290
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΥΛΙΚΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΦΛΕΒΑΡΗΣ ’87 ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Συλλογικό

Citation preview

Page 1: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΥΛΙΚΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ ΦΛΕΒΑΡΗΣ ’87

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Page 2: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Page 3: Πανεπιστήμιο και κοινωνία
Page 4: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Τα υλικά του Συμποσίου που οργάνωσεστις 11, 13, 14 και 15 του Φλεβάρη 1987 το Τμήμα Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ» ΑΘΗΝΑ 1987

Page 5: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Copyright: Εκδύσεις «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ» Σόλωνος 130, Αθήνα - 10 681 Τηλ. 3620 835 - 3623 649

Page 6: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Στις 11, 13, 14 και 15 του Φλεβάρη 1987 οργανώθηκε από το Τμήμα Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ, Συμπόσιο για το ρόλο των ΑΕΙ σε μια Ελλάδα της αλλαγής με θέμα: «ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙ­ΝΩΝΙΑ».

Στη διάρκεια του Συμποσίου διεξήχθηκε μια πλατιά συζήτηση σχετικά με το ρόλο των ΑΕΙ στη χώρα μας σήμερα και την πολι­τική της αλλαγής. Αναλύθηκαν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα πανεπιστήμια σήμερα, η σχέση της Ανώτατης Εκπαίδευσης με την ανάπτυξη της χώρας μας. την παραγωγή κα» την κοινωνία, οι με­ταπτυχιακές σπουδές και η έρευνα, ειδικότερα ζητήματα των διαφό­ρων επιστημών, η σχέση των ΑΕΙ με τις άλλες εκπαιδευτικές βαθμί­δες. Στο Συμπόσιο, επίσης, παρουσιάστηκαν και διεθνείς εμπειρίες από την ΕΣΣΔ και τη Γαλλία.

Κύριο χαρακτηριστικό του Συμποσίου ήταν ακριβώς ο διάλογος. Παρουσιάστηκαν περισσότερες από 40 εισηγήσεις, έγιναν περισσό­τερες από 120 παρεμβάσεις από το ακροατήριο, το οποίο ξεπέρασε, συνολικά, τα 7 χιλιάδες άτομα.

Οι εργασίες του Συμποσίου κατά την 1η, 3η και 4η μέρα (11, 14 και 15 του Φλεβάρη) πραγματοποιήθηκαν στην κεντρική αίθουσα των Συνεδρίων του ΚΚΕ. ενώ τη δεύτερη μέρα (13 του Φλεβάρη) έγι- ναν έξι ταυτόχρονες συζητήσεις σε αίθουσες των ΑΕΙ της πρωτεύου­σας.

Τα υλικά του Συμποσίου παρουσιάζονται σε δύο τόμους.Ο πρώτος τόμος, που βρίσκεται στα χέρια του αναγνώστη τούτη

τη στιγμή, περιλαμβάνει τα υλικά της 1ης, 3ης και 4ης μέρας του Συμποσίου. Ειδικότερα, περιλαμβάνει τη συζήτηση πάνω στην κε­ντρική εισήγηση («Πανεπιστήμιο και Κοινωνία»), καθώς και τις συ­ζητήσεις σχετικά με τις μεταπτυχιακές σπουδές, την έρευνα, τον κοι­νωνικό ρόλο των ΑΕΙ. τη σχέση τους με τις άλλες εκπαιδευτικές

5

Page 7: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

βαθμίδες και τις εμπειρίες από την πανεπιστημιακή εκπαίδευση της ΕΣΣΔ και της Γαλλίας. Επιπλέον, περιλαμβάνεται το κλείσιμο των εργασιών του Συμποσίου, που έγινε από το σ. Γρηγόρη Φαράκο, μέ­λος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Τέλος, τα υλικά του τόμου συμπληρώ­νονται με ένα παράρτημα, το οποίο περιλαμβάνει το κείμενο της αί­τησης του ΚΚΕ για άμεση σύγκληση του ΣΑΠ, την εισήγηση του ΚΚΕ προς το ΣΑΠ για την έρευνα και το κείμενο με τις βασικές θέ­σεις του ΚΚΕ για τους εσωτερικούς κανονισμούς των ΑΕΙ.

Στον δεύτερο τόμο, που θα κυκλοφορήσει αργότερα, θα συμπερι- ληφΟεί η συζήτηση (εισηγήσεις - παρεμβάσεις) της 2ης μέρας του

(Συμποσίου. που είχε σαν θέμα τα ειδικότερα ζητήματα των διαφόρων επιστημών.

Τμήμα Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ

6

Page 8: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ

Page 9: Πανεπιστήμιο και κοινωνία
Page 10: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κεντρική Εισήγηση

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΝΙΚΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ, αναπληρωματικό μέλος

της ΚΕ του ΚΚΕ*

Αγαπητοί φίλοι και φίλες.συντρόφισσες και σύντροφοι,Θέλουμε να σας ευχαριστήσουμε για την παρουσία σας. Ελπί­

ζουμε ν' ανταλλάξουμε τις γνώμες μας για τα ζητήματα που αφορούν τα ΑΕΙ.

Επιτρέψτε μας καταρχήν να σας παρουσιάσουμε τις βασικές μας σκέψεις για την κατάσταση στα ΑΕΙ, τους αυξανόμενους κινδύνους για το μέλλον τους, τις προτάσεις μας.

1. Η ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΕΙ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΓΟΥΣΘέλουμε, απ’ αυτό το βήμα, να υπογραμμίσουμε τη θέλησή μας,

μ’ όλα τα μέσα που διαθέτουμε να μην επιτρέψουμε την υποθάθμιση και πολύ περισσότερο την κατάρρευση των ελληνικών ΑΕΙ. Μ' όλες τις δυνάμεις μας θα παλέψουμε για Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, αντάξια των παραδόσεων και απαιτήσεων της δημοκρατικής πανεπι­στημιακής κοινότητας, ικανά να συμθάλουν στην παραγωγική ανα­συγκρότηση της χώρας, να επιτελέσουν το απαραίτητο σ’ αυτή την κατεύθυνση εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο. Στην ίδια κατεύθυν­ση, θα πρέπει να εξασφαλιστεί επιτέλους, η ολόπλευρη αξιοποίηση των ελλήνων επιστημόνων, όπου και αν αυτοί βρίσκονται σήμερα διασπαρμένοι.

Ό πως όλοι γνωρίζουμε, τα πανεπιστήμια και πολυτεχνεία είναι οι πιο μεγάλες μονάδες παραγωγής γνώσης· ανήκουν απ’ αυτή τη σκοπιά στην ευρύτερη σφαίρα της διαδικασίας της παραγωγής. Είναι ταυτόχρονα και εκπαιδευτές. Απ' αυτή τη σκοπιά, έμμεσα τουλάχι­στον, γίνονται τμήμα της σφαίρας αναπαραγωγής της υψηλά ειδι-

’ Στην έκδοση αυτή οι ομιλητές αναφέρονται με την ιδιότητα που είχαν όταν διι:ς</γόταν το Συμπόσιο.

9

Page 11: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κευμένης εργατικής δύναμης για την καθαυτό σφαίρα παραγωγής (μηχανικοί, οικονομολόγοι, χημικοί, φυσικοί κλπ.), για τη σφαίρα αναπαραγωγής (παιδεία, υγεία, κοινωνικές υπηρεσίες), την έρευνα καθώς και τη διεύθυνση της κοινωνίας.

Τα ΑΕΙ. ταυτόχρονα, είναι πεδία ταξικής πάλης, αφού δεν είναι αδιάφορο πώς και προς τι εκπαιδεύονται οι νέοι σ ’ αυτά, προς όφελος τίνος και με ποιο στόχο γίνεται έρευνα, τι είδους γνώση και ιδεο­λογία παράγουν, πόσο σύγχρονα είναι και σε ποια κατεύθυνση θα εκ­συγχρονίζονται.

Τα ΑΕΙ, κάτω από την επίδραση της γενικότερης κρίσης της ελ­ληνικής κοινωνίας, βρίσκονται, όπως εξάλλου κι όλη η ελληνική εκ­παίδευση, σε κρίση. Κρίση των εσωτερικών τους λειτουργιών και μη ανταπόκρισης στις νέες ανάγκες της κοινωνίας. Ο προσδιορισμός του ποιος φταίει γΓ αυτή την κρίση, και κυριότερα ποιος είναι ο δρόμος εξόδου απ’ αυτήν, είναι επίσης πεδίο διαλόγου και αντιπαρά­θεσης. Η κρίση είναι προϊόν του ίδιου του συστήματος, του μη θαθέ- ματος του εκδημοκρατισμού σ’ αυτά, των ταλαντεύσεων και υπανα­χωρήσεων της κυβέρνησης, της προσπάθειας να τα υποτάξουν στις άμεσες και μακροπρόθεσμες ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου και στις οδηγίες - επιταγές της ΕΟΚ.

Η κρίση των ΑΕΙ είναι κρίση προοπτικών τους, είναι όμως και κρίση περιεχομένου τους. Η κρίση σήμερα δεν ξεπερνιέται πλέον σε ατομική βάση. με την καλή πρόθεση του ενός ή άλλου τομέα στα ΑΕΙ, αλλά με την πάλη της πλειοψηφίας της πανεπιστημιακής κοινότητας, για άνοδο του επιπέδου μόρφωσης, ειδίκευσης, έρευνας και παρεχόμενων προσόντων, έτσι ώστε να αποτραπεί η παραίτηση των πανεπιστημιακών δασκάλων από τα ουσιαστικά δημιουργικά καθήκοντά τους και των φοιτητών από τις σπουδές τους.

Η αντίδραση, με σημαία της το νεοσυντηρητισμό, τη ΝΔ, τους εραστές της έδρας, αυτούς όλους που απότυχαν με το Νόμο 815, στη­ριγμένη στην ΕΟΚ, όμως και στη σημερινή πολιτική της κυβέρνη­σης, επιτίθεται λαύρα στις δημοκρατικές κατακτήσεις. Παρουσιάζει σαν διέξοδο της σημερινής κρίσης από τα ΑΕΙ, κρίση στη δη­μιουργία της οποίας συνέβαλε η ίδια, την υποταγή των ΑΕΙ στην ι­διωτική πρωτοβουλία, την ένταξή τους στα σχέδια της ΕΟΚ, τη δη­μιουργία σχολών και κύκλων σπουδών για ελίτ, ενώ ταυτόχρονα θα υποβαθμίζονται παραπέρα οι σπουδές που κάνει η πλειοψηφία των φοιτητών. Σ' αυτό το σπάσιμο, θα αντιστοιχεί και ο ξαναδιαχωρι- σμός του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ), ανάμεσα σ’ αυτούς που θα διδάσκουν τις ελίτ και θα κάνουν έρευνα, και σ’ αυτούς που θα ασχολούνται αποκλειστικά με τη «μάζα».

Την προώθηση των στόχων της, η αντίδραση θέλει να την κάνει

10

Page 12: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μέσα από τη συσπείρωση των πιο διαφορετικών δυνάμεων. Τόσο αυτών που είναι συνειδητά αντιδραστικές όσο και εκείνων που αγω- νιούν ειλικρινά σαν επιστήμονες και φοιτητές για το μέλλον των ΑΕΙ και που οι λύσεις των συντηρητικών τους φαίνονται με μια πρώτη μα­τιά λογικές και άμεσες. Σ' αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει και σειρά επιλογών της ίδιας της κυβέρνησης που με τον ερασιτεχνισμό της, υποκλίνεται στις «επαγγελματικού» επιπέδου προτάσεις της αντίδρασης, συμβάλλει στην προώθησή τους και τη διεύρυνση των υποστηρικτών τους.

Οι συντηρητικές δυνάμεις δεν διατυπώνουν σήμερα ακόμα με ει­λικρίνεια τη συνολική τους πρόταση για τα ΑΕΙ, πρόταση οπι­σθοχώρησης απ’ ό,τι έχει κατακτηθεί μέχρι σήμερα. Αντίθετα, δημόσια τουλάχιστον, προτείνουν λύσεις καταρχήν σε επιμέρους πα­νεπιστημιακά ζητήματα. Ταυτόχρονα, προκαλούν με ανορθολογικές κατηγορίες τη δημοκρατική πανεπιστημιακή κοινότητα (βρίζοντάς τη σαν φανατική, ανεύθυνη που έχει «σύγχυση φρενών, μόλυνση του εγκεφάλου... παρανοϊκό φανατισμό... με ορμές και πάθη»1.

Η κύρια κατεύθυνση των συντηρητικών δυνάμεων είναι να εξα­σφαλίσουν την όσο το δυνατό μεγαλύτερη αξιοποίηση και προσαρ­μογή των ΑΕΙ στις άμεσες ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου. Ταυτό­χρονα την εξασφάλιση στελεχών για το σύστημα, που θα είναι πολι­τικά στον μέγιστο δυνατό βαθμό αφοσιωμένα στο μεγάλο κεφάλαιο, είτε με ειδικές σπουδές στο εξωτερικό, είτε με τη δημιουργία σχολών ελίτ, και ακόμα, αν είναι δυνατό, με τη δημιουργία ολοκληρωμένων ιδιωτικών πανεπιστημίων και την αποφοίτηση απ’ αυτά.

2. Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΙΤΚΛΙ ΟΙ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Η σημασία των ΑΕΙ για τα μονοπώλια όλο και ανεβαίνει. Τα ΑΕΙ εντάσσονται στη συνολική στρατηγική τους. Μέσω των θεω- ριων περί ελίτ, θέλουν να δημιουργήσουν προϋποθέσεις ώστε να πα­ραιτηθεί η κοινωνία από το αίτημα της έστω και τυπικής ισότητας στην εκπαίδευση. Να προωθήσουν μακρόχρονα μέτρα στρατηγικής σημασίας για την υποταγή της επιστήμης - τεχνικής - ΔΕΠ - φοι­τητών στα συμφέροντά τους, την ενσωμάτωσή τους στο σύστημα. Να οργανώσουν καλύτερα την πολιτική συμμαχιών τους με τη διανόηση, αποσπόντας μαζί του πριν απ’ όλα το πιο μορφωμένο και ειδικευμένο τμήμα της και την επιστήμη, ιδιαίτερα μέσω της πλήρους υποταγής της έρευνας σ’ αυτά. Να προσαρμόσουν τα ΑΕΙ, στο επίπεδο ανάπτυ­

I. Ολα αυτά μόνο σε μια στήλη ίου Ο ικονομικού Ταχυδρόμου στις 28.8.86 στη σελ. 54.

11

Page 13: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ξης του ελληνικού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού (ΚΜΚ) συνολικά, που όπως λένε οι θέσεις για το 12ο Συνέδριο, γνώρισε σειρά επιμέρους αλλαγών. Σ’ αυτή την κατεύθυνση προτείνουν την καπιταλιστικοποίηση των λειτουργιών των ΑΕΙ. Τέλος επειδή δεν μπορούν να ανεχθούν άλλο τις δημοκρατικές κατακτήσεις στα ΑΕΙ, θέλουν, στο όνομα μάλιστα του αντιγραφειοκρατισμού, να σπάσουν τις προοδευτικές αντιστάσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας.

Αμεσος κύριος στόχος του μεγάλου κεφαλαίου είναι να του α- ναγνωρισθεί το δικαίωμα της λεγάμενης «συνυπευθυνότητας» για την εκπαίδευση, η αποδοχή του σαν τον δεύτερο παράγοντα στην εκπαί­δευση δίπλα στο κράτος. Αυτή η πρόθεση εκφράζει τη νέα ποιότητα σχέσεων ανάμεσα σ’ αυτό και το αστικό κράτος.

Η τάση αυτή διευκολύνεται και από το γεγονός, ότι η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αφαίρεσε ουσιαστικά από το Κόμμα, τη νεολαία και την οργάνωσή του τα ζητήματα της επεξεργασίας της εκπαιδευτικής πο­λιτικής. Ό λο και πιο πολύ. η εκπαιδευτική πολιτική διαμορφώνεται από τεχνοκράτες στους κρατικούς μηχανισμούς, κάτω από την επιρ­ροή του Σύνδεσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) και της ΕΟΚ, στα πλαίσια του συστήματος του ΚΜΚ. Το αποτέλεσμα είναι να συμβάλ­λει κι η πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ στην προσπάθεια προώθησης της ένταξης των ΑΕΙ στο σύστημα εξουσίας του μεγάλου κεφαλαίου. Επιλογή που όπως υπογραμμίζουν οι θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 12ο Συνέδριο «στοχεύει στην υποθάθμιση του γενικού επιπέδου της παιδείας και την παραπέρα προώθηση μιας παιδείας για τους λίγους»1.

Η στρατηγική του κεφαλαίου για τα ΑΕΙ προωθείται ιδεολο­γικά με τις θεωρίες των ελίτ, θεωρίες οι οποίες επιδρούν έμμεσα σ’ έναν κύκλο ανθρώπων της πανεπιστημιακής κοινότητας, πολύ ευρύ­τερο απ’ αυτούς που κοινωνικά πραγματικά εκφράζει. Είναι μια θέση με την οποία ωραιοποιείται ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε καθηγητές ή φοιτητές. Ουσιαστικά απορρίπτει την ενιαία καθημερινή πάλη για την καλυτέρευση των συνθηκών σπουδών και έρευνας. Πάλη που α- νταποκρίνεται στις ανάγκες των ίδιων των ΑΕΙ και ιδιαίτερα στα συμφέροντα εκείνων των φοιτητών που προέρχονται από τις πιο φτωχές οικογένειες.2

Η θεωρία των ελίτ. ερμηνεύει αντιδραστικά ακόμα και τα

1. θέ σ ε ις της ΚΕ του Κ ΚΕ για το 12ο Συνέδριο, Κεφ. 5ο, θέση 63.2. Η ίδια η Καθημερινή (7-8.6.86) αναφέρει, ότι το πρόβλημα που έχουν οι

εργαζόμενοι γονείς δεν είναι μόνο το αν θα πετύχουν τα παιδιά τους στα ΑΕΙ. πράγμα που φτάσαν ακόμα και να απεύχονται, αλλά το «πώς θα τα συντηρήσουν αν εισαχθούν».

12

Page 14: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

συνθήματα της αστικής επανάστασης, ελευθερία, ισότητα, αδελφό­τητα. Τα μετατρέπει για τα ΑΕΙ, στο τρίπτυχο ελίτ - ιεραρχία - πνευ­ματική υπεροχή. Αρνείται ακόμα κι αυτήν την απλή χεγκελιανή αλήθεια ότι η επιστήμη (ο Χέγκελ λέει φιλοσοφία) «ενώ εμφανίζεται σαν ένα τεχνικό ταλέντο του ατόμου, μια μεγαλοφυία, που την διαθέ­τουν μόνο» ορισμένοι «στην πραγματικότητα το έδαφος της είναι η σκέψη και γΓ αυτό ακριβώς ο κάθε άνθρωπος είναι άνθρωπος»1.

Ο μύθος των ελίτ εκφράζει τη διαμόρφωση σε αντιδημοκρατική κατεύθυνση της αστικής συνείδησης, στη σύγχρονη εποχή, με βάση τις απαιτήσεις της κρίσης του ΚΜΚ. συστήματος. Η θεωρία των ελίτ, αποτελεί βασικό ιδεολογικό όπλο των μεγάλων συμφερόντων, για την προώθηση νέων μέτρων στα ΑΕΙ, με στόχο τη διεύρυνση των τα­ξικών φραγμών. Το σπάσιμο των ΑΕΙ και των σχολών τους σε δυο επίπεδα. Σ’ αυτό για την ελίτ και σ’ αυτό στο οποίο προορίζονται να εκπαιδεύονται οι «μάζες».

Το σπάσιμο αυτό, θα ’χει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία δύο κα­τηγοριών αποφοίτων, που δεν θα χαρακτηρίζονται από διαφορές στο ταλέντο, στην επάρκεια και στις πραγματικές γνώσεις τους, αλλά από τις διαφορετικές δυνατότητες που είχαν. Ο χωρισμός σε δυο κα­τηγορίες εμφανίζεται να 'ναι χωρισμός κοινωνικοδαρβινικού τύπου. Η πάλη των ειδών στη φύση, μεταφέρεται μηχανικά και σκοταδι- στικά σαν πάλη στο εσωτερικό του είδους άνθρωπος, του κοινωνι­κού όντος. Τα ταξικά αποτελέσματα που θα προκύπτουν απ’ το σύ­στημα επιλογής των ΑΕΙ στα πλαίσια του εκπαιδευτικού συστήματος του ελληνικού ΚΜΚ εμφανίζονται σαν το αίτιο για την επιβολή εκ­παίδευσης δύο ταχυτήτων στα προπτυχιακά και δυο κύκλων στα με­ταπτυχιακά. Δεν ανήκουν πια. όπως λογουχάρη τον προηγούμενο αιώνα, όλοι οι απόφοιτοι των ΑΕΙ, ή τουλάχιστον η πλειοψηφία τους στις ελίτ. Ο τεχνικός διαχωρισμός, σε πνευματική ελίτ, και μη, γίνε­ται εξαιτίας της μαζικοποίησης των ΑΕΙ, στο ίδιο τους το εσωτερικό.

3. ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ ΤΗΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣΚΑΙ Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΕΙ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΝΟΗΣΗΣΣΕ ΔΥΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ

Πολύ περισσότερο απ' ό,τι στο παρελθόν, οι ταξικοί φραγμοί και συστήματα επιλογών προς τα ΑΕΙ και ιδιαίτερα μέσα σ ’ αυτά, δεν έχουν να κάνουν μόνο με την προσπάθεια της αστικής τάξης να δια­τηρήσει σ’ έναν βαθμό το εκπαιδευτικό μονοπώλιο για τον εαυτό της. Ό λο και μεγαλύτερο ρόλο παίζει η προσπάθεια των μονοπωλίων να

1. Χέγκελ, Α παντα, «Μαθήματα γύρω από την ιστορία της φιλοσοφίας», μέρος λ. τ. 20. σι:λ. 425. Φριιγκφούρτη. 1970.

13

Page 15: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

διαμορφώσουν κι άμεσα, μέσα από το σύστημα σπουδών, ορισμένες πλευρές των ταξικών συμμαχιών και των κοινωνικών στηριγμάτων τους. Είναι γνωστό, ότι η αστική τάξη αναγκάστηκε, στο παρελθόν, κάτω από την πάλη του λαϊκού κινήματος, να παραχωρήσει σειρά μορφωτικών δυνατοτήτων στην εργατική τάξη κι άλλους εργαζόμε­νους. Δυνατότητες, που μεταπολεμικά σ’ έναν περιορισμένο βέβαια βαθμό, επέτρεψαν την πρόσβαση του λαϊκού στοιχείου στην τρι­τοβάθμια εκπαίδευση. Η κατάκτηση αυτών των δυνατοτήτων διευ­κολύνθηκε και εξαιτίας των ίδιων των αναγκών της παραγωγής, της αναπαραγωγής και της λειτουργίας του συστήματος. Της μετατροπής της επιστήμης σε άμεση παραγωγική δύναμη. Της μαζικοποίησης του διαταξικού στρώματος της διανόησης.

Βέβαια τις νέες μορφωτικές δυνατότητες των παιδιών των εργα­ζομένων, προσπαθεί η άρχουσα τάξη, να τις κρατά περιορισμένες, με τρόπο έτσι, ώστε να μη χάνει εντελώς τα μορφωτικά της προνόμια. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση, αξιοποίησε με τις οικονομικές δυνατό- τητές της, για τα παιδιά της, τα πανεπιστήμια του εξωτερικού στα ι­μπεριαλιστικά κέντρα, παίζει με τη σκέψη για τη δημιουργία νόμιμων ολοκληρωμένων ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα, που σ’ έναν βαθμό ήδη λειτουργούν αντισυνταγματικά (Σορθόνης, Μωραίτη και σειρά αγγλοσαξονικών), παλεύει να προωθήσει δυο κύκλους μετα­πτυχιακών σπουδών, όπου δυνατότητες παρακολούθησης θα ’χουν βασικά οι απόγονοί της, καθώς και τα καλύτερα ταλέντα, κεφάλια του λαού, που θέλει και έχει ανάγκη να τα ενσωματώσει όχι μόνο στο σύστημα, αλλά και στην ίδια. Οι πιο πάνω παράγοντες αποτελούν μέρος της εξήγησης, γιατί στα ελληνικά ΑΕΙ υπάρχει έλλειψη συ­στήματος ειδίκευσης μέχρι το πτυχίο, και επικίνδυνα χαμηλό για το μέλλον της χώρας επίπεδο των προπτυχιακών1.

Σήμερα, το μεγάλο κεφάλαιο έχει ανάγκη από ειδικευμένο προ­σωπικό, που να ’χει αρκετές επιστημονικές γνώσεις στον τομέα δρά­σης του. Αυτό το ειδικευμένο προσωπικό, που παράγεται από τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ, οι διανοοούμενοι, θέλει η αστική τάξη, να υποχρεώνει όχι μόνο να δουλεύουν κερδοφόρα γ ι’ αυτήν, αλλά να γίνονται όσο το δυνατό περισσότερο, και εκπρόσωποι της ιδεολογίας της. Οι φοι­τητές, βέβαια δεν υπόκεινται σαν τέτιοι στη σχέση εκμετάλλευσης, αφού βρίσκονται στη σφαίρα της εκπαίδευσης. Επίσης ανάμεσά τους

I . Οταν η iiiiu η άρχουσα τάξη επισημαίνει ορισμένες αδυναμίες των ΑΕΙ. το κάνει με σκοπό να προωθήσει τις αντιλήψεις της για τα μεταπτυχιακά στα ΑΕΙ, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, την πειθαρχικοποίηση του φοιτητικού κινήματος στα προπτυχιακά, τον περιορισμό των δημοκρατικών και συμμετοχικών δικαιωμάτων στα ΑΕΙ.

14

Page 16: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με την κοινωνική προέλευσή τους, τον κοινωνικό προορισμό τους, τις «δυνατότητες» που έχουν, ακόμα και τη σχολή που σπουδάζουν. Ταυτόχρονα όμως, έχουν σαν φοιτητές κοινά προβλήματα: Το επίπεδο και η ποιότητα σπουδών, τα οικονομικά - κοινωνικά προβλήματα, το γεγονός ότι η πλειοψηφία τους, όπως λένε οι θέσεις για το 12ο Συνέδριο, πάνω από 2'3, θα εντα­χθούν στη σχέση μισθωτής εργασίας - κεφαλαίου, θα υπόκεινται στην εκμετάλλευση του δεύτερου. Κατά συνέπεια, σήμερα, συμπα­ρατάσσονται όλο και περισσότερο με το εργατικό κίνημα όχι στη βάση της «ατομικής προδοσίας» των ίδιων των προοπτικών τους, ό­πως λογουχάρη στο μεσοπόλεμο, αλλά μαζικά στη βάση των πραγ­ματικών κοινωνικών συμφερόντων τους. Κι αυτό, γιατί η αντίθεση χειρωνακτικής - πνευματικής εργασίας, στα πλαίσια της επιστημονι- κοτεχνικής επανάστασης (ΕΤΕ), γίνεται όλο και πιο σχετική, δευτε- ρεύουσας σημασίας και κινείται όλο και πιο πολύ μέσα στα πλαίσια του πόλου μισθωτής εργασίας. Είναι δηλαδή υποταγμένη σε μεγάλο βαθμό στην αντίθεση κεφάλαιο - εργασία, γεγονός που γεννά τα κοινά της συμφέροντα και προοπτικές με την εργατική τάξη. Τάξη με την οποία συμβαδίζει στα νέα μέτωπα πάλης που γενιούνται σε κάθε εκδήλωση της κρίσης του ελληνικού ΚΜΚ. Ιδιαίτερα στους το­μείς αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, στους οποίους απασχο­λείται το μεγαλύτερο μέρος της διανόησης, και ενδιαφέρει άμεσα την ίδια την εργατική τάξη (υγεία, παιδεία, άλλες κοινωνικές λει­τουργίες).

Η μετατροπή της επιστημονικής τεχνικής επανάστασης (ΕΤΕ) σε βασικό τομέα ταξικής διαπάλης για τον τρόπο και προς το συμφέ­ρον τίνος θα γίνει η ανάπτυξη, η χρήση και η αξιοποίησή της, α­νεβάζει το ρόλο των ΑΕΙ, όσων δραστηριοποιούνται σ’ αυτά, και της διανόησης σαν το «προϊόν» τους. Η ανάπτυξη των κρατικών λειτουρ­γιών, όπως αναλύονται στις θέσεις για το 12ο Συνέδριο, ιδιαίτερα της κοινωνικής και της ιδεολογικής, η εξασφάλιση και ο τρόπος που θα γίνεται η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, η παραγωγή και χρήση νέων τεχνολογιών, η κατεύθυνση διάδοσης της παλιάς και νέας γνώσης, το κατά πόσο στην παιδεία και ψυχαγωγία, πολιτισμό και αθλητισμό θα απελευθερώνονται και θα αναπτύσσονται ή όχι οι δυνατότητες της εργατικής τάξης, οξύνει την αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο βασικές τάξεις της ελληνικής κοινωνίας για το ποια θα τραβήξει μαζί της την πλειοψηφία της εργαζόμενης διανόησης, θα επηρεάσει περισσότερο τα ΑΕΙ.

Η άρχουσα τάξη, στα πλαίσια της κρίσης, εντείνει την προσπά- θειά της για πνευματική κυριαρχία, για την εξασφάλιση της ε­ξουσίας της. Σήμερα, περισσότερο απ’ ό,τι πριν λίγες δεκαετίες,

15

Page 17: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

χρειάζεται τμήματα της διανόησης, σαν άμεσα στηρίγματα αυτής της κυριαρχίας.

Η άρχουσα τάξη χρησιμοποιεί τη μάζα της διανόησης για τις παραγωγικές και ιδεολογικές ανάγκες της. Την καταπιέζει για την πιο μεγάλη δυνατή απόδοση και εντατικοποίηση με όσο το δυνατό λιγότερα χρήματα. Θέλει να ταυτίσει στα μάτια του πληθυσμού τα αντιδραστικά της συμφέροντα με την ίδια την επιστήμη.

Η άρχουσα τάξη λόγω Και της καπιταλιστικής αναρχίας, έχει ανάγκη τη διανόηση. Στόχος της άρχουσας τάξης, είναι να δεσμεύ­σει και την εργαζόμενη διανόηση να δρα βασικά ενάντια στα ίδια της τα αντικειμενικά συμφέροντα, σ' όλο και πιο πολλές σφαίρες κοινω­νικής δραστηριότητας, πριν απ’ όλα στους καταπιεστικούς μηχανι­σμούς και αυτούς της ιδεολογικής παραπλάνησης. Να αναζητά και να βρίσκει τις καλύτερες δυνατές λύσεις στην υλοποίηση των επι­λογών της ολιγαρχίας ακόμα και αυτών που έχουν στρατηγικό χαρα­κτήρα. Η ολιγαρχία χρειάζεται για την επίτευξη των πιο πάνω τεχνι­κούς, μηχανικούς, φυσικούς, γενικά ειδικούς για σειρά, καθοδηγη- τικών ή μη, παραγωγικών λειτουργιών. Για να εξασφαλίσει την ανα­παραγωγή της εργατικής δύναμης με τα λιγότερα δυνατά χρήματα. Όμως η τάση της για αύξηση των κερδών της και η κρίση, την οδη­γούν να εφαρμόζει την πολιτική λιτότητας, περιορισμού των κοινω­νικών δαπανών, φτωχέματος του τρόπου ζωής και απέναντι στην πλειοψηφία της εργαζόμενης διανόησης.

Τα μονοπώλια ξεχωρίζουν ένα τμήμα της διανόησης, που επη­ρεάζεται από τις θεωρίες των ελίτ, και εξαιτίας των αντικειμενικών της συμφερόντων, στο οποίο παρέχουν ειδικά μορφωτικά προνόμια, με κύριο στόχο, να εξασφαλίσουν την εξουσία τους. Να εξασφαλί­σουν την ενεργή ενσωμάτωση της εργαζόμενης διανόησης στο σύ­στημα. καθώς και την καλή λειτουργία του. Την επεξεργασία φιλο- μονοπωλιακών νόμων, και τέτιων μέτρων και ρυθμίσεων όπως του ου­σιαστικού περιορισμού της δημοκρατίας. Να εξασφαλίσουν πα­ραπέρα. την ανάπτυξη των κατασταλτικών λειτουργιών στη βάση των νέων τεχνολογιών, όπου απαιτούνται ειδικευμένοι στατιστι- κολόγοι, τεχνικοί, μηχανικοί, πληροφορικής. Την παραγωγή και διάδοση, προπαγάνδιση της κυρίαρχης ιδεολογίας, με κύριο στόχο το ιδεολογικό δέσιμο των λαϊκών μαζών στο σύστημα κοκ. Τα μο­νοπώλια θέλουν, έχουν αντικειμενικό συμφέρον και ανάγκη να ξε­χωρίσουν ένα ειδικό κομμάτι από τη διανόηση, που δεν θα λειτουρ­γεί στον κοινωνικό καταμερισμό μόνο σαν υψηλά ειδικευμένη εργα­τική δύναμη αλλά θα κάνει λειτουργίες και θα παίρνει αποφάσεις ακόμα και για λογαριασμό της ίδιας της άρχουσας τάξης και προς το συμφέρον της τελευταίας. Έ να τμήμα διανόησης που θα ’χει ανάμε­

16

Page 18: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σα στ’ άλλα σαν φροντίδα της την ιδεολογικοπολιτική στήριξη της οργάνωσης των συμμαχιών της άρχουσας τάξης. Στο μεγάλο κεφά­λαιο δεν επαρκεί αριθμητικά η κοινωνική του θάση, για να λει­τουργήσει όλους τους μηχανισμούς πολιτικής και οικονομικής ε­ξουσίας του. Σ' αυτούς, κρατά τις ανώτερες θέσεις για τον εαυτό του, ενώ τις μεσαίες τις χρεώνει στις ειδικές κατηγορίες (ελίτ) των μι­σθωτών διανοουμένων (όπως για την κάλυψη επιτροπών, συμβουλίων κλπ.). Αυτό το ειδικό τμήμα το εκπαιδεύει με ξεχωριστό τρόπο. Οι πιο πάνω ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου, αποτελούν μια ακόμα σπουδαία αιτία, εξαιτίας της οποΐας το ΚΜΚ-σύστημα θέλει να δια- σπάσει τις σπουδές σε σπουδές δύο ταχυτήτων και πολλούς κύκλους, να δημιουργήσει ιδιωτικά πανεπιστήμια, και οδηγεί τα παιδιά της α­στικής τάξης και τα ταλέντα του λαού, σε σπουδές στο εξωτερικό. Όπως αναφέρεται σε γνωστό περιοδικό των νεοσυντηρητικών, το ζητούμενο είναι η «εκπαίδευση μιας εκλεκτής μερίδας λογιών»1.

Η τέτια πολιτική των μονοπωλίων, απέναντι σε «επίλεκτα» τμή­ματα της διανόησης, ακόμα και μη αστικής προέλευσης, δεν είναι καινούργια. Οπως αναλύει ο Κ.. Μαρξ στον τρίτο τόμο του Κεφα­λαίου, πάντα στις κοινωνίες που στηρίζονταν στην εκμετάλλευση αν­θρώπου από άνθρωπο, η σχετικά μικρή άρχουσα τάξη εξασφάλιζε την εξουσία της και με τη μέθοδο της υποδοχής στο εσωτερικό της των πιο μορφωμένων ανθρώπων της κοινωνίας, έστω κι αν είχαν δια­φορετική ταξική προέλευση, ή έστω με τη δραστήρια στήριξή της σ’ αυτούς. Στον καπιταλισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού, συνεχίζει ο Κ. Μαρξ, αυτό είχε σαν αποτέλεσμα «δίπλα στους υπάρχοντες ήδη ξεχωριστούς κεφαλαιοκράτες», την εισδοχή μιας «ανεπιθύμητης γ ι’ αυτούς σειράς από νέους ιππότες της τύχης», που «στερεώνει ωστόσο την κυριαρχία του ίδιου του κεφαλαίου, διευρύνει τη βάση της κυ­ριαρχίας αυτής και της δίνει τη δυνατότητα να στρατολογεί διαρκώς νέες δυνάμεις από το κοινωνικό υπόστρωμα. Ακριβώς, όπως γινόταν με την καθολική εκκλησία το μεσαίωνα, που συγκροτούσε την ιε­ραρχία της από τα καλύτερα μυαλά που υπήρχαν στο λαό, χωρίς να κάνει διάκριση της τάξης στην οποία ανήκαν, αν ήταν γεννημένοι α­ριστοκράτες ή όχι, αν είχαν ή όχι περιουσία, πράγμα που αποτελού- σε ένα από τα κύρια μέσα εδραίωσης της παπαδοκρατίας και της κα­ταπίεσης των κοσμικών. Ό σ ο πιο ικανή είναι μια κυρίαρχη τάξη να δέχεται στις γραμμές της τους πιο σημαντικούς ανθρώπους των κατα-

I. Επιστολή του καθηγητή Τ. Βατικιώτη στα Ε πίκεντρα, Ιούλης - Αύγου­στος ‘86. τεύχος 45. σελ. 66. Δεν είναι τυχαίο, ότι στην ίδια επιστολή θεωρείται σαν περιεχόμενο των ΑΕΙ, η εκπαίδευση των νέων «στις μέθοδες και τεχνικές της έρευνας για την εξεύρεση πληροφοριών». Στο ίδιο, σελ. 68-7.

17

Page 19: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πιεζόμενων τάξεων, τόσο πιο στέρεη και πιο επικίνδυνη είναι η κυ­ριαρχία της.»1 Πράγμα που υποστηρίζει και από μια άλλη σκοπιά την ανάγκη της πάλης για το τράβηγμά τους με την πλευρά του λαϊ­κού κινήματος.

Ανάλογα σήμερα στα ΑΕΙ. γενικότερα απέναντι στη διανόηση. Τα μονοπώλια ακολουθούν πολιτική κοινωνικών διαφοροποιήσεων. Αυτούς που άμεσα εξυπηρετούν και συμμετέχουν στη διεύθυνση της εξουσίας και ιδιοκτησίας, θέλουν να τους εξασφαλίζουν με ειδικές σπουδές (κλάδους, ερευνητικά κέντρα, ειδικές σχολές, όπως αυτή της δημόσιας διοίκησης, εξωπανεπιστημιακά ινστιτούτα ή κλάδους), με την απόδοση μορφωτικών προνομίων και τη στερέωση στο σύνολό τους ελιτίστικων αντιλήψεων, αρχής γενομένης την περίοδο στη διάρκεια της οποίας φοιτούν. Τους υπόλοιπους, θέλουν να τους στρέψουν ενάντια στα ίδια τους τα συμφέροντα. ΓΓ αυτόν το σκοπό, δίπλα στα ιδεολογικοπολιτικά μέτρα, γίνεται προσπάθεια να περιορι­στούν τα συμμετοχικά δημοκρατικά δικαιώματα των φοιτητών, να ελέγχουν οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου την οργάνωση και το περιεχόμενο των σπουδών, της έρευνας και μόρφωσης. Να απο­φοιτούν οι μάζες από τα ελληνικά ΑΕΙ, έχοντας γίνει τα λιγότερα δυ­νατά έξοδα, έτοιμες να αξιοποιηθούν στην παραγωγή κερδών. Χωρίς αυτές οι σπουδές να 'ναι συνήθως ελκυστικές για τους φοιτητές2.

Στο βαθμό που δεν μπορεϊ να προωθήσει συνολικά την αντί­ληψή του, το μεγάλο κεφάλαιο αφήνει να υποβαθμίζεται η ελληνική εκπαίδευση και να λειτουργούν σαν σχολές ελίτ οι, πέραν της Ι­ταλίας, σπουδές στο καπιταλιστικό εξωτερικό. Σ’ αυτή την κατεύθυν­ση εντάσσεται και η τυπική αναγνώριση στην Ελλάδα των μάστερς σαν μεταπτυχιακών, ακόμα και για σχολές που έχουν σαν ελάχιστο χρόνο σπουδών, χρόνο ίσο ή και υψηλότερο απ’ αυτόν που απαιτεί- ται για την απόκτηση μάστερ στην Αγγλία και στις ΗΠΑ. Ο γνωστός συντηρητικός καθηγητής της Θεσσαλονίκης κ. Ξηροτύρης, αφού κι αυτός προσδιορίζει σαν σκοπό των ΑΕΙ τη μόρφωση πολιτών «που θα επωμιστούν τις ευθύνες για την ηγεσία της χώρας», ομολογεί, για τους δικούς του λόγους, την υποβάθμιση των πτυχίων των ελληνικών ΑΕΙ. Σαν διέξοδο σ’ αυτήν την υποβάθμιση παραθέτει δήλωση του πρώην προέδρου του ΣΕΒ, Γ. Δράκου, σύμφωνα με την οποία, τα μο­νοπώλια, στην υποβάθμιση των ΑΕΙ, έχουν στην ανάγκη σαν λύση,

1. Κ. Μαρξ, Κ εφάλαιο, τ. 3, σελ. 750.2. to περιοδικό Γυναίκα, σε έρευνα του (τεύχος 959, 12.11.86. σελ. 114-118,

και 185) αναφέρει παραδείγματα σύμφωνα με τα οποία, μόλις κάτι λ ιγότερο από το 10% των γυναικών αποφοίτων, ήθελε να ακολουθήσει το επάγγελμα για το οποίο υποτίθεται ότι σπούδασε.

18

Page 20: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

απάντηση «πολύ γρήγορα, να φέρνουν ξένους επιστήμονες ή έλλη- νες οι οποίοι σπούδασαν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.»1

Σ’ αυτά τα πλαίσια, προωθείται από την κυβέρνηση του ΠΑ- ΣΟΚ. η ντιρεκτίβα της ΕΟΚ. σύμφωνα με την οποία αναγνωρίζεται ο τίτλος τρίχρονων σπουδών σε χώρα της Δ. Ευρώπης, ίσος με τις 4χρονες ή και 5χρονες σπουδές στην Ελλάδα. Βέβαια αυτή η ισοτί- μηση, ανισότιμων χρονικά τίτλων, εμφανίζεται σαν κάτι θετικό, αφού τάχα λειτουργεί και αντίστροφα απ' ό.τι καταγράφουν οι κομ­μουνιστές. Ό τι δήθεν και οι ελληνικοί 3χρονοι τίτλοι μπορούν να α- ναγνωρισθούν σαν ισότιμοι μ’ αυτών της Δυτικής Ευρώπης.

Αυτό θυμίζει μιαν άλλη απάτη, όταν η Ελλάδα εντασσόταν στην ΕΟΚ, διατυπωνόταν η θέση, ότι οι έλληνες επιχειρηματίες θα 'χουν ίσες δυνατότητες με τα δυτικοευρωπαϊκά μονοπώλια. Το επιχείρημα αυτό ξεκινά από τη στρεβλή τυπική καπιταλιστική ισότητα ανάμεσα σε δύο παρτενέρ διαφορετικών δυνατοτήτων, λογουχάρη ανάμεσα στους τυπικά εξίσου ανεξάρτητους στην αγορά καπιταλιστές - εργά­τες. χάρη στην οποία εξασφαλίζεται η υποταγή και εκμετάλλευση του δεύτερου στον πρώτο. Ανάλογα οι τυπικά ίσες δυνατότητες στην ΕΟΚ. ανάμεσα στον μπακάλη της ελληνικής επαρχίας, ή αθηναϊκής γειτονιάς και της αγγλικής πολυεθνικής να επενδύσουν στις αντί­στοιχες χώρες... Η πράξη διδάσκει πόσο ανισότιμη είναι η τυπική ισότητα ανάμεσα στο μεγάλο ψάρι και το μικρό. Ό τι και τα δύο κο­λυμπούν δεν σημαίνει καθόλου ότι οι πιθανότητες να φάει το μικρό το μεγάλο, είναι ίσες όσες και στην αντίστροφη περίπτωση. Ή για να το πούμε αλλιώς. Μια δυτικογερμανική πολυεθνική δεν είναι καθόλου απίθανο στο παράρτημά της στην Ελλάδα, να προτιμήσει να προσλάθει τον απόφοιτο του δυτικογερμανικού ΤΕΙ (Φαχοχσούλε) από τον απόφοιτο του Μετσόθιου. Δεν ξέρουμε όμως πια (ελλη­νική...) πολυεθνική, για το υποκατάστημά της στη Δυτική Γερμανία, θα προτιμήσει τον απόφοιτο των ελληνικών ΤΕΙ, από τον διπλωμα­τούχο μηχανικό του ΑΕΙ λογουχάρη της Καρλσρούης,της Ζυρίχης. Μ’ άλλα λόγια, η ντιρεκτίβα της ΕΟΚ σημαίνει προχώρημα και στην τυπική θεσμοθέτηση της υποθάθμισης των ελληνικών ΑΕΙ.

Εμείς δεν λέμε ότι τα ελληνικά ΑΕΙ δεν είναι υποβαθμισμένα. Ίσα ίσα δεν θα κάνουμε τη χάρη στα μονοπώλια και τις κατά καιρό ελληνικές κυβερνήσεις να τους απαλλάξουμε από τις τεράστιες ευθύνες αυτής της υποβάθμισης. Επιμένουμε, όμως, ότι ενάντια στις όποιες καταστροφολογίες τα ελληνικά ΑΕΙ, έχουν τεράστιες δυ­

I . I. Ξηροτύρης, «Η κομματικοποίηση φοιτητών και καθηγητών οδηγεί στην κα τα στροφ ή την Α νώ τατη Π α ιδεία μας.» Ο ικο ν ο μ ικ ό ς Ταχυδρόμος . 28.8.86, σι:λ. 54-6.

19

Page 21: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νατότητες να αναβαθμιστούν. Αντί λοιπόν για υποτίμηση στην τάση υποβάθμισής τους και μάλιστα θεσμοθέτησής της, καλούμε την πανε­πιστημιακή κοινότητα, να παλέψει για την αναβάθμισή τους, άρα να παλέψουν και ενάντια στην στρατηγική των μονοπωλίων και της ΕΟΚ. για αντιδραστική αναδιάρθρωση των ελληνικών ΑΕΙ.

4. Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΕΙΟι πρώτες τεχνοκρατικές - ενσωματικές αλλαγές που προώθησε

η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αρχικά στα ΑΕΙ, που εμπεριείχαν και θε­τικά στοιχεία, αν και περιορισμένες, ήταν αξιοποιήσιμες. Τώρα πλέον, η κυβέρνηση περνά σε συντηρητικές θέσεις. Η υποχώρησή της από τις θέσεις του 1981, και η κρίση στην πολιτική της απέναντι στα ΑΕΙ, εκφράζει το φόβο αλλά και την αντιπαλότητά της απέναντι στο μαζικό πανεπιστημιακό κίνημα. Εκφράζει όμως πριν απ’ όλα την κρίση της ίδιας της πολιτικής της, της πολιτικής της μονόπλευρης λιτότητας. Ιδιαίτερα την προσπάθεια διαμόρφωσης νέων μηχανι­σμών παρέμβασης της ΕΟΚ και του μεγάλου κεφαλαίου για μια αντι­δραστική αναδόμηση των ΑΕΙ.

Η τέτια διάρθρωση των ΑΕΙ, έχει σαν βασικό μοχλό την οικονο­μική πολιτική και την πολιτική έρευνας της κυβέρνησης. Πολιτική που συνδέεται με μια λανθασμένη αντίληψη για τη δομή των ΑΕΙ, και που προωθεί με τη βοήθεια σειράς οικονομικοερευνητικών μοχλών.

Η οικονομική λογική του μοντέλου αναδιάρθρωσης, που προω­θεί η κρατικομονοπωλιακή ολιγαρχία και άρχισε να «αφομοιώνει» στην πολιτική της η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, επιτάσσει τη μετατροπή του πανεπιστημίου σ ' ένα μοντέλο επιχείρησης που θα λειτουργεί στη βάση της αρχής: με το μικρότερο δυνατό κόστος να εξασφαλίζε­ται για το μεγάλο κεφάλαιο η μεγαλύτερη δυνατή απόδοση.

Η ανάγκη ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων σημαίνει, σή­μερα, πριν απ' όλα ανάπτυξη του ανθρώπου και της επιστήμης. Η όλο και μεγαλύτερη διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής, όπως διαπι­στώνουν και οι θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο, μεγαλώνει την ανάγκη ανάπτυξης της παραγωγικότητας, και κατά συνέπεια την ανάπτυξη των κονδυλίων για τα ΑΕΙ και την έρευνα. Οι δαπάνες σ’ αυτούς τους τομείς είναι δαπάνες πρωτεύουσας ανάγκης. Αντίθετα, οι ελληνικές κυβερνήσεις, και η σημερινή, τις αντιμετωπίζουν σαν δευ- τερεύουσες. Θέλουν να τις ελαχιστοποιήσουν, παρά το γεγονός ότι αντικειμενικά υπάρχουν τα αναγκαία χρήματα.

Η εκπαίδευση ανεβάζει την αξία της εργατικής δύναμης· το μεγάλο κεφάλαιο προσπαθεί με τα χαμηλά κονδύλια και την έλλειψη ειδίκευσης στις προπτυχιακές σπουδές να περιορίσει αυτή την άνοδο στα αναγκαία και «ανεκτά» για την καπιταλιστική παραγωγή όρια σε

20

Page 22: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

αντίθεση με τις ανάγκες της κοινωνίας, και την αυξανόμενη απαιτη- τικότητα της προσωπικότητας των φοιτητών. Η προσπάθεια οργάνω­σης των ΑΕΙ, στη θάση της λογικής και με τον τρόπο που οργανώ­νονται οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις, σημαίνει ότι το μεγάλο κεφάλαιο αντιμετωπίζει τον διανοούμενο, που δεν κάνει σπουδές με ειδικά προσόντα, και αφού δεν τον προορίζει για ρόλο-θέση ελίτ, σαν μια μηχανή. Η χαμηλού επιπέδου στενή ειδίκευση και η γενικό- λογη μόρφωση που δίνεται στην πλειοψηφία των φοιτητών, τους κάνει απόφοιτους μιας «χρήσης», που, όπως οι μηχανές, γνωρίζουν σήμερα, λόγω της ΕΤΕ, γρήγορα ηθική φθορά. Τους είναι αδύνατο να προσαρμοστούν στις γρήγορες αλλαγές της παραγωγής μ’ αποτέ­λεσμα να μπορεί να υποτιμηθεί γρήγορα η αξία της εργατικής τους δύναμης, ή ακόμα να υποαπασχολούνται ή να μείνουν άνεργοι.

Η κυβέρνηση που ακολουθεί πολιτική αστικού εκσυγχρονι­σμού, αντιτίθεται στην αύξηση των κονδυλίων που απαιτεί η ανάπτυ­ξη των παραγωγικών δυνάμεων και προσπαθεί να διαδόσει νέα ιδεο­λογήματα. Όπως αυτό που ξεκόβει τη μόρφωση από το επάγγελμα και την αντιπαραθέτει μηχανιστικά σ’ αυτό, που δεν κατανοεί κατά συνέπεια (ή κάνει ότι δεν κατανοεί) τη σύνδεση της μόρφωσης με την ΕΤΕ και. κατά προέκταση, δεν τη βλέπει σαν στοιχείο της διαμόρ­φωσης της ίδιας της παραγωγικής δύναμης που λέγεται άνθρωπος. Εκφράζονται ακόμα από την προσπάθεια της κυβέρνησης και της ΕΟΚ να ορθολογικοποιήσουν τον έλεγχό τους πάνω στα κονδύλια που χρησιμοποιούν τα ΑΕΙ, και που η επικίνδυνη επίπτωσή του, κα­ταγράφεται στο σημαντικό από κάθε κοινωνική πλευρά τομέα της έ­ρευνας.

Για το μεγάλο κεφάλαιο, τα έξοδα της εκπαίδευσης και επιστη­μονικής έρευνας είναι μεν αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα και ανταγωνι­στικά ως προς τα κονδύλια που είτε αποφέρουν άμεσα κέρδη (όπως οι κρατικές επιδοτήσεις για ιδιωτικές επενδύσεις) είτε εξασφαλίζουν σχετικά πιο άμεσα την κυριαρχία του, (όπως οι άμεσες δαπάνες για τους κατασταλτικούς μηχανισμούς).

Τα συμφέροντα της πανεπιστημιακής κοινότητας συναντώνται με τις απαιτήσεις της κοινωνίας και τις ανάγκες των παραγωγικών δυνάμεων και είναι σ’ αντίθεση με τη σημερινή ανεπάρκεια των σπουδών. Ανεπάρκεια που οφείλεται κύρια (εδώ μιλάμε από τη σκο­πιά των αντικειμενικών αιτιών) στη διάθεση του κεφαλαίου και του αστικού κράτους για φτηνή παραγωγή επιστημόνων, αξιοποιήσιμους σαν τις μηχανές, χωρίς πολλές επαγγελματικές προοπτικές σαν είλω­τες, σ ’ αντίθεση με τις ελίτ1.

I. Η μάζα των φοιτητών προορίζεται να υποταχθεί στη σχέση κύριου - υ­πηρέτη, μονοπώλια - επιστήμη, και γ ι ' αυτό τους χαρακτηρίσαμε σαν είλωτες της επιστήμης.

21

Page 23: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΓΥ αυτούς γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί ο χρόνος σπουδών, η μόρφωση να ’ναι γενικόλογη, δεμένη το πολύ με τις άμε­σες και μόνο ανάγκες της παραγωγής. Χωρίς υψηλό επίπεδο επαγγελ­ματικών εφοδίων και συστηματική γενική εκπαίδευση που εξα­σφαλίζει τη μελλοντική δυνατότητα κινητικότητας της εργατικής δύναμης του αποφοίτου των ΑΕΙ και τον διευκολύνει να κατανοεί ακόμα και την ουσία του ίδιου του συστήματος. Η πάλη για σωστή και επαρκή μόρφωση για όλους τους φοιτητές, είναι κατά συνέπεια στόχος, που αντικειμενικά στρέφεται ενάντια στις προθέσεις και επι­λογές της άρχουσας τάξης. Και απ' αυτή τη σκοπιά φαίνεται πόσο πλαστό είναι το δίλημμα που βάζουν οι ρεφορμιστές, μόρφωση ή επάγγελμα. Το πραγματικό δίλημμα είναι, γενικόλογη μόρφωση δεμένη το πολύ με άμεσες βραχυπρόθεσμες ανάγκες του κεφαλαίου ή υψηλού επιπέδου γενική μόρφωση, που θα εξασφαλίζει ταυτόχρο­να και αντίστοιχη επαγγελματική ειδίκευση και ικανότητα;

Εμείς είμαστε υπέρ του δεύτερου. Γι’ αυτό αξίζει να δουλέψουν σκληρά τόσο οι φοιτητές όσο και οι εκπαιδευτικοί, και να αποδόσουν.

Αντίθετα, η μονοπωλιακή αστική τάξη, σπάει τα διλήμματα: Ό λο και πιο συστηματικά, προωθεί μαζικές σπουδές, χαμηλού ε­πιπέδου για τους είλωτες, και υψηλές αποκλειστικές για την ελίτ. Σε μεγάλο βαθμό, μελλοντικά καταρχήν στόχος της, δεν θα είναι το τρι­τοβάθμιο εκπαιδευτικό σύστημα να μορφώνει επαρκώς το σύνολο των φοιτητών, όσο να επιλέγει ποιους τελικά σε ένα δεύτερο επίπεδο θα μορφώσει πραγματικά.

Σήμερα, τα πολλά λεφτά, δίνονται για ορισμένα ερευνητικά κέ­ντρα και ινστιτούτα ιδιωτικού δικαίου, εκτός ΑΕΙ, ενώ τα κονδύλια για τα ΑΕΙ περιορίζονται. Λεφτά δίνονται επίσης για συνάλλαγμα για σπουδές ειδίκευσης στο εξωτερικό.1

Λεφτά «ίσως δοθούν» για ορισμένες κατηγορίες μεταπτυχιακών, όχι όμως και για υποτροφίες, που να διευκολύνουν τους φτωχούς φοιτητές να εξειδικεύονται. Τα λεφτά επίσης, υπάρχει η πρόθεση να δίνονται μόνο για ορισμένες από τις σχολές που ασχολούνται με θε­τικές και τεχνικές επιστήμες, και που εξασφαλίζουν πιο άμεσα την αξιοποίηση του κεφαλαίου. Ακόμα λιγότερα είναι τα χρήματα που

I. Α ρθρογράφος στο περιοδικό Α ντί, το μόνο που ανακάλυψε σαν πραγμα­τικά ενοχλητικό, στην κατάσταση kui τις προοπτικές των ελληνικών ΑΕΙ ήταν η ροή συναλλάγματος στο εξωτερικό και αντ' αυτού, σαν λύση πρότεινε τη νομιμο­ποίηση και δημιουργία ιδιωτικού ΑΕΙ στην Ελλάδα. Λες και το πρόβλημα είναι ο γεωγραφικός χώρος υλοποίησης των πολιτικών εκπαιδευτικών... διαχωρισμών του Κ Μ Κ, και όχι ο ίδιος ο διαχωρισμός (Δ.Χ. Π αναγιωτόπουλος, «Π ολλοί τρόποι σ ' ένα ερώτημα »,Α ντί. τεύχος 327, 26.9.86. σελ. 35-6).

22

Page 24: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

δίνονται για τις κοινωνικές επιστήμες. Κι αυτά, η πρόθεση είναι να δίνονται, μόνο εφόσον οι κοινωνικές επιστήμες είναι προσανατολι­σμένες ενάντια στα συμφέροντα της κοινωνίας, υποτάσσονται τάχα «ακομμάτιστα» στις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου. Να συμβάλ­λουν δηλαδή για λογαριασμό του στην παραγωγή ιδεολογίας, τε­χνικών μεθόδων κυριαρχίας και αύξησης της απόδοσης των εργα­ζομένων. Αλλιώς δεν θα τις ενισχύει και θα τους αναθέτει όπως και σήμερα το ρόλο του απλού μεταδότη ενός σταθερά προσδιορισμένου περιεχόμενου και μεθόδου (όπως οι εκπαιδευτικοί στο σχολείο).

Η μεγάλη αστική τάξη, προωθεί τύπους σπουδών που να δια­χωρίζουν τους απόφοιτους των ΑΕΙ σε είλωτες και ελίτ, κι όχι τέ- τιους, που να ανταποκρΐνονται στις ανάγκες της κοινωνίας. Θέλει να υποτάξει τα ΑΕΙ στην καπιταλιστική αγορά και όχι στις κοινωνικές ανάγκες. Μ’ αυτό το κριτήριο καθορίζει τόσο τον αριθμό των εισα­κτέων (άνεργοι - απόφοιτοι) - κι όχι στη βάση του ότι οι κοινωνικές ανάγκες είναι μεγαλύτερες από τη σημερινή ζήτηση της καπιταλι­στικής αγοράς - καθώς και τη χρηματοδότηση κατά ΑΕΙ και σχολή. Αδιαφορεί για την ειδίκευση της πλειοψηφίας των φοιτητών. Για τις ελίτ θέλει να εξασφαλίσει μακρόχρονες σπουδές, την ένταξή τους στην έρευνα και υψηλή σχετικά ειδίκευση. ΓΓ αυτό και το πλαστό δίλημμα μόρφωση ή ειδίκευση την εξυπηρετεί. Αποτελεί ένα μεγάλο άλλοθι για το διαχωρισμό της μόρφωσης της πλειοψηφίας από την έρευνα. Η άρχουσα τάξη επιδιώκει γΓ αυτήν την πλειοψηφϊα, τη στα­θεροποίηση και φορμαλιστικοποϊηση του περιεχομένου των σπουδών τους. Μια τέτια τυποποίηση, την θεωρεί σαν την πιο «κατάλληλη λύση» στην αντίθεση ανάμεσα στην ανάπτυξη των δυ­νατοτήτων της επιστήμης, γνώσης και τεχνικής και τον καπιταλι­σμό. Σ' αυτή την πλειοψηφϊα. ναι μεν διδάσκεται στα ΑΕΙ η τεχνική και η μέθοδος της ιδιοποίησης της γνώσης (συχνά της παπαγάλησής της ή στην καλύτερη περίπτωση της αναζήτησής της στις πηγές της), δεν εξασφαλίζεται όμως και συχνά αποτρέπεται η απόκτηση της ικανότητας σκέψης και επιστημονικής δράσης. Δεν είναι τυχαίο, ότι ο κυριαρχούμενος από τους αντιδραστικούς σύλλογος διδασκό­ντων της σχολής θετικών επιστημών Πανεπιστημίου Κρήτης ορίζει σαν «πραγματική πανεπιστημιακή εκπαίδευση» αποκλειστικά την ε­ξοικείωση των φοιτητών «με την επιστημονική μεθοδολογία».1

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατάστασης είναι η πλειοψηφϊα των οικονομικών σχολών, που στην ουσία παράγουν βα­σικά λογιστές. Είναι οι λεγάμενες καθηγητικές σχολές, που ουσια­στικά δεν βγάζουν ούτε ερευνητές ούτε εκπαιδευτικούς. Η ειδικότητα

I. Ο ικονομικός Ταχυδρόμος. 3.4.86. τεύχος 14, σελ. 25.

23

Page 25: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

των τελευταίων απαιτεί άλλα προγράμματα σπουδών και πρακτικές παιδαγωγικής και διδακτικής. Είναι οι σχολές των νέων τεχνολογιών που αναπτύσσονται όχι σύμφωνα με τις κοινωνικές ουμανιστικές και τεχνικές τους δυνατότητες. Που αντίθετα, τα αποτελέσματά τους εί­ναι υποταγμένα στο κεφάλαιο, δουλεύουν ξεκομμένα από τις υπόλοι­πες κοινωνικές επιστήμες και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο.

5. ΑΕΙ - ΕΠΙΣΤΗΜΗ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΤα ΑΕΙ είναι παραγωγοί νέας τεχνολογίας, αποφοίτων που είναι

φορείς της νέας τεχνολογίας και, τα ίδια ταυτόχρονα, χρήστες της. Οι νέες επιστήμες, όπως και παλιότερες, μέσω του ανθρώπου και των μέσων παραγωγής, χρησιμοποιούνται στον καπιταλισμό για την αύ­ξηση της εκμετάλλευσης, μέσω της αύξησης της σχετικής υπε­ραξίας. Η ίδια η παραγωγή επιστημονικοποιείται. Η επιστήμη γίνε­ται άμεση παραγωγική δύναμη και κοινωνικοποιείται σαν τμήμα της ενιαίας διαδικασίας της κοινωνικοποίησης της εργασίας. Ο κοινω­νικός χαρακτήρας της επιστήμης και κατά προέκταση των ΑΕΙ έρχε­ται σε αντίθεση με την ιδιωτική ιδιοποίηση της επιστήμης, των λει­τουργιών και κοινωνικά παραγωγικών αποτελεσμάτων των ΑΕΙ. Οι ε­πιστημονικές γνώσεις, προϊόν της ανάπτυξης της κοινωνίας είναι σε τελευταία ανάλυση κοινωνικές γνώσεις που δεν φθείρονται από τη χρήση τους, ούτε χάνουν λόγω χρήσης σε αξία. Ό σ ο ευρύτερη η διάδοσή τους, τόσο μεγαλύτερη η αξία τους κοινωνικά. Η σωστή μόρφωση και ειδίκευση στις προπτυχιακές, όπως προτείνουμε κατά συνέπεια, οφελεί όχι μόνο τους ίδιους τους σπουδαστές, αλλά και τις επιστήμες και την κοινωνία.

Η ανάπτυξη των επιστημών σήμερα, γίνεται μέσω της παραπέρα προώθησης του καταμερισμού σ ’ αυτές. Η εξέλιξή τους δεν είναι πλέον προϊόν τυχαίας ατομικής αντίληψης και εργασίας, αλλά προϊόν όλο και πιο συλλογικής και συστηματικής εργασίας. Απαιτεί, κατά συνέπεια, κοινωνικό πρόγραμμα και συνεργασία.

Ακριβώς αυτή η ανάπτυξη της επιστήμης μαζί με την ανάγκη εκ­δημοκρατισμού απαιτεί και τη διαμόρφωση συλλογικής συμμετο­χικής οργάνωσης στη διεύθυνση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της έρευνας, καθώς και στη διοίκηση στα ΑΕΙ. Σ’ αυτά τα πλαίσια είναι πολιτικά άκρως αντιδραστική και επιστημονικά σκοταδιστική η προσπάθεια να επαναφερθεί με τον έναν ή άλλον έμμεσο τρόπο η έδρα. Να μην παίρνει υπόψη της η δομή και οργάνωση των τομέων και τμημάτων των ΑΕΙ, το γεγονός της κοινωνικοποίησης της πνευ­ματικής εργασίας και τον απαιτούμενο καταμερισμό εργασίας που πρέπει να τη συνοδεύει.

Η κοινωνικοποίηση της επιστήμης, καθώς και η μετατροπή της

24

Page 26: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σε άμεση παραγωγική δύναμη απαιτεί τη δημιουργία σχολών και την ανάπτυξη των ΑΕΙ, με τέτιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η όσο το δυνατό μεγαλύτερη απόκτηση γνώσης και η αξιοποίησή της απ' όλη την κοινωνία. Όμως η εκπαίδευση στα ΑΕΙ, αντικειμενικά, σε μεγάλο ακόμα βαθμό, καθορίζεται από τις ανάγκες αξιοποίησης του συνολικού κεφαλαίου και μάλιστα τις βραχυπρόθεσμες. Σ’ αυτή τη βάση γίνεται προσπάθεια από την αντίδραση να διαμορφώνεται και το αντίστοιχο περιεχόμενο σπουδών.

Τα ελληνικά ΑΕΙ δεν έχουν προσαρμοστεί στις νέες ανάγκες της κοινωνίας, ανάγκες στις οποίες δεν έχει προσαρμοστεί ούτε η ίδια η κοινωνία. Η χώρα χρειάζεται μια πολιτική παραγωγικής ανασυ­γκρότησης. Πέρασμά της από την εκτατική στην εντατική αναπαρα­γωγή. Ανοδο του ρόλου των ΑΕΙ και της σημασίας της επιστήμης - έρευνας. Ορθολογικότητα της επιστήμης ενάντια στον αστικό ανορ- θολογισμό. Τη δυνατότητα τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής, επι­στημονικής, ερευνητικής δράσης των ΑΕΙ να αξιοποιούνται απ’ όλη την κοινωνία.

Να αναπτύσσεται η επιστημονική δράση στα ΑΕΙ στην κατεύ­θυνση ανάδειξης των αντιθέσεων στη φύση, στην κοινωνία, στη σχέση φύσης - κοινωνίας. Να συμβάλλει στην ανάδειξη λύσεων και να κατευθύνει σ’ αυτές, προς όφελος της κοινωνίας, κι όχι των στενών μονοπωλιακών συμφερόντων.

Να δημιουργείται στα ΑΕΙ κλίμα για την ελεύθερη επιστημο­νική ανάπτυξη. Βέβαια, με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να νοείται η ε­λευθερία της επιστήμης, σαν η ελευθερία της από καθέδρας επιστη­μονικής αυθαιρεσίας. Ο ίδιος ο Δ. Ρόκος, πρώην Γ.Γ. του Υπουρ­γείου Παιδείας και στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, ομολογεί με τον δικό του τρόπο τη μη ύπαρξη ουσιαστικής ελευθερίας στα ΑΕΙ και επί κυ­βερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Σ’ άρθρο του το 1986, διατυπώνει τη θέση ότι «ελευθερία έχουν σήμερα μόνο οι καθηγητές, όλοι οι άλλοι... τελούν σε σχέση εξάρτησης».1

Η από καθέδρας αυθαιρεσία εμφανίζει σαν επιστημονική ελευ­θερία και μάλιστα αντικειμενική και απολιτική, τις αντιλήψεις της αστικής τάξης για τα ΑΕΙ, τις επιστημονικές μεθόδους και νοο­τροπίες της. Πρόκειται για αντιλήψεις που απεύχονται τον ουσια­στικό, μαχόμενο επιστημονικό πλουραλισμό, που τάσσονται αποφα­σιστικά υπέρ ενός δήθεν επιστημονικού πλουραλισμού, ο οποίος ανέχεται μόνο όποιον παραμένει στο έδαφος του σημερινού κοινωνι­κού συστήματος. Που χαρακτηρίζουν ουσιαστικά σαν κομματικο­

ί. Δ. Ρόκος. «Η αλλαγή στα πανεπιστήμια», τεύχος 4ο. «Ελεύθερη δ ιακίνηση ιδεών». Π ρώτη. 12.4.86).

25

Page 27: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ποίηση, την αναγωγή της αντιφατικότητας των διαδικασιών και προ­βλημάτων των ΑΕΙ, από την υποκειμενική εμπειρία του φοιτητή και εργαζόμενου σ’ αυτά στους κοινωνικούς όρους και αντιθέσεις που την καθορίζουν σε τελευταία ανάλυση.

Για μας ελευθερία της επιστήμης δεν σημαίνει «ελευθερία» από την επιστημονική κριτική, τον διάλογο και την αντιπαράθεση, μέσα με τα οποία θέλουν, η εργατική τάξη και η διανόηση που συμπα­ρατάσσεται μαζί της, να συμβάλουν στην απελευθέρωση της επιστή­μης από τα στενά σημερινά δεσμά της, έτσι ακριβώς, όπως αρμόζει στον σύγχρονο Προμηθέα.

Πρέπει τα ΑΕΙ να μην επιτρέπουν τη δική τους υποταγή και των επιστημόνων που «παράγουν» στα στενά συμφέροντα του ΚΜΚ συ­στήματος. Η επιστήμη που διδάσκεται και εφαρμόζεται στα ΑΕΙ πρέπει να τείνει προς την αλήθεια. Χωρίς το ήθος της αναζήτησης της αλήθειας, ο επιστήμονας παύει να κάνει ουσιαστική επιστήμη, τα ΑΕΙ δεν είναι πια κέντρα γνώσης, γενικότερα δεν θα ’ναι δυνατό να υπάρξει η απαιτούμενη για τη χώρα μας επιστημονική ανάπτυξη. Η επιστημονική αλήθεια, βασικά είναι σε αντίφαση με τον καπιταλι­σμό.

Εξάλλου, σε συνεχή αντίφαση βρίσκονται οι επιστήμονες που θέλουν να τα ’χουν καλά ταυτόχρονα, τόσο με την επιστημονική αλήθεια όσο και με τον καπιταλισμό. Αντίφαση, που σπάνια μπο­ρούν να τη λύσουν όλοι ατομικά. Για το ξεπέρασμά της απ’ αυτούς απαιτείται η προώθηση της αλλαγής, να δοθεί πλέον μια κοινωνική λύση. Η αλλαγή αυτή θα επεκτείνεται και θα επιδρά μέσα στα ίδια τα ΑΕΙ, στην αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους, όχι βέβαια προς όφελος των κυρίαρχων του ΚΜΚ, αλλά προς όφελος των δημοκρα­τικών αναγκών των πολλών.

Σ' αυτά τα πλαίσια, είναι καθήκον των συνειδητά προοδευτικών δυνάμεων στα ΑΕΙ, να βοηθήσουν την πανεπιστημιακή κοινότητα συνολικά, να συνεχίσει την πάλη της, για ΑΕΙ στην υπηρεσία του τόπου και της επιστήμης. Να μην εγκαταλείψει η δημοκρατική της πλειοψηφία το πεδίο της πανεπιστημιακής πολιτικής, λόγω τυχόν α­πογοήτευσης από τη σημερινή κυβέρνηση, την κρίση των ΑΕΙ και τον άκρατο φιλοΕΟΚισμό ορισμένων δυνάμεων. Να μην αφήσει επι­πλέον να χαθεί η εσωτερική της αλληλεγγύη και ο αυτοσεθασμός. Να αποτρέψουν την παραγωγή από τα ΑΕΙ επιστημόνων τυπικά α­πολιτικών. μονοδιάστατα και περιορισμένα μορφωμένων, αλλά να συμβάλουν στη διαμόρφωση τέτιων διανοούμενων που θα νιώθουν κοινωνικά υπεύθυνοι, που σε κάθε βήμα της επιστήμης τους θα βρί­σκουν δρόμο, ώστε αυτή να 'χει στην εφαρμογή της θετικές συνέ­πειες. Που θα αντιπαλεύουν τις προσπάθειες να αποξενώσουν τη δη­

26

Page 28: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μοκρατική πανεπιστημιακή κοινότητα από το γενικότερο δημοκρα­τικό κίνημα της αλλαγής, να το αποπροσανατολίσουν από την ανά­γκη συνειδητής πάλης, στη βάση των αντικειμενικών ενδιαφερόντων και αναγκών τους, ενάντια στην απομόνωσή τους από τον κοινωνικό περίγυρο.

6. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ6. I. Η κύρια τάση: Έρευνα έξω από τα ΑΕΙ

Σήμερα, η συντήρηση και η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, προσανα­τολίζονται στην υποβάθμιση των προπτυχιακών σπουδών από τη μια και στη μεγαλύτερη υποταγή των ελληνικών ΑΕΙ στα σχέδια του μεγάλου κεφαλαίου. Η διπλή αυτή επίθεση εκφράζεται κυρίαρχα στην πολιτική που ακολουθούν και προτείνουν, παραπέρα, για την έρευνα. Την έρευνα τη βγάζουν βασικά έξω από τα ΑΕΙ, με την ίδρυ­ση ξεχωριστών, έξω απ’ αυτά, ερευνητικών κέντρων και ινστιτούτων. Στην περίπτωση που τη συνδέουν μ’ αυτά, το κάνουν μόνο προκειμέ- νου να αξιοποιήσουν την υλικοτεχνική υποδομή τους, πάντα μακριά από τις προπτυχιακές σπουδές.

Η κύρια ουσία μιας τέτιας πολιτικής βρίσκεται στην ανάγκη των μονοπωλίων, να καθορίζουν εκείνα την έρευνα, το τι, πότε, προς όφε­λος τίνος θα ερευνηθεί, μακριά από το δημοκρατικό έλεγχο των οργάνων των ΑΕΙ, σε συνδυασμό και εξαιτίας της αδιαφορίας τους αν όχι της αρνητικής τους στάσης απέναντι στην παροχή ειδίκευσης μέχρι το πτυχίο.

Εμείς είμασταν κατηγορηματικά αντίθετοι στο νομοσχέδιο του κ. Λιάνη, πρώην υπουργού της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, που έβγαλε την κύρια έρευνα από τα ΑΕΙ. Είμαστε επίσης κατηγορηματικά αντί­θετοι στη νέα τάση της κυβέρνησης, τάση που διαμορφώθηκε από την ΕΟΚ και τον ΣΕΒ, να υποτάξουν την όποια έρευνα των ΑΕΙ στα προγράμματα των μονοπωλίων, με τρόπο μάλιστα, που να γίνεται δια­χωρισμός ανάμεσα σε ΑΕΙ, σχολές, ακόμα και μέλη του ΔΕΠ, ανάλο­γα με τις αντιστάσεις και τις δημοκρατικές ευαισθησίες τους, που όσο μικρότερες είναι, τόσο μεγαλύτερη προγραμματίζεται να είναι η χρηματοδότηση.

Μια τέτια στάση στηρίζεται στην αντιεκπαιδευτική, αντιεπιστη­μονική αρχή του χωρισμού της έρευνας από τη διδασκαλία, και γε­νικότερα την εκπαιδευτική διαδικασία. Στην αρχή του ελέγχου της έρευνας στα ΑΕΙ από τα όργανα της ΕΟΚ και του μεγάλου κεφα­λαίου, μακριά από το δημοκρατισμό και τον έλεγχο των συλλογικών, εκλεγμένων, άρα αιρετών και ελεγχόμενων από την πανεπιστημιακή κοινότητα, οργάνων των ΑΕΙ.

27

Page 29: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Ο απαιτούμενος συνολικός σχεδιασμός για την έρευνα, δεν γίνε­ται εκτός από ορισμένα επιμέρους στάδια που εκπονούν εξωπανεπι- στημιακά κέντρα εξουσίας.

Όμως, χωρίς έρευνα, στις σπουδές στα ΑΕΙ, για το πρώτο πτυχίο, δεν μπορούν να γίνουν σωστές και κοινωνικά ορθολογικές σπουδές. Ειδικά δεν μπορεί να εξασφαλιστεί και ουσιαστικά να δο­θεί, η απαραίτητη ειδίκευση.

Έρευνα - ειδίκευση συμβαδίζουν και συγκαθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ίδια την επιστημονικότητα των σπουδών, της γνώσης, που παρέχεται στους φοιτητές, και των δυνατοτήτων του ίδιου του ΔΕΠ ν’ ανταποκριθεί ακόμα και σ’ αυτό το επιστημονικό του ιδιαίτερο εκ­παιδευτικό έργο. Γι’ αυτό δεν είμαστε μόνο αντίθετοι στη δημιουργία δύο κατηγοριών φοιτητών, αλλά και δύο κατηγοριών ΔΕΠ ανά βαθμίδα. Σ’ αυτούς που θα «επιτρέπεται» να κάνουν έρευνα και σ’ αυ­τούς που δεν θα επιτρέπεται, λόγω του ΑΕΙ στο οποίο δουλεύουν, ή και των κοινωνικών τους αντιλήψεων και πεποιθήσεων.

Η έρευνα δεν γίνεται για την έρευνα. Έ χει κάποιο ομολογημένο ή μη στόχο, κρύβει ελπίδες και προσδοκίες. Αλλο πράγμα λογουχά­ρη η έρευνα για το πώς εξασφαλίζεται η ειρήνη και άλλο για το πώς κερδίζεται ένας πόλεμος. Για την τελειοποίηση της εκμετάλλευσης στα οικονομικά ή τον εξανθρωπισμό των συνθηκών παραγωγής. Γ ια τα κοινωνικά μεγέθη ή ορισμένα στενά ατομικά (ιδιοκτησία, προ­παγάνδα και διαφήμιση κοκ.).

Εξάλλου, η έρευνα στα ΑΕΙ που καθορίζεται μονόπλευρα από τα μεγάλα συμφέροντα, μπορεί ναΙεπηρεάσει και το ποιες επιστήμες και σχολές θα αναπτυχθούν. Οδηγούν στον κίνδυνο καθίζησης ορισμέ­νων σχολών, που μπορεί όμως να ’ναι κανονικά άμεσης προτεραιότη­τας για την κοινωνία καθώς και στη μονόπλευρη ανάπτυξη ορισμέ­νων άλλων.

Η τάση να υποταχθούν τα ΑΕΙ πιο άμεσα στα μεγάλα συμφέρο­ντα συνδέεται επίσης με το γεγονός ότι η βασική έρευνα γίνεται σχεδόν αποκλειστικά στα ΑΕΙ. Πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι τα ΑΕΙ διαθέτουν το μεγαλύτερο και συνολικά κατά επιστήμη πιο διαφοροποιημένο και ειδικευμένο προσωπικό, απ’ όλα τα ιδρύματα και επιχειρήσεις της χώρας. Εξάλλου, μόνο τα ΑΕΙ μπορούν να παράγουν με τα μεταπτυχιακά τους ερευνητές για όλα τ’ άλλα ιδρύμα­τα, τις επιχειρήσεις και τους κρατικούς μηχανισμούς.

Η επιμονή υποταγής των ΑΕΙ, στα εξωπανεπιστημιακά κέντρα, ακόμα κι αυτά της έρευνας, (βλέπε σχέση λογουχάρη Ερευνητικού Κέντρου Κρήτης, με το αντίστοιχο Πανεπιστήμιο, όπου οι σχέσεις είναι μονόδρομες) έχει σήμερα σαν στόχο να διευκολύνεται η πρό­σβαση της βιομηχανίας στα ΑΕΙ, την αξιοποίησή τους απ’ αυτήν, με

28

Page 30: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τρόπο που να εξυπηρετείται μόνο το μεγάλο κεφάλαιο και όχι κύρια η κοινωνία σαν σύνολο.

6. 2. ΕΟΚ - Έρευνα - ανάγκες των σπουδώνΗ βιομηχανία θέλει να ελέγχει άμεσα μέρος των σπουδών των

φοιτητών, ιδιαίτερα ορισμένων ειδικών κατηγοριών, που προορίζο­νται για ρόλο ελίτ, όπως τον περιγράψαμε πιο πάνω. Αυτό το σκοπό έρχεται να εξυπηρετήσει το σχέδιο COMETT της ΕΟΚ. Σύμφωνα μ’ αυτό, ορισμένες χιλιάδες φοιτητές (στην πρώτη φάση 10 χιλιάδες από όλη την ΕΟΚ) θα εργαστούν σε ΕΟΚική βιομηχανία ένα εξάμη­νο. Αντίστοιχα, στελέχη της βιομηχανίας θα διδάξουν στα πανεπι­στήμια. Το σχέδιο προβλέπει αλλαγές στα προγράμματα σπουδών, με στόχο την κάλυψη άμεσων ειδικών αναγκών των μονοπωλίων. Προ­βλέπει ακόμα την ανάπτυξη κοινοτικού δικαίου για τη σύμπραξη με­ταξύ ΑΕΙ και ιδιωτικής βιομηχανίας στον τομέα της κατάρτισης. Στο βαθμό που τα ΑΕΙ θα ανταποκρίνονται σ’ αυτό το σχέδιο, θα χρημα­τοδοτούνται ανάλογα.

Με το σχέδιο αυτό, οι απόφοιτοι των ΑΕΙ δεν θα κρίνονται από τις επιδόσεις τους στα ΑΕΙ που σπούδασαν ούτε από το επίπεδο των τελευταίων, αλλά από το βαθμό συμβολής τους «στη δημιουργία ευ­ρωπαϊκής συνείδησης» και στην κατάργηση των εμποδίων που μπαί­νουν στην επέμβαση της βιομηχανίας στα ΑΕΙ.1

Με το COMETT τα μονοπώλια και η ΕΟΚ ξεκινούν από μια υ­παρκτή εκπαιδευτική - επιστημονική ανάγκη των ΑΕΙ, την οποία στρεβλώνουν, με σκοπό τη δημιουργία ΑΕΙ δύο ταχυτήτων και από­φοιτων δύο κατηγοριών. Την ανάγκη για ισότιμη παραγωγική σύνδε­ση ΑΕΙ - βιομηχανίας, τη μετατρέπουν σε δικαίωμα επέμβασης της βιομηχανίας στα προγράμματα σπουδών των ΑΕΙ. Επέμβαση που θα ενταθεί από την τυχόν εφαρμογή του σχεδίου ERASMUS.

Εμείς θεωρούμε αναγκαία την πρακτική άσκησή των φοιτητών στη βιομηχανία, αρνούμαστε όμως τη μετατροπή αυτής της ανάλυ­σης σε δικαίωμα της δυτικοευρωπαϊκής βιομηχανίας να επιλέγει και να εκπαιδεύει πρακτικά μόνο λίγους και, το κυριότερο, η εκπαίδευση να μη γίνεται στη βάση ενός προγράμματος σπουδών που ’χει εκπο­νηθεί στα ΑΕΙ ή έστω με τη συνεργασία ΑΕΙ - βιομηχανίας, αλλά αποκλειστικά στη βάση των επιλογών του μεγάλου κεφαλαίου.

Στη σημερινή φάση που βρίσκεται η κυβέρνηση, δεν προκαλεί καμιά απορία, που το Υπουργείο Παιδείας μπλέκει σκόπιμα, την ανάγκη διεθνών σχέσεων των ΑΕΙ και επαφής τους με τη βιομηχανία

I . Βλ. άρθρο Μ. Α σημακόπουλου στην Ε πιστημονική Σκέψη, τεύχος 30, σελ.82).

29

Page 31: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

με το συγκεκριμένο τρόπο προώθησής τους από την ΕΟΚ. Φαίνεται, ότι η κυβέρνηση δεν είναι πλέον σε θέση ούτε καν να φαντασθεί ότι μπορούν να υπάρχουν στα σχέδια της ΕΟΚ εναλλακτικές δημοκρα­τικές λύσεις. Αλλιώς δεν εξηγούνται οι δηλώσεις του κ. Τρίτση, σύμ­φωνα με τις οποίες, το σχέδιο COM ETT είναι ο μόνος τρόπος για «να βγει το πανεπιστήμιο από τον απομονωτισμό του» ότι η τυχόν άρνησή του ισοδυναμεί τάχα «με το χτίσιμο τειχών ανάμεσα στη δική μας γνώση, την παρωχημένη πια, με την προηγμένη γνώση των αναπτυγμένων χωρών».1 Και εύλογα προκύπτει το ερώτημα, έξω από την ΕΟΚ δεν υπάρχει τεχνολογία προωθημένη; Η, ακόμα, κι αυτή η τεχνολογία της ΕΟΚ μαζεύτηκε μόνο στο COMETT; Η τέτια απολυ­τοποίηση δεν βρίσκεται μακριά από σειρά δημοσιευόμενες αντιδρα­στικές απόψεις όπως στην Καθημερινή, σύμφωνα, με την οποία, ε­πειδή δεν συμφωνούμε με τα ιδιωτικά ΑΕΙ, όπως θέλει να προωθήσει η Σορθόνη στην Αθήνα, δεν «μας έμεινε διόλου μυαλό, θέλουμε να τα ισοπεδόσουμε όλα».2

Εμείς είμαστε υπέρ του να είναι η πρακτική εξάσκηση μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος όλων των ΑΕΙ κι όχι μέσο για το χωρι­σμό των φοιτητών σε κατηγορίες, για χτύπημα της αυτοτέλειας της εκπαιδευτικής διαδικασίας των ελληνικών ΑΕΙ. Γεγονός που θα ενι- σχυθεί και από την τυχόν εφαρμογή του ERASMUS που προβλέπει σπουδές ελλήνων για ένα χρόνο σε κοινοτικά ΑΕΙ, πράγμα βέβαια καθόλου κατακριτέο, όμως είναι ο στόχος στο όνομα αυτής της θε­τικής καταρχήν δυνατότητας (α) να θεωρείται το πτυχίο αυτής της κατηγορίας δηλαδή του 10% περίπου του συνόλου των φοιτητών, «αυξημένης αξίας», απέναντι στο πτυχίο του υπόλοιπου 90%. Αφού τέτιος στόχος εντάσσεται κι αυτός στα πλαίσια των προαναφερόμε- νων ελιτίστικων αντιλήψεων του μεγάλου κεφαλαίου, και, (β) που ’ναι το κυριότερο, το σχέδιο αυτό προβλέπει την αναγνώριση της ντι­ρεκτίβας υποβάθμισης των ελληνικών πτυχίων καθώς και την επιβο­λή κοινού προγράμματος σπουδών με τις χώρες της ΕΟΚ στη βάση των στόχων που διατυπώνουν οι δυτικοευρωπαϊκές πολυεθνικές.

Το κόμμα μας ήταν και είναι υπέρ της ανταλλαγής και αξιοποίη- σΓΙζ της διεθνούς πείρας, από τον αναπτυγμένο σοσιαλιστικό και κα­πιταλιστικό κόσμο. Ό χ ι βέβαια, για να αντιγραφεί μηχανιστικά και δογματικά, όπως για άλλη μια φορά προωθεί ο ελληνικός ΚΜ Κ,

1. Ο μιλία Τρίτση, σ την Ημερίδα για το CO M ETT, στις 2.2.87, βλ. Δημοκρα­τικός Λόγος, 3.2.87).

2. Κ αθημερινή, 4.1.87, άρθρο του Δ. Κατακή «Π ανεπιστημιακός Π αραλογι- σμός».

30

Page 32: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

αλλά για να αξιοποιηθεϊ και ενσωματωθεί η πείρα τους, σ’ ένα πρό­γραμμα σπουδών με βάση πριν απ’ όλα τις ανάγκες της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας γενικά της κοινωνίας μας.

6. 3. Η χρηματοδότηση της έρευναςΗ κυβέρνηση αδρανοποίησε το Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο

Έρευνας, εγκατέλειψε κάθε πρόθεση εθνικού σχεδιασμού της έρευ­νας. Ταυτόχρονα, έδοσε ΙΟπλάσια χρήματα στην ιδιωτική πρωτο­βουλία για έρευνα, απ’ ό.τι στα ΑΕΙ μέσω του Υπουργείου Παιδείας. Μ' αυτόν τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος παράδοσης των ΑΕΙ, σ ’ ένα βαθμό, όπως και στην υπόλοιπη καπιταλιστική Ευρώπη, στην «ιδιω­τική πρωτοβουλία» του μεγάλου κεφαλαίου.

Σήμερα, για να χρηματοδοτηθεί από το κράτος ένα ερευνητικό πρόγραμμα των ΑΕΙ, βασικά, μπαίνει σαν προϋπόθεση η χρημα­τοδότησή του κατά 35"/0 από ιδιωτικό φορέα. Μ’ άλλα λόγια, στα πλαίσια του ελληνικού Κ. Μ Κ., τα ερευνητικά κονδύλια, πάνε σε ι­διώτες. ή δίνονται μέσω ΝΑΤΟ και ΕΟΚ. Κατόπιν, ιδιώτες, ΝΑΤΟ και ΕΟΚ, αναλαμβάνουν την επιλογή και χρηματοδότηση μέρους της έρευνας στα ΑΕΙ. Αναλαμβάνουν δηλαδή τον καθορισμό του πε­ριεχομένου της. τον προσδιορισμό του φορέα της και τον έλεγχο της πανεπιστημιακής έρευνας. Σε μεγάλο βαθμό, αποκτούν δυνατότητα ε­πιρροής στις μεταπτυχιακές, που δεν νοούνται χωρίς έρευνα, γενικά στα προγράμματα σπουδών. Ουσιαστικά περιπλέκεται κι άλλο η αυ­τοτέλεια των ΑΕΙ. Ό ποιος επιστήμονας, σχολή, ΑΕΙ (όπως ιδιαίτερα το Πολυτεχνείο) παλεύουν για τη διατήρηση της αυτοτέλειάς τους, του δικαιώματος να καθορίζουν εκείνα το εκπαιδευτικό και ερευνη­τικό πρόγραμμά τους, θεωρούνται «κομματικοποιημένοι», και «επι­στημονικά καθυστερημένοι», πιο σωστά χρηματικά κομμένοι.

Το όλο τρυκ είναι ότι αντί τα χρήματα να δίνονται στα ΑΕΙ και τα δημοκρατικά εκλεγμένα συλλογικά τους όργανα, να καθορίζουν τα προγράμματα έρευνας και σπουδών, με βάση τις κοινωνικές ανά­γκες, αυτά δίνονται μέσω των μελών του ΣΕΒ και του ξένου παράγο­ντα. Τα ΑΕΙ πρέπει να υποταχθούν σ’ αυτούς, αλλιώς ούτε χρήματα, ούτε έρευνα θα δουν. Να, πώς εκβιάζουν την κατάσταση οι μεγαλοκα- πιταλιστές, τα ειδικά υπουργεία, και μερίδα του τύπου. Ό ποιος δεν υποτάσσεται, δεν είναι σύγχρονος. Δεν έχει λεφτά για όποιον στα ΑΕΙ δεν δέχεται τα COMETT και ERASMUS, την αυστηρή λιτότη­τα στις επιχορηγήσεις και τις τροποποιήσεις στο Πρόγραμμα Ανά­πτυξης Έρευνας και Τεχνολογίας (ΠΑΕΤ) που προβλέπει και προω­θεί την απαίτηση της συμμετοχής των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρή­σεων και την προτεραιότητα των ΕΟΚικών ερευνητικών προ­γραμμάτων στο παραγωγικό έργο των ΑΕΙ, προκειμένου αυτά να μπο­

31

Page 33: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ρούν να λειτουργούν μ’ ένα ελάχιστο πρόγραμμα έρευνας, να παρα­μείνουν σύγχρονα.

Ναι. είπε ο κ. Τρίτσης, λίγα είναι τα λεφτά που δίνει το κράτος στα ΑΕΙ, αλλά ας βρουν λεφτά κι απ’ αλλού. Εμείς ρωτάμε: Γιατί τα δίνετε εσείς αυτά τα λεφτά αλλού κι όχι στα ΑΕΙ; Για να ζητιανεύουν τα τελευταία; Γιατί αυτό το αλλού είναι μόνο το μεγάλο κεφάλαιο και η ΕΟΚ κι όχι οι επιστημονικοί φορείς και τα συνδικάτα; Γ ιατί εγκα- ταλείπεται κάθε εθνική πολιτική έρευνας στο όνομα της μεγαλοκαπι- ταλιστικής πρωτοβουλίας και της ευρωπαϊκής επιλογής; Για να χρη­σιμοποιούνται ελληνικές εγκαταστάσεις, έλληνες επιστήμονες, λεφτά του ελληνικού δημοσίου, στην παραγωγή ανεξέλεγκτου (κι αυτό είναι το κύριο) ερευνητικού έργου για λογαριασμό των ΕΟΚι- κών μονοπωλίων και των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων; Μ ή­πως για να ανακαλύπτει ο Οικονομικός Ταχυδρόμος,' ότι το όλο πρόβλημα είναι πώς οι καπιταλιστές Οα αξιοποιήσουν καλύτερα τις «σωρό ευκαιρίες», που φτιάχνει το Ερευνητικό Κέντρο Κρήτης (EKEK); Μια λογική που μετατρέπει, όπως έγραψε και ο Μ. Σοφού- λης,2 «Το πανεπιστημιακό σύστημα... σε μια αγορά αγοραστού».

Η πρόθεση για χρηματοδότηση των ΑΕΙ και της έρευνάς τους μέσω των μονοπωλίων και της ΕΟΚ, χωρίς έλεγχο από τα όργανα των ΑΕΙ για δέσμευση των ΑΕΙ όχι στην κοινωνία που φορολογείται και πληρώνει, αλλά στα στενά συμφέροντα των πιο πάνω. σημαίνει υποταγή της σ ’ αυτά. Σημαίνει, ότι δεν θα αξιολογούνται πια τα ΑΕΙ από την κοινωνία, αλλά από τους μεγαλοθιομήχανους και το διευ­θυντήριο της ΕΟΚ. Ό τι τα ΑΕΙ δεν θα πρέπει να ’χουν κοινωνικά κριτήρια, στην ανάπτυξή τους, αλλά αυτά των μεγάλων συμφερό­ντων, αφού τάχα όπως μας λένε αυτά τα τελευταία δεν είναι κομματι­κοποιημένα. Που με μοχλό κάποιους στην Κρήτη και τους πυρήνες ιδιωτικών πανεπιστημίων, πάνε να καταργήσουν κάθε κλίμα συνερ­γασίας ανάμεσα στα ΑΕΙ, να τα διαφοροποιήσουν, ιεραρχήσουν και οδηγήσουν σε σχέσεις καπιταλιστικού ανταγωνισμού, να παρακάμ- ψουν τις δημοκρατικές κατακτήσεις μέσα στα ΑΕΙ και να συνδέσουν βασικές λειτουργίες των ΑΕΙ με τα μονοπώλια και με διαδικασίες μυ­στικότητας. Όπως είχε πει και ο κ. Λιάνης «δημοκρατία και έρευνα δεν συμβαδίζουν».·1 Έ τσ ι, αντί του σχήματος: φόρος από τους ερ­

1. Γ. Μαρίνος, «Μήνυμα α ισ ιοδοξίας από την Κρήτη», Οικ. Ταχυδρόμος. σελ. 38-43.

2. «Ο εκφυλισμός απειλεί την ανώτατη εκπαίδευση». Βήμα, 30.11.86, σελ. 35.3. Σ. Γεωργάτος, «Τα Ερευνητικά Κέντρα Κρήτης», Ιδνθήμερος πολίτης.

3. ΙΟ.86. τεύχος 74. σελ. 32-34. Εδώ. σελ. 32. ο κ. Σ. Γ. που γνωρίζει πολλά από τα παρασκήνια, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός για το πώς και γιατί θέλουν ορισμένοι υποταγή των ΑΕΙ στην έρευνα στα ιδιωτικά συμφέροντα. Να εξασφαλίσουν το

32

Page 34: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γαζόμενους - κράτος - χρηματοδότηση ΑΕΙ - ικανοποίηση κοινω­νικών αναγκών, η κυβέρνηση προωθεί το σχήμα: φόροι - κράτος - επιδότηση μονοπωλίων - έλεγχος των ΑΕΙ - ικανοποίηση των μονο­πωλιακών αναγκών σε βάρος της κοινωνίας, των ΑΕΙ και της επι­στήμης.

6. 4. ' Ενα νέο κρατικομονοπωλιακό σύμπλεγμαΟυσιαστικά, και η κυβέρνηση από πλευράς της συμβάλλει στο

σχέδιο μετατροπής της καπιταλιστικής αγοράς σε ρυθμιστή και ορ­γανωτή της μόρφωσης και επιστήμης - έρευνας. Η πρόοδος της επι­στήμης θα εξαρτάται και θα υποστηρίζεται με βάση τις απαιτήσεις αυτής της αγοράς των μονοπωλίων κι όχι της κοινωνίας, των εργα­ζομένων. Ο ίδιος ο εκπρόσωπος της ομάδας στο ΑΕΙ της Κρήτης, που τάσσεται υπέρ μιας τέτιας ανασυγκρότησης, ο κ. Π. Δήτσας, δηλώνει ρητά, ότι σκοπός τέτιας έρευνας είναι οι «επιλεγμένοι τομείς αιχμής», η «προσφορά υπηρεσιών... και στην ελεύθερη αγορά» αξιο- ποιώντας «επιχορηγήσεις από ελληνικές και ξένες πηγές», όπως ΕΟΚ, ΝΑΤΟ κλπ.1 Με ανάλογο γράμμα στον Οικονομικό Ταχυδρό­μο2 ο προαναφερόμενος κύριος καλεί την κοινωνία σε παραίτηση από τη δωρεάν παιδεία και τα ΑΕΙ να βρουν χρήματα «πέραν του κρα­τικού κορβανά». Να βρουν δηλαδή χρήματα, και να υποταγούν σ’ αυ­τούς που φαίνεται δεν έχουν πρόβλημα να βουτούν από το κράτος, δηλαδή στα μονοπώλια για να εξαγοράζουν μετά την έρευνα των κρα­τικών ΑΕΙ.

Να μετατραπούν τα ΑΕΙ από εκπαιδευτικά - ερευνητικά ιδρύμα­τα σε «επιστημονικά επιχειρησιακά συγκροτήματα» κάτω από την καθοδήγηση των μονοπωλίων, όπως αυτά στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Χαρακτηριστικά σ’ αυτήν την κατεύθυνση, μιλώντας ο Υπουργός Παιδείας των ΗΠΑ, Γ. Μπένετ, σε απευθείας συνέντευξη δορυφο­ρικής σύνδεσης με δυτικοευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ανάμεσα στις οποίες και η Αθήνα, δήλωσε ότι «θα πρέπει να τονίσω ότι δεν είναι δική μου δουλιά (!) να θέσω τα πρότυπα στο εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτά θα πρέπει να τεθούν από τα ιδιωτικά ιδρύματα» (!)3

Η τάση αυτή στην πολιτική απέναντι στα ΑΕΙ εκφράζει, σ’ έναν βαθμό, και τις γενικότερες αλλαγές του ελληνικού ΚΜΚ, όπως περι- γράφονται και στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 12ο Συνέδριο. Ο

χτύπημα των μη κερόυφόρων γι' αυτά σπουόων (όπως σπουδές πάνω σε τυχόν up- νητικές επιπτώσεις των νέων τεχνολογιών, παιδαγωγικές σπουδές κλπ.

1. Βλ. Π. Δήτσας, «Η πραγματικότητα για το Πανεπιστήμιο Κρήτης», Ι5νθήμερος πολίτης, τεύχος 73, 6.9.86, σελ. 19-23, εδώ σελ. 21.

2.Τεύχος 14, 3.4.86, σελ. 26.3. Καθημερινή. 10.12.86.

33

Page 35: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός βαθαίνει και προχωρεί. Τα ΑΕΙ γίνεται προσπάθεια να υποτάσσονται στον μονοπωλιακό ιδιωτικό τομέα, και πολύ περισσότερο μέσω της διεθνοποίησης, σε υπερε­θνικές ρυθμίσεις. Η συνύφανσή τους με το κράτος τείνει να μη γίνε­ται μόνο στο γενικό και συνολικό επίπεδο, να μην περιορίζεται μόνο στις οικονομικές του λειτουργίες, αλλά επεκτείνεται και σ’άλλες, πιο ειδικές και συγκεκριμένες, με τη διαμόρφωση στα πλαίσια του Κ Μ Κ συστήματος, επιμέρους κρατικομονοπωλιακών συμπλεγμάτων. Τη διαμόρφωση ενός τέτιου σκοπεύουν να δημιουργήσουν και με τα Α Ε Ι και με τη βοήθεια υπερεθνικών ρυθμίσεων. Ενός Κ Μ Κ συμπλέγμα­τος των τεχνολογικά πιο προχωρημένων τμημάτων των Α Ε Ι - της έ­ρευνας και των μονοπωλίων. Η καπιταλιστική, αντιδραστική - εκ- συγχρονιστική απάντηση στο γεγονός ότι συνολικά, σήμερα ανε­βαίνει ο ρόλος της επιστήμης των ΑΕΙ, της επιστήμης μέσα στα ΑΕΙ, του ρόλου των διανοούμενων στην κοινωνία, είναι η αύξηση του ρό­λου της κρατικής πολιτικής και των ΕΟΚικών παρεμβάσεων για την πορεία των ΑΕΙ. Ο τρόπος που μεθοδεύεται αυτή η απαίτηση, σημαί­νει προσπάθεια όξυνσης της ταξικής πάλης από τα πάνω, για μια διέ­ξοδο των ΑΕΙ από την κρίση τους μέσα από το χτύπημα των δημο­κρατικών κατακτήσεων, την παραπέρα ένταξη των ΑΕΙ στις άμεσες ανάγκες του ΚΜΚ, με τον περιορισμό της σχετικής αυτονομίας τους, το σπάσιμο τους σε ΑΕΙ, σχολές, κύκλους, ΔΕΠ πολλών ταχυτήτων. Πρόκειται για μια συντηρητική αντιμετώπιση των ΑΕΙ, η οποία έχει και την προσωπική υποστήριξη του υπουργού Παιδείας κ. Τρίτση, που ανακάλυψε αμέσως μετά την υπουργοποίησή του, ότι «στη σημε­ρινή συγκυρία η επανάσταση περνάει μέσα... από τη συντήρηση».1

6. 5. Η άποψή μας στα οικονομικά της έρευναςΕμείς, σ’ αυτή την κατεύθυνση απαντάμε με την πάλη μας για το

δέσιμο της αναβάθμισης των σπουδών στα ΑΕΙ, με την αναβάθμιση της έρευνας. Τα λεφτά των φορολογουμένων για την έρευνα, πρέπει να πηγαίνουν πρώτα απ’ όλα στα ίδια τα ΑΕΙ και στα αντίστοιχα δημόσια ερευνητικά κέντρα. Η δυναμωμένη έρευνα στα ΑΕΙ, πρέπει να δεθεί με τη διδασκαλία και την όλη εκπαιδευτική διαδικασία, να συμβάλει στην ειδίκευση πριν από το πτυχίο. Πρέπει να εξασφαλι­στεί η πραγματοποίηση της εφαρμοσμένης έρευνας στα ΑΕΙ σ’ όλες τις σχολές και με τη μεταξύ τους συνεργασία, καθώς και της αντί­στοιχης άσκησης των φοιτητών. Η έρευνα στα ΑΕΙ πρέπει να εγκρί- νεται στη βάση κοινωνικών κριτηρίων σκοπιμότητας. Ταυτόχρονα,

1. Οι υπογραμμίσεις του Α.Τ. θλ. Α. Τρίτσης: «...ενοχλώ μερικούς γιατί τους χαλάω τη σούπα». Ένα, τεύχος 46, 13.11.86, σελ. 42-46, εδώ, σελ. 46.

34

Page 36: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

να απαγορευθεί κάθε έρευνα για πολεμικούς, φιλονατοϊκούς στό­χους.

Τα προβλήματα χρηματοδότησης των ΑΕΙ για έρευνα που προκύπτουν, όταν αυτή προέρχεται από τρίτους, (ιδιώτες, εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς) πρέπει να λύνονται από τα ίδια τα συλλο­γικά όργανα των ΑΕΙ, χωρίς να κινδυνεύουν σε περίπτωση άρνησης αυτά να μαραζώσουν, να «τιμωρηθούν» από το κράτος. Ταυτόχρονα τα ΑΕΙ θα πρέπει να αξιοποιούν κάθε δυνατή χρηματοδότηση που δεν θίγει την αυτοτέλεια, τις λειτουργίες και τους προσανατολισμούς τους.

Εμείς πιστεύουμε ότι τα ΑΕΙ θα πρέπει να προωθούν αποδοτικές διαδικασίες σύνδεσης της έρευνας με την παραγωγή. Βασικοί στόχοι αυτής της σύνδεσης1 πρέπει να 'ναι η υποστήριξη του σχεδίου παρα­γωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Αμεσα μπορούν να συνδεθούν τα ΑΕΙ και το ερευνητικό τους έργο με τις επιχειρήσεις του κρατι­κού τομέα, συμθάλοντας και με επιτόπια ερευνητική δραστηριότητα. Για να υπάρξει ανάλογη βοήθεια από τα ΑΕΙ στον ιδιωτικό τομέα, πρέπει τα σχετικά αναγκαία προγράμματα να ’ναι στα γενικά πλαίσια του εθνικού προγραμματισμού και τα αποτελέσματά τους να ’ναι διαθέσιμα για κρατικές επιχειρήσεις, επιχειρήσεις Τοπικής Αυτο­διοίκησης (ΤΑ), τις μικτές και τις συνεταιριστικές. Τα τέτια ερευνη­τικά προγράμματα, θα αποτελούν είδος μορφής κρατικής επιδότησης στις πιο πάνω επιχειρήσεις. Αν πρόκειται για μεγάλες καπιταλι­στικές επιχειρήσεις, το κόστος πρέπει να το καταβάλλουν οι ίδιες, εκτός αν υπάρχει γενικότερο κλαδικό ενδιαφέρον, οπότε μπορούν να υπάρξουν ειδικές ρυθμίσεις. Κοινωνικά ερευνητικά προγράμματα μπορούν να εκπονούνται για κοινωνικούς φορείς και μαζικά κινήμα­τα.

Οι ίδιες αρχές πρέπει να ισχύουν για τη χρηματοδότηση των με­ταπτυχιακών σπουδών από τρίτους που θα εγκρίνεται σε κάθε περί­πτωση από τις συγκλήτους των ΑΕΙ. Ταυτόχρονα, χωρίς να υποκαθί­σταται με κανέναν τρόπο η εκπαιδευτική διαδικασία των ΑΕΙ από τα κρατικά ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, τα τελευταία, με έγκριση ΑΕΙ και σε συντονισμό με το Συμβούλιο Ανώτατης Παιδείας (ΣΑΠ), μπορούν να εξυπηρετούν τυχόν σχετικές ανάγκες μεταπτυχιακών σπουδών.2

1. Βλ. Εισήγηση Κ ΚΕ στο ΣΑΠ για την έρευνα.2. Βλ. πρόταση Τμ. Π αιδείας για τους εσωτερικούς κανονισμούς των ΑΕΙ,

σελ. 14.

35

Page 37: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

7. Η ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΑΕΙ - ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ - ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ

Για να μπορέσουν να αξιοποιηθούν ορθολογικά οι δυνατότητες των σημερινών ΑΕΙ για εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο, πρέπει να αναπτυχθούν σ’ αντίθετη φορά απ’ αυτά που θέλουν να επιβάλουν τα μεγάλα συμφέροντα, η ΝΔ και ως έναν βαθμό που προωθεί η κυβέρ­νηση ΠΑΣΟΚ.

Πρώτο, απαραίτητο, μέτρο, είναι να εφαρμοστούν ορισμένες βα­σικές αρχές εκπαιδευτικής πολιτικής. Εδώ αναφερόμαστε κύρια στις αρχές της ενότητας και αυτοτέλειας κάθε εκπαιδευτικής βαθμίδας, που ταυτόχρονα πρέπει να επιτρέπει και να εξασφαλίζει τους όρους για το πέρασμα και την παρακολούθηση της επόμενης πιο υψηλής εκπαιδευτικής βαθμίδας.

Σ’ αυτή τη βάση προτείνουμε την ύπαρξη ενός μόνο τύπου λυ­κείου, του ενιαίου πολυκλαδικού λυκείου, που θα ’χει τη δική του αυ­τοτέλεια και θα εξασφαλίζει στους αποφοίτους του μια πρώτη επαγ­γελματική ειδίκευση.

Με αφετηρία αυτή τη λογική θεωρούμε σαν θέση αρχής, ότι οι προπτυχιακές σπουδές θα ’ναι αυτοτελής βαθμίδα, θα δίνουν δηλαδή στα πλαίσιά τους την απαραίτητη γενική μόρφωση και ειδίκευση, μέσω συγκεκριμένων μαθημάτων επιλογής ενώ ταυτόχρονα θα εξα­σφαλίζουν μια πρώτη σύνδεση με την έρευνα. Έ τσι δεν θα μετατίθε­ται η πρώτη βασική ειδίκευση έξω απ’ αυτές, γιατί αυτόματα χάνουν την εκπαιδευτική αυτοτέλειά τους.

Για να αναβαθμισθεί η προπτυχιακή εκπαίδευση, απαιτείται, κατά τη γνώμη μας πάντα, όχι μόνο ειδίκευση, μέσα από τα μαθήμα­τα, αλλά και υποχρεωτική γενίκευση σ’ όλες τις σχολές του θεσμού της διπλωματικής εργασίας, που θα υπάγεται στο γενικότερο εκπαι­δευτικό ερευνητικό προγραμματισμό του τμήματος, με εξασφάλιση της πνευματικής εργασίας του (των) φοιτητή (ων) που την εκπόνησε (αν).

Απαραίτητες είναι επίσης σειρά αλλαγών στα προγράμματα σπουδών και στον τρόπο διδασκαλίας στα ΑΕΙ. Στόχος, η ανάπτυξη του εσωπανεπιστημιακού επιστημονικού διαλόγου. Η θεσμοθέτηση σεμιναρίων με μικρό αριθμό σπουδαστών και η γενίκευση των σπου­δαστικών εργασιών σεμιναρίου.

Στην ίδια βάση, προτείνουμε οι σπουδές στα ΑΕΙ να ’ναι διβάθ- μιες πτυχίο - διδακτορικό. Δεν δεχόμαστε δηλαδή δυο κύκλους μετα­πτυχιακών, που θα σημαίνει στις σημερινές συνθήκες τουλάχιστο, και το υπογραμμίζουμε αυτό το κριτήριο, την υποθάθμιση των προ­πτυχιακών, την ισοτίμησή τους,στη βάση της ντιρεκτίβας της ΕΟΚ, με τρίχρονες σπουδές στο εξωτερικό. Θα σήμαινε αποδοχή της σημε­

36

Page 38: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ρινής αντιλαϊκής οικονομικής και εκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης, και αναζήτηση μιας «φτηνής» - όχι μόνο οικονομικά αλλά και επιστημονικά - λύσης για τη δομή των ΑΕΙ. Οι δυο κύκλοι μεταπτυχιακών σπουδών θα σήμαιναν θεσμοθέτηση της υποθάθμισης των ήδη υποβαθμισμένων προπτυχιακών κατά προέκταση των ίδιων των ελληνικών ΑΕΙ, τεχνητή προσπάθεια αποτροπής της πάλης για την αναβάθμισή τους. Η ειδίκευση αντί να γίνεται πριν το πτυχίο, θα αναβάλλεται για μετά απ’ αυτό, σε ένα άλλο δεύτερο πτυχίο, το ονο­μαζόμενο πρώτο μεταπτυχιακό. Οι ελληνικές σπουδές 4χρονες ή 5χρονες όμως είναι ίσες ή και παραπάνω χρονικά σ’ ορισμένες δε πε­ριπτώσεις και ποιοτικά απ’ ό,τι απαιτούνται στις αγγλοσαξωνικές χώρες γ ι’ αυτό το δεύτερο πτυχίο. Γ ι’ αυτό, η πρόταση δυο κύκλων μεταπτυχιακών δεν είναι καταρχήν πρόβλημα οργάνωσης των μετα­πτυχιακών, αλλά το τι είδους προπτυχιακά προαπαιτούν και προϋ­ποθέτουν. Γι’ αυτό το ερώτημα τι είδους μεταπτυχιακά χρειάζονται, περνά από το ερώτημα: οι πτυχιακές θα είναι ειδίκευση; Θα ’χουν σε­μινάρια; Θα απαιτούν διπλωματική εργασία; Θα συνδέονται με την έρευνα και την παραγωγή; Αν ναι, είναι ολοφάνερο, ότι τα μεταπτυ­χιακά θα οδηγούν απευθείας στο διδακτορικό. Το γιατί όχι, δεν το α- κούσαμε ακόμα και θα ’ταν ενδιαφέρον να το ακούσουμε. Επειδή χρειάζεται δουλιά; Μα δεν την φοβόμαστε. Επειδή χρειάζονται κονδύλια; Μα αυτά υπάρχουν, μόνο που δίνονται αλλού...

Λέμε λοιπόν ναι στα μεταπτυχιακά ενός κύκλου, που οδηγούν ά­μεσα στο διδακτορικό, γιατί μόνο έτσι - κατά τη γνώμη μας - εξα­σφαλίζεται σήμερα η ενότητά τους σαν βαθμίδα. Για να μπορέσουν όμως να αποτελούν και «φυσική» συνέχεια των προπτυχιακών, είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί ένα κοινωνικά δίκαιο και επιστημονικά αναγκαίο πλατύ σύστημα υποτροφιών, καθώς και οι απαραίτητες βι­βλιοθήκες, χρήσιμες και για τα προπτυχιακά. Σ’ αυτά τα πλαίσια των δυο βαθμιδών - κύκλων στα ΑΕΙ, είμαστε υπέρ της συνεργασίας των τμημάτων και όπου είναι ανάγκη η δημιουργία νέων ειδικευμένων τμημάτων. Αποκλείσαμε όμως στο όνομα της ανάγκης ειδικευμένων τμημάτων, το χωρισμό των μεταπτυχιακών σπουδών στα ΑΕΙ στα δυο. έναν μηχανιστικό δηλαδή διαχωρισμό όπως κάνει το Υπουργείο ανάμεσα στη συνθετική και νέα γνώση. Κι αυτό γιατί κάθε σύνθεση και ανασύνθεση μπορεί να οδηγεί σήμερα σε νέα γνώση. Η νέα γνώση εξάλλου προκύπτει από την ανασύνθεση της μέχρι τώρα κατα- κτημένης. Αν αξίζει τον κόπο ένας χωρισμός είναι αυτός ανάμεσα στην απλή αναπαραγωγή των ήδη γνωστών και στην παραγωγή νέων γνώσεων, διαχωρισμός που καθορίζει τη διαφορά ανάμεσα στη δι­πλωματική εργασία και στη διδακτορική διατριβή και αποκλείει δεύτερο, ξεχωριστό κύκλο μεταπτυχιακών.

37

Page 39: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Στη βάση αυτών των γενικών αρχών,αρνούμαστε επίσης το ση­μερινό διάσπαρτο χαρακτήρα των περιφερειακών πανεπιστημίων. Πραγματικά, πιστεύουμε, ότι πρέπει να οργανωθούν με ευθύνη περι­φερειακά πανεπιστήμια, συγκροτημένα και με ειδικό κάθε φορά προφίλ. Ό χ ι δηλαδή για τα μάτια των διάσπαρτων εκλογικών περι­φερειών. Έ τσι όπως οικοδομούνται τα ΑΕΙ προ πάντων του Ιονίου και του Αιγαίου, δεν μπορούν να λειτουργήσουν αποδοτικά ούτε επι­στημονικά, ούτε διοικητικά. Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι αυ­τοδύναμα κατά μικρή γεωγραφική ενότητα ιδρύματα, αν είναι δυ­νατό στην ίδια πόλη, με παρουσία όλων των απαραίτητων τμημάτων, ώστε να λειτουργούν πραγματικά σαν «πανεπιστήμια». Κι ας φτια­χτούν 3 και 4 τέτια, ένα σε κάθε χώρο, εφόσον είναι αναγκαίο. Πανε­πιστήμια χωρίς την παρουσία ενός αριθμού ελάχιστων απαραίτητων συγγενών τμημάτων δεν μπορούν να λειτουργήσουν.

Ανάλογα, προτείνουμε, να υπάρξουν μόνιμες και σταθερές διε­ξαγόμενες συσκέψεις, ανάμεσα στα τμήματα της ίδιας επιστήμης ή κύκλου επιστημών του συνόλου των ΑΕΙ της χώρας, ώστε να υπάρχει καλύτερος συντονισμός τους. Πιο ορθολογική ειδίκευση και προ­γραμματισμός, θετική ανταλλαγή πείρας και γνώμης. Ανάλογες ε­παφές μπορούν να υπάρξουν και με σχολές των ΤΕΙ και ειδικά λύ­κεια.

Μέσα από μια τέτια ανταλλαγή των γνωμών, θα γίνεται ολοφά­νερο, αυτό που ήδη εντοπίζουμε, η ανάγκη δημιουργίας νέων τμημά­των, η ανάγκη να ειδικευθούν περισσότερο τα ήδη υπάρχοντα, αφού κάτι τέτιο απαιτεί η ίδια η ανάπτυξη των επιστημών και του συστή­ματος τους. Απαιτείται επιπλέον και σε αντιστοιχία με το πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.

8. ΤΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΕΙ ΚΑΙ Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥΣ

Για να λειτουργήσουν παραγωγικά τα ΑΕΙ, απαιτείται ο βαθύτε­ρος εκδημοκρατισμός τους. Γι’ αυτό το σκοπό, σαν κόμμα, έχουμε κάνει συνολικές προτάσεις στα ΑΕΙ με το κείμενό μας «Βασικές θέ­σεις για τους εσωτερικούς κανονισμούς των ΑΕΙ».

Όπως εκτιμούμε ήδη σ’ αυτές τις βασικές θέσεις, το πρώτο που πρέπει άμεσα να γίνει, είναι η ενίσχυση του ρόλου και του κύρους των συλλογικών, αιρετών, οργάνων των ΑΕΙ. Η θέση αυτή είναι αυ­ξημένης σημασίας, σήμερα που η κυβέρνηση δείχνει να συμφωνεί με τις συντηρητικές δυνάμεις, που ’χουν ανοίξει ολομέτωπο αγώνα ενάντιά τους, κατ’ αρχήν για την αποδυνάμωσή τους. Δυνάμεις που θέλουν τη μετατόπιση της συζήτησης και πολύ περισσότερο τη λήψη απόφασης για σοβαρά θέματα των ΑΕΙ (όπως θεσμικά, περιε-

38

Page 40: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

χομένου και οργάνωσης σπουδών, έρευνας) σε κέντρα έξω απ’ αυτά και μακριά από κάθε δημοκρατικό έλεγχο. Τα συμμετοχικά όργανα και με τη σταθερή και δημιουργική παρουσία όλων των εκλεγμένων κομμουνιστών, πρέπει να αποκτήσουν ουσιαστική λειτουργία. Αντί της σημερινής συχνά τυπικής. Να εξασφαλιστεί σ’ αυτά απόλυτη διαφάνεια. Να δημιουργηθούν συνθήκες γόνιμου διαλόγου, στην υ­πηρεσία των μαζικών κινημάτων στα ΑΕΙ, κι όχι σε αντιπαράθεση μ’ αυτά. Δεν θα πρέπει, ούτε μπορούν, να υπάρχουν για τους φορείς και τα μέλη των ΑΕΙ απόρρητα. Επίσης, προτείνουμε δίπλα στο ΣΑΠ και για την υποβοήθηση της ουσιαστικοποίησης της λειτουργίας του, τη δημιουργία Ακαδημαϊκού Συμβουλίου από μέλη του ΔΕΠ, που θα συμθάλουν στην επιστημονική τεκμηρίωση συνολικά και κατά ομά­δες σχολών των προβλημάτων ανάπτυξης των ΑΕΙ.

Βασικό συστατικό για την ανάπτυξη της επιστήμης είναι η εξα­σφάλιση όσο το δυνατό πιο δημοκρατικών δομών στις εκπαιδευτικές διαδικασίες, κι ακόμα περισσότερο στη διοίκηση των ΑΕΙ. Το βάθε- μα της δημοκρατίας στα ΑΕΙ, χωρίς ισοπεδωτικές απλουστεύσεις α­παιτεί καλύτερη και πιο σταθερή ανάπτυξη των μαζικών κινημάτων σ’ αυτό. Ιδιαίτερα αδύναμη καταγράφεται η συνδικαλιστική πα­ρουσία του ΔΕΠ, παρά το γεγονός ότι οξύνονται τα μισθολογικά του προβλήματα, τα ζητήματα ιατρικής περίθαλψης, πολιτιστικής δρά­σης και πριν απ’ όλα της παραπέρα επιστημονικής τους κατάρτισης. Προβλήματα που οξύνονται ακόμα περισσότερο και για τους άλλους - εκτός ΔΕΠ - εργαζόμενους στα ΑΕΙ.

Σημαντικά προβλήματα προκύπτουν στη σύνθεση και λει­τουργία των συμμετοχικών οργάνων. Το κόμμα μας ήταν πάντα και είναι υπέρ της ισότιμης και δραστήριας συμμετοχής σε τέτια όργανα όλων των παραγόντων ενός κοινωνικού χώρου. Τόνιζε και τονίζει ότι η συμμετοχή σε τέτια όργανα δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε πολύ λιγό- τερο μπορεί να αντιτίθεται στα μαζικά κινήματα, αλλά πρέπει να γί­νεται δημιουργική πάλη σ’ αυτά, να τα στηρίζει και στον τομέα τους να τα εκφράζει. Σ’ αυτή τη βάση, είμαστε ενάντια σε νομικίστικες α­παγορεύσεις, που το δικαίωμα συμμετοχής από πολιτικό - κοινωνικό ζήτημα, πάει να τ’ αναγάγει σε θέμα ειδικών. «Λογική», δηλαδή με την οποία αποκλείεται ουσιαστικά η δημιουργία οποιουδήποτε εί­δους συμμετοχικών οργάνων, αφού σε κάθε ζήτημα θα υπάρχει κά­ποιος πιο ειδικός από τους υπόλοιπους ή που οδηγεί σε ελιτίστικες - αντιδραστικές αντιλήψεις, σύμφωνα με τις οποίες, κάποιοι δικαιού­νται αποκλειστικό λόγο για ζητήματα πρωτεύοντα, στα οποία υποτίθε­ται είναι οι πιο ειδικοί, αλλά και σε ζητήματα, που ’ναι άλλοι πιο ει­δικοί επειδή αυτά θεωρούνται δεύτερης «στάθμης», ενώ άλλοι δι­καιούνται να ’χουν γνώμη μόνο σε αυτά τα δευτερεύοντα ζητήματα.

