23

παρουσίαση Biblio

  • Upload
    -

  • View
    279

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: παρουσίαση Biblio
Page 2: παρουσίαση Biblio
Page 3: παρουσίαση Biblio

‘Η ΜΙΚΡΗ ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ’ – Τόνια Βασιλάκου Κάποτε ήταν μια μικρή παπαρούνα, τόσο μικρή, που ήταν άσπρη. Δεν είχε καταλάβει ότι όλες οι μικρές παπαρούνες είναι άσπρες και ζήλευε τις μεγαλύτερες που ήταν κατακόκκινες, με μεγάλα πέταλα και πιο ψηλές. Στενοχωριόταν και ρωτούσε τις μαργαρίτες γιατί εκείνη να είναι άσπρη, ενώ οι άλλες είναι κόκκινες; Για να την παρηγορήσουν, της έλεγαν πως όταν μεγαλώσει θα γίνει κι αυτή πολύ κόκκινη και όμορφη σαν τις υπόλοιπες, αλλά θα χρειαστεί αρκετό καιρό γι’ αυτό πρέπει να έχει υπομονή. Περνούσαν οι μέρες, οι εβδομάδες, ώσπου μία μέρα ξυπνώντας από το φως του ήλιου, τέντωσε τα πέταλά της και τι να δουν οι άλλες παπαρούνες; Ένα φωτεινό, έντονο, υπέροχο, βελούδινο κόκκινο χρώμα έβαφε τα πέταλα της μικρής παπαρούνας. Όλες τη θαύμαζαν και τη ρωτούσαν πώς έγινε αυτό κι εκείνη τους εξηγούσε πως το όφειλε στην άνοιξη και το φίλο της τον ήλιο. Από τότε, κάθε πρωί καλημερίζει τον ήλιο και χαίρεται την κάθε στιγμή.

Page 4: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΜΟΒ ΤΕΡΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΤΡΟΜΑΞΕΙ’ – Δημήτρης Διαμάντης Μια φορά κι έναν καιρό σε μια πολύ τρομακτική πόλη, την Τερατούπολη, ζούσε ένα μικρό τερατάκι που το έλεγαν Τερατούλη Τζούνιορ ή σκέτο Τζούνιορ. Όμως ο Τζούνιορ είχε ένα μικρό ελάττωμα. Δεν μπορούσε να τρομάξει κανέναν και γι’ αυτό το λόγο οι γονείς του οι Μπαμπούλες, δηλαδή η μητέρα του Μπαμπουλίνα και ο μπαμπάς του Μπαμπουλίνος, αποφάσισαν να τον στείλουν στην τρομακτική σχολή τη «Φοβιστές Α.Ε.». ο Τζούνιορ παρακάλεσε τους γονείς του να μην τον πάνε εκεί όμως εκείνοι επέμεναν. Ο Τζούνιορ αναγκαστικά έπρεπε να πάει στους Φοβιστές Α.Ε.. Οι γονείς του Τζούνιορ του είπαν πως κάθε μέρα που θα τελειώνει το σχολείο εκείνοι θα του παίρνουν μία τερατοσοκολάτα. Η πρώτη μέρα για τον Τζούνιορ ήταν δύσκολη αλλά με τη σκέψη ότι μόλις σχολάσει θα πάρει την τερατοσοκολάτα δε φοβόταν καθόλου. Καθώς ο Τζούνιορ σκεφτόταν, ένα παιδί τον σκούντηξε και του είπε «Ε, παιδί, θες να γίνουμε φίλοι;» Ο Τζούνιορ απάντησε «Ναι, φυσικά, πώς σε λένε;» «Εμένα με λένε Τρομακτικούλη, εσένα;» είπε ο Τρομακτικούλης. «Εμένα με λένε Τερατούλη». Τότε ο Τερατούλης Τζούνιορ έκανε μια φιλία και δε φοβότανε τίποτα πια. Όταν ο Τζούνιορ σχόλασε ο πατέρας του του έδωσε την τερατοσοκολάτα που του είχε υποσχεθεί. Οι μήνες περνούσαν κι ήρθε η ώρα της αποφοίτησης. Ο κύριος Τέρας έβγαλε το λόγο του κι έδωσε τα απολυτήρια στους μαθητές. Ο Τζούνιορ αγκάλιασε τους γονείς αλλά και το φίλο του τον Τρομακτικούλη κι όλοι ζήσανε καλά κι εμείς καλύτερα.

