116
1 DETECTIVE STORY

Περιοδικο Detective Τευχος 1

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Ελληνικό περιοδικό με αστυνομικές ιστορίες, Greek book,

Citation preview

Page 1: Περιοδικο Detective Τευχος 1

1

DETECTIVE STORY

Page 2: Περιοδικο Detective Τευχος 1

2

DETECTIVE STORY

ΔΕΚΑΣΡΙΑ ατελεύωτα χρϐνια αργϐτερα, εύμαςτε και πϊλι μαζύ! Η προηγοϑ-μενη απϐπειρϊ μου, το 1998, να ζωντανϋψω ξανϊ την Μϊςκα, τοϑτη τη φορϊ με τον τύτλο ΜΑΣΚΑ του Τζύμμυ Κορύνη ςκϐνταψε ςτο θϋμα τησ πρακτϐρευ-ςησ και ςε δϑο αγωγϋσ εναντύον μου. Η μεν πρα-κτϐρευςη του πρώτου, κα-θώσ και των επϐμενων τευ-χών που εκδϐθηκαν τϐτε, αποδεύχτηκε ανεπαρκόσ, (για να μεταχειριςτώ την πιο ευγενικό λϋξη και να μην απϐδώςω ευθϑνεσ ςε πρϐςωπα). Θυμϊμαι ϐτι επιςκϋφτηκα γϑρω ςτα εύ-κοςι περύπτερα, ζητώντασ να αγορϊςω ϋνα τεϑχοσ και απϐ ϐλουσ τουσ περι-πτεροϑχουσ πόρα την ύδια ςτερεϐτυπη απϊντηςη – ΔΕΝ ΤΠΑΡΦΕΙ ΣΕΣΟΙΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ!

Σην ύδια απϊντηςη πόραν και εκατοντϊ-δεσ ϊλλοι ενδιαφερϐμενοι, με αποτϋλεςμα να δεχτώ τϐτε αμϋτρητα τηλεφωνόματα απϐ απογοητευμϋνουσ ϋωσ εξαγριωμϋνουσ θιαςώτεσ του εύδουσ, που διαμαρτϑρονταν για την... εγκατϊλειψη.

Όςον αφορϊ τισ δϑο αγωγϋσ, εύχαν να κϊνουν με τα κακώσ κεύμενα ςτη χώρα που δεν εύναι καν η ςκιϊ τησ χώρασ που θα πρϋπει να όταν. Δηλαδό, ξεκύνηςαν απϐ το απύθανο (και καθαρϊ ελληνικϐ) φαινϐμε-νο ϐτι το κρϊτοσ εύχε κατοχυρώςει την ύδια ονομαςύα (Μϊςκα) ςε τρύα διαφορε-τικϊ πρϐςωπα (το ϋνα όμουν εγώ) δϑο απϐ τα οπούα δεν δύςταςαν να με τρϋξουν ςτα δικαςτόρια ϐταν «τϐλμηςα» να κυκλοφορόςω το περιοδικϐ ΜΑΣΚΑ του Τζύμμυ Κορύνη.

Σα δϑο αυτϊ περιςτατικϊ ςτϊθηκαν αφορμό να μπει ςτο μυαλϐ μου ο ςπϐροσ του ηλεκτρονικοϑ περιοδικοϑ. Σο Δια-δύκτυο με απϊλλαςςε απϐ το πρακτορεύο, με απϊλλαςςε απϐ τον χρηματοδϐτη και ςτραγγαλιςτό τησ ελευθερύασ μου και θα με ϋφερνε ςε απ΄ ευθεύασ επαφό με τουσ λϊτρεισ του εύδουσ.

Κι εκεύ, ϐμωσ, ςυνϊντηςα εμπϐδια και «προδοςύεσ» που εύχαν ςαν αποτϋλεςμα να ωριμϊςει η ςκϋψη ςτο μυαλϐ μου για τα καλϊ και να γύνει απϐφαςη. Σο θϋμα,

πϊντωσ, εύναι ϐτι τελικϊ ϋγινε απϐφαςη. Και το αποτϋλεςμα το ϋχετε ςτην οθϐνη του υπολογιςτό ςασ!

Ε ΜΙΑ ςταδιοδρομύα που

καλϑπτει 55 ολϐκληρα χρϐ-ια εύχα πϊντοτε ϋνα ϐνειρο – να αρχύςω απϐ την αρχό. την Μϊςκα τησ δεκαετύασ του ‘50 δεν μπϐρεςα γιατύ το κουμϊντο το ϋκανε ϊλλοσ. το Μυςτόριο τησ δεκα-τύασ του ‘60 δεν μπϐρεςα πϊλι γιατύ το κουμϊντο εύχε ανατεθεύ ςε ϊλλον, πριν εμφανιςτώ εγώ ςτο προ-κόνιο κι ο εκδϐτησ, ηθικϐ ςτοιχεύο, δύςταζε να τον

καταργόςει για να αναλϊβω εγώ. Και πϊλι, ϐμωσ, με τη ςχετικό ελευθερύα που απολϊμβανα, κατϊφερα να γνωρύςω ςτο ελληνικϐ κοινϐ δεκϊδεσ νϋουσ ςυγγραφεύσ με νϋουσ όρωεσ που πρωταγωνιςτοϑςαν ςε εκατοντϊδεσ πανϋξυπνεσ κι ενδια-φϋρουςεσ ιςτορύεσ.

την Μϊςκα τησ δεκαετύασ του ‘60 και του ’70, ϐπου το κουμϊντο υποτύθεται ϐτι το ϋκανα εγώ, ο τϐτε εκδϐτησ όταν προςκολλημϋνοσ ςτο παρελθϐν, οπϐτε, απλϊ, ςυνϋχιςα την παρουςύαςη μερικών απϐ τουσ παλιοϑσ και πολλών απϐ τουσ νϋουσ όρωεσ αςτυνομικών και γουϋςτερν αναγνωςμϊτων, μηχανικϊ και κολλημϋνοσ ςτην παρϊδοςη.

Σώρα, ςτo Detective Story, το alter ego τησ Μϊςκασ θα μπορϋςω να κϊνω το ϐνειρϐ μου πραγματικϐτητα. Να πιϊςω, δηλαδό, το νόμα απϐ την αρχό, να πω τα πρϊγματα με το ϐνομϊ τουσ και να δώςω ςτον αναγνώςτη να καταλϊβει πώσ ξϋςπαςε αυτό η «θϑελλα» που ονομϊ-ςτηκε «αςτυνομικϐ» μυθιςτϐρημα, ανϊ-γνωςμα, διόγημα, μυθοπλαςύα, ανϊγνω-ςμα μυςτηρύου, ό ϐπωσ αγαπϊτε, προ-ςφϋροντασ ενδιϊμεςα μια ποικιλύα που θα καλϑπτει ϐλεσ τισ υποκατηγορύεσ: διηγό-ματα αγωνύασ, φρύκησ, τρϐμου, ορθϐδοξησ αςτυνομικόσ ϋρευνασ ό με όρωεσ ιδιωτι-κοϑσ ντετϋκτιβσ, διηγόματα απϐ τα ϊδυτα του υπϐκοςμου κλπ.

(υνϋχεια ςτην ςελύδα 4)

Εκμυςτθρεφςεισ από τον

Σηίμμυ Κορίνθ

Page 3: Περιοδικο Detective Τευχος 1

3

DETECTIVE STORY

ϋ αυτό το τεφχοσ μπορείτε να διαβάςετε:

ΠΙΩ ΑΠΟ ΣΘ... «ΜΑΚΑ» Εκμυςτθρεφςεισ του Σηίμμυ Κορίνθ για τθ φιλοςοφία τθσ νζασ ζκδοςθσ, για τα περιεχόμενα, για όλα (ςελ. 2). DETECTIVE STORY: μια πολφ κατατοπιςτικι ειςαγωγι ςτον πολφ ιδιαίτερο κόςμο των αςτυνομικϊν αναγνω-ςμάτων (ςελ. 5). ΟΙ ΦΟΝΟΙ ΣΘ ΟΔΟΤ ΜΟΡΓΚ: Σο διιγθμα του Ζντγκαρ Άλαν Πόου που πυροδότθςε τθν επανάςταςθ, που ονομάςτθκε «αςτυνομικό» ανάγνωςμα κι απλϊκθκε ςε όλα τα μικθ και τα πλάτθσ τθσ γθσ, με πρωτοφανι επιτυχία! (ςελ. 11). ΕΠΕΛΑΘ ΙΔΙΩΣΙΚΩΝ ΝΣΕΣΕΚΣΙΒ!: Σο αςυναγϊνιςτο δθμιοφργθμα του Ρεξ τάουτ, το δίδυμο Νίρο Γουόλφ – Άρτςι Γκοφντγουιν, ςε μια ιςτορία γραμμζνθ 110 χρόνια μετά το επαναςτατικό διιγθμα του Πόου – για να κάνετε ςφγκριςθ! (ςελ. 32)

Ο ΑΝΕΜΟ ΕΦΕΡΝΕ ΘΑΝΑΣΟ: Μοναδικό διιγθμα του Ράουλ Γουίτφιλντ, του ςυγγραφζα που ζηθςε, κυριολεκτικά, ςτθ ςκιά του Ντάςιελ Χάμετ, αλλά είχε το ταλζντο να γράφει τζτοια αριςτουργιματα (ςελ. 68). ΠΕΡΙΠΟΛΟ ΡΟΤΣΙΝΑ: Διιγθμα τθσ ιρεμθσ και φιλοςοφθμζνθσ ςχολισ από τον «διάττοντα αςτζρα» που υπζγραφε με το όνομα Μ. Ε. Σςζιμπερ (ςελ. 80) Ο ΠΡΟΔΟΣΘ: Διιγθμα τθσ «ςκλθροτράχθλθσ» ςχολισ από τθν πολφ καλι πζνα του Φλζτςερ Φλόρα του ςυγγραφζα, που, όπωσ πολλοί άλλοι, ζφυγε δίχωσ να αναγνωριςτεί όςο ζπρεπε (ςελ. 94). ΕΚΒΙΑΜΟ: Ζνα διιγθμα με απρόοπτο τζλοσ γραμμζνο από ζναν από τουσ πολλοφσ «διάττοντεσ» αςτζρεσ τθσ πζνασ που υπζγραφε με το όνομα Μπ. Γ. κοτ (ςελ. 104). Επίςθσ - ΑΣΤΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΘΜΑ: για να δοκιμάςτε το «ντετεκτιβικό» ςασ δαιμόνιο, χωρίσ να κρυφοκοιτάξετε τθ λφςθ που δίνουμε ςτο γαλάηιο πλαίςιο (ςελ. 110), ΣΑ ΜΤΘΙΣΟΡΘΜΑΣΑ ΣΟΤ ΣΗΙΜΜΤ ΚΟΡΙΝΘ: Αναλυτικι παρουςίαςθ ςτισ ςελίδεσ 112-113, Οι περιπζτειεσ του ΜΑΪΚ ΝΣΕΣΕΚΣΙΒ: ‘Ενα διαςκεδαςτικό «αςτυνομικό» καρτοφν (ςελ. 116) και «παλιομοδίτικεσ» γελιογραφίεσ.

DETECTIVE STORY. Μθνιαίο περιοδικό που κυκλοφορεί μόνο ςτο Διαδίκτυο. Τπεφκυνοσ ςφμφωνα με τον νόμο: Σηίμμυ Κορίνθσ Web design: Utopia Web Team Μεταφραςτικό τμιμα: Αλζκοσ Λογοκζτθσ - Index Διεφκυνςθ για αλλθλογραφία: Οδόσ Οδυςςζωσ 43, Ακινα 16673, Σθλζφωνο 210 968 9083, Fax: 210 968 9083. Σιμι τεφχουσ 5.00 ευρϊ. Απαγορεφεται θ αναδθμοςίευςθ οποιουδιποτε κζματοσ χωρίσ γραπτι άδεια από τθν διεφκυνςθ.

ΜΘΝΙΑΙΟ ΔΙΑΔΙΚΣΤΑΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΕΤΧΟ 1 ΕΛΙΔΕ 116 TIMH 5.00 ΕΤΡΩ

Page 4: Περιοδικο Detective Τευχος 1

4

DETECTIVE STORY

Πίςω από τθν… «ΜΑΚΑ»! (υνϋχεια από την ςελύδα 2)

Υυςικϊ, δεν θα παραλεύψω και τισ ϋνδοξεσ «παλιοκαραμπύνεσ» που ϋκαναν την Μϊςκα και το Μυςτόριο τα λαοφιλό και ϋνδοξα περιοδικϊ που υπόρξαν. Τπϊρ-χει μια ςκϋψη που θα ςυζητόςουμε αργϐ-τερα.

Προσ το παρϐν, θα παρουςιϊζω ςε κϊθε τεϑχοσ τισ ιςτορύεσ εκεύνεσ που, κατϊ κϊποιο τρϐπο, αποτϋλεςαν ςταθμοϑσ ςτην πορεύα του αςτυνομικοϑ αναγνώςματοσ, με την ϋννοια ϐτι το πόγαν ϋνα βόμα πιο πϋρα, ό ϋνα ςκαλύ πιο πϊνω, μϋχρισ ϐτου το ανϋβαςαν ςτο βϊθρο που του ταύριαζε και ϐπου εύναι τοποθετημϋνο τώρα και θα μεύνει παντοτινϊ.

Επύςησ, ςε κϊθε τεϑχοσ, θα παρουςιϊζω και τα ϋργα εκεύνων των ςυγγραφϋων που πϋραςαν απϐ το ςτερϋωμα του αςτυνο-μικοϑ αναγνώςματοσ ςαν «διϊττοντεσ αςτϋρεσ» αφόνοντασ μεγϊλεσ ό μικρϋσ λϊμψεισ ςτο πϋραςμϊ τουσ – αλλϊ οπως-δόποτε αναλαμπϋσ. Δηλαδό, ϋδωςαν τον καλϑτερο εαυτϐ τουσ ςε ϋνα ό περις-ςϐτερα διηγόματα κι ϑςτερα ϋςβηςαν, ςαν ονϐματα, μϐνο, γιατύ το ϋργο τουσ, μικρϐ ό μεγϊλο, ϋμεινε πύςω για να θυμύζει ακριβώσ το πϋραςμϊ τουσ.

Κϊθε πρωτιϊ, ϐμωσ, εκτϐσ απϐ τα ϊλλα προβλόματα, τισ μεγϊλεσ και δϑςκολεσ αποφϊςεισ, αντιμετωπύζει και ϋνα μεγϊλο δύλημμα που, με τη ςειρϊ του, περιλαμ-βϊνει πολλϋσ και ςτενϊχωρεσ ερωτόςεισ.

Με τι να αρχύςω; Σι να πρωτοδιαλϋξω; Σι θα όθελε ο αναγνώςτησ; Και κοιτϊζεισ τισ μεταφρϊςεισ που ϋχεισ

αποθηκεϑςει ςτον υπολογιςτό ςου και θϋ-λεισ να τισ περιλϊβεισ ϐλεσ ςτο πρώτο τεϑ-χοσ!

Επειδό πιςτεϑω ςτη λϑςη των Γϐρδιων δεςμών με το ςπαθύ, βοϑτηξα το χϋρι μου ςτην κληρωτύδα , μουρμουρύζοντασ – «ότι πιϊςει το χϋρι μου! Σι ςημαςύα ϋχει, ότι κι αν πιϊςω θα εύναι ϋξυπνο και καλογραμ-μϋνο. Άλλωςτε, ότι δεν δημοςιευτεύ ςε τούτο το τεύχοσ, θα δημοςιευτεύ ςτα επόμενα!»

Εκεύνο που ΔΕΝ διϊλεξα με το ςϑςτημα τησ κληρωτύδασ αλλϊ ϋχοντασ πλόρη

γνώςη του τι ϋκανα και γιατύ το ϋκανα, εύναι το επιβεβλημϋνο αριςτοϑργημα του Ϊντγκαρ Ωλαν Πϐου Οι φόνοι τησ Οδού Μόργκ, το αφόγημα που ϋβαλε τον θεμϋλιο λύθο ςτο τερϊςτιο οικοδϐμημα του αςτυνομικοϑ αναγνώςματοσ ϐπωσ το ξϋρουμε ςόμερα – ακριβώσ πριν απϐ 160 χρϐνια! Πώσ ϋγινε αυτϐ θα το μϊθετε ςτην πολϑ κατατοπιςτικό ιςτορικό αναδρομό με τύτλο Detective Story.

ΗΜΕΙΨΣΕ ϐτι ςτισ περιπτώςεισ εκεύ-

νεσ ϐπου αυτϐ εύναι δυνατϐν, αν υπϊρχουν τα ςχετικϊ ςτοιχεύα, δηλαδό, θα δημο-ςιεϑεται το βιογραφικϐ ςημεύωμα του ςυγγραφϋα ςτο τϋλοσ του αφηγόματοσ και ϋνα ςχϐλιο για το δημιοϑργημϊ του.

Και λεω αν υπϊρχουν τα ςχετικϊ ςτοι-χεύα επειδό απϐ τον χώρο του αςτυνο-μικοϑ αναγνώςματοσ πϋραςαν τϐςοι ςυγγραφεύσ και με τϋτοια αςτραπιαύα ταχϑτητα που δεν πρϐλαβαν να καταχω-ριςτοϑν τα προςωπικϊ τουσ ςτοιχεύα ό, ενδεχομϋνωσ, δεν ϋδωςε κανϋνασ την απαιτοϑμενη ςημαςύα ςτην ϑπαρξό τουσ. τισ περιπτώςεισ αυτϋσ, θα αρκοϑμαι ςε ϋνα υποκειμενικϐ ςχϐλιο για τη δουλειϊ τουσ.

Επύςησ, θϋλω να επιςτόςω την προςοχό ςασ ςτη διαφορϊ ανϊμεςα ςτα δύδυμα Ντιπϋν/Βοηθοϑ-Αφηγητό, που εύναι οι πρωταγωνιςτϋσ ςτο αφόγημα Οι φόνοι τησ Οδού Μόργκ και Γουϐλφ/Γκοϑντ-γουών, που πρωταγωνιςτοϑν ςτο, κατϊ κϊποιον τρϐπο, κεντρικϐ ανϊγνωςμα Επϋλαςη ιδιωτικών ντετϋκτιβσ. Δηλαδό, πώσ ϊρχιςε τη ςκυταλοδρομύα ο Πϐου και ποϑ πόγε τη ςκυτϊλη ο Ρεξ τϊουτ – 110 χρϐνια αργϐτερα! – αφοϑ πϋραςε απϐ τϐςα και τϐςα χϋρια.

Εύναι απύςτευτο - κυριολεκτικϊ. Λϋγεται, μϊλιςτα, ϐτι το δημιοϑργημα

του τϊουτ εύναι αξεπϋραςτο, ο δε ςυγ-γραφϋασ του, ϐπωσ θα δεύτε ςτο βιογρα-φικϐ του, τιμόθηκε με οποιαδόποτε αναγνώριςη μπορεύ να βϊλει ο νουσ ςασ.

Καλϐ διϊβαςμα, λοιπϐν και, ϐπωσ πϊντα, περιμϋνουμε τα ςχϐλια και την αγϊπη ςασ.

Σζ. Κορίνησ

Page 5: Περιοδικο Detective Τευχος 1

5

DETECTIVE STORY

Ειςαγωγι ςτον πολφ ιδιαίτερο κόςμο των αςτυνομικϊν αναγνωςμάτων που γαλοφχθςαν γενιζσ και γενιζσ, ανζδειξαν ςυγγραφείσ-κολοςςοφσ, πρόςφεραν κζματα ςε χιλιάδεσ κινθματογραφικζσ ταινίεσ και τθλεοπτικζσ ςειρζσ, γζννθςαν τα λαϊκά φτθνιάρικα περιοδικά (pulp magazines) που, με τθν ςειρά τουσ, γζννθ-ςαν τθ “Μάςκα”, το “Μυςτιριο” κι όλεσ τισ άλλεσ παρόμοιεσ εκδόςεισ ςε όλο τον κόςμο και, τελικά, άρχιςαν να μελετϊνται ςοβαρά, ωσ μια μορφι λογοτε-χνίασ - αν όχι ωσ λογοτεχνία.

Ζνα πολφ κατατοπιςτικό άρκρο για τθ «γζννθςθ» του είδουσ

«ΝΣΕΣΕΚΣΙΒ ΣΟΡΙ», η αςτυνομικό ιςτορύα ϐπωσ εύναι η ανακριβόσ ονομαςύα τησ ςτη γλώςςα μασ (γιατύ οι πρωταγωνι-ςτϋσ τησ δεν εύναι απαραύτητα αςτυνομι-κού ό ιδιωτικού αςτυνομικού), εύναι η μορφό εκεύνη του αφηγόματοσ (μυθιςτο-ρόματοσ, ό διηγόματοσ), που ϋχει ςαν επύκεντρο τη διερεϑνηςη ενϐσ εγκλό-ματοσ. Και κατϊ κανϐνα, παρουςιϊζει το κεντρικϐ ϋγκλημα ωσ φαινομενικϊ ϊλυτο με τα ςυνηθιςμϋνα μϋςα, πρϊγμα που απαιτεύ την εφαρμογό τησ τεχνικόσ τησ ϋρευνασ εκ μϋρουσ ατϐμων με ειδικϋσ γνώςεισ.

Οι ειδικού αυτού μπορεύ να εύναι αςτυ-νομικού, ό πρϊκτορεσ ϊλλων υπηρεςιών επιβολόσ του νϐμου, ελεϑθεροι επαγγελ-ματύεσ ερευνητϋσ (ντετϋκτιβσ) ό εραςι-τϋχνεσ ερευνητϋσ που εμπλϋκονται τυχαύα ςε μια υπϐθεςη με ϋνα ό περιςςϐτερα εγκλόματα.

Ωςχετα με το πώσ εμπλϋκονται ςτην υπϐθεςη, ϐμωσ, οι ερευνητϋσ και ϐχι οι δρϊςτεσ του εγκλόματοσ εύναι εκεύνοι που γύνονται πρωταγωνιςτϋσ του αςτυνο-μικοϑ αναγνώςματοσ. Όςο για την πλοκό του αςτυνομικοϑ αναγνώςματοσ, ακολου-θεύ την εξϋλιξη τησ ϋρευνασ και ϐχι τησ πρϊξησ του εγκλόματοσ και η δραματικό δϑναμη του αφηγόματοσ προϋρχεται απϐ την εφαρμογό, εκ μϋρουσ του «λαγω-νικοϑ», τησ θεωρύασ, ό τησ λογικόσ ςτισ λεπτομϋρειεσ του εγκλόματοσ. Ακολου-θώντασ, δηλαδό, μια ςειρϊ τεκμηρύων και χρηςιμοποιώντασ την τεχνικό του «ασ υποθϋςουμε ϐτι» για να τισ ςυςχετύςει και να καταλόξει ςε ϋνα ςυγκεκριμϋνο ςυμπϋ-ραςμα, ο ερευνητόσ (ντετϋκτιβ) δοκιμϊζει διϊφορεσ απαντόςεισ ςτο ϋγκλημα-πρϐβλημα που ςκοπϐ ϋχουν να εξηγόςουν την μεθοδολογύα τησ ϋρευνασ και να δεύ-ξουν την ευφυύα, ό τη διϊνοια του ερευνητό.

Σο ςτιλϊτο ανϊγνωςμα με επύκεντρο τη διερεϑνηςη ενϐσ εγκλόματοσ (αςτυνομικϐ ανϊγνωςμα) δεν ξεκύνηςε ωσ μυθιςτϐ-ρημα, αλλϊ ωσ διόγημα και ςυγκεκριμϋνα απϐ τα διηγόματα του Ϊντγκαρ Ωλαν Πϐου. Η ςυντομύα του διηγόματοσ επϋτρε-πε ςτον Πϐου να αφαιρεύ απϐ το αφόγημϊ του τισ εκτροπϋσ και τισ παρεκκλύςεισ με αποτϋλεςμα το διόγημα Υόνοι τησ Οδού Μόργκ, που ϋγραψε το 1841 και δημοςι-εϑτηκε ςτο περιοδικϐ τησ εποχόσ Graham Lady’s and Gentleman’s Magazine, καθώσ και οι ιςτορύεσ που ακολοϑθηςαν, να απο-κρυςταλλώςουν τουσ κανϐνεσ που θα αποδεικνϑονταν χρόςιμοι για τουσ μετα-γενϋςτερουσ ςυγγραφεύσ.

Όταν, ςχεδϐν μιςϐ αιώνα αργϐτερα, η ζότηςη τησ αγορϊσ απϐ τα λαώκϊ περιο-δικϊ ενθϊρρυνε τουσ ςυγγραφεύσ, που εύχαν κϊποιο ενδιαφϋρον για την εγκλη-ματολογικό ϋρευνα, να μιμηθοϑν το παρϊ-δειγμα του Πϐου και να μεταχειριςτοϑν τη

Έντγκαρ Άλαν Πόου

Page 6: Περιοδικο Detective Τευχος 1

6

DETECTIVE STORY

ςυντομύα του διηγόματοσ για να αφη-γηθοϑν θϋματα που περιλϊμβαναν ϋνα ϋγκλημα, το μικρϐ περιθώριο των λύγων ςελύδων που διϋθεταν οι εκδϐτεσ για τισ ιςτορύεσ τουσ αποθϊρρυνε κϊθε παρϋκ-κλιςη απϐ την πλοκό τησ ϋρευνασ, αλλϊ και οποιαδόποτε τϊςη για ευρϑτερη ανϊ-πτυξη του θϋματοσ, ό των προςώπων του ϋργου. Η επύπτωςη τησ ςυντομύασ του διηγόματοσ όταν ϐτι δημιοϑργηςε το περύγραμμα του «αςτυνομικοϑ διηγό-ματοσ» και καθιϋρωςε τον ντετϋκτιβ (ερευνητό), την ϋρευνα και γενικϐτερα την τϋχνη του «αςτυνομικοϑ» αναγνώ-ςματοσ.

ΣΡΕΙ εύναι οι ςυγγραφεύσ που ϋκαναν

το ντετϋκτιβ ςτόρι και τον μυθιςτορηματι-κϐ ντετϋκτιβ αυτϐ που ξϋρουμε εμεύσ ςόμερα, αυτϐ που γνώριςαν οι πατερϊδεσ μασ κι οι παπποϑδεσ μερικών απϐ μασ.

Ο πρώτοσ, που το επινϐηςε κιϐλασ, ϐπωσ εύπαμε, όταν ο Ϊντγκαρ Ωλαν Πϐου και το επινϐηςε, εύτε ςυνειδητϊ ό εντελώσ τυχαύα το 1841, γρϊφοντασ για κϊποιον εκκεντρικϐ Γϊλλο ονϐματι Ογκύςτ Ντιπϋν, που διαλεϑκανε τα εγκλόματα τησ Οδοϑ Μοργκ (και ςτην πορεύα επινϐηςε ϐλουσ τουσ κανϐνεσ που διϋπουν το αςτυνομικϐ ανϊγνωςμα τον τελευταύο ενϊμιςη αιώνα).

Ο δεϑτεροσ, όταν ο Ϊλερι Κουύν, που παρϋλαβε το αςτυνομικϐ ανϊγνωςμα απϐ τη Βρετανύα, ϐπου εύχε ευδοκιμόςει αφ' ϐτου ο Ωρθουρ Κϐναν Ντϐιλ εύχε μετα-τρϋψει την επινϐηςη του Πϐου ςε ϋρλοκ Φολμσ κι ο τρύτοσ όταν ο Ντϊςιελ Φϊμετ, ϊλλοτε πρϊκτορασ του Πύνκερτον, αμετα-νϐητοσ αλκοολικϐσ, καταδικαςμϋνοσ -ψεϑδορκοσ, παραςημοφορημϋνοσ όρωασ του ςτρατοϑ και ςϑντροφοσ τησ θεατρι-κόσ ςυγγραφϋωσ Λύλιαν Φϋλμαν.

Ο Κουύν (κϊτω απϐ αυτϐ το ϐνομα κρϑ-βονταν δϑο ϊτομα, τα ξαδϋρφια Μϊν-φρεντ Μπ. Λι και Υρϋντερικ Ντϊνεώ), ωσ ντετϋκτιβ, ςυγγραφϋασ, αρχιςυντϊκτησ και επιμελητόσ ανθολογιών, αφαύρεςε ϐλη την προφορϊ απϐ τον Ωγγλο ντετϋκτιβ, μϋχρισ ϐτου τον ϋκανε να ακοϑγεται εντε-λώσ αμερικϊνοσ. Ϊκανε αξιοπρεπϋσ το να γρϊφει αμερικϊνοσ ςυγγραφϋασ για αμερικϊνο ντετϋκτιβ. Φωρύσ τον Κουύν εύναι δϑςκολο να φανταςτοϑμε τον Νύρο Γουϐλφ κι ακϐμα δυςκολϐτερο να φα-νταςτοϑμε ϐτι ο Πϋρι Μϋιζον θα γινϐταν κϊτι περιςςϐτερο απϐ ϋναν ακϐμα απϐ τουσ όρωεσ για φτηνιϊρικα περιοδικϊ που

εύχε δημιουργόςει ο ςυγγραφϋασ του Ερλ τϊνλεώ Γκϊρντνερ.

Και μετϊ, ο Φϊμετ πόρε τον ερευνητό (ντετϋκτιβ) κι αποτελεύωςε την διαδικα-ςύα που εύχε αρχύςει ο Κουύν. Εύναι κυριο-λεκτικϊ αδϑνατον να βρεισ ντετϋκτιβ που εμφανύςτηκε αφ' ϐτου ϋγραψε ο Φϊμετ τισ περιπϋτειεσ του Ανώνυμου Πρϊκτορα (ϐπωσ βϊφτιςαν τον Continental Operator ςτην Ελλϊδα οι πρώτοι μεταφραςτϋσ ) που να μην επηρεϊςτηκε απϐ τον Φϊμετ, ϊςχετα αν ο εν λϐγω ντετϋκτιβ όταν ςκλη-ροτρϊχηλοσ, ό η πιο παραδοςιακό αγγλι-κοϑ ςτιλ περύεργη ηλικιωμϋνη κυρύα. Σο κλειδύ, ϐπωσ υπϋδειξε ο ϊλλοσ «μεγϊλοσ» του χώρου του αςτυνομικοϑ αναγνώ-ςματοσ, ο Ρϋιμοντ Σςϊντλερ ςτο δοκύμιϐ του Σhe Simple Art of Murder (H απλό τϋχνη του φϐνου), όταν ο τρϐποσ που χρηςιμοποιοϑςε ο Φϊμετ τη γλώςςα.

Σο αριςτοϑργημα του Φϊμετ εύναι Σο γερϊκι τησ Μϊλτασ (The Maltese Falcon), το ωραιϐτερο επύτευγμα ςτην ιςτορύα του αςτυνομικοϑ αναγνώςματοσ και κϊτι παραπϊνω, χϊρη ςτην δεξιοτεχνύα του Φϊμετ να μεταμορφώςει τον μυθιςτορη-ματικϐ ντετϋκτιβ.

ΠΕΡΑΕ, ϐμωσ, ϊλλη μια δεκαετύα πριν

διαπιςτώςει κανϋνασ πλόρωσ τι εύχε κατορθώςει ο Φϊμετ. Σο 1930, οι κριτικού όξεραν ϐτι Σο γερϊκι τησ Μϊλτασ όταν ϋνα εξαιρετικϐ, αν και λύγο διαφορετικϐ, εύδοσ ντετϋκτιβ ςτϐρι. Αργϐτερα, ϊλλοι (μαζύ και ο Σςϊντλερ) θα ανακϊλυπταν ϐτι, κατ' αρχόν, όταν μυθιςτϐρημα κι ϐτι το μυςτό-ριο όταν απλώσ ϋνα κομμϊτι του μυθι-ςτορόματοσ.

Ακϐμα κι ο Φϊουαρντ Φϋικραφτ, ο πιο αναγνωριςμϋνοσ κριτικϐσ αςτυνομικών μυθιςτορημϊτων, που απεχθανϐταν το ςκληροτρϊχηλο μυθιςτϐρημα, τον ςκλη-ροτρϊχηλο ντετϋκτιβ ό τον ςκληροτρϊ-χηλο ςυγγραφϋα, αναγνώριςε την ικανϐ-τητα του Φϊμετ: "Κανϋνασ ϊλλοσ ςυγ-γραφϋασ τησ εποχόσ μασ, οπωςδόποτε κανϋνασ αμερικϊνοσ, δεν ϊλλαξε και επηρϋαςε τόςο πολύ τη φόρμα."

Πραγματικϊ, αυτό η φϐρμα ελϊχιςτα εύχε αλλϊξει ςτα ογδϐντα χρϐνια απϐ τϐτε που ο Πϐου ϋγραψε το διόγημα The Murders of the Rue Morgue. Κϊποιοσ ανϋλυςε κϊποτε αυτϐ το διόγημα κι ανακϊλυψε ϐτι ο Πϐου εύχε επινοόςει τουσ τριϊντα δϑο κανϐνεσ που διϋπουν το αςτυνομικϐ ανϊγνωςμα, απϐ την δημιουργύα του υπερϐπτη εραςιτϋχνη

Page 7: Περιοδικο Detective Τευχος 1

7

DETECTIVE STORY

ντετϋκτιβ, μϋχρι τον γρύφο του κλειδω-μϋνου δωματύου, απϐ τον αφοςιωμϋνο (αν και κϊπωσ χοντροκϋφαλο) βοηθϐ μϋχρι τον ακϐμα πιο χοντροκϋφαλο αςτυνομικϐ.

Φωρύσ τον Ογκύςτ Ντιπϋν του Πϐου δεν θα υπόρχε ϋρλοκ Φολμσ και, χωρύσ τον Φολμσ, εύναι αμφύβολο αν θα υπόρχε ο ντετϋκτιβ που υπϊρχει ςόμερα, εύτε ςτισ ΗΠΑ ό ςτην Βρετανύα ό αλλοϑ. Ο κϊθε ντετϋκτιβ χρωςτϊει κϊτι ςτον Φολμσ κι ο Φολμσ δεν εύναι τύποτα περιςςϐτερο απϐ το ϐραμα του Ωρθουρ Κϐναν Ντϐιλ για ϋναν Ωγγλο που ϊρχιςε την ζωό του ωσ Γϊλλοσ που δημιουργόθηκε απϐ ϋναν Αμερικϊνο.

Αυτϐ δεν αποςκοπεύ ςτο να μειώςει τον Φολμσ, που υπϋφερε αρκετϊ ςτα χϋρια των ρεβιζιονιςτών του εύδουσ. Μϊλλον εύναι μια απϐπειρα να τοποθετηθεύ ο Φολμσ ςτη ςωςτό προοπτικό και να αποδοθεύ ςτον Πϐου η αναγνώριςη που του αξύζει.

ΤΠΑΡΦΟΤΝ, βϋβαια, αυτού που δια-

φωνοϑν και ιςχυρύζονται ϐτι το «ντετϋ-κτιβ ςτϐρι» δεν το επινϐηςε ο Πϐου, προβϊλλοντασ το επιχεύρημα ϐτι δεν μεταχειρύςτηκε την λϋξη ντετϋκτιβ (ερευ-νητόσ), ϐταν περιϋγραφε τον Ντιπϋν. Ιδιαύτερα οριςμϋνοι Ωγγλοι κριτικού ανα-γνωρύζουν ωσ δημιουργϐ του αςτυνομι-κοϑ αναγνώςματοσ τον αναμφιςβότητα ταλαντοϑχο Κϊρολο Ντύκενσ, ςτην μιςο-τελειωμϋνη ιςτορύα του The Mystery of Edwin Drood , που ϋγραψε το 1870.

Ψςτϐςο, παραβλϋπουν ϋνα ςπουδαύο γεγονϐσ: ο Πϐου ϋγραψε την ιςτορύα του εύκοςι εννιϊ χρϐνια πριν γρϊψει ο Ντύκενσ την δικό του. Και το ςπουδαιϐτερο, ο Πϐου όταν ο πρώτοσ ςυγγραφϋασ που το παρουςύαςε με τη μορφό που το ξϋρουμε ςόμερα. Ϊγραψε, δηλαδό, μια ιςτορύα που περιςτρεφϐταν γϑρω απϐ ϋναν ερευνητό (ντετϋκτιβ) που προςπαθοϑςε να δια-λευκϊνει ϋνα ϋγκλημα. Δεν υπόρχαν φαντϊςματα, οϑτε δευτερεϑουςα πλοκό, τύποτα που να αποςπϊει την προςοχό απϐ την κεντρικό πλοκό. Κανϋνασ πριν απϐ τον Πϐου δεν εύχε γρϊψει μια ιςτορύα με τϋτοιο τρϐπο.

Κατϊ πϊςα πιθανϐτητα, ο Πϐου βϊςιςε τον Ντιπϋν ςε ϋναν Γϊλλο που ϊκουγε ςτο ϐνομα Υρανςουϊ - Ιζϋν Βιντϐκ, ϋναν εγκληματύα που ϋγινε πληροφοριοδϐτησ τησ αςτυνομύασ και μετϊ αςτυνομικϐσ και μετϊ ντετϋκτιβ. Σα απομνημονεϑματα του Βιντϐκ, που εκδϐθηκαν το 1832, εύναι αμφύβολησ ιςτορικόσ αυθεντικϐτητασ.

Εύτε γεγονϐτα, ϐμωσ, εύτε φανταςύα ϋδωςαν ςτον Πϐου την ιδϋα που γϋννηςε το διόγημα Οι φόνοι τησ Οδού Μοργκ.

ε αυτϊ τα απομνημονεϑματα, ο Βιντϐκ αφηγεύται μια ςταδιοδρομύα μικροκλϋ-φτη που ϊρχιςε ϐταν η Γαλλύα εύχε ακϐμα βαςιλιϊ. Ο Βιντϐκ ιςχυρύζεται ϐτι δεν όταν μϐνο ο μεγαλϑτεροσ εγκληματύασ του κϐςμου, αλλϊ κι ο μεγαλϑτεροσ ντετϋ-κτιβ, αρκεύ να το ϋβαζε με το νου του. Η αλλαγό επόλθε, λεει, αφοϑ ο Ναπολϋων - ναι, ο Μϋγασ Ναπολϋων - τον ςτρατολϐ-γηςε ωσ μυςτικϐ πρϊκτορα κϊποιασ μορφόσ.

Σο ςπουδαύο εύναι ϐτι πριν αποςυρθεύ ο Βιντϐκ, το 1827, όταν αρχηγϐσ τησ νεοφώ-τιςτησ Surete (Αςφϊλειασ), τησ γαλλικόσ εγκληματολογικόσ υπηρεςύασ, που θεω-ρεύται η πρώτη κρατικό αςτυνομικό υπηρεςύα ςτην παγκϐςμια ιςτορύα.

Δεν εύναι ςϑμπτωςη ϐτι η πρώτη ντετϋκτιβ ςτόρι εμφανύςτηκε αφοϑ ϋκανε την εμφϊνιςό του ο πρώτοσ ντετϋκτιβ, κι αυτϐ ςυμβϊλλει ςτο να εξηγηθεύ γιατύ ο Πϐου ϋκανε τον Ντιπϋν Γϊλλο. Αφοϑ ο μϐ-νοσ ντετϋκτιβ που όξερε ο Πϐου όταν ο Βιντϐκ, επϐμενο όταν να κϊνει τον Ντιπϋν Γϊλλο. Ο Πϐου δεν μποροϑςε να χαρακτη-ρύςει τον Ντιπϋν Ωγγλο ό Αμερικϊνο, δεδο-

Ντϊςιελ Φϊμετ

Page 8: Περιοδικο Detective Τευχος 1

8

DETECTIVE STORY

μϋνου ϐτι εκεύνεσ οι χώρεσ δεν εύχαν ντετϋκτιβσ. Γι αυτϐ ϋφταςε ςτο ςημεύο να μετατρϋψει την αληθινό εξαφϊνιςη τησ Νεοϒρκϋζασ Μαύρη Ρϐτζερσ ςε φαντα-ςτικό εξαφϊνιςη μιασ Γαλλύδασ, ςτο μυθιςτϐρημϊ του The Mystery of Marie Roget .

Αυτό όταν η ςυνειςφορϊ του Βιντϐκ ςτο εύδοσ. Μπορεύ να μην όταν ο κα-λϑτεροσ, ό ο πρώτοσ ντετϋκτιβ, αλλϊ όταν ο πρώτοσ και καλϑτεροσ ςτην δημοςιϐ-τητα γϑρω απϐ το ϊτομϐ του. Σα απομνημονεϑματϊ του πιϊνουν χύλιεσ εξακϐςιεσ ςελύδεσ, ςε τϋςςερισ τϐμουσ, και περιλαμβϊνουν αρκετϐ υλικϐ για τα θρυλοϑμενα εύκοςι χιλιϊδεσ εγκλόματα που εύχε διαλευκϊνει, αρκετϐ ώςτε να προςφϋρει ςτουσ ςυγγραφεύσ θϋματα μυθιςτορημϊτων για ϋνα-δυϐ αιώνεσ ακϐμα.

Πρϊγμα που ϋκαναν ςτην Γαλλύα, ϐπωσ καταμαρτυρεύ το ϋργο του Εμύλ Γκαμπο-ριϐ και ϊλλων φυλλαδιογρϊφων. Ο Γκαμποριϐ κι οι ςϑγχρονού του, που ονο-μϊςτηκαν ϋτςι απϐ τισ φυλλϊδεσ που κυκλοφοροϑςαν τϐτε, ϋγραφαν αςτυνο-μικϊ αναγνώςματα για εφημερύδεσ (ςυχνϊ βαςιςμϋνα ςε εγκλόματα που εύχε περι-γρϊψει ο Βιντϐκ) κι όςαν πολϑ δημοφιλό ςτην Γαλλύα κατϊ τισ μεςαύεσ δεκαετύεσ του δϋκατου ϋνατου αιώνα.

Ο Μεςιϋ Λεκϐκ, που επινϐηςε ο Γκα-μποριϐ, εμφανύζεται τακτικϊ ςε πραγ-ματεύεσ για τουσ πιο ςπουδαύουσ πριν απϐ το ϋρλοκ Φολμσ ντετϋκτιβσ.

ΣΙΘΕΣΑΙ το ερώτημα, ϐμωσ, γιατύ

μεςολϊβηςαν περύπου ογδϐντα χρϐνια ανϊμεςα ςτισ ιςτορύεσ του Πϐου και τισ πρώτεσ ιςτορύεσ του Φϊμετ και του Κουύν, ογδϐντα χρϐνια που ο κριτικϐσ Φϋικραφτ απορρύπτει χωρύσ να κϊνει καμιϊ ανα-φορϊ ς' αυτϊ; Οι Αμερικϊνοι ςυγγραφεύσ, λεει, ϋμεναν διαρκώσ πύςω απϐ τουσ Ωγγλουσ ομολϐγουσ τουσ. Αυτϐ το χρονικϐ διϊςτημα καταλαμβϊνει το ςυντομϐτερο κεφϊλαιο του βιβλύου του, και το πιο ϊγονο.

Εκτϐσ απϐ την Μϋρι Ρομπϋρτα Ρϊινχαρτ, που λύγο-πολϑ επινϐηςε το βιβλύο για την "ολομόναχη γυναύκα που εύναι παγιδευ-μϋνη ςε ϋνα παλιό ςπύτι και που ανούγει μια πόρτα παραπϊνω", ελϊχιςτοι ςυγγραφεύσ

εκεύνησ τησ εποχόσ ϊντεξαν την εξονυ-χιςτικό ϋρευνα του χρϐνου. Σο βιβλύο του κριτικοϑ Φ. Ρ. Υ. Κύτινγκ για τα 100 κα-λϑτερα αςτυνομικϊ μυθιςτορόματα ϐλων των εποχών περιλαμβϊνει 11 ϋργα μεταξϑ Πϐου και Φϊμετ/Κουύν. Μϐνο τρύα απ' αυτϊ εύναι αμερικϊνικα κι ϋνα απ' αυτϊ εύναι το αριςτοϑργημα τησ Ρϊινχαρτ (για ϐςουσ αρϋςκονται τϋτοια αναγνώςματα) The Circular Staircase (Η Κυκλικό κϊλα).

Οι περιςςϐτεροι επιτυχημϋνοι Αμερικϊ-νοι ντετϋκτιβσ εκεύνησ τησ εποχόσ όςαν Ωγγλοι ςε ϐλα τουσ εκτϐσ απϐ το ϐνομα. Ο Καθηγητόσ . Υ. Ξ. Βαν Ντιοϑζεν, ο αποκα-λοϑμενοσ κεπτόμενη Μηχανό, δεν φαύνεται να εύναι τύποτα περιςςϐτερο απϐ αντιγραφό του Ωγγλου ντετϋκτιβ Δρα Θορντϊικ. Αυτϐ εύναι ολοφϊνερο ςτα μυθιςτορόματα An Absence of Air και The Problem of Cell 13.

Ο Ζακ Υιτρϋλ, που δημιοϑργηςε τον Βαν Ντιοϑζεν, ϋγραφε περύπλοκεσ ιςτορύεσ που ελϊχιςτα αςχολοϑνταν με τον χαρα-κτόρα. Οι ιςτορύεσ του Βαν Ντιοϑζεν δεν όςαν ξεπεραςμϋνεσ, απλϊ όςαν ψυχρϋσ κι απϐμακρεσ.

Ϋςαν γρύφοι. Σώρα, αν ο Υιτρϋλ, ϋνασ ϊλλοτε δημο-

ςιογρϊφοσ, ϋκανε ποτϋ αυτό τη διαπύ-ςτωςη, αυτϐ δεν εύναι ςαφϋσ. Ϋταν 32 χρονών, ϐταν πϋθανε το 1912, επιβϊτησ του Σιτανικοϑ, κι ϊφηςε πύςω του μϐνο μια χοϑφτα περιπϋτειεσ του Βαν Ντιοϑζεν (μια καταμϋτρηςη λεει τϋςςερισ) και κανϋνα μυθιςτϐρημα.

Η επιρροό του Φολμσ, βϋβαια, εύχε μεγϊ-λη ςχϋςη με την καθυςτερημϋνη ανϊπτυξη των αμερικϊνων ντετϋκτιβσ που δημιοϑρ-γηςαν αμερικϊνοι ςυγγραφεύσ. Η κατϊ-ςταςη όταν τϐτε περύπου ύδια με εκεύνη του Πϐου και του Βιντϐκ. Αφοϑ ο μϐνοσ πετυχημϋνοσ ντετϋκτιβ που όξεραν ϐλοι όταν Ωγγλοσ, όταν επϐμενο να γύνεται ο κϊθε νϋοσ ντετϋκτιβ ακριβώσ ςαν τον εκκεντρικϐ Εγγλϋζο.

Σο πρϐτυπο αυτϐ εμφανύςτηκε και πϊλι αφοϑ ο Φϊμετ επινϐηςε τη νϋα φϐρμα - οι διϊδοχού του τηροϑν την ύδια ςτϊςη απϋ-ναντι ςτη γλώςςα, τισ γυναύκεσ, την βύα και το ϋγκλημα, μολονϐτι, ςαν εκεύνουσ που όρθαν μετϊ τον Φολμσ, ελϊχιςτοι μιμητϋσ του Φϊμετ εύχαν το χϊριςμϊ του .

Page 9: Περιοδικο Detective Τευχος 1

9

DETECTIVE STORY

ΑΠΟ την ϊλλη μεριϊ, ο Ϊλερι Κουύν (ο ςυγγραφϋασ) δεν εύχε την ιδιοφυύα του Φϊμετ, αλλϊ όξερε αρκετϊ ώςτε να δημι-ουργόςει ϋνα ςτιλ που όταν ανϊλαφρο, ςφιχτϐ κι ϋξυπνο και η αφόγηςό του εύναι ςταθερϊ προςηλωμϋνη ςτην προπολεμικό παρϊδοςη, που εύχε για πρωτοπϐρουσ τον Φεμινγκγουϋι και ομϐτιμουσ.

Ο αρχικϐσ Ϊλερι Κουύν (ο εραςιτϋχνησ ερευνητόσ), που όταν ανυπϐφοροσ και διαλεϑκαινε πολλϊ μυςτηριώδη εγκλόμα-τα, δεν διϋφερε απϐ τουσ ϊλλουσ πρωτο-πϐρουσ ντετϋκτιβσ, αλλϊ ενώ εκεύνοι εξα-φανύςτηκαν μϋςα ςε μια δεκαετύα, η επιτυχύα του Κουύν ςυνεχύςτηκε και μετϊ τον θϊνατο των δημιουργών του, και περι-λϊμβανε κινηματογραφικϋσ ταινύεσ, ραδιο-φωνικϋσ εκπομπϋσ, τηλεοπτικϋσ ςειρϋσ, περιςςϐτερα απϐ ςαρϊντα μυθιςτορό-ματα κι ϋνα απϐ τα ελϊχιςτα εναπομεύ-

ναντα αςτυνομικϊ περιοδικϊ που δημο-ςιεϑουν διηγόματα.

Διαδϐθηκε ϋνασ μϑθοσ ϐτι ο Φϊμετ όταν απρϐςεκτοσ ςυγγραφϋασ. Ο μϑθοσ αυτϐσ βαςιζϐταν ςτο ϐτι ϋπινε πολϑ και ςτο παςύγνωςτο "μπλοκϊριςμα του ςυγγρα-φϋα" που πϊθαινε το μυαλϐ του. Όταν πϋθανε, το 1961, δεν εύχε γρϊψει τύποτα περιςςϐτερο απϐ ϋνα κϐμικ, μερικϊ μυθιςτορόματα και διηγόματα, μερικϊ ρεπορτϊζ ςε εφημερύδα και μερικϊ δοκιμαςτικϊ ςενϊρια ςε τρεισ δεκαετύεσ.

Σύποτα, ϐμωσ, δεν θα μποροϑςε να εύναι πιο μακριϊ απϐ την αλόθεια. Ο Φϊμετ όξερε τι ϋκανε με την κϊθε λϋξη, ϐπωσ όξεραν κι ο Φεμινγκγουϋι κι ο Υιτζϋραλντ. Σο προτελευταύο μυθιςτϐρημα του The Glass Key , πϊλλεται ϐπωσ και κϊθε τι ϊλλο που εύχε γρϊψει, αλλϊ περιϋχει τϐςο ςυμβολιςμϐ ϐςο κι οποιαδόποτε ιταλικό ταινύα, - ξεκινώντασ απϐ τον τύτλο.

Σο 1932 το Φόλιγουντ γύριςε ςε ταινύα το διόγημα του Πόου «Οι φόνοι τησ Οδού Μόργκ, αλλϊ, κατϊ το ςύςτημα τησ κινηματογραφούπολησ, το ςενϊριο δεν εύχε καμιϊ ςχϋςη με την ιςτορύα, πλην του... γορύλα που, ςτη φωτογραφύα μασ, διακρύνεται μϋςα ςτο κλουβύ!

Page 10: Περιοδικο Detective Τευχος 1

10

DETECTIVE STORY

Αναφϋρεται ςε ϋνα κλειδύ που μπορεύ να χρηςιμοποιηθεύ μϐνο μια φορϊ, πριν ςπϊ-ςει. Απϐ την ςτιγμό που θα ξεκλειδώςει την γνώςη, η γνώςη αυτό δεν μπορεύ να κλειδωθεύ ξανϊ ποτϋ πιϊ.

Ο Φϊμετ θεωροϑςε αυτϐ το ϋργο το καλϑτερϐ του και δικαιολογεύ την ςυμπϊ-θειϊ του. Σο Γυϊλινο Κλειδύ περιλαμβϊνει ϋνα φϐνο, αλλϊ δεν μιλϊει τϐςο πολϑ για τη λϑςη του εγκλόματοσ, ϐςο για τουσ

ανθρώπουσ που εύναι ανακατωμϋνοι ςτον φϐνο. Δεν θα όταν υπερβολό αν λϋγαμε ϐτι το Γυϊλινο κλειδύ μιλϊει για ανθρώπουσ με τον ύδιο τρϐπο που μιλοϑν για ανθρώπουσ τα βιβλύα τησ Σζϋιν Όςτεν.

Απλϊ, οι ϊνθρωποι του Φϊμετ εύναι λύγο πιο ςκληροτρϊχηλοι.

Και πολϑ πιο αμερικϊνοι.

Ίντεξ

Τςτερόγραφο από τον Ση. Κορίνθ: Έτςι περύπου ϋχουν τα πρϊγματα με το «ντετϋκτιβ ςτόρι», το εύδοσ του αναγνώςματοσ που εμπνϋει την ϋκδοςό μασ και ϋχει εμπνεύςει εκατοντϊδεσ παρόμοιεσ εκδόςεισ ςε όλο τον κόςμο. Σο θϋμα, όμωσ, εύναι τερϊςτιο, ςχεδόν ανεξϊντλητο, και θα χρειαςτούν αμϋτρητα τϋτοια ϊρθρα για να αναλυθεύ αρκετϊ. Λύγη υπομονό – ςύντομα! ε κϊθε τεύχοσ θα υπϊρχει κϊποιο ϊρθρο, μικρό ό μεγϊλο, που θα ςυμπληρώνει τισ γνώςεισ ςασ γύρω από τη γϋνεςη και την επικρϊτηςη του αςτυνομικού αναγνώςματοσ, ό αν εύςαςτε εντελώσ καινούργιοσ ςτον κόςμο μασ, θα προςπαθεύ να ςασ δώςει ςαφό ιδϋα περύ του θϋματοσ ώςτε να γύνεται θιαςώτησ του και να μπορεύτε να το απολαμβϊνετε καλύτερα. το επόμενο τεύχοσ, λόγου χϊρη, θα δημοςιεύςουμε μια ςε βϊθοσ ανϊλυςη του εύδουσ που δημιούργηςε δικό του ςχολό και ανϋδειξε τα πιο βαρύγδουπα ονόματα τησ αςτυνομικόσ λογοτεχνύασ με τύτλο «ΚΛΗΡΟΣΡΑΦΗΛΗ» ΙΣΟΡΙΑ. Ένα ϊρθρο που θα ρύξει φωσ ςτισ εκρηκτικϋσ εξελύξεισ του χώρου!

το επόμενο τεφχοσ: ωτιριο ζτοσ 1923! Ζνασ ακόμα ςτακμόσ ςτθν ιςτορία του αςτυνομικοφ αναγνϊςματοσ. Ο Κάρολ Σηον Ντζιλι, που ζγραφε ιδθ ιςτορίεσ ςτα pulp magazines, γράφει τθν πρϊτθ «ςκλθρο-τράχθλθ» αςτυνομικι ιςτορία πυροδοτϊντασ τθν επόμενθ φάςθ τθσ επανάςταςθσ.

Ο ΨΕΤΣΟ-ΜΠΕΡΣΟΝ ΚΟΤΜ του Κάρολ Σηον Ντζιλι

Μόλισ μερικζσ εβδομάδεσ αργότερα, μπαίνει ςτο παιχνίδι ο Ντάςιελ Χάμετ, που είχε ιδθ αρχίςει να ταράηει τα νερά, με ζνα ςτιλ γραψίματοσ κι ζναν ιρωα που ζμελλαν να αλλάξουν εντελϊσ το τοπίο του αςτυνομικοφ αναγνϊςματοσ και να φζρουν το είδοσ ςε περίοπτθ και αξιοηιλευτθ κζςθ.

Θ ΛΕΘΛΑΙΑ ΣΟΤ ΚΟΤΦΙΓΚΝΟΛ του Ντάςιελ Χάμετ

Δυο ιςτορίεσ που άνοιξαν καινοφργιουσ ορίηοντεσ ςτουσ ςυγγραφείσ αςτυνομικϊν αναγνωςμάτων και που το ςτιλ τουσ μιμικθκαν όλοι οι «μεγάλοι» που ακολοφκθςαν (Ρζιμοντ Σςάντλερ, Σηόνακαν Λάτιμερ, Ερλ τάνλεϊ Γκάρντνερ, Μίκι πιλζιν, Ροσ Μακντόναλντ , Σηον Ντ. Μακντόναλντ για να αναφζρουμε μερικοφσ) αλλά και όλοι οι μικροί. Μαηί για να μπορζςετε να κάνετε ςφγκριςθ!

Page 11: Περιοδικο Detective Τευχος 1

11

DETECTIVE STORY

Ο Ογκίςτ Ντιπζν, πρωταγωνιςτισ αυτοφ του διθγιματοσ, είναι το πιο ςοβαρό δθμιοφργθμα ςτθν ιςτορία του αςτυνομικοφ αναγνϊςματοσ , ι αναγνωςμάτων μυςτθρίου, για δφο λόγουσ. Ο ζνασ είναι ότι ιταν ο πρϊτοσ «ιρωασ» που δθμιουργικθκε μόνο και μόνο επειδι ο ςυγγραφζασ του ικελε να παρουςιάςει ζνα χαρακτιρα που είχε ενδιαφζρον, επειδι διζκετε ικανότθτεσ ντετζκτιβ και τισ μεταχειριηόταν για να μάχεται το ζγκλθμα. Ο άλλοσ επειδι ςτισ περιπζτειζσ του – τρία διθγιματα όλα κι όλα που δεν πιάνουν περιςςότερεσ από εκατό ςελίδεσ βιβλίου – πρόβλεψε όλουσ τουσ κα-νόνεσ και όλα τα ςτερεότυπα που κα επινοοφνταν ςτο άγνωςτο ακόμα είδοσ. Δεν πρζπει να ξεχνάμε ότι όταν γράφτθκαν τα διθγιματα (ςτθ δεκαετία του 1840) δεν υπιρχαν ντετζκτιβσ ςτθν αλθκινι ηωι. Καλά-καλά δεν υπιρχε θ λζξθ ντετζκτιβ. Πράγμα που κάνει το κατόρκωμα του Πόου ακόμα πιο ςθμαντικό.

Σο διιγθμα που φφτεψε τον ςπόρο για τθν λογοτεχνικι επανάςταςθ

που βαφτίςτθκε «ντετζκτιβ ςτόρι» διεκνϊσ και «αςτυνομικό ανάγνωςμα» ςτθν Ελλάδα

ΣΑ ΦΑΡΑΚΣΗΡΙΣΙΚΑ τησ νϐηςησ που

αποκαλοϑνται αναλυτικϊ, αυτϊ καθ΄ εαυτϊ, ελϊχιςτα επιδϋχονται ανϊλυςη. Σα εκτιμϊμε μϐνο ςτα αποτελϋςματϊ τουσ. Γνωρύζουμε, μεταξϑ ϊλλων, ϐτι για τον κϊτοχϐ τουσ αποτελοϑν πϊντοτε, ϐταν τα κατϋχει ςε αςυνόθιςτο βαθμϐ, πηγό τησ πιο ζωντανόσ απϐλαυςησ. Όπωσ χαύρεται ο χειροδϑναμοσ για τη ςωματικό του ικανϐτητα, απολαμβϊνοντασ αςκόςεισ που απαιτοϑν χρόςη των μυώνων του, ϋτςι χαύρεται και ο αναλυτόσ για την ηθικό εκεύνη (πιθανό αν και αναπϐδεικτη) δραςτηριϐτητα που μπορεύ και ξεδιαλϑνει. Αντλεύ ευχαρύςτηςη ακϐμα και απϐ τισ πιο αςόμαντεσ εναςχολόςεισ που βϊζουν ςε ενϋργεια το ταλϋντο του. Αγαπϊει τα αινύγματα, τουσ γρύφουσ, τα ιερογλυφικϊ, επιδεικνϑοντασ ςτην επύλυςη του καθενϐσ απϐ αυτϊ ϋνα βαθμϐ εξυπνϊδασ που ςτη ςυνηθιςμϋνη αντύληψη φαντϊζει υπερ-φυςικό. Σα ςυμπερϊςματϊ του, που ςυνϊγονται απϐ αυτό καθ΄ εαυτό την ψυχό και την ουςύα τησ μεθϐδου, ϋχουν, πραγματικϊ, τον ϐλο αϋρα τησ διαύςθηςησ.

Η ικανϐτητα του διαχωριςμοϑ πιθανϐν να αναζωογονεύται πολϑ απϐ τη μαθη-ματικό μελϋτη, και ειδικϊ απϐ τον ανώ-τατο εκεύνο κλϊδο τησ που, ϊδικα, και απλϊ λϐγω των ανϊδρομων λειτουργιών του, ϋχει ονομαςτεύ, ωσ κατ΄ εξοχό, ανϊ-λυςη. Ψςτϐςο, το να υπολογύζεισ δεν εύναι ύδιο με το να αναλϑεισ. Ϊνασ παύκτησ ςκακιοϑ, λϐγου χϊρη, κϊνει το ϋνα, χωρύσ καμιϊ προςπϊθεια για το ϊλλο. Προκϑπτει ϐτι η παρτύδα του ςκακιοϑ, ωσ προσ την

επύδραςη που ϋχει ςτον διανοητικϐ χαρα-κτόρα, εύναι πολϑ παρεξηγημϋνη.

Δεν γρϊφω τώρα καμιϊ πραγματεύα, αλλϊ τον πρϐλογο ενϐσ κϊπωσ ιδιϐρ-ρυθμου αφηγόματοσ με παρατηρόςεισ που γύνονται κατϊ πολϑ ςτην τϑχη. Θα εκμεταλλευτώ, λοιπϐν, την ευκαιρύα για

Ο τϊφοσ του Πόου ςτην Βαλτιμόρη

Page 12: Περιοδικο Detective Τευχος 1

12

DETECTIVE STORY

να ιςχυριςτώ ϐτι οι ανώτερεσ δυνϊμεισ τησ ςτοχαςτικόσ διανϐηςησ επιφορτύ-ζονται πιο αποφαςιςτικϊ και πιο χρόςιμα απϐ το μη επιδεικτικϐ παιχνύδι τησ ντϊμασ παρϊ απϐ την προμελετημϋνη ελαφρϐ-τητα του ςκακιοϑ. ΄ αυτϐ το τελευταύο, ϐπου τα πιϐνια κϊνουν διαφορετικϋσ και εκκεντρικϋσ κινόςεισ, με ποικύλεσ και μεταβλητϋσ αξύεσ, το μϐνο που εύναι περύπλοκο, εκλαμβϊνεται λανθαςμϋνα (ϋνα ϐχι αςυνόθιςτο ςφϊλμα) ωσ βαθϑ. Εδώ καλεύται να παύξει ςπουδαύο ρϐλο η προςοχό. Αν χαλαρώςει ϋςτω και για μια ςτιγμό, επιτελεύται αβλεψύα, με αποτϋ-λεςμα ζημιϊ ό όττα. Δεδομϋνου ϐτι οι κινόςεισ δεν εύναι μϐνο πολλαπλϋσ, αλλϊ και ελικοειδεύσ, οι πιθανϐτητεσ για τϋτοιεσ αβλεψύεσ πολλαπλαςιϊζονται και, εννιϊ ςτισ δϋκα περιπτώςεισ, αυτϐσ που νικϊει εύναι ο πιο προςεκτικϐσ παύκτησ μϊλλον παρϊ ο πιο ϋξυπνοσ. Αντύθετα, ςτη ντϊμα, ϐπου οι κινόςεισ εύναι μοναδικϋσ και ελϊχιςτη ποικιλύα ϋχουν, οι πιθανϐτητεσ απροςεξύασ λιγοςτεϑουν, και ενώ η απλό προςοχό μϋνει ςχετικϊ αχρηςιμοπούητη, τα ϐςα πλεονεκτόματα αποκτώνται απϐ κϊθε παύκτη αποκτώνται με ανώτερη εξυπνϊδα.

Για να γύνουμε λιγϐτερο αφηρημϋνοι – ασ υποθϋςουμε μια παρτύδα ντϊμασ ϐπου τα πιϐνια λιγοςτεϑουν ςε τϋςςερισ βαςι-λιϊδεσ και ϐπου, φυςικϊ, δεν αναμϋνεται καμιϊ αβλεψύα. Εύναι φανερϐ ϐτι εδώ η νύκη μπορεύ να κριθεύ (με τουσ παύκτεσ καθ΄ ϐλα ιςϐτιμουσ) μϐνο απϐ κϊποια κύνηςη που την εύχε «ψϊξει» καλϊ, αποτϋ-λεςμα κϊποιασ ιςχυρόσ ϊςκηςησ τησ διανϐηςησ. τερημϋνοσ απϐ ςυνηθιςμϋ-νουσ πϐρουσ, ο αναλυτόσ μπαύνει ςτο πνεϑμα του αντιπϊλου του, ταυτύζεται με αυτϐ, και βλϋπει ϋτςι, πολϑ ςυχνϊ, με μια ματιϊ, τισ μϐνεσ μεθϐδουσ (μερικϋσ φορϋσ πραγματικϊ υπερβολικϊ απλϋσ) με τισ οπούεσ μπορεύ να τον παραςϑρει ςε ςφϊλμα ό να τον εξαναγκϊςει ςε κϊποιο λαθεμϋνο υπολογιςμϐ.