39

Page 41: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Απ' αυτήν την άποψη, επιμένουμε στη συμμετοχή των φοιτητών με πλέρια δικαιώματα, σ ' όλες τις πανεπιστημιακές διαδικασίες. Οι νέοι άνθρωποι, μπορεί να μην ξέρουν πάντα το σωστό - σάμπως το ξέρουν οι καθηγητές όλοι και πάντα; - ξέρουν όμως ή τουλάχιστον το νιώθουν τι είναι σημαντικό, για το μέλλον, το δικό τους και του τόπου. Ξέρουν ποιοι είναι σήμερα και σε σημαντικό θαθμό τι πρέπει να γίνουν το 2000. Η παρουσία τους είναι όρος ζωής και ανανέωσης των ΑΕΙ. παράγοντας πάλης ενάντια στη ρουτίνα και το βόλεμα, ση­μαντικός συντελεστής του μετώπου της πάλης ενάντια στις αντι­λαϊκές προσπάθειες κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης της υποθάθμι- σης ή και υποταγής των ΑΕΙ σε τρίτους.

Είναι γνωστό, ότι οι φορείς της πλήρους υποταγής των ΑΕΙ στα μεγάλα συμφέροντα, εδώ και καιρό, έχουν ανοίξει μέτωπο στα δημο­κρατικά δικαιώματα των φοιτητών, ιδιαίτερα μέσω των σελίδων του Οικονομικού Ταχυδρόμου, και της νεοσυντηρητικής Εποπτεϊας. Στόχος τους να χρεώσουν την κρίση των ΑΕΙ στο φοιτητικό δημο­κρατικό κίνημα και τα συμμετοχικά του δικαιώματα.

Οι κατηγορίες είναι ότι οι φοιτητές δεν διαβάζουν, (ενώ, αν τυχόν διαβάζουν, «ντρέπονται» να το πουν).1 Οτι είναι αδιάφοροι και υπεύθυνοι για τη χαμηλή ποιότητα των ΑΕΙ,2 αφού είναι «αρχι- τεμπέληδες»* και δρουν μόνο προκειμένου να «ικανοποιήσουν τα συντεχνιακά τους συμφέροντα», πριν απ' όλα την εξασφάλιση «διευ­κολύνσεων» στις σπουδές.4 Γ ι' όλα αυτά τα κακά φταίει τάχα «η έμ­μονη ροπή του έλληνα προς τη ραθυμία».Πρόκειται για το γνωστό νεοσυντηρητικό αίτημα.5 Οι φοιτητές κατηγορούνται ακόμα ότι θέ­λουν «να επιβάλουν τη βούληση της μειοψηφίας στην πλειοψηφία».6

1. Βλ. Παν. Δρακόπουλος, Σημειώματα περ. Εποπτεία. Φλεβάρης 1986, σελ. 159-168. εδώ σελ. 163.

2. I. Τσιμαρας, «Ο κομμουνισμός έχει διαβρώσει τους περισσότερους φοι­τητές», Ο ικονομικός Ταχυδρόμος. 11.12.86, σελ. 62-64.

3. Υπογράμ. του Α. Βλ. στο Αλ. Βλάχος, «Ούτε "προοδευτικοί" ούτε “σύγ­χρονοι..."». Οικ. Ταχυδρόμος, 28.8.86, σελ. 51-53, εδώ σελ. 52.

4. Βλ. I. Σακκά. «Ανωτάτη Παιδεία: Στο ναδίρ». Π ολιτικά θέματα , αρ. 4591, 18-24.4.86. σελ. 30-32.

5. Στο ίδιο σελ. 31.6. Γ. Μαρίνου, «Μας ανησυχεί η περίεργη μονόπλευρη ανησυχία...» Οικ.

Ταχυδρόμος. 11.12.86, σελ. 3,6, εδώ σελ. 3. Στο ίδιο άρθρο ο Γ. Μ αρίνος, χωρίς καμιά δημοσιογραφική δεοντολογία, μας καταλογίζει απόψεις, που ποτέ μας δεν δια­τυπώσαμε. και που στην πραγματικότητα είναι απόψεις της Ν εολαίας του ΠΑΣΟΚ και του «Εσωτερικού». Εμείς ποτέ δεν είπαμε ότι οι «καθηγητές είναι οι εκμεταλ­λευτές». Οτι υπάρχουν καθηγητές αντιδραστικών απόψεων, όπως εξάλλου και φοιτητές, είναι άλλο πράγμα από την πασόκικης και νεοδημοκρατικής έμπνευσης αντίληψη ότι ο αντίπαλος του φοιτητικού κινήματος είναι οι καθηγητές κι όχ ι τα

40

Page 42: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Γενικότερα υπάρχει η εκτίμηση, από αντιδραστικούς κύκλους, ότι τα προβλήματα των ΑΕΙ έχουν σαν αφετηρία «τα άρθρα του νόμου πλαί­σιου για την παιδεία που δίνουν την απόλυτη πλειοψηφϊα στις ε­κλογές των πανεπιστημιακών αρχών στους φοιτητές»... με αποτέλε­σμα «η ανεξαρτησία του διδακτικού σώματος να υπονομεύεται» και ο διδάσκων να «μην μπορεί να λέει ούτε την αλήθεια».' Πρόκειται - συνεχίζουν - για «βόμβα» σε βάρος των Α Ε Ι,2πράγμα που οδηγεί «τα πανεπιστήμια στη διάλυση» τα παραδίνει «στις διάφορες οργανωμέ­νες συντεχνίες και συμ-φορείς»3 και στο χάσιμο από το φοιτητικό κίνημα της «αυτονομίας» του, και τη μετατροπή του σε «περιθώριο».4 Στον προσδιορισμό πλέον «των φοιτητικών αιτημάτων, φοιτητικά αιτήματα με γνώμονα την αμάθεια και ανεπάρκεια (ακόμα και διοικη­τική)» των εκπροσώπων του φοιτητικού κινήματος.5

Η αστική τάξη μίλησε. Μ’ όλη τη χυδαιότητα των στενών της συμφερόντων, διατύπωσε τις θέσεις: Ό λο ι αυτοί, οι αντίπαλοί μου, δουλεύουν σταθερά ενάντια στα συμφέροντά μου, τα βάζουν σε κίν­δυνο. Πώς τα καταφέρνουν και κάνουν τόσο καλή δουλιά σε βάρος μου; Μα είναι απλό. Είναι «τεμπέληδες», «ανίκανοι», «αμαθείς». Τα ΑΕΙ έχουν κρίση. ΓΓ αυτήν δεν φταίει πριν απ’ όλα, κύρια το πε­ριεχόμενό τους, η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής, η κρίση της ί­διας της κοινωνίας, αλλά τα δημοκρατικά στοιχεία στα ΑΕΙ, που δεν επιτρέπουν στη μεγάλη αστική τάξη να επιβάλει τη θέλησή της Γ Γ αυτό τις δημοκρατικές κατακτήσεις της πανεπιστημιακής κοινότη­τας, τις νιώθει η τελευταία σαν έναν στενό κορσέ. ΓΓ αυτό και το θράσος της να καταγγέλει τη δημοκρατική πλειοψηφϊα στα ΑΕΙ, ότι με την παρουσία της, κρατά τη μειοψηφία σε μειοψηφία, ενώ αν έ­παιρνε δρόμο, θα μπορούσε η μειοψηφία, μόνη της, πιστέψτε μας.

μονοπώλια, η ΕΟΚ και η κυβερνητική πολιτική. Η συνειδητή αυτή διαστρέβλωση (σελ. 6) γίνεται γιατί ο Γ.Μ. αρέσκεται να θεωρεί τους κομμουνιστές σαν τις ακρι­βές της Βίβλου (αιτίες όλων των δεινών), ενώ τον εαυτό του αντιακριδολόγο σε επάρκεια.

1. Οι υπογραμμίσεις όλες του ίδιου του Γ.Α. θλ. Γ. Αλεξανδράκης, «Α περιό­ριστες δυνατότητες». Οικ. Ταχυδρόμος. 16.10.86 σελ. 32-33. Ανάλογα Μ. Ρεζάν, Ένα. 21.8.86.

2. Βλ. Θ. Καλκάνης, «Το προβληματικό παρόν και το άγνωστο μέλλον...», Οικ. Ταχυδρόμος. 13.11.86. σελ. 31-32, εδώ σελ. 31.

3. Κύριο σχόλιο της Κ αθημερινής με τ ίτλο «Σύνταγμα, Υ πουργείο και ΑΕΙ»,17.11.86.

4. Βλ. Θ. Καλούδης. «Π οιος θυμάται το φο ιτητικό κίνημα;». Ένα. τεύχος 16,17.4.86. σελ. 15.

5. Γ. Μ αρίνος, «Νέες συγκλονιστικές καταγγελίες». Οικ. Ταχυδρόμος.30.10.86. σελ. 53-54.

41

Page 43: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

χωρίς τη βοήθεια τρίτων, να μετατραπεί σε πλειοψηφία... όσο για την έλλειψη αλήθειας από τους σκοταδιστές διδάσκοντες, δεν τους φταίνε οι φοιτητές, όπως ήδη δείξαμε, αλλά το σύστημα.

Αντίθετα, ο καλύτερος δρόμος για να επιδρούν οι φοιτητές θε­τικά και αποτελεσματικά στο περιεχόμενο και στην οργανωτική διαμόρφωση της εκπαίδευσης, είναι να μπορούν να έχουν γνώμη ποιος και πώς να τους εκπαιδεύει, πού πρέπει να ’ναι το βάρος στην έρευνα, πώς να απασχολούνται δημιουργικά στη διάρκεια της εκπαί­δευσής του. πώς θα γίνεται η κατανομή των κονδυλίων. Ό ποιος φωνάζει ό τ ι τάχα αποκλειστικά οι φοιτητές και μόνο, αποδιοργανώ- νουν τα ΑΕΙ - χωρίς να αποκλείουμε την ύπαρξη και φοιτητών με αρνητική στάση, όπως εξάλλου και καθηγητών - με τέτια επιχειρή­ματα. αποκαλύπτει τα πραγματικά αντιδημοκρατικά συμφέροντα που υπερασπίζεται. Τα συμφέροντα δηλαδή εκείνων των δυνάμεων που δεν είναι διατεθειμένες να ανεχθούν ούτε επιμέρους εκδημοκρατι- σμούς, που αρνούνται και στα εργοστάσια τα δικαιώματα των ερ­γατών.

Μ' όσα ειπώθηκαν είναι ολοφάνερο, πώς αντιδρά η αντίδραση στα αιτήματα για ουσιαστική συμμετοχή, μ' όλα τα δικαιώματά τους, των εργαζομένων που δεν ανήκουν στο ΔΕΠ. Με αποφάσεις δικα­στηρίων, φτάσαμε στο σημείο, οι διοικητικοί να αποκλείονται από την εκλογή του πρύτανη, που δεν είναι ο επικεφαλής επιστήμονας ενός ινστιτούτου αλλά ο επικεφαλής της διοίκησης των ΑΕΙ.

Στο πιο πάνω δημοκρατικό αίτημα απαντά το γνωστό επιχείρημα για το «θυρωρό», καθώς και το λεγόμενο «φάντασμα της καθαρί­στριας». «Πώς», μας λένε, «θα βάλουμε μια καθαρίστρια να λύνει επι­στημονικά ζητήματα;» Κανείς όμως και πουθενά δεν ζητά τη διαμόρ­φωση ενός τέτιου συσχετισμού που να δίνει τη δυνατότητα στους ερ­γαζόμενους στα ΑΕΙ, μη εκπαιδευτικούς να επιβάλουν κάτι τέτιο. Ό ­ποιος όμως χρησιμοποιεί τέτια επιχειρήματα, μας δείχνει απλά τι θα ’κανε εκείνος αν ήταν καθαρίστρια. Μόνο που οι εργαζόμενοι στα ΑΕΙ είναι πιο έξυπνοι απ’ αυτούς. Ξέρουν γιατί και πού θα ’βαζαν υ­ποψηφιότητα και θα δούλευαν, για ποιον και πότε θα ’χαν γνώμη.

Τέτιες αντιλήψεις στα ΑΕΙ έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην α­κριβώς αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτήν που υποτίθεται ότι φοβούνται οι εραστές της παλιάς έδρας. Οι μη άμεσα εκπαιδευτικές και ερευνη­τικές λειτουργίες των ΑΕΙ και η τελειοποίησή τους (από τις βι­βλιοθήκες μέχρι τα εργαστήρια) είναι ένα επιστημονικό πρόβλημα, που απαιτεί επιστημονική αντιμετώπιση. Αυτό όμως δεν μπορεϊ να γίνει από επιστήμονες που δεν αναγνωρίζουν το πρόβλημα και βλέ­πουν «φαντάσματα». Που θέλουν τις ικανότητες των «υπηρετών» στα ΑΕΙ να τις εμφανίζουν σαν δικές τους. Που θέλουν να αποκλείσουν

42

Page 44: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

αυτούς που ’χουν πιο μόνιμη απ’ όλους τους άλλους και σταθερή σχέση και γνώση, με σειρά προβλημάτων οργάνωσης και διοίκησης των ΑΕΙ, όπως έχουν στα εργοστάσια και οι εργάτες των μηχανών και όχι μόνο οι μηχανικοί σχεδιασμού τους.

9. ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΚΗ: ΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΕΚΔΗΜΟΚΡΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΑΕΙ

Εμείς, δεν παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι και οι φοιτητές και το προσωπικό, ακόμα και στις σημερινές συνθήκες, πρέπει και μπορούν να ανεβάσουν το μορφωτικό τους επίπεδο, να καταβάλουν ακόμα πιο πολλές φιλότιμες ατομικές προσπάθειες. Το αντίθετο. Αυτό που εμείς υπογραμμίζουμε είναι ότι αυτές οι προσπάθειες πρέπει να γίνουν παρά και ενάντια στην κρίση των ΑΕΙ, να ενταχθούν στην πάλη για θετικές αλλαγές στα ΑΕΙ. Απλά δηλαδή απορρίπτουμε κατηγορημα­τικά την αντίληψη που θέλει να εμφανίσει ορισμένα αρνητικά φαινόμενα και εκδηλώσεις της σημερινής κατάστασης, και σειρά κα­ταστάσεων σαν τις δήθεν γενεσιουργές αιτίες της κρίσης στα ΑΕΙ.

Οι φοιτητές και εκπαιδευτικοί, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να πα­λεύουν για περισσότερη μόρφωση, ώστε τα προσόντα που αποκτούν απ’ αυτήν, να τους επιτρέπουν τη σύνδεση με την παραγωγή, την πα­ραπέρα ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, τη συμμετοχή τους στην κοινωνική ιδιοποίηση της πολιτιστικής δημιουργίας και του κοινωνικού πλούτου.

Να εξασφαλίζουν ο καθένας από την πλευρά του και με την προσπάθειά του το δέσιμο της διδασκαλίας, της επιστημονικότητας των σπουδών, της έρευνας. Έ τσι ώστε ο φοιτητής να διευρύνει τον τρόπο σκέψης του. Να αναπτύσσει την ικανότητά του στην κοινω­νική πράξη. Ό που πράξη σημαίνει, όχι μόνο την παραγωγή με τη στενή της έννοια, αλλά την παραγωγή και αναπαραγωγή όλων των συνθηκών ζωής. Την κατάκτηση κατά συνέπεια όχι απλώς επιμέρους γνώσεων, αλλά και επιστημονικών θεωριών και μεθόδων γνώσης, γνώση των νόμων ανάπτυξης της κοινωνίας, της φύσης και των με­ταξύ τους σχέσεων, τις τεχνικές μέθοδες εργασίας, να ’ναι σε θέση να επιμορφώνεται στο επάγγελμα.

Αντί των σημερινών μαζικών μαθημάτων, να εξασφαλίζουν νέες δυνατότητες για συλλογικές εργασίες σε μικρές ομάδες και προοδευ­τικές μέθοδες διδασκαλίας, καθώς και την περιοδική επιμόρφωση μετά την αποφοίτηση των φοιτητών.

Να παλεύουν εκπαιδευτικοί και φοιτητές για καλύτερη γενική μόρφωση και ειδίκευση. Ό χ ι οικονομίστικα, απλά σαν μια οικονο­μική απαίτηση, αλλά σαν ένα αίτημα που εκφράζει και την παρουσία πολιτικής αντίληψης. Στο διπλό χαρακτήρα της εργατικής δύναμης.

43

Page 45: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

απαντούμε με την ανάγκη για ικανότητες και μορφωτικά προσόντα διπλού χαρακτήρα, τόσο επαγγελματική ικανότητα όσο και δημο­κρατική, κοινωνικά προοδευτική γενική αντίληψη. Τα μορφωτικά προσόντα τα θέλουμε, όχι απλά σαν επαγγελματικό προσόν, κάτι τέ- τιο θα ’ταν χειροτεχνισμός, αλλά και σαν στοιχείο συνολικής κοινω­νικής προόδου, τμήμα της ίδιας της πολιτιστικής πολιτικής πάλης και της κουλτούρας μας. Η κατάκτηση μέσω των σπουδών αυτών των διπλών ικανοτήτων - προσόντων, είναι ένα αίτημα - στόχος και αντι- μονοπωλιακής κατεύθυνσης, στρέφεται ενάντια στη μορφωτική «γραμμή» του μεγάλου κεφαλαίου, μπορεί και πρέπει να προσανα­τολίζει στη συνεργασία με το εργατικό κίνημα. Ό χι σαν μια συντε­χνιακή αντίληψη για την προώθηση κάποιων προνομίων της πνευμα­τικής εργασίας, αλλά για να βρίσκει σ την επιστήμη το προλεταριάτο μια μηχανή κίνησης της κοινωνίας και η επ ιστήμη στο προλεταριά­το τον απελευθερωτή της. Αυτό σημαίνει εκτός των άλλων την πάλη και για την προώθηση, διάδοση και εκλαΐκευση στα ΑΕΙ της μόνης αληθινά επιστημονικής κοσμοθεωρίας του μαρξισμού - λενινισμού. Τη συμβολή μας για να αναπτύξει την ικανότητά της να αφομοιώνει δημιουργικά τα επιτεύγματα όλων των επιστημών στα ΑΕΙ. Το ότι τα ΑΕΙ κυριαρχούνται από την αστική κοσμοθεωρία δεν σημαίνει ότι δεν προάγουν ποτέ και με κανέναν τρόπο την επιστήμη. Κάθε άλλο. Το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν υπάρχει ανάπτυξη και πρόοδος της γνώσης σ’ αυτά, και ακόμα περισσότερες δυνατότητες. Το πρόβλημα είναι οι στόχοι και οι μορφές που επιβάλλει το ΚΜΚ σύστημα και τα μονοπώλια στην πρόοδο της γνώσης. Το γεγονός ότι όλο και πιο πολύ, βρίσκονται σε αντίθεση με το ουμανιστικό νόημα επιστημο­νικής εργασίας και μόρφωσης. Αναμφίβολα, οι κυρί&ρχοι κύκλοι της ελληνικής κοινωνίας προτρέπουν την επιστήμη σε ανάπτυξη, μέτρο όμως μιας τέτιας προτροπής είναι το κέρδος και όχι η ικανο­ποίηση των αναγκών της κοινωνίας. Μια τέτια «προτροπή» οδηγεί σε κρίση τα ΑΕΙ και την επιστήμη, έστω κι αν απατηλά προσπαθεί να εμφανίσει αυτήν την κρίση σαν κρίση αξιών και όχι του ΚΜΚ συστήματος. Βάζει δεσμά και αλληλοαπομονώνει τις επιμέρους επι­στήμες και την τυχόν ανάπτυξή τους. Γ Γ αυτό αξίζει να κατακτήσου­με όλες τις παρεχόμενες επιστημονικές γνώσεις και να τις απαλλά­ξουμε από τη στενή οπτική γωνία, των ξεπερασμένων αστικών θεω­ριών, προϊόντων ταξικών συμφερόντων.

Το δικαίωμα στη μόρφωση, είναι σήμερα βασικό ανθρώπινο δι­καίωμα. Η διεύρυνσή του, αποτελεί πεδίο ανάπτυξης των κοινών συμ­φερόντων ανάμεσα στην πανεπιστημιακή κοινότητα και το εργατικό κίνημα. Κοινά συμφέροντα που συνδέονται με την κοινή πρόθεση να βοηθήσουν ο καθένας από πλευράς του στην ανάπτυξη της επιστή­

Page 46: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μης, στον εκσυγχρονισμό των σπουδών και στην έκφραση στο πε­ριεχόμενό τους των αναγκών της κοινωνίας. Επιδιώκει η επιστήμη, τα ΑΕΙ, να υπηρετούν την επιστημονική αλήθεια, τη γνώση και ε­φαρμογή της, σαν μοχλό κοινωνικής προόδου και εξασφάλισης μέσω όλων αυτών, της θετικής λύσης του πρωταρχικού προβλήματος της κοινωνίας, της ειρήνης.

Το δικαίωμα στη μόρφωση είναι ένα δημοκρατικό δικαίωμα. ΓΥ αυτό η πάλη στα ΑΕΙ είναι και πάλη για την υπεράσπιση και προώ­θηση των δημοκρατικών κατακτήσεων της πανεπιστημιακής κοινό­τητας. Είναι πάλη για ένα δημοκρατικό περιεχόμενο στην έρευνα και διδασκαλία. Απαιτεί την κοινωνική ασφάλιση της πανεπιστημιακής κοινότητας και την υλικοτεχνική εξασφάλιση των ΑΕΙ.

Η πάλη για πραγματικά δημοκρατικά ΑΕΙ θα υλοποιείται σε αλ­ληλεπίδραση με τις δημοκρατικές αλλαγές σ’όλες τις σφαίρες κοινω­νικής δράσης, μέσα από τη συμμαχία φοιτητών - πανεπιστημονικής κοινότητας - κινημάτων της αλλαγής - εργατικής τάξης, των μα­ζικών τους οργανώσεων. Βασικοί στόχοι μιας τέτιας συμμαχίας στα ΑΕΙ, θα πρέπει να είναι:

Ο δημοκρατικός έλεγχος των ΑΕΙ, της λειτουργίας και των δρα­στηριοτήτων τους, απ’όλη την πανεπιστημονική κοινότητα και τους εργαζόμενους. Για το δυνάμωμα της αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ, ενάντια στις προσπάθειες παρέμβασης του κράτους, και ακόμα περισσότερο ενάντια στις άμεσες παρεμβάσεις των μεγάλων συμφερόντων μέσω και ρυθμίσεων ΕΟΚικής έμπνευσης. Τα ΑΕΙ σε συνεργασία με την κοινωνία και όχι με εξωπανεπιστημιακά αντιλαϊκά ιδιωτικά συμφέ­ροντα μπορεί και πρέπει να καθορίζουν τους στόχους και το πε­ριεχόμενο της δράσης τους. Δεν είναι δυνατό το συμφέρον των ΑΕΙ να ταυτίζεται με αυτά του μεγάλου κεφαλαίου - και στη διαμόρφωση αποστάσεών τους από τις ανάγκες των εργαζομένων.

Αυτονομία και αυτοδιοίκηση των Α Ε Ι δεν σημαίνει ελευθερία δηλαδή αυθαιρεσία, από την κοινωνική υπευθυνότητα, αλλά απαλ­λαγή δηλαδή απελευθέρωση, από τα κυρίαρχα συμφέροντα του καπι­ταλισμού. Πρέπει να κατανοούνται σαν η μεγάλη ευκαιρία, τα ΑΕΙ να εξυπηρετούν τους εργαζόμενους, την επιστήμη και την αλήθεια.

Δημοκρατία στα Α Ε Ι σημαίνει ισότητα δικαιωμάτων συμμε­τοχής όλων όσων δρουν σ ' αυτά, σ ' όλα τα ζητήματα, χωρίς ισοπέδω- ση αρμοδιοτήτων και ικανοτήτων. Σημαίνει κατοχύρωση και εξα­σφάλιση των δικαιωμάτων των συλλογικών οργανώσεων των φοι­τητών, του ΔΕΠ και του υπόλοιπου προσωπικού των ΑΕΙ.

Δημοκρατία στα ΑΕΙ, σημαίνει δημοκρατικός σχεδιασμός και έλεγχος της έρευνας. Η έρευνα και η επιστήμη δεν είναι πια ιδιω­τική υπόθεση των ατομικών επιστημόνων και πολύ λιγότερο μπορεί

45

Page 47: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

να 'ναι υπόθεση των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων. Το ζήτημα γιά ποιους στόχους γίνεται η χρήση τους και πώς θα ελεγχθούν οι κοινω­νικές επιπτώσεις τους είναι ένα ζήτημα επιβίωσης της κοινωνίας.

Ό χ ι στην προώθηση της έρευνας και διδασκαλίας που εξυπηρε­τεί καταστροφικούς και κατασταλτικούς - εκμεταλλευτικούς στό­χους. Να δοθεί προτεραιότητα σε τέτιες επιστήμες, όπως η Ιατρική και η πρόληψη των ασθενειών, η πολεοδομία και μηχανική οικο­δομών, η προστασία του περιβάλλοντος, η αξιοποίηση του ορυκτού και θαλάσσιου πλούτου της χώρας. Στις τέχνες. Στην παραγωγική α­νασυγκρότηση της οικονομίας, στις γεωτεχνικές επιστήμες, στην η­λεκτρονική, πληροφορική και βιοτεχνολογία, στις νέες πηγές ενέρ­γειας, για ειρηνικούς σκοπούς, στην παιδαγωγική και διδακτική. Ε­ξασφάλιση κονδυλίων έρευνας για όλους τους επιστήμονες, που δρουν στα ΑΕΙ, χωρίς εκ των προτέρων προσδιορισμό, από τους χρη­ματοδότες, του αποτελέσματος και της μεθόδου της έρευνας.

Δημοκρατία στα ΑΕΙ, σημαίνει ύπαρξη ισότιμων και μόνο ΑΕΙ. Να μη ν επιτραπεί η ύπαρξη ιδιωτικών ή διατήρηση των παραρτημά­των Α Ε Ι των μητροπόλεων του ιμπεριαλισμού που ήδη λειτουργούν παράνομα στη χώρα. Ό χ ι σ’ αυτούς που θέλουν να φτιάξουν ερευνη­τικά κέντρα και ΑΕΙ, πολλών κατηγοριών, με ανταγωνιστικές με­ταξύ τους σχέσεις. Σ’ όλα τα ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα να ισχύουν οι δημοκρατικές ρυθμίσεις που αναφέρουμε. Προώθηση της επιστη- μονικοποίησης της εκπαίδευσης σ’ αυτά, άρα και σύνδεση της διδα­σκαλίας με την έρευνα, αλληλοδιαπλοκή και αλληλοεπίδραση του εκπαιδευτικού με το ερευνητικό έργο. Ό χ ι στη διάσπαση των ΑΕΙ και του ΔΕΠ σε τμήματα διδασκαλίας σ’ αντίθεση μ’ αυτά της έρευ­νας.

Δημοκρατία στα Α Ε Ι σημαίνει πλάτεμα και βάθεμα της επιστη- μονικότητας της εκπαίδευσης, μέσω νέων, δημοκρατικότερων μορφών και περιεχομένου διδασκαλίας. Ό χ ι στις σπουδές διαφορε­τικών ταχυτήτων που δίνουν στους αποφοίτους μας διαφορετικές ι­κανότητες και προσόντα. Οι αναγκαίες διαφοροποιήσεις στη φοίτη­ση πρέπει να στηρίζονται στις ενιαίες αρχές και απαιτήσεις για την επιστημονικότητα και τον δημοκρατισμό της παρεχόμενης μόρφω­σης. Ανάλογα και οι μορφές των εξετάσεων πρέπει να ’ναι τέτιες που να λειτουργούν όχι σαν μέσο καταπίεσης αλλά ελέγχου των γνώσεων και σαν ευκαιρία επανάληψής τους.

Για τη δημοκρατική και επιστημονική ανασυγκρότηση των ελ ­ληνικών ΑΕΙ, απαιτείται η αξιοποίηση των συμμετοχικών τους οργάνων σε συνδυασμό με την ανοιχτή μαζική πάλη. Κατανόηση των μεθόδων και στόχων της πολιτικής συμμαχιών στο πανεπιστήμιο και των δημοκρατικών πανεπιστημιακών κινημάτων με το εργατικό

46

Page 48: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κίνημα, μέσω και της καλύτερης συνδικαλιστικής τους οργάνωσης. Η αντικειμενική βάση για τις ενδοπανεπιστημιακές συμμαχίες, και του δημοκρατικού πανεπιστημονικού κινήματος με το εργατικό κίνη­μα, έχει διευρυνθεί ουσιαστικά. Αυτό είναι και αντικειμενικό ε- ξαιτίας της μαζικοποίησης των ΑΕΙ, του σημερινού κοινωνικού ρό­λου και εισοδήματος των πιο πολλών μελών του ΔΕΠ, της παρουσίας της εργατικής τάξης, του λεγόμενου μη επιστημονικού δηλαδή προ­σωπικού, μέσα στα ίδια τα ΑΕΙ, τις επιπτώσεις της ΕΤΕ, όπως η προ­λεταριοποίηση σημαντικών τμημάτων της διανόησης και η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου της εργατικής τάξης. Σ’ αυτή τη βάση διευ­κολύνεται σήμερα η οργανωμένη πάλη των κομμουνιστών, για την κατανόηση απ’ όλους αυτούς τους συντελεστές, των αντικειμενικά υ­παρκτών κοινών συμφερόντων. Έ τσι ώστε τα ΑΕΙ, η έρευνα και δι­δασκαλία σ’ αυτά, η επιστήμη, να αναπτυχθούν ορθολογικά και ωφέλιμα για την κοινωνία. Να ’ναι αποτελεσματικά, να αναδείχνουν τα προβλήματα, να προτείνουν λύσεις γ ι’ αυτά στην κοινωνία και, με κριτήριο την πράξη, να στρατεύονται για την υλοποίηση αυτών των λύσεων.

Ό πω ς τόνιζε ο Λένιν, στη «συμμαχία επιστήμης, προλεταριά­του, τεχνικής, δεν θα μπορέσει να αντισταθεί καμιά δύναμη και ε­ξουσία, ακόμα και η πιο σκοτεινή».

47

Page 49: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Εισήγηση

ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

ΠΑΝΟΣ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ, μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ,

γραμματέας της Σπουδάζουσας

Φίλοι και φίλες,σύντροφοι και συντρόφισσες,Αυτή η σύντομη παρέμβαση δεν έχει στόχο να φωτίσει τη σημε­

ρινή κατάσταση στην ανώτατη εκπαίδευση ή να δόσει τις βασικές πλευρές της πολιτικής του Κόμματος γι' αυτήν. Αλλωστε αυτό με πληρότητα αναπτύχθηκε από την κεντρική εισήγηση του σ. Ν. Κο- τζιά. Κυρίως θέλουμε να σταθούμε σε μερικές πλευρές που έχουν να κάνουν με τη σημερινή θέση και συμπεριφορά των φοιτητών - στο φόντο της όξυνσης των προβλημάτων στην ανώτατη εκπαίδευση - τη δράση και τις προοπτικές του φοιτητικού κινήματος και των κομμου­νιστών φοιτητών. Αφετηρία και βάση γ ι’ αυτό έχουμε τις εκτιμήσεις για το κίνημα της νεολαίας που περιέχονται στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 12ο Συνέδριο και τις κατευθύνσεις της 8ης Συνόδου του ΚΣ της ΚΝΕ για το χτίσιμο του Ενιαίου Μετώπου Πάλης της νεο­λαίας.

Με την ολίσθηση της κυβέρνησης σε όλο και πιο συντηρητικές κατευθύνσεις, με την προώθηση στα ΑΕΙ των μέτρων ΕΟΚικής μονο­πωλιακής προσαρμογής - που αναπτύχθηκαν στην κεντρική εισήγη­ση - και με την ένταση της οικονομικής της ασφυξίας, οξύνονται τα προβλήματα ζωής και σπουδών των φοιτητών, αποκτά μια νέα διά­σταση το θέμα της αυριανής προοπτικής τους.

Περισσότερο από άλλες φορές, ακόμα και τους πρωτοετείς φοι­τητές που μόλις μπήκαν στο πανεπιστήμιο απασχολεί το θέμα του δι­καιώματος στην ολοκληρωμένη γενική μόρφωση και ειδίκευση, υπάρχει η ανησυχία τι θα γίνει μετά το πανεπιστήμιο. Οι επιδιώξεις της ΕΟΚ που προωθεί γοργά η κυβέρνηση, που οδηγούν στη δη­μιουργία «παιδείας δυο ταχυτήτων» γίνονται αντιληπτές από τη συ­ντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών μέσα από διάφορους δρόμους.

Στη βάση αυτών των οξυμένων προβλημάτων και με την επιδρά-

Page 50: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ση θέθαια της αναπτυσσόμενης δράσης του φοιτητικού κινήματος νέες μάζες φοιτητών ριζοσπαστικοποιούνται, αμφισβητούν την υπάρχουσα κατάσταση, ψάχνουν τις αιτίες της, έχουν διάθεση για πάλη. Αυτή η τάση θέθαια δεν είναι ευθύγραμμη συνοδεύεται και από αντιφατικά ή και αρνητικά φαινόμενα συμπεριφοράς.

Μπορεί να βρίσκει έδαφος και η συντηρητική άποψη της ατο­μικής πρόκρισης «μέσα στους πολλούς», ή η παθητικότητα και πα­ραίτηση από την προσπάθεια για την κατάκτηση του δικαιώματος στη μόρφωση, ακόμα και περιπτώσεις εγκατάλλειψης των σπουδών και μάλιστα από το Α' έτος. Για παράδειγμα από τους 500 πρωτοετείς που πέρασαν φέτος στο πολιτικό τμήμα της Νομικής, οι 100 δεν γράφτηκαν καθόλου στη σχολή και από τους υπόλοιπους λιγότεροι από τους μισούς έχουν κάποια στοιχειώδη σχέση με την εκπαιδευ­τική διαδικασία.

Η άρχουσα τάξη σ ' αυτές τις συνθήκες και στο βαθμό που δεν καταφέρνει να δημιουργεί μέσα στους φοιτητές αντιλήψεις μαχη­τικής υπεράσπισης της πολιτικής της, προκρίνει την τακτική της πε­ριθωριοποίησης των φοιτητών, το ξέκομμα από κάθε συμμετοχή στο φ ο ιτη τικ ό κ ίνημα και τη ν π ο λιτικ ή δράση. Εντείνει τη συκοφα­ντική εκστρατεία σε θάρος του φοιτητικού κινήματος σαν βασικού - αν όχι μόνου - υπεύθυνου για τα χάλια της εκπαίδευσης.

Έ τσι βλέπουμε ότι η άρχουσα τάξη εφαρμόζει και πάλι την πα­λιά δοκιμασμένη συνταγή: από τη μια μεριά η δική της πολιτική, το δικό της σύστημα, σπρώχνουν καθημερινά τη νεολαία μακριά από τη μάθηση και εδώ ας θυμηθούμε πέρα από τη γνωστή απωθητική εικόνα του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος, πέρα από την πο­λιτική της λιτότητας, που κάνει «πολυτέλεια» τη μόρφωση για πολλές λαϊκές οικογένειες, τα λόγια ανώτατου κυβερνητικού στελέ­χους ότι δεν είναι αναγκαίο να μορφώνονται όλοι, «αφού οι υδραυλι­κοί σήμερα αμοίθονται καλύτερα από τους απόφοιτους των ΑΕΙ». Ή ακόμα εκείνο το ανεκδιήγητο σλόγκαν της τηλεόρασης: «όταν δεν βλέπετε τηλεόραση διαβάστε ένα βιβλίο»!!!

Και από την άλλη πλευρά έρχεται η άρχουσα τάξη να κατακε­ραυνώσει τη νεολαία για απάθεια απέναντι στη μόρφωση, να χρεώσει σ ' αυτήν την ευθύνη για τα αποτελέσματα της δικής της πολιτικής.

Η επιδίωξη που έχει για φοιτητές και αποφοίτους δυο κατηγο­ριών δηλαδή από τη μια μεριά μιας ελίτ υψηλά ειδικευμένου επιστη­μονικού δυναμικού για τις ανάγκες της στην παραγωγή, την αναπα­ραγωγή της εργατικής δύναμης, σε ιδεολογικά και κρατικά - διευθυ­ντικά στελέχη και από την άλλη μιας τεράστιας μάζας μισοειδικευμέ- νου, φτηνού, χαμηλής στάθμης επιστημονικού δυναμικού που θα επι­διώκει να χρησιμοποιεί όπως θέλει, συνοδεύεται παράλληλα με μια

49

Page 51: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

επεξεργασμένη ιδεολογική επίδραση, που έχει σκοπό να κερδίζει απόλυτα ιδεολογικά μαζί της αυτή την ελίτ, σε μια συνειδητή στάση υπεράσπισης των συμφερόντων της, και από την άλλη θέλει τους φοιτητές που καταδικάζει αντικειμενικά στην ημιμάθεια, ανθρώπους χαμηλών απαιτήσεων, παρατημένους από τη διεκδίκηση της μόρ­φωσης, χωρίς στοιχεία αντίστασης στην πολιτική της.

Δεν είναι τυχαίο από αυτήν την άποψη πρόσφατο δημοσίευμα του Βήματος, το οποίο αναφερόμενο στους φοιτητές που εγκαταλεί­πουν ή καθυστερούν τις σπουδές τους, αφενός τους ρίχνει απόλυτα την ευθύνη γ ι’ αυτό και αφετέρου μάλλον τους κολακεύει και τους παροτρύνει σε μια τέτια στάση εκτιμώντας πως ίσως «να είναι καλύ­τερα να κάνει κάποιος ημιτελείς σπουδές»!!

Οι κομμουνιστές φοιτητές πρέπει να είναι οι τελευταίοι που θα κλείσουν τα μάτια μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση που διαμορφώνε­ται σήμερα.

Σ’ αυτές τις συνθήκες είναι, πιστεύουμε, επιτακτική η ανάγκη για διεύρυνση των στόχων πάλης του φοιτητικού κινήματος, έτσι ώστε να στέκονται πιο πολύ απ’ ό,τι μέχρι τώρα στα ζητήματα του περιε­χομένου, της κατάκτησης και της κριτικής αφομοίωσης της γνώσης.

Υποστηρίζουμε σταθερά ότι οι φοιτητές είναι ανάγκη - έστω και στα πλαίσια του σημερινού ταξικού εκπαιδευτικού συστήματος και παρά τις αντίξοες συνθήκες που υπάρχουν - να αφομοιώνουν τις κα­τακτήσεις της ανθρώπινης σκέψης. Διευρύνονται έτσι οι ορίζοντες της σκέψης τους, τονώνεται η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, η ε- νεργητικότητά τους, στοιχεία απαραίτητα για μια συνειδητή και στα­θερή συμμετοχή στην πάλη για την κοινωνική αλλαγή. Μια τέτια θε­τική, ενεργητική στάση απέναντι στη μόρφωση δεν μπορεί παρά να βρίσκει την έκφρασή της και στις επιδόσεις στις σπουδές.

Το φοιτητικό κίνημα σήμερα πρέπει αποφασιστικά ν’ απαιτήσει και να παλέψει για ολοκληρωμένη μόρφωση για όλους τους φοι­τητές, που θα συμβάλει στη διαμόρφωση, μιας πλούσιας δημιουρ­γικής προσωπικότητας, ανοίγοντας μέτωπο με την παραμόρφωση της αλήθειας και της προσωπικότητας του νέου ανίθρώπου που καλ­λιεργεί το ταξικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Το παραπάνω ζήτημα δένεται στενά με την ανάγκη το φοιτη­τικό κίνημα να συμβάλει και σ τη ν επιστημονική τεκμηρίωση - στο μέτρο του δυνατού βέβαια - των στόχων πάλης και των απαιτήσεων του λαϊκού κινήματος.

Μ ια τέτια ενεργητική στάση των φοιτητών απέναντι σ την πα­ρεχόμενη μόρφωση θα βοηθάει, πιστεύουμε, και να γίνεται το φοιτη­τικό κίνημα ακόμη περισσότερο αξιόμαχη δύναμη του λαϊκού κινή­ματος, αλλά και να αποτελούν αύριο οι σημερινοί φοιτητές την ερ­

50

Page 52: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γαζόμενη διανόηση που θα θέτει την επιστημονική της κατάρτιση, τη γνώση της και την αγωνιστική της διάθεση στην υπηρεσία του ερ­γαζόμενου λαού και των κοινωνικών του αναγκών. Αντίθετα, μια αυ­ριανή διανόηση δεύτερης και τρίτης κατηγορίας χωρίς επαρκή κατάρτιση, χωρίς απαιτήσεις και δημιουργική διάθεση για κοινω­νική προσφορά, θα είναι πιο εύκολο να μπει με σκυμμένο το κεφάλι στην παραγωγή ή σ την εκπαίδευση.

Η στάση της σπουδάζουσας νεολαίας απέναντι στη μόρφωση, α­ποκτά λοιπόν κι αυτή την ευρύτερη διάσταση, γίνεται ζήτημα καθο­ριστικής σημασίας για τη συμμαχία της με την εργατική τάξη.

Μ’ αυτή την ευθύνη και την αφετηρία οι κομμουνιστές φοιτητές καθορίζουν τις κατευθύνσεις της δουλιάς τους στα ΑΕΙ, δίνουν τη μάχη για την ανάπτυξη και ενίσχυση της δράσης του φοιτητικού κινήματος.

Έχοντας υπόψη και μια σειρά γενικότερα νέα κοινωνικο-πολι- τικά δεδομένα στη ζωή και δράση της νεολαίας, χρειάζεται να δούμε πώς θα συμθάλει αποφασιστικά το φοιτητικό κίνημα στην οικοδόμη­ση του Ενιαίου Μετώπου Πάλης της νεολαίας όπως καθορίζεται στην απόφαση της 8ης Συνόδου του ΚΣ της ΚΝΕ.

Οι σημερινοί στόχοι πάλης των φοιτητικών συλλόγων αφορούν τα πιο καυτά προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης και του φοιτη­τικού κόσμου. Η πολύμορφη δράση τους ασφαλώς δεν μπορεί να υ­ποτιμηθεί. Ωστόσο, οι κομμουνιστές φοιτητές δεν μπορούν να νιώ­θουν κάποια αυτάρκεια. Αντίθετα, επιδιώκουμε να συμβίάλουμε στην προσέλκυση νέων τμημάτων του φοιτητικού κόσμου στη ζωή και δράση των συλλόγων, στην ενεργητική συμμετοχή τους σ’ αυτή, στην άνοδο της αυτενέργειας και της αγωνιστικής πρωτοβουλίας τους. Και εδώ δεν γίνεται λόγος για κάποιο μικρό αριθμό φοιτητών. Υπάρχουν σήμερα χιλιάδες φοιτητές, που παλιότερα ακολουθούσαν άλλες δυνάμεις, ιδιαίτερα τη Ν. ΠΑΣΟΚ, άλλοι επ ίσης νέοι σε η­λικία, χωρίς πείρα από πολιτική και μαζική δράση, που έχουν ειλι­κρινή αγωνία για τη σημερινή κατάσταση, για τις σπουδές τους και για τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, έχουν γνώμη, προτάσεις και αγωνιστικές διαθέσεις.

Πώς αυτοί θα βρουν σταθερά τη θέση τους στο φοιτητικό κίνη­μα, θα ανεβάζουν παραπέρα την πολιτική τους συνείδηση; Η τα­κτική των κομμουνιστών πρέπει ν’ απαντάει σ’ αυτό το κρίσιμο ερώ­τημα. Προϋπόθεση βασική είναι ν’ απευθυνόμαστε μ ’ εμπιστοσύνη σ' αυτόν τον κόσμο, ανοιχτόκαρδα και συναγωνιστικά, με ειλικρινή διάθεση για ν’ αναλάθουν τις ευθύνες τους στην κοινή πάλη, με σε­βασμό στη διαφορετική αντίληψη, με ενωτικό πνεύμα ισότιμου διαλόγου.

51

Page 53: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Σήμερα δεν είναι μόνο δική μας επιδίωξη, αλλά αναγκαιότητα και ρεαλιστική δυνατότητα, η προώθηση μιας πλατιάς αγωνιστικής ενότητας και συμπαράταξης των φοιτητών μέσα στο φοιτητικό κίνη­μα, πέρα από ιδεολογικές διαφορές.

Θέλοντας να συμβάλουμε σε κάτι τέτιο, απευθύνουμε και σήμερα μ ' αφορμή τη συζήτηση των κρίσιμων θεμάτων της εκπαίδευσης σ ' αυτό το Συμπόσιο, ένα προσκλητήριο διαλόγου και πάλης προς ό­λους τους φοιτητές που αγωνιούν για τη σημερινή κατάσταση στην ανώτατη εκπαίδευση, προς όλους τους ριζοσπάστες φοιτητές, που θέλουν ένα φοιτητικό κίνημα ακόμα πιο ζωντανό και πλούσιο στη δράση του, που να μπορεί να κάνει ακόμα πιο αποτελεσματική την πάλη για μια άλλη πορεία των ΑΕΙ, ενάντια στις ΕΟΚικές και μονο­πωλιακές επιδιώξεις, που θα συμβάλει στη γενικότερη πάλη για μια λαϊκή παιδεία σε μια νέα Ελλάδα της αλλαγής.

Είναι πρόταση για μια ανοιχτή, δημιουργική συζήτηση, συ­σπείρωση και πάλη γύρω από τα κρίσιμα προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης. Οι άμεσοι στόχοι που προτείνουμε, δεν αποτελούν ε­πινόηση των κομμουνιστών φοιτητών, αλλά προκύπτουν από τη συμπύκνωση των ανησυχιών των φοιτητών, την πλατιά συζήτηση και το περιεχόμενο των διεκδικήσεων που έχουν γίνει. Που όμως πρέπει ν’ αναδειχτούν ακόμα πιο πολύ, να εμπλουτιστούν με τη σκέψη και τις προτάσεις και άλλων φοιτητών.

Ούτε αυτή μας η πρόταση έχει κάποιο πλατωνικό και αφηρημέ- νο χαρακτήρα. Επιδιώκουμε να πάρει σάρκα και οστά σε κάθε έτος και σχολή της Ελλάδας, έτσι ώστε ν’ ανοίξει μια πλούσια και θαρ­ραλέα συζήτηση με χιλιάδες φοιτητές - άσχετα αν τώρα ακολουθούν ίσως άλλες δυνάμεις - να οργανώσουμε από κοινού τη δράση από δω και μπρος, να δόσουμε μαζί τους και τη μάχη των φοιτητικών ε­κλογών ώστε το ψηφοδέλτιο της ΠΣΚ ν ’ αποτελέσει έναν ευρύτερο πόλο συσπείρωσης ριζοσπαστών φοιτητών.συμβάλλοντας έτσι - και με την κατάκτηση απ' αυτό το ψηφοδέλτιο της πρώτης θέσης - στην εκλογή Διοικητικών Συμβουλίων (ΔΣ) των Συλλόγων, που να μπο­ρούν ν' ανταποκριθούν στις ανάγκες της πάλης των φοιτητών σήμε­ρα.

Ποια ζητήματα Οα μπορούσαν, κατά τη γνώμη μας. να αποτελέ- σουν ένα κοινό πλαίσιο συζήτησης και δράσης:

1. Αναμόρφωση των προπτυχιακών σπουδών, για την κατάκτη­ση σύγχρονης και ουσιαστικής επιστημονικής μόρφωσης. Απαίτη­ση ταυτόχρονα για δυο κύκλους σπουδών στην ανώτερη εκπαίδευση. Τον πρώτο, προπτυχιακό κύκλο, με νέα προγράμματα σπουδών, με περιεχόμενο τις σύγχρονες κατακτήσεις της επιστήμης και της τε­χνικής, που να παρέχει την απαραίτητη ειδίκευση και να οδηγεί σε

52

Page 54: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πτυχίο ουσιαστικό εφόδιο για δουλιά. Δεμένο με την έρευνα, ικανό να εκπαιδεύει επιστήμονες, που να μπορούν να συμβάλουν σε μια νέα ανάπτυξη προς όφελος των εργαζόμενων.

Και ένα δεύτερο κύκλο, μεταπτυχιακό, που να οδηγεί κατευθείαν σε διδακτορικό χωρίς άλλο ενδιάμεσο τίτλο.

2. Τα προγράμματα σπουδών ν' αποφασίζονται όπως έχει κατα­κτηθεί μέχρι τώρα. στα τμήματα των σχολών με τη συμμετοχή φοι­τητών και ΔΕΠ. Η ίδια η πανεπιστημιακή κοινότητα να έχει την ευθύνη της αναγκαίας συνεργασίας, των ανταλλαγών κλπ., με άλλα πανεπιστήμια και τη βιομηχανία, στη βάση της ισοτιμίας, της αμοι­βαιότητας, χωρίς παρεμβάσεις από τρίτους στον καθορισμό των προ­γραμμάτων σπουδών και χωρίς την υποταγή τους στην εξυπηρέτηση των μονοπωλιακών συμφερόντων.

3. Ανάπτυξη της έρευνας μέσα στα ΑΕΙ, με την ευθύνη των πανε­πιστημιακών οργάνων, με προσανατολισμό ιδιαίτερα σε τομείς χρή­σιμους για μια αυτοδύναμη ανάπτυξη του τόπου.

4. Κατοχύρωση του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαί­δευσης ενάντια στα σχέδια ιδιωτικοποίησης που ήδη προωθούνται.

5. Μέτρα ενάντια στη μείωση της αξίας των πτυχίων, με την απόρριψη της γνωστής οδηγίας της ΕΟΚ.

6. Αποφασιστική αύξηση των δαπανών για τη δημόσια εκπαί­δευση. σύμφωνα με τις προτάσεις των πανεπιστημιακών οργάνων.

7. Μέτρα ανακούφισης από την αυξανόμενη ανεργία των πτυ- χιούχων, σύμφωνα με τις προτάσεις των φοιτητικών συλλόγων, των επιστημονικών ενώσεων και με την υιοθέτηση γενικότερων προτά­σεων που προβάλλει το εργατικό κίνημα.

Σ’ αυτή τη βάση αντικρούουμε τις επιδιώξεις της ΕΟΚ και της κυβέρνησης για παιδεία «δυο ταχυτήτων», με τη διαμόρφωση τριών κύκλων σπουδών, την αφαίρεση της έρευνας από τα ΑΕΙ, την περι­κοπή των δαπανών, την παραπέρα υποταγή των σπουδών στα ΕΟΚικά μονοπωλιακά συμφέροντα, όπως προωθείται με τα σχέδια ERASMUS και COMETT.

Ταυτόχρονα με αυτά τα ζητήματα νομίζουμε, πρέπει να τοποθε­τηθεί στο κέντρο της συζήτησης, και η ανάγκη να ζωντανέψει και να βελτιωθεί αποφασιστικά η λειτουργία και η δράση των φοιτητικών συλλόγων και της ΕΦΕΕ, να ενισχυθούν οι δεσμοί τους με τη μεγάλη πλειοψηφία των φοιτητών. Πρέπει ν’ απαλλαγούμε σύντομα από την τροχοπέδη των στείρων αντιπαραθέσεων για δευτερεύοντα ζητήματα, που αφήνουν έξω από τη συζήτηση τα κρίσιμα προβλήματα των φοι­τητών, που μειώνουν έτσι το κύρος των μαζικών οργάνων και απομα- κρύνουν από τη δράση φοιτητές.

Βέβαια, δεν είναι μυστικό, πως υπάρχουν δυνάμεις μέσα στο φοι­

53

Page 55: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τητικό κίνημα που επιδιώκουν την αποδυνάμωση της δράσης των συλλόγων, έχουν μεγάλη ευθύνη για προβλήματα που παρουσιάζο­νται σήμερα. Ωστόσο, δεν μπορεί οι κομμουνιστές φοιτητές απλά να επισημαίνουν κάτι τέτιο και να μην καταπολεμούν τα διασπαστικά και εκφυλιστικά φαινόμενα στηριζόμενοι στις ενωτικές, αγωνιστικές διαθέσεις των φοιτητών.

Ούτε μπορούμε να πούμε πως έχουμε κάνει ό,τι μπορούσαμε σ' αυτή την κατεύθυνση. Χρειάζεται με άλλο πνεύμα να δούμε το πρό­βλημα, να υπάρξει στην πράξη μια ουσιαστική στροφή.

Το άνοιγμα μιας τέτιας πλατιάς συζήτησης, θα διευκολύνει νέες μάζες φοιτητών να προσεγγίζουν, να υιοθετούν προχωρημένους στόχους πάλης του φοιτητικού κινήματος, να εντάσσονται καθαρά σ ’ αυτό. Αυτή η τροφοδότηση των γραμμών του φοιτητικού κινήμα­τος θα σταθεροποιεί ακόμη περισσότερο τον αντιιμπεριαλιστικό α- ντιμονοπωλιακό προσανατολισμό της πάλης του, θα δημιουργεί πιο στέρεο και διευρυμένο βάθρο πάνω στο οποίο θα βασίζεται και θα α­νεβάζει τον ρόλο του, το αντιιμπεριαλιστικό - αντιμονοπωλιακό ρεύμα που υπάρχει και είναι ισχυρό στους φοιτητές. Θα αποκρούο- νται οι προσπάθειες της άρχουσας τάξης για περιχαράκωση αυτού του ρεύματος και απομόνωσής του από τις πλατιές μάζες των φοιτητών.

Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,Η σημερινή σπουδάζουσα νεολαία είναι αυτή που θα ζει τα πιο δη­

μιουργικά της χρόνια στο πέρασμα του αιώνα μας. Σήμερα βρίσκεται μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση: Ποτέ άλλη γενιά δεν βρέθηκε τόσο κοντά στην ολόπλευρη κατάκτηση της γνώσης, αλλά και τόσο μακριά της ταυτόχρονα. Είναι μια γενιά που ζει στην εποχή της ΕΤΕ, της μεγάλης έκρηξης των ανθρώπινων γνώσεων, της τεράστιας συσσώρευσης του κοινωνικού πλούτου.

Αλλά είναι επίσης μια γενιά που ζει στην εποχή μιας πρωτοφα­νούς κρίσης της καπιταλιστικής κοινωνίας, όπου η κυρίαρχη τάξη γίνεται ανοιχτά εχθρική απέναντι στην ουσιαστική μόρφωση, την ε­λεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, την κριτική σκέψη, τις προοδευτικές αξίες. Σε μια εποχή όπου τα καλύτερα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνικής χρησιμοποιούνται ενάντια στον εργαζό­μενο λαό, απειλούν την ίδια την Ειρήνη. Ζει σε μια εποχή όπου το όραμα της άρχουσας τάξης για μια Ελλάδα - διαμετακομιστικό κέ­ντρο των πολυεθνικών, υποβαθμισμένη επαρχία της ΕΟΚ, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για την πρόοδο της εκπαίδευσης, την ανάπτυξη της επιστήμης, την αξιοποίησή της σ’ όφελος των κοινωνικών αναγκών.

Σήμερα λοιπόν, η υπόθεση της μόρφωσης βρίσκεται περισσότε­ρο από κάθε άλλη φορά στα χέρια του εργαζόμενου λαού, στα χέρια των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων. Το Κ Κ Ε που έχει συνδεθεί

54

Page 56: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σ ’όλη την πολυκύμαντη ιστορία του, με τους καλύτερους αγώνες του ελληνικού λαού και στο μεγάλο μέτωπο της μόρφωσης και του πολι­τισμού, προτείνει σήμερα με το 12ο Συνέδριό του, την προοπτική της Ελλάδας της αλλαγής και του σοσιαλισμού, που θα απελευθερώσει και την παιδεία από την τροχοπέδη της αστικής κυριαρχίας.

Και είμαστε σίγουροι ότι η σημερινή σπουδάζουσα νεολαία και αυριανή εργαζόμενη διανόηση θα δόσει τη δική της δυναμική συμ­βολή σ’ αυτή την υπόθεση.

55

Page 57: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Παρεμβάσεις

ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥ ΛΟΣ, πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθήνας

Αγαπητοί φίλοι, θα ήθελα πρώτα να πω ότι σε μεγάλο βαθμό βρίσκω πειστική την καταγραφή των κινδύνων που έγινε από τις δύο εισηγήσεις και περισσότερο απ’ όλα θα ήθελα να εντοπίσω αυτή την καταγραφή σε δύο, τους μεγαλύτερους, κινδύνους. Αλλά πριν τους πω θα ήθελα να κάνω μια διευκρίνιση. Τους κινδύνους αυτούς τους βλέπω αντικειμενικά να υπάρχουν. Δεν ξέρω αν μπορώ να τους α- ποδόσω σε σχέδια ή σε κακές προθέσεις, δηλαδή'δεν αποκλείω όσοι αποδέχονται τους κινδύνους αυτούς να είναι και καλόπιστοι, ορι­σμένοι τουλάχιστον από αυτούς. Αντικειμενικά όμως υπάρχει πρώτα ο κίνδυνος πραγματικά να υποβαθμιστούν οι προπτυχιακές σπουδές. Υπάρχει από ορισμένες πλευρές ένα μειωμένο ενδιαφέρον για την προσπάθεια να αναβαθμίσουμε τις προπτυχιακές σπουδές και συ­γκεντρώνεται το ενδιαφέρον στην οργάνωση των μεταπτυχιακών και μάλιστα με δύο ταχύτητες, με κίνδυνο να αφεθούν οι προπτυχιακές σπουδές χωρίς προβληματισμούς, χωρίς έρευνα, χωρίς διπλωματικές εργασίες, όπως ακούσαμε, να αφεθούν σαν σπουδές για τη μεγάλη μάζα, ενώ για την ελίτ θα είναι οι μεταπτυχιακές σπουδές. Πρόκειται δηλαδή για έναν κίνδυνο να καταλήξουμε σ’ ένα αριστοκρατικό, ε­λιτίστικο σύστημα. Ο άλλος κίνδυνος έχει σχέση με τις δυσχέρειες χρηματοδότησης των ΑΕΙ. Το δημόσιο μας έχει δόσει αυτά που μας έχει δόσει από τον κρατικό προϋπολογισμό. Τα ανώτερα εκπαιδευ­τικά ιδρύματα έχουν εκφράσει τη διαφωνία τους, έχουν διαμαρτυρη- θεί ότι δεν είναι επαρκή τα ποσά αυτά. Η απάντηση είναι ότι υπάρ­χουν και άλλες πηγές, οι ιδιωτικοί φορείς (βιομηχανία) οι οποίοι μπορούν να χρηματοδοτήσουν.

Βεβαίως δε θα έπρεπε εκ των προτέρων να αποκλείσει κανένας και άλλες δυνατότητες - πολύ περισσότερο όταν αυτές συνδέονται με συνεργασία με την παραγωγή, με τη βιομηχανία. Αλλά κάποιος αντι­κειμενικός κίνδυνος εξάρτησης από ιδιωτικούς φορείς και ιδιωτικο­

56

Page 58: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ποίησης ή πορείας προς την ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων, αν δεν προσέξουμε, δεν μπορεί να αποκλειστεί. Τα πανεπιστήμια - και αυτό το προβλέπει από παλιά το σύνταγμα, μια από τις πιο σωστές και δημοκρατικές διατάξεις του συντάγματος μας - είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Τελούν υπό τον έλεγχο του δημοσίου, που σημαίνει σε τελευταία ανάλυση του ελληνικού λαού. Εμείς δεν φοβόμαστε την εξάρτηση, την οποία δημιουργεί η χρηματοδότηση από το δημόσιο, από το κράτος. Γιατί όταν το κράτος είναι δημοκρα­τικό, αυτό σημαίνει εξάρτηση από τον ίδιο το λαό. Και αν με τη συ­γκεκριμένη, Α ή Β κυβέρνηση, έχουμε διαφωνίες, υπάρχει η δυνατό­τητα στις επόμενες εκλογές να την καταψηφίσουμε. Τελικά δηλαδή η εξάρτηση από το κράτος είναι εξάρτηση από το λαό. Ενώ, πώς μπο­ρούμε, αν δημιουργήσουμε εξαρτήσεις από ιδιωτικούς φορείς και βιομηχανίες, και εξαρτάται η λειτουργία και η συνέχιση της λει­τουργίας του εκπαιδευτικού έργου του πανεπιστημίου από τη χρημα­τοδότηση και τη ροή της χρηματοδότησης από ιδιωτικούς φορείς, πώς μπορούμε να απεμπλακούμε από μια τέτια εμπλοκή. Αυτά για την καταγραφή των κινδύνων.

Θα ήθελα όμως - χωρίς να θέλω να μετακινήσω το κέντρο βά­ρους από αυτά που ειπώθηκαν στις εισηγήσεις - να επισημάνω και ένα κενό που μας αφήνουν, σ’ ένα πολύ μεγάλο καυτό πρόβλημα, το οποίο μας απασχόλησε τελευταία και στο ΣΑΠ. Δεν περιορίζονται τα πανεπιστημιακά προβλήματα μόνο στο χρόνο μετά την είσοδο των φοιτητών στην προπτυχιακή εκπαίδευση. Τα προβλήματα αρχίζουν και πιο πριν. Υπάρχει μια αναντιστοιχία ανάμεσα στον αριθμό αυτών που θέλουν να προχωρήσουν σε πανεπιστημιακές σπουδές και στον αριθμό αυτών που μπορεί να εκπαιδεύσει ένα πανεπιστήμιο, αλλά και των αποφοίτων που μπορεί να απορροφήσει η κοινωνία. Αν για το πρώτο, για το πόσους μπορεί να εκπαιδεύσει ένα πανεπιστήμιο, μπο- ρείτε να μου δόσετε την εύκολη απάντηση - όλοι μας το υποστηρί­ζουμε αυτό - πως είναι δυνατό να αυξηθούν οι δυνατότητες ενός πανε­πιστημίου με περισσότερες παροχές, περισσότερο προσωπικό, καλύτερη υποδομή κλπ., πώς είναι δυνατό να αυξήσουμε την απορ­ροφητικότητα της κοινωνίας; Ορισμένη είναι η χωρητικότητα των ε­πιστημονικών επαγγελμάτων. Π.χ. ο αριθμός των γιατρών που χρειαζόμαστε, των ηλεκτρολόγων, των πολιτικών μηχανικών κλπ. είναι κατά βάση δεδομένος από τις κοινωνικές ανάγκες, και δεν αυξάνεται ανάλογα με τις επιθυμίες της νεολαίας. Τι γίνεται με αυτή την αναντιστοιχία; Η επισήμανση αυτή είναι και ερώτημα, αν θέλετε, προς τους εισηγητές, αλλά είναι και μια αφορμή να σας πω με δυο λόγια τη δική μου τη γνώμη.

Για λόγους συντομίας θα γενικεύσω και θα δω το πρόβλημα μα­

57

Page 59: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κροσκοπικά και μ’ αυτή την έννοια καταλαβαίνω ότι υπόκειμαι σε κίνδυνο να θεωρηθώ ότι απλουστεύω ή ότι υπεραπλουστεύω. Σήμερα, ξεκινάμε τις πανεπιστημιακές σπουδές με γενικές, θεωρητικές γνώ­σεις, πρώτα μαθαίνουμε το γενικό μέρος του μαθήματος και προ- χωράμε σιγά-σιγά στην εξειδίκευση. Δυνατότητα να ασκήσουμε το επάγγελμα όμως στη σημερινή κοινωνία, που γνωρίζει τον μεγάλο καταμερισμό της εργασίας, αρχίζουμε να αποκτούμε από τη στιγμή που θα έχουμε την εξειδίκευση. Στα πρώτα έτη των σπουδών, πολλές φορές και σ’ όλη τη διάρκεια των προπτυχιακών σπουδών, αν δεν αρχίζει η εξειδίκευση πριν από το πτυχίο, δεν έχουμε τη δυνατότητα να ασκήσουμε επάγγελμα, να βρούμε μια κατάλληλη δουλιά. Μ’ αυτό τον τρόπο αποκτά πραγματικά μεγαλύτερη σημασία η μεταπτυ­χιακή επαγγελματική προπαίδεια. Έ τσι έχουμε δύο μειονεκτήματα συγχρόνως. Απ’ τη μια μεριά μεταθέτουμε το χρόνο που αρχίζει να γίνεται παραγωγικός ο νέος στα μέσα ή στα τέλη της τρίτης δε­καετίας της ηλικίας του και οι ηλικίες οι πολύ δυναμικές και γεμάτες ζωτικότητα, δηλαδή ανάμεσα στα 20 και 30, αξιοποιούνται ελάχιστα από επαγγελματική άποψη. Και από την άλλη μεριά μπαίνει κανένας στο επάγγελμα από την επιστήμη, (επιστημονικό επάγγελμα) και αυτό δημιουργεί ακριβώς τους επαγγελματικούς διαχωρισμούς, δη­λαδή το προνομιακό επάγγελμα που είναι το επιστημονικό και το άλ­λο, το μη επιστημονικό, δηλαδή δημιουργεί κοινωνικές διακρίσεις και ελιτισμούς. Σκέφτομαι μήπως μια αντίθετη πορεία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει κάπως το πρόβλημα της αναντιστοιχίας ανάμεσα στο πόσοι θέλουν να σπουδάσουν και πόσους μπορεί να απορροφή­σει η κοινωνία. Αν αρχίζαμε δηλαδή τις σπουδές από την ειδίκευση, και δεν νομίζω ότι κάτι τέτιο θα ήταν εκ των προτέρων αντιπαιδαγω- γικό. Κατά μια άποψη μάλιστα η επανειλημμένη προσέγγιση ενός αντικειμένου και ιδίως των δύσκολων αντικειμένων, κάθε φορά και σε μεγαλύτερο βάθος, κάθε φορά και με καθολικότερη θεώρηση, εί­ναι εκπαιδευτικά αποτελεσματικότερη. Αλλωστε έχουμε και το παράδειγμα των επαγγελματικών σχολείων ακόμη και των ΤΕΙ, θα έ­λεγα, που παράγουν επαγγελματίες, χωρίς να τους προσφέρουν τις υ­ψηλές θεωρητικές βάσεις, τη φιλοσοφική διάσταση και τη σε βάθος γνώση του γενικού μέρους των μαθημάτων. Από τη στιγμή που θα έ­χει εξειδικευτεί σ’ ένα επάγγελμα ο νέος, από το επάγγελμα μπορεί να ανέβει στην επιστήμη, ίσως και σταδιακά. Μπορούν να προθλε- φθούν δηλαδή παραπέρα στάδια, ώστε χωρίς ποσοτικούς περιορι­σμούς να ανέρχεται τις βαθμίδες της γνώσης προς την ολοένα καθο­λικότερη θεώρηση, παίρνοντας π.χ. άδειες εκπαιδευτικές για επιμόρ­φωση, διακόπτοντας το επάγγελμα για ένα διάστημα κλπ. Έ τσι και οι νεαρές δυναμικές ηλικίες αξιοποιούνται για την παραγωγή και το

58

Page 60: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πρόβλημα του κοινωνικά άδικου numerus clausus για την είσοδο στα ΑΕΙ ξεπερνιέται. Ακόμη γενικεύεται για λίγο έστω χρόνο, αλλά γιά όλους ή σχεδόν όλους, η άσκηση λιγότερο δημοφιλών, αλλά κοινω­νικά αναγκαίων απασχολήσεων.

Παράλληλα μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να αντιμετωπιστεί κάτι το οποίο είπε ο Νίκος Κοτζιάς προς το τέλος της εισήγησής του. Οι σπουδές στα πανεπιστήμια δεν γίνονται μόνο για λόγους αναπτυ­ξιακής πολιτικής, για το πώς θα πετύχουμε δηλαδή μεγαλύτερη ανά­πτυξη, μεγαλύτερη παραγωγή. Οι σπουδές στα πανεπιστήμια γίνο­νται διότι η μόρφωση, η συμμετοχή στην ανώτατη παιδεία είναι δι­καίωμα του καθενός, είναι ατομικό δικαίωμα και είναι αυτοσκοπός, ανεξάρτητα από το αν αυτό έχει τις οποιεσδήποτε συνέπειες για την παραγωγή στην κοινωνία. Αν είναι έτσι, μπορεί κάποιος από το επάγ­γελμα το οποίο θα ασκεί να προχωρήσει στην ανώτερη μόρφωση είτε θα τη χρησιμοποιήσει επαγγελματικά, όπως συχνά θα χρειάζεται, είτε όχι. Μ’ αυτό τον τρόπο νομίζω ότι μπορούμε να φτάσουμε μα­κροπρόθεσμα σ’έναν νέο καταμερισμό της εργασίας, σε κάποια απά­λειψη της διάκρισης που κάνουμε σε επαγγέλματα υψηλά, επιστημο­νικά, ευγενή και επαγγέλματα ταπεινά. Σήμερα όλοι σχεδόν ρέπουμε προς τα πρώτα. Πολλοί από σας είστε νέοι, άλλοι μεγαλύτεροι και έχετε τα παιδιά σας, ποιος θα ήθελε να επιφυλάξει για τον εαυτό του ή για το παιδί του το ταπεινό επάγγελμα και να μην προχωρήσει στο υψηλό; Αυτή η διάκριση την οποία γνωρίζει η κοινωνία μας σήμερα πρέπει να ξεπεραστεί. Και εγώ το βλέπω μακροπρόθεσμα εφικτό, αν αντιστραφεί η πορεία από την καθολική θεώρηση στην εξειδίκευση που έχουμε σήμερα, και αρχίζουμε με την εξειδίκευση και προχω­ρούμε στην ανώτερη, καθολικότερη γνώση. Αν οι κάτοχοι της υ­ψηλής αυτής γνώσης γίνουν πάλι πολλοί, αφενός θα έχουν περάσει ήδη από την προηγούμενη επαγγελματική απασχόληση που χρειάζε­ται κι αυτή έμψυχο δυναμικό και αφετέρου θα μπορούν να μοιράζο­νται μεταξύ τους τη νέα, θεωρητικότερη, επαγγελματική απασχόληση. Αλλά ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να προχωρήσω σε παραπέρα ανά­πτυξη της γνώμης μου. Μένω στην έκφραση της γενικής ιδέας, η οποία καταλαβαίνω ότι κάθε άλλο παρά θα συναντά συμφωνία, ε­πειδή ίσως ξενίζει. Αλλά ήθελα, σαν ερέθισμα μπροστά στο μεγάλο, ώς τώρα άλυτο πρόβλημα του numerus clausus, να την έχω εκφράσει. Σας ευχαριστώ.

Ερώτηση: Για το σημείο που αναφέρατε σε σχέση με δύο τάσεις, επιθυμία για μόρφωση, κοινωνική ανάγκη για απορρόφηση, εκεί

. θέλω να σας ρωτήσω. Για ποια κοινωνία μιλάτε και ποιες κοινωνικές ανάγκες; Εγώ θα μιλήσω απ’ τη σκοπιά της επιθυμίας και θα σας

59

Page 61: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κάνω την εξής απλή ερώτηση. Αν αυτή τη στιγμή είχαμε χτίσει το πετροχημικό εργοστάσιο, που λόγω ΕΟΚ δεν χτίστηκε, αν αυτή τη στιγμή είχαμε ξεκινήσει εθνική βιομηχανία φαρμάκων, αν αυτή τη στιγμή βάζαμε θεμέλια για μια εθνική βιομηχανική ανάπτυξη, θα φτάναν οι χημικοί ή θα μας χρειάζονταν και άλλοι ψηλότερου ε­πιπέδου;. Αυτό είναι ένα λεπτό σημείο που μπορεί εγώ να το εντόπισα σ’ ένα τομέα, αλλά ισχύει και για άλλους τομείς.

Προεδρείο: Προφανώς για το ότι δεν έγιναν αυτά, δεν είναι υπεύ­θυνος ο κ. Σταθόπουλος.

Απάντηση: Ασφαλώς με μια σωστότερη πολιτική και μ’ έναν προγραμματισμό μακροπρόθεσμο μπορεί να μεταβάλουμε και να αυξήσουμε τις ανάγκες της κοινωνίας σε πολλά επαγγέλματα και για πολλούς επιστημονικούς κλάδους και ειδικότητες, αλλά νομίζω ότι οι κοινωνικές ανάγκες όπως και να διαφοροποιηθούν δεν μπορεί να έχουν μόνο οδηγό την επιθυμία των νέων να ασκήσουν ένα επάγγελ­μα ή να σπουδάσουν. Αυτό είναι ένα ανεξάρτητο κριτήριο. Έστω ότι καταλήγουμε κάπως, κάποτε με τον τρόπο που εσείς πολύ σωστά υπο­δείξατε σε μια παγίωση στη δεδομένη στιγμή των κοινωνικών ανα­γκών. Παγιώνεται π.χ. η ανάγκη που υπάρχει για χημικούς. Είναι α­ναγκαίο οι επιθυμίες των νέων να είναι ακριβώς αυτές που προ­σαρμόζονται στις ανάγκες; Αν εκεί υπάρχει αναντιστοιχία, τι κάνου­με; Και νομίζω ότι πράγματι γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη η τάση και η επιθυμία για συμμετοχή στην ανώτερη παιδεία. Το βλέπουμε και στην Ελλάδα, 150.000 υποψήφιους έχουμε κάθε χρόνο. Ενώ απ’ την άλλη μεριά δεν μπορείτε ποτέ να εξαφανίσετε την ανάγκη, την κοινωνική ανάγκη για τις χειρωνακτικές εργασίες ή για τα θεωρούμε­να ταπεινά επαγγέλματα. Ποιοι θα τα κάνουν αυτά, αν κανένας δεν εν- διαφέρεται και όλοι θέλουν να σπουδάσουν; Γ Γ αυτό ακριβώς νομίζω ότι μια ανακατανομή, ένας νέος καταμερισμός της εργασίας, με νέα επαγγέλματα, είναι αναγκαίος. Να σας δόσω και ένα παράδειγμα. Υπάρχει σήμερα ο απλός τεχνίτης, ο υπομηχανικός του επαγγελματι­κού σχολείου, ο μηχανικός του ΤΕΙ και ο επιστήμονας μηχανικός του Πολυτεχνείου. Μιλάω αυτή τη στιγμή όχι σαν εκπρόσωπος πανε­πιστημίου, αλλά από εξωπανεπιστημιακή σκοπιά, και μάλιστα νομίζω ότι έρχομαι σε αντίθεση με πολλούς συναδέλφους πανεπιστη­μιακούς που βλέπουν το πανεπιστήμιο και υποστηρίζουν μόνο τα συμφέροντα του πανεπιστημίου. Έ τσι στο παράδειγμά μου θα έβλε­πα ένα μόνο επάγγελμα, το επάγγελμα του μηχανικού, που θα το άρχι­ζε κανείς με απλούστερη επαγγελματική κατάρτιση και θα προχω­ρούσε τις βαθμίδες της γνώσης προς την καθολικότερη γνώση. Ο νέος θα επιλέγει όχι τη βαθμίδα, το επίπεδο του επαγγέλματος και της γνώσης, π.χ. επιστήμονας μηχανικός, γιατρός κλπ., αλλά την κατη­

60

Page 62: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γορία του επιστητού, τη δέσμη, αν θέλετε, τον επαγγελματικό κλάδο ανεξάρτητα από επίπεδο. Έ τσι θα μπαίνει π.χ. στο χώρο της υγείας, (μπορεί να μη λέγεται γιατρός, αλλά νοσηλευτής) της μηχανικής, της φυσικής, των γραμμάτων, των τεχνών, του δικαίου, της οικονομίας, της διοίκησης κλπ., και θα ανεβαίνει σκαλοπάτια ανάλογα με το πόσο θέλει και μπορεί (χωρίς numerus clausus) να προχωρήσει. Είναι μια νέα αντίληψη του καταμερισμού της εργασίας. Το Τεχνικό Επι­μελητήριο θα έχει αντιρρήσεις και πολλοί άλλοι θα έχουν αντιρρή­σεις, όπως ο δικηγορικός σύλλογος, ο ιατρικός σύλλογος, κλπ. αλλά σκέφτομαι μήπως η επιλογή δέσμης - και όχι η επιλογή επιπέδου, είναι κάτι που επιτρέπει να ξεπεραστούν διλήμματα και αδιέξοδα για τη σημερινή ή μάλλον την αυριανή νεολαία.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ, πρύτανης του Εθνικού Μέτσόθιου Πολυτεχνείου

Σας ευχαριστώ που μου δίνετε το λόγο σ' αυτή τη συνάντηση. Αισθάνομαι πάρα πολύ άνετα σ’ αυτήν εδώ την αίθουσα. Βλέπω πάρα πολλούς γνωστούς, παλιούς, της δικής μου γενιάς, αλλά αυτό που με ευχαριστεί πάρα πολύ είναι ότι βλέπω και πολλούς άγνωστους νέους, φοιτητές φαντάζομαι ή και άλλους νέους που δεν είναι φοιτητές. Αυτό είναι πάρα πολύ ενθαρρυντικό.

Πραγματικά δεν θέλω να χάσω την ευκαιρία για να πω δυο-τρία πράγματα που θα ήθελα να ακουσθούν σ’ αυτή τη συγκέντρωση. Πρώτα-πρώτα θέλω να υπογραμμίσω ότι μιλάμε σήμερα, το 1987, ό­ταν έχει προηγηθεί μια ορισμένη σημαντικότατη θεσμική αλλαγή στην Παιδεία, το 1982. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή η θεσμική αλλαγή, που συνεχίζεται άλλωστε με διάφορες τροποποιήσεις, συ­μπληρώσεις και αναπροσαρμογές, είναι ένα βασικό γεγονός. Αυτή η αλλαγή του 1982 άνοιξε μια νέα περίοδο και πιστεύω ότι σήμερα πραγματικά στα πανεπιστήμια ζούμε μια μεταβατική περίοδο, η οποία χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση νέων βέβαια προβλημάτων, από την όξυνση κάποιων παλιών, από την επίλυση επίσης κάποιων άλλων παλιών. Είναι μια νέα κατάσταση σε διαρκή εξέλιξη.

Έχουμε πάρα πολλά προβλήματα. Εγώ δεν Οα καταναλωθώ να τα αναφέρω για άλλη μια φορά εδώ, είτε αυτά τα προβλήματα είναι οι­κονομικά, είτε είναι εκπαιδευτικά, είτε είναι διοικητικά. Θα σας πω μόνο ότι είναι πάρα πολύ καλό και παρήγορο και σοβαρό το ότι στα 4 αυτά περίπου χρόνια αντισταθήκαμε σε παντός είδους πιέσεις που ασκήθηκαν για να μην προχωρήσει αυτή η θεσμική αλλαγή. Νομίζω ότι φτάσαμε σ’ ένα σημείο όπου επιτύχομε μια κάποια γενικότερη συνεννόηση μέσα στα πανεπιστήμια, ιδιαίτερα όσον αφορά το διδα­

61

Page 63: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κτικό προσωπικό. Δυστυχώς δεν μπορώ να πω το ίδιο και στο χώρο τον φοιτητικό, όπου υπάρχουν ακόμα πάρα πολύ οξείες αντιπαραθέ­σεις.

Αυτή η επιτυχία, το να καταφέρουμε δηλαδή να αντισταθούμε και να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε σήμερα πολύ θετικότερα τα πράγματα σε συνεργασία με τους συναδέλφους μας, είναι πάρα πολύ σημαντική και οφείλεται στη σταθερή θέλησή μας, αλλά και στη διάθεση των συναδέλφων να συνεργαστούμε για να αντιμετωπίσουμε επιτέλους το κεντρικό πρόβλημα των πανεπιστημίων. Έχουμε ξε- περάσει κατά τη γνώμη μου τις πρώτες βασικές δυσκολίες και βρι­σκόμαστε στην αρχή μιας νέας περιόδου, με θετικά χαρακτηριστικά. Έ τσι αν κάνετε μια σύγκριση με την κατάσταση πριν από δύο δε­καετίες, είτε πιο πριν με τα χρόνια που εμείς οι παλιότεροι εδώ είμα- σταν φοιτητές, θα καταλάβετε αμέσως τι εννοώ όταν λέω ότι συ- ντελέστηκε μια πολύ σημαντική πρόοδος.

Αυτά είναι μερικές γενικές διαπιστώσεις από τις όποιες μπορού­με να παίρνουμε κουράγιο υπό ορισμένους όρους. Ό τι αφ’ ενός εμείς οι ίδιοι θα επιμείνουμε να κρατήσουμε αυτή την κατάσταση και να μην πάμε παραπέρα και ότι πραγματικά δεν θα είμαστε μόνοι μας, δη­λαδή θα έχουμε τη συνεργασία των συναδέλφων μας (και την έχουμε ως ένα μεγάλο βαθμό), αλλά και των φοιτητών. Και εδώ νομίζω ότι στη συνάντηση αυτή πρέπει να μιλήσουμε λίγο περισσότερο ανοι­χτά για τη συνεργασία με τους φοιτητές, για την ανταπόκριση των φοιτητών στα πραγματικά τους καθήκοντα, για την αξιοποίηση από τους φοιτητές των δυνατοτήτων που τους δίνονται σήμερα, εννοώ τη συμμετοχή και γενικά το ρόλο τους μέσα στα σημερινά ιδρύματα. Π ι­στεύω ότι δεν είναι αυτός που έπρεπε να είναι, το λέω καθαρά και λυπάμαι γιατί το λέω. Το θεωρώ μεταβατικό φαινόμενο, το θεωρώ φαινόμενο που οφείλεται σε κάποιες ιδιομορφίες της σημερινής κοι­νωνίας. Μελετήστε το, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να συνε­χιστεί αυτό, πρέπει να ξεπεραστεί αυτή η κατάσταση (η οποία δεν σημαίνει βέβαια ότι η νεολαία μας είναι κακή).

Θα πω δυο λόγια για τη χρηματοδότηση διαφόρων εκδηλώ­σεων του πανεπιστημίου, είτε πρόκειται για μεταπτυχιακές σπουδές, είτε για έρευνα. Είναι πραγματικά συνταγματική υποχρέωση του κράτους να εξασφαλίζει τους πόρους της ανώτατης παιδείας. Τελευ­ταία ακούμε πολλές φορές να γίνεται λόγος για κάποιες παράλληλες δραστηριότητες που θα διευκολύνουν τις αυξημένες ανάγκες που δη- μιουργούνται στα πανεπιστήμια. Νομίζω ότι μπορεί να εξεταστεί αυτό το θέμα της κάποιας εξωτερικής, παράλληλης, συμπληρωμα­τικής χρηματοδότησης ή εξεύρεσης πόρων, αλλά αυτό με κανέναν τρόπο δεν απαλλάσσει την πολιτεία από τη βασική της υποχρέωση

62

Page 64: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

να στηρίζει οικονομικά και να τροφοδοτεί τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Δεν είναι άλλοθι αυτό, είναι μια άλλη πλευρά που μπορού­με ίσως κάπως, κάπου να την εξετάσουμε χωρίς να ξεφύγουμε από τον προορισμό μας. Στο σημείο αυτό θα προτείνω και σ’ αυτή τη συνάντηση και στους φορείς που παίρνουν μέρος και μπορούν να θέ­τουν και να αγωνίζονται μαζί μας για ορισμένα ζητήματα, να επανε­ξεταστεί το ζήτημα της κατάργησης του προληπτικού ελέγχου του κράτους στη διαχείριση των οικονομικών μας (του δημόσιου λογι­στικού). Είναι ένας φραγμός τρομερός, ο οποίος μας φθείρει πολύ και πρέπει να σας πω ότι στη μοναδική συνάντηση που οι πρυτάνεις είχαμε ως τώρα με τον Πρωθυπουργό το Δεκέμβρη του 1983 μας δή­λωσε ότι θα καταργήσει τον προληπτικό έλεγχο, αλλά ως τώρα δεν καταργήθηκε. Τον τελευταίο Νοέμβρη είχε πει ότι θα ξαναεξετάσου- με το θέμα σε νέα συνάντηση.

Ό σον αφορά τις μεταπτυχιακές σπουδές και την έρευνα, δεν θα ανοίξω εδώ όλη τη συζήτηση, που είναι πάρα πολύ μεγάλη, θα πω ό­μως ότι η απαρχή συζήτησης του θέματος αυτού στο τελευταίο Συμ­βούλιο Ανωτάτης Παιδείας ήταν καλή, ήταν αισιόδοξη, παρόλο που δεν ήταν καθ’ όλα σύμφωνη με τις απόψεις της μιας ή της άλλης πλευράς. Εντούτοις ήταν αρκετά ενθαρρυντική και θετική και πι­στεύουμε ότι με την επιμονή μας - είναι δυόμισυ χρόνια που ζητάμε να μπει το θέμα στο ΣΑΠ - οι πρυτάνεις θα επιτύχουμε να μπούμε στην ουσία αυτού του θέματος τουλάχιστο σ’ αυτό το όργανο, που εί­ναι ένα σοβαρό όργανο. Έ να όργανο δηλαδή που μπορεί να αξιο- ποιηθεί. Σήμερα ίσως δεν είναι τόσο σοβαρό όργανο, αλλά μπορεί να γίνει. Ως θεσμός είναι αξιόλογος, εξαρτάται από μας να τον αξιο- ποιήσουμε.

Δυο λόγια για τις αντιλήψεις που είπε ο συνάδελφός μου, ο αγα­πητός φίλος Μιχάλης Σταθόπουλος, για το θέμα της ειδίκευσης με την έννοια ότι αρχίζουμε με την ειδίκευση και πάμε προς τη γενί­κευση. Θα το περίμενε βέβαια ότι θα του απαντήσω σ’ αυτό, όχι γιατί η ιδέα αυτή δεν είναι αξιόλογη, αλλά γιατί αλλιώς εμφανίζεται για έναν νομικό και αλλιώς για έναν μηχανικό. Η νομική επιστήμη εξελίσεται βέβαια και αυτή, αλλά δεν εξελίσεται με τους ρυθμούς της τεχνικής επιστήμης. Η τεχνική επιστήμη εξελίσεται με ρυθμούς δι­πλασιασμού του όγκου των γνώσεων κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια ας πούμε, (δεν είναι ίσως ακριβώς η αλήθεια, αλλά εν πάσει περιπτώ- σει).

Ένας τεχνικός του επιπέδου του μηχανικού δεν αντέχει σ’ αυ­τούς τους ρυθμούς εξέλιξης, εάν δεν έχει μια στέρεη θεμελίωση της γενικής γνώσης πρώτα απ’ όλα, κι όταν λέμε της γενικής γνώσης δεν εννοούμε βέβαια τη φιλοσοφία - γ ι’ αυτό είπα ότι έχουμε μια δια­

63

Page 65: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

φορά - εννοούμε κάποιες άλλες αρχικές συνθήκες, εννοούμε τα μα­θηματικά, τη φυσική, τη μηχανική κλπ. Μόνον εάν οι μηχανικοί μας μπορέσουν να θεμελιώσουν τη γενική γνώση και την τεχνική γενική γνώση φυσικά, σ’ έναν πολύ γερό βαθμό, θα μπορέσουν ν’ αντιμε­τωπίσουν τις σημερινές γρήγορες εξελίξεις για να φτάσουμε σε μια εξέλιξη τεχνική, οικονομική, κοινωνική η οποία να είναι αυτοδύνα­μη. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις τεχνικές αιχμής, αλλά θα πω και μη αιχμής. Γιατί δεν σημαίνει ότι στην Ελλάδα λύσαμε όλα τα ζητήματα τεχνικών μη αιχμής και μας λείψα- νε μόνο τα ζητήματα των τεχνικών αιχμής. Ευχαριστώ.

Ερώτηση: Θα ήθελα κάτι να ρωτήσω τον κύριο Βουδούρη, πάνω στο θέμα της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων από άλλους χώ­ρους. Ό ταν οργανώθηκε το Πανεπιστήμιο της Πάτρας που χρηματο- δοτήθηκε από τη Διεθνή Τράπεζα, ο κύριος Βουδούρης ήταν εκεί σε μια επιτροπή και αρνήθηκε τα σχέδια των ξένων που ήθελαν - των Αμερικάνων κυρίως - να γίνει διγλωσσία στα μεταπτυχιακά του πα­νεπιστήμιου. Δηλαδή να δίνουμε στα αγγλικά, οι Έλληνες να παίρ­νουν το πτυχίο τους στα αμερικάνικα. Και πώς το ΣΑΠ ή κάποιοι πο­λιτικοί φορείς μπορούν να μας απαλλάξουν απ’ τον κίνδυνο ότι μια χρηματοδότηση από μια πολυεθνική μπορεί να φτάσει σ’ επίπεδα - χρηματοδοτώντας κάποιους καθηγητές, εν σειρά, από εκείνους που ανήκουν στο ΕΣΑΠ, ΣΑΠ πώς το λένε, μέχρι εκείνους που ανήκουν στα πανεπιστήμια να περάσουμε παραδείγματος χάρη - κάτι ακού- στηκε κάποτε, δεν έχουμε ακριβείς πληροφορίες - κάποια πειράματα που θέλει μια πολυεθνική βιολογικού πολέμου ή κάποιες μελέτες που να λένε ασεισμική την περιοχή της Καρύστου· άρα να φτιάξουμε εκεί πυρηνικό εργοστάσιο - μέχρι που έγινε πέρσι τον Απρίλη κά­ποιος σεισμός και άλλαξε αυτή η εντύπωση. Δηλαδή η χρηματοδότη­ση αυτή που λέμε απ' τον ιδιωτικό τομέα δεν είναι μόνο η ελληνική βιομηχανία, δεν είναι μόνο ο παραγωγικός χώρος, είναι και ο κόσμος που μας εξαρτά, υπαγορεύει στους ιδεολογικούς μηχανισμούς μας να γίνουμε μια χώρα αποικιοκρατούμενη, και μάλιστα πιθανώς πολλές φορές να νιώθουμε κάτω από μια τέτια υπαγόρευση, ότι τα μεταπτυ­χιακά μας θα 'ναι οπωσδήποτε σαν τα αμερικάνικα, μια αποικιο­κρατία. μια αποικία τρίτης κατηγορίας.

Απάντηση: Αγαπητέ φίλε, έστω και αν δεν το θέτετε ευθέως το πρόβλημα, με αυτά που λέτε, αυτό το πρόβλημα που θα σας πω θέτετε. Θέτετε το πρόβλημα της ευθύνης του επιστήμονα και του πώς πρέπει ο επιστήμονας να ελέγχει την επιστημονική γνώση, την οποία κατέ­χει, μεταδίδει, παράγει. Θυμηθήκατε τα χρόνια της δεκαετίας του ’60. Δεν θέλω να επανέλθω σ ’ εκείνη την εποχή η οποία ωστόσο θα είχε

64

Page 66: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πράγματι να μας διδάξει ορισμένα πράγματα και για τη χρηματοδό­τηση και για την απομίμηση κάποιων ξένων συστημάτων και για πολλά πράγματα. Είναι γεγονός ότι κάποια εποχή, προτάθηκε σ’ αυτόν τον τόπο τα μαθήματα στα πανεπιστήμια, απ’ το πρώτο έτος (από το πρώτο έτος κι όχι στα μεταπτυχιακά) να διδάσκονται στα αγ­γλικά. Διότι αυτή είναι η γλώσσα που περνάει κλπ.

Ας μη μπούμε σ’αυτό το θέμα και ας παραμείνουμε στο πώς ελέγ­χεται μια χρηματοδότηση η οποία μπορεί να προέρχεται από μια πο­λυεθνική, μπορεί να προέρχεται από μια ελληνική βιομηχανία, μπο­ρεί να προέρχεται από μια ξένη βιομηχανία. Δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μου καμιά συνταγή. Δεν είναι δυνατό κατά τη γνώμη μου αυτή τη στιγμή να βρείτε μια συνταγή η οποία να λέει ότι αυτή η χρημα­τοδότηση είναι καλή ή αυτή είναι κακή. Η ευθύνη ανήκει στο ίδιο το πανεπιστήμιο, και νομίζω ότι πρέπει να κινητοποιηθούν οι φοιτητές, πρέπει οι καθηγητές να έχουν πραγματικά τη βαθύτερη συνείδηση που απαιτείται και που δεν είναι μόνο η επιστημονική συνείδηση, είναι και η συνείδηση να ελέγχουν, όπως είπα πριν, τον προορισμό και τη χρήση της γνώσης. Έ τσι το-Πολυτεχνείο έχει δόσει κάποια δείγματα ότι αυτές οι απόψεις που λέτε το απασχολούν. Κανείς δεν ξεχνάει φαντάζομαι ότι το Πολυτεχνείο ήταν το πρώτο ίδρυμα, ίσως και το μοναδικό ακόμα, που ’χει πάρει θέσεις για τις έρευνες που προ­τείνει το ΝΑΤΟ, και τις έχει απορρίψει.

Επίσης, το Πολυτεχνείο είναι από τα ιδρύματα εκείνα τα οποία προχθές ακόμα έβγαλε μια ανακοίνωση, αμέσως την άλλη μέρα, στις 4 Φεβρουάριου, για να καταδικάσει τη νέα πυρηνική δοκιμή στις 3 Φεβρουάριου στις ΗΠΑ. Νομίζω ότι τα προβλήματα τα οποία θέτετε είναι βαθύτατα και ουσιαστικότατα και δεν λύνονται με κάποιες γε­νικές αρχές και απαντήσεις. Είναι προβλήματα για τα οποία, ενωμέ­νη η πανεπιστημιακή κοινότητα (και εννοώ τους δασκάλους, τους φοιτητές, τους διοικητικούς, τους τεχνικούς) κάθε φορά θα βρίσκει έναν τρόπο να αντιστέκεται.

ΘΟΔΩΡΟΣ ΛΙΑΝΟΣ, πρύτανης της Ανώτατης Σχολής

Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών

Άκουσα και τις δύο εισηγήσεις, την εισήγηση την κεντρική και την εισήγηση του ΚΣ της ΚΝΕ. Θα ’θελα να πω ότι συμφωνώ σχεδόν στο σύνολο των όσων άκουσα. Η ανάλυση αυτή καλύπτει και τις δικές μου απόψεις σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχουν όμως δυο πράγματα στα οποία όμως νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να διατυπώσω την άποψη

65

Page 67: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μου αφού το πανεπιστήμιο είναι ένας χώρος όπου ζω εδώ και 20 χρό­νια. Είναι ένα θέμα επομένως που με αφορά και προσωπικά πέραν του ότι αφορά όλους μας. Οι συζητήσεις της ημέρας είναι η έρευνα και οι μεταπτυχιακές σπουδές. Ό πως όλοι, και εγώ πιστεύω ότι πρέπει ν’ αρχίσουμε να συζητάμε σοβαρά και να παίρνουμε αποφάσεις για τις μεταπτυχιακές σπουδές. Όμως θα πρέπει να σας μεταφέρω λίγο την κατάσταση που επικρατεί ακόμα μέχρι και σήμερα στα πανεπιστή­μια. παρότι τα τελευταία πέντε χρόνια υπάρχει μια σαφής διαφορά από το παρελθόν. Λοιπόν αγαπητοί φίλοι, το ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα δεν είναι ο ιδανικός τόπος για να κάνει κανείς μεταπτυχιακές σπουδές, ή να κάνει σοβαρή έρευνα. Ό χ ι ότι δεν υπάρχουν σοβαροί επιστήμονες ή ότι δεν υπάρχουν σοβαροί ερευνητές ή ότι δεν υπάρ­χουν σοβαροί μεταπτυχιακοί φοιτητές, ασφαλώς υπάρχουν. Όμως η οργάνωση και ο τρόπος που γίνονται τα πράγματα, δεν αντέχει σε σο­βαρή κριτική. Οι περισσότερες βιβλιοθήκες έχουν τα χάλια τους και το λέω αυτό κυριολεκτικά. Αναγκαζόμαστε να παραγγέλνουμε μέσω φίλων ή μέσω φοιτητών που πάνε στο εξωτερικό, κείμενα που χρειαζόμαστε..Ο λόγος δεν είναι μόνο η έλλειψη κονδυλίων, (παρότι αυτός είναι ο σημαντικότερος) είναι και το γεγονός ότι κανείς δεν εν- διαφέρεται να μπει στη βιβλιοθήκη, και να δει τι λείπει απ’ τη βι­βλιοθήκη, και να παραγγείλει τα βιβλία που του χρειάζονται. Δεν θα βρείτε καθηγητές εύκολα στα γραφεία τους. Παρά την κατάργηση της διπλοθεσίας. θα τους βρείτε σύμβουλους σε κάποια τράπεζα, σε κάποιο υπουργείο, ή σε κάποιο δικό τους γραφείο.

Βοηθάνε όσο μπορούνε και την οικονομία και την προσωπική τους οικονομική θέση. Δεν υπάρχουν, έτσι, αυτή τη στιγμή προγράμ­ματα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ή ηλεκτρικοί υπολογιστές ή προγραμματιστές, αναλυτές που θα μπορούσες εύκολα να τους χρησι­μοποιήσεις, (παρότι τα ζητήματα ρουτίνας σε πάρα πολλές σχολές υπάρχουν αλλά όχι σε όλες) έτσι ώστε ένα καινούργιο πρόβλημα που αντιμετωπίζεις στην έρευνά σου, να μπορείς να το αντιμετωπίσεις ι­κανοποιητικά. δηλαδή, σύντομα και σωστά. Επομένως ας μην νομί­ζουμε ότι είναι τόσο ώριμες οι συνθήκες για σοβαρές μεταπτυχιακές σπουδές.

Πιστεύω, όπως και οι δύο εισηγητές (όπως και στο ΣΑΠ συ- ζητήθηκε) ότι πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε για το ζήτημα αυτό σοβαρά. Προτάθηκαν από τον Υπουργό και από άλλα μέλη του ΣΑΠ ή μάλλον η τάση ήταν για δύο κατηγορίες σπουδών στα ελλη­νικά πανεπιστήμια, προπτυχιακές και μεταπτυχιακές που θα οδηγούν σε διδακτορικό δίπλωμα. Αυτή ήταν και η σημερινή εισήγηση και από τους δύο εισηγητές. Εδώ είναι που βρίσκεται και η σοβαρή μου αντίρρηση.

66

Page 68: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Μεταπτυχιακές σπουδές που θα οδηγούν στο διδακτορικό απαι­τεί σοβαρή οικονομική επιβάρυνση για τον ενδιαφερόμενο, σημα­ντική προσπάθεια απ’ τη δική του πλευρά και ταυτόχρονα προετοι­μασία διεξόδου όταν θα τελειώσει. Δεν μπορείς δηλαδή να στείλεις ένα φοιτητή που 'χε πάρει το πρώτο πτυχίο να σπουδάσει άλλα πέντε χρόνια - έτσι έχει υπολογιστεί το διδακτορικό δίπλωμα - και στη συνέχει να του πεις, «τελείωσες το διδακτορικό σου, είσαι ένας θαυμάσιος επιστήμονας, πήγαινε τώρα στο υπουργείο να κρατάς κα­ταστάσεις». Πρέπει προηγουμένως να γνωρίζουμε τι προοπτική α­νοίγουμε γΓ αυτούς τους ανθρώπους. Επιπλέον, του είδους αυτού οι σπουδές έχουν ένα σοβαρό κόστος. Τουλάχιστον οι μισοί - σε παγκόσμια κλίμακα - από τους φοιτητές που αρχίζουν μεταπτυχιακές σπουδές τα εγκαταλείπουν. Και θα ’ναι νομίζω μεγάλο λάθος να εμπλέξουμε έναν φοιτητή για ένα-δύο χρόνια ν’ αγωνίζεται να ξενυ- χτάει και ξαφνικά να του λέμε, «ξέρεις ναι μεν είσαι καλός, αλλά δεν κάνεις για διδακτορικό δίπλωμα».

Λέω αυτά για να καταλήξω σε μια εμπειρία, που νομίζω ότι είναι γενική, ότι είναι σκόπιμο να ξεκινά κανείς μεταπτυχιακές σπουδές έ­χοντας στο μυαλό του ένα πρώτο κύκλο μεταπτυχιακών σπουδών (δεν ξέρω αν χρειάζεται να το πούμε dea, ή masters, ή οτιδήποτε άλλο) που θα μπορεί να είναι τα ένα-δυο πρώτα χρόνια ενός 5ετούς προ­γράμματος, που θα οδηγήσει σε διδακτορικό, που όμως θα δίνει την ευκαιρία σ’ όποιον ενδιαφέρεται, είτε για λόγους οικονομικούς, είτε για λόγους επαγγελματικούς, είτε για λόγους οικογενειακούς, είτε για άλλους λόγους, να σταματήσει και να πει: «πήρα αρκετά, το πρό­γραμμα που ακολούθησα μου δίνει μια αρκετά προχωρημένη επιστη­μονική γνώση αλλά δεν μπορώ ή δεν θέλω να γίνω ακαδημαϊκός» και να πάει ν’ ακολουθήσει το δρόμο του και να βρει την πορεία του. Δηλαδή η δική μου πρόταση είναι, μέσα στο πρόγραμμα που θα οδη­γεί στο διδακτορικό, να υπάρχει ένα υποσύνολο μαθημάτων που θα μπορούσε εάν ήθελε ο φοιτητής να το δεχτεί, να τον οδηγεί σ’ ένα πρώτο πτυχίο που θα 'χει λιγότερο ή περισσότερο πρακτικό ή θεωρη­τικό χαρακτήρα. Νομίζω αυτό θα μας δόσει μια σοβαρή εμπειρία για τη διαμόρφωση των σπουδών, για την επιλογή των φοιτητών όπως πρέπει να γίνεται για τα μαθήματα, η σχέση με την οικονομία, η σχέση με τη βιομηχανία ή τα διάφορα επαγγέλματα.

Ένα ακόμα πράγμα θέλω να πω και θα σταματήσω, δηλαδή ότι μεταπτυχιακές σπουδές και διδακτορικό δίπλωμα -προϋποθέτουν α­φοσίωση. Είναι-δηλαδή για 5 χρόνια ένα καινούργιο στυλ ζωής, εί­σαι μαθητής ξυπνάς στη βιβλιοθήκη, κοιμάσαι στη βιβλιοθήκη. Σε παίρνει ο ύπνος δηλαδή στη βιβλιοθήκη και ξημερώνεσαι εκεί πέρα. Δεν ξέρω αν είμαστε προετοιμασμένοι όλοι μας να ακολουθήσουμε

67

Page 69: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ένα τέτιο πρόγραμμα. Επιπλέον χρειάζεται ανάλογη προσπάθεια, και αυτό το τονίζω επειδή συνήθως το παρεμελούμε, από τον καθηγητή. Οι μεταπτυχιακές σπουδές δεν είναι υπόθεση του φοιτητή μόνο, είναι υπόθεση κυρίως του καθηγητή. Ο καθηγητής θα καθοδηγήσει το φοι­τητή τι θα διαβάσει, πόσο θα διαβάσει, πού θα στρέψει την προσοχή του, πού θα βρει τη βιβλιογραφία, ποιά είναι τα θέματα που απασχο­λούν την έρευνα. Η γνώμη μου είναι, και λυπάμαι αν μ’ αυτό το πράγ­μα προσβάλλω συναδέλφους που θεωρούν πως δεν ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία και φυσικά υπάρχουν πολλοί που δεν ανήκουν, ότι δεν είναι οι έλληνες καθηγητές σήμερα σε θέση σε μεγάλο αριθμό, να προσφέρουν αυτή την υπηρεσία. Ό χ ι πως οι ίδιοι δεν είναι ικα­νοί, αφού οι ίδιοι έχουν περάσει από ένα τέτιο πρόγραμμα πιθανότα­τα είναι σε θέση να το αναπαράγουν, αλλά γιατί απλούστατα δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή στα ελληνικά πανεπιστήμια οι συνθήκες έρευνας σε ρυθμό ρουτίνας. Ό χ ι έρευνα που επαφύεται στον πατριω­τισμό του κάθε καθηγητή, αλλά οργανωμένη. Δεν υπάρχουν τα ποσά, δεν υπάρχουν δυνατότητες και επομένως αυτή τη στιγμή μεταπτυ­χιακό πρόγραμμα που να οδηγεί κατ’ ευθείαν στο διδακτορικό, η γνώμη μου είναι πως θα οδηγήσει σε αποτυχία. Τώρα για την έρευνα. Το Υπουργείο πάντοτε θα μας πει. φαντάζομαι όλα τα υπουργεία και το νυν υπουργείο ότι τα λεφτά είναι περιορισμένα και μοιραία τέθηκε προηγουμένως το θέμα του πώς αντλείς πηγές για έρευνα. Και νομίζω ότι εδώ είναι το σημείο που θέλω να διαφοροποιηθώ, ότι απορρίψα- με, έτσι το αντιλήφθηκα, οποιαδήποτε ιδιωτική χρηματοδότηση. Η γνώμη μου είναι ότι αυτό είναι λάθος. Θα πρέπει να απορρίπτουμε εκ των προτέρων οποιαδήποτε δέσμευση συνοδεύει την χρηματοδότη­ση. Αλλά αν υπάρχει χρηματοδότηση χωρίς δέσμευση ηθικού, πολι­τικού ή επιστημονικού χαρακτήρα νομίζω πως πρέπει να γίνεται δεκτή.Ευχαριστώ.

ΑΛΕΚΟΣ ΠΟΥΛΟΒΑΣΙΛΗΣ, πρύτανης της Ανωτάτης Γεωπονικής

Σχολής Αθήνας

Αγαπητοί φίλοι.Θα ήθελα πρώτα-πρώτα να συγχαρώ το ΚΚΕ για την οργάνωση

αυτού του Συμποσίου με θέμα «Κοινωνία και Πανεπιστήμιο» ένα θέμα πάντα επίκαιρο και σημαντικό μα που αυτή τη στιγμή με την ο­λοκλήρωση της ένταξης της χώρας μας στην ΕΟΚ αποκτά κατά τη γνώμη μου ιδιαίτερη βαρύτητα και επικαιρότητα για όλους μας.

68

Page 70: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Πιστεύω πως σήμερα η ελληνική κοινωνία βρίσκεται κάτω από μια ολομέτωπη απειλή που αν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα είναι δυ­νατό να οδηγήσει στην ολοκληρωτική απορρόφηση και αφο­μοίωσή της από την ευρύτερη ευρωπαϊκή κοινότητα.

Είναι ίσως η πρώτη φορά στην ιστορία της που η Ελλάδα και οι κοινωνικές δομές της (οικονομικές και πολιτιστικές), που ο ελλη­νικός λαός ο ίδιος, περνούν μια τόσο έντονη δοκιμασία γιατί ίσως για πρώτη φορά βρέθηκαν μέσα σ’ ένα ευρύτερο περιβάλλον με κοι­νωνικές δομές σημαντικά πιο οργανωμένες και πιο αναπτυγμένες απ’ ότι οι αυτόχθονες. Κάτω από τους υφιστάμενους κανόνες λειτουργίας της ΕΟΚ είναι βέβαιο πως οι διαφορές συνεχώς θα μεγαλώνουν κι αν περιοριστούμε στο πανεπιστήμιο, μια ζωτική κοινωνική εκδήλωση και δραστηριότητα, μπορούμε ασφαλώς να πούμε ότι οι διαφορές ανάπτυξης ανάμεσα στο δικό μας πανεπιστήμιο και στα πανεπιστή­μια των άλλων χωρών συνεχώς μεγαλώνουν.

Παρά το γεγονός ότι εφαρμόσαμε έναν καινούργιο νόμο, πρέπει σήμερα ύστερα από 4 χρόνια εφαρμογής του να παραδεχτούμε όλοι ότι με νόμους και μόνο δεν είναι δυνατό να προχωρήσουνε τα ελλη­νικά πανεπιστήμια. Μπορεί ο νόμος να εξασφάλισε δημοκρατικές διαδικασίες, μπορεί να εξασφάλισε μια πολυφωνία και μια πολύπλευ­ρη συμμετοχή, που πρώτα δεν υπήρχε, μπορεί μ’ αυτόν τον τρόπο να ανοιχτήκανε καινούργιοι ορίζοντες και να χαράχτηκαν λαμπροί ορα- ματισμοί, αλλά οι οραματισμοί για να γίνουνε πραγματικότητα χρειάζονται υποδομή, χρειάζονται μέσα, χρειάζονται κατά βάση υπο­στήριξη από το κράτος. Απ’ αυτήν την πλευρά μπορούμε να πούμε, ότι έχουνε γίνει πολύ λίγα. Αυτή τη στιγμή νομίζω ότι όλα τα ΑΕΙ, τουλάχιστον τα παλιά, έχουν ένα επιστημονικό προσωπικό μικρότε­ρο σε αριθμό απ’ ό,τι πριν 4 χρόνια. Αυτό δεν νομίζω ότι είναι πρόο­δος κι ούτε η πρόοδος μετριέται με στατιστικά στοιχεία που συνήθως καλύπτουν την ωμή πραγματικότητα.

Ό σον αφορά τις προπτυχιακές σπουδές μπορώ να πω ότι συμ­φωνώ απόλυτα με όσα ειπώθηκαν εδώ. Αυτή ήταν και εξακολουθεί να είναι η επιδίωξή μας: ένας γερός, γενικός κορμός, μια εξειδίκευ- ση, που θα ολοκληρώνεται με μια πτυχιακή, ουσιαστική όμως πτυ­χιακή μελέτη. Μια μελέτη η οποία είτε θα συνδυάζεται με έρευνα μέσα στα εργαστήρια των σχολών, των πανεπιστημίων, είτε θα συν­δυάζεται με την επίλυση προβλημάτων του ελληνικού χώρου. Για παράδειγμα από τη δική μας τη σχολή κάθε χρόνο αποφοιτούν γύρω στους 300 φοιτητές. Ένα ποσοστό τους θα μπορούσε να απασχολη­θεί μέσα στα προγράμματα τα ερευνητικά της Σχολής, για τα οποία δεν παίρνουμε ούτε μια δεκάρα από το Υπουργείο Παιδείας, για να αποκτήσουν πρόσθετες γνώσεις κι εμπειρίες και παράλληλα να

69

Page 71: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

συμβάλουν στην έρευνα. Οι υπόλοιποι θα μπορούσαν να ασχοληθούν με την επίλυση προβλημάτων, που απασχολούν την ελληνική γεωργία, μέσα στα πλαίσια της πτυχιακής τους μελέτης. Δυστυχώς οι εισηγήσεις μας δεν εισακούστηκαν και η οικονομική ενίσχυση που ζητούμε από χρόνια ποτέ δεν δόθηκε. Και μια και μιλάμε για ελλη­νική γεωργία, μια και όλοι ξέρουμε τη σημασία της, μια και όλοι στοχεύουμε σε αυτοδύναμη ελληνική γεωργία, θέλω να σας πω το εξής: ότι αυτή τη στιγμή στον ελληνικό χώρο υπάρχουν γύρω στους 300 επιστήμονες, που ασχολούνται με την εκπαίδευση, με την έρευνα και την επίλυση όλων των προβλημάτων που απασχολούν την ελλη­νική γεωργία, γιατί όλοι, το Υπουργείο Γεωργίας, οι συνεταιρισμοί, συνεταιριστικά εργοστάσια, καταφεύγουν σε μας για να βοηθηθούν. Ε, καταλαβαίνετε, κύριοι, αν είναι δυνατό, το Ά της ελληνικής οικο­νομίας να υποστηριχθεί από 300 ανθρώπους ακόμη κι αν ήταν σαν ε­κείνους που είπε ο κ. Λιανός, που δεν θα κάνανε τίποτε άλλο από το να ξενυχτάνε στα εργαστήρια και στις βιβλιοθήκες δηλαδή αν όλοι τους ήταν σοφοί.

Για τις μεταπτυχιακές σπουδές, όσο και για τις προπτυχιακές μπορεί να πει κανείς ότι δεν υπάρχει ένα και μοναδικό και γενικά πα­ραδεκτό καλούπι ανάπτυξης κι αυτό είναι φυσικό μια και κάθε πε­ριοχή γνώσης, κάθε χώρα, κάθε τομέας κοινωνικής δραστηριότητας μιας χώρας, παρουσιάζουν τις δικές τους ιδιαιτερότητες. Πιστεύω πως η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι η πιο αρμόδια για να κρίνει και να επιλέξει το πιο κατάλληλο υπόδειγμα ανάπτυξης των μεταπτυ­χιακών σπουδών. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές για να ευδοκιμήσουν θα πρέπει να υποστηρίζονται από άρ­τιες προπτυχιακές.

Και τελειώνοντας ήθελα να κάνω και απ’ αυτό το βήμα μια και βλέπω πολλούς νέους και βλέπω και πολλούς φοιτητές της Γεωπο­νικής, να κάνω πάλι μια έκκληση: είναι αμαρτία μ’ αυτά τα μέσα που διαθέτουμε στα πανεπιστήμια, μ’ αυτές τις γνώσεις που έχουμε, μ’ αυτό το επιστημονικό προσωπικό που έχουμε, που πολλές φορές μπορεί να είναι καλό, μπορεί να είναι άριστο, είναι αμαρτία αν ο φοι­τητής δεν προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποκτήσει ό,τι είναι δυνατό να αποκτήσει από το ελληνικό πανεπιστήμιο. Και μ’ αυτά, ευχαρι­στώ.

70

Page 72: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ, αντιπρύτανης του Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης

1. Τον τελευταίο καιρό επιχειρείται ένας επαναπροσδιορισμός της έννοιας τουτιανεπιστημίου. Η προσπάθεια αυτού του του επανα­προσδιορισμού περιέχεται ως κυρίαρχη πολιτική βούληση στις υπε­ρεθνικές προτάσεις της ΕΟΚ που διατυπώνονται κυρίως ως ρυθμι­στικές παρεμβάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με το τελικό κεί­μενο της ντιρεκτίβας και τις πολύ λίγο γνωστές περιγραφές του προ­γράμματος COM ETT. Η ίδια αυτή όμως προσπάθεια του επανα­προσδιορισμού υπολανθάνει και ως πολιτική επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης κι αυτό είναι πολύ καθαρό στην πρόκληση του Υπουρ­γείου Παιδείας που προωθεί τον τελευταίο καιρό με ασθμαίνοντα ρυθμό και τη βοήθεια των γνωστών τηλεοπτικών χάπενινγκς το μεγάλο εθνικό διάλογο και ιδιαίτερα το ποιοτικό άλμα. Υπάρχει ό­μως μια ανησυχαστική προχειρότητα και ένα θλιβερό λάθος σ’ αυτήν την προσπάθεια: Πρώτα και κύρια γιατί το πανεπιστήμιο αντιμε­τωπίζεται σαν πρόβλημα γνώσης, και όχι σαν πραγματικό πρόβλημα της ζωής, γιατί αντιμετωπίζεται σαν αφηρημένη έννοια το περιεχό­μενο της οποίας δεν προσδιορίζεται από την εκπαιδευτική και ερευ­νητική του ουσία, άρα τον επιστημονικό και τον κοινωνικοπολιτικό του χαρακτήρα, που συνιστούν αυτή την ουσία, αλλά από μια βεβια­σμένη αναγωγή του στο πεδίο της θεωρίας, καίρια αντιδραστικής και πρόχειρα διατυπωμένης. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή το πανεπιστή­μιο αντιμετωπίζεται απλά και πρόχειρα, όπως είπα, ως ιδεολογικός μηχανισμός, φορέας της κυρίαρχης ιδεολογίας, άρα σαν αυτόνομη και αυτορυθμιζόμενη εποικοδομηματική δραστηριότητα. Αντιμε­τωπίζεται ακόμα σαν χώρος θεσμοποιημένων ερευνητικών αυτοσχε- διασμών, όπου τα ερευνητικά προγράμματα προσανατολίζονται από τις πρωτοβουλίες των ερευνητών και την οποιαδήποτε ιδ ιοσυ­γκρασία τους. Μιας ιδιοσυγκρασίας που στα πλαίσια της προετοι­μασίας του άλματος δεν αναγνωρίζεται ως πρακτική κοινωνικά δη­μιουργική, αλλά ως γνωστική και αφηρημένα κοσμοθεωρητική ά­σκηση. Στην ίδια αυτή συζήτηση και κάτω από την ίδια αντίληψη που σας περιέγραψα το πανεπιστήμιο αναγκαστικά ορίζεται ως ίδρυ­μα προετοιμασίας υπαλλήλων με μια θεσμοποιημένη συμβατική ειδίκευση. Και φυσικά προορισμός των υπαλλήλων αυτών σε μια μόνιμη συνθήκη οικονομικής κρίσης καθορίζεται κάθε φορά από συγκυρίες που δεν προκύπτουν ασφαλώς από έναν δεδομένο κοινω­νικό προγραμματισμό, αλλά από τις δυνάμεις του φιλελευθερο­ποιημένου ανταγωνισμού, όπως αυτός διαμορφώνεται στα πλαίσια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.

71

Page 73: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

2. Ό ταν αποφασίσει όμως κανείς να προσεγγίσει το πανεπιστή­μιο και τα προβλήματα του, τις προοπτικές και τον ιστορικό του προορισμό στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου κοινωνικού συστήμα­τος, και στην προκείμενη περίπτωση του δικού μας, τότε οι όροι της οποιοσδήποτε ανάλυσης πρέπει ν’ αλλάξουν. Και στην περίπτωση αυτή το πανεπιστήμιο αντιμετωπίζεται μεν ως αυτοτελές σύστημα πα­ραγωγής γνώσης, όχι όμως αφηρημένα. Ό χ ι δηλαδή ως δομή τα στοιχεία της οποίας αυτορυθμίζονται, ούτε ως μια γνώση που παράγεται για χάρη αυτής της ίδιας της γνώσης. Ό πως ακριβώς, όταν ανα- φερόμαστε στη δεξιά δεν υπονοούμε μια αυτοάναπτυσσόμενη και αυ- τοαναλισκόμενη ομάδα ανθρώπων, που απλά και τυχαία συνιστούν έναν κομματικό σχηματισμό που διακρίνεται από ένα άλλον μέσα από μια συνθηματική επωνυμία. Υπονοούμε ασφαλώς, στην περίπτω­ση αυτή, το σχεδιασμό και την εκδήλωση μιας συγκεκριμένης πολι­τικής πρακτικής, μια συγκεκριμένης αντιμετώπισης των προβλημά­των της κοινωνίας. Υπονοούμε τέλος μια σαφή και ξεκάθαρα εκφρα­σμένη προοπτική πράξεων σχετικών με τα προβλήματα που απασχο­λούν όλον το λαό στη δεδομένη ιστορική του στιγμή.

Έ τσι και όταν αποφασίσουμε να ασχοληθούμε με το πανεπι­στήμιο είμαστε υποχρεωμένοι, είναι υποχρεωμένο κάθε αριστερό και προοδευτικό άτομο, μέλος ενός συγκεκριμένου και ιστορικά προσ­διορισμένου κοινωνικού σχηματισμού, να το προσεγγίσει στη σχέση του με αυτόν ακριβώς το σχηματισμό. Να αναλύσουμε την ουσία αυτής της σχέσης, γιατί αυτή η σχέση και μόνο αυτή σημασιοδοτεί και ιστορικοποιεϊ τις δραστηριότητες που αναπτύσσονται μέσα σ’ αυτό. Τις δραστηριότητες δηλαδή που προγραμματίζονται και πραγ­ματοποιούνται κατά την εκπαιδευτική διαδικασία και κοινωνικο­ποιούνται σε τελευταία ανάλυση ως παιδευτική πληροφόρηση, ως ε­πιστημονική γνώση, είτε ακόμα και ως πολιτική αντίθεση με προο­πτική τη μεταφορά τους στην περιοχή της κοινωνικής παραγωγής ή γενικότερα την περιοχή του μαζικού κινήματος, όπου εκδηλώνονται και περιμένουν τη λύση τους τα προβλήματα του εργαζόμενου λαού αλλά και όλα τα προβλήματα των θεωρητικών αντιθέσεων.

Αρα η συνθηματική διατύπωση «Πανεπιστήμιο και Κοινωνία» δεν συνιστά μια συμβατική περιγραφή, δεν υπονοεί δηλαδή έμμεσα την παρουσία δυο δομών που αναπτύσσονται αυτόνομα. Θέλει ο­πωσδήποτε να υπογραμμίσει τη σχέση δυο διαδικασιών που πρέπει να αναπτύσσονται διαλεκτικά μέσα στα πλαίσια μιας αυστηρά προσ­διορισμένης αυτοτέλειας. Μόνο στο πεδίο ενός τέτιου συσχετισμού θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε την ιστορική σημασία του πανεπι­στημίου, που προκύπτει από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνά­μεων, αλλά και των κοινωνικών σχέσεων. Και τότε ακριβώς θα μπο­

72

Page 74: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ρούσαμε να κατανοήσουμε την κοινωνική ουσία του πανεπιστημίου, τη σημασία της συμμετοχής του όχι μόνο στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας αλλά και στην ανάπτυξη μιας νέας κοινωνίας. Γιατί μόνο μέσα από ένα τέτιο συσχετισμό, ιστορικά πραγματοποιημένο, μόνο μέσα στις συνθήκες μιας κοινωνικής αλλαγής, «όπου η κοινότητα των οικονομικών πολιτικών και πολιτιστικών βάσεων και δραστη­ριοτήτων όλων των τάξεων και κοινωνικών ομάδων και η σύμπτωση των συμφερόντων των επιστημόνων με αυτά των εργατών και των α­γροτών...» μπορεί να καθορίζεται συγκεκριμένα και με ιστορική σαφήνεια η μορφή της πανεπιστημιακής διανόησης.

