67
EΘ.Ι.ΑΓ.Ε. – Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών Εργας. Ελαιοκομίας και Μετασυλλεκτικής Φυσιολογίας ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝ 2080/05 (∆ΡΑΣΗ Βii) ∆ρ. Ι. Μετζιδάκης Χανιά ∆εκέμβριος 2006

ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Embed Size (px)

DESCRIPTION

ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Citation preview

Page 1: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

EEΘΘ..ΙΙ..ΑΑΓΓ..ΕΕ.. –– ΙΙννσσττιιττοούύττοο ΕΕλλιιάάςς κκααιι ΥΥπποοττρροοππιικκώώνν ΦΦυυττώώνν

ΕΕρργγααςς.. ΕΕλλααιιοοκκοοµµίίααςς κκααιι ΜΜεετταασσυυλλλλεεκκττιικκήήςς ΦΦυυσσιιοολλοογγίίααςς

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ

ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝ 2080/05 (∆ΡΑΣΗ Βii)

∆∆ρρ.. ΙΙ.. ΜΜεεττζζιιδδάάκκηηςς

ΧΧααννιιάά ∆∆εεκκέέµµββρριιοοςς 22000066

Page 2: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Πρόλογος

Το βοήθηµα υπό µορφή εγχειριδίου περιλαµβάνει σε σύντοµη µορφή τα κύρια σηµεία

που παρουσιάσθηκαν από τους οµιλητές στην διηµερίδα στο Ηράκλειο (12-13.12.2006)

και σκοπό έχει να βοηθήσει τους αγροτικούς συµβούλους που ασχολούνται µε την

εφαρµογή των Κ.Ο.ΓΕ.Π. στην ελαιοκαλλιέργεια σύµφωνα µε τα πρότυπα Agro 2.1 &

2.2. Καλύπτει έτσι τις βασικές αρχές και τεχνικά στοιχεία για την ενηµέρωση-κατάρτιση

των γεωτεχνικών-αγροτικών συµβούλων µε απαραίτητες γνώσεις (βασικές γνώσεις των

αρχών της ολοκληρωµένης παραγωγής, την εγκατάσταση ενός νέου ελαιώνα Ο∆Π, την

προσαρµογή ενός συµβατικού ελαιώνα στο σύστηµα της Ο∆Π, και τις καλλιεργητικές

φροντίδες), που πρέπει να εφαρµόζονται µέσα στο πλαίσιο των Κ.Ο.ΓΕ.Π.

Η σύνταξη του βοηθήµατος αυτού στηρίχθηκε κυρίως στα θέµατα που αναπτύχθηκαν

στην διηµερίδα και συµπληρώθηκε µε στοιχεία ελαιοκοµίας από διάφορες πηγές. Για

περισσότερες πληροφορίες ο αναγνώστης µπορεί να χρησιµοποιήσει βιβλιογραφικές

πηγές που αναφέρονται στο τέλος κάθε κεφαλαίου.

Επιστηµονικός υπεύθυνος

∆ρ. Ι. Μετζιδάκης

Χανιά ∆εκέµβριος 2006

Page 3: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Το βοήθηµα αυτό µπορεί να αναπαραχθεί σε περιορισµένο αριθµό αντιτύπων για χρήση

µόνο του Προγράµµατος E.O.Π. της Ελαιουργικής Kαν. 2080/05 ∆ράση Βii. Κανένα

τµήµα ή µέρος του περιεχοµένου δεν επιτρέπεται να αναδηµοσιευθεί ή να αναπαραχθεί,

µε οποιαδήποτε τρόπο -µηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό ή άλλο- χωρίς προηγούµενη,

γραπτή άδεια του επιστηµονικού υπεύθυνου.

Page 4: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

ΠΠεερριιεεχχόόµµεενναα ΑΑ’’ ΜΜέέρροουυςς

1

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

1

1.1 Η ελαιοκαλλιέργεια στην Ελλάδα 1 1.2 Η ελαιοκαλλιέργεια στην Κρήτη 3 1.3 Προβλήµατα ελαιοκαλλιέργειας στην Ελλάδα 4 1.4 Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση 5 1.5 Πιστοποίηση Γεωργικής Εκµετάλλευσης σύµφωνα µε πρότυπα Agro 2.1

και Agro 2.2 7

1.6 Προοπτικές 9 1.7 Κανόνες Πολλαπλής Συµµόρφωσης 10 2 ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΛΑΙΩΝΑ 11 2.1 Επιλογή θέσης για την εγκατάσταση του ελαιώνα 11 2.1.1 Γονιµότητα και διατήρηση του εδάφους 11 2.1.2 Σηµασία των µετεωρολογικών δεδοµένων και του µικροκλίµατος 11 2.1.3 Κοινωνικοί και οικονοµικοί παράγοντες της περιοχής 14 2.2 Επιλογή πολλαπλασιαστικού υλικού 15 2.3 Σχεδίαση ελαιώνα 15 2.4 Εγκατάσταση ελαιώνα 17 3 ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ Ε∆ΑΦΟΥΣ 19 3.1 Σχέδιο διαχείρισης του εδάφους 19 3.2 Συγκέντρωση Πληροφοριών 19 3.3 Χειρισµοί εδάφους 19 3.3.1 Ακαλλιέργεια µε ζιζανοκτονία 20 3.3.2 Χλωρή λίπανση – χορτοδοτικά φυτά 20 3.3.3 Συνεχής καλλιέργεια 21 3.3.4 Μικτό σύστηµα 23 3.4 Συµπίεση εδάφους 23 3.5 ∆ιάβρωση Εδάφους 24 3.6 Λοιποί Χειρισµοί του Εδάφους 26 3.6.1 ∆ιατήρηση και Αύξηση της Οργανικής Ουσίας 26 3.6.2 Χηµική Απολύµανση 26 3.6.3 Εξειδίκευση προβλέψεων του σχεδίου διαχείρισης κρίσης 26 3.7 Εξειδίκευση διορθωτικών και προληπτικών ενεργειών για το χειρισµό µη

συµµορφώσεων 27

3.8 ∆ιαδικασία για την εξοικονόµηση ενέργειας 27 3.9 Το Πρόβληµα της διάβρωσης του εδάφους 27 4 ΑΝΟΡΓΑΝΗ ΘΡΕΨΗ ΤΗΣ ΕΛΙΑΣ 32 4.1 Ανάγκες σε θρεπτικά στοιχεία 32 4.1.1 Άζωτο 32 4.1.2 Φώσφορος 34 4.1.3 Κάλιο 35 4.1.4 Ασβέστιο 36 4.1.5 Μαγνήσιο 36 4.1.6 Βόριο 36

Page 5: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

4.1.7 Άλλα ιχνοστοιχεία 38 4.2 Τοξικότητες 38 4.3 Καθορισµός του προγράµµατος λίπανσης των ελαιώνων 38 4.3.1 Πληροφοριακό ∆ελτίο 38 4.3.2 Αναλύσεις εδάφους 39 4.3.3 Αναλύσεις φύλλων 41 4.3.4 Επανάληψη αναλύσεων 42 4.4 Εφαρµογή λίπανσης 43 4.4.1 Χρόνος εφαρµογής 43 4.4.2 Τύπος λιπασµάτων 43 4.4.3 Ποσότητα λιπασµάτων 43 4.4.4 ∆ιορθωτικές ενέργειες για βελτίωση της γονιµότητας του εδάφους 43 4.4.5 Τρόπος εφαρµογής των λιπασµάτων 43 4.5 Αποθήκευση και µεταφορά των λιπασµάτων 46 5 ΚΛΑ∆ΕΜΑ ∆ΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ-ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ

ΕΛΑΙΟ∆ΕΝΤΡΩΝ 47

5.1 Εισαγωγικά στοιχεία 47 5.2 Σκοπός του κλαδέµατος 47 5.3 Είδη κλαδέµατος 48 5.3.1 Κλάδεµα διαµόρφωσης – Χειρισµοί, σχήµα φυτού 48 5.3.2 Κλάδεµα καρποφορίας 49 5.3.3 Ορθολογικό κλάδεµα και λαίµαργοι βλαστοί 52 5.4 Ανανέωση ελαιοδένδρων 52 5.5 Κλάδεµα για µηχανική συγκοµιδή 53 5.6 Συχνότητα και εποχή κλαδέµατος 54 5.7 Κλάδεµα παγετόπληκτων ελαιοδέντρων 54 5.8 Περιποίηση τοµών 55 6 ΕΠΙ∆ΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΟΜΙ∆ΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΣΥΛΛΕΚΤΙΚΩΝ

ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ EΛΑΙΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

56

6.1 Εισαγωγικά στοιχεία 56 6.2 Αλλοιώσεις ελαιόλαδου 56 6.3 Συλλογή 57 6.4 Μέθοδοι συλλογής ελαιόκαρπου 57 6.5 Μεταφορά 59 6.6 Αποθήκευση 60

Page 6: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

11οο ΚΚΕΕΦΦΑΑΛΛΑΑΙΙΟΟ

ΕΕΦΦΑΑΡΡΜΜΟΟΓΓΗΗ ΣΣΥΥΣΣΤΤΗΗΜΜΑΑΤΤΟΟΣΣ ΟΟΛΛΟΟΚΚΛΛΗΗΡΡΩΩΜΜΕΕΝΝΗΗΣΣ ∆∆ΙΙΑΑΧΧΕΕΙΙΡΡΙΙΣΣΗΗΣΣ

ΣΣΤΤΗΗΝΝ ΕΕΛΛΑΑΙΙΟΟΚΚΑΑΛΛΛΛΙΙΕΕΡΡΓΓΕΕΙΙΑΑ

∆ρ. Ι. Μετζιδάκης 1.1 Η ελαιοκαλλιέργεια στην Ελλάδα H ελιά είναι µία από τις σηµαντικότερες καλλιέργειες στην Ελλάδα, καλύπτει πάνω από 7.5 εκατοµµύρια στρέµµατα όπως και το 23.5% του συνόλου των καλλιεργούµενων εκτάσεων της Ελλάδας µε τον κύριο όγκο της παραγωγής να εντοπίζεται κυρίως στην Πελοπόννησο, την Κρήτη και τη Στερεά Ελλάδα ενώ τα τελευταία χρόνια παρατηρείται µια δυναµική επέκταση σε πολλές άλλες περιοχές.

Η Ελλάδα µε παραγωγή που διπλασιάστηκε τα τελευταία 40 χρόνια είναι η τρίτη µεγαλύτερη ελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσµο µε πλέον του 80% να προορίζεται για παραγωγή ελαιολάδου. Η µέση ετήσια παραγωγή λαδιού φτάνει τους 426.000 τόνους και καταλαµβάνει το 14% της παγκόσµιας παραγωγής και το 19% της ευρωπαϊκής παραγωγής αντίστοιχα.

Η ποιότητα του παραγόµενου ελαιολάδου έχει βελτιωθεί σηµαντικά µέσω:

της κατάλληλης µεθόδου συγκοµιδής της µετασυλλεκτικής µεταχείρισης και της εφαρµογή σύγχρονης τεχνικής εξαγωγής λαδιού

Το παραπάνω έχει ως αποτέλεσµα πάνω από το 80% να έχει οξύτητα χαµηλότερη του ενός βαθµού.

Βασικά χαρακτηριστικά των ελληνικών ελαιώνων είναι η µικρή έκταση (<10 στρέµµατα) και το γεγονός ότι πάνω από το 70% βρίσκεται σε επικλινείς ή ορεινές περιοχές. Τα καλλιεργητικά συστήµατα στα οποία διακρίνεται η ελαιοκαλλιέργεια είναι τα 1) συµβατικά 2) ηµι-εντατικά 3) εντατικά και 4) οργανικά. Οι κυριότερες ποικιλίες είναι: Για λάδι:

• ΚορωνέΙκη • Μαστοειδής • Μεγαρίτικη • Αδραµυτινή

Για επιτραπέζιες ελιές:

• Αµφίσσης • Καλαµών • Χαλκιδικής

Παρακάτω στον Πίνακα 1 φαίνεται η Περιφερειακή κατανοµή των ποικιλιών ελιάς και στο Σχεδιάγραµµα 2 η Ελαιοπαραγωγή στην Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία.

1

Page 7: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Πίν. 1: Περιφερειακή κατανοµή ποικιλιών ελιάς

Σκοπός Περιοχή

Ελαιόλαδο Επιτραπέζιες ελιές

Πελοπόννησος Κορωνέϊκη, Κοθρέϊκη, Μαστοειδής Καλαµών

Κρήτη Κορωνέϊκη, Mαστοειδής, Θρουµπολιά Θρουµπολιά, Καλαµών

Στερεά Ελλάδα Μεγαρίτικη, Μαστοειδής, Κολυµπάδα Αµφίσσης

Ιόνια νησιά Λιανολιά, Κερκύρας, Ασπρολιά

Νησιά Αιγαίου Βαλανολιά Αδραµυτινή, Θρουµπολιά Θρουµπολιά, Βαλανολιά

Θεσσαλία Αµφίσσης Αµφίσσης

Μακεδονία Χαλκιδικής, Θρούµπα, Θάσου Χαλκιδικής

Ήπειρος Λιανολιά Αµφίσσης

Σχέδιο 1:Ελαιοπαραγωγή στην Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία

0

100000

200000

300000

400000

500000

600000

95-96 96-97 97-98 98-99 99-00 00-01 01-02 02-03 03-04 04-05

2

Page 8: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

1.2 Η λαιοκαλλιέργεια στην Κρήτη

Η ελαιοκοµία είναι διαχρονικά δεµένη µε το παρελθόν της Κρήτης και φαίνεται να υπάρχε

90% και πλέον εξάγεται από το νησ

η αξιοποίηση των πλεονεκτηµάτων της ελαιοκ

ς από πλευράς εδαφοκλιµατικών και καλλιεργητικών συνθηκ

ε

ι σαν απασχόληση σ’ αυτή πάνω από 8000 χρόνια. Συνδέεται στενά µε την ιστορία, την παράδοση, τη θρησκεία, την τέχνη αλλά και την κοινωνική και οικονοµική ζωή των κατοίκων του νησιού από τότε που ο πολιτισµός τους αφήνει τα ίχνη του στο νησί. Σήµερα οι ελαιώνες αποτελούν το στοιχείο που κυριαρχεί στο φυσικό περιβάλλον του νησιού καλύπτοντας το 65% της γεωργικής γης και απασχολούν το σύνολο σχεδόν των αγροτικών οικογενειών του. Η ελαιοκοµία µαζί µε τον τουρισµό αποτελούν στην Κρήτη τους δύο βασικότερους πλουτοπαραγωγικούς πόρους. Η ελαιοκοµία προσφέρει ένα εισόδηµα που πλησιάζει τα 200 δις ετησίως στο νησί και αποτελεί ενδιαφέρουσα και αγαπητή απασχόληση για το σύνολο σχεδόν των κατοίκων του. Η ελαιοκοµία της Κρήτης διαθέτει σηµαντικά συγκριτικά πλεονεκτήµατα που δηµιουργούν µια αξιόλογη δυναµική για καλύτερες προοπτικές στο µέλλον που θα επιτρέψουν τη χάραξη µιας στρατηγικής που θα µπορεί να αναβαθµίσει τους όρους και στην παραγωγή και στη διάθεση.

Το ελαιόλαδο που παράγεται στην Κρήτη κατά ποσοστόί και λόγω της εγνωσµένης ποιοτικής, πολιτιστικής και υγιεινής αξίας εκτιµάται

ιδιαίτερα από το διεθνές εµπόριο. Ωστόσο ο εξαγωγικός αυτός κατά βάση προσανατολισµός του συναρτά αναγκαστικά τη διάθεση και την εµπορία του από τις συνθήκες της διεθνούς παραγωγής και κατανάλωσης αλλά και από το όλο θεσµικό πλαίσιο της ισχύουσας διεθνούς αλλά και κυρίως της Κοινοτικής ελαϊκής πολιτικής.

Έτσι η αντιµετώπιση των προβληµάτων καιοµίας της Κρήτης αναγκαστικά θα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσµα των

δυνατοτήτων που παρέχουν και των περιορισµών που επιβάλλουν οι διεθνείς και φυσικά οι εθνικές και οι τοπικές συνθήκες.

Αντικειµενικές αδυναµίεών σε αρκετές περιοχές δεν επιτρέπουν θεαµατικές αυξήσεις στην παραγωγικότητα,

σηµαντικές µειώσεις το κόστος παραγωγής και ικανοποιητική βελτίωση της ποιότητας των παραγόµενων προϊόντων. Ο ανταγωνισµός του ελαιολάδου από άλλα φυτικά και ζωικά έλαια που είναι αρκετά φθηνότερα και διαφηµίζονται καλύτερα συνεπάγει σοβαρό πρόβληµα. Λόγω της εγκατάστασης ελαιώνων σε µειονεκτικές επικλινείς περιοχές και της εφαρµογής ενός εντατικού συστήµατος διαχείρισης έχουν παρατηρηθεί συµπτώµατα υποβάθµισης του εδάφους µε σηµαντικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα της εκµετάλλευσης και στην διατήρηση των φυσικών πόρων. Οι θετικές επιπτώσεις της ελαιοκοµίας είναι πολλές. Το γεγονός και µόνο ότι πρόκειται για µια δενδρώδη αειθαλή καλλιέργεια υπογραµµίζει την αξία της ελιάς ως πηγή οξυγόνου και φυσικού κάλλους. Με το πλούσιο και ισχυρό επιφανειακό ριζικό της σύστηµα η ελιά προστατεύει αποτελεσµατικά το έδαφος από τις διαβρώσεις, διακόπτει την ροή του νερού προς τις κοιλάδες και βοηθά τη διείσδυσή του στο έδαφος. Επίσης εµποδίζει τη δηµιουργία χειµάρρων και πληµµύρων και µειώνει την εξάτµιση της υγρασίας του εδάφους. Χαρακτηριστικό παράδειγµα των θετικών επιπτώσεων της ελαιοκοµίας αποτελούν τα ελαιοδάση στην Κρήτη. Τα 40 περίπου εκατοµµύρια ελαιόδεντρα είναι η ασφαλέστερη θωράκισή στην απειλούµενη ερηµοποίηση της. Ένα άλλο στοιχείο είναι όχι µόνο η διατήρηση του περιβάλλοντος και του φυσικού κάλους αλλά και η σηµαντική βελτίωσή τους. Το θετικότερο όµως στοιχείο είναι, ότι πολλές περιοχές της Κρήτης είναι οριακές γιατί είναι ξηρικές και µε µεγάλες κλίσεις, έτσι ώστε αν δεν είχαν καλυφθεί µε ελιές θα είχαν διαβρωθεί. Η ελαιοκοµία τέλος συµβάλει και στη διατήρηση της βιοποικιλότητας.

3

Page 9: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Όταν όµως η εξάπλωση της ελαιοκοµίας δεν συµβαδίζει µε την λήψη των κατάλληλων µέτρων και την εφαρµογή σωστών καλλιεργητικών τεχνικών προκύπτουν και αρνητικές για το περιβάλλον επιπτώσεις. Έτσι στη ζώνη µεγάλων κλίσεων εντείνεται ο κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους από την έλλειψη εδαφοκάλυψης (καλλιέργεια του εδάφους, ζιζανιοκτονία) κυρίως σε αργιλώδη και αµµώδη εδάφη. Η αλόγιστη και υπερβολική χρήση φυτοφαρµάκων, ζιζανιοκτόνων και ανόργανων λιπασµάτων από πολλούς ελαιοπαραγωγούς θέτει σε κίνδυνο τα υπόγεια νερά και τη βιοποικιλότητα του ελαιώνα. Τέλος σοβαρή επιβάρυνση για το περιβάλλον αποτελούν και τα υποπροϊόντα από την επεξεργασία του ελαιοκάρπου στο ελαιουργεία και κυρίως τα απόνερα.

Ένα πρόβληµα που πρέπει να µελετηθεί σχετίζεται µε την καλλιέργεια της θρουµπολιάς που εντοπίζεται κυρίως στους Νοµούς Ηρακλείου και Ρεθύµνου και λόγω του όγκου της συµµετέχει ενεργά στη διαµόρφωση της εικόνας της ελαιοκοµίας τους. Οι ελαιώνες της θρουµπολιάς κατά το πλείστον είναι ξηρικοί και καταλαµβάνουν κυρίως ηµιορεινές και ορεινές περιοχές. Είναι ελαιώνες µικρής και ακανόνιστης παραγωγικότητας και το εισόδηµα που αποδίδουν είναι χαµηλό εξαιτίας της χαµηλής τιµής των µειονεκτικών λαδιών και του αυξηµένου καλλιεργητικού κόστους λόγω του δύσβατου των περιοχών καλλιέργειας.

Αξιολογώντας αυτά που αναφέρθηκαν πιο πάνω φαίνεται ότι απαιτούνται συντονισµένες προσπάθειες και δράσεις για να αντιµετωπιστούν τα προβλήµατα και να βελτιωθεί η ελαιοκοµία στην Κρήτη. Στόχος της προσπάθειας είναι η διατήρηση των ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους ελαιώνων, η προστασία του περιβάλλοντος, των φυσικών πόρων και του αγροοικοσυστήµατος, η αποκατάσταση της βιολογικής ισορροπίας, η παραγωγή ποιοτικών προϊόντων και η εκπαίδευση όλων των εµπλεκοµένων στη διαχείριση και εφαρµογή των ορθών γεωργικών πρακτικών στην ελαιοκαλλιέργεια.

1.3 Προβλήµατα ελαιοκαλλιέργειας στην Ελλάδα

Τα βασικότερα προβλήµατα της ελαιοκαλλιέργειας στην Ελλάδα είναι:

Η διάβρωση µετά από ακατάλληλη διαχείριση του εδάφους στις ορεινές περιοχές και σε ορισµένες περιοχές ερηµοποίηση

Οι αυξηµένες εισροές (ενέργεια, λιπάσµατα, νερό, φυτοφάρµακα) Η ρύπανση του περιβάλλοντος και η µόλυνση των επιφανειακών υδάτων Το υψηλότερο κόστος παραγωγής και εργασίας σε σχέση µε τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες

4

Page 10: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

5

Η αστάθεια όταν η µηχανοποίηση δεν είναι εφαρµόσιµη και η εργασία είναι ανεπαρκής Η έντονη ανταγωνιστικότητα (ελαιοπαραγωγικές χώρες, νέες χώρες) Ανάπτυξη νοοτροπίας Ελλήνων παραγωγών (µεγάλες εισροές για µεγάλες αποδόσεις και εισοδηµατικές ενισχύσεις)

Οι µειωµένες και ακανόνιστες αποδόσεις της ελαιοκαλλιέργειας (παρενιαυτοφορία, µειωµένη εδαφική υγρασία, έλλειψη αζώτου) σε ορεινές και προβληµατικές περιοχές.

Οι υψηλές απαιτήσεις σε εργασία Ο ανταγωνισµός στη χρήση νερού µε τον τουρισµό και τη βιοµηχανία

Για τους παραπάνω λόγους είναι απαραίτητο η ελληνική ελαιοκαλλιέργεια να στραφεί προς τις εναλλακτικές µορφές καλλιέργειας. Η προσαρµογή αυτή απαιτεί την θεµελίωση νέων θεσµικών µέτρων από την πολιτεία, την τεχνική και οικονοµική υποστήριξη των φορέων καθώς και την ευαισθητοποίηση των παραγωγών, των εµπόρων, των εξαγωγέων και των καταναλωτών. Tο σύστηµα το οποίο θα αντικαταστήσει τη συµβατική ελαιοκαλλιέργεια θα πρέπει να είναι φιλικό προς το περιβάλλον και αειφορικό για τη διατήρηση των φυσικών πόρων, να εξασφαλίζει ικανοποιητικό εισόδηµα στον παραγωγό και να παρέχει ασφάλεια στον καταναλωτή.

Σύµφωνα µε τα παραπάνω, η εφαρµογή της ολοκληρωµένης παραγωγής στις αγροτικές εκµεταλλεύσεις, είναι µία πολύ καλή επιλογή. Η εφαρµογή της είναι φιλική προς το περιβάλλον και υπάρχει η δυνατότητα επιδότησης από τις αρµόδιες αρχές. Επίσης, οδηγεί σε µία υψηλής ποιότητας παραγωγή, εποµένως και προϊόντων, τα οποία µε την κατάλληλη προώθηση µπορούν να εξασφαλίσουν καλύτερες τιµές στην διεθνή και εγχώρια αγορά.

Στην Ελλάδα, η Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση της αγροτικής παραγωγής βρίσκεται σε εµβρυακό στάδιο. Το 1998 θεσµοθετήθηκε ειδικός οργανισµός υπό την εποπτεία του Υπουργείου Γεωργίας µε την επωνυµία "Οργανισµός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων " (Ο.Π.Ε.Γ.Ε.Π.). Βασικός σκοπός του Οργανισµού είναι η πιστοποίηση και η χορήγηση του σήµατος και προώθηση φιλοπεριβαλλοντικών συστηµάτων ολοκληρωµένης διαχείρισης.

1.4 Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση

Σύµφωνα µε το ∆ιεθνή Οργανισµό για το Βιολογικό Έλεγχο των βλαβερών ζώων και φυτών (International Organization for Biological Control of Noxious animals and Plants- I.O.B.C.)

“Ολοκληρωµένη Παραγωγή προϊόντων εννοούµε την

παραγωγή υψηλής ποιότητας προϊόντων, δίνοντας

προτεραιότητα σε ασφαλείς οικολογικές µεθόδους,

περιορίζοντας στο ελάχιστο τις ανεπιθύµητες

ενέργειες από τη χρήση φυτοφαρµάκων, προάγοντας

έτσι την ασφάλεια του περιβάλλοντος και της

ανθρώπινης υγείας”

Page 11: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Η Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση συνδυάζει κατά τον καλύτερο τρόπο καλλιεργητικές,

βιολογικές και χηµικές µεθόδους και στοχεύει σε:

Υψηλής ποιότητας προϊόντα, τα οποία είναι ανταγωνιστικά Ελαχιστοποίηση των ανεπιθύµητων γεωργικών επιδράσεων στα καλλιεργούµενα φυτά, τον άνθρωπο και το περιβάλλον

Οικονοµικό όφελος του παραγωγού µε ικανοποιητική απόδοση Μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος χωρίς µείωση της παραγωγής Ορθολογική χρησιµοποίηση των φυσικών πόρων Αποτελεσµατικότερη αντιµετώπιση των προβληµάτων της ελαιοπαραγωγής

Η µετατροπή ενός ελαιώνα από συµβατική σε ολοκληρωµένη παραγωγή προϋποθέτει:

• να έχει αποκτήσει ο παραγωγός οικολογική συνείδηση και να ενστερνίζεται

τους κανόνες της αειφορικής γεωργίας • να προσφέρεται η περιοχή για ολοκληρωµένη παραγωγή • να παρέχεται η τεχνική στήριξη • να υπάρχει η υποδοµή για µεταποίηση και διακίνηση του ελαιοκοµικών προϊόντων

Τα Συστήµατα Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης αφορούν συγκεκριµένη καλλιέργεια,

τροποποιούνται για την ίδια καλλιέργεια ανάλογα µε τις εδαφοκλιµατικές συνθήκες της κάθε περιοχής, αξιολογούνται συνεχώς ως προς την αποτελεσµατικότητά τους και βελτιώνονται. Σχεδιάζονται από επιστήµονες που είναι γνώστες της γεωργικής πρακτικής για να είναι εφαρµόσιµα. Μπορούν να εφαρµοσθούν από γεωργικές εκµεταλλεύσεις κάθε δυναµικότητας και από µεµονωµένους παραγωγούς.

