199
Η ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ. Από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα.

Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα.

Citation preview

Page 1: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Η ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΙΑ. Από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα.

Page 2: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 2

Ο Μεσαίωνας

Τι ήταν ο Μεσαίωνας; Η ιδέα της ύπαρξης μιας ενδιάμεσης εποχής που διαχωρίζει την περίοδο της Δυτικής Ρωμαϊκής

Αυτοκρατορίας από το παρόν γεννήθηκε στους Ουμανιστικούς κύκλους του 15ου αιώνα , ενώ η διάκριση του παρελθόντος σε Αρχαιότητα , Μεσαίωνα , και Νεότερους χρόνους επικράτησε ευρύτερα δύο αιώνες αργότερα. Έτσι ο Μεσαίωνας θεωρήθηκε η περίοδος εκείνη της ιστορίας της Ευρωπαϊκής Δύσης που διαρκεί από τον 7ο έως τον 16ο αιώνα , δηλαδή από την πρώτη επέκταση

των Αράβων γύρω στα 635 έως 650 μετά Χριστού , έως την

Αναγέννηση και τη Μεταρρύθμιση , η πρώτη φάση της οποίας τελειώνει με τη συνθήκη ειρήνης της Αυγούστας στα 1555. Τρία είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της μεσαιωνικής περιόδου: η υπέρτατη κυριαρχία των αυτοκρατόρων και των παπών , η πίστη στον καθολικισμό και τη Βίβλο ως τη μόνη πραγματική θρησκεία

και η χρήση των λατινικών ως lingua franca μεταξύ των λογίων και της μορφωμένης ελίτ. Για πρακτικούς λόγους συνηθίζουμε σήμερα να υποδιαιρούμε αυτή τη μακραίωνη εποχή σε τρεις ιστορικές περιόδους: στον πρώιμο Μεσαίωνα , από την ύστερη Αρχαιότητα έως την εποχή που βασίλεψαν τα μέλη της οθωνικής δυναστείας γύρω στο 1000 μετά

Χριστού, στη μέση ή κύρια Μεσαιωνική Περίοδο, που τελειώνει με το θάνατο του Φρειδερίκου Β΄, του τελευταίου εκπροσώπου της δυναστείας των Χοχενστάουφεν και στον ύστερο Μεσαίωνα, που κλείνει με την ανακάλυψη του Νέου Κόσμου και την έναρξη της Μεταρρύθμισης του Λουθήρου. Όσον αφορά την ιστορία της ομοφυλοφιλίας, πρέπει να

σημειωθεί εκ των προτέρων ότι ούτε για την πρώιμη ούτε για τη Μεσαιωνική περίοδο υπάρχουν πηγές που να μας πληροφορούν ειδικά για την καθημερινή ζωή ή τη δικαστική δίωξη και εκτέλεση αντρών και γυναικών που είχαν σεξουαλικές σχέσεις με άτομα του

ίδιου φύλου. Αυτό συμβαίνει για τον απλό λόγο ότι η έννοια του ομοφυλόφιλου ως ατόμου που ανήκει σε μια ξεχωριστή κατηγορία

ήταν απολύτως άγνωστη εκείνη την εποχή και ο όρος τρίτο φύλο ήταν γνωστός, αλλά μόνο από τα έργα του Πλάτωνα. Ακολουθώντας τις κλασικές αντιλήψεις, οι άνθρωποι του Μεσαίωνα έκριναν τους άλλους με βάση την συμπεριφορά τους απέναντι στη φύση, μα άλλα λόγια ανάλογα με το αν οι πράξεις τους εξυπηρετούσαν ή όχι τον απώτερο σκοπό της αναπαραγωγής. Αυτοί που σήμερα

ονομάζονται ομοφυλόφιλοι συγκαταλέγονταν τότε σε μια ευρύτερη κατηγορία ατόμων, που περιλάμβανε επίσης τους κτηνοβάτες, όσους έκαναν πρωκτικό ή στοματικό σεξ κι εκείνους που έπαιρναν

μέτρα αντισύλληψης ή έκαναν αμβλώσεις. Ακόμα δεν είχε δημιουργηθεί ομοιογενής νομοθεσία για τα ζητήματα σεξουαλικής

Page 3: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 3

ηθικής, και οι άντρες και οι γυναίκες που τελούσαν τέτοιες πράξεις βρίσκονταν κάτω από τη δικαιοδοσία των τοπικών επισκόπων, οι οποίοι επέβαλαν ποινές με σκοπό την αναμόρφωση των αμαρτωλών και τη δυνητική επανάκαμψή τους στον ορθό δρόμο της

Εκκλησίας. Μόλις από τον 13ο αιώνα και μετά άρχισε να αποδίδεται στους ομοφυλόφιλους άντρες η συνηθισμένη στο εξής ονομασία σοδομίτες. Τότε άρχισε και η υπαγωγή τους στη δικαιοδοσία της Ιεράς Εξέτασης η οποία ιδρύθηκε από τον Γρηγόριο τον ένατο στα 1233 και είχε το δικαίωμα να βασανίζει και να εκτελεί όσους

έκρινε ένοχους. Παράλληλα, σε όλες τις σημαντικές πόλεις της

Ευρώπης, τη Βενετία, τη Φλωρεντία, το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Γάνδη, την Μπριζ και την Κολωνία, συστήθηκαν κατά τον 14ο και τον 15ο αιώνα ειδικές επιτροπές που δίωκαν τους σοδομίτες, επιβάλλοντας πλήθος θανατικές καταδίκες. Ακολούθησαν τα επισκοπικά κρατίδια και οι ελεύθερες πόλεις της Γερμανίας, όπως

το Άουγκσμπουργκ, το Ρέγκενσμπουργκ και η Βασιλεία, που οργάνωσαν με τη σειρά τους κυνήγια μαγισσών εναντίον ολόκληρων ομάδων αντρών και προσήγαγαν συγκεκριμένα άτομα σε δίκες. Κατά τη διάρκεια αυτού του κύματος διώξεων, έγιναν ανακρίσεις και επιβλήθηκαν ποινές ακόμα και σε βασιλιάδες, πρίγκιπες και πάπες.

Ωστόσο, πέρα από τις νομικές και τις θρησκευτικές διαστάσεις του ζητήματος της ομοφυλοφιλίας, από τη μελέτη της ιστορίας του Μεσαίωνα αναδεικνύεται και ένα λογοτεχνικό και πολιτισμικό περιβάλλον μέσα από το οποίο άνθισαν οι ομόφυλες σχέσεις τουλάχιστον οι σχέσεις μεταξύ αντρών. Αυτό φαίνεται καθαρά στις περιπτώσεις ορισμένων ομάδων οι οποίες αντάλλασαν μεταξύ τους

γράμματα και ποιήματα που υμνούσαν την αντρική φιλία και την ομοερωτική κουλτούρα. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν ο γαλλορωμαϊκός κύκλος του ποιητή Βενάντιου Φορτουνάτου κατά τον 6ο αιώνα, οι αυλικοί λόγοι και οι επίσκοποι της εποχής του

Καρλομάγνου και του Λουδοβίκου του Ευσεβούς κατά τον ύστερο όγδοο και τον πρώιμο ένατο αιώνα, καθώς και οι κληρικοί και οι

ποιητές του Λίγηρα των αγγλονορμαδικών βασιλικών αυλών κατά τον δέκατο, τον ενδέκατο και τον δωδέκατο αιώνα. Ύστερα από μεγάλο διάστημα, ο ομοερωτισμός αναβιώνει κατά τον δέκατο πέμπτο αιώνα μεταξύ ορισμένων εκπροσώπων των νεοπλατωνιστών της Φλωρεντίας, όπως ο Μαρσίλιο Φιτσίνο και ο Πίκο ντέλα Μιράντολα, καθώς και τη Ρωμανική Ακαδημία του Πομπόνιο Λέτο.

Τέλος, την εποχή της προτεσταντικής Μεταρρύθμισης, αναπτύχθηκε στο Ρότερνταμ ένας παρόμοιος κύκλος φίλων γύρω από τον Έρασμο, καθώς και στην περιοχή του Άνω Ρήνου γύρω

από τον Γιάκομπ Βιμπφέλινγκ. Η αγάπη μεταξύ φίλων εκφραζόταν με αγκαλιές και φιλιά και με αφιερώσεις στα δημοσιευμένα τους

Page 4: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 4

έργα, αλλά ποτέ από όσο ξέρουμε τουλάχιστον με σεξουαλικές πράξεις, οι οποίες θεωρούνταν αμαρτωλές. Έτσι ο Μεσαίωνας είχε δύο κατηγορίες αντρών που αγαπούσαν τους άλλους άντρες: τους καταραμένους σοδομίτες, που μετείχαν σε αφύσικες σεξουαλικές

πράξεις και τους κοινωνικά επιφανείς και αξιοσέβαστους φίλους, που μέσα από τα γράμματα, τα ποιήματα και τις φιλοσοφικές τους πραγματείες καλλιεργούσαν και μοιράζονταν ένα υπερβατικό είδος έρωτα.

Ο πρώιμος Μεσαίωνας

Βιβλία μετανοίας και εκκλησιαστικό δίκαιο

Κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, οι χριστιανοί της δυτικής Ευρώπης δεν υπόκειντο σε καμία συγκεντρωτική παπική ή αυτοκρατορική

απαγόρευση κάποιων συγκεκριμένων σεξουαλικών πρακτικών. Οι σεξουαλικές παρεκκλίσεις μεταξύ του έκτου και του δέκατου αιώνα τιμωρούνταν μέσα στο πλαίσιο της κοινότητας και σύμφωνα με το πνεύμα της χριστιανικής μετάνοιας, ενώ οι ποινές που επιβάλλονταν διέφεραν σημαντικά από τόπο σε τόπο κι από περιοχή σε περιοχή. Εκτός από όσα δίδασκε η Βίβλος και η

σχολαστική ερμηνεία της, η εκκλησία αντιμετώπιζε την ομοφυλοφιλία με δύο τρόπους: είτε με βάση τις αποφάσεις της εκκλησιαστικής συνόδου, οι οποίες αργότερα εντάχθηκαν στην εκκλησιαστική νομοθεσία, είτε μέσα από τη χρήση των λεγόμενων βιβλίων μετανοίας. Αυτά τα βιβλία που χρησιμοποιήθηκαν πρώτα στην Ιρλανδία, στα τέλη του έκτου αιώνα, και αργότερα στην

Αγγλία, ήταν εγχειρίδια που βοηθούσαν τους ιερείς να καταγράφουν και να διαχειρίζονται τις καθημερινές παρεκτροπές των κληρικών και των λαϊκών του ποιμνίου τους. Ήταν ιδιωτικού τύπου κείμενα, τα οποία σπάνια υιοθετούνταν επίσημα από

κάποιον ανώτερο εκκλησιαστικό παράγοντα – επίσκοπο ή αβά – και πραγματεύονταν διάφορα σεξουαλικά αμαρτήματα, όπως την

αντισύλληψη, την άμβλωση, τον αυνανισμό, τη μοιχεία, τη συμβίωση εκτός γάμου, το πρωκτικό σεξ,, άλλες πρακτικές σεξουαλικής ικανοποίησης, τη σεξουαλική συνεύρεση με άτομα του ίδιου φύλου και την τεχνητή πρόκληση σεξουαλικής ικανοποίησης μεταξύ γυναικών, ή τη συνεύρεση μεταξύ ανθρώπου και ζώου. Για να συγχωρεθούν αυτά τα αμαρτήματα έπρεπε να ακολουθηθεί μια

λεπτομερής και συστηματική διαδικασία εξιλέωσης, η οποία διαμορφωνόταν ανάλογα με τη διάρκεια και τη βαρύτητα του αμαρτήματος και περιλάμβανε νηστείες, ψαλμούς, πράξεις

φιλανθρωπίας, σωματικές τιμωρίες καθώς και αποκλεισμό από τα ιερά μυστήρια ή άλλες ιερές τελετές. Βλέποντας κανείς τον

Page 5: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 5

κατάλογο των παραπτωμάτων που περιλαμβάνονται σε αυτά τα βιβλία, εντυπωσιάζεται από το ευρύ φάσμα των αμαρτημάτων που θεωρείται ότι παρεμποδίζουν την αναπαραγωγή ή συνιστούν αποφυγή του αναπαραγωγικού σκοπού της σεξουαλικής πράξης.

Κατά κανόνα, οι ποινές που επιβάλλονταν γι΄ αυτού του είδους τα παραπτώματα ήταν προσωπικού και ποσοτικού χαρακτήρα και δεν συνεπάγονταν τον αποκλεισμό του αμαρτήσαντος από την κοινότητα. Υπό ορισμένες συνθήκες, μπορούσαν να επιλέξουν ένα τρόπο εξιλέωσης στη θέση ενός άλλου, για παράδειγμα η νηστεία μπορούσε να αντικαταστήσει την παρακολούθηση της θείας

λειτουργίας, ενώ οι παραβάτες ανταμείβονταν έστω και μετά από

αρκετά χρόνια με την πλήρη συγχώρεση και αποκατάσταση τους. Τα ιρλανδικά και αγγλικά βιβλία μετανοίας πέρασαν στην ηπειρωτική Ευρώπη κατά τον όγδοο αιώνα, όπου αρχικά προκάλεσαν τόσο θετικές όσο και αρνητικές αντιδράσεις. Ωστόσο, η εμφάνιση τους ενθάρρυνε τη συγγραφή πολλών παρόμοιων

εγχειριδίων στα αμέσως επόμενα χρόνια. Ίσως αυτός που έπαιξε το σημαντικότερο ρόλο σε αυτή την εξέλιξη να ήταν ο Μπούρχαρτ, ο αρχιεπίσκοπος της Βορμς, ο οποίος επιχείρησε να τυποποιήσει το σύστημα των μετανοιών στο διάταγμα του, αντλώντας από διάφορα προγενέστερα βιβλία μετανοίας. Ωστόσο η ερμηνεία των παρά φύσιν αμαρτημάτων στο έργο αυτό ακολουθεί ουσιαστικά τα

παραδοσιακά σχήματα ερμηνείας. Σταδιακά, τα έργα αυτά παραγκωνίστηκαν από τις πρώτες κωδικοποιήσεις του εκκλησιαστικού δικαίου, τις βάσεις του οποίου έθεσε μια συγκεντρωτική και με μεγάλη απήχηση επιτομή των μέχρι τότε ισχυόντων κανόνων, που συντάχθηκε στη Μπολόνια γύρω στο 1140 και είναι γνωστή με την ονομασία Διάταγμα του Γρατιανού.

Τα βιβλία μετανοίας ήταν επίσης γνωστά στους μεταρρυθμιστές της εκκλησίας του ενδέκατου αιώνα, με προεξάρχοντα τον πάπα Γρηγόριο τον έβδομο, οι προσπάθειες του οποίου στράφηκαν κυρίως εναντίου του γάμου

των κληρικών, της σιμωνίας και της επιρροής των κοσμικών αρχόντων στους εκκλησιαστικούς διορισμούς. Το 1049. κατά την

πρώιμη φάση του κινήματος, ένας καρδινάλιος που ονομαζόταν Πιέτρο Νταμιάνο, με δική του πρωτοβουλία και χωρίς να υπάρχει κανένα σχετικό προηγούμενο, έγραψε μια μακροσκελή επιστολή με τίτλο το βιβλίο των Γομόρρων. Η πραγματεία αυτή σατίριζε μια ολόκληρη γενιά σοδομιτών ιερέων, τους οποίους ο Νταμιάνο παρουσίαζε να κατατρώγονται ολοσχερώς

από καρκινικά έλκη. Ο Νταμιάνο ζητούσε επιτακτικά από τον πάπα Λέοντα να πάρει πιο αυστηρά μέτρα για την καταπολέμηση αυτής της επιδημίας. Παρ’ όλα αυτά, μόνο από την Τρίτη σύνοδο

του Λατερανού και μετά άρχισαν να λαμβάνονται συγκεκριμένες αποφάσεις εναντίον της ελευθεριότητας των ηθών. Η σύνοδος αυτή

Page 6: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 6

που συνήλθε στη Ρώμη το 1179, αποφάσισε ότι οι κληρικοί που διέπρατταν πράξεις ενάντιες στη φύση έπρεπε να αποκλείονται ολοκληρωτικά από την ιεροσύνη, είτε να στέλνονται σε κάποιο μοναστήρι, ενώ οι λαϊκοί έπρεπε να αποβάλλονται οριστικά από

την κοινότητα των πιστών. Έτσι, αυτή η απόφαση εγκαινίασε την προνομιακή μεταχείριση των κληρικών. Πράγματι. κατά τον ύστερο Μεσαίωνα οι κληρικοί γλίτωσαν σε γενικές γραμμές από τις διώξεις, ενώ τα άτομα που δεν ανήκαν στον κλήρο βασανίζονταν και εκτελούνταν κατά τη βούληση των αρχών.

Η φιλία στη μεροβίγγεια περίοδο και η καρολίγγεια

αναγέννηση

Η ιδιαίτερη κουλτούρα της φιλίας άνθησε για πρώτη φορά στη χριστιανική Δύση κατά τον έκτο αιώνα την εποχή των Μεροβίγγειων

βασιλέων. Ο ποιητής και βιογράφος της ύστατης Ρωμαϊκής περιόδου Βενάντιος Φορτουνάτος, ο οποίος έγινε επίσκοπος του Πουατιέ λίγο πριν από το θάνατο του γύρω στα 600 μετά Χριστού, είχε συγκεντρώσει γύρω του έναν κύκλο μορφωμένων θεολόγων και λογίων στους οποίους έστελνε ερωτικά ποιήματα και επιστολές κατά τα πρότυπα των Ρωμαίων συγγραφέων όπως ο Οράτιος, ο

Κάτουλλος, και ο Οβίδιος. Ανάμεσα στους παραλήπτες των επιστολών και ποιημάτων του ήταν ο Ραγνεμόδος, μετέπειτα επίσκοπος του Παρισιού, τον οποίο ο Φορτουνάτος αποκαλούσε Ρούκο, ο καγκελάριος Φαραμόδος και ο επίσκοπος της Κολωνίας Καρέντιος, τον οποίο ο Φορτουνάτος αποκαλούσε αγαπητό και γλυκό. Το σύστημα της φιλίας υπερέβαινε τους ταξικούς

διαχωρισμούς και δημιουργούσε μια νέα κοινότητα ισοτιμίας. τα μέλη της οποίας δεσμεύονταν να βοηθούν το ένα το άλλο και να αλληλοϋποστηρίζονται. Σε αυτό το σύστημα της φιλίας είχαν ενταχθεί και οι μοναχές ευγενικής καταγωγής που περιστοίχιζαν

την πρώην βασίλισσα Ραδεγόνδη στην Αρλ, παρόλο που σε αυτή την περίπτωση τα σχήματα λόγου που χρησιμοποιούσαν

επικεντρώνονταν περισσότερο στον θαυμασμό και στην αυλική ρητορική. Την εποχή της βασιλείας του αυτοκράτορα Καρλομάγνου η έννοια της στενής φιλίας αναβίωσε και απέκτησε νέα αίγλη. Ήδη από το 777 μετά Χριστού, δηλαδή πολύ πριν από την αυτοκρατορική του στέψη το 800 μετά Χριστού, ο Καρλομάγνος

κάλεσε στην αυλή του διακεκριμένους συγγραφείς και λόγιους από όλη την Ευρώπη, στους οποίους ανέθεσε τη συγγραφή διδακτικών βιβλίων και θρησκευτικών κειμένων, τη συγκρότηση βιβλιοθηκών,

την προετοιμασία εκκλησιαστικών διατάξεων και την προώθηση παλαιογραφικών μεταρρυθμίσεων. Αλλά παράλληλα οι λόγιοι αυτοί

Page 7: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 7

καλλιεργούσαν και την τέχνη της συγγραφής ευχάριστων, ερωτικών ποιημάτων, χρησιμοποιώντας παρωνύμια από την κλασική μυθολογία και τη Βίβλο. Στο εσωτερικό αυτού του γοητευτικού κύκλου λόγιας συντροφικότητας, ο Καρλομάγνος ονομαζόταν

Δαβίδ, ο Αλκουίνος της Υόρκης, αβάς της Τουρ, ήταν γνωστός ως Φλάκκος κι όταν έγραφε στον επίσκοπο Άρνο του Σάλτσμπουργκ υπέγραφε ως Αλβίνος. Ο γαμπρός του Καρλομάγνου και κοσμικός επίσκοπος του Σαιν Ρικέρ, ονομάστηκε Όμηρος και ο αρχιτέκτονας και βιογράφος Άινχαρτ ήταν γνωστός ως Βεσελεήλ. Πολλά από αυτά τα ποιήματα εκφράζουν ευχαρίστηση για τη σωματική και

πνευματική παρουσία των φίλων που είναι παρόντες ή θλίψη για

την απουσία τους, όπως για παράδειγμα η κάπως αινιγματική Εκλογή του Κούκου του Αλκουίνου, η οποία είναι προφανές ότι απευθύνεται σε κάποιον που βρίσκεται πολύ μακριά εκείνη τη στιγμή. Την εποχή του Λουδοβίκου του Ευσεβούς, του γιού του Καρλομάγνου, ένας νέος κύκλος φίλων εγκαταστάθηκε στο νησί

Ραιχενάου, ο οποίος συνέχισε την παράδοση των ποιημάτων προς νέους. Αυτά ωστόσο περιλάμβαναν και αρκετά ηθικοπλαστικά στοιχεία. Σε αυτόν τον κύκλο ανήκαν ο θεολόγος Γκότσαλκ φον Όρμπαις και οι λόγιοι ποιητές Βάλαφριντ Στράμπο και Βέτι φον Ράιχεναου. Το υπερβατικό έργο του τελευταίου Βίσιο Βετίνι απεικονίζει παραστατικά τον τρόπο με τον οποίο οι μοναστικοί

κύκλοι φαντάζονταν τα μαρτύρια που υπέφεραν στην κόλαση οι σοδομίτες. Ούτε ο ίδιος ο Καρλομάγνος δεν έμεινε έξω από αυτό το σκοτεινό όραμα της αμαρτίας. Ούτε οι Καρολίγγειοι βασιλείς ούτε οι διάδοχοί τους θέσπισαν νέους νόμους εναντίον των σοδομιτών. Στην πραγματικότητα, νέα νομοθεσία δεν υπήρξε καθόλου μέχρι τον 16ο αιώνα, ώσπου

δηλαδή ο Κάρολος ο πέμπτος των Αψβούργων να επιβάλλει την Constitutio Criminalis Carolina στα 1532 μετά Χριστού. Οι Φράγκοι και οι Γερμανοί μονάρχες θεωρούσαν τους εαυτούς τους διαδόχους των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και γι’ αυτό οι Ρωμαϊκοί

νόμοι δεν έπαψαν να ισχύουν, παρόλο που δεν εφαρμόζονταν συστηματικά. Ανάμεσα σε αυτούς τους νόμους ήταν και δύο

Νεαρές του Ιουστινιανού οι οποίες κατηγορούσαν τους σοδομίτες και τους βλάσφημους όχι μονάχα για την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων, αλλά επίσης για την πρόκληση λιμών, σεισμών και επιδημιών. Ο Ιουστινιανός πρότεινε συγκεκριμένες ποινές γι΄ αυτού του είδους τους αμαρτωλούς όπως βασανιστήρια και άλλες βαρύτατες και ακραίες τιμωρίες.

Αυτές οι ιδέες υιοθετήθηκαν ξανά στα μέσα του ενάτου αιώνα, την περίοδο δηλαδή που η καρολίγγεια αντίληψη για τη στενή φιλία γνώρισε τη δεύτερη χρυσή εποχή της, από έναν κληρικό που

χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο Βενέδικτος Λεβίτας. Αυτός είτε παραποίησε είτε παραχάραξε ολοσχερώς μια ολόκληρη σειρά

Page 8: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 8

καρολιγγείων διαταγμάτων. Τα παραχαραγμένα αυτά διατάγματα γνώρισαν στη συνέχεια ευρύτερη διάδοση εξαιτίας της ενσωμάτωσης τους στις πλαστές παπικές Ψευδο-Ισιδώριες διατάξεις, ένα ογκώδες έργο μη αυθεντικού εκκλησιαστικού δικαίου. Ο Βενέδικτος

εκμεταλλεύθηκε και καλλιέργησε τον γενικευμένο φόβο της εποχής εκείνης για μια επικείμενη εισβολή των Σαρακηνών, θυμίζοντας μια ιστορία από τη Βίβλο, όπου οι 40000 Βενιαμίτες αποδίδουν τη συντριβή τους στον θεό, ο οποίος υποτίθεται ότι τους τιμώρησε για τις αμαρτίες που είχαν διαπράξει ενάντια στη φύση. Επιπλέον ο Βενέδικτος συνέδεσε αυτή τη βιβλική αναφορά με ένα υποτιθέμενο

νομοθετικό διάταγμα του Καρλομάγνου, ο οποίος είχε πεθάνει

σαράντα χρόνια νωρίτερα, που όριζε τη θανατική ποινή για τους σοδομίτες. Ο φόβος των Σαρακηνών ενέπνευσε επίσης την ποιήτρια μοναχή του δέκατου αιώνα Χρότσβιθ φον Γκάντερσχαϊμ. Στην τραγική ιστορία της για τον άγιο Πελάγιο η οποία παρεμπιπτόντως,

εμπεριέχει και μια εξαιρετική περιγραφή του όμορφου αυτού νεαρού πρίγκιπα και αγίου, περιγράφει τη μαρτυρική θανάτωση του από τον χαλίφη της Κόρδοβας Αμπντεραχμάν, επειδή ο νεαρός αρνήθηκε πεισματικά να υποκύψει στις αφύσικες σεξουαλικές ορέξεις του χαλίφη.

Το αγγλονορμαδικό βασίλειο και οι ποιητές του Λίγηρα

Ακριβώς όπως και οι αυστριακής καταγωγής Μεροβίγγειοι και η πρώιμη δυναστεία των Καρολίγγειων, έτσι και οι Αγγλονορμανδοί βασιλείς δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη μιας

ιδιαίτερης κουλτούρας της φιλίας και για τη συγγραφή ομοερωτικής λογοτεχνίας. Ύστερα από την κατάκτηση της Αγγλίας από τον Γουλιέλμο τον κατακτητή το 1066, στις ηπειρωτικές επαρχίες του Μπλουά, της Σαρτρ και του Μω βασίλεψε η κόρη του

Αδέλα. Οι άρρενες απόγονοι του βασίλεψαν στην Αγγλία και τη Νορμανδία. Τρεις από αυτούς περιγράφονται σκωπτικά στη

λογοτεχνία της εποχής ως θηλυπρεπείς και ομοφυλόφιλοι. Πρόκειται για τους δύο γιούς του Γουλιέλμου του Κατακτητή, τον Ροβέρτο Β τον Πυρρότριχο και για τον έγγονο του Γουλιέλμο Έθελινγκ, που πνίγηκε σε ναυάγιο στη θάλασσα του Μπάρφλερ, το 1120. Σε όλες τις περιοχές της επικράτειας των Νορμανδών συναντάμε

πολλούς κοσμικούς συγγραφείς – αλλά και επισκόπους αβάδες – που ανέπτυξαν ένα ιδιαίτερο ταλέντο στην ποίηση, καθώς και έντονα συναισθήματα συμπάθειας για νεαρούς μαθητές και στενούς

τους φίλους. Στον πυρήνα αυτού του ‹‹ Κύκλου του Λίγηρα ›› βρίσκουμε τρεις επισκόπους : τον Μάρμπο της Ρεν, που υπήρξε

Page 9: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 9

στενός φίλος της Αδέλας του Μπλουά και πέθανε στα 1123, τον καλύτερο μαθητή του Μποντρί του Μπουργκέιγ. που ορίστηκε του Ντόλ ντε Μπρετάν το 1107 και πέθανε το 1130 και τον ποιητή-επίσκοπο της Λε Μαν, τον Χιλδεβέρτο του Λαβαρντέν, που πέθανε

στα 1133. Εκτός από το ότι έδιναν προτεραιότητα στις σχέσεις μεταξύ αντρών, μερικές φορές τα μέλη αυτού του κύκλου έφταναν στα όρια του μισογυνισμού. Για παράδειγμα. ο Χιλδεβέρτος πίστευε ότι η γυναίκα αποτελούσε μια ‹‹ συμπύκνωση όλων των αδυναμιών ›› αντιπροσώπευε τον πειρασμό, την απληστία και την ακόρεστη φιλοδοξία. Ο φιλόσοφος και θεολόγος Άνσελμος του

Καντέρμπουρυ, που ξεκίνησε την εκκλησιαστική του σταδιοδρομία

στα 1060 ως βενεδικτίνος μοναχός στο Νορμανδικό Αβαείο του Μπέκ, υπήρξε επίσης εξαιρετικός ποιητής και συνέγραψε ομοερωτική ποίηση. Σε πολλά κείμενα του ύστερου Μεσαίωνα συναντάμε μιμήσεις του συγγραφικού του ύφους, πράγμα που αρχικά οδήγησε τους μελετητές των κειμένων αυτών να τα

αποδώσουν εσφαλμένα στον ίδιο τον Άνσελμο. Εμφανείς ομοερωτικές τάσεις διακρίνονται επίσης στις επιστολές Έλρεντ του Ριβώ. ο οποίος συνέγραψε την προγραμματικού χαρακτήρα πραγματεία ( Περί πνευματικής φιλίας ). Ο Ελρέντ ανήκε στον κύκλο των φίλων του βασιλιά της Σκωτίας Δαβίδ Ά ( 1142 – 1153 ), αλλά παράλληλα διατηρούσε στενές επαφές και με αρκετούς

Αγγλονορμανδούς φίλους του. καθώς ήταν ηγούμενος του κιστερκιανού Αβαείου του Ριβώ, κοντά στην Υόρκη, στη βόρεια Αγγλία. Μια αντίστοιχη περίπτωση με τον Ελρέντ είναι και ο λόγιος γραμματικός Χίλαρυ της Ορλεάνης ή αλλιώς ‹‹ Χίλαρυ ο Άγγλος ›› ο οποίος απηύθυνε τα ποιήματα του τόσο σε μοναχές όσο και σε ωραίους νεαρούς.

Στα έργα κάποιων θεολόγων που ανήκουν στην επονομαζόμενη Σχολή της Σαρτρ η ζυγαριά κλείνει ξεκάθαρα σε βάρος των σοδομίτων. Ο Αλαίν της Λίλης, στο περίτεχνο στιχούργημα του με τίτλο ‹‹ Περί του παραπόνου της φύσης ›› επιδεικνύει ιδιαίτερη

εμμονή όσον αφορά την ορολογία που περιγράφει την παρά φύσιν αγάπη και τις ποικίλες διαστροφές της θεόπεμπτης

σεξουαλικότητας. Ωστόσο, αυτό που τον παρακινεί πρώτα και κύρια είναι η παθιασμένη αποστροφή του για τον σοδομισμό. Ο Αλαίν επικαλείται την αλληγορική μορφή της φύσης, η οποία ως εκπρόσωπος του Θεού έπλασε τον άνθρωπο σύμφωνα με τους νόμους της Αφροδίτης, ακολουθώντας μια δυϊστική ‹‹ γραμματική ››. Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος η βιολογική αναπαραγωγή

αποκτά πρωτεύοντα ρόλο και γίνεται ο απώτερος σκοπός της κίνησης του κόσμου αλλά και η απαραίτητη προϋπόθεση για τη δυνητική επίτευξη της αιώνιας σωτηρίας. Κατά συνέπεια. η

παραβίαση της θεϊκής εντολής που επιβάλλει τη βιολογική αναπαραγωγή αναδεικνύεται σε παραβίαση τόσο της γραμματικής

Page 10: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 10

της Δημιουργίας όσο και της πραγματικότητας με άλλα λόγια, του διττού φυσικού και ηθικού νόμου που ορίζει το σωστό και το λάθος, το σύννομο και το παράνομο.

Ο 13ος αιώνας

Θεολογία και Θεωρία Τον 13ο αιώνα η στάση των θεολόγων και των απλών ανθρώπων

απέναντι στους σοδομίτες άλλαξε σημαντικά. Οι σχολαστικοί

θεολόγοι απομακρύνθηκαν από τις αλληγορικές έννοιες και τις νεοπλατωνικές ιδέες της φυσικής φιλοσοφίας και αντ’ αυτών κατασκεύασαν ένα ορθολογικό σύστημα που περιέγραφε την ιστορία του κόσμου από τη στιγμή της Δημιουργίας έως τη Δευτέρα Παρουσία, βασισμένο αποκλειστικά στις τέσσερις αιτιακές

κατηγορίες του Αριστοτέλη ( την ύλη, τη μορφή, το αίτιο και το αιτιατό). Σε αυτή την τελεολογική θεώρηση του κόσμου δεν υπήρχε χώρος για τις μορφές εκείνες της σεξουαλικότητας που έσπαγαν την αλυσίδα του αιτίου και του αποτελέσματος, υποσκάπτοντας έτσι τον τελικό σκοπό ολόκληρης της ιστορίας της σωτηρίας. Αυτόν τον ‹‹ επιστημονικό ›› αγώνα εναντίον των ‹‹ αφύσικων ›› σεξουαλικών

πράξεων τον ανέλαβαν κυρίως, και με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, ο τότε επίσκοπος του Παρισιού Γουλιέλμος της Ωβέρνης και οι ακαδημαϊκοί θεολόγοι που ανήκαν στα δύο σημαντικότερα μοναστικά τάγματα της εποχής, τους φραγκισκανούς και τους δομινικανούς. Οι πιο διαπρεπείς αντισοδομίτες δομινικανοί ήταν ο Παύλος ο Ουγγρικός (1242), ο Γουλιέλμος Περάλδος (1261), ο

Θωμάς ο Ακινάτης (1274) και ο Αλβέρτος ο Μέγας (1280). Ο Θωμάς ο Ακινάτης, ο οποίος στην εποχή του υπήρξε ο πιο αμφιλεγόμενος από όλους αυτούς τους συγγραφείς ενώ σήμερα είναι ο πιο γνωστός, κατηγοριοποίησε τα αμαρτήματα της αφύσικης

σεξουαλικότητας με βάση το εκκλησιαστικό δίκαιο, δημιουργώντας μια ιεραρχική κλίμακα τεσσάρων επιπέδων αμαρτίας: στην

κατώτερη κατηγορία υπήρχαν τα απλά παραπτώματα, όπως η σεξουαλική συνεύρεση με πόρνες. Στο αμέσως επόμενο επίπεδο βρισκόταν η μοιχεία, ακολουθούσε η αιμομιξία και τέλος στην ανώτατη κλίμακα της ιεραρχίας της αμαρτίας βρίσκονταν οι ‹‹ παρά φύσιν ›› σεξουαλικές πράξεις. Τα αμαρτήματα εις βάρος της φύσης, παραδέχονταν οι πάντες, αποτελούσαν το χειρότερο δυνατό

παράπτωμα. Ήταν ακόμα πιο τρομερά κι από την αιμομιξία ανάμεσα στον γιο και στη μητέρα ή στον πατέρα και στην κόρη, γιατί παραβίαζαν τον ίδιο τον φυσικό νόμο ( ενώ η αιμομιξία

παρέμενε τουλάχιστον στο πλαίσιο της βιολογικής αναπαραγωγής ). Τα αμαρτήματα εις βάρος της φύσης χωρίζονταν περαιτέρω σε

Page 11: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 11

τέσσερις κατηγορίες: α) στην αυτοϊκανοποίηση, β) στη ζωοφιλία, γ) στο πρωκτικό και στο στοματικό σεξ και στην ομόφυλη σεξουαλική συνεύρεση μεταξύ ανδρών. Ο Μεσαίωνας δεν διαχώριζε τους ανθρώπους σε ομοφυλόφιλους

και ετεροφυλόφιλους αλλά σε φυσιολογικούς και μη φυσιολογικούς. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι θανατώνονταν στην πυρά όχι γιατί είχαν συνευρεθεί σεξουαλικά με άλλους άντρες, αλλά γιατί είχαν παραβιάσει τον φυσικό νόμο. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο τα δικαστικά αρχεία από τα τέλη του 13ου αιώνα και μετά δεν περιλαμβάνουν μόνο τις διώξεις των αντρών που αγαπούσαν

άλλους άντρες, αλλά και των αντρών που κακοποιούσαν

σεξουαλικά τα ζώα. Επίσης, από τον 15ο αιώνα και μετά έχουμε και καταγγελίες γυναικών που κατηγορούν τους συζύγους τους για στοματικές και πρωκτικές σεξουαλικές διαταραχές. Παρ’ όλα αυτά, η πλειονότητα των δικαστικών διώξεων για ‹‹ παρά φύσιν ›› σεξουαλικές πράξεις κατά τη μεσαιωνική περίοδο – περίπου το

80% - αφορούν περιπτώσεις ανδρών που διώχτηκαν για σεξουαλικές πράξεις που τέλεσαν με άλλους άντρες και για τις οποίες χρησιμοποιούνταν συνήθως οι όροι sodomita και sodomiticus.

Δαιμονοποίηση και πολιτικοποίηση γύρω στα 1300

Οι Καθαροί έφτασαν στη δυτική Ευρώπη από τη Βουλγαρία στις αρχές του 11ου αιώνα. Τον 12ο αιώνα είχαν πλέον εγκατασταθεί στην Τουλούζη και την Προβηγκία, καθώς και στην Λομβαρδία και την Τοσκάνη. Κέντρο τους ήταν η πόλη Αλμπί στο Λανγκεντόκ, από

την οποία ονομάστηκαν Αλβιγηνοί. Οι Καθαροί – η πρώτη αξιόλογη ομάδα που ήρθε σε αντιπαράθεση με την εκκλησία σε έναν τόσο εκτεταμένο γεωγραφικά χώρο – είχαν μια σχετικά συνεκτική φιλοσοφία. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις τους, ο σκοπός του

πραγματικού χριστιανού ήταν να ακολουθήσει το δρόμο της αγνότητας, της γνώσης και του ασκητισμού: η γονιμότητα και η

αναπαραγωγή ανήκαν στον υλικό κόσμο και κατά συνέπεια ήταν πράγματα του διαβόλου. Εξ’ αρχής οι καθαροί υποβίβασαν στον γάμο και την οικογένεια σε ζητήματα ήσσονος σημασίας, θεωρώντας τους θεσμούς αυτούς ουσιαστικά ανεπιθύμητους. Αυτό που προκάλεσε τις υποψίες της εκκλησίας ότι επικροτούσαν τις παρά φύσιν σεξουαλικές πράξεις. Παρόλο που οι διώξεις της

εκκλησίας είχαν ως πρακτικό αποτέλεσμα τη σχεδόν ολοκληρωτική εξάλειψη των Καθαρών έως το τέλος του Μεσαίωνα, σε μια εποχή κατά την οποία πολλοί θεολόγοι άρχισαν να δαιμονοποιούν την

παρά φύσιν σεξουαλικότητα, ο σοδομισμός και η αίρεση ταυτίστηκαν στην αντίληψη των κοινών ανθρώπων.

Page 12: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 12

Στη Γερμανία, ο Κορράδος του Μαρμπούργκ, ο οποίος από νωρίς είχε αποκτήσει αμφιλεγόμενη φήμη εξαιτίας της ιδιαίτερης σκληρότητας με την οποία αντιμετώπιζε ως εξομολόγος τη χήρα του λαντγκράβου της Θουριγγίας, αγία Ελισάβετ της Ουγγαρίας, είναι ο

πρώτος χαρακτηριστικός εκπρόσωπος αυτής της κατηγορίας των σταυροφορούντων θεολόγων. Στα 1231 ο πάπας Γρηγόριος ο ένατος του ανέθεσε την ηγεσία του αγώνα εναντίον των εχθρών της πίστης. Ο Κορράδος πίστευε ότι οι αιρετικοί λάτρευαν τον διάβολο, που έπαιρνε τη μορφή δηλητηριωδών βατράχων, μαύρων γάτων και μισολιωμένων σκελετών, κι ακόμα ότι κατά την εκτέλεση των

μυστικών καθηκόντων τους διέπρατταν τα αμαρτήματα της

μοιχείας, της αιμομιξίας και της παρά φύσιν συνουσίας. Βασισμένος στις σκοτεινές αναφορές του Κορράδου, ο πάπας Γρηγόριος ο ένατος εξέδωσε το 1233 τη Vox in Rama, μια επίσημη εντολή που έφερε την παπική βούλα, με την οποία προέτρεπε τόσο τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο δεύτερο των Χοχενστάουφεν όσο και

όλους τους επισκόπους του να πολεμήσουν αυτούς τους αιρετικούς που λάτρευαν τις γάτες και διέπρατταν σωρεία αφύσικων ανοσιουργημάτων. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο δημιούργησε μια επικίνδυνη ιδεολογική σύνδεση ανάμεσα στα ζητήματα της θρησκευτικής αίρεσης, της σεξουαλικής παραβατικότητας και της λατρείας του διαβόλου ( για να μην αναφέρουμε τις πρωκτικές και

τις κοπρολαγνικές φαντασιώσεις που εμπλέκονταν σε αυτό το σχήμα ), η οποία επρόκειτο να παίξει σημαντικό ρόλο σε πολλές δικές της ιεράς εξέτασης και στον ύστερο Μεσαίωνα. Ο Κορράδος του Μάρμπουργκ, πρόσωπο πολύ αντιπαθές στην εποχή του, δολοφονήθηκε στις 30 Ιουλίου του 1233, αλλά οι ιδέες του επιβίωσαν πολλά χρόνια μετά το θάνατο του.

Η δίκη των Ναϊτών μπορεί να θεωρηθεί το πρώτο απτό αποτέλεσμα της νέας προσέγγισης που εγκαινίασε ο Κορράδος. Η διάλυση του Ταγματός των Ιπποτών του Ναού του Σολομώντος άρχισε το 1307 στη Γαλλία με πρωτοβουλία του Φιλίππου τετάρτου

του Ωραιού, ο οποίος πιθανόν να ζήλεψε τη δύναμη και τον πλούτο του τάγματος. Ο Φίλιππος διέταξε να συλλάβουν, να φυλακίσουν

και να υποβάλλουν σε βασανιστήρια όλα τα μέλη του τάγματος που βρίσκονταν στη Γαλλία. Παρόλο που αρχικά ο πάπας Κλήμης ο πέμπτος διατηρούσε τις επιφυλάξεις του, τελικά διέλυσε το τάγμα στη σύνοδο της Βιέννης (1311-12) με την επίσημη εντολή Vox in excelso. Παρά την εκτενέστατη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το θέμα, δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία που να

αποδεικνύουν ότι οι Ναϊτες τελούσαν μυστικές τελετουργίες ή ότι ενέχονταν στην τέλεση ομοφυλοφιλικών σεξουαλικών πράξεων. Αντίθετα, τα στοιχεία που έχουμε στη διαθεσή μας δείχνουν ότι

ακόμα και υπό την πίεση των βασανιστηρίων αντιμετώπιζαν με μεγάλη έκπληξη τέτοιου είδους ισχυρισμούς. Πολύ λίγοι

Page 13: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 13

παραδέχτηκαν ότι είχαν πράγματι εμπειρίες, ενώ αρκετοί ανέφεραν (με κάποια υπερηφάνεια ) ότι συνήθιζαν να δέχονται νυχτερινές επισκέψεις γυναικών ελαφρών ηθών και πορνών, τις οποίες αποζημίωναν με χρήματα. Το σημαντικότερο για μας σήμερα είναι

να επισημάνουμε ότι αυτή η αντισοδομιτική ατμόσφαιρα επηρέαζε όλες τις κοινωνικές τάξεις και είχε πάρει τόσο μεγάλες διαστάσεις, ώστε οι κατηγορίες για ομοφυλοφιλία να καθίστανται πλέον ένα ιδιαίτερο πρόσφορο μέσο για την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπών. Το συγκεκριμένο έγκλημα συνδεόταν με άλλα που αφορούσαν την επίκληση δαιμόνων και τον κόσμο του διαβόλου: υποτίθεται ότι

κατά τη διαδικασία της μύησης τους οι Ναϊτες αντάλλασαν άσεμνα

φιλιά στο στόμα, στον αφαλό, στην πλάτη και στο οπίσθια, ότι πρόσβαλλαν τον σταυρό και ότι λάτρευαν έναν μυστικό αρχηγό ( ο οποίος άλλοτε καταγράφεται ως Maffomet κι άλλοτε ως Magometus – πρόκειται προφανώς για παραφθορές του ονόματος του Μωάμεθ). Την ίδια εποχή με τις δίκες των Ναϊτών ανέκυψαν και οι μετά

θάνατον κατηγορίες εναντίον του πάπα Βονιφάτιου του όγδοου, ο οποίος είχε πεθάνει το 1303. Μεταξύ του 1310 και του 1311 ο Φίλιππος ο τέταρτος, ο οποίος είχε επανειλλημένα συγκρουστεί με τον Βονιφάτιο όσο ακόμα ζούσε, κάλεσε αμέτρητους ανθρώπους να καταθέσουν εναντίον του. Κάποιοι μάρτυρες αναφέρονταν στην περίοδο πριν από την εκλογή του Μπενεντέτο Γκαετάνι στον

παπικό θρόνο και κάποιοι άλλοι έδιναν απλώς πληροφορίες για την προσωπικότητα του με βάση όσα είχαν ακούσει από άλλους. Ο Βονιφάτιος κατηγορήθηκε για όλων των ειδών τα εγκλήματα, όπως είχε συμβεί και με τους Ναϊτες: τον κατηγόρησαν για μια χριστολογική αίρεση, για ‹‹ παθητική ειδωλολατρία ›› (έλεγαν ότι είχε δώσει εντολή λατρεύεται το άγαλμα του) και, πάνω απ’ όλα για

σοδομία. Οι σκηνές σεξουαλικών επιθέσεων και οι διάλογοι που περιγράφονται στα σχετικά έγγραφα είναι ορισμένες φορές τόσο λεπτομερείς, που μας κάνουν να αναρωτιόμαστε μήπως τελικά υπήρχε και κάποιο μικρό ποσοστό ιστορικής αλήθειας σε αυτές τις

αναφορές, Προκειμένου να αποφύγει την καταδίκη του προκατόχου του, ο πάπας Κλήμης ο πέμπτος αποφάσισε τελικά να

φέρει το θέμα ενώπιον της παπικής έδρας. Μόνο έτσι μπορούσε να εξασφαλίσει ότι το θέμα σταδιακά θα ξεχαστεί. Η έκπτωση του Εδουάρδου του δεύτερου από τον αγγλικό θρόνο ακολούθησε την ίδια σχηματική διαδικασία. Παρόλο που είχε παντρευτεί την Ισαβέλλα, κόρη του Φίλιππου του τέταρτου της Γαλλίας, ο Εδουάρδος δεν έκρυβε την προτίμηση του για τους

ευνοούμενους του, αρχικά για τον Πιρς Γκάβεστον και μετέπειτα για τους δύο Ντεσπένσερ, τον Ούγο τον τρίτο και τον Ούγο τον τέταρτο που δολοφονήθηκαν με άγριο τρόπο το 1326. Παρόλο που

δεν υπήρχαν στοιχεία που να αποδείκνυαν την πράξη σοδομίας, οι επικριτές του βασιλιά εστίασαν την κριτική τους στην παραχώρηση

Page 14: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 14

τίτλων ευγενείας και υλικού πλούτου σε ανθρώπους που προέρχονταν από κατώτερη κοινωνική τάξη. Πιθανόν η ίδια η Ισαβέλλα να πρωτοστάτησε στην έκπτωση του Εδουάρδου αποσκοπώντας να ανέβει η ίδια στο θρόνο μαζί με τον εραστή της.

Το βέβαιο πάντως είναι ότι ο πατέρας της υπολόγιζε αρχικά πως, αν ο βασιλιάς της Αγγλίας δεν αποκτούσε απογόνους, θα τον κληρονομούσε ο ίδιος. Εντέλει παρ’ όλα αυτά το 1312 γεννήθηκε ένας γιός ο μελλοντικός Εδουάρδος ο τρίτος. Ο κοινός παρονομαστής ανάμεσα στις τρεις αυτές υποθέσεις των Ναϊτών, του Βονιφάτιου και του Εδουάρδου του δεύτερου, ήταν ότι

οι καταγγελίες για σοδομισμό είχαν πολιτικά κίνητρα και

χρησιμοποιήθηκαν από τον Φίλιππο τον τέταρτο στον αγώνα του για την κατάκτηση της υπέρτατης εξουσίας μέσα στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Διαλύοντας το τάγμα των Ναϊτών, ο Φίλιππος αποσκοπούσε στο να χρησιμοποιήσει τον πλούτο τους για να κάνει πόλεμο εναντίον της Αγγλίας, καθώς και για να

χρηματοδοτήσει μια νέα σταυροφορία. Ενορχήστρωσε την επίθεση εναντίον του Βονιφάτιου με σκοπό να πιέσει τον πάπα Κλήμη να διαλύσει τους Ναϊτες, αλλά επίσης και για να αποκαταστήσει την προσωπική του τιμή, η οποία είχε υποστεί σοβαρό πλήγμα από την αρχική του διένεξη με τον παπικό θρόνο. Τέλος, παντρεύοντας την κόρη του Ισαβέλλα με τον Εδουάρδο τον δεύτερο το 1308, ο

Φίλιππος πιθανότατα ήλπιζε να κληρονομήσει τον πιο βασικό του αντίπαλο, εκμεταλλευόμενος την ομοφυλοφιλία του μεγαλύτερου εχθρού του. Θρησκευτική και κοσμική Ιερά Εξέταση, 13ος – 14ος αιώνας

Μια από τις πιο σημαντικές αλλαγές που έγιναν στις αρχές του 13ου αιώνα ήταν η μεταρρύθμιση του εκκλησιαστικού ποινικού συστήματος. Το παλαιότερο σύστημα, που προέβλεπε τη

συγκέντρωση προσωπικών καταγγελιών και στη συνέχεια μια αποκεντρωμένη διαδικασία στην έδρα του τοπικού επίσκοπου,

αρχιδιακόνου ή άλλου αξιωματούχου, άλλαξε θεμελιακά με πρωτοβουλία του πάπα Ιννοκέντιου του τρίτου γύρω στα 1200. Τώρα, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορούσε να υπάρξει μια ex officio παρέμβαση, ακολουθούμενη από μια ανάκριση/εξέταση, η οποία γινόταν είτε σε κεντρικό επίπεδο είτε από κάποιον εκπρόσωπο του πάπα. Η ουσιαστική προϋπόθεση για μια καταδίκη έπαψε πλέον

να είναι η υποβολή του κατηγορουμένου σε κάποια δοκιμασία, διαδικασία που μέχρι τότε γινόταν αντιληπτή ως ένδειξη της ετυμηγορίας του Θεού σε μια συγκεκριμένη υπόθεση. Καθοριστική

ήταν πλέον η εθελοντική ομολογία του κατηγορουμένου, συνεπικουρούμενη από σαφή και απτά αποδεικτικά στοιχεία.

Page 15: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 15

Προκειμένου να διευκολύνει τη λειτουργία αυτού του συστήματος, Ο Ιννοκέντιος ο τέταρτος ενέκρινε τη χρήση βασανιστηρίων κατά τη διάρκεια της ανάκρισης στα 1252. Στην πρώτη τους μορφή, οι νέες αρχές του Ιννοκέντιου του τρίτου καθόρισαν τις μεθόδους που

εφάρμοσε ο Κορράδος του Μάρμπουργκ και οι συνάδελφοι του σε βάρος των θυμάτων τους, τα οποία μπορεί να έφτασαν και τις δύο εκατοντάδες κατά την περίοδο 1231-1233. Ωςτόσο, μόνο όταν η χρήση βασανιστηρίων και οι δίκες με συνοπτικές διαδικασίες απέκτησαν συστηματικό χαρακτήρα, η Ιερά Εξέταση απέκτησε τη γνωστή της φήμη, έγινε δηλαδή συνώνυμο της αυθαιρεσίας και της

σκληρότητας, που αποκρυσταλλώθηκαν με τον πιο χαρακτηριστικό

τρόπο στη δράση της ισπανικής Ιεράς Εξέτασης στα τέλη του 15ουαιώνα. Είναι σημαντικό ωστόσο να διευκρινίσουμε ότι οι δικαστικές διώξεις που υπέστησαν οι σοδομίτες από τον 13ο ως τα τέλη του 15ου αιώνα διενεργήθηκαν κυρίως από τις κοσμικές τοπικές αρχές και εκκινούσαν από τις πόλεις. Πολύ νωρίς, από την

εποχή που κατέγραψαν για πρώτη φορά τα συνταγματικά τους δικαιώματα, οι ιταλικές πόλεις άρχισαν να διαμορφώνουν νομοθετικές ρυθμίσεις που τιμωρούσαν την ομοφυλοφιλία: η Σιένα κατά την περίοδο 1262-1270, η Μπολόνια το 1288, η Φλωρεντία το 1325 και η Περούτζα το 1342. Εξαιτίας αυτών των νόμων, οι σοδομίτες καταδιώκονταν και συλλαμβάνονταν, βασανίζονταν,

ακρωτηριάζονταν ή ακόμα και εκτελούνταν από τις αρχές. Ο ευνουχισμός ήταν συχνό φαινόμενο, όπως και η τύφλωση και ο ακρωτηριασμός των χεριών και των ποδιών. Για παράδειγμα, στη Φλωρεντία το 1325 αποφασίστηκε ότι όποιος σοδομίτης συνευρισκόταν σεξουαλικά με κάποιο νεότερο του άτομο έπρεπε να ευνουχίζεται. Επιπλέον το νεότερο άτομο, αν δεν είχε προβάλλει

αντίσταση, έπρεπε να τιμωρείται με δημόσια μαστίγωση και με πρόστιμο 50 λιρών, ή 100 λιρών αν ήταν μεταξύ δεκατεσσάρων και δεκαοκτώ ετών. Τέλος, όποια γυναίκα πρόσφερε τα μέλη της προς άσκηση των νοσηρών σοδομιτικών πρακτικών επέκειτο επίσης στην

ποινή της δημόσιας μαστίγωσης. Το ότι οι βασιλείς και οι αυτοκράτορες της Αγίας Ρωμαϊκής

Αυτοκρατορίας δεν είχαν καμία αμφιβολία για την αποτρόπαιη φύση του σοδομισμού αποδεικνύεται περίτρανα από δύο παραδείγματα. Όπως αναφέρεται συνοπτικά στα Χρονικά της Βασιλείας, ο Ροδόλφος ο πρώτος των Αψβούργων έκαψε στην πυρά στα 1277 έναν ευγενή από το Χάσπισπερχ εξαιτίας του σοδομιτικού εγκλήματος. Μια πιο λεπτομερειακή αναφορά διασώζεται για μια

παρόμοια περίπτωση κατά την εποχή του Κάρολου του τετάρτου: επιστρέφοντας από τη δεύτερη του επίσκεψη στη Ρώμη, στα 1369, ο αυτοκράτορας έμεινε για ένα διάστημα στο κάστρο της Λούκα.

Κοιτάζοντας τυχαία έξω από το παράθυρο, ο ίδιος, η γυναίκα του και ένας καρδινάλιος είδαν έναν νεαρό να κάνει έρωτα με ένα

Page 16: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 16

αγόρι. Ο αυτοκράτορας διέταξε να τους φέρουν και τους δύο μπροστά του, και τότε ανακάλυψε ότι ο νεαρός ήταν ανιψιός του κυβερνήτη. Παρά τις ικεσίες των γονιών του, ο νεαρός, κατά διαταγή του αυτοκράτορα, διασύρθηκε μπροστά σε ολόκληρη την

πόλη, ευνουχίστηκε και θανατώθηκε στην πυρά. Το αγόρι κατάφερε να εξαγοράσει την ελευθερία του. Ύστερος Μεσαίωνας

Δίκες που προκάλεσαν αίσθηση και επώνυμα θύματα

Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της δίωξης των σοδομιτών κατά τον ύστερο Μεσαίωνα ήταν ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία όλοι οι ταξικοί φραγμοί καταλύονταν. Το να υπόκεινται δυνάμει όλες οι τάξεις σε τέτοιες διώξεις αποτελούσε ζήτημα αρχής. Με έναυσμα τις

δολοπλοκίες του Φίλιππου του τετάρτου της Γαλλίας, αρκετά άτομα που ανήκαν στα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα κατηγορήθηκαν για σοδομισμό. Εκατό χρόνια μετά τον θάνατο του Εδουάρδου του δεύτερου, ο Άγγλος βασιλιάς Ριχάρδος ο δεύτερος κατηγορήθηκε επίσης για σοδομισμό, κάτι που μπορεί να έπαιξε ρόλο στην πτώση του. Ο Μάγκνους Έρικσον, βασιλιάς της

Νορβηγίας και της Σουηδίας, είχε παρόμοια τύχη: κατηγορήθηκε από μια συγγενή του, την Αγία Μπριγκίτα της Σουηδίας, για αφύσικη συμπεριφορά (συγκεκριμένα ότι είχε σεξουαλικές σχέσεις με τον ιππότη Μπένγκτ Άλγκοτσον) και αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το θρόνο στα 1364, προς χάριν του δούκα Άλμπρεχτ του Μέκλεντμπουργκ Στο πλαίσιο της παπικής ιστορίας, πρέπει να

αναφέρουμε επίσης τον Μπαλντάσαρε Κότα, τον αντίπαπα Ιωάννη τον εικοστό τρίτο. Οι θεολόγοι που συμμετείχαν στη σύνοδο της Κωνστάντιας, το 1415, τον κήρυξαν εγκληματία με βάση μια σειρά από φανταστικές κατηγορίες, όπως ότι βίασε, δήθεν, τριακόσιες

παρθένες, καθώς και μια ολόκληρη οικογένεια συμπεριλαμβανομένου του πατέρα.

Σημαντική πολιτική σκοπιμότητα υποκρυπτόταν επίσης στην καταγγελία για σοδομισμό απαγγέλθηκε εναντίον του πονς Ούγου της Αμπουρίας. Αυτός ο κόμης είχε προκαλέσει την οργή του βασιλιά Ιακώβου του δεύτερου της Αραγονίας, όταν αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τις οδηγίες του σχετικά με τους Ναϊτες και κατέλαβε ένα βενετικό εμπορικό καράβι. Μια άλλη παρόμοια

υπόθεση, αυτή τη φορά από τη Γερμανία, αφορά τον Γουλιέλμο τον πεμπτό, δούκα του Γύλιχ, ο οποίος ήταν επίσης κόμης του Κέμπριτζ και ανήκε στην τάξη των Άγγλων ευγενών. Ο Γουλιέλμος

καθαιρέθηκε τον Δεκέμβριο του 1349 από τα ίδια του τα παιδιά ‹‹ εξαιτίας της σοδομιτικής αμαρτίας ››. Παρέμεινε φυλακισμένος έως

Page 17: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 17

τον Ιούνιο του 1351, όταν τον απελευθέρωσε ο αδελφός του, ο αρχιεπίσκοπος της Κολωνίας, πληρώνοντας μαζί με άλλους, ένα σημαντικό ποσό ως λύτρα. Ένα εξίσου δυσάρεστο περιστατικό αφορούσε τον ευγενή

Κορράδο Φον Μούραχ από το Άνω Παλατινάτο, ο οποίος στα 1466 εξαναγκάστηκε να ομολογήσει ότι διέπραξε το αμάρτημα του σοδομισμού. Στην πραγματικότητα. είχε αρνηθεί να επιστρέψει το κάστρο και την περιοχή του Τάνεσμπεργκ στους εκλέκτορες του Παλατινάτου, οι οποίοι χρησιμοποίησαν αυτόν τον τρόπο για να τον καθυποτάξουν.

Η δίωξη των σοδομιτών στο πλαίσιο της αστικής κοινωνίας

Η στάση της αστικής κοινωνίας του ύστερου Μεσαίωνα απέναντι στην ομοφυλοφιλία ήταν εξαιρετικά διφορούμενη. Οι ουμανιστές

λόγιοι και φιλόσοφοι άρχισαν να αναβιώνουν τα ήθη της πλατωνικής φιλίας, ενώ οι ζωγράφοι και οι γλύπτες της εποχής υμνούσαν με σπουδαία έργα τέχνης το κάλλος του αντρικού σώματος. Παρ’ όλα αυτά, σε πολλές πόλεις – μερικές φορές στις ίδιες ακριβώς πόλεις όπου εργάζονταν οι καλλιτέχνες της πρώιμης Αναγέννησης – η κυρίαρχη πολιτισμική τάση ευνοούσε την

υιοθέτηση ενός ποινικού κώδικα απόλυτα εναρμονισμένου με τα πρότυπα της Ιεράς Εξέτασης. Αυτή η αντίληψη ισοδυναμούσε με την ενθάρρυνση της ενεργητικής έρευνας για την αποκάλυψη των σοδομιτών η οποία συνεπαγόταν και οικονομικά οφέλη για τους καταγγέλλοντες. Σήμαινε επίσης ότι οι προφορικές και οι ανώνυμες καταγγελίες γίνονταν δεκτές στα δικαστήρια, ότι τα βασανιστήρια

ήταν αποδεκτά ως μέθοδος ανάκρισης και ως τρόπος για να αποσπαστούν και άλλα ονόματα, ότι εφαρμοζόταν ένα διαβαθμισμένο σύστημα ποινών που περιλάμβανε σωματικές τιμωρίες και μέτρα διασυρμού της προσωπικότητας των

κατηγορουμένων και τέλος σήμαινε την τελετουργική δημόσια έκθεση και αφανισμό των σωμάτων όσων καταδικάζονταν.

Η Βενετιά και η Φλωρεντία διαθέτουν αρχεία που στοιχειοθετούν τη συστηματική δίωξη των σοδομιτών από τον 14ο αιώνα και εξής. Αλλά και στη Γερμανική πλευρά των Άλπεων, υπήρχαν πολλές πόλεις που δίκαζαν σοδομίτες, συμπεριλαμβανομένου του Άουγκσμπουργκ, του Ρέγκενσμπουργκ και της Βασιλείας. Ιδιαίτερα δραστήρια σε αυτόν τον τομέα υπήρξε η πόλη της Κολωνίας, μια

αρχαιότατη πόλη που ιδρύθηκε στη ρωμαϊκή περίοδο και είχε εκείνη την εποχή περίπου 35000 κατοίκους, ήταν δηλαδή η πόλη της Γερμανίας. Στα 1484 οι αρχές της διενήργησαν εντατικές

μυστικές έρευνες προκείμενου να αποσπάσουν πληροφορίες και ομολογίες σχετικές με την ανομολόγητη αμαρτία, αν και οι

Page 18: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 18

προσπάθειες αυτές δεν είχαν ποινικές συνέπειες. Δεν γνωρίζουμε αν υπήρξαν ανάλογες ενέργειες σε άλλες πόλεις της Γερμανίας που βρίσκονταν πάνω από τον ποταμό Μάιν, στη Φλάνδρα όμως στα κύρια εμπορικά κέντρα του ύστερου Μεσαίωνα όπως η Γάνδη και η

Μπρύζ, υπήρξαν εκτεταμένες διώξεις σοδομιτών, ανάλογες με εκείνες της Φλωρεντίας και της Βενετίας. Στα ανακριτικά αρχεία του Μονταϊγιού, ενός μικρού χωριού του Λάνγκεντοκ, στο οποίο διεξήχθησαν έρευνες σχετικές με την καθαίρεση των Καθαρών στις αρχές του 14ου αιώνα, ο σοδομισμός αναφέρεται πολύ συχνά. Ωστόσο, λείπουν ακόμα οι συστηματικές έρευνες για παρόμοιες

αντισοδομιτικές διώξεις σε σημαντικές πόλεις όπως η Αβινιόν, το

Παρίσι και το Λονδίνο. Σύμφωνα με τις πηγές που προαναφέρθηκαν, οι σοδομίτες συλλαμβάνονταν από τις αστυνομικές δυνάμεις του δημοτικού συμβουλίου της πόλης και είτε εκτοπίζονταν είτε εκτελούνταν. Δεν τους δινόταν βέβαια η παραμικρή ευκαιρία να αφήσουν πίσω τους

στοιχεία σχετικά με την προσωπική τους κατάσταση, τις σκέψεις ή τα συναισθήματα τους. Παρ’ όλα αυτά, οι πηγές, ενώ δείχνουν ξεκάθαρα την απόρριψη και τον αποκλεισμό, συχνά απεικονίζουν και μια πιο θετική πλευρά των πραγμάτων: μας πληροφορούν, έστω έμμεσα, για την οικογενειακή και την εργασιακή ζωή των σοδομιτών, για τις συνήθεις δυσκολίες και τα καθημερινά τους

προβλήματα. Τα δικαστικά έγγραφα αποδίδουν συχνά τα λόγια των κατηγορουμένων σε πρώτο πρόσωπο, κι αυτό μας επιτρέπει να εξαγάγουμε σημαντικά συμπεράσματα για το πώς έβλεπαν τον εαυτό τους και τους άλλους αυτοί οι νεαροί άντρες και οι σύζυγοι. Στη συνέχεια ακολουθούν μερικά παραδείγματα.

Κοινωνική τοπογραφία

Όταν τα μέλη του συμβουλίου της Κολωνίας επισκέφθηκαν τις

ενορίες της παλιάς πόλης στα 1484, ο πάπας της ενορίας του Αγίου Μαρτίνου τους μίλησε για μια ομάδα διεφθαρμένων ατόμων που

σύχναζαν στην αγορά Χόιμαρκτ και επίσης για κάποια σπίτια στη γειτονιά Λάιβαντμαρκτ τα οποία ο ίδιος θα γκρέμιζε χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ήταν στο χέρι του. Ο ιερέας πίστευε ότι γνώριζε επακριβώς τι συνέβαινε σε αυτά τα μέρη, και ήταν προφανές ότι είχε παρακολουθήσει με ιδιαίτερη προσοχή μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων, για την οποία ήταν σε θέση να πει ότι αριθμούσε

διακόσια μέλη. Σ’ αυτή τη γειτονιά, καθώς και σε μια παρακείμενη περιοχή της πόλης που εκτεινόταν ως τις όχθες του Ρήνου, αναφέρονται συχνά και άλλα έγγραφα που συνέταξε η επιτροπή

έρευνας. Είναι φανερό ότι ο πάπας αυτός είχε εφεύρει μια πρώτη εκδοχή της κοινωνικής τοπογραφίας και είχε επισημάνει ένα

Page 19: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 19

συγκεκριμένο είδος κοινωνικής συμπεριφοράς που εκδηλωνόταν και πέραν των . ορίων της μυστικότητας και της ιδιωτικότητας. Οι ανώτερες τάξεις της Βενετίας γνώριζαν επίσης επακριβώς τα αγαπημένα στέκια των σοδομιτών. Το 1444 το Συμβούλιο των Δέκα

– ένα σώμα δικαστών που ήταν επιφορτισμένο ειδικά με την καταπολέμηση των εγκλημάτων που στρέφονταν εναντίον του κράτους, αλλά, αυτή την περίοδο, είχε αναλάβει επίσης και την ευθύνη της τιμωρίας των σοδομιτών – επέβαλε σε όλα τα ιδρύματα όπου τα παιδιά και οι νέοι μάθαιναν να παίζουν μουσική, να τραγουδούν και να χορεύουν, να κλείνουν τις πόρτες τους με τη

δύση του ηλίου. Επίσης έγιναν επιδρομές σε μαγαζιά

φαρμακοποιών, κουρέων, πρακτικών χειρουργών και σε εργαστήρια χρυσοχόων, ενώ αρκετές δίκες μαζικού χαρακτήρα – ιδιαίτερα μεταξύ του 1422 και του 1483 – αποκάλυψαν ολόκληρα δίκτυα ‹‹ πελατών των φαρμακοποιών ››. Ο Μόλος, η περιοχή του λιμανιού, τέθηκε υπό επιτήρηση: η ομοφυλοφιλική δραστηριότητα

των ναυτών φόβιζε ιδιαίτερα τις αρχές γιατί, σύμφωνα με τις αντιλήψεις τους. μπορούσε να επιφέρει τη θεία τιμωρία με τη μορφή ναυαγίων και πλημμυρών. Η κατάσταση στις γερμανικές πόλεις ήταν αρκετά διαφορετική. Για παράδειγμα, στην παλιά επισκοπική πόλη του Ρέγκενσμπουργκ, η οποία είχε πληθυσμό γύρω στους 12000 κατοίκους το 1500, ένας άντρας που

κατηγορήθηκε για σοδομισμό, όταν ρωτήθηκε για τον τόπο που συντελέστηκε το έγκλημα, έδωσε τα ονόματα δύο πανδοχείων: δεκαεπτά χρόνια νωρίτερα ‹‹ το είχε κάνει ›› με έναν άντρα ευγενικής καταγωγής σε ένα πανδοχείο της Νυρεμβέργης που ονομαζόταν Guldenkron, ενώ στο πανδοχείο Lindwurm του Ρέγκενσμπουργκ είχε διαπράξει ατιμία με κάποιον άλλον άντρα.

Άλλες συνευρέσεις λάμβαναν χώρα στα μυστικά διαμερίσματα της μονής των Αυγουστινιανών Ερημιτών του Ρέγκενσμπουργκ, καθώς και στο παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού που βρισκόταν στην πόλη. ‹‹ Μυστικά διαμερίσματα ›› και εκκλησιαστικά κτήρια αναφέρονται

και σε πολλές άλλες πηγές, πράγμα που δείχνει ότι τέτοια μέρη χρησιμοποιούνταν συχνά ως τόποι συνάντησης.

Η δίκη των σοδομιτών που έγινε στο Άουγκσμπουργκ το 1532 δείχνε ότι δεν πρέπει να βγάζουμε γενικά συμπεράσματα από αυτού του είδους τις αποσπασματικές πληροφορίες σχετικά με την κοινωνική τοπογραφία της ομοφυλοφιλίας. Όλοι οι άντρες που δικάστηκαν τότε ήταν ενήλικοι και παντρεμένοι και οι ομοφυλοφιλικές πτυχές της ζωής τους διαδραματίζονταν μακριά

από τις οικογενειακές τους εστίες – για την ακρίβεια, έξω από τις πύλες της πόλης. Συνήθως συναντιόνταν σε τρία προάστια όπου υπήρχαν υποτυπώδη λουτρά. Τα μέρη ήταν κοντά σε ρυάκια και

παρείχαν δυνατότητες διανυκτέρευσης. Ο κυρίως ένοχος, ο Μπέρλιν Βάγκνερ, συνήθιζε επίσης να πηγαίνει τους συντρόφους

Page 20: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 20

του σε κάποια χωριά γύρω από την πόλη – για παράδειγμα, στο Χάινχοφεν όπου ο ιερέας του χωριού ήταν φίλος του – ή ακόμα και σε ένα ειδικό πανδοχείο στο Φρίντμπεργκ στη Σουηδία.

Κοινωνική δομή

Στον ύστερο Μεσαίωνα ο σοδομισμός δεν ήταν ένα έγκλημα που αφορούσε μόνο την αριστοκρατία ή τις ευπορότερες τάξεις. Οι πληροφορίες που έχουμε από τις ιταλικές και τις γερμανικές

πόλεις αφορούν σοδομίτες που προέρχονταν είτε από τις

ενδιάμεσες είτε από τις κατώτερες τάξεις του κοινωνικού φάσματος. Οι περισσότεροι άνθρωποι που κατηγορήθηκαν για σοδομισμό ήταν είτε τεχνίτες και έμποροι της μεσαίας τάξης είτε υπηρέτες, μικροπωλητές και περιστασιακοί εργάτες που ανήκαν στην κατώτερη τάξη. Ασφαλώς στις πηγές συναντάμε και μέλη των

ανώτερων τάξεων, για παράδειγμα κρατικούς υπαλλήλους, ευγενείς της Βενετίας ή μέλη των οικογενειών της υψηλής κοινωνίας της Γερμανίας, αλλά αυτό συμβαίνει σε μικρότερο γενικά βαθμό. Πάνω στον κατάλογο των κατηγορουμένων στα βενετικά αρχεία του 15ου αιώνα βρίσκονται οι φυσητές γυαλιού, οι χρυσοχόοι, οι κουρείς, οι γονδολιέρηδες, οι υποδηματοποιοί, οι ράφτες, οι

ξυλουργοί και οι υφαντές μεταξιού. Περίπου το ένα τρίτο των σοδομιτών ήταν αριστοκράτες, κληρικοί και ανήλικα αγόρια, ενώ η κάθε κατηγορία υπέκειτο σε διαφορετική ποινική αντιμετώπιση: οι κληρικοί δικάζονταν σύμφωνα με το εκκλησιαστικό δίκαιο, ενώ τα αγόρια κάτω των δώδεκα ετών γλίτωναν από την εσχάτη των ποινών, όχι όμως και από τα βασανιστήρια. Τέλος, οι αριστοκράτες είχαν

συνήθως την ευκαιρία να διαφύγουν πριν εκδοθεί η καταδικαστική απόφαση. Ο Michael Rocke έχει υπολογίσει ότι στη Φλωρεντία ανάμεσα στα 1478 και το 1520 καταδικάστηκαν συνολικά 1119 σοδομίτες: 232

υποδηματοποιοί, 134 υφαντουργοί, 125 έμποροι ρουχισμού, 97 χασάπηδες, 95 κουρείς, 94 κληρικοί. 85 ράφτες, 62 βαφείς

υφασμάτων, 61 ξυλουργοί και 61 επαγγελματίες διαφόρων άλλων ειδικοτήτων, μαζί με αρκετούς υπαλλήλους, μαθητευόμενους τεχνίτες, υπηρέτες και καλλιτέχνες. Άτομα που ανήκαν στις κατώτερες τάξεις – δηλαδή όσοι ζούσαν από τη φιλανθρωπία, δεν πλήρωναν φόρους ή ζούσαν στο κοινωνικό περιθώριο – απουσιάζουν εντελώς από τους καταλόγους των φλωρεντινών και

των βενετικών αρχείων. Στην Αβινιόν, κάποιος Ραϊμόνδος Πασκάλ που κατηγορήθηκε το 1365 για άσεμνη και σοδομιτική συμπεριφορά έχει καταγραφεί ως τοκογλύφος. Στις γερμανόφωνες

ελβετικές πηγές του ύστερου Μεσαίωνα αναφέρονται τα επαγγέλματα του μάγειρα, του νεωκόρου. του κατώτερου αυλικού,

Page 21: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 21

του ψαρά, του κουρέα και του ξυλουργού, ενώ τα αρχεία του 1532 από το Άουγκσμπουργκ καταγράφουν έναν παντοπώλη, έναν εισοδηματία, έναν υπάλληλο των λουτρών έναν ζαχαροπλάστη και έναν δάσκαλο. Το εντυπωσιακό είναι ότι τα αρχεία του

Άουγκσμπουργκ αναφέρουν και αρκετούς ιερείς, μεταξύ των οποίων και ο ιερέας του ναού του Σαιν Μόριτς, καθώς και ένας εφημέριος από τα περίχωρα της πόλης. Εφόσον η ομοφυλοφιλία πρέπει να υπήρχε εξ’ ορισμού σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα, αυτά τα ευρήματα μας οδηγούν αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι οι αρχές που εξαπέλυαν τις διώξεις απλούστατα δεν ενδιαφέρονταν για

τις περιθωριακές ομάδες όπως οι ζητιάνοι και οι πόρνες, αλλά

στόχευαν στα άτομα που συναποτελούσαν τους στυλοβάτες της κοινωνίας, ανήκαν δηλαδή στις τάξεις εκείνες που παρείχαν τα αγαθά, συμμετείχαν στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης και συγκροτούσαν το θεμελιακό οικογενειακό σύστημα που εξασφάλιζε τη βιολογική αναπαραγωγή. Από αυτή την άποψη, οι πατέρες της

πόλης αναπαρήγαν την αρχαϊκή ιδέα ότι το αμάρτημα του σοδομισμού θα μπορούσε να επιφέρει την οργή του Θεού και να πλήξει συνολικά την κοινότητα. Με αυτήν την έννοια. ο σοδομισμός συνιστούσε μια απειλή που τους αφορούσε όλους.

Ποινικά μέτρα

Μια από τις λιγότερο γνωστές παραμέτρους της ιστορίας του ποινικού δικαίου είναι η προοδευτική συστηματοποίηση και εντατικοποίηση των ποινών που επιβάλλονταν στους σοδομίτες από τον 13ο αιώνα ως την αυγή των νέων χρόνων. Οι σχετικές

νομοθετικές ρυθμίσεις των πόλεων κατά τον ύστερο 13ο αιώνα και στις αρχές του 14ου συνήθως προέβλεπαν σωματικές τιμωρίες για όσους καταδικάζονταν για πρώτη φορά (ευνουχισμό ή δημόσια μαστίγωση ) και πρόστιμα. Η θανατική ποινή επιβαλλόταν μόνο σε

εκείνους που εγκληματούσαν κατ’ εξακολούθηση. Χαρακτηριστικός τρόπος εκτέλεσης των σοδομιτών ήταν το κάψιμο στην πυρά, μια

πρακτική που παραπέμπει κυρίως στις δίκες των αιρετικών. Το παράδειγμα της Παλαιάς Διαθήκης που μιλάει για μια πύρινη βροχή που κατάστρεψε τις πόλεις των Σοδόμων και των Γομόρρων, καθώς και ένα διάταγμα του Θεοδοσίου του πρώτου που εκδόθηκε το 390 μετά Χριστού μπορεί επίσης να έχουν παίξει κάποιον ρόλο στην επικράτηση αυτού του άγραφου κώδικα.

Ήδη από τον 14ο αιώνα υπήρξαν αρκετές δίκες εναντίον συγκεκριμένων ατόμων, που προκάλεσαν γενικότερη αίσθηση. Στη Βενετία το 1354 οι δικαστές που ήταν αποφορτισμένοι με την

προστασία των δημοσίων ηθών καταδίκασαν και έκαψαν στην πυρά έναν άντρα που ονομαζόταν Ροναλντίνο Ρονκάια. ο οποίος

Page 22: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 22

αποκαλούσε τον εαυτό του Ροναλντίνα και εργαζόταν για χρόνια ανάμεσα στις πόρνες του Ριάλτο. Όπως είδαμε παραπάνω, στα 1369 στη Λούκα , ο ίδιος ο αυτοκράτορας Κάρολος ο τέταρτος ευνούχισε και έκαψε στην πυρά

έναν soddomito. Εξίσου εντυπωσιακή ήταν και μια δίκη που έγινε στο Άουγκσμπουργκ το 1381, παρακάμπτοντας τον εκκλησιαστικό νόμο: ένας χωρικός και δύο μοναχοί. μέλη της αδελφότητας του Μπέγκχαρτ, κάηκαν δημόσια στην πυρά εξαιτίας της « αίρεσης που διέπραξαν μεταξύ του ». ¨Ένα άλλο παράδειγμα από την ίδια πόλη δείχνει πως οι διώκτες

των σοδομιτών επιδίωκαν να προκαλέσουν τον μέγιστο δυνατό

σωματικό πόνο στους καταδικασμένους, αντλώντας ευχαρίστηση από το μαρτύριο των θυμάτων τους. Στα 1409, πάλι στο Άουγκσμπουργκ έκλεισαν τέσσερις ιερείς σε ένα τεράστιο κλουβί για πουλιά και τους κρέμασαν από τον ψηλότερο πύργο της παλιάς πόλης, όπου τους άφησαν να πεθάνουν από την πείνα και τη δίψα.

Ο πέμπτος άντρας της ομάδας αυτής, ένας γουναράς, τη « γλίτωσε » με απλό κάψιμο στην πυρά. Δεν ξέρουμε αν οι κάτοικοι του Άουγκσμπουργκ εισήγαγαν την ιδέα του κλουβιού από την Ιταλία ή αν την σκέφτηκαν μόνοι τους, αλλά ήταν πιθανόν η ιδέα του κλουβιού να είχε στόχο να διατηρηθεί η αρτιμέλεια των ιερέων και να αποφευχθεί η εμφανής αιματοχυσία. Οι κάτοικοι της

Μπολόνιας ακολούθησαν μια μεικτή πρακτική κατά την εκτέλεση ενός ιερέα στα 1422: τον έκλεισαν σε μια καλύβα σκεπασμένη με άχυρο, την περιέλουσαν με λάδι και της έβαλαν φωτιά. Στα 1475 ο επίσκοπος της Βασιλείας και το συμβούλιο των δικαστών του επέβαλλαν μια πιο ήπια τιμωρία στον Γιοχάνες Στόκερ, έναν ιερέα της Μητρόπολης, ο οποίος ομολόγησε ότι είχε βιάσει

επανειλημμένα ένα αγόρι της εκκλησιαστικής χορωδίας: δήμευσαν μεν όλη του την περιουσία, αλλά του επέτρεψαν να αυτοεξοριστεί για πάντα πέρα από τις Άλπεις. Στα 1426 ο Αντόνιο Μάζι από την Μπολόνια, γνωστός ως

Κανταρίνο, υπέστη έναν ανατριχιαστικό συνδυασμό εξευτελισμού και σωματικής τιμωρίας: τον ανάγκασαν να διασχίσει γυμνός με

ένα γυναικείο καπέλο στο κεφάλι, ολόκληρη την πόλη μέχρι τον τόπο εκτέλεσης της ποινής του. Εκεί τον ευνούχισαν δημοσίως . Η γύμνωση, ο δημόσιος εξευτελισμός, η έκθεση στο πλήθος, ευνουχισμός και ορισμένες φορές, η μαρτυρική εκτέλεση κάτω από τα περιφρονητικά βλέμματα του όχλου που ζητωκραύγαζε και χειροκροτούσε ήταν μέθοδοι που αποσκοπούσαν όχι μόνο στην

κατάρρευση του σώματος αλλά και της προσωπικής αξιοπρέπειας του εγκληματία. Στη Βενετία και τη Φλωρεντία, η ποινική δίωξη των σοδομιτών

συνοδευόταν από ενεργητικά μέτρα κοινωνικής επαγρύπνησης, μοναδικά στη σύλληψη τους. Στο κοινό και των δύο πόλεων

Page 23: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 23

προσφέρονταν σημαντικά χρηματικά ποσά για να καταδώσουν σοδομίτες: οι ανώνυμες καταγγελίες επιτρέπονταν και τα μέλη του κλήρου εξαναγκάζονταν να ενημερώνουν τις αρχές όποτε υπήρχε η παραμικρή υποψία, αλλιώς απειλούνταν με καθαίρεση από το

ιερατικό αξίωμα. Σε όσους κρίνονταν ένοχοι δίνονταν υποσχέσεις για μείωση της ποινής, καθώς και κάποιου είδους επιβράβευση, προκειμένου να γίνουν «μάρτυρες κατηγορίας» και να καταδώσουν τους σεξουαλικούς τους συντρόφους. Όλα αυτά τα μέτρα άνοιγαν το δρόμο για τη δημιουργία μιας νέας καριέρας, αυτή του καταδότη των σοδομιτών. Εκτός από τη θανατική καταδίκη, οι πόλεις της

Ιταλίας και της Γερμανίας επίσης της ποινές του ακρωτηριασμού,

το κόψιμο του δεξιού χεριού, της τύφλωσης, της επιβολής προστίμων και της εξορίας.

Page 24: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 24

Πρώιμοι νεότεροι χρόνοι στην Ευρωπη 1400 - 1700.

Κατά τον 19ο αιώνα πολλοί μελετητές της Αναγέννησης – κάποιοι από αυτούς ομοφυλόφιλοι – οραματίζονταν τον 15ο και τον

16ο αιώνα ως μια εποχή διάχυτου ατομικιστικού ηδονισμού, κατά την οποία άνθησε ο ανδρικός ομοερωτισμός. Σαν διαθλαστικός καθρέφτης, η Αναγέννηση αντικατόπτριζε στα μάτια τους μια εξιδανικευμένη και ερωτικά φορτισμένη αντανάκλαση της δικής τους «βικτωριανής» εποχής. Ειδικότερα, συγγραφείς όπως ο Γουόλτερ Πάτερ και ο Τζων Άντιγκτον Σύμοντς έπλασαν μια εικόνα

του παρελθόντος βαθιά διαποτισμένη από τις επιθυμίες τις δικές

τους και των αναγνωστών τους. Έτσι, τα αναγεννησιακά οράματα του 19ου αιώνα συνέβαλαν σημαντικά στη συγκρότηση των έμφυλων υποκειμενικοτήτων της δικής μας σύγχρονης εποχής. Ωστόσο, αυτή η λαμπερή εικόνα που παρουσιάζει την Αναγέννηση ως μια εποχή σεξουαλικής ελευθερίας δεν είναι παρά

μια φανταστική κατασκευή, η οποία βασίζεται στην επιλεκτική χρήση των πηγών και είναι εμπνευσμένη από ορισμένα έργα τέχνης, κυρίως ιταλικής προέλευσης. Στην πραγματικότητα οι σημερινοί ομοφυλόφιλοι μοιάζουν πολύ λιγότερο με τους υποτιθέμενους προγόνους τους απ’ όσο διατείνονται κάποιες σύγχρονες θεωρίες. Μέχρι πρόσφατα, οι ιστορικοί αντιμετώπισαν

παραδοσιακά τη σεξουαλικότητα ως μια σταθερή παράμετρο της ανθρώπινης ζωής, χωρίς ιδιαίτερη δική της ιστορία. Αν όμως θέλουμε να προσεγγίσουμε ιστορικά τις αντιλήψεις για τη σεξουαλικότητα και να κατανοήσουμε την ερωτική ζωή του παρελθόντος, πρέπει πρώτα απ’ όλα να αποδεσμευτούμε από κάθε είδους νοσταλγία για μια υποτιθέμενη παρελθοντική ερωτική

ουτοπία. Η πρόσφατη έρευνα σχετικά με την άντρα προς άντρα σεξουαλικότητα κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους έχει αποκαλύψει μια εντελώς διαφορετική εικόνα, γεμάτη αντιφάσεις.

Οι όροι sodomia και vicium sodomiticum, μαζί με τις ακραία αρνητικές συνδηλώσεις τους – της αίρεσης, της προδοσίας και του

εγκλήματος καθοσιώσεως – παρέπεμπαν σε ένα ευρύτατο και συγκεχυμένο πεδίο μη αναπαραγωγικών σεξουαλικών πρακτικών, που περιλάμβαναν τον αυνανισμό, τη μη κολπική συνουσία μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας, τη σεξουαλική πράξη ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα, καθώς και τη σεξουαλική πράξη μεταξύ των ατόμων του ιδίου φύλου σε όλες της τις μορφές. Αυτή η τελευταία

σημασία του όρου ήταν και η πιο διαδεδομένη, Ωστόσο, παράλληλα με την απόλυτη απαξίωση του σοδομισμού, την ίδια εποχή υμνήθηκε και η συναισθηματική αγάπη μεταξύ ανδρών. Οι

διώξεις κατά των σοδομιτών κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους, άλλοτε προέκυπταν από τη συγκυρία και άλλοτε έπαιρναν

Page 25: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 25

συστηματική μορφή. Παρ’ όλα αυτά, η θεολογική και η δικαστική τους καταδίκη συνυπήρχε με την κατάφαση στον ομοερωτισμό που ανέδιδαν τα αναγεννησιακά έργα τέχνης. Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για μια εποχή που επανέφερε στο φως

ξεχασμένες πηγές ομοερωτικής έμπνευσης, κι αυτό σε μια Ευρώπη που είχε ήδη μπει στη διαδικασία της επαναθεμελίωσης των χριστιανικών της καταβολών μέσα από μια σειρά θρησκευτικών μεταρρυθμίσεων. Αντιφάσεις τόσο θεμελιακές όσο οι παραπάνω, δεν πρέπει να εξομαλύνονται για χάρη μιας αρμονικής συνολικής εικόνας, αντίθετα είναι ακριβώς αυτές που ενεργοποιούν και

φωτίζουν την ιστορική διαδικασία. Εκείνη την εποχή, υπήρξαν

άντρες και γυναίκες όλων των τάξεων και των κοινωνικών κατηγοριών που υιοθέτησαν, διαπραγματεύτηκαν και χρησιμοποίησαν πληθώρα ιδεών και θεσμών που σχετίζονταν με τη σεξουαλικότητα: μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία, διαμορφώθηκαν οι σεξουαλικές αντιλήψεις και πρακτικές των πρώιμων σύγχρονων

χρόνων. Μοτίβα καταδίωξης

Η εμβέλεια του όρου σοδομισμός - αυτής της αινιγματικής

επινόησης των θεολόγων του Μεσαίωνα – συνέχισε να διευρύνεται κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους. Ένας θεολόγος γεννημένος στα 1400, ο Λεονάρδος του Ούντινε υποστήριξε ότι ούτε σήμερα ούτε την ημέρα της Κρίσεως θα μπορούσαν οι σοδομίτες να δικαιολογήσουν τη συμπεριφορά τους, αφού η φύση έχει δώσει σαφή εντολή στους ανθρώπους να αναπαράγονται. Ωστόσο οι

συγκεχυμένες περιγραφές του θεολόγου αυτού δεν διευκρίνιζαν τι ακριβώς ήταν τα σοδομιτικά αμαρτήματα. Έτσι, οι πιο αξιοσέβαστοι ιεροκήρυκες της εποχής ανέλαβαν να μεταφράσουν την έννοια της σοδομίας στα συμφραζόμενα της κοινωνικής εμπειρίας. Σε μια

εποχή όπου οι θεολόγοι εξέφραζαν φόβους ότι και η απλή αναφορά του αμαρτήματος αυτού θα μπορούσε να μετατρέψει τη σεξουαλική

ανορθοδοξία σε επιδημία, και ενώ τα εγχειρίδια των εξομολόγων σύστηναν στους ιερείς να χειρίζονται την «ακατονόμαστη αμαρτία» με τη μέγιστη δυνατή διακριτικότητα, ο σοδομίτης έγινε τυπική και διαδεδομένη φιγούρα των θρησκευτικών κηρυγμάτων. Για παράδειγμα ο Σαν Μπερναντίνο (1380 – 1444), ένας φραγκισκανός μοναχός και δημοφιλής ιεροκήρυκας από τη Σιένα, κατήγγειλε

δημόσια τις αστικές κοινωνίας της πατρίδας του Ιταλίας ότι ανέχονταν τις σεξουαλικές επιθέσεις των ανήλικων αντρών προς τα νεότερα αγόρια. Ο δομινικανός άγιος Βικέντιος Φέρερ από τη

Ισπανία και ο Αλσατός Γιόχαν Γκάιλερ φον Κάιζερσμπεργκ ήταν ίσως λιγότερο περιγραφικοί. Ωστόσο, όπως και πολλοί άλλοι

Page 26: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 26

ιεροκήρυκες, προειδοποιούσαν το ποίμνιο τους για τις επιδημίες, τους λοιμούς και τις άλλες καταστροφές που θα μπορούσαν να προκαλέσουν αυτοί που θα διέπρατταν την «παρά φύσιν» αμαρτία. Οι σοδομίτες που παρέμεναν εντός της κοινωνίας απειλούσαν να

επιφέρουν την οργή του θεού εναντίον της. Το λογικό συμπέρασμα που προέκυπτε ήταν ότι η ατομική σεξουαλική συμπεριφορά των ανθρώπων ήταν αλληλένδετη με τη συλλογική τύχη ολόκληρης της κοινότητας. Έτσι πέρα από βαριάς μορφής παράβαση των χριστιανικών σεξουαλικών ηθών η σοδομία γινόταν και σύμπτωμα μιας γενικότερης κοινωνικής αταξίας. Στα τέλη του 15ου αιώνα,

όταν ο Σάντρο Μποτιτσέλι εικονογράφησε τη Θεία Κωμωδία του

Δάντη, απεικόνισε το μέρος της κόλασης όπου τιμωρούνταν οι σοδομίτες τελείως διαφορετικά από τα άλλα θέματα του κύκλου της κόλασης, δημιουργώντας μια ασύμμετρη, όλο γωνίες εικόνα, βασισμένη σε μια διαστρεβλωτική προοπτική. Αυτή η παραμόρφωση αποδίδει υποδειγματικά τη θεμελιακή διαφθορά της

φυσικής και της κοινωνικής τάξης που σηματοδοτούσε αυτή η αμαρτία. Ενώ οι λόγιοι, οι σχολιαστές του δικαίου και οι ποιητές εξέφραζαν με ζέση τον απόλυτο αποτροπιασμό τους για το σοδομισμό, οι βασιλιάδες, οι δικαστές και οι εκκλησιαστικοί παράγοντες άρχισαν να διαμορφώνουν νόμους εναντίον εκείνων

που διασάλευαν, υποτίθεται, τη φυσική τάξη του κόσμου, συνευρισκόμενοι ερωτικά με άτομα του ίδιου φύλου. Ήδη από τον 13ο και τον 14ο αιώνα, οι ιταλικές πόλεις θέσπισαν νόμους που τιμωρούσαν την ομοερωτική συμπεριφορά με την ποινή του θανάτου. Κατά τον 15ο αιώνα, εξαιτίας και των ιεροκηρύκων που συνεχώς παρότρυναν τις αρχές να θεσπίσουν νέους νόμους, αυτού

του είδους η αντισοδομιτική νομοθεσία διαδόθηκε ευρύτερα. Ωστόσο. οι διώξεις εναντίον των σοδομιτών δεν βασίζονταν απαραίτητα σε συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις. Διώξεις έγιναν και σε πολλές πόλεις, κτήσεις και βασίλεια, όπου δεν

φαίνεται να υπήρχαν τέτοιοι ειδικοί νόμοι. Πράγματι, σε μια εποχή κατά της οποία η πολιτική και η νομική εξουσία αντλούσε την ισχύ

της από το χριστιανικό δόγμα, τα αποσπάσματα της Βίβλου – και κυρίως η αφήγηση για τα Σόδομα και τα Γόμορα από την Παλαιά Διαθήκη – νομιμοποιούσαν τις τιμωρίες που επέβαλλαν οι δικαστές σε υποθέσεις σοδομισμού. Είναι πάντως γεγονός ότι τα μέτρα εναντίον των σοδομιτών απέκτησαν και μια νέα κοσμική νομική βάση κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους, με τη θέσπιση του

ποινικού κώδικα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, του επονομαζόμενου Constitutio Criminalis Carolina στα 1532, ο οποίος επικύρωσε και ταυτόχρονα αναμόρφωσε την προϋπάρχουσα

νομική πρακτική, ορίζοντας την ποινή του καψίματος στην πυρά για «άσεμνη συμπεριφορά» τελούμενη μεταξύ αντρών, μεταξύ

Page 27: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 27

γυναικών ή μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Στην Αγγλία, το Κοινοβούλιο θέσπισε στα 1533-34 έναν νόμο «για την τιμωρία του αμαρτήματος της buggerie». Ο νόμος αυτός που στρεφόταν κατά κύριο λόγο εναντίον των καθολικών ιερέων, άνοιξε στην ουσία τον

δρόμο για τη ρήξη του βασιλιά Ερρίκου του όγδοου με τη Ρώμη. Όπου και αν κοιτάξουμε, τα δικαστήρια των πόλεων της εποχής εκείνης αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες για την απαλλαγή των κοινοτήτων τους από τους σοδομίτες, είτε κληρικούς είτε λαϊκούς. Τους αντιμετωπίζουν ως προδότες, ως αιρετικούς ή, απλά, ως κίνδυνο. Στη μια άκρη του φάσματος βρίσκεται η Φλωρεντία, ένα

από τα μεγαλύτερα τραπεζιτικά κέντρα της Ευρώπης και πατρίδα

της Αναγέννησης. Το 1432 η κυβέρνηση της πόλης ανέλαβε να εξαλείψει την παράνομη αγάπη μεταξύ αντρών, η οποία υποτίθεται ότι είχε μολύνει την κοινότητα. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι η πόλη ήταν ήδη γνωστή σε ολόκληρη την Ευρώπη όχι μόνο για την απληστία των εμπόρων της αλλά και για τις σοδομιτικές τάσεις των

πολιτών της. Η Νυχτερινή Πολιτοφυλακή, η επιτροπή που σύστησε η πόλη για να πολεμήσει τον σοδομισμό, ανακάλυψε ότι αυτό το στερεότυπο δεν απείχε και πολύ από την αλήθεια. Επί δεκαετίες, τα μέλη της επιτροπής ερεύνησαν το ζήτημα, ανακρίνοντας και τιμωρώντας ένα σημαντικό τμήμα του ανδρικού πληθυσμού της πόλης και αφήνοντας πίσω ένα πλούσιο αρχειακό υλικό. Σύμφωνα

με τα ευρήματα της Πολιτοφυλακής, οι ερωτικοί δεσμοί μεταξύ αντρών ήταν πράγματι διαδεδομένο φαινόμενο, που επηρέαζε τον κοινωνικό ιστό της πόλης. Η επιτροπή διαλύθηκε τελικά το 1502, ωστόσο, ο σοδομισμός συνέχισε να υπόκειται σε ποινικές διώξεις. Η Βενετία, εξαπέλυσε μια εξίσου συστηματική εκστρατεία περιθωριοποίησης και δίωξης σοδομιτών ως αποδιοπομπαίων

τράγων. Το «Collegium contra sodomitas» που ιδρύθηκε στα 1418 προσέλαβε ακόμα και εντεταλμένους προβοκάτορες μετά το 1516, προκειμένου να παγιδεύσει τους ενόχους. Καθώς η διακυβέρνηση της πόλης βρισκόταν στα χέρια της τοπικής αστικής ελίτ, οι

πατρίκιοι έμειναν στις περισσότερες περιπτώσεις ατιμώρητοι, ενώ το βαρύτερο τίμημα το πλήρωσαν οι κατώτερες και οι μεσαίες τάξεις.