3. Με βάση αυτές τις γρήγορες, περιληπτικά διατυπωμένες σκέ­ψεις θα μπορούσε ο καθένας από μας να αναζητήσει, όσα επιχειρήμα­τα χρειάζονται, για να αποδείξει την εσκεμμένη αφαίρεση που χαρα­κτηρίζει τις προσπάθειες για την αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκ­παίδευσης. Μια αφαίρεση που μέσα στην αδυναμία της να υλοποιη­θεί ως πρακτική, τείνει να απολυτοποιήσει τη λειτουργία του επι­στήμονα πανεπιστημιακού, να τον απομακρύνει ως άτομο από τους αναγκαίους κοινωνικούς συσχετισμούς και να τον μετατρέψει σε ι­στορική άρα αντιλαϊκή πηγή αφηρημένων ή απλά τεχνοκρατικών γνώσεων και στείρων μεταρρυθμιστικών προτάσεων. Είναι μια αφαί­ρεση αυτή που οδηγεί αυτόματα τη δημιουργιή σκέψη κάθε μαρξι­στή στη γνωστή 3η θέση για τον Φόυερμπαχ που διατυπώνει ο Μαρξ στη μελέτη του για τη γερμανική ιδεολογία. Οι άνθρωποι, λέει ο Μαρξ, είναι ακριβώς εκείνοι που αλλάζουν τις περιστάσεις και ότι ο παιδαγωγός έχει και αυτός την ανάγκη να παιδαγωγηθεί".. να εμ­πλουτίζεται θα έλεγα, με τις πληροφορίες που παρέχει ασταμάτητα η κοινωνική εξέλιξη. Η σύμπτωση της αλλαγής των περιστάσεων και της ανθρώπινης δραστηριότητας ή αυτοαλλαγής μπορεί να εξεταστεί και να κατανοηθεί ορθολογικά μονάχα σαν επαναστατική πρακτική.

4. Το πανεπιστήμιο λοιπόν με τους ανθρώπους που συνιστούν την εκπαιδευτική-παιδαγωγική και ερευνητική του διαδικασία μέσα στη δική μας καπιταλιστική κοινωνία καλείται να εγκαταλείψει τη θέση της δύσκαμπτης αυθεντίας, τη θέση ενός παραδοσιακά εγκατε­στημένου υπερκοινωνικού γνωσεοπαραγωγικού στρώματος και να λειτουργήσει επαναστατικά. Να παρέμβει δηλαδή δημιουργικά στην αλλαγή των περιστάσεων, όπως θα έλεγε ο Μαρξ να παλέψει για την παιδαγώγηση και την αυτοαλλαγή του. Αλλιώς δεν μπορεί να εννοηθεί το ποιοτικό του άλμα. η ποιοτική του αναβάθμιση. Θέλω να πω και να τελειώσω, πως πανεπιστήμιο σωστά ενταγμέ­νο μέσα σε μια κοινωνία είναι μόνο αυτό που αποφασίζει με τις θεωρητικές και τεχνολογικές του γνώσεις, να προωθήσει την κοι­

73

Page 75: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νωνία μέσα σε μια συγκεκριμένη διαδικασία αλλαγής με σαφή κα­τεύθυνση το σοσιαλισμό. Εννοώ δηλαδή το πανεπιστήμιο που συμβάλει στην αλλαγή των περιστάσεων ή στην αυτοαλλαγή του, άρα το επαναστατικό πανεπιστήμιο.

ΑΛΚΗΣ ΑΡΓΥΡΙΑΔΗΣ, πρόεδρος του Νομικού Τμήματος

του Πανεπιστημίου Αθήνας

Ευχαριστώ που μου δίνετε το λόγο, αγαπητοί φίλοι. Δεν είχα σκοπό να μιλήσω- έπειτα από όλους τους πρυτάνεις, εγώ τι να πω. Ό ­μως είχα μερικούς ερεθισμούς και θα ήθελα να τους εκφράσω εδώ. Ό λοι μας ακούσαμε και ακούστηκαν πράγματι πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, και από την εισήγηση και από τις παρεμβάσεις. Ό λ ο ι μας συμφωνήσαμε με την εισήγηση και την επαινέσαμε.

Εκείνο που δεν ακούστηκε, και ίσως γΓ αυτό να σηκώθηκα να μιλήσω, είναι κατά τη γνώμη μου, ότι πρέπει να πούμε ένα μεγάλο μπράβο και σ’ αυτόν που οργάνωσε τον σημερινό διάλογο και συμπόσιο, το ΚΚΕ. Κι αυτό το λέω, όχι για να δρέψω χειροκροτήμα­τα, αλλά γιατί είναι πεποίθησή μου ότι έπρεπε να λεχθεί, και ότι αν παρόμοια στάση κρατούσαν και τ’ άλλα κόμματα, ίσως να μην είμα­στε σ’ αυτό το σημείο της κακοδαιμονίας της ελληνικής ανώτατης παιδείας, που είμαστε σήμερα. Και για να πω, μ’ αυτή την ευκαιρία, μερικά σημεία. Το είπε ο κ. Χουρμουζιάδης αυτό, δεν είναι μόνο η ΕΟΚ, μην τα φορτώνουμε όλα στην ΕΟΚ, είναι και μια συγκεκριμέ­νη πολιτική, είναι η πολιτική της υποταγής του πανεπιστήμιου στην κυρίαρχη ιδεολογία, και όχι το να αφήσουμε το πανεπιστήμιο φυτώριο νέων ιδεών και επαναστάσεων. Για να το πω κάπως πιο άγαρμπα, όταν Υ­πουργός Παιδείας είναι ο τάδε, τι να μας φταίξει η ΕΟΚ. Ένα σημείο: Δεν έ­χουμε χρήματα. Παραδείγματα: 27 θέσεις έχει ζητήσει το Τμήμα Νο­μικής νέων μελών του ΔΕΠ, και έχουν μπλοκαριστεί στο Υπουργείο Παιδείας, εδώ και μήνες δεν προχωράνε. Εκδρομή στη Γερμανία ζητά το γερμανικό τμήμα, δεν εγκρϊνονται εκπαιδευτικές εκδρομές. Φωτοτυπικό μηχάνημα ζητά το τάδε σπουδαστήριο, δεν έχει λεφτά. Λοιπόν, πώς θα γίνει όταν λείπει το μέτρο των πραγμάτων, όπως έλε­γαν οι Ρωμαίοι, στις καπιταλιστικές τους αντιλήψεις. Δεν έχουμε λοιπόν χρήματα. Αυτό είναι το ένα.

Το άλλο είναι ότι λόγος της σημερινής κρίσης είναι ασφαλώς και η ορισμένη κοινωνική δομή. Μίλησε και ο κ. Σταθόπουλος στην αρχή, κάπως, πάνω σ ’ αυτό το θέμα. Θα ήθελα να προσθέσω ότι και ο

74

Page 76: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

περιορισμός των εισαγομένων στο πανεπιστήμιο, αλλά και η μη απο­ρρόφηση μετά των πτυχιούχων, είναι αποτέλεσμα ορισμένων κοινω­νικών δομών. Είναι χαρακτηριστικά της σημερινής ελληνικής κοι­νωνίας αυτά. Ποια είναι αυτή: Είναι μια κοινωνία ορισμένου τύπου κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού σε ένα στάδιο εξάρτησης. Δεν είναι μόνο η ΕΟΚ, αγαπητοί φίλοι, και εδώ διαφοροποιούμαι κάπως με την εισήγηση, να μην τα φορτώσουμε όλα στην ΕΟΚ· εμείς εδώ; Θα τα παγιοποιήσει ίσως η ΕΟΚ, θα τα κάνει περισσότερο επιστημο­νικά, αλλά μη νομίζουμε ότι μόνοι μας θα βαδίζαμε σε πελάγη ευ­τυχίας, γιατί αυτό θα οδηγούσε σε αποπροσανατολισμό.

Είναι φυσικό, εφόσον κάνουμε ακόμη τη διάκριση σε ευγενή και σε ταπεινά επαγγέλματα, όλοι μας να θέλουμε να γίνουμε ευγενείς. Και να μη θέλει κανένας να μείνει ταπεινός. Πόσο μάλλον που δεν υπάρχει επαγγελματική παράδοση στην Ελλάδα, δεν υπάρχει και μεγάλη, να πω ταξική συνείδηση, δεν θέλω να το πω, αλλά συνείδηση που να δένει κάποιον στο χώρο του σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχει μια εναλλαγή και το να φτάσει κανείς προς τα πάνω, σε μεγάλο βαθμό εξαρτιέται ή από το χρήμα ή από την υποτιθέμενη παιδεία. Εάν αλλάξουν και οι αντιλήψεις ακόμα οι κοινωνικές και φτάσουμε στο σημείο, την ίδια κοινωνική καταξίωση και μεγαλύτερη, να έχει ο εργάτης και ο επιστήμονας, τότε ίσως να μη θέλαν όλοι να γίνουν φτωχοπρόδρομοι, δικηγόροι ή γιατροί. Και γιατί παρακαλώ, οι για­τροί, είναι πολλοί; Οι γιατροί είναι πολλοί; Για δέστε, στη Σοβιε­τική Ένωση, πόσο περισσότεροι είναι, στην Πολωνία, σε άλλες σο­σιαλιστικές χώρες, αλλά και άλλες καπιταλιστικές χώρες. Ο αριθμός τους είναι μεγαλύτερος από τον δικό μας. Απλώς, πηγαίνουνε και στις επαρχίες, και δέχονται και με λίγα λιγότερα χρήματα. Δεν είμαι κατά των γιατρών, αλλά εδώ πάει η μάνα μου σε έναν γιατρό και της παίρνει 9.000 τη βίζιτα. Θα μου πείτε, ότι τώρα έχουμε το ΕΣΥ. Α, μάλιστα! Τώρα εντάξει^ Για να μην μακρυγορώ πάνω σ’αυτά. Δυο λό­για πάνω στα μεταπτυχιακά και την έρευνα.

Είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν, γιατί η εξάρτηση της ελλη­νικής κοινωνίας, οικονομίας, επιστήμης, οφείλεται και στο ότι δεν έχουμε μεταπτυχιακά, έρευνα - μας είπε ο κ. Λιανός, ότι υπάρχει στην ΑΣΟΕΕ, μπράβο, δεν το ξέραμε, και στη Θεσσαλονίκη γίνεται- λοιπόν, χρειαζόμαστε να μην πηγαίνει το επιστημονικά πιο ανήσυ­χο κομμάτι της Ελλάδας, της ελληνικής νεολαίας, στο εξωτερικό και ή θα μένουν εκεί οι καλύτεροι, ή θα γυρίζουν πίσω πάρα πολλοί, θα ξαναγυρίσουν φέρνοντας ξένα προβλήματα και ξένες λύσεις. Και εδώ, φίλοι μου, το δεύτερο σημείο, που θέλω να συμφωνήσω με τον κ. Λιανό είναι μια βαριά κουβέντα η διδακτορία. Και στις χώρες που το διδακτορικό είναι εύκολο, παίρνεται σε 1-2 χρόνια, δεν έχει και

75

Page 77: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μεγάλη εκτίμηση και δεν θα είναι και το τελευταίο χαρτί, θα πρέπει να υπάρχει και κάτι παραπάνω. Ό που είναι δύσκολο και υπάρχει και ενδιάμεσο χαρτί, π.χ. το εγγλέζικο Ph.D. ή το γαλλικό d’ 6tat τότε φυσικά είναι χαρτιά που έχουν κάποια βαρύτητα. Δεν παραγνωρίζω τους κινδύνους της υποβάθμισης σχετικά. Αλλά να το δούμε και αυτό. Δεν μπορούμε να αφήνουμε τα παιδιά να φεύγουν με το αίσθη­μα της αποτυχίας. Ίσως, θα πρέπει να παίρνουν κάποιο μεταπτυ­χιακό ενδιάμεσο. Αυτά ήθελα να πω. Θα περιμένουμε με πάρα πολύ ενδιαφέρον τη συνέχεια αυτού του τόσο ωραίου συμποσίου. Ευχαρι­στώ.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΙΑΜΠΑΚΟΣ, απόφοιτος του Εθνικού Μετσόθιου Πολυτεχνείου

Πιστεύω, συναγωνιστές, σύντροφοι, φίλοι, όλο αυτό το μεγάλο κομμάτι που ζει μες στα πανεπιστήμια, και πραγματικά τα πονάει, και θέλει ένα καλύτερο αύριο γι’ αυτά, όχι μόνο για τα πανεπιστήμια, αλλά καλύτερα πανεπιστήμια για το λαό μας, ότι η σημερινή κουβέ­ντα, το σημερινό άνοιγμα του συμποσίου πραγματικά ανταποκρίνεται στα μεγάλα ερωτήματα που υπάρχουν και στους φοιτητές και στους καθηγητές, σ’ όλον τον κόσμο που ζει και σπουδάζει μες στα πανεπι­στήμια. Το συμπόσιο του Κόμματος αποκτά μια ιδιαίτερη χρησιμό­τητα σ’ αυτή την περίοδο. Κι αυτό δεν είναι μια εκτίμηση που τη βγάζουμε από το μυαλό μας. Είναι τα ίδια τα προβλήματα που την ε­πιβάλλουν. Αναφέρθηκαν πάρα πολλά παραδείγματα από τους πρυτάνεις προηγούμενα και πιστεύουμε ότι τα λόγια των ανθρώπων αυτών που έχουν αναλώσει τη ζωή τους μέσα στα πανεπιστήμια, και πραγματικά τα πονάνε, έχουν μια ιδιαίτερη βαρύτητα. Βέβαια οι φοι­τητές μπορούν να τα χρωματίσουν ακόμα πιο έντονα. Τα συγγράμμα­τα του 1948, το κουπόνι των 225 δρχ. κι όλη αυτή η φιλολογία για τη δωρεάν παιδεία, μπορούν να συμπληρώσουν αυτή την εικόνα. Θα ’θε- λα να πω και κάτι άλλο.

Πραγματικά σήμερα γίνεται μια μεγάλη κουβέντα για την έρευ­να. Πιστεύω ότι αυτό δεν είναι τυχαίο. Από ποια σκοπιά: σήμερα η κρίση των πανεπιστημίων είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο. Το πα­ραδέχονται όλοι.

Και πραγματικά, οποιαδήποτε προσπάθεια για την αναβάθμιση των σπουδών μέσα στα πανεπιστήμια, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με το ζήτημα της έρευνας. Κι ας αναλογιστούμε πραγματικά τι είναι εκείνο που ξεχωρίζει τα πανεπιστήμια από ένα τύπο λυκείου σε ανώ­τερο επίπεδο. Δεν είναι άραγε η δημιουργική γνώση που πρέπει να

76

Page 78: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τα διαπνέει και πρέπει να τροφοδοτεί τους φοιτητές; Και πραγμα­τικά μια τέτια γνώση και σκέψη δεν εξασκείται μέσα απ’ την παρα­γωγή νέας γνώσης; Και μέσα απ’ αυτό το πρίσμα αποδείχνεται έτσι ποιος είναι ο ρόλος της έρευνας στη διαδικασία της εκπαίδευσης. Θα ’θελα να φέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα από τις εξελίξεις στο Πολυτεχνείο, μιας και, σαν απόφοιτος του ΕΜΠ έχω μια συγκε­κριμένη εμπειρία. Προωθείται αυτή την περίοδο η ίδρυση ενός Ακα­δημαϊκού Ερευνητικού Ινστιτούτου Πληροφορικής στο τμήμα ηλε­κτρολόγων. Να σημειώσουμε τον βασικό, τον πρωταρχικό όρο με τον οποίο θα χρηματοδοτηθεί αυτό το ακαδημαϊκό ερευνητικό ινστι­τούτο, από τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ), δηλαδή από χρήματα του ελληνικού λαού. Ο όρος αυτός λέει το εξής: μια τέτια λειτουργία πρέπει να ’ναι αποστειρωμένη από οποιαδήποτε παρέμβαση του φοιτητικού κινήματος. Ένας τέτιος όρος πού μπορεί να οφείλεται; Σίγουρα σε κανέναν ιδιότυπο μυστικισμό αυτών που θα συμμετέχουν στο ακαδημαϊκό ερευνητικό ινστιτούτο. Έ νας τέτιος όρος αποκαλύπτει ότι μια βασική έρευνα που δεν έχει να κάνει μόνο με το επιστημονικό ενδιαφέρον των φοιτητών και των καθηγητών του Πολυτεχνείου, αλλά με ζωτικά συμφέροντα του λαού μας, βγαίνει έξω απ’ το πανεπιστήμιο. Ή ας δούμε πραγματικά από μια άλλη πλευρά το ζήτημα αυτό. Ντιρεκτίβα για την ιδιωτικοποίηση. Αυτό περνάει παντού στην ελληνική κοινωνία σήμερα. Και έχει αίτιους, έχει ένοχους. Είναι ο ΕΟΚικός ενορχηστρωτής και η κυβερνητική πολιτική που ακολουθεί και υλοποιεί. Παράδειγμα το Ακαδημαϊκό Ερευνητικό Ινστιτούτο: για μια βασική πλευρά της εκπαίδευσης στα Πανεπιστήμια, για την έρευνα και την ανάπτυξή της, εναποτίθενται οι ελπίδες στην όποια χρηματοδότηση των μεγάλων βιομηχανιών και - ας μην κρυβόμαστε - με τους όρους που αυτές επιβάλλουν. Κα­ταλαβαίνουμε πώς και μέσα απ’ ηυτό, προωθείται μια τέτια ιδιωτικο­ποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, κι αν σήμερα είναι η έρευνα, σίγουρα αυτό είναι το πρώτο σκαλοπάτι για μια παραπέρα ιδιωτικο­ποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης. Θέλω να κλεϊσω με το εξής. Σή­μερα πραγματικά στα πανεπιστήμια υπάρχει μια διαφορετική κατά­σταση. Η κατσαρόλα βράζει κι απειλεί το καπάκι. Η αγανάκτηση που υπάρχει κι είναι συσσωρευμένη από πολλά χρόνια τώρα και που διογκώνεται από χιλιάδες ρεύματα κι από χιλιάδες προβλήματα που ούτε μπορεί κανείς να φανταστεί και να περιγράψει, δημιουργεί ένα δεδομένο. Αυτό το δεδομένο βάζει μπροστά στους κομμουνιστές φοι­τητές αλλά και γενικότερα στο φοιτητικό κίνημα και σ’ όλο το δημο­κρατικό πανεπιστημιακό κίνημα ένα καθήκον: αυτή η αγανάκτηση να μην καταλαγιάσει, να γίνει ένα μεγάλο, ορμητικό αγωνιστικό ρεύμα μέσα στα πανεπιστήμια, ένα ρεύμα που θα μπορέσει να κου­

77

Page 79: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

βαλήσει και να υλοποιήσει τους μεγάλους στόχους της αλλαγής, που γι’ αυτό δεν έχουν συμφέρον μόνο οι φοιτητές κι οι δημοκράτες πα­νεπιστημιακοί δάσκαλοι αλλά όλος ο λαός μας και πρώτα απ’ όλα η εργατική τάξη της χώρας μας.

ΦΩΤΗΣ ΜΗΤΣΗΣ, πρόεδρος του Οδοντιατρικού Τμήματος

της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθήνας, πρώην πρύτανης

Ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δίνετε να λάβω μέρος σ’ αυτή την ενδιαφέρουσα συζήτηση. Με πολλή προσοχή άκουσα τις εισηγήσεις αλλά και τις παρεμβάσεις των πρυτάνεων. Πιστεύω ότι η εκδήλωση αυτή πραγματικά αποτελεί μια σημαντική προσφορά στο διάλογο, σ’ ένα πάντα επίκαιρο θέμα όπως είναι «το Πανεπιστήμιο και η σχέση του με την Κοινωνία». Η παρέμβασή μου δεν έχει την έννοια να πάρω θέσεις και να συμφωνήσω ή να διαφωνήσω με τα όσα ακούστηκαν. Θα μπορούσε κανείς πολλά να πει. Σεβόμενος το χρόνο, θα προσπαθήσω να σταθώ σε τρία μόνο σημεία και να θέσω μάλλον μερικούς προβληματισμούς, πάντοτε βέβαια από μια θέση μεταξύ του ιδεατού και του εφικτού στο χώρο της ανώτατης παιδείας.

Με προβλημάτισε πραγματικά η θέση της εισήγησης στο θέμα «σχέσεις ΕΟΚ και Ανώτατης Παιδείας» και οι συνάδελφοί μου πριν από μένα πήραν ορισμένες θέσεις πάνω σ’ αυτά. Εγώ θα θέσω μερι­κούς προβληματισμούς. Μήπως μεγιστοποιούμε ορισμένους κινδύ­νους, που είναι ένα μέρος αυτής όλης της σχέσης, από τους οποίους κινδύνους θα μπορούσαμε ίσως με την επαγρύπνηση να προφυλα- χτούμε; Και πρώτα σε ό,τι αφορά την ιδιωτικοποίηση της ανωτάτης παιδείας, καθώς και ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθήνας κ. Σταθόπουλος ανέφερε και πολύ σωστά, το σύνταγμά μας κατοχυρώ­νει την ανώτατη παιδεία, επομένως δεν βλέπω τον μεγάλο κίνδυνο για την ιδιωτικοποίησή της. Μήπως λοιπόν μεγιστοποιώντας τους κινδύνους αποπροσαντολίζουμε τους νέους μας από τα πραγματικά προβλήματα που μας δημιουργεί σήμερα αυτή η σχέση, η οποία είναι μια πραγματικότητα; Γ ιατί το τρένο φεύγει και εμείς μπορούμε μέσα απ’ αυτή τη σχέση να αντιμετωπίσουμε τα πραγματικά προβλήματα και να εκμεταλλευτούμε τα θετικά σημεία. Και για παράδειγμα θα α­ναφέρω το πρόγραμμα ERASMUS για την ανταλλαγή των φοιτητών.

Κάπου νομίζω δίνεται μεγάλη έμφαση, ότι δηλαδή θα πάει ο φοιτητής μας στη βιομηχανία κι από κει και πέρα θα τον χρησιμο­

78

Page 80: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ποιήσουν τα μονοπώλια. Μα γιατί όμως είναι μόνο ο φοιτητής που θα πάει στη βιομηχανία; Δεν θα είναι και ο φοιτητής μας που θα πάει σε ένα καλό νοσοκομείο και θα φέρει μια καινούρια εμπειρία; Δεν θα είναι και ο φοιτητής μας που θα πάει σε ένα καλό φιλοσοφικό ή νο­μικό κέντρο, μιας προοδευτικής και δημοκρατικής χώρας, που θα πάρει μια παιδεία, που δεν θα μπορούσε να την πάρει διαφορετικά; Και το ερώτημα πάλι είναι- αυτόν το φοιτητή που θα στείλουμε ποιος θα τον επιλέξει; Νομίζω εμείς. Επομένως αν εμείς λειτουργήσουμε σωστά και δημοκρατικά μέσα στα ιδρύματα - και το πλαίσιο σήμερα που έχουμε μας παρέχει αυτή τη δυνατότητα - θα μπορέσουμε αυτούς τους μηχανισμούς να τους χρησιμοποιήσουμε για το δικό μας όφε­λος. Βέβαια μπορεί να εκφράσει κανείς μια ανησυχία, για το ό,τι λέ­γεται ότι το προσόν του φοιτητή που παρακολούθησε έξω θα αποτε- λεί κριτήριο για την επιλογή του μετά, για την επαγγελματική του σταδιοδρομία. Αυτό κάνει πράγματι μια διάκριση. Αλλά είναι κάτι που παλεύεται και πρέπει να μη ξεχνάμε ότι μέσα στα όργανα της ΕΟΚ έχουμε το δικαίωμα σαν χώρα να το τροποποιήσουμε. Αλλά ε- ξαρτάται από μας, που θα επιλέξουμε τον φοιτητή, ο οποίος θα πάει έξω, να μην είναι ο φοιτητής που θα ανήκει στην ελίτ, όπως αναφέρ­θηκε, αλλά να είναι ο καλός φοιτητής, ο οποίος θα επιλεγεί μέσα από το ίδρυμα με διαφανείς διαδικασίες και ο οποίος δεν θα είχε και την ευκαιρία ίσως να πάει με άλλον τρόπο. Αυτός είναι ένας από τους προβληματισμούς μου.

Θα σταθώ, πολύ σύντομα, σε δύο ακόμα σημεία: Στον εκδημο­κρατισμό των ΑΕΙ και στην αναβάθμιση των σπουδών.

Βέβαια ο εκδημοκρατισμός παραμένει πάντα ο στόχος. Σήμερα όμως δεν είναι μόνο στόχος, είναι και μια κατάκτηση. Το είπε αυτό και ο κ. Βουδούρης, πρύτανης του Πολυτεχνείου. Και φυσικά, πρέπει να επαγρυπνούμε, αλλά κυρίως οφείλουμε να εδραιώσουμε αυτή την κατάκτηση και να τή βελτιώσουμε, αν θέλετε. Το ερώτημα όμως το οποίο πάλι προβάλλει και μπορεί να μας προβληματίζει είναι, αν εμείς αξιοποιούμε σωστά αυτόν τον εκδημοκρατισμό μέσα στα ΑΕΙ, και στα επιμέρους τμήματα, τόσο από την πλευρά των μελών του ΔΕΠ, όσο και από την πλευρά των φοιτητών. Ο νέος νόμος έδοσε μια συμμετοχή και εκπροσώπηση πάρα πολύ μεγάλη, μεγαλύτερη από τις θέσεις τις επίσημες που είχε η ΕΦΕΕ κάποτε. Αξιοποιήθηκε όμως σωστά; Ας εξετάσουμε αν στα διάφορα τμήματα και στα ΑΕΙ, οι εκ­πρόσωποι των .φοιτητών συμμετέχουν στις επιτροπές για να δουλέ­ψουν, όπως για τα προγράμματα σπουδών, και για όλα τα άλλα θέμα­τα και αν υλοποιείται αυτή η έννοια του εκδημοκρατισμού. Ή μπαί­νει μόνο σαν αυτοσκοπός - που δεν πρέπει να είναι - όπως και εσείς είπατε, ο εκδημοκρατισμός;

79

Page 81: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Φοθούμαι ότι αν θελήσουμε να κάνουμε αυτή την αυτοκριτική, ο καθένας στο χώρο του και από την υπευθυνότητά του; δεν ξέρω τι συμπεράσματα θα εξάγουμε. Αλλά νομίζω ότι είναι κάτι που θα πρέ­πει να το προσέξουμε.

Το τελευταίο σημείο, το οποίο νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό και τονίσθηκε με την ανάλογη έμφαση από την εισήγηση, είναι η ανάγκη της αναβάθμισης των σπουδών. Η αναβάθμιση μαζί με τη συμφιλίωση που πολύ σωστά τονίσθηκε από τον εκπρόσωπο της νεο­λαίας, είναι αυτό που ζητούν σήμερα τα ΑΕΙ. Βεβαίως, η αναβάθμιση έχει πολλά σκέλη. Αναβάθμιση σημαίνει υποδομή και φυσικά, όπως είπαν και οι πρυτάνεις οι οποίοι είναι και περισσότερο αρμόδιοι, σ’ αυτό είναι αλήθεια ότι χωλαίνουμε. Αναβάθμιση όμως σημαίνει και υπευθυνότητα των μελών του ΔΕΠ για να κάνουν σωστή χρήση των δικαιωμάτων που απέκτησαν. Αναβάθμιση ακόμα σημαίνει, οι φοι­τητές στο πόστο τους, να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους. Και εδώ έρχεται πάλι το ερώτημα κι ο προβληματισμός. Εκεί που υπάρχουν, το είπε κάποιος συνάδελφος φίλος πρύτανης, αυτές οι δυ­νατότητες, δηλαδή το αμφιθέατρο, το εργαστήριο, το καλά οργα­νωμένο σεμινάριο, ανταποκρίνονται σήμερα οι φοιτητές μας σ ’ αυτές τις προσφορές;

Είναι μέσα στα αμφιθέατρα; Έχουν τη συμμετοχή του διαλόγου που πρέπει στα σεμινάρια; Ακουσα τους φίλους τους πρυτάνεις οι οποίοι έκαναν έκκληση στους φοιτητές για να ανταποκριθούν σ’ αυτόν τον στόχο της αναβάθμισης και προσθέτω κι εγώ τη φωνή μου. Στην αναβάθμιση κύριο λόγο παίζουν τα προγράμματα σπουδών και ο σωστός προγραμματισμός των σπουδών. Θεωρώ ότι είναι από τα βασικότερα και νομίζω ότι αυτό είναι που θα μας βοηθήσει και θα μας προφυλάξει από κάθε κίνδυνο οιασδήποτε επίδρασης. Κι αυτό είναι αποκλειστικά έργο δικό μας. Και είναι έργο όλων, των καθη­γητών, των μελών του ΔΕΠ, όλων των βαθμιδών, και των φοιτητών. Και για να έχει η αναβάθμιση σωστό προσανατολισμό και για να εί­μαστε και μέσα στο θέμα μας, «Πανεπιστήμιο και κοινωνία» θα πρέ­πει να γίνει σύνδεση της εκπαίδευσης με τους κοινωνικούς φορείς. Και φυσικά δεν μιλάμε μόνο για τη βιομηχανία, αλλά και για τους άλλους χώρους. Ας πούμε λογουχάρη για τις σπουδές που αφορούν την υγεία, δεν μπορούμε να μιλάμε σήμερα για σωστό προσανατολι­σμό και για αναβάθμιση, εάν δεν διασυνδέσουμε σωστά την εκπαί­δευση και τα προγράμματα σπουδών με τους κοινωνικούς φορείς πα­ροχής της περίθαλψης.

Τελειώνοντας, αφού σας ευχαριστήσω και πάλι, θα ’θελα να εκ- φράσω την ευχή μου. το σύνθημα που είχε κάποτε η κομμουνιστική

Page 82: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νεολαία, «πρώτοι στους αγώνες και πρώτοι στα μαθήματα», να ξανα­ζωντανέψει και να υλοποιηθεί και όχι να μείνει μόνο σύνθημα. Ευχαριστώ.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ, (δεύτερη παρέμβαση)

Χάρηκα πολύ που είδα τον Δημήτρη τον Καλιαμπάκο που τον είχαμε χρόνια ολόκληρα στο Πρυτανικό Συμβούλιο. Αλλά αυτό που είπε για τα ακαδημαϊκά ινστιτούτα δεν είναι ακριβώς έτσι. Αντιτα- χτήκαμε από την πρώτη στιγμή στη δημιουργία ακαδημαϊκού ινστι­τούτου στο Πολυτεχνείο, πληροφορικής ή μη πληροφορικής, δεν έ­χει σημασία, και πήραμε την εξής θέση σαν πρυτανεία: Θέλουμε αυτά τα λεφτά, γιατί, όπως είπε κι ο Καλιαμπάκος, είναι λεφτά του ελληνικού λαού, αλλά υπό τον όρο ότι θα τα ελέγχει το Πολυτεχνείο, θα είναι υπό τον έλεγχο των πανεπιστημιακών οργάνων και ότι το όλο σύστημα θα τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας. Έχουμε, κατά το Σύνταγμα, ένα εποπτεύον υπουργείο και όχι δύο. Ένα το Υπουργείο Παιδείας. Αυτό το ζήτημα δεν πήγε παραπέρα, γιατί το θέσαμε στο Συμβούλιο Ανώτατης Παιδείας (ΣΑΠ) το οποίο εξέτασε το θέμα κι έχει πάρει τη θέση, το ΣΑΠ, ότι το θεσμικό πλαί­σιο των ακαδημαϊκών ερευνητικών ινστιτούτων, είναι υπό επανεξέτα­ση. Δηλαδή, ο Νόμος 1514 είναι υπό επανεξέταση. Και επομένως δεν πρόκειται να δημιουργηθούν ακαδημαϊκά ερευνητικά ινστιτούτα στα πανεπιστήμια, αφού ο νόμος που τα δημιουργεί είναι υπό επανεξέτα­ση. Αυτό, νομίζω, έπρεπε να το ξέρουμε, κι αυτό δείχνει το πόσο ορι­σμένα όργανα όπως το ΣΑΠ, όταν χρησιμοποιηθούν σωστά, μπορεί να δόσουν πραγματικά πάρα πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Ή - τανε κι ο Θανάσης Βλάχος στη συνεδρίαση αυτή και ξέρει όλες τις λεπτομέρειες. Νομίζω ότι είναι πάρα πολύ χρήσιμο να γίνει γνωστό.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΑΓΚΟΣ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας

Ειδικού Διοικητικού Τεχνικού Προσωπικού

Α γαπητοίφΐλοι.Η ομοσπονδία παρασκευαστών με χαρά δέχθηκε την πρόσκλη­

ση του Τμήματος Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ για να παραθρεθεί στο συμπόσιο που διοργανώνεται για τα προβλήματα του ελληνικού πα­νεπιστημίου.

81

Page 83: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Τέτιες πρωτοβουλίες πιτεύουμε ότι είναι πολύ θετικές, όταν μά­λιστα γίνονται στην κατεύθυνση της ουσιαστικής συζήτησης για να φωτιστούν όλα τα προβλήματα της Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΕ) που μέρα τη μέρα οξύνονται περισσότερο. Εκ των προτέρων σας παρακα- λούμε να μας κοινοποιήσετε τα πορίσματα που θα βγουν από αυτό το συμπόσιο.

Μακάρι ανάλογες πρωτοβουλίες να πάρουν και τα άλλα κόμματα της βουλής.

Όμως να κάνουμε κάτι καθαρό δεν συμφωνούμε με τον υποτιθέ­μενο διάλογο που προτείνει το Υπουργείο Παιδείας και αυτό για δύο λόγους.

Πρώτο: Δεν γίνεται με τη συμμετοχή όλων των φορέων του πανε­πιστημίου. αντίθετα γίνεται προσπάθεια να μπει στη γωνιά το συνδι­καλιστικό κίνημα, μιας και δεν δέχεται τις ομοσπονδίες των εργα­ζομένων ούτε για να εκθέσουν τα προθλήματά τους. Χαρακτηρι­στικό παράδειγμα η δική μας ομοσπονδία. Έ χει να μας δεχθεί ο Υ­πουργός Παιδείας από το 1982.

Δεύτερο: Αυτή η πρόταση διαλόγου δεν γίνεται στην κατεύθυν­ση να ξεπεραστούν τα προβλήματα των πανεπιστημίων, αλλά πώς θα εφαρμοστούν καλύτερα οι επιλογές της κυβέρνησης.

Σαν εργαζόμενοι στο χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΑΕ) α­νησυχούμε ιδιαίτερα για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στα πανεπιστήμια. Η κρίση που μαστίζει για πολλές δεκαετίες, δεν ξε- περάστηκε αλλά αντίθετα οξύνθηκε περισσότερο. Ο νόμος-πλαϊσιο που τελικά εφαρμόστηκε αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τέτιος που θα μπορούσε να φέρει τον εκδημοκρατισμό στα πανεπιστήμια, την κατάργηση ουσιαστικά της έδρας, αφού αγνοήθηκαν οι προτάσεις των φορέων.

Αντίθετα, η κυβέρνηση με τις πιέσεις της αντίδρασης προχώρη­σε στην παραπέρα αλλοίωση του νόμου σε συντηρητικότερη κατεύ­θυνση με τις γνωστές τροπολογίες που πέρασε από τη Βουλή.

Έτσι, τα λίγα επιμέρους αποσπασματικά μέτρα εκσυγχρονι­σμού που πήρε η κυβέρνηση αποδείχθηκαν ότι δεν ήταν αρκετά για να βγάλουν τα πανεπιστήμια από την κρίση.

Αντίθετα, συνεχώς οξύνεται και εντείνεται η υποβάθμιση των σπουδών. Το μορφωτικό επίπεδο παραμένει χαμηλό, οι συνθήκες δουλιάς των εργαζομένων χειροτερεύουν. Τα κονδύλια για την έρευ­να διατηρούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και γίνεται προσπάθεια να βγει η έρευνα από τα πανεπιστήμια.

Η κατεύθυνση της εκπαίδευσης των φοιτητών και το περιεχόμε­νο των σπουδών δεν είναι αυτό που πρέπει. Γιατί δεν υπάρχει προ­γραμματισμός της κυβέρνησης για το τι επιστημονικό δυναμικό έχει

82

Page 84: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ανάγκη ο τόπος και κύρια δεν υπάρχει σύνδεση της εκπαίδευσης που παρέχεται με την παραγωγή, φυσικά στην κατεύθυνση της ανεξάρτη­της οικονομικής ανάπτυξης. Και γ ι’ αυτό το ζήτημα εμείς λέμε ότι ο δημόσιος τομέας θα πρέπει να είναι ο βασικός μοχλός αυτής της ανάπτυξης.

Οι δαπάνες για την παιδεία είναι πολύ μικρές, φέτος ακόμα λιγότερες, μόλις το 8,6% του προϋπολογισμού και τα αποτελέσματα φαίνονται στην υποβάθμιση των σπουδών, στις κακές συνθήκες εκ­παίδευσης και ζωής των εργαζομένων και των φοιτητών. Η έρευνα και η τεχνολογία για μας αποτελεί τη βάση για την αυτοδύναμη ανά­πτυξη της χώρας. Η έρευνα πρέπει να είναι στενά συνδεμένη με την ΑΕ και να βοηθά στο ανέθασμά της.

Να είναι προσανατολισμένη στην εξυπηρέτηση της εθνικής πα­ραγωγής. Μέσα σ’ αυτή τη λογική εμείς λέμε να μη γίνεται έρευνα για το ΝΑΤΟ και γενικότερα οποιαδήποτε ερευνητικά προγράμματα έρχονται σε αντίθεση με την εθνική ανεξαρτησία της πατρίδας μας. Για την υλοποίηση των σκοπών της εκπαίδευσης και της έρευνας, για την αναβάθμισή τους, χρειάζονται δαπάνες για τη δημιουργία της κατάλληλης υλικοτεχνικής υποδομής, για επαρκές προσωπικό για την απρόσκοπτη λειτουργία των πανεπιστημίων, για τις απαραίτητες παροχές στους φοιτητές και τους εργαζόμενους. Αν με αυτό το πνεύμα αντιμετωπίσουμε τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τότε όλοι θα συμφωνήσουμε για αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 15% του γενικού κρατικού προϋπολογισμού.

Η οξυμένη κρίση στα πανεπιστήμια είχε σαν αποτέλεσμα την υ- ποβάθμιση των σπουδών, αλλά, και την υποβάθμιση του ρόλου των εργαζομένων και ιδιαίτερα του Ειδικού Διοικητικού Τεχνικού Προ­σωπικού (ΕΔΤΠ). Γνώμη μας είναι ότι ο κλάδος μας πρέπει να έχει μια σημαντικότερη θέση στην εκπαιδευτική και ερευνητική διαδι­κασία. και να παίζει το ρόλο για τον οποίο είναι ταγμένος. Ρόλος α­ναβαθμισμένος σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες των πανεπι­στημίων. Τα τελευταία χρόνια αντί να πραγματοποιηθεί αυτή η α­ναβάθμιση του ΕΔΤΠ. γίνεται εντονότερη η αποειδίκευση των εργα­ζομένων. Γ ια την αναβάθμιση λοιπόν του ρόλου μας μέσα στα πανε­πιστήμια θα πούμε μερικές σκέψεις. Πρέπει άμεσα να καταρτιστούν και με τη δική μας συμμετοχή οι εσωτερικοί κανονισμοί λειτουργίας στην κατεύθυνση της διεύρυνσης του νόμου-πλαίσιου, στην κατοχύ­ρωση των ήδη κατακτημένων.

Απαραίτητος όρος για να πάμε μπροστά είναι η ουσιαστική συμ­μετοχή των εργαζομένων σε όλα τα όργανα διοίκησης οπωσδήποτε στη Γενική Συνέλευση (ΓΣ) του τμήματος και του τομέα. Πιστεύουμε ότι ο τομέας, πρέπει να γίνει εκείνο το ουσιαστικό αποφασιστικό όρ­

83

Page 85: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γανο που θα προωθεί στη σωστή κατεύθυνση τις εκπαιδευτικές και ε­ρευνητικές διαδικασίες των ΑΕΙ με τη συμμετοχή όλων των εργα­ζομένων σ' αυτόν. Και όχι όπως σε μερικές (αν όχι στις περισσότε­ρες) είναι σήμερα μια απλή «συγκόλληση εδρών».

Τα καθήκοντα του ΕΔΤΠ πρέπει να είναι σύμφωνα με τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των εργαζομένων. Έτσι, ο κάθε εργαζόμε­νος θα προσφέρει το μέγιστο των δυνατοτήτων του και θα αποφεύγε­ται το φαινόμενο του «ανθρώπου για όλες τις δουλιές», δηλαδή η α- ποειδίκευση των εργαζομένων. Μέσα από το Ν. 1404/84 στα μέλη του ΕΔΤΠ μπορεί να ανατίθεται εκπαιδευτικό εργαστηριακό έργο. Στην πραγματικότητα αυτό γίνεται αλλά ανεπίσημα και κύρια όταν υπάρ­χει ανάγκη από προσωπικό, όμως δεν αναγνωρίζεται. Εμείς, λοιπόν, λέμε με την ευκαιρία του σημερινού συμποσίου ότι αυτό θα πρέπει να γίνεται επώνυμα. Είναι δηλαδή μέσα στα πλαίσια του ρόλου του ΕΔΤΠ που έχουν ειδικά προσόντα (τυπικά και ουσιαστικά).

Με όλα τα παραπάνω επιχειρήθηκε μια αναφορά στην κατάστα­ση που βρίσκονται σήμερα τα πανεπιστήμια. Τα συμπεράσματα που βγαίνουν είναι ότι η κρίση που υπάρχει σήμερα στα ΑΕΙ είναι δεμένη με την κρίση της οικονομίας της χώρας μας. Έ χει σχέση με τις πολι­τικές επιλογές που κάνει η ίδια η κυβέρνηση.

Για να βγουν τα πανεπιστήμια από την κρίση πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε πως πρέπει να αλλάξει ο προσανατολισμός της εκ­παίδευσης και της έρευνας στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης του λαού και της ανεξάρτητης οικονομικής ανάπτυξης. Φυσικά δεν θα πρέπει να μείνουμε μόνο στη συμφωνία αυτή, αλλά θα πρέπει να αγω­νιστούμε γΓ αυτό, και οι εργαζόμενοι μέσα από τα συνδικαλιστικά τους όργανα αυτό κάνουν.Ευχαριστώ.

84

Page 86: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κλείσιμο των εργασιών της πρώτης μέρας

από τον ΝΙΚΟ ΚΟΤΖΙΑ, αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ

Νομίζω ότι υπήρξε μια αρχή του διαλόγου που ελπίζουμε να προχωρήσει πιο πολύ τις επόμενες 3 μέρες του συμποσίου μας. Σ’ αυτόν φάνηκε μια καταρχήν συμφωνία ανάμεσα σ’όλους μας ότι το καυτό πρόβλημα της παιδείας πρέπει να μας ανησυχήσει ακόμα πιο πολύ απ’ ό,τι μέχρι σήμερα, ότι είναι ανάγκη να βάλουμε κάτω κι άλ­λο τη σκέψη μας, κι άλλο την ιδεολογία μας, κι άλλο τους προβλημα­τισμούς μας, να δούμε πώς μπορεί να προχωρήσει περισσότερο. Πήρα ένα σημείωμα στη διάρκεια των ομιλιών των φίλων κ. πρυτά- νεων που τους κάνει μια πρόταση, ότι, εάν συμφωνούν με την ανάγκη της προώθησης της πάλης για την αναβάθμιση των σπουδών μες στα πανεπιστήμια, μήπως θα μπορούσαν να πάρουν μια κοινή πρωτο­βουλία για το πώς θα υλοποιηθεί αυτή η αναβάθμιση, τουλάχιστον στα προπτυχιακά. Η ανάγκη ειδίκευσης στον πρώτο κύκλο σπουδών όπως και η θεσμοθέτηση πριν απ’ το πτυχίο υποχρεωτικής διπλωμα­τικής εργασίας είναι ένα προϊόν συμφωνίας σύμπτωσης στη σημε­ρινή μας συζήτηση.

Ένα δεύτερο πρόβλημα που νομίζω ότι παρά τις διαφορετικές γνώμες ή ερμηνείες της εισήγησης μπορούμε στον βασικό πυρήνα του να συμφωνήσουμε, αφορά τη χρηματοδότηση των ΑΕΙ και ιδιαί­τερα της έρευνας. Εμείς δεν διαφωνούμε με τη χρηματοδότηση, έρευ­νας στη βιομηχανία ή της σύνδεσής της με τα ΑΕΙ γενικά. Αντίθετοι είμαστε, και αυτό εντοπίζει η εισήγηση, στην πρακτική της κυβέρνη­σης να δίνει λεφτά ουσιαστικά μόνο στη βιομηχανία για να κάνει έ­ρευνα και όχι στα ΑΕΙ.

Σε μια βιομηχανία που δεν κάνει η ίδια έρευνα αλλά μ’ αυτά τα λεφτά χρηματοδοτεί ερευνητικά προγράμματα που καθορίζει η ίδια στα πανεπιστήμια. Εδώ είναι το πρόβλημα. Δεν είναι ότι η βιομη­χανία απ’ τα κέρδη της έρχεται στο ελληνικό πανεπιστήμιο και του λέει πάρε χρήματα για να κάνεις έρευνα, αλλά ότι το ελληνικό κρά­

85

Page 87: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τος, αντί να δόσει τα λεφτά απευθείας στο πανεπιστήμιο, και αυτό να εντάσσει την έρευνα στην όλη λειτουργία του με θάση πριν απ’ όλα τις κοινωνικές ανάγκες, τα δίνει σε τρίτους με το δικαίωμα αυτοί να υποτάσσουν τα ΑΕΙ, στις δικές τους στενές ανάγκες. Τρίτους που δεν βάζουν καν απ’ τα κέρδη τους για να χρηματοδοτήσουν την έρευνα. Απλώς παίρνουν απ' τον κρατικό κορβανά και τα δίνουν στα πανεπι­στήμια καθορίζοντας τι θα κάνουν αυτά. Και προσέξτε τώρα ποιο εί­ναι το ωραίο: Βγαίνουν οι συνάδελφοι από την Κρήτη, απ’ το ερευνη­τικό κέντρο και λένε: τέρμα η δωρεάν παιδεία - τέρμα να βουτάμε λεφτά απ’ τον κορβανά του κράτους - τώρα πρέπει να πάρουμε λεφτά απ’ τον ιδιωτικό τομέα. Δηλαδή: ν’ αφήσουμε να ’ναι πιο πονηρός ο ιδιωτικός μονοπωλιακός τομέας να παίρνει απ’ τον κρατικό κορβανά τα χρήματα, και να εξαγοράζει μετά μ’ αυτά τα πανεπιστήμια. Και το ερώτημα που ’βάλε η εισήγηση, το πρωταρχικό που εμάς μας ενο­χλεί σήμερα, είναι το εξής απλό: Γιατί η κυβέρνηση δίνει λεφτά, χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων των ΑΕΙ στη βιομη­χανία για να καθορίσει τα προγράμματα των ΑΕΙ. Και γιατί τα λεφτά που σκοπεύει να δοθούν στα πανεπιστήμια να μην τα δίνει α­πευθείας στα πανεπιστήμια; Γιατί τι άλλο γίνεται σήμερα. Η κυβέρ­νηση λέει στα ΑΕΙ: για να πάρεις λεφτά από το κράτος, πρέπει πρώτα να βρεθεί ένα πρόγραμμα που θα το χρηματοδοτεί κατά 35% ο ιδιώ­της κι εγώ έρχομαι μετά να το επιδοτήσω. Ποιο πρόγραμμα; Ό χ ι του πανεπιστήμιου, αλλά αυτό που έχει καθορίσει ο ιδιώτης με το 35% μόνο που θα δόσει και το οποίο 35% δεν είναι απ’ τα δικά του κέρδη αλλά από το κράτος. Αυτό είναι τώρα το σύστημα που διατυπώνεται τους τελευταίους μήνες και ιδιαίτερα για τις θετικές επιστήμες και για τις νέες τεχνολογίες. Κι εδώ εμείς λέμε: Αεφτά του δημοσίου που πάνε για έρευνα, και νομίζω ότι πρέπει να συμφωνήσουμε, να πηγαί­νουν στα πανεπιστήμια. Ο ιδιώτης, αν θέλει να δόσει λεφτά, να δόσει και να συνεννοηθεί με το πανεπιστήμιο. Πώς όμως; Να συνεννοηθεί με το πανεπιστήμιο και να ενταχτεί αυτό που ζητάει στο πρόγραμμα το εκπαιδευτικό, ερευνητικό, του πανεπιστήμιου. Εάν δεν το χρειάζε­ται το πανεπιστήμιο, αν δεν είναι στην επιστημονική ερευνητική του κατεύθυνση, δεν θα το πάρει, γιατί να το πάρει; Αλλά εδώ έρχονται και λένε το εξής στο πανεπιστήμιο: Δεν θα κάνεις εσύ προγράμματα, θα σου κάνει ο ιδιώτης που τον χρηματοδοτώ εγώ, και θα τ’ αποδε­χτείς. Κι εδώ είναι η δεύτερη διαφωνία μας, σ’ αυτό το ζήτημα. Αλ­λιώς - και το γράφει κι η εισήγηση - από τους ιδιώτες είμαστε σύμ­φωνοι να παίρνει κονδύλια το πανεπιστήμιο. Αλλά, να τα εντάσσει στα προγράμματά του. Θα ’θελα να αναφέρω ένα τρίτο ζήτημα σχε­τικά με τη χρηματοδότηση: αφορά την πρακτική άσκηση στη βιομη­χανία.

Page 88: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Το κόμμα μας είναι υπέρ της πρακτικής στη βιομηχανία, στο νο­σοκομείο. παντού. Αλλά ποιος θα καθορίζει τι θα κάνει ο σπουδα­στής της ιατρικής; Η ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ή ο διευθυντής του νοσοκομείου και της ιδιωτικής κλινικής όπου πάει να κάνει πρακτική ειδίκευση; Αυτό είναι το ερώτημα; Διότι, αν την κα­θορίζει ο διευθυντής του νοσοκομείου ή ο ιδιοκτήτης του εργο­στασίου. θα το καθορίζει με βάση τις δικές του ανάγκες για φτηνή εργατική δύναμη. Εάν το καθορίζει το πανεπιστήμιο, θα το καθορίζει με βάση το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα. Και ή η πρακτική του φοι­τητή στον κοινωνικό φορέα, στο νοσοκομείο, τη βιομηχανία, είναι κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας και άρα πρέπει να το κα­θορίζει το εκπαιδευτικό ίδρυμα. Ή αν εδώ δεν ήταν κομμάτι της εκ­παιδευτικής διαδικασίας, τότε απλώς δεν μας αφορά εδώ. Έχουμε ένα κακό παράδειγμα, τα ΤΕΙ. Οι σπουδαστές των ΤΕΙ κάνουν πρα­κτική. Ξέρετε ποια είναι συχνά η πρακτική τους; Να καθαρίζουν τασάκια των διευθυντών και των αρχιμηχανικών. Κι αφού τελειώσει, 6 μήνες δηλαδή, λένε «τώρα πήρε την πρακτική του ειδίκευση». Ό χ ι έτσι. Η πρακτική ειδίκευση αυτών που πάνε ν’ αποφοιτήσουν απ’ τα ΑΕΙ και ΤΕΙ πρέπει να γίνεται με πρόγραμμα απ’ τα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. θ α πει ο καθηγητής, θα πει το τμήμα, θα πει ο τομέας· χρειά­ζεται αυτή η πρακτική εξάσκηση για να συμπληρώσει ο απόφοιτος την επιστημονική του μόρφωση! Αυτή είναι η γνώμη μας, βέβαια θα ’χουμε το Σάββατο παραπέρα συζήτηση για τα γενικά ζητήματα έρευ­νας - μεταπτυχιακών, και την Κυριακή για πανεπιστήμιο - κοινωνία, οπότε μπορούμε να συνεχίσουμε τη συζήτηση.

Το λέω αυτό και για το πρόγραμμα ERASMUS. Δεν είναι που μας ενοχλεί να πάει ο φοιτητής να σπουδάσει στο εξωτερικό, θ α μας πειράξει να πάει ο φοιτητής να σπουδάσει στο εξωτερικό έναν χρόνο όταν πάνε 40.000 ' Ελληνες και σπουδάζουν για 5; θ α ’μασταν εξω­πραγματικοί. Μας πειράζει όμως αυτός ο ένας χρόνος να μην εντάσ­σεται στο πρόγραμμα του πανεπιστημίου αλλά να καθορίζεται απ’ την ΕΟΚ και η ΕΟΚ να λέει μετά: στο όνομα αυτού του χρόνου πρέ­πει να φτιάξουμε κι ενιαία προγράμματα σπουδών. Και μεις δεν λέμε να μην πάρουμε υπόψη μάς πάλι τα προγράμματα σπουδών των πανε­πιστημίων της Δυτικής Ευρώπης. Αλλά είμαστε ενάντια στο να μπει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα σπουδών, ενιαίο για όλες τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Γ ιατί έχουμε τις ελληνικές ιδιομορφίες έχου­με τις ανάγκες της δικής μας ανασυγκρότησης. Δεν είναι το ίδιο πράγμα και δεν σημαίνει αναβάθμιση της επιστήμης να πάρει το ΕΜΠ το πρόγραμμα του πανεπιστημίου της Ζυρίχης. Γιατί αυτό εί­ναι προσανατολισμένο σε άλλες ανάγκες.

Επίσης, επειδή έγινε αρκετή συζήτηση να διευκρινίσουμε κι

87’

Page 89: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

αυτό, με ιδιωτικοποίηση εννοούμε, πρώτα απ’ όλα κι αυτό φοβόμα­στε, την υποταγή του ελληνικού πανεπιστημίου στα ιδιωτικά και όχι στα κοινωνικά συμφέροντα. Εδώ υπάρχουν ακόμα και κίνδυνοι πα­ραβίασης του Συντάγματος. Κι αυτό αφού πρώτα-πρώτα οι ΕΟΚικοί νόμοι είναι πάνω απ’ το Σύνταγμα, μου φαίνεται, αν και δεν είμαι νο­μικός, αλλά έτσι καταλαβαίνω πολιτικά, ότι εδώ, σ’ αυτήν την περί­πτωση ο ελληνικός νόμος μπορεί να υπάρχει, αλλά «προηγείται» ο ΕΟΚικός. Και για τα βέτα του κ. Τρίτση, στο ERASMUS δεν είμαι σίγουρος πως θα τα χρησιμοποιήσει. Μια παρατήρηση ακόμα για το πρόβλημα cou διαλόγου καθώς και για τα μεταπτυχιακά' θέλω να πω δυο λόγια και τελειώνω.

Γ ια το διάλογο: Πραγματικά, θέλουμε το διάλογο κι ίσως πρέπει να μάθουμε να τον κάνουμε ακόμα καλύτερο. Κι ελπίζω στις 3 μέρες τις επόμενες με τη σημερινή πείρα να γίνουμε καλύτεροι. Αλλά ανη­συχούμε με το διάλογο του Υπουργείου Παιδείας. Για την επόμενη Δευτέρα ξέρετε τι έχει κάνει; Έ χει καλέσει 6 προέδρους λυκείου να συζητήσει στην τηλεόραση μ’ ανοιχτά τα χαρτιά. Για ν’ αποδείξει τι ο κ. Τριτσης; Οτι «κόλλησε στον τοίχο» ένα 17χρονο μαθητή; Ή τι; θέλει διάλογο που να έχει αποτελέσματα για την παιδεία; Μα δεν χρειάζεται να τον κάνει στην τηλεόραση, όπου κατ’ ανάγκη σε βάζει σ’ αντιπαράθεση. Εξάλλου γιατί δεν κάλεσαν στα μέσα μαζικής ε­νημέρωσης όλα αυτά τα χρόνια το ΚΚΕ να κουβεντιάσουν για την παιδεία; Αυτό που κάνει τώρα το ΠΑΣΟΚ είναι σαν να κάτσει τώρα εδώ το προεδρείο του Συμποσίου να πάρουμε κι ένα νεολαίο του ΠΑΣΟΚ 17χρονο 2ας ή 3ης λυκείου και να πούμε: τον κολλήσαμε στον τοίχο, του ’παμε γΙα το ERASMUS του ’παμε για το COMETT και δεν ήξε­ρε τίποτα... Αυτό είναι; Έ τσι είναι η διαπαιδαγώγηση των νέων που θέλει ο υπουργός;

Τώρα: διαφωνία μία και σοβαρή, καθώς καταλαβαίνω, υπάρχει όσον αφορά τα μεταπτυχιακά, θα τα κουβεντιάσουμε ειδικά το Σάβ­βατο.

Εμείς αυτό που θέλουμε να καταλάβουν όλοι είναι από πού ξε­κινάμε σ’ αυτό το πρόβλημα. Ξεκινάμε όχι από τι μεταπτυχιακά θα έχουμε, αλλά τι προπτυχιακά θέλουμε. Δηλαδή, αν η ειδίκευση δεν θα είναι πριν απ’ το πτυχίο, είναι ολοφάνερο ότι χρειάζονται δυο κύ­κλοι μεταπτυχιακών. Εμείς όμως επιμένουμε για ειδίκευση πριν απ’ το πτυχίο, και να πω ένα παράδειγμα μόνο για τα οικονομικά. Έ χει μου φαίνεται, 6 σχολές Οικονομικών Επιστημών η Ελλάδα. Αφότου μετάτρεψαν (μεταθάφτισαν;) τα ΚΑΤΕΕ σε ΤΕΙ, η μόνη σχολή που υπάρχει σ’ όλα τα ΤΕΙ της Ελλάδας ξέρετε ποια είναι; των οικονο­μικών. Ό λα και τα 10-12 γίναν τώρα ΤΕΙ. Δεν ξέρω πώς προχωρήσαν- θα μας πουν οι φίλοι και σύντροφοι απ’ τα ΤΕΙ. Κι αναρωτιέται κα-

Page 90: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νεΐς τώρα, τα 6 πανεπιστήμια και τα 10 ΤΕΙ οικονομικών, τι οικονο­μολόγους θα βγάλουν; Βοηθούς λογιστών. Εγώ έτσι καταλαβαίνω, στην πλειοψηφϊα τους. Και βοηθός λογιστών μπορούσε να μη σπουδάσει οικονομικά. Μπορούσε να πάει σε μια επαγγελματική σχολή και να γίνει και καλύτερος. Κατά συνέπεια χρειάζεται μια εξι- δείκευση ανάμεσα στις σχολές - αυτό πιστεύουμε εμείς, και μέσα στη διάρκεια των σπουδών επίσης μια εξειδίκευση. Και μ’ αυτή την έν­νοια λέμε ότι αν δοθεί εξειδίκευση μέχρι το πτυχίο, πραγματικά θα φανεί και τι δυνατότητες έχει για το διδακτορικό, αλλά δε θέλω να προτρέξω των άλλων συζητήσεων. Τώρα μου υποβλήθηκαν και δυο ερωτήματα. Δύο λόγια λοιπόν για τη σχέση αυτονομίας, αυτοδιοίκη­σης των ΑΕΙ και ένταξης της δράστηριότητάς τους σε πανεθνικό προγραμματισμό για την ανάπτυξη νέου τόπου στα πλαίσια της αλ­λαγής. Πιστεύω ότι ο πανεθνικός προγραμματισμός πρέπει να φτιά­χνεται μέσα από πανεθνικά όργανα, όπως το ΣΑΠ, που πραγματικά να ουσιαστικοποιηθεί η λειτουργία του. Να παίξει το ΣΑΠ, από κει κι ύστερα το ρόλο του σ ’ αντιστοιχία μ’ ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Και το κάθε πανεπιστήμιο και ΑΕΙ θα προσανατολίζεται με βάση αυτό το πρόγραμμα θα το ’χει ανάγκη και θα εξυπηρετείται, και το ίδιο να προσανατολίζεται στο πώς θα σ υ μ β ά λ ε ι , με τι ειδικεύσεις, ερευνητικές διδακτικές κατευθύνσεις, και προγράμματα σπουδών σ ’ αυτή την ανασυγκρότηση του τόπου. Και κει μέσα θα ’χει την αυτοδιοίκηση και την αυτονομία του. Υπάρ­χει κι ένα πιο μεγάλο ερώτημα, τελευταίο, το διαβάζω: «Το κεντρικό σημείο της εισήγησης του κ. Κοτζιά ήταν η αναγκαιότητα της αναβάθ­μισης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μ' ανάπτυξη της έρευνας, ειδίκευ­ση κλπ. Υπάρχουν σήμερα δυνατότητες αναβάθμισης μέσα σ’ αυτό το σύ­στημα; Αν όχι γιατί τη ζητάμε και δε βάζουμε πρώτη προϋπόθεση μια πο­ρεία μετάβασης σ’ ένα άλλο σύστημα; Αν ναι, μήπως η αναβάθμιση συντάσσεται αντικειμενικά σε μια κατεύθυνση αστικού εκσυγχρονι­σμού; Μήπως βοηθά απλά σε μια παραπέρα ανάπτυξη των καπιταλι­στικών σχέσεων παραγωγής; Οι δυτικές χώρες δεν έχουν πανεπιστή­μια αναβαθμισμένα;» Νομίζω ότι θα μπορούσε να γίνει και μια ομιλία πάνω σ’ αυτό το ερώτημα το Σάββατο, θ α πω σύντομα την άποψή μου.

Θα ’λεγα καταρχήν ότι δεν είναι σωστό να ξεκινάμε ότι οι δυ­τικές χώρες έχουν πανεπιστήμια αναβαθμισμένα, άρα η αναβάθμιση στην Ελλάδα είναι απλώς εκσυγχρονισμός. Οχι, γιατί η αναβάθμιση του ελληνικού πανεπιστημίου σημαίνει και προϋποθέτει μια αναβάθ­μιση που θα πηγαίνει κόντρα στα σχέδια της εξάρτησης. Οι ΗΠΑ δεν έχουν πρόβλημα εξάρτησης απ’ την Ελλάδα όταν φτιάχνουν το εκπαιδευτικό τους σύστημα κι όταν το αναβαθμίζουν - αυτή είναι μια

Page 91: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πλευρά. Το δεύτερο στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι ότι η εκπαίδευση και σ' αυτές τις χώρες πάει για υποβάθμιση. Και σ’ αυτές τις χώρες, και μάλιστα εγώ θα έλεγα ότι όλο αυτό που περιγρά- ψτηκε στην I η εισήγηση είναι η αμερικανοποίηση των δυτικοευρω­παϊκών πανεπιστημίων και των ελληνικών, το χαρακτηριστικό είναι ακριβώς μαζικά πανεπιστήμια για τους πολλούς που να βγάζουν απλώς ανειδίκευτους γενικής μόρφωσης εργαζόμενους, υποβαθμι­σμένα, και σχολεία υψηλής ειδίκευσης, πανεπιστήμια που προϋ­ποθέτουν δίδακτρα μέχρι 20.000 και 30.000 δολάρια το χρόνο. Τώρα: μπορεί να γίνει αναβάθμιση στο σημερινό σύστημα; Μα κι ο καπιτα­λισμός, σύντροφοι και φίλοι, δεν είναι ο ίδιος πάντα. Υπάρχει και χειρότερος και καλύτερος θα μου πείτε. Διαλέγουμε έναν απ’ τους δύο; Ασφαλώς και όχι. Αλλά π.χ. τα πανεπιστήμια σήμερα δεν είναι υποταγμένα χάρη και στους καθηγητές μας και καθηγητές μας εννοώ τους καθηγητές του λαού μας, όχι τους κομμουνιστές μόνο, χάρη και στις πρυτανικές αρχές πέρα από τις επιμέρους διαφωνίες που μπορεί να έχουμε. Κρατάνε τη δίκιά τους αυτοτέλεια και αυτονομία, πα­λεύουν ενάντια σ ’ αυτή την ιδιωτικοποίηση και στα σχέδια - τα χοντρά τουλάχιστον - της ΕΟΚ. Αν υποχωρήσεις σ’ αυτά, δεν θα ’ναι άλλη η κατάσταση στα πανεπιστήμια; Το να μην υποχωρήσεις σ’ αυτά σημαίνει ότι έπαψε να ’χει καπιταλισμό η Ελλάδα; Ασφαλώς και όχι. Αλλά σημαίνει ότι παλεύεις κάτω από καλύτερες συνθήκες και με καλύτερες προϋποθέσεις για να πραγματοποιήσεις μια αλ­λαγή με κατέυθυνση το σοσιαλισμό στη χώρα μας.

Και κάτι άλλο: η δική μας πρόταση δεν είναι μια ακόμα πρόταση εκσυγχρονισμού του συστήματος, είναι η πρότασή μας για το Πανε­πιστήμιο, το Πολυτεχνείο, ενταγμένα στη συνολική πρόταση που κάνει το κόμμα μας, το 12ο Συνέδριο. Θα δείτε ότι αυτά που αναπτύ­ξαμε στην ουσία είναι αναπτυγμένα, στη θέση 63 νομίζω του 5ου κε­φαλαίου, όπου αναφέρεται ότι η χώρα χρειάζεται μεταπτυχιακές σπουδές, ανάπτυξη κ.ο.κ. Κατά συνέπεια η πρότασή μας είναι πρότα­ση αλλαγής των ΑΕΙ σε μια κατεύθυνση αλλαγής της ελληνικής κοι­νωνίας και σε συνδιάσμο μ’ αυτήν ταυτόχρονα είναι και μια πρόταση άμεσης πάλης και διεκδίκησης καθημερινής, ένας μπούσουλας να υ­περασπιστούμε αυτά τα θετικά που έχει, το ελληνικό πανεπιστήμιο σήμερα, και να δούμε την καλυτέρευσή τους.

90

Page 92: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΤΡΙΤΗ ΜΕΡΑ

Page 93: Πανεπιστήμιο και κοινωνία
Page 94: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Εισήγηση

Η ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ - ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

ΠΟΛ ΦΡΕΣ, γραμματέας της Οργάνωσης

του 5ου Διαμερίσματος Παρισιού του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος

Αγαπητοί σύντροφοι.Ευχαριστώ που μας καλέσατε στις εργασίες σας. Τα όσα άκουσα

εδώ, καθώς και σε συζητήσεις που πήρα μέρος, επιβεβαιώνουν τα διδάγματα που μπορεί κανείς να βγάλει. Είναι βέβαιο πως για μας θα ’ναι χρήσιμα για ν’ αναπτύξουμε και τη δική μας δραστηριότητα.

Ανταποκριθήκαμε στο κάλεσμά σας με τη μεγαλύτερη ευχαρί­στηση. Σας βεβαιώνω, αγαπητοί σύντροφοι, ότι είμαστε πολύ ευχα­ριστημένοι γ ι’ αυτό.

Περιμένετε, ασφαλώς, από έναν άλλο σύντροφο να σας μιλήσει για τους πρόσφατους αγώνες των φοιτητών μας. Έ να μεγάλο μέρος της παρέμβασής μου θ’ αναφέρεται σ ’ αυτούς. Θα προσπαθήσω όμως, στην αρχή, να περιγράψω σε αδρές γραμμές το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται το φοιτητικό κίνημα.

Στη Γαλλία ο καπιταλισμός έχει σαν στρατηγικό στόχο να δόσει μια νέα καπιταλιστική απάντηση στην ίδια του την κρίση. Οι δυνά­μεις του κεφάλαιου καταβάλλουν μακρόπνοες προσπάθειες σε όλους τους τομείς, για να εφαρμοστεί ένα κοινωνικό πρόγραμμα που θα μπορούσε να καταλήξει, για τη χώρα μας, σ’ ένα πραγματικό πι- σωγύρισμα του πολιτισμού. Η φράση αυτή ανήκει στον Ανρί Κραζί- σκι, γραμματέα της Σε-Ζε-Τε (Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας).

Στα πλαίσια αυτού του προγράμματος οι δυνάμεις του καπιταλι­σμού θεωρούν ότι η επιστημονικοτεχνική επανάσταση πρέπει να μπει στην υπηρεσία μιας άλλης οικονομικής ανάπτυξης. Μιας ανά­πτυξης που επαναπροσδιορίζει τη θέση της Γαλλίας στον κόσμο, και φυσικά στην Ευρώπη, σε σχέση με τη νέα εξάπλωση του κεφαλαίου.

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για την τάση του κεφαλαίου να έχει το μέγιστο κέρδος από μια κοινωνία, για την ανάπτυξη της οποίας δεν είναι πια κινητήρια δύναμή της. Μιας κοι-

93

Page 95: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νωνΐας, όπου τα επιστημονικοτεχνικά επιτεύγματα θέτουν νέους ό­ρους για την αξιοποίηση της εργατικής δύναμης.

Να γιατί επιδιώκουν να σπάσουν την αλληλεγγύη των εργα­ζομένων να συντρίψουν τα κεκτημένα κοινωνικά δικαιώματα. Να κάνουν τη Γαλλία μια χώρα που δεν θα έχει καμιά σχέση μ’ αυτό που είναι σήμερα.

Θέλω όμως να σας διαβεβαιώσω, κι αυτό το κάνω με πλήρη συ­ναίσθηση της ευθύνης, πως το χαρακτηριστικό στοιχείο της κατά­στασης στη Γ αλλία είναι τούτο: οι δυνάμεις του καπιταλισμού βρί­σκονται μακριά από την επίτευξη του στόχου τους. Οι αγώνες των φοιτητών, των σιδηροδρομικών και άλλων εργαζομένων το αποδεί­χνουν.

Η εφαρμογή του κοινωνικού προγράμματος του κεφαλαίου προϋποθέτει τη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού και ερευνητικού συ­στήματος που δεν θα έχει τίποτα το κοινό μ’ αυτό που υπάρχει σήμε­ρα. Αυτό το σύστημα θα μπορούσε να ’ναι ένας δυναμικός παράγο­ντας για την καπιταλιστική αναδόμηση. Και σ' αυτές τις διεργασίες οι σοσιαλιστές έχουν σημαντική ευθύνη.

Είναι ο Φ. Μιτεράν που, το 1985, ζήτησε από ορισμένους καθη­γητές του κολεγίου της Γαλλίας, να συντάξουν μια έκθεση στην οποία θα διατυπώνονταν μια σειρά από μέτρα τα οποία θα προσάρμο­ζαν τις δομές και το περιεχόμενο στις ανάγκες του κεφαλαίου.

Το πλαίσιο είχε χαραχτεί, ο δρόμος ήταν ανοιχτός. Η Δεξιά, που ήρθε στην εξουσία το Μάρτη του 1986. δεν είχε, πια. παρά να συγκε­κριμενοποιήσει την κατάσταση, πράγμα που έκανε με το νόμο Ντε- 0ακέ.

Ας χρησιμοποιήσουμε καλύτερα, εδώ,τα λόγια του ίδιου του Υ­πουργού Παιδείας κ. Μονορί: «Το πανεπιστήμιο πρέπει να ’ναι μια επιχείρηση όπως όλες οι άλλες! Η ελευθερία του πρέπει να περνάει από τις πηγές χρηματοδότησης κι ελπίζω πως θα καταφέρω να βάλω τους μαικήνες στην ανώτατη εκπαίδευση.» Σ’ αυτές τις δηλώσεις βρίσκεται, τελικά, και όλη η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Με άλλα λόγια, το κάθε πανεπιστήμιο μόνο του θα ’πρεπε να καθορίζει τη δομή του, το δικό του πρόγραμμα σπουδών, το δικό του καταστατικό και να βρίσκει και το χρηματοδότη του! Το κάθε πανεπιστήμιο, κατά συνέπεια, θα ’πρεπε μόνο του να καθορίζει τα κριτήρια εισαγωγής των φοιτητών με καθιέρωση συστήματος εξετάσεων.

Μ’ αυτόν τον τρόπο τα εθνικά πτυχία θα ήταν η εξαίρεση και τα «πτυχία εκλεκτών οίκων» ο κανόνας. Και δεν χρειάζεται, φυσικά, να πούμε πως δεν θα είχαν όλα τα πτυχία την ίδια αξία στην αγορά ερ­γασίας.

Το νομοσχέδιο Ντεβακέ απέθλεπε ακριβώς να βάλει, μακρο­

94

Page 96: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πρόθεσμα, τέλος στο Εθνικό Σύστημα Παιδείας. Έ να σύστημα που όριζε, χοντρικά, κοινά προγράμματα, ίδια ποιότητα σπουδών στα διάφορα πανεπιστήμια ολόκληρης της Γαλλίας. Με το νομοσχέδιο Ντεβακέ, επίσης, θα καταργούνταν και τα κεκτημένα δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Ό σ ο για τους φοιτητές, θα οξυνόταν παραπέρα η α­νισότητα στο σύστημα επιλογής. Η μάζα θα στριμωχνόταν σε πανε­πιστήμια, που θα ’μοιαζαν με πάρκινγκ αυτοκινήτων, και ελάχιστοι εκλεκτοί θα ’χαν το προνόμιο για σπουδές με υψηλή στάθμη. Κι αυτό στις παραλλαγές του. που μπορούν να χρακτηριστούν σκάνδα­λο, ήδη τσ δοκιμάσαμε.

Έ να παράδειγμα: Η σοσιαλιστική κυβέρνηση καθιέρωσε «μά- στερς» σε καμιά εικοσαριά πανεπιστήμια. Αυτά τα τμήματα μάστερ προορίζονταν για τους εκλεκτούς, γ ι’ αυτό και είχαν 30-60 φοιτητές και απολάμβαναν σημαντικές πιστώσεις. Στο πανεπιστήμιο «Παρίσι III» οι πιστώσεις για ένα τμήμα μάστερ, με 40 περίπου φοιτητές ήταν μεγαλύτερες από κείνες που δίνονταν για 1-200 φοιτητές του ίδιου κύ­κλου και του ίδιου πανεπιστήμιου.

Επιτρέψτε μου ν’ αναφέρω, εδώ, τις απόψεις, δυο πανεπιστη­μιακών Ολλανδών, που αποδείχνουν πως ο στόχος του νομοσχέδιου Ντεβακέ συναντιέται και πέρα απ’ τα γαλλικά σύνορα. Η πρώτη: «Το πανεπιστήμιο έχει ανάγκη από λεφτά για να μπορεί να παρέχει γνώ­σεις. Η βιομηχανία έχει ανάγκη τ<£ γνώσεις για ν’ αυξήσει τα κέρδη της. Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι να οργανωθεί η αλληλοεξάρτησή τους.» (αντιπρύτανης του Πανεπιστήμιου Τεντ). Και η δεύτερη: «Η συμφιλίωση ανάμεσα στην επιστήμη και στις οικονομικές φιλο­δοξίες, χρειάζεται χρόνο. Αλλά τα πράγματα ωριμάζουν.» (επιστη­μονικός διευθυντής Πανεπιστήμιου Γκρονγκέ). Είναι φανερό πως, με παρόμοια επιχειρήματα, δεν απευθύνεται κάποιος στην κοινή γνώμη. Και η ιδεολογία που αναπτύσσει τόσο η Δεξιά όσο και το Σοσιαλι­στικό Κόμμα σκοπεύει ακριβώς στο να κρύψει αυτούς τους στόχους.

Αλλά ποιοι είναι αυτοί;Πρώτα απ’ όλα, η κριτική σε μια ορισμένη πραγματικότητα που

υπάρχει. Κριτική που η εμβέλειά της είναι τόσο μεγαλύτερη όσο θί­γει πραγματικές αδυναμίες που κι εμείς καταγγέλλουμε. Δεύτερο, εί­ναι η πρόσκληση για ένα εκσυγχρονισμένο ανοιχτό πανεπιστήμιο με σωστή διαχείριση. Το ιαπωνικό μοντέλο προτείνεται συχνά, εκείνο των σοσιαλιστικών χωρών δεν προβάλλεται ποτέ. Ξέρουμε το γιατί.

Το μέσο γ ι’ αυτόν τον εκσυγχρονισμό είναι η σύνδεση του πανε­πιστήμιου με τους «οικονομικούς παράγοντες», τον «βιομηχανικό κόσμο». Αυτή η σύνδεση του πανεπιστήμιου με την παραγωγή, σε θεωρητικό επίπεδο, δεν είναι λάθος. Μόνο που στην πραγματικότη­τα, ο «βιομηχανικός κόσμος», στις καπιταλιστικές χώρες, δεν είναι

95

Page 97: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κάτι αφηρημένο αλλά τα συγκεκριμένα «μεγάλα αφεντικά». Ό σοι δεν παραδέχονται αυτή την αλήθεια, δεν είναι παρά συντηρητικοί, δεμένοι μ’ ένα αξιοθρήνητο κατεστημένο ή, ίσως, εξαρτημένοι από προσωπικά οφέλη. ΓΥ αυτό και κατηγορείται, σαν υπεύθυνο για την κατάσταση, το επιστημονικό προσωπικό. Κι αυτή η μέθοδος συ- κοφάντησης χρησιμοποιείται ευρύτατα.

Μέσα σ’ αυτό το γενικό πλαίσιο, που έχει σαν βασικό χαρακτη­ριστικό του τη σφοδρή επίθεση του καπιταλισμού ενάντια στο λαό μας, ξέσπασε το φοιτητικό κίνημα. Δεν μας προξένησε έκπληξη. Η ΚΕ του κόμματός μας είχε δείξει πολύ παραστατικά και σ’ όλη τη διάσταση τη σημασία αυτών των επιθέσεων και συγχρόνως είχε επι- σημάνει τη θέληση αντίστασης που αύξαινε στη χώρα.

Από το Μάρτη του 1986 καταργήθηκαν 60.000 θέσεις στη βιομη­χανία. Σε κατασκευές ηλεκτρονικών καταργήθηκε το 14% των θέ­σεων και στις τηλεπικοινωνίες προθλέπεται να καταργηθούν 70.000 θέσεις. Η ανεργία αυξήθηκε κατά 4%. Η Γαλλία είναι η χώρα, όπου οι επενδύσεις των ΗΠΑ αυξήθηκαν περισσότερο από 26%.

Με τους φοιτητές, λοιπόν, έγινε η πρώτη σύγκρουση. Ίσως, γιατί ήταν και είναι διπλά χτυπημένοι απ’ το κεφάλαιο: Σαν φοιτητές από το νομοσχέδιο Ντεθακέ, αλλά και σαν νέοι. Από τους απόφοι­τους του 1985, 40,4% είναι άνεργοι, 18% έχουν προσωρινή απασχό­ληση, 26% έχουν μόνιμη εργασία, 15,6% έχουν διάφορες θέσεις (στρατιωτική θητεία κλπ.).

Τα πανεπιστήμια έχουν 900.000 φοιτητές. Οι πανεπιστημιακές κοινότητες χάνουν το 40% από το δυναμικό τους τον πρώτο χρόνο και 20% στον καθένα από τα τρία επόμενα έτη σπουδών. Ο αριθμός διπλωμάτων δεύτερου κύκλου που χορηγούνται από τα τμήματα φ ι­λολογίας, φυσικών και νομικών επιστημών διαρκώς μειώνεται.

Αυτό που όλο και περισσότερο, με λίγα λόγια, χαρακτηρίζει το μέλλον των φοιτητών είναι η αποτυχία, η έλλειψη διεξόδου. Ό λο και περισσότερο αντιμετωπίζει κάποιος το πανεπιστήμιο σαν ένα εί­δος άσυλου, όπου προσπαθεί να παραμείνει, περιμένοντας κάτι, μη ξέροντας όμως τι.

Έξω, πάλι, αποδιαρθρώνονται τα πάντα. Έχουν αφεθεί στα χέ­ρια των αμερικάνων η δορυφορική, η βιομηχανική κυριαρχία, οι τη­λεπικοινωνίες μας. Επίσης, έχει εγκαταλειφθεί η κατασκευή εργα- λειομηχανών. Η χημική βιομηχανία απειλείται, με τη σειρά της. Το ίδιο και η αεροναυπηγική στην οποία η Γαλλία κατείχε τη 3η θέση στον κόσμο.

Πού θα μπορούσαν οι νέοι να βρουν δουλιά;Η ομάδα Elf (πετροχημικά) απασχολεί 27.000 μισθωτούς. Σ’ αυ­

τούς τους 27.000,400 μονάχα είναι κάτω των 25 χρόνων. Οσο για τις

96

Page 98: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες, που θα μπορούσαν να προσφέρουν αναμφισβήτητες διεξόδους, και απ’ αυτές όπως και από άλλες, πρέπει να βγουν «προϊόντα» που φέρνουν κέρδη και που μπο­ρούν να χρησιμοποιηθούν στον ιδεολογικό πόλεμο.

Γνωρίζοντας όλα αυτά, θα ’μασταν ένοχοι αν μας ξάφνιαζαν οι φοιτητικές κινητοποιήσεις που ήταν το πρώτο δείγμα μαζικής αντί­στασης απέναντι στη στρατηγική αναδόμησης του κεφαλαίου. Ή ταν η πρώτη εκδήλωση, που σύντομα την ακολούθησαν κι άλλες, του φαινομένου που ονομάστηκε «τέλος της κατάστασης υποταγής». Ή ­ταν ένα κίνημα «διεκδίκησης» που η δύναμή του στηριζόταν στο γε­γονός ότι κατευθυνόταν ενάντια στ’ αποτελέσματα της κρίσης που είχε επιβάλλει το κεφάλαιο. ΓΓ αυτό κι όλοι οι φοιτητές, ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις τους, συσπειρώθηκαν. Αυτή ήταν η κοινή τους αντίδραση και ο κοινός τους στόχος πολύ καθαρός: η υποχώρηση του Ντεθακέ. Σ’ όποιον απομακρυνόταν απ’ αυτόν το στόχο στάθη­καν ανελέητοι. Ό σο για τις προσπάθειες των σοσιαλιστών να χειρα­γωγήσουν το κίνημα, απέτυχαν παταγωδώς.

Εμείς, απ’ την αρχή, πήραμε σαφή θέση: θα υποστηρίζαμε το κίνημα ώσπου να πετύχει το στόχο του: ν’ αποσυρθεί το νομοσχέδιο Ντεθακέ. Συμμετείχαμε, ανυποχώρητα στις κινητοποιήσεις, κι αυτό δεν ήταν εύκολο. Οι σοσιαλιστές και οι ηγέτες ενός φοιτητικού συν­δικάτου που σοσιαλίζει (Unef-Id) έκαναν πονηρούς χειρισμούς για να εναγκαλιστούν με τους φοιτητές και να πετύχουν συμβιβαστικές λύσεις. Μπορεί κάποιος να πει ότι σε μας οφείλεται το ότι οι φοι­τητές έφτασαν ως το τέλος, ως την επιτυχία. Κι αυτό αρχικά ανα­γνωρίστηκε από τους πιο προοδευτικούς φοιτητές, στην πορεία όμως όχι μόνο απ’ αυτούς. Κι αρκετοί από τους άλλους αναγνώρισαν το ρόλο μας καθώς και το ρόλο της Σε-Ζε-Τε.της Γενικής Συνομο­σπονδίας Εργασίας. Αυτό δεν ευχαριστούσε, βέβαια, τους αντιπά­λους μας, τα γεγονότα όμως ήταν τέτια που έπρεπε να τα παραδε­χτούν.

Για ορισμένους, μάλιστα, αυτές οι κινητοποιήσεις ήταν και μια πραγματική συνάντηση με τό επαναστατικό κίνημα, συνάντηση που έδοσε ήδη τους καρπούς της και θα δόσει κι άλλους. Η εφημερίδα μας, η Ουμανιτέ, ανέβηκε στην εκτίμηση του κόσμου. Και πρέπει να πούμε πως κάλυψε το φοιτητικό κίνημα με επάρκεια. Καθημερινά, οι απεργιακές επιτροπές τοιχοκολλούσαν την εφημερίδα μας πλάι στις άλλες εφημερίδες και φυσικά αυτή διαβαζόταν.

Στη διάρκεια των κινητοποιήσεων διαφοροποιούνταν η γνώμη των φοιτητών για μας. Στην αρχή μας αντιμετώπιζαν με αδιαφορία, ίσως και κάποια εχθρότητα. Τα συναισθήματα αυτά τα διαδέχτηκαν στο τέλος ο σεβασμός, η εκτίμηση, ακόμη και η συμπάθεια. Η κομ­

97

Page 99: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μουνιστική νεολαία κέρδισε τη θέση της μέσα απ’ τη δράση. Σήμερα αναγνωρίζεται σαν πραγματική πολιτική δύναμη μέσα στο πανεπι­στήμιο. Ισχυροποιήθηκε με νέες στρατολογίες. Θα μπορέσει να κα­ταλάβει κανείς τι σημαίνει αυτό, αν λάβει υπόψη του πως η επιρροή μας στους φοιτητές ήταν ιδιαίτερα αδύνατη.

Αυτό το κίνημα «διεκδίκησης» που είχε εξαιρετική επιτυχία δεν μπόρεσε ν’ αφομοιωθεί απ’ ο,τιδήποτε άλλο. Ας μη του ζητάμε περισ­σότερα απ’ όσα μπορούσε να δόσει. Πολιτικά, οι φοιτητές βρίσκο­νται ακόμη στην αναζήτηση λύσεων, για τις δυσκολίες τους, για την κρίση μέσα στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Και σ’ αυτό το ση­μείο συμπίπτουν μ’ έναν μεγάλο αριθμό Γ άλλων.

Τα πέντε χρόνια της σοσιαλιστικής διακυβέρνησης, μ’ αυτό που ονομάζουμε «παιδαγωγική της εγκατάλειψης», οδήγησαν τη γαλ­λική κοινωνία σε μια διολίσθηση προς τα δεξιά. Αυτή η διολίσθηση δεν εκφράζεται μόνο εκλογικά, ρίζωσε και στις συνειδήσεις.

Οι φοιτητές, περισσότερο ίσως απ’ όλους τους άλλους, ήταν θύ­ματα αυτής της νοοτροπίας κι αυτή δεν εξαφανίζεται ως δια μαγείας απ’ την πρώτη κιόλας μάχη, ακόμη κι αν η μάχη έχει το'εύρος που είχε. Είμαστε μακριά απ’ το να πετύχουμε μια αλλαγή νοοτροπίας, αυτό όμως δεν μας εκπλήσει.

' Αλλωστε, εκτιμάμε πως οι αγώνες που έγιναν στη Γαλλία δεν α­νατρέψανε τον υπάρχοντα συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων. Αλλά και οι δυνάμεις του κεφάλαιου έβγαλαν το συμπέρασμά τους: δηλαδή ότι έχουν ανάγκη από μια πιο γερή πολιτική εξουσία που θα γίνεται ευρύτερα αποδεκτή. ΓΓ αυτό κι επιχειρείται συμμαχία διάρ­κειας ανάμεσα στη Δεξιά και το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Αυτή η συμ­μαχία κρύβεται και μέσα στο νόημα προσέγγισης ανάμεσα στο Σο­σιαλιστικό Κόμμα και σ’ ό,τι ονομάζεται σεμνά το «Κέντρο». Δεν είναι εκπληκτικό: Κατά βάθος Δεξιά και Σοσιαλιστικό Κόμμα παίρ­νουν την ίδια θέση απέναντι στο κεφάλαιο. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο αυτό που είπε ο Μιτεράν, ότι εύχεται να υπάρξει στα ζητήματα της παιδείας μια συναίνεση με την ίδια ευρύτητα μ’ εκείνη που είχε εξα­σφαλιστεί με τη Δεξιά, για την άμυνα. Εμείς, βέβαια, εξακολουθούμε ν’ αναπτύσσουμε δράση στο εκπαιδευτικό προσωπικό και τους φοι­τητές. Ό σο για το διάδοχο του Ντεβακέ, καθώς έγινε προσεκτικότε­ρος. βιάστηκε να δηλώσει πως δεν θα υπάρξει νομοσχέδιο με τ’ ό­νομά του.

Η πολιτική εξουσία, μη μπορώντας να επιβάλει δυναμικά το νομοσχέδιο, προσπαθεί να το προωθήσει, παρακάμπτοντας τα εμπό­δια, και να προχωρήσει όταν και όπου μπορεί. Αλλά οι ρυθμίσεις που πρόβλεπε το νομοσχέδιο δεν μπορούν να καθυστερήσουν. Ή δη ο προϋπολογισμός για τα πανεπιστήμια, μειώθηκε κατά μέσο όρο 3%.

Page 100: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Αυτό σημαίνει για ορισμένα πανεπιστήμια ακόμα μεγαλύτερες περι­κοπές. Έ τσι στο «Παρίσι VIII» θα υπάρξουν περικοπές του ύψους του 17%. Απ’ αυτό θα προκύψουν νέες δυσκολίες για τους φοιτητές και το επιστημονικό προσωπικό και μερικά πανεπιστήμια θα βρε­θούν στην άμεση ανάγκη να ζητήσουν χρηματοδότηση από ιδιώτες. Γι’ αυτό το ζήτημα η Δεξιά και το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν λένε τί­ποτα. Ό σο για μας θα υποβάλλουμε τις προτάσεις μας.

Στο τέλος του Μάρτη θα γίνουν συνελεύσεις που προετοιμάζο­νται από τις τοπικές επιτροπές των πανεπιστήμιων. Θα δόσουμε σ ’ αυτές δυναμικά το παρών. Θα εκθέσουμε τις απόψεις μας στα πα­ρακάτω θέματα:

1. Ποιο πανεπιστήμιο, για ποια κοινωνία;Αν κάποιος αναλογιστεί τις μεγάλες ανάγκες που υπάρχουν για

μια ποιότητα της παρεχόμενης γνώσης που ν’ ανταποκρίνεται στην ανάπτυξη της εποχής μας μπορεί να καταλάβει το μεγάλο άλμα που πρέπει να γίνει για να μορφωθούν οι νέοι.

Η Γαλλία δεν έχει πολλούς σπουδαστές. Μάλλον της λείπουν. Προτείνουμε να διπλασιαστεί σταδιακά ο αριθμός τους. Είμαστε υπέρ ενός πανεπιστημίου ανοιχτού στη ζωή, ικανού να παρεμβαίνει έγκαιρα στην κοινωνία. Δεν αρκεί να βγάλουμε περισσότερους φοι­τητές πρέπει και να τους εξοπλίσουμε επαρκέστερα.

2. Στη λιτότητα αντιπροτείνουμε την αύξηση των δαπανών για την παιδεία.

Τίποτα νέο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τα αναγκαία υλικά και ανθρώπινα μέσα. Κι αυτό είναι δυνατό να γίνει από τον κρατικό προϋπολογισμό, αφού η Γαλλία είναι η τελευταία στη σειρά, ανάμεσα στις χώρες της κοινότητας, στις εκπαιδευτικές δαπάνες, ενώ ξοδεύει δισεκατομμύρια για εξοπλισμούς. Και ακόμα πρέπει να υπάρξει συμβολή των επιχειρήσεων στον τομέα της ειδί­κευσης. Αυτό. βέβαια, δεν θα ’χει τίποτα το κοινό με την «επίβλεψη» που θα επιθυμούσαν να επιβάλουν η Δεξιά και το Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Λεφτά υπάρχουν! Δύο παραδείγματα:α. 100.000 οικογένειες κατέχουν το 50% των επενδύσεων κεφα­

λαίου. Σε τρία χρόνια η περιουσία τους αυξήθηκε από 425 δισ. γαλ­λικά φράγκα σε 991 δισ. γαλλικά φράγκα. Βάλανε στην τσέπη τους 466 δισ. γαλλικά φράγκα, δηλαδή 22 φορές τον προϋπολογισμό της ανώτατης παιδείας. Και τι κάνουν μ’ αυτά τα χρήματα; Δεν κάνουν επενδύσεις στη Γαλλία. Είναι πολύ επικίνδυνο. Κάνουν κερδο­σκοπία. Αποτέλεσμα: Προβλέπουν για το 1991, στη Γαλλία,3.500.000 άνεργους.

θ. Η παράνομη εξαγωγή κεφαλαίων στο εξωτερικό έχει φτάσει

99

Page 101: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ορισμένες καταθέσεις στο ύψος των 35 δισ. γαλλικών φράγκων, δη­λαδή σχεδόν δυο φορές ο προϋπολογισμός της ανώτατης παιδείας.

Και θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε και άλλα παραδείγματα απ’ την πολεμική βιομηχανία.

3. Στον αυταρχισμό αντιπαραθέτουμε τη δημοκρατία.Η αποτελεσματικότητα είναι η δημοκρατία. Να πολεμήσουμε

τον αυταρχισμό, την κηδεμονία των αφεντικών και του κράτους. Να δόσουμε σ’ όλους, φοιτητές, επιστημονικό προσωπικό, τα μέσα και τις δυνατότητες να σχεδιάσουν, ν’ αποφασίσουν, να φτιάξουν κάτι καινούργιο. Να πάμε για ένα πανεπιστήμιο που θ’ ανανέωνε τις πα­ραδόσεις του για την ελευθερία και το κριτικό πνεύμα.

Ερώτηση: Σε αντίθεση με ό,τι ξέρουμε για τις αγγλοσαξωνικές χώρες (Αμερική, Αγγλία), στη Γαλλία υπάρχει ένα ενιαίο κέντρο, ένα εθνικό κέντρο για την έρευνα, το CNRS. Ποια είναι η εκτίμηση από την καθοδήγηση τής έρευνας σε πανεθνικό επίπεδο;

Απάντηση: Πιστεύω ότι λίγο ή πολύ σε όλη την Ευρώπη στον τομέα της έρευνας, η Γ αλλία πρέπει να έχει μια κάποια ιδιαιτερότη­τα, την οποία όμως δεν θα πρέπει πια να την υπερβάλλουμε. Και θα πρέπει να πούμε ότι η δημόσια έρευνα στη Γαλλία παίζει έναν ρόλο πάρα πολύ σημαντικό, θα μπορούσα|ϊε να πούμε ότι παίζει έναν ρόλο κινητήριο. Σ’ αυτό το κέντρο στο οποίο αναφερθήκατε (Εθνικό Κέ­ντρο Δημόσιας Έρευνας) γίνεται ιατρική έρευνα, έρευνα στους κλά­δους της βιολογίας, της γεωτεχνικής, κλπ. 'Οπως καταλαβαίνετε με όλους αυτούς τους τομείς ήταν ένα δυναμικό κέντρο έρευνας, που ό­μως έχει αρχίσει να έχει δυσκολίες. Θα ήθελα να σας πω με πολύ λίγα λόγια τι σκέφτονται οι καπιταλιστές γι’ αυτό το κέντρο έρευνας, ποια είναι η προοπτική τους, ο στόχος τους. Έτσι όπως λειτουργεί το κέ­ντρο σήμερα, με όλες τις δομές του - για παράδειγμα το προσωπικό που εργάζεται εκεί είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι - και με την αυτο­νομία που το χαρακτηρίζει τόσο στη χρηματοδότηση όσο και στον καθορισμό των προγραμμάτων, αυτονομία σχετική βέβαια, είναι ένα εμπόδιο για τον καπιταλισμό στη Γαλλία. Είναι ένα εμπόδιο που πρέπει να υπερπηδήσει, /α σπάσει και έτσι να μπορέσει να υποτάξει την έρευνα στη Γαλλία πιο άμεσα στα συμφέροντά του, στις προο­πτικές του. Φυσικά αυτές δεν είναι προοπτικές άμεσες, αλλά όμως εί­ναι μέσα στη στρατηγική του. Όμως είναι αναγκασμένοι να ακο­λουθήσουνε αυτό το δρόμο απαρέγκλιτα. Και όλες οι επιθέσεις που γίνονται σήμερα ενάντια στο σύστημα της έρευνας εντάσσονται σ’ αυτή τη στρατηγική προοπτική. Και αυτό είναι μια σοβαρή ενόχλη­ση, απειλή. Φυσικά η δική μου άποψη είναι εντελώς αντίθετη. Εμείς θέλουμε να διαθέτει η Γαλλία έναν δυνατό τομέα έρευνας, έναν δυ­

100

Page 102: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νατό οργανισμό έρευνας. Αυτό θέθαια είναι ρεαλιστικό, γιατί διαθέ­τουμε βάσεις πραγματικά ισχυρές. Είμαστε πραγματικά προνομιού­χοι, γιατί αυτό το σύστημα της έρευνας είναι ένας τομέας δυναμικός, όχι μόνο ικανός να συμθάλει στην εθνική και κοινωνική ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονα ικανός να αναπτύξει τις αναγκαίες συνεργασίες με τις σοσιαλιστικές και με τις αναπτυσσόμενες χώρες. Επομένως είναι οι καπιταλιστές που εναντιώνονται σ’ αυτή την προοπτική και εμείς είμαστε ενάντιά τους.

ΙΟΙ

Page 103: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κεντρική Εισήγηση

ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, μέλος του Τμήματος Παιδείας

της ΚΕ του ΚΚΕ

Είναι κοινός τόπος ο αυξημένος ρόλος της επιστήμης και τε­χνικής στην υπεύθυνη και οικονομική ανάπτυξη, καθώς επίσης και το συνολικά χαμηλό επίπεδο της ερευνητικής δραστηριότητας στη χώρα μας. πέρα από τις ατομικές προσπάθειες των ερευνητών. Είναι ανοιχτό λοιπόν ζήτημα και η ενίσχυση της ανάπτυξης της έρευνας στη χώρα καθώς και το ποιος-ποια κοινωνική τάξη ή τάξεις θα οφε- ληΟούν από αυτή.

Ο διάλογος που διεξάγεται στη χώρα μας για τα θέματα πολι­τικής της έρευνας συνήθως αποκρύπτει την ταξική τους διάσταση ενώ τελευταία προβάλλονται απόψεις που θεωρούν την επιστήμη γε­νικά και ιδιαίτερα τις νέες τεχνολογίες σαν μέσο για την προώθηση νεοσυντηρητικών απόψεων και πρακτικών στην ελληνική κοινωνία. Οι τελευταίες έντονα προσπαθούν να υποτιμήσουν σε θεωρητικό επίπεδο τον κοινωνικό ρόλο της εργατικής τάξης, με ταυτόχρονη προσπάθεια να δημιουργήσουν νέες κοινωνικές συμμαχίες ανάμεσα στους εργαζόμενους συνολικά στις νέες τεχνολογίες και το μεγάλο κεφάλαιο, όπως επισημαίνουν και οι θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέ­δριο (θέση 43). Ιδιαίτερη έμφαση δίνουν οι νεοσυντηρητικοί στην προσπάθεια ιδεολογικής επίδρασης της νεολαίας, που η έμφυτη τάση της για την αναζήτηση του νέου, του συνεχώς μεταβαλλόμενου, γίνεται προσπάθεια να κατευθυνθεί στο δέος προς τους μονοπωλια­κούς φορείς της νέας τεχνολογίας, στο ότι τάχα η πρόοδος είναι συ- νυφασμένη μαζί τους.

Ιδιαίτερη οξύτητα εμφανίζεται σαν συνέπεια των παραπάνω στα θέματα δημοκρατικού ελέγχου της έρευνας. Συγκρούεται η θέληση των εργαζομένων, των επιστημόνων, των φοιτητών για συμμετοχή στον έλεγχο και προγραμματισμό της ερευνητικής δραστηριότητας και η θέληση των κυρίαρχων κύκλων και του συστήματος της εξάρ­τησης που με βάση τη «θεωρία των ειδικών» που αναλύθηκε στην

102

Page 104: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κεντρική εισήγηση του σ. Ν. Κοτζιά προσπαθεί να εξαιρέσει από τον καθορισμό της πολιτικής έρευνας και τους πραγματικούς ειδικούς ακόμα.

Ό σον αφορά τα άμεσα πολιτικά προβλήματα της έρευνας κυ- ριότερο αναδείχνεται το χτύπημα της αυτοτέλειας των δημόσιων ε­ρευνητικών ιδρυμάτων και των ΑΕΙ και η προσπάθεια συνολικής υ­παγωγής τους στις απαιτήσεις του εξαρτημένου ΚΜΚ της χώρας έξω από κάθε εθνικό προγραμματισμό και δημοκρατικό έλεγχο.

Θα αναπτύξουμε στη συνέχεια τα κύρια χαρακτηριστικά της επι- στημονικοτεχνικής επανάστασης (ΕΤΕ) ώστε να στηρίξουμε τις προτάσεις μας για την ανάπτυξη της έρευνας και των μεταπτυχιακών σπουδών στην πραγματικότητα της χώρας μας. Ο όρος ΕΤΕ σήμερα είναι σχεδόν καθολικής αποδοχής και υποδηλώνει το γεγονός ότι η επιστήμη από τη θέση της απλά στο εποικοδόμημα της κοινωνίας, συνδέεται άμεσα με την υλική της βάση, γίνεται εσωτερικό στοιχείο της παραγωγικής διαδικασίας. Σαν φαινόμενο η ΕΤΕ δρα καθολικά και στο σοσιαλισμό και τον καπιταλισμό καθώς και τις αναπτυσσό­μενες χώρες με διαφορετικές επιπτώσεις.

Η επιστήμη που είχε στα πρώτα στάδιά της κίνητρο ανάπτυξης την επίλυση άμεσων κοινωνικών προβλημάτων, έμεινε κύρια στο ε­ποικοδόμημα όλη την περίοδο μέχρι την Αναγέννηση για να συνδε­θεί μετά έμμεσα αλλά και άμεσα με την υλική παραγωγή, δηλαδή και από την άποψη της μόρφωσης των άμεσα παραγωγών και από την ά­ποψη της αξιοποίησης των αποτελεσμάτων και από το κεφάλαιο. Ενώ η επιστήμη είναι προϊόν πάντα της κοινωνικής εργασίας φαί­νεται και αξιοποιείται σαν δύναμη του κεφαλαίου, τόνιζε ο Μαρξ στον Ιο τόμο του Κεφαλαίου, ενώ στα Grundrisse δίνεται για πρώτη φορά η θέση για τη μετατροπή της επιστήμης σε άμεση παραγωγική δύναμη. Σ’ όλη αυτή τη μακρόχρονη περίοδο η επιστήμη είναι στην υπηρεσία της κάθε φορά άρχουσας τάξης και ο επιστήμονας στον κα­ταμερισμό της εργασίας κατέχει ειδική κοινωνική θέση στο πλευρό αυτής της τάξης. Σήμερα με την ΕΤΕ κλείνει ένας κύκλος και ο κό­σμος της εργασίας και της επιστήμης αντικειμενικά και άμεσα συ­νενώνονται στην παραγωγική διαδικασία και σε εργοστασιακό και σε πανκοινωνικό επίπεδο. Αυτή η σύνδεση είναι η βάση για την κοι­νωνικοποίηση των επιστημονικών δραστηριοτήτων σε νέα ποιότητα, κοινωνικοποίηση που αντικειμενικά ξεφεύγει από τις δυνατότητες ελέγχου της επιστήμης στα στενά συμφέροντα μιας κυρίαρχης τά­ξης. Αυτή επίσης είναι η βάση που δίνει νέο ρόλο στην ανθρώπινη εργασία, που απαιτεί επιτακτικά την ολόπλευρη ανάπτυξη του ατό­μου σε νέο επίπεδο, γεγονός που αυτό και μόνο υπονομεύει αντικειμε­νικά την αξιοποίηση της επιστήμης από τα μονοπώλια και τον ιμπε­

103

Page 105: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ριαλισμό. Από τον περασμένο αιώνα ο Μαρξ σημείωνε τον ιδιαίτερο ρόλο της συσσώρευσης τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων των ί­διων των εργατών σαν κύρια μορφή συσσώρευσης.

Είναι γνωστό ότι στον καπιταλισμό η ΕΤΕ αξιοποιείται επιθε­τικά απέναντι στο εργατικό κίνημα και μάλιστα με σημαντικές επι­πτώσεις που καθορίζει αντικειμενικά και νέα πλαίσια δράσης του, ε- πισημαίνεται και στις θέσεις της ΚΕ (θέση 7). Είναι όμως επίσης γνωστό και νομοτελειακό, ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνά­μεων του επόμενου τρόπου παραγωγής, και από την άποψη τεχνολογικών συνθηκών και από την άποψη της οικονομικής επιχειρηματικής διάρθρωσης, δημιουργείται μέσα στον προηγούμενο σχηματισμό. Από αυτή την άποψη δεν μπαίνει θέμα αποδοχής ή άρνησης της ΕΤΕ, αλλά ΕΤΕ πώς και για ποιον.

Η ουσία της ΕΤΕ μπορεί να δοθεί σαν ένα ειδικό κοινωνικό φαινόμενο που σχετίζεται με την μετατροπή της επιστήμης σε άμεση παραγωγική δύναμη τον ριζικό μετασχηματισμό της δομής των πα­ραγωγικών δυνάμεων και τις αλλαγές στο περιεχόμενο της ανθρώπι­νης εργασίας. Μια αντίληψη σαν την παραπάνω είναι φανερό ότι με­λετά την ΕΤΕ στην βάση της διαλεκτικής παραγωγικών δυνάμεων παραγωγικών σχέσεων. Αστικές αντιλήψεις για την έρευνα και ανά­πτυξη όπως π.χ. αυτή του National Science Foundation των ΗΠΑ που την ορίζουν σαν «συστηματική χρήση της επιστημονικής γνώσης που στοχεύει στην παραγωγή χρήσιμων υλικών - προϊόντων - διαδι­κασιών» είναι φανερά ανεπαρκείς κατά την άποψή μας.

Η ΕΤΕ επιδρά σήμερα κύρια στους παρακάτω κλάδους: α) αυτοματοποίηση παραγωγής με χρήση μικροηλεκτρονικών

της πληροφορικής και επικοινωνίες.θ) δημιουργία νέων υλικών χημικής βιομηχανίας και βιοτεχνο­

λογίας, κάλυψη δηλαδή των ορίων των φυσικών διαθέσιμων πρώτων υλών.

γ) αλλαγή της ενεργειακής βάσης της κοινωνίας με την αξιο­ποίηση της εσωπυρηνικής ενέργειας.

δ) στην αξιοποίηση του διαστήματος.Οι κοινωνικές επιπτώσεις της μπορεί να ξεχωριστούν σε επίπτω­

ση καθολικού χαρακτήρα και ειδικές επιπτώσεις στον καπιταλι­στικό και σοσιαλιστικό κόσμο. Καθολικού χαρακτήρα επιπτώσεις κύρια είναι:

α) Η αλλαγή του χαρακτήρα της εργασίας, θ) Η αξιοποίηση της σύγχρονης μηχανικής βάσης σ’ όλες τις

σφαίρες της υλικής παραγωγής.γ) Η δημιουργία επιστημονικών παραγωγικών συμπλεγμάτων. Στον καπιταλισμό η ΕΤΕ επιτείνει τον κοινωνικό χαρακτήρα

104

Page 106: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

της παραγωγής, οξύνει τη βασική αντίθεση του καπιταλισμού. Κυ- ριότερες ιδιαίτερες επιπτώσεις είναι:

α) Αύξηση του ποσοστού της μισθωτής εργασίας με παράλληλη πτώση του αριθμού των συνολικά εργαζομένων. Στοιχεία της ΕΟΚ ε­κτιμούν ότι στις ΗΠΑ μόνο το 5% των νέων θέσεων εργασίας είναι θέσεις εργασίας σε νέες τεχνολογίες.

θ) Αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και του μονοπωλιακού υπερκέρδους. Στις ΗΠΑ το 1977 ο βαθμός εκ­μετάλλευσης στη βιομηχανία ηλεκτρονικών υπολογιστών ήταν 735%, στη βιομηχανία ημιαγωγών 354% ενώ στη Χαλυβουργία - αυ­τοκινητοβιομηχανία 117% και 267% αντίστοιχα (στοιχεία του Politi­cal Affairs 12/84 αναφέρονται στο άρθρο του Μπ. Αγγουράκη στην ΚΟΜΕΠ 6/86).

γ) Δημιουργία προβλημάτων σε σχέση με την ανάγκη μακρο­πρόθεσμου σχεδιασμού. Ο υπουργός έρευνας της ΟΔ Γερμανίας δι­καιολογούσε στα 1983 ότι το πρόγραμμα μικροηλεκτρονικής της χώρας του έγινε με βάση την πρόταση της Siemens «γιατί αυτή ξέ­ρει». Να σκεφτεί κανείς ποια είναι η δυνατότητα ελληνικού προ­γραμματισμού στα πλαίσια της ΕΟΚ π.χ. για το αντίστοιχο πρόγραμ­μα Esprit.

δ) Όξυνση των προβλημάτων ανισόμετρης ανάπτυξης του καπι­ταλισμού και των διαμαχών ανάμεσα στα 3 ιμπεριαλιστικά κέντρα. (Χαρακτηριστικά στοιχεία δίνει η εισήγηση Μέτεν στις 30.9.85 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο).

ε) Νέα πλαίσια εξάρτησης του μη μονοπωλιακού τομέα της οι­κονομίας από το μονοπώλιο με τη δημιουργία «στεφάνης» εξαρτόμε- νων τυπικά νομικά ανεξάρτητων επιχειρήσεων. Η IBM π.χ. έχει40.000 προμηθεύτριες εταιρείες, ενώ στα ίδια πλαίσια οι επιχειρήσεις υψηλού ρίσκου, που προβάλλουν σαν αναζωογόνηση του καπιταλι­σμού οι νεοσυντηρητικοί, δεν ξεφεύγουν από τα πλαίσια των ΚΜΚ ρυθμίσεων που ενισχύουν το ρόλο των μονοπωλίων, δεν αποτελούν επιστροφή στην ελεύθερη αγορά. Τέτια φαινόμενα υπάρχουν και στη χώρα μας και επισημαίνονται στις θέσεις της ΚΕ.

στ) Τέλος είναι φανερές οι αλλαγές στη σύνθεση της εργατικής τάξης λόγω ΕΤΕ της προσέγγισης όχι ομοιόμορφα της διανόησης με την εργατική τάξη. Οι θέσεις της ΚΕ τονίζουν ότι τα % της ελλη­νικής διανόησης είναι σε μισθωτές μη διευθυντικές θέσεις.

Η παραπάνω γενική σκιαγράφηση των κοινωνικών επιπτώσεων της ΕΤΕ δεν θέλει να υποτιμήσει την σοβαρότερη πλευρά της, τις ε­πιπτώσεις δηλαδή στην αλλΛγή στον χαρακτήρα της εργασίας. Είναι γνωστή η αντίληψη του Μαρξ στην Αθλιότητα της Φιλοσοφίας ότι όλες οι νέες ανακαλύψεις ήταν αποτέλεσμα συγκρούσεων ανάμεσα

105

Page 107: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στον εργάτη και το αφεντικό που ζητούσε να υποτιμήσει την ειδίκευ­ση του εργάτη και διατηρεί την ισχύ της. Στις νέες συνθήκες όμως ο ρόλος της Ε+Τ αποκτά και νέα χαρακτηριστικά. Ο άνθρωπος απομα­κρύνεται από την άμεση παραγωγή, γίνεται ελεγκτής και σχεδιαστής της. Απαιτείται από τον παραγωγό πέρα από τη φυσική του δύναμη όλο και σε πιο αυξημένη κλίμακα να αντικαταστήσει λογικές λει­τουργίες της παραγωγικής διαδικασίας.

Αυτή είναι η βάση για μια ταξική αντιμετώπιση της ΕΤΕ συνο­λικά και στα εκπαιδευτικά προγράμματα ιδιαίτερα. Όπως τονίζει οI. Φ ρόλοφ, της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ στο Humanism, a new synthesis (1986, σ. 84), «Το ανώτερο τεχνολογικό επίπεδο της παραγωγής και όλων των άλλων ουμανιστικών δραστη­ριοτήτων πρέπει να συναντιέται με αντίστοιχες αλλαγές σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και ανθρώπινης ανάπτυξης, στην αλληλεπί­δρασή τους με την φύση, με ένα νέο πολιτισμό και ανθρωπιστική κουλτούρα που να πηγάζει από το γεγονός που τόνιζε και ο Μαρξ ότι ο άνθρωπος είναι ο σκοπός καθ’ εαυτό της κοινωνικής ανάπτυξης.»

Η αφετηρία από μια τέτια αντίληψη δείχνει ότι η ΕΤΕ στον ανα­πτυγμένο καπιταλισμό κάθε άλλο παρά τις ανθρώπινες ανάγκες στο σύνολό τους ικανοποιεί. Σε ό,τι αφορά τα εκπαιδευτικά ζητήματα εί­ναι γνωστό, αναλύθηκε και στην κεντρική εισήγηση, ότι ο καπιταλι­σμός κατανοεί την ανάγκη ανεβάσματος του επιπέδου κατάρτισης των εργαζομένων μέσα στα οικονομικά όρια της «βελτίωσης» των ό­ρων εκμετάλλευσής τους, ενώ το κόστος των κοινωνικών δαπανών για την εκπαίδευση είναι οικονομικά ανταγωνιστικό με τις επιδιώ­ξεις του μεγάλου κεφαλαίου και άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα γιατί ιστορικά αυξάνει την αξία της εργατικής δύναμης της εργα­τικής τάξης όπου συμπεριλαμθάνονται και οι δαπάνες για την εκπαί­δευση. Ακόμα υπάρχουν και καθαρά πολιτικοί λόγοι για τον περιορι­σμό του δικαιώματος για μόρφωση αφού είναι δοσμένο ότι το ανώτε­ρο μορφωτικό επίπεδο των εργαζόμενων δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις για τη συμμετοχή τους στην κοινωνικοπολιτική ζωή που τονίζουν και οι θέσεις της ΚΕ για την σημερινή ελληνική πραγ­ματικότητα.

Αυτές τις γενικές αλήθειες οι μελετητές της ΕΟΚ (στο CEDEFOP στην έκδοση της ΕΟΚ στα 1985 «Τεχνολογικές αλλαγές - απασχό­ληση εξειδίκευση και επαγγελματική κατάρτιση») τις βλέπουν με τον δικό τους τρόπο. Στην παραπάνω έκδοση (σελ. 32) διαβάζουμε: «Στις σημερινές οικονομικές δυσχέρειες της στασιμότητας των μα­ζικών αγορών, η παραγωγή και η απασχόληση μπορούν να διατηρη­θούν και να αυξηθούν μόνο εάν οι επιχειρήσεις προσφέρουν αγαθά και υπηρεσίες... Η κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών απαιτεί ένα

106

Page 108: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

εργατικό δυναμικό με βασικό επίπεδο επαγγελματικής κατάρτισης πολύ υψηλότερο απ’ ό,τι απαιτεί η μαζική παραγωγή στα τμήματα των αντίστοιχων τομέων της οικονομίας.»

Αντί δηλαδή οι ΕΟΚικοί μελετητές να αρχίζουν από τον άνθρω­πο και την ολόπλευρη ανάπτυξή του αντιμετωπίζουν την κατάρτιση στα πλαίσια των νόμων της αγοράς σε σχέση με τα προβλήματα της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Η αντιστροφή των αξιών, η αντι­κατάσταση των ζωντανών από το νεκρό σ’ όλη την κλίμακα. Σ’ αυτά τα πλαίσια αξίζει να αναφερθούν στοιχεία από μελέτες της ΕΟΚ ό­πως η «The old world and the new technologies» των Γ κοντέ και Ρύ- σεν, επίσημη έκδοση ΕΟΚ 1981, όπου γίνεται αναφορά σε μελέτες που ρητά δηλώνουν ότι λόγω ΕΤΕ θα υπάρξει μείωση κατά 20% του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού (ΟΕΠ) περίπου των εργατών υ­ψηλής ειδίκευσης, με αντίστοιχη αύξηση κατά 15% των εργατών χα­μηλής ειδίκευσης και κατά 5% επίσης των μηχανικών και τεχνολό­γων. Ανάλογες μελέτες επιστημόνων από σοσιαλιστικές χώρες εκτι­μούν ότι στόχοι των κυρίαρχων κύκλων των αναπτυγμένων καπιταλι­στικών χωρών είναι το 50% του ΟΕΠ να είναι λειτουργικά αναλφά­βητοι, δηλαδή εργαζόμενοι οι οποίοι δεν κατανοούν τη βάση των λειτουργιών της μηχανής που χειρίζονται. Οι τελευταίοι είναι φα­νερό ότι βγαίνουν εκτός παραγωγικής διαδικασίας σε κάθε αλλαγή λόγω οικονομικής φθοράς των μηχανημάτων και η όποια αναγκαία επανεκπαίδευση είναι στην απόλυτη διάθεση των μονοπωλίων παρα­γωγής των νέων μηχανών. Αυτό το γεγονός από μόνο του αδυνατίζει τη θέση αυτών των εργατών στον αγώνα κεφάλαιο-εργασία. Να ση­μειώσουμε ότι η εισήγηση επί του θέματος, στην ειδική σύνοδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Οκτώθρη 85, του Τσιανγκαλίνι α­ναφέρει ότι οι μισθωτοί θα πρέπει να επιβαρύνονται με το οικονο­μικό κόστος της επανεκπαίδευσής τους.

Σε αυτά τα πλαίσια με τις ιδιαιτερότητες βέβαια της τριτοβάθ­μιας εκπαίδευσης θα πρέπει να τονιστεί η συνολική σε ΕΟΚική κλί­μακα υποτίμηση της αξίας της εργατικής δύναμης των επιστημόνων που νομοθετικά επιχειρεί η γνωστή οδηγία της ΕΟΚ για την ανα­γνώριση των πτυχίων, οδηγία που υποστηρίζουν τα κόμματα του δι- κομματισμού καθώς και οι δυνάμεις που τα όρια των «αλλαγών» τους είναι το ευρωπαϊκό ιδεώδες. Το θέμα αναλύθηκε στην κεντρική εισήγηση. Εδώ θέλουμε να τονίσουμε και από αυτή την πλευρά τον κεντρικό πολιτικό στόχο του ΚΚΕ τον αγώνα για τη μόρφωση της νεολαίας και από την άποψη των άμεσων συμφερόντων της εργα­τικής τάξης και όλων των εργαζομένων και από την άποψη των ιστο­ρικών προοπτικών τους. Αυτόν τον αγώνα το κόμμα μας τον δίνει σήμερα και σε γενικό κοινωνικό - πολιτικό επίπεδο και στο επίπεδο

107

Page 109: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

της ατομικής ευθύνης των εκπαιδευομένων αλλά και των εκπαι­δευτών.

Θέλουμε στη συνέχεια να σταθούμε στη νέα σχέση του επιστή­μονα με την κοινωνία που δημιουργεί η ΕΤΕ. Η νέα σχέση ανάμεσα στην επιστήμη και τον τρόπο αξιοποίησής της, η άμεση αλληλεπί­δρασή τούς μέσω του ανθρώπου παραγωγού, δίνουν νέα χαρακτηρι­στικά στη σχέση αλληλεπίδρασης φύση - άνθρωπος, υπονομεύουν φιλοσοφικές θεωρίες για την απόλυτη αλήθεια έξω από την ανθρώπι­νη πρακτική, χτυπάνε θετικιστικές απόψεις για την ουδετερότητα της επιστήμης, για τον κλειστό «ενδοεπιστημονικό» χαρακτήρα της εξέλιξής της. Ο χαρακτήρας της επιστήμης των προηγούμενων πε­ριόδων ξεκομμένος από την άμεση πράξη αντικειμενικά γεννούσε και φιλοσοφικές αντιλήψεις όπου η αλήθεια φαινόταν να είναι έξω από την πράξη, έξω από τον ιστορικό και κοινωνικό χαρακτήρα της γνωστικής διαδικασίας. Η σχέση επιστήμης - πράξης που επιβάλλει η ΕΤΕ δείχνει μια σχέση όπου οι άνθρωποι δεν στέκονται σε θεωρη­τική σχέση με τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου αλλά «βρί­σκονται σε συγκεκριμένη σχέση με βάση την ενεργητική τους δράση...» όπως τονίζει ο Μαρξ στα 1880 στα σχόλια του Για το βι­βλίο του Αντολφ Βάγκνερ (MEW, τόμ. 19, σ. 362).

Το παραπάνω γενικό πλαίσιο σχετίζεται άμεσα και με προβλη­ματισμούς για τα θέματα εξέλιξης της επιστήμης συνολικά καθώς και των επιμέρους κλάδων. Η εξέλιξη της επιστήμης επηρεάζεται κατα- ρχήν από την ανάπτυξη της ίδιας της κοινωνίας συνολικά, από ιδιαι­τερότητες του επιμέρους επιστημονικού κλάδου καθώς και από τον ρόλο των επιστημονικών προσωπικοτήτων. Η αναγωγή του προ- βλημάτος εξέλιξης της επιστήμης στην ανάπτυξη της υλικής βάσης της κοινωνίας μπορεί να γίνει μόνο με μια λογική μέσου όρου ώστε να ξεφύγει κανείς από μηχανιστικές αντιλήψεις για τη σχέση βάσης- εποικοδομήματος. ι

Η αναφορά στις παραπάνω γενικές μεθοδολογικές αρχές γίνεται για να επισημανθεί ο ρόλος των επιμέρους παραγόντων για τη χάρα­ξη μιας πολιτικής της επιστημονικής έρευνας, δηλαδή και τον ρόλο του κοινωνικού παράγοντα συνολικά και των ειδικών και των προσω­πικοτήτων. Στην ΚΜΚ πραγματικότητα της χώρας μας όπου ποτέ σχεδόν δεν γίνεται ανοιχτός δημόσιος διάλογος για θέματα επιστη­μονικής έρευνας, από την άποψη του προγραμματισμού της παρα­μερίζονται ουσιαστικά και οι τρεις σχετικοί αναγκαίοι παράγοντες, είτε γίνεται προσπάθεια υποταγής τους, στην κυρίαρχη πολιτική θέση με άμεσο τίμημα συνήθως τον παραμερισμό σε περίπτωση μη υποταγής.

Ένας τέτιος γενικός συλλογισμός είναι αυτός που στηρίζει τη

Page 110: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

θέση μας για τη συμμετοχή όλων των φορέων σ’ επίπεδο ΑΕΙ στη συζήτηση των θεμάτων έρευνας και όλων των κοινωνικών παραγό­ντων σε εθνικό επίπεδο. Το θέμα αναλύθηκε στην κεντρική εισήγηση σχετικά με τις θεωρίες των «ειδικών».