Τα οφέλη από την εφαρµογή της Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης είναι τα παρακάτω:

Η διασφάλιση των αποδόσεων και του εισοδήµατος του παραγωγού

(βελτιστοποίηση της παραγωγής και µείωση του κόστους παραγωγής) Η αριστοποίηση της χρήσης εισροών (µείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των γεωργικών δραστηριοτήτων)

Ποιοτικό προϊόν (ελαιόλαδο, βρώσιµη ελιά) Η ανταπόκριση στις απαιτήσεις της κοινωνίας και της αγοράς για προστασία του περιβάλλοντος και για γεωργικά προϊόντα λιγότερο επιβαρυµένα από τα υπολείµµατα των φυτοφαρµάκων

Ασφαλές προϊόν Ιχνηλασιµότητα – αναγνωρίσιµο προϊόν από τον ελαιοκαλλιεργητή µέχρι τη συσκευασία και επισήµανση

Ανταγωνιστικό προϊόν Η σήµανση προϊόντων και η πιστοποίηση των παραγωγών Η εδράιωση υπάρχοντων αγορών Η εισχώρηση σε δύσκολες αγορές Η προβολή και η διαφήµιση Η δυνατότητα επιδότησης

6

Page 12: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

1.5 Πιστοποίηση Γεωργικής Εκµετάλλευσης σύµφωνα µε πρότυπα Agro 2.1 και Agro 2.2 Βασική προϋπόθεση κατά τη σύνταξη των Ολοκληρωµένων Συστηµάτων ∆ιαχείρισης είναι η συµµόρφωση ως προς την ισχύουσα νοµοθεσία σε θέµατα περιβάλλοντος (προστασία και διαχείριση φυσικών πόρων) και χρήσης εισροών, αλλά και ως προς τους κώδικες Ορθής Γεωργικής Πρακτικής. Η πιστοποίηση των παραγόµενων προϊόντων προϋποθέτει εναρµόνιση µε την σχετική νοµοθεσία (Agro 2.1-2.2) που έχει συντάξει ο Οργανισµός Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π). Ο παραγωγός είναι απαραίτητο να καταγράφει κάθε τι που εφαρµόζει και παρατηρεί στην εκµετάλλευση του. Για το σκοπό αυτό χρειάζεται να εκπαιδευτεί κατάλληλα και κυρίως να αντιληφθεί και να εκτιµήσει την αναγκαιότητα αυτής της λεπτοµερούς καταγραφής. Σύστηµα Ποιότητας AGRO 2 Η εφαρµογή ενός συστήµατος AGRO 2 περιλαµβάνει τα παρακάτω στάδια:

• καταγραφή της υφιστάµενης κατάστασης–ορισµός επιβλέποντα-έκδοση πολιτικής και θέσπιση σκοπών και στόχων

• σύσταση οµάδας παραγωγών-ορισµός επικεφαλή-έκδοση πολιτικής • οργανόγραµµα-οµάδα παραγωγών • σύνταξη διαδικασιών του AGRO 2-1 • εκπαίδευση παραγωγών-εµπλεκοµένων • έλεγχος καταγραφών και τεκµηρίωσης • σύνταξη σχεδίων διαχείρισης του AGRO 2-2 • έλεγχος της ορθότητας των καταγραφών • διενέργεια εσωτερικών επιθεωρήσεων • διόρθωση αποκλίσεων

AGRO 2-1 Προδιαγραφή Περιλαµβάνει γενικές απαιτήσεις στο σύνολο της γεωργίας που µπορούν να επιθεωρηθούν αντικειµενικά. Αποτελεί το σύνολο των αρχών για την πιστοποίηση του Συστήµατος Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης που είναι εφαρµόσιµο σε κάθε γεωργική εκµετάλλευση ανεξάρτητα από κάθε είδος της παραγωγικής κατεύθυνσης. AGRO 2-2 Απαιτήσεις για την εφαρµογή

Περιγράφει τις τεχνικές και νοµικές απαιτήσεις του συστήµατος στη φυτική παραγωγή που συνοδεύουν το πρότυπο AGRO 2-1. Περιλαµβάνει τους γενικούς Κανόνες Ορθής Γεωργικής Πρακτικής και τα συνοδευτικά µέτρα φιλοπεριβαλλοντικής άσκησης της γεωργίας (φυτικής παραγωγής) ώστε να παράγονται ασφαλή και ποιοτικά προϊόντα και να επιτυγχάνεται η άριστη διαχείριση του περιβάλλοντος.

7

Page 13: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Πλεονεκτήµατα – Μειονεκτήµατα Agro 2.1-Agro 2.2

Πλεονεκτήµατα Μειονεκτήµατα Χαµηλό κόστος σε οµαδικές πιστοποιήσεις

∆υσκίνητο σε επίπεδο ατοµικής πιστοποίησης

Εµφανές σήµα στο τελικό προϊόν Επιδοτείται

Ο ρόλος του πιστοποιητικού φορέα:

Έχει διαπιστευθεί να πιστοποιεί παραγωγικές µονάδες σύµφωνα µε ένα πρότυπο. Η πιστοποίηση-γίνεται µετά από επιθεώρηση ενός συστήµατος και έλεγχο εφαρµογής

του ή µετά από έλεγχο της παραγωγικής διαδικασίας. Ο πιστοποιητικός φορέας δεν πρέπει να έχει σχέση µε τον επιθεωρούµενο ούτε µε το

σύµβουλο-επιβλέποντα.

O ρόλος του επιβλέποντα-(συµβούλου) είναι:

Αποτελεί τον σύµβουλο διοίκησης –διαχειριστής οµάδων παραγωγών Αποτελεί τον τεχνικό σύµβουλο (µεταφορά τεχνογνωσίας σε τοπικό επίπεδο)

στα θέµατα πρωτογενούς παραγωγής Αναλαµβάνει την κατάρτιση των παραγωγών σε θέµατα βελτίωσης της ποιότητας

Η πιστοποίηση στη χώρα µας γίνεται από τον Οργανισµό Πιστοποίησης και Επίβλεψης

Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π) και άλλους πιστοποιητικούς οργανισµούς. Η εγκατάσταση ενός συστήµατος Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης, είναι µία αρκετά

δύσκολη διαδικασία η οποία πρέπει να πληρεί βασικές προδιαγραφές:

Το σύστηµα που θα ακολουθηθεί πρέπει να είναι τεκµηριωµένο και γι’ αυτό πρέπει να τηρούνται αρχεία σε έντυπη ή ηλεκτρονική µορφή που να περιγράφουν τα σηµαντικότερα στοιχεία και να καθοδηγούν στην παρακολούθηση (µέσω εγγράφων) της λειτουργίας της γεωργικής εκµετάλλευσης.

Να υπάρχει σύστηµα ιχνηλασιµότητας και το γεωργικό προϊόν, µε την καθιέρωση και διατήρηση τεκµηριωµένων διαδικασιών για τον εντοπισµό της προέλευσής του από τη µονάδα της αρχικής του παραγωγής µέχρι την παράδοση στον πελάτη.

Η γεωργική εκµετάλλευση πρέπει να έχει σχέδιο για τη διαχείριση απρόβλεπτων καταστάσεων, είτε αυτές είναι ατυχήµατα είτε οφείλονται στην επίδραση βιοτικών (π.χ. επιδηµίες) και αβιοτικών παραγόντων (π.χ. χαµηλές θερµοκρασίες, πυρκαγιά).

Καθιέρωση και διατήρηση συνεχώς τεκµηριωµένης διαδικασίας για την περιοδική αξιολόγηση του συστήµατος και τη διαπίστωση της αποτελεσµατικότητας του

Η πιστοποίηση της Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης είναι η επίσηµη αναγνώριση ότι ένας

παραγωγός εφάρµοσε το συγκεκριµένο σύστηµα διαχείρισης στην καλλιέργειά του. Πρέπει να σηµειωθεί ότι πιστοποιείται η διαδικασία παραγωγής και όχι το προϊόν. Με την πιστοποίηση το προϊόν γίνεται επώνυµο, διαφοροποιείται από τα ίδια µη πιστοποιηµένα

8

Page 14: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

προϊόντα της συµβατικής γεωργίας και αποκτά στην αγορά προστιθέµενη αξία. Χωρίς πιστοποίηση ο παραγωγός έχει µεν τα οφέλη της Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης στην εκµετάλλευσή του αλλά δεν εκµεταλλεύεται την προστιθέµενη αξία που αποκτά το προϊόν µε την πιστοποίηση.

Τα προγράµµατα Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης επιδοτούνται από το Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Το κόστος για την εφαρµογή των Συστηµάτων Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης εκτιµάται ότι είναι πολύ µικρότερο σε σχέση µε το όφελος που προκύπτει από την εφαρµογή του συστήµατος. Αυτό βασίζεται στο ότι αποφεύγονται οι περιττές δαπάνες και οι απώλειες από την παραγωγή.

Πρέπει να γίνει κατανοητό από τους παραγωγούς ότι θα επιβιώσουν εκείνοι που θα παράγουν ανταγωνιστικά, ποιοτικά, πιστοποιηµένα προϊόντα χωρίς επιπτώσεις στο περιβάλλον. Το όφελος για τον αγρότη µεταφράζεται αν όχι σε καλύτερη τιµή, τουλάχιστον σε εξασφάλιση της διάθεσης προϊόντων του στις αγορές του εξωτερικού και στην εσωτερική αγορά. 1.6 Προοπτικές Η εφαρµογή των πιστοποιηµένων Συστηµάτων Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης επικροτείται σήµερα από σχεδόν όλους τους εµπλεκόµενους φορείς στο χώρο της ελληνικής γεωργίας. ∆εν είναι τυχαίο, ότι η Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση Καλλιεργειών αποτελεί σήµερα πρωταρχικό θέµα συζήτησης σε ολόκληρο τον χώρο της ελληνικής γεωργίας, όντας πρωτεύοντας στόχος αναπτυξιακών πολιτικών τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θετική µπορεί να κριθεί και η αντιµετώπιση από το χώρο και τους φορείς εµπορίας, η οποία όµως µέχρι σήµερα δεν έχει συνδεθεί στις περισσότερες περιπτώσεις µε την παροχή υψηλότερων τιµών. Σύµφωνα µε τα µέχρι στιγµής δεδοµένα, η ανάπτυξη και η εν συνεχεία πιστοποίηση των εν λόγω συστηµάτων φαίνεται να καταλήγει περισσότερο σε έµµεσα οικονοµικά κέρδη µέσω της αυξηµένης ζήτησης των παραγόµενων προϊόντων και της εισόδου σε ποιοτικότερες αγορές παρά στην άµεση απόδοση υψηλότερων τιµών συγκριτικά µε τα συµβατικά προϊόντα. Παρά ταύτα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, όπου οι παραγωγοί απήλαυσαν υψηλότερες τιµές για την παραγωγή που είχαν ενταγµένη στο σύστηµα. Επιπλέον, αναµένεται σαφής διαφοροποίηση της τακτικής του εµπορίου ύστερα από τη µαζική κυκλοφορία παλέτας προϊόντων προερχόµενων από πιστοποιηµένα συστήµατα Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης. Ήδη έχει παρουσιαστεί έντονο ενδιαφέρον από µεγάλες αλυσίδες Supermarkets του εσωτερικού και εξωτερικού, οι οποίες από τώρα σχεδιάζουν την τροφοδοσία τους µε τα εν λόγω πιστοποιηµένα προϊόντα. Τέλος δε θα πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός, ότι η προστιθέµενη αξία οποιουδήποτε προϊόντος ή συστήµατος εξαρτάται άµεσα και από τις επιχειρηµατικές ικανότητες και γνώσεις marketing κατόχου. Η Ολοκληρωµένη ∆ιαχείριση καλλιεργειών ως σύστηµα και η πιστοποίησή του ως αντικειµενική απόδειξη αυτού δεν αποτελεί από µόνη της πανάκεια. Θα πρέπει να αντιµετωπιστεί ως ένα δυνατό εργαλείο και ως ένα συγκριτικό πλεονέκτηµα απέναντι στη συµβατική γεωργία και µόνο τότε θα µπορέσει να αποδώσει τα άµεσα κέρδη. ∆εν θα πρέπει να παραληφθεί η ανάγκη στήριξης/διαφήµισης των συγκεκριµένων συστηµάτων και η γνωστοποίησή τους στο ευρύ καταναλωτικό κοινό, το οποίο δεν έχει ακόµα την ενηµέρωση που απαιτείται, διότι για να προτιµήσει και να εµπιστευτεί ο καταναλωτής ένα προϊόν, θα πρέπει πρώτα να γνωρίζει το τι του προσφέρει αλλά και που µπορεί να το βρει.

9

Page 15: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

1.7 Κανόνες Πολλαπλής Συµµόρφωσης Οι σηµαντικότεροι κανόνες Πολλαπλής Συµµόρφωσης που ισχύουν για τους γεωργούς της Ελλάδας είναι οι παρακάτω:

Για τα αγροτεµάχια που βρίσκονται σε εδάφη µε κλίση πάνω από 10% πρέπει να διατηρείται φυτική κάλυψη στο έδαφος τουλάχιστον κατά την περίοδο των βροχοπτώσεων.

Σε περιοχές µε κλίση πάνω από 10% η άροση πρέπει να γίνεται κάθετα στην κλίση του εδάφους (κατά ισοϋψείς) ή διαγώνια.

Ο παραγωγός οφείλει να προστατεύει και να µην καταστρέφει τις αναβαθµίδες, τις ξερολιθιές, τα αναχώµατα και τα φυσικά πράνη, στα όρια των αγροτεµαχίων.

Συµπληρωµατικά προς την κύρια καλλιέργεια, θα πρέπει να καλλιεργούνται και να ενσωµατώνονται στο έδαφος ψυχανθή, τουλάχιστον στο 20% της καλλιεργούµενης έκτασης (εκτός βοσκοτόπων).

Τα υπολείµµατα των κλαδεµάτων των δένδρων µπορούν να συλλέγονται σε σωρούς και να καίγονται λαµβάνοντας τις απαραίτητες προφυλάξεις.

∆εν θα πρέπει να γίνεται µηχανική κατεργασία του εδάφους όταν υπάρχει πάγος ή / και πλήρης κάλυψη του αγροτεµαχίου µε νερό.

Στους βοσκοτόπους που ανήκουν στην εκµετάλλευσή του, ο γεωργός πρέπει να φροντίζει ώστε να βόσκουν κατ’ ελάχιστο 0,2 ΜΜΖ (Μονάδες Μεγάλων Ζώων) ανά εκτάριο και κατά µέγιστο 3 ΜΜΖ ανά εκτάριο.

Οι µόνιµοι βοσκότοποι δεν πρέπει να οργώνονται, εκτός από τις περιπτώσεις από τις οποίες προκύπτει περιβαλλοντική ή αρχαιολογική αναγκαιότητα που αποδεικνύεται µε έγγραφα των αρµόδιων αρχών.

Σε κάθε αγροτεµάχιο που παραµένει ακαλλιέργητο, θα πρέπει να πραγµατοποιούνται οι ελάχιστες καλλιεργητικές παρεµβάσεις.

Εφόσον χρησιµοποιείται λάσπη από επεξεργασµένα απόβλητα είτε ως βελτιωτικό εδάφους είτε ως λίπασµα, θα πρέπει αυτό να γίνεται µε ειδική άδεια από τη Νοµαρχία.

Οι χρήστες φυτοπροστατευτικών σκευασµάτων και λιπασµάτων πρέπει να τηρούν τους όρους εφαρµογής τους.

Το πλύσιµο των ψεκαστικών µηχανηµάτων πρέπει να γίνεται σε απόσταση µεγαλύτερη των 30 µέτρων από γεώτρηση, τάφρο, ποτάµι, ρυάκι κλπ.

Ο καθαρισµός των αρδευτικών και στραγγιστικών καναλιών από τη βλάστηση που αναπτύσσεται στο εσωτερικό τους δεν πρέπει να γίνεται µε χηµικά µέσα (ζιζανιοκτονία).

Τα κοκκώδη αγροχηµικά πρέπει να παραχώνονται στο έδαφος. Πρέπει να καθορίζεται στην εκµετάλλευση συγκεκριµένος χώρος συγκέντρωσης και αποκοµιδής απορριµµάτων, σε σηµείο στο οποίο θα υπάρχει σχετική σήµανση µε ταµπέλα.

Εφόσον οι γεωργικές εκτάσεις συνορεύουν µε δρόµους και φυσικούς υδάτινους αποδέκτες (ρυάκια, λίµνες, ποτάµια, τάφροι κλπ) στους οποίους υπάρχει φυσική βλάστηση (φυτοφράκτες, δέντρα ,συνδεδρίες) ο γεωργός πρέπει να φροντίζει ώστε η βλάστηση αυτή να µην καταστρέφεται.

Όλες οι αγροτικές εγκαταστάσεις (αποθήκες, στέγαστρα, κλπ) διατηρούνται σε καλή κατάσταση ώστε να µη διαφεύγουν ουσίες που ρυπαίνουν το περιβάλλον.

10

Page 16: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

22οο ΚΚΕΕΦΦΑΑΛΛΑΑΙΙΟΟ

ΕΕΓΓΚΚΑΑΤΤΑΑΣΣΤΤΑΑΣΣΗΗ ΕΕΛΛΑΑΙΙΩΩΝΝΑΑ ∆ρ. Ι. Μετζιδάκης

2.1 Επιλογή θέσης για την εγκατάσταση του ελαιώνα

Η επιλογή κατάλληλης θέσης για την εγκατάσταση ελαιοφυτείας είναι καθοριστικής σηµασίας για την καλή ανάπτυξη και καρποφορία των δέντρων, την αποφυγή ζηµιών από ακραία καιρικά φαινόµενα, την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων και την εξασφάλιση της οικονοµικής βιωσιµότητας της καλλιέργειας. Οι παράγοντες που εξετάζουµε για την αξιολόγηση µιας θέσης είναι τα χαρακτηριστικά του εδάφους, το µικροκλίµα και οι κοινωνικο-οικονοµικές ιδιαιτερότητες της περιοχής (Σφακιωτάκης, 1993). 2.1.1 Γονιµότητα και διατήρηση του εδάφους Τα σηµαντικότερα χαρακτηριστικά του εδάφους που ενδιαφέρουν για την εγκατάσταση ενός ελαιώνα είναι η διατήρηση ή βελτίωση της γονιµότητας και η αποφυγή της διάβρωσης και της υποβάθµισης των φυσικών, χηµικών και βιολογικών ιδιοτήτων. Παρά το γεγονός ότι η ελιά αναπτύσσεται και καρποφορεί ακόµη και σε άγονα και ξηρικά εδάφη, για να επιτευχθεί γρήγορη είσοδος στην παραγωγή, εύρωστη βλάστηση και ικανοποιητική καρποφορία υψηλής ποιότητας πρέπει να εξασφαλίζεται γόνιµο, βαθύ και καλά αποστραγγιζόµενο έδαφος. Η ελιά αναπτύσσεται και καρποφορεί καλά σε βαθιά αµµοπηλώδη εδάφη µε καλή υγρασία και στράγγιση (Σφακιωτάκης, 1993). Καλό είναι το pH του εδάφους να είναι µεταξύ 6-8 και σε περιπτώσεις απόκλισης να διορθώνεται είτε µε κατάλληλα εδαφοβελτιωτικά (π.χ. ασβέστωση) είτε µε αντίστοιχα λιπάσµατα. Έτσι, σε ελαφρώς όξινα εδάφη προτιµώνται αλκαλικά λιπάσµατα (π.χ. ασβεστούχος νιτρική αµµωνία) ενώ σε ελαφρώς αλκαλικά εδάφη εφαρµόζονται όξινα λιπάσµατα (π.χ. θειϊκή αµµωνία). Σε ακραίες τιµές pH, µειώνεται η διαθεσιµότητα κάποιων θρεπτικών στοιχείων και παρατηρούνται συµπτώµατα τοξικότητας από κάποια άλλα. Ελαιόδεντρα που αναπτύσσονται σε εδάφη µε κακή στράγγιση εκτός από τον αυξηµένο κίνδυνο εµφάνισης ασθενειών παρουσιάζουν και κακή ανάπτυξη που πολλές φορές συγχέεται µε φυτοπαθολογικά ή θρεπτικά αίτια. Σε υπερβολικά γόνιµα εδάφη µπορεί να παρατηρηθεί το φαινόµενο της βλαστοµανίας κατά το οποίο τα φυτά παρουσιάζουν έντονη βλαστική ανάπτυξη και ελάχιστη έως µηδαµινή καρποφορία. ∆ιαβρωµένα ή υποβαθµισµένα εδάφη πρέπει να αποφεύγονται καθώς χαρακτηρίζονται από µειωµένη γονιµότητα και προϋποθέτουν µεγάλο κόστος εισροών για τη διόρθωσή τους. 2.1.2 Σηµασία των µετεωρολογικών δεδοµένων και του µικροκλίµατος

Η καλλιέργεια της ελιάς οριοθετείται σε γεωγραφικό πλάτος µεταξύ 30ο και 45ο καθώς σε αυτή τη ζώνη το φυτό αναπτύσσεται και καρποφορεί καλά. Πάνω από το 45ο

παρατηρούνται ζηµιές από χαµηλές θερµοκρασίες ενώ κάτω από το 30ο τα δέντρα παράγουν καλή βλάστηση αλλά δεν καρποφορούν ικανοποιητικά. Στις περιοχές όπου πραγµατοποιείται η ελαιοκαλλιέργεια το κλίµα είναι µεσογειακό µε ξηρό και θερµό καλοκαίρι και ήπιο και βροχερό χειµώνα.

11

Page 17: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Οι ελαιοκαλλιεργητές πρέπει να ενηµερωθούν για το κλιµατολογικό ιστορικό της περιοχής από τον πλησιέστερο µετεωρολογικό σταθµό πριν αποφασίσουν για τη θέση αλλά και την ποικιλία του ελαιώνα. Στην περιοχή που θα εγκαταστήσουµε έναν ελαιώνα η θερµοκρασία δεν πρεπει να πέφτει συχνά κάτω από -5 οC καθώς σε τέτοια περίπτωση ζηµιώνονται τα βλαστικά και τα αναπαραγωγικά όργανα του φυτού. Θερµοκρασίες κοντά στους -10 οC προκαλούν σοβαρές ζηµιές σε κλαδιά, βραχίονες ή και ολόκληρο το δέντρο (Σφακιωτάκης, 1993). Όµως ακόµη και λιγότερο χαµηλές θερµοκρασίες το φθινόπωρο ζηµιώνουν τους καρπούς και υποβαθµίζουν την ποιότητά τους. Η χιονόπτωση µπορεί εκτός από το πάγωµα φυτικών ιστών να προκαλέσει και µηχανικές ζηµιές στα δέντρα καθώς το χιόνι συσσωρεύεται στην κόµη αυξάνοντας το βάρος και σπάζοντας κλαδιά. Η σοβαρότητα της ζηµιάς από παγετό εξαρτάται από:

Τη διάρκεια των χαµηλών θερµοκρασιών Τη Σχετική Υγρασία της ατµόσφαιρας Την αντοχή της καλλιεργούµενης ποικιλίας Τις καλλιεργητικές φροντίδες που προηγήθηκαν

Όταν η πτώση της θερµοκρασίας είναι σταδιακή το χειµώνα, τα δέντρα µπορεί να αντέξουν έως και -12 οC χωρίς σοβαρές. Περιοχές µε µεγάλο υψόµετρο καλό είναι να αποφεύγονται διότι συνδυάζουν αυξηµένο κίνδυνο παγετών και βραχύτερη βλαστική περίοδο. Οι ανοιξιάτικοι παγετοί συνήθως δεν αποτελούν περιοριστικό παράγοντα καθώς η άνθηση της ελιάς είναι όψιµη. Η ελιά ανήκει στα φυτά που έχουν ανάγκη χαµηλών θερµοκρασιών στο επίπεδο των 7 οC το χειµώνα για να διαφοροποιήσουν ανθοφόρους οφθαλµούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σε τροπικές περιοχές η ελιά συνήθως δεν καρποφορεί ικανοποιητικά. Το φαινόµενο είναι γνωστό ως εαρινοποίηση και η έντασή του διαφέρει µεταξύ ποικιλιών. Έτσι σε αντίθεση µε άλλες ποικιλίες που χρειάζονται έως και 2000 ώρες χαµηλών θερµοκρασιών ανά έτος, οι ανάγκες της ‘Κορωνέκης’ είναι µικρές και καλύπτονται εύκολα ακόµα και στον ήπιο χειµώνα της Κρήτης.

0

390 220

600

870

Εικ 1. Ώρες χαµηλών θερ

9

µοκρασιών σε ελαιοκοµικές ζώνες

12

Page 18: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Η ελιά ως θερµοπεριοδικό είδος απαιτεί τουλάχιστον 10 εβδοµάδες κάτω από 12,2 oC για πλήρη διαφοροποίηση ανθέων. Θερµοκρασίες σταθερά κάτω από 7 oC ή πάνω από 15 oC µπορούν να αναστείλουν την καταβολή των ανθέων ενώ θερµοκρασίες χειµώνα υψηλότερες από 20 oC για 2-3 εβδοµάδες µπορεί να εµποδίσουν την έξοδο των ανθοφόρων οφθαλµών από το λήθαργο. Σε χρονιές µε µεγάλη καρποφορία και όψιµη συγκοµιδή αυξάνονται οι απαιτήσεις των δέντρων σε χαµηλές θερµοκρασίες για διαφοροποίηση ανθέων. Ζηµιές στην καλλιέργεια µπορεί να προκληθούν και από υπερβολικά υψηλές θερµοκρασίες. Την άνοιξη µπορεί να εµποδίσουν την ανάπτυξη των ανθέων ενώ και η αυτογονιµοποίηση µπορεί να περιοριστεί από υψηλές θερµοκρασίες κατά την άνθηση λόγω αναστολής της αύξησης του γυρεοσωλήνα. Τέλος, πολύ υψηλές θερµοκρασίες κατά τους καλοκαιρινούς µήνες µπορεί να προκαλέσουν έντονη καρπόπτωση. Ένα επίσης σηµαντικό κλιµατικό στοιχείο αποτελεί και το ύψος των βροχοπτώσεων της περιοχής. Ιδιαίτερα σε ξηρικές καλλιέργειες το ύψος αλλά και η κατανοµή των βροχών καθορίζουν τη διαθεσιµότητα εδαφικής υγρασίας για τα φυτά κατά τα πιο κρίσιµα στάδια που είναι η διαφοροποίηση των οφθαλµών, η άνθηση και η σκλήρυνση του πυρήνα και η ταχεία αύξηση των καρπών. Στην περίπτωση βρώσιµων ποικιλιών όπως η ‘Καλαµών’ που καλλιεργείται σε κάποιες περιοχές της Κρήτης, το ύψος των βροχοπτώσεων µπορεί να αποτελέσει περιοριστικό παράγοντα για την παραγωγή ποιοτικών καρπών γι’ αυτό άλλωστε κατά κανόνα εφαρµόζεται άρδευση. Σε διάφορες περιοχές της Κρήτης καταγράφεται ετήσια βροχόπτωση από 200 έως και πάνω από 1000 mm ανάλογα µε τη χρονιά, την περιοχή και το υψόµετρο. Για καλή

βλαστική ανάπτυξη και καρποφορία χρειάζονται τουλάχιστον 500-600 mm ανά έτος ενώ έλλειψη εδαφικής υγρασίας προκαλεί µεταξύ των άλλων µειωµένη τελειότητα ανθέων. Από την άλλη πλευρά, βροχή και οι µη ευνοϊκές κλιµατικές συνθήκες κατά την περίοδο της άνθησης µπορεί να προκαλέσει κακή επικονίαση και καρπόδεση και προβλήµατα όπως σχινοκαρπία που είναι ακόµα πιο έντονη σε ζωηρά δέντρα. Στην περίπτωση που εξετάζεται η εγκατάσταση ξηρικού ελαιώνα πρέπει να µελετηθεί το ιστορικό της περιοχής από τον πλησιέστερο µετεωρολογικό σταθµό ενώ ο παραγωγός µπορεί εύκολα να έχει µια εικόνα για τις βροχοπτώσεις στο χωράφι του µε ένα βροχόµετρο.

Εικ. 2. Πιθανά αίτια της σχινοκαρπίας είναι οι µη ευνοϊκές κλιµατικές συνθήκες κατά την περίοδο της άνθησης

Στην περίπτωση που υπάρχει διαθέσιµο νερό και πρόθεση από τον παραγωγό για

εγκατάσταση αρδευόµενου ελαιώνα, το ύψος και η κατανοµή των βροχοπτώσεων δεν αποτελούν περιοριστικούς παράγοντες για την καλλιέργεια. Είναι σηµαντικό όµως να γνωρίζουµε τα συγκεκριµένα δεδοµένα για τον ορθότερο προσδιορισµό των αρδευτικών αναγκών των φυτών, τον κατάλληλο προγραµµατισµό των αρδεύσεων και για την εκτίµηση της οικονοµικότητας της καλλιέργειας, καθώς λιγότερες βροχές συνεπάγονται περισσότερες αρδεύσεις και υψηλότερο κόστος παραγωγής.

13

Page 19: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Καλό είναι να αποφεύγονται περιοχές µε υγρό κλίµα καθώς υψηλή Σ.Υ. δηµιουργεί µυκητολογικά προβλήµατα όπως:

Κυκλοκόνιο Γλοιοσπόριο Καπνιά Βερτιτσιλίωση

Το στοιχείο αυτό αποκτά ιδιαίτερη σηµασία στην περίπτωση που σκοπεύουµε να εφαρµόσουµε ένα σύστηµα ολοκληρωµένης διαχείρισης που όπως είναι γνωστό στοχεύει στον περιορισµό των εισροών σε φυτοφάρµακα. Καλλιεργητικές φροντίδες που προκαλούν τραυµατισµούς φυτικών ιστών όπως κλάδεµα, συγκοµιδή, όργωµα πρέπει να αποφεύγονται σε µέρες µε υγρασία ή βροχή λόγω του κινδύνου εξάπλωσης του βακτηριακού καρκίνου, ειδικά για ευαίσθητες ποικιλίες όπως η ‘Κορωνέικη’. Πριν από την εγκατάσταση ενός ελαιώνα πρέπει να εξετάζονται οι παράγοντες που επηρεάζουν την ηλιακή ακτινοβολία που δέχεται η κόµη των φυτών καθώς δέντρα µε επαρκή ηλιακό φως παρουσιάζουν καλύτερη βλάστηση και καρποφορία σε αντίθεση µε δέντρα ή βλαστούς που σκιάζονται στους οποίους παρατηρούνται προβλήµατα στην καρποφορία και ξηράνσεις βλαστών. Συγκεκριµένα η σκίαση:

• Μειώνει τη διαφοροποίηση των ανθέων • Μπορεί να προκαλέσει µορφολογική στειρότητα • Μπορεί να αναστείλει την άνθηση • Μπορεί να µειώσει τη φωτοσυνθετική ικανότητα των φύλλων

Ιδιαίτερα σηµαντικό ρόλο παίζει η έκθεση του χωραφιού µε τα νότιας νοτιοανατολικής έκθεσης αγροτεµάχια να δέχονται περισσότερη ηλιακή ακτινοβολία από τα βόρειας ή βορειοδυτικής έκθεσης. Άλλοι παράγοντες είναι η κλίση του χωραφιού, η πυκνότητα φύτευσης και η διάταξη των δέντρων, ο τρόπος ανάπτυξης της ποικιλίας και ιδιαίτερα το κλάδεµα διαµόρφωσης και καρποφορίας. Παρά το γεγονός ότι η ελιά είναι ανθεκτικό είδος στους ανέµους καλό είναι να αποφεύγονται οι παγετόπληκτες περιοχές. Ισχυροί άνεµοι το φθινόπωρο ή το χειµώνα προκαλούν θραύση κλαδιών και βραχιόνων καθώς και καρπόπτωση η οποία συµβαίνει και το καλοκαίρι λόγω θερµών ανέµων. Μικρής εντάσεως άνεµοι βοηθούν στην επικονίαση ενώ υπερβολικά θερµοί, ξηροί ή υγροί άνεµοι εµποδίζουν τη γονιµοποίηση των ανθέων και την ανάπτυξη των καρπών. 2.1.3 Κοινωνικοί και οικονοµικοί παράγοντες της περιοχής Εκτός από τα αγρονοµικά στοιχεία που πρέπει να µελετήσουµε πριν από την εγκατάσταση ενός ελαιώνα πρέπει να συνεκτιµηθούν και εξωτερικοί παράγοντες που αφορούν τη γενικότερη κοινωνικο-οικονοµική κατάσταση της περιοχής. Με δεδοµένες τις υψηλές απαιτήσεις της ελαιοκαλλιέργειας σε εργατικά είναι σηµαντικό να αξιολογηθεί η διαθεσιµότητά τους τόσο συνολικά όσο και κατά εποχή ειδικά σε τουριστικές περιοχές όπου η απασχόληση στην αγροτική παραγωγή δεν αποτελεί προτεραιότητα. Η υποδοµές της περιοχής όπως πχ. οι δρόµοι και η απόσταση από κάποιο ελαιουργείο είναι σηµαντικοί παράγοντες τόσο για την ποιότητα των προϊόντων όσο και για τη διαµόρφωση του κόστους παραγωγής. Στην περίπτωση των βρώσιµων ποικιλιών πρέπει να εξασφαλίζεται από πριν η διάθεση των καρπών δεδοµένης της αυξηµένης φθαρτότητας τους και του λιγότερο πυκνού δικτύου µονάδων επεξεργασίας συγκριτικά µε τα ελαιουργεία.