Σο παιχνύδι «γουύςτ» ϋχει διακριθεύ για την επύδραςό του ςε αυτϐ που αποκαλεύ-ται δϑναμη του υπολογιςμοϑ και εύναι γνωςτϐ ϐτι ϊτομα με υψηλϐ δεύκτη νοημοςϑνησ το απολαμβϊνουν αφϊντα-ςτα, ενώ αποφεϑγουν το ςκϊκι ωσ ελαφρϐ. Φωρύσ αμφιβολύα, δεν υπϊρχει τύποτε παρϐμοιο που να επιφορτύζει τϐςο πολϑ την ικανϐτητα τησ ανϊλυςησ. Ο καλϑτεροσ παύκτησ ςκακιοϑ ςτον κϐςμο ενδϋχεται να εύναι κϊτι περιςςϐτερο απϐ τον καλϑτερο παύκτη ςκακιοϑ, αλλϊ η

βαθιϊ γνώςη του «γουύςτ» ςυνεπϊγεται ικανϐτητα για επιτυχύα ςε ϐλα εκεύνα τα πιο ςημαντικϊ εγχειρόματα ϐπου το μυαλϐ παλεϑει με μυαλϐ. Όταν λϋω βαθιϊ γνώςη, εννοώ την τελειϐτητα εκεύνη ςτο παιχνύδι που περιλαμβϊνει όλεσ τισ πηγϋσ απϐ τισ οπούεσ μπορεύ να αντλόςει νϐμιμο πλεονϋκτημα. Δεν εύναι μϐνο πολλαπλϋσ, αλλϊ και πολϑμορφεσ, και ςυχνϊ βρύςκο-νται ανϊμεςα ςε εςοχϋσ τησ ςκϋψησ εντε-λώσ απρϐςιτεσ ςτη ςυνηθιςμϋνη κατανϐ-ηςη. Σο να παρατηρεύσ με προςοχό ςημαύ-νει να θυμϊςαι με ευκρύνεια και, μϋχρισ εδώ, ο παύκτησ του ςκακιοϑ που μπορεύ και ςυγκεντρώνεται θα τα πϊει πολϑ καλϊ ςτο «γουύςτ», ενώ οι κανϐνεσ του Φϐιλ (που βαςύζονται κι αυτού ςτον απλϐ μηχανιςμϐ του παιχνιδιοϑ) εύναι αρκετϊ και γενικϊ αντιληπτού.

ΕΣΙ, το να ϋχεισ μνόμη που ςυγκρατεύ

και το να προχωρεύσ «με το βιβλύο» εύναι ςημεύα που ςυνόθωσ θεωροϑνται ωσ ςυνολικϐ ϊθροιςμα καλοϑ παιχνιδιοϑ. Αλλϊ εύναι ςε θϋματα πϋρα απϐ τα ϐρια του απλοϑ κανϐνα ϐπου καταδεικνϑεται η ικανϐτητα του αναλυτό. ιωπηλϊ, κϊνει πολλϋσ παρατηρόςεισ και βγϊζει ςυμπερϊ-ςματα. Σο ύδιο, ύςωσ, κϊνουν και οι ςυμπαύκτεσ του και η διαφορϊ ςτην ϋκταςη των ςτοιχεύων που αποκτώνται ϋγκειται ϐχι τϐςο πολϑ ςτην αξιοπιςτύα του ςυμπερϊςματοσ ϐςο ςτην ποιϐτητα τησ παρατόρηςησ.

Η απαραύτητη γνώςη εύναι εκεύνη του τι να παρατηρεύσ. Ο παύκτησ μασ δεν περιο-ρύζεται καθϐλου, οϑτε, επειδό το παιχνύδι αποτελεύ το αντικεύμενο, απορρύπτει ςυμπερϊςματα απϐ πρϊγματα εκτϐσ παιχνιδιοϑ. Εξετϊζει την ϋκφραςη του αντιπϊλου του, ςυγκρύνοντϊσ την προςε-κτικϊ με εκεύνη καθενϐσ απϐ τουσ ϊλλουσ ςυμπαύκτεσ του. Μελετϊει τον τρϐπο ταξινϐμηςησ των χαρτιών ςε κϊθε χϋρι, ςυχνϊ μετρώντασ ατοϑ προσ ατοϑ, και φιγοϑρα προσ φιγοϑρα, απϐ τα βλϋμματα που τουσ ρύχνουν εκεύνοι που τα κρατοϑν. ημειώνει κϊθε παραλλαγό ϋκφραςησ καθώσ προχωρϊει το παιχνύδι, ςυγκε-ντρώνοντασ απϐθεμα ςκϋψησ απϐ τισ διαφορϋσ ςτην ϋκφραςη βεβαιϐτητασ, ϋκπληξησ ό λϑπησ.

Απϐ τον τρϐπο που μαζεϑεται ϋνα «κϐλπο» κρύνει αν το πρϐςωπο που το παύρνει μπορεύ να κερδύςει ϊλλο ϋνα ςτην ςειρϊ. Αναγνωρύζει αυτϐ που παύζεται με παραπλϊνηςη, απϐ το ϑφοσ με το οπούο

Page 13: Περιοδικο Detective Τευχος 1

13

DETECTIVE STORY

ρύχνονται τα φϑλλα πϊνω ςτο τραπϋζι. Μια ανϋμελη ό αθϋλητη λϋξη, η τυχαύα πτώςη ό το αναποδογϑριςμα ενϐσ χαρ-τιοϑ, με την ανηςυχύα ό την απροςεξύα που το ςυνοδεϑει αναφορικϊ με την απϐ-κρυψό του, το μϋτρημα των «κϐλπων», με την ςειρϊ τησ ταξινϐμηςόσ τουσ, αμη-χανύα, διςταγμϐσ, προθυμύα ό τρεμοϑ-λιαςμα – ϐλα προςφϋρουν, ςτην προφα-νώσ διαιςθητικό του αντύληψη, ενδεύξεισ τησ πραγματικόσ κατϊςταςησ. Αφοϑ παιχτοϑν οι δϑο ό τρεισ πρώτοι γϑροι, εύναι ςε πλόρη κατοχό του περιεχομϋνου κϊθε μοιραςιϊσ και απϐ εκεύ και πϋρα βϊζει κϊτω τα χαρτιϊ του με τϋτοια απϐλυτη ακρύβεια ςκοποϑ λεσ και οι υπϐλοιποι τησ ςυντροφιϊσ ϋχουν φανερώςει τα δικϊ τουσ.

Η αναλυτικό δϑναμη δεν πρϋπει να ςυγχϋεται με την απλό ευφυϏα γιατύ ενώ η ανϊλυςη εύναι απαραύτητα ευφυόσ, ο ευφυόσ ϊνθρωποσ εύναι ςυνόθωσ ανύκα-νοσ για ανϊλυςη. Η εποικοδομητικό ό ςυνδυαςτικό δϑναμη, με την οπούα εκδη-λώνεται ςυνόθωσ η ευφυϏα, και ςτην οπούα οι φρενολϐγοι (λανθαςμϋνα κατϊ την γνώμη μου) ϋχουν αποδώςει χωριςτϐ ϐργανο, υποθϋτοντασ ϐτι εύναι πρωτϐγονη ικανϐτητα, ϋχει διαπιςτωθεύ τϐςο ςυχνϊ ςε εκεύνουσ που η διανϐηςό τουσ ςυνϐ-ρευε κατϊ τα ϊλλα με την ηλιθιϐτητα, που ϋχει προςελκϑςει γενικό παρατόρηςη εκ μϋρουσ των ςυγγραφϋων που γρϊφουν για τα όθη. Μεταξϑ ευφυϏασ και αναλυτι- κόσ ικανϐτητασ υπϊρχει μια διαφορϊ κατϊ πολϑ μεγαλϑτερη, πραγματικϊ, απϐ εκεύνη μεταξϑ φανταςιοπληξύασ και φανταςύασ, αλλϊ ενϐσ χαρακτόρα πολϑ αυςτηρϊ ανϊ-λογου. Θα αποδειχτεύ, πρϊγματι, ϐτι οι ευφυεύσ εύναι πϊντοτε πομπώδεισ και οι πραγματικϊ ευφϊνταςτοι ποτϋ κϊτι ϊλλο απϐ αναλυτικού.

Σο αφόγημα που ακολουθεύ θα εμφανι-ςτεύ ςτον αναγνώςτη κϊτι ςαν ςχϐλιο πϊνω ςτισ παρατηρόςεισ που μϐλισ διατυπώθηκαν.

ΕΝΨ διϋμενα ςτο Παρύςι την ϊνοιξη και

μϋροσ του καλοκαιριοϑ του 18.., γνωρύ-ςτηκα με κϊποιον κ. εβαλιϋ (Ιππϐτη) Ογκύςτ Ντιπϋν. Αυτϐσ ο νεαρϐσ κϑριοσ όταν γϐνοσ εξαιρετικόσ , πραγματικϊ εξϋ-χουςασ οικογϋνειασ, αλλϊ λϐγω πολλών και διαφϐρων θλιβερών γεγονϐτων, εύχε περιϋλθει ςε τϋτοια φτώχεια που η ενϋργεια του χαρακτόρα του εύχε υποκϑψει κϊτω απϐ αυτό και εύχε πϊψει

να κινεύται ενεργϊ ςτον κϐςμο, ό να νοιϊζεται για την ανϊκτηςη τησ περι-ουςύασ του. Φϊρη ςτουσ πιςτωτϋσ του, απϋμενε ακϐμα ςτην κατοχό του ϋνα μικρϐ υπϐλοιπο τησ πατρικόσ κληρονομιϊσ και με το ειςϐδημα που προϋκυπτε απϐ αυτϐ κατϊφερνε, με μεγϊλεσ οικονομύεσ, να ϋχει τα απαραύτητα προσ το ζην, χωρύσ να ενοχλεύται για τισ υπερβολϋσ. Σα βιβλύα, πραγματικϊ, όςαν η μϐνη του πολυτϋλεια και ςτο Παρύςι αποκτώνται εϑκολα.

Η πρώτη μασ ςυνϊντηςη ϋγινε ςε μια αςόμαντη βιβλιοθόκη τησ Οδοϑ Μονμϊρτ-ρησ, ϐπου το τυχαύο γεγονϐσ ϐτι ψϊχναμε κι οι δϑο για το ύδιο ςπϊνιο και πολϑ ςημαντικϐ βιβλύο μασ ϋφερε ςε ςτενό επικοινωνύα. υναντηθόκαμε ξανϊ και ξανϊ. Με ενδιϋφερε πολϑ το ςϑντομο οικογενειακϐ ιςτορικϐ που μου ϋδωςε με ϐλη την εκεύνη την ειλικρύνεια που δεύχνει ϋνασ Γϊλλοσ ϐταν το θϋμα εύναι ο εαυτϐσ του. Ϊμεινα κατϊπληκτοσ, επύςησ, για το πϐςο διαβαςμϋνοσ όταν και, πϊνω απϐ ϐλα, ϋνοιωςα την ψυχό μου να παύρνει φωτιϊ μϋςα μου απϐ την μεγϊλη ζϋςη και την ζωντανό φρεςκϊδα τησ φανταςύασ του.

Επιδιώκοντασ ςτο Παρύςι τουσ αντι-κειμενικοϑσ ςκοποϑσ που τϐτε επεδύωκα, πύςτεψα ϐτι η ςυντροφιϊ με ϋναν τϋτοιο ϊνθρωπο θα όταν για μϋνα ανεκτύμητοσ θηςαυρϐσ και την πεπούθηςη αυτό του την εκμυςτηρεϑτηκα με ειλικρύνεια. Σελικϊ, κανονύςαμε να μϋνουμε μαζύ ϐςο θα παρϋμενα ςτην πϐλη και δεδομϋνου ϐτι οι εγκϐςμιεσ ςυνθόκεσ μου όςαν λύγο καλϑτερεσ απϐ τισ δικϋσ του, μου επι-τρϊπηκε να πληρώνω το ενούκιο και την επύπλωςη ϋτςι που να ταιριϊζει ςτη μϊλλον φανταςτικό κατόφεια τησ κοινόσ μασ διϊθεςησ, ϋνα φαγωμϋνο απϐ τον χρϐνο και γκροτϋςκο αρχοντικϐ, εγκατα-λειμμϋνο απϐ καιρϐ λϐγω δειςιδαιμονιών που δεν ςυζητόςαμε καθϐλου, και ετοι-μϐρροπο, ςε ϋνα απϐμακρο και ϋρημο κομμϊτι του Υομποϑρ εν Ζερμϋν.

Αν γινϐταν γνωςτό ςτον κϐςμο η ρουτύνα τησ ζωόσ μασ ςε αυτϐ το μϋροσ, θα μασ θεωροϑςαν τρελοϑσ – μολονϐτι, ύςωσ, ϊκακουσ τρελοϑσ. Η απομϐνωςό μασ όταν παντελόσ. Δεν δεχϐμαςτε επιςκϋπτεσ. Πραγματικϊ, η τοποθεςύα τησ απομϐνω-ςόσ μασ εύχε κρατηθεύ μυςτικό προςε-κτικϊ απϐ τουσ πρώην ςυναδϋλφουσ μου και εύχαν περϊςει χρϐνια απϐ τϐτε που ο Ντιπϋν εύχε πϊψει να γνωρύζει κϐςμο και να εύναι γνωςτϐσ ςτο Παρύςι. Τπόρχαμε μϐνο μϋςα μασ.

Page 14: Περιοδικο Detective Τευχος 1

14

DETECTIVE STORY

Ϋταν μια «παλαβομϊρα» του φύλου μου (πώσ αλλιώσ να την αποκαλϋςω;) να εύναι ερωτευμϋνοσ με τη νϑχτα, ϋτςι για χϊρη τησ, και αυτό την παραξενιϊ του, ϐπωσ και τισ τϐςεσ ϊλλεσ, την αποδϋχτηκα, αφόνοντασ τον εαυτϐ μου ςτισ ϋξαλλεσ ιδιοτροπύεσ του με απϐλυτη εγκατϊλειψη. Η ςκοτεινό θεϐτητα δεν θα ϋμενε μαζύ μασ πϊντοτε, αλλϊ μποροϑςαμε και πλα-ςτογραφοϑςαμε την παρουςύα τησ. Με το πρώτο φωσ τησ αυγόσ κλεύναμε ϐλα τα ςυμπαγό πατζοϑρια του παλιοϑ μασ κτιρύου και ανϊβαμε ϋνα-δυϐ λεπτϊ κεριϊ που, ϋντονα αρωματιςμϋνα, ϋριχναν τισ πιο τρομακτικϋσ και αδϑναμεσ ακτύνεσ. Με τη βοόθειϊ τουσ τϐτε απαςχολοϑςαμε τισ ψυχϋσ μασ με ϐνειρα – διαβϊζοντασ, γρϊ-φοντασ, ό ςυζητώντασ, μϋχρισ ϐτου μασ προειδοποιοϑςε το ρολϐι για τον ερχομϐ του αληθινοϑ κοταδιοϑ. Σϐτε βγαύναμε ςτουσ δρϐμουσ, αγκαζϋ, ςυνεχύζοντασ τα θϋματα τησ ημϋρασ, ό περιπλανώμενοι απϐ εδώ και απϐ εκεύ, μϋχρισ αργϊ, αναζη-τώντασ, ανϊμεςα ςτα ϋξαλλα φώτα και τισ ςκιϋσ τησ πολυκατοικημϋνησ πϐλησ, το ϊπειρο εκεύνο τησ διανοητικόσ διϋγερςησ που μπορεύ και παρϋχει η όρεμη παρατόρηςη.

Σισ φορϋσ αυτϋσ, δεν μποροϑςα να μη παρατηρόςω και να θαυμϊςω (μολονϐτι με εύχε προετοιμϊςει ο πλοϑςιοσ ιδεα-λιςμϐσ του να το περιμϋνω) μια παρϊξενη αναλυτικό ικανϐτητα ςτον Ντιπϋν. Κι ϋδειχνε, επύςησ, ϐτι απολϊμβανε την ϊςκηςό τησ – αν ϐχι την επύδειξό τησ – και δεν δύςταζε να ομολογόςει την ευχαρύςτηςη που αντλοϑςε απϐ αυτϐ. Μου καυχιϐταν, με ϋνα ςιγανϐ καγχαςτϐ γϋλιο, ϐτι οι περιςςϐτεροι ϊνθρωποι, ωσ προσ εκεύνον τον ύδιο, φοροϑςαν παρϊθυρα ςτο ςτόθοσ τουσ, και ςυνόθιζε να ακολουθεύ αυτϋσ τισ δηλώςεισ με ϊμεςεσ και εκπληκτικϋσ αποδεύξεισ τησ μϑχιασ γνώςησ των δικών μου. Ο τρϐποσ του, εκεύνεσ τισ ςτιγμϋσ, όταν παγερϐσ κι αφηρημϋνοσ, τα μϊτια του κενϊ απϐ ϋκφραςη, ενώ η φωνό του, ςυνόθωσ πλοϑςια φωνό τενϐρου, υψωνϐταν ςε ϋνα τρϋμουλο που θα ηχοϑςε οργύλο, αν δεν υπόρχε η ςκοπιμϐτητα και η ϐλη ευκρύνεια τησ εκφορϊσ. Παρατηρώντασ τον ςε αυτϋσ τισ διαθϋςεισ, ςυχνϊ πόγαινε ο νουσ μου ςτην παλιϊ φιλοςοφύα τησ διπλόσ ψυχόσ και διαςκϋδαζα με την φανταςύωςη ενϐσ διπλοϑ Ντιπϋν – του δημιουργικοϑ και του διαλυτικοϑ.

Μην υποθϋςετε, απϐ αυτϊ που ϋχω γρϊψει μϋχρι ςτιγμόσ, ϐτι περιγρϊφω

κανϋνα μυςτόριο ό ϐτι γρϊφω κανϋνα ρομϊντζο. Ότι περιϋγραψα για τον Γϊλλο όταν αποτϋλεςμα μιασ εξιταριςμϋνησ, ό ύςωσ ϊρρωςτησ νοημοςϑνησ. Αλλϊ για τον χαρακτόρα των παρατηρόςεών του ςτισ εν λϐγω περιϐδουσ ϋνα παρϊδειγμα θα δώςει καλϑτερα την ιδϋα.

ΕΝΑ βρϊδυ περπατοϑςαμε ςε ϋνα

μακρϑ ςκονιςμϋνο δρϐμο, ςτη γειτονιϊ του Παλϋ Ρουαγιϊλ. Φαμϋνοι και οι δϑο ςτισ ςκϋψεισ μασ, δεν εύχαμε βγϊλει κουβϋντα απϐ το ςτϐμα μασ τουλϊχιςτον επύ δϋκα πϋντε λεπτϊ. Ξαφνικϊ, ο Ντιπϋν ξϋςπαςε με αυτϊ τα λϐγια:

«Εύναι μικρϐςωμοσ και θα ταύριαζε περιςςϐτερο ςε επιθεώρηςη.»

«Δεν μπορεύ να υπϊρξει αμφιβολύα γι αυτϐ,» απϊντηςα δύχωσ να το καταλϊβω και μη παρατηρώντασ ςτην αρχό (τϐςο πολϑ απορροφημϋνοσ όμουν απϐ τισ ςκϋψεισ μου) τον αςυνόθιςτο τρϐπο με τον οπούο ο ομιλητόσ εύχε ςυνδυαςτεύ με τισ δικϋσ μου ςκϋψεισ. Σην ϊλλη ςτιγμό ςυνόλθα και η ϋκπληξό μου όταν βαθιϊ.

«Ντιπϋν,» εύπα, ςοβαρϊ, «δεν μπορώ να το διανοηθώ. Δεν διςτϊζω να πω ϐτι εύμαι ϋκπληκτοσ και δεν μπορώ να πιςτϋψω τισ αιςθόςεισ μου. Πώσ εύναι δυνατϐν να ξϋρεισ ϐτι ςκεφτϐμουν...»

Εδώ ϋκανα παϑςη για να βεβαιωθώ, πϋρα απϐ κϊθε αμφιβολύα, ϐτι όξερε πραγματικϊ ποιϐν εύχα ςτο μυαλϐ μου.

«Σον αντιγύ,» εύπε εκεύνοσ. «Γιατύ κομπιϊζεισ; Ϊλεγεσ μϋςα ςου ϐτι η μικρο-ςκοπικό φιγοϑρα του όταν αταύριαςτη για τραγωδύα.»

Αυτϐ ακριβώσ όταν το αντικεύμενο των ςκϋψεών μου. Ο αντιγύ όταν ϋνασ πρώην μπαλωματόσ απϐ την Οδϐ εντ Ντενύσ που, αφοϑ τον ϋπιαςε η τρϋλα του θεα-τρικοϑ ςανιδιοϑ, εύχε αποπειραθεύ τον ρϐλο του Ξϋρξη ςτην τραγωδύα του Κρεμπιγιϐν ϐπωσ την εύπαν και εύχε δεχτεύ τρομερό ςϊτιρα για τουσ κϐπουσ του.

«Πεσ μου, για ϐνομα του Θεοϑ,» ανα-φώνηςα, «την μϋθοδο – αν υπϊρχει μϋθο-δοσ – με την οπούα μπϐρεςεσ να διαβϊςεισ τισ ςκϋψεισ μου.»

Πραγματικϊ, όμουν περιςςϐτερο ϋκπληκτοσ απ΄ ϐςο θα όθελα να εκφρϊςω.

«Ο οπωροπώλησ,» απϊντηςε ο φύλοσ μου, «όταν εκεύνοσ που ςε οδόγηςε ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι ο επιδιορθωτόσ παπου-τςιών δεν εύχε το επαρκϋσ ϑψοσ για τον Ξϋρξη et id genus omne.”

Page 15: Περιοδικο Detective Τευχος 1

15

DETECTIVE STORY

«Ο οπωροπώλησ! – με εκπλόςςεισ – δεν γνωρύζω κανϋναν οπωροπώλη.»

«Ο ϊνθρωποσ που ϋπεςε πϊνω ςου καθώσ μπαύναμε ςτο δρϐμο – θα πρϋπει να ϋχουν περϊςει δϋκα πϋντε λεπτϊ απϐ τϐτε.»

Σώρα, θυμόθηκα ϐτι, πραγματικϊ, ϋνασ οπωροπώλησ, που μετϋφερε πϊνω ςτο κεφϊλι του ϋνα μεγϊλο καλϊθι με μόλα, με εύχε ρύξει χϊμω, τυχαύα, καθώσ περνοϑςα-με απϐ την Οδϐ Κ... για να μποϑμε ςτον κεντρικϐ δρϐμο ϐπου ςτεκϐμαςτε τώρα, αλλϊ το τι ςχϋςη εύχε αυτϐ με τον αντιγύ, δεν μποροϑςα να το καταλϊβω.

Δεν υπόρχε ύχνοσ τςαρλατανιςμοϑ ςτον Ντιπϋν.

«Θα εξηγόςω,» εύπε, «και για να κα-ταλϊβεισ καλϊ, πρώτα θα ξαναφϋρουμε ςτο νου μασ την πορεύα των ςκϋψεών ςου, απϐ τη ςτιγμό που ςου μύληςα μϋχρι εκεύνη τησ ςυνϊντηςόσ ςου με τον εν λϐγω οπωροπώλη. Οι μεγαλϑτεροι κρύκοι τησ αλυςύδασ δϋνουν ωσ εξόσ – αντιγύ, Ψρύων, Δρ Νύκολσ, Επύκουροσ, τερεοτομό, οι πϋτρεσ του δρϐμου, οπωροπώλησ.»

Ελϊχιςτοι ϊνθρωποι υπϊρχουν που, ςε κϊποια ςτιγμό τησ ζωόσ τουσ, δεν διαςκϋδαςαν αναπολώντασ την πορεύα που ακολοϑθηςαν τα μυαλϊ τουσ για να καταλόξουν ςε ςυγκεκριμϋνα ςυμπερϊ-ςματα. Η εναςχϐληςη εύναι ςυνόθωσ γεμϊτη ενδιαφϋρον κι εκεύνοσ που αποπει-ρϊται για πρώτη φορϊ εκπλόςςεται απϐ την προφανώσ απεριϐριςτη απϐςταςη και αςυναρτηςύα ανϊμεςα ςτο ςημεύο εκκύ-νηςησ και τον τερματιςμϐ. Υανταςτεύτε την ϋκπληξό μου ϐταν ϊκουςα τον Γϊλλο να μιλϊει ϐπωσ εύχε μιλόςει κι ϐταν δε μποροϑςα παρϊ να αναγνωρύςω ϐτι εύχε πει την αλόθεια!

Και ςυνϋχιςε: «Μιλοϑςαμε για ϊλογα, αν θυμϊμαι

ςωςτϊ, λύγο πριν φϑγουμε απϐ την Οδϐ Κ... Αυτϐ όταν το τελευταύο θϋμα που ςυζητόςαμε. Καθώσ μπαύναμε ςτο δρϐμο, ϋνασ οπωροπώλησ, με ϋνα μεγϊλο καλϊθι ςτο κεφϊλι του, περνώντασ ξυςτϊ πλϊι μασ, ςε ϋριξε πϊνω ςε ϋνα ςωρϐ πϋτρεσ πεζοδρϐμηςησ μαζεμϋνεσ ςε ϋνα ςημεύο ϐπου επιςκευϊζεται ο υπερυψωμϋνοσ δρϐμοσ. Πϊτηςεσ πϊνω ς ϋνα απϐ τα χαλαρϊ κομμϊτια, γλύςτρηςεσ, ςτραμποϑ-ληξεσ ελαφρϊ τον αςτρϊγαλϐ ςου, κϊτι μουρμοϑριςεσ, ϋδειξεσ ενοχλημϋνοσ ό μουτρωμϋνοσ, ςτρϊφηκεσ να κοιτϊξεισ τον ςωρϐ κι ϑςτερα ςυνϋχιςεσ το δρϐμο ςου, ςιωπηλϐσ. Δεν ϋδωςα ιδιαύτερη προςοχό ςε ϐτι ϋκανεσ, ωςτϐςο η παρατόρηςη για

μϋνα ϋχει καταντόςει, τελευταύα, εύδοσ πρώτησ ανϊγκησ.

«Κρϊτηςεσ τα μϊτια ςου πϊνω ςτο ϋδαφοσ – κοιτϊζοντασ, με οργύλο τρϐπο, τισ τρϑπεσ και τα αυλϊκια του λιθϐ-ςτρωτου (ώςτε να δω ϐτι ςκεφτϐςουν ακϐμα τισ πϋτρεσ), μϋχρισ ϐτου φτϊςαμε ςτη μικρό αλϋα που λϋγεται Λαμαρτϋν, που ϋχει ςτρωθεύ, πειραματικϊ, με τισ πϋτρεσ που πατοϑν η μια πϊνω ςτην ϊλλη κι ϋχουν και πριτςύνια. Εδώ, η ϋκφραςό ςου φωτύςτηκε λύγο και, αντιλαμβανϐ-μενοσ ϐτι κινοϑνταν τα χεύλη ςου, δεν μποροϑςα να αμφιβϊλλω ϐτι μουρμοϑ-ριςεσ τη λϋξη «ςτερεοτομό», ϋναν ϐρο που εφαρμϐζεται ςε αυτϐ το εύδοσ του λιθϐςτρωτου. Ϋξερα ϐτι δεν μποροϑςεσ να μουρμουρύςεισ κατ΄ ιδύαν «ςτερεοτο-μύα» χωρύσ να αναγκαςτεύ να πϊει το μυαλϐ ςου ςτην ατομικό φυςικό και ϋτςι ςτισ θεωρύεσ του Επύκουρου και εφ΄ ϐςον, ϐταν ςυζητόςαμε αυτϐ το θϋμα ϐχι πριν απϐ πολϑ καιρϐ, ςου ανϋφερα πϐςο μοναδικϊ, και ϐμωσ με πϐςη λύγη προςοχό, οι αϐριςτεσ εικαςύεσ εκεύνου του ευγενικοϑ Ϊλληνα εύχαν βρει επιβεβαύωςη ςτην τελευταύα νεφελοειδό κοςμογονύα, ϋνοιωςα ϐτι δεν θα μποροϑςεσ να απϐ-φϑγεισ να ρύξεισ μια ματιϊ ψηλϊ ςτο μεγϊλο νεφϋλωμα του Ψρύωνα, και βϋβαια περύμενα ϐτι θα ϋκανεσ κϊτι τϋτοιο. Κούταξεσ ψηλϊ και τώρα όμουν βϋβαιοσ ϐτι εύχα ακολουθόςει ςωςτϊ τα βόματϊ ςου. Αλλϊ ςε εκεύνο τον φιλιππικϐ εναντύον του αντιγύ, που δημοςιεϑτηκε ςτην χτεςινό Μούςα, ο ςατιριςτόσ, κϊνο-ντασ μερικοϑσ αιςχροϑσ υπαινιγμοϑσ για την αλλαγό ονϐματοσ του μπαλωματό μϐλισ πόρε τον κϐθορνο, ανϋφερε μια αρϊδα ςτα λατινικϊ για την οπούα ϋχουμε ςυζητόςει ςυχνϊ. Εννοώ την αρϊδα Perditit antiquum litera prima sonum (το πρώτο γρϊμμα ϋχαςε τον αρχικϐ του όχο).

«ου εύχα πει ϐτι αυτϐ όταν αναφορικϊ με τον Ψρύωνα, που γραφϐταν ϊλλοτε Ουριών, και απϐ κϊποιεσ οξϑτητεσ που ςχετύζονται με αυτό την εξόγηςη, αντιλόφθηκα ϐτι δεν όταν δυνατϐν να το εύχεσ ξεχϊςει. Ϋταν ςαφϋσ, λοιπϐν, ϐτι δεν θα ςου διϋφευγε να ςυνδυϊςεισ τισ δϑο ιδϋεσ του Ψρύωνα και του αντιγύ. Σο ϐτι εύχεσ κϊνει τον ςυνδυαςμϐ το κατϊλαβα απϐ το εύδοσ του χαμϐγελου που διαγρϊφτηκε ςτα χεύλη ςου. κεφτϐςουν την θυςύα του καψεροϑ του μπαλωματό. Μϋχρι εκεύνη τη ςτιγμό, περπατοϑςεσ ςκυφτϐσ, αλλϊ τώρα ςε εύδα να ορθώνεισ το παρϊςτημϊ ςου. Ϋμουν τϐτε ςύγουροσ

Page 16: Περιοδικο Detective Τευχος 1

16

DETECTIVE STORY

ϐτι αναλογιζϐςουν την μικρϐςωμη φι-γοϑρα του αντιγύ. ε αυτϐ το ςημεύο διϋκοψα τισ ςκϋψεισ ςου για να παρα-τηρόςω ϐτι δεδομϋνου, πραγματικϊ, ϐτι όταν πολϑ μικρϐςωμοσ, αυτϐσ ο αντιγύ, θα όταν πιο πετυχημϋνοσ ςτην επιθεώ-ρηςη.

ΟΦΙ πολϑ μετϊ απϐ αυτϐ το περιςτα-

τικϐ, κοιτϊζαμε τη βραδινό ϋκδοςη τησ Γκαζϋτ ντε Σριμπουνό ϐταν η εξόσ παρϊγραφοσ τρϊβηξε την προςοχό μασ:

«ΑΤΝΗΘΙΣΟΙ ΥΟΝΟΙ – όμερα το

πρωύ, κατϊ τισ τρεισ, οι κϊτοικοι του Καρτιϋ εν Ροκ ξύπνηςαν από διαδοχικϋσ τρομερϋσ κραυγϋσ που προϋρχονταν, προφανώσ, από τον τϋταρτο όροφο ενόσ ςπιτιού ςτην Οδό Μοργκ, που εύναι γνωςτό ότι κατοικεύται μόνο από την Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ, και την κόρη τησ, Ματμαζϋλ Καμύλ Λ’ Εςπανϋ. Ύςτερα από κϊποια καθυςτϋρηςη, που προκλόθηκε από μια ϊκαρπη προςπϊθεια να επιτευχθεύ εύςοδοσ με τον ςυνηθιςμϋνο τρόπο, παραβιϊςτηκε η εύςοδοσ με ϋνα λοςτϊρι και μπόκαν μϋςα οκτώ ό δϋκα από τουσ γεύτονεσ, ςυνοδευόμενοι από δύο χωροφύλακεσ. το μεταξύ, οι κραυγϋσ εύχαν πϊψει, αλλϊ, καθώσ η ομϊδα ορμούςε ςτο πρώτο τμόμα τησ ςκϊλασ, ακούςτηκαν δύο ό περιςςότερεσ φωνϋσ, ςε θυμωμϋνο τόνο, που προϋρχονταν προφανώσ από το πϊνω μϋροσ του ςπιτιού.

«Καθώσ η ομϊδα ϋφτανε ςτο δεύτερο τμόμα τησ ςκϊλασ, ϋπαψαν και αυτού οι όχοι και παρϋμειναν όλα πολύ όςυχα. Η ομϊδα απλώθηκε κι ϊρχιςε να μπαύνει από δωμϊτιο ςε δωμϊτιο. Υτϊνοντασ ςε ϋνα μεγϊλο δωμϊτιο ςτο πύςω μϋροσ του τετϊρτου ορόφου (η πόρτα του οπούου, που βρϋθηκε κλειδωμϋνη με το κλειδύ από μϋςα, παραβιϊςτηκε) αντύκριςαν ϋνα θϋαμα που τουσ ϊφηςε όλουσ όχι μόνο ϋντρομουσ, αλλϊ και κατϊπληκτουσ.

«Σο διαμϋριςμα βριςκόταν ςε τρομερό ακαταςταςύα – τα ϋπιπλα όςαν ςπαςμϋνα και πεταμϋνα ςε όλεσ τισ κατευθύνςεισ. Τπόρχε μόνο ϋνα πλαύςιο κρεβατιού και από αυτό εύχε αφαιρεθεύ το ςτρώμα κι εύχε πεταχτεύ ςτη μϋςη του δωματύου. Πϊνω ςε μια καρϋκλα όταν ϋνα ξυρϊφι, παςαλειμ-μϋνο με αύματα. το παραγώνι όςαν δύο ό τρεισ τούφεσ γκρύζων ανθρώπινων μαλ-λιών, επύςησ ματωμϋνεσ, που ϋδειχναν ότι εύχαν τραβηχτεύ από τισ ρύζεσ. Πϊνω ςτο πϊτωμα βρϋθηκαν τϋςςερα ναπολεόνια, ϋνα ςκουλαρύκι τοπϊζ, τρύα μεγϊλα

αςημϋνια κουτϊλια, τρύα μικρότερα από μϋταλλο Αλγερύασ και δύο πουγκιϊ που περιεύχαν περύπου τϋςςερισ χιλιϊδεσ φρϊ-γκα ςε χρυςό. Σα ςυρτϊρια ενόσ γραφεύου, που όςαν τοποθετημϋνο ςε μιαν ϊκρη, όςαν ανοιχτϊ και, προφανώσ, εύχαν ψαχτεύ όλα, μολονότι παρϋμεναν ακόμα μϋςα ςε αυτϊ πολλϊ αντικεύμενα. Κϊτω από το ςτρώμα (όχι κϊτω από το πλαύςιο του κρεβατιού) ανακαλύφτηκε ϋνα μικρό ςιδερϋνιο χρηματοκιβώτιο. Ήταν ανοιχτό με το κλειδύ ακόμα ςτην πόρτα. Δεν περιεύχε τύποτε περιςςότερο από λύγα παλιϊ γρϊμματα και ϊλλα χαρτιϊ μικρόσ ςημαςύασ.

«Δεν υπόρχε ύχνοσ τησ Μαντϊμ Λ΄Εςπανϋ, αλλϊ επειδό παρατηρόθηκε μια αςυνό-θιςτη ποςότητα καπνιϊσ ςτο τζϊκι, διε-νεργόθηκε ϋρευνα ςτην καπνοδόχο και (τρομερό και να το αφηγεύςαι!) αναςύρ-θηκε από εκεύ μϋςα το πτώμα τησ κόρησ, που όταν ςπρωγμϋνο βαθιϊ μϋςα ςε αυτό, με το κεφϊλι προσ τα κϊτω. Σο πτώμα όταν πολύ ζεςτό. Κατϊ την εξϋταςό του, ϋγιναν αντιληπτϋσ πολλϋσ εκδορϋσ, που, χωρύσ αμφιβολύα, προκλόθηκαν από τη βύα με την οπούα εύχε ςπρωχτεύ μϋςα ςτο ϊνοιγμα και αφεθεύ. το πρόςωπο εύχε πολλϋσ ςοβαρϋσ γρατςουνιϋσ και ςτο λαιμό ςκούρουσ μώλωπεσ και βαθιϊ ςημϊδια από νύχια, λεσ και η εκλιπούςα εύχε ςτραγγαλιςτεύ.

«Ύςτερα από μια ςχολαςτικό ϋρευνα κϊθε τμόματοσ του ςπιτιού, χωρύσ ϊλλη ανακϊλυψη, η ομϊδα βγόκε ςε μια λιθό-ςτρωτη αυλό ςτο πύςω μϋροσ του κτιρύου, όπου κειτόταν το πτώμα τησ ηλικιωμϋνησ κυρύασ, με τον λαιμό τησ κομμϋνο τόςο ολοκληρωτικϊ που, μόλισ ϋκαναν απόπειρα να το ςηκώςουν, αποχωρύςτηκε το κεφϊλι τησ. Σο ςώμα, καθώσ και το κεφϊλι, όςαν τρομερϊ ακρωτηριαςμϋνα – το πρώτο τόςο πολύ που δεν διατηρούςε ομοιότητα με ανθρώπινο ςώμα.

«Γι αυτό το τρομερό μυςτόριο δεν υπϊρχει ακόμα, πιςτεύουμε, το παραμικρό τεκμόριο.»

Η ΕΥΗΜΕΡΙΔΑ τησ επϐμενησ μϋρασ εύχε

τα εξόσ πρϐςθετα ςτοιχεύα: «Η ΣΡΑΓΩΔΙΑ ΣΗ ΟΔΟΤ ΜΟΡΓΚ – Έχουν

εξεταςτεύ πολλϊ ϊτομα ςχετικϊ με αυτό την πλϋον αςυνόθιςτη και τρομερό υπόθε-ςη, αλλϊ δεν ϋχει προκύψει οτιδόποτε θα ϋριχνε φωσ ςε αυτό. Παραθϋτουμε ότι προϋκυψε από τισ καταθϋςεισ.

Page 17: Περιοδικο Detective Τευχος 1

17

DETECTIVE STORY

«Η Πολύν Ντεμπούρ, πλύςτρα, καταθϋτει ότι γνώριζε και τισ δύο εκλιπούςεσ τρύα χρόνια, διϊςτημα κατϊ το οπούο τουσ ϋπλενε. Η ηλικιωμϋνη κυρύα και η κόρη τησ ϋδειχναν να τα πηγαύνουν καλϊ – αγαπού-ςαν η μύα την ϊλλη. Πλόρωναν καλϊ. Δεν μπορούςε να μιλόςει αναφορικϊ με τον τρόπο που ζούςαν ό τουσ πόρουσ που διϋθεταν. Πύςτευε ότι η Μαντϊμ Λ. ϋλεγε την τύχη για να βγϊζει τα προσ το ζην. Οι φόμεσ ϋλεγαν ότι εύχε χρόματα ςτην ϊκρη. Δεν εύχε ςυναντηθεύ με κανϋναν ςτο ςπύτι όταν πόγαινε για να παραλϊβει ό να παραδώςει τα ρούχα. Ήταν ςύγουρη ότι δεν εύχαν υπηρϋτη. Δεν φαινόταν να υπϊρχουν ϋπιπλα ςε κανϋνα μϋροσ του ςπιτιού, πλην του τϋταρτου ορόφου.

«Ο Πιερ Μορό, καπνοπώλησ, καταθϋτει ότι ςυνόθιζε να πουλϊει μικρϋσ ποςότητεσ καπνού και ςκόνη καπνού ςτη Μαντϊμ Λ΄Εςπανϋ ςχεδόν τϋςςερα χρόνια. Γεννό-θηκε ςτη γειτονιϊ και ϋμενε εκεύ ανϋκαθεν. Η μακαρύτιςςα και η κόρη τησ ϋμεναν ςε αυτό το ςπύτι, όπου βρϋθηκαν τα πτώματϊ τουσ, περιςςότερο από ϋξι χρόνια. Προη-γουμϋνωσ, ϋμενε εκεύ ϋνασ κοςμημα-τοπώλησ, που υπενοικύαζε τα επϊνω πατώματα ςε διϊφορα πρόςωπα. Σο ςπύτι όταν ιδιοκτηςύα τησ Μαντϊμ Λ. Δυςα-ρεςτόθηκε από την κατϊχρηςη του ςπιτιού από τον ϋνοικό τησ και μετακόμιςε εκεύ η ύδια, αρνούμενη να ενοικιϊςει οποιοδόποτε τμόμα. Η μακαρύτιςςα φερόταν παιδιϊ-ςτικα. Ο μϊρτυρασ εύχε δει την κόρη πϋντε ό ϋξι φορϋσ μϋςα ςτα ϋξη χρόνια. Οι δυό τουσ ζούςαν πολύ αποτραβηγμϋνη ζωό – οι φόμεσ ϋλεγαν ότι εύχαν λεφτϊ. Εύχε ακούςει γεύτονεσ να λϋνε ότι η Μαντϊμ Λ. ϋλεγε τη μούρα . Δεν το πύςτευε. Δεν εύχε δει ποτϋ κανϋναν να διαβαύνει το κατώφλι εκτόσ από την ηλικιωμϋνη κυρύα και την κόρη τησ, ϋναν αχθοφόρο, μια-δυο φορϋσ, κι ϋνα γιατρό οχτώ ό δϋκα φορϋσ.

«Πολλϊ ϊλλα πρόςωπα, γεύτονεσ, ϋδωςαν κατϊθεςη ςτο ύδιο μοτύβο. Δεν αναφϋρθηκε κανϋνασ που ςύχναζε ςτο ςπύτι. Δεν όταν γνωςτό αν υπόρχαν ζωντανού ςυγγενεύσ τησ Μαντϊμ Λ. και τησ κόρησ τησ. Σα πατζούρια των μπροςτινών παρϊθυρων ςπϊνια ϊνοι-γαν. Σα πύςω πατζούρια όςαν πϊντοτε κλειςτϊ, με εξαύρεςη το μεγϊλο πύςω δωμϊ-τιο του τϋταρτου ορόφου. Σο ςπύτι όταν καλό – όχι πολύ παλιό.

«Ο Ιςιντόρ Μιςτϋ, χωροφύλακασ, κατα-θϋτει ότι τον κϊλεςαν ςτο ςπύτι κατϊ τισ τρεισ το πρωύ και ότι βρόκε κϊπου εύκοςι με τριϊντα ϊτομα ςτην καγκελόπορτα, που προςπαθούςαν να μπουν μϋςα. Σελικϊ, την

παραβύαςε με μια ξιφολόγχη – όχι με λοςτϊρι. Ελϊχιςτα δυςκολεύτηκε να την ανούξει, λόγω του ότι όταν διπλό ό αναδι-πλούμενη καγκελόπορτα, χωρύσ ςούρτη, ούτε επϊνω, ούτε κϊτω. Οι κραυγϋσ ςυνεχύ-ςτηκαν μϋχρισ ότου παραβιϊςτηκε η καγκελόπορτα – κι ύςτερα ςταμϊτηςαν, ξαφνικϊ. Ακούγονταν ςαν κραυγϋσ ανθρώ-που (ό ανθρώπων) ςε μεγϊλη αγωνύα – όςαν δυνατϋσ και μακρόςυρτεσ, όχι κοφτϋσ και γρόγορεσ. Ο μϊρτυρασ προπορεύτηκε ςτο επϊνω τμόμα του ςπιτιού. Υτϊνοντασ ςτο πρώτο κεφαλόςκαλο, ϊκουςε δύο φω-νϋσ ςε δυνατό και θυμωμϋνο τόνο – η μύα τραχιϊ, η ϊλλη πιο διαπεραςτικό – μια πολύ παρϊξενη φωνό. Ξεχώριςε μερικϋσ λϋξεισ τησ πρώτησ, που ανόκε ςε Γϊλλο. Ήταν ςύγουροσ ότι δεν επρόκειτο για γυναικεύα φωνό. Μπόρεςε και ξεχώριςε τισ λϋξεισ «να πϊρει ο διϊβολοσ!». Η διαπεραςτικό φωνό ανόκε ςε αλλοδαπό. Δεν μπορούςε να εύναι βϋβαιοσ αν επρόκειτο για αντρικό ό γυναικεύα φωνό. Δεν μπόρεςε να ξεχωρύςει τι λεγόταν, αλλϊ πύςτευε ότι η γλώςςα όταν Ιςπανικϊ. Η κατϊςταςη του δωματύου και των πτωμϊτων περιγρϊφτηκε από αυτόν τον μϊρτυρα όπωσ την περιγρϊψαμε χτεσ.

«Ο Ανρύ Ντιβϊλ, γεύτονασ, και αργυροχόοσ το επϊγγελμα, καταθϋτει ότι όταν ϋνασ από την ομϊδα που μπόκαν πρώτοι ςτο ςπύτι. Επιβεβαιώνει τη μαρτυρύα του Μιςτϋ, γενικϊ. Μόλισ παραβύαςαν την εύςοδο, ϋκλειςαν πϊλι την καγκελόπορτα, για να μη μπει μϋςα το πλόθοσ, που ςυγκεντρώθηκε πολύ γρόγορα, παρϊ το ότι όταν αργϊ. Η διαπεραςτικό φωνό, πιςτεύει αυτόσ ο μϊρτυρασ, ανόκε ςε Ιταλό. Ήταν βϋβαιοσ ότι δεν ανόκε ςε Γϊλλο. Δεν μπορούςε να εύναι βϋβαιοσ ότι επρόκειτο για αντρικό φωνό. Μπορεύ να όταν και γυναικεύα. Δεν όξερε Ιταλικϊ. Δεν μπόρεςε να ξεχωρύςει λϋξεισ, αλλϊ όταν πεπειςμϋνοσ από τον τονιςμό ότι ο ομιλητόσ όταν Ιταλόσ. Γνώριζε την Μαντϊμ Λ. και την κόρη τησ. υζητούςε και με τισ δύο ςυχνϊ. Ήταν βϋ-βαιοσ ότι η διαπεραςτικό φωνό δεν ανόκε ςε καμύα από τισ δολοφονημϋνεσ.

«... Οντενχϊώμερ, εςτιϊτορασ. Ο μϊρτυρασ αυτόσ ϋδωςε την κατϊθεςό του εθελοντικϊ. Επειδό δεν μιλϊει γαλλικϊ, εξετϊςτηκε μϋςω διερμηνϋα. Κατϊγεται από το Άμςτερνταμ. Περνούςε από το ςπύτι την ώρα που ακούςτηκαν οι κραυγϋσ. Κρϊτη-ςαν αρκετϊ λεπτϊ – περύπου δϋκα. Ήςαν μακρόςυρτεσ και δυνατϋσ – τρομερϋσ και καταθλιπτικϋσ. Ήταν ϋνασ από εκεύνουσ που μπόκαν ςτο κτύριο. Επιβεβαύωςε την προηγούμενη μαρτυρύα καθ΄ όλα, πλην ενόσ

Page 18: Περιοδικο Detective Τευχος 1

18

DETECTIVE STORY

ςημεύου. Ήταν βϋβαιοσ ότι η διαπεραςτικό φωνό ανόκε ςε Γϊλλο. Δεν μπόρεςε να ξεχωρύςει τισ λϋξεισ που προφϋρθηκαν. Ήςαν δυνατϋσ και γρόγορεσ – ανομοιο-γενεύσ – αρθρωμϋνεσ προφανώσ με φόβο αλλϊ και θυμό. Η φωνό όταν ϊγρια – όχι τόςο διαπεραςτικό όςο ϊγρια. Δεν θα την ϋλεγε διαπεραςτικό φωνό. Η τραχιϊ φωνό πρόφερε ξανϊ και ξανϊ «να πϊρει ο διϊβολοσ!» και μια φορϊ «Θεϋ μου».

«Ζιλ Μινιό, τραπεζύτησ, τησ φύρμασ Μινιό & Τιού, Οδόσ Ντελορϋν. Εύναι ο πρεςβύτεροσ Μινιό. Η Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ εύχε κϊποια περιουςύα. Εύχε ανούξει λογαριαςμό ςτην τρϊπεζϊ του την ϊνοιξη του... (πριν από οκτώ χρόνια). Κατϋθετε ςυχνϊ μικροποςϊ. Δεν εύχε ζητόςει τύποτε παρϊ την τρύτη μϋρα πριν από τον θϊνατό τησ, οπότε εύχε αποςύρει αυτοπροςώπωσ το ποςό των 4000 φρϊγκων. Σο ποςό αυτό πληρώθηκε ςε χρυςϊ νομύςματα, τα οπούα μετϋφερε ςτο ςπύτι τησ ϋνασ κλητόρασ.

«Ο Αντόλφ Λε Μπον, κλητόρασ τησ Μινιό & Τιού, καταθϋτει ότι την εν λόγω ημϋρα, γύρω ςτο μεςημϋρι, ςυνόδεψε την Μαντϊμ Λ΄Εςπανϋ ςτο ςπύτι τησ με τα 4000 φρϊγκα ςε δύο πουγκιϊ. Μόλισ ϊνοιξε η πόρτα ϋκανε την εμφϊνιςό τησ η Ματμαζϋλ Λ. και πόρε από τα χϋρια του το ϋνα πουγκύ, ενώ η ηλικιωμϋνη κυρύα τον απϊλλαξε από τον ϊλλο. Ύςτερα, υποκλύθηκε και αναχώρηςε. Δεν εύδε κανϋναν ςτο δρόμο εκεύνη την ώρα. Εύναι πϊροδοσ – πολύ μοναχικό.

«Ο Γουύλιαμ Μπερντ, ναυτικόσ, καταθϋτει ότι όταν ϋνασ από την ομϊδα που μπόκε ςτο ςπύτι. Εύναι Άγγλοσ. Έχει ζόςει ςτο Παρύςι δύο χρόνια. Ήταν από τουσ πρώτουσ που ανϋβηκαν τη ςκϊλα. Άκουςε τισ επύμαχεσ φωνϋσ. Η τραχιϊ φωνό ανόκε ςε Γϊλλο. Μπόρεςε και ξεχώριςε αρκετϋσ λϋξεισ, αλλϊ δεν μπορεύ να τισ θυμηθεύ καθόλου τώρα. Άκουςε καθαρϊ τισ λϋξεισ «να πϊρει ο διϊβολοσ» και «Θεϋ μου». Ακούςτηκε ϋνασ όχοσ εκεύνη τη ςτιγμό λεσ και πϊλευαν πολλϊ πρόςωπα μαζύ – ϋνα ξύςιμο κι ϋνα ςύρςιμο. Η διαπεραςτικό φωνό όταν πολύ δυνατό – δυνατότερη από την τραχιϊ. Εύναι βϋβαιοσ ότι δεν ανόκε ςε Άγγλο. Σου φϊνηκε ότι ανόκε ςε Γερμανό. Μπορεύ και να όταν φωνό γυναύκασ. Δεν καταλαβαύνει γερμανικϊ.

«ΣΕΕΡΙ από τουσ παραπϊνω μϊρτυ-

ρεσ, που κλόθηκαν εκ νϋου, κατϋθεςαν ότι η πόρτα του δωματύου όπου βρϋθηκε το πτώμα τησ Ματμαζϋλ Λ. όταν κλειδωμϋνη από μϋςα, όταν ϋφταςε εκεύ η ομϊδα. Επι-

κρατούςε απόλυτη ηςυχύα – ούτε βογκητϊ, ούτε θόρυβοι οποιουδόποτε εύδουσ. Όταν παραβύαςαν την πόρτα δεν εύδαν κανϋνα. Σα παρϊθυρα, και του πύςω και του μπροςτινού δωματύου, όςαν κατεβαςμϋνα και αςφαλιςμϋνα από μϋςα. Μια πόρτα ανϊμεςα ςτα δύο δωμϊτια όταν κλειςτό, αλλϊ όχι κλειδωμϋνη. Η πόρτα που οδηγούςε από το μπροςτινό δωμϊτιο ςτο διϊδρομο όταν κλειδωμϋνη, με το κλειδύ από μϋςα. Ένα μικρό δωμϊτιο ςτην πρόςοψη του ςπιτιού, ςτον τϋταρτο όροφο, ςτην κορυφό του διαδρόμου, όταν ανοιχτό, με την πόρτα μιςϊνοιχτη. Σο δωμϊτιο αυτό όταν γεμϊτο κρεβϊτια, κουτιϊ και πϊει λϋγοντασ. Αυτϊ αφαιρϋθηκαν και ψϊχτηκαν προςεκτικϊ. Δεν ϋμεινε ούτε πόντοσ του ςπιτιού που να μην ερευνόθηκε προςε-κτικϊ. Πϋραςαν ςκούπεσ ςτισ καπνοδόχουσ από πϊνω μϋχρι κϊτω. Σο ςπύτι όταν τετραώροφο με ςοφύτεσ. Μια καταπακτό ςτην οροφό όταν καλϊ καρφωμϋνη – ϋδειχνε ότι δεν εύχε ανοιχτεύ πολλϊ χρόνια. Ο χρόνοσ ανϊμεςα ςτο ϊκουςμα των επύμα-χων φωνών και τησ παραβύαςησ τησ πόρτασ του δωματύου, διϋφερε ανϊλογα με τισ καταθϋςεισ των μαρτύρων. Μερικού τον περιόριζαν ςε τρύα λεπτϊ, ϊλλοι τον ανϋβαζαν ςε πϋντε. Η πόρτα ανούχτηκε με δυςκολύα.

«Ο Αλφόνθο Γκαρθύα, νεκροθϊφτησ, καταθϋτει ότι διαμϋνει ςτην Οδό Μόργκ. Κατϊγεται από την Ιςπανύα. Ήταν ϋνασ από την ομϊδα που μπόκε ςτο ςπύτι. Δεν προ-χώρηςε επϊνω. Εύναι εκνευριςμϋνοσ και ανηςυχούςε για τισ ςυνϋπειεσ τησ ταραχόσ. Άκουςε τισ επύμαχεσ φωνϋσ. Η τραχιϊ φωνό ανόκε ςε Γϊλλο. Δεν μπορούςε να ξεχωρύςει τι διαμεύφθηκε. Η διαπεραςτικό φωνό ανόκε ςε Άγγλο – εύναι βϋβαιοσ γι αυτό. Δεν καταλαβαύνει αγγλικϊ, αλλϊ κρύνει από τον τονιςμό.

«Ο Αλμπϋρτο Μοντϊνι, ζαχαροπλϊςτησ, καταθϋτει ότι όταν από τουσ πρώτουσ που ανϋβηκαν τη ςκϊλα. Άκουςε τισ εν λόγω φωνϋσ. Η τραχιϊ φωνό ανόκε ςε Γϊλλο. Ξεχώριςε αρκετϋσ λϋξεισ. Ο ομιλητόσ ϋδειχνε να διαμαρτύρεται. Δεν μπόρεςε να ξεχωρύςει τα λόγια τησ διαπεραςτικόσ φωνόσ. Μιλούςε γρόγορα και ακανόνιςτα. Πιςτεύει ότι η φωνό ανόκε ςε Ρώςο. Επι-βεβαιώνει την γενικό μαρτυρύα. Εύναι Ιταλόσ. Δεν ϋχει ςυζητόςει ποτϋ του με Ρώςο.

«Αρκετού μϊρτυρεσ που κλόθηκαν εκ νϋου, εδώ κατϋθεςαν ότι οι καπνοδόχοι του τετϊρτου ορόφου όςαν πολύ ςτενϋσ για να επιτρϋψουν το πϋραςμα ανθρώπου.

Page 19: Περιοδικο Detective Τευχος 1

19

DETECTIVE STORY

Λϋγοντασ «ςκούπεσ» εννοούμε κυλινδρικϋσ βούρτςεσ από εκεύνεσ που χρηςιμοποιού-νται για το καθϊριςμα των καπνοδόχων. Οι βούρτςεσ αυτϋσ περϊςτηκαν πϊνω και κϊτω από κϊθε καπνοδόχο του ςπιτιού. Δεν υπϊρχει πύςω πϋραςμα από όπου θα μπορούςε να κατϋβει κϊποιοσ όςο η ομϊδα ανϋβαινε επϊνω. Σο πτώμα τησ Ματμαζϋλ Λ΄ Εςπανϋ όταν τόςο ςφηνωμϋνο ςτην καπνοδόχο που δεν μπορούςε να ξεςφη-νωθεύ παρϊ μόνο αφού ϋβαλαν τα δυνατϊ τουσ τϋςςερισ ό πϋντε από την ομϊδα μαζύ.

«Ο Πολ Ντιμϊσ, γιατρόσ, καταθϋτει ότι τον κϊλεςαν να εξετϊςει τα πτώματα γύρω ςτο ξημϋρωμα. Κεύτονταν και τα δύο ςτο ςτρώμα του πλαιςύου του κρεβατιού ςτο δωμϊτιο όπου βρϋθηκε το πτώμα τησ Ματμαζϋλ Λ. Σο πτώμα τησ νεαρόσ γυναύ-κασ εύχε πολλούσ μώλωπεσ και πολλϋσ εκδορϋσ. Σο γεγονόσ ότι εύχε ςπρωχτεύ μϋςα ςτην καπνοδόχο δικαιολογούςε επαρκώσ αυτϊ τα φαινόμενα. Ο λαιμόσ όταν πολύ ερεθιςμϋνοσ. Τπόρχαν πολλϋσ βαθιϋσ γρατςουνιϋσ ακριβώσ κϊτω από το πηγούνι, μαζύ με μερικϊ πελιδνϊ ςτύγματα που, προφανώσ, όςαν ύχνη δαχτύλων. Σο πρόςωπο όταν τρομερϊ αποχρωματιςμϋνο και οι βολβού των ματιών πεταμϋνοι ϋξω. Ένα μεγϊλο τμόμα τησ γλώςςασ όταν δαγκωμϋνο. το κϋντρο του ςτομαχιού ανακαλύφτηκε ϋνασ μεγϊλοσ μώλωπασ, που προκλόθηκε, προφανώσ, από πύεςη γό-νατου. Κατϊ τη γνώμη του κ. Ντιμϊσ, η Ματμαζϋλ Λ΄ Εςπανϋ εύχε ςτραγγαλιςτεύ από κϊποιον ϊγνωςτο ό κϊποιουσ αγνώ-ςτουσ. Σο πτώμα τησ μητϋρασ όταν φοβερϊ ακρωτηριαςμϋνο. Όλα τα οςτϊ του δεξιού ποδιού και χεριού όςαν λύγο-πολύ θρυμμα-τιςμϋνα. Σο αριςτερό καλϊμι θρυμμα-τιςμϋνο και αυτό, καθώσ και τα αριςτερϊ πλευρϊ. Σο όλο ςώμα φοβερϊ μωλωπι-ςμϋνο και αποχρωματιςμϋνο. Δεν όταν δυνατόν να πει κανϋνασ πώσ εύχαν προκληθεύ τα τραύματα. Ένα βαρύ ξύλινο ρόπαλο, ό ϋνα πλατύ ςιδερϋνιο λοςτό – μια καρϋκλα – οτιδόποτε μεγϊλο, βαρύ και αμ-βλύ όπλο θα μπορούςε να φϋρει τϋτοια αποτελϋςματα ςτα χϋρια ενόσ χειροδύνα-μου ανθρώπου. Καμιϊ γυναύκα δεν θα μπορούςε να επιφϋρει τα χτυπόματα με οποιοδόποτε όπλο. Σο κεφϊλι τησ νεκρόσ, όταν το εύδε ο μϊρτυρασ, όταν εντελώσ αποχωριςμϋνο από το ςώμα και όταν επύςησ θρυμματιςμϋνο ςε μεγϊλο βαθμό. Ο λαιμόσ εύχε κοπεύ προφανώσ με κϊποιο πολύ αιχμηρό όργανο – κατϊ πϊςα πιθανότητα με ξυρϊφι.

«Ο Αλεξϊντρ Ετιϋν, χειρουργόσ, κλόθηκε μαζύ με τον κ. Ντιμϊσ, να εξετϊςει τα πτώματα. Επιβεβαύωςε την κατϊθεςη και τισ γνωματεύςεισ του κ. Ντιμϊσ.

«Δεν προϋκυψε τύποτε ϊλλο ςημαντικό, παρϊ το ότι εξετϊςτηκαν αρκετϊ πρόςω-πα. Υόνοσ τόςο μυςτηριώδησ και τόςο πολύπλοκοσ ςε όλα του τα ςτοιχεύα, δεν εύχε διαπραχτεύ ποτϋ ςτο Παρύςι – αν εύχε διαπραχτεύ καν φόνοσ. Η αςτυνομύα βρύςκεται εν αδύκω – πρϊγμα αςυνόθιςτο ςε υποθϋςεισ τϋτοιασ φύςησ. Ωςτόςο, δεν υπϊρχει το παραμικρό τεκμόριο.»

Η ΒΡΑΔΙΝΗ ϋκδοςη τησ εφημερύδασ

ϋλεγε ϐτι ςυνεχιζϐταν ακϐμα η μεγϊλη αναςτϊτωςη ςτο Καρτιϋ εν Ροκ – ϐτι το εν λϐγω ςπύτι εύχε ερευνηθεύ και πϊλι κι ϐτι εύχαν γύνει νϋεσ εξετϊςεισ μαρτϑρων, αλλϊ μϊταια. Ϊνα υςτερϐγραφο, ωςτϐςο, ανϋφερε ϐτι ο Αντϐλφ Λε Μπον εύχε ςυλληφθεύ και προφυλακιςτεύ – μολονϐτι δεν φαινϐταν να τον ενοχοποιεύ τύποτε, πϋρα απϐ τα γεγονϐτα που όδη αναφϋρ-θηκαν.

Ο Ντιπϋν ϋδειχνε μεγϊλο ενδιαφϋρον για την πρϐοδο τησ υπϐθεςησ – τουλϊχιςτον ϋτςι ϋκρινα εγώ απϐ τον τρϐπο του, γιατύ δεν ϋκανε ςχϐλια. Μϐνο αφοϑ ανακοινώ-θηκε ϐτι εύχε προφυλακιςτεύ ο Λε Μπον μου ζότηςε τη γνώμη μου αναφορικϊ με τουσ φϐνουσ.

«Δεν πρϋπει να κρύνουμε τα μϋςα,» εύπε ο Ντιπϋν, «με αυτό την υποτυπώδη εξϋταςη. Η Παριζιϊνικη αςτυνομύα, που τϐςο ϋχει εξυμνηθεύ για οξυδϋρκεια, εύναι πονηρό, αλλϊ τύποτε περιςςϐτερο. Δεν υπϊρχει μϋθοδοσ ςτη διαδικαςύα που ακο-λουθοϑν, πϋρα απϐ τη μϋθοδο τησ ςτιγμόσ. Κϊνουν μια τερϊςτια παρϋλαςη μϋτρων, αλλϊ πολϑ ςυχνϊ, ταιριϊζουν τϐςο λύγο με τουσ αντικειμενικοϑσ ςκοποϑσ που προτεύνονται, που μασ φϋρνει ςτο νου τον κ. Ζουρντϊν που ζητϊει τη ρϐμπα του για να μπορϋςει να ακοϑςει καλϑτερα τη μουςικό. Σα αποτελϋςματα που επιτυγ-χϊνονται εύναι πολϑ ςυχνϊ εκπληκτικϊ, αλλϊ, ςτο μεγαλϑτερο μϋροσ, επιτυγχϊ-νονται με εργατικϐτητα και δραςτηριϐ-τητα. Όταν δεν εύναι διαθϋςιμεσ αυτϋσ οι ιδιϐτητεσ τα ςχϋδιϊ τουσ αποτυγχϊνουν.

«Ο Βιντϐκ, π.χ., όταν καλϐσ ςτισ εικαςύεσ, και επύμονοσ ϊνθρωποσ. Αλλϊ, χωρύσ εκπαιδευμϋνη ςκϋψη, ϋςφαλλε ςυνϋχεια απϐ την ϋνταςη των ερευνών του αυτό καθ΄ εαυτό. Μεύωνε την ϐραςό του κρατώντασ το αντικεύμενο πολϑ

Page 20: Περιοδικο Detective Τευχος 1

20

DETECTIVE STORY

κοντϊ. Μποροϑςε να δει, ύςωσ, ϋνα ό δϑο ςημεύα με αςυνόθιςτη ςαφόνεια, αλλϊ κϊνοντϊσ το αυτϐ, αναγκαςτικϊ, ϋχανε απϐ τα μϊτια του την υπϐθεςη ςαν ςϑνολο. Οπϐτε, υπϊρχει αυτϐ που λϋμε «εύςαι πολϑ βαθϑσ». Η αλόθεια δεν βρύςκεται πϊντοτε μϋςα ςε ϋνα πηγϊδι. Πραγματικϊ, ϐςον αφορϊ την πιο ςημα-ντικό γνώςη, πιςτεϑω ϐτι εύναι αμετϊ-βλητα ρηχό. Σο βϊθοσ κεύτεται ςτισ κοιλϊ-δεσ ϐπου την αναζητοϑμε, και ϐχι πϊνω ςτην κορυφό του βουνοϑ ϐπου τη ςυναντοϑμε. Οι τρϐποι κι οι πηγϋσ για τϋτοιου εύδουσ λϊθη εύναι πολϑ τυποποιη-μϋνα ςτη μελϋτη των ουρϊνιων ςωμϊτων. Όταν κοιτϊζεισ ϋνα αςτϋρι με ματιϋσ – το θωρεύσ με πλϊγιο τρϐπο, ςτρϋφοντασ προσ το μϋροσ του τα εξωτερικϊ τμόματα του κερατοειδοϑσ (πιο επιρρεπό ςε αδϑναμεσ εντυπώςεισ φωτϐσ απϐ τα εςωτερικϊ) εύναι ςαν να κοιτϊζεισ το αςτϋρι καθαρϊ – ςαν να εκτιμϊσ καλϑτερα το λοϑςτρο του – ϋνα λοϑςτρο που γύνεται αμυδρϐ ςε αναλογύα καθώσ ςτρϋφουμε την ϐραςό μασ εντελώσ πϊνω του. Πραγματικϊ, ςτη δεϑτερη περύπτωςη πϋφτουν πϊνω ςτο μϊτι περιςςϐτερεσ ακτύνεσ, αλλϊ, ςτην πρώτη, υπϊρχει μια πιο ραφινϊτη ικανϐ-τητα για αντύληψη. Με την αχρεύαςτη βαθϑτητα μπερδεϑουμε και αποδυναμώ-νουμε τη ςκϋψη και εύναι δυνατϐν να κϊνουμε ακϐμα και την Αφροδύτη να εξαφανιςτεύ απϐ το ςτερϋωμα, ϊμα την κοιτϊξουμε πολλό ώρα, με μεγϊλη ςυ-γκϋντρωςη και κατ΄ ευθεύαν.