Τα μακροχρόνια, ολοκληρωμένα προγράμματα αναμόρφωσης της δημόσιας ηθικής, καθώς και οι εξειδικευμένες ομάδες δράσης που σύστησαν ορισμένες ιταλικές κοινότητες για να εξαλείψουν τον σοδομισμό υπήρξαν μοναδικά στην Ευρώπη. Στην άλλη άκρη του φάσματος βρίσκεται η Ρωσία, όπου οι διώξεις ήταν πολύ ήπιας μορφής. Εδώ, κατά κανόνα, ο ανδρικός

ομοερωτισμός παρέμεινε στη δικαιοδοσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, και φαίνεται ότι πολύ σπάνια τα κοσμικά δικαστήρια ασχολούνταν με υποθέσεις ομόφυλων σεξουαλικών

δραστηριοτήτων. Ως αμαρτίες, οι σεξουαλικές πράξεις μεταξύ αντρών αντιμετωπίζονταν μέσα στο πλαίσιο της εξομολόγησης και

Page 28: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 28

της τήρησης της εκκλησιαστικής πειθαρχίας. Σε πολλά μέρη της Ευρώπης οι διώξεις ήταν σχετικά μέτριας έντασης. Οι δικαστικές υποθέσεις παιδεραστίας ήταν μάλλον σπάνιες, με άλλα λόγια ο ομοερωτισμός σπάνια έφτανε στα δικαστήρια. Για παράδειγμα,

στην Μπρύζ, μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές πόλεις, αναφέρονται ενενήντα εκτελέσεις για σοδομισμό μεταξύ του 1385 και του 1515. Παρόλο που ο συνολικός αριθμός είναι σημαντικός, οι θανατικές καταδίκες που επιβάλλονταν γι’ αυτό το πολύ βαρύ, διαβολικό και απεχθές έγκλημα και αμάρτημα της σοδομίας σπάνια ξεπερνούσαν το ένα τις εκατό του συνόλου των θανατικών

καταδικών. Στο Λονδίνο, ένας μονάχα άντρας κατηγορήθηκε για

σοδομισμό ανάμεσα στα 1420 και τα 1518. Για τη γερμανική πόλη της Φρανκφούρτης υπάρχουν καταγεγραμμένες δυο δίκες σοδομιτών, μία στα 1598 και μία στα 1645, δύο υποθέσεις που δείχνουν, μεταξύ άλλων, ότι οι ύποπτες ερωτικές πράξεις κάποιου πολίτη συχνά γινόταν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης πολύ πριν

φτάσουν στα δικαστήρια. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι η εκτέλεση δεν ήταν η μόνη ποινή που επιβαλλόταν για πράξεις σοδομισμού. Οι δικαστές συχνά συνυπολόγιζαν συγκυριακές παραμέτρους, όπως το νεαρό της ηλικίας του κατηγορουμένου, το αν χρησιμοποιήθηκε βία κατά την πράξη ή τον αριθμό των σεξουαλικών συνευρέσεων. Ανάλογα με

τη βαρύτητα του αδικήματος, στον ένοχο μπορούσε να γίνει απλώς μια σύσταση, να του επιβληθεί πρόστιμο, να σταλεί στα κάτεργα, να θανατωθεί δια αποκεφαλισμού ή να καεί στην πυρά. Στη Φλωρεντία, οι προσπάθειες να εξαλειφθεί ο σοδομισμός από την πόλη συνάντησαν αντιδράσεις στο βαθμό που έθιγαν την κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Γι’ αυτό οι αρχές παρενέβαιναν με

μεγάλη προσοχή, επιβάλλοντας τις περισσότερες φορές πρόστιμα στους ενόχους, Αλλά ακόμα και στον Βορρά, όπου η επιβολή της θανατικής ποινής στους ενήλικες κατά συρροήν παραβάτες του νόμου ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, οι αντιδράσεις απέναντι στον

ομόφυλο ερωτισμό δεν ήταν πάντα της ίδιας έντασης. Στην Κολωνία, στα 1484, το συμβούλιο της πόλης διεξήγαγε την ερευνά

του για τη διάδοση της σοδομίας με μεγάλη προσοχή, παρόλο που ορισμένοι κληρικοί υποστήριζαν μια πιο αυστηρή αντιμετώπιση του ζητήματος: ένα πρώην μέλος του συμβουλίου, που είχε πλέον πεθάνει, βρισκόταν στο επίκεντρο των καταγγελιών. Ωστόσο, αυτή η περίοδος δυναμικής ανασυγκρότησης και ενδυνάμωσης των κρατών σε ολόκληρη την Ευρώπη, συνετέλεσε

στην εν γένει εντατικοποίηση των διώξεων. Πράγματι σε όλη την Ευρώπη, η σχετική χαλαρότητα των μεσαιωνικών εκκλησιαστικών δικαστηρίων αναθεωρείται και αρχίζουν να εφαρμόζονται

αυστηρότερες ρυθμίσεις. Στην Ιβηρική Χερσόνησο, η Ιερά Εξέταση των πρώιμων νεότερων χρόνων υιοθετεί μια πιο σκληρή ρητορική

Page 29: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 29

εναντίον της σοδομίας και λαμβάνει αυστηρότερα μέτρα για να επιβάλλει τη σεξουαλική πειθαρχία. Αυτά τα μέτρα βέβαια, δεν υπήρξαν ούτε κατά διάνοια τόσο εξοντωτικά όσο πιστεύουμε συνήθως, Στην Πορτογαλία, ανάμεσα στο 1587 και το 1749, μόλις

το ένα δέκατο των αμαρτωλών που ομολόγησαν την ακατονόμαστη αμαρτία οδηγήθηκαν σε δίκη. Σε γενικές γραμμές, η Ιερά Εξέταση διαχειριζόταν τον ομοερωτισμό περισσότερο με συμπόνια παρά με δικαιοσύνη, αρκεί οι ύποπτοι να συνεργάζονταν μαζί της. Πάντως, τόσο οι πρακτικές που ακολούθησαν, όσο και ο βαθμός πειθαρχίας που επιβαλλόταν διέφερε από τόπο σε τόπο. Για παράδειγμα στην

Αραγονία υπήρξε μεγάλος αριθμός δικαστικών υποθέσεων

σοδομισμού, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Ισπανίας, όπου ο αριθμός αποδεικνύεται κατά πολύ μικρότερος. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται ότι πράγματι, οι κοσμικές αρχές της Ισπανίας ενέτειναν ταυτόχρονα τις προσπάθειες τους να προσαγάγουν τους υπόπτους για σοδομισμό σε δίκη: μεταξύ του 1578 και του 1616, στα

κοσμικά δικαστήρια της Σεβίλλης και της Γρανάδας 147 τέτοιες δίκες οδήγησαν στην πυρά 65 άντρες. Ως δημόσια γεγονότα, οι δίκες για σοδομισμό και οι εκτελέσεις μελών της αριστοκρατίας προκαλούσαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Η διαβόητη ιστορία του παιδεραστικού πάθους του Ζυλ Ντε Ράις είχε ευρεία απήχηση ήδη από τον καιρό

της εκτέλεσης του στα 1440. Σύμφωνα με τους χρονικογράφους της εποχής, η εκτέλεση του σοδομίτη ιππότη Ρίχαρντ Πούλερφον Χοχενμπουργκ και του υπηρέτη του, που πέθαναν στην πυρά στη Ζυρίχη στα 1482, αποτέλεσε γεγονός θεμελιακής σημασίας για την εγκαθίδρυση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, σηματοδοτώντας τον αντιαριστοκρατικό προσανατολισμό της. Το ζήτημα της διάπραξης

σοδομιτικών αδικημάτων και βιασμών από ένα μέλος της ανώτερης τάξης σε βάρος κοινωνικά κατωτέρων του ανέκυψε με ιδιαίτερη ένταση στην υπόθεση της δίκης του Μέρβιν Τουσέ. δεύτερου κόμη του Καστλχέιβεν, που εκτελέστηκε το 1631. Τα εγκλήματα του

απέκτησαν ισχυρή συμβολική σημασία ως ενδεικτικά συμπτώματα της παρακμής της πατριαρχίας.

Οι δίκες και οι εκτελέσεις καλλιεργούσαν τη γενικότερη πεποίθηση ότι εντός της κοινότητας υπήρχαν κάποια άτομα που μέσω της σεξουαλικής τους δραστηριότητας απειλούσαν να βλάψουν το σύνολο ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν πολλοί. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που απλά μέλη της κοινότητας έδειξαν ενεργό ενδιαφέρον για ζητήματα σεξουαλικής υφής. Πολλοί από αυτούς

τους ανθρώπους δεν έμειναν απλοί παρατηρητές των γεγονότων, αλλά κατά καιρούς συμμετείχαν ενεργά στην «κοινωνία της καταδίωξης», ιδιαίτερα μάλιστα όταν στο στόχαστρο έμπαιναν

πρόσωπα που διέθεταν ελάχιστο ή καθόλου κοινωνικό κεφάλαιο,

Page 30: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 30

όπως συνέβαινε στις περιπτώσεις των ξένων, των περιπλανώμενων και των κοινωνικά περιθωριοποιημένων. Τα δικαστικά αρχεία αποτελούσαν τη βασική πηγή από την οποία αντλούμε τις γνώσεις μας για τις σεξουαλικές κουλτούρες της

πρώιμης νεότερης Ευρώπης – αν και οι δυσκολίες που παρουσιάζουν τα αρχεία αυτά ως προς την ερμηνεία τους είναι τεράστιες. Πράγματι, οι δικαστικές υποθέσεις πολλές φορές υπερτονίζουν την εξαίρεση εις βάρος του κανόνα. Ως πηγές, τα δικαστικά έγγραφα εξ’ ορισμού απλουστεύουν μια περίπλοκη πραγματικότητα προκείμενου να την υποτάξουν στις ανάγκες του

γραφειοκρατικού τυπικού και στους κώδικες της πρέπουσας

δικαστικής διαδικασίας, και τέλος, μέσα στο δικαστήριο, καθώς οι κατηγορούμενοι και οι μάρτυρες αφηγούνταν τις ιστορίες τους, συχνά επανεφεύρισκαν τον εαυτό τους. Ωστόσο, παρ’ όλους αυτούς τους εγγενείς περιορισμούς, τα δικαστικά έγγραφα δεν αποτελούν κείμενα δημιουργικής φαντασίας, όπως υποστήριξαν κάποιοι

ιστορικοί. Πολλές πληροφορίες έχουν παρεισφρήσει σ’ αυτού του είδους τα αρχεία από σύμπτωση και οι κωδικοποιημένες εκφράσεις των διωκτικών διαδικασιών αποκαλύπτουν τον τρόπο σκέψης και τη νοοτροπία των ειδικών. Οι διακυρήξεις των κατηγορουμένων, των δικαστών και των μαρτύρων μπορούν να διαβαστούν με μη αναμενόμενο τρόπο, αντίθετο προς το σκεπτικό της δίκης και τέλος

οι αντιφάσεις των μαρτυρικών καταθέσεων μας βοηθούν να κατανοήσουμε πως αντιλαμβάνονταν και βίωναν τον σοδομισμό οι άνθρωποι της εποχής. Ποιοι όμως ήταν αυτοί που διώκονταν; Μόνο κάποιοι σύγχρονοι σχολιαστές βλέπουν τους σοδομίτες του παρελθόντος ως ένα ομοιογενές σύνολο. Οι άνθρωποι της εποχής πίστευαν ότι ο

οποιοσδήποτε μπορούσε να συμπεριφερθεί με σοδομιτικό τρόπο, εφόσον έμπαινε στον πειρασμό. Αν και ορισμένοι σχολιαστές, αντιμετωπίζοντας το ζήτημα από ιατρική σκοπιά, ισχυρίζονταν ότι κάποια ιδιαίτερη σεξουαλική προτίμηση, κάποια συγκεκριμένη

σωματική ιδιοσυστασία ή, ακόμα, η ιδιαίτερη φύση ενός ατόμου μπορούσε να το προσανατολίσει στο ίδιο του το φύλο, σε γενικές

γραμμές, οι άνθρωποι της εποχής δεν αντιλαμβάνονταν τον σοδομισμό ως ένα πάγιο, δια βίου σεξουαλικό προσανατολισμό, και απείχαν ακόμα περισσότερο από το να τον θεωρούν συνώνυμο με κάποια συγκεκριμένη κοινωνική ταυτότητα. Πίστευαν για παράδειγμα, ότι οι υπερβολές της πολυτελούς διαβίωσης, όπως τα λουκούλλεια γεύματα και η κατανάλωση ακριβών εδεσμάτων,

ενθάρρυναν τους ανθρώπους να επιθυμούν ή να διαπράττουν ομόφυλες σεξουαλικές πράξεις. Έτσι. ο σοδομισμός αποτελούσε σύμπτωμα μιας γενικότερης ατμόσφαιρας που έκανε τους

ανθρώπους ευάλωτους σε κάθε λογής ερωτικούς πειρασμούς. Ωστόσο, ως τμήμα αυτού του ευρύτερου φάσματος, ο πόθος για

Page 31: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 31

άτομα του ίδιου φύλου αντιπροσώπευε μια ιδιαίτερα επικίνδυνη έκφραση επιθυμίας, ένα πάθος από το οποίο ήταν δύσκολο κανείς να απαλλαγεί. Τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε αντιπαραβάλλοντας τη

σκληρή λογική των διώξεων και την ανελέητη αντισοδομιτική ρητορική της εποχής με τα στοιχεία εκείνα που μας δείχνουν ότι ο ανδρικός ομόφυλος ερωτισμός ήταν συνυφασμένος με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων; Αμέσως μετά την κατάλυση της σύντομης διακυβέρνησης των αναβαπτιστών στο Μυνστερ, στη Βόρεια Γερμανία, οι αρχές συνέλαβαν κάποιον Φραντς φον Άλστεν,

έναν τσαρλατάνο, η ομολογία του οποίου αποκάλυψε τη δραστήρια

σεξουαλική ζωή μιας ομάδας αντρών τεχνητών από τη μικρή γειτονική πόλη Χαμ. Αρκετοί από τους άντρες αυτής της ομάδας ήταν παντρεμένοι. Ένα άλλο, λεπτομερώς στοιχειοθετημένο παράδειγμα είναι το σκάνδαλο που ξέσπασε στο Άουγκσμπουργκ. όταν αποκαλύφθηκε η δράση ενός ανδρικού δικτύου πορνείας.

Ωστόσο, αν θέλουμε να δώσουμε μια απάντηση στα αινιγματικά ερωτήματα που προκύπτουν από αυτά τα στοιχεία, είναι απαραίτητο να εντάξουμε τον ομόφυλο ερωτισμό σε ορισμένες αισθηματικές δομές, όπως της ονόμασε ο Ρέυμοντ Γουίλιαμς, που έχουν πια χαθεί – με άλλα λόγια, να τον κατανοήσουμε σε σχέση με τους συναισθηματικούς δεσμούς που ένωναν τότε τους άντρες με

τους ομοίους τους. Όμως, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τις ομόφυλες σεξουαλικές πράξεις ως απόρροια συνθηκών του καθημερινού ομοκοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ανέκυψαν, πρέπει να αφήσουμε στην άκρη την κυρίαρχη αντίληψη για τον σοδομισμό που επικρατούσε στην Ευρώπη των μεσαιωνικών χρόνων. Άλλωστε, ακόμα και η ίδια η επινόηση του όρου σοδομία,

είχε στόχο να προσδώσει μια απόχρωση τρόμου στις ποικίλες σεξουαλικές δραστηριότητες που κλήθηκε να ομαδοποιήσει και να περιγράψει.

Προσωπικά ζητήματα

Στην πρώιμη σύγχρονη Ευρώπη, οι άντρες και οι γυναίκες περνούσαν μεγάλο μέρος της ζωής τους σε ξεχωριστούς ιδιωτικούς και κοινωνικούς χώρους. Οι άντρες πέρναγαν πολύ χρόνο με άλλους άντρες: στη δουλειά, στις δραστηριότητες της σχολής, ταξιδεύοντας μαζί. Οι τεχνίτες. οι εργάτες, οι ταξιδευτές και οι

ναυτικοί ζούσαν κοντά, σε περιορισμένους χώρους διαβίωσης. Πολλές συντεχνίες απαγόρευαν στους μαθητευόμενους τεχνίτες να παντρεύονται, ενώ άλλοι δεν είχαν τα οικονομικά μέσα που θα τους

επέτρεπαν να παντρευτούν. Αυτές οι χωροθετικές και κοινωνικοσεξουαλικές συνθήκες ενίσχυαν τους συναισθηματικούς

Page 32: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 32

δεσμούς μεταξύ των αντρών. Στη Φλωρεντία, η νυχτερινή πολιτοφυλακή ανακάλυψε έναν κώδικα με βάση τον οποίο συγκροτούνταν η ομοερωτική συντροφικότητα. Οι κανόνες αυτού του κώδικα όριζαν ότι οι ενήλικοι άντρες – είτε ήταν παντρεμένοι

είτε ανύπανδροι – έπρεπε να επιδιώκουν τη σύναψη ερωτικών σχέσεων με νεαρά αγόρια και εφήβους. Κάποιοι άντρες συνέχιζαν σε όλη τους τη ζωή να δείχνουν προτίμηση στους ομόφυλους τους, ενώ η συμπεριφορά κάποιων άλλων φαίνεται ότι ακολουθούσε κυκλική πορεία: σε νεαρή ηλικία σύναπταν δεσμούς με μεγαλύτερους άντρες, αλλά στη συνέχεια προχωρούσαν στον γάμο

και διέκοπταν τις σοδομιτικές συνευρέσεις. Αυτό που προξενεί

εντύπωση είναι ότι αυτά τα κοινωνικοσεξουαλικά μοτίβα σχέσεων μεταξύ αντρών λειτουργούσαν συμπληρωματικά προς την ιεραρχικά δομημένη, φατριακού τύπου δικτύωση της ανδρικής φλωρεντινής κοινωνίας, η οποία ήταν οργανωμένη με βάση τις γειτονιές, τα επαγγέλματα, τις πολιτικές παρατάξεις και την ένταξη

σε ορισμένες αδελφότητες. Ωστόσο, αυτά παγιωμένα μοτίβα ομόφυλων σχέσεων συχνά έρχονταν σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις που αφορούσαν τη διασάλευση της ηθικής τάξης, καθώς και το ζήτημα της αναπαραγωγής. Πολλές φορές, η σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ αντρών επικεντρωνόταν σε συγκεκριμένα μέρη. Ο ευγενής του 15ου αιώνα

Χέρμαν φον Λάντμπεργκ θήρευε συχνά σεξουαλικούς συντρόφους στις τουαλέτες. Τα δημόσια λουτρά, που συνήθως προκαλούσαν συνειρμούς σεξουαλικής ελευθεριότητας μεταξύ αντρών και γυναικών, χρησιμοποιούνταν επίσης και ως τόποι συνεύρεσης κάποιων αντρών. Όταν ο Βέρνερ Στάινερ, ένας προτεστάντης θεολόγος στη Ζυρίχη του 16ου αιώνα, συνάντησε σε κάποιο λουτρό

έναν συγκεκριμένο υπάλληλο, ένιωσε τόσο έντονη ερωτική επιθυμία που έπαθε ναυτία – έτσι τουλάχιστον ομολόγησε κατά την ανάκριση. Ο Στάινερ ισχυρίστηκε ότι σ’ αυτή τουλάχιστον την περίπτωση συγκρατήθηκε και κατέπνιξε την αυθόρμητη επιθυμία

του. Στα πανδοχεία συνέβαινε συχνά δύο ξένοι να μοιραστούν το ίδιο κρεβάτι. Σε ένα από τα ταξίδια του, ο Αλσατός τεχνίτης

Αουγκούστιν Γκύτσερ πέρασε μια νύχτα μαζί με μια ομάδα Ιταλών ταξιδιωτών που απείλησαν να τον βιάσουν. Γράφοντας την ιστορία της ζωής του, ο Γκύντσερ ευχαρίστησε με ιδιαίτερη θέρμη τον προτεστάντη Θεό του που τον γλίτωσε, σαν από θαύμα, από την επίθεση αυτών των Ιταλών καθολικών παλιανθρώπων. Οι ιστορικές μελέτες για τη σεξουαλική συμπεριφορά κατά τους

πρώιμους νεότερους χρόνους έχουν δώσει μεγάλη έμφαση, ίσως μάλιστα υπερβολική, στο γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις η ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα αναπτυσσόταν μεταξύ ατόμων

που ανήκαν σε διαφορετικές γενιές, καθώς και στο ότι οι σεξουαλικοί ρόλοι εξαρτιόνταν από ηλικιακούς και ταξικούς

Page 33: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 33

παράγοντες. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, οι μεγαλύτεροι άντρες αναλάμβαναν τον ενεργητικό ρόλο της διείσδυσης σε νεότερους άντρες, όπως συνέβαινε στη Φλωρεντία. Πράγματι, έτσι φαντάζονταν συνήθως τον ομοερωτισμό οι άνθρωποι της εποχής, και είναι

επόμενο η αντίληψη αυτή να επηρέαζε και τη μορφή που έπαιρναν οι επιθυμίες και οι σεξουαλικές πρακτικές των εμπλεκομένων. Ωστόσο, τα στοιχεία που προκύπτουν από τις δικαστικές πηγές δείχνουν ότι οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ αντρών δεν ακολουθούσαν πάντα το ίδιο μοτίβο. Η ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα λάμβανε χώρα σε ποικίλα μέρη και αφορούσε

μεγάλη γκάμα ατόμων: υπήρχαν σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ

εφήβων, μεταξύ ενηλίκων, αλλά και μεταξύ ατόμων διαφορετικών ηλικιών. Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι βίωναν τον ερωτισμό δεν ακολουθούσε πάντα τους κανόνες της κοινωνικής ιεραρχίας. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που είχαν παραβιάσει τα σεξουαλικά ήθη της εποχής τους ομολογούσαν την ενοχή τους όταν

συλλαμβάνονταν, είτε τους βασάνιζαν είτε όχι. Η αποδοχή της ενοχής τους ήταν ασφαλώς μέρος μιας στρατηγικής που αποσκοπούσε στο να εξασφαλίσει την ευμενή στάση των δικαστών απέναντι τους. Ωστόσο, οι ιστορίες των κατηγορουμένων αποκαλύπτουν επίσης τους επιδέξιους τρόπους με τους οποίους κατάφερναν να κρατήσουν τις υποθέσεις τους κρυφές: πως

ζητούσαν από τους σεξουαλικούς τους συντρόφους να μη μιλήσουν και να καταστρέψουν τα ερωτικά τους γράμματα, πως εξαγόραζαν τους εραστές τους με δώρα ή πως, όπως ο Ελβετός Μελχιόρ Μπρύτσλι, κατέφευγαν σε θρησκευτικά προσκυνήματα προκειμένου να εξιλεωθούν για το ότι «έχασαν τον εαυτό του» μέσα στις πρωκτικές ερωτικές τους συνευρέσεις. Όταν δούμε τις πράξεις

τους από αυτή την οπτική γωνία, φαίνεται ότι ένιωθαν φόβο. Παρ’ όλα αυτά, οι ίδιοι άντρες ήξεραν να διαχειρίζονται αρκετά επιδέξια τις σεξουαλικές τους δραστηριότητες. Οι πρωταγωνιστές τέτοιων ιστοριών συχνά έπειθαν τους εαυτούς τους και τους άλλους ότι η

ομοερωτική δραστηριότητα ήταν κάτι ασήμαντο, κάτι συνηθισμένο, μια απλή ευχαρίστηση χωρίς συνέπειες ή μια αμαρτία ήσσονος

σημασίας. Ένας ιερέας, ο Γιοχάνες Στόκερ, έπεισε τον Γιοχάνες Μύλερ, έναν νεαρό με τον οποίο ήταν ερωτευμένος, να κάνει σεξ μαζί του. Για να το πετύχει αυτό, χρησιμοποίησε τόσο σωματική βία όσο και τη δύναμη της πειθούς, προβάλλοντας του το επιχείρημα ότι «αν όλοι όσοι το διέπρατταν αυτό ( τη σοδομιτική πράξη ) καίγονταν στην πυρά, στη Βασιλεία δεν θα έμεναν ζωντανοί

ούτε πενήντα άντρες». Παρ’ όλα αυτά, αυτή η κάπως ασυνήθιστη δήλωση είναι χαρακτηριστική για την αποφυγή αναφοράς του ονόματος της πράξης της σοδομίας: η ίδια η πράξη παρέμενε

ανώνυμη, γιατί η λεκτική αναφορά σε αυτήν ήταν ιδιαίτερα προσβλητική. Πράγματι, ο όρος ήταν τόσο χυδαίος ώστε σχεδόν

Page 34: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 34

ποτέ δεν θεωρούνταν κατάλληλος για να περιγράψει κανείς τον εαυτό του. Σοδομίτης ήταν πάντα ο άλλος ποτέ ο ίδιος. Δεν είναι λοιπόν παράξενο ότι αυτοί που κατηγορούνταν για σοδομισμό συχνά αρνούνταν ότι είχαν φερθεί με αυτόν τον τρόπο,

διαχωρίζοντας τη συμπεριφορά τους από εκείνη των σοδομιτών. Σε επίπεδο κοινωνικής πρακτικής, οι στενές σχέσεις οικειότητας μεταξύ αντρών έπαιρναν επίσης τη μορφή φιλίας. Σε αντίθεση με τον πλήρως απαξιωμένο σοδομίτη, η εικόνα του φίλου αποτελούσε αντικείμενο λατρείας. Στην πραγματεία του Περί φιλίας, ο Μονταίν εκθειάζει τον αγαπημένο νεκρό του φίλο Ετιέν ντε λα Μποεσί. Πολύ

ενδιαφέρον είναι ότι το έργο πραγματεύεται τον άκρως

εξιδανικευμένο κοινωνικό θεσμό της φιλίας, αντιπαραβάλλοντας τον με άλλου είδους κοινωνικούς, συναισθηματικούς και ερωτικούς δεσμούς. Για παράδειγμα, το δοκίμιο περιγράφει το σεξουαλικό πάθος ως επιπόλαιο – αντίθετα, «η αγάπη των φίλων» δημιουργεί «παντού μια γενικευμένη ζεστασιά…μια ζεστασιά που παραμένει

σταθερή και ήρεμη. όλο ευγένεια και ισορροπία». Ακολουθώντας τους κλασικούς, ο Μονταίν υποστηρίζει ότι η φιλία πρέπει να βασίζεται στην ισότητα. Από αυτή την οπτική γωνία, η «ελληνική αγάπη», δηλαδή η παιδεραστία, χαρακτηρίζεται από «πολύ μεγάλη ανισότητα και ανομοιομορφία όσον αφορά αυτά που προσφέρει ο ένας εραστής στον άλλον». Εξαιτίας της ηλικιακής διαφοράς των

συντρόφων και των ασύμμετρων σεξουαλικών ρόλων που υιοθετούν, η παιδεραστία δεν μπορεί ποτέ να φτάσει στο επίπεδο της ισοτιμίας – της φιλίας μεταξύ ίσων - , παρόλο που οι δύο σύντροφοι είναι ίδιοι ως προς το φύλο. Απ’ ότι φαίνεται, ο Μονταίν δεν υπολόγιζε τις ομόφυλες σεξουαλικές πράξεις που λαμβάνουν χώρα μεταξύ αντρών της ίδιας ηλικίας και της ίδιας κοινωνικής τάξης.

Στην Ευρώπη των πρώιμων νεότερων χρόνων ο δεσμός της φιλίας σήμαινε πολύ περισσότερα από τη συναισθηματική σύνδεση που περιγράφει σήμερα ο όρος. Για τις προνομιούχες τάξεις, η φιλία ήταν ένας κοινωνικός θεσμός που συμπλήρωνε τους υπόλοιπους,

ιδιαίτερα τους πιο σημαντικούς, τον θεσμό της συγγένειας και του γάμου. Η φιλία, επομένως, συνεπαγόταν υποχρεώσεις: για

παράδειγμα, οι φίλοι οικοδομούσαν ταφικά μνημεία μετά τον θάνατο των συντρόφων τους ή θάβονταν μαζί τους. Όπως λέει ο Alan Bray, η φιλία ήταν μια «ηθική πράξη». Παρόλο που η συντροφικότητα μεταξύ αντρών αναπτύχθηκε σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας, και όχι μόνο στο πλαίσιο της κοινωνικής ελίτ, η φιλία ως συνειδητή κοινωνική επιδίωξη

καλλιεργήθηκε με μεγαλύτερη ένταση στις κοσμικές και τις εκκλησιαστικές αυλές. Οι πάπες συγκέντρωναν γύρω τους τα νεαρότερα μέλη της οικογένειας τους, τους παραχωρούσαν ειδικά

προνόμια και φρόντιζαν να προωθούν τη σταδιοδρομία τους. Μερικοί ηγεμόνες έγιναν διαβόητοι για τον καταχρηστικό τρόπο με

Page 35: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 35

τον οποίο εφάρμοζαν την πολιτική της φιλίας. Ο βασιλιάς της Γαλλίας Ερρίκος ο τρίτος συγκέντρωσε γύρω του ένα στρατό από πιστούς νεαρούς ευνοούμενους, ενδυναμώνοντας έτσι την ασταθή εξουσία του μέσω των ισχυρών δεσμών που ανέπτυξε με κάποιους

αφοσιωμένους συμμάχους. Με δεδομένη την αποτυχία του βασιλικού γάμου να δώσει απογόνους, η επιτηδευμένη ανδρόγυνη εμφάνιση των ευνοούμενων αυτών, ενθάρρυνε τους επικριτές του βασιλιά να παρομοιάσουν τους ευνοούμενους τους με τον Γανυμήδη. Η άποψη αυτή αναπτύχθηκε σε χιλιάδες προπαγανδιστικά φυλλάδια που κυκλοφόρησαν εναντίον του

μονάρχη.

Ο βασιλιάς Ιάκωβος ο πρώτος της Αγγλίας, σε μια επιστολή του που απηύθυνε προς τον Τζωρτζ Βιλιέρ, τον πρώτο δούκα του Μπάκιγχαμ, τον προσφωνούσε «μοναδικό μου. γλυκό κι αγαπημένο μου παιδί» και υπέγραφε δε ως «ο αγαπημένος σου πατέρας και σύζυγος James Rex», αφού πρώτα πρότεινε στον

Βιλιέρ να κάνουν έναν νέο γάμο μεταξύ τους. Ο Ιάκωβος έγραψε αυτή την επιστολή σε μια στιγμή πολιτικής κρίσης για την αγγλική μοναρχία και είχε σκοπό να ενδυναμώσει τον δεσμό της φιλίας που τον συνέδεε με τον Βιλιέρ εμπλουτίζοντας τον με τις έννοιες της πατρικής αγάπης, της συγγένειας, του γάμου και της πίστης. Τέλος την εποχή εκείνη ήταν γενικά γνωστό ότι ο Δανός πρίγκιπας

Γουλιέλμος ο τρίτος της Οράγγης, ο μετέπειτα βασιλιάς της Αγγλίας, έδειχνε προτίμηση για τη συντροφιά των φίλων του, παραμελώντας τη γυναίκα του. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρήγγειλε να του ζωγραφίσουν ένα διπλό πορτρέτο, στο οποίο απεικονίζεται ο ίδιος μαζί με τον ευνοούμενο του Χανς Βίλεμ Μπέντινκ. Ο δεύτερος είναι ενταγμένος στη σύνθεση ως δίδυμη

εικόνα του Γουλιέλμου, ένας είδος σκιάς του βασιλιά. Οι δεσμοί της φιλίας μπορούσαν ενίοτε να υπερβούν την κατεστημένη κοινωνική ιεραρχία, αλλά η προνομιακή μεταχείριση ευνοούμενων κατώτερης τάξης συχνά προκαλούσε επικρίσεις. Όταν

ο κόμης Κάσπαρ Γκότφριτ φον Παπενχάιμ. που ανήκε στην κατώτερη τάξη της αριστοκρατίας, στράφηκε στην αναζήτηση

συντρόφων που δεν ανήκαν στην αριστοκρατική τάξη, η οικογένεια του ξεκίνησε μια δικαστική μάχη για να του αφαιρέσει τον τίτλο, κατηγορώντας τον μεταξύ άλλων για σοδομισμό. Στα χέρια των πολιτικών ηγετών και των σχολιαστών των πολιτικών πραγμάτων, οι υπόνοιες για σοδομιτική δραστηριότητα γίνονταν ένα πολύ βολικό όπλο, που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον βασιλέων, ξένων

λαών και αντιπάλων. Αυτού του είδους οι κατηγορίες ενισχύονταν περισσότερο από την στιγμή που δεν υπήρχε κανένας εκείνη τη στιγμή που να αμφισβητεί το αξίωμα ότι ο ομόφυλος ερωτισμός

άξιζε τη χειρότερη δυνατή τιμωρία. Παρόλο που αναμφισβήτητα κάποιες από αυτές τις φιλίες ήταν αυστηρά προσωπικές υποθέσεις,

Page 36: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 36

το τελετουργικό της αγάπης αυτής της «εθελοντικής συγγένειας», συχνά λάμβανε χώρα δημόσια. Οι προσπάθειες των σύγχρονων σχολιαστών να ανακαλύψουν αν πίσω από την καθωσπρέπει βιτρίνα αυτών των φιλικών σχέσεων υπήρχαν ερωτικοί δεσμοί έχουν

στηριχθεί κυρίως σε περιφερειακές ενδείξεις: στην ύπαρξη ενός αποτυχημένου γάμου, στην ατεκνία και ούτω καθεξής. Από τη μια πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το αν οι φίλοι αυτοί έκαναν σεξ μεταξύ τους ή όχι είναι ένα ερώτημα που θέτουμε εμείς: το ενδιαφέρον μας αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο εμείς σήμερα αντιλαμβανόμαστε τη σεξουαλικότητα ως βασικό στοιχείο

της ζωής των ατόμων. Ως ιστορικοί, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι

οι απόγονοι μας δεν είχαν την ίδια αντίληψη επ’ αυτού. Από την άλλη αυτού του είδους τα ερωτήματα δεν είναι μόνο δικά μας: αυτό δείχνουν οι ψίθυροι, τα επικριτικά σχόλια και οι δικαστικές υποθέσεις που μας έρχονται από το παρελθόν. Με λίγα λόγια, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία να αναγνωρίσουμε είναι ότι η

αύξηση του ενδιαφέροντος για τον σοδομισμό κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους ήταν το ιδιαίτερο εκείνο στοιχείο που προσέδιδε στις ομοκοινωνικές σχέσεις τις ύποπτες ερωτικές τους αποχρώσεις.

Οι παραδόσεις της Αναγέννησης και οι αντιδράσεις που

προκάλεσαν

Η ιδιαίτερη κουλτούρα της φιλίας είχε ήδη γνωρίσει μεγάλη άνθηση στους μοναστικούς κύκλους του Μεσαίωνα. Ωστόσο, κατά την Αναγέννηση υπήρξε μια σημαντική εισροή νέων ιδεών και νέων

πρακτικών. Ήδη από τον 14ο αιώνα οι Ιταλοί ουμανιστές, οι καλλιτέχνες και οι πρίγκιπες προσπάθησαν να αναβιώσουν τον αρχαίο κόσμο με σκοπό να ανανεώσουν τη δική τους κοινωνία. Ανάμεσα στις άλλες του ανακαλύψεις , αυτό το κίνημα, που

γεννήθηκε στην Ιταλία και στη συνέχεια μεταλαμπαδεύτηκε σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο, έφερε στο φως και έναν θησαυρό

ανορθόδοξων σεξουαλικών πρακτικών της αρχαιότητας. Οι ανακαλύψεις αυτές ενέπνευσαν τη δημιουργία ενός ιδιαίτερου ομοερωτικού ιδιώματος. Μία από τις καταγγελίες που έγιναν εις βάρος του Άγγλου δραματουργού Κρίστοφερ Μάρλοου ήταν και εκείνη ενός συντρόφου του ότι ο Μάρλοου είχε περιγράψει τον άγιο Ιωάννη σαν τον «Άλεξι» του Χριστού. Το όνομα αυτό, που

προερχόταν από ένα ποίημα του Βιργιλίου, λειτουργούσε ως κωδικό συνώνυμο του άντρα ερωμένου. Αναφερόμενος στις εικονικές αναπαραστάσεις ωραίων γυναικείων

σωμάτων, ο Robert Scribner μίλησε κάποτε για την απόλυτη επικράτηση του ερωτισμού στην τέχνη που αναπτύχθηκε πριν από

Page 37: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 37

τη Μεταρρύθμιση. Το ίδιο θα μπορούσε και να ισχυριστεί και για τις εικονικές αναπαραστάσεις ανδρικών σωμάτων. Ωστόσο, οι αλλαγές στον τρόπο αναπαράστασης συνδέονται και με άλλα ενδιαφέροντα της εποχής, όπως η ανατομία ή αυτό που ο Άλμπρεχτ

Ντύρερ ονόμαζε «τέχνη των μετρήσεων». Ο ομοερωτικός κώδικας που δημιουργήθηκε μέσα σε αυτό το καλλιτεχνικό και νοητικό πλαίσιο κάθε άλλο παρά διαφανής είναι. Πολλές από τις εικόνες ή τα κείμενα που οι σύγχρονοι μας θεατές ή αναγνώστες θεωρούν καταφανώς ερωτικά σημασιοδοτούνταν εκείνη την εποχή με σύνθετους τρόπους. Αυτό συνέβαινε, για παράδειγμα, με τις

μεσαιωνικές και τις αναγεννησιακές αναγνώσεις της μορφής του

Ορφέα. Σύμφωνα με τον αρχαίο θρύλο, μετά την απώλεια της αγαπημένης του Ευρυδίκης, ο Ορφέας είχε στραφεί προς τα αγόρια για τη σεξουαλική του ικανοποίηση. Σύμφωνα με τα αλληγορικά μοτίβα της εποχής εκείνης, αυτή η μεταστροφή μπορούσε να ερμηνευτεί σαν ένα είδος προόδου: η αγάπη των αντρών για άλλους

άντρες θεωρούνταν ανώτερη, ενώ η αγάπη μεταξύ αντρών και γυναικών παρέπεμπε στην χαμηλού επιπέδου σεξουαλική αγάπη. Μια άλλη μορφή επιδεικτική ποικίλων ερμηνειών ήταν ο Γανυμήδης, το ωραίο αγόρι που απήγαγε ο Δίας για να γίνει οινοχόος των θεών. Οι νεοπλατωνιστές, για παράδειγμα, τον ανήγαγαν σε εμβληματική μορφή της αγάπης για το θείο. Έτσι τα

ομοερωτικά θέματα και οι ομοερωτικές μορφές της αναγεννησιακής μυθολογίας θα πρέπει να ταξινομηθούν κάπου ανάμεσα στην καθαρά ερωτική αφήγηση και στα βαθύτερα επίπεδα νοήματος. Ίσως μάλιστα να αποδειχθεί τελικά αδύνατον να διαχωρίσουμε πλήρως μεταξύ τους αυτές τις δύο. Στους ουμανιστικούς κύκλους που κινούνταν στην περιφέρεια

των κατεστημένων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, ο χριστιανισμός και ο παγανισμός συνδυάζονταν με καινοφανείς τρόπους. Για παράδειγμα, το ωραίο μπρούντζινο άγαλμα του Δαβίδ που φιλοτέχνησε ο Ντονατέλο, παρόλο που υποτίθεται ότι απεικονίζει

ένα θρησκευτικό θέμα, μοιάζει με Γανυμήδη, προκαλώντας έτσι το θεατή να το προσλάβει αισθησιακά.

Πλάθοντας τον Δαβίδ του ως σύμβολο του φλωρεντινού ρεπουμπλικανισμού, ο Μιχαήλ Άγγελος συγχώνευσε ηθελημένα τη μορφή του νεαρού άντρα της Παλαιάς Διαθήκης με εκείνη του Ηρακλή της αρχαιότητας και οι δύο μορφές παρέπεμπαν στην ομοφυλοφιλική αγάπη, τουλάχιστον στα μάτια κάποιων θεατών. Αυτά τα παραδείγματα καταδεικνύουν ότι ο ομοερωτισμός δεν

ενυπήρχε, με την αυστηρή έννοια του όρου, σε ορισμένα έργα τέχνης. Αντίθετα, προέκυπτε από τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι εκείνης της εποχής «διάβαζαν», «έβλεπαν» και

συζητούσαν τόσο τα έργα τέχνης όσο και τα κείμενα.

Page 38: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 38

Μέσα αυτό το κλίμα αναβίωσης του πολιτισμού της αρχαιότητας και μιας ατμόσφαιρας ευρύτερου καλλιτεχνικού νεωτερισμού, επανεμφανίστηκαν και πορνογραφικά έργα. Το έργο I Modi «οι σεξουαλικές στάσεις», γύρω στα 1524 του Πιέτρο Αρετίνο, το οποίο

ήταν εικονογραφημένο με ξυλογραφίες του Μαρκαντόνιο Ραϊμόντι βασισμένες σε σχέδια του Τζούλιο Ρομάνο, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του λογοτεχνικού είδους. Παρόλο που επικεντρώνεται στις ετεροφυλοφιλικές ερωτικές συνευρέσεις, το κείμενο αυτό, με τα ανατρεπτικά του μηνύματα που αφορούν σε μεγάλο βαθμό τον ετεροφυλοφιλικό σοδομισμό, αποτέλεσε το

έναυσμα για την ανάπτυξη μιας κουλτούρας σεξουαλικής

ελευθεριότητας, την οποία υιοθέτησαν οι λιμπερτίνοι της εποχής. Στο πλαίσιο της κουλτούρας αυτής, οι λεκτικές και οι εικονικές αναπαραστάσεις της σεξουαλικής πράξης μεταξύ αντρών επρόκειτο να βρουν έναν ασφαλή χώρο έκφρασης, που προστατευόταν από την ανωνυμία του αναγνωστικού κοινού που δημιούργησε η

τυπογραφία. Αυτού του είδους οι καλλιτεχνικές προκλήσεις κατά κύριο λόγο διατάρασσαν τις συμβάσεις των καθιερωμένων αναπαραστατικών κανόνων. Σεξουαλικοί υπαινιγμοί σαν κι αυτούς που περιέχει η συλλογή σατυρικών ποιημάτων Hermaphroditus, που εξέδωσε ο Αντόνιο Μπεκαντέλι στα 1420 μιμούμενος το ύφος του Λατίνου

ποιητή Μαρτιάλη, κυκλοφορούσαν ελεύθερα μονάχα σ’ έναν στενό κύκλο Ιταλών Literati και των προστατών τους. Ένας από τους λόγους που τα ζωγραφικά έργα του Καραβάτζο σόκαραν τους συγχρόνους του ήταν και ο τρόπος που απεικόνιζε τους εφήβους, ανατρέποντας τους ελιτιστικούς και εξιδανικευτικούς κώδικες μέσα από τους οποίους εκφραζόταν η αγάπη μεταξύ αντρών στην ιταλική

τέχνη του 16ου αιώνα. Στους πίνακες του Καραβάτζο, όπου κυριαρχούν θέματα από τη ζωή των ταπεινών στρωμάτων, οι ανδρικές φιγούρες συχνά αποπνέουν μια πρωτόγονη σεξουαλικότητα. Στο έργο του

Νικηφόρος Έρως, το πονηρό χαμόγελο του νεαρού αγοριού προκαλεί στον θεατή μια σεξουαλικού τύπου αντίδραση. Μπορούμε

ακόμα και να ακολουθήσουμε νοητά το χέρι του ως το σημείο που εξαφανίζεται υπαινικτικά στο πίσω μέρος του γυμνού κορμιού του. Ωστόσο, τέτοιου είδους προκλήσεις των καθιερωμένων εικονογραφικών συμβάσεων δημιουργούσαν αντιδράσεις. Ένας από τους ανταγωνιστές του Καραβάτζο, ο Τζοβάνι Μπαλιόνε φιλοτέχνησε εναλλακτικές, λιγότερο ταπεινές εκδοχές του ίδιου θέματος και τις

ενέταξε σε έναν πίνακα τον οποίο ονόμασε εμβληματικά « Ο θρίαμβος της ιερής πάνω στην ταπεινή αγάπη» Η ανδροπρεπής κουλτούρα της Αναγέννησης γέννησε τα

αναγεννησιακά καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά έργα, τα οποία με τη σειρά τους βοήθησαν να εμπεδωθεί η κουλτούρα αυτή στους

Page 39: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 39

κύκλους των καλλιτεχνών, των ουμανιστών, των επιστημόνων και των πατρόνων των γραμμάτων και των τεχνών – στους κύκλους αυτούς, άλλωστε, συμμετείχαν κυρίως άντρες. Παραβλέποντας κάθε έννοια ευπρέπειας, ο ζωγράφος του 16ου αιώνα Τζοβάνι

Αντόνιο Μπάτζι από τη Σιένα υιοθέτησε με τόλμη το παρωνύμιο « Il Sodoma », ενώ ο Μιχαήλ Άγγελος προσάρμοσε το μύθο του Γανυμήδη, προκειμένου να δώσει μυθική υπόσταση στον έρωτα του για τον Τομάζο ντε Καβαλιέρι. Συνήθως, οι άντρες αυτού του κύκλου περιγράφονται ως αμφισεξουαλικοί – ένας όρος που παραπέμπει σε ένα πνεύμα ελεύθερο, που δεν γνώριζε

περιορισμούς στα σεξουαλικά ζητήματα (εξάλλου, πολλοί από τους

καλλιτέχνες και τους ουμανιστές που χρησιμοποιούσαν αυτό τον ομοερωτικό πολιτισμικό κώδικα ήταν παντρεμένοι, όπως ο « Il Sodoma »). Όμως. η γενικευμένη εφαρμογή του όρου αμφισεξουαλικός δεν μπορεί να αποδώσει τις σεξουαλικές ιδιαιτερότητες του καθενός ούτε την κοινωνική απομόνωση και τον

κίνδυνο που διέτρεχαν αυτοί οι άντρες από το ξέσπασμα ομοερωτικών σεξουαλικών σκανδάλων – με άλλα λόγια, δεν μπορεί να καταδείξει τους ποικίλους και συνεχώς αυξανόμενους περιορισμούς της σεξουαλικής ελευθερίας. Ο σπουδαίος χρυσοχόος και γλύπτης Μπενβενούτο Τσελίνι υπερηφανεύεται στα απομνημονεύματα του για τη ζωή που έζησε

ως μικροαπατεώνας και καλλιτέχνης. Ωστόσο, το ίδιο αυτό αυτοβιογραφικό κείμενο αποσιωπά το γεγονός ότι ο συγγραφέας του είχε καταδικαστεί για σοδομισμό. Στα 1557, ο Τσελίνι καταδικάστηκε επειδή «έβαζε στο κρεβάτι του, σαν να ήταν σύζυγός του», κάποιον Φερνάντο ντα Μοντεμπουλτσάνο, έναν βοηθό του εργαστηρίου του. Ο Κόζιμος ο πρώτος των Μεδίκων, δούκας της

Τοσκάνης, ανταποκρίθηκε στην ταπεινή παράκληση του Τσελίνι – που ήταν τότε πενήντα επτά ετών – να του συγχωρεθεί η νεανική του τρέλα μετατρέποντας την αρχική ποινή, που όριζε τετραετή φυλάκιση, σε κατοίκον περιορισμό για το ίδιο διάστημα. Εξαιτίας

αυτής της καταδίκης ο Τσελίνι έχασε την υποστήριξη των πατρόνων του, πράγμα που τον ώθησε να στραφεί στην συγγραφή των

απομνημονευμάτων του και στην ποίηση, ανακαλύπτοντας έτσι νέους δρόμους έκφρασης. Παρ’ όλα αυτά, οι τολμηρές λογοτεχνικές αναφορές του Τσελίνι στην ομόφυλη ανδρική αγάπη γίνονται με ιδιαίτερα ευφυή και χιουμοριστικό τρόπο όταν πρόκειται για τις προσωπικές του επιθυμίες. Όταν κάποτε ένας άλλος καλλιτέχνης τον πρόσβαλλε δημόσια, κατηγορώντας τον για

σοδομισμό, ο Τσελίνι υποτίθεται ότι απάντησε διαχωρίζοντας περιπαικτικά τη θέση του από αυτή «την ευγενή τέχνη» του έρωτα – από αυτού του είδους τις σεξουαλικές πρακτικές που μπορεί να

υιοθετήθηκαν από αρχαίους θεούς και βασιλιάδες, όχι όμως κι από έναν ταπεινό καλλιτέχνη σαν τον ίδιο. Σύμφωνα με τη δική του

Page 40: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 40

εκδοχή των γεγονότων, όλοι όσοι ήταν παρόντες συμφώνησαν με τον Τσελίνι και ενέκριναν την έξυπνη απάντηση που έδωσε στον αντίπαλο του. Στο τέλος του ανέκδοτου αντηχεί στ’ αυτιά μας ένα βροντερό γέλιο που μπορεί να θεωρηθεί απόδειξη του

ανατρεπτικού πνεύματος της εποχής. Στο κάτω κάτω της γραφής, το να γελάει κανείς με το σοδομισμό, το πιο απεχθές απ’ όλα τα αμαρτήματα, αποτελούσε ανατρεπτική πράξη. Ωστόσο, η σχέση της εποχής με τον ομοερωτισμό χαρακτιρίζεται από μια θεμελιακή αμφιθυμία. Ορισμένοι αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Βιργίλιος και ο Οβίδιος, θεωρούνταν πρότυπα για τους

ποιητές της εποχής και ως τέτοια τους ενέπνεαν να μιμηθούν το

ομοερωτικό περιεχόμενο των έργων τους σε τέλεια λατινικά. Ωστόσο, παρόλο που ο θαυμασμός για τους αρχαίους περιόριζε σε σημαντικό βαθμό την άσκηση λογοκρισίας, τα αποσπάσματα με εμφανές σεξουαλικό περιεχόμενο αφαιρούνταν από τα κείμενα όταν αυτά προορίζονταν για ένα ιδιαίτερα διευρυμένο ή για ένα

ειδικό αναγνωστικό κοινό – για παράδειγμα, όταν προορίζονταν για τις αίθουσες διδασκαλίας, ή όταν επρόκειτο για μεταφράσεις στην καθομιλουμένη, που διαβάζονταν από πολλούς. Μολονότι η τέχνη της Αναγέννησης κατέληξε να συμβολίζει μια ολόκληρη εποχή, στην πραγματικότητα είχε περιορισμένη εμβέλεια, τόσο από κοινωνική όσο και από γεωγραφική άποψη. Σε

πολλές περιοχές της Ευρώπης εκτός Ιταλίας δεν αναπτύχθηκαν ποτέ ανάλογοι κύκλοι ομοκοινωνικής και ομοερωτικής συντροφικότητας, ούτε σημειώθηκαν ανάλογοι μετασχηματισμοί σε επίπεδο αισθητικής. Όπου η Αναγέννηση ήταν προϊόν εισαγωγής, άλλαξε χαρακτήρα, όπως έγινε στην Ουγγαρία, τη Γαλλία, την Αγγλία και τη Γερμανία. Βορείως των Άλπεων, ο θαυμασμός για τις

ιταλικές τέχνες και επιστήμες συνδυαζόταν με την απόρριψη των ιταλικών ηθών. Για παράδειγμα, στα χέρια του Γερμανού μεταρρυθμιστή Μαρτίνου Λούθηρου, ένα σατιρικό ποίημα για τις σοδομιτικές πρακτικές των πάπων μετατρεπόταν σε καθαρή

απόδειξη της ιταλικής ανηθικότητας. Η υποτιθέμενη σεξουαλική ελευθεριότητας της Ιταλίας, ειδικά η ελευθεριότητα μεταξύ των

αντρών, ήταν βασική συνιστώσα της αμφιλεγόμενης στάσης του Βορρά απέναντι στην Ιταλία. Η οργή των θρησκευτικών μεταρρυθμιστών απέναντι σε οτιδήποτε προερχόταν από την Ιταλία πήγαζε από αυτήν ακριβώς την ξενοφοβική και συνάμα ομοφοβική νοοτροπία. Μάλιστα, η τάση να ταυτίζεται η Ιταλία με τον καθολικισμό και την ανηθικότητα είχε αναπτυχθεί πολύ πριν από

το ξεκίνημα της Μεταρρύθμισης, με αποτέλεσμα η ρητορική των μεταρρυθμιστών να επιβεβαιώνει απλώς τις ήδη ευρεώς διαδεδομένες αντιλήψεις για τον Ευρωπαϊκό Νότο.

Σε μια περίοδο που σημαδεύτηκε από τις αυξανόμενες θρησκευτικές αιρέσεις και τη διαμόρφωση νέων δογματικών

Page 41: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 41

συστημάτων (τα οποία αποκρυσταλλώθηκαν σε διακυρήξεις πίστεως που ονομάστηκαν «ομολογίες»), οι αναπαραστάσεις με ομοερωτικό περιεχόμενο δεν ήταν πλέον προσφιλείς. Κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα καθεμία από αυτές τις «ομολογίες» προσπαθούσε να

διαχωριστεί από τις υπόλοιπες διακηρύσσοντας την αυστηρότητα και την ακεραιότητα των ηθών της, καθώς και τον σεξουαλικό της καθωσπρεπισμό. Οι θρησκευτικοί ηγέτες – είτε ήταν λουθηρανοί είτε ζβιγγλιάνοι είτε καλβινιστές είτε καθολικοί – προωθούσαν τον γάμο ως κοινωνική πανάκεια και την έγγαμη συνουσία ως τη μόνη αποδεκτή σεξουαλική διέξοδο. Με λίγα λόγια, παρότρυναν τους

οπαδούς τους να ενστερνιστούν τους κανόνες της «βιβλικής»

σεξουαλικής συμπεριφοράς, ώστε να τους καλλιεργήσουν το αίσθημα ότι ανήκαν στην κοινότητα των πιστών. Παρόλο που η ρήξη με την κουλτούρα της αναγέννησης υπήρξε σταδιακή στο πλαίσιο του καθολικισμού, στα μέσα του 16ου αιώνα η Εκκλησία συγκρότησε τους πρώτους καταλόγους απαγορευμένων

βιβλίων. Αρχικά η λογοκρισία είχε στόχο να απαγορεύσει τα έργα των προτεσταντών μεταρρυθμιστών ή των υπόπτων για προτεσταντικές τάσεις. Αργότερα όμως στις λίστες περιλήφθηκαν και κείμενα που θεωρούνταν ηθικά επιλήψιμα. Μετά τη Σύνοδο του Τρέντο και τη μεταρρύθμιση της καθολικής εικονογραφίας που αυτή επέβαλε, ακόμα και οι φιγούρες τύπου Γανυμήδη

αποδίδονται πιο σεμνά από την ιταλική τέχνη. Στα 1623 ο Γάλλος συγγραφέας Τεοφίλ ντε Βιώ βρέθηκε υπόλογος σε μια δίκη προσβολής ηθών, με την κατηγορία ότι έγραψε σοδομιτικούς στίχους. Μόλις μια γενιά νωρίτερα, σατιρικά έργα παρόμοιου περιεχομένου σπάνια προκαλούσαν αντιδράσεις. Τέτοια γεγονότα ενίσχυσαν τη συμμόρφωση των συγγραφέων και των καλλιτεχνών

με τους πρόσφατα επιβεβλημένους κώδικες συμπεριφοράς. Εκτός των άλλων, οι απόπειρες λογοκρισίας συνεπάγονταν και μια πιο στενή σύνδεση των καλλιτεχνικών έργων με την πραγματική ζωή των δημιουργών τους, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την εμπέδωση

της νεωτερικής αντίληψης περί καλλιτεχνικής και λογοτεχνικής δημιουργίας, η οποία συχνά ταυτίζει τα καλλιτεχνικά

δημιουργήματα με την έκφραση της υποκειμενικότητας του δημιουργού τους. Θα ήταν λάθος ωστόσο να φανταστούμε πως η απομάκρυνση από την προγενέστερη ξέγνοιαστη ατμόσφαιρα διανοητικού, καλλιτεχνικού και σεξουαλικού πειραματισμού και η προοδευτική επικράτηση ενός αυστηρότερου πνεύματος που επιδίωκε τον

εξορθολογισμό του κόσμου πήρε τη μορφή ενός ενιαίου και ομοιογενούς πνευματικού και πολιτισμικού κινήματος. Οι αλλαγές επήλθαν σταδιακά και με άνισους τρόπους, επηρεάζοντας τις

διάφορες κοινωνικές ομάδες και τα διάφορα γεωγραφικά περιβάλλοντα σε διαφορετικές στιγμές. Οι δίκες για σοδομισμό

Page 42: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 42

συνεχίστηκαν καθ’ όλη την πρώιμη νεότερη περίοδο. Ωστόσο, ακόμα και οι κοινότητες εκείνες που επένδυσαν τις ελπίδες τους για μια πιο ηθική – θρησκευτικά και σεξουαλικά – κοινωνία στον προτεσταντισμό, όσο κι αν προσπάθησαν, απέτυχαν εντέλει να

ρυθμίσουν αποτελεσματικά τη σεξουαλική δραστηριότητα εντός των τειχών τους. Έτσι, στράφηκαν σε ποικίλες απόπειρες περιορισμού της δημόσιας έκθεσης των σεξουαλικών πράξεων μεταξύ ομοφύλων. « Δεν κρίνεται σκόπιμη η αναφορά στα σοδομιτικά αμαρτήματα» αποφάνθηκε μια επιτροπή αναθεώρησης των νόμων στην προτεσταντική Σουηδία, απηχώντας παρόμοιες αποτρεπτικές

δηλώσεις απ’ όλα τα μέρη της Ευρώπης.

Η επιβολή αυτής της νεόκοπης σεμνοτυφίας βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με τα τεκταινόμενα σε ορισμένες βασιλικές αυλές, όπου συνέχιζε να ισχύει ένας κώδικας συμπεριφοράς τον οποίο πολλοί σχολιαστές αντιλαμβάνονταν ως ομοερωτικού χαρακτήρα. Σε μια επιστολή της που χρονολογείται στα 1695, η Λισελότε φον ντερ

Πφάλτς, σύζυγος του Φιλίππου, δούκα της Ορλεάνης – που ήταν αδελφός του Λουδοβίκου του δέκατου τέταρτου και πολύ γνωστός για την αγάπη του προς τους ευνοούμενους του – υποστήριξε ότι η ατμόσφαιρα θρησκευτικής αυστηρότητας που είχε επιβάλλει στο παλάτι η μαρκησία ντε Μαιντενόν όχι μόνο είχε οδηγήσει στην παρακμή της ευγενούς συμπεριφοράς – της politesse – ανάμεσα

στα διάφορα μέρη της Ευρώπης, κι αυτό συντέλεσε στη δημιουργία σημαντικών και μακρόβιων διαφορών ανάμεσα στις σεξουαλικές κουλτούρες ανά περιοχές και ταξικά περιβάλλοντα. Ωστόσο, από τη στιγμή που ανέκυψαν πιο ομοιογενείς θρησκευτικά κοινωνίες, εντάθηκαν και οι τρόποι προφύλαξης τους από τις παραβιάσεις των καθιερωμένων κανόνων συμπεριφοράς. Επιπλέον, οι κύκλοι που

συνέχισαν να δημιουργούν και να καταναλώνουν ομοερωτικές αναπαραστάσεις, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τις αλλαγές του ευρύτερου πολιτισμικού περιβάλλοντος, άρχισαν να βρίσκονται σε ολοένα μεγαλύτερο κίνδυνο. Αυτές οι εξελίξεις άνοιξαν τον δρόμο

για την ιστορία της ομοφυλοφιλίας κατά την περίοδο του Διαφωτισμού.

Page 43: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 43

Λεσβίες κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους στην

Ευρώπη.

Μια από τις ονομασίες του λεσβιασμού στην Ευρώπη των πρώιμων

νεότερων χρόνων ήταν « αδύνατη αγάπη». Ακόμη και οι μελετητές της περιόδου συχνά διστάζουν να χρησιμοποιούν τον όρο λεσβία. Ωστόσο, ο όρος ήταν σε χρήση τουλάχιστον από τον 10ο αιώνα και εξής και συνέδεε την ιστορία της Σαπφώς με τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών ( η πρώτη παρουσία του όρου λεσβία σε αγγλικό έντυπο κείμενο χρονολογείται στη δεκαετία του 1730). Δεν

υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι κάποιες γυναίκες

χρησιμοποιούσαν αυτή τη λέξη για να περιγράψουν τον εαυτό τους: ήταν ένας υβριστικός χαρακτηρισμός, όχι μια ταυτότητα. Σε αντίθεση με τον ανδρικό σοδομισμό, που υπέστη συστηματικές διώξεις, η έννοια του λεσβιασμού δεν παρέπεμπε σε κάποια συγκεκριμένη σεξουαλική πράξη. Ελάχιστοι άνθρωποι των

πρώιμων νεότερων χρόνων γνώριζαν τον όρο, κι ακόμη και όσοι τον γνώριζαν δεν τον αντιλαμβάνονταν με τον δικό μας σημερινό τρόπο. Η Judith Bennett προτείνει να χρησιμοποιούμε τον όρο « λεσβιακού τύπου γυναίκες» όταν αναφερόμαστε στην πρώιμη νεότερη εποχή. Ασφαλώς δεν μπορούμε να ταυτίσουμε τις γυναίκες του παρελθόντος που αρνούνταν να παντρευτούν ή εκείνες που

επέλεγαν να εργάζονται, να συμβιώνουν ή να κοιμούνται με άλλες γυναίκες με τις σημερινές λεσβίες. Δεν μπορούμε όμως να αρνηθούμε πως μπορεί να υπήρξαν κατά κάποιο τρόπο παρόμοιες με τις σημερινές λεσβίες, να αρνηθούμε δηλαδή ότι ο τρόπος που ζούσαν τους έδινε τη δυνατότητα να επιτελέσουν λεσβιακές σεξουαλικές πράξεις.

Οι πρόσφατες μελέτες έχουν ανατρέψει την παραδοσιακή αντίληψη ότι πριν από το 1900 οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών ήταν σχεδόν κάτι αδιανόητο. Πρόσφατες κριτικές αναγνώσεις της κουλτούρας της Αναγέννησης έχουν αποδείξει ότι

εκείνη την εποχή οι αναπαραστάσεις της επιθυμίας και της σεξουαλικής επαφής μεταξύ γυναικών πολλαπλασιάστηκαν, και

έχουν αναδείξει την πολυπλοκότητα αυτών των αναπαραστάσεων. Επίσης, οι μελετητές του φύλου έχουν αναπτύξει ορισμένοι ορισμένες αναλυτικές κατηγορίες, όπως αυτές που συνδέονται με την έννοια και τις διάφορες εκφάνσεις της « θηλυκής αρρενωπότητας», που μπορούν να βρουν εφαρμογή στο παρελθόν όσο και στο παρόν. Έτσι, ιστορίες που παλαιότερα δεν είχαν

επαρκώς διερευνηθεί, όπως η ιστορία των ζευγαριών butch fem ή των γυναικών που ντύνονταν αντρικά και πέρναγαν για άντρες, βρίσκουν σήμερα μια νέα θέση στην έρευνα. Λέξεις και εικόνες που

έδιναν σχήμα και μορφή στη δυνατότητα σεξουαλικής επαφής ανάμεσα στις γυναίκες υπήρχαν πολύ πριν από τα τέλη του 18ου

Page 44: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 44

αιώνα. Η κλασική λογοτεχνία ανέφερε ιστορίες γυναικών που έγιναν άντρες για να παντρευτούν άλλες γυναίκες, καθώς και ιστορίες αντρών που έγιναν γυναίκες για να αποπλανήσουν αθώα κορίτσια. Για παράδειγμα, τα βουκολικά ποιήματα και οι

αντίστοιχοι ζωγραφικοί πίνακες της περιόδου που εξετάζουμε παρουσίασαν την Άρτεμη να αγκαλιάζεται με τις νύμφες της. Πρόκειται για απεικονίσεις εξαιρετικά σεμνές αλλά, συγχρόνως, έντονα φορτισμένες με ερωτικές συνδηλώσεις. Ο ορισμός του σοδομισμού από τον απόστολο Παύλο, όπου στηρίχθηκε η αναγωγή του σε έγκλημα κακουργηματικού χαρακτήρα, συχνά

ερμηνευόταν έτσι ώστε να περιλαμβάνει και τις γυναίκες εκτός από

τους άντρες. Τα ιατρικά κείμενα και η ταξιδιωτική λογοτεχνία της εποχής μιλούσαν για γυναίκες που έκαναν σεξ με άλλες γυναίκες παρουσιάζοντας τες ως ξωτικά, διεστραμμένα και διαφορετικά όντα. Έτσι, ένα αγγλικό φυλλάδιο του 1734 κατηγορούσε τη Σαπφώ ότι εγκαινίασε « έναν καινούριο τύπο αμαρτίας, που ονομάζεται The

Flats, η οποία όχι μόνο υπήρχε τον καιρό του Λουκιανού, αλλά γνωρίζει μεγάλη διάδοση ακόμα και σήμερα τόσο την Τουρκία όσο και στο Τουίκενχαμ». Στον κόσμο αυτό δεν ίσχυε η διάκριση μεταξύ ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων: οι λέξεις λεσβία, σαπφίστρια και τριβάδα παρέπεμπαν σε σεξουαλικές πρακτικές, όχι σε έμφυλες ταυτότητες.

Ωστόσο, οι σεξουαλικές πρακτικές των πρώιμων νεότερων χρόνων δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως αποσπασματικές και πρόδρομες εκδηλώσεις της ομόφυλης σεξουαλικότητας, δηλαδή ως κάτι που απλώς προαναγγέλλει τη μεταγενέστερη συγκρότηση των αντίστοιχων νεωτερικών σεξουαλικών και έμφυλων ταυτοτήτων. Πολύ πριν οι σεξολόγοι αναπτύξουν τις θεωρίες τους για την

ομοφυλοφιλία και την ετεροφυλοφιλία, οι σεξουαλικές πράξεις ήδη επηρέαζαν τις αντιλήψεις των ανθρώπων για την ταυτότητα. Οι γυναίκες που έκαναν λεσβιακό σεξ μπορεί να θεωρούσαν τον εαυτό τους ή να τις θεωρούσαν οι άλλοι ερμαφρόδιτες, αγνές παρθένες,

όργανα του Θεού ή όργανα του διαβόλου. Οι ιστορίες για τις τριβάδες, τα ερμαφρόδιτα όντα, τους τεχνητούς φαλλούς, τις

γυναίκες που πέρναγαν για άντρες και τις ρομαντικές φιλίες μεταξύ γυναικών μπορεί να μην οδηγούν απευθείας στις σύγχρονες λεσβιακές, αμφιφυλόφιλες ή διαφυλικές ταυτότητες, ωστόσο, εξαιτίας της ιδιάζουσας αμφισημίας και της αποσπασματικότητας τους, αυτές ακριβώς οι ιστορίες αποκαλύπτουν σημαντικές πτυχές της ιστορίας της σεξουαλικότητας.

Η κλειτορίδα και η τριβάδα

Page 45: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 45

Η αντίληψη της πρώιμης νεότερης εποχής για τη γυναικεία σεξουαλικότητα απείχε πολύ από το βικτωριανό ιδανικό της γυναικείας ασεξουαλικής αγνότητας. Πριν από τα μέσα του 18ου αιώνα, η κυρίαρχη αντίληψη για το έμφυλο σώμα απηχούσε ακόμα

τις κλασικές αντιλήψεις του Γαληνού και του Αριστοτέλη. Σύμφωνα με το μοντέλο του Γαληνού, το αρσενικό και το θηλυκό όριζαν τους δύο αντίθετους πόλους του φάσματος του φύλου, και στη μέση βρίσκονταν οι ερμαφρόδιτοι. Τα γυναικεία γεννητικά όργανα συγκρίνονταν με τα ανδρικά, θεωρούνταν μάλιστα μια εσωτερικευμένη εκδοχή τους: η μήτρα και μερικές φορές ο κόλπος

ήταν το πέος, οι σάλπιγγες με τις ωοθήκες ήταν οι όρχεις και ούτω

καθεξής. Όπως οι άντρες, έτσι και οι γυναίκες είχαν σπέρμα, το οποίο εκλυόταν κατά τη στιγμή του οργασμού και συνεισέφερε στη σύλληψη του εμβρύου. Αυτό που διαχώριζε τα δύο φύλα δεν ήταν κάποιες θεμελιώδεις σκελετικές ή φυσιολογικές διαφορές, αλλά οι χυμοί τους, τα ρευστά εκείνα υλικά που κατά τη θεωρία του

Γαληνού προσδιόριζαν τις διαθέσεις: έτσι, σε ακραίες περιπτώσεις. το θηλυκό μπορούσε να γίνει αρσενικό. Σύμφωνα με αυτή την κοσμοαντίληψη, η θηλυκότητα δεν σήμαινε φυσική αγνότητα και παθητικότητα, αντίθετα οι γυναίκες θεωρούνταν ευεπίφορες στον πειρασμό και τον σεξουαλικό πόθο, ενώ η σεξουαλική δραστηριότητα κρινόταν απαραίτητη για τη διατήρηση της υγείας

τους. Η έλλειψη σεξ συνεπαγόταν την επικίνδυνη παρακράτηση σπέρματος, που με τη σειρά της μπορούσε να οδηγήσει στην ασθένεια της χλώρωσης ή της μελαγχολίας. Στο πλαίσιο αυτής της κοσμοθεωρίας που δεν θεωρούσε τις γυναίκες αγνές από τη φύση τους, αλλά αντίθετα αναγνώριζε τις σεξουαλικές τους ανάγκες, δεν ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς

ότι οι γυναίκες μπορούσαν να στραφούν ή ότι πράγματι στρέφονταν η μια ερωτικά προς την άλλη. Τα πρώτα δείγματα έντυπης πορνογραφίας, που κυκλοφορούσαν ήδη από τον 17ο αιώνα στα λατινικά, τα γαλλικά, τα ιταλικά και ενδεχομένως τα αγγλικά,

περιείχαν διάφορες σεξουαλικές σκηνές ανάμεσα σε γυναίκες, ανάμεικτες με απεικονίσεις ετεροφυλόφιλων ερωτικών πράξεων.

Απεικόνιζαν παντρεμένες γυναίκες που διέφθειραν νέες κοπέλες, γυναίκες προαγωγούς που μυούσαν άλλες γυναίκες στο επάγγελμα της πορνείας, καλόγριες που διασκέδαζαν μόνες τους αυνανιζόμενες ή μαστιγώνοντας τον εαυτό τους. Και παρόλο που πολλά από αυτά τα πορνογραφήματα παρουσίαζαν το σεξ μεταξύ γυναικών ως ερεθιστική προεισαγωγική φάση της ετεροφυλόφιλης

σεξουαλικής ολοκλήρωσης, ανέπτυσσαν παράλληλα και έναν υπαινικτικό και αρκετά περίπλοκο λόγο που αφορούσε τις επιθυμίες των ίδιων των γυναικών και τις δυνατότητες που είχαν να

ικανοποιήσουν μόνες τους τον εαυτό τους ή η μια την άλλη, χωρίς τη συμμετοχή των αντρών. Η κλειτορίδα την οποία είχαν αγνοήσει

Page 46: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 46

παντελώς οι συγγραφείς ιατρικών θεμάτων τον Μεσαίωνα, επανανακαλύφθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα από τους μελετητές της ανατομίας, που στράφηκαν ξανά στα κλασικά κείμενα της Αρχαιότητας. Ακολουθώντας την παράδοση του Γαληνού που

αντιλαμβανόταν τα θηλυκά σώματα ως αντεστραμμένες εκδοχές του ανδρικού, τα λαϊκά βιβλία ιατρικής περιέγραφαν την κλειτορίδα ως το θηλυκό αντίστοιχο του πέους. Με δεδομένη την πίστη στη δυνητική μεταβλητότητα του φύλου, αυτή η αντίληψη δεν απέκλειε την πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί η κλειτορίδα σαν πέος. Έτσι, η ιδέα ότι οι γυναίκες ήταν σε θέση να ικανοποιούν η μια την άλλη

μπορούσε κάλλιστα να ενσωματωθεί σε μια κατά τα άλλα πλήρως

φαλλοκεντρική αντίληψη για την σεξουαλική πράξη: η ανάληψη του αρσενικού ρόλου από τη γυναίκα γινόταν αντιληπτή ως μια πραγματική σωματική δυνατότητα, την οποία επέτρεπε η φυσιολογία. Απόδειξη αυτής της δυνατότητας ήταν η τριβάδα, που έτριβε την κλειτορίδα της επάνω στα γεννητικά όργανα μιας άλλης

γυναίκας ή τη χρησιμοποιούσε για να διεισδύσει σε αυτά. Οι κλειτορίδες που λειτουργούσαν σαν πέη θεωρούνταν εξαιρετικά σπάνιες, αλλά όχι και ανύπαρκτες. Σύμφωνα με τις περιγραφές της Τζέιν Σαρπ, μιας πρακτικής μαίας του 17ου αιώνα από την Αγγλία, το όργανο των γυναικών μερικές φορές μακραίνει τόσο πολύ που κρέμεται μπροστά από τη σχισμή σαν μπαστούνι- φαλλός. Αν

ερεθιστεί, μπορεί να φουσκώσει, να σηκωθεί και να σκληρύνει, και κάποιες χυδαίες γυναίκες έχουν προσπαθήσει να το χρησιμοποιήσουν όπως ακριβώς οι άντρες το δικό τους. Όπως έχει υποστηρίξει η Katharine Park, η επανανακάλυψη της κλειτορίδας έδωσε το έναυσμα για την εκδήλωση μιας σειράς φόβων και ανησυχιών γύρω από τη γυναικεία σεξουαλικότητα.

Οι ειδικοί συχνά απέδιδαν την υπερβολική ανάπτυξη της κλειτορίδας στο ιδιαίτερο κλίμα κάποιων ξένων τόπων ή στη θερμότητα του αίματος των ανθρώπων στην Αφρική και την Ασία. Στις Ινδίες και την Αίγυπτο, παρατηρούσε η Τζέιν Σαρπ, οι

ανήθικες γυναίκες που χρησιμοποιούν την κλειτορίδα τους σαν πέος είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο, στην Αγγλία, αντίθετα,

είχε γνωρίσει μόνο μια τέτοια γυναίκα. Τον 19ο αιώνα η κυρίαρχη αντίληψη περί διαστροφής ήταν έντονα επηρεασμένη από φυλετικές προκαταλήψεις. και είναι γεγονός ότι αυτό το είδος σεξολογίας είχα μακρά προϊστορία. Μία από τις ευρύτερα διαδεδομένες ιστορίες που κυκλοφορούσαν κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα προερχόταν από το έργο του Λέοντα του Αφρικανού

Ιστορική περιγραφή της Αφρικής (1526). Σύμφωνα με τον Αφρικανό, στη Φεζ οι γυναίκες συνήθιζαν να προσποιούνται ότι ήταν άρρωστες ή ότι είχαν καταληφθεί από δαιμόνια, προκειμένου

να απολαύσουν τις σεξουαλικές περιποιήσεις γυναικών μάντεων. Άλλα κείμενα ανέφεραν ότι στην Αίγυπτο τα γεννητικά όργανα των

Page 47: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 47

γυναικών μάκραιναν τόσο πολύ, ώστε αναγκάζονταν να υποβληθούν σε περιτομή. Αυτού του είδους οι αναφορές που διαδίδονταν αρχικά μέσω της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας και αργότερα ενσωματώνονταν σε ιατρικές πραγματείες και

πορνογραφικούς τόμους, εντόπιζαν τις αφύσικες σεξουαλικές πρακτικές αποκλειστικά εκτός των ορίων της Ευρώπης. Μετά το 1600 η συζήτηση για τη φαλλική χρήση της κλειτορίδας έπαψε πλέον να περιορίζεται στις γυναίκες της Αφρικής και της Ασίας: άρχισε πια να θεωρείται και ευρωπαϊκό φαινόμενο. Τα ευρωπαϊκά κείμενα του 17ου αιώνα βρίθουν από παραδείγματα

διαβόητων γυναικών με υπερτροφικά σεξουαλικά όργανα, χάρη στα

οποία μπορούσαν να περνούν για άντρες και να κάνουν διεισδυτικό σεξ με άλλες γυναίκες. Το 1601 στη Γαλλία η Μαρί λε Μαρκίς κατηγορήθηκε ότι διέπραξε το αμάρτημα της σοδομίας με τη γυναίκα ερωμένη της παρουσιαζόμενη ως άντρας. Η ίδια υπερασπίστηκε τον εαυτό της λέγοντας ότι ήταν όντως άντρας,

μόνο που το πέος της ήταν κρυμμένο. Παρόλο που οι ιατρικές γνωματεύσεις πάνω στη φυσιολογία της κατέληξαν σε αντικρουόμενα συμπεράσματα. με τον έναν γιατρό να υποστηρίζει ότι ήταν κατά κύριο λόγο άντρας ερμαφρόδιτος και τον άλλο να την περιγράφει ως γυναίκα ένοχη για σοδομισμό, η Μαρί λε Μαρκίς κέρδισε τελικά τη δίκη. Όσο για την ερωμένη της, υποστήριξε στο

δικαστήριο ότι η Μαρί την είχε ικανοποιήσει σεξουαλικά περισσότερο και από τον ίδιο τον πατέρα των παιδιών της. Ερμαφρόδιτα άτομα

Το κλασικό μοντέλο για το φύλο, που παρέμενε κυρίαρχο κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους, αναγνώριζε την ύπαρξη ατόμων ενδιαμέσου φύλου, τα σώματα των οποίων διατάρασσαν τους κανόνες της ετεροφυλόφιλης σεξουαλικής συνεύρεσης. Ο

ερμαφροδιτισμός ήταν πολύ γνωστό φαινόμενο: σύμφωνα με την ιατρική αντίληψη για το ζήτημα αυτό, τα ερμαφρόδιτα άτομα

καταλάμβαναν το μεσαίο τμήμα του έμφυλου συνεχούς. Έτσι, στη θεωρία τουλάχιστον, οι ερμαφρόδιτοι ήταν κυριολεκτικά άτομα κεντρικής σημασίας για την κατανόηση του έμφυλου αρσενικού και του έμφυλου θηλυκού ως αμοιβαία αντιστρέψιμων κατηγοριών. Στις σχετικές πραγματείες, όπως στο Περί τεράτων και θαυμαστών όντων του Γάλλου γιατρού Αμπρουάζ Παρέ, η γραμμή που

διαχώριζε τις γυναίκες με τις υπερτροφικές κλειτορίδες από τους ερμαφρόδιτους ήταν πολύ λεπτή. Έτσι, όταν αποκαλυπτόταν ότι κάποια γυναίκα είχε σεξουαλικές σχέσεις με άλλες γυναίκες, η

πρώτη υπόνοια ήταν ότι επρόκειτο για ερμαφροδιτισμό.

Page 48: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 48

Παρόλο που η ιατρική επιστήμη της εποχής αποδεχόταν την ύπαρξη των ερμαφρόδιτων ατόμων, στο επίπεδο των κοινωνικών αντιδράσεων τα άτομα αυτά στη δυτική Ευρώπη σχεδόν πάντα δέχονταν πιέσεις από την κοινωνία να υιοθετήσουν είτε το ένα είτε

το άλλο φύλο. Στις περισσότερες περιπτώσεις επρόκειτο για ανθρώπους που ζούσαν σαν άντρες, αλλά υπήρχαν υπόνοιες ότι από βιολογική άποψη ήταν γυναίκες. Ένας Ισπανός ερμαφρόδιτος, που είχε γεννηθεί σκλάβος, θεωρήθηκε αρχικά άντρας, στη συνέχεια γυναίκα και τελικά διώχθηκε δικαστικά ως γυναίκα, με την κατηγορία ότι ασκούσε μαγικές πρακτικές μέσω των οποίων

κατάφερνε να κρύβει το πραγματικό της φύλο και να

μεταμορφώνεται. Σε αυτές τις περιπτώσεις η διάκριση μεταξύ ερμαφρόδιτου και τριβάδας ήταν εξαιρετικά ασαφής. Είναι χαρακτηριστικό από αυτήν την άποψη ότι οι ιατρικές πραγματείες που προσπαθούν να διακρίνουν ανάμεσα στον ερμαφροδιτισμό και τον υπερτροφισμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων

συγκαταλέγονται στις πρώτες έντυπες πηγές της Δυτικής Ευρώπης όπου συζητείται εκτεταμένα το ζήτημα της σεξουαλικής συνεύρεσης μεταξύ γυναικών. Τόσο ο ορισμός των ερμαφρόδιτων όσο και ο τρόπος αντιμετώπισης τους παρουσίαζαν σημαντικές δυσκολίες. Η επανανακάλυψη της κλειτορίδας ως κανονικού γεννητικού οργάνου

συσκότιζε τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των κανονικών γυναικών και των ερμαφρόδιτων που είχαν κλειτορίδες τόσο αναπτυγμένες ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πέη. Κι αν αυτό σήμαινε ότι κάθε γυναίκα είχε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει την κλειτορίδα της με αυτόν τον τρόπο; Η φιλολογία ενάντια στον αυνανισμό, που αναπτύχθηκε κυρίως από τον 18ο αιώνα κι ύστερα,

ενέτεινε ακόμα περισσότερο αυτούς τους προβληματισμούς, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο ανησυχίας γύρω από το ζήτημα της γυναικείας σεξουαλικότητας: αφενός, υποτίθεται ότι οι υπερτροφικές κλειτορίδες δημιουργούσαν στις γυναίκες την τάση

να αυνανίζονται και αφετέρου υποστηριζόταν ότι ο ίδιος ο αυνανισμός έκανε τις κλειτορίδες των γυναικών να μεγαλώνουν με

επαίσχυντο τρόπο και να γίνονται σαν φαλλοί. Η μετάβαση από τον αυνανισμό στην λεσβιακή σεξουαλική δραστηριότητα ήταν εύκολη υπόθεση. Τα σχετικά παραδείγματα προς αποφυγήν που κυκλοφορούσαν εκείνη την εποχή ξεκινούσαν από την ιστορία δύο καθολικών μοναχών, που είχαν διογκώσει τόσο πολύ τις κλειτορίδες τους ώστε κατέληξαν να διωχθούν από το μοναστήρι,

και έφταναν έως την ευγενή κυρία από το Λονδίνο, που κατέληξε να αρρωστήσει από τις διεστραμμένες σεξουαλικές καταχρήσεις στις οποίες επιδιδόταν με την υπηρέτρια της. Εν μέρει, η ταύτιση

του αμαρτήματος του αυνανισμού με τις γυναίκες συνδέεται με μια σημαντική ιδεολογική μετάβαση ως προς τον τρόπο θεώρησης της

Page 49: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 49

γυναικείας σεξουαλικότητας: σηματοδοτεί τη σταδιακή αντικατάσταση της παλαιότερης αντίληψης που θεωρούσε ότι οι γυναίκες είχαν μια φυσική προδιάθεση για τη σεξουαλική απόλαυση από τη νέα αντίληψη που τις θεωρούσε εκ φύσεως

σεμνές. Παρ’ όλα αυτά, η συνεχιζόμενη διάδοση ιστοριών για τριβάδες και ερμαφρόδιτους δημιουργούσε μια εντυπωσιακή εξοικείωση με αυτού του είδους τις σωματικές δυνατότητες, έναν νοητό κόσμο στον οποίο τα φαινόμενα αυτά δεν προκαλούσαν καμία έκπληξη. Ο ερμαφροδιτισμός δεν αποτελούσε τη μόνη εξήγηση για την

ύπαρξη του λεσβιακού σεξ. Για παράδειγμα, στο Λονδίνο στα τέλη

του 17ου αιώνα συζητιόταν η περίπτωση μιας γυναίκας που εξαιτίας κάποιας αναπηρίας, κανένας άντρας δεν μπορούσε να πλαγιάσει μαζί της, κι έτσι είχε αναπτύξει άλλους τρόπους με τις γυναίκες, καθώς και με τους παλιούς άντρες συντρόφους της, τρόπους που δεν πρέπει να κατονομάζονται, αλλά είναι εξαιρετικά χυδαίοι και

πορνικοί. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για το τι ακριβώς ήταν αυτές οι χυδαίες και πορνικές σεξουαλικές πρακτικές. Στη Γαλλία των αρχών του 17ου αιώνα, η Βούλη του Παρισιού προσέλαβε έναν γιατρό για να διερευνήσει την περίπτωση μιας γυναίκας που υποτίθεται ότι ανήκε σε μια ευρύτερη ομάδα τριβάδων. Ο γιατρός έπρεπε να διαπιστώσει ποιο σωματικό μέλος

της χρησιμοποιούσε προκείμενου να εκμεταλευτει διάφορες νεαρές κοπέλες και να απολαύσει πλήθος γυναίκες, προσφέροντας τους μεγάλη ευχαρίστηση και ικανοποίηση κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής συνεύρεσης.

Γυναίκες υπόδικες

Κατά τη συμβατική ιστορική αντίληψη, το λεσβιακό σεξ ουδέποτε ποινικοποιήθηκε, σε αντίθεση με το σεξ μεταξύ αντρών, που ειδικά

κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους αντιμετωπιζόταν ως έγκλημα ιδιάζουσας βαρύτητας. Ωστόσο, αυτή η πεποίθηση – η

οποία απ’ ότι φαίνεται εδραιώθηκε τον 19ο αιώνα – ότι δηλαδή το σεξ μεταξύ γυναικών επέσυρε λιγότερη ενοχή από το σεξ μεταξύ αντρών, είναι εσφαλμένη, γιατί στην πραγματικότητα οι νομοθέτες του Μεσαίωνα και της πρώιμης νεότερης περιόδου πολύ συχνά συμπεριλάμβαναν και τις γυναίκες στους νόμους που όριζαν τον σοδομισμό ως κακούργημα. Εκείνη την εποχή, σοδομισμός, με την

ευρύτερη έννοια του όρου, σήμαινε τις παρά φύσιν σεξουαλικές πράξεις. Οι περισσότερες από τις ερμηνευτικές εκδοχές του όρου συμπεριλάμβαναν την σεξουαλική συνεύρεση μεταξύ δύο αντρών,

μεταξύ δύο γυναικών, καθώς και τη σεξουαλική συνεύρεση μιας γυναίκας ή ενός άντρα με ένα ζώο. Οι νομικοί του Μεσαίωνα και

Page 50: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 50

της πρώιμης νεότερης εποχής ερμήνευαν κατά τέτοιον τρόπο το ρωμαϊκό δίκαιο- που συνέχιζε να εφαρμόζεται σε σημαντικό τμήμα της πρώιμης νεότερης Ευρώπης – ώστε να καθιστούν ποινικά κολάσιμο τόσο τον ανδρικό όσο και τον γυναικείο σοδομισμό. Στην

Αγία ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η Consitutio Criminalis Carolina του Καρόλου του πέμπτου όριζε ότι όποιος διαπράξει ανόσιες πράξεις με κάποιο ζώο, ή άντρας με άντρα, ή γυναίκα με γυναίκα, χάνει το δικαίωμα του στη ζωή και πρέπει να καταδικάζεται σε θάνατο στην πυρά, όπως ορίζει το έθιμο. Στην Ιταλία, στην πόλη του Τρεβίζο κοντά στη Βενετία, ψηφίστηκε ένα νομοθετικό διάταγμα που όριζε

ότι οι γυναίκες που διέπρατταν « αυτό το αμάρτημα ή έγκλημα

ενάντια στη φύση» έπρεπε να δένονται γυμνές σ’ έναν πάσαλο στην οδό των Χαρουπιών και να μένουν εκεί όλη μέρα κι όλη νύχτα. Ακόμα και στην Αγγλία, όπου οι περί σοδομισμού νόμοι εφαρμόζονταν αποκλειστικά εναντίον αντρών, δύο λεξικά του 17ου αιώνα περιέγραφαν τη σοδομία ως πράξη που μπορούσε να

διαπραχθεί και από δύο γυναίκες μεταξύ τους. Οι πρακτικές συνέπειες της εφαρμογής αυτών των νόμων παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστες. Υπάρχουν ελάχιστες ιστορικές καταγραφές που να μας πληροφορούν για γυναίκες που διώχθηκαν δικαστικά με βάση τους περί σοδομισμού νόμους, και πολλές από αυτές είναι ασαφείς όσον αφορά τους ακριβείς λόγους

της δίωξης. Πιο συνηθισμένη ήταν η δίωξη γυναικών που πέρναγαν για άντρες και παντρεύονταν γυναίκες. Ως προς την ίδια τη σεξουαλική πράξη, είναι σαφές ότι αυτό που ενδιέφερε πρωτίστως τα δικαστήρια ήταν το ζήτημα της διείσδυσης, είτε αυτή είχε διαπραχθεί μέσω της διογκωμένης κλειτορίδας που αποδιδόταν στα ερμαφρόδιτα όντα είτε μέσω κάποιου τεχνητού οργάνου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου τύπου δίωξης είναι μια δίκη που έγινε στο Σπάγερ της Γερμανίας στα 1477, εναντίον της Κατερίνας Χετσελντόρφερ. Η κατηγορία στηρίχθηκε στις πληροφορίες που έδωσαν κάποιες άλλες γυναίκες ότι η

κατηγορούμενη είχε κάνει σεξ μαζί τους σαν άντρας. Επίσης, οι γυναίκες αυτές μίλησαν για το τεράστιο πράγμα που

χρησιμοποιούσε η Κατερίνα για να κάνει σεξ μαζί τους, ακριβώς σαν άντρας. Μια γυναίκα ανέφερε ότι κατουρούσε μέσα από αυτό, ενώ μια άλλη είπε ότι το σπέρμα της ήταν τόσο πλούσιο, που ξεπερνούσε κάθε μέτρο, θα μπορούσε κανείς να γεμίσει τη χούφτα του με αυτό. Οι ιστορίες τους υποδηλώνουν ότι τους φαινόταν αδιανόητο αυτός ο άντρας να είναι, τελικά, γυναίκα. Μπορεί στα

μάτια τους η Κατερίνα να συνέχισε να μοιάζει με άντρα. Ίσως πάλι, προκειμένου να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τον εαυτό τους απέναντι στις πιθανές κατηγορίες για συνενοχή, η καλύτερη

μέθοδος να ήταν να τονίσουν τη δυναμική, αδιαμφισβήτητη αρρενωπότητα της Κατερίνας. Πάντως, η ίδια η Κατερίνα

Page 51: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 51

ομολόγησε ότι «κατασκεύασε ένα όργανο από ένα κομμάτι κόκκινο δέρμα, γέμισε το μπροστινό του μέρος με βαμβάκι, έχωσε μέσα ένα κομμάτι ξύλο, του πέρασε ένα κορδόνι και το έδεσε γύρω της». Τα καθέκαστα της ίδιας της σεξουαλικής πράξης ήταν ένα πολύ

κρίσιμο ζήτημα για τους δικαστές που διερευνούσαν την υπόθεση. Απαντώντας σε μια σχετική ερώτηση, η Κατερίνα είπε ότι το έκανε πρώτα με το ένα δάχτυλο, στη συνέχεια με τα δύο, μετά με τα τρία και τελικά με το κομμάτι του ξύλου, που το κρατούσε ανάμεσα στα πόδια της. Κανένας από τους δικαστές ή από τους μάρτυρες της δίκης δεν ενδιαφέρθηκε να διερευνήσει αν η κατηγορούμενη ήταν

ερμαφρόδιτη, όπως πιθανόν θα είχε συμβεί αν η δίκη γινόταν έναν

οι περισσότερους αιώνες αργότερα. Όλοι θεωρούσαν ότι επρόκειτο για μια γυναίκα που « προσπάθησε να κάνει το δικό της» με άλλες γυναίκες. Η Κατερίνα κρίθηκε ένοχη και καταδικάστηκε σε θάνατο δια πνιγμού. Επίσης, δύο από τις ερωμένες της συνελήφθησαν, ανακρίθηκαν και στη συνέχεια εξορίστηκαν από την πόλη.

Διακόσια πενήντα χρόνια αργότερα, το 1721 στο Χάλντερστατ, ασκήθηκαν ποινικές διώξεις για διάφορα σοβαρά εγκλήματα εναντίον της Κατερίνας Μαργαρίτας Λινκ και της υποτιθέμενης συζύγου της Κατερίνας Μαργαρίτας Μύλχαν. Τα πρακτικά της δίκης αποτελούν τη διεξοδικότερη πηγή που διαθέτουμε για τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Σύμφωνα με τη μαρτυρία της

μητέρας της, η Κατερίνα Λινκ άρχισε να ντύνεται ανδρικά σε νεαρή ηλικία, με σκοπό να προστατέψει την αγνότητα της. Ως νεαρό αγόρι, είχε αναβαπτιστεί από μια γυναίκα που διατεινόταν ότι είχε προφητικό χάρισμα και στη συνέχεια, με το νέο της όνομα, περιπλανήθηκε αρκετά χρόνια κηρύττοντας το λόγο του θεού. Κατόπιν κατετάγη στο στρατό ως οπλίτης, αλλά, όταν

αποκαλύφθηκε το φύλο της, λιποτάκτησε για να αποφύγει την επαπειλούμενη τιμωρία. Ντυνόταν άλλοτε σαν άντρας και άλλοτε σαν γυναίκα. Τελικά, κατέληξε να βγάζει το ψωμί της πλέκοντας κάλτσες. Εκείνη την περίοδο γνώρισε τη Μύλχαν, την προσέγγισε

ερωτικά και τελικά την παντρεύτηκε. Κρίσιμης σημασίας στη δίκη της Λινκ ήταν το δερμάτινο όργανο

που την μετέτρεπε σε άντρα. Είπε ότι το είχε κατασκευάσει μόνη της, τον καίρο που υπηρετούσε στο στρατό, παραγεμίζοντας ένα κομμάτι δέρμα και προσαρτώντας πάνω του δύο όρχεις από έντερα χοίρου. Το έδενε πάνω της με ένα δερμάτινο λουρί. Η Λινκ ομολόγησε ότι το είχε χρησιμοποιήσει με διάφορα κορίτσια όταν ήταν στρατιώτης, αξιοποιώντας την εφευρετικότητα της, και ότι είχε

κάνει σεξ επίσης με πολλές πόρνες. Μία φορά, παραδέχτηκε, είχε βάλει το όργανο στο στόμα του συζύγου της. Αυτή η ομολογία είχε βαρύνουσα σημασία: το στοματικό σεξ αποτελούσε κακούργημα,

όπως και ο σοδομισμός. Ωστόσο, το δικαστήριο δεν ήξερε πως ακριβώς να χειριστεί τα αποδεικτικά στοιχεία αυτής της υπόθεσης.