Αναφερόμενος στα θέματα της ΕΤΕ δεν πρέπει σε καμιά περί­πτωση να υποτιμηθεί ο ρόλος των κοινωνικών επιστημών οι οποίες, λόγω ακριβώς της ΕΤΕ αποκτούν και νέο περιεχόμενο. Οι κοινω­νικές επιπτώσεις της επιστημονικής πρακτικής απαιτούν νέες μελέ­τες και την ανάπτυξη συνολικά μιας κουλτούρας που θα αφομοιώσει θετικά όλες τις πρακτικές επιπτώσεις της επιστήμης, θα συμβάλει στην απόκρουση της απειλής δημιουργίας μονόπλευρα αναπτυγμέ­νων ατόμων που απλά θα χρησιμοποιούν στην παραγωγή τα επιστη­μονικά επιτεύγματα.

Κλείνοντας τη σύντομη εξέταση των χαρακτηριστικών της ΕΤΕ θα πρέπει να σημειώσουμε ορισμένα σύγχρονα χαρακτηριστικά της ερευνητικής πράξης.

α) Βιομηχανικός χαρακτήρας της, κύρια λόγω αλλαγής των οργάνων της έρευνας.

β) Συλλογικότητα που αντικειμενικά βάζει το θέμα του νέου τύ­που επιστήμονα, σε σύγκριση με τον παλιό μεμονωμένο ερευνητή, που αυξάνει και το ειδικό βάρος των ειδικευμένων τμημάτων της ερ­γατικής τάξης στην ερευνητική διαδικασία. Αυτό το τελευταίο στην πραγματικότητα της χώρας μας, όπου, όπως αναφέρει η ομοσπονδία ΕΔΤΠ των ΑΕΙ, έχουμε αύξουσα αποειδίκευση του κλάδου αυτού, δείχνει μια άλλη πλευρά του προβλήματος ανάπτυξης της έρευνας στη χώρα.

γ) Απαίτηση μεγάλων οικονομικών πόρων για την έρευνα. Οι πλευρές που αναφέρθηκαν δίνουν νέα διάσταση στα θέματα ηθικής της επιστήμης, ατομικής ευθύνης και ελευθερίας του επιστήμονα. Η ειδική απόφαση της UNESCO στα 1974 για το θέμα αναφέρει ότι η δράση των επιστημόνων πρέπει να καθορίζεται από:

- την ελευθερία να ερευνήσουν να εκφράσουν και να υποστηρί­ξουν την επιστημονική αλήθεια όπως την βλέπουν

- τη συμμετοχή τους στον καθορισμό των ερευνητών προ­γραμμάτων και στη χρήση μεθόδων που να βασίζονται σε ουμανι­στικές - κοινωνικές - οικολογικές θεωρήσεις

- την ελευθερία της αποχώρησης από ερευνητικά προγράμματα εάν οι αντιλήψεις τους για τις επιπτώσεις τους το επιβάλλουν

- καθήκον να συμβάλλουν στην επίλυση εθνικών προβλημάτων ιδιαίτερα της κουλτούρας και εκπαίδευσης.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να τεθεί το ερώτημα. Τι κοινό μπορεί να έχει η απόφαση αυτή της UNESCO με την άποψη διευθυντή του

109

Page 111: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Ερευνητικού Κέντρου Κρήτης ο οποίος σε πρόταση φοιτητικού συλλόγου για το σταμάτημα συμμετοχής του ΕΚΕΚ στο ΝΑΤΟικό πρόγραμμα «Επιστήμη για τη σταθερότητα» απαντούσε μέσα από τα επίσημα πρακτικά (συνεδρίαση ’87 του μαθηματικού τμήματος, σελ. 7) «Δυστυχώς αυτή τη στιγμή δεν ξέρουν ούτε τι πρόγραμμα είναι ούτε από πού έχουν δοθεί τα χρήματα. (Περισσότερα στοιχεία υπάρ­χουν σε άρθρο στην ΚΟΜΕΠ 10/86).

Τα θέματα ηθικής της επιστήμης πέρα από την αδιαμφίσβητη α­τομική τους πλευρά έχουν σοβαρή κοινωνική διάσταση. Από αυτή την άποψη το εργατικό κίνημα είναι κατά την άποψή μας η κυριότε- ρη δύναμη που μπορεί να στηρίζει τις προσπάθειες των επιστημόνων για μια ουμανιστική αξιοποίηση της επιστήμης, για την επιστήμη στην υπηρεσία του λαού και του τόπου, όπως συμπυκνωμένα εκφρά­ζει το γνωστό σύνθημα.

Θα προχωρήσουμε τώρα στην εξέταση της συγκεκριμένης ελλη­νικής πραγματικότητας στα θέματα έρευνας και θα δόσουμε συγκε­κριμένες προτάσεις.

Τη μεταπολεμική περίοδο η κατάσταση για την έρευνα και ανά­πτυξη περιγράφεται εύγλωτα από αυτό που έλεγε παλιότερα ο καθη­γητής του Πολυτεχνείου Θ. Σκουλικίδης ότι δηλαδή στο καταστα­τικό του βασιλικού τότε ιδρύματος ερευνών (σημερινού Εθνικού Ι­δρύματος Ερευνών (ΕΙΕ)) αναφερόταν ρητά η απαγόρευση διεξα­γωγής εφαρμόσμενης έρευνας. Στά 1977 η ΝΔ ψήφισε νόμο πλαίσιο για την έρευνα (τον 706/77) που μένει βασικά ανεφάρμοστος ενώ οι δημόσιες δαπάνες για έρευνα για μια 20ετία περίπου μένουν στα 0,2% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (ΑΕΠ) πολύ κάτω από το κρίσι­μο όριο του 1%. Τα προγράμματα έρευνας που καταρτίζονται εκείνη την εποχή γίνονται στη βάση των ΕΟΚικών προδιαγραφών της ε­ποχής. Παράλληλα δημιουργείται στρώμα νέας γενιάς ερευνητών με υψηλότερο επίπεδο κατάρτισης και δυνατότητες ανάπτυξης.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στα 1981-82 κάνει πολλές διακηρύ­ξεις για την έρευνα. Στο ψηφισμένο 5ετές τονίζεται ότι θα υπάρξει αύξηση δαπανών για έρευνα στα 0,7% το 1987 και 1,2% στα 1992, αρχίζουν διαδικασίες κατάρτισης εθνικού προγράμματος έρευνας, καταρτίζονται σχέδια νόμου για τη μεταφορά τεχνολογίας, υπογρά­φονται σημαντικές διακρατικές συμφωνίες συνεργασίας με σοσιαλι­στικές χώρες, προθλέπεται η ίδρυση κρατικών βιομηχανικών εργα­στηρίων μεταλλουργίας, κλωστοϋφαντουργίας κλπ.

Για τα παραπάνω οι δαπάνες στα 1986 είναι στα 0,26%. Ουσια­στικά καταργείται η έννοια εθνικού προγραμματισμού έρευνα τα αρ­χικά σχέδια νόμου για μεταφορά τεχνολογίας αλλάζουν σε έντονα φιλομονοπωλιακή κατεύθυνση, όπου ο εργοδότης έχει την από­

110

Page 112: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

λυτη ουσιαστική δυνατότητα εκμετάλλευσης εφεύρεσης του μι­σθωτού εργαζόμενου και τώρα ο ΣΕΒ πιέζει για την ψήφισή τους1. Οι διακρατικές συμφωνίες με τις σοσιαλιστικές χώρες είναι βασικά ανενεργές, αντί για κρατικά εργαστήρια ιδρύθηκαν πρόσφατα αντίστοιχες εταιρίες (ΑΕ) όπου αποκλείστηκε κάθε συμ­μετοχή του εργατικού - επιστημονικού - γενικότερα λαϊκού κινήμα­τος. Πρέπει να σημειώσουμε όμως ότι από τα τέλη 1981 ήταν φανερή η έντονα επιθετική στάση του κ. Αιάνη, υφυπουργού παιδείας και μετέπειτα εισηγητή του νόμου πλαίσιου για την έρευνα (ν. 1514/85), απέναντι σε κάθε αναφορά που ήταν ένδειξη σε μια ταξική θεώρηση των θεμάτων έρευνας.

Η ψήφιση του ν. 1514 ήταν από μια άποψη η ανοιχτή εμφάνιση των συντηρητικών απόψεων της κυβέρνησης για θέματα έρευνας. Ψηφίστηκε κάτω από συνεχείς απεργίες των ερευνητών και με σαφή καταδίκη του νομοσχεδίου από το σύνολο σχεδόν των επιστημο­νικών φορέων της χώρας στη γνωστή κοινή διακήρυξή τους. Ο νόμος αυτός προβλέπει και υλοποιήθηκε στα σημεία που επιτρέπουν την εκχώρηση ερευνητικών αρμοδιοτήτων των ΑΕΙ σε ανεξέλεγκτους από τα ΑΕΙ μηχανισμούς ελέγχου του έργου των πανεπιστημιακών, των γνωστών ακαδημαϊκών ερευνητικών κέντρων. Κέντρα, που πέρα από την επίδρασή τους για τη δημιουργία δυο κατηγοριών φοιτητών, δημιουργούν και δυο κατηγορίες ΔΕΠ, μια και η ερευνητική δραστη­ριότητα των ΑΕΙ, όπου υπάρχουν τέτια κέντρα ουσιαστικά ελέγχε­ται. από διοίκηση αποκομένη από τους φοιτητές και όποιους του ΔΕΠ δεν είναι αρεστοί στις διορισμένες διο ική σεις των ακαδη­μαϊκών ερευνητικών κέντρων. Επίσης ο νόμος προβλέπει αυταρχικές διοικητικές δομές στα ερευνητικά κέντρα που δεν έγινε δυνατό να ε­φαρμοστούν. Παράλληλα είναι χαρακτηριστικό ότι κατακτήσεις του μαζικού κινήματος που τελικά συμπεριλήφτηκαν στο νόμο,όπως η διεύρυνση της σύνθεσης του Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Έ ­ρευνας, και ο δημόσιος χαρακτήρας των κέντρων ερευνών,καταστρα- τηγήθηκαν από την κυβέρνηση στην πράξη με την άρνησή της να συγκαλέσει το ΕΓΣΕ και με τις επίμονες προσπάθειες να επιβάλ­λει καθεστώς νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) στα ε­ρευνητικά κέντρα. Μετά την τροπολογία Παπανδρέου για τον δημό­σιο τομέα τα ερευνητικά κέντρα κινδυνεύουν άμεσα να υπαχθούν στην αυθαίρετη θέληση του κάθε αρμόδιου υπουργού ενώ είναι γνωστές οι προθέσεις της κυβέρνησης για τροποποίηση του νόμου 1514 σε ό,τι αφορά τα ΕΓΣΕ χωρίς πρόθεση να το συζητήσει με τον κόσμο της επιστήμης τουλάχιστον. Οι δηλώσεις του νέου υφυπουρ­

I Τ ο νομ οσχέδ ιο ψ η φ ίσ τη κε τον Α ύγουστο του '87 (σημ. της σύνταξης).

111

Page 113: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γού κ. Πέτσου για τη στήριξη στην ιδιωτική πρωτοβουλία υλοποιούν στο χώρο τους το πνεύμα της πρωθυπουργικής ομιλίας στο Νταβάς.

Αυτές οι εξελίξεις που αναφέρθηκαν συνδυάζονται με έντονη κι­νητικότητα στο χώρο της έρευνας που οφείλεται από τη μια στην ενίσχυση της δεξιάς στροφής της κυβερνητικής πολιτικής και επί­σης στις επιταγές της ΕΟΚ που έχουν αποκτήσει νέα χαρακτηρι­στικά μετά την απόφαση για την αναθεώρηση της συνθήκης της Ρώ­μης στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης.

Κύριες πλευρές είναι η ουσιαστική και τυπική κατάργηση του εθνικού προγραμματισμού της έρευνας στο νέο Πρόγραμμα Ανάπτυ­ξης Έρευνας Τεχνολογίας (ΠΑΕΤ), όπου αυτόματα εντάσσονται στο ΠΑΕΤ τα οποία ερευνητικά προγράμματα έχουν οικονομική στήριξη από την ελληνική ή ΕΟΚική βιομηχανία βάση του Προγράμματος Προγραμματισμένης Έρευνας (ΠΡΟΠΕ). Παράλληλα στα ίδια πλαίσια δημιουργείται νέος κύκλος κινήτρων στο ελληνικό μεγάλο κεφάλαιο με το Πρόγραμμα Ανάπτυξης Βιομηχανικής Έρευνας (ΠΑΒΕ) (ΠΔ 558/85) όπου δίνεται άφθονο χρήμα στις βιομηχανίες για έρευνα. Στα 1986 δόθηκαν 500 εκατ. δρχ. όπως έχει αναφερθεί και μάλιστα από επιτροπή κρίσεων «απόρρητη», όπου επίσημα συμμετέ­χει εκπρόσωπος του ΣΕΒ, επιτροπή δηλαδή απλά στεγανή στο λαϊκό κίνημα. Το ποσό των 500 εκατ. είναι δεκαπλάσιο του ποσού που δίνει το υπουργείο Παιδείας στα ΑΕΙ με βάση το ΠΔ 432/81 για χρημα­τοδότηση έρευνας που τα ίδια θα αποφασίσουν τουλάχιστον για το 1986. Το στοιχείο αυτό το έχουμε αναφέρει και στην επίσημα κατατε­θειμένη εισήγησή μας στο ΣΑΠ και ο Υπουργός Παιδείας το πα­ρακάμπτει, ενώ δηλώνει επίσημα στην ΕΦΕΕ ότι θα πρέπει να συ­νηθίσει ότι τα ΑΕΙ θα στηρίζονται οικονομικά και σε ιδιωτικούς παράγοντες. Αυτή είναι και η οικονομική αυτοτέλεια των ΑΕΙ που ζητά η ΝΔ.

Η κατάργηση του προγραμματισμού που απαιτεί ο ΣΕΒ, επιτεί­νεται και από την πολιτική της ΕΟΚ, όπου τα πλαίσια του προγραμ­ματισμού της («Η Siemens ξέρει» π .χ .) είναι αδύνατο να συμβά- λει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Το παράδειγμα της πολυσυζητημένης πληροφορικής είναι το πιο χα ρακτηρι­στικό. Αφού η κυβέρνηση δεν υλοποίησε τη συμφωνία που υπόγρα­ψε με τη Βουλγαρία για συμπαραγωγή στην Ελλάδα Ηλεκτρονικών Υ πολογιστών (Η/Υ) με σημαντική μεταφορά τεχνολογίας - τε­χνογνωσίας, ένταξε ουσιαστικά όλο το επιστημονικό προσω­πικό του κλάδου των Η/Υ, προσωπικό καθόλου αμελητέο, το αντίθετο μάλιστα, στα ΕΟΚικά προγράμματα και κύρια στο Esprit. Χωρίς κανέναν απολογισμό της ελληνικής συμμετοχής στο Esprit στη πρώτη του φάση που τελειώνει, η κυβέρνηση αποδέχεται το

112

Page 114: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Esprit II και παράλληλα πιέζει για δημιουργία και άλλου στεγανό» ακαδημαϊκού κέντρου σχετισμένου με αυτό το πρόγραμμα.

Αυτό που επισημαίνει πλατύ φάσμα ειδικών της πληροφορική ; είναι ότι ελληνική συμμετοχή στο Esprit συνέβαλε ώστε η μία ελλ ΐ|- νική ερευνητική ομάδα να μη γνωρίζει το έργο της διπλανής της, να υπάρξει απόλυτη αδυναμία εθνικού συντονισμού έστω και στα πλαί­σια του Esprit. Τελικά οι 12 μεγάλοι της πληροφορικής θα ενσω­ματώσουν την αξία της ελληνικής επιστημονικής εργασίας στα προϊόντα που θα μας πουλήσουν στη συνέχεια με διπλό κέρδος.

Η όλη συζήτηση που γίνεται για χρηματοδότηση της ελληνικής έρευνας από την ΕΟΚ έχει και άλλες δυο σημαντικές πλευρές. Πρώτο η ελληνική κυβέρνηση πήρε από το κοινοτικό ταμείο για έ­ρευνα το 0,65% του συνολικού ποσού, ποσοστό δηλαδή 5 φορές κάτω της πληθυσμιακής αναλογίας, σε δόξα της πολιτικής της σύγκλισης των οικονομιών. Από την άλλη επανειλημμένα έχει τονιστεί και από τον πρωθυπουργό ότι στόχοι μας είναι το 40% των εθνικών δαπανών για έρευνα να το παίρνουμε από την ΕΟΚ. Αυτή η θέση απλά σημαί­νει, στη βάση της νομολογίας που ισχύει, ότι δηλαδή η ΕΟΚ δίνει μόνο τα 40-50% του κόστους ενός ερευνητικού προγράμματος και ότι τα άλλα συμθάλει το εθνικό ταμείο, ότι το σύνολο της ελληνικής έρευνας θα ελέγχεται από την ΕΟΚ. Αυτή είναι η εθνική πολιτική της έρευνας και η νεοσυντηρητική ΝΔ δύσκολα θα έχει να προσθέσει κάτι. Κάτω από αυτές τις εξελίξεις η στάση της ελληνικής κυβέρνησης στα θέματα έρευνας - τεχνολογίας είναι χαρακτηριστική. Ό πως δήλωνε πρόσφατα ο Γ. Γ. της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) στα πλαίσια μιας πολιτικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης η Ελλάδα απλά προβάλλει το στόχο της απόσπασης μεγαλύτερης κοινοτικής χρηματοδότησης. Σε τέτια πλαίσια συμμετέχει η χώρα μας στο δεύτε­ρο πενταετές 1987-91 πρόγραμμα πλαίσιο της ΕΟΚ για την έρευνα, COM (86) 129 τελικό /24.3.86 και COM (80) 430 τεχνικό 27.10.86.

Οπως φαίνεται απ’ τα παραπάνω κείμενα η ελληνική κυβέρνη­ση συμφωνεί:

- Για την υποταγή όλης της προσπάθειας για έρευνα και ανάπτυ­ξη στην ενιαία εσωτερική αγορά του 1992 μέσω συμπαραγωγών, κοι­νοτικών τυποποιήσεων, και αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών κύ­ρια στον τομέα των επικοινωνιών.

- «Ευέλικτα» χρηματοδοτικά πλαίσια όπου καταργείται η αρχή της ομοφωνίας και όπου με «χρήση νέων χρηματοοικονομικών μη­χανισμών θα επιτραπεί να υπάρχει σύγκλιση μεταξύ της δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης» (σελ. 10).

- Ενίσχυση ερευνών, που αφ’ ενός ξεπερνούν τις οικονομικές δυ­

113

Page 115: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νατότητες ενός κράτους μέλους (σελ. 12) και από την άλλη στο­χεύουν άμεσα για προϊόντα της αγοράς και όχι για προανταγωνι· στικές έρευνες, όπως π.χ. το Esprit I .

- Νέα ΕΟΚικά κίνητρα για επιχορήγηση επιχειρήσεων, venture capital, μέχρι 80% της συνολικής επένδυσης.

- Παρέμβαση στην εκπαίδευση, όπου η Κοινότητα θα αποφασί­ζει επιλεκτικά την ανάπτυξη τομέων (σελ. 11).

- Προσπάθεια υποβάθμισης των ενεργειακών ερευνών και υπο­ταγής τους στην πολιτική της ενιαίας αγοράς. Στα ίδια πλαίσια, αξιο­ποίηση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πυρηνικών Ερευνών (CERN).

- Ιδιαίτερες προσπάθειες επαγγελματικής και ιδεολογικής εν- σωμάτωσης των ερευνητών των χωρών της ΕΟΚ στην πολιτική και πρακτική της Κοινότητας.

- Αναθεωρήσεις παλιών αποφάσεων στην κατεύθυνση υλοποίη­σης της ενιαίας αγοράς (π.χ. η νομολογία για την καινοτομία).

Αναφερόμενοι στις γενικές επιπτώσεις της πολιτικής της ΕΟΚ για την έρευνα που αποδέχεται η κυβέρνηση και είναι σύμφωνη η ΝΔ θα πρέπει να δόσουμε ορισμένες πρόσθετες ερμηνείες για το σχέδιο COMETT, σχέδιο γενικά γνωστό στους πανεπιστημιακούς φορείς γύρω από το οποίο αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη οξύτητα από πλευράς κυβέρνησης. Το ομόφωνα ψηφισμένο αυτό κοινοτικό πρόγραμμα εκ­παίδευσης και κατάρτισης στον τομέα της τεχνολογίας 1986-92 α­νοίγει το δρόμο της άμεσης και όχι έμεσης όπως γίνεται κύρια μέχρι τώρα, παρέμβασης του μεγάλου κεφαλαίου στα σοβαρότατα θέματα της πρακτικής άσκησης φοιτητών στη βιομηχανία της αμοιβαίας α­νταλλαγής πανεπιστημιακών και βιομηχανικών στελεχών από τα ΑΕΙ στις βιομηχανίες, της επιμόρφωσης των εργαζομένων. Το πρόγραμμα για τη 4ετία έχει προϋπολογισμό 45 εκ-ECU ενώ δηλαδή αντιστοιχούν στη χώρα μας, εάν πάρει το 3",,. 44 εκ. δρχ. το χρόνο για όλα τα ΑΕΙ- ΤΕΙ της χώρας. Το κόστος για μια μετακίνηση φοιτητή υπολογίζε­ται σε 0,5 εκ. δρχ. και για τα στελέχη πανεπιστημιακά ή βιομηχανίας 1,5 εκ. Δηλαδή το «μέγεθος» του προγράμματος αφορά τη μετακίνη­ση 75 φοιτητών το χρόνο και 5 στελεχών. Το ΚΚΕ στην εισήγηση του στο ΣΑΠ προτείνει την συζήτηση του προγράμματος COMETT στο όργανο αυτό, και αντ’ αυτού είχαμε αμέσως μετά την συνεδρίαση του ΣΑΠ σε ειδική ημερίδα στις 2 Φλεβάρη στο ΕΒΕΑ απρόκλητη επίθεση του κ. Τρίτση στα ΑΕΙ, σαν χώρους ιδεολογικής τρομο­κρατίας σε αναφορά στο πρόγραμμα COMETT. Λίγο αργότερα ο ί­διος υπουργός δήλωσε σε σύσκεψη πρυτανικών αρχών ότι όποιο ΑΕΙ δεν συναινέσει στο COMETT να μην έχει άλλες οικονομικές α­παιτήσεις.

Αυτά χωρίς να έχει γίνει καμία συζήτηση του σχεδίου στα πανε­

114

Page 116: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πιστημιακά όργανα, ενώ η πλειοψηφία των φοιτητικών συλλόγων αντιτίθεται στις επιπτώσεις του COMETT.

Η πρόταση που υποθάλαμε στο ΣΑΠ ζητά την υλοποίηση της πρακτικής άσκησης των φόιτητών, για το σύνολο των φοιτητών σε εθνικό, είτε διεθνές επίπεδο, σαν σοβαρό στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κάτω από τον έλεγχο απο εκπαιδευτική άποψη από το πανεπιστημιακό τμήμα του φοιτητή. Μια τέτια πρόταση αναβάθμι­σης συνδυάζεται με συγκεκριμένες εθνικές προτεραιότητες που θα α­φορούν την άσκηση των φοιτητών και είναι αντικειμενικό το γε­γονός ότι τέτια προσπάθεια είναι πρώτα απ’ όλα ευθύνη της κυβέρνη­σης και των ΑΕΙ.

To COMETT αντ’ αυτών απαγορεύει ρητά την ιεράρχηση των εθνικών αναγκών από το Υπουργείο Παιδείας. Ο ΣΕΒ στην ημερίδα του ΕΒΕΑ προθυμοποιήθηκενα συντονίσει και τους κρατικούς φο­ρείς με βάση την πείρα που έχει από τους ιδιωτικούς, ενώ τα κριτήρια αποδοχής συμμετοχής σ’ αυτό το πρόγραμμα είναι ρητά «η ενδυνά­μωση της ευρωπαϊκής συνείδησης» (παράρτημα απόφασης COM 86/ 365 8.8.86).

Παράλληλα στόχος του προγράμματος είναι «η διαμόρφωση ατόμων ικανά να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές επιπτώσεις στον τομέα των τεχνολογικών καινοτομιών... Αυτή η τάση, αναφέρει η ε­πιτροπή της ΕΟΚ, (COM 85'431 1.8.85...) είναι ιδιαίτερα αισθητή στον τομέα της πολιτικής πρόσληψης της βιομηχανίας και πρέπει να ενισχυθεί σε κοινοτικό επίπεδο». Λόγια καθαρά που δεν χρειάζονται ερμηνεία. Αυτά είναι που αναγκάζουν το υπουργείο σε τέτια συμπερι­φορά απέναντι στα ΑΕΙ και όχι βέβαια οι 75 φοιτητές το χρόνο που ίσως μετακινηθούν και μερικοί απ’ αυτούς ίσως μάθουν να «αντιμε­τωπίζουν τις νέες εργασιακές συνθήκες στη βιομηχανία», πράγμα που μπορεί να γίνει και γίνεται και με «άτυπους» τρόπους.

Στα παραπάνω πλαίσια το κόμμα μας ζητά συζήτηση στα πανεπι­στημιακά όργανα για το COM ETT ώστε να γίνει φανερός ο χαρα­κτήρας του σ’ όλα τα μέλη των ΑΕΙ ανεξάρτητα από την στάση του καθένα απέναντι στο συνολικό θέμα ΕΟΚ. Μια απόφαση των ΑΕΙ για ουσιαστική πρακτική άσκηση υπό τον έλεγχό τους όλων των φοι­τητών υπό εθνικό προγραμματισμό μπορεί να δείξει έμπρακτα τι ση­μαίνει COMETT και 44 εκ. δρχ. και παράλληλα να αξιοποιήσει και αυτά τα μικρά κονδύλια. Πάντως οι εκβιασμοί του υπουργείου προω­θούν μια νεοσυντηρητική στην ουσία της πολιτική, για την άμεση παρέμβαση των μονοπωλίων στα ΑΕΙ.

Ό σον αφορά το επίσης ιδιαίτερης σημασίας ζήτημα της συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης προτείναμε άμεσα εθνική συζήτηση για το

115

Page 117: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

θέμα, που όπως αναλύθηκε στο πρώτο μέρος αυτής της ομιλίας κάτω από την επίπτωση των ΕΤΕ, είναι θέμα αναγκαιότητας σήμερα. Να τονίσουμε κλείνοντας το θέμα ΕΟΚ ότι δεν είναι απλό το θέμα της περιγραφής ενός μηχανισμού καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Η κυ- ριότερη πλευρά του είναι το ότι η ελληνική κυβέρνηση, ο δικομ- ματισμός γενικά και η άρχουσα τάξη, στη βάση μιας πολιτικής εξαρτημένης συμπληρωματικής λειτουργίας της οικονομίας της χώρας που προωθούν, αποδέχονται αυτή την πολιτική και σ ’ αυ­τούς είναι οι ευθύνες. Μια γενική παρατήρηση που μπορεί να γίνει για τα κόμματα του δικομματισμού και την ολιγαρχία είναι ότι στα θέματα έρευνας παρά τις όποιες μικροδιαφορές συγκλίνουν στα βα­σικά: - προτεραιότητα στην ιδιωτική πρωτοβουλία, άρνηση του εθνι­κού προγραμματισμού και του δημοκρατικού ελέγχου στην έρευνα, αποδοχή της έρευνας facon για την ΕΟΚ. Αυτή η στάση αναδεΐχνει καταρχή σαν αποφασιστικής σημασίας ιδεολογικό και πολιτικό ζή­τημα, τη θέση ότι πρέπει να αναπτυχθεί ουσιαστικά, και αυτοτελώς, η ερευνητική δραστηριότητα στη χώρα, παρά τον εξαρτημένο χαρα­κτήρα της οικονομίας και τις αντιλήψεις που θέλουν την εισαγωγή στη χώρα όλων των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.

Και κάτω από μια τέτια προοπτική μπροστά στο 12ο Συνέδριο δίνουμε τις παρακάτω θέσεις για συζήτηση στην προσπάθεια δη­μιουργίας μιας κοινής εναλλακτικής πολιτικής της αριστεράς στα θέματα έρευνας.

1. Η έρευνα και τεχνολογία πρέπει να υποβοηθά την εθνική πα­ραγωγή και τη λύση των μεγάλων λαϊκών προβλημάτων στα πλαίσια μιας νέου τύπου ανάπτυξης. Ιδιαίτερη μέριμνα να ληφθεί για την έ­ρευνα στις κοινωνικές επιστήμες ώστε να αναβαθμιστεί και να συμβάλει, στην επισήμανση και επίλυση λαϊκών προβλημάτων, να μην αποτελεί μέσο για την ιδεολογική σταθεροποίηση του συστήμα­τος.

2. Να αυξηθεί η δημόσια δαπάνη για έρευνα από τα 0,26 στα 1% του ΑΕΠ και να δίνεται κύρια στον δημόσιο τομέα. Ό ταν κατ’ εξαί­ρεση δίνεται στον ιδιωτικό τομέα η υλοποίηση της επένδυσης να εί­ναι υπό εργατικό έλεγχο.

3. Να λειτουργήσει το ΕΓΣΕ με ουσιαστικές αλλαγές στον τρόπο συγκρότησής του ώστε να αποτελεί όργανο που να εγγυάται την αξιοποίηση των προσπαθειών έρευνας και ανάπτυξης προς όφε­λος του λαού. Κύριος στόχος του ΕΓΣΕ πρέπει να είναι η κατάρτιση του εθνικού προγράμματος έρευνας το οποίο θα πρέπει να εγκρίνεται από τη Βουλή. Στα πλαίσια του οργάνου αυτού θα πρέπει να διορ- γανώνονται ανάλογες εθνικές συσκέψεις για κλαδικά θέματα έρευνας και ανάπτυξης.

116

Page 118: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

4. Η δημιουργία νέων ερευνητικών κέντρων, ο εκδημοκρατισμός των υπαρχόντων, το πέρασμα των ακαδημαϊκών ερευνητικών κέ­ντρων στα ΑΕΙ, η ενίσχυση ιδιαίτερα της πανεπιστημιακής έρευνας και σε σχέση με την ανάπτυξη των μεταπτυχιακών σπουδών και την επαφή με την έρευνα των προπτυχιακών φοιτητών.

5. Μέτρα σύνδεσης ερευνητικών δραστηριοτήτων με την παρα­γωγική διαδικασία, όπου τα δημόσια ερευνητικά ιδρύματα και ΑΕΙ διατηρούν την ουσιαστική αυτοτέλειά τους και τον προγραμματισμό τους, εκπαιδευτικό και ερευνητικό, μέσα από σχέσεις αμοιβαίου οφέ­λους.

6. Αξιοποίηση διακρατικών συνεργασιών σε ισότιμη βάση για τη μεταφορά τεχνολογίας. Μια σωστή βάση καταρχήν είναι η συνερ­γασία που ολοκληρώνεται στη συμπαραγωγή προϊόντος.

7. Μέτρα για την προσέλκυση των Ελλήνων επιστημόνων του ε­ξωτερικού.

8./Δημιουργία ελληνικών τραπεζών πληροφοριών.Το θέμα των μεταπτυχιακών σπουδών έχει αναλυθεί στην κε­

ντρική εισήγηση και αποτελεί αντικείμενο ζωηρών συζητήσεων. Σε συντομία θα δόσουμε τα κύρια προβλήματα για τις μεταπτυχιακές.

1. Η μη λειτουργία τους. Προσχέδια μεταπτυχιακών σπουδών κυκλοφορούν τουλάχιστον από τα 1964 αλλά μεταπτυχιακά δεν έχου­με. Η μη λειτουργία τους οφείλεται κύρια στο ότι η άρχουσα τάξη στα πλαίσια της εξάρτησης απλά αντλεί τα ειδικά στελέχη μετά από εκπαίδευση στο εξωτερικό ενισχύοντας και τις κοινωνικές της συμ- μαχίες. Ακόμα είναι γεγονός ότι ο χαρακτήρας των μεταπτυχιακών σπουδών αλλάζει κάτω από τις γενικότερες κοινωνικές - οικονομικές εξελίξεις. Το πρωταρχικό ζήτημα σήμερα είναι οι μεταπτυχιακές σπουδές να γίνουν συνέχεια υψηλού επιπέδου προπτυχιακών σπουδών και όχι απλά οι σπουδές τύπου Masters και να είναι οι κύ­ριες σπουδές και οι άλλες να υποβαθμιστούν πάρα πέρα, πράγμα που επιδιώκει η άρχουσα τάξη. Αυτή είναι και η κύρια πλευρά της αι­τιολόγησης της γνωστής θέσης μας για σύστημα σπουδών δύο κύ­κλων.

2. Είναι ανοιχτό το πρόγραμμα του θεσμικού πλαίσιου λει­τουργίας των μεταπτυχιακών. Θα πρέπει να εντάσσεται σε εθνικό σχεδίασμά στα πλαίσια του ΣΑΠ και την ευθύνη λειτουργίας τους να έχουν τα ΑΕΙ. Τα σημερινά όργανα των ΑΕΙ και όχι άλλα, στεγανά στο φοιτητικό κίνημα, θα πρέπει να είναι αρμόδια για τις μεταπτυ­χιακές εκφράζοντας, έτσι και την ενότητα της εκπαιδευτικής διαδι­κασίας.

117

Page 119: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Η πολιτική της κυβέρνησης με τη συμφωνία της ΝΔ. που προω­θούν το μεταπτυχιακό δίπλωμα, σαν επαγγελματικό εφόδιο για μερίδα των φοιτητών, προωθεί σ’ όλους τους νόμους την οργανω­τική έκφραση αυτής της πολιτικής. Δηλαδή ειδικά πανεπιστημιακά όργανα για τις μεταπτυχιακές χωρίς [ουσιαστική] συμμετοχή σ’ αυτά των προπτυχιακών φοιτητών. Στην πρόσφατη εισήγηση του Υ­πουργείου Παιδείας στο ΣΑΠ διατυπωνόταν η αστήρικτη άποψη για τον χαρακτήρα των κατηγοριών των μεταπτυχιακών σπουδών σαν σπουδών σύνθετης γνώσης σε αντιπαράθεση με τη νέα γνώση, για να προταθεί οργανωτικά ότι η πολιτεία και όχι τα ΑΕΙ θα πρέπει να έ­χουν τον πρώτο λόγο για τον πρώτο κύκλο μεταπτυχιακών, πρόταση η οποία στα πλαίσια των γενικότερων προσπαθειών παρέμβασης του μεγάλου κεφαλαίου στα ΑΕΙ δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη.

3. Σοβαρά είναι επίσης τα θέματα των ίδιων των μεταπτυχιακών σπουδαστών όπου υπάρχουν οξύτατα προβλήματα, με κυριότερο τη δυσκολία επιστημονικής τους στήριξης από τα ΑΕΙ ενώ ορισμένοι κύκλοι ανοιχτά προωθούν την αντίληψη ότι οι μεταπτυχιακοί είναι φτηνό διδακτικό προσωπικό. Οι προτάσεις μας σε ειδική έκδοση, η εισήγησή μας στο ΣΑΠ καθώς και το σχέδιο εσωτερικού κανονι­σμού που προτείναμε αναλυτικά δίνουν τις θέσεις μας στο πρόβλημα των μεταπτυχιακών. Στην πρότασή μας για τη δομή των σπουδών σε δυο κύκλους υπάρχουν αντιρρήσεις και είναι γνωστές. Κύρια πλευρά πολλών καλής θέλησης αντιρρήσεων είναι η ουσιαστική α­ποδοχή της σημερινής πραγματικότητας των ΑΕΙ, που στη συνέχεια δείχνει σαν ανέφικτη την πρόταση και για αναβάθμιση των σπουδών για όλους τους φοιτητές. Να επισημάνουμε ότι από πολιτική άποψη η πρότασή μας είναι πρόταση για τα ΑΕΙ στην Ελλάδα της αλλαγής, όπως είναι ο υπότιτλος του Συμποσίου και η προβολή της. πέρα από επιμέρους κατακτήσεις, αφορά και στην διαμόρφωση εκείνων των πολιτικών δυνάμεων οι οποίες να είναι ικανές και μέσα στα ΑΕΙ να υλοποιήσουν μια τέτια πρόταση. Αυτά τα τονίζουμε χωρίς να υπο­τιμάμε τις δυσκολίες της σημερινής πραγματικότητας.

Σε σχέση με τις μεταπτυχιακές σπουδές ειδικά, αλλά και με τις σπουδές γενικότερα, υπάρχει ακόμα το σοβαρό πρόβλημα που δια­τυπώνεται με τη θέση άλλο μόρφωση άλλο επάγγελμα, το οποίο μά­λιστα νομοθέτησε η κυβέρνηση στο πενταετές πρόγραμμα. Αυτό στην πραγματικότητα της σημερινής Μ. Βρετανίας υλοποιείται με απόφοιτους ιατρικής να αναζητούν εργασία τραπεζικού όπως μας ε­νημέρωσε ο γάλλος σ. Π. Φρες.

Η εργασία αποτελεί κατά την άποψή μας την κύρια κοινωνική δραστηριότητα του ατόμου, είναι η βάση της ανάπτυξης της προσω­

118

Page 120: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πικότητάς του. Από αυτή την άποψη τα μορφωτικά εφόδια κύρια πρέπει να αντανακλούνται σ’ αυτήν και να την αναβαθμίζουν, και αυτό να συμβαίνει για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και για όλη τη ζωή του ατόμου. Στην ΚΜΚ πραγματικότητα οι δυνατότητες αυτές μειώνονται σημαντικά. Το σύστημα απαιτεί ένα ελάχιστο γνώ­σεων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ώστε το μονοπώλιο να έ­χει τη δυνατότητα επιλογής της όποιας αναγκαίας επιμόρφωσης ενι- σχύοντας τον ρόλο του στην κοινωνία συνολικά.

Σήμερα τα επιστημονικά επαγγέλματα απαιτούν, σε σχέση με τις βασικές επιστήμες που διδάσκονται στα ΑΕΙ, ειδίκευση για την ά­σκησή τους. Αυτή την ειδίκευση αγωνιζόμαστε να δόσει μαζικά το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Το σοβαρό θέμα της ευρύτερης μόρ­φωσης των εργαζόμενων και από την πλευρά της επαγγελματικής ε­πιμόρφωσής τους και από την πλευρά της καθεαυτής ευρύτερης μόρ­φωσης είναι ανοιχτό στην πατρίδα μας. Πιστεύουμε ότι θα πρέπει να αρχίσει διάλογος για το θέμα σε εθνικό επίπεδο λαβαίνοντας υπόψη την πείρα των σοσιαλιστικών χωρών καθώς και ορισμένων καπιταλι­στικών.

Κλείνοντας το θέμα θα πρέπει συνοψίζοντας να δηλώσουμε ότι το κόμμα μας αγωνίζεται:

- για τον εθνικό σχεδίασμά της επιστήμης και της έρευνας συ­σχετισμένης με τα προβλήματα οικονομικής και πολιτιστικής ανά­πτυξης του τόπου

- για τη σύσφιξη των σχέσεων ανάμεσα στον κόσμο της επιστή­μης και την εργατική τάξη, στη βάση των πραγματικών προβλημά­των του τόπου με τρόπο ώστε η γνώμη των ειδικών επιστημόνων για τα μεγάλα προβλήματα να δίνεται αβίαστα στη βάση της επιστημο­νικής αλήθειας για να ανεβεί το κύρος των επιστημόνων στο λαό.

- πιστεύουμε ότι η ίδια η λογική της επιστήμης οδηγεί αντικειμε­νικά σε ανάπτυξη της κοινωνικής ευθύνης του επιστήμονα, ορισμέ­νοι καταλήγουν ότι διαμορφώνει ηθική. Σ’ αυτά τα πλαίσια τα λόγια του μεγάλου φυσικού και αγωνιστή της ειρήνης Μ. Born αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.

«Στην πραγματική επιστήμη και την ηθική της ... επήλθαν αλ­λαγές, οι οποίες καθιστούν αδυνάτη τη διατήρηση του παλιού ιδανι­κού της ανάλυσης της γνώσης χάρην αυτής της ίδιας της γνώσης, ι­δανικού που πίστευε η γενιά μου. Εμείς είμασταν πεπεισμένοι ότι αυτό δεν θα μπορέσει ποτέ να οδηγήσει σε κακό εφ’ όσον η αναζήτη­ση της αλήθειας είναι πράγμα καλό καθ’ εαυτό. Αυτό ήταν ένα θαυμάσιο όνειρο, από το οποίο μας ξύπνησαν τα παγκόσμια γεγονό­τα.» (Physic my generation, 1986, σ. 130.)

119

Page 121: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Εισήγηση

ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ,ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

ΑΛΚΗΣ ΑΡΓΥΡΙΑΔΗΣ, πρόεδρος του Νομικού Τμήματος

του Πανεπιστημίου Αθήνας

Το θέμα της ειρήνης είχε πάντα κεντρική σημασία για τη ζωή των ανθρώπων και, όπως είναι φυσικό, απασχόλησε πάντα απ’ όλες του τις απόψεις την ανθρώπινη σκέψη. Ό χ ι μόνο στις πολιτικές, οι­κονομικές, κοινωνικές, αλλά και στις φιλοσοφικές, τις φιλολογικές, τις νομικές του παρεμέτρους. Τα τελευταία όμως χρόνια, στην εποχή των πυρηνικών όπλων, το θέμα της ειρήνης πήρε μια εντελώς και­νούργια, δραματική μορφή, σηκώθηκε σε ζήτημα επιβίωσης ή εξα- φανισμού της ανθρώπινης ζωής γενικά, ξεσήκωσε την παγκόσμια κοινή γνώμη, έγινε πρόβλημα αριθμός ένα της παγκόσμιας πολι­τικής. Διεκδικεί έτσι στη σκέψη μας, και στη ζωή μας, συνακόλουθα και στην παιδεία, στη διδασκαλία,' στην αγωγή, στην έρευνα μια θέση εντελώς ξεχωριστή, μια και το παλιό δίλημμα ειρήνης ή πολέ­μου δίνει σήμερα τη θέση του σε μια άλλη διάζευξη: Ειρηνική συνύ­παρξη ή πυρηνικό ολοκαύτωμα.

Οι αρνητές αυτής της καινούργιας ολοκληρωτικής διάστασης, τα συμφέροντα κυρίως και ο φανατισμός, οι κρυφοί νοσταλγοί, οπα­δοί - αν υπάρχουν τέτιοι - του περιορισμένου πυρηνικού πολέμου και πάντως οι ζηλωτές της πολιτικής του περιδιαβάσματος στα χείλη της αβύσσου, με ταυτόχρονη συνέχιση της παγκόσμιας επιβολής και των υπερκερδών τους από τον ανταγωνισμό των εξοπλισμών, δεν είναι

•βέβαια πρόθυμοι να παραχωρήσουν στην ιδέα και στην πρακτική της ειρήνης τη θέση που της πρέπει, ιδιαίτερα μάλιστα στην παιδεία. Αλλά για κάθε φρόνιμο άνθρωπο η παραχώρηση αυτή φαίνεται πια να αποτελεί ιστορική ανάγκη. Πολύ περισσότερο σήμερα, που η πο­λιτική των ΗΠΑ, αφήνοντας τη σαραντάχρονη θεωρία της ισορ­ροπίας του τρόμου και την σχετικά πρόσφατη στρατηγική του πρώ­του πλήγματος και του περιορισμένου, δήθεν, πυρηνικού πολέμου προχωρεί στην πραγμάτωση του SDI, του σχεδίου δηλαδή εγκατά­στασης αντιπυραυλικών συστημάτων στο διάστημα, που θα της δό-

120

Page 122: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σει, όπως ελπίζει, αν όχι την ατιμωρησία, πάντως την υπεροπλία και επομένως τη δυνατότητα εξαπόλυσης του ολέθρου. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες αναβολή πια δεν χωρεί: Η αγωγή του παιδιού, η ανάπτυ­ξη του νέου ανθρώπου σε πνεύμα ειρήνης και φιλίας με τους συναν­θρώπους του πρέπει ν ’ αρχίσει ήδη από την προσχολική ηλικία. Δεν αρκεί εδώ, όπως πολλοί γονείς σωστά κάνουν, να μη χαρίζουμε πολε­μικά παιχνίδια στα παιδιά μας. Και οι κουβέντες «των μεγάλων», και ο θαυμασμός τους προς τούτες ή εκείνες τις ιδιότητες του παιδιού, ό­πως λογουχάρη ο συνήθης ελληνικός θαυμασμός προς τις «ανδρικές» ιδιότητες, δηλαδή τους εγωισμούς, του αγοριού, παίζουν το ρόλο τους. Πώς να νιώσει άνετα σήμερα στη μαζική, απρόσωπη πολυκα­τοικία ο «ένας», ο δήθεν σπουδαίος και μοναδικός;

Ακόμα πιο σύνθετα είναι ίσως τα προβλήματα στη σχολική η­λικία. Κι εδώ αρμοδιότητες κι ευθύνη δεν είναι μόνο - κύρια - του Υπουργείου Παιδείας για την κατάρτιση του προγράμματος και του περιεχομένου της διδασκαλίας, αλλά και του διδακτικού προσωπι­κού. Σημαντική πρόοδος έχει βέβαια συντελεστεί στον τομέα αυτό, στο ανθρώπινο υλικό, έπειτα από τη μαζική έξοδο δημοκρατικών κα­θηγητών και δασκάλων από τα πανεπιστήμια κυρίως και τις άλλοτε παιδαγωγικές ακαδημίες σε ορισμένο βαθμό. Δεν χωρεί αμφιβολία πως τα βιβλία πρέπει να ξαναγραφούν από την αρχή, ιδίως της ι­στορίας, ώστε να μην απονέμουν εύσημα στους μεγάλους πολέμαρ­χους, αλλά στα μεγάλα πνεύματα, που προώθησαν τις επιστήμες και ευεργέτησαν την ανθρωπότητα, στη δράση των λαών και τη δη­μιουργία των πολιτισμών. Το όλο πνεύμα του σχολείου θα πρέπει να εξυπηρετεί την ειρήνη, την καλώς εννοούμενη αγάπη όχι μόνο για την πατρίδα αλλά και την ανθρωπότητα όλη, να βοηθά στην ένταξη του νέου σ’ ένα κόσμο ειρήνης και σεβασμού προς τον συνάνθρωπο. Θα πρέπει ακόμα τα σχολεία να δόσουν στους μαθητές αυτό που η ίδια η μαθητική νεολαία επιθυμεί, τη δυνατότητα να βοηθήσουν στην υπόθεση της ειρήνης. Και σωστά βέβαια η νεολαία αντιλαμβάνεται ότι η υπόθεση της ειρήνης και της ζωής είναι πρώτα απ’ όλα υπόθεση δική της.

Στην ανώτατη παιδεία το θέμα της ειρήνης πρέπει να προσεχτεί ανάλογα με τη σημασία του και στη διδασκαλία και στην έρευνα. Εί­ναι πολλές επιστήμες, όπως η κοινωνιολογία, η φιλοσοφία, η φιλο­λογία, τα οικονομικά, αλλά και η φυσική, η χημεία, η βιολογία, η μηχανική κ.α. που έχουν άμεση σχέση είτε με τα ανθρωπιστικά είτε με τα υλικοτεχνικά ζητήματα της ειρήνης και των σύγχρονων πυρη­νικών όπλων και οπλικών συστημάτων. Στη νομική λογουχάρη θα πρέπει το διεθνές δίκαιο να γίνει αντικείμενο νέας επεξεργασίας στο φως των πυρηνικών εκρήξεων. Η φιλοσοφία πρέπει να ξανασκεφτεί

121

Page 123: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

το αιώνιο θέμα του πολέμου και της ειρήνης κάτω απ’ τις νέες, τις πυ­ρηνικές συνθήκες, και να αναλύσει, κυρίως, την έννοια της ειρη­νικής συνύπαρξης λαών και χωρών με διαφορετικά κοινωνικά και οι­κονομικά συστήματα, σαν μόνη εναλλακτική λύση στο πυρηνικό ο­λοκαύτωμα.

Στο πεδίο της έρευνας η χρησιμοποίηση ερευνητών, η διάθεση οικονομικών και τεχνικών μέσων για πολεμικούς σκοπούς παίρνει τραγικές διαστάσεις, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ένα τρίτο των ερευνητών απασχολούνται σε πολεμική έρευνα, αλλά και στις άλλες χώρες που θέλοντας ή μη μετέχουν στον ανταγωνισμό των εξοπλισμών. Ανεξάρτητα από τη διάλυση του ψυχικού κόσμου αυτών των ανθρώπων, που απεργάζονται εξ’ ορισμού την καταστροφή των συνανθρώπων τους, πόση χαμένη για τη ζωή, για την υγεία και την ευτυχία της ανθρωπότητας έρευνα.

Βέβαια είναι ένα ερωτηματικό, σε ποιο βαθμό μπορεί μια χώρα να απαρνηθεί την έρευνα για την άμυνά της και σε ποιο βαθμό μπο­ρεί η πολεμική έρευνα να διαιρεθεί σε επιθετική έρευνα απαγορευμέ­νη και σε αμυντική έρευνα επιτρεπόμενη, αν όχι επιβαλλόμενη. Αυτό έχει ασφαλώς να κάνει με τη γενικότερη πολιτική κατεύθυνση και τους στρατηγικούς και διεθνείς προσανατολισμούς κάθε χώρας.

Στον ελληνικό χώρο πρέπει να γίνει προσπάθεια περιορισμού της έρευνας, στο βαθμό που υπάρχει, σε αμυντικούς σκοπούς και όχι επιθετικούς, όσο αυτή η διάκριση είναι δυνατή. Θα πρέπει όμως παράλληλα να αναπτυχθεί η έρευνα και στα θέματα της ειρήνης, να κάνει στο σύνολό της η έρευνα μιαν ειρηνική στροφή. Να οργανω­θούν στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα μεταπτυχιακά μαθήματα, διαλέξεις και σεμινάρια στα πλαίσια κάθε επιστημονικού κλάδου ή και διεπιστημονικά με αντικείμενο τη μελέτη των προβλημάτων της ειρήνης, της διεθνούς ύφεσης και του αφοπλισμού, ιδιαίτερα του πυ­ρηνικού, χημικού και βιολογικού. Να γραφούν μελέτες και άρθρα, να εκδοθούν νέα επιστημονικά περιοδικά ή να πάρουν τα υπάρχοντα νέο περιεχόμενο. Να ιδρυθεί ίσως, όπως ήδη έχει γίνει σε άλλες χώρες, ερευνητικό κέντρο μελέτης των προβλημάτων της ειρήνης και της ει­ρηνικής συνύπαρξης.

Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και πολύ σοβαρό για να εξαντληθεί σε μια εισήγηση. Θα πρέπει να το δούμε και από άποψη προγραμμά­των και περιεχομένου σπουδών αλλά και γενικότερα. Γιατί δεν είναι μόνο η προγραμματική πλευρά του θέματος. Είναι και η αγωνιστική. Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα με όλες τους τις δυνάμεις και ι­διαίτερα τις φοιτητικές πρέπει να παίρνουν αποφασιστικά μέρος στον αγώνα, στις κινητοποιήσεις για την ειρήνη, για την κατάπαυση των πυρηνικών δοκιμών, για τη μη στρατιωτικοποίηση του διαστή­

122

Page 124: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ματος. Αγώνα που στον τόπο μας συνδέεται άρρηκτα με τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, για το διώξιμο των ξένων βάσεων και των πυρηνικών από τη χώρα μας. Γ ια μια Ελλάδα ελεύθε­ρη από την εξάρτηση, σε έναν κόσμο ειρήνης και φιλίας των λαών.

123

Page 125: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Παρεμβάσεις

ΙΩΑΚΕΙΜ ΓΡΥΣΠΟΛΑΚΗΣ, καθηγητής του Πολυτεχνείου Κρήτης

Πριν πάω στα Χανιά ήμουν στο Ηράκλειο από όπου έφυγα πριν από δυόμισι χρόνια από το Πανεπιστήμιο Κρήτης ελπίζοντας ότι θα απαλλαγώ απ' το Ερευνητικό Κέντρο Κρήτης (ΕΚΕΚ). Αυτό όμως δεν το βάζει κάτω, μας ακολουθεί. Αποφάσισα να φάω λίγο απ’ τον πολύτιμο καιρό σας για τον απλό λόγο ότι ελάχιστα ειπώθηκαν για το Ερευνητικό Κέντρο Κρήτης. Χθες ο κ. Παπαθεοδώρου είπε λίγα πράγματα για το Ερευνητικό Ινστιτούτο στην Πάτρα του οποίου εί­ναι διευθυντής, και βέβαια εκεί, απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι και απ’ ό,τι ξέρω, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι είναι στο ΕΚΕΚ. Βλέπετε τα ερευνητικά κέντρα και τα ερευνητικά ινστιτούτα είναι νο­μικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και εξαρτάται από τους ανθρώπους που τα διευθύνουν, το αν θα παίζουν σωστό ρόλο στο θέμα της έρευ­νας στη χώρα μας. Το ΕΚΕΚ ιδρύθηκε το 1982, το εξήγγειλε μάλιστα τον Οκτώβρη του ’82 λίγο πριν από τις δημοτικές εκλογές στο Ηρά­κλειο, ο κ. Λιάνης και είπε χαρακτηριστικά, ότι «τους τέσσερις κα­θηγητές, που θα διευθύνουν το ΕΚΕΚ, τους φέραμε ακριβώς για να οργανώσουν το ΕΚΕΚ». Υπ’ όψη ότι αυτοί οι άνθρωποι ξέραμε ότι θα ’ρθουν από το 1980, όταν δηλαδή ακόμα στην κυβέρνηση ήταν η ΝΔ και μετακλήθηκαν όντας καθηγητές σε άμερικάνικα ή ελληνικά πανεπιστήμια τον Ιούλιο του 1981. Αυτό δείχνει, βέβαια όπως κατα­λαβαίνετε, τη συνέχιση του έργου που άρχισε η ΝΔ από τη «σοσιαλι­στική» κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Το ΕΚΕΚ, κατά την άποψη πολλών και τη δική μου, παίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο μέσα στην Ελλάδα. Αν πάρουμε υπ’ όψη μας την προσπάθεια «λιβανοποίησης» της Κρήτης και γενικότερα της Ελλάδας, βλλά ειδικότερα της Κρήτης και υπο­κατάστασης του αμερικάνικου πανεπιστήμιου της Βηρυτού από τα ΑΕΙ της Κρήτης, τότε θα καταλάβετε τον ρόλο του Ερευνητικού Κέντρου Κρήτης. Το ΕΚΕΚ χρηματοδοτείται κατά κύριο λόγο από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ. Έ χει πάρει πάρα πολλά χρήματα τα οποία

124

Page 126: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

έχουν αποδόσει ελάχιστα και μάλιστα ο αγαπητός συνάδελφος Στρατής Κούνιάς, όντας και μέλος της διοικούσας επιτροπής του Πα­νεπιστημίου Κρήτης, επί χρόνια προσπαθούσε να τους εκμαιεύσει μιαν απάντηση ζητώντας εξηγήσεις για τα ερευνητικά προγράμματα του ΕΚΕΚ και τις πηγές χρηματοδότησης. Ποτέ όμως δεν κατάφερε να πάρει απάντηση. Είναι μεγάλη η τιμή τους, όπως λένε, των διευ- θυνόντων το ΕΚΕΚ, ότι επεξεργάζονται και προγράμματα του ΝΑΤΟ, αυτό δεν είναι κρυφό, και το δέχονται και οι ίδιοι μάλιστα. Ιδιαίτερα στο Ινστιτούτο Πληροφορικής τα 3 από τα 5 εκπαιδευτικά προγράμματα είναι ΝΑΤΟικά προγράμματα. Θα κάνω μια παρένθεση τώρα, για να πω και μια παρανοϊκή ιστορία, την οποία μπορείτε να ξεχάσετε μετά από λίγο. Ο κ. Αργυριάδης αναφέρθηκε για λίγο στον πόλεμο των άστρων στην ομιλία του. Έ χω την εντύπωση ότι έχουμε κι εμείς το μερτικό μας, ότι παίζουμε κι εμείς εκεί στην Κρήτη έναν ρόλο σχετικά με το SDI.

Ξέρετε ότι πολύ σημαντικό ρόλο στον πόλεμο των άστρων παί­ζουν τα πυρηνικά υποβρύχια που θα δόσουν και μέρος του πρώτου χτυπήματος, και τα οποία θα εδρεύουν υποτίθεται στη λεκάνη της Α­νατολικής Μεσογείου και στο Αιγαίο και φυσικά χρειάζονται μια χαρτογράφηση του βυθού, ώστε να εντοπίσουν σημεία του βυθού, που είναι κοιλότητες κατά κάποιον τρόπο, που δεν έχουν ρεύματα και που μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους. Σταματώ εδώ, το αφήνω αυτό να αιωρείται στον αέρα, κρατήστε το για λίγο και ας πάμε τώρα λίγο πίσω στο ΕΚΕΚ. Μια παρανοϊκή ιστορία λέω, τίποτε παραπά­νω. Ξέρετε ότι το ΕΚΕΚ πήρε 5.000.000 δολάρια από το ΝΑΤΟ και άλλα τόσα από την ελληνική κυβέρνηση για να κατασκευάσει αυτό το ερευνητικό σκάφος που ανήκει στο Ινστιτούτο Βιοτεχνολογίας και το οποίο έχει σαν στόχο, όπως λένε, τη διερεύνηση της συμπερι­φοράς των ψαριών του Αιγαίου. Και θα πρέπει να γνωρίζετε ότι αυτό το πρόγραμμα τελεί υπό άκρα μυστικότητα και γίνεται από κοινού από το Ινστιτούτο Βιοτεχνολογίας του ΕΚΕΚ και το Πεντάγωνο. Δεν ξέρω αν βρίσκεται καμιά σχέση μεταξύ SDI και αυτού. Αν τη βρείτε είναι δικό σας θέμα, όχι δικό μας. Και τώρα έρχομαι σε κάτι άλλο. Μέσα στα πλαίσια του Μεσογειακού Ολοκληρωμένου Προγράμμα­τος Κρήτης δόθηκαν στο Πολυτεχνείο Κρήτης περίπου 750.000.000 δραχμές για απορρόφηση μέχρι το 1992 προκειμένου να επιδοτηθεί έρευνα στην περιβαλλοντολογική φυσική, τις πετροχημικές και γεω­λογικές επιστήμες. Η προσπάθεια αυτή τη στιγμή, ακόμη και αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ορισμένων κύκλων του ΕΚΕΚ και της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, είναι το πώς αυτά τα χρήμα­τα, θα διοχετευθούν στο ΕΚΕΚ για να ιδρύσει ινστιτούτο υπό την ομπρέλα του ΕΚΕΚ στα Χανϊά και το οποίο θα ασχολείτα ι με

125

Page 127: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

περιθαλοντολογική φυσική (δες φυσική των λέιζερς), αποκλειστικά και μόνο. Και λέω ότι δεν το έχουν θάλει κάτω, διότι ακόμα συνεχί­ζεται η προσπάθεια και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Βιο­μηχανίας, ο κ. Παπαηλιού, ισχυρίζεται, όπως και η τέως αναπλη­ρωτής υπουργός κ. Παπανδρέου, ότι ο μόνος τρόπος απορρόφησης των χρημάτων είναι να δοθούν στο ΕΚΕΚ. Εμείς φυσικά, και εννοώ η μεγάλη πλειοψηφϊα του ΔΕΠ του Πολυτεχνείου Κρήτης, προτεί­νουμε αυτά τα χρήματα να δοθούν για χρηματοδότηση του ίδιου του Πολυτεχνείου Κρήτης και των ερευνητικών εργαστηρίων του, τα οποία έχουν θεσμοθετηθεί ήδη. Είμαστε αντίθετοι στη διεξαγωγή έ­ρευνας εκτός Πολυτεχνείου, έτσι ώστε αυτή να ελέγχεται από τα ε­κλεγμένα όργανα του ιδρύματος. Ευχαριστώ.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΥΣΙΡΛΗΣ, αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Πάτρας

Θα δόσω μερικά στοιχεία που ίσως φανούν αποσπασματικά, αλλά δείχνουνε το πώς η πολιτεία βλέπει την έρευνα.

Πρώτο στοιχείο: Ό τα ν το ’82-’83 ήταν να υπογράφει η επιστη­μονική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και ΕΣΣΔ, διαβάζοντας το κείμε­νο το σοθιετικό.|νόμιζε κανείς ότι το ’χαν γράψει Έ λληνες ξέροντας τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία. Αναφερό- ταν μέσα σε ζητήματα ιχθυοκαλλιέργειας, αντισεισμικής προσ­τασίας, δασοπονίας, υγείας, κλπ. Η ελληνική πλευρά, που τα μέλη της παρεπιμπτόντως ήταν επιλεγμένα όλα απ’ τον τότε Υπουργό Έ ­ρευνας και Τεχνολογίας και η πλειονότητά τους είναι σήμερα μέλη του ΕΚΕΚ, ζητούσαν μικροηλεκτρονική, λέιζερ, κλπ.

Δεύτερο στοιχείο: Πριν λίγες βδομάδες υπογράφηκε τεχνολο­γική συνεργασία Ελλάδας - Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, στην οποία ήμουνα παρών. Ο τότε Γ ενικός Γ ραμματέας αφού κάθησε 15 λεπτά της ώρας σε ένα τραπέζι, όπου υπήρχε ο αντίστοιχος ομό­λογός του με μία ομάδα, έφυγε και είπε ότι έχει δουλιά και θα ’ναι πάνω στο γραφείο του και αν χρειαστεί κάτι να τον ειδοποιήσουμε να κατέθει. Για τα προγράμματα που μπήκαν, σχεδόν δεν υπήρχε καμία προεργασία από ελληνικής πλευράς.

Τρίτο στοιχείο: Ό ταν στα πανεπιστήμια αποφασίζουμε να συ­νεργαστούμε με άλλα πανεπιστήμια, άλλων χωρών, ευρωπαϊκών, α­νατολής και δύσης, σχεδόν δεν υπάρχει καμιά οικονομική υποστήρι­ξη από το Υπουργείο. Ντρεπόμαστε, και νομίζω εκφράζω ένα γενικό συναίσθημα αυτή τη στιγμή, να υπογράφουμε τέτιες συμφωνίες, γιατί όταν εμείς στείλουμε κάποιον ερευνητή εκεί, του παρέχονται τα

126

Page 128: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μέσα ακόμα να ζήσει λίγες μέρες για να συνεργαστεί ερευνητικά και όταν έρχονται οι αντίστοιχοι, όπως γράφει η συμφωνία, στην Ελλάδα δεν ξέρουμε ούτε πού να τους βάλουμε να κοιμηθούν. Πολλές φορές μένουν στα σπίτια μας.

Τέταρτο ζήτημα: Το σύστημα κατάρτισης των προγραμμάτων. Αν δείτε σήμερα στις εφημερίδες το ΠΑΕΤ αυτό που είπε και η εισήγηση, είναι πολύ σημαντικό το προς τα πού έχει κατευθυνθεί, γίνεται από επιλογές και κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ και της ΕΟΚ. Αυτό είναι κοινό μυστικό. Οι κριτές των όποιων προγραμμάτων βγαίνουνε και η τελική χρηματοδότηση επαφύεται στον εκάστοτε υ­πουργό. Η επιλογή γίνεται στις επιτροπές της ΕΟΚ.

Πέμπτο ζήτημα: Δεν βασίζονται ποτέ σε αξιολογικά κριτήρια, αλλά στην ευχέρεια του κάθε υπουργού να επιλέγει ή να καταργεί αν του ξεφεύγει κανένας με τα γνωστά κριτήρια. Κανένα συμπέρασμα της όποιας έρευνας πραγματοποιήθηκε στα διάφορα ΠΑΕΤ, δεν έχει ανακοινωθεί, δεν υπάρχει ακόμα κανένας τρόπος αξιολόγησης της όποιας έρευνας χρηματοδοτήθηκε. Κι αυτό είναι σημαντικό. Δη­λαδή δίνουμε κάποια χρήματα κύρια για να σφαλίσουμε με το καπάκι το καζάνι που βράζει, δηλαδή τη δίψα και την πείνα των ερευνητών να έχουν με κάτι να ασχοληθούν. Αλλά όχι για την ουσία, δεν ενδια- φερόμαστε. Να πω λίγα για το Πανεπιστήμιο της Πάτρας. Γ ια το Πα­νεπιστήμιο της Πάτρας δεν έγινε κανένας σχεδόν σχεδιασμός, το πώς θα εξελιχθεί. Τα προγράμματα σπουδών και οι έδρες φτιάχνονταν ανάλογα με τις θελήσεις των καθηγητών που πρωτοήρθαν και του εκάστοτε υπουργού. Βέβαια κάπως έχει αλλάξει αυτό το πράγμα μετά το ’82, αλλά όχι πάρα πολύ. Έ τσι όσοι ήρθανε με την τάση για έρευνα που τους διέκρινε, εννοώ όσοι γίναν μέλη ΔΕΠ, στην πλειονότητα από ξένες χώρες, αλλά και αρκετοί από ελληνικά πανε­πιστήμια, δεν εντάχθηκε αυτή τους η προσπάθεια σε κάποιο σχεδια- σμό, τον όποιο σχεδιασμό. Δεν υπήρχε καν αυτή η έννοια. Η πείνα για έρευνα είναι τέτια που βρίσκει πρόσφορο έδαφος και το ΝΑΤΟ και η ΕΟΚ και άλλοι οργανισμοί τελευταία να εισβάλλουν προσφέ- ροντας στοιχειώδη χρηματοδότηση. Είναι προς τιμή του προοδευτι­κού πανεπιστημιακού κινήματος της Πάτρας, που κατάφερε να βγά­λει απόφαση η Σύγκλητος για την απαγόρευση κάθε ΝΑΤΟικής Έ ­ρευνας.

Πριν από λίγο καιρό, ένα δυο μήνες, ένα πρόγραμμα του ΝΑΤΟ για τον έλεγχο των πυρκαϊών στα δάση της Ελλάδας που προόριζε η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας για την Πάτρα, δεν κατάφερε να έρθει στην Πάτρα μετά απ’ αυτή την απόφασή μας, και υλοποιείται στο ΕΚΕΚ της Κρήτης. Έ να άλλο πάλι αθώο πρόγραμ­μα ελληνικό, που θα γινόταν στην Πάτρα, αλλά γινόταν στην Αθήνα,

127

Page 129: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

όταν προσπαθήθηκε να μπει κάποιος στοιχειώδης έλεγχος, τι γίνεται μ’ αυτό το πρόγραμμα, με απόφαση της διοίκησης αυτού του οργανι­σμού, πάρθηκε από την Πάτρα και θα γίνεται στο ΕΚΕΚ.

Έ χω κι άλλα να πω, δεν θα τα πω. Μόνο μερικές προτάσεις, γιατί πρέπει κάποια στιγμή να καταλήγουμε σε προτάσεις. Νομίζω: πρώτο , ότι το φοιτητικό κίνημα πρέπει να θοηθηθεί και να μελετή­σει το ίδιο, αλλά και οι σύγκλητοι των πανεπιστημίων θα πρέπει να προτείνουμε πολιτική έρευνας και σχεδίασμά, αυτόν που πρέπει να έχει η κυβέρνηση και δεν τον έχει. Είναι υποχρέωσή μας να αναγκά­σουμε, να δείξουμε εμείς ότι πρέπει να υπάρξει αυτός ο σχεδιασμός! Νομίζω ότι το μπορούμε. Δεύτερο , να ενημερώσουμε και αυτό ση­μαίνει να απομυθοποιήσουμε την έρευνα, να ενημερώσουμε εννοώ το λαό, την εργατική τάξη, τους φορείς από το υστέρημα των οποίων χρηματοδοτείται η έρευνα. Και να δείξουμε, κι αυτό είναι δίκιά μας υποχρέωση, ότι η έρευνα δεν είναι κάτι που το κάνουν μόνο οι ειδι­κοί, αλλά είναι μια σύνθετη κοινωνική εργασία με αναπόσπαστη τη δουλιά εκεί, και αυτού που δίνει την ιδέα και αυτού που την υλοποιεί, και αυτού που καθαρίζει τον ερευνητικό χώρο, γιατί μόνο έτσι θα γί­νει κτήμα και τα αποτελέσματά της θα είναι καλύτερα κατανοητά από τον εργαζόμενο λαό.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΣ, καθηγητής του Οικονομικού Τμήματος

του Πανεπιστημίου Αθήνας

Ευχαριστώ που μου δίνεται η δυνατότητα να πω κάτι που ήθελα να το πω χτες που συζητούνταν τα θέματα της αναβάθμισης σπουδών και ιδιαίτερα τα θέματα της αναβάθμισης των οικονομικών σπουδών στα πανεπιστήμια της Ελλάδας. Λέχθηκε από τον χτεσινό πρώτο ομι­λητή που αναφερόταν στα προβλήματα των οικονομικών σπουδών ότι η μαρξιστική οικονομική διδασκαλία ουσιαστικά σήμερα είναι εκτός προγράμματος σπουδών των ΑΕΙ. Είναι μια θλιβερή διαπίστω­ση αν και κατά τη γνώμη μου περιέχει κάποια υπερβολή γιατί κάτι κινείσαι κι εδώ, κάτι γίνεται. Βέβαια είμαστε μακριά από εκεί που πρέπει να φτάσουμε, και θα πω περίπου πώς φαντάζομαι το πού πρέ­πει να φτάσουμε, αλλά δεν πρέπει να υποτιμούνται τα πρώτα βήματα που άρχισαν να γίνονται και στο χώρο αυτόν της κοινωνικής μας ζωής που είναι ο χώρος των ΑΕΙ. Είναι γεγονός - κι ας μου επιτραπεί να κάνω αυτή τη διάκριση - ότι η ιδέα η μαρξιστική, με τη φιλοσο­φική, την κοινωνιολογική, την οικονομολογική κλπ. έννοιά της περνά με εξαιρετική θα έλεγα ταχύτητα στην κοινωνική μας ζωή. Δεν

128

Page 130: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

είναι μικρής σημασίας γεγονός ότι το 1981 στις εκλογές τα % περί­που των εκλογέων ψήφισαν τα κόμματα εκείνα τα οποία λέγαν τη λέξη «σοσιαλισμό». Δεν εξετάζω ποιος, ποια σημασία έδινε στη λέξη, εξετάζω τη λογική του εκλογέως που είπε: «εδώ θα ψηφίσω». Δεν είναι καθόλου υποτιμητικό, ίσα ίσα τιμά τις πολιτικές και κοινω­νικές δυνάμεις εκείνες οι οποίες όπως σ’ αυτό το συμπόσιο όχι απλώς δέχονται την ιδέα αλλά και την προβάλλουν.

Για μας που κινούμαστε στα ψυχρά πολλές φορές, με τη μεταφο­ρική έννοια της λέξης, κτίρια των πανεπιστημίων, η υποστήριξη, κοινωνική και πολιτική που δίνεται από τέτιες πολιτικές δυνάμεις ό­πως αυτή του ΚΚΕ είναι άκρως ενθαρρυντική. Και για να περάσω στην κύρια δύναμή μας. γιατί σε μεγάλο βαθμό, αν όχι κατά κύριο βαθμό, σ’ αυτή τη δύναμη οφείλεται το γεγονός ότι ακούγεται ο μαρ­ξιστικός λόγος και στα ΑΕΙ, είναι η φοιτητική δύναμη, η πάλη των φοιτητών. Ό ταν τους βλέπω στις αίθουσες που γίνεται η διδασκαλία πάντα ξέρω ότι απευθύνομαι όχι απλώς σε συμμάχους αλλά σε μια κι­νητήρια δύναμη, σε μια δύναμη η οποία θα είναι το παρόν και η υ­πεύθυνη πνευματική ηγεσία του τόπου αύριο και σ’ αυτή τη δύναμη μπορούμε να χτίσουμε. Είναι αυταπάτη να νομίζουμε ότι λύθηκε το πρόβλημα της εισόδου της μαρξιστικής οικονομολογικής σκέψης στα πανεπιστήμια, αν πετύχουμε και μπορούμε να το πετύχουμε να μπουν ένας-δυο-τρεις άνθρωποι στα διάφορα ιδρύματα και να διδάξουν την οικονομική διδασκαλία του Μαρξ, θα έλεγα, την πολιτική οικο­νομία. Το θέμα είναι η ερμηνεία και η μεθοδολογία που μας κλη­ρονόμησε ο Μαρξ και που αναπτύχθηκε σε όλη την μεταμαρξική περίοδο μέχρι σήμερα και που δεν θα κλείσει ποτέ αυτό το κεφάλαιο, θα είναι πάντα ανοιχτό, επομένως επιδέχεται περαιτέρω ανάπτυξη.

Θα είναι, λέγω, ευχής έργο και στόχος και, αυτό ήθελα να πω όταν είπα προηγούμενα πού πρέπει να φτάσουμε, η ερμηνεία και η μεθοδο­λογία των κοινωνικών και, ιδιαίτερα αυτό που άμεσα ενδιαφέρει, των οικονομικών φαινομένων της κοινωνίας, που έδοσε η μαρξιστική σχολή να αποτελέσει τη βάση όλων μα όλων των διδασκόμενων αντι­κειμένων στα ΑΕΙ. Είναι ένα έργο επίπονο, θέλει μόχθο και χρόνο βεβαίως αλλά εκεί πρέπει να φτάσουμε. Θα ήθελα να απευθυνθώ ι­διαίτερα στο φοιτητικό κίνημα. Ό ταν λέω πολιτική οικονομία κι όχι μαρξιστική οικονομική θεωρία εννοώ την πολιτική οικονομία με κε­φαλαίο Π και κεφαλαίο Ο, τη μοναδική επιστημονική προσέγγιση των οικονομικών φαινομένων, των οικονομικών σχέσεων της κοι­νωνίας. Ό ταν λέμε μαρξιστική οικονομική θεωρία, εμείς, επιτρέπου­με να θέσουμε αυτήν την πολιτική οικονομία, την κατεξοχήν πολι­τική οικονομία στη σειρά των διαφόρων θεωριών που υπάρχουν. Κατά τα άλλα οποιαδήποτε θεωρία που υπάρχει είναι υπαρκτή, αλλά

129

Page 131: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

δεν είναι επιστημονική. Κι όταν λέω να διδάξουμε πολιτική οικο­νομία, εγώ έχω κατά νου - τώρα δηλαδή, ας το μαρτυρήσω γιατί προτίθεμαι να το πω στην επόμενη συνέλευση του Οικονομικού του Πανεπιστημίου Αθηνών - δεκαέξι αντικείμενα τα οποία καλύπτουν διάφορους χώρους και τα οποία θα διδάξουν διάφοροι άνθρωποι οι οποίοι μπορούν. Τα αντικείμενα αυτά αποτελούν μέρη του γενικού κεφαλαίου, του συνολικότερου κεφαλαίου, που ονομάζω πολιτική οι­κονομία, που ίδρυσε ο Μαρξ αλλά σήμερα βρίσκεται σε πολύ ανώτε­ρα επίπεδα από εκείνα που μας άφησε ο Μαρξ.

Επιμένω, και για τη μεταμαρξιστική πρόοδο της οικονομικής ε­πιστήμης που ίδρυσε ο Μαρξ. Θέλω να πω ότι, πέρα από τους ορι­σμένους πατενταρισμένους σε εισαγωγικά μαρξιστές οι οποίοι επα­ναλαμβάνουν συνεχώς ότι είναι μαρξιστές αλλά τα κείμενά τους δεί­χνουν τουλάχιστον άγνοια αν όχι συνειδητή προσπάθεια διαστρέ­βλωσης, υπάρχουν και μια σειρά άλλοι εργάτες στο χώρο των ΑΕΙ, και της επιστήμης οι οποίοι ίσως να μη δηλώνουν ότι είναι μαρξι­στές ή τουλάχιστον να μην έφτασαν ακόμη στο επίπεδο να ενστερνι­στούν αυτόν τον τίτλο, ωστόσο όμως στις εργασίες τους με μια προ­σεκτική ματιά φαίνεται ότι μέρα με τη μέρα περνά αυτή η ερμηνεία,, αυτή η μέθοδος κι αυτό είναι μια εφεδρική δύναμη που από άποψη επιστημονικής προόδου λέει πολλά για το μέλλον.

Επιμένω στο ότι δεν πρέπει να δημιουργήσουμε κόκκινες έδρες δίπλα στις διάφορες άλλες έδρες που υπάρχουν στα ΑΕΙ. Αλλά να προσπαθήσουμε και στον τομέα των κοινωνικών επιστημών και στον τομέα των φυσικών επιστημών, θεωρητικών και εφαρμοσμένων, (διότι έχει να δόσει πολλά) να περάσει η ερμηνεία, να περάσει η με­θοδολογία, η ερμηνεία η υλιστική στη διδασκαλία όλων των αντι­κειμένων στα ΑΕΙ.

Και για να τελειώνω, θα ήθελα οι φοιτητές οι προοδευτικοί και, ιδιαίτερα οι μερίδες εκείνες οι οποίες είναι πρωτοπόρες όχι απλώς να μας φανούν σύμμαχοι και συνεργάτες αλλά να είναι και η κύρια δύνα­μη που θα μας πάει πιο μπροστά. Με λύπη στην πρώτη ομιλία μου, παρθενική ομιλία μου στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών συναντήθηκα με το εξής περιστατικό. Αρχισα λέγοντας ότι. πρέπει να αναπτύξετε ακόμα περισσότερο ,τον^οινωνικό σας ρόλο αλλά να αξιοποιήσετε έ­στω τις πενιχρές δυνατότητες που παρέχει σήμερα το εκπαιδευτικό μας σύστημα για να γίνετε επιστήμονες με υψηλή κατάρτιση. Απ’ τα πίσω μέρη μια φωνή βαρύγδουπη λέει «για ποιον για το κεφάλαιο;» Του είπα ότι, αν νομίζετε, αγαπητέ φίλε, ότι σ’ αυτή την αίθουσα εσείς είστε ο μοναδικός που τάσσεστε κατά του κεφάλαιου κάνετε μεγάλο λάθος, αλλά αν νομίζετε ότι αν δεν έχετε υψηλή ειδίκευση, κατάρτιση,θα παλέψετε καλύτερα κατά του κεφαλαίου τότε κάνετε τραγικώτατο λάθος.

130

Page 132: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΚΗΣ. πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης

Κυρίες και κύριοι, επιτρέψτε μου να μην τοποθετηθώ σε όσα ειπώθηκαν μέχρι τώρα γύρω από το Ερευνητικό Κέντρο. Θα προσ­παθήσω να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις στις δύο ομιλίες των συ­ναδέλφων μας. (Επιτρέπεται κύριε πρόεδρε να τα κάνω μαζί και για τους δύο ομιλητές ή να τα ξεχωρίσουμε;)

Ό χ ι η επιστήμη είναι ενιαία. Κατ’ αρχήν στην ομιλία του κ. Ασημακόπουλου είχα να κάνω δυο-τρεις κριτικές παρατηρήσεις. Βέ­βαια συμφωνώ με τον τρόπο με τον οποίο εξέθεσε τη μιζέρια, θα λέ­γαμε, της έρευνας στον τόπο μας, κι όλες αυτές τις δυσκολίες που προκύπτουν απ’ αυτές τις τριβές της, τόσο της βιομηχανίας όσο και της γραφειοκρατίας με την επιστήμη. Εκείνο που δεν ήταν καθαρό στην ομιλία του και θα ήθελα εδώ να το διευκρινήσω, είναι πως η έν­νοια της επιστήμης, την οποία αυτός εδώ μας ανέπτυξε είναι κάπως περιορισμένης εμβέλειας θα έλεγα, δεν μπορούμε δηλαδή να σκε- φτούμε πάνω στην επιστήμη ή να κάνουμε συγκεκριμένη πανεπιστη­μιακή πολιτική εάν ξεκινήσουμε από την προϋπόθεση ότι η επιστή­μη είναι δύναμη παραγωγής. Στο σημείο αυτό μπορεί ακριβώς ο Μαρξ να μας βοηθήσει ίσως περισσότερο από καθε άλλο θεωρητικό των επιστημών, ότι σαφώς η επιστήμη δεν έχει σχέση μόνο με την παραγωγή αλλά κι αυτό που λέμε διαμόρφωση των σχέσεων παρα­γωγής. Κι όχι μόνο αυτό αλλά υπάρχει και στη σημερινή μας συ­γκυρία ένας ανταγωνισμός μεταξύ αυτών των δύο, αν θέλετε απόψεων της επιστήμης. Απ’ τη μια μεριά η επιστήμη σαν όργανο της παρα­γωγής με τη βοήθεια της βιομηχανίας προσπαθεί σαφώς να διεισδύ- σει στο πανεπιστήμιο και να το εξουσιάσει κι από την άλλη μια μορφή κριτικής επιστήμης την οποία ο Μαρξ σαφώς ανέλυσε στα πλαίσια της δικιάς του εποχής την οποία όμως κριτική επιστήμη κα­λούμαστε εμείς σήμερα να ξαναγράψουμε σε σχέση σαφώς με τη σύγ­χρονη ελληνική πραγματικότητα. Βέβαια σε μια υποσημείωσή σας κάπως αναφέρατε το ρόλο των κοινωνικών επιστημών αλλά δεν βγήκε καθαρά από την ομιλία σας αυτός ο ανταγωνισμός, ότι δη­λαδή δεν μπορούμε να αναγάγουμε αφηρημένα τις κοινωνικές επι­στήμες στις φυσικές, υπάρχει ένας θεωρητικός ανταγωνισμός όπου όμως βρίσκει την έκφρασή του και στο θεσμικό, θα έλεγα τρόπο με τον οποίο προσπαθούμε να οργανώσουμε το πανεπιστήμιο. Νομίζω ότι το κράτος, διότι κρατική είναι κατά κάποιο τρόπο η παιδεία, έχει και το ενδιαφέρον και την ανάγκη και την υποχρέωση, θα έλεγα, ενάντια ή παράλληλα με τη βιομηχανία να προσπαθήσει ρυθμίσει α­κριβώς αυτές τις επιστήμες τις κοινωνικές που έχουν σαφώς ένα κρι­

131

Page 133: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τικό ενδιαφέρον, προσπαθούν δηλαδή να ορίσουν τρόπους διαβίω­σης των ανθρώπων, να μας πουν τι μοντέλο κοινωνίας θέλουμε, πώς θα διοργανώσουμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις σ’ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής μας συμβίωσης. Υπάρχει λοιπόν γύρω από το τε­χνικό ενδιαφέρον των φυσικών επιστημών ένα κριτικό ενδιαφέρον των κοινωνικών επιστημών και αυτό θα πρέπει να το καλλιεργήσουμε μέσα στο πανεπιστήμιο. Διότι αν κυρίες και κύριοι πούμε, θα έλεγα, καταπιούμε αυτό το οποίο η βιομηχανία γενικά και το κεφάλαιο θέ­λει να μας παρουσιάσει ότι μόνο η παραγωγική επιστήμη είναι επι­στήμη τότε φοβούμαι θα βρεθούμε σε ένα αδιέξοδο1 π.χ. δεν θα μπο­ρούμε να προσδιορίσουμε τι κάνουμε αυτή τη στιγμή με το να μιλάμε πάνω στο πρόγραμμα της επιστήμης, τη διοργάνωση του πανεπιστή­μιου, διότι σαφώς δεν θα είναι επιστημονική συζήτηση με την πλα­τιά έννοια, διότι σαφώς αν θέλετε είναι αντιπαραγωγική συζήτηση.

Το τελευταίο σημείο επίσης, τη μετάβαση που κάνατε από αυ­τού του είδους την επιστήμη, την ηθική: Μας αναφέρατε κάποιο μεγάλο φυσικό και είπατε ότι απ’ αυτόν τον τρόπο ανάλυσης της φύ­σης μπορούμε να βγάλουμε μια ηθική που θα μας δεσμεύσει στη ση­μερινή μας πρακτική. Αυτό εγώ, κύριε συνάδελφε, το αμφισβητώ. Δεν πιστεύω ότι η επιστήμη αυτή αν θεωρηθεί σαν μέσο παραγωγής είναι σε θέση να δόσει κριτήρια διυποκειμενικής σωστής πράξης. Τα κριτήρια μπορούμε να τα πάρουμε μόνο από μια παραδοσιακή φιλο­σοφία ή θεωρία της κοινωνίας μας. Εδώ καλούμεθα να αξιοποιήσου- με όλα τα ιδανικά αυτής της κριτικής παράδοσης από την αρχαιότη­τα μέχρι σήμερα και ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα ή εν­διαφέροντα του πανεπιστημίου μας τα θεωρώ εγώ ακριβώς στην αξιο­ποίηση αυτής της κριτικής παράδοσης. Αυτό όσον αφορά τη δική σας ομιλία.

Ό σον αφορά την ομιλία του κ. Αργυριάδη, σαφώς συμφωνώ σε όσα είπατε, αλλά αυτή η πρόκληση στο φιλόσοφο, ότι ο φιλόσοφος θα πρέπει κι αυτός να ασχοληθεί με το θέμα αυτό, ίσως να το γνωρί­ζετε αλλά να μην το αναφέρετε σαφώς η φιλοσοφία έχει ασχοληθεί με το πρόβλημά της... Αυτό Λου δεν κατάλαβα από την ομιλία σας εί­ναι πώς θα ορίζατε την ιδέα της ειρήνης, για να μιλήσουμε λίγο φιλο­σοφικά. Είναι για σας η ιδέα της ειρήνης απλώς μια Illusion κατά την οποία κινούμεθα. Είναι ένα όνειρο, έχει καμιά κανονιστική ή δε­σμευτική σημασία για την πολιτική πράξη και ποιοι θα είναι οι τρό­ποι αυτοί με τους οποίους θα μπορούσαμε εμείς να βοηθήσουμε στην πραγματοποίηση αυτής της ιδέας;

Η πρότασή σας αν κατάλαβα καλά είναι μια παιδαγωγική άποψη να περάσουμε το μήνυμα της ειρήνης μέσα από τα πλατιά στρώματα. Σαφώς αυτό είναι καλό, αλλά εγώ νομίζω ότι αυτό δεν επαρκεί.

132

Page 134: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Χρειαζόμαστε ένα άλλο είδος πολιτικής, μια νέα πολιτική πράξη διότι το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί μόνο με την υποκειμενική δια­παιδαγώγηση των ατόμων αλλά πρέπει να μεταφραστεί αυτό σε συ­γκεκριμένη πολιτική, σε νόμο, σε δίκαιο διεθνές με μια ορισμένη πο­λιτική βούληση. Κι ας θεωρήσουμε ότι το βάζουμε στα σχολεία - πα­νεπιστήμια, ότι κάνουμε μια έδρα ειρηνολογίας, αλλά έτσι τείνουμε σε μια ακαδημακοποίηση του προβλήματος, ενώ το πρόβλημα είναι πώς η συγκεκριμένη πολιτική θα οδηγήσει σε δεσμεύσεις των κρατών για να έχουμε πραγματική ειρήνη.

ΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚ ΑΣ, εκπρόσωπος των μεταπτυχιακών φοιτητών

Ως εκπρόσωπος του συντονιστικού των μεταπτυχιακών φοι­τητών θα ήθελα να μεταφέρω κάποιες σκέψεις σχετικά με το πρόβλη­μα των μεταπτυχιακών σπουδών και της έρευνας στα ΑΕΙ.

Έχουμε μπροστά μας την κατατεθημένη στο ΣΑΠ εισήγηση του Υπουργείου Παιδείας για τα μεταπτυχιακά. Η εισήγηση αυτή δίνει μια πρώτη εντύπωση για τις κατευθύνσεις που η κυβέρνηση φαίνεται να υιοθετεί. Πρόκειται για ένα κείμενο γεμάτο αοριστολογίες και νεολογισμούς, που συσκοτίζουν το πραγματικό του περιεχόμενο. Η πρόταση του Υπουργείου Παιδείας για τις μεταπτυχιακές σπουδές προβλέπει δύο κατευθύνσεις μεταπτυχιακών σπουδών: α) εκείνες που θα οδηγούν στην «ανάπτυξη νέας γνώσης», και 6) εκείνες που θα οδη­γούν «στη δημιουργία σύνθετης γνώσης». Αυτή η τελευταία κατεύ­θυνση αποτελεΐ και το ειδοποιό χαρακτηριστικό των μελετούμενων ρυθμίσεων. Η πρόταση αυτή αυτονομεί από το πανεπιστήμιο μια δια­δικασία εξειδίκευσης πτυχιούχων, που την ονομάζει «μεταπτυχιακές σπουδές». Αυτή η εξειδϊκευση οδηγεί σε επαγγελματικό τίτλο, που από πλευράς βάρους αντιστοιχεί προς το Master’s του διεθνούς χώ­ρου. Πρόκειται δηλαδή για μια διαδικασία δημιουργίας μεταπτυ­χιακών ειδικοτήτων εκτός ΑΕΙ με το πρόσχημα της μη θεραπείας σε προπτυχιακό επίπεδο αναγκαίων γνωστικών αντικειμένων (δημόσια υγεία, χωροταξία κλπ.). Το πρόβλημα είναι υπαρκτό, η λύση όμως που προτείνεται είναι η χειρότερη δυνατή. Στην πραγματικότητα επι­λογή του Υπουργείου φαίνεται να είναι η εγκατάληψη της προο­πτικής θεσμοθέτησης ενός δημοκρατικού και επιστημονικού πλαισίου ανάπτυξης των μεταπτυχιακών σπουδών, επιλογή που εντάσσεται κι αυτή στο σημερινό κλίμα αδιαφορίας για την αναβάθ­μιση των πανεπιστημιακών μας πραγμάτων. Ως μεταπτυχιακές

133

Page 135: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σπουδές προβάλλονται αποκλειστικά οι σπουδές ειδίκευσης, που στο υπουργικό κείμενο μνημονεύονται ως «δημιουργία σύνθετης γνώ­σης».

Η επιλογή αυτή ανοίγει έναν επικίνδυνο δρόμο αυτονόμησης των σπουδών ειδίκευσης από τα ΑΕΙ, βασιζόμενη στο γεγονός ότι τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων μας δεν θεραπεύονται οι ανάγκες ειδίκευσης των πτυχιούχων. Στο όνομα αυτών των αναγκών επιχειρείται η αυτονόμηση των σπουδών ειδίκευσης από τις λει­τουργίες των πανεπιστημίων και η υποκατάσταση, των μεταπτυ­χιακών σπουδών με προγράμματα μεταπτυχιακής επαγγελματικής ειδίκευσης. Με την επιχειρούμενη ρύθμιση παραπέμπονται στις καλένδες τόσο η αναγκαία αναδιάρθρωση και αναβάθμιση των προ­πτυχιακών σπουδών όσο και η ανάπτυξη της έρευνας και των μετα­πτυχιακών προγραμμάτων στα πανεπιστήμια.

Είναι γεγονός πως υπάρχει ανάγκη ανάπτυξης κάποιων νέων γνωστικών αντικειμένων στα ΑΕΙ. Όμως αυτό δεν μπορεί να υποκα- ταστήσει την έρευνα και τις μεταπτυχιακές σπουδές. Και ασφαλώς δεν επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί μακριά από τις παρεμβάσεις και τον έλεγχο της πανεπιστημιακής κοινότητας. Στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων για τη διεύρυνση και τον εκσυγχρο­νισμό της παρεχόμενης γνώσης στο προπτυχιακό επίπεδο.

Μια δεύτερη παρατήρηση αφορά τα προτεινόμενα κριτήρια εγ­γραφής των μεταπτυχιακών φοιτητών. Η λογική των «αρίστων» της προπτυχιακής διαδικασίας είναι ένα φάντασμα του παρελθόντος. Ο βαθμός πτυχίου αποτελεί μόνο ένα από τα στοιχεία που διαμορφώ­νουν την εικόνα του κάθε υποψηφίου. Και είναι ένα στοιχείο εξαιρε­τικά αμφισθητήσιμο. Δεν μπορεί να προθλέπεται από το νόμο ως κριτήριο εγγραφής στις μεταπτυχιακές σπουδές. Η λογική αυτή ανα­παράγει τελικά και στο επίπεδο των μεταπτυχιακών σπουδών το πα­νεπιστήμιο - εξεταστικό κέντρο. Μια τέτια λογική υποβαθμίζει τη σημασία που έχουν οι ερευνητικές προτάσεις των υποψηφίων, οι οποίες και θα πρέπει να αποτελέσουν το βασικό κριτήριο εγγραφής τους στις μεταπτυχιακές σπουδές.

Το σημερινό πανεπιστήμιο δεν μπορεί να είναι μόνο χώρος ανα­μετάδοσης εγκύκλιων γνώσεων. Οφείλει να είναι και χώρος παρα­γωγής νέας γνώσης αλλά και πεδίο κριτικής και διαλόγου. Η αγωνία λοιπόν για το μέλλον των μεταπτυχιακών σπουδών και της έρευνας στα ΑΕΙ δεν είναι κάποιο ρομαντικό καπρίτσιο, είναι αγωνία για το μέλλον και τις προοπτικές των πανεπιστημιακών μας πραγμάτων στο σύνολό τους.

Δεν είναι δυστυχώς ανώφελη κοινοτυπία να επαναλάθουμε πως το ελληνικό πανεπιστήμιο περνά μια βαθιά και χρόνια κρίση, που τη

134

Page 136: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

συνιστούν η ανυπαρξία εκπαιδευτικής και ερευνητικής πολιτικής, η στενότητα οικονομικών πόρων, οι αντιφάσεις και οι ανεπάρκειες του ισχύοντος νομικού πλαισίου λειτουργίας των ΑΕΙ αλλά και της εκ­παίδευσης συνολικά, η δοκιμαζόμενη αυτοτέλεια των πανεπιστη­μιακών ιδρυμάτων, οι εκπαιδευτικές και λειτουργικές αδυναμίες των σχολών.

Το νέο θεσμικό πλαίσιο, μετά το 1982, δεν οδήγησε στην ανα­τροπή των παραδοσιακών ιεραρχιών στα πανεπιστήμια. Αντίθετα, ό­πως τόνισε κι ο κ. Σταμάτης, η παραδοσιακή νοοτροπία της έδρας φαίνεται ότι αναπαράγεται στην ανώτερη βαθμίδα του ΔΕΠ μέσα από τις αυστηρές σχέσεις εξάρτησης κάθε πανεπιστημιακής βαθμί­δας από τις ανώτερες. Η πανεπιστημιακή ζωή χτίζεται και σήμερα πάνω σε μικρούς ιδιωτικούς χώρους. Σε μια προοπτική θεσμοθέτη­σης των μεταπτυχιακών σπουδών το γεγονός αυτό έχει βαρύνουσα σημασία. Από κάποιους καθηγητικούς κύκλους η μεταπτυχιακή δι­δασκαλία εκλαμβάνεται ήδη ως προνόμιο και σύμβολο της αυθεντίας τους. Δεν μπορούμε να οραματιζόμαστε το 2000 διακατεχόμενοι από νοοτροπίες προεστών.

Συζητώντας για τα μεταπτυχιακά πρέπει να ξανατεθεί το πρό­βλημα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης συνολικά. Νέα προγράμμα­τα σπουδών, βαθμίδες διδασκόντων, εισαγωγή της έρευνας και στην προπτυχιακή διδασκαλία, συγγράμματα, νέες μορφές αξιολόγησης της προόδου των φοιτητών, όλα αυτά βαρύνουν στην εξέλιξη των προτάσεών μας για τις μεταπτυχιακές σπουδές. Οι μεταπτυχιακές δι­δασκαλίες πρέπει να βασίζονται σε έρευνα και να αρθρώνονται σε προγράμματα αντίστοιχα με αυτά των προπτυχιακών σπουδών. Ό λα τα μέλη του ΔΕΠ μπορούν να αναλαμβάνουν μεταπτυχιακή διδα­σκαλία. Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές πρέπει να αξιοποιηθούν σε ερευ­νητικά προπτυχιακά σεμινάρια ή εργαστηριακά μαθήματα. Η διδα­κτική εμπειρία και οι μεταπτυχιακές υποτροφίες δεν μπορούν να μεί­νουν προνόμιο των ειδικών μεταπτυχιακών υπότροφων (EM Υ). Σήμε­ρα τόσο οι ΕΜΥ με 20.000 δρχ. μηνιαίως, όσο όμως και μεγάλος α­ριθμός μεταπτυχιακών φοιτητών χωρίς καμία οικονομική ενίσχυση, έχουν αναλάθει τα καθήκοντα του παλιού ΔΕΠ. Αυτή είναι μια α­παράδεκτη κατάσταση που πρέπει να σταματήσει.

Φοβάμαι ότι ήδη έχω μιλήσει παραπάνω από όσο προέβλεπε η διαδικασία, τελειώνω λοιπόν εδώ με τη βεβαιότητα πως η συζήτηση που έχει ξεκινήσει θα συνεχιστεί διευρυμένη με νέες ιδέες και νέους διαλεγόμενους τόσο στα πανεπιστήμια, όσο και στο πεδίο των νέων πολιτικών και κοινωνικών αντιπαραθέσεων που φαίνονται να ανοί­γονται μπροστά μας.

Σας ευχαριστώ πολύ.

135

Page 137: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΘΑΝΑΣΗΣ Κ. ΓΕΡΑΝΙΟΣ, επίκουρος καθηγητής Πυρηνικής Φυσικής

του Πανεπιστημίου Αθήνας

... Εΐσαστε ικανοποιημένοι από την παρέμβαση του πανεπι­στημίου στα κοινωνικά προβλήματα και ιδιαίτερα στο πρόβλημα των πυρηνικών εξοπλισμών; Στην ερώτηση αυτή, που απηύθυνε στο κοινό ομάδα φοιτητών του Φυσικού Τμήματος του Πανεπιστημίου της Αθήνας, σε δημοσκόπηση, η απάντηση σ' ένα σύνολο 12.000 ε­ρωτήσεων ήταν κατά 88% κατηγορηματικά ΟΧΙ.

Αγαπητοί φίλες και φίλοι.Δεν περιμέναμε βέβαια μια δημοσκόπηση για να διαπιστώσουμε

την ανύπαρκτη παρέμβαση του πανεπιστημίου στην κοινωνία, ιδιαί­τερα σε τόσο σημαντικά θέματα όπως είναι της ειρήνης και του αφο­πλισμού. Το μεγάλο όμως αυτό ποσοστό, κάνει ακόμα πιο επιτα­κτική την ανάγκη πληροφόρησης του κόσμου από το πανεπιστήμιο, ιδιαίτερα στη σημερινή και τόσο κρίσιμη φάση των εξοπλισμών.

Το νέο πρόγραμμα σπουδών των φοιτητών του Φυσικού Τμήμα­τος επέτρεψε την εισαγωγή δυο καινούργιων μαθημάτων με θέματα την ειρήνη και τα πυρηνικά σε σχέση με την κοινωνία.

Ίσως εύλογα θα ρωτούσε κανείς,σε ποιαίμαθήματα μπορούσε να διαφοροποιηθεί η εκπαίδευση ενός φυσικού, για παράδειγμα, ώστε ν’ απευθύνεται στα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα, αφού όλα τα μαθήματα είναι καθαρά φυσικομαθηματικού περιεχομένου; Εκ πρώ­της όψεως φαίνεται πως κάτι τέτιο θα μπορούσε να γίνει μόνο σε μαθήματα πολιτικών και κοινωνικών επιστημών. Αν κανείς όμως α- ναλογιστεί, πόσες φορές και πόσο καθοριστικό ρόλο έπαιξαν στο παρελθόν και παίζουν ακόμα και σήμερα οι επιστήμονες των θετικών κλάδων σε κρίσιμες φάσεις της κοινωνίας, όπως είναι οι πόλεμοι και οι πυρηνικοί εξοπλισμοί, συμμετέχοντας στην έρευνα και ανάπτυξη πολεμικών καταστρεπτικών όπλων, σίγουρα θα παραδεχτεί ότι η πα­νεπιστημιακή τους μόρφωση μπορεί να συνδεθεί άμεσα με τα κοινω­νικά προβλήματα που δημιουργούνται από την κακή χρήση της επι­στήμης τους.

Οι φοιτητές στα πλαίσια αυτά των μαθημάτων, αφού κατανοή­σουν τα βασικά θέματα που πηγάζουν από επιστημονικές αλήθειες, στη συνέχεια διαπραγματεύονται και παρουσιάζουν θέματα, είτε με τη μορφή διαλέξεων, είτε με τη μορφή διπλωματικών εργασιών, που αναφέρονται σε κεφάλαια άμεσου κοινωνικού ενδιαφέροντος. Όπως για παράδειγμα.

Τα αποτελέσματα της ραδιενέργειας στον άνθρωπο.

136

Page 138: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Εγκατάσταση ευρωπαϊκών πυραύλων.Πυρηνικές δοκιμές.Οι εξοπλισμοί στο διάστημα.Προτάσεις για συμφωνίες αφοπλισμού, κ.ά.Η δημοσκόπηση που προανάφερα ήταν κι αυτή μέρος τέτιων

θεμάτων.Ο στόχος και η σημασία τέτιων μαθημάτων και δραστηριοτήτων

είναι τριπλός. Πρώτ’ απ’ όλα, στοχεύει στην ίδια τη διαμόρφωση και ευαισθητοποίηση του φοιτητή πάνω στα προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει η επιστήμη του, δεύτερο , στην τεκμηριωμένη επιστη­μονική ενημέρωση του κοινού και του περίγυρού του, και τρίτο , α­ποβλέπουν στη μετάδοση αυτής της ευαισθησίας και στους μελλοντι­κούς μαθητές του που πρόκειται να διδάξει αύριο στο γυμνάσιο και λύκειο.

Είμαι της άποψης, πως ανάλογες πρωτοβουλίες και μαθήματα θα μπρούσαν να γίνουν και στη μέση εκπαίδευση, αφού πρώτα βέβαια και άλλα ΑΕΙ της χώρας μας τα υιοθετήσουν. Η αρχή πάντως έγινε από την ανώτατη βαθμίδα και ο χρόνος θα δείξει τ’ αποτελέσματα που θα προκύψουν από αυτή την προσπάθεια.

Τέλος, πιστεύω πως μια εκπαίδευση στην ειρήνη χωρίς έρευνα, θα καταλήξει γρήγορα σε μια στασιμότητα και επανάληψη της ύλης χωρίς τη δυνατότητα δυναμικής προσέγγισης του θέματος.

Κάτω από τις σημερινές επιτακτικές ανάγκες για πληροφόρηση στα θέματα ειρήνης και αφοπλισμού, οι μόνες ίσως πηγές είναι τα κινήματα ειρήνης και το γραφείο του ΟΗΕ στην Αθήνα. Αυτή η έλ­λειψη φάνηκε και στην αναζήτηση βιβλιογραφίας από τους φοιτητές που είχαν αναλάβει την εκπόνηση σχετικών θεμάτων. Προτείνω λοιπόν, τη δημιουργία κέντρου έρευνας για την ειρήνη, που σε πρώτη φάση θα έχει σαν σκοπό τη συλλογή και διάθεση ελληνικής και παγκόσμιας βιβλιογραφίας για όλα τα θέματα που έχουν σχέση με την ειρήνη. Τουλάχιστον στο χώρο των βαλκανίων, αλλά και άλ­λων κρατών, δεν υπάρχει τέτιο κέντρο, και θα ήταν και σκόπιμο να δημιουργηθεί στην Ελλάδα. Την πρωτοβουλία γι’ αυτό το κέντρο θα μπορούσε να την πάρει το πανεπιστήμιο.

Θα ήθελα τέλος να συγχαρώ το τμήμα παιδείας για την πρωτο­βουλία και οργάνωση αυτού του συμποσίου, γιατί σίγουρα κανείς μας δεν αμφιβάλλει πως η παιδεία, μαζί με την κοινωνική πρόνοια, είναι η βάση για μια υγιή κοινωνία.

137

Page 139: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΠΥΡΟΥ, λέκτορας του Μαθηματικού Τμήματος

του Πανεπιστημίου Αθήνας

Θα ήθελα να επισημάνω ένα θέμα που μάλλον δεν θίχτηκε όσο θα έπρεπε. Ρωτάμε λοιπόν πόσοι πανεπιστημιακοί, σ’ όλους τους το­μείς της έρευνας και της διδασκαλίας έχουν σπουδάσει μεταπτυ­χιακά σε σοσιαλιστικές χώρες. Να είναι το 1 %; Οι καθηγητές μας δη­λαδή στη συντριπτική τους πλειοψηφϊα είναι σπουδαγμένοι σε καπι­ταλιστικές χώρες. Οι συνέπειες του γεγονότος αυτού είναι τόσο προ­φανείς όσο και αφανείς.

Προφανείς γιατί έχουν ανάγκη τα ερευνητικά προγράμματα των καπιταλιστικών χωρών για την εξέλιξή τους, για τις δημοσιεύσεις τους τα δυτικά περιοδικά, για τις όποιες κρίσεις και συστάσεις τα δυ­τικά κέντρα αξιολόγησης με όλες τις συνέπειες που τέτιες εξαρτή­σεις μπορεί να έχουν. Ακούσαμε εδώ πολλά αναφερόμενα στα διάφο­ρα προγράμματα του ΝΑΤΟ με τα παραπλανητικά ονόματα, όπως το πρόγραμμα «Ειρήνη και Μεσόγειος».

Επίσης όταν οι νέοι φοιτητές απευθύνονται σ’ αυτούς για να ενη­μερωθούν για τις εξελίξεις της σύγχρονης επιστήμης πάλι σε αυτές τις χώρες τους παραπέμπουν για να συνεχίσουν μεταπτυχιακές σπουδές. Και αυτό γίνεται ανεξάρτητα απ’ την πολιτική ιδεολογία φοιτητών ή καθηγητών.

Συμμετέχουν σε επιτροπές αγοράς προϊόντων, τεχνολογίας είτε γνωμοδοτικές επιτροπές υπουργείων. Αναφέρθηκε πρωτύτερα από κάποιον ομιλητή, συμφωνία συνεργασίας για την κατασκευή ηλε­κτρονικών υπολογιστών που δεν τηρήθηκε. Κάποια πολυεθνική θα κάλυψε σίγουρα το κενό.

Ακόμη υπάρχει γνώση μόνο των δυτικών γλωσσών, με αποτέλε­σμα να διαβάζουν τις κατακτήσεις της επιστήμης στις σοσιαλιστικές χώρες μόνο απ’ ό,τι μεταφράζεται από τα δυτικά περιοδικά. Έ τσι θα δούμε το γιατρό τον νευροπαθολόγο να μη γνωρίζει για τις έρευνες στη Σοβιετική Ένωση πάνω στην πολλαπλή σκλήρυνση και να το διαβάζει απ’ τις εφημερίδες.

Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι δεν υπάρχουν συμφωνίες για επι­στημονική συνεργασία σ’ ερευνητικό επίπεδο ή αν υπάρχουν τέτιες συμφωνίες δεν τηρούνται. Αυτό γίνεται για πολλούς λόγους κι ένας σημαντικός, ο οποίος δεν βοηθάει καθόλου την ειρήνη, είναι για να περιφρουρηθούν μυστικά και πληροφορίες σε υψηλά επίπεδα έρευ­νας.

Κάποιες προσπάθειες έγιναν, για τη διεύρυνση των διαπανεπι- στημιακών σχέσεων, όχι τόσο βέβαια από το επίσημο κράτος, αλλά

138

Page 140: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

από μεμονομένους δημοκρατικούς καθηγητές, οι οποίοι πρωτοθου- λιακά αλλά ωστόσο συστηματικά κάλεσαν καθηγητές από σοσιαλι­στικές χώρες που ήρθαν κι έκαναν διαλέξεις στα πανεπιστήμια ή πρότειναν ερευνητικές συνεργασίες. Έτσι ήρθε ένα πλήθος σημα­ντικών καθηγητών από σοσιαλιστικές χώρες. Ενδεικτικά θ’ αναφέρω τον Μπογκολιούμποφ, μέλος του ανώτατου Σοβιέτ, ακαδημαϊκό της ΕΣΣΔ. επίτιμο μέλος της Ακαδημίας των ΗΠΑ. Επρόκειτο δηλαδή συχνά για επιστήμονες με τέτιες διακρίσεις που τους καθιστούσαν μύθους στον κλάδο τους και ωστόσο συχνά τέτιες διαλέξεις δεν έβρι­σκαν την υποστήριξη και τη συμμετοχή ακόμη και των ανθρώπων του στενά δημοκρατικού χώρου.

Θα ήθελα λοιπόν να καταθέσω ότι θα πρέπει οι κομμουνιστές και οι δημοκρατικοί άνθρωποι στα πανεπιστήμια να επιδιώξουν τη διεύ­ρυνση της συνεργασίας σε ερευνητικό επίπεδο με τις σοσιαλιστικές χώρες. Θα τελειώσω μ’ εκείνο που και ο γάλλος σύντροφος έκλεισε την ομιλία του, ότι για ν’ αντισταθούμε στον πλήρη έλεγχο των πανε­πιστημίων από τα μονοπώλια θα πρέπει, εκτός των άλλων, να υπο­στηρίζουμε προγράμματα τέτια ώστε να βοηθούν την ισοδύναμη συ­νεργασία μ’ όλες τις χώρες.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΕΤΑΞΑΣ, αντιπρύχανης της Ανώτατης Βιομηχανικής

Σχολής Πειραιά

Είναι αργά και δεν θα σας κουράσω πολύ. Ή θελα να σταθώ μονάχα σε μερικά σημεία που σχετίζονται με τον εκδημοκρατισμό των ΑΕΙ που κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι βασική και κυρίαρχη προϋπόθεση για να αναπτυχθεί η έρευνα και το κλίμα που πρέπει να υπάρχει για να γίνει η πραγματική έρευνα. Το πρώτο είναι, φίλες και φίλοι, ότι μεγάλος αριθμός από δημοκράτες καθηγητές, με την πλα­τιά έννοια της λέξης, είναι υπό ένα σύγχρονο διωγμό, έχουν προσ­φυγές στο συμβούλιο επικρατείας και κοντεύουν από μέρα σε μέρα να χάσουν τη δουλιά τους. Πώς λοιπόν θα κάνεις έρευνα όταν δεν ξέ­ρεις αν θα είσαι σε ένα ΑΕΙ σε ένα δοσμένο χρονικό διάστημα που χρειάζεται για να γίνει η έρευνα; Έ να δεύτερο σημείο βραχυπρόθε­σμης φύσης που ήθελα να σταθώ είναι το ζήτημα του τι είναι φανερό και τι δεν είναι. Μια μοντέρνα λέξη της ελληνικής πολιτικής σκηνής τελευταία είναι η διαφάνεια, δόστου διαφάνεια δόστου διαφάνεια και όλο λιγότερα πράγματα γίνονται φανερότερα στον ακαδημαϊκό χώρο όσον αφορά από πού προέρχονται τα λεφτά για την έρευνα. Ούτε ξέρω εγώ που είμαι αντιπρύτανης, από πού ήρθαν τα λεφτά στο ΑΕΙ

139

Page 141: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στο οποίο υπηρετώ. Πώς μπορεί να το αντιμετωπίσουμε αυτό το πράγμα; Συμφωνώ με τη γενική πρόταση του φίλου μου συνάδελφου Σαμαρά.

Χρειαζόμαστε περισσότερο την ενίσχυση της φοιτητικής δύνα­μης με τη συμμετοχή της στην επιτροπή ερευνών π.χ. ή στις τακτικές συνελεύσεις του τμήματος όταν συζητούνται ζητήματα της έρευνας. Είναι όμως μόνο η φοιτητική δύναμη στην οποία πρέπει να αποταν- θεί κανείς; Θα πρέπει να αποτανθεί κανείς ίσως, συνάδελφοι, στη συνδικαλιστική συνείδηση όλων μας στα ΑΕΙ. Γνωρίζω τις πρω­τοπόρες προσπάθειες του ΚΚΕ προς αυτήν την κατεύθυνση αλλά σύντομα πρέπει να υπάρχει ένα συνδικάτο από όλους μας, από πρυτάνεις μέχρι βοηθούς, μέλος της δημοκρατικά εκλεγμένης ΓΣΕΕ. Τότε μπορεί καλύτερα να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα της έρευ­νας και τα προβλήματα του εκδημοκρατισμού των ΑΕΙ.

Γενικά, να μην σας κουράσω περισσότερο, είμαι σύμφωνος με την πρόταση των προλαλησάντων ακαδημαϊκών αγωνιστών της ειρήνης. Ό σ ο το συντομότερο βάλουμε στην πράξη το θέμα για την έρευνα και την ειρήνη τόσο το καλύτερο.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΚΚΙΝΕΛΗΣ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Οικοδόμων

και Συναφών Επαγγελμάτων Ελλάδας

Ευχαριστούμε το Τμήμα Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ για την οργάνωση αυτού του τόσο σημαντικού συμποσίου καθώς και για την πρόσκληση, που μας δίνει τη δυνατότητα να παρεβρεθούμε και να παρέμβουμε στη συζήτηση.

Επιτρέψτε μας στη σύντομη παρέμβασή μας να μη σταθούμε γε­νικά στα θέματα που θίγονται στη διάρκεια του συμποσίου, αλλά σύντομα να εκθέσουμε ορισμένες σκέψεις από την πείρα εφαρμογής των νέων τεχνολογιών στον τομέα της οικοδομής και των κατα­σκευών καθώς και στις επιπτώσεις τους στην εργατική τάξη του χώ­ρου.

Αναμφισβήτητα ο τομέας οικοδομή - κατασκευές δεν θα μπο­ρούσε να χρησιμοποιηθεί σαν πρώτυπο τομέα σ’ ότι αφορά την α- πορόφηση και την εφαρμογή νέων τεχνολογιών. Αν αφαιρέσουμε το στάδιο των μελετών και ειδικά το αντικείμενο εργασίας των πολι­τικών μηχανικών που σε ένα τμήμα του έχει εφαρμοστεί η προηγμέ­νη τεχνολογία των κομπιούτερ, γενικά ο τομέας θεωρείται απ’ αυτούς που με καθυστέρηση και από τους τελευταίους αφομοιώνουν και ε­φαρμόζουν τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Αυτό είναι φυσικό αν

140

Page 142: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πάρουμε υπόψη μας ότι ο τομέας γενικά δεν έχει αλλάξει τη μέθοδο παραγωγής, συνεχίζοντας να παράγει με το μονολιθικό τρόπο την ο ι­κοδομή και τα έργα, και οι εργασίες του αποροφούν σε μεγάλο ποσο­στό χειρωνακτική δουλιά.

Παρ’όλα αυτά και στον κατασκευαστικό τομέα έχουμε τα τελευ­ταία 15-20 χρόνια μια συνεχή μηχανοποίηση της παραγωγής και ε­φαρμογή νέων τεχνολογιών που έχουν επιφέρει σημαντικές αλλαγές. Η ευρεία χρησιμοποίηση γερανών για την ανύψωση των υλικών που χρησιμοποιούνται στην οικοδομή και τα έργα, η χρησιμοποίηση έ­τοιμου σκυροδέματος και η ανύψωσή του με πρέσες, η χρησιμοποίη­ση βενζινοκίνητων ή ηλεκτροκίνητων μηχανών για το ίσιωμα, το κόψιμο και την κάμψη του σιδηρού οπλισμού, η χρησιμοποίηση με- ταλικών πλαισίων και τυποποιημένων τεμαχίων... για τα ικριώματα (σκαλωσιές) και τον ξυλότυπο, η χρησιμοποίηση μηχανών για το σοθάντισμα κ.ά., είναι ορισμένα απ’ τα δείγματα της μηχανοποίησης και των νέων τεχνολογιών που εφαρμόστηκαν στον τομέα. Η εφαρ­μογή αυτή εκτόπισε μεγάλο ποσοστό χειρονακτικής δουλιάς και κύ­ρια ανειδίκευτης. Είχε σαν αποτέλεσμα την ανακατάταξη ανάμεσα στις ειδικότητες που υπάρχουν στον κλάδο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των εργατών μπετόν - αρμέ που η ειδικότητά τους, από την πιο πολυάριθμη πριν μια 20ετία, σήμερα έχει εντελώς εξαφανι­στεί.

Η εφαρμογή νέων τεχνολογιών, η μηχανοποίηση και η χρησι­μοποίηση νέων υλικών στον τομέα της οικοδομής και των κατα­σκευών είχε σαν αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση της παραγωγικότη­τας της δουλιάς. Η εφαρμογή όμως νέων τεχνολογιών, και η αύξηση της παραγωγικότητας που αυτή συνεπάγεται, όταν γίνεται με απο­κλειστικό στόχο το καπιταλιστικό κέρδος, στο βαθμό που δεν υπάρ­χει διεύρυνση της παραγωγής ή μείωση του εργάσιμου χρόνου οδη­γεί σε αύξηση της ανεργίας. Ο τομέας της οικοδομής και των κατα­σκευών δεν ξέφυγε απ’ αυτόν τον κανόνα. Με τη γενικότερη κρίση που μαστίζει την οικονομία δεν μπορεί να μιλάμε για διεύρυνση της παραγωγής στον τομέα ανεξάρτητα απ’ τις ανάγκες που υπάρχουν σε κατοικία και σε έργα. Έτσι μια απ’ τις αιτίες της μαζικής ανεργίας του κλάδου είναι και η συνεχής αύξηση της παραγωγικότητας απ’ την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών χωρίς να υπάρχει αντίστοιχα διεύρυνση της παραγωγής ή μείωση του εργάσιμου χρόνου.

Έ να λοιπόν απ’ τα μέτρα, για την αντιμετώπιση της ανεργίας, που προώθησε ο κλάδος μας ήταν η ντεφάκτο μείωση των ωρών ερ­γασίας σε 35 τη βδομάδα, ενώ παράλληλα με τους αγώνες πιέζει για περισσότερα κονδύλια απ’ τον προϋπολογισμό για δημόσια, αναπτυ­ξιακά και κοινωφελή έργα.

141

Page 143: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Με το να επισημαίνουμε τις επιπτώσεις της εφαρμογής νέων τε­χνολογιών στον τομέα δεν σημαίνει ότι στρεφόμαστε ενάντια στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών. Κάθε άλλο μάλιστα, η εφαρμογή νέων τεχνολογιών και η μηχανοποίηση,απαλλάσσει'ως έναν βαθμό απ’τη βαριά εξουθενωτική χειρο>νακτική δουλιά τους εργαζόμενους του κλάδου. Η εφαρμογή νέων τεχνολογιών είναι στοιχείο προόδου. Αυτό που θέλουμε να τονίσουμε είναι ότι η εφαρμογή νέων τεχνολο­γιών δεν μπορεί να γίνεται σε βάρος των εργαζομένων του κλάδου αυξάνοντας την εκμετάλλευσή τους και μεγαλώνοντας την ανεργία.

Σε μια Ελλάδα με μια νέου τύπου οικονομική ανάπτυξη όπως αυτή περιγράφεται στις θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο, ο τομέας των κατασκευών θα καλεστεί να παίξει αποφασιστικό ρόλο στην πα­ραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την εξασφάλιση της απα­ραίτητης υποδομής. Για να ανταποκριθεί σ ’ αυτόν το ρόλο ο τομέας θα πρέπει πιο αποφασιστικά να αποροφίσει και να εφαρμόσει νέες τεχνολογίες ώστε η παραγωγικότητά του να ανέβει και να μπορεί να εκπληρώνει τον όγκο των καθηκόντων που θα μπαίνουν μπροστά του.

Οι ανάγκες σε έργα κτίρια και κατοικίες είναι τέτιες και τόσες που η εφαρμογή των τεχνολογιών όχι μόνο δεν θα προκαλεί ανεργία αλλά θα απασχολήσει παραγωγικά το άνεργο εργατικό και επιστημο­νικό δυναμικό του τομέα και ίσως χρειαστεί και η διεύρυνσή του: ζητήματα που απαιτούν συζήτηση για το πόσο γρήγορα και σωστά θα εφαρμοστούν νέες τεχνολογίες στον τομέα είναι:

- Η χρησιμοποίηση και άλλων μεθόδων παραγωγής των οικο­δομών και της κατοικίας όπως, προκατασκευή, μικτός τρόπος κλπ.

- Η επαγγελματική εκπαίδευση των εργαζομένων του κλάδου που σήμερα είναι ανύπαρκτη, ώστε να γνωρίζουν τα μέσα και τα υ­λικά που χρησιμοποιούν.

- Η έγκαιρη έρευνα για τις επιπτώσεις πάνω στην υγεία των ερ­γαζομένων από τη χρησιμοποίηση νέων μηχανών και υλικών και η λήψη των απαραίτητων προστατευτικών μέτρων.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΥΡΟΣ, υφηγητής του Ινστιτούτου Τηλεπικοινωνιών

Τασκένδης (ΕΣΣΔ), έκτακτος καθηγητής ΤΕΙ

Θα σταθώ μόνο στο τελευταίο μέρος της εισήγησης του φίλου Μιχάλη. Σχετικά με τις μεταπτυχιακές σπουδές. Η επιστημονικοτε- χνική επανάσταση βάζει βέβαια επιτακτικά το καθήκον της δη-

142

Page 144: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μιουργΐας επιστημονικού δυναμικού ικανού ν’ ανταπεξέλθει, ν’ αντα- ποκριθεϊ στις απαιτήσεις αυτής της επανάστασης. Θα ήθελα να πω ότι είναι απαραίτητη μια πολύ πιο μελετημένη ταξινόμηση κατά κλάδους και η επισήμανση των ιδιαίτερων, ειδικών προβλημάτων βέβαια που αφορούν τον κάθε κλάδο.

