10

Νερό και μύθοι

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Το νερό στο μύθο

Citation preview

Η λέξη «νερό»,η πηγή και το σύμβολο της ζωής , προέρχεται από τη βυζαντινή φράση “ νεαρόν ύδωρ” το οποίο σήμαινε τρεχούμενο νερό (που μόλις βγήκε από την πηγή), η οποία με τη σειρά της προέρχεται από την αρχαία ελληνική φράση “νήρον ύδωρ” . Το νερό έγινε από τα πανάρχαια χρόνια αντικείμενο λατρείας όλων των πρωτόγονων λαών. Όποιες και αν είναι οι πολιτισμικές τους δομές, το νερό αποτελεί αστείρευτη πηγή δύναμης και ζωής: καθαρίζει, θεραπεύει, ανανεώνει και διασφαλίζει την αθανασία. Είναι το «ζων ύδωρ» ή το «αθάνατο νερό» της παγκόσμιας κοσμολογίας.

Στον ελλαδικό χώρο, όλοι σχεδόν οι ποταμοί-ο Ίναχος, ο Ασωπός, ο Κηφισός, ο Πηνειός, ο Αλφειός, ο Ιλισός και βέβαια ο Αχελώος-θεοποιήθηκαν από τους ανθρώπους και θεωρήθηκαν γιοι του Ωκεανού, ή ακόμα γιοι του Δία, δηλαδή των νερών που πέφτουν από τον ουρανό.

Ο Ωκεανός, ο πατέρας τριών χιλιάδων ποταμών, κατά τη “Θεογονία” του Ησίοδου

Γνωστός είναι ο μύθος της πάλης του με τον Ηρακλή για χάρη της Δηιάνειρας. Ο Ηρακλής, όταν πήγε στον Άδη συνάντησε τον Μελέαγρο, αδερφό της Δηιάνειρας και γιο του Οινέα. Αυτός του ζήτησε σαν χάρη να παντρευτεί την αδερφή του. Ο ήρωας κράτησε την υπόσχεση του και πήγε στην Καλυδώνα όπου βασίλευε ο Οινέας. Εκεί όμως ένας επίμονος μνηστήρας, ο Αχελώος, ζητούσε την κόρη του Οινέα παίρνοντας διάφορες μορφές. Έγινε μάχη και ο ποτάμιος θεός, παρά τις συνεχείς μεταμορφώσεις του, έχασε. Τότε ο Ηρακλής του απέκοψε το δεξί του κέρατο (έκλεισε τη μία εκβολή του ποταμού) και από το αίμα που έπεφτε γεννήθηκαν οι Σειρήνες. Το κέρατο αυτό δεν το κράτησε ο Ηρακλής. Ο Αχελώος σε αντάλλαγμα του έδωσε το κέρας της Αμάλθειας (το νέο πλούσιο γόνιμο έδαφος) που στην συνέχεια ο ήρωας δώρισε στον Οινέα. Ο ποταμός-Θεός είχε νικηθεί και ο Ηρακλής παντρεύτηκε την Δηιάνειρα. Ο μύθος αυτός και κατά τον Διόδωρο αλλά και τον Στράβωνα ερμηνεύει τις προσπάθειες των αρχαίων εκεί κατοίκων να τιθασεύσουν την ορμή του ποταμού (κέρας) περιφράζοντάς τον με μεγάλα έργα (μεταμορφώσεις ποταμού) και να τον μετατρέψουν σε γόνιμο ποταμό (γάμος του Ηρακλή).

Η σημαντικότερη θεότητα των νερών είναι ο Ποσειδώνας «Ποσίδης ή Ποσιδάων», λέξη ταυτόσημη με την σανσκριτική Ιδάσπατι που σημαίνει «άρχων των νερών», ο θεός του υγρού στοιχείου σε όλες τις μορφές του. Σύμφωνα με τον θρύλο είχε την κατοικία του στον Αλφειό ποταμό. Για τις ηπειρωτικές περιοχές ήταν ο θεός των ποταμών και των πηγών, που ποτίζουν και γονιμοποιούν τη γη.

Στην ελληνική μυθολογία συναντάμε επίσης τον Πόντο -ανοιχτός δρόμος- που γεννήθηκε από τη Γαία και με τη σειρά του γέννησε τον Νηρέα. Ο Νηρέας ήταν αρχαιότερος από τον Ποσειδώνα. Ζούσε στα παραμυθένια παλάτια του, στο βυθό του Αιγαίου, με τις πενήντα κόρες του, τις Νηρηίδες, και ήταν ονομαστός για τη σοφία του και τη μαντική του δύναμη. Μία από τις ονομαστές κόρες του ήταν η θεά Θέτιδα,η μητέρα του Αχιλλέα.

    Οι Νηρηίδες ήταν οι πενήντα θυγατέρες του Νηρέα και της Δωρίδας. Ήταν νύμφες της θάλασσας, πολύ όμορφες. Είχαν τη δύναμη να φουρτουνιάζουν και να γαληνεύουν τη θάλασσα. Τους άρεσε να παίζουν καθισμένες πάνω στις αφρισμένες χαίτες των κυμάτων ή να κάθονται στους βράχους και να στεγνώνουν τα πυκνά και μακρόσγουρα μαλλιά τους. Ήταν περήφανες και χαρούμενες για την ομορφιά και την αθανασία τους. Συχνά, συνόδευαν τα αμάξια των θαλασσινών θεών.