Page 52: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 52

Στα αρχεία έχει καταγραφεί μια συζήτηση μεταξύ των δικαστών σχετικά με το αν τα εγκλήματα της Λινκ γίνονταν ακόμα βαρύτερα εξαιτίας του γεγονότος ότι κατά τη διάπραξη τους δεν είχε χυθεί καθόλου σπέρμα ή μήπως, αντίθετα, αυτό αποτελούσε ελαφρυντικό

στοιχείο που τα έκανε λιγότερο ειδεχθή. Κρίσιμη ήταν επίσης η μαρτυρία ότι η Κατερίνα Μύλχαν, η σύζυγος της Λινκ, γνώριζε αρκετό καιρό πριν από τη δίκη ότι η σύζυγος της ήταν γυναίκα. Όταν απέσπασε το δερμάτινο πέος από το σώμα της Λινκ, αποκτώντας έτσι πλήρη συναίσθηση του γεγονότος ότι δεν ήταν άντρας, δεν έπαψε παρ’ όλα αυτά να επιτρέπει στον εαυτό της να

ερεθίζεται από αυτό, και οι δυο τους συνέχιζαν να ζουν μαζί, σε μια

ατμόσφαιρα ακόμα μεγαλύτερης οικειότητας. Επειδή φόρεσε ανδρικά ρούχα, επειδή παντρεύτηκε και συμπεριφέρθηκε σαν άντρας στη σύζυγο της, καθώς και για τη διάπραξη των εγκλημάτων της κλοπής και της αίρεσης, για τα οποία επίσης την κατηγορούσαν, η Λινκ καταδικάστηκε σε θάνατο δια

αποκεφαλισμού. Το δικαστήριο αποφάσισε ότι έπρεπε να τιμωρηθεί και η σύζυγός τη, για σύμπραξη στο έγκλημα του σοδομισμού. Η σημασία αυτών των αδικημάτων καθώς και η ακριβής σεξουαλική υπόσταση της Κατερίνας Μαργαρίτας Λινκ δεν ήταν προφανής για τους νομικούς του 18ου αιώνα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αναγκάστηκαν να συζητήσουν επί μακρόν το ευρύτερο ερώτημα αν

οι γυναίκες μπορούν να διαπράξουν το αδίκημα του σοδομισμού ή όχι, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι μπορούσαν. Ωστόσο, ακούστηκε και η άποψη ότι ο σοδομισμός διαμέσου μιας δερμάτινης άψυχης κατασκευής δεν ήταν στην πραγματικότητα γνήσιος σοδομισμός. Από την άλλη πάλι, είχε καταδειχθεί ότι η Λινκ δεν έφερε κανένα ίχνος ερμαφροδιτισμού, ούτε η κλειτορίδα

της φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη. Δεν ανήκε δηλαδή σε εκείνη την κατηγορία των γυναικών που, όπως οι γυναίκες της ανατολής προκαλούνταν από το μέγεθος της κλειτορίδας τους να διαπράξουν ανοσιουργήματα σεξουαλικής φύσης. Αυτό έκανε τα

εγκλήματά της ακόμα πιο βαριά, αφού δεν είχαν την παραμικρή φυσική αιτιολογία. Φαίνεται ότι πλέον, τον 18ο αιώνα, όλη η

φιλολογία γύρω από τον τριβαδισμό, την υπερτροφία της κλειτορίδας και τον ερμαφροδιτισμό είχε αποδώσει καρπούς, επηρεάζοντας τις ευρύτερες αντιλήψεις για τέτοιου είδους ζητήματα: αν δεχόταν κανείς ότι, πράγματι, οι γυναίκες μπορούσαν να κατηγορηθούν για σοδομισμό, αμέσως προέκυπτε μια ολόκληρη σειρά από ερωτήματα γύρω από τη σημασία της πράξης. Για

παράδειγμα, πώς έπρεπε κανείς να αποτιμήσει τη στάση των συντρόφων αυτών των γυναικών; Και στις δύο υποθέσεις που εξετάσαμε παραπάνω, το δικαστήριο φρόντισε επιμελώς να

αποσαφηνίσει τι ακριβώς γνώριζαν οι σεξουαλικές σύντροφοι των

Page 53: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 53

κατηγορουμένων και πότε ακριβώς το έμαθαν. Η σύμπραξη τους στο έγκλημα τις καθιστούσε επίσης ένοχες. Η κατασκεύη που χρησιμοποιούσε η Λινκ δεν ήταν εντελώς πρωτότυπη. Υπήρχαν και άλλες γυναίκες που ντύνονταν άντρες και

κατασκεύαζαν τέτοια βοηθήματα για προσωπική τους χρήση – κάποιες μάλιστα κατασκεύαζαν ειδικούς σωλήνες που τους επέτρεπαν να ουρούν δημόσια. Η Καταρίνε Βιτσάνι. μια γυναίκα που ασκούσε την παρενδυσία στην Ιταλία του 18ου αιώνα, έδενε γύρω από τη μέση της μια κατασκευή από δέρμα, η οποία ήταν παραγεμισμένη με χαρτί. Τα σεξουαλικά βοηθήματα ήταν πολύ

συνηθισμένα στο πολιτισμικό περιβάλλον των πρώιμων νεότερων

χρόνων, αντίθετα απ’ ότι θα περίμενε κανείς. Απεικονίζονται συχνά στα έργα της ερωτικής και της πορνογραφικής λογοτεχνίας, τουλάχιστον από τα μέσα του 17ου αιώνα και εξής: στο πλαίσιο μιας κουλτούρας που σατίριζε συχνά την αντρική σεξουαλική ανικανότητα και την αχόρταγη σεξουαλική επιθυμία των γυναικών,

τα αντικείμενα αυτά θεωρούνταν η έσχατη λύση των αδιάντροπων γυναικών, που ήθελαν πάση θυσία να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές ορέξεις τους. Θηλυκοί σύζυγοι

Ο γάμος μεταξύ γυναικών δεν ήταν κάτι ανοίκειο για την κουλτούρα των πρώιμων νεότερων χρόνων και μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις οδηγούσε στις σοβαρές συνέπειες που περιγράψαμε παραπάνω. Οι γυναίκες που πέρναγαν για άντρες και οι γυναίκες-σύζυγοι ήταν συνηθισμένες μορφές, τις οποίες μπορούσε να

συναντήσει κανείς σε φυλλάδες, στα θεατρικά έργα, στις μπαλάντες και στα τυπωμένα μονόφυλλα που παρουσίαζαν εικονογραφημένα τα σκάνδαλα και τις άλλες ειδήσεις. Συχνά ήταν πρωταγωνίστριες πικάντικων ιστοριών που μίλαγαν για τη

μεταμφίεση τους σε στρατιώτες ή ναύτες και για τα μακρινά τους ταξίδια. Σε πολλές από αυτές τις ιστορίες, το σεξ αποτελούσε

δευτερεύον θέμα ή δεν αναφερόταν καθόλου. Η Καταλίνα ντε Εράουζο, μια διαβόητη παρενδυσίας του 17ου αιώνα από τη χώρα των Βάσκων, η οποία πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της σαν άντρας με το όνομα Αντόνιο, μας άφησε μια αυτοβιογραφία στην οποία περιγράφει λεπτομερώς τη συναρπαστική και περιπετειώδης ζωή της στο Μεξικό. Στο κείμενο αυτό, περιστασιακά

αναφέρεται στις σχέσεις της με άλλες γυναίκες, από όπου πάντα κατάφερνε να απεμπλακεί προτού φτάσει στο γάμο. Όπως και άλλες διάσημες γυναίκες παρενδυσίες, η Καταλίνα υμνήθηκε

αργότερα και την παρθενικότητα της. Ωστόσο, όπως αφηγείται η ίδια με ευχαρίστηση, η αγνότητα της δεν την εμπόδιζε να φλερτάρει

Page 54: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 54

άλλες γυναίκες. Για παράδειγμα περιγράφοντας τη σχέση της με μια από τις κόρες του εργοδότη της, θυμάται ότι η ίδια καθόταν με το κεφάλι ακουμπισμένο στις πτυχώσεις της φούστας της και ότι εκείνη μου χτένιζε τα μαλλιά, ενώ εγώ τη χάιδευα πάνω κάτω

ανάμεσα στα πόδια της. Σε άλλες περιπτώσεις, η αφήγηση επικεντρωνόταν στο θέμα του γάμου. Στο Λονδίνο, στα 1680, η Έιμυ Πούλτερ άλλαξε το όνομα της σε Τζέιμς Χάουαρντ και παντρεύτηκε την Αραμπέλα Χαντ, μια νεαρή μουσικό της βασιλικής αυλής. Πριν περάσει ένας χρόνος, η Αραμπέλα κίνησε δικαστική διαδικασία για ακύρωση του γάμου,

υποστηρίζοντας ότι η Έιμυ είχε ήδη έναν σύζυγο, που ήταν εν ζωή,

και ότι την παραπλάνησε παρουσιαζόμενη ως άντρας, ενώ στην πραγματικότητα ήταν ερμαφρόδιτη ή άτομο διπλού φύλου. Η Έιμυ αρνήθηκε εμφατικά αυτή την κατηγορία: είπε ότι ήταν «από κάθε άποψη γυναίκα» πράγμα που επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια και από τις πέντε μαίες που ανέλαβαν να την εξετάσουν, και ότι όλη η

υπόθεση δεν ήταν παρά ένα αστείο. Τα πράγματα περιπλέκονταν ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι η Έιμυ ελάχιστες φορές είχε ντυθεί ως άντρας – αντ’ αυτού είχε παρουσιαστεί στο σπίτι της νύφης σαν άντρας μεταμφιεσμένος σε γυναίκα, για να αποφύγει, υποτίθεται, κάποια προβλήματα που αντιμετώπιζε με μια κληρονομιά. Η φάρσα που έστησε η Έιμυ – αν πράγματι ήταν

φάρσα – κράτησε έξι μήνες, χρονικό διάστημα κατά το οποίο συγκατοικούσε με τη σύζυγο της, καθώς και με τη μητέρα της συζύγου της. Τελικά, δικαιολογία ότι επρόκειτο περί επιπόλαιης φάρσας ίσως και να ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα: ο γάμος είχε γίνει σε μια αμφιβόλου φήμης εκκλησία και φαίνεται ότι ο ιερέας που τέλεσε το μυστήριο είχε φροντίσει να αποφύγει τις

αδιάκριτες ερωτήσεις. Ωστόσο, αυτός ο γάμος μπορεί να ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως τόσο από τους σύγχρονους με τα πρόσωπα όσο και από τους μεταγενέστερους σχολιαστές: μπορεί να ήταν μια αθώα φάρσα, μπορεί επίσης να ήταν μια απόπειρα οικονομικής

εκμετάλλευσης της Έιμυ από την Αραμπέλα και τη μητέρα της, οι οποίες επιθυμούσαν διακαώς έναν γάμο με έναν επίζηλο νεαρό

κληρονόμο ή τέλος, μπορεί να ήταν η ατυχής ιστορία ενός άντρα που αποδείχθηκε σεξουαλικά ανίκανος, ανολοκλήρωτος ή διπλού φύλου. Παρόλο που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να υπήρχε σημαντική εξοικείωση με την ιδέα ότι υπήρχαν άτομα διπλού φύλου, πολλές φορές ήταν δύσκολο να καταταγούν οι θηλυκοί σύζυγοι σε μια ευδιάκριτη κατηγορία. Η Χεντρίκε φαν ντε Σούιρ,

που δικάστηκε στο Άμστερνταμ στα 1641 για τις σχέσεις που διατηρούσε με άλλες γυναίκες, είχε υπηρετήσει δύο χρόνια στο στρατό. Άλλοτε ντυνόταν με ανδρικά κι άλλοτε με γυναικεία ρούχα.

Η ερωμένη της, μια σαρανταδυάχρονη χήρα με τρία παιδιά, περιέγραψε τη σεξουαλική της σχέση με τη Χεντρίκε λέγοντας πως

Page 55: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 55

η τελευταία ήταν «γεμάτη πόθο και πάντα έτοιμη για σεξ». Ισχυρίστηκε ακόμα ότι η Χεντρίκε παρουσίαζε συμπτώματα ερμαφροδιτισμού, κάτι που επιβεβαίωσαν και οι μαίες. Ωστόσο, άλλες ερωμένες της κατηγορούμενης δήλωσαν ότι είχε κανονικά

περίοδο, όπως όλες οι γυναίκες. Έτσι, τελικά η Χεντρίκε καταδικάστηκε ως τριβάδα. Οι ενδελεχείς ιατρικές εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκε η Χεντρίκε, όπως και άλλες γυναίκες-σύζυγοι, υπογραμμίζουν τη μεγάλη ανάγκη να εξηγηθεί η ύπαρξη των γυναικών που έκαναν σεξ με άλλες γυναίκες με βάση κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της φυσιολογίας τους.

Κατά τον 18ο αιώνα άρχισαν πλέον να κυκλοφορούν και ιστορίες

όπου η σεξουαλική επιθυμία κάποιων γυναικών για άλλες γυναίκες αποδιδόταν και σε άλλες αιτίες, πέρα από τις φυσιολογικές ανωμαλίες. Η ιστορία της Κατερίνε Βιτσάνι, που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1744 και μεταφράστηκε στα αγγλικά το 1751, τοποθετούσε το ζήτημα της σεξουαλικής διαστροφής στο

επίκεντρο μιας ιστορίας παρενδυσίας. Σύμφωνα με τη μυθοποιημένη εκδοχή της ζωής της, η οποία διαδραματίστηκε στη Ρώμη και στα περίχωρα της, η σταδιοδρομία της Βιτσάνι ξεκίνησε στα χρόνια της εφηβείας, όταν, γοητευμένη από μια φίλη της, είχε περάσει δύο χρόνια εκκεντρικού έρωτα, θαυμάζοντας τα θέλγητρα της Μαργαρίτας και λέγοντας της τρυφερά λογάκια. Αργότερα,

αφού πρώτα έμαθε πώς να ντύνεται σαν άντρας, η Βιτσάνι αφοσιώθηκε συνειδητά και δια βίου στην αποπλάνηση άλλων γυναικών. Στο τέλος, κάποιος αντίζηλος την πυροβόλησε, κατά τη διάρκεια ενός καβγά για μια γυναίκα. Ο βιογράφος της τονίζει πως η Βιτσάνι δεν είχε κανένα σύμπτωμα ανώμαλης φυσιολογίας. Αντίθετα, ευθύς εξαρχής, την παρουσιάζει ως μια γυναίκα με

ιδιόρρυθμα, λεσβιακά, διεφθαρμένα γούστα, στα οποία την ώθησαν οι άσεμνες ιστορίες που άκουγε γύρω της από μικρή: « Υπήρξε στην εποχή μας ένα κορίτσι που δεν υπολειπόταν σε τίποτα από τη Σαπφώ ή από τις άλλες λεσβίες νύμφες στο πάθος της για τις

ομόφυλές της, αλλά τις ξεπέρασε κατά πολύ στις δοκιμασίες, στους κινδύνους και στις δυσκολίες που πέρασε στη ζωή της».

Αυτές οι ιστορίες της πρώιμης νεότερης εποχής μας βοηθούν να κατανοήσουμε το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτυσσόταν τότε οι σχέσεις μεταξύ γυναικών. Στους πρώιμους νεότερους χρόνους, ο γάμος δεν ήταν πρωταρχικά έμβλημα της ετεροφυλόφιλης ένωσης: ήταν ένας επίσημος δεσμός που παρείχε κοινωνική και οικονομική ασφάλεια, ένας θεσμός που ενδυνάμωνε

τις σχέσεις της συγγένειας, καθώς και ένα επιβεβλημένο στάδιο ζωής για τους ενήλικους άντρες. Για κάποιες τουλάχιστον από τις γυναίκες που ντύνονταν σαν άντρες ο γάμος και το σεξ μπορεί να

αποτελούσαν παρελκόμενο όλων των άλλων προνομίων και υποχρεώσεων που αναλάμβαναν φορώντας παντελόνια. Από

Page 56: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 56

κάποιες απόψεις, οι όροι «διασεξουαλικό» και διαφυλικό άτομο συνιστούν πιο πρόσφορες αναλυτικές κατηγορίες απ’ ότι ο όρος λεσβία, όταν πρόκειται για άτομα σαν την Καταλίνα ντε Εράουζο. Από άλλες απόψεις πάλι, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Σπάνια

μπορούμε να αποφανθούμε εάν οι γυναίκες που ζούσαν σαν άντρες διατηρούσαν μέσα τους την πεποίθηση ότι δεν ήταν γυναίκες. Άλλωστε και η σεξουαλικότητα ήταν τότε μια πολύ πιο ελαστική κατηγορία απ’ ότι έμελλε να γίνει μεταγενέστερα, στο πλαίσιο της σύγχρονης κουλτούρας της Δύσης. Ίσως, πάνω απ’ όλα, αυτές οι περιπτώσεις να δείχνουν ότι η θηλυκή αρρενωπότητα, όπως την

ονόμασε η Judith Halberstam, δημιουργούσε έναν ιδιαίτερο

προσωπικό και κοινωνικό χώρο, από τον οποίο εκκινούσαν οι γυναίκες προκειμένου να διεκδικήσουν ανδρικά προνόμια κάθε είδους. Είναι επίσης γεγονός ότι κατά την πρώιμη νεότερη περίοδο τα εκκλησιαστικά μυστήρια, όπως ο γάμος διατηρούσαν και κάποιες

ευρύτερες παλαιότερες σημασίες. Εκτός από τον γάμο, θρησκευτικού τύπου τελετές μπορούσαν να επικυρώσουν και σχέσεις φιλίας ή συγγένειας. Όπως δείχνει η πρόσφατη δουλειά του Alan Bray, στην προνεωτερική κουλτούρα της πρώιμης νεότερης εποχής ενυπάρχει μια μακρόχρονη ιστορία επίσημης αναγνώρισης των φιλικών δεσμών μεταξύ αντρών: μερικοί άντρες θάβονταν στον

ίδιο τάφο και κάποιοι άλλοι παγίωναν τις μεταξύ τους σχέσεις με θρησκευτικές τελετές. Οι σχέσεις οικειότητας μεταξύ γυναικών είχαν πολύ μικρότερες πιθανότητες να αποσπάσουν την οποιαδήποτε δημόσια αναγνώριση. Ωστόσο, κάποιες φορές. δύο γυναίκες θάβονταν μαζί στον ίδιο τάφο, όπως οι άντρες. Στο Αβαείο του Γουεστμίνστερ, στο Λονδίνο, υπάρχει ένα μνημείο που

υπενθυμίζει «τη στενή ένωση και φιλία» που συνέδεε τη Μαίρη Κένταλ και την Κάθριν Τζόουνς ως τον θάνατο της πρώτης στα 1710. Δύο εγγραφές στα βιβλία γάμου της ενορίας του Τάξαλ στο Τσεσάιρ αποτελούν τις πιο αποκαλυπτικές και συγχρόνως πιο

αινιγματικές πληροφορίες που διαθέτουμε σχετικά με τη ζωή των γυναικών στους πρώιμους νεότερους χρόνους. Καταγράφουν,

αντίστοιχα, τους γάμους της Χάνα Ράιτ με την Αν Γκάσκιλ στα 1707 και της Αν Νόρτον με την Άλις Πίκφορντ στα 1708. Ξέρουμε ότι την εποχή εκείνη οι κρυφοί και οι παράνομοι γάμοι αποτελούσαν πολυσυζητημένο πρόβλημα. Ξέρουμε, επίσης, ότι τότε ο γάμος σήμαινε πολύ περισσότερα πράγματα από τη σεξουαλική ένωση δύο ετερόφυλων ατόμων. Με βάση αυτά τα

δεδομένα, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι η έννοια του γάμου μπορεί να ήταν λίγο πιο ελαστική κατά την πρώιμη νεότερη περίοδο απ΄ ότι επρόκειτο να γίνει αργότερα.

Page 57: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 57

Φιλία

Για πολλά χρόνια οι λεσβιακές ιστορίες των πρώιμων νεότερων χρόνων δεν επικεντρώνονταν στο ζήτημα των σεξουαλικών σχέσεων

μεταξύ γυναικών, αλλά στις γυναικείες σχέσεις αγάπης και οικειότητας. Το πρότυπο της γυναικείας πλατωνικής φιλίας, το οποίο εξήραν πολλά κείμενα σ’ ολόκληρη την πρώιμη νεότερη Ευρώπη, έμοιαζε να αποδεικνύει την αθωότητα και τη σεμνότητα που χαρακτήριζε τις σχέσεις των γυναικών μεταξύ τους. Οι γυναίκες που ανήκαν στην ανώτερη τάξη, ιδιαίτερα εκείνες που

συμμετείχαν σε λόγιους κύκλους, υπερηφανεύονταν για τις σχέσεις

οικειότητας που ανέπτυσσαν με άλλες γυναίκες. Πολλές από αυτές εξέφραζαν την αγάπη τους για τις φίλες τους σε ένα ιδιαίτερα αισθησιακό γλωσσικό ιδίωμα, το οποίο στους μεταγενέστερους χρόνους περιορίστηκε στην έκφραση του ερωτικού πάθους μεταξύ ετερόφυλων. « Ομολογώ ότι είμαι ερωτευμένη μαζί της μέχρι

θανάτου, όσο κανείς εραστής δεν υπήρξε ποτέ», έγραφε για τη μελλοντική νύφη της η αριστοκρατικής καταγωγής Κονστάνς Φέουλερ στα 1636. Στη δεκαετία του 1670 η Μαρία Στιούαρτ, διάδοχος του αγγλικού θρόνου, και η στενή της φίλη Φράνσις Άπσλυ έγραφαν η μία στην άλλη ως σύζυγος προς τη γυναίκα του. Τέτοιες φιλικές σχέσεις μπορούσαν να λειτουργήσουν είτε σαν

καταφύγιο που προστάτευε τις γυναίκες από τα δεινά του γάμου είτε σαν εναλλακτική εκδοχή του. Επειδή οι ρομαντικές φιλίες παρουσιάζονταν συνήθως ως αγνές ενώσεις κι επειδή, ακόμα κι αν υπήρχε κάποιου είδους σεξουαλική εκδήλωση, είναι μάλλον απίθανο να έχει τυπωθεί στις γραπτές πηγές που έφτασαν ως εμάς, οι φιλίες αυτές αντιμετωπίστηκαν από τη μέχρι τώρα έρευνα γενικά

ως ασεξουαλικές. Ωστόσο, δεν αληθεύει ότι στα μάτια των ανθρώπων της εποχής οι φιλίες που αναπτύσσονταν μεταξύ γυναικών ή στο πλαίσιο αποκλειστικά γυναικείων κοινοτήτων θεωρούνταν πάντοτε απόλυτα ασεξουαλικές. Παραδείγματος χάρη,

οι καλόγριες στα μοναστήρια των καθολικών χωρών δέχονταν συστάσεις από τον 13ο αιώνα να αποφεύγουν τις ιδιαίτερες φιλίες

μεταξύ τους. Σταδιακά, τόσο στις καθολικές όσο και στις προτεσταντικές χώρες, άρχισε να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στις αξίες της συντροφικότητας και της οικειότητας μέσα στον ετεροφυλοφιλικό γάμο, με αποτέλεσμα όλες οι συναισθηματικές σχέσεις που αναπτύσσονταν εκτός γάμου να αρχίσουν να φαίνονται περίεργες. Από τον 17ο αιώνα και ύστερα η τριβάδα ίσως και να

μην απείχε πολύ από την αγνή φιλενάδα στο συλλογικό φαντασιακό. Εκατό χρόνια αργότερα, ο διασυρμός που μπορούσε να προκύψει από μια φιλική σχέση μεταξύ δύο γυναικών, ή ακόμα

και οι ποινικές διαστάσεις που μπορούσαν να αποδοθούν στις γυναικείες φιλίες είχαν αρχίσει πλέον να συζητιούνται ανοιχτά. Οι

Page 58: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 58

σκανδαλώδεις καταγγελίες εναντίον της βασίλισσας Άννας και των κυριών της αυλής της στην Αγγλία των αρχών του 18ου αιώνα είναι απλώς η πιο γνωστή περίπτωση ανάμεσα σε πολυάριθμες άλλες παρόμοιες. Όταν εκδιώχθηκε από τη νέα ευνοούμενη της

βασίλισσας, την Άμπιγκέιλ Μάσαμ, η Σάρα Τσώρτσιλ διέδωσε διάφορα υπονοούμενα για σκοτεινές υποθέσεις της νύχτας, που υποτίθεται ότι διαδραματίζονταν στο παλάτι, και επίσης έγραψε στη βασίλισσα τα εξής: «ούτε μπορώ να πιστέψω ότι το να μην έχει κανείς προτιμήσεις για κανέναν άλλον παρά μόνο για άτομα του ίδιου του του φύλου αρκεί να διατηρήσει έναν τέτοιο χαρακτήρα,

σαν αυτόν που εύχομαι ότι εσείς έχετε ακόμη». Στα ημερολόγια

της Έστερ Θρέιλ, που κουτσομπολεύουν την καλή κοινωνία του Λονδίνου του 18ου αιώνα, σημειώνονται συχνά σχόλια για τις υποψίες που εγείρονται για κάποιες γυναίκες που είχαν στενές φιλίες με άλλες γυναίκες: μεταξύ άλλων, πολλοί υποψιάζονται ότι η γλύπτρια Αν Ντέιμερ «είχε μια ιδιαίτερη προτίμηση για το ίδιο της

το φύλο». Ο χρωματισμός της γυναικείας φιλίας με ερωτικές συνδηλώσεις άλλαξε τον τρόπο αναπαράστασης του λεσβιασμού. Η συκοφαντημένη τριβάδα, η οποία στο παρελθόν είχε βρεθεί στο επίκεντρο της ιατρικής και της νομικής πραγματογνωμοσύνης, έπαψε πλέον να σηκώνει μόνη της το βάρος της κοινωνικής

κατακραυγής. Τα κουτσομπολιά για τη βασίλισσα Άννα, τη Μαρία Αντουανέτα ή τις γυναίκες της καλής κοινωνίας έκαναν δημοσίως γνωστό το γεγονός ότι οι λεσβιακές πράξεις δεν προϋπέθεταν απαραίτητα την υιοθέτηση κάποιου είδους «θηλυκής αρρενωπότητας», ούτε άλλωστε και τη μεταμόρφωση των γυναικείων σεξουαλικών οργάνων σε ανδρικά ή σε ερμαφρόδιτα όργανα.

Καθημερινή ζωή

Κεντρικής σημασίας για τη λεσβιακή ιστορία είναι οι συνθήκες της καθημερινής ζωής των γυναικών, γιατί εντέλει αυτές ήταν που

καθόριζαν τις δυνατότητες ανάπτυξης ομόφυλων σχέσεων, καθιστώντας τες άλλοτε πιθανές κι άλλοτε δύσκολες. Φαίνεται πάντως ότι ο λεσβιασμός κάθε άλλο παρά άγνωστη έννοια ήταν εκείνη την εποχή. Όσοι ήξεραν να διαβάζουν είχαν πιθανότατα πρόσβαση σε κλασικές και σύγχρονες τους ιατρικές και ερωτικές αναπαραστάσεις της ομόφυλης επιθυμίας. Παρόλο που στην

πλειονότητα τους οι γυναίκες δεν ήξεραν να γράφουν – έως τον 18ο αιώνα τουλάχιστον – πολλές μπορεί να ήξεραν να διαβάζουν. Ακόμα και για όσες δεν είχαν πρόσβαση στον έντυπο λόγο, είναι

σίγουρο ότι η προφορική κουλτούρα της εποχής παρείχε κάποια ψήγματα ιστοριών κλασικής ή νεότερης προέλευσης που

Page 59: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 59

περιέγραφαν τις ομοερωτικές επιθυμίες των γυναικών. Επίσης, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ιστορίες των γυναικών που παντρεύονταν άλλες γυναίκες κυκλοφορούσαν ευρύτατα. Ανεξάρτητα από το αν γνώριζαν ή δεν γνώριζαν αυτές τις ιστορίες,

πως μπορεί να βίωναν τις λεσβιακές τους επιθυμίες οι γυναίκες της πρώιμης νεότερης εποχής; Πέρα από τους κύκλους της υψηλής κοινωνίας στους οποίους κινούνταν οι ποιήτριες και οι φιλενάδες της βασιλικής αυλής, υπήρχαν πολλές άλλες δυνατότητες για την ανάπτυξη λεσβιακών σχέσεων. Στα μεσαία και τα κατώτερα στρώματα υπήρχε ένα πολύ πιο ευρύ πεδίο δυνατοτήτων από όσο

αφήνουν να διαφανεί οι ιστορίες για τις γυναίκες συζύγους ή τις

τριβάδες και τις συντρόφισσες τους. Ίσως το πρώτο που θα πρέπει να σημειώσουμε σχετικά είναι το μεγάλο ποσοστό των γυναικών που παρέμειναν ανύπανδρες, είτε από ανάγκη είτε από επιλογή. Παρόλο που ο γάμος ήταν θεσμός κεντρικής σημασίας για τις ευρύτερες κοινωνικές και οικονομικές δομές της εποχής, σε πολλά

μέρη της Ευρώπης και σε πολλές περιόδους κάθε άλλο παρά ήταν κανόνας – έτσι, πολλές γυναίκες έβρισκαν εναλλακτικούς τρόπους να διευθετήσουν τα του οίκου τους. Στην Αγγλία του ύστερου 17ου αιώνα οι παντρεμένες γυναίκες αποτελούσαν μονίμως τη μειοψηφία: πολλές γυναίκες δεν παντρεύονταν ποτέ και πολλές έμεναν χήρες. Στις αγροτικές περιοχές της Γαλλίας κατά τον 18ο

αιώνα υπήρχαν ομάδες γυναικών που έστηναν το σπιτικό τους από κοινού, μοιραζόμενες το κόστος. Ακόμα κι όταν οι άνθρωποι παντρεύονταν, σε γενικές γραμμές παντρεύονταν αργά. Η μέση ηλικία γάμου αυτή την περίοδο ήταν ανάμεσα στα είκοσι πέντε και τα τριάντα χρόνια. Έτσι, πριν από τον γάμο, υπήρχε το περιθώριο μιας ολόκληρης δεκαετίας εργένικης ζωής, την οποία οι

περισσότερες νέες γυναίκες την περνούσαν ως υπηρέτριες, δουλεύοντας σε διάφορα σπίτια και δοκιμάζοντας πολλές και διάφορες διευθετήσεις ύπνου: κοιμούνταν είτε με άλλες υπηρέτριες, είτε με τις κόρες της οικογένειας, είτε με την ίδια τους

την κυρά. Υπήρχαν λοιπόν πολλές ευκαιρίες για να αναπτυχθούν σχέσεις ομόφυλης σεξουαλικής οικειότητας μεταξύ γυναικών.

Μπορεί μερικές φορές οι ανύπανδρες γυναίκες να περιθωριοποιούνται κοινωνικά στην Ευρώπη των πρώιμων νεότερων χρόνων, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν ήταν οικείες μορφές της κοινωνίας της εποχής. Είτε είχαν παιδιά είτε όχι, οι γυναίκες αυτές συχνά κρατούσαν τα ηνία της οικογενειακής τους εστίας. Επίσης, πολλές ανύπανδρες γυναίκες είχαν νοικάρηδες, ενώ μερικές

κατάφερναν να στήσουν δικές τους επιχειρήσεις. Ειδικά στη Βορειοδυτική Ευρώπη, η διαβίωση μόνο γυναικών υπό κοινή στέγη δεν ήταν ούτε ασυνήθιστη ούτε κατ’ ανάγκη προβληματική. Οι

φτωχές ανύπανδρες γυναίκες μπορεί να ζούσαν μαζί με άλλες γυναίκες για πολλά χρόνια, μετακινούμενες από κατοικία σε

Page 60: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 60

κατοικία. Οι σχέσεις που αναπτύχθηκαν μεταξύ των γυναικών αυτών παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστες για τους ιστορικούς, καθώς δεν τις κατέγραψε η επίσημη ιστορία. Ωστόσο, έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στο οικονομικό και στο κοινωνικό πεδίο. Ο Tim

Hitchcock σημειώνει ότι από τον 18ο αιώνα και μετά η ίδρυση πτωχοκομείων επέβαλε σε μεγάλο αριθμό απόρων γυναικών την από κοινού διαβίωση και τον ύπνο σε κοινά κρεβάτια ή κοινούς χώρους. Όσο κι αν ο γάμος φαίνεται πανταχού παρών στους πρώιμους νεότερους χρόνους, δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν και άλλα μονοπάτια του γυναικείου βίου.

Οι λεσβιακές δραστηριότητες δεν λάμβαναν χώρα αποκλειστικά

στο οικιακό περιβάλλον των γυναικών. Ωστόσο, η σχετική έλλειψη κοινωνικής ελευθερίας και γενικότερα η έλλειψη χώρων κοινωνικής συναναστροφής για τις γυναίκες στις περισσότερες κοινότητες της πρώιμης νεότερης εποχής σήμαινε ότι, σε σχέση με τους άντρες, ήταν πιο πιθανό να κρατήσουν τις στενότερες σχέσεις τους πίσω

από κλειστές πόρτες. Ακόμα και στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν ένα πλήθος από αστικές υποκουλτούρες αρχίζει να αναπτύσσεται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, δεν έχουμε στοιχεία που να δηλώνουν την ανάπτυξη ιδιαίτερων, λεσβιακών κοινοτήτων, αν και η χρήση λέξεων με λεσβιακές συνδηλώσεις ( όπως οι λέξεις tommy και sapphist στην Αγγλία), δείχνει ότι εκείνη την εποχή αρχίζει να

αναπτύσσεται μια αίσθηση ιδιαίτερης σεξουαλικής ταυτότητας. Στο Άμστερνταμ, μια σειρά από δίκες για τριβαδισμό μας παρέχει σπάνιες πληροφορίες για τις σεξουαλικές επαφές, τις ερωτικές αποπλανήσεις και τις σχέσεις μεταξύ των εργαζομένων γυναικών. Δύο γυναίκες, πενήντα και εξήντα χρονών αντίστοιχα, καταγγέλθηκαν στα 1750 από τη σπιτονοικοκυρά τους επειδή

ζούσαν σαν να ήταν άντρας και γυναίκα, αγγίζοντας η μια την άλλη κάτω από τη φούστα τους και το στήθος. Άλλες πάλι τις συνέλαβε η νυχτερινή περίπολος, ενώ μια ομάδα πέντε γυναικών αναφέρθηκε στις αρχές, όταν οι γείτονες τους είδαν τι έκαναν μέσα από μια

κλειδαρότρυπα και δημιούργησαν πανδαιμόνιο. Για την Άννα Γκράμπου, που συνελήφθη στα 1797, λεγόταν ότι τις προσέγγισε

μία από τις ερωμένες της την ώρα που στεκόταν μαζί και παρατηρούσαν ένα γυμνό αγόρι να κολυμπάει στο κανάλι. Για να την προσεγγίσει της είπε: « έχεις κάτι μέσα σου που προσελκύει τόσο τα αρσενικά όσο και τα θηλυκά». Τα λόγια που έλεγε η Γκραμπού σε τέτοιες περιπτώσεις παραπέμπουν σε ένα σεξουαλικό λεκτικό ιδίωμα που μπορεί να μην ήταν αποκλειστικά λεσβιακό,

μπορούσε όμως εύκολα να ερμηνευτεί ως ένας τρόπος έκφρασης της γυναικείας σεξουαλικής επιθυμίας. Για παράδειγμα, σε μια άλλη περίπτωση η Γκράμπου λέει σε μια άλλη γυναίκα: « Όμορφο

λουλούδι, δεν είσαι τόσο ωραίο πάνω από τη φούστα σου όσο από κάτω».

Page 61: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 61

Τα πορνεία ίσως να ήταν ένα από τα μέρη όπου γίνονταν οι λεσβιακές επαφές ( μερικές από τις γυναίκες που συνελήφθησαν στο Άμστερνταμ ήταν πόρνες). Επίσης, οι φυλακές, όπως αναπτύχθηκαν σε όλη την Ευρώπη κατά τον 18ο αιώνα, σίγουρα

παρείχαν πολλές ευκαιρίες για τέτοιες σχέσεις. Στα 1750 η Ζενεβιέβ Πομιέ, μια τριανταπεντάχρονη Παριζιάνα κεντήστρα, φυλακίστηκε επειδή διακινούσε παράνομα εφημερίδες. Τη βοήθησε να βγει από τη φυλακή μια άλλη γυναίκα, η επονομαζόμενη « η Στραταρχίνα». Στη συνέχεια η γυναίκα αυτή άρχισε να της λέει ότι την έχει ερωτευτεί τρελά και ότι της έκανε

μεγάλη εντύπωση που η Ζενεβιέβ δεν είχε μάθει στη φυλακή

Σαλπετριέρ τι σημαίνει καλή φίλη ή τι είδους « φιλικές εξυπηρετήσεις κάνει η μια φίλη στην άλλη» - και τα δύο πράγματα αυτά της τα εξήγησε με φιλιά, τρυφερά αγκαλιάσματα και « απότομες και έντονες κινήσεις». Για τη Βασιλική Φυλακή της Σεβίλλης του 16ου αιώνα λεγόταν ότι οι φυλακισμένες συνήθιζαν να

φτιάχνουν μόνες τους τεχνητά πέη, να τα φορούν και να περπατούν καμαρωτά πάνω κάτω, κρώζοντας σαν κοκόρια. Για πολλές γυναίκες, το σεξ και η σωματική οικειότητα είχαν μια πνευματική διάσταση. Η θρησκεία και το σεξ ήταν δύσκολο να διαχωριστούν στους πρώιμους νεότερους χρόνους: η θεία ή η σατανική έμπνευση εξηγούσε την επιθυμία, τον πόθο και την

αμαρτία. Οι άγγελοι, τα δαιμόνια και τα πνεύματα λειτουργούσαν σαν σεξουαλικές περσόνες ή σαν διαμεσολαβητές και οι γυναίκες που καταλαμβάνονταν από δαίμονες παρασύρονταν σε πράξεις που δεν θα έκαναν ποτέ με τη θέληση τους. Κατά τον πρώιμο 17ο αιώνα, σε ένα ιταλικό μοναστήρι, η Μπενεντέτα Καρλίνι άρχισε να βλέπει οράματα και να δέχεται τα στίγματα. Ωστόσο, όταν οι

ισχυρισμοί της διερευνήθηκαν και αποδείχθηκαν ψευδείς, προέκυψε μια άλλου τύπου αποκάλυψη: η συγκάτοικος της στο κελί είχε εξαναγκαστεί να συμπράξει μαζί της « ε εξαιρετικά άσεμνες πράξεις». Ξαπλώνοντας από πάνω της σαν να ήταν άντρας,

η Μπενεντέτα κουνιόταν τόσο πολύ ώστε κατέληξαν να διαφθαρούν και οι δύο. Η Μπενεντέτα είπε στη σύντροφο της ότι αυτά τα

πράγματα τα προκαλούσε ένας αρσενικός άγγελος και ήταν ένα ιδιαίτερο είδος θεϊκής παρέμβασης. Η παρουσία του αρσενικού αγγέλου δεν δικαιολογούσε απλώς στα μάτια των δύο καλογριών τη σεξουαλική τους επαφή, αλλά επίσης προσέδιδε στην Μπενεντέτα μια νέα δυναμική ταυτότητα. Η θρησκευτικότητα καθώς και η μίμηση του αρσενικού σεξουαλικού ρόλου ήταν ζητήματα

κεντρικής σημασίας για τη σεξουαλική έκφραση των δύο γυναικών. Η αφοσίωση στη θρησκεία έδινε σε πολλές γυναίκες της πρώιμης νεότερης εποχής τη δυνατότητα να παρατήσουν τους άντρες τους

για χάρη άλλων γυναικών – δηλαδή, να αφήσουν εκουσίως τις οικογένειες τους και να πάνε να ζήσουν με τις αδελφές ή φίλες

Page 62: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 62

τους. Στην καθολική Ευρώπη, η μοναστική ζωή έδινε στις γυναίκες την ευκαιρία να μελετήσουν και να διαλογιστούν μακριά από τους άντρες, απαλλαγμένες από τα καθήκοντα του γάμου. Στις προτεσταντικές χώρες, η πρόοδος των ριζοσπαστικών σεκτών

εξαρτιόταν πολύ συχνά από την αφοσίωση των γυναικών μελών τους και από τους στενούς δεσμούς που αναπτύσσονταν μεταξύ τους. Κάποιες από αυτές τις γυναίκες εγκατέλειπαν συζύγους και παιδιά προκειμένου να ταξιδέψουν και να κηρύξουν μαζί με τις ομοϊδεάτισσες τους τον λόγο του θεού. Παρόλο που δεν διαθέτουμε συγκεκριμένα στοιχεία για το πώς εκφράζονταν σεξουαλικά αυτές

οι γυναίκες, οι σχέσεις τους έχουν μεγάλη σημασία για τη

λεσβιακή ιστορία: μας παρέχουν το ακατέργαστο υλικό για μια ιστορία των λεσβιακού τύπου συμπεριφορών. Ταυτότητες και κοινότητες

Συνθήκες σαν αυτές που περιγράψαμε διαμόρφωσαν έναν κόσμο όπου το λεσβιακό σεξ ήταν αόρατο ή αδύνατο στο ρητορικό πλαίσιο της κυρίαρχης ιδεολογίας, όχι όμως και στη σφαίρα της πραγματικότητας. Υπήρχε μια γλώσσα, τόσο λεκτική όσο και σωματική, μέσα από την οποία εκφραζόταν η λεσβιακή επιθυμία. Κατηγορίες σαν αυτές του ερμαφρόδιτου και της τριβάδας

εμπεριείχαν σημαντικές αποχρώσεις ηθικής απαξίωσης και παρέπεμπαν στις ανησυχίες που εξέφραζε ο ιατρικός λόγος. Παράλληλα, οι ιστορίες για τους θηλυκούς συζύγους καθώς και οι ερωτικά φορτισμένες φιλίες των γυναικών αντιπροσώπευαν τρόπους δημιουργίας αλλά και απόκρυψης των στενών σχέσεων οικειότητας που μπορούσαν να αναπτυχθούν ανάμεσα στις γυναίκες. Δυστυχώς

δεν διαθέτουμε παρά μόνο περιορισμένες και αποσπασματικές ενδείξεις σχετικά με του τρόπους με τους οποίους οι γυναίκες της εποχής επεδίωκαν την ικανοποίηση των ερωτικών επιθυμιών τους για άλλες γυναίκες. Οι σεξουαλικές πρακτικές που έφταναν στο

φώς της δημοσιότητας ήταν διεισδυτικού και φαλλικού τύπου. Έτσι, οι λιγότερο φαλλοκεντρικές σεξουαλικές πρακτικές, όπως

ήταν το σεξ του στήθους στο οποίο επιδίδονταν δύο γυναίκες του 19ου αιώνα, διαφεύγουν συνήθως από τη ματιά των ιστορικών. Εξίσου σπάνιες είναι και οι περιγραφές των ίδιων των γυναικών γι’ αυτό που σήμερα ονομάζουμε σεξουαλικότητα. Όταν τους ζητούσαν να εξηγήσουν τις πράξεις τους, οι γυναίκες που κατηγορούνταν για παρά φύσιν σεξουαλικές δραστηριότητες πολλές

φορές έλεγαν ότι τις παρακίνησε ο διάβολος – όπως έκανε η Κατερίνα Μαργαρίτα Λινκ. Ωστόσο, η Κατερίνα υποστήριξε επίσης ότι δεν ήταν κακό που ντύθηκε άντρας, γιατί αυτό απαγορευόταν

μόνο στις παντρεμένες γυναίκες, όχι στις ανύπαντρες κοπέλες. Παρόλο που ήταν παντρεμένη, περιέγραψε τον εαυτό της ως

Page 63: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 63

ανύπαντρη κοπέλα. Όμως, υπό την πίεση της ανάκρισης, παραδέχτηκε ότι «συχνά, όταν την άγγιζε μια γυναίκα, ακόμα και ελαφρά, ξυπνούσε μέσα της τέτοιο πάθος, που δεν ήξερε τι να κάνει». Αυτή η δήλωση μας δίνει την ιδέα για το δίλημμα που

έθεταν στην Κατερίνα οι σεξουαλικές της επιθυμίες. Η Έιμυ Πούλτερ επέμενε πως δεν ήταν ερμαφρόδιτη και πως είχε παντρευτεί την Αραμπέλα Χαντ για πλάκα, η Αραμπέλα είπε πως είχε πιστέψει πως ο σύζυγος της ήταν άντρας. Η Μπενεντέτα Καρλίνι επέμενε ότι οι σεξουαλικές συνευρέσεις με τη συγκάτοικο της στο κελί ήταν μέρος μιας ευρύτερης πνευματικής εμπειρίας. Η

γνωστή ιστορία του θηλυκού συζύγου αναδείχθηκε σε ισχυρό

περιγραφικό μοντέλο της σχέσης μεταξύ δύο γυναίκων. Υπήρχαν όμως και πολλά άλλα σεξουαλικά σενάρια που παρέμειναν κρυφά. Ακόμα και οι αντιλήψεις που έχουμε σήμερα για τη σεξουαλική επαφή δεν συνάδουν με τις αντιλήψεις των πρώιμων νεότερων χρόνων. Η κατασπατάληση του ανδρικού ή του γυναικείου

σπέρματος θεωρούνταν τότε ηθικό και κοινωνικό έγκλημα, που στρεφόταν εναντίον της οικογένειας, ωστόσο τα απόκρυφα σωματικά αγγίγματα μπορεί και να ήταν μέρος των περίπλοκων ομοκοινωνικών σχέσεων της εποχής. Στην Ευρώπη, καθ’ όλη τη διάρκεια των πρώιμων νεότερων χρόνων, υπήρχαν πλήθος δυνητικοί τρόποι έκφρασης της

λεσβιακής επιθυμίας. Οι ιδέες άλλαζαν. Σταδιακά, η νοητική σύνδεση ανάμεσα στον τριβαδισμό, στην υπερτροφία της κλειτορίδας και στον ερμαφροδιτισμό – δηλαδή το νοητικό σχήμα που προσέδωσε στη λεσβιακή επιθυμία μια αναγνωρίσιμη σωματική διάσταση – ατόνησε σημαντικά. Ωστόσο, η διεστραμμένη, ανοίκεια μορφή της τριβάδας επιβίωσε. Από τον 18ο αιώνα και

μετά, δεν ήταν πια τόσο εύκολο να συνδεθούν οι ιστορίες για τους θηλυκούς συζύγους με την παρθενική αγνότητα και τον ηρωισμό. Παράλληλα, παρόλο που όλο και περισσότερες γυναίκες περνούσαν τη ζωή τους εκτός γάμου, οι ανανεωμένες ιδέες για τον

ετεροφυλοφιλικό γάμο άρχισαν να περιθωριοποιούν αυτές τις ανύπανδρες γυναίκες, καθώς και τις μεταξύ τους σχέσεις. Από τα

τέλη του 18ου αιώνα και εξής, προϋπάρχουσα ιδέα ότι ο λεσβιασμός ήταν « η αδύνατη αγάπη και η σιωπηρή αμαρτία» όχι μόνο επιβίωσε αλλά και ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο, εξαιτίας της επικράτησης μιας νέας αντίληψης για τη γυναικεία σεξουαλικότητα, που ήθελε τις γυναίκες εκ φύσεως σεμνές και ασεξουαλικές. Ίσως η ανάπτυξη τόσων πολλών διαφορετικών

τρόπων να είναι μια γυναίκα λεσβία ή, έστω λεσβιακού τύπου γυναίκα – συχνά στα κρυφά, και χωρίς να αφήνει πίσω της ιστορικά ίχνη – να οφείλεται σε αυτήν ακριβώς την ιδέα της

γυναικείας αγνότητας. Στη δεκαετία του 1840 η Αν Λίστερ, που καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια του Γιορκσάιρ,

Page 64: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 64

κατέγραψε λεπτομερώς στο ημερολόγιο της τις σεξουαλικές περιπέτειες με άλλες γυναίκες. Στα κείμενα της ήταν αρκετά σαφής ως προς το ότι η ίδια, αλλά και άλλες γυναίκες που γνώριζε, έτρεφαν ιδιαίτερη συμπάθεια για τις άλλες γυναίκες. Συγχρόνως

όμως δεν είχε πρόβλημα να δηλώνει στο φιλικό της περιβάλλον ότι της ήταν αδύνατο να καταλάβει τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν για τις λεσβιακές δραστηριότητες της Μαρίας Αντουανέτας. Επίσης, άκουγε με μεγάλη προσήλωση και επιδοκίμαζε τα κηρύγματα που βασίζονταν στα λόγια του απόστολου Παύλου, ο οποίος αναθεματίζει τις παρά φύσιν πράξεις

μεταξύ γυναικών. Τέλος, δεν θεωρούσε τον εαυτό της σαπφίστρια.

Είναι φανερό λοιπόν ότι πολλά από τα πράγματα που ταυτίζουμε σήμερα με τον λεσβιασμό δεν είχαν κανένα νόημα για εκείνη προσωπικά, κι αυτό πρέπει να ίσχυε για τις περισσότερες γυναίκες των πρώιμων νεότερων χρόνων που έκαναν σεξ με άλλες γυναίκες. Αυτού του είδους οι αναγκαίες διευκρινίσεις και οι εγγενείς

περιπλοκές δεν καθιστούν αδύνατη τη μελέτη ή τη συγγραφή μιας ιστορίας του λεσβιασμού της πρώιμης νεότερης περιόδου, απλώς μας θυμίζουν πως είναι απαραίτητο να ακούσουμε τις διαφορετικές φωνές του

Page 65: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 65

Η ανδρική ομοφυλοφιλία την εποχή του Διαφωτισμού και

της Γαλλικής Επανάστασης.

Στα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στις δεκαετίες του1680 και του 1850, η Ευρώπη γνώρισε σημαντικές εξελίξεις στο πεδίο των ομόφυλων σχέσεων, ιδιαίτερα εκείνων μεταξύ αντρών. Πρώτον, σ’ αυτή την περίοδο, στα σημαντικότερα αστικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερη υποκουλτούρα, την οποία κάποιοι ιστορικοί ονομάζουν αναχρονιστικά γκέι. Δεύτερον, κατά

τον 18ο αιώνα, οι διανοούμενοι άρχισαν να συζητούν τον σοδομισμό

με κοσμικούς όρους αντί για θρησκευτικούς. Και τρίτον, στις περισσότερες χώρες, η αναθεώρηση των ποινικών κωδικών κατά τον ύστερο 18ο αιώνα και στις αρχές του 19ου άλλαξε σημαντικά τη νομική αντιμετώπιση των σοδομιτών.

Η ομοφυλοφιλική υποκουλτούρα

Ο σοδομισμός δεν γνώριζε εθνικά σύνορα στην Ευρώπη των πρώιμων νεότερων χρόνων, έστω και αν οι άνθρωποι της εποχής, είχαν την τάση να αποδίδουν αυτού του είδους τη συμπεριφορά

στους αλλοδαπούς και στους ξένους, όπως για παράδειγμα στους απολίτιστους Τούρκους και Ρώσους, ή, φτάνοντας στο άλλο άκρο, στους υπερβολικά εκλεπτυσμένους Ιταλούς. Πράγματι, η φήμη της Ιταλίας ήταν τέτοια, που εκφράσεις όπως «η ιταλική διαστροφή» ή «η ιταλική σχολή» αποτελούσαν συνηθισμένα κωδικά συνώνυμα του σοδομισμού. Για παράδειγμα, στα 1749, μια αγγλική φυλλάδα

περιέγραφε την Ιταλία ως «μητέρα και τροφό της σοδομίας» όπου ο κύριος πιο συχνά ερωτοτροπεί κρυφά με τον νεαρό ευνομούμενο του παρά με μια ωραία κυρία. Στην πραγματικότητα, περιστασιακές ομόφυλες σχέσεις συνάπτονταν σε όλη την Ευρώπη,

με τη συμμετοχή είτε ενηλίκων αντρών είτε εφήβων. Οι περισσότεροι άντρες ζούσαν, εργάζονταν και ανέπτυσσαν κοινωνικές

σχέσεις σχεδόν αποκλειστικά με άλλους άντρες – πράγμα που ίσχυε πολύ περισσότερο για τους κληρικούς, για τους άγαμους μαθητευόμενους τεχνίτες και τους ειδικευμένους εργάτες, για τους στρατιώτες και τους ναύτες και για τα αγόρια σε σχολεία και οικοτροφεία. Τα αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα. Επιπρόσθετα, οι άντρες που ήταν μέλη της ίδιας οικογένειας, οι συνάδελφοι ή

ακόμα και κάποιοι άντρες απολύτως ξένοι μεταξύ τους μοιράζονταν συχνά το ίδιο κρεβάτι χωρίς δεύτερη σκέψη. Ένα αγγλικό ποιηματάκι της δεκαετίας του 1770 προειδοποιούσε χιουμοριστικά

τους ταξιδιώτες για τους κινδύνους που διέτρεχαν αν τύχαινε να κοιμηθούν με άλλον άντρα σε κάποιο πανδοχείο ως εξής: « Ετούτο

Page 66: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 66

τον κανόνα ακολούθα: ποτέ μην κατεβάσεις τις τιράντες και στον ζωογόνο ύπνο κοίτα μη δοθείς αλλιώς οι πιθανότητες είναι μία προς δέκα, πως γαμημένος ενώ κοιμάσαι θα βρεθείς». Απ’ ότι φαίνεται, πολλοί έφηβοι αντιμετώπιζαν το σεξ σαν ένα απλό παιχνίδι, μια

ευχαρίστη απαγορευμένη αταξία. Για παράδειγμα, τέσσερα δεκαεξάχρονα αγόρια από αγροτικές οικογένειες που συνελήφθησαν το 1751 στην Ολλανδία θεωρούσαν ότι δεν είχαν κάνει τίποτα περισσότερο από αυτό που είχαν δει να κάνουν μεταξύ τους άντρες και γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Ένα παρόμοιο περιστατικό συνέβη και σε μια μικρή ισπανική πόλη στα τέλη της

δεκαετίας του 1760: έξι αγόρια ηλικίας από εννέα μέχρι

δεκατεσσάρων χρονών, πέρασαν μια μέρα στους αγρούς φτιάχνοντας θημωνιές από στάχια. Στο τέλος της ημέρας γδύθηκαν και άρχισαν να αυνανίζουν το ένα το άλλο. Την επόμενη μέρα επανέλαβαν την ίδια διαδικασία και στη συνέχεια, το μεγαλύτερο αγόρι άρχισε να ρίχνει τους υπολοίπους μπρούμυτα επάνω στα

στάχια και να τους σοδομίζει. Τα σχολεία- οικοτροφεία ήταν διαβόητα για τέτοιου είδους σεξουαλικές αταξίες, ιδίως στην Αγγλία. Με το που έφτασε ο ενδεκάχρονος Γουίλιαμ Μέικπις Θάκερυ στο Τσάρτερχαουζ στα 1822, ένα αγόρι τον προσκάλεσε σε σεξουαλικά παιχνίδια, λέγοντας του « Έλα να με κουτουπώσεις». Ο Τζών Άντιγκτον Σύμονς θυμόταν αργότερα τον ζωώδη πόθο και τα

παιχνίδια των γυμνών αγοριών όταν ήταν μαζί στο κρεβάτι στο Χάροου κατά τη δεκαετία του 1850. Αρκετοί μονάρχες των πρώιμων νεότερων χρόνων είχαν τη φήμη ότι ήταν σοδομίτες, όπως ο Γουλιέλμος ο τρίτος της Αγγλίας, ο Φρειδερίκος ο Μέγας της Πρωσίας και ο Γουσταύος ο τρίτος της Σουηδίας. Ο Λουδοβίκος ο δέκατος τέταρτος της Γαλλίας

προτιμούσε τις γυναίκες, αλλά ο αδελφός του, ο δούκας της Ορλεάνης. συγκέντρωσε επιδεικτικά γύρω του έναν κύκλο αντρών ευνοουμένων. Σε αυτές τις μοναρχικές αυλές, τα ανδρικά φιλικά και σεξουαλικά δίκτυα ήταν εκείνα που καθόριζαν τους τρόπους

διανομής της πατρονίας, της εύνοιας και των υλικών επιβραβεύσεων. Αλλά και πέρα από τον κλειστό κόσμο των

αριστοκρατών της βασιλικής αυλής, τουλάχιστον στις μεγαλύτερες πόλεις, υπήρχαν εν μέρει συγκαλυμμένοι σοδομιτικοί κύκλοι, με μέλη που προέρχονταν από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Ο Σάμουελ Πέπυς, γράφοντας από το Λονδίνο, ανέφερε ότι άκουσε να λένε στ 1663 « ότι ο σοδομισμός είναι πλεόν εξίσου διαδεδομένο φαινόμενο ανάμεσα στους ευγενείς μας νέους όσο και στην Ιταλία,

κι ότι ακόμα και οι ίδιοι οι νεαροί ευνομούμενοι της πόλης έχουν αρχίσει να παραπονιούνται στους κυρίους τους γι΄αυτό». Στα 1783 ένας Γάλλος παρατηρητής των κοινωνικών πραγμάτων επισήμανε

ότι αυτή η διαστροφή έχει γίνει τόσο πολύ της μόδας, που δεν υπάρχει σήμερα κανένα κοινωνικό στρώμα, από τους δούκες ως

Page 67: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 67

τους υπηρέτες και τους απλούς ανθρώπους, που να μην έχει προσβληθεί από αυτήν. Παρόλο που αυτή η αστική υποκουλτούρα άρχισε να έρχεται στο φως γύρω στα 1700, δεν αποκλείεται να προϋπήρχε ήδη για δύο ή

τρεις γενιές. Καθώς σχεδόν όλες οι σχετικές πληροφορίες που διαθέτουμε προέρχονται από πηγές που αποτελούν προϊόντα των μηχανισμών καταστολής - αστυνομικές αναφορές, δικαστικά πρακτικά και καταγγελίες των φανατικών ηθικολόγων – και επειδή οι μέθοδοι κοινωνικής επιτήρησης πριν από ύστερο 17ο αιώνα ήταν σπασμωδικού χαρακτήρα, οι πληροφορίες που έχουμε για τα

προηγούμενα είναι λίγες και αποσπασματικές. Η ύπαρξη μιας

ομοφυλοφιλικής υποκουλτούρας ήταν πιο εμφανής στο Παρίσι, το Λονδίνο και το Άμστερνταμ, ακριβώς επειδή εκεί οι δυνάμεις της τάξης βρίσκονταν σε μεγαλύτερη εγρήγορση απ’ ότι σε άλλα μέρη. Το Παρίσι απέκτησε μια αποτελεσματική αστυνομική δύναμη στα 1667 και από τη δεκαετία του 1690 οι αστυνομικοί άρχισαν να

κάνουν περιπολίες εκεί όπου γινόταν ψωνιστήρι, ενώ παράλληλα επιτηρούσαν και τα κέντρα διασκέδασης στα οποία συναντιόνταν οι σοδομίτες. Στην Αγγλία, οι Σύλλογοι για την αναμόρφωση των τρόπων συμπεριφοράς αποσκοπούσαν στην κάθαρση της κοινωνίας από την ανηθικότητα. Ένα φυλλάδιο τους στα 1699, απειλούσε να αποκαλύψει τα σκανδαλώδη στέκια των σοδομιτών του Λονδίνου

και πράγματι αυτό ακριβώς έκαναν οι σύλλογοι. Οι αρχές των κάτω χωρών εξαπέλυσαν στα 1730 μια εκστρατεία πλήρους εξάλειψης του σοδομισμού από τις Ενωμένες Επαρχίες των Κάτω Χωρών, η οποία θεωρήθηκε «κυνήγι μαγισσών» ή ακόμα «γενοκτονία των γκέι» από κάποιους ιστορικούς. Οι Ολλανδοί σοδομίτες έγιναν οι αποδιοπομπαίοι τράγοι σε μια περίοδο κοινωνικού πανικού, τον

οποίο τροφοδοτούσε η μακροχρόνια οικονομική και πολιτική δυσπραγία, σε συνδυασμό με μια σειρά από καταστροφικές πλημμύρες, που ήγειραν φόβους ότι ο Θεός είχε εγκαταλείψει την πολιτεία των Κάτω Χωρών εξαιτίας των αμαρτωλών συνηθειών των

πολιτών της. Η υποκουλτούρα που αποκάλυψαν τα μέτρα καταστολής ήταν

εντυπωσιακά παρόμοια και στις τρεις χώρες. Οι σοδομίτες όχι μόνο ψωνίζονταν, αλλά ενίοτε έκαναν και σεξ δημοσίως σε πάρκα και στους κήπους της πόλης, στους δρόμους και τις λεωφόρους, στις πλατείες και στις δημόσιες τουαλέτες, όπως στα ουρητήρια που βρίσκονταν κάτω από τις γέφυρες του Άμστερνταμ ή στα αφοδευτήρια του Lincoln’s Inn στο Λονδίνο. Κάθε πόλη είχε βέβαια

τα δικά της ιδιαίτερα μέρη: το Παρίσι τις όχθες του Σηκουάνα, το Λονδίνο τις στοές του Κόβεντ Γκάρντεν και το Άμστερνταμ την πλατεία κάτω από το δημαρχείο της πόλης. Για τις Ολλανδικές

κάτω χώρες, έχουμε δικαστικά έγγραφα που αναφέρουν τις δημόσιες τουαλέτες του Ρότερνταμ, του Σιένταμ και της Γκούντα,

Page 68: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 68

ένα δασάκι έξω από τη Χάγη, τις όχθες ενός καναλιού στο Λάιντεν και τον πύργο του καμπαναριού μιας εκκλησίας στην Ουτρέχτη. Οι σοδομίτες σύχναζαν επίσης τακτικά σε κάποια καπηλειά, οι ιδιοκτήτες των οποίων εκμεταλλεύονταν επιχειρηματικά τις

ιδιαίτερες προτιμήσεις των πελατών τους κρατώντας κάποια δωμάτια κενά για αποκλειστική τους χρήση. Ένα από τα «σπίτια των Mollies» στο Λονδίνο ήταν το επονομαζόμενο Mother Clap’s, στο οποίο έκανε έφοδο η αστυνομία στα 1726. Ένας πληροφοριοδότης που το είχε επισκεφθεί είπε ότι είχε βρει εκεί 40 με 50 άντρες να κάνουν έρωτα ο ένας στον άλλο, όπως έλεγαν οι

ίδιοι. Μερικές φορές κάθονταν ο ένας στα πόδια του άλλου,

αντάλλασαν χυδαία φιλιά και χρησιμοποιούσαν τα χέρια τους με ανάρμοστο τρόπο. Ύστερα μπορεί να σηκώνονταν, να χόρευαν και να υποκλίνονταν, μιμούμενοι τον τόνο της φωνής των γυναικών. Μετά αγκαλιάζονταν, έκαναν διάφορα παιχνίδια μεταξύ τους και αποχωρούσαν σε ζευγάρια για ένα άλλο δωμάτιο του ίδιου ορόφου,

όπου πήγαιναν για να παντρευτούν όπως έλεγαν οι ίδιοι. Έτσι συμπεριφέρονταν και οι Παριζιάνοι σοδομίτες, σύμφωνα με μια αστυνομική αναφορά του 1748 που περιέγραφε τα τεκταίνομενα σε μερικά από τα πιο κακόφημα ταβερνεία της πόλης: Έβαζαν μαντίλια στο κεφάλι τους μιμούμενοι τις γυναίκες και υιοθετώντας επιδεικτικούς τρόπους συμπεριφοράς σαν των γυναικών. Όποτε

κατέφθανε εκεί κάποιος καινούριος νεαρός, τον φώναζαν « η Νύφη» και γινόταν το επίκεντρο της προσοχής όλων. Συνήθως οι σοδομίτες επιδίδονταν στον αυνανισμό και την πρωκτική συνουσία. Οι πηγές της εποχής σπάνια αναφέρουν φιλιά στο στόμα ή στοματικό σεξ. Ένας Βρετανός ιστορικός το αποδίδει αυτό στις κακές συνθήκες υγιεινής : « η μυρωδιά των σωματικών εκκρίσεων, τα ίχνη των

κοπράνων και των ούρων, ο ιδρώτας, τα βακτήρια. η σκόνη και η βρωμιά κάτω από τη βάλανο του πέους περιόριζαν τους τρόπους σεξουαλικής ικανοποίησης». Ένας άλλος Ολλανδός ιστορικός, το αποδίδει στην «έλλειψη σεξουαλικής καλλιέργειας μεταξύ των

κατώτερων τάξεων», με αποτέλεσμα « το σεξ για περισσότερους ανθρώπους, να ταυτίζεται αποκλειστικά με τη διείσδυση, τίποτε

περισσότερο και τίποτε λιγότερο». Έχουμε ελάχιστες ενδείξεις για την ύπαρξη μιας ιδιαίτερης σοδομιτικής υποκουλτούρας σε άλλες πόλεις του 18ου αιώνα, γεγονός που δεν αποκλείει βέβαια την ύπαρξη της – απλώς φαίνεται ότι σε άλλα μέρη η κοινωνική επιτήρηση δεν ήταν τόσο εντατική ώστε να προκύψουν σχετικά στοιχεία. Πάντως, ένα

γαλλικό πορνογραφικό μυθιστόρημα. που εκδόθηκε στα 1784, αναφέρεται στην ύπαρξη σοδομιτικών κύκλων στη Ρώμη, στην Αγία Πετρούπολη, στο Βερολίνο, στη Βιέννη και τη Στοκχόλμη, λέγοντας

ότι σε αυτές τις πόλεις « οι διεστραμμένοι άντρες που έχουν σοδομιτικά γούστα μπορούν να τα ικανοποιήσουν με λίγα

Page 69: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 69

χρήματα». Οι θερμοί αδελφοί του Βερολίνου είχαν αναμφίβολα αναπτύξει εκεί μια εκτεταμένη υποκουλτούρα πριν από το γύρισμα του αιώνα. Και παρόλο που ένας ιστορικός που έχει ασχοληθεί με τους σοδομίτες του Αμβούργου υποστηρίζει ότι αυτό το μεγάλο

λιμάνι δεν διέθετε καμία τέτοια υποκουλτούρα, η σύλληψη καμπόσων σοδομιτών σε μια ταβέρνα στα 1790 καταδεικνύει ότι πρέπει να υπήρχαν τουλάχιστον κάποιες κοινωνικές επαφές μεταξύ τους. Το πιο εμφανές χαρακτηριστικό της υποκουλτούρας των σοδομιτών ήταν η κραυγαλέα θηλυπρέπεια κάποιων από αυτούς ,

οι οποίοι ντύνονταν σαν γυναίκες, μιμούνταν την κινησιολογία και

τον τρόπο ομιλίας των γυναικών και ενίοτε υιοθετούσαν γυναικεία παρατσούκλια. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως οι σοδομίτες εμφανίζονταν με γυναικεία αμφίεση στην καθημερινή τους ζωή : για παράδειγμα, η Φάνυ Μάρυ ήταν στην πραγματικότητα ένας αθλητικός βαρκάρης, ενώ η Λούσυ Κούπερ ένας πολύ γεροδεμένος

καρβουνιάρης. Επίσης, δεν ενέκριναν όλοι οι σοδομίτες αυτού του είδους την προκλητική παραβατική συμπεριφορά. « Δεν μπορείτε να φερθείτε σαν άντρες αντί να συμπεριφέρεστε σαν γυναίκες;» ρωτούσε τους συντρόφους του ένας Παριζιάνος σοδομίτης στα μέσα του 18ου αιώνα. Ένας άλλος πάλι αναρωτιόταν έκπληκτος: « Μα πώς είναι δυνατόν! Είστε άντρες και παίρνετε γυναικεία ονόματα;».

Είναι πράγματι δύσκολο να ερμηνεύσουμε αυτή τη θηλυπρέπεια. Μήπως αποτελούσε διακήρυξη της σεξουαλικής διαθεσιμότητας αυτών των αντρών για άλλους άντρες; Ή μήπως για μια περιπαικτικού τύπου αποδοχή της κρατούσας κοινωνικής αντίληψης ότι οι σοδομίτες δεν ήταν πραγματικοί άντρες; Όπως και να είχαν τα πράγματα, η θηλυπρεπής εμφάνιση κάποιων

τουλάχιστον σοδομιτών, τους έκανε αναγνωρίσιμους όταν περπατούσαν στο δρόμο. Στα 1768 ένας Ολλανδός συγγραφέας ισχυρίστηκε ότι ο καθένας θα μπορούσε να διακρίνει τους σοδομίτες από τα άτριχα μαγουλά τους, τον τρόπο ομιλίας τους, το

κούνημα της λεκάνης και το έκφυλο βλέμμα τους. Στη δεκαετία του 1780, η παρισινή αστυνομία συστηματικά σταματούσε στο

δρόμο για έλεγχο άντρες που είχαν « εμφάνιση και ύφος παιδεραστή», ενώ υπήρχαν και φορές που περαστικοί με εχθρικές διαθέσεις εξαπέλυαν επιθέσεις εναντίον τους. Ο Randolph Trumbach, μεταξύ άλλων ιστορικών, έχει υποστηρίξει ότι η νέα υποκουλτούρα ήταν η πιο σημαντική διάσταση μιας γενικότερης « επανάστασης του φύλου» που έλαβε

χώρα στη βορειοδυτική Ευρώπη κατά την περίοδο 1690-1725. Έως τότε, κάτω από ορισμένες συνθήκες, οποιοσδήποτε άντρας μπορούσε να νιώσει επιθυμία για έναν άλλον άντρα και να δράσει

ανάλογα. Ο τυπικός σοδομίτης ήταν ο άσωτος λιμπερτίνος που αναλάμβανε τον ενεργητικό σεξουαλικό ρόλο στις σχέσεις που

Page 70: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 70

σύνηπτε είτε με γυναίκες είτε με έφηβα αγόρια με άλλα λόγια ταυτιζόταν με τον φορέα της σεξουαλικής διείσδυσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του τύπου σοδομίτη ήταν ο υποκόμης του Ρότσερ, ο οποίος περιφερόταν «με την ερωμένη του

στο ένα μπράτσο και το νεαρό ερωμένο του στο άλλο». Αντίθετα, από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά, οι περισσότεροι άντρες προσανατόλισαν την έκφραση της σεξουαλικής τους επιθυμίας αποκλειστικά προς γυναίκες. Οι σοδομίτες διαχώρισαν τότε τους εαυτούς τους από την πλειονότητα των αντρών και μάλιστα κατέληξαν να χάσουν εξ’ ολοκλήρου την ανδρική τους ταυτότητα,

επιλέγοντας να προσχωρήσουν σε μια αξιολύπητη κοινωνική

μειονότητα, αυτή των θηλυπρεπών, που μιμούνταν τις γυναίκες και έκαναν αποκλειστικά σεξ με άντρες, οι οποίοι ήταν ως επί των πλείστων ενήλικες. Ωστόσο, το ερμηνευτικό μοντέλο του Trumbach δεν έχει γίνει αποδεκτό από όλους. Δεν υπάρχουν ισχυρά στοιχεία που να δείχνουν ότι στην πλειονότητα τους οι σοδομίτες του 16ου

και του 17ου αιώνα ένιωθαν την ίδια σεξουαλική επιθυμία για τα νεαρά αγόρια και τις γυναίκες. Αντίθετα, είναι πολύ πιθανόν κατά τους πρώιμους νεότερους χρόνους να συνυπήρχαν παράλληλα διάφοροι τύποι ομόφυλης επιθυμίας όπως άλλωστε συνέβαινε και σε άλλες εποχές, συμπεριλαμβανομένης και της δικής μας. Η δούκισσα της Ορλεάνης περιέγραψε την κατάσταση που

επικρατούσε στη Γαλλία στα 1705 ως εξής: Υπάρχουν σοδομίτες κάθε είδους. Υπάρχουν αυτοί που μισούν τις γυναίκες και μπορούν να αγαπήσουν μόνο άντρες. Άλλοι πάλι αγαπούν και τους άντρες και τις γυναίκες. Άλλοι αγαπούν μονάχα τα παιδιά των 10 ή των 11 χρόνων, και άλλοι τους νεαρούς άντρες ανάμεσα στα 17 και τα 25, η τελευταία δε κατηγορία είναι και η πιο πολυάριθμη.

Ο νόμος

Σχεδόν παντού στην Ευρώπη της πρώιμης νεότερης εποχής ο νόμος προέβλεπε την ποινή του θανάτου για το αδίκημα του

σοδομισμού, συνήθως με τη μέθοδο του καψίματος στην πυρά. Ωστόσο, οι Βρετανοί προτιμούσαν να κρεμούν τους σοδομίτες τους, ενώ οι κάτω χώρες εγκατέλειψαν τη μέθοδο της πυράς από τα μέσα του 17ου αιώνα, αντικαθιστώντας την με την εκτέλεση δια στραγγαλισμού ή δια πνιγμού μέσα σε βαρέλι. Στη δεκαετία του 1760. ο διάσημος Βρετανός νομικός Γουίλιαμ Μπλάκστοουν

υποστήριζε ότι ο σοδομισμός ήταν «ένα έγκλημα που δεν αξίζει καν να έχει όνομα» και το οποίο «τόσο η φωνή της φύσης και της λογικής όσο και ο σαφής νόμος του θεού ορίζουν ως έγκλημα

μεγίστης βαρύτητας. Οι σοδομίτες έκαναν κάτι περισσότερο από το να παραβαίνουν τις εντολές του Θεού και της φύσης: υπέσκαπταν

Page 71: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 71

τα θεμέλια της κοινωνίας. Όπως εξηγούσε ένας Δανός νομικός το 1791, η παρά φύσιν συνουσία κανει τον ένοχο ανίκανο στο πνεύμα και στην ψυχή, καλλιεργεί την αποστροφή για το γάμο, το θεμέλιο του κράτους, και οδηγεί είτε στη στειρότητα είτε στη δημιουργία

απογόνων που δεν μπορούν να θεωρηθούν τίποτε άλλο παρά κακόμοιρα, δυστυχισμένα όντα. Αυτές είναι οι δυσάρεστες συνέπειες της για το κοινωνικό σύνολο. Ωστόσο καθώς προχωρούσε ο 18ος αιώνας, άρχισε να διαμορφώνεται η πεποίθηση ότι η θανατική ποινή ήταν εντέλει μια υπερβολικά σκληρή τιμωρία. Παράλληλα άρχισε να ενδυναμώνεται

η ανησυχία ότι η δημοσιότητα που δινόταν στο σοδομισμό, μέσα

από τις δίκες και από τις σκληρές τιμωρίες, προσέλκυε την προσοχή της κοινής γνώμης περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε σε πράξεις που ήταν καλύτερα να μένουν στο σκοτάδι. Έτσι, σταδιακά πολλές κυβερνήσεις άλλαξαν τους ποινικούς κώδικες των χωρών τους προκειμένου να εισαγάγουν και άλλες, λιγότερο αυστηρές

ποινές, πέραν της θανατικής. Στην Πρωσία, ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος ο πρώτος έδωσε διαταγή να καούν όλοι οι σοδομίτες της επικράτειας του στην πυρά – τουλάχιστον ένας εκτελέστηκε μ’ αυτό τον τρόπο στο Πότσνταμ στα 1730. Αντίθετα. λέγεται ότι ο γιος του, Φρειδερίκος ο μέγας, ο οποίος είχε τη φήμη ότι ήταν και ο ίδιος σοδομίτης, διακήρυττε ότι

« στα κράτη που κυβερνούσε ήταν εξασφαλισμένη τόσο η ελευθερία της συνείδησης όσο και του πεόυς». Δεν ήταν απολύτως έτσι τα πράγματα, αλλά πάντως ο Γενικός νομοθετικός κώδικας της Πρωσίας που συντάχθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του και εφαρμόστηκε το 1794, αντικατέστησε πράγματι την ποινή του θανάτου για σοδομισμό με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός

έτους, συνοδευόμενη από μαστίγωση κατά την είσοδο και κατά την έξοδο από τη φυλακή και από δια βίου εξορία. Η αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία στην Constitutio Criminalis Theresiana, διακήρυξε ότι οι σοδομίτες που συλλαμβάνονταν μέσα στα όρια της

κληρονομικής της επικράτειας έπρεπε να εξαφανίζονται από προσώπου γης δια του καψίματος στην πυρά. Όμως ο γιος της

Ιωσήφ συνέταξε στα 1787 έναν νέο κώδικα που όριζε ότι το να «προσβάλλει κανείς την ανθρωπότητα» μέσω της σεξουαλικής επιθυμίας για το ίδιο φύλο αποτελούσε πολιτικό έγκλημα που επέσυρε τις ποινές της φυλάκισης, των καταναγκαστικών έργων και της μαστίγωσης. Στη Γερμανία, και συγκεκριμένα στο Αμβούργο, η τελευταία

εκτέλεση για σοδομισμό έγινε στα 1726. Οι δικαστές των διαφόρων πόλεων συνήθως προτιμούσαν να επιβάλλουν την ποινή της εξορίας χωρίς δίκη ή τουλάχιστον, να δικάζουν τέτοιες υποθέσεις σε

συνθήκες μυστικότητας. Όταν οι πάστορες του Αμβούργου κατήγγειλαν από τον Άμβωνα μια υπόθεση σοδομισμού εν εξελίξει

Page 72: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 72

στα 1749, η Γερουσία τους προειδοποίησε ότι αυτού του είδους η δημόσια καταγγελία μάθαινε στους απλούς ανθρώπους ότι τέτοια εγκλήματα ήταν δυνατά. Μόνο μια υπόθεση σοδομισμού εκδικάστηκε στη Βυρτεμβέργη του 18ου αιώνα. Στα 1762 ένας

υφασματοποιός αποκεφαλίστηκε γιατί επιδιδόταν με τους μαθητές του σε σεξουαλικές πρακτικές του αυνανισμού και της πρωκτικής συνουσίας επί είκοσι χρόνια. Οι δικαστές της Αμβέρσας καταδίκασαν έναν άντρα σε θάνατο στα 1781 για τις σοδομιτικές πράξεις που διέπραξε με τέσσερις νεαρούς ηλικίας 18 έως 21 ετών. Για να αποφύγουν τη δημοσιότητα, οι δικαστές έδωσαν οδηγίες να

τον στραγγαλίσουν μυστικά μέσα στη φυλακή. Οι τέσσερις συνεργοί

του θα γίνονταν μάρτυρες της εκτέλεσης του και ύστερα θα ορκίζονταν να την κρατήσουν μυστική για πάντα. Το ανώτατο αυτοκρατορικό συμβούλιο στις Βρυξέλλες αναίρεσε την απόφαση αυτή και αντικατέστησε τη θανατική ποινή με εξορία. Στη Γαλλία έγιναν μόνο έξι εκτελέσεις κατά τον 18ο αιώνα,

κυρίως σε περιπτώσεις όπου ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος όχι μόνο για σοδομισμό αλλά και για σεξουαλική επίθεση ή φόνο. Η εξαίρεση ήταν το κάψιμο στην πυρά δύο απλών εργατών στα 1750, τους οποίους η νυχτερινή αστυνομική περίπολος είχε συλλάβει κυριολεκτικά με κατεβασμένα παντελόνια σε έναν δρόμο του Παρισιού. Συνήθως η αστυνομία άφηνε ελεύθερους τους

συλληφθέντες σοδομίτες, είτε αμέσως, μετά από μια απλή επίπληξη, είτε, μετά από μερικές εβδομάδες κράτησης. Στην Ισπανία, από τα τέλη του 17ου αιώνα, οι ποινές που επέβαλλε η Ιερά εξέταση για την αποτρόπαια αμαρτία κυμαίνονταν από την απλή επίπληξη ως τα καταναγκαστικά έργα και τη θανάτωση στην πυρά, άρχισαν να γίνονται προοδευτικά επιεικέστερες. Τα αρχεία

της πορτογαλικής Ιεράς εξέτασης για την περίοδο 1547 έως 1768 καταγράφουν 278 συλλήψεις και 12 εκτελέσεις δια θανάτωσης στην πυρά για σοδομισμό κατά τον 17ο αιώνα, αλλά μόνο 23 συλλήψεις και καμία εκτέλεση στην πυρά κατά τον 18ο.

Η νομοθεσία της Δανίας προέβλεπε θάνατο στην πυρά για την παρά φύσιν συνουσία από το 1683 έως το 1866, αλλά κανένας

Δανός δεν εκτελέστηκε γι΄αυτό το έγκλημα. Ίσως, ωστόσο, να εκτελέστηκαν γι’ αυτό το λόγο δύο αλλοδαποί στα 1628. Στη Σουηδία, ο σοδομισμός μεταξύ των αντρών ποινικοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1608, αλλά ο Εθνικός Νομοθετικός Κώδικας του 1734 δεν έκανε καμία αναφορά γι΄αυτό το έγκλημα. Παρ’ όλα αυτά, οι δικαστές συνέχισαν να καταδικάζουν τους σοδομιστές

εφαρμόζοντας το νόμο περί κτηνοβασίας, τον οποίο επεξέτειναν δια της αναλογίας και σε άλλου τύπου παρά φύσιν σεξουαλικές πράξεις. Κατά τη διάρκεια του 17ου και του 18ου αιώνα,

εκδικάστηκαν στη Σουηδία 20 τέτοιες υποθέσεις, κάποιες από τις οποίες κατέληξαν σε εκτελέσεις. Στη Ρωσία δεν υπήρχε νόμος του

Page 73: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 73

κράτους που να καταδικάζει το σοδομισμό έως το 1716, όταν ο Μέγας Πέτρος, εισήγαγε στα άρθρα της νομοθεσίας που αφορούσαν τον στρατό μια ποινική ρήτρα εναντίον των αντρών που πλάγιαζαν με άλλους άντρες. Η μαστίγωση ήταν η προβλεπόμενη ποινή για

συναινετικό σοδομισμό, ενώ ο βιασμός μπορούσε να επιφέρει την ποινή του θανάτου ή της ισόβιας καταδίκης σε καταναγκαστικά έργα. Η Φινλανδία δεν είχε νομοθετικές ρήτρες που τιμωρούσαν τις σεξουαλικές πράξεις μεταξύ ομόφυλων έως το 1889. Η κατάσταση ήταν πολύ πιο ζοφερή στη Βρετανία, όπου το μένος για το σοδομισμό ήταν ιδιαίτερα δριμύ. Μια μονόφυλλη εφημερίδα

του 1707, που έφερε τον τίτλο « Η θρηνωδία των μισογύνηδων » ,

ενέπαιζε μια ομάδα σοδομιτών που είχαν αυτοκτονήσει περιμένοντας τη δίκη τους: Τη φύση την αγνόησαν, για να δοθούν στο πάθος τους κι αφού τις γυναίκες μίσησαν, δίκαια πλήρωσαν το λάθος τους. Η επιβολή της θανατικής ποινής για σοδομισμό χρονολογείται από το 1553, αλλά λίγες δίκες έγιναν πριν από τον

18ο αιώνα. Οι στατιστικές από το 1749 και μετά δείχνουν περίπου μία εκτέλεση ανά δεκαετία στο Λονδίνο και μία το χρόνο στο Μίντλσεξ. Επίσης, οι αρχές του Πολεμικού Ναυτικού τιμωρούσαν με μαστίγωση ή κρεμούσαν τους άντρες που επιδίδονταν σε σοδομιτικές δραστηριότητες πάνω σε πλοία. Συχνά, επειδή η καταδίκη για σοδομισμό στη Βρετανία συνδεόταν με την

προσκόμιση αποδείξεων ότι υπήρχε διείσδυση ή και εκροή σπέρματος, οι δικαστικές αρχές θεωρούσαν ευκολότερο να απαγγέλουν στα εμπλεκόμενα άτομα την κατηγορία της « επίθεσης με σκοπό την εκτέλεση σοδομιτικών πράξεων». Για το έγκλημα αυτό προβλέπονταν είτε χρηματικές ποινές είτε φυλάκιση από ένα μήνα έως δύο χρόνια είτε τέλος, η ποινή της δημόσιας έκθεσης με τα

χέρια και το κεφάλι παγιδευμένα στις τρύπες ενός ξύλινου σκελετού, του λεγόμενου κύφωνας. Αυτού του είδους ο κύφωνας εξέθετε τον κακούργο ή το τέρας – όπως ονόμαζαν συνήθως οι εφημερίδες τους καταδικασμένους σοδομίτες – στην οργή του

όχλου, ο οποίος γιούχαρε τα ακινητοποιημένα θύματα του, πετώντας τους κομμάτια τούβλων, σάπια λαχανικά, αυγά, εντόσθια

ζώων και νεκρές γάτες και σκύλους, τα οποία συχνά τους τραυμάτιζαν. Ύστερα από ένα τέτοιο επεισόδιο, κατά το οποίο ο όχλος κατέληξε να σκοτώσει έναν σοδομίτη στα 1780, ο Έντμουντ Μπερκ πρότεινε στο Κοινοβούλιο την κατάργηση του κύφωνα, πράγμα για το οποίο τον επέκρινε η Morning post με τα εξής λόγια: « κάθε άντρας επικροτεί το πνεύμα των θεατών και κάθε

γυναίκα θεωρεί σωστή τη συμπεριφορά τους». Στις Ολλανδικές κάτω χώρες, ορισμένες από τις ομόσπονδες επαρχίες τιμωρούσαν τον σοδομισμό με την ποινή του θανάτου,

εφαρμόζοντας έναν αυτοκρατορικό νόμο που ίσχυε από τον 16ο αιώνα, ενώ άλλες, συμπεριλαμβανομένης και της επαρχίας της

Page 74: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 74

Ολλανδίας, δεν είχαν συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις εναντίον του σοδομισμού πριν από το 1730. Οι εκτελέσεις για σοδομισμό ήταν σπάνιες, μόλις 12 ανάμεσα στο 1680 και το 1729. Όμως. το 1730 η αποκάλυψη της ύπαρξης ενός εκτεταμένου

δικτύου σοδομιτών, που δρούσε σε ολόκληρη τη χώρα, οδήγησε σε εβδομήντα πέντε εκτελέσεις και στη καταδίκη ερήμην σε θάνατο πάνω από εκατό άλλων αντρών. Νέα κύματα διώξεων εξαπολύθηκαν στα 1764, 1776 και 1797, ενώ ανάμεσα στο 1730 και το 1811 μπορεί να έγιναν και περισσότερες από χίλιες δίκες. Οι περισσότεροι άντρες καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, έγιναν

όμως και περίπου διακόσιες εκτελέσεις. Μάλιστα, η τελευταία

εκτέλεση για σοδομισμό στην ηπειρωτική Ευρώπη έγινε στις ολλανδικές Κάτω χώρες στα 1803. Ωστόσο, στο εξής, χάρη στον Διαφωτισμό και τη γαλλική επανάσταση, τέτοιου είδους δραστικές τιμωρίες άρχισαν να φαντάζουν ασύμβατες με το γενικότερο πνεύμα της εποχής.

Ο Σοδομισμός και ο Διαφωτισμός

Ο Διαφωτισμός ήταν ένα πνευματικό κίνημα του 18ου αιώνα, οι εκπρόσωποι του οποίου, οι επονομαζόμενοι φιλόσοφοι,

υποστήριζαν ότι η λογική του ατόμου, απελευθερωμένη από τα δεσμά της ιστορικής παράδοσης και του θρησκευτικού δόγματος, ήταν ο καλύτερος δυνατός σύμβουλος για την κατανόηση του φυσικού κόσμου, αλλά και για την αναμόρφωση της κοινωνίας. Οι φιλόσοφοι υπέβαλλαν σε κριτικό έλεγχο τους υπάρχοντες θεσμούς και τα κατεστημένα συστήματα πίστης, συμπεριλαμβανομένου του

χριστιανισμού. Εξαιτίας αυτού, ο αβάς Μπαρουέλ τους κατηγόρησε στη δεκαετία του 1780 ότι ενθάρρυναν όλες τις «επαίσχυντες διαστροφές» όπως την αιμομιξία, την εκτός γάμου συνουσία και την αγάπη που έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με τη φύση. Ήδη από

τη δεκαετία του 1720, ο σοδομισμός είχε χαρακτηριστεί «το αμάρτημα των φιλοσόφων» και. παρόλο που ο όρος αναφερόταν

στους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους, επηρέαζε έμμεσα και την ηθική υπόληψη των επιγόνων τους, που ζούσαν τον 18ο αιώνα. Στην πραγματικότητα, οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τον σοδομισμό, αλλά δεν μπορούσαν να αγνοήσουν και το ζήτημα. Μελετώντας τη φύση και την κοινωνία, έπρεπε να εξηγήσουν τι ήταν αυτό που έκανε κάποιους

ανθρώπους να προσελκύοντα από άτομα του ιδίου φύλου. Αν και απέρριπταν τη θρησκευτική διδασκαλία, οι φιλόσοφοι έπρεπε, παρ’ όλα αυτά, να αποτιμήσουν τις ηθικές συνέπειες της ομόφυλης

σεξουαλικής δραστηριότητας υπό το πρίσμα της δικής τους, κοσμικής κοσμοθεωρίας. Έπρεπε επίσης να αποφασίσουν ποιες

Page 75: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 75

ποινές άρμοζαν στον σοδομισμό, αν έπρεπε να τιμωρείται. Και μόνο το γεγονός ότι αντιμετώπιζαν αυτού του είδους τα ερωτήματα υπό το πρίσμα του ορθού λόγου αποτέλεσε σημαντικό βήμα πνευματικής προόδου, άσχετα από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν στο

τέλος. Στην πράξη, ελάχιστοι φιλόσοφοι απέρριψαν εντελώς τις κοινωνικές προκαταλήψεις και υποστήριζαν με παρρησία τη σεξουαλική ελευθερία. Ακόμα και ο αυνανισμός, παρόλο που δεν τον θεωρούσαν πλέον αμαρτία, τους φαινόταν αναμφισβήτητα επιβλαβής για την υγεία. Ο Ιμάνουελ Καντ, ο σπουδαίος Γερμανός

φιλόσοφος, παρότρυνε του σύγχρονους του να σκέφτονται τολμηρά

« Τολμήστε να γνωρίζετε!», αλλά, παρ’ όλα αυτά, υποστήριζε ότι ο σοδομισμός ήταν « ενάντιος στους σκοπούς της ανθρωπότητας», γιατί δεν οδηγούσε στην αναπαραγωγή. Γι’ αυτόν, «ο σκοπός της ανθρωπότητας, όσον αφορά τη σεξουαλικότητα, είναι η διαιώνιση του είδους». Επιπρόσθετα, διαπράττοντας σοδομιτικές πράξεις, η

προσωπικότητα του ανθρώπου υποβιβάζεται κάτω από το επίπεδο των ζώων και προσβάλλεται η τιμή της ανθρωπότητας. Ο Κάντ θεωρούσε ότι αυτές οι δραστηριότητες ήταν δικαιολογημένα « ακατονόμαστες» επειδή προκαλούσαν ναυτία και επίσης επειδή η συχνή αναφορά τους θα μπορούσε να εξοικειώσει τους ανθρώπους μαζί τους, με αποτέλεσμα οι διαστροφές να πάψουν να μας

αηδιάζουν και να αρχίσουμε να τις αντιμετωπίζουμε με μεγαλύτερη ανοχή. Για τον Διαφωτισμό η έννοια- κλειδί ήταν η λέξη «φύση». και οι περισσότεροι φιλόσοφοι πίστευαν ότι η σεξουαλική απόλαυση ήταν το κίνητρο που έδωσε η φύση στους άντρες και τις γυναίκες για να διαιωνίσουν την ανθρωπότητα, οπότε αναπόδραστα προέκυπτε το συμπέρασμα ότι η ομόφυλη επιθυμία ήταν είτε

αφύσικη είτε αντίθετη στη φύση. Ωστόσο υπήρχε. Όπως παρατήρησε ο Γκαίτε, η ελληνική αγάπη ήταν κατά κα΄ποιον τρόπο « συγχρόνως ριζωμένη στη φύση και εναντίον της». Οι φιλόσοφοι κατάφεραν να απεμπολήσουν αυτό το παράδοξο αποδίδοντας την

ομόφυλη επιθυμία σε κοινωνικά ή ψυχολογικά αίτια παρά στην ίδια τη φύση. Αυτό τους επέτρεψε αφενός να εκφράζουν τον

αποτροπιασμό τους για τον σοδομισμό και αφετέρου να υποστηρίζουν ότι η καταστολή του ήταν απάνθρωπη και εσφαλμένη, αφού η γενικότερη αναμόρφωση της κοινωνίας και της ηθικής θα εξαφάνιζε από μόνη της το πρόβλημα. Στην καλύτερη περίπτωση, η όποια υπεράσπιση των σοδομιτών εκ μέρους τους γινόταν με μισή καρδιά.