Επειδή άκουσα και την πρώτη ομιλία του κυρίου Λιανού στην πρώτη συνεδρίαση εδώ στο συμπόσιο, ο οποίος ζωγράφισε πολύ σωστά βέβαια την αδύνατη υλικοτεχνική βάση, την αδυναμία στα βι­βλία κλπ. Αυτό είναι μια πλευρά του ζητήματος, βιβλιογραφία, βι­βλιοθήκες, κλπ. που αφορούν τις κοινωνικές επιστήμες, τις γενικές θεωρητικές επιστήμες αλλά υπάρχουν οι τεχνικές θετικές επιστήμες οι οποίες βέβαια απαιτούν τη δημιουργία υλικοτεχνικής βάσης ι­κανής να εξασφαλίσει ακριβώς την έρευνα. Η διατριβή δεν είναι η συγγραφή, να καθίσουμε να ξημερώσουμε να τη γράψουμε, αλλά η συγγραφή είναι τα αποτελέσματα της έρευνας που μπορεί να είναι η μακροπρόθεσμη και η οποία μπορεί να είναι μερικές σελίδες. Αν σας πως ότι ο Γκλουσκόφ που ήταν ένας από τους μεγάλους επιστήμονες στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές στο Κίεβο - μακαρίτης βέβαια τώρα - είπε ότι η διδακτορική του διατριβή ήταν 60 σελίδες κι όλο το νόημα το βασάνιζε πολλά χρόνια αλλά στο αποτέλεσμα έφτασε καθήμενος σε μια πέτρα όταν ξεκουραζόταν στον Καύκασο και τότε του ήρθε η ιδέα να γράψει αυτές τις 60 σελίδες οι οποίες κι αποτέλε- σαν τη διδακτορική του συγγραφή. Αγαπητοί φίλοι, ήθελα να εκ- φράσω μια πρόταση, μια γνώμη. Θα πρέπει να φιλοδοξήσουν τα ΑΕΙ της Ελλάδας να πρσελκύσουν κι επιστήμονες από άλλες χώρες. Και παραδείγματα έχουμε από μικρές χώρες, και σοσιαλιστικές και καπι­ταλιστικές, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία, τη Σουηδία στα τηλεπικοι­νωνιακά συστήματα μεταγωγής που έχει σχεδόν την πρώτη θέση. Θα μπορούσαν βέβαια και τα ελληνικά ΑΕΙ αφού βέβαια θα πιέσουμε ε­κείνους τους φορείς οι οποίοι θα πρέπει να λύσουν τα βασικά προ­βλήματα, να διακριθούν στους τομείς αυτούς, έτσι που να έχουμε και κάποια διεθνή διάκριση σε ορισμένα από τα θέματα αυτά. Για τα στάδια, αγαπητοί φίλοι, και τις βαθμίδες ήθελα να πω ότι κι εδώ θα πρέπει να διατυπωθούν σωστά οι απαιτήσεις που θα έχουμε από έναν επιστήμονα είτε α' είτε β' βαθμίδας. Δεν ξέρω τώρα βέβαια κατά πόσο το master είτε άλλος τίτλος θ’ ανταποκρίνεται, αλλά πρώτο και κύριο βάρος θα πρέπει να είναι το πτυχίο του μηχανικού είτε του επι­στήμονα. Εδώ θα πρέπει να είναι το κύριο βάρος. Αυτό αφορά όλη τη μάζα των αποφοίτων. Από εκεί και πέρα νομίζω ότι θα πρέπει να χωρίσουμε δυο βαθμίδες. Τη μια βαθμίδα που θα πρέπει να είναι για τη βασική μάζα των ερευνητών, θεωρητικών ή τεχνιτών και τη δεύτε­ρη βαθμίδα την ανωτάτη που θ’ αφορά τους επιστήμονες με μεγάλη,

143

Page 145: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πολύχρονη, επιστημονική πείρα καθοδήγησης μεγάλων τμημάτων ε­ρευνών, οι οποίοι βέβαια δεν ξέρω πώς θα λέγονται, δόκτορες όπως είναι στη Σοβιετική Ένωση είτε διδάκτορες η προηγούμενη βαθμί­δα, αλλά λέω ότι θα πρέπει να μελετήσουμε το μοντέλο του επιστήμο­να αυτού; τι θα πρέπει αυτός να κατέχει και τι θα πρέπει να κάνει στη ζωή. Αγαπητοί φίλοι, επειδή έχουμε και μια νύξη από τον σεβαστό πρύτανη του πανεπιστημίου, κ. Σταθόπουλο, για την εκπαίδευση αρχίζοντας από την τεχνική ειδίκευση ήθελα να πω ότι θα ήταν μεγάλο λάθος να τυποποιήσουμε ένα τέτιο σύστημα, στην αρχή να δόσουμε στο νεολαίο μια ειδίκευση και μετά να τον κάνουμε επιστή­μονα. Δεν γίνεται αυτό. Η βασική πανεπιστημιακή μόρφωση θα πρέ­πει να είναι γενική σχεδόν για όλους, στα 2-3 έτη και μετά θα πρέπει ν’ αρχίσει η βαθιά ειδίκευση. Επειδή έχουμε και το σύνθημα εδώ «Πανεπιστήμιο και κοινωνία» πρέπει να πω ότι μέσα στα προβλήμα­τα της εκπαίδευσης πρέπει να ’χουμε και την διαπαιδαγώγηση του ανθρώπου, τη διαπαιδαγώγηση του σύγχρονου επιστήμονα, του προοδευτικού αγωνιστή, για την ειρήνη, για την πρόοδο. Εδώ καλώ όλους τους φοιτητές και σπουδαστές (επειδή εγώ διδάσκω τώρα στα ΤΕΙ) να δείξουν καλό παράδειγμα στη διαμόρφωση ενός τέτιου σύγ­χρονου επιστήμονα που να έχει αυτά τα προτερήματα και βέβαια οι κομμουνιστές φοιτητές οπλισμένοι με τη θεωρία του μαρξισμού - λε­νινισμού, θα πρέπει να είναι οι πρωτοπόροι σ’ αυτή την κατεύθυνση.

ΠΕΤΡΟΣ ΝΤΟΥΣΚΟΣ, πολιτικός μηχανικός,

Δρ. Οικονομικών Επιστημών

Αγαπητοί φίλοι, πολλά σπουδαία πράγματα ακούστηκαν απόψε. Θέλω ιδιαίτερα να σταθώ σε δυο προτάσεις που έγιναν: αναφορικά με την προσέγγισή μας με τις σοσιαλιστικές χώρες και ειδικά με τη Σοβιετική Ένωση, πράγμα που σχετίζεται με τη ρωσική γλώσσα στα πανεπιστήμια. Μια κι είναι πολλοί καθηγητές εδώ και πρυτάνεις, αυτό το αίτημα, νομίζω, πρέπει να γίνει αίτημα προτεραιότητας. Μπορώ ακόμα να πληροφορήσω ότι ο Ελληνοσοθιετικός Σύνδεσμος αυτή την προσπάθεια την προβάλλει, διαθέτει και βιβλία, και στα μέλη του διδάσκει τη ρωσική γλώσσα. Είμαστε προς το παρόν το μόνο ίδρυμα που κάνουμε αυτό το έργο στη χώρα μας. Μπορείτε να επισκέπτεστε τη βιβλιοθήκη του συνδέσμου μας. Το δεύτερο θέμα το οποίο πράγματι, το βλέπω πολύ σοβαρό, ήταν η πρόταση του κύριου Μεταξά. για το ένα συνδικάτο και συνένωσή του. με την εργατική τάξη. Θα έλεγα, ήμουν έτοιμος να κάνω μια τέτια πρόταση, κάποια

144

Page 146: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

προέκταση αυτής, για συνένωση της Ακαδημίας με τη ΓΣΕΕ. Α­νεξάρτητα από το ποιοι είναι σήμερα, όπως είπε ο φίλος ο κ. Σα­μαράς, αλλά για το ρόλο που επιφυλάσσει σ ’ αυτά τα δυο ιδρύματα, η Ελλάδα της αλλαγής και κυρίως η σοσιαλιστική Ελλάδα. Πρόκειται για την ενότητα θεωρίας και πράξης. Αυτό θα πραγματοποιηθεί αργά ή γρήγορα. Εμείς δίνουμε το σύνθημα: Κι όπως έλεγε ο Μαρξ, η συνείδηση αργά ή γρήγορα θα ’ρθει ούτως ή άλλως.

Αγαπητοί φίλοι, σχετικά με την επιστημονικο-θιομηχανική ε­πανάσταση σήμερα, ξέρουμε ότι συνίσταται σε τούτο, ξεπερνάει τριών ειδών όρια. Το όριο των φυσικών πρώτων υλών, δίνοντας τις συνθετικές πρώτες ύλες, το όριο της εργατικής δύναμης, το όριο της ενέργειας, δίνοντας τις συνθετικές πηγές από το μικρόκοσμο κι από το μακρόκοσμο. Σ’ αυτό συνίσταται η ουσία της, και άλλες, θέβαια, διακρίσεις έχει. Πώς όμως αυτό το ζήτημα, λύνεται στα δύο συστή­ματα; (Πρόκειται για διαδικασία που διέπει και τα δυο συστήματα). Τελευταία, θα πω, ότι σαν συνέπεια της κρίσης και σε σχέση μ’ αυτή, εγκαινιάζεται, τη δεκαετία του ’70, στο σύνολο της ανθρωπότητας, το πέρασμα στις εντατικές μέθοδες παραγωγής. Αυτό ονομάστηκε πολι­τική ορθολογισμού. Σ’ ότι αφορά τις κεφαλαιοκρατικές χώρες, ο­νομάστηκε καπιταλιστικός ορθολογισμός, που ύψιστο κριτήριο αυ­τού του ορθολογισμού είναι το κέρδος. Μια του πλευρά είναι ο τε­χνολογικός ορθολογισμός, και αυτός καταπιάνεται με την έρευνα, την επιστήμη, τα ΑΕΙ και όλα τα συναφή στοιχεία που την ενώνουν. Πώς εξειδικεύτηκε αυτή η κατάσταση στη χώρα μας; Στις χώρες της ΕΟΚ. και σ ' όλο το κεφαλαιοκρατικό σύστημα: Αγαπητοί φίλοι, αν από όσες ομιλίες άκουσα εδώ, και χθες και σήμερα, προβάλλεται το εθνικό στοιχείο, η προσωπική μου γνώμη είναι ότι δεσπόζει το υπε­ρεθνικό στοιχείο. Διότι, πώς λειτουργεί το σύστημα της επιστήμης και της έρευνας στην Ελλάδα; Κατ’ επιταγήν της ΕΟΚ, και κατ’ επι­ταγήν του τριπλευρισμού παραπέρα. Δηλαδή σε πανκαπιταλιστική κλίμακα, ενώνονται ΗΠΑ, ΕΟΚ και Ιαπωνία, κάνουν αυτό που λέγε­ται την τεχνολογική πλευρά της νεοαποικιοκρατίας, κρατούν οι ΗΠΑ τις θασικές έρευνες, διαθέτουν τις εφαρμοσμένες, και τις υπό­λοιπες έρευνες στα άλλα κέντρα. Αυτό μεταφράζεται και στην Ελλάδα. Αυτό το «τρίγωνο» μεταφράζεται και μέσα στην ΕΟΚ, σαν συλλογική, τεχνολογική νεοαποικιοκρατία της ΕΟΚ. Πώς γίνεται; Τα τρία, τα μεγάλα μονοπώλια κρατάν πάλι τις θασικές έρευνες, και τα υπόλοιπα τα στέλνουν στις μικρές χώρες. Στη χώρα μας τι στέλνε­ται; Η τεχνολογία δεύτερης ποιότητας, η εργασιοφόρα η μεταβα­τική, όπως λέγεται. Και με βάση την αντιστοιχία, της οικονομίας μας, που είναι συμπληρωματικού τύπου, συμπληρωματική εκείνης της ΕΟΚ, συμπληρωματική κι η.τεχνολογία μας εδώ. Έ τσι λοιπόν

145

Page 147: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

και τα πανεπιστήμιά μας, και η έρευνά μας, κατ’ ανάγκη και εξ ορι­σμού, είναι και θα γίνονται συμπληρωματικά. Τι απομένει να κάνου­με εμείς: Ισως, ορισμένες λειτουργικές έρευνες (και η λειτουργική έρευνα συνίσταται σε τούτο: ότι εξειδικεύει την καινούρια τεχνο­λογία, στην παραγωγή.) Κι επειδή η τεχνολογία είναι ξένη και έι- σαγόμενη, τα ΤΕΙ μας χρειάζονται. Δεν χρειάζονται επιστήμονες, ε­ρευνητές στην Ελλάδα, (εξού η υποβάθμιση των ΑΕΙ), χρειάζονται όμως κάποιοι άλλοι ερευνητές μικρότερου επιπέδου (εξού, η αναβάθ­μιση, δήθεν, των ΚΑΤΕΕ, και η δημιουργία των ΤΕΙ). Έ τσι, λοιπόν, αυτή η διαδικασία πραγματοποιείται μέσα από πολλούς δρόμους, κυρίως όμως με βάση το άρθρο 1 της Συνθήκης της Ρώμης, που λέει για την ΕΟΚική αγορά εργασίας. Ποια είναι η εντολή που δίνεται: ότι η εργατική δύναμη πρέπει να αναπαράγεται στα πλαίσια της ΕΟΚ, και να διακινείται στα πλαίσια της ΕΟΚ. Πρέπει να έχει και φυσική βάση του πληθυσμού υγιή, (εξού και μεταρρύθμιση στα ΑΕΙ και το ΕΣΥ κι οι παλινδρομήσεις του), πρέπει να κοιτάζομε και την άλλη πλευρά της ειδικευμένης εργατικής δύναμης, την εξειδίκευσή της και μόρφωσή της, (εξού η βροχή των νομοσχεδίων για τα ΑΕΙ και την τεχνική εκπαίδευση) έτσι λοιπόν οι προδιαγραφές του Έ λ ­ληνα επιστήμονα σήμερα, του Έλληνα ειδικού, του Έλληνα δια­νοούμενου,πρέπει να είναι: α) Μετακινήσιμος σε ΕΟΚική κλίμακα, θ) Οχι με εθνική ταυτότητα, όχι τεχνοκράτης, αλλά ευρωκράτης. Αυτή είναι καινούργιαπροδιαγραφή που μπαίνει στην ελληνική εργα­τική δύναμη.

Επίσης, πρέπει να είναι πολλή αυτή η δύναμη, γιατί ο καπιταλι­σμός θέλει να έχει πληθώρα, εφεδρική στρατιά.

Έ τσι λοιπόν, αγαπητοί φίλοι, για να τελειώνουμε, μ’ αυτό το πράγμα, πρέπει σ’ όλη αυτή τη διαδικασία, κατά τη γνώμη μου, να επισημάνουμε το κύριο. Και το κύριο είναι η απώλεια της εθνικής α­νεξαρτησίας, η συνολική, σφαιρική υποβάθμιση. Είναι για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μας, που γίνεται αυτό το πράγμα: η άρ­χουσα τάξη εκχωρεί την πολιτική της κυριαρχία, πιστεύοντας ότι θα διασφαλίσει την οικονομική της κυριαρχία. Είναι η μόνιμη ιδιότητα της άρχουσας τάξης να το κάνει, αυτό όμως που γίνεται στην Ελλάδα είναι μοναδικό. Κι αν συμφωνήσουμε σ’ αυτό το μοναδικό, θα συμ­φωνήσουμε στα υπόλοιπα, αν η εξιδείκευση θα γίνει προπτυχιακή ή μεταπτυχιακή. Είναι ζητήματα δεύτερα. Αλλη φορά θα τα ξαναπού- με σ’ αυτά τα ζητήματα. Ευχαριστώ.

146

Page 148: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΑΤΖΗΑΑΚΟΣ, διδάκτωρ Πληροφορικής

στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών Πάτρας

Ο αριθμός των ελλήνων ερευνητών σε πληροφορική σ’ όλο τον κόσμο και η υψηλή ποιότητα του έργου τους είναι εντυπωσιακά. (Κι ίσως θα ’ταν ενδιαφέρον για τους μελετητές του χαρακτήρα του λαού μας και του εκπαιδευτικού μας συστήματος να μας πουν γιατί). Οι πε­ρισσότεροι, θέθαια, ανάμεσά τους ζουν και εργάζονται στο εξωτε­ρικό και κυρίως στις ΗΓΙΑ. Υπάρχουν όμως και ορισμένοι που βρί­σκονται μόνιμα στην Ελλάδα (προέρχονται κυρίως από την ομάδα που δούλεψε στον Δημόκριτο τη δεκαετία του 1970) όπως κι ένας α­ριθμός από επιστήμονες που πηγαινοέρχονται.

Έ τσι λοιπόν, η ποσότητα και η ποιότητα της έρευνας στην πλη­ροφορική και την επιστήμη των υπολογιστών που γίνεται στην Ελλάδα ή έστω από έλληνες ερευνητές που ζουν και στην Ελλάδα, είναι αξιόλογες. Όμως η κατεύθυνση και το περιεχόμενο της έρευ­νας αυτής δεν έχει και μεγάλη σχέση με τις ανάγκες της χώρας μας, πράγμα που, όπως είναι γνωστό, είναι από τα βασικά ζητήματα που βάζει το προοδευτικό κίνημα για την έρευνα. Πώς λοιπόν έχει η κατάσταση, και τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει προς τη σωστή κα­τεύθυνση;

Πρώτα απ’ όλα τι είδους έρευνα γίνεται σήμερα στα ελληνικά ΑΕΙ και ερευνητικά ιδρύματα για την πληροφορική; Κυρίως δύο ειδών. Η πρώτη είναι έρευνα που στρέφεται γύρω από τα θέματα με τα οποία ασχολούνταν ο ερευνητής όταν σπούδαζε ή ερευνούσε στο εξωτερικό (στην πληροφορική είναι σχεδόν ανύπαρκτες οι περιπτώ­σεις ερευνητών που δεν έχουν σπουδάσει ή ζήσει στο εξωτερικό). Τέτιου είδους έρευνα συνήθως έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

- Είναι σε θεωρητικά κυρίως θέματα.- Απασχολεί μονάχα τον ίδιο τον ερευνητή ή και ένα-δυο συ­

νεργάτες του.- Δεν συνδέεται ούτε σαν αφορμή αλλά ούτε και σαν αποτέλεσμα

με τις ανάγκες της χώρας, ερευνητικές ή παραγωγικές.Η δεύτερη κατηγορία ερευνών είναι ερευνητικά προγράμματα

διεθνή, σε κάποιο βαθμό εφαρμοσμένα και χρηματοδοτούμενα από το εξωτερικό - κυρίως πρόκειται για προγράμματα της ΕΟΚ (Esprit, Race κ.ά.) σπανιότερα του ΝΑΤΟ ή άλλων οργανισμών. Το πρόβλη­μα με αυτού του είδους την έρευνα - από τη σκοπιά της ανεξάρτητης ανάπτυξης της χώρας μας πάντοτε - είναι ότι ούτε αυτά δεν έχουν μεγάλη σχέση με τις ανάγκες της Ελλάδας.

147

Page 149: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Συζητώντας το θέμα αυτό με επιστήμονες του κλάδου στην Ελλάδα - που, πρέπει να σημειώσουμε, πολλοί ανάμεσά τους είναι προοδευτικοί και τους απασχολεί το ερώτημα - πήρα την απάντηση ότι, πέρα από τις γενικότερες δυσκολίες που υπάρχουν για την έρευ­να στην Ελλάδα - χρηματοδότηση, συνθήκες κλπ. - υπάρχει κι ένα άλλο σοβαρό θέμα:

«Τι εννοείς», μου είπαν, «έρευνα που να 'χει σχέση με τις ανά­γκες της χώρας; Μπορείς να το συγκεκριμενοποιήσεις;»

(Καμιά φορά,όταν συζητάς με ανθρώπους με τους οποίους καταρ- χήν συμφωνείς, η συζήτηση γίνεται πιο δύσκολη. Η γενικότητα, τα άυνθήματα, δεν βοηθάν καθόλου.)

Η προσπάθεια για συγκεκριμενοποίηση των ερευνητικών θεμά­των σε πληροφορική που θα ήταν συνδεμένα με τις ανάγκες της χώ­ρας χτυπούσε σε ένα σημαντικό εμπόδιο. Κάθε φορά που πρότεινα κάτι η αντίδραση του συνομιλητή μου ήταν:

«Μα αυτό δεν είναι έρευνα, είναι εφαρμογή.»Επειδή η συζήτηση έγινε πολλές φορές και με διάφορα πρόσω­

πα, νομίζω ότι η αντίδραση αυτή έχει κάποια αντικειμενική βάση.Το πρόβλημα είναι ότι ο ορισμός της έρευνας, υπεραπλου­

στεύοντας λιγάκι, είναι «ό,τι είναι δημοσιεύσιμο στο Journal του ACM» το εγκυρότερο ίσως διεθνώς αμερικανικό περιοδικό για τα θέματα της επιστήμης της Πληροφορικής. Και πράγματι, νομίζω ότι τα προβλήματα της έρευνας και της παραγωγής της χώρας μας δεν είναι δημοσιεύσιμα στο Journal του ACM. Αυτό λοιπόν είναι ένα πραγματικό πρόβλημα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι προοδευτικοί ερευνητές της χώρας μας.

Θα ’θελα να καταλήξω κάνοντας μια πρόταση για το πώς ίσως μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Προτείνω να αποτελέσει α­ντικείμενο μελέτης και μακροπρόθεσμης επιλογής καριέρας για τους φτασμένους ερευνητές και καθηγητές μας στην πληροφορική το να ασχοληθούν ερευνητικά με τέτια προβλήματα. Δηλαδή να επιλέξουν ότι για 5-10 χρόνια δεν θα συνεχίσουν την ατομική τους έρευνα, σε βάρος ίσως της προσωπικής τους ερευνητικής εξέλιξης, ούτε θα α- ναλάβουν χρηματοδοτούμενα έργα της ΕΟΚ (το πρόβλημα δεν είναι ποιος χρηματοδοτεί αλλά ποιος καθορίζει το περιεχόμενο της έρευ­νας. Δεν θα πείραζε αν πρόκειται για έρευνα που ορίσαμε εμείς και χρηματοδοτεί η ΕΟΚ). Αλλά θα καθήσουν να μελετήσουν τις ανά­γκες της ελληνικής βιομηχανίας, και θα «βγάλουν» ερευνητικά αντι­κείμενα από εκεί με τα οποία θα ασχοληθούν οι ίδιοι, οι νεώτεροι ε­ρευνητές και οι μεταπτυχιακοί φοιτητές τους.

Καταλαβαίνω ότι κάτι τέτιο δεν είναι απλό. Ούτε από προσω­

148

Page 150: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πική άποψη, ούτε από επιστημονική. Ίσως όμως είναι αναγκαίο - πάντοτε από τη σκοπιά της ανεξάρτητης οικονομικής και τεχνολο­γικής ανάπτυξης της χώρας μας.

Γραπτή Παρέμβαση

ΘΥΜΙΟΣ ΛΙΑΡΟΚΑΠΗΣ, επίκουρος καθηγητής του Τομέα Φυσικής

του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου

Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος από την κυβέρνηση για την ανάγκη να προλάβει η χώρα το τρένο της τεχνολογίας με την έννοια της ανάγκης εισαγωγής των νέων τεχνολογιών στην παρα­γωγή. Γίνεται λοιπόν πρωτεύον το ζήτημα αν, και με ποιο τρόπο, θα μπορέσουν να μεταφερθούν οι νέες τεχνολογίες στη χώρα μας. Για να δοθεί μια απάντηση σ’ αυτό το καυτό θέμα είναι χρήσιμο να ανα­τρέξουμε στο παρελθόν και να δούμε αν έγινε μεταφορά τεχνολογίας στην Ελλάδα, με ποιο τρόπο επιτεύχθηκε, και αν πέτυχε η προσπά­θεια αυτή. Έ τσι θα μπορέσουμε να αποφύγουμε τα λάθη που έγιναν μέχρι τώρα.

Τα στατιστικά στοιχεία μας λένε λοιπόν τα εξής χαρακτηρι­στικά:

1). Από τα Διπλώματα Ευρεσιτεχνίας (ΔΕ) που κατοχυρώνονται, μόνο ένα μικρό ποσοστό χρησιμοποιείται από τη χώρα. Δηλαδή ό­ταν κατοχυρωθούν δεν υπάρχει η ανάγκη να γίνει η αντίστοιχη επέν­δυση για την παραγωγή τους, αφού έχει εξασφαλιστεί η αγορά των προϊόντων.

2) Η ίδια τεχνογνωσία μπορεί να αγοραστεί από διάφορες επι­χειρήσεις ανεξάρτητες η μια από την άλλη.

149

Page 151: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

3) To 70% των royalties στην Ελλάδα έχουν κάποιο περιορι­στικό όρο. Αυτός μπορεί να αφορά την τιμή πώλησης, τον τρόπο διαφήμισης, τον περιορισμό των εξαγωγών, την απαγόρευση να πω- λούνται ανταγωνιστικά προϊόντα κ.ά. Οι περισσότεροι περιορισμοί αφορούν προϊόντα που προέρχονται από τις ΗΠΑ.

4) Το σύνολο σχεδόν των δαπανών για royalties πηγαίνουν στις ΗΠΑ (30%), ΕΟΚ (50%) και Ελβετία (18%).

Δηλαδή η τεχνολογική μας εξάρτηση είναι κάτι παραπάνω από προφανής.

5) Το '/λ περίπου των royalties αφορούν εμπορικά σήματα, (το 44% πηγαίνει για πληρωμές σε know-how και εμπορικά σήματα, και μόνο 22% για καθαρό know-how).

Αυτό σημαίνει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των royalites πληρώ­νεται για την αγορά του ονόματος της ξένης φίρμας χωρίς κανένα ό­φελος από άποψη τεχνογνωσίας για τη χώρα. Από την άλλη μεριά με την κατάλληλη διαφήμιση εκτοπίζονται παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα (π.χ. παπούτσια, ρούχα) από την αγορά.

6) Οι μεγαλύτερες πληρωμές για royalties αλλά και το μεγαλύτε­ρο μέρος των ΔΕ γίνονται από θυγατρικές εταιρίες πολυεθνικών ή μικτές με συμμετοχή ξένου κεφαλαίου μεγαλύτερη από 50%. Π.χ. αυτές οι επιχειρήσεις αποτελούσαν το 1978 το 19% του συνόλου των επιχειρήσεων, είχαν όμως συμμετοχή στις πληρωμές των royalties 57%. Αν λάβουμε υπόψη και το γεγονός ότι οι ξένες εταιρίες συ­νεργάζονται με άλλες ελληνικές εταιρίες πολύ λιγότερο από τις αντίστοιχες ελληνικές, καθίώς και ότι τα εργοστάσια των πολυε­θνικών είναι συνήθως κατασκευασμένα με το κλειδί στο χέρι, κατα­λαβαίνουμε ότι είναι περιορισμένη η διάχυση της τεχνογνωσίας στην υπόλοιπη χώρα.

Με το συγκεκριμένο θέμα έχει σχέση και η περίφημη ιστορία για τα αντισταθμιστικά οφέλη από της αγορές του αιώνα, την κατα­σκευή δηλαδή σούπερ ηλεκτρονικών συστημάτων για οπλικά συστή­ματα. Ακόμη και αν πραγματοποιηθεί αυτή η επένδυση είναι αμφίβο­λο αν 0α προσφέρει τίποτα στη μεταφορά τεχνολογίας στη χώρα μας.

7) Τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα και γενικότερα ολό­κληρη η εκπαιδευτική διαδικασία είναι αποκομμένη από την παρα­γωγή. Δηλαδή η όποια μεταφορά τεχνολογίας δεν έχει δεθεί με την εκπαίδευση και την ερευνητική πολιτική της χώρας. Δεν θα μπορού­σε όμως να γίνει διαφορετικά, αφού δεν πρόκειται για πραγματική μεταφορά τεχνολογίας αλλά για απλή αγορά μηχανημάτων με το κλειδί στο χέρι. Και σ' αυτήν την περίπτωση υπάρχει ανάγκη για α-

150

Page 152: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πλους χρήστες των μηχανημάτων και όχι για εξειδικευμένο προσω­πικό που Οα 'χει στόχο να αναπαράγει νέα μηχανήματα ώστε να πά- ψει η τεχνολογική εξάρτηση της χώρας. Και μάλιστα το κράτος στο όνομα της βιομηχανικής ανάπτυξης ενθάρρυνε με χαριστικά δάνεια τη συνεχή αγορά νέων μηχανημάτων, υποσκάπτοντας τα θεμέλια της όποιας προσπάθειας δημιουργίας τεχνικής υποδομής για την κατα­σκευή ανάλογων μηχανημάτων. Έ τσι η βιομηχανία στηρίζεται απο­κλειστικά στην εισαγωγή νέων μηχανημάτων όλων με το κλειδί στο χέρι, για την αύξηση της παραγωγής. Η τεχνολογία όμως αλλάζει ραγδαία, η χώρα δεν προλαβαίνει να προσαρμοστεί, τα προϊόντα γί­νονται μη ανταγωνιστικά και οι βιομηχανίες προβληματικές.

Με αυτά τα δεδομένα τι κάνει η κυβέρνηση;

α) Ρίχνει τα βάρη στους εργαζόμενους που είναι οι χειρότερα α- μοιθόμενοι στην ΕΟΚ. ελπίζοντας να περιορίσει έτσι το κόστος και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων.

θ) Χαρίζει νέα χρήματα στους βιομήχανους για εκσυγχρονισμό, δηλαδή για νέες αγορές μηχανημάτων με το κλειδί στο χέρι.

γ) Αναγκάζει τους ερευνητές να ασχοληθούν με τα ΕΟΚικά προ­γράμματα Esprit, Race κλπ. τα αποτελέσματα των οποίων μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο από τις αναπτυγμένες χώρες της ΕΟΚ.

δ) Ουσιαστικά παραιτείται από τη χάραξη αναπτυξιακής ερευ­νητικής πολιτικής με την παράδοση των ερευνητών στα χέρια των μονοπωλίων ντόπιων και ξένων.

Τι θα ’πρεπε να γίνει:

- Να αυξηθούν οι δαπάνες για έρευνα που αποτελούν μόλις το0.28“„ του ΑΕΠ. καθώς και ο αριθμός των ερευνητών (0,3°' της ΕΟΚ)Ί

- Να χαραχτεί αναπτυξιακή ερευνητική πολιτική με οδηγό τις κρατικές επιχειρήσεις.

- Να κοπούν τα χαριστικά δάνεια ώστε να στραφούν οι βιομη­χανίες στην ανάπτυξη νέας τεχνολογίας από μόνες τους.

- Να μπουν φραγμοί που να προφυλάξουν τα ελληνικά προϊόντα ώστε να βελτιωθούν και να γίνουν ανταγωνιστικά.

I. Τα στατιστικά στοιχεία έχουν παρθεί από το βιβλίο Licensing και Βιομη­χανική Ανύπτοξη. Η περίπηοση της Ελλάδας. Δ. Κάξη, X. Περράκη, ΚΕΠΕ 1984

1S1

Page 153: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (ΣΟΣΣΕΙ)

Το Συντονιστικό Ό ργανο των Συνεργαζομένων Σωματείων Ε­ρευνητικών Ιδρυμάτων συντονίζει τη δράση των συλλόγων των εργα­ζομένων στον Δημόκριτο , το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (ΕΙΕ), το Ε­θνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), το Εθνικό Αστεροσκο­πείο (ΕΑ) το Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΚΘΕ, πρώην ΙΩΚΑΕ) και το Ινστιτούτο Παστέρ.

Η κυβέρνηση ύστερα από παλινδρομήσεις 2 περίπου χρόνων έ­φερε στη Βουλή και ψήφισε με την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία στις αρχές του 1985 το νόμο 1514/85 που αναφέρεται στην «Ανάπτυξη της Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας στην Ελλάδα». Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται στις εσωτερικές αντιθέσεις της κυβέρ­νησης αλλά και περισσότερο στους αγώνες των εργαζομένων, που διεκδικούσαν την ψήφιση ενός νόμου που θα προέβλεπε δημοκρα­τικές δομές στις ερευνητικές διαδικασίες και θα διευκόλυνε την ανά­πτυξη του τόπου. Η κυβέρνηση απέρριψε τις προτάσεις των εργα­ζομένων στην έρευνα αλλά και των σημαντικότερων επιστημονικών και πανεπιστημιακών φορέων της χώρας, οι οποίοι σε κοινή διακή­ρυξή τους* πρότειναν συγκεκριμένες ρυθμίσεις και διατάξεις.

Δύο χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου 1514/85 τα βασικά προ­βλήματα στο χώρο της έρευνας είναι τα εξής:

I. Η έλλειψη δημοκρατικού προγραμματισμού και ελέγχου

Η κυβέρνηση με το νόμο 1514/85 θεσμοθέτησε το Εθνικό Γνωμο- δοτικό Συμβούλιο της Έρευνας (ΕΓΣΕ) στο οποίο συμμετέχουν και εκπρόσωποι φορέων (όπως του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), της ΓΣΕΕ κλπ.). Οι εργαζόμενοι στα ερευνητικά κέντρα με την ενεργό συμμετοχή και συμπαράσταση όλου του επιστημονικού κόσμου της χώρας αγωνίστηκαν ώστε να υπάρξει μεγαλύτερη συμμε­τοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων στο ΕΓΣΕ και να αυξηθούν οι αρμοδιότητες του οργάνου αυτού.

• ΙΙι/|Ί/πΟι;τ«ι στο χι.'/λΚ της πι/ρι':μΗ«ιπιι;.

152

Page 154: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Η κυβέρνηση όμως, μέχρι σήμερα δύο χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου, δεν συγκρότησε σε σώμα το ΕΓΣΕ, καθιστώντας αδύνατη έστω και μια πενιχρή συμμετοχή των εργαζομένων στη διαμόρφωση των κυβερνητικών επιλογών που αφορούν την έρευνα και την ανά­πτυξη.

Επίσης στα όργανα διοίκησης των ερευνητικών κέντρων η συμ­μετοχή των εργαζομένων είναι ανύπαρκτη. Παράλληλα οι εκδηλώ­σεις αυταρχισμού στα κέντρα είναι συνηθισμένες. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγάλη επιστημονική εξειδίκευση και η άρτια επαγ­γελματική κατάρτιση που απαιτείται στο χώρο της έρευνας καθιστά ολοένα και περισσότερο επιτακτική τη συμμετοχή των εργαζομένων στη λήψη των αποφάσεων. Η έλλειψη δημοκρατικών διαδικασιών λειτουργεί πραγματικά σαν τροχοπέδη που εμποδίζει την ανάπτυξη.

Ο αυταρχισμός της κυβέρνησης εκδηλώθηκε και στη διαμόρφω­ση των ΠΔ για την οργάνωση των ερευνητικών κέντρων, που προ­βλέπει ο νόμος 1514/85, μερικά απ’ τα οποία έχουν ήδη δημοσιευθεί. Αυτά τα διατάγματα έγιναν ουσιαστικά ερήμην των εργαζομένων στα κέντρα που αφορούν.

Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθούν οι σημαντικοί αγώνες των εργαζομένων στον Δημόκριτο που στόχευαν και στοχεύουν στη βελτίωση του προεδρικού διατάγματος που αφορά το κέντρο αυτό. Οι αγώνες αυτοί που έγιναν με τη συμπαράσταση των εργαζομένων και στα άλλα ερευνητικά κέντρα, με το συντονισμό του ΣΟΣΣΕΙ, το πε­ρασμένο καλοκαίρι πέτυχαν την απάλειψη ορισμένων μόνο διατά­ξεων που θα ήταν καταστρεπτικές για την απόδοση του Δημόκριτου. Τα υπόλοιπα αιτήματα και υποδείξεις των εργαζομένων του Δημόκρι­του δεν ικανοποιήθηκαν. Έτσι στο διάταγμα που προωθείται, προ- βλέπεται η κατάργηση της Διεύθυνσης Υγειοφυσικής σαν αυτοτε­λούς τμήματος, η υποθάθμιση του Εργαστηρίου Ελέγχου Ραδιενέρ­γειας του Περιβάλλοντος και άλλων εργαστηρίων, ενώ απαλείφθηκε καίρια διάταξη που δίνει τη δυνατότητα μονιμοποίησης του τεχνι­κού και διοικητικού προσωπικού.

Εξάλλου είναι φανερό ότι η κυβέρνηση προωθεί επιλεκτικά την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων για τους οργανισμούς των ε­ρευνητικών κέντρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι καμία διαδικασία για την έκδοση του προεδρικού διατάγματος για το Εθνικό Ίδρυμα Ε­ρευνών (ΕΙΕ) δεν έχει προχωρήσει. Με το διάταγμα αυτό θα γίνει δυ­νατή στην πράξη η λειτουργία του ΕΙΕ ως ΝΠΔΔ, όπως προβλέπει ο

153

Page 155: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ν. 1514 και όπως ζητούν επίμονα οι εργαζόμενοι στο ΕΙΕ και το σω­ματείο τους. Έτσι εξακολουθεί το καθεστώς ιδιωτικού δικαίου στο ΕΙΕ, που επιτρέπει ανεξέλεγκτες αυθαιρεσίες των διευθυντών του.*

2. Η ανεπαρκέστατη χρηματοδότηση

Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που αποδίνουν ελάχιστη σημασία στην έρευνα και ανάπτυξη. Χαρα­κτηριστικά αναφέρουμε ότι οι δαπάνες για έρευνα το 1986 υπολογί­ζονται γύρω στο 0,25% του ΑΕΠ, και ότι όλα τα τελευταία χρόνια πα­ραμένουν γύρω και συνήθως κάτω από το απαράδεκτα χαμηλό αυτό ποσοστό. Είναι εξάλλου κοινά παραδεκτό ότι οι ελάχιστες δαπάνες για τις ερευνητικές δραστηριότητες μιας χώρας πρέπει να είναι γύρω στο 1% του ΑΕΠ, προκειμένου να αρχίσουν να αποδίδουν, ενώ στις αναπτυγμένες χώρες είναι πάνω από 2%. Είναι επίσης γνωστό ότι οι πραγματικές δαπάνες για έρευνα στο Δημόκριτο, πέρα από μισθούς, μειώθηκαν πάνω από 20% σε σταθερές τιμές, ενώ στο ΕΙΕ η αντίστοι­χη μείωση ξεπέρασε το 30%. Αλλά και στα άλλα ερευνητικά κέντρα (ΕΚΚΕ, Παστέρ, Εθνικό Αστεροσκοπείο) οι δαπάνες ήταν μειωμέ­νες. Εξάλλου οι προϋπολογισμοί για το 1987 προδικάζουν την ίδια ή και μεγαλύτερη λιτότητα.

Έ τσι η ελλειπέστατη χρηματοδότηση της έρευνας και ανάπτυ­ξης από την κυβέρνηση οδηγεί σε διεύρυνση του χάσματος που χωρίζει τη χώρα μας από τις αναπτυγμένες χώρες. Ουσιαστικά η πο­λιτική αυτή υποθηκεύει όχι μόνο το παρόν, αλλά και το μέλλον της χώρας.

3. Εργασιακά προβλήματα

Η πολιτική της λιτότητας και του αυταρχισμού που εφαρμόζεται οξύνει και τα εργασιακά προβλήματα. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις απαράδεκτες συμβάσεις έργου που εφαρμόζονται για πολλούς ερ­γαζόμενους στα περισσότερα ερευνητικά κέντρα. Με τις συμβάσεις αυτές υποβαθμίζονται ακόμη περισσότερο οι όροι εργασίας και οι α­μοιβές ικανού προσωπικού που εργάζεται με υποχρεώσεις πλήρους α­πασχόλησης.

Είναι επίσης γνωστό ότι αρκετές φορές έχουν διωχθεί εργαζόμε­νοι μεταξύ των οποίων και συνδικαλιστές. Οι διώξεις αυτές εστό-

* Με τροπολογία που ψηφίστηκε τον Αύγ. '87, το καθεστώς του ΕΙΕ καθορί­ζεται σαν ιδιωτικού δικαίου (σημ.της σύνταξης).

154

Page 156: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

χευαν στον παραδειγματισμό και των άλλων εργαζομένων, ώστε να γίνει δυνατή η απρόσκοπτη λειτουργία των αυταρχικών δομών που προπαγανδίζει και θεσμοθετεί η κυβέρνηση.

Σημαντικό πρόβλημα που απασχολεί τους εργαζόμενους στην έρευνα είναι οι προθλεπόμενες κρίσεις του επιστημονικού προσωπι­κού. διότι οι διατάξεις του ν. 1514 85 δεν παρέχουν εγγυήσεις για διαφάνεια και αξιοκρατία. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού οι εργαζόμενοι προτείνουν τη θεσμοθέτηση δευτεροβάθμιας κρίσης και τη συμμετοχή εκπροσώπων τους στις επιτροπές κρίσης.

Τέλος θα πρέπει να αναφερθεί ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει να τροποποιήσει τον ν. 1514/85. Ό λες όμως οι σχετικές διεργασίες προ­χωρούν με απόλυτη μυστικότητα. Έτσι οι εργαζόμενοι στα ερευνη­τικά κέντρα, έχοντας υπόψη τους τις εξελίξεις τις κυβερνητικής πο­λιτικής στα θέματα της έρευνας, υποψιάζονται ότι με τις τροπολογίες αυτές επιδιώκεται να αφαιρεθούν και οι ελάχιστες θετικές διατάξεις που περιέλαβε ο νόμος, μετά τις έντονες προσπάθειές τους στο χώρο της έρευνας.

Το ΣΟΣΣΕΙ υπέβαλε πρόσφατα στο Υπουργείο Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας (ΥΒΕΤ) συγκεκριμένες ολοκληρωμένες προτάσεις για την τροποποίηση του ν. 1514/85, ύστερα από πρόσκλη­ση του νέου υπουργού ΥΒΕΤ. Παρ' όλο όμως που πέρασαν πάνω από δύο μήνες, καμία ένδειξη για την έναρξη διαλόγου για το βασικό αυτό θέμα δεν υπάρχει.

Έ τσι η πολιτική της λιτότητας του αυταρχισμού και της αυθαι­ρεσίας στο χώρο της έρευνας συνεχίζεται, με αποτέλεσμα την υ- ποβάθμιση και το μαρασμό των ερευνητικών κέντρων. Η κυβέρνηση φαίνεται ότι αδυνατεί να βγάλει το βασικό συμπέρασμα, ότι κανένα νομοθετικό πλαίσιο και καμιά πρακτική δεν μπορεί να αποδόσει όταν συναντά την καθολική αντίδραση των εργαζομένων σ’ αυτό τον χώρο. Οι εργαζόμενοι όμως στα ερευνητικά κέντρα είναι αποφασι­σμένοι με τον ενωμένο αγώνα τους να συμβάλουν στην αντιστροφή αυτής της πορείας και στην ανάπτυξη της έρευνας σαν βασική προϋπόθεση για την ίδια την ανάπτυξη της χώρας.

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΩΣΤΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ

Οι φορείς που υπογράφουν τη διακήρυξη αυτή πιστεύουν ότι:Ο ρόλος της Έρευνας και Τεχνολογίας (Ε & Τ) είναι σήμερα απο­

φασιστικός κι αναντικατάστατος προκειμένου να πετύχουμε την παρα­

155

Page 157: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας μας. τη στήριξη και διεύρυνση του δημόσιου τομέα της παραγωγής και την επιστημονική, πολιτιστική και κοινωνική ανάπτυξη προς όφελος του λαού και του τόπου. Μια ανά­πτυξη της Ε & Τ στην κατεύθυνση αυτή είναι επομένως ζήτημα που α­φορά, πολύ πέρα από την επιστημονική κοινότητα, όλους τους εργαζόμε­νους αλλά και τον λαό στο σύνολό του. Μια τέτια ανάπτυξη, χαρακτηρι­στικά παραμελημένη μέχρι σήμερα πρέπει πλέον να ξεκινήσει άμεσα και ουσιαστικά και για το σκοπό αυτό χρειάζονται α) ένα θεσμικό πλαίσιο βασισμένο στις αρχές του δημοκρατικού προγραμματισμού και του λαϊ­κού ελέγχου, που Οα αςιοποιεί σωστά το εθνικό επιστημονικό δυναμικό και θα διασφαλίζει την ενεργή συμμετοχή του στις διαδικασίες προγραμ­ματισμού, υλοποίησης και αποτίμησης της Ε & Τ και β) μια εξασφάλιση πόρων πολλαπλάσιων του σημερινού απαράδεκτα χαμηλού 0,2"ο του ΑΕΠ ώστε να μπορέσει να λειτουργήσει αποδοτικά ένα πλέγμα Ε & Τ δραστηριοτήτων στη χώρα. Οι πηγές χρηματοδότησης δεν πρέπει βέ­βαια να υπονομεύουν με κανένα τρόπο την ανεξαρτησία των επιλογών μας στην Ε & Τ όπως το ΝΑΤΟ και η ανεξέλεγκτη χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα. Το πλέγμα αυτό θα στοχεύει στο να περιορίζει προο­δευτικά αλλά ταχύρυθμα την τεχνολογική εξάρτηση της χώρας μας, στη­ριγμένο στο εθνικό επιστημονικό δυναμικό και την ισότιμη διεθνή συ­νεργασία και συνδεδεμένο άμεσα με την εκπαίδευση και την παραγωγή.

Το θεσμικό πλαίσιο πρέπει να διαμορφωθεί με την ενεργό συμμε­τοχή και συνδρομή των φορέων των εργαζομένων στα ερευνητικά ιδρύ­ματα και τα ΑΕΙ, κύρια των ερευνητών και των σπουδαστών, των λοιπών επιστημονικών οργανώσεων και των επιστημόνων που στελεχώνουν βα­σικούς τομείς της παραγωγής. Το πλαίσιο αυτό:

α) Πρέπει να δημιουργεί κεντρικά καθοδηγητικά όργανα προγραμ­ματισμού και ελέγχου όπου να συμμετέχουν οι φορείς αυτών που επωμί­ζονται τα καθήκοντα υλοποίησης της Ε & Τ καθώς και αυτών που είναι αποδέκτες των προϊόντων αυτής της δραστηριότητας, δηλαδή οι φορείς των εργαζομένων, της ΤΑ καθώς και τα κόμματα. Χρειάζονται όργανα με δημοκρατικό κύρος ώστε να εγγυώνται και να μεριμνούν αυστηρά για μια αξιοκρατική και αποδοτική λειτουργία της Ε & Τ.

θ) Πρέπει να δημιουργεί δημοκρατικές δομές και στους τόπους ά­σκησης της Ε & Τ, που είναι τα κάθε φύσης ερευνητικά εργαστήρια, ιν­στιτούτα και κέντρα και να κατοχυρώνει τέτιες δομές σε χώρους που ήδη υπάρχουν, όπως τα ΑΕΙ.

γ) Το πλαίσιο αυτό πρέπει να κατοχυρώνει τα εργασιακά θέματα με τρόπο που να εξασφαλίζει τους εργαζόμενους στην έρευνα και να επι­τρέπει την επαγγελματική τους εξέλιξη μέσα από αξιοκρατικές και δί­καιες κρίσεις.

Για μια σωστή ανάπτυξη της Ε & Τ στη χώρα μας θεωρούμε σαν ένα από tu πρώτα απαραίτητα βήματα την άμεση προώθηση ενός θεσμι­κού νόμου με περιεχόμενο και διαδικασίες σύνταξης σύμφωνα με όσα εκθέτουμε παραπάνω. Σε πλήρη αντίθεση με αυτόν βρίσκεται εντούτοις

156

Page 158: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

το περιεχόμενο και η διαδικασία σύνταξης του σχ. νόμου «Για την ανά­πτυξη της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας» που έχει καταθέσει το ΥΠΕΤ (Υπουργείο Προγραμματισμού Ερευνας και Τεχνολογίας) για συζήτηση στη Βουλή διότι:

I. Το Σχέδιο Νόμου συντάχθηκε πίσω από κλειστές πόρτες από μια μικρή ομάδα «ειδικών», ερήμην των άμεσα ενδιαφερομένων, δηλαδή των εργαζομένων στα ερευνητικά ιδρύματα και τα ΑΕΙ, αλλά και των λοιπών επιστημονικών, κοινωνικών και πολιτικών φορέων και στη συνέχεια προωθήΟηκε στη Βουλή αιφνιδιαστικά και με τη διαδικασία του επείγο­ντος. πράγμα απαράδεκτο για ένα θεσμικό σχ. νόμου εθνικής σημασίας.

Ό χ ι μόνο δεν ζητήθηκε η γνώμη των άμεσα ενδιαφερομένων αλλά είναι χαρακτηριστικό της στάσης του ΥΠΕΤ απέναντι τους ότι στην ει­σηγητική έκθεση του σχ. νόμου αποκρύβονται τα πραγματικά αίτια της κατάστασης της έρευνας στη χώρα μας και επιχειρείται με απαράδεκτους ισχυρισμούς να επιρριφθεί η ευθύνη για τα κακώς κείμενα αποκλειστικά σχεδόν στο επιστημονικό προσωπικό των ερευνητικών ιδρυμάτων και των ΑΕΙ.

II. Το περιεχόμενο του Σχ. Νόμου:1. Περιορίζεται στα θέματα έρευνας και τα αποσυνδέει από τα θέμα­

τα τεχνολογικής ανάπτυξης, για τα οποία εντούτοις δίνει στο άρθρο 3, «εν λευκώ», όλες τις σχετικές αρμοδιότητες στο ΥΠΕΤ.

2. θεσμοθετεί ένα αυταρχικό και συγκεντρωτικό πλαίσιο προγραμ­ματισμού και λειτουργίας της έρευνας με κύρια χαρακτηριστικά:

α) Ένα ανίσχυρο και πρακτικά απόλυτα ελεγχόμενο από τον Υπου­ργό Ε & Τ. Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΓΣΕ, Αρθρο 4).

β) μια αυταρχική δομή στα ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα βασι­σμένη σε διευθυντές - αφεντικά που επιλέγονται από διαδικασίες έμμεσα ελεγχόμενες από τον Υπουργό Έρευνας και Τεχνολογίας (άρθρα 9 έως 12) και μία αντίστοιχη δομή για τα ακαδημαϊκά κέντρα και μεταπτυ­χιακά ινστιτούτα των ΑΕΙ (άρθρα 13 και 14), με τα οποία επιχειρεί να α- ποσπάσει την έρευνα από τα ΑΕΙ, δηλαδή να την κρατήσει έξω από τον έλεγχο των δημοκρατικών πανεπιστημιακών οργάνων (ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με το άρθρο 8 τα ΑΕΙ δεν συγκαταλέγονται ανάμεσα στους ε­ρευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς), αλλά και να ελέγξει λειτουργίες που επιδρούν άμεσα στην απόδοση και εξέλιξη των μελών του ΔΕΠ.

γ) Διαδικασίες αξιολόγησης και αποτίμησης ερευνητικών προ­γραμμάτων καθώς και κρίσεις για πρόσληψη και προώθηση ερευνητών, μέσα από όργανα έμμεσα (μέσω ΕΓΣΕ) ελεγχόμενα από τον Υπουργό Έ ­ρευνας και Τεχνολογίας (άρθρα 5 και 16).

δ) Εξουσιοδοτήσεις του Υπουργού Έρευνας και Τεχνολογίας ώστε με Π Δ να «συνιστώνται, ενοποιούνται, χωρίζονται, μεταφέρονται, μετα- τρέπονται και καταργούνται» κέντρα και ινστιτούτα όλων των κατηγο­ριών (άρθρο 28).

3. Στα θέματα προσωπικού το Σχέδιο Νόμου προβλέπει κατηγορίες ερευνητών με υποβαθμισμένη σχέση με το κέντρο ή ινστιτούτο όπου

157

Page 159: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

εργάζονται και ακαθόριστες διαδικασίες επιλογής και κρίσης τους, όπως οι συνεργαζόμενοι ερευνητές και οι μεταπτυχιακοί υπότροφοι των οποίων τη συμμετοχή αποκλείει ρητά από οποιοδήποτε όργανο διοίκη­σης (άρθρα 19 και 25). Επίσης δημιουργεί εργασιακή ανασφάλεια στην Δ' βαθμίδα, κάτι που θίγει τους νέους βασικά ερευνητές. Τέλος το σχέδιο νόμου περιέχει απαράδεκτες μεταβατικές διατάξεις για το προσωπικό που ήδη υπηρετεί διότι αφήνει μεγάλο αριθμό εργαζομένων σε συνταξιο- δοτική εκρεμμότητα, καθώς καταργεί όλες τις θέσεις των ήδη υπηρετού- ντων και το κυριότερο, διότι ανοίγει το δρόμο για «εκκαθαρίσεις» ερευ­νητών τους οποίους εντάσσει στις βαθμίδες μόνο μετά από επιτυχή κρίση (άρθρο 29).

Γ ια όλα τα παραπάνω θεωρούμε απαράδεκτο το να προχωρήσει η κυβέρνηση στην κατ' άρθρο συζήτηση με βάση το σημερινό περιεχόμε­νο του σχεδίου νόμου που βρίσκει αντίθετο σε ουσιαστικά σημεία του το σύνολο σχεδόν των ενδιαφερομένων φορέων. Ζητούμε να παραταθεί η κράτηση του σχ. νόμου στη Βουλή μέχρι να εξασφαλιστούν συνθήκες ουσιαστικού και ολοκληρωμένου διαλόγου έτσι ώστε το αναμορφωμένο μετά το διάλογο κείμενο του σχ. νόμου να έχει στα ουσιαστικά τουλάχι­στον σημεία του τη συναίνεση των ενδιαφερομένων φορέων σαν εγγύη­ση για μια αναβάθμιση και ανάπτυξη της Ε & Τ προς όφελος του λαού και του τόπου.

(Ακολουθούν οι υπογραφές 22 ενώσεων και συνδικαλιστικών φορέων επιστημό­νων).

158

Page 160: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κλείσιμο των εργασιών της τρίτης μέρας

από τον ΜΙΧΑΛΗ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟ, μέλος του Τμήματος Παιδείας

της ΚΕ του ΚΚΕ

Θα σταθώ σύντομα σε δυο θέματα. Καταρχήν στην παρέμβαση του κ. Μαρκή όπου θίχτηκαν κύρια θέματα φιλοσοφικού περιεχομέ­νου και αφέθηκε να εννοηθεί ότι οι απόψεις της εισήγησης υποτι­μούν τις κοινωνικές επιστήμες, ίσως μάλιστα επηρεάζονται από μη­χανιστικές αντιλήψεις χωρίς βέβαια ο κ. Μαρκής να χρησιμοποίησε τον όρο.

Στην εισήγηση τονίστηκε η ανάπτυξη των κοινωνικών επι­στημών και λόγω των ιδιαιτεροτήτων της ΕΤΕ και στις προτάσεις η ανάπτυξη των επιστημών αυτών υπάρχει σαν πρώτη προτεραιότητα. Μακριά από μας η υποτίμηση των κοινωνικών επιστημών και εδώ συμφωνούμε απόλυτα με τον κ. Μαρκή. Έ γινε από τον ομιλητή ανα­φορά ότι γίνεται αναγωγή των κοινωνικών στις φυσικές επιστήμες χωρίς πάρα πέρα διευκρίνιση. Το θέμα είναι γνωστό από τους κλασ­σικούς, από την πολεμική του Ένγκελς απέναντι στους χυδαίους υλι­στές. Είναι ξένη για μας μια τέτια αντίληψη. Η επιστήμη, στοιχείο του εποικοδομήματος, διατηρεί τη σχετική της αυτοτέλεια από την υλική βάση την κοινωνίας. Η ΕΤΕ εξάλλου αναπτύσσοντας τις παρα­γωγικές δυνάμεις επιδρά στις κοινωνικές σχέσεις, δημιουργεί νέες α­παιτήσεις για τις κοινωνικές επιστήμες. Αμεσα εξάλλου οι κοινω­νικές επιστήμες διατηρούν σοβαρό κοινωνικό ρόλο αφού συμβάλ­λουν στην ανάπτυξη της. κύριας παραγωγικής δύναμης, της εργα­τικής δύναμης. Παρουσιάζει διαλεκτική ενότητα ή σχέση ανάμεσα στις κοινωνικές και φυσικές επιστήμες και δεν νομίζω ότι πρέπει να θεωρούνται ανταγωνιστικές. Πιστεύω ότι μια σχολή κοινωνικών επι­στημών, όπου κυριαρχεί ο εμπειρισμός ή διδάσκονται εκλεκτικά ορι­σμένα αστικά ρεύματα προκαλεί στένεμα των ιδεολογικών προσανα­τολισμών των εργαζομένων ανάλογο μ’ αυτό που προκαλούν οι οξύ- τατα τεχνοκρατικές διδασκαλίες των φυσικών επιστημών. Δεν εν­νοεί βέβαια τέτιες σπουδές ο κ. Μαρκής αλλά υπάρχουν προβλήματα

159

Page 161: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στη χώρα μας. Τέλος για το πρόβλημα εάν η επιστήμη δημιουργεί ηθική, το θέμα είναι ανοιχτό σε διεθνή επιστημονικό διάλογο. Εμείς είμαστε αντίθετοι σε μια κανονιστική ουδετερότητα της επιστήμης και αγωνιζόμαστε (όχι μόνοι μας) ώστε η επιστημονική γνωστική διαδικασία να συνδυάζεται με ένα ευρύτερο προγραμματισμό.

Τέθηκε γραπτά το σοβαρότατο ερώτημα σχετικά με τις μορφές των αγώνων της εργατικής τάξης σε σχέση με μια ανάπτυξη της έρευ­νας προς όφελος του λαού. Χωρίς να είμαι ειδικός στα θέματα οργά­νωσης των αγώνων θέλω να σημειώσω ότι η όλη πολιτική που ακο­λουθείται δείχνει ότι ο δικομματισμός αυτό που περισσότερο απο­φεύγει στις διαδικασίες θεμάτων έρευνας είναι η συμμετοχή του ερ­γατικού κινήματος και αυτό από την πλευρά του δείχνει τη σοβαρό­τητα και αναγκαιότητα άμεσης ενασχόλησης της εργατικής τάξης με το πρόβλημα. Λίγο πιο συγκεκριμένα, σε κλαδικό π.χ. επίπεδο οι σκέψεις του σ. Κοκκινέλη είναι χαρακτηριστικές. Η έρευνα μπορεί να συμβάλει στην βελτίωση των συνθηκών εργασίας για εκσυγχρονι­σμό της παραγωγής κλπ.

Οι εταιρίες ΑΕ που ίδρυσε η κυβέρνηση αντί για τα εθνικά εργα­στήρια για τη ναυτιλία, το μέταλλο κλπ. θα μπορούσαν στα πλαίσια μιας άλλης πολιτικής να παίξουν θετικό ρόλο για την εργατική τάξη. Σήμερα είναι ανοιχτό το θέμα της συμμετοχής των εργαζομένων στη διοίκηση αυτών των κρατικών μονάδων. Σε επίπεδο εργοστάσιου έ­χουμε τα νέα κίνητρα για έρευνα της κυβέρνησης στις ιδιωτικές επι­χειρήσεις. Η πείρα του εργατικού κινήματος είναι πλούσια σχετικά με το θέμα «κίνητρα».Στη συγκεκριμένη περίπτωση αναγκαία νομίζω είναι η απαίτηση εργατικού ελέγχου και για να γίνει έρευνα και για να λάβει υπόψη της τις ανάγκες των εργατών.

Σε εθνικό επίπεδο προσπάθησε να δόσει μια μικρή συμβολή όλη η εισήγηση.

160

Page 162: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΤΕΤΑΡΤΗ ΜΕΡΑ

Page 163: Πανεπιστήμιο και κοινωνία
Page 164: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Εισήγηση

Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ- ΠΑΙΔΑΓΩΓΊΚΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ - ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

ΣΕΡΓΚΕΙ Γ. ΦΟΜΙΤΣΟΦ, υποδιευθυντής του Υπουργείου

Ανώτατης Εκπαίδευσης της ΕΣΣΔ

Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,Η σοβιετική ανώτατη εκπαίδευση, όπως κι ολόκληρος ο σοβιε­

τικός λαός, υλοποιεί στη ζωή τις ιστορικές αποφάσεις του 27ου Συνέδριου του ΚΚΣΕ. Μπαίνοντας στο νέο επαναστατικό στάδιο, στο στάδιο της αναδιάρθρωσης της επιτάχυνσης της κοινωνικο-οι- κονομικής ανάπτυξης οι σοβιετικοί άνθρωποι κάτω από την καθοδή­γηση του Κομμουνιστικού Κόμματος δουλεύουν με αυτοθυσία για την εκπλήρωση των καθηκόντων του 12ου πεντάχρονου.

Τώρα που η χώρα μας προϋπαντά τα 70 χρόνια της Μεγάλης Ο­κτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης, ο σοβιετικός λαός με τη δημιουργική του δουλιά πολλαπλασιάζει τις κατακτήσεις του Μεγά­λου Οκτώβρη.

Ο δρόμος που διήνυσε η Σοβιετική ' Ενωση στα 70 χρόνια είναι μια ολόκληρη εποχή. Τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά επι- τεύγματά της είναι η πειστική επιβεβαίωση της ζωτικότητας, της μαρξιστικής - λενινιστικής διδασκαλίας, του τεράστιου δυναμικού που εμπεριέχεται στο σοσιαλισμό. Η σοβιετική χώρα μετατράπηκε στην κύρια δύναμη σωτηρίας της ανθρωπότητας απ’ τον πυρηνικό πόλεμο. Οι σοβιετικοί άνθρωποι έχουν όλους τους λόγους να είναι περήφανοι γ ι’ αυτά τα επιτεύγματα.

Μεγάλες επιτυχίες είχε και το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας. Για την κλίμακα της ανάπτυξης της παιδείας στην ΕΣΣΔ ανά­γλυφα μιλάει το γεγονός ότι στις διάφορες βαθμίδες εκπαίδευσης σήμερα φοιτούν 108 εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή το 40 περίπου τοις εκατό όλου του πληθυσμού της χώρας. Σημαντική θέση σ’ αυτή κατέχει η ανώτατη εκπαίδευση. Ό λη η ζωή και η δραστηριότητα των σοβιετικών ΑΕΙ συνδέεται με τις μεγάλες υποθέσεις του κόμ­ματός μας και του λαού. Σ’ όλα τα στάδια ανάπτυξης της σοβιετικής

163

Page 165: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κοινωνίας εκπλήρωνε με επιτυχία τα καθήκοντα που της έθετε το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ που χάραξε τη νέα στρατηγική γραμμή του κόμματος για επιτάχυνση της κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης της χώρας στη βάση της επιτάχυνσης της επιστημονικο- τεχνικής προόδου, έθεσε καινούργια, πιο πολύπλοκα καθήκοντα μπροστά στην ανώτατη και μέση ειδική εκπαίδευση, στο επιστημο­νικό και διδακτικό τους προσωπικό.

Το νέο στάδιο στην ανάπτυξη της σοβιετικής κοινωνίας, η πραγ­ματοποιούμενη αναδιάρθρωση όλων των σφαιρών της κοινωνικής ζωής, εξηγούν επίσης την ζωτικής σημασίας αναγκαιότητα αναδιάρ­θρωσης της ανώτατης και μέσης ειδικής εκπαίδευσης. Οι κύριες κα­τευθύνσεις ανάπτυξης της της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα ε­κτίθενται με εξαντλητική πληρότητα στις «Βασικές κατευθύνσεις α­ναδιάρθρωσης της ανώτατης και μέσης ειδικής εκπαίδευσης στη χώρα», στα διατάγματα που ετοίμασε η ΚΕ του ΚΚΣΕ και το Υπουρ­γικό Συμβούλιο της ΕΣΣΔ.

Σ’ αυτά τα ντοκουμέντα υπογραμμίζεται ότι στην ημερήσια διά­ταξη τέθηκε το καθήκον της βελτίωσης της ποιότητας προετοι­μασίας των φοιτητών, της δημιουργίας ενιαίου συστήματος αδιάκο­πης εκπαίδευσης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα νέα καθήκοντα που τέθηκαν από την ΚΕ του ΚΚΣΕ μπροστά στην ανώτατη εκπαίδευση θα εκπληρω­θούν, γιατί υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την παραπέρα κίνηση προς τα μπρος.

Σήμερα παιδαγωγική και επιστημονική δουλιά στα 900 ΑΕΙ κά­νει μια στρατιά από πάνω από 500 χιλιάδες μέλη του ΔΕΠ. Κάθε χρόνο αποφοιτούν απ’ αυτά τα ΑΕΙ πάνω από 850 χιλιάδες νέοι ειδι­κοί. Διαρκώς ανοίγουν νέα ΑΕΙ. Μόνο στο I Ιο πεντάχρονο στη χώρα άνοιξαν 14 ΑΕΙ μεταξύ των άλλων πανεπιστήμια, τεχνικά, βιομηχα­νικά και άλλα ΑΕΙ. Αλλά οι ποσοτικοί δείκτες είναι άρρηκτα δεμένοι με τους ποιοτικούς.

Ταυτόχρονα με την αύξηση του αριθμού των διδασκόντων στα ΑΕΙ, βελτιώνεται και η ποιοτική τους σύνθεση. Τώρα στα ΑΕΙ της ΕΣΣΔ πάνω από το 50% των διδασκόντων είναι δόκτορες και διδάκτο­ρες επιστημών.

Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι εκτός από το διδακτικό προ­σωπικό των ΑΕΙ πάνω από 100.000 και απ’ αυτούς γύρω στο Ά δόκτω- ρες και διδάκτορες επιστημών, απασχολούνται σε επιστημονική ε­ρευνητική δουλιά, στα επιστημονικά - ερευνητικά ινστιτούτα, στα κλαδικά εργαστήρια και στα εργαστήρια μελέτης συγκεκριμένων προβλημάτων.

164

Page 166: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Μάλιστα οι δόκτορες και διδάκτορες επιστημών που δουλεύουν στα ΑΕΙ είναι το 50%, αυτών που υπάρχουν στη χώρα. Ο γενικός α­ριθμός του ΔΕΠ των ΑΕΙ είναι πάνω από μισό εκατομμύριο. Στα χρόνια του πεντάχρονου προετοιμάσθηκαν 10,5 εκατομμύρια ειδικοί με ανώτατη και μέση ειδική εκπαίδευση, μεταξύ των οποίων και 4,2 εκατομμύρια με ανώτατη.

Κάθε χρόνο αυξάνεται το επιστημονικό - στελεχικό δυναμικό στις φυσικομαθηματικές, τεχνικές, κοινωνικές, οικονομικές και άλ­λες επιστήμες. Αυξάνεται το ποιοτικό επίπεδο του διδακτικού προ­σωπικού των ΑΕΙ και των ινστιτούτων που άνοιξαν πρόσφατα παίρ­νοντας μεγάλα μέτρα για την ενίσχυση με στελέχη υψηλής ειδίκευ­σης των ΑΕΙ της Σιβηρίας, του Βοφά, της Απω Ανατολής.

Μεγάλη προσοχή δίνεται στην ενίσχυση των διευθυντικών στε­λεχών των ΑΕΙ. Τώρα ανάμεσα στους πρυτάνεις των ΑΕΙ το 70% εί­ναι ακαδημαϊκοί, και αντεπιστέλλοντα μέλη της ακαδημίας, δόκτο­ρες επιστημών, καθηγητές.

Μεγάλο ρόλο στην άνοδο του επιστημονικού - στελεχικού δυνα­μικού της χώρας μας παίζει το ισχύον στην ΕΣΣΔ σύστημα μεταπτυ­χιακής εκπαίδευσης του ΔΕΠ των ΑΕΙ. Το σύστημα αυτό περι­λαμβάνει διάφορες μορφές μετεκπαίδευσης του διδακτικού και βοη­θητικού προσωπικού, την προετοιμασία δοκτόρων και διδακτόρων ε­πιστημών.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές για την απόκτηση διδακτορικού στα ΑΕΙ είναι μια από τις σημαντικότερες μορφές μεταπτυχιακής εκπαί­δευσης. Έχουν την αρχή τους στο 1925. Κάθε χρόνο ανάλογα με την ανάπτυξη της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα τελειοποιούνταν το περιεχόμενό τους και η μορφή της δουλιάς.

Σήμερα η προετοιμασία διδακτόρων πραγματοποιείται σχεδόν σε 2000 ανώτατα ιδρύματα και επιστημονικά - ερευνητικά ινστιτούτα - απ’ αυτά πάνω από 600 είναι ΑΕΙ.

Το Υπουργείο Ανώτατης Παιδείας της ΕΣΣΔ κάνει δουλιά για τη συγκέντρωση της προετοιμασίας διδακτόρων στα μεγάλα πανεπι­στήμια και τεχνικά ΑΕΙ.

Έ γιναν σημαντικές αλλαγές στη δομή της προετοιμασίας των υ­ποψήφιων διδακτόρων. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην προετοι­μασία στελεχών πάνω στις καινούριες κατευθύνσεις ανάπτυξης της ε­πιστήμης και της τεχνικής, που συνδέονται με την επιτάχυνση της ε- πιστημονικοτεχνικής προόδου. Σημαντικά διευρύνθηκε το μέτωπο των επιστημονικών ερευνών των υποψηφίων διδακτόρων στις πρω­ταρχικής σημασίας κατευθύνσεις της επιστήμης και της τεχνικής. Ανέβηκε το επιστημονικό επίπεδο των διδακτορικών διατριβών.

165

Page 167: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Εκτός από την οργανωμένη προετοιμασία διδακτόρων μέσα από τις μεταπτυχιακές σπουδές, σ’ ένα ορισμένο θαθμό προσφέρει στην αύξηση του επιστημονικού - στελεχικού δυναμικού της χώρας η υ­περάσπιση διδακτορικών χωρίς μεταπτυχιακές σπουδές. Σήμερα κά­νουν διδακτορικό μ' αυτό τον τρόπο 60 χιλιάδες άτομα. Κάθε χρόνο αυτοί υπερασπίζουν ένα σημαντικό μέρος των διατριβών, γύρω στο χΛ.

Σημαντικό ρόλο στη βελτίωση του επιστημονικού στελεχικού δυναμικού παίζει ένα τέτιο κρατικό σύστημα μεταπτυχιακής εκπαί­δευσης του ΔΕΠ των ΑΕΙ της χώρας, όπως είναι η μετεκπαίδευση. Μια από τις πρώτες οργανωμένες μορφές μετεκπαίδευσης ήταν η δη­μιουργία το 1949 των ινστιτούτων μετεκπαίδευσης των καθηγητών μαρξισμού - λενινισμού στα πανεπιστήμια της Μόσχας, του Λένιν- γκραντ και του Κιέθου.

Αργότερα τα ινστιτούτα μετεκπαίδευσης καθηγητών μαρξισμού- λενινισμού που οργανώθηκαν στη Μόσχα και το Λένινγκραντ μετα- τράπηκαν σε ινστιτούτα μετεκπαίδευσης καθηγητών κοινωνικών επι­στημών 5μηνης διάρκειας. Τα κατοπινά χρόνια ινστιτούτα μετεκπαί­δευσης οργανώθηκαν στα πανεπιστήμια του Λένινγκραντ, των Ου- ραλίων, του Ροστόφ στον Δον, της Τασκένδης, της Λευκορωσίας, του Νοβοσιμπίρσκ και αλλού.

Σήμερα στη χώρα λειτουργούν 9 ινστιτούτα μετεκπαίδευσης κα­θηγητών κοινωνικών επιστημών. Στα χρόνια της ύπαρξής τους σ’ αυτά μετεκπαιδεύτηκαν περίου 30 χιλιάδες άτομα.

Το σύστημα μεταπτυχιακών σπουδών αναπτύχθηκε παραπέρα μετά την απόφαση της ΚΕ του ΚΚΣΕ και του υπουργικού συμ­βουλίου το 1966 «Για τα μέτρα βελτίωσης της προετοιμασίας ειδικών και την τελειοποίηση της καθοδήγησης της ανώτατης και μέσης ει­δικής εκπαίδευσης στη χώρα», στην οποία ξεκάθαρα και συγκε­κριμένα προσδιορίστηκαν οι οργανωτικές βάσεις του σημερινού συ­στήματος μετεκπαίδευσης του ΔΕΠ των ΑΕΙ.

Στα πανεπιστήμια και στα άλλα ΑΕΙ οργανώθηκαν σχολές με­τεκπαίδευσης διδασκόντων στα ΑΕΙ, διάρκειας μέχρι 4 μήνες. Για τους καθηγητές των ειδικών μαθημάτων καθιερώθηκε μετεκπαίδευση στις πρωτοπόρες επιχειρήσεις της λαϊκής οικονομίας, στα κυριότερα ΑΕΙ και στο επιστημονικά - ερευνητικά ινστιτούτα, διάρκειας μέχρι 3 μήνες.

Σήμερα στα κυριώτερα ΑΕΙ λειτουργούν 150 τέτιες σχολές. Κάθε χρόνο σ’ αυτές μετεκπαιδεύονται περίπου 35-40 χιλιάδες καθη­γητές και 25-30 χιλ. κάνουν πρακτική εξάσκηση.

Η μετεκπαίδευση των καθοδηγητών των ΑΕΙ (πρυτάνεων, α- ντιπρυτάνεων, προέδρων τμημάτων και διευθυντών τομέων) και των

166

Page 168: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

διευθυντών των μεσαίων ειδικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων οργανώ­νεται σε συνδιασκέψεις - σεμινάρια, που γίνονται κάθε 5 χρόνια κατά περιοχές και διαρκούν 10 μέρες.

Το 1981 καθιερώθηκε η μετεκπαίδευση των καθοδηγητικών στε­λεχών και των ειδικών του εκπαιδευτικού βοηθητικού και τεχνικού προσωπικού των ανώτατων και μεσαίων ειδικών εκπαιδευτικών ι­δρυμάτων στις σχολές διαρκούς λειτουργίας, με απόσπαση και διάρ­κειας μέχρι 1 μήνα που οργανώθηκαν στα ΑΕΙ. Έ τσι δημιουργήθηκε ενιαίο σύστημα μετεκπαίδευσης για όλους από τον παρασκευαστή, μέχρι τον πρύτανη.

Είναι πέρα για πέρα κατανοητό ότι αυτό σε σημαντικό βαθμό βοήθησε στην αύξηση του επιστημονικού - στελεχικού δυναμικού των ΑΕΙ της χώρας, στην ανάπτυξη των επιστημονικών ερευνών και στη βελτίωση της εκπαιδευτικής - παιδαγωγικής εργασίας.

Μια ορισμένη επίδραση στην άνοδο του επιπέδου του επιστημο­νικού στελεχικού δυναμικού των ΑΕΙ έχει η αμοιβαία α­νταλλαγή επιστημόνων ΑΕΙ και επιστημονικών ιδρυμάτων, όταν γνωστοί επιστήμονες πηγαίνουν σε περιφεριακά ΑΕΙ για να παρου­σιάσουν κύκλο διαλέξεων, να βοηθήσουν στην τελειοποίηση της εκ­παιδευτικής - παιδαγωγικής δουλιάς και στην οργάνωση της επιστη­μονικής έρευνας. Αυτή η πρακτική, παρά τις τεράστιες διαστάσεις της χώρας μας αναπτύχθηκε πλατιά.

Αυτός είναι ο κάθε άλλο παρά πλήρης χαρακτήρας του επιστη- αονικού στελεχικού δυναμικού της σοβιετικής ανώτατης εκπαίδευ­σης και των αποτελεσμάτων της δράστη ριότητάς της το περασμένο πεντάχρονο. Αλλά η ζωή δεν σταματά. Τώρα που εκπληρώνονται τα ιεράστια καθήκοντα της επιτάχυνσης της κοινωνικο - οικονομικής ανάπτυξης της σοβιετικής κοινωνίας, όταν υλοποιείται η αναδιάρ- 3ρωση όλων των πλευρών της κοινωνικής ζωής, στο στελεχικό δυνα­μικό της ανώτατης εκπαίδευσης προβάλλονται πιο ψηλές απαιτήσεις για την ποιότητα της προετοιμασίας ειδικών. Αυτοί καθορίζουν τη μοίρα της ανόδου της Ανώτατης εκπαίδευσης και των επιστημονικών ερευνών. Στην Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΣΕ που έγινε το Γενάρη ε­κτέθηκαν μ’ όλη την πληρότητα τα καθήκοντα, οι δρόμοι, οι μέθοδοι και τα μέσα δουλιάς με τα επιστημονικά εκπαιδευτικά στελέχη της Ανώτατης εκπαίδευσης.

Ξεκινώντας απ’ αυτό πρέπει να παρθούν μια σειρά μέτρα στον τομέα της επιλογής, της προετοιμασίας, της μετεκπαίδευσης, και της επανάκρισης των επιστημονικών - εκπαιδευτικών στελεχών κι έτσι ν’ ανέβει το επίπεδο του στελεχικού δυναμικού σ ’ ένα νέο ποιοτικό σκα­λοπάτι. Σ’ αυτά τα προβλήματα και τους τρόπους επίλυσής τους θα ’θελα να σταθώ.

167

Page 169: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Όπως είναι γνωστό η διαμόρφωση ειδικών με πλατιά μόρφωση απαιτεί πριν απ’ όλα βαθιές γνώσεις στον τομέα των θεμελιακών επι­στημών - των μαθηματικών, της φυσικής, της χημείας, της βιο­λογίας, της φιλοσοφίας και άλλων.

Σε σχέση μ’ αυτό ιδιαίτερη σημασία αποκτά η βελτίωση της ποιοτικής σύνθεσης του ΔΕΠ ακριβώς σ’ αυτές τις ειδικότητες. Πρέ­πει αυτοί που διδάσκουν αυτά τα μαθήματα να έχουν κατά κανόνα πα­νεπιστημιακή μόρφωση. Αυτό θα επιτρέψει να αυξηθεί το επίπεδο των επιστημονικών ερευνών στον τομέα των θεμελιακών επιστημών.

Το επίπεδο προετοιμασίας ειδικών σύμφωνα με τις σύγχρονες α­παιτήσεις, ιδιαίτερα στις συνθήκες επιτάχυνσης της επιστημονικοτε- χνικής και κοινωνικής προόδου, όταν οι γνώσεις ανανεώνονται κάθε πέντε - εφτά χρόνια, εξαρτόνται κυρίως από την επαγγελματική τους προετοιμασία. Η διαμόρφωση δε των επαγγελματικών γνώσεων του ειδικού, η ικανότητά του να αποκτήσει βαθιές και πολύπλευρες γνώ­σεις πάνω στην ειδικότητα που διάλεξε εξαρτάται ολοκληρωτικά από αυτόν που διδάσκει. Ό μως η πείρα δείχνει ότι δεν κατέχουν ε- παρκώς όλοι οι διδάσκοντες την παιδαγωγική και την ψυχολογία της ανώτατης εκπαίδέυσης κι αυτό αναμφισβήτητα επιδρά στην εκπαι­δευτική - παιδαγωγική διαδικασία. Επομένως έχουμε καθήκον να α­νεβάσουμε το επίπεδο της παιδαγωγικής και ψυχολογικής προετοι­μασίας αυτών που διδάσκουν ειδικά μαθήματα, έτσι ώστε η εκπαιδευ­τική και παιδαγωγική διαδικασία που επιτελούν να ανταποκρΐνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις και να επιδρά δραστικά στους μελλοντι­κούς ειδικούς.

Η μελέτη της σύνθεσης του διδακτικού προσωπικού σε μια σειρά ειδικότητες δείχνει ότι ένα σημαντικό μέρος τους δεν έχει πείρα πρακτικής δουλιάς άμεσα στην παραγωγή. Είναι κατανοητό ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να μας ικανοποιεί. Επομένως είναι απαραίτητο να βελτιωθεί η επιλογή διδασκόντων για τα ειδικά μαθήματα, να προσελκύονται πιο πλατιά στη διδακτική δραστηριό­τητα ειδικοί από τη λαϊκή οικονομία και τέλος να οργανωθεί γ ι’ αυ­τούς τους διδάσκοντες πρακτική εξάσκηση στις αντίστοιχες επι­χειρήσεις διάρκειας 1-2 χρόνων έτσι ώστε να γνωριστούν καλά με την τεχνολογία, το σύγχρονο εξοπλισμό, την οικονομία και την οργάνωση της παραγωγής. Η υλοποίηση αυτών των μέτρων θα βοηθήσει στην άνοδο του επιπέδου προετοιμασίας μηχανικών.

Ιδιαίτερη σημασία στην προετοιμασία ειδικών έχουν οι κοινω­νικές επιστήμες. Η ιδεολογική ωριμότητα είναι αναπόσπαστο χαρα­κτηριστικό του ειδικού. Αυτός, κατά κανόνα, παίζει το ρόλο του δια- παιδαγωγητή, του προπαγανδιστή στην εργατική κολεκτίβα. Γι’ αυτό πρόκειται να ανεβάσουμε ουσιαστικά το ιδεολογικοθεωρητικό

168

Page 170: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

και μεθοδολογικό επίπεδο διδασκαλίας του μαρξισμού - λενινισμού σαν αδιαμφισβήτητης βάσης διαμόρφωσης της επιστημονικής κο­σμοθεωρίας των σοβιετικών ειδικών. Κι αυτό σ’ αποφασιστικό βαθμό εξαρτάται από τα στελέχη - κοινωνιολόγους.

Το νέο στάδιο στην ανάπτυξη της σοβιετικής κοινωνίας, το στάδιο της επιτάχυνσης προβάλλει σήμερα και θα προβάλλει στο μέλλον νέα καθήκοντα κι απαιτήσεις μπροστά τους κοινωνιολόγους στον τομέα της κομμουνιστικής διαπαιδαγώγησης των φοιτητικών μαζών. Θα εμφανισθούν νέες μέθοδες και μορφές ιδεολογικοπολι­τικής διαπαιδαγώγησης. Αυξάνεται ο χρόνος των φροντιστη­ριακών μαθημάτων, θα αυξηθεί σημαντικά το ποσοστό της προσω­πικής δουλιάς με τους φοιτητές, όλο και περισσότερο θα μπολιά­ζονται με το αίσθημα της αναγκαιότητας και τη συνήθεια της συ­στηματικής και θεμελιακής μελέτης των έργων του Κ. Μαρξ, του Φ. Ένγκελς, του Β. I. Λένιν, των ντοκουμέντων του ΚΚΣΕ. Σε σχέση μ’ αυτό θα αυξηθούν και θα διευρυνθούν οι επιστημονικές έρευνες στις έδρες των κοινωνικών επιστημών πράγμα που, με τη σειρά του, θα οδηγήσει στη βελτίωση της ποιοτικής σύνθεσης των διδακτικών στε­λεχών στις κοινωνικές επιστήμες.

Ταυτόχρονα σε πρώτο πλάνο περνάει το καθήκον, στο άμεσο μέλλον η απόλυτη πλειοψηφία αυτών που διδάσκουν κοινωνικές επι­στήμες να έχουν την αντίστοιχη θεμελιακή πανεπιστημιακή εκπαί­δευση.

Σε σχέση με την αναδιάρθρωση θα αυξηθεί ουσιαστικά ο ρόλος των πανεπιστημίων στην προετοιμασία θεωρητικών στελεχών στον τομέα του μαρξισμού - λενινισμού και των φυσικών επιστημών για την ακαδημαϊκή και κλαδική επιστήμη, τα ιδεολογικά ιδρύματα και τη σύγχρονη παραγωγή.

Το επιστημονικό στελεχικό δυναμικό της σοβιετικής ανώτατης εκπαίδευσης συμπληρώνεται αδιάκοπα με νέα επιστημονικά στελέ­χη. Και εδώ εμφανίζονται τα προβλήματα της προετοιμασίας τους. Η πολυετής πείρα δείχνει, ότι βασική μορφή προετοιμασίας των εκ­παιδευτικών στελεχών, όπως πριν έτσι και τώρα είναι οι μεταπτυ­χιακές σπουδές.

Σ’ αυτές και τώρα και στο μέλλον θα γίνονται ποιοτικές διαρ­θρωτικές αλλαγές. Σκοπεύουμε να θεωρούμε τις μεταπτυχιακές σπουδές όχι μορφή προετοιμασίας επιστημονικών - εκπαιδευτικών στελεχών, αλλά εκπαίδευση. Αυτοί που τελειώνουν τις μεταπτυ­χιακές σπουδές θα παίρνουν την αντίστοιχη ειδίκευση και τίτλο π.χ. «μηχανικός ερευνητής», «οικονομολόγος ερευνητής». Σκοπεύουμε να διευρύνουμε την προετοιμασία διδακτόρων μέσα από πτυχιακές σπουδές κύρια με απόσπαση από την παραγωγή. Θα αυξηθεί η κλί­

169

Page 171: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μακά της με τον συνυπολογισμό των αυξανόμενων αναγκών των κλά­δων της παραγωγής που απαιτούν σημαντική συνεισφορά της επι­στήμης. Θα τελειοποιείται η επιλογή στις μεταπτυχιακές σπουδές των ικανών νέων κατά πρώτο λόγο από τους ειδικούς, "που έχουν, κατά κανόνα πείρα δουλιάς στην κατεύθυνση που διαλέγουν, θα ανα­θεωρηθεί ο τρόπος επιλογής για τις μεταπτυχιακές σπουδές χωρίς απόσπαση από την παραγωγή. Θα ανέβει σημαντικά το επίπεδο της επιστημονικής και ιδεολογικής προετοιμασίας. Η θεματολογία των ερευνών για απόκτηση διδακτορικού θα συγκεντρωθεί στις κύριες κατευθύνσεις της επιστήμης και της τεχνολογίας. Σκοπεύουμε να ε­φαρμόσουμε ετήσια προμεταπτυχιακή μετεκπαίδευση.

Εκτός απ’ αυτά θα βελτιωθεί η οργάνωση και θα διευρυνθεΐ η πρακτική προετοιμασίας νέων ειδικών για αυτοτελή επιστημονική και εκπαιδευτική δραστηριότητα με την αξιοποίηση της πρακτικής εξάσκησης.

Με μεγαλύτερη επιτυχία θα εκπληρώνεται το καθήκον της προε­τοιμασίας στελεχών υψηλής ειδίκευσης, που φέρουν τον τίτλο του δόκτορα των επιστημών. Για την προετοιμασία διατριβών για τον τίτλο του δόκτορα στα κυριότερα ΑΕΙ, τα ακαδημαϊκά και κλαδικά επιστημονικά ιδρύματα, δημιουργούνται ειδικοί κύκλοι σπουδών, στους οποίους θα στέλνονται οι διδάκτορες επιστημών, που έχουν δημιουργικές επιτυχίες και ικανή επιστημονική προετοιμασία πάνω στο θέμα που έχουν επιλέξει.

Σημαντικά προβλήματα εμφανίζονται και στον τομέα ανόδου της ειδίκευσης του διδακτικού προσωπικού, γιατί αυτή σε σημα­ντικό βαθμό βοηθάει στην άνοδο του επιστημονικού στελεχικού δυ­ναμικού. Γίνεται λόγος όχι μόνο για την τελειοποίηση των μορφών μετεκπαίδευσης, αλλά πριν απ’ όλα για το περιεχόμενό της, την απο- τελεσματικότητά της για την επεξεργασία της οργάνωσης, των μορφών και των μεθόδων συνεχούς μετεκπαίδευσης, διαρκούς α­νανέωσης και συμπλήρωσης των γνώσεων. Ό πως αναφέρεται στα ντοκουμέντα για την αναδιάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης είναι απαραίτητο να βελτιωθεί σημαντικά η οργάνωση και να ανέβει η δραστικότητα της μετεκπαίδευσης στη βάση του συνδυασμού της θεωρητικής και πρακτικής επανεκπαίδευσης.

Είναι, επομένως, απαραίτητο να ανέβει το επίπεδο της δουλιάς των σχολών και των ινστιτούτων μετεκπαίδευσης σαν βασική μορφή θεωρητικής επανεκπαίδευσης των διδασκόντων, να μετατρα- πούν σε πραγματικά κέντρα επιστημονικής, εκπαιδευτικής και μεθο­δολογικής δουλιάς, διάδοσης της πρωτοπόρας πείρας. Από την άλλη πλευρά είναι απαραίτητη η ριζική βελτίωση της πρακτικής εξάσκη­σης των διδασκόντων σαν σημαντική μορφή πρακτικής επανεκπαί­

170

Page 172: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

δευσης. Σκοπεύουμε αυτή κιόλας τη χρονιά να επεξεργαστούμε προτάσεις για την πρακτική εξάσκηση του ΔΕΠ που διδάσκει ειδικά μαθήματα στα ΑΕΙ, στους κλάδους της λαϊκής οικονομίας, στις θέ­σεις ειδικών, με την άμεση συμμετοχή τους στην εκπλήρωση παρα­γωγικών καθηκόντων. Θα παρθούν επίσης μέτρα για την αδιάκοπη μετεκπαίδευση των διδακτικών στελεχών. Θα ενταθεί η προσοχή στην πολιτική μόρφωση του διδακτικού προσωπικού, στο να με­λετήσει τα επίκαιρα προβλήματα της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας, της πολιτικής του ΚΚΣΕ και άλλων προβλημάτων.

Επιτρέψτε μου να σταθώ στο ακόλουθο πρόβλημα. Είναι το πρόβλημα της συμπλήρωσης του ΔΕΠ.

Ό πως είναι γνωστό στη βάση της συμπλήρωσης του ΔΕΠ των ΑΕΙ βρίσκεται ο συναγωνισμός για την κάλυψη των κενών θέσεων και η περιοδική επανάκριση του ΔΕΠ. Στη ΕΣΣΔ υπάρχει ο νόμος ότι κάθε 5 χρόνια τα μέλη του ΔΕΠ κρίνονται. Αυτό επιτρέπει να προσελκύουμε στην επιστημονική και παιδαγωγική δράστη ριότητά τους, πιο ειδικευμένους και προετοιμασμένους ειδικούς, να ελέγχου­με περιοδικά πώς φέρουν σε πέρας την υπόθεση που τους έχει ανατε­θεί, να συμπληρώνουν τις γνώσεις τους, να τελειοποιούν την ειδίκευ­ση και την επαγγελματική τους κατάρτιση, να βοηθούν την εισροή νέων στελεχών στην έδρα.

Μ’ όλη τη θετική του σημασία, όμως, αυτό το σύστημα χρειάζε­ται σημαντική βελτίωση και τελειοποίηση. Εδώ σκοπεύουμε να ενι- σχύσουμε τις απαιτήσεις προς τα επιστημονικά διδακτικά στελέχη, στην παιδαγωγική και επιστημονική ειδίκευση, την ιδεολογική και ηθική συμπεριφορά τους, την πραγματική συνεισφορά τους στην προετοιμασία και διαπαιδαγώγιση των ειδικών. Στις επιστημονικές παιδαγωγικές κολεκτίβες θα εδραιωθεί η ατμόσφαιρα πρωτοβουλίας και δημιουργίας, υψηλής πειθαρχίας, αμοιβαίας απαιτητικότητας και στάσης αρχών, πάλης ενάντια στην εμφάνιση ρουτίνας, προστατευ­τισμού κι άλλων αρνητικών φαινομένων. Αυτή τη στιγμή γίνεται η επεξεργασία νέας απόφασης για τον τρόπο κάλυψης των θέσεων του ΔΕΠ των ΑΕΙ, στην οποία θα βρουν την αντανάκλασή τους οι αυ­ξημένες απαιτήσεις προς το ΔΕΠ των ΑΕΙ. Γυρίζοντας από την Ελλάδα πρέπει να εισηγηθώ στο Συμβούλιο του Υπουργείου αυτό το σχέδιο.

Η άνοδος του επιστημονικού - στελεχικού δυναμικού είναι α­διανόητη χωρίς την παραπέρα τελειοποίηση της δουλιάς των εδρών των ΑΕΙ. Η έδρα είναι η βασική υποδιαίρεση, ο κύριος κρίκος του ΑΕΙ, που καθορίζει το περιεχόμενο και την ενότητα της εκπαιδευ­τικής, επιστημονικής και διαπαιδαγωγιτικής διαδικασίας. Σε σχέση μ’ αυτό μπαίνει το καθήκον οι έδρες των ΑΕΙ να διοικούνται από δό-

171

Page 173: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κτορες επιστημών, καθηγητές, δηλαδή από κατόχους ανώτατων παι­δαγωγικών και επιστημονικών τίτλων. Πρέπει να πούμε ότι τα τελευ­ταία χρόνια οι έδρες των ΑΕΙ συμπληρώθηκαν από υψηλά ειδικευμέ­να στελέχη. Οι ρυθμοί ποιοτικής βελτίωσής τους σχεδόν 2 φορές ξε- περνούσαν την ποσοτική τους αύξηση.

Υλοποιώντας τα μέτρα για την αναδιάρθρωση της ανώτατης εκ­παίδευσης στη χώρα, το Υπουργείο Ανώτατης και Μέσης Ειδικής Εκπαίδευσης της ΕΣΣΔ και στο μέλλον θα συνεχίσει το έργο της πα­ραπέρα ενίσχυσης των εδρών με στελέχη ανώτατης ειδίκευσης. Θα προωθήσει παραπέρα στις έδρες την ατμόσφαιρα πρωτοβουλίας και δημιουργίας. Θα συγκεντρώσει τις προσπάθειες τοιν κολεκτίβων των εδρών στην εκπλήρωση των καθηκόντων επιτάχυνσης της κοινωνι­κοοικονομικής ανάπτυξης, στη βελτίωση της ποιότητας της προετοι­μασίας ειδικών και στην ανάπτυξη της επιστήμης. Ό λα αυτά θα βοηθήσουν στην παραπέρα ανάπτυξη των υπαρχουσών και στηνΚα- θιέρωση νέων επιστημονικών και παιδαγωγικών σχολών.

Υπάρχει ακόμη ένα σημαντικό πρόβλημα, το πρόβλημα της πιο ισομερούς κατανομής του επιστημονικού στελεχικού δυναμικού των ΑΕΙ της χώρας. Οπως είναι γνωστό η έκταση της χώρας μας είναι τεράστια, ωστόσο οι παραγωγικές δυνάμεις σε τέτιες περιοχές, όπως η Σιβηρία,ο Βορράς και η Απω Ανατολή αναπτύσονται με ταχύτα­τους ρυθμούς. Αυτό εξηγεί και την αναγκαιότητα ίδρυσης ΑΕΙ σ’ αυτές τις περιοχές, δημιουργίας συνθηκών για την ανάπτυξη των επι­στημονικών ερευνών, για την ποιοτική προετοιμασία στελεχών. Εί­ναι αρκετό να πούμε ότι μόνο στα χρόνια των 2 προηγούμενων πεντάχρονων από τον συνολικό αριθμό των νεοϊδρυθέντων στη χώρα ΑΕΙ το ένα τέταρτο αναλογεί σ’ αυτές τις περιοχές. Ιδρύθηκαν πολυ­τεχνικά, οικοδομικά, βιομηχανικά, τεχνολογικά και άλλα ΑΕΙ.

Σχετικά μ’ αυτό υλοποιήθηκαν μια σειρά μέτρα έτσι ώστε στη βάση της ανάπτυξης των επιστημονικών ερευνών να ανέβει το ποιο­τικό επίπεδο των διδακτικών στελεχών της Σιβηρίας,του| Βορρά,της Απω Ανατολής. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του αριθ­

μού των δοκτόρων και των διδακτόρων επιστημών. Αυξήθηκε το επι­στημονικό στελεχικό δυναμικό. Ό μως η εξίσωση της ποιοτικής σύν­θεσης των επιστημονικών εκπαιδευτικών στελεχών των ΑΕΙ αυτών των περιοχών γίνεται ακόμη αργά και καθυστερεί σε σύγκριση με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στα ΑΕΙ της χώρας.

Έχουμε καθήκον να δημιουργήσουμε για τα επιστημονικά και εκπαιδευτικά στελέχη των ΑΕΙ αυτών των περιοχών ευνοϊκές συνθή­κες για καρποφόρα επιστημονική και ερευνητική εργασία. Σ’ αυτή την κατεύθυνση δουλεύει το υπουργείο.

Οπως φαίνεται τα προβλήματα στον τομέα της ανόδου του επι­

172

Page 174: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στημονικού και στελεχικού δυναμικού των σοβιετικών ΑΕΙ είναι αρ­κετά σημαντικά. Η επίλυσή τους απαιτεί κάποιο χρόνο. Τώρα στα ΑΕΙ, στα Υπουργεία Ανώτατης Εκπαίδευσης των Ενωσιακών Δημο­κρατιών, στο Υπουργείο Ανώτατης Εκπαίδευσης της ΕΣΣΔ γίνεται μεγάλη δουλιά για την αναδιάρθρωση της ανώτατης και της μέσης ει­δικής εκπαίδευσης στη χώρα.

Καθοδηγούμενοι από τις αποφάσεις του 27ου Συνέδριου του ΚΚΣΕ. της Ολομέλειας του Γενάρη (1987) της ΚΕ του ΚΚΣΕ. οι ερ­γαζόμενοι στην ανώτατη εκπαίδευση θα καταβάλουν όλες τις προσπάθειες ώστε να υλοποιήσουν με επιτυχία και συνέπεια την υπόθεση της αναδιάρθρωσης της ανώτατης εκπαίδευσης, να τελειο­ποιήσουν το ήδη υπάρχον σύστημα της αδιάκοπης μεταπτυχιακής εκπαίδευσης κι έτσι ν’ ανεβάσουν το επιστημονικό στελεχικό δυνα­μικό της ανώτατης εκπαίδευσης.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή.

Ερώτηση: Οταν οι καθηγητές επανακρίνονται κάθε 5 χρόνια με ποια κριτήρια γίνεται αυτή η επανάκριση;

Απάντηση: Οπως ήδη αναφέρθηκε κάθε σοβιετικός διδάσκων στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα κάθε 5 χρόνια επανακρίνεται, ε­πανεκλέγεται. Ποιες είναι οι βασικές πλευρές που εκτιμού- νται κατά την επανάκρισή του: Είναι πρώτον η εκπαιδευτική δουλιά του, η επιστημονική δουλιά του, η μεθοδολογική δουλιά, η ιδεολο­γική, διαπαιδαγωγιτική δουλιά και η προσωπική δουλιά που κάνει για την αύξηση της ειδίκευσής του. Επομένως ένας καθηγητής που πρέπει να επανακριθεί, ένας διδάσκων που πρέπει να επανακριθεί στη διάρκεια των 5 χρόνων πρέπει να προετοιμάσει εγχειρίδια εκπαιδευ­τικά και βοηθητικά και διάφορα άλλα βοηθήματα. Πρέπει να διεξά­γει επιστημονική δουλιά, πρέπει να βγάζει ο ίδιος διδάκτορες και δόκτορες επιστημών, πρέπει να περνάει την μετεκπαίδευση στις σχολές που ανέφερα προηγούμενα ή πρακτική δουλιά στις επιχειρή­σεις και τα ιδρύματα ή πρέπει ο ίδιος να κάνει την διδακτορική του διατριβή ή να υπερασπίζει τη διατριβή του για να πάρει τον τίτλο του δόκτορα. Ό λα αυτά παίρνονται υπόψη κατά την κρίση του στα 5 χρόνια. Ο σκοπός είναι ένας: ο καθηγητής της ανώτατης εκπαίδευ­σης διαρκώς να ανεβάζει το επίπεδό του, το επιστημονικό, το παιδα­γωγικό και τα λοιπά.

Ερώτηση: Ποιο είναι το σώμα που κρίνει ας πούμε τους καθη­γητές α - βαθμίδας; Στη συνέχεια, πόσο ουσιαστικά γίνονται τέτιες κρίσεις γιατί αναφέρθηκε ότι υπάρχει ρουτίνα, προστατευτισμός και τα λοιπά. Για παράδειγμα ποιο ποσοστό δεν έχει επανεκλεγεί και ποια η διαδικασία;

173

Page 175: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Απάντηση: Με τη σειρά που κάνατε τις ερωτήσεις θα αρχίσω ν’ απαντάω. Ποιός κρίνει λοιπόν. Κάθε διδάσκων λογοδοτεί στον τομέα του δηλαδή στην κολλεχτίβα στην οποία στη διάρκεια των 5 χρόνων δούλευε. Και η κολλεχτίβα παίρνει την απόφαση να τον επανεκλέξει για άλλα 5 χρόνια ή να μην τον επανεκλέξει. Ποιος άλλος εκτός από αυτούς μπορεί να πάρει αυτή την απόφαση; Ταυτόχρονα όμως για με­γαλύτερη αντικειμενικότητα και ύστερα από την απόφαση του τομέα ότι αυτός ο άνθρωπος επανεκλέχθηκε για άλλα 5 χρόνια, αυτή η απόφαση έρχεται για συζήτηση στην επιτροπή διαγωνισμού του επι­στημονικού συμβουλίου του τμήματος.

Και ύστερα από την απόφαση του τομέα, ύστερα από την απόφα­ση ας το πούμε που βγάζει η επιτροπή διαγωνισμού ότι όλα αυτά που αναφέρονται είναι σωστά, η τελική απόφαση παίρνεται από το επι­στημονικό συμβούλιο με μυστική ψηφοφορία. Αναμφισβήτητα υπάρχουν καταστάσεις συγκρούσεων και δεν θα ήταν σωστό να πούμε ότι όλα γίνονται ομαλά και ωραία και όλοι επανεκλέγονται για και­νούργιες 5ετίες. Βέβαια αν κάποιος δεν εκλεγεί μπορεί να μείνει στον τομέα αλλά να ασχοληθεί με άλλη δουλιά δηλαδή να μην ασχοληθεί με εκπαιδευτική διαδικασία αλλά μόνο με επιστημονική δουλιά. Κανένας δεν τον διώχνει. Αλλά σε μας, στη χώρα μας, όπως και στη δική σας χώρα προφανώς υπάρχουν εξαιρετικοί καθηγητές, εξαιρετι­κοί επιστήμονες οι οποίοι όμως δεν μπορούν να κάνουν διαλέξεις, να κάνουν μαθήματα και το αντίστροφο.

Αν όμως αυτή η σύγκρουση βγαίνει έξω από τα όρια του ανώτα­του εκπαιδευτικού ιδρύματος τότε, αναγκαζόμαστε να ασχοληθούμε εμείς μ’ αυτό και ειδικότερα η διεύθυνσή μου. Τότε, εμείς δημιουρ­γούμε επιτροπές από έγκυρους επιστήμονες, προσπαθούμε να πάμε ε- πιτόπου να διευκρινήσουμε τι γίνεται και τι έγινε. Αν είχα λίγο χρόνο θα μπορούσα να πω πολλά γΓ αυτό. Κάθε διδάσκων ξέρει ότι μια φορά στα 5 χρονιά θα περάσει αυτή την επανάκριση, ξέρει α­κριβώς πότε θα γίνει αυτό, ξέρει ότι πριν από ένα χρόνο γίνεται ο κατάλογος των υποψηφίων, ξέρει όλες τις λεπτομέρειες και είναι έ­τοιμος γΓ αυτό. Έ να μήνα πριν ο πρόεδρος του τμήματος με ενυπό­γραφο σημείωμα του το υπενθυμίζει: Σύντροφε Πετρόφ Ιβανόφ σε 1 μήνα ακριβώς θα έχετε την επανεκλογή σας. Και μπορεί να δημιουρ- γηθεί μία τέτια κατάσταση. Ισως να μην τον ειδοποιήσουν 1 μήνα πριν, να τον ειδοποιήσουν 28 μέρες πριν. Αυτό μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την ανάκληση της απόφασης για την επανεκλογή ή τη μη επανεκλογή. Είναι βέβαια μία κάποια γραφειοκρατία αλλά είναι και η τήρηση του νόμου ταυτόχρονα. Σ’ αυτή την περίπτωση λέμε ότι πρέπει να ξεκαθαρίσει τα πράγματα το υπουργείο και οι διάφορες άλ­λες οργανώσεις για την απόφαση που πάρθηκε.

174

Page 176: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Επιτρέψτε μου να απαντήσω στη θ ερώτηση. Η μετεκπαίδευση των πρυτάνεων των ΑΕΙ έχει έναν σκοπό. Αυτές τις 10 μέρες και η μετεκπαίδευση γίνεται μόνο με απόσπαση από τη δουλιά. Σ’ αυτά τα σεμινάρια προσκαλούμε επιστήμονες και ειδικούς διαφόρων επιστη­μονικών κατευθύνσεων και κλάδων της λαϊκής οικονομίας, καθοδη­γητές κομματικούς και διοικητικούς. Και βέβαια εμείς δεν ανακα­τεύουμε όλους τους πρυτάνεις μαζί, έχουμε ένα πλάνο δουλιάς για 5 χρόνια. Στη διάρκεια αυτών των 5 χρόνων, τη μια φορά μαζεύουμε τους πρυτάνεις των πανεπιστημίων, την άλλη τους πρυτάνεις των ια­τρικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οικονομικών εκπαιδευτικών ι­δρυμάτων, πολυτεχνείων και τα λοιπά και έτσι μπορούμε να έχουμε μία πραγματικά σωστή μετεκπαίδευσή τους. Εμείς ετοιμάζουμε ένα σχέδιο, όπως σας είπα, και έρχονται εκεί οι ειδικοί, οι μεγάλοι επι­στήμονες, καθοδηγητές κομματικοί των Σοβιέτ και ενημερώνουν τους πρυτάνεις των τεχνικών ιδρυμάτων για τη σύγχρονη τεχνολογία που χρησιμοποιείται σήμερα στην εκπαίδευση, για την οικονομία, για ζητήματα διεύθυνσης, ακόμα και ζητήματα διαβίωσης. Γίνεται δηλαδή μία τέτια ενημέρωση γιατί όπως εμείς λέμε ο πρύτανης, είναι σαν τηλεγραφόξυλο, μπορείς να κρεμάσεις πάνω του ό,τι θες. Επίσης το ίδιο γίνεται για συνδιασκέψεις και σεμινάρια αντιπρυτάνεων, προέδρων τμημάτων και διευθυντών εδρών. Και βέβαια καταλαβαίνε­τε ότι όσο κατεβαίνουμε την κλίμακα τόσο πιο ειδικότερη γίνεται αυτή η μετεκπαίδευση. Αν συγκεντρώσουμε τους διευθυντές των τομέων της βιομηχανίας εξόρυξης, που ασχολούνται με την εξόρυξη, τότε έρχονται ειδικοί απ’ όλη τη χώρα, τους μιλάνε για την καινούρ­για τεχνολογία, ανταλλάσουνε πείρα, μια και οι ίδιοι οι καθηγητές πολλές φορές συμμετέχουνε σ ’ αυτή τη διαδικασία και σαν αποτέλε­σμα κέρδος έχουν οι φοιτητές. Γιατί καταλαβαίνετε ότι όταν ο καθη­γητής γυρίσει στο ΑΕΙ του αμέσως θέλει να μεταφέρει αυτά στους φοιτητές οι οποίοι αναμφισβήτητα κερδίζουν.

Ερώτηοη: Ποια είναι η σύνθεση, το μέγεθος των 2 σωμάτων που κάνουν την εκλογή - τομέα και τμήματος - που αναφέρατε και συγκε­κριμένα αν συμμετέχουν και φοιτητές με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.

Απάντηση: Το πρόβλημα της εκλογιμότητας των καθοδηγητικών στελεχών στη χώρα μας γενικά αντήχησε στην Ολομέλεια που έγινε το Γενάρη. Επιτρέψτε μου να απαντήσω στην ερώτησή σας αντί­στροφα. Τώρα αρχίσαμε να εκλέγουμε τους πρυτάνεις των ΑΕΙ, παίρ­νοντας υπόψη τη γνώμη της κολλεχτίβας, των κομματικών, κομ- σομόλικων οργανώσεων, των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Παίρ­νοντας υπόψη τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, παίρνοντας υπόψη την επιστημονική αξία τους. Τέτιες εκλογές πρυτάνεων άρχισαν στη Σοβιετική Ένωση όχι και τόσο πρόσφατα. Και τώρα το τμήμα του

175

Page 177: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

υπουργείου, καθοδηγητής του οποίου είμαι εγώ, κάνει την επεξερ­γασία των κριτηρίων για την εκλογή των πρυτάνεων στα ΑΕΙ της χώρας μας. Χτες είχα τη δυνατότητα να γνωρίσω τον τρόπο εκλογής των πρυτάνεων στη χώρα σας. Και νομίζω ότι ένα μέρος από την πείρα που έχετε εσείς θα το χρησιμοποιήσω εγώ για την προετοι­μασία του ντοκουμέντου που περιμένει από μένα το υπουργείο.

Και το δεύτερο ζήτημα είναι ποιος εκλέγει τους διευθυντές των τομέων και τους προέδρους των τμημάτων. Τους διευθυντές των τομέων τους εκλέγει το μεγάλο συμβούλιο του Ινστιτούτου με μυ­στική ψηφοφορία. Είναι ο τρόπος αυτός που σας είπα πριν λίγο. Ενώ οι πρόεδροι των τμημάτων διορίζονται από τον πρύτανη· είναι δικαίωμά του. Και όσον αφορά τους αντιπρυτάνεις στον τομέα της ε­πιστήμης, της εκπαίδευσης της ιδεολογικής διαπαιδαγώγησης και μια σειρά άλλους αντιπρυτάνεις δίπλα στους πρυτάνεις, αυτό σήμερα είναι στη δικα*οδοσία του Υπουργείου Ανώτατης Εκπαίδευσης και καθορίζεται από το συμβούλιο του υπουργείου. Και εάν βέβαια δεν τα καταφέρνουνε τους απολύει το συμβούλιο του υπουργείου.

Ερώτηση: Πώς γίνεται η κρίση και η επανάκριση του διδακτι­κού προσωπικού;

Απάντηση: Στην επανάκριση των καθηγητών συμμετέχουν ο­πωσδήποτε οι κομματικές οργανώσεις, οι κομσομόλικες οργανώσεις μέσα στις οπρίες υπάρχουν βέβαια και φοιτητές.

Ερώτηση: Μόνο κομσομόλοι φοιτητές συμμετέχουν και όχι άλ­λοι φοιτητές.

Απάντηση: Στη χώρα μας όλοι οι φοιτητές είναι κομσομόλοι.Ερώτηση: Πώς καθορίζεται ο αριθμός εισακτέων σε κάθε ειδικό­

τητα;Απάντηση: Μπορώ να σας πω ότι σ ’ αυτή την ερώτηση μπορώ να

απαντάω στη διάρκεια 1 βδομάδας. Επειδή στη χώρα μας υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα για την προετοιμασία των ειδικών, υπάρχουν με­θοδολογίες και οδηγίες. Ας προσπαθήσω να σας διηγηθώ σε περίλη­ψη πώς γίνεται αυτό στην πράξη. Κάποιος κλάδος της οικονομίας, ας πούμε συμβατικά το Υπουργείο Βιομηχανίας Άνθρακος, χρειάζε­ται για την επεξεργασία των κοιτασμάτων άνθρακα 15 άτομα. Η αντίστοιχη αίτηση έρχεται στα όργανα σχεδιασμού, στο κρατικό όρ­γανο σχεδιασμού της Σοβιετικής Ένωσης. Ο κρατικός οργανισμός σχεδιασμού στέλνει αυτή την αίτηση στο Υπουργείο Ανώτατης και Μέσης Ειδικής Εκπαίδευσης της Σοβιετικής Ένωσης, εκεί δηλαδή ακριβώς που μπορεί να γίνει η προετοιμασία των ειδικών. Και ε­πειδή αυτό περνάει από τα όργανα σχεδιασμού αυτό σημαίνει ότι για μας είναι νόμος και ότι εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να βγάλουμε τέ- τιο αριθμό ειδικών που απαιτείται για τη χώρα. Δηλαδή πρακτικά

176

Page 178: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

παίρνουμε φοιτητές στα ΑΕΙ σύμφωνα με τα αιτήματα των υπουρ­γείων και των διάφορων οργανισμών. Επειδή μετά από 5 χρόνια - ό­ταν τελειώσει ο φοιτητής τη μόρφωσή του - αυτό το υπουργείο, αυτός ο οργανισμός σχεδιάζει πού και σε ποια θέση θα χρησιμοποιη­θεί ο απόφοιτος.

Στο σχέδιο της αναδιάρθρωσης της ανώτατης εκπαίδευσης υπάρχει και ένα καινούργιο στοιχείο, το στοιχείο της αλληλεπίδρα­σης ανάμεσα στους κλάδους της παραγωγής και στην ανώτατη εκ­παίδευση. Εμείς βάζουμε μέσα στις βασικές μας θέσεις και στα ντο­κουμέντα την εξής αρχή: ότι για κάθε ειδικό που προετοιμάζει η ανώτατη εκπαίδευση για το συγκεκριμένο κλάδο, ο αντίστοιχος κλάδος θα πληρώνει κάποιο ποσό χρημάτων ή θα αποζημιώνει την ανώτατη εκπαίδευση σε υλικοτεχνική υποδομή κλπ. Και αυτό λύνει 2 προβλήματα: α) οι κλάδοι θα προγραμματίζουν πιο αυστηρά και πιο ορθολογικά τις ανάγκες τους, δηλαδή δεν θα έχουμε πληθώρα σε μία επιστημονική περιοχή ενώ σε άλλη περιοχή θα έχουμε ανεπάρκεια. Δυστυχώς αυτό υπάρχει στη χώρα μας. Πρέπει να λέμε την αλήθεια. Και η β' πλευρά του ζητήματος είναι ότι η ανώτατη εκπαίδευση θα αναπτύσσεται με τη βοήθεια των κλάδων της λαϊκής οικονομίας. Δη­λαδή θα εφοδιάζεται, θα παίρνει καινούργιο εξοπλισμό, βιβλιοθήκες, αθλητικούς χώρους κλπ. Και φυσικά έχουμε την πείρα και ξέρουμε ότι όπου υπάρχει καλή υλικοτεχνική υποδομή, όπου υπάρχει καλός εξοπλισμός, όπου υπάρχουν καλές υπολογιστικές μηχανές αποφοι­τούν και ειδικοί υψηλότερης ειδίκευσης σε σχέση με άλλα ιδρύματα που δεν έχουν αυτή την υλικοτεχνική υποδομή. Με δυο λόγια να βγάλουμε και το συμπέρασμα: Εμείς τώρα θα καθορίζουμε τον α­ριθμό των εισακτέων κατά κανόνα ύστερα από αιτήσεις των ιδρυμά­των, ύστερα από αιτήσεις των διαφόρων κλάδων της οικονομίας.

177

Page 179: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κεντρική Εισήγηση

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΑΕΙ

ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΛΑΧΟΣ, μέλος του Τμήματος Παιδείας

της ΚΕ του ΚΚΕ

Ο κύριος ρόλος των ΑΕΙ μέσα στην κοινωνία μας είναι η προώ­θηση της επιστήμης της τεχνολογίας και της έρευνας, η μόρφωση και επιμόρφωση επιστημόνων με υψηλή κατάρτιση και ειδίκευση, η μελέτη και επίλυση προβλημάτων της κοινωνίας, καθώς και η άμεση προσφορά υπηρεσιών σ ’ αυτήν. Η άμεση και έμμεση προσφορά των ΑΕΙ στην κοινωνία συνθέτουν τον κοινωνικό τους ρόλο (με τη γε­νικότερη έννοια του όρου) που δεν συμβαδίζει όμως με τις ανάγκες της. Αυτός ο ρόλος βέβαια δεν καθορίζεται κυρίως από τα ίδια τα ΑΕΙ αλλά απ’ τις γενικότερες επιλογές της άρχουσας τάξης και την πολιτική που ακολουθεί και η κυβέρνηση.

Ωστόσο έχει και τις δικές της εσωτερικές νομοτέλειες ανάπτυ­ξης η ανώτατη εκπαίδευση.

1. Ποιοι παράγοντες προσδιορίζουν τον κοινωνικό ρόλο των ΑΕΙ

Ο κοινωνικός ρόλος των ΑΕΙ προσδιορίζεται από την αντικειμε­νική αναγκαιότητα της ανθρωπότητας, κάθε κοινωνίας - και της ελ­ληνικής - για αναπαραγωγή και μεταβίβαση της συσωρευμένης επι­στημονικής γνώσης και την παραγωγή νέας γνώσης μέσα απ' την έ­ρευνα. Προσδιορίζεται ιδιαίτερα στην εποχή μας απ’ τις συνθήκες που επιβάλλει η Επιστημονικοτεχνική Επανάσταση (ΕΤΕ) και η νέα φάση της. Προσδιορίζεται απ' τις ανάγκες και τα προβλήματα του λαού μας. Η αντικειμενική αναγκαιότητα αυτή δίνει σχετική αυτο­νομία στην ανώτατη εκπαίδευση που βέβαια δεν αλλοιώνει τον τα­ξικό της χαρακτήρα, ούτε είναι σε θέση από μόνη της. η ανώτατη εκ­παίδευση, ν’αναμορφώσει ριζικά την κοινωνία και τους θεσμούς της. Μπορεί όμως να κατευθύνει μερικές πλευρές των κοινωνικών διαδι­κασιών που σήμερα στις συνθήκες της ΕΤΕ αποκτούν ιδιαίτερη ση­μασία.

Ό σ ο πιο άμεσα γίνεται η επιστήμη παραγωγική δύναμη, όσο

178

Page 180: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πιο άμεσα εφαρμόζονται στην παραγωγή και την κοινωνία συνολικά τα αποτελέσματα της έρευνας, τόσο πιο άμεσα συγκεντρώνεται το εν­διαφέρον των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων γύρω απ’ το ρόλο το)ν πανεπιστημκον. Γι' αυτό εντείνεται η προσπάθεια απ’ τη μια με­ριά των μονοπωλίων (στον ΚΜΚ) να υποταχθεί η τριτοβάθμια εκ­παίδευση στα άμεσα, στενά, συμφέροντά τους κι απ’ την άλλη του λαϊκού κινήματος να εξυπηρετήσει τα γενικότερα συμφέροντα τη; κοινωνίας.

Ο κοινωνικός ρόλος των ΑΕΙ προσδιορίζεται λοιπόν πιο συγκε­κριμένα απ' το κατά πόσο αυτά βρίσκονται στην κατεύθυνση εξυ­πηρέτησης των αναγκών του λαού και της ανάπτυξης της κοινωνίας μας στην ιστορική περίοδο που διανύουμε. Σ’ αυτή τη βάση προκύ­πτει αντίθεση μεταξύ πολιτικής /ια τα ΑΕΙ - κοινωνίας στον ΚΜΚ.

Δεν μπορούμε ούτε θέλουμε μ’ αυτό να πούμε ότι τα ΑΕΙ δεν παί­ζουν κοινωνικό ρόλο και άρα άδικα μοχθούν οι διδάσκοντες το προ­σωπικό των πανεπιστημίων και οι φοιτητές. Μια τέτια άποψη δεν Οα ήταν σωστή και θα οδηγούσε σε απογοήτευση και μηδενισμό των προσπαθειών που καταβάλονται μέσα στα ιδρύματα κάτω από δυσμε­νείς συνθήκες.

Σαν γενική τοποθέτηση πρέπει να πούμε ότι τα ΑΕΙ παίζουν σ’ έναν βαθμό κοινωνικό ρόλο. Το ζήτημα όμως είναι κατά πόσο αυτός ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εποχής μας και τις ανάγκες της συγκεκριμένης σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.

Δηλαδή η αντικειμενική πορεία μεταβίβασης και προώθησης της γνοισης στα ΑΕΙ δεν είναι από μόνη της ικανή και αναγκαία συνθήκη για να εκπληρώνουν τα ΑΕΙ τον κοινωνικό τους ρόλο. Το ότι προα>θούν γενικά τη γνώση είναι νομοτελειακό φαινόμενο προς το συμφέρον (ιστορικά) της ανθρωπότητας αλλά το πόσο. πώς. σε ποιο επίπεδο και με ποιο τρόπο γίνεται αυτό στα πανεπιστήμια θέτει το ζήτημα του κοινωνικού τους ρόλου στην ταξική του βάση. Αυτό τίθεται πολύ πιο συγκεκριμένα σήμερα που η πολιτική που προωθεί­ται στον ΚΜΚ για την ανώτατη εκπαίδευση, την επιστήμη και την έρευνα σκοπεύει στο ν’ αφαιρέσει με νέους τρόπους κατακτήσεις απ’ το λαϊκό κίνημα και να περάσει ένα συντηρητικό μοντέλο προσαρμο­σμένο στα άμεσα και στενά συμφέροντα των μονοπωλίων.

Με τη σειρά της μια τέτια πολιτική αποκαλύπτει πιο πλατιά την κρίση, την ανεπάρκεια και τα στενά πλαίσια του συστήματος του ΚΜΚ, θέτει το ζήτημα του υπεύθυνου αυτής της κρίσης και των πο­λιτικών υποστηρικτών και διαχειριστών της, που δεν είναι άλλοι απ’ την ΕΟΚ. τη ΝΔ και την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

179

Page 181: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Οι σύγχρονες εξελίξεις θέτουν ταυτόχρονα την πιο αισιόδοξη πλευρά του ζητήματος την άμεση αναγκαιότητα της «Αλλαγής με κα­τεύθυνση το Σοσιαλισμό» όπως διατυπώνεται στις θέσεις για το 12ο Συνέδριο του ΚΚΕ.

Η εργατική τάξη, ο λαός μας δεν έχει κανέναν λόγο να φρενάρει, να στενέψει τα πλαίσια της επιστήμης και της έρευνας. Αντίθετα έχει κάθε λόγο να πλαταίνει τους ορίζοντες του κοινωνικού ρόλου των ΑΕΙ γιατί έχει πολλά προβλήματα και απαιτήσεις.

Συμφέρον ym το καναλιζάρισμα στα δικά τους νερά του ρόλου των ΑΕΙ έχουν οι δυνάμεις της εξάρτησης και της ολιγαρχίας και το προωθούν αυτό με αντιλαϊκά πολιτικά σχέδια σε βάρος της μόρφω­σης και του ανεβάσματος του γενικού επιπέδου της κοινωνίας.