Οι Νηρηίδες θρηνούν τον Αχιλλέα

Να πώς η γοητευτική φαντασία των προγόνων μας εξήγησε τον κύκλο του νερού:Τα σύννεφα που φέρνουν τη βροχή έρχονται πάντα από το βάθος του ορίζοντα. Όταν ο ουρανός είναι συννεφιασμένος, ακουμπά στην περιφέρεια της Γης, η οποία είναι κυκλική και επίπεδη. Πρέπει λοιπόν γύρω από τη Γη να υπάρχει μια αποθήκη νερού, από όπου βγαίνουν τα σύννεφα που φέρνουν τη βροχή. Αυτή η αποθήκη νερού είναι ένας μεγάλος ποταμός που περιβάλλει όλη τη Γη και τον λένε Ωκεανό. Ο Ωκεανός είναι γιος της Γαίας και του Ουρανού και έχει σύζυγο την Τηθύ. Μαζί της απέκτησε τρεις χιλιάδες γιους, τα βουερά ποτάμια, και τρεις χιλιάδες θυγατέρες, τις Ωκεανίδες που κυβερνούν τις βαθιές πηγές.

Και η φαντασία τους συνεχίζει να καλπάζει:

Οι Νύμφες, θεότητες των γλυκών νερών, ήταν κόρες του Δία. Συνήθως όμως θεωρούνταν κόρες του θεού-ποταμού της περιοχής. Κατοικούσαν κοντά στους ποταμούς αλλά και στα βουνά από όπου πηγάζουν οι ποταμοί. Έτσι, έχουμε τις Ορεστιάδες (Νύμφες των δασών), τις Ναϊάδες (Νύμφες των ποταμών και των πηγών) και τις Αμαδρυάδες (Νύμφες των δένδρων).Οι Ναϊάδες ζούσαν σε σπήλαια κοντά στις πηγές των ποταμών, αλλά και κάτω από αυτούς και τότε έπαιρναν το όνομα του ποταμού. Αλλά οι Νύμφες είχαν και προφητικές ικανότητες και εκτελούσαν χρέη διερμηνέων της θέλησης των θεών. Μερικές φορές όμως τις έπιανε το σκανταλιάρικό τους και τότε έλεγαν στους ανθρώπους τρελά πράγματα, με αποτέλεσμα αυτοί να χάνουν τα λογικά τους.

Με τους θεούς επίσης, συνδέονταν και τα αναβλύζοντα από βράχους ή από τη γη νερά, τα οποία είχαν ιαματικές και μαντικές ιδιότητες. Αναφέρονται, ως τέτοιες, η «Πηγή της Δήμητρας» στην Πάτρα, το «Λυσσόνερο» των Λουσών, η «Μισάμπελος Πηγή» στην Κλειτορία και άλλες.

Όσοι έπιναν νερό από τη «Μισάμπελο Πηγή», λέει ο μύθος, ξεχνούσαν και μισούσαν το κρασί και δεν ήθελαν πια ούτε να το μυρίσουν, ενώ το «Λυσσόνερο» γιάτρευε, όσους το έπιναν, από τη «μανία καταδίωξης», που είχαν προσβληθεί. Η δε «Πηγή της Δήμητρας», προφήτευε για τη γιατρειά ή όχι των αρρώστων.

Τα πιο φοβερά όμως, ήταν τα «Ύδατα της Στυγός» στο Χελμό, για τα οποία κάνει λόγο και ο Όμηρος στην «Ιλιάδα». Γιατί, από τον ιερό βράχο της Στύγας έτρεχε το «απόκοσμο» (= ωγύγιον) νερό, που πήγαζε από τον Άδη, στο οποίο «Στύγιο Ύδωρ» οι Ολύμπιοι Θεοί έκαναν το φοβερότερο όρκο τους κατά τη διάρκεια του πολέμου τους με τους Τιτάνες.

Στα «Στύγια Ύδατα», αφηγείται ο μύθος, βούτηξε η Θέτις το γιο της Αχιλλέα, για να γίνει αθάνατος, αλλά το μέρος από το οποίο τον κράτησε έμεινε τρωτό, όπως απέδειξε το βέλος του Πάρη, που τον σκότωσε.

«Μάρτυρές μου γι’ αυτό είναι η γη και ο πλατύς ουρανός πάνω και το νερό της ΣΤΥΓΑΣ που κάτω στάζει»

[ΙΛΙΑΔΑ ΡΑΨΩΔΙΑ Ο, στ. 36-37].

Τέλος το νερό σηματοδοτεί το πέρασμα στον Κάτω Κόσμο των αρχαίων,το σκοτεινό Άδη. Εκεί στις όχθες του ποταμού Αχέροντα πίστευαν ότι άρχιζε το τελευταίο ταξίδι, ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή.

Αχέροντας