«Όςο γι αυτοϑσ τουσ φϐνουσ, ασ κϊνου-με κϊποια εξϋταςη απϐ μϐνοι μασ, πριν καταλόξουμε ςε γνωμϊτευςη αναφορικϊ με αυτοϑσ. Μια ϋρευνα θα μασ ψυχαγω-γόςει (βρόκα τον ϐρο περύεργο, ϋτςι που τον τοποθϋτηςε, αλλϊ δεν εύπα τύποτε) «κι εκτϐσ αυτοϑ, ο Λε Μπον μου πρϐςφερε κϊποτε κϊποια υπηρεςύα για την οπούα δεν εύμαι αγνώμων. Θα πϊμε να δοϑμε τον χώρο με τα ύδια μασ τα μϊτια. Γνωρύζω τον Γ., την Διοικητό τησ Αςτυνομύασ, και δεν θα δυςκολευτώ να πϊρω την απαιτοϑμενη ϊδεια.»

ΠΗΡΑΜΕ ϊδεια και πόγαμε αμϋςωσ

ςτην Οδϐ Μοργκ. Εύναι ϋνασ απϐ εκεύνουσ τουσ ϊθλιουσ κεντρικοϑσ δϐμουσ που παρεμβαύνουν μεταξϑ τησ Οδοϑ Ριςελιϋ και τησ Οδοϑ εν Ροκ. Ϋταν αργϊ το απϐγευμα ϐταν φτϊςαμε εκεύ, δεδομϋνου ϐτι αυτό η ςυνοικύα βρύςκεται ςε μεγϊλη απϐςταςη απϐ εκεύ ϐπου μϋναμε εμεύσ.

Βρόκαμε το ςπύτι εϑκολα γιατύ υπόρχαν ακϐμα πολλού ϊνθρωποι που κούταζαν ψηλϊ προσ τα κλειςτϊ πατζοϑρια, με μια περιϋργεια χωρύσ αντικεύμενο, απϐ την απϋναντι μεριϊ του δρϐμου. Ϋταν ϋνα ςυνηθιςμϋνο παριζιϊνικο ςπύτι, με καγκε-λϐπορτα, ςτη μια πλευρϊ τησ οπούασ όταν μια τζαμωτό ςκοπιϊ, που ϋμοιαζε με φυλϊκιο θυρωροϑ. Πριν μποϑμε μϋςα περ-πατόςαμε το δρϐμο, ςτρύψαμε ςε μια αλϋα και μετϊ, ςτρύβοντασ πϊλι, περϊςαμε ςτο πύςω μϋροσ του κτιρύου – με τον Ντιπϋν, ςτο μεταξϑ, να εξετϊζει ϐλη τη γειτονιϊ, πϋρα απϐ το ςπύτι, με μια λεπτομερό προςοχό για την οπούα δεν ϋβλεπα να ςυντρϋχει λϐγοσ.

Γυρύζοντασ πύςω, βρεθόκαμε πϊλι ςτην πρϐςοψη του κτιρύου, χτυπόςαμε, και αφοϑ δεύξαμε τα διαπιςτευτόριϊ μασ, γύναμε δεκτού απϐ τουσ αςτυνομικοϑσ υπηρεςύασ. Πόγαμε επϊνω – ςτο δωμϊτιο ϐπου εύχε βρεθεύ το πτώμα τησ Ματμαζϋλ Λ΄ Εςπανϋ, και ϐπου κεύτονταν ακϐμα οι δϑο νεκρϋσ. Η ακαταςταςύα του δωματύου, ϐπωσ ςυνόθωσ, εύχε αφεθεύ ϊθιχτη. Δεν εύδα τύποτε περιςςϐτερο απϐ αυτϊ που εύχαν γραφτεύ ςτην Γκαζϋτ ντε Σριμπουνό. Ο Ντιπϋν εξϋταςε τα πϊντα εξονυχιςτικϊ – ακϐμα και τα πτώματα των θυμϊτων. τη ςυνϋχεια πόγαμε ςτα ϊλλα δωμϊτια και ςτην αυλό, παντοϑ με τη ςυνοδεύα ενϐσ χωροφϑλακα. Η εξϋταςη μασ πόρε μϋχρι που ςουροϑπωςε, οπϐτε και φϑγαμε. το δρϐμο προσ το ςπύτι μασ, ο ςϑντροφϐσ μου ςταμϊτηςε για λύγο ςτο γραφεύο μιασ απϐ τισ ημερόςιεσ εφημερύδεσ.

Ϊχω πει όδη ϐτι οι παραξενιϋσ του φύλου μου όςαν πολλϋσ και διϊφορεσ και ϐτι «ϋκανα ςτραβϊ μϊτια». Ϋταν το χιοϑμορ του τώρα να αποφϑγει κϊθε ςυζότηςη γϑρω απϐ το θϋμα των φϐνων, μϋχρι το μεςημϋρι περύπου τησ ϊλλησ μϋρασ. Και τϐτε, με ρώτηςε, ξαφνικϊ, αν εύχα παρατηρόςει τύποτε παρϊξενο ςτον τρϐπο με τον οπούο εύχε διαπραχτεύ η θηριωδύα.

Τπόρχε κϊτι ςτην ϋμφαςη που ϋδωςε ςτη λϋξη «παρϊξενο» που με ϋκανε να αναριγόςω, χωρύσ να ξϋρω γιατύ.

«Όχι, τύποτε παρϊξενο,» εύπα. «Σύποτε περιςςϐτερο, τουλϊχιςτον, απ΄ ϐτι διαβϊ-ςαμε κι οι δϑο ςτην εφημερύδα.»

«Υοβϊμαι,» απϊντηςε, «ϐτι η Γκαζϋτ δεν μπόκε ςτην αςυνόθιςτη φρύκη του πρϊγματοσ. Ωςε τη νωθρό γνώμη αυτόσ τησ εφημερύδασ, ϐμωσ. Μου φαύνεται ϐτι αυτϐ το μυςτόριο θεωρεύται ϊλυτο, για τον ύδιο λϐγο που θα μποροϑςε να

Page 21: Περιοδικο Detective Τευχος 1

21

DETECTIVE STORY

θεωρηθεύ εϑκολο για λϑςη – εννοώ την υπερβολό των χαρακτηριςτικών του. Η αςτυνομύα τα ϋχει χαμϋνα λϐγω τησ φαινομενικόσ απουςύασ κινότρου – ϐχι για τον φϐνο αυτϐν καθ΄ εαυτϐν – αλλϊ για την θηριωδύα του φϐνου. Επύςησ, τουσ βϊζει ςε αμηχανύα και η φαινομενικό αδυναμύα να ςυμβιβϊςουν τισ φωνϋσ που ακοϑςτηκαν να λογοφϋρνουν, με το γεγονϐσ ϐτι δεν όταν κανϋνασ επϊνω εκτϐσ απϐ την δολοφονημϋνη Ματμαζϋλ Λ΄ Εςπανϋ, κι ϐτι δεν υπόρχε τρϐποσ εξϐδου χωρύσ να το αντιληφτοϑν εκεύνοι που ανϋβαιναν. Η τρομερό ακαταςταςύα του δωματύου, το πτώμα που όταν ςφηνωμϋ-νο μϋςα ςτην καπνοδϐχο με το κεφϊλι προσ τα κϊτω, ο φρικτϐσ ακρωτηριαςμϐσ του πτώματοσ τησ ηλικιωμϋνησ κυρύασ, ϐλα αυτϊ, μαζύ με εκεύνα που ανϋφερα πριν, και ϊλλα που δεν χρειϊζεται να αναφϋρω, ϋχουν αρκϋςει για να παρα-λϑςουν τισ δυνϊμεισ, θϋτοντασ εν αδύκω την περιβϐητη οξυδϋρκεια των πρακτϐ-ρων τησ κυβϋρνηςησ. Ϊκαναν το τερϊςτιο αλλϊ κοινϐ ςφϊλμα να μπερδϋψουν το αςυνόθιςτο με το δυςνϐητο. Αλλϊ με κϊτι τϋτοιεσ παρεκκλύςεισ απϐ το επύπεδο του ςυνηθιςμϋνου, εύναι που η λογικό βρύςκει ψηλαφητϊ τον δρϐμο τησ, αναζητώντασ την αλόθεια. ε ϋρευνεσ ςαν αυτό που διε-ξϊγουμε τώρα, δεν θα πρϋπει να τύθεται το ερώτημα «τι ςυνϋβη;» ϐςο το «τι ςυνϋβη που δεν εύχε ξαναςυμβεύ πριν;» Πραγμα-τικϊ, η ευκολύα με τη οπούα θα καταλόξω ό ϋχω καταλόξει ςτη λϑςη αυτοϑ του μυςτηρύου, βρύςκεται ςτην ϊμεςη αναλογύα τησ προφανοϑσ αδυναμύασ του να λυθεύ ςτα μϊτια τησ αςτυνομύασ.»

Κούταξα τον ομιλητό με βουβό ϋκπληξη. «Περιμϋνω, τώρα,» ςυνϋχιςε, κοιτϊ-

ζοντασ προσ την πϐρτα του διαμερύςματϐσ μασ, «περιμϋνω τώρα κϊποιον που, μολονϐτι δεν εύναι ύςωσ ο δρϊςτησ αυτών των ςφαγών, πρϋπει να ϋχει κϊποια ανϊμειξη ςτην διϊπραξό τουσ. Απϐ το χειρϐτερο μϋροσ των εγκλημϊτων που διαπρϊχτηκαν, εύναι προφανϋσ ϐτι εύναι αθώοσ. Ελπύζω να μη πϋφτω ϋξω ςε αυτό την υπϐθεςη που κϊνω, γιατύ πϊνω τησ κτύζω την προςδοκύα μου ϐτι θα μπορϋςω να διαβϊςω τον ϐλο γρύφο. Περιμϋνω τον ϊνθρωπο εδώ – ςε αυτϐ το δωμϊτιο – απϐ ςτιγμό ςε ςτιγμό. Εύναι αλόθεια ϐτι μπορεύ να μην ϋρθει, αλλϊ ο πιθανϐτερο εύναι ϐτι θα ϋρθει. Αν ϋρθει, θα χρειαςτεύ να τον θϋςουμε υπϐ κρϊτηςη. Να τα πιςτϐλια, και ξϋρουμε και οι δϑο πώσ να τα

χρηςιμοποιόςουμε, αν το απαιτόςουν οι ςυνθόκεσ.»

Πόρα τα πιςτϐλια, μη ξϋροντασ τι ϋκανα, ό μη πιςτεϑοντασ ϐτι εύχα ακοϑςει, ενώ ο Ντιπϋν ςυνϋχιςε, λεσ και μονολογοϑςε. Ϋδη μύληςα για τον αφηρημϋνο τρϐπο του ςε τϋτοιεσ περιςτϊςεισ. Η ομιλύα του απευθυνϐταν ςε μϋνα, αλλϊ η φωνό του, μολονϐτι ϐχι δυνατό, εύχε τον τονιςμϐ που χρηςιμοποιοϑμε ςυνόθωσ ϐταν μιλϊμε ςε κϊποιον που βρύςκεται ςε μεγϊλη απϐ-ςταςη. Σα μϊτια του, ανϋκφραςτα, παρα-τηροϑςαν μϐνο τον τούχο.

«Σο ϐτι οι φωνϋσ που ακοϑςτηκαν να λογομαχοϑν,» εύπε, «απϐ την ομϊδα που ανϋβαινε τη ςκϊλα, δεν όςαν οι φωνϋσ των γυναικών αποδεύχτηκε απϐ τισ ενδεύ-ξεισ. Αυτϐ μασ απαλλϊςςει απϐ την αμφιβολύα για το αν η ηλικιωμϋνη κυρύα θα μποροϑςε πρώτα να ςκοτώςει την κϐρη τησ και ϑςτερα να αυτοκτονόςει. Μιλϊω για το ςημεύο αυτϐ κυρύωσ για χϊρη τησ μεθϐδου, δεδομϋνου ϐτι η δϑναμη τησ Μαντϊμ Λ’ Εςπανϋ θα όταν εντελώσ ανεπαρκόσ για να ςφηνώςει το πτώμα τησ κϐρησ τησ μϋςα ςτην καπνο-δϐχο, ϐπωσ ανακαλϑφθηκε, και η φϑςη των τραυμϊτων ςτο δικϐ τησ ςώμα απϐ-κλεύει εντελώσ την ιδϋα τησ αυτοκα-ταςτροφόσ. Ο φϐνοσ, λοιπϐν, διαπρϊχτηκε απϐ κϊποιον τρύτο, και οι φωνϋσ αυτοϑ του τρύτου όςαν εκεύνεσ που ακοϑςτηκαν να λογομαχοϑν. Να αναφερθώ τώρα – ϐχι ςτην ϐλη μαρτυρύα αναφορικϊ με αυτϋσ τισ φωνϋσ – αλλϊ ςτο τι όταν παρϊξενο ςε εκεύνη τη μαρτυρύα. Πρϐςεξεσ τύποτε παρϊξενο;»

ΕΚΑΝΑ την παρατόρηςη ϐτι ενώ ϐλοι οι

μϊρτυρεσ ςυμφώνηςαν ςτην υπϐθεςό τουσ ϐτι η τραχιϊ φωνό ανόκε ςε Γϊλλο, υπόρχε μεγϊλη διαφωνύα ωσ προσ την διαπεραςτικό, ό, ϐπωσ την χαρακτόριςε κϊποιοσ, ϊγρια φωνό.

«Αυτό όταν η ϋνδειξη αυτό καθ΄ εαυτό,» εύπε ο Ντιπϋν, «αλλϊ δεν όταν το παρϊξε-νο τησ ϋνδειξησ. Δεν παρατόρηςεσ τύποτε διακριτικϐ. Και ϐμωσ, υπόρχε κϊτι που ϊξιζε να παρατηρηθεύ. Οι μϊρτυρεσ, ϐπωσ παρατηρεύσ, ςυμφώνηςαν για την τραχιϊ φωνό, υπόρχε ομοφωνύα. Όςον αφορϊ την διαπεραςτικό φωνό, ϐμωσ, το παρϊξενο εύναι – ϐχι το ϐτι διαφώνηςαν – αλλϊ ϐτι ενώ ϋνασ Ιταλϐσ, ϋνασ Εγγλϋζοσ, ϋνασ Ιςπανϐσ, ϋνασ Ολλανδϐσ κι ϋνασ Γϊλλοσ αποπειρϊθηκαν να την περιγρϊψουν, κϊθε ϋνασ απϐ αυτοϑσ μιλοϑςε λεσ και

Page 22: Περιοδικο Detective Τευχος 1

22

DETECTIVE STORY

ανόκε ςε αλλοδαπό. Κϊθε ϋνασ απϐ αυτοϑσ εύναι βϋβαιοσ ϐτι η φωνό δεν ανόκε ςε κϊποιο ςυμπατριώτη τουσ. Κϊθε ϋνασ απϐ αυτοϑσ την παρομοιϊζει – ϐχι με τη φωνό ενϐσ ατϐμου οποιουδόποτε ϋθνουσ τη γλώςςα του οπούου μιλϊει – αλλϊ το αντύ-ςτροφο. Ο Γϊλλοσ υποθϋτει ϐτι όταν φωνό Ιςπανοϑ και «πιθανϐν να ξεχώριζε κϊποιεσ λϋξεισ «αν όξερε Ιςπανικϊ.» Ο Ολλανδϐσ ιςχυρύζεται ϐτι η φωνό ανόκε ςε Γϊλλο, αλλϊ αναφϋρεται ϐτι «επειδό δεν καταλϊβαινε γαλλικϊ, ο μϊρτυρασ εξετϊςτηκε μϋςω διερμηνϋα.» Ο Εγγλϋζοσ πιςτεϑει ϐτι η φωνό ανόκε ςε Γερμανϐ και «δεν καταλαβαύνει γερμανικϊ.» Ο Ιςπανϐσ εύναι βϋβαιοσ ϐτι η φωνό ανόκε ςε Εγγλϋζο «αλλϊ κρύνει απϐ τον τονιςμϐ» εντελώσ «δεδομϋνου ότι δεν γνωρύζει αγγλικϊ.» Ο Ιταλϐσ πιςτεϑει ϐτι η φωνό ανόκε ςε Ρώςο «αλλϊ δεν ςυζότηςε ποτϋ με Ρώςο.» Ϊνασ δεϑτεροσ Γϊλλοσ διαφϋρει, επιπλϋον, απϐ τον πρώτο, και εύναι βϋβαιοσ ϐτι η φωνό ανόκε ςε Ιταλϐ, αλλϊ μη γνωρύζοντασ τη γλώςςα, «πεύθεται απϐ τον τονιςμϐ» ϐπωσ και ο Ιςπανϐσ. Σώρα, πϐςο περύεργα αςυνόθιςτη θα πρϋπει να όταν ςτα αλόθεια εκεύνη η φωνό, για την οπούα θα μποροϑςε να προκϑψει τϋτοια μαρτυρύα! – ςτουσ τϐνουσ τησ οπούασ ακϐμα και κϊτοικοι των πϋντε μεγϊλων υποδιαιρϋςεων τησ Ευρώπησ δεν μποροϑ-ςαν να αναγνωρύςουν τύποτε γνώριμο! Θα πεισ ϐτι η φωνό θα μποροϑςε να ανόκει ςε κϊποιο Αςιϊτη – ςε κϊποιο Αφρικανϐ. Οϑτε Αςιϊτεσ, οϑτε Αφρικανού κατοικοϑν ςτο Παρύςι, αλλϊ, χωρύσ να αρνοϑμαι το λογικϐ ςυμπϋραςμα, θα επιςτόςω τώρα την προςοχό ςου ςε τρύα ςημεύα. Η φωνό χαρακτηρύζεται απϐ ϋναν μϊρτυρα ωσ «ϊγρια μϊλλον παρϊ διαπεραςτικό». Δϑο ϊλλοι την παρουςιϊζουν ωσ «γρόγορη και ανομοιογενό». Καμιϊ λϋξη – κανϋνασ όχοσ που να μοιϊζει με λϋξη – δεν αναφϋρθηκε απϐ οποιοδόποτε μϊρτυρα ωσ ευδιϊκριτη.

«Δεν γνωρύζω,» ςυνϋχιςε ο Ντιπϋν, «τι εντϑπωςη μπορεύ να ϋχω κϊνει ςτην αντύληψό ςου μϋχρι ςτιγμόσ, αλλϊ δεν διςτϊζω να πω ϐτι νϐμιμα ςυμπερϊςματα ακϐμα και απϐ αυτϐ το κομμϊτι τησ μαρτυρύασ – το κομμϊτι που αναφϋρεται ςτην τραχιϊ και την διαπεραςτικό φωνό – επαρκοϑν απϐ μϐνα τουσ για να δημιουρ-γόςουν μια υπϐνοια που θα ϋδινε κατεϑθυνςη ςτην ϐλη περαιτϋρω πρϐοδο τησ διερεϑνηςησ του μυςτηρύου. Εύπα «νϐμιμα ςυμπερϊςματα», αλλϊ η ϋννοιϊ μου δεν εκφρϊζεται εντελώσ με αυτϐ. κϐπευα να υπονοόςω ϐτι τα ςυμπερϊ-

ςματα εύναι τα μϐνα ςωςτϊ και ϐτι η υπϐνοια προκϑπτει αναπόφευκτα απϐ αυτϊ ωσ μοναδικϐ αποτϋλεςμα. Ποια εύναι η υπϐνοια, ωςτϐςο, δεν θα πω ακϐμα. Απλϊ θϋλω να ϋχεισ υπ΄ ϐψη ςου ϐτι, ϐςον αφορϊ εμϋνα, όταν αρκετϊ ιςχυρό ώςτε να δώςει μια ςυγκεκριμϋνη μορφό – μια κϊποια τϊςη – ςτην ϋρευνα που ϋκανα ςτο δωμϊτιο.

«Α ΜΕΣΑΥΕΡΘΟΤΜΕ, τώρα, με τη

φανταςύα μασ, ςε αυτϐ το δωμϊτιο. Σι θα αναζητόςουμε εδώ, πρώτο-πρώτο; Σον τρϐπο με τον οπούο μπόκαν μϋςα οι δολοφϐνοι. Δεν θα εύναι πολϑ να ποϑμε ϐτι κανϋνασ απϐ τουσ δϑο μασ δεν πιςτεϑει ςε υπερφυςικϊ φαινϐμενα. Η Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ δεν καταςτρϊφηκε απϐ πνεϑματα. Οι δρϊςτεσ όςαν φτιαγμϋνοι απϐ ϑλη και διϋφυγαν με υλικϊ μϋςα. Σϐτε, πώσ; Ευτυχώσ, μϐνο ϋνασ τρϐποσ υπϊρχει για τη μελϋτη αυτοϑ του ςημεύου και ο τρϐποσ αυτϐσ πρϋπει να μασ οδηγόςει ςε μια ςυγκεκριμϋνη απϐφαςη. Ασ εξετϊςουμε, μύα-μύα, τισ ενδεχϐμενεσ εξϐδουσ. Εύναι ςαφϋσ ϐτι οι δολοφϐνοι όςαν ςτο δωμϊτιο ϐπου βρϋθηκε η Ματμαζϋλ Λ΄ Εςπανϋ, ό τουλϊχιςτον ςτο γειτονικϐ δωμϊτιο, ϐταν η ομϊδα ανϋβαινε τη ςκϊλα. υνεπώσ, πρϋπει να ψϊξουμε για τη λϑςη μϐνο ςε αυτοϑσ τουσ δϑο χώρουσ. Η αςτυνομύα ξεγϑμνωςε τα πατώματα, τα ταβϊνια, και τουσ ςοβϊδεσ των τούχων, προσ κϊθε κατεϑθυνςη. Δεν θα μποροϑςε να τουσ ξεφϑγει κανϋνα μυςτικό. Επειδό, ϐμωσ, δεν εμπιςτεϑομαι τα δικϊ τουσ μϊτια, εξϋταςα τα πϊντα με τα δικϊ μου. Ε, λοιπϐν, δεν υπόρχαν μυςτικϊ. Και οι δϑο πϐρτεσ που οδηγοϑςαν απϐ το δωμϊτιο ςτο διϊδρομο όςαν κλειδωμϋνεσ, με τα κλειδιϊ απϐ μϋςα. Να ςτραφοϑμε ςτισ καπνοδϐχουσ. Αυτϋσ, μολονϐτι ϋχουν το ςυνηθιςμϋνο φϊρδοσ μϋχρισ οκτώ ϋωσ δϋκα πϐδια περύ-που πϊνω απϐ το παραγώνι, δεν χωροϑν, ς΄ ϐλη τουσ την ϋκταςη, το ςώμα μιασ μεγαλϐςωμησ γϊτασ. Δεδομϋνου ϐτι η εύςοδοσ απϐ εκεύ όταν αδϑνατη, ϐπωσ ϋχει όδη αναφερθεύ, μασ απομϋνουν τα πα-ρϊθυρα. Μϋςα απϐ τα παρϊθυρα του μπροςτινοϑ δωματύου κανϋνασ δεν θα μποροϑςε να διαφϑγει χωρύσ να γύνει αντιληπτϐσ απϐ το πλόθοσ που όταν ςτο δρϐμο. Ωρα, οι δολοφϐνοι θα πρϋπει να βγόκαν απϐ τα παρϊθυρα του πύςω δωματύου. Σώρα, αφοϑ καταλόξαμε ςε αυτϐ το ςυμπϋραςμα με τον αναμφύβολο τρϐπο που καταλόξαμε, δεν εύναι δικό μασ

Page 23: Περιοδικο Detective Τευχος 1

23

DETECTIVE STORY

δουλειϊ, ωσ κρύνοντεσ, να το απορρύψουμε λϐγω των προφανών αδυναμιών. Δεν μασ μϋνει παρϊ να αποδεύξουμε ϐτι αυτϋσ οι προφανεύσ «αδυναμύεσ», ςτην πραγμα-τικϐτητα, δεν εύναι τϋτοιεσ.

«Σο δωμϊτιο ϋχει δϑο παρϊθυρα. Σο ϋνα απϐ αυτϊ δεν εμποδύζεται απϐ ϋπιπλα και εύναι εντελώσ ορατϐ. Σο κϊτω μϋροσ του ϊλλου κρϑβεται απϐ την κεφαλοςανύδα του δυςκύνητου πλαιςύου του κρεβατιοϑ που εύναι τοποθετημϋνο πολϑ κοντϊ κϐντρα ςε αυτϐ. Σο πρώτο βρϋθηκε αςφα-λιςμϋνο καλϊ απϐ μϋςα. Αντιςτϊθηκε ςτη μεγϊλη δϑναμη που ϋβαλαν εκεύνοι που αποπειρϊθηκαν να το υψώςουν. το αριςτερϐ μϋροσ του πλαιςύου του εύχε ανοιχτεύ μια μεγϊλη τρϑπα με τρυπϊνι και μϋςα εκεύ βρϋθηκε ςφηνωμϋνο ϋνα τερϊςτιο καρφύ, μϋχρι το κεφϊλι του. Κατϊ την εξϋταςη του ϊλλου παρϊθυρου, βρϋθηκε ϋνα παρϐμοιο καρφύ ςφηνωμϋνο με τον ύδιο τρϐπο και μια ςθεναρό προςπϊθεια για να ςηκωθεύ το κϊτω μϋροσ απϋτυχε. Η αςτυνομύα όταν τώρα απϐλυτα ικανοποιημϋνη ϐτι δεν εύχε πραγματοποιηθεύ ϋξοδοσ προσ εκεύνεσ τισ κατευθϑνςεισ. Και, ςυνεπώσ, κρύθηκε ωσ θϋμα πλεοναςμοϑ να τραβηχτοϑν τα καρφιϊ και να ανοιχτοϑν τα παρϊθυρα.

«Η δικό μου εξϋταςη όταν λύγο πιο ιδιϐτροπη κι αυτϐ για τον λϐγο που μϐλισ ϋδωςα – γιατύ όξερα ϐτι εδώ όταν που ϐλεσ οι προφανεύσ αδυναμύεσ ϋπρεπε να αποδειχτεύ ϐτι δεν όςαν ϋτςι ςτην πραγματικϐτητα.

«Προχώρηςα και ςκϋφτηκα ωσ εξόσ- εκ των υςτϋρων. Οι δολοφϐνοι διϋφυγαν απϐ ϋνα απϐ τα παρϊθυρα. Όντασ ϋτςι τα πρϊγματα, δεν θα μποροϑςαν να αςφα-λύςουν το κϊτω μϋροσ των παραθϑρων απϐ μϋςα, ϐπωσ βρϋθηκαν αςφαλιςμϋνα – μελϋτη που ϋβαλε τϋλοσ, επειδό όταν προφανϋσ, ςτη ςχολαςτικό ϋρευνα του χώρου απϐ την αςτυνομύα. Και ϐμωσ, τα παρϊθυρα όςαν αςφαλιςμϋνα. Θα πρϋπει, τϐτε, να εύχαν την ικανϐτητα να αςφαλι-ςτοϑν απϐ μϐνα τουσ. Δεν μποροϑςεσ να ξεφϑγεισ απϐ αυτϐ το ςυμπϋραςμα. Πόγα ςτο ελεϑθερο παρϊθυρο, τρϊβηξα το καρφύ με μεγϊλη δυςκολύα, κι αποπει-ρϊθηκα να ςηκώςω το κϊτω μιςϐ του παραθϑρου. Όπωσ περύμενα, αντιςτϊθη-κε ςε ϐλεσ μου τισ προςπϊθειεσ. Κατϊλαβα τϐτε, ϐτι θα πρϋπει να υπόρχε κϊποιο κρυφϐ ελατόριο και αυτό η επιβεβαύωςη τησ ιδϋασ μου με ϋπειςε ϐτι οι υποθϋςεισ που ϋκανα, τουλϊχιςτον, όςαν ςωςτϋσ, ϐςο μυςτηριώδεισ κι αν εξακολουθοϑςαν

να εύναι οι ςυνθόκεσ αναφορικϊ με τα καρφιϊ. Μια προςεκτικό ϋρευνα ςϑντομα ϋφερε ςε φωσ το κρυφϐ ελατόριο. Σο πϊτηςα και, ικανοποιημϋνοσ απϐ την ανακϊλυψη, απϋφυγα να ςηκώςω το κϊτω μιςϐ παρϊθυρο.

«Σώρα, τοποθϋτηςα το καρφύ ςτη θϋςη του και το παρατόρηςα προςεκτικϊ. Κϊποιοσ που θα περνοϑςε μϋςα απϐ αυτϐ το παρϊθυρο θα μποροϑςε να το εύχε κλεύςει πϊλι, και το ελατόριο θα ϋπιανε – αλλϊ δεν θα μποροϑςε να μπει ςτη θϋςη του το καρφύ. Σο ςυμπϋραςμα όταν απλϐ και πϊλι ςτϋνευε το πεδύο τησ ϋρευνϊσ μου. Οι δολοφϐνοι θα πρϋπει να διϋφυγαν απϐ το ϊλλο παρϊθυρο. Αν υποθϋςουμε, τϐτε, ϐτι τα ελατόρια του κϊθε παρϊθυ-ρου εύναι ύδια, ϐπωσ όταν πιθανϐ, θα πρϋπει να βρεθεύ μια διαφορϊ ανϊμεςα ςτα καρφιϊ, ό τουλϊχιςτον ανϊμεςα ςτον τρϐπο που εύχαν τοποθετηθεύ. Ανεβαύ-νοντασ ςτη βϊςη του κρεβατιοϑ, κούταξα το δεϑτερο παρϊθυρο πϊνω απϐ την κεφαλοςανύδα, κοντϊ-κοντϊ. Περνώντασ το χϋρι μου πύςω απϐ την κεφαλοςανύδα, ανακϊλυψα αμϋςωσ και πϊτηςα το ελατόριο που όταν, ϐπωσ εύχα υποθϋςει, ύδιο με το γειτονικϐ. Σώρα κούταξα το καρφύ. Ϋταν γερϐ ϐςο και το ϊλλο και προφανώσ τοποθετημϋνο με τον ύδιο τρϐπο – χωμϋνο ύςαμε το κεφϊλι.

«ΘΑ ΠΕΙ ϐτι μπερδεϑτηκα, αλλϊ, αν το

νομύζεισ αυτϐ, θα πρϋπει να παρεξόγηςεσ τον τρϐπο των ςυμπεραςμϊτων. Δεν εύχα λαθϋψει οϑτε μια φορϊ. Δεν εύχα χϊςει οϑτε για μια ςτιγμό την οςμό. Δεν υπόρχε ψεγϊδι ςε κανϋνα κρύκο τησ αλυςύδασ. Εύχα ακολουθόςει τα χνϊρια του μυςτικοϑ μϋχρι το ϋςχατο αποτϋλεςμα – και το αποτϋλεςμα εκεύνο όταν το καρφύ. Εύχε, θα πρϋπει να πω, καθ΄ ϐλα, το παρουςιαςτικϐ του καρφιοϑ που όταν ςτο ϊλλο παρϊθυ-ρο, αλλϊ το γεγονϐσ αυτϐ όταν ϋνα απϐ-λυτο μηδενικϐ (ϐςο ςυμπεραςματικϐ κι αν ϋδειχνε) ςε ςϑγκριςη με την ςκϋψη ϐτι εδώ, ςε τοϑτο το ςημεύο, τελεύωνε το κου-βϊρι. «Κϊτι δεν πϊει καλϊ με το καρφύ,» εύπα μϋςα μου. Σο ϊγγιξα και το κεφϊλι του, με περύπου ϋνα τϋταρτο ύντςασ απϐ τον κορμϐ του, ϋμεινε ςτα δϊχτυλϊ μου. Ο υπϐλοιποσ κορμϐσ όταν μϋςα ςτην τρϑπα του τρυπανιοϑ ϐπου εύχε ςπϊςει. Σο ςπϊςιμο όταν παλιϐ (γιατύ οι ϊκρεσ του εύχαν πιϊςει ςκουριϊ) και προφανώσ εύχε επιτευχθεύ με ϋνα χτϑπημα ςφυριοϑ, που εύχε εν μϋρει εμπεδώςει, ςτο πϊνω μϋροσ

Page 24: Περιοδικο Detective Τευχος 1

24

DETECTIVE STORY

του κϊτω τμόματοσ του παραθϑρου, το κεφϊλι του καρφιοϑ. Σώρα προςεκτικϊ τοποθϋτηςα το κεφϊλι του καρφιοϑ ςτο ςημεύο απϐ ϐπου το εύχα αποςπϊςει και η ομοιϐτητα με ϋνα τϋλειο καρφύ ολοκληρώ-θηκε, το ρϊγιςμα όταν αϐρατο. Πατώντασ το ελατόριο, αναςόκωςα το κϊτω μϋροσ του παραθϑρου μερικϋσ ύντςεσ, το κεφϊλι ανϋβηκε μαζύ του, παραμϋνοντασ ςτϋρεο ςτη θϋςη του και η ομοιϐτητα με ολϐκλη-ρο καρφύ όταν πϊλι τϋλεια.

«Ο γρύφοσ, μϋχρισ εκεύ, εύχε λυθεύ. Ο δολοφϐνοσ εύχε διαφϑγει απϐ το παρϊθυ-ρο πύςω απϐ το κρεβϊτι. Πϋφτοντασ απϐ μϐνο του με την ϋξοδϐ του (ό ύςωσ κλει-ςμϋνο ςκϐπιμα) εύχε αςφαλιςτεύ απϐ το ελατόριο κι όταν το κρϊτημα του ελατη-ρύου που εύχε παρεξηγόςει η αςτυνομύα για κρϊτημα του καρφιοϑ – πρϊγμα που καθιςτοϑςε την περαιτϋρω ϋρευνα αχρεύαςτη.

«Σο επϐμενο ερώτημα αφορϊ τον τρϐπο με το οπούο εύχε κατϋβει δρϊςτησ. ε αυτϐ το ςημεύο εύχα ικανοποιηθεύ κατϊ τον περύπατο που κϊναμε μαζύ γϑρω απϐ το κτύριο. Περύπου πεντϋμιςι πϐδια απϐ το εν λϐγω παρϊθυρο περνϊει ϋνα αλεξικϋραυ-νο. Απϐ το αλεξικϋραυνο αυτϐ θα όταν αδϑνατο να φτϊςει οποιοςδόποτε ςτο πα-ρϊθυρο, πϐςο μϊλλον να μπει μϋςα. Παρα-τόρηςα, ωςτϐςο, ϐτι τα πατζοϑρια του τϋταρτου ορϐφου όςαν εκεύνοσ ο παρϊ-ξενοσ τϑποσ που οι Παριζιϊνοι ξυλουργού ονομϊζουν «φερϊντ» – ϋνα εύδοσ που ςπϊνια χρηςιμοποιεύται ςτισ μϋρεσ μασ, αλλϊ που το βλϋπει κανϋνασ ςυχνϊ ςε παλιϊ αρχοντικϊ ςτη Λυών και το Μπορντϐ. Ϊχουν τη μορφό ςυνηθιςμϋνησ πϐρτασ (μονόσ, ϐχι αναδιπλοϑμενησ πϐρτασ) με τη διαφορϊ ϐτι το κϊτω μϋροσ εύναι καφαςωτϐ ό δουλεμϋνο με ανοιχτϐ ϐρθιο δικτυωτϐ – πρϊγμα που προςφϋρει εξαιρετικϐ πιϊςιμο για τα χϋρια. την προκειμϋνη περύπτωςη, τα πατζοϑρια αυτϊ ϋχουν φϊρδοσ περύπου ϋνα μϋτρο και πϋντε πϐντουσ. Όταν τα εύδαμε απϐ το πύςω μϋροσ του ςπιτιοϑ, όςαν και τα δϑο μιςϊνοιχτα – δηλαδό, ςχημϊτιζαν ορθϋσ γωνύεσ με τον τούχο. Εύναι πιθανϐ ϐτι η αςτυνομύα, ϐπωσ κι εγώ, εξϋταςε το πύςω μϋροσ του κτιρύου, αλλϊ, αν εύναι ϋτςι, κοιτϊζοντασ αυτϊ τα πατζοϑρια ςτη γραμμό του φϊρδουσ τουσ (ϐπωσ θα πρϋπει να ϋγινε) δεν αντιλόφθηκαν το μεγϊλο φϊρδοσ τουσ αυτϐ καθ΄ εαυτϐ, ό εν πϊςη περιπτώςει, δεν το ϋλαβαν υπ΄ ϐψη τουσ ϐςο θα ϋπρεπε. Πραγματικϊ, ϋχοντασ ικανοποιηθεύ ϐτι δεν μποροϑςε να

υπϊρξει ϋξοδοσ απϐ εκεύνη τη μεριϊ, φυςικϊ θα τουσ ϋκαναν μια επιπϐλαιη εξϋταςη.

«ΗΣΑΝ ςαφϋσ για μϋνα, ωςτϐςο, ϐτι το

πατζοϑρι που ανόκε ςτο παρϊθυρο που όταν ςτο κεφϊλι του κρεβατιοϑ, αν ϊνοιγε εντελώσ κι ακουμποϑςε ςτον τούχο θα ϋφτανε ςε απϐςταςη εβδομόντα πϋντε εκατοςτών απϐ το αλεξικϋραυνο. Ϋταν επύςησ φανερϐ ϐτι, με λύγη μεγαλϑτερη προςπϊθεια και θϊρροσ, θα μποροϑςε κανεύσ να φτϊςει ςτο παρϊθυρο απϐ το αλεξικϋραυνο και να μπει μϋςα. Καλϑπτο-ντασ την απϐςταςη των εβδομόντα πϋντε εκατοςτών (υποθϋτουμε τώρα ϐτι το πα-τζοϑρι ακουμποϑςε ςτον τούχο) ϋνασ ληςτόσ θα μποροϑςε να πιαςτεύ γερϊ απϐ το καφαςωτϐ. Αφόνοντασ το πιϊςιμϐ του απϐ το αλεξικϋραυνο, τϐτε, ακουμπώντασ τα πϐδια του καλϊ ςτον τούχο, και πηδώ-ντασ τολμηρϊ απϐ εκεύ, θα μποροϑςε να κϊνει το πατζοϑρι να κλεύςει και, αν φανταςτοϑμε το παρϊθυρο ανοιχτϐ εκεύ-νη την ςτιγμό, θα μποροϑςε να εκτιναχτεύ και μϋςα ςτο δωμϊτιο.

«Θϋλω να ϋχεισ ιδιαύτερα υπ΄ ϐψη ςου ϐτι, ϐπωσ εύπα, χρειαζϐταν μεγϊλη δρα-ςτηριϐτητα προκειμϋνου να πετϑχει ϋνα τϐςο επικύνδυνο και δϑςκολο εγχεύρημα. κοπεϑω να ςου δεύξω, πρώτα, ϐτι αυτϐ μποροϑςε να γύνει, αλλϊ δεϑτερο και κυρύωσ, θϋλω να ςε κϊνω να καταλϊβεισ τον πολύ αςυνόθιςτο – τον ςχεδϐν υπερ-φυςικϐ χαρακτόρα αυτόσ τησ ευκινηςύασ που θα χρειαζϐταν για να πετϑχει.

«Θα πεισ, χωρύσ αμφιβολύα, χρηςιμο-ποιώντασ τη γλώςςα του νϐμου, ϐτι «προκειμϋνου να ολοκληρώςω το ςκε-πτικϐ» θα πρϋπει μϊλλον να υποτιμόςω τη δραςτηριϐτητα που χρειαζϐταν γι αυτϐ το ζότημα, παρϊ να επιμεύνω για πλόρη εκτύμηςη τησ. Αυτϐ μπορεύ να εύναι η πρακτικό του νϐμου, αλλϊ δεν εύναι η χρόςη τησ λογικόσ. Απώτεροσ ςκοπϐσ μου εύναι μϐνο η αλόθεια. Ο ϊμεςοσ ςκοπϐσ μου εύναι να ςε κϊνω να τοποθετόςεισ πλϊι-πλϊι, την πολύ αςυνόθιςτη δραςτη-ριϐτητα που μϐλισ περιϋγραψα, με εκεύνη την περύεργη διαπεραςτικό (ό ϊγρια) και ανομοιογενό φωνό, για την εθνικϐτητα τησ οπούασ δεν βρϋθηκαν να ςυμφωνοϑν δϑο ϊτομα, και ςτην εκφορϊ τησ οπούασ δεν βρϋθηκε ςυλλαβιςμϐσ.»

ε αυτϊ τα λϐγια μια αϐριςτη και μιςο-ςχηματιςμϋνη ςκϋψη για το τι εννοοϑςε ο Ντιπϋν πϋραςε απϐ το μυαλϐ μου.

Page 25: Περιοδικο Detective Τευχος 1

25

DETECTIVE STORY

Κϐντευα να μπω ςτο νϐημα, χωρύσ τη δϑναμη να καταλϊβω – ϐπωσ, καμιϊ φορϊ, οι ϊνθρωποι κοντεϑουν να θυμηθοϑν, χωρύσ να μπορϋςουν ςτο τϋλοσ, να το καταφϋρουν.

Ο φύλοσ μου ςυνϋχιςε την ομιλύα του: «Θα δεισ,» εύπε, «ϐτι μετατϐπιςα το

ερώτημα απϐ τον τρϐπο τησ εξϐδου ςτον τρϐπο τησ ειςϐδου. κϐπευα να δώςω την ιδϋα ϐτι και τα δϑο ϋγιναν με τον ύδιο τρϐπο, ςτο ύδιο ςημεύο. Ασ επανϋλθουμε ςτο εςωτερικϐ του δωματύου τώρα. Ασ εξετϊςουμε τα φαινϐμενα εδώ. Σα ςυρτϊ-ρια του γραφεύου, λϋγεται, εύχαν ψαχτεύ, μολονϐτι πολλϊ ςτολύδια εξακολουθοϑςαν να παραμϋνουν μϋςα. Σο ςυμπϋραςμα εδώ εύναι υπερβολικϐ. Εύναι μια απλό εικαςύα – μια πολϑ ανϐητη εικαςύα – και τύποτε περιςςϐτερο. Πώσ ξϋρουμε ϐτι τα πρϊγ-ματα που βρϋθηκαν ςτα ςυρτϊρια δεν όςαν ϐλα εκεύνα που περιεύχαν τα ςυρτϊρια αρχικϊ; Η Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ κι η κϐρη τησ ζοϑςαν πολϑ μοναχικό ζωό, δεν ϋβλεπαν παρϋεσ, ςπϊνια ϋβγαιναν, ελϊχι-ςτα χρηςιμοποιοϑςαν αναρύθμητεσ αλλα-ξιϋσ ροϑχων. Όςεσ βρϋθηκαν όςαν τουλϊχιςτον τησ καλόσ ποιϐτητοσ που θα περύμενε κανϋνασ απ΄ αυτϋσ τισ κυρύεσ. Αν κϊποιοσ κλϋφτησ ϋπαιρνε καμιϊ, γιατύ δεν πόρε τισ καλϑτερεσ - γιατύ δεν τισ πόρε ϐλεσ;

«Με μια λϋξη, γιατύ εγκατϋλειψε τϋςςε-ρισ χιλιϊδεσ φρϊγκα ςε χρυςϐ για να φορτωθεύ ϋνα μπϐγο λινϊ; Σο χρυςϊφι δεν πειρϊχτηκε. χεδϐν ϐλο το ποςϐ που ανϋφερε ο κ. Μινιϐ, ο τραπεζύτησ, βρϋθηκε ςτα πουγκιϊ, ςτο πϊτωμα. Θϋλω, λοιπϐν, να βγϊλεισ απϐ το μυαλϐ ςου την λανθαςμϋνη ιδϋα του κινότρου, που γεννόθηκε ςτο μυαλϐ τησ αςτυνομύασ απϐ εκεύνο το κομμϊτι των ενδεύξεων που μιλϊει για χρόματα που παραδϐθηκαν ςτο κατώφλι του ςπιτιοϑ. υμπτώςεισ δϋκα φορϋσ τϐςο ςημαντικϋσ ϐςο αυτό (την παρϊδοςη των χρημϊτων, και τον φϐνο που διαπρϊχτηκε τρεισ μϐλισ ημϋρεσ αφοϑ τα ϋλαβε το θϑμα) ςυμβαύνουν ςε ϐλουσ μασ κϊθε ώρα τησ ζωόσ μασ, χωρύσ να προςελκϑςουν ακϐμα και ςτιγμιαύα προςοχό. Οι ςυμπτώςεισ, γενικϊ, εύναι μεγϊλα εμπϐδια ςτο δρϐμο εκεύνησ τησ κατηγορύασ των διανοοϑμενων που ϋχουν εκπαιδευτεύ ώςτε να μη ξϋρουν τύποτε απϐ τον νϐμο των πιθανοτότων – τη θεωρύα εκεύνη ςτη οπούα τα πιο ϋνδοξα αντικεύμενα ανθρώπινησ ϋρευνασ ϋχουν χρϋοσ για την πιο ϋνδοξη επεξόγηςη. την προκειμϋνη περύπτωςη, αν εύχε εξαφα-

νιςτεύ το χρυςϊφι, το γεγονϐσ τησ παρϊ-δοςόσ του πριν απϐ τρεισ μϋρεσ θα εύχε δημιουργόςει κϊτι περιςςϐτερο απϐ ςϑμπτωςη. Θα επιβεβαύωνε την ιδϋα αυτό περύ κινότρου. Αλλϊ, κϊτω απϐ τισ πραγματικϋσ ςυνθόκεσ, αν πρϐκειται να υποθϋςουμε ϐτι το χρυςϊφι όταν κύνητρο αυτόσ τησ τερατωδύασ, θα πρϋπει επύςησ να φανταςτοϑμε ϐτι ο δρϊςτησ όταν τϐςο ηλύθιοσ που εγκατϋλειψε το χρυςϊφι του και μαζύ με αυτϐ και το κύνητρϐ του.

«ΣΨΡΑ, ϋχοντασ ςταθερϊ υπ΄ ϐψη μασ

τα ςημεύα ςτα οπούα επϋςτηςα την προςοχό ςου – την περύεργη εκεύνη φωνό, την αςυνόθιςτη ευλυγιςύα, και την εκπλη-κτικό εκεύνη απουςύα κινότρου ςε ϋνα φϐνο τϐςο μοναδικϊ ςτυγερϐ – ασ ρύξουμε μια ματιϊ ςτη ςφαγό αυτό καθ΄ εαυτό. Ορύςτε, μια γυναύκα ςτραγγαλιςμϋνη απϐ χϋρια και ςτριμωγμϋνη μϋςα ςε μια καπνοδϐχο με το κεφϊλι προσ τα κϊτω. Οι ςυνηθιςμϋνοι φονιϊδεσ δεν μεταχειρύζο-νται τϋτοιουσ τρϐπουσ για να διαπρϊτ-τουν φϐνουσ. Πϐςο μϊλλον, δεν ξεφορτώ-νονται ϋτςι τουσ δολοφονημϋνουσ. τον τρϐπο με το οπούο χώθηκε το πτώμα ςτην καπνοδϐχο, θα πρϋπει να παραδεχτεύσ ϐτι υπόρχε κϊτι υπερβολικϊ εξωφρενικό – κϊτι εντελώσ αδιϊλλακτο με τισ ςυνη-θιςμϋνεσ μασ ιδϋεσ περύ ανθρώπινησ ενϋργειασ, ϋςτω και αν υποθϋςουμε ϐτι οι πρωταγωνιςτϋσ όςαν οι πιο διεφθαρμϋνοι των ανθρώπων. Αναλογύςου, επύςησ, πϐςο μεγϊλη θα πρϋπει να όταν η δϑναμη ώςτε να μπορϋςει να ςπρωχτεύ το πτώμα προσ τα επϊνω μϋςα ςε εκεύνο το ϊνοιγμα τϐςο βύαια που δεν ϋφτανε η ςυνδυαςμϋνη δϑναμη πολλών ατϐμων να το τραβόξει κϊτω!

«Γϑρνα, τώρα, ςτισ ϊλλεσ ενδεύξεισ ϐτι χρηςιμοποιόθηκε μια πολϑ αξιοθαϑμαςτη δϑναμη. Πϊνω ςτο παραγώνι βρϋθηκαν παχιϋσ τοϑφεσ – πολϑ παχιϋσ τοϑφεσ – ανθρώπινων μαλλιών. Εύχαν τραβηχτεύ απϐ τισ ρύζεσ τουσ. Θα πρϋπει να γνωρύζεισ πϐςη δϑναμη χρειϊζεται για να τραβόξεισ απϐ το κεφϊλι ακϐμα και εύκοςι ό τριϊντα τρύχεσ. Εύδεσ τισ τοϑφεσ, ϐπωσ τισ εύδα κι εγώ. Οι ρύζεσ τουσ (απαύςιο θϋαμα!) εύχαν ακϐμα κατϊλοιπα ςϊρκασ απϐ το κρανύο – ςύγουρη απϐδειξη τησ τερϊςτιασ δϑναμησ που εύχε αςκηθεύ για το ξερύζωμα τουλϊχι-ςτον μιςοϑ εκατομμυρύου τριχών κϊθε φορϊ. Ο λαιμϐσ τησ ηλικιωμϋνησ κυρύασ δεν όταν απλϊ κομμϋνοσ, αλλϊ εύχε αποχωριςτεύ το κεφϊλι απϐ το ςώμα: το

Page 26: Περιοδικο Detective Τευχος 1

26

DETECTIVE STORY

ϐργανο όταν ϋνα απλϐ ξυρϊφι. Θϋλω επύςησ να ρύξεισ μια ματιϊ ςτην κτηνώδη αγριϐτητα αυτών των πρϊξεων. Δεν θα πω τύποτε για τουσ μώλωπεσ που εύχε το ςώμα τησ Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ. Ο κ. Ντιμϊσ, και ο ϊξιοσ βοηθϐσ του κ. Ετιϋν, εύπαν ϐτι προκλόθηκαν απϐ κϊποιο αμβλϑ ϐργανο και μϋχρισ εδώ οι δϑο αυτού κϑριοι ϋχουν απϐλυτο δύκιο. Σο αμβλϑ ϐργανο όταν ςαφώσ το λιθϐςτρωτο τησ αυλόσ πϊνω ςτο οπούο εύχε πϋςει το θϑμα απϐ το παρϊθυρο πύςω απϐ το κρεβϊτι. Η ιδϋα αυτό, ϐςο απλό κι αν φαύνεται τώρα, διϋφυγε απϐ την αςτυνομύα για τον ύδιο λϐγο που τουσ διϋφυγε το φϊρδοσ των πατζουριών – επειδό, απϐ την ιςτορύα με τα καρφιϊ, η αντύληψό τουσ εύχε αποκλεύ-ςει το ενδεχϐμενο να μην εύχαν ανοιχτεύ ποτϋ τα παρϊθυρα.

«Αν τώρα, πρϐςθετα ςε ϐλα αυτϊ, και την ακαταςταςύα που επικρατοϑςε ςτο δωμϊτιο, θα φτϊναμε ςτο ςημεύο να ςυν-δυϊςουμε εκπληκτικό ευλυγιςύα, με υπερ-ϊνθρωπη δϑναμη, με κτηνώδη αγριϐτητα, με μια ςφαγό χωρύσ κύνητρο, με μια επύδειξη φρύκησ εντελώσ ϋξω απϐ το ανθρώπινο και μια φωνό ξϋνη ωσ προσ το τϐνο ςτα αυτιϊ ανθρώπων απϐ πολλϋσ χώρεσ, και απαλλαγμϋνη απϐ κϊθε ευδιϊ-κριτο και καταληπτϐ ςυλλαβιςμϐ. Σι απϐ-τϋλεςμα ϋφερα, λοιπϐν; Σι εντϑπωςη ϋχω κϊνει ςτη φανταςύα ςου;

ΕΓΨ ανατρύχιαζα καθώσ ο Ντιπϋν μου

ϋκανε αυτό την ερώτηςη. «Ϊνασ τρελϐσ,» εύπα, «ϋκανε αυτό την πρϊξη – ϋνασ θεϐτρελοσ που δραπϋτευςε απϐ ϋνα γειτονικϐ Ούκο Τγεύασ.»

«Απϐ μια πλευρϊ,» απϊντηςε εκεύνοσ, «η ιδϋα ςου δεν εύναι ϊςχετη. Ψςτϐςο, οι φωνϋσ των τρελών, ακϐμα και ςτουσ πιο ϊγριουσ παροξυςμοϑσ τουσ, δεν ταιριϊ-ζουν με τη παρϊξενη φωνό που ακοϑςτη-κε ςτη ςκϊλα. Οι τρελού ανόκουν ςε κϊποια χώρα, και η γλώςςα τουσ, ϐςο ακαταλαβύςτικη κι αν εύναι τα λϐγια τησ, ϋχει πϊντοτε τη ςυνϊφεια του ςυλλαβι-ςμοϑ. Εκτϐσ αυτοϑ, οι τρύχεσ του τρελοϑ δεν εύναι ςαν αυτϋσ που κρατϊω τώρα ςτο χϋρι μου. Σισ ξϋμπλεξα απϐ τα αλϑγιςτα δϊκτυλα τησ Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ. Πεσ μου τι βγϊζεισ απϐ αυτϋσ.»

«Ντιπϋν,» εύπα, εντελώσ παραλυμϋνοσ, «αυτϋσ οι τρύχεσ εύναι πολϑ αςυνόθιςτεσ – δεν εύναι ανθρώπινεσ τρύχεσ.»

«Δεν ιςχυρύςτηκα ποτϋ ϐτι εύναι,» εύπε εκεύνοσ, «αλλϊ, πριν κρύνουμε αυτϐ το

ςημεύο, θϋλω να ρύξεισ μια ματιϊ ςτο μικρϐ ςκύτςο που ϋχω κϊνει πϊνω ςε αυτϐ το χαρτύ. Εύναι αντιγραφό ενϐσ ςκύτςου, αυτοϑ που ςε ϋνα ςημεύο τησ μαρτυρύασ περιγρϊφτηκε ωσ «ςκοϑροι μώλωπεσ και βαθιϊ ύχνη νυχιών» ςτο λαιμϐ τησ Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ, και ςε ϋνα ϊλλο (απϐ τον κ. Ντιμϊσ και τον κ. Ετιϋν) ωσ «μια ςειρϊ πελιδνϊ ςημεύα, προφανώσ ςημϊδια απϐ δϊχτυλα.»

«Θα παρατηρόςουμε,» εξακολοϑθηςε ο φύλοσ μου, απλώνοντασ το χαρτύ ςτο τρα-πϋζι μπροςτϊ μασ, «ϐτι αυτϐ το ςκύτςο δύνει την ιδϋα ενϐσ γεροϑ και ςταθεροϑ δραξύματοσ. Δεν υπϊρχει φανερϐ γλύςτ-ρημα . Κϊθε δϊχτυλο ϋχει διατηρόςει – πιθανϐν μϋχρι το θϊνατο του θϑματοσ – το τρομερϐ δρϊξιμο με το οπούο εμπεδώθηκε αρχικϊ. Κϊνε απϐπειρα, τώρα, να τοπο-θετόςεισ ϐλα ςου τα δϊχτυλα, ταυτϐχρο-να, ςτισ αντύςτοιχεσ θϋςεισ ϐπωσ τισ βλϋπεισ.»

Προςπϊθηςα, αλλϊ μϊτια. «Δεν την κρύνουμε δύκαια αυτό την

υπϐθεςη,» εύπε. «Σο χαρτύ εύναι απλωμϋνο πϊνω ςε επύπεδη επιφϊνεια, αλλϊ ο ανθρώπινοσ λαιμϐσ εύναι κυλινδρικϐσ. Ορύςτε ϋνα κομμϊτι ξϑλο που η περιφϋ-ρειϊ του εύναι περύπου ύδια με του λαιμοϑ. Σϑλιξε το ςκύτςο γϑρω του και δοκύμαςε πϊλι το πεύραμα.»

Σο δοκύμαςα, αλλϊ η δυςκολύα όταν ακϐμα μεγαλϑτερη απϐ πριν. «Αυτϐ δεν εύναι αποτϑπωμα ανθρώπινου χεριοϑ,» εύπα.

«Και τώρα διϊβαςε αυτό την παρϊ-γραφο απϐ τον Κιβιϋ,» εύπε ο Ντιπϋν.

Ϋταν μια λεπτομερόσ ανατομικό και γενικϊ περιγραφικό αναφορϊ ςτον με-γϊλο καςτανϐξανθο Ουραγκουτϊγκο τησ Ανατολικόσ Ινδονηςύασ. Σο γιγϊντιο παρϊςτημα, η τρομερό δϑναμη και δρα-ςτηριϐτητα, η αγριϐτητα, και οι μιμητικϋσ τϊςεισ αυτών των θηλαςτικών εύναι αρκετϊ γνωςτϋσ ςε ϐλουσ. Αντιλόφθηκα αμϋςωσ την πλόρη φρύκη των φϐνων.

«Η περιγραφό των δακτϑλων,» εύπα, καθώσ τελεύωνα το διϊβαςμα, «ςυμφωνεύ ακριβώσ με το ςκύτςο. Καταλαβαύνω ϐτι κανϋνα ϊλλο ζώο εκτϐσ απϐ ϋναν Ουρα-γκουτϊγκο, του εύδουσ που αναφϋρεται εδώ, δεν θα μποροϑςε να αφόςει αυτϊ τα ύχνη, ϐπωσ τα αντϋγραψεσ. Αυτό η τοϑφα καςτανϐξανθων τριχών, επύςησ, εύναι ϐμοια ςε χαρακτόρα με εκεύνεσ του κτόνουσ του Κιβιϋ. Αλλϊ δεν εύναι δυνατϐν να καταλϊβω τισ λεπτομϋρειεσ αυτοϑ του φρικτοϑ μυςτηρύου. Εκτϐσ αυτοϑ, ακοϑ-

Page 27: Περιοδικο Detective Τευχος 1

27

DETECTIVE STORY

ςτηκαν δϑο φωνϋσ να λογοφϋρνουν, και μύα απϐ αυτϋσ όταν, χωρύσ ςυζότηςη, φωνό Γϊλλου.»

«Πραγματικϊ, και θα θυμηθεύσ την ϋκφραςη που τησ αποδϐθηκε ομϐφωνα, απϐ τισ ενδεύξεισ, ςε αυτό τη φωνό την ϋκφραςη «Θεϋ μου!» Αυτό, κϊτω απϐ τισ ςυνθόκεσ, χαρακτηρύςτηκε ςωςτϊ απϐ ϋναν απϐ τουσ μϊρτυρεσ (τον Μοντϊνι, τον ζαχαροπλϊςτη) ωσ ϋκφραςη διαμαρ-τυρύασ ό ϋκρηξησ. Πϊνω ςε αυτϋσ τισ δϑο λϋξεισ, λοιπϐν, ϋχτιςα κυρύωσ τισ ελπύδεσ μου για μια πλόρη λϑςη του γρύφου. Ϊνασ Γϊλλοσ εύχε επύγνωςη του φϐνου. Εύναι δυνατϐν – πραγματικϊ εύναι κϊτι περις-ςϐτερο απϐ πιθανϐ, ϐτι όταν αθώοσ κϊθε ςυμμετοχόσ ςτα αιματηρϊ γεγονϐτα που ακολοϑθηςαν. άςωσ του ξϋφυγε ο Ουρα-γκουτϊγκοσ. Μπορεύ να τον ακολοϑθηςε μϋχρι το δωμϊτιο, αλλϊ, κϊτω απϐ τισ ταραχώδησ ςυνθόκεσ που ακολοϑθηςαν, δεν μπϐρεςε να τον ξαναπιϊςει. Εύναι ακϐμα ελεϑθεροσ. Δεν θα προχωρόςω ςε αυτϋσ τισ εικαςύεσ, γιατύ δεν ϋχω δικαύωμα να τισ αποκαλϋςω κϊτι περιςςϐτερο, δεδομϋνου ϐτι οι αποχρώςεισ διαλογιςμοϑ πϊνω ςτισ οπούεσ βαςύζονται δεν ϋχουν αρκετϐ βϊθοσ για να εκτιμηθοϑν απϐ τη δικό μου νοημοςϑνη και δεδομϋνου ϐτι δεν μποροϑςα να τισ κϊνω κατανοητϋσ ςτην αντύληψη κϊποιου ϊλλου. Θα τισ αποκαλοϑμε εικαςύεσ, λοιπϐν, και θα μιλϊμε γι αυτϋσ ϋτςι. Αν ο εν λϐγω Γϊλλοσ εύναι, πραγματικϊ, ϐπωσ υποθϋτω, αθώοσ γι αυτό τη θηριωδύα, η αγγελύα που ϊφηςα χτεσ το βρϊδυ, ϐταν επιςτρϋφαμε ςτο ςπύτι, ςτα γραφεύα τησ Λε Μοντ (μιασ εφημερύδασ που εύναι αφιερωμϋνη ςτη ναυτιλύα, περιζότητη ςτουσ ναυτικοϑσ), θα τον φϋρει ςτην κατοικύα μασ.»

ΜΟΤ ϋδωςε ϋνα χαρτύ που ϋγραφε τα

εξόσ: «ΤΝΕΛΗΥΘΗ – το δϊςοσ τησ Βου-

λώνησ, νωρύσ το πρωύ τησ ...... τρϋχοντοσ (το πρωύ του φόνου), ϋνασ πολύ μεγαλόςωμοσ, καςτανόξανθοσ Ουραγκουτϊγκοσ του εύδουσ Βόρνεο. Ο ιδιοκτότησ (που πρϋπει να εύναι ναυτικόσ και δουλεύει ςε πλούο τησ Μϊλτασ) μπορεύ να πϊρει πύςω το ζώο, αφού το αναγνωρύςει επαρκώσ, και πληρώ-ςει οριςμϋνεσ χρεώςεισ για τη ςύλληψό του και τη φύλαξό του. Επιςκεφθεύτε τον αριθμό... τησ Οδού...., Υομπούρ εν Ζερμϋν... τρύτοσ όροφοσ.”

“Πώσ εύναι δυνατϐν,» εύπα, «να ξϋρεισ ϐτι ο ϊνθρωποσ εύναι ναυτικϐσ και ϐτι δουλεϑει ςε Μαλτϋζικο καρϊβι;»

«Δεν το ξϋρω,» εύπε ο Ντιπϋν. «Δεν εύμαι ςύγουροσ γι αυτϐ. Εδώ, ωςτϐςο, ϋχουμε ϋνα μικρϐ κομμϊτι κορδϋλασ, που απϐ το ςχόμα τησ, και απϐ την λιγδωμϋνη εμφϊ-νιςό τησ, ϋχει προφανώσ χρηςιμοποιηθεύ για δϋςιμο μαλλιών ςε μια απϐ εκεύνεσ τισ μακριϋσ ουρϋσ που τϐςο αγαποϑν οι ναυτικού. Επιπλϋον, αυτϐσ ο κϐμποσ εύναι απϐ εκεύνουσ που λύγοι εκτϐσ απϐ τουσ ναυτικοϑσ μποροϑν να δϋςουν και εύναι χαρακτηριςτικϐ των Μαλτϋζων. Αυτό την κορδϋλα την βρόκα κοντϊ ςτη βϊςη του αλεξικϋραυνου. Δεν θα μποροϑςε να ανόκει ςε καμιϊ απϐ τισ νεκρϋσ. Σώρα αν, ςτο κϊτω-κϊτω, πϋφτω ϋξω ςτα ςυμπε-ρϊςματϊ μου, ϐτι ο Γϊλλοσ όταν ναυτικϐσ και δουλεϑει ςε Μαλτϋζικο καρϊβι, πϊλι δεν ϋκανα τύποτε κακϐ ιςχυριζϐμενοσ ϐτι ιςχυρύςτηκα ςε εκεύνη την αγγελύα.

