 26:2, 1996, σ. 10-15.21. Eric Zurcher, Modem Turkey, Λονδίνο, Tauris, 1993.22. Serif Mardin, Religion and Social Change in Modem Turkey: the Case of Bediuzzaman Said Nursi, Ώλμπανυ, SUNY Press, 1989.

Page 167: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο αμερικανικός φονταμενταλισμός και το εμπόριο του θεού

Harold Perkin

0 αμερικανικός θρησκευτικός φονταμενταλισμός, όπως και κάθε αμερικανική θρησκευτική πρακτική γενικά, είναι ιδιόμορφος. Όπως έδειξε σε όλους το Συνέδριο για τη Θρησκεία και τη Δημοκρατία του Κολεγίου Mansfield, δεν συμβαδίζει με κανενός άλλου είδους στον κόσμο. Η σχέση του με την παγκοσμιοποίηση σύμφωνα με το καπιταλιστι­κό μοντέλο είναι,το λιγότερο που θα μπορούσαμε να πού­με, παράδοξη. Αν δεχθούμε τη θέση ότι η άνοδος του φο- νταμενταλισμού στον Τρίτο Κόσμο είναι μια αντίδραση στην περιθωριοποίηση και στον πολιτισμικό αποπροσανα­τολισμό που έχουν επιβληθεί στους πολιτικά ανίσχυρους, οικονομικά εξαθλιωμένους και ψυχικά αποκαρδιωμένους λαούς από τη μεταϊμπεριαλιστική Δύση, είναι προφανές ότι η αμερικανική Χριστιανική Δεξιά συνιστά εντελώς δια­φορετική περίπτωση. Απολαμβάνει πολιτική δύναμη, υψη­λό βιοτικό επίπεδο και ελευθερία έκφρασης σε πολύ μεγα­λύτερο βαθμό απ’ ό,τι η πλειονότητα του μη δυτικού κό­σμου. Καρπούται όλα τα πλεονεκτήματα της παγκοσμιο­ποίησης χωρίς, όπως φαίνεται, το κόστος της. Και όμως οι οπαδοί της -όχι, σπεύδω προκαταβολικά να δηλώσω, οι ηγέτες της των οποίων τα συμφέροντα είναι αρκετά δια­φορετικά, όπως θα δούμε- είναι κατά παράδοξο τρόπο εξίσου θύματα, μολονότι πιο τυχερά και λιγότερα εκμε­ταλλευόμενα απ’ όσο οι ομόλογοί τους στον Τρίτο Κόσμο.

Page 168: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

170 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

Ο φονταμενταλισμός θεωρώ ότι είναι κάτι πολύ περισ­σότερο από τη βαθιά πίστη στον Θεό (ή τους Θεούς). Εί­ναι η πεποίθηση πως οι πιστοί κατέχουν κάποια ιδιαίτερη γνώση και σχέση με μια θεότητα, η οποία βασίζεται είτε σε ένα ιερό και απαραβίαστο κείμενο είτε σε άμεση εμπειρία και επαφή με το μήνυμα του Θεού. Αυτό επ ι­τρέπει ή ενδεχομένως και επιτάσσει να επιβάλουν εκείνο που εκλαμβάνουν ως θέλημα του Θεού σε άλλους ανθρώ­πους και, αν χρειαστεί, να τους τιμωρήσουν για την α π ι­στία τους. Κατά συνέπεια αψηφά οποιαδήποτε έκκληση σε κάποια κοσμική αυθεντία, όπως είναι κατεξοχήν η βούληση της πλειοψηφίας, ως εκ τούτου και στη δημο­κρατική κυριαρχία. Εάν δεν μπορούν να πείσουν μια δη­μοκρατική πλειοψηφία να τους υποστηρίξει, ισχυρίζονται ότι διαθέτουν τη θρησκευτική ή την ηθική πλειοψηφία, την πλειοψηφία των αληθινών πιστών ή εκείνων οι οποίοι έχουν ανώτερες αξίες και την ευλογία του Θεού. Σε ακραίες περιπτώσεις, όπως στον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα ή στο σύγχρονο Αφγανιστάν και το Σουδάν, κάτι τέτοιο μπορεί να σημαίνει επιβολή της θανατικής ποινής για αποστασία ή για ηθικά παραπτώματα όπως η μοιχεία ή η άμβλωση. Πρόκειται γ ι’ αυτό που αλλού έχω αποκαλέσει «τυραννία της εικονικής πλειοψηφίας»1. Η φονταμενταλι- στική θρησκεία, λοιπόν, βρίσκεται σε σύγκρουση με τη δημοκρατία όπως κοινώς την εννοούμε.

Η ίδια η λέξη φονταμενταλισμός φαίνεται ότι χρήσιμο- ποιήθηκε για πρώτη φορά με τη θρησκευτική της έννοια στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1920, στο πλαίσιο μιας δ ια­μάχης στους κόλπους του συντηρητικού Προτεσταντι­σμού, για να διαχωρίσει αυτούς οι οποίοι πίστευαν πως η Βίβλος ήταν ο λόγος του Θεού, όπως υπαγορεύθηκε από τους προφήτες και διερμηνείς του, από εκείνους οι οποίοι υποστήριζαν ότι προερχόταν από ανθρώπινη μεσολάβηση απλώς εμπνευσμένη από τον Θεό και, ως εκ τούτου, υπέ- κειτο δυνητικά σε σφάλματα αναμετάδοσης και μετά-

Page 169: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 171

φράσης. Η πρώτη ομάδα χρησιμοποίησε τιμητικά για τον εαυτό της τον τίτλο, τον οποίο αργότερα μετέτρεψαν σε «Ευαγγελισμό» (που σημαίνει, παραδόξως όπως αποδει- κνύεται, πίστη στα Ευαγγέλια μάλλον παρά στην Παλαιά Διαθήκη) ο Μπίλυ Γκράχαμ και οι ομοϊδεάτες του κήρυ- κες στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Αργότερα, και κυ­ρίως στις δεκαετίες του 1970 και 1980, ο όρος ανελήφθη από τη «Νέα Χριστιανική Δεξιά», η οποία προσπάθησε να ενώσει τους συντηρητικούς Προτεστάντες σε μια ισχυ­ρή ομάδα πίεσης με πρόθεση να επιβάλει το πρόγραμμά τους στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υπό τους προέδρους Νίξον, Ρήγκαν και Μπους2.

Η Νέα Χριστιανική Δεξιά ισχυρίζεται από τον καιρό του προέδρου Νίξον ότι συνιστά την «ηθική πλειοψηφία» του αμερικανικού λαού. Ο Νίξον μιλούσε για τη «σιωϊτηρή πλειοψηφία», εκείνους οι οποίοι στήριζαν «τις παραδοσια­κές αξίες των Αμερικανών της μεσαίας τάξης - σκληρή δουλειά, ατομική πρωτοβουλία, κόσμια συμπεριφορά, αγά7ϊη για τη χώρα, ηθική ευσέβεια και υλική πρόοδο»3. Το υπόρρητο μήνυμα, βεβαίως, ήταν ότι αυτές δεν αποτε- λούσαν αξίες των αντιπάλων τους, ιδιαίτερα εκείνων οι οποίοι αντετίθεντο στον νεοαποικιακό πόλεμο του Βιετ­νάμ, στο βομβαρδισμό της Καμπότζης και στη φαύλη ψη­φοθηρική τακτική στην υπόθεση Γουότεργκεϊτ. Ο φίλος του εφημέριος Τζέρυ Φάλγουελ εκμεταλλεύτηκε τούτη τη δια­τύπωση και την προσάρμοσε στην «Οργάνωση της Ηθικής Πλειοψηφίας», η οποία ιδρύθηκε το 1979, ένα χρόνο πριν εκλεγεί Πρόεδρος ο άλλος του φίλος, ο Ρόναλντ Ρήγκαν.

Εκείνη τη χρονιά ο Φάλγουελ εγκαινίασε την εκστρα­τεία του για την «κάθαρση της Αμερικής», και είπε στα 20 εκατομμύρια θεατές και ακροατές του: «Είμαστε η "ηθική πλειοψηφία" και έχουμε παραμείνει πολύ καιρό σιωπηλοί». Έκανε έκκληση στην «απλή πίστη με την οποία δημιουργήθηκε αυτή η χώρα», η οποία βρισκόταν σε κίνδυνο από φιλελεύθερους, υποστηρικτές των αμβλώ­

Page 170: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

172 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

σεων, εμπόρους ναρκωτικών, ομοφυλόφιλους και -κυ­ρίω ς- επικριτές του καπιταλισμού και του Ψυχρού Πολέ­μου4. Τούτο το τελευταίο τον τοποθέτησε στην απέναντι όχθη από τους φονταμενταλιστές του Τρίτου Κόσμου. Αυτός και οι ευαγγελικοί σύμμαχοί του, τηλευαγγελιστές ιεροκήρυκες όπως ο Πατ Ρόμπερτσον, ο Όραλ Ρόμπερτς, ο Τζιμ και η Τάμυ Μπέικερ, ο Τζίμυ Σουάγκαρτ, και αρ­γότερα ο Ραλφ Ρηντ του Χριστιανικού Συνασπισμού, όλοι ασπάζονταν το πολιτικό δόγμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (και, στην πράξη,των περισσότερων Δημοκρα­τικών): ελεύθερη αγορά, δύναμη των επιχειρήσεων, το δ ι­καίωμα των πολυεθνικών να εμπορεύονται και να επεν­δύουν οπουδήποτε στον κόσμο, με λίγα λόγια όλες τις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης σύμφωνα με το αμερικα­νικό μοντέλο των μεγάλων επιχειρήσεων. Ενόψει αυτού, τίποτα δεν μπορούσε να είναι μακρύτερα από την αντί­δραση των μη αμερικανών φονταμενταλιστών κατά του παγκόσμιου καπιταλισμού και από την εναντίωσή τους στην κυριαρχία των δυτικών επιχειρήσεων στην παγκό­σμια οικονομία απ’ όσο η Χριστιανική Δεξιά.

Σε αυτό το άρθρο θα ήθελα να απαντήσω τρία ερωτή­ματα:1) Ήταν η Χριστιανική Δεξιά με οποιαδήποτε έννοια πο­λιτική πλειοψηφία στον αμερικανικό λαό, ή απλώς μια μειοψηφία στη θρησκευτική πτέρυγα του Ρεπουμπλικανι- κού Κόμματος;2) Ήταν κατά συνέπεια τμήμα των μεγάλων επιχειρήσε­ων, μέρος του τομέα των υίτηρεσιών που αποκόμιζε κέρ­δη από το «εμπόριο του Θεού» (για να χρησιμοποιήσω τον τίτλο μιας πρόσφατης μελέτης) κάνοντας τα στελέχη της πολυεκατομμυριούχους;3) Παρ’ όλ’ αυτά, είχαν μήπως οι οπαδοί της διαφορετικά κίνητρα και φόβους απ’ ό,τι οι ηγέτες της, και είναι πιθανό ν’ αντιδρούσαν απέναντι σε κάποιες τουλάχιστον από τις καταστροφικές συνέπειες του αμερικανικού καπιταλισμού;

Page 171: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 173

Η δύναμη της Χριστιανικής Δεξιάς

Η θρησκεία στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι οργανωμένη σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα α π ’ ό,τι οπουδήποτε αλλού στη Δύση. Οι Αμερικανοί ισχυρίζονται ότι είναι πολύ πιο θρησκευόμενοι -με την έννοια ότι ττηγαίνουν στην εκκλη­σ ία · απ’ οποιονδήποτε άλλο λαό, εκτός ίσως από τη μι- κροσκοπική Μάλτα. 60% είναι εγγεγραμμένοι ως μέλη κάποιας εκκλησίας ή συναγωγής και 40% προσέρχονται εβδομαδιαίως σε κάποιο τόπο λατρείας - εν συγκρίσει προς το αντίστοιχο 14% στη Βρετανία και το 12% στη Γαλλία. Εννέα στους δέκα εκφράζουν πίστη στον Θεό, οχτώ στους δέκα πιστεύουν στα θαύματα της Παλαιάς Διαθήκης και αναμένουν να συναντήσουν το δημιουργό τους την Ημέρα της Κρίσεως. Μόνο εφτά στους δέκα π ι­στεύουν στη μετά θάνατον ζωή, έτσι ένας από τους οχτώ μάλλον πιστεύει ότι δεν θα περάσει τη δοκιμασία. Πέντε στους δέκα πιστεύουν στους αγγέλους και τέσσερις στους δέκα σε μια προσωποποιημένη εκδοχή του διαβό­λου. Μόνο τρεις Αμερικανοί στους εκατό παραδέχονται ότι δεν πιστεύουν στον Θεό. Ο Γκάρυ Γουίλς, πρύτανης των ιστορικών της Προεδρίας, δείχνει ότι κανένας μη Χρι­στιανός δεν έχει αναρρηθεί ποτέ στο ύπατο αξίωμα, κα­νένας Καθολικός μέχρι τον Τζων Κένεντυ το 1960 και αυ­τή καθαυτή η ιδέα του αθεϊστή, ως διαφορετικού από τον αμαρτωλό, είναι αδιανόητη στον Λευκό Οίκο5.

Οι Αμερικανοί είναι πολύ πιο επιτιμητικοί απέναντι στην «αμαρτία» απ’ όσο οι Ευρωπαίοι. Για τους περισ­σότερους απ’ αυτούς έχει περισσότερο την έννοια της σε­ξουαλικής παράβασης παρά της οικονομικής διαφθοράς: είναι πολύ κυνικοί σε ό,τι αφορά την εντιμότητα των πο­λιτικών, ωστόσο τους εκλέγουν. Η μοιχεία γάλλων προέ­δρων, όπως ο Ζισκάρ ντ’Εσταίν και ο Φρανσουά Μιτεράν, ή βρετανών πολιτικών, όπως ο Σέσίλ Πάρκινσον και ο Ντέιβιντ Μέλορ, φαίνεται μόνο να έχει ενισχύσει την κα-

Page 172: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

174 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ριέρα τους· όμως η υπόθεση του Γκάρυ Χαρτ με την Ντό- να Ράις την εμπόδισε, και οι φημολογούμενες πολυάριθ­μες σχέσεις του Μπιλ Κλίντον αν είχαν γίνει εγκαίρως γνωστές θα είχαν αποτρέψει την εκλογή του. Η κληρονο­μιά των Πουριτανών, περιλαμβανομένης της φιληδονίας και της υποκρισίας, είναι ακόμα ισχυρή, όπως μαρτυρεί το πρόσφατο συνεχές σκάλισμα από τα Μέσα του παρελ­θόντος του Τζωρτζ Μπους του νεότερου.

Σύμφωνα με σφυγμομετρήσεις της δεκαετίας του ’80, 70% των αμερικανών Προτεσταντών και 71% των Καθολι­κών πιστεύουν ότι «η μοιχεία είναι πάντοτε σφάλμα», ενώ μόνο το 4θ% των περισσότερο ανεκτικών Εβραίων (μόνο 2% των πιστών, ωστόσο)6. Αυτές οι απόψεις είναι αποκρυ­σταλλωμένες στην πολιτειακή νομοθεσία. Η μοιχεία είναι παράνομη στην πλειονότητα των αμερικανικών πολιτειών: στις περισσότερες της Νέας Αγγλίας, σε όλο το μήκος του Νότου, επίσης στην Καλιφόρνια, το Κάνσας, τη Νεμπρά- σκα,τη Νεβάδα (του «ακαριαίου διαζυγίου» του Ρένο) και τη Γιούτα (όπου κάποιοι αποκλίνοντες Μορμόνοι ακόμη καυχιούνται για την πολυγαμική πρακτική τους). Το στο­ματικό σεξ, ακόμη και μεταξύ έγγαμων ζευγαριών, είναι παράνομο σε είκοσι τρεις πολιτείες και κολάσιμο ως «σο­δομία» στη Γεωργία, όπου θεωρείται ως η «άλλη όψη της μοιχείας» του πρώην Προέδρου του Νομοθετικού Σώματος Newt Gingrich (W orld Press Review , Σεπτέμβριος 1977). Ευ­τυχώς, οι νόμοι αυτοί σπάνια εφαρμόζονται, αλλιώς το Κογκρέσο και ο Λευκός Οίκος θα αποδεκατίζονταν από την κοινή γνώμη. Και, όπως δείχνει το ανάρπαστο Πόρι­σμα Σταρ στην εμπλοκή του προέδρου Κλίντον με το «Γουάιτγουότερ» και σε μια σειρά από ανεξάρτητες υπο­θέσεις με αποκορύφωμα τον σεξουαλικό του δεσμό με τη Μόνικα Λεβίνσκι, η αμερικανική λαγνεία σε ό,τι αφορά το σεξ διακεκριμένων προσώπων έχει κλιμακωθεί από την εποχή των πασίγνωστων, αλλά αγνοημένων από τα Μέσα σχέσεων των Ρούσβελτ, Αϊζενχάουερ και Κένεντυ.

Page 173: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 175

Οι σφυγμομετρήσεις επίσης δείχνουν ότι, πολύ περισ­σότερο απ’ όσο το εισόδημα, η τάξη ή η φυλή, η θρησκεία παραμένει ένας από τους περισσότερο ακριβείς, και ελά­χιστα εκτιμημένους, πολιτικούς δείκτες. Οι θρησκευτικές ομάδες πίεσης όλων των πεποιθήσεων εξασφαλίζουν ότι οι πολιτικοί τουλάχιστον τη λαμβάνουν υπόψη. Ο Μπίλυ Γκράχαμ (που ψηφίστηκε ως ο «πλέον θαυμαζόμενος άν- δρας στην Αμερική», μαζί με τον πάπα Ιωάννη Παύλο τον Β' και τον αιδεσιμότατο Τζέσε Τζάκσον) υττήρξε φίλος όλων των αμερικανών Προέδρων από την εποχή του Αϊ- ζενχάουερ, εκτός από τον καθολικό Κένεντυ και τον πα- ραστρατημένο Κλίντον. Παρά το χωρισμό εκκλησίας και κράτους, ο Αϊζενχάουερ ενέγραψε για πρώτη φορά τον Θεό στην κυβέρνηση με προσευχές κατά την ανάληψη των καθηκόντων του, με την καθιέρωση μιας «εθνικής ημέρας προσευχής», το «One Nation under God» στη Διακήρυξη Πίστεως και το «In God We Trust» πάνω στα χαρτονομί­σματα. 0 Νίξον έκανε τον Γκράχαμ ειδικό σύμβουλό του, ο οποίος του είπε να αγνοήσει τους Καθολικούς στην εκ­στρατεία του το 1960 (την οποία κατά συνέπεια έχασε).

Οι σχέσεις του Κένεντυ με τη Ρώμη στάθηκαν αμοιβαία επωφελείς, όπως αποδεικνύουν οι ακυρώσεις γάμων της οικογένειάς του. Ο Τζίμυ Κάρτερ, μολονότι «αναγεννημέ- νος» Χριστιανός, εξομολογήθηκε στο Playboy ότι «έχει τη μοιχεία στην καρδιά του». Ο Ρήγκαν, ένας «αναγεννημέ- νος» διαζευγμένος, εγκολπώθηκε τη Χριστιανική Δεξιά. Το 1980 σάλπισαν ότι «0 καιρός μας έρχεται». Ο τηλευ- αγγελιστής Πατ Ρόμπερτσον καυχιόταν ότι «Έχουμε αρ­κετές ψήφους για να κυβερνήσουμε τη χώρα.... θα υπερι- σχύσουμε». Ακόμη και ο ψυχρός, ανέκφραστος Τζωρτζ Μπους είχε πειστεί από τον μοιχό, αμφισεξουαλικό Τζιμ Μπέικερ ότι «αναγεννημένος» σήμαινε μόνο να έχει δε­χθεί κάποιος τον Χριστό ως λυτρωτή του (N ew York Review of Books, 29 Μάίου, σ. 30). 0 ομολογημένα αμαρτωλός Μπιλ Κλίντον έδωσε στον χαρισματικό κατασκευαστή του

Page 174: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

176 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

αξίας 40 εκατομμυρίων δολαρίων Κρυστάλλινου Καθεδρι­κού, τον Ρόμπερτ Σούλερ, τιμητική θέση δίπλα στην Πρώ­τη Κυρία επί τη ευκαιρία της δεύτερης ανάληψης των κα­θηκόντων του (Newsweek, 3 Μαΐου 1997).

Όλ’ αυτά φαίνεται να σημαίνουν ότι οι διαπρύσιοι υποστηρικτές της θρησκείας έχουν και τη μεγαλύτερη επιρροή στην αμερικανική πολιτική και πρέπει να συμπα­ρασύρουν την πλειοψηφία των ψηφοφόρων. Ωστόσο όλες οι σφυγμομετρήσεις δείχνουν ότι απέχουν από το να εκ­φράζουν την πλειοψηφία. Ένα καλό παράδειγμα είναι η αντίθεσή τους στις αμβλώσεις, όπου κάποιοι φανατικοί οπαδοί τους έβαλαν βόμβες σε κλινικές και δολοφόνησαν γιατρούς. Αυτό καταδικάζεται από μια σαφή πλειοψηφία των αμερικανίδων γυναικών οι οποίες διεκδικούν το δι­καίωμα να επιλέγουν. Όλες οι στατιστικές έκφρασης προσωπικών πεποιθήσεων ανατρέπουν τον ισχυρισμό της Χριστιανικής Δεξιάς ότι υπερισχύει στην κοινή γνώμη. Σύμφωνα με μια σφυγμομέτρηση του 1980, στο αποκορύ­φωμα της επιρροής τους, οι «αναγεννημένοι» Χριστιανοί δεν αντιπροσώπευαν περισσότερο από 19% του εθνικού δείγματος, 22% των γυναικών και μόνο 15% των ανδρών. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς ήταν στο Νότο, όπου ο μέσος όρος ανέβαινε στο 33%. Σημαντικό είναι ότι ανάμεσά τους οι μη λευκοί «αναγεννημένοι» είχαν υπερδιπλάσια αναλογία σε σχέση με τους λευκούς: 3Θ% έναντι 1θ%. Βρέθηκε επίσης πως οι Ευαγγελικοί ήταν κατά μέσον όρο οι λιγότερο μορφωμένοι: 30% είχαν μόνο τη στοιχειώδη εκπαίδευση και μόνο 12% είχαν φοιτήσει σε κολέγιο (πο­λύ μικρό ποσοστό για τις Ηνωμένες Πολιτείες). Ήταν κυ­ρίως χειρώνακτες και κληρικοί, και περισσότεροι στις αγροτικές απ’ ό,τι στις αστικές περιοχές (N ew York Times, 7 Σεπτεμβρίου 1980). Η πλειοψηφία τους ήταν λοιπόν μπλε κολάρα και εργαζόμενοι σε μικρές υπηρεσίες, πολ­λοί από τους οποίους φτωχοί και άνεργοι.

Το σημαντικότερο, δεν ήταν, όπως υποστήριζε η ευαγ­

Page 175: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 177

γελική ηγεσία, μονολιθικοί στην υποστήριξή τους προς το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Το 1980 63% ψήφισε τον Ρή­γκαν, που σημαίνει ότι 37% ψήφισε τον Κάρτερ (ομολο- γουμένως, έναν επίσης «αναγεννημένο» υποψήφιο). Το ποσοστό του Ρήγκαν ανέβηκε στο 73% το 1984, αλλά αυ­τό ήταν και το αποκορύφωμα της δημοτικότητας του «μεγάλου μεταδότη». Εν τω μεταξύ, οι μαύροι Χριστια­νοί, περισσότερο «αναγεννημένοι» από τους λευκούς, ψήφισαν εννέα προς ένα εναντίον του Ρήγκαν και στις δύο εκλογές (N ew York T im es, 8 Νοεμβρίου 1984). Αλλά λιγότερο από το ένα πέμ7ττο της πλειοψηφίας, λευκών και μη λευκών, ήταν αυτοτιτλοφορούμενοι Ε υαγγελικοί, πράγμα που δεδομένου του χαμηλού ποσοστού σημαίνει ότι αντιπροσώπευαν μόνο το 11% και το 14% των δύο διαδοχικών εκλογικών σωμάτων.

Οι ηγέτες τους συνέχιζαν να ισχυρίζονται ότι ασκούσαν επιρροή στις ρεπουμπλικανικές διαβουλεύσεις και ότι κέρδισαν τις εκλογές για τον Ρήγκαν, μολονότι εκείνη τη στιγμή δεν διέσπασαν την υπεροχή των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο, ή τουλάχιστον στον Λευκό Οίκο. Πολλοί με­τριοπαθείς Ρεπουμπλικανοί φοβούνταν ότι θα κυριαρχού­σαν στις κλίκες του κόμματος, ειδικά στις κρίσιμες περιο­χές του Νότου όπου φανατικοί Ευαγγελικοί μάχονταν σκληρά γ ια να κερδίσουν ηγετικές θέσεις στις τοπικές εκλογικές περιφέρειες. Σε κάποιες πολιτείες όπως το Τέ­ξας και το Τεννεσή εττηρέασαν πράγματι τη διδασκαλία στα σχολεία, επιβάλλοντας ίσο χρόνο στην «ιδέα της Δημι­ουργίας» και στον δαρβινικό εξελικτισμό,την απαγόρευση της σεξουαλικής αγωγής και τη λογοκρισία των εγχειρι­δίων του «κοσμικού ουμανισμού», που σημαίνει οποιοδή- ποτε βιβλίο δεν υποστήριζε τις δικές τους απόψεις.

Σκοπός τους ήταν να επιβάλουν το πρόγραμμα της Ηθικής Πλειοψηφίας στο κόμμα, όπως είχε διατυπωθεί στις ε π τ ά αρχές του Φάλγουελ: αξία της ανθρώπινης ζωής (κατά των αμβλώσεων)· παραδοσιακή μονογαμική οικο­

Page 176: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

178 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

γένεια (υπακοή στον πατριάρχη και όχι διαζύγιο)· δημό­σια ευπρέπεια (όχι στο γυμνό, στην πορνογραφία, στα δ ι­καιώματα των ομοφυλοφίλων ή στη σεξουαλική ελευθε­ριότητα)· εργασιακή ηθική (ενθουσιώδης εργασία εκ μέ­ρους εργατών με τις ελάχιστες αποδοχές και όχι παράπο­να για τις αμοιβές των στελεχών)· διαθήκη του Αβραάμ (οι Αμερικανοί ως περιούσιος λαός, με ιδιαίτερο καθήκον να προστατεύουν τους Εβραίους και να βοηθούν το κρά­τος του Ισραήλ)· θεοκεντρική εκπαίδευση (βασικά σχολι­κή προσευχή στα χρηματοδοτούμενα από τη φορολογία κρατικά σχολεία)· και οι θεϊκά επιβεβλημένοι θεσμοί της οικογένειας, της εκκλησίας και της κυβέρνησης (όλοι βε­βαίως υπό την κυριαρχία των λευκών αρσενικών). Αν και οι επτά παραπάνω αρχές δεν υιοθετούνταν, κατά τον Φάλγουελ «οι Αμερικανοί θα αντιμετώπιζαν την τιμωρία του Θεού» (Strege, στο Johnson και Tamney, ό π . , σ. 122).

Δυστυχώς για τον Φάλγουελ και τους ηγέτες της Χρι­στιανικής Δεξιάς, δεν ήταν ενωμένοι ούτε μεταξύ τους. Ένας καλά πληροφορημένος πολιτικός σχολιαστής, ο Ρί- τσαρντ Β. Πίραρντ, μιλούσε για «κακοφωνία των ευαγγε­λικών φωνών στο Κάπιτολ Χιλ», που υπέσκαπταν την επιρροή η μία της άλλης. Η κύρια διαφορά ήταν ανάμεσα σε αυτούς που πίστευαν στην «οικοδόμηση μιας νέας κοι­νότητας» και σ’ εκείνους οι οποίοι υποστήριζαν μια «θρη­σκεία που συντηρεί τον ατομικισμό»· και βεβαίως ήταν οι ατομικιστές, των οποίων η ιδεολογία συνηχούσε με τον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς των Ρεπουμπλικανών, εκείνοι που ασκούσαν τη μεγαλύτερη επιρροή στο κόμμα7. Ωστόσο και αυτούς ακόμα τους χρησιμοποιούσε το κόμμα αντί να το χρησιμοποιούν εκείνοι προκειμένου να υλοποι­ήσουν το πρόγραμμά τους. Όπως έδειξε ο Πίραρντ, ο ισχυρισμός τους ότι βοήθησαν τον Ρήγκαν στην προεδρία ήταν πλαστός: πολύ περισσότερα χρωστούσε στην αποτυ­χία του Τζίμυ Κάρτερ να θεραπεύσει τον μαζικό πληθωρι­σμό της δεκαετίας του 1970, και ακόμη περισσότερα στην

Page 177: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 179

ιρανική κρίση των ομήρων την οποία το εκλογικό του συ­νεργείο κατηγορήθηκε πως υπέθαλψε (η απελευθέρωση των διπλωματικών ομήρων αμέσως μετά την εκλογή του Ρήγκαν δεν έχει ακόμα εξηγηθεί πειστικά).

Μετά την εκλογή του Ρήγκαν, η Χριστιανική Δεξιά δεν απέκτησε πρόσβαση στο ιερό άδυτο της πολιτικής εξου­σίας. Σύντομα ανακάλυψαν ότι ήταν πιο παραδοσιακός συντηρητικός απ’ ό,τι περίμεναν. Σε όλα τα πρακτικά ζη­τήματα η Χριστιανική Δεξιά βρέθηκε αγνοημένη, τα Μέσα άρχισαν σύντομα να μην τους λαμβάνουν υπόψη και οι μεσοπρόθεσμες εκλογές του Κογκρέσου το 1982 έκαναν φανερό ότι δεν διέθετε τη δύναμη που υποστήριζε πως εί­χε (Pierard, στο Tamney και Johnson, ό π . , σ. 90-92). Ξα- ναβρήκαν τον εαυτό τους στη διάρκεια του κατηγορητηρί­ου κατά του Κλίντον, όπου κεφαλαιοποίησαν την υστερία γύρω από τη «μοιχεία στον Λευκό Οίκο». Αλλά η αποτυ­χία των συμμάχων τους -του ειδικού κατηγόρου Κένεθ Σταρ, ενός ιδιόρρυθμου αναγεννημένου Χριστιανού, και μοιχών πολιτικών με δεύτερες συζύγους όπως ο Μπομπ Ντόουλ, ο Τζέσε Χελμς και ο Νιούτ Γκίνγκρις-να στερε­ώσουν τις κατηγορίες υπονόμευσε ακόμη περισσότερο την επιρροή τους. Ο αμερικανικός λαός στις σφυγμομετρήσεις ψήφισε μάλλον κατά των κατηγόρων παρά του ίδιου του παραβάτη: «ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω».

Οι φονταμενταλιστές εξασθένισαν επίσης από τις αλ- ληλοκτόνες θεολογικές διαμάχες τους. Διαιρέθηκαν στο ζήτημα «των εσχάτων ημερών» ανάμεσα σε προχιλιαστές, που πίστευαν ότι όταν σημάνει η «Ώρα της Χαράς» οι αληθινοί πιστοί θα μαζευτούν απευθείας μέσ’ από τα αυ­τοκίνητα ή τα κρεβάτια τους πριν χτυπήσει ο Αρμαγεδ- δών, και μεταχιλιαστές, οι οποίοι πίστευαν ότι θα πρέπει να υποστούν πρώτα τον κατακλυσμό πριν χωριστούν οι αμνοί από τα ερίφια. Διαιρέθηκαν επίσης σε αληθινούς φονταμενταλιστές, που έβλεπαν τη Βίβλο ως τον απαρα­βίαστο λόγο του Θεού, και τους λιγότερο φονταμενταλι-

Page 178: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

στές, οι οποίοι δέχονταν πως υπήρχαν προβλήματα μετα­γραφής και μετάφρασης. Ενάντια και στους δύο αυτούς ήταν οι Πεντηκοστιανοί και υπέρμαχοι της Χάριτος όπως οι Toronto Blessing («εκμηδενισμένοι μέσα στο πνεύμα... έκσταση χωρίς την ανάγκη ναρκωτικών») ή η λατρεία της Ουράνιας Πύλης (απευθείας στον Θεό μέσω του κομήτη Χέιλ-Μποπ) που πίστευαν ότι το μήνυμα του Θεού ερχό­ταν τώρα (συνήθως μέσω κάποιων θεϊκά εμπνευσμένων γκουρού όπως ο Τζιμ Τζόουνς ή ο Ντέιβιντ Κόρες), πράγ­μα που αχρήστευε την Αγία Γραφή8.

Η επιρροή τους στις ρεπουμπλικανικές διαβουλεύσεις ήταν επίσης ασθενέστερη στην πράξη απ’ ό,τι περίμεναν. Υποχρεώνονταν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους απέναντι σε κατηγορίες ότι προσπαθούν να κάνουν υποχείριό τους το κόμμα. Ο Φάλγουελ αναγκάστηκε να διακηρύξει το 1981: «Η Οργάνωση της Ηθικής Πλειοψηφίας δεν είναι μια θρησκευτική οργάνωση που προσπαθεί να ελέγξει την κυ­βέρνηση... Θέλουμε απλώς να επηρεάσουμε την κυβέρνη­ση, όχι να την ελέγξουμε». Σε πολλές περιπτώσεις ο Ρή­γκαν και ο Μπους απογοήτευσαν τους ηθικολόγους. Υιο­θέτησαν τη σχολική προσευχή και την εναντίωση στις αμ­βλώσεις, αλλά δεν προσπάθησαν σοβαρά να τις θεσπίσουν διά νόμου- και η μετατόπιση προς τα δεξιά βρήκε αντίστα­ση στο πραγματιστικό κέντρο που φοβόταν τις εκλογικές συνέπειες μιας υπερίσχυσης των Ευαγγελικών. Απέχοντας πολύ από το να ελέγξουν το κόμμα, έγιναν, με την έμφασή τους στον ακραίο ατομικισμό παράλληλα με την πατριαρ­χική ιδεολογία και τις αντισοσιαλιστικές τάσεις (με το νόη­μα κάθε είδους κυβερνητικής παρέμβασης ή της παροχής κοινωνικής πρόνοιας), «μια διάχυτη ιδεολογική νομιμοποί­ηση του καπιταλισμού των Ηνωμένων Πολιτειών».

Το 1986 ο Φάλγουελ μετονόμασε την Ηθική Πλειοψη­φία σε Ομοσπονδία Ελευθερίας, επιζητώντας ευρύτερη πολιτική βάση μεταξύ των θρησκευόμενων συντηρητικών' Το τελικό αποτέλεσμα ήρθε με την υποψηφιότητα του

Page 179: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟNTAMENTΑΛΙΣΜΟΣ 181

Πατ Ρόμπερτσον για το ρεπουμπλικανικό προεδρικό χρί­σμα το 1987-88, που κατέληξε σε φιάσκο. Έγιναν στην πράξη μια απλή ομάδα πίεσης από τ’ ακροδεξιά του κόμ­ματος η οποία έδινε την κύρια έμφαση, όπως και οι δεξι­οί υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης, στους χαμηλούς φ ό ­ρους, στον περιορισμό της πρόνοιας, στην πυρηνική οικο­γένεια, στην καταδίκη των ανύπαντρων μητέρων, αλλά και της άμβλωσης και του διαζυγίου (πολιτικές που και οι δύο αύξησαν τις μονογονεϊκές οικογένειες), στην εργα­σιακή ηθική, στην ευλογία του Θεού για την εργασία κατά την κλίση του καθενός και στην υπακοή σε όσους βρίσκο­νται στην εξουσία, περιλαμβανομένων των εργοδοτών και της κυβέρνησης. Δική τους ήταν μια ιδεώδης θρησκευτική πολιτική για μία κοινωνία βασισμένη στην ελεύθερη χωρίς κανένα περιορισμό αγορά· όμως ηθική πλειοψηφία με οποιαδήποτε έννοια του όρου δεν ήταν.

Η θρησκεία ως μεγάλη επιχείρηση

Όλες οι κοινωνίες έχουν ανάγκη να αποσπούν κάποιο πλεόνασμα από τους παραγωγούς προκειμένου να στηρί­ξουν συλλογικές υπηρεσίες όπως η διοίκηση, ο νόμος και η τάξη, η άμυνα κ.ο.κ. - και οι θρησκευτικοί θεσμοί ανή­κουν σε αυτή την κατηγορία υπηρεσιών. Όπως και άλλες ελίτ, επίσης, οι θρησκευτικοί ηγέτες μπαίνουν συχνά στον πειρασμό να εκμεταλλευτούν το γεγονός και να αποσπά­σουν μεγαλύτερο μερίδιο από το αυστηρώς αναγκαίο προκειμένου να διεκπεραιώσουν τις λειτουργίες τους, προκαλώντας έτσι δυσαρέσκεια και εξέγερση. Η Καθολι­κή Εκκλησία το ανακάλυψε αυτό την εποχή της Μεταρ­ρύθμισης, όταν οι μεγαλοπρεπείς καθεδρικοί, τα παλάτια, τα έργα τέχνης και η πολυτελής ζωής των ανώτερων κλη­ρικών οδήγησαν αναπόφευκτα στη διαμαρτυρία κατά της διαφθοράς και των εκκλησιαστικών φόρων (δεκάτη και

Page 180: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

182 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

συγχωροχάρτια) και, μέσω αυτής, στη Μεταρρύθμιση και την απώλεια της οικουμενικής εξουσίας.

Οι αμερικανικές εκκλησίες είναι πολύ καλύτερες από τις ευρωπαϊκές στη συλλογή χρημάτων, και οι Αμερικανοί που πηγαίνουν στην εκκλησία είναι ιδιαίτερα γενναιόδω­ροι: σε μερικές απ’ αυτές όπως η Σύναξη του Θεού, οι Μορμόνοι και κάποιες εκκλησίες των Βαπτιστών, οι π ι­στοί προσφέρουν εθελοντικά το δέκατο των εισοδημάτων τους. Οι κύριες προτεσταντικές εκκλησίες αποκομίζουν τα διπλάσια ανά κεφαλή απ’ ό,τι οι Καθολικές,τριπλάσια απ’ ό,τι οι Χριστιανοί Επιστήμονες και οι Ουνιταριανιστές (N ew York Tim es, 26 Ιουλίου 1997). 0 χωρισμός εκκλησίας και κράτους ευνοεί τη συλλογή προσόδων εκ μέρους της εκκλησίας, αφού ο καθένας μπορεί να ιδρύσει μια εκκλη­σία και να διεκδικήσει εξαίρεση από τη φορολογία.

Οι παραδοσιακές εκκλησίες έχουν επισκιαστεί οικονο­μικά από τις νέες τηλευαγγελικές εκκλησίες, των οποίων τα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματα αφιερώ­νουν δυσανάλογο μέρος των εκπομπών τους σε εκκλήσεις για οικονομική στήριξη. Έχουν βάλει εμπρός εκείνο που ο Λώρενς Μουρ αποκάλεσε «εμπόριο του Θεού» (ο Μουρ, ο οποίος υποστηρίζει ότι «η θρησκεία στην Αμερική έχει βγει στο σφυρί» - οπισθόφυλλο έκδοσης9). Κήρυκες-δια- σημότητες όπως ο Τζέρυ Φάλγουελ, ο Πατ Ρόμπερτσον, ο Τζίμυ Σουάγκαρτ, ο Όραλ Ρόμπερτς, ο Ρόμπερτ Σύλερ, ο Χένρυ Λάιονς και ο Τζιμ Μπέικερ βγάζουν εκατομμύρια δολάρια και ζουν πολυτελώς όσο και τα υψηλόβαθμα στε­λέχη των γιγαντιαίων οργανισμών, πράγμα το οποίο άλ­λωστε είναι. Χάρη και μόνο στις ομιλίες του, ο Πατ Ρό­μπερτσον αύξησε την αξία ενός κεφαλαίου 37.000 δολα­ρίων που δανείστηκε από τους γονείς του στα 200 εκατομ­μύρια του Χριστιανικού Ραδιοφωνικού Δικτύου του, το οποίο πρόσφατα πούλησε στον Ρούπερτ Μέρντοχ. Επέν­δυσε τα κέρδη στην Τράπεζα της Σκωτίας η οποία τότε καταγγέλθηκε από τους πελάτες και μετόχους της ότι

Page 181: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 183

αδυνατούσε να τα δώσει πίσω. Ως αποζημίωση η τράπεζα υποχρεώθηκε να πληρώσει στον Ρόμπερτσον 10 εκατομ­μύρια στερλίνες για αθέτηση του συμβολαίου (Guardian, 3 Μαρτίου 1999). Αυτή η συναλλαγή απέδειξε ότι κύριος σκοπός του Ρόμπερτσον ήταν να βγάλει χρήματα για τον εαυτό του μάλλον και όχι για τον Θεό.

Ο Όραλ Ρόμπερτς, ο Πεντηκοστιανός, εγκαινίασε τα «Σύμφωνα Χάριτος» με το ακροατήριό του και τους υπο- σχέθηκε ότι, αν του έστελναν 100 δολάρια, μέσα σε ένα χρόνο θα λάμβαναν περισσότερα από τη δωρεά από κά- ποια απρόσμενη πηγή. Όταν η μαγεία του δεν λειτούργη­σε αρκετά γρήγορα, έχυσε δάκρυα απελπισίας στην τηλε­όραση λέγοντας ότι, αν δεν του έστελναν 8 εκατομμύρια δολάρια μέσα στο μήνα, «ο Κύριος θα τον έπαιρνε». Ο Κύριος δεν τον πήρε, αλλά ο Ρόμπερτς έλαβε αρκετές δω­ρεές ώστε να συνεχίσει τον πολυδάπανο τρόπο ζωής του.

Ένας από το πιο επιτυχημένους τηλευαγγελιστές, πριν εκπέσει από τη χάρη, ήταν ο μικροκαμωμένος Πεντηκο- στιανός Τζιμ Μπέικερ της Λέσχης του PTL (Ύμνος στον Κύριο), ο οποίος καυχιόταν: «Έχουμε ένα προϊόν καλύ­τερο από σαπούνια και αυτοκίνητα. Πουλάμε την αιώνια ζωή». Αυτός και η βαριά βαμμένη σύζυγός του Τάμυ κέρδισαν κάπου 12 εκατομμύρια ακροατές και θεατές, και εισόδημα 3,7 εκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο, σπί- τια-ανάκτορα, ένα ιδιωτικό τζετ και το πάρκο αναψυχής της Κληρονομιάς των Ηνωμένων Πολιτειών που πούλησε περισσότερο προαγορασμένο χρόνο διακοπών α π ’ όσο μπορούσε να προσφέρει. Πλήρωσε 367.000 δολάρια στην ερωμένη του Τζέσικα Χαν για να εξαγοράσει τη σιωπή της, και οι βοηθοί του Τζων Άνκερμπεργκ και Τζων Γουέ- σλυ Φλέτσερ («ήμουν η ομοφυλόφιλη πόρνη του Τζιμ Μπέικερ») τον κατηγόρησαν για ομοφυλοφιλικές πρακτι­κές. Μετά από μια τριετή δίκη για εικοσιτέσσερις κατη­γορίες για απάτη και συνωμοσία, ο Μπέικερ κρίθηκε ένο­χος για κατάχρηση 158 εκατομμυρίων δολαρίων από τις

Page 182: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

184 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

εισφορές των μελών του PTL και καταδικάστηκε σε 45 χρόνια φυλάκιση και πρόστιμο μισού εκατομμυρίου δο­λαρίων. Αργότερα η ποινή του μειώθηκε σε οκτώ χρόνια, και αποφυλακίστηκε μετά τα πέντε. Η σύζυγος και συνε­ταίρος του Τάμυ Φαίυ, μετά από θεραπεία αποτοξίνωσης από το αλκοόλ στην Κλινική Betty Ford και αρκετές υπο­θέσεις μοιχείας, νοικιάστηκε από το Κανάλι Fox του Ρού- περτ Μέρντοχγια ένα ελαφρώς σκαμπρόζικο τοκ σόου. 0 Ρόυ Μέσνερ, ο δεύτερος σύζυγός της, καταδικάστηκε σε 27 μήνες φυλάκιση για απόκρυψη 400.000 δολαρίων όταν αυτός και το PTL χρεοκόπησαν (N ew York Review of Books, 29 Μάίου 1997). Όμως οι Ευαγγελικοί μπορούν να ανα- γεννηθούν και πάλι εάν μετανοήσουν δημοσίως γ ια τα αμαρτήματά τους και συγχωρεθούν από το ποίμνιό τους, έτσι ο Μπέικερ και ο Τζίμυ Σουάγκαρτ, ο οποίος επίσης πιάστηκε στην αγκαλιά μιας πόρνης, προσεύχονται και κηρύσσουν ακόμη μέσ’ από τα ραδιοκύματα και εκλιπα­ρούν για δωρεές με φοροαπαλλαγή.