14

Page 20: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Μια γενικότερη ανάλυση της αγοράς θα βοηθούσε στην αναγνώριση των προτιµήσεων των καταναλωτών και την κατεύθυνση του σχεδιασµού του ελαιώνα προς σύγχρονα συστήµατα διαχείρισης που προµηνύουν καλύτερη βιωσιµότητα της εκµετάλλευσης. 2.2 Επιλογή πολλαπλασιαστικού υλικού

Καθοριστικής σηµασίας για την επιτυχή εφαρµογή του συστήµατος ολοκληρωµένης διαχείρισης είναι η επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας για τη συγκεκριµένη περιοχή και η χρησιµοποίηση φυτωριακού υλικού υψηλής ποιότητας. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά που αξιολογούµε στην πρώτη περίπτωση είναι η ταχύτητα ανάπτυξης και η πρωιµότητα εισόδου στην καρποφορία, η αντοχή σε κλιµατικά φαινόµενα της περιοχής (παγετοί, υψηλές θερµοκρασίες, υγρασία) και σε παθογόνα (δάκος, κυκλοκόνιο, κλπ), η ανάγκη σταυρεπικονιάσεως, η παραγωγικότητα, η δυνατότητα µηχανοποίησης της συγκοµιδής και η ποιότητα των καρπών και του λαδιού. Όσον αφορά στο φυτωριακό υλικό, ιδιαίτερη επίδραση στα χαρακτηριστικά του ασκεί η µέθοδος που χρησιµοποιήθηκε για την παραγωγή του. Ο πολλαπλασιασµός µε µοσχεύµατα ή ιστοκαλλιέργεια εξασφαλίζει την διατήρηση των ιδιοτήτων της ποικιλίας, δεν απαιτεί

εµβολιασµό, δίνει τη δυνατότητα µαζικής παραγωγής φυτών µε καλή ανάπτυξη και πρωιµότερη είσοδο στην καρποφορία. Ο εµβολιασµός σε σπορόφυτα απαιτεί µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα όµως τα συγκεκριµένα φυτά λόγω της ανάπτυξης του ριζικού τους συστήµατος εγκαθίστανται καλύτερα στον ελαιώνα.

2

τε

Κγα

Εικ. 3. Σκληραγώγηση φυτωριακού υλικού ελιάς

.3 Σχεδίαση ελαιώνα

Κατά τη σχεδίαση του ελαιώνα καθορίζουµε την πυκνότητα φύτευσης και τη διάταξη ων δέντρων. Στη συγκεκριµένη χρονική στιγµή βασικό γνώµονα αποτελεί ο τύπος της κµετάλλευσης που οραµατιζόµαστε. Έτσι, πρέπει να διευκρινίσουµε τα παρακάτω:

• Βαθµός εντατικοποίησης • Προϊόν (ελιές, λάδι) • Σύστηµα διαχείρισης • Τρόπος συγκοµιδής • ∆υνατότητα µηχανοποίησης • Ανάγλυφο • Ποικιλία • Επένδυση • ∆ιαθεσιµότητα εργατικών • ∆υνατότητα τροποποίησης της φυτείας στο µέλλον

Συνοπτικά, τα κυριότερα συστήµατα ελαιοκαλλιέργειας που έχουν εντοπιστεί στην ρήτη ή που θα µπορούσαν να εφαρµοστούν είναι το παραδοσιακό µε αραιές αποστάσεις ηρασµένων δέντρων, µικρές εισροές και χαµηλό κέρδος, το ηµιεντατικό µε κανονικές ποστάσεις και αυξηµένες εισροές και βιωσιµότητα, το εντατικό µε πυκνές φυτεύσεις και

15

Page 21: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

συστηµατική χρήση αγροχηµικών και µηχανηµάτων και υψηλό κόστος παραγωγής και κέρδος και το υπερεντατικό µε υπέρπυκνες φυτεύσεις, µηχανοποίηση των εργασιών, βιωσιµότητα αλλά και προβλήµατα µεσο- και µακροπρόθεσµα (Εικ. 4-7). Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται συγκριτικά οι αποστάσεις φύτευσης και η πυκνότητα των παραπάνω συστηµάτων.

54

6

Ε Π

ικ. 4-7. Τα κυριότερα συστήµατα φύτευσης: παραδο

ιν. 1. Αποστάσεις και πυκνότητα δέντρων στα κυριό

Σύστηµα φύτευσης Αποστάσεις(µέτρ

Παραδοσιακό 10 x

Μέτρια εντατικό 7-8 x

Εντατικό 5-7 x

Υπερεντατικό 3 - 4 x 1

7

σιακό, ηµιεντατικό, εντατικό και υπερεντατικό

τερα συστήµατα φύτευσης

φύτευσης α) ∆έντρα/στρέµµα

10 10

7-8 15 - 20

5-7 20 - 40

,5 - 2 125 - 220

16

Page 22: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

2.4 Εγκατάσταση ελαιώνα

Ένας γενικός κανόνας για την επιλογή του κατάλληλου χρόνου εγκατάστασης ενός

ι ειδικός σχεδιασµός και προετοιµασία του χωραφιού ριν α

ν

Εικ. 8 ∆ηµιουργία αναβαθµίδων πριν την εγκατάσταση ελαιώνα

Η προετοιµασία του εδάφους για την εγκατάσταση του ελαιώνα ξεκινά µε την αποµάκ

π

του ελαιώνα, ανοίγονται οι λάκκοι στις θέσεις φύτευσης µε

ελαιώνα είναι ότι σε περιοχές µε ήπιο χειµώνα φυτεύουµε Νοέµβριο µε ∆εκέµβριο ενώ σε περιοχές µε δριµύ χειµώνα περιµένουµε ως το Φεβρουάριο µε Μάρτιο να περάσουν οι παγετοί αλλά πριν αρχίσει η έκπτυξη της νέας βλάστησης. Στις περισσότερες περιοχές της Κρήτης δεν συναντάµε τέτοιους περιορισµούς, καλό είναι όµως να εξετάζουµε το κλιµατολογικό ιστορικό της περιοχής. Σε περιοχές µε κλίση απαιτείταπ πό τη φύτευση των δενδρυλλίων έτσι ώστε να προστατευθεί το έδαφος από τη διάβρωση, να αυξηθεί η διήθηση του νερού της βροχής, να διευκολυνθούν οι καλλιεργητικές εργασίες και να διατηρηθεί η βιοποικιλότητα του οικοσυστήµατος. Η επίτευξη των συγκεκριµένων στόχων ευνοείται µε την φύτευση κατά µήκος των ισοϋψών καµπύλω σε µικρές έως µέτριες κλίσεις και µε την κατασκευή αναβαθµίδων σε χωράφια µε µεγαλύτερες κλίσεις. Στη δεύτερη περίπτωση πραγµατοποιείται έντονη τροποποίηση του ανάγλυφου της γης και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή για να µην έρθει στην επιφάνεια έδαφος από βαθύτερους ορίζοντες το οποίο είναι λιγότερο γόνιµο. Επίσης συχνά οι αναβαθµίδες υποστηρίζονται από πέτρινα τοιχία για να αυξηθεί η σταθερότητά τους (Εικ. 8).

ρυνση της προηγούµενης βλάστησης και αν είναι δυνατό και τυχόν φυτικών υπολειµµάτων (π.χ. ρίζες). Ανάλογα µε τον κίνδυνο µετάδοσης ασθενειών από άλλα φυτά στα ελαιόδεντρα, καλό είναι να µεσολαβεί χρονικό διάστηµα 2-4 ετών καλλιέργειας µε αγροστώδη πριν την εγκατάσταση των δενδρυλλίων. Στο διάστηµα αυτό πρέπει να καταπολεµούνται ολυετή ζιζάνια που µπορεί να αποτελέσουν µελλοντικό πρόβληµα για τα νεαρά φυτά. Ακολουθούν εδαφολογικές αναλύσεις σε διαφορετικά βάθη (0-30, 30-60 και 60-90 εκ.) για τον προσδιορισµό των λιπαντικών αναγκών, εφαρµογή της βασικής λίπανσης (κυρίως κάλιο και φώσφορος) και ενσωµάτωση στο έδαφος µε βαθιά άροση και ισοπέδωση του εδάφους όπου χρειάζεται. Σύµφωνα µε το σχέδιοπροσοχή ώστε να µην δηµιουργηθούν σκληρά τοιχώµατα που θα εµποδίσουν την ανάπτυξη του ριζικού συστήµατος του φυτού και εποµένως θα δυσχεράνουν την εγκατάστασή του στον αγρό (Σφακιωτάκης, 1993). Σε χωράφια µε προβλήµατα στράγγισης δηµιουργείται ένα στρώµα άµµου ή χαλικιών στη βάση του λάκκου. Στην περιοχή κάτω από το δενδρύλλιο απλώνεται επιφανειακό χώµα καθώς είναι πιο γόνιµο από αυτό βαθύτερων στρωµάτων, και τοποθετείται το φυτό σε βάθος ίδιο µε αυτό του φυτωρίου ή 5-10 εκ. βαθύτερα σε ξηρές

17

Page 23: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

περιοχές. Στη συνέχεια, ο λάκκος γεµίζεται µε έδαφος οµοιόµορφα ανακατεµένο µε την ενδεδειγµένη ποσότητα καλοχωνεµένης κοπριάς. Ακολουθεί πάτηµα του εδάφους και πότισµα που επαναλαµβάνεται σε τακτά χρονικά διαστήµατα κατά τα πρώτα έτη ανάλογα και µε τις βροχοπτώσεις της περιοχής.

Ίσως η σηµαντικότερη καλλιεργητική φροντίδα στο στάδιο της εγκατάστασης ενός ελαιών

άρδευση και την ελαφρά

α είναι η στήριξη των φυτών µε πασσάλους. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζεται η προστασία από ζηµιές λόγω ανέµων, η κατακόρυφη ανάπτυξη του κεντρικού βλαστού, η σωστή διαµόρφωση του σκελετού του δέντρου και η αποφυγή επιπρόσθετων χρονοβόρων και δαπανηρών διορθωτικών παρεµβάσεων κλαδέµατος στο µέλλον. Στην περίπτωση που έχει προβλεφθεί άρδευση, το δίκτυο τοποθετείται µετά την εγκατάσταση των δενδρυλλίων έτσι ώστε να µην παρεµποδίζει τις εργασίες προετοιµασίας του εδάφους. Ιδιαίτερη προσοχή κατά τα πρώτα 3-4 χρόνια, εκτός από την αζωτούχο λίπανση, χρειάζεται και στην καταπολέµηση των ζιζανίων, καθώς τα πιο ανταγωνιστικά είδη εκµεταλλευόµενα την επάρκεια νερού και θρεπτικών στοιχείων, την καλή δοµή του εδάφους και το µικρό ανταγωνισµό που προκύπτουν από τη διαδικασία προετοιµασίας του χωραφιού (όργωµα, αποµάκρυνση φυτών, κλπ) µπορούν να αποτελέσουν σοβαρό περιοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη ή ακόµη και για την επιβίωση των νεαρών δενδρυλλίων.

18

Page 24: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

33οο ΚΚΕΕΦΦΑΑΛΛΑΑΙΙΟΟ

∆∆ΙΙΑΑΧΧΕΕΙΙΡΡΙΙΣΣΗΗ ΕΕ∆∆ΑΑΦΦΟΟΥΥΣΣ

∆ρ. Ι. Μετζιδάκης

3.1 Σχέδιο διαχείρισης του εδάφους

Ο τρόπος µε τον οποίο οι ελαιοκαλλιεργητές επιλέγουν και υλοποιούν µηχανικές ή µη επεµβάσεις στο έδαφος ώστε να έχουν προληπτικό ή και διορθωτικό χαρακτήρα ως προς την προστασία του περιβάλλοντος και την ποιότητα των παραγόµενων ελαιοκοµικών προϊόντων ώστε να αποφεύγεται η υποβάθµιση των φυσικοχηµικών και βιολογικών χαρακτηριστικών του εδάφους και την ελάχιστη δυνατόν χρήση της µηχανικής κατεργασίας του εδάφους.

Το Σχέδιο ∆ιαχείρισης Εδάφους συντάσσεται από τον Επιβλέποντα µετά από συνεργασία µε τους καλλιεργητές της Γεωργικής Εκµετάλλευσης ακολουθώντας το ακόλουθο διάγραµµα ροής χειρισµών του εδάφους.

Συγκέντρωση πληροφοριών που αφορούν το έδαφος Επιλογή και διενέργεια επεµβάσεων Ακαλλιέργεια Μηχανική κατεργασία Λοιποί χειρισµοί

εδάφους εδάφους & χορτοκοπή του εδάφους 3.2 Συγκέντρωση Πληροφοριών

Η συγκέντρωση και η αξιολόγηση πληροφοριών για το αγροτεµάχιο περιλαµβάνοντας το ιστορικό του αγροτεµαχίου, έγγραφα ιδιοκτησίας ή ενοικίασης των αγροτεµαχίων, τοπογραφικό σκαρίφηµα, πλήρη περιγραφή της εδαφοτοµής, χηµική ανάλυση εδάφους κ.τ.λ. 3.3 Χειρισµοί εδάφους

To σύστηµα καλλιέργειας του εδάφους στην ελαιοκοµία διαφέρει ανάλογα µε το

έδαφος, το κλίµα, τις βροχοπτώσεις, την τοπογραφία κ.τ.λ. Το πιο κατάλληλο σύστηµα είναι όταν:

• το δέντρο αξιοποιεί καλύτερα το έδαφος στο βάθος του ριζοστρώµατος της ελιάς ώστε να έχουµε τις µεγαλύτερες δυνατές αποδόσεις

• Έχουµε καλύτερη αξιοποίηση και αποθήκευση του νερού των βροχοπτώσεων • Συντελεί στη διατήρηση της γονιµότητας του εδάφους και

19

Page 25: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

• Περιορίζει στο ελάχιστο τις απώλειες µε διάβρωση των διαλυτών θρεπτικών στοιχειών

Τα συστήµατα κατεργασίας µπορεί να ταξινοµηθούν:

• µε βάση το βαθµό έντασης της κατεργασίας (παραδοσιακή, µειωµένη, ακαλλιέργεια) • τα εργαλεία που χρησιµοποιούνται (φρέζα, άροτρο, καλλιεργητή, καταστροφέας

κ.τ.λ.) • το βάθος (επιφανειακή, βαθιά κατεργασία) • τον τρόπο κατεργασίας (µε αναστροφή, χωρίς αναστροφή εδάφους)

Συστήµατα καλλιέργειας του εδάφους 1. Ακαλλιέργεια µε ζιζανοκτονία, 2. Χλωρή λίπανση – χορτοδοτικά φυτά, 3. Συνεχής καλλιέργεια, 4. Μικτό σύστηµα (Εικ. 3.1). 3.3.1 Ακαλλιέργεια µε ζιζανοκτονία

Τα σπουδαιότερα ζιζάνια στους ελληνικούς ελαιώνες είναι η οξαλίδα ή ξυνίθρα (Oxalis pes-caprae), η αγριάδα (Cynodon dactylon), η περιπλοκάδα (Convolvulus arvensis), ο βέλιουρας (Sorgum halepense), η κύπερη (Cyperus sp.), τα σινάπια (Sinapis spp.) και τα βάτα (Rubus fruticosus). Ιδιαίτερα όπου χρησιµοποιούνται δίκτυα για τη συλλογή του καρπού η παρουσία ζιζανίων (κυρίως οξαλίδας) δυσκολεύει το σήκωµα των δικτύων και δυσχεραίνει τον καθαρισµό του ελαιοκάρπου. Ως θετική ιδιότητα της οξαλίδας πρέπει να αναφερθεί η προστασία κατά της διάβρωσης που παρέχει σε επικλινή εδάφη µε τον πυκνό χλοοτάπητα που δηµιουργεί.

Για να αποφευχθούν οι παραπάνω αρνητικές επιδράσεις της καλλιέργειας εφαρµόζεται συχνά το σύστηµα της ακαλλιέργειας εδάφους µε παράλληλη χρήση ζιζανιοκτόνων ουσιών. Η µέθοδος αυτή έχει πολλά προτερήµατα έναντι της καλλιέργειας καθώς αποφεύγεται η συµπίεση του εδάφους, δεν διαταράσσεται η φυσική δοµή του εδάφους και το επιφανειακό ριζικό σύστηµα των δέντρων, αυξάνεται η περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και το κυριότερο, αποφεύγονται οι διαβρώσεις. Παρόλα αυτά παρουσιάζει και αρκετά µειονεκτήµατα µε το κυριότερο να είναι η επιβάρυνση του εδάφους από τη χρήση των ζιζανιοκτόνων και ιδίως αυτών µεγάλης υπολειµµατικής δράσης. Κατά την εφαρµογή του ο ελαιοκαλλιεργητής οφείλει να καταπολεµά εκείνα τα ζιζάνια που καθίστανται επιζήµια για την ελαιοκαλλιέργεια χρησιµοποιώντας εγκεκριµένα για την καλλιέργεια της ελιάς στην Ελλάδα ζιζανιοκτόνα. Επίσης στο ακαλλιέργητο έδαφος συχνά παρατηρείται µειωµένη διαπερατότητα και αύξηση του νερού απορροής λόγω συµπίεσης των επιφανειακών στρωµάτων του εδάφους ενώ σε αργιλώδη εδάφη η ακαλλιέργεια µπορεί να επιφέρει ρωγµές. Τέλος, µελέτες έδειξαν, ότι ενώ η ακαλλιέργεια αυξάνει την παραγωγή υποβαθµίζει την ποιότητα, γεγονός που πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν κυρίως στην παραγωγή βρώσιµων ελιών.

Αξίζει να αναφερθεί όµως ότι σε ιδιαίτερα προβληµατικές περιοχές (µεγάλες κλίσεις, ανώµαλο ανάγλυφο) η ακαλλιέργεια σε συνδυασµό µε ζιζανοκτονία και στάγδην άρδευση επέτρεψε την ελαιοκαλλιέργεια µε αρκετά ικανοποιητικές αποδόσεις. Η εφαρµογή των ζιζανιοκτόνων πρέπει να γίνεται µε τρόπο τέτοιο ώστε να µην επιβαρύνεται το περιβάλλον, να µην ζηµιώνονται τα ελαιόδενδρα και να µην υποβαθµίζεται η ποιότητα των παραγόµενων ελαιοκάρπων. 3.3.2 Χλωρή λίπανση – χορτοδοτικά φυτά Η χλωρή λίπανση συντελεί στην βελτίωση της γονιµότητας του εδάφους, στην καλύτερη απορρόφηση του νερού και, ιδίως σε επικλινείς ελαιώνες, στην προστασία του

20

Page 26: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

εδάφους από τη διάβρωση. Συνιστάται η σπορά ψυχανθών (βίκος, κουκιά, κλπ) για τον εµπλουτισµό του εδάφους µε άζωτο. Τα φυτά προστατεύουν το έδαφος την περίοδο των βροχών από την διάβρωση. Την άνοιξη παραχώνονται στο έδαφος ή κόβονται µε χορτοκοπτικό πριν την ανθοφορία τους ώστε να µην ανταγωνίζονται τα ελαιόδεντρα σε νερό και θρεπτικά συστατικά. Κοµµένα παραµένουν στο έδαφος και δηµιουργούν ένα στρώµα που συµβάλει στη διατήρηση της εδαφικής υγρασίας. Το σύστηµα της χλωρής λίπανσης αποδίδει καλύτερα σε περιοχές µε πολλές βροχοπτώσεις. Από µελέτες µε διάφορα δηµητριακά ή ψυχανθή ως χορτοδοτικά φυτά σε επικλινείς (30%) ελαιώνες στην Ισπανία αποδείχτηκε, ότι η χλωρή λίπανση µειώνει τις απώλειες εδάφους στο 10% συγκρινόµενη µε την καλλιέργεια και στο 5% συγκρινόµενη µε την ακκαλιέργεια και ζιζανιοκτονία.

Καλλιέργεια Καλλιέργεια σε λωρίδες

Ακαλλιέργεια ΦυτοκάλυψηΕικ 3.1. Συστήµατα κατεργασίας εδάφους

3.3.3 Συνεχής καλλιέργεια Η καλλιέργεια του εδάφους γίνεται για τον έλεγχο των ζιζανίων και τη βελτίωση της διαπερατότητας για το νερό της βροχής και την εξασφάλιση καλύτερου αερισµού στο έδαφος. Συχνά συνδυάζεται µε την ενσωµάτωση λιπασµάτων και κοπριάς στο χώµα. Περιλαµβάνει την ενσωµάτωση των ζιζανίων στο έδαφος και διενεργείται το φθινόπωρο µε χειµώνα µετά τη

21

Page 27: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

συγκοµιδή (καταστροφή ζιζανίων, ενσωµάτωση λιπασµάτων) και στο τέλος της άνοιξης µε αρχές καλοκαιριού (καταστροφή ζιζανίων, διατήρηση υγρασίας εδάφους) µε φρέζα, εδαφοκαλλιεργητή ή δισκάροτρα αν και εφόσον είναι αναγκαίο. Τα αρνητικά αποτελέσµατα που µπορεί να προκαλέσει η συνεχής καλλιέργεια είναι η καταστροφή στις επιφανειακές ρίζες της ελιάς (ευνοϊκές συνθήκες για τη διάδοση εδαφογενών ασθενειών), συµπίεση στα βαθύτερα στρώµατα του εδάφους, χάνεται η οργανική ουσία και αλλοιώνεται η φυσική δοµή του εδάφους. Ιδιαίτερα αισθητά είναι τα αρνητικά αποτελέσµατα της καλλιέργειας του εδάφους στους επικλινείς ελαιώνες όπου το φαινόµενο της απορροής εκδηλώνεται έντονα και έχει ως αποτέλεσµα την επιφανειακή διάβρωση του εδάφους.

Μηχανική κατεργασία εδάφους και χορτοκοπή

Η µηχανική κατεργασία του εδάφους πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο και να αιτιολογείται πάντοτε η αναγκαιότητά της. Οι λόγοι που δικαιολογούν τη διενέργεια µηχανικής κατεργασίας εδάφους είναι:

I. Καταστροφή πολυετών ζιζανίων, καταστροφή ετήσιων και επιφανειακών ζιζανίων, συγκέντρωση ριζωµάτων πολυετών ζιζανίων, αποκοπή ζιζανίων.

II. Βελτίωση φυσικών χαρακτηριστικών του εδάφους (αύξηση εδαφικής υγρασίας & βελτίωση αερισµού, χαλάρωση συνεκτικού εδάφους, θρυµµατισµό σβώλων).

III. Ενσωµάτωση λιπασµάτων, εντοµοκτόνων, ζιζανιοκτόνων κ.τ.λ. Τόσο το είδος κατεργασίας όσο και τα µηχανήµατα εδαφοκατεργασίας και χορτοκοπής που επιλέγονται πρέπει να είναι ανάλογα του σκοπού της εκάστοτε επέµβασης και να έχουν την κατά δυνατόν ελάχιστη αρνητική επίδραση στην δοµή του εδάφους. Στα πλαίσια της µηχανικής κατεργασίας του εδάφους, συνίστανται τα εξής :

I. Στην περίπτωση που στον ελαιώνα υπάρχουν πολυετή ζιζάνια, απαγορεύεται η χρήση µόνο περιστροφικών σκαπτικών µε εναλλακτικό τρόπο την άροση.

II. Η καταστροφή των ετήσιων και επιφανειακών ζιζανίων να γίνεται µε ανάξεση του εδάφους (σβάρνισµα) και να αποφεύγεται η σκαφή του εδάφους µε την χρήση περιστροφικών σκαπτικών (φρέζες).

III. Η αποκοπή ζιζανίων, ιδιαίτερα ενδιάµεσα των γραµµών φύτευσης, επιτυγχάνεται µε την χρήση κατάλληλου τύπου χορτοκοπτικής µηχανής.

IV. Η επιφανειακή ενσωµάτωση λιπασµάτων, ζιζανιοκτόνων κ.τ.λ. µε οδοντωτή σβάρνα ή ελαφρού καλλιεργητή.

V. Η χαλάρωση των συνεκτικών εδαφών να γίνεται µε αναµόχλευση του εδάφους χρησιµοποιώντας καλλιεργητή.

VI. Η καταστροφή των σβώλων - όπου αυτοί δηµιουργούνται µετά από άροση - να γίνεται µε ανάξεση του εδάφους (σβάρνισµα) χρησιµοποιώντας σβάρνα.

Η κατεργασία του εδάφους πρέπει να είναι επιπόλαια (<10 εκ.) ή κοινή (11-20 εκ.) και

τα µηχανήµατα κατεργασίας που χρησιµοποιούνται για τον σκοπό αυτό να είναι ελαφριού τύπου, έτσι ώστε να µην επηρεάζεται αρνητικά η δοµή του εδάφους και η ανάπτυξη των ελαιοδένδρων. Το βάθος κατεργασίας µπορεί να φτάσει µέχρι τα 15-20 εκ. Το βάθος προσαρµόζεται στην εκάστοτε επέµβαση βάση των παρακάτω παραγόντων ως εξής :

I. Εποχή κατεργασίας : Το φθινόπωρο η κατεργασία του εδάφους µπορεί να φτάσει σε

βάθος 20 εκ., ενώ αν δικαιολογείται κατεργασία την περίοδο άνοιξη - καλοκαίρι αυτή πρέπει να περιορίζεται σε βάθος 10 εκ.

II. Τύπος εδάφους και επικρατούσες καιρικές συνθήκες : Το βάθος άροσης µπορεί να αυξάνει, όσο πιο ξηρές είναι οι συνθήκες που επικρατούν σε µέσης σύστασής ή

22

Page 28: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

ελαφρά εδάφη. Αντίθετα, το βάθος άροσης µειώνεται όσο πιο βαρύ είναι ένα έδαφος και όσο πιο υψηλή είναι η ατµοσφαιρική υγρασία.

III. Βάθος ριζικού συστήµατος ελαιοδένδρων : Η κατεργασία του εδάφους πρέπει να περιορίζεται σε βάθος τέτοιο ώστε να µην προκαλούνται ή να προκαλούνται οι ελάχιστες δυνατόν ζηµιές στο ριζικό σύστηµα των ελαιοδένδρων.

Για επιπόλαια κατεργασία χρησιµοποιούµε ελαφρείς καλλιεργητές και οδοντωτή σβάρνα και αποφεύγετε η χρήση περιστρεφόµενου σκαπτικού (φρέζας) και δισκοσβάρνας. Για κοινή κατεργασία χρησιµοποιούµε υνιοφόρα άροτρα και αποφεύγετε η χρήση βαρέων σκαπτικών και δισκάροτρων. Σε ειδικές περιπτώσεις όπου δικαιολογηµένα απαιτείται βαθιά ή υπερβαθιά κατεργασία του εδάφους, αυτή πρέπει να γίνεται µε τέτοιο τρόπο ώστε να µην φτάνει στο µητρικό πέτρωµα, εκτός κι αν δικαιολογείται επαρκώς. Στην περίπτωση βαθιάς άροσης, λόγω θραύσης αδιαπέραστου εδαφικού ορίζοντα, δεν πρέπει να γίνεται αναστροφή του εδάφους. Στην προκειµένη περίπτωση, υνιοφόρα άροτρα και ο βαρείς καλλιεργητής ή υπεδαφοκαλλιεργητής µπορούν να χρησιµοποιηθούν ως µέσα κατεργασίας. Συνίσταται, η χρήση των υνιοφόρων αρότρων βαρέου τύπου να περιορίζεται στο ελάχιστο.

Προσδιορισµός χρόνου εκτέλεσης της µηχανικής κατεργασίας εδάφους. Η υγρασία του εδάφους πρέπει να κυµαίνεται στο 50-60% της υδατοχωρητικότητας του, όταν δηλαδή το έδαφος βρίσκετε στο ρόγο του.