2. Κριτήρια της προσφοράς του πανεπιστημίου στην κοινωνίαΗ προσφορά του πανεπιστημίου στην κοινωνία, όπως τονίσαμε

από την αρχή κρίνεται πρώτα και κύρια απ’ το επίπεδο των επι­στημόνων που παρέχει σ’ αυτήν και την πρόοδο της έρευνας μέσα στα ιδρύματα ιδιαίτερα στις συνθήκες της ΕΤΕ. Κρίνεται από το επί­πεδο της μόρφωσης και ειδίκευσης που παρέχει στους φοιτητές, από το πώς διαπαιδαγωγεί τους νέους επιστήμονες ιδιαίτερα σήμερα που η απαιτούμενη μεγαλύτερη ειδίκευση επιβάλλει την πλατύτερη μόρ­φωση και ολοκλήρωση της προσωπικότητάς τους. Από τη γενικότε­ρη προσφορά στο μορφωτικό - πολιτιστικό επίπεδο του λαού μας και τη φυσική αγωγή του. Από την ανάπτυξη και εξέλιξη του διδακτικού- ερευνητικού προσωπικού του. Απ’ το μελετητικό έργο που γίνεται στα ΑΕΙ πάνω σε ζητήματα που αφορούν την παραγωγή και την κοι­νωνία μας, όπως λογουχάρη ζητήματα που αφορούν την τοπική αυτο­διοίκηση, τις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς κοινής ωφέ­λειας. την ανάπτυξη των διαφόρων κλάδων της βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας, του πολιτισμού και της τέχνης, του περιβάλ­λοντος, του βιοτικού επιπέδου και της υγείας του λαού μας. (Για παράδειγμα προσφέρουν άμεσο κοινωνικό έργο οι πανεπιστημιακές κλινικές, τα γεωδυναμικά ινστιτούτα κλπ.).

Αλλά και το ίδιο το κίνημα που αναπτύσσεται στα πανεπιστήμια στο πλάι του λαϊκού κινήματος για την αλλαγή ανεβάζει τον κοινω­νικό ρόλο των ΑΕΙ. Δεν είναι τυχαίο που ΑΕΙ όπως το Πολυτεχνείο, έχουν συνδέσει το όνομά τους με λαϊκούς αγώνες.

Ένα βασικό ζήτημα σε σχέση με τον κοινωνικό ρόλο των ΑΕΙ είναι η δυνατότητα πρόσβασης των λαϊκών στρωμάτων στα πανεπι­

180

Page 182: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στήμια, στην επιστήμη και την έρευνα σε προπτυχιακό και μεταπτυ­χιακό επίπεδο. Η ταξική προέλευση των φοιτητών και του ΔΕΠ όπως και η θέση τους στην ελληνική κοινωνία καθορίζει σε έναν βαθμό, πέρα απ’ την ακολουθούμενη πολιτική που είναι το κύριο, τον κοινω­νικό ρόλο των ΑΕΙ. Η στάση και η ευαισθησία τους απέναντι στα λαϊκά προβλήματα, η προσπάθεια για την αντιμετώπιση των προ­βλημάτων της ελληνικής κοινωνίας, ο προοδευτικός προσανατολι­σμός τους ή αντίθετα η άκριτη αποδοχή της πολιτικής των μονο­πωλίων ή ακόμη η τεχνοκρατική αντιμετώπιση των ζητημάτων ε- ξαρτάται απ’ αυτόν τον παράγοντα, την ύπαρξη δηλαδή ή όχι λαϊκής διανόησης.

3. Η κρίση του κοινωνικού ρόλου των ΑΕΙ και οι υπεύθυνοιΕνώ ο κοινωνικός ρόλος των ΑΕΙ είναι, ιστορικά και σύμφωνα

με τις ανάγκες της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, καθορισμένος, η πολιτική που ακολουθιέται στην χώρα μας από την κυβέρνηση, αλλά και γενικότερα στα πλαίσια της ΕΟΚ και των χωρών του ΚΜΚ, προσπαθεί να τον στρέψει σε κατευθύνσεις αντίθετες. Μάλιστα ε­πειδή είναι κάτι παραπάνω από εξώφθαλμη η κατάσταση στα πανεπι­στήμια και η λειψή δυνατότητά τους να παίξουν τον κοινωνικό τους ρόλο γίνεται προσπάθεια να φορτωθούν οι ευθύνες σ’ οποιονδήποτε άλλον εκτός απ’ τους κατ’ εξοχήν υπεύθυνους.

Έ τσι βλέπουμε μια συντονισμένη πολύπλευρη προσπάθεια τόσο απ’ τον Υπουργό Παιδείας όσο και από διάφορα έντυπα (Οικονο­μικός Ταχυδρόμος, Αυριανή, ΕΝΑ κλπ.) να ριχτούν οι ευθύνες στο μαζικό κίνημα με λαϊκϊστικο τις περισσότερες φορές τρόπο και να διαφημιστεί το μοντέλο του πανεπιστημίου που θέλει ο ΚΜΚ και η ΕΟΚ.

Γ ια την κατάσταση στα πανεπιστήμια φταίει η κομματικοποίη­ση, λένε, που παρεμποδίζει τη λειτουργία τους. Εκείνο όμως που πραγματικά εννοούν είναι ότι η αντίσταση του πολιτικοποιημένου αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού φοιτητικού κινήματος ε­μποδίζει το πέρασμα της πολιτικής τους και της υποβάθμισης των ΑΕΙ. Ο κ. Μαρίνος τον τελευταίο χρόνο σε κάθε τεύχος του Οικονο­μικού Ταχυδρόμου δεν χάνει ευκαιρία να προβάλλει το μοντέλο του Ερευνητικού Κέντρου Κρήτης που «προοδεύει» επειδή παίρνει χρη­ματοδότηση κι απ’ το ΝΑΤΟ. Και να «χτυπήσει» το ΚΚΕ και την ΚΝΕ που αντιστέκονται 1 σ’ αυτό.

Δεν μπαίνει βέβαια στον κόπο να εξηγήσει στους αναγνώστες του σε τι οφελείται ο ελληνικός λαός από τέτιου είδους έρευνες του ΕΚΕΚ και σε τι αντιστέκεται το ΚΚΕ και η ΚΝΕ, στην ανάπτυξη της επιστήμης και της έρευνας ή στην υποταγή της στα σχέδια του

181

Page 183: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΝΑΤΟ και των μονοπωλίων που το λιγότερο που κάνουν είναι να μας τραβάνε εκεί που θέλουν κι όχι εκεί που έχουμε ανάγκη:

Ο Υπουργός Παιδείας στο Συμβούλιο Ανώτατης Παιδείας (ΣΑΠ) είπε ότι υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στην ανώτατη εκπαίδευ­ση και την ελληνική κοινωνία. Ά ρα (με τη λογική αυτή του κ. υ­πουργού) φταίνε τα ΑΕΙ που δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Και γι’ αυτό φταίνε οι φοιτητές και το διδα­κτικό προσωπικό, τα κόμματα και οι παρατάξεις μέσα στα πανεπι­στήμια. Όμως φταίει επίσης κατά τον κ. υπουργό και η λαθεμένη αντίληψη της «Μικροαστικής» ελληνικής κοινωνίας που θέλει «ντε και καλά» να σπουδάσει τα παιδιά της. Αρα φταίει και η ελληνική κοινωνία...

Η αντίθεση της κυβερνητικής πολιτικής με τα λαϊκά συμφέρο­ντα και τα συμφέροντα των ΑΕΙ γίνεται προσπάθεια να μετατοπιστεί σ£ αντίθεση ΑΕΙ και ελληνικής κοινωνίας με φταίχτες και τους δυο και μοναδικό υπεράνω όλων κριτή την κυβέρνηση. Σ’ αυτά τα πλαί­σια βέβαια δεν δίνεται καμιά εξήγηση στον αν έχουν τα ΑΕΙ τις δυ­νατότητες να παίξουν τον κοινωνικό τους ρόλο, και ποιος ευθύνεται γ ι’ αυτό. Τα ΑΕΙ στη χώρα μας κατά κανόνα αγωνίζονται κάτω από δύσκολες συνθήκες να εκπληρώσουν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους το ρόλο τους. Η κυβέρνηση στερεί τις δυνατότητες και προωθεί αντίθετες πολιτικές επιλογές. (Αυτό είναι ένα στοιχείο που βγήκε από τις μέχρι τώρα συζητήσεις στο Συμπόσιο). Οι δυνάμεις που αντι­παλεύουν την ανάπτυξη του κοινωνικού ρόλου των ΑΕΙ αν κάποτε πρόβαλαν αντιστάσεις στη βάση κατεστημένων συμφερόντων σήμε­ρα πατάνε και στην κυβερνητική πολιτική. Οι τελευταίες τοποθετή­σεις της ΝΔ είναι ότι συμφωνεί με την κυβερνητική πολιτική στα ΑΕΙ αλλά πρέπει και ν’ αποκηρύξει δημόσια και τις παλιές διακηρύ­ξεις της ότι η ΑΕ και συνολικά η παιδεία είναι μοχλός για τον «σο­σιαλιστικό μετασχηματισμό». Υπάρχει συναίνεση βέβαια να γίνει μοχλός για την αύξηση των κερδών των μονοπωλίων. Η αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας για την ανώτατη εκπαίδευση δημιουργείται πάνω στη βάση της θέσης του επιστήμονα στη χώρα μας από την άποψη της αμοιβής, του κύρους, της από παράδοση εκτίμησης του λαού μας στη μόρφωση κλπ. Κάθε άλλη αντιμετώπιση είναι ιδεαλι- στική περιπλάνηση και σκόπιμος αποπροσανατολισμός.

Δημιουργείται επίσης απ’ την ανυπαρξία άλλων προοπτικών και δρόμων προς την ειδικευμένη εργασία μιας και ο χαρακτήρας της μέσης εκπαίδευσης είναι υποταγμένος στις εισαγωγικές εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς να παρέχει ειδίκευση στην πλειοψηφία των νέων.

Γίνεται προσπάθεια επίσης λόγω της ανεργίας, υποαπασχόλη­

182

Page 184: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σης και ετεροαπασχόλησης των επιστημόνων, των αλλαγών στην τα­ξική σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας και των ανακατατάξεων να καλλιεργηθούν αντιπαραθέσεις συντεχνιακού χαρακτήρα μεταξύ των επιστημόνων και τεχνολόγων (αποφοίτων ΑΕΙ και ΤΕΙ).

Ακόμη γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστούν σαν ανταγωνι­στικές αντιθέσεις η τάση της ελληνικής κοινωνίας για σπουδές και η επαγγελματική εξασφάλιση των αποφοίτων. Ό σ ο όμως κι αν ανακα- τανεμιθεί η ανεργία και υποαπασχόληση ανάμεσα στους διαφορετι­κού επιπέδου ειδίκευσης εργαζόμενους, ο συνολικός αριθμός ανέρ­γων δεν αλλάζει. Το πρόβλημα βρίσκεται στην κυβερνητική πολι­τική και στο σύστημα του ΚΜΚ που αδυνατεί να αξιοποιήσει τόσο το επιστημονικό προσωπικό όσο και συνολικά το εργατικό δυνα­μικό.

Νέα ζητήματα που θέτουν οι θέσεις για το 12ο Συνέδριο και που πρέπει να συζητηθούν πλατιά είναι οι επιδράσεις στη διανόηση αυτής της πολιτικής και το ζήτημα των κοινωνικών συμμαχιών. Α­ναλύθηκε πλατιά απ’ την κεντρική εισήγηση η στρατηγική του ΚΜΚ στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης και οι αντιφάσεις της στη σύγχρονη έκφρασή τους. Θα θέλαμε να προσθέσουμε δυο λόγια για την ιστορική εξέλιξη αυτής της πολιτικής τους και την αλλαγή της τακτικής του ΚΜΚ στη νέα φάση της ΕΤΕ ως προς την ανώτατη εκπαίδευση και γενικότερα την παιδεία.

Στο πρώτο διάστημα της ΕΤΕ και μέχρι πριν από μερικά χρόνια επικρατούσε η αντίληψη ότι αυτή απαιτεί τη γρήγορη κι όσο το δυ- νατόν μεγαλύτερη διεύρυνση του στρώματος των επιστημόνων. Η πάλη του λαϊκού κινήματος σε συνδυασμό μ' αυτή την αντίληψη επέ­φεραν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και μια αισθητή αλλαγή της προηγούμενης (της μέχρι την αρχή της δεκαετίας του ’60) τα­ξικής σύνθεσης (από άποψη προέλευσης) των φοιτητών. Οι υλικοί πόροι της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας όμως δεν είναι γε­νικά απεριόριστοι ούτε στην ΕΤΕ η λύση είναι η ύπαρξη κύρια επι­στημόνων σαν εργατικού δυναμικού. (Δεν μιλάμε βέβαια εδώ για τις απαράδεκτες χαμηλές δαπάνες για την ανώτατη εκπαίδευση).

Η πολιτική που ακολούθησαν οι σοσιαλιστικές χώρες είναι η συνεχής ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου και της ειδίκευσης του εργατικού δυναμικού συνολικά από κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης με κα­θιέρωση σαν υποχρεωτικής της μέσης εκπαίδευσης με ειδίκευση, η εντατικοποίηση της επιστημονικοτεχνικής προόδου και η ολόπλευ­ρη ανάπτυξη του κύριου παράγοντα των παραγωγικών δυνάμεων του ανθρώπου.

Αντίθετα στον ΚΜΚ προωθείται η αντιλαϊκή «λύση» της συνε­

183

Page 185: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

χούς υποθάθμισης του επιπέδου σπουδών της πλειοψηφίας και η δη­μιουργία ελίτ για τις ανάγκες των μονοπωλίων.

Η πολιτική αυτή μέσα στις αντιφάσεις του συστήματος προω­θείται μέσα απ’ το περιεχόμενο σπουδών, προωθείται με δομικές αλ­λαγές μεταξύ προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών αλλά και με επιχειρήματα του τύπου «άλλο μόρφωση άλλο επάγγελμα» (όπως α­ναφέρει το πενταετές πρόγραμμα της κυβέρνησης). Προωθείται με την ιδιωτικοποίηση, την προσπάθεια αφαίρεσης κατακτήσεων, κοι­νωνικών παροχών, (όπως τα δωρεάν συγγράμματα) τη δημιουργία πα- ρασχολών, με την άμεση παρέμβαση των μονοπωλίων.

4. Η πολιτική μας για την ανάπτυξη του κοινωνικού ρόλου των ΑΕΙ

Η πολιτική μας για την ανώτατη εκπαίδευση σε μια Ελλάδα της Αλλαγής στοχεύει στο να μπορέσουν τα ΑΕΙ να παίξουν όσο γίνεται περισσότερο τον κοινωνικό τους ρόλο. Πρώτα και κύρια αυτό ση­μαίνει αναβάθμιση των προπτυχιακών σπουδών και δημιουργία σ’ όλα τα τμήματα υψηλού επιπέδου μεταπτυχιακών για διδακτορικό. Ανάπτυξη της έρευνας στα πλαίσια ενός εθνικού σχεδιασμού ώστε με απαιτήσεις να μπορούμε να πάρουμε μέρος στον διεθνή καταμερισμό. Το κύριο ζήτημα αυτό αναλύθηκε ήδη στο Συμπόσιο. Μια τέτια πολι­τική για τα ΑΕΙ θα τα καταστήσει ικανά να λύνουν σοβαρά προβλή­ματα της ελληνικής κοινωνίας.

- Να δεθούν με την παραγωγή, συμβάλλοντας στην άνοδο του δημόσιου τομέα σαν μοχλού νέου τύπου ανάπτυξης.

- Να βοηθήσουν με μελέτες προβληματικούς κλάδους και επιχειρήσεις.

- Να βοηθήσουν αποφασιστικά την ΤΑ στο έργο της.- Να μελετήσουν κοινωνικά και λαϊκά προβλήματα της χώρας

μας.- Να αναλάβουν την επιμόρφωση και μετεκπαίδευση του επι­

στημονικού και εκπαιδευτικού δυναμικού.- Να ανταποκριθούν στις ανάγκες της συνεχιζόμενης εκπαί­

δευσης.

Η σύνδεση με την παραγωγή και τις κοινωνικές ανάγκες απαιτεί, τα προγράμματα σπουδών, εκτός απ’ το γενικό περιεχόμενο κάθε επι­στήμης να παίρνουν υπόψη τους τις συγκεκριμένες ανάγκες της κοι­νωνίας μας. Απαιτεί ταυτόχρονα τη συνεχή διαδικασία εκσυγχρονι­σμού και αναμόρφωσής τους όπως και των συγγραμμάτων. Υπάρχουν χώρες, όπως οι σοσιαλιστικές, που έχουν σαν μέτρο αναπροσαρ­μογής τους την πενταετία.

- Απαιτεί τη συνεχή επαφή με την πράξη, μέσα από πρακτικές

184

Page 186: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ασκήσεις για όλους τους φοιτητές ενταγμένες στα προγράμματα σπουδών.

- Την καθιέρωση διπλωματικής εργασίας, σ’ όλα τα τμήματα των ΑΕΙ, πάνω σε πραγματικά προβλήματα έτσι ώστε και η διπλωμα­τική εργασία να είναι κοινωνικά οφέλιμη. Θα μπορούσε π.χ. να είναι πάνω σε διάφορα επιμέρους προβλήματα της ΤΑ.

- Την άμεση, αναβαθμισμένη παροχή κοινωνικών υπηρεσιών ό­πως στην υγεία, στην ενημέρωση, στην τεκμηρίωση.

- Τη δημιουργία νέων τμημάτων για σύγχρονες επιστήμες όπως επίσης και για τομείς που λείπουν παντελώς απ’ την ανώτατη εκπαί­δευση (π.χ. δημοσιογραφία).

- Τη δημιουργία τμημάτων για όλες τις καλές τέχνες που επίσης απουσιάζουν απ’ την ανώτατη εκπαίδευση (π.χ. θέατρο, κινηματο­γράφος, χορός κλπ.).

Η προώθηση των παραπάνω απαιτεί δημοκρατική λειτουργία των ΑΕΙ και εξασφάλιση απ’ το κράτος των αναγκαίων πόρων. Η ε­ξασφάλιση πόρων από άλλες πηγές εκτός του κρατικού προϋπολογι­σμού δεν πρέπει να ’ναι όρος ζωής για τα ΑΕΙ αλλά να γίνεται στη βάση του αμοιβαίου όφελους και προγραμματισμού χωρίς να απαλο- τριώνει τον δημοκρατικό έλεγχο στα ΑΕΙ.

Η πρόοδος ενός ΑΕΙ ή ερευνητικού κέντρου αλλά και κάθε μεμο- νομένου επιστήμονα δεν νοείται σε βάρος του κοινωνικού ρόλου των ιδρυμάτων πολύ περισσότερο δεν μπορεί να καλλιεργείται σκόπιμα μια τέτια άποψη. Η ανάπτυξη της προσωπικότητας είναι συνυφα- σμένη με την κοινωνική πρόοδο και η ατομική άνοδος δεν πρέπει να αντιπαρατίθεται στην κοινωνική. Πρέπει να αντιμετωπιστούν σε σωστή κατεύθυνση οι τάσεις που καλλιεργούνται στα πλαίσια της κρίσης των ΑΕΙ να αντιπαρατεθούν οι ατομικές λύσεις με τις κοινω­νικές, η ατομική επίδοση στην επιστήμη και την έρευνα με τους αγώνες.

Ο βασικός άξονας της πολιτικής μας είναι η κατάκτηση της επι­στημονικής γνώσης και η επίτευξη υψηλών επιδόσεων σ’ αυτόν τον τομέα.

Αυτό επιβάλλει η κοινωνία για το πανεπιστήμιο σε σχέση με το ρόλο του αλλά και η πάλη ενάντια στην πολιτική των μονοπωλίων που προσπαθούν να υποβαθμίσουν τη γνώση με κάθε τρόπο. Δεν υπάρχει άλλη πιο αποτελεσματική πολιτική που να εξυπηρετεί και τα σημερινά και τα αυριανά συμφέροντα της κοινωνίας μας σε σχέση με το ρόλο της ανώτατης εκπαίδευσης.

18S

Page 187: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Παρεμβάσεις

ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΕΙ-ΤΕΙ

ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΚΛΗΜΟΠΟΥΛΟΣ, μέλος του Τμήματος Παιδείας

της ΚΕ του ΚΚΕ

Αγαπητοί φίλοι, συνάδελφοι και σύντροφοι,Στον περιορισμένο σχετικά χρόνο, που εξαντικειμένου μου διέ­

θεσαν οι οργανωτές του σημαντικού αυτού Συμποσίου, θα προσ­παθήσω να αναφερθώ στο συγκεκριμένο θέμα, χωρίς φυσικά να φιλο­δοξώ να το εξαντλήσω σε όλη του την έκταση.

Η ιστορία της τριτοβάθμιας τεχνικής και επαγγελματικής εκ­παίδευσης στην Ελλάδα, μπορούμε να πούμε ότι ουσιαστικά αρχίζει το 1959 όταν η τότε κυβέρνηση επανασυστήνει τις καταργημένες από την ίδια το 1956, δύο σχολές υπομηχανικών, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, και καθιερώνει για πρώτη φορά και τέταρτη εκπαιδευ­τική βαθμίδα του την ονομάζει «Ανωτέρα». Στη βαθμίδα αυτή εντάσ­σονται στη συνέχεια και αρκετές ιδιωτικές σχολές, όπως ηλεκτρο­νικών, ναυπηγών κλπ., που δημιούργησε η «ιδιωτική πρωτοβουλία» φροντίζοντας να αξιοποιήσει για δικό της βέβαια λογαριασμό, το εν­διαφέρον της νεολαίας για νέους επαγελματικούς ορίζοντες που άρ­χισαν πράγματι να διαφαίνονται στη δεκαετία του ’60 με την ανάπτυ­ξη στο διεθνή χώρο των νέων τεχνολογιών.

Στο μεταξύ, στο ίδιο διάστημα, ο ΟΟΣΑ με κύριο στόχο το δυνάμωμα της κυριαρχίας των αμερικάνικων μονοπωλίων στον καπι­ταλιστικό κόσμο, αρχίζει να παίρνει ενεργό μέρος και στη διαμόρ­φωση της πολιτικής για την ελληνική παιδεία.

Έ τσ ι με σχέδιο που ετοίμασε το 1965 ο οργανισμός αυτός, ι­δρύονται το 1970 από τη Χούντα και με την οικονομική βοήθεια της Διεθνούς Τράπεζας τα KATE (Κέντρα Ανωτέρας Τεχνικής Εκ­παίδευσης) με το ν. 652/70. Τα KATE αντικαθιστούν, εκτός από τις δύο σχολές υπομηχανικών, και τις 12 σχολές εργοδηγών που υπήρ­χαν ανά την Ελλάδα. Παράλληλα δημιουργούνται και νέες κα­τευθύνσεις σπουδών όπως παραϊατρικών επαγγελμάτων, οικο­νομίας και διοίκησης, γραφικών τεχνών κλπ. Ωστόσο όμως

Page 188: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

η διάρθρωσή τους, η λειτουργία τους, τα προγράμματα σπουδών, ακόμη και οι κτιριακές τους εγκαταστάσεις, δεν ήταν παρά μια αντι­γραφή ενός εκπαιδευτικού μοντέλου, από τα πρότυπα της Διεθνούς Τράπεζας για τις εξαρτημένες χώρες. Ό χ ι μόνο ολοκληρωμένη μελέτη των αναγκών και των προοπτικών της ελληνικής παραγωγής και οικονομίας, δεν είχε προηγηθεί, αλλά ούτε προσπάθεια για προ­σαρμογή του μοντέλου στα ελληνικά δεδομένα έγινε.

Μετά τη μεταπολίτευση και κάτω από την έντονη αντίδραση του μαζικού κινήματος και κύρια των σπουδαστών που φοιτούσαν στα KATE, η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί με το ν. 576 του 1977 να δια­φοροποιήσει το καθεστώς της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευ­σης. Όμως, το μόνο που κατορθώνει, είναι η προσθήκη ενός ακόμα Ε στον τίτλο των σχολών της «Ανώτερης» εκπαίδευσης, που γίνονται τώρα ΚΑΤΕΕ. Κατά τα άλλα, η ίδια ασφυκτική εξάρτηση από τη Διεθνή Τράπεζα, τα ίδια προγράμματα σπουδών, το ίδιο εκπαιδευ­τικό προσωπικό, η ίδια υποδομή, η ίδια αβεβαιότητα για το μέλλον των αποφοίτων τους. Η φυσική συνέπεια της κατάστασης αυτής, ή­ταν η χρεωκοπία των ΚΑΤΕΕ σαν θεσμού, όχι μόνο στη συνείδηση των σπουδαστών που φοιτούσαν σ’ αυτά αλλά και στη συνείδηση ολόκληρου του ελληνικού λαού.

Το 1983 ψηφίζεται από τη σημερινή κυβέρνηση νέος νόμος για την «τριτοβάθμια τεχνολογική εκπαίδευση», όπως πλέον ονομάζεται η τρίτη βαθμίδα της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, που μετονομάζει τα ΚΑΤΕΕ σε ΤΕΙ (Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύμα­τα), βελτιώνει τις διαδικασίες στη διοίκηση και τη λειτουργία τους, αλλά δεν διαφοροποιεί σχεδόν καθόλου την ίδια την ουσία του τρι­τοβάθμιου τεχνολογικού εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Δεν θα αναφερθώ εδώ στα ειδικότερα προβλήματα που παρου­σιάζονται σήμερα στα ΤΕΙ, μια και ελπίζω να το κάνω αυτό σε κάποιο επόμενο συμπόσιο, για την τεχνολογική εκπαίδευση που σύμφοινα με τις πληροφορίες μου ετοιμάζει ήδη το τμήμα παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ.

Το κύριο χαρακτηριστικό της μέχρι σήμερα, σύντομης σχετικά, ιστορίας της τριτοβάθμιας τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευ­σης, εκτός από τις συχνές αλλαγές του νομικού της καθεστώτος, εί­ναι η έντονη πάλη των σπουδαστών και των αποφοίτων της για την αναγνώριση του ρόλου τους στην παραγωγική διαδικασία.

Παρέμειναν μέχρι σήμερα γνωστοί οι αγώνες των σπουδαστών, στις αρχές τις δεκαετίας του ’60, που με πορείες, απεργίες πείνας, και άλλες έντονες διαμαρτυρίες, συγκίνησαν βαθιά την ελληνική κοινή γνώμη.

Οι αγώνες αυτοί συνεχίζονται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και

187

Page 189: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στις μέρες μας, με τον ίδιο πάντα στόχο, που είναι όχι μόνο η τυπική αναγνώριση των επαγγελματικών τους δικαιωμάτων, αλλά κυρίως η ορθολογική τους ένταξη στην παραγωγική διαδικασία, σε αντι­στοιχία με τα προσόντα τους.

Όμως, η συνεχιζόμενη και εντεινόμενη, και σήμερα, επιστημο- νικοτεχνική εξάρτηση της χώρας, η αδυναμία αφομοίωσης και σωστής αξιοποίησης των σύγχρονων επιτευγμάτων της νέας τεχνο­λογίας, ο χαμηλός βαθμός ανάπτυξης της παραγωγής και των υπηρε­σιών, έχουν σαν αποτέλεσμα στην υποθάθμιση του ρόλου και την αύξηση της ανεργίας στο επίπεδο των παραγωγικών στελεχών και ε­πομένως αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες σε μια προοπτική ορ­θολογικής τους αξιοποίησης.

Παράλληλα, το αστικό κράτος, για να κρύψει τις πραγματικές αιτίες της υποθάθμισης του ρόλου των αποφοίτων, όχι μόνο της τε­χνολογικής αλλά και της πανεπιστημιακής τριτοβάθμιας εκπαίδευ­σης, που δημιουργεί η πολιτική της εξάρτησης, καλλιέργησε τε- χνητέςαντιθέσεις ανάμεσά τους.

Με εντελώς αντιεπιστημονικά κριτήρια, καθιερώνει μηχανη- στικές διακρίσεις στο χώρο της επαγγελματικής τους δραστηριότη­τας, με βάση τους «ορόφους» ή τις «θερμίδες», προσπαθώ­ντας να στρέψει τους μεν ενάντια στους δε, και να δικαιολογήσει έτσι την ανεργία και την υποαπασχόληση, που πλήττει και τις δυο κατη­γορίες αποφοίτων.

Η αντικειμενική επιστημονική πραγματικότητα και η όλο και σε μεγαλύτερο βαθμό υπαλληλοποίηση των τεχνικών, αλλά και των άλλων επαγγελματιών, κάνει σήμερα σαφές ότι κύρια αιτία της κακο­δαιμονίας, ήταν και παραμένει η ανεργία. Αυτό άλλωστε, αποδείχνε­ται και από το γεγονός ότι σε αποφοίτους που δεν είναι ακόμη αρ­κετά οξυμένο το πρόβλημα της ανεργίας, όπως για παράδειγμα στις σχολές υγείας, δεν παρατηρούνται αντίστοιχα φαινόμενα. (Μαίες, επόπτες ΔΥ. οπτικοί, φυσικοθεραπευτές κλπ.)

Πρέπει επομένως να γίνει κατανοητό, ότι όπως και αν κατανεμη- θεί η ανεργία μεταξύ της μιας ή της άλλης κατηγορίας ανέργων, το γενικό ποσοστό της παραμένει αμετάβλητο. Και βέβαια δεν λύνεται με τέτιο τρόπο το πρόβλημα.

Το θέμα της σωστής αξιοποίησης των επαγγελματικών στε­λεχών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πανεπιστημιακής ή τεχνολο­γικής, είναι κυρίως πρόβλημα γενικότερου προσανατολισμού της οι­κονομικής πορείας της χώρας. Μόνο μια ανεξάρτητη οικονομική ανάπτυξη, μπορεί να διασφαλίσει και την επιστημονική και τεχνολο­γική μας ανεξαρτησία, και επομένως να δημιουργήσει τις κατάλλη­

Page 190: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

λες προϋποθέσεις σωστής ένταξης στην παραγωγή, όλων των απο­φοίτων.

Σε μια πραγματικά ανεξάρτητη οικονομική πορεία της χώρας, η οικονομία, η παραγωγή και οι υπηρεσίες, έχουν ανάγκη τόσο από στελέχη με πλήρη πανεπιστημιακή κατάρτιση, όσο και από τεχνο­λογικά ή επαγγελματικά στελέχη, με επαρκή θεωρητική γνώση, σωστή μόρφωση, αλλά προπαντός ολοκληρωμένη εξειδίκευση, και εξάσκηση στις πραγματικές συνθήκες του επαγγέλματος.

Στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει χωρίς καθυστέρηση να προ­χωρήσει η κυβέρνηση στη κατάρτιση ενός «εθνικού χάρτη επαγ­γελμάτων» σε συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς.

Θα πρέπει δηλαδή, παίρνοντας υπόψη και τη διεθνή εμπειρία, να προσδιοριστούν πλήρως και σε όλη τους την έκταση, τα επαγγέλμα­τα που ανταποκρίνονται στην ελληνική πραγματικότητα, κατά κατη­γορία επαγγελμάτων ή κατά επιστημονική ή τεχνολογική ενότητα, με παράλληλο προσδιορισμό του ρόλου τους και του επιπέδου κατάρ­τισης που απαιτείται για το καθένα. Από τη μέση εκπαίδευση μέχρι την πανεπιστημιακή.

Παράλληλα να καταρτιστεί «οργανόγραμμα» κατά οργανισμό ή υπηρεσία του δημόσιου φορέα, με όλα τα επαγγέλματα που εντάσ­σονται στη σφαίρα των δραστηριοτήτων του, καθώς και με τον α­ριθμό των θέσεων εργασίας κατά επάγγελμα, που απαιτούνται για τη σωστή λειτουργία του.

Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει φυσικά να παρθούν υπόψη όχι μόνο οι σημερινές ανάγκες, αλλά και αυτές που θα προκύψουν στο μέλλον, στα πλαίσια της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικο­νομίας της χώρας μας.

Η αποσπασματική και μεμονωμένη αντιμετώπιση των «επαγγελ­ματικών δικαιωμάτων» (και όχι του δικαιώματος για δουλιά) κατά εκ­παιδευτική βαθμίδα, είναι εκ των πρωτέρων καταδικασμένη, χωρίς τη συνολική θεώρηση του ζητήματος.

Τα τελευταία 10 χρόνια οι εναλλασόμενοι επικεφαλής του Υ­πουργείου Παιδείας υπόσχονται τη σύντομη έκδοση των επαγγελμα­τικών δικαιωμάτων των αποφοίτων των KATE, των ΚΑΤΕΕ και τώρα των ΤΕΙ. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει τίποτα.

Ζήτημα επαγγελματικών δικαιωμάτων υπάρχει και για τμήματα των ΑΕΙ. Είναι γνωστά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν ήδη οι πρώτοι απόφοιτοι του τμήματος «Πληροφορικής» του Πανεπιστη­μίου Πάτρας.

Με βάση τα επαγγέλματα που θα εκτιμηθεί ότι απαιτούν εκπαί­δευση τρίτης βαθμίδας, θα πρέπει να αναδιοργανωθεί το περιεχόμενο

Page 191: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σπουδών και να αναπροσαρμοστούν ανάλογα, τα τμήματα των ΤΕΙ και σε αρκετές περιπτώσεις και τμήματα των ΑΕΙ.

Η ίδρυση νέων τμημάτων, χωρίς προγραμματισμό και ουσια­στική μελέτη των πραγματικών αναγκών και των προοπτικών της ελ­ληνικής παραγωγής, τόσο στα ΤΕΙ όσο και στα ΑΕΙ, κινδυνεύει ανά­μεσα στα άλλα να μεταφέρει τα προβλήματα των αντιθέσεων και σε άλλους χώρους, ιδιαίτερα μάλιστα όταν δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια ο συγκεκριμένος ρόλος των αποφοίτων τους.

Τέτια παραδείγματα έχουμε δυστυχώς αρκετά τον τελευταίο καιρό. Ίδρυση για παράδειγμα τμημάτων «Ενεργιακής Τεχνικής». «Αυτοματισμού» κ.ά. στα ΤΕΙ. χωρίς συγκεκριμένο προσδιορισμό του περιεχομένου των σπουδών και του επαγγελματικού ρόλου των α­ποφοίτων. Ίδρυση αντίστοιχα στα ΑΕΙ τμημάτων όπως «Νοσηλευ­τικής», «Βιβλιοθηκονομίας», «Τουριστικών Επιχειρήσεων» κλπ., που υπάρχουν ήδη στα ΤΕΙ. Σχεδόν παράλληλα ίδρυση, σε ΑΕΙ και ΤΕΙ τμημάτων όπως «ΣυντήρησηΈργων Τέχνης» κλπ.

Η κλιμάκωση αυτής της πολιτικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευ­ση δεν είναι τυχαία. Υπαγορεύεται από συγκεκριμένες δεσμεύσεις προς το ΕΟΚικό διευθυντήριο, που θέλουν την υποταγή του εκπαι­δευτικού μας συστήματος στις δικές τους μονοπωλιακές επιδιώξεις.

Η κατάρτιση ολοκληρωμένων επαγγελματιών με πλήρη εξειδί- κευση και σαφώς προσδιορισμένο ρόλο στην παραγωγική διαδι­κασία δεν διευκολύνει τους σκοπούς τους.

Θέλουν να συντηρήσουν και να επεκτείνουν το θεσμό του «υπό>: ή «παρά» επιστήμονα, χωρίς συγκεκριμένο προσδιορισμό του παρα­γωγικού του ρόλου, για να μπορεί έτσι να αποτελεί εύκολη λεία στη μονοπωλιακή εκμετάλλευση, με μειωμένη δυνατότητα αντίστασης στην ανεργία. Αυτούς άλλωστε τους στόχους υπηρετεί και η ΕΟΚι­κή ντιρεκτίβα για την αναγνώριση των πτυχίων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που υποβαθμίζει, συνολικά τα πτυχία και των ΑΕΙ και των ΤΕΙ. Δεν κάνει ούτε τα ΤΕΙ, ΑΕΙ, όπως λένε μερικοί, αλλά ούτε και τα ΑΕΙ, ΤΕΙ όπως λένε άλλοι. Με υποβαθμισμένα ΑΕΙ δεν μπο­ρεί να υπάρξουν καν ΤΕΙ. ΓΓ αυτό απαιτείται κοινή προσπάθεια και δράση, από όλους, για να αποκρουστούν τα ΕΟΚικά σχέδια, στο σύ­νολό τους.

Η τριτοβάθμια τεχνολογική εκπαίδευση δεν ανταγωνίζεται και πολύ περισσότερο δεν αντικαθιστά την πανεπιστημιακή. Η κάθε μια πρέπει να έχει τον δικό της ιδιαίτερο ρόλ*' που απαιτεί στενή σχέση και συνεργασία μεταξύ τους και μεταξύ των αποφοίτων τους.

Η σχέση ΑΕΙ-ΤΕΙ πρέπει να είναι σχέση συνεργασίας, που θα στηρίζεται στη βάση του προσδιορισμού του ρόλου τους στην παρα­

190

Page 192: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γωγή και στην κατάλληλη διαμόρφωση του περιεχομένου της εκ­παίδευσης.

Η τριτοβάθμια τεχνολογική εκπαίδευση, σαν μια εκπαίδευση που στοχεύει στην παραγωγή επαγγελματικών στελεχών, θα πρέπει να συνδέεται στενά με την παραγωγή, να παίρνει υπόψη της τα πραγ­ματικά δεδομένα, να διαμορφώνει ανάλογα το περιεχόμενο των σπουδών και κάτω από σωστές συνθήκες να συμβάλλει με τη σειρά της σε μια παραπέρα τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη της χώ­ρας.

Στα πλαίσια της σύνδεσης των ΤΕΙ με την παραγωγή, θα πρέπει η πρακτική άσκηση, μια απ’ τις σημαντικότερες κατακτήσεις του σπουδαστικού κινήματος, να πάρει ουσιαστικό χαρακτήρα και να δε­θεί με τις σπουδές.

Στην κατεύθυνση της παραπέρα σύσφιξης των σχέσεων ΑΕΙ- ΤΕΙ θα πρέπει να αναληφθούν κοινά προγράμματα έρευνας, ιδιαίτερα εφαρμοσμένης, με περισσότερη βαρύτητα για τα ΤΕΙ στην ανάπτυξη ή υλοποίηση νέων καινοτομιών ή πειραματικών εφαρμογών.

Θα μπορούσαμε ακόμη να δούμε και τη διεξαγωγή κοινών μα­θημάτων σε σπουδαστές ΑΕΙ-ΤΕΙ, πάνω σε ειδικά θέματα ή σεμινα- ριακά μαθήματα. Ακόμη, η οργάνωση κοινών συνεδριάσεων μεταξύ των οργάνων διοίκησης ΑΕΙ-ΤΕΙ, σε επίπεδο ομοειδών τμημάτων ή σχολών ή και ιδρυμάτων που εδρεύουν στην ίδια πόλη, θα ήταν ένα επίσης θετικό στοιχείο στην κατεύθυνση αυτή.

Στις συνεδριάσεις αυτές θα μπορούν να συζητούνται θέματα ό­πως:

- Η ανταλλαγή εκπαιδευτικών εμπειριών.- Ο συντονισμός της έρευνας.- Η καλύτερη οργάνωση του περιεχομένου της εκπαίδευσης.- Η επιμόρφωση του εκπαιδευτικού προσωπικού.- Η ανταλλαγή απόψεων σε θέματα επιλογής εκπαιδευτικού προ­

σωπικού.- Και τέλος, αλλά όχι τελευταίο σε σημασία, ο συντονισμός για

τη διεκδίκηση της επίλυσης των προβλημάτων.Με τις προϋποθέσεις αυτές θα μπορέσει η εκπαίδευση στα ΤΕΙ

να πάψει να είναι εκπαίδευση δεύτερης κατηγορίας, που προορίζεται για τους αποτυχόντες των ΑΕΙ, και για την παραγωγή δυναμικού με χαμηλό βαθμό μόρφωσης και ειδίκευσης, εύκολο στην εκμετάλλευ­ση και χωρίς σοβαρές απαιτήσεις για επαγγελματική εξασφάλιση.

Σήμερα όλο και περισσότερο, οι εκπαιδευτικοί φορείς της τρι­τοβάθμιας εκπαίδευσης, και στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ, συνειδητοποιούν την αναγκαιότητα της κοινής δράσης για το ξεπέρασμα των προ­βλημάτων τους.

191

Page 193: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Η κοινή αυτή δράση συνδέεται στενά με την πάλη όλου του λαού για τη χάραξη μιας άλλης πολιτικής, που θα υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα, θα είναι ενάντια στην εξάρτηση και τα σχέδια της ΕΟΚ και θα συμβάλλει στην αναβάθμιση και τον εκδημοκρατισμό της δημόσιας ζωής και της εκπαίδευσης.

ΣΧΕΣΗ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ - ΑΕΙ

ΑΡΓΥΡΗΣ ΓΚΟΓΚΟΣ, μέλος του Τμήματος Παιδείας

της ΚΕ του ΚΚΕ

Κυρίες και κύριοι, φίλοι και σύντροφοι.Πολλά απ’ τα ζητήματα που συζητήθηκαν μέχρι τώρα στο

Συμπόσιό μας, δεν μπορούν να μελετηθούν σε βάθος, δίχως την ανα­γκαία σύνδεσή τους και το φώτισμα της σχέσης τους, με την προη­γούμενη απ’ την πανεπιστημιακή εκπαίδευση και κύρια μ’ αυτήν του Λυκείου. Δίχως αυτή την απαραίτητη προέκταση της συζήτησής μας, θα έμοιαζε το Συμπόσιο - επιτρέψτε μου μια παρομοίωση - με τον μελετητή πολιτικό μηχανικό που ασχολείται με τα φορτία της ο­ροφής ενός οικοδομήματος, χωρίς να παίρνει υπόψη του την αντοχή των στηριγμάτων της.

Τρία ερωτήματα που κατά τη γνώμη μας συνοψίζουν και κα­θορίζουν τη σχέση μέσης εκπαίδευσης - ΑΕΙ θα μας απασχολήσουν και γύρω απ’ αυτά θα στραφούν οι σκέψεις και οι προτάσεις αυτής της εισήγησης.

- Ποια μορφωτικά ή άλλα γνωρίσματα, πρέπει να διαθέτει ο απόφοιτος της μέσης βαθμίδας και κατά συνέπεια τι είδους λύκειο ε­ξυπηρετεί την ανάγκη μιας κοινωνικής οικονομικής και πολιτι­στικής ανασυγκρότησης της χώρας, τι είδους λύκειο θα συντελέσει στην αναβάθμιση των πανεπιστημίων μας σε όφελος του λαού μας;

- Πώς και σε ποιο βαθμό το περιεχόμενο σπουδών του λυκείου πρέπει να συνδέεται με κείνο των πανεπιστημίων, ώστε να υπάρχει ο­μαλή συνέχεια στην εμβάθυνση της γνώσης και να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των διδακτικών στόχων της κάθε βαθμίδας;

- Ποιες δυσκολίες, σχετικές με τα παραπάνω ερωτήματα, α­ντιμετωπίζει σήμερα ο καθηγητής της μέσης εκπαίδευσης και ποια πρέπει να είναι η επιστημονική και παιδαγωγική του κατάρτιση στο πανεπιστήμιο;

Κρίνουμε σκόπιμο να υπογραμμίσουμε, ευθύς εξαρχής, μια βα­

192

Page 194: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σική μας θέση: Αμεσα πρέπει να σταματήσει η σχέση υποταγής στην εισαγωγή στα ΑΕΙ και της διάσπασης, της λυκειακής γνώσης. Είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί η αυτοτέλεια της μόρφωσης στη μέση εκπαίδευση, να αποκατασταθεί η ενότητά της μέσα στο λύκειο και σε αντιστοιχία με την πανεπιστημιακή γνώση.

I. Το λύκειο προθάλαμος των ΑΕΙ-ΤΕΙ.Το κυρίαρχο πρόβλημα του σημερινού λυκείου είναι η ουσια­

στική και τυπική κατάργηση της αυτοτέλειάς του, σαν ανεξάρτητης ως προς τους διδακτικούς στόχους εκπαιδευτικής βαθμίδας. Η θε­σμοθέτηση των δεσμών μαθημάτα ν επιλογής στη Γ' Λυκείου, μείωσε κατά έναν τουλάχιστον χρόνο την τριετή λυκειακή φοίτηση. Μετέ­τρεψε την Γ' Λυκείου σε προπανεπιστημιακή δοκιμαστική, όπως το μπακαλωρεά, ανεξάρτητη βαθμίδα. Ερμήνευσε κατά έναν στρεβλό τρόπο την υπάρχουσα στρεβλή πραγματικότητα, που διαμορφώθηκε οριστικά στα μέσα της δεκαετίες 1970-1980. Μια πραγματικότητα που η εκπαιδευτική πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ δεν μπο­ρούσε ν’ αλλάξει εφόσον δεν προχωρούσε στη συνολική κοινωνική και οικονομική ριζική αλλαγή. Το λύκειο απ’ τα τέλη ακόμα της δε­καετίας 1960-1970 είχε πάψει πια ν’ αποτελεί, όπως το παλιό εξατάξιο γυμνάσιο, μια διέξοδο όχι εύκολη βέβαια, όμως πιθανή προς τις διά­φορες υπηρεσίες του δημοσίου, της κοινής οφέλειας ή τις τράπεζες με την βοήθεια των κομματικών ρουσφετολογικών μηχανισμών των κυθερνώντων. Η λύση της υπαλληλοποίησης έσχατη για ορισμέ­νους, ενώ για άλλους φυσική κατάληξη, με προσόν το «χαρτί» - απο­λυτήριο της μέσης εκπαίδευσης, ανήκε ήδη στο παρελθόν. Τα λύ­κεια, κάθε τύπος λυκείου που λειτούργησε τα τελευταία χρόνια, ήταν και είναι μόνο προθάλαμος για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκ­παίδευση. Μοναδική επαγγελματική διέξοδός του ήταν και είναι η ε­πιτυχία στις εξετάσεις για τα ΑΕΙ ή οι σπουδές στο εξωτερικό. Ό σοι απ’ τους αποφοίτους του δεν έμπαιναν σ’ αυτό το μονόδρομο ήταν και είναι υποχρεωμένοι να αναζητούν θέσεις ανειδίκευτου εργάτη ή υπάλληλου, να αντιμετωπίζουν το φάσμα της ανεργίας ή να επιχει­ρούν απεγνωσμένα την εκπόρθηση των πυλών των ΑΕΙ σαν υποψή­φιοι παρελθόντων ετών. Είναι χαρακτηριστική η πλήρης αποτυχία των τεχνικών - επαγγελματικών λυκείων που σχεδίασε στα 1976 η ΝΔ και είναι γνακττά. αφού πρόσφατα απασχόλησαν την Γ.πικαιρότητα. τα προβλήματα των πολυκλαόικών λυκείων που καθιέρωσε το ΠΑΣΟΚ. Οι μαθητές και οι γονείς επέλεγαν και εξακολουθούν να επιλέ­γουν τη μόνη επαγγελματική διέξοδο που οδηγεί σήμερα μέσα απ’ τις δέσμες, όπως και παλιότερα μέσα απ’ τη λογική τους, στην τριτοβάθ­μια εκπαίδευση, κι αυτό παρά τις δυσκολίες που μεγάλωναν λόγω της

193

Page 195: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κρίσης του ΚΜΚ και τις επιπτώσεις του (ανεργία, αδιοριστία, υπό και ετεροαπασχόληση) που μαστίζουν και τα επιστημονικά επαγγέλ­ματα.

Ακούγονται παράφωνα αφού διαστρεβλώνουν την πραγματικό­τητα τα όσα κατά καιρούς λέγονται, όπως πρόσφατα κι απ’ τα χείλη του Υπουργού Παιδείας, τα σχετικά με την «κακή νοοτροπία» μα­θητών και γονιών που πρέπει ν’ αλλάξει. Σύμφωνα μ’ αυτή την αντί­ληψη, δεν πρέπει να θέλουν όλοι να γίνουν επιστήμονες. Ηχούν κακόηχα και εκ του πονηρού τα σχετικά με «χρήσιμους και ευτυχι­σμένους υδραυλικούς» σ’ αντίθεση με «άχρηστους και δυστυχείς επι­στήμονες». Οι φορείς αυτής της αντίληψης αγνοούν, ή απλά προ­σποιούνται, ότι δεν γνωρίζουν την πραγματικότητα. Σήμερα ελάχιστοι μαθητές του λυκείου βλέπουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση σαν επι­στημονική συνέχεια. Ό λοι βλέπουν τα ΑΕΙ-ΤΕΙ σαν τη μόνη πι­θανή επαγγελματική συνέχεια.

2. Τι είδους απόφοιτους χρειάζονται τα πανεπιστήμια;

Ένα κεντρικό ζήτημα που άνέδειξαν οι συζητήσεις του Συ­μποσίου, αφορά το μορφωτικό επίπεδο των φοιτητών, τη στάση τους στα ζητήματα της μόρφωσης, το ενδιαφέρον τους σαν μελλοντικών επιστημόνων για τη γνώση, την αναζήτησή της, τη δημιουργική της αξιοποίηση. Όμως ο σημερινός φοιτητής είναι ο χτεσινός μαθητής του λυκείου. Τέλειωσε κάποια δέσμη, αρίστευσε κατά τεκμήριο, ε- πιλέχτηκε για τη σχολή που βασικά ήθελε. Έ χει λοιπόν τις τυπικές προϋποθέσεις για να γίνει ένας καλός επιστήμονας. Θα επιμείνουμε σ’ αυτό το τελευταίο, το τυπικό μέρος. Ορισμένοι μαθητές έμαθαν πολλά μαθηματικά, φυσική, χημεία και πέτυχαν στην Α' δέσμη, άλ­λοι έμαθαν πολλά αρχαία ελληνικά, ιστορία και μπήκαν στη Β' δέ­σμη κοκ. Έγιναν δηλαδή μικροί μαθηματικοί, φυσικοί και φιλόλο­γοι. Γιατί λοιπόν οι πανεπιστημιακοί μας δάσκαλοι δεν είναι, κι έ­χουν δίκιο, ευχαριστημένοι απ’ τις επιδόσεις των σπουδαστών και φοιτητών τους; Θ’ απαντήσουμε άμεσα. Γιατί ελάχιστοι, όπως ήδη είπαμε, μαθητές προετοιμάστηκαν να γίνουν επιστήμονες απ’ τα λύ­κειά τους. Προετοιμάστηκαν, σκληρά μάλιστα, με ξενύχτια και κό­πους και οι πιο δυνατοί το κατόρθωσαν για να περάσουν τις εξετά­σεις, μαθαίνοντας κομμάτια, αποσπώντας ρινίσματα της ενιαίας γνώσης. Αυτό το κομμάτιασμα της γνώσης, που αρχίζει απ’ την Α' λυκείου, δεν μπορεί παρά να σημαδεύει την εξέλιξή τους σαν φοι­τητές. Πολλοί περισσότεροι θα ενδιαφέρονταν πραγματικά για την επιστήμη και πολλοί λιγότεροι για το επιστημονικό επάγγελμα. αν άλ­λαζε το περιεχόμενο της μόρφωσης στο λύκειο, αν άλλαζε το σύστη­

194

Page 196: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μα επιλογής για τα ΑΕΙ, αν διαμορφωνόταν ανάλογα και το περιεχό- μενο της μόρφωσης του πανεπιστημίου.

3. Τι είδους Λύκειο;

Για μια κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανόρθωση της πατρίδας μας χρειάζονται όλα τα επαγγέλματα. Η βάναυση και από φιλοσοφική άποψη χυδαία αντίθεση «υδραυλικός - επιστήμονας», έκφραση της γνωστής ιδεαλιστικής αντίθεσης χειρωνακτική - πνευ­ματική εργασία που εδώ μεταφράζεται στην αντίθεση «αμόρφωτος - μορφωμένος», είναι αναχρονιστική ακόμη και στα πλαίσια των προσ­παθειών εκσυγχρονισμού του καπιταλισμού. Χρειαζόμαστε χρήσι­μους επαγγελματίες μέσης μόρφωσης και ανώτερης μόρφωσης σε μια ποικιλία επαγγελμάτων, που εφόσον θα εξασφαλίζουν στους φορείς τους εργασία και αποδοχές ικανοποιητικές, θα μπορούν να είναι ελ­κυστικά καί όσο γίνεται σύμφωνα με τις ιδιαίτερες κλίσεις τους.

Χρειαζόμαστε ένα άλλο λύκειο. Που θα δίνει ενιαία γενική μόρ­φωση σ’ όλους τους μαθητές του, που θα εξασφαλίζει επαγγελματικά εφόδια στους αποφοίτους του και θα προετοιμάζει όσους από αυτούς θα συνεχίσουν τις σπουδές τους. Το αίτημα για ειδίκευση μέσα από τα Λύκεια, που διατυπώθηκε από χιλιάδες μαθητές στις πρόσφατες κινητοποιήσεις τους, βρίσκει στην αναλυτική πρόταση του Τμήμα­τος Παιδείας, της ΚΕ, στο φυλλάδιο για τα Λύκεια, μια λεπτομερή απάντηση. Σύμφωνα με την πρόταση του ΚΚΕ πρέπει ν’ αλλάξουν αυτά που θεωρούνται σήμερα σαν γενικά μαθήματα. Να προστεθούν νέα που να δίνουν σ ’ όλους τους μαθητές του Λυκείου χρήσιμες και σύγχρονες γνώσεις. Να εξασφαλίζουν ταυτόχρονα στον απόφοιτό τους μια επαγγελματική κατάρτιση η οποία, συνδυασμένή με τη γε­νική λυκειακή μόρφωση και με την πρακτική εξάσκηση, θα ανοίξει επαγγελματικούς δρόμους παράλληλους, με κείνους που θα οδηγούν σε μια παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας.

Προϋπόθεση για τη ριζική αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών αυτού του ενιαίου λυκείου, είναι η κατάργηση των δεσμών μαθημάτων επιλογής στην Γ' Λυκείου. Το ανέβασμα της στάθμης των σπουδών στα πανεπιστήμιά μας θα γίνει, πέρα από την αναγκαία αύξηση των δαπανών για την παιδεία και μέσα απ’ την αλλαγή του τρόπου επιλογής όσων είναι κατάλληλοι για επιστήμονες. Αυτό ση­μαίνει ότι οι εξετάσεις δεν μπορούν να συνεχίσουν να περιορίζονται στενά στα μαθήματα της μελλοντικής ειδικότητας. Χρειάζεται να διευρυνθούν τα κριτήρια της εξεταστέας, αναγκαίας και απαραίτητης γνώσης, και με άλλα μαθήματα μέσα από αυτά του κορμού μαθημά­των του λυκείου, να βρεθούν τρόποι που θα εξασφαλίζουν την καταλ­ληλότητα των μελλοντικών επιστημόνων. Τα κριτήρια επιλογής δεν

195

Page 197: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μπορούν να είναι μόνο ποσοτικά όπως σήμερα, πρέπει να γίνουν ποιοτικά. Τα θέματα των εξετάσεων θα πρέπει εκτός απ’ την ποσότη­τα της γνώσης, να αναζητούν τις δυνατότητες δημιουργίας του μα­θητή, να ελέγχουν την κριτική αφομοίωση της λυκειακής γνώσης. Πρέπει να πάψουν να δημιουργούν όπως συμβαίνει με τα ανακλα­στικά του Παθλόφ, άκριτους «πολύξερους» παπαγάλους.

3. Ο καθηγητής της μέσης εκπαίδευσηςΣ’ ένα τέτιο λύκειο, ο καθηγητής της μέσης εκπαίδευσης θα ξα-

ναγίνει εκπαιδευτικός. Θα πάψει να μηχανεύεται τρόπους φορμαλι­στικής μετάδοσης της γνώσης, του χειρότερου είδους, φροντιστη­ριακού χαρακτήρα, όπως στην υπερβολή του συμβαίνει στην Γ' λυ­κείου. Θα υπάρξουν περιθώρια να αισθανθεί ο καθηγητής του λυ­κείου ότι εκτός από εκπαιδευτής σε κάποια ειδική γνώση πρέπει να είναι και παιδαγωγός, όταν αυτός κι οι μαθητές του απαλλαγούν απ’ το άγχος του μονόδρομου των εισαγωγικών. Βέβαια όλ’ αυτά δεν θα γίνουν αυτόματα ούτε μόνο με την αλλαγή του περιεχομένου σπουδών του λυκείου ούτε μόνο με την αλλαγή του συστήματος των εξετάσεων.

Η σημερινή πραγματικότητα των λεγόμενων καθηγητικών σχολών του πανεπιστημίου και των νέων παιδαγωγικών τμημάτων που αντικαθιστούν τις παιδαγωγικές ακαδημϊες και τις σχολές νηπια­γωγών, διόλου δεν ανταποκρΐνεται στην ανάγκη ενός ολόπλευρα προετοιμασμένου καθηγητή και δάσκαλου. Εξακολουθούν ν' απο­φοιτούν μαθηματικοί, φιλόλογοι και άλλες ειδικότητες, κι όχι εκπαι­δευτικοί όπως θα 'πρεπε. Απουσιάζουν τα μαθήματα ειδικής διδα­κτικής στα πανεπιστήμια σχετικά με τα μαθήματα που θα διδάξουν οι μελλοντικοί καθηγητές στις μέλλουσες μαθητικές γενιές. Στην Ελλάδα εξακολουθούν παιδαγωγοί να θεωρούνται μόνο όσοι τελειώνουν φιλο­λογικές σπουδές ή παιδαγωγικά τμήματα σαν δάσκαλοι. Δεν υπάρ­χουν μεταπτυχιακές σπουδές στην Ελλάδα για παιδαγωγική και διδα­κτική των θετικών επιστημών. Πρέπει συνεπώς ν’ αλλάξουν ριζικά τα προγράμματα σπουδών και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στις σχολές που όλοι ή ορισμένοι σπουδαστές και φοιτητές τους, θα μπο­ρούν να στραφούν προς την εκπαίδευση. Πρέπει τα ζητήματα της παιδαγωγικής να μπουν και σε σχολές του Πολυτεχνείου και κοινω­νικών επιστημών, σαν μαθήματα επιλογής. Τα μαθήματα της παιδα­γωγικής θ’ αποτελούν βεβαίωση ότι όσοι τα παρακολούθησαν μ’ επι­τυχία, μπορούν να εργαστούν σαν εκπαιδευτικοί στη μέση εκπαίδευ­ση. Και βέβαια μέχρι τότε, υπάρχει το ζήτημα της μετεκπαίδευσης και της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών που ήδη απασχολούνται. Οι σχετικές λύσεις που προτείνονται μέσα απ’ το ν. 1566/85, με τη δη­

196

Page 198: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μιουργία των περιφερειακών εκπαιδευτικών κέντρων (ΠΕΚ) διόλου δεν θ’ αλλάξει την μέχρι σήμερα ανεπαρκή έως ανύπαρκτη επιμόρ­φωση. Χρειάζεται φορέας καταρτισμού των επίσης μονικών προ­γραμμάτων της επιμόρφωσης να είναι τα ΑΕΙ. Δεν μπορούν να α­νατίθενται τα καθήκοντα της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών σε ι­διώτες, όπως προθλέπεται απ’ το νόμο του ΠΑΣΟΚ, ούτε χωρούν ε­ρασιτεχνισμοί και απόσειση των ευθυνών του Υπουργείου Παιδείας, με την ανάθεση μέρους των ευθυνών του για την επιμόρφωση σε αναρ­μόδιους. Στην τοπική αυτοδιοίκηση ';\α δαπάνες, στους σχολικούς συμβούλους και σε υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου για ζητήματα περιεχομένου και διδασκαλίας. Τα ζητήματα της επιμόρ­φωσης και της μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών, ακριβώς όπως και η μόρφωσή τους, είναι ολοφάνερα στην ευθύνη των αρμόδιων πανε­πιστημιακών οργάνων.

Τελειώνοντας αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι κρίνω σκόπιμο να επισημάνω ένα τελευταίο ζήτημα. Αφορά τη σχέση της πανεπιστη­μιακής κοινότητας με την κοινότητα της μέσης εκπαίδευσης, ακόμη και της βασικής, με τα όργανα εκπροσώπισής τους σε επιστημονικό και σε συνδικαλιστικό επίπεδο. Η πρακτική της άρχουσας τάξης, για γνωστούς λόγους, έχει καταφέρει σε σημαντικό βαθμό την αποξένω­ση των εκπαιδευτικών των διαφόρων βαθμιδών, απ’ τα προβλήματα των άλλων, εκτός της δικής τους.

Από αυτό το βήμα κάνουμε έκκληση στους δασκάλους των παι­διών μας, σ’ όποια βαθμίδα κι αν ανήκουν, να συνταχθούν με τους σπουδαστές φοιτητές και μαθητές, τους γονείς τους, με κάθε εργαζό­μενο. Ν’ αναλάθουν το μέρος της ευθύνης που τους αναλογεί, κι είναι αλήθεια μεγάλο. Να πρωτοστατήσουν στην επεξεργασία προτάσεων για την εκπαιδευτική αλλαγή σ’ όφελος του λαού και του τόπου μας. Να αντισταθούν σε κάθε προσπάθεια παραχάραξης των πραγματικών λαϊκών συμφερόντων. Ν’ αποκρούσουν τα εκπαιδευτικά σχέδια που με τον ελκυστικό μανδύα του κοσμοπολιτισμού ή του ακραιφνούς υ- περπατριωτισμού μεθοδεύονται στο χώρο της παιδείας. Να συντα­χθούν με τις αριστερές προοδευτικές δυνάμεις, τις μόνες που μπορούν να δόσουν ελπίδα όνειρα και προοπτική στον καθένα μας, στον παι­δαγωγό, στο φοιτητή, το μαθητή, τον εργαζόμενο, τον εργάτη.

197

Page 199: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΣΥΝΕΧΙΖΟΜ ΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΕΙ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΑΓΓΟΣ, μέλος του Τμήματος Παιδείας

της ΚΕ του ΚΚΕ

1. Τι είναι η Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση;Με τον όρο Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση εννοούμε ολόκληρο το

φάσμα των εκπαιδευτικών διαδικασιών, οποιουδήποτε περιεχομένου, επιπέδου και μεθόδου, είτε αυτές αφορούν αναγνωρισμένες ή ελεύθε­ρες σπουδές, είτε συνεχίζουν ή αναπληρώνουν αρχική εκπαίδευση σε σχολεία ή σχολές οποιουδήποτε τύπου ή θαθμίδας, με τη βοήθεια των οποίων (διαδικασιών), άτομα που συμμετέχουν σ’ αυτές αναπτύσ­σουν τις ικανότητές τους, πλουτίζουν τη γνώση τους, βελτιώνουν τα τεχνικά και επαγγελματικά τους εφόδια ή τα στρέφουν σε νέα κατεύ­θυνση και επιφέρουν αλλαγές στη στάση τους ή τη συμπεριφορά τους με τη διπλή προοπτική της πλήρους προσωπικής ανάπτυξης από τη μια μεριά και της συμμετοχής τους από την άλλη σε μια ισορ­ροπημένη και ανεξάρτητη κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη.

Με βάση τον ορισμό αυτό μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρεις το­μείς παρέμβασης των ΑΕΙ στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση:

α) Η δημιουργία δυνατοτήτων πρόσβασης των εργαζόμενων στην ανώτατη εκπαίδευση. Αυτό αφορά κυρίως τέτιες μορφές συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης, όπως η νυχτερινή ανώτατη εκπαίδευση και οι σπουδές στα ΑΕΙ μ’ αλληλογραφία.

θ) Η ανανέωση και ο εκσυγχρονισμός των γνώσεων των απο­φοίτων των ΑΕΙ, κι αυτό μπορεί να γίνει με σεμινάρια μικρής ή μεγάλης διάρκειας, ημερίδες, συμπόσια, διαλέξεις κλπ.

γ) Η συμβολή των πανεπιστημίων στο ανέθασμα του μορφωτι­κού επιπέδου του λαού και των εργαζόμενων. Εδώ μπρούν να αξιο- ποιηθούν όλες οι μορφές εκπαίδευσης: αυτές που προαναφέραμε, αλλά και άλλες, όπως λογουχάρη τα ραδιοτηλεοπτικά μαθήματα.

Στη συνέχεια θα επιχειρήσουμε να τεκμηριώσουμε την ανα­γκαιότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Ωστόσο, πριν απ’ αυτό εί­ναι κατά τη γνώμη μας απαραίτητο να κάνουμε τρεις διευκρινήσεις, προκειμένου να αποφευχθούν κάποιες ενδεχόμενες παρανοήσεις.

2. Τρεις διευκρινήσεις

Η πρώτη διευκρίνηση αφορά τον όρο Συνεχιζόμενη Εκπαίδευ­ση: τόσο στην εθνική, όσο και στη διεθνή βιβλιογραφία όροι όπως

198

Page 200: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Συνεχής Εκπαίδευση, Διαρκής Εκπαίδευση, Εκπαίδευση Ενηλίκων, Επιμόρφωση Ενηλίκων, Λαϊκή Επιμόρφωση κλπ., χρησιμοποιού­νται σαν συνώνυμοι του όρου Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση.

Οι όποιες διαφορές υπάρχουν σχετίζονται με το περιεχόμενο που δίνεται κατά περίπτωση στον όρο κι όχι στον ίδιο τον όρο. Εξάλ­λου αυτή είναι η δεύτερη διευκρίνιση που θέλουμε να κάνουμε. Δη­λαδή, να επισημάνουμε πως δεν υπάρχει ένας ορισμός της συνεχιζό­μενης εκπαίδευσης, ο οποίος είναι απ’ όλους αποδεκτός. Υπάρχουν διάφοροι ορισμοί. Οι διαφορές προκύπτουν από πολλούς και διαφο­ρετικούς λόγους: διαφορετική επιστημονική προσέγγιση, διαφορε­τική πολιτική ή και ιδεολογική τοποθέτηση κλπ. Επιπλέον το πε­ριεχόμενο του όρου προσδιορίζεται και ιστορικά. Γ ια παράδειγμα, τα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση το κύριο καθήκον της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης στη Σοβιετική Ένωση ήταν η εξά­λειψη του αναλφαβητισμού. Σήμερα, ασφαλώς, τα καθήκοντά της είναι εντελώς διαφορετικά.

Ωστόσο, παρ’ όλους τους διαφορετικούς ορισμούς που υπάρχουν, παραθέσαμε προηγούμενα έναν απ’ αυτούς·. Δεν πρόκειτα, βέβαια, για μια παρέμβαση του κόμματός μας σε μια συζήτηση που είναι εν πολ- λοίς επιστημονική, για να λήξει το ζήτημα. Είμαστε ανοικτοί να συ­ζητήσουμε οποιονδήποτε άλλον ορισμό. Ωστόσο, για να γίνει τούτη η παρέμβαση, έπρεπε να ορίσουμε με κάποιον τρόπο την έννοια της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Διαλέξαμε τον ορισμό, που παραθέσα­με, επειδή, κατά τη γνώμη μας, είναι πιο κοντά στις ανάγκες και τις ιδιομορφίες τη: ελληνική: πραγματικότητα: και επιπλέον είναι κα­τά τεκμήριο ο ορισμός εκείνος που γίνετια αποδεκτός από τους περισ­σότερους, μιας και εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση της Unesco, στη 19η Σύνοδό τη: (Ναϊρόμπι. Κένυα. 1976).

Η τρίτη διευκρίνιση αφορά τις μεταπτυχιακές σπουδές. Θέλου­με να ξεκαθαρίσουμε πως άλλο πράγμα είναι οι μεταπτυχιακές σπουδές κι άλλο η συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Η κύρια διαφορά τους βρίσκεται στο ότι οι μεν μεταπτυχιακές σπουδές συνδέονται με την έρευνα και άρα την παραγωγή νέας γνώσης, η δε συνεχιζόμενη εκ­παίδευση αφορά μετάδοση γνώσεων, που ήδη είναι γνωστές.

Είναι καιρός, όμως, να περάσουμε στο ζήτημα της αναγκαιότη­τας της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης.

3. Η αναγκαιότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσηςΗ βάση, πάνω στην οποία θεμελιώνεται η αναγκαιότητα της συ­

νεχιζόμενης εκπαίδευσης, είναι η διαπίστωση πως πλέον η εκπαίδευ­ση δεν μπορεί να είναι μια εφάπαξ διαδικασία: η ιδέα μιας εκπαίδευ­σης που περατώνεται σε ορισμένο χρόνο ή ηλικία είναι στην εποχή

199

Page 201: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μας ξεπερασμένη. Αυτό οφείλεται σ’ ένα «απλούστατο» γεγυνυν αρχίσαμε να διδασκόμαστε από τη φύση πιο γρήγορα απ’ό-τι ο ένας από τον άλλο.

Ας σκεφθουμε, φίλοι και σύντροφοι, τι μπορεί να σημαίνουν τα ακόλουθα δεδομένα: σ’ ολόκληρο τον κόσμο το 1964 δημοσιεύτηκαν 24 εκατομμύρια επιστημονικές εργασίες και το 1970 60 εκατομμύρια. Ο αριθμός αυτός έφτασε, ήδη, τα 420 εκατομμύρια το 1985. Κάθε μέρα τυπώνονται περισσότερα από 500 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα χαρτί.

Τι μπορεί να σημαίνουν αυτές οι εξελίξεις; Ν’ αναφέρουμε ενδει­κτικά πως ένας ερευνητής μπορεί να έρθει σ’ επαφή μόνο με το 10% περίπου, της βιβλιογραφίας που τον ενδιαφέρει. Κι αυτό επειδή αν διάβαζε όλη τη βιβλιογραφία του τομέα του, δεν θα του έμενε καθό­λου χρόνος για έρευνα...

Ωστόσο, το ζήτημα δεν περιορίζεται μόνο στην εξέλιξη της επι­στήμης. Έ χει σοβαρότατες κοινωνικές επιπτώσεις. Κι αυτό δεν είναι παράξενο: στις μέρες μας η μετατροπή της επιστήμης σε άμεση πα­ραγωγική δύναμη και, γενικότερα, η επιστημονικοτεχνική επανά­σταση βάζει όλη τη ζωή των ανθρώπων σε δυναμική θώση, αλλάζει τον χαρακτήρα της σύγχρονης παραγωγής, μεταβάλλει τις πραγμα­τικές μορφές της εργασίας, τις υλικές συνθήκες της ζωής του ανθρώ­που, συντομεύει τις αποστάσεις και τα χρονικά όρια, αντικαθιστά το φυσικό περιβάλλον με τεχνητό, δημιουργεί νέες συνθήκες για αλ­λαγές στις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, αγκαλιάζει όλο το προτσές της κατάκτησης της φύσης από τον άνθρωπο, όλο το προτσές των κοινωνικών σχέσεων, ολόκληρο τον τρόπο της αυτο­πραγμάτωσής τους.

Η εκπαίδευση δεν μπορεί ή, πιο σωστά, δεν πρέπει να μένει α­διάφορη και να μην παίρνει υπόψη της αυτές τις εξελίξεις. Για παράδειγμα, αν βασικό καθήκον της εκπαίδευσης είναι η προετοι­μασία για το μέλλον, πώς μπορεί να παραγνωρίσει το γεγονός ότι από τα 90 χιλιάδες περίπου διαφορετικά επαγγέλματα που υπάρχουν στη σημερινή κοινωνία, τα μισά δεν υπήρχαν στις αρχές του αιώνα μας; Κάτι περισσότερο: από τα επαγγέλματα που σήμερα υπάρχουν, περίπου τα μισά θα εξαφανιστούν στις αρχές του επόμενου αιώνα και στη θέση τους θα εμφανιστούν άλλα, τα οποία σήμερα δεν τα γνωρί­ζουμε. Να προσθέσουμε ακόμα ότι έχει υπολογιστεί πως οι απόφοι­τοι μιας μέσης σχολής είναι υποχρεωμένοι πολλές φορές ν’ αλλά­ζουν επάγγελμα 4 ή 5 φορές σε όλη τους τη ζωή.

Είναι φανερό, λοιπόν, πως δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί σήμερα η εκπαίδευση σαν μια εφάπαξ διαδικασία. Και θα πρέπει να υπογραμμίσουμε, πως αν κάτι τέτιο ισχύει μια φορά για την πρω-

200

Page 202: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τοθάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ισχύει πολλές φορές περισ­σότερο '/ m την ανώτατη εκπαίδευση.

Σκεφθείτε, φίλοι και σύντροφοι, το εξής γεγονός: τα προγράμ­ματα σπουδών ενός πανεπιστημίου προβλέπουν, συνήθως, πεντάχρο­νη φοίτηση και, στην καλύτερη περίπτωση, περιλαμβάνουν όλο τον όγκο γνώσεων που υπάρχει σ’ έναν επιστημονικό κλάδο η σε μια ειδίκευση, την πρώτη μέρα του πρώτου ακαδημαϊκού έτους. Σκεφτεί- τε τον απόφοιτο των ΑΕΙ. Σκεφτείτε, επίσης, ότι ο όγκος των τεχνο­λογικών γνώσεων διπλασιάζεται κάθε δέκα χρόνια, ότι ο όγκος των γνώσεων στη βιολογία διπλασιάζεται κάθε πέντε χρόνια, στη γενε­τική κάθε δύο χρόνια και στις επιστήμες του διαστήματος ακόμα πιο γρήγορα...

Ωστόσο, αυτή είναι μόνο η μια πλευρά του ζητήματος. Κι αυτό επειδή πρέπει να υπογραμμίσουμε πως στις συνθήκες της εντεινόμε- νης επιστημονικοτεχνικής επανάστασης αλλάζουν οι αντιλήψεις σχετικά με την ειδίκευση. Η ιδέα ότι μια επιστήμη μπορεί να μελετη­θεί από όλες τις πλευρές έχει ή πρέπει να εγκαταλειφθεί: από τα πράγματα οι φοιτητές μπορούν να ειδικευθούν σε ορισμένους μόνο κλάδους της επιστήμης που σπουδάζουν. Ποιος μπορεί στ’ αλήθεια σήμερα ν’ αποκαλέσει τον εαυτό του μαθηματικό ή φυσικό ή βιολό­γο, χωρίς να προσθέτει σ’ αυτό έναν παραπέρα προσδιορισμό; Μαθη­ματικός μεν, αλλά ειδικός στη γεωμετρική τοπογραφία ή στον γραμ­μικό προγραμματισμό. Φυσικός μεν, αλλά όχι μόνο: ακτινοφυσικός ίσως ή πυρηνικός φυσικός. Βιολόγος, αλλά ειδικός στην κυτταρο­λογία ή θιοφυσικός, κ.ο.κ.

Όμως η στενότητα της ειδίκευσης δεν γίνεται δίχως συνέπειες, για την προσωπικότητα: την εμποδίζει να προσανατολίζεται ελεύθε­ρα στην επιστήμη, δεν την αφήνει να έχει ευρύτητα αντίληψης των γεγονότων και των φαινομένων. Αυτή η εξέλιξη ζημιώνει πολύ την προσωπικότητα, επειδή ενθαρρύνει τη μονομερή ανάπτυξή της: άνθι­ση ορισμένων ικανοτήτων με την κατάπνιξη των άλλων. Απ’ αυτήν την άποψη μπορούμε να πούμε πως το μέλλον της ανθρώπινης διά­νοιας μπαίνει σε κίνδυνο. Και το ζήτημα είναι πως η διαδικασία δια­κλάδωσης των επιστημών, της εμφάνισης νέων ειδικοτήτων όχι μόνο δεν σβήνει, αλλά αντίθετα γίνεται ολοένα και πιο έντονη.

Και, όμως: οι επιστήμες «κομματιαζόμενες» απαιτούν, ταυτό­χρονα, καθολικότητα των γνώσεων. Η ίδια λογική της ανάπτυξης της επιστήμης, που υπαγορεύει το «κομμάτιασμα», υπαγορεύει και την α­παίτηση για καθολικότητα των γνώσεων. Κι αυτό επειδή ο καταμερι­σμός των ευρύτατων τομέων της γνώσης σε κλάδους και σε τμήματα γίνεται παράλληλα με το δυνάμωμα των θέσεών τους στα σημεία που συνορεύουν. Η σύμπλεξη και η αλληλοεπίδραση των συναφών επι­

201

Page 203: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στημονικών κλάδων ενισχύεται και επιδρά ενεργά στον αντίστοιχο τομέα της γνώσης στο σύνολό του. Συντελεΐται και μια αμοιβαία διείσδυση των επιστημών: της φυσικής στη χημεία, στη βιολογία και αντίστροφα.

Στις συνθήκες αυτές, δηλαδή της ραγδαίας ανάπτυξης της επι­στήμης στο σύνολό της και των ξεχωριστών κλάδων της, ο επιστήμο­νας είναι υποχρεωμένος αναπόφευκτα να επανειδικεύεται, να μετα­πηδά από ένα κύκλο προβλημάτων σ ’ άλλον.

Συμπερασματικά, λοιπόν, μπορούμε να πούμε πως αν η ιδέα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης υπήρχε από πολύ παλιά στη σκέψη της ανθρωπότητας - θυμίζω το «γηράσκω αεί διδασκόμενος» των αρ­χαίων Ελλήνων - σαν συστατικό στοιχείο μιας ουμανιστικής κο­σμοαντίληψης, σήμερα το πράγμα δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό. Η επιστημονικοτεχνική επανάσταση είναι ένας ιδιόμορφος καταλύτης που επιταχύνει τη διαδικασία ανανέωσης των γνώσεων και, αν θέλε­τε, εξαναγκάζει τόσο το ξεχωριστό άτομο, όσο και τις κοινωνίες ν’ αντιμετωπίσουν και να επιχειρήσουν τη λύση αυτού του προβλήμα­τος. Μια λύση που μπορεί να δοθεί, επίσης, τόσο σε ατομικό επίπεδο (λογουχάρη με την αυτομόρφωση), όσο και σε κοινωνικό με τη διαμόρφωση ενός συστήματος συνεχιζόμενης εκπαίδευσης.

Στο σημείο αυτό προκύπτει το ερώτημα: αν όλα αυτά, που είναι ίσως σωστά στη θεωρία, ισχύουν και για την πραγματικότητα της χώρας μας; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ανεπιφύλακτη και καταφατική.

Αυτό μπορούμε να το τεκμηριώσουμε αν δούμε, λογουχάρη, το ρόλο που παίζουν οι επιστήμονες και, γενικά οι απόφοιτοι των ΑΕΙ στην οικονομική ζωή του τόπου. Και δεν χρειάζεται να δούμε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, αφού αυτά, ήδη, έχουν παρουσια­στεί και αναλυθεί τόσο στις θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο του ΚΚΕ, όσο και στην εισήγηση της πρώτης μέρας του Συμποσίου. Εί­ναι αρκετό να υπενθυμίσουμε πως το ειδικό βάρος των αποφοίτων των ΑΕΙ στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας συνεχώς αυξάνει και από 2,85% που ήταν το 1961, ανέβηκαν στα 7,47% το 1981, ενώ σύμφωνα με την έρευνα του εργατικού δυναμικού της ΕΣΥΕ (Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδας) το 1984 αποτελοΰσαν το 9.22%. Αυτό σημαίνει πως σήμερα πρέπει να έχουν ξεπεράσει την α­ναλογία ένας απόφοιτος ΑΕΙ σε κάθε 10 ανθρώπους που παίρνουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μέρος στην οικονομική ζωή της χώρας. Κι αν πάρουμε υπόψη μας τους ξεχωριστούς κλάδους οικονομικής δραστηριότητας θα διαπιστώσουμε πως από το σύνολο των απασχο­λούμενοι στις τράπεζες και τις ασφάλειες το 43.6",, είναι απόφοιτοι των ΑΕΙ, ενώ στις λοιπές υπηρεσίες το ποσοστό αυτό είναι επίσης

202

Page 204: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

πολύ υψηλό αφού φθάνει τα 35,3%. Κάτι τέτιο δεν είναι τυχαίο: ο δρόμος, που περνά από το πανεπιστήμιο, οδηγεί <ν. νήΟοις στη συμμε­τοχή των αποφοίτων του στην οικονομική ζωή. Ετσι, αν χωρίσουμε σε επίπεδα εκπαίδευσης τον πληθυσμό της χώρας, θα διαπιστώσουμε πως το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας έχουν ακριβώς οι απόφοιτοι των ΑΕΙ. Πιο συγ­κεκριμένα από το σύνολο των αποφοίτων των ΑΕΙ το 82% ανήκει στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της χώρας μας. ενώ το ίδιο ποσο­στό για τους απόφοιτους μέσης εκπαίδευσης είναι μόνο 60% και για τα άλλα επίπεδα εκπαίδευσης ακόμα πιο λίγο.

Οι αριθμοί δείχνουν με αρκετά παραστατικό τρόπο την ανάγκη για συνεχιζόμενη εκπαίδευση, που έχουν οι απόφοιτοι των ΑΕΙ. Η δυνατότητα και τα όρια της όποιας κοινωνικοοικονομικής ανάπτυ­ξης, και πολύ περισσότερο της ανάπτυξης προς όφελος του λαού κα­θορίζονται σε μεγάλο βαθμό απ’ αυτό το θέμα: θα αναπτυχθεί ή όχι ένα ολοκληρωμένο σύστημα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης;

Ωστόσο, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε και σε δυο άλ­λους λόγους που επιβάλλουν τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Δυο λό­γους που δεν έχουν γενική ισχύ για όλες τις χώρες, αλλά οπωσδήποτε πρέπει να τους πάρουμε υπόψη μας στη χώρα μας.

Ο πρώτος σχετίζεται με το επίπεδο της ελληνικής πανεπιστη­μιακής εκπαίδευσης, ειδικά, όσον αφορά την επιστημονικότητά της. Είναι γνωστό και τις προηγούμενες τρεις μέρες του Συμποσίου α­ναλύθηκε στις λεπτομέρειές του, το ζήτημα της επιστημονικής καθυ­στέρησης της πατρίδας μας. Καθυστέρηση, που εκφράζεται τόσο στο περιεχόμενο της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, όσο και στο επίπεδο της επιστήμης και των τεχνολογικών εφαρμογών γενικά.

Απ’ αυτήν την άποψη και για να μπορούν οι Έ λληνες επιστήμο­νες να παρακολουθούν τις επιστημονικές εξελίξεις του σύγχρονου κόσμου, επιβάλλεται ν’ αναπτυχθεί ένα πλατύτατο σύστημα συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης, το οποίο, εκτός των άλλων, πρέπει να καλύ­ψει και την καθυστέρηση της χώρας μας από επιστημονική άποψη. Δίχως αυτό, πολύ φοβόμαστε, πως κινδυνεύει η σοβαρότητα όποιων κάνουν λόγο για τρένα της τεχνολογίας, τα οποία πρέπει να προλά­βουμε, για Ελλάδα του 2000 και άλλα τέτια εύηχα.

Ο δεύτερος λόγος που επιβάλλει τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση στην χώρα μας είναι η ανεργία των νέων επιστημόνων. Πού βρίσκε­ται το πρόβλημα; Ας το δούμε.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, το 1984, στο σύνολο των ανέργων το 7,6% ήταν απόφοιτοι των ΑΕΙ. Αν τώρα χωρίσουμε τους άνεργους σ ’ αυτούς που έχουν εργαστεί στο παρελθόν και σ’ αυτούς

203

Page 205: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν θα διαπιστώσουμε πως στην πρώτη ομάδα οι άνεργοι απόφοιτοι των ΑΕΙ, που είχαν εργα­στεί στο παρελθόν (ΐποτελοί.σα\· μόλις το 4.4",, του συνόλου των ανέρ­γων της ίδιας ομάδας, ενώ στη δεύτερη ομάδα οι άνεργοι απόφοιτοι των ΑΕΙ, που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, αποτελούν το 12,8% του συνόλου των ανέργων αυτής της ομάδας. Αυτό σημαι- ν α πως οι απόφοιτοι τον AFI μπαίνουν στην οικονομική ζωή. όχι μόνο με την καθυστέρηση των πέντε χρόνων, που απαιτούν- ται για την απόκτηση του πτυχίου τους, αλλά με μεγαλύτερη, που επιμηκύνεται τόσο όσο και το διάστημα της ανεργίας τους, αμέ­σως μετά την αποφοίτησή τους από το πανεπιστήμιο. Έτσι, όταν θα μπούνε στην οικονομική ζωή οι γνώσεις που θα έχουν αποκτήσει στη διάρκεια των σπουδών τους θα είναι οι περισσότερες ξεπερασμένες. Για να μπορέσουν αυτοί οι άνθρωποι να αποδόσουν χρειάζεται να α­νανεώσουν και να εκσυγχρονίσουν τις γνώσεις τους. Πλευρά του ί­διου ζητήματος αποτελεί η ετεροαπασχόληση των επιστημόνων. Καθώς οι απόφοιτοι των ΑΕΙ δεν βρίσκουν δουλιά στην ειδικότητά τους, αναγκάζονται να εργαστούν όπου βρουν. Κάποια στιγμή αργό­τερα, που επιτέλους βρίσκουν μια θέση εργασίας, πάνω στην ειδικό­τητά τους, διαπιστώνουν, συχνά με απόγνωση, πως έχουν ξεχάσει αυτά που κάποτε διδάχθηκαν στο πανεπιστήμιο. Είναι επιτακτική ανάγκη γΓ αυτούς τους ανθρώπους να ξαναφρεσκάρουν τις γνώσεις τους και να ενημερωθούν για τις όποιες εξελίξεις σημειώθηκαν στο μεταξύ στον κλάδο τους.

Απ’ όλα όσα είπαμε μέχρι εδώ, νομίζουμε, πως σαφέστατα προκύπτει το συμπέρασμα ότι τόσο γενικά, όσο και ειδικά στις συν­θήκες της χώρας μας η συνεχιζόμενη εκπαίδευση αποτελεί ανα­γκαιότητα. Αναγκαιότητα, που όσο δεν λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής συνεπάγεται κόστος. Κό­στος όλων των ειδών: οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, επιστη­μονικό και, τελικά, ιδεολογικοπολιτικό. Μια μοντέρνα έκδοη της θεωρίας της ψωροκώσταινας είναι πολύ πιθανόν να ξανακυκλο- φορήσει στην πιάτσα. Ωστόσο, τούτη τη φορά θα είναι μια ψωροκώ­σταινα σύγχρονη, κοσμοπολΐτισσα, και με ένα κομπιουτεράκι της IBM στο χέρι.

Αλήθεια όμως στη χώρα μας δεν γίνεται τίποτα όσον αφορά τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση; Αυτό είναι το κακό, σύντροφοι: πως κάτι γίνεται. Ας δούμε τι ακριβώς.

4. Η Συνεχιζόμενη Εκπαίδευση στη χώρα μας

Εξετάζοντας την πραγματικότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευ­σης στη χώρα μας θα θέλαμε να ξεχωρίσουμε και να υπογραμμίσουμε

204

Page 206: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

απ’ την αρχή πως «χτυπάει στο μάτι» η απουσία μιας πολιτικής για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Για την ακρίβεια ο χώρος της συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης μοιάζει με ξέφραγο αμπέλι, στο οποίο μπαί­νει ο καθένας και κάνει κυριολεκτικά ό,τι θέλει. Φυσικά, δεν πρόκει­ται για κάποιο παράδεισο ελευθερίας. Αντίθετα, πρόκειται για πολύ βολική κατάσταση, η οποία επιτρέπει στα μονοπώλια, στις κρατικές υπηρεσίες και στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς ν’ αναπτύσσουν μια ασύδοτη δραστηριότητα σε αντιλαϊκή κατεύθυνση, ενώ, ταυτό­χρονα, αποκρύθονται οι ευθύνες του κράτους για τη μη ύπαρξη ολο­κληρωμένου συστήματος συνεχιζόμενης εκπαίδευσης.

Με μια έννοια, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως οι προανα- φερθείσες διαπιστώσεις αφορούν κατεξοχήν τα ΑΕΙ και τους απο­φοίτους τους.

Πρώτ’ απ’ όλα τα ίδια τα ΑΕΙ δεν πραγματοποιούν τη συνεχιζό­μενη εκπαίδευση, παρόλο που αυτή, σύμφωνα με το ν. 1262/82 είναι μια από τις αποστολές τους. Ο λαλίστατος κατά τα άλλα Υπουργός Παιδείας δεν λέει κουβέντα γΓ αυτό το ζήτημα. Και θα πρέπει να υπο­γραμμίσουμε πως η κύρια ευθύνη γΓ αυτό δεν βαρύνει τα πανεπιστή­μια: σ’ αυτά έχει διαμορφωθεί, μ’ ευθύνη της κυβερνητικής πολι­τικής, μια κατάσταση, που σε κάνει ν ’ απορείς ακόμα για το πώς διεκ- παιρεώνονται οι τρέχουσες λειτουργίες τους. Για σκεφθείτε μια σύ­γκλητο να συζητά για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, όταν τα ΑΕΙ με δυσκολία παρέχουν και την αρχική εκπαίδευση: θα ήταν θέατρο του παράλογου.

Ωστόσο, στο σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε την υπευθυνότη­τα των ίδιων των επιστημόνων, οι οποίοι με τις ενώσεις τους (όπως λογουχάρη η Ένωση Ελλήνων Φυσικών ή το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας), με τις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις (όπως, λογουχά­ρη, οι ιατρικοί σύλλογοι ή οι εκπαιδευτικοί συνδικαλιστικοί φο­ρείς). με τα επιστημονικά περιοδικά, με τα επιστημονικά ερευνητικά κέντρα (όπως ο «Δημήτρης Γληνός» ή το ΚΜΕ) προσπαθούν ν’ ανα­πτύξουν κάποια δραστηριότητα με τη μορφή Συνεδρίων, Συμποσίων, Σεμιναρίων κλπ. - δραστηριότητα που πολλές φορές καλύπτει ανάγ­κες και της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης.

Από κει και πέρα υπάρχει το χάος:Τα μεγάλα μονοπωλιακά συγκροτήματα οργανώνουν στο εσωτε­

ρικό τους σεμινάρια, συναντήσεις, διαλέξεις και άλλες μορφές συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης. Συχνά τα σεμινάρια φιλοξενούνται σε πολυ­τελή ξενοδοχεία και δεν περιλαμβάνουν μόνο μαθήματα, αλλά και διασκεδάσεις, ας πούμε, διαφόρων μορφών. Επίσης, πολλές φορές αυτή η δραστηριότητα περιλαμβάνει ταξίδια και στο εξωτερικό.

205

Page 207: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Υπάρχουν περιπτώσεις που τα μονοπώλια οργανώνουν μόνα τους τα σεμινάρια και τις άλλες μορφές της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, ενώ άλλοτε τις αναθέτουν σε ειδικευμένους ιδιωτικούς εκπαιδευτι­κούς και επιμορφωτικούς φορείς. Σ’ όλες τις περιπτώσεις όμως, το περιεχόμενο και οι στόχοι αυτών των ενεργειών καθορίζονται από τα ίδια τα μονοπώλια.

Είναι σαφές το τι επιδιώκουν οι μονοπωλιακές επιχειρήσεις μ’ αυτές τους τις ενέργειες. Πέρα από την επιδιωκόμενη αύξηση της πα­ραγωγικότητας της εργασίας, οι ιδεολογικοί στόχοι είναι πιο σημα­ντικοί. Κατ’ αρχήν δεν πηγαίνουν όλοι οι εργαζόμενοι ενός μονο­πωλίου σ’ αυτά τα σεμινάρια. Έτσι, σ’ ένα πρώτο επίπεδο μπορούμε να διαπιστώσουμε την απόπειρα δημιουργίας δυο κατηγοριών ερ­γαζόμενων: αυτοί που πηγαίνουν στα σεμινάρια και άρα έχουν τις προϋποθέσεις για βελτίωση της θέσης τους στην εταιρία και σ’ αυ­τούς που δεν πηγαίνουν και άρα θα μείνουν στάσιμοι. Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, λοιπόν, έχουμε απόπειρα διάσπασης των εργαζόμενων.

Μετά είναι τα κριτήρια επιλογής: στα σεμινάρια θα πάει εκείνος ο εργαζόμενος που δίνει όρκους πίστης στην εταιρία, που «πονάει» την εταιρία του, που το ενδιαφέρον του θα πρέπει να εκδηλωθεί πολύ συγκεκριμένα. Λογουχάρη αν οι κακοί κομμουνιστές εργαζόμενοι της επιχείρησης οργανώσουν κάποια απεργία. ε. οι καλοί εργάτες πρέπει να είναι οι πρώτοι που θα διεκδικήσουν το δικαίωμα για ερ­γασία, δηλαδή να είναι απεργοσπάστες. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, λοιπόν, επιδιώκουν την αποδοχή της θέσης πως τα συμφέροντα ερ­γαζόμενων - επιχείρησης είναι κοινά και, άρα, δεν πρέπει να δη- μιουργούνται προβλήματα στην «ομαλή» λειτουργία της εταιρίας.

Σ’ ένα τρίτο επίπεδο έχουμε την «στρατολογία» εργαζομένων, που θα υπερασπίζονται ενεργητικά τα συμφέροντα της επιχείρησης με ποικίλους τρόπους. Η στρατολογία γίνεται και με τη συνεχή επι­λογή, ανάμεσα στους κατ’ αρχήν επιλεγμένους εργαζόμενους, που θεωρούνται από το μονοπώλιο σαν οι «κατάλληλοι» να ενταχθούν στα προγράμματα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης της εταιρείας. Σ’ αυτήν τη δεύτερη επιλογή ξεδιαλέγονται αυτοί που θα παρακο­λουθήσουν τις πιο πολυτελείς - ας πούμε - μορφές συνεχιζόμενης εκ­παίδευσης (διαμονή σε πολυτελή ξενοδοχεία, ταξίδια στο εξωτερικό, επαφή με τα μεγάλα «κεφάλια» της εταιρίας κλπ.).

Το περιεχόμενο αυτής της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης καλύπτει ήδη τη γκάμα ενδιαφερόντων - όχι των εργαζόμενων, αλλά - της διοίκησης του μονοπωλίου: από εκπαίδευση πάνω σε ένα νέο μηχά­νημα μέχρι τη διευθέτηση των εργατικών διαφορών, δηλαδή το σπά­σιμο, λογουχάρη, των απεργιών.

Αυτή συνεχιζόμενη εκπαίδευση δεν εξυπηρετεί τους εργαζόμε­

206

Page 208: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νους και σε τελευταία ανάλυση στρέφεται εναντίον τους. Πρώτα απ’ όλα επειδή δεν παίρνουν μέρος στα προγράμματα συνεχιζόμενης εκ­παίδευσης όλοι οι εργαζόμενοι του μονοπωλίου, αλλά και επειδή α­νεβαίνει η αποτελεσματικότητα της διοίκησης του μονοπωλίου να σπάει το συνδικαλιστικό κίνημα ή να το ενσωματώνει στη λει­τουργία της επιχείρησης, με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας, δηλαδή την αύξηση των κερδών για τους μετόχους. Ακόμα και η «κα­θαρή» κατάρτιση, γίνεται με τέτιο τρόπο ώστε να «δένει» τους ερ­γαζόμενους με το μονοπώλιο, αφού πρόκειται για μια στενή κατάρτι­ση, αυστηρά προσαρμοσμένη στις συνθήκες του δοσμένου μονο­πωλίου. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια επαγγελματική κατάρτιση ή μετεκπαίδευση, τέτια που θα επιτρέπει στον εργαζόμενο ν’ αναζητή­σει, ίσως, εργασία, σύμφωνα με τα εφόδια αυτά, και σε άλλα μο­νοπώλια ή σε άλλους χώρους απασχόλησής του.

Δίπλα σ’ αυτήν τη δραστηριότητα των μονοπωλιακών συγκρο­τημάτων του ιδιωτικού τομέα, υπάρχει μια ανάλογη δραστηριότητα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και στον δημόσιο τομέα. Οι μορφές εί­ναι οι ίδιες, οι στόχοι είναι οι ίδιοι και η μόνη διαφορά που μπορεί κανείς να θρει είναι ο σκοπός αυτής της δραστηριότητας. Ά ν, δη­λαδή, στον ιδιωτικό τομέα ο σκοπός είναι να εξασφαλιστεί το μέγι­στο δυνατό - οικονομικό κέρδος, στον δημόσιο τομέα ο θασικός σκοπός είναι να εξασφαλιστεί το μέγιστο δυνατό πολιτικό κέρδος. Σ’ αυτήν την περίπτωση, έχουμε μια εκσυγχρονισμένη έκδοση ελέγχου των πολιτικών φρονημάτων, ιδιαίτερα αποτελεσματική μάλιστα, μια και σήμερα η οξύτατη οικονομική κρίση και η φιλομονοπωλιακή οι­κονομική πολιτική της κυβέρνησης έχει υποβαθμίσει δραματικά το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων ακόμα και του - υποτιθέμενου κά­ποτε προνομιακού - χώρου των δημοσίων επιχειρήσεων και του κρα­τικού μηχανισμού.

Εδώ οι διαδικασίες επιλογής, οι όροι και οι προϋποθέσεις συμ­μετοχής των εργαζόμενων σε σεμινάρια, συνέδρια και τις άλλες μορφές επιμόρφωσης αποσκοπούν στον ιδεολογικοπολιτικό έλεγχό τους, καθώς και η προώθηση των πολιτικών φίλων της εκάστοτε κυβέρνησης. Πρόκειται για μια δραστηριότητα, η οποία, εν πολλοϊς, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί από τα πανεπιστήμια. Χαρακτηρι­στικό παράδειγμα αποτελεί απ’ αυτήν την άποψη η Σχολή Δημόσιας Διοίκησης: αντί το έργο επιμόρφωσης των δημοσίων υπαλλήλων ν’ ανατεθεί στην Πάντειο, δημιουργήθηκε μια σχολή, η οποία βρίσκε­ται μακριά από τον έλεγχο του λαϊκού κινήματος και της οποίας τα προγράμματα σπουδών, το εκπαιδευτικό προσωπικό, η διοίκησή της κλπ., καθορίζονται εν κρυπτώ και πάντως με αδιαφανείς διαδικασίες.

Η δραστηριότητα του δημόσιου τομέα όσον αφορά τη συνε­

207

Page 209: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

χιζόμενη εκπαίδευση δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό. Αντίθετα, έχει δημιουργήσει μηχανισμούς παροχής επιμόρφωσης και προς τρί­τους. όχι μόνο σ»; εργαζόμενους του δημόσιου τομέα. Χαρακτηρι­στική περίπτωση αποτελεί το Ελληνικό Κέντρο Παραγωγικότητας, (ΕΛΚΕΠΑ), το οποίο εποπτεύεται από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και έχει εςειδικευΟεί στη μετεκπαίδέκτη των μεσακον και ανώτερων στε­λεχών ιδιωτικών επιχειρήσεων, καθώς και την επιμόρφωση των ά­νεργων πτυχιούχων των ΑΕΙ. Η πρώτη από τις δυο δραστηριότητες χρηματοδοτείται από τον ιδιωτικό τομέα ο οποίος καθορίζει και το περιεχόμενο της επιμόρφωσης. Αυτός που καθορίζει τα πράγματα στη δεύτερη περίπτωση είναι το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το οποίο χρηματοδοτεί εν μέρει αυτά τα προγράμματα.

Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε πως ειδικά τα προγράμματα του ΕΛΚΕΠΑ, που απευθύνονται σε άνεργους πτυχιούχους των ΑΕΙ, α- ξιοποιούνται σαν ρουσφετολογικός μηχανισμός και ισχυρό μέσο παρέμβασης για τον πολιτικό τους έλεγχο, ιδιαίτερα σε προεκλο­γικές περιόδους. Είναι γνωστό πως τα προγράμματα αυτά είναι επιδο­τούμενα - δηλαδή, όσοι τα παρακολουθούν πληρώνονται - και για ένα μικρό διάστημα - συνήθως για ένα εξάμηνο - αποτελούν μια ανα­κούφιση των άνεργων πτυχιούχων, αφού παίρνουν μέρος σε μια α- μειθόμενη δραστηριότητα. Οι διαδικασίες επιλογής αυτών που θα τα παρακολουθήσουν είναι αδιαφανείς και γίνονται είτε στους διαδρό­μους των υπουργείων είτε στα γραφεία των τοπικών οργανώσεων του κυθερνώντος κόμματος.

Πόση σημασία και ποια είναι η προτεραιότητα που δίνει η κυβέρνηση στα προγράμματα του ΕΛΚΕΠΑ φαίνεται από το ότι, ενώ οι δαπάνες για την ανώτατη εκπαίδευση - σύμφωνα με στοιχεία που έδοσε πρόσφατα το Υπουργείο Παιδείας - αυξήθηκαν σε ονομα­στικές τιμές κατά 357% την περίοδο 1981-1987, οι δαπάνες για το ΕΛΚΕΠΑ αυξήθηκαν την ίδια περίοδο κατά 1000%. Είναι επίσης χα­ρακτηριστικά τα στοιχεία που ανέφερε προχθές την Παρασκευή ο σ. Μπάμπης Αγγουράκης, στην εισήγησή του για τις νέες τεχνολογίες. Σύμφωνα μ’ αυτά, ενώ μόλις τώρα υπάρχουν οι 30 πρώτοι απόφοιτοι στην Πληροφορική από τα ΑΕΙ, αντίθετα, από το ΕΛΚΕΠΑ μόνο το 1985 πήραν κάποιο τίτλο σπουδών πάνω στην πληροφορική πάνω από 5.000 άτομα. Και μάλιστα υπάρχει το ενδεχόμενο, μ’ όλες αυτές τις ντιρεκτίβες της ΕΟΚ, να αναγνωριστούν αυτοί οι τίτλοι - που στην πραγματικότητα είναι βεβαιώσεις παρακολούθησης κάποιου μικρής ή μεγάλης διάρκειας σεμινάριου σαν τίτλοι μεταπτυχιακών σπουδών.

Τόσο στην περίπτωση της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, όσο και στην περίπτωση του ΕΛΚΕΠΑ, εκδηλώνεται με χαρακτηρι­

208

Page 210: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στικό τρόπο η τάση να μεταφέροναι οι εκπαιδευτικές λειτουργίες έξω από το εκπαιδευτικό σύστημα, μακριά από τον έλεγχο του λαϊ­κού κινήματος. Οι επιλογές αυτές συμπληρώνουν και βρίσκονται στην ίδια λογική με την πολιτική που θέλει να κρατήσει την έρευνα έξω από τα ΑΕΙ. Πρόκειται, τελικά, για πολιτικές επιλογές, οι οποίες δεν βρίσκονται σε φιλολαϊκή κατεύθυνση και αποσκοπούν στην καλύτερη και ανετότερη εξυπηρέτηση των «αναγκών» του εξαρ­τημένου κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, σύμφωνα με τις κα­τευθύνσεις της ΕΟΚ και των μονοπωλίων. Η «υψηλή» εκτίμηση που συχνά εκφράζει ο ΣΕΒ για το «έργο» του ΕΛΚΕΠΑ, η συνεχής προ­βολή από τέτια έντυπα όπως ο Οικονομικός Ταχυδρόμος κλπ., αποτε- λούν ενδείξεις για το πού πάει το πράγμα.

Πέρα απ’ αυτά, όμως, πρέπει να επισημάνουμε πως μορφές της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης - και, ιδιαίτερα, ορισμένα σεμινάρια και συνέδρια - αξιοποιούνται σαν μηχανισμοί διείσδυσης των ιμπεριαλι­στικών οργι/νισμών. ^δώ κ'ύνοίμε λόγο /κ/ σι·νέδρια. σεμινάρια κλπ. που οργανώνονται από τέτια «ευαγή» ιδρύματα όπως η ΕΟΚ, το ΝΑ­ΤΟ, ο ΟΟΣΑ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κλπ. Κανένας φυσικά δεν έχει αντίρρηση γι ο την επιστημονική σι.νε,ν/ασία σε διεΟνέ; επίπεδο. Ισα - ίσα το αντίθετο: η συνεργασία αυτή θα μπορούσε και πρέπει να αποτελέσει σημαντικότατο παράγοντα εξομάλυνσης των διεθνών σχέσεων, προώθησης της αλληλοκατανόησης των λαών, ενίσχυσης του φιλειρηνικού κινήματος, επιτάχυνσης της ίδιας της ε- πιστημονικοτεχνικής προόδου σε μια κατεύθυνση εξυπηρέτησης των πανανθρώπινων αναγκών και αντιμετώπισης των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων όλων των λαών.

Ωστόσο, εδώ δεν πρόκειται για κάτι τέτιο. Αντίθετα, πρόκειται για μορφές, που αξιοποιούνται σαν μηχανισμός έντασης της εξάρτη­σης της χώρας μας, παραπέρα υποταγής της στα συμφέροντα του ιμπεριαλισμού σ’ όλα τα επίπεδα: οικονομικό, επιστημονικό, στρα­τιωτικό, πολιτιστικό κλπ.

Έ τσι, συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε πως αναλύοντας την πραγματικότητα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης στη χώρα μας κα­ταλήγουμε στις ακόλουθες διαπιστώσεις:

- Απουσιάζει μια πολιτική για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, και η σχετική δραστηριότητα αναπτύσσεται αποσπασματικά. Η αποσπα­σματικότητα αυτή επιτρέπει τη μεθοδευμένη παρέμβαση ιδιωτικών, κρατικών και ιμπεριαλιστικών φορέων σε μια κατέυθυνση εξυπηρέ­τησης των δικών τους συμφερόντων, ενώ την ίδια ώρα μένουν ακάλυ­πτες οι βασικές ανάγκες για συνεχιζόμενη εκπαίδευση, αρμονικά ε­νταγμένη σε ένα πρόγραμμα κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης προς όφελος όλου του λαού.

209

Page 211: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

- Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση αξιοποιείται για τον ιδεολογικό και πολιτικό έλεγχο των επιστημόνων και γενικά των αποφοίτων των ΑΕΙ.

- Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση στο εσωτερικό των μονοπω­λιακών συγκροτημάτων αξιοποιείται για τον ιδεολογικό έλεγχο των εργαζόμενων και την υποταγή και χειραγώγηση του συνδικαλιστι­κού κινήματος.

- Επιπλέον η συνεχιζόμενη εκπαίδευση αξιοποιείται για τον ι­δεολογικοπολιτικό έλεγχο των εργαζόμενων του δημόσιου τομέα με όργανα τους εξειδικευμένους φορείς που δημιουργήθηκαν για τον σκοπό αυτό, όπως η Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και το ΕΛΚΕΠΑ.

- Ιδιαίτερα επικίνδυνη είναι η αξιοποίηση μορφών της συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης για τη διείσδυση των ιμπεριαλιστικών οργα­νισμών, την προώθηση των επιλογών τους και την παραπέρα πρόσδε- ση της χώρας μας στα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

- Η μεθόδευση της παράκαμψης του εκπαιδευτικού συστήματος για την όποια ανάπτυξη δραστηριότητας στη συνεχιζόμενη εκπαί­δευση, αποτελεί συστατικό στοιχείο της πολιτικής της άρχουσας τάξης, μιας και αποφεύγεται μ’ αυτόν τον τρόπο ο έλεγχος του λαϊ­κού κινήματος.

Αυτή η κατάσταση πρέπει ν’ αλλάξει.

5. Για μια πολιτική αλλαγής στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση

Η συνεχιζόμενη εκπαίδευση μπορεί και πρέπει να γίνει σοβαρό­τατο μέσο εξυπηρέτησης των αναγκών αλλά και της πνευματικής ανάπτυξης των εργαζόμενων, της νεολαίας, ολόκληρου του λαού. Γ ια να γίνει αυτό χρειάζεται:

- Διαμόρφωση ενιαίας και ολοκληρωμένης πολιτικής για'τη συ­νεχιζόμενη εκπαίδευση, σαν μέρος της γενικότερης εκπαιδευτικής πολιτικής, η οποία με τη σειρά της πρέπει να είναι ενταγμένη στα πλαίσια ενός προγράμματος για την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη προς όφελος όλου του λαού.

- Διασφάλιση πλήρους διαφάνειας και δημοκρατικού ελέγχου στη δομή, την οργάνωση και τη λειτουργία της συνεχιζόμενης εκ­παίδευσης.

- Το περιεχόμενο της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης πρέπει να εί­ναι σύμφωνο με τις ανάγκες του λαού μας, να εξυπηρετεί την κοινω­νικοοικονομική ανάπτυξη του τόπου και να ικανοποιεί τις προσω­πικές επιδιώξεις των εργαζόμενων και της νεολαίας.

- Το κράτος πρέπει να εξασφαλίσει όλα τα υλικά μέσα - τρέχου- σες δαπάνες και διαμόρφωση της αναγκαίας υποδομής - και να πάρει μέτρα ενθάρρυνσης και διευκόλυνσης των εργαζόμενων και της νεο-

210

Page 212: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

λαΐας για την παρακολούθηση των προγραμμάτων της συνεχιζόμε­νης εκπαίδευσης.

- Βασικός παράγοντας για την ανάπτυξη της συνεχιζόμενης εκ­παίδευσης είναι η αλλαγή στην παιδαγωγική διαδικασία του σχολι­κού συστήματος. Πρέπει από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση ακόμα να προετοιμάζονται οι μαθητές για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει εγκατάλειψη της απομνημόνευσης σαν την αποκλει­στική μέθοδο διδασκαλίας. Το σχολείο πρέπει να προσανατολιστεί όχι στην απλή αύξηση του όγκου των γνώσεων που οφείλει να αφο­μοιώσει ο μαθητής, αλλά και να τον διδάξει πώς να μαθαίνει. Κάτι περισσότερο: πρέπει να του καλλιεργεί τη σταθερή ανάγκη για μια αδιάκοπη μόρφωση και αυτομόρφωση, να στοχεύει στην ανάπτυξη της δημιουργικότητας και στην αφύπνιση των ενεργητικών δυνά­μεων της προσωπικότητας των νέων.

Στα παραπάνω σημεία συνοψίζεται η αντίληψη του κόμματός μας για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση.Επιπλέον το ΚΚΕ, πέρα από τις γενικότερες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις, οι οποίες αναλύονται στις θέσεις της ΚΕ για το 12ο Συνέδριο, θεωρεί πως σημαντικότατη προϋπόθεση για την εφαρμογή μιας πολιτικής αλλαγής στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση είναι η ουσιαστική και ισότι­μη συμμετοχή στη λήψη και στην εποπτεία εφαρμογής των αποφά­σεων για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, όχι μόνο των κυβερνητικών υπηρεσιών, αλλά και εκπροσώπων των πολιτικών κομμάτων, της το­πικής αυτοδιοίκησης, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των επιστημο­νικών φορέων και των κεντρικών οργανώσεων των εργαζόμενων, των αγροτών, των επαγγελματοβιοτεχνών, των εκπαιδευτικών, των γο­νιών, των σπουδαστών, των γυναικών και του πολιτιστικού κινήμα­τος.

Ειδικότερα, για την ανώτατη εκπαίδευση, πρέπει άμεσα το ζήτη­μα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης να συζητηθεί στο ΣΑΠ. Επιση- μαίνοντας πως ποτέ μέχρι σήμερα το ΣΑΠ - αν και είναι το αρμόδιο όργανο - δεν συζήτησε το ζήτημα αυτό, το ΚΚΕ εκφράζει την ε- τοιμότητά του να συμβάλλει με τον προβληματισμό και τις προτά­σεις του σε μια τέτια συζήτηση.

Κεντρικό σημείο της άποψής μας είναι η χάραξη και η υλοποίη­ση σ’ εθνικό επίπεδο ενιαίας πολιτικής των ΑΕΙ για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση με τρεις θασικές κατευθύνσεις.

Η πρώτη κατεύθυνση στοχεύει στο να δοθεί η δυνατότητα πρό­σβασης των εργαζομένων στην ανώτατη εκπαίδευση. Αυτό αφορά, κυρίως, τη δημιουργία συστήματος σπουδών στα ΑΕΙ μ’ αλληλο­γραφία. καθώς και συστήματος νυχτερινής ανώτατης »:κπ(πδπ·σης. Μέτρο, που μπορεί να ληφθεί στα πλαίσια της ίδιας κατεύθυνσης,

211

Page 213: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

είναι η υιοθέτηση του αιτήματος των εργαζόμενων μαθητών, οι οποίοι ζητούν να εισάγονται στα ΑΕΙ οι απόφοιτοι των νυχτερινών λυκείων, σε αναλογικά ίσο αριθμό με τους απόφοιτους των ημερή­σιων λυκείων.

Η δεύτερη δασική κατεύθυνση αφορά την ανάπτυξη από τα ΑΕΙ συντονισμένης δραστηριότητας στον τομέα επιμόρφωσης των απο­φοίτων τους. με την αξιοποίηση όλων των μορφών, όπως, λογουχά­ρη, οργάνωση σεμιναρίων, συνεδρίων, ημερίδων κλπ. Η δραστηριό­τητα αυτή, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να έχει σαν στόχους:

- Τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση των γνώσεων των απο­φοίτων με την ενημέρωσή τους για τις νέες εξελίξεις, που σημειώνο­νται στην επιστήμη τους.

- Την ενημέρωσή τους για τις κατακτήσεις της επιστήμης σε κλάδους που σχετίζονται, στον έναν ή τον άλλο βαθμό, με τον κλάδο τους.

- Τον εμπλουτισμό της ευρύτερης πολιτιστικής τους συγκρότη­σης, μέσω της επαφής τους με τα επιτεύγματα της επιστημονικής, καλλιτεχνικής και γενικότερα του συνόλου της πολιτιστικής δη­μιουργίας της ανθρωπότητας.

Εδώ, πρέπει να σημειώσουμε, ότι στα πλαίσια αυτής της κατεύ­θυνσης περιλαμβάνονται - εκτός των άλλων - τα επιμορφωτικά προ­γράμματα για τους απόφοιτους των ΑΕΙ που σήμερα γίνονται από το ΕΛΚΕΠΑ, καθώς και η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και, γενικό­τερα, των δημοσίων υπαλλήλων. Γ ι’ αυτήν την τελευταία περίπτωση, θυμίζουμε πως άποψη του κόμματός μας είναι η κατάργηση της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και ανάληψη του έργου της από την Πάντειο.

Η τρίτη βασική κατεύθυνση της πολιτικής για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, που προτείνουμε ν’ ακολουθήσουν τα ΑΕΙ, αφορά τη συμβολή των πανεπιστημίων για το ανέθασμα του μορφωτικού ε­πιπέδου των εργαζόμενων, της νεολαίας κι ολόκληρου του λαού.

Βασικός τομέας δραστηριότητας στα πλαίσια αυτής της κατεύ­θυνσης είναι η πραγματοποίηση επιμορφωτικών προγραμμάτων για την επαγγελματική μετεκπαίδευση και επανακατάρτιση των εργαζό­μενων. Εννοείται πως δεν μπορεί να περνά το σύνολο της επαγγελμα­τικής επιμόρφωσης των εργαζόμενων από τα ΑΕΙ: και άλλοι φορείς αναπτύσσουν σχετική δραστηριότητα, όπως η Λαϊκή Επιμόρφωση. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μας, πρέπει τα ΑΕΙ ν’ αναλάβουν ένα μέρος από την επαγγελματική επιμόρφωση των εργαζόμενων κι αυτό για δυο τουλάχιστον λόγους:

Πρώτον, επειδή θ’ αποτελεί έναν κρίκο σύνδεσης των ΑΕΙ με

212

Page 214: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

την παραγωγική διαδικασία και γενικότερα την οικονομική ζωή του τόπου.

Και, δεύτερον, επειδή μπορεί να αξιοποιηθεί αυτή η δραστηριό­τητα και για τον εμπλουτισμό, με πολυτιμότατα στοιχεία, της εκπαι­δευτικής διαδικασίας των ΑΕΙ. Είναι ολοφάνερα τα οφέλη που θα προκόψουν αν εξασφαλιστεί η ταυτόχρονη παρακολούθηση αυτών των προγραμμάτων όχι μόνο από τους εργαζόμενους αλλά και από τους φοιτητές.

Πρέπει, λοιπόν, τα ΑΕΙ να πραγματοποιούν προγράμματα επαγ­γελματικής επιμόρφωσης. Εννοείται πως αυτά πρέπει να εντάσσο­νται στο γενικότερο πρόγραμμα επαγγελματικής επιμόρφωσης που θα έπρεπε να υπάρχει, ενώ στη λήψη οποιοσδήποτε σχετικής απόφα­σης, πρέπει να συμμετέχει οπωσδήποτε και η συνδικαλιστική οργά­νωση των εργαζομένων, στους οποίους απευθύνεται το πρόγραμμα.

Πέρα από την επαγγελματική επιμόρφωση των εργαζόμενων και στα πλαίσια της τρίτης βασικής κατεύθυνσης της πολιτικής για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση μπορούν να περιληφθούν ποικιλόμορφες δραστηριότητες, οι οποίες, βέβαια, πρέπει να εντάσσονται σ’ ένα γε­νικότερο πρόγραμμα κάλυψης των επιμορφωτικών αναγκών του λαού μας.

Εδώ δεν μπορούμε να περιγράψουμε όλες τις μορφές και όλους τους τομείς παρέμβασης, που μπορούν να κάνουν τα ΑΕΙ, επειδή θα μας έπαιρνε πάρα πολύ χρόνο.

Λογουχάρη, όσον αφορά τις μορφές, μπορούν να αναφερθούν ενδεικτικά: οι διαλέξεις, η οργάνωση σεμιναρίων, η έκδοση εκλαϊ­κευτικών περιοδικών, η παραγωγή και μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων κλπ.

Ό σον αφορά τους τομείς παρέμβασης, θα θέλαμε να υπο­γραμμίσουμε την πραγματικά τεράστια συμβολή που μπορούν να έ­χουν τα ΑΕΙ για την εκλαΐκευση της επιστήμης, ιδιαίτερα σήμερα που προωθείται και προβάλλεται ο ανορθολογισμός και ο άκρατος υ­ποκειμενισμός σ’ όλους τους τομείς της ζωής μας. Σκεφτείτε πόσο α­παραίτητη, αλλά και πόσο ευεργετική συνάμα είναι η παρέμβαση των ΑΕΙ και η προσέγγιση με επιστημονικό τρόπο τέτιων θεμάτων όπως το πρόβλημα του Aids, το ατύχημα του Τσερνομπίλ, οι σεισμοί, τα ναρκωτικά, η μυθοποίηση των νέων τεχνολογιών και η ενημέρω­ση του λαού γΓ αυτές κλπ.

Τελειώνοντας, φίλοι και σύντροφοι, θα ήθελα να σημειώσω πως οι παραπάνω θέσεις δεν αποτελούν την τελευταία λέξη των κομμουνι­στών πάνω στο ζήτημα της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης. Αντίθετα, πρέπει να ειδωθούν σαν μια πρόταση για συζήτηση με τους μαζικούς φορείς, τις δημοκρατικές και αριστερές πολιτικές δυνάμεις. Μια

213

Page 215: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

συζήτηση, ωστόσο, που πρέπει να καταλήξει σ’ ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, σ’ ένα συγκεκριμένο πλαίσιο διεκδίκησης. Γιατί, κακά τα ψέματα* δίχως τους λαϊκούς αγώνες τα προβλήματα της συνεχιζό­μενης εκπαίδευσης - όπως και όλα τα άλλα λαϊκά προβλήματα - δεν πρόκειται να λυθούν.

Σας ευχαριστώ.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΑΤΟΥΡΟΣ, πρύτανης του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Φίλοι και φίλες, δεν βρισκόμουνα στην Ελλάδα να παρακο­λουθήσω και τις δύο πρώτες μέρες, αλλά ήδη δύο μέρες που παρακο­λούθησα το Συνέδριο δείχνουν πολλά πράγματα. Και μόνο το γε­γονός ότι το ΚΚΕ αποφασίζει και κάνει αυτό το ανοιχτό συνέδριο είναι κάτι παραπάνω από σημαντικό, δείχνει έναν τρόπο σκέψης και το δρόμο για να γίνουν και άλλες μικρότερες, παράλληλες συζητή­σεις. Ισως εδώ πρέπει να πω ότι το πανεπιστήμιό μου στη Θεσσα­λονίκη έχει αποφασίσει να κάνει ένα Συμπόσιο, μάλλον στα τέλη του Απρίλη, με θέμα «Το πανεπιστήμιο και τα πολιτικά κόμματα». Τώρα μόλις ξεκινάει η οργανωτική του δουλιά, ελπίζουμε να το βγάλουμε πέρα. Βλέπω εδώ και συναδέλφους και τον Γιώργο τον Χουρμουζιά- δη, μαζί με τους οποίους έχουμε σκεφτεί τι πρέπει να γίνει. Και τώρα για το συνέδριο.