Page 5: παρουσίαση Biblio

‘Η ΜΟΒ ΒΙΟΛΕΤΑ’ – Νεφέλη Ζιώγα

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μοβ βιολέτα. Όμως ένιωθε μοναξιά. Μια μέρα, πέρασε ένα παιδί. - Γεια σου. - Γεια, είπε το παιδί. - Πώς σε λένε; Το ρώτησε η βιολέτα. - Μάρκο. Εσένα; - Εμένα με φωνάζουν Βιολετίνα. - Γιατί είσαι θλιμμένη; Αναρωτήθηκε ο Μάρκος. - Γιατί κανένας δε με κόβει να με πάρει σπίτι του, να με φροντίσει, του ανταποκρίθηκε. - Θα σε πάρω εγώ!

Κι έτσι έγινε. Όμως το αγόρι έπρεπε να πάει στο σχολείο. Επειδή είχε μαθήματα δεν την πότιζε. Μια μέρα, γυρνώντας από το σχολείο είδε ότι η βιολέτα μαράθηκε. Όταν ήρθε η άνοιξη το αγόρι ξαναφύτεψε τη βιολέτα. Έτσι έμειναν για πάντα αγαπημένοι και ζωντανοί.

Page 6: παρουσίαση Biblio
Page 7: παρουσίαση Biblio

‘Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΒΑΤΡΑΧΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΚΟΥΔΑΚΙ’ – Γιώργος Καμπάς

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε ένας κόκκινος λούτρινος βάτραχος αλλά ήταν λυπημένος, γιατί κανένας δεν τον αγόραζε κι έκλαιγε. Μετά όλα τα λούτρινα παιχνίδια μαζεύτηκαν γύρω του. - Τι έχεις; τον ρώτησε ένα αρκουδάκι. - Δε με θέλει κανένας! Κι άρχισε να κλαίει. - Έχεις δίκιο, αλλά μην τα παρατάς, θα βρούμε τρόπο να μας αγοράσει κάποιος, του είπε το αρκουδάκι. - Σ’ ευχαριστώ! Όμως θα’ ρθεις μαζί μου; Είπε ο κόκκινος βάτραχος. - Και το συζητάς; Και βέβαια θα έρθω, απάντησε το αρκουδάκι κι άρχισαν να τραγουδούν. «Οι φίλοι είναι σαν αδέλφια, ακόμα κι αν μαλώνουν, δε χωρίζονται ποτέ!!!».

Κι αρχίζουν το ταξίδι τους. Όμως την ώρα που προχωρούσαν άρχισε να μαυρίζει ο ήλιος. - Ωχ, ο ουρανός είναι μαύρος, καλύψου! είπε ο κόκκινος βάτραχος.

Και έκατσαν σε μια γωνιά και εκεί βρήκαν ένα φύλλο και το έκαναν για ομπρέλα, αλλά είχε πού αέρα και τους πήγε σε ένα σπίτι που ήταν ένα αγοράκι. Μόλις τα είδε πήδαγε απ΄ τη χαρά του. Και ζήσαν αυτοί χάλια κι εμείς χειρότερα.

Page 8: παρουσίαση Biblio
Page 9: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ’ – Ιουστίνη Κανελλοπούλου

Κάποτε ζούσε ένα μικρό κοριτσάκι, η Χριστίνα. Της Χριστίνας της άρεσε πάρα πολύ να βλέπει το ουράνιο τόξο γιατί κάθε χρώμα του της θύμιζε και κάτι διαφορετικό. Το κόκκινο της θύμιζε τις κόκκινες παπαρούνες, το κίτρινο τον λαμπερό ήλιο, το πορτοκαλί τα νόστιμα πορτοκάλια, τα αγαπημένα της φρούτα, το πράσινο τα φυτά, το γαλάζιο τον ουρανό, το μπλε τη θάλασσα και το μοβ τις βιολέτες. Το καλοκαίρι αυτό ήταν πολύ ζεστό, δεν είχε βρέξει καθόλου. Η Χριστίνα ήταν πάρα πολύ στενοχωρημένη επειδή δεν είχε δει κανένα ουράνιο τόξο. Η Χριστίνα αναζητούσε τρόπους για να βρέξει. Τίποτα από όλα αυτά δεν πέτυχε. Ξαφνικά σκέφτηκε τους φίλους της τα πουλάκια. Η Χριστίνα παρακάλεσε τα πουλάκια να πάνε στα σύννεφα και να τους ζητήσουν να κρύψουν τον ήλιο. Τα πουλάκια πήγανε στα σύννεφα και τους ζήτησαν να κρύψουν τον ήλιο και να φέρουν τη βροχή. Τα σύννεφα δέχτηκαν με μεγάλη χαρά. Η Χριστίνα περίμενε μήπως βρέξει γιατί δεν ήξερε αν τα σύννεφα δέχτηκαν. Αμέσως τότε άρχισε να βρέχει για μισή ώρα. Όταν η μισή ώρα πέρασε εμφανίστηκε ψηλά στον ουρανό το όμορφο ουράνιο τόξο. Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Page 10: παρουσίαση Biblio
Page 11: παρουσίαση Biblio