Επιλογή χειριστή Ο χειριστής των γεωργικών µηχανηµάτων πρέπει να είναι επαρκώς εκπαιδευµένος και

να κατέχει άδειας χρήσης βαρέων µηχανηµάτων από την ∆/νση Γεωργικής Ανάπτυξης της Νοµαρχιακής Αυτοδιοίκησης. 3.3.4. Μικτό σύστηµα Το µικτό σύστηµα περιορισµένης καλλιέργειας εφαρµόζεται µε ικανοποιητικά αποτελέσµατα για την µείωση των δαπανών της ζιζανιοκτονίας. Κατά το σύστηµα αυτό εφαρµόζονται ζιζανιοκτόνα στην περιοχή κάτω από την κόµη των δέντρων ενώ το υπόλοιπο µέρος του ελαιώνα καλλιεργείται. Αναλόγως τις συνθήκες και τις κλίσεις η καλλιέργεια πραγµατοποιείται πριν ή µετά την περίοδο των βροχοπτώσεων (χλοοτάπητας ως προστασία κατά την διάβρωσης). Το µικτό σύστηµα στην ιδανική περίπτωση συνδυάζει τα προτερήµατα της ακαλλιέργειας µε αυτά της καλλιέργειας. Το σύστηµα αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και εφαρµόζεται σε επικλινείς ελαιώνες καθώς προστατεύει το έδαφος από τη διάβρωση και βοηθά στον εµπλουτισµό του εδάφους µε νερό. 3.4 Συµπίεση εδάφους

Σε ελαιώνες όπου ο κίνδυνος συµπίεσης του εδάφους είναι µεγάλος ή το έδαφος παρουσιάζει οποιασδήποτε µορφής συµπίεση (τροχοσυµπιέση, αροτροχοσυµπιέση) πρέπει να λαµβάνονται και να τηρούνται ειδικά µέτρα µε τα οποία εκµηδενίζεται ή ελαχιστοποιείται η πιθανότητα εκδήλωσης του φαινόµενου (Εικ. 3.2). Η ευαισθησία των εδαφών στην συµπίεση εξαρτάται από τους παρακάτω παράγοντες :

i. Είδος εδάφους : Τα αργιλώδη εδάφη θεωρούνται πιο ευαίσθητα από τα αµµώδη. ii. Εδαφική υγρασία : Τα διαβρεγµένα εδάφη είναι πολύ πιο ευαίσθητα από τα ξηρά.

iii. Βαθµός πυκνότητας συσσωµατωµάτων : Όσο πιο χαλαρή είναι η επιφάνεια του εδάφους, τόσο πιο έκδηλη είναι η συµπεριφορά του στις τροχοσυµπιέσεις.

23

Page 29: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Εικ. 3.2. Συµπίεση εδάφους από γεωργικό µηχάνηµα

Στα εν λόγω εδάφη ενθαρρύνεται η ακαλλιέργεια και, όπου αυτό δεν είναι εφικτό,

συνίσταται η µειωµένη µηχανική κατεργασία του εδάφους. Θα πρέπει να αποφεύγεται η χρήση βαρέων µηχανηµάτων κατεργασίας ακολουθώντας ορισµένα µέτρα:

i. Να µην γίνεται άροση στο ίδιο πάντα βάθος προκειµένου να µην ευνοείται η δηµιουργία των οροτροχοσυµπιέσεων.

ii. Να αποφεύγεται η διέλευση οχηµάτων (αγροτικών και µη) και ιδιαίτερα βαρέου τύπου από τους ελαιώνες όταν το έδαφος είναι χαλαρό, δηλ. µετά από κατεργασία εδάφους.

iii. Να αποφεύγεται η διενέργεια των επεµβάσεων που ευνοούν τον θρυµµατισµό του εδάφους. Χαρακτηριστικά αναφέρονται η σκαφή του εδάφους και η συχνή µηχανική κατεργασία.

3.5 ∆ιάβρωση Εδάφους

Σε ελαιώνες όπου ο κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους είτε από νερό είτε από αέρα είναι αισθητός πρέπει να λαµβάνονται ειδικά µέτρα που περιορίζουν την εκδήλωση του φαινόµενου.

Γενικότερα, ευαίσθητα στην διάβρωση θεωρούνται τα εδάφη που παρουσιάζουν µειωµένη περιεκτικότητα σε άργιλο και ιδιαίτερα τα αβαθή εδάφη. Σε επίπεδους ελαιώνες, τα ελαφριάς - κυρίως - σύστασης εδάφη κινδυνεύουν από διάβρωση από αέρα, ενώ σε επικλινείς ελαιώνες κυρίως από υδατική διάβρωση (Εικ. 3.3). Στην τελευταία περίπτωση η πιθανότητα διάβρωσης αυξάνεται όταν το έδαφος είναι συµπιεσµένο ή παρατηρείται συχνά σχηµατισµός κρούστας.

Εικ. 3.3. ∆ιάβρωση εδάφους σε επικλινή ελαιώνα

24

Page 30: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Στην προκειµένη περίπτωση ενθαρρύνεται η ακαλλιέργεια και, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, συνίσταται η µειωµένη µηχανική κατεργασία του εδάφους. Σηµειώνεται ότι µεγάλη κλίση εδάφους σε επικλινείς ελαιώνες καθιστά την µηχανική κατεργασία του εδάφους σχεδόν απαγορευτική και αιτιολογείται σε εξαιρετικές µόνο περιπτώσεις.

Ορισµένα από τα ειδικά µέτρα που πρέπει να λαµβάνονται είναι τα εξής : i. Η µηχανική κατεργασία να περιορίζεται µόνο µεταξύ των γραµµών καλλιέργειας.

ii. Σε εδάφη µε κλίση µεγαλύτερη από 10 %, η άροση να γίνεται κατά τις ισοϋψείς ή διαγώνια ή να δηµιουργούνται φυσικά αναχώµατα κατά τις ισοϋψείς και η άροση να γίνεται διαγώνια (ακαλλιέργητες ζώνες µε φυτική κάλυψη) µε εύρος 1-2 µέτρα.

iii. Σε πολύ επικλινείς εκτάσεις είναι απαραίτητη η κατασκευή αναβαθµίδων (πεζούλια) και τοίχων αντιστήριξης βάση τοπογραφική και εδαφολογική µελέτη (Εικ. 3.4).

iv. Να προτιµάται ως µέσο µηχανικής κατεργασίας ο καλλιεργητής. v. Να αποφεύγεται η διενέργεια όσων επεµβάσεων ευνοούν τον θρυµµατισµό του

εδάφους. Χαρακτηριστικά αναφέρονται η σκαφή του εδάφους καθώς και η συχνή µηχανική κατεργασία του εδάφους.

vi. Σε µη παγετόπληκτες περιοχές και σε περιοχές µε αρκετές βροχοπτώσεις τον χειµώνα, πρέπει να ενθαρρύνεται η τεχνητή φυτοκάλυψη του εδάφους ή ο σχηµατισµός φυσικού αµιγούς χλοοτάπητα, όταν υπάρχει αυτή η δυνατότητα (Εικ. 3.5).

vii. Ειδικότερα, στα ελαφρά εδάφη µε περιεκτικότητα σε άµµο µεγαλύτερη από 50 % πρέπει υποχρεωτικά να υπάρχει φυτοκάλυψη κατά την διάρκεια του χειµώνα.

viii. Να διενεργείται οργανική λίπανση π.χ. µε χωνεµένη κοπριά, όταν είναι εύκολη η εξεύρεση της.

Εικ. 3.4. Αναβαθµίδες για την προστασία του εδάφους από διάβρωση

β α

Εικ. 3.5. Φυτοκάλυψη µε (α) οξαλίδα και (β) βίκος

25

Page 31: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Σηµειώνεται ότι στις ζώνες µε υψηλό δυναµικό διάβρωσης πρέπει να εφαρµόζεται το ειδικό σχέδιο δράσης για την καταπολέµηση της απερήµωσης. 3.6 Λοιποί Χειρισµοί του Εδάφους 3.6.1 ∆ιατήρηση και Αύξηση της Οργανικής Ουσίας

Οι ελαιοκαλλιεργητές πρέπει να λαµβάνουν µέτρα µε στόχο την διατήρηση και την αύξηση της οργανικής ουσίας και της βιολογικής δραστηριότητας του εδάφους όπου είναι απαραίτητα σε εδάφη που παρουσιάζουν µεγάλο κίνδυνο συµπίεσης και διάβρωσης. Κατά την επιλογή των µέτρων λαµβάνεται υπόψη η αποφυγή εµπλουτισµού του εδάφους µε µολύσµατα παθογόνων µικροοργανισµών. Ενδεικτικά αναφέρονται ορισµένα µέτρα διατήρησης και αύξησης της οργανικής ουσίας των εδαφών :

i. Οργανική λίπανση των ελαιοτεµαχίων µε προσθήκη χωνεµένης κοπριάς, όταν είναι εύκολη η εξεύρεση της, ή άλλων οργανικών ουσιών.

ii. Τεχνητή φυτοκάλυψη του εδάφους. Το φθινόπωρο σπέρνεται το κατάλληλο για τον τύπο του εδάφους φυτό (ψυχανθές, σιτηρά) – συνήθως κατά λωρίδες µεταξύ των γραµµών των δένδρων – και στο κατάλληλο στάδιο ανάπτυξης αυτά ενσωµατώνονται στο έδαφος (χλωρή λίπανση) ή αποξηραίνονται µε ένα µεταφυτρωτικό ζιζανιοκτόνο και αφήνονται στην επιφάνεια. Στην περίπτωση που στον ελαιώνα υπάρχουν αυτοφυή φυτά που σχηµατίζουν φυσικό χλοοτάπητα (όπως οξαλίδα, πολυετής ήρα, κτλ) πρέπει να ενθαρρύνεται ο σχηµατισµός αµιγούς χλοοτάπητα, ο οποίος καταστρέφεται κατάλληλα προ του τέλους του χειµώνα.

3.6.2 Χηµική Απολύµανση Η χηµική απολύµανση των εδαφών πρέπει να αποφεύγεται και εφαρµόζεται εφόσον κριθεί απαραίτητη. Προσδιορίζονται τα εδαφογενή παθογόνα, τα οποία προκάλεσαν ή ενδέχεται να προκαλέσουν την εκδήλωση σοβαρών ασθενειών στους ελαιώνες. Χαρακτηριστικά αναφέρονται οι ασθένειες σηψιρριζίες και αδροµύκωση της ελιάς. Επίσης προσδιορίζονται οι εναλλακτικοί τρόποι καταπολέµησης (όπως ηλιοαπολύµανση, απολύµανση µε ατµό, οι θέσεις φύτευσης των µολυσµένων δένδρων να παραµείνουν κενές για τουλάχιστον 2 χρόνια και να δεχτούν τις απαιτούµενες καλλιεργητικές φροντίδες) και εξετάζεται αν είναι εφικτή η υλοποίηση τους για τον εκάστοτε ελαιώνα . 3.6.3 Εξειδίκευση προβλέψεων του σχεδίου διαχείρισης κρίσης

Στις περιπτώσεις που υπάρχει κίνδυνος πληµµυρών, η κλίση του εδάφους ενός οργωµένου αγροτεµαχίου πρέπει να είναι παντού οµοιόµορφη. - Μέσο άροσης : Άροτρο οµοιοκλινούς άροσης (αναστρεφόµενο άροτρο) - Κατηγορία άροσης : Οµοιοκλινή άροση.

Στις περιπτώσεις που στο αγροτεµάχιο υπάρχει πάγος ή / και πλήρη κάλυψη µε νερό, δεν πραγµατοποιείται καµία επέµβαση µηχανικής κατεργασίας του εδάφους.

Στην περίπτωση που κατά την περίοδο άνοιξη-καλοκαίρι παρατηρηθεί σχηµατισµός κρούστας στο έδαφος, ο θρυµµατισµός της ενδείκνυται µε ανάξεση του εδάφους που δεν θα υπερβαίνει τα 10 εκ. χρησιµοποιώντας οδοντωτή σβάρνα ή σκαλιστικό.

26

Page 32: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

3.7 Εξειδίκευση διορθωτικών και προληπτικών ενεργειών για το χειρισµό µη συµµορφώσεων Στην περίπτωση που ένα βαρύ έδαφος (π.χ. αργιλώδες) έχει υποστεί µηχανική κατεργασία όταν αυτό ήταν πολύ ξηρό, ο θρυµµατισµός των τεράστιων σβώλων που ενδεχοµένως έχουν σχηµατιστεί ενδείκνυται να γίνεται χρησιµοποιώντας σταυρωτά καλλιεργητή.

3.8 ∆ιαδικασία για την εξοικονόµηση ενέργειας

Κατά την διενέργεια των διάφορων επεµβάσεων στο έδαφος, ο ελαιοκαλλιεργητής πρέπει να λαµβάνει µέριµνα για την µείωση της χρήση ενέργειας.

i. Ελαχιστοποίηση άσκοπων επεµβάσεων : Υλοποίηση µηχανικής κατεργασία του εδάφους όσο το δυνατόν αραιότερα και µόνο όταν υπάρχει ειδικός λόγος, ώστε να εξοικονοµείται ενέργεια από άσκοπες επεµβάσεις.

ii. Περιορισµός µη επίκαιρων επεµβάσεων : Υλοποίηση µηχανικής κατεργασίας του εδάφους µόνο όταν το έδαφος είναι στο ρόγο του. Σε αντίθετη περίπτωση, όταν έδαφος είναι κατά την κατεργασία πολύ ξηρό ή υγρό, απαιτείται µεγαλύτερη ιπποδύναµη του ελκυστήρα και κατά επέκταση σηµειώνεται µεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας.

iii. Ορθή επιλογή µέσων κατεργασίας : Επιλογή γεωργικών ελκυστήρων µικρής ισχύος και ελαφριού τύπου µέσων κατεργασίας, ώστε να µην καταναλώνονται µεγάλες ποσότητες καυσίµου. Συγκεκριµένα, συνίσταται η αντικατάσταση της δισκοσβάρνας από καλλιεργητή και των δισκάροτρων από υνιοφόρα άροτρα, εκτός αν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των αγροτεµαχίων (π.χ. πετρώδη εδάφη) υπαγορεύουν την χρησιµοποίηση τους.

Ο ελαιοκαλλιεργητής συµπληρώνει τα έντυπα του Σχεδίου ∆ιαχείρισης του Εδάφους [Σκαρίφηµα Αγρού (Σ∆-03-ΕΝ-01,9), Εδαφοτοµή Αγρού (Σ∆-03-ΕΝ-02), Έντυπο Καταγραφής Χειρισµών Εδάφους (Σ∆-03-ΕΝ-03)]. Έτσι ο Επιβλέπων εκδίδει οδηγίες για το σύνολο ή µέρος της Γεωργικής Εκµετάλλευσης, βάση του Σχεδίου ∆ιαχείρισης του Εδάφους. 3.9 Το Πρόβληµα της διάβρωσης του εδάφους

Με το πλούσιο και ισχυρό επιφανειακό ριζικό της σύστηµα η ελιά προστατεύει αποτελεσµατικά το έδαφος από τις διαβρώσεις, διακόπτει την ροή του νερού προς τις κοιλάδες και βοηθά τη διείσδυσή του στο έδαφος για να αποθηκευτεί και να χρησιµοποιηθεί στην περίοδο της ξηρασίας. Επίσης εµποδίζει τη δηµιουργία χειµάρρων και πληµµύρων και µειώνει την εξάτµιση της υγρασίας του εδάφους.

Χαρακτηριστικό παράδειγµα των θετικών επιπτώσεων της ελαιοκοµίας αποτελεί η Κρήτη. Τα 40 περίπου εκατοµµύρια ελαιόδεντρα είναι η ασφαλέστερη θωράκισή της στην απειλούµενη ερηµοποίηση της Κρήτης. Ένα άλλο στοιχείο είναι όχι µόνο η διατήρηση του περιβάλλοντος και του φυσικού κάλλους αλλά και η σηµαντική βελτίωσή τους. Το θετικότερο όµως στοιχείο είναι, ότι πολλές περιοχές της Κρήτης είναι οριακές γιατί είναι ξηρικές και µε µεγάλες κλίσεις, έτσι ώστε αν δεν είχαν καλυφθεί µε ελιές θα είχαν διαβρωθεί. Η ελαιοκοµία τέλος συµβάλει και στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Όταν όµως η εξάπλωση της ελαιοκοµίας δεν συµβαδίζει µε την λήψη των κατάλληλων µέτρων και την

27

Page 33: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

εφαρµογή σωστών καλλιεργητικών τεχνικών προκύπτουν και αρνητικές για το περιβάλλον επιπτώσεις. Έτσι στη ζώνη µεγάλων κλίσεων εντείνεται ο κίνδυνος διάβρωσης του εδάφους από την έλλειψη εδαφοκάλυψης (καλλιέργεια του εδάφους, ζιζανιοκτονία) κυρίως σε αργιλώδη και αµµώδη εδάφη. Η αλόγιστη και υπερβολική χρήση φυτοφαρµάκων, ζιζανιοκτόνων και ανόργανων λιπασµάτων από πολλούς ελαιοπαραγωγούς θέτει σε κίνδυνο τα υπόγεια νερά και τη βιοποικιλότητα του ελαιώνα. Επίσης σοβαρή επιβάρυνση για το περιβάλλον αποτελούν και τα υποπροϊόντα από την επεξεργασία του ελαιοκάρπου στο ελαιουργεία και κυρίως τα απόνερα. Το πρόβληµα της διάβρωσης και η αντιµετώπισή του Η διάβρωση του εδάφους είναι ένα από τα µεγαλύτερα περιβαλλοντικά προβλήµατα στις ελαιοπαραγωγικές χώρες ολόκληρης της Μεσογείου. Οι κύριοι παράγοντες που ρυθµίζουν το ποσοστό διάβρωσης είναι η κλίση και ο τύπος εδάφους, το ύψος των βροχοπτώσεων, η πυκνότητα φύτευσης, ο τρόπος καλλιέργειας του εδάφους και η εδαφοκάλυψη. Το πρόβληµα της διάβρωσης στην Ελλάδα εντείνεται από το γεγονός ότι η ελαιοκαλλιέργεια επεκτείνεται όλο και περισσότερο σε επικλινείς περιοχές. Επίσης η συχνή καλλιέργεια του εδάφους ως µέτρο καταπολέµησης των ζιζανίων που ανταγωνίζονται την ελιά για τα υδάτινα αποθέµατα του εδάφους, βρίσκει όλο και µεγαλύτερη εφαρµογή και αυξάνει τον κίνδυνο διάβρωσης. Με την είσοδο της στάγδην άρδευσης καθίσταται σε πολλές περιοχές περιττός ο ρόλος των αναβαθµίδων για την αποθήκευση νερού. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα νέες αναβαθµίδες να µην κατασκευάζονται και σε ορισµένες περιπτώσεις οι υπάρχουσες να καταργούνται, συντελώντας έτσι στο πρόβληµα της διάβρωσης του εδάφους. Εν µέρη υπεύθυνα για το ποσοστό διάβρωσης είναι και τα αβαθή εδάφη που συχνά απαντώνται σε πολλούς ελληνικούς ελαιώνες. Η εδαφοκαλλιέργεια σε επικλινείς ελαιώνες, ιδίως όταν αυτή γίνεται παράλληλα µε την κλίση του εδάφους, αφήνει το έδαφος εκτεθειµένο στη διαβρωτική δύναµη του νερού µε αποτέλεσµα να χάνεται χώµα, να εκπλύνονται πολύτιµα θρεπτικά στοιχεία και να µην συγκρατείται το βρόχινο νερό. Για να αποφευχθούν όσο το δυνατό περισσότερο αυτές οι ζηµιές πρέπει να ληφθούν κάποια µέτρα. Σε εδάφη µε σχετικά µικρή κλίση η καλλιέργεια του εδάφους πρέπει να γίνεται κατά ισοϋψείς ώστε να διαµορφώνονται αναχώµατα κάθετα στην κλίση και να µειώνεται η διάβρωση. Σε εδάφη µε µεγάλες κλίσεις είναι απαραίτητη η κατασκευή αναβαθµίδων. Παράλληλα ή πέραν των αναβαθµίδων συνιστάται η συγκαλλιέργεια µε κατάλληλα χορτοδοτικά φυτά (βίκο, κουκιά, κριθάρι) που αποµακρύνονται από τον ελαιώνα νωρίς τον Απρίλιο και δεν ανταγωνίζονται την ελιά σε υγρασία και θρεπτικά στοιχεία. Η φύτευση των χορτοδοτικών µπορεί να καλύπτει όλο τον ελαιώνα ή να αφήνει ελεύθερη τη ζώνη κάτω από την κόµη των δέντρων.

Σε εδάφη χωρίς αναβαθµίδες και µεγάλη κλίση συνιστάται το σύστηµα της ακαλλιέργειας. Τα ζιζάνια καταπολεµούνται χηµικά και η άρδευση γίνεται κατά προτίµηση µε σταγόνες. Το σύστηµα αυτό έχει εφαρµοστεί µε µεγάλη επιτυχία από ελαιοπαραγωγούς της χώρας, έχει όµως το µειονέκτηµα του υψηλού κόστους λόγω της τιµής των ζιζανιοκτόνων.

Σύµφωνα µε στοιχεία της Ευρωπαικής Ένωσης το 43% της αγροτικής γης στην Ελλάδα είναι επιρρεπής στο φαινόµενο της διάβρωσης του εδάφους. Λόγω της σπουδαιότητας του προβλήµατος της διάβρωσης των εδαφών στη ζώνη της ελαιοκαλλιέργειας στην Μεσόγειο η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηµατοδοτεί ερευνητικά προγράµµατα µε απώτερο σκοπό την εύρεση λύσεων. Συγκεκριµένα προωθεί τη µελέτη του βαθµού διάβρωσης ανάλογα µε την περιοχή, το έδαφος, την κλίση κ.λπ. και την αναζήτηση τρόπων διαχείρισης για τον περιορισµό της διάβρωσης και την εξοικονόµηση των φυσικών πόρων νερού και εδάφους. Μια από τις µελέτες που έχει υλοποιηθεί στο Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών Χανιών, σε

28

Page 34: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

συνεργασία µε χώρες της Ε.Ε. είναι το ερευνητικό πρόγραµµα OLIVERO: ‘Το µέλλον των συστηµάτων ελαιοκαλλιέργειας σε επικλινείς και ορεινές περιοχές. Σενάρια για βελτίωση της παραγωγής και διατήρηση των φυσικών πόρων’’. Χρησιµοποιήθηκε το µοντέλο PESERA (Pan-European Soil Erosion Risk Assessment) και καταγράφηκαν τα εξής χαρακτηριστικά για ένα µέρος του νοµού Χανίων (Εικ. 3.6.):

• ∆οµή του επιφανειακού στρώµατος εδάφους • Ποσοστό της επιφάνειας που καλύπτεται από πέτρες • Βάθος εδάφους • Τοπογραφία • Μητρικό πέτρωµα • Τύπος βλάστησης • Φυτοκάλυψη

ΠΕΡΙΟΧΗ ΕΡΕΥΝΑΣ

Εικ. 3.6. Περιοχή µελέτης

Μελετήθηκε η διάβρωση του εδάφους σε τρία συστήµατα καλλιέργειας (καλλιέργεια,

ακαλλιέργεια, ζιζανιοκτονία) σε διαφορετικές κλίσεις εδάφους (3%, 6%, 12%, 18%, 25%, 35%, 50%, 60% ) και σε τρεις τύπους εδάφους (µάργα, κροκαλοπαγή, σχιστόλιθος). Έτσι, αποτυπώθηκαν σε χάρτη διάφορα σενάρια ερηµοποίησης τις επιπτώσεις που επιφέρει η διάβρωση του εδάφους. Ενδεικτικά αναφέρετε ότι µε την ορθή χρήση καλλιεργητικής τεχνικής (Α) ακαλιέργεια ή (Β) µηχανική καλλιέργεια του εδάφους σε ελαιοκοµικές ζώνες µπορεί να χαρακτηρισθεί µια περιοχή κανονικής κατάστασης (Ν, P), ευαίσθητη (F1-3) ή απειλουµένη (C1-3) µε ερηµοποίηση (Εικ. 3.7).

29

Page 35: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

(Α) Ελιά χωρίς καλλιέργεια εδάφους (Β) Ελιά µε καλλιέργεια εδάφους

Εικ. 3.7. Σενάρια ερηµοποίησης µε χρήση (Α) ακαλιέργεια ή (Β) µηχανική καλλιέργεια του εδάφους σε ελαιοκοµικές ζώνες

∆ιαχείριση αυτοφυούς χλωρίδας Κρίνεται αναγκαία η ύπαρξη ακαλλιέργητου χώρου 0,5 µ. ανάµεσα στα αγροτεµάχια, µε σκοπό τη διατήρηση αυτοφυών φυτών στο περιθώριο της εκµετάλλευσης. Το περιθώριο αυτό αυτοφυούς βλάστησης, ιδιαίτερα µε τη µορφή φυτοφρακτών (θαµνώδους ή δενδρώδους φράκτη) είναι επιθυµητό διότι παίζει σηµαντικό ρόλο στις λειτουργίες του εδάφους και στη διατήρηση του αγροτικού τοπίου, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί καταφύγιο και πηγή τροφής για έντοµα, ερπετά, πουλιά και µικρά θηλαστικά. Τα είδη αυτά αποτελούν κοµµάτι του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας αλλά είναι και χρήσιµα για την καταπολέµηση των εχθρών των καλλιεργειών. Η αυτοφυής βλάστηση, η "καλαµιά" της προηγούµενης καλλιέργειας ή η καλλιέργεια χλωρής λίπανσης είναι καλό να καλύπτει το χωράφι τους χειµερινούς µήνες ιδιαίτερα στα επικλινή εδάφη µε κλίση µεγαλύτερη του 10%. Η πρακτική αυτή συνιστάται διότι µειώνει την επιφανειακή απορροή και κατά συνέπεια τη διάβρωση του εδάφους και την απώλεια θρεπτικών στοιχείων, συµβάλλοντας έτσι στη διατήρηση της γονιµότητα αυτού.

Η αυτοφυής βλάστηση συνιστάται να αποµακρύνεται από τον υπορόφειο χώρο κατά τους θερινούς µήνες, σε περιοχές και καλλιέργειες όπως η ελαιοκαλλιέργεια, που εµφανίζουν αυξηµένο κίνδυνο πυρκαγιάς. ∆ιαχείριση υπολειµµάτων καλλιέργειας

1. Τα υπολείµµατα των αροτραίων καλλιεργειών µε σωστή διαχείριση µπορούν να προσφέρουν προστασία στο χωράφι από την διάβρωση και να εµπλουτίσουν το έδαφος µε

30

Page 36: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

οργανική ουσία. Ανάλογα µε τις τοπικές συνθήκες συνιστάται να ακολουθηθούν οι εξής πρακτικές: • Άµεση ενσωµάτωση στο έδαφος • Βόσκηση της καλαµιάς και ενσωµάτωση στο έδαφος των υπολειµµάτων µετά τη βόσκηση. • Κοπή, κάλυψη του εδάφους µε τα υπολείµµατα (mulching) και ενσωµάτωση τους στο έδαφος την επόµενη άνοιξη.

2. Αναφορικά µε την καύση των υπολειµµάτων των καλλιεργειών (καλαµιάς), απαγορεύεται στις οικολογικά ευαίσθητες περιοχές, στις επικλινείς εκτάσεις (κλίση µεγαλύτερη από 10%) και στις περιοχές µε οργανικά εδάφη (οργανική ουσία µεγαλύτερη από 4%). Στις περιοχές όπου εφαρµόζεται το κάψιµο των υπολειµµάτων των καλλιεργειών επιβάλλεται η λήψη των ακόλουθων µέτρων: • Να ζητείται άδεια από τις αρµόδιες αρχές όπου αυτό απαιτείται • Να ενηµερώνεται πριν την καύση η πυροσβεστική υπηρεσία • Πριν την έναρξη της καύσης να έχουν ληφθεί µέτρα ελέγχου αυτής, όπως δηµιουργία αυλακιών για πυρασφάλεια. • Στο χώρο της καύσης πρέπει να υπάρχουν διαθέσιµα 200 λίτρα νερού, φτυάρια και τουλάχιστον δύο άνθρωποι να εποπτεύουν το χώρο. • Να αποµακρύνονται τα προς καύση υλικά από στύλους της ∆ΕΗ του ΟΤΕ από εγκαταστάσεις φυσικού αερίου πετρελαίου κλπ. Επίσης συνιστάται το κάψιµο να γίνεται, αν αυτό είναι δυνατό, αντίθετα από την φορά του ανέµου και όπου είναι δυνατό να ενσωµατώνεται η στάχτη εντός δύο ηµερών από την καύση.