Τέτοια στοιχεία έρχονται στο φως μόνο μετά από νο­μικές αγωγές για προφανείς λόγους, και δεν ανακαλύ­πτονται εύκολα για τα περισσότερα θρησκευτικά στελέχη που δεν είναι υποχρεωμένα να πληρώνουν φόρους μέχρις ότου αποκαλυφθεί ότι έχουν καταχραστεί εκκλησιαστικές εισφορές. Η απάτη δεν περ ιορ ίζεται στους λευκούς Ευαγγελικούς. Ο αιδεσιμότατος Χένρυ Τζ. Λάιονς, Πρόε­δρος της (κυρίως αφροαμερικανικής) Εθνικής Βαπτιστι- κής Διαθήκης, εκτέθηκε όταν η σύζυγός του έβαλε φωτιά στο 700.000 δολαρίων σπίτι το οποίο τον βρήκε να μοιρά­ζεται, μαζί με μια Ρολς Ρόις, με τη «στενή φίλη και συνε­ταίρο» του Μπέρνις Έντουαρντς. Η κυρία Έντουαρντς είχε ήδη καταδικαστεί το 1994 για κατάχρηση 60.000 δο­λαρίων από ομοσπονδιακή χορηγία που προοριζόταν γ ια ' ένα σχολείο στο Μιλγουόκι, και ο ίδιος ο Λάιονς είχε τε­θεί ένα χρόνο υπό δικαστική επιτήρηση και είχε πληρώσει αποζημίωση 85.000 δολαρίων για απάτη στην ομοσπον­

Page 183: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 185

διακή τράπεζα. Όπως και οι μετανοημένοι αδελφοί του συγχωρέθηκε από το εκκλησίασμα, ένας εκ των οποίων σχολίασε ότι «ο Θεός δεν είπε πως ένας ιερέας δεν πρέ­πει να βγάζει χρήματα» (N ew York T im es, 12 Ιουλίου 1997). Όμως ο Χένρυ αμάρτησε και πάλι και εξέτισε ποι­νή φυλάκισης.

Οι περισσότεροι τηλευαγγελιστές αναμφίβολα δρουν εντός του πλαισίου του νόμου, ο οποίος παρά τον συ­νταγματικό διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους είναι εκ­πληκτικά γενναιόδωρος απέναντι στους θρησκευτικούς εκπροσώπους, επιτρέποντας σε οποιαδήποτε σχεδόν εκ­κλησία ή σέκτα να διεκδικεί εξαίρεση από τη φορολογία. Αυτό φαίνεται να καλύπτει τόσο το πολυδάπανο κόστος ζωής τους όσο κι εκκλησιαστικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς. Με τον τρόπο αυτό ζουν αφορολόγητοι όπως οι αριστοκράτες του παλαιού καθεστώτος, με έξοδα του ποιμνίου τους. Κάνουν επιχειρήσεις και καρπούνται τις αμοιβές τους τόσο σε αυτόν όσο και στον άλλο κόσμο. Γιατί όμως οι οπαδοί τους στηρίζουν την πολυτελή τους ζωή και συγχωρούν επανειλημμένα τα παραπτώ ματά τους; Αυτό μας οδηγεί στην οικονομική θέση και στον ψυ­χολογικό χαρακτήρα του φονταμενταλιστικού πλήθους.

Το ετερόκλητο ακροατήριο

Χωρίς μια συστηματική προφορική εξέταση την οποία ού­τε οι ηγέτες ούτε οι οπαδοί θα δέχονταν πρόθυμα, μόνο να μαντέψει μπορεί κάποιος τι υποκινεί το φονταμενταλι- στικό ποίμνιο να δωρίζει τέτοια μεγάλα ποσά στους επι­φανείς κήρυκές του. Δεν είναι όλοι φτωχοί και αμόρφωτοι πολίτες του αγροτικού Νότου και των εξαθλιωμένων συ­νοικιών των μητροπόλεων, αυτούς που οι Αμερικανοί ονο­μάζουν λευκούς φτωχούς κακομοίρηδες, και μαύροι των γκέτο. Πολλοί είναι ευκατάστατοι εκκλησιαζόμενοι της

Page 184: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

186 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

μεσαίας τάξης παλαιού τύπου, όπως εκείνοι που γεμίζουν αρκετές φορές κάθε Κυριακή τον άνω των 2.000 θέσεων Κρυστάλλινο Καθεδρικό του Ρόμπερτ Σούλερ στην Καλι- φόρνια. Μερικοί είναι μετρίως επιτυχημένοι επιχειρημα­τίες που έχουν την ανάγκη να βεβαιωθούν ότι δεν είναι αμαρτία να κερδίζεις χρήματα: η παραβολή των αυτοπολ- λαπλασιαζόμενων ταλάντων τίθεται σταθερά σε χρήση εδώ, πολύ περισσότερο απ’ όσο η καμήλα και το μάτι της βελόνας. Μερικοί είναι άπληστοι καταναλωτές που διδά­σκονται ότι το να ζουν στο πάρκο της Κληρονομιάς των Ηνωμένων Πολιτειών του Μπέικερ, με τις πισίνες και τις υδατοπτώσεις ύψους 50 περίπου μέτρων, όπως ακριβώς και οι κοσμικοί αδελφοί τους, αποτελεί μέρος της πρόνοι­ας του Θεού για τη χαρά πάνω στη γη. Κάποιοι, όπως η Μαντόνα, ο Τζων Τραβόλτα, ο Τομ Κρουζ, η Νικόλ Κί- ντμαν και η Μπάρμπαρα Στρέιζαντ που στηρίζουν και υπερασπίζονται την Εκκλησία της Σαϊεντολογίας του Λ. Ρον Χούμπαρντ, ή η Μία Φάροου, η Τζέην Φόντα και οι Μπητλς που έχουν προσχωρήσει στον Μαχαρίσι Μαχές Γιόγκι με τις 93 Ρολς Ρόις, είναι πολυεκατομμυριούχοι διασημότητες του Χόλιγουντ που βρίσκουν ότι ο πλούτος και η φήμη δεν ικανοποιούν αρκετά τις ψυχές τους.

Παρά το ετερόκλητο, ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία των δωρητών στους κήρυκες του αιθέρα είναι κοινά μπλε κολάρα και εργαζόμενοι στις υπηρεσίες από το κατώτερο όριο του εισοδηματικού φάσματος. Είναι εκείνοι ακριβώς που έχουν χάσει το κυνηγητό του αμερικανικού ονείρου και χρειάζονται παρηγοριά. Αυτοί, όπως και οι κήρυκες, είναι αντιεκσυγχρονιστές, αντιδιανοούμενοι, πολιτικά συντηρητικοί και φανατικοί οπαδοί της ελεύθερης αγο­ράς. Αντίθετα με τους ηγέτες τους, ωστόσο, δεν είναι νι­κητές στον αγώνα γ ια τα αγαθά αυτού του κόσμου". Όντας ως επί το πλείστον χαμηλού μορφωτικού επ ιπέ­δου, δεν καταλαβαίνουν ότι γίνονται αντικείμενο χειρα­γώγησης και εκμετάλλευσης. Νιώθουν ότι το σύστημα

Page 185: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 187

τους κακομεταχειρίζεται, αλλά αναζητούν γιατρικό στην παρηγοριά της θρησκείας μάλλον αντί μέσω πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Πιστεύουν βαθύτατα ότι τα προβλήματά τους ίτηγάζουν από τους υψηλούς φό­ρους, από τον υπερβολικό κρατικό έλεγχο, τη γραφειο­κρατία, τους άρπαγες της κοινωνικής πρόνοιας, τους ανε­πιθύμητους μετανάστες και τους εθνικούς ανταγωνιστές στην απασχόληση και τη στέγαση. Μισούν το «σοσιαλι­σμό», όπως οι Ρεπουμπλικανοί και πολλοί Δημοκρατικοί αποκαλούν οποιαδήποτε προσπάθεια να τους βοηθήσουν με καλύτερες υ7τηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης ή κοινωνι­κής ασφάλισης. Αποτελούν ιδεώδη στόχο της προπαγάν­δας εκ μέρους κυνικών δεξιών πολιτικών οι οποίοι τους υπόσχονται δωρεάν προγράμματα όπως η σχολική προ­σευχή και η «προστασία της ζωής» μέσω της απαγόρευ­σης των αμβλώσεων, και ευλογούν και υπερασπίζονται τα υψηλά εισοδήματα και τις φορολογικές απαλλαγές των θρησκευτικών τους ηγετών. Πάσχουν από μια αντιστροφή του χριστιανικού μηνύματος: ο φτωχός δίνει πρόθυμα στον πλούσιο και ο πλούσιος είναι ο πρώτος που θα πε- ράσει από το μάτι της βελόνας στον ουρανό. Σε αυτό το μέτρο είναι επίσης θύματα του παγκόσμιου καπιταλισμού μαζί με τους φτωχούς του Τρίτου Κόσμου, αν και μόνο κατά μια σχετική έννοια και όχι με την απολύτως υλική.

Αν το πράγμα τελείωνε εδώ, θα ήταν δυσάρεστο, αλλά ίσως όχι τραγικό. Δυστυχώς, η συμμαχία ανάμεσα στο φο- νταμενταλισμό της δεξιάς και τον καπιταλισμό των αμερι­κανικών επιχειρήσεων έχει μια ακόμη σοβαρότερη συνέ­πεια. Η φονταμενταλιστική μισαλλοδοξία απέναντι στις αμβλώσεις, την αντισύλληψη, την απελευθέρωση των γυ­ναικών, τα δικαιώ ματα των ομοφυλοφίλων και άλλα «αμαρτήματα» 7ΐηγαίνει μαζί με την υποστήριξη της π α ­τριαρχίας, την ανδροσοβινιστική συμπεριφορά όπως αυτή των λεγόμενων Φρουρών της Τάξης και Σιδερένιων Ανδρών, και, το χειρότερο απ’ όλα, το κατεξοχήν αμερικα­

Page 186: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

188 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

νικό λόμπι των όπλων. Αυτός ο θανατηφόρος συνδυασμός οδηγεί, ασυνείδητα ίσως, στις παραδοσιακές «οικογενεια­κές αξίες», που σημαίνει την αιχμαλωσία των γυναικών στην κουζίνα και το κρεβάτι και την καταπίεση των γυναι­κών και των παιδιών μέσα στο σπίτι, δολοφονίες υποστη- ρικτών της άμβλωσης και τοποθέτηση βομβών σε κλινικές, ξυλοδαρμούς ομοφυλοφίλων, παγκόσμιο ρεκόρ στους τρο­φίμους των φυλακών, αναβίωση των οπλισμένων με αλυσί­δες συμμοριών και ποσοστό εγκληματικότητας δέκα φορές υψηλότερο από εκείνο της πολιτισμένης Ευρώπης.

0 αμερικανικός φονταμενταλισμός είναι μια μισαλλό­δοξη εκδοχή Χριστιανισμού και, μολονότι λιγότερο φονι­κή απ ’ ό,τι οι ενσαρκώσεις της που έκαιγαν αιρετικούς στο Μεσαίωνα και κατεδίωκαν μάγισσες στις απαρχές της νεότερης εποχής, οι οπαδοί της ακόμα προσπαθούν, τουλάχιστον σε κάποιες περιπτώσεις, να επιβάλουν τη θέλησή τους με αντιδημοκρατικά ή ακόμη και βίαια μέσα. Θεμελιώδες τους κείμενο είναι μάλλον η Παλαιά παρά η Καινή Διαθήκη, η ζηλότυπη οργή του Ιεχωβά, όχι το κή­ρυγμα αγάπης της Επί του Όρους Ομιλίας. Κηρύσσουν το φυλετικό μίσος του Θεού του Μωυσή για τους Χαναναί- ους και φυσούν τα κέρατα του αφανισμού μπροστά στα τείχη των εχθρών τους Γεβουσαίων. 0 Ιησούς ήρθε να αντικαταστήσει τον παλιό νόμο του «θ’ αγαπάς τον πλη­σίον σου και θα μισείς τον εχθρόν σου» με το νέο ευαγγέ­λιο του «αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε όσους σας καταριώνται και κάνετε καλό σε όσους σας μισούν» (Ματθαίος, Ε:43-44). Αλλά το μίσος είναι πιο ισχυρό κί­νητρο στην πολιτική απ’ ό,τι η αγάπη, ιδιαίτερα στο δ ι­κομματικό, άκρως ανταγωνιστικό σύστημα των Ηνωμέ­νων Πολιτειών. Εξ ου και η χρησιμότητά του γ ια τ ο υ ζ πλούσιους και ισχυρούς της δεξιάς, που χρειάζονται οποιαδήποτε υπερφυσική βοήθεια μπορεί να τους δοθεί ώστε να εξουδετερώσουν την εξισωτική πίεση εκ μέρους της δημοκρατικής μάζας.

Page 187: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΦΟΝΤΑΜΕΝΤΑΛΙΣΜΟΣ 189

Κατά παράδοξο τρόπο, ο φονταμενταλισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες αντιδρά εναντίον και ταυτόχρονα εγκολπώνεται την παγκοσμιοποίηση σύμφωνα με το μο­ντέλο της καπιταλιστικής επιχείρησης. Ενώ εκτρέπει κι εκμεταλλεύεται τη δυσαρέσκεια των θυμάτων, οι ηγέτες του απολαμβάνουν όλα τα πλεονεκτήματα μιας υλιστικής και πολυτελούς καταναλωτικής κοινωνίας. Στο μέτρο αυ­τό επιβεβαιώνει με παραδοξολογικό τρόπο ότι ο φοντα- μενταλισμός είναι μια αντίδραση, την ίδια στιγμή υπέρ και εναντίον,της δυτικής παγκοσμιοποίησης.

Σημειώσεις

1. Harold Perkin, «The Tyranny of the Moral Majority: American Religion and Politics since the Pilgrim Fathers» στο Cultural Values, 3 τόμοι, vo. 2, Απρίλιος 1999, σ. 182-95.2. Lawrence Kaplan (επιμ.), Fundamentalism in Comparative Perspective, Άμχερστ, University of Massachusetts Press, 1992.3. Godfrey Hodgson, America in our Time, Νέα Υόρκη, Vintage, 1976, σ. 422.4. Merle D. Strege στο Stephen D. Johnson και Joseph B. Tamney (επιμ.), The Political Role of Religion in the United States, Boulder Westview Press, 1986, σ. 111.5. Garry Wills, Under God: Religion and Americal Politics, Νέα Υόρκη, Simon & Schuster, 1990.6. Andrew M. Greeley, Religious Change in America, Καίμπριτζ Μασσ., Harvard University Press, 1989.7. Peter L. Benson και Dorothy L. Williams, Religion on Capitol Hill, Νέα Υόρκη, Harper and Row, 1982.8. Philip Richter στο Stephen Hunt, Malcolm Hamilton και Tony Walter (επιμ.), Charismatic Christianity, Λονδίνο, McMillan, 1997, σ. 97-119.9. Lawrence D. Moore, Selling God: Americal Religion and the Market Place of Culture, Νέα Υόρκη, Oxford University Press, 1994.

Page 188: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Page 189: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ήσυχη ήπειρος: θρησκεία και πολιτική στην Ευρώπη

Colin Crouch

Εν συγκρίσει με τις υπόλοιπες περιοχές του κόσμου που μελετήθηκαν σε αυτό το βιβλίο, η σύγχρονη Ευρώπη φαί­νεται από θρησκευτική άποψη να είναι ένας πολύ γαλή­νιος τόπος. Παρότι η μεγάλη πλειοψηφία του ευρωπαϊκού πληθυσμού εξακολουθεί να συμμερίζεται μια θεμελιώδη πίστη στον Θεό,η συμμετοχή σε δημόσιες πράξεις λατρεί­ας έχει μειωθεί στο ελάχιστο στις περισσότερες χώρες1. Σ’ εκείνες όπου παραμένει σχετικά υψηλή (κυρίως στην Ιρλανδία, την Ιταλία και την Πολωνία), δεν παύει ν’ απο­δυναμώνεται γρήγορα. Η έμπρακτη τήρηση των εκκλη­σιαστικών διδασκαλιών φαίνεται επίσης να καταρρέει με αντίστοιχο τρόπο· το γεγονός ότι δύο από τις κατεξοχήν καθολικές χώρες της Ευρώπης (Ιταλία και Ισπανία) έχουν σήμερα χαμηλότερο δείκτη γεννητικότητας από ό ,τι η κα­τεξοχήν εκκοσμικευμένη, μεταλουθηρανική Σκανδιναβία είναι μια επαρκής ένδειξη γι’ αυτό.

Σε ό,τι αφορά το κυρίως αντικείμενο αυτού του βιβλίου -τη σχέση ανάμεσα στη θρησκεία και την πολιτική- υφί- σταται μια ανάλογη ιστορία παθητικότητας και παρακ­μής. Από τη δεκαετία του 1970 και εξής, η Καθολική Εκκλησία υπέστη σοβαρά πλήγματα σε ζητήματα δημό­σιας πολιτικής που την αφορούν -διαζύγιο, αντισύλληψη

Page 190: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

192 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

και αμβλώσεις-στη Γερμανία,την Ιταλία,την Ισπανία και πιο πρόσφατα στην Ιρλανδία, μερικές φορές σε δημοψηφί­σματα μεταξύ κατ’ όνομα καθολικών πληθυσμών. Εν τω μεταξύ, οι κύριες προτεσταντικές εκκλησίες έχουν εδώ και καιρό παραιτηθεί από την άσκηση οποιασδήποτε πολιτι­κής ισχύος. Το κύριο πολιτικό επίτευγμα του Χριστιανι­σμού του 20ού αιώνα στην Ευρώπη, τα χριστιανοδημο- κρατικά κόμματα, στη δεκαετία του 1990 επλήγησαν από διάφορα οικονομικά και άλλου είδους ηθικά σκάνδαλα στην Ιταλία, τη Γερμανία και το Βέλγιο. Μολονότι τα σο­σιαλιστικά και άλλα κόμματα είχαν συχνά και αυτά π α ­ρόμοια προβλήματα, κατάφεραν ισχυρά πλήγματα στις διεκδικήσεις για ηθική ανωτερότητα της χριστιανοδημο- κρατίας.

0 ευρωπαϊκός Χριστιανισμός παρουσιάζει ελάχιστα σημάδια του φονταμενταλιστικού ενθουσιασμού που προσβάλλει το Χριστιανισμό τόσο στις Ηνωμένες Πολι­τείες όσο και σε πολλά μέρη της Λατινικής Αμερικής, γε­γονός που οδηγεί σήμερα το Χριστιανισμό της Αμερικής να μοιάζει περισσότερο στο Ισλάμ ή στον Ινδουισμό π α ­ρά στον ευρωπαϊκό αδελφό του2. Αξίζει επίσης να σημει­ωθεί ότι η ησυχία που επικρατεί στη χριστιανική Ευρώπη εκτείνεται τόσο στα ανατολικά όσο και στα δυτικά τμή­ματα της ηπείρου. Μια προβλεπόμενη αναβίωση της θρη­σκείας στην ανατολική Ευρώπη που ακολούθησε την πτώση του κομμουνισμού απέτυχε τελικά να πραγματο­ποιηθεί. Μολονότι κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο στις ορ­θόδοξες περιοχές όπου οι κρατικές εκκλησίες είχαν συμ­βιβαστεί με το σοβιετικό κράτος κατά τον ίδιο τρόπο που το έκαναν επί αιώνες με προηγούμενα καθεστώτα, εκ~- πλήσσει πολύ περισσότερο στις πρώην καθολικές χώρες. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Πολωνία, ουσιαστικά την πλέον καθολική χώρα της Ευρώπης, όπου η εκκλησία έπαιξε μείζονα ρόλο στην οργάνωση της αντιπολίτευσης στο κομμουνιστικό καθεστώς μέσα από την υποστήριξή

Page 191: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 193

της στο κίνημα της Αλληλεγγύης (Solidarnosc) και μέσω του έργου του Κάρολου Βοϊτίλα, του πολωνού πάπα Ιω­άννη Παύλου του Β\ Αυτή η αδυναμία των ανατολικοευ- ρωπαϊκών εκκλησιών να εκμεταλλευθούν την πτώση του κομμουνισμού έρχεται σε αντίθεση με το ρόλο του Ισλάμ στα νότια τμήματα της πρώην σοβιετικής αυτοκρατορίας.

Από τη σκοπιά της παγκόσμιας πραγματικότητας θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρούσα ευρωπαϊκή εκκο­σμίκευση αποτελεί εξαίρεση. Ωστόσο, με μια πιο προσε­κτική ματιά τα πράγματα παρουσιάζονται πιο πολύπλο­κα. Πρώτον, αν περιορίσουμε την προσοχή μας στον εκβιομηχανισμένο κόσμο και λάβουμε υπόψη την αντί­στοιχη παθητικότητα της θρησκείας σε Αυστραλία και Ια­πωνία (τόσο του Σιντοϊσμού όσο και του Βουδισμού), τό­τε είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες εκείνες που αποτελούν εξαίρεση. Εκτός από αυτή τη χώρα, είναι εκ πρώτης όψε- ως δυνατό να ισχυριστούμε ότι ο εκσυγχρονισμός συνεπι­φέρει την εκκοσμίκευση, σε συμφωνία με τις ρασιοναλι­στικές προσδοκίες του 19ου αιώνα περί ασυμβατότητας ανάμεσα στη θρησκευτική κοσμοαντίληψη και τη σύγχρο­νη επιστήμη. Το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών θα μπορούσε να εξηγηθεί με τους όρους της ιδιομορφίας τους ως κοινωνίας μεταναστών. Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός ότι σύμφωνα με ουσιαστικά όλους τους δεί­κτες η πιο εκκοσμικευμένη ευρωπαϊκή χώρα που έρχεται σε πιο εμφανή αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η Αγγλία3, η οποία εκσυγχρονίστηκε πρώιμα και σε πολλά άλλα ζητήματα φαίνεται ότι βρίσκεται ανάμεσα στη γη- ραιά ήπειρο και την Αμερική.

Ωστόσο, αυτή η οπτική εμφανίζεται περισσότερο προ­βληματική αν την εξετάσουμε λεπτομερέστερα. Πρώτον, τα περισσότερα στοιχεία που αφορούν την ευρωπαϊκή εκ­κοσμίκευση είναι πολύ πρόσφατα. Τα πρώτα στάδια της εκβιομηχάνισης συνδέθηκαν με κύματα θρησκευτικού εν­θουσιασμού και θρησκευτικής αναβίωσης, κυρίως στην

Page 192: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

194 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ίδια τη Βρετανία του 19ου αιώνα4. Ακόμα και στη Γαλλία, η οποία ενεπλάκη σε μια μακρά και δραματική αντιπαρά­θεση με τη θρησκεία το 1789, μόνο στο τελευταίο τρίτο του 20ού αιώνα έγινε εντυπωσιακά έκδηλη μια μείωση της προσέλευσης στην εκκλησία. Σε γενικές γραμμές, και με την εξαίρεση της Αγγλίας, η μεγαλύτερη μείωση της προ­σέλευσης στις ευρωπαϊκές εκκλησίες ήταν ένα φαινόμενο που εμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα5. Μέ­χρι τότε, η μείωση της εκκλησιαστικής συμμετοχής μπο­ρούσε να θεωρηθεί αντίστοιχη με τη μείωση σε άλλες δη­μόσια προσανατολισμένες δραστηριότητες, όπως η παρα­κολούθηση αθλητικών διοργανώσεων ή η ενεργή συμμετο­χή σε πολιτικά κόμματα. Δεν είναι καθόλου σαφές ότι αυ­τό που κυρίως συνέβαινε ήταν μια επιστημονική απόρριψη της θρησκευτικής πίστης. Σε συμφωνία με αυτή την παρα­τήρηση βρίσκεται και το γεγονός ότι η παρακμή των πραγματικών πεποιθήσεων εμφανίζεται πολύ μικρότερη από όσο εμφανίζεται στο επίπεδο της πρακτικής.

Εδώ αξίζει να αναφερθεί η σχετική παρατήρηση του Ντέιβιντ Μάρτιν ότι στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού πιο καθοριστική στάθηκε η σύγκρουση εκκλησίας-κράτους και όχι η σύγκρουση εκκλησίας-επιστήμης για την απο- δυνάμωση του ευρωπαϊκού Χριστιανισμού6. Στις καθολι­κές περιοχές η άρνηση εκ μέρους της εκκλησίας της αυτο­νομίας του κοσμικού κράτους στα τέλη του 19ου αιώνα, και ιδίως στο πλαίσιο της διαμάχης για τον έλεγχο της δημόσιας εκπαίδευσης, οδήγησε στην αποξένωση μεγά­λων τμημάτων του πληθυσμού. Οι λουθηρανικές κρατικές εκκλησίες στις σκανδιναβικές χώρες, και με κάπως δ ια -- φορετικό τρόπο η Εκκλησία της Αγγλίας, ακολούθησαν διαφορετικό δρόμο. Είχαν ήδη αποδεχθεί τον συμβατικό και επίσημο ρόλο που τους είχε ανατεθεί από το κράτος, αλλά βέβαια εις βάρος της δύναμής τους να κινητοποιούν τον πληθυσμό, την οποία αργότερα διεκδίκησαν οι αντι- κομφορμιστικές και σχισματικές προτεσταντικές σέκτες

Page 193: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 195

και δόγματα. Αυτό δεν φτάνει να εξηγήσει τη γρήγορη παρακμή του αντικομφορμισμού που επακολούθησε, αλ­λά όντως βοηθάει να εξηγήσουμε τη διαφορά ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και την αμερικανική εμπειρία. Επειδή σε καμία εκκλησία δεν επιτράπηκε να γίνει επίσημη εκκλη­σία στις νεαρές Ηνωμένες Πολιτείες, η θρησκεία έμεινε απρόσβλητη τόσο από τη διαμάχη κράτους-εκκλησίας όσο και από τον επίσημο εφησυχασμό. Μπορούσε να λει­τουργήσει χωρίς περιορισμό υποκινώντας και ενισχύοντας τον ενθουσιασμό, αντλώντας γι’ αυτό από τα σημαντικά αποθέματα μνήμης των μεταναστών.

Οι θρησκείες των εθνικών μειονοτήτων κατά κανόνα διατηρούν υψηλότερα επίπεδα συμμετοχής απ’ ό,τι εκείνες της εθνικής πλειοψηφίας. Αυτό ισχύει τόσο για τις χριστια­νικές μειονότητες (όπως τα μέλη των διάφορων εκκλησιών της Καραϊβικής όσο και της ιρλανδικής καθολικής εκκλη­σίας στην Αγγλία) όσο και γ ια τους Μουσουλμάνους, Ινδουιστές και άλλους. Οι Εβραίοι της Διασποράς προσέρ­χονται συχνότερα στη συναγωγή απ’ ό,τι οι Εβραίοι του Ισραήλ· οι βρετανοί Αγγλικανοί στις κοινότητες αποδήμων προσέρχονται πιο συχνά στην εκκλησία απ’ ό,τι εκείνοι που ζουν στην Αγγλία. 0 ρυθμός των μειονοτικών θρησκειών είναι πολύ διαφορετικός από εκείνο των θρησκειών της πλειονότητας. Η παρακμή της θρησκείας μιας μειονοτικής ομάδας είναι μια σημαντική ένδειξη της ασφάλειας που νιώθει μέσα στην κοινωνία η οποία τη φιλοξενεί. Αυτός ο ρόλος της θρησκείας ως σηματοδότη των εθνικών μειονο­τήτων είναι εξαιρετικά σημαντικός στη ζωή των αμερικα- νών πολιτών, πολλοί από τους οποίους βλέπουν τους εαυ­τούς τους ως κάποιο είδος εθνικής μειονότητας.

Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε βαθμιαία να διαχωρί­σουμε τη διαμάχη σχετικά με την εκκοσμίκευση από απλές εξιστορήσεις μιας τροχιάς εκσυγχρονισμού, και να κατανοήσουμε τις αντιθέσεις ανάμεσα σε Ευρώπη και Αμερική, καθώς και ν’αρχίσουμε να προσεγγίζουμε την

Page 194: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

196 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

εσωτερική δυναμική της ευρωπαϊκής θρησκείας και της εξασθένισής της.

Η Γκρέις Ντέιβι περιέγραψε το καθεστώς της σύγχρο­νης ευρωπαϊκής θρησκεία με τους όρους του «να πιστεύ­εις χωρίς να ανήκεις»7- δεν είναι η πίστη στον Θεό και τον Χριστό η οποία τίθεται σε αμφισβήτηση αλλά η συμμετο­χή στους τυπικούς οργανισμούς που αντιπροσωπεύουν τη θρησκευτική πίστη. Αυτό μοιάζει εύλογο συμπέρασμα με βάση την αγγλική περίπτωση, αλλά υπάρχουν προβλήμα­τα εάν προσπαθήσουμε να το γενικεύσουμε. Σε μια επ ι­σκόπηση της θρησκευτικής πίστης και πρακτικής στη Γερμανία, οι Κέκσκες και Βολφ δεν μπόρεσαν να βρουν ενδείξεις κάποιας διαφοράς μεταξύ πίστης (Glauben) και εμπειρίας (Erfahrung)- οι άνθρωποι μάλλον επεδείκνυαν σε διαφορετικό βαθμό μια «γενικευμένη θρησκευτικότη­τα» (allgemeine Religiositat)8. Μόνο το επίπεδο της θρη­σκευτικής γνώσης έμοιαζε να προσδιορίζει μια διακριτή ομάδα. Παρόμοια αποτελέσματα βρήκαν και από μελέτες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Γκέρντα Χάμπεργκ διακρίνει στη Σουηδία μια διαδικασία την οποία ονομάζει, σε άμε­ση αντίθεση με την Ντέιβι, «να ανήκεις χωρίς να πιστεύ­εις»9. Αν και πολύ λίγοι Σκανδιναβοί πηγαίνουν στην εκ­κλησία ή ομολογούν κάποια θρησκευτική πίστη, οι έφηβοι στη μεγάλη πλειοφηφία τους συνεχίζουν να κάνουν το θε­τικό και αποφασιστικό βήμα του χρίσματος στη λουθη­ρανική πίστη- και σπανίως κάποιος ζητάει ν’ απαλλαγεί από τους εθελούσιους εκκλησιαστικούς φόρους. Γενικό­τερα, στη δυτική Ευρώπη τα ποσοστά βαφτίσεων, χρί­σματος και κηδειών παραμένουν υψηλά- οι θρησκευτικοί γάμοι έχουν μακροπρόθεσμα μειωθεί, αλλά στις περισσό­τερες χώρες τείνουν να σταθεροποιηθούν ή και αυξάνο­νται ελαφρώς τα τελευταία χρόνια. Μόνες εξαιρέσεις σε αυτά τα πρότυπα αποτελούν η Αγγλία και, ύστερα από μια πολύ πρόσφατη κι απότομη πτώση, οι Κάτω Χώρες. Στη Γερμανία όπου όπως και στις σκανδιναβικές χώρες

Page 195: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 197

υπάρχουν εθελούσιοι εκκλησιαστικοί φόροι, η μεγάλη πλειοφηψία συνεχίζει να τους πληρώνει.

Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές εκκλησίες δεν έχουν χάσει εντελώς την ικανότητά τους να δρουν ως εφαλτήρια πολι­τικών και ηθικών αιτημάτων με πολύ διαφορετικούς τρό­πους. Η κυβερνητική αμφισβήτηση της θέσης των εκκλη­σιαστικών σχολείων στη Γαλλία και την Ισπανία τη δεκα­ετία του 1980 οδήγησε σε μεγάλα κινήματα διαμαρτυ­ρίας. Η κατάρρευση του χριστιανοδημοκρατικού κόμμα­τος στην Ιταλία δεν οδήγησε στην εξαφάνιση της χριστια- νοδημοκρατίας αλλά στη διαίρεσή της σε τρία κόμματα, καθένα από τα οποία ακολούθησε ένα συνεκτικό μέρος της προηγουμένως ετερογενούς κληρονομιάς του κινήμα­τος, συγκλίνοντας αντίστοιχα με την αριστερά, τη δεξιά και το κέντρο. Η καθολική κοινωνική σκέψη μπόρεσε έτσι να κάνει την επιρροή της ακόμη πιο διάχυτη στην ιταλική πολιτική ζωή. Ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο τη δεκα­ετία του 1990, οι δημόσιες εκφράσεις της θλίψης για τον πρόωρο θάνατο του Τζων Σμιθ, τότε ηγέτη του Εργατι­κού Κόμματος, και της Νταϊάνα, πριγκίπισσας της Ουα­λίας, προσέλαβαν ουσιαστικά θρησκευτική μορφή. Στη Σκανδιναβία, κυρίως στη Νορβηγία, προτεσταντικά χρι­στιανικά κινήματα έχουν δείξει μια εκπληκτικά ανανεω­μένη ικανότητα να αρθρώνουν τη δημόσια διαμαρτυρία για ορισμένες κατευθύνσεις που ακολουθεί ο εκσυγχρονι­σμός, ιδίως την άμβλωση - μολονότι αυτό, όπως και οι εκστρατείες εναντίον της άμβλωσης των ευρωπαίων Κα­θολικών, παίρνουν πολύ διαφορετική μορφή από τις κά­ποτε φονικές δραστηριότητες του κινήματος κατά των αμβλώσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε με την Γκρέις Ντέιβι και τη συνεργάτιδά της Ντανιέλ Ερβιέ-Λεζέ όταν ισχυρίζονται πως οι σύγχρονοι Ευρωπαίοι φαίνεται ότι θέλουν απλώς να γνωρίζουν πως η θρησκεία ε ίν α ι ε κ ε ί , πως οι εκκλησίες συνεχίζουν να υπάρχουν, ακόμη και αν

Page 196: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

οι ίδιοι δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν πολλά ώστε να εξασφαλίσουν την ύπαρξή τους ή να περνούν πολύ χρόνο σε αυτές10. Τυχόν σοβαρές προτάσεις για την κατάργηση των θρησκειών θα έβρισκαν αντίθετους πάρα πολλούς οι οποίοι δεν είναι ούτε μέλη κάποιας θρησκείας ούτε καν πιστοί. Υπάρχει, όπως το εκφράζει η Ντέιβι, μια «θρη­σκευτική μνήμη», η οποία «μεταλλάσσεται»11. Στο ένα του άκρο αυτό δεν είναι κάτι πολύ περισσότερο από αγάπη για ορισμένα ιστορικά οικοδομήματα και πρακτι­κές που αντιπροσωπεύουν το δεσμό μας με παλιότερες εποχές· στο άλλο του άκρο φανερώνει ένα ενδιαφέρον να συνεχίσουμε να έχουμε πρόσβαση σε πηγές αξιών οι οποίες δεν υφίστανται κατ’ άλλο τρόπο στη σύγχρονη κοινωνία ούτε δημιουργούνται από τη μαζική της πολυ­μορφία των θεσμών και των πνευματικών προϊόντων. Ιδίως, οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να χειριστούν δύσκολα προβλήματα που εγείρει η καλπάζουσα σύγχρονη επιστη­μονική πρόοδος, κυρίως στο ιατρικό πεδίο. Αποφάσεις για τον τερματισμό της ζωής όσων συντηρούνται τεχνητά στη ζωή από ιατρικά μηχανήματα, η ηθική διάσταση της μεταμόσχευσης οργάνων, η χρήση ανθρώπινου γενετικού υλικού και παρόμοιες εξελίξεις εγείρουν ηθικά διλήμματα τα οποία κανένα κοσμικό σύστημα σκέψης -και οπωσδή­ποτε όχι αυτό της ίδιας της επιστήμης- δεν είναι σε θέση ν’ απαντήσει. Οι εκκλησίες συγκαταλέγονται στους ελάχι­στους θεσμούς που έχουν αναπτύξει κάποια πείρα σε τέ­τοια ζητήματα, και τους ειδήμονές τους αντιμετωπίζουν ως αρμοδίους ακόμη κι εκείνοι που δεν συμφωνούν κατ’ ανάγκη με τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν.

Η διεκδίκηση μιας θρησκευτικής μνήμης, που χαρακτη­ρίζει τόσο την ελάχιστη προσέγγιση της θρησκείας ως «κληρονομιάς» όσο και την πιο βαθιά αναζήτηση βοήθει­ας απέναντι σε διαχρονικά και αναπάντητα οντολογικά ερωτήματα, συνδέεται επίσης με την αναζήτηση νοήματος και ταυτότητας τα οποία έχουν πάντα θεμελιώδη ρόλο

Page 197: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 199

στα θρησκευτικά ζητήματα. Το ν’ ακολουθήσουμε αυτόν το δρόμο λοιπόν θα μας βοηθήσει να διερευνήσουμε βα­θύτερα τόσο τη συνεχιζόμενη αξία που αποδίδει η Ευρώ­πη στις θρησκείες της όσο και τους λόγους για την επι­κρατούσα αποδυνάμωση αυτών των θρησκειών.

Ταυτότητα χαι ατομικισμός

Ένα από τα εμφανώς ισχυρότερα πλεονεκτήματα της θρησκείας για τους μοντέρνους έως και τους αυτοαποκα- λούμενους μεταμοντέρνους πληθυσμούς είναι η ικανότητά της να παρέχει ταυτότητα, να τους βοηθά ν’ απαντήσουν στο ερώτημα «ποιος είμαι;» Από αυτή την άποψη, οι άν­θρωποι των αρχών του 21ου αιώνα ελάχιστα διαφέρουν από τους προηγούμενους στην ανθρώπινη ιστορία. Για να είμαστε σε θέση να χρησιμοποιήσουμε την ανώτερη ευ­φυΐα και τις αισθητηριακές ικανότητες που διακρίνουν το είδος μας από τα άλλα ζώα, απαιτούμε την ύπαρξη κά­ποιου νοήματος. Η ασημαντότητα του «χοϋς εΐ καί είς χοϋν άπελεύση», ή η ιδέα ότι είμαστε απλώς και μόνο το μέσο αναπαραγωγής του DNA, μοιάζουν να περιγελούν και να κάνουν άχρηστη αυτή τη νοημοσύνη και αυτόν τον αισθητηριακό εξοπλισμό, την ικανότητά μας να αγαπάμε και ως εκ τούτου να θλιβόμαστε και να θρηνούμε την απώλεια. Οι θρησκείες, οι οποίες συνδέουν τη ζωή μας με έναν ευρύτερο κόσμο και μας πληροφορούν για ένα νόη­μα και ένα σκοπό, ανέκαθεν κάλυπταν τούτη την ανάγκη. Οι εκκοσμικευμένες θρησκείες που μας διδάσκουν να συνδέουμε τη ζωή μας με την ανέλιξη μιας συγκεκριμένης ιστορίας -μιας ιδεολογίας, ενός έθνους, ενός κινήματος, ίσως στην εποχή μας μιας μεγάλης εταιρείας- μπορεί συ­χνά να επιτυγχάνουν τους ίδιους στόχους, όμως η θρη­σκεία ανέκαθεν επεδείκνυε την ικανότητα να υπερβαίνει όλες τις άλλες. Μόνο για μια σκεπτόμενη μειονότητα βέ­

Page 198: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

200 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

βαια τα μεγάλα οντολογικά ερωτήματα εμφανίζονται με συχνό και πιεστικό τρόπο, από καιρού εις καιρόν όμως πολλοί άνθρωποι τους δίνουν προσοχή και θέλουν να γνωρίζουν ότι υπάρχει κάτι με το οποίο μπορούν να ταυ­τιστούν και το οποίο να λύνει αυτά τα ζητήματα για λο­γαριασμό τους, ή ότι υπάρχουν κάποιοι ειδήμονες που αφιερώνουν όλη τη σκέψη και το ενδιαφέρον τους στην επίλυσή τους. Σε συγκεκριμένες στιγμές -τυπικά σε θα­νάτους και σε καταστροφές- ο καθένας κάποια στιγμή στρέφεται σε τέτοιους ειδήμονες· τον υπόλοιπο καιρό τούς αρκεί να γνωρίζουν ότι απλώς υπάρχουν εκεί - και θα προκαλούσε μεγάλη ανησυχία αν εξαφανίζονταν.

Η ταυτότητα όμως δεν είναι κυρίως αφηρημένο και διανοητικό ζήτημα. Διαμεσολαβείται από τη συμμετοχή σε μια ευρύτερη συλλογικότητα εκείνων που τη μοιράζο­νται. Για τους καθημερινούς σκοπούς των ανθρώπων, η σημασία του να είναι κάποιος, ας πούμε, Ρωμαιοκαθολι­κός δεν έγκειται στο να συμμερίζεται ενεργές πεποιθήσεις όπως ο ακριβής χαρακτήρας της Αγίας Τριάδος ή της με­τουσίωσης. Είναι να συμβιώνει με άλλους Καθολικούς και να γνωρίζει ότι ανήκει στη συγκεκριμένη ομάδα και όχι σε άλλη. Αν εξαιρέσουμε ορισμένες ακραίες μορφές ερημι­τών και αναχωρητών, η θρησκευτική ζωή, είτε είναι σοβα­ρή και επαγγελματική είτε αφορά περιθωριακές αναγνω­ρίσεις, αφορά τη συμμετοχή σε μια ανθρώπινη κοινότητα παρόμοιων άλλων, συμμετοχή η οποία με τη σειρά της συνδέει το άτομο με κάποια πιο εξωτερική πηγή νοήμα­τος. Αν και αρχικά ο Προτεσταντισμός επέμενε στην ικα­νότητα και στο καθήκον του ατόμου να επικοινωνεί άμε= σα με τον Θεό, σύντομα οι Προτεστάντες διαμόρφωσαν κοινότητες, εκκλησίες και άλλες μορφές ομάδων. Με θρη­σκευτικούς όρους, ο ατομικισμός τους έφτασε να σημαίνει πλέον μια ικανότητα γ ια οργανωμένη αποχώρηση και ομαδική απόκλιση, όχι την ατομική απομόνωση.

Αυτό είναι που μένει από τη θρησκευτική πίστη όταν

Page 199: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 201

κάθε επιμέρους πεποίθηση έχει αμφισβητηθεί ή απορρι- φθεί: μια έννοια δεσμού με μια βαθύτερη πηγή νοήματος, επιτευχθείσα από τη συμμετοχή σε μια αναγνωρισμένη κοινότητα συνοδοιπόρων. Η ακριβής φύση των πεποιθήσε­ων -το τι θέση καταλαμβάνει η γη μέσα στο σύμπαν, η δη­μιουργία των ειδών ή ο προβληματικός χαρακτήρας της ψυχής στο πλαίσιο των σύγχρονων ιατρικών ικανοτήτων να δημιουργούν τεχνητή ζωή- δεν έχουν εντέλει σημασία εάν οι τέτοιου είδους ταυτότητες διακυβεύονται. Αυτό εξηγεί γιατί ο Χριστιανισμός επανεισβάλλει μετά από οσεσδήπο- τε αμφισβητήσεις των επιμέρους ισχυρισμών του.

Αν η απονομή ταυτότητας υπήρξε σταθερή όψη του ρόλου της θρησκείας για μια μακρά ιστορική περίοδο, η συγκεκριμένη μορφή αυτού του ρόλου έχει αλλάξει εκ βάθρων. Περιλαμβάνει ενδεχομένως την κατανόηση του σύμπαντος καθώς και τη θέση του ανθρώπου σ’ αυτό. Υπονοεί πιθανώς το καθήκον να βοηθάμε και το δικαίωμα να απαιτούμε βοήθεια απ’ όσους μοιράζονται την ίδια μ’ εμάς ταυτότητα· επίσης, ένα ανάλογο καθήκον να α πο­φεύγουμε ή να μισούμε όσους έχουν μια διαφορετική. Ή, όπως συμβαίνει μερικές φορές σήμερα, η θρησκευτική ταυτότητα μπορεί να είναι σχεδόν θέμα μόδας: ένα σύνο­λο διακριτικών χαρακτηριστικών, επιλεγμένων μέσα από μια αγορά εναλλακτικών επιλογών προκειμένου να συν­δεθούμε με κάποια μόδα, τα οποία πιθανώς θα απεμπο­λήσουμε όταν η μόδα αλλάξει. Υπό την τελευταία αυτή έννοια τουλάχιστον η ταυτότητα είναι άκρως συμβατή με τη σύγχρονη έμφαση στην ατομικότητα. Επιβεβαιώνουμε την προσωπική μας ταυτότητα μέσα από μια σειρά επ ι­κυρώσεων συγκεκριμένων χαρακτηριστικών, είτε είναι αυ­τά βαθύτερες πεποιθήσεις είτε τρόποι να τρώμε και να ντυνόμαστε. Η ιδιαίτερη δέσμη που κατασκευάζουμε δια­μορφώνει την ατομικότητά μας. αλλά όλα σχεδόν τα επ ι­μέρους συστατικά αντλούνται από ταυτότητες -ακόμη και, ή ίσως ιδιαίτερα, εκείνες που προσανατολίζονται

Page 200: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

202 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

προς τη μόδα- τις οποίες μοιραζόμαστε με άλλους και οι οποίες κανονικά ευθυγραμμίζουν τον εαυτό με τους εν λόγω άλλους και δείχνουν μια προθυμία να συμβιβαστού­με με τη συμπεριφορά εκείνων προκειμένου να δείξουμε ότι διαθέτουμε μια ταυτότητα. Πολύ σπάνια η ατομικότη­τα εκφράζεται ως πλήρης αποκοπή από μια ομάδα, και αυτό συνήθως χαρακτηρίζει το άτομο που θεωρείται κά­πως εκκεντρικό. Συνήθως η ατομικότητα δεσμεύεται από ισχυρές συγκειμενικές αναφορές. Οι έλληνες μοναχοί που ασκούν τα εξατομικευμένα τελετουργικά που επιτρέπει η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία το κάνουν μέσα στο αναγνωρί­σιμο συλλογικό πλαίσιο της Ελληνικής Ορθοδοξίας. Το τεράστιο φάσμα ιδιορρυθμιών που επιδεικνύουν οι Καλι­φορνέζοι είναι αναγνωρίσιμα καλιφορνεζικό.