«Αν κϊνω λϊθοσ, απλϊ θα υποθϋςει ϐτι παραπλανόθηκα απϐ κϊποιο περιςτατικϐ με το οπούο δεν θα κϊνει τον κϐπο να αςχοληθεύ. Αν ϋχω δύκιο, ϐμωσ, τϐτε κερδύ-ςαμε το μεγϊλο ςημεύο. Ϊχοντασ επύγνω-ςη, αλλϊ ϐντασ αθώοσ για τον φϐνο, ο Γϊλλοσ, φυςικϊ, θα διςτϊςει να απαντόςει ςτην αγγελύα – για να ζητόςει τον Ουρα-γκουτϊγκο. Θα ςκεφτεύ ωσ εξόσ: «Εύμαι αθώοσ. Εύμαι φτωχϐσ, ο Ουραγκουτϊγκοσ εύναι ςωςτό περιουςύα για κϊποιον ςτη θϋςη μου – γιατύ να τη χϊςω απϐ απλϐ φϐβο; Απϋχει μϐλισ απϐ τα χϋρια μου. Βρϋθηκε ςτο δϊςοσ τησ Βουλώνησ – ςε τερϊςτια απϐςταςη απϐ τη ςκηνό τησ ςφαγόσ. Πώσ εύναι δυνατϐν να υποψιαςτεύ κανϋνασ ϐτι ϋνασ κτηνώδεσ ζώο διϋπραξε αυτό την πρϊξη; Η αςτυνομύα βρύςκεται ςε ςϑγχυςη – απϋτυχαν να ανακαλϑψουν το παραμικρϐ τεκμόριο. Αν ποτϋ ανακα-λϑψουν τα ύχνη του ζώου, θα εύναι αδϑνατον να αποδεύξουν ϐτι οργϊνωςα εγώ τον φϐνο, ό να με εμπλϋξουν ωσ ϋνοχο επειδό εύχα επύγνωςη του γεγονϐτοσ. Πϊνω απϐ ϐλα, εύμαι γνωςτόσ. Αυτϐσ που ϋβαλε την αγγελύα με χαρακτηρύζει ωσ νομϋα του ζώου. Δεν εύμαι βϋβαιοσ πϐςα γνωρύζει. Αν αποφϑγω να διεκδικόςω μια ιδιοκτηςύα τϐςο μεγϊλησ αξύασ, που εύναι γνωςτϐ ϐτι κατϋχω, θα καταςτόςω το ζώο ϊξιο υποψύασ. Δεν εύναι πολιτικό μου να επιςϑρω την προςοχό πϊνω μου ό πϊνω ςτο ζώο. Θα απαντόςω ςτην αγγελύα, θα πϊρω τον Ουραγκουτϊγκο και θα τον κρατόςω ςε απομϐνωςη μϋχρισ ϐτου ξεθυμϊνει η υπϐθεςη.»

Page 28: Περιοδικο Detective Τευχος 1

28

DETECTIVE STORY

Εκεύνη τη ςτιγμό, ακοϑςαμε βόματα ςτη ςκϊλα.

«Να εύςαι ϋτοιμοσ,» εύπε ο Ντιπϋν, «με τα πιςτϐλια ςου, αλλϊ δεν θα τα χρηςιμο-ποιόςουμε οϑτε ο ϋνασ οϑτε ο ϊλλοσ, αν δεν δώςω εγώ το ςϑνθημα.»

Εύχαμε αφόςει την εξώπορτα του ςπι-τιοϑ ανοιχτό και ο επιςκϋπτησ εύχε μπει δύχωσ να χτυπόςει το κουδοϑνι και εύχε προχωρόςει κϊμποςα βόματα ςτη ςκϊλα. Σώρα, ϐμωσ, φϊνηκε να διςτϊζει. Σην ϊλλη ςτιγμό τον ακοϑςαμε να κατεβαύνει. Ο Ντιπϋν κινιϐταν γοργϊ προσ τη πϐρτα, ϐταν τον ακοϑςαμε να ανεβαύνει πϊλι. Δεν γϑριςε πύςω για δεϑτερη φορϊ, αλλϊ ςυνϋχιςε το ανϋβαςμα αποφαςιςτικϊ και χτϑπηςε την πϐρτα του δωματύου μασ.

«Εμπρϐσ,» εύπε ο Ντιπϋν, με εϑθυμη και εγκϊρδια φωνό.

ΚΑΠΟΙΟ μπόκε. Ϋταν ναυτικϐσ,

προφανώσ – ϋνασ ψηλϐσ, εϑςωμοσ και μυώδησ ϊντρασ, με μια κϊποια τολμηρό ϋκφραςη, που δεν όταν απϐλυτα χωρύσ προκατϊληψη. Περιςςϐτερο απϐ το μιςϐ πρϐςωπϐ του, πολϑ ηλιοψημϋνο, κρυβϐ-ταν απϐ φαβορύτεσ και μουςτϊκια. Εύχε μαζύ του ϋνα τερϊςτιο δρϑινο ρϐπαλο, αλλϊ κατϊ τα ϊλλα δεν ϋδειχνε οπλι-ςμϋνοσ. Τποκλύθηκε αδϋξια και μασ καληςπϋριςε, με γαλλικό προφορϊ που, μολονϐτι κϊπωσ βϐρεια, εξακολουθοϑςε να εύναι αρκετϊ ενδεικτικό παριζιϊνικησ προϋλευςησ.

«Κϊθιςε, φύλε μου,» εύπε ο Ντιπϋν. «Τποθϋτω ϐτι όρθεσ για τον Ουραγκου-τϊγκο. Μα το λϐγο μου, ςχεδϐν ςε ζηλεϑω για το απϐκτημϊ ςου, πολϑ φύνο και χωρύσ αμφιβολύα πολϑτιμο ζώο. Πϐςο χρονών λεσ να εύναι;»

Ο ναυτικϐσ πόρε μια βαθιϊ ειςπνοό, με ϑφοσ ανθρώπου που απαλλϊχτηκε απϐ ανυπϐφορο βϊροσ κι ϑςτερα απϊντηςε με ςύγουρο τϐνο:

«Δεν μπορώ να πω – αλλϊ δεν μπορεύ να εύναι περιςςϐτερο απϐ τεςςϊρων ό πϋντε ετών. Σον ϋχετε εδώ;»

«Μπα, ϐχι, δεν εύχαμε ποϑ να τον φυλϊ-ξουμε. Σον ϋχουμε ςε ϋνα ςτϊβλο ςτην Οδϐ Ντιμποϑρ, εδώ κοντϊ. Μπορεύσ να τον πϊρεισ το πρωύ. Υυςικϊ, εύςαι διατε-θειμϋνοσ να του κϊνεισ αναγνώριςη;»

«Ναι, βϋβαια, κϑριε.» «Πολϑ θα λυπηθώ που θα τον αποχωρι-

ςτώ,» εύπε ο Ντιπϋν. «Δεν εννοώ να μπεύτε ςε ϐλη αυτό τη

φαςαρύα για το τύποτε, κϑριε,» εύπε ο

επιςκϋπτησ. «Δεν ϋχω τϋτοια απαύτηςη. Εύμαι πρϐθυμοσ να πληρώςω βρετικϊ για το ζώο – δηλαδό, ϋνα λογικϐ ποςϐ.»

«Αυτϐ εύναι πολϑ δύκαιο,» απϊντηςε ο φύλοσ μου. «Για να το ςκεφτώ – τι να ζητόςω; Να ποια θα εύναι η αμοιβό μου. Θα μου δώςεισ ϐςεσ πληροφορύεσ μπορεύσ για τουσ φϐνουσ τησ Οδοϑ Μοργκ.»

Ο Ντιπϋν πρϐφερε τα τελευταύα λϐγια ςε πολϑ χαμηλϐ τϐνο και πολϑ όρεμα. Εξύςου όρεμα, πληςύαςε την πϐρτα, την κλεύδωςε και ϋβαλε το κλειδύ ςτην τςϋπη του. Ύςτερα, ϋβγαλε το πιςτϐλι του και το τοποθϋτηςε, χωρύσ την παραμικρό ταρα-χό, πϊνω ςτο τραπϋζι.

Σο πρϐςωπο του ναυτικοϑ αναψοκοκ-κύνιςε λεσ κι ο κϊτοχϐσ του πϊλευε με αςφυξύα. Ϊκανε να ςηκωθεύ κι ϊδραξε το ρϐπαλϐ του, αλλϊ την ϊλλη ςτιγμό ξανα-κϊθιςε, τρϋμοντασ βύαια, κι ϋχοντασ την ϐψη του θανϊτου. Δεν ϋβγαλε μιλιϊ. Σον λυπόθηκα απϐ τα βϊθη τησ καρδιϊσ μου.

«Υύλε μου,» εύπε ο Ντιπϋν, με καλοςυνϊ-το ϑφοσ, «αναςτατώνεςαι χωρύσ λϐγο – πραγματικϊ. Δεν ϋχουμε ςκοπϐ να ςε βλϊψουμε. ου δύνω την τιμό ενϐσ κυρύου, και μϊλιςτα ενϐσ Γϊλλου, ϐτι δεν ϋχουμε ςκοπϐ να ςου κϊνουμε κακϐ. Ξϋρω πολϑ καλϊ ϐτι εύςαι αθώοσ για τισ θηριωδύεσ τησ Οδοϑ Μοργκ. Δεν θα ωφελόςει, ϐμωσ, να αρνηθώ ϐτι μϋχρι ϋνα ςημεύο εμπλϋκε-ςαι κι εςϑ. Απ΄ ϐςα ϋχω πει όδη, θα πρϋπει να κατϊλαβεσ ϐτι εύχα τα μϋςα για να ςυ-γκεντρώςω πληροφορύεσ γι αυτϐ το ζότημα – μϋςα που οϑτε να τα ονειρευτεύσ δε θα μποροϑςεσ. Να πώσ ϋχουν τα πρϊγματα τώρα. Δεν ϋκανεσ τύποτε που θα μποροϑςεσ να αποφϑγεισ – τύποτε, φυςι-κϊ, που να ςε καθιςτϊ αξιοκατϊκριτο. Δεν όςουν οϑτε καν ϋνοχοσ ληςτεύασ, ενώ θα μποροϑςεσ να ληςτϋψεισ χωρύσ να τιμω-ρηθεύσ. Δεν ϋχεισ να αποκρϑψεισ τύποτε. Δεν ϋχεισ λϐγουσ να κϊνεισ απϐκρυψη. Απϐ την ϊλλη μεριϊ, δεςμεϑεςαι απϐ κϊθε αρχό τιμόσ να εξομολογηθεύσ ϐςα ξϋρεισ. Ϊνασ αθώοσ βρύςκεται τώρα ςτη φυλακό, κατηγοροϑμενοσ για ϋνα ϋγκλημα του οπούου τον δρϊςτη μπορεύσ να υποδεύξεισ εςϑ.»

Ο ναυτικϐσ εύχε ςυνϋρθει αρκετϊ, καθώσ ο Ντιπϋν πρϐφερε αυτϊ τα λϐγια, αλλϊ το τολμηρϐ του ϑφοσ εύχε εξανεμιςτεύ.

«Μα τον Θεϐ,» εύπε, ϑςτερα απϐ ςϑντομη παϑςη, «θα ςασ πω ϐλα ϐςα ξϋρω γι αυτό την υπϐθεςη, αλλϊ δεν περιμϋνω ϐτι θα πιςτϋψετε οϑτε τα μιςϊ – θα όμουν ανϐητοσ αν εύχα τϋτοια απαύτηςη. Ψςτϐςο,

Page 29: Περιοδικο Detective Τευχος 1

29

DETECTIVE STORY

εύμαι αθώοσ και θα τα πω ϐλα ϋςτω κι αν πεθϊνω γι αυτϐ.»

ΑΤΣΑ που εύπε, ςτην ουςύα ϋχουν ωσ

εξόσ. Σώρα τελευταύα, εύχε κϊνει ϋνα ταξύδι ςτο Ινδικϐ Αρχιπϋλαγοσ. Μια ομϊδα, ςτην οπούα ςυμμετεύχε κι εκεύνοσ, αποβιβϊςτη-καν ςτο Βϐρνεο κι ϋφυγαν για εκδρομό ςτο εςωτερικϐ του νηςιοϑ. Αυτϐσ κι ϋνασ φύλοσ του εύχαν πιϊςει ϋναν Ουραγκου-τϊγκο. Με το θϊνατο του φύλου του, το ζώο ϋμεινε ςτην αποκλειςτικό κατοχό του. Ύςτερα απϐ μεγϊλη δυςκολύα, που οφειλϐταν ςτην ανυπϐτακτη αγριϐτητα του ζώου, κατϊ το ταξύδι τησ επιςτροφόσ, κατϊφερε τελικϊ να το βϊλει να μϋνει ςτο διαμϋριςμϊ του ςτο Παρύςι ϐπου, για να μην κεντρύζει την δυςϊρεςτη περιϋργεια των γειτϐνων του ςτο πρϐςωπϐ του, το φϑλαγε ςε απομϐνωςη, δεδομϋνου ϐτι ϋπρεπε να ςυνϋλθει απϐ ϋνα τραϑμα ςτο πϐδι, που εύχε προκληθεύ απϐ μια ςκλόθρα ςτο καρϊβι. Σο τελικϐ του ςχϋδιο όταν να το πουλόςει.

Επιςτρϋφοντασ απϐ ϋνα γλϋντι με ϊλλουσ ναυτικοϑσ το βρϊδυ, ό μϊλλον το πρωύ των φϐνων, βρόκε το ζώο ςτην κρεβατοκϊμαρϊ του, απϐ ϐπου εύχε δια-φϑγει απϐ το διπλανϐ ντουλϊπι, ϐπου όταν κλειςμϋνο με αςφϊλεια, ϐπωσ πιςτευϐταν. Με το ξυρϊφι ςτο χϋρι και παςαλειμμϋνο ςαπουνϊδεσ, καθϐταν μπροςτϊ ςτον καθρϋφτη, και προςπαθοϑ-ςε να μιμηθεύ τισ κινόςεισ του ξυρύςματοσ, ϐπωσ εύχε δει, απϐ την κλειδαρϐτρυπα τησ ντουλϊπασ, να κϊνει ο κϑριϐσ του.

Σρομοκρατημϋνοσ απϐ τη θϋα του επι-κύνδυνου ϐπλου ςτα χϋρια ενϐσ ζώου, ϐςο ϊγριου και τϐςο ικανοϑ να το μεταχει-ριςτεύ, ο ϊνθρωποσ, για μερικϋσ ςτιγμϋσ, τα ϋχαςε και δεν όξερε τι να κϊνει. Ψςτϐςο, εύχε ςυνηθύςει να ηρεμεύ το ζώο, ακϐμα και ςτισ πιο ϊγριεσ διαθϋςεισ του, με τη χρόςη ενϐσ μαςτιγύου, και ς΄ αυτϐ κατϋφυγε και τώρα. τη θϋα του, ο Ουραγκουτϊγκοσ ϋδωςε ϋνα πόδο και βγόκε απϐ την κρεβατοκϊμαρα, κατϋβηκε τη ςκϊλα και εκεύ, απϐ ϋνα δυςτυχώσ ανοιχτϐ παρϊθυρο, πόδηςε ςτο δρϐμο.

Απελπιςμϋνοσ, ο Γϊλλοσ ακολοϑθηςε τον πύθηκο, που κρατοϑςε ακϐμα το ξυρϊφι και ςταματοϑςε κϊθε τϐςο να κοιτϊξει πύςω του τον διώκτη του, μϋχρισ ϐτου ο τελευταύοσ κατϊφερε να τον πληςιϊςει. Και πϊλι, ϐμωσ, το ζώο το ϋβαλε ςτα πϐδια. Με τον τρϐπο αυτϐ το κυνηγητϐ ςυνεχύςτηκε πολλό ώρα. Οι

δρϐμοι όςαν πολϑ όςυχοι, κϐντευε τρεισ το πρωύ. Περνώντασ απϐ μια αλϋα ςτο πύςω μϋροσ τησ Οδοϑ Μοργκ, η προςοχό του φυγϊδα τραβόχτηκε απϐ ϋνα φωσ που ϋβγαινε απϐ το ανοιχτϐ παρϊθυρο τησ Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ, ςτον τϋταρτο ϐροφο του κτιρύου. Ορμώντασ προσ το κτύριο, αντιλόφθηκε το αλεξικϋραυνο, ςκαρφϊ-λωςε πϊνω του με απύςτευτη ευκινηςύα, ϊρπαξε το πατζοϑρι, που όταν εντελώσ ανοιχτϐ και ακουμποϑςε ςτον τούχο και χρηςιμοποιώντασ το βρϋθηκε με ϋνα πόδο πϊνω ςτην κεφαλοςανύδα του κρεβατιοϑ. Η ϐλη ιςτορύα δεν κρϊτηςε περιςςϐτερο απϐ ϋνα λεπτϐ. Σο πατζοϑρι ϊνοιξε πϊλι με την κλωτςιϊ που του ϋδωςε ο Ουραγκου-τϊγκοσ μπαύνοντασ ςτο δωμϊτιο.

Ο ναυτικϐσ, ςτο μεταξϑ, χϊρηκε αλλϊ και ςϊςτιςε. Σώρα εύχε κϊποια ελπύδα να ξαναπιϊςει το ζώο, δεδομϋνου ϐτι δεν θα μποροϑςε να διαφϑγει απϐ την παγύδα ϐπου εύχε πϋςει μϐνο του, παρϊ μϐνο απϐ το αλεξικϋραυνο, ϐπου θα μποροϑςε να το πιϊςει καθώσ θα κατϋβαινε. Απϐ την ϊλλη μεριϊ, υπόρχε ςοβαρϐσ λϐγοσ για να ανηςυχεύ για το τι θα μποροϑςε να κϊνει μϋςα ςτο ςπύτι.

Αυτό η τελευταύα ςκϋψη ώθηςε τον ϊνθρωπο να ακολουθόςει και πϊλι τον φυγϊδα. Σο ςκαρφϊλωμα ςτο αλεξικϋραυ-νο εύναι εϑκολη υπϐθεςη, ιδιαύτερα για ϋναν ναυτικϐ, αλλϊ ϐταν ϋφταςε ςτο ϑψοσ του παραθϑρου, που βριςκϐταν κϊπου αριςτερϊ του, το ανϋβαςμϊ του ςταμϊ-τηςε, το μϐνο που μποροϑςε να κϊνει όταν να γεύρει λύγο για να ρύξει μια ματιϊ μϋςα ςτο δωμϊτιο.

Ρύχνοντασ αυτό τη ματιϊ, λύγο ϋλειψε να γκρεμιςτεύ απϐ την τρομϊρα του. Εκεύνη ακριβώσ τη ςτιγμό ακοϑςτηκαν εκεύνεσ οι φριχτϋσ κραυγϋσ που εύχαν διακϐψει τον ϑπνο των κατούκων τησ Οδοϑ Μοργκ, νυχτιϊτικα. Η Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ κι η κϐρη τησ, με τα νυχτικϊ τουσ, όςαν απαςχο-λημϋνεσ με την τακτοπούηςη οριςμϋνων χαρτιών ςτο ςιδερϋνιο ερμϊρι που ϋχουμε όδη αναφϋρει, και το οπούο εύχαν τραβόξει μϋχρι τη μϋςη του δωματύου. Ϋταν ανοι-χτϐ και το περιεχϐμενϐ του όταν ακου-μπιςμϋνο ςτο πϊτωμα. Σα θϑματα θα πρϋπει να κϊθονταν με την πλϊτη γυ-ριςμϋνη προσ το παρϊθυρο και, απϐ τον χρϐνο που μεςολϊβηςε μεταξϑ τησ ειςϐδου του ζώου και των κραυγών, φαύνεται πιθανϐ ϐτι δεν το αντιλόφθηκαν αμϋςωσ. Σο χτϑπημα του πατζουριοϑ ςτον τούχο μπορεύ να το απϋδωςαν ςτον αϋρα που φυςοϑςε.

Page 30: Περιοδικο Detective Τευχος 1

30

DETECTIVE STORY

Καθώσ o ναυτικϐσ κούταζε μϋςα, το γιγϊντιο ζώο εύχε αρπϊξει την Μαντϊμ Λ΄ Εςπανϋ απϐ τα μαλλιϊ (λυτϊ επειδό τα εύχε χτενύςει) και κρϊδαινε το ξυρϊφι πϊνω απϐ το πρϐςωπϐ τησ, μιμοϑμενο τισ κινόςεισ του κουρϋα. Η κϐρη κειτϐταν ξαπλωμϋνη ςτο πϊτωμα και ακύνητη, εύχε λιποθυμόςει. Οι κραυγϋσ και η πϊλη τησ ηλικιωμϋνησ κυρύασ (οπϐτε ξεριζώθηκαν τα μαλλιϊ απϐ το κεφϊλι τησ) εύχαν ςαν αποτϋλεςμα να αλλϊξει η προφανώσ ειρηνικό διϊθεςη του Ουραγκουτϊγκου ςε οργό. Με μια αποφαςιςτικό κύνηςη του μυώδουσ χεριοϑ του αποχώριςε το κεφϊλι απϐ τον λαιμϐ τησ γυναύκασ. Η θϋα του αύματοσ μετϋτρεψε την οργό του ςε φρενύτιδα. Σρύζοντασ τα δϐντια και με τα μϊτια του να πετοϑν φλϐγεσ, πόδηςε πϊνω ςτο ςώμα τησ κοπϋλασ κι ϋμπηξε τα τρομερϊ νϑχια του ςτον λαιμϐ τησ, διατηρώντασ το δρϊξιμο μϋχρισ ϐτου ξεψϑχηςε. Η περιπλανώμενη και ϊγρια ματιϊ του ϋπεςε εκεύνη τη ςτιγμό ςτην κεφαλοςανύδα του κρεβατιοϑ πϊνω απϐ την οπούα μϐλισ διακρινϐταν το πρϐςωπο του κυρύου του, παγωμϋνο απϐ τρϐμο. Σο φρϋνιαςμα του ζώου, που χωρύσ αμφιβο-λύα, εύχε ακϐμα ςτο νου του το μιςητϐ μαςτύγιο, μετατρϊπηκε αμϋςωσ ςε φϐβο. Ξϋροντασ ϐτι του ϊξιζε τιμωρύα, ϋδειξε επι-θυμύα να αποκρϑψει τισ αιματηρϋσ πρϊξεισ του κι ϊρχιςε να τριγυρνϊει ςτο δωμϊτιο ςε κατϊςταςη αγωνύασ και εκνευριςμοϑ, πετώντασ χϊμω και ςπϊζοντασ τα ϋπιπλα, και βγϊζοντασ το ςτρώμα απϐ το πλαύςιϐ του. Σελικϊ, ϊρπαξε πρώτα το πτώμα τησ κοπϋλασ και το ϋχωςε ςτην καπνοδϐχο, ϐπωσ βρϋθηκε και μετϊ το πτώμα τησ ηλι-κιωμϋνησ γυναύκασ, που το πϋταξε αμϋςωσ απϐ το παρϊθυρο με το κεφϊλι μπροςτϊ.

Καθώσ ο πύθηκοσ πληςύαζε το παρϊθυ-ρο με το ακρωτηριαςμϋνο φορτύο του, ο ναυτικϐσ ϋμεινε ϊφωνοσ, και γλιςτρώντασ μϊλλον παρϊ κατεβαύνοντασ, βιϊςτηκε να επιςτρϋψει ςτο ςπύτι του – τρϋμοντασ τισ ςυνϋπειεσ τησ ςφαγόσ και ευχαρύςτωσ εγκαταλεύποντασ, μϋςα ςτην τρομϊρα του, κϊθε ενδιαφϋρον για την τϑχη του Ουρα-γκουτϊγκου. Οι κουβϋντεσ που ϊκουςε η ομϊδα ςτη ςκϊλα όςαν τα επιφωνόματα

τρϐμου και φρύκησ του Γϊλλου ανακατω-μϋνα με τισ δαιμονικϋσ αςυναρτηςύεσ του ζώου.

ΔΕΝ ϋχω να προςθϋςω τύποτε ϊλλο. Ο

Ουραγκουτϊγκοσ θα πρϋπει να διϋφυγε απϐ το δωμϊτιο απϐ το αλεξικϋραυνο λύγο προτοϑ να παραβιαςτεύ η πϐρτα. Θα πρϋπει να ϋκλειςε το παρϊθυρο καθώσ ϋβγαινε.

Σελικϊ, το ϋπιαςε ο ύδιοσ ο κϑριϐσ του, που απϋςπαςε ϋνα ςημαντικϐ ποςϐ απϐ τον Βοτανικϐ Κόπο. Ο Λε Μπον αποφυ-λακύςτηκε αμϋςωσ μϐλισ αφηγηθόκαμε τα περιςτατικϊ (με κϊποια ςχϐλια απϐ τον Ντιπϋν) ςτο γραφεύο του Διοικητό τησ Αςτυνομύασ.

Ο λειτουργϐσ, ϐςο καλϊ κι αν όταν διατεθειμϋνοσ απϋναντι ςτον φύλο μου, δεν κατϊφερε να κρϑψει εντελώσ τη θλύψη του για την εξϋλιξη τησ υπϐθεςησ και πϋταξε ϋνα-δυϐ ςαρκαςτικϊ ςχϐλια, ϐτι τϊχα ο κϊθε ϊνθρωποσ θα ϋπρεπε, κανονι-κϊ, να κοιτϊζει μϐνο τη δουλειϊ του και τύποτε ϊλλο.

«Ας΄ τον να λεει,» εύπε ο Ντιπϋν, που δεν εύχε κρύνει απαραύτητο να απαντόςει. «Ας΄ τον να μιλϊει, θα ηρεμόςει η ςυνεύδηςό του. Εγώ ικανοποιόθηκα που τον νύκηςα μϋςα ςτο κϊςτρο του. Παρ΄ ϐλα αυτϊ, το ϐτι απϋτυχε να βρει τη λϑςη του μυςτη-ρύου δεν εύναι τϐςο ϊξιο απορύασ, ϐςο φα-ντϊζεται, γιατύ, για να λϋμε την αλόθεια, ο φύλοσ μασ ο Διοικητόσ εύναι κϊπωσ πολϑ πονηρϐσ για να ϋχει βϊθοσ. Δεν υπϊρχει κορμϐσ ςτη ςοφύα του. Εύναι ϐλο κεφϊλι και καθϐλου ςώμα, ςαν τουσ πύνακεσ τησ ακϋφαλησ Λαβϋρνασ, θεϊσ των κλεφτών, ό, το πολϑ-πολϑ, ϐλο ώμουσ και κεφϊλι, ϐπωσ ο μπακαλιϊροσ. Σελικϊ, ϐμωσ, εύναι καλϐσ ϊνθρωποσ. Μου αρϋςει ιδιαύτερα για μια αποςτροφό αργκϐ, με την οπούα απϋκτηςε τη φόμη ϐτι διαθϋτει ευφυύα. Εννοώ τον τρϐπο με τον οπούο αρνόθηκε αυτϐ που όταν και εξόγηςε εκεύνο που δεν όταν.».

Έντγκαρ Άλαν Πόου Μετϊφραςη: Σζ. Κορίνη

Page 31: Περιοδικο Detective Τευχος 1

31

DETECTIVE STORY

ΙΣΟΡΙΓ γηα εγθιήκαηα, ηεθκήξηα θαη ζπκπεξάζκαηα είραλ γξαθηεί θαη πξηλ – ηηο ζπλαληάκε ζηε Βίβιν θαη ζε αθόκα παιηόηεξα αλαγλώ-ζκαηα. Ο Πόνπ, όκσο, κε ηηο «ηζηνξίεο ινγηθνύ ζπιιν-γηζκνύ ή εθινγίθεπζεο» θαη πξσηαγσληζηή ηνλ Ιππόηε Ογθίζη Νηηπέλ, δεκηνύξγεζε ηελ αζηπλνκηθή ηζηνξία ζαλ ρσξηζηό είδνο. Ήηαλ ν πξώ-ηνο πνπ δεκηνύξγεζε ήξσα πνπ ην ελδηαθέξνλ ηνπ αλα-γλώζηε γη απηόλ εζηηάδεηαη θπξίσο (αλ όρη απόιπηα) ζηελ ηθαλόηεηά ηνπ λα αλαθαιύ-πηεη θξπκκέλεο αιήζεηεο. ηηο ηξεηο ηζηνξίεο πνπ έγξαςε γηα ηνλ Νηηπέλ, ν Πόνπ πξόβιεςε θπξηνιεθηηθά όιεο ηηο αμηνζε-κείσηεο εμειίμεηο ηνπ είδνπο πνπ ζα αθνινπζνύζαλ, από ηελ ηδέα ηνπ Γνπόηζνλ (βνε-ζνύ ηνπ έξινθ Υνικο) κέρξη ηελ ηδέα ηνπ ληεηέθηηβ πνπ έιπλε κπζηήξηα από ηελ πνιύ-ζξόλα ηνπ γξαθείνπ ηνπ θαη κέρξη ηελ ηζηνξία θαηαζθν-πίαο.

Ο Πόνπ γελλήζεθε ζηελ Βνζηώλε θη ήηαλ γηνο εζν-πνηώλ πεξηνδεύνληα ζηάζνπ. Απηόο, ν αδεξθόο ηνπ θαη νη αδεξθέο ηνπ έκεηλαλ νξθαλά όηαλ ν Έληγθαξ ήηαλ δύν ρξνλώλ, νπόηε ηνλ πήξε θνληά ηεο ε νηθνγέλεηα ηνπ Σδνλ Άιαλ, ελόο εύπνξνπ εκπόξνπ από ην Ρίηζκνλη. Γπεηδή δελ πηνζεηήζεθε πνηέ επίζεκα, ν Έληγθαξ ρξεζηκν-πνίεζε ην Άιαλ ζαλ κεζαίν όλνκα.

Από ν 1805 κέρξη ην 1820 ν Πόνπ έδεζε ζηελ Αγγιία, κέρξηο όηνπ νη δνπιεηέο ηνπ

Άιαλ ηνπο αλάγθαζαλ λα επηζηξέςνπλ ζην Ρίηζκνλη. Αξγόηεξα γξάθηεθε ζην Παλεπηζηήκην ηεο Βηξηδίληα, αιιά ηα ρξέε ηνπ από ηελ ραξηνπαημία εμάληιεζαλ ηελ ππνκνλή ηνπ Άιαλ νπόηε ν Πόνπ αλαγθάζηεθε λα θύγεη από ην ζπίηη.

Γηα έλα δηάζηεκα ππεξέ-ηεζε ζηνλ ζηξαηό όπνπ εληπ-πσζίαζε ηνπο αμησκαηηθνύο ηνπ κε ηελ εμππλάδα ηνπ θαη ηηο επηδόζεηο ηνπ ζηνλ αζιε-ηηζκό. Παξ΄ όια απηά, έπεηζε ηνλ θεδεκόλα ηνπ λα εμαγν-ξάζεη ηε ζεηεία ηνπ θη εμαζθάιηζε κηα ζέζε ζηε ζηξαηησηηθή ζρνιή ηνπ Γνπέζη Πόηλη όπνπ, θαη πάιη, ύζηεξα από ηελ αξρηθή επηηπρία, έπα-ςε λα παξαθνινπζεί καζήκα-ηα θαη ηνλ απέβαιαλ. Η εηζαγσγή ηνπ ζην Γνπέζη Πόηλη ήηαλ ε ηειεπηαία ράξε πνπ έθαλε ν Άιαλ ζηνλ λεαξό, ε πξώηε ηνπ γπλαίθα, πνπ είρε αδπλακία ζηνλ Πόνπ πέζαλε ην 1830. Η δεύηεξε γπλαίθα ηνπ Άιαλ δελ ηνλ ήζειε θαζό-ινπ, νπόηε ν Πόνπ δηώρηεθε από ν ζπίηη θαη ζε ιίγν ηνλ απνθιήξσζαλ θηόιαο.

Οη ινγνηερληθέο πξνζπά-ζεηεο ηνπ Πόνπ δελ απέ-δσζαλ ρξήκαηα. Μεηαθόκηζε ζηε Βαιηηκόξε, πνπ ήηαλ ηόηε ινγνηερληθό θέληξν, θη άξρηζε λα γξάθεη. Έλα βξαβείν πνπ θέξδηζε ζε δηαγσληζκό δηεγή-καηνο είρε ζαλ απνηέιεζκα λα ηνπ πξνζθέξνπλ δνπιεηά ζηελ εθεκεξίδα Southern Lirerary Messenger. Η ππόζρεζε γηα πξόζιεςε ελζάξξπλε ηνλ Πόνπ λα παληξεπηεί ηελ 13ρξνλε μαδέξθε ηνπ Βηξηδί-ληα Κιεκ. Έζηεζε ζπηηηθό κε ηελ παλέκνξθε, αιιά πνιύ αξξσζηηάξα θνπέια, θαη ηε κεηέξα ηεο, πνπ επξόθεηην λα κείλεη ζπλέρεηα καδί ηνπο.

ην κεηαμύ, ν Πόνπ είρε αξρίζεη λα πίλεη, πξάγκα πνπ δελ έθαλε θαιό ζηηο δνπιεηέο ηνπ. Γπίζεο, δελ ηνλ βνεζνύ-ζε θη ε πξνζσπηθόηεηά ηνπ,

πνπ ήηαλ ζπθνθαληηθή θαη απόηνκε. Σειηθά, κεηαθόκηζε ζηε Νέα Τόξθε, κε ηελ νηθνγέλεηά ηνπ, όπνπ έγηλε αξρηζπληάθηεο ζε πνιιά πεξηνδηθά, απμάλνληαο ηελ θπθινθνξία θαη γξάθνληαο θαξκαθεξά δνθίκηα πνπ εθη-ζηνύζαλ ηελ πξνζνρή ζηηο ειιείςεηο ησλ ζπγρξόλσλ ηνπ. Η γπλαίθα ηνπ πέζαλε ην 1847 ζε ειηθία 24 ρξνλώλ. Σα επόκελα δύν ρξόληα ν Πόνπ θιεξηάξηζε θάκπνζεο πινύ-ζηεο γπλαίθεο θαη έθαλε ζρέδηα λα παληξεπηεί κία, όηαλ έλα πνηό παξαπάλσ ζε θάπνην πάξηη γελεζιίσλ, είρε ζαλ απνηέιεζκα ηελ εμαθάληζή ηνπ. Σνλ βξήθαλ ζε έλα ραληά-θη ηεο Βαιηηκόξεο θαη ιίγεο κέξεο κεηά πέζαλε. Πέξαζαλ ρξόληα ώζηε λα εθηηκεζεί δεόλησο ην θιεξνδόηεκα ηνπ Πόνπ θαη λα ηνπ δνζεί ε ζέζε πνπ ηνπ άξκνδε από ηνπο ζπκπαηξηώηεο ηνπ. Η πην άκεζε επηξξνή ηνπ εκθαλί-ζηεθε ζηε Γαιιία, ζηα έξγα ηνπ Γκίι Γθακπνξηό θη από θεη πέξαζε ζηελ Αγγιία θαη ζηηο ΗΠΑ. Πξνο ηηκή ηνπ Πόνπ, νη εηήζηεο απνλνκέο γηα επη-ηεύγκαηα ζηελ ζπγγξαθή ηζηνξηώλ κπζηεξίνπ, πνπ ηηο επηιέγεη ην ζσκαηείν Writers Guild of America, νλνκάδν-ληαη Βξαβεία Έληγθαξ - πην ζπγθεθξηκέλα Βξαβεία Έλη-γθαξ Άιαλ Πόνπ. Ωο ζπνπδαία πξνζσπηθό-ηεηα ηεο Ακεξηθάληθεο ινγν-ηερλίαο, ν Πόνπ ελέπλεπζε αλαξίζκεηεο κειέηεο γηα ηε δσή ηνπ θαη ην έξγν ηνπ. Μηα από ηηο πην πξόζθα-ηεο θαη θαιύηεξεο είλαη ην βηβιίνκε ηίηιν Edgar A. Poe: Mournful and Never-Ending Remembrance (1991) ηνπ Κέλεζ ιίβεξκαλ. πσο ήηαλ αλακελόκελν, θέξδηζε ην Βξαβείν Έληγθαξ πνπ από-λέκεηαη γηα ηελ θαιύηεξε θξηηηθή/βηβιηνγξαθηθή δνπ-ιεηά.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΜΕΙΩΜΑ

Ζντγκαρ Άλαν Πόου

(1809 - 1849)

Page 32: Περιοδικο Detective Τευχος 1

32

Όταν ζνα ςκάνδαλο υποκλοπϊν τθλεφωνθμάτων ερευνάται ςε υπουργικό επίπεδο κι ο Νίρο Γουόλφ με τον Άρτςι Γκοφντγουιν ςυλλαμβάνονται, με μια κατθγορία φόνου ςτθν πλάτθ τουσ, 48 ιδιωτικοί ντετζκτιβσ από τθ Νζα Τόρκθ ςπεφδουν να τουσ ξελαςπϊςουν!

Κλότευςη για ανϊκριςη

ΚΑΣ΄ ΑΡΦΗΝ, πρϋπει να δηλώςω ϐτι εύμαι εναντύον των θηλυκών ντετϋκτιβσ. Δεν εύναι πϊντοτε και παντοϑ ςκληρο-

τρϊχηλο το παιχνύδι, αλλϊ τον περιςςϐ-τερο καιρϐ εύναι, χωρύσ να υπϊρχει χώροσ για φιλικϊ αιςθόματα και μικροϑσ ωραύουσ αυθορμητιςμοϑσ. υνεπώσ, η ντετεκτιβύνα θα πρϋπει να ϋχει χοντρϐ

Αριςτουργθματικι νουβζλα του Ρεξ τάουτ

Σο ανεπανάλθπτο δίδυμο Νίρο Γουόλφ Άρτςι Γκοφντγουιν ςε ζνα ρεςιτάλ ζρευνασ, άγριασ κόντρασ και, φυςικά, χιοφμορ!

Page 33: Περιοδικο Detective Τευχος 1

33

DETECTIVE STORY

πετςύ, και το χοντρϐ πετςύ δεν εύναι κϊτι που θα όθελα να αγγύξω! Αν δεν εύναι χοντρϐπετςη, το πιθανϐτερο εύναι ϐτι θα λιώςει τη ςτιγμό που χρειϊζονται ψυχρϐ μϊτι και γερϊ νεϑρα, οπϐτε δεν κϊνει γι αυτό τη δουλειϊ. Ψςτϐςο, υπϊρχουν φορϋσ που οι αρχϋσ μποροϑν να πϊνε περύπατο και τϋτοια όταν κι αυτό η φορϊ. Απϐ τουσ επτϊ ιδιωτικοϑσ ντετϋκτιβσ που βρύςκονταν ςτην αύθουςα, μαζύ με τον Νύρο Γουϐλφ κι εμϋνα, δϑο όςαν γυναύκεσ καθιςμϋνεσ ςε μια γωνύα, πλϊι-πλϊι. Η Θιοντολύνα (Ντολ) Μπϐνερ, γϑρω ςτην ηλικύα μου, με μακριϋσ καλλιεργημϋνεσ ςτο ςπύτι βλεφαρύδεσ, που ςχημϊτιζαν μια κατςαρό μαρκύζα πϊνω απϐ τα μϊτια τησ με το καραμελύ χρώμα, εύχε δικϐ τησ γραφεύο, εδώ και κϊμποςα χρϐνια, ωσ αδειοϑχοσ ντετϋκτιβ, και τα πόγαινε μια χαρϊ. Δεν αποκλειϐταν να εύχε αγορϊςει το εφαρμοςτϐ και καλοραμμϋνο καφϋ ταγιϋρ τησ απϐ του Μπϋργκντορφ και μαζύ με αυτϐ τη μινκ ζακϋτα τησ. Αυτό την εύχα ξαναδεύ, αλλϊ τησ ϊλλησ, τησ ϊλι Κολτ, όξερα μϐνο το ϐνομϊ τησ κι αυτϐ επειδό τα μϋλη τησ μικρόσ ςϑναξησ εύχαν ανταλλϊξει ονϐματα και χαιρετιςμοϑσ με προτροπό του Σζϋι Κερ.

Εγκατϋλειψα την καρϋκλα μου, τρϊβηξα κατϊ τη γωνύα, την ϋκανα να υψώςει τα μϊτια τησ και μύληςα:

«Δεςποινύσ Κολτ; Δεν ξϋρω αν ϋπιαςα καλϊ το ϐνομα. Ωρτςι Γκοϑντγουιν.»

«Α, ναι, βϋβαια,» εύπε εκεύνη. Η επιδερμύδα τησ δεν ϋδειχνε χοντρό,

οϑτε εύχε χοντρό φωνό. Εύχε τα ςωςτϊ χρϐνια για να εύναι η μικρϐτερη αδερφό μου, αλλϊ δεν εύχα ιδιαύτερη ανϊγκη απϐ αδερφό. Σο μϊλλινο φϐρεμϊ τησ και το καμηλϐ παλτϐ τησ δεν όςαν αγοραςμϋνα απϐ του Μπϋργκντορφ, αλλϊ δεν μου χρειϊζονταν ροϑχα απϐ του Μπϋργκ-ντορφ.

Κούταξα το ρολϐι μου κι ϑςτερα ξα-νακούταξα εκεύνη.

«Εύναι ϋντεκα και τϋταρτο,» τησ εύπα, «και κανϋνασ δεν ξϋρει πϐςο θα μασ ϋχουν να περιμϋνουμε ακϐμα. Εύδα ϋνα καφενεύο κϊτω και θα πϊω να φϋρω καφϋδεσ για ϐλουσ, αν ϋρθεισ να με βοηθόςεισ να τουσ κουβαλόςω. Δεν θα όθελεσ κι εςϑ λύγο καφϋ, δεςποινύσ Μπϐνερ;»

Η ϊλι Κολτ κούταξε την Ντολ Μπϐνερ, την εργοδϐτριϊ τησ, κι η Ντολ Μπϐνερ κοϑνηςε το κεφϊλι τησ καταφατικϊ κι ϑςτερα μου εύπε ϐτι όταν ωραύα ιδϋα. τρϊφηκα κι ϑψωςα τη φωνό μου για να

ρωτόςω μόπωσ όταν κανϋνασ που ΔΕΝ όθελε καφϋ, δεν πόρα αρνητικϋσ απαντό-ςεισ, οπϐτε ςηκώθηκε η ϊλι Κολτ και βγόκαμε.

Εύχα ςφοδρό επιθυμύα να πιω λύγο καφϋ. Επύςησ, οι ςωματικϋσ απϐψεισ και το παρϊςτημα τησ ϊλι Κολτ μου εύχαν δώςει την εντϑπωςη ϐτι μπορεύ να όταν κϊπωσ λανθαςμϋνη η ςτϊςη μου απϋναντι ςτουσ θηλυκοϑσ ντετϋκτιβσ κι όθελα να κϊνω εξακρύβωςη. Κυρύωσ, ϐμωσ, όθελα ϋνα μικρϐ διϊλειμμα για να πϊψω να βλϋπω τη φϊτςα του Νύρο Γουϐλφ, που δεν την εύχα δει ποτϋ τϐςο ςτυφό και το γεγονϐσ ϐτι τον εύχαν προκαλϋςει τϐςο πολϑ δεν την ϋκανε να δεύχνει πιο ωραύα.

ΗΣΑΝ μια πολϑ θλιβερό ιςτορύα. Σα ςκϊνδαλα με τισ υποκλοπϋσ τηλεφω-

νημϊτων εύχαν τραβόξει την προςοχό ςε διϊφορεσ λεπτομϋρειεσ αναφορικϊ με τουσ ιδιωτικοϑσ ντετϋκτιβσ, λϐγου χϊρη ϐτι υπόρχαν 590 απϐ δαϑτουσ με ϊδεια του Τπουργοϑ Εςωτερικών μϐνο ςτην Πολιτεύα τησ Νϋασ Τϐρκησ, ϐτι 432 απϐ τουσ 590 δοϑλευαν ςτη Νϋα Τϐρκη, ϐτι ϐςοι ϋκαναν αύτηςη για ϊδεια δεν περνοϑςαν απϐ γραπτϋσ εξετϊςεισ κι ϐτι δεν εύχε γύνει ϋρευνα απϐ ποϑ κρατοϑςε η ςκοϑφια τουσ, ϐτι το τϋιτ Ντιπϊρτμεντ δεν εύχε ιδϋα πϐςουσ υπαλλόλουσ απαςχο-λοϑςαν οι αδειοϑχοι ντετϋκτιβσ, δεδομϋ-νου ϐτι αυτού οι υπϊλληλοι δεν εύχαν ϊδεια ντετϋκτιβ, και πϊει λϋγοντασ.

Ϊτςι, λοιπϐν, ο κϑριοσ Τπουργϐσ απϐ-φϊςιςε να μϊθει κι οι 590 ντετϋκτιβσ κλητεϑθηκαν να παρουςιαςτοϑν για εξϋταςη, ειδικϊ για δραςτηριϐτητεσ ςχετι-κϋσ με υποκλοπό τηλεφωνημϊτων, αν υπόρχαν, και γενικϊ για την ϐλη κατϊ-ςταςη. Εγώ κι ο Γουϐλφ εύχαμε ϊδεια και, ςυνεπώσ, μασ εύχαν κλητεϑςει, πρϊγμα που όταν ενοχλητικϐ, φυςικϊ, αλλϊ αφοϑ το ύδιο εύχε ςυμβεύ και με ϊλλουσ 588 θα περιϐριζε ύςωσ την αντύδραςό του ςε μερι-κϋσ ντουζύνεσ γρυλύςματα και μουρμου-ρητϊ, αν δεν εύχαν μεςολαβόςει δϑο πρϊγματα. Πρώτο, η ϋρευνα γινϐταν εν μϋρει ςτη Νϋα Τϐρκη κι εν μϋρει ςτο Όλμπανι, κι εμϊσ μασ εύχαν κλητεϑςει ςτο Όλμπανι και το αύτημϊ του να κλη-τευθοϑμε ςτη Νϋα Τϐρκη εύχε απορριφθεύ και, δεϑτερο, η μϐνη υποκλοπό ϐπου εύχαμε αναμιχθεύ δεν εύχε προςθϋςει το παραμικρϐ ςτην δϐξα του κι ελϊχιςτα ςτον λογαριαςμϐ του ςτην τρϊπεζα και δεν όθελε οϑτε να του τη θυμύζεισ.

Page 34: Περιοδικο Detective Τευχος 1

34

DETECTIVE STORY

Όταν, λοιπϐν, ςτο παλιϐ πϋτρινο ςπύτι του Νύρο Γουϐλφ, ςτισ πϋντε εκεύνο το χειμωνιϊτικο πρωύ, του εύχε πϊει ο Υριτσ το πρϐγευμα ςτο δωμϊτιϐ του κι εύχα πϊει κι εγώ μαζύ για να του πω ϐτι ο καιρϐσ όταν εντϊξει για ςοφϊριςμα κι ϐτι δεν θα όταν αναγκαςμϋνοσ να υποςτεύ τουσ κινδϑνουσ ενϐσ ταξιδιοϑ με τρϋνο, όταν βυθιςμϋνοσ ςε τϋτοια κατϊθλιψη που δεν γρϑλιςε καν. ΄ ϐλη τη διαδρομό προσ το Όλμπανι, 160 μύλια και τϋςςερισ ώρεσ, με τον Γουϐλφ καθιςμϋνο ςτο πύςω κϊθιςμα ώςτε να μη πεταχτεύ απϐ το παρμπρύζ ςε περύπτωςη τρακαρύςματοσ, θα ϊρθρωςε κϊπου εύκοςι λϋξεισ ύςωσ, καμιϊ απϐ δαϑτεσ φιλικό, κι ϐταν του εύπα να προςϋξει το νϋο εθνικϐ δρϐμο, που δεν τον εύχε δει ξανϊ, ϋκλειςε τα μϊτια του.

Εύχαμε φτϊςει ςτο κτύριο του Όλμπανι ϐπου μασ εύχαν κλητεϑςει για τισ 09.55, πϋντε λεπτϊ νωρύτερα απϐ την καθο-ριςμϋνη ώρα, και μασ εύχαν δώςει οδηγύεσ να πϊμε ςε μια αύθουςα του τρύτου ορϐφου κι εκεύ να περιμϋνουμε. Υυςικϊ, δεν υπόρχε καρϋκλα κατϊλληλη για να δεχτεύ τον τερϊςτιο ϐγκο του. Εύχε ρύξει μια ματιϊ γϑρω, εύχε ςταθεύ για μια ςτιγμό, ϋκρωξε ‘Καλημϋρα’ ςε ϐςουσ περύ-μεναν όδη εκεύ κι εύχε καθύςει αμύλητοσ και βλοςυρϐσ μύα ώρα κι ϋνα τϋταρτο.

Θα πρϋπει να παραδεχτώ ϐτι οϑτε οι ϊλλοι πηδοϑςαν απϐ την χαρϊ τουσ. Όταν ο Σζϋι Κερ αποφϊςιςε ϐτι ϋπρεπε να κϊνουμε την περύςταςη πιο κοινωνικό, ανταλλϊξαμε ονϐματα, αλλϊ τύποτε περις-ςϐτερο, παρϊ το γεγονϐσ ϐτι όμαςτε ϐλοι μϋλη του ωματεύου Αδειοϑχων Ιδιωτικών Ντετϋκτιβσ τησ Νϋασ Τϐρκησ ό ΑΙΝΝΤ - εκτϐσ, φυςικϊ, απϐ την ϊλι Κολτ που όταν απλό υπϊλληλοσ τησ Μπϐνερ.

Ο Σζϋι Κερ, ϋνασ ςχεδϐν φαλακρϐσ χοντροϑλησ με γυαλιϊ χωρύσ ςκελετϐ, ϋκανε φανερό προςπϊθεια να διορθώςει την κατϊςταςη, φϋρνοντασ τουσ ανθρώ-πουσ κοντϑτερα, αφοϑ εύχε χωρύςει τϐςουσ και τϐςουσ. Αυτϐσ κι οι υπϊλληλού του εύχαν παρακολουθόςει περιςςϐτερουσ ςυζϑγουσ για λογαριαςμϐ των γυναικών τουσ και περιςςϐτερεσ ςυζϑγουσ για λογαριαςμϐ των αντρών τουσ απϐ οποιο-δόποτε ϊλλο γραφεύο τησ μητροπολιτικόσ περιφϋρειασ.

Ο Φϊρλαντ Ωιντ, ψηλϐσ και οςτεώδησ, γκρύζοσ ςτουσ κροτϊφουσ, με μακριϊ μϑτη που θϑμιζε γερϊκι, ντυμϋνοσ ςαν τραπεζύ-τησ, όταν κι αυτϐσ παςύγνωςτοσ ςτο επϊγγελμα, αλλϊ με μια διαφορϊ. Ϋταν παλιϊ καραβϊνα με φόμη για υψηλϋσ

προδιαγραφϋσ και λεγϐταν ϐτι εύχε κληθεύ πολλϋσ φορϋσ απϐ το FBI για να τουσ δώςει ςυμβουλϋσ, αλλϊ μη παύρνετε τα λϐγια μου τοισ μετρητούσ.

Δεν όμουν πολϑ ενημερωμϋνοσ για τον τρύτο, τον τιβ Ωμςελ, εύχα ακοϑςει μϐνο μερικϋσ τυχαύεσ παρατηρόςεισ εδώ κι εκεύ, ϐταν τον ϋδιωξε ο Λϊρι Μπϊςκομ πριν απϐ δϑο χρϐνια περύπου κι ϋβγαλε ϊδεια και νούκιαςε ϋνα δωμϊτιο κϊπου ςτο κϋντρο. Ϋταν μικρϐςωμοσ και μελαψϐσ και πολϑ κομψϐσ, με ςβϋλτα μαϑρα μϊτια που ϋπαι-ζαν προσ ϐλεσ τισ κατευθϑνςεισ, και προ-φανώσ δεν όταν τϐςο νϋοσ ϐςο ϋδειχνε. Όταν εγώ κι η ϊλι Κολτ φϑγαμε για καφϋ, ϋκανε να ςηκωθεύ απϐ την καρϋκλα του και να προτεύνει να ϋρθει μαζύ μασ, αλλϊ μετϊνιωςε.

Κϊτω ςτο μπαρ, ενώ περιμϋναμε να γύνει ο καφϋσ, εύπα ςτη ϊλι να μην ανη-ςυχεύ.

«Αν καταγγεύλουν εςϋνα και την αφε-ντικιϊ ςου για υποκλοπό τηλεφωνημϊ-των, κϊντε ϋνα τηλεφώνημα ςτον Γουϐλφ κι εκεύνοσ θα αναθϋςει τη δουλειϊ ςε μϋνα, οπϐτε θα τα τακτοποιόςω εγώ ϐλα. Φωρύσ χρϋωςη.»

«Πολϑ γλυκϐ εκ μϋρουσ ςου.» Εύχε γεύρει το κεφϊλι τησ, ώςτε να

βλϋπω την καλϑτερη γωνύα τησ γραμμόσ απϐ το αυτύ τησ μϋχρι το πιγοϑνι τησ, που όταν καλό. Δεύχνοντασ ϐτι δεν όταν μϐνο γοητευτικό κοπϋλα, αλλϊ και καλϐκαρδη, που ςκεφτϐταν τουσ ϊλλουσ.

«Θα κϊνω παρϐμοια προςφορϊ. Όταν θα πιϊςουν εςϋνα και το αφεντικϐ ςου, κϊντε ϋνα τηλεφώνημα ςτην Ντολ Μπϐ-νερ. Η αφεντικιϊ μου εύναι καλϑτερη απϐ το αφεντικϐ ςου.»

«Ϊτςι μπρϊβο,» εύπα επιδοκιμαςτικϊ. «Αφοςύωςη, αυτϐ εύναι. Τποθϋτω ϐτι η δικό ςου ειδικϐτητα εύναι να ςτριμώχνεισ το αντικεύμενο ςε μια ϊκρη και να του τα παύρνεισ ϐλα με τη γοητεύα. Αν ςκεφτεύσ ποτϋ να κϊνεισ εξϊςκηςη πϊνω μου, μπο-ρεύ να το ςκεφτώ κι εγώ, αλλϊ θα πρϋπει να ςου πω ϐτι δϑςκολα ςαγηνεϑομαι.»

άςιωςε το κεφϊλι τησ για να κοιτα-χτοϑμε κατϊματα. Σα μϊτια τησ όςαν ςκοϑρα γαλανϊ. «Μπορεύ να με δυςκο-λϋψεισ λύγο,» εύπε. «Μπορεύ να χρειαςτώ μια ολϐκληρη ώρα για να ςε κϊνω κομμϊ-τια.»

Ο καφϋσ ετοιμϊςτηκε και μασ διϋκοψε. Ώςπου να φτϊςουμε ςτο αςανςϋρ εύχα ϋτοιμη μια απϊντηςη, ςκϋτη μπουλντϐζα, αλλϊ δεν όμαςτε μϐνοι μασ κι αναγκϊ-ςτηκα να την φυλϊξω κι ϐταν ξαναβρε-

Page 35: Περιοδικο Detective Τευχος 1

35

DETECTIVE STORY

θόκαμε ςτο δωμϊτιο με τουσ ςυναδϋλ-φουσ μασ, πϊλι δεν όταν κατϊλληλο το μϋροσ. Εκεύνη ςϋρβιρε τον Νύρο Γουϐλφ πρώτο κι εγώ ςϋρβιρα την Ντολ Μπϐνερ. Αφοϑ ςερβιρύςτηκαν και οι ϊλλοι, πόγα κοντϊ ςτισ δϑο κυρύεσ ςτη γωνύα, αλλϊ δεν όθελα να κατεδαφύςω την ϊλι Κολτ μπροςτϊ ςτην εργοδϐτριϊ τησ, γι αυτϐ κουβεντιϊςαμε απλϊ για το πϐςο θα περιμϋναμε ακϐμα. Αυτϐ αποφαςύςτηκε ςϑντομα - για πϊρτη μου, πϊντωσ. Δεν εύχα πιει ϐλο τον καφϋ μου ακϐμα, ϐταν μπόκε κϊποιοσ ςτο δωμϊτιο και ανόγγειλε ϐτι ζητοϑςαν τον Νύρο Γουϐλφ και τον Ωρτςι Γκοϑντγουιν.

Ο Γουϐλφ ϊφηςε ϋναν αναςτεναγμϐ για να τον ακοϑςουν ϐλοι, ακοϑμπηςε το φλιτζϊνι του ςε μια καρϋκλα, ςηκώθηκε, και κατευθϑνθηκε προσ τη πϐρτα, κι εγώ ακολοϑθηςα, ενώ ακουγϐταν ϋνα μουρ-μουρητϐ ολϐγυρα.

Ο ΝΕΟΥΕΡΜΕΝΟ μασ οδόγηςε κϊπου

εύκοςι βόματα ςε ϋναν διϊδρομο και μασ ϋδειξε μια πϐρτα με το δϊχτυλϐ του. Σο προςωπικϐ του Τπουργεύου Εςωτερικών χρειαζϐταν εκπαύδευςη ςτουσ καλοϑσ τρϐπουσ.

Ϋταν ϋνα μϋτριο ςε μϋγεθοσ δωμϊτιο με τρύα μεγϊλα παρϊθυρα, ϐλα βρωμιςμϋνα απϐ τον καιρϐ. το κϋντρο του βριςκϐταν ϋνα τραπϋζι απϐ καρυδιϊ περικυκλωμϋνο απϐ καρϋκλεσ και κϐντρα ςτουσ τούχουσ όςαν ϋνα γραφεύο κι ϋνα μικρϐτερο τραπϋζι με ϊλλεσ καρϋκλεσ. Κϊποιοσ που καθϐταν ςτο ϋνα ϊκρο του μεγϊλου τραπεζιοϑ, με μια ςτούβα ντοςιϋ ςτα δεξιϊ του, μασ ϋδειξε καρϋκλεσ αριςτερϊ του. Ϊριξε μια ματιϊ ςτο ντοςιϋ που όταν ανοικτϐ μπροςτϊ του πϊνω ςτο τραπϋζι.

«Ϊχω τισ καταθϋςεισ ςασ εδώ, τη δικό ςασ και του κ. Γκοϑντγουιν. κϋφτηκα ϐτι θα διευκϐλυνα τα πρϊγματα αν ςασ ϋφερνα και τουσ δϑο μαζύ. Εύμαι ο Ωλμπερτ Φϊιατ, ειδικϐσ αναπληρωτόσ του Τπουρ-γοϑ για την ςυγκεκριμϋνη ϋρευνα. Η δια-δικαςύα εύναι ανεπύςημη και θα παρα-μεύνει τϋτοια εκτϐσ αν προκϑψουν ςυνθό-κεσ που απαιτοϑν καταγραφό.»

Εγώ, ςτο μεταξϑ, τον μελετοϑςα. Κοντϊ ςτα ςαρϊντα, εύτε απϐ τη μια πλευρϊ εύτε απϐ την ϊλλη, όταν ςτρωτϐσ, παντοϑ - εύχε ςτρωτϐ υγιϋσ δϋρμα, ςτρωτϊ ςκοϑρα μαλλιϊ, ςτρωτό ευχϊριςτη φωνό, ςτρωτϐ απϐτομο τρϐπο, και φοροϑςε ςτρωτό γκρύζα γκαμπαρντύνα. Βϋβαια, εύχα κϊνει εξακρύβωςη για τουσ δϑο αναπληρωτϋσ

που διαχειρύζονταν την ϋρευνα κι εύχα αναφϋρει ςτον Γουϐλφ ϐτι τοϑτοσ ο Φϊιατ όταν ςυνϋταιροσ ςε ϋνα μεγϊλο δικηγο-ρικϐ γραφεύο τησ κεντρικόσ Νϋασ Τϐρκησ, ϐτι ανακατευϐταν πολϑ με την πολιτικό, ϐτι εύχε φόμη δικηγϐρου δικαςτηρύου, πρϊγμα που ςόμαινε ϐτι του ϊρεςε να κϊνει ερωτόςεισ, κι ϐτι όταν ανϑπαντροσ.

Ϊριξε ϊλλη μια ματιϊ ςτο ντοςιϋ και εύπε:

«Πϋρυςι τον Απρύλιο, κανονύςατε να τοποθετηθεύ 'κοριϐσ' ςτο τηλϋφωνο του Ότι Ροσ ςτο διαμϋριςμϊ του ςτην 83η Οδϐ, ςτο Μανχϊταν τησ Νϋασ Τϐρκησ. Εύναι ςωςτϐ αυτϐ;»

«Ϊτςι κατϋθεςα,» απϊντηςε ο Γουϐλφ γκρινιϊρικα.

«Αυτϐ βλϋπω. Και κϊτω απϐ ποιεσ ςυνθόκεσ κανονύςατε να γύνει η υποκλοπό τηλεφωνημϊτων;»

Ο Γουϐλφ ςϊλεψε ϋνα δϊχτυλο για να δεύξει το ντοςιϋ.

«Αν ϋχετε την κατϊθεςό μου μπροςτϊ ςασ, και του κ. Γκοϑντγουιν, τα λεει ϐλα.»

«Ναι, ϋχω την κατϊθεςό ςασ, αλλϊ θα όθελα να ακοϑςω με τα αυτιϊ μου. Απαντόςτε ςτην ερώτηςη, παρακαλώ.»

Ο Γουϐλφ ϊρχιςε να κϊνει ϋναν μορφα-ςμϐ, διαπύςτωςε ϐτι δεν επρϐκειτο να ωφελόςει ςε τύποτε, και κατϋπνιξε την επιθυμύα.

«τισ 5 Απριλύου,» ϊρχιςε, «κϊποιοσ με επιςκϋφτηκε ςτο γραφεύο μου και μου εύπε ϐτι τον ϋλεγαν Ότισ Ροσ, κι ϐτι όθελε να παρακολουθηθεύ το τηλϋφωνϐ του. Σου εύπα ϐτι δεν εύχα αςχοληθεύ ποτϋ με προβλόματα αντρογϑνων. Μου απϊντηςε ϐτι το πρϐβλημϊ του δεν εύχε να κϊνει με γϊμο, ϐτι όταν χόροσ, ϐτι εύχε ποικύλα επιχειρηςιακϊ και οικονομικϊ ςυμφϋ-1ροντα κι ϐτι τα χειριζϐταν απϐ το ςπύτι του, ϐτι πρϐςφατα εύχε αρχύςει να υπο-ψιϊζεται τον γραμματϋα του για διπλϐ παιχνύδι, ϐτι ϋλειπε ςυχνϊ μύα ό δϑο μϋρεσ κϊθε φορϊ, ϐτι όθελε να ανακαλϑψει αν οι υποψύεσ του για τον γραμματϋα του όςαν βϊςιμεσ κι ϐτι αυτϐσ όταν ο λϐγοσ που όθελε να παρακολουθεύται το τηλϋφωνϐ του.»

Ο Γουϐλφ ϋςφιξε τα χεύλη του. Δεν του ϊρεςε καθϐλου να θυμϊται εκεύνη την υπϐθεςη, πϐςο μϊλλον να την αφηγεύται πϊλι. Για μια ςτιγμό μου ϋδωςε την εντϑπωςη ϐτι θα τα «ςτϑλωνε», αλλϊ ςυνϋχιςε:

«Ϋξερα, βϋβαια, ϐτι επιτρεπϐταν απϐ τον νϐμο να παρακολουθόςει κϊποιοσ το δικϐ του τηλϋφωνο, αλλϊ αρνόθηκα να

Page 36: Περιοδικο Detective Τευχος 1

36

DETECTIVE STORY

αναλϊβω την υπϐθεςη με την δικαιολογύα ϐτι δεν εύχα πεύρα ς΄ αυτϐ τον κλϊδο. Ο κϑριοσ Γκοϑντγουιν, που όταν παρών - ϐπωσ εύναι πϊντοτε ςτισ ςυζητόςεισ που γύνονται ςτο γραφεύο μου - παρενϋβη για να πει ϐτι όξερε κϊποιον που μποροϑςε να χειριςτεύ το τεχνικϐ πρϐβλημα. Και παρε-νϋβη για δϑο λϐγουσ: πρώτο, για τον νεωτεριςμϐ και την εκτροπό που θα του πρϐςφερε προςωπικϊ μια υπϐθεςη παρακολοϑθηςησ τηλεφώνου και, δεϑ-τερο, επειδό του αρϋςει να με πιϋζει να κερδύζω χρόματα αναλαμβϊνοντασ υποθϋ-ςεισ που θα προτιμοϑςα να απορρύψω. Ομολογώ ϐτι μερικϋσ φορϋσ εύναι δικαιο-λογημϋνοσ. Θα θϋλατε να παρϋμβει και τώρα για επιβεβαύωςη;»

Ο Φϊιατ κοϑνηςε το κεφϊλι του αρ-νητικϊ.

