12

Ο θεός της Φιλοθέης

  • Upload
    -

  • View
    226

  • Download
    0

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Το πρώτο κεφάλαιο

Citation preview

Page 1: Ο θεός της Φιλοθέης
Page 2: Ο θεός της Φιλοθέης

8

Ιστορικό σημείωμα

Μετά την απελευθέρωση από την γερμανική κατοχή η χώρα βρέθηκε με δύο κυβερνήσεις. Από τη μία πλευρά η εξόριστη κυβέρνηση στο Κάιρο «μετά του βασιλέως» και από την άλλη το ΕΑΜ στο οποίο την περίοδο της ακμής του, σύμφωνα με αξιόπιστες ιστορικές πηγές, είχε προσχωρήσει το 80% του ελληνικού πληθυσμού. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι οι δυτικές μεγάλες δυνάμεις, στη σφαίρα επιρροής των οποίων βρισκόταν η Ελλά-δα, αρνούνταν να δεχτούν μία αριστερού προσανατολισμού διακυβέρνηση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το ζήτημα ήταν αδύνατο να λυθεί πολιτικά επειδή αφενός οι τελευταίες εκλογές έλαβαν χώρα σχεδόν μια δεκαετία πριν και αφετέρου το τεταμένο κλίμα καχυποψίας δυσχέραινε μια ειρηνική λύση.

Το Κόμμα λοιπόν ήταν η συμβιβαστική λύση για την έξοδο από την κρίση που δημιούργησαν τα Δεκεμβριανά, σε μια προσπάθεια να αποφευ-χθεί ένας καταστρεπτικός εμφύλιος πόλεμος. Αρχικά αυτό προτάθηκε από όσους ήταν προσδεμένοι στο αγγλικό άρμα και αφορούσε τη συγκρότηση μιας οικουμενικής κυβέρνησης αρίστων, που θα έθετε τις βάσεις για την ανοικοδόμηση της χώρας, αξιοποιώντας την ξένη βοήθεια και δημιουργώ-ντας ένα ειρηνικό κλίμα, ώστε ύστερα από κάποια χρόνια να διεξαχθούν ομαλά οι εκλογές.

Στην πορεία βέβαια το Κόμμα μετεξελίχθηκε σε στυγνή δικτατορία, εκφράζει όμως σε τέτοιο βαθμό την πολιτική των δυτικών δυνάμεων ώστε όχι απλώς έχει ήδη καταφέρει να επιβιώσει για δεκαπέντε χρόνια αλλά δεί-χνει και ικανό να αποτελέσει τον προάγγελο των μελλοντικών πολιτικών εξελίξεων στην Ευρώπη και την Αμερική.

Page 3: Ο θεός της Φιλοθέης

Μέρος πρώτο

Και αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας,πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας.εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτηςτου μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης

Κώστας Παλαμάς

Page 4: Ο θεός της Φιλοθέης

10 11

Κεφάλαιο πρώτο

Ο Γιώργος Παπαδόπουλος, δεκαεφτά χρονών και επομένως μαθητής της πέμπτης τάξης του Γυμνασίου, είχε μια μέτρια προς καλή μέρα.

Δεν ήταν νηστικός ούτε καταζητούμενος και φυσικά ούτε νεκρός. Από την άλλη όμως ήταν άπορος και πολύ αβέβαιος για το μέλλον. Αυτό, ωστόσο, δεν τον απέτρεπε από το να νιώθει μάλλον αισιόδοξος και ξέγνοιαστος, διασχίζοντας τους δρόμους της Φιλοθέης.

Η εμφάνισή του δεν τράβαγε ιδιαίτερα την προσοχή. Ψηλός, με κο-ντά κορακίσια μαλλιά και ρούχα συνηθισμένα για την ηλικία του: ένα τζιν παντελόνι, μια απλή μαύρη κοντομάνικη μπλούζα και την κλασική σχολική τσάντα περασμένη στους ώμους του.

Πώς όμως βρέθηκε εκεί εκείνο το πρωινό της Δευτέρας του Ιούνη; Η απάντηση έχει οπωσδήποτε τις ρίζες της στον θάνατο των γονιών του στην Κατοχή, το χειμώνα του 1942. Από την τραγωδία αυτή βέβαια δεν είχε την παραμικρή ανάμνηση, καθώς τότε ήταν μόλις δύο ετών. Τις συνέπειές της όμως τις ζούσε καθημερινά για τα επόμενα χρόνια μεγαλώνοντας με τη θεία του, μια κομπλεξική ανοργασμική χήρα, που για μοναδική της ευχαρίστη-ση είχε να κάνει τους άλλους δυστυχισμένους.

