8
Ο Γερμανός φιλόσοφος Γιόχαν Φίχτε (Johann Gottlieb Fichte) απετέλεσε μαζί με τον Σέλινγκ και τον Χέγκελ τη μεγάλη τριάδα του κλασικού γερμανικού ιδεαλισμού, η οποία αναπτύχθηκε από τα θεωρητικά και ηθικά κείμενα του Ιμμάνουελ Καντ. Ο Φίχτε θεωρείται φιλόσοφος που γεφύρωσε τις ιδέες του Καντ, από τον οποίον άντλησε έμπνευση και του Γερμανού ιδεαλιστή Χέγκελ. Σχετικά πρόσφατα, φιλόσοφοι και ερευνητές άρχισαν να εκτιμούν τον Φίχτε ως σημαντικό φιλόσοφο αφ’ εαυτού εξαιτίας των ενοράσεών του για τη φύση της αυτοσυνείδησης ή της αντίληψης του εαυτού. Όπως ο Ντεκάρτ και ο Καντ πριν από αυτόν, ασχολήθηκε με το πρόβλημα της υποκειμενικότητας και της συνείδησης. Ο Φίχτε έγραψε επίσης έργα πολιτικής φιλοσοφίας και θεωρείται ένας από τους πατέρες του γερμανικού εθνικισμού στο ζήτημα κυρίως του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού. Σπούδασε φιλοσοφία και θεολογία στην Ιένα, Βίτενσμπεργκ και Λειψία ενώ αργότερα διετέλεσε καθηγητής της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Φιλοσοφία Η εκδοχή του ιδεαλιστικού συστήματος, που εισηγήθηκε ο Γιόχαν Φίχτε, έχει έντονα ηθικό χαρακτήρα. «Συλλάβετε τη μεταφυσική μου», παρατήρησε κάποτε ο ίδιος, «και θα καταλάβετε την ηθική μου». Η ηθικά προσδιορισμένη ιδεαλιστική στάση του Φίχτε υπαγορεύθηκε από την πεποίθησή του ότι «το είδος της φιλοσοφίας που υιοθετεί κανείς εξαρτάται από το τι άνθρωπος είναι· γιατί ένα φιλοσοφικό σύστημα δεν είναι ένα άψυχο έπιπλο…, αλλά εμφορείται από την ψυχή του ανθρώπου που το διατυπώνει». Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα του ήταν η προσήλωσή του στην έννοια του καθήκοντος. Στην περί ηθικού χρέους διδασκαλία του Καντ, ο Φίχτε βρήκε το ιδεώδες της ζωής, θα μπορούσε δε ο Φίχτε να θεωρηθεί ως ζωντανό παράδειγμα της κατηγορικής προσταγής του Καντ. Γενικότερα, αναφορικά προς την ηθική αλλά και την κοινωνική πορεία του ανθρώπου, ο Φίχτε θεώρησε ότι είναι απαραίτητη η ύπαρξη του κράτους με το σύστημα των καθηκόντων και των δικαιωμάτων που διαθέτει αυτό ή, αντιστρόφως, ότι το κράτος έχει λόγο ύπαρξης ως αναγκαίος συντελεστής στην ηθική τελείωση του ανθρώπου.

φιχτε-εισαγωγή

Embed Size (px)

DESCRIPTION

φιχτε-εισαγωγή

Citation preview

Page 1: φιχτε-εισαγωγή

Ο Γερμανός φιλόσοφος Γιόχαν Φίχτε (Johann Gottlieb Fichte) απετέλεσε μαζί με τον Σέλινγκ και τον Χέγκελ τη μεγάλη τριάδα του κλασικού γερμανικού ιδεαλισμού, η οποία αναπτύχθηκε από τα θεωρητικά και ηθικά κείμενα του Ιμμάνουελ Καντ. Ο Φίχτε θεωρείται φιλόσοφος που γεφύρωσε τις ιδέες του Καντ, από τον οποίον άντλησε έμπνευση και του Γερμανού ιδεαλιστή Χέγκελ. Σχετικά πρόσφατα, φιλόσοφοι και ερευνητές άρχισαν να εκτιμούν τον Φίχτε ως σημαντικό φιλόσοφο αφ’ εαυτού εξαιτίας των ενοράσεών του για τη φύση της αυτοσυνείδησης ή της αντίληψης του εαυτού. Όπως ο Ντεκάρτ και ο Καντ πριν από αυτόν, ασχολήθηκε με το πρόβλημα της υποκειμενικότητας και της συνείδησης. Ο Φίχτε έγραψε επίσης έργα πολιτικής φιλοσοφίας και θεωρείται ένας από τους πατέρες του γερμανικού εθνικισμού στο ζήτημα κυρίως του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού. Σπούδασε φιλοσοφία και θεολογία στην Ιένα, Βίτενσμπεργκ και Λειψία ενώ αργότερα διετέλεσε καθηγητής της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Φιλοσοφία