31

Page 37: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

44οο ΚΚΕΕΦΦΑΑΛΛΑΑΙΙΟΟ

ΑΑΝΝΟΟΡΡΓΓΑΑΝΝΗΗ ΘΘΡΡΕΕΨΨΗΗ ΤΤΗΗΣΣ ΕΕΛΛΙΙΑΑΣΣ

∆ρ. Γ. Ψαρράς

4.1 Ανάγκες σε θρεπτικά στοιχεία

Η ελιά έχει ανάγκη από την ετήσια εφαρµογή αζώτου και αντιδρά κατά τρόπο θεαµατικό στην αζωτούχο λίπανση. Η αντίδρασή της στα καλιούχα λιπάσµατα, άλλοτε είναι µικρή ή δεν υπάρχει, αλλά αρκετά συχνά είναι θετική. Αυτό εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τις εδαφοκλιµατικές συνθήκες και το ιστορικό της λίπανσης του ελαιώνα. Συνήθως, η προσθήκη Ρ σε ετήσια βάση δεν είναι απαραίτητη και πρέπει να εφαρµόζεται µόνο εφόσον η φυλλοδιαγνωστική δείξει προβλήµατα θρέψης για το συγκεκριµένο στοιχείο. Από τα ιχνοστοιχεία, η συνηθέστερη τροφοπενία για την ελιά είναι αυτή του Β. Οι ποσότητες των λιπασµάτων που θα απαιτηθούν και ο τρόπος της εφαρµογής τους επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες οι σπουδαιότεροι από τους οποίους είναι η υγρασία του εδάφους, η χηµική και κυρίως η µηχανική του σύσταση, η ποικιλία, η πυκνότητα φύτευσης, η ηλικία και η παραγωγικότητα των δέντρων κ.λπ. Εποµένως, είναι απαραίτητη η εξατοµίκευση των αναγκών για κάθε συγκεκριµένο ελαιώνα.

Στις επόµενες παραγράφους περιγράφονται συνοπτικά οι επιπτώσεις από την έλλειψη διαφόρων θρεπτικών στοιχείων, και οι συνήθεις ανάγκες της ελιάς σε θρεπτικά στοιχεία. 4.1.1 Άζωτο

Η ελιά αντιδρά ευνοϊκά στην αζωτούχο λίπανση, ιδιαίτερα σε εδάφη µε χαµηλή γονιµότητα. Ειδικά για την Ελλάδα, όπου η περιεκτικότητα των εδαφών σε οργανική ουσία είναι µικρή, οι ετήσιες ανάγκες σε Ν καλύπτονται σχεδόν αποκλειστικά από την προσθήκη ανόργανων λιπασµάτων. Η ευνοϊκή επίδραση του Ν στην παραγωγή ελαιοκάρπου αναφέρεται στις περισσότερες χώρες όπου καλλιεργείται η ελιά. Σύµφωνα µε τη βιβλιογραφία, ισορροπηµένη αζωτούχος λίπανση οδηγεί σε αυξηµένη παραγωγή, ενώ παράλληλα µειώνει σηµαντικά την ένταση του φαινοµένου της παρενιαυτοφορίας.

Στην Κρήτη, κατά την διάρκεια υπερδεκαετούς πειραµατισµού στην λίπανση της ελαιοποιήσιµης ποικιλίας «Κορωνέϊκη» στο Ινστιτούτο Υποτροπικών και Ελιάς Χανίων, προέκυψε ότι η χορήγηση 0.8 Kg N/δέντρο/έτος προκάλεσε αύξηση της παραγωγής που κυµαινόταν µεταξύ 51,8 και 105,6% σε σχέση µε τους µη λιπαινόµενους µε Ν µάρτυρες. Κατά την διάρκεια του ίδιου πειραµατισµού διαπιστώθηκε καθαρά η σηµαντική επίδραση της αζωτούχου λίπανσης και σε όλες τις άλλες παραµέτρους που µετρήθηκαν. Συγκεκριµένα η λίπανση µε άζωτο αύξησε την τελειότητα των ανθέων και την καρπόδεση, το µήκος της βλάστησης, τον αριθµό των κόµβων ανά βλαστό, τον αριθµό των ανθοταξιών ανά κόµβο και το µήκος των µεσογονατίων. Αντίθετα η χορήγηση αζώτου είχε αρνητική επίδραση στο βάρος του καρπού, στην ελαιοπεριεκτικότητα στον αριθµό κόµβων ανά µονάδα µήκους καρποφόρου βλαστήσεως και στον αριθµό ανθοταξιών, επίσης ανά µονάδα µήκους καρποφόρου βλαστού. ∆εν παρατηρήθηκε αξιόλογη επίδραση της λίπανσης µε Ν στην καρπόπτωση και τον αριθµό ανθέων ανά ανθοταξία. Από σχετικές παρατηρήσεις προέκυψε ακόµη ότι η λίπανση µε Ν προκαλεί επίσπευση της έναρξης της βλάστησης πράγµα που έχει ιδιαίτερη σηµασία για το ξηροθερµικό περιβάλλον της περιοχής γιατί έχει σαν συνέπεια την καλύτερη ανάπτυξη της βλάστησης πριν από την έλευση της ξηρής και θερµής περιόδου του

32

Page 38: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

θέρους οπότε επέρχεται και η ανάσχεση της. Ταυτόχρονα η λίπανση µε Ν επισπεύδει και την ανάπτυξη των ταξιανθιών και την ολοκλήρωση της καρπόδεσης.

Η έλλειψη Ν σε έναν ελαιώνα διαπιστώνεται οπτικά από το µειωµένο µήκος της βλάστησης και το ανοιχτό πρασινοκίτρινο χρώµα των φύλλων που ανάλογα µε την ένταση της έλλειψης µπορεί να είναι µικρότερα από το φυσιολογικό µέγεθος και να σηµειωθεί φυλλόπτωση. Επίσης παρατηρείται µη κανονική ανάπτυξη των θηλέων ανθέων. Η χορήγηση αυξηµένων ποσοτήτων Ν, πέραν από τις πραγµατικές ανάγκες της καλλιέργειας, µπορεί να έχει δυσµενέστερα αποτελέσµατα από την απουσία οποιασδήποτε λίπανσης, κυρίως λόγω της ανατροπής της ισορροπίας µεταξύ βλάστησης και καρποφορίας και µείωσης της πρόσληψης άλλων στοιχείων. Ελαιόδενδρα που δέχονται υψηλές δόσεις αζωτούχων λιπασµάτων έχουν βλαστούς µεγαλύτερους σε µήκος από το φυσιολογικό και φύλλα µε σκούρο πράσινο χρώµα. Πέρα όµως από τα προαναφερθέντα συµπτώµατα, ο καλύτερος τρόπος για τη διαπίστωση έλλειψης ή περίσσειας Ν είναι η φυλλοδιαγνωστική.

Γενικά, οι «λαίµαργοι» βλαστοί δεν διαφοροποιούν ανθοφόρους οφθαλµούς, ενώ αδύναµοι βλαστοί παράγουν λίγους καρπούς την επόµενη βλαστική περίοδο. Εποµένως, η ισορροπηµένη αζωτούχος λίπανση, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη ικανοποιητικής παραγωγής. Οι ετήσιες ανάγκες της ελιάς σε Ν κυµαίνονται συνήθως από 0,5 έως 1,2 Μονάδες N/δέντρο/έτος. Το εύρος αυτό είναι µεγάλο, επειδή οι συνθήκες κάθε ελαιώνα µπορεί να διαφέρουν σηµαντικά, επηρεάζοντας αναλογικά και τη δυναµική ανάπτυξης των ελαιοδένδρων, και εποµένως και τις συνολικές απαιτήσεις τους σε Ν. Η συνολική ποσότητα του λιπάσµατος, κυµαίνεται ανάλογα µε την ηλικία των δένδρων, την πυκνότητα φύτευσης, την ποικιλία αλλά κυρίως σε σχέση µε το ύψος και την ετήσια κατανοµή των βροχοπτώσεων (για ξηρικούς ελαιώνες), και την εφαρµογή ή µη άρδευσης. Ειδικές περιπτώσεις, όπως η εφαρµογή κλαδέµατος ανανέωσης, ζηµιές από το ψύχος ή πυρκαγιά, κλπ. επιφέρουν επίσης αλλαγές στον ετήσιο προγραµµατισµό της αζωτούχου λίπανσης µέχρι τα δένδρα να επανέλθουν σε κανονική παραγωγή. Μια απλοποιηµένη εκδοχή του κύκλου του Ν σε έναν ελαιώνα απεικονίζεται στο Σχήµα 4.1.

Ν2Ατµοσφαιρικό Ν

Προσθήκηανόργανου Ν

µέσω λίπανσης

ΠροσθήκηΟργανικού Ν

(Κοπριά, κοµπόστες κλπ.)

NH3Αµµωνία

ΟργανικόΝ εδάφους

ΝΗ4+

Αµµωνιακό Ν

Ανοργανοποίηση

ΝΟ2-

Νιτρώδη

ΝΟ3-

Νιτρικό Ν

Νιτροποίηση

Έκπλυση

∆έσµευση ΝΠρόσληψη από

τα φυτά

Αζωτοδεσµευτικάφυτά

ΑπώλειεςΜέσωΕπιφ.

Απορροής

Σχήµα 4.1. Κύκλος του Ν σε έναν ελαιώνα

33

Page 39: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Ο σωστός χρόνος εφαρµογής των αζωτούχων λιπασµάτων µπορεί να βοηθήσει στη

σηµαντική µείωση των απωλειών προς το περιβάλλον. Το ύψος των απωλειών εξαρτάται και από τις εδαφοκλιµατικές συνθήκες κάθε περιοχής. Η πιθανότητα έκπλυσης των νιτρικών είναι αυξηµένη σε ελαφρά εδάφη και περιοχές µε υψηλές βροχοπτώσεις. Απώλειες Ν προς την ατµόσφαιρα µε µορφή αµµωνίας παρατηρούνται κυρίως όταν ακολουθεί ξηρή και θερµή περίοδος την εφαρµογή αµµωνιακών λιπασµάτων, καθώς και σε εδάφη µε υψηλό ανθρακικό ασβέστιο. Επίσης, συνθήκες κορεσµού του εδάφους µε νερό αυξάνουν τις απώλειες N2 προς την ατµόσφαιρα, ενώ σε επικλινείς περιοχές µε υψηλές βροχοπτώσεις οι απώλειες λόγω επιφανειακής απορροής µπορεί να είναι αυξηµένες. Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση της οργανικής ουσίας του εδάφους επιδρά θετικά, τόσο στην αύξηση των αποθεµάτων οργανικού Ν στο έδαφος, όσο και στη µείωση των απωλειών και εποµένως πρέπει να ενθαρρύνεται, όπου αυτό είναι εφικτό. Η αύξηση του οργανικού Ν του εδάφους µπορεί να επιτευχθεί είτε µε την προσθήκη οργανικής ουσίας, είτε µε την καλλιέργεια και ενσωµάτωση αζωτοδεσµευτικών φυτών στον οπωρώνα (βλέπε σχετικό Κεφάλαιο).

4.1.2 Φώσφορος

Χαρακτηριστικό σύµπτωµα έλλειψης του φωσφόρου είναι µία ακανόνιστη (διάστικτη) χλώρωση της περιφέρειας τον φύλλων που αρχίζει συνήθως από την κορυφή του φύλλου και επεκτείνεται προς την βάση του, κατά µήκος των δύο πλευρών του ελάσµατος καθώς και ο σοβαρός περιορισµός της βλάστησης. Συµπτώµατα τροφοπενίας φωσφόρου, ήταν κυρίως γνωστά από την καλλιέργεια δενδρυλλίων ελιάς σε άµµο, αλλά έχουν παρατηρηθεί και σε ελαιώνες της Κρήτης και της Πελοποννήσου, κυρίως σε νέους ελαιώνες, όπου σε µερικές περιπτώσεις αποκαταστάθηκαν µε την πάροδο ορισµένου χρόνου, χωρίς την εφαρµογή διορθωτικής λίπανσης. Η συστηµατική χρήση του φωσφόρου στη λίπανση των καλλιεργειών πάντως, έχει σαν αποτέλεσµα τη µείωση των περιπτώσεων ελλείψεως του στοιχείου αυτού σε ελαιώνες (χωρίς βέβαια αυτή να αποκλείεται). Σε επισκόπηση θρέψης που πραγµατοποιήθηκε σε ελαιώνες του Νοµού Χανίων, παρατηρήθηκε ότι ήταν αρκετά πιο συνηθισµένη η ύπαρξη υψηλής συγκέντρωσης ή περίσσειας Ρ στα φύλλα (ποσοστό >75% των ελαιώνων που εξετάσθηκαν), απ’ ότι η περίπτωση χαµηλής συγκέντρωσης ή ελλείψεως (ποσοστό <3%). Ο κυριότερος λόγος ήταν η συνήθης πρακτικής της εφαρµογής σύνθετων λιπασµάτων που περιέχουν Ρ, µε αποτέλεσµα τη σηµαντική αύξηση των αποθεµάτων Ρ στο έδαφος.

Η εµφάνιση συµπτωµάτων έλλειψης Ρ φαίνεται να συνδέεται µε αυξηµένη περιεκτικότητα των φύλλων σε άζωτο. Για τον λόγο αυτό η σχέση Ν/Ρ στα φύλλα, χρησιµοποιείται από ορισµένους ερευνητές για την διάγνωση της τροφοπενίας φωσφόρου (άριστη τιµή του λόγου Ν/Ρ αναφέρεται µεταξύ 16,5 και 19).

Για τον καθορισµό της φωσφορικής λίπανσης είναι πολύτιµη η συνδροµή της φυλλοδιαγνωστικής εξέτασης. Όταν τα δεδοµένα της φυλλοδιαγνωστικής και τα γενικότερα εδαφολογικά χαρακτηριστικά του ελαιώνα οδηγούν στην εφαρµογή φωσφορικής λίπανσης, 0,4-0,6 Μονάδες Ρ/δένδρο συνήθως επαρκούν για τη διόρθωση του προβλήµατος. Η αποτελεσµατικότητα της εφαρµογής του Ρ εξαρτάται σηµαντικά από τα χαρακτηριστικά του εδάφους. Ο Ρ δεσµεύεται ισχυρά στο έδαφος. Εποµένως, θα πρέπει να αυξηθούν τα αποθέµατα του εδάφους σε Ρ προκειµένου να σηµειωθεί αύξηση του διαθέσιµου Ρ στα φυτά. Η επανάληψη της φυλλοδιαγνωστικής εξέτασης θα δώσει ενδείξεις για την αποτελεσµατικότητα της εφαρµογής Ρ στο έδαφος, καθώς και την ανάγκη συνέχισης ή διακοπής της λίπανσης µε Ρ. Σε σπάνιες περιπτώσεις όπου υπάρχουν ορατά συµπτώµατα έλλειψης Ρ απαιτείται αρχικά η εφαρµογή ισχυρής λίπανσης µε Ρ (10-20 µονάδες Ρ/στρέµµα) εφάπαξ και έκτοτε η εφαρµογή της αγωγής συντήρησης ώστε να αποτραπεί η επανεµφάνιση της έλλειψης.

34

Page 40: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Λόγω της ισχυρής δέσµευσης του Ρ στο έδαφος, οι απώλειες του στοιχείου αυτού προς το περιβάλλον είναι γενικά µειωµένες. Παρόλα αυτά, οι αναλύσεις εδάφους και φύλλων πρέπει να αποτελούν τον οδηγό για τον καθορισµό της αναγκαιότητας εφαρµογής του στοιχείου αυτού στο έδαφος, ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη χρήση φωσφορικών λιπασµάτων, που όπως αναφέρθηκε αποτελεί συνηθισµένο φαινόµενο στους ελαιώνες της Κρήτης. 4.1.3 Κάλιο

Η τροφοπενία καλίου είναι διαδεδοµένη σε πολλές ελαιοκοµικές περιοχές της Ελλάδας. Τα συµπτώµατα της τροφοπενίας καλίου συνήθως είναι χλώρωση, µε απόχρωση ορείχαλκου, και ξήρανση της κορυφής του ελάσµατος των φύλλων, που µπορεί να καλύψει το 1/3 έως τα 2/3 του ελάσµατος (Εικόνα 4.1). Στα προχωρηµένα στάδια της τροφοπενίας παρατηρείται επίσης έντονη µικροφυλλία, µικρή βλάστηση, απογύµνωση και αποξήρανση κλαδίσκων και σηµαντική πτώση της παραγωγής. Παρόµοια συµπτώµατα όµως, προκαλούνται στην ελιά και από άλλες αιτίες. Κατά συνέπεια η διάγνωση, της τροφοπενίας Κ, µόνον από τα ορατά συµπτώµατα, δεν είναι πάντα ασφαλής. Ο ασφαλέστερος τρόπος διάγνωσης είναι ή χηµική ανάλυση των φύλλων.

Εικ. 4.1. Συµπτώµατα έλλειψης Κ σε φύλλα ελιάς, ποικιλίας ‘Κορωνέϊκη’ και εµφάνιση ξήρανσης κλάδων σε δένδρα ελιάς

Για την εξειδίκευση της λίπανσης µε Κ σε ένα συγκεκριµένο ελαιώνα µπορεί να χρησιµοποιηθούν και στην περίπτωση αυτή τα αποτελέσµατα της φυλλοδιαγνωστικής εξέτασης από όπου προκύπτει κατά πόσον µπορεί να προσδοκάται αύξηση της παραγωγής µε την εφαρµογή ή την επαύξηση της λίπανσης µε Κ. Όπως έχει προκύψει, όµως από πολλές εργασίες η περιεκτικότητα των φύλλων σε Κ µειώνεται σηµαντικά µε την αύξηση της λίπανσης µε Ν λόγω της αυξηµένης ανάπτυξης των δέντρων και της αύξησης της παραγωγής ελαιοκάρπου, αλλά και σαν συνέπεια του ανταγωνισµού µεταξύ του Κ και ορισµένων αζωτούχων λιπασµάτων στο έδαφος. Η µείωση αυτή είναι ιδιαίτερα έκδηλη σε περιπτώσεις έλλειψης καλίου στο έδαφος. Πρέπει εποµένως, να αποφεύγονται οι χωρίς λόγο, υπερβολικές λιπάνσεις µε άζωτο και να λαµβάνεται µέριµνα για την εξισορρόπηση της λίπανσης µε Κ µε την αζωτούχο λίπανση. Η περιεκτικότητα των φύλλων σε Κ επηρεάζεται σηµαντικά και από την παρουσία Ca και/ή Mg αλλά και από την ηλικία των φύλλων (εποχή της δειγµατοληψίας), τις συνθήκες άρδευσης, το ύψος της παραγωγής κ.λπ., παράγοντες που πρέπει να λαµβάνονται υπόψη κατά την ερµηνεία των αποτελεσµάτων της φυλλοδιαγνωστικής.

Όπως και στην περίπτωση του Ρ, µε εξαίρεση τα ελαφρά εδάφη, το Κ δεσµεύεται ισχυρά στο έδαφος. Η ανταλλάξιµη µορφή του Κ, η οποία και είναι διαθέσιµη στα φυτά,

35

Page 41: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

αποτελεί ένα πολύ µικρό ποσοστό του συνολικού Κ του εδάφους. Για να επιτευχθεί η αύξηση του διαθέσιµου Κ στα φυτά, θα πρέπει να επέλθει σηµαντική αύξηση των αποθεµάτων του Κ στο έδαφος. Εποµένως, σε περιπτώσεις τροφοπενίας Κ απαιτείται εφάπαξ εφαρµογή ισχυρής καλιούχου λίπανσης, που µπορεί να φθάσει και τις 5 µονάδες Κ/δένδρο, ανάλογα µε την ένταση του προβλήµατος και τον τύπο του εδάφους. Εν συνεχεία, και έχοντας ως βάση τις αναλύσεις φύλλων των επόµενων ετών, θα πρέπει να εφαρµόζεται κατ’ έτος καλιούχος λίπανση συντήρησης (1-1,5 Μονάδες Κ) για να αποτραπεί η επανεµφάνιση των συµπτωµάτων. Σε περίπτωση που παρατηρηθεί περίσσεια Κ στα φύλλα, η καλιούχος λίπανση µπορεί να διακοπεί για κάποιο χρονικό διάστηµα, χωρίς συνέπειες στην ποιότητα και ποσότητα της παραγωγής. Μελλοντικές αναλύσεις φύλλων θα αποτελέσουν τον οδηγό για την απόφαση επανέναρξης της εφαρµογής της δόσης συντήρησης. 4.1.4 Ασβέστιο

Η ελιά είναι πολύ ευαίσθητη στην χαµηλή περιεκτικότητα ασβεστίου. Μελέτες σχετικά µε την τροφοπενία Ca σε καλλιέργεια επί άµµου, έδειξαν ότι τα συµπτώµατα τροφοπενίας ασβεστίου εµφανίστηκαν πολύ νωρίτερα στην ελιά και το αµπέλι από ότι στα υπόλοιπα καρποφόρα δέντρα που εξετάστηκαν. Συµπτώµατα τροφοπενίας ασβεστίου περιλαµβάνουν χλώρωση του ακραίου τµήµατος τον φύλλων, όµοια µε αυτά τροφοπενίας βορίου. Χαρακτηριστικό γνώρισµα της έλλειψης ασβεστίου έναντι του βορίου αποτελεί ή λεύκανση των νεύρων στην περιοχή του χλωρωτικού τµήµατος πολλών παλαιών φύλλων και ή έλλειψη ξηρών βλαστών και κλαδίσκων. Παρά την ευαισθησία της ελιάς στην έλλειψη Ca, συµπτώµατα τροφοπενίας στον αγρό δεν είναι συνήθη. Έχουν όµως παρατηρηθεί περιπτώσεις έλλειψης ασβεστίου (χαµηλή συγκέντρωση στα φύλλα), σε ορισµένες περιοχές του Ν. Χανίων. Σε εδάφη πτωχά σε ασβέστιο, η έλλειψη ασβεστίου επιτείνεται µετά από παρατεταµένη χρήση λιπασµάτων που µειώνουν το pH, όπως η θειική αµµωνία. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα χαµηλά επίπεδα Ca στα φύλλα συνοδεύονται από υψηλή συγκέντρωση Mg και σηµαντική µείωση του λόγου Ca/Mg.

Τα συµπτώµατα της έλλειψης Ca µπορούν να αποκατασταθούν εύκολα µε την εφαρµογή από εδάφους, οξειδίου του ασβεστίου ή και λειοτριβηµένου ασβεστόλιθου (µαρµαρόσκονη). Συνήθως απαιτούνται 5-10 Kg ανά δέντρο. Η επέµβαση αυτή µπορεί να επαναλαµβάνεται κάθε 3-5 χρόνια. 4.1.5 Μαγνήσιο

Χαρακτηριστικά συµπτώµατα της τροφοπενίας Mg είναι η χλώρωση των φύλλων που

ξεκινά από την κορυφή ή από τα πλάγια του ελάσµατος και (προοδευτικά) καταλαµβάνει ολόκληρη την επιφάνεια του, η έντονη φυλλόπτωση και η περιορισµένη βλάστηση του δέντρου.

Η διόρθωση της τροφοπενίας µαγνησίου στην ελιά µπορεί να γίνει µε ευκολία από εδάφους µε την προσθήκη 2 Kg/δέντρο θειικού µαγνησίου ή µε ψεκασµό των δέντρων µε διάλυµα θειικού µαγνησίου (2 %). 4.1.6 Βόριο

Περιπτώσεις τροφοπενίας βορίου στην ελιά έχουν παρατηρηθεί σε πολλές περιοχές

της Κρήτης. Έλλειψη Β µπορεί να παρατηρηθεί σε διάφορους τύπους εδαφών, όπως σε ελαφρά αµµώδη (λόγω µειωµένης προσρόφησης του Β), και βαριά, όξινα ή αλκαλικά (λόγω µειωµένης κινητικότητας του Β εξαιτίας των υψηλών ποσοστών αργίλλου, ασβεστίου ή οξειδίων Al, Fe, Mn). H τροφοπενία βορίου µπορεί να παρουσιαστεί σε δέντρα κάθε ηλικίας,

36

Page 42: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

εξελίσσεται όµως γρήγορα σε νεαρά δέντρα. Αρχικά παρατηρείται χλώρωση του ακραίου τµήµατος των φύλλων, πλάτυνση της κορυφής, φύλλα µικρότερα του κανονικού και (προοδευτική) φυλλόπτωση που αρχίζει από την κορυφή των νεαρών βλαστών και (σε προχωρηµένο στάδιο) ξήρανση κλαδίσκων (Εικόνα 4.2). Τα συµπτώµατα στα νεαρά φύλλα πρωτοεµφανίζονται τον Ιούλιο ή δε φυλλόπτωση αρχίζει από το φθινόπωρο. Η έναρξης της βλάστησης καθυστερεί και η ανάπτυξη των βλαστών που παρουσιάζουν βραχυγονάτωση, είναι ασθενική. Η επάκρια βλάστηση πολλές φορές είναι πυκνή και θαµνώδης και χαρακτηρίζεται σαν «σκούπα της µάγισσας». Ο χαρακτηριστικός αυτός τύπος βλάστησης προκύπτει από την καταστροφή του ακραίου οφθαλµού και την έκπτυξη των πλάγιων. Στο φλοιό των µεγάλων κλάδων είναι δυνατόν να παρατηρηθούν καστανόχροες νεκρωτικές κηλίδες. Σε σοβαρές περιπτώσεις προκύπτει σηµαντική µείωση της ανθοφορίας και της καρπόδεσης, και η καρπόπτωση είναι αυξηµένη. Παραµόρφωση του καρπού («πρόσωπο πιθήκου») από την έλλειψη Β έχει παρατηρηθεί στην ποικιλία ‘Θρουµπολιά’ στην περιοχή του Σπηλίου Ρεθύµνου.

Εικ. 4.2. Συµπτώµατα έλλειψης Β σε φύλλα και καρπούς ελιάς, ποικιλίας ‘Θρουµπολιά’ και σε φύλλα ποικιλίας ‘Κορωνέικη’

Η εµφάνιση των δέντρων σε περιπτώσεις σοβαρής έλλειψης είναι χαρακτηριστική ιδιαίτερα κατά τον χειµώνα και τις αρχές της άνοιξης όπου εµφανίζονται έντονα χλωρωτικά συµπτώµατα και πληθώρα ξηρών κλαδίσκων στην εξωτερική κόµη. Η ασφαλής διάγνωση όµως της έλλειψης βορίου είναι δυνατή µόνο µε την ανάλυση των φύλλων, αφού συµπτώµατα όµοια µε εκείνα της τροφοπενίας βορίου, προκαλούνται και από την έλλειψη άλλων στοιχείων ή και σε άλλα αίτια.

H διόρθωση της τροφοπενίας βορίου είναι σχετικά εύκολη µε την προσθήκη βόρακα ή βορικού οξέος στο το έδαφος κατά τον χειµώνα. Σε δέντρα µέτριου µεγέθους προστίθεται συνήθως ποσότητα 300-500 γραµ. βόρακα (ή 200 - 300 γραµ. βορικού οξέος) κατά δέντρο µε διασπορά κάτω από την κόµη. Σε δέντρα µεγάλης ανάπτυξης και σε πολύ ασβεστούχα εδάφη η προστιθέµενη ποσότητα βόρακα µπορεί να αυξηθεί µέχρι 1 Kg, κατά δέντρο. Η διόρθωση της τροφοπενίας είναι δυνατή επίσης και µε ψεκασµό του φυλλώµατος µε διάλυµα βόρακα (0,6 – 0,8%) κατά την περίοδο προ της άνθησης. Η προσθήκη βορίου στο έδαφος είναι αποτελεσµατική για µία τριετία περίπου ενώ ο ψεκασµός πρέπει να επαναλαµβάνεται κάθε έτος. Η χρήση σύνθετων λιπασµάτων που περιέχουν Β, δεν είναι συνήθως αποτελεσµατική για τη διόρθωση της έλλειψης Β, λόγω της χαµηλής συγκέντρωσής τους όσον αφορά το συγκεκριµένο στοιχείο.

37

Page 43: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

4.1.7 Άλλα ιχνοστοιχεία Στην Ελλάδα τροφοπενίες σιδήρου, ψευδαργύρου και µαγγανίου είναι πολύ

διαδεδοµένες σε πολλά καρποφόρα δέντρα, όµως δεν έχουν σηµειωθεί σε ελαιόδεντρα που καλλιεργούνται στις περιοχές αυτές µε τις ίδιες συνθήκες. Σε περίπτωση που οι αναλύσεις φύλλων δείξουν χαµηλά επίπεδα των στοιχείων αυτών, θα πρέπει να αξιολογηθούν οι πιθανές αιτίες που οδήγησαν στη µειωµένη απορρόφηση των στοιχείων από το έδαφος (εδαφοκλιµατικοί παράγοντες) και εφόσον τα επίπεδα συνεχίσουν να είναι χαµηλά και στις επόµενες καλλιεργητικές περιόδους, θα πρέπει να ληφθούν µέτρα για την εφαρµογή τους από το έδαφος ή διαφυλλικά. 4.2 Τοξικότητες

Από τα απαραίτητα ιχνοστοιχεία, η πιο συνηθισµένη περίπτωση τοξικότητας είναι αυτή του βορίου. Για την αποφυγή της συγκεκριµένης τροφοπενίας θα πρέπει να αποφεύγεται η επαναλαµβανόµενη ετήσια χορήγηση υψηλών δόσεων Β, πρακτική που ούτως ή άλλως δεν είναι συνηθισµένη.