Έτσι ο Γιώργος στα δεκαεφτά του, παρασυρμένος και από τους λαϊ-κούς μύθους για τους λαθρεπιβάτες που ταξίδευαν καθαρίζοντας πατάτες, αποφάσισε να αναζητήσει το αμερικανικό όνειρο. Όμως η πραγματικότητα ήταν ότι κανείς δεν εγκατέλειπε τη χώρα χωρίς την άδεια του Κόμματος.

Το αποτέλεσμα ήταν ο Γιώργος, όπως για να είμαστε ειλικρινείς ευ-θύς εξαρχής φοβόταν, να προσπαθεί να επιβιώσει με το πενιχρό ποσό των εφτακοσίων δραχμών που είχε «δανειστεί» από τη θεία του. Καθώς όμως τέσσερις μέρες είχαν ήδη περάσει τα χρήματα αυτά κόντευαν να εξαντλη-θούν και μαζί και οι ελπίδες του, ότι θα μπορούσε να βρει μια προσωρινή έστω δουλειά. Και γι’ αυτό εξάλλου χρειαζόταν την άδεια του Κόμματος...

Παρ’ όλα αυτά ο Γιώργος δεν είχε παραιτηθεί και η ζωή με τον ιδιάζοντά της τρόπο τον αντάμειψε. Γιατί μπορεί να μη του έδωσε χρήματα ή ακόμα καλύτερα ένα εισιτήριο για την Αμερική αλλά, σε έναν ανώνυμο

Page 5: Ο θεός της Φιλοθέης

11

δρόμο της Φιλοθέης, όπου ευωδίαζαν οι ολάνθιστες πορτοκαλιές, του έστειλε τον έρωτα.

Ο έρωτας είχε ύψος γύρω στο 1,60 μακριά σγουρά μαλλιά, έντονα, καλοσμιλεμένα χαρακτηριστικά, διακριτές εύμορφες καμπύλες και βρι-σκόταν στο απέναντι πεζοδρόμιο που έξαφνα είχε χάσει όλη την πεζότητά του και είχε αποκτήσει μια φύση αιθέρια σαν της μούσας που το διέσχιζε…

Στο σημείο αυτό το παραλήρημά του διακόπηκε, γιατί πρόσεξε πως η μούσα του δεν ήταν μόνη της, όπως της άρμοζε. Αντίθετα, περιβαλλόταν από σατύρους, τρεις μυώδεις τύπους με βλακώδη βλέμματα και το χειρό-τερο απ’ όλα με το χαρακτηριστικό κόκκινο περιβραχιόνιο που φορούσαν οι Χίτες, τα πιο χοντροκομμένα μέλη της στρατιωτικής αστυνομίας του Κόμματος. Νιώθοντας μια εύλογη ανησυχία για την παρουσία τους άρχισε να τους παρατηρεί προσεκτικότερα.

Ο ένας ήταν κοντόχοντρος, με ξυρισμένο κρανίο και χοντρά χείλη. Ο άλλος, κοντά δύο μέτρα, διοπτροφόρος και με ένα σημάδι στο αριστε-ρό του μάγουλο. Ο τρίτος, εξίσου ψηλός, φόραγε καμπαρτίνα και κασκόλ, παρά τη ζέστη, και είχε τα μάτια του μόλις ανοιχτά σε μία μάλλον ανεπιτυ-χή προσπάθεια να δείχνει μυστηριώδης.

Η φωτογράφος, γιατί περί φωτογράφου επρόκειτο, τώρα πρόσεξε τη φωτογραφική μηχανή που ήταν κρεμασμένη με ένα δερμάτινο λουράκι γύρω από τον λαιμό της, ξεχώριζε σαν τη μύγα μες στο γάλα από αυτό το βάρβαρο τσούρμο.

–Θα μας βγάλεις μια φωτογραφία, κούκλα; τη ρώτησε ο κοντός της παρέας. Η ερώτηση ήταν εν πολλοίς ρητορική, καθώς κανένας δεν έλεγε όχι στα μέλη του Κόμματος, ειδικά όταν επρόκειτο για κάτι φαινομενικά απλό.

–Εσύ δε θα βγεις; ρώτησε τον μποέμ-αποτυχημένο-καλλιτέχνη που είχε πάρει την πρωτοβουλία να ξεμακρύνει από τους άλλους, προσπαθώ-ντας να είναι ευγενική.

–Οι φωτογραφίες είναι το μέσο που μετέρχεται ο αιθεροβάμων άνθρω-πος για να ικανοποιήσει την οίηση της αιωνιότητας, της απάντησε παραθέ-τοντας ένα απόσπασμα από Το βιβλίο πρακτικής φιλοσοφίας του Κόμματος, με ύφος μάλιστα σαν να τον ανάγκαζαν να δηλώσει το αυτονόητο. Ύστερα με μουλωχτά πλάγια βήματα την πλησίασε και άρχισε να την επιτηρεί ύπερθεν, ενώ αυτή ετοίμαζε τη φωτογραφική της μηχανή.