Η εκδοχή του ιδεαλιστικού συστήματος, που εισηγήθηκε ο Γιόχαν Φίχτε, έχει έντονα ηθικό χαρακτήρα. «Συλλάβετε τη μεταφυσική μου», παρατήρησε κάποτε ο ίδιος, «και θα καταλάβετε την ηθική μου». Η ηθικά προσδιορισμένη ιδεαλιστική στάση του Φίχτε υπαγορεύθηκε από την πεποίθησή του ότι «το είδος της φιλοσοφίας που υιοθετεί κανείς εξαρτάται από το τι άνθρωπος είναι· γιατί ένα φιλοσοφικό σύστημα δεν είναι ένα άψυχο έπιπλο…, αλλά εμφορείται από την ψυχή του ανθρώπου που το διατυπώνει». Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα του ήταν η προσήλωσή του στην έννοια του καθήκοντος. Στην περί ηθικού χρέους διδασκαλία του Καντ, ο Φίχτε βρήκε το ιδεώδες της ζωής, θα μπορούσε δε ο Φίχτε να θεωρηθεί ως ζωντανό παράδειγμα της κατηγορικής προσταγής του Καντ. Γενικότερα, αναφορικά προς την ηθική αλλά και την κοινωνική πορεία του ανθρώπου, ο Φίχτε θεώρησε ότι είναι απαραίτητη η ύπαρξη του κράτους με το σύστημα των καθηκόντων και των δικαιωμάτων που διαθέτει αυτό ή, αντιστρόφως, ότι το κράτος έχει λόγο ύπαρξης ως αναγκαίος συντελεστής στην ηθική τελείωση του ανθρώπου. Αν οι άνθρωποι, θεωρούσε ο Φίχτε, έφθαναν κάποτε στην κατάσταση της ηθικής τελειότητας, τότε η παρουσία του κράτους θα ήταν περιττή. Για την ιστορία, η οποία, κατά τη γνώμη του, αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ ενστικτωδών πιέσεων και ιδεωδών στόχων, ο Φίχτε υποστήριξε ότι κατατείνει προς την επικράτηση του λόγου πάνω στα ένστικτα. Στην πορεία αυτή της ιστορίας ο Φίχτε διέκρινε πέντε εποχές. Η πρώτη εποχή χαρακτηρίζεται από την άλογη συμπεριφορά- η δεύτερη εποχή προσδιορίζεται από την επιβολή νόμων, εκ μέρους μιας μειονότητας, οι οποίοι στόχο έχουν τον έλεγχο της συμπεριφοράς της μάζας των ανθρώπων· η τρίτη εποχή κυριαρχείται από την ανεξέλεγκτη ανάδυση του ενστίκτου, το οποίο αποσκοπεί στον περιορισμό των νόμων· η τέταρτη εποχή καθορίζεται από τη σταδιακή αναγνώριση και υιοθέτηση λογοκρατικού τύπου διαδικασιών· η δε πέμπτη εποχή διέπεται από την ολοκληρωτική εκπλήρωση της πνευματικής παρουσίας του ανθρώπου στην κοινωνία. Το ιδεαλιστικό σύστημα του Φίχτε στηρίζεται στην έννοια του δημιουργικού εγώ – ενός εγώ, ορισμένως, που  δεν είναι υποκειμενικό ή προσωπικό αλλά καθολικό και απόλυτο. Ολόκληρη η αντικειμενική πραγματικότητα είναι προϊόν της δημιουργικής δράσης του εγώ -  μιας δράσης η οποία έχει ηθικό χαρακτήρα και χάρη στην οποία το δημιούργημά της, η πραγματικότητα, αποκτά ηθική διάσταση.