Ωστόσο, στα τέλη του 20ού αιώνα, οι άνθρωποι στις ανεπτυγμένες χώρες φαίνεται ότι επιδιώκουν περισσότερο απ’ ό ,τι σε ορισμένες περιόδους του παρελθόντος να κατα­σκευάζουν ατομικές δέσμες τέτοιων ταυτοτήτων. Και αυτό δεν είναι απλώς μεταμοντέρνα θεωρητικοποίηση της συ­μπεριφοράς λίγων εξωτικών πολιτισμικών ελίτ, αλλά κάτι που η κοινωνιολογική έρευνα μας δείχνει ότι συμβαίνει έστω στοιχειωδώς σε ευρεία βάση. Για παράδειγμα, διά­φορες έρευνες που αφορούν την οικογένεια δείχνουν ότι οι νέοι άνθρωποι σήμερα τρέφουν πολύ υψηλές προσδοκίες ατομικής πραγμάτωσης μέσα από τις σχέσεις και θέλουν να είναι σε θέση ν’ αναθεωρούν αποφάσεις και δεσμεύσεις οι οποίες αποτυχαίνουν δίνουν μικρή σημασία στη δέ­σμευση έναντι άλλων ως αντίθετη στην επίτευξη των σκο­πών και των αναγκών του ατομικού εαυτού - πράγμα που φαίνεται να εξηγεί το παράδοξο ότι τα ποσοστά διαζυγίου είναι συνήθως υψηλότερα μεταξύ εκείνων που αναβάλλουν το γάμο για χάρη μιας δοκιμαστικής περιόδου συμβίωσης απ’ ό,τι μεταξύ εκείνων οι οποίοι δεσμεύονται νωρίς στο γάμο12. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι άνθρωποι ανησυχούν πολύ για το πόση ετερονομία θ’ αποδεχθούν εάν υιοθετή­

Page 201: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 203

σουν συνολικά μια ταυτότητα και κατά συνέπεια επιδιώ­κουν να διαπραγματευθούν τον δικό τους προσωπικό τύ­πο στο πλαίσιο της εν λόγω ταυτότητας.

Δυσκολίες εμφανίζονται όταν μια τέτοια έννοια ατομι­κότητας έρχεται σε αντιπαράθεση με την έννοια μιας θε­σμικής αυθεντίας που παίζει θεμελιώδη ρόλο στην κοινό­τητα των περισσότερων μορφών ευρωπαϊκής θρησκείας. Στο σημείο αυτό, μια λεπτομερέστερη εξέταση του σύγ­χρονου αμερικανικού Χριστιανισμού προσφέρει πολύτι­μες ενδείξεις. Οι μεγάλες, μάλλον ιεραρχικές μορφές που κυριαρχούν στον ευρωπαϊκό Χριστιανισμό και οι οποίες γνωρίζουν εκεί μια υποχώρηση αντιμετωπίζουν επίσης δυσκολίες στην ικανότητά τους να προσελκύουν και να διατηρούν οπαδούς στην Αμερική: ο Ρωμαιοκαθολικι­σμός, ο Λουθηρανισμός, ο Επισκοπισμός των Ηνωμένων Πολιτειών, όσο και ο λατινοαμερικανικός Καθολικισμός. Οι θρησκείες που ευδοκιμούν τόσο στη νότια όσο και στη βόρεια Αμερική είναι εκείνες οι οποίες έχουν πιο χαλαρή δομή, τεμαχίζοντας και ανασυγκροτώντας διαρκώς τις μορφές του Προτεσταντισμού.

Η φαινομενική ικανότητα για κινητοποίηση που διαθέ­τει μια πίστη όπως ο Καθολικισμός στην Ιταλία, όπου το 75% του πληθυσμού πηγαίνει στην εκκλησία τουλάχιστον μία φορά το μήνα, ή ο Λουθηρανισμός στη Σουηδία, όπου το 80% εμφανίζεται χρισμένο στο δόγμα, είναι παραπλα­νητική. Ο συμβιβασμός ανάμεσα στις ευρωπαϊκές εκκλη­σίες και τα ποίμνιά τους συνίσταται στο ότι τα εμβλήμα­τα της ταυτότητας πρέπει να διατηρούνται και να γίνο­νται δεκτά ως αξίες, αλλά αυτό εις βάρος της ικανότητας των εκκλησιών να επιβάλλουν οποιαδήποτε συμμόρφωση στο επίπεδο της συμπεριφοράς των πιστών.

Το είδος της συμμόρφωσης που απαιτούσαν οι παρα­δοσιακά οργανωμένες εκκλησίες απειλεί τον ατομικισμό όπως αυτός κατέληξε να εννοείται στα τέλη του 20ού α ι­ώνα. Οι Ευρωπαίοι φαίνεται ότι λύνουν αυτό το πρόβλη­

Page 202: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

204 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

μα διατηρώντας ορισμένους βασικούς δεσμούς με την π ί­στη τους (όπως η παραδοχή πολύ στοιχειωδών πεποιθή­σεων, το χρίσμα, η πληρωμή εκκλησιαστικού φόρου ή η πολύ σποραδική συμμετοχή στην Ευχαριστία), αλλά δεν είναι διαθέσιμοι να σταθούν πολύ κοντά στην εκκλησία, σε βαθμό που να επιτρέπουν στις εκκλησιαστικές ιεραρ­χίες να καθορίζουν τις επιλογές της ζωής τους. Στις ΗΠΑ, όπου ποτέ δεν υπήρξε επίσημη εκκλησία, είναι πιο εύκο­λο να υιοθετηθεί η εναλλακτική λύση, δυσκολότερα προ­σιτή στους Ευρωπαίους με την ισχυρά ριζωμένη τους αντίληψη περί του τι συνιστά μια εκκλησία, να επιλέγουν από μια ποικιλία πολύ χαλαρά δομημένων μορφών εκ­κλησίας και να ιδρύουν σε τακτά διαστήματα καινούρ­γιες. Μία ακόμη εναλλακτική, η οποία ασκείται από μι­κρές αλλά διαπρεπείς ομάδες Αμερικανών, και σε μικρό­τερο βαθμό Ευρωπαίων, είναι ο προσηλυτισμός στη μία ή στην άλλη από τις μη χριστιανικές, μη παραδοσιακές μορφές θρησκείας της Νέας Εποχής (New Age). Αυτό δεν σημαίνει ότι καμία μορφή αμερικανικού Προτεσταντι­σμού ή θρησκείας της Νέας Εποχής δεν επιβάλλει αυστη­ρές απαιτήσεις στους οπαδούς της. Μερικές οπωσδήποτε το κάνουν. Ωστόσο, η ειδική δέσμη κανόνων έχει επιλεγεί από το άτομο μέσα από μια αγορά εναλλακτικών δυνα­τοτήτων· δεν παρουσιάζεται απλώς ως ήδη υπάρχουσα και κυρίαρχη μέσα στην κοινότητα, προγενέστερη της επιλογής του ατόμου όπως οι κανονικές μορφές του ορ­γανωμένου Χριστιανισμού.

Ο Καμπίς, χρησιμοποιώντας την ορολογία του Πιέρ Μπουρντιέ, υποστηρίζει μια παρόμοια άποψη όταν παρα­τηρεί πως οι νεαροί Σουηδοί εξακολουθούν να επιθυμούν έναν habitus religieux αλλά δεν αποδέχονται μια tradition confessionnelle13. Ο Βιλαίμ περιγράφει πώς οι νεαροί Γάλ­λοι εξέφρασαν ομοίως την επιθυμία τους για μια ατομικά οριζόμενη θρησκεία μέσα από τις δημοσκοπήσεις14. Αυτό σημαίνει το λιγότερο ότι η θρησκεία ταυτίζεται με ένα

Page 203: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 205

στοιχείο του «τρόπου ζωής», όπως η προτίμηση για ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής ή κάποια έκφραση της μό­δας. Ο Βιλαίμ μιλάει για θρησκεία k la carte. Ο Βουαγιέ παρατηρεί αναφερόμενος στο σύγχρονο Βέλγιο -παρότι θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιοδήποτε μέρος της σύγχρονης Ευρώπης- ότι ενώ οι άνθρωποι αποδέχονται πρόθυμα τις μείζονες τελετές της εκκλησίας, δεν είναι το ίδιο πρόθυμοι να τις α κ ο λο υ θ ή σ ο υ ν15. Ομοίως στην Ιταλία, έδρα του Βατικανού, η Καθολική Εκκλησία επιβιώνει (και από πολλές απόψεις ευημερεί) αποδεχόμενη αξιοσημείω­τη ποικιλία πίστεων και θρησκευτικών πρακτικών16.

Οι εκκλησίες έχουν γίνει ανεκτικότερες από την άποψη ότι επιτρέπουν στα μέλη τους να ανακαλύπτουν την προ­σωπική τους μορφή λατρείας και πίστης στο πλαίσιο των προηγουμένως δογματικών τους μορφών. Αυτό γίνεται εμφανέστερο στις καθολικές και στις προτεσταντικές εκ­κλησίες της Ολλανδίας και της Ελβετίας. Σε αυτές τις θρησκευτικά πλουραλιστικές κοινωνίες, από τη στιγμή που οι καθολικές και προτεσταντικές ιεραρχίες άρχισαν να υιοθετούν μια οικουμενιστική προσέγγιση η μία έναντι της άλλης, ήταν δύσκολο να υποστηρίξουν μια αυστηρή εμμονή στο δόγμα η καθεμία στο εσωτερικό της· λιγότερο από το 1/3 των σουηδών χριστιανών πιστεύουν ότι υπάρ­χει κάποια δογματική διαφορά ανάμεσα στις δύο κύριες μορφές του δυτικού Χριστιανισμού17. Είναι ένα σημείο στο οποίο θα επανέλθουμε.

Εκτός από αυτές τις πρόσφατες αλλαγές, τις οποίες η Καθολική Εκκλησία υιοθέτησε στη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού υπό τον πάπα Ιωάννη τον ΚΓ, μερικές ευρω­παϊκές εκκλησίες έχουν από καιρό ενσωματώσει μια τέ­τοια μορφή εσωτερικής πολυμορφίας: ο Δανικός Λουθη­ρανισμός, ο τοπικά διαφοροποιημένος Ισπανικός Καθολι­κισμός, η Ελληνική Ορθοδοξία. Επίσης, γενικά, οι μεγά­λες ευρωπαϊκές εκκλησίες απειλούνται λιγότερο πλέον σήμερα είτε από εσωτερικά σχίσματα είτε από την οργα­

Page 204: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

νωμένη εκκοσμίκευση απ’ ό,τι τον 19ο αιώνα. Στην πραγ­ματικότητα, το οργανωμένο αντιθρησκευτικό ρεύμα υπέ- στη μεγαλύτερα πλήγματα απ’ ό,τι η οργανωμένη θρη­σκεία με την κατάρρευση του ουμανισμού, του μαρξισμού και άλλων οργανωμένων συστημάτων. Αυτό ωστόσο δεν αρκεί για να τις προστατεύσει από τις συνέπειες της εξα- τομίκευσης. Για να το εξηγήσουμε αυτό πρέπει να εξετά­σουμε κάποια βαθύτερα προβλήματα του ευρωπαϊκού Χριστιανισμού, και για να έρθουν αυτά στο φως χρειάζε­ται ν’ αναλύσουμε λεπτομερέστερα το κυρίως θέμα αυτού του τόμου: τη σχέση της θρησκείας με την πολιτική.

Η αμφίσημη πολιτική του ευρωπαϊκού Χριστιανισμού

Την περίοδο αμέσως μετά τον πόλεμο τα χριστιανοδημο- κρατικά κόμματα αποδείχθηκαν η πιο ισχυρή μεμονωμένη πολιτική δύναμη στη δυτική Ευρώπη, κυριαρχώντας στο πολιτικό προσκήνιο αρκετών χωρών -κυρίως της Γερμα­νίας, της Ιταλίας, της Αυστρίας, της Ολλανδίας και του Βελγίου- και συμβάλλοντας στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Αυτή η κυριαρχία υπήρξε απρό­βλεπτη. Η ίδια η Καθολική Εκκλησία ανέμενε να συνεχι­στεί η προηγούμενη ανάπτυξη ενός επιθετικά κοσμικού φιλελευθερισμού και ακόμα περισσότερο επιθετικού σο­σιαλισμού ή κομμουνισμού που είχαν διαδοχικά κυριαρχή­σει στις πολιτικές εξελίξεις από τη Γαλλική Επανάσταση ώς την άνοδο του φασισμού. Οι καθολικοί πολιτικοί στο­χαστές προετοίμαζαν την τελευταία στροφή στο θωμιστι- κό δόγμα της αποκεντρωμένης δικαιοδοσίας [subsidiarity] ώστε να προασπίσουν τα συμφέροντα των χριστιανικών τοπικών κοινοτήτων απέναντι στα αναπόφευκτα εκκοσμι- κευμένα,συγκεντρωτικά εθνικά κράτη.

Πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι χριστιανοδημο­κράτες αποτελούσαν μειοψηφία ακόμα και μέσα στη χρι­

Page 205: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 207

στιανική πολιτική, πολλά άλλα στοιχεία της οποίας δεν αποδέχονταν καθόλου το συνδικαλισμό, τη στήριξη των παροχών της κοινωνικής πρόνοιας και την αναδιανομή που έθετε ως αιτήματα ο εκδημοκρατισμός. Την περίοδο ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους οι περισσότε­ρες μορφές συντηρητισμού στην ηπειρωτική Ευρώπη, χρι­στιανικές ή μη, οι οποίες δεν υιοθετούσαν το χριστιανο- δημοκρατικό πρόγραμμα συνδέθηκαν με το φασισμό είτε με το ναζισμό, και μέχρι το 1945 είχαν την πολιτική περι­φρόνηση18. Η χριστιανοδημοκρατία όχι μόνο ήταν η μο­ναδική δύναμη που μπορούσε να παρουσιάσει δημοκρα­τικά διαπιστευτήρια ενώ αντιμαχόταν τόσο το φιλελευθε­ρισμό όσο και το σοσιαλισμό, αλλά και έγινε το έμβλημα υπό το οποίο όφειλαν να συσπειρωθούν όλοι οι αντιφιλε- λεύθεροι και αντισοσιαλιστές, όποια κι αν ήταν η προη­γούμενη πολιτική τους. Στην πορεία η χριστιανοδημο- κρατία αυξήθηκε σε μέγεθος αλλά και έχασε πολλή από την αιχμηρότητα της πολιτικής της19.

Υπήρχαν και άλλες όψεις της κληρονομιάς του πρώτου μισού του 20ού αιώνα και του Ψυχρού Πολέμου, που ακολούθησε στο μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου, οι οποίες επ η ρ έα σ α ν επιπροσθέτως το χαρακτήρα της μετα­πολεμικής χριστιανικής πολιτικής. Με την άνοδο του φα­σισμού και του ναζισμού, μίση και διχόνοιες που είχαν τη βάση τους σε εθνικές και άλλες μορφές πολιτισμικής δ ια­φοράς, τα οποία ήταν κάποτε θεμελιώδη στη χριστιανική πολιτική, έγιναν ταμπού για όλους τους υπεύθυνους, με­γάλης κλίμακας θρησκευτικούς οργανισμούς. Ιδιαίτερα στη Γερμανία, η εχθρότητα απέναντι σε κάθε πολιτική μί­σους και τονισμού των διαφορών υποκινήθηκε από μια αίσθηση ότι οι διαιρέσεις ανάμεσα στους Χριστιανούς, ή ανάμεσα στους Χριστιανούς και σε άλλες αντιαπολυταρ- χικές δυνάμεις, συνέβαλαν αποφασιστικά στην επικράτη­ση του ναζισμού. Αυτό δεν έπρεπε να επαναληφθεί. Ένα οικουμενικό ιτνεύμα ανάμεσα στους Χριστιανούς κι ένα

Page 206: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

208 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

χέρι φιλίας προς στους δημοκράτες και ανεκτικούς μη Χριστιανούς έγινε αυστηρός κανόνας.

Μια δεύτερη βασική προϋπόθεση της μεταπολεμικής περιόδου ήταν η ανάγκη να αποφευχθεί ένα κομμουνιστι­κό μέλλον. Οι φιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες αντί­παλοι δεν έπρεπε να αντιμετωπίζονται πλέον ως ανάθεμα από τους χριστιανούς πολιτικούς, εφόσον οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν απαραίτητες για ένα κοινό αντικομμουνιστι- κό μέτωπο. Μπορεί να ήταν οργανωμένοι σε διαφορετικά κόμματα, έπρεπε όμως να γίνονται συμβιβασμοί με τις πολιτικές τους και οι ίδιοι να γίνονται δεκτοί ως εταίροι σε δυνητικούς συνασπισμούς. Αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό στη Γαλλία και την Ιταλία όπου τα κομμουνιστικά κόμμα­τα κυριαρχούσαν στην πολιτική της εργατικής τάξης.

Αυτοί οι παράγοντες συνδυάστηκαν έτσι ώστε να δώ­σουν μια νέα και αρχικά ευδιάκριτη φυσιογνωμία στη με­ταπολεμική ευρωπαϊκή χριστιανική πολιτική: όφειλε να είναι οικουμενική, ανεκτική, φιλειρηνική - εκτός από εκεί όπου εμφανίζονταν ο κομμουνισμός ή τυχόν υποτροπές του φασισμού. Δεν θα επέτρεπε στον εαυτό της και στις ταυτότητες που προσέδιδε να χρησιμοποιηθούν για τη χάραξη γραμμών αντιζηλίας και μίσους. Στη Γερμανία, Καθολικοί και Προτεστάντες ένωσαν τις πολιτικές τους δυνάμεις σε ένα κόμμα· στην Ολλανδία και την Ελβετία ενίσχυσαν τους ήδη υπάρχοντες μεταξύ τους δεσμούς. Μια επαναπροσέγγιση έπρεπε να γίνει και να ζητηθεί συγγνώμη από τα επιζώντα υπολείμματα του ευρωπαϊ­κού Εβραϊσμού. Και καθώς νέοι μη χριστιανοί μετανά­στες άρχισαν να φθάνουν από ισλαμικές και άλλες περιο­χές του κόσμου τη δεκαετία του 1960, οι επίσημες εκκλη­σίες πρόσεχαν να αποφύγουν οποιαδήποτε εμπλοκή σε ρατσιστικές κινήσεις, κήρυτταν τουναντίον την ανεκτικό­τητα και την ανάγκη υποδοχής τους.

Υπάρχουν βεβαίως σε όλα αυτά και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις· συγκεκριμένες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων

Page 207: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 209

και ιερέων, ενεπλάκησαν σε ρατσιστικά κινήματα ή κινή­ματα εναντίον των μεταναστών. Τέτοια κινήματα χρησιμο­ποιούσαν συχνά μια ιστορική χριστιανική ρητορική προ­κειμένου να στηρίξουν τις απόψεις τους. Ο ευρέως αποδε­κτός αντικομμουνισμός μπορούσε να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για φονταμενταλιστικές αντιπαραθέσεις με ένα ευρύτερο φάσμα πολιτικών. Τη δεκαετία του 1950 ακόμα, ολλανδοί καθολικοί επίσκοποι απειλούσαν με αφορισμό οποιονδήποτε ψήφιζε το Εργατικό Κόμμα, παρότι επρό- κειτο για ένα μετριοπαθές σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Εντούτοις, με εξαίρεση την τελευταία περίπτωση, οι π ε­ρισσότερες πράξεις αυτού του είδους ήταν μειοψηφικές, κρυφές και το πιο πιθανό να αντιμετωπίζονταν με αποτρο­πιασμό από τους συμβατικούς εκκλησιαστικούς ηγέτες20.

Όσο χαρακτηριστική και αν ήταν αυτή η ανεκτική φυ­σιογνωμία, προσέδωσε τελικά ένα χαρακτήρα αδυναμίας στον μεταπολεμικό ευρωπαϊκό Χριστιανισμό. Μια ταυτό­τητα η οποία είναι απρόθυμη να τονίσει τη διάκρισή της από άλλες και αρνείται να αναμοχλεύσει λανθάνουσα αντιπάθεια στους ξένους μάχεται με το ένα της χέρι δε­μένο στην πλάτη. Ακίνδυνη, και ως εκ τούτου σπάνια μι­σητή η ίδια, θα μπορούσε να παραμένει μια ήσυχη πηγή ταυτότητας- οι άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι ευχαρι­στημένοι που απλώς υπήρχε ακόμα. Έχανε όμως την ικανότητά της γ ια αγωνιστική κινητοποίηση. Μία Δανή θα μπορούσε να αισθάνεται πως η παραδοσιακή της αφο­σίωση στην εθνική εκκλησία ήταν μια σημαντική μολονότι γαλήνια έκφραση της δανικής της ταυτότητας: τότε όμως δεν θα μπορούσε να τη χρησιμοποιήσει για να εκφράσει την οργή της για την άφιξη Αράβων και Τούρκων στους δρόμους της Κοπεγχάγης, αφού η εκκλησιαστική ηγεσία κήρυσσε την ανεκτικότητα.

Από την άλλη πλευρά, επιβεβαιώνοντας τη διαφορετι- κότητά τους μέσα στην κοινωνία η οποία τις φιλοξενούσε, οι εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες που συναντάει

Page 208: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

210 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

όλο και περισσότερο κανείς στις ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν χρειαζόταν να εκφράζουν εχθρότητα και επιθετικότη­τα απέναντι στην πλειοψηφία, παρότι σε κάποιες περι­πτώσεις ενδέχεται να το έκαναν. Η ανάγκη τους να δια­τηρούν έναν σημαντικό δείκτη διακριτής ταυτότητας αποδεικνύεται ισχυρό κίνητρο, το οποίο μπορεί να αυξη­θεί σε ένταση από το φόβο εξάλειψης μιας κληρονομιάς μέσα στην έκφραση του συρμού. Για την πλειοψηφία ένας πολιτισμός ή μια εθνότητα που αντιδρούν με παρό­μοιο τρόπο φαίνονται, ωστόσο, επιθετικοί.

Δύο αντίθετα παραδείγματα εκφράζουν ιδια ίτερα α ντ ιπ ρ ο σ ω π ευτικ ά όλα αυτά τα ζητήματα. Τόσο η Ολλανδία όσο και η Βόρεια Ιρλανδία περιλαμβάνουν κα­θολικούς και προτεσταντικούς (κυρίως καλβινιστικούς) πληθυσμούς· και οι δύο κοινότητες οργάνωσαν ουσιαστι­κά όλο τον δημόσιο βίο με βάση αυτή τη διάκριση. Να γνωρίζουμε τη θρησκεία ενός Ολλανδού ή ενός κατοίκου του Ώλστερ σημαίνει ουσιαστικά ότι γνωρίζουμε τις εφη­μερίδες που διαβάζει, τις εθελοντικές οργανώσεις στις οποίες μπορεί ν’ ανήκει, την περιοχή που κατοικεί, τις ομάδες που υποστηρίζει και φυσικά τα κόμματα που θα ψήφιζε. Στην Ολλανδία αυτό το πλαίσιο διαχωρισμού, που κάποτε ήταν πηγή ανταγωνισμών μέσα στην κοινότη­τα, εξομαλύνθηκε με την επίσημη αναγνώριση και ενσω- μάτωσή του σε ένα σύστημα διαθρησκευτικής συνεργα­σίας. Αυτό με τη σειρά του επηρεάστηκε βαθμιαία από το μεταπολεμικό ευρωπαϊκό πλαίσιο επαναπροσέγγισης. Τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν γινόταν που να τονίζει τη διάκριση και τη διαφορά· πάντα δίνονταν ευκαιρίες για συνεργασία. Αν και οι οργανωτικές μορφές που ενσωμά­τωναν τις διαφορετικές κοινότητες επιβιώνουν ακόμα, έχουν χάσει τη σημασία και το σκοπό τους στην καθημε­ρινή ζωή. Από εκεί που ήταν από τις χώρες με τα υψηλό­τερα ποσοστά εκκλησιαστικής προσέλευσης στην Ευρώ­τα], η Ολλανδία άλλαξε γρήγορα από τα τέλη της δεκαε­

Page 209: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 211

τίας του 1960 ώστε να συναγωνίζεται πλέον την Αγγλία στην απουσία θρησκευτικής συμμετοχής.

Η Βόρεια Ιρλανδία συνιστά εξαίρεση από τις γενικότε­ρες μεταπολεμικές τάσεις στη θρησκεία και την πολιτική που περιγράψαμε παραπάνω εξαιτίας του ότι ο αγώνας για το πολιτικό καθεστώς της περιοχής κράτησε ζωντανή τη διαμάχη της Μεταρρύθμισης και, πιο συγκεκριμένα, την ένοπλη σύγκρουση στο ιρλανδικό έδαφος τη δεκαετία του 1680 μεταξύ καθολικών και προτεσταντών διεκδικη­τών για λογαριασμό του αγγλικού θρόνου ως πολύ πιο κυρίαρχα συμβάντα από τις συγκρούσεις με το φασισμό και τον κομμουνισμό που συνεπήραν τα πνεύματα αλλού στην Ευρώπη. Καθολικοί και Προτεστάντες από κοινού συνέχιζαν να χρησιμοποιούν τη θρησκεία τους ως μέσον για να ορίσουν τον εαυτό τους και την κληρονομιά τους ως χωριστά από και εχθρικά προς την άλλη κοινότητα. Η θρησκευτική πίστη εδώ παρέμεινε ώς τα τέλη του 20ού αιώνα σε σημαντικά υψηλότερα επ ίπεδα α π ’ ό,τι στο υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο.

Στη σχεδόν οικουμενική του άρνηση να επιβεβαιωθεί επιθετικά και αρνητικά έναντι των ξένων, ο ευρωπαϊκός Χριστιανισμός μοιάζει ή στην πραγματικότητα αποτελεί μέρος του ευρύτερου ερωτήματος που αφορά το ζήτημα μιας ευρωπαϊκής πολιτικής ταυτότητας. Αν οι επίσημοι θιασώτες της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν αποδέχονταν κανένα αυτοεπιβεβλημένο περιορισμό στις προσπάθειές τους να προτρέψουν τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς να ορίζουν τους εαυτούς τους ως Ευρωπαίους, θα τόνιζαν τη φυλετική και θρησκευτική ιδιαιτερότητα ενός λευκού, δυ­τικού, καθολικού/προτεσταντικού λαού, απειλούμενου (λόγω των χαμηλών ποσοστών γεννητικότητας και της μεταναστευτικής πίεσης) με δημογραφική και πολιτιστική εισβολή ορθόδοξων Σλάβων από την ανατολή και Αρά­βων και βορειοαφρικανών Μουσουλμάνων από το νότο, που όλοι τους ζητούν να κλέψουν τη σκληρά κερδισμένη

Page 210: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

212 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ευημερία των δυτικοευρωπαίων. Αν προσθέταμε και τον κατάφωρο αντιαμερικανισμό απέναντι σε μια ξένη δύνα­μη στη δύση, θα είχαμε μια πανίσχυρη εθνική έκκληση που θα μπορούσε να καλύπτει ολόκληρο το φάσμα δε- ξιάς-αριστεράς. Αυτό θα είχε πιθανώς μεγαλύτερη δύνα­μη να επιβάλει μια ευρωπαϊκή ταυτότητα απ’ ό,τι η σημε­ρινή πρακτική της χρηματοδότησης κάποιων έργων οδο­ποιίας και μερικών πολιτιστικών διοργανώσεων.

Ούτε η ευρωπαϊκή Κομισιόν ούτε οι εκκλησίες μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο. Γιατί τουλάχιστον τα πιο ηλικιω­μένα μέλη των ευρωπαϊκών πολιτικών και θρησκευτικών ελίτ διατηρούν ζωντανές τις μνήμες του απόλυτου τρόμου που προκλήθηκε όταν μία γενιά σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες αποτόλμησε ένα τέτοιο εγχείρημα. Ο αριθμός των μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών και θρησκευτικών ελίτ που θέλει να αλλάξει στρατηγική και να εκμεταλλευθεί ανοιχτά τη δυνητική παρακαταθήκη των επιθετικών μορ­φών ταυτότητας που μπορούν να βρεθούν εδώ παραμένει ελάχιστος και περιορίζεται σ’ ένα περιθώριο, απομονωμέ­νο από τους «αξιοσέβαστους» συναδέλφους τους. Το γε­γονός ότι τα ζητήματα που θίγονται παραμένουν στο βά­θος ζωντανά και πολύ ευαίσθητα απλώς ενισχύει την απόφαση να μην ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι που μας εκθέτει σε τέτοιου είδους κινδύνους. Η προς ανατολάς επέκταση της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα ζήτημα που απαιτεί περίσκεψη, ιδίως στο βαθμό που περιλαμβάνει την ισλαμική Τουρκία, θέμα που άπτεται των μεγάλων μουσουλμανικών μειονοτήτων σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι σημαντικό τόσο να δημιουργηθεί λίστα αναμονής για την εισδοχή όλων αυτών των χωρών όσο και να υπάρξει μια ορισμένη σειρά προτε­ραιότητας : πρώτα οι καθολικές και προτεσταντικές χώρες - Πολωνία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Ουγγαρία και τα κράτη της Βαλτικής· ύστερα κάποιες ορθόδοξες σλαβικές περιοχές, και τέλος η Τουρκία21.

Page 211: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 213

0 ευρωπαϊκός πατριωτισμός πρέπει να είναι όπως ο θεωρητικός πατριωτισμός του Χάμπερμας: αγάπη για τις ουμανιστικές και τις φιλελεύθερες αξίες του συντάγμα­τος, και οπωσδήποτε όχι ένα αταβιστικό πάθος για την πατρίδα22. Ένα τέτοιο φαινόμενο στερείται οπωσδήποτε δύναμης για κινητοποίηση και δεν θα εξάψει ποτέ τα π ά ­θη. Από την άλλη πλευρά, είναι εξαιρετικά απίθανο να οδηγήσει σε βασανιστήρια ή στο φόνο οποιουδήποτε, και δεν του λείπει μια ορισμένη σιωπηρή βάση στην κοινή συ­νείδηση. Το ίδιο περίπου ισχύει και για τον ευρωπαϊκό Χριστιανισμό.

Η κατάσταση θα μπορούσε βεβαίως να αλλάξει καθώς οι μνήμες από το πρώτο μισό του 20ού αιώνα εξασθενί- ζουν. Ήδη μεγάλο μέρος από το οικουμενικό, ευγενικό πρόσωπο των σύγχρονων εκκλησιών μοιάζει να έχει γίνει μια γραφειοκρατικοποιημένη διαδικασία με ελάχιστη ση­μασία για τους επαγγελματικά απασχολούμενους στις υπηρεσίες της· μερικές φορές παρουσιάζονται σαν να ασκούν ένα οποιοδήποτε επάγγελμα, διακηρύσσοντας τις οικουμενικές τους αρχές όπως οποιοδήποτε στέλεχος εταιρείας που μιλάει εκπροσωπώντας τα συμφέροντα του εργοδότη του23. Αυτή η πρόσοψη πιθανότατα θα θρυμμα­τιζόταν ενόψει μιας αληθινής φονταμενταλιστικής αφύ­πνισης, παρότι σήμερα δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι επίκει- ται κάτι τέτοιο. 0 αντιγραφειοκρατικός, χαρισματικός, σταυροφορικός και από πολλές απόψεις αντιδραστικός ζηλωτισμός του πάπα Ιωάννη Παύλου του Β' έχει εντέλει αφιερωθεί στη συμφιλίωση και τον φιλικό διάλογο με τους υπόλοιπους Χριστιανούς, τους Εβραίους, τους Μου­σουλμάνους και άλλους, φτάνοντας μέχρι και σε άμεση επαφή με τον Φιντέλ Κάστρο. Είναι αλήθεια ότι η Opus Dei, η μυστική κίνηση που ανδρώθηκε ταυτόχρονα με τη δικτατορία του Φράνκο στην Ισπανία και έχει εμπλοκή σε διάφορες αντιδημοκρατικές ενέργειες, παραμένει στην καρδιά του Βατικανού. αλλά εργάζεται αθόρυβα και δεν

Page 212: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

214 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

συμμετέχει ποτέ σε αντιδημοκρατικές ή αντιοικουμενι- στικές κινητοποιήσεις.

Εν τω μεταξύ, η ειδικά πολιτική δραστηριότητα του ευρωπαϊκού Χριστιανισμού βρίσκεται ήδη στον τρίτο με­γάλο αναπροσανατολισμό της από την έναρξη της δημο­κρατικής περιόδου. Ο πρώτος της αναπροσανατολισμός, στα τέλη του 19ου αιώνα, αφορούσε το συμβιβασμό της με το κοσμικό φιλελεύθερο κράτος - διαδικασία η οποία οδήγησε Καθολικούς και Προτεστάντες σε πολύ διαφορε­τικές κατευθύνσεις. Ο δεύτερος αναπροσανατολισμός, που ολοκληρώθηκε στα μέσα του 20ού αιώνα, ήταν η σύ­σταση ενός άξονα συσπείρωσης συντηρητικών και καπι­ταλιστικών αλλά δημοκρατικών δυνάμεων εναντίον του σοσιαλισμού. Ο τρίτος, αν αναπτυχθεί, θα οδηγήσει σε συμμαχία των Χριστιανών και των πρώην σοσιαλιστών ανταγωνιστών τους κατά του νεοφιλελευθερισμού. Υπάρ­χουν κάποιες ενδείξεις γι’ αυτό. Οι λουθηρανικές εκκλη­σίες της βόρειας Ευρώπης έχουν από παλιά διατηρήσει ένα κοινωνικό ευαγγέλιο· η Εκκλησία της Αγγλίας εγκα- τέλειψε προ πολλού το ρόλο των «προσευχόμενων Τό- ρυς» και υιοθέτησε έναν αριθμό ουσιαστικά κεντροαρι­στερών θέσεων σε επίκαιρα ζητήματα. Η γενικά συντηρη­τική πολιτική του πάπα Ιωάννη Παύλου του Β' στάθηκε αξιοσημείωτη για την προάσπιση του κράτους πρόνοιας και των εργατικών δικαιωμάτων24.

Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ακριβώς τη δυναμι­κή αυτής της κατάστασης. Οι εκκλησίες δεν «έγιναν α ο - σιαλδημοκρατικές». Ο αρμόζων ρόλος των εκκλησιών εί­ναι να βοηθούν την ανθρωπότητα να προσεγγίσει τον Θεό και να προασπίζουν τα συμφέροντα των ίδιων τους των οργανώσεων. Από καιρού εις καιρόν, ωστόσο, αυτή η βα­σική αποστολή τις κάνει να ακολουθούν εμπειρικά π α ­ράλληλα μονοπάτια με διάφορες μορφές κοσμικής πολι­τικής, οδηγώντας σε ποικίλες de facto συμμαχίες. Προς το παρόν, οι ευρωπαϊκές θρησκευτικές και σοσιαλδημοκρα­

Page 213: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 215

τικές προτεραιότητες συμπίπτουν κατά το ότι και οι δύο έχουν, με ελαφρώς διαφορετικούς τρόπους, θιγεί από τη βίαιη μορφή των σύγχρονων ερμηνειών του ατομικισμού που ενσαρκώνεται στο φιλελευθερισμό, την κυρίαρχη ιδε­ολογία στο μεγαλύτερο μέρος του προηγμένου κόσμου.

0 νεοφιλελευθερισμός μπορεί, ωστόσο, να διεκδικεί τη δική του συμμαχία με τη θρησκεία. 0 σχετικά αμιγής νεο­φιλελευθερισμός της βρετανικής και αμερικανικής δεξιάς φαίνεται ότι αφήνει όλο και μεγαλύτερο χώρο για το φι­λανθρωπικό έργο των εκκλησιών και άλλων εθελοντικών οργανώσεων καθώς περιορίζει το κράτος πρόνοιας, το οποίο οι κλασικοί σοσιαλδημοκράτες ήθελαν μάλλον να μονοπωλούν σε αυτή τη σφαίρα. Επιπλέον, η συντηρητική στάση των περισσότερων νεοφιλελευθέρων σε μη οικονο­μικά ζητήματα συμπίπτει με πολλές θρησκευτικές επιλο­γές. Ομοίως, η σοσιαλδημοκρατική μορφή του νεοφιλελευ­θερισμού, ο λεγόμενος «τρίτος δρόμος», τονίζει την εκλε- κτική της συγγένεια με το «τρίτο χέρι»,τον εθελοντικό το­μέα στην πρόνοια, και οικοδομεί μια μορφή κοινοτισμού στη μη οικονομική σφαίρα προκειμένου να εξισορροπήσει τον ατομικισμό που υποστηρίζει στην οικονομία. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις η κυριαρχία της μετοχικής εται­ρείας που μεγιστοποιεί τη μετοχική της αξία και απορρυθ- μίζει κάθε μορφή προστασίας απέναντι στην ισχύ της μοι­άζει να εκκενώνει από περιεχόμενο τον φαινομενικό πλου­ραλισμό αυτών των μορφών φιλελευθερισμού. Έννοιες όπως η οικονομία των μετόχων, τα αμοιβαία κεφάλαια όπως αυτά που ενσωματώνονται στις βρετανικές οικοδο­μικές εταιρείες και παρόμοια φαινόμενα που θα μπορού­σαν να καλύψουν το κενό ανάμεσα στο κράτος και τον με­τοχικό καπιταλισμό έχουν εξωθηθεί στα όρια, καθώς ο νε­οφιλελευθερισμός ούτε γνωρίζει τον τρόπο ούτε θέλει να εμποδίσει τον τελευταίο να καταλάβει ολόκληρο το χώρο.

Αυτή η εξέλιξη φαίνεται ότι είναι πιο σοβαρό πρόβλη­μα για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, περιλαμβανομένης της

Page 214: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

216 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αγγλίας, απ’ ό,τι για τις Ηνωμένες Πολιτείες όπου ασκεί­ται πολύ πιο αδύναμη κοινωνική και ηθική κριτική στην κυριαρχία του μετοχικού κεφαλαίου και όπου οι ίδιες οι θρησκευτικές ομάδες χρησιμοποιούν τη μορφή της μετο­χικής εταιρείας προκειμένου να χτίσουν τις δικές τους ορ­γανώσεις. Οι ευρωπαίοι Χριστιανοί λοιπόν και οι σοσιαλ­δημοκράτες φαίνεται ότι συστρατεύονται σε μια εν μέρει αμοιβαία αναγνωρισμένη συμμαχία εκείνων που προα­σπίζουν αξίες και πρακτικές οι οποίες εκτοπίζονται από την τρέχουσα ερμηνεία της αναπόδραστης λογικής του εκσυγχρονισμού. Έστω και αν μια τέτοια συμμαχία πρό­κειται να γίνει πιο σαφής, προσφέροντας στις ευρωπαϊκές θρησκείες έναν καινούργιο στόχο, θα παραμείνει μια συμ­μαχία των ήσυχων δυνάμεων, εκείνων οι οποίες έχουν θι- γεί από την τραχύτητα της αλλαγής και της δύναμης, μα­κριά από τα κέντρα ζωηρής δραστηριότητας.

Σημειώσεις

1.C. Crouch, Social Change in Western Europe, κεφ. 9, Οξφόρδη, Oxford University Press, 1999· European Values Group, The European Values Study 1 9 8 i-1 9 9 0 : Summary Report, Αμπερντην: Gordon Cook Foundation, 1992.2. To παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών εξετάζεται και σε άλλα σημεία του βιβλίου. Για τη Λατινική Αμερική, βλ. D. Martin, Tongues of Fire: The Explosion of Protestantism in Latin America, Οξφόρδη, Blackwell, 1990.3. Η εσωτερική ποικιλία των συστατικών εθνών του Ηνωμένου Βασιλείου πουθενά αλλού δεν γίνεται πιο εμφανής α π ’ όσο στο πεδίο της θρησκείας. «Αγγλία» επομένως εδώ σημαίνει Αγγλία, όχι Βρετανία ούτε Ηνωμένο Βασίλειο στο σύνολό του.4. Βλ. αρκετά κεφάλαια στο S. Bruce (επιμ.), Religion and Modernization: Sociologists and Historians Debate the Secularization Thesis. Οξφόρδη, Clarendon Press, 1992.5. Crouch, ό.π.

Page 215: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 217

6. D. Martin, A General Theory of Secularization, Οξφόρδη, Blackwell, 1978.7. G. Davie, «Contrastes dans 1 ’heritage religieux en Europe», στο G. Davie και D. Hervieu-L^ger, Identit0s religieuses en Europe, Παρίσι, La Dicouverte, 1994· G. Davie, Religion in Europe, Οξφόρδη, Oxford University Press, 2000.8. R. Kecskes και C. Wolf, «Christliche Religiositat: Konzepte, Indikatoren, Messinstrumente», Kolner Zeitschrift fur Soziologie und Sozialpsycholgie, 45, 2, 270-87, 1993.9. G. Hamberg, Studies in the Prevalence of Religious Beliefs and Religious Practives in Contemporary Sweden, Ουψάλα, S. Academiae Ubsaliensis, 1990.10. Davie, ό.π . (1994 και 2000)· και Hervieu-Liger, D. «La religion des europ£ens: Modernity, religion, secularisation», στο Davie και Hervieu-L£ger, ό.π .11. Davie, ό.π ., 2000.12. Crouch, ό.π ., κεφ. 7· R. Lesthaeghe, «The Second Demo­graphic Transition in Western Countries: An interpretation», στο K.O. Mason και A.M. Jensen (επιμ.), Gender and Family Change in Individual Societies, Οξφόρδη, Clarendon Press, 1995· R. Lesthaeghe και G. Moors, «Living Arrangements, Socio- Economic Position and Values among Young Adults: A Pattern Description for France, West Germany, Belgium, and the Netherlands, 1990», στο D. Coleman (επιμ.), Europe’s population in the 1990s, Οξφόρδη, Oxford University Press, 1996.13. R.J. Campiche, «Dillution ou recomposition? Confession en Suisse», στο Davie και Hervieu-L^ger, ό.π.14. J.P. Willaime, «Laicite et religion en France», στο Davie και Hervieu-L^ger, ό.π .15. L. Voy4, «Belgique: Crise de la civilisation parossiale et recomposition de la croire», στο Davie και Hervieu-Leger, ό.π .16. R. Cipriani, «Diffused Religion and New Values in Italy», στο J.A. Beckford και T. Luckmann (επιμ.), The Changing Face of Religion. Λονδίνο. Sage, 1989· E. Pace, «Desenchantement religieux en Italie». στο Davie και Hervieu-L^ger, ό.π .17. Campiche, ό .π ., a. 104.18. Οι ναζί δεν ήταν φυσικά Χριστιανοί. Οι φασίστες συχνά

Page 216: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

218 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ήταν, κυρίως υπό την πιο συντηρητική μορφή που κυριαρχούσε στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και, για ένα μικρό διάστημα, στην προναζιστική Αυστρία.19. Για μια καλή μελέτη της κοινωνικής πολιτικής της χριστιανο- δημοκρατίας, βλ. Κ. van Kersbergen, Social Capitalism: A study of Christian democracy and the welfare state, Λονδίνο, Routledge, 1995.20. Αυτό δεν συνέβη στην Πορτογαλία και την Ισπανία, όπου η καθολική εκκλησιαστική ιεραρχία δεν κατέβαλε καμία προ­σπάθεια να εμποδίσει τα δικτατορικά καθεστώτα.21. Η πρώιμη εισδοχή της Ορθόδοξης Ελλάδας, και το ότι η Κύπρος ήταν από τις πρώτες στη σειρά αναμονής για την ένταξη, δεν είναι πραγματικές εξαιρέσεις. Η Ελλάδα ως κλα­σική Ελλάδα είχε ανέκαθεν μια τιμητική θέση εντός της δυτι­κής χριστιανοσύνης.22. J. Habermas, Die postnationale Konstellation: politische Essays, Φραγκφούρτη επί του Μάιν, Suhrkamp, 1998.23. Για ένα ενδιαφέρον παράδειγμα, βλ. την εικόνα της Εκκλησίας της Αγγλίας που παρουσιάζεται στη βιογραφία του πρώην αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι, Ρόμπερτ Ρούνσι, που έγραψε ο Humphrey Carpenter: The Reluctant Archbishop, Λονδίνο, Hodder and Stoughton, 1996.24. Βλ. τις εκδόσεις της Παπικής Ακαδημίας των Κοινωνικών Επιστημών, Πόλη του Βατικανού.

