2
Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου - Η Ελευθερία δεν πέθανε - Δεν γνωρίζεις καθημερινά ανθρώπους που στη ζωή τους δεν έχουν πράξει κανένα κακό. Η γιαγιά Ελευθερία, σπάνια ψυχή, ένας γλυκύτατος κορίτσαρος ετών 87,αποκαμωμένη από τα τόσα βάσανα των ανθρώπων γύρω της και από τις δοκιμασίες του Κυρίου στον οποίον ποτέ δεν χρέωνε κακό, υπήρξε μια από τις εξαιρέσεις. Κι όμως ποτέ δεν ήτο πιστή τις Κυριακές στο ραντεβού με το Θεό, γιατί είχε βλέπετε το προσωπικό της Θεο, τον παππού Ιωάννη. Τον λάτρευε αυτή κι ας ήταν αυταρχικός, θυμωμένος 8 ημέρες τη βδομάδα, εθνικιστής από τους λίγους με το μουστάκι του να λάμπει δίπλα στο κουμπούρι του. ΄΄Γιαγιά, γιαγιάααα!! Το μουστάκι του Παππού θυμίζει τον Αδόλφο΄΄, έλεγε και ξανάλεγε ο εγγονός του, μα η σύγκριση κάθε άλλο παρά αποτροπιασμό ΄΄πρόσφερε΄΄ στον ευλογημένο, κατά τον ίδιο από τον ύψιστο, γέρο. Η γιαγιά κοίταζε μια το παιδί και μια τον παππού φοβούμενη πολύ για την αντίδραση του τελευταίου. Γιατί σε τίποτε δεν το είχε να σηκώσει το χέρι σε παιδί κι ας ήταν 6 χρόνων. Το ίδιο είχε κάνει άλλωστε σε όλα τα παιδιά, μα και στην ίδια την γιαγιά Ελευθερία. Μια φορά, παιδί σαν ήταν ο πατέρας μου, με το τσιγάρο λένε στο δρόμο, πως έκαιγε τα πόδια του πατέρα μου όταν είχε κάνει μικρός λάθος στα δεφτέρια του εμπορίου που παζάρευαν. ΄΄ Να 'χεις το νου σου! 6 χρόνων άντρας και να κάνεις λάθος μωρέ;΄΄ Σήμερα είναι Τρίτη. Θα πάμε επίσκεψη στη γιαγιά στο γεροκομείο. Εγώ και η μητέρα μου. Ο πατέρας επισκέφθηκε το κοιμητήριο που σήμερα ο πάλαι ποτέ ήρωας πατέρας του κοιμάται. Στο νοσοκομείο πριν ξεψυχήσει, είχε ζητήσει συγχώρεση από τα παιδιά του, για όλα του τα κρίματα κι αυτά δεν φάνηκαν να τον έχουν άχτι. Μπαίνουμε στο γηροκομείο. Παγωνιά. Είναι η αίσθηση που νιώθει κανείς, όταν απομακρύνεται από τον μικρόκοσμό του και ξαφνικά τον αγγίζει ένα ρεύμα ντροπής για την ΄΄άλλη΄΄ κοινωνία που συναντά στο διάβα του. Ο διάδρομος τεράστιος, λες και το κάνανε επίτηδες για να συναντήσεις κάθε λογής άνθρωπο εκεί πέρα και να γνωρίσεις ένα ένα τα προβλήματα και τις ανησυχίες

Η Ελευθερία Δεν Πέθανε Ακόμη

Embed Size (px)

DESCRIPTION

diigima

Citation preview

Page 1: Η Ελευθερία Δεν Πέθανε Ακόμη

Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου  -   Η Ελευθερία δεν πέθανε - 

Δεν γνωρίζεις καθημερινά ανθρώπους που στη ζωή τους δεν έχουν πράξει κανένα κακό. Η γιαγιά Ελευθερία, σπάνια ψυχή, ένας γλυκύτατος κορίτσαρος ετών 87,αποκαμωμένη από τα τόσα βάσανα των ανθρώπων γύρω της και από τις δοκιμασίες του Κυρίου στον οποίον ποτέ δεν χρέωνε κακό, υπήρξε μια από τις εξαιρέσεις.

Κι όμως ποτέ δεν ήτο πιστή τις Κυριακές στο ραντεβού με το Θεό, γιατί είχε βλέπετε το προσωπικό της Θεο, τον παππού Ιωάννη. Τον λάτρευε αυτή κι ας ήταν αυταρχικός, θυμωμένος 8 ημέρες τη βδομάδα, εθνικιστής από τους λίγους με το μουστάκι του να λάμπει δίπλα στο κουμπούρι του. 

΄΄Γιαγιά, γιαγιάααα!! Το μουστάκι του Παππού θυμίζει τον Αδόλφο΄΄, έλεγε και ξανάλεγε ο εγγονός του, μα η σύγκριση κάθε άλλο παρά αποτροπιασμό ΄΄πρόσφερε΄΄ στον ευλογημένο, κατά τον ίδιο από τον ύψιστο, γέρο.