Στο Φιλοσοφικό λεξικό του, ο Βολτέρος περιέγραψε «την αγάπη που ονομάζεται Σωκρατική» ως «μια αηδιαστική και βδελυρή πράξη», τουλάχιστον όταν την διέπρατταν ενήλικοι. Μερικές φορές

μπορούσε να δικαιολογηθεί μεταξύ εφήβων, μόνο και μόνο επειδή « για 2 ή 3 χρόνια το νεαρό αγόρι μοιάζει με ωραίο κορίτσι». Ο

Page 76: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 76

Ντιντερό υποστήριζε ότι το σοδομιτικό πάθος καταρρακώνει την τιμή, την αρετή, την εντιμότητα, την αξιοπρέπεια, τους δεσμούς αίματος και το πατριωτικό αίσθημα, αφού η φύση « τα έχει ορίσει όλα έτσι, ώστε να εξυπηρετούν τη διαιώνιση του είδους». Απέδωσε

δε την υποτιθέμενη επικράτηση του αντίθετου προς τη φύση γούστου, μεταξύ των ιθαγενών της Αμερικής στην απωθητική όψη των ιθαγενών γυναικών, στην «ανδρική περιφρόνηση για το αδύνατο φύλο», στην ξεχωριστή διαβίωση των δύο φύλων κατά τη διάρκεια της μακράς περιόδου του κυνηγιού και στο θερμό κλίμα. Πίστευε ότι σε άλλα μέρη ο σοδομισμός μπορούσε να προέλθει από κάποια

διανοητική ανωμαλία, από τη γεροντική άνοια, από το φόβο των

αφροδίσιων νοσημάτων και τέλος από τη ίδια τη γοητεία που ασκούσε η ανδρική ομορφιά. Αξίζει να σημειώσουμε εδώ ότι σε μια ιδιωτική επιστολή ο Ντιντερό ομολόγησε ότι κάποια φορά « στα δημόσια λουτρά, ανάμεσα στο πλήθος των νεαρών αντρών πρόσεξα έναν εξαιρετικά όμορφο νέο και δεν μπόρεσα να σταματήσω τον

εαυτό μου από το να τον πλησιάσει». Εν τέλει μόνο ένας αιρετικός στοχαστής, ο μαρκήσιος ντε Σάντ, επρόκειτο να ακολουθήσει τις αρχές του διαφωτισμού ως τις απώτερες λογικές τους συνέπειες και να υποστηρίξει ότι ο σοδομισμός ήταν απολύτως φυσικό φαινόμενο: « Αν ο σοδομίτης είναι πραγματικά ένας ανήθικος εγκληματίας, ή ένα τέρας τότε γιατί άραγε τον έκανε έτσι η φύση ώστε να προτιμάει

αυτό το είδος απόλαυσης;». Στα 1764 ο Τσέζαρε Μπεκαρία εξέδωσε το περί εγκλημάτων και ποινών, μια πραγμάτεια για την αναθεώρηση των νόμων, η οποία άσκησε τόσο μεγάλη επιρροή, ώστε να συγκαταλέγεται στα πιο σημαντικά νομικά έργα που γράφτηκαν ποτέ. Οι μεταφράσεις του από τα ιταλικά συνάντησαν τη θερμή επιδοκιμασία των φιλοσόφων

και μοναρχών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο Μπεκαρία ήθελε να αντικαταστήσει τους υπάρχοντες ποινικούς κώδικες – τα κατάλοιπα των αιώνων της απόλυτης βαρβαρότητας – με πιο δίκαιες δικαστικές διαδικασίες και πιο ανθρώπινες ποινές. Ανέφερε την

παιδεραστία μόνο επιγραμματικά, ως ένα έγκλημα που συμβαίνει συχνά στην κοινωνία, αλλά είναι δύσκολο να αποδειχθεί. Παρόλο

που δεν πρότεινε ευθέως την αποποινικοποίηση του σοδομισμού, πίστευε, ωστόσο, ότι αυτός είχε κοινωνικά αίτια και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι « δεν μπορούμε να θεωρήσουμε οποιαδήποτε ποινή ενός εγκλήματος δίκαιη, ενόσω ο νόμος δεν έχει εξαντλήσει τα πιο πρόσφορα μέσα που διαθέτει για να το προλάβει». Σαφέστερες εκκλήσεις για την αποποινικοποίηση του σοδομισμού

βρίσκουμε εξαιρετικά σπάνια στα κείμενα της εποχής. Μία από αυτές υπάρχει σε μια υποσημείωση του Κοντορσέ στην έκδοση του 1786 του έργου του Βολταίρου, Prix de la justice et de l’ humanite

( βραβείο δικαιοσύνης και ανθρωπιάς): « Όταν δεν έχει χρησιμοποιηθεί βία. ο σοδομισμός δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία

Page 77: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 77

των ποινικών νόμων. Έχει μόνο έμμεση επίδραση στην κοινωνική ευταξία, όπως ο αλκοολισμός, ή η αγάπη για την χαρτοπαιξία. Πρόκειται για μια χυδαία, αηδιαστική διαστροφή και η ποινή που της αξίζει πραγματικά είναι η περιφρόνηση. Μερικές

προπαγανδιστικές φυλλάδες που είδαν το φως της δημοσιότητας στις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης υποτίθεται ότι εξέφραζαν τη φωνή των καταπιεσμένων σοδομιτών της χώρας. Για παράδειγμα μια φυλλάδα με τίτλο « Τα πειραχτήρια της Ιππευτικής σχολής» υποστήριζε ότι, σύμφωνα με την αρχή της προσωπικής ελευθερίας, που διακήρυξαν οι σπουδαιότατοι και σεβασμιότατοι αντιπρόσωποι

μας στη Συνταγματική εθνοσυνέλευση, οι σοδομίτες θα έπρεπε να

είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι θέλουν: «Μπορώ να διαχειρίζομαι αυτό που μου ανήκει, ότι κι αν είναι αυτό, σύμφωνα με τα γούστα μου και τις προσωπικές μου διαθέσεις. Το πουλί και τα αρχίδια μου ανήκουν σε εμένα, και το αν τα βάζω σε ένα μουνί ή σε έναν κώλο είναι κάτι για το οποίο κανείς δεν έχει δικαίωμα να

παραπονεθεί». Οι επιμελητές μιας πρόσφατης ανθολογίας αντιμετωπίζουν το παραπάνω κείμενο, καθώς και το περιεχόμενο άλλων, παρομοίων φυλλάδων ως ιστορικές πηγές που δείχνουν ότι εκείνη την εποχή « για πρώτη φορά οι λεσβίες και οι ομοφυλόφιλοι άντρες οργανώθηκαν με σκοπό να απευθυνθούν σε μια εθνική κυβέρνηση για να διεκδικήσουν τα δικαιώματα τους. Πρόκειται για

μια πολύ σημαντική παρεξήγηση. Στην πραγματικότητα αυτού του είδους οι εκδόσεις ήταν σατυρικού και αντεπαναστατικού χαρακτήρα. Στόχος τους δεν ήταν να υπερασπιστούν τους σοδομίτες, αλλά να καταδείξουν τη λογική παραδοξότητα της έννοιας των ατομικών δικαιωμάτων. Παρ’ όλα αυτά, προτού περάσει ένας χρόνος από την έκδοση της φυλλάδας στην οποία

αναφερθήκαμε, ο σοδομισμός έπαψε να αποτελεί έγκλημα στη Γαλλία.

Αποποινικοποίηση

Η γενική πεποίθηση είναι ότι ο σοδομισμός αποποινικοποιήθηκε στη Γαλλία από τον Ναπολεόντειο κώδικα το 1804. Έτσι, αυτή η πολύ σημαντική κατάκτηση συνήθως αποδίδεται στον κύριο αρχιτέκτονα αυτού του νομοθετικού μνημείου, τον Ζαν Ζακ Ρεζί ντε Καμπασερέ, που ήταν κατά πάσα πιθανότητα ομοφυλόφιλος ο ίδιος. Ωστόσο, αυτή η πεποίθηση είναι απολύτως εσφαλμένη. Ο

ναπολεόντειος κώδικας ήταν μια επιτομή αστικού δικαίου και δεν έλεγε απολύτως τίποτα για τα ποινικά εγκλήματα. Η σχετική ναπολεόντεια νομοθεσία περιλαμβάνεται στην πραγματικότητα στον

ποινικό κώδικα του 1810, ο οποίος δεν ήταν έργο του ντε Καμπασερέ – άλλωστε ο κώδικας αυτός επικύρωσε απλώς την

Page 78: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 78

προϋπάρχουσα νομοθεσία. Στην πραγματικότητα, η αποποινικοποίηση οφείλεται στη Γαλλική επανάσταση και συγκεκριμένα στην ψήφιση, τον Σεπτέμβριο του 1791, ενός ποινικού κώδικα που δεν έκανε καμία απολύτως αναφορά στον

σοδομισμό. Ο εκλεγμένος αντιπρόσωπος που παρουσίασε τον κώδικα στη Συνταγματική Εθνοσυνέλευση τόνισε ότι ο κώδικας έθετε εκτός νόμου μόνο τα «πραγματικά εγκλήματα» κι όχι «τα δήθεν εγκλήματα, που αποτελούν δημιούργημα της δεισιδαιμονίας, του φεουδαλισμού, του φορολογικού συστήματος και του δεσποτισμού». Απ’ ότι φαίνεται. στην κατηγορία των δήθεν

εγκλημάτων περιλαμβάνονταν η βλασφημία, η αίρεση, η ιεροσυλία

και η μαγεία, καθώς και μια σειρά σεξουαλικές πράξεις που δεν στρέφονταν εναντίον κάποιου συγκεκριμένου προσώπου, όπως η κτηνοβασία, η αιμομιξία και ο σοδομισμός. Η γαλλική εδαφική επέκταση κατά τη διάρκεια της επανάστασης και κατά τη ναπολεόντεια περίοδο διέδωσε τον γαλλικό ποινικό

κώδικα και τις αρχές του σε όλη την Ευρώπη. Για παράδειγμα, όταν ο Ναπολέων προσάρτησε τις κάτω χώρες στη Γαλλία το 1810, αντικατέστησε τον Ολλανδικό κώδικα του 1809, που καταδίκαζε τον σοδομισμό, με τον ποινικό κώδικα της Γαλλίας. Αυτός συνέχισε να ισχύει και αφότου οι Κάτω χώρες ανέκτησαν την ανεξαρτησία τους το 1813, παρόλο που έως τη δεκαετία του 1840 έγιναν

αρκετές αποτυχημένες απόπειρες να ποινικοποιηθεί εκ νέου η σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Αντίθετα, ο Ναπολέων δεν επέβαλε τον κώδικα του στην Ισπανία, την οποία κυβερνούσε ο αδελφός του Ιωσήφ από το 1808 εώς το 1813. Ωστόσο, στα 1822, επικράτησε στην Ισπανία μια βραχύβια φιλελεύθερη κυβέρνηση που υιοθέτησε έναν ποινικό κώδικα

εμπνευσμένο από τον γαλλικό, αποποινικοποιώντας έτσι τον σοδομισμό στη χώρα αυτή. Η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη στα πολυάριθμα ιταλικά και γερμανικά κρατίδια. Ο Ναπολέων έθεσε σε ισχύ τον δικό του

ποινικό κώδικα σε ολόκληρη την ιταλική χερσόνησο. Όμως, μετά την πτώση του, ορισμένα κράτη επανέφεραν την παλαιότερη

νομοθεσία τους όπως έγινε στο βασίλειο του Πεδεμοντίου και της Σαρδηνίας και στα παπικά κρατίδια. Σε άλλα επιβλήθηκε η αυστριακή ποινική νομοθεσία, μερικά τέλος, υιοθέτησαν δικούς τους κώδικες, εμπνευσμένους από τον γαλλικό ( το βασίλειο των δύο Σικελιών στα 1819, η Πάρμα, η Πιατσέντζα και η Γκουστάλα στα 1820). Το Πεδεμόντιο-Σαρδηνία οδηγήθηκε σταδιακά στην

υιοθέτηση πιο φιλελεύθερων ποινικών κωδίκων στα 1839 και στα 1859. Αυτοί τιμωρούσαν μεν τον παρά φύσιν σεξουαλικό πόθο με ποίνες φυλάκισης που έφταναν τα δέκα χρόνια ή με

καταναγκαστικά έργα, αλλά μόνο στην περίπτωση που είχε προκληθεί δημόσιο σκάνδαλο – εισήγαγαν έτσι μια πολύ

Page 79: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 79

σημαντική περιοριστική ρήτρα, Ύστερα από την ενοποίηση της Ιταλίας υπό τον οίκο της Σαβοΐας στη δεκαετία του 1860, η νομοθεσία του Πεδεμοντίου επικράτησε παντού, εκτός από το νότο, το πρώην βασίλειο των δύο Σικελιών. Εκεί, αρχικά, η κεντρική

κυβέρνηση δεν επέβαλε τη διάταξη του νόμου που ποινικοποιούσε τον σοδομισμό, σεβόμενη την πιο ανεκτική νομική παράδοση της περιοχής. Τελικά, η Ιταλία στο σύνολο της αποποινικοποίησε οριστικά τον σοδομισμό, σεβόμενη την πιο ανεκτική νομική παράδοση της περιοχής. Τελικά, η Ιταλία στο σύνολο της αποποινικοποίησε οριστικά τον σοδομισμό μεταξύ συναινούντων

ενηλίκων το 1889.

Η περιοχή του Ρήνου, που προσαρτήθηκε στη Γαλλία κατά τη διάρκεια των πολέμων της επανάστασης , υιοθέτησε επίσης τη γαλλική ποινική νομοθεσία. Η ισχύς της νομοθεσίας αυτής διατηρήθηκε στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και σε άλλα έξι κρατίδια της περιοχής του Ρήνου που ενσωματώθηκαν σε

διάφορα γερμανικά κράτη στα 1814 έως 1815. Στο μεταξύ, στα 1800, ο εκλέκτορας της Βαυαρίας Μαξιμιλιανός, ανέθεσε τη σύνταξη ενός ποινικού κώδικα βασισμένου στις «πραγματικές αρχές του ορθού λόγου και της πολιτισμένης ζωής». Ο σοδομισμός δεν περιλαμβανόταν στο τελικό κείμενο, το οποίο αποτέλεσε τον βαβαρικό κώδικα του 1813, γιατί, σύμφωνα με τον κύριο συντάκτη

του κειμένου, τον Άνσελμ Φόυερμπαχ, ο αυνανισμός, ο σοδομισμός, η κτηνοβασία και η συναινετική σεξουαλική συνεύρεση εκτός γάμου αποτελούν σοβαρές παραβιάσεις των ηθικών προσταγών, αλλά, ως αμαρτήματα, δεν ανήκουν στη δικαιοδοσία των εσωτερικών νομοθετικών κωδίκων. Δεν συμφωνούσαν όλοι, φυσικά. « Υπάρχουν πράξεις που δεν

προσβάλλουν τα ατομικά δικαιώματα, αλλά μπορούν να προκαλέσουν βλάβη άμεσα ή έμμεσα, όπως το κάπνισμα στον δρόμο ο σοδομισμός και ούτω καθεξής, που πρέπει να απαγορεύονται από το νόμο», υποστήριξε ένας νομικός. Στα 1839,

η Βυρτεμβέργη ακολούθησε το παράδειγμα της Βαυαρίας και το ίδιο έκαναν το Μπράουνβαϊχ και το Ανόβερο στα 1840, ενώ αρκετά

άλλα γερμανικά κράτη που υιοθέτησαν κώδικες βασισμένους σε εκείνον της Βαυαρίας διατήρησαν παρ’ όλα αυτά τις προϋπάρχουσες ποινικές ρήτρες ενάντια στον σοδομισμό. Ιδιαίτερη σημασία έχει ότι η Πρωσία, το πιο μεγάλο και ισχυρό γερμανικό κράτος της εποχής εκείνης, διατήρησε τον νόμο ενάντια στον σοδομισμό, παρόλο που μείωσε την προβλεπόμενη ποινή σε απλή

φυλάκιση στα 1837. Στις πρωσικές κτήσεις του Ρήνου, ωστόσο, ο σοδομισμός συνέχισε να μην αναφέρεται στον ποινικό κώδικα έως το 1851, όταν ένας νέος πρωσικός ποινικός κώδικας επέβαλε την

ίδια ποινική ρήτρα σε όλη την επικράτεια. Ως κινητήρια δύναμη της γερμανικής ενοποίησης, η Πρωσία καθόρισε εντέλει τη μορφή

Page 80: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 80

της ποινικής νομοθεσίας που εφαρμόστηκε αρχικά στη Συνομοσπονδία της Βόρειας Γερμανίας και αργότερα στη Γερμανική Αυτοκρατορία. Στην Αυστρία, ο ποινικός κώδικας του 1803 τιμωρούσε τον παρά

φύσιν πόθο με ποινές φυλάκισης από έξι μήνες έως έναν χρόνο. Ο κώδικας του 1852 αύξησε αυτές τις ποινές σε φυλάκιση από ένα έως πέντε χρόνια. Η Ρωσία, που μέχρι τότε τιμωρούσε για σοδομισμό μόνο τους στρατιώτες και τους ναύτες, τελικά απέβαλε ποινές και στους απλούς υπηκόους της στα 1835 ( μαστίγωση και εξορία). Η Βρετανία συνέχισε να ξεχωρίζει για τη σκληρότητα της

αντισοδομιτικής νομοθεσίας της και αυτή την περίοδο. Ανάμεσα

στο 1805 και το 1835 εκτελέστηκαν για σοδομισμό δια απαγχονισμού πενήντα άντρες στην Αγγλία και στη Ουαλία. Αυτός ο αριθμός αντιπροσωπεύει το ένα έβδομο του αριθμού των εκτελεσθέντων για φόνο. Ο σοδομισμός συνέχισε να τιμωρείται με την ποινή του θανάτου δια απαγχονισμού στην Αγγλία έως το 1861

και στη Σκωτία έως το 1889. Ωστόσο, μετά το 1835, η κυβέρνηση άρχισε να μετατρέπει όλο και συχνότερα τις θανατικές καταδίκες σε άλλες ελαφρύτερες ποινές. Η Νομοθετική πράξη για τα εγκλήματα κατά προσώπου του 1861( καταργήθηκε μόλις το 1967) μείωσε την ποινή για τον σοδομισμό σε φυλάκιση, που κυμαινόταν από δέκα έως ισόβια κάθειρξη.

Ο 19ος αιώνας

Βέβαια, το γράμμα του νόμου και η εφαρμογή του είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Όπου ο σοδομισμός συνέχισε να θεωρείται

έγκλημα, δεν αποκλείεται να μειώθηκαν συγκριτικά οι διώξεις, αν και πολλές φορές έχουμε έλλειψη επαρκών στατιστικών στοιχείων, ώστε να κρίνουμε αν όντως υπήρξε μείωση. Από την άλλη πλευρά, σε χώρες όπου δεν υπήρχαν ποινές ενάντια στον σοδομισμό, η

αστυνομία είχε την ευχέρεια να χρησιμοποιεί τους νόμους περί της προσβολής των δημοσίων ηθών για να καταδιώκει τους άντρες που

έκαναν ψωνιστήρι σε δημόσια μέρη ή για να κλείνει τα μαγαζιά όπου σύχναζαν. Έτσι είχαν τα πράγματα, παραδείγματος χάριν, στη Γαλλία. Πάντως, ο Graham Robb υποστηρίζει ότι σε γενικές γραμμές « οι ομοφυλόφιλοι του 19ου αιώνα ζούσαν συνεχώς κάτω από ένα μαύρο σύννεφο, αν και σπάνια ξέσπαγε μπόρα». Δεν υπέφεραν τόσο από τις νομικές διώξεις όσο από μια υφέρπουσα

αίσθηση ντροπής, από τον φόβο μην χάσουν τους φίλους τους, την οικογένεια και την κοινωνική τους υπόληψη, καθώς και από το άγχος που τους δημιουργούσε η ανάγκη της απόκρυψης. Στα 1785

ο εικοσιπεντάχρονος Γουίλιαμ Μπέκφορντ εγκατέλειψε την Αγγλία εξαιτίας των ψιθύρων που κυκλοφορούσαν για τη σχέση του με ένα

Page 81: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 81

νεαρό αγόρι. Πέρασε δέκα χρόνια εθελούσιας εξορίας, « συγκεντρώνοντας επάνω μου τα αδιάκριτα και ερωτηματικά βλέμματα του κόσμου, λες κι ήταν γραμμένο στο πρόσωπο μου ότι με καταράστηκε ο Θεός». Ο Πέρσυ Τζόσελυν, επίσκοπος του

Κλόγκερ, το σκασε για την ηπειρωτική Ευρώπη στα 1822, αφού τον έπιασαν σε άσεμνη στάση, με τις τιράντες του παντελονιού του κατεβασμένες, παρέα με έναν στρατιώτη σε ένα παμπ του Χέυμαρκετ στο Λονδίνο. Την ίδια χρονιά, ο λόρδος Κάστλη, ο Άγγλος υπουργός των εξωτερικών, αυτοκτόνησε εξαιτίας της παρανοϊκής του πεποίθησης ότι επρόκειτο από στιγμή σε στιγμή να

τον καταγγείλουν για σοδομίτη, κατά πάσα πιθανότητα άδικα. Στα

1825, στη Γαλλία, όταν κυκλοφόρησε η φήμη ότι μια παρέα στρατιωτών έσπασε στο ξύλο τον μαρκήσιο ντε Κυστίν επειδή έκανε σεξουαλικές προτάσεις σε έναν από αυτούς, ο κόσμος του γύρισε κυριολεκτικά την πλάτη. « Ποτέ μου δεν ξανάδα τέτοια έκρηξη περιφρόνησης» έγραψε ένας φίλος του « όλη η υψηλή κοινωνία είχε

γίνει έξαλλη». Δεν πρέπει λοιπόν να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι συχνά οι σοδομίτες του 19ου , αιώνα έπεφταν θύματα εκβιασμού. Αυτό, μάλιστα, δημιουργούσε ένα διόλου ευκαταφρόνητο πρόβλημα για την αστυνομία, η οποία αντιπαθούσε τους εκβιαστές ακόμα περισσότερο από τους σοδομιστές. Πολλοί λίγοι απ’ αυτούς τους άντρες είχαν το θάρρος ή το θράσος

να κοιτάξουν καταπρόσωπο αυτούς που κατασκεύαζαν τα σκάνδαλα. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Ζοζέφ Φιεβέ, ένας σύμβουλος του Ναπολέοντα, που συμβίωνε φανερά με τον εραστή του. « Όταν κάποιος έχει ένα βίτσιο» έλεγε « πρέπει να ξέρει και πώς να το φοράει». Μερικές φορές, πάλι, απλοί άνθρωποι αποφάσιζαν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Για παράδειγμα, στα 1726 στο

Λονδίνο, ένας « κύριος » που πιάστηκε επ’ αυτοφώρω δήλωσε ευθαρσώς ότι «δεν είναι έγκλημα να χρησιμοποιώ το σώμα μου όπως το θέλω». Παρομοίως, ένας ράφτης που συνελήφθει για σοδομισμό στο Παρίσι το 1875 είπε στους αστυνομικούς « ότι δεν

ήταν ο μόνος, ότι δεν πείραζε κανέναν άλλον εκτός από τον εαυτό του, ότι είχε παραδοθεί σε αυτό το πάθος από πολύ μικρός κι ότι

το είχε στο αίμα του». Άλλωστε , μια ολλανδική φυλλάδα του 1817 τόνιζε ότι «όλος ο κόσμος ξέρει πως αυτοί οι αθεόφοβοι, όταν είναι μεταξύ τους, μιλούν ανοιχτά για τους αηδιαστικούς πόθους τους σαν να πρόκειται για κάτι φυσικό και αξιοπρεπές γι’ αυτούς». Δύο γραπτές απόπειρες υπεράσπισης του σοδομισμού παρέμειναν ανέκδοτες κατά τη διάρκεια της ζωής των συγγραφέων τους που

ήταν και οι δύο ετεροφυλόφιλοι. Η πρώτη προέρχεται από τον Τζέρεμυ Μπένθαμ, ο οποίος συνέγραψε εκατοντάδες χειρόγραφες σελίδες πάνω στο θέμα σε ένα διάστημα πενήντα χρόνων (1774 έως

1824). Ο Μπένθαμ υποστήριξε ότι η κοινωνία δεν έχει κανένα νόμιμο δικαίωμα να τιμωρεί τον σοδομισμό και ισχυρίστηκε ότι ο

Page 82: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 82

μόνος λόγος για τον οποίο τιμωρούνταν οι σοδομίτες ήταν « η αντιπάθεια με την οποία βλέπουν τον παραβάτη τα άτομα που έχουν την ευχέρεια να επιβάλλουν τιμωρίες». Προφανώς, αυτό αποτελούσε πλήρως ανεπαρκή αιτιολογία για την επιβολή

οποιασδήποτε ποινής: « Για να καταστραφεί ένας άνθρωπος, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει σημαντικότερος λόγος από την απλή αντιπάθεια που προκαλούν τα γούστα του, όσο ισχυρή κι αν είναι αυτή». Στα 1818 ο ποιητής Σέλεϋ έγραψε ένα πολύ πιο ήπιων τόνων δοκίμιο με τίτλο « Πραγματεία για τους τρόπους των αρχαίων Ελλήνων στο θέμα της αγάπης, δημοσιεύθηκε μόλις το 1931.

Μονάχα ένας άσημος Ελβετός καπελοποιός ονόματι Χάινριχ Χόσλι,

ο οποίος ίσως και να είχε ομοφυλοφιλικές τάσεις όπως ο γιός του, τόλμησε να δημοσιεύσει κάτι και να αντιμετωπίσει τη γενική κατακραυγή. Αν και κακογραμμένο, το έργο του Έρως Η Ανδρική αγάπη των Ελλήνων ήταν, παρ’ όλα αυτά, μια από καρδιάς έκκληση για ανοχή όπου ο Χόσλι υποστήριζε ότι η ομόφυλη αγάπη

ήταν απολύτως φυσική, καθώς τη συναντάμε σε διαφορετικούς πολιτισμούς καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Η ιατρική επιστήμη άρχισε να δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον σοδομισμό από τον ύστερο 18ο αιώνα και μετά, όχι τόσο για να μπορέσει να ορίσει τον ομοφυλόφιλο ή τον διεστραμμένο ως έναν ξεχωριστό τύπο ανθρώπου, όπως επρόκειτο να συμβεί εκατό χρόνια

αργότερα, αλλά περισσότερο για να μπορέσει να διακρίνει τα φυσικά ίχνη που ο σοδομισμός άφηνε πάνω στο σώμα: χαλάρωση του σφιγκτήρα, εκδορές γύρω από τον πρωκτό, παραμόρφωση του πέους. Το κίνητρο αυτού του είδους των ερευνών ήταν καταρχήν ιατροδικαστικού χαρακτήρα: τα δικαστήρια ζητούσαν αποδείξεις πρωκτικής διείσδυσης από την ιατροδικαστική επιστήμη, τόσο κατά

την εκδίκαση των υποθέσεων που αφορούσαν τη χρήση σεξουαλικής βίας, υποθέσεις σεξουαλικής επίθεσης. Εκείνη την εποχή, ειδήμων σε τέτοια ιατρικά ζητήματα ήταν κατά πάσα πιθανότητα ο Αμπρουάζ Ταρντιέ, το έργο του οποίου Μια

ιατρικονομική μελέτη περί των άσεμνων επιθέσεων, πραγματοποίησε επτά εκδόσεις στα γαλλικά και μεταφράστηκε σε

πολλές γλώσσες. Ο Ταρντιέ υποστήριξε ότι οι παθητικοί σοδομίτες είχαν θηλυπρεπή οπίσθια και πρωκτούς χωνοειδούς μορφής, ενώ τα πέη των ενεργητικών σοδομιτών ήταν είτε σαν του σκύλου λεπτά και μυτερά, είτε χοντρά, σε σχήμα ροπάλου και ενίοτε συστραμμένα. Οι άντρες που έκαναν στοματικό σεξ είχαν στραβά στόματα, κοντά δόντια και χοντρά χείλη. Κατά τον Ταρντιέ, οι

άντρες που στρέφονταν στο σοδομισμό είχαν κάνει μια ηθική επιλογή. Ωστόσο, άλλοι ειδήμονες έστρεφαν ήδη την ιατρική επιστήμη προς άλλη κατεύθυνση επιδιώκοντας να καταλάβουν τα

φυσιολογικά ή και τα ψυχικά αίτια της ομόφυλης επιθυμίας.

Page 83: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 83

Κατά πάσα πιθανότητα. η αύξηση του ευρύτερου ενδιαφέροντος για τον σοδομισμό οφειλόταν κυρίως στην προοδευτική ανάδυση μιας ιδιαίτερης ομοφυλοφιλικής υποκουλτούρας, η οποία γινόταν όλο και πιο εμφανής, καθώς η αστικοποίηση της Ευρώπης

προχωρούσε και οι μικρές πόλεις γίνονταν μεγαλύτερες. Στο Λονδίνο, το Παρίσι και το Άμστερνταμ του 19ου αιώνα ( οι άλλες πόλεις περιμένουν ακόμα τους ιστορικούς που θα ασχοληθούν μαζί τους), τα παραδοσιακά στέκια όπου γινόταν ψωνιστήρι από τον προηγούμενο αιώνα – πάρκα, πλατείες και δημόσια ουρητήρια – συνεχίζουν να εμφανίζονται στις σχετικές πηγές. Παράλληλα όμως

αρχίζουμε να μαθαίνουμε και για κάποια άλλα νέα στέκια, όπως

ήταν για παράδειγμα οι εμορικές στοές και οι σιδηροδρομικοί σταθμοί. Επίσης, τα κέντρα διασκέδασης που απευθύνονταν σε αυτού του είδους την πελατεία αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται καθώς προχωρά ο 19ος αιώνας. Οι παρενδυτικοί χοροί, ιδιαίτεροι κατά την περίοδο του καρναβαλιού, εισάγονται ως ένα νέο στοιχείο

ομοφυλόφιλης κοινωνικότητας. Με λίγα λόγια, ως τα μέσα του 19ου αιώνα. οι ομοφυλόφιλοι, όρος που πλάστηκε μόλις το 1869, άρχισαν ήδη να αποτελούν αναπόδραστη παρουσία στο πλαίσιο της σύγχρονης αστικής ζωής.

Page 84: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 84

Η αμερικανική ήπειρος: από τους αποικιακούς χρόνους έως

τον 20ο αιώνα

Σεξουαλικές και έμφυλες πρακτικές των ιθαγενών της

Αμερικής

Οι παλαιότερες καταγεγραμμένες μαρτυρίες για την ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα στην αμερικανική ήπειρο προέρχονται από τους Ισπανούς και Πορτογάλους κατακτητές, εξερευνητές και ιεραπόστολους, οι οποίοι ανέφεραν ότι η σοδομία ήταν ευρύτατα

διαδεδομένη σε πολλές κοινότητες ιθαγενών. Ωστόσο, πρέπει να

προσεγγίζουμε αυτές τις αφηγήσεις με επιφύλαξη, καθώς το κυρίαρχο χριστιανικό δόγμα του 15ου και το 16ου αιώνα θεωρούσε τη σοδομία φρικτό αμάρτημα. Μερικές φορές οι Ευρωπαίοι παρατηρητές προσέδιδαν το στίγμα της σοδομίας και άλλων αμαρτωλών πρακτικών στις ξένες κοινωνίες με σκοπό να

παρουσιάζουν τη δική τους κοινωνία ως ανώτερη, νομιμοποιώντας κατά αυτόν τον τρόπο την αποικιακή εξάπλωση. Όμως δεν μπορούμε να απορρίψουμε εντελώς αυτές τις μαρτυρίες, ιδιαίτερα μάλιστα στις περιπτώσεις εκείνες που πολλοί χρονικογράφοι δείχνουν παρόμοιες αναφορές ή όταν οι περιγραφές κάποιου αφηγητή για άλλες πτυχές της κουλτούρας που περιγράφει έχουν

αποδειχθεί σε γενικές γραμμές έγκυρες. Για παράδειγμα, υπάρχουν πολλές αφηγήσεις που διαπιστώνουν την ευρεία διάδοση ομόφυλης σεξουαλικής συμπεριφοράς στην περιοχή του Μεξικού που σήμερα ανήκει στην πολιτεία της Βερακρούς. Όταν ο κατακτητής Ερνάν Κόρτες έφτασε εκεί το 1519, έδωσε διαταγή στους ιθαγενείς κατοίκους της περιοχής να

εγκαταλείψουν τον σοδομισμό και τις άλλες διαβολικές τους πρακτικές. Στη συνέχεια έγραψε στον μονάρχη του, τον αυτοκράτορα Κάρολο τον πέμπτο, τα εξής: Ξέρουμε και έχουμε συγκεντρώσει πληροφορίες που δεν αφήνουν περιθώριο για

αμφιβολίες ότι όλοι οι κάτοικοι της Βερακρούς διαπράττουν το φρικτό αμάρτημα της σοδομίας. Αντίστοιχα, αρκετοί Πορτογάλοι

χρονικογράφοι εντόπισαν ευρέως διαδεδομένες ομόφυλες σεξουαλικές πρακτικές μεταξύ των Ινδιάνων Τουπινάμπα στη Βραζιλία κατά τον 16ο αιώνα. Ο Περού ντε Μαγκαλιάενς Γκαντάβο σχολίαζε στα 1576 ότι οι άντρες Ινδιάνοι που ζούσαν στην περιοχή του σημερινού Ρίο ντε Τζανέιρο επιδίδονταν στη σοδομία σαν να τους έλειπε η ανθρώπινη λογική, ενώ, περίπου μια δεκαετία

αργότερα, ο Γκάμπριελ Σοάρες ντε Σόουζα περιέγραφε πως οι νεαροί άντρες συνήθιζαν να επιδίδονται στη σοδομία για να επιβεβαιώσουν και να αποδείξουν τον ανδρισμό τους.

Στην περιοχή της μετέπειτα Λατινικής Αμερικής, πριν από την ευρωπαϊκή κατάκτηση, οι αντιλήψεις για την ομόφυλη σεξουαλική

Page 85: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 85

συμπεριφορά διέφεραν σημαντικά από τόπο σε τόπο. Οι ηγέτες των Ίνκα και οι χωρικοί που ζούσαν στα υψίπεδα των Άνδεων καταδίκαζαν τη σοδομία, ενώ, από ότι φαίνεται, στις βόρειες παραθαλάσσιες περιοχές της αυτοκρατορίας των Ίνκα η σοδομία

αποτελούσε αποδεκτή σεξουαλική πρακτική. Γράφοντας στα μέσα του 16ου αιώνα, ο Ισπανός κατακτητής και ιστορικός Πέδρο Θιέθα δε Λεόν υποστήριξε ότι οι Ποπαγιάν που ζούσαν στην περιοχή αυτή είναι ιδιαίτερα περήφανοι για τη σοδομία τους. Αρκετές αναφορές σχετικά με την ομόφυλη σεξουαλική συμπεριφορά στην αμερικάνικη ήπειρο μιλούν για άτομα που

υιοθετούσαν τους κοινωνικούς ρόλους του αντίθετου φύλου,

διατηρώντας σεξουαλικές σχέσεις και συνάπτοντας γάμους με άτομα του δικού τους βιολογικού φύλου. Η παλαιότερη ευρωπαϊκή μαρτυρία που διαθέτουμε σχετικά με την ύπαρξη πολλαπλών κοινωνικών φύλων στο πλαίσιο μιας ιθαγενούς αμερικανικής κοινωνίας προέρχεται από τον Ισπανό εξερευνητή Καμπέθα δε

Βάκα, ο οποίος, γύρω στα 1530, έγραψε για τους Ινδιάνους Κοαχουιλτέκα που ζούσαν στην περιοχή του σημερινού Τέξας τα εξής: Είδα έναν άντρα που είχε παντρευτεί έναν άλλον άντρα, και πρόκειται για ανίκανους, εκθηλυσμένους άντρες που κυκλοφορούν ντυμένοι σαν γυναίκες και κάνουν τις δουλειές των γυναικών, και ρίχνουν με το τόξο και και κουβαλούν μεγάλα φορτία και είναι πιο

σωματώδεις από τους άλλους άντρες και ψηλότεροι. Ο δε Βάκα χαρακτήρισε αυτή την πρακτική «πράγμα του διαβόλου» Καθώς αυτοί οι γυναικο-άντρες συχνά περιγράφονται ως δυνατότεροι και πιο μεγαλόσωμοι από άλλους άντρες της ομάδας, πολλοί Ευρωπαίοι παρατηρητές τους θεώρησαν αρχικά ερμαφρόδιτους. Για παράδειγμα, ο Ζακ Λε Μουάν ντε Μοργκ, ένας

καλλιτέχνης που ακολούθησε τη γαλλική αποστολή στη Φλόριντα το 1564, σημείωσε ότι η παρουσία των ερμαφρόδιτων μεταξύ των Ινδιάνων Τιμούκουα ήταν αρκετά συνηθισμένο φαινόμενο. Εξαιτιας της σωματικής τους ρώμης, οι άνθρωποι αυτοί κουβαλούσαν τις

πολεμικές προμήθειες όταν κάποιος αρχηγός πήγαινε στον πόλεμο και επίσης απομάκρυναν τους τραυματίες και τους νεκρούς από το

πεδίο της μάχης – μια αποστολή την οποία ο Λε Μουάν απεικόνιζε σε μια από τις ζωγραφιές του. Το έργο αυτό αναπαρήγαγε στη συνέχεια ο χαράκτης Τεοντόρ ντε Μπρύ. Οι Ευρωπαίοι εξερευνητές και κατακτητές δεν περιορίζονταν στο να περιγράφουν και να καταδικάζουν την ποικιλία των σεξουαλικών και έμφυλων ρόλων που συναντούσαν στην αμερικανική ήπειρο. Ένα άλλο

χαρακτηριστικό του Τεοντόρ ντε Μπρύ απεικονίζει τον Βάσκο Νούνιεθ δε Μπαλμπόα και τον στρατό του να εξαπολύουν τα σκυλιά τους για να κατασπαράξουν 40 γυναικο-άντρες της φυλής

των Κουέβα, τους οποίους θεώρησαν σοδομίτες. Το περιστατικό

Page 86: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 86

αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Μπαλμπόα στον ισθμό του Παναμά το 1513. Οι μεταγενέστεροι Ευρωπαίοι χρονικογράφοι συνέχιζαν να θεωρούν ότι οι γυναικο-άντρες υιοθετούσαν την ενδυμασία του

αντίθετου φύλου επειδή έπαιζαν τον ρόλο του παθητικού, θηλυπρεπούς συντρόφου άλλων αντρών. Έτσι επικράτησε η συνήθεια να τους αποκαλούν μπερντάχηδες, όρος που προέρχεται από μια γαλλική παραφθορά του 18ου αιώνα των λέξεων που χρησιμοποιούσαν οι Άραβες και οι Πέρσες για να περιγράψουν μια αρσενική πόρνη ή ένα αγόρι παλλακίδα. Ωστόσο, μέσα στις ίδιες

τους τις κοινωνίες, οι γυναικο-άντρες και οι αντρο-γυναίκες

(δηλαδή τα άτομα που από βιολογική άποψη ήταν θηλυκά, αλλά αναλάμβαναν ανδρικούς κοινωνικούς ρόλους) δεν αντιμετωπίζονταν ούτε ως άντρες ούτε ως γυναίκες, αλλά ως άτομα που ανήκαν σε άλλα φύλα, τα οποία, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των κοινωνιών αυτών, είτε είχαν μια εντελώς αυτόνομη έμφυλη υπόσταση,

ανεξάρτητη από τις υπόλοιπες έμφυλες κατηγορίες. Για παράδειγμα, μεταξύ των ιθαγενών της Βόρεια Αμερικής, η φυλή των Κρι ονόμαζε τους γυναικο-άντρες αγεκγιού που σημαίνει είτε «ούτε άντρας ούτε γυναίκα» είτε «και άντρας και γυναίκα». Η φυλή των Ζούνι ονόμαζε την αντρο-γυναίκα κατσοτσέ, δηλαδή «αγόρι-κορίτσι». Κατά συνέπεια, ένας άντρας ή μια γυναίκα που

υιοθετούσε τα έμφυλα κοινωνικά χαρακτηριστικά του «αντίθετου» βιολογικού φύλου και σύνηπτε σεξουαλική σχέση με ένα συμβατικό άτομο του ιδίου βιολογικού φύλου θεωρούνταν ότι συμμετείχε σε μια σχέση ετεροφυλική, σύμφωνα με την έννοια που δίνει σε αυτόν τον όρο η ανθρωπολόγος Sabine Lang, και όχι σε μια σεξουαλική σχέση μεταξύ ομοφύλων, όπως θα την όριζε η

ευρωπαϊκή κουλτούρα. Όπως συνέβαινε και με τις κοινωνίες των ιθαγενών της αμερικανικής ηπείρου, έτσι και οι κοινωνίες της Δυτικής Αφρικής, από τις οποίες προέρχονταν οι περισσότεροι αφρικανοί που

βρέθηκαν στη Αμερική ως σκλάβοι, είχαν να επιδείξουν ένα ευρύτατο φάσμα σεξουαλικών και έμφυλων πρακτικών. Κάποιες

από αυτές τις κοινωνίες αποδέχονταν την ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα και τους διαφυλικούς ρόλους. Πολυάριθμοι Ευρωπαίοι παρατηρητές επισήμαναν ότι σε όσες αφρικανικές κοινωνίες υπήρχε έντονος κοινωνικός διαχωρισμός ανάμεσα στα δύο φύλα, οι νεαροί άντρες και οι νεαρές γυναίκες υιοθετούσαν ομόφυλες σεξουαλικές συμπεριφορές, ιδιαίτερα προτού συνάψουν

ετεροφυλοφιλικούς γάμους. Κάποιες μαρτυρίες του 17ου αιώνα που αφορούν την Αγκόλα αναφέρονται σε ενήλικους άντρες που ντύνονταν γυναίκες και έκαναν σεξ με άλλους άντρες, τους οποίους

ενίοτε παντρεύονταν.

Page 87: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 87

Οι Αφρικανοί που εξαναγκάστηκαν να έρθουν στην Αμερική ως σκλάβοι κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα, πρώτα στη Βραζιλία και μετά στην Καραϊβική και τις σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες, στην πλειονότητα τους ήταν άντρες. Αυτό πιθανότητα ενθάρρυνε την

ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ του πληθυσμού των σκλάβων. Παράλληλα, οι σκλαβωμένοι αφρικανοί, είτε ήταν άντρες είτε γυναίκες, υφίσταντο τη σεξουαλική βία των αφεντικών τους. Για παράδειγμα, έχει καταγραφεί η περίπτωση του ιδιοκτήτη ενός μεγάλου μύλου παρασκευής ζάχαρης στη Βραζιλία, ο οποίος, στις αρχές της δεκαετίας του 1590, ομολόγησε στις αρχές της Ιεράς

Εξέτασης ότι διέπραξε σοδομία με τέσσερις άντρες, μεταξύ των

οποίων οι δύο ήταν σκλάβοι και ο τρίτος κάποιος απελεύθερος μαύρος υπηρέτης. Αποικιακοί νόμοι και τιμωρίες

Ως παρεπόμενο της κατάκτησης της αμερικανικής ηπείρου και της καθυπόταξης των ιθαγενών πληθυσμών και των σκλάβων Αφρικανών, οι αποικιακές αρχές εισήγαγαν από την Ευρώπη και έθεσαν σε ισχύ χριστιανικούς νομοθετικούς κώδικες, που συχνά προέβλεπαν την επιβολή της θανατικής ποινής για το αδίκημα της

σοδομίας, την οποία ταύτιζαν κατά κύριο λόγο με το πρωκτικό σεξ. Για παράδειγμα. όταν οι Πορτογάλοι εποίκησαν τη Βραζιλία, επέβαλαν στη νεοπροσαρτημένη τους επικράτεια τους νόμους ενάντια στη σοδομία που ίσχυαν στη χώρα τους, οι οποίοι όριζαν ότι ο άντρας που θα αποδειχθεί ένοχος για αυτό το έγκλημα « πρέπει να καεί στην πυρά και να γίνει στάχτη , ούτως ώστε το σώμα

του και η ταφή του να μην μπορούν να μνημονευτούν ποτέ». Επιπλέον, η περιουσία του δράστη δημευόταν, ενώ τα παιδιά και τα εγγόνια τους εξαναγκάζονταν να ζουν σε καθεστώς ανυποληψίας. Η παλαιότερη αποικιακή αρχή του Μεξικού, ο Αποστολικός

Ιεροεξεταστής, επέβαλε επίσης τον θάνατο στην πυρά όσων καταδικάζονταν για σοδομία: μεταξύ άλλων, αυτή την τύχη είχαν

και δεκαπέντε άντρες που εκτελέστηκαν μαζί κατά τη διάρκεια μιας επιχείρησης πάταξης της ανδρικής ομόφυλης σεξουαλικής δραστηριότητας στην πόλη του Μεξικού στα μέσα του 17ου αιώνα. Στις βορειοαμερικάνικες αποικίες οι εκτελέσεις αντρών για σοδομία υπήρξαν αριθμητικά λιγότερες από ότι στην αποικιακή Λατινική Αμερική. Στα δικαστικά αρχεία βρίσκουμε πέντε

υποθέσεις που κατέληξαν σε θανατική καταδίκη από τα μέσα του 16ου αιώνα έως τα τέλη του 17ου: μία στην ισπανική αποικία της Φλόριντα, δύο στην ολλανδική αποικία των Νέων Κάτω Χωρών και

από μια υπόθεση στις αγγλικές αποικίες της Βιρτζίνια και του Νιού Χέιβεν αντίστοιχα. Ωστόσο, όπως συνέβαινε και στη Βραζιλία και

Page 88: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 88

στο Μεξικό, αυτού του είδους οι εκτελέσεις ήταν ιδιαίτερα βάναυσες. Οι νόμοι ενάντια στη σοδομία που ίσχυαν στη βρετανική Βόρεια Αμερική βασίζονταν στη διάταξη του βρετανικού εθιμικού δικαίου

του 1533, που όριζε τα σχετικά με το αδίκημα της σοδομίας: για να καταδικαστεί κάποιος, έπρεπε να αποδειχθεί η διείσδυση και συνήθως προαπαιτούνταν οι καταθέσεις δύο υπόπτων μαρτύρων προκειμένου να απαγγελθούν κατηγορίες. Αυτό το αυστηρό νομικό πλαίσιο έκανε πολύ δύσκολη τη δίωξη σχέσεων που κατά κύριο λόγο διαμείβονταν σε συνθήκες μυστικότητας και είχαν συναινετικό

χαρακτήρα. Έτσι, ακόμα κι όταν οι αρχές διαπίστωναν την ύπαρξη

ομόφυλης σεξουαλικής συμπεριφοράς, σπάνια μπορούσαν να συγκεντρώσουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να στηρίξουν μια κατηγορία για σοδομία. Το 1697 στο Πλύμουθ της Μασαχουσέτης, ένα δικαστήριο έκρινε ενόχους τους κατηγορούμενους Τζων Αλεξάντερ και Τόμας Ρόμπερτς για άσεμνη συμπεριφορά μεταξύ

τους, καθώς συχνά ξόδευαν το σπέρμα τους ο ένας πάνω στον άλλον, όπως αποδείχτηκε από τις καταθέσεις των μαρτύρων όσο και από τις δικές τους ομολογίες. Ωστόσο, και οι δύο γλίτωσαν τη θανατική καταδίκη, γιατί το δικαστήριο δεν διέθετε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη σεξουαλική διείσδυση. Οι αρνητικές αντιδράσεις στις εκτελέσεις ήταν άλλος

ένας παράγοντας που μείωσε τη συχνότητα επιβολής του μέτρου. Στην πρώτη υπόθεση επιβολής της θανατικής ποινής για σοδομία στη Νέα Γαλλία το 1648, ο κατάδικος, ένας νεαρός τυμπανιστής που καταδικάστηκε για το έγκλημα ενάντια στη φύση, κατάφερε να μειώσει την ποινή του ύστερα από τις αντιδράσεις των Ιησουιτών ιερέων του Μόντρεαλ. Επίσης, σε αρκετές περιπτώσεις, οι αρχές της

Νέας Αγγλίας ανέστειλαν την εκτέλεση των ποινών κάποιων ατόμων που ομολόγησαν και μετανόησαν, γιατί πίστευαν ότι η ομόφυλη σεξουαλική συμπεριφορά, όπως και πολλά άλλα αμαρτήματα, αντιπροσώπευε έναν πειρασμό που αντιμετώπιζαν όλοι οι

άνθρωποι. Πιθανόν οι ηγέτες των πουριτανών να δίσταζαν να επιβάλλουν τη θανατική καταδίκη για ένα αδίκημα που θα

μπορούσε να διαπράξει ο οποιοσδήποτε, καθώς φοβόντουσαν μάλιστα ότι το αμάρτημα αυτό ήταν ευρύτατα διαδεδομένο. Παρά τα σκληρά νομικά και θρησκευτικά μέτρα που υιοθέτησαν οι έποικοι της Νέας Αγγλίας ενάντια στη σοδομία, φαίνεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι αρχές επιδείκνυαν ανοχή για τις ομόφυλες σεξουαλικές δραστηριότητες κάποιων μελών των

προνομιούχων στρωμάτων της κοινωνίας, ειδικά μάλιστα όταν οι εν λόγω άντρες ήταν αξιοσέβαστα πρόσωπα της κοινότητας. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Νίκολας Σένσιον, ένας πλούσιος κάτοικος του

Γουίνζορ στο Κονέκτικατ. Ο Σένσιον είχε εγκατασταθεί στην αποικία γύρω στα 1640 και ήταν διαβόητος για τις βίαιες

Page 89: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 89

σεξουαλικές παρενοχλήσεις του προς τους νεαρούς υπηρέτες του και προς τους γείτονες του. Τα παράπονα των συγγενών των ατόμων που είχε προσεγγίσει σεξουαλικά ο Σένσιον ανάγκασαν τις αρχές της πόλης να διερευνήσουν τη συμπεριφορά του δύο φορές, μια

προς το τέλος της δεκαετίας του1640 και μια δεύτερη στο τέλος της δεκαετίας του 1660. Και στις δύο περιπτώσεις του έγιναν συστάσεις, χωρίς να φτάσει η υπόθεση στα δικαστήρια. Μόνο όταν οι απόπειρες αποπλάνησης του Σένσιον έγιναν τόσο συχνές ώστε ήταν αδύνατον πλέον να αγνοηθούν από τις αρχές, κατηγορήθηκε επίσημα για σοδομία. Στη δίκη του, το 1677, πολλοί άντρες που

είχαν υποστεί τις σεξουαλικές του επιθέσεις κατέθεσαν ως μάρτυρες

εναντίον του. Ωστόσο, επειδή βρέθηκε μόνο ένας μάρτυρας πρόθυμος να καταθέσει ότι ο Σένσιον είχε πράγματι καταφέρει να διαπράξει το αδίκημα της σοδομίας, το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο μόνο για μια λιγότερο σοβαρή κατηγορία, αυτήν της απόπειρας διάπραξης σοδομίας. Ως ποινή του επιβλήθηκε η υποθήκευση της

περιουσίας του, με τον όρο της μελλοντικής καλής του συμπεριφοράς. Η επιεικής ποινή που επιβλήθηκε στον Σένσιον δείχνει ότι η ομόφυλη σεξουαλική συμπεριφορά των επιφανών πολιτών της Νέας Αγγλίας μπορούσε να παραβλεφθεί ή να αντιμετωπιστεί διακριτικά με εξωδικαστικά μέσα, αν οι πράξεις τους δεν προκαλούσαν κοινωνική αναταραχή ή περιορίζονταν στο

πλαίσιο των σχέσεων αφεντικού – υπηρέτη. Παρόλο που λίγοι άνθρωποι εκτελέστηκαν για σοδομία στις αποικίες της Βόρειας Αμερικής, υπήρξαν περισσότεροι που καταδικάστηκαν για λιγότερο σοβαρά σεξουαλικά αδικήματα, όπως ο Σένσιον. Τουλάχιστον δύο από αυτές τις υποθέσεις αφορούσαν γυναίκες. Η αποικία του Νιού Χέιβεν ήταν η μόνη αμερικανική

κοινότητα που περιλάμβανε τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών στον νόμο περί σοδομίας, αλλά οι γυναίκες διώκονταν και αλλού, με βάση άλλες νομοθετικές διατάξεις. Η παλαιότερη καταγεγραμμένη υπόθεση τέτοιου είδους αφορά κάποια Ελίζαμπεθ

Τζόνσον, μια υπηρέτρια από την αποικία της Μασαχουσέτης, η οποία καταδικάστηκε από μια σειρά από παράνομες πράξεις, που

συμπεριλάμβαναν και την άσκηση ανάρμοστων πρακτικών ανάμεσα στην ίδια και μια άλλη υπηρέτρια, το 1642. Της επιβλήθηκε πρόστιμο και βαριά ποινή μαστίγωσης. Στο Πλύμουθ της Μασαχουσέτης δύο παντρεμένες γυναίκες, η Μαίρη Χάμον και η Σάρα Νόρμαν, κατηγορήθηκαν το 1649 για άσεμνη συμπεριφορά μεταξύ τους πάνω σε κρεβάτι. Οι κατηγορίες εναντίον

της Χάμον αποσύρθηκαν, ίσως επειδή ήταν τότε μόνο δεκαπέντε χρονών. Η Νόρμαν, που ήταν λίγο μεγαλύτερη, εξαναγκάστηκε να ομολογήσει δημόσια την ανήθικη συμπεριφορά της.

Εκτός από την αστυνόμευση της ομόφυλης σεξουαλικής δραστηριότητας, οι πουριτανικές αρχές επιδίωξαν επίσης να

Page 90: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 90

επιβάλλουν την αυστηρή τήρηση της διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στα δύο φύλα, τιμωρώντας όσους ντύνονταν σαν άτομα του αντίθετου φύλου ή υιοθετούσαν παρενδυτικό τρόπο ζωής. Ενώ οι νόμοι που απαγόρευαν τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ

ομόφυλων στη βρετανική Βόρεια Αμερική πολύ σπάνια ασχολούνταν με τις γυναίκες, οι νομοθετικές ρυθμίσεις που απαγόρευαν και ποινικοποιούσαν την παρενδυσία αφορούσαν και τους άντρες και τις γυναίκες. Για παράδειγμα, το 1652 ο Τζόζεφ Ντέιβις από το Νιού Χαμσάιρ αναγκάστηκε να πληρώσει πρόστιμο και να ομολογήσει δημόσια μπροστά στην κοινότητα την ενοχή του,

επειδή φόρεσε γυναικεία ενδυμασία. Αντίστοιχα, στα 1677, η

Ντόροθυ Χόυτ από τη Μασαχουσέτη καταδικάστηκε σε βαριά ποινή μαστίγωσης όταν θα επέστρεφε στην αποικία, επειδή φόρεσε ανδρική ενδυμασία, εκτός και αν ο πατέρας της δεχόταν να πληρώσει άμεσα ένα πρόστιμο εκ μέρους της. Η εκδίκαση της υπόθεσης του Τόμας Χωλ, ενός υπηρέτη από το

Γουαροσκιγουάκι της Βιρτζίνια που υποστήριζε ότι ήταν άντρας και γυναίκα και είχε υιοθετήσει κατά καιρούς τους παραδοσιακούς ρόλους και την ενδυμασία τόσο των αντρών όσο και των γυναικών, δυσκόλεψε περισσότερο τις αποικιακές αρχές. Καθώς το τοπικό δικαστήριο δεν μπορούσε να αποδείξει πέραν πάσης αμφιβολίας ποιο ήταν το πραγματικό φύλο του ανθρώπου αυτού, με

αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποφασίσει αν έπρεπε να τον ή την καταδικάσει επειδή φόρεσε ανδρικά ή επειδή φόρεσε γυναικεία ρούχα, οι πολίτες της τοπικής κοινότητας ζήτησαν από το Γενικό δικαστήριο της Τζεϊμστάουν να επιλύσει το ζήτημα. Ίσως επειδή ούτε το δικαστήριο αυτό κατάφερε να καταλήξει σε ένα ασφαλές συμπέρασμα ως προς το φύλο του Χωλ ή ίσως επειδή θεώρησε ότι ο

Χωλ ήταν αυτό που θα λέγαμε σήμερα διαφυλικό άτομο, το Γενικό Δικαστήριο της Τζεϊμστάουν επέβαλε στον Χωλ να φοράει και τα παντελόνια με τις τιράντες που φορούσαν οι άντρες και την ποδιά με το καπελάκι που φορούσαν οι γυναίκες.

Από μια άποψη, αυτή η πρωτότυπη δικαστική απόφαση επιβεβαίωσε τη διπλή φύση του Χωλ, ανατρέποντας έτσι τις

παραδοσιακές κατηγορίες του φύλου. Ωστόσο, παράλληλα, παίρνοντας μια οριστική απόφαση για το φύλο του ανθρώπου αυτού, το δικαστήριο τιμώρησε τον Χωλ, στερώντας του τη δυνατότητα να αλλάζει φύλο κατά επιλογήν. Από την άποψη αυτή, η απόφαση του δικαστηρίου επανεπιβεβαίωσε τα όρια ανάμεσα στα δύο φύλα. Όπως και η επιείκια του δικαστηρίου απέναντι στον

Σένσιον, έτσι και η απόφαση του δικαστηρίου στην περίπτωση του Χωλ δείχνει ότι η πουριτανική κοινωνία αντιμετώπιζε τις παραβάσεις των ορίων της σεξουαλικότητας και του φύλου με

σύνθετους τρόπους, οι οποίοι δεν εναρμονίζονταν πάντοτε με τις νομοθετικές ρυθμίσεις και τις επίσημες διακηρύξεις των αρχών.

Page 91: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 91

Οι διώξεις για σοδομία στην πρώτη περίοδο της ιστορίας

των ΗΠΑ

Καθώς από τον ύστερο 17ο αιώνα και καθόλη τη διάρκεια του 18ου

ο ακραίος πουριτανισμός άρχισε να υποχωρεί στη βρετανική Βόρεια Αμερική και οι αποικιακές πολιτείες να μπαίνουν σε μια τροχιά εκκοσμίκευσης, οι πολίτες της Νέας Αγγλίας άρχισαν σιγά σιγά να ενδιαφέρονται όλο και λιγότερο για την επιβολή των νόμων που διασφάλιζαν τη δημόσια ηθική. Επίσης, σιγά σιγά άρχισε να εμπεδώνεται η πεποίθηση ότι έπρεπε να γίνεται σεβαστή η ιδιωτική

ζωή των πολιτών, με αποτέλεσμα να μειωθούν και οι διώξεις για

σοδομία ή αλλά αδικήματα σεξουαλικού χαρακτήρα. Παράλληλα, τα δικαστήρια άρχισαν να ενδιαφέρονται όλο και λιγότερο για ζητήματα ηθικής, στρέφοντας την προσοχή τους σε υποθέσεις οικονομικού και εμπορικού χαρακτήρα, που πολλαπλασιάστηκαν εκείνη την εποχή.

Η μόνη γνωστή εκτέλεση για σοδομία στις αποικίες της Βόρειας Αμερικής κατά τον 18ο αιώνα έλαβε χώρα το 1743 και αφορούσε έναν Ιρλανδό γιατρό στο Φορτ Φρεντερίκα της Τζώρτζια, το όνομα του οποίου μας είναι άγνωστο. Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που εφαρμόστηκε η θανατική ποινή για σοδομία στην επικράτεια που αργότερα θα γινόταν γνωστή ως Ηνωμένες Πολιτείες της

Αμερικής. Πράγματι, μετά την Αμερικανική Επανάσταση οι νεοϊδρυθείσες πολιτείες άρχισαν η μία μετά την άλλη να καταργούν τη θανατική ποινή για σεξουαλικά αδικήματα. Έως τις αρχές του 19ου αιώνα οι πολιτείες της Πενσυλβανίας, του Νιου Τζέρσυ, της Νέας Υόρκης και του Ρόουντ Άιλαντ είχαν καταργήσει τις εκτελέσεις για σοδομία. Άλλες επτά πολιτείες ακολούθησαν το

παράδειγμα τους στη δεκαετία του 1820. Από τις δεκατρείς ιδρυτικές αποικίες, μόνο η Βόρεια και η Νότια Καρολίνα συνέχισαν να διατηρούν τους παλαιούς νόμους εναντίον της σοδομίας στους ποινικούς τους κώδικες έως και την περίοδο του

αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, καταργώντας την επιβολή της θανατικής ποινής για το αδίκημα αυτό μόλις το 1868 και το 1869

αντίστοιχα. Παρόλα αυτά, το ότι καταργήθηκαν οι εκτελέσεις δεν σημαίνει ότι η σοδομία έπαψε να θεωρείται έγκλημα και να τιμωρείται αυστηρά. Όλες οι πολιτείες που προχώρησαν στην κατάργηση της θανατικής ποινής την αντικατέστησαν με άλλες αυστηρές κυρώσεις, οι οποίες ξεκινούσαν από την επιβολή ισόβιας κάθειρξης στο Κονέκτικατ και

στην Τζώρτζια και έφταναν έως την ποινή της φυλάκισης σε συνθήκες απομόνωσης και σε καταναγκαστικά έργα για ένα μέχρι δέκα χρόνια στο Νιού Χαμσάιρ και στη Μασαχουσέτη. Οι πιο

επιεικείς νομοθετικές ρυθμίσεις ίσχυαν στο Ρόουντ Άιλαντ, όπου αυτός που καταδικαζόταν για σοδομία δεν επιτρεπόταν να

Page 92: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 92

φυλακιστεί για περισσότερα από τρία χρόνια. Ωστόσο, στην πολιτεία αυτή, η θανατική ποινή εξακολούθησε να ισχύει στις περιπτώσεις που κάποιος καταδικαζόταν για δεύτερη φορά. Ίσως με σκοπό να επιστήσει την προσοχή αυτού που καταδικαζόταν για

πρώτη φορά σε αυτή την πρόνοια του νόμου, ο νόμος για αυτούς που καταδικάζονταν για πρώτη φορά όριζε ότι ο ένοχος έπρεπε να σταθεί στο ικρίωμα της αγχόνης για διάστημα που δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τις τέσσερις ώρες, κι ύστερα να μεταφερθεί στην κοινή φυλακή , όπου θα εκτίσει ποινή φυλάκισης που δεν θα ξεπερνάει τα τρία χρόνια.

Ρομαντικές φιλίες

Παρόλο που η σοδομία συνέχισε να συνιστά ποινικό αδίκημα σε ολόκληρη την επικράτεια των ΗΠΑ κατά τον ύστερο 18ο αιώνα και

καθόλη τη διάρκεια του 19ου, οι άνθρωποι αποδέχονταν και μάλιστα εξιδανίκευαν τις παθιασμένες φιλίες μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, οι οποίες χαρακτηρίζονταν από έντονα συναισθήματα αγάπης και τρυφερές εκδηλώσεις σωματικής οικειότητας. Αυτές οι ρομαντικές φιλίες, όπως έχει επικρατήσει να ονομάζονται, συχνά ήταν σχέσεις που διαρκούσαν μια ολόκληρη ζωή και παρόλο που

συνήθως δεν υποκαθιστούσαν το γάμο συχνά αποκτούσαν μεγαλύτερη συναισθηματική αξία από αυτόν, ιδίως για τις γυναίκες. Όπως τις περιέγραψε για πρώτη φορά η Κάρολ Σμιθ Ρόζενμπεργκ στο πρωτοποριακό της άρθρο « Ο γυναικείος κόσμος των τελετουργικών και της αγάπης, σχέσεις μεταξύ των γυναικών στην Αμερική του 19ου αιώνα », οι ρομαντικές αυτές σχέσεις

χαρακτηρίζονταν από συναισθηματική ένταση και από μια ξεκάθαρη αισθησιακή και σωματική διάσταση, τις οποίες είναι δύσκολο να παραβλέψουμε. ¨Ένα τυπικό παράδειγμα σχέσης αυτού του είδους αποτελούσαν οι εμπειρίες της Σάρας Μπάτλερ

Γουίσταρ και της Τζίνυ Φιλντ Μασγκρόουβ, οι οποίες γνωρίστηκαν το 1849 και ανέπτυξαν μια στενή συντροφική σχέση κατά τη

διάρκεια της φοίτησης τους στο ίδιο σχολείο οικοτροφείο. Στα πάμπολλα γράμματα που αντάλλαξαν σχολιάζουν συχνά τα αμοιβαία αισθήματα αγάπης που ένιωθαν η μία για την άλλη, τα οποία έγιναν ακόμα ισχυρότερα ύστερα από τον γάμο της Γουίσταρ και τη φυσική απομάκρυνση της από τη Μασγκρόουβ. Σε ένα γράμμα της προς τη Μασγκρόουβ που

χρονολογείται στα 1864, όταν δηλαδή η ίδια ήταν σύζυγος και μητέρα, η Γουίσταρ περιγράφει πόσο πολύ ποθεί να βρεθεί κοντά στην πολυαγαπημένη της. Παρομοίως τα γράμματα της

Μασγκρόουβ είναι γεμάτα εκφράσεις έντονης επιθυμίας: « Αγαπημένη, λατρευτή μου Σάρα! Πόσο σε αγαπώ και πόσο

Page 93: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 93

ευτυχισμένη υπήρξα! Είσαι η χαρά της ζωής μου. Λατρεμένη μου, με πόση προσδοκία περιμένω τη στιγμή που θα σε δω». Η σχέση τους παρέμεινε εξαιρετικά στενή ως τα βαθιά τους γεράματα. Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία που διαθέτουμε, φαίνεται πως

οι ρομαντικές φιλίες ήταν πιο συνηθισμένο φαινόμενο μεταξύ των λευκών της μεσαίας τάξης κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, τόσο οι κοινότητες των Αφροαμερικανών όσο και των λευκών της εργατικής τάξης αναγνώριζαν και αποδέχονταν επίσης τις σχέσεις αυτές, τις οποίες εμείς σήμερα θα χαρακτηρίζαμε σεξουαλικού χαρακτήρα δεσμούς μεταξύ ομοφύλων. Για παράδειγμα, η

δασκάλα Ρεβέκκα Πρίμους και η υπηρέτρια Άντι Μπράουν, δύο

μαύρες γυναίκες από το Χάρτφορντ του Κονέκτικατ, ανέπτυξαν έναν έντονο, βαθύ και παθιασμένο δεσμό μεταξύ τους στη δεκαετία του 1860. Ωστόσο, ο λόγος που η αμερικανική κοινωνία αποδεχόταν τις ρομαντικές φιλίες ήταν ακριβώς επειδή τις έβλεπε σαν σχέσεις μη

σεξουαλικού χαρακτήρα. Ενώ στην αποικιακή Αμερική οι γυναίκες θεωρούνταν εξίσου, αν όχι περισσότερο ευάλωτες από τους άντρες στους σεξουαλικούς πειρασμούς, από τα τέλη του 18ου αιώνα και μετά άρχισε να επικρατεί η αντίληψη ότι τα δύο φύλα ήταν εντελώς διαφορετικά, με αποτέλεσμα οι λευκές γυναίκες της μεσαίας τάξης να θεωρηθούν πλάσματα αθώα, χωρίς σεξουαλικές επιθυμίες, σε

αντιδιαστολή με τους άντρες, που υποτίθεται ότι διέθεταν ανεξέλεγκτες σεξουαλικές ορμές. Έτσι, δύο γυναίκες μπορούσαν φανερά να αγκαλιαστούν, να φιληθούν, να χαϊδέψουν η μια την άλλη και να μοιραστούν το ίδιο κρεβάτι, χωρίς να στιγματιστούν κοινωνικά. Κι όμως, αντίθετα από ότι πίστευε η κοινωνία της εποχής, οι

ρομαντικές φιλίες δεν ήταν πάντοτε σεξουαλικές. Είναι γεγονός ότι πολλές πράξεις στις οποίες ένας σημερινός παρατηρητής θα απέδιδε καταφανώς σεξουαλικό χαρακτήρα αποτελούσαν μέρος των σχέσεων οικειότητας που ανέπτυσσαν μεταξύ τους κάποιες

γυναίκες. Η σχέση της Πρίμους με τη Μπράουν περιλάμβανε τουλάχιστον το αμοιβαίο άγγιγμα του στήθους, ενώ, όπως μας

αποκαλύπτει ένα από τα γράμματα της Μπράουν, μεταξύ των νεαρών γυναικών στο σχολείο του Φάρμιγκτον στο Κονέκτικατ όπου η ίδια εργαζόταν, ο κοινός ύπνος στο ίδιο κρεβάτι συνεπαγόταν μια προσδοκία για σεξουαλικές περιπτύξεις, που ήταν γνωστές ως σεξ του στήθους. Η Μπράουν έγραψε στην Πρίμους ότι, πράγματι κοιμήθηκε με μία από αυτές τις γυναίκες, αλλά η συντροφός της

στο κρεβάτι απογοητεύτηκε οικτρά και δεν το ευχαριστήθηκε, γιατί της είχα γυρισμένη την πλάτη ολόκληρη τη νύχτα και το νυχτικό μου ήταν κουμπωμένο μέχρι επάνω, ώστε να μην μπορεί να πιάσει

το στήθος μου.

Page 94: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 94

Παρόλο που η οικειότητα ανάμεσα στην Πρίμους και την Μπράουν ξεπερνούσε τα όρια της πρέπουσας συμπεριφοράς ανάμεσα σε δύο ρομαντικές φιλενάδες, η οικογένεια και οι φίλοι τους αναγνώριζαν, αποδέχονταν και διευκόλυναν τη σχέση των δύο

γυναικών. Η κυρία Πρίμους επέτρεπε στην Μπράουν να διαβάζει τα γράμματα που έγραφε η κόρη της στην οικογένεια της, ο θείος και η θεία της Πρίμους φιλοξένησαν την Μπράουν στο σπίτι τους πολλές φορές, ενώ και τα τρία αυτά μέλη της οικογένειας Πρίμους βοήθησαν την Μπράουν να βρει δουλειά. Όταν ένας γείτονας της οικογένειας Πρίμους εξέφρασε κάποιες ανησυχίες για την

υπερβολική οικειότητα των δύο γυναικών, λέγοντας ότι δεν ήταν η

πρέπουσα, η κυρία Πρίμους έφτασε μέχρι του σημείου να υπερασπιστεί τη σχέση της κόρης της. Όπως έγραψε η Μπράουν στην Πρίμους, « είπε ότι σε είχα σε τόσο υπόληψη, σαν να ήσουν ένας καθωσπρέπει κύριος. Είπε επίσης ότι, αν κάποια από τις δυο μας ήταν άντρας, θα παντρευόμασταν». Ωστόσο, επειδή καμία από

τις δυο γυναίκες δεν ήταν άντρας, το κοινωνικό τους περιβάλλον ανέμενε από αυτές να βρουν γαμπρούς. Μπορεί οι οικογένειες τους, καθώς και άλλα μέλη της μαύρης κοινότητας του Χάρτφορντ, να αναγνώριζαν πόσο βαθιά αφοσιωμένες ήταν η μια στην άλλη, δεν έπαυαν όμως να πιστεύουν ότι η αφοσίωση αυτή δεν έπρεπε να αποκλείσει ή να παρεμποδίσει τις σχέσεις τους με τους άντρες. Για

παράδειγμα, η θεία της Πρίμους συμβούλεψε την Μπράουν να μην αποκαλύψει σε έναν επίδοξο γαμπρό που την περιτριγύριζε ότι αγαπούσε την Πρίμους πολύ περισσότερο από όσο θα μπορούσε ποτέ να αγαπήσει εκείνον. Από ότι φαίνεται, η Μπράουν ακολούθησε τη συμβουλή της θείας: όταν ο άντρας αυτός τη ζήτησε σε γάμο, ξεπέρασε τις συναισθηματικές τις επιφυλάξεις και δέχτηκε

την πρόταση, με αποτέλεσμα η σχέση της με την Πρίμους να λάβει τέλος. Η διάλυση μιας ρομαντικής φιλίας εξαιτίας του γάμου ενός εκ των δύο συντρόφων ήταν πιο συνηθισμένο φαινόμενο όταν

επρόκειτο για σχέσεις μεταξύ αντρών. Όπως συνέβαινε και με τους δεσμούς μεταξύ γυναικών, έτσι και οι ρομαντικές φιλίες των αντρών

ήταν σχέσεις αγάπης, πάθους και μεγάλης οικειότητας, οι οποίες μπορεί να εκφράζονταν με φιλιά, χάδια και κοινό ύπνο στο ίδιο κρεβάτι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι σχέσεις αυτές περιλάμβαναν και το σεξ, όπως δείχνει η σωζόμενη αλληλογραφία του Τόμας Τζέφερσον Γουίδερς με τον Τζέιμς Χάμοντ, δύο νεαρών λευκών αντρών από τη Νότια Καρολίνα, οι οποίοι επρόκειτο να εξελιχθούν

σε ένθερμους υποστηρικτές της δουλείας και των απαράγραπτων δικαιωμάτων των επιμέρους πολιτειών. Σε μια επιστολή του προς τον Χάμοντ που χρονολογείται στα 1826, ο εικοσιδυάχρονος

Γουίδερς ρωτάει: « είχες άραγε ήδη την ευκαιρία να δοκιμάσεις την εξαιρετική απόλαυση να χώσεις και να σπρώξεις πάνω σε έναν

Page 95: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 95

τρεμάμενο σύντροφο του κρεβατιού σου το μακρύ σαρκώδες κοντάρι σου, τα αγγίγματα του οποίου είχα κι εγώ πολλές φορές την τιμή να νιώσω;». Η απάντηση του Χάμοντ έχει μάλλον χαθεί, αλλά η μεταγενέστερη αλληλογραφία το Γουίδερς δείχνει ότι ο

Χάμοντ κατά πάσα πιθανότητα απάντησε στην επιστολή αυτή υπερηφανευόμενος για τα σεξουαλικά του επιτεύγματα. Μπορεί οι νεαροί άντρες να δημιουργούσαν στενούς συναισθηματικούς δεσμούς και κάποιες φορές, σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ τους, αυτές όμως όφειλαν να λάβουν τέλος μετά την ενηλικίωση τους. Πράγματι, μία από τις ενδείξεις ότι κάποιος

νεαρός είχε γίνει πλέον ώριμος άντρας κατά τον 19ο αιώνα ήταν ότι

άφηνε πίσω του τους αγορίστικους δεσμούς της εφηβείας για να επιδιώξει τον γάμο και την προώθηση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Οι ρομαντικές φιλίες πρόσφεραν στους νέους μια αίσθηση ασφάλειας και συντροφικότητας κατά τη διάρκεια της περιόδου της αβεβαιότητας που προηγούνταν της ενηλικίωσης

τους. Όταν η ζωή τους αποκτούσε μεγαλύτερη σταθερότητα, πολλοί από αυτούς δεν είχαν πια το χρόνο να ασχοληθούν με τέτοιες σχέσεις, τις οποίες άλλωστε θεωρούσαν πλέον ανάξιες του ανδρισμού τους.

Αληθινοί Σύντροφοι

Κάποιοι άντρες, ωστόσο, δεν εγκατέλειπαν τις ρομαντικές φιλίες τους όταν έφταναν στην ενηλικίωση, αλλά αντίθετα ενσωμάτωναν τις σχέσεις στενής οικειότητας που ανέπτυσσαν με άτομα του ίδιου φύλου στην αντίληψη τους για το τι σήμαινε ανδρισμός. Αυτοί οι

άντρες συνέχιζαν να εξυμνούν την ανδρική συντροφικότητα και θεωρούσαν ότι αυτό που ο ποιητής Γουόλτ Χουίτμαν ονόμαζε « ωραία και υγιή αγάπη ενός άντρα για έναν άλλο, την οποία νιώθουν ενδόμυχα όλα τα νεαρά παλικάρια» αντιπροσώπευε την πιο φυσική

και αγνή μορφή αγάπης. Οι ομοερωτικές φιλίες μεταξύ αντρών, οι οποίες πολλές φορές υπερέβαιναν τις διαχωριστικές γραμμές

μεταξύ των φυλών και των τάξεων, αποτέλεσαν κεντρικό θέμα του έργου μιας σειράς λευκών συγγραφέων και καλλιτεχνών του 19ου αιώνα, όπως ο Χένρυ Ντέιβιντ Θορώ, ο Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ, ο Χέρμαν Μέλβιλ, ο Τόμας Ήκινς και ο Μπάιαρντ Τέυλορ. Αλλά ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της ανδρικής οικειότητας υπήρξε ο Γουόλτ Χουίτμαν. Τα ποιήματα της ομάδας «Κάλαμους», τα οποία

συμπεριλήφθηκαν για πρώτη φορά στην έκδοση του 1860 της ποιητικής συλλογής « Τα φύλλα της χλόης», εξαίρουν την ανάγκη για συντρόφους. Για παράδειγμα, στο πέμπτο ποίημα της ομάδας

Κάλαμους ο Χουίτμαν οραματίζεται έναν μελλοντικό κόσμο στον οποίο η αγάπη μεταξύ αντρών θα είναι ανίκητη αντί για αόρατη.

Page 96: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 96

Θα συνηθίζεται σε όλα τα μέρη, στα σπίτια και στους δρόμους, να βλέπει κανείς την ανδρική αγάπη, Ο αδελφός ή ο φίλος που θα φεύγει θα χαιρετά αυτόν που μένει, τον αδελφό ή τον φίλο του με ένα φιλί. Κατά πάσα πιθανότητα ο Χουίτμαν έγραψε τα

ποιήματα Καλάμους όταν ήταν ερωτευμένος με τον Φρεντ Βόγκαν, έναν έφηβο με τον οποίο συζούσε στα τέλη της δεκαετίας του 1850. Όπως ο Βόγκαν, έτσι και όλοι οι μεταγενέστεροι σεξουαλικοί σύντροφοι του Χουίτμαν ήταν νεαροί άντρες της εργατικής τάξης. Ο Χουίτμαν είχε ακόμα περισσότερες ευκαιρίες να αναπτύξει στενές, σεξουαλικού τύπου σχέσεις με νεαρούς άντρες την εποχή που

δούλευε ως νοσοκόμος στα νοσοκομεία της Ουάσιγκτον,

περιποιούμενους του τραυματίες του στρατού της ένωσης, κατά τη διάρκεια του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου. Είπε σε έναν φίλο του το 1863: « Ω, πόσο εύκολα τους αγαπάει κανείς τόσο ανδροπρεπείς και τρυφεροί, πολλοί από αυτούς έχουν μάθει να αναμένουν να ανταλλάξουμε φιλιά όταν φεύγω τη νύχτα, και

κάποιες φορές είναι τόσο πολλοί που αναγκάζομαι να τους φιλάω όλους με τη σειρά». Κάποιες από αυτές τις σχέσεις εξελίχθηκαν και πέρα από φιλιά και συνεχίστηκαν και έξω από το νοσοκομείο, γιατί ξέρουμε ότι ο Χουίτμαν πρότεινε σε έναν λοχία να ζήσουν μαζί. Από ότι φαίνεται, ο συγκεκριμένος άντρας δεν συμμεριζόταν το όνειρο του Χουίτμαν να γίνουν αληθινοί σύντροφοι και να μην χωριστούν

ποτέ όσο διαρκεί η ζωή τους. Ωστόσο το 1865 ο Χουίτμαν γνώρισε τον Πήτερ Ντόυλ, που έγινε εραστής του σχεδόν για μια δεκαετία. Σεξουαλικές σχέσεις στις αποκλειστικά ανδρικές κοινότητες

Τον καιρό που φρόντιζε αρρώστους, ο Χουίτμαν ζούσε σε ένα περιβάλλον αποκλειστικά ανδρικό, όπου ο πόλεμος, η απώλεια στενών φίλων και ο συνεχής κίνδυνος που απειλούσε τη ζωή του καθενός ενθάρρυναν την ανάπτυξη πολύ στενών ομόφυλων

σχέσεων. Αλλά και πέρα από το πεδίο της μάχης, οι άντρες συχνά σύνηπταν στενούς δεσμούς μεταξύ τους μέσα σε αυστηρά ανδρικά

περιβάλλοντα όπου αποκλειόταν η παρουσία γυναικών. Στα μέσα και στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, πολλοί λευκοί άντρες της μεσαίας τάξης βρήκαν την ομόφυλη αγάπη και τη στενή φιλία με άλλους άντρες μέσα από τη συμμετοχή τους στη δράση της Χριστιανικής οργάνωσης Νέων. Καθώς η οργάνωση ήταν αυστηρά προσηλωμένη σε συντηρητικές θρησκευτικές και ηθικές αξίες,

δύσκολα θα μπορούσε να πιστέψει κανείς ότι υποστήριξε την ανάπτυξη στενών σχέσεων οικειότητας μεταξύ αντρών. Κι όμως, όπως εξηγεί ένας από τους πρώτους της ηγέτες σε μια ιστορία της

οργάνωσης που εκδόθηκε το 1896, ένας από τους πρωταρχικούς στόχους της ήταν να δώσει διέξοδο στη δίψα των νεαρών αντρών για

Page 97: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 97

συντροφικότητα μεταξύ τους. Η ανάπτυξη ομόφυλων ρομαντικών σχέσεων αποτελούσε κίνητρο συμμετοχής των αντρών στην οργάνωση και οι σχέσεις αυτές ενθάρρυναν την ανάπτυξη έντονων συναισθημάτων πίστης και αφοσίωσης προς την οργάνωση και προς

τους επικεφαλής της. Από τον πρώτο καιρό που άρχισαν να ιδρύονται παραρτήματα της οργάνωσης στις ΗΠΑ και στον Καναδά κατά τη δεκαετία του 1850, σε μεγάλο ποσοστό οι γραμματείς αυτών των παραρτημάτων ήταν ισόβιοι εργένηδες που αφιέρωναν τη ζωή τους στους άλλους άντρες και στο έργο της. Οι άντρες αυτοί όχι μόνο δούλευαν μαζί, αλλά και έτρωγαν, ταξίδευαν και ζούσαν μαζί.

Μερικές φορές επίσης μοιράζονταν το ίδιο κρεβάτι. Παρόλο που

δεν θα μπορέσουμε ποτέ να μάθουμε με βεβαιότητα κατά πόσον οι ηγέτες της οργάνωσης σχετίζονταν σεξουαλικά μεταξύ τους, ή με τους νεαρούς άντρες που στρατολογούσαν στην οργάνωση, έως την καμπή του 20ου αιώνα είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν προειδοποιήσεις εκ μέρους των ανωτέρων αξιωματούχων της

οργάνωσης, που εφιστούσαν την προσοχή των μελών στο ότι οι φιλίες αυτές δεν έπρεπε να ξεπερνούν τα επιτρεπόμενα όρια. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ίδια εποχή οι στενές σχέσεις μεταξύ ομοφύλων είχαν αρχίσει να συνδέονται όλο και πιο στενά με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας. Οι νεαροί λευκοί μεσοαστοί, που αποτελούσαν τη συντριπτική

πλειονότητα των ηγετών και των απλών μελών της οργάνωσης, δεν ήταν η μόνη ομάδα αντρών που ανέπτυξαν έντονες συναισθηματικές και πιθανόν σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ τους στα μέσα του 19ου αιώνα. Η έρευνα δείχνει ότι οι στενές φιλίες και η ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα ήταν ευρέως διαδεδομένα φαινόμενα σε πολλά αποκλειστικά ανδρικά περιβάλλοντα της

εργατικής και της αγροτικής υπαίθρου, όπως ήταν οι καταυλισμοί των εργατών στα ορυχεία, των υλοτόμων και των εργατών των σιδηροδρόμων, οι κοινότητες των αγελαδοτρόφων και τα αγροκτήματα εθελοντικής εγκατάστασης των δυτικών

παραμεθόριων περιοχών. Αρκετές από αυτές τις σχέσεις αναπτύχθηκαν εξαιτίας της απουσίας γυναικών, αλλά δεν ήταν

λίγοι και οι άντρες εκείνοι που προτιμούσαν ούτως ή άλλως τη συντροφιά των άλλων αντρών. Η επικράτηση της ομόφυλης σεξουαλικής συμπεριφοράς σε αποκλειστικά ανδρικά περιβάλλοντα δεν ήταν καινούριο φαινόμενο. Κατά τον 17ο αιώνα οι πειρατές της Καραϊβικής είχαν γίνει διάσημοι όχι μόνο επειδή καταλάμβαναν και λεηλατούσαν καράβια, αλλά και επειδή δημιουργούσαν

συντροφικές σχέσεις με άλλους άντρες. Οι κουρσάροι απέφευγαν συνήθως τις γυναίκες, προτιμώντας να ζευγαρώνουν μεταξύ τους και να δημιουργούν μακροχρόνιες σχέσεις αμοιβαίας αφοσίωσης,

οι οποίες αναγνωρίζονταν από τους συντρόφους τους στο καράβι. Σύμφωνα με το πειρατικό έθιμο, αν ένας από τους δύο άντρες

Page 98: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 98

πέθαινε, ο σύντροφός του κληρονομούσε την περιουσία του και το μερίδιο από τα λάφυρα. Σε κάποιες περιπτώσεις επιτρεπόταν στον έναν σύντροφο να υποστεί την τιμωρία που είχε επιβληθεί στον άλλον, ενώ κατά τη διάρκεια της μάχης συνήθως πολεμούσαν μαζί

σαν ομάδα και ενίοτε πέθαιναν μαζί. Αντίστοιχα, κατά τον 19ο αιώνα, δύο καουμπόηδες μπορούσαν να γίνουν συνέταιροι ή κολλητοί στον τόπο εργασίας τους, δηλαδή στα ανοιχτά βοσκοτόπια, όπου πέρναγαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους, μακριά από τους νόμους και τις απαιτήσεις της συμβατικής κοινωνίας. Μπορεί τα ζευγάρια αυτά να σχηματίζονταν

αρχικά για λόγους αλληλοπροστασίας , με μοναδικό κίνητρο την

εύλογη ανάγκη για συντροφικότητα ή τις απαιτήσεις της δουλειάς. όμως οι σχέσεις συχνά εξελίσσονταν με τον καιρό σε έντονους συναισθηματικούς δεσμούς, σεξουαλικού χαρακτήρα. Όπως γράφει ένας καουμπόης από την Οκλαχόμα, ο δεσμός μεταξύ δύο συντρόφων αρχικά στηριζόταν στο θαυμασμό, στη γοητεία και στη

ανάγκη για έναν σύμμαχο, στη μοναξιά και στη νοσταλγία, συνήθως όμως ωρίμαζε αργότερα σε σχέση αγάπης. Επίσης, κατά τον 19ο αιώνα, το σεξ μεταξύ αντρών αποτελούσε μια αποδεκτή παράμετρο της ζωής στους καταυλισμούς των υλοτόμων, των εργατών στα ορυχεία και στους σιδηροδρόμους στη δυτική μεθόριο των ΗΠΑ και του Καναδά. Για παράδειγμα, ο

Πυρετός του Χρυσού του 1849 μεταμόρφωσε το Σαν Φρανσίσκο από μια παραμεθόρια κοινότητα εθελοντικής εγκατάστασης σε μια ανοιχτή πολιτεία, σε ένα μέρος όπου όλα επιτρέπονταν. Χιλιάδες ανύπαντροι νέοι άντρες από τις τέσσερις γωνιές των ΗΠΑ, από την Ευρώπη και από την Κίνα άρχισαν να καταφθάνουν στην περιοχή για να αναζητήσουν την τύχη τους. Συνήθως οι νεοφερμένοι ήταν

διψασμένοι για περιπέτεια και, καθώς από το νέο τους περιβάλλον απουσίαζαν τόσο οι γυναίκες όσο και οι κοινωνικοί περιορισμοί, συνήθιζαν να διασκεδάζουν μεταξύ τους στα σαλούν, στις χαρτοπαικτικές λέσχες και στις πανσιόν της πόλης. Την εποχή του

Πυρετού του Χρυσού, κάποιοι άντρες φορούσαν φουστάνι ή έδεναν ένα φουλάρι γύρω από το μπράτσο τους όταν πήγαιναν σε χορούς,

για να δηλώσουν ότι σκόπευαν να παίξουν τον παραδοσιακό ρόλο των γυναικών κατά τη διάρκεια της νύχτας. Φαίνεται ότι αρκετοί από όσους ζευγάρωναν σε αυτές τις χοροεσπερίδες προχωρούσαν και πέρα από το χορό. Με άλλα λόγια, δεν αποκλείεται οι ευκαιρίες που πρόσφερε μια ανεξέλεγκτη συνοριακή πόλη σαν το Σαν Φρανσίσκο για τη σύναψη σχέσεων μεταξύ αντρών να παρακίνησαν

κάποιους άντρες να μεταναστεύσουν στη Δυτική Ακτή. Επίσης προς τα τέλη του 19ου αιώνα, οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ αντρών ήταν συνηθισμένο φαινόμενο στους καταυλισμούς

εργασίας της δυτικής παραμεθόριας ζώνης του Καναδά, όπως δείχνουν οι τοπικές αστυνομικές αναφορές για υποθέσεις

Page 99: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 99

σοδομίας, τα αντίστοιχα δικαστικά αρχεία και τα σχετικά δημοσιεύματα των τοπικών εφημερίδων. Το ότι κάποιοι άντρες που ζούσαν σε αποκλειστικά ανδρικά κοινωνικά περιβάλλοντα, εντός των οποίων οι υπέρτατες αξίες ήταν η σωματική υπεροχή και η

φυσική τόλμη, στράφηκαν ο ένας στον άλλον για να βρουν συναισθηματική υποστήριξη και να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες, μπορεί να θεωρηθεί μια εξέλιξη λίγο ως πολύ αναμενόμενη. Αυτό όμως που εκπλήσσει είναι η στάση των τοπικών αρχών της Δύσης, οι οποίες συνήθως απέφευγαν να εκφέρουν κρίση για τη συμπεριφορά αυτών των αντρών. Ακόμα και στις

περιπτώσεις εκείνες που κάποια υπόθεση έφτανε στα επίσημα

ποινικά δικαστήρια του Καναδά, οι δικαστές και οι ένορκοι δίσταζαν να καταδικάσουν τους κατηγορούμενους για ομοφυλοφιλική σεξουαλική δραστηριότητα ή να τους επιβάλλουν την αυστηρότερη προβλεπόμενη ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Ωστόσο, όπως και η γενικότερη κουλτούρα των παραμεθόριων

περιοχών, αυτός ο τρόπος απονομής δικαιοσύνης από την τοπική κοινότητα είχε ήδη αρχίσει να φθίνει. Καθώς όλο και περισσότερες λευκές μεσοαστικές οικογένειες άρχισαν να εγκαθίστανται στον δυτικό Καναδά από τις αρχές του 20ου αιώνα και εξής, οι ανύπανδροι άντρες της εργατικής τάξης που ζούσαν εκεί άρχισαν να αντιμετωπίζονται όλο και πιο συχνά σαν απειλή για την

καθωσπρέπει κοινωνία. Παράλληλα, ομόφυλη σεξουαλική δραστηριότητα άρχισε να αστυνομεύεται πιο εντατικά και να τιμωρείται με μεγαλύτερη αυστηρότητα. Σεξουαλικές σχέσεις στις αποκλειστικά γυναικείες

κοινότητες

Μεταξύ των λίγων γυναικών που ζούσαν στις παραμεθόριες περιοχές των ΗΠΑ και του Καναδά ήταν και οι πόρνες. Παρόλο

που το βασικό κίνητρο που έφερνε τις πόρνες στις πόλεις της Δύσης ήταν η επιθυμία τους να κερδίσουν χρήματα εξυπηρετώντας

τις σεξουαλικές ανάγκες των αντρών που ήταν εγκατεστημένοι εκεί, κάποιες έκαναν σεξ και με γυναίκες πελάτισσες ή ιδιωτικά μεταξύ τους. Για παράδειγμα, στην επικράτεια της Νεβάδας κυκλοφορούσε μια ευρέως διαδεδομένη ιστορία για την Καλάμιτυ Τζέιν, μια μορφή που έγινε θρυλική όχι μόνο εξαιτίας της εξαιρετικής ακρίβειας της στο πιστόλι και της επιδεξιότητας της στην ιππασία,

αλλά και εξαιτίας του ότι ντυνόταν και ζούσε σαν άντρας. Σύμφωνα με την ιστορία αυτή, η Καλάμιτυ Τζέιν είχε διωχθεί από ένα πορνείο επειδή διέφθειρε τις άλλες οικότροφες.

Η Δύση δεν ήταν ο μόνος τόπος όπου οι πόρνες ήταν γνωστές για τις ιδιωτικές σεξουαλικές τους σχέσεις με άλλες γυναίκες. Προς τα

Page 100: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 100

τέλη του 19ου αιώνα, το θέαμα των εκδιδόμενων γυναικών που έκαναν σεξ μεταξύ τους προς τέρψιν των αντρών πελατών των πορνείων συνιστούσε την ιδιαίτερη ατραξιόν αρκετών οίκων ανοχής της Στόρυβιλ, της διαβόητης κακόφημης συνοικίας της Νέας

Ορλεάνης. Ωστόσο, κάποιες από αυτές τις γυναίκες έκαναν σεξ με τις συναδέλφους τους και εκτός του ωραρίου εργασίας. Ενώ ακόμα και η ιδιωτική σεξουαλική ζωή των εκδιδόμενων γυναικών της εργατικής τάξης, που συνήθως ήταν έγχρωμες ή γυναίκες που ανήκαν σε διάφορες εθνοτικές μειονότητες, γίνονταν αντικείμενο δημόσιας συζήτησης, τα φυλετικά και τα ταξικά

προνόμια που απολάμβαναν οι λευκές γυναίκες της μεσοαστικής

τάξης κατά τον 19ο αιώνα δεν επέτρεπαν την οποιαδήποτε αναφορά στη δική τους σεξουαλικότητα. Άλλωστε, ακόμα και το εάν διέθεταν σεξουαλικότητα ή όχι αποτελούσε αμφιλεγόμενο ζήτημα. Σε ένα άρθρο τους που πραγματεύεται τη γυναικεία ομόφυλη σεξουαλικότητα στη Νέα Ορλεάνη στην καμπή του 20ου αιώνα, η

Katy Coyle και η Nadiene van Dyke αντιπαραβάλλουν τις αναπαραστάσεις που αφορούσαν τις πόρνες της Στόρυβιλ με την αντίληψη που επικρατούσε για τις νεαρές λευκές γυναίκες της καλής κοινωνίας που πήγαιναν στο Newcomb College, ένα κολλέγιο θηλέων που βρισκόταν λιγότερο από ένα χιλιόμετρο μακριά από την περιοχή των πορνείων. Ενώ οι πόρνες

αντιμετωπίζονταν αποκλειστικά με σεξουαλικούς όρους, οι φοιτήτριες του Newcomb College υποτίθεται ότι ήταν αθώες και ασεξουαλικές, κι αυτό παρόλο που σύνηπταν ρομαντικούς δεσμούς μεταξύ τους και από ότι φαίνεται κοιμόνταν μαζί ενώνοντας τα μονά κρεβάτια των κοιτώνων τους. Όπως έκαναν και οι φοιτήτριες πολλών άλλων γυναικείων

κολλεγίων και οικοτροφείων θηλέων στα μέσα και στα τέλη του 19ου αιώνα, τα κορίτσια του Newcomb College καλλιεργούσαν μια ιδιαίτερη παράδοση που ονομαζόταν ερωτική συντριβή. Όπως μας την περιγράφει ένα μέλος μιας διερευνητικής επιτροπής που

σύστησε ο σύλλογος αποφοίτων του κολλεγίου στη δεκαετία του 1880, η παράδοση αυτή σήμαινε ότι οι φοιτήτριες ερωτεύονταν με

πάθος η μια την άλλη και υπέφεραν όλα τα βάσανα του έρωτα που δεν βρίσκει ανταπόκριση, την ακραία ζήλεια, με τόσο μεγάλη ένταση σαν η μία από τις δύο να ήταν άντρας. Σε περίπτωση που τα αισθήματα ήταν αμοιβαία, μονοπωλούσαν η μία την άλλη, έπεφταν μαζί για ύπνο και έμεναν ξάγρυπνες όλη νύχτα κουβεντιάζοντας αντί να κοιμηθούν. Παρόλο που ο στόχος της διερευνητικής

επιτροπής ήταν να καταρρίψει μια ευρύτατα διαδεδομένη θεωρία της εποχής που υποστήριζε ότι η ανώτερη εκπαίδευση ήταν καταστροφική για τη σωματική υγεία των φοιτητριών, τα μέλη της

θεώρησαν πως η ερωτική συντριβή ήταν πράγματι θλιβερή για την υγεία, επειδή «όταν δεν είναι αμοιβαίο, αυτή που δεν βρίσκει

Page 101: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 101

ανταπόκριση στον έρωτα της αρρωσταίνει από το κλάμα και περνάει απερίγραπτα βάσανα. Παρόλο που αυτού του είδους οι αισθηματικές ιστορίες είχαν πολλά κοινά στοιχεία με τις ρομαντικές φιλίες, σε πολλές περιπτώσεις ήταν βραχύβιες και δεν

ξεπερνούσαν σε διάρκεια τα φοιτητικά χρόνια των γυναικών. Ωστόσο, κάποια από αυτά τα εφηβικά ρομάντζα εξελίχθηκαν σε ουσιαστικές και μακροχρόνιες σχέσεις. Για παράδειγμα, η Κάρυ Τόμας, διευθύντρια του Bryn Mawr College της Πενσυλβανίας επί 30 περίπου χρόνια, είχε δημιουργήσει μια τέτοια σχέση με μια συμμαθήτρια της κατά τη δεκαετία του 1870. Μετά την

αποφοίτηση τους, οι δύο γυναίκες αποφάσισαν να ζήσουν μαζί,

αντιμετωπίζοντας τη σχέση τους σαν ένα είδος γάμου. Μια άλλη ακτιβίστρια, η Τζέιν Άνταμς, που υπήρξε ένθερμη υποστηρίκτρια των δικαιωμάτων των γυναικών, ίδρυσε μαζί με τη μακροχρόνια σύντροφο της Έλεν Γκέιτς Σταρ το Hull House, ένα σπίτι πρώτης εγκατάστασης για τους μετανάστες του Σικάγου. Οι δύο γυναίκες

είχαν γνωριστεί σε μια ανώτερη σχολή θηλέων. Όπως έκαναν και τα στελέχη της Χριστιανικής Οργάνωσης Νέων που αφιέρωναν τη ζωή τους ο ένας στον άλλο και στην προσφορά βοήθειας σε άλλους άντρες, έτσι και οι κοινωνικές μεταρρυθμίστριες όπως η Τόμας και η Άνταμς αφιέρωσαν τόσο την προσωπική όσο και την επαγγελματική τους ζωή στις γυναίκες.