Page 217: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο Τζ.Ν. Φίγκις, οι εκκλησίες και το κράτος

Paul Hirst

Στο μεγαλύτερο μέρος της ανεπτυγμένης Δύσης η στρα- τευμένη οργανωμένη θρησκεία και το φιλελεύθερο κράτος γίνονται όλο και πιο ανήσυχοι εταίροι. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον αυξανόμενο θρησκευτικό πλουραλισμό. Στην ποικιλία των θρησκευτικών δογμάτων έρχεται τώρα να προστεθεί μια πληθώρα νέων λατρειών, κατεξοχήν όμως σημαντικές μουσουλμανικές και άλλες μη δυτικές θρη­σκευτικές κοινότητες. Οι νέες ομάδες βρίσκουν προβλη­ματικούς τους υφιστάμενους πολιτικούς διακανονισμούς ανάμεσα στη θρησκεία και το κράτος. Στην εμφανώς εκ- κοσμικευμένη Γαλλία, οι Μουσουλμάνοι αισθάνονται ότι πρακτικές όπως η απαγόρευση να φορούν τα κορίτσια μαντίλα στα δημόσια σχολεία συμβολίζουν μια κατάστα­ση η οποία συνεπάγεται γενικά διακρίσεις και αδικία. Στην Αγγλία, οι Μουσουλμάνοι διαμαρτύρονται για την ανωμαλία τα σχολεία των χριστιανικών εκκλησιών να λαμβάνουν δημόσιες επιχορηγήσεις ενώ τα δικά τους όχι.

Οι νέες συγκρούσεις ανάμεσα στις θρησκευτικές ομά­δες και το κράτος έχουν επίσης ενσκήψει λόγω της αριθ­μητικής αύξησης των εξτρεμιστικών λατρειών και του θρησκευτικού πολιτικού ακτιβισμού. Οι εξτρεμιστές δεν έχουν καμία αναστολή να χρησιμοποιήσουν την τρομο­κρατία, όπως η σέκτα Aum Shinrikyo στην Ιαπωνία που εξαπέλυσε δηλητηριώδες αέριο στον υπόγειο σιδηρόδρο­μο του Τόκιο, ή φονταμενταλιστές Χριστιανοί στις Ηνω­

Page 218: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

220 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

μένες Πολιτείες οι οποίοι καίνε με αυτοσχέδιες βόμβες κλινικές αμβλώσεων και πυροβολούν γιατρούς. Στις Ηνω­μένες Πολιτείες ένας νέος φονταμενταλιστικός και δεξιών αποχρώσεων χριστιανικός ακτιβισμός έχει βάλει στόχο να σπάσει τα φράγματα της εκκοσμίκευσης και να επιβάλει διά νόμου τη θέληση του στο πλήθος. Έτσι οργανώνονται για να κερδίσουν τις τοπικές εκπαιδευτικές υπηρεσίες και τις ρεπουμπλικανικές προκριματικές εκλογές προκειμέ­νου να περάσουν πιεστικά τα προγράμματα μιας θρη­σκευτικής μειοψηφίας στο σύνολο του δημοσίου.

Στην πραγματικότητα, τα φιλελεύθερα θεμέλια του υφιστάμενου διακανονισμού ανάμεσα στις θρησκευτικές ομάδες και το κράτος έχουν πολλούς επικριτές, και δεν είναι όλοι θρησκευόμενοι. Αυτοί οι επικριτές συχνά πα- ρανοούν την παρούσα κατάσταση της φιλελεύθερης εκκο­σμίκευσης, αποδίδοντάς της ουσιαστικές δεσμεύσεις που στην πραγματικότητα δεν έχει. Οι μάχιμοι υποστηρικτές του φιλελευθερισμού υπερτονίζουν το δόγμα σε βαθμό που να εμφανίζεται ως καθοδηγητικό και αποκλειστικό αντί ουδέτερο και διαδικαστικό, όπως στην πραγματικό­τητα είναι1. Οι ριζοσπάστες υποστηρικτές της πολυπολι- τισμικής πολιτικής, οι θρησκευόμενοι συντηρητικοί και πολλοί φιλελεύθεροι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης εκ­φράζουν όλοι βαθιά δυσαρέσκεια απέναντι στην υφιστά­μενη κατάσταση πραγμάτων.

Οι υποστηρικτές της πολυπολιτισμικότητας, ζητώντας ίση αντιμετώπιση για τις έως τώρα περιθωριοποιημένες ομάδες, αντιμετωπίζουν συχνά το φιλελευθερισμό ως κα­θοδηγητικό «δυτικό» δόγμα αντί μια συνταγή γ ια τον περιορισμό της διακυβέρνησης και ηθική ουδετερότητα πέραν του ποινικού δικαίου. Τα ανθρώπινα δικαιώματα θεωρούνται ως εγγενώς συνδεδεμένα με τα θεμέλια του πολιτισμού και όταν γίνονται προσπάθειες να επιβληθούν διεθνώς στις πεποιθήσεις και τις πρακτικές άλλων πολιτι­σμών, τότε το αποτέλεσμα είναι να αρνούνται την ιδιαί­

Page 219: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚ1Σ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 221

τερη ταυτότητα και αξία των εν λόγω πολιτισμών. Στις ίδιες τις δυτικές κοινωνίες οι επικριτές της πολυπολιτι- σμικότητας θεωρούν επίσης ότι ο φιλελευθερισμός υπο- κεικνύει ουσιαστικές αξίες υπό την αρχή της ουδετερότη­τας και της ατομικής ελευθερίας, όπως η απεριόριστη ελευθερία έκφρασης. Εξ ου και οι προσπάθειες να επιβά­λουν ακόμη αυστηρότερους πολιτικώς ορθούς περιορι­σμούς σε ό,τι εκλαμβάνουν ως υποβιβαστικό λόγο. Απη­χήσεις αυτής της θέσης βλέπουμε στις φιλελεύθερες αγ- γλικανικές αντιδράσεις κατά την υπόθεση Ρούσντι. Κά­ποιο ι κληρικοί είδαν τη μουσουλμανική οργή όχι ως αδιαλλαξία αλλά ως σημάδι του ότι έχουν προσβληθεί βαθιές πεποιθήσεις, και μερικοί έφτασαν μέχρι του ση­μείου να υποστηρίξουν ότι το παράπτωμα της βλασφη­μίας πρέπει να βγει από την αχρηστία όπου έχει περιπέ- σει και να επεκταθεί προκειμένου να καλύψει και άλλες πίστεις εκτός από τη χριστιανική. 0 ηθικός και πολιτισμι­κός σχετικισμός μπορεί έτσι να δράσει εναντίον του πολι­τικού φιλελευθερισμού, υποστηρίζοντας ότι απαιτούνται εκτεταμένοι περιορισμοί λόγου και συμπεριφοράς προ­κειμένου να προστατευθεί η πολιτισμική πολλαπλότητα.

Οι χριστιανοί συντηρητικοί φυσικά βλέπουν τα πράγ­ματα διαφορετικά. Θεωρούν την εκκοσμίκευση και την ηθική ουδετερότητα του φιλελεύθερου κράτους ως θεμε­λιώδη απειλή για την κοινωνική τάξη. 0 φιλελευθερισμός επιτρέπει στους ανθρώπους να κάνουν ό,τι τους αρέσει, να διαπράττουν ενέργειες οι οποίες, μολονότι κοινωνικά καταστρεπτικές, δεν εμπίπτουν στα όρια του ποινικού νόμου. Οι άνθρωποι χωρίζουν εύκολα, διαπράττουν μοι­χείες και αμελούν να ενσταλάξουν στα παιδιά τους τις ορθές αξίες χωρίς κανένα περιορισμό ή κύρωση από το κράτος. Έτσι η χριστιανική δεξιά επιδιώκει να επιβάλει την αποδοχή των δικών της θρησκευτικών αξιών υπό τη μορφή των «οικογενειακών αξιών» και να τις ενισχύσει μέσω του νόμου και της δημόσιας πολιτικής.

Page 220: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

222 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Οι υποστηρικτές του κοσμικού φιλελευθερισμού φο­βούνται έναν τέτοιο θρησκευόμενο πολιτικό ακτιβισμό και δυσκολεύονται να τον αντιμετωπίσουν, εκτός εάν υποστηρίξουν μια εκδοχή φιλελευθερισμού που θα είναι ο ίδιος ισχυρά δεσμευμένος σε ένα ουσιαστικό σύνολο κοι­νωνικών αξιών. Το πρόβλημα για τους στρατευμένους φ ι­λελεύθερους είναι ότι δεν μπορούν να εμποδίσουν την υποστήριξη αντιφιλελεύθερων πεποιθήσεων και πολιτι­κών οι οποίες σταματούν λίγο πριν από την άμεση απειλή βίας και δημόσιας αναταραχής. Οι θρησκευόμενοι συντη­ρητικοί είναι ως εκ τούτου ελεύθεροι να εκμεταλλεύονται τη φιλελεύθερη ανοχή για να διαδηλώνουν υπέρ των κα­ταναγκασμών στην πίστη. Αυτό είναι παλιό πρόβλημα, αλλά το δυσκολότερο για τους φιλελεύθερους είναι η ικα­νότητα της θρησκευτικής δεξιάς να τρέπει τα φιλελεύθερα επιχειρήματα προς δικό της όφελος εναντίον της εκκοσμί­κευσης και της ηθικής ουδετερότητας. Έτσι διατείνονται ότι το μόνο που ζητούν είναι «ίσες ευκαιρίες» για τις δ ι­κές τους πεποιθήσεις και πολιτικές. Αυτή στάθηκε μία από τις κύριες μεθόδους για να υπερασπίσουν τη διδα­σκαλία του δόγματος της Δημιουργίας στα δημόσια σχο­λεία των Ηνωμένων Πολιτειών. 0 εξελικτισμός και το δόγ­μα της Δημιουργίας παρουσιάζονται ως πεποιθήσεις ου­σιαστικά ισότιμες και ως εκ τούτου οφείλουν να έχουν ίσο χρόνο στο επιστημονικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Μια άρνηση αυτού του πράγματος παρουσιάζεται από τους φονταμενταλιστές ως απόδειξη του εγγενούς αυ- ταρχισμού της σύγχρονης επιστήμης, του αντιφιλελευθε- ρισμού της. Έτσι, το να ισχυριστεί κάποιος ότι η εξελι­κτική βιολογία είναι πραγματική επιστήμη και το δόγμα της Δημιουργίας δεισιδαιμονία σημαίνει ότι είναι δογμα­τικός και ότι αρνείται στους άλλους το νόμιμο δικαίωμα να μεταδίδουν τις απόψεις τους στα παιδιά τους στα σχολεία. Όταν, όπως έγινε στο Κάνσας, οι θρησκευόμενοι ακτιβιστές προχωρούν πέρα από το δόγμα των ίσων ευ-

Page 221: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 223

καίριων, εκβιάζουν νομιμοποίηση από την ελευθερία της γνώμης στη δημοκρατία, υπερασπίζοντας την πολιτική τους με το επιχείρημα ότι εκφράζει τη θέληση του λαού.

Οι συμβατικοί κοσμικοί φιλελεύθεροι διακανονισμοί μοιάζουν έτσι να ικανοποιούν λίγους από εκείνους οι οποίοι ενδιαφέρονται πιο ενεργά για τις σχέσεις θρησκεί­ας και κράτους. Προσβάλλουν τόσο διαφορετικές μεταξύ τους ομάδες όσο οι πολυπολιτισμικοί ριζοσπάστες και οι θρησκευόμενοι συντηρητικοί. Επιπλέον, πολλοί από το στρατόπεδο των ίδιων των φιλελευθέρων τούς θεωρούν επικίνδυνα κενούς. Το πρόβλημα με αυτές τις πολύ δια­φορετικές απόψεις είναι ότι συμμερίζονται μία παραδό- ξως υπερδιογκωμένη και ταυτόχρονα ελλιπή εκτίμηση του γιατί τα κράτη είναι κοσμικά και, ως εκ τούτου, στον ελάχιστο τουλάχιστον βαθμό φιλελεύθερα σε θέματα π ί­στης. Οι επικριτές αντιλαμβάνονται αυτή την ουδετερό­τητα που απορρέει από το φιλελευθερισμό σαν ένα θετι­κό πολιτικό δόγμα προς εφαρμογή. Η εκκοσμίκευση θεω­ρείται απόρροια ενός ενεργητικού και δογματικού φιλε­λευθερισμού, αντί μια σχεδόν αναπόφευκτη συνέπεια της θέσης της θρησκείας μέσα στη σύγχρονη κοινωνία και το σύγχρονο κράτος. Ο φιλελευθερισμός είναι στο βάθος του συνετός. Τα κράτη πρέπει να κυβερνούν περιορισμένα σε ζητήματα πίστης, επειδή το κόστος οποιασδήποτε άλλης πολιτικής είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να αναλάβει. Είναι ακριβώς η μη αναγώγιμη πολλαπλότητα των αντα- γωνιζόμενων θρησκευτικών ομάδων και η ετερογένεια των πεποιθήσεών τους εκείνη που ωθεί το κράτος προς την ουδετερότητα.

Αν η θρησκεία ήθελε να επιστρέψει στη θέση που κατεί­χε στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα, ως η κυρίαρχη ανθρώπινη υπόθεση και αυτή που όφειλε να υποστηριχθεί εις βάρος όλων των διαφορετικών πεποιθήσεων, τότε θα ερχόταν αντιμέτωπη με μια κατάσταση στην οποία η κάθε θρη­σκευτική ομάδα θα προσπαθούσε να επικρατήσει και να

Page 222: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

224 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

επιβάλει σε όλους το δόγμα της ως τη μόνη αληθινή πίστη. Η εξάντληση που επήλθε από τους θρησκευτικούς εμφύλι­ους πολέμους εξανάγκασε σε περιορισμό αυτή τη θεοκρα­τική βούληση για κυριαρχία. Οι θρησκευτικές ομάδες οφεί­λουν να αποδεχθούν την de facto ύπαρξη άλλων και, ως εκ τούτου, να περιστείλουν τις ίδιες τους τις αξιώσεις για οι­κουμενική κυριαρχία. Κάποιοι θεσμοί όπως η παπική εξουσία απέτυχαν να το δεχθούν αυτό και ως αποτέλεσμα αδυνάτισε ο πολιτικός τους ρόλος στα καθολικά κρατίδια της Γερμανίας. Στη Γερμανία η θρησκευτική συνύπαρξη επιτεύχθηκε χάρη στην τοπικοποίηση της θρησκείας μετά την Ειρήνη της Βεστφαλίας το 1648. Τα κρατίδια εδραιώ­θηκαν είτε ως καθολικά είτε ως μεταρρυθμισμένα. Κάνο­ντας κάτι τέτοιο ήταν υποχρεωμένα να αποδεχθούν δυνά­μει των όρων της συνθήκης την ύπαρξη άλλων κρατιδίων με διαφορετική θρησκεία και να απέχουν από κάθε ανά­μειξη στις εσωτερικές τους υποθέσεις. Έτσι εδραιώθηκαν οι βασικές αρχές της σύγχρονης έννοιας της κυριαρχίας ως προς τη διεθνή της όψη, της αμοιβαίας αναγνώρισης και της μη παρέμβασης. Από την πρώτη στιγμή, ωστόσο,η κυ­ριαρχία περιοριζόταν από το πρώτο διεθνώς αναγνωρι­σμένο ανθρώπινο δικαίωμα, κατοχυρωμένο στην ίδια τη συνθήκη, να επιτρέπεται δηλαδή στους διαφωνούντες με την επίσημη θρησκεία του κράτους η ελευθερία της μετα­νάστευσης2. Στην Αγγλία και την Ολλανδία έγινε δυνατή τελικά η κατάπαυση των θρησκευτικών συγκρούσεων μετά τις αιματηρές διαμάχες του Ογδοηκονταετούς Πολέμου και του Εμφύλιου Πολέμου, μέσω της ανοχής θρησκευτι­κών κοινοτήτων άλλων από την επίσημη εκκλησία, με αντί­τιμο την υπαγωγή των μελών τέτοιων κοινοτήτων σε ορι­σμένους περιορισμούς της θρησκευτικής τους πρακτικής και των πολιτικών τους δικαιωμάτων3.

Η θρησκεία δεν είναι πλέον η κυρίαρχη και καθολική ανθρώπινη υπόθεση. Οι περισσότεροι ακόμη και από τους ενεργά θρησκευόμενους την αποδέχονται ως μια ει­

Page 223: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. Φ1ΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 225

δική πρακτική και συμμορφώνονται με τις τρέχουσες αξίες και ήθη στην οικονομική και την κοινωνική ζωή. Ακόμα, η μεγάλη πλειοψηφία των εκκλησιών και των με­λών τους αποδέχονται σήμερα τη νόμιμη ύπαρξη άλλων θρησκειών μέσα στην ίδια πολιτική κοινότητα, επιδιώκο­ντας για λογαριασμό τους μόνο τα κοινά δικαιώματα να διαδίδουν την πίστη τους και να αναζητούν προσηλύτους. Τα κράτη είναι σήμερα κοσμικά επειδή όλες οι θρησκείες είναι πλέον σέκτες, διαθέτουν μόνο την υποστήριξη των δικών τους πιστών και οι τελευταίοι είναι μειοψηφία με­ταξύ των θρησκευομένων, πόσο μάλλον μεταξύ του γενι­κού πληθυσμού. Στην πραγματικότητα, στην πιο ενεργη­τικά και άτυπα θρησκευόμενη από τις ανεπτυγμένες χώ­ρες, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το ίδιο αυτό γεγονός της συ­νεχιζόμενης μαζικής θρησκευτικότητας προωθεί τη θρη­σκευτική πολυμορφία, καθώς οι άνθρωποι αδιάκοπα προσηλυτίζονται και διαλέγουν καινούργιες θρησκείες. Μια πολλαπλότητα θρησκευτικών ομάδων σε ένα εδαφι­κά κυρίαρχο κράτος απαιτεί είτε το κράτος αυτό να είναι κοσμικό, με την έννοια της ουδετερότητας απέναντι στις σέκτες και τον περιορισμό της διακυβέρνησής του σε θέ­ματα πίστης, είτε το κράτος να υιοθετήσει το δικαίωμα διώξεων εξ ονόματος της μιας θρησκευτικής ομάδας που τα μέλη της ελέγχουν την πολιτική εξουσία.

Αυτό ίσως μοιάζει να θέτει πολύ απόλυτα την επιλογή, όμως ελάχιστα πολιτικά συστήματα μπορούν σήμερα να υποστηρίξουν τη συμβιβαστική λύση μιας επίσημης θρη­σκείας με δημοσίως κατοχυρωμένα προνόμια και μιας υποτυπώδους ελευθερίας των άλλων να ακολουθούν τις πεποιθήσεις τους. Η θέση της Εκκλησίας της Αγγλίας έχει γίνει κωμική από αυτή την άποψη, και στο Ισραήλ οι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης εκνευρίζονται από την πα ­ρέμβαση των θρησκευτικών αρχών στην κοινωνική ζωή. Η Λουθηρανική Εκκλησία πρόσφατα έχασε την κρατική στή­ριξη στη Σουηδία. Η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι

Page 224: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

226 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

θρησκευτικές ομάδες με το κράτος σήμερα δεν οφείλεται στο ότι το κράτος είναι υπερβολικά ουδέτερο, υπερβολι­κά περιορισμένο ως διακυβέρνηση, όπως πολλοί από τους θρησκευόμενους νομίζουν, αλλά επειδή είναι τόσο δομη­μένο ώστε να μην μπορεί να περιοριστεί αρκετά. Το πρό­βλημα δεν έγκειται τόσο στο ότι οι ομάδες (ακόμα και οι σχετικά εξτρεμιστικές) ζητούν να καταργήσουν τις άλλες και να εγκαθιδρύσουν μια θεοκρατία, όσο στο ότι αντα­γωνίζονται για τον έλεγχο της κρατικής νομοθεσίας και της κοινωνικής πολιτικής προκειμένου να επικρατήσουν οι δικές τους απόψεις για το πώς πρέπει να οργανώνεται η κοινωνική ζωή. Αυτό σημαίνει ότι ανταγωνίζονται ευθέως στο θρησκευτικό επίπεδο για τον προσηλυτισμό μελών και έμμεσα μέσω του πολιτικού συστήματος στο επίπεδο του ελέγχου των συμπεριφορών. Είναι αδύνατο οι αξιώ­σεις των ανταγωνιζόμενων ομάδων να τύχουν ίσης αντιμε­τώπισης σε ένα εδαφικά κυρίαρχο κράτος εκτός μόνο εάν αυτό χάσει τον πολιτικό του χαρακτήρα και ως εκ τούτου ακυρωθεί η ίδια η υπό συζήτηση πρακτική, τιθέμενη εκτός του φάσματος της άμεσης κυβερνητικής παρέμβασης. Ακόμη κι αυτό δεν θα τους ικανοποιούσε όλους. Αλλιώς η κυριαρχία και η εδαφικότητα σημαίνουν ότι μόνο ένας νό­μος μπορεί να επικρατεί. Τα περισσότερα κράτη μπορεί να είναι κοσμικά με την έννοια ότι είναι ουδέτερα απένα­ντι στις θρησκευτικές αξιώσεις των σεκτών, όμως δςν εί­ναι ουδέτερα σε άλλες περιοχές επί των οποίων οι θρη­σκευόμενοι ανταγωνίζονται για τη διαμόρφωση νόμου. Τα φιλελεύθερα κράτη μπορεί να ασκούν περιορισμένη διακυβέρνηση, αλλά μόνο και μόνο επειδή έχουν επιλέξει να αυτοπεριορίζονται συνειδητά σε κάποιους τομείς. Τυ- π ικώς διακηρυγμένα κοσμικά και φιλελεύθερα κράτη διεκδικούν τόσο απεριόριστη νομοθετική κυριαρχία όσο και απόλυτη επάρκεια και αποτελεσματικότητα.

Page 225: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚ1Σ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 227

Φιλελευθερισμός και νομική κυριαρχία

Μια τέτοια απεριόριστη νομική κυριαρχία ποτέ δεν συμ­φιλιώθηκε εύκολα με το φιλελευθερισμό. Αυτό φαίνεται καθαρότερα σε κράτη τα οποία βάσισαν τις νέες αντιπρο­σωπευτικές κυβερνήσεις τους σε μοναρχικά θεμέλια, προ - σφέροντας νέα νομιμότητα στις απολυταρχικές αξιώσεις της υπέρτατης εξουσίας. Στη Γαλλία το Σύνταγμα του 1791 έδωσε στο κράτος απεριόριστη νομοθετική κυριαρ­χία, που 7τήγαζε από τη θέληση του λαού και προσπαθού­σε να συμφιλιώσει αυτό το γεγονός με τους περιορισμούς της κρατικής εξουσίας που υπονοούνταν στα «δικαιώμα­τα του ανθρώπου». Στην Αγγλία η Επανάσταση του 1688 και η συνταγματική ρύθμιση του 1689 είχαν δημιουργήσει έναν εξίσου ασταθή συνδυασμό της απεριόριστης κυριαρ­χίας του Στέμματος-εν-τω-Κοινοβουλίω και μιας Χάρτας Δικαιωμάτων με δέσμευση στην «έννομη διακυβέρνηση». Ο φιλελευθερισμός -περιορισμένη διακυβέρνηση και ου­δετερότητα στις ιδιωτικές υποθέσεις της κοινωνίας των πολιτών- υπό αυτές τις περιστάσεις μπορούσε να δ ια ­σφαλιστεί μόνο εάν το απολυταρχικό δυναμικό των αξιώ­σεων για νομοθετική κυριαρχία είτε δεν χρησιμοποιού­νταν είτε δεν χρειαζόταν. Στην πρώτη περίτττω ση κωλυό- ταν από αυτοεπιβεβλημένους συνταγματικούς περιορι­σμούς, στη δεύτερη περίτττωση επειδή οι εν λόγω κοινω­νίες ήταν αρκετά ομοιογενείς στις πεποιθήσεις και τα ήθη ώστε τα όρια της περιορισμένης διακυβέρνησης δεν δοκι­μάζονταν ποτέ.

Στην πραγματικότητα κανένας από τους παραπάνω δρόμους για τον περιορισμό της κυριαρχίας δεν αποδεί­χθηκε απόλυτα αποτελεσματικός. Ακόμα και στις Ηνωμέ­νες Πολιτείες, με τους ισχυρούς, τυπικούς περιορισμούς στην κρατική εξουσία υπό τη μορφή της ομοσπονδιακής οργάνωσης, το διαχωρισμό των εξουσιών και τη συνταγ­ματική εγγύηση των πολιτικών δικαιωμάτων, η ισχύς της

Page 226: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

228 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

πλειοψηφίας σε καταστάσεις πολιτικού πανικού έχει οδη­γήσει σε τόσο ριζικά αντιφιλελεύθερα μέτρα όπως το Διάταγμα Σμιθ ή HUAC. Στις περισσότερες δυτικές κοι­νωνίες η ομοιογένεια των πεποιθήσεων και των αξιών γνώρισε μόνο έναν σύντομο «μήνα του μέλιτος» τον 19ο αιώνα ανάμεσα στις θρησκευτικές συγκρούσεις και ορθο­δοξίες των προηγούμενων αιώνων και τους κοινωνικούς αγώνες του 20ού. Συνέπεια αυτών των τελευταίων αγώ­νων ήταν η καταστροφή της φιλελεύθερης διακυβέρνησης σε όλες εκτός από μια μικρή χούφτα χώρες, και η δημι­ουργία αυταρχικών συντηρητικών, κομμουνιστικών και φασιστικών καθεστώτων.

Στα τέλη του 20ού αιώνα οι κοινωνικοί αγώνες γύρω από τα κοινωνικά ήθη -ζητήματα όπως τα ναρκωτικά, η άμβλωση,τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων κ.λπ.-έχουν λάβει εξέχουσα θέση καθώς παρακμάζει η επιρροή των καταναγκαστικών συλλογικοτήτων. Τα άτομα είναι όλο και πιο ελεύθερα να διαλέγουν τον τρόπο της ζωής τους, και συχνά διαλέγουν να ζήσουν κατά τρόπους που απο­κλίνουν από τους παλιούς συλλογικούς κανόνες. Οι μεί- ζονες συγκρούσεις ανάμεσα στα κράτη των ανεπτυγμέ­νων χωρών έχουν καταπαύσει, μειώνοντας την αξία της εθνικής αλληλεγγύης και των μορφών ομοιογένειας στη συμπεριφορά που εκείνες νομιμοποιούσαν και επέβαλ­λαν. Οι ταξικές συγκρούσεις και οι συλλογικοί εργατ*κοί αγώνες έχουν επίσης ελαχιστοποιηθεί, μειώνοντας τις απαιτήσεις ομοιομορφίας που ήγειρε η ταξική αλληλεγ­γύη. Οι θρησκευτικές ομάδες εμπλέκονται κατά έναν διτ­τό τρόπο στη νέα πολιτική των ηθώ ν ή, για να χρησιμο­ποιήσω μια πιο σύγχρονη διατύπωση, στα «ζητήματα τρόπου ζωής». Από τη μία μεριά, τείνουν να παίρνουν θέ­ση εναντίον πολλών από τις νέες σεξουαλικές και πολιτι­σμικές ελευθερίες. Από την άλλη μεριά, ανήκουν σ’ εκεί­νους οι οποίοι έχουν ωφεληθεί από τη νέα ελευθερία επ ι­λογής και προσδιορισμού της ταυτότητας των ατόμων.

Page 227: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚ1Σ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 229

Είναι ακριβώς η Ευαγγελική Εκκλησία και οι λατρείες της Νέας Εποχής εκείνες που μπόρεσαν να προσελκύσουν τους περισσότερους νέους προσήλυτους, αυξανόμενες σε μια εποχή όπου οι περισσότερες παραδοσιακές εκκλησίες βρίσκονται σε στασιμότητα ή παρακμή. Αυτές οι ομάδες είναι και οι πιο ενεργές πολιτικά μεταξύ των θρησκευο- μένων, τροφοδοτούμενες από το ζήλο των νέων προσηλύ- των. Και αυτό ισχύει είτε για τη Νέα Δεξιά στις Ηνωμένες Πολιτείες είτε για το ρόλο των αντιλήψεων της Νέας Επο­χής σε τμήματα του περιβαλλοντικού κινήματος διαμαρ­τυρίας. Τέτοιες θρησκευτικές ομάδες ωθούνται στον προ­σηλυτισμό από ατομικές επιλογές, όχι από παραδοσιακές πίστεις. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει συνεχώς να μοχθούν για νέους προσηλύτους όσο και γ ια τη διατήρηση των υπαρχόντων, και αυτό εξηγεί τουλάχιστον εν μέρει τον συχνά τραχύ και θορυβώδη πολιτικό ακτιβισμό τους.

Οι παρούσες συγκρούσεις και δυσαρέσκειες που έχουν ως επίκεντρο τη θρησκεία και τα κοινωνικά ήθη δεν μοιά­ζουν σε τίποτα με τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις του αιώνα που μόλις πέρασε, ούτε με τους μεγάλους θρησκευ­τικούς αγώνες της περιόδου της Μεταρρύθμισης. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι εύκολες στο χειρισμό τους. 0 κοινωνι­κός και πολιτικός πλουραλισμός, ο ανταγωνισμός πεποι­θήσεων και κοινωνικών προτύπων, συνδυάζεται με την προσπάθεια των πιο ακτιβιστικών ομάδων να θεσπίσουν νομοθετικά τις απόψεις τους σε κρίσιμα κοινωνικά ζητή­ματα. Οι πιο παραδοσιακά θρησκευόμενοι τρομοκρατού­νται από την ιδέα ομοφυλόφιλων γάμων, οι λευκοί φιλε­λεύθεροι και φεμινιστές νιώθουν εξίσου αποτροπιασμό απέναντι στις προσπάθειες της χριστιανικής δεξιάς να απαγορεύσει νομικά τις αμβλώσεις. Αυτοί οι αγώνες είναι δύσκολο να ρυθμιστούν, επειδή η πολλαπλότητα των αντι­λήψεων είναι απίθανο να μειωθεί και επειδή, όπως έχουν προς το παρόν τα πράγματα, δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο ένα κοινωνικό μέτρο στον κρατικό νόμο. Αν η π α ­

Page 228: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

230 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

ρούσα κατάσταση των πραγμάτων συνεχιστεί, πρέπει να περιμένουμε αυξανόμενη και αδιάλειπτη πολιτική και κοινωνική αναταραχή. Και αυτό θα προέλθει όχι μόνο από τους θρησκευόμενους αλλά και από άλλες ομάδες οι οποί­ες επιδιώκουν να ελέγξουν και να αλλάξουν τα ήθη , όπως το κίνημα για τα δικαιώματα των ζώων ή οι πιο ακραίες περιβαλλοντικές ομάδες. Καμία από τις παραπάνω ομά­δες, θρησκευτικού ή άλλου χαρακτήρα, δεν μπορεί να ελ­πίζει ότι θα ελέγξει το πολιτικό σύστημα: δεν διαθέτουν αρκετή υποστήριξη, ούτε δημιουργούν αρκετή πολιτική ενέργεια έξω από το ειδικό ζήτημα για το οποίο μπορούν να εμπνεύσουν συχνά τη φανατική αφοσίωση των οπαδών τους. Αν τέτοιες συγκρούσεις δεν οριοθετηθούν, τότε πρέ­πει να περιμένουμε συνεχείς χαμηλής έντασης «κοινωνι­κούς πολέμους» που θα φθείρουν ακόμη περισσότερο τα περιθώρια του υπάρχοντος φιλελεύθερου διακανονισμού. Πώς μπορεί να περιοριστεί ένα τέτοιος ανταγωνισμός για τα κοινωνικά πρότυπα και να αμβλυνθεί η σύγκρουση με­ταξύ ανταγωνιζόμενων ομάδων τρόπου ζωής;

0 στοχαστής ο οποίος συνέδεσε πιο καθαρά την κατα­νόηση της απειλής που τίθεται από την αξίωση απόλυτης κυριαρχίας εκ μέρους του σύγχρονου κράτους και της ανάγκης για μια νέα σχέση ανάμεσα στις θρησκευτικές ομάδες και τη δημόσια εξουσία ήταν ο Τζων Νέβιλ Φίγκις4. Ο Φίγκις ήταν ένας αγγλικανός κληρικός, του οποίου τα έργα είναι γραμμένα ως επί το πλείστον στη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα. Συνδύαζε το ριζοσπα­στισμό στην πολιτική σκέψη μ’ ένα αγγλοκαθολικό θεολο- γικό ύφος και μια συντηρητική προσέγγιση στις θρησκευ­τικές αξίες. Υποστήριξε ένα πλουραλιστικό κράτος, στο οποίο η μεγαλύτερη εξουσία όφειλε να εκχωρείται στις ενώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Έβλεπε με συμπά­θεια επίσης τις εργατικές διεκδικήσεις και επέκρινε την απληστία της νέας πλουτοκρατίας. Ωστόσο ήταν αντίθετος σε κάθε φιλελεύθερη άμβλυνση του δόγματος της εκκλη­

Page 229: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚ1Σ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 231

σίας προκειμένου να γίνει περισσότερο αποδεκτό από την κοινή γνώμη και ήταν αντίθετος σε οποιαδήποτε προσαρ­μογή του στα επικρατούντα κοινωνικά ήθη: για παράδειγ­μα, διαφωνούσε πλήρως με την ανοχή του διαζυγίου από την εκκλησία. Η κατανόηση των σημερινών πολιτικών προβλημάτων που είχε ο Φίγκις ενισχυόταν από μια βαθιά ιστορική προοπτική υπό την οποία έβλεπε την ανάδυση του σύγχρονου κράτους, καθώς και από το έργο του ως ιστορικού της πολιτικής θεωρίας5. 0 Φίγκις ήταν ισχυρά επηρεασμένος από τον μεγάλο άγγλο ιστορικό του συ­ντάγματος και του δικαίου Φρήντριχ Γουίλιαμ Μέιτλαντ και από την κοινή τους ανάγνωση του γερμανού ιστορικού του δικαίου των πολιτικών ενώσεων 'Οττο φον Γκίρκε.

Θα επικεντρωθούμε εδώ σε τρία κύρια ζητήματα που αναφύονται από το έργο του Φίγκις: την κριτική του στην κυριαρχία· την άποψή του για τη σχέση των εκκλησιών με το κράτος· και την πεποίθησή του ότι ο Χριστιανισμός ήταν μια θρησκεία βασιζόμενη στην ελευθερία και αντίθε­τη σε κάθε πνευματική αριστοκρατία. Αυτό το τελευταίο σημείο είναι κεντρικό για τον τρόπο που αντιλαμβανόταν το απολυταρχικό δυναμικό του σύγχρονου κράτους. Προ- έβλεψε τον όλεθρο των κομμουνιστικών και φασιστικών καθεστώτων, διαβλέποντας το δυναμικό προς αυταρχική εξουσία σε φαινόμενα όπως ο γαλλικός αντικληρικαλι­σμός και η δεξιών αποχρώσεων πρόσληψη στη Γερμανία θεωριών όπως η βούληση για δύναμη και ο υπεράνθρω­πος του Νίτσε. Η συζήτησή μας θα βασιστεί σε τρία έργα: το Churches in the M odem State (1913), το The Fellowship of the M ystery (1914) και το W ill to Freedom (1917)6.

To πρόβλημα της κυριαρχίας

Ο Φίγκις αναγνώρισε ότι η κυριαρχία του σύγχρονου κράτους ήταν ένα σχετικά πρόσφατο φαινόμενο, ότι άρχι­

Page 230: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

232 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

σε να διαμορφώνεται στο πολιτικό επίπεδο και να προσ­διορίζεται εννοιολογικά μόνο στα τέλη του 16ου αιώνα. Στο Μεσαίωνα η εξουσία είχε θεμελιωδώς πλουραλιστικό χαρακτήρα: δεν αντιπροσώπευε ούτε ένα μοναδικό και καθολικά ελεγκτικό σώμα, το κράτος, ούτε μια πολιτική κοινωνία χωρισμένη απ’ αυτό και επί της οποίας εκείνο ασκούσε κυριαρχία. Διάφορα πολιτικά σώματα -μονάρ­χες, βαρόνοι, πόλεις, εμπορικές ενώσεις, συντεχνίες, η εκ­κλησία, θρησκευτικά ιδρύματα- κυβερνούσαν και αντα­γωνίζονταν μεταξύ τους κατά περίπλοκους και αλληλεπι- καλυπτόμενους τρόπους, εγείροντας αξιώσεις στην ίδια επικράτεια. Η τοπική εξουσία ήταν αυστηρά επικουρική ως προς την ιδέα του συντονισμού των δραστηριοτήτων σε μία και μοναδική προεξάρχουσα Χριστιανική Πολιτεία, η οποία ήταν ευρύτερη και συμπεριελάμβανε τόσο την εκκλησία όσο και τους διάφορους ηγεμόνες. Οι αξιώσεις για υπέρτατη εξουσία τόσο εκ μέρους του Πάπα όσο και του Αυτοκράτορα υπονομεύονταν από τον ανταγωνισμό τους με άλλα πολιτικά σώματα, όπως οι ιταλικές πόλεις - κράτη (που πολεμούσαν η μία εναντίον της άλλης). Οι πρώιμοι νεωτερικοί πολιτικοί στοχαστές παρέλαβαν για λογαριασμό τους τις αξιώσεις σε απεριόριστη κυριαρχία που μπορούσαν να ανιχνευθούν πίσω έως τους ρωμαίους αυτοκράτορες και τις εφάρμοσαν στους νέους θεσμούς των εδαφικά προσδιορισμένων, συγκεντρωτικών κρατών. Η κυριαρχία του σύγχρονου ηγεμόνα εντός του θεσμού του κράτους υλοποιούσε τις μέχρι τότε σε μεγάλο βαθμό αφηρημένες αξιώσεις του ρωμαϊκού Imperium. Οι νέες μοναρχίες σε μεγάλο βαθμό πέτυχαν να ακυρώσουν τις τοπικές εξουσίες και να καταργήσουν τις επιμέρους ελευ­θερίες, συγκεντρώνοντας το δικαίωμα να συντάσσουν και να εφαρμόζουν νόμο, να διαθέτουν εξοπλισμένο στρατό, να συλλέγουν φόρους, να κόβουν νόμισμα και να συνά­πτουν συνθήκες.

Τα σύγχρονα κράτη κληρονόμησαν αυτή την πρώιμη

Page 231: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 233

νεωτερική συγκέντρωση της ισχύος και την αποκλειστική διακυβέρνηση σε μία παγιωμένη επικράτεια, και τώρα διέθεταν τα οικονομικά και διοικητικά μέσα ώστε να την κάνουν πλήρως αποτελεσματική. Ακόμη και όταν θεμε­λιωνόταν σε φιλελεύθερες αρχές, όπως η Γαλλική Τρίτη Δημοκρατία, το σύγχρονο κράτος αξίωνε το απεριόριστο δικαίωμα να νομοθετεί για λογαριασμό και επί της κοι­νωνίας. Το κράτος ως κυρίαρχο είχε το αποκλειστικό δι­καίωμα να διαθέτει δυνάμεις για τη διενέργηση και την άσκηση της διακυβέρνησης, να εκχωρεί εξουσία σε όλες τις κατώτερες αρχές και να ορίζει τα δικαιώματα κάθε ένωσης. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατική κυβέρνηση ενίσχυε το χέρι του κράτους, αφού προσέφερε την ισχυρή νομιμοποίηση της εκλογικής επιτυχίας για κάθε δράση απέναντι στα ιδιαίτερα σώματα της πολιτικής κοινωνίας. Τα τέλη του 19ου αιώνα και οι αρχές του 20ού ήταν μια περίοδος κατά την οποία η «εκχωρησιακή» (concessionist) θεωρία των ενώσεων ασκούσε ιδιαίτερη επιρροή. Αυτή υποστήριζε ότι όλα τα σώματα εκτός από το ίδιο το κρά­τος υπήρχαν δυνάμει της βούλησης του νομοθέτη. Οι εξουσίες που απολάμβαναν οι ενώσεις ήταν ανακλητές εκχωρήσεις του δικαιώματος δράσης εκ μέρους τού κρά­τους. Μόνο το κράτος και το άτομο ήταν εγγενώς νόμιμα πολιτικά υποκείμενα: το τελευταίο ως φορέας δικαιωμά­των και ως θεμέλιο της νομιμότητας του κράτους, το πρώτο ως η έκφραση της βούλησης του λαού. Όλα τα άλ­λα σώματα ήταν νομικές κατασκευές, των οποίων ο σω­ματειακός χαρακτήρας παραχωρούνταν από το κράτος.

Ο Φίγκις διείδε ότι αυτό το εκχωρησιακό δόγμα, εάν εφαρμοζόταν πλήρως, θα κονιορτοποιούσε και θα απο- πολιτικοποιούσε την κοινωνία των πολιτών. Κατέστρεφε την ικανότητα για αυθόρμητη αυτοδιοίκηση και για ανε­ξάρτητη ανάπτυξη των ενώσεων. Τον ενδιέφεραν λιγότε- ρο τα ειδικά γνωρίσματα του ιδιοκτησιακού δικαίου και το ακριβές δικαιικό καθεστώς των νομικών προσώπων

Page 232: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

234 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

απ’ όσο να βεβαιώσει ότι ορισμένες ενώσεις είναι με την ακριβή έννοια του όρου πολιτικές όσο τουλάχιστον και το ίδιο το κράτος. Τέτοιες ενώσεις χρειάζονταν ευρύτερα δι­καιώματα αυτοδιοίκησης. Είδε τον Kulturkampf του Βί- σμαρκ εναντίον της Καθολικής Εκκλησίας στη Γερμανία, τις αντικληρικαλιστικές πολιτικές του Εμίλ Κομπ και των γάλλων ριζοσπαστών, καθώς και το εκχωρησιακό πνεύμα που επέδειξαν δικηγόροι και δικαστές στην περίτττω ση τη ς Ελεύθερης Εκκλησίας της Σκωτίας στη Βρετανία ως παραδείγματα υπερβάλλουσας ισχύος του κράτους ένα­ντι των θρησκευτικών ενώσεων.

0 Φίγκις επιτέθηκε εναντίον των εκχωρησιακών αντι­λήψεων με τους όρους της θεωρίας του πραγματικού προσώπου των ομάδων, την οποία άντλησε κατά κύριο λόγο από τον Γκίρκε. Χρησιμοποίησε την εν λόγω έννοια για να υπερασπιστεί το δικαίωμα στη σωματειακή ύπαρ­ξη και στην ομαδική αυτοδιοίκηση με μια ευρύτερη, πιο «πολιτική» σημασία από εκείνη που επέτρεπε η πολιτική σκέψη της εποχής του με την αποκλειστική της έμφαση στα δικαιώματα του κράτους και του ατόμου. Δεν τον εν- διέφερε η μεταφυσική ιδέα της ομάδας ως οντότητας δια- κριτής από τα άτομα που την απαρτίζουν, παρόλο που ο Γκίρκε είχε πα ίξει με αυτή κατά έναν συγκεχυμένο τρόπο7. Οι ομάδες υπήρχαν, για τον Φίγκις, επειδή τα άτομα δεν κοινωνικοποιούνταν μόνο εντός τους αλλά και από αυτές. Τα άτομα έφεραν διαρκώς την ομάδα μέσα στις πεποιθήσεις και τις πρακτικές τους, ωστόσο άλλαζαν και ενισχύονταν ως άτομα μέσα από την εμπειρία της συμμετοχής τους σ’ αυτή. Ο Φίγκις δεν είχε χρόνο ούτε για τη μεταφυσική ιδέα του κράτους όπως οι βρετανοί ιδεαλιστές, ούτε για τον αρνητικό και μοναχικό ατομικι­σμό του Χέρμπερτ Σπένσερ. Πίστευε μάλλον στην αλλη­λεγγύη παρά στην ομαδική ταυτότητα ως τέτοια.

