16
Σωτήρη Παστάκα Λευκάδα Ενδυίων

Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Ένα ποίημα

Citation preview

Page 1: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

Σωτήρης Παστάκας

ΛευκάδαΕνδυμίων

Page 2: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

Σωτήρης Παστάκας

ΛευκάδαΕνδυμίων

Page 3: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα
Page 4: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

στον Κώστα Ζαβερδινό

Βασανισμένος από φόβους

ανάξιους και λύπες αστείες

σ’ ένα σφάλμα της ασφάλτου

βρέθηκα με το δεξί χέρι

μπροστά στο παρήγορο

χορταράκι το τζιν σχισμένο

στο γόνατο

το γόνατο φαγωμένο

κι αιμάσσον ακίνητος

στο φίλιον σκοτάδι

στα τέσσερα δεν είναι δα

και τίποτα δραματικό

να πέφτεις απ’ το ύψος σου

μεγαλώνοντας το 1,76

της αρχικής ταυτότητας

[7]

Page 5: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

έγινε 1,70

μεγάλη η χάρη

να μεγαλώνεις και να χάνεις

σε ύψος σε ευκινησία

να ξυπνάς μαγκωμένος

απ’ τα αρθριτικά να μην

μπορείς να στρίψεις

το κεφάλι στο συνομιλητή σου

να χορεύεις σαν αρκούδα

στο ντέφι στη φιλαρμονική

του επιταφίου

με τα ασημένια κράνη

τα κόκκινα λοφία

τα κόκκινα σιρίτια

πάνω στις βαθυκύανες

στολές να σείεσαι

έτσι στον αργό βηματισμό

των ταμπούρλων

ολόκληρο το σώμα σου

[8]

Page 6: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

να θερίζεις με το δεξί

πόδι με τ’ αριστερό

ν’ αλωνίζεις τα χέρια

να σηκώνονται σε ζεϊμπεκιά

τ’ αριστερό με τα πνευστά

να το φέρνεις κύκλο

πίσω από τη μέση

έτσι σύγκορμος από τη μέση

και πάνω να σπαρταράς

κόκκινο λοφίο

στην περικεφαλαία του τυμπανιστή

και πίσω ο επιτάφιος

μέσα από τα στενά

ως την κεντρική πλατεία

αργά να συντονίζεις το βήμα σου

στους χτύπους της καμπάνας

στους κήπους με τις λεμονιές

και τα καλλωπιστικά σπίτια

κι αυλές γεμάτες ελιές

κι οπωροφόρα μουσμουλιές

[9]

Page 7: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

κερασιές δυο ξεχασμένα

κυπαρίσσια να υψώνουν

το ανάστημά τους

στη βροχή σήμερα μαύρος

ουρανός καθώς

όλα ψηλώνουν γύρω σου

και μόνον εσύ χάνεις

σε μπόι κάθε μέρα

κι η κόρη σου να κάνει

πασαρέλα στη Φλωρεντία

δυο μέτρα γυναίκα

στα είκοσι δύο της κι ο τρίτος

δύο μέτρα μπόι

στα δεκατέσσερα κι όλοι

να σου δίνουν συγχαρητήρια

κι ο δεύτερος να ετοιμάζεται

να σε αντικαταστήσει

στο φαρμακείο σου

κι εσύ έτσι να γίνεσαι

[10]

Page 8: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

ακόμη πιο κοντός στη Νάπολη

κι έπειτα στη Λευκάδα

να περπατάς χορεύοντας

απ’ τον Άγιο Παντοκράτορα

στον Άγιο Μηνά

στην κεντρική λεωφόρο

φορεύοντας φαροπέοντας

φαμογελώντας φεν γίνεται

να σου λέει ο όχλος

κι εσύ να το φάνεις

να φαίνεσαι από παντού

σε σπίτι δίχως τοίχους

αντί για τοίχους

διάφανα τζάμια

ότι σκέφτεσαι ανά πάσα

στιγμή να το εκφράζεις

δημόσια με το φάρρος

να γίνεσαι θάρρος

να πετάς πάνω

από τους συμπολίτες σου

[11]

Page 9: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

όσο χάνεις σε βάρος

να ζεις σε μια μικρή κοινωνία

και να είσαι αβαρής

φαινόμενο φαρκάρης

από το φάτι που ήρθε

κι έφυγε η ιστοφία

της ζωής μου

μια στιγμή πριν με πιάσει

η απελπισία αφρίζω πάλι

και σκέφτομαι αφρίζω

άντε φαμήσου κατεργάρη

να καπνίσω το ένα τσιγάρο

της ημέρας να σκεφτώ ξανά

το ύψος των φόρων το μήκος

της σκιάς μου που ενίοτε

είναι διπλάσια από μένα

να σηκωθώ όρθιος

ντάλα μεσημέρι

στην προκυμαία με το θερινό μου

[12]