Ο κόσμος των σεξουαλικά αντεστραμμένων

Για μεγάλο μέρος του 19ου αιώνα οι ομόφυλες σχέσεις μεταξύ των λευκών της μεσαίας τάξης στις ΗΠΑ διέλαθαν της προσοχής και

της καταδίκης της ευρύτερης κοινωνίας, γιατί οι κυρίαρχες αξίες του καθωσπρεπισμού και της διακριτικότητας απέναντι στην ιδιωτική ζωή των άλλων τις κρατούσαν στο απυρόβλητο. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για τις σχέσεις των έγχρωμων ή των μελών της

λευκής εργατικής τάξης. Στα μέσα του 19ου αιώνα οι γιατροί και οι ερευνητές άρχισαν να στρέφουν όλο και περισσότερο την προσοχή

τους στο ζήτημα της σεξουαλικότητας, ιδιαίτερα στη σεξουαλική συμπεριφορά που θεωρούσαν διεστραμμένη. Παράλληλα, άρχισαν να παρατηρούν τις υποκουλτούρες που αναδύονταν στις φτωχές συνοικίες των κυριότερων πόλεων των ΗΠΑ, στις οποίες συμμετείχαν άντρες και γυναίκες που αναζητούσαν σεξουαλικούς συντρόφους του ιδίου φύλου. Ένας γιατρός από το Σικάγο δήλωσε

σε ένα ακροατήριο γιατρών το 1889 ότι αποικίες σεξουαλικά διεστραμμένων αντρών που συνήθως γνωρίζουν ο ένας τον άλλον και τείνουν να μαζεύονται στα ίδια μέρη, μπορούν να βρεθούν σε

κάθε κοινότητα οποιουδήποτε μεγέθους.

Page 102: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 102

Επειδή οι θηλυπρεπείς άντρες και οι ανδροπρεπείς γυναίκες αποτελούσαν συχνά το πιο αναγνωρίσιμο τμήμα της εκάστοτε ομοφυλόφιλης πολιτισμικής υποομάδας, οι πρώτοι σεξολόγοι θεώρησαν την έλξη προς το ίδιο φύλο σύμπτωμα μιας ευρύτερα

παθολογικής κατάστασης την οποία ονόμασαν « σεξουαλική αναστροφή ». Ο όρος περιέγραφε μια γενικότερη αίσθηση του εν λόγω ατόμου ότι ανήκε στο αντίθετο ή το αντεστραμμένο φύλο από εκείνο με το οποίο είχε γεννηθεί. Ακόμα και ο όρος ομοφυλοφιλία που εισήχθη στην ιατρική φιλολογία των ΗΠΑ το 1892 από την ευρωπαϊκή βιβλιογραφία της σεξολογίας, παρέπεμπε αρχικά σε

κάποιο άτομο του οποίου η γενική κατάσταση του νου ταυτίζεται με

αυτή του αντίθετου φύλου. Μόλις στην καμπή του 20ου αιώνα οι γιατροί άρχισαν να διαχωρίζουν την έννοια της σεξουαλικότητας που προσανατολίζεται σε άτομα του ίδιου φύλου από τις διαφυλικές ταυτότητες και συμπεριφορές. Ωστόσο, ακόμα και τότε, οι όροι αντιστροφή και ομοφυλοφιλία συνέχισαν να

χρησιμοποιούνται συχνά ως συνώνυμα, πράγμα που ίσως οφείλεται στο ότι οι παρενδυσίες έπαιζαν πάντα πολύ σημαντικό ρόλο στις κοινότητες των ομοφυλοφίλων. Για παράδειγμα, ο Άγγλος σεξολόγος Χάβελοκ Έλις, αξιοποιώντας τα συμπεράσματα στα οποία είχαν καταλήξει οι αμερικανοί γιατροί του ύστερου 19ου αιώνα, έγραψε στην έκδοση του 1915 του μνημειώδους

ερευνητικού του έργου, Σεξουαλική αναστροφή, ότι όσον αφορά τη διάδοση της ομοφυλοφιλίας ο κόσμος των σεξουαλικά αντεστραμμένων είναι πράγματι, ένας πολυπληθής κόσμος που ενδημεί σε κάθε αμερικανική πόλη και αποτελεί μια κοινότητα με διακριτή οργάνωση, δικές τις λέξεις, έθιμα, παραδόσεις, ενώ σε κάθε πόλη υπάρχουν πολυάριθμοι τόποι συνάντησης των

ομοφυλοφίλων. Μεταξύ των πόλεων των ΗΠΑ όπου αναπτύχθηκαν εκτεταμένες ομόφυλες σεξουαλικές υποκουλτούρες κατά τον ύστερο 19ο αιώνα ήταν το Σικάγο, η Νέα Υόρκη, η Φιλαδέλφεια, το Σαν Φρανσίσκο

και η Ουάσιγκτον. Οι διεστραμμένοι και των δύο φίλων διατηρούσαν ένα είδος δικής τους κοινωνικής οργάνωσης στην

πόλη της Νέας Υόρκης, είχαν τους δικούς τους τόπους συνάντησης και το προνόμιο της αστυνομικής προστασίας, για το οποίο ήταν σε θέση να πληρώσουν, αναφέρει ο Τσαρλς Νέσμπιτ, ένας γιατρός που εξερεύνησε τη νυχτερινή ζωή της πόλης στις δεκαετίες του 1880 και του 1890. Ο Νέσμπιτ ανακάλυψε ότι οι θηλυπρεπείς άντρες και οι αρρενωπές γυναίκες μαζεύονταν σε υπαίθριες μπιραρίες,

συμμετείχαν σε παρενδυτικούς χορούς και συναντούσαν ο ένας τον άλλον σε συγκεκριμένες οδούς, τόσο στη Νέα Υόρκη όσο και στη Φιλαδέλφεια. Ζωντανές ομόφυλες σεξουαλικές κοινότητες υπήρχαν

και μεταξύ των Αφροαμερικανών και των λευκών που ζούσαν στην Ουάσιγκτον. Ένας γιατρός από το Σαιν Λούις κατέγραψε τη

Page 103: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 103

διοργάνωση ενός χορού τραβεστί στην πρωτεύουσα της χώρας κατά τη δεκαετία του 1890, όπου μαύροι άντρες πολυτελώς ενδεδυμένοι με τουαλέτες με μεγάλα ντεκολτέ και κομμώσεις με φτερά και κορδέλες, φορούσαν ζαρτιέρες, φραμπαλάδες, λουλούδια και

δαντέλες και συμπεριφέρονταν σαν γυναίκες. Σύμφωνα με τον πληροφοριοδότη του γιατρού, η βασίλισσα της ομάδας, που ήταν ένας άντρας εντελώς γυμνός, εκτός από μια κορδέλα που φορούσε γύρω από το πέος του, ήταν εκτεθειμένη στα βλέμματα και στα φιλιά όλων των μελών αυτής της σεξουαλικά ασύδοτης συμμορίας διεστραμμένων αντρών, που επιδίδονται σε φαλλικές σεξουαλικές

δραστηριότητες. Ομόφυλες συγκεντρώσεις διαφορετικού

χαρακτήρα λάμβαναν χώρα στα πάρκα της πρωτεύουσας. Τα αστυνομικά αρχεία της δεκαετίας του 1890 δείχνουν ότι τόσο μαύροι όσο και λευκοί άντρες συλλαμβάνονταν συχνά για στοματικό σεξ, ειδικά μάλιστα στην πλατεία Λαφαγέτ απέναντι από τον Λευκό Οίκο.

Έως τα τέλη του 19ου αιώνα εκτεταμένες ανδρικές ομόφυλες σεξουαλικές υποκουλτούρες είχαν αναπτυχθεί επίσης σε μια σειρά από μεγάλες πόλεις εκτός των συνόρων των ΗΠΑ, όπως ήταν το Τορόντο, η Πόλη του Μεξικού, η Αβάνα, το Μπουένος Άιρες και το Ρίο ντε Τζανέιρο. Όπως συνέβαινε και στις ΗΠΑ, κάποιες από αυτές τις υποκουλτούρες ήταν αναγνωρίσιμες και διέθεταν διακριτά

χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, στο Μπουένος Άιρες οι σεξουαλικά αντεστραμμένοι που μαζεύονταν σε μια από τις κεντρικές πλατείες της πόλης είχαν τη δική τους γλώσσα, τη δική τους μόδα και τα δικά τους κοινωνικά τελετουργικά. Σύμφωνα με έναν Αργεντινό σεξολόγο, όταν ένας άντρας έμπαινε σε μια τέτοια ομάδα, που ονομαζόταν cofradia, δηλαδή αδελφότητα, λεγόταν ότι

ντύνεται πλέον σαν γυναίκα, βάφεται, υιοθετεί ένα γυναικείο όνομα και αρχίζει να συχνάζει σε χορούς, μαζί με άλλους άντρες που ενδιαφέρονται για τη σύναψη ομόφυλων σεξουαλικών σχέσεων. Αντίστοιχα, οι θηλυπρεπείς άντρες του Ρίο ντε Τζανέιρο είχαν

αναπτύξει τη δική τους ιδιόλεκτο, κινησιολογία και τρόπο ντυσίματος, προκειμένου να αναγνωρίζονται μεταξύ τους στους

δρόμους, στα πάρκα και τα κέντρα διασκέδασης της πόλης. Ωστόσο, επειδή οι νόμοι της Βραζιλίας απαγόρευαν να κρύβει κανείς το φύλο του φορώντας ακατάλληλα ρούχα, οι άντρες του Ρίο ντε Τζανέιρο που ντύνονταν δημοσίως γυναίκες έπρεπε να έχουν συνεχώς τον νου τους στην αστυνομία. Εξαίρεση αποτελούσε η περίοδος του Καρναβαλιού, κατά τη διάρκεια της οποίας η

παρενδυσία ήταν τόσο διαδεδομένη, ώστε γινόταν ανεπίσημα αποδεκτή. Στο Μεξικό, παρόλο που ούτε η παρενδυσία ούτε οι ομόφυλες

σεξουαλικές συνευρέσεις σε ιδιωτικό χώρο απαγορεύονταν ρητά από τον νόμο, οι αρχές δεν ανέχονταν την κοινωνική έκφραση της

Page 104: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 104

ομόφυλης σεξουαλικότητας. Το 1901, στην πόλη του Μεξικού, η αστυνομία έκανε έφοδο σε ένα ιδιωτικό πάρτυ και συνέλαβε σαράντα έναν άντρες, οι μισοί από τους οποίους ήταν ντυμένοι γυναίκες. Παρόλο που από ότι φαίνεται πολλοί από τους

συμμετέχοντες ανήκαν σε οικογένειες της ανώτερης τάξης, η κοινωνική τους θέση δεν τους προστάτεψε από την επιβολή αυστηρών ποινών. Αφού τους εξευτέλισαν δημόσια αναγκάζοντας τους να σκουπίσουν τους δρόμους της πόλης, τουλάχιστον κάποιοι από αυτούς καταδικάστηκαν σε καταναγκαστικά έργα στο Γιουκατάν, όπου εκείνη την περίοδο ο στρατός του Μεξικού

προσπαθούσε να καταστείλει μια εξέγερση των Μάγια. Η υπόθεση

των 41, όπως επικράτησε να λέγεται, πήρε τη μορφή σκανδάλου εθνικής εμβέλειας, το οποίο έκανε πολύ καιρό να κοπάσει. Το τροφοδοτούσαν συνεχώς τα γαργαλιστικά δημοσιεύματα των εφημερίδων, οι περιπαικτικές ευφάνταστες αφηγήσεις των σχετικών περιστατικών και οι εικονογραφημένες μπροσούρες, οι οποίες

βασίστηκαν σε μια σειρά από χαρακτικά που φιλοτέχνησε ένας δημοφιλής Μεξικανός καλλιτέχνης. Από το περιστατικό αυτό και μετά, εξαιτίας της δημοσιότητας που δόθηκε στη συγκεκριμένη αστυνομική επιδρομή, η ομόφυλη οικειότητα μεταξύ των αντρών στιγματίστηκε για πάντα στο συλλογικό φαντασιακό της μεξικάνικης κοινής γνώμης. Παράλληλα όμως, η υπόθεση αυτή

έφερε την ομόφυλη σεξουαλικότητα στο προσκήνιο του δημοσίου διαλόγου και έκανε τους άντρες που ελκύονται σεξουαλικά από τους ομόφυλους τους να καταλάβουν ότι είχαν τη δυνατότητα να ενταχθούν σε μια κοινότητα, έστω κι αν αυτή γινόταν συχνά αντικείμενο γελοιοποίησης ή υφίστατο διώξεις. Στο βιβλίο της A Desired Past, όπου αφηγείται την ιστορία της

ομόφυλης σεξουαλικότητας στις ΗΠΑ, η Leila Rupp υποστηρίζει ότι η ανάδυση μιας σειράς από αστικές υποκουλτούρες στις οποίες συμμετείχαν άνδρες και γυναίκες που επιδίωκαν έμπρακτα να εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους για σεξουαλικές γνωριμίες με

άτομα του ιδίου φύλου άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία της έννοιας της ομοφυλοφιλικής ταυτότητας. Το ίδιο θα μπορούσαμε

να πούμε και για τις υποκουλτούρες που δημιουργήθηκαν σε άλλα μέρη της αμερικανικής ηπείρου κατά τον ύστερο 19ο αιώνα. Είτε συμμετείχαν σε χορούς τραβεστί στην Πόλη του Μεξικού, είτε ντύνονταν γυναίκες στους δρόμους του Ρίο ντε Τζανέιρο, είτε συγκεντρώνονταν στις δημόσιες πλατείες του Μπουένος Άιρες, οι άνθρωποι που ένιωθαν έλξη για άτομα του ίδιου φύλου

δημιούργησαν κοινότητες που δεν βασίζονταν απλώς στον κοινό σεξουαλικό τους προσανατολισμό, αλλά επίσης και σε μια συλλογική αίσθηση ότι οι ίδιοι ήταν διαφορετικοί από τους

υπόλοιπους ανθρώπους. Η ευρύτατη υιοθέτηση των όρων ομοφυλόφιλος και ετεροφυλόφιλος εκ μέρους των σεξολόγων

Page 105: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 105

ολόκληρης της αμερικανικής ηπείρου στην καμπή του 20ου αιώνα ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την πεποίθηση των ανθρώπων αυτών ότι διέθεταν μια ιδιαίτερη σεξουαλική ταυτότητα. Εντέλει, εγείροντας δημόσια το ζήτημα της ομόφυλης σεξουαλικότητας, η

ιατρική φιλολογία της εποχής βοήθησε κάποιες γυναίκες και κάποιους άντρες που δημιουργούσαν ομόφυλες σεξουαλικές σχέσεις να ανακαλύψουν τον εαυτό τους, καθώς και μια κοινότητα στην οποία είχαν τη δυνατότητα να συμμετάσχουν.

Page 106: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 106

Η εποχή της ομοφυλοφιλίας 1870 έως 1940

Η περίοδος 1870 έως 1940 αντιπροσωπεύει ένα σημείο καμπής στην ιστορία της ομοφυλοφιλίας στην Ευρώπη. Ο ίδιος ο όρος

ομοφυλοφιλία φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1869 από τον Ούγγρο συγγραφέα Κάρολυ Μαρία Κερτμπένυ, σε μια ανοιχτή επιστολή του προς τον υπουργό Δικαιοσύνης της Πρωσίας, με την οποία ζητούσε την κατάργηση των νόμων που ποινικοποιούσαν τις παρά φύσιν σεξουαλικές πράξεις. Σταδιακά, ο όρος πέρασε στα ιατρικά συγγράμματα και στις εφημερίδες,

βρίσκοντας εντέλει τη θέση του και στην καθομιλουμένη. Ωστόσο,

ούτε η δημιουργία των πρώτων οργανωμένων πολιτικών κινημάτων των ομοφυλοφίλων και η ανάδυση μιας ενεργητικής ομοφυλοφιλικής και λεσβιακής σκηνής ούτε η νέα αναγνωρισιμότητα που απέκτησε η ομοφυλοφιλία στη λογοτεχνία και στον δημοσιογραφικό λόγο της εποχής μπόρεσαν να

αναιρέσουν τη συνεχιζόμενη πραγματικότητα της καταπίεσης των ομοφυλοφίλων και την παράλληλη ύπαρξη ενός έντονα ομοφοβικού λόγου, ο οποίος συνέχισε να κάνει αισθητή την παρουσία του με ποικίλους τρόπους κατά την περίοδο αυτή.

Η συγκρότηση των ομοφυλοφιλικών ταυτοτήτων

Ο 19ος αιώνας σήμανε την αντικατάσταση του σοδομίτη, ενός εγκληματία στα μάτια του Θεού, ο οποίος ήταν ένοχος μιας ειδεχθούς πράξης που άξιζε την ύψιστη τιμωρία, από τον ομοφυλόφιλο, ο οποίος έβλαπτε μεν την κοινωνία, αλλά ήταν

παράλληλα και άρρωστος, διεστραμμένος, εκφυλισμένος, αποτελούσε δηλαδή μια περίπτωση που δεν αφορούσε μόνο τα δικαστήρια, αλλά έχρηζε και ιατρικής θεραπείας. Για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Μισέλ Φουκώ, αυτό που

συνέτεινε περισσότερο από κάθε άλλο παράγοντα στη συγκρότηση της « ειδοποιούς διαφοράς» της ομοφυλοφιλίας, η οποία

καθιστούσε τον ομοφυλόφιλο διακριτό υποκείμενο, ήταν η ανάπτυξη μιας σειράς ιατρικών και ψυχιατρικών θεωριών. Για πολύ καιρό η ιατρική φιλολογία γύρω από αυτό το θέμα παρήγε αντικρουόμενους ορισμούς και χρησιμοποιούσε μια πλειάδα ανταγωνιστικών όρων, καθένας από τους οποίους διεκδικούσε το προνόμιο της ακριβέστερης περιγραφής του πραγματικού πυρήνα

της έννοιας της ομοφυλοφιλίας: σεξουαλική αντιστροφή ή διαστροφή, ουρανισμός, μονοσεξουαλικότητα, αμφισεξουαλικότητα, ψυχικός ερμαφροδιτισμός, αντεστραμμένο

σεξουαλικό αίσθημα και ούτω καθεξής. Αποσκοπώντας στην ορθή κατηγοριοποίηση της ομοφυλοφιλίας, οι γιατροί και οι ψυχίατροι

Page 107: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 107

προσπαθούσαν να βρουν κατάλληλες, φυσιολογικού τύπου αποδείξεις που θα επέτρεπαν να προσδιορίσουν με σαφήνεια τον σεξουαλικό προσανατολισμό του αρρώστου. Στο πρωτοποριακό του έργο με τίτλο « Μια ιατρικονομική μελέτη περί των άσεμνων

επιθέσεων, 1857» ο Γάλλος γιατρός Αμπρουάζ Ταρντιέ. ο οποίος είχε μεγάλη εμπειρία ως ιατρικός σύμβουλος σε δικαστικές υποθέσεις, συγκρότησε έναν κατάλογο συμπτωμάτων της παιδεραστίας, δίνοντας έμφαση στην εξωτερική εμφάνιση του ατόμου ( το μακιγιάζ, τα φανταχτερά ρούχα, την έλλειψη καθαριότητας). Πρότεινε επίσης τη διάκριση της ενεργητικής από

την παθητική ομοφυλοφιλία, ισχυριζόμενος ότι η δεύτερη μπορεί

να διαγνωστεί με βάση τη χωνιοειδή παραμόρφωση του πρωκτού. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα επικράτησαν οι θεωρητικοί του εκφυλισμού: προσωπικότητες όπως ο Ρίτσαρντ φον Κράφτ – Έιμπινγκ ( Σεξουαλική ψυχοπάθεια 1885 ) και ο Άλμπερτ Μολ ( Αντεστραμμένο σεξουαλικό αίσθημα 1891). Επίσης, προς την ίδια

κατεύθυνση κινήθηκαν στοχαστές όπως ο Ότο Βάινινγκερ ( Φύλο και χαρακτήρας, 1903) και ο Μαξ Νορντάου ( Εκφυλισμός, 1895). Εκείνη περίπου την εποχή επικράτησε και η αντίληψη ότι η ομοφυλοφιλία είναι διαστροφή. Σε κάποιες περιπτώσεις, η διαστροφή αυτή θεωρούνταν έμφυτη ( ο εκ γενετής διεστραμμένος ), πράγμα που απέκλειε τον χαρακτηρισμό της ως εγκληματικής

δραστηριότητας, ενώ σε άλλες χαρακτηριζόταν επίκτητη ( αποτέλεσμα αποπλάνησης, πορνείας ή διαφθοράς ), και επομένως έπρεπε να αντιμετωπίζεται με την κατάλληλη θεραπεία. Κάποιοι ψυχίατροι, όπως ο Ζαν Μαρτέν Σαρκό και ο Βίκτορ Μανιάν, τόνιζαν πως οι ασθενείς τους είχαν κυρίως αρρενωπά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, οι περισσότεροι γιατροί συμφωνούσαν

πως οι ομοφυλόφιλοι χαρακτηρίζονταν από αδιαμφισβήτητα στοιχεία θηλυπρέπειας. Σ’ αυτή τη συγκυρία, εκείνος που συνέβαλε περισσότερο από κάθε άλλον στην εμπέδωση του στερεότυπου του θηλυπρεπούς

διεστραμμένου ήταν αναμφίβολα ο ομοφυλόφιλος ακτιβιστής και σεξολόγος Μάγκνους Χίρσφελντ. Ο Χίρσφελντ αποδεχόταν τον

ορισμό του Ούλριχς, σύμφωνα με τον οποίο οι ομοφυλόφιλοι ανήκαν σε ένα τρίτο φύλο και ήταν άτομα με γυναικεία ψυχή φυλακισμένη σε ανδρικό σώμα. Κατά τον Χίρσφελντ, κάθε άτομο μπορούσε να τοποθετηθεί σε μια κλίμακα που εκτεινόταν από τον σεξουαλικό τύπο του τέλειου αρσενικού ως τον σεξουαλικό τύπο του τέλειου θηλυκού, με βάση το συνδυασμό τεσσάρων κριτηρίων (

τα σεξουαλικά όργανα, τα φυσικά χαρακτηριστικά, τα σεξουαλικά ένστικτα και τον ηθικό χαρακτήρα). Έτσι, μπορούσε να διευκρινιστεί αν το άτομο αυτό ανήκε σε κάποια κατηγορία των

σεξουαλικά ενδιάμεσων. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, ο αριθμός των υπαρκτών ή δυνητικών σεξουαλικών ποικιλιών είναι σχεδόν

Page 108: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 108

άπειρος. Τα συμπεράσματα του Χίρσφελντ δεν απείχαν πολύ από τη φροϋδική θεωρία. Πράγματι, ο Φρόυντ απέρριπτε την ιδέα του εκφυλισμού, καθώς και την έννοια του ψυχικού ερμαφροδιτισμού, τονίζοντας ότι η τελειότερη ψυχική αρρενωπότητα μπορεί να

συνδυαστεί αρμονικά με τη σεξουαλική αντιστροφή. Αρνιόταν να θεωρήσει την ομοφυλοφιλία ασθένεια, υποστηρίζοντας αντί αυτού την υπόθεση ότι όλα τα ανθρώπινα όντα ήταν καταρχήν αμφισεξουαλικά. Παρόλα αυτά, οι θεωρίες που ανέπτυξε ο Φρόυντ σχετικά με την αποπλάνηση στην παιδική ηλικία και το σύμπλεγμα του ευνουχισμού, καθώς και η ερμηνεία που έδωσε στην

ομοφυλοφιλία, ορίζοντας την ως προϊόν καθηλωμένης ανάπτυξης

και ανωριμότητας, δεν ήταν δυνατόν να θεωρηθούν θετικές για την ομοφυλοφιλία, καθώς συνέχιζαν να παρουσιάζουν τους ομοφυλόφιλους ως κατώτερα άτομα. Άλλωστε, η σύνδεση που γινόταν συχνά ανάμεσα στον αυνανισμό και στην ομοφυλοφιλία ( μερικοί συγγραφείς πίστευαν ότι η αυτοϊκανοποίηση μπορούσε να

οδηγήσει στον αμοιβαίο αυνανισμό μεταξύ ομόφυλων, ιδιαίτερα στην περίοδο της εφηβείας) είχε ως αποτέλεσμα να αντιμετωπίζεται η ομοφυλοφιλία σαν μια δραστηριότητα εξίσου ναρκισσιστική και αντικοινωνική με τον αυνανισμό. Ενώ η ανδρική ομοφυλοφιλία συνδεόταν συχνά με την εγκληματικότητα και τον εκφυλισμό, οι απόψεις για τον λεσβιασμό

ήταν πιο συγκεκριμένες. Στο βιβλίο του Σεξουαλική αντιστροφή (1897), ο Βρετανός σεξολόγος Χάβελοκ Έλις πρότεινε τη διάκριση ανάμεσα στις πραγματικές αρρενωπές λεσβίες και τις ψευδο-ομοφυλόφιλες θηλυπρεπείς λεσβίες, οι οποίες υποτίθεται ότι είχαν αποπλανηθεί από τις πρώτες. Σύμφωνα με τη θεωρία του Έλις, σ’ αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκαν γυναίκες οι οποίες είχαν

συμβιβαστεί με την ιδέα της θηλυκής συντρόφου εξαιτίας της ανικανότητας τους να προσελκύσουν και να κατακτήσουν άντρες. Πάντως, σε σύγκριση με την ανδρική ομοφυλοφιλία, ο λεσβιασμός απασχολούσε πολύ λιγότερο τους γιατρούς, είτε επειδή θεωρούσαν

τη γυναικεία ομοφυλοφιλία φαινόμενο ήσσονος σημασίας είτε επειδή συνέχιζαν να διατηρούν επιφυλάξεις για την ύπαρξη της.

Γενικά, θεωρούσαν πως μια γυναίκα δεν μπορεί να αντλήσει πραγματική ικανοποίηση από τη σεξουαλική πράξη όταν δεν υπάρχει έκλυση σπέρματος. Παρά τον κατά κανόνα δυσφημιστικό τους χαρακτήρα, τα ιατρικά στερεότυπα παρείχαν ένα μοντέλο ταυτότητας και ταυτόχρονα έναν τρόπο νομιμοποίησης της. Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που αρκετές λεσβίες, καθώς και αρκετοί

άντρες ομοφυλόφιλοι, υιοθέτησαν τα στερεότυπα αυτά και ταυτίστηκαν μαζί τους. Μερικοί μυθιστοριογράφοι μάλιστα ενσωμάτωσαν στα έργα τους τον ιατρικό τρόπο σκέψης γύρω από

την ομοφυλοφιλία με ιδιαίτερα πρωτότυπο τρόπο. Στα Σόδομα και Γόμορρα ο Μάρσελ Προύστ παρουσίασε ένα πλήρες πανόραμα των

Page 109: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 109

διαφόρων ιατρικών θεωριών γύρω από την ομοφυλοφιλία που επικρατούσαν στις αρχές του αιώνα. Το μυθιστόρημα του Φόρστερ Μωρίς περιγράφει τις υποτιθέμενες ιατρικές θεραπείες της ομοφυλοφιλίας όπως η ύπνωση. Τέλος. η Στίβεν Γκόρντον. η

ηρωίδα του μυθιστορήματος της Ράντκλυφ Χωλ Το πηγάδι της μοναξιάς, είναι καταδικασμένη στην απόρριψη και τη μοναξιά, πλασμένη στα μέτρα της θεωρίας του Χάβελοκ Έλις για τους « εκ γενετής διεστραμμένους». Ωστόσο, το ιατρικό μοντέλο ερμηνείας της ομοφυλοφιλίας δεν έγινε αποδεκτό από όλους. Για παράδειγμα η ποιήτρια Νάταλι

Κλίφορντ Μπάρνυ αρνιόταν πεισματικά να αποδεχθεί την

υιοθέτηση αντρικών προτύπων εκ μέρους των γυναικών, ερμηνεύοντας την τάση αυτή ως ένδειξη υποταγής στην ανδρική κυριαρχία. Αντί αυτού, προτίμησε να ανατρέξει στην αρχαιότητα, από όπου άντλησε εναλλακτικά, θετικά σημεία αναφοράς. Μαζί με τη σύντροφό της, την ποιήτρια Ρενέ Βιβιέν, έκαναν ένα

προσκύνημα στη Λέσβο, με απώτερο σκοπό τη δημιουργία μιας σχολής σαπφικής ποίησης στο Παρίσι. Και για τους άντρες επίσης, κατά τη Βικτωριανή εποχή, οι αρχαίες παραδόσεις της παιδεραστίας, όπως αναβίωναν μέσα από τα έργα του Βίνκελμαν, μέσα από τις περιηγήσεις στη Μεσόγειο και μέσα από τη δράση του ελληνιστικού κύκλου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, φώτιζαν

θετικά την ομοερωτική επιθυμία, παραπέμποντας σε ένα εναλλακτικό τρόπο ζωής, απαλλαγμένο από τους περιορισμούς του γάμου και της οικογενειακής συμβίωσης. Σημείο αναφοράς αποτέλεσαν επίσης και οι χριστιανικές παραδόσεις, ιδιαίτερα για κάποιους άντρες ομοφυλόφιλους όπως ο Τζέραρντ Μάνλυ Χόπκινς, που εξιδανίκευαν τις ερωτικές τους τάσεις αναπτύσσοντας

παθιασμένες φιλικές σχέσεις με άλλους άντρες ή διοχετεύοντας τες στα κανάλια της θρησκευτικής έκστασης. Το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε και για κάποιες λεσβίες όπως η Ράντκλυφ Χωλ, που περιέβαλε την ηρωίδα της στο Πηγάδι της μοναξιάς με πολλά

χριστολογικά στοιχεία, συνδέοντας έτσι τον λεσβιασμό με την έννοια του μαρτυρίου και εξαίροντας τις χριστιανικές αξίες του

οίκτου και της συμπόνιας. Πέρα από την ανάπτυξη των ιατρικών θεωριών, αυτό που έφερνε πολύ συχνά την ομοφυλοφιλία στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ευρύτερης κοινωνίας ήταν τα σχετικά σκάνδαλα και ο τρόπος που τα διαχειρίζονταν τα μαζικά μέσα έντυπης ενημέρωσης, τα οποία γνώριζαν την πρώτη τους άνθηση εκείνη την εποχή.

Αναμειγνύοντας με αριστοτεχνικό τρόπο γεγονότα και αφηγήσεις σχετικές με τις διάφορες διαστροφές, οι εφημερίδες προσπαθούσαν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του ασταθούς αναγνωστικού τους

κοινού. Στην Αγγλία, η πρώτη τέτοια μεγάλη υπόθεση που κάλυψαν οι λαϊκές φυλλάδες ήταν μια δίκη που έγινε στα 1871 και

Page 110: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 110

αφορούσε τον Έρνεστ Μπούλτον και τον Φρέντ Παρκ. Η αστυνομία τους συνέλαβε αρχικά επειδή εμφανίζονταν δημόσια με γυναικεία αμφίεση, αλλά αργότερα θεωρήθηκαν ύποπτοι και για σοδομισμό. Οι δύο νέοι άντρες, που ασκούσαν ανδρική πορνεία στους κόλπους

των Mollies και των Mary Annes, ντύνονταν γυναίκες για 10 περίπου χρόνια πριν από τη σύλληψη τους, αρχικά μόνο όταν συμμετείχαν σε παρενδυτικές παραστάσεις, αλλά αργότερα και στην καθημερινή τους ζωή. Μοιράζονταν ένα διαμέρισμα, έβγαιναν έξω με άλλους νεαρούς παρενδυσίες και προσέγγιζαν τους περαστικούς στις στοές του Γουέστ Εντ για να ψαρέψουν πελάτες.

Χωρίς αμφιβολία, η σύλληψη τους μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια

προειδοποίηση προς όλους εκείνους που υιοθετούσαν ακραία και προκλητική συμπεριφορά που διασάλευε τη δημόσια τάξη. Παρ’ όλα αυτά, το δικαστήριο κατέληξε σε αθωωτική απόφαση, πράγμα που δείχνει πόσο δύσκολο ήταν για τους εισαγγελείς να υποστηρίξουν συγκεκριμένες κατηγορίες ως προς τις σεξουαλικές

πρακτικές των κατηγορουμένων, βασιζόμενοι απλώς στην αποδεδειγμένη σεξουαλική αντιστροφή που είχαν διαπράξει ο Παρκ και ο Μπούλτον. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για την ετυμηγορία του δικαστηρίου που δίκασε τους εμπλεκομένους στο σκάνδαλο της Κλίβελαντ Στριτ 1889 έως 1890. Στο επίκεντρο του σκανδάλου αυτού βρισκόταν ένα ανδρικό πορνείο, ενώ

εμπλεκόμενοι ήταν ο πρίγκιπας Βίκτωρ Αλβέρτος, γιος του πρίγκιπα της Ουαλίας, μερικοί ακόμα επιφανείς αριστοκράτες και κάποιοι νεαροί τηλεγραφητές. Το δικαστήριο αποτίμησε τη σεξουαλική συμπεριφορά των κατηγορουμένων κυρίως με βάση την ηλικία τους και την κοινωνική τους τάξη, χωρίς να δώσει ιδιαίτερη σημασία στη σεξουαλική τους ταυτότητα και χωρίς να γίνουν

αναφορές κατά τη διάρκεια της δίκης στα νέα ιατρικά δεδομένα σχετικά με την ομοφυλοφιλία. Στη δίκη αυτή, πολύ σημαντικός θεωρήθηκε ο ταξικός παράγοντας. Συγκεκριμένα, επικράτησε η αντίληψη ότι οι νεαροί τηλεγραφητές, που προέρχονταν από την

εργατική τάξη, παρασύρθηκαν και έπεσαν θύματα των διεφθαρμένων αριστοκρατών, άλλωστε, υπήρχαν ήδη πολύ

διαδεδομένα και εμπεδωμένα στερεότυπα, όπως αυτό του ασύδοτου σεξουαλικά ασώτου ή του κομψευόμενου κουνιστού. Την ίδια αντιμετώπιση βρίσκουμε και στη Γαλλία, όπου, στα 1903, ο βαρόνος ντ’ Αντελσβαρντ – Φέρσεν και ο φίλος του Αλμπέρ Χαμελίν ντε Βαρέν κατηγορήθηκαν για προσβολή της δημοσίας αιδούς και για παρότρυνση ανηλίκων σε ακολασία, επειδή προσκάλεσαν

κάποιους μαθητές του Lycee Condorcet στο εργένικο διαμέρισμά τους, υπό το πρόσχημα των συγκεντρώσεων ανάγνωσης ποίησης και του ανεβάσματος παραστάσεων tableaux vivants.

Η σχέση μεταξύ θηλυπρέπειας και ομοφυλοφιλίας, την οποία υποστήριζαν οι γιατροί και οι ψυχίατροι, δεν εμπεδώθηκε αμέσως

Page 111: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 111

στη συλλογική συνείδηση, αλλά μέσα από μια αργή, σταδιακή διαδικασία. Είναι χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη ότι, προτού ξεσπάσει το σκάνδαλο γύρω από τον Όσκαρ Ουάιλντ, πολύ λίγοι άνθρωποι τον θεωρούσαν ομοφυλόφιλο. Οι περισσότεροι πίστευαν

ότι απλώς υιοθετούσε την οικεία πόζα του θηλυπρεπούς εστέτ, με άλλα λόγια, ότι παρίστανε τον ομοφυλόφιλο. Σύμφωνα με τον Alan Sinfeld, η πεποίθηση ότι η θηλυπρέπεια, η τεμπελιά, η ανηθικότητα, η πολυτέλεια, η ανεμελιά, η παρακμιακή ατμόσφαιρα και ο αισθητισμός αποτελούν τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της σεξουαλικής διαστροφής ήταν μάλλον το

παράγωγο παρά το αίτιο της δίκης του Όσκαρ Ουάιλντ στα 1985.

Παράλληλα, πάντως, η δίκη αυτή έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς ομοφυλόφιλους να ταυτιστούν με τον υπερασπιστή της αγάπης που δεν τολμά να πει τ’ όνομα της. Κατά συνέπεια, το σκάνδαλο λειτούργησε σε διάφορα επίπεδα : συνετέλεσε στην υιοθέτηση διάφορων συμβολικών μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης εκ μέρους

των ίδιων των ομοφυλόφιλων, όπως για παράδειγμα το πράσινο γαρίφαλο και ενίσχυσε την αίσθηση του μέσου αναγνώστη των λαϊκών εντύπων, ο οποίος ένιωσε εξοργισμένος ή και ερεθισμένος από το σύνολο των αναφορών που έγιναν στη δίκη σε μια ηθική παντελώς ξένη προς τη δική του. Τέλος, ώθησε τους ομοφυλόφιλους να αντιδράσουν στον κίνδυνο που τώρα πια

αντιμετώπιζαν, είτε αποσυρόμενοι στην ιδιωτική σφαίρα είτε, αντίθετα, απαιτώντας τη δημόσια αναγνώριση των δικαιωμάτων τους. Παρόλο που στη Γαλλία η μορφή του παρακμιακού δανδή είχε βρει την ιδανική της ενσάρκωση στο πρόσωπο του Ζαν Λοραίν, καθώς και στη μορφή του Ρομπέρ ντε Μοντεσκιού – ο οποίος ενέπνευσε τον ήρωα του Ζ. Κ Υυσμάν δούκα ντεζ Εσέντ αλλά και

τον Σαρλύ του Προύστ – η τραγική μοίρα του Όσκαρ Ουάιλντ κατάφερε να συγκινήσει βαθιά τα παρισινά καλλιτεχνικά σαλόνια, όπως αυτό της Βιναρέτα Σίνγκερ, πριγκίπισσας του Πολινιάκ, που τον είχε φιλοξενήσει επανειλλημένα.

Στη Γερμανία, πάντως, το γεγονός που συντάραξε τους εγχώριους αριστοκρατικούς και στρατιωτικούς κύκλους και παράλληλα

διέδωσε σε ολόκληρη την Ευρώπη το στερεότυπο της ομοφυλοφιλίας ως « γερμανικής ακολασίας» ήταν η υπόθεση Όυλενμπουργκ, που ξέσπασε στα 1907 έως 1908. Ψάχνοντας γενικά για σκάνδαλα στον χώρο του στρατού, ο δημοσιογράφος Μαξιμίλιαν Χάρντεν δημοσίευσε στο περιοδικό Die Zukunft ένα αποκαλυπτικό άρθρο που αναφερόταν στη δράση μιας ολόκληρης

συμμορίας ομοφυλόφιλων αξιωματούχων, που περιστοίχιζαν και συμβούλευαν τον κάιζερ Γουλιέλμο τον δεύτερο. Ο Χάρντεν ανέφερε ονομαστικά έναν φίλο και σύμβουλο του Κάιζερ, τον

πρίγκιπα Φίλιππο του Όυλενμπουργκ, καθώς και τον στρατιωτικό διοικητή του Βερολίνου κόμη Κούνο φον Μόλτκε. Η υπόθεση είχε

Page 112: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 112

και πολιτικές προεκτάσεις : ο Όυλενμπουργκ, που γενικά υποστήριζε τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας, είχε προκαλέσει αντιπάθειες στους στρατιωτικούς κύκλους κατά τη διάρκεια της κρίσης του Μαρόκου. Αναμφίβολα, ο πραγματικός

στόχος του Χάρντεν δεν ήταν ο πρίγκιπας, αλλά ο ίδιος ο Γουλιέλμος ο δεύτερος. Ωστόσο, ο Χάρντεν αρνήθηκε να κάνει αποκαλύψεις που θα μπορούσαν να θίξουν προσωπικά τον μονάρχη, αν και διέθετε ενοχοποιητικά στοιχεία που αφορούσαν τη σεξουαλική του ζωή. Οι πολύκροτες δίκες γύρω από την υπόθεση ακολούθησαν η μία την άλλη και το αποτέλεσμα ήταν η εμπέδωση

μιας σειράς ομοφοβικών και αντισημιτικών προκαταλήψεων στο

μυαλό της κοινής γνώμης. Το όλο κλίμα της καχυποψίας που δημιουργήθηκε εκείνη την περίοδο είχε σημαντικές συνέπειες: κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, η απορριπτική στάση της κοινωνία απέναντι στους ομοφυλόφιλους οδήγησε στην υποψία ότι ίσως να ήταν προδότες, μια υποψία που ενισχυόταν

ακόμα περισσότερο από τη διαδεδομένη αντίληψη ότι ο διεστραμμένος είχε όλα τα ελαττώματα που χαρακτηρίζουν το λεγόμενο ασθενές φύλο. Έτσι, οι ομοφυλόφιλοι παρουσιάζονταν ως εγγενώς κουτσομπόληδες και δειλοί και , κατά συνέπεια, επικίνδυνοι για την ασφάλεια τους έθνους. Στο έργο του « Ο ξανακερδισμένος χρόνος » το 1927, ο Μάρσελ Προύστ μεταφέρει

πειστικά όλο το κλίμα της καχυποψίας που βάραινε τους ομοφυλόφιλους εκείνη την εποχή ( στο βιβλίο αυτό ο βαρόνος ντε Σάρλυ παίρνει το παρατσούκλι « κυρία βαν ντεν Μπος »). Παράλληλα, στην Αγγλία, το τεύχος του Μαΐου του 1916 του περιοδικού The English review έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου, καταγγέλλοντας την ηθική και πνευματική εισβολή που δέχεται η

Αγγλία από Γερμανούς ομοφυλόφιλους, οι οποίοι έχουν σκοπό να κάμψουν τον πατριωτισμό, την αντοχή, το πνεύμα και το ηθικό φρόνημα των Βρετανών ναυτών και στρατιωτών. Πρωτοστατώντας στην ομοφοβική εκστρατεία, ο βουλευτής Νόελ Πέμπερτον

Μπίλινγκ διακήρυττε πως οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες διέθεταν μια «μαύρη βίβλο» που περιείχε τα ονόματα περίπου

47000 Βρετανών ομοφυλόφιλων. που κατείχαν υψηλά αξιώματα και ήταν ευάλωτοι σε εκβιασμούς. Παρόλο που οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις στον στρατό καταγγέλλονταν και εκριζώνονταν, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος έφερε κοντά πολλούς άνδρες σε συνθήκες ακραίου κινδύνου. Υπό αυτή την έννοια δημιούργησε γόνιμο έδαφος για την καλλιέργεια

φιλικών σχέσεων με ομοφυλοφιλική χροιά, είτε μεταξύ των στρατιωτών είτε μεταξύ στρατιωτών και αξιωματικών, σχέσεις οι οποίες εξιδανικεύονταν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Επίσης,

η αισθητική του πολέμου, που έδινε ιδιαίτερη έμφαση στο αντρικό σώμα, τονίζοντας την αρρενωπότητα του ( είτε διαμέσου των στολών

Page 113: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 113

είτε διαμέσου της λατρείας του μυώδους γυμνού σώματος ) διαπνεόταν από έντονα στοιχεία ομοερωτισμού. Η συντροφικότητα του μετώπου, η οποία δεν θύμιζε σε τίποτα το στερεότυπο του θηλυπρεπούς διεστραμμένου, βρισκόταν σε απόλυτη αρμονία με

τις ομοκοινωνικές παραδόσεις πολλών αποκλειστικά ανδρικών κοινωνικών ομάδων, οι οποίες αντλούσαν την εσωτερική συνοχή τους από έναν αυστηρό κώδικα τιμής και από τις κοινές εμπειρίες των μελών τους. Έτσι λειτουργούσαν για παράδειγμα, κάποια κινήματα νεολαίας, όπως οι Wandervogel στη Γερμανία ή το κίνημα των προσκόπων στην Αγγλία, τα εσωτερικά σχολεία αρρένων

( οι στρατιωτικές ακαδημίες στη Γερμανία και τα αριστοκρατικά

σχολεία μέσης εκπαίδευσης στη Βρετανία), καθώς και μια σειρά από άλλα ιδρύματα ομοκοινωνικού χαρακτήρα, όπως οι αριστοκρατικές λέσχες και οι αθλητικοί σύλλογοι. Οι σχέσεις που αναπτύσσονταν σε τέτοιου είδους περιβάλλοντα χαρακτηρίζονταν από τις δικές τους ιδιαίτερες εντάσεις και νευρώσεις. Όπως

υπαινίσσονται τα ποιήματα του Γούιλφρεντ Όουεν, συχνά η έκφραση της σεξουαλικής επιθυμίας σ΄αυτά τα περιβάλλοντα ήταν αδιαχώριστα συνυφασμένη με τη βία. Ο ψυχολόγος Ρίβερς, του οποίου ο πιο διάσημος ασθενής υπήρξε ο ποιητής Ζίγκφριντ Σάσουν, αντιμετώπισε πολλές περιπτώσεις αξιωματικών που διχάζονταν βαθιά από τη σύγκρουση ανάμεσα στις σεξουαλικές

τους επιθυμίες και την πίστη τους σε μια αυστηρή έννοια καθήκοντος και στρατιωτικής πειθαρχίας. Αυτή η αίσθηση καθήκοντος τους ανάγκαζε να εξιδανικεύουν τα αισθήματα που έτρεφαν για τους υφιστάμενους τους, ανάγοντας τα σε ένα απρόσωπο αίσθημα ευθύνης και φροντίδας για το γενικό καλό των αντρών τους. Επίσης. ο πόλεμος επιτάχυνε τη συνειδητοποίηση της

κοινής γνώμης όσον αφορούσε τον λεσβιασμό. Για παράδειγμα, κάποιες γυναίκες επέλεξαν να καταταγούν σε νοσοκομειακά τάγματα, κι αυτό προκάλεσε αντιφατικές αντιδράσεις. Αρχικά, ο Τύπος εξέφρασε κάποιες ανησυχίες για τα αφύσικα αισθήματα που

θα μπορούσαν να δημιουργηθούν στις γυναίκες κάτω από αυτές τις συνθήκες σε γενικές γραμμές, όμως. εξήρε την ανδρεία των

γυναικών που αποφάσισαν να συνεισφέρουν έμπρακτα στην υπεράσπιση του έθνους. Πράγματι, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος αποτέλεσε σημείο καμπής ως προς τους τρόπους αναπαράστασης της ομοφυλοφιλίας. Όπως λέει η Joanna Bourke, άνοιξαν διάπλατα οι πύλες ενός ανδρικού κόσμου, αποκαλύπτοντας, αφενός, την ευρεία γκάμα των

ρόλων που μπορούσαν να παίξουν οι άντρες και εκθέτοντας, αφετέρου, την εγγενή ρευστότητα της αρρενωπότητας και της θηλυκότητας. Η ακτινοβόλα ομορφιά του Άγγλου ποιητή Ρούπερτ

Μπρούκ, που ταυτίστηκε με τη φωνή της «αιώνιας Αγγλίας » και σκοτώθηκε έξω από το νησί της Λήμνου στα 1915, αποτέλεσε τη

Page 114: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 114

συμβολική επιτομή αυτής της παραδειγματικής αλλαγής. Η εξιδανικευμένη μορφή του συνέβαλε στην ευρύτατη διάδοση μιας ανδρόγυνης αισθητικής, που στα μάτια της κοινής γνώμης συνδεόταν αφενός με τη λατρεία της αδικοχαμένης νιότης και

αφετέρου με τις νέες προσδοκίες που γεννούσε ο κόσμος της νεωτερικότητας. Ομοφυλοφιλικές πρακτικές, τρόποι ζωής και κουλτούρες

Κατά την περίοδο 1870 – 1940 αρχίζει να αναπτύσσεται η

στράτευση των ομοφυλοφίλων στην Ευρώπη. Στη Γερμανία, η Επιστημονικοανθρωπιστική Επιτροπή, που ιδρύθηκε στα 1897 με πρωτοβουλία του Μάγκνους Χίρσφελντ, ανέλαβε να επιμορφώσει την κοινή γνώμη για το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, με σκοπό την εξάλειψη των προκαταλήψεων. Αμέσως μετά τη συγκρότηση της, η

Επιτροπή κυκλοφόρησε ένα ψήφισμα υπογεγραμμένο από σημαντικές προσωπικότητες των επιστημών και των γραμμάτων, όπως ο Τόμας Μαν, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο Εμίλ Ζολά και ο Λέων Τολστόι, με το οποίο ζητούσε την κατάργηση της παραγράφου 175, δηλαδή της διάταξης του γερμανικού ποινικού κώδικα που επέβαλλε ποινές φυλάκισης στους άντρες που δημιουργούσαν

ομοφυλοφιλικές σχέσεις. Επίσης, το 1919, ο Χίρσφέλντ ίδρυσε στο Βερολίνο το ινστιτούτο Σεξουαλικής επιστήμης, ένα ερευνητικό κέντρο που είχε στόχο να συγκεντρώσει κάτω από μια στέγη όλες τις επιστημονικές και τις ιστορικές πηγές που υπήρχαν γύρω από την ομοφυλοφιλία και περιελάμβανε μια ειδική βιβλιοθήκη και ένα μουσείο. Πολύ σύντομα, το Ινστιτούτο έγινε πόλος έλξης

μεγάλου αριθμού επισκεπτών. Στη δεκαετία του 1920 ιδρύθηκαν και αρκετές άλλες ομοφυλοφιλικές οργανώσεις, με στόχους παρόμοιους με αυτούς της Επιστημονικοανθρωπιστική Επιτροπής. Κάποιες από αυτές

συγκέντρωσαν τους ομοφυλόφιλους άντρες και γυναίκες κάτω από μια κοινή ομπρέλα, ακολουθώντας τα πρότυπα της Ένωσης για τα

δικαιώματα του ανθρώπου, που ίδρυσε ο Φρίντριχ Ραντσουβάιτ. Σε γενικές γραμμές, πάντως, οι οργανώσεις αυτές ενδιαφέρονταν περισσότερο για την προώθηση συγκεκριμένων εκδοχών της ομοφυλόφιλης κουλτούρας παρά πολιτικών διεκδικήσεων. Συνήθως διοργάνωναν κοινωνικές και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις και εξέδιδαν ειδικά περιοδικά που απευθύνονταν στους ομοφυλόφιλους άντρες

και στις λεσβίες, όπως τα περιοδικά Die Freundschaft και Die Freundin. Κάποιες άλλες οργανώσεις ακολούθησαν πιο εκκεντρικούς δρόμους, όπως η Gemeinschaft der Eingemen του

Άντολφ Μπραντ, που ιδρύθηκε στα 1903. Ο Μπραντ ήταν υπέρμαχος της ανδροπρεπούς συντροφικότητας, το οποίο

Page 115: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 115

αποτελούσε εκλεκτική σύνθεση της αρχαιοελληνικής παράδοσης της παιδεραστίας, των γερμανικών μεσαιωνικών παραδόσεων και των ιδεών του Νίτσε. Αντιμαχόταν σθεναρά τόσο την ιατρική θεώρηση της ομοφυλοφιλίας όσο και τα αιτήματα κοινωνικής

αφομοίωσης που προωθούσε ο Μάγκνους Χίρφελντ. Ως παθιασμένος μισογύνης και αντινεωτεριστής, ήθελε να δημιουργήσει μια ιδανική κοινωνία ιπποτικού τύπου, μια Mannerbund, που τα μέλη της θα συνδέονταν από ένα ανδρικό κώδικα τιμής και θα αφοσιώνονταν ολόψυχα στην καλλιέργεια της κουλτούρας της ανδρικής φιλίας και στη λατρεία της εφηβικής

ομορφιάς.

Ωστόσο, τα κέρδη που προέκυψαν από τη στράτευση των ομοφυλόφιλων κατά τη δεκαετία του 1920 ήταν περιορισμένα. Στη Γερμανία, τα κινήματα αυτά έδωσαν αναμφίβολα την ευκαιρία σε χιλιάδες ομοφυλόφιλους να βγουν από την απομόνωση, να δημιουργήσουν τη δική τους ταυτότητα και να διεκδικήσουν τα

δικαιώματα τους μέσα σε ένα περιβάλλον που τους αντιμετώπιζε αρνητικά. Παρ’ όλα αυτά, δεν κατάφεραν να εκπληρώσουν το βασικό τους στόχο, που ήταν η αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας. Στη Γαλλία, η ιδέα της στράτευσης των ομοφυλόφιλων κατά τα γερμανικά πρότυπα δεν απέκτησε ποτέ μεγάλη εμβέλεια, εν μέρει επειδή κάθε προσπάθεια των Γάλλων

ομοφυλόφιλων να ορίσουν τον εαυτό τους ως διακριτή κοινωνική οντότητα προσέκρουσε στην παραδοσιακή γαλλική ρεπουμπλικανική και οικουμενιστική αντίληψη για το κράτος, η οποία αναγνωρίζει μεν τα δικαιώματα του ατόμου, αλλά όχι και την ύπαρξη μειονοτικών ομάδων. Έτσι, παρόλο που το έργο του Αντρέ Ζιντ Κορυντόν, που εκδόθηκε στα 1924, τον ανέδειξε σε ένα είδος

επίσημου εκπροσώπου των Γάλλων ομοφυλόφιλων, σε αυτό ο συγγραφέας υπερασπιζόταν την παιδεραστία σε αντιδιαστολή με τη διαστροφή, προβάλλοντας έτσι μια ελιτίστικη, διανοουμενίστικη εκδοχή της ομοφυλοφιλίας, η οποία δεν είχε σχεδόν καμία σχέση

με την πραγματικότητα της καθημερινής ζωής. Επίσης, όταν οι Γκυστάβ Μπεϋριά και Γκαστόν Λεστράντ – υπάλληλος γραφείου ο

πρώτος και εργαζόμενος στο ταχυδρομείο ο δεύτερος – άρχισαν να εκδίδουν στα 1924 ένα περιοδικό με τίτλο Inversions, ακολουθώντας τα αντίστοιχα γερμανικά πρότυπα, η προσπάθεια τους δεν υποστηρίχθηκε από τους κύκλους της διανόησης και των γραμμάτων, με αποτέλεσμα το περιοδικό να πέσει σύντομα θύμα της λογοκρισίας.

Στην Αγγλία, η αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας αποτελούσε μόνο έναν από τους στόχους του κινήματος, που απέκτησε οργανωτική υπόσταση στα 1914 με την ίδρυση του Βρετανικού

Συλλόγου για τη Μελέτη της Σεξουαλικής Ψυχολογίας. Η οργάνωση αυτή ιδρύθηκε από τους Έντουαρντ Κάρπεντερ και Λώρενς

Page 116: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 116

Χάουσμαν, με την παρότρυνση του Μάγκνους Χίρσφελντ. Γενικά όμως το κίνημα στην Αγγλία δεν υπήρξε πολύ δραστήριο και η επιρροή του περιορίστηκε στους πνευματικούς κύκλους όπως και στη Γαλλία. Το αγγλικό μοντέλο για την ομοφυλοφιλία παρουσίαζε

ούτως ή άλλως αρκετές ιδιορρυθμίες. Εκεί, η ομοφυλοφιλία ήταν ποινικά κολάσιμη. όπως και στη Γερμανία. Στην Αγγλία όμως υπήρχε η αντίληψη ότι η ομοφυλοφιλία ήταν περιορισμένο φαινόμενο που αφορούσε κυρίως τα μέλη της πνευματικής και της οικονομικής ελίτ. Η ιδιορρυθμία αυτή μπορεί να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα του κεντρικού ρόλου που έπαιζαν στη ζωή των

ανώτερων κοινωνικών τάξεων της Βρετανίας μια σειρά από

ομοκοινωνικές δομές, όπως τα αριστοκρατικά σχολεία αρρένων, τα πανεπιστήμια ειδικά η Οξφόρδη και το Κέιμπριτζ, οι λέσχες, η αποικιακή διοίκηση και οι μυστικές υπηρεσίες. Όλοι αυτοί οι θεσμοί νομιμοποιούσαν τις στενές σχέσεις μεταξύ ανδρών, μετέτρεπαν την ανδρική συντροφικότητα σε κεντρικό παράγονταν

συνοχής του έθνους. Οι μαθητές των αριστοκρατικών σχολείων ενθαρρύνονταν να αποφεύγουν τις γυναίκες, για να μην επηρεαστεί ο χαρακτήρας τους, να καταπιέζουν τα συναισθήματα τους και να εκτονώνουν τις σεξουαλικές τους ορμές μέσα από την άθληση. Ωστόσο, η φορτισμένη ατμόσφαιρα αυτών των σχολείων και οι σεξουαλικές εντάσεις που δημιουργούνταν μεταξύ των μαθητών

αποτελούσαν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη ρομαντικών ερωτικών σχέσεων και σκληρών σεξουαλικών εμπειριών μεταξύ των τροφίμων. Τα χρόνια του πανεπιστημίου επέτειναν ακόμα περισσότερο αυτή τη μυθολογία της μέθεξης στην ανδρική συλλογική ζωή. Στις αρχές του 20ου αιώνα μια ομάδα από το Κέιμπριτζ ( οι επονομαζόμενοι απόστολοι, που σύντομα

μετεξελίχθηκαν στον κύκλο διανοουμένων του Μπλούμσμπερυ ) εξήρε την ομοφυλοφιλία ως ανώτατη μορφή αγάπης. Στην Οξφόρδη της δεκαετίας του 1920 η « λατρεία της ομοφυλοφιλίας » έφτασε στο απόγειο της. Εστέτ προσωπικότητες όπως ο Μπράιαν Χάουαρντ

και ο Χάρολντ Άκτον επιδείκνυαν δημόσια την εκκεντρική τους εμφάνιση και τον διανοουμενισμό τους, επιδιώκοντας με αυτόν τον

τρόπο να ξεχωρίσουν από τους ετεροφυλόφιλους συμφοιτητές τους που ασχολούνταν με τον αθλητισμό. Αυτοί με τη σειρά τους, επιδίδονταν σε βανδαλισμούς εις βάρος των « εστέτ » κάνοντας γυαλιά καρφιά τα φοιτητικά τους δωμάτια. Σε κάποια μυθιστορήματα που εκδόθηκαν μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Επιστροφή στο

Μπράιντσχεντ του Ίβλυν Γουώ, διακρίνουμε μια ιδιαίτερη νοσταλγία γι’ αυτά τα υποτιθέμενα χρόνια της ανεμελιάς και της αθωότητας, καθώς και την προσπάθεια να χτιστεί ένας μύθος γύρω

από εκείνη την εποχή, ο οποίος να ταυτίζει με την παρ’ ολίγον εκπλήρωση του ονείρου της απελευθέρωσης των ομοφυλοφίλων.

Page 117: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 117

Ωστόσο, η αναγνωρισιμότητα κάποιων δικτύων διανοουμένων δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε ότι οι μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις φιλοξένησαν μια μεγάλη ποικιλία από ομοφυλόφιλες υποκουλτούρες από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά. Η σύνδεση

συγκεκριμένων ομοφυλοφιλικών ταυτοτήτων και συγκεκριμένων τόπων συνεύρεσης προέκυψε μέσα από τη σταδιακή ανάδυση μιας ιδιαίτερης, τοπικά διαφοροποιημένης και σεξουαλικά χρωματισμένης γεωγραφίας, η οποία δεν αφορούσε μόνο τα πραγματικά κοινωνικά περιβάλλοντα μέσα στα οποία δρούσαν οι ομοφυλόφιλοι αλλά και τις φαντασιακές διαστάσεις των επιθυμιών

τους. Μέσα από ένα περίπλοκο παιχνίδι, στο οποίο εμπλέκονταν

διάφορα σημάδια αναγνώρισης, αναδυόταν στην καρδιά της κάθε πόλης ένας ιδιαίτερος χώρος όπου γίνονταν οι ερωτικές συναντήσεις και συναλλαγές. Μπορεί, για παράδειγμα, κάποιος να τύχαινε να χρησιμοποιήσει μια αμφιλεγόμενη έκφραση μιλώντας με έναν άγνωστο κι εκείνος να του απαντούσε σε μια συγκεκριμένη

ιδιόλεκτο. Ο όρος « ομοφυλόφιλος » δεν χρησιμοποιούνταν συχνά ( μερικοί άνθρωποι μπορεί ακόμα και να τον αγνοούσαν ), αλλά υπήρχαν πάμπολλες λαϊκές εκφράσεις για τους ομοφυλόφιλους άντρες και γυναίκες : στα αγγλικά, για τους άντρες υπήρχαν ο όρος θείτσα, πανσές, nancy, queen ( βασίλισσα ), queer, faggot, ενώ για τις

γυναίκες χρησιμοποιούνταν οι όροι pervert ( διεστραμμένη ) και dyke. Υπήρχαν επίσης και συμβολικά σημεία αναγνώρισης, όπως το λιλά και το μωβ χρώμα ή οι διάφοροι ενδυματολογικοί κώδικες: για παράδειγμα κυρίως μετά τον Μεσοπόλεμο, οι άντρες ομοφυλόφιλοι συνήθιζαν να φορούν σουέντ παπούτσια και καμιλό παλτά, ενώ οι λεσβίες συχνά υιοθετούσαν ένα ακραία αγορίστικο

στυλ – οι πιο ανδροπρεπείς μπορεί να επέλεγαν μια κόμμωση τύπου Ήτον, να φορούσαν ανδρικά ρούχα, να κρατούσαν μονόκλ και να κάπνιζαν πούρα. Παρόλο που στην πλειονότητα τους οι ομοφυλόφιλοι έκαναν ο,τι μπορούσαν για να περνούν

απαρατήρητοι και προσάρμοζαν την εμφάνιση τους στις περιστάσεις και στο κοινωνικό τους περιβάλλον, η εντυπωσιακά

κομψή φιγούρα του δάνδη, κατά τα πρότυπα του Όσκαρ Ουάιλντ, υιοθετήθηκε στη δεκαετία του 1920 από κάποιους νέους ομοφυλόφιλους που έγιναν γνωστοί ως Bright Young Things ( λαμπερά νιάτα ). Σε αυτή την κατηγορία ανήκαν τύποι σαν τον φωτογράφο Σέσιλ Μπήτον και το μοντέλο Στήβεν Τενάντ, ο οποίος έβαφε τα μαλλιά

του και χρησιμοποιούσε μακιγιάζ ή σαν τον Κουέντιν Κρισπ, ο οποίος όποτε εμφανιζόταν στους δρόμους του Λονδίνου ντυμένος «βασίλισσα», προκαλούσε κοσμοσυρροή. Το ψωνιστήρι γινόταν

κυρίως στην περιφέρεια των πάρκων της πρωτεύουσας, καθώς και στις δημόσιες τουαλέτες, στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και στα

Page 118: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 118

παμπ. Υπήρχε όμως και ανδρική πορνεία, κυρίως στο Γουέστ Εντ και στις κεντρικές εμπορικές περιοχές της Ρίτζεντ και της Όξφορντ Στριτ. Εκεί, οι νεαροί άντρες της βασιλικής φρουράς ήταν περιζήτητοι, εξαιτίας της κομψής τους εμφάνισης και της ωραίας

στολής τους. Επίσης, πολλές ευκαιρίες για φιλικές και σεξουαλικές συνευρέσεις πρόσφεραν τα δημόσια κολυμβητήρια και οι αθλητικοί σύλλογοι. Εκεί, άντρες κάποιας ηλικίας και οικονομικής επιφάνειας αναζητούσαν την παρέα νεαρών αγοριών. Ιδιαίτερα δημοφιλείς μάλιστα, από αυτήν την άποψη, ήταν οι αθλητικές λέσχες που ασχολούνταν με την πυγμαχία. Ο « Χορός των

υπηρετών της Λαίδης Μάλκολμ», ένας χορός μεταμφιεσμένων που

γινόταν μια φορά τον χρόνο στο Άλμπερτ Χωλ, συγκέντρωνε εκατοντάδες άτομα. Παράλληλα, διοργανώνονταν και πολλά μικρότερα βραδυνά πάρτι παρόμοιου τύπου σε ενοικιαζόμενους χώρους στο Μπεϋσγουότερ, στο Πάντιγκτον και στο Νότινγκ Χιλ, όπου συχνά οι καλεσμένοι πήγαιναν ντυμένοι τραβεστί. Εκεί

σύχναζαν και κάποιοι μόνιμοι πελάτες, οι οποίοι προέρχονταν από τις κατώτερες τάξεις ( υπηρέτες, σερβιτόροι, πορτιέρηδες ), άνθρωποι που γνώριζαν πολύ καλά πώς να ενσωματώνονται στο αστικό τους περιβάλλον και να το χρησιμοποιούν προς όφελος τους. Ωστόσο, πολύ περισσότερο από το Λονδίνο, οι δύο πρωτεύουσες

του κόσμου των ομοφυλοφίλων και των λεσβιών κατά την περίοδο 1870-1940 ήταν το Παρίσι και το Βερολίνο. Στο Παρίσι, η γαλλική αστυνομία είχε θέσει υπό άτυπη επιτήρηση τις κύριες περιοχές όπου γινόταν ψωνιστήρι ομοφυλοφίλων – δηλαδή τα πάρκα, τις όχθες του Σηκουάνα, τα δημόσια λουτρά, τις γαλαρίες των θεάτρων και τις στοές του Παλαί Ρουαγιάλ και των Ηλυσίων Πεδίων. Παρολ’

αυτά, η γαλλική πρωτέυουσα συνέχιζε να ασκεί ακαταμάχητη γοητεία στους άντρες ομοφυλόφιλους και στις λεσβίες, που ανυπομονούσαν να δραπετεύσουν από τη σεμνότυφη συμβατικότητα των γαλλικών επαρχιών ή από τις διώξεις που

υφίσταντο στις δικές τους χώρες, και να χαρούν την ανωνυμία της μεγάλης πόλης του Παρισιού. Ειδικά στις περιθωριακές συνοικίες

της πρωτεύουσας υπήρχε ελεύθερος χώρος δράσης. Έτσι, η ομοφυλοφιλική υποκουλτούρα της πόλης αναπτύχθηκε σε στενή συνάφεια με τον υπόκοσμο και τα κατώτατα στρώματα της γαλλικής κοινωνίας, γύρω από τη Μονμάρτη, την πλατεία Πιγκάλ και το Μονπαρνάς. Σ’ αυτές τις περιοχές υπήρχαν πολυάριθμα ομοφυλοφιλικά και λεσβιακά μπαρ, αλλά η διάρκεια ζωής τους

σπάνια ξεπερνούσε τον ένα χρόνο, πράγμα που δεν οφειλόταν μόνο στις επιδρομές της αστυνομίας και στα σκάνδαλα που συχνά κατέστρεφαν τη φήμη τους, αλλά και στη συνεχή απαίτηση για

ανανέωση που χαρακτήριζε την πελατεία τους, η οποία δεν ήθελε απλώς να διασκεδάζει, αλλά και να δοκιμάζει συνεχώς νέες

Page 119: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 119

απολαύσεις. Οι μεγάλοι χοροί μεταμφιεσμένων, σαν αυτόν που γινόταν κάθε χρόνο, την ημέρα της Mardi Gras, τελευταίας μέρας του καρναβαλιού, στο χορευτικό κέντρο Μαγική πόλη, συγκέντρωναν χιλιάδες άντρες ντυμένους γυναίκες και γυναίκες

ντυμένες άντρες, που χόρευαν μαζί, προσφέροντας έτσι μια εξαιρετική ευκαιρία να δηλώσει κανείς ανοιχτά την προτίμηση του για μια υποκουλτούρα που έφερε ακόμα το στίγμα της ανηθικότητας. Πάντως, στα πιο προχωρημένα κλαμπ, ανθούσε κι ένας άλλος, ημιπαράνομος κόσμος, που αποτελούνταν από αρσενικές πόρνες, « βασίλισσες της νύχτας», κλεφτρόνια και

ζιγκολό. Στην οδό ντε Λαπ, κοντά στη Βαστίλη, διοργανώνονταν οι

λεγόμενοι χοροί με συνοδεία ακορντεόν. Εκεί υπήρχαν και άλλα νυχτερινά κέντρα, όπου οι άντρες μπορούσαν να χορέψουν μεταξύ τους ή να βρουν έναν περιστασιακό σύντροφο για να περάσουν τη βραδιά – συνήθως κάποιον μυώδη νεαρό από τη συνοικία Λε Αλ ή κάποιον ναύτη που είχε βγει με άδεια και προσπαθούσε να βγάλει

κάποιο χαρτζιλίκι. Πάντως, ο επαρχιώτης της μεσαίας τάξης που επισκεπτόταν περιστασιακά το Παρίσι προτιμούσε την ασφάλεια που του πρόσφεραν τα δημόσια λουτρά και τα ανδρικά πορνεία που περιγράφει ο Προύστ, ή τις τακτικές συναντήσεις με κάποιον ζιγκολό από τα προάστια. Παρόλο που πολλοί εμιγκρέδες αναζήτησαν καταφύγιο στο Παρίσι – από τον Όσκαρ Ουάιλντ και

τον Κλάους Μαν ως τη Ρομαίν Μπρούκς και τη Ράντκλυφ Χωλ – τα περισσότερα στέκια των ομοφυλοφίλων, από τις αρχές του 20ου αιώνα και μετά, βρίσκονταν στο Βερολίνο ( όπως μας πληροφορεί ο Μάγκνους Χίρσφελντ). Παράλληλα με τα κομψά κλάμπ, όπως το Ελντοράντο, που ανέβαζαν παραστάσεις τραβεστί και προσέλκυαν γνωστά αστέρια του κινηματογράφου, όπως η Μαρλένε Ντήτριχ,

υπήρχαν και αρκετά μπαρ στις λιγότερο αριστοκρατικές γειτονιές της πόλης, όπου οι ομοφυλόφιλοι και οι λεσβίες της μεσαίας ή της εργατικής τάξης μπορούσαν να πιούν, να χορέψουν και να φλερτάρουν.

Η πορνεία των ομοφυλοφίλων έφτασε στο απόγειο της στα χρόνια του Μεσοπολέμου: το 1929 υπήρχαν στο Βερολίνο 22000

καταγεγραμμένες αρσενικές πόρνες. Πολλοί από αυτούς τους άντρες ήταν νεαροί εργάτες, θύματα της οικονομικής κρίσης, που κατά κανόνα δεν θεωρούσαν καν τους εαυτούς τους ομοφυλόφιλους. Ο Κρίστοφερ Ίσεργουντ, ο Γ.Χ Ώντεν και ο Στήβεν Σπέντερ ήταν ανάμεσα σ’ εκείνους που απόλαυσαν το Βερολίνο εκείνα τα γεμάτα ζωντάνια χρόνια, συντελώντας παράλληλα στη

δημιουργία του μύθου « του αγοριού της εργατικής τάξης», που αποτελεί συνηθισμένο θέμα της λογοτεχνίας του Μεσοπολέμου. Η εξιδανίκευση αυτή θα μπορούσε πιθανόν να ερμηνευθεί ως προϊόν

μιας γενικότερης επιθυμίας υπονόμευσης των κοινωνικών και των σεξουαλικών συμβάσεων της μεσοαστικής ηθικής. Μπορεί επίσης

Page 120: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 120

να ερμηνευθεί και ευρύτερα ως μια απόπειρα να αποδοθεί η πρωτοκαθεδρία στο σώμα έναντι του πνεύματος, δια της εξύμνησης της αξίας της ανδρικής σωματικής ρώμης και της χειρωνακτικής εργασίας. Πάντως, παρόλο που η τάση αναζήτησης σεξουαλικών

συντρόφων εκτός των ορίων της οικείας κοινωνικής τάξης του εκάστοτε ατόμου δεν χαρακτηρίζει κατά αποκλειστικότητα τη δεκαετία του 1920, το θέμα του ιδανικού φύλου που αναπτύσσεται με ιδιαίτερη ενάργεια στο έργο του Ε. Μ Φόρστερ Μώρις και προϋποθέτει την αναγνώριση της ισότητας μεταξύ των δύο συντρόφων, αποτελεί πράγματι ιδιάζον χαρακτηριστικό αυτής της

περιόδου. Αντίθετα, στα τέλη του 19ου αιώνα, προτιμούνταν οι

παιδεραστικού τύπου δεσμοί, ενώ η γενικότερη αισθητική τάση εκείνης της εποχής προέκρινε τη λατρεία του εφηβικού σώματος. Αστικές γεωγραφίες, ξένες γεωγραφίες : το να φύγει κανείς για αλλού ήταν γοητευτικό γιατί πρόσφερε μια προσωρινή έστω διαφυγή από τα βλέμματα των άλλων. Στα τέλη του 19ου αιώνα η

Μεσόγειος και τα ειδυλλιακά τοπία της Σικελίας, όπως τα φωτογράφισαν ο βαρόνος φον Γκλαίντεν και ο Βίλχελμ φον Πλύσκοβ, βρίσκονταν στο επίκεντρο της ομοφυλοφιλικής επιθυμίας: γοήτευσαν τον Τόμας Μαν και τον Ε.Μ Φόρστερ, όπως ακριβώς είχαν γοητεύσει παλαιότερα τον Βίνκελμαν και τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Το Κάπρι έγινε κύριος τόπος συνάντησης των

διανοουμένων, των καλλιτεχνών και των κοσμικών που είχαν διαρρήξει τους δεσμούς τους με τις κοινωνίες από τις οποίες κατάγονταν. Έτσι, ο εξωτισμός των ξένων τόπων και των ξένων ανθρώπων αναμείχθηκε με την αναζήτηση των αισθησιακών απολαύσεων μέσω του σεξουαλικού τουρισμού. Ακόμα και εκτός του πλαισίου των τρόπων ζωής που

περιγράψαμε παραπάνω, θα ήταν πιθανότατα δόκιμο να μιλήσει κανείς για την ανάδυση μιας ομοφυλόφιλης κουλτούρας αυτή την περίοδο, ιδιαίτερα από την άποψη της συγκρότησης ενός κοινού ρεπερτορίου λογοτεχνικών αναφορών και εικονικών

αναπαραστάσεων. Δίπλα στα κλασικά κείμενα ( όπως το συμπόσιο του Πλάτωνα και τα Σονέτα του Σαίξπηρ ) προστέθηκαν τώρα και

νέα λογοτεχνικά έργα, όπως ο Θάνατος στη Βενετία του Τόμας Μαν 1912, τα Σόδομα και Γόμορρα του Μαρσέλ Προυστ 1921-1922, η σύγχυση των αισθημάτων του Στέφαν Τσβάιχ 1926, και το Ορλάντο της Βιρτζίνια Γουλφ 1928. Κοντά σε αυτά, εκδόθηκαν και κάποια πιο λαϊκά μυθιστορήματα, όπως Το πηγάδι της μοναξιάς της Ράντκλυφ Χωλ 1928 και Ο σκορπιός της Α, Ε Βεϊράου 1919. Στις

εικαστικές τέχνες, τα πορτρέτα που φιλοτέχνησε εκείνη την εποχή η Ρομαίν Μπρουκς και τα έργα της Γκλουκ δείχνουν ότι αυτή την περίοδο τα λεσβιακά θέματα αποκτούν μια ανεξαρτησία και

παύουν πλέον να λειτουργούν ως απλό ενισχυτικό συμπλήρωμα των ερωτικών φαντασιώσεων των αντρών θεατών. Τα τραγούδια,

Page 121: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 121

ιδιαίτερα αυτά που ερμήνευσαν η Νταμιά και η Σούζυ Σόλιντορ ( που υπήρξε για ένα διάστημα ερωμένη της Ταμάρα ντε Λεμπίτσκα), το θέατρο, με τα έργα του Νόελ Κάουαρντ, τα Ρωσικά Μπαλέτα και ο κινηματογράφος, όλες αυτές οι μορφές τέχνης έπαιξαν τον ρόλο

τους στην ανάδυση και στην ενδυνάμωση μιας ταυτότητας νέου τύπου μεταξύ των λεσβιών και των ομοφυλοφίλων. Στα 1919 προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία Διαφορετικός από τους άλλους του Ρίχαρντ Όσβαλντ, όπου ο Κόνρατ Φάιτ υποδύεται έναν ομοφυλόφιλο που πέφτει θύμα εκβιασμού. Η ταινία αποτελεί στην ουσία έκκληση για την

κατάργηση της Παραγράφου 175: χαρακτηριστικά, ο ίδιος ο

Μάγκνους Χίρσφελντ εμφανίζεται στο τέλος της ταινίας για να ζητήσει την κατάργηση της επίμαχης διάταξης και για να στείλει ένα μήνυμα υπέρ της ανοχής. Στον ευρύτερο καλλιτεχνικό χώρο, πολλοί συγγραφείς, ζωγράφοι και φωτογράφοι έγιναν μάρτυρες αυτής της νέας

αναγνωρισιμότητας της ομοφυλοφιλίας, η οποία άλλοτε τους εντυπωσίαζε και άλλοτε απλώς τους διασκέδαζε. Στα τέλη του 19ου αιώνα η αισθητική της παρακμής, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ακραία εκδοχή του ρομαντισμού, πήρε τη μορφή ενός κινήματος που όρισε τον εαυτό του ως αντίδραση στη νεωτερικότητα και τις κοινωνικές ανακατατάξεις που προκάλεσε η βιομηχανική

επανάσταση. Κάποια από τα χαρακτηριστικά του κινήματος αυτού, όπως το ενδιαφέρον του για το εξωτικό και το αξιοπερίεργο ή η επιθυμία του να « καταπλήξει την αστική τάξη» , μας βοηθούν να ερμηνεύσουμε τη μεγάλη έλξη που άσκησε στην τέχνη και στη λογοτεχνία του Μεσοπολέμου το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, και ιδιαίτερα ο σαπφισμός. Επιλέγοντας για ήρωες και ηρωίδες των

έργων τους ομοφυλόφιλους δανδήδες ή λεσβίες, οι εικαστικοί καλλιτέχνες και οι λογοτέχνες της παρακμής διακήρυτταν ευθέως ότι απέρριπταν την ανδρική ταυτότητα που βασιζόταν σε υλιστικές και ιμπεριαλιστικές αξίες.

Έτσι, μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, οι ομοφυλόφιλοι και οι λεσβίες αναδείχθηκαν σε σύμβολα της νεωτερικότητας, που

ενσάρκωναν με παραδειγματικό τρόπο τις αισθητικές και ηθικές ανακατατάξεις οι οποίες σημάδεψαν «τα χρόνια της τρέλας». Μαζί με τους κοκαϊνομανείς και τους νέγρους χορευτές, τα μοντέρνα μυθιστορήματα παρουσίαζαν τους ομοφυλόφιλους ή τις λεσβίες ως αντιπροσωπευτικά δείγματα του ύφους της εποχής. Ενώ ο Μπρασάι απαθανάτιζε τις παρισινές νύχτες και η Μπερινίς Άμποτ

φωτογράφιζε τις « Αμαζόνες της αριστερής όχθης», ο Γκεόργκε Γκροτς, η Τζιν Μάμεν. ο Κρίστιαν Σαντ και ο Ότο Ντιξ σκίτσαραν τις αντίστοιχες φιγούρες του Βερολίνου. Για τη νεότερη γενιά της

δεκαετίας του 1920, που ήταν γενικά απολιτική και έντονα επηρεασμένη από τα αμερικανικά πρότυπα, η εξύμνηση του

Page 122: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 122

ανδρόγυνου σώματος συμβόλιζε τη ρήξη με την προηγούμενη γενιά, που είχε οδηγήσει την ανθρωπότητα στον πόλεμο. Ωστόσο, πίσω από αυτήν την απόπειρα αποστασιοποίησης, μπορεί κανείς να διακρίνει και μια βαθύτερη επιθυμία να μειωθεί η απόσταση

ανάμεσα στα δύο φύλα και να δημιουργηθεί ένας νέος τύπος ομορφιάς, απαλλαγμένος από τα γνωστά στερεότυπα. Έτσι, η «αρρενοποίηση» των γυναικών, που αποκρυσταλλώνεται στον τύπο του αντισυμβατικού αγοροκόριτσου, η οικονομική τους ανεξαρτητοποίηση και η απαλλαγή τους από τους αισθητικούς περιορισμούς που επέβαλλε η καθιερωμένη αντίληψη περί

θηλυκότητας ( όπως τα μακριά μαλλιά και οι κορσέδες) φαίνεται να

συμβαδίζουν στενά με την ανάπτυξη του κινήματος της γυναικείας χειραφέτησης. Αντίστοιχα, η «εκθήλυνση» ενός τμήματος της νέας γενιάς των αντρών μπορεί να ερμηνευτεί ως απόρριψη των μιλιταριστικών αξιών, προς όφελος ενός ειρηνιστικού και δημοκρατικού ιδανικού. Πράγματι, η τάση αυτή συνέχισε να

αναπτύσσεται ως τη στιγμή που ο ναζισμός κατάφερε να εκμεταλλευτεί, για μια ακόμα φορά, τον ερωτισμό που πάντα εμπερικλείεται στην εξιδανίκευση του ανδρικού σώματος. Κοινωνικός έλεγχος και καταστολή : γλώσσα και πρακτική

Στα τέλη του 19ου αιώνα η νομοθεσία που αφορούσε την ομοφυλοφιλία στην Ευρώπη διέφερε από χώρα σε χώρα. Μπορούμε να διακρίνουμε δύο βασικές εναλλακτικές προσεγγίσεις στο ζήτημα αυτό, οι οποίες απεικονίζουν τη διαφορετική ιστορική κληρονομιά των διαφόρων χωρών, καθώς και τις ιδιαιτερότητες του

πολιτισμικού τους περιβάλλοντος. Από τη μια μεριά, έχουμε τις χώρες εκείνες που ο πολιτισμός τους βασιζόταν κυρίως στη λατινική κληρονομιά και στον καθολικισμό ( δηλαδή τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία ), οι οποίες είχαν

δεχθεί την επίδραση του ναπολεόντειου ποινικού κώδικα και δεν είχαν νόμους που ποινικοποιούσαν τις ομόφυλες σεξουαλικές

πρακτικές. Κι από την άλλη, έχουμε τις γερμανογενείς, τις αγγλοσαξονικές και τις σλαβικές χώρες, όπου κυριαρχούσαν οι επιρροές της προτεσταντικής και της ορθόδοξης πίστης. Οι χώρες αυτές φρόντισαν να θεσπίσουν ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, οι οποίες τιμωρούσαν τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις μεταξύ αντρών.

Το κοινωνικό περιβάλλον των χωρών που ανήκαν σ’ αυτή τη δεύτερη κατηγορία σημαδεύτηκε από τη λήψη σκληρών μέτρων εναντίον «των σεξουαλικών αδικημάτων » και από τη

συνεπακόλουθη ενδυνάμωση των σεξουαλικών και έμφυλων κανονιστικών προτύπων. Έτσι, από το 1871, η παράγραφος 175

Page 123: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 123

του ποινικού κώδικα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας ο οποίος ακολουθούσε ουσιαστικά το πρωσικό μοντέλο, όριζε συγκεκριμένα ότι οι « παρά φύσιν πράξεις» μεταξύ αντρών, καθώς και μεταξύ αντρών και ζώων, θα τιμωρούνταν με φυλάκιση και με απώλεια των

πολιτικών δικαιωμάτων των ενόχων. Στην Αγγλία, η τροπολογία Λαμπουσέρ, η οποία ψηφίστηκε εσπευσμένα στα 1885 και εντασσόταν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου διαλόγου που αφορούσε τη γυναικεία πορνεία, όριζε ότι κάθε ακραία άσεμνη πράξη τελούμενη με άλλο αρσενικό άτομο θα επέφερε ποινή φυλάκισης όχι μεγαλύτερη των 2 χρόνων, με ή χωρίς καταναγκαστικά έργα. Στα

1898 η νομοθετική πράξη περί αλητείας ποινικοποίησε την

ενεργητική αναζήτηση ερωτικών συντρόφων σε δημόσιο χώρο. Αντίθετα, οι απόπειρες που έγιναν, τόσο στη Γερμανία (1909) όσο και στη Βρετανία (1921), να ποινικοποιηθούν οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών κατέληξαν σε αποτυχία. Αυτό οφειλόταν εν μέρει στο ότι η οικογένεια και η εκκλησία θεωρούνταν επαρκείς

μηχανισμοί ελέγχου της γυναικείας σεξουαλικότητας. Πράγματι, αυτή την περίοδο, ήταν σπάνιο φαινόμενο κάποια ευρωπαϊκή χώρα να υιοθετήσει νομοθετικές ρυθμίσεις ενάντια στον λεσβιασμό. Σύμφωνα με τον Jan Lofstrom, ο κυρίως αγροτικός, προβιομηχανικός χαρακτήρας της Φινλανδίας και της Σουηδίας, σε συνδυασμό με την παράδοξη απουσία έντονων διακρίσεων

ανάμεσα στον κοινωνικό ρόλο του άντρα και εκείνον της γυναίκας σε αυτές τις κοινωνίες, εξηγεί τους λόγους που ο λεσβιασμός ποινικοποιήθηκε σ΄αυτές τις χώρες παράλληλα με την αντρική ομοφυλοφιλία. Οι σκληραγωγημένες και ανθεκτικές γυναίκες της Φινλανδίας, που δούλευαν δίπλα στους άντρες τους στις αγροτικές εργασίες και διέθεταν σημαντική εξουσία μέσα στην οικογένεια,

έχαιραν μεγάλης εκτίμησης γι’ αυτές τις αρετές τους. Η γυναικεία σεξουαλικότητα και επιθυμία έπαιζε επίσης σημαντικό ρόλο στην κουλτούρα και στην παράδοση της Φινλανδίας και αναγνωριζόταν ως αυθύπαρκτη. Τέλος, σημαντικό ρόλο στην περίπτωση της

Φινλανδίας πρέπει να έπαιξαν και οι συγκεκριμένες πολιτικές συγκυρίες: τα φινλανδικά φεμινιστικά κινήματα συνέβαλαν

σημαντικά στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία της χώρας ( η οποία κατακτήθηκε το 1917), με αποτέλεσμα οι Φινλανδές να αποκτήσουν σχετικά νωρίς το δικαίωμα ψήφου. Ωστόσο, τα κινήματα αυτά δεν ανέπτυξαν πολιτική δράση ενάντια στον νέο ποινικό κώδικα του 1889, που επέβαλλε ποινές φυλάκισης έως και 2 χρόνια για τη σύναψη ομοφυλοφιλικών σχέσεων είτε μεταξύ

αντρών είτε μεταξύ γυναικών. Γενικότερα, η αποτελεσματικότητα των δικαστικών μηχανισμών όσον αφορούσε τον έλεγχο των ομόφυλων σεξουαλικών πρακτικών

υπονομευόταν από τις δυσκολίες που παρουσίαζε η διατύπωση ενός αδιαμφισβήτητου νομικού ορισμού της ομοφυλοφιλίας. Κατά

Page 124: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 124

την περίοδο του Μεσοπολέμου, στη Βρετανία γίνονταν κατά μέσο όρο 702 συλλήψεις το χρόνο για ομοφυλοφιλικά αδικήματα, με σαφείς αυξητικές τάσεις από το 1931 και μετά. Παρατηρούμε δηλαδή μια προοδευτική εντατικοποίηση της καταστολής, που

οφειλόταν στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση που αντιμετώπιζε η χώρα. Ωστόσο, το ποσοστό των καταδικασθέντων ατόμων επί του συνόλου των συλλήψεων μειώθηκε από το 80% το 1918 στο 50% περίπου το 1938, κάτι που δείχνει τη δυσκολία που αντιμετώπιζαν τα δικαστήρια στην εφαρμογή του νόμου. Τα μεγέθη που αφορούν τη Γερμανία είναι ευθέως συγκρίσιμα: εκεί, ο μέσος

όρος των συλλήψεων μεταξύ του 1919 και του 1934 ανερχόταν σε

704 άτομα τον χρόνο. Ωστόσο, στη Γερμανία, υπήρχαν αισθητές διαφορές στη λειτουργία των μηχανισμών καταστολής ανάμεσα στα διάφορα κρατίδια, καθώς και από πόλη σε πόλη: στη Δρέσδη και στο Μόναχο εφαρμόζονταν αυστηρά κατασταλτικά μέτρα, ενώ στο Βερολίνο και το Αμβούργο τα πράγματα ήταν πολύ πιο χαλαρά,

πιθανότατα εξαιτίας των άτυπων συμφωνιών που είχε συνάψει η τοπική αστυνομία με τις διάφορες ομοφυλοφιλικές οργανώσεις. Τόσο στη Γερμανία όσο και στην Αγγλία, η αστυνομία είχε οργανώσει ειδικές υπηρεσίες που επέβλεπαν τους χώρους όπου γινόταν ψωνιστήρι, όπως τα πάρκα και οι δημόσιες τουαλέτες. Στο Λονδίνο, κατά τη δεκαετία του 1920, το έργο αυτό αναλάμβαναν

άντρες της μητροπολιτικής αστυνομίας με πολιτικά, οι οποίοι εργάζονταν ανά ζεύγη. Συχνά, οι εντεταλμένοι αστυνομικοί λειτουργούσαν σαν προβοκάτορες, αφού, προκειμένου να πείσουν τους δικαστές για την ενοχή των κατηγορουμένων, έπρεπε να τους έχουν συλλάβει επ’ αυτοφώρω. Συνήθως οι αστυνομικές αναφορές που συντάσσονταν και στις δύο χώρες κατέγραφαν με μεγάλη

λεπτομέρεια τις κινήσεις των υπόπτων και τις λίγες κουβέντες που αντάλλαξαν οι αστυνομικοί μαζί τους. Μερικές φορές κατέγραφαν επίσης την αμφίεση και το φέρσιμο του υπόπτου, καθώς και τα αντικείμενα που βρέθηκαν στον

περιβάλλοντα χώρο και κρίνονταν σημαντικά για την υπόθεση ( πούδρα, κολόνια, κρέμα προσώπου, καθρέφτης). Οι αναφορές

αυτές αποτελούσαν τη βάση για μια ενδελεχή ανάλυση της συμπεριφοράς του υπόπτου, που συχνά έφτανε στα όρια της υπερβολής και είχε σκοπό να καθορίσει τη βαρύτητα του αδικήματος και την αυστηρότητα της τιμωρίας. Τα χάδια, ο αυνανισμός, η πεολειχία και ο σοδομισμός είχαν το καθένα τη δική του θέση στην κλίμακα των αδικημάτων, ενώ συνυπολογίζονταν

επίσης η ηλικία του σεξουαλικού συντρόφου και το πόσες φορές είχε διαπράξει το αδίκημα. Πράγματι, όπως παρατηρεί ο H G Cocks, το νομικό σύστημα όχι μόνο λειτουργούσε ως ρυθμιστικός

παράγοντας ενός πεδίου πρακτικών τις οποίες θεωρούσε απαράδεκτες, αλλά, παράλληλα, έκανε ευρύτερα γνωστή την

Page 125: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 125

ομοφυλοφιλία, συγκροτώντας έναν οιονεί αντικειμενικό και έγκυρο λόγο, τον οποίο υιοθετούσε στη συνέχεια ο Τύπος. Οι μηχανισμοί της αστυνομικής και της νομικής καταστολής δεν επηρέαζαν όλους τους ομοφυλόφιλους στον ίδιο βαθμό: πιο

ευάλωτοι ήταν εκείνοι που, είτε εξ’ ανάγκης είτε από προσωπική επιλογή, υιοθετούσαν επικίνδυνη συμπεριφορά, όπως ήταν η αναζήτηση σεξουαλικών συντρόφων στις δημόσιες τουαλέτες. Επίσης, κινδύνευαν εκείνοι που η εξωτερική τους εμφάνιση και η συμπεριφορά τους ταίριαζαν στα κατεστημένα στερεότυπα που αφορούσαν τη διαστροφή, ιδιαίτερα στα μάτια της αστυνομίας. Σε

πολλές περιπτώσεις κύριος στόχος της αστυνομίας ήταν να ασκήσει

πίεση σε μια σεσημασμένη ομάδα παραβατών ( ιδιαίτερα στις αρσενικές πόρνες) και, παράλληλα, να εξασφαλίσει ότι η ομοφυλοφιλική δραστηριότητα θα παρέμενε στο σκοτάδι, περιορίζοντας την σε συγκεκριμένες περιοχές που είχαν ήδη χαρακτηριστεί περιθωριακές ή εστίες εγκληματικότητας, επειδή

εκεί σύχναζαν πόρνες και απατεώνες ή υπήρχαν χαρτοπαικτικές λέσχες και πρακτορεία στοιχημάτων. Την ενδιέφερε πολύ λιγότερο να προβεί σε συστηματικές συλλήψεις, αφού, εξαιτίας της νομοθετικής ασάφειας, συχνά αυτές δεν οδηγούσαν πουθενά. Κατά συνέπεια, η κατ’ ιδίαν άσκηση ομοφυλοφιλικών σεξουαλικών πρακτικών, καθώς και κάποιες δραστηριότητες που μπορούσαν να

θεωρηθούν εν μέρει μόνο δημοσίου χαρακτήρα, όπως το να συχνάζει κανείς στα μπαρ και στα κλαμπ των ομοφυλοφίλων, βρίσκονταν εκ των πραγμάτων στο απυρόβλητο. Αυτό εξηγεί και τη δυσανάλογα μεγάλη εκπροσώπηση των εργατικών και των μικροαστικών στρωμάτων στις σχετικές στατιστικές, αφού τα άτομα αυτών των τάξεων συχνά διευθετούσαν τις υποθέσεις τους σε

δημόσιους χώρους, είτε λόγω έλλειψης χρόνου είτε αδυναμίας πρόσβασης σε ιδιωτικούς χώρους συνεύρεσης. Στην πραγματικότητα, ακριβώς επειδή η αντίληψη ότι η ομοφυλοφιλία συνδεόταν στενά με τη διαφθορά και τον εκφυλισμό

ήταν ακόμα ισχυρή, πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονταν να φανταστούν ότι ένας κατά τα άλλα αξιοσέβαστος άνθρωπος θα

μπορούσε να επιδίδεται σε τέτοιου είδους δραστηριότητες. Έτσι, οι επώνυμοι και οι άνθρωποι που κατείχαν θέσεις εξουσίας συχνά κατάφερναν να αποφύγουν τις διώξεις. Στη Γαλλία, παρόλο που οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις δεν ήταν παράνομες όταν συνάπτονταν μεταξύ συναινούντων ενηλίκων και ιδιωτικά, υπήρχαν κάποιες πρακτικές που υπέκειντο σε διώξεις με

βάση τη νομοθεσία περί προστασίας της δημοσίας αιδούς ή με την κατηγορία της ανηθικότητας. Αυτό συνέβαινε ιδιαίτερα σε υποθέσεις όπου εμπλέκονταν ανήλικοι. Επίσης, το τμήμα ηθών της

αστυνομίας έκανε συχνές επιδρομές στα γκέι μπαρ και στις σάουνες, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση αστυνομικών φακέλων. Οι

Page 126: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 126

πιο αυστηροί έλεγχοι αφορούσαν την επιτήρηση της πορνείας των στρατιωτών στα ομοφυλοφιλικά μπαρ του Παρισιού και στα λιμάνια, όπως στην Τουλόν και τη Βρέστη. Αυτού του είδους οι εκστρατείες που αναλάμβαναν ορισμένοι αστυνομικοί διοικητές

κινούνταν στα όρια της νομιμότητας, γιατί ουσιαστικά δεν υπήρχαν τα μέσα που θα τους επέτρεπαν να δράσουν αποτελεσματικά. Έτσι οι υποθέσεις αυτές κατέληγαν συνήθως σε πειθαρχικές κυρώσεις εις βάρος των εμπλεκόμενων ναυτών, σε κάποιες διώξεις για προσβολή της δημοσίας αιδούς ( με ποινές που ξεκινούσαν από την επιβολή προστίμων και έφταναν έως τη δίμηνη φυλάκιση) και στην

άσκηση πίεσης στους ιδιοκτήτες των μπαρ ώστε να αποκλείουν

τους ομοφυλόφιλους από τα μαγαζιά τους. Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι οι εξελίξεις στους τρόπους αναπαράστασης της ομοφυλοφιλίας μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και η νέα αναγνωρισιμότητα που απέκτησαν οι άντρες και οι γυναίκες ομοφυλόφιλοι στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες

σήμαναν και τη θεμελιακή αλλαγή στη στάση απέναντι στην ομοφυλοφιλία. Ο κοινωνικός αποκλεισμός των ομοφυλοφίλων και ο συνεχής φόβος της αστυνομικής δίωξης με τον οποίο ζούσαν καταδεικνύουν ότι οι ομοφυλόφιλοι άντρες και λεσβίες βρίσκονταν συνεχώς αντιμέτωποι με τα ομοφοβικά αισθήματα και τις ομοφοβικές πρακτικές της ευρύτερης κοινωνίας, παρόλο που αυτό

έπαιρνε διάφορες μορφές ανάλογα με τις εκάστοτε περιστάσεις. Επίσης, η εχθρική αυτή στάση αποκτούσε μεγαλύτερη βαρύτητα σε συνθήκες κρίσης. Όταν επικρατούσαν κοινωνικά αιτήματα επιστροφής στην τάξη και επίρρωσης της κοινωνικής συνοχής, αυτό συνεπαγόταν και την αυστηρότερη περιφρούρηση των ορίων της « κανονικότητας», καθώς και τον αποκλεισμό των κοινωνικών ομάδων

που θεωρούνταν επικίνδυνες για την κατεστημένη τάξη πραγμάτων. Έτσι ο ομοφυλόφιλος περιγραφόταν ως « ακοινωνικός» και η σεξουαλικότητα του ως μη αναπαραγωγική, ακόμα κι αν ήταν παντρεμένος και είχε και παιδιά. Η ομοφυλοφιλία και η

παιδοφιλία συχνά εξισώνονταν, και η κατηγορία ότι οι ομοφυλόφιλοι διέφθειραν τους νέους ήταν από τις πιο

συνηθισμένες. Επίσης, συχνά δινόταν ιδιαίτερη έμφαση στον υποτιθέμενο κίνδυνο της μείωσης του πληθυσμού, όπως συνέβη στη Γαλλία κατά τη δεκαετία του 1870, την εποχή που ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος, η απώλεια της Αλσατίας και της Λοραίνης και η τραυματική εμπειρία της Κομμούνας του Παρισιού ήταν ακόμα νωπά στο μυαλό της κοινής γνώμης. Μετά τη λήξη του

πρώτου παγκοσμίου πολέμου, όταν η δημογραφική κατάσταση της Ευρώπης παρουσίαζε « πλεόνασμα» γυναικών, η επιστροφή των ανθρώπων στους παραδοσιακούς αρσενικούς και θηλυκούς ρόλους

τους συνδέθηκε στενά με μια ευρύτερη επιθυμία για αποκατάσταση της τάξης. Σ’ αυτές τις συνθήκες, οι λεσβίες έπεφταν συχνά θύματα

Page 127: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 127

επιθέσεων – ιδιαίτερα στη Βρετανία, όπου το μυθιστόρημα της Ράντκλυφ Χωλ Το πηγάδι της μοναξιάς έγινε αντικείμενο δικαστικής καταγγελίας στα 1928, με αποτέλεσμα να απαγορευτεί η κυκλοφορία του. Στη Γαλλία, ο λαϊκός τύπος κατέφευγε όλο και

πιο συχνά στη σάτιρα εις βάρος των λεσβιών. Ο ομοφυλόφιλος περιγραφόταν επίσης με ταξικούς όρους, και κάθε κοινωνική κατηγορία αρνιόταν την ύπαρξη ομοφυλοφίλων στις τάξεις της : στα τέλη του 19ου αιώνα, η μεσαία τάξη θεωρούσε την ομοφυλοφιλία νοσηρό επακόλουθο της αστικοποίησης και της εκβιομηχάνισης και την απέδιδε κυρίως στις εργατικές τάξεις. Οι

τελευταίες αντίθετα, προτιμούσαν να την αντιμετωπίζουν σαν μια

διαστροφή των εκφυλισμένων εστέτ και των ανήθικων αριστοκρατών, που είχαν πέσει θύματα της αεργίας, της ανίας και της πολυτέλειας που χαρακτήριζε τη ζωή τους. Με άλλα λόγια, ο ομοφυλόφιλος ήταν πάντα κάποιος άλλος. Άλλο συνηθισμένο μοτίβο του ομοφοβικού λόγου ήταν η ταύτιση του ομοφυλόφιλου

με τον «εκ των ένδων εχθρό». Για την κρατούσα αντίληψη, ο ομοφυλόφιλος ήταν ένας περιθωριακός τύπος, ζούσε σε γκέτο, προτιμούσε να δρα σε συνθήκες μυστικότητας και υποκρισίας και καλλιεργούσε ειδικές διασυνδέσεις με άλλους ομοφυλόφιλους, σχέσεις οι οποίες παρέμεναν αόρατες για τους αμύητους – έτσι προέκυψε και ο μύθος περί « μασονίας της διαστροφής», την οποία

περιέγραψε στα τέλη του 19ου αιώνα ο αστυνομικός διοικητής του Παρισιού Φελίξ Καρλιέ. Στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου, οι κατηγορίες για ομοφυλοφιλία αποτελούσαν συχνά μέσο διασυρμού του αντιπάλου, άσχετα από τον πραγματικό σεξουαλικό του προσανατολισμό. Στη Γαλλία, κατά τη δεκαετία του 1930, τα έντυπα του

ακροδεξιού τύπου, όπως το εβδομαδιαίο Gringoire και το Candide που εκδιδόταν δύο φορές την εβδομάδα, επιδόθηκαν σε μια στυγνή εκστρατεία διασυρμού του πολιτικού ηγέτη Λεόν Μπλουμ, δημοσιεύοντας συστηματικά γελοιογραφίες που τον παρουσίαζαν

με θηλυπρεπή χαρακτηριστικά. Η ομοφυλοφιλία συσχετιζόταν επίσης συχνά με το Κομμουνιστικό Κόμμα. Αυτό οφειλόταν κυρίως

στην επίφαση ανοχής που επιδείκνυε η ΕΣΣΔ απέναντι στους ομοφυλόφιλους εκείνη την εποχή. καθώς και στην υποστήριξη που πρόσφερε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας στις εκστρατείες των κινημάτων των ομοφυλοφίλων. Στην Αγγλία, μια ομάδα διανοουμένων που περιλάμβανε ποιητές και συγγραφείς όπως ο Ώντεν, ο Κρίστοφερ Ίσεργουντ και ο Στήβεν Σπέντερ, απέκτησε το

παρατσούκλι « Ομιντέρν» και αυτό αποσκοπούσε να αποκαλύψει στην κοινή γνώμη τόσο τη συμπάθεια των μελών της ομάδας για τον κομμουνισμό όσο και τη συμμετοχή τους σε ένα δίκτυο

ομοφυλοφίλων που είχε τις ρίζες του στα φοιτητικά τους χρόνια.