Page 2: φιχτε-εισαγωγή

Ο Φίχτε ταύτισε την ηθική τάξη της πραγματικότητας με μία απρόσωπη θεότητα. Η άποψη αυτή του Φίχτε στάθηκε η αιτία, ώστε από άλλους μεν να χαρακτηριστεί ως οπαδός της διδασκαλίας του πανθεϊσμού, από άλλους δε ως εκφραστής της θεωρίας της αθεΐας. Ο ορισμός του Ιδεαλισμού είναι σύνθετος. Ο φιλοσοφικός ορισμός του ιδεαλισμού της γερμανικής σχολής είναι ότι οι ιδιότητες που προσδίδουμε στα διάφορα πράγματα μέσω της ανακάλυψής τους, εξαρτώνται από τον τρόπο που αυτά τα αντικείμενα εμφανίζονται σε εμάς και γίνονται καταληπτά ως αισθητότητες, ως μείγμα δηλαδή των αισθητηριακών μας οργάνων και της εμπειρίας μας, όπως αυτή είναι συσσωρευμένη μέσω του γονιδιακού επικαθορισμού μας και των πρώιμων παραστάσεών μας, σηματοδοτώντας και νοηματοδοτώντας τις αντιλήψεις μας. Ο Γιόχαν Φίχτε είχε ένα επιτηδευμένο και πολύπλοκο στυλ γραφής και ανάπτυξης των ιδεών του, το οποίο πλησίαζε πολύ εκείνο του Καντ. Ο Φίχτε απέδιδε τη μέγιστη σπουδαιότητα στο Εγώ του ατόμου, καθιστώντας το πυρήνα της Ιδέας, θεωρώντας ότι καθετί εξωτερικό στοιχείο δεν ήταν παρά οι προβολές του Εγώ μας στον κόσμο (δηλαδή δεν υπάρχει τίποτε άλλο έξω από τον εαυτό μας). Στη φιλοσοφική του πραγματεία το Εγώ αποτελούσε το αίτιο και κάθε εξωτερικό αντικείμενο το αιτιατό, το οποίο αυστηρώς καθοριζόταν από την άρρηκτη πνευματική αγωγιμότητά του με το Εγώ, περιοριζόμενο όμως στο ρόλο του απολύτως παθητικού δέκτη. Από μικρός δεν ανέχτηκε πιέσεις πάνω στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, ενώ τα έργα του Λέσινγκ, που εξυμνούσαν την ελευθερία της σκέψης, επέδρασαν σημαντικά στη θεωρητική του κατάρτιση. Θεωρείται συνεχιστής της θεωρίας του Εμμανουήλ Καντ, όμως απέρριψε τα όσα υλιστικά στοιχεία ενυπήρχαν σ` αυτήν και μάλιστα την άποψη για την αντικειμενική ύπαρξη του "πράγματος καθ` εαυτό" που την έκρινε ως νόθο αλλά και μη λογικό παράρτημα του καντιανού συστήματος. Θεωρείται ερμηνευτής της προς την κατεύθυνση του υποκειμενικού ιδεαλισμού. Εκείνο που τον χαρακτηρίζει και τον κάνει να διαφέρει από τους συμπατριώτες του φιλόσοφους είναι η πίστη στο "Εγώ" στο υποκείμενο, την υπεροχή του οποίου πάνω στον αντικειμενικό κόσμο, αποδέχεται και αναγνωρίζει ως καθοριστική δύναμη. Από εδώ πηγάζει μια αισιοδοξία και προσοχή προς το άτομο, που εκφράζεται με το χαιρέτισμα κάθε κίνησης που γίνεται από την ανθρώπινη κοινωνία για καλυτέρευση της θέσης της και των συνθηκών ζωής της. Θεωρεί το "Εγώ" ως τη μοναδική πραγματικότητα και παντοδύναμη δημιουργό αιτία, από την οποία πηγάζουν όλα τα πράγματα και που τελικά ταυτίζεται με την αυτοσυνείδηση ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η δημιουργική ικανότητα της λογικής υπογραμμίζεται ιδιαίτερα στο σύστημα του και συμπεραίνει: "Δράση! Δράση! Ιδού ο λόγος της υπάρξεώς μας". Ως φιλελεύθερος χειροκρότησε με ενθουσιασμό τη γαλλική Επανάσταση και τις αλλαγές που έφερε αυτή και στον οικονομικό και στον πολιτικό και τον πνευματικό τομέα. Αργότερα, απογοητευμένος από την τροπή της επανάστασης, τις επεμβάσεις του Ναπολέοντα, ιδιαίτερα μετά το 1806 όταν τα στρατεύματα του εισβάλλουν στη Γερμανία και στρέφεται προς τον μυστικισμό και στον εθνικισμό. Η στάση του ως προς το κράτος αλλάζει και υποστηρίζει τη δημιουργία δυνατού αυταρχικού κράτους. Γράφει τότε τον "Λόγο προς το γερμανικό έθνος" και ταυτόχρονα κηρύσσει την κατάργηση των φεουδαρχικών προνομίων και την αναγκαιότητα της ελευθερίας της έκφρασης των σκέψεων από κάθε άνθρωπο, ενώ αναπτύσσει τη θεωρία της υπεροχής του γερμανικού κράτους. Το 1793 δημοσίευσε ανωνύμως ένα αξιόλογο πολιτικό έργο το Συμβολή στην διόρθωση των κρίσεων τού κοινού για την Γαλλική Επανάσταση Σε αυτό σκόπευε να εξηγήσει τον αληθινό χαρακτήρα της Γαλλικής Επανάστασης, να δείξει πόσο το