Το επιχείρημά του ήταν ότι σώματα όπως η Καθολική Εκκλησία δεν είχαν δημιουργηθεί από το κράτος. Στη συ­

Page 233: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 235

γκεκριμένη περίπτωση προϋπήρχε του σύγχρονου κρά­τους, και σε άλλες περιπτώσεις ανέκυπταν από την ικα­νότητα των ανθρώπων να σχετίζονται μεταξύ τους, η οποία δεν χρειαζόταν την άδεια του κράτους για να φέρει σε ύπαρξη νέα σώματα. Το κράτος δεν μπορούσε να υπαγορεύει κάθε πλευρά της ζωής των ομάδων χωρίς να υπονομεύει ταυτόχρονα την ατομική ελευθερία και την ανθρώπινη δημιουργικότητα. Τα άτομα συναθροιζόμενα δημιουργούν κοινωνική ζωή μέσα από ενώσεις, και αυτές οι ενώσεις πρέπει να είναι ελεύθερες ν’ αναπτύσσονται αν οι άνθρωποι θέλουν να επιτύχουν τους κοινούς τους σκο­πούς. 0 Φίγκις υποστήριζε ότι «αυτή η εσφαλμένη αντί­ληψη του κράτους ως της μόνης αληθινής πολιτικής οντό­τητας πέραν των ατόμων αντιβαίνει όχι μόνο στην εκκλη­σιαστική ελευθερία αλλά και στην ελευθερία κάθε μορφής κοινοτικής ζωής, κι εντέλει σ’ εκείνη του ίδιου του ατό­μου» (Figgis, 1913, σ. 100).

Η έννοια της κυριαρχίας που είχε κληρονομηθεί από την πρώιμη νεωτερική απολυταρχία ήταν μια κοινωνιολογική κενολογία στη σύγχρονη κοινωνία. Είχε κάποια έννοια στο πλαίσιο του σφετερισμού της ισχύος από τους θε­σμούς της όψιμης μεσαιωνικής κοινωνίας. Σήμερα το κρά­τος δεν μπορεί να είναι ο απόλυτος κυρίαρχος, αντιμέτω­πο όπως πράγματι είναι με μια πολύπλοκα οργανωμένη πολιτική κοινωνία. Το κράτος πρέπει να αναγνωρίσει τον εγγενώς περιορισμένο χαρακτήρα της διακυβέρνησής του και οφείλει να μοιραστεί την εξουσία του, όπως σε μια ομοσπονδία, με αρχές εντός της πολιτικής κοινωνίας. Πρέπει να αποδεχθεί την αναπτυσσόμενη ύπαρξη και την ικανότητα για ανάπτυξη των ενώσεων, που είναι και οι ίδιες «πολιτικά» σώματα. Το πρόβλημα με τις αξιώσεις κυριαρχίας του σύγχρονου κράτους είναι ο συνδυασμός του νομοθετικού πρωτείου με μια ιδιαίτερα συγκεντρωτι­κή και ισχυρή διοίκηση. Η δημοκρατία καθιστά την εξου­σία του κράτους ιδιαίτερα επικίνδυνη, αφού δίνει τη δυ­

Page 234: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

236 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

νατότητα στους ηγέτες να ισχυρίζονται ότι η πολιτική τους πηγάζει όντως από τη θέληση του λαού και, ως εκ τούτου, από το γενικό συμφέρον. Έτσι οι ενώσεις δεν διαθέτουν εγγενή δικαιώματα ούτε ιδιαίτερες ελευθερίες. Τα φιλε­λεύθερα κράτη ισχυρίζονται ότι σέβονται τα δικαιώματα του ατόμου, ωστόσο τα υποσκάπτουν όταν ενεργούν ενα­ντίον των θεσμών μέσω των οποίων τα άτομα εκδιπλώ- νουν την κοινή τους ζωή, όπως οι εκκλησίες ή οι συνδικα­λιστικές οργανώσεις. Κάθε προσπάθεια να χρησιμοποιη­θεί έμπρακτα η απολυταρχική έννοια της κυριαρχίας στη σύγχρονη κοινωνία δεν μπορεί να οδηγήσει παρά μόνο στον ολοκληρωτισμό, στην υπονόμευση της περιορισμένης διακυβέρνησης και στον κρατικό έλεγχο των ενώσεων.

0 Φίγκις είχε τη διορατικότητα να διακρίνει ότι η κυ­ριαρχία του σύγχρονου κράτους εμπεριείχε την απειλή της ολοκληρωτικής εξουσίας και ότι αυτή η απειλή θα κα- τευθυνόταν ιδιαίτερα προς τη θρησκευτική ελευθερία, επειδή οι εκκλησίες εγείρουν ισχυρές αξιώσεις πίστης εκ μέρους των μελών τους οι οποίες ανταγωνίζονται εκείνες του κράτους. Τον κίνδυνο αυτό διείδε στη γαλλική αντι- κληρικαλιστική πολιτική που απογύμνωσε την Καθολική Εκκλησία από την περιουσία της, έθεσε αυτή την περιου­σία στα χέρια λαϊκών σωμάτων και, ως αποτέλεσμα, π ε­ριόρισε την ικανότητά της για σωματειακή αυτοδιοίκηση. Ποια εναλλακτική λύση έβλεπε ο Φίγκις; Δεν ήταν αναρ­χικός και δεν αρνιόταν στη δημόσια αρχή ένα κ ά π ο ιο υ ε ί ­δ ο υ ς πρωτείο έναντι των ομάδων. Από αυτή την άποψη υπήρξε πολύ σαφέστερος από μεταγενέστερους πλουρα- λιστές συγγραφείς όπως ο Γκ.Ντ.Χ. Κόουλ και ο Χ.Τζ. Λάσκι, οι οποίοι στις λιγότερο προσεκτικές τους στιγμές πραγματεύονταν το κράτος σαν να ήταν απλώς μία ακό­μα ένωση. Γι’ αυτόν, ο κρατικός νόμος οφείλει να έχει το πρωτείο εάν οι ομάδες θέλουν να απολαμβάνουν τις ελευθερίες τους, αλλιώς θα μπορούσαν να απειλήσουν η μία τα δικαιώματα της άλλης. 0 Φίγκις ήταν σαφής στο

Page 235: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, 01 ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 237

ότι ενώσεις και εκκλησίες θα έπρεπε να διοικούν μόνο τα μέλη τους και αυτό μόνο με τη συναίνεση των μελών τους: «Εκείνο που ζητάμε είναι ελευθερία μέσα στα όρια της πολιτικής κοινωνίας, δεν ζητάμε ούτε να εξαιρεθούμε από το νόμο ούτε να ασκήσουμε έλεγχο στην πολιτική» (Figgis 1913, σ. 105).

0 Φίγκις οραματιζόταν τον αρμόζοντα ρόλο του σύγ­χρονου κράτους ως ένωσης των ενώσεων. Η δημόσια αρχή θα ήταν μάλλον ένα περιορισμένο παρά καθολικά αρμό­διο σώμα. Θα έφτιαχνε νόμους για τη ρύθμιση της συ­μπεριφοράς των ατόμων και των ενώσεων. Θα διασφάλι­ζε την ελευθερία των ατόμων αναφορικά με τις ενώσεις και αναφορικά με τις μεταξύ τους σχέσεις. Πέραν αυτού, θα άφηνε τις ενώσεις να χειρίζονται τις δικές τους υποθέ­σεις και να επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες. Παρα­δείγματος χάρη, το κράτος δεν θα υποδείκνυε ούτε θα απαγόρευε βιβλία, αλλά θα επέτρεπε στην Καθολική Εκκλησία να το κάνει αυτό για τα δικά της μέλη καθώς και να τους αφορίζει όταν παρέβαιναν τον κανόνα. 0 Φί- γκις με τον τρόπο αυτό χώριζε το νομικό πρωτείο από την καθολική κυβερνητική αρμοδιότητα. Οι νόμοι θα έπρεπε να είναι υπέρτατοι αλλά η διακυβέρνηση περιορι­σμένη. Το κράτος θα γινόταν η κύρια πηγή δεσμευτικών κανόνων σε αυτό το πλουραλιστικό πολιτικό σύστημα, αλλά ένα κυβερνητικό σώμα μεταξύ πολλών άλλων. Θα είχε το πρωτείο σε ό,τι αφορά την ιδιάζουσα αρμοδιότη- τά του, να διασφαλίσει τη σταθερή λειτουργία της διοίκη­σης των ενώσεων, τίποτε όμως πέραν αυτού.

Το κράτος θα έπρεπε να είναι κοσμικό και να παρέχει μέσω του πολιτικού νόμου μια κοσμική ύπαρξη σ’ εκεί­νους οι οποίοι την ήθελαν. Οι θρησκευτικές ομάδες θα μπορούσαν να οικοδομήσουν τη δική τους ηθική τάξη και να την επιβάλουν στους οπαδούς τους ως προϋπόθεση συμμετοχής. Το δικαίωμα αυτό θα έπρεπε να περιορίζε­ται αυστηρά στα μέλη που είχαν διαλέξει ελεύθερα να

Page 236: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

238 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ενταχθούν στην κοινότητα. Οι εκκλησίες και άλλες ενώ­σεις όφειλαν να αποδεχθούν έναν πλουραλισμό πεποιθή­σεων και ηθών ως όρο για την ίδια τους την ελευθερία της αυτοδιοίκησης, το ότι δηλαδή είναι επιμέρους θεσμοί μέ­σα σε μια κοινότητα άλλων ενώσεων. Πρώτιστη αρχή της σύστασης ενώσεων είναι έτσι αυτή η αμοιβαία αναγνώρι­ση του δικαιώματος για ιδιωτική διακυβέρνηση, για πολι­τική διοίκηση στην ένωση όπου ο καθένας ανήκει, και ο σεβασμός των ευρύτερων πολιτικών συνεπειών αυτού του δικαιώματος. Για τον Φίγκις, η θεμελιώδης φιλελεύθερη αρχή είναι ότι «Δεν μπορούμε να ζητάμε ελευθερία για τον εαυτό μας εάν την ίδια στιγμή την αρνιόμαστε στους άλλους» (Figgis 1913, σ. 112). Όμως αυτό ακριβώς είναι που κάνουν οι πλέον φανατικοί από τους πολιτικά θρη­σκευόμενους σήμερα, όταν χρησιμοποιούν τις ελευθερίες των πολιτικών θεσμών για να προωθήσουν τη δική τους υπόθεση. Το ερώτημα είναι κατά πόσο ένα πλουραλιστι- κό κράτος χρειάζεται να μεγιστοποιήσει την αντίδραση σε τέτοιες πρακτικές ή να ελαχιστοποιήσει τα διακυβεύ- ματα του ανταγωνισμού για την πολιτική εξουσία. Η συ­γκέντρωση της πολιτικής ισχύος δίνει μεγαλύτερη ακτίνα δράσης σε όσους είναι ικανοί να τη σφετεριστούν. Εξου­σία κατανεμημένη και περιορισμένη μειώνει τη βλάβη που μπορούν να προκαλέσουν άνθρωποι ιδιοτελείς όταν την αποκτήσουν και επίσης τα κίνητρά τους να το κά­νουν. Αυτό το επιχείρημα θα έπρεπε να ασκεί ιδιαίτερη έλξη στους Χριστιανούς, δεδομένης της πίστης τους στη δυνάμει αμαρτωλή φύση όλων των ανθρώπινων όντων.

Οι εκκλησίες και το κράτος

«Το κύριο γεγονός με το οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι σήμερα είναι η θρησκευτική ετερογένεια του σύγχρονου κράτους» (Figgis 1913, σ. 113). Οι εκκλησίες είναι επιμέ-

Page 237: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 239

ρους θεσμοί μέσα σε μια ευρύτερη κοινωνία. Ο Φίγκις είναι σαφής ότι «εκτός εάν επιβάλουμε οριστικά τη θρησκευτική πίστη, η χριστιανική εκκλησία, με όσο ευρύ τρόπο κι αν οριστεί, δεν μπορεί να είναι παρά μόνο μια σέκτα, ένα κομμάτι του σύγχρονου έθνους» (Figgis 1913, σ. 132).

Αυτό είναι, λέει, «αποτέλεσμα της αρχής της ανεκτικό­τητας» (o jz .). Κοινωνιολογικά ο θρησκευτικός πλουραλι­σμός και, ως εκ τούτου, η ανεκτικότητα είναι αναπόδρα­στη, όπως το έβλεπε ο Φίγκις· τι γίνεται όμως με τους θρησκευόμενους που την αρνούνται; Ολοφάνερα τα κλα­σικά φιλελεύθερα επιχειρήματα έχουν ελάχιστη ισχύ. Τα συνετά επιχειρήματα υπέρ της ανεκτικότητας χρειάζονται κάποια ενίσχυση εναντίον εκείνων οι οποίοι θα ασκούσαν διώξεις στο όνομα της πίστης. Πώς αποκρούεται η ιδέα της επιβεβλημένης πίστης; Η απάντηση δεν μπορεί τελικά να δοθεί παρά μόνο με θρησκευτικούς όρους για εκείνους οι οποίοι σκέφτονται μ’ ένα θρησκευτικό ιδίωμα. Και εί­ναι βεβαίως η μορφή που όφειλαν να έχουν τα επιχειρή­ματα περί ανεκτικότητας σε μια περίοδο γενικευμένων θρησκευτικών διώξεων και πριν από την αποδοχή του σύγχρονου φιλελευθερισμού στα τέλη του Που αιώνα.

Ιστορικά, δύσκολα μπορεί να υποστηριχτεί ότι οι Χρι­στιανοί ανέχθηκαν άλλες πίστεις. Κατά κανόνα οι Χρι­στιανοί επέβαλλαν την πίστη μέσω εξαναγκαστικών μα­ζικών προσηλυτισμών και σταυροφοριών εναντίον των θρησκευτικά διαφωνούντων8. Οι επιδόσεις των Μουσουλ­μάνων στο σεβασμό των άλλων θρησκειών της Βίβλου μέ­χρι τη σύγχρονη εποχή είναι πολύ μεγαλύτερες. Θεολογι- κά, ωστόσο, η επιβεβλημένη πίστη είναι κενή νοήματος για τους σύγχρονους Χριστιανούς. Ο Πιερ Μ πέιλ,για π α ­ράδειγμα, στο σχόλιό του για το νόημα της εντολής του Ιησού «αναγκάστε τους να έλθουν» υποστήριξε ότι η εξαναγκασμένη πίστη δεν έχει αξία. Ο κατ’ όνομα προση­λυτισμός δεν έχει καμία σημασία εάν δεν εμφορείται από την αληθινή πρόθεση κάποιου να έρθει στον Χριστό. Οι

Page 238: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

240 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Χριστιανοί μπορούν να είναι αληθινοί πιστοί μόνο εάν έχουν αυθόρμητη και ηθελημένη πίστη στον Χριστό9.

0 Φίγκις υποστηρίζει εμφανώς ότι το θρησκευτικό επι­χείρημα κατά των διώξεων δεν μπορεί να βασιστεί στην κοσμική ελευθερία του ατόμου να κρίνει μόνο του τις πρά­ξεις του. Οι Χριστιανοί δεν μπορούν να δεχθούν το επιχεί­ρημα του Τζ.Σ. Μιλς ότι μπορεί κάποιος να πάει στην κό­λαση με χειράμαξα εάν ό,τι κάνει δεν έχει συνέπειες παρά μόνο στον εαυτό του. Ο Φίγκις λέει πως η κοινωνία έχει το δικαίωμα να απαγορεύει πράξεις όπως το μεθύσι και η χαρτοπαιξία, αφού και οι δύο βλάπτουν τα άτομα όσο και τη δημόσια τάξη. Αλλά το ίδιο κάνει κι ένα κακό βιβλίο, μπορεί να προσθέσει ο στρατευμένος θρησκευτικός ακτι- βιστής. Τα άτομα απαρτίζουν την κοινωνία και η ατομική συνείδηση είναι πάντοτε κατά ένα μέρος κοινωνική στα περιεχόμενα και τις λειτουργίες της. Γιατί η κοινωνία να μην προστατέψει τους ανθρώπους από βλαβερές ιδέες και να μη διαμορφώσει άτομα κατά τον αρμόζοντα τρόπο; Η απάντηση στρέφεται στο ποιος θα κρίνει. 0 πραγματικός κίνδυνος της δίωξης που απορρέει από την επιβεβλημένη πίστη είναι ότι περιορίζει τον άνθρωπο σε μια θέση όπου μοναδικός του ρόλος είναι η υπακοή. Αυτό είναι μοιραίο για μια ανοιχτή και αναπτυσσόμενη θρησκευτική ένωση. Όλες οι θρησκείες χρειάζεται να αλλάζουν στο δόγμα και στην οργάνωση ώστε να προσαρμόζονται σε νέες συνθή­κες. Διώξεις οι οποίες τηρούνται με αυστηρότητα απαγο­ρεύουν τις νέες ιδέες και ως εκ τούτου την εξέλιξη και την ανανέωση. Μια θρησκεία η οποία βασίζεται στην επιλογή του ατόμου να έρθει στον Χριστό και στην προσωπική ηθική υπευθυνότητα δεν μπορεί να επιβάλει αυστηρά την πίστη. Για όλες τις νόμιμες αξιώσεις της εξουσίας, είτε θρησκευτικής είτε κοσμικής, «σε τελευταία ανάλυση είναι το άτομο εκείνο που πρέπει ν’ αποφασίσει, και η δίωξη το αρνείται αυτό» (Figgis 1913, σ. 117).

Η ανεκτικότητα και το κριτικό πνεύμα δεν χρειάζεται

Page 239: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 241

να μειώνουν την πίστη: για τους πιο αφοσιωμένους από τους θρησκευόμενους μάλλον την ενισχύουν και την ενδυ­ναμώνουν εκ νέου. 0 Φίγκις είναι κατηγορηματικός οπα­δός της ρήσης «λιγότεροι αλλά καλύτεροι», σε τέτοιο βαθμό που θα προτιμούσε να δει την Εκκλησία της Αγγλίας να χάνει την κρατική στήριξη προκειμένου να εί­ναι ελεύθερη να αυτοδιοικείται χωρίς να είναι αναγκα­σμένη να δέχεται συμβιβασμούς με την κοινή γνώμη και το κράτος, και προκειμένου να δεξιώνεται μόνο αληθι­νούς πιστούς, όχι τον καθένα ο οποίος θα ήθελε να π α ­ντρευτεί ή να ταφεί με κάποια τελετουργία. 0 κίνδυνος μιας επίσημης εκκλησίας είναι μάλλον, όπως και αυτός των διώξεων, ότι οδηγεί όχι σε εξύψωση της πίστης αλλά στη μετριότητα. Τελικά «δεν μπορείς να κάνεις τίποτα περισσότερο από να καθιερώσεις τα ιδεώδη του τυχαίου ανθρώπου στο δρόμο» (Figgis 1913, σ. 114).

0 Φίγκις με τον τρόπο αυτό διατύπωσε μια θρησκευτι­κή υπεράσπιση της εκκοσμίκευσης και της ανεκτικότη­τας. Είναι αρκετά διαφορετική από εκείνη που παρου­σιάζει ο Μιλς στο Π ε ρ ί ε λ ευ θ ερ ία ς , επειδή η υποστήριξη της ελευθερίας για καινοτομία διατυπώνεται με θρησκευ­τικούς όρους. Ο φιλελευθερισμός του Φίγκις είναι εντέλει ένας χριστιανικός φιλελευθερισμός, θεμελιωμένος σε μια ερμηνεία του τι σημαίνει να έρχεται κάποιος στον Χρι­στό. Η ατομική ελευθερία γίνεται αντιληπτή με θεολογι- κούς όρους και ταυτόχρονα κοινωνιολογικά και με σύνε­ση. Όπως θα δούμε αργότερα, ο Φίγκις έβλεπε στον ουλ- τραμοντανισμό την άρνηση αυτής της ελευθερίας και την υιοθέτηση μιας απολυταρχικής έννοιας της κυριαρχίας μέσα στη διοίκηση της Καθολικής Εκκλησίας. Έτσι το επιχείρημά του δεν λειτουργεί απλώς ως εφεδρεία των υπέρμαχων της εκκοσμίκευσης, αλλά υποβάλλει μια ξε­κάθαρη θέση σχετικά με το πώς πρέπει να διοικούνται οι εκκλησίες.

Page 240: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

242 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Πολλαπλότητα και σύνεση

Δεδομένων των σημερινών μας δυσαρεσκειών και των διεκδικήσεων των φανατικά θρησκευομένων, είναι ουσιώ­δες να υπάρξει ένα επιχείρημα που να υπερασπίζεται την εκκοσμίκευση με θεολογικούς όρους και την ατομική ελευθερία με τους όρους του χαρακτήρα της εκκλησιαστι­κής διοίκησης. Αυτά τα επιχειρήματα δεν απευθύνονται στους αφοπλιστικά αδαείς μεταξύ των φονταμενταλιστών, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι επίσης ανεπίδε­κτοι θεολογικών επιχειρημάτων οποιοσδήποτε λεπτότη­τας. Ωστόσο,τα καθαρά κοσμικά επιχειρήματα υπέρ ενός ουδέτερου κράτους είναι ανεπαρκή για να πείσουν εκεί­νους οι οποίοι σκέφτονται κατεξοχήν -και θεμιτά- σε ένα ιδιαίτερο θρησκευτικό ιδίωμα. Η κατανόηση της ανεκτικό­τητας από θεολογική σκοπιά και η κατανόηση του ότι η ελευθερία της συνείδησης συνιστά μέρος της διοίκησης της εκκλησίας στη χριστιανική παράδοση αποτελούν τρόπους οικοδόμησης δεσμεύσεων στο κοσμικό κράτος με τη στενή σημασία εννοούμενο. Σε παρόμοιο πνεύμα, επιχειρήματα για μεγαλύτερη ελευθερία σε χώρες με ισλαμικά καθεστώ­τα οπωσδήποτε αποτυγχάνουν να κερδίσουν ευρύτερη αποδοχή εάν δείχνουν ότι εξαρτώνται από την απΰδοχή του δυτικού φιλελευθερισμού. Στόχος πρέπει να είναι η ανανέωση και η ενίσχυση τέτοιων επιχειρημάτων για έναν πιο ανεκτικό τρόπο άσκησης της πίστης μέσα από την ισλαμική θεολογία και πολιτική παράδοση.

Τα επιχειρήματα υπέρ της ανεκτικότητας πρέπει να ρι­ζώνουν σε εδραιωμένες εθνικές πολιτικές και θρησκευτι­κές παραδόσεις και να μη φαίνεται ότι εξαρτώνται απο­κλειστικά από την αποδοχή «οικουμενικών» ανθρώπινων δικαιωμάτων. Δεν πρόκειται εδώ ούτε γ ια πολιτισμικό σχετικισμό ούτε για την απλή τακτική της αποφυγής δ ι­καιωμάτων που γίνονται αντιληπτά ως ξένη επιβολή. Τα αληθινά δικαιώματα και οι ελευθερίες είναι πάντοτε ριζω­

Page 241: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 243

μένα σε ειδικές πολιτικές παραδόσεις και λειτουργούν μέ­σα από καθιερωμένους θεσμούς10. Αν είμαστε σε θέση να αντλούμε πολιτικές γενικεύσεις από τέτοια ειδικά πλαίσια αναφοράς, είναι επειδή μπορούμε να δούμε τέτοια δικαι­ώματα ως εκείνο που διάφορα έθνη και παραδόσεις έχουν κοινό ή αποτελεί μέρος της αναγνωρίσιμης συμβολής τους στην αποδεκτή κοινή παρακαταθήκη της πολιτικής σο­φίας. Η ανεκτικότητα και η ελευθερία συνιστούν αξίες που δεν είναι μονοπώλιο των δυτικών φιλελεύθερων υπέρμα- χων της εκκοσμίκευσης, και θα ήταν πιο ανίσχυρες ως πο­λιτική δύναμη σε παγκόσμια κλίμακα εάν ήταν τέτοιες. Πρέπει επίσης να γίνει σαφές ότι αυτό δεν είναι ένας γενι­κός σχετικιστικός ισχυρισμός: κάποιοι πολιτισμοί έχουν ελάχιστα ή και τίποτα να συνεισφέρουν σε αυτό.

Η θρησκευτική ελευθερία δεν είναι κάτι το εξωτερικό στη θρησκεία που της χαρίζεται από το κράτος, είναι μια ουσιώδης συνθήκη για τη ζωή και την εξέλιξη των ίδιων των περισσότερων θρησκευτικών ομάδων. Αυτή οι θρη­σκευτικές οργανώσεις τη μοιράζονται με άλλες ενώσεις. Η ελευθερία της ανάπτυξης εσωτερικά δεν μπορεί να υπάρχει παρά στο πλαίσιο μιας αρμόζουσας πολιτικής διευθέτησης εξωτερικά. Οι ομάδες χρειάζονται διασφάλι­ση της ελευθερίας τους τόσο έναντι των υπερβολικών π α ­ρεισδύσεων του κράτους όσο κι έναντι των ηγεμονικών βλέψεων άλλων ομάδων. Όπως έχουμε δει, σε μια κοινω­νία ανταγωνιζόμενων θρησκειών η περιορισμένη διακυ­βέρνηση είναι αναγκαιότητα: το κράτος αποφεύγει να νο­μοθετήσει τη συμμόρφωση σε κάποια θρησκευτική πίστη και παρέχει κοσμικούς νόμους σ’ εκείνους οι οποίοι δεν είναι θρησκευόμενοι. Οι θρησκευτικές ομάδες χρειάζονται μια τέτοια περιορισμένη διακυβέρνηση ώστε να επικρατεί σύνεση - ένα κράτος το οποίο παρεμβαίνει σε θρησκευτι­κά ζητήματα μόνο για να προστατέψει τα κοινά δικαιώ­ματα. Προκειμένου να έχουν αυτή την συνετή ελευθερία οι ομάδες πρέπει να αποδεχθούν περιορισμούς στην π ί­

Page 242: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

244 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

στη και την πρακτική τους· πρέπει να εσωτερικεύσουν ως θετική αξία την συνετή αναγκαιότητα της παραίτησης από κάθε δίωξη. Προϋπόθεση για βιώσιμο θρησκευτικό πλουραλισμό είναι όλοι οι θρησκευόμενοι να δέχονται ότι, μολονότι ελεύθεροι να κυβερνούν τον εαυτό τους, δεν αποτελούν παρά επιμέρους ενώσεις στην κοινωνική κλί­μακα. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να θέσουν σε διαφο­ρετικά επίπεδα τον θεολογικό πυρήνα και τις αξίες που ορίζουν την πρακτική δράση. Οι θρησκείες είναι ελεύθε­ρες να ανταγωνίζονται για προσηλύτους, εάν το θέλουν. Ωστόσο, αν μια θρησκεία ισχυρίζεται ότι είναι η μόνη αληθινή και οικουμενική πίστη αυτό θα πρέπει να το χει­ριστεί ως μια διαρκώς αναβαλλόμενη αξίωση, μέρος της τελικής πίστης μάλλον παρά της παρούσας πολιτικής. Με δεδομένη την ευρεία αποδοχή αυτού του διπλού περιορι­σμού εκ μέρους των θρησκευομένων (και, βεβαίως, εκ μέ­ρους των μη θρησκευτικών οργανώσεων), είναι κοινωνιο­λογ ικά δυνατό ένα π λο υρα λ ιστικό κρά τος που θα προΐσταται μιας κοινωνίας αυτοδιοικούμενων ενώσεων.

Οι περισσότερες θρησκευτικές ομάδες αποδέχονται αυτόν τον διπλό περιορισμό σε ζητήματα πίστης. Παρα­δείγματος χάρη, μόνο ένα ψυχασθενές άκρο ακόμη και της φονταμενταλιστικής δεξιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες πιστεύει ότι θα έπρεπε να γίνονται διακρίσεις κατά των Καθολικών ή των Εβραίων. Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ έχουν αποδεχθεί τον πλουραλισμό στις πεποιθήσεις, οι θρησκευτικές ομάδες συνεχίζουν να αγωνίζονται για μια σειρά υποκατάστατα της θρησκευτικής αυθεντίας στη σφαίρα της συμπεριφοράς και των κοινωνικών αξιών. 0 μόνος τρόπος να περιορίσουμε τις συγκρούσεις που ανα­κύπτουν από την πολιτισμική ετερογένεια είναι να επε­κτείνουμε την αρχή του πλουραλισμού από την πίστη στη συμπεριφορά και να περιλάβουμε σε αυτή τόσο θρησκευ­όμενους όσο και μη θρησκευόμενους. Αυτό θα σήμαινε ότι αποδεχόμαστε μια πολλαπλότητα κανόνων: να αφή­

Page 243: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 245

νουμε τις ομάδες να αυτοκυβερνώνται η μία δίπλα στην άλλη σε ζητήματα συμπεριφοράς.

Οι ομάδες θα έπρεπε να παραιτηθούν από την προ­σπάθεια να διαμορφώσουν τους νόμους που προορίζονται για εφαρμογή στους πάντες ώστε να συμφωνούν με τις δικές τους και μόνο πεποιθήσεις. Θα αντάλλασσαν έτσι τον τελικά μάταιο αγώνα για κυριαρχία στον πολιτικό προγραμματισμό με την προοπτική της αυτοδιακυβέρνη- σης και τη δυνατότητα να υλοποιούν τις πεποιθήσεις τους στο πεδίο της συμπεριφοράς με την αναζήτηση μελών τα οποία θα δέχονται τους κανόνες τους στην κοινωνία των πολιτών. Το ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται μεγάλες θυ­σίες τις οποίες οι ισχυρές ομάδες είναι απρόθυμες να κά­νουν είναι αλήθεια, αλλά το ίδιο ίσχυε ακόμα περισσότε­ρο με τη θρησκευτική ανοχή σε πρώτη φάση. Ενόψει των κλιμακούμενων συγκρούσεων γύρω από αποκλίνοντα κοινωνικά πρότυπα οι περισσότερες ομάδες ενδέχεται να δεχθούν την παράλληλη διακυβέρνηση ως το λιγότερο κα­κό υποκατάστατο.

Η πολιτική λύση σε τέτοιες συγκρούσεις θα ήταν λοι­πόν να επεκταθεί το εύρος της σύλληψης του Φίγκις για τις πολλαπλές κοινότητες μέσα σε ένα ελάχιστο κοσμικό κράτος. Στις ομάδες θα δινόταν το κίνητρο της μεγαλύτε­ρης ικανότητας για αυτοδιακυβέρνηση ώστε να δεχθούν αυτόν τον νέο διακανονισμό. Η παράλληλη διακυβέρνηση θα διευρυνόταν δίνοντας τόσο στις θρησκευτικές όσο και στις κοσμικές ομάδες μεγαλύτερο μερίδιο στον έλεγχο της κοινωνικής πρόνοιας και άλλων δημόσιων υπηρεσιών όπως η εκπαίδευση και η υγεία. Αλλού, στο Associative Democracy, έχω υποστηρίξει τη μεταρρύθμιση των δημό­σιων υπηρεσιών με τους όρους της παροχής αυτοδιακυ- βέρνησης σε εθελοντικές ενώσεις οι οποίες θα ενισχύονται με δημόσια χρηματοδότηση στο έργο τους ανάλογα με τον αριθμό των μελών τους11. Τα άτομα θα είχαν ένα περιοδι­κό δικαίωμα να αλλάζουν ή να εγκαταλείπουν το φορέα

Page 244: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

246 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

των υπηρεσιών όπου είχαν διαλέξει να συμμετάσχουν. Αυτό θα περιόριζε τη δύναμη των ομάδων και θα αντι­προσώπευε έναν πρώτο έλεγχο της ανεπάρκειάς τους. Θρησκευτικές και μη θρησκευτικές ομάδες θα ανταγωνίζο­νταν στο να προσφέρουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα πλε­ονεκτήματα στους συμμετέχοντες. Ανέπτυξα αυτά τα επι­χειρήματα για ένα ευρύτερο φάσμα λόγων από την απο­δοχή των θρησκευτικών ομάδων σε μια πολιτισμικά ετε­ρογενή κοινωνία. Εν πάση περιπτώσει, το δέλεαρ της δη­μόσιας χρηματοδότησης σε ανταπόδοση της παροχής υπη­ρεσιών προς τα μέλη τους θα έτεινε να δεσμεύσει τις πε­ρισσότερες ομάδες στην πλουραλιστική αρχή, αφήνοντας έξω μόνο μια ελάχιστη μειοψηφία φανατικών οι οποίοι θα περιορίζονταν από τον ποινικό νόμο εάν προσπαθούσαν να επιβάλουν τις πεποιθήσεις τους στους άλλους.

Πώς θα μπορούσαν οι ομάδες να ρυθμίζουν τις συμπε­ριφορές παράλληλα; Δύο μοντέλα παρουσιάζονται εδώ, τα οποία έχω αναπτύξει λεπτομερέστερα αλλού12. Το πρώτο είναι η μικροδιακυβέρνηση· που σημαίνει, ιδιαίτε­ρες εδαφικές ζώνες στις οποίες εφαρμόζονται διαφορετι­κοί κανόνες. Υπαρκτά παραδείγματα είναι οι συνοικίες των οίκων ανοχής στην Ολλανδία όπου η πορνεία γίνεται ανεκτή, ή οι γκέι περιοχές σε πολλές πόλεις, όπως το Μάντσεστερ, όπου ισχύουν de facto διαφορετικοί κανό­νες. Το δεύτερο είναι η αμοιβαία ετεροδικία, δηλαδή π α ­ράλληλη ύπαρξη αυτοκυβερνώμενων κοινοτήτων οι οποί­ες μοιράζονται τον ίδιο χώρο αλλά εφαρμόζουν κανόνες σε ζητήματα της κοινότητάς τους οι οποίοι αφορούν μόνο τα δικά τους μέλη. Τα παραδείγματα τέτοιων πρακτικών ποικίλλουν, από το σύστημα των Πυλώνων στις Κάτω Χώρες που έγινε το οθωμανικό σύστημα των μ ιλ λ έ τ . Η πολλαπλή διακυβέρνηση δεν είναι ουτοπικό σχήμα, αλλά έχει υπάρξει υπό διάφορες μορφές σε πολλές κοινωνίες και πολιτισμούς. Στην πραγματικότητα, μπορεί να ειπω­θεί ότι η απαίτηση του σύγχρονου κράτους να επιβάλει

Page 245: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 247

τη νομική και πολιτισμική ομοιομορφία είναι η εξαίρεση. Αφθονούν τα ιστορικά παραδείγματα ομάδων οι οποίες ζουν δίπλα δίπλα με έναν ελάχιστο πυρήνα κοινών νόμων επιβάλλοντας τους δικούς τους κανόνες στον εαυτό τους και σε κανένα άλλο13.

Αυτό σημαίνει βεβαίως ότι οι άνθρωποι πρέπει να συ­γκατατεθούν να νομιμοποιήσουν την ύπαρξη πρακτικών οι οποίες δεν τους αρέσουν. Οι φονταμενταλιστές Χριστιανοί οφείλουν να δεχθούν την ύπαρξη μιας γκέι κοινότητας με τους δικούς της κανόνες, περιλαμβανόμενου του γάμου. Οι φεμινιστές πρέπει να αποδεχθούν κοινότητες οι οποίες παρέχουν πολύ διαφορετικά δικαιώματα στους άνδρες και στις γυναίκες, όπως οι Μορμόνοι. Δεν χρειάζεται να υπο­ταχθούν οι ίδιοι σε τέτοιες πρακτικές, αλλά οφείλουν να ανεχθούν την παρουσία τους μέσα στην ίδια κοινωνία. Σε κάποια ζητήματα, όπως η άμβλωση, αυτό πιθανώς δεν θα λειτουργούσε, αλλά για τις περισσότερες συμπεριφορές οι ομάδες θα ανέπτυσσαν μία παγερά αμοιβαία ανοχή.

Οι φιλελεύθεροι υπέρμαχοι της εκκοσμίκευσης ίσως ήταν η ομάδα που θα είχε τις μεγαλύτερες δυσκολίες να αποδεχθεί μια τέτοια κοινοτική αυτοδιακυβέρνηση. Το πρόβλημά τους είναι ότι, ακόμα και σ’ ένα κράτος που υποστηρίζει τις κοσμικές αξίες στην παιδεία και τον πολι­τισμό, τελικά ισχυρές κοινότητες θα δημιουργήσουν τους δικούς τους θεσμούς και θα προσπαθήσουν να εδραιώ­σουν τις πεποιθήσεις τους εντός τους. Οι Χασιδιστές και οι Αναγεννημένοι Χριστιανοί θέλουν να ανατρέφουν τα παιδιά τους όπως αυτοί οι ίδιοι. Μόνο μια αυστηρή εκκο- σμικευμένη πολιτική επιβεβλημένης μη θρησκευτικής εκ­παίδευσης μπορεί να το αποτρέψει αυτό, αλλά κάτι τέτοιο θα ήταν αντιφιλελεύθερο. Το κρίσιμο δικαίωμα που ένα πλουραλιστικό κράτος, βασισμένο καθώς θα ήταν στις εθ ελο ύ σ ιες ενώσεις, όφειλε να εφαρμόσει και το οποίο θα συνεπαγόταν σύγκρουση με πολλές ομάδες είναι αυτό της αποχώρησης. Τα άτομα θα έπρεπε να υποστηρίζονται

Page 246: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

από το νόμο εάν οι ομάδες προσπαθούσαν να επιβάλουν υπερβολικές οικονομικές ποινές όταν έφευγαν ή επιχει­ρούσαν να εξαναγκάσουν την παραμονή των μελών τους. Μία πλουραλιστική κοινωνία θα διέθετε μια λειτουργικά περιορισμένη δημόσια σφαίρα και έναν ελάχιστο κοινό πολιτισμό· θα μπορούσε έτσι να προεκτείνει τις φιλελεύ­θερες αρχές της ουδετερότητας και της περιορισμένης διακυβέρνησης πέρα από το σημείο στο οποίο πολλοί φι­λελεύθεροι θα ένιωθαν άνετα. Ένας τέτοιου είδους πλου­ραλισμός θα εξόργιζε επίσης κοινοτιστές οι οποίοι π ι­στεύουν σε ένα κοινό συμπαγές στρώμα γραφών ή αξιών εδώ οι ενώσεις έχουν τις συμπαγείς γραφές (αν αυτό είναι που τα άτομα θέλουν), όχι όμως η κοινωνία στο σύνολό της. Το πρόβλημα για εκείνους που πιστεύουν σε έναν κοινό ουσιαστικό εκκοσμικευμένο πολιτισμό είναι ότι αυ­τός ο κατακερματισμός είναι ήδη υπαρκτός, οι άνθρωποι αρχίζουν να ζουν ριζικά διαφορετικούς βίους. Η αρχή των ενώσεων διατηρεί κάποια από τα κεντρικά χαρακτηριστι­κά του φιλελευθερισμού, αλλά είναι μια διαφορετική θεω­ρία που παρακάμπτει τους όρους της φιλελεύθερης-κοι- νοτιστικής διαμάχης.

0 Φίγκις, η αλληλεγγύη και ο Χριστιανισμός

Οι πολιτικές απόψεις του Φίγκις διαμορφώθηκαν σε μεγά­λο βαθμό μέσα από τη θρησκευτική του στράτευση και, κατά συνέπεια, πρέπει να δώσουμε εδώ τουλάχιστον μια περιορισμένη περιγραφή ορισμένων συναφών όψεων της θρησκευτικής του σκέψης. Βλέπει τον Καθολικό Χριστια­νισμό σαν μια κοινότητα πιστών ενοποιούμενη μέσω των μυστηρίων. Είναι μια θρησκεία ανοιχτή σε όλους και δεν απαιτεί κανένα ιδιαίτερο θρησκευτικό χάρισμα: «Η Καθο­λική Εκκλησία είναι μια θρησκευτική δημοκρατία... Είναι μια ζωή για όλους, και όχι για κάποιους. Κανένας φραγ­

Page 247: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 249

μός εκτός από την προσωπική του εκλογή δεν αποκλείει κανένα άνθρωπο. Η υψηλότερη πράξη λατρείας και κοινω­νίας στους κόλπους της, η Ευχαριστία, προσφέρεται σε όλους· και η δωρεά είναι ίδια για τον άγιο και τον αμαρ­τωλό , τον ιερέα και το λαϊκό, τον αρχιεπίσκοπο και το χει- ρώνακτα» (Figgis 1914, σ. 149). 0 Φίγκις επιτίθεται με οξύτητα στο ουλτραμοντανιστικό δόγμα της παπικής απο­λυταρχίας. Βλέπει αυτή την αξίωση για διακυβέρνηση της εκκλησίας ως ταυτόσημη με την κρατική κυριαρχία στις χειρότερες μορφές τη ς: «Αν όλη η διοίκηση της εκκλησίας που πιστεύεται ότι υπάρχει θείω δικαιώματι επενδυόταν σε έναν και μόνο άνθρωπο, όχι ως κυβερνήτη αλλά ως κύ­ριο, τότε, αφού η Εκκλησία είναι θρησκευτική ζωή,το αλά- θητό του θα ήταν αναπόφευκτη λογική απόρροια» ( d jz .) . Όπως και η «εκχωρησιακή» θεωρία των ενώσεων, το δόγ­μα αυτό οδηγεί στην «άρνηση κάθε ζώσας πραγματικότη­τας σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή σώμα μέσα στην εκ­κλησία» και ο λαϊκός δεν έχει κανένα άλλο «δικαίωμα πέ­ρα από την υπακοή» (Figgis 1913, σ. 149-50).

Η αξίωση της απόλυτης κυριαρχίας είναι ακόμα πιο επικίνδυνη μέσα στην εκκλησία απ’ ό,τι στο κράτος, διότι έμπρακτα αρνείται ότι οι άνθρωποι είναι πνευματικά όντα οδηγούμενα από την ίδια τους τη συνείδηση. Η αυταρχία «καταστρέφει τις πηγές της πνευματικής ζωής μέσα στην ατομική συνείδηση. Οπουδήποτε κηρύσσεται η τυφλή υπα­κοή, υπάρχει ο κίνδυνος της ηθικής διαφθοράς» (Figgis 1914, σ. 154). 0 κίνδυνος της παπικής αυταρχίας και ο κίν­δυνος της πνευματικής αριστοκρατίας σε ορισμένες προ- τεσταντικές σέκτες είναι παρόμοιοι κατά το ότι και οι δύο υποβιβάζουν την πνευματική αξία και ως εκ τούτου την πολιτική συμβολή των κοινών μελών της εκκλησίας.

Ο Φίγκις αντιλαμβανόταν τον Νίτσε ως υπόδειγμα πολλών από τα σφάλματα των ιδεών του συρμού οι οποί­ες επεδίωκαν να υπερβούν το Χριστιανισμό. Έβλεπε την πρόσληψη του Νίτσε στη Γερμανία και την υιοθέτησή του

Page 248: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

250 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

από τους ισχυρούς ως προαναγγελία του ολοκληρωτι­σμού. Μας υπενθυμίζει ότι ο Κάιζερ χάριζε τα Θ εμ έλ ια το υ δ έ κ α τ ο υ ε ν ά τ ο υ α ιώ ν α του Χιούστον Στιούαρτ Τσά- μπερλαιν στους ανώτερους υπαλλήλους του. Ο Φίγκις καταδίκαζε σ τη γερμανική η γ ε σ ία «τη λατρεία της για την ωμή ισχύ, την περιφρόνησή της προς όλες τις ανθρώ­πινες αξίες, την επιδίωξη μιας καθαρόαιμης αλλά πειθαρ- χημένης αριστοκρατίας που θα κυβερνούσε με ανελέητο εγωκεντρισμό τεράστιες μάζες ανθρώπων, τις ορδές των υποτελών φυλών» (Figgis 1917, σ. xi). Ακόμη και αν λαμ­βάνει υπόψη την προπαγάνδα της περιόδου του πολέμου, αυτή η απεικόνιση της βιλελμινικής ελίτ είναι οπωσδήπο­τε υπερβολική, χρησιμεύει ωστόσο ως αξιοσημείωτη προ­αναγγελία του τι αντιπροσώπευσαν οι ναζί. Ο Φίγκις κα­τανοούσε και θαύμαζε τον Νίτσε, αλλά θεωρούσε το δόγ­μα περί της βούλησης ισχύος ολέθριο14. Στο The W ill to Freedom, or the Gospel o f N ietzche and the Gospel o f Christ επέκρινε τον ισχυρισμό του Νίτσε ότι ο Χριστιανισμός ήταν γεμάτος μ ν η σ ιχ α χ ία και αντιπροσώπευε την εχθρική απέναντι στη ζωή θρησκεία της φθονερής αγέλης. 0 Χρι­στιανισμός είναι απεναντίας ένα θετικό ευαγγέλιο ελευ­θερίας και έκκληση «να ζει κανείς ριψοκίνδυνα» όπως έκανε ο Χριστός. Το ευαγγέλιο της ισχύος και το ευαγ­γέλιο της ελευθερίας είναι διαφορετικά στην ουσία το υ ς: «Έ να ευαγγέλιο της ισχύος οδηγεί αναγκαστικά, είτε από την πλευρά του ατόμου είτε από την πλευρά της τά ­ξης, σε μια θεωρία του εγωισμού, της τιμής και της τυ­ραννίας. Είναι στην ουσία του αποκλειστικό. Ένα ευαγ­γέλιο της ελευθερίας οδηγεί κατ’ ανάγκη αντίστοιχα σε ένα δόγμα ανεκτικότητας, ταπεινότητας· γιατί η ελευθε­ρία προϋποθέτει και συνεπάγεται την αναγνώριση των άλλων - η καθαρή και απλή ισχύς αρκείται να τους χρησι­μοποιεί ως εργαλεία» (Figgis 1917, σ. 288).