Page 128: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 128

Ο φόβος του αόρατου, καθώς και η ανησυχία μήπως αποδυναμωθεί η κοινωνία εξαιτίας της ομοφυλόφιλης επιθυμίας έφτασαν στο απόγειο τους στη ναζιστική Γερμανία. Παρόλο που κάποιες ναζιστικές ομάδες, όπως οι SA, προωθούσαν μια

ομοερωτική εικονιστική αισθητική, η κατάληψη της εξουσίας από τον Χίτλερ σήμανε την καταστροφή της ομοφυλοφιλικής υποκουλτούρας, μια τάση που βρήκε την πιο χαρακτηριστική της έκφραση στη λεηλασία του Ινστιτούτου Σεξουαλικής επιστήμης του Μάγκνους Χίρσφελντ. Μετά το 1933, όλα τα μπαρ των ομοφυλοφίλων έκλεισαν και όλες οι οργανώσεις και τα έντυπα τους

απαγορεύτηκαν. Η καταστολή εντάθηκε μετά τη νύχτα Των

Μεγάλων Μαχαιριών, τον επόμενο χρόνο, και μετά την εκτέλεση του Έρνεστ Ρεμ, ενός πολύ γνωστού ομοφυλόφιλου. Η εκτέλεση είχε κυρίως πολιτικά κίνητρα, αλλά ο Χίτλερ φρόντισε έντεχνα να την παρουσιάσει ως μέρος μιας εκστρατείας για την αποκατάσταση της δημόσιας τάξης. Στα επόμενα χρόνια, οι κατηγορίες για

ομοφυλοφιλία χρησιμοποιήθηκαν επανειλημμένα ως μέσο προπαγάνδας, προκειμένου να εξουδετερωθούν όλοι οι αντίπαλοι του ναζιστικού καθεστώτος τόσο στον στρατό όσο και στην Καθολική Εκκλησία. Στα 1935 η Παράγραφος 175 επεκτάθηκε, ώστε να καλύπτει όλους τους τρόπους έκφρασης της ομοφυλόφιλης επιθυμίας. Ωστόσο, ο λεσβιασμός δεν ποινικοποιήθηκε,

αναμφίβολα εξαιτίας του γεγονότος ότι οι γυναίκες εξαναγκάστηκαν να επιστρέψουν στους παραδοσιακούς ρόλους της συζύγου και της μητέρας. Εξάλλου, επικράτησε πλήρως η αντίληψη ότι η σεξουαλικότητα των γυναικών ήταν αποκλειστικά παθητική και μπορούσε να ελεγχθεί εύκολα. Από την απτική γωνία των ναζιστών, οι ομοφυλόφιλοι δεν είχαν

καμία αξία για την κοινωνία. Εάν αρνούνταν να συμμορφωθούν με τις απαιτήσεις του γερμανικού έθνους, δηλαδή να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά, έπρεπε να εξαλειφθούν εντελώς. Αυτός που ανέπτυξε την ομοφοβική ρητορική των ναζί ήταν ο Χάινρικ Χίμλερ,

ο οποίος συνδύασε τα παραδοσιακά στερεότυπα για την ομοφυλοφιλία με μια εκτεταμένη ανάλυση που επικεντρωνόταν στο

θέμα της επιβίωσης της άριας φυλής. Σε έναν λόγο που εκφώνησε στις 18 Φεβρουαρίου 1935, απευθυνόμενος στους ανωτάτους αξιωματικούς των SS, ο Χίμλερ διαχώρισε τους «πραγματικούς ομοφυλόφιλους» από εκείνους που είχαν παρασυρθεί στην ομοφυλοφιλία, υποστηρίζοντας ότι οι τελευταίοι μπορούσαν να θεραπευτούν. Πράγματι, κατά τη διάρκεια του πολέμου επέδειξε

ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ορισμένα ιατρικά πειράματα, ψυχιατρικές και ορμονικές θεραπείες, ευνουχισμούς, που πίστευε ότι θα του επέτρεπαν να στείλει τους ομοφυλόφιλους στο μέτωπο χωρίς να

διακινδυνεύσει τη μόλυνση των υπολοίπων στρατιωτών. Ο Χίμλερ ισχυριζόταν επίσης ότι η ομοφυλοφιλία ήταν «εισαγόμενο είδος» και

Page 129: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 129

αποτέλεσμα φυλετικής πρόσμειξης, συνδέοντας στενά τους ομοφυλόφιλους με τους Εβραίους και απέρριπτε δε και τις δύο ομάδες ως θηλυπρεπείς. Ο ομοφυλόφιλος ήταν ένας δειλός, ένας ψεύτης, ήταν ανεύθυνος και ανάξιος εμπιστοσύνης, αποτελούσε

ιδανικό στόχο των εκβιαστών και χαρακτηριζόταν από « άσβεστη επιθυμία για επιβεβαίωση». Παρόλο που θα μπορούσε κανείς να επισημάνει κάποια στοιχεία συνέχειας ανάμεσα στα κατασταλτικά μέτρα που εφαρμόζονταν ενάντια στην ομοφυλοφιλία κατά την περίοδο της Βαϊμάρης και τα μέτρα καταστολής του Τρίτου Ράιχ, πρέπει να τονίσουμε ότι η

πολιτική των ναζί απέναντι στους ομοφυλόφιλους ήταν απολύτως

ξεκάθαρη: ολοκληρωτικός λόγος, αστυνομική τρομοκρατία, τιμωρίες που δεν είχαν καμία αντιστοιχία με τη βαρύτητα του αδικήματος. Όσοι κρίνονταν επικίνδυνοι μπορούσαν να τεθούν υπό προληπτική κράτηση ή ακόμα και να σταλούν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης μετά την έκτιση της επίσημης ποινής τους. Σχεδόν

100000 ομοφυλόφιλοι καταχωρίστηκαν στα αρχεία διάφορων υπηρεσιών επιτήρησης ανάμεσα στο 1937 και το 1940, ενώ ο αριθμός των καταδικασθέντων αυξήθηκε από 872 άτομα το 1934 σε 9479 το 1938. Σχεδόν το 92% των ατόμων στα οποία απαγγέλθηκαν κατηγορίες κρίθηκαν ένοχοι. Παρόλο που οι λεσβίες απέφυγαν σε γενικές γραμμές τις διώξεις, κάποιες συνελήφθησαν

σύμφωνα με τις διατάξεις της αυστριακής νομοθεσίας ( η οποία ποινικοποιούσε τη γυναικεία ομοφυλοφιλία), ή με διάφορες άλλες προφάσεις, και φυλακίστηκαν ως ακοινωνικές ή κομμουνίστριες. Κάποιες εξαναγκάστηκαν να εργαστούν στα πορνεία των στρατοπέδων, όπου υπέστησαν συστηματικούς βιασμούς, προκειμένου να επικυρωθεί έμπρακτα η ιεραρχία των δύο φύλων

και το πατριαρχικό καθεστώς. Συνολικά, ο αριθμός των ομοφυλόφιλων που στάλθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης κυμαίνεται ανάμεσα σε 5000 και 15000 ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά, μετά τον πόλεμο, οι διώξεις των ομοφυλοφίλων δεν

αναγνωρίστηκαν επίσημα, ενώ η κομμουνιστική προπαγάνδα από το 1934 και μετά δημιούργησε μια σοβιετική εικόνα περί

ομοφυλοφιλίας, που την παρουσίαζε ως φασιστική διαστροφή, προσθέτοντας έτσι άλλο ένα στερεότυπο στην ομοφοβική της λίστα, αυτό του ομοφυλόφιλου ναζί. Η κατάσταση που επικρατούσε στη Ρωσία και αργότερα στη Σοβιετική Ένωση, ήταν πράγματι κάπως παράξενη. Στην τσαρική αυτοκρατορία, από το 1832 και μετά, το έγκλημα που ονομαζόταν

«κατάκλιση των αντρών με άλλους άντρες» επέσυρε την ποινή του εκτοπισμού στη Σιβηρία για τέσσερα με πέντε χρόνια, σε συνδυασμό με τη στέρηση όλων των πολιτικών και κοινωνικών

δικαιωμάτων του ατόμου. Μια μεταρρύθμιση του ποινικού κώδικα που έγινε στα 1903 μείωσε τον χρόνο φυλάκισης στις υποθέσεις

Page 130: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 130

συναινούντων ενηλίκων, θέτοντας ως ελάχιστο όριο τους τρείς μήνες. Οι διώξεις ήταν σπάνιες, και έτσι, στις 2 πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, μπόρεσε να αναπτυχθεί μια υποκουλτούρα των ομοφυλόφιλων και των λεσβιών, των ανθρώπων του

φεγγαρόφωτος, σύμφωνα με τον τίτλο ενός βιβλίου του Βασίλι Ροζάνοφ, που εκδόθηκε στα 1899. Σ’ αυτή την κουλτούρα συμμετείχαν κυρίως διανοούμενοι και αριστοκράτες, όπως πληροφορούμαστε από το έργο του Μιχαήλ Κούσμιν Φτερά (1906), καθώς και από τα έργα των ποιητριών Σοφίας Παρνόκ και Μαρίνας Τσβετάγεβα. Το 1917 οι νόμοι ενάντια στον σοδομισμό

καταργήθηκαν, μαζί με ολόκληρο τον τσαρικό ποινικό κώδικα,

γεγονός που μας δίνει την εντύπωση ότι το καθεστώς των μπολσεβίκων υπήρξε ανεκτικό απέναντι στην ομοφυλοφιλία. Ωστόσο, από το 1934 και μετά η ομοφυλοφιλία επαναποινικοποιήθηκε, επισύροντας ποινές φυλάκισης με καταναγκαστικά έργα που έφταναν ως και τα πέντε χρόνια. Οι

ομοφυλόφιλοι ( που ονομάζονταν goluboi, δηλαδή γαλάζιοι) διέτρεχαν τον κίνδυνο μα φυλακιστούν ή ακόμα και να σταλούν σε κάποιο γκούλαγκ, όπου συχνά κακοποιούνταν σεξουαλικά από άλλους καταδίκους. Οι λεσβίες ( που ονομάζονταν rosovaia, δηλαδή ροζ) συνήθως στέλνονταν σε ψυχιατρεία για να θεραπευτούν.

Η εντατικοποίηση της καταστολής δεν υπήρξε αποκλειστικό προνόμιο των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Στη Γαλλία, ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος αποτέλεσε ένα ιδιαίτερα σημαντικό σημείο καμπής όσον αφορά την ιστορία της ομοφυλοφιλίας. Η κυβέρνηση του Βισύ εισήγαγε τις πρώτες ποινές που σχετίζονταν με την τιμωρία των ομοφυλοφιλικών σχέσεων στις 6 Αυγούστου 1942:

κάθε ομοφυλοφιλική ή λεσβιακή σεξουαλική πράξη τελούμενη με άτομο που δεν είχε συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του επέσυρε ποινή χρηματικού προστίμου, σε συνδυασμό με ποινή φυλάκισης που κυμαινόταν από έξι μήνες έως και τρία χρόνια ( την

εποχή εκείνη η ηλικία συναίνεσης για τους ετεροφυλόφιλους ήταν τα δεκατρία χρόνια). Έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις

σχετικά με την εισαγωγή αυτής της νομοθετικής διάταξης. Ο ιστορικός Anthony Copley την εντάσσει στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγράμματος για την αναζωογόνηση της γαλλικής νεολαίας, ενώ ο νομικός Jean Danet υποστηρίζει ότι ίσως η ομοφυλοφιλία να θεωρήθηκε μια από τις αιτίας της ήττας της Γαλλίας το 1940. Ο Michael Sibalis τονίζει το ρόλο που έπαιξε στη σύνταξη αυτής της

νομοθετικής διάταξης ο ναύαρχος Νταρλάν, μια σεβάσμια προσωπικότητα που συμμετείχε στην κυβέρνηση του Βισύ, καθώς και την έντονη επιθυμία της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών

να ανακτήσουν στον έλεγχο στο θέμα της ομοφυλοφιλίας, η οποία είχε ήδη καταστεί πολύ ευαίσθητο ζήτημα στη δεκαετία του 1930.

Page 131: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 131

Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος σήμανε επίσης τον εκτοπισμό των ομοφυλοφίλων από την Αλσατία και τη Μοζέλ ( δύο επαρχίες που βρίσκονταν υπό γερμανικό έλεγχο και, κατά συνέπεια, υπέκειντο στις προβλέψεις της παραγράφου 175. Έως σχετικά πρόσφατα,

αυτή η πτυχή του γαλλικού παρελθόντος αποτελούσε θέμα ταμπού, αλλά το ζήτημα άρχισε να προσελκύει το ευρύτερο ενδιαφέρον των ερευνητών το 1994, όταν εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του Πιερ Σηλ, ενός νεαρού ομοφυλόφιλου που φυλακίστηκε στο Σίρμεκ και στη συνέχεια εξαναγκάστηκε να καταταγεί στον γερμανικό στρατό. Από τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά, ένας ιδιαίτερος τύπος

ομοφυλοφιλικής κουλτούρας αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα

στις μεγάλες πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, μια κουλτούρα που παρουσιάζει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τις ευρωπαϊκές υποκουλτούρες των ομοφυλοφίλων και των λεσβιών που εξετάσαμε παραπάνω. Έτσι, ο Κρίστοφερ Ίσεργουντ, ηγετική μορφή της βρετανικής ομοφυλοφιλικής σκηνής κατά την περίοδο του

Μεσοπολέμου, επέλεξε το 1939 να μεταναστεύσει στην Καλιφόρνια, απ’ όπου αργότερα επρόκειτο να συμμετάσχει στο κίνημα της απελευθέρωσης των ομοφυλόφιλων της δεκαετίας του 1970. Η διαδρομή που ακολούθησε ο Ίσεργουντ απεικονίζει με χαρακτηριστικό τρόπο την αλλαγή των δεδομένων και των προοπτικών από τη δεκαετία του 1950 και μετά. Πράγματι, ύστερα

από το ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε η ομοφυλοφιλία κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, και λόγω γενικότερης τάσης για αποκατάσταση της τάξης που κυριάρχησε στην Ευρώπη κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, το επίκεντρο της ομοφυλοφιλικής στράτευσης μετατοπίστηκε στις ΗΠΑ, από όπου έμελλε να δοθεί το έναυσμα για την ανάπτυξη ενός νέου κινήματος επικύρωσης της

ομοφυλοφιλικής ταυτότητας.

Page 132: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 132

Οι δημόσιες σφαίρες και πολιτικές της ομοφυλοφιλίας μετά

τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το παρόν κεφάλαιο πραγματεύεται τις σχέσεις ανάμεσα στην

ομοφυλοφιλία και τη δημόσια σφαίρα από τη δεκαετία του 1940 έως τη δεκαετία του 1980. Ερμηνεύω τον όρο «δημόσια σφαίρα» με δύο τρόπους, γι’ αυτό και στον τίτλο χρησιμοποίησα πληθυντικό αριθμό. Κατ’ αρχάς, με τον όρο «δημόσια σφαίρα» εννοώ την πολιτική σε εθνικό επίπεδο. Υπό αύτη την έννοια, πρόκειται να εξετάσω τη σημασία που απέκτησε το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας

στο πλαίσιο των δημοκρατικών κρατών της Δύσης μετά τη λήξη του

δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Με τη δεύτερη του έννοια, ο όρος παραπέμπει σε ένα συγκεκριμένο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, στο οποίο οι οργανώσεις των ομοφυλοφίλων συγκροτήθηκαν ως συλλογικά πολιτικά υποκείμενα, προωθώντας μια ιδεολογική ατζέντα που είχε στόχο να καταπολεμήσει τα αίτια των κοινωνικών

διακρίσεων εις βάρος των ομοφυλοφίλων. Οι δεκαετίες αυτές χαρακτηρίστηκαν από εντατικές και επιταχυνόμενες διαδικασίες κοινωνικής αλλαγής. Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 συντελέστηκε σε παγκόσμιο επίπεδο αυτό που ο Eric HobsBawm ονόμασε «η μεγάλη μεταμόρφωση» : πάρα πολλοί τομείς της ανθρώπινης ζωής, όπως η οικονομία, η

γεωγραφία των ανθρώπινων οικισμών, ο υλικός πολιτισμός, η έννοια της ταυτότητας και οι έμφυλοι ρόλοι, γνώρισαν θεμελιακές αλλαγές. Πολλές από αυτές τις αλλαγές συνδέονται με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, γιατί, εκ των πραγμάτων, υπήρξαν στενά συνυφασμένες με την ιστορία του κράτους και των δημοκρατικών δικαιωμάτων του πολίτη, καθώς και με τη σχέση ανάμεσα στις

στενές και τις ευρείες διαστάσεις της κοινωνικής εμπειρίας. Κοινωνικά δίκτυα

Ξεκινάμε από τη Ζυρίχη, το 1943, με τους διακόσιους

συνδρομητές ενός δίγλωσσου μηνιαίου περιοδικού με τίτλο Der Kreis / Le Cercle (Ο κύκλος) , το οποίο απευθυνόταν σε ομοφυλόφιλους άντρες της μεσαίας και της ανώτερης τάξης. Το περιοδικό δημοσίευε άρθρα λογοτεχνικής κριτικής και κριτικής της τέχνης, διηγήματα, πολλά ομοερωτικά ποιήματα και, επίσης, ιατρικά και επιστημονικά δοκίμια, απηχώντας τη μεγάλη σημασία

που δινόταν στην ιατρική γνώση για τη σεξουαλική αντιστροφή, τουλάχιστον από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και μετά. Πράγματι, η δημοσίευση ενός ιατρικού άρθρου τον Οκτώβριο του

1943 ενθάρρυνε πολλούς αναγνώστες να στείλουν επιστολές, αφηγούμενοι τις δικές τους εμπειρίες. Το άρθρο αυτό παρουσίαζε

Page 133: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 133

μια νέα θεραπευτική μέθοδο για την ίαση των ομοφυλόφιλων αντρών από τις ομοφυλοφιλικές τους τάσεις. Η θεραπεία, που περιλάμβανε ηλεκτροσόκ, μεθόδους ύπνωσης και την έκθεση των ασθενών σε εικόνες ερωτικού περιεχομένου, στηριζόταν στην αρχή

της δημιουργίας αισθημάτων αποστροφής. Η θεραπεία δια της αποστροφής συνίστατο σε ένα πρόγραμμα αλλαγής της συμπεριφοράς βασισμένο στην πρόκληση συγκεκριμένων ερεθισμάτων, τα οποία υποτίθεται ότι ενθάρρυναν το άτομο να εγκαταλείψει ( ή τουλάχιστον να αποφεύγει να εκφράζει ) τις διεστραμμένες σεξουαλικές του τάσεις, οι οποίες αποδίδονταν στις

μη υγιείς οικογενειακές του σχέσεις. Η θεραπεία υποσχόταν να

αποκαταστήσει τους «αρρώστους», να τους ξανακάνει «φυσιολογικούς», ώστε να μπορέσουν να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά. Αν κρίνουμε από τις επιστολές των αναγνωστών στο τεύχος του Νοεμβρίου 1943, δύο κύρια ερωτήματα απασχόλησαν τους άντρες

που διάβασαν το άρθρο: πρώτον, αν η θεραπεία μπορούσε πράγματι να φέρει αποτελέσματα και δεύτερον, αν κάτι τέτοιο θα ήταν εντέλει επιθυμητό. Οι τρόποι που ανταποκρίθηκαν στο άρθρο μας βοηθούν να καταλάβουμε πως εντάσσονταν οι προσωπικές διαστάσεις της ομοφυλοφιλικής τους εμπειρίας στο ευρύτερο δημόσιο πλαίσιο. Την πιο δραματική επιστολή την έστειλε ένας

αναγνώστης από τη Λωζάνη. Θα ήταν θαυμάσιο, έγραφε, αν η πλήρης ίαση έβαζε τέλος στα μαρτύρια της ζωής μας. Η προσδοκία αυτή εξηγεί γιατί η νέα θεραπεία προκάλεσε αμέσως το ενδιαφέρον του. Ωστόσο, ο συγγραφέας της επιστολής ένιωσε επίσης την ανάγκη να εξηγήσει σε τι ακριβώς συνίστατο « τα μαρτύρια» που βίωνε. Κατ’ αρχάς αντιμετώπιζε την κοινωνική προκατάληψη και

ζούσε με τον φόβο της δίωξης από την αστυνομία « σε όλες τις χώρες». Ο συγκεκριμένος αναγνώστης υπονοούσε ότι ένιωθε πλήρως αποκλεισμένος από τη δημόσια σφαίρα. Δεύτερον, ακόμα κι «αν άφηνε στην άκρη» αυτό το μειονέκτημα, του ήταν αδύνατο να

βρει κάποιον άλλον άνθρωπο που να πιστεύει στο ίδιο ιδανικό της αγάπης, της φιλίας και του αλτρουισμού, που πίστευε ο ίδιος.

Επιπλέον, πρόσθετε ( υιοθετώντας μια ιατρικοανθρωπολογική γλώσσα για να περιγράψει άλλου είδους «αναπηρίες»), συνήθως τα οικονομικά συμφέροντα έπαιζαν κεντρικό ρόλο στις σχέσεις του, καθώς (όπως εξηγούσε στη συνέχεια) οι ομοφυλόφιλοι άντρες συγκέντρωναν τα σοβαρότερα ελαττώματα τόσο των αντρών όσο και των γυναικών. Έτσι, γι’ αυτόν, που βρισκόταν σε μια κατάσταση

ακραίας κοινωνικής και προσωπικής απελπισίας, η θεραπεία φάνταζε σαν πανάκεια. Ωστόσο, αυτή ήταν η μόνη επιστολή που εξέφραζε τόσο μεγάλη

απαισιοδοξία και τόσο θετική διάθεση απέναντι στην προοπτική της ίασης. Οι υπόλοιποι αναγνώστες φαίνονταν σαφώς πιο

Page 134: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 134

ευχαριστημένοι από την προσωπική τους ζωή, παρά τις αναφορές τους στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν στο δημόσιο βίο. Κάποιοι θεωρούσαν παράδοξη την επιθυμία για ίαση, καθώς θα σήμαινε πως το θεραπευόμενο άτομο θα άρχιζε να νιώθει διαφορετικά από

ότι ένιωθε σ’ όλη του τη ζωή, δηλαδή θα μετατρεπόταν στην ουσία σε ένα λευκό χαρτί. Άλλοι πάλι αναγνώστες, μιλούν ανοιχτά για έναν προορισμό τον οποίο θα έπρεπε κανείς να αποδεχτεί. Βγάζουμε λοιπόν το συμπέρασμα ότι πολλοί αναγνώστες του περιοδικού όριζαν την ταυτότητα τους με βάση τις σεξουαλικές τους επιθυμίες. Επίσης, δεν φαίνεται καθόλου να μισούσαν τον εαυτό

τους, όπως συχνά υπονοούν τα στερεότυπα για τις παλαιότερες

γενιές των ομοφυλοφίλων που δημιουργήθηκαν στη δεκαετία του 1970. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι οι κοινωνικές σχέσεις συνιστούν το πεδίο στο οποίο πραγματικά αποκλίνουν οι θετικές και οι αρνητικές εμπειρίες που περιγράφονται στο Der Kreis. Έτσι, για έναν αναγνώστη από τη Βέρνη, «η ποιότητα και το βάθος» των

συναισθημάτων που είχε νιώσει για τους φίλους με τους οποίους είχε έρθει σε επικοινωνία, καθιστούσαν λιγότερο ελκυστική την προοπτική να κάνει παιδιά, θεωρώντας πως δεν άξιζε τον κόπο να υποβληθεί σε ηλεκτροσόκ προκειμένου να αλλάξει σεξουαλικό προσανατολισμό και να γίνει πατέρας. Ένας αναγνώστης από τη Ζυρίχη δήλωνε, εξίσου απαισιόδοξα, ότι ήταν ακριβώς μεταξύ των

μελών « του αγαπημένου μας κύκλου» που είχε βρει γαλήνη και ισορροπία στις σκοτεινές ώρες της ζωής του. Εδώ η λέξη «κύκλος» εμφανίζεται αμφίσημη. παραπέμποντας αφενός σ’ έναν κύκλο φίλων και αφετέρου στο όνομα του περιοδικού. Αυτή η διττή σημασία της λέξης μας θυμίζει κάτι πολύ σημαντικό: ανάμεσα στην ιδιωτική σφαίρα (η οποία συχνά θεωρείται απομονωμένη και

αυτάρκης) και τη δημόσια (δηλαδή το πεδίο όπου δρουν πολιτικά οι άνθρωποι) υπάρχουν πολλά άλλα επίπεδα, μεταξύ των οποίων βρίσκονται και τα κοινωνικά δίκτυα που αναπτύσσονται γύρω από τον σεξουαλικό προσανατολισμό των ατόμων. Τα δίκτυα αυτά

δημιουργούν μια εναλλακτική δημόσια σφαίρα, μια έννοια που υπερβαίνει το πεδίο του ιδιωτικού στο οποίο παραπέμπει ο όρος

closet. Οι αναγνώστες του Der Kreis αποτελούσαν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αντρών οι οποίοι, μέσα από την προσωπική τους εμπειρία, είχαν αποκτήσει πλήρη συνείδηση των ορίων που επιβάλλονταν στην ελεύθερη έκφραση της σεξουαλικότητας τους. Παρόλο που φοβούνταν να εκθέσουν τον εαυτό τους δημόσια και «πάλευαν με

την ίδια τους τη μοίρα», όπως έγραφε ένας από αυτούς, ήταν ικανοί να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στα ιδανικά τους και στην πραγματικότητα, επιδιώκοντας κυρίως την καλλιέργεια αισθημάτων

αμοιβαίας αναγνώρισης και αλληλεγγύης μεταξύ των ομοφυλόφιλων συντρόφων τους. Κατά συνέπεια, το όνομα του

Page 135: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 135

περιοδικού είχε συμβολική σημασία, ενώ πολλά από τα ονόματα των ομοφυλοφιλικών εντύπων που εκδόθηκαν από τη δεκαετία του 1950 και μετά παρέπεμπαν. πράγματι, στην έννοια της φιλίας. Πρόκειται για μια κατάσταση που αντιστοιχεί σε μια προπολιτική ή

και πρωτοπολιτική απόπειρα να απαντηθούν οι ανάγκες και συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Ωστόσο, είναι επίσης απαραίτητο να εξετάσουμε τα πρώτα αυτά βήματα προς την κατεύθυνση της κοινωνικής αναγνώρισης και της αλληλεγγύης των ομοφυλοφίλων υπό το πρίσμα της ευρύτερης σχέσης ανάμεσα στο κράτος και στη σεξουαλικότητα του ατόμου, μια σχέση που

αποδείχθηκε πολύ δύσκολο να αλλάξει.

Ομοφοβία και κράτος

Το 1948 η Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών επικύρωσε την ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, ανεξάρτητα από διακρίσεις οποιουδήποτε είδους, φυλής, χρώματος, φύλου, γλώσσας, θρησκείας κλπ. Ωστόσο, από πολλές απόψεις, η διακήρυξη δεν μπόρεσε να μεταφραστεί σε ουσιαστική ρήξη με τις νοοτροπίες του παρελθόντος, ακόμα και σε χώρες που ήταν μέλη του Οργανισμού

Ηνωμένων Εθνών και είχαν φιλελεύθερα δημοκρατικά καθεστώτα διακυβέρνησης. Η διακήρυξη μπορεί να αποτέλεσε μια επίσημη έκκληση για ισότητα μεταξύ των αντρών και των γυναικών στη δημόσια ζωή, αλλά το θέμα του σεξουαλικού προσανατολισμού των ατόμων έθετε πιο περίπλοκα ζητήματα. Για ορισμένους ακτιβιστές, η Διακήρυξη των Ανθρωπίνων δικαιωμάτων έγινε ένα καίριο σημείο

αναφοράς. Για παράδειγμα, μια ομάδα Δανών ομοφυλόφιλων ίδρυσε μια οργάνωση που ονομαζόταν Forbundet af 1948, δίνοντας το παράδειγμα σε μια σειρά από παρόμοιες ομάδες στη Νορβηγία και τη Σουηδία. Ωστόσο, για πολλά χρόνια ακόμα, οι ακτιβιστές

είχαν να αντιμετωπίσουν νόμους που συντηρούσαν τις διακρίσεις, καθώς και ένα καταπιεστικό πολιτικό κλίμα που παρεμπόδιζε

σημαντικά ακόμα και την αποδοχή της εγκυρότητας των αιτημάτων τους. Στα μέσα του αιώνα, σε πάρα πολλά μέρη του κόσμου, οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ αντρών ( και πιο σπάνια μεταξύ γυναικών ) θεωρούνταν ακόμα εγκλήματα που επέσυραν βαριές ποινικές συνέπειες. Οι ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές πράξεις

παρέμεναν παράνομες σε πολλά κράτη: η απειλή της σύλληψης, της καταδίκης και της φυλάκισης αποτελούσε μια συνεχή υπενθύμιση της κοινωνικής αδυναμίας των ομοφυλοφίλων. Η

συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης ήταν καθημερινή

Page 136: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 136

πραγματικότητα γι’ αυτούς τους ανθρώπους και έπαιξε σημαντικό ρόλο στη συγκρότηση της ταυτότητας τους σε κοινωνικό επίπεδο. Ωστόσο, τα διάφορα νομικά συστήματα ενσωμάτωναν διαφορετικές αντιλήψεις για τη σχέση μεταξύ του κράτους και της

ιδιωτικής ζωής του πολίτη. Ο ένας τύπος νομικού καθεστώτος, που ίσχυε στα κράτη όπου οι συμβατικές αρχές του δικαίου ήταν επηρεασμένες από τη Γαλλική επανάσταση, δεν ποινικοποιούσε τις ομοφυλοφιλικές πράξεις, όπως και πολλές άλλες σεξουαλικές πρακτικές ιδιωτικού χαρακτήρα. Όπως συνέβαινε και με την ετεροφυλοφιλική σεξουαλική δραστηριότητα, οι ομοφυλοφιλικές

πράξεις τιμωρούνταν μόνο αν συνοδεύονταν από την άσκηση βίας,

αν αφορούσαν τη σεξουαλική συνεύρεση με ανηλίκους συντρόφους ή αν τελούνταν σε δημόσιους χώρους. Σε γενικές γραμμές. το κράτος δεν ενδιαφερόταν για την ηθική και τη σεξουαλικότητα των πολιτών του, αρκεί αυτές να εκφράζονταν κατ’ ιδίαν. Ωστόσο, η νομοθετική εξουσία, η αστυνομία και η δικαιοσύνη παρενέβαιναν

συχνά για να εξασφαλίσουν ότι η συμπεριφορά των πολιτών στους δημόσιους χώρους θα παρέμενε εντός των ορίων της κοσμιότητας. Ο κάθε πολίτης είχε το καθήκον να είναι διακριτικός: ο δημόσιος χώρος αποτελούσε ένα πεδίο δράσης από το οποίο το σεξ αποκλειόταν. Σε αντάλλαγμα, ο πολίτης αποκτούσε το δικαίωμα να συμπεριφέρεται ελεύθερα στην ιδιωτική ζωή του. Αυτός ο

διακανονισμός, που ίσχυε σε χώρες όπως η Γαλλία και η ενοποιημένη Ιταλία, είχε τις ρίζες του σε μια κατεξοχήν μεσοαστική αντίληψη για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη, για την οποία η διάκριση μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής σφαίρας ήταν θεμελιακής σημασίας. Η δεύτερη νομοθετική προσέγγιση, η οποία ίσχυε συνήθως σε χώρες οι οποίες είχαν ένα

νομικό σύστημα βασισμένο στη θεσμοποίηση του εθιμικού δικαίου καθώς και ισχυρές προτεσταντικές παραδόσεις, απηχούσε μια εντελώς διαφορετική αντίληψη περί σεξουαλικής συμπεριφοράς. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, κάποιες πράξεις ήταν εγγενώς

ανήθικες και έπρεπε να τιμωρούνται ανεξάρτητα από τον τόπο ή τις περιστάσεις επιτέλεσης τους ( αν ασκήθηκε βία ή όχι για

παράδειγμα). Οι πράξεις αυτές παραβίαζαν τον φυσικό νόμο και, κατά συνέπεια, όσοι τις διέπρατταν άξιζαν να στερηθούν τα κοινωνικά δικαιώματα του πολίτη. Σ΄αυτές τις αφύσικες πρακτικές συγκαταλέγονταν το πρωκτικό και το στοματικό σεξ, είτε ,μεταξύ ετεροφυλόφιλων είτε μεταξύ ομοφυλόφιλων. Η διάκριση μεταξύ αυτών των δύο τύπων νομικής προσέγγισης στο ζήτημα της

σεξουαλικότητας είναι θεμελιακής σημασίας όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους το κράτος επεμβαίνει στην ιδιωτική ζωή του ατόμου. Για παράδειγμα, πολύ πρόσφατα, μόλις το 1998, δύο

ενήλικοι άντρες δικάστηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες επειδή διέπραξαν σοδομισμό σε ένα ιδιωτικό σπίτι και συνελήφθησαν από

Page 137: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 137

την αστυνομία, που εισέβαλε στο σπίτι αυτό ειδοποιημένη από έναν γείτονα. Τέτοιου είδους σύλληψη δεν θα μπορούσε να έχει γίνει σε ένα κράτος σαν τη Γαλλία ή την Ιταλία. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, σε χώρες όπως οι

Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία αναπτύχθηκαν κινήματα που αποσκοπούσαν στη νομοθετική μεταρρύθμιση, απαιτώντας την αποποινικοποίηση των συναινετικών ομοφυλοφιλικών σεξουαλικών πράξεων που τελούνται ιδιωτικά, ούτως ώστε να απελευθερωθεί η ιδιωτική ζωή από την παρέμβαση των δικαστικών αρχών. Το 1955, μετά τη δημοσίευση των πορισμάτων του Άλφρεντ Κίνσυ για την

ανδρική και τη γυναικεία σεξουαλικότητα, ο οποίος καταδείκνυε

ότι το σεξ μεταξύ ομοφυλόφιλων ήταν πολύ διαδεδομένο και απέρριπτε τον παθολογικό χαρακτήρα του, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Νομικών πρότεινε συγκεκριμένες νομοθετικές αλλαγές. Ωστόσο, η αλλαγή των νόμων δεν έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη. Στη Βρετανία, η Επιτροπή Γούλφεντεν εισηγήθηκε μια

ανάλογη νομοθετική μεταρρύθμιση το 1957, αλλά το κοινοβούλιο άλλαξε τον νόμο 10 χρόνια αργότερα, προχωρώντας τελικά στην αποποινικοποίηση των συναινετικών ομοφυλοφιλικών σεξουαλικών πράξεων που τελούνταν κατ’ ιδίαν. Η ύπαρξη νομοθετικών ρυθμίσεων που ποινικοποιούσαν τις κατ΄ιδίαν τελούμενες ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές πράξεις δεν αποτελούσε απλώς έναν

σημαντικό κίνδυνο που επικρεμόταν πάνω από τις ζωές των ομοφυλόφιλων, αλλά επέτρεπε και την άσκηση εκβιασμών, με τους εκβιαστές να εκμεταλλεύονται τους φόβους των ομοφυλόφιλων μήπως αποκαλυφθούν. Παρ’ όλα αυτά, τα αιτήματα για τη νομοθετική μεταρρύθμιση συναντούσαν ισχυρές αντιδράσεις, γιατί, αν άλλαζε ο νόμος, αυτό θα σήμαινε ουσιαστικά αποδοχή της

αρχής ότι οι ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές δραστηριότητες δεν συνιστούσαν από μόνες τους ηθικό ή κοινωνικό κίνδυνο. Οι νομοθετικές αλλαγές έγιναν εντέλει, αλλά μόνο αφού πρώτα δημιουργήθηκε μια νέα πολιτισμική και πολιτική ατμόσφαιρα

ανοχής που μετέβαλε τις νοοτροπίες. Η αστυνομική επιτήρηση της δημόσιας σφαίρας ήταν πεδίο στο οποίο συνέκλιναν και οι δύο

διαφορετικές προσεγγίσεις για τη σχέση κράτους – ιδιωτικής ζωής – τόσο η παρεμβατική όσο και η μη παρεμβατική. Παρόλο που οι ποινικοί κώδικες διέφεραν, η στάση της αστυνομίας στο ζήτημα της προσβολής της δημοσίας αιδούς και στις παρεκκλίσεις από τη συγκεχυμένη έννοια της ορθής συμπεριφοράς διευκόλυνε παντού την εγκαθίδρυση εκτεταμένων συστημάτων επιτήρησης και

κρατικής παρέμβασης. Παρ΄ όλα αυτά, ο βαθμός πίεσης που ασκούσε η αστυνομία στη δημόσια έκφραση της ομοφυλοφιλίας διέφερε από χώρα σε χώρα, ενώ το ότι οριζόταν ως «προσβολή της

δημοσίας αιδούς» παρέμενε υποκειμενικό ζήτημα, που εξαρτιόταν από τα τοπικά πολιτισμικά και πολιτικά ήθη.

Page 138: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 138

Όλες οι δυτικές κοινωνίες γνώρισαν μια αύξηση της ομοφοβίας κατά τη δεκαετία του 1950, η οποία υπήρξε αποτέλεσμα της εξιδανίκευσης της πυρηνικής οικογένειας και της ανάδειξης της σε κυρίαρχο κοινωνικό μοντέλο, το οποίο στηριζόταν στον θεσμό του

γάμου και στην αυστηρή διάκριση των ρόλων των δύο φίλων. Στις πρώτες δεκαετίες μετά από τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, συνδυαζόταν επίσης με ένα εξαιρετικά αυστηρό σύστημα αξιών που αντιμετώπιζε τη σεξουαλική παρεκτροπή σε κίνδυνο. Μέσα στην πολιτική ατμόσφαιρα του Ψυχρού Πολέμου ο κομμουνισμός και η ομοφυλοφιλία συχνά αντιμετωπίζονταν ως

συναφή φαινόμενα: και τα δύο έθεταν σε κίνδυνο τη σταθερότητα

του κράτους και την ίδια τη δομή της κοινωνίας. Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνουμε σημαντικές ομοιότητες ανάμεσα στην ομοφοβία που καλλιεργήθηκε στη Δύση και τα αντίστοιχα φαινόμενα που αναπτύχθηκαν στη Σοβιετική ¨Ενωση και τις « λαϊκές δημοκρατίες» της Ανατολικής Ευρώπης. Εκεί, οι ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές

πράξεις τιμωρούνταν επειδή θεωρούνταν βαθιά αντικοινωνικές και ατομιστικές ενέργειες, ενδεικτικές των καπιταλιστικών και μεσοαστικών αξιών που ενστερνίζονταν οι ομοφυλόφιλοι. Αυτή η ομοιότητα που παρατηρείται μεταξύ δύο ιδεολογικά αντιθέτων συστημάτων διακυβέρνησης δεν οφείλεται τόσο στην ύπαρξη κάποιας σταθερής, ανθρωπολογικού τύπου, ανθρώπινης

συμπεριφοράς, αλλά κυρίως αποκαλύπτει μια πάγια πολιτική αλήθεια, που ίσχυε για όλα τα έθνη- κράτη που στηρίζονταν στον θεσμό της οικογένειας. Η απειλή προς την οικογένεια εξισωνόταν με την απειλή προς το κράτος και αντίστροφα, όταν η εθνική κοινότητα βρισκόταν σε κίνδυνο, η υπεράσπιση και η ενίσχυση της οικογένειας αναγόταν σε πατριωτικό καθήκον, η επίκληση του

οποίου προκαλούσε κατακόρυφη αύξηση της κοινωνικής συναίνεσης. ¨Έτσι, η αυστηρότητα των νόμων ενάντια στους διεστραμμένους αυξανόταν, ακριβώς επειδή αυτοί τοποθετούσαν τον εαυτό τους εκτός του θεσμού της οικογένειας και, κατά

συνέπεια, εκτός των ορίων του ίδιου του έθνους. Κατά την εποχή του μακαρθισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, η

ταύτιση κομμουνιστών και ομοφυλόφιλων οδήγησε σε μια σειρά από ανακρίσεις και εκστρατείες κάθαρσης του δημοσίου τομέα. Οι ομοιότητες των δύο ομάδων τονίστηκαν χαρακτηριστικά: τόσο οι ομοφυλόφιλοι όσο και οι κομμουνιστές κινούνταν σ’ έναν υπόκοσμο που καλυπτόταν από ένα πέπλο μυστικότητας. Συναντιόνταν σε συγκεκριμένα μέρη, είχαν τη δική τους

λογοτεχνική παραγωγή και συνδέονταν μεταξύ τους με ένα αίσθημα αμοιβαίας αλληλεγγύης, με άλλα λόγια συγκροτούσαν ένα πλέγμα κοινωνικών σχέσεων στα όρια μεταξύ ιδιωτικής ζωής και

δημόσιας σφαίρας. Την εποχή που η υπόθεση έγινε γνωστή ως Πανικός της Λεβάντας βρισκόταν στην κορύφωση της, η εκστρατεία

Page 139: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 139

εναντίον των ομοφυλόφιλων στις Ηνωμένες πολιτείες πήρε τη μορφή ευρύτατων αποπομπών από τον στρατό, εξαναγκασμού σε παραίτηση πολλών υπαλλήλων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, στενής επιτήρησης από το FBI, αστυνομικών διώξεων και ενός

εκτεταμένου κυνηγιού μαγισσών εκ μέρους των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Εξάλλου, η εκστρατεία αυτή δεν έληξε μαζί με την πολιτική σταδιοδρομία του Τζόζεφ Μακάρθυ στα 1955. αλλά συνεχίστηκε αμείωτη κατά την περίοδο της κυβέρνησης Αϊζενχάουερ, η οποία ( όπως δείχνουν τα ίδια της τα αρχεία) κατέτασσε τους ομοφυλόφιλους στην κατηγορία των ανοικειοθελών

κινδύνων για τη δημόσια ασφάλεια, με την αιτιολογία ότι ήταν

εξαιρετικά ευάλωτοι στην άσκηση εκβιασμών. Στο μεταξύ στη Βρετανία ξέσπασε ένα πολύ μεγάλο σκάνδαλο, που αφορούσε τους ομοφυλόφιλους ( καθώς και ετεροφυλόφιλους) διπλούς μυστικούς πράκτορες, που πληρώνονταν από την KGB. Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο στα 1951 και συνειδητοποίησαν ότι επρόκειτο να

συλληφθούν, αρκετοί από αυτούς τους κατασκόπους διέφυγαν στη Σοβιετική Ένωση. Και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, το περιστατικό ενίσχυσε τις υποψίες ότι εντέλει οι διεστραμμένοι δεν ήταν ούτε άξιοι εμπιστοσύνης ούτε νομοταγείς πολίτες. Παρόλο που δεν συνέβησαν μέσα σε εξίσου φορτισμένες ιδεολογικά συνθήκες, υπήρξαν και αλλού υποθέσεις που έφεραν

την ομοφυλοφιλία στο επίκεντρο του δημόσιου ενδιαφέροντος, ενισχύοντας την ομοφοβία. Για παράδειγμα, στα 1950, η κοινή γνώμη της Σουηδίας αναστατώθηκε από τις καταγγελίες ενός ιερέα που ισχυριζόταν ότι η διακυβέρνηση της χώρας είχε πέσει στα χέρια μιας ομοφυλόφιλης μασονίας. Με φόντο τις καταγγελίες αυτές, αποκαλύφθηκε ότι ο βασιλιάς Γουσταύος ο πέμπτος είχε

πέσει θύμα εκβιασμού ενός σερβιτόρου, ο οποίος υπήρξε εραστής του ( μια υπόθεση που η βασιλική αυλή της Σουηδίας είχε προσπαθήσει να κρατήσει κρυφή ). Το ότι η ανηθικότητα, η απειλή της ασφάλειας του έθνους, η εγκληματική συμπεριφορά, ο

εκβιασμός και η πορνεία ήταν βασικές συνιστώσες του βίου των ομοφυλοφίλων αποτελούσε μια βαθιά ριζωμένη πεποίθηση των

μεσοαστών Σκανδιναβών πολιτών εκείνης της περιόδου. Εξάλλου, δεν ήταν οι μόνοι που το πίστευαν αυτό. Παρόλο που η κατ΄ιδίαν τελούμενες ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές πράξεις είχαν πάψει να διώκονται στη Γαλλία από την εποχή της επανάστασης, η δεξιά κυβέρνηση του προέδρου Ντε Γκωλ φρόντισε να διατηρήσει τις κατασταλτικές αντιομοφυλοφιλικές νομικές διατάξεις που είχαν

θεσπιστεί κατά τη διάρκεια του πολέμου από την κυβέρνηση του Βισύ. Η γαλλική κυβέρνηση, στα 1960, συνέχιζε να κατατάσσει την ομοφυλοφιλία στην κατηγορία των κοινωνικών επιδημιών, μαζί με

τη φυματίωση και τον αλκοολισμό. Τρία χρόνια νωρίτερα, το Βρετανικό κοινοβούλιο είχε αρνηθεί να υιοθετήσει τις νομοθετικές

Page 140: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 140

μεταρρυθμίσεις που είχε προτείνει η επιτροπή Γούλφεντεν, ενεργώντας υπό την πίεση μιας επιθετικής εκστρατείας δυσφήμισης που είχε εξαπολύσει ο Τύπος, η οποία παρουσίαζε την ομοφυλοφιλία ως ειδεχθή διαστροφή που απειλούσε την Βρετανική

νεολαία. Τις επόμενες δεκαετίες οι αναγνώστες του Der Kreis τις επιστολές των οποίων δημοσίευσε το περιοδικό στα 1943 δεν επρόκειτο να υποστούν μόνο κάποιες ελαφρές κοινωνικές και θεσμικές πιέσεις, σαν αυτές που περιέγραφε ο αναγνώστης από τη Λωζάνη. Σε πολλά μέρη, η ομοφυλοφιλία όχι απλώς παρέμενε έγκλημα, αλλά

συνέχισε να λογίζεται ως ασθένεια ( άποψη την οποία αποδέχονταν

και οι ίδιοι οι ομοφυλόφιλοι, σε κάποιες περιπτώσεις). Από την άλλη πλευρά, από τη δεκαετία του 1950 και μετά, όσοι επιθυμούσαν να συγκροτήσουν έναν κύκλο, όπως οι Ελβετοί αναγνώστες του ομοφυλοφιλικού αυτού περιοδικού , εφηύραν τρόπους για να συναντιούνται και άρχισαν να συμμετέχουν σε

ομάδες που αποπειράθηκαν να προωθήσουν μια ομοφυλοφιλική πολιτική ατζέντα. Ομοφιλία

Αμέσως μετά τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, μια σειρά από δίκτυα ομοφυλόφιλων και οι αντίστοιχες πολιτικές ομάδες που προέκυψαν από αυτά άρχισαν σιγά σιγά να έρχονται στο προσκήνιο, διακηρύσσοντας ανοιχτά ότι στόχος τους ήταν να αγωνιστούν ενάντια στις διακρίσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις, ιδιαίτερα στις χώρες όπου είχαν εγκαθιδρυθεί κομμουνιστικά

καθεστώτα, τα περιθώρια πολιτικής δράσης είχαν συρρικνωθεί δραματικά. Ωστόσο, στη Δυτική Ευρώπη και την Αμερική η ανάδυση ομάδων ομοφυλοφίλων που διεξήγαγαν εκστρατείες με στόχο την πολιτική αλλαγή υπήρξε πολύ σημαντικό φαινόμενο,

που χαρακτήρισε την εποχή από το 1950 και μετά. Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 η άποψη ότι το βαθύτερο αίτιο των

κοινωνικών διακρίσεων ήταν η άγνοια αποτελούσε τον βασικό πυρήνα των επιχειρημάτων των οργανώσεων που αυτοαποκαλούνταν ομοφιλικές. Η ίδια η επιλογή του όρου «ομοφιλία» καταδεικνύει περίτρανα ότι οι οργανώσεις αυτές απέρριπταν την ιδέα μιας ταυτότητας βασισμένης αποκλειστικά σε κάποιες σεξουαλικές πρακτικές, δίνοντας προτεραιότητα σε πιο

γενικού χαρακτήρα αισθήματα, όπως η ευρύτερα νοούμενη έλξη για το ίδιο φύλο και η φιλία μεταξύ ομοφύλων. Τα μέλη αυτών των οργανώσεων μοιράζονταν την πεποίθηση ότι στην καρδιά του

προβλήματος των κοινωνικών διακρίσεων εις βάρος των ομοφυλοφίλων βρισκόταν η παραπληροφόρηση ή η εσφαλμένη

Page 141: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 141

κατανόηση του ζητήματος. Οι βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις και τα απαξιωτικά στερεότυπα τρόμαζαν την κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις και έθεταν σε κίνηση κατασταλτικούς μηχανισμούς. Πόρνοι και εκβιαστές, σεξουαλικά ασυγκράτητοι και διαφθορείς

της νεολαίας, «διεστραμμένοι» που εναντιώνονται στη φυσική τάξη πραγμάτων: κατά τη γνώμη των ομοφιλικών ομάδων, αυτές οι εικόνες παρεμπόδιζαν την απόδοση ίσων δικαιωμάτων σε εκείνους που προσανατόλιζαν τις επιθυμίες τους για οικειότητα, φιλία και αγάπη προς άτομα του ίδιου φύλου. Εφόσον το αίτιο των διακρίσεων ήταν η άγνοια, ο κύριος

πολιτικός στόχος των ομοφίλων ήταν να αποδείξουν στο ευρύτερο

κοινωνικό σύνολο τη συμβατικότητα τους, με άλλα λόγια, να δείξουν ότι μπορούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά με τους άλλους ανθρώπους μέσα στο πλαίσιο των κυρίαρχων κοινωνικών αξιών. Η στρατηγική τους είχε δύο σκέλη. Πρώτον, προσπαθούσαν να προωθήσουν και να διαδώσουν τα πορίσματα της επιστημονικής

έρευνας πάνω στην ομοφυλοφιλία – γι’ αυτό και τα θέματα αυτά κάλυπταν σημαντικό μέρος των σελίδων των περιοδικών που εξέδιδαν οι διάφορες ομοφυλοφιλικές οργανώσεις. Δεύτερον, προσπαθούσαν να πείσουν την ευρύτερη κοινωνία να αρχίσει να αντιμετωπίζει τους ομοφυλόφιλους ως συνηθισμένους άντρες και γυναίκες, παρά τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής τους ( δηλαδή, ακριβώς

όπως τους μη θηλυπρεπείς άντρες και τις μη ανδροπρεπείς γυναίκες). Επίσης, ήθελαν να τους θεωρούν καθ’ όλα αξιοσέβαστους, νομοταγείς πολίτες και όχι ως δυνάμει κατασκόπους, έτοιμους να εξαγοραστούν από τον εχθρό, ούτε ως άτομα με μια εγγενή προδιάθεση προς την παρανομία. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη των πραγμάτων, η διαφορά μεταξύ

ετεροφυλόφιλων και ομοφυλόφιλων αναγόταν κατά κύριο λόγο στην ιδιωτική σφαίρα, και η πρώτη προτεραιότητα ήταν να προστατευτεί η προσωπική ελευθερία του ατόμου με την πιστή εφαρμογή των πολιτικών αρχών του φιλελευθερισμού. Κατά συνέπεια, πρώτος και

κύριος στόχος του κινήματος των ομοφίλων ήταν η μεταρρύθμιση της ποινικής νομοθεσίας.

« Ξέρουμε ότι είμαστε ίδιοι», διακήρυττε στα 1953 ένα μέλος του Συλλόγου Ματασίν, της πρώτης οργάνωσης ομοφίλων των Ηνωμένων Πολιτειών, προκαλώντας γενικό ενθουσιασμό. Ο Σύλλογος Ματασίν είχε ιδρυθεί σχεδόν τρία χρόνια νωρίτερα στο Λος Άντζελες από τον Χένρυ Χέυ, έναν πρώην στρατευμένο κομμουνιστή που εξεγέρθηκε ενάντια στη συντηρητική στάση του

κόμματος στα σεξουαλικά ζητήματα. Παρόλ’ αυτά, ο Χέυ οργάνωσε το δικό του κίνημα σύμφωνα με τα παγιωμένα οργανωτικά πρότυπα του επαναστατικού αγώνα, δημιουργώντας μυστικούς

πυρήνες και μια αυστηρή ιεραρχική δομή. Αυτού του είδους η στράτευση είχε στόχο να καλλιεργήσει μεταξύ των μελών ένα

Page 142: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 142

αίσθημα υπευθυνότητας βασισμένο στην κοινή εμπειρία και να προαγάγει την προσωπική και κοινωνική τους μεταμόρφωση: η ομοφυλόφιλοι, μια καταπιεσμένη μειονότητα, θα έθεταν τους εαυτούς τους στην πρωτοπορία των κινημάτων όλων των άλλων

μειονοτήτων. Μετά την επιτυχή έκβαση μιας πολιτικής εκστρατείας που ανέλαβε ο σύλλογος υπέρ της αθώωσης ενός μέλους του, οι δραστηριότητες του συλλόγου πολλαπλασιάστηκαν. Επίσης, αυξήθηκε σημαντικά και ο αριθμός των πόλεων στις οποίες είχε εκπροσώπηση. Ωστόσο, η διεύρυνση της βάσης των υποστηρικτών

του οδήγησε και στη δημιουργία εσωτερικών εντάσεων, οι οποίες

αφορούσαν κυρίως τι ζήτημα της ιεραρχικής του δομής, καθώς και τους φόβους μήπως διωχθούν οι ομοφυλόφιλοι ως κομμουνιστές εξαιτίας του παρελθόντος του Χέυ. Τα μέλη του κινήματος ανησυχούσαν για την περαιτέρω απομόνωση τους μέσα σε ένα ήδη εχθρικά προδιατεθειμένο πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον. Η

εσωτερική αμφισβήτηση προκάλεσε μια πλήρη αναδιάρθρωση του Συλλόγου Ματασίν, καθώς και έναν επαναπροσδιορισμό των στόχων του: η διακήρυξη « ξέρουμε ότι είμαστε ίδιοι» αποτελούσε ένδειξη αυτής της στρατηγικής απομάκρυνσης του συλλόγου από το φάσμα της ριζοσπαστικής στράτευσης και της παρανομίας, καθώς και μια πρόσκληση προς τους υποστηρικτές του κινήματος

να υιοθετήσουν « ένα μοντέλο συμπεριφοράς που να μπορεί να γίνει αποδεκτό από την ευρύτερη κοινωνία και να συνάδει με τους αναγνωρισμένους θεσμούς της οικογενειακής ζωής, της εκκλησίας και του κράτους». Η αδελφή οργάνωση του Συλλόγου Ματασίν, ο σύλλογος Κόρες της Μπιλίτιδος, επίσης υιοθέτησε μια στρατηγική αφομοίωσης με το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Το ίδιο ίσχυε και

για τις ομοφιλικές οργανώσεις της Έυρώπης. Υπήρχε πυκνή επικοινωνία ανάμεσα στις διάφορες αυτές ομάδες, καθώς συχνά αντάλλασσαν ιδέες μέσα από τις σελίδες των περιοδικών που εξέδιδαν. Το πρώτο τεύχος του περιοδικού One, που εξέδιδε ο

σύλλογος Ματασίν, περιλάμβανε τη μετάφραση ενός άρθρου που είχε δημοσιευτεί μερικούς μήνες νωρίτερα στο Die Insel, ένα

περιοδικό που εκδιδόταν στη Γερμανία. Το άρθρο αυτό παρουσιαζόταν στο αμερικανικό κοινό για να επιβεβαιώσει « πόσο έμοιαζαν οι προθέσεις του με εκείνες του One, και πόσο διεθνείς είναι όλοι οι στόχοι μας». Στο μεταξύ, το Die Insel έκανε συχνές αναφορές στο Der Kreis, στα περιοδικά Der Ring και Hellas που εκδιδόταν στο Αμβούργο, σε διάφορα σκανδιναβικά περιοδικά που

εξέδιδε η οργάνωση Forbundet af 1948 και, από το 1954, στο περιοδικό Arcadie, το σημαντικότερο ομοφιλικό περιοδικό της γαλλόφωνης Ευρώπης, το οποίο εκδιδόταν στο Παρίσι από την

ομώνυμη οργάνωση που είχε ιδρύσει ο Αντρέ Μπωντρύ, ένας

Page 143: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 143

πρώην σπουδαστής εκκλησιαστικής σχολής και συνεργάτης του Der Kreis. Οι οργανώσεις αυτές δημιουργούσαν ένα κοινό σύστημα αναφοράς για τα μέλη τους, συγκροτώντας έτσι ένα πεδίο

ανάπτυξης της συλλογικής τους δράσης, η οποία στηριζόταν στη βοήθεια των συνδρομητών των ομοφιλικών περιοδικών. Κυρίως διοργάνωναν συναντήσεις των μελών και των φίλων τους, επίσημα δείπνα και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις. Σε κάποιες πόλεις, έστησαν και μερικά πιο μόνιμα κέντρα κοινωνικής συναναστροφής, τα οποία συχνά λειτουργούσαν όπως οι ιδιωτικές λέσχες: για να γίνεις

δεκτός, έπρεπε να σε συστήσει κάποιο παλαιότερο μέλος. Όλες

αυτές οι πρωτοβουλίες δημιούργησαν πραγματικούς και μεταφορικούς χώρους συνύπαρξης, που έδιναν στους ομόφιλους τη δυνατότητα να συζητήσουν και να αναπτύξουν κοινωνικές σχέσεις. Πάνω απ΄ όλα ενίσχυαν την ιδέα ότι οι ομοφυλόφιλοι κάθε άλλο παρά αμαρτωλοί, άρρωστοι ή εγκληματίες ήταν.

Με μόνη εξαίρεση το Άμστερνταμ, όπου ήδη από το 1946, το ομοφιλικό κίνημα διοργάνωνε χορούς, ενώ εννέα χρόνια αργότερα άνοιξε και ένα δικό του μπαρ, οι οργανώσεις των ομοφίλων επέμεναν να διατηρούν τις αποστάσεις τους από την ομοφυλοφιλική σκηνή της εμπορευματοποιημένης διασκέδασης, η οποία γνώρισε κατακόρυφη ανάπτυξη εκείνα τα χρόνια, παρά τα

κύματα των αστυνομικών διώξεων εναντίον της. Τα εμπορικά κέντρα διασκέδασης πρόσφεραν μεν στους ομοφυλόφιλους πολλές ευκαιρίες κοινωνικής συναναστροφής, αλλά παράλληλα τους άφηναν εκτεθειμένους σε ομοφοβικές αντιδράσεις. Γι’ αυτόν το λόγο, στιγματίζονταν αρνητικά από τις ομοφιλικές οργανώσεις, που επιδίωκαν να βελτιώσουν τη ζωή των ομοφυλόφιλων πολεμώντας

την ομοφοβία μέσω της ενθάρρυνσης του καθωσπρεπισμού. Έτσι, τα μπαρ, τα εστιατόρια, οι σάουνες και τα περιοδικά που ασχολούνταν με το ανδρικό κορμί ακολούθησαν τον δικό τους, ξεχωριστό δρόμο ανάπτυξης. Ένας δεύτερος λόγος που οι ομόφιλοι

υιοθετούσαν κριτική στάση απέναντι στην ομοφυλοφιλική υποκουλτούρα ήταν το γεγονός ότι απέρριπταν το συγκεκριμένο

μοντέλο κοινωνικής ζωής που ανθούσε στα ημιπαράνομα κλαμπ και στις παμπ, που πολλές φορές διευθύνονταν από τις κατά τόπους εγκληματικές συμμορίες. Η γενική αντίληψη ήταν ότι σε αυτού του είδους τα μαγαζιά σύχναζαν οι queer – ως επί το πλείστον θηλυπρεπείς άντρες των μεσαίων και των ανώτερων τάξεων, οι οποίοι αποπλανούσαν άτομα της εργατικής τάξης

προσφέροντας τους υλικά ανταλλάγματα. Ένα άλλο κοινωνικό μοντέλο ήταν αυτό που αντιπροσώπευαν οι νεαροί folles, που σύχναζαν στη γειτονιά του Σαιν-Ζερμαίν-ντε- Πρε στο Παρίσι, στα

τέλη της δεκαετίας του 1950. Ο Αντρέ Μπωντρύ, έντονα ενοχλημένος από τα δημοσιεύματα του Τύπου που περιέγραφαν το

Page 144: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 144

αντικομφορμιστικό κλίμα της γειτονιάς των υπαρξιστών, έγραψε ότι οι ομόφιλοι δεν ήθελαν επ’ ουδενί να τους συγχέουν « με αυτές τις καρικατούρες, αυτούς τους μεταπράτες της αγάπης και του πόθου, αυτούς τους επιδειξίες, τους νεαρούς άντρες που δεν είναι πλέον

άντρες». Παρόλο που απέρριπταν τη θηλυπρέπεια, οι ομόφιλοι δεν κατάφεραν αν επιβάλλουν ένα εναλλακτικό, αρρενωπό ομοφυλοφιλικό μοντέλο. Η εγκατάλειψη των στερεοτυπικών διχοτομιών, όπως αυτή ανάμεσα στην αρρενωπή και τη θηλυπρεπή λεσβία ή ανάμεσα στον ομοφυλόφιλο της εργατικής τάξης και

εκείνον της μεσαίας τάξης, προϋπόθετε αλλαγές στον τρόπο ζωής

και στις νοοτροπίες των ανθρώπων, που συνέβησαν πολύ αργότερα. Πράγματι, ένα νέο ομοφυλοφιλικό στερεότυπο επρόκειτο να εμφανιστεί στη δεκαετία του 1970: αυτό του γυμνασμένου, μυστακοφόρου κλώνου, που προήλθε από το ενδιαφέρον της εποχής εκείνης για την υγεία, τον αθλητισμό, τη φύση και τη

νεότητα, ιδανικά πολύ συμβατά με τις επιταγές της καταναλωτικής κουλτούρας απ’ ότι με τον αυστηρό και συμβατικό καθωσπρεπισμό των ομοφίλων της δεκαετίας του 1950. « Μήπως πλησιάζει το απευκταίο τέλος;» ήταν ο τίτλος του κεντρικού άρθρου του Der Kreis τον Αύγουστο του 1967. Για πρώτη φορά ύστερα από 35 χρόνια, το περιοδικό κινδύνευε να

κλείσει: οι 1900 συνδρομητές του για τους οποίους περηφανευόταν στα τέλη της δεκαετίας του 1950 είχαν υποστεί προοδευτική συρρίκνωση, και από το 1965 και μετά είχαν μειωθεί συνολικά κατά ένα τέταρτο. Απαντώντας στους συνδρομητές που ασκούσαν κριτική στην πολιτική που ακολουθούσε η εκδοτική του ομάδα, το περιοδικό παρουσίαζε τη δική του κοινωνική άποψη για τις

πρόσφατες κοινωνικές αλλαγές: « Ειδικά μεταξύ των νεότερων ομοφυλόφιλων, το πρόβλημα της ομοφυλοφιλίας δεν είναι πλέον τόσο οξύ, εξαιτίας των λιγότερων περιορισμών που επιβάλλει ο σημερινός τρόπος ζωής. Οι προσωπικές επαφές γίνονται σήμερα

πολύ πιο εύκολα απ’ ότι παλιά. Τα αναρίθμητα γκέι μπαρ που υπάρχουν παντού προς εξυπηρέτηση της μειονότητας μας, η οποία

αποτελεί την πιο κερδοφόρα πελατεία τους, έχουν παίξει σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή». Τους αμέσως επόμενους μήνες, ακόμα πιο δραματικά νέα για την οικονομική κατάσταση του περιοδικού προετοίμασαν το έδαφος για την κυκλοφορία του τελευταίου τεύχους του τον Δεκέμβριο του 1967. Παρόλο που οι ομόφιλοι παντού στην Ευρώπη θρήνησαν την απώλεια του Der

Kreis, η αναστολή της έκδοσης του ήταν ένα σημάδι των καιρών. Σ’ ένα σημείο μονάχα τα προφητικά λόγια των εκδοτών του διαψεύστηκαν: η ανάπτυξη νέων συνηθειών και τρόπων ζωής κάθε

άλλο παρά κατάργησε την αναγκαιότητα ανάληψης πολιτικής δράσης εκ μέρους των νεότερων γενεών.

Page 145: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 145

Το κίνημα της απελευθέρωσης των ομοφυλοφίλων

Το καλοκαίρι του 1969 ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη μια πολιτική αργάνωση που ονομάστηκε Μέτωπο για την Απελευθέρωση των

Ομοφυλόφιλων. Η οργάνωση αυτή ήταν προϊόν της συνάντησης του τρόπου ζωής των ομοφυλόφιλων με τη ριζοσπαστική πολιτική κουλτούρα της Νέας Αριστεράς. Στα τέλη Ιουνίου της χρονιάς εκείνης μια επιδρομή της αστυνομίας στο Stonewall Inn της Νέας Υόρκης πυροδότησε μια εξέγερση στην οποία πρωτοστάτησαν οι τραβεστί, κράτησε αρκετές μέρες και ήταν μια διαμαρτυρία χωρίς

προηγούμενο στην ιστορία των κινημάτων των ομοφυλόφιλων.

Παράλληλα, το επεισόδιο αυτό πρέπει να ενταχθεί στο γενικότερο πλαίσιο των συγκρούσεων εκείνη την εποχή ανάμεσα στην αστυνομία και τις αναδυόμενες ριζοσπαστικές ομάδες της αριστεράς, όπως ήταν, για παράδειγμα, οι Μαύροι Πάνθηρες, οι στρατευμένες φεμινίστριες και οι ακτιβιστές του αντιπολεμικού

κινήματος. Τέτοιου είδους συγκρούσεις των ριζοσπαστών με την αστυνομία ξέσπαγαν αρκετά συχνά. Το GLF ιδρύθηκε μερικές εβδομάδες μετά τα γεγονότα του Stonewall. Επηρεασμένη από τις αρχές και τη γλώσσα άλλων εκδοχών του ριζοσπαστισμού, η οργάνωση αυτή πρόσφερε τα κατάλληλα μέσα έκφρασης σε μια γενιά που απέρριπτε τη μεταπολεμική πολιτική και κοινωνική τάξη

πραγμάτων και ήταν πρόθυμη να βγει στους δρόμους προκειμένου να διακηρύξει την αμφισβήτηση της (όπως ακριβώς είχε συμβεί στο Παρίσι και σε πολλές πόλεις της Αμερικής την αμέσως προηγούμενη χρονιά). Τα κινήματα της νεολαίας αποζητούσαν την αυθεντικότητα, την αισθησιακή απόλαυση και τη συλλογικότητα και εξεγείρονταν ενάντια στην κοινωνική αλλοτρίωση, η οποία, κατά

τη γνώμη τους, οφειλόταν στη γραφειοκρατική και καταναλωτική δομή της κατεστημένης κοινωνίας. Ήταν νέοι άντρες και γυναίκες που αρνούνταν να υποκύψουν στους αυστηρούς περιορισμούς που επέβαλλε το κοινωνικό μοντέλο της πυρηνικής οικογένειας,

απέρριπταν τους κοινωνικούς ρόλους που αυτή συνεπαγόταν και την υποταγή στην εξουσία που αντιπροσώπευε.

Η ταχύτητα με την οποία υιοθετήθηκε το παράδειγμα του Μετώπου για την Απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων στις δυτικές κοινωνίες οφείλεται εν μέρει στις κοινές κοινωνικές εμπειρίες, δηλαδή στις σημαντικές πολιτισμικές αλλαγές που συντελούνταν παντού και στην ευρύτερη πολιτική αναταραχή που επικρατούσε εκείνα τα χρόνια. Στη Βρετανία, τον Οκτώβρη του 1970, ιδρύθηκε

μια οργάνωση με το ίδιο όνομα, στην οποία συμμετείχαν νέοι που είχαν πάρει μέρος στα κινήματα των Αμερικανών χίπις, των Μαύρων Πανθήρων και στη Συμμαχία Ομοφυλόφιλων Ακτιβιστών.

Στο Παρίσι, την ίδια χρονιά, ιδρύθηκε το ομοφυλοφιλικό μέτωπο επαναστατικής δράσης. Τον Αύγουστο του 1971 ιδρύθηκε η

Page 146: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 146

γερμανική ομάδα Ομοφυλοφιλική δράση του δυτικού Βερολίνου, ενώ μερικούς μήνες αργότερα ιδρύθηκε στην Ιταλία το Ιταλικό ενωτικό επαναστατικό Ομοφυλοφιλικό μέτωπο FUORI, που στα ιταλικά σημαίνει «έξω». Παρόμοιες οργανώσεις ιδρύθηκαν και σε

άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στην Αυστραλία και στον Καναδά. Η κατάσταση που επικρατούσε στη Γερμανία είναι ενδεικτική του γενικότερου κλίματος. Το 1970, η Ρόζα φον Πραουνχάιμ σκηνοθέτησε μια ταινία η οποία απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία, με αποτέλεσμα να πυροδοτήσει την ανάπτυξη του εντόπιου κινήματος για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των

ομοφυλοφίλων. Η ταινία, που έχει τίτλο « Δεν είναι ο ομοφυλόφιλος

διεστραμμένος, αλλά η κατάσταση μέσα στην οποία ζει», αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού επαρχιώτη που μεταναστεύει στο Βερολίνο και αναζητά τον δρόμο του μέσα στην ομοφυλοφιλική υποκουλτούρα της πόλης. Εκεί συναντά πολλούς χαρακτήρες που περιγράφονται με μελανά χρώματα, ως άνθρωποι στιγματισμένοι

από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να ζουν. Την εποχή εκείνη οι ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές πράξεις ήταν ακόμα παράνομες στη Γερμανία, σύμφωνα με την Παράγραφο 175 του γερμανικού ποινικού κώδικα, και η ομοφυλοφιλία συνέχιζε να απορρίπτεται από το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης. Στο τέλος ο ήρωας της ταινίας επιτυγχάνει την προσωπική του

απελευθέρωση εντασσόμενος σε μια κομμούνα ομοφυλοφίλων, τα μέλη της οποίας τον συμβουλεύουν να αποδεχθεί δημόσια την ομοφυλοφιλία του και του διδάσκουν πως το αληθινό πρόβλημα δεν βρίσκεται στη σεξουαλικότητα του αλλά στην κοινωνικά επιβεβλημένη ομοφοβία. Η απελευθέρωση έγινε έννοια-κλειδί γι’ αυτά τα κινήματα:

παρέπεμπε σε μια συγκεκριμένη αντίληψη για τη φύση και τα αίτια της ομοφοβίας, στη χρήση συγκεκριμένων επιχειρημάτων εναντίον της και υποδείκνυε τα μέσα με τα οποία θα μπορούσε μα καταπολεμηθεί. Αντίθετα από το κίνημα των ομόφιλων που είχε

προκρίνει μια αφομοιωτική προσέγγιση στο πρόβλημα των κοινωνικών διακρίσεων, τα μέτωπα για την απελευθέρωση των

ομοφυλόφιλων υιοθέτησαν μια πολιτική προσέγγιση η οποία βασιζόταν σε μια συνολική ανάλυση των υφιστάμενων πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτισμικών δομών. Η προσέγγιση αυτή ήταν έντονα επηρεασμένη από τον μαρξισμό, καθώς και από την μαρξιστική κριτική της ψυχανάλυσης. Τα αίτια της ομοφοβίας θεωρούνταν σύμφυτα με τον ηθικό και ιδεολογικό πυρήνα της

καπιταλιστικής νοοτροπίας της μεσαίας τάξης: ο ρατσισμός, ο ιμπεριαλισμός και η καταπίεση της σεξουαλικότητας αποτελούσαν αλληλένδετες εκφάνσεις αυτού του ενιαίου ιδεολογικού

μορφώματος και χρησιμοποιούνταν ως αλληλοσυμπληρούμενα μέσα καταπίεσης ορισμένων κοινωνικών ομάδων από κάποιες

Page 147: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 147

άλλες. Κατά συνέπεια. η σύναψη συμμαχιών με τις άλλες καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες – την εργατική τάξη, τις γυναίκες, τις εθνικές μειονότητες- αναδείχθηκε σε ζήτημα πρωταρχικής σημασίας για τον αγώνα των ομοφυλόφιλων. Εφόσον

το σύστημα στην ολότητα του ήταν η πηγή της καταπίεσης, η απελευθέρωση δεν μπορούσε να επιτευχθεί αν οι ομοφυλόφιλοι διεκδικούσαν απλώς ένα δικό τους δωμάτιο, έναν χώρο δράσης μέσα στο σύστημα. Είναι ενδεικτικό ότι οι υποστηρικτές του κινήματος επέκριναν τις ζώνες ανοχής της ομοφυλοφιλίας που είχαν δημιουργηθεί σε ορισμένες πόλεις, θεωρώντας τες «γκέτο»

που έπρεπε να ανοιχτούν στον κόσμο. Υπήρχαν βέβαια αρκετές

διαφορές ανάμεσα στα κινήματα που αποσκοπούσαν κυρίως στην πολιτισμική αλλαγή και σε εκείνα που δέχονταν ισχυρότερες επιρροές από την ευρύτερη επαναστατική παράδοση της Ευρώπης, όπως τα κινήματα της Γαλλίας και της Γερμανίας. Ωστόσο, όλοι συμφωνούσαν σε μια βασική αρχή: « Είναι πολύ

αργά πλέον για τον φιλελευθερισμό», δηλαδή πολύ αργά για να ελπίζουμε ότι θα επιτύχουμε την ένταξη μας στην κοινωνία, διεκδικώντας με ήπιο τρόπο συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις. Έτσι, το φιλελεύθερο, μεσοαστικό κατεστημένο βρέθηκε αντιμέτωπο με μια πρόκληση που άγγιζε μία από τις θεμελιακές του πεποιθήσεις : τη διάκριση ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα. Με το

σύνθημα «το προσωπικό είναι πολιτικό» εκφραζόταν η βαθύτερη πίστη των ακτιβιστών στη μετάλλαξη που επιτυγχανόταν με το να εκφράζει κανείς δημόσια τον ιδιωτικό, αυθεντικό εαυτό του. Για τους ομοφυλόφιλους, αυτό ισοδυναμούσε με το αποκαλύψουν δημόσια ποιοι πραγματικά ήταν: να βγουν από το καβούκι τους. Για τις προηγούμενες γενιές, η έκφραση coming out σήμαινε το να

κάνει κανείς τον εαυτό του αναγνωρίσιμο στους άλλους ομοφυλόφιλους στο πλαίσιο μιας εναλλακτικής, ημιδημόσιας σφαίρας. Τώρα, το σύνθημα συνόψιζε την αναγκαιότητα να επικυρώσει κανείς την ταυτότητα του εντός της επίσημης δημόσιας

σφαίρας, απορρίπτοντας έτσι τη διάκριση ανάμεσα στους δημόσιους και τους ιδιωτικούς του ρόλους. « Η

κρυπτοομοφυλοφιλία πρέπει να τελειώνει» έγραψε ο Καρλ Γουίτμαν στο Μανιφέστο των ομοφυλόφιλων το 1969 : η ομοφυλοφιλία συμβόλιζε την καταπίεση, ήταν μια εσωτερίκευση της ομοφοβίας, που μπορούσε να ανατραπεί μόνο με το να μιλήσεις ανοιχτά. Για τους ακτιβιστές του κινήματος της απελευθέρωσης των ομοφυλοφίλων, η ίδια η σεξουαλική πράξη ήταν επαναστατική:

κατά τον Γκυ Χοκενγκέμ, έναν Γάλλο φιλόσοφο που ανήκε στην ηγετική ομάδα του FHAR, η πατριαρχία ήταν θεμελιωμένη στην αντιδιαστολή της δημόσιας εξουσίας του φαλλού με τον εγκλεισμό

του πρωκτού στην ιδιωτική σφαίρα. Το να απελευθερώσει κανείς τον πρωκτό δια της ανδρικής σεξουαλικότητας, ισοδυναμούσε με

Page 148: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 148

πράξη υπονόμευσης των θεμελίων των πατριαρχικών κοινωνικών σχέσεων. Για τον Ιταλό συγγραφέα και ακτιβιστή Μάριο Μιέλι, οι ομοφυλόφιλοι άντρες, με το να ντύνονται γυναίκες και να αποδέχονται τη σεξουαλική διείσδυση, αμφισβητούσαν τις ίδιες τις

έννοιες του ανδρισμού και της ετεροσεξουαλικότητας, συμβάλλοντας έτσι στην απελευθέρωση του ανθρώπινου γένους. Για τον Αυστραλό πολιτικό επιστήμονα Ντένις Όλντμαν, η ανδρική ομοφυλοφιλία διάνοιγε δυνατότητες δημιουργίας νέων μορφών κοινωνικών σχέσεων. Η ιδεολογία και το στυλ του κινήματος για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων απέκτησε διαστάσεις

πρόκλησης, δημόσιας διαμαρτυρίας και, συχνά χιουμοριστικές

αποχρώσεις: « Το να φορά κανείς μακιγιάζ είναι τρόπος ζωής», φώναζαν οι Γάλλοι Gazolines, μια καταστασιακή ομάδα στενά συνδεδεμένη με το FHAR και επίγονοι των folles. « Την επόμενη φορά θα σκαρφαλώσουμε στα επαναστατικά χαρακώματα φορώντας βραδινές τουαλέτες» πρόσθεταν οι Gazolines. Οι δημόσιες δράσεις

των ακτιβιστών της απελευθέρωσης των ομοφυλοφίλων ήταν σκόπιμα προκλητικές και έρχονταν σε ρήξη με τις αντίστοιχες πρακτικές του παρελθόντος. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρώτη σημαντική εκδήλωση διαμαρτυρίας που διοργάνωσε η νεοϊδρυθείσα οργάνωση FUORI στο Σαν Ρέμο, τον Απρίλιο του 1972, με την ευκαιρία ενός συνεδρίου που διοργάνωσε το Ιταλικό

Κέντρο Σεξολογίας πάνω στα αίτια και τις θεραπείες της ομοφυλοφιλίας. Ανάμεσα στους διάσημους προσκεκλημένους του συνεδρίου ήταν και ο Βρετανός ψυχίατρος Φίλιπ Φέλντμαν, υποστηρικτής της θεραπείας δια της αποστροφής, ο οποίος συνιστούσε τη χρήση ηλεκτροσόκ. Σαράντα διαδηλωτές συμμετείχαν στη διαμαρτυρία έξω από τον χώρο του συνεδρίου, ενώ

κάποιοι ακτιβιστές μπήκαν και μέσα στην αίθουσα, ζητώντας τον λόγο. Και ενώ οι σύνεδροι είχαν μείνει άφωνοι μ΄αυτήν την ενέργεια, ο πρόεδρος του FUORI Άντζελο Πετσάνα άρχισε την ομιλία του λέγοντας: « Είμαι ομοφυλόφιλος και χαίρομαι γι’ αυτό».

Η περίοδος της ακμής των κινημάτων για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων δεν διήρκησε πολλά χρόνια, καθώς ο πολιτικός

ριζοσπαστισμός άρχισε να υποχωρεί στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970. Η ιδέα ότι η επανάσταση βρισκόταν προ των πυλών κι ότι οι ομοφυλόφιλοι και οι λεσβίες δεν είχαν παρά να πηδήξουν πάνω στο τρένο γινόταν όλο και λιγότερο πιστευτή. Παντού, τα κινήματα των ομοφυλόφιλων αντιμετώπιζαν σοβαρές οργανωτικές δυσκολίες. Πάνω από όλα σκόνταφταν στο πρόβλημα

της διαμόρφωσης μιας πολιτικής ατζέντας βασισμένης στο αμφιλεγόμενο ζήτημα της ταυτότητας. Ως βασικό εξάρτημα του μηχανισμού της καταπίεσης, αλλά και ως σημείο εκκίνησης των

συλλογικών κινητοποιήσεων, η έννοια της ταυτότητας είχε συμβάλλει τα μέγιστα, για πολλά χρόνια, στη διεύρυνση του

Page 149: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 149

κοινωνικού φάσματος των δυνάμεων που αγωνίζονταν για την αλλαγή. Ωστόσο, το ζήτημα της ταυτότητας ενίσχυε παράλληλα και τις διασπαστικές τάσεις εντός του κινήματος και υπονόμευε τις εύθραυστες συμμαχίες πάνω στις οποίες στηρίζονταν,

ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη όλο και πιο εξειδικευμένων πολιτικών διεκδικήσεων. Αυτό ήταν εμφανές, για παράδειγμα στις Ηνωμένες πολιτείες, όπου οι αφροαμερικανοί ομοφυλόφιλοι ένιωθαν ότι το κίνημα δεν πρόσφερε αρκετά στα άτομα που δεν καταπιέζονταν μόνο εξαιτίας των σεξουαλικών τους προτιμήσεων αλλά και εξαιτίας του χρώματος του δέρματός τους. Παντού σχεδόν, οι λεσβίες ήταν

δυσαρεστημένες: τα περισσότερα φεμινιστικά κινήματα δεν τις

δέχονταν στους κόλπους τους, ενώ παράλληλα, ένιωθαν προδομένες από τον μισογυνισμό και τις συγκεντρωτικές οργανωτικές δομές που επικρατούσαν στο κίνημα των ομοφυλόφιλων. Η δυσαρέσκεια αυτή δημιούργησε την ανάγκη για την ανάπτυξη νέων λεσβιακών θεωριών, οδήγησε στην ανάδυση της

λεσβίας φεμινίστριας και συνέβαλε στη διάδοση της ιδέας της λεσβιακής αυτονομίας. Η παρακμή των κινημάτων για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων οδήγησε στη διάσπαση τους σε πάμπολλες ιδεολογικές εκδοχές, ομάδες και τάσεις. Παρόλα αυτά, άφησαν πίσω τους μια σημαντική παρακαταθήκη: την έμφαση στην

πολιτική σημασία του «να βγει κανείς προς τα έξω» και την κατάλυση των ορίων ανάμεσα στον δημόσιο και των ιδιωτικό αγώνα ενάντια στην ομοφοβία και στις επόμενες φάσεις το κινήματος. Από αυτή την άποψη, η κληρονομιά που άφησαν οι ακτιβιστές της απελευθέρωσης αντικατόπτριζε τις γενικότερες αλλαγές που είχαν πλέον επέλθει στη ζωή των ομοφυλόφιλων και των λεσβιών, αλλαγές

που δείχνουν ότι υπήρξαν ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στους στόχους και στις μεθόδους των κινημάτων της δεκαετίας του 1970 και στα ομοφιλικά κινήματα της δεκαετίας του 1950.

Ακτιβισμός

Όταν ξεθύμανε ο ενθουσιασμός για την καθολική πολιτική αλλαγή που σημάδεψε την πρώτη φάση του κινήματος για την απελευθέρωση των ομοφυλόφιλων, έμεινε ανοιχτό το πεδίο για μια στράτευση νέου τύπου, την οποία υιοθέτησαν οι επονομαζόμενες « ακτιβιστικές» ομάδες. Οι ομάδες αυτές, κάποιες από τις οποίες

είχαν ήδη δημιουργηθεί κατά την περίοδο της ακμής του ριζοσπαστισμού της δεκαετίας του 1970, πολλαπλασιάστηκαν σημαντικά τα μετέπειτα χρόνια. Η πιο σημαντική, η Συμμαχία

Ομοφυλόφιλων ακτιβιστών, δημιουργήθηκε όταν μια ομάδα διαφωνούντων αποσχίστηκε από το μέτωπο για την απελευθέρωση

Page 150: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 150

των ομοφυλόφιλων. Η πολιτική της ατζέντα, όπως και αυτές που υιοθέτησαν πολλές παρόμοιες οργανώσεις, περιλάμβανε κυρίως γενικού τύπου αιτήματα: αλλαγές στη νομοθεσία περί κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων και ευνοϊκότερη μεταχείριση των

ομοφυλόφιλων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Οι ομάδες αυτές διατήρησαν επίσης την έμφαση που είχε δώσει εξαρχής το κίνημα στη δημόσια παραδοχή της ομοφυλοφιλίας, στην ομοφυλόφιλη περηφάνια και την ενεργητική επικύρωση της ταυτότητας των ομοφυλόφιλων και συμμετείχαν ενίοτε σε τολμηρές και οργισμένες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Ωστόσο, οι ακτιβιστές

των ομάδων αυτών διαφοροποιούνταν από τις αρχικές ιδεολογικές

συντεταγμένες του κινήματος σε δύο, τουλάχιστον, βασικά σημεία. Πρώτον, το πρόγραμμα τους επικεντρωνόταν αποκλειστικά στα προβλήματα των λεσβιών και των ομοφυλόφιλων αντρών, χωρίς να αποβλέπει στην προετοιμασία μιας συνολικής κοινωνικής και πολιτικής επανάστασης. Δεύτερον, οι οργανώσεις τους ήταν

αυστηρά δομημένες πάνω σε πιο παραδοσιακά οργανωτικά πρότυπα ( για παράδειγμα, απέφευγαν τη συγκρότηση «μετώπων», κολεκτιβιστικών ομάδων ή άλλων συμμαχιών ασαφούς χαρακτήρα), και κυρίως – πράγμα ιδιαίτερα κρίσιμο- ήξεραν να αξιοποιούν αποτελεσματικά το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, συγκροτώντας ομάδες πίεσης, προπαγανδίζοντας συγκεκριμένα αιτήματα,

επιστρατεύοντας συστηματικά νέα μέλη και χρησιμοποιώντας τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να προωθήσουν τους στόχους τους. Στρέφονταν επίσης εναντίον και κάποιων άλλων θεσμών, όχι αμιγώς πολιτικού χαρακτήρα, για παράδειγμα, στοχοποιούσαν κάποια επαγγελματικά σωματεία, τα οποία θεωρούσαν ότι συνδέονταν με τους μηχανισμούς της καταπίεσης. Η τακτική αυτή έφερε απτά

αποτελέσματα: στις Ηνωμένες πολιτείες, οι ακτιβιστές κέρδισαν μια σημαντική νίκη το 1973, όταν η Αμερικανική ψυχιατρική εταιρία διέγραψε την ομοφυλοφιλία από τον κατάλογο των ψυχικών νοσημάτων: δύο χρόνια αργότερα, κατάφεραν να πείσουν την

Επιτροπή Δημοσίων υπηρεσιών των Ηνωμένων πολιτειών να καταργήσει την απαγόρευση πρόσληψης ομοφυλόφιλων και

λεσβιών στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες των ΗΠΑ, μια απαγόρευση που ίσχυε από την δεκαετία του 1950. Επίσης, οι ακτιβιστικές ομάδες διαπραγματεύτηκαν σε πολλές περιπτώσεις πάνω στις επιμέρους διεκδικήσεις τους με τις τοπικές αρχές και την αστυνομία, χωρίς, παρ’ όλα αυτά, να διστάσουν να συγκρουστούν ανοιχτά μαζί τους, όποτε έκριναν ότι αυτή η τακτική θα απέβαινε

χρήσιμη. Σε αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις, οι ακτιβιστές αξιοποιούσαν κατά κόρον τη δυνατότητα τους να διοργανώνουν μαζικές κινητοποιήσεις.