Page 3: φιχτε-εισαγωγή

δικαίωμα για ελευθερία είναι αδιαχώριστα συνυφασμένο με την ίδια την ύπαρξη τού ανθρώπου ως νοήμονος υποκειμένου της πράξης και να τονίσει την εγγενή προοδευτικότητα των κρατικών διατάξεων και την επακόλουθη ανάγκη για την αναμόρφωση ή βελτίωσή τους. Το 1793 ανέλαβε την έδρα της φιλοσοφίας στην Ιένα και στην περίοδο που ακολούθησε δημιουργήθηκε το σημαντικότερο φιλοσοφικό έργο του. Την εποχή αυτή δημοσίευσε τις διαλέξεις για την σημασία της ύψιστης πνευματικής καλλιέργειας και τις υποχρεώσεις που αυτή επέβαλλε, διαλέξεις που έδωσε όχι μόνο στους μαθητές του αλλά σε όλους τους σπουδαστές τού πανεπιστημίου. Το 1795 ο Φίχτε έγινε ένας από τους εκδότες της Φιλοσοφικής Επιθεώρησης (Philosophisches Journal) και το 1798 ανέπτυξε σε κείμενο την ιδέα της θρησκείας. Πριν να το τυπώσει, ο Φίχτε, για να προλάβει τυχόν παρανοήσεις, έγραψε έναν σύντομο πρόλογο «Περί των βάσεων της πίστης μας σε μια θεία διακυβέρνηση τού Σύμπαντος», όπου ο Θεός ορίζεται ως η ηθική τάξη τού σύμπαντος, ο αιώνιος νόμος τού δικαίου που αποτελείτο θεμέλιο όλου τού είναι μας. Η κατακραυγή τού αθεϊσμού υψώθηκε, και η εκλεκτορική κυβέρνηση της Σαξονίας, ακολουθούμενη από όλα τα γερμανικά κράτη πλην της Πρωσίας, απαγόρευσαν την δημοσίευση της Επιθεώρησης και απαίτησαν την αποπομπή τού Φίχτε από την Ιένα. Μετά την δημοσίευση δύο απολογητικών έργων το 1799, ο Φίχτε απείλησε με παραίτηση σε περίπτωση πειθαρχικής επίπληξης. Προς μεγάλη του στενοχώρια, η απειλή του θεωρήθηκε ως υποβολή παραίτησης και έγινε κανονικά αποδεκτή. Σε διαλέξεις που έδωσε το 1804-1805 αναλύθηκε ο Διαφωτισμός και καθόρισε τη θέση του στην ιστορική εξέλιξη της γενικής ανθρώπινης συνείδησης, όμως εκεί υποδεικνύονται και οι ατέλειές του και προβάλλεται η πίστη στην θεϊκή τάξη τού σύμπαντος ως της ύψιστης όψης της ζωής τού Λόγου. Η φιλοσοφία του Φίχτε μπορούμε να πούμε ότι εκπροσωπείται και από το παρακάτω κείμενο του: "…είμαι λοιπόν απόλυτα ανεξάρτητος, ολοκληρωμένος, τελειωμένος απ’ τον εαυτό μου τον ίδιο. (…) Είμαι απόλυτα το δικό μου έργο. Η φύση, μέσα στην οποία οφείλω να δρω, δεν είναι ένα πράγμα που έγινε τέτοιο χωρίς την προσεκτική παρατήρηση της προσωπικότητάς μου, και που θα ήταν πάντα ανεξερεύνητη. Αυτή διαμορφώθηκε απ’ τους νόμους της δικής μου σκέψης’ πρέπει λοιπόν να είναι σύμφωνη μ’ αυτούς τους νόμους’ πρέπει παντού να μπορώ να διεισδύω σ’ αυτήν, να την γνωρίζω, να την ερευνώ ως το εσώτατο βάθος της. Αυτή δεν εκφράζει παντού, παρά σχέσεις και αναφορές του ίδιου του εαυτού μου προς τον ίδιο τον εαυτό μου… ". Σε μία δε από τις εισαγωγές της Θεωρίας της Επιστήμης του συναντούμε μια διαφωτιστική φράση: «Το ποια φιλοσοφία ασπάζεται ένα άνθρωπος εξαρτάται από το είδος τού ανθρώπου». Αυτό δεν σημαίνει ότι η φιλοσοφία είναι αποτέλεσμα της ατομικής φύσης του ανθρώπου ή ότι ο άνθρωπος μπορεί να επιλέξει την φιλοσοφία του σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία ή την ψυχική του διάθεση, όπως θα παραδέχονταν οι υπαρξιστές τού 20ού αιώνα. Αντίθετα, σημαίνει ότι υπάρχει μόνο μία αληθινή φιλοσοφία, συγκεκριμένα αυτή που συμφωνεί με τον ηθικό λόγο. Ο άνθρωπος επιλέγοντας την φιλοσοφία του φανερώνει τον χαρακτήρα του. Αν είναι ό,τι θα έπρεπε να είναι, δεν έχει άλλη επιλογή από την υπακοή στον ηθικό νόμο. Αυτό ισχύει εξίσου για την σκέψη όσο και για την πράξη. Ο ηθικός νόμος κυβερνά την βούληση όσο και τον σκεπτόμενο νου (την νόηση) και επομένως υπαγορεύει την αληθινή φιλοσοφία. Δεν είναι απλά και μόνο θέμα επιστήμης, αλλά επίσης, και μάλιστα πρωτίστως, θέμα συνείδησης όταν ο άνθρωπος αποφασίζει για την ανώτατη αρχή της φιλοσοφίας του.