‘Η ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ ΚΑΙ Ο ΚΟΚΚΙΝΟΛΑΙΜΗΣ’ – Κέλλυ Κασούνη

Ήταν μια φορά κι έναν καιρό ένα καφετί πουλάκι που όταν σταυρώθηκε ο Χριστός πέταξε το πουλάκι με τον άσπρο του λαιμό πάνω από το άγιο κεφάλι του Χριστού, που το έσφιγγε ένα αγκάθινο στεφάνι. Το πουλάκι θέλησε να απαλύνει τον πόνο του Χριστού. Τράβηξε το ένα αγκάθι. Σταλαγματιές από το αίμα Του έπεσαν στο λαιμό του πουλιού κι άλλες κύλησαν πάνω στο λουλούδι. Τότε ο λαιμός του πουλιού και τα πέταλα του λουλουδιού βάφτηκαν κόκκινα. Έτσι το αίμα του Χριστού χάρισε στον κοκκινολαίμη και στην παπαρούνα κόκκινο χρώμα.

Page 12: παρουσίαση Biblio
Page 13: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΜΕ ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ’ – Μάριος Κασούνης Ήταν μια φορά κι έναν καιρό μια χώρα που ήταν όλοι χαρούμενοι. Εκεί πήγαινε το ουράνιο τόξο που είχε πολλά χρώματα, έδιωχνε τη συννεφιά και έφερνε τα χρώματα. Όμως κανείς δεν πρόσεχε το ουράνιο τόξο και αυτό κρύφτηκε σε μια γωνιά κι άρχισε και έκλαιγε. Αποφάσισε να φύγει. Μάζεψε τα χρώματα και μπήκε στο πλοίο. Άρχισε να βρέχει και μετά ήταν όλοι πολύ στενοχωρημένοι χωρίς χρώματα γιατί ο ουρανός ήταν άσπρος. Μα πιο πολύ ήταν στενοχωρημένοι οι τρεις φίλοι και ξεκίνησαν να το βρουν. Όταν είδε το ουράνιο τόξο τα παιδιά να κλαίνε βγήκε από την κρυψώνα του. τα παιδιά του είπαν έλα μαζί μας να σε προσέχουμε. Έτσι τα παιδιά κατάφεραν να γυρίσει. Και έτσι υποσχέθηκαν να το προσέχουν και να το αγαπούν σαν τα μάτια τους. ‘ΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ’ – Δήμητρα Καλλιάφα Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα πορτοκάλι που ζούσε σε μια πορτοκαλιά. Αυτό το πορτοκάλι ήταν πράσινο γιατί ήταν ακόμα μικρό και ήθελε να γίνει σαν τα άλλα πορτοκάλια. Περίμενε, περίμενε, ώσπου κάποια μέρα που ξύπνησε είδε ότι είχε γίνει πορτοκαλί. Έτσι πήγε να παίξει με τα άλλα πορτοκάλια και να τους πει ότι έγινε πορτοκαλί και μεγάλωσε. Ήταν έτοιμο και ζουμερό να πάει στα σπίτια των ανθρώπων. Έτσι ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα.