–Μήλα; τη ρώτησε παρατηρώντας δήθεν έκπληκτος το περιεχόμενο της τσάντας της.

–Ναι, απάντησε εκείνη συνεχίζοντας να του έχει γυρισμένη την πλάτη. Μου αρέσουν τα μήλα!

–Και μένα, ανταπάντησε απλώνοντας λαίμαργα τα βρομερά του χέρια γύρω από τα σεβαστά σε όγκο στήθη της φωτογράφου.

Εκείνη με ταχύτητα που θα ζήλευε και αγριόγατα ελευθερώθηκε από τη «λαβή» του και γυρνώντας απότομα του έριξε μία γονατιά στα αχαμνά, που τον σώριασε στο πεζοδρόμιο. Μέγα λάθος. Από την οργή και μόνο κανείς δεν έγινε γνώστης των τεχνικών του βρομόξυλου και ειδικά μέσα σε

Page 6: Ο θεός της Φιλοθέης

12 13

πέντε λεπτά. Τα δύο εναπομείναντα κομματόσκυλα, αφού ξεπέρασαν τη σα-στιμάρα τους, άρχισαν να την πλησιάζουν με ύφος αμείλικτο και δυσοίωνο.

Ο Γιώργος, αφού με μεγάλη δυσκολία κατέπνιξε την παρόρμησή του να τους ορμήσει ουρλιάζοντας από οργή, έβαλε σε εφαρμογή ένα σχέδιο που οι ατέλειωτες ώρες αδράνειας τού είχαν επιτρέψει να σχεδιάσει για ώρα ανάγκης. Έβγαλε με γρήγορες κινήσεις ένα μπλε περιβραχιόνιο από την τσάντα του και το πέρασε στο δεξιό του καρπό.

–Αδέρφια, φώναξε πλησιάζοντάς τους, κάποιος προσπάθησε να μου πουλήσει καπνό στο πέτρινο περίπτερο. Του είπα ότι θα έπαιρνα αν είχα χρήματα και πιστεύω ότι το έχαψε. Ίσως είναι ακόμα εκεί.

Ο κοντόχοντρος Χίτης, αφού επεξεργάστηκε για λίγο τα όσα άκουσε, ακούμπησε το βαρύ χέρι του πατρικά στον ώμο του Γιώργου και τον κοί-ταξε στα μάτια.

– Έκανες καλά μικρέ, του είπε αργά και επίσημα. Ο «μικρός» θα είχε ένα πιο ρεαλιστικό χαμόγελο εάν η ανάσα του

άλλου δεν ήταν τόσο ανυπόφορη. Η όλη διαδικασία πάντως, όπως παρα-τηρούσε με την άκρη του ματιού του, έδωσε την ευκαιρία στη φωτογράφο να δραπετεύσει.

Τα κομματόσκυλα βέβαια διαπίστωσαν γρήγορα την απουσία της και καταράστηκαν θεούς και δαίμονες, αλλά η πιθανότητα να συλλάβουν έναν λαθρέμπορο καπνού τους χαλιναγώγησε.

Θετικό επίσης ήταν για τον Γιώργο ότι το κάθιδρο πρόσωπό του ερ-μηνεύτηκε ως σημάδι κούρασης παρά ταραχής και έτσι τα τρία μέλη του Κόμματος τον άφησαν να ξαποστάσει χωρίς άλλες ερωτήσεις, ενώ εκείνοι ξεκινούσαν για την αναζήτηση του νέου τους θύματος. Όχι, ήταν αναμφί-βολο ότι τα πράγματα είχαν πάει καλύτερα απ’ ό,τι πίστευε. Πέρα από το γεγονός ότι ο «έρωτας» είχε εξαφανιστεί.

Όλα αυτά τα σκεφτόταν ακουμπισμένος στον κορμό μιας παρακείμενης πορτοκαλιάς. Το δέντρο αυτό ελάχιστα το είχε προσέξει μέχρι τη στιγμή που ένας τύπος με καουμπόικες μπότες και καραμπίνα σαν να είχε μόλις βγει από αμερικάνικη ταινία προσγειώθηκε μπροστά του, μέσα από τα κλα-διά της. Και μπορεί λίγες στιγμές νωρίτερα να είχε επιδείξει αξιοθαύμαστη ψυχραιμία, αλλά τώρα δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μια κραυγή έκπληξης.

–Καλά τους χειρίστηκες τους κόπανους, τον επιβράβευσε. Έξυπνο να σουφρώσεις ένα από τα περιβραχιόνια της ΠΕΝ.