Πάντως, οι αστυνομικές διώξεις είχαν ήδη μειωθεί σε πολλές πόλεις, ιδιαίτερα στις μεσοαστικές γειτονιές. Μάλιστα, στο δεύτερο

Page 151: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 151

μισό της δεκαετίας του 1970, κυρίως στις Ηνωμένες πολιτείες αλλά και σε κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς και σε διάφορες πόλεις της Αυστραλίας και του Καναδά, υπήρξε μια γενικότερη μετάβαση, όσον αφορά το πεδίο δράσης των ομοφυλόφιλων, «από

τα μπαρ στους δρόμους, από τη νυχτερινή ζωή στις δραστηριότητες της ημέρα κι από τη σεξουαλική παραβατικότητα στον εναλλακτικό τρόπο ζωής». Οι ομοφυλόφιλοι ενσωματώνονταν όλο και περισσότερο στις φυσιολογικές παραμέτρους της κοινωνικής ζωής. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτήν την κανονικοποίηση της ομοφυλοφιλίας ήταν η εγκατάσταση αρκετών ομοφυλόφιλων και

λεσβιών σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή, καθώς και η

αποτελεσματική προπαγάνδιση των δικαιωμάτων τους από τα μέλη των κατά τόπους ακτιβιστικών ομάδων. Ιδιαίτερα για τους λευκούς άντρες ομοφυλόφιλους της μεσαίας τάξης, αυτές οι αλλαγές συνοδεύτηκαν από έναν ουσιαστικό επαναπροσδιορισμό του τρόπου ζωής τους, παρόλο που τα πλεονεκτήματα της μετάβασης

στον κανονικό δημόσιο χώρο δεν άγγιξαν ουσιαστικά τα λιγότερο προνομιούχα στρώματα της κάθε κοινωνίας. Στην πλειονότητα τους οι άντρες που συμμετέχουν σήμερα ενεργά στον δημόσιο βίο της κοινωνικότητας και των σεξουαλικών ανταλλαγών των ομοφυλοφίλων δεν είναι ακτιβιστές. Οι πολιτικές οργανώσεις έχασαν σταδιακά την αίγλη τους, καθώς ο τρόπος με

τον οποίο διαπραγματεύονται τα αιτήματα τους και ασκούν πίεση στις αρχές έχει γίνει σχεδόν αόρατος. Επίσης, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι οι περισσότεροι στόχοι τους κινήματος έχουν πλέον εκπληρωθεί. Ήδη, στα 1974, όταν άρχισε να εκδίδεται ο οδηγός ψυχαγωγίας, ο Βρετανός εκδότης του, που είχε πάρει προσωπικά μέρος στους αγώνες για τα πολιτικά και τα κοινωνικά

δικαιώματα, αισθάνθηκε την ανάγκη να σχολιάσει αυτό το φαινόμενο και να θυμίσει στους καταναλωτές στους οποίους απευθυνόταν ο οδηγός του ότι τις νέες ελευθερίες τους τις χρωστούσαν στους ανθρώπους εκείνους που είχαν αγωνιστεί γι’

αυτές τα προηγούμενα χρόνια. Γι’ αυτό, αποφάσισε να συμπεριλάβει στον οδηγό πολλές πληροφορίες για τις εθνικές

ομοφυλοφιλικές οργανώσεις ώστε να ενθαρρύνει κάθε αναγνώστη να έρθει σε επαφή με τις οργανώσεις της χώρας του και να υποστηρίξει τουλάχιστον μία από αυτές. Πάντως, η ίδια η επιτυχία του Spartacus, που προσθέτει κάθε χρόνο στις λίστες του όλο και περισσότερα γκέι και λεσβιακά μαγαζιά, καταδεικνύει την έκρηξη τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς για μαζική,

εμπορευματικού τύπου ψυχαγωγία στα χρόνια που επακολούθησαν. Η χρυσή εποχή των μπαρ, των νυχτερινών κέντρων και των δημοσίων λουτρών ήταν αναμφίβολα τα τέλη της

δεκαετίας του 1970, όταν η απελευθερωμένη σεξουαλικότητα των ομοφυλόφιλων φαινόταν να επηρεάζει τα πάντα, από την

Page 152: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 152

πορνογραφία μέχρι την ποπ μουσική σκηνή. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα τραγούδι σαν το YMCA των village people έγινε διεθνής επιτυχία το 1978 και αναδείχθηκε σε ύμνο μιας ολόκληρης γενιάς. Στην πραγματικότητα, το χάσμα ανάμεσα στα πολιτικά κινήματα

και την εμπορευματοποιημένη ομοφυλοφιλική υποκουλτούρα δεν γεφυρώθηκε παρά μόνο με την κρίση που δημιούργησε το έιτζ, ο ιός που χτύπησε πολύ σκληρά την ομοφυλόφιλη κοινότητα στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Η ανάγκη να υπάρξει μια αποτελεσματική αντίδραση στην επέλαση της επιδημίας οδήγησε τις ομοφυλοφιλικές οργανώσεις σε πρωτοφανή επίπεδα

οργανωτικής επάρκειας, ιδεολογικής απήχησης και δομικής

συνοχής. Πολλά άτομα που δεν είχαν στρατευθεί ποτέ έως τότε άρχισαν πλέον να συμμετέχουν ενεργά στις πολιτικές δραστηριότητες του κινήματος, υποστηρίζοντας ότι μόνο η ομοφοβία μπορούσε να εξηγήσει γιατί μια επιδημία που σκότωνε δεκάδες χιλιάδες ομοφυλόφιλους προσείλκυε αρχικά, τόσο λίγο

την προσοχή των κυβερνήσεων και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Περισσότερο από κάθε άλλο ζήτημα, το έιτζ αποκάλυψε τον αμετάβλητο και συστημικό χαρακτήρα της καταπίεσης των ομοφυλόφιλων, αλλά και τους τρόπους που αυτή συνδέεται με άλλες μορφές κοινωνικής αδικίας. Πολλοί υποστήριζαν ότι μόνο αντιμετωπίζοντας το ζήτημα από μια ριζοσπαστική οπτική γωνία θα

μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει την καθυστερημένη παρέμβαση των δημοσίων αρχών στην αντιμετώπιση της κρίσης: εκτός από τους ομοφυλόφιλους, οι άλλες κοινωνικές ομάδες που χτυπήθηκαν σκληρά από την επιδημία στις αμερικανικές πόλεις ήταν οι Αφροαμερικάνοι και οι ισπανόφωνοι, πολλοί εκ των οποίων ήταν χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών.

Όταν αποφάσισε να ιδρύσει ομάδες νομικής υποστήριξης και κοινωνικής πρόνοιας προς όφελος των πασχόντων, το κίνημα αγωνιζόταν ενάντια στο έιτζ και στην αδράνεια των κυβερνήσεων και των δημοσίων οργανισμών μπόρεσε να εξασφαλίσει νέες πηγές

χρηματοδότησης, να εκμεταλλευτεί σημαντικά αποθέματα εξειδικευμένης γνώσης και να στηριχθεί στην υποστήριξη

πολυάριθμων εθελοντών. Επίσης επωφελήθηκε από μια γενικότερη αναβίωση του πολιτικού ακτιβισμού. Σε τοπικό επίπεδο, αναδύθηκαν μια σειρά από νέες πολιτικές ομάδες, συχνά σε περιοχές που ποτέ έως τότε δεν είχαν γνωρίσει κάποιας μορφής κινητοποίηση. Η κρίση του έιτζ επέβαλλε επίσης την αναβίωση τακτικών άμεσης δράσης και κοινωνικής ανυπακοής, εμπνέοντας

μαζικές διαδηλώσεις μεγάλης κλίμακας, που είχαν να γίνουν από τον καιρό των συλλογικών κινητοποιήσεων της δεκαετίας του 1970. Οι μειονοτικές εθνοτικές ομάδες, όπως οι ισπανόφωνοι και οι

αφροαμερικανοί στις Ηνωμένες πολιτείες, οι Βορειοαφρικανοί και οι Τούρκοι στην Ευρώπη και οι Ασιάτες στην Αυστραλία,

Page 153: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 153

συνέδραμαν το κίνημα. Ένα άλλο αποτέλεσμα που είχε η κρίση για τις ακτιβιστικές οργανώσεις ήταν η γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στα δύο φύλα: οι λεσβίες ανέλαβαν υπεύθυνες θέσεις στις οργανώσεις που δημιουργήθηκαν με στόχο την προώθηση του

ασφαλέστερου σεξ, συμμετείχαν ενεργά στην περίθαλψη των ασθενών και ενίσχυσαν τις εκστρατείες για την αύξηση της χρηματοδότησης των προγραμμάτων έρευνας και θεραπείας. Η συμμετοχή τους μπορεί εν μέρει να ερμηνευτεί ως ένδειξη της μείωσης της εμβέλειας του κινήματος της λεσβιακής αυτονομίας, ήταν όμως επίσης και αποτέλεσμα της προοδευτικής αύξησης του

ενδιαφέροντος των λεσβιών για τον σεξουαλικό πειραματισμό, μια

τάση που τις έφερνε πιο κοντά στους άντρες συντρόφους τους. Επίσης η επιδημία είχε ως αποτέλεσμα να δοθεί νέα έμφαση στις σχέσεις οικειότητας και στην ιδέα του ζευγαριού, μια πολιτισμική αντίδραση στην ασθένεια, που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο έντονων αντιπαραθέσεων για τη σχέση ανάμεσα στο δημόσιο σεξ και το

επικίνδυνο σεξ. Ύστερα από το ξέσπασμα της επιδημίας του έιτζ και σε αντίθεση με το γενικότερο πολιτικό κλίμα της εποχής, οι οργανώσεις των ομοφυλόφιλων ενδυναμώθηκαν. Από ότι φαίνεται, στις δεκαετίες που μεσολάβησαν ανάμεσα στις πρώτες πρωτοβουλίες των ομοφίλων κατά τη δεκαετία του 1950 και στον ακτιβισμό των ομοφυλοφίλων της δεκαετίας του 1980, η

καταναλωτική κουλτούρα κατάφερε να ισοπεδώσει τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που διαχώριζαν κάποτε τους ομοφυλόφιλους από τους ετεροφυλόφιλους. Επίσης, οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν αυτή την περίοδο μείωσαν σημαντικά την ανισότητα ανάμεσα στη νομική υπόσταση των ομοφυλόφιλων και των ετεροφυλόφιλων πολιτών. Η ελευθερία του κάθε ανθρώπου να

αναπτύσσει σχέσεις με άλλα άτομα, είτε σε προσωπικό επίπεδο, είτε ,μέσα στην ευρύτερη κοινωνία, διευρύνθηκε σημαντικά, ενώ δημιουργήθηκαν και ποιοτικά νέες δυνατότητες σχέσεων, με αποτέλεσμα να μπορεί κανείς σήμερα αν το επιθυμεί, να

διεκδικήσει μια κοινωνική ταυτότητα βασισμένη στον σεξουαλικό του προσανατολισμό και στον τρόπο ζωής που επιλέγει. Ωστόσο,

όσο κι αν φαίνεται ότι προσεγγίζουμε όλο και περισσότερο την εκπλήρωση του ιδανικού της κοινωνικής ισότητας, το σύγχρονο δυτικό κράτος παραμένει, από μια άποψη, ουσιαστικά αμετάβλητο. Σε συνταγματικό επίπεδο, η βασική κοινωνική ομάδα στην οποία στηρίζεται το κράτος είναι η ετεροφυλόφιλη, έγγαμη οικογένεια. Η αντιπαλότητα ανάμεσα στην δημόσια ζωή και την ιδιωτική σφαίρα

παραμένει αμείωτη.

Page 154: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 154

Η ομόφυλη αγάπη των γυναικών στο νεότερο κόσμο.

Τι σημαίνει να είσαι λεσβία στον νεότερο κόσμο; Στον 21ο αιώνα σημαίνει να αγαπάς γυναίκες, να επιθυμείς γυναίκες, να δημιουργείς σχέσεις με γυναίκες, να συνευρίσκεσαι με γυναίκες σεξουαλικά, να διεκδικείς την ταυτότητα σου ως λεσβία και, πιθανόν, να συγκροτείς κοινότητες μαζί με άλλες λεσβίες, αν και δεν είναι απαραίτητα όλα τα παραπάνω για τον ορισμό της λεσβίας.

Ωστόσο, τι μπορούμε να πούμε για τις γυναίκες που αγαπούσαν, επιθυμούσαν, δημιουργούσαν σχέσεις και έκαναν σεξ με γυναίκες προτού γίνει δυνατή η χρήση της έννοιας και της ταυτότητας που

δηλώνει σήμερα ο όρος «λεσβία» ; Μπορούμε να τις ονομάσουμε «λεσβιακού τύπου γυναίκες» ή να μιλήσουμε για ομόφυλη αγάπη, ομόφυλη επιθυμία και ομόφυλες σεξουαλικές πράξεις μεταξύ

γυναικών. Το πιο σημαντικό όμως είναι να προσεγγίσουμε τους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβάνονταν τις επιθυμίες τους, την αγάπη και τον ίδιο τους τον εαυτό οι ίδιες οι γυναίκες του παρελθόντος, καθώς και όσες έζησαν σε διαφορετικά μέρη του κόσμου. Εδώ πραγματεύομαι διάφορους τύπους αγάπης μεταξύ γυναικών,

σε διάφορα μέρη του κόσμου, από τις αρχές περίπου του 19ου

αιώνα μέχρι σήμερα. Βέβαια, η σχετική έρευνα για ορισμένες κοινωνίες βρίσκεται ακόμα στα σπάργανα ή λείπει τελείως, ωστόσο, ο στόχος μου είναι να δώσω μια εικόνα για το πώς ζούσαν μεταξύ τους αυτές οι γυναίκες πριν, κατά τη διάρκεια και ύστερα από την ανακάλυψη, το ονομάτισμα και τη διεκδίκηση εκ μέρους τους μιας

ιδιαίτερης λεσβιακής ταυτότητας. Παρόλο που στις κοινωνίες που υπέστησαν τον δυτικό ιμπεριαλισμό ο λεσβιασμός συχνά απορρίπτεται ως εισαγόμενη διαστροφή ( αντίστοιχα, στις δυτικές κοινωνίες ο λεσβιασμός αποδιδόταν παραδοσιακά σε άλλες φυλές, τάξεις ή έθνη) , η αλήθεια είναι ότι σε όλα τα μέρη του κόσμου οι γυναίκες βρήκαν κατά καιρούς διάφορους τρόπους να αγαπήσουν

άλλες γυναίκες. Η ιστορία της αγάπης των γυναικών στον νεότερο κόσμο μιλάει για γυναίκες που ντύνονταν αντρικά, πέρναγαν για άντρες και παντρεύονταν άλλες γυναίκες, για θηλυκούς συζύγους και για γυναίκες με αρρενωπά χαρακτηριστικά, για γυναίκες που δημιουργούσαν ρομαντικές σχέσεις κι έφτιαχναν τη ζωή τους με άλλες γυναίκες, για κρυφά ραντεβού σε ιδιωτικούς χώρους, για

μυστικές και λιγότερο μυστικές γυναικείες κοινότητες, για σαπφίστριες και διεστραμμένες, για γυναίκες που αρνούνταν να παντρευτούν, για bulldaggers, butches και fems και για λεσβίες. Αν κάτι μας διδάσκει η ιστορία αυτή είναι ότι η σεξουαλικότητα γινόταν αντιληπτή και βιωνόταν με πολλούς τρόπους στο παρελθόν.

Επίσης, μας διδάσκει πόσο λάθος κάνουμε όταν σκεφτόμαστε το ιστορικό γίγνεσθαι μόνο από το πρίσμα της προόδου. Ακριβώς για

Page 155: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 155

να μπορέσω να διαρρήξω αυτή τη μονοδιάστατη αφηγηματική προοπτική της προόδου, προσεγγίζω εδώ την ιστορία της αγάπης των γυναικών θεματικά, εξετάζοντας πρώτα τον γάμο μεταξύ γυναικών, ύστερα την επιθυμία για άλλες γυναίκες και τέλος τη

διεκδίκηση διαφόρων ταυτοτήτων εκ μέρους των γυναικών. Γάμοι μεταξύ γυναικών.

Μια από τις πιο εμπεδωμένες μορφές αυτού που θα μπορούσαμε

να ονομάσουμε γυναικεία ομόφυλη σεξουαλικότητα είναι η

περίπτωση των γυναικών που υπερέβησαν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα φύλα προκειμένου να ζήσουν σαν άντρες και να παντρευτούν γυναίκες. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι αν οι γυναίκες αυτές γίνονταν άντρες μόνο και μόνο για να επωφεληθούν από την οικονομική και κοινωνική ελευθερία που τους πρόσφερε η ανδρική

αμφίεση και εργασία ή αν είχαν, παράλληλα και κάποια σεξουαλικά κίνητρα. Δεν ξέρουμε επίσης αν αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους ως διαφυλικά άτομα, έστω κι αν δεν υπήρχε ακόμα αυτή η έννοια, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα. Ειδικά μάλιστα όσον αφορά τα κίνητρα των γυναικών- συντρόφων τους βρισκόμαστε στο απόλυτο σκοτάδι.

Ας εξετάσουμε την ιστορία του Έντουαρντ Ντε Λέισυ Έβανς, που γεννήθηκε γυναίκα, αλλά έζησε είκοσι τρία χρόνια σαν άντρας στη Βικτόρια της Αυστραλίας. Η υπόθεση αυτή ήρθε στο φως το 1879, όταν τον έγδυσαν με το ζόρι για να του κάνουν μπάνιο κατά την εισαγωγή του στο Άσυλο Κιου στη Μελβούρνη. Ο ¨Εβανς είχε μεταναστεύσει στην Αυστραλία από την Ιρλανδία το 1856 ως Έλεν

Τρεμέυ, αλλά, αφού εργάστηκε για ένα μικρό διάστημα ως υπηρέτρια, άρχισε να ντύνεται σαν άντρας και παντρεύτηκε μία από τις γυναίκες που είχε γνωρίσει στο καράβι. Στη συνέχεια έπιασε δουλειά ως εργάτης στα ορυχεία. Όταν η πρώτη του γυναίκα

τον άφησε για κάποιον άλλο, με τη δικαιολογία ότι ο Έβανς ήταν στην πραγματικότητα γυναίκα, εκείνος παντρεύτηκε μια νεαρή

Ιρλανδή. Μετά το θάνατο της τελευταίας, παντρεύτηκε για τρίτη φορά, πάλι μια νεαρή γυναίκα, η οποία μάλιστα έκανε και παιδί, μένοντας έγκυος από τον άντρα της αδελφής της. Παρόλο που ο Έβανς θεώρησε το παιδί δικό του, φαίνεται ότι αυτή η γέννα υπήρξε το καθοριστικό γεγονός που τον οδήγησε στο άσυλο. Το γεγονός που προκάλεσε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης δεν

ήταν τόσο η μεταμφίεση του Έβανς όσο οι τρεις γάμοι του. Τα δημοσιεύματα των εφημερίδων επισήμαναν το ενδιαφέρον που είχε δείξει για τις γυναίκες ακόμα και πάνω στο πλοίο, κατά τη διάρκεια

του ταξιδιού για την Αυστραλία. Ένας δημοσιογράφος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι « η γυναίκα πρέπει να ήταν τρελή στο θέμα του

Page 156: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 156

σεξ ήδη από τον καιρό που έφυγε από την Ιρλανδία». Πράγματι, το ότι ο Έβανς κλείστηκε τελικά σε ψυχιατρικό άσυλο θα μπορούσε ίσως να δώσει μια ικανοποιητική ερμηνεία στη σεξουαλική διαστροφή. Πώς όμως να ερμηνεύσει κανείς τη στάση των γυναικών

που τον παντρεύτηκαν; Δεν μπορούσε να αγνοηθεί το γεγονός ότι η Τρίτη γυναίκα είχε κάνει παιδί και, επομένως, είχε συνευρεθεί σεξουαλικά με κάποιον άντρα. Η γυναίκα αυτή ισχυρίστηκε πως αγνοούσε τόσο ότι ο Έβανς ήταν γυναίκα όσο και τον τρόπο με τον οποίο είχε μείνει έγκυος. Υπέθετε ότι κάποια νύχτα ο Έβανς είχε δώσει κρυφά τη θέση του στο συζυγικό κρεβάτι σε έναν πραγματικό

άντρα, υπονοώντας έτσι ότι, κατά τ’ άλλα, είχε μαζί του κανονικές

σεξουαλικές επαφές. Μια εφημερίδα έγραψε ότι οι σύζυγοι του Έβανς τον είχαν καλύψει επειδή οι ίδιες ήταν νυμφομανείς, πράγμα που δείχνει ότι ο δημοσιογράφος γνώριζε τις τότε αναδυόμενες ιατρικές θεωρίες που συνέδεαν την υπερβολική ετεροφυλοφιλική σεξουαλική επιθυμία και την πορνεία με τη

γυναικεία ομόφυλη σεξουαλικότητα. Όταν τελικά η γυναίκα του Έβανς έδειξε τον γαμπρό της ως πατέρα του παιδιού, ο Έβανς δήλωσε στο δικαστήριο ότι, πράγματι τους είχε δει μαζί στο κρεβάτι, αλλά το γεγονός ήταν τόσο οδυνηρό, ώστε δεν άντεχε να μιλάει γι΄ αυτό. Η ιστορία του Έβανς, όπως και άλλες παρόμοιες ιστορίες

γυναικών, μας αφήνει στην αβεβαιότητα. Αναμφίβολα, πρέπει να υπήρχε και κάποιο άλλο διακύβευμα σε αυτές τις ιστορίες πέρα από την επιθυμία για επαγγελματική κινητικότητα. Είναι προφανές ότι ο Έβανς αγαπούσε και επιθυμούσε τις γυναίκες. Θεωρούσε όμως πράγματι τον εαυτό του άντρα; Άραγε οι γυναίκες που παντρεύτηκε τον θεωρούσαν άντρα; Το πρωταρχικό πάντως για τους

δημόσιους σχολιαστές της υπόθεσης εκείνη την εποχή ήταν η επιβεβαίωση της αντίληψης ότι η απόπειρα αλλαγής φύλου συνδεόταν στενά με την ύπαρξη κάποιας ψυχικής ασθένειας. Πράγματι, οι γιατροί δήλωσαν ότι ο Έβανς θεραπεύτηκε μόνο όταν

άρχισε πάλι να φοράει γυναικεία ρούχα. Σε κάποιες κουλτούρες, οι ανδρογυναίκες , μπορούσαν να παντρευτούν άλλες γυναίκες χωρίς

να χρειαστεί να εξαπατήσουν κανέναν. Η βασική πολιτισμική διαφοροποίηση που υφίσταται σε αυτό το θέμα εξαρτάται από το εάν η εκάστοτε κοινωνία αποδέχεται τη μετάβαση από το ένα φύλο στο άλλο και από το εάν διαθέτει και κάποια τρίτη ή περισσότερες κατηγορίες για να ορίσει το φύλο. Για παράδειγμα, κάποιες από τις κουλτούρες των ιθαγενών της

Αμερικής αντιλαμβάνονταν τις επονομαζόμενες διπλοπνεύματες γυναίκες με τα ανδρικά χαρακτηριστικά ως μια μείξη του αρσενικού και του θηλυκού στοιχείου και τις κατέτασσαν σε ένα

ξεχωριστό φύλο. Έτσι, παρόλο που στην πραγματικότητα η σεξουαλική επαφή ανάμεσα σε μια ανδρογυναίκα και μια άλλη

Page 157: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 157

γυναίκα ήταν «ομόφυλο σεξ» από τεχνική άποψη, ο χαρακτήρας της συγκεκριμένης σεξουαλικής συνεύρεσης μπορεί να περιγραφεί με μεγαλύτερη ακρίβεια ως διαφυλικός. Μεταξύ των Μοχάβε οι hwames ήταν γυναίκες που αναλάμβαναν ανδρικούς ρόλους.

Μπορούσαν να παντρεύονται γυναίκες και συνήθως υιοθετούσαν τον ρόλο του πατέρα των παιδιών των γυναικών αυτών. Η προφορική παράδοση της φυλής των Κουτενάι της Βρετανικής Κολομβίας μιλάει για ένα θηλυκό μέλος της φυλής που παντρεύτηκε έναν λευκό γουνέμπορο στις αρχές του 19ου αιώνα, αλλά ξαναγύρισε στη φυλή μετά από έναν χρόνο, δηλώνοντας πως ο

σύζυγος της την είχε μεταμορφώσει σε άντρα. Μετά την επιστροφή

της πήρε το όνομα « Αυτός που πήγε στα πνεύματα». Άρχισε να ντύνεται και να φέρεται σαν άντρας και προσανατολίστηκε στη σύναψη σχέσεων με άλλες γυναίκες της φυλής. Όταν παντρεύτηκε μια γυναίκα που είχε χωρίσει τον άντρα της, κυκλοφόρησε η φήμη ότι είχε κατασκευάσει ένα τεχνητό πέος από δέρμα για να της

προσφέρει ικανοποίηση. Η σύζυγος αυτή αργότερα την εγκατέλειψε, επειδή δεν μπορούσε αν ανεχτεί το πάθος του/της συζύγου της για τη χαρτοπαιξία. Έκτοτε, « Αυτός που πήγε στα πνεύματα» σχετίστηκε με διάφορες γυναίκες. Με μία από αυτές έγιναν ζευγάρι και άρχισαν να εργάζονται ως οδηγοί των λευκών εμπόρων. Κάποιος έμπορος τις περιέγραψε αρχικά ως « δύο

περίεργους Ινδιάνους, που συμπεριφέρονταν σαν ανδρόγυνο», αργότερα όμως συμπλήρωσε πως ήταν στην πραγματικότητα και οι δύο γυναίκες. Έτσι, αυτός που πήγε στα Πνεύματα έγινε γνωστός μεταξύ των λευκών εμπόρων ως η « Ανδρογυναίκα». Στην Αφρική, πάνω από τριάντα φυλετικές ομάδες έχουν πολιτισμικές παραδόσεις που προβλέπουν τον γάμο μεταξύ

γυναικών, και σε μερικές από αυτές τις κοινωνίες τέτοιοι γάμοι γίνονται ακόμα και σήμερα. Όπως συνέβαινε και μεταξύ των Μοχάβε, σ’ αυτές τις κοινωνίες μια γυναίκα μπορεί να θεωρηθεί πατέρας των παιδιών που έχει γεννήσει η σύζυγος της

συνευρισκόμενη σεξουαλικά με έναν αρσενικό, από βιολογική άποψη σύντροφο. Στην περίπτωση αυτή, η γυναίκα που παίζει τον

ρόλο του άντρα συζύγου και του πατέρα μπορεί να θεωρηθεί «αρσενικό» ως προς τον κοινωνικό της ρόλο, είναι δηλαδή ένα « κοινωνικά αρσενικό άτομο». Τουλάχιστον σε κάποιες περιπτώσεις, η ανάληψη αυτού του ρόλου συνεπάγεται και την υιοθέτηση της ανδρικής ενδυμασίας, καθώς και κάποιας ανδρικής εργασιακής απασχόλησης. Στη Νιγηρία στη δεκαετία του 1990 μια γερόντισσα

«γυναίκα-παλικάρι» από τη φυλή των Οχάγια Ίγκμπο, η οποία ονομαζόταν Νε Ούκο, αφηγούμενη τη ζωή της σε έναν εθνογράφο, είπε ότι ένιωθε πως θα έπρεπε να είχε γεννηθεί άντρας. Παρόλο

που είχε κάποτε σύζυγο, τον είχε χωρίσει. Έκτοτε, δούλευε στα χωράφια και πήγαινε για κυνήγι, συμμετείχε στις παρέες των

Page 158: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 158

αντρών και είχε παντρευτεί δύο φορές με γυναίκες. Οι γυναίκες- σύζυγοι της είχαν κάνει παιδιά, βιολογικός πατέρας των οποίων ήταν ο αδελφός της. Ο κύριος λόγος για τη σύναψη τέτοιων γάμων είναι οικονομικός και αποσκοπεί στη διατήρηση της γενεαλογικής

συνέχειας της οικογένειας: αν μια γυναίκα δεν μπορεί να συλλάβει η ίδια, μπορεί να συνεχίσει τη γραμμή της οικογένειας της παίρνοντας μια γυναίκα που θα μπορέσει να κάνει παιδιά. Από την άλλη μεριά, οι γυναίκες μπορεί να επιλέξουν έναν θηλυκό γαμπρό για πολλούς και διάφορους λόγους: για να έχουν , μεγαλύτερη σεξουαλική ελευθερία, περισσότερη συντροφικότητα, λιγότερους

καβγάδες και σωματική βία. Επίσης επειδή μπορεί να

αποστρέφονταν τους άντρες, ή να θέλουν να έχουν ουσιαστικό λόγο στις οικογενειακές αποφάσεις, ή, ακόμα, για να διεκδικήσουν μεγαλύτερη προίκα ως νύφες. Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τις συναισθηματικές και τις σεξουαλικές προεκτάσεις του γάμου με μια γυναίκα γαμπρό, παρόλο που συνήθως οι ερευνητές επιμένουν

ότι το σεξ δεν έχει θέση σε αυτού του τύπου τους γάμους. Πάντως, ένας εθνογράφος που πέρασε δύο χρόνια μελετώντας τη φυλή Μπάγκουα στο Καμερούν στη δεκαετία του 1970, περιγράφοντας τη σχέση της γυναίκας πληροφορήτριας του με μία από τις συζύγους της, σχολιάζει « την προφανή αμοιβαία ευχαρίστηση που αντλούσαν η μια από τη συντροφιά της άλλης».

Στον ευρωαμερικανικό κόσμο του ύστερου 18ου και 19ου αιώνα, καθώς ισχυροποιείται στην κουλτούρα των μεσαίων αστικών στρωμάτων η ιδεολογία της σεξουαλικής διαφοράς ανάμεσα στα δύο φύλα, αναπτύσσεται παράλληλα και το φαινόμενο της ρομαντικής φιλίας μεταξύ των γυναικών. Οι γυναίκες, που αρχίζουν την εποχή αυτή να θεωρούνται εκ φύσεως

συναισθηματικές και ασεξουαλικές, και στις οποίες εκχωρείται κατά αποκλειστικότητα η ιδιωτική, οικιακή σφαίρα της ζωής αναπτύσσουν ισχυρούς και παθιασμένους δεσμούς με άλλες γυναίκες, τους οποίους διατηρούν συμπληρωματικά ή παράλληλα

με τους γάμους τους. Κάποιες από αυτές τις ρομαντικές φιλενάδες επέλεγαν να μην παντρευτούν ποτέ, ενίοτε μάλιστα δημιουργούσαν

συζυγικού τύπου σχέσεις με άλλες γυναίκες – σχέσεις που στις Ηνωμένες Πολιτείες ονομάζονταν Βοστωνέζικοι γάμοι, επειδή ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στις βόρειες περιοχές της ανατολικής ακτής. Ο πιο διάσημος γάμος ανάμεσα σε δύο ρομαντικές φιλενάδες υπήρξε εκείνος της Έλινορ Μπάτλερ με τη Σάρα Πόνσομπυ. Οι δύο

Ιρλανδές γυναίκες το έσκασαν μαζί από τις αριστοκρατικές οικογένειες τους στα 1778, όταν η πρώτη ήταν 39 ετών και η δεύτερη είκοσι τριών. Παρόλο που η Μπάτλερ, η μεγαλύτερη από

τις δύο, ήταν αρκετά ανδροπρεπής στην αμφίεση και τη συμπεριφορά της, το ζευγάρι έζησε εκκεντρικά, αλλά με

Page 159: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 159

αξιοπρέπεια, σε μια αγροτική επαρχία της Ουαλίας για πενήντα ένα χρόνια, όπου μόνο περιστασιακά γινόταν στόχος επικριτικών σχολίων από τους γείτονες. Το ζευγάρι έγινε ευρύτερα γνωστό ως οι « Κυρίες του Λανγκόλεν» και αναδείχτηκε σε απτό παράδειγμα της

δυνατότητας δύο γυναικών να συνάψουν γάμο μεταξύ τους, αν όχι επίσημα, τουλάχιστον από κάθε πρακτική άποψη. Οι άλλες γυναίκες που αγαπούσαν γυναίκες τις έβλεπαν ως ινδάλματα της γυναικείας αγάπης. Η Αν Λίστερ, μια γυναίκα αριστοκρατικής καταγωγής από το Γιόρκσερ, επισκέφθηκε τις « Κυρίες» στα 1822 και ένιωσε ψυχική συγγένεια. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι

μακροχρόνια συζυγική σχέση τους πρέπει να βασιζόταν σε κάτι πιο

τρυφερό κι από τη φιλία. Όταν πέθανε η Μπάτλερ, αφήνοντας την Πόνσομπυ σχεδόν αδέκαρη, οι φίλοι τους φρόντισαν ώστε να εισπράττει εκείνη το εισόδημα της Μπάτλερ, πράγμα που αποτελούσε έμπρακτη αναγνώριση του γεγονότος ότι υπήρξαν παντρεμένες.

Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της Αν Λίστερ για τη σχέση των « Κυρίων του Λανγκόλεν» μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι και η ίδια θα ήθελε πολύ να είχε παντρευτεί την ερωμένη της Μαριάνα Μπέλκομπ, η οποία για οικονομικούς λόγους κατέληξε να παντρευτεί έναν άντρα. Πριν γίνει ο γάμος, η Λίστερ έδωσε στη Μαριάννα ένα δαχτυλίδι, για να το φοράει αντί για αυτό που της

είχε χαρίσει ο μελλοντικός της σύζυγος. Επέμενε ότι ο δικός τους γάμος ήταν ο πραγματικός και ήθελε η Μαριάννα να την αναγνωρίσει ως « τον πρώτο της σύζυγο». Στα 1824 η Λίστερ επισκέφθηκε το Παρίσι, όπου, παρά τον έρωτα της για τη Μαριάνα, δημιούργησε δεσμό με μια χήρα, τη Μαρία Μπάρλοου. Η Μπάρλοου ήθελε να θεωρηθεί σύζυγος της Λίστερ, αλλά τελικά

αναγκάστηκε να συμβιβαστεί με τον ρόλο της ανεπίσημης ερωμένης. Η Μαρία πίστευε ότι η Λίστερ, λόγω της ανδροπρεπούς της εμφάνισης, θα μπορούσε να περάσει για άντρας και να την παντρευτεί δημόσια και ανοιχτά. Στη Λίστερ όμως δεν άρεσε

καθόλου η ιδέα να χάσει τις προσβάσεις της στη συντροφιά των γυναικών. Αντί να παντρευτεί την Μπάρλοου, προτίμησε να

ανανεώσει τους γαμήλιους όρκους της προς τη Μαριάνα, ανταλλάσοντας μαζί της τρίχες από το εφηβαίο, τις οποίες οι δύο γυναίκες κρατούσαν μέσα σε φυλαχτά. Με μεγάλη λύπη, η Μπάρλοου αναγκάστηκε τελικά να αποδεχτεί το διαζύγιο της από τη Λίστερ. Προς το τέλος της ζωής της η Λίστερ εκπλήρωσε την επιθυμία της να παντρευτεί μια γυναίκα, δημιουργώντας

μακροχρόνια σχέση με την Αν Γουόκερ. Στην αρχή, η Γουόκερ περιέγραψε τη σχέση τους ως εξίσου καλή με έναν γάμο. Αργότερα, αντάλλαξαν δαχτυλίδια, άρχισαν να ζουν μαζί, ξανάγραψαν τις

διαθήκες τους και, γενικά φέρονταν από κάθε άποψη σαν παντρεμένο ζευγάρι. Η Λίστερ θεωρούνταν παράξενη από την

Page 160: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 160

κοινωνία στην οποία ζούσε, δεν έπαυε όμως να διαθέτει σημαντική οικονομική και κοινωνική ισχύ, και οι δύο γυναίκες έζησαν μαζί χωρίς να τις εμποδίζει κανείς. Οι κυρίες του Λανγκόλεν και η Αν Λίστερ με τις συζύγους και τις

ερωμένες της ζούσαν σε κοινωνικά περιβάλλοντα που δεν διέθεταν μια ξεχωριστή εννοιολογική κατηγορία για να κατατάξουν τις γυναίκες που παντρεύονταν γυναίκες. Παρ’ όλα αυτά, οι σχέσεις τους γίνονταν αποδεκτές ή τουλάχιστον ανεκτές, εξαιτίας των προνομίων που απολάμβανε η τάξη τους και της άγνοιας του κοινωνικού περιβάλλοντος τους, πραγματικής ή ηθελημένης, ότι οι

σχέσεις τους είχαν και σεξουαλική διάσταση. Κατά τον 19ο αιώνα,

στην Αγγλία και στην Ουαλία, όπως και σε ολόκληρη την Ευρώπη και στις Ηνωμένες πολιτείες, οι ρομαντικές φιλίες μεταξύ γυναικών ξεπερνούσαν τα επιτρεπτά όρια μόνο όταν συνοδεύονταν από υπερβολικά έντονες ενδείξεις αλλαγής φύλου ή, όπως θα δούμε στη συνέχεια, στις περιπτώσεις που υπήρχαν υπόνοιες για πιο

προχωρημένη σεξουαλική δραστηριότητα. Ωστόσο, προς τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν η επιστήμη της σεξολογίας άρχισε να περιγράφει και να κατηγοριοποιεί τις αρρενωπές γυναίκες και τις γυναίκες με ομόφυλες σεξουαλικές επιθυμίες ως άτομα με αντεστραμμένη ή διεστραμμένη σεξουαλικότητα, όλα άρχισαν να αλλάζουν. Ας δούμε την περίπτωση της Άλις Μίτσελ και της Φρέντα

Γουάρντ, στα τέλη του 19ου αιώνα, στο Μέμφις του Τενεσί. Η Μίτσελ, ένα λεύκο δεκαεννιάχρονο κορίτσι της μεσαίας τάξης, ερωτεύτηκε τη δεκαεπτάχρονη φίλη της Φρέντα Γουάρντ και κατέστρωσε ένα σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο η ίδια θα ντυνόταν άντρας και οι δύο κοπέλες θα το έσκαγαν μαζί και θα παντρεύονταν κρυφά. Όμως η οικογένεια της Γουάρντ ανακάλυψε

το σχέδιο της Μίτσελ, απαγορεύοντας στα δύο κορίτσια να ξαναϊδωθούν. Για τη Μίτσελ τα πράγματα έγιναν χειρότερα όταν η Γουάρντ άρχισε να δέχεται το φλέρτ ενός άντρα. Στην αρχή της σχέσης τους, όταν σχεδίαζαν να το σκάσουν μαζί, η Μίτσελ είχε

δηλώσει στη Γουάρντ πως, αν παρέβαινε την υπόσχεση της να την παντρευτεί θα την σκότωνε. Πράγματι, στα 1892 έκοψε τον λαιμό

της Γουάρντ σ’ έναν δρόμο του Μέμφις. Η υπόθεση προσείλκυσε την προσοχή των γιατρών και του λαϊκού τύπου όχι μόνο εξαιτίας της τραγικής της κατάληξης, αλλά και επειδή φαινόταν να ταιριάζει με μια νέα επιστημονική θεωρία που κέρδιζε έδαφος εκείνη την εποχή, σύμφωνα με την οποία η αντιστροφή του φύλου ήταν αλληλένδετη με τη σεξουαλική παραβατικότητα. Η Άλις Μίτσελ

έγινε το κατεξοχήν παράδειγμα γυναίκας με αντεστραμμένη σεξουαλικότητα ή της λεσβίας στο πλαίσιο του αμερικανικού επιστημονικού και εκλαϊκευμένου ιατρικού λόγου. Η οικογένεια

της Μίτσελ επιδίωξε στο δικαστήριο να χαρακτηριστεί η κόρη τους τρελή, και η Μίτσελ πέθανε σε ψυχιατρικό άσυλο.

Page 161: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 161

Περίπου την ίδια εποχή, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Ούγγρος κόμης Σαντόρ Βέυ κατηγορήθηκε από τον πεθερό του όχι μόνο για πλαστοπροσωπία αλλά και για απάτη, αφού «δεν ήταν παρά μια γυναίκα που κυκλοφορούσε δημόσια με ανδρικά ρούχα.

Αντίθετα από τη Μίτσελ ο Βέυ ήταν μια γυναίκα που πέρναγε για άντρας. Είχε ανατραφεί σαν αγόρι, είχε συνάψει ερωτικές σχέσεις με γυναίκες και εργαζόταν ως άντρας δημοσιογράφος και συγγραφέας. Ο πεθερός κατέθεσε στο δικαστήριο ότι το σχήμα ενός μάλλον ευμεγέθους ανδρικού οργάνου διακρινόταν καθαρά ανάμεσα στα πόδια του Βέυ, ενώ η σύζυγος του δήλωσε ότι η ίδια

του είχε δοθεί σεξουαλικά και πως δεν είχε ιδέα πως ο άντρας της

δεν ήταν άντρας προτού τον συλλάβουν. Ωστόσο, άλλοι μάρτυρες κατέθεσαν ότι γνώριζαν πως ο κόμης ήταν γυναίκα. Ένας γιατρός που κατέθεσε στο δικαστήριο ως μάρτυρας δήλωσε πως η περίπτωση αυτή μπέρδευε ακόμα και τον ίδιο. Δυσκολευόταν να αντιμετωπίσει την εν λόγω αρρενωπή κόμισσα ως κυρία, ενώ,

αντίθετα, του φαινόταν πιο εύκολο, πιο φυσικό και πιο ορθό να αντιμετωπίσει τον Σαντόρ σαν έναν χαρούμενο φοιτητή, με κάπως παιδικά χαρακτηριστικά. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι γιατροί ειδήμονες που συνεπικουρούσαν τις αρχές, αποφάνθηκαν ότι επρόκειτο για μια περίπτωση σεξουαλικής αντιστροφής και ψυχικής ασθένειας. Για την Ουγγαρία, και για την Ευρώπη

γενικότερα, ο Σαντόρ Βέυ έγινε αυτό που ήταν και η Άλις Μίτσελ για τις Ηνωμένες Πολιτείες: το κατεξοχήν παράδειγμα που προσωποποιούσε τη σεξουαλική αντιστροφή. Από τη στιγμή που στο πλαίσιο της ευρωαμερικανικής κουλτούρας οι γυναίκες που πέρναγαν για άντρες ταυτίστηκαν με την έννοια της σεξουαλικής αντιστροφής, με αποτέλεσμα να

οριστούν στη συνέχεια ως ανδροπρεπείς λεσβίες, όλες οι μορφές γάμου μεταξύ των γυναικών χρωματίστηκαν με τα συμφραζόμενα της σεξουαλικής παραβατικότητας. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένες γυναίκες συνέχισαν να υπερβαίνουν μυστικά τη διαχωριστική

γραμμή του φύλου, προκειμένου να ζήσουν σαν άντρες και να παντρευτούν γυναίκες. Ο Μπίλυ Τίπτον, μια αμερικανίδα μουσικός

της τζαζ, εφηύρε αρχικά την ανδρική της περσόνα, προκειμένου να μπορέσει να εξασφαλίσει τα προς το ζην την εποχή της Μεγάλης οικονομικής κρίσης. Το μυστικό της αποκαλύφθηκε μετά το θάνατο της, το 1989. Ως άντρας, είχε παντρευτεί πολλές φορές και είχε υιοθετήσει γιους, χωρίς κανείς από το στενό της οικογενειακό περιβάλλον να καταλάβει – ούτε καν οι γυναίκες που παντρεύτηκε

– ότι είχε γεννηθεί γυναίκα. Σήμερα, σε μερικά μέρη του κόσμου οι γυναίκες μπορούν να παντρευτούν πραγματικά μεταξύ τους. Οι λεσβιακοί γάμοι

επιτρέπονται στο Βέλγιο, στον Καναδά, στη Δανία, την Ολλανδία, τη Σουηδία και την πολιτεία της Μασαχουσέτης στις Ηνωμένες

Page 162: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 162

Πολιτείες. Ακόμα και στην Ινδία, σε μια κοινωνία που γενικά δεν αποδέχεται τις ομόφυλες σχέσεις, το γεγονός ότι ο ινδουιστικός νόμος περί γάμου αφήνει τις διάφορες κοινότητες να ορίσουν αυτόνομα την έννοια του γάμου επιτρέπει σε κάποια ομόφυλα

ζευγάρια να παντρευτούν. Στη δεκαετία του 1990, σε μια πολύ φτωχή αγροτική περιοχή της Ινδίας, η Γκίτα, μια γυναίκα που καταγόταν από την κάστα των νταλίτ, των ανέγγιχτων, και είχε παντρευτεί έναν άντρα που την κακοποιούσε, γνώρισε τη Μαντζού, μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης και κοινωνικής δύναμης στο χωριό, εξαιτίας των αρρενωπών

χαρακτηριστικών της. Γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν η μια την

άλλη σε ένα σχολείο της περιοχής, το οποίο διηύθυνε μια γυναικεία οργάνωση με σκοπό την προώθηση της ισότητας και την κοινωνική ενίσχυση των γυναικών. Η Γκίτα περιέγραψε τη γνωριμία της με τη Μαντζού ως εξής: Δεν ξέρω τι ακριβώς μου συνέβη όταν γνώρισα τη Μαντζού, αλλά αμέσως ξέχασα τον άντρα μου. Ξέχασα

εντελώς ότι ήμουν παντρεμένη. Υπήρχε τόσο μεγάλη έλξη μεταξύ μας, που αμέσως αισθανθήκαμε σαν να ήμασταν ζευγάρι. Η Γκίτα δέχτηκε τη Μαντζού ως σύζυγό της σε έναν ναό του Σίβα, η οικογένεια της Μαντζού αποδέχτηκε την Γκίτα ως νύφη, ενώ η ίδια η Μαντζού έγινε ταυτόχρονα, τόσο η δεύτερη μητέρα όσο και ο πατέρας της κόρης της Γκίτα.

Επομένως, ο γάμος μεταξύ γυναικών έχει μακρά και περίπλοκη ιστορία. Πολλές ιστορίες των γυναικών που παντρεύτηκαν άλλες γυναίκες συνδυάζονται με μια ιστορία αλλαγής φύλου, είτε κρυφή είτε φανερή. Κάποιες διαδραματίστηκαν σε κοινωνίες που αναγνώριζαν την ύπαρξη περισσότερων από δύο φύλα ή να ταυτιστεί με ένα τρίτο ή ένα τέταρτο φύλο, ένας μόνο από αυτούς

είναι η σεξουαλική επιθυμία για άλλες γυναίκες. Ξέρουμε πολύ λιγότερα για τα κίνητρα των γυναικών που επέλεξαν να παντρευτούν γυναίκες συζύγους. Είναι όμως αναμφισβήτητο ότι στη νεότερη ιστορία υπήρξαν αρκετές γυναίκες που επέλεξαν να

ζήσουν τη ζωή τους μαζί με άλλες γυναίκες, σε διάφορα μέρη του κόσμου.

Η επιθυμία για άλλες γυναίκες.

Τι ξέρουμε για τις σεξουαλικές δραστηριότητες των γυναικών μεταξύ τους ή πολύ περισσότερο, για την επιθυμία που ένιωθαν η

μια για την άλλη; Το ζήτημα δεν αφορά μόνο την ύπαρξη ή την απουσία σχετικών ιστορικών στοιχείων, αλλά εγείρει και ένα πρόβλημα ερμηνείας. Τι λογίζεται ως σεξ; Τα φιλιά, οι αγκαλιές, τα

χάδια; Και τι συμπέρασμα βγάζουμε για τις πράξεις που μοιάζουν να είναι καθαρά σεξουαλικού χαρακτήρα από μια σύγχρονη δυτική

Page 163: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 163

σκοπιά, αλλά μπορεί να είχαν πολύ μικρή σχέση με τη σεξουαλική επιθυμία μέσα σε άλλα πολιτισμικά πλαίσια; Ας ξεκινήσουμε από τη ρομαντική φιλία μεταξύ γυναικών στον δυτικό κόσμο του 18ου και του 19ου αιώνα.

Μια από τις κεντρικές συζητήσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο της ιστορίας της σεξουαλικότητας περιστρέφεται γύρω από το ερώτημα εάν αυτές οι παθιασμένες και έντονες σχέσεις αγάπης είχαν και σεξουαλικές διαστάσεις. Μιλώντας για σεξουαλικές διαστάσεις σ’ αυτήν την περίπτωση, προφανώς ρωτάμε αν στις σχέσεις αυτές εμπλέκονταν τα σεξουαλικά όργανα και οι σεξουαλικές επιθυμίες ή

και η σεξουαλική ικανοποίηση των εν λόγω γυναικών.

Αναμφισβήτητα, μερικά από όσα έγραφαν οι ρομαντικές φιλενάδες η μια στην άλλη ακούγονται σαν διακηρύξεις ερωτικού πόθου. Για παράδειγμα, η Άλις Μπόλντυ, μια λευκή γυναίκα από την πολιτεία της Τζώρτζια στις Ηνωμένες Πολιτείες, γράφει στα 1870 στην αγαπημένη της Τζόσι Βάρνερ τα εξής: « Ξέρεις ότι και ένα απλό

άγγιγμα σου ή μια κουβέντα που θα μου πεις κάνουν κάθε νεύρο, κάθε ίνα του κορμιού μου να αναρριγά από χαρά και ευτυχία;». Ενώ η Τσέχα συγγραφέας του 19ου αιώνα Μποζίνα Νέμκοβα έγγραφε στη Σόφι Ροτοβά, μια άλλη συγγραφέα: « Πίστεψε με, μερικές φορές ονειρεύομαι πως τα μάτια σου βρίσκονται εδώ, ακριβώς μπροστά μου. Πνίγομαι μέσα τους, κι έχουν την ίδια

γλυκιά έκφραση που είχαν και τότε, όταν με ρώταγαν: Μποζίνα τι τρέχει; Μποζίνα σ’ αγαπώ». Και η Αφροαμερικανίδα ποιήτρια Αντζελίνα Γουέλντ Γκρίμκε γράφει στα 1869 στη φίλη της από το σχολείο Μάμι Μπάρελ: « Ω Μάμι, αν μονάχα ήξερες πως χτυπάει η καρδιά μου όταν σε σκέφτομαι και πόσο νοσταλγεί και τρέμει από την επιθυμία να αντικρίσει, έστω και για μια στιγμή, το

όμορφο προσωπό σου!». Πρόκειται για εκφράσεις σωματικού πόθου; Τυποποιημένες φράσεις που εκφράζουν φιλικά αισθήματα; Ή μήπως, το δεύτερο κι άλλοτε και τα δύο μαζί; Μία από τις περιπτώσεις που μας δημιουργούν ιδιαίτερα

προβλήματα όταν επιχειρούμε να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ ρομαντικής φιλίας και σεξουαλικής επιθυμίας είναι η ιστορία της

Τζέιν Πίρι και της Μάριαν Γουντς. Οι Πίρι και Γουντς ήταν δυο Σκοτσέζες δασκάλες, που στις αρχές του 19ου αιώνα πραγματοποίησαν ένα κοινό τους όνειρο, ανοίγοντας ένα δικό τους σχολείο στο Εδιμβούργο. Όμως, μια μέρα, το όνειρο τους κατέρρευσε, όταν μια μαθήτρια τους, η Τζέιν Κάμινγκ, καρπός της παράνομης σχέσης ενός Σκοτσέζου αριστοκράτη που υπηρετούσε

την αυτοκρατορία στην Ανατολή με μια Ινδή, διηγήθηκε στη γιαγιά της διάφορα γεγονότα που φανέρωναν τη σκανδαλώδη συμπεριφορά τους. Η Τζέιν Κάμινγκ είπε ότι οι δύο γυναίκες

επισκέπτονταν η μια το κρεβάτι της άλλης, ξάπλωναν η μια πάνω στην άλλη, φιλιόντουσαν και κουνούσαν το κρεβάτι. Επίσης,

Page 164: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 164

ανέφερε ότι ένα βράδυ άκουσε την Τζέιν Πίρι να λέει: « Είσαι σε λάθος μέρος», και τη Μάριαν Γουντς να απαντάει « Το ξέρω » και να λέει ότι το έκανε «για πλάκα». Ένα άλλο βράδυ, είπε η Κάμινγκ, είχε ακούσει την Πίρι να ψιθυρίζει « Ω, κάνε το καλή μου». Και

περιέγραψε έναν ήχο που άκουσε μετά, λέγοντας ότι έμοιαζε με τον ήχο που ακούγεται όταν βάζει κανείς το δάχτυλο του στον λαιμό ενός βρεγμένου μπουκαλιού. Οι δικαστές που κλήθηκαν να δικάσουν αυτή την υπόθεση είτε έπρεπε να πιστέψουν ότι δύο αξιοσέβαστες Σκοτσέζες δασκάλες επιδίδονταν σε σεξουαλικές περιπτύξεις μεταξύ τους είτε ότι μια

καθωσπρέπει μαθήτρια ήταν ικανή να επινοήσει μια τέτοιου είδους

ιστορία. Ένας δικαστής, θέλοντας να αποσαφηνίσει ότι η κανονική ρομαντική φιλία μεταξύ γυναικών ήταν απολύτως αποδεκτή, έθεσε το ζήτημα ως εξής: Πρέπει λοιπόν να καταλήξουμε ότι κάθε γυναίκα που έχει δημιουργήσει μια στενή φιλία με μια άλλη γυναίκα και έχει κοιμηθεί στο ίδιο κρεβάτι μαζί της είναι ένοχη;

Τότε, ποια γυναίκα στη Σκοτία θα μπορούσε να θεωρηθεί αθώα; Τελικά, αυτό που κλήθηκαν να αποφασίσουν οι δικαστές ήταν αν η Πίρι και η Γούντς είχαν φιληθεί, αγκαλιαστεί και χαϊδέψει η μια την άλλη, περισσότερο από όσο θα ήταν δικαιολογημένο σε μια συνηθισμένη, στενή, γυναικεία φιλία, υπονοώντας ότι υπήρχε μια λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην τρυφερότητα και τη

σεξουαλικότητα. Ο μόνος τρόπος να ξεπεραστεί το δίλημμα ήταν να επικαλεστούν την καταγωγή της Τζέιν Κάμινγκ και τα παιδικά της χρόνια στην Ινδία: ασφαλώς, κατά την κρίση πολλών από τους δικαστές, εκεί θα έπρεπε να είχε μάθει η Κάμινγκ πολλά πράγματα, όχι μόνο για το σεξ, αλλά και για τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών, πράγματα που κανένα καθωσπρέπει

κορίτσι σχολικής ηλικίας στη Σκοτία δεν θα ήταν ικανό να φανταστεί. Η υπόθεση ότι η ρομαντική φιλία μεταξύ γυναικών ήταν δυνατόν να εμπεριέχει στοιχεία ερωτικής επιθυμίας και σεξουαλικής εμπλοκής φαίνεται να επιβεβαιώνεται από μια άλλη,

πολύ σπάνια ιστορική μαρτυρία. Η Αν Λίστερ έχει αφήσει μια εκτενέστατη καταγραφή της δράσης της ως θηλυκής εκδοχής του

ασύδοτου λιμπερτίνου. Στο ογκώδες ημερολόγιο της γράφει για τις σεξουαλικές τις περιπτύξεις με τη Μαριάννα Μπέλκομπ, χρησιμοποιώντας τη λέξη «φιλί» αντί για τη λέξη «οργασμός»: « Από το φιλί που μου έδωσε φαινόταν να με αγαπά πολύ, όπως με αγαπούσε πάντα. Κάποια στιγμή πήγε να μας πάρει ο ύπνος, αλλά σιγά σιγά άρχισα να καταλαβαίνω ότι θα ήθελε κι άλλο φιλί και

μου ψιθύρισε: Έλα πάλι για λίγο Φρέντυ… Όμως σύντομα σηκώθηκα πάλι, ξαναέφυγα, ξαναπήγα κοντά της και δεύτερη φορά και, παρόλα αυτά, πραγματικά μου έδινε μεγάλη ικανοποίηση, και

της είπα ότι κανείς δεν μου είχε δώσει ποτέ φιλιά σαν τα δικά της». Και η Μαριάννα δεν ήταν η μόνη ερωμένη που χαιρόταν τα φιλιά

Page 165: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 165

της Λίστερ. Η Μαρία Μπάρλοου, μια χήρα με την οποία η Λίστερ είχε σχέσεις στο Παρίσι, ήρθε μια νύχτα στο δωμάτιο της και ξάπλωσε δίπλα της. « Μου ήταν αρκετό ότι ο γυμνός αριστερός μου μηρός ακουμπούσε πάνω στο δικό της γυμνό αριστερό μηρό, κι

ότι, με άφηνε να την αγγίζω πάνω από το μισοφόρι της. Συγχρόνως, την έσφιγγα ανάμεσα στα πόδια μου…Που και που κράταγα το χέρι μου ακίνητο και ένιωθα τον παλμό της, την άφηνα να ανέβει μια δυο φορές προς το χέρι μου και ύστερα της άνοιξα σιγά σιγά τα πόδια και ένιωσα…ότι ήταν ερεθισμένη. Η Λίστερ δεν είναι η μόνη γυναίκα του 19ου αιώνα που μας έχει

αφήσει καταγραφές των σεξουαλικών δραστηριοτήτων της με άλλες

γυναίκες. Όπως περιγράφει και ο Brett Genny Beegym σε προηγούμενο κεφάλαιο του τόμου, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, δύο Αφροαμερικανίδες, η απελεύθερη οικιακή βοηθός Άντι Μπράουν και η δασκάλα Ρεβέκκα Πρίμους, διατηρούσαν μια παθιασμένη σχέση στο Χάρτφορντ του Κονέκτικατ κατά τη δεκαετία

του 1860. Ένα μέρος της αλληλογραφίας τους περιέχει εκφράσεις αγάπης και πόθου που μας είναι γνωστές και από άλλες ρομαντικές φιλενάδες: « Ρεβέκκα, όταν σε αποχαιρέτησα, ήταν σαν να έσπαγε η ίδια η καρδιά μου…Αγαπημένη μου φιλενάδα, ποτέ ξανά δεν θα είμαι ευτυχισμένη παρά μόνο δίπλα σου». Ωστόσο, η Μπράουν αναφέρεται επίσης στα χάδια της Πρίμους στο στήθος της

και συγκρίνει τα φιλιά της Ρεβέκκας με εκείνα των αντρών εργοδοτών της, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν άλλα φιλιά σαν τα δικά σου. Οι ιστορίες της Άντι Μπράουν και της Ρεβέκκας Πρίμους, την Αν Λίστερ με τη Μαριάννα και τη Μαρία, της Μάριαν Γουντς και της Τζέιν Πίρι δημιουργούν περιπλοκές όσον αφορά τη θεωρία ότι οι

έντονες και παθιασμένες σχέσεις μεταξύ γυναικών γίνονταν αποδεκτές στον δυτικό κόσμο κατά τον 19ο αιώνα, γιατί κανείς δεν φανταζόταν τότε ότι οι γυναίκες θα μπορούσαν να αναπτύξουν και σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ τους. Ωστόσο, μας επιτρέπουν να

υποθέσουμε ότι υπήρχαν περισσότερες ρομαντικές φιλενάδες που εκπλήρωναν τις ερωτικές τους επιθυμίες από όσες γνωρίζουμε,

ανεξάρτητα από το πώς αντιλαμβάνονταν οι ίδιες αυτού του είδους τις δραστηριότητες. Η ρομαντική φιλία μεταξύ γυναικών έχει προκαλέσει τόσο ενδιαφέρον στους μελετητές ακριβώς επειδή πολλές γυναίκες της εποχής έχουν καταγράψει την αγάπη για τις φιλενάδες τους σε γράμματα και ημερολόγια. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλου είδους

πηγές, που μας δίνουν μια ιδέα για τη ζωή άλλων γυναικών, η φωνή των οποίων δεν μπορεί να φτάσει απευθείας στα αυτιά μας. Για παράδειγμα, από τη Βόρεια Ινδία του 19ου αιώνα έχουμε πολλά

ποιήματα Ρέχτι γραμμένα στα ουρντού, τα οποία μιλούν για την αγάπη μεταξύ γυναικών. Αυτού του είδους τα ποιήματα γράφονταν

Page 166: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 166

από άντρες, οι οποίοι υιοθετούσαν γυναικείες ποιητικές περσόνες, καθώς και τη γλώσσα των γυναικών. Σε ένα τέτοιο ποίημα βρίσκουμε μια γυναίκα να υμνεί την ομορφιά της φίλης και ερωμένη της: Πώς να μην χτυπάει η καρδιά μέσα στα στήθη μου; Η

ομορφιά σου είναι σαν την ομορφιά του χρυσαφιού. Οι σχέσεις μεταξύ γυναικών έπρεπε να μένουν κρυφές, έτσι τα ποιήματα αυτά περιέχουν συχνές αναφορές σε ερωμένες που κρύβουν την αγάπη τους πίσω από το προπέτασμα της φιλίας. Ωστόσο, τα ποιήματα δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι αυτού του είδους οι σχέσεις δεν ήταν κάτι άγνωστο στη βόρεια Ινδία αυτής της περιόδου. Τα ποιήματα

περιγράφουν σεξουαλικές πρακτικές όπως ο τριβαδισμός, τα

ερωτικά χάδια με τα δάχτυλα και η χρησιμοποίηση τεχνητών φαλλών: « Α, ο τρόπος που με τρίβεις! Κάνει την καρδιά μου να χτυπάει άγρια. Χάιδεψε με λίγο ακόμα γλυκιά μου ντογκάνα (φιλενάδα)». Υπάρχουν επίσης ποιήματα που συγκρίνουν θετικά την ερωτική συνεύρεση μεταξύ γυναικών με το ετεροφυλοφιλικό

σεξ: « Άσε να πάει στους άντρες όποια γυναίκα θέλει να της καρφώνουν παλούκια στο κορμί. Θα μπορέσει ποτέ να απολαύσει αυτές τις ατέλειωτες ώρες ευχαρίστησης;». Κι ένα άλλο ποίημα λέει: « Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόλαυση στον κόσμο από το να σφίγγεις στην αγκαλιά σου μια γυναίκα». Παρόλο που μερικοί μελετητές απορρίπτουν την ποίηση Ρέχτι ως

πορνογραφία, δεν είναι σωστό να θεωρήσουμε ότι οι αναπαραστάσεις της αγάπης και της σεξουαλικής δραστηριότητας μεταξύ γυναικών που βρίσκουμε σε αυτά τα ποιήματα δεν έχουν καμία σχέση με την ιστορική πραγματικότητα της εποχής, ακόμα και στην περίπτωση που αυτά ήταν γραμμένα για να ερεθίσουν σεξουαλικά τους άντρες. Οι άντρες που έγραφαν τα Ρέχτι

χρησιμοποιούσαν τη γλώσσα των πορνών. Είναι λοιπόν σαφές ότι είχαν επαφές με παλλακίδες, κάποιες από τις οποίες, αυτή την περίοδο, ήταν εξαιρετικά καλλιεργημένες γυναίκες. Τα ιδιαίτερα διαμερίσματα των γυναικών καθώς και τα σπίτια των παλλακίδων

αποτελούσαν ένα είδος προστατευμένου γυναικείου χώρου στον οποίο μπορούσε να αναπτυχθεί η αγάπη μεταξύ γυναικών. Ένα

παλαιότερο κείμενο σχολιασμού του Καμασούτρα αναφέρει: « Μερικές φορές, προστατευμένες στο άβατο των εσώτερων διαμερισμάτων τους, όπου μπορούν να έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη η μια στην άλλη, γλείφουν η μια το αιδοίο της άλλης, ακριβώς όπως οι πόρνες». Αυτό το σχόλιο καταδεικνύει δυο πράγματα: πρώτον, ότι οι σεξουαλικές δραστηριότητες μεταξύ

γυναικών λάμβαναν χώρα σε αυστηρά ιδιωτικούς χώρους, με αποτέλεσμα να μην έχουν αφήσει παρά ελάχιστα ίχνη στις δημόσιες ιστορικές καταγραφές. Δεύτερον, ότι υπάρχει όντως μια

ιδιαίτερη ιστορική σχέση ανάμεσα στην ομόφυλη αγάπη και την πορνεία.

Page 167: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 167

Πράγματι, η ιδέα ότι οι πόρνες δεν περιορίζονταν στο να ικανοποιούν σεξουαλικά τους άντρες, αλλά έκαναν έρωτα και μεταξύ τους, συναντάται και σε άλλα κοινωνικά συμφραζόμενα. Ο πρωτοπόρος σεξολόγος Αλεσάντρ Ζαν Μπατίστ Παρέν Ντυσατελέ,

στη μελέτη που εκπόνησε στα 1836 για την πορνεία στο Παρίσι, συνέδεσε την εμπορευματοποιημένη σεξουαλική συνεύρεση των γυναικών με άντρες με το σεξ μεταξύ γυναικών. Γιατί, παρόλο που εκ πρώτης όψεως οι εκδιδόμενες γυναίκες και όσες προτιμούσαν να κάνουν σεξ με άλλες γυναίκες θα μπορούσαν να τοποθετηθούν στα αντίθετα άκρα του φάσματος της σεξουαλικής επιθυμίας, σύμφωνα

με τις αντιλήψεις της εποχής, τόσο οι μεν όσο και οι δε υποτίθεται

ότι υπέφεραν από υπερσεξουαλικότητα. Το ότι η σύνδεση αυτή δεν αποτελεί απλώς ευφάνταστη κατασκεύη των σεξολόγων φαίνεται και από τα στοιχεία που αντλούμε από τα τραγούδια του δρόμου που ακούγονταν στο Παρίσι στα τέλη του 19ου αιώνα. Ένα από αυτά αναφερόταν σε ένα διάσημο πορνείο: « Τα κορίτσια του La Farsi

είναι λεσβίες, καλές μου φιλενάδες. Τυχερό είναι το κορίτσι εκείνο που του στέλνει ο Θεός μια πραγματική, σκληρή και αρρενωπή λεσβία από το La Farsi». Ένα άλλο τραγούδι μιλάει για τις γυναίκες που συλλαμβάνονταν για πορνεία: « Πρέπει να δεις τι γίνεται τη νύχτα στο κελί, αυτά τα γυναικάκια φιλιούνται μεταξύ τους σαν τρελά πάνω στο αχυρένιο

στρώμα, κι όταν κατεβαίνει ο ήλιος, κατεβαίνουν κι αυτές προς τα κάτω χωρίς κανένα πρόβλημα. Είναι χίλιες φορές πιο διασκεδαστικό». Αυτού του είδους οι πηγές μας κάνουν να σκεφτούμε ότι, ακόμα κι αν οι σεξολόγοι σαν τον Παρέν Ντυσατελέ έκαναν λάθος όταν υποστήριζαν ότι « η απέχθεια για τις εξαιρετικά αηδιαστικές και ανώμαλες πράξεις που επιβάλλουν στις πόρνες οι

άντρες, αναγκάζει αυτά τα αξιολύπητα πλάσματα να στραφούν στη λεσβιακή αγάπη, μπορούμε, παρόλα αυτά, να μάθουμε κάποια πράγματα για το σεξ μεταξύ γυναικών ερευνώντας το ότι γινόταν στα πορνεία.

Οι καταγραφές που έκαναν οι σεξολόγοι στο πλαίσιο των προσπαθειών τους να περιγράψουν και να ορίσουν τον λεσβιασμό

μας παρέχουν τις πρώτες λεπτομερείς και αξιόπιστες πληροφορίες που διαθέτουμε πάνω στη γυναικεία ομόφυλη σεξουαλική συμπεριφορά. Παρόλο που οι πληροφορίες αυτές φτάνουν ως εμάς φιλτραρισμένες μέσα από τις προθέσεις και τις ερμηνείες των γιατρών, ακούμε ενίοτε και τη φωνή των ίδιων των γυναικών. Στο πλαίσιο μιας φημισμένης αμερικανικής έρευνας που έγινε στη

δεκαετία του 1930 στη Νέα Υόρκη, αρκετές γυναίκες περιέγραψαν την ομόφυλη σεξουαλική τους ζωή εκφράζοντας περηφάνια για την ικανότητα τους να προσφέρουν ικανοποίηση στις ερωτικές

συντρόφους τους. Αρκετές Αφροαμερικανίδες που συμμετείχαν στην έρευνα περιέγραψαν με περηφάνια τη σεξουαλική τους

Page 168: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 168

τεχνική: « Βάζω την κλειτορίδα μου στο αιδοίο, όπως ακριβώς βάζει ένας άντρας το πέος του. Οι γυναίκες το απολαμβάνουν τόσο πολύ, ώστε αφήνουν τους άντρες τους». Πολύ πιο αξιόπιστες είναι οι αφηγήσεις που έχουν συγκεντρωθεί από ιστορικούς που διάκεινται

ευνοϊκά προς τις αφηγήτριες τους. Στην κουλτούρα των λεσβιακών μπαρ της εργατικής τάξης των δεκαετιών του 1940 και του 1950 στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης, οι λευκές, οι μαύρες και οι ιθαγενείς Αμερικανίδες αρρενωπές λεσβίες έδιναν προτεραιότητα στην ικανοποίηση των σεξουαλικών επιθυμιών των ερωτικών συντρόφων τους, κυρίως μέσω του τριβαδισμού ή μέσω της

πρακτικής που οι ίδιες ονόμαζαν τρίψιμο. Το στοματικό σεξ έγινε

πιο αποδεκτό στη δεκαετία του 1950, την ίδια εποχή που εμπεδώθηκε και η ιδέα της ανέγγιχτης ή πέτρινης ανδροπρεπούς λεσβίας, της γυναίκας που έκανε σεξ και δεν άφηνε την ερωμένη της να κάνει έρωτα στην ίδια. Μία stone butch της δεκαετίας του1950 έθεσε το ζήτημα ως εξής: Ήθελα να τις ικανοποιώ, και

ήθελα επίσης να κάνω έρωτα, λατρεύω να κάνω έρωτα. Ωστόσο, αυτό που μας δείχνουν αυτά τα στοιχεία στο σύνολο τους είναι ότι η ιστορία των γυναικών που επιθυμούσαν ερωτικά άλλες γυναίκες και επιδίωκαν την εκπλήρωση των πόθων τους είναι υπαρκτή και μακροχρόνια. Ξέρουμε σχετικά λίγα πράγματα για το πώς ακριβώς αντιλαμβάνονταν οι γυναίκες αυτά που έκαναν με τις

άλλες γυναίκες, τόσο πριν όσο και μετά την ανάδυση της κατηγορίας της λεσβίας, μιας έννοιας που μπορούσε δυνητικά να αποτελέσει τη βάση μιας συγκροτημένης έμφυλης ταυτότητας. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι γυναίκες που αγαπούσαν άλλες γυναίκες συγκρότησαν πράγματι κάποιες ιδιαίτερες ταυτότητες βασισμένες στην αγάπη και την επιθυμία τους για τις

ομόφυλες τους, ταυτότητες που διέφεραν ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο ζούσαν.

Διεκδικώντας μια ταυτότητα.

Με άλλα λόγια, ενώ η χρησιμοποίηση του όρου λεσβία με τη σημερινή του έννοια είναι σχετικά πρόσφατη υπόθεση στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού, υπάρχουν κάποιες άλλες λέξεις ή έννοιες τις οποίες υιοθετούσαν οι γυναίκες στο παρελθόν για να περιγράψουν τον εαυτό τους σε σχέση με τις επιθυμίες τους και τις πράξεις τους. Προτού εφευρεθεί ο όρος ομοφυλοφιλία στα 1869, η

Αν Λίστερ αντιλαμβανόταν την αγάπη και την επιθυμία της για τις άλλες γυναίκες ως καθοριστικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας της. Ήξερε τον όρο Saffic, θεωρούσε την έλξη της

προς τις γυναίκες κάτι φυσικό και διακήρυττε με υπερηφάνεια: Αγαπώ και αγαπώ αποκλειστικά το ωραίο φύλο, κι έτσι με αγαπούν

Page 169: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 169

κι εκείνες σε ανταπόδοση. Η καρδιά μου αποστρέφεται κάθε άλλο είδος αγάπης εκτός από τη δική τους. Πρέπει πάντως να μην ξεχνάμε ότι υπήρχαν πάντα, όπως και σήμερα, γυναίκες που αγαπούσαν και ποθούσαν άλλες γυναίκες,

αλλά δεν θεωρούσαν ότι αυτό καθόριζε την ταυτότητα τους καθ’ οποιονδήποτε τρόπο. Για παράδειγμα, στο Λεσότο, μια μικρή, φτωχή χώρα, πλήρως εγκλωβισμένη στη Νότια Αφρική, οι γυναίκες αγαπούν τις άλλες γυναίκες και συμπεριφέρονται μεταξύ τους με εμφανώς σεξουαλικούς, κατά τη δυτική αντίληψη τρόπους. Παρόλα αυτά, οι ίδιες δεν θεωρούν ότι ανήκουν σε κάποια ιδιαίτερη

κατηγορία σεξουαλικού όντος, ούτε αντιλαμβάνονται αυτά που

κάνουν μεταξύ τους ως σεξ, γιατί στο Λεσότο, η έννοια του σεξ προϋποθέτει φαλλική συνουσία. Στα σχολεία θηλέων, οι οικότροφες μαθήτριες ζευγαρώνουν μεταξύ τους ως μάνα και μωρό, φιλιούνται και τρίβουν η μία το σώμα της άλλης, φτάνοντας μερικές φορές και στο αμοιβαίο άγγιγμα των γεννητικών τους οργάνων. Οι

μεγαλύτερες γυναίκες πάλι χορεύουν η μία την άλλη με μακρόσυρτα γαλλικά φιλιά, χαϊδεύονται μεταξύ τους και επιδίδονται σε τριβαδισμό και αιδιολειχία, και όλα αυτά τα περιγράφουν λέγοντας ότι αγαπούν η μία την άλλη, ότι χαίρονται η μία την παρουσία της άλλης, ποτέ όμως δεν τα ονομάζουν σεξ. Και σίγουρα δεν είναι λεσβίες.

Σε άλλες κουλτούρες, οι γυναίκες μπορεί να επιδίδονται σε πράξεις που τους προσδίδουν μια συγκεκριμένη ταυτότητα, χωρίς όμως αυτή να αντιστοιχεί στην έννοια λεσβία. Στα τέλη του 19ου αιώνα, στην Καντόνα, μια περιοχή της Κίνας που παράγει μετάξι, οι γυναίκες οργανώνονταν σε ορκισμένες αδελφότητες γυναικών που αρνούνταν να παντρευτούν. Μολονότι υπήρχαν οικονομικοί

και πολιτισμικοί λόγοι που τις οδηγούσαν σε αυτή την απόφαση, οι σχολιαστές της εποχής απέδιδαν αυτό το φαινόμενο, τουλάχιστον εν μέρει, στο ότι οι γυναίκες αυτές αποκτούσαν στενές φίλες με τις οποίες επιδίδονταν σε ομοφυλοφιλικές ερωτικές πράξεις.

Με δεδομένο ότι από κάποια στιγμή και ύστερα οι σεξολόγοι ανέλαβαν να ονοματίσουν και να ορίσουν με επιστημονική

ακρίβεια το είδος των ανθρώπων που αγαπούσαν άτομα του ιδίου φύλου, τι σημασία απέκτησαν άραγε αυτοί οι ορισμοί για τις γυναίκες που αγαπούσαν άλλες γυναίκες; Για κάποιες, η ιατροποίηση της ομόφυλης αγάπης σήμαινε ότι οι ίδιες γίνονταν στόχος μιας ανεπιθύμητης προσοχής που τις έκανε να ντρέπονται. Για κάποιες άλλες, οι νέοι ορισμοί πρόσφεραν έναν τρόπο

κατανόησης του εαυτού τους, καθώς και μια νέα ταυτότητα. Μία από τις γυναίκες που ανησυχούσαν μήπως οι άλλοι τις χαρακτηρίσουν λεσβίες ήταν η Ζανέτ Μαρκς, καθηγήτρια αγγλικής

φιλολογίας στο Mount Holyoke College στη Μασαχουσέτη, η οποία διατηρούσε μια πολύ στενή σχέση με τη Μαίρη Γούλυ, την πρόεδρο

Page 170: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 170

του κολλεγίου κατά την περίοδο 1901 έως 1937. Στα γραπτά τη, η Μαρκς απαρνήθηκε τις ασύνετες κολεγιακές φιλίες, σαν αυτή που είχε ζήσει η ίδια με τη Γούλυ, χαρακτηρίζοντας τες ανώμαλες, και επέμεινε ότι η μόνη σχέση που μπορούσε να εκπληρώσει τον

προορισμό της και να οδηγήσει στην ολοκλήρωση ήταν εκείνη ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα. Άλλες γυναίκες κατέβαλαν κάθε δυνατή προσπάθεια να διαχωρίσουν τη σχέση τους από τις παθολογικές περιπτώσεις που περιέγραφαν οι σεξολόγοι. Στην αυτοβιογραφία της, που εκδόθηκε το 1930, μια γυναίκα που χρησιμοποιούσε το συγγραφικό ψευδώνυμο Μαίρη Κασάλ

περιέγραψε τη σεξουαλική της σχέση με μια άλλη γυναίκα ως την

ύψιστη μορφή αγάπης, ανάγοντας την σε πολύ υψηλότερο επίπεδο από αυτό των πραγματικών διεστραμμένων. Η Αμερικανίδα μεταρρυθμίστρια του σωφρονιστικού συστήματος Μίριαμ Βαν Γουότερς, η οποία διατηρούσε στενή σχέση με την ευεργέτιδα της Τζεραλντίν Τόμσον, από τη δεκαετία του 1920 ως τον θάνατο της

Τόμσον στα 1967, αγωνιζόταν να διαχωρίσει τη δική της κανονικότητα από την αντιστροφή του φύλου και τη λεσβιακή παθολογία, όπως την περιέγραφαν τα ιατρικά εγχειρίδια και όπως προσπαθούσε να την αντιμετωπίσει και η ίδια στο αναμορφωτήριο γυναικών που είχε υπό την επίβλεψη της. Από την άλλη πλευρά, η αποδοχή της έννοιας του λεσβιασμού ως

καθοριστικού γνωρίσματος της προσωπικότητας του έδωσε σε ορισμένες γυναίκες την ευκαιρία να αποδεχτούν πιο ουσιαστικά τη σεξουαλικότητα τους. Η Βρετανή φεμινίστρια Φράνσις Γουάιλντερ αισθανόταν ευγνωμοσύνη για τον ομοφυλόφιλο σεξολόγο Έντουαρντ Κάρπεντερ, το έργο του οποίου την έκανε να συνειδητοποιήσει ότι είχε πολύ στενή σχέση με το ενδιάμεσο φύλο από όσο είχε σκεφτεί

ποτέ έως τότε. Στο έργο της TheWall of loneliness ( Το πηγάδι της μοναξιάς), η Ράντκλυφ Χωλ βάζει τη διάσημη ηρωίδα της Στήβεν να ανακαλύπτει την πραγματική φύση της όταν βρίσκει ένα αντίτυπο του μνημειώδους έργου του Ρίχαρντ φον Κραφτ Έμπινγκ,

Psychopathia Sexualis. Η Χωλ έλπιζε ότι το μυθιστόρημα της θα βοηθούσε νέες γυναίκες σαν την ίδια να αποδεχτούν τις επιθυμίες

τους, ενώ παράλληλα αποσκοπούσε να προκαλέσει τη συμπάθεια των ετεροφυλόφιλων αναγνωστών. Θα ήταν όμως εσφαλμένο να θεωρήσουμε ότι οι ειδικοί όρισαν από μόνοι τους τη λεσβιακή ταυτότητα, αφήνοντας απλώς στις γυναίκες που αγαπούσαν άλλες γυναίκες την επιλογή να απορρίψουν ή να αποδεχτούν αυτό που τους προσφερόταν. Οι σεξολόγοι ανέπτυξαν τις αναλύσεις τους με

βάση αυτά που έβλεπαν γύρω τους, συμπεριλαμβανομένων κάποιων περιπτώσεων γυναικών όπως η Άλις Μϊτσελ και η Σαντόρ Βέυ. Παράλληλα, στις αρχές του 20ου αιώνα ξεκίνησε μια

διαδικασία αυτοδύναμης συγκρότησης της ταυτότητας της σύγχρονης λεσβίας, σε κοινωνικά περιβάλλοντα όπου οι γυναίκες

Page 171: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 171

με ομόφυλες επιθυμίες μπορούσαν να συναντήσουν άλλες όμοιες τους. Στο Παρίσι, ανάμεσα στις δεκαετίες του 1890 και το 1930, το σαλόνι της Αμερικανίδας Νάταλι Κλίφορντ Μπάρνυ αποτελούσε την

καρδιά μιας τέτοιας λεσβιακής κοινότητας. Η Μπάρνυ, μια πλούσια κληρονόμος, άνθησε μέσα σε ένα ελιτίστικο κοινωνικό περιβάλλον που εξήρε την ομοφυλοφιλία. Συγκέντρωσε στο σαλόνι της μια γυναικεία συντροφιά συγγραφέων, καλλιτεχνών και ερωτικών συντρόφων, τα έργα των οποίων εξυμνούσαν τον λεσβιασμό. Πάνω από όλα περιφρονούσε την ντροπή: Κανείς δεν

κατηγορεί τους αλμπίνους επειδή έχουν ροζ μάτια και σχεδόν

άσπρα μαλλιά. Γιατί λοιπόν τα βάζουν μαζί μου επειδή είμαι λεσβία; Είναι ένα ζήτημα που αφορά τη φύση: η παραξενιά μου δεν είναι αμαρτία, δεν είναι κάτι που το κάνω επίτηδες και άλλωστε δεν βλάπτει κανέναν. Το Βερολίνο επίσης, στη δεκαετία του 1920, φιλοξενούσε έναν

λεσβιακό κόσμο γεμάτο ζωντάνια. Έως την άνοδο των ναζί στην εξουσία, πολυάριθμα λεσβιακά κλάμπ, μπαρ, αίθουσες χορού, ομάδες, κύκλοι και εκδόσεις απευθύνονταν στις γυναίκες που αγαπούσαν γυναίκες, και η λεσβιακή αγάπη παρουσιαζόταν ανοιχτά στα νούμερα των καμπαρέ. Το περιοδικό Die Freundin, που εκδιδόταν στο Βερολίνο από το 1924 έως το 1933, δημοσίευε

ιστορίες και άρθρα που απευθύνονταν στις γυναίκες που αγαπούσαν το ίδιο τους το φύλο, στις ομοφυλόφιλες, στις ομοερωτικές ή τις λεσβίες. Τα διεθνικά χαρακτηριστικά της λεσβιακής κουλτούρας που ανθούσε στους κύκλους της ελίτ αντικατοπτρίζονται και στον τίτλο ενός άλλου περιοδικού που εκδιδόταν στο Βερολίνο στη δεκαετία του 1930. Το περιοδικό

Γκαρσόν που ο τίτλος του στα γαλλικά σημαίνει αγόρι, απευθυνόταν σε ένα μικτό κοινό λεσβιών και τραβεστί αντρών. Και τα δύο περιοδικά δημοσίευαν φωτογραφίες και άλλες εικόνες που παρουσίαζαν μια μεγάλη ποικιλία λεσβιών: κάποιες ντυμένες σαν

άντρες, κάποιες σε ζευγάρια, κάποιες εντελώς θηλυπρεπείς. Η Νέα Υόρκη φιλοξενούσε επίσης αρκετά νυχτερινά κέντρα

διασκέδασης που απευθύνονταν σε ένα ευρύτερο κοινό με ομόφυλες επιθυμίες και όχι μονάχα σε γυναίκες που ανήκαν στην ελίτ. Έως τη δεκαετία του 1920, δύο γειτονιές, το Γκρίνουιτς Βίλατζ και το Χάρλεμ, είχαν εδραιώσει τη φήμη τους ως μέρη όπου συγκεντρώνονταν οι λεσβίες και οι ομοφυλόφιλοι άντρες. Όπως συνέβαινε στο Παρίσι και το Βερολίνο, οι δύο αυτές περιοχές ήταν

συγχρόνως τόποι συνάντησης των καλλιτεχνών και των μποέμ. Ιδιαίτερα το καλλιτεχνικό κίνημα που ονομάστηκε « Αναγέννηση των Χάρλεμ» έκανε γνωστή τη λεσβιακή αγάπη μέσα από τη

λογοτεχνία, την τέχνη και τα μπλουζ. Η Λουσίλ Μπόγκαν, στο B. D Women Blues, τραγούδησε για τις γυναίκες bulldagger. Πράγματι,

Page 172: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 172

πολλές από τις σημαντικότερες γυναίκες ερμηνεύτριες των μπλουζ ήταν λεσβίες η αμφισεξουαλικές. Η Μέιμπελ Χάμπτον, μια μαύρη ερμηνεύτρια που πέρασε στο Χάρλεμ τα χρόνια της εφηβείας της, περιέγραψε τα ιδιωτικά πάρτι όπου συναντιόνταν οι γυναίκες που

ποθούσαν άλλες γυναίκες: « Ξέρεις τώρα, μαζεύονταν οι bulldykers, φέρνοντας μαζί τους και τις γυναίκες τους». Αυτές οι ζωντανές λεσβιακές κοινότητες ήταν μάλλον η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Ωστόσο, ακόμα και εκεί όπου δεν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάδυση τέτοιων λεσβιακών κοινοτήτων, η γλώσσα της ομόφυλης αγάπης άρχισε να γίνεται

μέρος της καθομιλουμένης. Στη Δημοκρατική Κίνα, οι εγχώριες

εξελίξεις – όπως η ανάδυση του φαινομένου των γυναικών που αρνούνταν να παντρευτούν, η διάδοση των ομόφυλων ερωτικών σχέσεων στα σχολεία αρρένων και θηλέων και οι αλλαγές στους ρόλους των δύο φύλων που προέκυπταν από την αστικοποίηση- συνδυάστηκαν με τη μετάφραση των έργων των σεξολόγων της

Δύσης, με αποτέλεσμα να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη νέα έννοια της ομόφυλης αγάπης που είχε έρθει στην Κίνα από την Ιαπωνία. Αρκετές γυναίκες που ανήκαν στο προοδευτικό κίνημα της 4ης

Μαΐου έγραψαν για την αγάπη μεταξύ γυναικών. Μία από αυτές τις συγγραφείς, η Λου Γιν, στο ημερολόγιο της Λίσι (1923) αφηγείται την ιστορία μιας γυναίκας που δεν θέλει να παντρευτεί και που τα

αισθήματα της για τη σχολική της φίλη Γουανκίνγκ μεταλλάσσονται από απλή φιλία σε ομόφυλη ρομαντική αγάπη. Όμως, η μητέρα της Γιουανκίνγκ εξαναγκάζει την κόρη της να φύγει μακριά και καταστρώνει σχέδια να την παντρέψει με έναν ξάδελφο της. Η Γιουανκίνγκ γράφει στη Λίσι: « Α, Λίσι! Γιατί δεν προνόησες; Γιατί δεν ντύθηκες με αντρικά ρούχα, γιατί δεν φόρεσες

αντρικό καπέλο και δεν υιοθέτησες ανδρικό φέρσιμο, ώστε να επισκεφθείς τους γονείς μου και να ζητήσεις το χέρι μου;». Στο τέλος, η Γιουανκίνγκ προδίδει το όνειρο τους και η Λίσι πεθαίνει από μελαγχολία. Η ίδια η Λου Γιν παντρεύτηκε δύο φορές, αλλά τα

γραπτά της δείχνουν ότι πάλευε μέσα της με τις λεσβιακές τις επιθυμίες. Κάποια στιγμή περιγράφει την αυθόρμητη επιθυμία της

να ντυθεί άντρας και να επισκεφθεί ένα πορνείο, αλλά και τον φόβο της ότι, αν το μάθαινε κανείς, θα εγείρονταν τρομερές υποψίες για αυτήν. Τα έργα των Δυτικών σεξολόγων άσκησαν σημαντική επίδραση και στην Ιαπωνία. Στις αρχές του 20ου αιώνα το ζήτημα των λεσβιών και των γυναικών που ντύνονταν άντρες άρχισε να συζητιέται

δημόσια. Από τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, δάνειες λέξεις όπως ομοφυλόφιλος, λεσβία και γκαρσόν, με τη σημασία της αρρενωπής γυναίκας, εντάχθηκαν στην καθομιλουμένη. Καθώς η Ιαπωνία

άρχισε να εφαρμόζει ένα ευρύ πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και οι άντρες των πόλεων άρχισαν να υιοθετούν τη δυτική ενδυμασία, οι

Page 173: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 173

αρρενωπές ή νέες γυναίκες ταυτίστηκαν, στα μάτια της κοινής γνώμης, με τις λεσβίες και άρχισαν να αντιμετωπίζονται ως αντιπροσωπευτικά δείγματα του κινδύνου που απειλούσε την κατεστημένη τάξη της κοινωνίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι

ιστορίες για ζευγάρια λεσβιών που έκαναν κοινές απόπειρες αυτοκτονίας για ερωτικούς λόγους εξήπταν ιδιαίτερα τη φαντασία του κοινού. Έτσι έγινε και όταν η Σαϊζό Ερίκο, που έπαιζε έναν γυναικείο ρόλο σε μια επιθεώρηση όπου μετείχαν μόνο γυναίκες, και η Μασούντα Γιασουμάρε, μια ανδροπρεπής αφοσιωμένη θαυμάστρια της ηθοποιού, η οποία είχε πάρει ανδρικό όνομα,

απέτυχαν να εκπληρώσουν το ερωτικό τους συμβόλαιο θανάτου στα

1935. Η ιστορία τους ερμηνεύτηκε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα των συμπτωμάτων μιας ευρύτερης κοινωνικής τάσης, την οποία ένας σχολιαστής περιέγραψε ως «πρόσφατη, ανησυχητική αύξηση των λεσβιακών σχέσεων μεταξύ κοριτσιών και των γυναικών της ανώτερης τάξης».

Η διαδικασία της δημιουργίας μιας λεσβιακής κοινότητας και της συγκρότησης μιας λεσβιακής ταυτότητας προϋποθέτει κάποια οικονομική ανεξαρτησία, καθώς και την ανάδυση κάποιων κοινωνικών χώρων αμοιβαίας συνύπαρξης, πράγματα που δεν διαθέτουν όλες οι γυναίκες σε όλα τα πολιτισμικά περιβάλλοντα. Στα περισσότερα μέρη του κόσμου, ο γάμος με κάποιον άντρα

ήταν και συνεχίζει να θεωρείται απαραίτητος για τις γυναίκες. Έτσι, ακόμα κι όταν η κοινωνία δείχνει ανοχή στις γυναικείες ομόφυλες σχέσεις, αυτές διαδραματίζονται στα περιθώρια του ετεροφυλοφιλικού γάμου. Στη Λατινική Αμερική, για παράδειγμα, έως τη δεκαετία του 1970 οι γυναίκες που αγαπούσαν γυναίκες είχαν ελάχιστες επιλογές εκτός από το να παντρευτούν ή να

κλειστούν σε μοναστήρι. Ακόμα κι εκείνες που εργάζονταν και μπορούσαν να εξασφαλίσουν μόνες τους τα προς το ζην, χωρίς να παντρευτούν, ήταν αναγκασμένες να βιώνουν τις σχέσεις τους με άλλες γυναίκες σε καθεστώς ημιπαρανομίας. Το ίδιο ισχύει και στη

σύγχρονη Αίγυπτο, όπου οι γυναίκες που έχουν γυναίκες ερωμένες φαίνεται ότι ζουν παράλληλα και συμβατική ζωή ως

ετεροφυλόφιλες. Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, σε συνδυασμό με άλλα κινήματα που αποσκοπούσαν στην επίτευξη της κοινωνικής δικαιοσύνης, οι γυναίκες που υιοθέτησαν την ταυτότητα της λεσβίας άρχισαν να μιλούν ανοιχτά για τα δικαιώματα τους, ακόμα και σε μέρη όπου αυτό ήταν επικίνδυνο. Όταν το 1975, υπό την

αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, διοργανώθηκε το Πρώτο παγκόσμιο συνέδριο για το Έτος της γυναίκας στην Πόλη του Μεξικού, ο Τύπος επέκρινε έντονα τη λεσβιακή παρουσία στο συνέδριο,

χαρακτηρίζοντας τον λεσβιασμό ξενόφερτη μόδα που δεν είχε καμία σχέση με την κουλτούρα και τις παραδόσεις του Μεξικού.

Page 174: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 174

Ωστόσο, τέσσερα χρόνια αργότερα, μια ομάδα λεσβιών κατάφερε να προωθήσει δημόσια τα αιτήματα του κινήματος στο Πρώτο Παγκόσμιο Συνέδριο Σεξολογίας. Στην Νότια Αφρική, κατά τη δεκαετία του 1980, δημιουργήθηκαν ομάδες όπως οι Γυναίκες της

Κυριακής στο Ντέρμπαν, η ομάδα Glow, ομοφυλοφιλική και λεσβιακή οργάνωση του Βιτβάτερστραντ, το Λεσβιακό φόρουμ στο Σοβέτο- Γιοχάνεσμπουργκ και η ομάδα Ερωμένες Λεσβίες σε δύσκολες καταστάσεις στο Κέιπ Τάουν. Σήμερα, οι λεσβίες μπορούν να συμμετάσχουν σε διεθνή φεμινιστικά ή ομοφυλοφιλικά και λεσβιακά συνέδρια, όπως αυτά που χρηματοδοτεί η Διεθνής

Οργάνωση Ομοφυλοφίλων και Λεσβιών. Το Ασιατικό Λεσβιακό

Δίκτυο φέρνει σε επαφή μεταξύ τους τις λεσβίες δέκα διαφορετικών ασιατικών χωρών και τις Ασιάτισσες λεσβίες που ζουν εκτός Ασίας, ενώ οι Συναντήσεις Φεμινιστριών Λεσβιών είναι συνέδρια που οργανώνονται για τις λεσβίες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής.

Το να διεκδικείς μια ταυτότητα – ως σαπφίστρια ή λεσβία – ως γυναίκα που αρνείται τον γάμο, ως garconne η Bulldagger ως bombero (κυριολεκτικά «πυροσβέστρια» ) ή Mucama ( νοικοκυρά) στην Αργεντινή ή ως chapatbaz ( γυναίκα που ασκεί τριβαδισμό) στα ουρντού, προϋποθέτει ότι έχεις μια συγκεκριμένη αντίληψη για έναν ιδιαίτερο τύπο ατόμου με τον οποίο ταυτίζεσαι καθώς και τη

πεποίθηση ότι υπάρχουν και άλλα άτομα σαν και σένα, με τα οποία θα μπορούσες να δημιουργήσεις μια κοινότητα. Παρόλο που το ζήτημα της ταυτότητας είναι σημαντικό για τη συγκρότηση της σύγχρονης λεσβίας, υπάρχουν ακόμα γυναίκες σε όλο τον κόσμο οι οποίες υπερβαίνουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα φύλα, αγαπούν άλλες γυναίκες και αναπτύσσουν μαζί τους σεξουαλικές

σχέσεις, χωρίς να θεωρούν ότι είναι λεσβίες. Αγαπώντας τις γυναίκες.