Τοξικότητα από υψηλές συγκεντρώσεις νατρίου ή χλωρίου µπορεί να προκύψει από τη χρήση νερού άρδευσης µε υψηλή αλατότητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να εφαρµοσθούν οι σωστές πρακτικές άρδευσης, ώστε να µειωθούν τα προβλήµατα τοξικότητας. Σε σπανιότερες περιπτώσεις, συµπτώµατα τοξικότητας έχουν αναφερθεί σε παραθαλάσσιες περιοχές του Ν. Χανίων λόγω µεταφοράς NaCl µέσω του ανέµου. 4.3 Καθορισµός του προγράµµατος λίπανσης των ελαιώνων

Για τον καθορισµό του προγράµµατος λίπανσης ενός ελαιώνα, ο επιβλέπων γεωπόνος θα πρέπει να έχει στη διάθεσή του αναλύσεις φύλλων και εδάφους και το αντίστοιχο Πληροφοριακό ∆ελτίο. 4.3.1 Πληροφοριακό ∆ελτίο

Τα Πληροφοριακά ∆ελτία (βλέπε Υπόδειγµα στις σηµειώσεις που µοιράστηκαν κατά τη διάρκεια της ενηµέρωσης) δίνουν τη δυνατότητα στον επιβλέποντα γεωπόνο να σχηµατίσει µια συνολική εικόνα για την κατάσταση του ελαιώνα τα τελευταία χρόνια και τις εφαρµοζόµενες πρακτικές του παρελθόντος. Επίσης µπορεί να εντοπίσει πιθανά προβλήµατα που έχουν υπάρξει στο παρελθόν, σχετικά µε την εφαρµογή του προγράµµατος λίπανσης, και εποµένως, σε συνδυασµό µε τις αναλύσεις εδάφους και φύλλων να φροντίσει για την τροποποίηση του προγράµµατος λίπανσης ώστε να επιτευχθεί η ισορροπηµένη λίπανση του ελαιώνα. Τα Πληροφοριακά ∆ελτία (Π∆) πρέπει να συµπληρωθούν µε όσο το δυνατόν ακριβέστερα στοιχεία. Ελλείψεις στη συµπλήρωση των στοιχείων (ειδικά για παραµέτρους όπως η εφαρµογή των λιπασµάτων τα προηγούµενα έτη), δυσχεραίνουν τον προγραµµατισµό των διορθωτικών ενεργειών που πρέπει να γίνουν. Ένα Π∆ συµπληρώνεται για κάθε ελαιώνα ενός συγκεκριµένου παραγωγού και αποτελείται από τις ακόλουθες κατηγορίες παραµέτρων: -Γενικά στοιχεία για την ταξινόµηση των πληροφοριών: Περιλαµβάνουν πληροφορίες σχετικά µε το Ονοµατεπώνυµο του παραγωγού, την Κοινότητα και την Τοποθεσία στην οποία βρίσκεται ο ελαιώνας και πιθανότατα έναν Κωδικό αριθµό. Οι πληροφορίες αυτές βοηθούν στην καλύτερη ταξινόµηση των Π∆ και τη γρήγορη εύρεση των αρχειοθετηµένων πληροφοριών. -Βασικά στοιχεία για την καλλιέργεια και τη γενικότερη κατάσταση των δένδρων: Περιλαµβάνουν πληροφορίες σχετικά µε την Ποικιλία, την Ηλικία των δένδρων, τις Αποστάσεις Φύτευσης, το Μέγεθος των δένδρων, τη Γενική Κατάσταση των δένδρων και την

38

Page 44: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

πιθανή εµφάνιση Συµπτωµάτων Τροφοπενειών. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, τα στοιχεία αυτά είναι σηµαντικά για τον καθορισµό της ποσότητας του λιπάσµατος που θα εφαρµοσθεί ανά δένδρο, αλλά και για να αναδείξουν πιθανά προβλήµατα που µπορεί να σχετίζονται µε την θρέψη των δένδρων. -Καταγραφή πρακτικών λίπανσης τα τελευταία 3 χρόνια: Είναι απαραίτητη η πλήρης καταγραφή (ποσότητα και τύπος λιπάσµατος) των λιπάνσεων που έγιναν στο πρόσφατο παρελθόν, είτε από το έδαφος, είτε διαφυλλικά. Τα στοιχεία αυτά δίνουν καταρχήν µια γενική εικόνα για τον εντοπισµό σηµαντικών λαθών (µη επαρκής λίπανση ή υπερλίπανση) και σε συνδυασµό µε τα αποτελέσµατα των αναλύσεων των φύλλων αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία θα στηριχθούν οι αλλαγές (αύξηση ή µείωση της εφαρµοζόµενης ποσότητας) στο πρόγραµµα λίπανσης. Συµπληρωµατικά, η καταγραφή και του χρόνου εφαρµογής των λιπασµάτων (π.χ. µέσα ∆εκεµβρίου), µπορεί να βοηθήσει στον εντοπισµό λανθασµένου χρόνου εφαρµογής, που συνήθως συνοδεύεται µε αύξηση των απωλειών σε θρεπτικά στοιχεία, ή την µειωµένη αποτελεσµατικότητα της λίπανσης. -Καταγραφή τρόπου άρδευσης: Οι ανάγκες σε θρεπτικά στοιχεία µεταβάλλονται σηµαντικά σε αρδευόµενους ελαιώνες, σε σχέση µε τους ξηρικούς, ενώ ο τρόπος άρδευσης µπορεί καθορίσει πιθανούς εναλλακτικούς τρόπους εφαρµογής της λίπανσης (π.χ. υδρολίπανση). -Καταγραφή της παραγωγικότητας των δένδρων -Καταγραφή του προγράµµατος ψεκασµών για εχθρούς και ασθένειες 4.3.2 Αναλύσεις εδάφους

Η γνώση των βασικών χαρακτηριστικών του εδάφους είναι σηµαντική για τον καθορισµό του προγράµµατος λίπανσης. Τα στοιχεία τα οποία πρέπει απαραίτητα να έχει στη διάθεσή του ο επιβλέπων γεωπόνος, σχετικά µε τις ιδιότητες του εδάφους είναι τα εξής:

-pH και ολικό ανθρακικό ασβέστιο: Αποτελούν σηµαντικούς παράγοντες για τον καθορισµό του τύπου των αζωτούχων, κυρίως, λιπασµάτων που θα εφαρµοσθούν. Γενικά, σε εδάφη µε pH>7 και αρκετό CaCO3 προτιµάται η χρήση θειϊκής αµµωνίας, ενώ σε εδάφη µε χαµηλότερο pH και ασβέστιο συστήνεται η χρήση ασβεστούχας νιτρικής αµµωνίας, µε σκοπό να αποφευχθούν ανεπιθύµητες αλλαγές του pH. Επίσης, το pH του εδάφους επηρεάζει κατά διαφορετικό τρόπο την πρόσληψη του κάθε στοιχείου (Σχήµα 4.2). Εποµένως, η γνώση του pH βοηθά στη διάγνωση των αιτιών σε περιπτώσεις έλλειψης κάποιων στοιχείων, ενώ βοηθά και στον καθορισµό των καταλληλότερων µεθόδων αντιµετώπισης του προβλήµατος.

Σχήµα 4.2. Επίδραση του pH του εδάφους στην πρόσληψη θρεπτικών στοιχείων από τα φυτά

39

Page 45: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Σε εδάφη µε υψηλό ανθρακικό ασβέστιο οι απώλειες των αµµωνιακών λιπασµάτων είναι πολύ µεγαλύτερες, γεγονός που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στον καθορισµό της λίπανσης και τον υπολογισµό των αναµενόµενων απωλειών σε Ν.

Όταν το pH είναι γύρω στο 5 ή χαµηλότερο και εντοπίζονται και προβλήµατα έλλειψης Ca στα φύλλα ενδείκνυται η ασβέστωση του εδάφους. Επίσης όταν οι αναλύσεις φύλλων δείχνουν προβλήµατα θρέψης σε άλλα στοιχεία, που πιθανότατα σχετίζονται µε ακραίες τιµές pH πρέπει να ληφθούν µέτρα για τη βελτίωση του pH του εδάφους. -Ηλεκτρική Αγωγιµότητα του εδάφους: Σχετίζεται άµεσα µε τη χρήση αλατούχου νερού άρδευσης. Σε περιπτώσεις υψηλής αγωγιµότητας του εδάφους, πρέπει να αποφεύγεται η χρήση λιπασµάτων που θα επιδεινώσουν το πρόβληµα της αλατότητας, όπως π.χ. το KCl. -Μηχανική σύσταση του εδάφους: Σε ελαφρά εδάφη οι απώλειες λόγω έκπλυσης είναι αυξηµένες. Η Ν-ούχος ειδικά λίπανση απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, ενώ πρέπει να ενθαρρύνονται επιπλέον µέτρα όπως η αύξηση της οργανικής ουσίας του εδάφους, η µετακίνηση της ηµεροµηνίας εφαρµογής προς το τέλος των βροχοπτώσεων, η τµηµατική εφαρµογή του Ν, η χρήση της υδρολίπανσης κλπ. Σε βαριά εδάφη πρέπει να λαµβάνονται µέτρα για την αποφυγή δηµιουργίας αναερόβιων συνθηκών που επηρεάζουν την ανάπτυξη των φυτών και την πρόσληψη των θρεπτικών στοιχείων, ενώ αυξάνουν τις απώλειες N2 στην ατµόσφαιρα. -Οργανική ουσία -Περιεκτικότητα σε θρεπτικά στοιχεία: Γενικά είναι καλό να έχουµε µια γενική άποψη για τη συγκέντρωση των θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος. Η πολυπλοκότητα των µηχανισµών του εδάφους καθιστά πάντως περίπλοκη την εκτίµηση της διαθεσιµότητας των διαφόρων στοιχείων στα φυτά. Η φυλλοδιαγνωστική είναι πολύ πιο χρήσιµη σαν εργαλείο για τις δενδρώδεις καλλιέργειες, γιατί αντανακλά τη δυνατότητα των φυτών να απορροφήσουν συγκεκριµένα στοιχεία υπό τις υπάρχουσες εδαφοκλιµατικές συνθήκες. ∆ειγµατοληψία

Η εποχή δειγµατοληψίας για τις περισσότερες φυσικές ιδιότητες του εδάφους δεν παίζει τόσο σηµαντικό ρόλο. Παρόλα αυτά, για καθαρά πρακτικούς λόγους, η συνιστώµενη εποχή δειγµατοληψίας είναι γύρω στα µέσα Οκτωβρίου (µετά τις πρώτες βροχοπτώσεις), ώστε να υπάρξει επαρκές χρονικό διάστηµα για την ολοκλήρωση των αναλύσεων πριν την εποχή εφαρµογής των λιπασµάτων.

Η δειγµατοληψία γίνεται κατά προτίµηση µε χρήση δειγµατοληπτών σε βάθος περίπου 30 εκ. Σε περίπτωση που υπάρχει σηµαντική µεταβολή του τύπου του εδάφους µε το

A B

Σχήµα 4.3. Σχηµατική αναπαράσταση του τρόπου δειγµατοληψίας σε οπορώνες µε διαφορετικα σχήµατα 40

Page 46: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

βάθος, χρειάζεται και συλλογή δεύτερου δείγµατος σε βάθος 30-60 εκ. Τα δείγµατα παίρνονται κάτω από την κόµη του δένδρου, στην περιοχή δηλαδή όπου εφαρµόζεται το λίπασµα και υπάρχει η πλειονότητα των ριζών που το απορροφούν. Αν το έδαφος του οπωρώνα είναι οµοιόµορφο, λαµβάνεται ένα δείγµα. Αντίθετα, αν το έδαφος δεν είναι οµοιογενές σε όλο τον ελαιώνα, πρέπει να ληφθούν περισσότερα δείγµατα.

Κάθε δείγµα αποτελείται από αρκετά µικρότερα δείγµατα, τα οποία φροντίζουµε να ληφθούν µε τέτοιο τρόπο που να αντιπροσωπεύουν όσο το δυνατόν καλύτερα το σύνολο του ελαιώνα. Ενδεικτικά, παρουσιάζονται µερικοί τρόποι δειγµατοληψίας στο Σχήµα 4.3. Από τη συνολική ποσότητα χώµατος που συγκεντρώνεται από τα επιµέρους δείγµατα, παίρνουµε περίπου 1 Kg, έπειτα από καλό ανακάτεµα, το οποίο και στέλνουµε στο εργαστήριο για τις αναλύσεις. 4.3.3 Αναλύσεις φύλλων

Ο προσδιορισµός της συγκέντρωση των διαφόρων στοιχείων στα φύλλα των δένδρων είναι ο πιο αντικειµενικός τρόπος για να εντοπίσουµε τα προβλήµατα θρέψης που υπάρχουν σε έναν ελαιώνα. Εν συνεχεία, λαµβάνοντας υπόψη τις υπόλοιπες πληροφορίες που έχουµε συλλέξει (Πληροφοριακά ∆ελτία, αναλύσεις εδάφους, κλίµα της περιοχής), προσπαθούµε να εντοπίσουµε τους λόγους που οδήγησαν στα προβλήµατα αυτά (µη σωστή λίπανση όσον αφορά τον χρόνο εφαρµογής την ποσότητα ή/και τον τύπο των λιπασµάτων, γονιµότητα και τύπος εδάφους, προβλήµατα ασθενειών, κλπ.). Με βάση τα παραπάνω µπορούµε να προτείνουµε τις ενδεικνυόµενες τροποποιήσεις στο πρόγραµµα της λίπανσης που ακολουθήθηκε τα προηγούµενα χρόνια και πιθανές ενέργειες που θα βελτιώσουν την πρόσληψη των στοιχείων από τα φυτά. Πίν. 4.1. Επίπεδα αναφοράς για τα διάφορα θρεπτικά στοιχεία στα φύλλα της ελιάς (περίοδος δειγµατοληψίας Οκτώβριος-Νοέµβριος – φύλλα ηλικίας περίπου 5-6 µηνών). Θρεπτικό στοιχείο

Έλλειψη Χαµηλή συγκέντρωση

Βέλτιστη συγκέντρωση

Υψηλή συγκέντρωση

Περίσσεια

N (%) <1.2 1.2-1.6 1.6-1.8 1.8-2.2 >2.2 P (%) <0.07 0.07-0.10 0.10-0.13 0.13-0.15 >0.15 K (%) <0.5 0.5-0.8 0.8-1.1 1.1-1.3 >1.3 Ca (%) <0.5 0.5-1.0 1.0-2.5 >2.5 Mg (%) <0.07 0.07-0.10 0.10-0.30 >0.30 B (ppm) <15 15-20 20-50 50-150 >150 Fe (ppm) 20-50 50-150 150-500 Zn (ppm) 5-10 10-30 >30 Mn (ppm) <10 Οκτ-20 20-60 60-150 >150 Cu (ppm) <5 5-20 >20

Τα επίπεδα αναφοράς µε βάση τα οποία συγκρίνουµε τα αποτελέσµατα της ανάλυσης

των φύλλων και εντοπίζουµε τα προβλήµατα θρέψης του ελαιώνα, εµφανίζονται στον Πίνακα 4.1. Οι τιµές αυτές έχουν προκύψει, µεταξύ άλλων, και από τα αποτελέσµατα της έρευνας που πραγµατοποιήθηκαν στο Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών Χανίων και είναι αντιπροσωπευτικές για την ελαιοκαλλιέργεια στην περιοχή της Κρήτης. Θα πρέπει να επισηµανθεί ότι αφορούν δείγµατα φύλλων που λαµβάνονται κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου (φύλλα ηλικίας 5-6 µηνών). ∆ειγµατοληψία

Η σωστή δειγµατοληψία των φύλλων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη σωστή εφαρµογή της φυλλοδιαγνωστικής. Ο λόγος είναι ότι στα αειθαλή δένδρα (και στην ελιά συγκεκριµένα) υπάρχουν ταυτόχρονα στο δένδρο φύλλα διαφορετικών ηλικιών τα οποία

41

Page 47: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

παρουσιάζουν σηµαντικές διαφοροποιήσεις όσον αφορά τη συγκέντρωση των θρεπτικών στοιχείων. Πρακτικά, αυτό σηµαίνει ότι επιλογή νεαρών φύλλων, ή φύλλων από τη βλάστηση προηγούµενων ετών θα δώσει σηµαντικές αποκλίσεις στη συγκέντρωση των θρεπτικών σε σχέση µε τα φύλλα ηλικίας 5-6 µηνών, για τα οποία ισχύουν τα παραπάνω επίπεδα αναφοράς, οδηγώντας σε λανθασµένες εκτιµήσεις όσον αφορά τη θρέψη των φυτών και τον καθορισµό των αναγκών λίπανσης.

Η επιλογή των φύλλων που θα σταλούν για ανάλυση αφορά συνήθως το 4-5 ζεύγος φύλλων σε βλαστούς της τρέχουσας βλαστικής περιόδου (Σχήµα 4.4). Αυτό βέβαια είναι ενδεικτικό, αφού ανάλογα µε τις συνθήκες του ελαιώνα, η βλάστηση µπορεί να έχει µεγαλύτερο ή µικρότερο µήκος και έτσι να χρειαστεί να επιλέξουµε φύλλα ψηλότερα ή χαµηλότερα στο βλαστό. Ο στόχος, όπως προαναφέρθηκε, είναι να επιλεγούν φύλλα ηλικίας 5-6 µηνών. Η προσφορότερη εποχή δειγµατοληψίας είναι γύρω στα τέλη Οκτωβρίου. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι τη συγκεκριµένη εποχή, τα επίπεδα των περισσοτέρων στοιχείων στα πρώτα φύλλα της τρέχουσας βλάστησης έχουν σταθεροποιηθεί, ενώ υπάρχει και επαρκές

διάστηµα για την έγκαιρη λήψη των αποτελεσµάτων της ανάλυσης πριν την εφαρµογή των λιπασµάτων.

Το µέγεθος του δείγµατος πρέπει να είναι περίπου 200 φύλλα, που επιλέγονται όπως προαναφέρθηκε ανά ζεύγη, από 10-20 δένδρα από διαφορετικά σηµεία του ελαιώνα. Τα δένδρα που επιλέγουµε, καθώς και οι βλαστοί σε κάθε δένδρο, πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικά της µέσης κατάστασης του ελαιώνα. Αποφεύγονται τα φυτά που βρίσκονται στα όρια του ελαιώνα, καθώς και φυτά που αντιµετωπίζουν προβλήµατα ασθενειών, ζηµιές από έντοµα και γενικά διαφοροποιούνται µε οποιοδήποτε τρόπο από τα υπόλοιπα δένδρα του ελαιώνα. Το δείγµα συλλέγεται σε πλαστικά σακουλάκια και µπορεί να διατηρηθεί σε ψυγείο µέχρι την αποστολή του στο εργαστήριο, η οποία πρέπει να γίνει τις αµέσως επόµενες ηµέρες από τη δειγµατοληψία.

Σχήµα 4.4. Σχηµατική αναπαράσταση της επιλογής φύλλων για φυλλοδιαγνωστική εξέταση

4.3.4 Επανάληψη αναλύσεων

Αρχικά είναι απαραίτητη η ανάλυση εδάφους ώστε να εντοπίσουµε πιθανά προβλήµατα που µπορεί να προκύψουν από χαµηλές συγκεντρώσεις κάποιων στοιχείων στο εδαφικό διάλυµα. Επίσης πρέπει να γνωρίζουµε τις φυσικές και χηµικές ιδιότητες του εδάφους για τον καθορισµό του τύπου και της συχνότητας εφαρµογής των λιπασµάτων. Οι αναλύσεις εδάφους καλό είναι να επαναλαµβάνονται κάθε 3-5 χρόνια ώστε να παρακολουθούνται οι µεταβολές στις ιδιότητες του εδάφους.

Η ανάλυση φύλλων πρέπει να γίνει µε σκοπό τον εντοπισµό ελλείψεων ή περίσσειας θρεπτικών στοιχείων και πιθανή ανισσόροπη θρέψη των φυτών. Αφού δοθούν οι κατάλληλες οδηγίες για την εξισορρόπηση της θρεπτικής κατάστασης των δένδρων, οι αναλύσεις συνεχίζονται για 2-3 χρόνια µε τις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες, έως ότου διαπιστωθεί ότι έχουµε καταλήξει στις δόσεις συντήρησης που πρέπει να εφαρµόζονται στον ελαιώνα. Μετά την επίτευξη της ισορροπίας στη θρέψη των ελαιοδένδρων, οι αναλύσεις φύλλων καλό είναι να επαναλαµβάνονται κάθε 2-3 έτη, για επιβεβαίωση της ορθότητας των πρακτικών που ακολουθούνται και τον έγκαιρο εντοπισµό προβληµάτων που µπορεί να εµφανισθούν στο

42

Page 48: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

µέλλον. Οι αναλύσεις των προηγούµενων ετών πρέπει να είναι διαθέσιµες ώστε µέσω της σύγκρισης να επέρχονται οι βελτιώσεις στο πρόγραµµα λίπανσης. 4.4 Εφαρµογή λίπανσης

Αφού γίνουν γνωστές οι απαιτήσεις σε θρεπτικά στοιχεία και οι ιδιότητες του εδάφους πρέπει να καθορισθούν: • Ο χρόνος εφαρµογής των λιπασµάτων • Ο τύπος των λιπασµάτων που θα χρησιµοποιηθούν • Η ποσότητα των λιπασµάτων (ανάλογα µε την περιεκτικότητά τους σε θρεπτικά στοιχεία) • Οι απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες για βελτίωση της γονιµότητας του εδάφους • Η κατάλληλη µέθοδος εφαρµογής, ανάλογα µε τα διαθέσιµα µέσα και τις

εδαφοκλιµατικές συνθήκες 4.4.1. Χρόνος εφαρµογής

Γενικά, η εφαρµογή Κ και Ρ καλό είναι να γίνεται µέχρι το τέλος ∆εκεµβρίου. Αρκετά πιο σηµαντική πάντως είναι η σωστή, χρονικά, εφαρµογή των αζωτούχων λιπασµάτων. Ενδεικτικά, η λίπανση µε άζωτο πραγµατοποιείται από µέσα Ιανουαρίου (θειική αµµωνία) έως µέσα Φεβρουαρίου (ασβεστούχος νιτρική αµµωνία). Αν εφαρµοσθεί συµπληρωµατική αζωτούχος λίπανση, αυτή πρέπει να εφαρµοσθεί πριν το τέλος των βροχοπτώσεων (µετά τα µέσα Μαρτίου για την περιοχή της Κρήτης). 4.4.2. Τύπος λιπασµάτων

Γενικά, καλό είναι να προτιµώνται τα απλά από τα σύνθετα λιπάσµατα. Σε περίπτωση που χρησιµοποιηθούν σύνθετα λιπάσµατα, αυτά θα πρέπει να περιέχουν την κατάλληλη αναλογία θρεπτικών στοιχείων που υπαγορεύεται από τις ανάγκες λίπανσης του ελαιώνα. Ανάλογα µε το pH του εδάφους, πρέπει να γίνεται η επιλογή της κατάλληλης µορφής Ν-ούχου λιπάσµατος, όπως έχει αναφερθεί σε προηγούµενη ενότητα. Επίσης, πρέπει να επιλέγεται ο κατάλληλος τύπος λιπάσµατος ανάλογα µε την αλατότητα και τη µηχανική σύσταση του εδάφους. 4.4.3 Ποσότητα λιπασµάτων

Η ποσότητα του κάθε λιπάσµατος εξαρτάται από τη σύνθεσή του (Ν-Ρ-Κ), ώστε ή συνολική ποσότητα του κάθε στοιχείου που προστίθεται στον ελαιώνα να είναι η επιθυµητή. 4.4.4 ∆ιορθωτικές ενέργειες για βελτίωση της γονιµότητας του εδάφους

Πρέπει να καθορισθούν πιθανές ενέργειες για τη βελτίωση του pH του εδάφους. Επίσης όπου είναι εφικτό, καλό είναι να ενθαρρύνονται ενέργειες που µπορούν να αυξήσουν την οργανική ουσία του εδάφους (βλέπε σχετικό κεφάλαιο). 4.4.5 Τρόπος εφαρµογής των λιπασµάτων

Σε ξηρικές συνθήκες η διασπορά των λιπασµάτων κάτω από την κόµη έχει δώσει τα ίδια αν όχι καλύτερα αποτελέσµατα από την τοποθέτηση των λιπασµάτων σε αβαθή αυλάκια (10-15 εκ.) που ανοίγονταν ακτινοειδώς στην περιοχή της προβολής της κόµης των δέντρων, µε την προϋπόθεση όµως της άµεσης ενσωµάτωσης τους στο έδαφος µε ελαφρά άροση. Γενικά, ο διασκορπισµός των λιπασµάτων µε λιπασµατοδιανοµέα πρέπει να αποφεύγεται σε µέρες µε ισχυρό άνεµο, ενώ πρέπει να αποφεύγεται η εφαρµογή κυρίως των αµµωνιακών λιπασµάτων κατά τη διάρκεια ξηρών και θερµών περιόδων, ιδιαίτερα σε ασβεστούχα εδάφη.

43

Page 49: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Σε ελαιώνες που δέχονται άρδευση στάγδην, η χορήγηση λιπασµάτων από το έδαφος µπορεί να γίνει µέσω του αρδευτικού δικτύου. Στην περίπτωση αυτή όµως, θα πρέπει να επιλέγεται µε προσοχή ο κατάλληλος χρόνος εφαρµογής της λίπανσης και να σταθµίζονται οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις από την όψιµη εφαρµογή των αζωτούχων κυρίως λιπασµάτων.

Ιδιαίτερη µνεία πρέπει να γίνει για την διαφυλλική εφαρµογή θρεπτικών στοιχείων. Μεγάλη σηµασία για την ελιά έχουν οι ψεκασµοι µε Ν και σε µικρότερο βαθµό µε B, Ca και Κ για τον λόγο ότι οι έλλειψη στα τρία τελευταία στοιχεία αντιµετωπίζεται σχετικά εύκολα µε την εφαρµογή τους από το έδαφος. Οι ψεκασµοί µε ουρία χρησιµοποιούνται συµπληρωµατικά προς την από εδάφους χορήγηση του Ν. Στην ελιά τέσσερις επαναλαµβανόµενοι ψεκασµοί µε ουρία 2% κατά το θέρος αύξησαν όχι µόνο του Ν στα φύλλα αλλά και τη συγκέντρωση Β και Κ επίσης χωρίς να παρατηρηθούν τοξικότητες. Οι συνιστώµενες συγκεντρώσεις ουρίας ποικίλουν από 1 έως 4 % ανάλογα µε την εποχή εφαρµογής του ψεκασµού. Γενικά, στα καρποφόρα δέντρα, η εφαρµογής της ουρίας από τα φύλλα συνίσταται να πραγµατοποιείται πριν ή µετά από την άνθηση η ακόµα και µετά τη συγκοµιδή των καρπών εφόσον η κατάσταση του φυλλώµατος είναι καλή. Οι όψιµες εφαρµογές, εν πάση περιπτώσει, πρέπει να πραγµατοποιούνται αφού σταµατήσει η βλαστική ανάπτυξη. Οι εφαρµογές αζώτου µε ψεκασµό πριν από την άνθηση παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού όπως προκύπτει συντελούν στην µείωση του ποσοστού των ατελών ανθέων και την αύξηση της καρπόδεσης.

Περιπτώσεις έλλειψης Β, για σύντοµα διαστήµατα, µπορεί να υπάρχουν νωρίς την άνοιξη σαν απόρροια του ότι το Β απορροφάται από τις ρίζες σε θερµοκρασίες σχετικά υψηλότερες από τα άλλα θρεπτικά στοιχεία. Εποµένως ψεκασµοί µε Β ενωρίς την άνοιξη, πριν από την άνθηση, ενδείκνυνται σε περιπτώσεις όπου το Β είναι γενικά χαµηλό. Στην βιβλιογραφία αναφέρονται περιπτώσεις ευνοϊκής αντίδρασης της ελιάς σε ψεκασµούς µε Β ή σε σκόνισµα µε S πριν από την άνθηση. Σε δοκιµές όµως που έγιναν µε την εφαρµογή των στοιχείων αυτών στην ποικιλία Μαστοειδή δεν διαπιστώθηκε αύξηση της ανθοφορίας και της παραγωγής. Οι ψεκασµοί µε κάλι, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι συνήθεις διότι η εφαρµογή από εδάφους είναι κατά κανόνα αρκετά αποτελεσµατική. Παρ όλα αυτά έχουν αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις διαφυλλικής εφαρµογής του Κ. Στην Ελιά επαναλαµβανόµενοι ψεκασµοί µε 4% ΚΝΟ3 κατά την διάρκεια του θέρους είχαν σηµαντική επίδραση στην ανάπτυξη των βλαστών και του καρπού.

Πέρα από τη χειµερινή εφαρµογή των λιπασµάτων, εφόσον ληφθεί απόφαση για µερική εφαρµογή της λίπανσης µέσω διαφυλλικών ψεκασµών ή υδρολίπανσης, ο χρόνος εφαρµογής θα πρέπει να συµπίπτει µε τις περιόδους κατά τις οποίες παρουσιάζονται οι µεγαλύτερες ανάγκες σε θρεπτικά στοιχεία. Ενδεικτικά, οι περίοδοι µε αυξηµένες απαιτήσεις σε Ν, Ρ και Κ, ανάλογα µε το στάδιο ανάπτυξης της ελιάς, φαίνονται στο Σχήµα 4.5.

44

Page 50: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Σχήµα

4.5.