«Όταν τελειώςετε, υνεχύςτε.» «Πολϑ καλϊ. Ο κ. Ροσ ακοϑμπηςε χύλια

δολϊρια ςε μετρητϊ πϊνω ςτο γραφεύο μου - δϋκα χαρτονομύςματα των εκατϐ δολαρύων - ωσ προκαταβολό και για ϋξοδα. Εύπε ϐτι δεν μποροϑςε να πληρώςει με επιταγό γιατύ δεν ϋπρεπε να μϊθει ο γραμματεϑσ του ϐτι με εύχε προςλϊβει και, επύςησ, για τον ύδιο λϐγο, δεν ϋπρεπε να αποςταλεύ αναφορϊ ό οτιδόποτε ϊλλο ςτην διεϑθυνςό του. Θα ερχϐταν να την πϊρει ο ύδιοσ απϐ το γραφεύο μου ό θα κανϐνιζε να περϊςει κϊποιοσ ϊλλοσ. Και δεν ϋπρεπε να του τηλεφωνόςω ςτο ςπύτι του επειδό υποψιαζϐταν ϐτι, μερικϋσ φορϋσ, ο γραμματεϑσ του παρύςτανε ςτο τηλϋφωνο ϐτι όταν εκεύνοσ. Κατϊ ςυνϋ-πεια, όθελε αναφορϋσ για ϐλεσ τισ ςυζη-τόςεισ που γύνονταν απϐ το τηλϋφωνϐ του, δεδομϋνου ϐτι ϐταν μιλοϑςε εκεύνοσ απϐ τη δικό του πλευρϊ, υποθε-τικϊ, μπορεύ να όταν ο γραμματεϑσ του.»

Ο ΓΟΤΟΛΥ ϋςφιξε τα χεύλη του πϊλι. Σα

λϐγια ϋβγαιναν απϐ το ςτϐμα του με το τςιγκϋλι.

«Υυςικϊ, δεν εύχε κεντριςτεύ μϐνο η περιϋργειϊ μου, αλλϊ και οι υποψύεσ μου. Θα όταν ανώφελο να του ζητόςω τεκμη-ριωμϋνα ςτοιχεύα για την ταυτϐτητϊ του, δεδομϋνου ϐτι τα ϋγγραφα μποροϑν να πλαςτογραφηθοϑν ό να κλαποϑν, γι αυτϐ του εύπα ϐτι ϋπρεπε να ικανοποιηθώ για την καλό πύςτη του και πρϐτεινα να τον επιςκεφθεύ ο κ. Γκοϑντγουιν ςτο ςπύτι του. Δεν εύναι ανϊγκη να μου πεύτε πϐςο ανϐητη όταν αυτό η πρϐταςη, το ϋχω πει μϐνοσ μου ςτον εαυτϐ μου. υμφώνηςε

αμϋςωσ, δεδομϋνου ϐτι το περύμενε, λϋγοντασ μϐνο ϐτι κϊτι τϋτοιο ϋπρεπε να γύνει κϊποια ώρα που δεν όταν εκεύ ο γραμματεϑσ του, δεδομϋνου ϐτι μπορεύ να αναγνώριζε τον κ. Γκοϑντγουιν - ο γραμ-ματεϑσ εννοώ. τισ εννιϊ, εκεύνο το βρϊδυ, ο κ. Γκοϑντγουιν πόγε ςτη διεϑθυνςη τησ 83ησ Οδοϑ κι ανϋβηκε ςτο διαμϋριςμα του κ. Ροσ. Ϊδωςε ςτην υπηρϋτρια που του ϊνοιξε ϋνα ϐνομα - ϋνα ψευδώνυμο που εύχε ςυμφωνηθεύ απϐ πριν - και ζότηςε να δει τον κ. Ροσ κι εκεύνη τον πόγε ςτο λύ-βινγκ ρουμ ϐπου βρόκε τον πελϊτη μου να κϊθεται κοντϊ ςε ϋνα λαμπαντϋρ, διαβϊ-ζοντασ ϋνα βιβλύο και καπνύζοντασ ϋνα ποϑρο.»

Ο Γουϐλφ χτϑπηςε το τραπϋζι με ϋνα ακροδϊκτυλο.

«Σον αποκαλώ “πελϊτη” μου ςκϐπιμα γιατύ κϋρδιςα το ϐνειδοσ - που να πϊρει και να ςηκώςει, υπόρξε πελϊτησ μου! Αφοϑ ο κϑριοσ Γκοϑντγουιν ςυζότηςε μαζύ του επύ δϋκα λεπτϊ, επϋςτρεψε ςτο ςπύτι και μου ϋδωςε αναφορϊ, και ςυμφωνό-ςαμε να προχωρόςουμε με την επιχεύρηςη. Εκεύνο το βρϊδυ ο κ. Γκοϑντγουιν όρθε ςε επαφό με τον ϊνθρωπο που γνώριζε, κι ϋγιναν διακανονιςμού για την ϊλλη μϋρα. Θϋλετε τισ λεπτομϋρειεσ γι αυτϊ;»

«Όχι, αυτϊ μπορεύτε να τα παραλεύ-ψετε,» απϊντηςε ο Φϊιατ, περνώντασ ϋνα χϋρι πϊνω απϐ τα ςτρωτϊ ςκοϑρα μαλλιϊ του. «Περιλαμβϊνονται ςτην κατϊθεςη του κ. Γκοϑντγουιν.»

«Ελϊχιςτα πρϊγματα ξϋρω, ϋτςι κι αλλιώσ. Ϊγινε η υποκλοπό κι ο κ. Γκοϑντ-γουιν απϋκτηςε καινοϑργιο παιχνύδι. Δεν μποροϑςε να αφιερώςει πολϑ χρϐνο εκεύ, επειδό τον χρειϊζομαι ςτο γραφεύο λύγο-πολϑ ςυνεχώσ, και τισ περιςςϐτερεσ υπο-κλοπϋσ τισ ϋκαναν οι ϊνθρωποι που μασ προμόθευςε ο ειδικϐσ. Οϑτε καν κού-ταξα τισ αναφορϋσ, που ερχϐταν και παραλϊμ-βανε ο κ. Ροσ απϐ το γραφεύο μου, κϊθε μϋρα - μια ώρα που όμουν απαςχολημϋνοσ επϊνω, για να μη τον βλϋπω. Σην Πϋμπτη ημϋρα ο κ. Γκοϑντγουιν του ζότηςε ϊλλα χύλια δολϊρια, και τα πόρε, ςε μετρητϊ. Μου απϋμειναν πολϑ λύγα αφοϑ πλόρωςα την εξωτερικό υποκλοπό και τισ βϊρδιεσ. Ξϋρετε τι ςημαύνει εξωτερικό υποκλοπό.»

«Βϋβαια. Πρακτικϊ, ϐλεσ οι παρϊνομεσ παρακολουθόςεισ τηλεφώνων γύνονται εξωτερικϊ.»

«άςωσ να εύναι ϋτςι,» εύπε ο Γουϐλφ, γυρύζοντασ μια παλϊμη προσ τα επϊνω. «Εγώ, ϐμωσ, δεν ϋμαθα ϐτι η δουλειϊ όταν παρϊνομη παρϊ μϐνο την ϐγδοη ημϋρα

Page 37: Περιοδικο Detective Τευχος 1

37

DETECTIVE STORY

τησ επιχεύρηςησ. τισ 13 Απριλύου, ο κ. Γκοϑντγουιν πϋραςε δϑο ώρεσ ςτο μϋροσ ϐπου γινϐταν η υποκλοπό κι ϊκουςε τον ύδιο τον κ. Ροσ ςε μια ςυνομιλύα που κρϊτηςε πολϑ. Αν όταν ςτ΄ αλόθεια ο κ. Ροσ, ό ο γραμματεϑσ του που τον πλαςτο-προςωποϑςε, δεν ϋμοιαζε καθϐλου με τον πελϊτη μασ, πρϊγμα που κϋντριςε το ενδιαφϋρον του κ. Γκοϑντγουιν. Απϐ τισ αναφορϋσ που εύχε διαβϊςει κι εύχε παραδώςει ςτον πελϊτη μασ, εύχε ςυγκε-ντρώςει πολλϊ ςτοιχεύα για τα ενδιαφϋ-ροντα και τισ δραςτηριϐτητεσ του κ. Ροσ - λϐγου χϊρη, ϐτι πρϐςφατα εύχε διοριςτεύ απϐ τον Κυβερνότη πρϐεδροσ μιασ Επιτροπόσ Διερευνόςεωσ Υιλανθρωπικών Σαμεύων. Πόγε ςε ϋναν τηλεφωνικϐ θϊλαμο, τηλεφώνηςε ςτον κ. Ροσ, εύπε ϐτι όταν δημοςιογρϊφοσ απϐ την εφημερύδα Γκαζϋτ, ϋκλειςε ραντεβοϑ, πόγε ςτην διεϑθυνςη τησ 83ησ Οδοϑ και τον εύδε και μύληςε μαζύ του. Επύςησ, εύδε και τον γραμματϋα του. Οϑτε ο ϋνασ οϑτε ο ϊλλοσ όταν ο πελϊτησ μασ. Εύχα πιαςτεύ κορϐι-δο.»

Ο Γουϐλφ κατϊπιε χολό. «Εύχα πιαςτεύ μεγϊλο κορϐιδο,» ςυ-

νϋχιςε πικρϐχολα. «Ο κ. Γκοϑντγουιν επϋςτρεψε ςτο ςπύτι και μου ϋδωςε ανα-φορϊ και καθύςαμε να μελετόςουμε την κατϊςταςη. Αποφαςύςαμε να περιμϋνουμε μϋχρισ ϐτου ερχϐταν ο πελϊτησ μασ το απϐγευμα, ςτισ πεντϋμιςι, ϐπωσ ςυνόθωσ, για την καθημερινό αναφορϊ - μολονϐτι, βϋβαια, ακυρώςαμε την υποκλοπό αμϋ-ςωσ. Ϋταν φανερϐ ϐτι δεν εύχαμε ϊλλη επιλογό απϐ το να τον παραδώςουμε ςτην αςτυνομύα, με μια πλόρη αναφορϊ για την ανοηςύα μου, αλλϊ δεν μποροϑςα να κϊνω το παραμικρϐ πριν τον βϊλω ςτο χϋρι.»

Ο Γουϐλφ κατϊπιε και πϊλι. «Και δεν φϊνηκε. Δεν ξϋρω γιατύ. Εύχε

μϊθει, ύςωσ, ϐτι εύχαμε ακυρώςει την υποκλοπό ό ϐτι ο κ. Γκοϑντγουιν εύχε κϊνει επύςκεψη ςτον αληθινϐ κ. Ροσ - αλλϊ δεν ωφελοϑν οι εικαςύεσ. Δεν όρθε. Οϑτε τϐτε, οϑτε ποτϋ. Επύ ϋνα μόνα ϐλοσ ο χρϐνοσ του κ. Γκοϑντγουιν, για τον οπούο πληρώνω εγώ, αφιερώθηκε ςτην αναζό-τηςη αυτοϑ του ατϐμου, χωρύσ επιτυχύα, κι ο κ. Γκοϑντγουιν εύναι πολϑ ικανϐσ κι ϋξυπνοσ ϊνθρωποσ. Οϑτε την υπηρϋτρια κατϊφερε να βρει που τον εύχε μπϊςει ςτο διαμϋριςμα. Αφοϑ πϋραςε μια εβδομϊδα, χωρύσ αποτϋλεςμα, ϋκλειςα ραντεβοϑ να δω τον κ. Ροσ ςτο ςπύτι του, κι ϐταν ςυνα-ντηθόκαμε του εύπα τα καθϋκαςτα. Ανα-ςτατώθηκε, φυςικϊ, αλλϊ ϑςτερα απϐ

λύγη ςυζότηςη ςυμφώνηςε ϐτι δεν θα ϋβγαινε τύποτε αν πληροφοροϑςαμε τισ αρχϋσ μϋχρισ ϐτου και εφ΄ ϐςον ανακϊ-λυπτα τον δρϊςτη. Ο κ. Γκοϑντγουιν όταν μαζύ μου και του δώςαμε μια εξαντλητικό περιγραφό του πελϊτη μασ, αλλϊ δεν ςτϊθηκε δυνατϐ να τον αναγνωρύςει. Όςο για την υπηρϋτρια, εύπε ϐτι την εύχε προςλϊβει για ϋνα διϊςτημα, εύχε φϑγει χωρύσ να του δώςει την ςχετικό ειδο-πούηςη, και δεν γνώριζε το παραμικρϐ γι αυτόν.»

Ο Γουϐλφ ςταμϊτηςε, αναςτϋναξε βαθιϊ, και ϊνοιξε την καρδιϊ του.

«Ορύςτε και τα υπϐλοιπα. Ϊνα μόνα μετϊ, ο κ. Γκοϑντγουιν δεν μποροϑςε πια να αφιερώνει ϐλο του τον χρϐνο ς΄ αυτό την ιςτορύα, δεδομϋνου ϐτι εύχε ϊλλα καθόκοντα, αλλϊ δεν ϋχει ξεχϊςει καθϐ-λου τον πελϊτη μασ, ϐπωσ δεν τον ϋχω ξεχϊςει κι εγώ.»

«Τποθϋτω πωσ ϐχι,» εύπε ο Φϊιατ, χαμογελαςτϐσ. «Καλϊ θα κϊνω να ςασ πω, κ. Γουϐλφ, ϐτι εγώ προςωπικϊ πιςτεϑω την ιςτορύα που μου εύπατε.»

«Πολϑ ωραύα.» «Θα πρϋπει, ϐμωσ, να καταλϊβετε ϐτι ϋχει κϊποια αδυναμύα. Κανϋνασ ϊλλοσ εκτϐσ απϐ ςασ και τον κ. Γκοϑντγουιν δεν εύδε αυτϐν τον πελϊτη ςασ. Κανϋνασ ϊλλοσ δεν ξϋρει τι διαμεύφθηκε μεταξϑ ςασ, και δεν μπορεύτε να τον βρεύτε και δεν μπορεύ-τε να τον αναγνωρύςετε. Ειλικρινϊ, αν καταγγελθεύτε για υποκλοπό, κι αν ο ειςαγγελϋασ κινηθεύ εναντύον ςασ και καταλόξετε ςε δικαςτόριο, εύναι πολϑ πιθανϐ ϐτι θα καταδικαςτεύτε.»

Σα φρϑδια του Γουϐλφ υψώθηκαν ϋνα δϋκατο ϋκτο τησ ύντςασ. «Αν εύναι απειλό αυτϐ, τι προτεύνετε;» εύπε. «Αν εύναι απλϊ επύπληξη, μου αξύζει κι αυτό και πολλϋσ περιςςϐτερεσ. Μπορεύτε να μου κϊνετε κατόχηςη κατϊ βοϑληςη.»

«ασ αξύζει,» ςυμφώνηςε ο Φϊιατ και χαμογϋλαςε πϊλι. «Πολϑ θα το απολϊμ-βανα, αλλϊ δεν θα δώςω ςτον εαυτϐ μου την ευχαρύςτηςη. Σο γεγονϐσ εύναι ϐτι ϋχω μια ϋκπληξη για ςασ κι όθελα απλϊ να γνωριςτοϑμε πριν ςασ φϋρω αντιμϋτωπο με αυτόν.» Σο βλϋμμα του πϋταξε ςτον ϊνθρωπο που καθϐταν με την πλϊτη ςτον τούχο. «Κϐργουιν, ςτο δωμϊτιο 38 περι-μϋνει κϊποιοσ. Υϋρ΄ τον εδώ.»

Ο Κϐργουιν ςηκώθηκε και ϊνοιξε μια πϐρτα και βγόκε, αφόνοντϊσ την ανοιχτό. Ακοϑςτηκαν τα βόματϊ του ςτον διϊ-δρομο, ϑςτερα το ϊνοιγμα μιασ πϐρτασ,

Page 38: Περιοδικο Detective Τευχος 1

38

DETECTIVE STORY

μετϊ πϊλι βόματα κι ϑςτερα η φωνό του που εύπε:

«Κϑριε Φϊιατ! Ελϊτε γρόγορα!» Ϋταν περιςςϐτερο κραυγό, παρϊ κϊλε-

ςμα. Ϋταν λεσ και τον κρατοϑςε κϊποιοσ απϐ τον λαιμϐ. Γι αυτϐ, ϐταν ο Φϊιατ αναπόδηςε και κατευθϑνθηκε προσ την πϐρτα, κινόθηκα κι εγώ και τον ακολοϑ-θηςα ϋξω απϐ το γραφεύο, ςτον διϊδρομο και ςε μια ανοιχτό πϐρτα, κατϋβηκα μερι-κϊ ςκαλοπϊτια και βρϋθηκα ςε ϋνα δωμϊτιο. Βριςκϐμουν κολλητϐσ ςτον αγκώνα του ϐταν ςταμϊτηςε πλϊι ςτον Κϐργουιν, ςτην απϐ εκεύ ϊκρη ενϐσ τραπεζιοϑ, για να κοιτϊξει τον ϊνθρωπο που κειτϐταν ςτο πϊτωμα.

Ο ΑΝΘΡΨΠΟ αυτϐσ δεν όταν ςε θϋςη

να του ανταποδώςει το βλϋμμα. Κειτϐταν ανϊςκελα, με τα πϐδια ανοιχτϊ ώςτε να ςχηματύζουν ϋνα V κι όταν πολϑ καλοντυ-μϋνοσ, και γραβατωμϋνοσ, με τη μϐνη διαφορϊ ϐτι η γραβϊτα δεν όταν κϊτω απϐ τον γιακϊ του πουκαμύςου του. Ϋταν δεμϋνη ςφιχτϊ γϑρω απϐ το τρϊχηλϐ του. Μολονϐτι το πρϐςωπϐ του όταν μελα-νιαςμϋνο και τα μϊτια του πεταμϋνα ϋξω απϐ τισ κϐγχεσ τουσ, τον αναγνώριςα αμϋςωσ. Ο Κϐργουιν κι ο Φϊιατ, που τον κούταζαν προφανώσ, δεν όξεραν ϐτι βριςκϐμουν εκεύ μαζύ τουσ και ςε ϋνα δευτερϐλεπτο ϋπαψα να εύμαι εκεύ. Βγαύνοντασ ϋξω και πηγαύνοντασ ςτο ϊλλο δωμϊτιο, ϐπου καθϐταν ο Γουϐλφ με αγριωπό ϐψη, του εύπα:

«Εύναι πραγματικό ϋκπληξη. Ο πελϊτησ μασ εύναι μϋςα εκεύ πεςμϋνοσ ςτο πϊτωμα. Κϊποιοσ του ϋδεςε τη γραβϊτα ςφιχτϊ γϑρω ςτο τρϊχηλϐ του και τον ξϋκανε.»

Ϋξερα, βϋβαια, ϐτι ο μακαρύτησ εύχε τραυματύςει ϊςχημα τον αυτοςεβαςμϐ του Γουϐλφ, αλλϊ, μϋχρι εκεύνη την ςτιγμό, δεν εύχα καταλϊβει πϐςο βαθιϊ εύχε μπηχτεύ το μαχαύρι. Προφανώσ, αφοϑ ϊκουςε να του λϋω ϐτι μϋςα εκεύ βριςκϐταν ο πελϊτησ μασ, τα αυτιϊ του εύχαν πϊψει να λειτουργοϑν. ηκώθηκε απϐ την καρϋκλα του κι ϋκανε ϋνα βόμα προσ τη πϐρτα, ϑςτερα ςταμϊτηςε, και με αγριοκούταξε.

«Ψ,» εύπε, επιςτρϋφοντασ ςτην πραγμα-τικϐτητα. «Νεκρϐσ;»

«Ναι. τραγγαλιςμϋνοσ.» «Δεν θα νοιώςω καμιϊ ικανοπούηςη αν

τον δω νεκρϐ.» Κούταξε την πϐρτα, ϑςτερα πϊλι εμϋνα, κϊθιςε, ακοϑμπηςε τισ παλϊ-μεσ του ςτην επιφϊνεια του γραφεύου και

ϋκλειςε τα μϊτια του. Ύςτερα απϐ λύγο τα ϊνοιξε πϊλι. «Σο παλιοκϊθαρμα!» εύπε. «Ζωντανϐσ με εξαπϊτηςε και τώρα νεκρϐσ ποιοσ ξϋρει ςε τι μπελϊδεσ θα με βϊλει. άςωσ αν πηγαύναμε... αλλϊ ϐχι. Απλϊ, εύμαι ϋξαλλοσ.» ηκώθηκε πϊλι. «Ϊλα,» εύπε και ξεκύνηςε προσ την πϐρτα.

Μπόκα μπροςτϊ του. «Μια ςτιγμό,» εύπα. «Θϋλω κι εγώ να πϊμε ςτο ςπύτι μασ, αλλϊ ξϋρεισ πολϑ καλϊ ϐτι δεν μποροϑμε να το ςκϊςουμε.»

«Κι εγώ το ξϋρω. Αλλϊ θϋλω να ρύξω μια ματιϊ ςτουσ ςυναδϋλφουσ μασ. Πϊμε.»

Παραμϋριςα και τον ϊφηςα να προ-πορευτεύ και να πϊει ςτην αύθουςα απ΄ ϐπου εύχαμε βγει. Μπαύνοντασ ξωπύςω του, ϋκλειςα την πϐρτα. Σα δϑο θηλυκϊ βρύςκονταν ακϐμα ςτη γωνιϊ τουσ, αλλϊ οι τρεισ ϊντρεσ εύχαν κϊνει ομϊδα, προφα-νώσ ϋχοντασ ςπϊςει τον πϊγο. Γϑριςαν και μασ κούταξαν κι ο Σζϋι Κερ φώναξε:

«Σι, ακϐμα ελεϑθεροι εύςαςτε; Πώσ τον βρόκατε;»

Ο Γουϐλφ ςτϊθηκε και τουσ κούταξε καλϊ-καλϊ. Σο ύδιο ϋκανα κι εγώ. ΄ εκεύνο το ςημεύο δεν υπόρχε ιδιαύτεροσ λϐγοσ για να πιςτϋψει κανϋνασ ϐτι κϊποιοσ απ΄ αυτοϑσ εύχε δϋςει την γραβϊτα γϑρω απϐ τον λαιμϐ του πελϊτη μασ, αλλϊ ο εν λϐγω πελϊτησ εύχε, χωρύσ ςυζότηςη, ςχϋςη με υποκλοπϋσ τηλεφωνημϊτων και ϐλοι αυτού εύχαν κλητευθεύ προκειμϋνου να απαντόςουν ςε ερωτόςεισ ςχετικϋσ με τισ υποκλοπϋσ τηλεφωνημϊτων. Γι αυτϐ κι ο Γουϐλφ, αλλϊ και του λϐγου μου, ςταθό-καμε και τουσ κοιτϊξαμε καλϊ-καλϊ. Κανϋ-νασ απϐ δαϑτουσ δεν ϊρχιςε να τρϋμει, οϑτε χλϐμιαςε, οϑτε ϋγλειψε τα χεύλη του, οϑτε ϋπαθε κρύςη.

«Κυρύεσ και κϑριοι,» εύπε ο Γουϐλφ, «εύμαςτε ςυνϊδελφοι και μϋλη ενϐσ επαγγελματικοϑ ςωματεύου και, κατϊ ςυνϋπεια, θα περιμϋνατε ϐτι θα μοιραςτώ μαζύ ςασ ϐποια πληροφορύα ϋχω ςχετικό με το κοινϐ μασ ςυμφϋρον. Ψςτϐςο, μϐλισ πληροφορόθηκα ϋνα περιςτατικϐ που ςυνϋβη ςε τοϑτο το κτύριο ςόμερα το πρωύ, που θα ϋχει ςαν αποτϋλεςμα να υποςτοϑμε, κι εγώ κι ο κ. Γκοϑντγουιν, ςτενοχώρια και ενδεχϐμενη παρενϐχληςη. Δεν ϋχω λϐγο να υποθϋτω ϐτι όταν ανακατωμϋνοσ κανϋνασ απϐ εςϊσ, αλλϊ δεν αποκλεύεται, κι αν δεν όςαςτε ανα-κατωμϋνοι δεν θα κερδύζατε τύποτε μαθαύ-νοντϊσ το απϐ εμϋνα, γι αυτϐ θα αφόςω κϊποιον ϊλλο να ςασ δώςει την πλη-ροφορύα. Δεν θα χρειαςτεύ να περιμϋνετε πολϑ. το μεταξϑ, παρακαλώ, κατϊνοό-

Page 39: Περιοδικο Detective Τευχος 1

39

DETECTIVE STORY

ςτε ϐτι δεν θϋλω να ςασ προςβϊλλω ϋτςι που ςασ κοιτϊζω επύμονα. Απλϊ με ενδιαφϋρει το ενδεχϐμενο ϐτι ϋνασ απϐ εςϊσ ενδϋχεται να εύναι ανακατωμϋνοσ. Αν...»

«Σι διϊβολο!» ρουθοϑνιςε ο τιβ Ωμςελ. Σα γρόγορα μαϑρα μϊτια του εύχαν φωτιςτεύ επύ τϋλουσ. «Ϊχεισ να πεισ κϊτι;»

«Εύναι καλϐ το ςενϊριο και μου αρϋςει,» εύπε ο Κερ. «υνϋχιςε.»

Η φωνό του όταν ψιλό και υψωμϋνη, αλλϊ αυτϐ δεν όταν ςημϊδι ϐτι εύχε ςτραγγαλύςει ϊνθρωπο. Ϊτςι όταν η φωνό του.

Ο Φϊρλαντ Ωιντ, που θϑμιζε τραπεζύτη, ξερϐβηξε.

«Αν δεν εύμαςτε ανακατωμϋνοι,» εύπε, «δεν μασ ενδιαφϋρει. Εύπεσ ςε τοϑτο το κτύριο, ςόμερα το πρωύ; Σι περιςτατικϐ;»

Ο Γουϐλφ κοϑνηςε το κεφϊλι του αρνητικϊ κι εξακολοϑθηςε να ςτϋκεται και να κοιτϊζει γϑρω ϋντονα. Ακϐμα δεν εύχε πϊθει κανϋνασ κρύςη. Αντύθετα, μιλοϑςαν, και το γενικϐ ςυναύςθημα ϋδει-χνε να εύναι ανακοϑφιςη που τουσ εύχε προςφϋρει κϊποιοσ ϋνα θϋμα για ςυζό-τηςη. Ο τιβ Ωμςελ πρϐτεινε να βϊλουν η Ντολ Μπϐνερ κι η ϊλι Κολτ τον Γουϐλφ ανϊμεςϊ τουσ και να τον αναγκϊςουν να τα πει ϐλα, αλλϊ οι κυρύεσ αρνόθηκαν ευγενικϊ.

Ο ΓΟΤΟΛΥ ςτεκϐταν ακϐμα και τουσ

κούταζε καλϊ-καλϊ, ϐταν η πϐρτα ϊνοιξε διϊπλατα κι ϋκανε την εμφϊνιςό του ο Ωλμπερτ Φϊιατ. Βλϋποντασ τον Γουϐλφ, ςταμϊτηςε και εύπε:

«Α, εδώ εύςαι.» Μια τοϑφα απϐ τα ςτρωτϊ μαλλιϊ του εύχε φϑγει απϐ τη θϋςη τησ. Κούταξε προσ το μϋροσ μου. «Κι εςϑ. Μπόκεσ πύςω μου και τον εύδεσ, ϋτςι;»

Σου απϊντηςα καταφατικϊ. «Κι ϋφυγεσ βιαςτικϊ;» «Βϋβαια. Εύχεσ πει ςτον Γουϐλφ ϐτι του

φϑλαγεσ μια ϋκπληξη κι ϋςπευςα να του πω τι ϋκπληξη όταν.»

«Σον αναγνώριςεσ;» «Ναι. Ο πελϊτησ που ςου εύχε πει ο

Γουϐλφ.» «Πολϑ θα όθελα να τον ϋχω δει ζωντα-

νϐ,» πετϊχτηκε ο Γουϐλφ. «άςωσ. Αςφαλώσ, θα το εύπεσ και ςτουσ

ϊλλουσ.» «Όχι, κϑριε.» «Δεν το εύπεσ;» «Όχι.» Σα μϊτια του Φϊιατ ϋκαναν γϑρο.

«Προφανώσ εύςαςτε ϐλοι εδώ. Σζϋι Κερ;»

«Εδώ,» εύπε ο Κερ. «Φϊρλαντ Ωιντ;» «Παρών.» «τύβεν Ωμςελ;» Ο Ωμςελ ϑψωςε ϋνα χϋρι. «Θιοντολύνα Μπϐνερ;» «Εδώ εύμαι, και μϊλιςτα δϑο ολϐκληρεσ

ώρεσ και...» «Μια ςτιγμό, δεςποινύσ Μπϐνερ. ϊλι

Κολτ;» «Παροϑςα.» «Εντϊξει. Η ακρϐαςη που κϊνω για

λογαριαςμϐ του υπουργοϑ αναςτϋλλεται προςωρινϊ, αλλϊ θα παραμεύνετε ς΄ αυτό την αύθουςα. Βρϋθηκε ϋνα πτώμα ςε κϊποιο δωμϊτιο αυτοϑ του κτιρύου. Κϊποιοσ που υποτύθεται ϐτι δολοφονό-θηκε. Υυςικϊ, αυτϐ εύναι θϋμα τησ αςτυ-νομύασ και θα θελόςουν να ςασ εξετϊςουν. Δεν μπορώ να πω απϐ τώρα πϐτε θα οριςτεύ η ακρϐαςη και να θεωρόςετε ϐτι οι κλητεϑςεισ ςασ ϋχουν αναςταλεύ, δεν ϋχουν ακυρωθεύ. Μη βγεύτε απ΄ αυτό την αύθουςα μϋχρισ ϐτου ϋρθει η αςτυνομύα.»

Ϊκανε να φϑγει, αλλϊ τον ςταμϊτηςε μια φωνό.

«Ποιοσ εύναι ο δολοφονημϋνοσ;» Ρωτοϑςε ο Φϊρλαντ Ωιντ. «Θα ςασ πει η αςτυνομύα. Δεν εύναι δικό

μου δικαιοδοςύα, δϐξα ςοι ο Θεϐσ.» «Κϑριε Φϊιατ.» Η φωνό τησ Ντολ

Μπϐνερ όταν καθαρό και κοφτό. Εύχε ςηκωθεύ απϐ το κϊθιςμϊ τησ. «Εύςαςτε ο κϑριοσ Φϊιατ, δεν εύναι ϋτςι;.»

«Ναι, εύμαι.» «Εγώ κι η δεςποινύσ Κολτ φϊγαμε

πρωινϐ πολϑ νωρύσ και πεινϊμε. Θα πϊμε να πϊρουμε κϊτι για φαγητϐ.»

Πολϑ θαρραλϋα, ςκϋφτηκα. Θα πρϋπει να όξερε ϐτι ϋνασ δολοφϐνοσ υποτύθεται ϐτι νιώθει νηςτικϐσ κι ϐτι θϋλει ϋνα γερϐ γεϑμα, αφοϑ ςκοτώςει ϊνθρωπο. Ο Φϊιατ τησ απϊντηςε ϐτι θα ϋπρεπε να περιμϋνει την αςτυνομύα, αγνϐηςε μια διαμαρτυρύα εκ μϋρουσ του τιβ Ωμςελ, βγόκε κι ϋκλειςε την πϐρτα πύςω του.

Οι υπϐλοιποι αλληλοκοιτϊχτηκαν. Με εύχαν απογοητεϑςει πολϑ. ε πολλϋσ περιπτώςεισ εύχα βρεθεύ με λογιών-λογιών ϊτομα ςχετικϊ με μια υπϐθεςη φϐνου, αλλϊ τοϑτη εδώ όταν η πρώτη φορϊ που όςαν ϐλοι αποκλειςτικϊ ιδιωτικού ντετϋ-κτιβσ και θα περύμενε κανϋνασ ϐτι θα όςαν πιο γρόγοροι ςτο μπαλϊκι απϐ το κανο-νικϐ. Όχι, ϐμωσ. Μια ομϊδα μϋςου ϐρου θα χρειαζϐταν ϋνα λεπτϐ ύςωσ για να απορρο-

Page 40: Περιοδικο Detective Τευχος 1

40

DETECTIVE STORY

φόςει το ςοκ τησ αναγγελύασ του Φϊιατ και να ριχτεύ ςτον Γουϐλφ και ςε μϋνα, και τϐςο περύπου χρειϊςτηκαν κι εκεύνοι.

Πρώτοσ αφυπνύςτηκε ο τιβ Ωμςελ. Εύχε το μιςϐ περύπου μϋγεθοσ του Γουϐλφ και, κοιτϊζοντϊσ τον απϐ κοντϊ, όταν ανα-γκαςμϋνοσ να γϋρνει το κεφϊλι του προσ τα πύςω για να πϊρουν τα ςβϋλτα μαϑρα μϊτια του ευθεύα γραμμό.

«Ώςτε αυτϐ όταν το περιςτατικϐ. Υϐνοσ. Εντϊξει, λοιπϐν. Ποιοσ εύναι ο πεθαμϋνοσ;»

«Ναι,» ςιγοντϊριςε ο Σζϋι Κερ. «Ο Γκοϑντγουιν τον αναγνώριςε. Πεσ μασ το ϐνομϊ του.»

Η Ντολ Μπϐνερ πληςύαςε γεμϊτη προςδοκύα, με την ϊλι κολλητϊ πύςω τησ.

«Αν ϊκουςα καλϊ, κ. Γουϐλφ,» εύπε ο Φϊρλαντ Ωιντ, «όταν πελϊτησ ςου.»

Εύχαν αρχύςει να ςτριμώχνουν τον Γουϐλφ κι εκεύνοσ ϋκανε ϋνα βόμα πύςω.

«Δεν μπορώ να ςασ πω ποιοσ όταν,» εύπε, «επειδό δεν ξϋρω. Οϑτε κι ο κ. Γκοϑντγουιν ξϋρει. Δεν ξϋρουμε το ϐνομϊ του.»

Η ϊλι Κολτ ϋκανε να χαςκαρύςει, αλλϊ το πρϐλαβε.

«Κουταμϊρεσ!» ϋκανε ο τιβ Ωμςελ, απηυδιςμϋνοσ. «Δεν τον αναγνώριςε ο Γκοϑντγουιν; Σι θα παύξουμε εδώ χϊμω, την κολοκυθιϊ;»

«Κι όταν πελϊτησ ςου;» ϋκρωξε ο Σζϋι Κερ.

«Μόπωσ τη μετατρϋπεισ ςε φϊρςα ϐλη αυτό την ιςτορύα, κ. Γουϐλφ;» διαμαρτυ-ρόθηκε η Ντολ Μπϐνερ. «Εςϑ, με τη φόμη ςου; Ϊχεισ την απαύτηςη να πιςτϋψουμε ϐτι πόρεσ κϊποιον για πελϊτη ςου χωρύσ να μϊθεισ ποτϋ το ϐνομϊ του;»

«Όχι.» Ο Γουϐλφ ϋςφιξε τα χεύλη του κι ϑςτερα τα ϊφηςε ελεϑθερα. «Κυρύεσ και κϑριοι, εύμαι υποχρεωμϋνοσ να επικα-λεςθώ την μακροθυμύα ςασ. Σο πιο ανϐητο ςφϊλμα που ϋκανα ποτϋ ςτη ζωό μου όρθε και με βρόκε εδώ, ςόμερα, για να με λυπόςει βαθϑτατα και πιθανϐν να με καταςτρϋψει. Σι ϊλλο θϋλετε; Σι μεγαλϑ-τερο ϐνειδοσ; Ο κ. Γκοϑντγουιν τον ανα-γνώριςε, υπόρξε πελϊτησ μου, και πριν και μετϊ απϐ την περύοδο που εργϊςτηκα για λογαριαςμϐ του, δεν ξϋρω το παραμικρϐ γι αυτϐν. Αυτϐ εύναι ϐλο.»

ΠΛΗΙΑΕ μια καρϋκλα που ακου-

μποϑςε ςτον τούχο, κϊθιςε, ςτόριξε τισ γροθιϋσ του πϊνω ςτουσ μηροϑσ του κι ϋκλειςε τα μϊτια του.

Πληςύαςα κι εγώ και χαμόλωςα τη φωνό μου.

«Ϊχεισ τύποτε οδηγύεσ;» «Όχι,» απϊντηςε με τα μϊτια κλειςτϊ

πϊντοτε. «Όπωσ ξϋρεισ, εδώ ςτο Όλμπανι εύναι ο

Σζιλ Σϐμπερ. ύγουρα ξϋρει τουσ αςτυνομι-κοϑσ. Να πϊω να βρω ϋνα τηλϋφωνο και να του ςημϊνω ςυναγερμϐ για την περύπτωςη που θα χρειαςτοϑμε τύποτε ςτοιχεύα;»

«Όχι.» Ϋταν φανερϐ ϐτι δεν εύχε ϐρεξη για

κουβϋντα. Πληςύαςα τουσ ςυναδϋλφουσ, που ςχημϊτιζαν ακϐμα ομϊδα, και τουσ εύπα:

«Αν θϋλετε να κουβεντιϊςετε για την ανοηςύα μασ, μη ςασ εμποδύζω εγώ. άςωσ πεύτε και τύποτε χρόςιμο.»

«Ποϑ εύναι το πτώμα;» ρώτηςε ο τιβ Ωμςελ.

«το δωμϊτιο 38, ςτο διϊδρομο.» «Απϐ τι πϋθανε;» «Απϐ τη γραβϊτα του γϑρω ςτο λαιμϐ

του. Τποθϋτω ϐτι θα μποροϑςε να την δϋςει μϐνοσ του. Δεν προτιμώ αυτό την εκδοχό, και μπορεύ να τον καλμϊριςαν πρώτα με ϋνα χτϑπημα ςτο κεφϊλι με ϋνα βαρϑ μπροϑτζινο ςταχτοδοχεύο. Εύδα ϋνα ςτο πϊτωμα.»

«Εςϑ κι ο Γουϐλφ όρθατε τελευταύοι, ςόμερα το πρωύ,» εύπε ο Φϊρλαντ Ωιντ. «Σον εύδατε καθώσ ερχϐςαςτε;»

Σου ϋκανα ϋνα μορφαςμϐ. «Θ΄ ακοϑςου-με πολλϋσ τϋτοιεσ ερωτόςεισ απϐ την αςτυνομύα,» εύπα. «Λυπόςου μασ. Εύμαςτε μϋλη ενϐσ επαγγελματικοϑ ςωματεύου. Θα μου κϊνεισ κι εςϑ ανϊκριςη;»

«Καθϐλου,» απϊντηςε ςφιγμϋνα. «Απλϊ ςκϋφτηκα ϐτι αν το δωμϊτιο βρύςκεται ανϊμεςα ς΄ αυτϐ το δωμϊτιο και το αςαν-ςϋρ, κι όταν ανοιχτό η πϐρτα, μπορεύ να τον εύδατε, ακϐμα και να του μιλόςατε. Υυςικϊ, δεν εύχα ςκοπϐ...»

Σον διϋκοψαν. Ωνοιξε η πϐρτα και μπόκε κϊποιοσ, ϋνασ τερϊςτιοσ πύθηκοσ με φαρδιϋσ πλϊτεσ, που δεν εύχε αρκετϊ χαρακτηριςτικϊ για να γεμύςουν το τερϊ-ςτιο ςτρογγυλϐ πρϐςωπϐ του. Ϊκλειςε τη πϐρτα, ςτϊθηκε, μασ μϋτρηςε ςαλεϑοντασ τα χεύλη του κι ϑςτερα τρϊβηξε μια καρϋκλα κοντϊ ςτη πϐρτα και κϊθιςε. Δεν εύπε κουβϋντα.

Και πϊλι οι επαγγελματύεσ μασ με απογοότευςαν. Ϋξεραν πολϑ καλϊ ϐτι η παρουςύα ενϐσ αςτυνομικοϑ δεν εύχε καμιϊ επύπτωςη ςτην ελευθερύα τουσ να ςυζητοϑν και, ϐςο για διακριτικϐτητα, μια

Page 41: Περιοδικο Detective Τευχος 1

41

DETECTIVE STORY

ματιϊ ςτη φϊτςα του αρκοϑςε για να καταλϊβει κανϋνασ ϐτι το ϊτομο αυτϐ δεν διϋθετε τον νοητικϐ μηχανιςμϐ για να καταγρϊψει και να αναφϋρει οτιδόποτε ϊκουγε, αν όταν ςε θϋςη να ακοϑςει. Ϊκλειςαν τα ςτϐματϊ τουσ, ϐμωσ, και τα κρϊτηςαν κλειςτϊ πϊνω απϐ μύα ώρα. Ϊτςι για να βεβαιωθώ, ϋκανα μερικϋσ απϐπειρεσ να πιϊςω κουβϋντα, αλλϊ δεν ϋγινε τύποτε. Οι κυρύεσ εύχαν επιςτρϋψει ςτη γωνύα τουσ κι ϋκανα απϐπειρα και μ΄ αυτϋσ, και μου δϐθηκε η εντϑπωςη ϐτι η ϊλι Κολτ εύχε την διϊθεςη να χαλαρώςει την ϋνταςη με λύγο δοϑναι και λαβεύν, αλλϊ η Ντολ Μπϐνερ δεν εύχε καμιϊ τϋτοια διϊθεςη κι όταν το αφεντικϐ.

Μϐλισ εύχα κοιτϊξει το ρολϐι μου κι εύχα δει ϐτι η ώρα όταν μύα και δϋκα ϐταν η πϐρτα ϊνοιξε πϊλι. Σοϑτη τη φορϊ όρθαν δϑο. Αυτϐσ που πόγαινε μπροςτϊ όταν ϋνα και ογδϐντα πϋντε με μακριϊ ςτενό φϊτςα και γκρύζα μαλλιϊ. τϊθηκε ςτα τρύα βόματα, ϋφερε τα μϊτια του βϐλτα, και μασ εύπε:

«Εύμαι ο Λύον Γκρουμ, προώςτϊμενοσ των ντετϋκτιβσ τησ πϐλησ Όλμπανι .»

Ϊκανε παϑςη, περιμϋνοντασ χειροκρϐ-τημα ύςωσ, αλλϊ δεν χειροκρϐτηςε κανϋ-νασ. Η ϋκφραςη του προςώπου του όταν ανώτερου ϐντοσ, το ύδιο κι ο τϐνοσ τησ φωνόσ του, πρϊγμα που όταν φυςικϐ κϊτω απϐ τισ ςυνθόκεσ. Δεν δύνεται ςυχνϊ η ευκαιρύα ςε ϋναν προώςτϊμενο ντετϋ-κτιβσ να απευθυνθεύ ςε ϋνα ακροατόριο που αποτελεύται αποκλειςτικϊ απϐ ιδιω-τικοϑσ ντετϋκτιβσ, μια ρϊτςα που θα όθελαν να ςβόςουν απϐ τον χϊρτη, κι ϐχι μϐνο αυτϐ, αλλϊ εύμαςτε ϐλοι απϐ τη με-γϊλη πϐλη, πρϊγμα που μασ καταντοϑςε ςκϋτη λϊςπη.

«Θα ςασ εύπαν,» ςυνϋχιςε, «ϐτι δια-πρϊχτηκε φϐνοσ ςε ϋνα απϐ τα δωμϊτια του ορϐφου κι ϐτι εύςαςτε υπϐ κρϊτηςη για ανϊκριςη. Ο Νύρο Γουϐλφ κι ο Ωρτςι Γκοϑντγουιν να ϋρθουν μαζύ μου. Σώρα. Οι υπϐλοιποι θα πϊτε, ϋνασ-ϋνασ, να δεύτε το πτώμα.» Ϊδειξε το ςϑντροφϐ του με ϋνα δϊχτυλο. «Αυτϐσ ο ϊνθρωποσ θα ςασ ρωτόςει τι εύδουσ ςϊντουιτσ προτιμϊτε και θα ςασ τα φϋρουν. Κερνϊει η πϐλη του Όλμπανι. Εύςαι η Θιοντολύνα Μπϐνερ;»

«Ναι.» «Θα ϋρθει μια αςτυνομικύνα, απϐ ςτιγμό

ςε ςτιγμό, για την περύπτωςη που θα πρϋπει να ςασ γύνει ςωματικό ϋρευνα.»

«Με τη ςυγκατϊθεςό μασ,» εύπε ο τιβ Ωμςελ.

«Και βϋβαια με την ςυγκατϊθεςό ςασ. Νύρο Γουϐλφ; Ϊλα μαζύ μου, εςϑ κι ο Ωρτςι Γκοϑντγουιν.»

Ο Γουϐλφ ςηκώθηκε και κατευθϑνθηκε προσ την πϐρτα, λϋγοντασ, καθώσ περνοϑ-ςε απϐ μπροςτϊ μου.

«Ϊλα, Ωρτςι.» Αυτϐσ πλόρωνε τον μιςθϐ μου και δεν

επρϐκειτο να αφόςει κανϋναν ϊλλο να μου δύνει εντολϋσ.

ΣΟΝ διϊδρομο όςαν τρύα ϊτομα, ϋνα με

πολιτικϊ, και ςπουδαύο ϑφοσ, και δϑο ϋνςτολοι και με ϑφοσ βαριεςτημϋνο, που φϑλαγαν ϋνα φορεύο του νεκροτομεύου κοντϊ ςτην πϐρτα του δωματύου 38. Μϋςα ςτο δωμϊτιο βρύςκονταν ϊλλοι τρεισ - επιςτόμονεσ τοϑτοι εδώ, δϑο με ςϑνεργα για λόψη δακτυλικών αποτυπωμϊτων κι ϋνασ με μια φωτογραφικό μηχανό. Διϋκο-ψαν τη δουλειϊ τουσ για να κοιτϊξουν καθώσ ο Γκρουμ, αφοϑ μασ εύπε να μην αγγύξουμε τύποτε, οδόγηςε τον Γουϐλφ ςτο πτώμα, παρακϊμπτοντασ το τραπϋζι. Εκτϐσ του ϐτι του εύχαν ιςιώςει τα πϐδια και του εύχαν αφαιρϋςει την γραβϊτα, το πτώμα δεν εύχε αλλϊξει πολϑ.

Ο Γουϐλφ το κούταξε ςκυθρωπϐσ. «Σον αναγνωρύζεισ;» τον ρώτηςε ο

Γκρουμ. «Όχι,» απϊντηςε ο Γουϐλφ. «Δεν ξϋρω

ποιοσ εύναι. Σον αναγνωρύζω, πϊντωσ, ωσ το ϊτομο που με επιςκϋφτηκε, μου εύπε ϐτι τον ϋλεγαν Ότισ Ροσ και με προςϋλαβε. Αργϐτερα, ϋμαθα ϐτι δεν όταν ο Ότισ Ροσ - τουλϊχιςτον ϐχι ο Ότισ Ροσ που εύχε ιςχυριςτεύ ϐτι όταν. Ο κ. Γκοϑντγουιν, που τον εύχε δει ϐχι μύα, αλλϊ εννιϊ φορϋσ, κατϋθεςε όδη ϐτι εύναι εκεύνο το ϊτομο.»

«Ξϋρω. Εξακολουθεύσ να ϋχεισ την ύδια γνώμη, κ. Γκοϑντγουιν;»

«Όχι γνώμη.» Αφοϑ μποροϑςε ο Γουϐλφ να διορθώςει τη ςωςτό επιλογό λϋξεων το ύδιο μποροϑςα να κϊνω κι εγώ. «Πεπούθη-ςη. Αυτϐσ εύναι - όταν.»

«Σϐτε μποροϑμε - α, ναι!» τρϊφηκε προσ το τραπϋζι, ϋδειξε ϋνα αντικεύμενο πϊνω του και ρώτηςε ϋναν απϐ τουσ επιςτόμονεσ: «Ξεμπϋρδεψεσ με αυτϐ το ςταχτοδοχεύο, Γουϐλσ;»

«Ξεμπϋρδεψα, Αςτυνϐμε. Σο εξϋταςα.» «Σϐτε, μπορεύσ να βοηθόςεισ λύγο,

Γκοϑντγουιν, αν ϋχεισ την καλοςϑνη. Ϊνα πεύραμα. Πϊρ΄ το και κρϊτα το ϐπωσ θα το κρατοϑςεσ για να χτυπόςεισ κϊποιον ςτο κεφϊλι. Με φυςικϐτητα, χωρύσ να ςκϋ-φτεςαι.»

Page 42: Περιοδικο Detective Τευχος 1

42

DETECTIVE STORY

«Αςφαλώσ,» εύπα και πόρα το ςτα-χτοδοχεύο. Ζυγύζοντϊσ το θα ϋλεγα ϐτι εύχε βϊροσ κϊπου μιςϐ κιλϐ και προφανώσ μεγαλϑτερο. «Τπϊρχουν δϑο τρϐποι, καλού κι οι δϑο. Ϋ το πιϊνεισ απϐ τον περύγυρο, ϋτςι, αυτϐσ θα όταν ο καλϑτεροσ τρϐποσ αν εύχε χώρο και χρϐνο για να του δώςεισ φϐρα» - ϋκανα την κύνηςη για να τουσ δεύξω - «ό, με μεγϊλο χϋρι και μακριϊ δϊ-χτυλα, ςαν τα δικϊ μου, το χουφτιϊζεισ, ϋτςι, και μπορεύσ να πϊρεισ φϐρα ό να χτυπόςεισ απϐ πϊνω ό απϐ κϊτω.» Ϊκανα παρϊςταςη με ϋνα γερϐ χτϑπημα, ϑςτερα ϋπιαςα το ςταχτοδοχεύο με το αριςτερϐ ϋβγαλα με το δεξύ μου ϋνα μαντύλι κι ϊρχιςα να το ςκουπύζω ςφιχτϊ.

«Καθϐλου καλό παρϊςταςη,» εύπε ο Γκρουμ. «Η κωμωδύα ςου μπορεύ να ϋχει μεγϊλη πϋραςη ςτη μεγαλοϑπολη ϐπου μϋνεισ, αλλϊ εδώ ςτην πϐλη του Όλμπανι δεν μασ αρϋςει καθϐλου. Δεν πρϐκειται να κερδύςεισ τύποτε.»

«Μα τι θα κϋρδιζα;» ρώτηςα. «Σι όθελεσ να κϊνω, να αρνηθώ να το αγγύξω;»

Αποτελεύωςα το ςκοϑπιςμα κι ακοϑ-μπηςα το ςταχτοδοχεύο ςτο τραπϋζι.

«Ελϊτε μαζύ μου,» εύπε ο Γκρουμ και ξεκύνηςε.

Σον ακολουθόςαμε και βγόκαμε ςτο διϊδρομο και προχωρόςαμε περύπου μϋχρι το τϋλοσ του, ϐπου ϊνοιξε μύα πϐρτα και ςτϊθηκε ςτο πλϊι για να περϊςουμε μϋςα. Σοϑτο εδώ όταν ϋνα γωνιακϐ δωμϊτιο με παρϊθυρα και ςτισ δϑο πλευρϋσ κι εύχε και δϑο χαλιϊ. Καθιςμϋνοσ ςε ϋνα γραφεύο με ϋνα παρϊθυρο πύςω του όταν ο Ωλμπερτ Φϊιατ και μιλοϑςε ςτο τηλϋφωνο.

Ϊνα ϊτομο με μεγϊλα αυτιϊ και μια ουλό ςτο μϊγουλο μασ πληςύαςε και ρώτηςε τον Γκρουμ πώσ όθελε να τοπο-θετηθοϑν οι καρϋκλεσ. Ϊτςι που να αντι-κρύζουμε το παρϊθυρο εγώ κι ο Γουϐλφ, φυςικϊ. Ώςπου να τελειώςει το τηλεφώ-νημα ο Φϊιατ, εύχαμε βολευτεύ, εγώ κι ο Γουϐλφ πλϊι-πλϊι κι ο ϊνθρωποσ με τα με-γϊλα αυτιϊ ςε ϋνα μικρϐ τραπϋζι εκεύ κοντϊ, με ϋνα ςημειωματϊριο μπρο-ςτϊ του κι ϋνα ςτυλϐ ϋτοιμο.

Ο Φϊιατ ςηκώθηκε και προςκϊλεςε τον Γκρουμ να καθύςει ςτο γραφεύο κι ο Γκρουμ εύπε ϐχι ευχαριςτώ και παρϋμεινε ςτην καρϋκλα του, ςτο πλϊι του γραφεύου, ϋτςι που να μασ βλϋπει. Ϊδωςε την προςοχό του ςτον Γουϐλφ.

«Ο κ. Φϊιατ μου ϋδωςε και διϊβαςα την κατϊθεςό ςου,» εύπε, «Σην κατϊθεςη που ϋκανεσ ςτον Τπουργϐ αναφορικϊ με τισ υποκλοπϋσ τηλεφωνημϊτων. Επύςησ, μου

ανϋφερε ϐτι του εύπεσ ςόμερα το πρωύ - απλϊ μια επανϊληψη οριςμϋνων κομμα-τιών τησ κατϊθεςησ. Μόπωσ θϋλεισ να την αλλϊξεισ τώρα;»

«Όχι, κϑριε.» «Θϋλεισ να προςθϋςεισ τύποτε ς΄ αυτό;» «Εξαρτϊται. Αν εύμαι ϑποπτοσ για φϐνο,

ό αν εύναι ϑποπτοσ ο κ. Γκοϑντγουιν, θϋλω να προςθϋςω κϊτι. Εύμαςτε ϑποπτοι;»

«Ασ το ποϑμε ϋτςι. Δεν ςασ ϋχει απαγ-γελθεύ κατηγορύα. ασ κρατϊει η αςτυ-νομύα για ανϊκριςη προκειμϋνου να μϊθει αν γνωρύζετε τύποτε για τον φϐνο ενϐσ ατϐμου με το οπούο παραδεχϐςαςτε ϐτι εύχατε κϊποια ςχϋςη και εναντύον του οπούου εύχατε κϊποιο παρϊπονο. Εύχατε κϊποιο παρϊπονο, ϋτςι;»

«Και βϋβαια εύχα. Θϋλω να κϊνω κι ϊλλη κατϊθεςη.»

«Προχώρα.» «Με κλότευςε ο Τπουργϐσ για να

παρουςιαςτώ ς΄ αυτό την διεϑθυνςη ςτισ δϋκα ςόμερα το πρωύ. τισ ϋξι το πρωύ, ϋφυγα απϐ το ςπύτι μου ςτη Νϋα Τϐρκη, με το αυτοκύνητϐ μου και με οδηγϐ τον κ. Γκοϑντγουιν. ταματόςαμε μια φορϊ ςτον δρϐμο, για να φϊμε κϊτι που εύχαμε πϊρει μαζύ μασ, και για ϋνα καφϋ. Υτϊςαμε ς΄ αυτό την διεϑθυνςη λύγο πριν απϐ τισ δϋκα και μπόκαμε ςτο κτύριο, μασ εύπαν να πϊμε ςτο δωμϊτιο 42 του τρύτου ορϐφου, πόγαμε κατ΄ ευθεύαν εκεύ, χωρύσ να μι-λόςουμε ςε κανϋνα, κι εγώ παρϋμεινα εκεύ μϋχρισ ϐτου με πόγαν να δω τον κ. Φϊιατ. Ο κ. Γκοϑντγουιν ϋφυγε απϐ το δωμϊτιο για λύγο, μαζύ με την δεςποινύδα ϊλι Κολτ, για να πϊει να φϋρει καφϋδεσ. Δεν εύδα καθϐλου, οϑτε μύληςα ςτον - πώσ να το αποκαλώ αυτϐ το πλϊςμα;»

«Σον δολοφονημϋνο;» «Ναι.» «Να τον αποκαλεύσ πελϊτη ςου.» «Προτιμώ να μη τον αποκαλώ ϋτςι. Εύχα

κι ϊλλουσ πελϊτεσ. Όςον αφορϊ το ϊτομο που με επιςκϋφτηκε τον περαςμϋνο Απρύ-λιο και μου εύπε ϐτι όταν ο Ότισ Ροσ, και με προςϋλαβε για να κϊνω τη δουλειϊ που περιγρϊφεται ςτην κατϊθεςό μου προσ τον Τπουργϐ, δεν τον εύδα οϑτε εύχα καμιϊ επαφό μαζύ του, ϐπωσ δεν όξερα και τύποτε για τισ κινόςεισ του, απϐ τισ 13 Απριλύου. Ϊμαθα ξανϊ νϋα του ϐταν, αφοϑ βγόκε απϐ το δωμϊτιο μαζύ με τον κ. Φϊιατ ςόμερα το πρωύ, ο κ. Γκοϑντγουιν επϋςτρεψε ςχεδϐν αμϋςωσ για να μου πει ϐτι κειτϐταν νεκρϐσ ςε ϋνα κοντινϐ δωμϊτιο. Η επϐμενη φορϊ που τον εύδα όταν μϐλισ πριν απϐ μερικϊ λεπτϊ, ϐταν

Page 43: Περιοδικο Detective Τευχος 1

43

DETECTIVE STORY

οδηγόθηκα ς΄ εκεύνο το δωμϊτιο και τον αντύκριςα νεκρϐ. Δεν όξερα ϐτι βριςκϐταν ς΄ αυτϐ τον χώρο. Εύναι ανϐητο να αρα-διϊζω τϐςεσ αρνόςεισ. Δεν ϋχω την παρα-μικρό γνώςη για τον θϊνατϐ του ό για τισ κινόςεισ του πριν απϐ τον θϊνατϐ του. Πϋρα απϐ τα γεγονϐτα που ϋδωςα ςτην κατϊθεςό μου προσ τον Τπουργϐ, δεν γνωρύζω το παραμικρϐ που θα μποροϑςε να ςυμβϊλει ςτη διερεϑνηςη αυτοϑ του φϐνου.»

ΕΠΑΧΕ να μιλϊει κι ϋμεινε ςκεφτικϐσ

για μια ςτιγμό. «Ορύςτε, κ. Γκρουμ,» εύπε. «Δεν κατα-

λαβαύνω τι πρϐκειται να βγει απϐ τισ ερωτόςεισ, αλλϊ οπωςδόποτε μπορεύσ να δοκιμϊςεισ.»

«Και βϋβαια μπορώ να δοκιμϊςω.» Ο Γκρουμ ςτρϊφηκε και κούταξε εμϋνα και για μια ςτιγμό ςκϋφτηκα ϐτι εύχε ϋρθει η ςειρϊ μου, αλλϊ εκεύνοσ ςτρϊφηκε πϊλι ςτον Γουϐλφ. «Εύπεσ ϐτι μπόκατε ς΄ αυτϐ το κτύριο λύγο πριν απϐ τισ δϋκα ςόμερα το πρωύ. Πϐςο πριν;»

«Ιδϋα δεν ϋχω. Δεν φορϊω ρολϐι. Καθώσ μπαύναμε, ϐμωσ, ο κ. Γκοϑντγουιν παρα-τόρηςε ϐτι όταν δϋκα παρϊ πϋντε. Και ιςχυρύζεται ϐτι δεν επιτρϋπει ποτϋ ςτο ρολϐι του να χϊνει περιςςϐτερο απϐ τριϊντα δευτερϐλεπτα.»

«Σι ώρα όταν ϐταν φτϊςατε ςτο δωμϊ-τιο 42;»

«Δεν ξϋρω. Μπορώ να εκτιμόςω μϐνο. Θαρρώ ϐτι χρειαςτόκαμε τϋςςερα λεπτϊ για να μποϑμε ςτο αςανςϋρ, να ανϋβουμε ςτον τρύτο ϐροφο, και να διαςχύςουμε τον διϊδρομο μϋχρισ εκεύ. Θα πρϋπει να όταν δϋκα παρϊ ϋνα λεπτϐ.»

«Κι αν πει κϊποιοσ ό κϊποιοι ϊλλοι ϐτι φτϊςατε ςτο δωμϊτιο γϑρω ςτισ δϋκα και τϋταρτο;»

Ο Γουϐλφ γϑριςε και τον κούταξε. «Κϑριε Γκρουμ, αυτό η ερώτηςη εύναι

ϊςκοπη και το ξϋρεισ. Ψσ απειλό εύναι παιδαριώδησ. Ψσ απλό υπϐθεςη εύναι επιπϐλαιη. Κι αν λϋει κϊποιοσ τϋτοιο πρϊγμα ξϋρεισ πϐςα θϋματα θα ανακϑ-ψουν, ανϊμεςα ςτα ϊλλα κι η αμφι-ςβότηςη τησ ειλικρύνειϊσ του. Αν θϋλεισ απϊντηςη ςτην ερώτηςό ςου, ϐπωσ την ϋθεςεσ, ό δεν πϊει καλϊ το ρολϐι του, ό κϊτι ϋχει πϊθει η μνόμη του, ό λϋει ψϋματα.»

«Μϊλιςτα.» Ο Γκρουμ δϑςκολα ερε-θιζϐταν. τρϊφηκε ςε μϋνα. «Υυςικϊ, εςϑ επιβεβαιώνεισ ϐτι λϋει ο Γουϐλφ. Ϊτςι;»

«Υυςικϊ,» του απϊντηςα. «Ναι ό ϐχι; Σα επιβεβαιώνεισ;» «Ναι.» «Μαζύ και τον χρϐνο ϊφιξόσ ςασ ςτο

κτύριο;» «Ναι. Εννιϊ και πενόντα πϋντε.» ηκώθηκε κι όρθε κοντϊ μου. «Για να δοϑμε το ρολϐι ςου.» Ϊςτριψα το χϋρι μου κι αναςόκωςα το

μανύκι του ςακακιοϑ μου κι εκεύνοσ του ϋριξε μια ματιϊ, ϋριξε μια ματιϊ και ςτο δικϐ του κι ϑςτερα ξανακούταξε το δικϐ μου.

«Γρϊψε ϐτι το ρολϐι του κ. Γκοϑντγουιν πϊει πύςω εύκοςι δευτερϐλεπτα,» εύπε ςτον ϊνθρωπο με τα μεγϊλα αυτιϊ, κι επϋ-ςτρεψε ςτη θϋςη του. «Θα απορεύσ,» ςυνϋ-χιςε, «γιατύ δεν ςασ πόρα χωριςτϊ. Γιατύ θα όταν χϊςιμο χρϐνου. Απ΄ ϐτι ξϋρω απϐ την φόμη ςασ κι απϐ τον τρϐπο που δουλεϑετε, ςκϋφτηκα ϐτι αν ϋχετε ςκαρφι-ςτεύ κϊποιο παραμϑθι η πιθανϐτητα να ςασ κϊνω να μπερδευτεύτε εύναι τϐςο ιςχνό που δεν αξύζει τον κϐπο να δοκιμϊ-ςω. Επύςησ, ο κ. Φϊιατ θϋλει να πϊει για φαγητϐ κι εγώ όθελα να εύναι μπροςτϊ και εύναι καιρϐσ να μϊθετε γιατύ.» τρϊ-φηκε. «Πεσ τουσ αυτϐ που εύπεσ και ςε μϋνα, κ. Φϊιατ.»

Η τοϑφα των μαλλιών του Φϊιατ που εύχε ξεφϑγει όταν ςτη θϋςη τησ πϊλι. Ο ύδιοσ όταν γερμϋνοσ μπροςτϊ με τουσ αγκώνεσ πϊνω ςτο τραπϋζι.

«Λεσ για ςόμερα το πρωύ;» ρώτηςε τον Γκρουμ.

«Ναι. Ακριβώσ αυτϐ.» «Λοιπϐν, όρθα εδώ νωρύσ, λύγο πριν απϐ

τισ εννιϊ. Ϊνασ απϐ το προςωπικϐ μου, ο Σομ Υρϋιζερ, βριςκϐταν όδη εδώ. Ϋμαςτε ς΄ αυτϐ το γραφεύο μαζύ, εξετϊζοντασ τα χαρτιϊ, για να ετοιμαςτοϑμε γι αυτοϑσ που επρϐκειτο να ϋρθουν ςόμερα, ϐταν μου τηλεφώνηςε η κοπϋλα ϐτι κϊποιοσ όθελε να με δει για κϊποιο ζότημα που ϋλεγε ϐτι όταν επεύγον κι εμπιςτευτικϐ - δεν εύπε τι ακριβώσ. Ϊδωςε το ϐνομα Ντϐναχιου, που δεν εύχε καμιϊ ςημαςύα για μϋνα. Δεν όθελα να με διακϐψει εδώ γι αυτϐ βγόκα ςτον προθϊλαμο για να τον ξεφορτωθώ και τον βρόκα να κϊθεται ςε ϋναν πϊγκο ςτον διϊδρομο. Δεν όθελε να μιλόςουμε ςτον διϊδρομο, οπϐτε τον πόγα ςτο κοντινϐτερο δωμϊτιο, το 38. Ϋταν μεςόλικασ, γϑρω ςτη ηλικύα μου, με καςτανϊ μαλλιϊ και μϊτια...»

«Σον εύδαν,» διϋκοψε ο Γκρουμ. «Α, τον εύδαν,» ϋκανε ο Φϊιατ. «Μου εύπε

ϐτι τον ϋλεγαν Γουύλιαμ Α. Ντϐναχιου κι

Page 44: Περιοδικο Detective Τευχος 1

44

DETECTIVE STORY

ϐτι όθελε να κϊνουμε μια ςυμφωνύα. Μου εύπε ϐτι όξερε ποιοι επρϐκειτο να παρου-ςιαςτοϑν εδώ ςόμερα, κι ϐτι ϋνασ απ΄ αυτοϑσ όταν ο Νύρο Γουϐλφ, κι ϐτι εύχε τρομοκρατηθεύ κι όθελε να βγει απϐ τη δϑςκολη θϋςη. Με τουσ ϐρουσ του. Πρϋπει να αναφϋρω ϐλη την ςυνομιλύα, Αςτυ-νϐμε; Μιλόςαμε κϊπου εύκοςι λεπτϊ.»