Page 4: φιχτε-εισαγωγή

Μόνον υπακούοντας στον ηθικό νόμο και στην επιταγή τού ηθικού λόγου μπορεί ο άνθρωπος να φθάσει στην θεώρηση της αλήθειας και να γίνει πραγματικά ελεύθερος.

Page 5: φιχτε-εισαγωγή

Γιόχαν  γκότλιπ  Φίχτε1762–1814

Ο ελεύθερος κόσμος της Ατομικότητας

§1

Πού εδράζεται το αίτημα για μια νέα σύλληψη της ατομικότητας;  Σε ένα σύστημα των Εγώ ή των ατόμων, το οποίο προορίζεται να συγκροτήσει την αυθεντικότητα του κόσμου ως ενός ελεύθερου κόσμου των ατόμων. Στο πλαίσιο της νεώτερης μεταφυσικής, τα άτομα-μονάδες απηχούν απευθείας, χωρίς διαμεσολαβήσεις προεπιλεγμένων καθολικοτήτων, συμπτύξεις του Ενός, ας πούμε του θεού ή της Μιας ζωής. Αυτές οι συμπτύξεις,  ειλημμένες ενδοκοσμικά  ως συμπτύξεις ή συμπυκνώσεις επί μέρους Εγώ, συνιστούν για τον Φίχτε αναγκαίες συνθήκες για κάθε συνείδηση και  αυτοσυνείδηση. Η συνείδηση, ως εκ τούτου, γίνεται ή αποδεικνύεται πραγματική συνείδηση του εαυτού όχι σε μια θεωρησιακή της σύλληψη παρά μόνο και κύρια στην πρακτική της εκδήλωση: κατά την εκδήλωση τούτη καλείται όχι απλώς να εκφράσει, να εκδιπλώσει ή να εξωτερικεύσει τη δύναμη της ως άνω Μιας ζωής ή του Ενός, αλλά να αυτοπροσδιορίζεται συνεχώς ως ατομική δραστηριότητα, ήτοι ως ακατάπαυστα ενεργός ατομικότητα. Μια τέτοια ατομικότητα είναι η διάχυση της ελευθερίας στον κόσμο με τη μορφή ελεύθερων και ελεύθερα δρώντων ατόμων. Ο ενιαίος χαρακτήρας ή η μία έννοια της πολλαπλότητας αυτών των ατόμων, ως επί μέρους Εγώ, είναι η Εγώτητα (Ichheit).