Υπάρχουν ορισμένες παρατηρήσεις στα όσα μέχρι τώρα έχω α- κούσει, που πραγματικά βοηθάνε να μπορέσει να συγκροτηθεί μια λογική για το θέμα του Συνεδρίου. Πρέπει λοιπόν να πω ότι σήμερα στην εισήγηση του Θανάση του Βλάχου στο πρώτο μέρος, οι χαρα­κτηρισμοί και οι διακρίσεις για τις σχέσεις του Πανεπιστημίου με την κοινωνία, ήταν πάρα πολύ δημιουργικές, Ξεπερνάγανε το δεοντο­λογικό, δηλαδή το τι πρέπει να γίνει, και μπαίνανε στο θέμα με δη­μιουργικό τρόπο, δηλαδή πώς να φτιάξεις πράγματα και να δεις την πραγματικότητα. Το ίδιο, για μένα, ήταν πολύ χρήσιμα αυτά που είπε ο Αργύρης Γκόγκος για τις σχέσεις με τη μέση εκπαίδευση. Βρί­σκονται πραγματικά στις σχέσεις με τη μέση εκπαίδευση ηολλά από τα κρισιμότερα ίσως ζητήματα, από όσα ζούμε στο ελληνικό πανεπι­στήμιο όλοι όσοι είμαστε εδώ κι όσοι δεν είμαστε αλλά και όσοι εί­ναι έξω από το ελληνικό πανεπιστήμιο, με τους χουλιγκανισμούς και τα άλλα. Βέβαια, φίλοι και φίλες, και αν μου επιτρέπετε, σύντροφοι του μεγάλου ονείρου, η παρουσία του σοβιετικού υπεύθυνου για τα πανεπιστήμια ήτανε μια κρίσιμη παρέμβαση. Δεν χρειάζεται εγώ να επισημάνω το πόσο έδειξε τη συστηματικότητα της δουλιάς, το πόσο

214

Page 216: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

έδειξε την ελευθερία της κριτικής, της αυτοκριτικής, που δεν είναι' λόγος δεοντολογίας, αλλά είναι λόγος πραγματικός, αυτοκριτική που φτάνει μέχρι τα εντόσθια του καθενός και τα αποκαλύπτει. Είχα την τύχη να θρεθώ, για λίγο καιρό πριν από δύο, τρεις μήνες, στη Σοβιε­τική Ένωση και έζησα με πραγματική χαρά ένα πολύ μικρό κομμάτι από αυτά που ο Σοβιετικός υπεύθυνος της ανώτατης εκπαίδευσης πα­ρουσίασε. Η παρουσίασή του με οδηγεί να παρατηρήσω ότι θα μπο­ρούσε το ΚΚΕ να ξεκινήσει μια άλλη προσπάθεια για ένα επιμέρους συμπόσιο. Ας πούμε, για το πώς γίνεται η κρίση των καθηγητών για αξιολόγηση κάθε 5 χρόνια, ή 10 χρόνια. Αλλά να γίνει μια συζήτη­ση, όπως έλεγαν παλαιότερα, και δεν πειράζει αν το λέμε και τώρα, «εκ θαθέων», δηλαδή αληθινή αυτοκριτική. Θα προσπαθήσω να κάνω τρία σχόλια για τα ζητήματα του συνεδρίου.

Θα θυμηθώ για το σκοπό αυτό ορισμένα χαρακτηριστικά, που θα τα ’λεγα αξιώματα, της σημερινής πραγματικότητας. Τα παίρνω μέσα από τελευταίες προσπάθειες του παγκόσμιου προοδευτικού κινήμα­τος. Λοιπόν το πρώτο: «Εκείνος που δεν είναι πρωτοπόρος στις επι­στημονικές ιδέες κινδυνεύει να υστερήσει σε όλα.» Είναι μια διατύ­πωση που μπορεί να τη βρει κανένας σε τελευταία ειδική έκδοση του Ριζοσπάστη και να την κρατήσει σαν πρώτο και μοναδικό αποτέλε­σμα του σημερινού συνεδρίου. Από κει και πέρα ας την πάρει ο καθένας από μας στην τσέπη του κι ας δουλέψει στο πανεπιστήμιο. «Εκείνος», λοιπόν, «που δεν είναι πρωτοπόρος στις επιστημονικές ιδέες, κινδυνεύει να υστερήσει σε όλα», το ένα, το άλλο: «Η πραγμα­τική αλλαγή βάζει περίπλοκους στόχους. Η πραγματικότητα είναι περίπλοκη και πολύπλοκη, δεν είναι απλή και ούτε αναλύεται εύκο­λα. Πρέπει να εξαλείψουμε τον διδακτικό τόνο και τις διδακτικές μεθόδους». Αυτό το γνώρισμα το έχουνε και μικροί σε ηλικία, μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, και μεγαλύτεροι, σαν εμένα. Ό λοι εύκολα έχουμε διδακτικό τόνο και διδακτικές μεθόδους. Ακόμη άλλη μία παρατήρηση -αξίωμα, απαραίτητη για να καταλάβουμε ότι οι πο­λιτισμικές διαδικασίες με τις οποίες ζούμε συνέχεια, λέει ότι αυτές «είναι πολύπλοκες και αντιφατικές από τη φύση τους» και ότι στην καθημερινή ζωή, με την οποία ζει και το πανεπιστήμιο, «η παράδο­ση, ο τρόπος ζωής, η ψυχολογία και η συμπεριφορά παίζουνε έναν σημαντικό ρόλο». Και τέλος, ότι «υπάρχουνε διεθνείς ποιοτικές α­παιτήσεις που δεν μπορούμε να τις ξεχνάμε». Υπάρχει δηλαδή μια διεθνής ποιοτική στάθμη, που δεν μπορεί κανένα κράτος, μικρό ή μεγάλο, λιγότερο ή περισσότερο εξαρτημένο ή ανεξάρτητο, με καλύτερο ή χειρότερο κοινωνικό σύστημα, να τις βγάλει έξω, να μην τις λογαριάσει. Υπάρχει μια διεθνής πραγματικότητα ποιοτικών στα­θερών.

215

Page 217: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Με θάση αυτά τα χαρακτηριστικά, η πραγματική κοινωνική αλ­λαγή, που το προοδευτικό κίνημα ζητάει, είναι πραγματικά μια δύ­σκολη και πολύπλοκη δουλιά και έχει ανάγκη κάθε τόσο κριτική της δράσης του και των συνθηκών, κάθε πενταετία ή δεκαπενταετία, δη­λαδή ανατοποθετήσεις κάτω από τις καινούργιες πραγματικότητες που διαμορφώνονται, γιατί η πραγματικότητα δεν είναι σταθερή, εί­ναι πολύπλοκη.

Αν η διαδικασία της κοινωνικής αλλαγής έχει μια τόσο σύνθετη πολυπλοκότητα και ανάγκη τεκμηρίωσης και μελέτης και ανάλυσης και συνεχούς αναπροσαρμογής και κριτικής, όταν έχει αρχίσει η μεγάλη κοινωνική αλλαγή και στον τόπο μας αυτό βέβαια δεν συμ­βαίνει, τότε πόσο πολύπλοκη και καθημερινά δημιουργική πρέπει να είναι η καθημερινή δουλιά, αυτή που οραματίζεται την αλλαγή και την προχωράει, με μικρά έστω βήματα. Το ερώτημα, που μπαίνει για κάθε προοδευτικό, για κάθε πραγματικό αγωνιστή της αλλαγής, είναι τι γίνεται στην υπάρχουσα κατάσταση, όχι στο γενικό «δέον», ούτε όταν αρχίσει να πραγματοποιείται η κοινωνική αλλαγή. Τότε είναι ένα άλλο πρόβλημα. Μπορούμε να μελετάμε αυτή τήνπροοπτική αλλά τι γίνεται στην υπάρχουσα κατάσταση; Περιμένουμε, περιμένει ο καθένας, το φοιτητικό κίνημα, περιμένει το πανεπιστημιακό κίνη­μα, να αρχίσει η κοινωνική αλλαγή και μέχρι τότε δεν γίνεται τίποτα, δηλαδή, 0,00 και τίποτα άλλο; Και είναι αυτό επαναστατική τακτική; Νομίζω ότι ο παλιός δάσκαλος της οικονομίας, ο Γιάννης Σα­μαράς, στην παρέμβασή του χθες το τόνισε: το κύριο πρόβλημα για να πραγματοποιηθεί κάποτε η αρχή μιας προοπτικής της κοινωνικής αλλαγής είναι το σήμερα, θα έλεγα και το χθες για να τονίσω το σή­μερα, είναι η υπάρχουσα πραγματικότητα, πώς δουλεύουμε μέσα στην υπάρχουσα πραγματικότητα. Δουλεύουμε λιγότερο π.χ. απ' ό,τι δουλεύουν στη Σοβιετική Ένωση, επειδή δεν έχουμε την πραγμα­τικότητα της Σοβιετικής Ένωσης; Κάνουμε λιγότερη έρευνα, κάνου­με λιγότερο τη δουλιά μας μέσα στο πανεπιστήμιο, εμείς οι δάσκα­λοι, δουλεύουμε λιγότερες ώρες; Οι συνθήκες δεν είναι καλές, τα ερ­γαστήρια δεν είναι καλά, η αμοιβή των διδασκόντων δεν είναι καλή, αλλά είδαμε ότι και στη Σοβιετική Ένωση, π.χ. αυτό έχει φανεί και αποφασίζουν να αυξήσουνε τις αμοιβές, άλλωστε αναφέρεται και στην ειδική έκδοση του Ριζοσπάστη. Λοιπόν, πολλά δεν είναι καλά, αν θέλετε, τίποτα δεν είναι καλό, που δεν είναι αυτό η πραγματικότη­τα. Αλλά υπάρχουν ορισμένα στοιχεία με τα οποία ζούμε και επιζού- με και δημιουργούμε και καλλιεργούμε την πνευματική συγκρότηση και την ικανότητα του καθενός και της κοινωνίας μέσα από την υπάρ­χουσα πραγματικότητα. Την αφήνουμε με μηδέν ή μετριότατη γνώση και δεξιοτεχνία και όλα τα άλλα;

216

Page 218: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Λοιπόν, ανεξάρτητα από το πόσα είναι δυνατόν να θεωρηθούν, έστω και κατά μία σταγόνα θετικά, υπάρχει η υπάρχουσα πραγμα­τικότητα. Σ’ αυτή την υπάρχουσα πραγματικότητα ποια είναι η ευθύνη μιας επαναστατικής πανεπιστημιακής λογικής; Δεν θέλω τί­ποτα άλλο να προσθέσω, σας ευχαριστώ.

ΧΡΟΝΗΣ ΣΤΡΑΝΤΖΑΛΟΣ, καθηγητής του Μαθηματικού Τμήματος

του Πανεπιστήμιου Αθήνας

Καταρχήν ευχαριστώ για την πρόσκληση ν’ απευθυνθώ, έστω και σύντομα, στο Συμπόσιό σας. Στο λίγο χρόνο που έχω στη διά­θεσή μου θ’ αναφερθώ αναγκαστικά επιγραμματικά στο θέμα «Σχέ­σεις Μέσης Εκπαίδευσης - ΑΕΙ» του συμποσίου σας. Η κατεύθυνση του προβληματισμού, στον οποίο υπάγεται η παρέμβασή μου, είναι: «σταδιακή διερεύνηση και υλοποίηση της ανάδρασης ανάμεσα στη μέση εκπαίδευση και στα ΑΕΙ, με στόχο την αμφίπλευρη ποιοτική αναβάθμιση και των δυο αυτών βαθμιδών της εκπαίδευσής μας». Λόγω του περιορισμένου χρόνου, θα θίξω μια μόνο πτυχή του θέμα­τος αυτού, που είναι προφανώς κρίσιμο και ιδιαίτερα πολυσχιδές.

Ακούμε τελευταία να γίνεται πολύς λόγος για «διάλογο για την παιδεία». Έ χω τη γνώμη ότι, αν δεν θέλουμε ν’ αναφερόμαστε σε υ­ποθετικά πράγματα ή ευσεβείς πόθους, θα ήταν πιο σωστό να μιλάμε για «εκπαίδευση» αντί για «παιδεία». Σε κάθε περίπτωση, πρέπει κά­ποτε ν’ αντιμετωπισθεί συστηματικά και μακριά από τη διάθεση της δημιουργίας εντυπώσεων και το ζητούμενο του «διαλόγου μέσα στον κορμό της εκπαίδευσης», με φυσικούς πρωταγωνιστές τους διδά­σκοντες και τους διδασκόμενους.

Ειδικά για τη μέση εκπαίδευση, ένα ευρύ φάσμα σοβαρών λόγων συνηγορεί για την ενεργητική συμμετοχή των εκπαιδευτικών και των μαθητών σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση και την προοπτική της παι­δείας. Χωρίς να υποτιμώ καθόλου τη σημασία της συμβολής των μα­θητών, θα περιορισθώ στη συνέχεια στους εκπαιδευτικούς μας.

Ένας από τους πολλούς λόγους για την προώθηση της ουσια­στικής συμμετοχής των εκπαιδευτικών μας κατά την προεργασία και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν το λειτούργημά τους είναι: η μεθόδευση και η υλοποίηση της συλλογικής προσπάθειας για τη σταδιακή κάλυψη ορισμένων ατελειών στην ειδική, αλλά και τη γενική συγκρότηση των εκπαιδευτικών μας, η οποία δεν μπορεί παρά ν’ αποτελεί «δια βίου» προσπάθεια.

Οι ατέλειες αυτές οφείλονται, ανάμεσα στ’ άλλα, και στις κραυ­

217

Page 219: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γαλέες και από καιρό ενδημικές ανεπάρκειες της αποσπασματικής και απλώς θεωρητικολογούσας εκπαίδευσης που υφΐστανται οι εκ­παιδευτικοί μας. Η κάλυψη των ατελειών αυτών μπορεί να επιχειρη- θεί με διαδικασίες ισότιμης, αλλά όχι ισοπεδωτικής, συνεργασίας εκ­παιδευτικών και ΑΕΙ. Μια τέτια συνεργασία θα είχε σίγουρα ευεργε­τικές επιπτώσεις τόσο στην εκπαιδευτική πρακτική όσο και στην έ­ρευνα, προωθώντας ποιοτικά και τη «δεύτερη» και την «τρίτη βαθμί­δα» της εκπαίδευσής μας. Είναι προφανές ότι τα προηγούμενα επε- κτείνονται και στη διασύνδεση της, πολύ πιο σημαντικής, «πρώτης βαθμίδας» με τις υπόλοιπες.

Η θεσμοθέτηση μιας ισότιμης συνεργασίας εκπαιδευτικών και ΑΕΙ, εκτός από επιτακτική ανάγκη, είναι και εφικτή, αν υπάρξει στοιχειώδης πολιτική βούληση εκ μέρους της πολιτείας και λογική αποστασιοποίησή της από τη μέχρι σήμερα πρακτική του ασφυκτι­κού κεντρικού ελέγχου, κυρίως στις δυο πρώτες βαθμίδες της εκπαί­δευσής μας.

Υπάρχουν ήδη και σίγουρα θα υπάρξουν και άλλες προτάσεις για το πώς θα μπορούσε να μεθοδευτεί κάτι τέτιο με συνέχεια, με συνέπεια και με προοπτικές ελπιδοφόρας δυναμικής. Μερικές από τις προτάσεις αυτές στηρίζονται στην από χρόνια συνειδητοποιημέ­νη αναγκαιότητα για μια επιμόρφωση του συνόλου των εκπαιδευ­τικών μας, που δεν θα είναι ευκαιριακή (όπως γίνεται τώρα), αλλά περιοδική με σχετικά μικρή περίοδο (π.χ. ετήσια), ώστε να μην απο- τελέσει «στιγμιαίο αδίκημα» επί της ουσίας και να μη γίνει «άλλοθι» για όσους (και είναι πολλοί) έχουν καθήκον και ευθύνη να»σκύψουν με φροντίδα και επάρκεια πάνω από τη χρονίζουσα αναποτελεσμα­τικότητα της εκπαίδευσής μας.

Δεν είναι, βέβαια, δυνατό ν’ αναλυθούν εδώ τέτιες προτάσεις. Είναι, ωστόσο, σκόπιμο για να υποδηλωθεί η υφή τους, να παραθέ­σουμε δειγματοληπτικά ορισμένα βασικά σημεία τους, όπως είναι τα επόμενα:

1. Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών συντελείται σε Επιμορφω­τικά Ινστιτούτα (ΕΙ), που είναι διοικητικά και χωροταξικά αποκε­ντρωμένα. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου προσφέρεται, για πολλούς λόγους, ως κύρια περίοδος (αλλά, ενδεχομένως, όχι απο­κλειστική) για την ετήσια επιμόρφωση του συνόλου των εκπαιδευ­τικών.

2. Στα ΕΙ υπηρετούνται κατά προτεραιότητα στόχοι που αναφέ- ρονται άμεσα στην εκπαιδευτική διαδικασία και στη διαρκή προώθη­ση της γενικής συγκρότησης των εκπαιδευτικών. Παράλληλα, όμως, επιδιώκεται η διασύνδεση της έρευνας με τη διδασκαλία, προωθείται η επαφή εκπαίδευσης και κοινωνικού συνόλου (π.χ. σε συσχετισμό

218

Page 220: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

με τη Λαϊκή Επιμόρφωση) και ενισχύονται οι όποιες τάσεις υπάρ­ξουν για τη συμμετοχή ομάδων εκπαιδευτικών στη συγγραφή των σχολικών βιβλίων.

3. Για να υπηρετηθούν οι προηγούμενοι στόχοι, τα ΕΙ διοικού- νται από συμβούλια, στα οποία συμμετέχουν αντιπρόσωποι των εκ­παιδευτικών, των ΑΕΙ, της τοπικής αυτοδιοίκησης και κοινωνικών και συνδικαλιστικών φορέων.

4. Για την κατοχύρωση της ισοτιμίας,σε όλα τα στάδια του προ­γραμματισμού (που γίνεται από ένα κεντρικό όργανο) και της υλο­ποίησης (που γίνεται αποκεντρωμένα) της επιμόρφωσης συμμετέ­χουν οπωσδήποτε αντιπρόσωποι των εκπαιδευτικών, των ΑΕΙ και αρμόδιων επιστημονικών ενώσεων και εταιριών.

Εξυπακούεται ότι ένα τέτιο εγχείρημα έχει το κόστος του, το οποίο, πάντως, δεν θα είναι και τόσο μεγάλο όσο φαντάζει με την πρώτη ματιά. Αλλωστε, τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 αναμένει τη δικαίωσή του το λαϊκό αίτημα για παραπέρα δρα­στική αύξηση των δαπανών για την παιδεία. Γ ιατί, λοιπόν, να μη δι­καιωθεί το αίτημα αυτό, έστω και μερικώς, με την ανάληψη πρωτο­βουλιών, που θα τείνουν να καλύψουν πανθομολογούμενες και καί­ριες ελλείψεις στο νευραλγικό τομέα της εκπαίδευσής μας;

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ, επιστημονικός συνεργάτης

της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσόθιου Πολυτεχνείου

Για να μην κλέβω το χρόνο θα έπρεπε να πω ότι καλύφθηκα πλήρως από τον καθηγητή Σαμαρά ή τον πρύτανη Φατούρο αν δεν διαφωνούσα ή μάλλον αν δεν είχα μια αντίρρηση με το 5% των όσων είπε ο συνάδελφος Μιχάλης Λσημακόπουλος- και νομίζω ότι αυτή η αντίρρηση είναι κι αυτό που επιδιώκει και το Κόμμα απ’ αυτό το διάλογο, τη δημιουργία ενός συλλογικού προβληματισμού μέσα από τις εναλλακτικές προτάσεις που δημιουργούνται μέσα από τη συ­νοχή των απόψεων. Κι είναι κι αυτή η ποιοτική διάσταση που ξε­χωρίζει το Κόμμα απ’ τη γενικότερη πολιτική συγκυρία, η αποδοχή και συζήτηση της άλλης γνώμης.

Πράγματι όπως τόνισε ο Μιχάλης Ασημακόπουλος ζούμε σε μια επαναστατική εποχή, τόσο στον τομέα της επιστήμης όσο και στο περιεχόμενο των γενικότερων κοινωνικών σχέσεων. Κι όταν βλέπου­με το θέμα της παιδείας και της κοινωνίας μέσα από τη μαρξιστική οπτική θα πρέπει να το δούμε σε σχέση με την ανάπτυξη τόσο των

219

Page 221: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

παραγωγικών σχέσεων όσο και με τη διάρθρωση των παραγωγικών δυνάμεων όπως αυτές διαμορφώνονται και εξελίσσονται σήμερα.

Αν μιλάμε σήμερα για επιστημονική τεχνολογική επανάσταση, πρέπει να μην ξεχνάμε ότι αυτή σ’ ένα μεγάλο μέρος της οφείλεται, όπως σημειώνει ο Μαρξ, ότι «ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς διαρκώς να επαναστατικοποιεί τα μέσα παραγωγής και μέσα απ’ αυτά τις σχέσεις παραγωγής και μαζί μ’ αυτές το σύνολο των κοι­νωνικών σχέσεων». Για να μπορέσουμε να παρέμθουμε μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία θα πρέπει όχι μόνο να γνωρίσουμε, όχι μόνο να κατακτήσουμε την επιστήμη και τα επιτεύγματα του καπιταλισμού αλλά και να τα υπερθούμε. Μόνο τότε θα έχουμε συμβάλει απ’ τη δί­κιά μας πλευρά στην ωρίμανση των υλικών σχέσεων στους κόλπους της παλιάς κοινωνίας και στην επιτάχυνση της ιστορικής διαδοχής του καπιταλισμού από τον σοσιαλισμό. Γ ι’ αυτό χρειάζεται τόσο το βάθεμα της μαρξι<χτικής σκέψης, όσο κι η σύνδεση των σταθερών του σημείων με τη σύγχρονη πραγματικότητα.

Και σήμερα η πραγματικότητα αυτή συναρθρώνεται από το ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται για πρώτη φορά μπροστά σε μια ιστορική συγκυρία. Στον καπιταλισμό οι σχέσεις παραγωγής δεν μπορούν πια με κανένα τρόπο να επιλύσουν τις κρίσεις τους χωρίς την παρέμβαση του κράτους, το οποίο παράγει κεφάλαιο, μετατρεπόμενο έτσι σε πρωταρχικό όρο της συσσώρευσης. Δεύτερο, η μαζική παραγωγή και Π χρήση της θερμοπυρηνικής ενέργειας βάζει την ανθρωπότητα μπροστά στην επιλογή, ειρήνη ή ραδιενεργό στάχτη. Και τρίτο, η ύ­παρξη του συστήματος των χωρών του εφαρμοσμένου σοσιαλισμού δημιουργεί σχέσεις τέτιες που καμιά απόφαση δεν μπορεί να ληφθεί χωρίς να μετρήσει η σύμφωνη ή αντίθετη γνώμη τους. Είναι μια πραγματικότητα που το πανεπιστήμιο οφείλει να γνωρίσει, να με­λετήσει και να διερευνήσει μέσα στο πλέγμα των δυνατοτήτων και των περιορισμών της. Κι πρέπει να το καταλάβουμε και να το πούμε ότι αυτό δεν γίνεται με εύκολες σπουδές. Ας μην ξεχνάμε τη ρήση του Λένιν: «Μελετάμε, μελετάμε και πάλι μελετάμε.»

Ό πω ς κι αυτό που σημείωνε ο Μαρξ, στον πρόλογο στην Κ ρι­τική της πολιτικής οικονομίας, σ ’ αυτό το τετρασέλιδο που είναι έ­να από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα που έχει να καταθέσει η αν­θρώπινη σκέψη, ότι «ο δρόμος προς τ ις επιστήμες δεν είναι στρωμένος βασιλικό χα λί, αντίθετα η είσοδος στην επιστήμη είναι ίδια με την είσοδο στην κόλαση». Ας μου συγχωρεθεί η προέ­κταση της τοποθέτησής μου αλλά οι αντιρρήσεις μου βασίζονται κύρια σ ’ αυτές τις θέσεις. Έ χω αντιρρήσεις σχετικά με την εισήγηση των δυο κύκλων στην κατεύθυνση για την ανάπτυξη των μεταπτυ­χιακών σπουδών για τους εξής λόγους: α) Γιατί οι δυο αυτοί κύκλοι

220

Page 222: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

περιορίζουν τις επιλογές μέσα στο ακαδημαϊκό πλαίσιο που σχη­ματίζεται στον α' κύκλο σπουδών. Ενώ η αντικειμενική επιλογή για μεταπτυχιακές σπουδές δεν μορφοποιείται μέσα στην εξέλιξη των γε­νικών σπουδών αλλά τις περισσότερες φορές από τη συμμετοχή στην παραγωγική διαδικασία, β) Πώς μπορούμε ν’ αναπτύξουμε την ε- ξειδίκευση χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η γενική γνώση σε σχέση με το περιεχόμενο της επιστημονικής ύλης και μάλιστα σε μια εποχή όπου οι επιστήμες χαρακτηρίζονται από τη διεπιστημονικότητα που κάνει όλο και πιο πολύπλοκη όλο και πιο απαιτητική τη γενική παι­δεία.

Αν δεχθούμε ότι η εξειδίκευση γίνεται στα πλαίσια των προπτυ­χιακών σπουδών τότε δεχόμαστε έναν άτυπο κύκλο βασικής παιδείας τριών ετών κι έναν κύκλο δυο ετών οπότε πέφτουμε μέσα στην παι­δεία της ΕΟΚ. Γιατί η βασική παιδεία είναι τρία χρόνια και με μια απλή διοικητική πράξη αποκόθονται τα δυο επόμενα χρόνια απ’ αυτή κι έτσι υλοποιείται η ντιρεκτίβα της ΕΟΚ για τα ΑΕΙ. Η πρό­τασή μου είναι η εξής: μια θεσμοθέτηση προπτυχιακών σπουδών, ανάλογης φοίτησης, που κυμαίνεται ανάλογα με το αντικείμενο της επιστήμης, δεν λέω πενταετούς ή κάτι άλλο γιατί αυτό μπορεί να ποικίλλει, έρχεται σε σύγκρουση με την ντιρεκτίβα της ΕΟΚ κι υ­περβαίνει τις νόρμες της.

Η παράλληλη ανάπτυξη δυο επιλογών μεταπτυχιακών σπουδών όπου η μία να οδηγεί σε εξειδίκευση κι η άλλη στην ανάπτυξη της βασικής έρευνας της ακαδημαϊκής προοπτικής που είναι έξω από την αγγλοσαξωνική προοπτική των masters κλπ. θα δόσει την ευκαιρία μέσα από την υπέρβαση της ΕΟΚικής νόρμας να παρακολουθήσουν την πρώτη επιλογή και δεν μιλάω για πρώτο κύκλο, αυτοί που επιλέ­γουν συγκεκριμένη εξειδίκευση, αυτοί που συνεχίζουν την πανεπι­στημιακή τους εξέλιξη είτε αυτοί ή αυτές που επιστρέφουν για θε­σμοθετημένες σπουδές μεταπτυχιακής εξειδίκευσης αντί παραγωγής της στο πανεπιστήμιο για αντικειμενικούς και υποκειμενικούς λό­γους.

Η δεύτερη επιλογή του προγράμματος διδακτορικών σπουδών θα δόσει την ευκαιρία ανάπτυξης βασικής έρευνας κι ακαδημαϊκής προοπτικής σε όσους κάνουν αυτή την επιλογή ευθύς εξ αρχής μετά από το τέλος των βασικών σπουδών αλλά ταυτόχρονα θ’ αφήνει ανοι­χτή την πόρτα της παρακολούθησης αυτού του προγράμματος και σ’ εκείνους που θα επιθυμούσαν, μετά το τέλος του προγράμματος της μεταπτυχιακής εξειδίκευσης. Πιστεύω ότι ένα τέτιο πρόγραμμα εν­σωματωμένο μέσα στη δυναμική του λαϊκού κινήματος, υπερβαίνει τη λογική που διατρέχει τις ΕΟΚικές ντιρεκτίβες για την ανώτατη παιδεία του τόπου μας, που τη θέλει ισχνή, εξαρτημένη κι ύποταγμέ-

221

Page 223: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νη στη λογική της θετικιστικής μιζέριας. Πιστεύω ότι μια τέτια διάρ­θρωση μεταπτυχιακών σπουδών θ’ ανεβάσει μέσα από την άμιλλα τις προπτυχιακές σπουδές και θα χαράξει μαζί με όλο το δημοκρατικό κίνημα μια νέα πορεία στην έρευνα και στην επιστήμη με στόχο την ολόπλευρη ανάπτυξη τόσο της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και της κοινωνίας.

222

Page 224: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κλείσιμο των εργασιών του συμποσίου

από τον ΓΡΗΓΟΡΗ ΦΑΡΑΚΟ, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

Αγαπητοί φίλοι και φίλες.Ειλικρινά αισθάνομαι πολύ δύσκολα να μιλήσω στο τέλος των

εργασιών του Συμποσίου. Θεωρώ λιγάκι πως είναι και άχαρος ο ρό­λος αυτός. Δεν ξέρω ακριβώς τι πρέπει να επιλέξω να πω σ’ αυτή την ομιλία. Θα μπορούσε να ήταν μια ομιλία, που να επιχειρούσε να συ­νοψίσει τη γενική μας σκέψη γύρω από το θέμα «Πανεπιστήμιο και κοινωνία» του Συμποσίου, παίρνοντας υπόψη και ορισμένες γνώμες που ακούστηκαν. Δεν είμαι έτοιμος για κάτι τέτιο και δεν θα το κάνω. Εξάλλου, νομίζω ότι οι βασικές μας θέσεις αρκετά αναλύθηκαν. Θα μπορούσε επίσης να είναι μια ομιλία που να συνοψίζει, κατά κάποιο τρόπο, τα βασικά συμπεράσματα, που βγήκαν απ’ αυτές τις συζητή­σεις. Και είναι γνωστό ότι υπήρξαν σε πάρα πολλά σημεία συμπτώ­σεις γνωμών, αλλά και σε αρκετά σημεία διαφορές, αποχρώσεις. Αλλά ξέρετε, σκέφτομαι ότι δεν θα είχα δικαίωμα να προσπαθήσω να σχηματοποιήσω αυτές όλες τις σκέψεις σε κάποια συγκεκριμένα συμπεράσματα. Γιατί δεν είναι αυτός και ο χαρακτήρας τούτης της δουλιάς μας. Είναι ένα Συμπόσιο (είναι μια ωραία κι αυτή αρχαία ελ­ληνική διαδικασία το Συμπόσιο) - όπου ο καθένας λέει ελεύθερα και συζητάει τις απόψεις του.

Και πρέπει να πούμε ότι είναι καλό κι από την άποψη ότι δείχνει έναν πραγματικά καινούργιο, νέο τρόπο σκέψης για ν’ αντιμετωπίζει κανείς τα πραγματικά πολύπλοκα και περίπλοκα προβλήματα της σημερινής πραγματικότητας και στην κάθε χώρα και διεθνώς.

Και, ξέρετε, τώρα που λέω γ ι’ αυτό το ζήτημα, για την ελευθερία της συζήτησης σ’ ένα τέτιο Συμπόσιο, συνειρμικά έρχεται στο μυαλό μου ότι ακριβώς χτες, σήμερα, αύριο γίνεται στη Μόσχα το τεράστιο,μεγαλειώδες φόρουμ στο οποίο είχαν συγκεντρωθεί γύρω στις χίλιες σχεδόν προσωπικότητες της παγκόσμιας πολιτικής, πολι­τιστικής και πνευματικής ζωής. Με μοναδικό στόχο να συζητήσουν

223

Page 225: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

το τεράστιο πρόβλημα της ειρήνης στις μέρες μας. Και χωρίς στόχο να βγάλουν κάποια ειδική απόφαση ή ειδικά συμπεράσματα αλλά ο καθένας ελεύθερα να πει τη γνώμη του για όποιο ζήτημα από τη σύγ­χρονη παγκόσμια πραγματικότητα νομίζει ότι μπορεί να την πει.

Νομίζω κι εγώ ότι καλό είναι που το κόμμα μας, όλο και περισ­σότερο αφομοιώνει έναν τέτιο τρόπο σκέψης και δουλιάς με την ε­λεύθερη συζήτηση και το διάλογο. Φυσικά δεν εννοώ μ’ αυτό ότι δεν πρέπει, σαν υπεύθυνη πολιτική δύναμη, το ΚΚΕ να καταλήγει σ’ ορι­σμένα συμπεράσματα, ύστερα από τον ανοιχτό διάλογο και την πολλή συζήτηση. Και να μπορούμε έτσι να προχωράμε σε μια πρα­κτική δραστηριότητα.

Πάντως νομίζω - θα ήθελα να σημειώσω κι αυτή τη σκέψη - ει­δικά στο ζήτημα της παιδείας μπορεί να ξεδιπλώσουμε ακόμα πε­ρισσότερο το διάλογο. Γιατί - δεν ξέρω αν είναι υπερβολική η γνώμη που θα διατυπώσω τ- δεν νομίζω ότι και το πρόβλημα της παιδείας απέχει πολύ απ’ το να γίνεται σήμερα ένα οικουμενικό πρόβλημα δί­πλα στα άλλα μεγάλα οικουμενικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Έστο) και μόνο -/ιατί η ειρήνη και η υπεράσπισή τη; απαιτούν γνώση, και η παιδεία δίνει γνώση, θα μπορούσε κανείς να καταλήξει στην άποψη για την οικουμενικότητα του προβλήματος της παιδείας. Κι ακόμα στο παραπάνω ζήτημα, γιατί η γνώση του κινδύνου του πυρηνικού πολέμου, με την παιδεία, θα μπορούσε περισ­σότερο να συνειδητοποιηθεί. Πόσα δεν ακούσαμε στις συζητήσεις για τα πειράματα που γίνονται με λέιζερ και στη χώρα μας;

Πιστεύουμε, λοιπόν, ότι με το διάλογο, με τις γνώμες τις διαφο­ρετικές που εδώ διατυπώνονται, θα δύσουμε τη συμβολή μας σ ’ αυτό το πολύ σοβαρό πρόβλημα της παιδείας. Δεν θα έπρεπε, επομένως, με κάποιο τρόπο να τον κλείσω και να τον σχηματοποιήσω σ’ ορισμένα συμπεράσματα.

Επιτρέψτε μου, γ ι’ αυτό, στην ομιλία μου, να προσπαθήσω, απλώς, κάπως αποσπασματικά, να κάνω αναφορές σε μερικά μόνο από τα θέματα που συζητήθηκαν και σε όσες σκέψεις μου προκάλεσε και η μερική έστω παρακολούθηση των εργασιών του Συμποσίου που είχα τη δυνατότητα να κάνω.

Πρώτο: Νομίζω ότι έχουμε την υποχρέωση πρώτα και βασικά να ευχαριστήσουμε όλους όσους παρακολούθησαν τις εργασίες του Συμποσίου και προπαντός όλους εκείνους που συνέθαλαν με τις πα­ρεμβάσεις τους, τις ομιλίες τους, τις ερωτήσεις τους. Πιστεύω όμως ότι δεν κάνω καμιά διάκριση - ειδικά επειδή ήταν τέτιο το θέμα - αν ευχαριστήσουμε ιδιαίτερα τους πρυτάνεις, προέδρους τμημάτων, μέλη του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού, καθηγητές γενικό­τερα όλων των βαθμιδών και συνολικά τα μέλη της πανεπιστημιακής

Page 226: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κοινότητας, που με πολύτιμες παρεμβάσεις και προσθήκες που έκα­ναν, ή και με ερεθίσματα που έδοσαν για παραπέρα σκέψη, συνέβα­λαν στην επιτυχία του Συμποσίου. Να ευχαριστήσουμε, επίσης, τους φοιτητές, που με το δυναμισμό και τη γεμάτη φρεσκάδα σκέψη τους, είναι και δημιουργοί του μέλλοντος της παιδείας, αλλά - δυστυχώς αυτή τη στιγμή - είναι και υποκείμενα μιας άσχημης κατάστασης. Να ευχαριστήσουμε ακόμη τους εκπρόσωπους των μαζικών φορέων, που έδοσαν τη συμβολή τους σ ’ αυτή την προσπάθεια.

Μιλώντας γενικά, γΓ αυτή την πλατιά συμμετοχή, δεν μπορώ να μην κάνω κάποιες συγκρίσεις - αφού από τη μεριά της Κεντρικής Ε­πιτροπής πάρα πολλά χρόνια - απ’ όταν ξεκινήσαμε - παρακολουθώ αυτή την προσπάθεια. Ποια ήταν άλλοτε τα πρώτα χρόνια, και ποια είναι η σημερινή απήχηση των προσπαθειών μας σ’ αυτό τον τομέα. Σήμερα είναι εκατοντάδες οι πανεπιστημιακοί που συμμετέχουν σ’ αυτές μας τις προσπάθειες, ενώ άλλοτε ήταν ελάχιστες μονάδες... Πι­στεύω ότι αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι η ζώνη της παιδείας είναι τόσο διακεκαυμένη, αλλά και γιατί - ας παινέψουμε λίγο και το σπίτι μας, αρκεί να φυλαχτούμε από τον εφησυχασμό - το κόμμα μας προσπαθεί συστηματικά να παρακολουθεί τις εξελίξεις σ’ αυτόν τον σοβαρό τομέα, να τις μελετάει και να επεξεργάζεται επιστημονικά τις προτάσεις και παρεμβάσεις του.

Είχαμε επίσης τη χαρά ν’ ακούσοι ,ι.: και τους όι ο προσκαλεσμέ- νους μας. Το σύντροφο από το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας και το σύντροφο από τη Σοβιετική Ένωση, υπεύθυνο του τμήματος για τα στελέχη της ανώτατης εκπαίδευσης. Νομίζω ότι ήταν σημαντική η συμβολή τους, γιατί μας έδειξαν την πείρα από τη χώρα τους - σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες στην καθεμιά και γιατί, όπως είπα και πριν, πολλά από τα προβλήματα αυτά έχουν μια παγκοσμιότητα, έστω κι αν στη χώρα μας υλοποιούνται μέσα σε διαφορετικές συνθή­κες. Πολλά κι από τις δικές τους ομιλίες μπορεί κανείς να τα σκε- φτεί και να βοηθηθεί στο δικό του προβληματισμό. Αν, λογουχάρη, είναι έτσι τα πράγματα στη Γ αλλία κι αν βλέπουν εκεί να διακινδυ­νεύει η εθνική, τους ταυτότητα, η εθνική τους ανεξαρτησία, τι θα μπρούμε να πούμε εμείς; Αν στη Σοβιετική Ένωση, ύστερα από ε­βδομήντα χρόνια επιτυχιών σ’ αυτόν τον τομέα, αισθάνονται την ανάγκη να κάνουν αναδιάρθρωση, σημαντική και ριζική, σ’ αυτόν τον τομέα, πόσα εμείς δεν πρέπει να σκεφτούμε; Αλλά ξέρετε, να πά­ρουμε και κάποια αποτελέσματα. Ευχαριστούμε, λοιπόν, όλους και είναι γεγονός ότι δεν πρόκειται να κλείσουμε εδώ το διάλογο, όπως και κάθε φορά κάνουμε στις ανάλογες εκδηλώσεις. Δεν θεώρούμε ότι κλείνει ο διάλογος στο τέλος των εργασιών τους, αλλά αντίθετα, α­νοίγουμε το διάλογο για μια νέα, ποιοτικά ανώτερη βαθμίδα.

225

Page 227: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Δεύτερο: Για ένα δεύτερο ζήτημα, αγαπητοί φίλοι, ήθελα να μιλήσω. Ποιος είναι ο στόχος αυτή τη στιγμή για μας, για το ΚΚΕ; Έχουμε μπροστά μας το 12ο Συνέδριο, υπάρχουν οι Θέσεις, γίνεται διάλογος, κάνουμε έναν σημαντικό διάλογο αυτές τις μέρες για τα ζητήματα της παιδείας. Πιστεύω ότι είναι χρήσιμο για όλους τους φίλους μας να ξέρουνε, ότι όλα αυτά εντάσσονται σε μια γενικότερη σκέψη και πρόταση του κόμματός μας, που προβάλλεται τώρα ενόψει του 12ου Συνέδριου. Δεν θέλω να σας κουράσω, αλλά νομίζω ότι θα χρειαστεί να πω μερικά πράγματα γΓ αυτές τις βασικές μας σκέψεις.

Η κύρια ιδέα που προβάλλεται στις Θέσεις μας,εϊναι η λύση της αλλαγής με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Για αλλαγή μιλούσαμε και άλλοτε, αλλά τώρα την προβάλλουμε με έναν τρόπο που υπογραμμί­ζουμε ότι στις σημερινές συνθήκες και με βάση τις αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, τις οικονομικοκοινω- νικές αλλαγές και τις πολιτικές, μπορούμε να πούμε πως αυτή παίρνει ένα πιο ριζοσπαστικό περιεχόμενο. Η σημασία της είναι ακόμα με­γαλύτερη.

Παίρνει ακόμα μεγαλύτερη στρατηγική σημασία, συνδέεται και προσεγγίζει περισσότερο - αν θέλετε και πιο άμεσα - στην ενιαία ε­παναστατική διαδικασία με στόχο το σοσιαλισμό, που τον έχει σαν στρατηγικό στόχο το κόμμα μας.

Είναι, λοιπόν, αυτή η κεντρική μας ιδέα, η αλλαγή με κατεύθυν­ση το σοσιαλισμό. Θεωρούμε, βέβαια ότι δεν μπορούμε να πραγματο­ποιήσουμε την αλλαγή μόνοι μας. Και προτείνουμε τις προσπάθειες για τη δημιουργία ενός συνασπισμού δυνάμεων της Αριστεράς και της προόδου - ο οποίος θα εκφράζει και τη συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων - που θα αναλάθει το έργο της πραγματοποίησης της αλ­λαγής. Στηριγμένος πάντα, ο συνασπισμός αυτός, στο λαϊκό μαζικό κίνημα.

Θεωρούμε σημαντική την κατάκτηση τέτιων κοινωνικών συμμα- χιών μέσα στην καθημερινή ζωή. Κι εννοούμε συμμαχίες των βα­σικών κοινωνικών δυνάμεων που ενδιαφέρονται για την αλλαγή. Την εργατική τάξη, την εργαζόμενη αγροτιά, επαγγελματίες, μικρέμπο­ρους και βιοτέχνες, τη ριζοσπαστική νεολαία, την εργαζόμενη διανόηση. Δεν είναι πρόταση που τη σκεφτόμαστε και τη βγάζουμε από το μυαλό μας. αλλά που ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανά- •/κτ.ς τη; κοινωνικής π ρ οόδ οι. ποι·. -ιστ.-.ι.οι μ.:, ότι κι/ι γ, π,νιξη και η πείρα μας τα τελευταία χρόνια, την έχει αποδείξει. Μέσα στους κα­θημερινούς αγώνες δημιουργούνται και δυναμώνουν τέτιες κοινω­νικές συμμαχίες. Ας θυμίσουμε με την ευκαιρία, ότι είχαμε τέτιες ε­μπειρίες ιδιαίτερα από τον Οκτώβρη του '85 κι ύστερα, ότι και η αυ­ριανή (σ.σ. προχτεσινή) κινητοποίηση πολλών στρωμάτων εργα­

226

Page 228: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ζομένων είναι ακόμη μία απόδειξη για την προώθηση τέτιων κοινω­νικών συμμαχιών.

Αλλά φυσικά βλέπουμε και τον τρόπο που αυτές μπορεί να εκ­φράζονται με ένα συνασπισμό πολιτικών δυνάμεων, των δυνάμεων της Αριστερός και της προόδου. Δεν πάμε με τις Θέσεις μας να κά­νουμε κάποιο κατάλογο τέτιων αριστερών δυνάμεων ή αριστερών τάσεων και μ’ αυτές να σχηματοποιήσουμε ένα συνασπισμό. Βλέπου­με πως αυτές οι δυνάμεις βρίσκονται σε μια κινητικότητα, σε μια δυ­ναμική ανάπτυξη, ανάπτυξη διάφορων τάσεων και πολιτικών σχημα­τισμών και πιστεύουμε πως είναι ρεαλιστικό, στη βάση ενός κοινού προγράμματος, να προωθηθεί ένας τέτιος συνασπισμός.

Για το κοινό πρόγραμμα αναλυτικά μιλάμε στις Θέσεις. Δεν θα σταθώ εδώ αναλυτικά στις τρεις βασικές κατευθύνσεις που δίνουμε στις Θέσεις, την ανεξαρτησιακή, την αναπτυξιακή και την κατεύθυν­ση του ολόπλευρου εκδημοκρατισμού. Το μόνο που θα ’θελα να πα­ρατηρήσω, που κάπως είναι και καινούργιο σε σχέση με τα προη­γούμενα, είναι ότι βλέπουμε τους στόχους του, αυτές τις κατευθύν­σεις απόλυτα συνδεμένες, στενά συνδεμένες τη μια με την άλλη, δεν βλέπουμε τους στόχους του προγράμματος ξεχωριστούς, αποσπασμα­τικούς, που πρέπει ξεχωριστά τον καθένα να τον επιδιώκεις. Τους βλέπουμε σαν ενιαίο επομένως σύνολο, ένα σύνολο που το χαρα­κτηρίζουμε ανάπτυξη νέου τύπου για την ελληνική κοινωνία, σήμε­ρα. Κάνουμε αυτή την πρόταση και πιστεύουμε πως μπορεί να είναι βάση για συζήτηση. Αυτό σημαίνει πως μετά από τη συζήτηση και με τις άλλες δυνάμεις, θα διαμορφωθεί το κοινό πρόγραμμα της αλ­λαγής, που βέβαια δεν το βλέπουμε σαν ένα οποιοδήποτε ελάχιστο πρόγραμμα, αλλά σαν ένα πρόγραμμα που ξεπερνάει ορισμένα όρια και οπωσδήποτε εντάσσεται στην προοπτική του σοσιαλισμού. Και ακόμα κάτι: Δεν πιστεύουμε πως θα ξυπνήσουμε αύριο το πρωί και θα δούμε να φυτρώνει αυτός ο συνασπισμός και να υπάρχει το κοινό πρόγραμμα κι άρα να μπορούμε να προχωρήσουμε στη λύση της αλλαγής.

Πιστεύουμε πως αυτό θα γίνει μέσα από μια συνεχή πάλη, με συγκρούσεις, με διαφωνίες, αλλά και με σκληρή πάλη για ν’ αντιμε­τωπίσουμε όσα άμεσα σημερινά ζητήματα βάζει η ελληνική πραγμα­τικότητα. Κι αυτό πάλι, μ’ έναν τέτιο τρόπο, που να πετυχαίνουμε στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την κοινή δράση.

Εμείς πιστεύουμε πως αυτό είναι μία λύση που μπορεί να βγάλει τη χώρα μας από την κρίση, κρίση ολόπλευρη σ’ όλους τους τομείς της ζωής, και ν’ ανοίξει το δρόμο προς την πρόοδο, προς την κατεύ­θυνση του σοσιαλισμού.

Τρίτο: Στη γενική αυτή πρότασή μας, που ελάχιστα - τηλεγρα­

227

Page 229: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

φικά αν θέλετε - διατύπωσα εδώ, μεγάλο χώρο καταλαμβάνουν τα θέματα της παιδείας. Δεν μπορώ να σταθώ συνολικά, αλλά, επιτρέψτε μου, επειδή έχει σημασία πώς αυτά διατυπώνονται στις Θέσεις, να α­ναφέρω δυο-τρία ζητήματα. Στη Θέση 63 λέμε ότι, οι ανάγκες για την παιδεία και τη μόρφωση αποκτούν σήμερα μια ιδιαίτερη οξύτητα ε- ξαιτίας των συνθηκών που αναλύουμε. Λέμε ακόμα, ότι στις συνθή­κες αυτές, το μέτωπο της κοινής δράσης για τα ζητήματα της παι­δείας γίνεται βασικό μέτωπο πάλης του λαού μας για την πρόοδο, την αλλαγή και το σοσιαλισμό. Και πρέπει ν’ αναπτύσσεται με τον καθη­μερινό και επίμονο αγώνα από το πιο μικρό και μερικό πρόβλημα κατά σχολείο και μάθημα, ως τη συνολική ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της παιδείας.

Αυτές οι προτάσεις, νομίζουμε, συνδέονται με το σύνολο των προτάσεών μας για την αλλαγή. Στις Θέσεις μας για το 12ο Συνέδριο, διατυπώνουμε τη σκέψη ότι θα χρειαστεί ένα σχέδιο παραγωγικής α­νασυγκρότησης, ώστε ανάμεσα στα άλλα ν’ ανανεωθεί τεχνολογικά η βιομηχανία, να δημιουργηθούν νέοι βιομηχανικοί κλάδοι και να εκσυγχρονιστούν οι παραδοσιακοί, ν’ αναδιαρθρωθούν οι αγροτικές καλλιέργειες.

Καταλαβαίνουμε όμως, ότι οι επιστήμονες που θα είναι ικανοί να την πραγματοποιήσουν, θα βγουν απ’ τα ΑΕΙ, επομένως και αυτά θα χρειάζονται ανάλογη τεχνολογία, όπως αυτή χρειάζεται και για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Αν όμως αυτή εισάγεται- όπως γίνεται ως τώρα - η επιλογή της δεν θα γίνεται σωστά και δεν θα παίρνονται τα μέτρα για την ορθολογική εφαρμογή και αξιο­ποίησή της.

Το ίδιο ισχύει όταν κάνουμε - στο βαθμό που κάνουμε - προσπάθεια για την ανανέωση της τεχνολογίας. Σε κάθε περίπτωση, ο καθένας καταλαβαίνει, πως ο ρόλος των ΑΕΙ σ’ αυτή την προσπά­θεια θα είναι σημαντικός.

Το ίδιο θα μπορούσε κανείς ν’ αναφερθεί και σε άλλα ζητήματα σύνδεσης των θεμάτων που βάζουμε για την ανώτατη εκπαίδευση με τα προβλήματα που θίγουμε στη γενική μας πρόταση για την αλλαγή.

Ποιος, λογουχάρη, δεν καταλαβαίνει ακόμα, ότι για να πραγμα­τοποιηθούν όλα αυτά χρειάζεται η επιτάχυνση των ερευνητικών δρα­στηριοτήτων των ΑΕΙ, τέτιων δραστηριοτήτων έρευνας που να συνδέονται με τις νέες τεχνολογίες και ότι όλη αυτή η προσπάθεια πρέπει να συνδέεται με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και τη διδα­σκαλία.

Όπως είπα ήδη, εμείς μιλάμε για ανάπτυξη νέου τύπου, την εν­νοούμε σ’ όλους τους τομείς. Την εννοούμε ακόμα και στους θεσμούς και τις δομές της κοινωνίας. Στη δική μας αντίληψη επομένως και οι

228

Page 230: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κοινωνικές επιστήμες, παίζουν έναν σημαντικό, πολλαπλάσιο από τον σημερινό, ρόλο. Εμείς βλέπουμε ότι και οι σχολές κοινωνικών σπουδών πρέπει να γίνουν και κέντρα δημιουργικής έρευνας. Να πά- ψουν δηλαδή να θεωρούνται, όπως συχνά ως τώρα γίνεται, ότι είναι σχετικά σχολές ανέξοδες, που εκεί μπορούν να φοιτούν μαζικά και να βγαίνουν μαζικά επιστήμονες.

Και ανάλογα, επομένως, να λύνεται για την άρχουσα τάξη κά­ποιο πρόβλημα - όπως νομίζει ότι γίνεται - να δίνει κάποια διέξοδο στη νεολαία, παρέχοντάς της ένα «χαρτί» χωρίς ουσιαστικό αντίκρι­σμα στην παραγωγική εργασία, στη ζωή.

Πιστεύουμε, πως οι οικονομικές, φιλοσοφικές, παιδαγωγικές, πολιτικές και άλλες επιστήμες, πρέπει να γίνουν πραγματικά στηρίγ­ματα του όλου σχεδιασμού των κοινωνικών αλλαγών και να συμβάλ­λουν στη σωστή αξιοποίηση των θετικών επιστημών.

Έχουμε όλοι μια σκληρή πείρα και ζούμε έναν τεράστιο κίνδυνο σήμερα, όσο ξέρουμε πώς μπορούν από ορισμένους να χρησιμοποιη­θούν οι μεγάλες κατακτήσεις του ανθρώπου γύρω από την πυρηνική ενέργεια.

Αλλά θα ήθελα εδώ να θυμίσω και να προσθέσω, πως το πρόβλη­μα αυτό υπάρχει και από παλιότερα. Να θυμίσω ότι ο μεγάλος ρώσος επιστήμονας Μεντελέγιεφ, στα τέλη του περασμένου αιώνα, έλεγε πως αν οι θετικές επιστήμες δεν στηρίζονται και'στις ανθρωπιστικές, τις θεωρητικές επιστήμες, μπορεί να καταντήσουν όπλο στα χέρια ενός τρελού. Βλέπετε, παρ’ όλο που τότε το πρόβλημα της πυρηνικής καταστροφής δεν ήταν άμεσο, η πρόβλεψή του ήταν μεγαλοφυής.

Και, αν θέλετε, έτσι κάπως γενικότερα, θα μπορούσε κανείς παίρνοντας υπόψη και όλα αυτά τα στοιχεία, ν ’ αντιμετωπίσει, και από φιλοσοφική άποψη - επειδή έγινε και μια κάποια συζήτηση στο Συμπόσιο - τη σχέση της επιστήμης με την παραγωγή.

Ειπώθηκαν ενδιαφέρουσες σκέψεις και προβληματισμοί, αλλά νομίζω και ότι πρέπει να δούμε πως, παρ’ όλο που οι επιστημονικές θεωρίες δεν παύουν ν’ αποτελούν συστατικό στοιχείο του εποικο­δομήματος, όλο και περισσότερο η επιστήμη, αυτή καθεαυτή, συνδέεται, πιο στενά και άμεσα, με τη βάση, τις παραγωγικές δυνά­μεις και τις σχέσεις παραγωγής. Και με αυτή την έννοια, πραγματικά, η επιστήμη γίνεται άμεσα παραγωγική δύναμη.

Για να κλείσω κάπως αυτή την αναφορά μου στη γενική μας αντίληψη για τα πανεπιστήμια στην προοπτική της πάλης για την αλλαγή, θα ήθελα να προσθέσω και τούτο. Κάπου, πολλές φορές, ό­ταν μιλάμε εμείς οι κομμουνιστές, αν θέλετε καμιά φορά και στις ει­σηγήσεις μας, προσπαθώντας να οξύνουμε την κατάσταση που υπάρ­χει σήμερα στο εξαρτημένο κρατικομονοπωλιακό σύστημα της χώ­

229

Page 231: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ρας μας - που σωστά το καταδικάζουμε - δίνουμε την εντύπωση πως όλα πηγαίνουν στο βάραθρο... Και το μόνο που φαίνεται να μένει, είναι να μπορούσαμε, αύριο το πρωί, να γίνει μια γενική εξόρμηση και ν’ ανατρέψουμε αυτή την εξουσία, να φέρουμε την εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, που έτσι θα φέρει - πάλι αυτόματα - κάποια τέλεια μορφή και στην ανώτατη εκπαίδευση, στα ΑΕΙ. Θα ήθελα να διαθεθαιώσω ότι το Κόμμα μας δεν το βλέπει έτσι το ζήτημα, παρ’ όλο, που όπως είπα, πολλές φορές δίνουμε αυτή την εντύπωση, προσπαθώντας να οξύνουμε τις δυσκολίες και τα προβλή­ματα που υπάρχουν. Το ότι το κόμμα μας δεν το βλέπει έτσι, φάνηκε νομίζω κι απ’ όσα ανάφερα πριν.

Δεν κλείνουμε δηλαδή, τα μάτια στην πραγματικότητα. Πρώτα, πρώτα, ήθελα να πω ότι δεν είναι όλα μαύρα. Έχουμε πάρα πολλά κατακτήσει, και κατακτούμε καθημερινά όσο κι αν μεγαλώνουν οι δυσκολίες και τα εμπόδια. Μήπως αυτό το ίδιο το Συμπόσιο που πραγματοποιούμε, δεν είναι μια απόδειξη για τις κατακτήσεις; Και τι θα πείτε, όταν όχι απλώς γίνονται κάποιες μαρξιστικές διαλέξεις σή­μερα στα πανεπιστήμια, αλλά γίνονται και εξετάσεις στη μαρξι­στική πολιτική οικονομία. Ποιος από μας τους παλιότερους θα μπο­ρούσε να σκεφτεί τέτιες δυνατότητες; Νομίζω ότι όλα αυτά αποτε- λούν μια βάση, ένα δυναμικό πολύ σοβαρό, που μπορεί να μας βοηθήσει. Και γι* αυτό δεν πρέπει να το υποτιμούμε στην παραπέρα πάλη μας για αναβάθμιση της παιδείας, πάλη που πρέπει να την ξε­κινάμε από σήμερα. Δεν είναι, δηλαδή, μόνο η πάλη για το πρόγραμ­μα της αναβαθμισμένης παιδείας που εμείς προτείνουμε σε μια κυβέρ­νηση αλλαγής με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Από σήμερα, ακόμα, υπάρχουν δυνατότητες για κατακτήσεις σε αυτή την κατεύθυνση. Ό ­ταν, μάλιστα, υπάρχει μια τέτια σύμπτωση σε πολλά βασικά ζητήμα­τα ανάμεσα στους εκπροσώπους της πανεπιστημιακής κοινότητας - που, πολλοί ξεκινάνε από διάφορες πολιτικές τοποθετήσεις - τότε, πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι, ότι υπάρχει μια μεγάλη δύναμη που μπορεί με την πάλη της να ανατρέψει, ή τουλάχιστον να παρεμποδί­σει σε μεγάλο βαθμό, την εφαρμογή σχεδίων που εξυφαίνονται από την άρχουσα τάξη και από τα ξένα διευθυντήρια της ΕΟΚ, πριν και πάνω απ’ όλα.

Τέταρτο: Κι έρχομαι τώρα σ ’ αυτό το ζήτημα. Θα παρατηρήσετε ότι μόλις τώρα ανάφερα τη λέξη ΕΟΚ. Ίσως δεν έγινε τυχαία. Συχνά ξεκινάμε όλοι μας την τοποθέτηση από την ΕΟΚ, συνεχώς α- ναφερόμαστε σ ’ αυτή και τελειώνουμε με αυτό το «τέρας». Σε μεγάλο βαθμό έχουμε δίκιο. Προπαντός εμείς που ζούμε αυτή την πραγμα­τικότητα, υποφέρουμε, την συναντάμε σε κάθε μας βήμα σε κάθε προσπάθεια. Αλλά υπάρχει και κάποιος κίνδυνος, αν δεν προσέξουμε

230

Page 232: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

και σχηματοποιήσουμε τη σκέψη μας, να σταματήσουμε εκεί, να μην κατακτήσουμε ό,τι είναι δυνατό να κατακτήσουμε στον τομέα της γνώσης, της έρευνας. Να μην αξιοποιήσουμε ό,τι είναι δυνατό σ ’ αυτούς τους τομείς, αλλά να περιμένουμε μόνο την έξοδο από την ΕΟΚ για να προχωρήσουμε σ’ αυτή την κατεύθυνση.

Από αυτή την άποψη, νομίζω ότι οι παρατηρήσεις που έγιναν σ’ όλη τη διάρκεια του Συμποσίου από αρκετούς πανεπιστημιακούς, που προσπαθούσαν να μας πουν και γ ι’ αυτή την πλευρά, ανεξάρτητα από ποια αφετηρία ξεκινούσαν - ίσως να διαφωνούμε στην αφετηρία που ξεκινούν στο θέμα αυτό - νομίζω ήταν, σε μεγάλο βαθμό, σωστές. Πάντως, ούτε η πρόθεση, ούτε η πρόταση του ΚΚΕ είναι σχηματο­ποιημένες.

Η ΕΟΚ αναμφισβήτητα είναι σήμερα μια μορφή διεθνοποίησης του μεγάλου κεφαλαίου, για δικό του όφελος. Αλλά αυτή καθεαυτή η διεθνοποίηση της πολιτικής, οικονομικής ζωής, είναι μια αντικειμε­νική ανάγκη μέσα στη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα. Και αυτήν εμείς πρέπει να την κατανοήσουμε όσο και να πολεμάμε - και καλά κάνουμε -. τη διεθνοποίηση, με τη μορφή της ΕΟΚ.

Θα ήθελα να θυμίσω τι λέμε γενικά στις Θέσεις της ΚΕ γ ι’ αυτό το ζήτημα. Εμείς αναγνωρίζουμε την ανάγκη της ένταξής μας στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας, ένταξη που να είναι βασισμένη στο αμοιβαίο όφελος, τις ανάγκες και τις δυνατότητες της χώρας. Μια τέτια ένταξη της χώρας μας προσκρούει στο καθεστώς της έντα­ξης στην ΕΟΚ. Γ Γ αυτό ακριβώς το κόμμα μας είναι υπέρ της αποδέ­σμευσης από την ΕΟΚ. Αυτή τη θεωρεί αναγκαία για όλο το δημο­κρατικό προγραμματισμό μας. Ταυτόχρονα όμως, στις θέσεις λέμε ότι το ΚΚΕ είναι έτοιμο να συνεργαστεί με δυνάμεις της Αριστεράς και της προόδου που δεν αντιτίθενται στην ένταξη στην Κοινή Α­γορά, που αποδέχονται, ή απλώς δεν αντιτίθενται, στην ένταξη στην Κοινή Αγορά. Και επιδιώκουμε τη συνεργασία για την άμεση προώ­θηση μιας ενεργούς πολιτικής που θ’ αποβλέπει στην από κοινού α­ντιμετώπιση αρνητικών συνεπειών από αυτή την ένταξη. Και ακόμα κάτι παραπάνω. Αποβλέπουμε στη συμπαράταξη δυνάμεων του εργα­τικού και λαϊκού κινήματος από τις άλλες χώρες της ΕΟΚ για τη διεκδίκηση τέτιων αιτημάτων εφ’ όσον ισχύει η πραγματικότητα της ένταξης στην ΕΟΚ.

Νομίζω ότι, επειδή το θέμα έχει άμεση σχέση με τα ΑΕΙ, πρέπει και στα ζητήματα που βάζουμε για την ανώτατη εκπαίδευση να παίρ­νουμε υπόψη και αυτή την τοποθέτηση του κόμματός μας. θ α ήθελα σε σχέση με αυτή την τοποθέτηση για τα ΑΕΙ να θίξω δυο πλευρές.

Εμείς βλέπουμε, και σωστά βλέπουμε, πως γίνεται μια γενικότε­ρη προσπάθεια από το διευθυντήριο της ΕΟΚ για υποθάθμιση της

231

Page 233: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ανώτατης παιδείας, με απώτερο στόχο την εξασφάλιση μιας «ελίτ» ανώτατης μόρφωσης και μιας «μάζας» επιστημόνων που θα είναι ή άνεργοι ή φτηνή εργατική δύναμη για τις πολυεθνικές εταιρείες. Η υπόθεση, βέβαια της προσπάθειας δημιουργίας μιας «ελίτ», που τη θέλει το μεγάλο κεφάλαιο για να το υπηρετεί, δεν είναι καινούργια. Από πάρα πολλές δεκαετίες, απ’ όταν τουλάχιστον ο καπιταλισμός άρχισε περισσότερο να δείχνει τις αντιδραστικές του πλευρές, αυτό ισχύει. Θυμηθείτε ακόμη στη δεκαετία του ’50, εργασίες που και εμείς οι κομμουνιστές κάναμε γΓ αυτό το ζήτημα και πόσο μιλούσαμε για προσπάθειες δημιουργίας τέτιων «ελίτ», από την άρχουσα τάξη. Που θέλει με αυτή την αντίληψη να συσκοτίσει και να υποκαταστή- σει το ρόλο που παίζουν οι τάξεις και τα κοινωνικά στρώματα στην πάλη για την πρόοδο. Και να εξασφαλίσει να τις έχει να υπηρετούν τα δικά της συμφέροντα. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που πασχίζουν, και μέσα στις νέες συνθήκες, να ετοιμάσουν, να διαμορφώσουν αυτή την «ελίτ», όσοι κατευθύνουν τις ενέργειες της ΕΟΚ. Μόνο που τη δημιουργία αυτών των «ελίτ» άλλοτε την ανάθεταν συνολικά στα ΑΕΙ, ενώ τώρα περισσότερο στα μεταπτυχιακά.

Από αυτή την άποψη, νομίζω ότι είναι πολύ καλή η συζήτηση που έγινε εδώ και η ανησυχία που εκφράστηκε για την υποβάθμιση των προπτυχιακών. Έ χω την εντύπωση πως όλους μας απασχολεί το πρόβλημα αυτό και η ανάγκη αναβάθμισης των προπτυχιακών και, αν κατάλαβα καλά, νομίζω ότι δεν διατυπώθηκαν αντίθετες γνώμες σε βασικές μας θέσεις που προτείνουμε για τα ΑΕΙ, όπως την ανάγκη να συνδεθούν οι προπτυχιακές σπουδές με την έρευνα και να εξασφαλι­στεί στη διάρκειά τους η ειδίκευση, με σειρά άλλα μέτρα, όπως την αλληλοβοήθεια και συνεργασία των τμημάτων ίδιας κατεύθυνσης στα ελληνικά ΑΕΙ, την υποχρεωτική ειδίκευση της πτυχιακής ερ­γασίας, των ομαδικών σεμιναρίων κλπ. Είναι καλό, ευχάριστο, ότι σ’ αυτό συμφώνησαν πρυτάνεις, καθηγητές κλπ. Είναι φανερό ότι, παρά τις προθέσεις της ΕΟΚ, υπάρχει η δυνατότητα να δυναμώσει η κοινή πάλη όλης της πανεπιστημιακής κοινότητας για ν’ αποκρου- στεί η προσπάθεια υποβάθμισης των προπτυχιακών και γενικότερα, συντηρητικής ανασυγκρότησης στα ΑΕΙ, κάτω από αυτές τις επι­λογές της ΕΟΚ. Για ν’ αποκρουστεί η προσπάθεια υποταγής της ανώτατης εκπαίδευσης στα ιδιωτικά συμφέροντα, για να μην κα­ταλήξουμε σ’ αυτό που αρκετά εύστοχα αποκαλείται «ΑΕΙ διαφορε­τικών ταχυτήτων».

Νομίζω ότι παρ’ όλα αυτά, πρέπει να βλέπουμε ότι υπάρχουν δυ­νατότητες, εφόσον ισχύει το καθεστώς της ένταξης στην ΕΟΚ, αξιο­ποίησης έστω της χρηματοδότησης που δίνει - όσο είναι υπο­χρεωμένη ή είναι θέμα δικής μας πάλης να τη δίνει - ή είναι θέμα πά­

232

Page 234: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

λης να την υποχρεώσουμε να δίνει περισσότερα. Πρωταρχικό ζήτη­μα εδώ, όπως από πολλούς τονίστηκε και από μας υπογραμμίζεται, είναι ο έλεγχος, ο τελευταίος λόγος να είναι στα ΑΕΙ ώστε αυτά τα προγράμματα να εντάσσονται στα προγράμματα της έρευνας των ΑΕΙ. Και μάλιστα αυτό θα μπορούσε κανείς ως ένα βαθμό, να το επε­κτείνει και σε σχέση με τη χρηματοδότηση από ιδιωτικές επιχειρή­σεις. Μην ξεχνάμε ότι και στην αλλαγή θα υπάρχουν οι ιδιωτικές ε­πιχειρήσεις. Εκείνο όμως που εμείς, πρώτα και κύρια, υπογραμμίζου­με - και καλά κάνουμε - είναι ότι δεν μπορεί η κυβέρνηση να υπο­χρεώνει, έτσι ή αλλιώς, τα ΑΕΙ να υποταχθούν σε οποιαδήποτε ιδιω­τική «προσφορά», κι αν δεν υποτάσσονται, να τα στερεί από κάθε κρατική επιχορήγηση για έρευνα. Κι ακόμα, απαιτούμε κι επιμένου­με, τυχόν τέτιες χρηματοδοτήσεις, να γίνονται αποδεκτές, αν εξα­σφαλίζουν στα ΑΕΙ τη δυνατότητα να εντάσσουν τις προτάσεις για έρευνα στα δικά τους προγράμματα ερευνών, αυτά που απαιτούν πραγματικά η φυσιογνωμία του ιδρύματος, η αποστολή του, οι ανά­γκες της ανώτατης εκπαίδευσης στο συγκεκριμένο ίδρυμα.

Έχουν ασφαλώς το σκοπό τους και το διευθυντήριο της ΕΟΚ και οι καπιταλιστές, που κάνουν τέτιες προσφορές. Ας μην ξεχνάμε όμως, ότι πολλές φορές είναι αναγκασμένοι να δίνουν κάποια χρήμα­τα, είτε για να τηρούν ορισμένα προσχήματα, είτε γιατί θέλουν με αυτό τον τρόπο, να επιτύχουν άλλες επιδιώξεις. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να μην αξιοποιήσουμε και αυτές τις πλευρές. Και στην περίπτωση που δούμε ότι αυτοί οι κύριοι πάνε να παρέμθουν κυνικά στο έργο μιας πραγματικά αναβαθμισμένης παιδείας και έρευνας, νομίζω ότι το πανεπιστημιακό κίνημα, ενωμένο, είναι δυνατό να αντι­μετωπίσει τέτιες απόπειρες, να τις αποκρούσει και να τις αποκαλύ- ψει. Και αυτό θα είναι μια σημαντική κατάκτηση. Δεν είναι, αγαπη­τοί φίλοι, αυτό λογική οπορτουνισμού. Είναι λογική σύγκρουσης, πάλης δοκιμασμένης παγκόσμια, αλλά και από μας.

Πέμπτο: Θα το θεωρούσα λάθος, αν και σ ’ αυτήν την ομιλία, τε­λειώνοντας, δεν αναφερόμουν ξανά - έχει γίνει πολλές φορές αλλά πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να γίνει και σήμερα - στο καθήκον που έχουμε όλοι, που έχουν οι νέοι φοιτητές, οι νέοι επιστήμονες, να κα­ταχτούν τη γνώση μέσα στις σημερινές και στις οποιεσδήποτε συνθήκες. Ακούσαμε χτες κάτι πολύ χαρακτηριστικό. Μια ερώτηση σ’ ένα πανεπιστημιακό αμφιθέατρο: «Καταχτούμε τη γνώση για ποιον, για το κεφάλαιο;» Και βέβαια ακούσαμε την πολύ σωστή και ολοκληρωμένη απάντηση που δόθηκε. Θέλω να ελπίζω ότι δεν ήταν κομμουνιστής ο φοιτητής που έκανε την ερώτηση. Είμαι όμως σίγου­ρος πως, παρά την πρόοδο που έχουμε κάνει σ’ αυτόν τον τομέα, δεν έχει ακόμα κατανοηθεί το ζήτημα αυτό πλήρως απ’ όλα τα μέλη της

233

Page 235: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΚΝΕ, απ’ όλους τους κομμουνιστές φοιτητές. Ό τι δηλαδή, χρειάζε­ται μια τεράστια προσπάθεια για να καταχτούμε τις γνώσεις, αυτές που δίνονται σήμερα, ώστε να τις αφομοιώνουμε κριτικά. Δεν είναι πολύς καιρός από το περιστατικό στο περσινό Φεστιβάλ της ΚΝΕ, όταν ο X. Φλωράκης, ο Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, κάλε- σε για καλύτερες επιδόσεις, μαθητές και φοιτητές. Έχουμε από τότε προχωρήσει σε καλό δρόμο. Αλλά ακόμα πιστεύω, δεν πήρε το βάθος πο(· έπρεπι: η κατανόηση αυτού του θέματος.

Θέλουμε πραγματικά να έχουμε τους άριστους μαζί.μας. Και οι Κνίτες να είναι άριστοι. Αυτό δεν είναι αντίφαση σε όσα λέμε - και σωστά τα λέμε - για τους ταξικούς φραγμούς. Ο Νίκος Κοτζιάς στην κεντρική εισήγηση, μας θύμισε ένα ωραίο απόσπασμα του Μαρξ για το πώς η άρχουσα τάξη θέλει να πάρει τους καλύτερους στην υπη­ρεσία της. Νομίζω πως, πολύ περισσότερο σήμερα, πρέπει να το δούμε και μεις αυτό το ζήτημα. Να κερδίσουμε εμείς τους καλύτε­ρους. Να γίνουμε εμείς οι καλύτεροι στην κατάκτηση και την κρι­τική αφομοίωση και των σημερινών γνώσεων. Να γίνει κατανοητό, ότι όποιος δεν είναι πρωτοπόρος στην επιστήμη, θα υστερήσει γε­νικά σε πάρα πολλά πράγματα.

Θέλω να προσθέσω και κάτι άλλο: Ασφαλώς είναι λάθος μεγάλο για έναν επιστήμονα, να κλείνεται μόνο στην επιστήμη του, να νομί­ζει πως δεν έχει κανένα άλλο κοινωνικό ρόλο να παίξει και πως αυτή είναι η αποστολή του. Αλλά θα ήταν τραγικό λάθος, πολύ μεγαλύτε­ρο λάθος, αν ένας επιστήμονας, ή ένας που σπουδάζει για να γίνει ε­πιστήμονας, που λέει, ότι κατανοεί τον κοινωνικό του ρόλο, ότι είναι προοδευτικός, ότι είναι κομμουνιστής, ότι παλεύει, αν αυτός δεν κα­ταλαβαίνει ότι πρέπει να κατακτά άριστα και τη σύγχρονη γνώση και όλα όσα έχει συσσωρεύσει η ανθρωπότητα.

Δεν θα ήθελα να σας κουράσω περισσότερο. Ακόμα μια φορά να ευχαριστήσω όλους και να ευχηθώ καλές επιτυχίες στην κοινή μας προσπάθεια για αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης.

234

Page 236: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Page 237: Πανεπιστήμιο και κοινωνία
Page 238: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

1. Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕΓΙΑ ΑΜΕΣΗ ΣΥΓΚΛΗΣΗΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ(ΣΑΠ)*

Το ΚΚΕ ζητά την άμεση σύγκληση του ΣΑΠ ώστε να γίνει δυ­νατή η συζήτηση των οικονομικών των ΑΕΙ πριν από την ψήφιση του νέου κρατικού προϋπολογισμού, καθώς και για τη συζήτηση σ’ αυτό σειράς άλλων καίριων θεμάτων των πανεπιστημίων.

Ο Υπουργός Παιδείας με τη στάση του, τη μη σύγκληση του ΣΑΠ τον Ιούνη και το Σεπτέμβρη ’86 σύμφωνα με την ισχύουσα νο­μοθεσία (ΠΔ 2/83), τη συνεχή αναβολή της ημερομηνίας σύγκλησής του. τελευταία για τις 21 Δεκέμβρη, (λίγο πριν τις διακοπές ) καΓτην άρνησή του να περιλάθει στα θέματα ημερήσιας διάταξης τα κυριό- τερα ζητήματα των ΑΕΙ, όπως αυτό των μεταπτυχιακών σπουδών και έρευνας, αποδείχνει ότι υποβαθμίζει τη λειτουργία του συλλογικού αυτού οργάνου, περιορίζει ακόμα και τα τυπικά συμμετοχικά δικαιώ­ματα των φορέων της εκπαίδευσης.

Την ίδια περίοδο η κυβέρνηση προχωρεί σε ενέργειες καίριας σημασίας για τα ΑΕΙ, ιδιαίτερα στη βάση των αποφάσεων των οργά­νων της ΕΟΚ, όπου λαμβάνονται αποφάσεις για το μέλλον των ΑΕΙ χωρίς ίχνος διαλόγου. Τελευταία κατέθεσε νομοσχέδιο σχετικό με τα ΑΕΙ. με βασικά αρνητικές επιπτώσεις στα ιδρύματα παρά το ότι λύνει θετικά ορισμένες εκκρεμότητες, χωρίς διάλογο στο ΣΑΠ.

Είναι εμφανείς οι κυβερνητικές προσπάθειες υποκατάστασης του ΣΑΠ από μια νέα «Σύνοδο των Πρυτάνεων» ενώ ταυτόχρονα το Υπουργείο Παιδείας αρνείται να συζητά με τους φοιτητικούς συλλό­γους.

Το ΚΚΕ ζητά την άμεση σύγκληση του ΣΑΠ για τη συζήτηση των παρακάτω θεμάτων:

* Στάλθηκε στις 26 του Νοέμβρη 1986 στη Γραμματεϊα του ΣΑΠ για συζήτη­ση στην πρώτη του σύγκληση.

237

Page 239: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

1. Επιχορηγήσεις ΑΕΙ στον νέο κρατικό προϋπολογισμό.2. Νομοθετικές ρυθμίσεις που κατάθεσε το Υπουργείο Παιδείας.3. Δομή ανώτατης εκπαίδευσης - ζητήματα εθνικού σχεδιασμού.4. Μεταπτυχιακές σπουδές και έρευνα.5. Συγγράμματα.6. Λειτουργία ΣΑΠ.Είναι φανερό ότι η συζήτηση των επιτακτικών αυτών προ­

βλημάτων απαιτεί περισσότερες από μια συνεδριάσεις του ΣΑΠ.Δίνουμε στη συνέχεια σε συντομία τα βασικά σημεία των ει-

σηγήσεών μας στα προτεινόμενα θέματα για διευκόλυνση της το­ποθέτησης των μελών του ΣΑΠ. Για το λόγο αυτό παρακαλούμε η γραμματεία, να διανέμει στη βάση και των υποχρεώσεών της το κείμε­νο αυτό, στα μέλη του ΣΑΠ.

Επιχορηγήσεις ΑΕΙ

Είναι γνωστό σ’ όλους ότι τα ΑΕΙ αντιμετωπίζουν μεγάλα οικο­νομικά προβλήματα. Αυτά οξύνονται εξαιτίας και της επικείμενης (τουλάχιστον έτσι είναι διακηρυγμένο) λειτουργίας των μεταπτυ­χιακών σπουδών και των σοβαρών προβλημάτων της φοιτητικής μέ­ριμνας λόγω της γενικότερης κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης. Οι προτάσεις των ΑΕΙ για την οικονομική τους επιχορήγηση πε- ρικόπηκαν την περασμένη χρονιά συνολικά κατά 50%, ενώ υπάρχουν και προβλήματα στην καταβολή ακόμα και αυτών των εγκριμμένων πιστώσεων κύρια για τα κονδύλια των δημόσιων επενδύσεων.

Η κυβέρνηση πρόσφατα μετάΟεσε στα ΑΕΙ νέα κονδύλια όπως αυτό των συγγραμμάτων και προτίθεται, όπως δηλώνει, να μεταβιβά­σει και άλλα. Η θετική καταρχήν αυτή ρύθμιση αν συνδυαστεί με πε­ρικοπή δαπανών θα καταλήξει απλά σε μια προσπάθεια μετάθεσης ευθυνών και χρεών.

Τα ΑΕΙ σήμερα αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα προσωπικού. Υπάρχει σοβαρή ανάγκη προσλήψεων νέων μελών ΔΕΠ καθώς και διοικητικών υπαλλήλων και ΕΔΤΠ.

Η κυβέρνηση αρνείται να υλοποιήσει το ν. 1268 και να προ­κηρύξει τις θέσεις ΔΕΠ τις οποίες επέβαλε ο ν. 1268. Ακόμα καθυστε­ρεί σημαντικά για οικονομικούς λόγους την υπογραφή των όποιων νέων διορισμών.

Ό σον αφορά το ΕΔΤΠ και τους Διοικητικούς Υπαλλήλους η κυ,θέρνηση αντί να προχωρήσει σε κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων προωθεί την πρόσληψη έκτακτου προσωπικού στα πλαίσια γενικότερα αρνητικών ρυθμίσεων που κάνει στους εργασιακούς χώρους.

238

Page 240: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Ό σον αφορά την επιχορήγηση της πανεπιστημιακής έρευνας το Υπουργείο Παιδείας χρηματοδοτεί στο ύψος (περίπου) των 50 εκατ. τα ΑΕΙ, τη στιγμή που αρμόδια υπουργός δηλώνει ότι η επιχορήγηση για έρευνα στην ιδιωτική πρωτοβουλία μέσα στο 1986 στα πλαίσια των ΠΑΒΕ είναι του ύψους του 1 δισεκ.

Τα προβλήματα σίτισης και στέγασης των φοιτητών παίρνουν νέα διάσταση. Υποστηρίζουμε τα αιτήματα των φοιτητών για κάρτα σίτισης δυο γευμάτων, άμεση ανέγερση φοιτητικών εστιών, στεγα­στικό επίδομα με κοινωνικά κριτήρια σε φοιτητές. Είναι ανάγκη ακόμα να αξιοποιηθεί ουσιαστικότερα η ιδιαίτερη πανεπιστημιακή περιουσία. Εκκρεμεί ακόμα η χορήγηση δανείων σε δικαιούχους φοιτητές.

Αφαιρείται το ανθυγιεινό επίδομα από τους δικαιούχους ερ­γαζόμενους στα ΑΕΙ και δεν ικανοποιείται το αίτημα των ΑΕΙ για ί­δρυση βρεφονηπιακών σταθμών.

Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές, ειδικοί μεταπτυχιακοί υπότροφοι (ΕΜΥ), έχουν ουσιαστικά σταματήσει να προσλαμβάνονται ενώ η ανάγκη για μεταπτυχιακές σπουδές αυξάνει. Η επιχορήγηση των ΕΜΥ παραμένει στις 20.000 δρχ. το μήνα, ενώ το κονδύλι έχει μετα­φερθεί στον προϋπολογισμό των ΑΕΙ. Είναι αναγκαία η οικονομική ενίσχυση των μεταπτυχιακών φοιτητών στο επίπεδο των 45.000 δρχ. Η άρνηση χορήγησης υποτροφιών οδηγεί αντικειμενικά σε νέους τα­ξικούς φραγμούς σ’ αυτή τη βαθμίδα της εκπαίδευσης.

Η κυβέρνηση, όπως έχει ανακοινωθεί, έχει συζητήσει τα θέματα του προϋπολογισμού Παιδείας. Οφείλει να συζητήσει στο ΣΑΠ την οικονομική της πολιτική απέναντι στα ΑΕΙ. Η συζήτηση κατανομής ψηφισμένου προϋπολογισμού χωρίς προηγούμενη συζήτηση είναι επίφαση διαλόγου.

Το ΚΚΕ απαιτεί αύξηση των δαπανών για τα ΑΕΙ στη βάση των προτάσεων των ιδρυμάτων με στόχο ένα προγραμματισμό σταδιακής ικανοποίησης των αναγκών τους. Η κυβέρνηση τουλάχιστον θα πρέ­πει να δηλώσει εάν προτίθεται να αυξήσει ή να μειώσει τις δαπάνες για τα ΑΕΙ.

Για το σχέδιο νόμου: «Ρύθμιση θεμάτων ΑΕΙ και άλλες διατάξεις»

Στο σχέδιο νόμου αυτό έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:1. Η θετική ρύθμιση της παρ. 1 άρθρο 1 που μεταβιβάζει στον

πρύτανη την αρμοδιότητα της έκδοσης των πράξεων διορισμού κλπ., θα ’ναι χωρίς αντικείμενο αν δεν εξασφαλιστούν οι αντίστοιχες δαπάνες. Αλλωστε γ ι’ αυτό το λόγο καθυστερούσε την έκδοσή τους και το ΥΠΕΠΘ προφασιζόμενο διάφορες ανεπίτρεπτες δικαιολογίες.

2. Είναι απαράδεκτη η ρύθμιση του εδαφ. (α) της παρ. 2, αρ. 1

239

Page 241: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τόσο ως προς τη διάρκεια της άδειας (3 μήνες στα τρία χρόνια) όσο και ως προς την αφαίρεση των αποδοχών για τους 2 από τους 3 μήνες.

3. Είναι προφανές ότι με την παρ. 7 του αρ. 1 και το προβλεπόμε- νο ΠΔ θα επιχειρηθεΐ η εισαγωγή των διδακτικών μονάδων. Είμαστε αντίθετοι σε μια τέτια ρύθμιση γιατί θα περιπλέξει το ζήτημα της Βαρύτητας του κάθε μαθήματος.

4. Στην παρ. 9 του αρ. 1 πέρα απ’ τη σωστή ρύθμιση της ισο­τιμίας του πτυχίου ΕΑΣΑ με το πτυχίο ΤΕΦΑΑ (επειδή δεν υπήρχε ΤΕΦΑΑ) προωθείται η γνωστή οδηγία της ΕΟΚ για την ισοτιμία των πτυχίων, με υποβάθμιση του πτυχίου του ΤΕΦΑΑ. Γεγονός με επικίν­δυνες επιπτώσεις για το μελλοντικό κύρος της ελληνικής εκπαίδευ­σης.

5. Προωθείται η κύρωση της υπουργικής απόφασης για τις μετα­γραφές πριν ολοκληρωθεί η εξέταση των περιπτώσεων στο ΣΑΠ (από την προηγούμενη συνεδρίαση). Στην υπουργική απόφαση αυτή μας βρίσκει αντίθετους ο τρόπος που γίνεται η ρύθμιση για τη μετα­γραφή λόγω συζύγου και αδελφού.

Λομή Ανώτατης Εκπαίδευσης - Ζητήματα Εθνικού Σχεδιασμού

Σοβαρές αρνητικές εξελίξεις υπάρχουν στο θέμα της δομής της ανώτατης εκπαίδευσης καθώς και του γενικότερου σχεδιασμού της, που προωθούνται από την κυβέρνηση χωρίς να γίνονται αντικείμενο διαλόγου.

Σ’ αυτές τις ενέργειες σημαντικό ρόλο παίζει η πολιτική της κυβέρνησης απέναντι στην ΕΟΚ μετά την υπογραφή το Δεκέμβρη '85 στο Λουξεμβούργο της αναθεώρησης της συνθήκης της Ρώμης και την αποδοχή του στόχου της ενιαίας εσωτερικής αγοράς μέχρι το 1992.

Η πολιτική της ΕΟΚ, που αποδέχεται και η ελληνική κυβέρνη­ση, στα ζητήματα των ΑΕΙ εκφράζεται κύρια από τα αλληλοσυμπλη- ρούμενα μέτρα όπως την πρόταση οδηγίας για αναγνώριση των πτυχίων, τα προγράμματα ERASMUS και COMETT, το ψήφισμα για την ανώτατη εκπαίδευση στην Κοινότητα κ.ά.

Η οδηγία για αναγνώριση των πτυχίων που λαμβάνονται στις χώρες της ΕΟΚ, αφορά ένα θέμα που πρέπει να λύνεται από εθνικά όργανα στη βάση της προστασίας των συμφερόντων της συγκε­κριμένης χώρας, λαμθάνοντας βέβαια υπόψη την αντικειμενικότητα της διεθνοποίησης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Σε αντίθε­ση με τα παραπάνω, μέσα από την οδηγία που ήρθε σαν απόρροια της σύσκεψης του Μιλάνου για την Ευρώπη της ενιαίας εσωτερικής α­γοράς, επιδιώκεται η υποβάθμιση των πτυχίων συνολικά, αφού σαν μέτρο αναγνώρισής τους θα είναι η τρίχρονη σπουδή σε όποιο δημό­

240

Page 242: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σιο ή ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα μετά από το τέλος της συνήθους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Ό πως λένε χαρακτηριστικά οι φοιτητές «θα σπουδάζεις πέντε χρόνια και θα μετράνε τρία».

Η Σύγκλητος του ΕΜΠ ομόφωνα καταδίκασε αυτή την οδηγία και απαιτεί το δίπλωμα του ΕΜΠ να διατηρήσει την ουσιαστική και τυπική ισοτιμία του με το Master των αγγλοσαξωνικών ΑΕΙ. Η κυβέρνηση στο εξαγγελόμενο νομοσχέδιό της προωθεί και στην ε­θνική νομοθεσία τις οδηγίες μέσα από την ισοτιμία του ΤΕΦΑΑ με οποιεσδήποτε τρίχρονες σπουδές σε ανάλογο τμήμα του εξωτερικού.

Το σχέδιο ERASMUS προωθεί τυπικά την κινητικότητα των σπουδαστών στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με στόχο μέ­χρι το 1992 το 10",' των φοιτητών της Κοινότητας να έχει κάνει I χρόνο σπουδών του σε άλλη κοινοτική χώρα.

Οι ανταλλαγές σπουδαστών, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών, μέσα από ισότιμες διακρατικές συμφωνίες για σπουδές σε κλάδους που θα απορρέουν από εθνικό προγραμματισμό είναι αναμφισβήτητα ωφέλιμες. Η εισηγητική έκθεση όμως του ERASMUS δηλώνει κα­θαρά τους στόχους τους:

«Επιπλέον στα έγγραφα που παραδίδονται στους σπουδαστές στο τέλος των σπουδών τους, είναι σημαντικό να αναφέρονται οι περίοδοι που έχουν πραγματοποιηθεί σε άλλο κράτος μέλος και ενδε­χομένως η συμμετοχή σε πρόγραμμα από το οποίο ενισχύθηκε χρη­ματικά από την Κοινότητα, προκειμένου να αυξάνεται η αξία των δι­πλωμάτων αυτών, τόσο για τους ίδιους τους σπουδαστές, όσο και για τους ενδεχόμενους εργοδότες τους. Οι δικαιούχοι κοινοτικής υπο­τροφίας καθώς και οι σπουδαστές που συμμετέχουν στα διαπανεπι- στημιακά προγράμματα ανταλλαγών, που θα χρηματοδοτούνται από το ERASMUS θα λαμβάνουν ειδική βεβαίωση. Είναι ένα από τα καλύτερα μέσα προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι μελλοντικές γε­νιές των υπευθύνων στη λήψη αποφάσεων θα θεωρούν τις συμπράξεις με τις επιχειρήσεις άλλων χωρών της Κοινότητας σαν τελείως φυ­σική και θετική γραμμή, αντί να βλέπουν σ’ αυτές μια πηγή ενδεχό­μενων κινδύνων. Επιπλέον είναι επίσης ένα από τα καλύτερα μέσα για την πρόληψη των παρορμητικών εκστρατειών προώθησης των ε­θνικών συμφερόντων εις βάρος του κοινοτικού συμφέροντος.»

Πρόκειται δηλαδή για τη δημιουργία ελίτ κατηγορίας φοιτητών σε αντιπαράθεση με το 90% των σπουδαστών που δεν θα έχει «την ει­δική βεβαίωση».

Ο Υπουργός Παιδείας, όταν αποδεχόταν πρόσφατα αυτά τα σχέδια την ίδια στιγμή πρόβαλε παρωχημένες ελληνοκεντρικές α­ντιλήψεις.

241

Page 243: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Παράλληλα, το σχέδιο, προωθεί κοινά προγράμματα σπουδών, όπου προφανώς, οι ανάγκες.των ισχυρών της ΕΟΚ θα επιβάλλουν τη θέλησή τους. Την όποια σοβαρή υλικοτεχνική υποδομή διαθέτουν, δεν πρόκειται προφανώς να τη μεταφέρουν στην Ελλάδα. Ακόμα, με τα κοινά προγράμματα, θα προωθήσουν σε ιδεολογικό επίπεδο την αντιδραστική ιδεολογία των ευρωπαϊκών μονοπωλίων. Ιδιαίτερα, το σχέδιο επιμένει στη δημιουργία προϋποθέσεων για την υλοποίηση της οδηγίας «αναγνώρισης» - υποθάθμισης των πτυχίων που τίθεται και σαν όρος για την προώθηση των σχεδίων.

Το θέμα βέβαια, όσον αφορά τα κοινά προγράμματα σπουδών, δεν είναι η αξιοποίηση από κάθε χώρα της πείρας άλλων, που για χώρες σαν την Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αναγκαία, αλλά η επιβολή του κοινού προγράμματος.

Το σχέδιο COMETT αφορά:Α. Ανάπτυξη κοινοτικού δικαίου Συμπράξεων - Συνεργασίας

μεταξύ πανεπιστημίων και βιομηχανίας στον τομέα της κατάρτισης.Β. Έναρξη εφαρμογής κοινοτικών προγραμμάτων ανταλλαγών

μεταξύ των πανεπιστημίων και της βιομηχανίας που θα αφορούν τόσο τους φοιτητές, όσο και το πανεπιστημιακό και βιομηχανικό προσωπικό.

Γ. Σχεδιασμός, ανάπτυξη και αξιολόγηση ειδικών κοινών προ­γραμμάτων κατάρτισης που συνδέονται άμεσα με τις ανάγκες της βιο­μηχανίας υψηλής τεχνολογίας της Κοινότητας.

Δ. Συνεργασία των πανεπιστημίων και της βιομηχανίας με στόχο την ανάπτυξη συστημάτων ελεύθερης εκμάθησης και συντονι­σμό των προσπαθειών με στόχο την κατάρτιση των εκπαιδευτών, καθώς και τη δημιουργία σχετικής κοινοτικής τράπεζας δεδομένων.

Το σχέδιο, στην πρώτη φάση ανάπτυξής του, αφορά 10.000 φοι­τητές, που θα εργαστούν σε ΕΟΚική βιομηχανία ένα εξάμηνο κατά τη διάρκεια των σπουδών τους και 350 πανεπιστημιακούς και στελέ­χη της βιομηχανίας που θα εργαστούν στη βιομηχανία και στα πανε­πιστήμια. Για την Ελλάδα αναλογικά η αντιστοιχία σε αριθμούς εί­ναι 350 και 12 περίπου.

Το σχέδιο προβλέπει αλλαγές στα προγράμματα σπουδών που θα αποβλέπουν στην κάλυψη ειδικών αναγκών σε εξειδικευμένο ανθρώ­πινο δυναμικό. Παράλληλα, ο στόχος για τη δημιουργία ενός αποτε­λεσματικότερου συστήματος τοποθέτησης φοιτητών στη βιομηχανία σχετίζεται άμεσα με την πολιτική προσλήψεων της βιομηχανίας.

Τα κριτήρια κοινοτικής χρηματοδότησης των προγραμμάτων αυτών είναι η «ποιότητά τους, ο βαθμός στον οποίο συμβάλλουν στη δημιουργία σταθερής ευρωπαϊκής συνείδησης, οι νεοτεριστικές πλευρές τους και η συμβολή τους στην κατάργηση των εμποδίων που

242

Page 244: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

παρεμβάλλονται στη συνεργασία μεταξύ ανώτατης εκπαίδευσης και βιομηχανίας».

Ιδιαίτερη μέριμνα έχει το σχέδιο για τη δημιουργία συστήματος Ευρωπαϊκού Τεχνολογικού Ελεύθερου Πανεπιστήμιου, το οποίο θα δημιουργήσει ένα εύκαμπτο πλαίσιο, με έμφαση στην κατάρτιση των εκπαιδευτών.

Το σχέδιο COMETT ρητά προωθεί την υποταγή των ΑΕΙ στις ανάγκες των μονοπωλίων της ΕΟΚ με άμεσες επεμβάσεις στα προ­γράμματα σπουδών και έρευνας των ΑΕΙ. Παράλληλα, και εδώ έχου­με τη λογική της επιλογής των φοιτητών που θα μετέχουν στο σχέδιο με αντάλλαγμα, αν είναι άτομα «ικανά να αντιμετωπίσουν τις κοινω­νικές επιπτώσεις των τεχνολογικών αλλαγών», την πρόσληψη από την επιχείρηση.

Αλλά, η αναγκαία επαφή των φοιτητών με τη βιομηχανία θα πρέπει να γίνεται για το σύνολο των φοιτητών, όπως αυτό έχει επι­τευχθεί σε πολλές σοσιαλιστικές χώρες, και ακόμα η εργασία στη βιομηχανία να είναι μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος υπό τον έλεγχο των ΑΕΙ. Να μη χρησιμοποιείται σαν μέσο για την υποταγή φοιτητών στις ευρύτερες επιδιώξεις των μονοπωλίων, όπως αυτό δια­γράφεται σαν απαίτηση στα ντοκουμέντα της ΕΟΚ.

Κανείς δεν αρνείται, το αντίθετο μάλιστα, τη συνεργασία βιομη­χανίας - τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τρόπο που αυτή να σέβεται την αυτοτέλεια και τα όργανα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η συνερ­γασία μπορεί να γίνει ευρύτερα επωφελής στα πλαίσια μιας πολι­τικής παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας. Αυτά και τα δυο κτυπά η ΕΟΚ, στοχεύοντας στην υποταγή της τριτοβάθμιας εκ­παίδευσης στα τρέχοντα συμφέροντα των μονοπωλίων, πριν απ’ όλα των πολυεθνικών.

Τα σχέδια αυτά συνολικά αποβλέπουν για όλες τις χώρες της ΕΟΚ:

1. Στη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μαζικά, με παράλληλη ενίσχυση των μηχανισμών επιλογής για επιστημονική - επαγγελματική ειδίκευση ενός ποσοστού φοιτητών για την ικανοποίηση αναγκών των μονο­πωλίων.

2. Αύξηση της παρέμβασης των μονοπωλίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με άμεσο καθορισμό από τα πριν των κατευθύνσεων προ­πτυχιακών σπουδών - μεταπτυχιακών ερευνών. Ενίσχυση των δυνα­τοτήτων επιλογής από τα μονοπώλια αποφοίτων των ΑΕΙ που θα ερ­γαστούν σ’ αυτά με ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια. Παράλληλα, υ­ποτίμηση του δημόσιου χαρακτήρα των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκ­παίδευσης με την άμεση παρέμβαση σ’ αυτά και οικονομική «στή­

243

Page 245: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ριξή» τους από μονοπώλια. Χτύπημα ουσιαστικό στην όποια αυ­τοτέλεια έχουν τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

3. Προώθηση της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με ενί­σχυση των ταξικών φραγμών στη μόρφωση, στα πλαίσια της γενικής υποβάθμισης των σπουδών στα δημόσια ιδρύματα.

Το τελευταίο προωθείται έντονα στη χώρα μας με την ίδρυση ι­διωτικών ΑΕΙ με συνεργασίες ελληνικών ιδιωτικών φορέων με ξένα ΑΕΙ.

Ιδιαίτερα σαν άμεσες συνέπειες θα πρέπει να επισημανθούν:- Η πτώση του επιπέδου σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση,

με γενικότερες επιπτώσεις στο μορφωτικό επίπεδο του λαού, ακριβώς λόγω της εξάρτησης, σε αντίθεση με τους κυρίαρχους της ΕΟΚ, ό­που είναι φανερή η δυνατότητα και αναγκαιότητα διατήρησης ορι­σμένων κλάδων σπουδών σε ορισμένα ιδρύματα σε υψηλή στάθμη για την ικανοποίηση των αναγκών των μονοπωλίων και του συστήματος της κυριαρχίας τους.

- Αύξηση της ανεργίας μέσω της δυνατότητας εξαγωγής α­νεργίας των ισχυρών της ΕΟΚ.

- Αύξηση της τεχνολογικής εξάρτησης, απώλεια κάθε έννοιας εθνικού προγραμματισμού στην έρευνα.

Το ΚΚΕ αγωνίζεται μέσα και έςω από τα ΑΕΙ για την ενίσχυση της αυτοτέλειάς τους, ώστε τα ίδια να μπορούν να καθορίζουν τα προ­γράμματα σπουδών τους και τους βασικούς στόχους της έρευνας στα πλαίσια ενός εθνικού προγραμματισμού έρευνας χωρίς να παραβιάζε- ται η ακαδημαϊκή ελευθερία.

Ζητάμε ουσιαστική διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα των ΑΕΙ με επαρκή κρατική χρηματοδότηση ώστε να μην είναι όρος ζωής για τα ΑΕΙ η προσφυγή στον ξένο παράγοντα και την ιδιωτική πρωτοβουλία. Την τήρηση της συνταγματικής διάταξης για την α­παγόρευση της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που καταστρα­τηγείται.

Η δομή της ανώτατης εκπαίδευσης που προτείνουμε είναι διθάθ- μια. πτυχίο - διδακτορικό. Οι προπτυχιακές σπουδές πρέπει να συν­δυάζουν ουσιαστικές γνώσεις της συγκεκριμένης επιστήμης και ειδίκευση μέσα από τη δυνατότητα τον φοιτητή για συγκεκριμένες ε­πιλογές μαθημάτων. Προϋποθέτουν απαραίτητους όρους για την υλο­ποίηση αυτής της αντίληψης των προπτυχιακών σπουδών και απαι­τούν σοβαρή ενίσχυση των ΑΕΙ σε προσωπικό και υλικοτεχνική στήριξη.

Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στις προσπάθειες που δια- φαίνονται η ειδίκευση να μεταφερθεί σε κύκλο σπουδών μετά το πτυχίο και οι απόφοιτοι του πρώτου κύκλου σπουδών να μένουν α­

244

Page 246: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νειδίκευτοι. Επιμήκυνση πιθανή 1-2 εξάμηνα του πρώτου κύκλου σπουδών ίσως απαιτηθεϊ για την υλοποίηση των σπουδών όπως τις προτείνουμε ύστερα από συγκεκριμένες μελέτες των πανεπιστη­μιακών τμημάτων.

Θέματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και ειδίκευσης των πτυ- χιούχων δεν συνιστούν άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης και θα πρέπει να θεσμοθετηθούν με τη συνεργασία ΑΕΙ και επιστημονικών φορέων.

Ακόμα σταδιακά θα πρέπει να επιδιωχθεί η προσέγγιση των προ­πτυχιακών φοιτητών στην έρευνα όπως γίνεται στις αναπτυγμένες χώρες. Ιδιαίτερα σοβαρά ειδικά εκπαιδευτικά θέματα των ΑΕΙ κατά την άποψή μας είναι:

1. Η καθιέρωση και ενίσχυση της διδασκαλίας παιδαγωγικών μαθημάτων σ’ όλες τις σχολές όπου οι απόφοιτοί τους έχουν δυνατό­τητα διδασκαλίας στη βασική και μέση εκπαίδευση, δηλαδή το σύνο­λο σχεδόν των σχολών, και όταν η παιδαγωγική μπορεί να είναι ει­δική κατεύθυνση του πτυχίου.

2. Η διδασκαλία βασικών στοιχείων της πληροφορικής σ’ όλες τις σχολές των ΑΕΙ είναι εντελώς αναγκαία. Η ανάπτυξη των τμημά­των πληροφορικής για αποφοίτηση ειδικών πρέπει να μας απα­σχολήσει σε μια ειδική συζήτηση στα πλαίσια μιας πολιτικής αυτο­τελούς ανάπτυξης στη χώρα μας αυτού του κλάδου.

3. Απαιτούνται σύγχρονες βιβλιοθήκες στα ΑΕΙ καθώς και η σύνδεσή τους με διεθνείς τράπεζες πληροφοριών χωρίς αποκλει­σμούς.

Μεταπτυχιακές σπουδές - έρευνα

Το ΚΚΕ έχει εκδόσει σε μπροσούρα τις απόψεις του. Σύντομα θα δόσουμε εδώ τις θασικές μας θέσεις.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές και η πανεπιστημιακή έρευνα θα πρέπει να συμβάλλουν στην αυτοτελή οικονομική και πολιτική ανά­πτυξη της χώρας και να αναπτυχθούν άμεσα. Οι βασικές τους κα­τευθύνσεις θα πρέπει να συζητιούνται στο ΣΑΠ και το πρόγραμμά τους να αποφασίζεται από τα αρμόδια πανεπιστημιακά όργανα. Στα­διακά θα πρέπει να αναπτυχθούν σ’ όλους τους επιστημονικούς κλά­δους. Οι μεταπτυχιακές σπουδές πρέπει να οδηγούν σε διδακτορικό δίπλωμα και να είναι συνέχιση υψηλού επιπέδου προπτυχιακών σπουδών. Ό ποια επιμόρφωση πτυχιούχου γίνεται στα ΑΕΙ δεν συνι- στά άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης, απλά επικυρώνεται με πιστοποιη­τικό φοίτησης.

Σοβαρή μέριμνα θα πρέπει να ληφθεί για τους μεταπτυχιακούς φοιτητές όπου θα πρέπει να γενικευτεί ο θεσμός των υποτροφιών σε ύψος, σήμερα 45.000 δρχ. Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές θα πρέπει να

245

Page 247: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

προσλαμβάνονται, μετά από προκήρυξη, με ενιαία κριτήρια επι­λογής από τη ΓΣ του σχετικού τμήματος. Το κράτος θα πρέπει να με­ριμνά για την επαγγελματική τους αποκατάσταση σε θέσεις ανάλογες των προσόντων τους.

Τα αποφασιστικά όργανα για τις μεταπτυχιακές σπουδές θα πρέπει να είναι η ΓΣ Τμήματος και η Σύγκλητος του ΑΕΙ για διατμη- ματικά προγράμματα σε αντίθεση με τα στεγαστικά όργανα που προ­βλέπει ο ν. 1566. Δίπλα στα αποφασιστικά αυτά όργανα, ειδικά ειση­γητικά όργανα από όλους τους φορείς θα πρέπει να συσταθούν.

Η χρηματοδότηση των μεταπτυχιακών σπουδών κύρια πρέπει να γίνεται από την κρατική επιχορήγηση των ΑΕΙ. Ιδιωτική χρημα­τοδότηση εγκρίνεται κεντρικά από το ΑΕΙ και αφορά συγκεκριμένο πρόγραμμα και όχι μεμονωμένα άτομα.

Ό σον αφορά την έρευνα (δραστηριότητα άμεσα συνδεδεμένη με τις μεταπτυχιακές σπουδές), πρωταρχική σημασία έχει ο εθνικός προγραμματισμός της.

Η έρευνα θα πρέπει να αναπτυχθεί και στις νέες τεχνολογίες και στις βασικές επιστήμες, καθώς και σαν εφαρμοσμένη έρευνα συμβά- λει στην ανανέωση του τεχνολογικού δυναμικού της χώρας.

Ο δημόσιος τομέας της οικονομίας θα πρέπει κύρια να στηρίζει και να αξιοποιεί την ερευνητική προσπάθεια. Ο ιδιωτικός τομέας σε εξαιρετικές περιπτώσεις θα χρηματοδοτείται για έρευνα και τα κονδύλια θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε συνεργασία με αρμόδιο κρατικό φορέα έρευνας.

Η κυβέρνηση προσανατολίζεται και με δηλώσεις αρμοδίων στην υποταγή κάθε ερευνητικής προσπάθειας στον προγραμματισμό της ΕΟΚ χωρίς ποτέ να χρησιμοποιεί και το δικαίωμα του νόμου.

Σ' αυτά τα πλαίσια η κυβέρνηση έχει αδρανοποιήσει το Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΓΣΕ) του ν. 1514 παρ’ όλο που η σύνθεσή του είναι αντίθετη με τις απαιτήσεις του συνδικαλιστικού κινήματος.

Παράλληλα χρηματοδοτεί έντονα την ιδιωτική πρωτοβουλία, εντελώς ανεξέλεγκτα, σύμφωνα με την πολιτική των «νέων τζακιών», ενώ συμμετέχει στο EUREKA, ευρωπαϊκή παραλλαγή του πόλεμου των άστρων.

Η ρύθμιση του ΠΡΟΠΕ ότι όποιο ερευνητικό πρόγραμμα χρη­ματοδοτηθεί από τη βιομηχανία κατά 35°„ εντάσσεται αυτόματα στο ΠΑΕΤ και χρηματοδοτείται κατά το υπόλοιπο, δείχνει, στα πλαίσια και της ΙΟπλάσιας χρηματοδότησης που πήρε η ιδιωτική πρωτο­βουλία απ’ ότι τα ΑΕΙ για έρευνα, ότι τα ΑΕΙ για την ερευνητική τους προσπάθεια παραδίνονται σ’ έναν βαθμό στην ιδιωτική πρωτοβουλία έξω από κάθε προγραμματισμό.

246

Page 248: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Το ΣΑΠ 0α πρέπει σε επόμενη σύνοδό του ύστερα από σαφείς προτάσεις των ΑΕΙ, να συντάξει ένα πρόγραμμα πανεπιστημιακής έ­ρευνας. Ειδικότερα ζητήματα ερευνητικής πολιτικής των ΑΕΙ κατά τη γνώμη μας είναι:

1. Τα προβλήματα εξωτερικής χρηματοδότησης των ΑΕΙ για έ­ρευνα που θα πρέπει να εγκρίνονται κεντρικά από το ΑΕΙ, από αρμό­δια επιτροπή της Συγκλήτου ή την ίδια τη Σύγκλητο.

Όπως και πολλά ΑΕΙ ζητούν θα πρέπει να απαγορευτεί έρευνα μυστική για το ΝΑΤΟ και άλλους ξένους στρατιωτικούς οργανι­σμούς. Η έρευνα στα ΑΕΙ να εγκρίνεται και με κοινωνικά κριτήρια σκοπιμότητας.

2. Να επιδιωχθεί η άσκηση εφαρμοσμένης έρευνας στα ΑΕΙ, πρότυπων μελετών κλπ., στα πλαίσια και ανάλογης άσκησης των φοιτητών. Η έγκριση της χρηματοδότησης να γίνεται όπως περι- γράψαμε, ενώ τυχόν πατέντα να ανήκει στο ΑΕΙ και τον εφευρέτη.

Συγγράμματα

Το σύστημα συγγραφής και διανομής των πανεπιστημιακών βι­βλίων δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ΑΕΙ και στις δίκαιες α­παιτήσεις του ΔΕΠ και των φοιτητών. γΓ αυτό πρέπει να αλλάξει. Η αναγκαιότητα αλλαγής αυτού του συστήματος σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να συνεπάγεται την αφαίρεση μιας κατακτημένης κοινω­νικής παροχής προς τους φοιτητές, αλλά αντίθετα τη σωστή οργάνω­ση και την επέκτασή του για τη διευκόλυνση της επιστημονικής κατάρτισης.

Αναφέρουμε επιγραμματικά τις προτάσεις του ΚΚΕ:1. Να υπάρχει ένα βασικό σύγγραμα - βιβλίο σε κάθε μάθημα

σαν οδηγός για την εξέλιξη της διδασκαλίας του. Αυτό μπορεί να εί­ναι είτε του διδάσκοντα, είτε συλλογικό ομοειδών επιστημόνων, είτε μετάφραση κάποιου καλού συγγράμματος από τη διεθνή βιβλιο­γραφία.

2. Να δίνονται κι άλλα βιβλία και άρθρα στους φοιτητές γύρω από το συγκεκριμένο μάθημα.

3. Να δίνεται βιβλιογραφία κατά μάθημα και κατά θεματική ενότητα κάθε μαθήματος.

4. Να οργανωθούν οι βιβλιοθήκες των ΑΕΙ με ευρύτητα σε τίτ­λους και επαρκή σε ποσότητα βιβλία και περιοδικά έτσι ώστε να μπορούν να ανατρέξουν για να διαβάσουν ή να δανειστούν οι φοι­τητές.

5. Οι τομείς και τα τμήματα στη βάση του προγράμματος σπουδών θα αποφασίζουν για τα βιβλία που χρειάζονται σύμφωνα με τις εισηγήσεις των διδασκόντων, (χωρίς αυτό να ’χει την έννοια της

247

Page 249: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

λογοκρισίας, αλλά της ουσιαστικής τήρησης του προγράμματος σπουδών).

6. Η αμοιβή των συγγραφικών δικαιωμάτων των διδασκόντων είτε να γίνεται εφ’ άπαξ από το κράτος όσον αφορά τη χρήση του σαν διδακτικό βιβλίο για τη δωρεάν διανομή) με αναφαίρετο, παράλλη­λα, το δικαίωμα του συγγραφέα να το κυκλοφορήσει στο ελεύθερο εμπόριο, είτε μέσω της αγοράς του ανάλογου αριθμού αντιτύπων από τον εκδοτικό οίκο με σύμβαση.

7. Το ύψος της αμοιβής των συγγραφικών δικαιωμάτων να κα­θορίζεται από το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο που έχουμε προτείνει να λειτουργεί στα πλαίσια του ΣΑΠ με συγκρότηση ειδικών επιτροπών.

8. Η διανομή όλων των συγγραμάτων, βιβλίων, σημειώσεων, βοηθημάτων κλπ., να γίνεται δωρεάν από τα τμήματα.

9. Να λειτουργήσουν πανεπιστημιακά τυπογραφεία για την κά­λυψη συνολικά ή εν μέρει των εκδοτικών αναγκών των ΑΕΙ.

10. Να ανταποκριθεί το υπουργείο στις υποχρεώσεις που ήδη έ­χει απέναντι στους συγγραφείς συγγραμμάτων και τα εκδοτικά.

Λειτουργία ΣΑΠ

Είναι αναγκαία η ουσιαστικοποίηση της λειτουργίας του ΣΑΠ, το οποίο μέχρι σήμερα δεν έχει επιτελέσει ουσιαστικό έργο.

Πιστεύουμε ότι οι αρμοδιότητες του ΣΑΠ θα πρέπει να διευρυν- θούν και τυπικά και ουσιαστικά. Η αναγγελία του πρόσφατου νομο­σχέδιου χωρίς γνώμη του ΣΑΠ είναι κραυγαλέο παράδειγμα υποτίμη­σης του οργάνου.

Κατά τη γνώμη μας το ΣΑΠ θα πρέπει να εισηγείται και να γνω- μοδοτεί για όλα τα ζητήματα της ανώτατης εκπαίδευσης και η κυβέρ­νηση υποχρεώνεται να ζητά τη γνώμη του για το γενικότερο προ­γραμματισμό της, τις απαιτούμενες δαπάνες για τα ΑΕΙ πέρα από τις αρμοδιότητες που του καθορίζει η σημερινή νομοθεσία.

Ακόμα είναι αναγκαία η οικονομική στήριξη του ΣΑΠ και η δη­μιουργία προϋποθέσεων εκπόνησης συγκεκριμένων μελετών - ει­σηγήσεων. Η αντίληψη του Υπουργείου Παιδείας για ανάθεση των εισηγήσεων του ΣΑΠ σε διευθύνσεις του υπουργείου υποβαθμίζει το όργανο, ενώ βέβαια η υποστήριξη της αυτοτέλειάς του από διευθύν­σεις του υπουργείου είναι αναγκαία.

Επίσης κατά την άποψή μας, αναγκαία για την επιστημονική στήριξη του έργου του ΣΑΠ είναι η δημιουργία Ακαδημαϊκού Συμ­βουλίου από πανεπιστημιακούς καθηγητές στα πλαίσια του ΣΑΠ. προτεινόμενους από τα ΑΕΙ.

248

Page 250: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

2. Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΑΠ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ*

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΕισαγωγήΗ ανθρωπότητα διανύει σήμερα, στα μέσα του τελευταίου τετάρ­

του του 20ού αιώνα, μια εποχή που η τεράστια ανάπτυξη της Επιστή­μης και της Τεχνικής συνιστά ένα ποιοτικό άλμα στις παραγωγικές της δυνάμεις. Κι αυτό γιατί η νέα φάση που μπήκε εδώ και πολύ λίγα χρόνια η επιστημονικοτεχνική επανάσταση (ΕΤΕ), με τη γοργή ανάπτυξη ορισμένων νέων τεχνολογιών ή τεχνολογιών αιχμής, κύρια της πληροφορικής - μικροηλεκτρονικής, της βιοτεχνολογίας και της τεχνολογίας νέων υλικών, οδηγεί σε μια γιγαντιαία αύξηση των υ­λικών και πνευματικών δυνατοτήτων της ανθρωπότητας.

Είναι φανερό λοιπόν ότι η Έρευνα και η Τεχνολογία (Ε-Τ). οι κοινωνικές δηλαδή διαδικασίες που παράγουν τη νέα γνώση και τη βάζουν στην υπηρεσία της παραγωγής, αποκτά αντικειμενικά ένα ολοένα και αυξανόμενο ειδικό βάρος στις σύγχρονες κοινωνίες.

Η πραγματικότητα αυτή αναγνωρίζεται σήμερα από όλες τις πλευρές. Οι θεωρητικοί όμως του ιμπεριαλισμού προσπαθούν να απο­κρύψουν ή να διαστρεβλώσουν σημαντικότατες πλευρές του φαι­νομένου αυτού, να το παρουσιάσουν σαν μια διαδικασία που συντε- λείται έξω και πέρα από τις σχέσεις παραγωγής, την ταξική πάλη και τα κοινωνικά συστήματα. Καλλιεργούν μάλιστα την αυταπάτη για «ουδέτερη» έρευνα που με τα τεράστια επιτεύγματά της θα λύσει όλα τα εκρηκτικά προβλήματα και τις ανάγκες της ανθρωπότητας.

Σήμερα όμως η ανάπτυξη της έρευνας και της τεχνολογίας γίνε­ται περισσότερο από ποτέ πεδίο ανταγωνισμού από τη μια μεριά ανάμεσα στις χώρες του ιμπεριαλισμού, που εντάσσουν τα επιτεύγμα­τα της ΕΤΕ πρώτα και κύρια στην τελειοποίηση και συσσώρευση ο­πλικών συστημάτων μαζικής καταστροφής και στις χώρες του σο­σιαλισμοί). που δημιουργούν τις συνθήκες για να θέσουν την επιστή­

* Κατατέθηκε στη Συνεδρίαση του ΣΑΠ στις 26 και 27 του Γενάρη 1987.

249

Page 251: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μη και την τεχνολογία αποκλειστικά στην υπηρεσία της ολόπλευρης ανάπτυξης της φιλειρηνικής τους κοινωνίας και γενικότερα της αν­θρωπότητας.

Στις χώρες του καπιταλισμού η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνικής χρησιμοποιείται για να διευκολύνει όλο και περισσότερο τη συγκέντρωση του πλούτου και της εξουσίας στα χέρια λίγων τεράστιων πολυεθνικών εταιρειών, δημιουργεί νέες στρατιές ανέρ­γων, εντατικοποιεί την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και εκ­συγχρονίζει τους μηχανισμούς καταπίεσης των εργαζομένων. Η ρα­γδαία τεχνολογική πρόοδος χρησιμοποιείται για να διευρύνει το οι­κονομικό χάσμα ανάμεσα στα 3 ιμπεριαλιστικά κέντρα και τις λιγό- τερο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες που, στο όνομα και του δή­θεν τεχνολογικού εκσυγχρονισμού τους. σύρονται με νέα και ι­σχυρότερα δεσμά εξάρτησης στο δρόμο της καπιταλιστικής ολο­κλήρωσης με τα κέντρα αυτά. Με τα νέα επιτεύγματα της ΕΤΕ ο ιμπε­ριαλισμός προσπαθεί να εντείνει την καταλήστευση του πλούτου των αναπτυσσόμενων χωρών, ισχυροποιώντας τα νεοαποικιακά του ερεί­σματα σ’ όλη την υφήλιο.

Μέσα σ’ αυτό το γενικό παγκόσμιο πλαίσιο, πώς όμως κινούνται οι αντίστοιχες διαδικασίες στη χώρα μας; Γίνονται κάποιες προσπά­θειες ανάπτυξης της Ε-Τ και προς ποια κατεύθυνση; Πώς διαμορφώ­νεται η σχετική κυβερνητική πολιτική; Ποια η στάση των πολιτικών δυνάμεων;

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ

Το κοινωνικοπολιτικό καθεστώς, που επιβλήθηκε στη χώρα μας με τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, προδιαγράφει για πολλά χρόνια και τον τρόπο αντιμετώπισης των θεμάτων της Ε-Τ.

Μέσα στα πλαίσια της ολοκληρωτικής εξάρτησης της χώρας η έρευνα και τεχνολογία αντιμετωπίζονται σαν ένα διακοσμητικό, το πολύ, στοιχείο της κοινωνικής ζωής. Η άρχουσα τάξη και οι πολιτι­κοί εκφραστές της, που ταυτίζουν την τύχη τους με την παρουσία και τα συμφέροντα του ξένου (αμερικάνικου) παράγοντα στη χώρα, υλο­ποιούν την πολιτική της προώθησης της απόλυτης τεχνολογικής εξάρτησης. Έτσι δεν επιχειρείται αρχικά καμιά προσπάθεια ανάπτυ­ξης ουσιαστικών ερευνητικών δραστηριοτήτων, ούτε και στην κα­τεύθυνση της δημιουργίας μιας υποδομής που θα μπορούσε να χρησι­μοποιηθεί για την εξυπηρέτηση κάποιων αναγκών του ντόπιου ή ξέ­νου κεφαλαίου. Η επιλογή είναι απόλυτη. Ολόκληρη η τεχνολογία θα εισάγεται με τους όρους των ξένων. Το όποιο επιστημονικό δυνα­

5̂0

Page 252: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μικό Οα πρέπει να εςειδικευθεί στις «προστάτιδες» χώρες, κατά προτίμηση τις ΗΠΑ.

Έ τσι τα πρώτα ερευνητικά κέντρα ιδρύονται στις αρχές της δε­καετίας του ’60 (Δημόκριτος, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών -ΕΙΕ) για να εξυπηρετήσουν βασικά λόγους γοήτρου και θιτρίνας. Στα κέντρα αυτά όπως και στα πανεπιστήμια διεξάγεται κάποια ελάχιστη, θεω­ρητικού κύρια χαρακτήρα, έρευνα, απόλυτα ξεκομμένη από την πα­ραγωγή ή τη δημιουργία εξειδικευμένου επιστημονικού δυναμικού. Το όποιο ερευνητικό έργο στηρίχθηκε στις ατομικές προσπάθειες των ελάχιστων ερευνητών. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η κατάσταση αυτή συνοδεύεται και με το ανάλογο σκοταδιστικό ιδεο­λογικό πλαίσιο, που παρουσιάζει την εφαρμοσμένη έρευνα περίπου σαν «χυδαία ενασχόληση». Έ τσι στο ιδρυτικό του Εθνικού (Βασιλι­κού τότε) Ιδρύματος Ερευνών καθορίζεται ότι απαγορεύεται να διεξάγεται εφαρμοσμένη έρευνα.

Παράλληλα ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, παρα- τηρείται ένα διογκούμενο μεταναστευτικό ρεύμα νέων προικισμένων πτυχιούχων για μεταπτυχιακές σπουδές, σε προηγμένες καπιταλι­στικές χώρες, που στο μεγαλύτερο μέρος τους απορροφούνται από τις χώρες αυτές.

Από τα μέσα της δεκαετίες του ’70, μετά τη «μεταπολίτευση» οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας επιχειρούν κάποια βήματα ανά­πτυξης Ε +Τ δραστηριοτήτων στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των νέων αναγκών του εξαρτημένου κρατικομονοπωλιακού καπιταλι­σμού στη χώρα και της ΕΟΚικής επιλογής. Έ τσι ψηφίζονται στη βουλή ο νόμος 707/77 «Περί Προώθησης της Επιστημονικής Έρευ­νας και της Τεχνολογίας», ιδρύεται η Υπηρεσία Επιστημονικής έ­ρευνας και τεχνολογίας στο Υπουργείο Συντονισμού και εισάγεται το «Εθνικό Πρόγραμμα Ερευνών και Τεχνολογίας».