«Αρκεύ η ουςύα. Σα κϑρια ςημεύα.» «Ϊνα κϑριο ςημεύο μϐνο υπόρχε, ςτ΄

αλόθεια. Μαςοϑςε τα λϐγια του, αλλϊ η ουςύα όταν αυτό. χετικϊ με μια επιχεύρη-ςη που εύχε κϊνει, δεν εύπε τι, εύχε προςφϋ-ρει υπηρεςύεσ υποκλοπόσ τηλεφωνημϊ-των, μύα απ΄ αυτϋσ μϋςω του Νύρο Γουϐλφ, για την οπούα ο Νύρο Γουϐλφ τον εύχε πληρώςει δϑο χιλιϊδεσ δολϊρια. Όταν ξϋςπαςε το ςκϊνδαλο - η μεγϊλη βρομο-δουλειϊ, ϐπωσ την χαρακτόριςε - και ςυνελόφθη ο Μπρϐντι και του απϊγγειλαν κατηγορύεσ, ϋκρινε ϐτι η Νϋα Τϐρκη όταν πολϑ επικύνδυνη γι αυτϐν κι εγκατϋλειψε την πολιτεύα. Όταν πληροφορόθηκε, πρϐςφατα, ϐτι επρϐκειτο να γύνει αυτό η ϋρευνα απϐ τον Τπουργϐ, κι ϐτι επρϐκειτο να ανακριθοϑν ϐλοι οι ιδιωτικού ντετϋ-κτιβσ, τρομοκρατόθηκε, ιδιαύτερα εξ αιτύασ του Νύρο Γουϐλφ. Ο Γουϐλφ εύχα ακυρώςει την υποκλοπό που του εύχε παραγγεύλει, κι εύχαν τςακωθεύ, κι ο Γουϐλφ του το φϑλαγε. Ϋξερε πϐςο διαβο-λεμϋνοσ εύναι ο Γουϐλφ και τώρα που τον εύχαν κλητεϑςει - ςασ μπερδεϑω με τισ πολλϋσ αντωνυμύεσ μόπωσ;»

ΚΟΙΣΑΖΕ τον Γουϐλφ, οπϐτε του απϊ-

ντηςε εκεύνοσ. «Όχι, καθϐλου. υνεχύςτε.» «... και τώρα που εύχαν κλητεϑςει τον

Γουϐλφ, όξερε ϐτι θα προςπαθοϑςε να ξεγλιςτρόςει κι ϐτι εκεύνοσ - ο Ντϐναχιου - θα εϑριςκε τον μπελϊ του για κϊτι χειρϐτερο απϐ την παροχό παρϊνομησ υποκλοπόσ τηλεφωνημϊτων. Οπϐτε, όθε-λε να κϊνει μια ςυμφωνύα μαζύ μου. Αν χρηςιμοποιοϑςα το μϋςο που ϋχω ςτον ειςαγγελϋα να μη τον ‘κοπανόςει’ για τισ καταγγελύεσ περύ υποκλοπόσ, θα μου ϋδινε πλόρη ςτοιχεύα για την επιχεύρηςη, με επύ-ςημο ϐρκο, και θα κατϋθετε και ςτο δικαςτόριο ϐταν θα χρειαζϐταν. Σον ρώτη-ςα αν όξερε ο Γουϐλφ ϐτι η υποκλοπό όταν παρϊνομη και μου απϊντηςε ναι. Σον ρώτηςα αν το Ντϐναχιου όταν το πραγ-ματικϐ του ϐνομα, κι αν εύχε δώςει αυτϐ το ϐνομα ςτον Γουϐλφ κι απϊντηςε ναι. Σου ζότηςα περιςςϐτερα ςτοιχεύα για το

ϊτομϐ του και αρνόθηκε να μου τα δώςει μϋχρι που θα ςυμφωνοϑςα και αν θα ςυμφωνοϑςα για την πρϐταςό του - εκτϐσ απϐ ϋνα ςτοιχεύο, ϐτι ςτη Νϋα Τϐρκη ϋμενε ςτο Ξενοδοχεύο Μϊρμπιουρι. Σου απϊντη-ςα ϐτι δεν μποροϑςα να κϊνω τϋτοια ςυμφωνύα ςτα πρϐχειρα, ϋπρεπε να το ςκεφτώ λιγϊκι, και του ζότηςα να περιμϋνει ς΄ εκεύνο το δωμϊτιο και τον ϊφηςα για να επιςτρϋψω ςε τοϑτο το γραφεύο και...»

«Σι ώρα όταν τϐτε;» ρώτηςε ο Γκρουμ. «Περύπου εννιϊ και μιςό. Σο ρολϐι μου

δεν ϋχει την ακρύβεια του κ. Γκοϑντγουιν, αλλϊ γενικϊ πϊει ςωςτϊ.» Κούταξε το ρολϐι του. «Σώρα λϋει μύα και ςαρϊντα δϑο.»

«Πασ τρύα λεπτϊ μπροςτϊ.» «Σϐτε όταν γϑρω ςτισ εννιϊ και μιςό

ϐταν επϋςτρεψα ςε τοϑτο το γραφεύο,» εύπε ο Φϊιατ και κούταξε τον Γουϐλφ. «Υυςικϊ, κούταξα να δω πϐςη ώρα μου ϋμενε. Τποτύθεται ϐτι η ακρϐαςη θα ϊρχιζε ςτισ δϋκα. κϋφτηκα ϐτι εύχε μεγϊλη ςημαςύα να ζητόςω την ςυμβουλό του Τπουργοϑ, οπϐτε τηλεφώνηςα ςτο γρα-φεύο του, αλλϊ μου εύπαν ϐτι ϋλειπε ςτη Νϋα Τϐρκη για μια ςϑςκεψη κι η γραμ-ματεϑσ του δεν όξερε ποϑ θα μποροϑςα να τον βρω εκεύνη την ώρα. Σηλεφώνηςα ςτον ειςαγγελϋα του Νομοϑ Νϋασ Τϐρκησ και πϋτυχα τον Βοηθϐ Ειςαγγελϋα Λϊμπερτ, ϋναν φύλο μου, και του εύπα ϐτι όθελα μια ϋκτακτη ϋκθεςη τησ αςτυνομύασ για κϊποιον Γουύλιαμ Α. Ντϐναχιου, που την περαςμϋνη ϊνοιξη ϋμενε ςτο Ξενο-δοχεύο Μϊρμπιουρι, ϐςο το δυνατϐ γρηγορϐτερα. τισ δϋκα και τϋταρτο δεν εύχα λϊβει τύποτε ακϐμα και δοκύμαςα να επικοινωνόςω τηλεφωνικϊ με τον αναπληρωτό Τπουργϐ, αλλϊ δεν όταν ςτο γραφεύο του. Εύπα τα πϊντα ςτον Σομ Υρϋιζερ και...»

Ο Γκρουμ τον ςταμϊτηςε. «Υτϊνουν αυτϊ, νομύζω. Δεν ξαναπόγεσ

ςτο δωμϊτιο 38 για να δεισ τον Ντϐνα-χιου.»

«Όχι. Σου εύχα πει ϐτι θα καθυςτεροϑ-ςαμε μια ώρα ό και περιςςϐτερο, ύςωσ δϑο. Όταν δεν όρθε καμιϊ αναφορϊ απϐ την Νϋα Τϐρκη μϋχρι τισ ϋντεκα, αποφϊ-ςιςα να φϋρω ςε αντιπαρϊςταςη τον Γουϐλφ και τον Ντϐναχιου και να δω τι θα ςυνϋβαινε και πόγα ςτην αύθουςα ακροϊ-ςεων κι ειδοπούηςα τον Γουϐλφ και τον Γκοϑντγουιν.» Ο Φϊιατ ςυμβουλεϑτηκε το ρολϐι του. «Ϊχω αργόςει για ϋνα ρα-ντεβοϑ με φαγητϐ.»

Page 45: Περιοδικο Detective Τευχος 1

45

DETECTIVE STORY

«Ναι, ξϋρω,» εύπε ο Γκρουμ και κούταξε τον Γουϐλφ. «Θϋλεισ να κϊνεισ καμιϊ ερώτηςη ςτον κ. Φϊιατ;»

Ο Γουϐλφ εύχε ςταυρώςει τα πϐδια, ϐπωσ ϋκανε ςυνόθωσ ϐταν καθϐταν ςε καρϋκλα που του ϋπεφτε μικρό και δεν εύχε μπρϊτςα. Σα ξεςταϑρωςε κι ακοϑ-μπηςε τισ παλϊμεσ του ςτα γϐνατϊ του.

«Μύα-δϑο ερωτόςεισ,» εύπε. «Θα θυμϊ-ςαι, κ. Φϊιατ, που μου εύπεσ ϐτι πύςτευεσ την ιςτορύα μου. Γιατύ μου το εύπεσ αυτϐ;»

«Επειδό το πύςτευα.» «Εύχεσ όδη κουβεντιϊςει μ΄ αυτϐν τον

Ντϐναχιου.» «Ναι, αλλϊ δεν τον εύχα πιςτϋψει. Κϊτι

ξϋρω για το δικϐ ςου μητρώο και την υπϐςταςό ςου, ενώ δεν όξερα το παραμι-κρϐ γι αυτϐν. το απλϐ θϋμα τησ φιλα-λόθειασ, προτιμοϑςα εςϋνα, τουλϊ-χιςτον δοκιμαςτικϊ.»

«Πιςτεϑεισ ακϐμα την ιςτορύα μου;» «Να ςου πω...» Ο Φϊιατ κούταξε τον

Γκρουμ κι ϑςτερα πϊλι τον Γουϐλφ. «Κϊτω απϐ τισ παροϑςεσ ςυνθόκεσ, φοβϊμαι ϐτι η προςωπικό γνώμη μου εύναι ϊςχετη και καθϐλου πειςτικό.»

«Αυτϐ λεω κι εγώ. Κϊτι ϊλλο. Αυτϐσ ο Ντϐναχιου εύπε ϐτι εύχε προςφϋρει υπηρε-ςύεσ υποκλοπόσ τηλεφωνημϊτων. Πληθυ-ντικϐσ. Ανϋφερε κανϋνα ϊλλο ϐνομα εκτϐσ απϐ το δικϐ μου;»

«Ναι, ανϋφερε κι ϊλλα, αλλϊ επϋμεινε ςε ςϋνα ςε ϐλη μασ τη ςυζότηςη.»

«Σι ϊλλα ονϐματα ανϋφερε;» «Μια ςτιγμό,» επενϋβη ο Γκρουμ. «Δεν

νομύζω ϐτι χρειϊζεται αυτϐ. Να μη ςε κρατόςουμε ϊλλο, κ. Φϊιατ.»

«Θϋλω να μϊθω,» εύπε ο Γουϐλφ, «αν το ϊτομο αυτϐ ανϋφερε το ϐνομα κανενϐσ απ΄ αυτοϑσ που βρύςκονται εδώ ςόμερα.»

Ϋταν αναγκαςμϋνοσ να εξακολουθεύ να θϋλει. Ο Φϊιατ κούταξε τον Γκρουμ. Ο Γκρουμ κοϑνηςε το κεφϊλι του αρνητικϊ κι ο Φϊιατ ςηκώθηκε και ϋφυγε. Ο Γουϐλφ ςταϑρωςε τα πϐδια του ξανϊ, το ύδιο και τα χϋρια του, αλλϊ τα ςτηρύγματα δεν όςαν τα κατϊλληλα. Ποτϋ δεν όταν τϐςο εντυπωςιακϐσ ϐταν καθϐταν ςε καρϋκλα που επϋτρεπε ςε κομμϊτια του πιςινοϑ του να ξεχειλύζουν απϐ τισ ϊκρεσ του καθύ-ςματοσ.

ΑΥΟΤ ϋκλειςε η πϐρτα πύςω απϐ τον

αναπληρωτό του Τπουργοϑ, ο Γκρουμ μύληςε και εύπε:

«Ϋθελα να το ακοϑςεισ αυτϐ απ΄ ευθεύασ απϐ τον Φϊιατ. Εύναι καλϑτερα

ϋτςι. Θϋλεισ τώρα να αλλϊξεισ την κατϊ-θεςό ςου; Ϋ να προςθϋςεισ κϊτι; Βϋβαια, ο Ντϐναχιου δεν ζει πια, αλλϊ ϋχουμε ανακαλϑψει τα ύχνη του και ξϋρουμε ποϑ να ςκϊψουμε. Ξϋρεισ πώσ γύνονται αυτϊ τα πρϊγματα.»

«Ναι, ξϋρω,» γρϑλιςε ο Γουϐλφ. «Μου αρϋςει να μιλϊω, κ. Γκρουμ, αλλϊ ϐχι ϊςκοπα. Όςο για την αλλαγό τησ κατϊθε-ςόσ μου, μπορώ να βελτιώςω την ςτύξη ό την απαγγελύα τησ, αλλϊ την ουςύα, ϐχι. Όςο για το αν ϋχω να προςθϋςω κϊτι ς΄ αυτό, θα μποροϑςα να κϊνω μερικϋσ υποςημειώςεισ ϐπωσ ϐτι το ϊτομο αυτϐ ψευδϐταν ϐταν εύπε ςτον κ. Φϊιατ ϐτι μου εύχε δώςει το ϐνομα Ντϐναχιου κι ϐτι όξερα ϐτι η υποκλοπό όταν παρϊνομη, αλλϊ όδη εξυπακοϑονται ςτην κατϊθεςη. Ϊχω να υποβϊλλω ϋνα αύτημα. Σώρα ϋχουμε το ϐνομϊ του, τουλϊχιςτον το ϐνομα που ϋδωςε ςτον κ. Φϊιατ, και το ϐνομα του ξενοδοχεύου ϐπου ϋμενε τον καιρϐ που όρθε και με επιςκϋφτηκε. Εδώ, ςασ εύμαι ϊχρηςτοσ. Δεν ϋχω να ςασ προ-ςφϋρω το παραμικρϐ κι αν μου επιτρϋ-ψετε να επιςτρϋψω ςτη Νϋα Τϐρκη αμϋςωσ, θα αφιερώςω ϐλο το ταλϋντο μου και τισ πηγϋσ μου προκειμϋνου να ανακαλϑψω απϐ ποϑ κρατοϑςε η ςκοϑφια του, τισ δραςτηριϐτητϋσ του, τισ ςχϋςεισ του με...»

Ϊπαψε γιατύ ο Γκρουμ εύχε ςτρύψει το κεφϊλι του. Ο Γκρουμ εύχε ςτρύψει το κεφϊλι του επειδό εύχε ανούξει η πϐρτα και κϊποιοσ πληςύαζε, κϊποιοσ ϋνςτολοσ. Ο αςτυνομικϐσ τον πληςύαςε του εύπε: «Για ςϋνα, Αςτυνϐμε,» και του ϋδωςε ϋνα διπλωμϋνο χαρτύ.

Ο Γκρουμ ξεδύπλωςε το χαρτύ, του ϋριξε μια ματιϊ, εύπε ςτον αςτυνομικϐ να μη φϑγει, κούταξε το χαρτύ ξανϊ κι ϑςτερα ϑψωςε τα μϊτια του ςτον Γουϐλφ και ς΄ εμϋνα.

«Εύναι ϋνα ϋνταλμα για την ςϑλληψό ςασ ωσ ουςιωδών μαρτϑρων ςε υπϐθεςη φϐνου,» εύπε. «υνεπώσ, κϊνω επύδοςη. Θϋλεισ να το δεισ;»

Ϊςτρεψα το κεφϊλι μου προσ τον Γουϐλφ. Πιςτοποιώ ϐτι ςτα δϋκα δευ-τερϐλεπτα ςιωπόσ που πϋραςαν δεν ανοιγϐκλειςε τα μϊτια του οϑτε μύα φορϊ. Ύςτερα, μύληςε, αλλϊ το μϐνο που εύπε όταν:

«Όχι.» «Εγώ θϋλω να το δω,» εύπα κι ϊπλωςα

ϋνα χϋρι κι ο Γκρουμ μου ϋδωςε το χαρτύ. Ϊδειχνε εντϊξει και τα ονϐματϊ μασ

όςαν γραμμϋνα με τη ςωςτό ορθογραφύα.

Page 46: Περιοδικο Detective Τευχος 1

46

DETECTIVE STORY

Η υπογραφό του δικαςτό όταν κϊτι ςαν «Μπιμνιομρ».

«Γνόςιο φαύνεται,» εύπα ςτον Γουϐλφ. Εκεύνοσ παρατηροϑςε τον Γκρουμ. «Καλϊ-καλϊ δεν ξϋρω ποια λϋξη να

μεταχειριςτώ,» εύπε παγερϊ. «Αυταρχικϐσ; Υανταςμϋνοσ; Ιςχυρογνώμων;»

«Δεν βρύςκεςαι ςτη Νϋα Τϐρκη τώρα, Γουϐλφ,» εύπε ο Γκρουμ, που προςπαθοϑ-ςε να μη δεύξει πϐςο του ϊρεςε ο εαυτϐσ του. «Εδώ εύναι η πϐλη του Όλμπανι. Θα ςε ρωτόςω ϊλλη μια φορϊ, θϋλεισ να αλλϊξεισ την κατϊθεςό ςου, ό να προςθϋ-ςεισ κϊτι ς΄ αυτό;»

«Εννοεύσ, αλόθεια, ϐτι θα κϊνεισ επύδο-ςη του εντϊλματοσ;»

«Σην ϋχω κϊνει κιϐλασ. Εύςαςτε υπϐ ςϑλληψη.»

Ο Γουϐλφ ςτρϊφηκε ςε μϋνα. «Σι νοϑμερο ϋχει ο κ. Πϊρκερ;» «άςτγουντ 62605.» ηκώθηκε, παρϋκαμψε το γραφεύο,

κϊθιςε ςτην πολυθρϐνα απ΄ ϐπου εύχε ςηκωθεύ ο Φϊιατ και ςόκωςε το ακου-ςτικϐ απϐ τη ςυςκευό του τηλεφώνου. Ο Γκρουμ ςηκώθηκε, ϋκανε ϋνα βόμα, ςταμϊτηςε, ςτϊθηκε κι ϋχωςε τα χϋρια του ςτισ τςϋπεσ του.

«Μια κλόςη για τη Νϋα Τϐρκη, παρακα-λώ,» ϋλεγε ο Γουϐλφ ςτο τηλϋφωνο. «άςτγουντ 62605,»

Κρατούμενοι ωσ ύποπτοι ΣΕΕΡΙ ώρεσ αργϐτερα, ςτισ ϋξι,

βριςκϐμαςτε ακϐμα ςτο φρϋςκο. Βϋβαια, εύχα ξαναμπεύ πύςω απϐ κϊγκελα, αλλϊ ποτϋ με τον Γουϐλφ. Γι αυτϐν όταν η παρθενικό του φορϊ απϐ τϐτε που τον εύχα γνωρύςει.

Η αλόθεια εύναι ϐτι δεν βριςκϐμαςτε πύςω απϐ κϊγκελα, τουλϊχιςτον κϊγκελα ορατϊ ςτο μϊτι. Ϋταν ϋνα κρατητόριο ςτο αρχηγεύο τησ αςτυνομύασ και δεν όταν καθϐλου ϊςχημο, εκτϐσ του ϐτι μϑριζε ςαν νοςοκομεύο ςτη μϋςη κϊποιου βϊλτου του Σζϋρςι κι ϐτι οι καρϋκλεσ όςαν λιγδιαςμϋ-νεσ. Τπόρχε ακϐμα και χωριςτό τουαλϋτα, ςε ϋνα ντουλϊπι ςτη γωνύα. Μαζύ μασ όταν ϋνασ αςτυνομικϐσ, υποθϋτω για να εύναι ςύγουροσ ϐτι δεν θα τη φϋρναμε ςτο δικαςτόριο, αποφαςύζοντασ να αυτοκτο-νόςουμε και αυτοκτονώντασ. Όταν του εύπα ϐτι πλόρωνα ϋνα δολϊριο για μια εφημερύδα, ϊνοιξε την πϐρτα και φώναξε ςε κϊποιον ςτο βϊθοσ του διαδρϐμου, χωρύσ να μετακινηθεύ απϐ το πϐςτο του.

Αμϋςωσ μετϊ την φυλϊκιςό μασ, μασ εύχαν πληροφορόςει ϐτι μποροϑςαμε να παραγγεύλουμε φαγητϐ ϋξω κι εγώ εύχα παραγγεύλει δϑο ςϊντουιτσ με κϐρνεντ μπιφ και ϊςπρο ψωμύ κι ϋνα μικρϐ γϊλα. Ο Γουϐλφ που δεν εύχε καταπιεύ παρϊ μϐνο ςκϋτο καφϋ απϐ τισ δϋκα το πρωύ, αρνό-θηκε να παραγγεύλει. Αν ςκϊρωνε καμιϊ απεργύα πεύνασ ό εύχε πολλϊ νεϑρα για να φϊει, δεν το όξερα. Όταν ϋφταςαν τα ςϊ-ντουιτσ ανακϊλυψα ϐτι το κϐρνεντ μπιφ όταν ζαμπϐν, κι ϐτι το ζαμπϐν όταν ϋτςι κι ϋτςι, αλλϊ το γϊλα δεν όταν ϊςχημο.

Όχι μϐνο δεν ϋτρωγε ςε αιχμαλωςύα ο Γουϐλφ, αλλϊ δεν μιλοϑςε κιϐλασ. Υορώ-ντασ το καπϋλο του, καθϐταν πϊνω ςτο παλτϐ του, που το εύχε απλωμϋνο ςε ϋναν παλιϐ ξϑλινο πϊγκο ακουμπιςμϋνο ςτον τούχο, κυρύωσ γϋρνοντασ πύςω με τα μϊτια κλειςτϊ και τα δϊχτυλα δεμϋνα ςτην κορυφαύα δύπλα του ςτομαχιοϑ του. Κοιτϊζοντϊσ τον, και τον ϋβλεπα πολϑ καιρϐ, θα ϋλεγα ϐτι ςιγϊ-ςιγϊ νευρύαζε περιςςϐτερο, αντύ να καλμϊρει. Η μϐνη αληθινό απϐπειρα για επικοινωνύα που ϋκανε, αφοϑ εύχαν περϊςει δϑο ώρεσ, όταν ϐταν ϊνοιξε τα μϊτια του και μου εύπε ϐτι όθελε την ειλικρινό γνώμη μου για τα πϊντα και προφανώσ θα εύχαμε αρκετϐ καιρϐ ςτη διϊθεςό μασ γι αυτό.

Ωφηςε ϋνα γρϑλιςμα. «Προβλϋπω ϐτι ςτο μϋλλον, αν εξα-

κολουθόςουμε να ςυνεργαζϐμαςτε, που ςύγουρα θα εξακολουθόςουμε, αυτϐ το επειςϐδιο θα αναφϋρεται ςυχνϊ, ςε διϊφορεσ περιπτώςεισ. υμφωνεύσ;»

«Ναι. Τπϐ τον ϐρο ϐτι δεν θα εύναι το τελευταύο μασ επειςϐδιο. Τποθϋτεισ ϐτι ϋχουμε μϋλλον μπροςτϊ μασ.»

«Πφφ. Θα το δοϑμε αυτϐ. Απϊντηςϋ μου ςε ϋνα ερώτημα. Αν δεν ςε εύχε κυριϋψει η φαγοϑρα να λϊβεισ μϋροσ ςε μια υποκλο-πό τηλεφωνημϊτων και να παρατηρόςεισ την διαδικαςύα και την τεχνικό, πιςτεϑεισ ϐτι θα εύχα αναλϊβει αυτό τη δουλειϊ για εκεύνο το ϊτομο; Απλϊ, ζητϊω τη γνώμη ςου.»

«Δεν θα την πϊρεισ.» ηκώθηκα και τον κούταξα απϐ ψηλϊ. «Αν πω ϐχι, ϐλεσ οι μελλοντικϋσ αναφορϋσ ς΄ αυτϐ το θϋμα θα εύναι μονϐπλευρεσ. Αν πω ναι, αυτϐ θα προςθϋςει ακϐμα μύα πρϐκληςη ςτο φορτύο που κουβαλϊσ όδη κι ύςωσ να μη το αντϋξεισ. Δεν θα βρεισ τρϐπο να ξεμπλϋξουμε απϐ τοϑτη την ιςτορύα αν βρϊζεισ τϐςο που να μη μπορεύσ να ςκεφτεύσ. Γι αυτϐ, θα ςου πω τι θα κϊνω: θα τη μοιρϊςω.»

ΕΠΕΛΑΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΝΤΕΤΕΚΤΙΒΣ!

Page 47: Περιοδικο Detective Τευχος 1

47

DETECTIVE STORY

«Ποια θα μοιρϊςεισ;» «Σην ευθϑνη. Μιςό-μιςό. Μασ χρειϊζεται

ξϑλο και των δυϐ μασ. Όχι και ηλεκτρικό καρϋκλα, ϐμωσ.»

«Σο ζότημα αυτϐ θα το αφόςουμε για το μϋλλον,» μοϑγκριςε κι ξανϊκλειςε τα μϊτια του.

τισ ϋξι, όμουν βυθιςμϋνοσ ςτο δεϑτερο μϋροσ τησ εφημερύδασ, διαβϊζοντασ πώσ θα μποροϑςα να διορθώςω ϋνα ςουτιϋν που, για κϊποιο λϐγο εύχε ςπϊςει, ϐταν η πϐρτα ϊνοιξε διϊπλατα. Ο φϑλακϊσ μασ ςτριφογϑριςε, πανϋτοιμοσ να αποκροϑςει μια ενδεχϐμενη ϋνοπλη απϐπειρα να μασ ελευθερώςουν, αλλϊ δεν όταν παρϊ ϋνασ ϋνςτολοσ αςτυνομικϐσ που ςυνϐδευε ϋναν επιςκϋπτη. Ο επιςκϋπτησ, ϋνασ κοκκινο-πρϐςωποσ τϑποσ με καφϋ καςμιρϋνιο παλτϐ, ςταμϊτηςε για να ρύξει μια ματιϊ γϑρω κι ϑςτερα πληςύαςε με το χϋρι προτεταμϋνο.

«Ο κ. Γουϐλφ; Εύμαι ο τϊνλεώ Ρϐτζερσ. Λυπϊμαι πολϑ. Θα πιςτϋψατε ϐτι εύχα πϋςει ςε καμιϊ τρϑπα κι ϐτι δεν μποροϑςα να βγω, αλλϊ δεν με βρόκε ο Νατ Πϊρκερ παρϊ κοντϊ ςτισ τρεισ κι ο δικαςτόσ βρι-ςκϐταν ςτη μϋςη μιασ δύκησ κι αναγκϊ-ςτηκα να χρηςιμοποιόςω κϊμποςα μϋςα. Δεν εύμαςτε και τϐςο φιλϐξενοι εδώ πϋρα, ϋτςι; Ο κ. Γκοϑντγουιν εύναι αυτϐσ; Φαύρο-μαι πολϑ.» Πρϐςφερε το χϋρι του και το ϋπιαςα. «Ζότηςα απϐ τον δικαςτό να κϊνει το ποςϐ τησ εγγϑηςησ πϋντε χιλιϊ-δεσ, αλλϊ δεν ςυμβιβαζϐταν με λιγϐτερα απϐ εύκοςι χιλιϊδεσ. Εύκοςι για τον καθϋνα. Σϋλοσ πϊντων, εύςαςτε ελεϑθεροι, ϐπωσ πιςτεϑω ϐτι ςασ αξύζει να εύςαςτε, με τη διαφορϊ ϐτι δεν μπορεύτε να εγκα-ταλεύψετε την δικαιοδοςύα χωρύσ ϊδεια απϐ το δικαςτόριο. ασ κρϊτηςα δωμϊτιο ςτο Ξενοδοχεύο Λϋιθαμ , αλλϊ φυςικϊ μπο-ροϑμε να το ακυρώςουμε αν θϋλετε να κανονύςετε κϊτι ϊλλο.»

Μασ εύχε φϋρει μερικϊ χαρτιϊ για να τα υπογρϊψουμε. Μασ πληροφϐρηςε ϐτι ο Πϊρκερ, που τηλεφωνοϑςε απϐ τη Νϋα Τϐρκη, του εύχε πει να κϊνει ϐτι όταν δυνατϐ για μασ, και θα ανϋβαλλε ϋνα ραντεβοϑ για δεύπνο που εύχε, αν το θϋλαμε, αλλϊ ο Γουϐλφ απϊντηςε ϐτι το μϐνο που όθελε εκεύνη τη ςτιγμό όταν να βγει ϋξω και να βρει κϊτι να φϊει. Κανϋνα πρϐβλημα. Εύχε το αυτοκύνητϐ του ϋξω και αφοϑ αποχαιρετόςαμε τον δεςμοφϑλακα, χωρύσ να του δώςουμε φιλοδώρημα, και πόγαμε ςε ϋνα γραφεύο για την τυπικό ‘απϐλυςη’ και για να πϊρουμε τα προςω-πικϊ μασ αντικεύμενα που μασ τα εύχαν

αφαιρϋςει, μασ πόγε ς΄ αυτϐ και μασ πϋτα-ξε μϋχρι το γκαρϊζ ϐπου εύχαμε αφόςει το δικϐ μασ. Ϊχοντασ τον Γουϐλφ ςτο πύςω κϊθιςμα πϊλι, πόγα ςτο ξενοδοχεύο, πόρα τισ τςϊντεσ απϐ το πορτ-μπαγκαζ κι ϊφηςα το αυτοκύνητο ςτον παρκαδϐρο.

Για τισ τςϊντεσ, θα μποροϑςα να θυμύ-ςω ςτον Γουϐλφ ϐτι τον εύχα προ-ειδοποιόςει, αλλϊ αποφϊςιςα ϐτι εύχε τα χϊλια του για να ακοϑςει κϊτι τϋτοιο. Σο προηγοϑμενο βρϊδυ, χοντροκϋφαλοσ ϐπωσ ςυνόθωσ, εύχε αρνηθεύ να αποδεχτεύ το ενδεχϐμενο ϐτι μπορεύ να περνοϑςε μια νϑχτα μακριϊ απϐ το ςπύτι κι επϋμεινε ϐτι δεν θα μασ χρειϊζονταν αποςκευϋσ, αλλϊ εγώ εύχα ετοιμϊςει την τςϊντα του με τα χϋρια μου, με κϊποια βοόθεια απϐ τον Υριτσ, με τη θεωρύα ϐτι ϐςα φϋρνει η ώρα δεν τα φϋρνει ο χρϐνοσ. Σώρα, καθώσ ο γκρουμ μασ ακολουθοϑςε ςτο δωμϊτιο 902 κι ακοϑμπηςε τισ τςϊντεσ ςτο ςκαμνύ, όταν ςπϊνια ευκαιρύα να του το τρύψω ςτα μοϑτρα, αλλϊ ϋκρινα φρϐνιμο να το αποφϑγω.

Αφοϑ κρϋμαςε το παλτϐ του ςτη ντουλϊπα, μαζύ με το δικϐ μου, ο Γουϐλφ ϋβγαλε το ςακϊκι του, το γιλϋκο του, την γραβϊτα και το πουκϊμιςϐ του και μπόκε ςτο μπϊνιο για να πλϑνει τα χϋρια του και το πρϐςωπϐ του. Βγαύνοντασ, φϐρεςε τη ρϐμπα του, ϋνα κιτρινωπϐ νοϑμερο με λεπτϋσ μαϑρεσ ρύγεσ, κϊθιςε ςε μια καρϋ-κλα για να βγϊλει τα παποϑτςια του και μου εύπε να τηλεφωνόςω ςτην υπηρεςύα δωματύου για να ςτεύλουν ϋνα μενοϑ. Σου υπενθϑμιςα ϐτι, ςϑμφωνα με τα λεγϐμενα του Ρϐτζερσ, το φαγητϐ του Λϋιθαμ δεν ϋλεγε πολλϊ πρϊγματα κι ϐτι το καλϑτερο εςτιατϐριο τησ πϐλησ δεν απεύχε παρϊ δϑο τετρϊγωνα.

«Δεν μ΄ ενδιαφϋρει,» όταν η απϊντηςό του. «Δεν ϋχω ϐρεξη, και ςύγουρα δεν θα μπορώ να γευθώ. Θα φϊω επειδό πρϋπει. Ξϋρεισ πολϑ καλϊ ϐτι δεν μπορώ να δουλϋψω με ϊδειο ςτομϊχι.»

Ώςτε εύχε ςκοπϐ να δουλϋψει. ΔΕΝ θυμϊμαι πιο καταθλιπτικϐ γεϑμα.

Σο φαγητϐ όταν πολϑ καλϐ - ςτρεύδια, κονςομϋ, μοςχϊρι τησ κατςαρϐλασ, κρεμϊ-τεσ πατϊτεσ, μπρϐκολα, ςαλϊτα, μηλϐπιτα με τυρύ, καφϋσ - και δεν αφόςαμε ψύχουλο, αλλϊ η ατμϐςφαιρα δεν εύχε ζωντϊνια. Μολονϐτι ο Γουϐλφ δεν ςυζητϊει ποτϋ υποθϋςεισ ςτο τραπϋζι, του αρϋςει να μι-λϊει ϐςο τρώει, για τα πϊντα εκτϐσ απϐ υποθϋςεισ, και μιλϊει ςχεδϐν πϊντοτε. Σοϑτη τη φορϊ δεν ϊρθρωςε οϑτε μια λϋξη

Page 48: Περιοδικο Detective Τευχος 1

48

DETECTIVE STORY

κι εγώ δεν ϋκανα απϐπειρα να τον υποκινόςω. Αφοϑ τελεύωςε το δεϑτερο φλιτζϊνι καφϋ, ϋςπρωξε την καρϋκλα του προσ τα πύςω και με ρώτηςε μουρμου-ριςτϊ:

«Σι ώρα εύναι;» Κούταξα το ρολϐι μου. «Οκτώ και δώδεκα λεπτϊ.» «Μϊλιςτα.» Σρϊβηξε αϋρα απϐ το ςτϐμα

του, τον πόγε μϋχρι κϊτω ϐπου βριςκϐταν το μοςχϊρι τησ κατςαρϐλασ και τον ϊφηςε να βγει απϐ τη μϑτη του. «Δεν ξϋρω αν καταλαβαύνεισ την δυςκολύα που αντιμε-τωπύζω.»

«Η δυςκολύα εύναι ςτα δϑο. Μιςό-μιςό.» «Μϋχρι ενϐσ ςημεύου μϐνο. Ο κύνδυνοσ

ναι, αλλϊ εγώ ϋχω μια ειδικό δυςκολύα. Θα μασ κρατόςουν εδώ μϋχρισ ϐτου διαλευ-κανθεύ η υπϐθεςη. Μπορώ να επιςπεϑςω την απϐλυςό μασ μϐνο αν την διαλευκϊ-νω, αλλϊ δεν θϋλω. Βϋβαια, δεν μποροϑμε να επιτρϋψουμε να ςκοτώνουν μερικού ϊνθρωποι δύχωσ τιμωρύα, αλλϊ δεν θα όθελα να ςυμβϊλλω ςτην αποκϊλυψη του ατϐμου που δολοφϐνηςε αυτϐ το ςιχα-ερϐ πλϊςμα. Σι να κϊνω;»

Ϊκανα μια κύνηςη με το χϋρι μου. «Εϑκολο πρϊγμα,» εύπα. «Θα καθύςουμε

και θα περιμϋνουμε. Δεν εύναι ϊςχημο αυτϐ το δωμϊτιο. Μπορεύσ να πηγαύνεισ ςτισ ςυςκϋψεισ του κρατικοϑ νομοθετικοϑ ςώματοσ ϐταν ςυνεδριϊζει, και να παύρνεισ βιβλύα απϐ την βιβλιοθόκη, κι εγώ μπορώ να μαθαύνω πρϊγματα ςτην ϊλι Κολτ, αν καθηλωθεύ κι αυτό εδώ. Αν η ιςτορύα τραβόξει μόνεσ, και ςύγουρα θα τραβόξει αν αυτϐσ ο Γκρουμ εύναι ϐτι καλϑτερο διαθϋτουν, μποροϑμε να νοικιϊςουμε ϋνα μικρϐ διαμϋριςμα και να φϋρουμε τον Υριτσ...»

«Πϊψε.» «Μϊλιςτα, κϑριε. Ϋ θα μποροϑςα να

διαλευκϊνω την υπϐθεςη με την ϊλι Κολτ. Εγώ δεν νοιώθω τϐςη ευγνωμοςϑνη για το ϊτομο που διϋπραξε τον φϐνο. Αν...»

«Κουταμϊρεσ. Δεν νοιώθω ευγνωμοςϑ-νη. Ϋθελα να τον ξαναδώ ζωντανϐ. Πολϑ καλϊ. Μεταξϑ του ανυπϐφορου και του απλϊ αηδιαςτικοϑ, πρϋπει να διαλϋξω το δεϑτερο. Τποθϋτω ϐτι κρατοϑνται και οι ϊλλοι εντϐσ τησ δικαιοδοςύασ τησ πολι-τεύασ.»

«Αν εννοεύσ τουσ ςυναδϋλφουσ μασ, ναι κρατοϑνται κι αυτού. άςωσ δεν ϋχουν ςυλληφθεύ, ϐπωσ εμεύσ, αλλϊ εύναι υπϐ κρϊτηςη. Ο Γκρουμ δεν εύναι αρκετϊ πεπειςμϋνοσ για μασ ώςτε να τουσ αφόςει

ελεϑθερουσ και, οπωςδόποτε, τουσ θϋλει ο Φϊιατ για την ακρϐαςό του.»

Ο Γουϐλφ κατϋνευςε. «Πρϋπει να τουσ δω. Οριςμϋνοι μπορεύ

να μϋνουν ς΄ αυτϐ το ξενοδοχεύο. Βρεσ τουσ και φερ΄ τουσ εδώ.»

«Σώρα;» «Ναι.» «Ϊχεισ καμιϊ πρϐταςη;» «Όχι. Σο μυαλϐ μου δεν εύναι ςε τϊξη. Θα

προςπαθόςω να το ϋχω οργανώςει μϋχρι που να τουσ φϋρεισ.»

Αυτϐ εύχε ςυμβεύ ξανϊ, πολλϋσ φορϋσ. Ϋξερε ϐτι οι μϐνεσ εναλλακτικϋσ επιλογϋσ που εύχα όςαν να διαμαρτυρηθώ ϐτι μου ανϋθετε περιςςϐτερα πρϊγματα απ΄ ϐςα μποροϑςα να φϋρω ςε πϋρασ, ό να το πϊρω ςαν φιλοφρϐνηςη ϐτι ϐποτε όθελε να γύνει κϊποιο θαϑμα δεν εύχε παρϊ να κροταλύςει τα δϊχτυλϊ του ςε μϋνα κι όξερε επύςησ ποια επιλογό θα ϋκανα.

«Εντϊξει,» του εύπα. «Σϐτε ϋχεισ την καλοςϑνη να τηλεφωνόςεισ ςτην υπη-ρεςύα δωματύων και να του πεισ να ϋρθουν να μαζϋψουν τα πιϊτα; Καλϊ θα κϊνεισ να τηλεφωνόςεισ και ςτον Υριτσ για να μην ανηςυχεύ. Πρϋπει να ςκεφτώ οριςμϋνα πρϊγματα.»

ΠΗΓΑ ςε ϋνα παρϊθυρο, τρϊβηξα την

κουρτύνα και ςτϊθηκα κοιτϊζοντασ τον νυχτωμϋνο δρϐμο. Δεν όταν η πρώτη φορϊ που μου εύχε ανατεθεύ να οργανώςω ϋνα πϊρτι, αλλϊ ποτϋ με μια ςυντροφιϊ ιδιωτικών ντετϋκτιβσ και θα τουσ χρειαζϐ-ταν κϊτι πολϑ ςπϋςιαλ. Ωρχιςαν να μου κατεβαύνουν φαεινϋσ. Θα τουσ ϋλεγα ϐτι ο Γουϐλφ πύςτευε ϐτι θα τουσ ενδιϋφερε να μϊθουν τι τον εύχε ρωτόςει ο Φϊιατ ςτον ακρϐαςη. Θα τουσ ϋλεγα ϐτι ο Γουϐλφ εύχε μια ιδϋα για να μπορϋςουμε ϐλοι να εγκαταλεύψουμε την δικαιοδοςύα κι ϐτι όθελε να πϊρει τη γνώμη τουσ. Θα τουσ ϋλεγα ϐτι ο Γουϐλφ εύχε οριςμϋνα ςτοιχεύα για τον δολοφονημϋνο, που δεν τα εύχε δώςει ςτην αςτυνομύα, και όθελε να τα ςυζητόςει μαζύ τουσ. Θα τουσ ϋλεγα ϐτι ο Γουϐλφ θεωροϑςε απαραύτητο να καθο-ρύςουμε τουσ χρϐνουσ ϊφιξησ του καθενϐσ ςτο δωμϊτιο 42 κι ϐτι όθελε να ςυνερ-γαςτοϑμε. Και πϊει λϋγοντασ, μϋχρι που μϋτρηςα μια ντουζύνα. Σισ ϋπαιξα λύγο μϋςα ςτο κρανύο μου. Σο ζότημα όταν να διαλϋξω μύα που θα ϋπιανε για ϐλουσ.

Ξαφνικϊ, θυμόθηκα ϐτι ο Γουϐλφ μου εύχε πει κϊποτε ϐτι ο καλϑτεροσ τρϐποσ για να διαλϋξεισ απϐ πολλϋσ ιδϋεσ όταν να

Page 49: Περιοδικο Detective Τευχος 1

49

DETECTIVE STORY

διαλϋξεισ την απλοϑςτερη. Ϊκλειςα την κουρτύνα και ςτρϊφηκα. Μϐλισ εύχε τελειώςει το τηλεφώνημϊ του ςτον Υριτσ και καθϐταν ςε μια πολυθρϐνα με μπρϊτςα, που όταν αρκετϊ ευρϑχωρη.

«Θϋλεισ να μαζευτοϑν ϐλοι, ϋτςι;» ρώτηςα.

«Ναι.» «Πϐςο γρόγορα;» «ε... εύκοςι λεπτϊ. Μιςό ώρα.» Πόγα και κϊθιςα ςτην ϊκρη ενϐσ απϐ τα

κρεβϊτια, ϋπιαςα το τηλϋφωνο κι εύπα ςτην τηλεφωνότρια ϐτι αν εύχα καταλϊβει καλϊ ο κ. Φϊρλαντ Ωιντ ϋμενε ςτο ξενοδοχεύο. Θα εύχε την καλοςϑνη να με ςυνδϋςει με το δωμϊτιϐ του;

Δϑο ςτιγμϋσ αργϐτερα η μπϊςα και λύγο βραχνό φωνό του μου εύπε ‘εμπρϐσ’.

«Ο κ. Φϊρλαντ Ωιντ;» «Ο ύδιοσ.» «Εδώ Ωρτςι Γκοϑντγουιν. Σηλεφωνώ εκ

μϋρουσ του κ. Γουϐλφ. Βριςκϐμαςτε ςτο δωμϊτιο 902. Θϋλει πολϑ να πϊρει τη γνώμη ςου για ϋνα ζότημα, αλλϊ ϐχι απϐ το τηλϋφωνο. Αυτό τη ςτιγμό αναπαϑεται. Αν του κϊνεισ την χϊρη να πεταχτεύσ απϐ το δωμϊτιο 902 - να ποϑμε ςε μιςό ώρα - θα το εκτιμόςει πολϑ. Να ποϑμε ςτισ εννιϊ. Ελπύζουμε να ϋρθεισ.»

ϑντομη ςιγό. «Μπορεύσ να μου δώςεισ μια ιδϋα;» «Καλϑτερα ϐχι απϐ το τηλϋφωνο.» Μια ακϐμα μεγαλϑτερη ςιγό. «Εντϊξει. Θα ϋρθω.» Σο απλοϑςτερο εύναι και το καλϑτερο.

Υυςικϊ, το γεγονϐσ ϐτι όςαν ιδιωτικού ντετϋκτιβσ όταν μεγϊλο πλεονϋκτημα. Πεσ ςε οποιοδόποτε ιδιωτικϐ ντετϋκτιβ ϐτι θϋλεισ να κουβεντιϊςετε για κϊτι που δεν λϋγεται απϐ το τηλϋφωνο και θα διαςχύςει ποτϊμι κολυμπώντασ για να ϋρθει να ςε βρει.

Δεν όταν τϐςο απλϐ το πρϊγμα ϐςο με τον Ωιντ. Ο τιβ Ωμςελ δεν ϋμενε ςτο Λϋιθαμ, αλλϊ τον βρόκα ςε ϋνα ϊλλο ξενο-δοχεύο και τον ϋπειςα να κϊνει την διαδρομό. Ο Σζϋι Κερ ϋμενε ςτο Λϋιθαμ, αλλϊ το τηλϋφωνϐ του βοϑιζε ςτισ δϑο πρώτεσ απϐπειρεσ και τον βρόκα τελευ-ταύο. Η Ντολ Μπϐνερ κι η ϊλι Κολτ ϋμεναν ςτον ύδιο ϐροφο με μασ, ςτο δωμϊ-τιο 917, κι ευχϐμουν να εύχα καταφϋρει να πϊω να φϊω μαζύ τουσ παρϊ να ςκαρώςω αυτϐ το παραμϑθι.

την αρχό, η Ντολ Μπϐνερ δεν ϋδειξε ενδιαφϋρον για την ιδϋα, αλλϊ ϐταν τησ εύπα ϐτι θα ϋρχονταν και οι ϊλλοι μου εύπε να την περιμϋνουμε. Αφοϑ πϋτυχα και τον

Κερ ςτην τρύτη απϐπειρα, ϊφηςα το τηλϋφωνο και ςτρϊφηκα ςτον Γουϐλφ.

«Όλα εντϊξει. Θϋλεισ κανϋναν ϊλλο; Σον Γκρουμ; Σον Φϊιατ; Σον Τπουργϐ;»

«Σι ώρα εύναι;» «Εννιϊ παρϊ εννιϊ.» «Να πϊρει η ευχό, πρϋπει να ντυθώ.» ηκώθηκε κι ϊρχιςε να βγϊζει τη ρϐμπα

του. Δεν επρϐκειτο να δεχτεύ γυναύκεσ ατημϋλητοσ, ειδικϊ ςε δωμϊτιο ξενοδο-χεύου.

Εξομολογόςεισ

ΗΣΑΝ αρκετϊ ευρϑχωρο δωμϊτιο και δεν όταν πολϑ ςτριμωγμϋνο με επτϊ ϊτομα ό, αν υπολογύζαμε τον Γουϐλφ για δϑο, οκτώ. Εύχα τηλεφωνόςει κϊτω για να ζητόςω ϊλλεσ τϋςςερισ καρϋκλεσ κατε-πειγϐντωσ, οπϐτε δεν αναγκϊςτηκε κανϋ-νασ να καθύςει ςτο κρεβϊτι. Η Ντολ Μπϐνερ κι η ϊλι Κολτ, πϊντα αχώριςτεσ, κϊθονταν κοντϊ ςτον τούχο. Ο τιβ Ωμςελ, πλϊι τουσ, εύχε γυρύςει την καρϋκλα του ανϊποδα κι εύχε διπλώςει τα χϋρια του ςτην κορυφό τησ ρϊχησ τησ, με το ςαγϐνι ακουμπιςμϋνο ςτον καρπϐ του χεριοϑ του. Εξακολουθοϑςε να εύναι πολϑ κομψϐσ και τα μαϑρα μϊτια του εξακολουθοϑςαν να εύναι ςβϋλτα. Ο Φϊρλαντ Ωιντ ϋδειχνε κουραςμϋνοσ αλλϊ αρκετϊ αξιοπρεπόσ ακϐμα ώςτε να μοιϊζει με τραπεζύτη. Ο Σζϋι Κερ, ο μιςο-φϊλακροσ χοντροϑλησ, όρθε τελευταύοσ. Ϊφερε μαζύ του δϑο τεκμόρια που δεν ξϋφυγαν απϐ την πολϑ εκπαιδευμϋνη παρατηρητικϐτητϊ μου: ϋνα αναψοκοκκινιςμϋνο πρϐςωπο και βαριϊ ανϊςα.

«Μπα, μπα!» αναφώνηςε. «Παρτϊκι, ϋτςι; Δεν μου εύπεσ τύποτε, Ωρτςι. Μπα, μπα!»

«Κϊθιςε κι ϊνοιξε τα αυτιϊ ςου,» του εύπε ο Ωμςελ προςτακτικϊ. «ε περιμϋ-ναμε. Ο Γουϐλφ θϋλει να μασ πει ϋνα τραγουδϊκι.»

«Πολϑ θα όθελα να το ακοϑςω,» εύπε ο Κερ εγκϊρδια και κϊθιςε.

Σα μϊτια του Γουϐλφ ϋκαναν ϋνα γϑρο. «Θαρρώ ϐτι ο καλϑτεροσ τρϐποσ για να αρχύςω,» εύπε, «εύναι να ςασ διαβϊςω την κατϊθεςη που ϋδωςα ςτον Τπουργϐ.» Ϊβγαλε το ϋγγραφο απϐ την τςϋπη του και το ξεδύπλωςε. «Εύναι κϊπωσ μακρο-ςκελόσ, αλλϊ θϋλω να ξϋρετε τη θϋςη μου. Αν μου επιτρϋπετε.»

«Αμϋ,» εύπε ο Κερ. «Ακοϑμε.»

Page 50: Περιοδικο Detective Τευχος 1

50

DETECTIVE STORY

Ο Γουϐλφ ϊρχιςε να διαβϊζει. Φρειϊςτη-κε δϋκα λεπτϊ, αλλϊ κρϊτηςε το ακροα-τόριϐ του. Πρϋπει να παραδεχτώ ϐτι τον λυπϐμουν. Αυτϐ που θα όθελε να κϊνει με τοϑτη την υπϐθεςη όταν να την πετϊξει ςτο καλϊθι των αχρόςτων και να προςπα-θόςει να την ξεχϊςει, αλλϊ, ϐντασ αναγκα-ςμϋνοσ όδη να την καταγρϊψει ςε μια ϋνορκη κατϊθεςη και να την απαγγεύλει ςτον Φϊιατ, ϋπρεπε τώρα να την πει και ςε μια παρϋα απϐ ςυναδϋλφουσ μϋλη του ύδιου επαγγελματικοϑ ςωματεύου. Αυτϐ θα πρϋπει να όταν το πιο πικρϐ χϊπι που εύχε αναγκαςτεύ ποτϋ να πιει, αλλϊ το κατϋβαςε.

Όταν ϋφταςε ςτο τϋλοσ, δύπλωςε το χαρτύ και το ϋδωςε ς΄ εμϋνα. Ακοϑμπηςε τουσ αγκώνεσ του ςτα μπρϊτςα τησ πολυθρϐνασ και ϋςμιξε τα ακροδϊχτυλϊ του.

«όμερα το πρωύ, λοιπϐν, δεν μποροϑςα να ςασ δώςω το ϐνομα του δολοφονημϋ-νου,» εύπε. «Μύληςα τϐτε για την ανοηςύα μου, και δεν θϋλω να ςταθώ ς΄ αυτόν. Θϋλει κανϋνασ απϐ εςϊσ κϊποια διευκρύ-νιςη αναφορικϊ με την κατϊθεςη; Ϊχετε καμιϊ ερώτηςη;»

Προφανώσ, δεν εύχε κανϋνασ, οπϐτε ο Γουϐλφ ςυνϋχιςε:

«Ο κ. Γκοϑντγουιν ςασ εύπε απϐ το τηλϋφωνο ϐτι όθελα να ςασ ςυμβουλευτώ για κϊτι. Θα ςασ πω τι. Εύμαςτε ϐλοι αναμιγμϋνοι ςε μια ϋρευνα για φϐνο και βριςκϐμαςτε υπϐ κρϊτηςη. Ο κ. Γκοϑντ-γουιν κι εγώ ςυλληφθόκαμε ωσ ουςιώδεισ μϊρτυρεσ και αφεθόκαμε ελεϑθεροι με εγγϑηςη. Δεν ξϋρω αν ςυνελόφθη και κανϋνασ απϐ εςϊσ, αλλϊ ςύγουρα ϋχει τεθεύ περιοριςμϐσ ςτισ κινόςεισ ςασ. Πιςτεϑω ϐτι θα εύναι προσ το κοινϐ ςυμφϋρον μασ να βϊλουμε ϐλα τα ςτοιχεύα μαζύ και να αποφαςύςουμε τι μποροϑμε να κϊνουμε με αυτϊ. Εύμαςτε ϐλοι εκπαι-δευμϋνοι κι ϋμπειροι ερευνητϋσ.»

Ο Ωμςελ ϋκανε να μιλόςει, αλλϊ ο Γουϐλφ ϑψωςε ϋνα χϋρι.

«ε παρακαλώ,» του εύπε. «Πριν ςχολιϊ-ςεισ, να πω ϐτι οϑτε εγώ οϑτε κι ο κ. Γκοϑντγουιν εύχαμε καμιϊ ςχϋςη με τον φϐνο εκεύνου του ατϐμου, οϑτε ξϋρουμε τύποτε. Ενδεχομϋνωσ, αυτϐ ιςχϑει και για ϐλουσ εςϊσ. Αν εύναι ϋτςι, τϐτε η αξύα τησ πρϐταςησ που ϋκανα εύναι ολοφϊνερη, θα εύμαςτε ανϐητοι αν δεν μοιραςτοϑμε τα ςτοιχεύα που διαθϋτουμε κι αν δεν βϊλουμε τα μυαλϊ μασ ϐλα μαζύ. Αν ϐχι, αν κϊποιοσ απϐ εςϊσ ςκϐτωςε εκεύνο το ϊτομο, δεν πρϐκειται να μασ το πει αςφα-

λώσ, και προφανώσ θα διςτϊςει να μασ δώςει το παραμικρϐ ςτοιχεύο, αλλϊ προ-φανώσ θα εύναι προσ το ςυμφϋρον των υπολούπων να ςυγχωνεϑςουμε τισ γνώ-ςεισ μασ και τισ πηγϋσ μασ. Δεν ςυμφω-νεύτε;»

Για πρώτη φορϊ, αντϊλλαξαν ματιϋσ. «Πολϑ ωραύα,» εύπε ο Σζϋι Κερ. «Όποιοσ

μπει τελευταύοσ εύναι το κορϐιδο.» «Ψραύα το τοποθϋτηςεσ,» εύπε ο Ωμςελ.

«Αν δεν παύξω το παιχνύδι εύμαι ϋνοχοσ.» «Ϊχω μια ερώτηςη,» πετϊχτηκε ο

Φϊρλαντ Ωιντ. «Γιατύ ςυλληφθόκατε εςϑ κι ο Γκοϑντγουιν και βγόκατε με εγγϑηςη;»

«Επειδό,» απϊντηςε ο Γουϐλφ, «εκεύνο το ϊτομο - υποθϋτω ϐτι θα ξϋρετε ϐλοι πια ϐτι τον ϋλεγαν Ντϐναχιου - επειδό, λοι-πϐν, εύπε ςτον κ. Φϊιατ κϊτι ςόμερα το πρωύ που ερχϐταν ςε ςϑγκρουςη με την κατϊθεςό μου. Εύπε ϐτι μου εύχε δώςει το ϐνομα Ντϐναχιου κι ϐτι όξερα ϐτι επρϐ-κειτο για παρϊνομη υποκλοπό τηλεφω-νημϊτων.»

«Ψχ!» ϋκανε ο Κερ. «Δεν απορώ που θϋλεισ να ςου ανούξουμε την καρδιϊ μασ.»

«Εγώ την ϊνοιξα την καρδιϊ μου, κ. Κερ. Θα απαντόςω ςε ϐποια ερώτηςη μου υποβϊλετε. Και ςασ βεβαιώνω ϐτι δεν ωθοϑμαι απϐ κανϋνα φϐβο υπϋρτατησ καταςτροφόσ, εύτε για τον κ. Γκοϑντγουιν ό για μϋνα. Απλϊ, θϋλω να πϊω ςτο ςπύτι μου.»

Ε ΣΟΤΣΟ το ςημεύο, μπόκε κι η Ντολ

Μπϐνερ ςτη ςυζότηςη. «Μου φαύνεται,» εύπε, «ϐτι το μϐνο ερώτημα εύναι αν θα προκϑψει καλϐ ό ϐχι. Ζημιϊ δεν μπορεύ να κϊνει., Δώςαμε όδη ςτην αςτυνομύα ϐλα τα ςτοιχεύα που διαθϋταμε, τουλϊχιςτον αυτϐ ϋκανα εγώ κι η δεςποινύσ Κολτ, και αϑριο θα μασ ριχτοϑν ξανϊ.» Ϊςτρεψε τα καραμελιϊ μϊτια τησ προσ τον Γουϐλφ. «Ποιο το ϐφελοσ;»

Ο Γουϐλφ την κούταξε ςμύγοντασ τα φρϑδια. Μερικϋσ φορϋσ, ειλικρινϊ, προ-ςπαθεύ να απευθυνθεύ ςε μια γυναύκα δύχωσ να ςμύγει τα φρϑδια, αλλϊ ςπϊνια τα καταφϋρνει.

«Ενδεχομϋνωσ, καμύα, κυρύα μου. Μεταξϑ μασ, ϐμωσ, παριςτϊνουμε τουσ καπϊτςουσ και δεν αποκλεύεται να εύμα-ςτε. Αν αληθεϑει αυτϐ, καλϊ θα κϊνουμε να μεταχειριςτοϑμε την καπατςοςϑνη μασ, δεδομϋνου ϐτι η εναλλακτικό λϑςη εύναι να ςταυρώςουμε τα χϋρια και να περιμϋνουμε, ελπύζοντασ ϐτι ο κ. Γκρουμ

Page 51: Περιοδικο Detective Τευχος 1

51

DETECTIVE STORY

ϋχει μυαλϐ ό τϑχη. Ϊχετε παραβϊλει ςημειώςεισ καθϐλου;»

Η απϊντηςη όταν τρύα ϐχι και δϑο αρνητικϊ κουνόματα του κεφαλιοϑ.

«Σϐτε, εύναι καιρϐσ. Δεν ξϋρετε αν ϋνασ ό περιςςϐτεροι απϐ εςϊσ μπορεύ να απαλει-φθεύ με ςιγουριϊ. Αν υποθϋςουμε ϐτι τον ςκϐτωςε κϊποιοσ απϐ εμϊσ, ξϋρετε ποια εύναι τα χρονικϊ ϐρια;... Δεν ξϋρετε. Προφανώσ, δεν εύχατε το προνϐμιο που εύχα εγώ, να ακοϑςετε την ιςτορύα του κ. Φϊιατ. Ο φϐνοσ διαπρϊχτηκε μεταξϑ εννιϊ και μιςό, ϐταν ο κ. Φϊιατ ϊφηςε τον Ντϐ-ναχιου ολομϐναχο ςτο δωμϊτιο, και δϋκα, ϐταν ϋφταςα εγώ με τον κ. Γκοϑντγουιν. Αν υποθϋςουμε ϐτι τον ςκϐτωςε ϋνασ απϐ εμϊσ - μια υπϐθεςη που πρϋπει να απο-δεχτοϑμε, εκτϐσ αν βροϑμε κϊποια δικαιο-λογύα για να την απορρύψουμε. υνεπώσ, αν ϋνασ ό περιςςϐτεροι απϐ εςϊσ μπορεύτε να εδραιώςετε ϐτι φτϊςατε ςτο δωμϊτιο 42 πριν απϐ τισ εννιϊ και μιςό, και πα-ραμεύνατε εκεύ, εύςαςτε υπερϊνω υπο-ψύασ. Μπορεύτε;»

«Όχι εγώ,» απϊντηςε η Ντολ Μπϐνερ. «Εγώ κι η ϊλι φτϊςαμε εκεύ πρώτεσ, ςτισ εννιϊ και εύκοςι. Πϋντε λεπτϊ αργϐτερα όρθε ο κ. Ωιντ, και ςε ϊλλα τϋςςερα ό πϋντε λεπτϊ ο κ. Ωμςελ. Μετϊ όρθε ο κ. Κερ κι εςϑ κι ο κ. Γκοϑντγουιν όρθατε τελευταύοι, λύγο πριν απϐ τισ δϋκα. Μου κακοφϊνηκε που ςασ φώναξαν μϋςα πρώτουσ επειδό εύχαμε ϋρθει πρώτεσ και θεωροϑςα ϐτι ϋπρεπε να μασ φωνϊξουν πρώτεσ.»

«Σϐτε εύμαςτε εντϊξει ακϐμα. Όταν εύπα ϐτι τα ϐρια όςαν εννιϊ και μιςό και δϋκα αγνϐηςα το ενδεχϐμενο ϐτι ϐταν ο κ. Γκοϑντγουιν κι η δεςποινύσ Κολτ πόγαν για καφϋ ϋνασ απ΄ αυτοϑσ, ό κι οι δϑο μαζύ, πετϊχτηκαν μϋχρι το δωμϊτιο 38 και τον ςκϐτωςαν. Θϋλει κανϋνασ να το διερευνό-ςουμε αυτϐ;»

Η ϊλι Κολτ ϊρχιςε να χαςκαρύζει. Αυτϐ όταν το ψεγϊδι τησ, αλλϊ ϋδειξα ανοχό ύςωσ επειδό όταν η πρώτη φορϊ που εύχε βρεθεύ τϐςο κοντϊ ςε ϋνα φϐνο και, φυςικϊ, όταν τςιτωμϋνη. Ϊςπευςα να επϋμβω.

«Αυτϐ ξεχϊςτε το. Οϑτε εγώ τον ςκϐτω-ςα, οϑτε εκεύνη - κανϋνασ μασ.»

«Σι λεει η δεςποινύσ Κολτ;» «Μην εύςαςτε ανϐητοι!» ϋκανε η ϊλι

Κολτ, με φωνό κϊπωσ ψηλϐτερη απ΄ ϐτι ϋπρεπε, οπϐτε την χαμόλωςε αμϋςωσ. «Όχι. Καλϊ τα εύπε ο κ. Γκοϑντγουιν.»

«Ψραύα,» εύπε ο Γουϐλφ. «υνόθωσ τα λϋει καλϊ.» Ωλλαξε θϋςη ςτην καρϋκλα

του. Ο πιςινϐσ του εύχε υποςτεύ μεγϊλη τιμωρύα απϐ τισ ϋξι εκεύνο το πρωύ. «Τπο-θϋτω ϐτι, ςϑμφωνα με την θεωρύα τησ αςτυνομύασ, ϋνασ απϐ εμϊσ, διαςχύζο-ντασ τον διϊδρομο κατϊ την ϊφιξό του, εύδε τον Ντϐναχιου, που ύςωσ ϊνοιξε την πϐρτα του δωματύου για να ρύξει μια ματιϊ ϋξω, και τον ξϋκανε. Με βϊςη αυτό τη θεωρύα εύμαςτε υποψόφιοι για ςταϑρωμα. Δεν μποροϑςε να υπϊρχει χρϐνοσ για πολλϋσ κουβϋντεσ εκτϐσ αν ο δολοφϐνοσ εύχε μπει ςτο κτύριο πολϑ νωρύτερα απ΄ ϐτι εύχε φτϊςει ςτο δωμϊτιο 42 και ς΄ αυτό την περύπτωςη η αςτυνο-μύα θα τον πιϊςει χωρύσ την δικό μασ βοόθεια. Σο θϋμα εύναι ϐτι κατϊ πϊςα πιθανϐτητα η απλό θϋα του Ντϐναχιου ςε εκεύνο τον χώρο αρκοϑςε για να κϊνει τον δολοφϐνο να αποφαςύςει την ϊμεςη θανϊτωςό του. Εύχε κανϋνασ απϐ εςϊσ τϋτοιο λϐγο; Εγώ ϋδωςα πλόρη και ειλικρινό αναφορϊ τησ ςχϋςησ μου με το ϊτομο. Εύχε κανϋνασ απϐ εςϊσ νταρα-βϋρια μαζύ του;»

«Εγώ,» απϊντηςε η Ντολ Μπϐνερ. «Ναι, δεςποινύσ Μπϐνερ; Θϋλετε να μασ

πεύτε κϊτι περιςςϐτερο;» «Αςφαλώσ. Σο εύπα ςτην αςτυνομύα,

γιατύ να μη το πω και ς΄ εςϊσ;» Τπόρχε μια απϐχρωςη περιφρϐνηςησ ςτη φωνό τησ, εύτε για το Γουϐλφ ό για τουσ ϊλλουσ, δεν μποροϑςα να καταλϊβω. «Πρώτα απ΄ ϐλα, ϐμωσ, παρϋλειψα κϊτι, ϐχι ςκϐπιμα. Όταν ϋφταςα ςτον τρύτο ϐροφο εκεύνου του κτιρύου με την ϊλι Κολτ, μπόκα ςτην τουαλϋτα κι εκεύνη ςυνϋχιςε προσ το δωμϊτιο 42. Ϋταν δϋκα παρϊ εύκοςι ϐταν πόγα και την βρόκα εκεύ. Υυςικϊ, το ξϋρει κι η αςτυνομύα αυτϐ. Επύςησ, ϊκουςα ϋναν ντετϋκτιβ τησ αςτυνομύασ να λϋει ςε κϊποιον - θαρρώ ϐτι όταν ο ειςαγγελϋασ - ϐτι ϐλοι μασ εύχαμε αναγνωρύςει το πτώμα.»