Page 10: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

μαντίλι γύρω

απ’ το λαιμό λαμόγιο

να με συνεπαίρνει ο πουνέντες

να δώσω το παρόν μου

στην ατέρμονη Δίκη

των καλοκαιρινών ωρών

διακριτός πληρεξούσιος

των ισχυρών του θέρους

δεν παραδέχθηκα ούτε

ότι πούλησα ούτε ότι

έπνιξα το κουνέλι

άγνωστο γιατί μόνος

ενώπιον του Εισαγγελέως

νυκτός απαρίθμησα

τα φοιτητικά μου χρόνια

στη Νάπολη το μπόι

της ιδεολογίας μου

πάντα να υπολείπεται

εκείνο της σκιάς μου

η σκιά μου να μικραίνει

[13]

Page 11: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

να μπαίνει μέσα μου

να γίνομαι η σκιά μου

σημείωσα τα κέρδη

κι έφυγα σίγουρος πως

δεν είπα τίποτα αποκαλυπτικό

για μένα ίσως δυο-τρεις

προτάσεις αληθινές

για άλλους σκέφτηκα

διάβασα κι έγραψα

πικρές αλήθειες για τους άλλους

τη δική μου αλήθεια

ας την πει κάποιος άλλος

βρε αδελφέ κουράστηκα

έσβησα το τσιγάρο

είπα να πάω καμιά βόλτα

μπας κι ελέγξω αυτό το χορό

που με κάνει να περιστρέφομαι

στο τραπέζι επανειλημμένα

και προσεκτικά να κτυπάω

[14]

Page 12: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

τα χέρια μου στα πόδια

της καρέκλας να μην συγκρατιέμαι

δεν μπορώ να συγκρατηθώ

τα διάβασα και τα σημείωσα

όλα οι λάμπες μπαίνουν

από την οροφή και με τρυπάνε

κατάστηθα με δροσίζουν

κατευθείαν τρεις φορές

οι ιστορίες που κρύβονται

επιμελώς στην ομίχλη

το ατέρμονο μπλουζ

της λιμνοθάλασσας

της θαλασσοταβέρνας

της άκρας εμπιστοσύνης

στον εαυτό μου και στη δουλειά

που έκανα μέτρησα τον αριθμό

των σελίδων που έγραψα

του χρόνου τέτοιον καιρό

σκέφθηκα θα αφήσω

να με γοητεύσουν

[15]

Page 13: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

τα πόδια μιας γυναίκας

με μαγιό καθώς θα βγάζω

το κεφάλι μου απ΄ το νερό

από στιγμή σε στιγμή

θα σηκωθώ να πάω κάπου

ωστόσο έχω να σηκωθώ

απ’ τα χορτάρια δίπλα

στη σπασμένη άσφαλτο

να βάλω ιώδιο στο γόνατο

ίσως κι οξυζενέ αντιτετανικό

όχι δεν θα κάνω να

πάρω το δρόμο κάτω

από τις ελιές τα κωνοφόρα

να με πάρουν οι σκύλοι

το κατόπι να βρω

μια κουφάλα να κατουρήσω

κενές κι ανόητες σκέψεις

ενός πεσμένου μπρούμυτα

στην άσφαλτο δίπλα

[16]

Page 14: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

στην άσφαλτο εκεί

που θάπρεπε να ήμουν άσφαλτος

φύτρωνε ψιλό χορτάρι

ψάχνω με το βλέμμα μου

και βρίσκω το καρφί

που δεν καίγεται

δεν σπάει δεν χαλάει

δεν παλιώνει λέω

θα φταίει το Μαντοπάρ

η υπερδοσολόγησή του

με κάνει σύγκορμο να τρέμω

μη φοβάσαι λέω

σήκω να κερδίσεις πάλι

την αγάπη της και σηκώθηκα

καθώς άρχιζε να βρέχει

πάλι στη Λευκάδα.

[17]

Page 15: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα
Page 16: Σωτήρης Παστάκας, Λευκάδα

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΛΕΥΚΑΔΑΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΣΤΑΚΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΨΗΦΙΑΚΑΑΠΟ ΤΟ ΒΑΣΙΛΗ ΛΑΛΙΩΤΗ

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΤΟΥ 2013

f