Ο Χριστιανισμός αντιπροσωπεύει την αλληλεγγύη, η βούληση ισχύος τον χειρότερο παγανιστικό ελιτισμό και

Page 249: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 251

αυταρχισμό: «Το ένα δόγμα χωρίζει τον άνθρωπο ή την τάξη ή το κράτος στο οποίο επενδύεται η ισχύς απ’ όλους τους άλλους, και το επιβάλλει στους υπολοίπους. Το άλ­λο αναγνωρίζει ηγεσία και νόμο, αλλά ως μέρος της μετο­χής "του ενός στον άλλον" που είναι η ουσία της ιδιότη­τας τόσο του πολίτη όσο και του μέλους της εκκλησίας» (Figgis 1917, σ. 289). Αυτό συνοψίζει ξεκάθαρα την αντί­ληψη του Φίγκις για τη διαφορά μεταξύ νόμιμης εξουσίας και καταχρηστικής ισχύος. Ο κίνδυνος της απεριόριστης κυριαρχίας, είτε της εκκλησίας είτε του κράτους, είναι ότι μεταμφιέζει υπό το ένδυμα του νόμου μια ισχύ χωρισμένη από την κοινωνία. 0 Φίγκις ήταν έτσι πλουραλιστής για θρησκευτικούς όσο και για κοσμικούς πολιτικούς λόγους -α λ λά είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε πλήρως τους τελευ­ταίους χωρίς τους πρώτους.

Σημειώσεις

1. Βλ. J.C. Isaac et.al. «American Democracy and the New Christian Right: a critique of apolitical liberalism», στο I. Shapiro και C. Hacker-Cordon, Democracy’s Edges, Καίμπριτζ, Cambridge University Press, 1999.2. Βλ. P. Hirst «The International Origins of National Sovereignty», κεφ. 14 του From Statism to Pluralism, Λονδίνο, UCL Press, 1997.3. Βλ. H. Kamen, The Rise of Toleration, Λονδίνο, Weidenfeld and Nicolson, 1967.4. Η καλύτερη σύνοψη της σκέψης του Φίγκις παραμένει το D. Nicholls, The Pluralist State, Λονδίνο, McMillan· πρώτη έκδοση 1975, δεύτερη έκδοση 1994. Κατά πολλούς τρόπους η πρώτη έκδοση είναι καλύτερη, ιδίως σε ό,τι αφορά τη σκέψη του Φί- γκις. Για μια προσεκτική επισκόπηση της σταδιοδρομίας των αγγλικών πλουραλιστικών ιδεών σε αυτόν τον αιώνα, βλ. R. Barker, «Pluralism, Revenant or Recessive?» στο J. Hayward,

Page 250: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

252 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

Β. Barry και A. Brown (επιμ.), The British Study of Politics in the Twentieth Century, Λονδίνο, The British Academy/Oxford University Press, 1999.5. Βλ. J.N. Figgis, The Divine Right of Kings, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1914, δεύτερη έκδοση Καίμπριτζ, Cambridge University Press, 1922· J.N. Figgis, Studies in Political Thought from Gerson to Grotius, Καίμπριτζ, Cambridge University Press, 1916· J.N. Figgis, The Political Aspect of St. Augustine’s «City of God», Λονδίνο, Longmans, Green & Co., 1921.6. Αντίστοιχα: Λονδίνο, Longmans, Green & Co., 1913, δεύτερη έκδοση του 1914 ανατυπωμένη υπό Thoemmes Press, Μπρί- στολ, 1997· Λονδίνο, Longmans, Green & Co., 1914· Λονδίνο, Longmans, Green & Co., 1917.7. Από αυτή την άποψη η εκτενής μελέτη του D. Runciman πάνω στα νομικά πρόσωπα και την πολιτική θεωρία, Pluralism and the Personality of the State, Καίμπριτζ, Cambridge University Press, 1998, είναι κατά τη γνώμη μου ακατανόητα και εξοργι­στικά επικριτική απέναντι στον Φίγκις.8. Για μελέτες σχετικά με τη χριστιανική εξάπλωση και την ένοπλη καταστολή των αιρέσεων στην Ευρώπη, βλ. αντίστοιχα R. Fletcher, The Conversion of Europe: From Paganism to Christianity 3 7 1 - i 3 8 6 AD , Λονδίνο, Fontana, 1998 και N. Housley, The Later Crusades: From Lyons to Alcazar 1274-1580 , Οξφόρδη, Oxford University Press, 1992.9. Για μια περιεκτική εισαγωγή στη σκέψη του Bayle, βλ. Ε. Labrousse, Bayle, Οξφόρδη, Oxford University Press, 1983.10. Κάποια ιδέα για το τι διακυβεύεται εδώ μπορεί να σχημα­τίσει κανείς εάν εξετάσει την εχθρική αγγλική αντίδραση απέ­ναντι στις αξιώσεις των γάλλων επαναστατών να εκπροσω­πούν οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα, όπως συνοψίζεται στην υπεράσπιση εκ μέρους του Edmund Burke της ιδιαίτερης αγγλικής παράδοσης της ελευθερίας όπως εκφράζεται στους χαρακτηριστικούς της θεσμούς, στο Reflections on the Revolution in France.11. Καίμπριτζ, Polity Press, 1994.12. Βλ. «Statism, Pluralism and Social Control», σε ένα ειδικό

Page 251: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ο ΤΖ.Ν. ΦΙΓΚΙΣ, ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ 253

τεύχος του The British Journal of Criminology με θέμα «Criminology and Social Theory», 2000.13. Η ύπαρξη παράλληλων κοινοτήτων συζητείται σε μία άλλη αρκετά διακριτή αγγλική πλουραλιστική παράδοση, εκείνη που εκπροσωπείται από τους ανθρωπολόγους J.S. Fumivall και M.G. Smith. Βλ. M.G. Smith, «Institutional and Political Conditions of Pluralism» στο έργο του Corporations and Society, Λονδίνο, Duckworth, 1974. Η προσέγγιση που υποστηρίζεται εδώ έναντι προβλημάτων πολιτισμικής ομοιογένειας δεν είναι η μόνη δυνατή και άλλες λύσεις έχουν επίσης δοκιμαστεί. Κάποια επιχειρήματα δίνουν έμφαση στην ισχυρή νομική προστασία των μειονοτήτων: για ένα αυστηρό παράδειγμα, βλ. W. Kymlicka, M ulticultural Citizenship: A Liberal Theory of M inority Rights, Οξφόρδη, Clarendon Press, 1995. Για μια διαφορετική προσέγ­γιση που αμφισβητεί κάποιες από τις φιλελεύθερες προϋποθέ­σεις, βλ. J. Gray, Enlightenment’s Wake: Politics and Culture at the Oose of the Modem Age, Λονδίνο, Routledge, 1995. Ο χώρος δεν επιτρέπει εδώ εκτενέστερη συζήτηση αφού εκείνο που μ ’ ενδια­φέρει πρωτίστως είναι μια έκθεση των ιδεών του Φίγκις.14. Δεν είναι ο κατάλληλος χώρος εδώ για να συζητήσω πόσο ακριβής είναι η αποτίμηση του Νίτσε από τον Φίγκις- δεν μπο­ρούσε να γνωρίζει τις μεταγενέστερες διαμάχες που περιέβαλ­λαν την έκδοση των σημειώσεων οι οποίες αποτελούν το Wille zur Macht. Το νόημα της παρουσίασης των απόψεων του Φίγκις δεν είναι τόσο η ακρίβεια της ερμηνείας του, μολονότι γνώριζε ότι ο Νίτσε δεν έτρεφε παρά μόνο περιφρόνηση για τον γερμα­νικό εθνικισμό, όσο η ισχυοκεντρικη πολιτική στάση την οποία επικρίνει, που ήταν μια απολύτως πραγματική απειλή στην ιδέα της ελευθερίας για όλους και όχι μόνο για την ελίτ.

Page 252: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Page 253: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Κάνοντας τον χριστιανικό κόσμο ασφαλή για το φιλελευθερισμό: από τον Γκρότιους στον Ρωλς

T imothy Samuel Shah

Πλουραλισμός, φιλελευθερισμός, ιστορία

Οι αναγνώστες που είναι εξοικειωμένοι με τα βιβλία των αγγλοαμερικανών πολιτικών επιστημόνων, με τα σεμινά­ρια που κάνουν ή τα συνέδρια που διοργανώνουν, γνωρί­ζουν ότι δύο διακριτά σύνολα ερωτημάτων απασχολούν την αγγλοαμερικανική πολιτική επιστήμη σήμερα.

Το πρώτο σύνολο ερωτημάτων ανακύπτει από την ενασχόληση με τον πλουραλισμό: ποια είναι η πιο πρό­σφορη πολιτική απάντηση στον πλουραλισμό ή στην κάθε είδους «διαφορά» -θρησκευτική, πολιτισμική, ηθική-που επικρατεί σε πολλές κοινωνίες του κόσμου; Πιο συγκε­κριμένα, πώς είναι πολιτικά δυνατόν να γίνεται σεβαστός ο πλουραλισμός και παράλληλα να περιορίζεται η ριζική σύγκρουση που ο ίδιος ο πλουραλισμός συνεπάγεται; Το δεύτερο σύνολο ερωτημάτων εγείρεται από την ενασχό­ληση με το φ ιλ ε λ ε υ θ ε ρ ισ μ ό ως διακριτό είδος πολιτικής θεωρίας και πρακτικής: ποιος είναι,ή θα έπρεπε να είναι, ο αδιαπραγμάτευτος «πυρήνας» του φιλελευθερισμού; Πρέπει άραγε αμιγώς πολιτικές αρχές και διαδικασίες, διατυπωμένες και νομιμοποιημένες ανεξάρτητα από την

Page 254: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

256 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ηθική, τη φιλοσοφία και τη θρησκεία, να συγκροτούν τον πυρήνα του φιλελευθερισμού; Ή μήπως ο φιλελευθερι­σμός είναι κάτι πιο ουσιώδες;

Στο παρόν κεφάλαιο θα θέσω αυτά τα ερωτήματα διε- ρευνώντας το σημείο της σύγκλισής τους: πώς συσχετίζο­νται -και πώς θα έπρεπε να συσχετίζονται- πλουραλι­σμός και φιλελευθερισμός; Αρμόζουν άραγε οι αρχές και οι διαδικασίες του φιλελευθερισμού σε κοινωνίες που χα­ρακτηρίζονται από ριζικό πλουραλισμό; Εάν όχι, πρέπει ο φιλελευθερισμός να προσαρμοστεί ώστε να εναρμονίζε­ται με την πραγματικότητα του πλουραλισμού; Ή μήπως πρέπει ο πλουραλισμός με κάποιο τρόπο να προσαρμο­στεί ώστε να εναρμονίζεται με τα αιτήματα και τις δομές του φιλελευθερισμού; Θα προσεγγίσω αυτά τα ερωτήμα­τα μέσα από μια κυρίως ιστορική έρευνα: τι μπορούμε να μάθουμε σχετικά με τον δυνατό και επιβαλλόμενο συσχε­τισμό φιλελευθερισμού και πλουραλισμού μέσα από την ιστορία αυτού του συσχετισμού; Πιο συγκεκριμένα, θα εστιαστώ σε μια ιδρυτική στιγμή αυτής της ιστορίας.

Σύμφωνα με την Τζούντιθ Σκλαρ, ο φιλελευθερισμός ανέκυψε ως απάντηση στις θρησκευτικές συγκρούσεις του 16ου και του 17ου αιώνα: «Ο φιλελευθερισμός είναι το επακόλουθο, εφόσον οι απαρχές του ανάγονται στην ευρωπαϊκή περίοδο που ακολούθησε τη Μεταρρύθμιση. Οι ρίζες του βρίσκονται στην τρομερή ένταση στο εσωτε­ρικό του Χριστιανισμού ανάμεσα στις απαιτήσεις για δογματική ορθοδοξία και τις αξιώσεις της ευσπλαχνίας, ανάμεσα σε πίστη και ηθικότητα»1. Το πλαίσιο στο οποίο ανέκυψε ο φιλελευθερισμός, με άλλα λόγια, ήταν ακριβώς ένα πλαίσιο ριζικού πλουραλισμού. Ειδικότερα, ο φιλε­λευθερισμός αναδύθηκε μέσα από μια διαιρεμένη και συ- γκρουόμενη χριστιανοσύνη, χωρισμένη στα δύο από τη Μεταρρύθμιση. Από τη στιγμή που ο Χριστιανισμός διαι- ρέθηκε σε μια πολλαπλότητα δογμάτων καθένα εκ των οποίων διεκδικούσε τη μοναδική αυθεντία, το ερώτημα

Page 255: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 257

για τους ευρωπαίους χριστιανούς έγινε: «Πώς μπορούμε εμείς (οι Χριστιανοί) ενός (οποιουδήποτε) δόγματος να αντιμετωπίσουμε τα αντίθετα δόγματα και τα μέλη τους κατά τρόπο που να παραμένει πιστός στο δίδαγμα του Χριστού - δίδαγμα που απαιτεί ταυτόχρονα την απόλυτη πίστη στην Αλήθεια του Χριστού και την πλήρη υπακοή στην Αγάττη του Χριστού;» Η πίστη στην Αλήθεια του Χριστού δεν φαινόταν ότι μπορούσε να εναρμονιστεί με την ιδέα της αίρεσης και της διχόνοιας, αλλά ούτε η υπα­κοή στην Αγά7τη Του έμοιαζε να εναρμονίζεται με τις με­θόδους της Ιεράς Εξέτασης και τον θρησκευτικό πόλεμο. Σε μια διαιρεμένη χριστιανοσύνη, πώς μπορούσαν οι Χριστιανοί να συμφιλιώσουν την Αλήθεια και την Αγά7τη, την «ορθοδοξία» και την «ηθικότητα»;

Ο μεγάλος Ολλανδός πανεπιστήμων Χούγκο Γκρότιους (1583-1645) ττήρε σοβαρά την πρόκληση του ριζικού πλου­ραλισμού που ακολούθησε τη Μεταρρύθμιση. Η απάντη­σή του, πιστεύω, έθεσε τα κύρια εννοιολογικά θεμέλια του φιλελευθερισμού και ως εκ τούτου είναι αποφασιστι­κή για την κατανόηση του συνακόλουθου συσχετισμού ανάμεσα σε πλουραλισμό και φιλελευθερισμό στη Δύση.

Η ιστορική μου έρευνα επιδιώκει απάντηση σε δύο ερωτήματα: 1) Ποια είναι η σχέση ανάμεσα σε φιλελευθε­ρισμό και πλουραλισμό; Πιο συγκεκριμένα, σε ποιο βαθ­μό υφίσταται μια ιδ ια ζό ντω ς φ ιλ ελεύ θ ερ η απάντηση στην πρόκληση του θ ρ η σ κ ευ τ ικ ο ύ πλουραλισμού; 2) Στο βαθ­μό που υπάρχει μία σχέση, είναι αυτή επαρκής; Η προ­σέγγισή μου έγκειται στη συνοπτική σκιαγράφηση μιας απάντησης σε καθένα από τα ερωτήματα μέσω μιας εξαι­ρετικός σύντομης επισκ07τησης της ιστορίας της φιλελεύ­θερης πολιτικής σκέψης. Θα ξεκινήσω από την «αρχή» της ιστορίας, με τον Χούγκο Γκρότιους. και κατόπιν (ύστερα από μια σύντομη αναφορά στον Τζων Λοκ) θα ρίξω μια γρήγορη ματιά στο «τέλος» της ιστορίας (δηλα­δή στο παρόν) διερευνώντας τον σημαντικότερο εν ζωή

Page 256: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

258 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

αγγλοαμερικανό διανοούμενο της πολιτικής φιλοσοφίας, τον Τζων Ρωλς. Θα εξετάσω τις ιδέες του Ρωλς σε αντι­παραβολή με τον Γκρότιους ώστε να δω κατά πόσο αυτοί οι διαφορετικοί φιλελεύθεροι σε πολύ διαφορετικές (πα- ρότι από κάποιες απόψεις με ενδιαφέρουσες ομοιότητες) συνθήκες, υιοθετούν εντούτοις μια κοινή, ιδιάζουσα προ­σέγγιση στο φιλελευθερισμό.

Πρώτον, ας εξετάσουμε τον πλουραλισμό και το φιλε­λευθερισμό στον Χούγκο Γκρότιους. Για να δανειστώ τις κατηγορίες της Σκλαρ, η απάντηση του Γκρότιους στον θρησκευτικό πλουραλισμό έγκειται στο να κατασιγάσει τη θρησκευτική διαμάχη ανάγοντας την «ορθοδοξία» στην «ηθικότητα». Στη βάση μιας νέας ορθοδοξίας της κοινής ηθικότητας, επεδίωκε να δείξει στους Χριστιανούς διαφορετικών δογμάτων ότι η ηθική τους συμφωνία ήταν σημαντικότερη θεολογικά από τις δογματικές τους δ ια ­φωνίες. 0 Γκρότιους -προκαταλαμβάνοντας τον Ρωλς, όπως θα δούμε- εισηγήθηκε τη χαρακτηριστική φιλελεύ­θερη απάντηση στην πρόκληση του πλουραλισμού: αυτή της «αλληλεπικαλυπτόμενης συναίνεσης» διαφορετικών κοσμοαντιλήψεων γύρω από μια ελάχιστη, μη μεταφυσική ηθικότητα. Εντούτοις, μόνο αν η πλειονότητα'των χρι­στιανικών δογμάτων αποδεχόταν τον γκροτιανό ριζικό επανακαθορισμό της ορθοδοξίας -στην πραγματικότητα, επανακαθορισμό του ίδιου του Χριστιανισμού- θα μπο­ρούσε η άποψή του να κερδίσει καθολική αποδοχή. Επο­μένως, ο Γκρότιους θα μπορούσε να κάνει αποτελεσματι­κή τη φιλελεύθερη απάντησή του στον θρησκευτικό πλου­ραλισμό μόνο αν εμπεριέκλειε τον θρησκευτικό πλουρα­λισμό στο στενό πλαίσιο της νέας του ορθοδοξίας. Με τη νέα σύλληψη της ορθοδοξίας από τον Γκρότιους εμφανί­στηκε και μια νέα σύλληψη της ετεροδοξίας, η οποία θε­ωρούσε μονοσήμαντα κάθε σύστημα χριστιανικής πίστης, που ήταν ασύμβατο με την ορθοδοξία του Γκρότιους, ως απειλή για το φιλελευθερισμό. Στην κατηγορία της αντι-

Page 257: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 259

φιλελεύθερης ετεροδοξίας ο Γκρότιους συμπεριλάμβανε προπαντός τον Καλβινισμό, ενάντια στην επιρροή του οποίου εργάστηκε ακαταπόνητα και (εν μέρει) με επιτυ­χία. Προωθώντας τη φιλελεύθερη και σημαντική του ιδέα της αλληλεπικαλυπτόμενης συναίνεσης, ο Γκρότιους συ­νέβαλε στο να καταστεί ο χριστιανικός κόσμος ασφαλής για το φιλελευθερισμό αλλά μη ασφαλής για τον θρη­σκευτικό πλουραλισμό.

Δεύτερον, θα εξετάσω τη φιλελεύθερη απάντηση του Τζων Ρωλς στον θρησκευτικό πλουραλισμό στο έργο του Political Liberalism (1993, 1996) και θα υποδείξω ότι και αυτός επίσης, στην προσπάθειά του να διατηρήσει τον κόσμο ασφαλή για το φιλελευθερισμό, στην πραγματικό­τητα τον κάνει μη ασφαλή για τον θρησκευτικό πλουραλι­σμό. Κατά τρόπο αξιοσημείωτα όμοιο με του Γκρότιους, η φιλελεύθερη απάντηση του Ρωλς στον θρησκευτικό πλουραλισμό μπορεί να γίνει αποτελεσματική μόνο αν εμπερικλείσει την έννοια του θρησκευτικού πλουραλι­σμού μέσα στο στενό π λα ίσ ιο της « λο γ ικ ό τη τα ς» [reasonableness], έννοια η οποία συνιστά τη βάση της συ­ναινετικής πολιτικής του ηθικής. Μια αντιπλουραλιστική κατασταλτική στρατηγική που προϋποθέτει μονοσήμαντα ότι ορισμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις είναι ασύμβατες με το φιλελευθερισμό, επομένως, συνεχίζει να καθορίζει τη φιλελεύθερη απάντηση στον πλουραλισμό. Για μια π ε­ρισσότερο έγκυρη απάντηση στην πρόκληση του πλουρα­λισμού στον σημερινό κόσμο, πρέπει να κοιτάξουμε πέρα από την παράδοση του «γκροτιανού» φιλελευθερισμού.

Ο περιορισμός του θρησκευτικού πλουραλισμού στο γκροτιανό πλαίσιο

Αν ο Γκρότιους κατέχει σημαντική θέση στην ιστορία της ανάπτυξης μιας χαρακτηριστικά φιλελεύθερης απάντησης

Page 258: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

260 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

στον θρησκευτικό πλουραλισμό, αυτό οφείλεται προπα­ντός στην ευγενή επιδίωξή του να πείσει τους Ευρωπαί­ους διαφορετικών και ασύμμετρων θρησκευτικών αντιλή­ψεων ότι η θρησκευτική διαίρεση δεν ήταν κάτι το κακό αλλά κάτι με το οποίο μ π ο ρ ο ύ σ α ν κ α ι ό φ ε ιλ α ν να συνυ­πάρξουν. Θα κατανοούσαμε καλύτερα το εγχείρημα του Γκρότιους αν το εντάσσαμε στο συγκεκριμένο και ταρα­χώδες ιστορικό του πλαίσιο.

Η Προτεσταντική Μεταρρύθμιση είχε βαθιές και πολι­τικά ανησυχητικές επιπτώσεις στις Ηνωμένες Επαρχίες του ίδιου του Γκρότιους. Στο δεύτερο μισό του 16ου αιώ­να ο Καλβινισμός εξαπλώθηκε στις Κάτω Χώρες που εκείνη την εποχή βρίσκονταν υπό ισπανική (δηλαδή καθο­λική) κυριαρχία. Το 1568 η βίαιη αντίσταση των Καλβινι- στών εναντίον της Ισπανίας πυροδότησε τον Οκταετή Πό­λεμο για την ανεξαρτησία. Παρότι επίσημα καλβινιστικές από το 1572, οι Ηνωμένες Επαρχίες γνώρισαν σύντομα μια διαμάχη ως προς το εύρος των θεολογικών γνωμών που θα έπρεπε να ανέχεται ένας επισημοποιημένος Καλ­βινισμός. Μετά την ανακωχή που υπογράφτηκε με την Ισπανία το 1609, η εν λόγω διαμάχη εντάθηκε και πόλωσε τα πνεύματα.

Από τη μία πλευρά υπήρχαν οι «ορθόδοξοι» Καλβινι- στές που απαιτούσαν η κυβέρνηση να επιβάλει ομοιο­μορφία στην επίσημη Μεταρρυθμισμένη Εκκλησία και να καταστείλει ή τουλάχιστον να περιορίσει τις θρησκευτικές ομάδες -Καθολικούς, Εβραίους και σχισματικούς Προτε- στάντες-εκτός εκκλησίας. Από την άλλη πλευρά υπήρχαν οι «Διαμαρτυρόμενοι», οπαδοί του Γιάκομπ Αρμίνιους: αυτοί αμφισβητούσαν το καλβινιστικό δόγμα του προορι­σμού, πίστευαν ότι η εκκλησία του κράτους έπρεπε να τε­λεί υπό κυβερνητική εξουσία και να περιλαμβάνει τους πάντες, και υποστήριζαν επίσης ότι η κυβέρνηση όφειλε να είναι ανεκτική απέναντι στους εκτός εκκλησίας. Η δια­μάχη πήρε τέτοιες διαστάσεις ώστε να συμπεριλάβει τους

Page 259: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 261

δύο εξέχοντες πολιτικούς ηγέτες των Ηνωμένων Επαρ­χιών, τον Γιόχαν φον Όλντενμπάρνεφελτ, γενικό γραμμα­τέα του Διοικητικού Συμβουλίου των Ηνωμένων Επαρ­χιών και ουσιαστικά κεφαλή της κυβέρνησης, και τον πρί­γκιπα Μωρίς, de facto ηγέτη του κράτους. Μετά το 1609 ο πρίγκιπας Μωρίς συντασσόταν όλο και περισσότερο με τους ορθόδοξους Καλβινιστές· ο Όλντενμπάρνεφελτ, ο οποίος απεχθανόταν τον θρησκευτικό εξτρεμισμό, συντά­χθηκε με τους Διαμαρτυρόμενους.

Ο νεαρός Γκρότιους υπήρξε στενός συνεργάτης του Όλντενμπάρνεφελτ και τελικά έγινε ένας από τους αντι­προσώπους του Ρότερνταμ στο Διοικητικό Συμβούλιο. Πεπεισμένος υπέρμαχος της ανεκτικότητας κι ενός πιο περιεκτικού Χριστιανισμού (όπως θα δούμε), ο Γκρότι­ους συστρατεύθηκε με τον Όλντενμπάρνεφελτ ενάντια στους ορθόδοξους Καλβινιστές. Το 1618 όμως η πλειοψη­φία του Διοικητικού Συμβουλίου έκλινε προς τους ορθό­δοξους Καλβινιστές, και η αντιπολίτευση του Όλντεν­μπάρνεφελτ και του Γκρότιους θεωρήθηκε ολοένα και π ε­ρισσότερο ετερόδοξη και προδοτική. Αφότου κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα, ο πρίγκιπας Μωρίς συνέλα- βε και τους δύο, τους δίκασε για προδοσία και κρίθηκαν ένοχοι. Σε μία από τις δύο θεαματικότερες πολιτικές εκτελέσεις του Που αιώνα (η δεύτερη θα γίνει τριάντα χρόνια αργότερα) ο Όλντενμπάρνεφελτ, σε ηλικία εβδο­μήντα ενός ετών, αποκεφαλίστηκε τον Μάιο του 1619. Ο Γκρότιους καταδικάστηκε σε ισόβια - ωστόσο απέδρασε με εντυπωσιακό τρόπο και έφτασε στο Παρίσι, όπου πέ- ρασε το υπόλοιπο σχεδόν της ζωής του.

Για να εκτιμήσουμε την πρωτοτυπία της γκροτιανής φιλελεύθερης προσέγγισης στον θρησκευτικό πλουραλι­σμό πρέπει κατ’ αρχάς να κατανοήσουμε τους βαθύτε­ρους θεωρητικούς λόγους για τους οποίους οι εμπλεκό­μενοι στις θρησκευτικές διαμάχες του 16ου και 17ου αιώ­να δεν μπορούσαν να δεχθούν (ή σε κάποιες περιπτώσεις

Page 260: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

262 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

καν να διανοηθούν) το φιλελευθερισμό ως απάντηση στην κατάσταση τους. Και αυτό επειδή τα εμπόδια στην πρό­ταξη του φιλελευθερισμού ήταν ως επί το πλείστον θεω­ρητικά. Με άλλα λόγια, προκειμένου να γίνει θρησκευτι­κά ανεκτική, η εποχή του Γκρότιους χρειαζόταν κάτι πο ­λύ περισσότερο από απλή ιστορική «εμπειρία» ή «κόπω­ση» - έπρεπε να υπερνικήσει θεωρητικά εμπόδια . Η εμπειρία από μόνη της είναι βουβή και η κόπωση προσω­ρινή. Καμία τους από μόνη δεν μπορούσε να επιφέρει κάτι περισσότερο από μια προσωρινή υποχώρηση απένα­ντι στη θρησκευτική πολυμορφία, που μακράν απείχε από την πλήρη αποδοχή της τελευταίας. Είναι εσφαλμένη λοι­πόν η άποψη ότι η εμπειρία των θρησκευτικών συγκρού­σεων δίδαξε στην Ευρώπη και στον κόσμο το μάθημα του φ ιλελευθερισμού. Η εμπειρ ία των θρησκευτικών συ­γκρούσεων δεν δίδαξε τίποτα στους πολέμιους της ανε­κτικότητας, τον Ιωάννη Καλβίνο,τον Ιούστους Λίπσιους, τον Ζαν Μποντέν και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Η ίδια εμπειρία συχνά διδάσκει σε διαφορετικούς ανθρώ­πους διαφορετικά πράγματα, και η θρησκευτική πολυ­μορφία στην Ευρώπη μετά τη Μεταρρύθμιση προσφερό- ταν εξαιρετικά για μια πληθώρα ασύμβατων μεταξύ τους οπτικών. Διάφορες θεολογικές αντιλήψεις, από τη μία, σύμφωνα με τις οποίες η θρησκευτική πολυμορφία δεν θεωρούνταν κάτι με το οποίο μπορούσαν να συμβιώσουν αλλά κάτι που έπρεπε να εξαλειφθεί, και πολιτικοθεωρη- τικές αντιλήψεις, από την άλλη, που υποστήριζαν ότι ήταν αδύνατο να σταθεροποιηθεί μια θρησκευτικά διασπασμέ- νη κοινωνία, συνιστούσαν έτσι ανυπέρβλητους θεωρητι­κούς φραγμούς στο φιλελευθερισμό.

Προσπαθήστε, παραδείγματος χάρη, να δείτε τη θρη­σκευτική διαμάχη του 17ου αιώνα στις Ηνωμένες Επαρ­χίες από τη σκοπιά ενός εμπλεκόμενου ατόμου, φέρ’ ει- πείν κάποιου ειλικρινούς καλβινιστή Μεταρρυθμιστή: επιδιώκετε να στηρίξετε ένα αναδυόμενο και απειλούμε­

Page 261: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 263

νο κίνημα του οποίου στόχος είναι να αποκαθάρει την εκ­κλησία του Χριστού και να κάνει κάθε κοινωνική σφαίρα να συμμορφώνεται με το δίδαγμα του Χριστού. Από την πλευρά σας, η «θρησκευτική πολυμορφία» δεν είναι απλώς ένα «κοινωνιολογικό» δεδομένο. Αντίθετα, θεω­ρείτε τη θρησκευτική πολυμορφία ως «απειλή γ ια την επιβίωση της Μεταρρύθμισης και ως εκ τούτου για την καθαρότητα της αληθινής εκκλησίας», συνεπώς ένα «κα­θαυτό κακό» ενάντια στο οποίο μόνο μία θεραπεία υπάρχει, δηλαδή η κρατική ενδυνάμωση της καλβινιστι- κής ορθοδοξίας. Εάν είστε Ιησουίτης ο οποίος επιδιώκει να αναθεμελιώσει το consensus fidelium που είχε διατη­ρηθεί ακλόνητα και οικουμενικά έως ότου θρυμματίστηκε από αδιάλλακτους σχισματικούς, και πάλι δεν βλέπετε τη θρησκευτική πολυμορφία ως απλώς κοινωνιολογικό γεγο­νός αλλά ως «σχίσμα και διάδοση της αίρεσης» στο οποίο μία και μόνη λύση είναι δυνατή, δηλαδή μια επανε- νωμένη χριστιανοσύνη υπό την εξουσία του Πάπα. Από την άλλη πλευρά, εάν είστε κάποιος νεοστωικός ανθρω­πιστής όπως ο Λίπσιους, δεν θεωρείτε ότι η θρησκευτική πολυμορφία ενέχει κάποια υπερβατική θρησκευτική ση­μασία αλλά συνιστά «απλή αναταραχή» και «απειλή για την πολιτική ενότητα» διότι, όπως το έθεσε ο Λίπσιους, «από μια θρησκεία σε σύγχυση ανέκαθεν προκύπτει δ ι­χόνοια». Κάποιος όπως ο Λίπσιους, του οποίου κίνητρο δεν είναι ο θρησκευτικός ζήλος αλλά η πολιτική αναγκαι­ότητα, θα θεωρούσε ότι είναι επιτακτική ανάγκη να εξα- λειφθεί η θρησκευτική διχόνοια και να επιβληθεί μια ενο- ποιητική δημόσια θρησκεία, όπου αυτό είναι δυνατόν.

Εξετάζοντας αυτές τις διαφορετικές απαντήσεις στο ζήτημα της θρησκευτικής πολυμορφίας, καθεμία από τις οποίες είχε πολλούς αφοσιωμένους υποστηρικτές τον 16ο και 17ο αιώνα, παρατηρούμε ότι κάθε άποψη περί της θρησκευτικής πολυμορφίας εξαρτάται από κάποια συ­γκεκριμένη εννοιολόγτη ση . Η φύση της θρησκευτικής πο­

Page 262: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

264 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

λυμορφίας συνίσταται στη ριζική διαφωνία όχι μόνο σε ό,τι αφορά θεμελιώδη δογματικά ζητήματα -ο Πάπας, φέρ’ ειπείν, είναι αντιπρόσωπος του Χριστού ή του Αντί­χριστου αλλά και σε ό ,τι αφορά την ίδια την εν ν ο ιο λ ό - γη σ η της θ ρ η σ κ ευτ ικ ή ς π ο λ υ μ ο ρ φ ία ς . Η θρησκευτική πο­λυμορφία είναι πιθανώς ένα γεγονός, αλλά το ερώτημα από κοινωνική και πολιτική σκοπιά είναι το εξής: Πώς αξιολογούμε τη σ η μ α σ ία της; Τι σ η μ α ίν ε ι; Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά και η άποψή μας για τη θρησκευτι­κή πολυμορφία εξαρτάται τόσο από τη βασική αντίληψη που έχουμε για τη θρησκεία όσο και από την απάντησή μας στο θεμελιώδες ερώτημα του δόγματος. Με άλλ'α λό­για , η ερμηνεία της δεδομένης θρησκευτικής πολυμορφίας φαίνεται ότι εξαρτάται εξίσου από την εννοιολόγηση όσο και από την αξιολόγηση, ας πούμε, του ισχυρισμού ότι ο Πάπας είναι ο αντιπρόσωπος του Χριστού.

Επιπλέον, αυτές οι απαντήσεις στο ζήτημα της θρη­σκευτικής πολυμορφίας δεν είναι απλώς διαφορετικές, αλλά α μ ο ιβ α ία α π ο κ λ ε ιό μ εν ε ς - όσο και οι απόψεις της κάθε θρησκείας για τους δογματικούς ισχυρισμούς της άλλης. Για παράδειγμα, ακόμα και η απλή περιγραφή της Ευρώπης κατά την περίοδο που ακολούθησε τη Μεταρ­ρύθμιση με φαινομενικά ουδέτερους όρους ως μια «πολ­λαπλότητα θρησκευτικών δογμάτων», ορίζει τον Καθολι­κισμό και τον Καλβινισμό κατά τρόπο που κανένας Καλ- βινιστής ή Καθολικός της εποχής δεν θα αποδεχόταν. Και είναι προφανές το ασύμμετρο των λύ σ εω ν που η κά­θε θρησκευτική παράδοση πρότεινε στο πρόβλημα της θρησκευτικής διαίρεσης. Με άλλα λόγια, όταν οι θρη­σκευτικά διαφωνούντες στρέφονται από τα θεμελιώδη ζητήματα της διαφωνίας στο ίδιο το γεγονός της διαφω­νίας, δεν βρίσκονται ξαφνικά απέναντι σε κάτι το λιγότε- ρο διαμφισβητούμενο. Το μεγάλο εμπόδιο για την ανά­πτυξη μιας κοινής προσέγγισης στο πρόβλημα της θρη­σκευτικής διαμάχης, επομένως, ήταν (και παραμένει) το

Page 263: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 265

γεγονός ότι δεν υπήρχε (και δεν υπάρχει) κανένας ουδέ­τερος τρόπος θεώρησης ακόμα και του «γεγονότος» της θρησκευτικής πολυμορφίας, πόσο μάλλον μιας δεδομένης επίλυσης του προβλήματος. Η θρησκευτική πολυμορφία θα μπορούσε λοιπόν να γίνει αποδεκτή από την πολλα­πλότητα των αμοιβαία εχθρικών θρησκευτικών δογμάτων της εποχής, και ως εκ τούτου κάτι με το οποίο θα μπο­ρούσαν να συμφιλιωθούν, μόνο αν μπορούσαν να την κα­τανοήσουν υπό ένα νέα θεολογικό φως - συγκεκριμένα, εάν μπορούσαν να την αντιληφθούν υπό το πρίσμα μιας ν έα ς , π ρ ο σ ιτή ς σ ε ό λ ο υ ς κ α ι κ ο ιν ά α π ο δ εκ τ ή ς θ εο λο γικ ή ς π ε ρ ιγ ρ α φ ή ς .

Κάνοντας τη θρησκεία ειρηνική μέσω της ηθικο­ποίησής της

'Οταν ο Χούγκο Γκρότιους έγραφε μια θεολογική πραγ­ματεία το 1610, τη στιγμή που η θρησκευτική διαμάχη βρισκόταν στο απόγειό της στις Ηνωμένες Επαρχίες, π ί­στευε ότι μπορούσε να προτείνει μια περιγραφή του Χρι­στιανισμού την οποία θα αναγνώριζαν ως έγκυρη τα διά­φορα θρησκευτικά δόγματα και ταυτόχρονα θα άλλαζε ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβάνονταν τη θρησκευτική πολυμορφία: όχι μόνο δεν ήταν αυτή κάτι το κακό, αλλά και πίστευε ότι μπορούσε να την υποδείξει ως αποδεκτή κατάσταση των πραγμάτων. Δεδομένης της εξάρτησης τέτοιων αντιλήψεων περί θρησκευτικής πολυμορφίας από τα θεμελιώδη θεολογικά δόγματα, ωστόσο, ο Γκρότιους δεν μπορούσε να τις μεταμορφώσει χωρίς να επιχειρήσει και τη μεταμόρφωση του ίδιου του Χριστιανισμού.

Η πραγματεία του Γκρότιους ήταν το έργο M eletius sive de iis quae inter Christianos conveniunt epistola [Μ ελ έτ ιο ς ή Ε π ισ το λή π ε ρ ί τω ν ζητημάτω ν ο μ ο φ ω ν ία ς α ν ά μ ε σ α σ το υ ς Χ ρ ισ τ ια ν ο ύ ς ]2 . Λόγω της απέχθειας που ένιωθε ο Γκρότι-

Page 264: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

266 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ους για την αμοιβαία εχθρότητα που έφτανε ώς τη βίαιη σύγκρουση των ευρωπαίων Χριστιανών, συμπεριλαμβα­νομένων των Χριστιανών των Ηνωμένων Επαρχιών, το έρ­γο Meletius ξεκινάει με μια επισήμανση του ειρωνικού γε­γονότος ότι «στην εποχή μας και σε αυτή των πατέρων μας [...] όχι μόνο αδιαφορία ή αντιζηλία αλλά και αδυσώ­πητο μίσος και οργή, μέχρι και πόλεμος -κάτι το πρωτο­φανές- έχει ξεσπάσει με μοναδικό κίνητρο τη θρησκεία [δηλαδή το Χριστιανισμό], η οποία έχει σκοπό την ειρή­νη» (παρ. 2). Στο M eletius ο Γκρότιους όχι μόνο προσδιο­ρίζει τα ζητήματα ομοφωνίας των Χριστιανών κάθ? σέ­κτας και δόγματος αλλά και, πράγμα που είναι ακόμη πιο σημαντικό και ουσιώδες, υποστηρίζει ότι εκείνο που μοιράζονται οι Χριστιανοί είναι πολύ π ιο σ η μ α ντ ικ ό α π ό θ εο λο γικ η ά π ο ψ η απ’ ό,τι αυτά που τους χωρίζουν. Εδώ ο Γκρότιους δεν επεδίω κε τίποτα λιγότερο από το να προσδώσει στο Χριστιανισμό ένα νέο κέντρο βάρους, αντικαθιστώντας το δόγμα και την πίστη με μια ηθικότη­τα προσανατολισμένη στην κοινωνική ειρήνη: μια θρη­σκεία που επαγγέλλεται τη λύτρωση στον άλλο κόσμο θα έπρεπε να έχει μορφή η οποία να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των βαθιά διχασμένων κοινωνιών και, ως εκ τού­του, να αναπροσδιοριστεί ως «εκείνη ακριβώς η θρησκεία που έχει σκοπό την ειρήνη».

Θεμέλιο του οικουμενικού σχήματος του Γκρότιους εί­ναι η διάκριση που κάνει ανάμεσα σε θεολογικά δόγματα (decreta) και πρακτικές οδηγίες (praecepta). Σύμφωνα με τη διάκριση αυτή, μοναδικός σκοπός των δογμάτων είναι να στηρίζουν τις οδηγίες. 0 Γκρότιους εφαρμόζει αμέσως αυτή τη διάκριση στη θρησκεία:

Τώρα η θρησκεία, εφόσον αφορά τις πράξεις εκείνες που έχουν ως κίνητρο την ελεύθερη βούληση, οι οποίες όμως είναι όλες προκαθορισμένες από τη διάνοια, απαρτίζεται αναγκαία από δύο μέρη, ένα θεωρητικό κι ένα πρακτικό. Το πρώτο συνίστα-

Page 265: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 267

ται σε δόγματα, το δεύτερο σε ηθικές οδηγίες [...] Τα δόγματα πρέπει να είναι παρόντα σε οποιοδήποτε πεδίο της επιστήμης και να μην είναι άσχετα ή πλεοναστικά, αλλά είτε να προτρέ­πουν στη δράση είτε να καθιστούν σε κάποιο βαθμό σαφές το τι και το πώς πρέπει να γίνει κάτι (παρ.19).

Εφαρμόζοντας τη διάκριση αυτή ειδικά στο Χριστιανι­σμό , ο Γκρότιους ισχυρίζεται ότι τα χριστιανικά δόγματα πρέπει να περιοριστούν σ’ εκείνα τα οποία είναι απαραί­τητα γ ια την ηθική: ειδάλλως υπάρχει ο κίνδυνος για α ν α ίτ ια διαμάχη. Επιπλέον, η άποψή του πως οι διαμά­χες γύρω από το χριστιανικό δόγμα είναι αναίτιες, δεν θεμελιώνεται στο σκεπτικισμό: αντιτίθεται σφόδρα σε κάθε μορφή σκεπτικισμού στη θρησκεία και στην ηθική, όπως φαίνεται σε πολλά από τα έργα του. Αντίθετα, θε­μελιώνεται στον βέβαιο ισχυρισμό του ότι το θεμελιώδες μέρος της θρησκείας είναι η ηθική: «Πολλές [θρησκευτι­κές] διαμάχες περί των δογμάτων οφείλονται σε λέξεις τις οποίες πρέπει να αποφεύγουμε ώστε να επέλθει συναίνε­ση. Για οποιαδήποτε περαιτέρω διαμάχη πρέπει να ελέγ­ξουμε κατά πόσον αφορά ζητήματα που είναι απαραίτη­το να γνωρίζουμε. Στο σημείο αυτό, π ρ έ π ε ι π ρ ώ τ ’ α π ’ ό λ α ν α δ ιο ρ θ ώ σ ο υ μ ε τ ο σ φ ά λ μ α ό τ ι έ χ ο υ ν δ ια τ υ π ω θ ε ί π ε ­ρ ισ σ ό τ ε ρ α δ ό γ μ α τ α α π ό ό σ α η ηθική α π α ιτ ε ί» (παρ. 90) [υπογράμμιση δική μου]. Η λύση στο πρόβλημα του πλε- ονάζοντος δόγματος έγκειται στον «περιορισμό των ανα­γκαίων άρθρων πίστεως σ’ εκείνα τα λίγα που είναι και τα περισσότερο προφανή» (παρ. 91).