«Μϊλιςτα.» Σο ςυνοφρϑωμα του εργο-δϐτη μου εύχε ςχεδϐν εξαφανιςτεύ. «Όλοι ςασ;»

«Αυτϐ εύπε.» Σα μϊτια τησ πϋταξαν ςτον Ωιντ, ςτον Ωμςελ, ςτον Κερ και πϊλι ςτον Γουϐλφ. «Όςο για τισ ςχϋςεισ μου μαζύ του, όςαν περύπου ύδιεσ με τισ δικϋσ ςου. Ϋρθε ςτο γραφεύο mου τον περαςμϋνο Απρύλιο κι εύπε ϐτι τον ϋλεγαν Ωλαν ϊμιουελσ, κι όθελε να κανονύςω την υποκλοπό των κλόςεων του τηλεφώνου του ςπιτιοϑ του - ενϐσ ςπιτιοϑ ςτο Μπρονξ - με τον ύδιο ακριβώσ διακανο-νιςμϐ που ϋκανε μαζύ ςασ. Εγώ δεν εύχα κανϋναν Ωρτςι Γκοϑντγουιν να με παρακινόςει, αλλϊ ϋκανα τη ςκϋψη ϐτι δεν

Page 52: Περιοδικο Detective Τευχος 1

52

DETECTIVE STORY

θα πϊθαινα καμιϊ ζημιϊ αν μϊθαινα κϊτι περύ υποκλοπών, εφ΄ ϐςον μποροϑςα να το κϊνω νϐμιμα, και ςυμφώνηςα να ανα-λϊβω τη δουλειϊ, αρκεύ μϐνο να μποροϑςε να αποδεύξει την ταυτϐτητϊ του. Μου ϋδειξε οριςμϋνα χαρτιϊ - ϊδεια οδηγοϑ και μερικϊ γρϊμματα - αλλϊ του εύπα ϐτι δεν ϋφτανε αυτϐ.»

ΕΠΑΧΕ να μιλϊει, για να καταπιεύ.

Προφανώσ δεν όταν πιο περόφανη για την επύδοςό τησ απ΄ ϐτι όταν ο Γουϐλφ για τη δικό του.

«Μου εύπε ϐτι εύχε ϋναν λογαριαςμϐ ςε μια τρϊπεζα ςτην ϊλλη γωνύα - το γραφεύο του εύναι ςτη γωνύα τησ 15ησ Οδοϑ και τησ Μϊντιςον - και μου ζότηςε να πϊω εκεύ μαζύ του. Εύχα κϊποιο ραντεβοϑ και δεν μποροϑςα να φϑγω απϐ το γραφεύο, οπϐτε ζότηςα απϐ την δεςποινύδα Κολτ να πϊει μαζύ του.» τρϊφηκε ςτην κοπϋλα. «ϊλι, πεσ τα δικϊ ςου.»

Η ϊλι δεν ϋδειχνε τϐςο εϑθυμη. «Θϋλεισ να τα πω;» ρώτηςε. Η Ντολ Μπϐνερ απϊντηςε ‘ναι’ κι η ϊλι

χϊριςε τα μϊτια τησ ςτον Γουϐλφ. Απϐ τη δικό μου γωνύα, ςτο φωσ του ηλεκτρικοϑ, δεν φαινϐταν το μπλε που εύχαν, ϋμοιαζαν κατϊμαυρα ςαν του Ωμςελ.

«Η δεςποινύσ Μπϐνερ μου εύπε τι ϋπρεπε να κϊνω,» εύπε, «οπϐτε πόγα μαζύ του ςτο παρϊρτημα τησ Κοντινϋνταλ Σραςτ Κόμπα-νι ςτη Λεωφϐρο Μϊντιςον. Με πϋραςε μϋςα απϐ το κιγκλύδωμα ςτο χώρο με τα γραφεύα, ϐπου κϊθονταν τϋςςερισ υπϊλ-ληλοι, και με πόγε ςε ϋνα απϐ τα γραφεύα. Πϊνω ςτο γραφεύο όταν ϋνα μικρϐ βϊθρο ςταμπαριςμϋνο με ϋνα ϐνομα - Υρϋντερικ Πϐγκετ. Ο πελϊτησ αποκϊλεςε το ϊτομο πύςω απϐ το γραφεύο κ. Πϐγκετ, και αντϊλλαξε χειραψύα μαζύ του, και του εύπε ϐτι αναφορικϊ με κϊποια ςυναλλαγό που εύχε, ϋπρεπε να αποδεύξει την ταυτϐ-τητϊ του και θα εύχε την καλοςϑνη ο κ. Πϐγκετ να τον αναγνωρύςει. Ο κ. Πϐγκετ εύπε ‘και βϋβαια’ και ςτρϊφηκε ςε μϋνα και μου εύπε ‘Αυτϐσ ο κϑριοσ εύναι ο κ. ϊμιουελσ, πελϊτησ τησ τρϊπεζϊσ μασ,’ κι εγώ εύπα ‘Ωλαν ϊμιουελσ;’ κι εκεύνοσ απϊντηςε ναι κι ϑςτερα εύπε ςτον πελϊτη ϐτι αν επρϐ-κειτο για καμιϊ πύςτωςη ευχαρύςτωσ θα πιςτοποιοϑςε το υπϐλοιπο του λογα-ριαςμοϑ του. Ο πελϊτησ εύπε ϐτι δεν χρειαζϐταν τύποτε τϋτοιο και φϑγαμε. Επιςτρϋψαμε ςτο γραφεύο κι ϋδωςα αναφορϊ ςτην δεςποινύδα Μπϐνερ.»

Ϊπαψε και κούταξε την Ντολ Μπϐνερ που κατϋνευςε και πόρε την μπϊλα.

«τη δικό μου περύπτωςη, κ. Γουϐλφ, δεν υποψιαζϐταν τον γραμματϋα του, αλλϊ τον αδερφϐ του που ϋμενε ςτο ςπύτι του, αλλϊ αυτϐ εύναι απλϊ μια λεπτο-μϋρεια. Με πλόρωςε με μετρητϊ, χύλια δολϊρια, κι εγώ ανακϊλυψα πώσ μποροϑ-ςα να κανονύςω την υποκλοπό και το ϋκανα. Θα ερχϐταν ςτο γραφεύο μου ςτισ πϋντε κϊθε μϋρα για την αναφορϊ. Σο πρωύ τησ ημϋρασ που εύχε πϊρει την πϋμπτη αναφορϊ τηλεφώνηςε για να πει ϐτι δεν χρειαζϐταν πια την υποκλοπό και ρώτηςε αν μου χρωςτοϑςε τύποτε. Σου απϊντηςα ναι, ϊλλα πεντακϐςια δολϊρια, και ςε μια ώρα περύπου πϋραςε και τα πλόρωςε.»

Ϊκανε μια μικρό χειρονομύα. «Ποτϋ μου δεν τον υποψιϊςτηκα. Λϋω

ακϐμα ϐτι δεν υπόρχε λϐγοσ. Όταν, ϐμωσ, ϊρχιςε ϐλη αυτό η δημοςιϐτητα για τισ υποκλοπϋσ τηλεφωνημϊτων κι ϑςτερα ϐταν μασ εύπαν να κϊνουμε ϋνορκη κατϊθεςη για την ςχϋςη μασ με οποια-δόποτε υποκλοπό, πόγα ςτην τρϊπεζα και μύληςα με τον κ. Πϐγκετ, παύρνοντασ την δεςποινύδα Κολτ μαζύ μου. Υυςικϊ, θυμϐταν το περιςτατικϐ. Αφοϑ πόγε να ςυμβουλευτεύ τα μητρώα, μου εύπε ϐτι ο Ωλαν ϊμιουελσ εύχε ανούξει τρϋχοντα λογαριαςμϐ ςτην τρϊπεζα ςτισ 18 Υεβρουαρύου, δύνοντασ μια διεϑθυνςη εργαςύασ ςτη Λεωφϐρο Λϋξινγκτον. Εύχε επιληφθεύ ο ύδιοσ ο Πϐγκετ. Δεν όθελε να μου πει οϑτε το ποςϐ οϑτε τισ ςυςτϊςεισ που εύχε δώςει ο ϊμιουελσ, αλλϊ μου εύπε ϐτι το υπϐλοιπο εύχε αποςυρθεύ, κλεύ-νοντασ τον λογαριαςμϐ, ςτισ 20 Απριλύου, δηλαδό την επομϋνη τησ ημϋρασ που ο ϊμιουελσ εύχε ακυρώςει την υποκλοπό, και του απϋςπαςα την διεϑθυνςη τησ Λεωφϐρου Λϋξινγκτον. Υυςικϊ, υποψιϊ-ςτηκα ϐτι εύχα πιαςτεύ κορϐιδο και - θϋλετε να ςυνεχύςω; Για τισ προςπϊθειϋσ μου να βρω τα ύχνη του;»

«Όχι, εκτϐσ αν το πετϑχατε. Σον βρό-κατε;»

«Όχι. Ποτϋ. Η επϐμενη φορϊ που τον εύδα όταν ςόμερα ς΄ εκεύνο το δωμϊτιο. Νεκρϐ.»

«Δεν τον εύδεσ ζωντανϐ πρώτα;» ρώτη-ςε ο Γουϐλφ.

«Όχι,» απϊντηςε η Ντολ Μπϐνερ. «Δεν όταν απλϐ να εξακριβώςεισ την

υποψύα ςου - να την επιβεβαιώςεισ ό να την κατευνϊςεισ;»

Page 53: Περιοδικο Detective Τευχος 1

53

DETECTIVE STORY

«Ψ!» Η Ντολ Μπϐνερ αιφνιδιϊςτηκε. «Σο παρϋλειψα αυτϐ. Υυςικϊ, πόγα εγώ η ύδια ς΄ εκεύνη την διεϑθυνςη ςτο Μπρονξ. Κϊποιοσ ονϐματι Ωλαν ϊμιουελσ ϋμενε εκεύ, αλλϊ δεν όταν το ύδιο ϊτομο.»

«Σου εύπεσ για την - χμμ, αναπϐφευκτη ειςβολό ςτην ηςυχύα του;»

«Όχι. Παραδϋχομαι ϐτι θα ϋπρεπε, αλλϊ δεν το ϋκανα. Εύχα αρρωςτόςει.»

«Πόρεσ πληροφορύεσ γι αυτϐν - επϊγγελμα, υπϐςταςη, ενδιαφϋροντα;»

«Όχι. Σι το ϐφελοσ;» «Ποια εύναι η διεϑθυνςό του;» «Δεν...» απϊντηςε η γυναύκα, διςτϊ-

ζοντασ. «Ϊχει ςημαςύα;» Ο Γουϐλφ την κούταζε με τα φρϑδια

ςμιγμϋνα πϊλι. «Ϊλα, δεςποινύσ Μπϐνερ. Μποροϑμε να

την βροϑμε ςτον τηλεφωνικϐ κατϊλογο του Μπρονξ.»

Εκεύνη αναψοκοκκύνιςε λύγο. «Απλϊ μου φαύνεται χωρύσ ςημαςύα.

Λεωφϐροσ Μπϐρτςαρντ 29, Μπρονξ.» Ο Γουϐλφ ςτρϊφηκε ςε μϋνα. «Ωρτςι. Πϊρε τον κ. Κοϋν. Δώς΄ του

αυτϐ το ϐνομα και την διεϑθυνςη και πεσ του ϐτι θϋλουμε να ϋχουμε τα ςτοιχεύα αμϋςωσ μϐλισ τα ςυγκεντρώςει. Μϋςα ςε μια ώρα, αν εύναι δυνατϐν.»

ηκώθηκα και πόγα ςτο τηλϋφωνο. Ο αριθμϐσ τησ Γκαζϋτ όταν απ΄ αυτοϑσ που θυμϐμουν απ΄ ϋξω. Σουσ εύπα να ςυνεχύ-ςουν, ςυνηθιςμϋνοσ όμουνα να κϊνω τηλεφωνόματα κϊτω απϐ δυςκολύεσ, αλλϊ εκεύνοι ϋμειναν ευγενικϊ ςιωπηλού. Εκεύνη την ώρα ϋπιαςα Νϋα Τϐρκη αμϋςωσ, βρόκα τον Λον, του υπϋβαλα το αύτημα, αλλϊ χρειϊςτηκα δϑο λεπτϊ για να τον ξεφορτωθώ. Ϋθελε αποκλειςτικϐτητα για το πώσ εύχαμε ςυλληφθεύ και για τον τϑπο του κϐμπου που εύχα μεταχειριςτεύ ςτη γραβϊτα του Ντϐναχιου, οπϐτε αναγκϊ-ςτηκα να φανώ αγενόσ και να του κλεύςω το τηλϋφωνο. Καθώσ πληςύαζα την καρϋ-κλα μου, ο Γουϐλφ απευθϑνθηκε ςτο ακροατόριϐ του.

«Θϋλετε να κϊνετε καμιϊ ερώτηςη ςτη δεςποινύδα Μπϐνερ;»

Ϋταν φανερϐ, δεν όθελαν. «Νομύζω,» εύπε ο Γουϐλφ, «ϐτι ο καλϑτε-

ροσ τρϐποσ να δεύξουμε ςτην δεςποινύδα Μπϐνερ την εκτύμηςό μασ για την ειλικρύ-νειϊ τησ, εύναι να ανταποδώςουμε. Κϑριε Ωιντ; Κϑριε Ωμςελ; Κϑριε Κερ;»

Ο Ωιντ καθϐταν και τςιμποϑςε την επιδερμύδα του πϊνω απϐ το μόλο του Αδϊμ. Ο Ωμςελ, με τα χϋρια διπλωμϋνα ακϐμα πϊνω ςτη ρϊχη τησ καρϋκλασ του,

εύχε τα μϊτια του καρφωμϋνα ςτον Γουϐλφ. Ο Σζϋι Κερ ϋβγαλε κϊποιον όχο, αλλϊ δεν όταν παρϊ ϋνα πολϑ αδϑναμο ρϋψιμο.

«Καταλαβαύνω,» εύπε ο Γουϐλφ, «ϐτι με το επϊγγελμα που κϊνετε και την εκπαύ-δευςη που ϋχετε αποκτόςει, ϋχετε μεγϊλο ςεβαςμϐ ςτη διακριτικϐτητα, αλλϊ ελπύζω να μη ςασ ϋχει γύνει φετύχ. ϑμφωνα με τη δεςποινύδα Μπϐνερ αναγνωρύςατε ϐλοι τον νεκρϐ. ε αυτό την περύπτωςη, ϐχι μϐνο εύχατε ςυναντηθεύ μαζύ του, αλλϊ τον εύχατε ςυναντόςει κϊτω απϐ ςυνθόκεσ που ςασ ϋκανε να το θεωρεύτε επικύνδυνο, ό τουλϊχιςτον αςϑνετο, να προςποιηθεύτε ϐτι δεν τον γνωρύζατε. Όπωσ εύπε η δεςποινύσ Μπϐνερ, αυτϊ που καταθϋςατε ςτην αςτυνομύα μπορεύτε να τα πεύτε κι εδώ, εκτϐσ αν ϋχετε λϐγο να φοβϐςαςτε...»

«Σι διϊβολο!» ξϋςπαςε ο Σζϋι Κερ. «Και βϋβαια το γνώριζα το κϊθαρμα. Με χαρϊ μου θα ςασ πω ϐλα ϐςα ξϋρω γι αυτϐν, αλλϊ προηγουμϋνωσ θϋλω να πιω κϊτι.»

«Ζητϊω ςυγνώμη,» απολογόθηκε ο Γουϐλφ, και το εννοοϑςε. «Μακριϊ απϐ το ςπύτι γύνομαι ϊλλοσ ϊνθρωποσ και παραμελώ ακϐμα και τα τυπικϊ. Ωρτςι; Ϊχεισ την καλοςϑνη;»

Υποψύεσ για όλουσ Η ΝΣΟΛ Μπϐνερ ζότηςε μπρϊντι και

καφϋ, η ϊλι ροϑμι και κϐκα-κϐλα - ϊλλο ψεγϊδι - ο Ωιντ τςϊι με λεμϐνι, ο Ωμςελ διπλϐ μπϋρμπον κι ο Κερ διπλϐ ουύςκι με παγϊκια, ο Γουϐλφ δϑο μπουκϊλια μπύρα κι εγώ ϋνα διπλϐ γϊλα. Μου αρϋςει να πύνω πϐτε-πϐτε, αλλϊ ϐχι ϐταν εύμαι ϋξω με εγγϑηςη. ε τϋτοιεσ περιπτώςεισ, θϋλω να τα ϋχω τετρακϐςια.

Ο Κερ εύχε πει ϐτι όθελε να πιει κϊτι πρώτα, οπϐτε καθώσ περιμϋναμε να ϋρθουν οι παραγγελύεσ μασ, ο Γουϐλφ ανϋ-τρεξε ςε μερικϋσ λεπτομϋρειεσ με την Ντολ Μπϐνερ, ϐπωσ η ημερομηνύα που την εύχε επιςκεφτεύ για πρώτη φορϊ ο Ντϐναχιου, αλλϊ αυτϐ μϐνο και μϐνο για να περϊςει η ώρα. άςωσ ϐχι, ϐμωσ. Φαιρϐμουν που δεν όταν εκεύ ο Υριτσ. Τποψιϊζεται ϐτι η κϊθε γυναύκα που ϋςτω και διαβαύνει το κατώ-φλι του θϋλει να καταλϊβει την κουζύνα του, για να μην αναφϋρω το υπϐλοιπο ςπύτι. Θα τρωγϐταν με τα ροϑχα του. Σα καραμελϋνια μϊτια κι οι μακριϋσ ςκοϑρεσ βλεφαρύδεσ δεν όςαν τα μϐνα ςωματικϊ προςϐντα τησ Ντολ Μπϐνερ, εύχε και τη ςωςτό ηλικύα, εύχε αποδεύξει ϐτι διϋθετε

Page 54: Περιοδικο Detective Τευχος 1

54

DETECTIVE STORY

μυαλϐ κι εύχε κϊνει καλό δουλειϊ ϐταν ϋδινε αναφορϊ κι όταν και ςϑντροφοσ ςτη μιζϋρια, δεδομϋνου ϐτι εύχε πϋςει κι αυτό θϑμα του Ντϐναχιου. Βϋβαια, αν ο Γουϐλφ τησ φϐρτωνε ϋνα φϐνο θα ϋπαυε να αποτελεύ κύνδυνο, αλλϊ πρϐςεξα ϐτι εύχε πϊψει να την κοιτϊζει με ςμιγμϋνα φρϑ-δια. Ε, λοιπϐν, ςκϋφτηκα, αν τον καμα-κώςει κι η ϊλι καμακώςει εμϋνα, θα μποροϑμε να διαλευκαύνουμε τισ υποθϋ-ςεισ μασ ϐλοι μαζύ και να κυριαρχόςουμε ςτον χώρο.

Αφοϑ όρθαν τα ποτϊ και μοιρϊςτηκαν, κι ο Γουϐλφ όπιε δυϐ γερϋσ γουλιϋσ μπϑρα, ϋςτρεψε τα μϊτια του ςτον Κερ.

«Λοιπϐν; Κϊτι επρϐκειτο να μασ πεισ.» Ο Κερ ρουφοϑςε το ουύςκι του. «Μου την ϋφερε κι εμϋνα. Ψραύα. Μϐνο

που δεν ακολοϑθηςε ακριβώσ το ύδιο πρϐτυπο. Εκεύνο που τον απαςχολοϑςε όταν η γυναύκα του. Ϋθελε να κϊνει υπο-κλοπό ςτα τηλεφωνόματα του ςπιτιοϑ του, ενϐσ διαμερύςματοσ ςτο Μπροϑκλιν. Ϋθελε πλόρη αναφορϊ για ϐλεσ τισ φωνϋσ, αντρικϋσ και γυναικεύεσ, επειδό πύςτευε ϐτι υπόρχε κϊποιοσ ϊντρασ που δεν εύχε θϋςη εκεύ. Δηλώνω ςε ςϋνα και την δεςποινύδα Μπϐνερ, ϐτι ςασ ϋριξε. Εμϋνα μου ϋδωςε δϑο χιλιϊρικα μπροςτϊ κι ϊλλα δϑο αργϐτερα.»

«Ευχαριςτώ. Σην επϐμενη φορϊ θα ζητόςω περιςςϐτερα. Πϐτε ϋγινε αυτϐ;»

«Επικοινώνηςε μαζύ μου ςτισ αρχϋσ Απριλύου. Ύςτερα απϐ δϑο εβδομϊδεσ, δϋκα ϋξι μϋρεσ για την ακρύβεια, ζότηςε να ςταματόςουν οι υποκλοπϋσ και τακτο-πούηςε τον λογαριαςμϐ του.»

«Και το ϐνομϊ του; Σο ϐνομα που ϋδωςε.»

Ο Κερ όπιε μια γουλιϊ, την κατϊπιε, κι ϋκανε ϋνα μορφαςμϐ.

«Αυτϐ το ουύςκι δεν ϋχει καλό γεϑςη, αλλϊ δεν φταύει το ουύςκι. Ϊφαγα λαχανικϊ για δεύπνο. Όςο γι το ϐνομϊ του, το ϐνομα που μου ϋδωςε όταν Λϋγκετ. Ωρθουρ Λϋγκετ.»

«Γνωςτϐ ϐνομα,» «Αυτϐ εύναι αλόθεια.» «Κϊπου το ϋχω δει. Ωρτςι;» «Ναι,» ςυμφώνηςα. «Εύναι επικεφαλόσ

κϊποιασ οργϊνωςησ.» «Εύναι Πρϐεδροσ τησ Μητροπολιτικόσ

Ομϊδασ Πολιτών,» εύπε η Ντολ Μπϐνερ. Αυτό η γυναύκα εύχε αρχύςει να μου δύνει

ςτα νεϑρα. Σώρα του ϋδινε πληροφορύεσ που εύχε ζητόςει απϐ εμϋνα και δεν εύχε πϊρει, και καλϊ-καλϊ δεν εύχαν αρραβω-νιαςτεύ. Ο Γουϐλφ την ευχαρύςτηςε

ευγενικϊ. Καλό όταν η ευγϋνεια, αρκεύ να μη του γινϐταν φετύχ.

«Πώσ απϋδειξε την ταυτϐτητϊ του;» ρώτηςε τον Κερ.

«Δεν την απϋδειξε.» Ο Κερ όπιε ϊλλη μια γουλιϊ κι ϋκανε

ϊλλο μορφαςμϐ κι ο Γουϐλφ ςτρϊφηκε ςτο μϋροσ μου και εύπε κοφτϊ:

«Δοκύμαςε αυτϐ το ουύςκι!» Σην ύδια ςκϋψη εύχα κϊνει κι εγώ. Σο

πρϊγμα εύχε αρχύςει να δεύχνει ϐτι μπορεύ να εύχαμε ϋνα φονιϊ ανϊμεςϊ μασ. Όχι μϐνο αυτϐ, δεν εύχε περϊςει καιρϐσ που κϊποιοσ Ωςα, μϋςα ςτο γραφεύο μασ, εύχε καταπιεύ ϋνα ποτϐ που του εύχα ςερβύρει εγώ κι εύχε ςωριαςτεύ χϊμω νεκρϐσ. Τδροκυϊνιο. Ο Γουϐλφ δεν όθελε επανϊ-ληψη του περιςτατικοϑ, οϑτε κι εγώ. Πόγα και ζότηςα απϐ τον Κερ να με αφόςει να δοκιμϊςω το ποτϐ του κι εκεύνοσ εύπε τι διϊβολο και μου το ϋδωςε. Ϋπια μια γουλύτςα, την γυρϐφερα ςτο ςτϐμα μου, την κατϊπια ςιγϊ-ςιγϊ, επανϋλαβα το πεύραμα με μια μεγαλϑτερη γουλιϊ και του ξανϊδωςα το ποτόρι.

«Εντϊξει εύναι,» εύπα ςτον Γουϐλφ. «Υταύνε τα λαχανικϊ.»

Ο Γουϐλφ ϊφηςε ϋνα γρϑλιςμα. «Εύπεσ ϐτι δεν απϋδειξε την ταυτϐτητϊ

του, κ. Κερ. Γιατύ;» «Γιατύ να την αποδεύξει;» ρώτηςε ο Κερ.

«Ξϋρεισ πϐςοι ςϑζυγοι υποψιϊζονται τισ γυναύκεσ τουσ κϊθε εβδομϊδα κατϊ μϋςον ϐρο; Εκατοντϊδεσ. Φιλιϊδεσ! Μερικού απϐ αυτοϑσ ϋρχονται και ζητοϑν την βοόθειϊ μου. Μπαύνει κϊποιοσ και θϋλει να με πληρώςει για ςυμβουλό εμπειρογνώμονα. Γιατύ να αμφιβϊλω για την ταυτϐτητϊ του; Αν δοκύμαζα να κϊνω εξακρύβωςη για ϐλουσ, δεν θα εύχα χρϐνο για ϊλλη δουλειϊ.»

«Θα πρϋπει να το ϋχεισ ακουςτϊ αυτϐ το ϐνομα. Ωρθουρ Μ. Λϋγκετ. Ϊνασ ϊνθρωποσ με τϐςο ευρεύεσ - χμμ, δραςτηριϐτητεσ.»

Ο Κερ τύναξε το πιγοϑνι του ψηλϊ. «Σι εύςαι, αςτυνομικϐσ; Ϋ ϋνασ απϐ

εμϊσ;» «Ϊνασ απϐ εμϊσ.» «Σϐτε να εύςαι αυτϐσ που εύςαι. Ωςε

τουσ αςτυνομικοϑσ να με ρωτόςουν ποια ονϐματα ϋχω ακουςτϊ. Μη ςκασ, μ΄ ϋχουν ρωτόςει και θα με ξαναρωτόςουν. Κι ανϋφερα την υποκλοπό ςτην κατϊθεςη που ϋκανα ςτον Τπουργϐ, επειδό όταν ηθικϐ κι επειδό όξερα ϐτι ϋτςι ϋπρεπε να κϊνω. Ϋξερα ϐτι εύχαν ανακρύνει δϑο απϐ τουσ τεχνικοϑσ κι ϐτι θα με ϋπαιρνε και θα

Page 55: Περιοδικο Detective Τευχος 1

55

DETECTIVE STORY

με ςόκωνε αν με ςυνϋδεαν με μια δουλειϊ που δεν εύχα αναφϋρει.»

Ο Γουϐλφ κατϋνευςε. «Δεν ϋχουμε καμιϊ επιθυμύα να ςε

παρενοχλόςουμε, κ. Κερ. Σο μϐνο που ζητϊμε εύναι να ςυμβϊλλεισ κι εςϑ ςτη ςυγκϋντρωςη πληροφοριών που κϊνουμε. Δεν εύχεσ την παραμικρό υποψύα ϐτι ο πελϊτησ ςου δεν όταν ο Ωρθουρ Μ. Λϋγκετ;»

«Όχι.» «Οϑτε την ϋνοιωςεσ ϋκτοτε;» «Όχι». «Σϐτε, ϐταν ςε πόγαν να δεισ το πτώμα

ςόμερα θα πρϋπει να το αναγνώριςεσ ωσ Ωρθουρ Μ. Λϋγκετ.»

«Ακριβώσ.» «Κατϊλαβα.» Ο Γουϐλφ ϋμεινε ςκε-

φτικϐσ για μια ςτιγμό. «Γιατύ ϐχι; Και φυςικϊ, ϐταν ϋμαθεσ ϐτι δεν όταν αυτϐ το ϐνομϊ του, ςοκαρύςτηκεσ και αγανα-κτηςεσ, και τώρα ξεςτομύζεισ βαριϋσ κουβϋντεσ για δαϑτο. Δεν εύςαι ο μϐνοσ. Σο ύδιο κι εγώ, το ύδιο κι η δεςποινύσ Μπϐνερ και, ςύγουρα, το ύδιο κι ο κ. Ωιντ κι ο κ. Ωμςελ.» Ωδειαςε το ποτόρι του, το ξανα-γϋμιςε με μπύρα, δεν το ϊφηςε απϐ το μϊτι του μϋχρι ϐτου βεβαιώθηκε ϐτι δεν θα ξεχεύλιζε ο αφρϐσ, κι ϑςτερα ϑψωςε το βλϋμμα του. «Ϊτςι δεν εύναι, κ. Ωιντ;»

Ο ΦΑΡΛΑΝΣ Ωιντ ακοϑμπηςε το πια-

τελϊκι και το φλιτζϊνι του πϊνω ςτη βαλύτςα μου, που όταν πϊνω ςτο ειδικϐ ςκαμνύ και που του εύχα πει να χρηςι-μοποιόςει. Ξερϐβηξε.

«Θϋλω να πω, κ. Γουϐλφ, ϐτι αιςθϊνομαι καλϑτερα απϐ τϐτε που πρωτομπόκα ςε τοϑτο το δωμϊτιο.»

«Ψραύα. Εφ΄ ϐςον εύναι δωμϊτιο δικϐ μου και του κ. Γκοϑντγουιν, χαύρομαι πολϑ.»

«Μϊλιςτα, κϑριε. Εύναι γεγονϐσ ϐτι η εμπειρύα μου απ΄ αυτϐ το ϊτομο όταν πολϑ παρϐμοια με την δικό ςου και τη δεςποινύδασ Μπϐνερ κι ϋχω μετανιώςει πικρϊ. Μου επϋβαλε κϊτι, ϐπωσ ϋκανε και ς΄ εςϊσ και με τον ύδιο τρϐπο. Αν ςασ δώςω ϐλεσ τισ λεπτομϋρειεσ, θα εύναι μια απλό επανϊληψη.»

«Όπωσ κι αν ϋχει το πρϊγμα, θϋλουμε να ακοϑςουμε.»

«Δεν βλϋπω το λϐγο.» Η φωνό του Ωιντ εύχε γύνει λύγο ϋντονη,

αλλϊ ο Γουϐλφ παρϋμεινε φιλικϐσ.

«Μια ό περιςςϐτερεσ λεπτομϋρειεσ μπο-ρεύ να εύναι ενδεικτικϋσ. Ϋ επιβεβαιωτικϋσ. Πϐτε ςυνϋβη το περιςτατικϐ;»

«Σον Απρύλιο.» «Πϐςα ςε πλόρωςε;» «Δϑο χιλιϊδεσ δολϊρια.» «Ϊδωςε το ϐνομα Ντϐναχιου;» «Όχι. Ωλλο ϐνομα. Όπωσ εύπα, το

πρϐτυπο όταν πολϑ παρϐμοιο με εκεύνο που μεταχειρύςτηκε με ςασ.»

«Πώσ απϋδειξε την ταυτϐτητϊ του;» «Προτιμώ να μην απαντόςω. Σα ϋκανα

μοϑςκεμα. Παρϋλειψα αυτό τη λεπτομϋ-ρεια απϐ την κατϊθεςη που ϋδωςα ςτον Τπουργϐ. Τποθϋτω ϐτι ο κ. Φϊιατ θα επιμεύνει πϊνω ς΄ αυτϐ, αλλϊ δεν νομύζω ϐτι το πρϊγμα θα δημοςιοποιηθεύ και δεν ςκοπεϑω να το δημοςιοποιόςω λϋγοντϊσ το εδώ. κϐπευα να πω ϐτι ο λϐγοσ που αιςθϊνομαι καλϑτερα εύναι ϐτι τώρα ϋχω την παρηγοριϊ ϐτι δεν εύμαι ο μϐνοσ που πιϊςτηκε κορϐιδο.»

«Αυτϐ εύναι αλόθεια. Αξύζουμε ϐλοι για βραβεύο τησ βλακεύασ.» Ο Γουϐλφ όπιε λύγη μπύρα ακϐμα και πϋραςε τη γλώςςα του πϊνω απϐ τα χεύλη του. «Πώσ κατϋ-ληξε; Σον πόρεσ χαμπϊρι, ό ακϑρωςε εκεύνοσ ϐπωσ ϋκανε με την δεςποινύδα Μπϐνερ και τον κ. Κερ;»

«Προτιμώ να μην απαντόςω.» Αν ϋκρινα απϐ την ϋκφραςη που εύχε το οςτεώδεσ πρϐςωπο του Ωιντ, με τη μακριϊ γερακύ-ςια μϑτη, θα προτιμοϑςε να περϊςει ςε ϋνα θϋμα, ϊκακο, ϐπωσ ο καιρϐσ. «Σο μϐνο που θα πω εύναι ϐτι η υποκλοπό διακϐ-πηκε δϋκα μϋρεσ μετϊ κι αυτϐ ϋβαλε τϋλοσ ςτη ςυνεργαςύα μου μαζύ του. Όπωσ και η δεςποινύσ Μπϐνερ κι ο κ. Κερ, δεν τον εύδα ξανϊ απϐ τϐτε μϋχρι ςόμερα, οπϐτε όταν ϋνα πτώμα.»

«Κι αναγνώριςεσ το πτώμα;» «Ναι. Δεν υπόρχε ϊλλη - θα όταν

ανοηςύα να μη το αναγνωρύςω.» «Σον αναγνώριςεσ με το ϐνομα που ςου

ϋδωςε ϐταν ςε προςϋλαβε;» «Αςφαλώσ.» «Ποιο όταν αυτϐ το ϐνομα;» Ο Ωιντ κοϑνηςε το κεφϊλι του αρνητικϊ. «Ϋταν το ϐνομα ενϐσ ευυπϐληπτου και

νομοταγοϑσ πολύτη. Σον εύδα και του μύληςα γι αυτϐ το ζότημα κι όταν τϐςο καλϐσ που δϋχτηκε την ςυγνώμη μου. Εύναι ςπουδαύοσ ϊνθρωποσ. Ελπύζω να μη ςυρθεύ το ϐνομϊ του ςε μια υπϐθεςη φϐνου και ςύγουρα δεν θα το ςϑρω εγώ.»

«Μα το ϋδωςεσ ςτην αςτυνομύα.» «Δεν το ϋχω δώςει ακϐμα. Παραδϋχομαι

ϐτι μπορεύ να υποχρεωθώ. Δεν θα τελειώ-

Page 56: Περιοδικο Detective Τευχος 1

56

DETECTIVE STORY

ςω την ςταδιοδρομύα μου αφόνοντασ να μου αφαιρϋςουν την ϊδεια.»

Σα μϊτια του Γουϐλφ ϋκαναν τον γϑρο. «Προτεύνω να αφόςουμε ανοιχτϐ το ερώ-τημα αν ο κ. Ωιντ ςυνϋβαλε ςτη ςυγκϋ-ντρωςη ςτοιχεύων, τουλϊχιςτον μϋχρισ ϐτου ακοϑςουμε και τον κ. Ωμςελ.» Σα μϊτια του ςταμϊτηςαν ςτον Ωμςελ. «Λοι-πϐν, κϑριε Ωμςελ;»

«Αν δεν παύξω το παιχνύδι εύμαι ϋνοχοσ, ϋτςι;» εύπε ο Ωμςελ.

«Δεν εύναι τϐςο απλϐ,» του απϊντηςε ο Γουϐλφ. «Εμεύσ μιλόςαμε, ϐμωσ, και τώρα εύναι η ςειρϊ ςου.»

«Ο τελευταύοσ εύναι το κορϐιδο,» εύπε ο Κερ.

«Κουταμϊρεσ. Σελευταύοσ όμουν;» ΕΙΦΑΝ απομεύνει δϑο δϊχτυλα απϐ το

μπϋρμπον με νερϐ που εύχε παραγγεύλει, και τα αποτελεύωςε, ςηκώθηκε απϐ την καρϋκλα του για να ακουμπόςει το ποτόρι πϊνω ςτο κομϐ και γϑριςε ώςτε να ςτηρύξει την ρϊχη του ςτο ϋπιπλο.

«Θα ςασ πω πώσ ϋχουν τα πρϊγματα,» εύπε. «Η δικό μου κατϊςταςη εύναι λύγο διαφορετικό. Ϊνα ςασ λϋω, όταν βλακεύα που αναγνώριςα το πτώμα, αλλϊ κειτϐταν εκεύ μπροςτϊ μου και ςε μια περύπτωςη ςαν αυτό δεν μπορεύσ να χρονοτριβόςεισ, πρϋπει να πεισ ϋνα ναι ό ϋνα ϐχι κι εγώ εύπα ναι. Και τώρα να ΄μαςτε. Η δεςποινύσ Μπϐνερ δόλωςε ϐτι μποροϑμε να ποϑμε ο ϋνασ ςτον ϊλλο ϐτι εύπαμε ςτην αςτυνο-μύα, και ςυμφωνώ με αυτϐ, αλλϊ το δικϐ μου πρϐβλημα δεν εύναι ςαν τα δικϊ ςασ. Βλϋπετε, τον αναγνώριςα ωσ ϋνα ϊτομο ονϐματι Μπιλ Ντϐναχιου, που γνώριζα κϊποτε.»

Ϋδη όςαν ςτραμμϋνα πϊνω του ϋξι ζευγϊρια μϊτια, αλλϊ με αυτϐ που εύπε, τα ϋκανε να καρφωθούν πϊνω του. Εκεύνοσ ϋκανε ϋνα μορφαςμϐ κοιτϊζοντασ απϐ τον ϋνα ςτον ϊλλο. «Εύπα ϐτι η δικό μου κατϊςταςη εύναι διαφορετικό. Και δεν μπορώ να κϊνω τύποτε γι αυτϐ. Εύπα ςτουσ αςτυνομικοϑσ ϐτι τον εύχα δει μερικϋσ φορϋσ την περα-ςμϋνη ϊνοιξη, αλλϊ όταν κϊπωσ αϐριςτο, δεν μποροϑςα να θυμηθώ πολλϊ πρϊγμα-τα γι αυτϋσ τισ ςυναντόςεισ, εκτϐσ του ϐτι μια φορϊ όρθε και μου ζότηςε να οργανώ-ςω μια υποκλοπό για λογαριαςμϐ του κι ϐτι του αρνόθηκα. Οι αςτυνομικού όθελαν να μϊθουν ποιο τηλϋφωνο μου ζότηςε να παρακολουθόςω και προςπϊθηςα να θυμηθώ, αλλϊ δεν μποροϑςα. Σουσ εύπα

ϐτι δεν όμουνα ςύγουροσ ϐτι μου εύχε αναφϋρει κϊποιο ϐνομα. Αυτϊ, λοιπϐν, εύπα ςτουσ αςτυνομικοϑσ και αυτϊ λϋω και ςε ςασ.» Επϋςτρεψε ςτην καρϋκλα του και κϊθιςε. Σα μϊτια όςαν ςτραμμϋνα πϊνω του ακϐμα. Σου Γουϐλφ όςαν μιςϐκλειςτα.

«Νομύζω, κ. Ωμςελ,» εύπε, «ϐτι αφ΄ ϐτου μύληςεσ με τουσ αςτυνομικοϑσ εύχεσ αρκε-τϐ χρϐνο για να ςκαλύςεισ τη μνόμη ςου. Πιθανϐν να μπορεύσ να γύνεισ πιo ςυγκε-κριμϋνοσ για εκεύνη τη φορϊ που εύδεσ τον Ντϐναχιου την περαςμϋνη ϊνοιξη.»

«Δεν γύνεται τύποτε. Όλα εύναι αϐριςτα.» «Ϋ για το ϐνομα του ιδιοκτότη του τη-

λεφώνου που ςου ζότηςε να παρακολου-θόςεισ.»

«Μπα. υγνώμη.» «Κϊνω μια ςκϋψη. Ο κ. Κερ εύπε - να

χρηςιμοποιόςω τα λϐγια του - ϐτι ‘εύχαν ανακρύνει δϑο τεχνικοϑσ’. Αν υποθϋςουμε ϐτι η μνόμη ςου θα ςε απατόςει και ςε μια ϊλλη λεπτομϋρεια, αν υποθϋςουμε ϐτι κανϐνιςεσ την υποκλοπό και το ϋχεισ ξεχϊςει - μια υπϐθεςη κϊνουμε - δεν θα εύναι η κατϊςταςό ςου ανεπύδεκτη υπερϊ-ςπιςησ, αν οι τεχνικού θυμηθοϑν το περι-ςτατικϐ;»

«Τπϐθεςη κϊνουμε.» «Ναι, βϋβαια.» «Ϊμαθα ϐτι υπόρχαν πολλού τεχνικού

ςτην πιϊτςα. Σώρα, ςπανύζουν. Κι αν αυτού που ϊνοιξαν το ςτϐμα τουσ δεν εύναι εκεύνοι που χρηςιμοπούηςα εγώ; Κι αν αυτού που χρηςιμοπούηςα εγώ δεν ανού-ξουν το ςτϐμα τουσ;»

Ο Γουϐλφ κατϋνευςε. «Βϋβαια,» εύπε. «Αν μπορώ να κϊνω εγώ

υποθϋςεισ, μπορεύσ να κϊνεισ κι εςϑ. Καταλαβαύνω την απροθυμύα ςου να μασ πεισ κϊτι που δεν ϋχεισ πει ςτην αςτυνομύα, αλλϊ νομύζω ϐτι λογικϐ εύναι να κϊνουμε την εξόσ ερώτηςη: ανϋφερεσ αυτϐ το περιςτατικϐ ςτην κατϊθεςη που ϋκανεσ ςτον Τπουργϐ;»

«Ποιο περιςτατικϐ;» «Σην ϊρνηςό ςου να αναλϊβεισ την

υποκλοπό που ςου ζότηςε ο Ντϐναχιου.» «Γιατύ να το αναφϋρω; Μασ ζότηςαν να

αναφϋρουμε ϐλεσ τισ υποκλοπϋσ. Δεν μασ ζότηςαν να αναφϋρουμε πϐςεσ φορϋσ αρνηθόκαμε να κϊνουμε υποκλοπό.»

«Ϊχεισ απϐλυτο δύκιο. Ανϋφερεσ καθϐ-λου το ϐνομα του Ντϐναχιου ςτην κατϊ-θεςό ςου;»

«Όχι. Γιατύ να το ανϋφερα;» «Και πϊλι ϋχεισ δύκιο. Εύμαι ςύγουροσ ϐτι

θα ςυμφωνόςεισ, κ. Ωμςελ, ϐτι η ςυνδρομό

Page 57: Περιοδικο Detective Τευχος 1

57

DETECTIVE STORY

ςου εύναι ακϐμα πιο φτωχό απϐ του κ. Ωιντ. Δεν ξϋρω...»

ΕΚΕΙΝΗ την ςτιγμό χτϑπηςε το

τηλϋφωνο κι εγώ ςηκώθηκα για να απα-ντόςω. Ϋταν ο Λον Κοϋν. Καθώσ μιλοϑςα μαζύ του, ο Γουϐλφ ξεβοϑλωςε το δεϑτερο μπουκϊλι τησ μπύρασ και ςϋρβιρε. Οι φιλοξενοϑμενοι παρϋμειναν ευγενικϊ ςιωπηλού ϐπωσ και προηγουμϋνωσ. Και πϊλι, αφοϑ ϋδωςε την αναφορϊ του, ο Λον θϋληςε να μϊθει τα πϊντα κι εγώ του υποςχϋθηκα ϋναν οκτϊςτηλο τύτλο μϐλισ θα προϋκυπτε κανϋνασ. Σου ζότηςα να μεύνει ςτο ακουςτικϐ για μια ςτιγμό και εύπα ςτον Γουϐλφ:

«Ο Ωλαν ϊμιουελσ εύναι ςυνταξιοϑχοσ μεςύτησ τησ Γουϐλ τριτ. Θα μποροϑςε να μεύνει ςτην Παρκ Ωβενιου, αλλϊ προτιμϊει το Μπρονξ. Η γυναύκα του πϋθανε πριν απϐ τϋςςερα χρϐνια. Ϊχει δϑο γιουσ και δϑο κϐρεσ, ϐλοι παντρεμϋνοι. Δύνει χρόμα-τα για καλοϑσ ςκοποϑσ, τύποτε το θεα-ματικϐ. Μϋλοσ τησ Λϋςχησ Φϊρβαρντ. Διευθυντόσ τησ Εταιρύασ Ηθικόσ Κουλτοϑ-ρασ. Πριν απϐ ϋνα χρϐνο ο Κυβερνότησ τον διϐριςε μϋλοσ τησ Επιτροπόσ Διερεϑνηςησ Υιλανθρωπικών Σαμεύων. Ϊμαθα κι ϊλλα, αλλϊ δεν εύναι τϐςο ςυναρπαςτικϊ. Υυςι-κϊ, θα ςημεύωςεσ το ςτοιχεύο που μπορεύ να αποδειχτεύ πολϑ ενδιαφϋρον.»

«Ναι. Εύναι ακϐμα ςτο τηλϋφωνο; Πϊρε τα ονϐματα των μελών αυτόσ τησ επιτρο-πόσ.»

«Εντϊξει.» Μύληςα με τον Λον ξανϊ. Μου εύπε ϐτι

θα ϋπρεπε να ςτεύλει κϊποιον ςτα αρχεύα, πρϊγμα που ϋκανε, κι ϑςτερα μου ζότηςε μερικϊ ςτοιχεύα. Δεν μποροϑςα να του πω ϋτςι φανερϊ ϐτι οι ϊλλοι ϑποπτοι βρύςκ-νταν ςτο δωμϊτιϐ μασ κι ϐτι ο Γουϐλφ ϋκανε ϐτι μποροϑςε για να βρει μια ρωγμό για να χώςει μια ςφόνα, οπϐτε του εύπα μια ιςτορύα για τη ςυμπεριφορϊ του Νύρο Γουϐλφ ςτο κρατητόριο και ϊλλα τϋτοια φαιδρϊ.

Ϋρθε ο κατϊλογοσ με τα ονϐματα κι ενώ εκεύνοσ τα διϊβαζε ϋνα-ϋνα εγώ τα ςημεύωνα κι ϐταν τελειώςαμε του εύπα να μη περιμϋνει τύτλο για την πρωινό ϋκδοςη. Ϊςχιςα το χαρτύ με τα ονϐματα απϐ το ςημειωματϊριο και το ϋδωςα ςτον Γουϐλφ λϋγοντασ:

«Ορύςτε. Πϋντε ονϐματα, μαζύ και του Προϋδρου.»

Ο Γουϐλφ κούταξε το χαρτύ, ϊφηςε ϋνα ςιγανϐ γρϑλιςμα και κούταξε τουσ φιλο-ξενοϑμενουσ.

«Φμμ... Θα θυμϐςαςτε απϐ την κατϊθε-ςό μου ϐτι ο Ότισ Ροσ εύναι πρϐεδροσ τησ Επιτροπόσ Διερεϑνηςησ Υιλανθρωπικών Σαμεύων. Μϐλισ ακοϑςατε ϐτι ο Ωλαν ϊμιουελσ εύναι μϋλοσ τησ ύδιασ επιτροπόσ. Σο ύδιο κι ο Ωρθουρ Μ. Λϋγκετ. Σα ονϐμα-τα των ϊλλων δϑο μελών εύναι Σζϋιμσ Π. Υιντσ και Υύλιπ Μαρϋςκο. Κρύμα που ϋχουμε μϐνο τρύα απϐ τα πϋντε. Αν υπόρχε ομοφωνύα θα εύχαμε κϊποια ϋνδειξη, για να μη πω κϊποιο ςυμπϋραςμα. Μπορεύσ να μασ βοηθόςεισ, κ. Ωιντ;»

Ο Ωιντ ϋδειχνε ςτενοχώρια. Σςύμπηςε την επιδερμύδα του πϊνω απϐ το μόλο του Αδϊμ, αλλϊ δεν βρόκε εκτϐνωςη ς΄ αυτϐ και δοκύμαςε να δαγκώςει το κϊτω χεύλοσ του, αλλϊ επειδό τα δϐντια του όςαν κιτρινιςμϋνα αυτϐ δεν ομϐρφυνε την ϐψη του. Σελικϊ, μύληςε:

«Εύπα ϐτι δεν θα ϋςερνα το ϐνομϊ του ςτην υπϐθεςη, αλλϊ όδη ςϑρθηκε. Δεν μπορώ να κϊνω τύποτε. Μϐλισ τον κατο-νϐμαςεσ.»

«Οπϐτε ϋχουμε τϋςςερισ. Τπϊρχει λϐγοσ να μαντϋψουμε αν πρϐκειται για τον Υιντσ ό τον Μαρϋςκο;»

«Όχι. Υιντσ.» Ο Γουϐλφ κατϋνευςε. «Οπϐτε μϋνει ο

Μαρϋςκο κι ελπύζω να μη παραμελόθηκε. Λοιπϐν, κ. Ωμςελ, δεν ςασ θυμύζει τύποτε αυτϐ το ϐνομα - Υύλιπ Μαρϋςκο; Ϊςτω και τϐςο δα;»

Ο Ωμςελ του ϋκανε ϋνα μορφαςμϐ. «Δεν γύνεται τύποτε, Γουϐλφ. Η μνόμη

μου ϋχει γύνει χϊλια. Αν θεσ τη ςυμβουλό μου, ϐμωσ, ξϋχαςε τη μνόμη μου. Εύναι ςύγουρο. Αν όμουνα ςτη θϋςη ςου θα το θεωροϑςα τετελεςμϋνο.»

«Σο ϋθεςεσ πολϑ καλϊ. Ικανοποιητικϐ. Εύναι δυνατϐν, κυρύεσ και κϑριοι, να εύναι ςϑμπτωςη ϐτι τα πϋντε ϊτομα που ο Ντϐναχιου όθελε να παρακολουθόςει τα τηλϋφωνϊ τουσ, όςαν μϋλη εκεύνησ τησ επιτροπόσ;»

Ϊδειξαν ϐτι δεν πύςτευαν κϊτι τϋτοιο. «Οϑτε κι εγώ. Σο θϋμα επιζητϊει ϋρευνα.

Δεςποινύσ Μπϐνερ, πϐςουσ ικανοϑσ ντετϋ-κτιβσ, χωρύσ να ςυμπεριλϊβεισ την δεςποι-νύδα Κολτ, ϋχεισ ϊμεςα διαθϋςιμουσ;»

Εκεύνη ξαφνιϊςτηκε. «Αυτό τη ςτιγμό, εννοεύσ; Απϐψε;» «Απϐψε ό αϑριο το πρωύ. Σι ώρα εύναι,

Ωρτςι;» «Ϊντεκα και τϋταρτο.» «Σϐτε αϑριο το πρωύ. Πϐςουσ;»

Page 58: Περιοδικο Detective Τευχος 1

58

DETECTIVE STORY

Η Ντολ Μπϐνερ ϋπεςε ςε ςκϋψη, τρύβοντασ το κϊτω χεύλοσ τησ με ϋνα ακροδϊχτυλο. Ομολογώ ϐτι δεν ϋτρεχε τύποτε με τα χεύλη τησ κι ϐτι εύχε καλϊ χϋρια.

«το μιςθολϐγιϐ μου ϋχω μια γυναύκα και δϑο ϊντρεσ,» εύπε. «Εκτϐσ απ΄ αυτοϑσ, ϋχω τϋςςερισ γυναύκεσ και τρεισ ϊντρεσ που χρηςιμοποιώ κατϊ καιροϑσ.»

«Μασ κϊνουν δϋκα, λοιπϐν. Ο κ. Ωιντ;» «Σι εύναι αυτϐ;» ζότηςε να μϊθει ο Ωιντ. «Θα εξηγόςω. Πϐςουσ διαθϋτεισ;» «Εξαρτϊται απϐ το τι εννοεύσ λϋγοντασ

‘ικανοϑσ’. Ϊχω δώδεκα καλοϑσ ντετϋκτιβσ ςτο προςωπικϐ μου. Μπορώ να βρω ϊλλουσ οκτώ με δϋκα.»

«Ασ ποϑμε εύκοςι. Πρϊγμα που μασ κϊνει τριϊντα. Ο κ. Κερ;»

«Πεσ εννιϊ. ε περύπτωςη ανϊγκησ θα μποροϑςα να βρω ϊλλουσ πϋντε, ύςωσ ϋξι.»

«Δϋκα πϋντε. Μασ κϊνουν ςαρϊντα πϋντε. Ο κ. Ωμςελ;»

«Πϊςο.» «Κανϋναν;» «Θα μποροϑςα, ύςωσ. Δεν ϋχω μιςθο-

λϐγιο, οϑτε υπαλλόλουσ. Θα περιμϋνω να δω ποϑ το πϊει ο Γουϐλφ, και μετϊ βλϋπουμε.»

«Σϐτε, ϋχουμε ςαρϊντα πϋντε.» Ο Γουϐλφ ςηκώθηκε ϐρθιοσ, απϐτομα. «Σώρα, αν μου επιτρϋπετε, πρϋπει να βϊλω το μυαλϐ μου ςε κϊποια τϊξη. Δεν θα αργόςω. ασ παρακαλώ να μεύνετε, ϐλοι ςασ, προκειμϋνου να ακοϑςετε μια πρϐταςη που ϋχω να κϊνω. Και θα πρϋπει να διψϊτε. Για μϋνα, Ωρτςι, ϋνα μπουκϊλι μπύρα.»

Μετακύνηςε την καρϋκλα του κοντϑ-τερα ςε ϋνα παρϊθυρο, την γϑριςε και κϊθιςε με την πλϊτη ςτραμμϋνη προσ το δωμϊτιο.

ΠΑΡΗΓΓΕΙΛΑΝ ϐλοι μύα απϐ τα ύδια,

εκτϐσ απϐ την ϊλι, που το γϑριςε ςε καφϋ, και τον Ωιντ, που αρνόθηκε να παραγγεύλει. Αφοϑ τηλεφώνηςα κι ϋδωςα την παραγγελύα, τουσ εύπα να μη κϊνουν τον κϐπο να μιλοϑν χαμηλϐφωνα, δεδομϋ-νου ϐτι τύποτε απ΄ ϐςα ςυνϋβαιναν ϋξω απϐ το κεφϊλι του δεν μποροϑςε να ενοχλόςει τον Γουϐλφ ϐταν όταν ςυγκεν-τρωμϋνοσ μϋςα. ηκώθηκαν για να ξεμουδιϊςουν τα πϐδια τουσ κι ο Φϊρλαντ Ωιντ πληςύαςε την Ντολ Μπϐνερ και τη ρώτηςε για την εμπειρύα τησ απϐ τουσ θηλυκοϑσ ντετϋκτιβσ κι ο Κερ κι ο Ωμςελ

πληςύαςαν και αυτού και γενύκευςαν την ςυζότηςη.

Σα ποτϊ όρθαν και μοιρϊςτηκαν κι εκεύνοι εξακολοϑθηςαν να ανταλλϊςςουν απϐψεισ και γνώμεσ. Θα μποροϑςεσ να κϊνεισ τη ςκϋψη ϐτι επρϐκειτο για μια φιλικό ςυγκϋντρωςη κι ϐχι για προεϐρτια ϋρευνασ για φϐνο, για να μην αναφϋρω την επύςημη ϋρευνα που θα μποροϑςε να ςτερόςει απϐ μερικοϑσ την ϊδειϊ τουσ, εκτϐσ αν πρϐςεχεσ τισ ςυχνϋσ ματιϋσ που ϋριχναν ςτη ρϊχη τησ καρϋκλασ του Γουϐλφ.

χημϊτιςα την εντϑπωςη ϐτι η ομϐφω-νη γνώμη των αντρών όταν ϐτι οι γυναύ-κεσ όςαν εντϊξει ςτη θϋςη τουσ, γνώμη που ςύγουρα εύχαν κι οι ϊνθρωποι των ςπηλαύων καθώσ και ϐλοι οι αρςενικού απϐγονού τουσ. Σο ερώτημα όταν, κι εξα-κολουθεύ να εύναι, ποια εύναι η θϋςη τουσ; Ϋλπιζα μϐνο να μην εύχε τςιμπόςει τον Γουϐλφ καμιϊ μϑγα ϐτι η θϋςη τησ Ντολ Μπϐνερ όταν ςτο παλιϐ πϋτρινο ςπύτι τησ 35ησ Οδοϑ.

Όταν ςηκώθηκε τελικϊ κι ϋςτρεψε την καρϋκλα του προσ το δωμϊτιο, κούταξα το ρολϐι μου. Ϋταν μεςϊνυχτα παρϊ οκτώ λεπτϊ. Εύχε χρειαςτεύ μιςό ώρα για να βϊλει τισ ςκϋψεισ του ςε κϊποια ςειρϊ. Μετακύνηςε την καρϋκλα του ςτην προηγοϑμενη θϋςη τησ και κϊθιςε κι οι ϊλλοι τον μιμόθηκαν αμϋςωσ.

«Σο ακοϑγαμε που ϋκανε τικ-τακ,» εύπε ο τιβ Ωμςελ.

Ο Γουϐλφ τον κούταξε με τα φρϑδια ςμιγμϋνα.

«Παρντϐν;» «Σο μυαλϐ ςου, λϋω. Μϋςα ςτο κεφϊλι

ςου.» «Φωρύσ αμφιβολύα, ναι.» Ο Γουϐλφ όταν

κοφτϐσ. «Εύναι αργϊ κι ϋχουμε να κϊνουμε δουλειϊ. Ϊχω καταλόξει ςε μια προςωρινό υπϐθεςη αναφορικϊ με τον φϐνο και θϋλω να περιγρϊψω και να προτεύνω μια ςυλλο-γικό προςπϊθεια. κοπεϑω να ζητόςω την πλόρη ςυνεργαςύα ϐλων ςασ και να την ϋχω. Θα προςπαθόςω να ςυνειςφϋρω το μερύδιϐ μου, μολονϐτι δεν ϋχω οργϊνωςη που να μπορεύ να ςυγκριθεύ με του κ. Ωιντ ό του κ. Κερ. Ωρτςι, πρϋπει να μιλόςω με τον ολ Πϊντζερ κι η ςυνομιλύα πρϋπει να εύναι εμπιςτευτικό. Μπορεύ να γύνει αυτϐ απϐ εδώ μϋςα;»

«Για ϐνομα του Θεοϑ, ϐχι!» Θα μποροϑςα να του δώςω μια κλωτςιϊ

για το ϐτι ϋκανε μια τϐςο ανϐητη ερώτηςη μπροςτϊ ςτουσ ςυναδϋλφουσ μασ.

Page 59: Περιοδικο Detective Τευχος 1

59

DETECTIVE STORY

«τούχημα δϋκα προσ ϋνα,» ςυνϋχιςα, «ϐτι ο Γκρουμ θα ϋχει ςτα χϋρια του την ςυνομιλύα ςε δϋκα λεπτϊ. Κι ϐχι απϐ τηλεφωνικϐ θϊλαμο του ξενοδοχεύου. Θα πρϋπει να βγεισ εκτϐσ ξενοδοχεύου.»

«Μπορεύσ να βρεισ τηλϋφωνο τϋτοια ώρα;»

«Βϋβαια. Βριςκϐμαςτε ςτην πϐλη του Όλμπανι.»

«Σϐτε πόγαινε να βρεισ ϋνα και τηλεφώ-νηςε ςτον Πϊντςερ. Πεσ του ϐτι θα του τηλεφωνόςω ςτισ οκτώ το πρωύ ςτο ςπύτι του. Αν ϋχει ϊλλεσ υποχρεώςεισ, ζότηςϋ του να τισ αναβϊλει. Σον χρειϊζομαι.»

«Εντϊξει,. Μϐλισ ξεμπερδϋψουμε εδώ.» «Όχι. Σώρα. Αν ϋχεισ την καλοςϑνη.» Θα μποροϑςα να του δώςω ϊλλη

κλωτςιϊ, αλλϊ δεν όθελα να ςτόςω καυγϊ μπροςτϊ ςτην παρϋα μασ. Πόγα και πόρα το παλτϐ μου και το καπϋλο μου κι εξαφανύςτηκα.

«Σασ θϋλουν ςτο γραφεύο του Ειςαγγελϋα!»

ΑΝ δεν ενδιαφερϐςαςτε περιςςϐτερο

απϐ εμϋνα για το πώσ πϋραςα την ϊλλη μϋρα, Σρύτη, θα πεθϊνετε απϐ πλόξη τα επϐμενα τϋςςερα λεπτϊ.

υνϋβηςαν πολλϊ, αλλϊ καμιϊ εξϋλιξη που να αντιλόφθηκα εγώ. Πρώτα να ςασ πω για τη Δευτϋρα το βρϊδυ και τον ολ Πϊντςερ. Ο ολ εύναι ο καλϑτεροσ που υπϊρχει και δεν θα τον ςυνϋκρινα με ϐλουσ τουσ ϊλλουσ ςαρϊντα πϋντε ντετϋκτιβσ που διϋθεταν οι ςυνϊδελφού μασ, ϐλουσ μαζύ, αλλϊ για να τον πετϑχω ϋπρεπε να ϋχει πϊει ςτο ςπύτι νωρύτερα και να πϋςει για ϑπνο.

Βρόκα ϋναν τηλεφωνικϐ θϊλαμο αρκετϊ εϑκολα ςε μια ψηςταριϊ, κϊλεςα τον αριθμϐ του, αλλϊ δεν πόρα απϊντηςη. Σο να γυρύςω πύςω και να ξαναβρώ τουσ ςυναδϋλφουσ και να ξαναβγώ το απϋ-κλεια. Όταν ο Γουϐλφ με ςτϋλνει να κϊνω ϋνα θϋλημα το θϋλει καμωμϋνο, κι εγώ το ύδιο - εδώ που τα λϋμε.

Περύμενα πϋντε λεπτϊ και δοκύμαςα ξανϊ, κι ϑςτερα ϊλλα δϋκα λεπτϊ και δοκύμαςα πϊλι. Αυτϐ ςυνεχύςτηκε ςτο ϊπειρο και, τελικϊ, τον πϋτυχα κατϊ τη μύα και τϋταρτο. Εύπε ϐτι όταν ϋξω κι ϋκανε μια παρακολοϑθηςη για λογαριαςμϐ του Μπϊςκομ, και θα την ςυνϋχιζε το μεςημϋρι τησ επομϋνησ. Σου εύπα ϐτι δεν επρϐκειτο να την ςυνεχύςει, εκτϐσ αν όθελε να πϊνε τον Γουϐλφ κι εμϋνα ςτο δικαςτόριο για

φϐνο και του εύπα να περιμϋνει πλϊι ςτο τηλϋφωνο ςτισ οκτώ το πρωύ. Σου εξόγη-ςα, μϋςεσ-ϊκρεσ, τι ωραύα εύχαμε περϊςει εκεύνη την ημϋρα, τον καληνϑχτιςα κι επϋ-ςτρεψα ςτο ξενοδοχεύο και ςτο δωμϊτιο 902, ϐπου βρόκα τον Γουϐλφ να κοιμϊται του καλοϑ καιροϑ, ςτο κρεβϊτι που όταν κοντϑτερα ςτο παρϊθυρο, με το παρϊθυ-ρο ορθϊνοιχτο και το δωμϊτιο παγωμϋνο ϐςο το χτεςινϐ πτώμα. Απϐ την ανοιχτό πϐρτα του λουτροϑ εύχα λύγο φωσ για να βγϊλω τα ροϑχα μου.

Όταν κοιμϊμαι, κοιμϊμαι, αλλϊ παρ΄ ϐλα αυτϊ δεν μποροϑςα να πιςτϋψω ϐτι ϋνα ϊτομο με τον ϐγκο του θα μποροϑςε να ςηκωθεύ, να πλυθεύ και να ντυθεύ χωρύσ να με ξυπνόςει. Και μϋςα ςτο κρϑο, μϊλιςτα. Πολϑ θα όθελα να τον ϋβλεπα. Εκεύνο που με ξϑπνηςε όταν το κλικ τησ μπετοϑγιασ τησ πϐρτασ, καθώσ την ϋςτριβε.

Ωνοιξα τα μϊτια μου, πετϊχτηκα πϊνω και ρώτηςα:

«Ε, ποϑ πασ;» τρϊφηκε απϐ το κατώφλι. «Να τηλεφωνόςω ςτον ολ.» «Σι ώρα εύναι;» «Με το ρολϐι ςου εφτϊ και εύκοςι.» «Εύπεσ οκτώ!» «Θα πϊω να φϊω κϊτι προηγουμϋνωσ.

Ξεκουρϊςου. Δεν ϋχουμε να κϊνουμε τύποτε, αφοϑ μιλόςω με τον ολ.»

Βγόκε κι ϋκλειςε την πϐρτα πύςω του. Ωλλαξα πλευρϐ, ανόςυχοσ για λύγο για το πωσ θα κατϊφερνε να τρυπώςει ςε ϋναν τηλεφωνικϐ θϊλαμο, κι αποκοιμόθηκα πϊλι.