Η ΠΕΝ ήταν η νεανική οργάνωση του Κόμματος και τα εκλεκτά της μέλη έχαιραν μεγάλης υπόληψης.

–Ένας καουμπόι που βρίζει τους μπράβους του Κόμματος μου μιλάει. Μήπως τρελάθηκα; αναρωτήθηκε φωναχτά ο Γιώργος.

–Δεν το νομίζω, του απάντησε ο ξένος.–Τότε ασφαλώς εσύ θα είσαι τρελός! –Ξέρω πολλούς που θα συμφωνούσαν μαζί σου αλλά θα έλεγα πως όχι.

Page 7: Ο θεός της Φιλοθέης

13

–Τότε δεν μπορεί παρά να είσαι... ο θεός της Φιλοθέης!Ο θεός της Φιλοθέης δεν ήταν φυσικά θεός. Ούτε ο Θεός ούτε ένας

θεός. Ήταν όμως αναμφίβολα ένα πολύ ενδιαφέρον πρόσωπο. Διηύφθυνε, με επίκεντρο τη Φιλοθέη, το λαθρεμπόριο καπνού σε ολόκληρη την Αθήνα και ήταν για χρόνια ο υπ’ αριθμόν «ένα» καταζητούμενος του Κόμματος. Παρ’ όλα αυτά παρέμενε ασύλληπτος και αποτελούσε τη μοναδική ουσια-στική αποτυχία του Κόμματος. Κάτι λιγότερο από θεός, κάτι περισσότερο από άνθρωπος. Ένας ζωντανός θρύλος.

–Σωστά, επιβεβαίωσε τις υποψίες του ο θεός, χαμογελώντας σαν να μην έτρεχε τίποτα. Να κεράσω ένα τσιγαράκι; Τα παράνομα είναι δέκα φορές πιο απολαυστικά από αυτά του μονοπωλίου.

Ο Γιώργος σιχαινόταν τη μυρωδιά του καπνού αλλά η σπάνια συγκυρία σχεδόν τον έβαλε σε πειρασμό.

–Όχι; Τι θα έλεγες τότε να περάσεις από το σπίτι για φαγητό; Αυτήν τη φορά είχε πετύχει διάνα. Σε μία πρόσκληση τόσο συνηθι-

σμένη και φιλική κανένας νηστικός και χαμένος διαβάτης δεν μπορούσε να αντισταθεί. Έτσι ο Γιώργος, σαν σε όνειρο, βρέθηκε να ακολουθεί τα βήματα του πιο περιβόητου Αθηναίου.

Οι δρόμοι, από τους οποίους μέχρι στιγμής περνούσαν, δεν του ήταν γνωστοί, καθότι δεν ήταν εξοικειωμένος με την περιοχή. Παρ’ όλα αυτά δεν έμοιαζαν καθόλου με τα κρυμμένα αδιέξοδα και τα κακόφημα στενά, που σύμφωνα με την κοινή λογική θα μπορούσαν να οδηγούν σε ένα καλά κρυμμένο καταφύγιο. Γι’ αυτό η έκπληξή του ήταν τεράστια, όταν ο θεός σταμάτησε μπροστά από ένα πολυτελές νεοκλασικό, δίπλα μάλιστα στις γραμμές του τραμ.

Το επιβλητικότερο τμήμα του κτηρίου ήταν χωρίς αμφιβολία η υπερυ-ψωμένη είσοδός του, πάνω από την οποία έξι δωρικού ρυθμού κίονες στήρι-ζαν ένα στρογγυλό μπαλκόνι. Ακόμα ένα ζευγάρι αγαλμάτων, που απεικόνι-ζε θηλυκές μυθικές μορφές, στεκόταν φρουρός της ψηλής δρύινης εισόδου.

–Θέλεις να μου πεις, ότι τόσο καιρό κρύβεσαι από το Κόμμα σε αυτό;–Ε, όχι και τόσο καιρό. Το σπίτι αυτό κατασχέθηκε από το Κόμμα

μόλις πριν από δύο χρόνια.–Κατασχέθηκε; Η σαστιμάρα του Γιώργου όλο και μεγάλωνε.–Ναι. Ανήκε στο μακαρίτη τον καθηγητή Ιωαννίδη, είπε ο θεός αλη-

θινά θλιμμένα. Ο Γιώργος κάτι θυμόταν να είχε ακούσει γι’ αυτόν και για το σκάνδαλο

που είχε ξεσπάσει, όταν μαθεύτηκε ότι επικοινωνούσε με Έλληνες του εξω-τερικού που το Κόμμα είχε επικηρύξει.