Page 14: παρουσίαση Biblio
Page 15: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΓΟΥΡΟΥΝΑΚΙ ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ’ – Νικολέτα Κατσούλη Επάνω σ’ ένα ντουλαπάκι στεκόταν ένα μικρό γουρουνάκι. Όχι όμως από τα γουρουνάκια που ξέρετε. Αυτό ήταν πεντακάθαρο και ροδοκόκκινο και στην πλάτη του είχε μια σχισμή ίσα ίσα μισό δάχτυλο μακριά. Το είχαν γεμίσει χρήματα, ευρώ, δίευρα, εικοσάλεπτα, δεκάλεπτα, όλα ολοκαίνουρια και γυαλιστερά. Είχε γίνει πολύ βαρύ και τα πόδια του λύγιζαν. Όσοι περνούσαν έλεγαν: - Τι ωραίος κουμπαράς! Πόσα λεπτά έχει μέσα!

Το γουρουνάκι φούσκωνε από υπερηφάνεια. Κι όμως δεν ήταν ευχαριστημένο. Γιατί; Μήπως έφταιγε το βάρος; Μήπως δεν έχει συντροφιά; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Είχε την περιέργεια να γνωρίσει τον κόσμο! Δίπλα του είχαν βάλει μια γριά μπουκάλα που είχε ταξιδέψει πολύ και αυτή του διηγιότανε ιστορίες από τη ζωή της. Του έλεγε για τον άνεμο που σφυρίζει, τον απέραντο ουρανό και τα μεγάλα σύννεφα. Το γουρουνάκι άκουγε με λαχτάρα. Κάποιο μεσημέρι του Αυγούστου αποφάσισε να πραγματοποιήσει τα όνειρά του. Κατέβηκε σιγά-σιγά και βγήκε στη βεράντα. Ο ήλιος έκαιγε. Ανάσανε με ανακούφιση. Επιτέλους! Άρχισε να τρέχει στο μεγάλο δρόμο. Περίεργα τα πουλιά χαμήλωναν το κεφάλι να το δουν, αφήνοντας έτσι να φύγουν τα κουνούπια που κυνηγούσαν. Ως και οι αγελάδες στύλωναν τα μεγάλα μάτια τους πάνω του, παραξενεμένες. Το γουρουνάκι δεν πρόσεχε. Αυτουνού ο νους ήταν να ταξιδέψει, να γνωρίσει καινούριους τόπους! Πνιγόταν απ’ αυτή τη λαχτάρα. Σε λίγο όμως κουράστηκε. Δεν ήταν μαθημένο να περπατάει. Ένα ρυάκι με κρυσταλλένια νερά, του φαινόταν σα να το προκαλεί. Πήγε προς τα κει να δροσίσει τη δίψα του. Βαρύ καθώς ήταν γλίστρησε και … πλουφ! Έπεσε μέσα. Εκεί βρίσκεται ακόμα.

Page 16: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΚΑΦΕ ΑΡΚΟΥΔΑΚΙ’ – Άννα Μελανίτη Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μαγαζί που πουλούσε αρκουδάκια. Στο μαγαζί αυτό είχε μόνο πράσινα αρκουδάκια. Μόνο ένα ήταν καφέ. Αλλά το ένα καφέ αρκουδάκι κι αυτό στεναχωριόταν μέσα σε όλα αυτά τα πράσινα αρκουδάκια. Τι να κάνει το καημένο. Σε λίγο όμως ήρθε η κυρία Γωγώ και πήρε το καφέ αρκουδάκι. Όταν πήγε σπίτι χάρηκε, γιατί της κυρίας Γωγώς της αρέσει πολύ το καφέ χρώμα. Γι’ αυτό το πήρε. Το αρκουδάκι ήταν ευτυχισμένο, γιατί πια δεν υπήρχαν άλλα χρώματα. Μόνο καφέ.

Page 17: παρουσίαση Biblio
Page 18: παρουσίαση Biblio

Η ΡΟΖΙ ΣΤΗ ΡΟΖΟΧΩΡΑ’ – Ιόλη Παρδάλη Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια χώρα που όλα ήταν ροζ, η Ροζοχώρα. Εκεί υπήρχαν ροζ αυτοκίνητα, ροζ σπίτια, ροζ ζώα και όλοι φορούσαν ροζ ρούχα. Μόνο που ένα κοριτσάκι, η Ρόζι, ήταν μοβ. Όλοι τη ρωτούσαν γιατί είναι μοβ. Ήταν τόσο στεναχωρημένη που ήταν ξεχωριστή! Μέχρι που κάποια μέρα έφυγε και πήγε στο δάσος. Ξαφνικά, στο δάσος, ακούστηκαν φωνές, και πλησίασε να δει τι ήταν. Ήταν οι άνθρωποι της Μοβοχώρας! Η Ρόζι ήταν τόσο χαρούμενη που βρήκε τη χώρα που έπρεπε να μένει τόσα χρόνια. Κι έζησε αυτή καλά κι εμείς καλύτερα.