Σχη

µατική

αναπαράσταση των σταδίων ανάπτυξης της

ελιάς

κατά τα

οποία

παρουσιάζονται αυξηµένες

ανάγκες

σε Ν

, Κ

και

Β

ΙΑΝ

ΙΑΝ

ΦΕΒ

ΦΕΒ

ΜΑΡ

ΜΑΡ

ΑΠΡ

ΑΠΡ

ΜΑΙ

ΜΑΙ

ΙΟΥΝ

ΙΟΥΝ

ΑΥΓ

ΑΥΓ

ΙΟΥΛ

ΙΟΥΛ

ΟΚΤ

ΟΚΤ

ΣΕΠ

ΣΕΠ

ΝΟΕ

ΝΟΕ

∆ΕΚ

∆ΕΚ

ΙΑΝ

ΙΑΝ

ΦΕΒ

ΦΕΒ

ΜΑΡ

ΜΑΡ

ΑΠΡ

ΑΠΡ

ΜΑΙ

ΜΑΙ

ΙΟΥΝ

ΙΟΥΝ

ΑΥΓ

ΑΥΓ

ΙΟΥΛ

ΙΟΥΛ

ΟΚΤ

ΟΚΤ

ΝΟΕ

ΝΟΕ

∆ΕΚ

∆ΕΚ

ΣΕΠ

ΣΕΠ

ΙΑΝ

ΙΑΝ

ΦΕΒ

ΦΕΒ

ΜΑΡ

ΜΑΡ

ΑΠΡ

ΑΠΡ

ΜΑΙ

ΜΑΙ

ΙΟΥΝ

ΙΟΥΝ

ΑΥΓ

ΑΥΓ

ΙΟΥΛ

ΙΟΥΛ

ΟΚΤ

ΟΚΤ

ΣΕΠ

ΣΕΠ

ΝΟΕ

ΝΟΕ

∆ΕΚ

∆ΕΚ

ΙΑΝ

ΙΑΝ

ΦΕΒ

ΦΕΒ

ΜΑΡ

ΜΑΡ

ΑΠΡ

ΑΠΡ

ΜΑΙ

ΜΑΙ

ΙΟΥΝ

ΙΟΥΝ

ΑΥΓ

ΑΥΓ

ΙΟΥΛ

ΙΟΥΛ

ΟΚΤ

ΟΚΤ

ΝΟΕ

ΝΟΕ

∆ΕΚ

∆ΕΚ

ΣΕΠ

ΣΕΠ

Λήθαργ

οςΕν

εργή

Βλα

στική

Ανά

πτυξη

Μειω

µένη

Βλα

στ. Α

ναπτ.

Ενεργή

Βλ.

Αναπτ.

Λήθαργ

ος

∆ιαφ

οροπ

.Οφ

θαλµ

ών

Ανά

πτυξη

Καρ

πού

Αύξησ

ηελαιοπ

εριεκτικότητας

Καρ

πό-

δεση

Σκλ/νσ

ηΕν

δοκ.

Σχηµ

ατ.

Ανθέω

νΆνθησ

η

Αλλαγή

χρω

µατος Ωρί

µανσ

η

Συγκοµ

ιδή

Συγκοµ

ιδή

Ετήσ

ιοςκύκλος

ανάπ

τυξης

–Απαιτήσειςσε

θρεπ

τικά

στ

Απαιτήσειςσε

θρεπ

τικά

στοιχεία

οιχεία

BBNN

KK

Σχηµ

ατισ

µόςΠαρ

αγωγή

ς

45

Page 51: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

4.5 Αποθήκευση και µεταφορά των λιπασµάτων Η αποθήκευση των λιπασµάτων πρέπει να γίνεται σε µέρη που παρέχουν: -Προστασία από το νερό της βροχής, ή γενικότερα τη διαβροχή των συσκευασιών από το νερό -Προστασία από το ηλιακό φως, ειδικά για τις πλαστικές συσκευασίες (κάλυψη σακιών) -Μη διαπερατό δάπεδο, ώστε να είναι εύκολος ο καθαρισµός ποσοτήτων λιπασµάτων που τυχόν να χυθούν από τις συσκευασίες

Γενικά, ο χώρος που θα αποθηκεύονται τα λιπάσµατα πρέπει να διασφαλίζει χαµηλή υγρασία και να λαµβάνεται µέριµνα για αποφυγή απωλειών κατά την αποθήκευσή τους και τη µεταφορά τους. Επίσης πρέπει να τηρούνται οι ζώνες ασφαλείας από υδάτινες επιφάνειες ή πηγές νερού.

Τα σακιά µε τα λιπάσµατα είναι προτιµότερο να τοποθετούνται σε παλέτες ή άλλη ανάλογη κατασκευή. Ποσότητες λιπασµάτων που καταλήγουν από κάποιο ατύχηµα στο δάπεδο θα πρέπει να συλλέγονται, να επανατοποθετούνται στην αρχική συσκευασία και να χρησιµοποιούνται κανονικά. Τα χηµικά λιπάσµατα θεωρούνται φυτοφάρµακα και εποµένως εφαρµογή τους σε οποιαδήποτε άλλη επιφάνεια εκτός της καλλιέργειας δεν επιτρέπεται. Η µεταφορά των λιπασµάτων από τη συσκευασία στο λιπασµατοδιανοµέα ή το βυτίο ψεκασµού καλό είναι να γίνεται σε επιφάνεια που δεν επιτρέπει τη γρήγορη διείσδυση ποσοτήτων λιπασµάτων στο έδαφος. Σε κάθε περίπτωση πάντως, καλό είναι να αποφεύγονται το γέµισµα του λιπασµατοδιανοµέα ή του βυτίου σε περιοχές κοντινές σε υδάτινες επιφάνειες, ή πάνω σε χαλικώδη επιφάνεια. Καλύτερα να γίνεται σε αργιλλώδη επιφάνεια απ’ ότι σε αµµώδη. Σε περίπτωση χρήσης νερού (παρασκευή ψεκαστικού υγρού) να µην έρχεται σε επαφή το λάστιχο µε το λίπασµα και να χρησιµοποιούνται βαλβίδες αντεπιστροφής, ώστε να αποφευχθεί η µεταφορά λιπασµάτων στο δίκτυο άρδευσης.

Οι συσκευασίες των λιπασµάτων θα πρέπει µετά τη χρήση να αποµακρύνονται µε βάση τους κανόνες που ισχύουν για τις συσκευασίες φυτοφαρµάκων.

46

Page 52: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

55οο ΚΚΕΕΦΦΑΑΛΛΑΑΙΙΟΟ

ΚΚΛΛΑΑ∆∆ΕΕΜΜΑΑ ∆∆ΙΙΑΑΜΜΟΟΡΡΦΦΩΩΣΣΗΗΣΣ--ΚΚΑΑΡΡΠΠΟΟΦΦΟΟΡΡΙΙΑΑΣΣ ΚΚΑΑΙΙ ΑΑΝΝΑΑΝΝΕΕΩΩΣΣΗΗΣΣ

ΕΕΛΛΑΑΙΙΟΟ∆∆ΕΕΝΝΤΤΡΡΩΩΝΝ

∆ρ. Ι. Μετζιδάκης

5.1 Εισαγωγικά στοιχεία

Η χαµηλή παραγωγικότητα που παρατηρείται σε αρκετούς ελαιώνες οφείλεται κυρίως στην ύπαρξη σηµαντικού ποσοστού γηρασµένων δέντρων, στην ανισορροπία της σχέσης φύλλων, ξύλου και ριζικού συστήµατος, την ακανόνιστη ή µειωµένη καρποφορία, την ελλειπή καλλιεργητική τεχνική και την εφαρµογή ακατάλληλου συστήµατος διαχείρισης.

Το κλάδεµα είναι αναγκαίο, για να επιτευχθεί µια ισορροπία µεταξύ των βλαστικών µερών του δέντρου και των λειτουργιών της αναπαραγωγής. ∆ηµιουργεί τη µέγιστη παραγωγή και ζωτικότητα, µικραίνει τη µη παραγωγική περίοδο όσο γίνεται περισσότερο και καθυστερεί το γηρασµό και το θάνατο των δέντρων. Εφαρµόζεται σε συνδυασµό µε άλλες καλλιεργητικές τεχνικές, ειδικά τη λίπανση και το πότισµα µε σκοπό την απόκτηση και διατήρηση ισορροπίας στη σχέση ριζικού συστήµατος, φύλλων και ξύλου που έχει σαν συνέπεια, σταθερή, υψηλής ποιότητας παραγωγικότητα καρπών και λαδιού. Το κλάδεµα αποτελεί σπουδαία καλλιεργητική φροντίδα καθώς συντελεί στην καλύτερη προσαρµογή στις παραγωγικές συνθήκες µιας περιοχής, είναι η πιο λεπτή καλλιεργητική εργασία και πετυχαίνει µόνο αν βασιστεί στη γνώση της φυσιολογίας του ελαιοδέντρου. 5.2 Σκοπός του κλαδέµατος

Βασικοί στόχοι του κλαδέµατος είναι οι εξής:

∆ηµιουργία ισχυρού σκελετού και κόµης στο ελαιόδεντρο ∆ηµιουργία κανονικού καρποφόρου ξύλου και ρύθµιση της ανάπτυξης του δέντρου για εξασφάλιση υψηλής και καλή ποιότητας παραγωγής

Συγκέντρωση της καρποφορίας σε κλάδους που εκτίθενται στο άπλετο φως για καλύτερη και οµοιόµορφη ωρίµανση των καρπών

Επιµήκυνση της παραγωγικής ζωής των δέντρων ∆ιευκόλυνση καλλιεργητικών εργασιών και συγκοµιδής

Εικ. 5.1-5.2. Εντατικός αρδευόµενος ελαιώνας µονόκορµων δέντρων «Κορωνέικης» σε αποστάσεις 7x7 µε ελεύθερο σχήµα, στον 3ο χρόνο και στον 5ο χρόνο µετά τη φύτευση

21

47

Page 53: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Εκτός από την αφαίρεση των κλάδων, το κλάδεµα στην ευρύτερή του έννοια περιλαµβάνει και άλλους χειρισµούς για τη ρύθµιση της ανάπτυξης του δέντρου και της παραγωγής, όπως λύγισµα των κάτω κλάδων, στους οποίους δεν περιλαµβάνονται οι πρωτογενείς και δευτερογενείς βραχίονες. Το κλάδεµα απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις και είναι τεχνική που δεν διδάσκεται µόνο, αλλά απαιτεί και εξάσκηση πολλών ωρών στο αγρόκτηµα. Πραγµατοποιείται για να αλλάξει το φυσικό σχήµα της ανάπτυξης των δέντρων, δυναµώνοντας ή αλλάζοντας την πορεία ανάπτυξης των κλαδιών για να δώσουν ένα οριστικό σχήµα και να τα κάνουν να αποκτήσουν το µέγιστο της παραγωγικότητας. 5.3 Είδη κλαδέµατος

∆ιακρίνουµε τα κλαδέµατα ανάλογα µε την ηλικία των ελαιοδέντρων σε:

• Κλάδεµα διαµόρφωσης σκελετού και κόµης • Κλάδεµα καρποφορίας για διατήρηση παραγωγικότητας • Κλάδεµα ανανέωσης µη παραγωγικών ή παλιών δέντρων

5.3.1 Κλάδεµα διαµόρφωσης – Χειρισµοί, σχήµα φυτού

Το κλάδεµα διαµόρφωσης (σκελετικός σχηµατισµός) ποικίλει και είναι ανάλογο µε τη χρήση και τον τρόπο διαχείρισης του ελαιώνα. Σύµφωνα µε τα µοντέρνα κριτήρια ανάπτυξης για τα ελαιόδεντρα, ο επικρατέστερος τρόπος είναι η µείωση στο ελάχιστο του αριθµού των κλαδεµάτων κατά τη διάρκεια της ανάπτυξής τους. Ο χρόνος που γίνεται το κλάδεµα διαµόρφωσης εξαρτάται από το σχήµα που θα δώσουµε στο δέντρο, τις καλλιεργητικές τεχνικές, τη ζωηρότητα της ποικιλίας και τις εδαφοκλιµατικές συνθήκες. Όπως και στην περίπτωση των άλλων δέντρων το σχήµα διαµόρφωσης εξαρτάται από το αποτέλεσµα που θέλουµε να πάρουµε και το οποίο βασίζεται σε αυστηρούς οικονοµικούς κανόνες και στην προσεκτική αξιολόγηση της επίδρασης κάθε παρέµβασης που γίνεται στην τελική παραγωγή.

Συνήθη κλαδέµατα διαµόρφωσης των ελαιοδέντρων: - Μονόκορµο µε δύο ή τρεις βραχίονες (ανάλογα µε την πυκνότητα φύτευσης) - ∆ίκορµο - Πολυκωνικό - Κυπελλοειδές (ανοιχτό- κανονικό) - Χαµηλό κυλινδρικό- σφαιρικό

Για τη χώρα µας επικρατέστερα σχήµατα είναι το ανοιχτό κύπελλο, το πολυκωνικό, το κυλινδρικό και το σφαιρικό. Το σχήµα που θα δώσουµε εξαρτάται από τη ζωηρότητα της ποικιλίας, τη µέθοδο συγκοµιδής, το κλίµα, το έδαφος, τις αποστάσεις φύτευσης κλπ. Εάν υπάρχει σωστό πρόγραµµα διαχείρισης θα πρέπει να γίνεται ελαφρύ κλάδεµα για διατήρηση άριστης σχέσης φύλλων / ξύλου και ριζικού συστήµατος.

Εικ. 5.3. Η σωστή διαµόρφωση του δέντρου βοηθά τους χειρισµούς κλαδέµατος καρποφορίας και ανανέωσης

όρφωση του χειρισµούς

ορίας και

48

Page 54: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Οι διαµορφώσεις των δέντρων ανάλογα µε τη µέθοδο συλλογής που θα εφαρµοστεί µπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες. Εκείνες που γίνονται σε δέντρα που είναι κατάλληλα για συγκοµιδή µε το χέρι, για µηχανική συγκοµιδή µε δονητές κορµού και βραχιόνων και για µηχανές συλλογή πάνω από τις σειρές φύτευσης. Μεταξύ των διαφόρων σχηµάτων αυτό του µονόκορµου ελεύθερου θάµνου µε χαµηλά τις διακλαδώσεις φαίνεται να είναι το απλούστερο και καταλληλότερο επειδή δεν απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις κλαδέµατος και επικράτησε στις νέες φυτείες στη χώρα µας. Σχήµατα κατάλληλα για µηχανική συγκοµιδή µε δονητές είναι: -Ανοιχτού κέντρου (κυπελοειδή) -Με κατακόρυφη ανάπτυξη ( µονοκωνικά κλπ.)

Και στις δύο περιπτώσεις απόσταση 1 µέτρο από τη βάση του δέντρου στον κεντρικό κορµό, αφήνετε ελεύθερη ώστε να είναι δυνατή η προσαρµογή της δονητικής κεφαλής του µηχανήµατος.

Εικ. 5.4. Γραµµική καλλιέργεια ελιάς

5.3.2 Κλάδεµα καρποφορίας

Το κλάδεµα καρποφορίας ποικίλει ανάλογα µε την ποικιλία, την υγιεινή κατάσταση, την ζωηρότητα, την ηλικία και τις καλλιεργητικές φροντίδες. Στα νεαρά και µε ταχεία ανάπτυξη δέντρα, το κλάδεµα θα πρέπει να είναι ελαφρύ και διακριτικό, ενώ θα είναι πιο αυστηρό στα µεγαλύτερα αλλά και εξασθενηµένα δέντρα µε σκοπό τη δηµιουργία νέων κλάδων. Το πιο αυστηρό κλάδεµα επηρεάζει όχι µόνο τη συµπεριφορά των καρποφόρων κλάδων αλλά και την έκπτυξη ταχυφυών στους κεντρικούς βραχίονες.

Το κλάδεµα καρποφορίας συντελεί στην παραγωγή καρπών οµοιόµορφης ποιότητας και καλύτεροι είναι εκείνοι που παράγονται στο εξωτερικό µέρος της κόµης του δέντρου, δέχονται αρκετό ήλιο και είναι σε βλαστούς µέτριας ζωηρότητας.

49

Page 55: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Με το κλάδεµα θα πρέπει να εξασφαλίζονται και να λαµβάνονται υπόψη τα παρακάτω :

Εικ. 5.5 – 5.6. Μηχανικό πριόνι και κλάδεµα σε εντατικό ελαιώνα

• Άριστη χρήση του φωτός • Ισόρροπη ανάπτυξη των κυρίων βραχιόνων του σκελετού • Αποφυγή αυστηρού κλαδέµατος (µείωση σχέσης φύλλα / ξύλο). Προτιµότερο να γίνεται κλάδεµα κάθε 2 χρόνια για οµαλότερη παραγωγή. • Ισορροπία µεταξύ βλάστησης και καρποφορίας • Επιµήκυνση στην περίοδο καρποφορίας • Να προστατεύεται το δέντρο από το γηρασµό και να εξασφαλίζεται η ζωηρότητα του • Να είναι οικονοµικό • Να λαµβάνεται σοβαρά υπόψιν ότι το νερό είναι ο κυριότερος παράγοντας που περιορίζει την παραγωγικότητα στις ξηρικές καλλιέργειες Για να αποφασίσουµε το είδος κλαδέµατος θα πρέπει να ληφθούν υπόψη:

Παραγωγή προηγούµενου έτους Κατάσταση βλάστησης των δέντρων Πυκνότητα φύτευσης και τρόπος διαχείρισης Χρησιµοποίηση καρπού (επιτραπέζια - λάδι κλπ)

Πριν από την διενέργεια οποιασδήποτε επέµβασης στην κόµη των ελαιοδένδρων,

πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η γενική κατάσταση της κόµης, να εξετάζεται προσεκτικά το µήκος της ετήσιας βλάστησης στο σύνολο της κόµης του κάθε ελαιοδένδρου και ο αριθµός και η θέση εκφύσεως των λαίµαργων βλαστών, όταν αυτοί υπάρχουν.

Βαθµός αυστηρότητας επεµβάσεων Εικ. 5.7. Καρποφόρος βλαστός 3 ετών σε πλήρη παραγωγή

50

Page 56: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Ο βαθµός αυστηρότητας των επεµβάσεων στην κόµη των ελαιοδένδρων καθορίζεται άµεσα από το µήκος της ετήσιας βλάστηση ως εξής :

Μήκος ετήσιας βλάστησης ≥ 30 εκ. (Επικρατούν µεγάλου µήκους µεσογονάτια) ∆ιακριτικό αραίωµα κλάδων για βελτίωση του φωτισµού

Μήκος ετήσιας βλάστησης 15-30 εκ. (Επικρατούν µεσαίου µήκους µεσογονάτια) Μέτριο κλάδεµα, όπου αφαιρείται το 1/3 ως το ¼ του ξύλου της κόµης

Μήκος ετήσιας βλάστησης < 15 εκ. (Επικρατούν µικρού µήκους µεσογονάτια) Αυστηρό κλάδεµα, όπου αφαιρείται η µισή κόµη

Ο βαθµός αυστηρότητας των επεµβάσεων στην κόµη των ελαιοδένδρων καθορίζεται έµµεσα από την τάση της ποικιλίας και τους παρακάτω παράγοντες :

Ποιότητα εδάφους : Σε γόνιµα και αρδευόµενα εδάφη, το κλάδεµα καρποφορίας είναι πιο ελαφρύ ενώ σε άγονα και ξηρά εδάφη, όπου η εκδήλωση του φαινοµένου της παρενιαυτοφορίας είναι έντονη, το κλάδεµα καρποφορίας είναι αυστηρότερο.

Ύψος χειµερινών βροχοπτώσεων : Η αυστηρότητα του κλαδέµατος καρποφορίας είναι µεγαλύτερη όσο µειώνεται το ύψος των βροχοπτώσεων.

Το µέτριο ετήσιο κλάδεµα είναι χρήσιµο στα δέντρα σε πλήρη καρποφορία, για τους εξής λόγους: • Βοηθά στη δηµιουργία νέων καρποφόρων βλαστών • Επειδή εµφανίζονται συνεχώς ξηροί κλάδοι και άλλοι µη καρποφόροι, κυρίως λόγω της σκίασης, αυτά τα κλαδιά θα πρέπει να αραιωθούν για να δεχτούν περισσότερο φως, να γίνεται ευκολότερα η συγκοµιδή και οι ψεκασµοί για να µειωθεί η πιθανότητα προσβολών από έντοµα και ασθένειες.

• Εφόσον το δένδρο έχει καταλάβει τον απαιτούµενο χώρο να εξασφαλιστεί καλός φωτισµός και αερισµός και να διατηρηθεί το δέντρο στο επιθυµητό µέγεθος.

• Η αφαίρεση των παραφυάδων και των ταχυφυών στον κεντρικό κορµό του δένδρου (µέχρι το 1 µ) θεωρείται απαραίτητη.

Εικ. 5.8. Ταχυφυείς βλαστοί σε πλήρη παραγωγή µετά από κατάλληλο κλάδεµα καρποφορίας (ποικ. Κορωνέικη αρδευόµενη)

• Η καρατόµηση του κορµού σε ορισµένο ύψος έχει σκοπό την ανανέωση της κόµης. Αυτό συνηθίζεται όταν η κόµη και ο κορµός του δέντρου έχουν καταστραφεί και όταν το δέντρο θέλουµε να είναι χαµηλότερο.

51

Page 57: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

• Το καθάρισµα ή η αποµάκρυνση σάπιων κλαδιών είναι µια µέθοδος κλαδέµατος που χρησιµοποιείται για την αποµάκρυνση σάπιου ξύλου από τους κεντρικούς βραχίονες, τον κορµό και την κόµη και απαιτεί αρκετή δεξιοτεχνία.

5.3.3 Ορθολογικό κλάδεµα και λαίµαργοι βλαστοί • Λαίµαργοι στα σηµεία καµπής είναι πολύτιµοι για αντικατάσταση των εξαντληµένων κλώνων (ποδιές) • Λαίµαργοι στη βάση διακλαδώσεων αποδεικνύουν πρόβληµα στην κυκλοφορία των χυµών και επιτακτική ανάγκη για κλάδεµα • Πολλοί λαίµαργοι στη βάση του κορµού, υποδηλούν ελαττωµατική κυκλοφορία των χυµών (ζηµιά στον κορµό), και ανάγκη για πολύ αυστηρό κλάδεµα και αντικατάσταση.

5.4 Ανανέωση ελαιοδένδρων

Η ανάγκη για ανανέωση της κόµης είναι πολλές φορές πιεστική και τα συµπτώµατα στις σοβαρές περιπτώσεις είναι µερική ξήρανση της κόµης, ελαττωµένη καρποφορία, καχεξία κλάδων, περιορισµένο φύλλωµα κλπ. Σε τέτοιες περιπτώσεις έχει διαταραχθεί σοβαρά το ισοζύγιο και η σχέση µεταξύ ριζικού συστήµατος, φύλλων και ξύλου. Επιβάλλεται µερική ή πλήρης ανανέωση της κόµης ανάλογα µε την υγιεινή κατάσταση του δέντρου (κεντρικός κορµός-ζωτικότητα κλπ)

π

Εικ. 5.9. Παλιά δέντρα µε περιορισµένηβλάστηση και κακή αναλογία φύλλων/ξύλου

11 10

Εικ. 5.10-5.11. Σωστή (10) και λάθος (11) κατανοµή , αριθµός και θέση έκπτυξης των βραχιόνων

Η ανανέωση γίνεται µε πολύ αυστηρό κλάδεµα των γηρασµένων δένδρων που έχουν αραγωγικότητα χαµηλότερη του µέσου όρου. Ιδιαίτερα όταν το σχήµα και οι αποστάσεις

52

Page 58: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

φύτευσης προσφέρονται για κλάδεµα ανανέωσης. Η ανανέωση είναι επίσης µια παλιά πρακτική. Θα µπορούσαµε όµως να τη δούµε από διαφορετική σκοπιά αν σκοπεύουµε να τη χρησιµοποιήσουµε σε σχετικά νέες φυτείες και να κάνουµε ανανέωση µε ένα µόνο χειρισµό κλαδέµατος µετά από 8-10 χρόνια, παρά να την εφαρµόζουµε µόνο για να ανανεώσουµε παλιά δέντρα που βρίσκονται σε βραχώδεις ή ξηρές περιοχές, έχουν καταστραφεί από παγετό ή εγκαταλελληµένα µη παραγωγικά δένδρα. Η µέθοδος αυτή προτείνει την καρατόµηση των δέντρων σε πυκνές φυτείες όταν τα δέντρα εµφανίζουν υπερβολική ανάπτυξη και όταν η βλάστηση βρίσκεται µακριά από την επιφάνεια του εδάφους, µε συνέπεια υψηλό κόστος στο κλάδεµα, στον έλεγχο των ασθενειών και στη συγκοµιδή. Τα αποτελέσµατα είναι αρκετά ενδιαφέροντα και δείχνουν µέσα σε µια δεκαετία ή και λιγότερο (ανάλογα µε την ποικιλία), ότι η παραγωγή των ανανεωµένων δέντρων είναι ίση µε εκείνων στα οποία εφαρµόζονται συνηθισµένες καλλιεργητικές τεχνικές, παρά του ότι, έχουµε 30-40% λιγότερα χρόνια παραγωγής.

Το αυστηρό κλάδεµα απαιτείται µερικές φορές. Τα παλαιότερα δέντρα µπορούν να φτάσουν σε µεγάλο ύψος µε αποτέλεσµα να είναι πολύ δύσκολη η συγκοµιδή των καρπών. Σ΄ αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται αυστηρό κλάδεµα της κορυφής (χαµήλωµα) µε αφαίρεση µεγάλου µέρους της κόµης, που ακολουθείται τα επόµενα χρόνια από ετήσιο κλάδεµα των βραχιόνων, που έχουν τάση να ξεφύγουν σε ύψος.

12 13 14 15

Εικ. 5.12-5.15. Χρόνια µετά από ανανέωση µε κορµοτοµή: ένα (12), δύο (13), τέσσερα (14) και έντεκα (15)

5.5 Κλάδεµα για µηχανική συγκοµιδή

Στη σύγχρονη ελαιοκοµία η σωστή διαχείριση επιβάλλει ο σχηµατισµός των δέντρων να ξεκινάει από το φυτώριο (όταν ακόµα τα φυτά αναπτύσσονται µέσα σε σακούλες – διαµόρφωση µονόκορµων δέντρων µε πρώτη διακλάδωση σε ύψος 0,8-1 µ. από το έδαφος). Οι κορµοί θα πρέπει να καθαρίζονται σε ύψος τουλάχιστον 0,8-1 µ και οι 3-4 πρωτεύοντες βραχίονες να βρίσκονται σε απόσταση περίπου 30 εκ. µεταξύ τους γύρω από τον κορµό σχηµατίζοντας κατά προτίµηση οξείες γωνίες. Αυστηρό κλάδεµα για την δηµιουργία βραχιόνων µειώνει την συνολική ανάπτυξη και

καθυστερεί την είσοδο σε καρποφορία. Το κλάδεµα για την αποµάκρυνση ανεπιθύµητων βλαστών σε ζωηρά δένδρα, θα πρέπει να γίνεται µε αφαίρεση ετησίως ποσοστού όχι

Εικ. 5.16. ∆ιαµόρφωση για µηχανική συγκοµιδή

53

Page 59: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

µεγαλύτερου του 10% της φυλλικής επιφάνειας για να µην διαταράσσεται η σχέση φύλλων και ριζικού συστήµατος. Ο σχηµατισµός σφαιρικής κόµης τροποποιείται σε διαµόρφωση ορθόκλαδων δέντρων για καλύτερη µετάδοση της δόνησης στους καρπούς και µεγαλύτερη αποτελεσµατικότητα των δονητών. 5.6 Συχνότητα και εποχή κλαδέµατος

Το κλάδεµα µπορεί να γίνεται κάθε 2-3 χρόνια ανάλογα µε τις εδαφοκλιµατικές

συνθήκες (γονιµότητα εδάφους, ποικιλία, βροχοπτώσεις κλπ). Σε αρδευόµενα δένδρα και σε µεγάλα και καλά ανανεωµένα, είχαµε καλύτερα αποτελέσµατα όταν κλαδεύονταν κάθε τρία χρόνια (πειράµατα στις ποικιλίες Κορωνέϊκη, Μαστοειδής). Σε περιπτώσεις που επετειοφορούν τα δένδρα και που µαζεύονται µε ραβδισµό (π.χ. Κορωνέϊκη) συνιστάται πολλές φορές να γίνεται µέτριο ετήσιο κλάδεµα.