–Αφού λοιπόν κατασχέθηκε, συνέχισε ο θεός την εξήγησή του, επρό-κειτο να χρησιμοποιηθεί για γραφείο. Εγώ όμως κατέστρεψα αυτή την από-φαση από το Εσωτερικών και την αντικατέστησα με μια άλλη, που έλεγε, ότι το οίκημα παραχωρήθηκε στο δήμο. Φυσικά ο δήμος δεν ξέρει τίποτα και έτσι το σπίτι έγινε δικό μου, όπως και πολλά ακόμα σε όλη τη Φιλοθέη.

Page 8: Ο θεός της Φιλοθέης

14 15

Φυσικά η συστηματική και απαρατήρητη παραποίηση των αρχείων του Κόμματος φάνταζε στον Γιώργο όνειρο θερινής νυκτός. «Δεν τον λένε θεό της Φιλοθέης για το τίποτα» σκέφτηκε και χαμογέλασε. Εν τω μεταξύ ο θεός είχε ανοίξει την επιβλητική ξύλινη πόρτα και είχαν περάσει στο σαλόνι της… έπαυλης.

Ο χώρος ήταν ιδιαίτερα ευρύχωρος και στο κέντρο του βρισκόταν μια πολυτελής φαρδιά σκάλα, που οδηγούσε στο επάνω πάτωμα. Ακόμα υπήρχαν δύο μεγάλα τζάκια και γύρω τους πολλοί δερμάτινοι καναπέδες και μικρά τραπεζάκια. Φαινόταν λοιπόν πως ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του σπιτιού ήταν φίλος της τρυφηλότητας και των κοινωνικών εκδηλώσεων. Όμως και ο τωρινός είχε αφήσει με τρόπο εμφατικό το στίγμα του. Κάθε έπιπλο αλλά και σχεδόν κάθε τετραγωνικό εκατοστό πατώματος είχε κα-ταληφθεί από κουτιά τσιγάρων ή σάκους ολόκληρους που μύριζαν καπνό. Υπήρχαν ακόμη και συσκευασμένα χαρτάκια καθώς και φίλτρα. Ο παρά-δεισος των θεριακλήδων.

Με προσεκτικά βήματα διέσχισαν αυτό το χάος και έφτασαν στο πίσω μέρος του σπιτιού, στη μεγάλη κουζίνα.

–Θα φτιάξουμε μακαρόνια, ανακοίνωσε άξαφνα ο θεός.Ο θεός της Φιλοθέης μαγείρευε; Στη δεκαετία του ’50 κάποια από

τα φεμινιστικά κηρύγματα είχαν φτάσει στην ελληνική κοινωνία και το να προσφέρει ο άντρας μια ελάχιστη βοήθεια στα οικιακά δεν θεωρούνταν παράλογο. Αλλά τουλάχιστον η μαγειρική αποτελούσε ένα προπύργιο που οι προοδευτικές αντιλήψεις δεν είχαν ακόμα αλώσει.

Και μάλιστα μακαρόνια; Ήταν βέβαια αγενές εκ μέρους του, αλλά ο Γιώργος παραδεχόταν, ότι ενδόμυχα περίμενε κάτι καλύτερο. Η θεία του δεν ήταν βέβαια φτωχή αλλά ούτε και τον είχε χορτάσει στα ακριβά ψάρια και τα εκλεκτά κρέατα. Τα μακαρόνια -που δεν είχε ιδέα πώς να τα φτιά-χνει- ήταν γι’ αυτόν κάτι συνηθισμένο.

Πάντως έκρυψε την απογοήτευσή του και, όπως επέβαλαν οι κανόνες της ευγενικής συμπεριφοράς, βοήθησε τον οικοδεσπότη του στο βαθμό που του ήταν δυνατό. Άνοιξε δηλαδή το γκάζι και έβαλε μια κατσαρόλα με νερό να ζεσταίνει. Και ενώ ο ίδιος έμεινε να περιμένει πότε θα βράσει το νερό, ο θεός κατέβασε από ένα ράφι χρωματιστές πιπεριές και άρχισε να τις κόβει. Στη συνέχεια έκοψε λίγο κρεμμύδι και προσθέτοντας μια μικρή ποσότητα σκόρδου έριξε όλα τα υλικά σε μια μικρή κατσαρόλα γεμάτη λάδι για να βράσουν.

Έπειτα από δυο-τρία λεπτά το νερό είχε βράσει για τα καλά και έτσι ο θεός άδειασε ένα πακέτο μακαρόνια δίνοντας παράλληλα στον Γιώργο μια σπάτουλα για να τα ανακατεύει. Αυτός ανέλαβε με ζήλο την αποστολή. Ύστερα από λίγο ο θεός επιθεώρησε με σοβαρότητα το αποτέλεσμα και έδειξε ικανοποιημένος.