Page 19: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΚΑΝΑΡΙΝΙ’ – Αγγελική Κουφοπούλου

Μια φορά κι έναν καιρό σε ένα πολύ όμορφο δάσος εκεί που ζουν τα πουλάκια γεννήθηκε ένα καναρίνι αλλιώτικο από τα άλλα. Όλα ήταν κίτρινα εκτός από αυτό που γεννήθηκε γαλάζιο. Τα άλλα καναρινάκια το έβλεπαν και το κορόιδευαν και δεν ήθελαν να τραγουδήσουν μαζί του. Το γαλάζιο καναρινάκι ήταν λυπημένο. Έτσι το γαλάζιο καναρινάκι όλη την ημέρα δεν καθόταν σε ένα κλαδί, αλλά πετούσε μέσα στο δάσος και είχε μάθει όλες τις κρυψώνες. Μια μέρα εμφανίστηκαν στο δάσος κυνηγοί πουλιών. Οι κυνηγοί ήθελαν να αιχμαλωτίσουν τα πουλιά για να τα πουλήσουν και να βγάλουν χρήματα. Το γαλάζιο καναρινάκι τους είδε από μακριά και έτρεξε γρήγορα να πει σε όλους να κρυφτούν. Τα καναρινάκια όμως δεν το πίστεψαν και συνέχισαν να κελαηδούν. Ξαφνικά ακούστηκαν πυροβολισμοί. Τα πουλάκια άρχισαν να πετούν δεξιά κι αριστερά τρομαγμένα. Τότε το γαλάζιο καναρινάκι είπε στα άλλα καναρινάκια «ελάτε θα σας κρύψω εγώ». Τα άλλα καναρινάκια τρομαγμένα το ακολούθησαν και κρύφτηκαν στην κρυψώνα που τους έδειξε. Οι κυνηγοί έφυγαν και τα πουλάκια σώθηκαν. Από εκείνη την ημέρα κανείς δεν τον κορόιδεψε. Ήταν ο ήρωάς τους.

‘ΤΟ ΚΙΤΡΙΝΟ ΣΚΙΟΥΡΑΚΙ’ – Ελισάβετ Πιτσικάλη

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα κίτρινο σκιουράκι που περπάταγε πάνω στα κλαδιά των δέντρων σαν ακροβάτης. Η μητέρα του ήταν πολύ υπερήφανη. Μια μέρα παίζοντας με τους φίλους του, απομακρύνθηκε χωρίς να το καταλάβει. Περνούσε όμως όμορφα και δε σκέφτηκε πως δεν πρέπει να φεύγουν μόνα τους τα μικρά ζωάκια από τις φωλιές τους γιατί μπορεί να πάθουν μεγάλο κακό. Καθώς πηδούσε από δέντρο σε δέντρο, έπεσε σε μια παγίδα που είχε στήσει ένας κυνηγός. Οι φίλοι του προσπάθησαν να τον βοηθήσουν αλλά δεν τα κατάφεραν. Ευτυχώς δυο καλά παιδιά περνούσαν από κει και μόλις το είδαν το ελευθέρωσαν. Αμέσως το κίτρινο σκιουράκι έφυγε τρέχοντας και πήγε να βρει τη μαμά του. Μόλις έφτασε στη φωλιά του, έπεσε στην αγκαλιά της μαμάς του και της υποσχέθηκε πως δε θα το ξανακάνει. Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