Τι σημαίνει λοιπόν να αγαπάς τις γυναίκες στον νεότερο κόσμο;

Όπως δείχνουν καθαρά όλες αυτές οι εκδοχές των σχέσεων μεταξύ γυναικών, υπάρχουν πολλοί και διάφοροι τρόποι με τους οποίους οι γυναίκες αγαπούν άλλες γυναίκες. Μερικές υπερβαίνουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα φύλα προκειμένου να παντρευτούν τις ερωμένες τους, όπως έκαναν η Έντουαρντ Ντε Λέισυ Έβανς, « Αυτός που πήγε στα πνεύματα», η Σαντόρ Βέυ και η

Μπίλυ Τίπτον. Άλλες πάλι δημιουργούν σχέσεις συζυγικού τύπου, με διαφορετικό βαθμό επιτυχίας, όπως έκαναν η Έλινορ Μπάτλερ και η Σάρα Πόνσομπυ, η Αν Λίστερ και η Αν Γουόκερ, η Γκίτα και

η Μαντζού. Ορισμένες, όπως οι χουάμε των Μοχάβε και οι garconnes του Βερολίνου, επιδιώκουν τη μετάβαση από το ένα

Page 175: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 175

φύλο στο άλλο ή αποπειρώνται να καταλύσουν τη διάκριση μεταξύ αρσενικού και θηλυκού, την ίδια στιγμή που κάποιες άλλες υιοθετούν έντονα θηλυκές περσόνες. Μερικές γυναίκες, όπως η Άλις Μπόλντυ, η Σοφί Ροτοβά, η Αντζελίνα Γουέλντ Γκρίμκε και οι

γυναίκες της ποίησης Ρέχτι, εκφράζουν την αγάπη τους με παθιασμένη γλώσσα. Ορισμένες, όπως η Αν Λίστερ, η Άντι Μπράουν λαο η Ρεβέκκα Πρίμους, οι φυλακισμένες Γαλλίδες πόρνες των παριζιάνικων τραγουδιών του δρόμου, οι Butches και οι fems της δεκαετίας του 1950 και η Νάταλι Κλίφορντ Μπάρνυ έκαναν έρωτα η μια στην άλλη με τα χέρια, τη γλώσσα και το

αιδοίο τους. Κάποιες άλλες, τέλος, ύμνησαν την αγάπη τους,

διεκδίκησαν μια ιδιαίτερη ταυτότητα θεμελιωμένη σε αυτή την αγάπη και ένωσαν τις δυνάμεις τους προκειμένου να κάνουν τον κόσμο πιο φιλόξενο για τις γυναίκες που αγαπούν γυναίκες.

Ανακαλύπτοντας την ομοφυλοφιλία :διαπολιτισμικές

συγκρίσεις και η ιστορία της σεξουαλικότητας.

Page 176: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 176

Σεξουαλικότητα και πολιτισμική διαφορά.

Η σχέση ανάμεσα στη σεξουαλικότητα και την πολιτισμική διαφορά

κάθε άλλο παρά απλή είναι, καθώς η σεξουαλικότητα έχει κληθεί πολλές φορές να ορίσει που αρχίζει και που τελειώνει ο πολιτισμός. Αν αυτό ισχύει γενικά για τη σεξουαλικότητα, ισχύει ακόμα περισσότερο για την ομοφυλοφιλία. Παρόλο που συχνά απορρίπτουμε τις ευρωπαϊκές αναπαραστάσεις της αχαλίνωτης σεξουαλικότητας της Ανατολής ως απλά επιφαινόμενα του

ιμπεριαλισμού της Δύσης, δεν είναι λίγες οι φορές που οι μελετητές

της ιστορίας της σεξουαλικότητας καταφεύγουν στα αρχεία των οριενταλιστών για να βρουν απεικονίσεις των ομόφυλων επιθυμιών, οι οποίες συνήθως απουσιάζουν ή έχουν διαγραφεί από τις επίσημες καταγραφές της ιστορίας. Έτσι, η πραγματεία του Ρίτσαρντ Μπέρτον για τη σωταδική ζώνη, την περιοχή του κόσμου

εκείνη στην οποία υποτίθεται ότι ο σοδομισμός αποτελούσε ενδημικό φαινόμενο (μια περιοχή που ο Μπέρτον ταυτίζει γεωγραφικά με τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή), η Τουρκικές επιστολές του 18ου αιώνα της λαίδης Μαίρης Ουόρτλυ Μόνταγκιου, στις οποίες γίνονται υπαινιγμοί για τριβαδικές σχέσεις μεταξύ γυναικών που ζουν στα χαρέμια, και τα γράμματα και τα

ταξιδιωτικά ημερολόγια του Γκυστάβ Φλωμπέρ από την Αίγυπτο, όπου μιλάει για τις παρακμιακές του σχέσεις με νεαρούς Άραβες – όλα αυτά τα οριενταλιστικά κείμενα έχουν μετατραπεί σε κρίσιμης σημασίας ιστορικές πηγές στο πλαίσιο ενός εναλλακτικού κανόνα που αφορά την ιστορία της ομοφυλοφιλίας. Τέτοιου είδους κείμενα δεν μπορούν βέβαια να αντιμετωπιστούν ως αξιόπιστες ιστορικές

διαμαρτυρίες για τις σεξουαλικές πρακτικές που επικρατούσαν στην Ανατολή. Ωστόσο, μας βοηθούν να εντοπίσουμε τους μεταβαλλόμενους όρους με τους οποίους οι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονταν τις δυνατότητες ερωτικής συνεύρεσης μεταξύ

αντρών και μεταξύ γυναικών κατά τις ιστορικές περιόδους που προηγούνται της ανάδυσης των νεωτερικών ταυτοτήτων του

ομοφυλόφιλου άντρα και της λεσβίας γυναίκας. Η σχέση ανάμεσα στις διάφορες ιστορικές εκφάνσεις της ομόφυλης σεξουαλικής συμπεριφοράς και τις σύγχρονες ομοφυλοφιλικές και λεσβιακές ταυτότητες δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε απλή ούτε αυταπόδεικτη. Δεν υπάρχουν μονάχα συνέχειες στην ιστορική διαδρομή των διαφόρων σεξουαλικών πρακτικών

αλλά και πολύ σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι πρακτικές σηματοδοτούνταν κοινωνικά και συναισθηματικά σε διάφορες ιστορικές περιόδους. Εξετάζοντας πιο

ειδικά τις αναπαραστάσεις των ομόφυλων σεξουαλικών σχέσεων που περιλαμβάνονται στο ρεπερτόριο του οριενταλιστικού λόγου, ο

Page 177: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 177

Joseph Boone υποστηρίζει ότι η πολυτιμότερη ιδεολογικοπολιτική συνεισφορά της ομοφυλοφιλικής διερεύνησης των ιστορικών καταβολών της ομοφυλοφιλίας ίσως να έγκειται σε αυτήν ακριβώς τη συνειδητοποίηση της αναντιστοιχίας ανάμεσα στο παρόν και στο

παρελθόν της σεξουαλικότητας. Σε ένα δοκίμιο του, το οποίο αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της θεωρητικής στροφής των ομοφυλοφιλικών ιστορικών σπουδών από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 προς μια queer – δηλαδή αντιουσιοκρατική και μη ταυτοποιητική – εννοιολόγηση της ομοφυλοφιλίας, ο Boone υποστηρίζει ότι οι ομοερωτικές διαστάσεις των οριενταλιστικών

κειμένων δεν λειτουργούν ενισχυτικά ως προς την ιδέα της δυτικής

σεξουαλικής ανωτερότητας απέναντι στην Ανατολή, αλλά, αντίθετα υπονομεύουν εν μέρει « αυτές τις παραδειγματικές κατασκευές της διαφορετικότητας που ενδυνάμωσαν και ανέδειξαν σε ιδεολογικούς μηχανισμούς καταπίεσης τα αντιθετικά δίπολα Δύση/ Ανατολή και ετεροφυλοφιλία/ ομοφυλοφιλία ». Έτσι, η ιστορική διερεύνηση της

σεξουαλικότητας γίνεται ένα μέσο αμφισβήτησης του αναγκαστικού αντιθετικού διπόλου ετεροφυλοφιλία/ ομοφυλοφιλία, το οποίο ο 20ος αιώνας εννόησε τη σεξουαλικότητα, παγιώνοντας μια αντίληψη που θεωρεί τις ομοσεξουαλικές πράξεις ηθικά, βιολογικά και συναισθηματικά κατώτερες σε σύγκριση με το ιδανικό της ετεροφυλοφιλίας.

Παρόμοια συμπεράσματα βγάζουμε και από τη διαπολιτισμική μελέτη της σεξουαλικής και έμφυλης διαφοράς, η οποία μας αποκαλύπτει την ευρύτατη ποικιλία που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη σεξουαλικότητα. Η ανθρωπολογία πάντα ενδιαφερόταν για τα σεξουαλικά ήθη και έθιμα των παραδοσιακών κοινωνιών. Ωστόσο, η διερεύνηση των ομόφυλων σεξουαλικών δραστηριοτήτων

που λάμβαναν χώρα στις παραδοσιακές κοινωνίες των ιθαγενών επηρέασε και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ομοφυλοφιλία στη νεωτερική Δύση. Πράγματι, οι διαφορές που εντοπίζουμε ανάμεσα στις σεξουαλικές πρακτικές του μητροπολιτικού κέντρου

και τις αντίστοιχες πρακτικές των περιφερειακών παραδοσιακών κοινωνιών πολλές φορές καταφέρνουν να ανατρέψουν τις

αντιλήψεις για τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την έμφυλη ταυτότητα που κυριαρχούν στη δική μας κοινωνία. Κατά τις δεκαετίες του 1890 και του 1990 υπήρξε μια αναζωπύρωση του ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος των ομοφυλόφιλων για την ανθρωπολογική μελέτη των ομόφυλων σεξουαλικών πρακτικών. Το ακαδημαϊκό αυτό πρόταγμα συνδεόταν στενά, αν

και έμμεσα, με τη γενικότερη συζήτηση που γινόταν τότε, ιδιαίτερα στις δυτικές κοινωνίες, σχετικά με την κοινωνική αποδοχή της ομοφυλοφιλίας και του λεσβιασμού. Για παράδειγμα, η έρευνα του

Gilbert Herdt πάνω στις πρακτικές ανταλλαγής σπέρματος μεταξύ των αντρών της φυλής Σάμπια δεν βρήκε απήχηση μόνο στους

Page 178: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 178

κύκλους των ανθρωπολόγων, αλλά διαβάστηκε και από ένα πολύ ευρύτερο αναγνωστικό κοινό ομοφυλοφίλων, ειδικών και μη, πράγμα που καταδεικνύει τις πολιτικές συνιστώσες του όλου ακαδημαϊκού εγχειρήματος. Δείχνοντας πόσο σημαντικές ήταν οι

ομοφυλοφιλικές σχέσεις για την κοινωνική δομή της συγκεκριμένης φυλετικής κοινότητας, η μελέτη του Herdt έθεσε υπό αμφισβήτηση την κυρίαρχη δυτική αντίληψη ότι η ομοφυλοφιλία είναι μια μη κανονική, παραβατική συμπεριφορά και, ως τέτοια, είναι ανάξια κοινωνικής αναγνώρισης και επικύρωσης. Πράγματι, η καινοτόμα έρευνα του πάνω στα

σεξουαλικά κοινωνικά τελετουργικά των Σάμπια – μιας από τις

ορεινές φυλές της Νέας Γουινέας – αναλύει παραδειγματικά μια συγκεκριμένη ανδροκεντρική ιδεολογική επένδυση της ομόφυλης σεξουαλικής συμπεριφοράς, σύμφωνα με την οποία, για να αναπτυχθούν σωστά τα αρσενικά μέλη της φυλής, είναι απαραίτητο να περάσουν από μια διαδικασία σεξουαλικής μύησης από τα

μεγαλύτερης ηλικίας αγόρια. Στην κοινωνία των Σάμπια τα νεαρά αγόρια μαθαίνουν να διεγείρουν στοματικά τους μεγαλύτερους νέους, προκειμένου να εκμαιεύσουν και να καταπιούν το σπέρμα τους. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των Σάμπια, η κατάποση του σπέρματος είναι αναγκαία για να γίνουν τα αγόρια σωματικά δυνατοί, κοινωνικά ώριμοι και αναπαραγωγικά ικανοί ενήλικοι. Τα

αγόρια εισάγονται στη διαδικασία μυστικής μύησης στην ηλικία των δέκα ετών, όταν πάνε να ζήσουν στο σπίτι των αντρών της φυλής, ενώ στην ηλικία των δεκαπέντε ετών προάγονται στην ομάδα των δοτών του σπέρματος. Σε ακόμα μεγαλύτερη ηλικία, οι νέοι αρχίζουν να συνάπτουν σεξουαλικές σχέσεις με γυναίκες, υιοθετώντας έτσι, και στη σεξουαλική σφαίρα, τον τρόπο ζωής που

ορίζει για τους ενήλικους άντρες η κουλτούρα τους. Με άλλα λόγια, για τους Σάμπια, οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις δεν συνιστούν παρέκκλιση αλλά, αντίθετα, μια επιβεβλημένη πτυχή του τελετουργικού της ενηλικίωσης τους, που τους προσδίδει εν τέλει

μια ανδρική ταυτότητα αποκλειστικά ετεροσεξουαλική. Δεν είναι καθόλου περίεργο, λοιπόν, που αυτά τα ανθρωπολογικά πορίσματα

σχετικά με την καθολική παρουσία και τον κεντρικό ρόλο των ομόφυλων σεξουαλικών σχέσεων στην κουλτούρα των Σάμπια βρήκαν θερμή υποδοχή από ένα ευρύτατο κοινό ομοφυλοφίλων και λεσβιών, που επιθυμούσαν να αποτινάξουν το συλλογικό στίγμα κατωτερότητας που τους επέβαλλε η δυτική κουλτούρα. Ανεξάρτητα από το πόσο ηθικά ή προοδευτικά υπήρξαν τα

αποτελέσματα αυτής της ανθρωπολογικής σύγκρισης, η συγκεκριμένη παράδοση αντιμετωπίζει σήμερα ολοένα και περισσότερα μεθοδολογικά και θεωρητικά προβλήματα. Ως έναν

βαθμό, οι δυσκολίες αυτές προέρχονται από τον χώρο της μεταποικιακής κριτικής, η οποία έχει θέσει αρκετές φορές υπό

Page 179: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 179

αμφισβήτηση την πολιτική αθωότητα της σχετικιστικής αντιμετώπισης των πολιτισμικών φαινομένων. Επιπρόσθετα, η ανθρωπολογική σύγκριση υπονομεύεται επίσης από την παγκόσμια απήχηση που έχει αποκτήσει η σημερινή γκέι κουλτούρα, η οποία

της δίνει τη δυνατότητα να μετατρέπει τις υποτιθέμενες διαφορετικές σεξουαλικές κουλτούρες σε ολοένα και πιο πιστές προσομοιώσεις του εαυτού της. Αντί να εγκαταλείψουμε εξ ολοκλήρου τη συγκριτική μέθοδο ή να νομίσουμε ότι μπορούμε να παραβλέψουμε εντελώς αυτές τις διαπολιτισμικές διαπιστώσεις, επιμένοντας απλώς στην επισήμανση της ύπαρξης καταφανώς

διαφορετικών σεξουαλικών συμπεριφορών και ταυτοτήτων μέσα σε

πολιτισμικά καθεστώτα που απέχουν σημαντικά – ιστορικά και γεωγραφικά – μεταξύ τους, είναι ίσως προτιμότερο να διερευνήσουμε πιο προσεκτικά τις καταβολές αυτών των διαφορών. Εδώ θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας σε τρεις διακριτές γεωγραφικές περιοχές: την προκολομβιανή Αμερική, την

υποσαχάρια Αφρική και την Ωκεανία. Στις περιοχές αυτές η σύγκρουση μεταξύ αντιθετικών συστημάτων εννοιολόγησης και άσκησης της σεξουαλικότητας αποτέλεσε αναπόσπαστο τμήμα της συνάντησης ανάμεσα σε ιθαγενείς και ξένες κουλτούρες.

Σεξουαλικές ανακαλύψεις στον Νέο Κόσμο.

Αντί να ψάχνει τον ομοφυλόφιλο μέσα στην ιστορία, η πρόσφατη queer ακαδημαϊκή έρευνα έχει στραφεί στη διερεύνηση της διαμόρφωσης των ετεροκανονιστικών συντεταγμένων, οι οποίες κάποια στιγμή μέσα στον 19ο αιώνα, κατάφεραν να περιορίσουν το

φάσμα των σεξουαλικών δυνατοτήτων και να το υποτάξουν στο κυρίαρχο διπολικό σύστημα της ετεροφυλοφιλίας και της ομοφυλοφιλίας. Αυτή η μεθοδολογική στροφή από την ιστορία της ομοφυλοφιλίας στην ιστορία της ετεροκανονικότητας χαρακτηρίζει

μια σειρά από σημαντικές μελέτες που έχουν θέμα τους την πρώιμη νεωτερική εποχή. Κατά την πρώιμη νεωτερική περίοδο δεν

ίσχυε ακόμα η κάθετη διάκριση μεταξύ ομοφυλόφιλου και ετεροφυλόφιλου. Ειναι όμως γεγονός ότι εκείνη την εποχή το πεδίο της σεξουαλικότητας τέθηκε υπό έντονη ιδεολογική επαναδιαπραγμάτευση, και μάλιστα με τρόπους που συνδέονται στενά με την ευρύτερη σφαίρα της πολιτισμικής πολιτικής και της πολιτικής φιλοδοξίας. Για παράδειγμα, τα άρθρα που

ανθολογούνται στον συλλογικό τόμο Queer Iberia δείχνουν ότι η μεσαιωνική χριστιανική καταδίκη των ομόφυλων σεξουαλικών πράξεων – οι οποίες συχνά προσωποποιούνταν στη μορφή του

σεξουαλικά αχόρταγου Σαρακηνού ή Μαυριτανού και των νεαρών ευνοούμενων που τον υπηρετούσαν – ήταν ένα μέσο ενίσχυσης της

Page 180: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 180

πολιτικής εξουσίας του χριστιανισμού, μιας θρησκείας που και η ίδια ήταν οργανωμένη γύρω από την λατρεία του ανδρικού σώματος. Ανάμεσα στην καθαγιασμένη από τον χριστιανισμό παράδοση της ερωτικά φορτισμένης μαρτυρολατριας και τις

ισλαμικές σεξουαλικές πρακτικές που πρόσβαλλαν, υποτίθεται, την έννοια του ανδρισμού, η διαχωριστική γραμμή ήταν εξαιρετικά ασταθής. Ωστόσο, η ανάγκη να τονιστεί η διάκριση αυτή δεν ήταν απλώς ζήτημα θρησκευτικής τάξης, αλλά είχε κρίσιμη σημασία για άλλα πολιτισμικά φαινόμενα, όπως η διαδικασία συγκρότησης του έθνους και η αποικιοκρατική επέκταση.

Σήμερα, πολλοί σχολιαστές συμφωνούν ότι τα συγκεχυμένα

νοήματα που αποδίδονται στη σοδομία κατά την πρώιμη νεωτερική περίοδο περισσότερο υποβοήθησαν παρά παρεμπόδισαν την εμπέδωση της πολιτισμικής και της πολιτικής επικυριαρχίας της Δύσης, ειδικά μάλιστα όταν τα αρνητικά αυτά νοήματα προβάλλονταν σε ξένους λαούς, όπως συνέβη κατά την περίοδο των

ανακαλύψεων του Νέου Κόσμου. Σύμφωνα με την κλασική διατύπωση του Φουκώ, η σοδομία δεν συνιστά πρωτίστως μια κατηγοριοποιήσιμη σωματική πρακτική, αλλά μάλλον ένα ρητορικό σχήμα λόγου που περιγράφει τις απρεπείς ή αφύσικες σχέσεις. Από αυτή την άποψη η σοδομία δεν έχει άμεση σχέση με τις επιθυμίες και τις ταυτότητες που οργανώνονται σήμερα πάνω

στις εννοιολογικές συντεταγμένες της ιδέας του σεξουαλικού προσανατολισμού. Περιγράφοντας τους ιθαγενείς της Αμερικής, ο χρονικογράφος Μπερνάλ Ντίαθ δελ Καστίγιο εντοπίζει ως μία από τις καταδικαστέες εκφάνσεις της κουλτούρας τους την πρακτική της παρενδυσίας, δηλαδή τη συνήθεια των αγοριών και των αντρών να ντύνονται με γυναικεία ρούχα και να φέρονται σαν γυναίκες:

Επιπλέον, οι περισσότεροι από αυτούς ήταν σοδομίτες, ειδικά μάλιστα όσοι ζούσαν στις παράκτιες και στις θερμές περιοχές. Τα αγόρια περιφέρονταν ντυμένα γυναίκες και επιδίδονταν σ’ αυτή τη διαβολική και καταραμένη δραστηριότητα.

Αυτού του είδους η σοδομία συνήθως χρησιμοποιείται ως επιχείρημα που νομιμοποιεί τα βίαια προγκρόμ εναντίον των

ιθαγενών της αμερικανικής ηπείρου. Για παράδειγμα, στα 1513, ο Βάσκο Νούνιεθ δε Μπαλμπόα, αφού νίκησε τον φύλαρχο των Κουαρέκουα και πολλούς από τους συμπολεμιστές του, ανακάλυψε μεταξύ των ανθρώπων αυτής της φυλής μεγάλο αριθμό νέων αντρών με γυναικεία ενδυμασία, καλλωπισμένους αβρά και με θηλυπρέπεια, οι οποίοι κρατούνταν χωριστά από τους υπολοίπους

για να προσφέρουν διεστραμμένες αφροδισιακές απολαύσεις. Με την κατηγορία ότι διέπραξαν την πιο καταραμένη και αφύσικη ανηθικότητα, σαράντα από αυτούς τους παρενδυσίες νεαρούς

έγιναν βορά των επιθετικών σκυλιών των Ισπανών. Η ανακάλυψη και η εκτέλεση αυτών των νεαρών αντρών που ντύνονταν γυναίκες

Page 181: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 181

και πρόσφεραν σεξουαλικές υπηρεσίες σε άλλους άντρες – γεγονός που απαθανατίστηκε σε ένα χαρακτικό του Τεοντόρ ντε Μπρυ – προσέδωσε ηθικό νόημα στην ισπανική εισβολή στον Νέο κόσμο, το οποίο μεγεθύνθηκε ακόμα περισσότερο μετά την εκτέλεση, όταν,

σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πιέτρο Μέρτιρε, οι χωρικοί που επέζησαν παρέδωσαν στον Μπαλμπόα κι άλλους νεαρούς άντρες που είχαν προσβληθεί από αυτή την πανούκλα. Όπως υποστηρίζει ο Jonathan Goldberg, η ανακάλυψη και η εξάλειψη της σοδομίας χρησιμοποιήθηκε ως τρόπος διαχωρισμού του ιθαγενούς πληθυσμού σε ευγενείς πρωτόγονους και σε πρωτόγονους άγριους,

επιτρέποντας έτσι στην ισπανική κατάκτηση να νοηματοδοτηθεί ως

απελευθερωτική παρέμβαση προς όφελος των ιθαγενών θυμάτων αυτής της βρομερής ανηθικότητας που διέπρατταν εις βάρος τους οι διεφθαρμένοι αρχηγοί τους. Έτσι, η σεξουαλική διαφορά χρησιμοποιήθηκε ως μέσο νομιμοποίησης της αποικιακής σύγκρουσης. Επιπρόσθετα, η βία

που ασκήθηκε στα σώματα των θηλυπρεπών ιθαγενών εγκαινίασε ένα ευρύτερο σύστημα επιβολής της ετεροκανονικότητας, το οποίο είχε μακροπρόθεσμες συνέπειες τόσο για τους ιθαγενείς όσο και για τους εποίκους, καθώς και για τους μετέπειτα ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους που προέκυψαν από αυτούς. Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η ιδεολογία του υπερτονισμένου

ανδρισμού που χαρακτηρίζει τις σημερινές λατινοαμερικανικές κουλτούρες αποτελεί ιστορικό και κοινωνικό επακόλουθο της σύγκρουσης ανάμεσα στα διαφορετικά καθεστώτα σεξουαλικότητας που έλαβε χώρα κατά την περίοδο της ισπανικής κατάκτησης. Στην ιδιαίτερη πολιτισμική έκφραση που παίρνει η ιδεολογία του machismo στη Λατινική Αμερική, η ομοφοβική περιφρόνηση

στρέφεται αποκλειστικά εις βάρος του αποδέκτη της πρωκτικής σεξουαλικής διείσδυσης, ενώ, αντίθετα, ο σεξουαλικά επιτιθέμενος σε περιπτώσεις ομοφυλοφιλικού βιασμού θεωρείται ότι επικυρώνει με αυτή του την πράξη τον ακαταμάχητο ανδρισμό του.

Το κρίσιμο σημείο που αναδεικνύεται από αυτές τις ιστορικές μαρτυρίες είναι οι συνέπειες της κοινωνικής ισχύος που παράγεται

κατά τη διαδικασία του διαπολιτισμικού εντοπισμού και της διαπολιτισμικής διαχείρισης της σεξουαλικής διαφοράς. Ωστόσο, οι μαρτυρίες για τη σεξουαλική ποικιλομορφία που χαρακτήριζε τις κουλτούρες των ιθαγενών της Αμερικής εμπλέκονται αναπόφευκτα και με άλλες αφηγήσεις, ευρύτερης πολιτισμικής σημασίας. Ειδικότερα, η μορφή του μπερνταχή – μια μορφή με οριακή

έμφυλη υπόσταση, την οποία συναντάμε στις περιγραφές της κοινωνικής δόμησης πολλών φυλετικών κοινοτήτων – συχνά μας προβληματίζει ως προς τις μορφές που μπορούν να πάρουν οι

επιτρεπτές κοινωνικές εκφράσεις της σεξουαλικότητας. Η λέξη « μπερνταχής» προέρχεται από την αραβική λέξη berdaj και υπονοεί

Page 182: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 182

την ταύτιση του κοινωνικού ρόλου του θηλυπρεπούς αρσενικού με τον σεξουαλικό ρόλο αυτού που δέχεται την πρωκτική σεξουαλική διείσδυση. Εκ πρώτης όψεως λοιπόν, πρόκειται για μια μορφή που μας είναι πολύ γνωστή από τις σεξουαλικές και κοινωνικές

κατηγοριοποιήσεις του Παλαιού κόσμου, οι οποίες διαχώριζαν μεταξύ τους και παράλληλα αξιολογούσαν, τα σεξουαλικώς δρώντα υποκείμενα ανάλογα με το αν ήταν ενεργητικοί φορείς ή παθητικοί αποδέκτες της σεξουαλικής διείσδυσης. Ωστόσο, οι παλαιότερες ταξιδιωτικές αφηγήσεις από τον Νέο κόσμο συχνά τονίζουν την ικανότητα του μπερνταχή να συνδυάζει τα χαρακτηριστικά της

θηλυκότητας και της αρρενωπότητας, καθώς και τις λεγόμενες

ενεργητικές και παθητικές σεξουαλικές τάσεις, υιοθετώντας τρόπους ζωής που ήταν άγνωστοι έως τότε στους Ευρωπαίους. Ενώ ο Φρανθίσκο Κορεάλ σημειώνει ότι οι θηλυπρεπείς που παραδίδονταν σεξουαλικά στους άντρες αποκλείονταν από την ανδρική κοινωνία και απασχολούνταν με όλες τις εργασίες των

γυναικών, ο Καμπέθα δε Βάκα μιλάει κατηγορηματικά για τον ανδρισμό και τη σωματική ρώμη των ανθρώπων αυτών κατά την εκτέλεση παραδοσιακά ανδρικών εργασιών: Είναι τοξότες και κουβαλούν μεγάλα βάρη. Τα μέλη τους είναι πιο δυνατά από των άλλων αντρών και είναι επίσης ψηλότεροι. Παρόλο που οι δύο αυτές μαρτυρίες φαινομενικά αντιφάσκουν μεταξύ τους, στην

πραγματικότητα δείχνουν ότι ένας από τους τρόπους κατά τους οποίους ο μπερνταχής του Νέου Κόσμου διαφέρει από τον κίναιδο του Παλαιού είναι ότι ο πρώτος αναγνωρίζεται ως μέλος μιας κοινωνικά συμπαγούς μειονότητας ή υποκατηγορίας, η οποία δεν περιορίζεται στην προσφορά σεξουαλικών υπηρεσιών, αλλά συνεισφέρει και με άλλους τρόπους στη ζωή της κοινότητας.

Η ανθρωπολογική έρευνα του 20ου αιώνα έδωσε τόσο μεγάλη έμφαση στην κοινωνική σημασιοδότηση του ρόλου του μπερνταχή στις κοινωνίες των ιθαγενών, ώστε η συζήτηση γύρω από το ερωτικό του προφίλ είτε πέρασε σε δεύτερο πλάνο είτε αγνοήθηκε τελείως.

Για παράδειγμα, η Ruth Benedict, στη μελέτη της Patterns of Culture το 1959, συσκοτίζει τις σεξουαλικές διαστάσεις του

μπερνταχή στη φυλή των Ζούνι, προκειμένου να συζητήσει εκτενώς τον πνευματικό του ρόλο και το κοινωνικό κύρος που τον περιέβαλλε. Πιο πρόσφατα, η απόπειρα της φεμινιστικής ακαδημαϊκής έρευνας να προσεγγίσει τις ερωτικές διαστάσεις του ιθαγενούς άντρα ή της ιθαγενούς γυναίκας που, αν και επιλέγει να υιοθετήσει το είδος της κοινωνικής εργασίας και τον

ενδυματολογικό κώδικα που προσιδιάζει στο αντίθετο φύλο, προσανατολίζεται σεξουαλικά στο ίδιο φύλο συνάντησε σημαντικές δυσχέρειες. Στη σημαντική μελέτη της, η Harriet Whitehead

αντιμετωπίζει τους μπερντάχηδες ως διαφυλικά άτομα που υιοθετούν τον έμφυλο κοινωνικό ρόλο του αντίθετου φύλου.

Page 183: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 183

Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Will Roscoe, στην ανάλυση της Whitehead « το κοινωνικό φύλο στηρίζεται στα φυσικά δεδομένα του βιολογικού φύλου και εφόσον, από την άποψη αυτή, υπάρχουν μόνο δύο φύλα δεν υπάρχει καμία έμφυλη δυνατότητα που να μην

ορίζεται με βάση είτε το αρσενικό είτε το θηλυκό». Σε ένα σύστημα που αναγνωρίζει μόνο δύο φύλα, καταλήγει ο Roscoe, μπορεί να υπάρξει μόνο ένας σεξουαλικός προσανατολισμός: η έλξη ανάμεσα στα δύο φύλα, δηλαδή η ετεροφυλοφιλία. Θεωρώντας δεδομένη την ευθεία αντιστοιχία ανάμεσα στο βιολογικό και το κοινωνικό φύλο, η ανάλυση της Whitehead τείνει να αναπαραγάγει αυτές ακριβώς τις

δυτικές ιεραρχήσεις και κατηγοριοποιήσεις της σεξουαλικότητας

που θα μπορούσε να υπονομεύσει. Ο Roscoe έχει συγγράψει επίσης τη βιογραφία του Γουί Γουά, ενός μπερνταχή της φυλής των Ζουνί που έγινε πολύ διάσημος στην Αμερική τη δεκαετία του 1880. Το έργο αυτό καθώς και η μελέτη της Paula Gunn Allen για τις γυναίκες και για τις

συναισθηματικές συμμαχίες μεταξύ γυναικών στη φυλή των Λακότα αμφισβητούν ανοιχτά την ανθρωπολογική παράδοση που περιγράψαμε, καθώς και τις ετεροφυλοφιλικές προϋποθέσεις στις οποίες βασίζεται. Και οι δύο συγγραφείς υποστηρίζουν ότι είναι λάθος να προσεγγίζουμε την ποικιλομορφία του φύλου στις κοινωνίες των ιθαγενών της Αμερικής μέσα από ερμηνευτικά

μοντέλα που αναγνωρίζουν μόνο δύο φύλα. Αντίθετα, οι Ζουνί αναγνώριζαν την ύπαρξη ενός τρίτου έμφυλου ρόλου, που συνδύαζε δύο πνευματικές υποστάσεις, του λεγόμενου Ιχαμάνα. Η προδιάθεση του Γουί Γουά να εξελιχθεί σε Ιχαμάνα εκδηλώθηκε για πρώτη φορά στα παιδικά του χρόνια, όταν, σε ηλικία τριών ή τεσσάρων χρονών, ήθελε να ντύνεται κορίτσι και να κάνει τις

γυναικείες δουλειές στο σπίτι. Ενήλικος πια, ο Γουί Γουά ενστερνίστηκε αυτόν τον θηλυκό ρόλο με τόσο μεγάλη επιτυχία, ώστε το 1886 τον παρουσίασαν στον πρόεδρο των ΗΠΑ ως Ινδιάνα πριγκίπισσα. Παράλληλα, εξαιτίας της φήμης που απέκτησε ως

ένας ιδιαίτερα ευφυής και προοδευτικός εκπρόσωπος της πολιτισμικής του παράδοσης, διατήρησε επί μακρόν υψηλή θέση

στα σύμβολα της φυλής των Ζούνι. Το μεγάλο κοινωνικό κύρος που απέκτησε δεν θεωρήθηκε ποτέ ασυμβίβαστο με τη γυναικεία του εμφάνιση ούτε με τις ομοερωτικές σχέσεις που διατηρούσε με νεαρά αγόρια και άλλους άντρες. Στη φυλή των Μοχάβε, η ιδιαίτερη πνευματική σημασία που αποδιδόταν στον έμφυλο ρόλο που συνδύαζε τις δύο πνευματικές

υποστάσεις ήταν εγγεγραμμένη στη μυθολογική παράδοση. Για να ιδιοποιηθεί κανείς αυτό το ρόλο έπρεπε να περάσει από μια διαδικασία μετάλλαξης που περιλάμβανε και τη συμβολική

επιτέλεση της αναπαραγωγικής λειτουργίας. Έτσι, ο/η alyha αντρογυναίκα, πρόσωπο με διπλή πνευματική υπόσταση, δεν

Page 184: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 184

αναλάμβανε απλώς τις οικιακές εργασίες των γυναικών, αλλά επίσης επιτελούσε παραστατικά σε τακτά χρονικά διαστήματα τη γυναικεία έμμηνο ρύση, γδέρνοντας το σώμα του ανάμεσα στα πόδια. Όπως και οι υπόλοιπες γυναίκες της φυλής, αποσυρόταν

από την κοινωνική ζωή κατά τη διάρκεια της περιόδου. Ενίοτε, η αντρογυναίκα αναπαριστούσε επίσης τη διαδικασία της γέννας, με τη χρήση ουσιών που προκαλούσαν χρόνια δυσκοιλιότητα. Η σεξουαλική απόλαυση της αντρογυναίκας συνδεόταν στενά με την αποδοχή της πρωκτικής διείσδυσης και με την επίτευξη της εκσπερμάτωσης την ώρα που ο αρσενικός του σύντροφος βρισκόταν

μέσα της. Το συμμετρικό αντίστοιχο της αντρογυναίκας, δηλαδή η

γυναικο-άντρας με τις δύο πνευματικές υποστάσεις, λεγόταν hwame και έκανε ομοερωτικό σεξ τρίβοντας το αιδοίο της πάνω σε μια θηλυκή σύντροφο που ξάπλωνε από κάτω της, ωσότου φτάσει σε οργασμό. Παρόλο που αυτοί οι ρόλοι έχουν πια μεταλλαχθεί λόγω της αποικιοκρατίας, παλαιότερα οι Μοχάβε αναγνώριζαν

επίσημα τα ζευγάρια που αποτελούνταν από ένα άτομο με δύο πνευματικές υποστάσεις και έναν σύντροφο συμβατικού φύλου και τους επέτρεπαν να υιοθετήσουν παιδιά. Η ευρύτερη σημασία της αμερικανοϊνδιάνικης μορφής με τις δύο πνευματικές υποστάσεις έγκειται στις δυνατότητες διαχωρισμού του βιολογικού και του κοινωνικού φύλου που αυτά τα παραδείγματα

αντιπροσωπεύουν. Η αναγνώριση αυτής της δυνατότητας επιτρέπει την ανάπτυξη μια σεξουαλικής και έμφυλης μορφολογίας, η οποία δεν περιορίζεται στις αποκλειστικά ανδρικές ή γυναικείες ταυτίσεις και στις αντίστοιχες επιλογές σεξουαλικού συντρόφου, τις οποίες επιβάλλουν οι αντιλήψεις που επικρατούν στη δυτική κουλτούρα. Προκειμένου να καταδείξει ότι ακόμα και η σωματικότητα του

φύλου δεν αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα πολιτισμικά περιβάλλοντα, ο Roscoe επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τις παραδοσιακές αντιλήψεις των Ζουνί, μια σειρά παρεμβάσεων θεωρούνται απαραίτητες για να εξασφαλιστεί ότι το παιδί που

γεννιέται θα αποκτήσει πράγματι κάποιο φύλο.

Η μαία μάλασσε και έπλαθε με τα χέρια το πρόσωπο, τη μύτη, τα μάτια και τα γεννητικά όργανα του βρέφους. Αν το βρέφος ήταν αρσενικό, έριχνε κρύο νερό επάνω στο πέος του για να αποτρέψει την υπερβολική του ανάπτυξη. Αν το βρέφος ήταν θηλυκό, η μαία έσπαγε στα δύο μια νεροκολοκύθα και τη έτριβε πάνω στο αιδοίο του προκειμένου να το μεγαλώσει. Σε αυτά τα

πολιτισμικά συμφραζόμενα, η γνώση του είδους των γεννητικών οργάνων που διαθέτει το κάθε άτομο είναι δευτερεύουσας σημασίας. Είναι πολύ πιο σημαντικό να γνωρίζουμε πώς

συγκροτείται πολιτισμικά το ανθρώπινο σώμα και ποια

Page 185: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 185

χαρακτηριστικά και διαδικασίες ( φυσιολογικής ή και κοινωνικής υφής) θεωρείται ότι του προσδίδουν έμφυλη υπόσταση. Σε αυτό το παράδειγμα βλέπουμε ότι η σεξουαλική ανατομία

γίνεται αντιληπτή ως επίτευγμα, όχι ως φυσιολογικό δεδομένο που προκαθορίζεται εκ γενετής. Αυτό υπονομεύει τη συμβατική δυτική αντίληψη, η οποία θεωρεί ότι το κοινωνικό φύλο έχει μια a priori φυσιολογική βάση. Αναμφίβολα, αυτή η διαπίστωση επηρεάζει επίσης τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ομοφυλοφιλία, καθώς μας επιτρέπει να την εννοήσουμε ως μια δυναμική διαδικασία

συγκρότησης του εαυτού, η οποία συνιστά πολιτισμικό επίτευγμα

και όχι σύμπτωμα εξελικτικής καθυστέρησης. Η υποσαχάρια Αφρική και η πρωτόγονη σεξουαλικότητα.

Ενώ οι κουλτούρες των ιθαγενών της Αμερικής έχουν ταυτιστεί σχεδόν με την απομάκρυνση από το διπολικό σχήμα « αρσενικό – θηλυκό », η υποσαχάρια Αφρική έχει χρησιμοποιηθεί πάρα πολλές φορές ως παράδειγμα πολιτισμικής απουσίας της ομοφυλοφιλίας. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα ο Έντουαρντ Γκίμπον αμφισβήτησε την ύπαρξη ομόφυλων σεξουαλικών πρακτικών σε

αυτή την περιοχή και την ίδια πεποίθηση απηχούν και τα έργα πολλών μεταγενέστερων συγγραφέων. Πράγματι, η αντίληψη που επικρατούσε έως τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, ήταν ότι η σοδομία ήταν άγνωστη στις γηγενείς αφρικάνικες κουλτούρες. Οι περισσότεροι μελετητές υπέθεταν ότι είχε εισαχθεί στη δυτική και την κεντροδυτική Αφρική από τους Πορτογάλους εποίκους και,

αντίστοιχα, στη Σενεγάλη και στην ακτή της Γουινέας από τους Άραβες. Το 1899, σε μια επιστολή του προς τον εξερευνητή Όσκαρ Μπάουμαν, ο εθνολόγος Μίκαελ Χάμπερλαντ περιέγραψε ένα πολύ ανεπτυγμένο δίκτυο ανδρικής πορνείας στο νησί της Ζανζιβάρης,

αλλά εξέφρασε την άποψη ότι οι καταβολές του έπρεπε να αναζητηθούν στην παραδοσιακή πρακτική των Αράβων να

μαθαίνουν στους μαύρους σκλάβους τους τη θηλυπρέπεια. Στην ίδια επιστολή, ο Χάμπερλαντ αναφέρεται επίσης στις γυναίκες με αντεστραμμένο σεξουαλικό προσανατολισμό, οι οποίες αναζητούν τη σεξουαλική ικανοποίηση με άλλες γυναίκες, εφαρμόζοντας τις πρακτικές της αιδοιολειχίας και του τριψίματος των γεννητικών οργάνων, η ακόμα, χρησιμοποιώντας μια αραβική εφεύρεση που

σχεδιάστηκε αρχικά για τα χαρέμια – ένα κομμάτι ξύλο από έβενο στο σχήμα του ανδρικού οργάνου το οποίο η μια γυναίκα δένει στη μέση της προκειμένου να μιμηθεί την ανδρική πράξη μαζί με την

άλλη - .

Page 186: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 186

Ο Ζακομπύς Χ ένας Γάλλος γιατρός των αποικιών, αμφέβαλλε επίσης και για το κατά πόσον οι ιθαγενείς γνώριζαν τον αυνανισμό. Στο έργο του, Ο έρωτας στις αποικίες 1893, διακρίνει ανάμεσα στην ψυχική σοδομία την οποία διαγίγνωσκε στους Ευρωπαίους

ασθενείς του, και τη συγκυριακή διαστροφή του ιθαγενούς παιδεραστή, ο οποίος χρησιμοποιεί έναν άντρα όταν δεν μπορεί να βρει γυναίκα, αλλά όταν μπορεί να βρει γυναίκα, δεν ασκεί πλέον τη διαστροφική πρακτική. Στην περίπτωση του δεν πρόκειται για αρρωστημένο πάθος αλλά απλώς για μια αμοιβαία ανταλλαγή ευεργετημάτων, για κάτι απλό και φυσικό. Συνδυάζοντας τον λόγο

περί σεξουαλικότητας με εκείνον περί φυλετικής διαφοράς, η

ιατρική ανθρωπολογία αυτού του είδους δημιούργησε μια μονοδιάστατη ερμηνεία της πρωτόγονης σεξουαλικότητας, απαλλάσσοντας την από κάθε χροιά ερωτικής ή ρομαντικής επιτήδευσης. Ωστόσο, η πεποίθηση ότι δεν υπήρχαν ιθαγενείς ομοφυλοφιλικές

παραδόσεις στην υποσαχάρια Αφρική αντιφάσκει με τα πορίσματα αρκετών ερευνών του 20ου αιώνα. Στη δεκαετία του 1930, κατά τη διάρκεια της επιτόπιας έρευνας του στη φυλή των Ζάντε στο βόρειο Κογκό, ο Έβανς Πρίτσαρντ, ο πιο αναγνωρισμένος μελετητής της κουλτούρας των παραδοσιακών φυλών της Αφρικής, διαπίστωσε την ύπαρξη ηλικιακά ιεραρχημένων σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ των

ενήλικων πολεμιστών και των νεαρών αγοριών. Παρόλο που απέφυγε κάθε αναφορά σε αυτό το ζήτημα στο κλασικό του έργο Witchcraft, Oracles and Magic among the Azande 1973, σε ένα άρθρο που δημοσίευσε δύο δεκαετίες αργότερα αποκάλυψε τους ισχυρισμούς των πληροφορητών του ότι στο παρελθόν οι πρίγκιπες των Ζάντε μοιράζονταν συχνά το κρεβάτι τους με νεαρά αγόρια όταν

βρίσκονταν στην φυλή του φυλάρχου. Οι ιθαγενείς πληροφορητές του του είχαν πει επίσης ότι κάποιοι πρίγκιπες προτιμούσαν τα αγόρια από τις γυναίκες, όταν ήταν διαθέσιμες και οι μεν και τα δε. Πράγματι, οι άντρες της φυλής των Ζάντε συνήθιζαν να αγοράζουν

ως προστατευόμενους ερωμένους τους κάποια αγόρια, η ηλικία των οποίων κυμαινόταν από τα δέκα ως τα είκοσι έτη, δίνοντας στις

οικογένειες τους ένα είδος προίκας. Οι άντρες πληροφορητές του Έβανς Πρίτσαρντ του μίλησαν επίσης για την ύπαρξη ομοφυλοφιλικών σεξουαλικών πρακτικών μεταξύ των γυναικών της φυλής στην πολυανδρική κοινωνία των Ζάντε, οι ισχυροί άντρες που αποκτούσαν πολλές συζύγους τις κρατούσαν σε απομόνωση και τις επιτηρούσαν αυστηρά για να μην διαπράξουν μοιχεία. Έτσι,

οι παραμελημένες γυναίκες έκοβαν μια γλυκοπατάτα ή μια ρίζα ταπιόκας στο σχήμα του ανδρικού οργάνου, ή χρησιμοποιούσαν μια μπανάνα για αυτό το σκοπό. Δύο από αυτές κλείνονταν σε μια

καλύβα, όπου η μια ξάπλωνε στο κρεβάτι και έπαιζε τον ρόλο της γυναίκας, ενώ η άλλη έδενε γύρω από την κοιλιά της το τεχνητό

Page 187: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 187

όργανο και έπαιζε το ρόλο του άντρα. Στη συνέχεια άλλαζαν ρόλους. Σύμφωνα με τον Έβανς Πρίτσαρντ, οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών δεν γίνονταν αποδεκτές από την κοινωνία των Ζάντε, αντίθετα από ότι συνέβαινε με τις σχέσεις των

προστατευόμενων αγοριών με τους συζύγους τους, οι οποίες ήταν νομιμοποιημένες κοινωνικά. Οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ γυναικών συνδέονταν με τη μαγεία και την κακή τύχη, όπως συνέβαινε και με κάθε ασυνήθιστη δραστηριότητα των γυναικείων γεννητικών οργάνων. To 1928, στο βιβλίο του Dark Rapture: The sex Life of the

African Negro, Ο Φέλιξ Μπρυκ αναφέρεται στην ύπαρξη λεσβιακών

πρακτικών στη φυλή των Νάντι στη δυτική Κένυα, όπου οι γυναίκες ικανοποιούσαν εναλλάξ η μία την άλλη με τεχνητά ξύλινα πέη. Ο Μπρυκ ισχυρίστηκε επίσης ότι στην ίδια περιοχή υπήρχαν πολλοί μη αρρενωποί άντρες που υιοθετούσαν τον παθητικό σεξουαλικό ρόλο κατά την πρωκτική συνουσία. Στη φυλή των Μπαγκίσου αυτοί

οι ερμαφρόδιτοι ονομάζονταν μζίλι, ενώ στη φυλή των Μαργκολέ κιζίρι. Μια πολύ μεταγενέστερη μελέτη αυτών των δύο καθώς και άλλων φυλετικών ομάδων της γλωσσικής οικογένειας Μπάντου, στην ευρύτερη περιοχή των Μεγαλών Λιμνών, αποκαλύπτει ότι πολλές από αυτές τις φυλές διέθεταν μια ειδική λέξη για τους εκθηλυσμένους άντρες. Οι Κικούγιου χρησιμοποιούσαν επίσης και

ένα ιδιαίτερο όνομα – όνεκ- για τον άντρα που αναλάμβανε τον ενεργητικό ρόλο κατά τη σεξουαλική συνεύρεση δύο αντρών. Η σύγχρονη ανθρωπολογία τείνει συνήθως να αναγνωρίζει ότι στις παραδοσιακές πατρογραμμικές αφρικανικές κοινωνίες η ετεροφυλοφιλία και όχι η ομοφυλοφιλία αποτελεί την κυρίαρχη θεσμοθετημένη πρακτική, πράγμα που σημαίνει ότι οι σχέσεις που

κατεξοχήν αποπροσωποποιούνται στο πλαίσιο των κοινωνιών αυτών είναι οι ετεροφυλοφιλικές ερωτικές σχέσεις. Με άλλα λόγια, στον βαθμό που οι προαποφασισμένοι από την οικογένεια γάμοι είναι υποχρεωτικοί, και εφόσον η ένωση αντρών και γυναικών με σκοπό

την αναπαραγωγή αποτελεί αναγκαστική παράμετρο του κοινωνικού ρόλου των ενήλικων ατόμων, στις κουλτούρες αυτές τις

έννοιες της ετεροφυλοφιλικής επιθυμίας ή των ετεροφυλοφιλικών ρομαντικών σχέσεων δεν είναι λειτουργικά απαραίτητες. «Οι οικογενειακές παρεμβάσεις και οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από το σύστημα συγγένειας εξασφαλίζουν ότι ο γάμος θα γίνει», γράφουν ο Stephen Murray και ο Will Roscoe, με αποτέλεσμα οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις μεταξύ αντρών να επιτρέπονται, «αρκεί

τέτοιοι δεσμοί να παραμένουν σε δεύτερο πλάνο και να μην γίνονται κοινωνικά αντιληπτοί». Δηλαδή η ομοφυλοφιλία γίνεται αποδεκτή, αρκεί να μην αποκλείει την ετεροφυλοφιλία. Στους

Χάουσα, στο Σουδάν. ακόμα και οι θηλυπρεπείς άντρες παντρεύονται γυναίκες και κάνουν παιδιά, διατηρώντας

Page 188: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 188

παράλληλα και τη δεύτερη, κρυμμένη τους ταυτότητα ως masu harka, που σημαίνει «αυτοί που συναλλάσσονται» με άλλους άντρες. Αυτές οι σχέσεις μεταξύ θηλυπρεπών και αρρενωπών αντρών αναπαράγουν στην ουσία τους αυστηρούς κοινωνικούς και

έμφυλους ρόλους που κυριαρχούν στην ευρύτερη κοινωνία των Χάουσα. Ωστόσο, μέσα στο ίδιο πολιτισμικό περιβάλλον συνάπτονται και άλλου είδους ομόφυλες σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ αντρών, στις οποίες οι δύο σύντροφοι δεν ταυτίζονται με δύο διαφορετικούς έμφυλους ή σεξουαλικούς ρόλους. Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα του Rudolph Gaudio, αυτές οι ισότιμες

σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ αντρών – ανεξάρτητα από το εάν οι δύο

σύντροφοι θεωρούν εαυτούς θηλυκά ή αρσενικά όντα – περιγράφονται από τους ίδιους με τον όρο Kifi, που σημαίνει λεσβιασμός. Η έννοια του λεσβιακού σεξ σε ένα ανδρικό πλαίσιο, γράφει ο Gaudio, σηματοδοτεί ότι κανένας από τους δύο συντρόφους δεν εμμένει στο να αναλάβει έναν συγκεκριμένο

σεξουαλικό ρόλο. Για παράδειγμα, λέγεται ότι οι δύο σύντροφοι κάνουν yi canji, κάνουν μια ανταλλαγή, δηλαδή εναλλάσσονται στους ρόλους της διείσδυσης και της αποδοχής της. Η σεξουαλική ανταποδοτικότητα δεν είναι παρά μια από τις εκδηλώσεις μιας σχέσης όπου κανένας από τους δύο συντρόφους δεν επιδιώκει να ασκήσει κάποιους είδους μονόπλευρη εξουσία στον άλλο,

βασιζόμενος στο φύλο του, στην ηλικία του ή στον πλούτο του. Κατά την έρευνα του στην παραποτάμια περιοχή του Κονγκό στη δεκαετία του 1930, ο Γκυστάβ Χάλστερτ επεσήμανε ότι η φυλή Νκούντο τα μικρότερα αγόρια ήταν εκείνα που αναλάμβαναν τον ενεργητικό σεξουαλικό ρόλο στις ομόφυλες σχέσεις, διεισδύοντας πρωκτικά στους μεγαλύτερης ηλικίας συντρόφους τους – ένα

σεξουαλικό μοντέλο εξαιρετικά σπάνιο, όσον αφορά τις ηλικιακά ιεραρχημένες ομόφυλες σχέσεις, τόσο στην Αφρική όσο και αλλού. Ο Χάλστερτ περιέγραψε επίσης τις λεσβιακές σχέσεις που αναπτύσσονταν μεταξύ των κοριτσιών της φυλής Νκούντο όταν

έπαιζαν το παντρεμένο ζευγάρι, καθώς και μεταξύ των έγγαμων γυναικών που μοιράζονταν τον ίδιο σύζυγο. Σύμφωνα με τους

πληροφορητές του, το πρωταρχικό κίνητρο αυτών των σχέσεων ήταν η αγάπη μεταξύ των δύο γυναικών, δηλαδή δευτερευόντως μόνο οι σχέσεις αυτές συνδέονταν με τον θεσμό της πολυγαμία και με την έλλειψη σεξουαλικής ικανοποίησης των γυναικών μέσα στον γάμο τους. Οι Νκούντο ονόμαζαν τις γυναίκες αυτές yaikya bonsango, που σημαίνει τη γυναίκα που πιέζεται πάνω σε μια άλλη γυναίκα.

Μία δεκαετία νωρίτερα, κάνοντας έρευνα στους Άκαν, μια μητρογραμμική φυλή που ζει στη σημερινή Γκάνα, η Εύα Μεγέροβιτς είχε συγκεντρώσει ανεξακρίβωτες πληροφορίες ότι οι

λεσβιακές σχέσεις αποτελούσαν καθολικό φαινόμενο πριν από το γάμο. Μερικές φορές μάλιστα συνεχίζονταν και μετά από αυτόν,

Page 189: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 189

ακόμα και με τη μορφή ομαδικού σεξ σε ομάδες γυναικών έως έξι ατόμων. Η Μεγέροβιτς παρατήρησε επίσης ότι η μητρογραμμική δομή της κοινωνίας των Ασάντι λειτουργούσε ως κοινωνικό κίνητρο που ενθάρρυνε τους άντρες της φυλής να αλλάξουν φύλο.

Επισημαίνει ότι, πριν παρέμβουν οι ιεραπόστολοι. οι άντρες που ντύνονταν γυναίκες και σύνηπταν ομοφυλοφιλικές σχέσεις με άλλους άντρες δεν στιγματίζονταν, αλλά γίνονταν κοινωνικά αποδεκτοί. Μία από τις πλουσιότερες πηγές πληροφόρησης που διαθέτουμε για την ομοφυλοφιλία στην Αφρική είναι το έργο του Γερμανού

εθνογράφου Γκύντερ Τέσμαν, ο οποίος εργάστηκε ανάμεσα στις

φυλές της γλωσσικής οικογένειας Μπάντου στην κεντρική Αφρική ως το τέλος του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Ο Τέσμαν αναφέρει ότι το αμοιβαίο πρωκτικό σεξ μεταξύ αγοριών που δεν είχαν φτάσει ακόμα στην ηλικία κατά την οποία θεωρούνταν ικανά να κάνουν σεξ με γυναίκες ήταν μια πολύ διαδεδομένη πρακτική στους λαούς

της φυλετικής οικογένειας Μπάφια του Καμερούν. Καθόλη τη διάρκεια της εφηβείας τους, έως την ηλικία των δεκαοκτώ ή των είκοσι ετών, τα αγόρια ικανοποιούσαν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες με άλλα αγόρια, τα οποία πλησίαζαν με έμμεσο τρόπο, μέσα από το διερευνητικό έθιμο της ανταλλαγής λουλουδιών: πρόσφεραν σε εκείνους που επέλεγαν για φίλους πιάτα με φρούτα

και φιστίκια, τα οποία οι εκλεκτοί τους αποδέχονταν αν συναινούσαν σεξουαλικά. Ο Τέσμαν εντόπισε μια παρόμοια πρακτική ερωτικής συνεννόησης και στις φυλές Μπάγια και Πάνγκουε. Οι Πάνγκουε έδιναν και μια άλλη σημασία σε αυτού του είδους τις σχέσεις, ειδικά αν συνεχίζονταν και μετά την ενηλικίωση των αγοριών: υποτίθεται ότι η σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ

αντρών μπορούσε να δημιουργήσει το φάρμακο του πλούτου ή άντίθετα, να προκαλέσει ασθένειες, για παράδειγμα τροπικά εξανθήματα ή λέπρα. Πάντως οι σχέσεις μεταξύ ομοφύλων ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, είτε επρόκειτο για σχέσεις μεταξύ αντρών

παρόμοιας ηλικίας είτε για σχέσεις μεταξύ ενήλικων αντρών και νεαρών αγοριών. Οι μεγαλύτεροι άντρες που είχαν την τάση να

δημιουργούν τέτοιου είδους σχέσεις περιγράφονταν ως bian nku ma, δηλαδή ως άντρες που είχαν αδυναμία στα αγόρια. Το παράδειγμα από τη φυλή Πάνγκουε υποδηλωνει ότι οι σχέσεις μεταξύ αντρών αν συνεχίζονταν και μετά την ενηλικίωση, θα μπορούσαν κατά τις αντιλήψεις της φυλής να επιφέρουν κάποια υπερφυσική τιμωρία. Ωστόσο, ξέρουμε ότι αρκετές άλλες φυλές της

κεντρικής Αφρικής προσέδιδαν στις σχέσεις μεταξύ αντρών θετική συμβολική σημασία. Στη μελέτη του σχετικά με τη φυλή Ντέμπου, η οποία βασίστηκε σε επιτόπια έρευνα του συγγραφέα κατά τη

δεκαετία του 1950, ο Βίκτορ Τέρνερ αποκάλυψε ότι κατά την τελετουργία της περιτομής, ο μυούμενος αναπαριστούσε τη

Page 190: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 190

σεξουαλική πράξη με το πέος ενός ενήλικου άντρα. Στις κεντρικές φυλές του Μπάντου, τα αγόρια που περνούσαν από τη διαδικασία της μύησης συνέρχονταν από την περιτομή τους παραμένοντας γυμνά στο ειδικό, απομονωμένο οίκημα της φυλής. Όσον καιρό

παρέμεναν εκεί, έπρεπε να αγγίζουν και να χειρίζονται τον φαλλό του φύλακα του οικήματος και των βοηθών του, καθώς και όσων αντρών τα επισκέπτονταν, προκειμένου τα σεξουαλικά τους όργανα να γίνουν μεγάλα και δυνατά. Παρόλο που αυτού του είδους οι πρακτικές κινδύνεψαν να εξαλειφθούν κατά την περίοδο της αποικιοκρατίας, η συστηματική

μετανάστευση προς εύρεση εργασίας που επικράτησε σε πολλές

φυλές της νότιας Αφρικής από τη δεκαετία του 1890 και μετά, καθώς και ο αυστηρός διαχωρισμός ανάμεσα στα δύο φύλλα που επέβαλλε αυτού του είδους η εργασία, ειδικά η εργασία στα ορυχεία, οδήγησαν σε συγκεκριμένες κοινωνικές μεταλλάξεις των παραδοσιακών μοντέλων των ομόφυλων σχέσεων μεταξύ αντρών.

Αυτό αφορά τόσο της σχέσης μεταξύ των αντρών παρόμοιας ηλικίας όσο και τις σχέσεις μεγαλύτερων αντρών και αγοριών. Ήδη, στα 1907, μια επίσημη βρετανική αναφορά έκανε τη θλιβερή διαπίστωση ότι «φαίνεται πως είχε παγιωθεί η συνήθεια μεταξύ των ιθαγενών των ορυχείων που προέρχονται από την Ανατολική Ακτή να επιλέγουν ανάμεσα στα νεαρότερα αγόρια τους λεγόμενους

amankotshane η izinkotshane. Ο izinkotshane μπορεί να περιγραφεί ως ένας κίναιδος που χρησιμοποιείται για την ικανοποίηση των παθών. Οι όποιες αντιρρήσεις του αγοριού να γίνει izinkotshane κάμπτονται πολύ εύκολα, δια της προσφοράς χρημάτων και δώρων». Το 1927, ο Ελβετός ιεραπόστολος Ανρί Ζυνόντ περιέγραψε τις

περίπλοκες τελετουργίες που τελούσαν οι εργάτες των ορυχείων της φυλής Τσόνγκα από τη νότια Μοζαμβίκη, όταν ένας Nima, δηλαδή ένας γαμπρός/ σύζυγος, παντρευόταν έναν nkhonsthana, δηλαδή ένα αγόρι νύφη. Κατά τη διάρκεια της γαμήλιας τελετής, ο

γαμπρός/ σύζυγος πλήρωνε ένα είδος προίκας στον αδελφό της αρσενικής νύφης. Στη συνέχεια, το αγόρι αναλάμβανε όλα τα

οικιακά και σεξουαλικά καθήκοντα της συζύγου και δεχόταν ως ανταμοιβή χρήματα και δώρα. Το σεξ ανάμεσα στον γαμπρός/ σύζυγο και το αγόρι/ νύφη περιοριζόταν στην ενδομηριαία επαφή. Οι περίπλοκοι κανόνες αυτών των σχέσεων επικυρώνονταν με ειδικές τελετουργίες και πολλές φορές η τήρηση τους επιβαλλόταν έμπρακτα από τους μαύρους επιστάτες ορυχείων, προκειμένου να

εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της επιχείρησης. Οι περισσότεροι πληροφορητές περιγράφουν αυτές τις σχέσεις ως συγκυριακές, δηλαδή ως σχέσεις που εξαρτιόνταν απόλυτα από τις περιστασιακές

συνθήκες μέσα στις οποίες αναδύονταν. Ωστόσο, ένας τουλάχιστον Τσόνγκα πληροφορητής στη δεκαετία του 1980 υποστήριξε ότι

Page 191: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 191

αυτοί οι νόμοι ενίοτε διαρκούσαν περισσότερο από τα συμβόλαια εργασίας και ότι κάποια από τα αγόρια-νύφες ακολουθούσαν τους άντρες συζύγους τους όταν γύριζαν σπίτι. Εκεί, η σχέση αναγνωριζόταν από τις υπόλοιπες γυναίκες του άντρα συζύγου και

από τους γέροντες της φυλής. Επίσης, οι σχέσεις αυτού του τύπου δεν αναπτυσσόταν μονάχα στους καταυλισμούς των εργατών των ορυχείων. Κατά τη δεκαετία του 1950, στο Μκουμπάνε – ένα συνηθισμένο γκέτο εργατών κοντά στο Ντέρμπαν, όπου ζούσαν μαύροι άντρες, που δούλευαν στην πόλη – τέτοιου είδους γάμοι γίνονταν σχεδόν κάθε μήνα, και η γιορτή κρατούσε ένα ολόκληρο

σαββατοκύριακο. Κατά την τελετή μερικά αγόρια – νύφες

φορούσαν τις παραδοσιακές ενδυμασίες των Ζουλού, ενώ άλλα προτιμούσαν να φορέσουν λευκά νυφικά, ακολουθώντας τη δυτική παράδοση. Η Judith Gay έχει μελετήσει εκτενώς τις σεξουαλικές φιλίες που αναπτύσσονται μεταξύ των γυναικών του Λεσότο, κυρίως στις

περιπτώσεις που οι άντρες τους αναγκάζονται να μετοικήσουν στη γειτονική Νότια Αφρική για να βρουν δουλειά κι εκείνες μένουν μόνες στα χωριά τους. Οι φιλίες αυτές αρχίζουν αυθόρμητα και στηρίζονται στην αμοιβαία έλξη, ενώ κατά μέσο όρο, η μια φιλενάδα είναι μεγαλύτερη από την άλλη κατά πέντε χρόνια. Αυτός ο τύπος σχέσεων είναι γνωστός με τον αγγλικό όρο mummy baby,

και πρόκειται για δεσμούς που κατά κύριο λόγο προσφέρουν συναισθηματική στήριξη στα κορίτσια πριν από τον γάμο, όμως ενίοτε συνεχίζονται και μετά από αυτόν. Η Gay υποθέτει ότι αυτό το μοντέλο λεσβιακών σχέσεων ανάγεται στη δεκαετία του 1950, όταν χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά οι λέξεις μάνα και μωρό σε αυτά τα συμφραζόμενα. Ωστόσο, οι Μurray και Roscoe το

συνδέουν με την παράδοση των γυναικών κυβερνητριών του Λοβεντού, οι οποίες διατηρούσαν ολόκληρα χαρέμια γυναικών – συζύγων. Επίσης, επισημαίνουν ότι είναι πιθανόν οι σχέσεις αυτές να συνδέονται με μια προσπάθεια των γυναικών να αποφύγουν τον

γάμο, καθώς κάποιες παραμένουν mummies και αρκετά μετά τα τριάντα τους χρόνια. Πάντως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι

γυναίκες του Λεσότο προσδίδουν μεγάλη συναισθηματική αξία στις σεξουαλικές τους σχέσεις με άλλες γυναίκες, κάτι που γίνεται ακόμα πιο εμφανές όταν συνδέσουμε τις σχέσεις αυτές με μια άλλη παραδοσιακή πρακτική την οποία ασκούν ακόμα και σήμερα τα νεαρά κορίτσια του Λεσότο, μόνα τους ή σε μικρές ομάδες: τρίβουν τα γεννητικά τους όργανα ή τα γεννητικά όργανα η μια της άλλης,

με σκοπό να μακρύνουν τα εσωτερικά χείλη του αιδοίου, γιατί έτσι πιστεύουν πως θα εξασφαλίσουν ,μεγαλύτερη σεξουαλική απόλαυση στο μέλλον. Όπως αναγνωρίζει και η Gay, αυτός ο

χειρισμός των χειλιών του αιδοίου δημιουργεί ευκαιρίες αυτοερωτισμού και αμοιβαίας διέγερσης μεταξύ των κοριτσιών,

Page 192: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 192

πράγμα που δείχνει ότι όλα τα κορίτσια του Λεσότο έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν σεξουαλικές σχέσεις με άλλα κορίτσια, έστω κι αν μόνο μερικά από αυτά ερωτεύονται γυναίκες αργότερα. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να σημειώσουμε εδώ ότι αυτό το μοντέλο

ομόφυλων σχέσεων μεταξύ γυναικών που παρατηρείται στην Αφρική λειτουργεί ως ισχυρό αντίδοτο απέναντι στο ευρύτατα διαδεδομένο θεωρητικό παράδειγμα του λεσβιακού συνεχούς που έχει υποστηρίξει η Adrienne Rich, σύμφωνα με το οποίο όλες οι γυναίκες αγαπούν τις άλλες γυναίκες σε κάποιο βαθμό, αλλά μόνο μερικές φτάνουν να νιώσουν και σεξουαλικό πόθο για τις ομόφυλες

τους.

Σύμφωνα με τον Joseph Carrier και τον Stephen Murray, το έθιμο του γάμου μεταξύ γυναικών, σύμφωνα με το οποίο η μια γυναίκα πληρώνει ένα είδος προίκας για να αποκτήσει συζυγικά δικαιώματα επί της άλλης, παρατηρείται σε περισσότερες από τριάντα παραδοσιακές αφρικανικές κοινωνίες, στις οποίες οι

γυναίκες έχουν παράλληλα και σημαντικά πολιτικά δικαιώματα. Ωστόσο, το κρίσιμο στοιχείο σε αυτές τις σχέσεις δεν είναι η ύπαρξη σεξουαλικής επιθυμίας μεταξύ δύο γυναικών, αλλά το κοινωνικό κύρος της γυναίκας που αναλαμβάνει το ρόλο του άντρα-συζύγου. Στο πλαίσιο αυτών των σχέσεων, η σύζυγος που αναλαμβάνει το θηλυκό ρόλο στην οικογένεια συλλαμβάνει παιδιά συνευρισκόμενη

σεξουαλικά με κάποιον άντρα που έχει την έγκριση της γυναίκας συζύγου της. Η σύζυγος που αναλαμβάνει το ρόλο του άντρα της οικογένειας δεν τεκνοποιεί η ίδια, αλλά αναλαμβάνει κοινωνικά τον ρόλο του πατέρα των παιδιών της γυναίκας της και τα παιδιά εντάσσονται στη γενεαλογική γραμμή της δικής της οικογένειας. Ωστόσο, οι Carrier και Murray υποστηρίζουν ότι το αν μπορεί να

αναπτυχθεί ερωτική επιθυμία ή όχι σε αυτά τα συμφραζόμενα είναι ένα ερώτημα που αφορά εξίσου όλες τις περιπτώσεις όπου μια γαμήλια συμφωνία κανονίζεται εκ των προτέρων για λόγους κοινωνικού κύρους. Τονίζουν επίσης ότι αυτή καθαυτήν η

δυνατότητα επισημοποίησης του ανδρικού συζυγικού ρόλου των γυναικών-συζύγων αντικατοπτρίζει τη διάκριση ανάμεσα στο

βιολογικό και το κοινωνικό φύλο που ισχύει στις αφρικανικές κοινωνίες, και καταλήγουν ότι από μόνο του αυτό το γεγονός θα έπρεπε να θέτει υπό αμφισβήτηση την τάση των δυτικών να θεωρούν ότι η σεξουαλική δραστηριότητα συνδέεται αποκλειστικά και σε κάθε περίπτωση με σχέσεις που διαμείβονται ανάμεσα σε άτομα διαφορετικού φύλου.

Σεξουαλικές πρακτικές στον Ειρηνικό.

Page 193: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 193

Οι μαρτυρίες που διαθέτουμε για τις ομόφυλες σεξουαλικές πρακτικές και την απομάκρυνση από το κοινωνικό μοντέλο των δύο φύλων στην Ωκεανία είναι εξαιρετικά πλούσιες. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι οι ευρωπαϊκές ανακαλύψεις στον Ειρηνικό

σημαδεύτηκαν από τα ορθολογιστικά προστάγματα του Διαφωτισμού, ο οποίος προσπάθησε να εξηγήσει – και όχι απλώς να κρίνει – τα σεξουαλικά ήθη και έθιμα που επικρατούσαν σε άλλους πολιτισμούς. Κατά τον 18ο αιώνα, για πρώτη φορά στην ιστορία της Δύσης, η παρατήρηση της ομόφυλης σεξουαλικής δραστηριότητας των ιθαγενών διάνοιξε τη δυνατότητα να

αντιμετωπιστεί η πιθανή ύπαρξη παρόμοιων σχέσεων μεταξύ των

Δυτικών υπό το πρίσμα του ορθολογισμού και της λογικής, πέρα δηλαδή από τις παραδοσιακές αντιλήψεις που έως τότε αντιμετώπιζαν το ομοφυλοφιλικό σεξ ως πράξη προδοσίας ή ως εγκληματική ενέργεια. Οι πολλές και ποικίλες σεξουαλικές πρακτικές που εντόπισαν οι

Ευρωπαίοι ταξιδευτές στην Πολυνησία, ιδιαίτερα εκείνες που αφορούσαν τη σεξουαλική απόλαυση μεταξύ αντρών, έγιναν αντικείμενο έντονης και προσεκτικής παρατήρησης καθόλη τη διάρκεια της ευρωπαϊκής αποικιακής επέκτασης στον Ειρηνικό. Στα 1789, ο Γουίλιαμ Μπλάι διατύπωσε εκτενείς παρατηρήσεις πάνω στην έμφυλη συμπεριφορά των ιθαγενών της Ταϊτής.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μου σήμερα το πρωί στον Τίνα και τη γυναίκα του, συνάντησα μαζί της ένα πρόσωπο το οποίο, παρόλο που ήμουν σίγουρος πως ήταν άντρας, είχε πολύ έντονα θηλυπρεπή χαρακτηριστικά. Όταν ρώτησα την Ιντία ποιος ήταν αυτός, εκείνη μου είπε χωρίς κανέναν ενδοιασμό ότι ήταν φίλος

της, και ότι ανήκει σε μια κατηγορία ατόμων συνηθισμένη στην Ταϊτή, τους λεγόμενους μαχού. Επίσης μου είπε ότι οι άντρες είχαν συχνά σχέσεις μαζί του και ότι ζούσε μαζί με τις γυναίκες. Ο θηλυπρεπής τρόπος ομιλίας αυτού του προσώπου με έκανε να

σκεφτώ ότι είχε υποστεί ευνουχισμό, κι ότι έκανε και άλλα αφύσικα πράγματα, ειδικά μάλιστα καθώς είχα ήδη μια ιδέα για το

ότι αυτά συνηθίζονται σε τούτες εδώ τις θάλασσες. Ωστόσο, όλες μου οι υποθέσεις ήταν λανθασμένες, εκτός από το γεγονός ότι συνέβαιναν άλλα, εξίσου αηδιαστικά πράγματα. Ζήτησα από τον Τίνα να με πληροφορήσει σχετικά και αμέσως μόλις το ζήτησα, μια δωδεκάδα άνθρωποι, ανάμεσα τους και το ίδιο το εν λόγω πρόσωπο, έσπευσαν να απαντήσουν στις ερωτήσεις μου χωρίς

κανέναν ενδοιασμό και μου έδωσαν αυτήν εδώ την αναφορά για τους μαχού.

Η όψη του μαχού γεννάει κάποιες ιδέες στον Μπλάι, πράγμα που υποδηλώνει ότι η προσωπική του γνώση και εμπειρία σχετικά με

Page 194: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 194

τις κουλτούρες του Ειρηνικού τον έχουν ήδη προϊδεάσει για την πιθανότητα ύπαρξης κάποιου είδους σεξουαλικής δραστηριότητας μεταξύ των αντρών της Ταϊτής. Όμως, αντί να αντλήσει σαφείς και αδιάψευστες αποδείξεις για το αν ο μαχού είναι ένοχος σοδομίας ή

όχι, ο Μπλάι βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος με ένα φαινόμενο το σεξουαλικό και κοινωνικό νόημα του οποίου ξεπερνάει τα όρια της εμπειρίας του. Αυτοί οι άνθρωποι λέει ο Τίνα, επιλέγονται ειδικά όταν είναι ακόμα αγόρια και μένουν μαζί με τις γυναίκες με αποκλειστικό σκοπό τις σωματικές απολαύσεις των αντρών – και σε αυτό το σημείο ο

νεαρός άντρας έβγαλε το χαχόου, δηλαδή τον μανδύα που

φορούσε, για να μου δείξει περί τίνος πρόκειται. Είχε την εμφάνιση γυναίκας, καθώς το πέος και οι όρχεις του ήταν εντελώς τραβηγμένοι προς τα πίσω, κάτω από το σώμα του, και ήξερε να τα διατηρεί σε αυτή τη θέση εξαιτίας της μακροχρόνιας συνήθειας. Αυτοί που σχετίζονται μαζί του ικανοποιούν τις ζωώδεις ορέξεις

τους ανάμεσα στους μηρούς του, αλλά κατά τα άλλα δεν είναι σοδομίτες, καθώς όλοι τους κατηγορηματικά αρνούνται ότι διαπράττουν αυτό το έγκλημα. Εξετάζοντας τα απόκρυφα του διαπίστωσα ότι όλα ήταν πολύ μικρά, ιδιαίτερα οι όρχεις του, οι οποίοι δεν ήταν μεγαλύτεροι από τους όρχεις ενός αγοριού πέντε ή έξι ετών. Έτσι, σε κάθε περίπτωση, μου φάνηκε ότι από πρακτική

άποψη ήταν ευνούχος, όπως θα ήταν αν του αφαιρεθούν οι όρχεις. Οι γυναίκες τον αντιμετωπίζουν σαν άτομο του ίδιου με αυτές και εκείνος τηρεί όλους τους περιορισμούς που τηρούν κι εκείνες, και τον εκτιμούν και τον σέβονται όσο κι αυτές. Βλέπουμε ότι το ενδιαφέρον του Μπλάι για τις σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ των ιθαγενών αντρών τον οδηγεί σε μια στενή

γνωριμία με ένα κορμί που υπερβαίνει τον συμβατικό διαχωρισμό των δύο φύλων, χωρίς όμως ποτέ να χάνει ολοκληρωτικά την αρσενική του υπόσταση, όσο μικρά κι αναποτελεσματικά κι αν λέγεται ότι είναι τα απόκρυφα του.

Αντίστοιχα, άλλες πρώιμες μαρτυρίες που διαθέτουμε για τις επαφές των Ευρωπαίων με τους λαούς του Ειρηνικού περιγράφουν

εξίσου παραστατικά τις οριακές έμφυλες μορφές που αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της κουλτούρας των Σαμόα, των Τόνγκα και των ιθαγενών των νησιών Μαρκέσας. Όπως και οι μαχού της Ταϊτής, έτσι και αυτές οι μορφές ( fa afafine, fakaleiti και mahui, αντίστοιχα) θεωρείται ότι συγκροτούσαν ένα τρίτο φύλο. Η ενίσχυση της παρουσίας των ατόμων αυτών στις κοινωνίες των ιθαγενών του

Ειρηνικού θεωρείται ότι συνδέεται με την εντατικοποίηση του ελέγχου της γυναικείας σεξουαλικότητας που επέφερε ο εκχριστιανισμός τους. Πρόκειται για εκθηλυσμένους άντρες, που

υιοθετούσαν παρενδυτικές πρακτικές σε διάφορους βαθμούς και πρόσφεραν διάφορες σεξουαλικές υπηρεσίες, συνήθως πεολειχία,

Page 195: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 195

σε άλλους άντρες, οι οποίοι αυτοπροσδιορίζονταν ως αρσενικοί. Σήμερα, βέβαια, υπάρχει πολύ λιγότερη προθυμία να αναγνωριστεί δημόσια η ύπαρξη τέτοιου είδους σεξουαλικών πρακτικών από ότι την εποχή του Μπλάι. Πάντως, από τη στιγμή που ο μη οριακού

φύλου άντρας που δέχεται αυτές τις σεξουαλικές υπηρεσίες δεν θεωρείται ότι αποκτά κάποια ιδιαίτερη σεξουαλική ταυτότητα, μπορούμε να ερμηνεύσουμε τον ρόλο που παίζει το άτομο του τρίτου φύλου σε αυτές τις κοινωνίες ως ένα σταθεροποιητικό παράγοντα: η παρουσία του εξισορροπεί τις πιθανές εντάσεις που θα μπορούσαν να ανακύψουν ανάμεσα στα δύο φύλα στο πλαίσιο

μιας κουλτούρας που δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στη γυναικεία

παρθενιά και αστυνομεύει αυστηρά τη σεξουαλική πρόσβαση των αντρών στις γυναίκες. Οι ιστορικές μαρτυρίες που σχετίζονται με το τρίτο ταξίδι του Τζέιμς Κουκ στον Ειρηνικό περιγράφουν εκτενώς τον Χαβανέζο αϊκάνε, έναν τύπο άντρα που, αν και συνάπτει σεξουαλικές σχέσεις

με άλλους άντρες, δεν προσδιορίζεται κοινωνικά ως θηλυπρεπής. Καθόλη τη διάρκεια της παραμονής του στα νησιά Σάντουιτς, οι αξιωματικοί της αποστολής του Κουκ συνάντησαν πολλές φορές αυτούς τους κοινωνικά προνομιούχους νέους άντρες που υπηρετούσαν πως ακόλουθοι τους ιθαγενείς αρχηγούς τους, προσφέροντας τους τόσο πολιτικές όσο και σεξουαλικές υπηρεσίες.

Οι νεαροί αυτοί ακόλουθοι ήταν μάλιστα οι κύριοι μεσολαβητές των ιθαγενών αρχηγών με τους Βρετανούς. Όπως γράφει ο Ντέιβιντ Σάμγουελ, βοηθός γιατρού στο πλοίο Resolution, « οι υπηρέτες αυτού του είδους λέγονται Αϊκάνε και έχουν υψηλή κοινωνική θέση και οι δουλειά τους είναι να διαπράττουν το αμάρτημα του Αυνάν με το γέρο Βασιλιά». Πιο πρόσφατες μελέτες σχετικά με τους

αϊκάνε δείχνουν ότι η παγίωση της σχέσης του αρχηγού με τον αϊκάνε συνεπαγόταν την εξάλειψη των διαφορών κοινωνικής τάξης και κύρους που προϋπήρχαν μεταξύ τους. Επίσης, η ανδρική ταυτότητα των αϊκάνε ήταν αναμφισβήτη, και μάλιστα θεωρούνταν

άντρες που προκαλούσαν δέος και σεβασμό. Ο Σάμγουελ εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από τη σεξουαλική οικειότητα που

χαρακτήριζε τις σχέσεις αυτών των αντρών, καθώς και από το γεγονός ότι οι πράξεις τους δεν τους στιγμάτιζαν αρνητικά: « Αυτό, όσο παράξενο κι αν φαίνεται, είναι γεγονός, όπως μάθαμε από τις πολλές ερωτήσεις που κάναμε σχετικά με αυτό το περίεργο έθιμο και μάλιστα πρόκειται για ένα αξίωμα που εμπνέει μεγάλο σεβασμό ανάμεσα τους». Το ότι ο Σάμγουελ χρησιμοποιεί εδώ τη

λέξη έθιμο δείχνει πως ο ίδιος ταυτίζεται με τον ρόλο του αποστασιοποιημένου παρατηρητή. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το πρωτοεθνογραφικό στυλ παρατήρησης που υιοθετεί εδώ ο

Σάμγουελ απουσιάζει εντελώς από τον τρόπο με τον οποίο περιγράφει σε άλλο σημείο της αφήγησης του τη σεξουαλική

Page 196: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 196

διαθεσιμότητα των γυναικών στον Κόλπο Κεαλακέκουα. Εκεί, αντίθετα, υιοθετεί ένα επιτηδευμένο λογοτεχνικό ύφος, που αντλεί από τα συμβατικά στερεότυπα περί Ανατολής, και τοποθετεί τον υποκείμενο της αφήγησης, τον Βρετανό υπήκοο, στο ζωτικό κέντρο

ελέγχου των σκηνών σεξουαλικής πρόκλησης που περιγράφει, σαν να πρόκειται για έναν σουλτάνο που μόνο και μόνο με την παρουσία ανάβει φωτιές στο χαρέμι: « Ζούμε τώρα σε συνθήκες ύψιστης πολυτέλειας, και όσον αφορά τον αριθμό και την ποικιλία των ωραίων γυναικών από τις οποίες μπορούμε να επιλέξουμε, δεν υπάρχει σχεδόν κανείς από μας που να μην μπορεί να

συναγωνιστεί ακόμα και τον ίδιο τον μεγάλο Τούρκο». Η ευκολία με

την οποία ο Σάμγουελ κρατάει σε απόσταση ασφαλείας το ένα σεξουαλικό θέμα, την ιδια στιγμή που ενσωματώνει αφηγηματικά τον εαυτό του στο άλλο, γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακή όταν, στη συνέχεια, τον παρακολουθούμε να περιγράφει πως οι προσπάθειες του να ανακαλύψει περισσότερα πράγματα για τις ομόφυλες

σεξουαλικές δραστηριότητες των ιθαγενών προκάλεσαν ανάλογες ερωτήσεις εκ μέρους των Χαβανέζων συνομιλητών του, οι οποίοι, γράφει, «συχνά μας ρωτούσαν, όταν έβλεπαν έναν όμορφο νεαρό ανάμεσα μας, αν ήταν ο αϊκάνε κάποιου». Τα όσα καταγράφει ο Σάμγουελ στο ημερολόγιο του στις 5 Μαρτίου 1779 μας οδηγούν ακόμα πιο μακριά. Εκεί αποκαλύπτεται ότι οι Χαβανέζοι ιθαγενείς

όχι μόνο έβλεπαν κάτι ανάλογο με τις σχέσεις των αϊκάνε στις σχέσεις των ανώτατων αξιωματικών της βρετανικής αποστολής, αλλά έκαναν και συγκεκριμένες προσπάθειες να προσεγγίσουν αυτούς τους άντρες: ο Καλανικόα, «όταν ανέβηκε σήμερα στο Resolution και είδε έναν όμορφο νεαρό που του άρεσε ιδιαίτερα, πρόσφερε στον καπετάνιο, τον Τσαρλς Κλερκ, έξι μεγάλα

αγριογούρουνα, για να επιτρέψει στον νεαρό να γίνει για ένα διάστημα αϊκάνε του, ως εκεί έφτανε η περίεργη διαστροφή αυτών των Ινδιάνων». Τα κείμενα του 19ου αιώνα που καταγράφουν τις παρατηρήσεις

των Ευρωπαίων πάνω στα σεξουαλικά έθιμα των ιθαγενών της Αυστραλίας και της Μελανησίας αναφέρονται συχνά στον θεσμό της

παιδεραστίας, αλλά δεν δίνουν πολλές λεπτομέρειες επί αυτού. Στα τέλη του αιώνα, ο εθνογράφος Μάθιους υποστήριξε ότι ο τελετουργικός αυνανισμός και η σοδομία ήταν ενδημικά φαινόμενα σε ολόκληρη την ηπειρωτική Αυστραλία, αλλά γνώριζαν μεγαλύτερη διάδοση στις φυλές της περιοχής Κίμπερλυ και της Κεντρικής Ερήμου. Ο Μάθιους ανέφερε ότι στις φυλές της δυτικής

Αυστραλίας τα αρσενικά αδέλφια των κοριτσιών που αρραβωνιάζονταν υποκαθιστούσαν σεξουαλικά τις αδελφές τους ωσότου το αρραβωνιασμένο ζευγάρι φτάσει σε ηλικία γάμου. Μετά

την περιτομή του, σε κάθε νέο άντρα « δίνεται ένα αγόρι που ακόμα δεν έχει υποστεί την επέμβαση. Το αγόρι αυτό είναι ο αδελφός της

Page 197: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 197

γυναίκας που ο νεαρός άντρας έχει δικαίωμα να ζητήσει για σύζυγο. Το αγόρι χρησιμοποιείται για αυνανισμό και σοδομία και ακολουθεί συνεχώς τον άντρα». Ο Μπραμπαθόν Πουρσέλ μελέτησε τον ρόλο του αγοριού νύφης στις φυλές της περιοχής Κίμπερλυ και

δημοσίευσε τα πορίσματα του το 1893: « Ονομάζονται mullawongah και χρησιμοποιούνται ως εξής: ο άντρας ερεθίζει το πέος του αγοριού μέχρι να έρθει σε στύση και ύστερα, χτυπώντας ελαφρά γύρω γύρω με το δικό του εγχειρισμένο όργανο αυτό του αγοριού, φτάνει σε εκσπερμάτιση». Ο Προύσελ περιγράφει επίσης πως, κατά τη διάρκεια της τελετουργικής μύησης τους, τα αγόρια

παίρνουν δύναμη πίνοντας το σπέρμα που έχει συλλεγεί από τους

ενήλικους άντρες. Αυτές οι πρώιμες αναφορές επιβεβαιώθηκαν αργότερα από πιο συστηματική ανθρωπολογική επιτόπια έρευνα, η οποία συγκέντρωσε επίσης στοιχεία για μια πρακτική που ακολουθείται σε άλλες φυλές, όπου το νεαρό αγόρι κάνει σεξ με τον μελλοντικό πεθερό του προκειμένου να ανταμειφθεί αργότερα

για την ανάληψη του παθητικού ρόλου στην πρωκτική συνουσία παίρνοντας την κόρη του για νύφη. Παρόλο που κάποιες από τις σεξουαλικές πρακτικές της Αυστραλίας μοιάζουν αρκετά με τις παραδοσιακές τελετές μύησης και ανταλλαγής σπέρματος που περιγράφονται στο έργο του Γκίλμπερτ Χερτν για τη Μελανησία, διαφέρουν από τις τελευταίες

ως προς το ότι δεν περιβάλλονται από πέπλο μυστικότητας. Ενώ οι φυλές της ορεινής Νέας Γουινέας φροντίζουν να διατηρούν την ψευδαίσθηση ότι οι γυναίκες της φυλής αγνοούν όλες αυτές τις σεξουαλικές πρακτικές που διαμείβονται μεταξύ των αντρών, οι ιθαγενείς γυναίκες της Αυστραλίας δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να συζητήσουν ανοιχτά με τους ξένους παρατηρητές τις σχέσεις των

αδελφών τους με τους μελλοντικούς συζύγους τους. Όπως προκύπτει κυρίως από τις εθνογραφικές και ανθρωπολογικές αναφορές για την Αυστραλία και τη Μελανησία, στις περιπτώσεις αυτές οι ομόφυλες σεξουαλικές πράξεις δεν αφορούσαν μονάχα μια

συγκεκριμένη κοινωνική μειονότητα ή κάποια άτομα που ανήκαν στην ειδική κατηγορία του τρίτου φύλου ( όπως συνέβαινε, για

παράδειγμα, στην περίπτωση της Πολυνησίας), αλλά αφορούσαν, τουλάχιστον εν δυνάμει, το σύνολο του ανδρικού πληθυσμού. Αυτή ακριβώς η συνειδητοποίηση της δυνατότητας που έχει θεωρητικά κάθε άντρας να συνάψει σεξουαλικές σχέσεις με άλλους άντρες συνεχίζει ακόμα και σήμερα να τροφοδοτεί με ποικίλους τρόπους τη συζήτηση που διεξάγεται γύρω από την εγκυρότητα και το νόημα

της διάκρισης μεταξύ ομοφυλοφιλίας και ετεροφυλοφιλίας. Όπως βλέπουμε, η ευρωπαϊκή επέκταση στον Ειρηνικό Ωκεανό και οι σεξουαλικές ανακαλύψεις που τη συνόδευαν ενθάρρυναν την

ανάδυση ενός νέου, πρωτοεθνογραφικού τρόπου έρευνας. Οι σεξουαλικές πρακτικές που ήρθαν στο φως μέσα από την

Page 198: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 198

παρατήρηση της κουλτούρας των λαών του Ειρηνικού Ωκεανού κατά τον 18ο και τον 10ο αιώνα δεν κατηγοριοποιήθηκαν με βάση τα προϋπάρχοντα ερμηνευτικά μοντέλα του σεξουαλικού εγκλήματος και του σεξουαλικού αμαρτήματος, αλλά αντίθετα

συνέβαλαν στο να οριστεί η νεωτερική ομοφυλοφιλία ως το εγγενώς αντιφατικό φαινόμενο που παραμένει ακόμα και σήμερα. Πάντως, ο Michael Quinn τονίζει ότι ενώ οι περισσότερες ανθρωπολογικές μελέτες του 20ου αιώνα σχολιάζουν τα ομοφυλικά σεξουαλικά έθιμα της Πολυνησίας χρησιμοποιώντας, έστω και έμμεσα, τις νεωτερικές εννοιολογήσεις της ομοφυλοφιλίας, ο τρόπος που αντιμετώπιζαν τα

έθιμα αυτά οι παλαιότεροι παρατηρητές δεν ήταν εξίσου συνεκτικός

και μονοσήμαντος. Στο έργο του Same-Sex Dynamics Among Nineteenth- Century Americans, υποστηρίζει ότι οι μορμόνοι ιεραπόστολοι που έδρασαν στον Ειρηνικό, αφού παρατήρησαν προσεκτικά τους Ταϊτανούς μαχού και τους Χαβανέζους αϊκάνε καθώς και τα παραδοσιακά κοινωνικά δίκτυα στα οποία ήταν

ενταγμένοι, στη συνέχεια ενσωμάτωσαν και προσάρμοσαν αυτά τα μοντέλα ανδρικής συμπεριφοράς και ομόφυλης σεξουαλικής δραστηριότητας στα δικά τους κοινωνικά μορφώματα, εντός των οποίων οι πολιτισμικές και κοινωνικές συνδηλώσεις της έμφυλης διαφοράς παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Ο Quinn υποστηρίζει ότι αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ των Αμερικανών μορμόνων και των

παραδοσιακών κοινωνιών της Πολυνησίας μέσα στις οποίες αναπτύχθηκε η προσηλυτιστική τους δράση συνέβαλε σημαντικά στη διαμόρφωση της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας που χαρακτηρίζει ακόμα και σήμερα τους μορμόνους ως σέκτα. Ειδικότερα, ο Quinn υποστηρίζει ότι ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο οι μορμόνοι αντιλαμβάνονται την ομοφυλοφιλία σε σχέση με την ευρύτερη

κοινωνία των ΗΠΑ συνδέεται στενά με αυτό το ιστορικό παρελθόν. Συγκεκριμένα, παρόλο που οι μορμόνοι στρέφονται με σφοδρότητα εναντίον των ομοφυλόφιλων, η κοινότητα τους συνεχίζει να υποθάλπει τις στενές σχέσεις συναισθηματικής οικειότητας μεταξύ

αντρών, αντίθετα με την υπόλοιπη αμερικανική κοινωνία, η οποία μάλλον απαξιώνει τέτοιου είδους σχέσεις. Η περίπτωση που εξετάζει

ο Quinn μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από τη μελέτη των ομόφυλων σεξουαλικών πρακτικών των ιθαγενών δεν έγκειται στην επισήμανση της ομοιότητας ή της διαφορετικότητας τους από τα αντίστοιχα μοντέλα σεξουαλικότητα που επικράτησαν στη Δύση, αλλά στην αναγνώριση της αλληλεπίδρασης που καθόρισε την εξέλιξη και των δύο

πολιτισμικών συστημάτων διευθέτησης της σεξουαλικότητας.

Πολιτισμική διαφορά και σεξουαλική σύγκλιση.

Page 199: Η ομοφυλοφιλία από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα

Σελίδα 199

Ο ασταθής και μεταβαλλόμενος χαρακτήρας των κοινωνικών αντιλήψεων στο ζήτημα της ομοφυλοφιλίας συχνά μεγεθύνεται, αντί να σταθεροποιείται, όταν τις εξετάζουμε μέσα από το πρίσμα της πολιτισμικής διαφοράς. Συγκεκριμένες εννοιολογήσεις της

σεξουαλικότητας συγκροτούνται και πυκνώνουν γύρω από κάποιους τόπους. Γι’αυτό, αν στο άρθρο αυτό επικέντρωσα την ανάλυση μου στις μορφές που πήρε η συνάντηση μεταξύ διαφορετικών αντιλήψεων για τη σεξουαλικότητα σε τρεις συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, την Αμερική, την Αφρική και τον Ειρηνικό Ωκεανό, δεν το έκανα με σκοπό να υποτιμήσω τη

σημασία άλλων τόπων για την ιστορία της σεξουαλικότητας. Κύριος

στόχος μου ήταν να αναδείξω τις ιδιαιτερότητες αυτών των τριών τόπων συνάντησης. Ως συγκεκριμένα ερευνητικά παραδείγματα, οι περιπτώσεις που εξετάσαμε δείχνουν ότι η ιστορία των σεξουαλικών συναντήσεων είναι συγχρόνως και μια ιστορία πολιτισμικής ανταλλαγής, κατά την οποία διαφορετικοί τρόποι έκφρασης της

ερωτικής επιθυμίας επηρεάζουν και μεταμορφώνουν αμοιβαία ο ένας τον άλλο. Ο ιμπεριαλισμός αποτέλεσε πολύ συχνά το γεωπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο συναντήθηκαν τα συστήματα διευθέτησης της σεξουαλικότητας των Ευρωπαίων με τα αντίστοιχα συστήματα των ιθαγενών. Έτσι, μελετώντας τις σεξουαλικές πτυχές της κατάκτησης , της αποικιακής εξάπλωσης και της ανάπτυξης της

εθνογραφίας, μπορούμε να ιχνηλατήσουμε την παράλληλη μεταμόρφωση τόσο των δυτικών όσο και των γηγενών καθεστώτων σεξουαλικότητας. Άλλωστε, αυτού του είδους οι πολιτισμικές συναντήσεις δεν ανήκουν αποκλειστικά στο παρελθόν. Παρόμοιες διαπολιτισμικές σεξουαλικές αλληλεπιδράσεις συνεχίζουν να διαμείβονται ακόμα και σήμερα, σε πολλά μεταποικιακά

περιβάλλοντα, σε όλα τα μέρη της γης, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στη σύγχρονη γκέι κουλτούρα, η οποία αποκτά πλέον ολοένα και πιο σημαντικές παγκόσμιες συνιστώσες.