–Ρίξε πάντως ένα μακαρόνι στον τοίχο για να σιγουρευτούμε. Με δυσπιστία ο Γιώργος ακολούθησε την υπόδειξή του και όταν όντως

το μακαρόνι κόλλησε στον τοίχο ακολούθησε το σούρωμα και στη συνέ-

Page 9: Ο θεός της Φιλοθέης

15

χεια το κάψιμο των μακαρονιών σε βούτρο και άφθονο κρητικό, όπως τον πληροφόρησε ο θεός, λάδι. Τόσο λάδι και βούτυρο; Αυτό δεν ήταν μαγει-ρική αλλά συνταγή εμφράγματος!

–Η θεία μου λέει, ότι δεν χρειάζεται τόσο λάδι και… –Μη διανοηθείς να ξαναναφέρεις τη θεία σου ή οποιονδήποτε άλλον,

τον διέκοψε ο θεός δήθεν εξοργισμένος. Ο καθένας είναι βασιλιάς στην κουζίνα του.

Κατόπιν τούτου οι δύο βασιλιάδες σέρβιραν τα μακαρόνια με τη σάλτσα τους σε δύο καθαρά πιάτα, προσέθεσαν φέτα και κατευθύνθηκαν με τα δημιουργήματά τους ανά χείρας στην τραπεζαρία. Ο Γιώργος έμεινε για λίγο πίσω, με σχεδόν σοκαρισμένο ύφος, να κοιτά το χάος που είχε δημιουργηθεί στην κουζίνα, μετά από μια μόλις δεκαπεντάλεπτη παραμονή. Ο θεός φαίνεται πως το πρόσεξε, διότι του είπε περιπαικτικά:

–Φυσικά εσύ θα καθαρίσεις μετά!–Είναι που θα έπρεπε να νιώθω σα βασιλιάς στην κουζίνα, απάντησε

εξίσου σαρκαστικά ο Γιώργος.–Φυσικά και θα ’πρεπε. Στην δική σου κουζίνα όμως, όχι στη δική μου,

απάντησε ο θεός και λύθηκε σε ένα δυνατό και μεταδοτικό γέλιο.Κάθισαν αντικριστά σε ένα μακρόστενο τραπέζι που θα μπορούσε να

χωρέσει τουλάχιστον άλλα δέκα άτομα. Χωρίς να μιλήσουν δοκίμασαν από τα πιάτα τους και ο Γιώργος εξεπλάγη ευχάριστα. Ίσως ένιωθε έτσι επειδή συνέβαλε και αυτός στη δημιουργία της, αλλά αυτή η μακαρονάδα του φά-νηκε η νοστιμότερη που είχε φάει ποτέ.

–Συγχαρητήρια! παίνεψε τον θεό. –Όταν κάθε σου γεύμα μπορεί να είναι και το τελευταίο, βάζεις τα

δυνατά σου, αποκρίθηκε εκείνος.Αυτή τη δήλωση την ακολούθησε μια αμήχανη σιωπή, που έσπασε μο-

νάχα όταν ο θεός έπιασε ένα μπουκάλι κρασί από ένα κοντινό ράφι. Χρη-σιμοποίησε ένα ανοιχτήρι που κουβαλούσε στην τσέπη του και το σέρβιρε σε δύο κολονάτα ποτήρια, που προφανώς ανήκαν στον προηγούμενο ιδιο-κτήτη του σπιτιού.

–Αυτό το μπουκάλι, που με τόσο καχυποψία κοιτάς είναι το πιο ονομα-στό κρασί της Αχαΐας, η μαυροδάφνη.

Ο Γιώργος δεν συγκινήθηκε ιδιαίτερα, αλλά αφού γεύτηκε το γλυκό κρασί, που του θύμισε τον οίνο της θείας κοινωνίας, η διάθεσή του βελτιώ-θηκε αισθητά και πήρε την πρωτοβουλία να ανοίξει τη συζήτηση.

–Πώς και ένας τόσο πλούσιος καθηγητής αποφάσισε να αντιταχθεί στο Κόμμα; ρώτησε τον θεό έξαφνα, κοιτάζοντας με νόημα τους μεγάλους σκα-λιστούς καθρέφτες και τα υπόλοιπα ακριβά έπιπλα του δωματίου.

–Και μάλιστα συντηρητικός ως το κόκαλο, αφού ο πατέρας του ήταν υπασπιστής του Κωνσταντίνου και ο ίδιος μεταξικός μέχρι τα μπούνια, συ-μπλήρωσε εκείνος, μεγαλώνοντας το μυστήριο.

–Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να σε διαφωτίσω διότι ο καθηγητής δεν επικοινώνησε ούτε μαζί μου ούτε και με κάποιον αντάρτη. Απλώς μια

Page 10: Ο θεός της Φιλοθέης

16 17

μέρα, έμαθα έκπληκτος ότι στο μάθημά του άρχισε να αναφέρει γεγονότα που η επίσημη ιστορία του Κόμματος απέρριπτε. Φυσικά προσπάθησα να μιλήσω μαζί του, αλλά μου απάντησε ότι «δεν συνεργάζεται με βρομιάρη-δες φασαριόζους ταραχοποιούς».

–Πώς; έκανε ο Γιώργος με μεγάλη έκπληξη.–Και γω δεν μπορούσα να τον καταλάβω, αλλά τον θαύμασα, αφού

ήξερε ότι χωρίς καμιά στήριξη η σύλληψή του ήταν δεδομένη. Υποθέτω -συνέχισε με μια πιο φιλοσοφική διάθεση- ότι έρχεται μια στιγμή στη ζωή, που ο καθένας καταλαβαίνει ότι πρέπει να παλέψει για τις δικές του αλήθει-ες. Οι άνθρωποι είναι παράξενοι...

–Μιλάς εσύ που μέρα μεσημέρι είχες σκαρφαλώσει σε μια πορτοκαλιά στη Φιλοθέη!

–Χα! κάγχασε ο θεός. Δεν είχα σκαρφαλώσει στο δέντρο για να περά-σω την ώρα μου. Είχα κανονίσει να μου παραδώσει κάτι ένας συνεργάτης μου και επειδή δεν ήθελα να τον δει κανείς να μπαίνει σε ύποπτα σπίτια επέλεξα τη σίγουρη λύση της πορτοκαλιάς.

–Ένας κατάσκοπος; ενθουσιάστηκε ο Γιώργος.–Ναι ναι... ο υπερκατάσκοπος των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασ-

σών! Φυσικά το όλο περιστατικό με τη σωτηρία της όμορφης δεσποινίδας από τον ευγενικό πρίγκιπα με ανάγκασε να αναβάλω τη συνάντηση.

–Όπως είπες, αντέτεινε, ήταν απλώς μια πανέμορφη κοπέλα. Αν οι συν-θήκες ήταν διαφορετικές θα το είχα βάλει στα πόδια.

–Αυτό σημαίνει, ότι ίσως ζήσεις αρκετά για να δεις καλύτερες μέρες. Ας πιούμε λοιπόν στις καλύτερες μέρες, είπε εύθυμα και ξαναγέμισε τα ποτήρια.

Μ’ αυτά και με κείνα η ώρα κύλησε γοργά και όταν ο Γιώργος κοίταξε το ρολόι του τοίχου πρόσεξε ότι κόντευε έξι. Δίσταζε αλλά ήταν πια η ώρα να κάνει την ερώτηση, που από την αρχή είχε στο μυαλό του. Βέβαια μπο-ρούσε και να μην πει τίποτα, να ευχαριστήσει τον θεό για το γεύμα και να συνεχίσει το δρόμο του ή να γυρίσει πίσω στη θεία του. Αυτή σίγουρα θα τον έπρηζε για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά αυτό δε θα ήταν τίποτα το καινούριο. Από την άλλη όμως η μοίρα τον είχε κυριολεκτικά ρίξει πάνω στον θεό της Φιλοθέης. Θα μπορούσε άραγε να την αγνοήσει και να επι-στρέψει στη βαρετή του ρουτίνα με τις κομψές στολές, τις ηλίθιες σχολικές γιορτές και την ανούσια παπαγαλία;

–Μήπως χρειάζεσαι έναν βοηθό, θεέ; ρώτησε, λοιπόν, χωρίς περιστρο-φές.

Ο θεός το σκέφτηκε λίγο και απάντησε: –Είχα συμφωνήσει με τον συνεργάτη που σου έλεγα, ότι αν κάτι δεν πή-

γαινε καλά θα τον συναντούσα σε μια διαφορετική τοποθεσία το απόγευμα. Μπορείς αν θες να έρθεις μαζί μου. Πρέπει όμως να καταλάβεις κάτι: Έχω ήδη δώσει περισσότερες υποσχέσεις απ’ ό,τι μπορώ ίσως να τηρήσω και από τη δική μου ζωή εξαρτώνται πολλοί. Γι’ αυτό, αν κάποτε κινδυνεύσεις, δεν ξέρω αν θα μπορέσω να σε σώσω και αν σε συλλάβουν θα είσαι μόνος.

Page 11: Ο θεός της Φιλοθέης

17

Τόσα χρόνια πολλοί με βοήθησαν αλλά ελάχιστοι επέζησαν.Όλα αυτά τα είπε κοιτώντας τον στα μάτια με μεγάλη ένταση και έτσι

τα λόγια του έκαναν μεγάλη εντύπωση στον Γιώργο που ένιωθε να δέχεται κατά μέτωπον επίθεση. Πρακτικά όμως δεν άκουσε τίποτα που δεν περίμε-νε και έτσι επέμεινε στην απόφασή του.