Page 20: παρουσίαση Biblio

‘ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΜΗΛΟ’ – Λουκάς Σισμάνης Μια φορά κι έναν καιρό, πάνω σε μια μηλιά ήταν ένα κατακόκκινο μήλο, όμως εκείνο μεγάλωνε πολύ αργά. Περίμενε μέρες αμέτρητες για να το κόψει κανείς από τη μηλιά. Μετά ρώτησε τη μηλιά γιατί κανείς δεν το έκοβε. Εκείνη του απάντησε πως είναι ακόμα πολύ μικρό. Αυτό απόρησε γιατί έχουν περάσει τόσες μέρες. Κάποια μήλα μεγαλώνουν αργά, αλλά ένα πρωί, μόλις ξυπνήσουν, έχουν ήδη μεγαλώσει. Μα αυτό πώς γίνεται; Θα δεις όταν έρθει η ώρα. Μπορείς να με κάνεις μεγαλύτερο; Όχι, δεν μπορώ. Πέρασαν εβδομάδες κι ακόμα είμαι μικρός. Για να μεγαλώσεις πιο γρήγορα, πρέπει να είσαι ευγενικός, να μην είσαι κακός και ψεύτης με τα άλλα μήλα. Μόλις μεγάλωσε, έρχεται ένα αγοράκι. Μπαμπά κοίτα ένα μεγάλο κατακόκκινο μήλο. Για να έρθω να το δω. Είναι πολύ καλό. Πάρτο. Ναι! Ποιος φώναξε; Δεν ξέρω. Ας πάμε σπίτι για να φάω το μήλο.

Page 21: παρουσίαση Biblio

‘Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΠΑΠΑΡΟΥΝΑ’ – Μαρία Τσούπρου Μια φορά κι έναν καιρό σε ένα όμορφο λιβάδι ζούσε μια παπαρούνα, αλλά ήταν η μοναδική παπαρούνα στο λιβάδι. Γιατί όλο το λιβάδι ήταν με μαργαρίτα. Το επόμενο πρωί που η παπαρούνα είχε βγει, δυο μαργαρίτες που ήταν κακιασμένες είχαν πει ‘Εσύ από πού μας βγήκες και είσαι κατακόκκινη ενώ εμείς είμαστε όλο άσπρες’. Αλλά μια μαργαρίτα που ήταν σοφή είπε ‘ο παππούς σας που είχε πολλούς φίλους είχε ακουστά ένα λιβάδι που ήταν όλο άσπρο, μια μέρα είχε βγει μια παπαρούνα και την άλλη μέρα είχαν γίνει φίλοι’.

Page 22: παρουσίαση Biblio

‘Η ΛΕΥΚΗ ΑΡΚΟΥΔΑ’ – Σταύρος Χαλκιάς Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια λευκή αρκούδα που έχασε το δρόμο της και βρέθηκε σε ένα δάσος που ζούσαν μόνο καφέ αρκούδες. Εκείνες μόλις την είδαν νόμιζαν πως είναι άρρωστη και δεν την πλησίαζαν. Έπαιζαν όλη μέρα και η λευκή αρκούδα καθόταν μόνη της και στεναχωρημένη. Άδικα τις παρακαλούσε και πήγαινε κοντά τους, εκείνες τίποτα. Ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε μια νεράιδα και τους είπε: «Γιατί δεν παίζετε με τη λευκή αρκούδα; Το χρώμα της είναι διαφορετικό απ’ το δικό σας γιατί ζει σε κρύους τόπους κι έτσι προστατεύεται. Το ίδιο διαφορετικές θα είστε κι εσείς όταν θα πάτε στον τόπο της. Γι’ αυτό λοιπόν, θα κάνω για λίγες ώρες τη λευκή αρκούδα καφέ για να παίξει μαζί σας. Και να δείτε ότι δε διαφέρει σε τίποτα από σας, μόνο στο χρώμα. Και αν ποτέ θελήσετε να πάτε στον τόπο της, θα σας κάνω κι εσάς λευκές για λίγο, για να δείτε πώς ζουν.» Έτσι κι έγινε: η λευκή αρκούδα έγινε καφέ και όλες μαζί έπαιζαν ευτυχισμένες γιατί δεν είχαν τίποτα να τις χωρίζει. ‘Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ’ – Ιωακείμ Χρήστου Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε μια κόκκινη μαργαρίτα που είχε βρει μια φίλη μια παπαρούνα και έκαναν παρέα μαζί. Ώσπου μια μέρα ένας κηπουρός ξερίζωσε την παπαρούνα και η κόκκινη μαργαρίτα έμεινε μόνη της. Τότε όταν η κόκκινη παπαρούνα κοίταξε δεξιά της είδε μια άλλη παπαρούνα. Μετά από λίγο έγιναν φίλες και έπαιξαν.

Page 23: παρουσίαση Biblio