Η γιαγιά κοίταζε μια το παιδί και μια τον παππού φοβούμενη πολύ για την αντίδραση του τελευταίου. Γιατί σε τίποτε δεν το είχε να σηκώσει το χέρι σε παιδί κι ας ήταν 6 χρόνων. Το ίδιο είχε κάνει άλλωστε σε όλα τα παιδιά, μα και στην ίδια την γιαγιά Ελευθερία.Μια φορά, παιδί σαν ήταν ο πατέρας μου, με το τσιγάρο λένε στο δρόμο, πως έκαιγε τα πόδια του πατέρα μου όταν είχε κάνει μικρός λάθος στα δεφτέρια του εμπορίου που παζάρευαν. ΄΄ Να 'χεις το νου σου! 6 χρόνων άντρας και να κάνεις λάθος μωρέ;΄΄

Σήμερα είναι Τρίτη. Θα πάμε επίσκεψη στη γιαγιά στο γεροκομείο. Εγώ και η μητέρα μου. Ο πατέρας επισκέφθηκε το κοιμητήριο που σήμερα ο πάλαι ποτέ ήρωας πατέρας του κοιμάται. Στο νοσοκομείο πριν ξεψυχήσει, είχε ζητήσει συγχώρεση από τα παιδιά του, για όλα του τα κρίματα κι αυτά δεν φάνηκαν να τον έχουν άχτι.

Μπαίνουμε στο γηροκομείο. Παγωνιά. Είναι η αίσθηση που νιώθει κανείς, όταν απομακρύνεται από τον μικρόκοσμό του και ξαφνικά τον αγγίζει ένα ρεύμα ντροπής για την ΄΄άλλη΄΄ κοινωνία που συναντά στο διάβα του. Ο διάδρομος τεράστιος, λες και το κάνανε επίτηδες για να συναντήσεις κάθε λογής άνθρωπο εκεί πέρα και να γνωρίσεις ένα ένα τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους σαν προχωράς. Οι φωνές τους μου παίρνουν τα αυτιά. ΄΄Μα πώς γίνεται τόσο γέροι να βγάζουν τέτοιες τεράστιες κραυγές;΄΄, αναρωτήθηκα.

Στο βάθος, η γιαγιά Ελευθερία. Άσπρα, κοντά μαλλιά να φτάνουν μέχρι το λαιμό με το ζόρι, ροζιασμένα και φαγωμένα τα χέρια από τα χρόνια, βλέφαρα κατεβασμένα να κλείνουν τη ντροπή του κόσμου μέσα στην καλοσύνη τους, μάτια δακρυσμένα από τη λήθη και τα δόντια λιγοστά πια. Η καρδιά όμως δεν άλλαξε, πάντοτε χαρούμενη και με το ίδιο σκέρτσο όπως παλιά στο χαμόγελο. Να κοιτάει με υπομονή, να προσπαθεί να ακούσει τι λες διαβάζοντας τα χείλια, να θυμάται τα γενέθλια και να σε παίρνει τηλέφωνο μιλώντας σου χωρίς να σε ακούσει. Της αρκούσε να ακούσεις την καρδιά της. Αγάπη είναι γι' αυτήν να προσφέρει στα αυτιά σου μια ευχή, να σε βλέπει χαρούμενο κι ας μην μπορεί να χοροπηδήσει, αγάπη γι' αυτήν είναι να σε νιώθει με τα μάτια της ψυχής κι ας μη βλέπει.

Η γιαγιά τελευταία δεν ήταν στα καλά της. Μας πήραν τηλέφωνο πως δεν έτρωγε και δάκρυζε συνεχώς. Ξέχασε πως δεν μπορούσε να περπατήσει και συνεχώς ψιθύριζε πως είχε να πάει για προσκύνημα στον Αι - Μάμα για να προσευχηθεί για τους νεκρούς της. Σηκωνόταν και ξαφνικά έπεφτε στο πάτωμα με μια βουτιά τρομακτική. Μα είχε συνηθίσει από χειρότερα δεινά κι αυτά τα σπασμένα δόντια που απέμεναν στα χέρια και στο πάτωμα

Page 2: Η Ελευθερία Δεν Πέθανε Ακόμη

δεν την ενοχλούσαν. ΄΄Τι ζωή να ζω παιδιά μου΄΄ έλεγε και ξανάλεγε. ΄΄Η ζωή δεν έχει να μου δώσει πια, της είμαι βάρος.΄΄ Σίγουρα αυτή η γυναίκα που ποτέ της δεν υπήρξε βάρος για κανέναν, ποτέ της δεν πλήγωσε άνθρωπο μα και ζώο, δεν έπρεπε να έχει τέτοια τύχη. Μα η κοινωνία διαλέγει τη τύχη μας. Δεν την ορίζουμε εμείς, ειδικά όταν γεράσουμε. 

Κι η γριά κρατώντας το χέρι του εγγονού της, που χάιδευε τα ζαρωμένα δάχτυλα της μπας και ξεχάσει τα βάσανα της, κοιμήθηκε εν ειρήνη για να αναπαυθεί επι τέλους η καρδιά της, που δεν άλλαξε, δεν κάκιωσε, δεν μάτωσε ποτές απ' την αμαρτία και τη βία του κόσμου τούτου.