–Θα ’ρθω σήμερα μαζί σου και βλέπουμε. Αλλά ούτε κι εσύ θα πρέπει να περιμένεις ότι θα διακινδυνεύσω τη ζωή μου για χάρη σου.

–Αυτό είναι το πνεύμα! γέλασε ο θεός. Η συνεργασία μας θα γράψει ιστορία!

Και αφού με αυτόν τον τρόπο η άτυπη συμφωνία τους επισφραγίστηκε, ο θεός αποσύρθηκε στο υπνοδωμάτιό του για να φορέσει, όπως δήλωσε, καταλληλότερα ρούχα, ενώ οδήγησε τον Γιώργο στο μπαλκόνι για να τον περιμένει. Το μπαλκόνι αυτό της πίσω πλευράς έβλεπε κατευθείαν στις ρά-γες του τραμ. Ήταν αρκετά πλατύ αλλά προφανώς είχε υποστεί κάποια ζημιά, αφού του έλειπαν τα κάγκελα.

«Ο θεός δεν έχει χρόνο για μερεμέτια», σκέφτηκε ο Γιώργος και χα-μογέλασε. Ύστερα από λίγο ο θεός εμφανίστηκε με ενδυμασία που θύμιζε έντονα Άγγλο τουρίστα, μια μαύρη τσάντα και δύο καπέλα ανά χείρας. Ένα ψάθινο για τον ίδιο και ένα πιο διακριτικό που προσέφερε στον Γιώργο.

–Δε φοράω καπέλα, απάντησε εκείνος.–Ας είναι. Πάντως είμαστε έτοιμοι να φύγουμε.–Και πώς ακριβώς θα φύγουμε; ρώτησε ο Γιώργος.–Η συνάντηση είναι στο Σύνταγμα, άρα θα πάρουμε το τραμ των πέντε.–Μα τώρα είναι πέντε η ώρα και το επόμενο τραμ θα περάσει το βράδυ.Πράγματι ακόμα και αν δεν έβλεπε το τραμ με το χαρακτηριστικό κί-

τρινο χρώμα του θα άκουγε τον έντονο ήχο που έκανε καθώς προχωρούσε παραφορτωμένο με επιβάτες στις σιδερένιες γραμμές και έκοβε ταχύτητα εξαιτίας της στροφής ακριβώς πριν το σπίτι του θεού.

–Αχ η αφέλεια των νέων! Γιώργο, δεν αναρωτήθηκες άραγε γιατί αυτό το μπαλκόνι δεν έχει κάγκελα;

Και προτού ο Γιώργος προλάβει καν να πανικοβληθεί, ο θεός τον είχε σπρώξει έτσι που προσγειώθηκαν μαζί, με αξιοπρόσεκτο συγχρονισμό, στην κορυφή του δεύτερου και τελευταίου βαγονιού. Ο Γιώργος έπεσε άτσαλα αλλά δεν ένιωθε τον πόνο που περίμενε. Εξετάζοντας την επιφάνεια πάνω στην οποία είχε προσγειωθεί κατάλαβε το λόγο.

–Ποιος μανιακός τοποθετεί ένα στρώμα πάνω σ’ ένα βαγόνι του τραμ;–Κάποιος που σιχαίνεται να πληρώνει εισιτήριο; Ο Γιώργος δεν εκτίμησε το χιούμορ του.–Επιμένεις ακόμα να ’ρθεις μαζί μου; ρώτησε ο θεός αρκετά σοβαρά

αυτή τη φορά. –Ναι... γρύλισε ο Γιώργος που μπορεί να ήταν αρτιμελής αλλά ένιωθε

σαν να τον είχαν ξυλοφορτώσει. –Τότε προσπάθησε να γίνεις ένα με το στρώμα και μην σηκωθείς για

κανέναν λόγο.

Page 12: Ο θεός της Φιλοθέης

18 19

Πράγματι η οροφή του τραμ σχημάτιζε μια αρκετά μεγάλη κοιλότητα και έτσι ξαπλωμένοι δεν θα ήταν ορατοί από οποιονδήποτε πεζό. Αφού βολεύτηκαν ο θεός είπε στον Γιώργο, πως του είχε -επιτέλους- και κάποια καλά νέα.

–Εκείνη η φωτογράφος που πριν από λίγες ώρες με τόση αυταπάρνηση έσωσες …έκανε μια βασανιστική παύση... είναι η συνεργάτις μου που πη-γαίνουμε να συναντήσουμε. Τη λένε Μαρκέλλα.

Ξαφνικά η διάθεση του Γιώργου βελτιώθηκε αισθητά!