Η πρόταση του Γκρότιους είναι καινοφανής. Αν αυτά που είναι «απαραίτητο να γνωρίζουμε» περιοριστούν σ’ εκείνα τα θεολογικά δόγματα που «η ηθική απαιτεί», τό­τε η θεολογία γίνεται θεραπαινίδα της ηθικής και η ηθική αντικαθιστά τη θεολογία ως βασιλίδα των επιστημών. Επομένως ο Γκρότιους επεδίωκε ειδικά και με πλήρη επίγνωση την προώθηση μιας διαχριστιανικής «συναίνε­

Page 266: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

268 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

σης» -παρατηρήστε ότι χρησιμοποιεί ακριβώς αυτή τη λέξη- που θα επικεντρώνεται γύρω από ηθικές αρχές στις οποίες έχει δοθεί εξέχουσα θέση. Για να διευκολύνει την εδραίωση αυτής της αλληλεπικαλυπτόμενης συναίνεσης, ο Γκρότιους ενθαρρύνει την ιδέα ενός φειδωλού Χριστιανι­σμού, περιορισμένου στα ηθικής σημασίας ουσιώδη. Συ­νέπεια της γκροτιανής αναγωγής του χριστιανικού δόγ­ματος στις απαιτήσεις της ηθικής είναι ό,τι θα μπορούσε να ονομαστεί «θρησκεία μέσα στα όρια της ηθικής», και αυτή η αναγωγή φαίνεται ότι προκαταλαμβάνει Την αντί­στοιχη καντιανή αναγωγή του χριστιανικού δόγματος στην έλλογη ηθικότητα.

Ποια άρθρα πίστεως είναι όμως τα «περισσότερο προ­φανή»; Στην απάντηση αυτού του ερωτήματος φαίνεται καλύτερα ο «καντιανός» χαρακτήρας του επιχειρήματος του Γκρότιους. Διότι επιπλέον υποστηρίζει ότι η ηθική προηγείται του δόγματος όχι μόνο ως προς την πρακτική σημασία αλλά και ε π ισ τ η μ ο λ ο γ ικ ά . Η ηθική προηγείται όχι μόνο κατά το ότι είναι ο ουσιώδης σκοπός της θρη­σκείας αλλά επίσης επειδή συλλαμβάνεται με μεγαλύτερη ευκρίνεια: οι ηθικές εντολές είναι τα «πιο πρόδηλα» στοιχεία της χριστιανικής πίστης. Στην πραγματικότητα, το γεγονός αυτό επιτρέπει στα praecepta μια ρυθμιστική λειτουργία έναντι των decreta: η αναγκαιότητα των δογ­μάτων ριζώνει στο στέρεο έδαφος των καθοδηγητικών αρχών. Ο Γκρότιους κάνει μια διάκριση ανάμεσα σε praecepta που δείχνει ότι όλα τα praecepta δεν είναι εξί­σου μονοσήμαντα, αλλά την ίδια στιγμή βεβαιώνει ότι οι ηθικοί κανόνες είναι αδιαμφισβήτητοι κατά τρόπο που τα θρησκευτικά δόγματα δεν είναι:

Όταν υφίσταται μια διαμάχη περί των αρχών, σχεδόν ποτέ δεν αγγίζει την ηθική -αυτή έχει καθορισμένους και μονοσήμαντους κανόνες- αλλά αφορά τα ζητήματα εκείνα που ο καθένας ορίζει για τον εαυτό του προκειμένου να διατηρείται η τάξη, και ως

Page 267: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 269

προς τα οποία ο καλύτερος δρόμος για την αρμονική συμβίωση είναι το να τα αφήσουμε στη διακριτική ικανότητα του καθενός [...] Πόσες φορές στο παρελθόν δεν γεννήθηκαν διχόνοιες από το γεγονός ότι διάφοροι λαοί γιόρταζαν το Πάσχα σε διαφορε­τικές ημερομηνίες;(παρ. 90).

Οι ειδικές ηθικές αρχές που περιγράφει ο Γκρότιους στο M eletius περιλαμβάνουν πάνω απ’ όλα την ευσπλαχνία, το σεβασμό στο θεσμό του γάμου, την εγκράτεια, καθώς και τα καθήκοντα απέναντι στον Θεό που διδάσκουν όλες οι θρησκείες, όπως η δημόσια λατρεία και η προσευχή. Μόνο αυτά τα ηθικά praecepta πηγάζουν από «καθορισμένους και μονοσήμαντους κανόνες». Praecepta που αφορούν τις λεπτομέρειες της εκκλησιαστικής διοίκησης και λειτουρ­γίας, από την άλλη πλευρά, ποικίλλουν και είναι σχετικά μικρής σημασίας: «Έχουν δευτερεύουσα αξία σε σχέση με τους κανόνες εκείνους που περιγράφουν τα καθήκοντα αγάπης», ως εκ τούτου πρέπει να επαφίενται στην κρίση των Χριστιανών και των κοινοτήτων τους για χάρη της «ομόνοιας».

Ένα από τα πιο ριζοσπαστικά έργα του Τζων Λοκ, η Ε π ισ το λή γ ια την α ν εξ ιθ ρ η σ κ ία του 1685 προς το φίλο του Φίλιπ φον Λίμπορχ που ήταν πολιτικός εξόριστος στο Άμστερνταμ, αρχίζει με την εξής πρόταση: «Εκτιμώ ότι η ανεξιθρησκία είναι το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της Αληθινής Εκκλησίας». Προλαμβάνοντας τον Λοκ κά­που εβδομήντα πέντε χρόνια, ο Γκρότιους ανάγει μια αντίστοιχη αντίληψη σε κεντρικό δόγμα του M eletius:

Καμία αιτία διχόνοιας ανάμεσα στους Χριστιανούς δεν είναι τόσο σημαντική ώστε να μην μπορεί να ξεπεραστεί από την ανάγκη για ομόνοια, την παραδοχή ότι ακολουθούμε έναν και μόνο διδάσκαλο, Εκείνον ο οποίος δεν αναγνω ρίζει κανένα μ α ­θητή εκτός α π ' όσ ους α φ οσ ιώ νοντα ι πρόθ υμ α στην ομ όνοια [υπογράμμιση δική μου]. Γι’ αυτόν το λόγο, ενόψει των καθημε­

Page 268: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

270 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΉΑ

ρινών συγκρούσεων και των διαρκών αναταραχών, βρίσκω πα­ρηγοριά και δύναμη καθώς αναστοχάζομαι τα πράγματα αυτά που η αγαθότητα του Θεού άφησε ανέπαφα στους Χριστιανούς μέχρι σήμερα- πράγματα τα οποία, επειδή είναι τα σπουδαιό­τερα, τα πιο βέβαια και τα πιο πολύτιμα, σημαίνουν τόσο πολ­λά για μένα που όταν τα στοχάζομαι αφήνω κατά μέρος όλα τα άλλα πράγματα τα πιο ασήμαντα, τα πιο αβέβαια και τα λιγό- τερο πολύτιμα. Είθε αυτά τα προνόμια, εάν μπορώ να τ’ απο­καλώ έτσι, τουλάχιστον να μας θυμίζουν ότι είμαστε πολίτες μ ιας κοινότητας [υπογράμμιση του Grotius].

Αν αληθινοί οπαδοί του Χριστού είναι όσοι «αφοσιώνο- νται πρόθυμα στην ομόνοια», τότε το αληθινό γνώρισμα του γνήσιου Χριστιανισμού είναι η «ειρήνευση», που εί­ναι περίπου το ίδιο πράγμα με την ανεξιθρησκία του Λοκ. Πιθανώς, ωστόσο, είναι κάτι ακόμη πιο ριζικό. Και αυτό επειδή ο οικουμενικός, ειρηνόφιλος Χριστιανισμός του Γκρότιους συμπεριλάμβανε τους Καθολικούς, πράγ­μα που η ανεξιθρησκία του Λοκ δεν έκανε. Κατά ποια έννοια ο ειρηνόφιλος Χριστιανισμός του Γκρότιους μπο­ρούσε να συμπεριλάβει επίσης τους άθεους, τους οποίους επίσης απέκλειε η ανεξιθρησκία του Λοκ, φαίνεται από το περίφημο χωρίο του έργου του De iure belli ac pads [Γ ια το δ ίκ α ιο τ ο υ π ο λ έ μ ο υ κ α ι της ε ιρ ή νη ς]. Αφού κατέδειξε ότι τα άτομα, από τη δυνατότητά τους και μόνο να στο­χάζονται πάνω στην κοινωνική τους φύση είναι ικανά να κατανοούν τις αρχές του φυσικού νόμου που είναι α πα ­ραίτητες για τη διατήρηση της ειρηνικής κοινωνικής τά ­ξης, ο Γκρότιους υποστηρίζει εν συνεχεία ότι «όσα είπα­με παραπάνω θα ήταν σε κάποιο βαθμό έγκυρα ακόμη και αν παραδεχόμασταν [etiamsi daremus] αυτό που δεν μπορεί κανείς να παραδεχθεί χωρίς την υπέρτατη κακοή- θεια, ότι δεν υπάρχει Θεός ή ότι οι σχέσεις των ανθρώ­πων δεν Τον ενδιαφέρουν καθόλου»3. Οι ηθικές αλήθειες στην καρδιά της χριστιανικής συναίνεσης είναι ουσιωδώς

Page 269: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 271

προσιτές όχι μόνο στους μη Χριστιανούς αλλά ακόμη και στους άθεους.

Οι θεμελιωτικοί ισχυρισμοί του Γκρότιους που αφο­ρούν την προτεραιότητα των ηθικών αρχών έναντι του θρησκευτικού δόγματος σε συνδυασμό με τους ισχυρι­σμούς από το προαναφερθέν χωρίο που αναφέρονται στην ομόνοια, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία σχετικά με τα χαρακτηριστικά του Χριστιανισμού που ο Γκρότιους θεωρούσε «τα σπουδαιότερα, τα πιο βέβαια και τα πιο πολύτιμα» - συγκεκριμένα, τις ηθικές του εντολές, μαζί μ’ εκείνα τα θεολογικά δόγματα που κατά κάποιο τρόπο τις στηρίζουν. Από τη στιγμή που ο Γκρότιους «ηθικοποίη­σε» με τέτοιο αναγωγιστικό τρόπο το Χριστιανισμό, ο βαθμός στον οποίο ακόμη και άθεοι μπορούσαν να συμ­μετέχουν στην αλληλεπικαλυ7ττόμενη χριστιανική του συ­ναίνεση είναι αξιοσημείωτος - δείχνοντας ότι ελάχιστα καθαυτό χριστιανικά στοιχεία μένουν από το Χριστιανι­σμό από τη στιγμή που ορίζεται μέσα στο περιοριστικό πλαίσιο του Γκρότιους. Η γκροτιανή συναίνεση των «Χριστιανών» φαίνεται να κατευθύνεται σταθερά προς την πολιτική και όχι μεταφυσική συναίνεση του «εύλο­γου» στον Ρωλς.

Η συμβολή του θεολογικού έργου τού Γκρότιους στο φιλελευθερισμό είναι αναντίρρητη. Αν οι Χριστιανοί απο­δέχονταν αυτή τη θεολογική αναδιατύπωση των διαφορών τους, τότε οι κύριες αιτίες που οδηγούν στην επιβολή της θρησκευτικής ομοιομορφίας και στην κατάλυση της ελευ­θερίας της συνείδησης θα εξαλείφονταν. Επιπλέον, θα εδραιωνόταν ένα θετικό θεολογικό κίνητρο για το σεβασμό των υπόλοιπων Χριστιανών - εφόσον το να είναι κάποιος Χριστιανός σημαίνει κατ’ ο υ σ ία ν να αγαπά την ομόνοια· το μίσος, ακόμα και η (απλή) ανοχή θα αντικαθίστατο από μια έννοια κοινής ιδιότητας του πολίτη στη «μία [χριστια­νική] κοινότητα» (παρ. 3, 0 jc.). Η θρησκευτική πολυμορ­φία δεν θα εξαλειφόταν: οι διαχωρισμοί με βάση το δόγμα

Page 270: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

272 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

σε Καλβινιστές, Καθολικούς και Αρμινιανούς, όπως και άλλους, θα παρέμεναν. Αυτοί όμως οι διαφορετικοί Χρι­στιανοί, ήλπιζε ο Γκρότιους, θα κατανοούσαν ότι η δογμα­τική τους πολυμορφία είναι σ χετ ικ ά μ ικ ρ ή ς σ η μ α σ ία ς κ α ι ω ς ε κ τ ο ύ το υ θ α έ β λ ε π α ν ο έ ν α ς τον ά λλο υ ς ω ς κ α τ ’ ο υ ­σ ία ν μ έλη της ίδ ια ς θ ρ η σ κ ε ία ς . Αν οι Χριστιανοί μπορού­σαν να δουν ότι το σημαντικότερο αίτημα είναι η ομόνοια και ότι τα σημεία της συμφωνίας τους αφορούν τα σπου­δαιότερα ζητήματα, τότε ο Χριστιανισμός θα γινόταν ταυ­τόσημος με την ειρήνη, ανοίγοντας το δρόμο για ουσιαστι­κή και πραγματική ανεξιθρησκία.

Λιγότερο εμφανής, μολονότι άμεσα σχετιζόμενη με το ζήτημα, είναι η απώτατη συνέπεια της θεολογικής ανα­διατύπωσης του Γκρότιους, η επιπεδοποίηση που επιφέ­ρει ο γνήσιος πλουραλισμός. Ενώ το θεολογικό σχήμα του Meletius εξηγεί τις αναπτυσσόμενες διαφορές των δογμά­των, μια λίγο προσεκτικότερη εξέταση αποκαλύτττει πως η ευρεία αποδοχή με τον καιρό θα επέφερε την εξασθένι­ση των χριστιανικών σεκτών οι οποίες προσδιορίζονταν από πεποιθήσεις ή δόγματα έξω από το πλαίσιο του ηθι- κοποιημένου Χριστιανισμού του Γκρότιους. Ας εξετάσου­με γ ια παράδειγμα τον Καθολικισμό. Αν οι Καθολικοί αποδέχονταν την άποψη του Γκρότιους περί Χριστιανι­σμού, ο Καθολικισμός, με τα διακριτά και καταστατικά δόγματά του σχετικά με «περιφερειακά», μη ηθικά ζητή­ματα (φέρ’ ειπείν την εκκλησιαστική εξουσία και δομή), ουσιαστικά θα διαλυόταν μέσα στον Προτεσταντισμό -ή τουλάχιστον στην εκδοχή του Γκρότιους περί Προτεστα­ντισμού-ακόμη και αν επιβίωναν κατ’ όνομα. Σε μια επι­στολή προς τον μετριοπαθή καλβινιστή φίλο του, τον Αντόνιους Βαλέους, αναφερόμενη στο M eletius, ο Γκρότι­ους ισχυρίζεται αποκαλυπτικά ότι αν η άποψή του περί Χριστιανισμού επικρατούσε, αυτό ακριβώς θα συνέβαινε στον «παπισμό»: «Κατά συνέπεια, εάν η θρησκεία ανα- χθεί σε ό,τι ανέκαθεν πίστευαν όλες οι χριστιανικές εκ­

Page 271: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 273

κλησίες, τότε ο παπισμός θα κατέρρεε, διότι συνίσταται σε μεμονωμένες πεποιθήσεις». Εκείνο που δεν μπόρεσε να δείξει ο Γκρότιους στους καλβινιστές φίλους του ήταν ότι ο Καλβινισμός -ή οποιαδήποτε χριστιανική σέκτα που προσδιοριζόταν από «μεμονωμένες πεποιθήσεις», στις οποίες για τον Γκρότιους περιλαμβανόταν και ο προκα­θορισμός- θα κατέρρεε για τον ίδιο λόγο4.

Άραγε ο Γκρότιους επεδίωκε πράγματι να περιορίσει ή να απομονώσει τον Καλβινισμό και ως εκ τούτου να περιορίσει τον θρησκευτικό πλουραλισμό ώστε να προα- γαγάγει το φιλελεύθερο πολιτικό πρόγραμμα; Στο σχεδόν τελευταίο θεολογικό έργο του, ο Γκρότιους δείχνει ότι ανέκαθεν πίστευε πως για να διασφαλιστούν τα ουσιώδη συστατικά του φιλελευθερισμού έπρεπε τα θεολογικά συ­στήματα, όπως ο Καλβινισμός, να αλλάξουν ή να κατα- στραφούν. Όταν ο Γκρότιους επικρίθηκε από ένα θεολό­γο του Λέιντεν ότι δεν αναγνώριζε αρκετά το ρόλο που έπαιξαν οι Καλβινιστές στην επανάσταση κατά της Ισπα­νίας, αυτός απάντησε επισημαίνοντας καταρχήν το καλ- βινιστικό πραξικόίτημα του 1618 εκ μέρους του πρίγκιπα Maurice κι εν συνεχεία την υποκίνηση από τον ίδιο τον Καλβίνο της θανάτωσης στην πυρά του αντιτριαδιστή α ι­ρετικού Μιχαήλ Σερβέτους το 1553:

0 Γουίλιαμ ο Σιωπηλός έλεγε ότι υπήρχαν δύο λόγοι για επα­νάσταση: η διασφάλιση του συντάγματος και η ελευθερία της συνείδησης. Το σύνταγμα ποτέ δεν παραβιάστηκε τόσο απρο­κάλυπτα από τους Ισπανούς όσο από τους οπαδούς του Καλβί- νου το 1618, στη διάρκεια της υποκίνησης των υπουργών [...] Η ελευθερία της συνείδησης διασφαλίστηκε όχι μόνο από τα γρα­πτά του πρίγκιπα Γουίλιαμ αλλά και από τη Συνθήκη Ειρήνης του Γκεντ [...] και κατόπιν από την Ένωση της Ουτρέχτης και από πολλές άλλες συμφωνίες που έγιναν ανάμεσα σε συγκεκρι­μένες πόλεις· όλοι οι γνήσιοι Καλβινιστές είναι διακηρυγμένοι εχθροί μιας τέτοιας ελευθερίας, όπως φαίνεται και απ’ αυτό που συνέβη στον [Μιχαήλ] Σερβέτους στα χέρια του Καλβίνου5.

Page 272: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

274 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

0 Γκρότιους ήταν βαθιά πεπεισμένος ότι Καλβινισμός και φιλελευθερισμός ήταν ασυμβίβαστες έννοιες. Ως ειλικρι­νής οπαδός της δημοκρατικής αυτοδιακυβέρνησης, της συνταγματικότητας και της ελευθερίας της συνείδησης, έκανε κυριότερο σκοπό της ζωής του την αποδυνάμωση του «αληθινού» Καλβινισμού. Όπως αναφέρει ο ίδιος με αφοπλιστική ευθύτητα σε κάποιο άλλο χωρίο: «Όσοι επ ι­διώκουν την επικράτηση της ειρήνης ανάμεσα στους Χρι­στιανούς , είναι υποχρεωμένοι να κ α τ α σ τ ρ έ φ ο υ ν όσα δόγ­ματα διαταράσσουν την πολιτική ειρήνη» [υπογράμμιση δική μου]6.

0 Γκρότιους δικαιολογημένα αντιμετώπιζε με καχυπο­ψία τον Καλβινισμό, δεδομένης της εμφανούς αδιαλλαξίας του (και δεδομένης της άγριας μεταχείρισης που είχε ο ίδιος στα χέρια των καλβινιστών αγροτών). Την ίδια στιγ­μή, ο Γκρότιους είχε μια χονδροειδώς μονοδιάστατη εικό­να του: έπρεπε να γνωρίζει ότι ο Καλβινισμός της εποχής του απείχε αρκετές γενιές από εκείνον του ίδιου του Καλ- βίνου, και ότι ακόμα και στον καιρό του κάποιοι οπαδοί του Καλβίνου είχαν αντιρρήσεις για την εκτέλεση του Σερβέτους. Εν πάση περιπτώσει, δεν υπήρχε καμία δια- κριτά κ α λ β ιν ισ τ ικ ή βάση στην άποψη ότι καθήκον του κράτους είναι η ενίσχυση της θρησκευτικής ομοιομορφίας· αυτό αποτελούσε γενική παραδοχή από την εποχή του Κωνσταντίνου. Στην πραγματικότητα, ορισμένοι Καλβινι- στές του 16ου και Που αιώνα άρχιζαν να επανεξετάζουν το ζήτημα της ανεξιθρησκίας. Πριν αρχίσει να «καταστρέ­φει» -και επομένως να ανταγωνίζεται-τον Καλβινισμό, ο Γκρότιους θα έπρεπε λοιπόν να είναι περισσότερο ανοι­χτός στην αυξανόμενη «πολυφωνία» του, στις δυνατότη- τές του του για εγγενή μετασχηματισμό και, ως εκ τού­του, στο γεγονός ότι όλοι οι «γνήσιοι Καλβινιστές» ω ς τ έ ­τ ο ιο ι δεν χρειαζόταν να παραμείνουν «διακηρυγμένοι εχθροί» της ελευθερίας7.

Page 273: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 275

Η φιλελεύθερη κληρονομιά του Γκρότιους

Παρότι ο Γκρότιους κυκλοφόρησε το M eletius μεταξύ φί­λων -ένας από τους οποίους το χαρακτήρισε εύστοχα ως «εντελώς καινοτόμο»- φοβόταν ότι, δεδομένης της δρι- μύτητας των θεολογικών διαμαχών της εποχής του, θα δυνάμωνε τις φλόγες της θεολογικής σύγκρουσης. Απο­φάσισε λοιπόν να μην το δημοσιεύσει. Εντούτοις, οι ιδέες του είχαν θεαματική επίδραση.

Πρώτον, προετοίμασε το έδαφος για ένα θεολογικό έρ­γο που αυτή τη φορά δημοσίευσε ο Γκρότιους, το οποίο κατέστη εξα ιρετικά δημοφιλές στην Ευρώπη, το D e veritate religionis christianae [Π ε ρ ί της α λ ή θ ε ια ς της χ ρ ισ τ ια ­νική ς θ ρ η σ κ ε ία ς ] (1627). Ο Ζαν Λε Κλερκ, ένας εκδότης του 18ου αιώνα και θερμός υποστηρικτής της θεολογίας του Γκρότιους, περιγράφει το σκοπό του με ακριβείς και αποκαλυπτικούς όρους: «Βασικό αντικείμενο του έργου [D e veritate] είναι να δείξει σε καθαρό φως την αλήθεια του Ευαγγελίου, εντελώς ανεξάρτητα από την επιρροή οποιασδήποτε παράταξης ή σέκτας· και αυτό στη μοναδι­κή προοπτική της αρετής, της αρετής των Ευαγγελίων, μέσα στη συνείδηση των ανθρώπων». Για χάρη της συναί­νεσης, η «αλήθεια της χριστιανικής θρησκείας» συνίσταται ακόμα μία φορά στη χριστιανική ηθικότητα. Στην πραγ­ματικότητα, το D e veritate επικρίθηκε δριμύτατα τον 17ο αιώνα για το ότι δεν έκανε ούτε καν α ν α φ ο ρ ά σε βασικά θεολογικά δόγματα όπως η Τριάδα και η Ευχαριστία.

Η επίδραση του D e veritate ήταν εκπληκτική. Όσο ζούσε ο Γκρότιους, το έργο μεταφράστηκε πέντε φορές -μία στα αγγλικά, δύο στα γερμανικά και δύο στα γαλλικά- και η μετέπειτα επιτυχία του υ7τηρξε πρωτοφανής. Περισσότε­ρες από 144 λατινικές και μεταφρασμένες εκδόσεις δημο- σιεύθηκαν από το 1645 (περιλαμβανομένης μιας ουαλικής έκδοσης, αντίγραφο της οποίας βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Bodleian). Τον 17ο αιώνα η επίδρασή του στάθηκε καθορι­

Page 274: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

276 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

στική τόσο στις Ηνωμένες Επαρχίες όσο και στην Αγγλία· μετά την Παλινόρθωση, οι αγγλικανοί επίσκοποι και θεο­λόγοι το είχαν σε μεγάλη εκτίμηση. Την ίδια περίοδο, το 1663-1664, ένας νεαρός υφηγητής της Ηθικής Φιλοσοφίας στο κολέγιο της Εκκλησίας του Χριστού, ο Τζων Λοκ, πρότεινε το De veritate στους φοιτητές του. Ενόσω ζούσε ο Γκρότιους, ήταν ήδη γνωστό ως «το χρυσό εγχειρίδιο». Όσο διάσημο κι αν επρόκειτο να γίνει το μεταγενέστερο νομικό έργο του, ο Γκρότιους ήταν αναμφίβολα περισσό­τερο γνωστός για το De veritate απ’ όσο για το D e iure belli ac pa d s. Δεδομένης της φιλοδοξίας του Γκρότιους να κάνει τη θρησκευτική πολυμορφία θεολογικά αποδεκτή από τους Χριστιανούς διαφορετικών πεποιθήσεων, αυτή ήταν η δημοσιότητα που πάντα ονειρευόταν.

Δεύτερον, παρότι το Meletius παρέμενε αδημοσίευτο, ένα αντίτυπο έφτασε στα χέρια του Φίλιπ φον Λίμπορχ, του σπουδαίου δανού αρμινιανού θεολόγου. Ο Λίμπορχ έγινε στενός φίλος του Τζων Λοκ στη διάρκεια της εξορίας του δεύτερου στην Ολλανδία και ήταν ο αρχικός παραλή7ττης της Ε πισ τολή ς γ ια την α νεξιθ ρ η σ κ ία του Λοκ. Είναι αξιοση­μείωτο ότι υπάρχουν ισχυρές ομοιότητες ανάμεσα στην Theologia Christiana (1686) του Λίμπορχ, -που αναμφίβολα ε7τηρέασε το μεταγενέστερο Reasonableness o f C hristianity (1695) του Λοκ-και στο Meletius.

Τρίτον, θα μπορούσαμε εύλογα να υποστηρίξουμε ότι το M eletius άνοιξε το δρόμο για τη θρησκευτική ανεξιθρη­σκία με την εξής έννοια: επέδρασε άμεσα στο έργο του Λοκ, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της συγγραφής της Ε π ισ τ ο λ ή ς γ ια την α ν ε ξ ιθ ρ η σ κ ία . Επισημάναμε ήδη ένα σημείο ουσιαστικής συμφωνίας ανάμεσα στα δύο έρ­γα που επιβεβαιώνει αυτή την επίδραση. Ένα επιπλέον σημείο είναι η εξέχουσα θέση που καταλαμβάνει και στα δύο έργα η ριζοσπαστική διδασκαλία ότι ακόμα και οι αιρετικές πεποιθήσεις μπορεί να οδηγήσουν στη σωτηρία εάν ακολουθούνται με ειλικρίνεια8. Αν όντως υπήρχε επί-

Page 275: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 277

δράση, είναι προφανές το πώς εμφανίστηκε αυτή η ιδέα, δεδομένης της στενής σχέσης ανάμεσα στον Λίμπορχ και στον Λοκ (ο Λοκ θεωρούσε τον Λίμπορχ ως τον «πιστό­τερο φίλο» και «τον καλύτερο άνθρωπο») που ξεκίνησε το 1684. Δεδομένης της μακρόχρονης παραμονής του Λοκ στην Ολλανδία (1683-1689) και της σχέσης του με τον Λί­μπορχ αυτή την περίοδο, ενδέχεται ο Λοκ να επηρεάστη­κε σε κάποιο βαθμό από το M eletius. Στην πραγματικό­τητα, φαίνεται αδύνατο στις συχνές θεολογικές τους συ­ζητήσεις ο Λίμπορχ να απέφυγε να σχολιάσει την πραγ­ματεία του Γκρότιους - ειδικά αν σκεφτούμε το τεκμη­ριωμένο ενδιαφέρον του Λοκ για το De veritate του Γκρό­τιους, την περίοδο που ήταν στην Οξφόρδη, ενδιαφέρον το οποίο ο Λοκ είχε αρκετές ευκαιρίες να δηλώσει.

Όποια και αν ήταν ακριβώς η σχέση ανάμεσα στον Γκρότιους και στον Λοκ, υπάρχουν εντυπωσιακές ενδεί­ξεις ότι μέσα σε πενήντα χρόνια από το θάνατό του τα θεολογικά γραπτά του Γκρότιους, και κυρίως το D e veritate, είχαν την αναμενόμενη επίδραση στο Χριστιανι­σμό γενικά και στον Καλβινισμό ειδικότερα. Το 1676, ο ιερέας από τη Γενεύη Πιέρ Μυσάρ εξορίστηκε από τους ορθόδοξους Καλβινιστές της Γενεύης εξαιτίας της πίστης του στην καθολική σωτηρία. Εν συνεχεία ίτήγε στο Λονδί­νο, όπου ικανοποιήθηκε από την κατάσταση που συνά­ντησε: η επιλογή των θεολογικών αρχών του Λονδίνου εί­χε αρχίσει ν’ αποκλίνει δραματικά από αυτές της Γενεύης. Σε μια επιστολή του προς κάποιο φίλο, ο Μυσάρ παρα­τηρούσε ότι στο Λονδίνο «ο δύστυχος Καλβίνος είναι εξαιρετικά απεχθής» και ότι «ο Γκρότιους έχει κερδίσει πλέον εδώ όλη την εκτίμηση που νωρίτερα έχαιρε ο Καλ­βίνος. Διαπίστωσα έως και αναφορές από τον άμβωνα στον Γκρότιους με τις προσφωνήσεις "θείος" και "ασύ­γκριτος"». Στις αρχές του 18ου αιώνα, μία γενιά αργότε­ρα, η επιρροή του Γκρότιους επεκτάθηκε ακόμη περισσό­τερο: στη Γενεύη ο θαυμασμός για τον Γκρότιους ήταν

Page 276: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

278 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

εμφανής μεταξύ των θεολόγων. Η σφοδρή αντίδραση των καλβινιστών θεολόγων σε αυτό το ρεύμα είναι αποκαλυ- 7ττική: ο καλβινιστής Ελι Μερλά, για παράδειγμα, καθη­γητής της Θεολογίας στην Ακαδημία της Λωζάνης, αντι- δρούσε βίαια στο θαυμασμό προς τον «ασύγκριτο» Γκρότιους που εκδήλωναν οι συνάδελφοί του θεολόγοι στη Γενεύη. Το 1704, όταν κάποιος θεολόγος από τη Γε­νεύη επέμενε σε μια επιστολή του προς τον Μερλά ότι δεν γνώριζε κανέναν ο οποίος θα αρνούνταν τον πιο ολό­ψυχο έπαινο στον Γκρότιους,ο Μερλά απάντησε:

Έχω αποδείξεις για την ασεβή στάση του Γκρότιους και για το χλευαστικό του πνεύμα απέναντι στα θεία· και η πραγματεία του Π ερ ί της αλήθειας της χριστιανικής θρησκείας όχι μόνο δεν τον απαλλάσσει από τις παραπάνω κατηγορίες αλλά και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως απόδειξη γι’ αυτό [...] Το λέω με απόλυτη βεβαιότητα, ότι ποτέ δεν υπήρχε κάποιος, κατά τη γνώμη μου, τόσο μορφωμένος όσο ο Γκρότιους και ταυτόχρονα τόσο μεγάλος διαφθορέας της χριστιανικής θρησκείας...

Η ανάσχεση του Θρησκευτικού πλουραλισμού στο πλαίσιο της θεωρίας του Ρωλς

Θα μπορούσε ωστόσο κάποιος να αντιτείνει: άραγε η φ ι­λελεύθερη λύση στο πρόβλημα του θρησκευτικού πλου­ραλισμού α π α ιτ ε ί πράγματι τον αντιπλουραλιστικό π ε ­ριορισμό -«διαφθορά»-του Χριστιανισμού, σύμφωνα με το ττνεύμα του Γκρότιους; Πράγματι ο φιλελευθερισμός επιδιώκει και απαιτεί την ανάσχεση του θρησκευτικού πλουραλισμού;

Η φιλελεύθερη απάντηση του Ρωλς στον θρησκευτικό πλουραλισμό ξεκινάει με ανησυχία - ανησυχία απέναντι στο Χριστιανισμό που θυμίζει την ανησυχία του Γκρότι­ους απέναντι στον Καλβινισμό. Σε μια νέα «Εισαγωγή»

Page 277: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 279

στο έργο του Political Liberalism, ο Ρωλς αποσαφηνίζει το «θεμελιώδες φιλοσοφικό» ερώτημα που η φιλελεύθερη πολιτική θεωρία του επιδιώκει ν’ απαντήσει: «Πώς είναι δυνατόν όσοι πιστεύουν σε ένα θ ρ η σ κ ευ τ ικ ό δ ό γ μ α που βασίζεται στη θρησκευτική αυθεντία, παραδείγματος χά­ρη την εκκλησία ή τη Βίβλο, να υποστηρίζουν τ α υ τ ό χ ρ ο ν α μια έ λ λ ο γ η πολιτική σύλληψη που είναι υπέρ μιας δ ίκ α ιη ς δ η μ ο κρ α τ ικ ή ς πολιτικής οντότητας; [...] Πώς είναι δυνα­τόν πολίτες της π ίσ τη ς να είναι ο λ ό ψ υ χ α μέλη μιας δ η μ ο ­κ ρ α τ ικ ή ς κοινωνίας;» [υπογραμμίσεις δικές μου]9. Οι άν­θρωποι που δέχονται την αυθεντία «της εκκλησίας ή της Βίβλου» -οι Χριστιανοί ως τ έ τ ο ιο ι - θέτουν (αντιπροσω­πεύουν 0 ένα θεμελιώδες πολιτικό πρόβλημα. Διότι, με βάση αυτά που πιστεύουν, ο Ρωλς θεωρεί τους Χριστια­νούς ως Χριστιανούς μια δυνητική απειλή: αξίζει να προ­σέξουμε την υποτιθέμενη αντίθεση α ν ά μ εσ α στο «θρη­σκευτικό δόγμα», τη «θρησκευτική αυθεντία» και την «πίστη», από τη μία π λ ε υ ρ ά , και το «έλλογο», το «δί­καιο» και το «δημοκρατικό» από την άλλη. Σχεδόν απε­ρίφραστο σημείο εκκίνησης για το φιλελευθερισμό του Ρωλς είναι το ερώτημα «πώς είναι δυνατό» να συμβιβα­στούν τέτοια (ασυμβίβαστα) πράγματα. Ακόμη πιο απε­ρίφραστες είναι οι μονοσήμαντες και περίτεχνες απόψεις του Ρωλς περί της «χριστιανικής θρησκείας» στο πιο πρόσφατο έργο του, όπου επιμένει ότι «η μεγάλη του κα- τάρα» είναι ο «ζήλος καταδίωξης» και ότι «τα φρικτά του δεινά» είναι συγκρίσιμα με -στην πραγματικότητα εν μέρει υπεύθυνα γ ια - τη «δαιμονική παραφροσύνη» του χιτλερικού Ολοκαυτώματος10.

Με άλλα λόγια, η ανησυχία του Ρωλς απέναντι στο Χριστιανισμό μοιάζει όχι μόνο με την ανησυχία του Γκρό­τιους απέναντι στον Καλβινισμό του 17ου αιώνα αλλά και με την ανησυχία του Σάμιουελ Χάντινγκτον απέναντι στο Ισλάμ: «Το βαθύτερο πρόβλημα για τη Δύση δεν είναι ο ισλαμικός φονταμενταλισμός. Είναι το ίδιο το Ισλάμ...»11.

Page 278: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

280 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑ

Το βαθύτερο πρόβλημα του ρωλσιανού φιλελευθερισμού δεν είναι ο χριστιανικός φονταμενταλισμός· είναι ο ίδιος ο Χριστιανισμός.

Δεδομένης της διατύπωσης του βαθύτερου προβλήμα­τος από τον Ρωλς, δεν εκπλήσσει το ότι θεωρεί την ανά­σχεση της υποτιθέμενα μη έλλογης και ανελεύθερης θρη­σκείας -όπου παραδειγματική του περίτττω ση είναι π ά ­ντα ο Χριστιανισμός- ως ουσιώδες συστατικό του φιλε­λευθερισμού. Για να βεβαιωθούμε ότι θεωρεί τον περιο­ρισμό του θρησκευτικού πλουραλισμού αναγκαίο για την επιτυχία του φιλελευθερισμού, πρέπει πρώτα να δούμε την αποκαλυπτική του εξέταση της ιστορικής ανάπτυξης του φιλελευθερισμού:

Η επιτυχία του συνταγματικού φιλελευθερισμού επήλθε ως ανακάλυψη μιας νέας κοινωνικής δυνατότητας: της δυνατότη­τας μιας έλλογα αρμονικής και σταθερής πλουραλιστικής κοι­νωνίας. Πριν από την επιτυχημένη και ειρηνική άσκηση της ανε­ξιθρησκίας σε κοινωνίες με φιλελεύθερους θεσμούς δεν υπήρχε τρόπος να γνωρίζουμε αυτή τη δυνατότητα. Είναι λοιπόν φυσι­κότερο να πιστέψουμε, όπως μοιάζει να επιβεβαιώνεται από τη μακραίωνη πρακτική της ανεξιθρησκίας, ότι η κοινωνική ενότη­τα και ομόνοια απαιτεί τη συμφωνία ως προς ένα γενικό και περιεκτικό θρησκευτικό, φιλοσοφικό ή ηθικό δόγμα. Η μισαλ­λοδοξία γινόταν δεκτή ως όρος για την κοινωνική τάξη και στα­θερότητα. Η εξασθένιση αυτής της πεποίθησης βοηθάει να ανοί­ξουμε χώρο για τους φιλελεύθερους θεσμούς. Ενδέχεται το δόγμα περί ελευθερίας της πίστεως να αναπτύχθηκε επειδή ε ί ­να ι δύσκολο, α ν όχι α δύνα το , να π ισ τεύο υμ ε στην καταδίκη εκείνω ν μ ε τους οποίους έχουμε ε π ί μ α χρόν χα ι μ ε α π ο τελε­σ ματικ ό τρόπο, σε π νεύ μ α εμ π ισ τοσύνης χα ι α μ ο ιβ α ία ς δ έ ­σμευσης, σ υνερ γα σ τεί γ ια την εξασφάλιση μ ιας δίκαιης κοινω­νίας (σ. xxvii) [υπογράμμιση δική μου].

Ο Ρωλς θεωρεί ότι ορισμένες θρησκευτικές πεποιθήσεις -όπως φέρ’ ειπείν ότι (κάποιοι από τους) συμπολίτες μας

Page 279: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 281

είναι δυνατό να καταδικαστούν στην κόλασ η- είναι ασύμβατες με το φιλελευθερισμό. Η σταδιακή εξασθένισή τους όχι μόνο δεν είναι απευκταία, αλλά και είναι αυτή ακριβώς που οδηγεί στο φιλελευθερισμό.

Ο Ρωλς λοιπόν συμφωνεί με τον Γκρότιους στο ότι κά- ποιες θρησκευτικές πεποιθήσεις εμποδίζουν το φιλελευ­θερισμό και, είτε με άμεση πειθώ είτε με τη σταδιακή εξασθένιση, πρέπει να τις υπερβούμε ώστε να «ανοίξου­με χώρο για τους φιλελεύθερους θεσμούς». Αξίζει να π α ­ρατηρήσουμε ότι το παράδειγμα του Ρωλς είναι μια π ε­ποίθηση η οποία δεν είναι πολιτική ως τέτοια και δεν αντίκειται φανερά στα φιλελεύθερα ιδεώδη: ε ις π ε ίσ μ α του Ρωλς (όπως και του Ρουσσώ, του οποίου το Κ ο ιν ω ν ι­κ ό σ υ μ β ό λ α ιο [IV.viii] ακολουθεί εδώ υπόρρητα ο Ρωλς), το ότι όποιος πιστεύει στο δόγμα της αιώνιας καταδίκης καθόλου αυτονόητα δεν συνεπάγεται ότι αυτός αναμένε­ται να ενοχλήσει, να διώξει ή να εξαναγκάσει ή, κατά οι- ονδήποτε τρόπο, να αρνηθεί την πολιτική συνεργασία μ’ εκείνους για τους οποίους πιστεύει ότι μπορεί να καταδι­καστούν. Είναι φανερό ότι ο Ρωλς παίρνει ως δεδομένες στην ιστορική του περιγραφή ένα σύνολο ψυχολογικών και κοινωνιολογικών υ π ο θ έσ εω ν σ ε ό,τι αφορά τη σ χέσ η ανάμεσα σε θρησκευτική πεποίθηση και πολιτική συμπε­ριφορά, σύμφωνα με τις οποίες κάποιες θρησκευτικές π ε­ποιθήσεις θεωρούνται συμβατές με το φιλελευθερισμό ενώ άλλες όχι. Οι υποθέσεις αυτές οδηγούν τον Ρωλς στο συμπέρασμα ότι υφίσταται μια σύγκρουση, πιθανώς από­λυτη -παρατηρήστε τη φράση, «αν όχι αδύνατο»-ανάμε­σα σε μια παραδοσιακή και όχι ασυνήθιστη θρησκευτική πεποίθηση (καταδίκη στην κόλαση) αφενός, και το φιλε­λευθερισμό αφετέρου.

Είναι σαφές ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην αναδρομική αναγνώριση της ευτυχούς σύμπτωσης γ ια το φιλελευθερισμό να εξαφανιστούν κάποιες θρη­σκευτικές πεποιθήσεις, από τη μία πλευρά, και το σχε-

Page 280: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

282 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

διασμό του αφανισμού αυτών των πεποιθήσεων μέσω, ας πούμε, κάποιου προγράμματος θρησκευτικής προπαγάν­δας ή υποχρεωτικής κρατικής εκπαίδευσης, από την άλ­λη. 0 φιλελευθερισμός ενδέχεται να οδηγήσει στην ευ- πρόσδεκτη εξασθένιση κάποιων θρησκευτικών πεποιθή­σεων, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο φιλελευθερισμός πρέ­πει και να λάβει δραστικά μέτρα για να περιορίσει αυτές τις πεποιθήσεις. 0 Ρωλς σαφέστατα πιστεύει πως η εξα­φάνιση κάποιων θρησκευτικών πεποιθήσεων ήταν κάτι καλό, ίσως ακόμη και απαραίτητο για το φιλελευθερισμό. Πιστεύει όμως άραγε ότι οι φιλελεύθερες κυβερνήσεις πρέπει δραστικά να «ανοίξουν χώρο» για το φιλελευθε­ρισμό περιορίζοντας την πολυμορφία των θρησκευτικών πεποιθήσεων;

Σε ένα άλλο αποκαλυπτικό χωρίο, ο Ρωλς δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας ως προς την απάντησή του σ’ αυτό το ερώτημα: «0 πολιτικός φιλελευθερισμός [...] προϋπο­θέτει ότι ένα έλλογο περιεκτικό δόγμα δεν απορρίπτει τα ουσιώδη μιας δημοκρατικής πολιτικής οντότητας. Βεβαί­ως, μια κοινωνία ενδέχεται να περιλαμβάνει επίσης α δ ι ­κ α ιο λ ό γ η τ α κ α ι α ν ο ρ θ ο λ ο γ ικ ά , έω ς κ α ι π α ρ α ν ο ϊκ ά π ε ρ ιε ­κ τ ικ ά δ ό γ μ α τ α . Σε αυτή την περίπτωση τ ο π ρ ό β λ η μ α ε ί ­να ι ν α τ α π ε ρ ιο ρ ίσ ε ι ώ σ τε να μην υποσκάπτουν την ενό­τητα και τη δικαιοσύνη της κοινωνίας» (σ. xviii-xix) [υπογραμμίσεις δικές μου]. Ποια είναι αυτά τα δημοκρα­τικά ουσιώδη στα οποία πρέπει να πιστεύουν οι πολίτες ώστε να μη θεωρούνται «αδικαιολόγητοι και ανορθολογι- κοί» ή τίποτα χειρότερο; Τι εννοεί ο Ρωλς με τον όρο «ανορθολογικά» ή «παρανοϊκά» περιεκτικά δόγματα; Όποια κι αν είναι αυτά, ο Ρωλς λέει σε μια δυσοίωνη κα­τακλείδα ότι συνιστούν μια τόσο σοβαρή απειλή για την «ενότητα και τη δικαιοσύνη» της κοινωνίας ώστε το πρό­βλημα είναι να τα περιορίσουμε· σε ένα άλλο σημείο, π α ­ρατηρεί ότι τέτοια «δόγματα» μπορεί να συγκριθούν με «τον πόλεμο και την ασθένεια» και ότι η ίδια τους η

Page 281: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 283

ύπαρξη «μας επιβάλλει το πρακτικό καθήκον της ανά­σχεσής τους» (σ. 64, σημ. 19).