Κάτω όμως από τις συνθήκες της οξυμένης οικονομικής κρίσης, οι εκσυγχρονιστικές αυτές προσπάθειες ελάχιστα αποδίδουν. Το ε­ρευνητικό έργο στη χώρα παραμένει ελάχιστο και αποσπασματικό. Η χρηματοδότηση για Έρευνα και Τεχνολογία κινείται στο απαρά­δεκτα χαμηλό επίπεδο του κάτω από 0,2% του ΑΕΠ, ο αριθμός των εργαζομένων στις ερευνητικές δραστηριότητες παραμένει εξαιρε­τικά χαμηλός.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ

Η πρώτη περίοδοςΤα πρώτα 1-2 χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από το

ΠΑΣΟΚ η κυβέρνηση εμφανίζεται με τις διακηρύξεις της και σ’ ένα

251

Page 253: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

μικρότερο θαθμό και με ορισμένες δειλές ενέργειές της να επιδιώκει κάποια ανάπτυξη της έρευνας που φαινομενικά τουλάχιστον εμπε­ριέχει θετικά στοιχεία: (προοπτική αύξησης της χρηματοδότησης, εκσυγχρονισμοί, αχνές προοπτικές μιας αυτοδύναμης ανάπτυξης).

Έ τσι από το 1982 ορίζεται υπουργός «άνευ χαρτοφυλακίου» μόνο για θέματα έρευνας και τεχνολογίας. Παράλληλα αρχίζει μία διαδικασία για τη δημιουργία νομοθετικού πλαισίου σε θέματα Ε+Τ (ερευνητικά κέντρα, υπόσταση ερευνητών, ερευνητικά προγράμματα, μεταφορά τεχνολογίας, πατέντες κλπ.) με σχετικά ανοικτό τρόπο και διάλογο με το μαζικό κίνημα. Η διαδικασία αυτή ακολουθούσε παράλληλο δρόμο με το νόμο για τα ΑΕΙ.

Την πρώτη αυτή περίοδο στα ερευνητικά κέντρα διορίζονται διοικήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις με σχετικά δημοκρατική σύν­θεση και προοδευτική αντίληψη για την ανάπτυξη της έρευνας (ΕΙΕ, Δημόκριτος κατά 2ο λόγο), και μπαίνουν σε εφαρμογή κάποιες δημο­κρατικές και αξιοκρατικές διαδικασίες στη λειτουργία των κέντρων (γνωμοδοτικά συμβούλια, άτυπη εκπροσώπηση εργαζομένων).

Παράλληλα στο πενταετές πρόγραμμα Ανάπτυξης και Έρευνας και Τεχνολογίας (ΠΑΕΤ), παρά τις αντιφάσεις, προθλέπεται μια προοδευτική σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης (0,7% του ΑΕΠ μέχρι το 1987 και 1,2% του ΑΕΠ μέχρι το 1982), καθώς και κά- ποια άλλα θετικά στοιχεία, όπως η ίδρυση κρατικών κλαδικών βιο­μηχανικών εργαστηρίων (μεταλλουργίας, κλωστοϋφαντουργίας, υ­λικών, κατασκευών κλπ.).

Ό λη αυτή θέθαια η πορεία ακολουθεί τις αντιφάσεις που χαρα­κτήριζαν τη γενικότερη κυβερνητική πολιτική εκείνης της περιόδου. Έ τσι π.χ. στο νόμο Ι262'82 προθλέπονται χαριστικές διατάξεις με τη μορφή κινήτρων για τα μονοπώλια στο όνομα της διευκόλυνσης ε­ρευνητικών δραστηριοτήτων της ανάπτυξης υψηλής τεχνολογίας. Ενώ στο νόμο 1268'82 για τα ΑΕΙ οι μεταπτυχιακές σπουδές προθλέ- πεται να διεξάγονται σε χωριστές μεταπτυχιακές σχολές ξεκομμένες από τα πανεπιστημιακά τμήματα και τον έλεγχο των δημοκρατικών τους οργάνων, διάταξη που κατάργησε ο αγώνας του πανεπιστημια­κού κινήματος και της οποίας γίνεται σήμερα προσπάθεια επανα­φοράς.

Το 1983 ιδρύεται υπουργείο Ε+Τ. Η διαδικασία προετοιμασίας και ψήφισης του θεσμικού πλαισίου μπαίνει σε πιο συγκεκριμένη πο­ρεία.

Αρχίζουν να διαφαίνονται πιο καθαρά οι συντηρητικές πτυχές της γενικότερης στροφής και στην ερευνητική πολιτική. Πιο συγκε­κριμένα:

252

Page 254: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

u. Ξεχώρισμα του νομοθετικού πλαισίου, σε χωριστό νόμο για την έρευνα και άλλο για την τεχνολογία - πατέντες κλπ.

6 · Σαφής προσπάθεια προβολής «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» στην έρευνα.

γ. Πιο συγκεκριμένη υλοποίηση ΕΟΚικών κύρια κατευθύνσεων, με προβολή της προοπτικής να προσανατολισθεϊ το όποιο ερευνη­τικό έργο της χώρας σε παρακλάδι προγραμμάτων της ΕΟΚ.

δ. Πισωγυρίσματα στα πρώτα δειλά δημοκρατικά ανοίγματα. Προοδευτική ένταση του αυταρχισμού (τρόπος αντιμετώπισης του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλαγές στις διοικήσεις των κέντρων, ουσιαστική αφαίρεση κάποιων συμμετοχικών διαδικασιών μέχρι και διώξεις συνδικαλιστών).

Αυτή η πολιτική συνοδεύεται με τις γνωστές συχνές φραστικές αντιφάσεις για «το τρένο της τεχνολογίας» που πρέπει να προλάβου­με, για τις «Τεχνολογίες Αιχμής» που πρέπει να αναπτύξουμε κλπ.

Ο νόμος 1514/85Ύστερα από παλινδρομήσεις 2 σχεδόν χρόνων ψηφίστηκε το

Φλεβάρη του 1985 ο νόμος για την «Ανάπτυξη της Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας» (ν. 1514 85).

Κύρια γνωρίσματα του νόμου αυτού είναι:1. Μια κατεύθυνση για ανάπτυξη (;) της έρευνας σε πλαίσια εκ-

συγχρονισμού της εξάρτησης και της εξυπηρέτησης μονοπωλιακών συμφερόντων.

2. Έντονα αυταρχικές δομές διοίκησης από πάνω στα κέντρα χάραξης ερευνητικής πολιτικής μέχρι κάτω στους φορείς διεξα­γωγής της έρευνας:

- Υπερεξουσίες στον Υπουργό.- Αυταρχικές διοικήσεις και συγκεντρωτικές δομές στα ερευνη­

τικά κέντρα και τα τμήματά τους,τα ινστιτούτα.3. Προσπάθεια αφαίρεσης θετικών κατακτήσεων από το νόμο

για τα ΑΕΙ, κύρια στην κατεύθυνση απόσπασης του ερευνητικού έρ­γου των πανεπιστημίων και του ελέγχου από τα δημοκρατικά τους όργανα, με την εισαγωγή των ανεξέλεγκτων ακαδημαϊκών ερευνη­τικών κέντρων, σαν ανεξάρτητων νομικών προσώπων, ιδιωτικού δι­καίου δίπλα στα πανεπιστήμια, τα οποία με τη γνωστή «τροπολογία του πρωθυπουργού» γίνονται τώρα εντελώς... φέουδα της όποιας υ­πουργικής θέλησης.

4. Διαδικασίες κρίσης για το ερευνητικό προσωπικό χωρίς ελά­χιστες εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας.

Οι όποιες (ελάχιστες) θετικές προβλέψεις του νόμου αυτού (κα­τοχύρωση, του δημόσιου χαρακτήρα των ερευνητικών κέντρων με

253

Page 255: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

την πρόβλεψη καθεστώτος ΝΓΙΔΔ, διεύρυνση της αντιπροσώπευσης στο Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Έρευνας (ΕΓΣΕ) κατακτήθη- καν ύστερα από επίμονους αγώνες των εργαζομένων. Κορυφαία στιγμή των αγώνων αυτών ήταν η διακήρυξη αρχών για την ανάπτυ­ξη της έρευνας που συνυπόγραψαν οι 25 μεγαλύτεροι ερευνητικοί, πανεπιστημιακοί και επιστημονικοί φορείς της χώρας.Η κατάσταση μετά την ψήφιση του Νόμου

Η συντηρητική στροφή, που επισημάνθηκε παραπάνω, ολο­κληρώθηκε και πήρε πιο συγκεκριμένο εξαρτησιακό και αντιαναπτυ- ξιακό χαρακτήρα μετά τις εκλογές του 1985. Στη νέα κυβέρνηση κα- ταργείται το υπουργείο Έρευνας και Τεχνολογίας και δημιουργείται Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) στο υπουρ­γείο Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας (ΥΒΕΤ).

Η νέα στροφή της κυβερνητικής πολιτικής δεν αντέχει ούτε καν τον υποτυπώδη έλεγχο που προβλέπει το Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμ­βούλιο (ΕΓΣΕ), και έτσι αυτό δεν δημιουργείται ούτε διαφαίνεται προοπτική να δημιουργηθεί.

Τα κρατικά ερευνητικά κέντρα στο δρόμο της υποβάθμισης

Επιχειρείται σταδιακά η εφαρμογή κάποιων επί μέρους δευτε- ρευόντων στοιχείων του νόμου, και συνήθως αυτών και που κόστος δεν απαιτούν και διευκολύνουν όπου χωρεί την υλοποίηση μιας πολι­τικής, που με τον εκβιαστικό τρόπο της περικοπής των κονδυλίων ε­ξαναγκάζει τα ερευνητικά κέντρα είτε στο μαρασμό είτε στην αγκα­λιά της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» και των ΕΟΚικών επιδιώξεων.

Συγκεκριμένα:- Δοκιμάζονται αρχικά απόπειρες να συγχωνευθούν 3 από τα με­

γαλύτερα κέντρα ερευνών ο Δημόκριτος, το ΕΙΕ και Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) σε 2, ένα κέντρο φυσικών επιστημών και ένα κοινωνικών, στο όνομα δήθεν του καλύτερου συντονισμού και της αποφυγής επικαλύψεων, στην ουσία με σαφή κατεύθυνση τη συρρίκνωση του ερευνητικού έργου και των τριών κέντρων. Η σθε­ναρή αντίσταση των εργαζομένων στα κέντρα αποτρέπει αυτή την ε­πιδίωξη.

- Αρνούνται να μετατρέψουν στην πράξη το νομικό καθεστώς του ΕΙΕ σε ΝΠΔΔ, όπως επιβάλλει ο νόμος, παρά την εκφρασμένη απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων του ιδρύ­ματος. Παράλληλα προπαγανδίζουν τα προτερήματα της ιδιωτικο­ποίησης γενικότερα των ερευνητικών φορέων (δηλώσεις της κ. Πα- πανδρέου στους εκπρόσωπους του ΕΙΕ. Έπανειλλημένη αρθρογραφία σε «έγκυρα έντυπα» όπως ο Οικονομικός Ταχυδρόμος, η Καθημερινή

254

Page 256: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κλπ.) στο όνομα της ευελιξίας και αντιγραφειοκρατικής αποδοτικό- τητας (διάβαζε στην πραγματικότητα για μια πιο ευέλικτη και αποδο­τική εισχώρηση των μονοπωλιακών συμφερόντων στα ερευνητικά κέντρα.)

- Με την προώθηση το καλοκαίρι του 1986 ενός απαράδεκτου ΠΔ για τον οργανισμό του Δημόκριτου επιχειρούν να μετατρέψουν το μεγαλύτερο ερευνητικό κέντρο της χώρας, στο μεγαλύτερο μέρος του, σ’ ένα υποβαθμισμένο κέντρο παροχής υπηρεσιών ρουτίνας σε τρίτους (διάβαζε κύρια τα μονοπώλια) και να καταργήσουν σημα­ντικές και χρήσιμες ερευνητικές του δραστηριότητες.

Ο ενωμένος και αποφασιστικός αγώνας των εργαζομένων στο Δημόκριτο και η αλληλεγγύη στα υπόλοιπα κέντρα απέτρεψε προσω­ρινά (;) τον κίνδυνο αυτό.

Πρόσφατα όμως αρχίζουν να διαφαίνονται πάλι προσπάθειες να παραδοθούν τα εργαστήρια και γενικότερα το ερευνητικό δυναμικό του Δημόκριτου σε μια ανεξέλεγκτη εισβολή της «ιδιωτικής πρωτο­βουλίας», με τους όρους που θα θελήσει αυτή να επιβάλει. Τι άλλο μπορεί να σημαίνει η διαβεβαίωση της διοίκησης του Δημόκριτου και του Γενικού Γραμματέα της ΓΓΕΤ προς την ηγεσία του ΣΕΒ σε πρόσφατο συμπόσιο για τη «Σύνδεση της Έρευνας με τη Βιομη­χανία» που διοργανώθηκε στο Δημόκριτο, ότι σε κοινά ερευνητικά προγράμματα ιδιωτικών επιχειρήσεων με το Δημόκριτο θα δοθεί απόλυτη χρηματοδοτική προτεραιότητα και ότι τέτιες συμφωνίες μπορούν να κλεισθούν άμεσα.

Η πορεία αυτή που όλο και πιο καθαρά φαίνεται να έχει επιλέξει για τα κρατικά ερευνητικά κέντρα η κυβέρνηση, συνδυάζεται με την επιβολή σ’ αυτά μιας ολοένα αυξανόμενης λιτότητας κι ενός συνεχώς εντεινόμενου αυταρχικού κλίματος.

Έ τσι οι πραγματικές δαπάνες για ερευνητικά προγράμματα, πέρα από τους μισθούς, στα κέντρα αυτά διαρκώς μειώνονται. Πιο συγκεκριμένα τα κονδύλια για ερευνά στο Δημόκριτο ήταν μειωμένα κατά 25% σε σταθερές τιμές το 1986 σε σχέση με το 1985, ενώ στο ΕΙΕ η μείωση αυτή έφθασε το 40%. Αλλά και στα μικρότερα κέντρα (ΕΚΚΈ, Εθνικό Αστεροσκοπείο, ΕΚΘΕ, - πρώην ΙΩΚΑΕ - Ινστι­τούτο Παστέρ) οι δαπάνες του 1986 σε σταθερές τιμές μπορεί να μην ήταν τόσο μειωμένες αλλά πάντως ήταν μικρότερες απ’ό,τι το 1985. Εξάλλου ο προϋπολογισμός του 1987 δείχνει ότι η ίδια τάση (ίσως και χειρότερη) θα συνεχιστεί και την επόμενη χρονιά.

Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι να οδηγούνται στην υ- πολειτουργία και το μαρασμό και να συρρικνώνεται αντί να ανανεώ­νεται το προσωπικό τους. Και τα σκληρά αυτά μέτρα λιτότητας για

255

Page 257: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

να περάσουν συνοδεύονται από την αντικειμενικά απαραίτητη έντα­ση του αυταρχισμού του συγκεντρωτισμού και της αυθαιρεσίας.

Έ τσι η κυβέρνηση αρνεΐται να υλοποιήσει στην πράξη κι αυτή την ελλειπέστατη συμμετοχή των εργαζομένων στις Διοικήσεις των κέντρων, που προβλέπει ο ν . 1514, ενώ οι διορισμένες διοικήσεις των κέντρων κατανέμουν τα πενιχρά κονδύλια ανάμεσα στα ερευνητικά προγράμματα, χωρίς να ρωτήσουν κανέναν από τους ενδιαφερόμε- νους.

Η πολιτική αυτή πέρα από το ότι είναι απόλυτα συνεπής με τη γενικότερη πολιτική της λιτότητας και του αυταρχισμού που ακο­λουθεί με συνέπεια η κυβέρνηση, φαίνεται ότι χρησιμοποιείται εδώ για να εξυπηρετήσει κι άλλους παράλληλους σημαντικούς στόχους, επιδιώκει να εξαναγκάσει τους ερευνητές να πάψουν να ενδιαφέρο- νται για το πώς χρησιμοποιείται το έργο τους, και έτσι, προκειμένου να μην οδηγηθούν στην αχρηστεία και την αδράνεια, να αποδεχθούν πιο εύκολα την ένταξη της δουλιάς τους στην εξυπηρέτηση των ΕΟ- Κικών συμφερόντων και των επιδιώξεων της «ιδιωτικής πρωτο­βουλίας». Είναι χαρακτηριστικό ότι στο αδιάκοπο αίτημα των ερευ­νητών για ουσιαστική αύξηση της χρηματοδότησης, η απάντηση του υπεύθυνου είναι στερεότυπα:

«Πάρτε λεφτά από την ΕΟΚ» ή «ετοιμάστε κοινά προγράμματα με τη βιομηχανία».

Αλλά και η εικόνα από την πολιτική έρευνας που ακολουθείται στα ΑΕΙ δεν είναι καλύτερη. Η κρατική επιχορήγηση για τις ερευνη­τικές τους δραστηριότητες παραμένει απαράδεκτα χαμηλή. Οι δαπά­νες για έρευνα σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας μόλις ξεπερνούν τα 3 δισεκ. δραχμές (όσο δηλαδή είναι ο προϋπολογισμός σε ένα μόνο πανεπιστημιακό τμήμα π.χ. του ΜΙΤ των ΗΠΑ). Είναι δε χαρα­κτηριστικό, για παράδειγμα ότι το ποσοστό συμμετοχής της πανεπι­στημιακής έρευνας στις συνολικές δαπάνες για έρευνα στη χώρα από 30,6% το 1983 έπεσε στο 25,4% το 1985.

Εξάλλου προωθούνται προσπάθειες υλοποίησης ΕΟΚικής έ­μπνευσης σχεδίων για τη δημιουργία ενός μεταπτυχιακού κύκλου σπουδών μεταξύ πτυχίου και διδακτορικού, που θα οδηγεί στη μα­ζική υποθάθμιση των πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με παράλ­ληλη επαγγελματική ειδίκευση ενός περιορισμένου αριθμού φοι­τητών αποκλειστικά για την ικανοποίηση των σημερινών αναγκών του μεγάλου κεφαλαίου.

Προς αυτή την κατεύθυνση θα λειτρουγήσει άλλωστε και η επι- χειρούμενη εφαρμογή των σχεδίων COMETT και ERASMUS στα ΑΕΙ, παράλληλα με τη διευκόλυνση της εισχώρησης της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» τόσο στα προγράμματα σπουδών όσο και στα ερευνη­

256

Page 258: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

τικά προγράμματα στα ΑΕΙ. Αλλωστε με την πολιτική της αυστηρής λιτότητας στις επιχορηγήσεις και τις τροποποιήσεις στο Πρόγραμ­μα Ανάπτυξης Έρευνας και Τεχνολογίας (ΠΑΕΤ) έτσι που να απαι- τείται η απαραίτητη συμμετοχή ιδιωτικών εταιρειών προκειμένου να χρηματοδοτηθούν ερευνητικές προτάσεις καθώς και με την πρα­κτική της προτεραιότητας στη συνχρηματοδότηση σε ΕΟΚικά ερευ­νητικά προγράμματα εξαναγκάζονται και τα πανεπιστήμια, όπως και τα ερευνητικά κέντρα, να «στηριχτούν» σε εξωπανεπιστημιακά συμφέροντα προκειμένου να επιβιώσουν και να διατηρήσουν κάποια σύγχρονη ερευνητική δραστηριότητα, άσχετα αν είναι αντίθετη με τις ανάγκες μιας αυτοδύναμης οικονομικής ανάπτυξης.

Ανάλογη διαγράφεται και η πολιτική έρευνας που ακολουθεί η κυβέρνηση σε άλλους βασικούς για την οικονομία και την ποιότητα ζωής στη χώρα τομείς. Έ τσι οι δαπάνες για έρευνα στους κρατικούς φορείς της βιομηχανίας και της ενέργειας (ΙΓΜΕ, ΔΕΠ, μεταλλεία, κλπ.) ήταν μειωμένες κατά 25% σε σταθερές τιμές το 1986 σε σχέση με το 1985. Η νοσηλευτική έρευνα είναι περίπου ανύπαρκτη. (Ο προϋπολογισμός του απαράδεκτα χαμηλού ποσού των 150 εκατ. του 1985 έγινε 140 εκατ. σε τρέχουσες τιμές το 1986).

Η γεωργική έρευνα, που παραδοσιακά απορροφά ένα πολύ ση­μαντικό μέρος των όλων δαπανών για Ε +Τ (γύρω στο 25%) παραμέ­νει γενικά σε χαμηλό επίπεδο ποιότητας, σε μια εποχή που η βιοτε­χνολογία εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς. Εξάλλου κι εδώ οι προ­τεραιότητες γενούν σοβαρά ερωτηματικά- φαίνεται ότι και εδώ η προσαρμογές γίνονται κατά τις ΕΟΚικές επιταγές.

Η υποτυπώδης οικονομική έρευνα που γίνεται στη χώρα επιχει- ρείται να υποβαθμιστεί ακόμα περισσότερο. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόσφατα μπήκαν σε εφαρμογή σχέδια που στοχεύουν στη μετα­τροπή του μόνου εξωπανεπιστημιακού κέντρου οικονομικής έρευνας της χώρας του ΚΈΠΕ σε λειτουργική διεύθυνση του Υπουργείου Ε­θνικής Οικονομίας.

Τέλος τα λεγόμενα κέντρα έρευνας στον τομέα της άμυνας (ΚΕΕΘΑ, ΚΕΤΑ) στα οποία σημειώνεται μια σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης (π.χ. από 24 εκατ. δρχ. το 1983, 360 εκατ. δρχ. το 1985) παραμένουν υπό τον ασφυκτικό έλεγχο των στεγανών του Υ­πουργείου Αμυνας, παρά τις συγκεκριμένες προτάσεις των εργα­ζομένων σε αυτά για αποστρατικοποΐησή τους, ώστε να υλοποιούν χωρίς κανέναν έλεγχο τις επιλογές που προορίζει το ΝΑΤΟ για αυτή.

Εκείνο εξάλλου που ίσως είναι εξίσου σημαντικό με την εικόνα της καθυστέρησης και της υποβάθμισης σε όλους τους τομείς της κρατικής ερευνητικής δραστηριότητας, είναι η παντελής σχεδόν έλ­λειψη κάθε είδους προγραμματισμού και συντονισμού έστω και

257

Page 259: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

αυτών των υποβαθμισμένων ερευνητικών δραστηριοτήτων, fcivat χα­ρακτηριστικό ότι το 50% περίπου του υποτιθέμενου ερευνητικού έρ­γου στη χώρα διεξάγεται σε σκόρπιους φορείς, που εποπτεύονται από διαφϋρετικά υπουργεία, χωρίς καμιά ουσιαστική παρέμβαση από την ΓΓΕΤ.

Στην τροχιά της εξάρτησης και της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας»

Η πολιτική όμως που ακολουθεί η κυβέρνηση στην έρευνα και τεχνολογία συνολικά δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί σωστά., αν δεν συνεκτιμηθεί και η πρακτική της στους λεγάμενους τομείς της «διε­θνούς επιστημονικής συνεργασίας» και της «έρευνας στη βιομη­χανία». Τους εύηχους αυτούς όρους χρησιμοποιεί συνήθως η κυβέρ­νηση για να εξωραϊσει μια πολιτική που όλο και πιο καθαρά, ιδιαίτε­ρα τα 2 τελευταία χρόνια, οδηγεί στον εκσυγχρονισμό και το βάθαι- μα της εξάρτησης από τα γνωστά ιμπεριαλιστικά κέντρα (κύρια της ΕΟΚ αλλά και του ΝΑΤΟ) αλλά και την ανεξέλεγκτη εξυπηρέτηση των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων στο όνομα του τεχνολογικού τους εκσυγχρονισμού.

Έ τσι οι ντιρεκτίβες της ΕΟΚ γίνονται νόμος για την ΓΓΕΤ. Το ΠΑΕΤ προσαρμόζεται σύμφωνα με τις ΕΟΚικές συμβουλές και τις παρενέσεις του ΣΕΒ. Οι χρηματοδοτικές προτεραιότητες, η δη­μιουργία, η δομή και το αντικείμενο νέων κέντρων προχωρούν σύμ­φωνα με τη γραμμή των Βρυξελλών και της «ιδιωτικής πρωτο­βουλίας».

Πιο συγκεκριμένα:Δεν είναι πια κανένα μυστικό (το ’χει διακηρύξει συχνά η κ. Πα-

πανδρέου, αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός πρόσφατα) ότι άμεσος στόχος είναι το 40% της χρηματοδότησης στην Ε+Τ να προέρχεται από κοινοτικούς πόρους.

Τι σημαίνει όμως πραγματικά μια τέτια επιλογή; Αν πάρει κα­νείς υπόψη του ότι στα χρηματοδοτούμενα από την ΕΟΚ προγράμμα­τα, η χρηματοδότηση γίνεται σε ποσοστό περίπου 40% (στην καλύτε­ρη περίπτωση και πολύ σπάνια 50%) από τα κοινοτικά ταμεία και το υπόλοιπο από τα ελληνικά κρατικά κονδύλια, εύκολα συμπεραίνει ότι ο στόχος αυτός σημαίνει ότι ολόκληρο σχεδόν το ερευνητικό έρ­γο στη χώρα πρέπει να ενταχθεί στις κοινοτικές επιλογές. Αλλωστε το δήλωσε ξεκάθαρα το διευθυντικό στέλεχος της ΓΓΕΤ που είναι υ­πεύθυνος για τα ζητήματα της ΕΟΚ στο πρόσφατο συμπόσιο του ΣΕΒ - Δημόκριτου με την αποκαλυπτική φράση ότι: «Χρειάζεται ολόκληρο το ερευνητικό και τεχνολογικό δυναμικό της χώρας να προσανατολιστεί και να είναι έτοιμο σύντομα προς μια τέτια προο­πτική...»

258

Page 260: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Ούτε λίγο ούτε πολύ κάθε εθνική πολιτική έρευνας εγκαταλείπε- ται στο όνομα της ευρωπαϊκής επιλογής.

Το τι σχέση όμως έχουν οι ερευνητικές επιλογές της κοινότητας με τις ανάγκες της τεχνολογικής ανάπτυξης της χώρας, μπορεί να κα­ταφανεί από τα λόγια της ίδιας της αρμόδιας υπουργού Β. Παπαν- δρέου στη συνεδρίαση της Επιτροπής Ενέργειας Έρευνας και Τε­χνολογίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη χώρα μας, στις 16/9/85, όπου στην ομιλία της μεταξύ άλλων δηλώνει «... Τα αποτελέσματα ή προϊόντα που θα μπορούσαν να προκύψουν από τη συμμετοχή των ελλήνων ερευνητών και τεχνολόγων στα μεγάλα νέα κοινοτικά προ­γράμματα, όπως π.χ. ESPRIT, BRIGHT, βιοτεχνολογία και RACE πα­ρουσιάζουν περισσότερο θεωρητικό και πολύ λιγότερο άμεσο όφε­λος για τη χώρα μας...» Και σε προηγούμενο σημείο τονίζει ότι και στο υπόλοιπο πολύ μεγάλο τμήμα του κοινοτικού προϋπολογισμού έρευνας και ανάπτυξης που καλύπτει προγράμματα πυρηνικής έρευ­νας υπάρχουν ελάχιστες δυνατότητες ελληνικής συμμετοχής.

Και πράγματι τόσο στο τετραετές κοινοτικό πρόγραμμα 83-87, όσο και στο υπό έγκριση πενταετές 87-92, το 90 έως 95% των δα­πανών καλύπτονται από τα προγράμματα ESPRIT (μικροηλεκτρο- νική - πληροφορική) RACE (τηλεπικοινωνίες) BRIGHT (βιομηχα­νική έρευνα), βιοτεχνολογία, JET (πυρηνική σύντηξη και πυρηνική σχάση). Τα προγράμματα όμως αυτά που έχουν επιβληθεί από τα μεγάλα ΕΟΚικά μονοπώλια, ελάχιστη σχέση έχουν με τις ανάγκες της χώρας για μια αυτοδύναμη οικονομική ανάπτυξη.

Και όμως παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση επιμένει ΕΟΚικά και μά­λιστα με πιο σταθερό προσανατολισμό από άλλους τομείς στην έρευ­να και τεχνολογία.

Τι δείχνει όμως η ως τώρα πείρα από την ελληνική συμμετοχή στα ΕΟΚικά προγράμματα;

Πρώτο: Η συμμετοχή παραμένει ακόμα αρκετά χαμηλή. Συγκε­κριμένα η χρηματοδότηση από την ΕΟΚ ήταν:ΕΤΟΣ 1983 1984 1985 1986Σύνολο κονδυλίων(εκατ.δρχ.) 69 375 628 1500

Ενώ την περίοδο αυτή οι δαπάνες της ΕΟΚ υπερθήκαν τα 3 δι- σεκ. ευρωπαϊκές νομισματικές μονάδες (ΕΝΜ). Δηλαδή στην Ελλάδα δόθηκε το 0,65% των συνολικών δαπανών του κοινοτικού τα­μείου για Ε+Τ (;!) λιγότερα δηλαδή 5 φορές από μια αναλογία στη βάση π.χ. του πληθυσμού της χώρας.

Δεύτερο: Τα κονδύλια προέρχονται κύρια από τα προγράμματα BRIGHT, ESPRIT και RACE. Απορροφούνται κατά κανόνα από λίγους ερευνητικούς φορείς, κύρια τα λεγόμενα ακαδημαϊκά ερευνητικά

259

Page 261: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κέντρα και ινστιτούτα, με προεξέχον το Ερευνητικό Κέντρο Κρήτης (ΕΚΕΚ), και σε πολύ μικρότερο βαθμό από ορισμένες ιδιωτικές επι­χειρήσεις.

Τρίτο: Οι σχετικές ερευνητικές δραστηριότητες δεν είναι ε­νταγμένες σε κανένα εθνικό πρόγραμμα ερευνών, προχωρούν απόλυ­τα ανεξέλεγκτα, παρά το γεγονός ότι 50-60% της χρηματοδότησης προέρχεται από ελληνικά κονδύλια. Έ τσι στην ουσία με τα προ­γράμματα αυτά χρησιμοποιούνται ικανοί έλληνες ερευνητές με χρή­ματα κύρια από το ελληνικό δημόσιο, για να παράγουν ερευνητικό έργο που καρπώνονται σχεδόν αποκλειστικά ΕΟΚικά μονο­πώλια.

Εκείνο δε που είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι όσοι ερευ­νητικοί φορείς αντιστέκονται στην εξυπηρέτηση μιας τέτιας πολι­τικής (κύρια τα ΑΕΙ με τις δημοκρατικές τους διοικήσεις και τα κρα­τικά ερευνητικά κέντρα μέσα από τον αγώνα των εργαζομένων σε αυτά) βαφτίζονται οπισθοδρομικά και αδυνατούντα να κάνουν έρευνα και καταδικάζονται στο μαρασμό, μήπως και υποκύψουν στην απο­δοχή των όρων του παιχνιδιού.

Αντίθετα τα κέντρα που φτιάχτηκαν ακριβώς για να εξυπηρετή­σουν αυτή την πολιτική, τα ακαδημαϊκά κέντρα, ξεκομμένα από τα πανεπιστήμια και το δημοκρατικό τους έλεγχο, με καθίεστώς ιδιωτι­κού δικαίου, προβάλλονται σαν το παραδειγματικό μοντέλο ανάπτυ­ξης της έρευνας.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ΕΚΕΚ (Κρήτη), ό­που το 48% της έρευνας χρηματοδοτείται από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ. Το κέντρο λοιπόν αυτό που αποτελεί παράδειγμα τόσο για τον πιο ειδικό στα θέματα έρευνας και τεχνολογίας της ΕΟΚ, γνωστό νεοσυντηρητικό κ. Μισέλ Πονιατόφσκι (πρόεδρο της επιτροπής έ­ρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) καθώς και τον πιο έγκυρο θεωρητικό προπαγανδιστή των συμφερόντων του κρατικομονοπω- λιακού καπιταλισμού στην Ελλάδα, όσο και για την κ. Β. Παπαν- δρέου (βλέπε Οικονομικό Ταχυδρόμο), επιβραβεύεται μόνο το 1985 με το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 550 εκατ. δρχ., από τα πενι­χρά κρατικά κονδύλια για την έρευνα· το ποσό αυτό είναι περίπου ίσο με ολόκληρη τη χρηματοδότηση (πέρα από μισθούς) των 2 με­γαλύτερων ερευνητικών κέντρων της χώρας, του Δημόκριτου και του ΕΙΕ, άσχετα αν απασχολούν υπερδεκαπλάσιους ερευνητές από το ΕΚΕΚ.

Η εικόνα όμως της διατυμπανιζόμενης σαν... πολυδιάστατης διε­θνούς επιστημονικοτεχνικής πολιτικής της κυβέρνησης μπορεί να ο­λοκληρωθεί, αν ρίξει κανείς μια ματιά στην πορεία των λεγάμενων διακρατικών συμφωνιών στον τομέα της Ε+Τ.

260

Page 262: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Παρά το γεγονός ότι έχουν υπογράφει μια σειρά τέτιες συμ­φωνίες με αμοιβαία επ ω φ ε λ ές περιεχόμενο, με αρκετές χώρες (ορι­σμένες από πολλά χρόνια ήδη, κι από προηγούμενες κυβερνήσεις), όπως με γειτονικές βαλκανικές χώρες, την ΕΣΣΔ κλπ. στην πράξη έ­χουν σχεδόν αδρανοποιηθεϊ πλήρως. Κάθε πρωτοβουλία για υλο­ποίηση κοινών προγραμμάτων στα πλαίσια των συμφωνιών αυτών α­ποθαρρύνεται, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία ουσιαστική πρόοδος, ακόμα και στις περιπτώσεις που υπήρχαν συγκεκριμένες προτάσεις και το όφελος μπορούσε να είναι άμεσο (π.χ. στη μικροη- λεκτρονική με τη Βουλγαρία).

Την ίδια όμως ώρα η κυβέρνηση προσπαθεί να εντάξει όσες ε­ρευνητικές δραστηριότητες μπορέσει στο EUREKA, ιδρύοντας ειδικό γραφείο για το σκοπό αυτό στην ΓΓΕΤ. Η περίπτωση του EUREKA και της συμμετοχής της χώρας σ’ αυτό αποτελεί ένα ακόμα βήμα στην πολιτική της πρόθυμης παράδοσης της χώρας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αφού εδώ τα πράγματα προχωρούν πιο ευέλικτα, χωρίς αρχές ομοφωνίας με αδιαμφισβήτητη την κυ­ριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών μονοπωλίων και ανοιχτό το δρόμο της στρατικοποίησης.

Ανεξέλεγκτη πριμοδότηση των μονοπωλίων για να ... κάνουν έρευνα!

Αλλά και η πολιτική της κυβέρνησης για τη λεγόμενη «έρευνα και ανάπτυξη υψηλής τεχνολογίας στη βιομηχανία», στην οποία η κυβέρνηση εμφανίζεται και με διακηρύξεις της να δίνει μεγάλη προ­τεραιότητα, στην πράξη μεταφράζεται από μια συνεχώς διευρυνόμε- νη πριμοδότηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κύρια των μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων, για να κάνουν δήθεν έρευνα και να α­ναπτύξουν προϊόντα υψηλής τεχνολογίας· τα χρήματα όμως αυτά κατά κανόνα καταβροχθίζονται με τους γνωστούς αντιπαραγωγικούς τρόπους που χρόνια τώρα χρησιμοποιεί η ολιγαρχία.

Έ τσι με βάση τις χαριστικές διατάξεις, του νόμου 1262/82 που για πρώτη φορά προβλέπονται επιδοτήσεις και κίνητρα στις επι­χειρήσεις για να κάνουν έρευνα, μέχρι τα μέσα του 1985 δόθηκαν πολλές εκατοντάδες εκατ. σε 32 επιχειρήσεις για το σκοπό αυτό. Από αυτά τη μερίδα του λεόντος πήραν 4 μονοπωλιακές επιχειρή­σεις. Το πώς χρησιμοποίησαν τα κονδύλια αυτά οι επιχειρήσεις κα­νείς δεν ξέρει να πει, αφού ποτέ δεν έγινε κανένας ουσιαστικός έλεγ­χος.

Εξάλλου από το καλοκαίρι του 1985 και τη μετατροπή του ΥΒΕΤ σε ΓΓΕΤ, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η πολιτική της ανεξέλεγκτης και χαρισματικής χρηματοδότησης κύρια μεγάλων επιχειρήσεων

261

Page 263: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

παίρνει πολύ σημαντικότερες διαστάσεις και ότι ασκείται με περισ­σότερο ευέλικτο και αδιαφανή τρόπο.

Επειδή όμως για τον ΣΕΒ το κονδύλι αυτό δεν είναι αρκετό η ΓΓΕΤ προχωρεί παραπέρα και θεσμοθετεί το ΠΔ 558/85 το λεγόμενο Πρόγραμμα Ανάπτυξης της Βιομηχανικής Έρευνας (ΠΑΒΕ), με το οποίο χαρίζει στους μεγάλους ιδιώτες επενδυτές μέχρι και 60% από τα ποσά που θα επενδύσουν για να κάνουν δήθεν έρευνα. Ό σ ο δε για τις διαδικασίες έγκρισης είναι αποκαλυπτικό ότι οι επιτροπές είναι ολιγομελείς και απόρρητης σύνθεσης (τριμελείς ή πενταμελείς), συμ­μετέχει απαραίτητα εκπρόσωπος του ΣΕΒ και ότι για το μόνο που ελέγχονται, και δεσμεύονται είναι η «διαφύλαξη του βιομηχανικού απόρρητου των προτάσεων». Για την ευελιξία αυτή και την ελκυ- στικότητα που φαίνεται να έχει στο κεφάλαιο το νέο αυτό κανάλι, η αρμόδια υπουργός εμφανίζεται ιδιαίτερα ικανοποιημένη. Χαρακτη­ριστικά αποκαλύπτει στο Βήμα της 27/7/86 ότι με το ΠΑΒΕ οι αιτή­σεις χρηματοδότησης είναι πολύ περισσότερες και ότι μέχρι το κα­λοκαίρι μέσα σε ένα εξάμηνο είχαν εγκριθεί ποσά πολλών εκατοντά­δων εκατομμυρίων.

Τώρα το πώς συμβιβάζεται η εξέλιξη αυτή, με τη δήλωση που κάνει σε άλλο σημείο της συνέντευξης ότι στην Ελλάδα οι εταιρίες που μπορούν να κάνουν έρευνα μετριούνται το πολύ στα δάκτυλα του ενός χεριού είναι άλλη ιστορία.

Αλλά και οι άλλες τροποποιήσεις που έγιναν πρόσφατα στο ΠΑΕΤ λειτουργούν προς την κατεύθυνση της εξυπηρέτησης της ι­διωτικής πρωτοβουλίας και του περιορισμού της χρηματοδότησης κύρια της πανεπιστημιακής έρευνας, για την οποία το ΠΑΕΤ μέσα στο γενικό κλίμα της λιτότητας ήταν ένα πενιχρό μεν αλλά όχι ασή­μαντο κανάλι χρηματοδότησης. Έ τσι με το Πρόγραμμα Προσανατο­λισμένης Έρευνας (ΠΡΟΠΕ) καθορίζεται ότι στις ερευνητικές ομά­δες που απευθύνονται στο ΠΑΕΤ πρέπει να συμμετέχει απαραίτητα βιομηχανική επιχείρηση. Είναι και αυτός ένας εύσχημος τρόπος που επιτάσσει ότι η έρυνα στα πανεπιστήμια, ή άλλους δημόσιους ερευ­νητικούς φορείς (εκτός εποπτείας ΓΓΕΤ), ή θα γίνεται για λογαρια­σμό της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας», ή δεν πρόκειται να χρηματοδο­τείται.

Απόλυτα αναντίστοιχη με τα μέτρα αυτά για την «ιδιωτική πρω­τοβουλία» είναι η πρακτική που ακολουθείται για τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και την υποβοήθηση του ερευνητικού έργου των δημόσιων επιχειρήσεων. Είναι ενδεικτικό ότι οι διευθύνσεις ερευνών της ΔΕΗ και του ΟΤΕ υποβαθμίζονται συνεχώς- ακόμα πιο αποκαλυ­πτικό ότι δημιουργία της υψηλής τεχνολογίας στις τηλεπικοινωνίες της γνωστής ΕΛΒΗΛ, που προοριζόταν να γίνει αυτό από τον ΟΤΕ,

262

Page 264: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ανατίθεται τελικά στην ΖΙΜΕΝΣ την ΕΡΙΚΣΟΝ και την ΙΤΡΑ- ΚΟΜ...

Χαρακτηριστική είναι ακόμα η πορεία που ακολούθησε η κυ­βερνητική πρακτική στον τομέα της ερευνητικής και τεχνολογικής υποβοήθησης παραδοσιακών κλάδων της ελληνικής βιομηχανίας.

Στο πενταετές πρόγραμμα υπήρχε η θετική πρόβλεψη της δη­μιουργίας μιας σειράς εθνικών κλαδικών βιομηχανικών εργαστηρίων όπως εργαστήρια ελέγχου υλικών, κλωστοϋφαντουργίας, τροφίμων, ποτών, σχεδιασμού κατασκευών, τηλεπικοινωνιών, μεταλλουργίας χάλυβα κλπ. με κύρια συμμετοχή του κρατικού παραγωγικού φορέα. Μετά από επίμονες παρεμβάσεις κύκλων της ΕΟΚ, του ΣΕΒ, στη θέση των κρατικών αυτών εργαστηρίων αρχίζουν μόλις πρόσφατα να εμφανίζονται ανώνυμες εταιρίες, που στην ουσία ελέγχονται από τις μεγάλες επιχειρήσεις και τα συμφέροντα του αντίστοιχου κλάδου: Συγκεκριμένα η (μεταλουργεία). Εταιρεία Κλωστοϋφαντουργίας, Ε­ταιρεία Ναυτικής Τεχνολογίας και ΕΚΕΠΥ (Εταιρία κεραμικών και πυρίμαχων υλικών, χωρίς καμία συμμετοχή των εργαζόμενων των κλάδων αυτών στις διοικήσεις τους.

Τέλος ένα ακόμα σημαντικό βήμα στην πολιτική του εκσυγχρο­νισμού της εξάρτησης και της μονοπωλιακής κυριαρχίας στα θέματα της τεχνολογίας φαίνεται ότι θα είναι ο νόμος για τη «μεταφορά τε­χνολογίας, της εφεύρεσης και την τεχνολογική καινοτομία» που από καιρό τώρα ετοιμάζει η κυβέρνηση. Στο σχετικό νομοσχέδιο προθλέπονται απαράλακτα φιλομονοπωλιακές διατάξεις και δεν εί­ναι βέβαια καθόλου τυχαίο ότι ο ΣΕΒ πιέζει για την άμεση ψήφισή του.

Οι κυβερνητικές αποφάσεις, ενέργειες και σχέδια που προσ­παθήσαμε να σκιαγραφήσουμε παραπάνω, μπορούν να συνθέσουν αρκετά καθαρά νομίζουμε την εικόνα της κυβερνητικής πολιτικής στην έρευνα και τεχνολογία. Ό λα τα στοιχεία δείχνουν πως η ουσία της πολιτικής αυτής μπορεί εύκολα να συνοψιστεί ως εξής:

Απ’ τη μια μεριά επιβάλλεται μια πολιτική ολοένα και μεγαλύτε­ρης λιτότητας, υποβάθμισης και αυταρχισμού στους κρατικούς φο­ρείς έρευνας (ΑΕΙ, ερευνητικά κέντρα) κι από την άλλη επιχειρού- νται διαδικασίες εκσυγχρονισμού και στην ουσία βαθέματος του μη­χανισμού της εξάρτησης στους τομείς αυτούς καθώς και υποβοήθη­σης της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» να αναλάβει έναν δυναμικό ρόλο σε τομείς που παραδοσιακά στην Ελλάδα δεν έδειχνε ενδιαφέρον.

Ό λα αυτά βέβαια συντελούνται σε διαλεκτική σύνδεση με τη γε­νικότερη πολιτική της κυβέρνησης, και η πορεία και τα αποτελέ- σματά τους συναρτώνται άμεσα με τη γενικότερη πορεία του κρατι-

263

Page 265: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

κομονοπωλιακού καπιταλισμού στη χώρα μας, της βαθιάς και παρα- τεταμένης κρίσης που περνά.

Έ τσι και αυτές οι σαφείς προσπάθειες εκσυγχρονισμού, κάτω από τις συνθήκες της οξείας κρίσης ελάχιστα μεταβάλλουν το εξαι­ρετικά χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης των ερευνητικών και τεχνολο­γικών δραστηριοτήτων στη χώρα.

Ό λο ι οι σχετικοί βασικοί δείκτες συνηγορούν για την ορθότητα της διαπίστωσης αυτής:

α· Το ποσοστό των δαπανών για Ε +Τ δραστηριότητες στη χώρα παρέμεινε για το 1986 στο επίπεδο του 0,27-0,28 του ΑΕΠ. (Το χα­μηλότερο στην Ευρώπη. Σύγκρινε με 2,6% στην ΟΔΓ και Βρετανία με 2% μέσο στην ΕΟΚ με 2,8% στις ΗΠΑ. Και ακόμα με πάνω από 2% τη Βουλγαρία και περίπου 4% στην ΕΣΣΔ).

β · Ο αριθμός των εργαζομένων σε Ε +Τ δραστηριότητες πα­ραμένει εξαιρετικά χαμηλός (2.700-2.800 ερευνητές, 5.500 συνολικό προσωπικό).

γ. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις χρηματοδοτούν ερευνητικές προσπάθειες σ’ ένα ποσοστό 12-13% των συνολικών δαπανών.

δ. Το 98% των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας εισάγονται (ο­μιλία Γ. Γραμματέα Ε + Τ στο συμπόσιο ΣΕΒ - Δημόκριτου).

Έ τσι γίνεται νομίζουμε ολοφάνερο ότι η κυβερνητική πολιτική στην έρευνα και τεχνολογία, όχι μόνο δεν συντελεί στην ανάπτυξη των ζωτικών αυτών για την ανάπτυξη κλάδων, όχι μόνο δεν τους αντι­μετωπίζει σαν εργαλεία που μπορούν να βοηθήσουν αποφασιστικά σε μια πορεία αυτοδύναμης οικονομικής ανάπτυξης στην κατεύθυν­ση της αλλαγής αλλά οδηγεί με γρηγορότερους τώρα ρυθμούς, λόγω των ραγδαίων εξελίξεων στη διεύρυνση της τεχνολογικής εξάρτησης της χώρας.

Χρειάζεται μια πολιτική αναπτυξιακή, φιλολαϊκή μια πολιτική αλλαγής.

Οι εργαζόμενοι στα ερευνητικά κέντρα και τα πανεπιστήμια, ο επιστημονικός και φοιτητικός κόσμος της χώρας γενικότερα, δεν μένουν απαθείς απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση. Αντιστέκονται με αποφασιστικότητα στην πολιτική της κυβέρνησης και στα σχέδια της άρχουσας τάξης. Εντείνουν την επαγρύπνηση και τον ενωμένο αγώνα τους, επεξεργάζονται προτάσεις, διεκδικούν λύσεις.

Ακόμα παραπέρα συντονίζουν τη δράση τους με το ευρύτερο λαϊκό μαζικό κίνημα, αποκρούοντας τις θεωρίες του ελιτισμού ή της απογοήτευσης.

Βασικά σημεία των προτάσεών μας είναι:1. Ο δημοκρατικός προγραμματισμός και ο λαϊκός έλεγχος.

Μόνο μια πολιτική που θα χαράσεται με την ουσιαστική συμμετοχή

264

Page 266: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

των εργαζομένων και θα ελέγχεται ασταμάτητα από τους μαζικούς του φορείς μπορεί να εξασφαλίζει έναν προσανατολισμό φιλολαϊκό, ανοιχτό στην ανάπτυξη και στην πρόοδο.

Σχετικά απαραίτητη θεωρείται η δημιουργία ενός Εθνικού Συμ­βουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας, που θα αποτελείται από εκ­προσώπους των εργαζομένων της χώρας, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των ερευνητικών και πανεπιστημιακών φορέων, των επιστημονικών συλλόγων και των πολιτικών κομμάτων.

Βασική αρμοδιότητα του οργάνου αυτού θα πρέπει να είναι η κατάρτιση ενός Εθνικού Προγράμματος Ε+Τ.

Ένα τέτιο εθνικό πρόγραμμα θα πρέπει να καθορίζει τις προτε­ραιότητες στην προσπάθεια ανάπτυξης των ερευνητικών και τεχνο­λογικών δραστηριοτήτων, να καθορίζει τους φορείς που θα τις ε- κτελέσουν και να κατανέμει τις πιστώσεις ανάμεσά τους.

Οι βασικές κατευθύνσεις αυτού του προγράμματος θα πρέπει να στοχεύουν στην υποβοήθηση της εθνικής παραγωγής με κορμό τον δημόσιο τομέα στη μείωση της τεχνολογικής εξάρτησης καθώς και στη λύση των μεγάλων λαϊκών προβλημάτων.

Σχετικά ιδιαίτερο βάρος χρειάζεται να δοθεί στους κλάδους α­ξιοποίησης των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας (ορυκτός πλούτος, μεταλλουργία, ενέργεια, γεωργία) καθώς και στους τομείς που σχετίζονται με το βιοτικό επίπεδο του λαού (υγεία, προστασία περιβάλλοντος, κατασκευές καθώς και κοινωνικές επιστήμες).

Παράλληλα είναι απαραίτητο να προγραμματιστεί η συμμε- τοχή της χώρας, στην ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, ιδιαίτερα της πληροφορικής - μικροηλεκτρονικής, της βιοτεχνολογίας και της τε­χνολογίας ορισμένων σύγχρονων υλικών, με την ενίσχυση ερευνη­τικών δραστηριοτήτων και διαδικασιών μεταφοράς τεχνολογίας, που θα στοχεύουν στην υποβοήθηση της παραγωγής συγκεκριμένων - κατάλληλα επιλεγμένων - νέων τεχνολογικών προϊόντων στη χώρα, με κύρια βάση τις υπάρχουσες και νέες δημόσιες επιχειρήσεις.Μια τέτια ιδιαίτερη δύσκολη προσπάθεια, θα μπορέσει να καρπο­φορήσει και να αποβεί σε όφελος του λαού και του τόπου μόνο αν κινητοποιήσει ολόκληρο το επιστημονικό δυναμικό της χώρας και αν στηριχτεί σε διαδικασίες ισότιμης επιστημονικής συνεργασίας. Το Εθνικό Συμβούλιο θα πρέπει ακόμα να ελέγχει την εκτέλεση των ερευνητικών προγραμμάτων και τη χρήση των σχετικών κονδυλίων. και με ειδικές επιτροπές να αποτιμά τα αποτελέσματά τους.

2. Ουσιαστική αύξηση της χρηματοδότησης των Ε +Τ δραστη­ριοτήτων.

Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι για να είναι αποδοτικές οι ερευ­

265

Page 267: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

νητικές και τεχνολογικές δραστηριότητες σε μια χώρα απαιτεϊται μια «κρίσιμη μάζα» τουλάχιστον 1% του ΑΕΠ.

Πρέπει λοιπόν να δοθεί γενναία αύξηση στα κονδύλια για έρευ­να και τεχνολογία έτσι που σε λίγα χρόνια η χρηματοδότηση να ξε- περάσει το 1% του ΑΕΠ.

Ικανά κονδύλια απαιτούνται:- Για τον εκσυγχρονισμό και τη διεύρυνση του ερευνητικού έρ­

γου των δημόσιων ερευνητικών και τεχνολογικών ιδρυμάτων.- Την άμεση δημιουργία και υποστήριξη σύγχρονων μεταπτυ­

χιακών σπουδών στα ΑΕΙ και την ολόπλευρη ενίσχυση του ερευνητι­κού τους έργου.

-Τ η ν ίδρυση νέων ερευνητικών κέντρων και ιδιαίτερα κλαδικών εργαστηρίων βιομηχανικής έρευνας, σύμφωνα με τις προτεραιότητες του Εθνικού Προγράμματος Ε+Τ.

- Την αξιοποίηση του υπάρχοντος επιστημονικού δυναμικού που, ιδιαίτερα το νεότερο, σε σημαντικό βαθμό παραμένει άνεργο ή ετεροαπασχολείται και τη θέσπιση κινήτρων για τον επαναπατρι­σμό έμπειρων ελλήνων ερευνητών που εργάζονται στο εξωτερικό.

Παράλληλα πρέπει να μπει φραγμός στην ανεξέλεγκτη χρημα­τοδότηση της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» για να κάνει... έρευνα.

Για τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό της είναι αναγκαίο επιτέ­λους να πληρώσει και η ίδια.

3. Δημοκρατική διάρθρωση των ερευνητικών φορέων.Η οργάνωση της Ε +Τ πρέπει να εξασφαλίζει μια ουσιαστική

συμμετοχή των εργαζομένων από τη μια, και τον αποδοτικό έλεγχο της παράδοσής τους από την άλλη. Ιδιαίτερα στην έρευνα η εξασφά­λιση ενός αυξημένου βαθμού αυτοδιαχείρησης στο επίπεδο των βα­σικών ερευνητικών μονάδων (εργαστήριο, ινστιτούτο, πανεπιστη­μιακό τμήμα ή τομέας) θα αναδείξει τη δημιουργική ικανότητα των ερευνητών και εκπαιδευόμενων (μεταπτυχιακών ή προπτυχιακών φοιτητών για τα ΑΕΙ).

Ακόμη θεωρείται απαραίτητο:Οι μεταπτυχιακές σπουδές και τα ερευνητικά προγράμματα στα

ΑΕΙ να εντάσσονται και να νσ διοικούνται από τα δημοκρατικά πανε­πιστημιακά όργανα.

- Στα ερευνητικά κέντρα η παρουσία εκλεγμένων εκπροσώπων των εργαζομένων στη διοίκηση να είναι τουλάχιστον ισοδύναμη με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης.

- Τα υπάρχοντα ακαδημαϊκά ερευνητικά κέντρα πρέπει να εντα­χθούν απόλυτα μέσα στα πανεπιστήμια και να υπαχθούν στη διοικη­τική τους διάρθρωση.

266

Page 268: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Να καταργηθεί ο θεσμός, και να ενισχυθεϊ η πανεπιστημιακή έ­ρευνα.

4. Αποδοτικές διαδικασίες σύνδεσης της έρευνας με την παρα­γωγή.

Βασικός στόχος των ερευνητικών δραστηριοτήτων πρέπει να είναι η υποβοήθηση της παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικο­νομίας. Σχετικά χρειάζεται να προχωρήσουν διαδικασίες άμεσης σύνδεσης του ερευνητικού έργου στα ΑΕΙ και τα ερευνητικά κέντρα με τις θασικές δημόσιες επιχειρήσεις και η παράλληλα ανάπτυξη Ε+Τ δραστηριοτήτων μέσα στις παραγωγικές μονάδες.

Ερευνητική υποβοήθηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων από τα ΑΕΙ και τα δημόσια ερευνητικά κέντρα, μπορεί να εννοηθεί μόνο εφόσον τα σχετικά προγράμματα εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο του εθνικού προγραμματισμού, το κόστος καταβάλλεται αποκλει­στικά από τις ίδιες και τα αποτελέσματα είναι διαθέσιμα για αξιο­ποίηση από το κράτος.

5. Αξιοποίηση της ισότιμης διεθνούς συνεργασίας (επιστημο­νικής).

Σχετικά χρειάζεται να ενεργοποιηθούν οι διακρατικές συμβά­σεις που έχουν υπογράφει και να τεθούν σε εφαρμογή κοινά προ­γράμματα στα πλαίσια του εθνικού προγραμματισμού.

Η συμμετοχή στα ΕΟΚικά προγράμματα,για όσο καιρό η χώρα παραμένει στην ΕΟΚ έχει νόημα όταν εντάσσεται στον εθνικό προ­γραμματισμό και αξιοποιεΐ διοικητικά τα ελάχιστα περιθώρια που αφήνονται για εξυπηρέτηση' αναπτυξιακών αναγκών της χώρας. Η ΝΑΤΟική έρευνα στη χώρα πρέπει να απαγορευτεί.

6. Θεσμοθέτηση διαδικασιών για τη μεταφορά τεχνολογίας και την αξιοποίηση τεχνολογικών καινοτομιών σε αντιμονοπωλιακή α- ντιεξαρτησιακή κατεύθυνση.

Γίνεται βέβαια καθαρό ότι μια πολιτική που θα διακρίνεται από τις παραπάνω βασικές αρχές και κατευθύνσεις δεν είναι δυνατό να μπει σ’ εφαρμογή παρά από μια κυβέρνηση αλλαγής.

Είναι όμως απαραίτητο το κίνημα να στρέφει την προσοχή του σε ορισμένους άμεσους στόχους για ν’ αρχίσουν τουλάχιστον να βγαίνουν από το τέλμα οι ερευνητικές δραστηριότητες. Συγκεκριμέ­να:

1. Αμεσος διπλασιασμός των κονδυλίων για Ε+Τ.2. Τροποποίηση του ν. 1514, τουλάχιστον ως προς τη σύνθεση

του ΕΓΣΕ, τ ’ ακαδημαϊκά ερευνητικά κέντρα και τις διαδικασίες κρίσης των ερευνητών. Αμεση συγκρότηση του ΕΓΣΕ.

3. Κατάργηση των χαρισματικών προβλέψεων του ν. 1262/82 του ΠΑΒΕ και ΠΡΟΠΕ.

267

Page 269: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

3. ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣΤΩΝ ΑΕΙ*

Οι θέσεις για τους εσωτερικούς κανονισμούς (ΕΚ), που παρου­σιάζονται στο κείμενο αυτό. είναι μια συμβολή του ΚΚΕ στις σχε­τικές συζητήσεις που γίνονται αυτή την περίοδο στα πανεπιστη­μιακά όργανα και τους φορείς των ΑΕΙ της χώρας.

Οι προτάσεις αυτές γίνονται απο θέση ευθύνης του κόμματος μας για το ρόλο των ΑΕΙ στην ελληνική κοινωνία, και τη συμβολή τους σε μια πορεία ανάπτυξης του τόπου πρός όφελος του λαού. Θεωρούμε αναγκαία την ολόπλευρη ενίσχυση της υλικοτεχνικής βάσης των ΑΕΙ και τη δημιουργία μηχανισμών στήριξης του έργου τους.

Οι θέσεις που δίνονται εδώ για τους ΕΚ εντάσσονται στη στα­θερή προσπάθειά μας για ενίσχυση της δημοκρατίας στα ΑΕΙ και της αυτοτέλειάς τους, για αποτελεσματικότερη λειτουργία ελκυστικού περιβάλλοντος σπουδής και εργασίας.

Ειδικότερα, θεωρούμε αναγκαία την ενίσχυση του ρόλου και του κύρους των πανεπιστημιακών οργάνων, γιατί η κυβέρνηση και οι συντηρητικές δυνάμεις συμφωνούν σε μια πορεία αποδυνάμωσης τους, όπου σοβαρά θέματα των ΑΕΙ θεσμικά ή περιεχομένου σπουδών και έρευνας θα αποφασίζονται σε κέντρα εκτός ΑΕΙ, έξω από κάθε διαδικασία δημοκρατικού ελέγχου.

Είναι φανερό, ότι η ενίσχυση του ρόλου των πανεπιστημιακών είναι θεμιτή και εφικτή μόνο κάτω από συνθήκες απόλυτης διαφά­νειας και δημιουργίας στα όργανα, συνθηκών γόνιμης συζήτησης, διευκόλυνσης των μαζικών φορέων των ΑΕΙ και κύρια του οργα­νωμένου φοιτητικού κινήματος στις παρεμβάσεις τους.

Οι συνολικές προτάσεις μας λαμβάνουν υπόψη τους το σημε­ρινό νομικό πλαίσιο και την πείρα από τη λειτουργία των ΑΕΙ. Σε

• Μ οιράστηκε στα ΑΕΙ (συγκλήτους και μαζικούς φορείς) στις 5 του ΓενάρηΙ9Κ7

268

Page 270: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ορισμένα σημεία απλά διευρύνουν διατάξεις του σημερινού νομικού πλαισίου, ενώ σε άλλα σημεία οι προτάσεις μας απαιτούν νομοθε­τική ρύθμιση.

Πιστεύουμε ότι η αποδοχή των προτάσεων από τα ΑΕΙ συμβάλ­λει στην διεκδίκηση της νομοθετικής κατοχύρωσής τους εφ’ όσον αυτή απαιτείται.

1. Πανεπιστημιακά όργανα - ΔιοίκησηΠροτείνουμε κατ’ αρχήν την γενική αρχή της διαφάνειας στην

διοίκηση και την λειτουργία των ΑΕΙ με την έννοια ότι για τους φο­ρείς και τα μέλη των ΑΕΙ δεν υπάρχουν απόρρητα. Πρακτικά συνε­δριάσεων κλπ. στοιχεία δίνονται στα μέλη των ΑΕΙ με αίτηση τους υποχρεωτικά.

Επίσης είναι ανγκαία η θέσπιση της αρχής της πλήρους συμμε­τοχής όλων των φορέων των ΑΕΙ σ’ όλα τα θέματα των ΑΕΙ και στα σχετικά όργανα και επιτροπές. Είναι γνωστή η από θέση αρχής αντίθεση μας στην άποψη περί «ειδικών» που αποφασίζουν ενώ είναι φανερό ότι είναι αναγκαία η τεκμηρίωση μιας θέσης εισηγητικά από τους κατ’ εξοχή ειδικούς.

Θεωρούμε αναγκαία την ενίσχυση του ρόλου των κύριων αποφα- στικών οργάνων των ΑΕΙ, Σύκλητο και ΓΣ Τμήματος, με προσπά­θειες ουσιαστικοποίησης των συζητήσεων σ’ αυτά όπως και με δρα­στική βελτίωση της διαδικασίας τους. Θεωρούμε ωφέλιμη την σύ­σταση από αυτά τα όργανα βοηθητικών επιτροπών μόνιμων ή παρο­δικών που θα επεξεργάζονται θέματα εισηγητικά προς τα όργανα ή και θα αποφασίζουν για ζητήματα που το όργανο τους αναθέτει με αυ­ξημένη πλειοψηφία ή τέλος θα παραπέμπουν το θέμα στο κύριο όρ­γανο. Υποστηρίζουμε την αναγκαιότητα συμμετοχής των εκπροσώ­πων όλων των μαζικών φορέων στα όργανα των ΑΕΙ και τον έλεγχο της δράσης τους από τους αντίστοιχους φορείς.

Ειδικότερα προτείνουμε:Πρυτανικό Συμβούλιο: Τακτική σύγκλιση κάθε βδομάδα με δια­

νομή δύο εργάσιμες μέρες πριν ημερισίας διάταξης (ΗΔ) και ει­σηγήσεων. Έκτακτη σύγκληση με αντίστοιχη διανομή την προη­γούμενη μέρα. Ο πόλος του είναι κύριά εισηγητικός στη Σύγκλητο, ενώ είναι σκόπιμο να πάρει αποφασιστικές αρμοδιότητες για θέματα που θα του παραχωρήσει η Σύγκλητος. Εάν φορέας ΑΕΙ διαφωνεί με απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου έχει δικαίωμα παραπομπής του θέματος στη σύγκλητο.

Προτείνουμε την ενιαία εκπροσώπηση διοικητικών και ΕΔΤΠ στο Πρυτανικό από κοινό εκπρόσωπο, ενώ η γραμματειακή υποστή­ριξή του θα πρέπει.να ανατεθεί σε διοικητικό προσωπικό.

269

Page 271: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Σύγκλητος: Τακτική συνεδρίαση κάθε 2 βδομάδες με ΗΔ και ει­σηγήσεις 7 μέρες πριν. Έκτακτη σύγκληση με ΗΔ και εισηγήσεις 2- 3 εργάσιμες μέρες πριν. Δυνατότητα σύγκλησης αν το ζητήσουν το 1/3 των μελών της Συγκλήτου με την διαδικασία της έκτακτης. Οι γε­νικές αρμοδιότητες της σύμφωνα με το νόμο.

Γ. Σ. Τμήματος: Τακτική συνεδρίαση κάθε μήνα με ΗΔ και εισήγηση 7 μέρες πριν κύρια για θέματα προγραμματισμού εκπαίδευ­σης - έρευνας του τμήματος. Έκτακτες συγκλίσεις με διαδικασία ανάλογη της συγκλήτου.

Οι κρίσεις ΔΕΠ γίνονται μετά 7 μέρες τουλάχιστον από την κατάθεση της εισηγητικής έκθεσης σε σειρά προκαθορισμένη. Η ε­κλογή των μελών ΔΕΠ της Γ.Σ. τμήματος περιορισμένης σύνθεσης γίνεται με ενιαίο ψηφοδέλτιο αλλά με δυνατότητα σταυροδότησης του 40% των εκλεγόμενων για την αναλογικότερη εκπροσώπιση ό­λων των απόψεων στα ΓΣ.

Γ. Σ. Τομέα: - Διαδικασίες σύγκλισης αντίστοιχες με αυτές της ΓΣ Τμήματος.

- Οι αρμοδιότητες να διευρυνθούν: Να έχει εισηγητικό ρόλο για πρόγραμμα σπουδών - έρευνας, για διανομή συγγραμμάτων, θέσεων ΔΕΠ ως προς το περιεχόμενο και βαθμίδα.

- Συμμετοχή με δικαίωμα λόγου όλων των μελών του τομέα.- Δημιουργία Διοικητικής Επιτροπής Τομέα για τομείς με ΔΕΠ

περισσότερο του 15 από όλους τους φορείς, με αρμοδιότητες εισηγη­τικές και εκτελεστικές των αποφάσεων του τομέα.

- Είμαστε αντίθετοι στη δημιουργία υποτομέων. Αν χρειάζεται λόγω διαφοράς γνωστικών αντικειμένων να δημιουργηθούν περισ­σότεροι τομείς.

Δ. Σ. Τμήματος: Σύγκλιση κάθε 2 βδομάδες με ΗΔ και θέματα, 3 εργάσιμες μέρες πριν. Η ΓΣ του τμήματος αναθέτει με απόφαση της θέματα στο ΔΣ τμήματος για απόφαση με αυξημένη πλειοψηφΐα αλ­λιώς αναπέμπεται το θέμα στη ΓΣ τμήματος.

Οι εκπρόσωποι του ΕΔΤΠ μετέχουν με ψήφο σ’ όλα τα θέματα. Για τα θέματα που αφορούν ΕΜΥ, ΕΔΤΠ, φοιτητές εφόσον διαφω­νεί ο εκπρόσωπος του αντίστοιχου κλάδου, έχει δικαίωμα παρα­πομπής του στη ΓΣ Τμήματος.

Ρυθμίσεις ειδικές

1. Γ ενικά όλα τα όργανα σε έκτακτες περιπτώσεις να μπορούν να συγκληθούν άμεσα με συμφωνία προεδρεύοντα και φορέων του ΑΕΙ, για συζήτηση συγκεκριμένου θέματος.

2. Συνδικαλιστικός φορέας σε επίπεδο κάθε οργάνου μπορεί να

270

Page 272: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ζητήσει θέμα για συζήτηση το οποίο συζητιέται την επόμενη τα­κτική συνεδρίαση του οργάνου με ευθύνη του προεδρεύοντα.

Η ΗΔ των οργάνων καταρτίζεται σε συνεργασία του προε­δρεύοντα με τα μέλη του Πρυτανικού, ΔΣ Τμήματος, Δ. Επιτρ. Τομέα για τη Σύγκλητο, Γ. Σ. Τμήματος, Γ. Σ Τομέα αντίστοιχα. Κατώτερο πανεπιστημιακό όργανο δικαιούται να θάλει θέμα για συζήτηση σε ανώτερο μέσα σε ένα μήνα από τότε που θα υποβληθεί το αίτημα.

3. Τα όργανα προγραμματίζουν σε εξάμηνη λογουχάρη βάση τα κύρια θέματα που θα τα απασχολήσουν στις συνεδριάσεις τους και τα κοινοποιούν στο χώρο ευθύνης τους.

Οι επικεφαλεϊς των οργάνων και τα αντίστοιχα διοικητικά όργα­να, μεριμνούν για την υλοποίηση και γνωστοποίηση των αποφά­σεων.

4. Τα όργανα έχουν δικαίωμα με απόφασή τους. να καλούν άλλα μέλη του ΑΕΙ ή και εκτός ΑΕΙ στις συνεδριάσεις τους με δικαίωμα λόγου. Οι εκτός ΑΕΙ αποχωρούν στην έναρξη της ψηφοφορίας.

5. Τα ΑΕΙ μεριμνούν ώστε οι φοιτητές εκπρόσωποι στα όργανα να μη χάνουν μαθήματα (π.χ. καθορισμένη ώρα τακτήςσύγκλησης), και οι συνεδριάσεις να γίνονται κατά βάση σε εργάσιμες ώρες.'

6. Τα όργανα θα πρέπει σε ετήσια βάση να κάνουν συνεδριάσεις:- προγραμματισμού εκπαιδευτικού - ερευνητικού έργου- απολογισμού εκπαιδευτικού - ερευνητικού έργου- οικονομικού προϋπολογισμού - απολογισμού7. Διαδικασία ψηφοφορίας - απαρτίας οργάνων.α. Αν όργανο δεν έχει απαρτία συγκαλείται ξανά σε διάστημα 7

ημερών και είναι αναγκαία επίσης η παρουσία του 50/,; των μελών για την απαρτία. Η τρίτη σύγκλιση οργάνου μπορεί να έχει απαρτία με όσους είναι παρόντες.

θ. Αλλαγή σειράς θεμάτων ΗΔ γίνεται δεκτή με πλειοψηφϊα ·ν4 των παρόντων.

Ψηφίσματα που ζητά το Ά των παρόντων, συζητιούνται στο τέ­λος της συνεδρίασης.

γ. Η ψηφοφορία είναι πάντα φανερή πλην των θεμάτων εκλογής διοικητικών οργάνων. Γίνεται ονομαστική και αιτιολογημένη ψηφο­φορία να ζητηθεί από το ' 5 των παρόντων.

δ. Οι αποφάσεις παίρνονται με σχετική πλειοψηφϊα. Τα λευκά υπολογίζονται.

8. Σε περίπτωση παραίτησης μέλους ΔΕΠ από διοικητικό όργα­νο, συνέρχεται σε μια βδομάδα το αντίστοιχο εκλεκτορικό σώμα για εκλογή. Σε περίπτωση παραίτησης εκπροσώπου συλλόγου, ο σύλλο­γος μεριμνά για την αντικατάστασή του.

9. Προτείνουμε με νομοθετική ρύθμιση την αύξηση συμμετοχής

271

Page 273: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΕΔΤΠ - διοικητικών στο 20% συνολικά του ΔΕΠ στις εκλογές πρυ- τανικών αρχών και προέδρων τμημάτων. Η κατανομή του ποσοστού των διοικητικών να γίνεται ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων στην κεντρική διοίκηση και τα τμήματα. Επίσης προτείνουμε τη συμμετοχή 2 ΕΔΤΠ και 1 διοικητικού στη ΓΣ τμήματος, καθώς και συμμετοχή 1 εκπροσώπου του ΕΔΤΠ στη ΓΣ του Τομέα.

Ακόμα τη συμμετοχή 3 εκπροσώπων των συλλόγων διδακτικού προσωπικού στη σύγκλητο των ΑΕΙ. Να διατηρηθεί η εκπροσώπηση μεταβατικά ΕΔΠ - ΕΜΥ ως έχει.

Είναι φανερό ότι όλοι οι εκπρόσωποι εκλέγονται με διαδικασίες που καθορίζουν οι αντίστοιχοι μαζικοί φορείς και είναι υπόλογοι σ’ αυτούς.

10. θεωρούμε σκόπιμη την επισήμανση σ’ αυτό το σημείο της αναγκαιότητας ενίσχυσης του ρόλου του ΣΑΠ στο χώρο της ανώτα­της εκπαίδευσης. Νομοθετικά θα πρέπει να ρυθμιστεί ότι το ΣΑΠ ει- σηγείται και γνωμοδοτεί για όλα τα ζητήματα της ανώτατης εκπαί­δευσης.

Η κυβέρνηση υποχρεώνεται να ζητά τη γνώμη του για:- το γενικότερο προγραμματισμό της ανώτατης εκπαίδευσης.- τον αριθμό των εισαγόμενων στα ΑΕΙ.- τις απαιτούμενες δαπάνες για την ανώτατη εκπαίδευση και την

κατανομή τους.- την ίδρυση νέων ΑΕΙ και τμημάτων.Το ΣΑΠ γνωμοδοτεί συνολικά για τον προγραμματισμό και συ­

ντονισμό των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών και της πα­νεπιστημιακής έρευνας.

Επίσης προτείνεται η δημιουργία Ακαδημαϊκού Συμβουλίου από καθηγητές ΑΕΙ που θα συμβάλλει στην επιστημονική τεκμηρίω­ση συνολικά τον θεμάτων των ΑΕΙ. Το Ακαδημαϊκό συμβούλιο συγ­κροτεί ομάδες που αντιστοιχούν σε ευρύτερους επιστημονικούς κλά­δους. Η επιλογή των μελών του γίνεται από το ΣΑΠ ύστερα από προτάσεις πον ΓΣ Τμημάτων AF.I. Το Ακαδημαϊκό συμβούλιο λει­τουργεί στα πλαίσια του ΣΑΠ. Το Ακαδημαϊκό συμβούλιο διενεργεί τη δευτεροβάθμια κρίση ΔΕΠ που προβλέπει ο ν. 1268. Το Ακαδη­μαϊκό συμβούλιο εκδίδει επιστημονικά περιοδικά. Προτείνουμε ορι­στική απάλειψη της Εθνική Ακαδημίας Γ ραμμάτων και Επιστημών (ΕΑΓΕ).

11. Ό σον αφορά τα θέματα διοίκησης τα μέτρα που προτείνο- νται σκοπεύουν σε μια αντιγραφειοκρατική λειτουργία και τη στήρι­ξη από διοικητικής πλευράς της εν γένει εκπαιδευτικής και ερευνη­τικής δραστηριότητας των ΑΕΙ.

272

Page 274: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κατά θάση οι διοικητικές υπηρεσίες των ΑΕΙ θα πρέπει να έ­χουν τις διευθύνσεις:

- διεύθυνση προσωπικού (όλων των κατηγοριών).- διεύθυνση οικονομικών - προϋπολογισμών - ιδιαιτ. περιουσίας

- προμηθειών.- διεύθυνση τεχνικών έργων.- διεύθυνση τεχνικής στήριξης - συντήρηση ηλεκτρονικών υπο­

λογιστών.- διεύθυνση ακαδημαϊκών υποθέσεων. Σε συνεργασία με τις

γραμματείες τμημάτων, παρακολουθεί θέματα σπουδών, προγραμμά­των, βιβλιοθήκης, φροντίζει για τις σχέσεις του ΑΕΙ με άλλα ΑΕΙ, ή τρίτους για παρόμοια θέματα. Είναι υπέυθυνη για το εκδοτικό του ΑΕΙ.

- διεύθυνση έρευνας.- μέριμνας φοιτητών, εργαζομένων.- πρυτανείας - συγκλήτου, δημοσίων σχέσεων - νομικής υπη­

ρεσίας.Ιδιαίτερα επισημαίνουμε την ανάγκη δημιουργίας γραφείου, στη

διεύθυνση ακαδημαϊκών υποθέσεων, εκπαιδευτικής τεκμηρίωσης. Το γραφείο αυτό πρέπει να διαθέτει βιβλιοθήκη συγγραμμάτων και πε­ριοδικών, πρακτικών συνεδρίων και οδηγών σπουδών ξένων ΑΕΙ σχετικών με το αντικείμενό του.

Σκοπός του πρέπει να είναι η τεκμηρίωση θεμάτων εκπαιδευτι­κού σχεδιασμού, η επικοινωνία του με άλλα όργανα ευρύτερου σχε- διασμού. Το θέμα έχει προταθεί από το 1975, από πανεπιστημιακούς.

Ακόμα ιδιαίτερης σημασίας θα είναι η δημιουργία διευθύνσεων έρευνας για διοικητική στήριξη όλων των προσπαθειών αναβάθμι­σης της πανεπιστημιακής έρευνας, των θεμάτων σχετικά με τις δι­πλωματικές εργασίες, τις πρότυπες μελέτες εφαρμογών των ΑΕΙ, τη συμμετοχή προπτυχιακών φοιτητών στην έρευνα.

Προτείνουμε ακόμα τη δημιουργία σε γενικές γραμμές των πα­ρακάτω επιτροπών από τη σύγκλητο του ΑΕΙ με συμμετοχή σ’ αυτές όλων των φορέων:

- οικονομικών - προϋπολογισμού.- έρευνας.- τεχνικών έργων.- βιβλιοθήκης.- εκδόσεων - με πρόταση δημιουργίας εκδοτικών.- δημοσίων σχέσεων.- φοιτητικής λέσχης - φοιτητικής μέριμνας.- ηλεκτρονικού υπολογιστή.- νομική επιτροπή (σχετική με νομικό συμβούλιο ΑΕΙ).

273

Page 275: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Να σημειωθεί ότι η δημιουργία ουσιαστικού τεχνικού συμβού­λιου του ΑΕΙ απαιτεί την τροποποίηση του ΝΔ 463/70 και του ΝΔ 360/71.

Πιστεύουμε ακόμα ότι οι διευθύνσεις των υπηρεσιών θα πρέπει να αναβαθμιστούν και οι επικεφαλείς τους να είναι εισηγητές στις αντίστοιχες επιτροπές της συγκλήτου. Θεωρούμε αναγκαία τη ρητή αναφορά ότι τα νομικά πρόσωπα του Αρ. 3 παρ. 7, 8 του ν. 1268 να είναι κάτω από τη διοικητική εποπτεία της συγκλήτου του ΑΕΙ.

12. Επίσης θα πρέπει να δημιουργηθούν βιβλιοθήκες κεντρικές των ΑΕΙ καθώς και των τμημάτων με ενιαία καταλογογράφιση. Να αξιοποιηθούν προτάσεις της Ένωσης Βιβλιοθηκονόμων. Το ωράριο λειτουργίας των βιβλιοθηκών θα πρέπει να είναι συνεχές (πρωί - απόγευμα) το πενθήμερο (εκτός του καλοκαιριού) και επίσης να είναι ανοιχτές οι κεντρικές βιβλιοθήκες το Σάββατο πρωί. Παράλληλα εί­ναι αναγκαία η σύνδεση των ΑΕΙ με διεθνείς τράπεζες πληροφοριών χωρίς αποκλεισμούς. Αναγκαία είναι η δημιουργία εκδοτικών μηχα­νισμών στα ΑΕΙ κύρια στα μεγάλα.

13. Ο εσωτερικός κανονισμός 0α πρέπει δίνοντας περιεχόμενο και στην έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου, να διασφαλίζει ρητά την πλήρη έκφραση των πολιτικών δικαιωμάτων των μελών των ΑΕΙ όλοιν το)\· κατηγοριών στον τόπο της σπουδής και εργασίας τους.

14. Χρήση εγκαταστάσεων ΑΕΙ για εκδήλωση φοιτητών γίνεται με άδεια του αρμόδιου παν. οργάνου (πρυτανικό, ΔΣ τμήματος), ύστε­ρα από αίτηση του αρμόδιου φοιτητικού συλλόγου. Η χορήγηση της άδειας είναι υποχρεωτική.

Αλλοι φορείς, εκτός ΑΕΙ, ζητούν άδεια με την παραπάνω διαδι­κασία (μέσω φοιτ. συλλόγων), ή απευθείας.

Οι εργαζόμενοι στα ΑΕΙ έχουν δικαίωμα άμεσης άδειας για εκδήλωση των συλλόγων τους.

Η διοίκηση των ΑΕΙ υποβοηθά υλικοτεχνικά τους συλλόγους των φορέων των ΑΕΙ.

15. Τα ΑΕΙ, στα πλαίσια του ευρύτερου κοινωνικού ρόλου τους θα πρέπει να θεσμοθετήσουν την επιστημονική βοήθεια σε αιτήματα του μαζικού λαϊκού κινήματος και της τοπικής αυτοδιοίκησης.2. ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

Οι προπτυχιακές σπουδές των ΑΕΙ θα πρέπει να συνδυάζουν ου­σιαστικές γνώσεις της συγκεκριμένης επιστήμης και ειδίκευση μέσα από τη δυνατότητα των φοιτητών για συγκεκριμένες επιλογές μα­θημάτων. Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στις προσπάθειες που διαφαίνονται να μεταφερθεί η ειδίκευση σε κύκλο σπουδών μετά το πτυχίο και οι απόφοιτοι του πρώτου κύκλου σπουδών να μένουν α­νειδίκευτοι. Επιμήκυνση πιθανή 1-2 εξάμηνα του πρώτου κύκλου

274

Page 276: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

σπουδών ίσως είναι αναγκαία για την υλοποίηση των σπουδών που προτείνουμε.

Σύμφωνα με τα παραπάνω η δομή της ανώτατης εκπαίδευσης που προτείνουμε είναι διαθάθμια - πτυχίο - διδακτορικό. Θέματα συνε­χιζόμενης εκπαίδευσης και ειδίκευσης των πτυχιούχων δεν συνι- στούν άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης, ενώ είναι αναγκαία η θεσμοθέ­τησή της με την συνεργασία ΑΕΙ και επιστημονικών φορέων.

Θεωρούμε αναγκαίες αλλαγές στον τρόπο της διδασκαλίας με ενίσχυση του διαλόγου στην πανεπιστημιακή διδασκαλία. Η μετάδο­ση των γνώσεων θα πρέπει να γίνεται σε ορισμένο αριθμό φοιτητών και να ενισχυθεί ο θεσμός των σπουδαστικών εργασιών σεμιναρίου.

Παράλληλα θα πρέπει να γενικευτεί σ’ όλες τις σχολές ο θεσμός της διπλωματικής εργασίας. Οι διπλωματικές εργασίες θα πρέπει να υπάγονται στον γενικότερο εκπαιδευτικό ερευνητικό προγραμματι­σμό του τμήματος. Οι διπλωματικές εργασίες σε ανάλογες επιστήμες θα πρέπει να ασχολούνται και με συγκεκριμένα προβλήματα εφαρ­μογών στα πλαίσια της ευρύτερης συνεργασίας ΑΕΙ - παραγωγικών μονάδων - κοινωνίας γενικότερα. Θα πρέπει να διασφαλίζεται η πνευματική ιδιοκτησία της διπλωματικής από την αξιοποίηση των α­ποτελεσμάτων της από τρίτους με άγνοια του συγγραφέα της. Επίσης σταδιακά θα πρέπει να επιδιωχθεί η συστηματική προσέγγιση των προπτυχιακών φοιτητών στην έρευνα όπως γίνεται σε άλλες χώρες. Είναι αναγκαία η θεσμοθέτηση στα ΑΕΙ της επαφής των φοιτητών με παραγωγικές μονάδες για το σύνολο των φοιτητών, με συγκε­κριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα υπό τον έλεγχο του ΑΕΙ.

Για τους εργαζόμενους φοιτητές, το ΑΕΙ μεριμνά ώστε να διευ­κολύνεται η παρακολούθηση μαθημάτων - σεμιναρίων, παράλληλα με τα μέτρα για πληρωμένες άδειες στις εξεταστικές περιόδους.

Το σύστημα συγγραφής και διανομής των πανεπιστημιακών βι­βλίων δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ΑΕΙ και στις δίκαιες α­παιτήσεις του ΔΕΠ και των φοιτητών, γ ι’ αυτό πρέπει να αλλάξει. Η αναγκαιότητα αλλαγής αυτού του συστήματος σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να συνεπάγεται την αφαίρεση μιας κατακτημένης κοινω­νικής παροχής προς τους φοιτητές, αλλά αντίθετα τη σωστή οργάνω­ση και την επέκτασή του για τη διευκόλυνση της επιστημονικής κατάρτισης.

Επιγραμματικά θα πρέπει:1. Να υπάρχει ένα βασικό σύγγραμμα - βιβλίο σε κάθε μάθημα

σαν οδηγός για την εξέλιξη της διδασκαλίας του. Αυτό μπορεί να εί­ναι είτε του διδάσκοντα, είτε συλλογικά ομοϊδών επιστημόνων, είτε μετάφραση κάποιου αξιόλογου συγγράμματος απ’ τη διεθνή βιβλιο­γραφία.

275

Page 277: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

2. Να δίνονται κι άλλα θιθλϊα και άρθρα στους φοιτητές γύρω από το συγκεκριμένο μάθημα.

3. Να δίνεται βιβλιογραφία κατά μάθημα και κατά θεματική ενότητα κάθε μαθήματος.

4. Να οργανωθούν οι βιβλιοθήκες των ΑΕΙ με ευρύτητα σε τίτ­λους και επάρκεια σε ποσότητα βιβλίων και περιοδικών έτσι ώστε να μπορούν να ανατρέξουν για να διαβάσουν ή να δανειστούν οι φοι­τητές.

5. Οι τομείς και τα τμήματα στη βάση του προγράμματος σπουδών θα αποφασίζουν για τα βιβλία που χρειάζονται σύμφωνα με τις εισηγήσεις των διδασκόντων, (χωρίς αυτό να ’χει την έννοια της λογοκρισίας αλλά της ουσιαστικής τήρησης του προγράμματος σπουδών).

6. Η αμοιβή των συγγραφικών δικαιωμάτων των διδασκόντων είτε να γίνεται εφ’ άπαξ απ’ το κράτος όσον αφορά τη χρήση του σαν διδακτικό βιβλίο (για τη δωρεάν διανομή) με αναφαίρετο, παράλλη­λα, το δικαίωμα του συγγραφέα να το κυκλοφορήσει στο ελεύθερο εμπόριο, είτε μέσω της αγοράς του ανάλογου αριθμού αντιτύπων απ’ τον εκδοτικό οίκο με σύμβαση.

7. Το ύψος της αμοιβής των συγγραφικών δικαιωμάτων να κα­θορίζεται από το ακαδημαϊκό συμβούλιο που προτείνουμε να λει­τουργεί στα πλαίσια του ΣΑΠ με συγκρότηση ειδικών επιτροπών.

8. Η διανομή όλων των συγγραμμάτων, βιβλίων, σημειώσεων, βοηθημάτων κλπ., να γίνεται δωρεάν απ’ τα τμήματα.

Ειδικότερα θέματα:1. Διδακτικές μονάδες: εκφράζουμε την αντίθεσή μας γιατί οδη­

γεί σε άσκοπο χωρισμό των μαθημάτων σε κύρια και δευτερεύοντα. Ο υπολογισμός του βαθμού πτυχίου να παραμείνει όπως είναι σήμε­ρα.

2. Εξεταστικό: Συμφωνούμε με την απόφαση της ΕΦΕΕ τον Ο­κτώβριο ’83 όπως αυτή ψηφίστηκε από τη Σύγκλητο του Πανεπι­στημίου Αθήνας το Φλεβάρη ’84 (κατ’ αναλογία να εφαρμοστεί σε όλα τα ΑΕΙ). Επίσης θα πρέπει να καθιερωθεί ότι η μορφή της έ κ τ α ­σης θα είναι αντικείμενο απόφασης του τομέα.

3. Απώλεια μαθημάτων λόγω φοιτητικών κινητοποιήσεων - α­περγιών θα πρέπει να ρυθμίζονται με τον διδάσκοντα σε εθελοντική βάση. Το θέμα να συζητείται στο τμήμα και σε ορισμένες περιπτώ­σεις να υπάρχει μετάθεση του μαθήματος.

4. Ανταλλαγές φοιτητών με ξένα ΑΕΙ: Είναι αναγκαίο να ενισχυ- θούν οι διαπανεπιστημιακές ανταλλαγές με διατήρηση της αυτοτέ­λειας του ΑΕΙ.

5. Ξένη γλώσσα: Τα ΑΕΙ να μεριμνούν οι απόφοιτοί τους να

276

Page 278: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

γνωρίζουν μια τουλάχιστον από τις ξένες γλώσσες Αγγλικά - Γαλ­λικά - Γερμανικά - Ρωσικά - Ιταλικά - Ισπανικά. Να υπάρχουν δυ­νατότητες παρακολούθησης δεύτερης γλώσσας.

6. Η/Υ: Να δημιουργηθούν κέντρα Η/Υ στα ΑΕΙ για την επιμόρ- φωση στη χρήση τους όλων των φοιτητών των ΑΕΙ.

3. ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

Οι μεταπτυχιακές σπουδές θα πρέπει να αναπτυχθούν άμεσα μετά από πανελλαδικό συντονισμό - προγραμματισμό τους στο ΣΑΠ, όπου θα πρέπει να συζητιούνται οι βασικές τους κατευθύνσεις ενώ το πρόγραμμά τους να αποφασϊζεται από τα αρμόδια πανεπιστημιακά όργανα. Σταδιακά θα πρέπει να αναπτυχθούν σε όλους τους επιστη­μονικούς κλάδους. Οι μεταπτυχιακές σπουδές πρέπει να οδηγούν σε διδακτορικό δίπλωμα και να είναι συνέχιση υψηλού επιπέδου προ­πτυχιακών σπουδών. Τυχόν μη περάτωση διδακτορικών σπουδών πι­στοποιείται με σχετικό πιστοποιητικό φοίτησης στο σπουδαστή. Τα θέματα των μεταπτυχιακών σπουδών αποφασίζονται από τα αντί­στοιχα ακαδημαϊκά όργανα: ΓΣ τομέα, ΓΣ τμήματος, σύγκλητος για διατμηματικά προγράμματα, καθώς και για ίδρυση νέων προγραμμά­των.

Εισηγητικά σ’ αυτά τα όργανα σκόπιμη είναι η σύσταση επι­τροπών απ’ όλους τους φορείς με ουσιαστική συμμετοχή των προπτυ­χιακών φοιτητών.

Χρηματοδότηση μεταπτυχιακών σπουδών από τρίτους εγκρίνε- ται από τη σύγκλητο του ΑΕΙ. Είναι σκόπιμη η διαπανεπιστημονική συνεργασία σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.

Οι μεταπτυχιακές σπουδές περιλαμβάνουν παρακολούθηση μα­θημάτων, σεμιναρίων, οργάνωση διαλέξεων, εμπέδωση της μεθοδο­λογίας της έρευνας καθώς και παραγωγή πρωτότυπου επιστημονικού έργου.

Κάθε ΑΕΙ ορίζει τον κανονικά αναγκαίο χρόνο για απόκτηση δι­δακτορικού καθώς και τη λεπτομερέστερη δομή του συνολικού μετα­πτυχιακού προγράμματος. Βάση θα μπορούσε να είναι 1 χρόνος αφιε­ρωμένος κύρια για μαθήματα και άλλα 2 χρόνια για την εκπόνηση της διατριβής εφόσον πρόκειται για συνέχιση του υψηλού επιπέδου προπτυχιακών σπουδών που περιγράψαμε στο σχετικό κεφάλαιο.

Τα ΑΕΙ κάτω από το συντονισμό του ΣΑΠ μπορούν να συμθλη- θούν με κρατικά κέντρα ερευνών ή ινστιτούτα για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων αναγκών σχετικών με τις μεταπτυχιακές σπουδές, χωρίς αυτό σε καμιά περίπτωση να υποκαθιστά την εκπαιδευτική δια­δικασία των ΑΕΙ από τα ερευ νητικά κέντρα.

Επίσης τα ΑΕΙ για τις μεταπτυχιακές σπουδές συνεργάζονται με

τη

Page 279: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ομότιμα ΑΕΙ του εξωτερικού στη βάση της ισοτιμίας. Οι εξεταστικές και συμβουλευτικές επιτροπές των μεταπτυχιακών σπουδαστών απο- φασίζονται από τη ΓΣ του τμήματος μετά εισήγηση του τομέα. Στην εξεταστική επιτροπή μπορούν να μετέχουν 2 επιστήμονες από άλλα ΑΕΙ ή κρατικά ερευνητικά κέντρα και οπωσδήποτε ο επιβλέπων κα- θηγητής.

Μεταπτυχιακοί σπουδαστέςΓια τους μεταπτυχιακούς φοιτητές θα πρέπει να προθλέπονται υ­

ποτροφίες ύνους σήμερα 45.000 δρχ. και οι σχετικές θέσεις να προ- κηρύσονται από τη ΓΣ τμήματος κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Μεταβατικά θα πρέπει να προκηρύσσονται ενιαία οι θέσεις που προ­βλέπουν ή όχι οικονομική ενίσχυση των μεταπτυχιακών φοιτητών. Προφανώς υποτροφία δεν χορηγείται σε μεταπτυχιακούς φοιτητές μερικής απασχόλησης οι οποίοι εργάζονται στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα και οι οποίοι παρακολουθούν πρόγραμμα σπουδής με μικρότε­ρο φόρτο εργασίας ανά έτος από τους μεταπτυχιακούς ολικής απα­σχόλησης. Οι γνώσεις που αποκτούνται από τις δύο κατηγορίες φοι­τητών είναι ισότιμες καθώς και οι τίτλοι που χορηγούνται.

Κριτήρια πρόσληψης μεταπτυχιακών σπουδαστών:- Βαθμοί σχετικών μαθημάτων, βαθμός πτυχίου και διπλωμα­

τικής.- Επιστημονικές εργασίες υποψηφίου.- Γνώση μιας ξένης γλώσσας.- Σε ειδικές περιπτώσεις μετά από απόφαση του τομέα διενερ-

γούνται γραπτές εξετάσεις για την επιλογή των μεταπτυχιακών σπου­δαστών.

Οι υπότροφοι μεταπτυχιακοί υποχρεούνται σε βοηθητικό διδα­κτικό έργο 1 εργάσιμη μέρα τη βδομάδα κύρια σε θέματα σχετικά με την ερευνητική τους εργασία ή με το γνωστικό αντικείμενο του προ­γράμματος μεταπτυχιακών που παρακολουθούν.

Η επιλογή των μεταπτυχιακών σπουδαστών γίνεται από τη ΓΣ του τμήματος μετά από εισήγηση του τομέα, ενώ ο τομέας παρακο­λουθεί την ετήσια πρόοδο του σπουδαστή.

Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές έχουν όλες τις παροχές των προπτυ­χιακών φοιτητών και αναγνωρίζονται τα χρόνια μεταπτυχιακών σπουδών σαν συντάξιμα. Η φοίτηση είναι δωρεάν.

Αλλοδαποί μεταπτυχιακοί φοιτητές έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους έλληνες, τηρουμένων των σχετικών διατάξεων του Συντάγματος.

Τα ΑΕΙ μεριμνούν για την εκπαίδευση των μεταπτυχιακών σπου­δαστών και στο εξωτερικό με παρακολούθηση σχετικών σεμιναρίων

278

Page 280: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

- καλοκαιρινών σχολείων - συνεδρίων, ενώ προβλέπονται παροχές για ιη δημοσίευση των διδακτορικών διατριβών.

Οι μεταπτυχιακοί σπουδαστές όλων των κατηγοριών υπότροφοι- μερικής ή ολικής απασχόλησης, εκπροσωπούνται ενιαία στα πανε­πιστημιακά όργανα από αντίστοιχους συλλόγους.

Τέλος η πολιτεία μεριμνά για την επαγγελματική αποκατάσταση των κατόχων διδακτορικών διπλωμάτων σε θέσεις αντίστοιχες των ε­πιστημονικών τους προσόντων και του ρόλου που καλούνται να δια­δραματίσουν σ' όλη την παραγωγική και επιστημονική διαδικασία.

4. ΘΕΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΑΣΚαταρχήν αναγκαίος όρος της ορθολογικής ανάπτυξης της έ­

ρευνας είναι η ύπαρξη εθνικού προγραμματισμού έρευνας στα πλαί­σια του ΣΑΠ ή άλλου ευρύτερου οργάνου και η ουσιαστική επι­χορήγηση όπως και η χρηματοδότησή της ευρύτερα από τον δημό­σιο τομέα της οικονομίας.

Αντίληψή μας για την ενίσχυση της αυτοτέλειας των ΑΕΙ είναι ότι οι οικονομικές σχέσεις των ΑΕΙ με τρίτους περνούν τελικά από την κεντρική διοίκηση του ΑΕΙ από όργανο απευθείας υπόλογο στη σύγκλητο. Θεωρούμε αναγκαία τη θέσπιση της απαγόρευσης της έ­ρευνας στα ΑΕΙ για το ΝΑΤΟ και άλλους ξένους στρατιωτικούς ορ­γανισμούς. Να υπάρχουν κριτήρια ευρύτερα κοινωνικά για την έ­γκριση των ερευνητικών προγραμμάτων των ΑΕΙ, τα αποτελέσματα της πανεπιστημιακής έρευνας θα πρέπει να είναι δημοσιεύσιμα ενώ οι όποιες πατέντες θα πρέπει να ανήκουν στο ΑΕΙ και τον ερευνητή.

Διαδικασία έγκρισης της χρηματοδότησης από τρίτους ερευνη­τικών προγραμμάτων πρέπει να είναι η συζήτηση σε ΓΣ Τομέα - ΓΣ Τμήματος, με τελική έγκριση από την επιτροπή ερευνών του ΑΕΙ. Σε περίπτωση σοβαρής διαφωνίας στην επιτροπή ερευνών το θέμα πα- ραπέμπεται στη σύγκλητο. Για ερευνητικά κονδύλια ύψους μέχρι 200.000 το χρόνο, η διαδικασία να ολοκληρώνεται στο τμήμα.

Η ΓΣ τμήματος ασκεί την ουσιαστική επιστημονική κρίση του προγράμματος ενώ η επιτροπή της συγκλήτου κρίνει εάν αυτό εντάσ­σεται στο γενικότερο προγραμματισμό του ΑΕΙ και στα κριτήρια α­ποδοχής ερευνητικών προγραμμάτων του ΑΕΙ.

Σύνθεση της επιτροπής έρευνας του ΑΕΙ, ανάλογα του μεγέθους του, μπορεί να είναι ο αρμόδιος αντιπρύτανης, 3 μέλη ΔΕΠ, 2 φοι­τητές - 1 μεταπτυχιακός - 1 ΕΔΤΠ - 1 διοικητικός.

Μεταβατικά η επιτροπή του ΠΔ 432/81 μπορεί να χρησιμοποιη­θεί σαν διαχειριστική.

Θεωρούμε αναγκαία την ενίσχυση της ανάθεσης!πρωτότυπου ε­πιστημονικού έργου εφαρμογής, στα ΑΕΙ, από το δημόσιό τομέα,

279

Page 281: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

στην υλοποίηση του οποίοι* μετέχουν μέλη ΑΕΙ και κατά εξαίρεση ειδικοί εκτός ΑΕΙ. Οι συμφωνίες ανάθεσης γίνονται κεντρικά με α­μοιβές ανάλογες του κόστους του προσφερόμενου έργου, με παράλ­ληλη αξιοποίηση του ΠΔ 159 84 για τις αμοιβές εργαστηρίων από παροχή υπηρεσιών σε τρίτους. Θα πρέπει σοβαρά να υλοποιηθεί το ΠΔ 37/84 που δίνει τη δυνατότητα έρευνας σε προπτυχιακούς φοι­τητές.

Το ΑΕΙ παρακρατεί 15"0 από κάθε εισροή για ερευνητικό πρό­γραμμα σαν αντιμισθία για τη χρήση των εγκαταστάσεών του. ' Ενα ποσοστό 5"„ παραμένει σε κεντρικό ταμείο ενώ το υπόλοιπο πηγαίνει στο ταμείο του αντίστοιχου τμήματος. Τα ποσά αυτά χρησιμοποιού­νται για υποτροφίες μεταπτυχιακών, επιστημονικά ταξίδια κλπ.

Ό σον αφορά τα εργαστήρια των ΑΕΙ εφόσον θεσμοθετούνται αυτά θα πρέπει να αντιστοιχούν σε ένα ενιαίο γνωστικό αντικείμενο και να έχουν μια σοβαρή υλικοτεχνική βάση. θ α πρέπει να ανήκουν με το αντικείμενό τους στους τομείς (τα περισσότερα),στα τμήματα και στο ΑΕΙ.

Η διαχείρισή τουςνα γίνεται από διοικητική επιτροπή από όλους τους φορείς του τομέα - τμήματος ή ΑΕΙ. εκλεγμένους από το αντί­στοιχο συλλογικό όργανο, ενώ διοικητικά τα εργαστήρια υπάγονται στα αντίστοιχα συλλογικά όργανα των μονάδων όπου ανήκουν.

ΛιαιΟυντής του εργαστηρίου Οα πρέπει να εκλέγεται μέλος ΔΕΠ των καθηγητικών βαθμιδών.

Προτείνεται επίσης με απόφαση του ΣΑΠ ορισμένα βασικά ερ­γαστήρια των ΑΕΙ να χαρακτηριστούν εθνικά, να υπάγονται στη σύ­γκλητο των ΑΕΙ και να έχουν ειδική χρηματοδότηση.

Τα σπουδαστήρια θα πρέπει να υπαχθούν στις βιβλιοθήκες των τμημάτίον. Συνολικά Οα πρέπει να λυθούν προβλήματα κτηματο­λογίου στα εργαστήρια - τομείς των ΑΕΙ.

5. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΑΕΙ

I. ΔΕΠ: υποχρεώσεις εκπαιδευτικές - ερευνητικές - διοικητικές.- Διδασκαλία σε φοιτητές 6 ώρες τη βδομάδα ελάχιστο, 10 μέγι­

στο.- Συμμετοχή σε καθοδήγηση διπλωματικών εργασιών.- Συνεργασίες ατομικές με φοιτητές προπτυχιακούς, διπλωματι­

κούς. μεταπτυχιακούς 5 ώρες τη βδομάδα.- Ερευνητική δραστηριότητα.- Συμμετοχή σε όργανα και επιτροπές διοίκησης του ΑΕΙ.Θέματα απασχόλησης εκτός ΑΕΙ.Για τη μερική απασχόληση στο Δημόσιο (ν. 1268 α 17, 113, 413)

280

Page 282: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

είναι απαραίτητη έγκριση ΓΣ τμήματος καθώς και η αιτιολόγηση της απόλυτης ανάγκης από πλευράς Δημοσίου. Αδειες 5 βδομάδες το καλοκαίρι και 10 μέρες κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους για έκτακτους λόγους συνολικά για όλους τους εργαζόμενους στα ΑΕΙ. Επίσης δυνατότητα δίμηνης άδειας κάθε χρόνο με απλές αποδοχές για λόγους επιστημονικής ενημέρωσης ή συνεργασίες με έγκριση και απολογισμό στη ΓΣ του τμήματος. Για πλήρη απασχόληση στο Δημόσιο η πολιτεία να αναλάβει την υποχρέοκτη κάλυψης των αντί­στοιχων αναγκών του ΑΕΙ. Τα ΑΕΙ αναλαμβάνουν εκτέλεση συγκε­κριμένου πρότυπου έργου εφαρμογής με συνεργασία όλων των μελών τους στα πλαίσια της εκπαιδευτικής - ερευνητικής εργασίας τους ύ­στερα από έγκριση της ΓΣ του τμήματος. Σ' αυτά τα πλαίσια το ΔΕΠ καθώς και οι άλλοι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα αμοίθονται. Για τους εργαζόμενους στα ΑΕΙ η πρόσθετη αυτή αμοιβή δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη του 50/ο των αποδοχών τους και εισπράττεται μέσω του ΑΕΙ.

Σε όλες τις περιπτώσεις αςιοποίηση πανεπιστημιακής πε­ριουσίας από μέλος ΔΕΠ υπόκειται στον έλεγχο των πανεπιστη­μιακών οργάνων.

Οι φοιτητές του τμήματος που διδάσκει το μέλος ΔΕΠ με ευθύνη του φοιτητικού συλλόγου συζητούν 2 φορές τουλάχιστον κατά τη διάρκεια του .ακαδημαϊκού εξάμηνου θέματα προγραμματισμού απο­λογισμού της εκπαιδευτικής εργασίας, με το διδάσκοντα. Οι φοι­τητές έχουν δικαίωμα ψήφου στις κρίσεις ΔΕΠ 5% στο σύνολο των εκλεκτόρων ΔΕΠ με ευθύνη του φοιτητικού συλλόγου. Η κρίση των φοιτητών γίνεται με ευρύτερα ακαδημαϊκά κριτήρια και στηρίζεται και στην πείρα των φοιτητών όπου δίδαξε ο κρινόμενος.

Η σύγκλητος του ΑΕΙ καθώς και το πρυτανικό συμβούλιο μερι­μνά για την τήρηση από το μέλος ΔΕΠ το>ν υποχρεώσεών του που α­πορρέουν από τη νομοθεσία και τον εσωτερικό κανονισμό του ΑΕΙ.

Οσον αφορά τις κρίσεις ΔΕΠ ορίζεται ότι η εισηγητική επι­τροπή οφείλει σε δΐμηνο να παρουσιάσει έκθεση και ότι η κρίση θα πρέπει να ολοκληρωθεί σε I ή 2 μήνες σε έκτακτες περιπτώσεις, από την υποβολή της εισηγητικής έκθεσης έστω και όχι από όλα τα μέλη της επιτροπής.

Με νομοθετική ρύθμιση θα πρέπει να προθλέπονται προσωπο­παγείς κρίσεις για τους λέκτορες επίκουρους που προσλήφθηκαν μετά το ν. 1268 και σε περίπτωση αρνητικής κρίσης μετάταξη στο δημόσιο.

II. Μη διδάκτορες βοηθοί - επιστημονικοί συνεργάτες.Θεωρούμε αναγκαία τη δημιουργία προϋποθέσεων για λήψη δι­

δακτορικού όπου δεν υπάρχουν. Τα τμήματα να ελέγχουν το βαθμό

281

Page 283: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

υλοποίησης αυτής της διαδικασίας και σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν αντικειμενικς προϋποθέσεις για λήψη διδακτορικού να μην υπολογίζεται ο χρόνος αυτός για τη μετάταξη στο δημόσιο που προβλέπει η νομοθεσία.

Να ρυθμιστεί νομοθετικά η απόλυτη εξομοίωση βοηθών επιστη­μονικών συνεργατών.

III. Διοικητικοί υπάλληλοι.Είναι απαραίτητη η νομοθετική ρύθμιση της συμμετοχής τους

στην επιλογή των αρχών του ΑΕΙ (πρυτανεία και πρόεδροι τμημά­των).

Να δημιουργηΟεί σε κάθε ΑΕΙ Συντονιστική Επιτροπή Διοικητι­κού έργου που να μεριμνά για τη μόνιμη βελτίωση και αντιγραφειο- κρατική λειτουργία των υπηρεσιών. Να αποτελείται από τον αρμόδιο αντιπρύτανη. τον προϊστάμενο γραμματείας, τους διευθυντές διευθύν­σεων, έναν εργαζόμενο από κάθε διεύθυνση.

Να συγκαλούνται παράλληλα, ολομέλειες των διευθύνσεων των υπηρεσιών για θέματα λειτουργίας τους. υποβολής προτάσεων και λήψη ορισμένων αποφάσεων.

Μετακινήσεις διοικητικών υπαλλήλων να γίνονται με απόφαση του πρυτανικοΰ συμβουλίου μετά γνώμη του ΔΣ συλλόγου διοικη­τικών ενώ θα υπάρχει μέριμνα για την καλύτερη αξιοποίηση των προσόντων των εργαζομένων. Μετά από εργασία 4 χρόνια σε ορι­σμένη θέση ο εργαζόμενος στο ΑΕΙ δικαιούται να ζητήσει μετακίνη­ση σε άλλη θέση στα ΑΕΙ.

Τα ΑΕΙ μεριμνούν για την επιμόρφωση μετεκπαίδευση των ερ­γαζομένων σ' αυτά διοικητικών και ΕΔΤΠ. Κριτήρια προαγωγών στα ΑΕΙ υπάρχουν μόνο για κατάληψη θέσης προϊσταμένου και είναι:

- αποδειγμένη ικανότητα σε ανατειθέμενο έργο- τυπικά προσόντα, αρχαιότητα.Για το υπηρεσιακό συμβούλιο διοικητικών προτείνουμε να είναι

5μελές και να απαρτίζεται από τον αρμόδιο αντιπρύτανη, 2 εκλεγμέ­νους αντιπροσώπους του συλλόγου διοικητικού με το σύστημα της απλής αναλογικής και 2 μέλη του ΑΕΙ που ορίζει η σύγκλητος.

Μονιμοποίηση των εκτάκτων και κατάργηση του θεσμού. Είμα­στε αντίθετοι στην πρόσληψη προσωπικού μερικής απασχόλησης.

Οι εργαζόμενοι στις βιβλιοθήκες ή στους Η/Υ εργάζονται και α­πογεύματα και Σάββατο πρωινό. Η ρύθμιση γίνεται σε συνεννόηση με τους αντίστοιχους συλλόγους και Οα πρέπει να ληφΟεί σοβαρή μέριμνα για ενίσχυση των ΑΕΙ με προσωπικό. Εργασία απογευμα­τινή αποτελεί πλήρες ημερήσιο ωράριο δεν είναι διακοπτόμενη. Ερ­γασία τα Σάββατα πληρώνεται προσαυξημένη και δίνεται άδεια άλλο πρωινό κατά κανόνα η επόμενη Δευτέρα.

282

Page 284: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

IV. ΕΔΤΠ.Το ΕΔΤΠ εργάζεται κύρια στους τομείς και τα εργαστήρια. Θα

πρέπει να δημιουργηθούν από τα μέλη ΕΔΤΠ του τομέα, γραμματείες στους τομείς και επιτροπές τεχνικής στήριξης του τομέα και να προ- θλέπεται προϊστάμενος. ΕΔΤΠ.

Η κατανομή αρμοδιοτήτων γίνεται από τον τομέα. Τα διοικη­τικά θέματα του ΕΔΤΠ αντιμετωπίζονται από το ΔΣ και ΓΣ τμήματος ή το πρυτανικό και τη σύγκλητο.

Να αντιμετωπίζονται οι ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας. Ωράριο του ΕΔΤΠ, θα πρέπει να είναι αυτό του δημόσιου τομέα λαμθανομέ- νου υπόψη των ιδιαιτεροτήτων λειτουργίας του ΑΕΙ και των προτά­σεων του συνδικαλιστικού φορέα του.

V. ΕΕΠΤο ΕΕΠ του ΑΕΙ θα πρέπει να συνέρχεται σε ολομέλεια ή κατά

κλάδους ΕΕΠ και να εισηγείται σχετικά με τις αρμοδιότητές του στον αντιπρύτανη εκπαιδευτικών ή στο πρυτανικό συμβούλιο.

Να υπάρχει δυνατότητα και κίνητρο στα μέλη του ΕΕΠ για εκπόνηση διδακτορικού.

6. ΜΕΡΙΜΝΑ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Θα πρέπει να βελτιωθούν οι συνθήκες σίτισης και στέγασης των φοιτητών. Μέτρα σ’ αυτή την κατεύθυνση που υποστηρίζουμε είναι:

1. Κτίσιμο νέων φοιτητικών εστιών, υπαγωγή τους διοικητικά στα ΑΕΙ. Μεταβατικά να δίνεται στεγαστικό επίδομα στους φοιτητές που η κατοικία των γονιών τους είναι άλλη από την έδρα του ΑΕΙ, με κοινωνικά κριτήρια.

2. α. Τα εστιατόρια ανήκουν στη φοιτητική λέσχη και συνεπώς στην ευθύνη του ΑΕΙ.

θ. Ο έλεγχος ποιότητας - ποσότητας φαγητού και προμηθειών γίνεται από επιτροπή όπου οι φοιτητές έχουν την πλειοψηφία.

γ. Θεσμοθέτηση της κάρτας σίτισης δύο γευμάτων.δ. Τιμαριθμοποίηση των ορίων εισοδήματος για κάρτα σίτισης

και κάλυψη των μέχρι τώρα απωλειών στο εισόδημα.3. Επέκταση του φοιτητικού εισιτηρίου και στα θεάματα.4. Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ειδικό κονδύλι στον προϋπολογι­

σμό των ΑΕΙ για την ενίσχυση των πολιτιστικών και αθλητικών δρα­στηριοτήτων των φοιτητικών συλλόγων.

Γενικά πιστεύουμε ότι στα θέματα φοιτητικής μέριμνας συνο­λικά οι φοιτητές Οα πρέπει να έχουν αυξημένες δραστηριότητες που να εκφράζονται και στα σχετικά διοικητικά όργανα όπου οι εκπρό­σωποι των φοιτητών θα πρέπει να έχουν την απόλυτη πλειοψηφία.

Για τους εργαζόμενους στα ΑΕΙ προτείνουμε:

283

Page 285: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

1. Μέτρα προστασίας των παιδιών των εργαζομένων - και φοι­τητών.

α. Ίδρυση βρεφονηπιακών σταθμών και παιδικών κατασκηνώ­σεων. Μεταβατικά, μέχρι την ίδρυση των σταθμών, να δίνεται επιδό­τηση που να καλύπτει τα % του μέσου κόστους του παιδικού σταθ­μού.

θ. Αδειες λόγω ασθένειας παιδιού μέχρι 10 χρονών και δυνατό­τητα λήψης άδειας χωρίς αποδοχές για γονιό παιδιού μέχρι 3 χρονών, με υπολογισμό των χρόνων σαν συντάξιμων.

2. Χαρακτηρισμός ανθυγιεινών χώρων από επιτροπές όπου θα μετέχουν και εκπρόσωποι των εργαζομένων του ΑΕΙ.

- Δημιουργία επιτροπών χώρου που θα μεριμνούν για την τήρη­ση υγιεινών όρων εργασίας.

3. Διατήρηση του καθεστώτος ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στο δημόσιο και όχι πέρασμά της σε ειδικό λογαριασμό του ΑΕΙ.

4. Δυνατότητα δανειοδότησης εργαζομένων από τα ΑΕΙ.

284

Page 286: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 5ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ 7Κ Ε Ν Τ Ρ ΙΚ Η Ε ΙΣ Η Γ Η Σ Η : Π Α Ν Ε Π ΙΣ Τ Η Μ ΙΟ Κ Α Ι Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΑ(Ν. Κ οτζιάς) 9

1. Η κρίση των ΑΕΙ και ο ρόλος τους 92. Η θεωρία των ελίτ και οι ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου 113. Ιυμμιιχίες της ολιγαρχίας kui ο χωρισμός των ΑΕΙ και της διανόησης

σε δύο λειτουργίες 134. Η προσπάθεια καπιταλιστικοποίησης των ΑΕΙ 205. ΑΕΙ - Επιστήμη - Ελευθερία 246. Η πολιτική της έρευνας 27

6.1. Η κύρια τάση: Ερευνα έξω από τα ΑΕΙ 276.2. ΕΟΚ - cpcuvu - ανάγκες σπουδών 296.3. Η χρηματοδότηση της έρευνας 3 16.4. Έ να νέο κρατικομονοπωλιακό σύμπλεγμα 33 6 5 Η άποψή μας <rtu οικονομικά της έρευνας 34

7. Η προτεινόμενη δομή των ΑΕΙ - ειδίκευση - μεταπτυχιακά 368. Τα συμμετοχικά δικαιώματα στα ΑΕΙ και η κρίση τους 389. Αμεση ανάγκη: Μόρφωση και εκδημοκρατισμός στα ΑΕΙ 43

Ε ΙΣ Η Γ Η Σ Η : Φ Ο ΙΤ Η Τ ΙΚ Ο Κ ΙΝ Η Μ Α (Π . Μ αυροειδής) 48 Π Α ΡΕ Μ Β Α Σ Ε ΙΣ 56 Μ. 1:ΜΐΙόποι>/.ος 56 Γ. Β ουδούρης 61 Θ. Λ ιανός 65 Α. Π ουλ οβ α σ ίλ η ς 68 Γ. Χ ουρμουζιάδης 71 Α. Α ργυριάδης 74 Δ. Κ αλιαμ πάκος 76 Φ. Μ ή τσ η ς 78 Γ . Βουδούρης (δεύτερη παρέμ βαση) 81 Δ. Ζ ά γκος 81 Κ Λ Ε ΙΣ ΙΜ Ο ΤΩ Ν Ε ΡΓ Α Σ ΙΩ Ν Τ Η Σ Π ΡΩ Τ Η Σ Μ Ε ΡΑ Σ (Ν. Κ οτζιάς) 85 ΤΡΙΤΗ ΜΕΡΑ 91 Ε ΙΣΗ ΓΗ ΣΗ : Η Α Ν Ω Τ Α Τ Η Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ ΣΗ ΣΤΗ ΓΑ Λ Λ ΙΑ - Ε Μ Π Ε ΙΡ ΙΕ Σ Α Π Ο Τ ΙΣ Π ΡΟ ΣΦ Α Τ Ε Σ Κ ΙΝ Η Τ Ο Π Ο ΙΗ Σ Ε ΙΣ (Π. Φ ρες) 93

285

Page 287: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

Κ Ε Ν Τ Ρ ΙΚ Η Ε ΙΣ Η Γ Η Σ Η : Ε ΡΕ Υ Ν Α Κ Α Ι Μ Ε Τ Α Π Τ Υ Χ ΙΑ Κ Ε ΣΣΠ Ο Υ Δ Ε Σ (Μ . Α ση μ α κόπουλος) 102 Ε ΙΣ Η Γ Η Σ Η : Α Ν Ω Τ Α Τ Η Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ ΣΗ , Ε ΡΕ Υ Ν Α Κ ΑΙ Ε ΙΡΗ Ν Ηί.Λ Λ ρ γιρ κ '/δη ;) 120Π Α ΡΕ Μ Β Α Σ Ε ΙΣ 124I. Γ ρυσπολά κη ς 124Γ. Μ υ σ ιρ λ ή ς 126Γ. Σ αμαράς 128Δ. Μ α ρ κή ς 131Ν .θ ε ο τ ο κ ά ς 133Θ. Κ. Γεράνιος 136Π .Σ π ύρ ο υ 138Β. Μ εταξάς 139Γ. Κ ο κκ ινέλη ς 140Γ. Σ ύρος 142Π . Ν τού σκος 144Θ. Χ ατζηλάκος 147Γ Ρ Α Π Τ Η Π Α ΡΕ Μ Β Α Σ Η 150θ . Λ ιαροκ άπη ς 150 Σ υντον ιστικό Ό ρ γ α ν ο Σ υνεργαζομένω ν Σωματείω νΕ ρευνητικώ ν Ιδρυμάτων (ΣΟ ΣΕΙ) 152

1. Η έλλειψη δημοκρατικού προγραμματισμού και ελέγχου 1532. Η ανεπαρκέστατη χρηματοδότηση 1543. Εργασιακά προβλήματα 155

Δ ΙΑ Κ Η Ρ Υ Ξ Η . ΓΙΑ Μ ΙΑ ΣΩ Σ ΤΗ Α Ν Α Π Τ Υ Ξ Η Τ Η Σ ΕΡΕ Υ Ν Α ΣΚ Α Ι Τ Ε Χ Ν Ο Λ Ο Γ ΙΑ Σ Σ ΤΗ ΧΩΡΑ Μ Α Σ 156 Κ Λ Ε ΙΣ ΙΜ Ο ΤΩ Ν Ε ΡΓ Α Σ ΙΩ Ν Τ Η Σ Τ ΡΙΤ Η Σ Μ Ε ΡΑ Σ(Μ . Α σημ ακόπουλος) 159ΤΕΤΑΡΤΗΜΕΡΑ 161 Ε ΙΣ Η Γ Η Σ Η : Η Π ΡΟ Ε Τ Ο ΙΜ Α Σ ΙΑ Κ Α Ι Τ Ο Α Ν ΕΒ Α ΣΜ Α Τ Η Σ Ε ΙΔ ΙΚ Ε Υ Σ Η Σ ΤΩ Ν Ε Π ΙΣ Τ Η Μ Ο Ν ΙΚ Ω Ν - Π Α ΙΔ Α Γ Ω ΓΙΚ Ω ΝΣ Τ Ε Λ Ε Χ Ω Ν -Μ Ε Τ Α Π Τ Υ Χ ΙΑ Κ Ε Σ Σ Π Ο Υ Δ Ε Σ (Σ. Γ. Φ ομ ιτσόφ ) 163 Κ Ε Ν Τ Ρ ΙΚ Η Ε ΙΣ Η Γ Η Σ Η : Κ Ο Ν Ω Ν ΙΚ Ο Σ ΡΟ Λ Ο Σ ΤΩ Ν ΑΕΙ(Θ. Β λάχος) 178

1. Ποιοι irupfiyovTi:: kiiOopuoiv τον κοινωνικό ρόλο των ΛΕΙ 1782. Κριτήρια της προσφορά; του πανεπιστημίου στην κοινωνία 1803. Η κρίση του κοινωνικού ρόλου των ΑΕΙ και οι υπεύθυνοι 1814. Η πολιτική μιι: /κι την ιινάπτιόΐ το» κοινωνικοί ρόλοι· των AF.I 184

Π Α ΡΕ Μ Β Α Σ Ε ΙΣ 186 ΣΧ Ε ΣΕ ΙΣ ΑΕΙ - ΤΕΙ (Σ. Κ λημ όπουλος) 186 ΣΧΕΣΗ Μ Ε Σ Η Σ Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ ΣΗ Σ - ΑΕΙ (Α. Γκόγκος) 192

286

Page 288: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΣΥ Ν Ε Χ ΙΖ Ο Μ Ε Ν Η Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ ΣΗ ΚΑΙ Α ΕΙ (Β. Τ σά γγος) 198Δ. Φ α τούρος 214X. Σ τρ ΰντ ίιι/.ο ς 217Δ. Γεω ργούλης 219Κ Λ Ε ΙΣ ΙΜ Ο Τ Ω Ν ΕΡΓ Α Σ ΙΩ Ν Τ Ο Υ Σ Υ Μ Π Ο Σ ΙΟ Υ (Γ. Φ αράκος) 223ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 235

1. Η παρέμβαση του ΚΚΕ για άμεση σύκλιση του συμβουλίουτη ; ανώτατη; παιδεία; (ΣΑΠ) 237

2. Η εισήγηση του ΚΚΕ προ; το ΣΑΠ για την έρευνα 2493.' Βασικέ; θέσει;του ΚΚΕ για τους εσωτερικού; κανονισμού; των ΑΕΙ 268

287

Page 289: Πανεπιστήμιο και κοινωνία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Υλικά του Συμποσίου Φλεβάρης ’87

Σεπτέμβρης 1987 ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ»

Page 290: Πανεπιστήμιο και κοινωνία