 §2

Ετούτη η εγώτητα ενέχει τον χαρακτήρα της πνευματικότητας του ατόμου, της ιδεατότητας που υψώνεται πάνω από κάθε επί μέρους φυσική ή σωματική ατομικότητα και η οποία χαράσσει τον προορισμό της ατομικότητας ως μοναδικής, ενιαίας ουσίας, ως της κατά Χέγκελ Einzel(n)heit [=ενικότητας]. Αυτός ο προορισμός όμως δεν είναι ποτέ δεδομένος ούτε ντετερμινιστικά συναγμένος ή επιτελεσμένος· απεναντίας είναι η δυνατότητα που απαιτεί, που πρέπει να γίνεται πραγματικότητα. Η ψυχή τούτης της απαίτησης είναι η απόλυτη ελευθερία του ατόμου να δημιουργεί εκ νέου τον εαυτό του. Το να δημιουργεί εκ νέου τον εαυτό του σημαίνει να θέτει σκοπούς, εντός πάντοτε μιας πραγματικότητας –οντολογικής, κοινωνικής, πολιτικής, υπαρξιακής κ.λ.π– που δεν την έχει επιλέξει το ίδιο, και να τους πραγματοποιεί. Η πραγματοποίηση τούτη δεν είναι μια μονοσήμαντη και ίδια για όλα τα άτομα πορεία ζωής, αλλά εκτυλίσσεται με βάση τη μοναδικότητα και τη διαφορετικότητα του κάθε ατομικού όντος, πέρα από αφοριστικές γενικότητες ή ισοπεδώσεις, σαν αυτές που βιώνει, ας πούμε η ελληνική κοινωνία από τις πάσης φύσεως καθεστωτικές δυνάμεις της πολιτικής. Έτσι κάθε νέα ζωή, κάθε ατομικό ον που έρχεται στη ζωή, έχει μεν την οντολογική της/του ρίζα στη Μια ζωή, ωστόσο συνυφαίνεται με ένα νέο νόημα ζωής, το οποίο μπορεί να συλλάβει μόνο αυτό το εξατομικευμένο ον και κανένα άλλο.

§3

Σε κάθε περίπτωση, το εξατομικευμένο ον συλλαμβάνει και φανερώνει μέσα στον κόσμο ένα νέο νόημα ζωής πάντοτε ως ενεργό, επί μέρους ον του Ενός προορισμού του ανθρώπου. Αυτά τα επί μέρους δρώντα άτομα συναποτελούν ένα κλειστό

Page 6: φιχτε-εισαγωγή

σύστημα πολλών Εγώ, ανήκουν στη μια ενιαία πνευματική κοινότητα, καθότι σκεπτόμενα όντα. Απ’ αυτή την άποψη, η απεριόριστη ελευθερία δράσης των ενικών ατόμων δεν είναι μια  αμοραλιστική ή αυθαίρετη δραστηριότητα του ενός ενάντια στο άλλο –πόλεμος όλων εναντίον όλων όπως συμβαίνει με τους χαμαιλέοντες του εγχώριου αλλά και ξένου πολιτικού αμοραλισμού– παρά μια συντεταγμένη δράση με βάση επιταγές προορισμού. Με δεδομένο ότι αυτές οι επιταγές απευθύνονται σε όλα τα όντα και εξειδικεύονται με την ανάληψη από το κάθε άτομο της δικής του ελεύθερης πράξης, η εν λόγω συντεταγμένη δράση υπηρετεί τον κοινό προορισμό και έτσι επιτρέπει οι ατομικές ελευθερίες ή οι ατομικές στάσεις ελεύθερης δράσης να εναρμονίζονται μεταξύ τους. Η εναρμόνιση τούτη δεν είναι στιγμιαία αρμονία αντι-θέτων αλλά η όλο και πιο βαθιά εξοικείωση του κάθε ατόμου με αυτό που ιδιάζει στη φύση του και το οποίο όσο το γνωρίζει καλύτερα, όσο ενεργά το προσεγγίζει, τόσο το ενεργείν του συμβάλλει στην βαθύτερη νοηματική εκπλήρωση του όλου, μέρος του οποίου αποτελεί αυτό τούτο το άτομο. Αυτή η κατά Φίχτε σχέση όλου και μέρους, ατόμου και κοινότητας θα αποτελέσει τη βάση για την εγελιανή και περαιτέρω τη μαρξική διαλεκτική ατόμου και όλου.