Χρησιμοποιώντας έκδηλα το ανήσυχο λεξιλόγιο της εποχής του Ψυχρού Π ολέμ ου ,τη ς «ανάσχεσης» των «ανορθολογικών» και των «παρανοϊκών» δογμάτων, ο Ρωλς δεν αναφέρεται σε στρατευμένους φονταμενταλι- στές ή σε επαναστατικές θρησκείες, τουλάχιστον κατά κύριο λόγο. Διότι για τον Ρωλς η «λογικότητα», θεμελιώ­δης έννοια στο Political Liberalism, είναι στην πραγματικό­τητα εξαιρετικά υψηλό κριτήριο. Για να θεωρηθεί έλλογο, ένα περιεκτικό δόγμα πρέπει να αποδεχθεί πολύ περισ­σότερα πράγματα από τη θρησκευτική ελευθερία, παρα­δείγματος χάρη, ή τους βασικούς δημοκρατικούς θε­σμούς. Αυτά όλα δεν αρκούν: τα περιεκτικά δόγματα πρέπει επίσης να αποδέχονται την «αρχή της κρίσης». Για να γίνει αυτό, ένα περιεκτικό δόγμα πρέπει ν’ αποδε­χθεί ότι οι λογικοί άνθρωποι διαφωνούν γύρω από έναν αριθμό ζητημάτων που αφορούν την κρίση και τα γεγονό­τα. Το αποτέλεσμα είναι μια ήπια μορφή διαψευσιμότη- τ α ς : για να είναι έλλογο, ένα περιεκτικό δόγμα πρέπει να αναγνωρίζει έμπρακτα ότι είναι εύλογο να αμφισβητού­νται και οι δικές του αξιώσεις αλήθειας, εφόσον το ίδιο μπορεί να υποστηριχτεί για όλες τις πλευρές.

Εκείνο που κάνει το φιλελευθερισμό του Ρωλς εξαιρε­τικά αποκλειστικό, αν όχι «μισαλλόδοξο», είναι ότι η αρ­χή της κρίσης εκτοπίζει την ακλόνητη θρησκευτική πίστη. Σύμφωνα με τις διάφορες θρησκευτικές ορθοδοξίες, βε­βαίως, η θρησκευτική αλήθεια μεσολαβείται από μια αποκάλυψη μέσω της πίστης η οποία απαιτεί αταλάντευ- τη αποδοχή. Οι κύριες ιστορικές θρησκείες, τις οποίες ο Ρωλς λέει πως ελπίζει ότι μπορεί να συμπεριλάβει η πολι­τική του έννοια της δικαιοσύνης (σ. 170), δεν μπορούν επομένως να δεχθούν την αρχή της κρίσης. Άρα, σύμφωνα με την οπτική του Ρωλς, αυτές οι ευρέως ασκούμενες θρησκείες είναι ανορθολογικές και ως εκ τούτου ανίκανες

Page 282: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

284 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

να υπεισέλθουν στην αλληλεπικαλυπτόμενη συναίνεση περί της δικαιοσύνης ως του ορθού κανόνα, και ίσως χρειαστεί έως και να «περιοριστούν». Και αυτό επειδή στην πολιτική θεωρία του Ρωλς είναι θεμελιώδης η άποψη πως η μόνη δίκαιη και σταθερή κοινωνία είναι η ομοιό­μορφα «έλλογη» κοινωνία που αποτελείται από ομοιό­μορφα «λογικούς» ανθρώπους, οι οποίοι ούτε διχάζονται ούτε συγκρούονται ως προς τις πεποιθήσεις τους αλλά είναι μάλλον «ολόψυχοι» φιλελεύθεροι πολίτες. Τέτοιοι πολίτες δεν αρκούνται απλώς να τηρούν τους νόμους μιας φιλελεύθερης κοινωνίας αλλά το κάνουν και «για τους σωστούς λόγους» (σ. xxxix-xl) - πράγμα που για να το κάνουν, βεβαίως, απαιτείται να είναι «λογικοί».

Ανεξάρτητα από τις προθέσεις του Ρωλς, οι συνέπειες για τον θρησκευτικό πλουραλισμό είναι εμφανείς: ο ρωλ- σιανός φιλελευθερισμός απαιτεί την περιστολή του θρη­σκευτικού στοιχείου μέσα στο πλαίσιο της «λογικότη- τας». Βεβαίως, ο Ρωλς δεν μας λέει πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό κατά τρόπο συνεπή προς τις αρχές του φιλε­λευθερισμού. Ωστόσο, σε έναν ελάχιστο βαθμό τουλάχι­στον, η σταθερότητα των θεσμών που ενσαρκώνουν αυτές τις αρχές ίσως μπορεί να δικαιολογήσει, ας πούμε, τη χρήση υποχρεωτικής κρατικής εκπαίδευσης ώστε να «πε­ριοριστεί» η επίδραση των «ανορθολογικών» θρησκευτι­κών απόψεων12. Ενδέχεται αυτό να περιλαμβάνει ακόμα και την καταστολή των πολιτικών κομμάτων που είναι οργανωμένα με βάση «ανορθολογικές» και «μη δημο­κρατικές» αρχές - πρακτική η οποία δεν είναι πρωτοφα­νής στις Ηνωμένες Πολιτείες. 0 πολιτικός φιλελευθερισμός φαίνεται λοιπόν ότι στηρίζει, αν δεν προαπαιτεί, τη διαρ­κή περιστολή της θρησκείας προκειμένου να γίνει ο κό­σμος ασφαλής για το φιλελευθερισμό.

Για να το θέσω διαφορετικά: παρά τις ζωηρές προ­σπάθειες του Ρωλς επί πολλά χρόνια να προσαρμόσει τη φιλελεύθερη θεωρία του στις συνθήκες του πραγματικού

Page 283: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 285

κόσμου των βαθιά διαιρεμένων κοινωνιών, είναι εντυπω­σιακό το πόσο ακατάλληλη παραμένει αυτή ακόμη και για μια κοινωνία της οποίας την πολιτική οργάνωση, τους θεσμούς και την ιστορία υποτίθεται ότι εκφράζει: τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η δομή της φιλελεύθερης θεωρίας του Ρωλς υποβάλλει μία εξήγηση: με δεδομένους εκ των προ- τέρων ορισμένους στενούς σκοπούς και προϋποθέσεις, ιδίως σε ό,τι αφορά τη λογικότητα, την πολιτική νομιμο­ποίηση , τον υποτιθέμενο αντιφιλελευθερισμό της θρησκεί­ας, την «κοινή λογική» και την προέχουσα σημασία των πολιτικών αξιών, δεν εκπλήσσει το ότι ο Ρωλς εντέλει αντιλαμβάνεται τον πλουραλισμό -τον πραγματικό πλου­ραλισμό που εμφανίζεται στον πραγματικό κόσμο- απει­λή η οποία πρέπει να ανασχεθεί.

0 Ρωλς βαδίζει στο χαρακτηριστικά φιλελεύθερο μο­νοπάτι που άνοιξε ο Γκρότιους και ακολούθησαν οι Χο- μπς, Λοκ, Πούφεντορφ και άλλοι: αυτό που ωθεί την απέραντη ποικιλία των πραγματικών θρησκευτικών πί- στεων και πρακτικών στο ομοιόμορφο φιλελεύθερο κα- λούπι του «φιλειρηνισμού» και της «λογικότητας». Το ιστορικό φιλελεύθερο μονοπάτι παραμένει πολυσύχνα­στο, αν και η ριζική ανεπάρκειά του έχει από καιρό επι- σημανθεί: μιλώντας ήδη από το 1677 γ ια το ευρύτερο ομογενοποιητικό πρόγραμμα του πρώιμου νεωτερικού φιλελευθερισμού, ένα συστατικό του οποίου ήταν ο π ε ­ριορισμός του θρησκευτικού πλουραλισμού, ο Λάιμπνιτς απαντούσε στον Χομπς και στον Πούφεντορφ -δύο από τους επιφανέστερους μαθητές του Γκρότιους- ότι καμία γνωστή πολιτική κοινωνία δεν χαρακτηριζόταν από την πολιτισμική και θεσμική ομοιομορφία που αυτοί θεωρού­σαν δεδομένη.

Page 284: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

286 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΑΗΜΟΚΡΑΉΑ

Πέρα από τη σύγκρουση ανάμεσα στον γχροτιανό φιλελευθερισμό και τον θρησκευτικό πλουραλισμό

Απώτατος σκοπός των βαρυσήμαντων θεολογικών εγχει­ρημάτων του Γκρότιους ήταν η δημιουργία μιας αλληλε- πικαλυπτόμενης χριστιανικής συναίνεσης που θα μπο­ρούσε να αντιμετωπίσει την πρόκληση του ριζικού θρη­σκευτικού πλουραλισμού. Πιο συγκεκριμένα, σκοπός της συναίνεσης του Γκρότιους ήταν να επιλύσει αυτό που ο Τζων Γκρέυ ονόμασε εύστοχα «φιλελεύθερο πρόβλημα»: «το να προσδιορίσουμε όρους για την ειρηνική συνύπαρ­ξη μεταξύ εκπροσώπων ανταγωνιστικών, και ίσως λογικά ασυμβίβαστων, κοσμοαντιλήψεων...»13. Πρόκειται για φ ι ­λ ε λ ε ύ θ ερ ο πρόβλημα επειδή οι φιλελεύθεροι, στο βαθμό που ισχυρίζονται σοβαρά ότι ανταγωνιζόμενες κοσμοα­ντιλήψεις π ρ έ π ε ι να επ ιτρέπεται να συνυπάρχουν με ελεύθερο και ειρηνικό τρόπο, πρέπει επίσης να δείξουν ότι είναι με κάποιο τρόπο κ α τ α σ τ α τ ικ ά δ υ ν α τ ό να γίνει αυτό: το π ρ έ π ε ι σημαίνει εδώ ότι μ π ο ρ ε ί . Με την αλληλε- πικαλυπτόμενη συναίνεσή του, ο Γκρότιους ορίζει τη βά­ση επί της οποίας διαφορετικές θρησκευτικές συλλήψεις -ακόμη και μη θρησκευτικές- μπορούν να συνυπάρχουν αρμονικά και ειρηνικά. Στο σημαντικό άρθρο του για τον Ρωλς, ο Βέναρ14 υποστηρίζει ότι «η ιδέα της αλληλεπικα- λυπτόμενης συναίνεσης είναι ακριβώς η ιδέα του Ρωλς [...] Μοιάζει χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της πολιτι­κής θεωρίας...». Ουσιαστικά έδειξα ότι η ιστορική εκτί­μηση του Βέναρ είναι εσφαλμένη: μολονότι ο Γκρότιους δεν είχε βέβαια την ιδέα μιας αλληλεπικαλυπτόμενης συ­ναίνεσης στην πλήρως ανεπτυγμένη ρωλσιανή της μορφή, την προαναγγέλλει ωστόσο κατά πολλούς τρόπους.

Το πιο σημαντικό, προσπάθησα να δείξω πως μολονό­τι η αλληλεπικαλυπτόμενη συναίνεση του Γκρότιους ήταν μια εξαιρετικά ευφυής λύση στο «φιλελεύθερο πρόβλη­μα», δεν θα μπορούσε να επιτύχει αν δεν περιόριζε -και

Page 285: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 287

περιόριζε ρ ιζ ικ ά -το ν θρησκευτικό πλουραλισμό. Στο γιατί οι απαιτήσεις της φιλελεύθερης πολιτικής αξιώνουν τον περιορισμό της θρησκείας απαντάει ο Γκρότιους σε ένα από τα μεταγενέστερα γρα7ττά του: «Είναι προτιμό­τερο να είσαι καλός πολίτης από το να είσαι καλός Χρι­στιανός». 0 Ρωλς διατυπώνει έναν εντυπωσιακά όμοιο ισχυρισμό, σε γλώσσα ελάχιστα λιγότερο καυστική: οι πολιτικές αξίες και οι θεσμοί ορίζουν «το ίδιο το θεμέλιο της ύπαρξής μας», γράφει, και ως εκ τούτου «έχουν αρ­κετό βάρος για να υπερβούν όλες τις άλλες αξίες που εν­δέχεται να έρχονται σε σύγκρουση μαζί τους» (σ. 138- 139). 0 φιλελευθερισμός μπορεί νόμιμα να περιορίζει τον θρησκευτικό πλουραλισμό επειδή, σε τελευταία ανάλυση, οι αξίες του φιλελευθερισμού είναι κυρίαρχες.

Η σκέψη του Γκρότιους, εντυπωσιακά όμοια με την πολιτική σκέψη του Ρωλς ως προς τη γένεση και τους σκοπούς της, και με σημαντική επίδραση στη δημιουργία μιας διακριτής πολιτικής παράδοσης, μας βοηθάει να εξηγήσουμε τη συνεχόμενη συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα στον γκροτιανό φιλελευθερισμό και τον θρησκευτικό πλουραλισμό. Επειδή, στο κάτω κάτω, μια σωστή κατα­νόηση του φιλελευθερισμού απαιτεί την ιστορική του κα­τανόηση. Και αν τη δούμε ιστορικά, η φιλελεύθερη παρά­δοση που ο Γκρότιους βοήθησε να θεμελιωθεί δεν υπήρξε ποτέ «ουδέτερη», αλλά ανέκαθεν μαχόταν κραυγαλέα να καταστήσει τον κόσμο ασφαλή γ ια ένα ορισμένο είδος ηθικότητας, ένα ορισμένο είδος προσωπικότητας, ένα ορισμένο είδος κοινωνίας.

Η σύγκρουση ανάμεσα στον γκροτιανό φιλελευθερισμό και τον θρησκευτικό πλουραλισμό συνδέεται βεβαίως στενά με την πολιτική όχι μόνο στη Δύση αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην αρχή αυτού του δοκιμίου ανα­φερθήκαμε στην παρατήρηση της Σκλαρ ότι ο φιλελευθε­ρισμός γεννήθηκε μέσα από «τρομερή ένταση στο εσωτε­ρικό του Χριστιανισμού ανάμεσα στις απαιτήσεις για

Page 286: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

288 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

δογματική ορθοδοξία και τις αξιώσεις της ευσπλαχνίας, ανάμεσα σε πίστη και ηθικότητα». Σύμφωνα με τον Γκρότιους, μόνο αν αυτή η ένταση επιλυόταν αποφασι­στικά εις βάρος της παραδοσιακής «ορθοδοξίας» και υπέρ της «ηθικότητας» θα μπορούσε να ξεκινήσει με ασφάλεια το εγχείρημα να καταστεί ο κόσμος φιλελεύθε­ρος. Ελάχιστα έχουν ίσως αλλάξει. Διότι μια τρομερή ένταση που αναφαίνεται στην εποχή μας είναι μια ένταση παρόμοια μ’ εκείνη που περιέγραφε η Σκλαρ. Είναι η ένταση ανάμεσα στις απαιτήσεις οικουμενικά αφυπνιζό- μενων, δυναμικών και αναβιωτικών «ορθοδοξιών» και σε αυτά που πολλοί άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο αντι­λαμβάνονται ως αιτήματα της ηθικότητας: ελευθερία, ει­ρηνισμός και λογικότητα. Σήμερα, ενόψει των αναβιωτι- κών ορθοδοξιών που συγκροτούν την παγκόσμια «επ ι­στροφή του Θεού», δεν είναι σαφές πώς μπορεί να συνε­χιστεί η προσπάθεια να κάνουμε -και να διατηρήσουμε- τον κόσμο ασφαλή για το φιλελευθερισμό. Το πώς, ας πούμε, οι υπέρμαχοι του φιλελευθερισμού και υποτιθέμε­νοι στυλοβάτες του παγκόσμιου εκδημοκρατισμού πρέπει να κατανοήσουν και να χειριστούν την «ισλαμική αναζω­πύρωση» κάθε άλλο παρά σαφές είναι. Σύμφωνα με τον Σάμιουελ Χάντινγκτον, ο καλύτερος τρόπος για να κατα­λάβουμε την ανάδυση του πολιτικοποιημένου Ισλαμισμού των ημερών μας είναι το βιβλίο του Μάικλ Γουώλζερ για τον πολιτικοποιημένο Καλβινισμό του Που αιώνα, The Revolution of the Saints (1965). Αν αυτό ισχύει, και αν είμα­στε πεπεισμένοι για τη «λογικότητα» της προσπάθειας να γίνει ο κόσμος ασφαλής για το φιλελευθερισμό, ίσως η καλύτερη απάντηση στο τι πρέπει να κάνουμε για να δα ­μάσουμε το «ανορθολογικό» Ισλάμ σήμερα είναι το έργο του ανθρώπου που συνέβαλε όσο κανείς άλλος στην τιθά- σευση του «ανορθολογικού» (δηλαδή του καλβινιστικού) Χριστιανισμού: του Χούγκο Γκρότιους15.

Αν δεν έχουμε πειστεί για τη λογικότητα του φιλελεύ-

Page 287: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 289

θέρου προγράμματος του Γκρότιους, αυτό συμβαίνει εν­δεχομένως επειδή θεωρούμε ότι είναι πιο ανθρώπινο και λιγότερο ουτοπικό να αντισταθούμε σε οποιαδήποτε προ­σπάθεια οριστικής επίλυσης αυτής της τρομερής έντασης, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Αν αυτό είναι το συμπέρα­σμά μας, τότε η έρευνά μας θα στραφεί προς μια πολιτική που διατηρεί χωρίς να διαλύει την ένταση ανάμεσα στον πολιτικό φιλελευθερισμό και τον θρησκευτικό πλουραλι­σμό στις διάφορες μορφές του. Μια τέτοια πολιτική θα ήταν στην πράξη μια στοιχειώδης μορφή φιλελευθερισμού που τείνει λιγότερο προς το φιλελευθερισμό του Γκρότι­ους και στο λόγο της φιλοσοφικής αυθεντίας που αυτός υιοθετεί, και περισσότερο προς τη δημοκρατία και τον εν­δεχόμενο σεβασμό της τελευταίας για κάθε μη βίαιη μορ­φή πολιτικής συμμετοχής και για κάθε πολιτικό υποκείμε­νο που σέβεται τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις της δημο­κρατίας. 0 Άλφρεντ Στέπαν περιγράφει εύστοχα αυτές τις προϋποθέσεις με τον όρο «διπλή ανεκτικότητα», σύμφω­να με την οποία το κράτος οφείλει να σέβεται την αυτονο­μία των θρησκευτικών θεσμών (περιλαμβανομένης της ελευθερίας τους να εκφράζονται πολιτικά) και οι θρη­σκευτικοί θεσμοί οφείλουν να σέβονται την αυτονομία του κράτους. Μια κατά τα άλλα ανοιχτή δημοκρατική πολιτι­κή -ανοιχτή στη μη αναγώγιμη πολυμορφία των ανθρώπι­νων αξιών, ανοιχτή στη μη αναγώγιμη πολυμορφία των θρησκευτικών και πολιτισμικών κοινοτήτων, ανοιχτή στα ποικίλα θεσμικά μέσα για το σεβασμό αυτών των αξιών και αυτών των κοινοτήτων- θα απέφευγε τις παγίδες μιας αυτοϋπονομευτικής στρατηγικής του φιλελεύθερου περιο­ρισμού , η οποία είναι πολύ πιο πιθανό να προκαλέσει τη ριζοσπαστικοποίηση της θρησκείας (και την περιφρόνηση απέναντι στο φιλελευθερισμό) απ’ όσο την ειρήνευση και η οποία, σε μια περίοδο που κυριαρχεί η «πολιτική των ταυτοτήτων», εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί πλέον να διατηρήσει το προκάλυμμα του θρησκευτικού πλουραλι­

Page 288: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

290 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

σμού. Η παραστατική περιγραφή του «πολιτισμικού φε­ντεραλισμού» στην Ινδία από τους Λόυντ και Σούζαν Ρούντολφ σε αυτό το βιβλίο, όπου ο ινδικός νόμος εξισορ­ροπεί τον ουνιβερσαλισμό με κάποια μορφή πλουραλι­σμού που συνδέει τη νομική ταυτότητα με διακριτές θρη- σκευτικοπολιτισμικές κοινότητες, και το έργο του Τζέιμς Τάλυ για τον «συνταγματικό διάλογο» ανάμεσα σε δια­φορετικές πολιτισμικές κοινότητες στη Βόρεια Αμερική, δείχνουν με διαφορετικό τρόπο το καθένα πώς πρέπει να είναι μια τέτοια πολιτική. Ιδιαίτερα σε θρησκευτικά δια­φοροποιημένες κοινωνίες, μια πολιτική που δίνει, με αυ­τούς ή με άλλους τρόπους, όσο το δυνατόν περισσότερο χώρο για δημοκρατική διαπραγμάτευση σε αντίθεση με τον περιορισμένο λόγο της φιλελεύθερης συζήτησης μπο­ρεί στην πραγματικότητα να συλλάβει καλύτερα το ιδια­ζόντως φιλελεύθερο πνεύμα: τη γενναιοδωρία.

Ευχαριστίες

Οφείλω πολλά για τη συγγραφή αυτού του κεφαλαίου ιδίως στους Αλφρεντ Στέπαν, Τζέιμς Πισκατόρι, Ντέιβιντ Μάρκαντ, καθώς και στους συμμετέχοντες στο συνέδριο του Σεπτεμβρίου 1999, των οποίων τα διεισδυτικά ερωτή­ματα και σχόλια απαιτούσαν καλύτερες απαντήσεις από εκείνες που μπορούσα να δώσω εκείνη τη στιγμή ή μπορώ να δώσω τώρα. Περισσότερο απ’ όλους, θα ήθελα να ευ­χαριστήσω τη Ρεμπέκα Σάμιουελ Σαχ.

Σημειώσεις

1. Judith Shklar, «The Liberalism of Fear», στο Nancy Rosenblum (επιμ.). Liberalism and the Moral Life, Καίμπριτζ. Μασαχουσέτη, Harvard University Press. 1989, σ. 23.

Page 289: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΡΟΤΙΟΥΣ ΣΤΟΝ ΡΩΛΣ 291

2. Hugo Grotius, Meletius sive de iis quae inter Christianos conveniunt epistola, μτφρ. G.H.M. Posthumus Meyjes, Λέιντεν, E. J. Brill, 1988. Οι παραπομπές στο έργο Meletius γίνονται σε παραγρά­φους. Η δική μου μετάφραση μερικές φορές διαφέρει από εκεί­νη του Meyjes.3. Hugo Grotius, De iure belli ac pacts libri tres (On the Law of War and Peace, Three Books), μτφρ. Francis Kelsey, Οξφόρδη, Clarendon Press, 1925, Prolegomena, παρ. 11.4. Για την παρατήρηση αυτή και την αναφορά στην επιστολή του Γκρότιους στον Βαλέους, είμαι υπόχρεος στον Richard Tuck, Philosophy and Government: i 5 7 2 - i6 5 i , Καίμπριτζ, Cambridge University Press, 1993, σ. 186-187.5. Hugo Grotius, Opera omnia theologica (Λονδίνο, 1679), τόμοςIII, σ. 679, παρατίθεται μεταφρασμένο στο Tuck, Philosophy and Government, σ. 200-201.6. Hugo Grotius, Opera Omnia Theologica (Λονδίνο 1679), τόμοςIV, σ. 701, παρατίθεται μετεφρασμένο στο G.H.M. Posthumus Meyjes, «Hugo Grotius as an irenicist», από το Robert Feenstra (επιμ.), The World of Hugo Grotius (1583-1645), Αμστερνταμ, APA-Holland University Press, 1984, σ. 63.7. Την ιδέα μιας θρησκευτικής «πολυφωνίας» δανείζομαι από τον Alfred Stepan, «The W orld’s Religious Systems and Democracy: Crafting the “Twin Tolerations”», υπό έκδοση στο βιβλίο του Arguing Comparative Politics, Οξφόρδη και Νέα ϊόρ- κη, Oxford University Press, 2000, σ. 20-21. Για την πολυφωνία του Καλβινισμού τον 16ο-17ο αιώνα, βλ. το σημαντικό έργο του David Little, Religion. Order and The Law, β' έκδ. Σικάγο, The University of Chicago Press, 1984, και «Reformed Faith and Religious Liberty», στο Donald McKim (επιμ.), Major Themes in the Reformed Tradition, Grand Rapids, Μίσιγκαν, Eerdmans. 1992, σ. 196-213.8. Ο Γκρότιους κλείνει το Meletius με ένα απόσπασμα του θεο­λόγου Σαλβιάνου γΓ αυτό το θέμα, στην παρ. 91. Για τον Λοκ, βλ. για παράδειγμα την έκδοση του James Tully, A Letter Concerning Toleration, Ιντιανάπολις, Hacket Publishing Company, 1983, σ. 38 passim.

Page 290: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

292 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

9. John Rawls, Political Liberalism, Νέα Υόρκη, Columbia University Press, 1996, σ. xxxix-xl. Όλες οι επόμενες αναφορές στο κείμενο είναι από το Political Liberalism.10. John Rawls, The Law of Peoples, Καίμπριτζ, Μασαχουσέτη, Harvard University Press, 1999, σ. 19-22.11. Samuel Huntington, The Clash of Civilizations and the Remaking of World Order, Νέα Υόρκη, Simon and Schuster, 1996, σ. 217.12. Στην πραγματικότητα, η ανάσχεση της θρησκευτικής ελευ­θερίας υπήρξε ιστορικά μια λειτουργία των κυβερνητικών («δημόσιων») σχολείων, τα οποία ιδρύθηκαν εν μέρει με το σκοπό να περιορίσουν τον Καθολικισμό των εκατομμυρίων Ιρλανδών και Γερμανών του 19ου αιώνα και (αργότερα) νοτιο- ευρωπαίων μεταναστών: πολλοί Αμερικανοί εκείνη την εποχή φοβούνταν ότι αλλιώς ο Καθολικισμός θα υπονόμευε τη φιλε­λεύθερη δημοκρατία. Εξαιτίας τέτοιων φόβων, η ελεγχόμενη από τους Προτεστάντες κρατική νομοθεσία όχι μόνο απαγό­ρευε στο κράτος να χρηματοδοτεί «σχισματικά» (βλέπε καθο­λικά) σχολεία, αλλά και υποχρέωνε τα κυβερνητικά σχολεία να προωθούν την «κοινή (βλέπε προτεσταντική) θρησκεία». Κινή­ματα υπέρ των «δημόσιων σχολείων» αναπτύχθηκαν και στη Γαλλία και την Ολλανδία την ίδια περίπου εποχή, και παντού είχαν σκοπό να υπηρετήσουν μια παρόμοια λειτουργία «ανά­σχεσης». Για μια συναρπαστική συγκριτική μελέτη, βλ. Charles Glenn, The Myth of the Common School, Amherst, Μασαχουσέτη, The University of Massachusetts Press, 1987.13. John Gray, Liberalism, Μινεάπολις, University of Minnesota Press, 1995, a. 85.14. Leif Wenar, «Political Liberalism: An Internal Critique», Ethics, Οκτώβριος 1995, σ. 33-4.15. Η συναρπαστική εργασία του Ρόναλντ Νέτλερ για τον Μο- χάμετ Τάλμπι στον παρόντα τόμο δείχνει ότι αυτός ο σύγχρο­νος θεολόγος του Ισλάμ μπορεί ίσως να κατανοηθεί ως το ισλαμικό ισοδύναμο ενός «γκροτιανού» φιλελεύθερου μεταρ­ρυθμιστή.

Page 291: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σημείωμα για τους συγγραφείς

0 Colin Crouch είναι καθηγητής των Συγκριτικών Κοινωνι­κών Θεσμών στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας και εξωτερικό επιστημονικό μέλος του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Έρευνα της Κοινωνίας στην Κολωνία. Είναι πρόεδρος της εκδοτικής επιτροπής του The Political Quarterly. Στο πρόσφατο έργο του περι­λαμβάνονται τα In d u str ia l R ela tions and European S ta te T raditions (1993)· A re skills the A n sw er? (με τους David Finegold και Mari Sako) (1999)· Social Change in W estern Europe (1999).

0 Paul Hirst είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Κολέγιο Birkbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και ακαδημαϊκός διευθυντής του Κοινού Μεταπτυχιακού Προ­γράμματος του Λονδίνου στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες και τις Πολιτισμικές Σπουδές. Είναι συγγραφέας, μεταξύ άλλων, των έργων The Pluralist Theory of the State· Selected W ritings of G .D .H . Cole, J .N . Figgis and H.J. Laski (1989)· Associative Democracy (1994) και From Statism to Pluralism (1997).

0 John Keane είναι καθηγητής Πολιτικής στο Κέντρο για τη Μελέτη της Δημοκρατίας. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων, μεταξύ των οποίων το βραβευμένο Tom Paine: A Political Life (1995) και το Vaclav Havel: A Political Tragedy in Six A cts (1999). Στα πολυάριθμα πρόσφατα ερευνητικά

Page 292: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

294 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται η ιστορία της εκκοσμί­κευσης και η φιλοσοφία και πολιτική του Ισλάμ.

0 David Marquand είναι διευθυντής του Κολεγίου Mansfield της Οξφόρδης. Μέλος της συντακτικής επιτροπής του Political Quarterly, στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνο­νται η πολιτική οικονομία, η βρετανική διοίκηση και πολι­τική και η ιστορία της βρετανικής και της ευρωπαϊκής αριστεράς.

Ο Ronald L. Nettler είναι εταίρος και επόπτης των Ανατολι­κών Σπουδών στο Κολέγιο Mansfield της Οξφόρδης και λέ- κτωρ του Εβραϊκού Κέντρου των Ανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Κύριο ενδιαφέρον του είναι η ισλαμική και εβραϊκή θρησκευτική σκέψη, τόσο η μεσαιωνι­κή όσο και η σύγχρονη.

0 δρ. Emanuele Ottolenghi είναι κατώτερος ερευνητικός εταίρος των Ισραηλινών Σπουδών στο Μεσανατολικό Κέ­ντρο του Κολεγίου St. Antony και στο Κέντρο Εβραϊκών και Ισραηλινών Σπουδών της Οξφόρδης.

0 Harold Perkin είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Νόρθγουέστερν. Το πιο πρό­σφατο βιβλίο του είναι The Third R evolution: Professional Elites in the M odem W orld (Routledge, 1996).

H Susanne Hoeber Rudolph και o Lloyd Rudolph είναι και οι δύο καθηγητές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Πεδίο τους είναι η σύγχρονη Ινδία.

0 Timothy Samuel Shah είναι υποψήφιος διδάκτωρ Διοικη­τικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Είναι σύμβουλος του ερευνητικού προγράμματος για τον Ευαγ­γελικό Χριστιανισμό και την Πολιτική Δημοκρατία στην

Page 293: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ 295

Α σ ία , την Αφρική και τη Λατινική Αμερική που έχει οργα­νωθεί από τη Διεθνή Αδελφότητα Θεολόγων των Ευαγγελι­κών Ιεραποστολών και χρηματοδοτείται από τα Pew Charitable Trusts- είναι επίσης ερευνητικός εταίρος στο Κέ­ντρο Ηθικής και Δημόσιας Πολιτικής της Ουάσινγκτον.

0 Sami Zubaida διδάσκει Πολιτική και Κοινωνιολογία στο Κολέγιο Birkbeck. Η έρευνα και οι δημοσιεύσεις του αφο­ρούν τη θρησκεία, τις εθνότητες και τον εθνικισμό στην πολιτική της Μέσης Ανατολής, και ακόμα τη διατροφή και τον πολιτισμό. Είναι συγγραφέας του Islam, the People and the State (1993) και συνεκδότης, μαζί με τον R. Tapper, του Culinary Cultures of the Middle East (1994).

Page 294: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Page 295: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ευρετήριο κυρίων ονομάτων

Άγιουμπι Ν. (Ayubi, Ν.): 136 Α'ιζενχάουερ Nr.NrXEisenhower, D.D.): 174-5Αικελμαν Ντ.Φ. (Eickelman, D.F.):124-8Αϊνστάιν A. (Einstein, A.): 35 αλ-Αφγανί Τζ.-Ε. (al-Afgani, J.-E.): 38αλ-Γκαζάλι Μ. (al-Ghazzali, Μ.): 150αλ-Γκανουτσι P. (al-Ghannouchi, R.): 42αλ-Μπισρί Τ. (al-Bishri, Τ.): 134 αλ-Μπουστάνι Μπ. (al-Bustani, Β.): 38αλ-Χακ Τζ. (al-Haqq, J.): 152 Αμπού-Ζαΐντ Ν.Χ. (Abu-Zayd, Ν.): 152-3Ανκερμπεργκ Τζ. (Ankerbeig, J.):183Αρεντ X. (Arendt, Η.): 33 Αριστοτέλης: 28-9 ΑρμΙνιους Γ. (Ann ini us, J.): 260 Ατατούρκ K. (Ataturk, Κ.): 154, 158Αυγουστίνος, άγιος: 29

Βαλέους A. (Walaeus, A.): 272 Βέμπερ Μ. (Weber, Μ.): 131, 133Βέναρ A. (Wenar, L.): 286

Βικτωρία (Victoria), βασίλισσα: 50, 57, 60-3Βιλαίμ Ζ.-Π. (Willaime, J.-P.): 204Βίσμαρκ Ο. φον (Bismarck, Ο.): 234Βολταίρος (Voltaire): 31, 40 Βολφ Σ. (Wolf, C.): 196 Βουαγιέ A. (Voyi, L.): 204

Γκάντι Μ. (Gandhi, Μ.): 67, 69, 73Γκάντι P. (Gandhi, R.): 79-80 Γκίνγκρις Ν. (Gingrich, Ν.): 174,179Γκίρκε Ο. φον (Gierke, Ο.): 231, 234Γκράχαμ Μπ. (Graham. Β.):171, 175Γκρέυ Τζ. (Gray, J.): 286 Γκρότιους X. (Grotius, Η.): 257-90Γουίκλιφ Τζ. (Wycliffe, J.): 20, 40Γουίλιαμ του Όκκαμ (William of Ockham): 20, 28, 36 Γουίλς Γκ. (Wills, G.): 173 Γούλπερτ Σ. (Woolpert, S.): 59, 61.63Γουντ Τσ. (Wood, C.): 59, 62-3

Page 296: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Γουώλζερ Μ. (Walzer, Μ.): 288

Έντουβρτς Μπ. (Edwards, Β.): 184Ερβιέ-Λεζέ Ντ. (Hervieu-L£ger, D.): 197Ερντογάν P. (Erdogan, R.): 161 Έσενμπαχ Β. φον (Eschenbach, W.): 40

Ήτον P. (Eaton, R.): 56 Ζισχάρ ντ'ΕσταΙν Β. (Giscard d ’Estaing, V.): 173

Ίλμπερτ Κ. (Ilbert, C.): 61 Ιωάννης ΚΓ' (John XXIII), πάπας: 205Ιωάννης Παύλος Β' (John Paul II), πάπας: 175, 192, 213-4

Καλβίνος I. (Calvinus): 262, 273, 277Καμπίς P. (Campiche, R.): 204 Κάουρ A. (Kaur, A.): 75 Κάρτερ Τζ. (Carter. J.): 175, 178 Κάστρο Φ. (Castro, F.): 132, 213 Κέκσχες P. (Kecskes, R.): 196 Κένεντυ Τζ.Φ. (Kennedy, J.F.):173-5Κέπελ Τζ. (Keppel, G.): 43 Κλάιοτ X. φον (Kleist, Η.): 34 Κλίντον Μπ. (Clinton, Β.): 11,174-5Κόλμπρουχ Χ.Τ. (Colebrooke, Η.Τ.): 56Κομπ Ε. (Combes. Ε.): 234 Κόουλ Γχ.Ντ.Χ. (Cole, G.D.H.): 236Κόρες Ντ. (Korresh, D.): 180

Κούπλαντ P. (Coupland, R.): 64,66Κουτμπ Σ. (Qutb, S.): 116,132-3

Λάιμπνιτς Γχ.Β. (Leibniz, G.W.): 285Λάιονς X. (Lyons, Η.): 182, 184-5Λάσχι Χ.Τζ. (Laski, H.J.): 236 Λε Κλερχ Ζ. (Le Clerk, J.): 275 Λέχυ Γ. (Lecky, W.): 21 Λίμπορχ Φ. φον (Limborch, P.): 269, 276- 7Λίπσιους I. (Lipsius, J.): 262-3 Λοχ Τζ. (Locke, J.): 257, 269-70. 276- 7Λούθηρος Μ. (Luther, Μ.): 28-9, 126-7Λύμπε X. (Luebbe, Η.): 19

Μαζάνι Μ. (Masani, Μ.): 75 Μαχώλεϋ Τ.Μπ. (Macaulay, Τ.Β.): 57-9, 60, 62-3 Μάνσφιλντ Τζ. (Mansfield, J.): 85Μάνταλ Μπ.Π. (Mandal, Β.Ρ.): 73-4Μαριταίν Ζ. (Maritain, J.): 35 Μαρσίλιος από την Πάδουα (Marsilius of Padua): 28 Μάρτιν Ντ. (Martin, D.): 194 Μοσινιόν Λ. (Massignon, L.):114Μαχφούζ Ν. (Mahfouz, Ν.): 149 Μέιν X. (Maine, Η.): 61 Μέιτλαντ Φ.Γ. (Maitland, F.W.): 231Μελάγχθων Φ. (Melanchton, P.): 28Μέλορ Ντ. (Mellor, D.): 173

Page 297: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ KYPIQN ΟΝΟΜΑΤΩΝ 299

Μερλά Ε. (Merlat, Ε.): 278 Μέρντοχ P. (Murdoch, R.): 182,184Μέσνερ P. (Messner, R.): 184 Μέτα Ου. (Mehta, U.): 55 Μέτ« X. (Mehta, Η.): 75 Μιλ Τζ.Σ. (Mill, J.S.): 240-1 Μιτεράν Φ. (Mitterand, F.): 173 Μοντεσκιέ Σ. (Montesquieu, C.): 33Μουκέρτζι Χ.Κ. (Mookerjee, H.C.): 70-1Μουμπάρακ Μ. (Mubarak, Μ.): 137, 146Μουρ Λ. (Moore, L.): 182 Μπάνο Σ. (Bano, S.): 78, 80 Μπάρμπερ Μπ. (Barber, Β.): 12 Μπαχαντουρ Σαχ Β ' (Bahadur, S. II): 63Μπέικερ Τ. (Baker, Τ.): 172 Μπέικερ Τζ. (Baker, J.): 172, 175, 182-4, 186 Μπέιλ Π. (Bayle, P.): 239 Μπεκ θ . (Beck, Τ.): 63 Μπεν-Γκουριόν Ντ. (Ben-Gurion, D.): 97-8, 100Μπέντινκ Γ. (Bentinck, W.): 57- 60Μπέρνχαρντ P. (Bernhardt, R.): 43Μπλασέρ P. (Blach^re, P.): 114 Μποντέν Ζ. (Bodin, J.): 262 Μπονχόφερ Ντ. (Bonhoffer, D.): 37Μπουλάτζ Α. (Βυΐβς, Α.): 42 Μπουρντιέ Π. (Bourdieu, P.):204Μπους Τζ. (Bush, G.): 171, 175,180Μπράντλω To. (Bradllaugh, C.): 21Μπράουν Π. (Brown. P.): 17

Μπρούνι Λ. (Bruni, L.): 29 Μυσάρ Π. (Mussard, P.): 277 Μωρίς (Maurice), πρίγκιπας : 261, 273

Νεχρού Τζ. (Nehru, J.): 67, 69,71, 73, 75Νίτσε Φ. (Nietzsche, F.): 21, 23, 231, 249-50Νίξον P. (Nixon, R.): 171, 175 Νουρσί Σ. (Nurei, S.): 159 Ντάγκαμβαρ Β. (Dhagamwar, V.): 77, 79Νταλουζι Ρ.Τζ. (Dalhousie, R.J.): 57, 60Ντάνιελ Ν. (Daniel, Ν.): 39 Ντέιβι Γκ. (Davie, G.): 195-8 Ντον-Γεϊγιά Ε. (Don-Yehiya, Ε.): 98Ντόουλ Μπ. (Dole, Β.): 179

ΟζάλΤ. (Ozal, Τ.): 156-7 Όλντενμπάρνεφελτ Γ. φον (Oldenbamevelt, J.): 261 Όνταρντ Κ. (Audaid, Κ.): 36 Όσην Γκ. (Austin, G.): 70-1, 75

Πάρχινσον Σ. (Parkinson, C.): 173Πατέλ Β. (Patel, V.): 70 Πίραρντ Ρ.Β. (Pierard, R.V.): 178Πούφεντορφ Σ. (Pufendorf, S.): 285

Ράο Ν. (Rao, Ν.): 74 Ρενάν Ε. (Renan, Ε.): 38 Ρήγκαν P. (Reagan, R.): 171, 175, 177-80

Page 298: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ρηντ P. (Reed, R.): 172 Ρόμπερτς Ο. (Roberts, 0.): 172, 182-3Ρόμπερτσον Π. (Robertson, P.): 172, 175, 181-3Ρόντινσον Μ. (Rodinson, Μ.): 39 Ρόρτυ P. (Rorty, R.): 26 Ρόυ 0 . (Roy, 0.): 134, 136 Ρουσσώ Ζ.-Ζ. (Rousseau, J.-J.): 281Ρουφάιζεν 0. (Rufeisen, 0.):102Ρωλς Τζ. (Rawls, J.): 258-9, 271, 278-89

Σαντάτ A. (Sadat, A.): 137, 146, 152Σ α ’ραουί Σ. (Sha’rawi, S.): 151 Σαμς αλ-ντιν Μ.Μ. (Shams al- din, Μ.Μ.): 42Σάουθερν Ρ.Γ. (Southern, R.W.): 39Σαριάτι A. (Shari’ati. A.): 133-4, 137Σαρούρ Μ. (Shahrur, Μ.):125-6Σέιθ Σ.Π. (Sathe, S.P.): 81 Σερβέτους Μ. (Servetus, Μ.): 273 Σινγκ Β.Π. (Singh, V.P.): 73 Σχλαρ Τζ. (Shklar, J.): 256 Σλάιερμάχερ Φρ. (Schleiermacher, F.): 35, 37Σμιθ Τζ. (Smith, J.): 197 Σορους A. (Soroush, A.): 42 Σουάγκαρτ Τζ. (Swaggart, J.):172, 182, 184Σούλερ P. (Schuller, R.): 176, 182, 186Σπένσερ X. (Spencer, Η.): 234 Σταρ Κ. (Starr, Κ.): 179 Στέπαν A. (Stepan, A.): 289

Στράτσεϋ P. (Strachey, R.): 61 Σω Τζ.Μπ. (Shaw, G.B.): 32

Τάλμπι Μ. (Talbi, Μ.): 15, 113- 5, 118-28Τάλυ Τζ. (TuUy, J.): 290 Τανταβί Σ. (Tantawi, S.): 152 Τέιλορ Τσ. (Taylor, C.): 24-6 Τζάκσον Τζ. (Jackson, j .) ; 175 Τζέφερσον Τ. (jcfferson, Τ.): 11 Τζίνα Μ.Α. (Jinnah, Μ.Α.): 50, 64-5Τζόνσον Γκ. (Johnson, G.): 61 Τζόνσον Σ. (Johnson, S.): 20 Τζόουνς Γ. (Jones, W.): 53-4, 56-7Τζόουνς Τζ. (Jones, J .) : 180 Τίμαν P. (Thiemann, R.): 43 Τοκβίλ Α. ντε (Tocqueville, A.): 9-10Τσάμπερλαιν Χ.Σ. (Chamberlain, Η.S.): 250

Φάλγουελ Τζ. (RilweU, J.): 171, 177-8, 180, 182Φίγκις Τζ.Ν. (Figgis, J.N.): 13, 36, 230-51Φιλαλί-Ανσαρύ A. (Filali-Ansary, A.): 42Φιτζέιμς Στήβεν Τζ. (Fitzjames Stephen, J.): 58Φλέτσερ Τζ.Γ. (Fletcher, J.W.): 183Φόντα Φ. (Foda, F.): 149-50 Φόυερμπαχ A. (Feuerbach, L.): 21

Χάβελ Β. (Havel, V.): 35 Χάιντεγγερ Μ. (Heidegger, Μ.): 23, 25

Page 299: ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ 301

Χάμπεργχ Γχ. (Hamberg, G.): 196Χαν Σ.Α. (Khan, S.A.): 50, 62-5 Χαν Τζ. (Hahn. J.): 183 Χανάφι X. (Hanafi, Η.): 134 Χάντινγχτον Σ.Π. (Huntington,S.P.): 24, 279, 288 Χαρτ Γχ. (Hart, G.): 174 Χάστινγχς Γ. (Hastings, W.): 53-5

Χέγχελ Γχ. (Hegel, G.): 18 Χελμς Τζ. (Helms, J.): 179 Χομεϊνί A. (Khomeini, A.): 132, 140-3, 164Χολυόουκ Τζ. (Holyoake, G.): 21Χομπς Τ. (Hobbes, Τ.): 285 Χουράνι A. (Hourani, A.): 39 Χουσέιν A. (Hussain, A.): 134