Η καλύτερη εποχή κλαδέµατος θεωρείται µεταξύ του τέλους του φθινοπώρου και αρχής της άνοιξης. Στις νότιες περιοχές όπου υπάρχει µικρότερος κίνδυνος παγετών, το κλάδεµα µπορεί να αρχίσει αµέσως µετά τη συγκοµιδή (Νοέµβριο - ∆εκέµβριο) µέχρι Φεβρουάριο, πριν να αρχίσει η νέα βλάστηση. Στις βόρειες περιοχές είναι καλύτερο να αρχίζει αφού περάσει ο κίνδυνος των παγετών (Φεβρουάριο - αρχές Μαρτίου) . 5.7 Κλάδεµα παγετόπληκτων ελαιοδέντρων

Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την ευαισθησία των δέντρων στον παγετό

είναι η ποικιλία, το ανάγλυφο του εδάφους, τα χαρακτηριστικά του παγετού και οι καλλιεργητικές φροντίδες που προηγήθηκαν. Ευαίσθητες ποικιλίες θεωρούνται η Κορωνέικη και η Καλαµών ενώ πιο ανθεκτικές είναι η Μαστοειδής και η Θρουµπολιά. Τα νεαρά δενδρύλλια χαρακτηρίζονται από αυξηµένη ευαισθησία σε σχέση µε ώριµα δέντρα. Σηµαντικός παράγοντας είναι και η φυσιολογική κατάσταση των φυτών καθώς η τρυφερή βλάστηση είναι πιο ευαίσθητη συγκριτικά µε πιο µεστή βλάστηση. Η παρουσία υποκειµένου αυξάνει την ευαισθησία σε χαµηλές θερµοκρασίες και δυσχεραίνει τους χειρισµούς αποκατάστασης από πλήρη καταστροφή καθώς απαιτείται νέος εµβολιασµός που συνεπάγεται µεγάλη καθυστέρηση για να ξαναµπούν τα δέντρα σε παραγωγή. Χαρακτηριστικά του παγετού είναι η ελάχιστη τιµή της θερµοκρασίας, η διάρκεια του παγετού, η εποχή του έτους, οι θερµοκρασίες που προηγήθηκαν του παγετού, η παρουσία ψυχρών ρευµάτων αέρα και οµίχλης. Καλλιεργητικές φροντίδες όπως κλάδευµα, όψιµη άρδευση το καλοκαίρι, υπερβολική αζωτούχα λίπανση προκαλούν καθυστερηµένη βλάστηση το χειµώνα η οποία είναι ευαίσθητη σε χαµηλές θερµοκρασίες. Ψεκασµοί µε χαλκούχα σκευάσµατα το φθινόπωρο αναστέλλουν τη νέα βλάστηση και σκληραγωγούν την υπάρχουσα. Το χρονικό διάστηµα που µεσολαβεί πριν την εκτίµηση των ζηµιών κυµαίνεται ανάλογα µε τις καιρικές συνθήκες µεταξύ 15-40 ηµέρες. Η αντιµετώπιση των ζηµιών περιλαµβάνει άµεσο ψεκασµό µε βορδιγάλειο πολτό (1,5%) ή άλλο κατάλληλο σκεύασµα για πρόληψη προσβολών από τον βακτηριακό καρκίνο και επανάληψη ψεκασµού σε 8 ηµέρες µε καλή διαβροχή του δέντρου έτσι ώστε να εισχωρήσει το ψεκαστικό διάλυµα στα σχισίµατα του φλοιού. Ανάλογα µε τη ζηµιά εφαρµόζουµε:

Μερικό κλάδευµα Σκελετικό κλάδευµα Καρατόµηση

Στην περίπτωση που έχουµε πάγωµα νεαρών βλαστών πραγµατοποιείται αφαίρεση

προσβεβληµένων βλαστών κατά την έναρξη της βλαστικής περιόδου, επέµβαση µε χαλκούχο

54

Page 60: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

σκεύασµα και αζωτούχα λίπανση (0,4-0,5 Kg Ν/δέντρο) για νέα βλάστηση αποφεύγοντας τις υπερβολές που µπορεί να οδηγήσουν σε παρενιαυτοφορία. Όταν παρατηρηθούν ζηµιές σε βραχίονες απαιτείται βαρύ κλάδευµα ανάλογα µε την

εποχή παγετού και τη διαµόρφωση δέντρου. Συνιστάται κλάδευµα των βραχιόνων 5 εκ. κάτω από το ζηµιωµένο ξύλο, επικάλυψη των τοµών µε βορδιγάλειο πολτό 2% και ψεκασµός της κόµης µε χαλκούχο σκεύασµα. Στους νέους βλαστούς δεν πραγµατοποιείται καµία επέµβαση παρά µόνο αφαίρεση αυτών που φύονται στη βάση του δέντρου. Την επόµενη άνοιξη γίνεται η επιλογή των βλαστών για διαµόρφωση του δέντρου. Σε περιπτώσεις ζηµιάς στον κορµό απαιτείται ολοκληρωτική ανανέωση σε σηµείο χαµηλότερο από την περιοχή που ζηµιώθηκε (όχι < 50εκ. από το έδαφος). Λίγους µήνες

µετά την καρατόµηση παρατηρείται αναβλάστηση και σχηµατισµός λαίµαργων βλαστών. Οι νέοι βλαστοί αναπτύσσονται ελεύθερα για 2 έτη και ακολουθεί επιλογή των πιο κατάλληλων για διαµόρφωση σε βραχίονες του δέντρου και αφαίρεση των υπολοίπων.

Εικ. 5.17. Έντονη χιονόπτωση µπορεί να προκαλέσει µηχανικές ζηµιές και πάγωµα φυτικών ιστών

Τέλος, στην περίπτωση ολικού παγώµατος των δέντρων απαιτείται προσεκτικός χειρισµός ανάλογα µε την ηλικία τους και την παρουσία ή όχι υποκειµένου ενώ πρέπει να διερευνάται το ενδεχόµενο ανασύστασης της φυτείας. Μετά το αυστηρό κλάδευµα ασβεστώνουµε κορµό και βραχίονες για να αποφύγουµε εγκαύµατα από τον ήλιο. Καλύπτουµε µε κατάλληλη αλοιφή τις µεγάλες τοµές για αποφυγή φυτοπαθολογικών προσβολών. Αποµακρύνουµε από τον ελαιώνα ή καίµε τα ξερά κλαδιά που µπορεί να αποτελέσουν ξενιστές παθογόνων (π.χ. Φλοιοτρίβης). 5.8 Περιποίηση τοµών Σε τοµές µεγαλύτερες των 5 εκ. επάλειψη µε:

Αλοιφή κλαδέµατος ή κόλλα εµβολιασµού (novaril) Χαλκούχα µυκητοκτόνα σκευάσµατα ή Λειωµένη παραφίνη

ώστε να αποφεύγεται η σήψη και να επιταχύνεται η επούλωση Όπου υπάρχει το βακτήριο της φυµατίωσης και το κλάδεµα γίνεται τον χειµώνα

πρέπει να γίνει επάλειψη των τοµών µε κατάλληλο αντιβιοτικό. Στις περιπτώσεις που υπάρχει κίνδυνος ηλιακών εγκαυµάτων απαιτείται άσπρισµα

των γυµνών κλάδων και ειδικότερα µετά από κλάδεµα ανανέωσης ή αναγέννησης, µετά από παγετό ή πυρκαγιά.

55

Page 61: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

66οο ΚΚΕΕΦΦΑΑΛΛΑΑΙΙΟΟ

ΕΠΙ∆ΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΟΜΙ∆ΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΣΥΛΛΕΚΤΙΚΩΝ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

ΤΩΝ EΛΑΙΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ∆ρ. Ι. Μετζιδάκης 6.1 Εισαγωγικά στοιχεία Στην εργασία αυτή επισηµαίνονται οι παράγοντες που επιδρούν στην ποιότητα των ελαιοκοµικών προϊόντων κατά τα στάδια της συλλογής του ελαιόκαρπου, της µεταφοράς του στο ελαιουργείο και στο διάστηµα που µεσολαβεί από την άφιξη του στο ελαιουργείο µέχρι την έκθλιψη του. 6.2 Αλλοιώσεις ελαιόλαδου α) Υδρόλυση (υδρολυτικό τάγγισµα) Η υδρόλυση λαµβάνει χώρα κυρίως πριν από την εξαγωγή του ελαιόλαδου από τον καρπό. Κατά την υδρόλυση ελευθερώνονται λιπαρά οξέα από τα γλυκερίδια του ελαιόλαδου µε τη βοήθεια υδρολυτικών ενζύµων (λιπάσες) που παράγονται τόσο στον καρπό (ενδογενείς) όσο και από µικροοργανισµούς. Το αποτέλεσµα της δράσης των ενζύµων αυτών είναι αύξηση των ελεύθερων λιπαρών οξέων, της γνωστής µας οξύτητας. Η δράση των ενδογενών ενζύµων στον άγουρο καρπό είναι ασήµαντη και η οξύτητα του περιεχοµένου ελαιόλαδου πολύ µικρή. Αντίθετα στον ώριµο καρπό ή δραστηριότητα των ενζύµων είναι σηµαντική και η οξύτητα του λαδιού σχετικά µεγάλη. Εκτός την αύξηση της οξύτητας, η υδρόλυση συνδέεται και µε την υποβάθµιση των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του ελαιόλαδου. Η υδρόλυση επηρεάζεται από την υγρασία και τη θερµοκρασία. β) Οξείδωση (οξειδωτικό τάγγισµα) Η οξείδωση λαµβάνει χώρα κυρίως µετά την εξαγωγή του ελαιόλαδου και προκαλείται στο λάδι όταν έρθει σε επαφή µε το οξυγόνο και το φως (φωτοοξείδωση). Είναι όµως πιθανόν να συµβεί και πριν την εξαγωγή του λαδιού, όταν η επιδερµίδα του καρπού φέρει πληγές από χτυπήµατα ή εξαιτίας προσβολής από παράσιτα (π.χ. δάκος). Για την οξείδωση υπεύθυνο είναι το ένζυµο λιποξειδάση που υπάρχει στον ίδιο τον καρπό (ενδογενής) αλλά παράγεται και από µικροοργανισµούς. Τα σχηµατιζόµενα κατά την υδρόλυση υπεροξείδια είναι πολύ ασταθή και διασπώνται περαιτέρω σε ενώσεις (αλδεείδες, κετόνες, αλκοόλες, οξέα) που αλλοιώνουν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ελαιόλαδου (οσµή, γεύση). Επιπροσθέτως η υδρόλυση προκαλεί µείωση ή απώλεια των απαραιτήτων για τον άνθρωπο λιπαρών οξέων (λινελαϊκό οξύ, λινολενικό οξύ), απώλεια των λιποδιαλυτών βιταµινών και µείωση της θρεπτικής αξίας του ελαιολάδου. Κυριότεροι παράγοντες που υποβοηθούν την οξείδωση είναι το οξυγόνο, η θερµοκρασία, το φως και τα µέταλλα.

56

Page 62: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

6.3 Συλλογή Η συλλογή είναι η πιο χρονοβόρα και δαπανηρή εργασία στον ελαιώνα. Η δαπάνη της αντιπροσωπεύει µέχρι και το 70% όλων των δαπανών παραγωγής, ανάλογα µε την ποικιλία, το ποσοστό καρποφορίας, τον τρόπο και τα µέσα συλλογής, την κατάσταση του ελαιώνα κ.α. Εφαρµόζονται διάφορες µέθοδοι ελαιοσυλλογής ανάλογα µε την ποικιλία, τις εδαφοκλιµατικές συνθήκες, τις καλλιεργητικές τεχνικές, την πυκνότητα φύτευσης και την οικονοµική κατάσταση του ελαιοπαραγωγού.

Η συγκοµιδή του ελαιόκαρπου είναι σηµαντικό να γίνεται στο άριστο στάδιο ωρίµανσης. Αυτό συνδέεται µε τη µεγαλύτερη ελαιοπεριεκτικότητα του καρπού και µε την καλύτερη ποιότητα του ελαιόλαδου. Για τις ελαιοποιήσιµες ποικιλίες, το στάδιο αυτό φαίνεται να συµπίπτει µε την αλλαγή του χρώµατος του καρπού από πράσινο-κίτρινο σε µελανοϊώδες. Ενώ για τις επιτραπέζιες ποικιλίες η συλλογή των καρπών γίνεται µετά την συµπλήρωση της αύξησης του µεγέθους και οπωσδήποτε πριν αρχίσει το ¨µαλάκωµα¨ της σάρκας και η µείωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των καρπών.

Κατά τη συγκοµιδή του ελαιόκαρπου πρέπει να αποφεύγονται οι τραυµατισµοί. Στον τραυµατισµένο καρπό η δράση των µικροοργανισµών και συνεπώς η µικροβιακή λιπόλυση είναι πολύ εντονότερη απ’ ότι στον υγιή καρπό. Εκτός αυτού η δράση των µικροοργανισµών συνδέεται και µε ανεπιθύµητες οργανοληπτικές µεταβολές στο ελαιόλαδο. Επιπλέον τα διαστήµατα παραµονής του καρπού στο έδαφος ή στα δίχτυα δεν πρέπει να είναι µεγαλύτερα από 15 µέρες, καθώς οι συνθήκες ευνοούν την αύξηση της οξύτητας και το οξειδωτικό τάγγισµα στο παραγόµενο λάδι. 6.4 Μέθοδοι συλλογής ελαιόκαρπου α) Συλλογή µε τα χέρια από το έδαφος µετά από φυσιολογική πτώση

Ο τρόπος αυτός ελαιοσυλλογής έχει εγκαταλειφθεί και αντικαταστάθηκε εξ ολοκλήρου από τα δίχτυα µόνιµης κάλυψης του εδάφους. Αυτό έγινε γιατί παρουσίαζε σοβαρά µειονεκτήµατα αλλοίωσης του καρπού, αύξησης της οξύτητας, έναρξης οξείδωσης, δυσάρεστων οσµών και κατώτερης ποιότητας λαδιού. β) ∆ίχτυα ελαιοσυλλογής

Τα δίχτυα ελαιοσυλλογής στη χώρα µας, για ορισµένες περιοχές και ποικιλίες, όπου είναι ανεφάρµοστη άλλη µέθοδος συγκοµιδής, µείωσαν το κόστος συλλογής για ελαιόδεντρα µέσης παραγωγικότητας στο 20-25% του συνολικού κόστους παραγωγής. Επίσης βελτίωσαν σηµαντικά την ποιότητα του ελαιόλαδου σε ανεκτά επίπεδα για βρώσιµο λάδι.

γ) Συλλογή µε τα χέρια από το δέντρο

Θεωρείται η µέθοδος συγκοµιδής που προκαλεί τις λιγότερες ζηµιές στον ελαιόκαρπο. Γι’ αυτόν το λόγο χρησιµοποιείται ευρύτατα στις βρώσιµες ποικιλίες. Το µειονέκτηµα της είναι το υψηλό της κόστος που την καθιστά σε πολλές περιπτώσεις ασύµφορη. δ) Συλλογή µε ραβδισµό

Ο τρόπος αυτός συλλογής επηρεάζει την ποιότητα του παραγόµενου ελαιόλαδου ανάλογα µε το βαθµό του τραυµατισµού που προκαλεί στον ελαιόκαρπο.

57

Page 63: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

ε) Μηχανική συλλογή 1) Χειροκίνητα εργαλεία (κτένες, δικέλλες, κύλινδροι κ.λπ.)

Με τα εργαλεία αυτά επιδιώχθηκε, πριν την είσοδο των µηχανοκίνητων εργαλείων, να αντικατασταθούν οι τρόποι συλλογής του ελαιόκαρπου µε τα χέρια από το έδαφος και µε ραβδισµό. Σκοπός ήταν η εξοικονόµηση χρόνου και ο περιορισµός των ζηµιών στον καρπό και το δέντρο. 2) Μηχανοκίνητα εργαλεία (παλλόµενα ραβδιά, κύλινδροι, περιστρεφόµενα χτένια, φορητοί δονητές κ.λπ.) Σε µερικά µηχανήµατα η απόσπαση του καρπού γίνεται µε παλµική ή µε συνδυασµό περιστροφικής και παλµικής κίνησης. Τα ελαιοσυλλεκτικά µηχανήµατα γενικά σε ελαιοποιήσιµες ποικιλίες ελιάς χαµηλών σχηµάτων ανάπτυξης, βοηθούν στη συλλογή του ελαιόκαρπου περιορίζοντας τις ζηµιές στο δέντρο και τον καρπό. Η ποιότητα του καρπού και του παραγόµενου λαδιού, µε σωστή χρήση των µηχανηµάτων αυτών, είναι πολύ υψηλή καθώς ο καρπός τραυµατίζεται λιγότερο από το συνήθη τρόπο ραβδισµού. Τα κριτήρια επιλογής ελαιοραβδιστικού είναι τα εξής:

Η αρχική τιµή Η ταχύτητα συγκοµιδής Το κόστος συντήρησης Η αντοχή των υλικών Η ευκολία χρήσης Το πόσο κουράζει Η ζηµιά που κάνει στο δέντρο Το πόσο αυτή επιβαρύνει τη µελλοντική καρποφορία Τα πόσα ηµεροµίσθια θα µειώσει

3) Σύνθετα µεγάλα µηχανήµατα (δονητές καρπού και κλαδιών, δονητές αυτοσυλλέκτες)

Η µηχανική συγκοµιδή µε τη χρήση µεγάλων µηχανηµάτων για να γίνει πρέπει να το επιτρέπουν η ποικιλία, η ηλικία των δέντρων, ο σχηµατισµός τους, η παραγωγικότητά τους και η µορφολογία του εδάφους. Στην Ελλάδα, παρ’ όλες τις προσπάθειες, τα µηχανήµατα αυτά δεν αποτελούν πρακτικά εφαρµόσιµη και παραδεκτή οικονοµικά λύση. Ένας βασικός περιοριστικός παράγοντας είναι το ότι πολλοί ελαιώνες στη χώρα µας βρίσκονται σε λοφώδεις και επικλινείς εκτάσεις. Επιπροσθέτως η πυκνότητα φύτευσης των νέων ελαιώνων και η ακανόνιστη φύτευση των παλιών, δυσκολεύουν την κίνηση των βαριών µηχανηµάτων ανάµεσα στα δέντρα. Εξάλλου οι κυριότερες ελληνικές ελαιοποιήσιµες ποικιλίες είναι µικρόκαρπες (‘Κορωνέϊκη’, ‘Μαστοειδής’ κ.λπ.) και παρουσιάζουν µεγάλη κλιµάκωση στην εποχή ωρίµανσης και ισχυρή πρόσφυση του καρπού στον ποδίσκο του. 4) Εργαλεία και µηχανήµατα που µαζεύουν τον ελαιόκαρπο από το έδαφος (σκούπες, αναρροφητικές µηχανές, περιστρεφόµενοι κύλινδροι µε ακίδες κλπ.)

Τα µηχανήµατα αυτά έχουν το µειονέκτηµα ότι αλλοιώνεται η ποιότητα του παραγόµενου ελαιόλαδου, τόσο επειδή ο καρπός παραµένει στο έδαφος για αρκετό διάστηµα, όσο και γιατί παρασύρονται και µαζεύονται και άλλες ξένες ύλες (χώµα, µικρές πέτρες, φύλλα) που τελικά δεν καθαρίζονται απόλυτα. Το παραγόµενο ελαιόλαδο συνήθως

58

Page 64: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

παρουσιάζει κακή και ανεπιθύµητη οσµή και γεύση, προκαλώντας υποβάθµιση των οργανοληπτικών του χαρακτηριστικών. 5) Χρησιµοποίηση χηµικών ουσιών (καρποπτωτικά)

Η µέθοδος αυτή βασίζεται στην επίδραση διαφόρων χηµικών στη µείωση της αντίστασης απόσπασης του ελαιόκαρπου και στην καρπόπτωση σε διάφορες ποικιλίες ελιάς. Υπάρχουν δύο παράγωγα του αιθυλενίου, το ALSOL και το ETHREL, που είναι αποτελεσµατικά στην ελαιοσυλλογή ορισµένων ποικιλιών. Οι ουσίες αυτές, διαλυόµενες στο νερό, παράγουν αιθυλένιο που δηµιουργεί τοπική χαλάρωση στη συνοχή των κυττάρων του ποδίσκου της ελιάς . Μερικές ποικιλίες (‘Μαστοειδής’, ‘Αδραµυτινή’, ‘Θρουµπολιά’, ‘Αγγουροµανακολιά’, ‘Λιανολιά Κερκύρας’, ‘Μεγαρείτικη’, κ.α.) µπορούν µε τη χρησιµοποίηση καρποπτωτικών και µε τίναγµα µε το χέρι ή µε δυνατό άνεµο να δώσουν καρπόπτωση περίπου 85% της ολικής παραραγωγής (η φυλλόπτωση να µην ξεπερνά το 25%). Σε άλλες ποικιλίες (π.χ. ‘Κορωνέϊκη’) η καρπόπτωση κυµαίνεται µόλις στο 40-45%, για να µην έχουµε φυλλόπτωση πάνω από 25% (οριακό ποσοστό για να µην έχουµε δυσµενή επίδραση στην καρποφορία του εποµένου έτους). Κατά την εφαρµογή καρποπτωτικών πρέπει πάντα να λαµβάνεται υπόψη η θερµοκρασία, η ατµοσφαιρική υγρασία, οι ισχυροί άνεµοι και η ωριµότητα του καρπού για να γίνει ψεκασµός µε την κατάλληλη δοσολογία. Προβλήµατα υπολειµµάτων ή επηρεασµός των οργανοληπτικών ιδιοτήτων στο παραγόµενο ελαιόλαδο δεν αναφέρονται. Παρόλ’ αυτά, εξαιτίας της πιθανότητας επιβάρυνσης του ελαιολάδου και προκειµένου αυτό να µπορεί να χαρακτηριστεί extra παρθένο (σύµφωνα µε του ισχύοντες κανονισµούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ∆ιεθνές Συµβουλίου Ελαιολάδου) δε συνιστάται η χρήση χηµικών ουσιών. Αποτέλεσµα είναι η χρήση καρποπτωτικών για τη συλλογή του ελαιόκαρπου να έχει εγκαταλειφθεί ακόµα και στις ποικιλίες που δίνουν καλά αποτελέσµατα. 6) Συνδυασµός χηµικών ουσιών και µηχανηµάτων

Για ποικιλίες όπως η ‘Κορωνέϊκη που παρουσιάζει µικρή αντίδραση στις καρποπτωτικές ουσίες και µικρό ποσοστό καρπόπτωσης µε τη χρησιµοποίηση δονητών κορµού, µια λύση αποτελεί ο συνδυασµός καρποπτωτικών ουσιών µε τη µηχανική δόνηση. Μεγάλη σηµασία για µια τέτοια συνδυασµένη µέθοδο έχει ο παράλληλος σχηµατισµός των δέντρων για τη µηχανική συγκοµιδή.

6.5 Μεταφορά Το βασικότερο θέµα κατά τη µεταφορά του ελαιόκαρπου είναι η προστασία του από συµπίεση λόγω υπερβολικού στοιβάγµατος και από κάθε είδους τραυµατισµό ή µωλωπισµό. Τα διάτρητα τελάρα είναι καλός τρόπος µεταφοράς γιατί ο καρπός δεν τραυµατίζεται ενώ διευκολύνεται ο αερισµός του ελαιόκαρπου. Τα τελάρα όµως δεν έχουν βρει µεγάλη εφαρµογή στη χώρα µας κυρίως λόγω του µεγάλου τους κόστους. Ο ελαιόκαρπος µεταφέρεται συνήθως µε σακιά τα οποία υστερούν σε σχέση µε τα τελάρα επειδή δηµιουργούν στον καρπό συνθήκες συµπίεσης και µειωµένου αερισµού. Τα καλύτερα είναι εκείνα που έχουν κατασκευαστεί από γιούτα (Εικόνα 6.1), ενώ τα πλαστικά σακιά τα οποία δεν επιτρέπουν αερισµό θα πρέπει να αποφεύγονται.

59

Page 65: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

6.1. Σακιά από γιούτα, 6.6 Αποθήκευση Το ιδανικό είναι ο ελαιόκαρπος να επεξεργάζεται αµέσως. Συνήθως όµως κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό µε αποτέλεσµα να µεσολαβεί η αποθήκευση του. Σε αυτήν την περίπτωση η αποθήκευση θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο σύντοµη και να γίνεται σε χαµηλή σχετικά υγρασία ώστε να εµποδίζεται η ανάπτυξη µυκήτων. Επιπλέον η θερµοκρασία αποθήκευσης να µην είναι µεγαλύτερη από 15 οC ενώ είναι απαραίτητος ο αερισµός του ελαιόκαρπου. Ο πιο καλός τρόπος αποθήκευσης είναι σε διάτρητα πλαστικά ή ξύλινα τελάρα (Εικόνα 6.2) που επιτρέπουν καλό αερισµό του καρπού (όπως προαναφέρθηκε) ακόµα και όταν στοιβάζονται. Για λίγες µέρες ο καρπός µπορεί να αποθηκευτεί πάνω στο δάπεδο σε στρώµα πάχους 10-20 εκατοστών. Αν όµως το στρώµα υπερβεί τα 50 cm αναπτύσσονται υψηλές θερµοκρασίες οι οποίες ευνοούν τόσο την υδρόλυση όσο και την οξείδωση. Το ίδιο συµβαίνει και όταν ο καρπός αποθηκεύεται σε στοιβαγµένα σακιά που είναι και ο πιο διαδεδοµένος τρόπος αποθήκευσης στη χώρα µας.

Εικ. 6.2. Πλαστικά τελάρα & στοιβαγµένα σακιά

60

Page 66: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

Βιβλιογραφία

• CHARTZOULAKIS, K., MICHELAKIS, N., TZOMPANAKIS, I. (1992). Effects of water amount and application date on yield and water utilization efficiency of Koroneiki olives under drip irrigation. Adv. Hort. Sci.2:82-84.

• GERASOPOULOS, D., METZIDAKIS, I., NAOUFEL, E. (1999). Ethephon sprays affect harvest parameters of "Mastoides" olives. Acta Horticulturae 474, pp: 223-228.

• KRISHKOW, E., ΜETZIDAKIS, I. (2005). The impact of organic and conventional management practices in irrigated and non-irrigated olive orchards on the soil properties, the nutritional status and economic performance of the olive cultivar "Koroneiki". Proceedings of International Symposium on the olive tree and the environment, pp: 66-73.

• KΟΣΜΑΣ, Κ., ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ, Ν., ΜΕΤΖΙ∆ΑΚΗΣ, Ι., ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Γ., ΚΟΣΜΟΠΟΥΛΟΥ, Π., ΚΟΣΜΑ, ∆., ΤΣΑΡΑ, Μ., ΣΕΡΓΕΝΤΑΝΗ, X. (2004). 'Σενάρια αειφόρου διαχείρισης ελαιώνων περιοχής Χανίων Κρήτης', 10ο Πανελλήνιο Εδαφολογικό Συνέδριο, Βόλος, 22-25/09/04.

• MARATHIANOU, M., KOSMAS, C., GERONTIDIS, S., DETSIS, V. (2000). Land-use evolution and degradation in Lesvos (Greece): a historical approach. Land Degradation & Development 11: 63-73.

• METZIDAKIS, I., KOSMAS, C., KOUBOURIS, G., KASSIDONIS, E., SERGENTANI, C., GIANNAKAKI, A. (2006) Evaluation of tillage and organic matter management in the target area of Greece. In: Xiloyannis C., Celano G., Amato M. and Palese A.M. (Eds.) OLIVERO Project communication – No. 10. www.olivero.info.

• METZIDAKIS, I., KOUBOURIS, G., SERGENTANI, C. (2006). Recommendations for olive orchards that will be abandoned. In: Metzidakis, I. (Ed.). 2006. Recommendations for olive orchards that will be abandoned. OLIVERO Project Communication No. 9. www.olivero.info.

• METZIDAKIS, I. (1997). Pruning for tree formation, fruit production and rejuvenation. Proceedings of Int. Seminar on Olive Growing. Chania 19 -24 May 1997, pp: 74-78.

• METZIDAKIS, I. (1997). Harvesting methods in Greece. Proceedings of Int. Seminar on Olive Growing. Chania 19 -24 May 1997, pp: 101-113.

• METZIDAKIS, I. (1999). Field studies for mechanical harvesting by using chemical for the loosening of olive pedicel on cv ‘ koroneiki’. Acta Horticulturae 474, pp: 197-202.

• METZIDAKIS, I. (2002). Effect of regeneration pruning for the recovery of olive productivity and fruit characteristics in ten olive cultivars. Acta Horticulturae 586, pp: 333-336.

• METZI∆ΑΚΗΣ, I. (1998). Παραγωγικότητα και κόστος παραγωγής. Επιστηµονική ηµερίδα «Η ελαιοκοµία της Κρήτης µπροστά στις προκλήσεις του νέου αιώνα» , Ρέθυµνο, 13 , Ιουνίου, 1998.

• METZI∆ΑΚΗΣ, I., XΡΙΣΤΟ∆ΟΥΛΑΚΗΣ, N., ΛΑΓΓΟΥΒΑΡ∆ΟΣ, Ε. (1998). ∆ιαρθρωτικές µεταβολές, τεχνικές βελτιώσεις και υποδοµές για αύξηση της παραγωγικότητας και µείωση του κόστους. Επιστηµονική Ηµερίδα "Η Ελαιοκοµία της Κρήτης µπροστά στις προκλήσεις του νέου αιώνα." Ρέθυµνο 13 Ιουνίου 1998.

• METZI∆ΑΚΗΣ, I. (1998). ∆ιαχείριση Ελαιώνων, Βελτίωση παραγωγικότητας και µείωση του κόστους παραγωγής. Ελιά και Ελαιόλαδο, Τεύχος 7, Νοέµβριος 1998.

61

Page 67: ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

• MICHELAKIS, N. 1990. Yield response of table and oil olives varieties to different water use levels under drip irrigation. Acta Horticulturae 286:271-274.

• ΜETZIDAKIS, I., KRISHKOW, E., (2003). Συγκριτική µελέτη της θρεπτικής κατάστασης και της οικονοµικής απόδοσης δύο ποικιλιών ελιάς βιολογικής και συµβατικής καλλιέργειας σε ξηρικούς ελαιώνες στην περιοχή Χανίων. Ελιά & Ελαιόλαδο Τεύχος 37, σελ. 35-37, Νοέµβριος-∆εκέµβριος 2003.

• METZIDAKIS, I. (1997). Growth, flowering and productive behaviour of twenty olive cultivars in Crete. Third Intern. Sympos. on Olive Growing, (OLEA No 24 - Sept.1997, Abstracts)

• ΜΕΤΖΙ∆ΑΚΗΣ Ι., ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ, Ν. (1986). Αποτελέσµατα δοκιµών ελαιοσυλλεκτικών µηχανηµάτων περιόδου 1985-86. ∆ελτίο Ινστιτούτου Υποτροπικών και Ελιάς Χανίων.

• ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ, Ν. (1989). Συγκοµιδή του ελαιοκάρπου. ∆υνατότητες-Προβλήµατα-Προοπτικές. Γεωργική Τεχνολογία (Νοε. ΄89): 81-88.

• ΣΦΑΚΙΩΤΑΚΗΣ, Ε. (1993). Μαθήµατα Ελαιοκοµίας. 7. Καλλιεργητικές εργασίες του εδάφους του ελαιώνα. Εκδόσεις typo MAN.

• ΧΑΡΤΖΟΥΛΑΚΗΣ, Κ. (2003). Η άρδευση της ελιάς – Υδατικές ανάγκες και ποιότητα νερού. Ελιά & Ελαιόλαδο 33, 33-39.

62