Δεν κοιμόθηκα τϐςο βαθιϊ ϐςο πριν, ϐμωσ. Με το που ϋχωςε το κλειδύ ςτην κλειδαριϊ, ξϑπνηςα. Κούταξα το ρολϐι μου κι εύδα ϐτι η ώρα όταν 8.35. Μπόκε μϋςα κι ϋκλειςε την πϐρτα, ϋβγαλε το καπϋλο του και το παλτϐ του και τα κρϋμαςε ςτη ντουλϊπα. Ρώτηςα αν εύχε βρει τον ολ και μου απϊντηςε ναι κι ϐτι ϐλα όςαν ικανοποιητικϊ. Ρώτηςα πώσ εύχαν πϊει τα πρϊγματα το προηγοϑμενο βρϊδυ, εύχαν ςυμφωνόςει οι ςυνϊδελφού μασ να ςυνερ-γαςτοϑν, και μου απϊντηςε ναι κι ϐτι όςαν ϐλα ικανοποιητικϊ. Ρώτηςα τι πρϐ-γραμμα εύχαμε εμεύσ και μου απϊντηςε ϐτι δεν υπόρχε πρϐγραμμα. Ρώτηςα αν όταν κι αυτϐ ικανοποιητικϐ και μου απϊντηςε ναι. ΄ ϐλη αυτό τη ςυζότηςη, ϋβγαζε ροϑχα, τςιτςιδώθηκε, χωρύσ ορατό αντύδραςη ςτην κατϊψυξη, φϐρεςε τισ πιτζϊμεσ του, ξϊπλωςε ςτο κρεβϊτι, τρϑπωςε κϊτω απϐ τισ κουβϋρτεσ και μου γϑριςε την πλϊτη.

Page 60: Περιοδικο Detective Τευχος 1

60

DETECTIVE STORY

Σα πρϊγματα ϋδειχναν ϐτι όταν η ςειρϊ μου, όμουν ξϑπνιοσ, κϐντευε εννιϊ η ώρα και πεινοϑςα. ηκώθηκα απϐ το κρεβϊτι, πόγα ςτο λουτρϐ, πλϑθηκα και ξυρύςτηκα, ντϑθηκα, κουμπώνοντασ με κϊποια δυςκολύα το πουκϊμιςϐ μου, επειδό ϋτρε-μα, κατϋβηκα ςτον προθϊλαμο κι αγϐρα-ςα τουσ Σϊιμσ και μια Γκαζϋτ, προχώρηςα ςτην τραπεζαρύα και παρόγγειλα πρϐγευ-μα. Αφοϑ εξϊντληςα την φιλοξενύα μου εκεύ, μετακϐμιςα ςτο ςαλϐνι κι αποτε-λεύωςα τισ εφημερύδεσ μου.

Δεν ϋγραφαν κϊτι για τον φϐνο του Γουύλιαμ Α. Ντϐναχιου που δεν το όξερα όδη, εκτϐσ απϐ καμιϊ ντουζύνα ϊχρηςτεσ λεπτομϋρειεσ ϐπωσ η γνώμη του ιατρο-δικαςτό ϐτι εύχε πεθϊνει μεταξϑ δϑο και πϋντε ωρών απϐ την ώρα που ϋφταςε ςτο πτώμα. Ϋταν η πρώτη φορϊ που η Γκαζϋτ δημοςύευε φωτογραφύεσ του Γουϐλφ και δικό μου ωσ κρατοϑμενουσ. Η δικό μου τρωγϐταν, αλλϊ του Γουϐλφ όταν απαύ-ςια. Τπόρχε και μια φωτογραφύα του Ωλ-μπερτ Φϊιατ, πολϑ καλό, και μύα του Ντϐναχιου που εύχε παρθεύ αφοϑ του εύχαν διορθώςει το πρϐςωπο οι ειδικού.

Βγόκα ϋξω να πϊρω λύγο καθαρϐ αϋρα, ςηκώνοντασ το γιακϊ μου για να κϐψω τον αϋρα, που όταν παγωμϋνοσ ϐςο και το δωμϊτιο 902, και διαπύςτωςα ϐτι όταν μεγαλϑτερη η ευχαρύςτηςη να περπατϊσ ϐταν εύςαι ϋξω με εγγϑηςη. Θϋλεισ να περπατϊσ και να περπατϊσ και ςταματημϐ να μην ϋχεισ. Εύχαν περϊςει οι ϋντεκα ϐταν επϋςτρεψα ςτο ξενοδοχεύο, ανϋβηκα με το αςανςϋρ ςτον ϋνατο ϐροφο και μπόκα ςτο ψυγεύο.

Ο ΓΟΤΟΛΥ όταν ακϐμα ςτο κρεβϊτι και

δεν ςϊλεψε ϐταν μπόκα. τϊθηκα και τον κούταξα, χωρύσ τρυφερϐτητα. Μελετοϑςα ακϐμα την κατϊςταςη, ϐταν ακοϑςτηκε χτϑποσ ςτην πϐρτα πύςω μου, δυνατϐσ μϊλιςτα. τρϊφηκα και την ϊνοιξα κι ϋνα τερϊςτιο ϊτομο ϋκανε να μπει μϋςα, ποδοπατώντασ με αν όταν δυνατϐν.

Αυτϐ μου χρειαζϐταν! Με μια γρόγορη κύνηςη, ακινητοπούηςα

τα χϋρια του ςτα πλευρϊ του και τον ανϊγκαςα να κϊνει πύςω και λύγο ϋλειψε να ςωριαςτεύ χϊμω.

«Εύμαι αςτυνομικϐσ,» γϊβγιςε. «Σϐτε γιατύ δεν το λεσ; Και να εύςαι,

ϐμωσ, δεν εύμαι κανϋνα χαλύ. Σι θϋλεισ;» «Εύςαι ο Ωρτςι Γκοϑντγουιν;» «Ναι.»

«ασ θϋλουν ςτο γραφεύο του ειςαγγε-λϋα. Εςϋνα και τον Γουϐλφ. Ϋρθα να ςασ πϊρω.»

Σο ςωςτϐ θα όταν να του πω ϐτι θα το ςκεφτϐμαςτε κι ϐτι θα τον ειδοποιοϑςαμε και να του κλεύςω την πϐρτα κατϊμουτρα, αλλϊ όμουν θυμωμϋνοσ περιςςϐτερο με τον Γουϐλφ παρϊ μ΄ εκεύνον. Δεν υπόρχε λϐγοσ να με ςτεύλει να τηλεφωνόςω ςτον ολ πριν τελειώςει η ςϑςκεψη. Ϋταν παι-δαριώδεσ το ϐτι, επιςτρϋφοντασ απϐ το τηλεφώνημα ςτον ολ, εύχε πϋςει για ϑπνο χωρύσ να μου δώςει μια ιδϋα για το τι μαγειρευϐταν. Εύχα προςφερθεύ να μοιρα-ςτοϑμε την ευθϑνη μιςό-μιςό, αλλϊ ϐχι, εγώ θα όμουν ο τρϊγοσ κι εκεύνοσ το λιοντϊρι. Γι αυτϐ παραμϋριςα κι ϊφηςα τον εκπρϐςωπο του νϐμου να περϊςει και γϑριςα κι εύδα τα μϊτια του Γουϐλφ ανοι-χτϊ, να μασ αγριοκοιτϊζουν.

«Ορύςτε ο κ. Γουϐλφ,» εύπα ςτον μπαμπουύνο.

«όκω επϊνω και ντϑςου,» πρϐςταξε εκεύνοσ. «Θα ςε πϊω ςτο γραφεύο του ειςαγγελϋα για ανϊκριςη.»

«Κουταμϊρεσ.» Η φωνό του Γουϐλφ όταν πιο παγωμϋνη απϐ την ατμϐςφαιρα. «Ϊδωςα ςτον κ. Φϊιατ και ςτον κ. Γκρουμ ϐλα τα ςτοιχεύα που εύχα ςτην κατοχό μου. Αν ο ειςαγγελϋασ θϋλει να με επιςκεφτεύ ςε καμιϊ ώρα, μπορεύ να τον δεχτώ. Να πεισ ςτον κ. Γκρουμ ϐτι εύναι γϊιδαροσ. Δεν ϋπρεπε να με ςυλλϊβει. Σώρα δεν ϋχει με τι να με απειλεύ, εκτϐσ αν αλλϊξει την κατηγορύα ςε φϐνο ό ακυρώςει την εγγϑ-ηςη, και το μεν πρώτο θα εύναι επιπϐλαιο, το δε δεϑτερο δϑςκολο. Υϑγε, ςε παρα-καλώ! Όχι. Φα! Όχι, μα την αλόθεια. Ωρτςι, πώσ μπόκε αυτϐσ ο ϊνθρωποσ εδώ μϋςα;»

«Περπατώντασ. Φτϑπηςε κι εγώ του ϊνοιξα την πϐρτα.»

«Κατϊλαβα,» εύπε και ςτρϊφηκε να κοιτϊξει τον αςτυνομικϐ. «Για μϋνα ςε ϋςτειλαν ό και για τουσ δϑο μασ;»

«Και για τουσ δϑο ςασ.» «Ψραύα. Πϊρε τον κ. Γκοϑντγουιν. Εμϋνα

μϐνο με τη βύα θα με πϊρεισ και ςε πληροφορώ ϐτι εύμαι πολϑ βαρϑσ για να με πϊρεισ ςηκωτϐ. Ο ειςαγγελϋασ μπορεύ να μου τηλεφωνόςει αργϐτερα, για ραντε-βοϑ, αλλϊ αμφιβϊλλω αν θα του το παραχωρόςω.»

Ο μπαμπουύνοσ δύςταςε, ϊνοιξε το ςτϐμα του, το ϋκλειςε και το ϊνοιξε πϊλι για να μου πει να τον ακολουθόςω. Ο Γουϐλφ πύςτευε ςύγουρα ϐτι μου εύχε καταφϋρει χτϑπημα ςτα νεφρϊ, αλλϊ δεν όταν ϋτςι. Αφοϑ δεν με εύχε ςυμπεριλϊβει

Page 61: Περιοδικο Detective Τευχος 1

61

DETECTIVE STORY

ςτο πρϐγραμμα, λύγα αςτειϊκια με τον ειςαγγελϋα θα όςαν ϋνασ καλϐσ τρϐποσ για να περϊςω την ημϋρα.

Ϊνασ ϊλλοσ τρϐποσ που εύχε περϊςει απϐ το μυαλϐ μου για να διαςκεδϊςω όταν να καλϋςω την ϊλι Κολτ για φαγητϐ, αλλϊ όςαν περαςμϋνεσ δϑο ϐταν ο Ειςαγγελϋασ αποφϊςιςε τελικϊ ϐτι δεν θα ϋβγαζε ϊκρη μαζύ μου. Μπόκα ςε ϋναν τηλεφωνικϐ θϊλαμο, κϊλεςα τον Γουϐλφ, του εύπα ϐτι ο Ειςαγγελϋασ δεν όξερε τι του γινϐταν, τον ρώτηςα αν εύχε καμιϊ οδηγύα για μϋνα και μου απϊντηςε ϐχι. Σηλεφώνηςα ςτην ϊλι Κολτ και την ρώτηςα αν όθελε να πϊμε κανϋνα κινηματογρϊφο κι εκεύνη μου απϊντηςε ϐτι θα το όθελε πολϑ αλλϊ όταν απαςχο-λημϋνη και δεν μποροϑςε.

Απαςχολημϋνη αυτό; Πολϑ ωραύα. Ϋλπιζα να εϑριςκε κϊποιο

τρϐπο να με γλιτώςει απϐ την ηλεκτρικό καρϋκλα. Μπόκα ςε ϋνα μπαρ για ϋνα καφϋ κι ϋνα ςϊντουιτσ και γϊλα, θυμό-θηκα ϐτι το ταξύδι αυτϐ θα ϋμπαινε ςτα ϋξοδα του γραφεύου οπϐτε πόγα και βρόκα το εςτιατϐριο που εύχε προτεύνει ο τϊνλεώ Ρϐτζερσ κι ϋφαγα του ςκαςμοϑ, παύρνο-ντασ απϐδειξη για ϐτι πλόρωςα - και δεν πλόρωςα λύγα.

Ο ςερβιτϐροσ μου εύπε που μποροϑςα να βρω αύθουςα μπιλιϊρδου και πόγα μϋχρισ εκεύ με τα πϐδια, τηλεφώνηςα ςτον Γουϐλφ για να του πω ποϑ βριςκϐμουν, παρακολοϑθηςα λύγο μπιλιϊρδο, δϋχτηκα την πρϐταςη ενϐσ επαγγελματύα που ϋψαχνε για θϑματα, τον κϋρδιςα και γλύτωςα απϐ δαϑτον αρνοϑμενοσ να βϊλω ςτούχημα με το ποςϐ που πρϐτεινε εκεύνοσ. Σελικϊ, βαρϋθηκε να μου πιπιλϊει το μυαλϐ και με παρϊτηςε.

ΨΠΟΤ να ςυμβοϑν ϐλα αυτϊ εύχε πϊει

εφτϊ η ώρα, πληςύαζε το βραδινϐ φαγητϐ, αλλϊ δεν εύχα ςκοπϐ να γύνω φϐρτωμα ςτον ϋνοικο του δωματύου 902, οπϐτε βολεϑτηκα ςε ϋνα ςκαμνύ και βϊλθηκα να παρακολουθώ τρύα τςακϊλια να παύζουν με τρεισ μπύλιεσ. Δεν όςαν πρωταθλητϋσ, αλλϊ όςαν πολϑ καλού. Ση ςτιγμό που ϋνασ απ΄ αυτοϑσ ϑψωνε τη ςτϋκα του για να κϊνει ϋνα χτϑπημα μαςϋ, ο ταμύασ μου φώναξε ϐτι με ζητοϑςαν ςτο τηλϋφωνο. Δεν βιϊςτηκα να πϊω. Ασ περύμενε.

«Εμπρϐσ.» «Ο κ. Γκοϑντγουιν;» «Ο ύδιοσ.»

«Εδώ ϊλι Κολτ. τενοχωρόθηκα που εύπα ϐχι ςτην πρϐςκληςό ςου. Ειλικρινϊ ςτενοχωρόθηκα, αλλϊ δεν μποροϑςα να κϊνω αλλιώσ. Μόπωσ ςυμβιβϊζεςαι με δεύπνο αντύ για κινηματογρϊφο;»

ταμϊτηςα μια ςτιγμό για να κϊνω ϋλεγχο. Μϐνο ϋνασ ϊνθρωποσ μποροϑςε να τησ ϋχει πει ποϑ βριςκϐμουν. Ψςτϐςο, δεν όταν δικϐ τησ ςφϊλμα.

«Αςφαλώσ,» εύπα. «Σρώω κϊθε μϋρα. Πϐτε;»

«Όποτε θϋλεισ. το ξενοδοχεύο;» «Όχι, υπϊρχει κϊτι καλϑτερο δϑο

τετρϊγωνα πιο κϊτω. Σο Φϋνινγκερ. Να ςυναντηθοϑμε εκεύ ςε ϋνα τϋταρτο;»

«ϑμφωνοι. το Φϋνινγκερ;» «Ναι, εκεύ.» «Θα ϋρθω. Θα πω ςτον κ. Γουϐλφ ποϑ

θα βριςκϐμαςτε για την περύπτωςη που θα μασ θελόςει.»

«Θα του τηλεφωνόςω εγώ.» «Θα του το πω εγώ. Εύναι εδώ κοντϊ

μου.» Καθώσ πόγαινα να πϊρω το καπϋλο μου

και το παλτϐ μου, τα ςυναιςθόματϊ μου όςαν πολϑ μπερδεμϋνα για να μπορϋςω να τα ξεχωρύςω. Χυχρό οργό. Μποροϑςα να φανώ ανεκτικϐσ ςε μια ιδιοφυύα, αλλϊ τοϑτο εδώ πόγαινε πολϑ. Περιϋργεια. Σι διϊβολο ϋκανε μαζύ τησ; Ανακοϑφιςη. Σουλϊχιςτον εύχε ςηκωθεύ κι εύχε ντυθεύ, εκτϐσ αν η ςτϊςη του απϋναντι ςτισ γυναύ-κεσ εύχε κϊνει ανϊποδη τοϑμπα. Ευθυμύα. χεδϐν κϊτω απϐ οποιεςδόποτε ςυνθόκεσ εύναι ευχαρύςτηςη να ϋχεισ ραντεβοϑ με μια ωραύα κοπϋλα. Προςδοκύα. άςωσ ςε κϊποια ςτιγμό να μποροϑςε να μου πει τι ςκϊρωνε η εργοδϐτριϊ τησ.

Δεν μου εύπε. Ϋταν ϋνα απολαυςτικϐ δεύπνο και πριν

ολοκληρωθεύ εύχα καταλόξει ςτην απϐφαςη ϐτι θα ϋπρεπε να δεχτώ μια εξαύρεςη ςτο πϐριςμϊ μου για τη γυναύκα-ντετϋκτιβ, αλλϊ οϑτε λϋξη για τρϋχοντα ζητόματα, και φυςικϊ δεν επρϐκειτο να τη ρωτόςω. Ο Γουϐλφ τησ εύχε πει να μην ανακατεϑεται. Δεν μπορώ να το τεκμη-ριώςω αυτϐ, αλλϊ γύναμε πολϑ κοινωνικού ώςπου να ϋρθει το επιδϐρπιο κι ο καφϋσ κι ϐταν μια γυναύκα μου χαμογελϊει με ϋνα ςυγκεκριμϋνο τρϐπο, αλλϊ αποφεϑγει να μιλόςει για το θϋμα που ξϋρει καλϊ ϐτι με καύει, κϊποιοσ την ϋχει διαφθεύρει.

Σελειώναμε τον καφϋ μασ και ςκεφτϐ-μαςτε να μετακομύςουμε ςε ϋνα κϋντρο πιο κϊτω, ϐπου υπόρχε πύςτα για χορϐ, ϐταν όρθε ο ςερβιτϐροσ και με πληροφϐ-

Page 62: Περιοδικο Detective Τευχος 1

62

DETECTIVE STORY

ρηςε ϐτι με ζητοϑςαν ςτο τηλϋφωνο. ηκώθηκα.

«Εμπρϐσ.» «Ωρτςι;» «Ναι.» «Εύναι μαζύ ςου η δεςποινύσ Κολτ;» «Ναι.» «Ϊλα ςτο δωμϊτιο και φερ΄ την μαζύ

ςου.» «Ναι.» Επϋςτρεψα ςτο τραπϋζι και τησ εύπα ϐτι

μασ όθελαν, πόρα τον λογαριαςμϐ και τον πλόρωςα, και φϑγαμε. Σο πεζοδρϐμιο εύχε πϊγο ςε μερικϊ ςημεύα κι εκεύνη με ϋπιαςε αγκαζϋ, πρϊγμα που φαινϐταν λύγο αδερ-φύςτικο για ϋνα ντετϋκτιβ, αλλϊ τουλϊ-χιςτον δεν με τραβολογοϑςε.

το ξενοδοχεύο, ϐταν φτϊςαμε ςτον ϋνατο ϐροφο, πόγε ςτο δωμϊτιϐ τησ για να αφόςει τα πρϊγματϊ τησ κι εγώ την περύμενα ςτο διϊδρομο. Μου εύχαν πει να την κουβαλόςω μαζύ μου κι αφοϑ αυτό όταν η μοναδικό μου αποςτολό ϐλη μϋρα, όθελα να τη φϋρω ςε πϋρασ ϐπωσ ϋπρεπε. Ξαναβγόκε, προχωρόςαμε ςτο δωμϊτιο 902, ϊνοιξα την πϐρτα με το κλειδύ μου και μπόκαμε.

Σο δωμϊτιο όταν γεμϊτο κϐςμο. «Μπα!» ϋκανα εγκϊρδια, γιατύ δεν

επρϐκειτο να δεύξω την πικρύα μου δη-μϐςια. «Κι ϊλλο πϊρτι;»

Ο Γουϐλφ καθϐταν ςτην πολυθρϐνα προσ τη μεριϊ του μϋςα τούχου. Σο μικρϐ γραφειϊκι εύχε μετακινηθεύ κι εύχε τοπο-θετηθεύ πλϊι του, με χαρτιϊ πϊνω του. Η Ντολ Μπϐνερ καθϐταν απϋναντι απϐ το γραφεύο. Φαζογελοϑςε. Αν νομύζετε ϐτι εύμαι ϊδικοσ, ϐτι δεν χαζογελοϑςε πραγμα-τικϊ, αλλϊ απλϊ δεν ϋδειχνε ςημϊδια μιζϋριασ, ϋχετε δύκιο.

Ο Γουϐλφ μου ϋκανε ϋνα νεϑμα. «Μπορεύσ να αφόςεισ την πϐρτα ανοι-

χτό, Ωρτςι. Περιμϋνουμε τον κ. Γκρουμ και τον κ. Φϊιατ ςε λύγο.»

Το ξετύλιγμα του κουβαριού ΚΑΘΨ κρϋμαγα το καπϋλο μου και το

παλτϐ μου, η ςκϋψη μου όταν ϐτι ο αθεϐ-φοβοσ θα αποτολμοϑςε κϊποιο κϐλπο και θα τα τϑλιγε ϐλα ςε πακϋτο - ϐχι μϐνο για να δεύξει ςτον Γκρουμ ποιοσ όταν ο δολοφϐνοσ, αλλϊ και για να βϊλει τϋλοσ ςτην ακρϐαςη για λογαριαςμϐ του Φϊιατ, ϐςον αφορϊ τοϑτη τη ςυντροφιϊ, μαζύ κι εμϊσ. Ϋταν δϑςκολο ϋργο για να το καταφϋρει χωρύσ βοόθεια, αλλϊ φυςικϊ

εύχε την Ντολ Μπϐνερ. Ϊκανα τη ςκϋψη ϐτι θα όταν κρύμα αν εύχε δϋςει εκεύνη τη γραβϊτα του Ντϐναχιου κι ο Γουϐλφ με εύχε προδώςει.

Κούταζα γϑρω μου, προςϋχοντασ ϐτι ο Ωιντ κι ο Κερ κι ο Ωμςελ κϊθονταν ςτισ καρϋκλεσ που βρύςκονταν μακρϑτερα απϐ τον Γουϐλφ, με δϑο ϊδειεσ μπροςτϊ-μπροςτϊ για την ςυντροφιϊ που περιμϋ-ναμε, ϐταν ακοϑςτηκαν βόματα ςτον διϊδρομο και γϑριςα να κοιτϊξω. Μπρο-ςτϊ πόγαινε ο Γκρουμ. Προφανώσ, εύχαν αφόςει τα καπϋλα τουσ και τα παλτϊ τουσ κϊτω.

«Καληςπϋρα, κϑριοι,» τουσ χαιρϋτιςε ο Γουϐλφ κι ϋκανε μια χειρονομύα. «Οι καρϋκλεσ ςασ.»

Εκεύνοι ςτϊθηκαν ϐρθιοι. «Περύμενα κϊτι τϋτοιο,» εύπε ο Γκρουμ.

«Δεν μασ προειδοπούηςεσ ϐτι επρϐκειτο για ςυγκϋντρωςη.»

«Όχι, κϑριε. Απλϊ εύπα ϐτι αν ερχϐςαςτε και φϋρνατε και τον κ. Φϊιατ, όμουν διατε-θειμϋνοσ να προςθϋςω ςτην κατϊθεςό μου κϊτι ουςιαςτικϐ και πειςτικϐ.» Ϊκανε ϊλλη χειρονομύα. «Θα καθύςετε, παρακα-λώ;»

Ο Γκρουμ ϋριξε μια ματιϊ ςτον Φϊιατ, γϑριςε για να κοιτϊξει εμϋνα, κινόθηκε μϋςα απϐ το κενϐ ανϊμεςα ςτον Κερ και τη ϊλι Κολτ, πόρε μια απϐ τισ ϊδειεσ καρϋκλεσ, την ϋβαλε κοντϊ ςτον τούχο και κϊθιςε. Με τον τρϐπο αυτϐ εύχε τον Γουϐλφ δεξιϊ του κι εμϊσ τουσ υπϐλοιπουσ αριςτερϊ και δεν μποροϑςε να του ριχτεύ κανϋνασ απϐ πύςω. Ο Φϊιατ δεν ϋδωςε τϐςη ςημαςύα. Δεν ϋκανε το κϐπο να μετακινόςει την καρϋκλα, αλλϊ απλϊ κϊθιςε, μολονϐτι πϋντε απϐ εμϊσ - Ωιντ, Κερ, Ωμςελ, ϊλι κι εγώ - καθϐμαςτε πύςω του.

«Για ν΄ ακοϑςουμε,» εύπε ο Γκρουμ ςτον Γουϐλφ.

«Μϊλιςτα, κϑριε.» Ο Γουϐλφ μετακινό-θηκε πϊνω ςτην καρϋκλα του για να τον βλϋπει πιο ϊμεςα. «Ϊχουμε να κϊνουμε με πολλϋσ λεπτομϋρειεσ, αλλϊ δεν θα τισ εξαντλόςω ϐλεσ τώρα. Θα καταλϊβετε. Κατ΄ αρχόν, ϋχουμε την κατϊςταςη ϐπωσ διαμορφώθηκε χτεσ το βρϊδυ. ε μια υπερβολικό υπϋρβαςη ζόλου, ςυλλϊβατε εμϋνα και τον κ. Γκοϑντγουιν. Κατϊ ςυνϋπεια...»

«Ξϋρω πώσ ϋχει η κατϊςταςη.» «Όχι ϐπωσ την εύδα εγώ. Κατϊ ςυνϋπεια,

ό θα καθϐμουνα εκεύ και θα ςτριφογϑριζα τουσ αντύχειρϋσ μου, εμπιςτευϐμενοσ την ικανϐτητϊ ςου και την τϑχη ςου, ό θα

Page 63: Περιοδικο Detective Τευχος 1

63

DETECTIVE STORY

αναλϊμβανα δρϊςη. Για ξεκύνημα, ϋπρεπε να μϊθω, ϐςο αυτϐ όταν δυνατϐ, αν κϊποιοσ απϐ τουσ ϊλλουσ πϋντε - εκεύνουσ που βρύςκονταν ςτο δωμϊτιο 42 με μϋνα και τον κ. Γκοϑντγουιν - εύχαν κϊποια ςχϋςη με τον Ντϐναχιου. Σουσ προςκϊλε-ςα ςε τοϑτο το δωμϊτιο για ςυνεννϐηςη και όρθαν. Μετϊ...»

«Ξϋρω ϐτι όρθαν. Και ςόμερα δεν όθε-λαν να πουν κουβϋντα για το τι ϋγινε εδώ μϋςα. Κανϋνασ τουσ. Οϑτε ο Γκοϑντγουιν. Οϑτε εςϑ.»

«Θα τα πω ϐλα τώρα. Και θα ξεμπερ-δϋψουμε πιο γρόγορα, κ. Γκρουμ, αν δεν διακϐπτεισ. Κϊθιςαν εδώ ςχεδϐν τϋςςερισ ώρεσ και δεν χρειϊζεται να μϊθεισ τα πϊντα. Μϐλισ ϋμαθα ϐτι εύχαν αναγνω-ρύςει ϐλοι τουσ το πτώμα, κι ϐτι γνώριζαν τον Ντϐναχιου, κι ϐτι οι χρϐνοι που εύχαν φτϊςει ςτο κτύριο δεν απϋκλειαν κανϋνα, η αναπϐφευκτη υπϐθεςη που μποροϑςα να κϊνω όταν ϐτι τον εύχε ςκοτώςει κϊποιοσ απϐ αυτοϑσ κι αυτό την υπϐθεςη ϋκανα. Σην ϋκανα και την κρϊτηςα μύα ώρα, προχωρώντασ την ςυζότηςό μασ, ϐταν ανα-γκϊςτηκα να την εγκαταλεύψω.»

Ο Γκρουμ ϋκανε να μιλόςει, αλλϊ ο Γουϐλφ τον ςταμϊτηςε με μια υψωμϋνη παλϊμη.

«Αν ϋχεισ την καλοςϑνη. άςωσ ϋπρεπε να πω ‘αναςτεύλω’ κι ϐχι ‘εγκαταλεύψω’. Σην ανϋςτειλα επειδό η προςοχό μου ϋκανε κλύςη προσ μια ϊλλη κατεϑθυνςη. Εύχα ςημειώςει ϋνα ενδιαφϋρον ςημεύο, ϐτι, δηλαδό, τα επτϊ ϊτομα που εύχαν κϊποια ςχϋςη με τον Ντόναχιου, αναφορικϊ με υποκλοπϋσ τηλεφωνημϊτων, εύχαν όλα κλητευθεύ για να παρουςιαςτούν ςόμερα. Σο να όταν ςϑμπτωςη αυτϐ πόγαινε κϐντρα ςε ϐλουσ τουσ νϐμουσ των πιθανο-τότων, αλλϊ δεν όταν ανϊγκη να εύναι ςϑμπτωςη. Μπορεύ να εύχε κανονιςτεύ ςκϐπιμα για να γύνει παραβολό των ιςτοριών τουσ, ακϐμα και για να ϋρθουν ςε αντιπαρϊςταςη.

«Όχι, ϐμωσ. Προϋκυψε ϐτι δεν όταν ικανοποιητικό αυτό η εξόγηςη. Κανϋνασ απϐ εμϊσ δεν εύχε αναφϋρει το ϐνομα του Ντϐναχιου ςτισ καταθϋςεισ μασ προσ τον Τπουργϐ. Η δεςποινύσ Μπϐνερ, ο κ. Ωιντ κι εγώ εύχαμε αναφϋρει ϐτι μασ εύχε εξαπα-τόςει ϋνα ϊτομο που εύχε ακολουθόςει την ύδια μϋθοδο με τον καθϋνα απϐ εμϊσ, κι οι περιγραφϋσ που του εύχαμε κϊνει ςυμφω-νοϑςαν, οπϐτε εμεύσ οι τρεισ μπορεύ να εύχαμε κλητευθεύ μαζύ κατϐπιν ςχεδύου για να εμφανιςτοϑμε την ύδια μϋρα, αλλϊ ϐχι ο κ. Κερ κι ο κ. Ωμςελ. Ο κ. Κερ εύχε κατϊθϋ-

ςει ϐτι εύχε παρακολουθόςει το τηλϋφω-νο του κ. Ωρθουρ Μ. Λϋγκετ κατϐπιν αιτόματοσ του Λϋγκετ. Ο κ. Ωμςελ δεν ανϋφερε τύποτε - δηλαδό, τύποτε που θα τον ςυνϋδεε με την δεςποινύδα Μπϐνερ, με το κ. Ωιντ ό με εμϋνα. Φθεσ αναγνώριςε τον Ντϐναχιου ωσ ϋνα ϊτομο που του εύχε ζητόςει κϊποτε να κϊνει μια υποκλοπό και του εύχε αρνηθεύ, αλλϊ δεν εύχε κϊνει μνεύα του περιςτατικοϑ ςτην κατϊθεςό του ςτον Τπουργϐ.»

«Δεν βλϋπω να μασ βγϊζεισ πουθενϊ,» δόλωςε ο Γκρουμ. «Σον γνωρύζατε ϐλοι ςασ. Κϊποιοσ τον εύδε ςτο δωμϊτιο και τον ςκϐτωςε.»

«Γιατύ, ϐμωσ, εύχαμε κουβαληθεύ ϐλοι εκεύ;» ρώτηςε ο Γουϐλφ. «Σο ϐτι εύχαμε κλητευθεύ εγώ, η δεςποινύσ Μπϐνερ κι ο κ. Ωιντ μαζύ το καταλαβαύνω, αλλϊ ϐχι ο κ. Κερ κι ο κ. Ωμςελ. Δεν υπόρχε ςχϋςη, καταχωριςμϋνη, δηλαδό. Και ϐμωσ, εύχαν ςχϋςη, πολϑ ςημαντικό, δεδομϋνου ϐτι εύχαν κι αυτού πϊρε-δώςε με τον Ντϐνα-χιου. Απϐ ςϑμπτωςη μϐνο; Δεν το πύςτεψα. Ο ϋνασ απ΄ αυτοϑσ, ενδεχομϋνωσ, αλλϊ ϐχι κι οι δϑο. Η προςοχό μου, λοιπϐν, ςτρϊφηκε ςτο ερώτημα, ποιοσ εύχε κα-νονύςει να κλητευθοϑμε για να εμφανι-ςτοϑμε την ύδια μϋρα; Και, ταυτϐχρονα, ςε ϋνα ϊλλο ερώτημα - υπόρχε κϊτι κοινϐ ανϊμεςα ςτα ϊτομα των οπούων τα τηλϋ-φωνα εύχε θελόςει ο Ντϐναχιου να παρα-κολουθόςει; Κι αυτϐ ϋδινε λαβό ςε ϋνα ϊλλο ερώτημα - γιατύ εύχε πϊει ο Ντϐνα-χιου ςε πϋντε διαφορετικοϑσ ντετϋκτιβσ για τισ υποκλοπϋσ; Μόπωσ επειδό εκεύνα τα πϋντε ϊτομα εύχαν κϊτι κοινϐ και δεν όθελε να γύνει αντιληπτϐ το γεγονϐσ;»

Ο ΕΡΓΟΔΟΣΗ μου ϋςτρεψε τα μϊτια

του ςτον Φϊιατ, λεσ και περύμενε απϊντη-ςη, αλλϊ δεν πόρε καμιϊ. τρϊφηκε ςτον Γκρουμ πϊλι.

«Σο πρώτο μου ερώτημα ϋπρεπε να περιμϋνει, δεδομϋνου ϐτι δεν μποροϑςα να τηλεφωνόςω ςτον κ. Φϊιατ και να το υπο-βϊλλω. Σο δεϑτερο απαντόθηκε ςϑντομα. Ϊμαθα ϐτι τϋςςερα απϐ τα ϊτομα που τα τηλϋφωνϊ τουσ εύχαν παρακολουθηθεύ όςαν μϋλη τησ Επιτροπόσ Διερεϑνηςησ Υιλανθρωπικών Σαμεύων κι εύχα λϐγουσ να πιςτεϑω ϐτι το ύδιο όταν και το πϋμπτο, πρϊγμα που αγκϊλιαζε ολϐκληρη την επιτροπό. Οπϐτε, αποφϊςιςα να περιγρϊ-ψω την κατϊςταςη ςτισ κυρύεσ και τουσ κυρύουσ ςυναδϋλφουσ, ϐπωσ την ϋβλεπα, και να ζητόςω την ςυνεργαςύα

Page 64: Περιοδικο Detective Τευχος 1

64

DETECTIVE STORY

τουσ. Αν αποδεικνυϐταν ϐτι η υπϐθεςη που ϋκανα όταν εςφαλμϋνη κι ϐτι ϋνασ απϐ αυτοϑσ όταν πραγματικϊ ϋνοχοσ, δεν θα γινϐταν καμιϊ ζημιϊ, αντύθετα, η αντύδραςό τουσ ςτην πρϐταςό μου μπορεύ να αποδεικνυ-ϐταν ενδεικτικό. Ϊμαθα...»

«Ποια πρϐταςη;» ρώτηςε ο Γκρουμ. «ασ λεω. Ϊμαθα ϐτι μεταξϑ τουσ

ςυγκϋντρωναν ςαρϊντα και περιςςϐτε-ρουσ ντετϋκτιβσ ςτη Νϋα Τϐρκη κι εγώ μποροϑςα να προμηθεϑςω ϊλλουσ τϋς-ςερισ ό πϋντε. Αφοϑ τουσ περιϋγραψα την κατϊςταςη, πρϐτεινα να ρύξουμε ϐςουσ περιςςϐτερουσ ντετϋκτιβσ μποροϑςαμε - αρςενικοϑσ και θηλυκοϑσ - ςτη δουλειϊ, αμϋςωσ. Τπόρχαν τρεισ κϑριεσ κατευθϑν-ςεισ: μύα, το Ξενοδοχεύο Μϊρμπιουρι, ϐπου εύχε μεύνει ο Ντϐναχιου, δϑο, η καταγωγό, τα ενδιαφϋροντα κι οι δραςτηριϐτητεσ του Ωλμπερτ Φϊιατ, με ϋμφαςη ςε οποιαδόποτε ςχϋςη με την Επιτροπό Διερεϑνηςησ Υιλανθρωπικών Σαμεύων και τρύα...»

«Θεσ να πεισ ϐτι υποψιαζϐςουν τον Φϊιατ για φϐνο;»

«Θϋλω να πω ϐτι εύχα ςχηματύςει μια εικαςύα που θεωροϑςα ϊξια για δοκιμό κι οι ςυνϊδελφού μου ςυμφώνηςαν μαζύ μου. Ϋδη, ϋχω θϋςει το ερώτημα, ποιοσ κανϐνι-ςε να εμφανιςτοϑμε εμεύσ οι επτϊ την ύδια μϋρα; Σην ακρϐαςη την χειριζϐταν ο κ. Φϊιατ. Ωλλο ςημεύο, που ςυνόθωσ θεω-ρεύται βαρυςόμαντο, αλλϊ το οπούο εςϑ φαύνεται ϐτι αγνϐηςεσ, όταν το ϐτι ο κ. Φϊιατ όταν το τελευταύο πρϐςωπο, απ΄ ϐτι ξϋρουμε, που εύδε τον Ντϐναχιου ζωντανϐ. Ϊνα ϊλλο ακϐμα όταν ϐτι, ςϑμφωνα με τα λεγϐμενα του Φϊιατ, ο Ντϐναχιου του εύχε εκμυςτηρευθεύ ϐτι μου εύχε δώςει το ϐνο-μα Ντϐναχιου κι ϐτι όξερα ϐτι επρϐκειτο για παρϊνομη υποκλοπό. Ϋξερα ϐτι ό ο Ντϐναχιου εύχε πει ψϋματα ό ϐτι ϋλεγε ψϋματα ο Φϊιατ, κι ο Ντϐναχιου δεν ζοϑςε πια.»

Ο Γουϐλφ αναςόκωςε τουσ ώμουσ του και τουσ ϊφηςε να πϋςουν.

«Σο τι υποψιϊςτηκα ς΄ εκεύνο το ςημεύο δεν ϋχει ςημαςύα πια. Η τρύτη κατεϑθυνςη για ϋρευνα όταν να βροϑμε ενδεύξεισ για προηγοϑμενεσ ςχϋςεισ μεταξϑ Φϊιατ και Ντϐναχιου. Οι ςυνϊδελφού μου ϋκαναν τηλεφωνόματα κι ϋκανα κι εγώ ϋνα. όμε-ρα το πρωύ εύχαμε - πϐςουσ ντετϋκτιβσ, δεςποινύσ Μπϐνερ;»

«Σριϊντα τϋςςερισ μϋχρι τισ δϋκα. αρϊντα οκτώ ςτισ δϑο το μεςημϋρι. αρϊντα δϑο ϊντρεσ και ϋξι γυναύκεσ.»

Ξαφνικϊ, εξερρϊγη ο τιβ Ωμςελ.

«Εύμαςτε πολλού ντετϋκτιβσ, κ. Φϊιατ! Να ακυρώςεισ τισ ϊδειϋσ μασ! Εύμαςτε πολλού!»

«Κλεύςε το ςτϐμα ςου!» τον αποπόρε ο Κερ. «Μϐνο ο Γουϐλφ θα μιλϊει.»

Ο Γουϐλφ τουσ αγνϐηςε. «Ωρχιςαν να μασ ϋρχονται αναφορϋσ

πριν απϐ τη μύα κι εξακολοϑθηςαν να ϋρχονται ϐλο το απϐγευμα, μϋχρι πριν απϐ μύα ώρα, οπϐτε εύπαμε ςτουσ ανθρώπουσ μασ ςτη Νϋα Τϐρκη ϐτι εύχαμε πετϑχει μϋροσ του ςκοποϑ μασ. Σισ περιςςϐτερεσ τισ πόραν οι δεςποινύδεσ Μπϐνερ και Κολτ, αλλϊ βοόθηςαν κι οι ϊλλοι. Δεν προϋκυψε ςπουδαύο αποτϋλεςμα απϐ την πρώτη κα-τεϑθυνςη ϋρευνασ, το Ξενοδοχεύο Μϊρμπι-ουρι. Απϐ την δεϑτερη, για την καταγωγό, τα ενδιαφϋροντα και τισ δραςτηριϐτητεσ του Φϊιατ, δεν προϋκυψε τύποτε ςυμπε-ραςματικϐ, αλλϊ πολλϊ που εγκυμονοϑν αποκαλϑψεισ. Πριν απϐ δϋκα οκτώ μόνεσ ϊρχιςαν να κϊνουν την εμφϊνιςό τουσ ςτον τϑπο δυςφημιςτικϋσ πληροφορύεσ για τισ δραςτηριϐτητεσ φιλανθρωπικών οργανώςεων που ϋκαναν ερϊνουσ και, κα-θώσ περνοϑςαν οι εβδομϊδεσ, αϑξαιναν ςε ϐγκο και ςημαςύα. Πριν απϐ ϋνα χρϐνο περύπου ο κ. Φϊιατ προςλόφθηκε ωσ νομι-κϐσ ςϑμβουλοσ ςε μια μεγϊλη φιλανθρω-πικό οργϊνωςη που εύχε αποκομύςει τερϊςτια κϋρδη, που υπολογύζονταν ςε τρύα με τϋςςερα εκατομμϑρια δολϊρια τον χρϐνο, απϐ τισ εργαςύεσ τησ. Ϋταν η εποχό που ο Κυβερνότησ ςυνϋςτηςε την Επιτρο-πό Διερεϑνηςησ Υιλανθρωπικών Σαμεύων κι οι πελϊτεσ του κ. Φϊιατ ςύγουρα περύ-μεναν ϐτι θα γύνονταν πρώτοσ ςτϐχοσ αυτόσ τησ επιτροπόσ. Τπϊρχουν μερικϋσ ενδεύξεισ ϐτι ο κ. Φϊιατ πληςύαςε δϑο μϋλη...»

«Σι εννοεύσ ‘μερικϋσ ενδεύξεισ’;» ρώτηςε ο Γκρουμ.

Ο Γουϐλφ χτϑπηςε τα δϊχτυλϊ του πϊνω ςτα χαρτιϊ που όςαν ςτο τραπϋζι.

«Εδώ εύναι και ςε περιμϋνουν, αλλϊ ϐπωσ εύπα, δεν εύναι ςυμπεραςματικϋσ. Σα μϋλη τησ επιτροπόσ δεν όςαν πολϑ ομιλη-τικϊ ςτουσ ιδιωτικοϑσ ντετϋκτιβσ μασ, αλλϊ, χωρύσ αμφιβολύα, θα εύναι πιο ςυνεργϊςιμα με τουσ εκπροςώπουσ του νϐμου. Απλϊ, ςασ δύνω μϐνο αυτϐ απϐ την δεϑτερη κατεϑθυνςη ϋρευνασ: ο κ. Φϊιατ ϋδειξε μεγϊλο ενδιαφϋρον για την ςυγκε-κριμϋνη επιτροπό και τα ςχϋδιϊ τησ. Σα αποτελϋςματα απϐ την τρύτη κατεϑθυνςη όςαν κϊτι περιςςϐτερο απϐ πολλϊ υπο-ςχϐμενα, όςαν αποφαςιςτικϊ. Ϋταν, βϋ-βαια, η πιο ελπιδοφϐρα και ρύξαμε προσ τα

Page 65: Περιοδικο Detective Τευχος 1

65

DETECTIVE STORY

εκεύ τριϊντα ντετϋκτιβσ. Σουσ εφοδιϊ-ςαμε με φωτογραφύεσ του Φϊιατ και του Ντϐναχιου απϐ εφημερύδεσ και βρόκαν τρύα ϊτομα που τουσ εύχαν δει μαζύ ςε δϑο διαφορετικϋσ περιπτώςεισ την περαςμϋνη ϊνοιξη - κϊτω απϐ ςυνθόκεσ που μποροϑν εϑκολα να χαρακτηριςθοϑν «πονηρϋσ». Δεν θα κϊνω την χϊρη ςτον κ. Φϊιατ να κατονομϊςω τα ϊτομα, τα μϋρη και τισ περιπτώςεισ, αλλϊ ϐλα αυτϊ τα ςτοιχεύα βρύςκονται εδώ.»

ΦΣΤΠΗΕ και πϊλι τα χαρτιϊ. «Όςο για τον κ. Φϊιατ, δόλωςε μπροςτϊ

μου και μπροςτϊ ςου, ϐτι δεν εύχε ξαναδεύ τον Ντϐναχιου ποτϋ πριν απϐ χτεσ το πρωύ. Ρώτηςεσ αν τον υποψιϊζομαι για φϐνο. Σώρα, ναι. Τπϊρχουν, βϋβαια, ερω-τόςεισ ςτισ οπούεσ δεν εύμαι διατεθειμϋνοσ να απαντόςω, εκτϐσ με εικαςύεσ αν τισ θϋλεισ - λϐγου χϊρη, ςτην πιο ςημαντικό, γιατύ κανϐνιςε να εμφανιςτοϑμε ϐλοι μασ - όξερε, βϋβαια, με ποιουσ εύχε κανονύςει τισ υποκλοπϋσ ο Ντϐναχιου - μπροςτϊ του την ύδια μϋρα; Μαντεϑω τώρα, επειδό αυτό όταν η καλϑτερη εναλλακτικό λϑςη του, δεδομϋνου ϐτι ϋπρεπε να κλητευθοϑ-με ϐλοι μασ, αργϊ ό γρόγορα, εύτε ςτη Νϋα Τϐρκη ό ςτο Όλμπανι, και μασ όθελε για τον εαυτϐ του κι ϐχι για τουσ ςυναδϋλ-φουσ του ςτη Νϋα Τϐρκη. Με το να μασ ϋχει ϐλουσ την ύδια μϋρα διαςφαλιζϐταν ϐτι θα εύμαςτε ϐλοι πρϐχειροι, για να μασ καλϋςει πϊλι μϋςα αν χρειαζϐταν, κι αν τα πρϊγματα πόγαιναν καλϊ ύςωσ εύχε ςκοπϐ να μασ μαζϋψει ϐλουσ μαζύ και να μασ πει μεγαλϐψυχα, δεδομϋνου ϐτι οι χωριςτϋσ καταθϋςεισ μασ επιβεβαύωναν την υπϐθε-ςη ϐτι εύχαμε πϋςει ϐλοι θϑματα ενϐσ απα-τεώνα, ϐτι θα πρϐτεινε να μη διωχθοϑμε ποινικϊ.»

Ο Γουϐλφ αναποδογϑριςε μια παλϊμη. «Γιατύ πύςτευε, φυςικϊ, ϐτι ο Ντϐναχιου

εύχε εξαφανιςτεύ, ϐτι εύχε εγκαταλεύψει την πολιτεύα κι ϐτι δεν επρϐκειτο να βρεθεύ. Δεν χωρϊει ςυζότηςη ϐτι το εύχε κανονύςει ο ύδιοσ αυτϐ. Η κατϊςταςη δεν παρουςύαζε κανϋνα κύνδυνο γι αυτϐν. Σο γεγονϐσ ϐτι ϋνασ απϐ τουσ πελϊτεσ του όταν ςτο ςτϐχαςτρο τησ ϋρευνασ μιασ απϐ τισ επιτροπϋσ του κυβερνότη δεν εύχε γνω-τό ςχϋςη με την ϋρευνα που διεξόγαγε ο ύδιοσ κι εύχε πεπούθηςη ϐτι τϋτοια ςχϋςη δεν θα ανακαλυπτϐταν ό θα προκαλοϑςε υπϐνοιεσ. Ενδεχομϋνωσ να εύχε γύνει υπερ-ϐπτησ, γιατύ μπορεύ να εύχε αποκτόςει, απϐ τισ υποκλοπϋσ των τηλεφώνων, τισ

πληροφορύεσ που χρειαζϐταν για τα ςχϋδια και τισ προθϋςεισ τησ επιτροπόσ. Αν ναι, θα πρϋπει να του όρθε ταμπλϊσ ϐταν απϊντηςε ςτο τηλϋφωνϐ του χτεσ το πρωύ και του εύπαν ϐτι κϊποιοσ ονϐματι Ντϐναχιου όθελε να τον δει για κϊτι επεύ-γον και εμπιςτευτικϐ.»

Σα μϊτια του Γουϐλφ πόγαν ςτον Φϊιατ κι ϑςτερα πϊλι ςτον Γκρουμ.

«Αν θϋλεισ ϊλλη εικαςύα για το τι διαμεύ-φθηκε μεταξϑ Φϊιατ και Ντϐναχιου ςτο δωμϊτιο 38 χτεσ το πρωύ, το πιθανϐτερο εύναι ϐτι ο Ντϐναχιου απεύληςε ϐτι θα αποκϊλυπτε την ϐλη ιςτορύα - εύτε για να κϊνει εκβιαςμϐ, ό επειδό εύχε πληροφορη-θεύ ϐτι εύχαμε κλητευθεύ εμεύσ οι επτϊ να εμφανιςτοϑμε κι υποψιαζϐταν ϐτι θα γινϐταν ο αποδιοπομπαύοσ τρϊγοσ - και το πιθανϐτερο εύναι ςυχνϊ το καλϑτερο. Αυτϊ τα ερωτόματα και ϊλλα, κ. Γκρουμ, αφοροϑν εςϋνα και ϐχι εμϊσ. Εμϊσ μασ ενδιαφϋρει να ςου δεύξουμε ϐτι βιϊςτηκεσ να κϊνεισ μια λανθαςμϋνη υπϐθεςη. Όςο για μϋνα και τον κ. Γκοϑντγουιν, υποθϋτω ϐτι εϑκολα θα μποροϑςεσ να δικαιολογό-ςεισ την ενϋργεια τησ λανθαςμϋνησ ςϑλλη-ψησ, αλλϊ πιςτεϑω να ϋχεισ μϊθει τώρα ϐτι εύναι παιδαριώδεσ να παύρνεισ τον λϐγο ενϐσ ατϐμου ςαν ευαγγϋλιο επειδό εύναι ειδικϐσ αναπληρωτόσ του Τπουργοϑ. Μπορεύ να αρθεύ απϐψε η εναντύον μασ καταγγελύα;»

«Όχι. Όχι πριν ανούξει το δικαςτόριο αϑριο το πρωύ.» Ο Γκρουμ ςηκώθηκε, πληςύαςε το τραπϋζι και ακοϑμπηςε το χϋρι του πϊνω ςτα χαρτιϊ. «Ϊχεισ να πεισ τύποτε, κ. Φϊιατ;» ρώτηςε.

Ο Φϊιατ όταν δικηγϐροσ. Η πλϊτη του όταν γυριςμϋνη προσ το μϋροσ μου και δεν μποροϑςα να δω το πρϐςωπϐ του, αλλϊ αμφιβϊλλω αν ϋδειχνε το παραμικρϐ.

«Σύποτε εκτϐσ του ϐτι αρνοϑμαι ϐλεσ τισ κατηγορύεσ και τα υπονοοϑμενα του Γουϐλφ ωσ προσ το πρϐςωπϐ μου κι ϐτι θα τον καταςτόςω υπεϑθυνο γι αυτϊ. Όχι. Δεν ϋχω να πω τύποτε εδώ αυτό τη ςτιγμό.»

ηκώθηκε και ξεκύνηςε προσ την πϐρτα. Ο Γκρουμ δεν ϋκανε απϐπειρα να τον εμποδύςει, και δεν μποροϑςε να περιμϋνει κανϋνασ κϊτι τϋτοιο, τουλϊχιςτον προτοϑ μελετοϑςε τα χαρτιϊ.

«Γύναμε πολλού ντετϋκτιβσ, κ. Φϊιατ!» φώναξε πύςω του ο Ωμςελ.

***

ΕΠΕΛΑΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΝΤΕΤΕΚΤΙΒΣ!

Page 66: Περιοδικο Detective Τευχος 1

66

DETECTIVE STORY

ΦΣΕ το απϐγευμα όμουνα ςτο γραφεύο με τον Γουϐλφ ϐταν χτϑπηςε το τηλϋφωνο και ςόκωςα το ακουςτικϐ.

«Γραφεύο Νύρο Γουϐλφ, εδώ Ωρτςι Γκοϑντγουιν.»

«Εδώ Ντολ Μπϐνερ. Μπορώ να μιλόςω ςτον κ. Γουϐλφ;»

«Μια ςτιγμό, να δω.» κϋπαςα το μικρϐφωνο με το χϋρι μου

και ςτρϊφηκα και το εύπα ςτον Γουϐλφ. Εκεύνοσ ϋκανε ϋνα μορφαςμϐ, δύςταςε,

κι ϊπλωςε να πϊρει το τηλϋφωνο. Κρϊτηςα το δικϐ μου ακουςτικϐ ςτο αυτύ μου.

«Μϊλιςτα, δεςποινύσ Μπϐνερ. Νύρο Γουϐλφ.»

«Πώσ εύςαι;» «Καλϊ, ευχαριςτώ.» «Ϊμαθεσ τα νϋα;» «Δεν ξϋρω. Ποια νϋα;» «Οι ϋνορκοι ϋβγαλαν πϐριςμα το μεςη-

μϋρι. Ϊκριναν τον Φϊιατ ϋνοχο για φϐνο πρώτου βαθμοϑ.»

«Όχι. Δεν το εύχα μϊθει. Ϋταν αναμε-νϐμενο, αςφαλώσ.» «Βϋβαια. Ο λϐγοσ που τηλεφωνώ εύναι ϐτι μου τηλεφώνηςε ο Φϊρλαντ Ωιντ πριν απϐ μια ώρα. Πιςτεϑει ϐτι εύναι λύγο βϊρβαρο να γιορτϊζεισ την καταδύκη ενϐσ ϊλλου ανθρώπου για φϐνο, και ςυμφωνώ, οπϐτε δεν εύναι αυτό η ιδϋα, αλλϊ πρϐτεινα να δεύξουμε την εκτύμηςό μασ ςτο πρϐςωπϐ ςου με κϊποιο τρϐπο. Εν πϊςη περιπτώςει, ο Τπουργϐσ ανακού-νωςε τα αποτελϋςματα τησ ακρϐαςησ και θα διατηρόςουμε ϐλοι τισ ϊδειϋσ μασ, οπϐτε μποροϑμε να γιορτϊςουμε αυτϐ το γεγονϐσ. Ο κ. Ωιντ ςκϋφτηκε να ςου προςφϋρουμε ϋνα δεύπνο, εμεύσ ο επτϊ μϐνο, κι όθελε να μϊθει αν ενϋκρινα την ιδϋα κι εγώ του απϊντηςα ναι. Μου τηλεφώνηςε μϐλισ τώρα και μου εύπε ϐτι η ιδϋα ϊρεςε ςτον κ. Κερ και τον κ. Ωμςελ και μου ζότηςε να ςου κϊνω την πρϐταςη. Οποιοδόποτε βρϊδυ θϋλεισ την ϊλλη εβδομϊδα ό οποιαδόποτε εβδομϊδα. Ελπύζουμε να ϋρθεισ κι εςϑ κι ο κ. Γκοϑντ-γουιν. Και, φυςικϊ, η δεςποινύσ Κολτ.» ιωπό. Παρακολουθοϑςα το πρϐςωπο του Γουϐλφ. Σα χεύλη του όςαν ςφιγμϋνα.

«Με ακοϑσ, κ. Γουϐλφ;» «Ναι, ςε ακοϑω. πϊνια δϋχομαι προς-κλόςεισ για φαγητϐ.» «Σο ξϋρω. Αυτϐ δεν εύναι φαγητϐ, εύναι φϐροσ τιμόσ.» «Που θα όμουν βϊναυςοσ αν αρνιϐμουν. Ο κ. Γκοϑντγουιν πιςτεϑει ϐτι εύμαι βϊναυςοσ, αλλϊ εγώ δεν το πιςτεϑω. Απλϊ εύμαι αβροδύαιτοσ. Θα κϊνω μια αντιπρϐ-ταςη. Κι εγώ νοιώθω εκτύμηςη για την καλό και αποτελεςματικό ςυνεργαςύα που εύχα. Προτεύνω, αντύ να δειπνόςουμε ςε κϊποιο εςτιατϐριο, που εύναι ο ςκοπϐσ ςασ, αν κατϊλαβα καλϊ, να ϋρθετε ςτο ςπύτι μου για δεύπνο. Οποιοδόποτε βρϊδυ την επϐμενη «Μα τϐτε θα γύνει το ανϊποδο!» «Καθϐλου. Εύπα ϐτι νοιώθω κι εγώ εκτύμηςη.» «Σϐτε - να ρωτόςω τουσ ϊλλουσ.» «Μακϊρι να το ϋκανεσ.» «Εντϊξει. Θα ςε ενημερώςω.» Και τον ενημϋρωςε. ε λιγϐτερο απϐ μιςό ώρα. Εύναι ϐλα κανονιςμϋνα για την ϊλλη Σετϊρτη το βρϊδυ. Δεν βλϋπω την ώρα. Θα ςπϊςω μεγϊλη πλϊκα να δω τη φϊτςα του Υριτσ ϐταν θα αντικρύςει την Ντολ Μπϐνερ, καθιςμϋνη δεξιϊ απϐ τον Γουϐλφ, να τον ςημαδεϑει με τα καραμελϋνια μϊτια τησ κϊτω απϐ τισ μακριϋσ μαϑρεσ βλεφαρύδεσ τησ. Όςο για το μούραςμα ςτη μϋςη τησ ευθϑνησ για την υποκλοπό μασ, το θϋμα εύναι ακϐμα υπϐ ςυζότηςη κατϊ καιροϑσ. Κι ϐςο για το ϐτι ϋμεινα εκτϐσ προγρϊμ-ματοσ εκεύνη την ημϋρα ςτην πϐλη του Όλμπανι, αυτϐ δεν χρειαζϐταν ςυζότηςη. Αφοϑ ϐλη η δουλειϊ επρϐκειτο να γύνει απϐ τουσ 48 ιδιωτικοϑσ ντετϋκτιβσ ςτη Νϋα Τϐρκη κι εγώ δεν μποροϑςα να ςυνει-ςφϋρω το παραμικρϐ, γιατύ να με ανα-κατϋψει; Ιδιαύτερα αφοϑ μποροϑςα να χρηςιμοποιηθώ ςαν αντιπεριςπαςμϐσ για τον Ειςαγγελϋα και τον Γκρουμ.

Ρεξ τάουτ Μετϊφραςη: Σζ. Κορίνησ

Page 67: Περιοδικο Detective Τευχος 1

67

DETECTIVE STORY

Ο ΔΗΜΙΟΤΡΓΟ ηνπ Νίξν Γνπόιθ, ελόο από ηνπο πην ζεκαληηθνύο «ήξσεο» ζηνλ θόζκν ηνπ αζηπλνκηθνύ κπζη-ζηνξήκαηνο, γελλήζεθε ζην Νόκπιβηι ηεο Ιλδηάλαο, ΗΠΑ. Από πνιύ κηθξή ειηθία ε κεηέξα ηνπ, όπσο θαη ν δάζθαινο παηέξαο ηνπ, ηνλ ελζάξξπλαλ λα δηαβάδεη θαη πξηλ αθόκα θιείζεη ηα έληεθα είρε θαηαθέξεη λα «θαηαβξν-ρζίζεη» όινπο ηνπο 1126 ην-κνπο πνπ πεξηιάκβαλε ε βηβιηνζήθε ηνπ παηέξα ηνπ. Καη ζε ειηθία 13 εηώλ πήξε ην πξσηάζιεκα νξζνγξαθίαο!

Παηδί κηαο νηθνγέλεηαο κε ελληά παηδηά, ν Ρεμ ηάνπη δελ θαηάθεξε λα πάεη ζην Παλε-πηζηήκην ηνπ Κάλζαο, όπνπ έκελε ε νηθνγέλεηα, επεηδή δελ ππήξραλ ρξήκαηα. Καηαηά-ρζεθε ζην λαπηηθό θαη αθνύ ππεξέηεζε δύν ρξόληα, απν-ιύζεθε θαη πξνζπάζεζε λα θεξδίζεη ηα πξνο ην δελ, ηαμηδεύνληαο ζε όιν ηνλ θόζκν θαη θάλνληαο δηάθνξεο δνπιεηέο: ινγζηήο, ππάιιε-ινο πσιήζεσλ, κάλαηδεξ με-λνδνρείνπ θαη ππάιιεινο

θαηαζηήκαηνο. Παξάιιεια, έγξαθε, αιιά όρη ηηο ηζηνξίεο πνπ ήζειε λα γξάςεη.

Σν 1927 άξρηζε λα γξάθεη ζε βάζε πιήξνπο απαζρόιε-ζεο, εγθαηαιείπνληαο ηελ ζεκαληηθή ζέζε ηνπ πξνέ-δξνπ ηεο εθδνηηθήο εηαηξείαο Vanguard Press ζηελ ίδξπζε ηεο νπνίαο είρε ζπκβάιιεη θαη εθείλνο. Σν 1929 ε ίδηα εηαη-ξεία εμέδσζε ην πξώην βηβιίν ηνπ Ρεμ ηάνπη.

Σελ πξώηε ηζηνξία κε ήξσα ηνλ Νίξν Γνπόιθ (Fer-de-Lance) ηελ έγξαςε ην 1934 θαη πνιύ ζύληνκα, ζπγθε-θξηκέλα κέζα ζε ηέζζεξα ρξόληα, ν ππέξβαξνο θη εθθε-ληξηθόο ληεηέθηηβ έγηλε κεγάιε επηηπρία. Ο θπξηόηεξνο ιόγνο, όπσο ιέγεηαη, ήηαλ ην γεγνλόο όηη ν δεκηνπξγόο ηνπ ζπλδύαζε ηνλ ππέξβαξν, ηδηόηξνπν θη εθθεληξηθό ληεηέθηηβ, πνπ ζπάληα βγαίλεη από ην ζπίηη ηνπ, κε έλαλ παλέμππλν, δπ-λακηθό θαη δξαζηήξην βνεζό, ηνλ Άξηζη Γθνύληγνπτλ. Με άιια ιόγηα, ν Γνπόιθ θη ν Γθνύληγνπηλ αληηπξνζσπεύ-νπλ έλα είδνο «παληξέκαηνο» πνπ έθαλε ν ηάνπη ζε δύν θιάδνπο ηεο αζηπλνκηθήο ινγνηερλίαο ηεο επνρήο εθεί-λεο. Ο Γνπόιθ ήηαλ ν ληε-ηέθηηβ/αθεληηθό, πνπ δελ εγθαηέιεηπε ηελ θαξέθια ηνπ κε ηίπνηε, εθηόο αλ ππήξρε έθηαθηε αλάγθε θη ν Άξηζη ήηαλ ν δηθόο ηνπ «Γνπόηζνλ»,

αιιά έλαο λένο ηύπνο Γνπό-ηζνλ, ζθιεξνηξάρεινο (ηδηαί-ηεξα ζηηο πξώηεο ηνπο πεξη-πέηεηεο), ρσξαηαηδήο θαη ηθα-λόο θαη έκπεηξνο αξθεηά γηα λα ζπκβάιιεη ζηε ιύζε ησλ κπζηεξίσλ, ρσξίο λα ληώζεη δένο γηα ηνλ εξγνδόηε ηνπ.

Σν δίδπκν Γνπόιθ/ Γθνύλη-γνπηλ ζπλεξγάδεηαη, όηαλ ην απαηηεί ε ζπγθεθξηκέλε ππό-ζεζε, κε ηνλ νι Πάληδεξ, έλαλ κηθξόζσκν θαη θαιαθξό ηδησηηθό ληεηέθηηβ, πνπ είλαη άζνο ζηε δνπιεηά ηνπ. ζνλ αθνξά ηελ αζηπλνκία, θίινο ηνπο ή αληίπαιόο ηνπο, αλά-ινγα κε ηα πεξηζηαηηθά, είλαη ν επηζεσξεηήο Κξέηκεξ, γθξη-δνκάιιεο, ξνδαινπξόζσπνο θαη πνιύ έληηκνο θη εξγαηη-θόο.

Ο ηάνπη δεκηνύξγεζε άιινπο δύν ληεηέθηηβο, ηνλ Σεθνύκζε Φνμ θαη ηελ Θεν-ληνιίληα Μπόλεξ, αιιά κεηά ην 1941 ηνπο εγθαηέιεηςε όινπο θαη αζρνιήζεθε απν-θιεηζηηθά θαη κόλν κε ηελ ζπγγξαθή ησλ πεξηπεηεηώλ ηνπ Νίξν Γνπόιθ. Η παξαγσγή ηνπ έθηαζε ηα 33 βηβιία θαη αθόκα 41 κηθξόηεξεο πεξηπέηεηεο. Σν 1958 έγηλε πξόεδξνο ηνπ ζσκαηείνπ Mystery Writers of America θαη ηελ επόκελε ρξνληά ηνπ απέλεηκαλ ηνλ ηηκεηηθό ηίηιν ηνπ Grand Master.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΜΕΙΩΜΑ

Ρεξ τάουτ (1886-1975)

Ο δεκηνπξγόο ηνπ εμσθύιινπ καο

Ραφαζλ Ντε ότο (1904 – 1987) Ο πίλαθαο απηόο – γηαηί πίλαθαο ζεσξείηαη ζήκεξα - θόζκεζε ην ηεύρνο

Απγνύζηνπ 1947 ηνπ πεξηνδηθνύ Detective Tales θαη ήηαλ έλα από ηα απίζηεπηα δεκηνπξγήκαηα ηνπ Ραθαέι Νηε όην, θαιιηηέρλε Ιζπαληθήο θαηαγσγήο, πνπ ζε ειηθία επηά εηώλ κεηαθόκηζε κε ηελ νηθνγέλεηά ηνπ ζην Πνπέξην Ρίθν. Αξρηθά, ήζειε λα γίλεη ηεξσκέλνο, αιιά, ηειηθά, έγηλε δσγξάθνο, αξρίδνληαο κε εηθνλνγξαθήζεηο ζην πεξηνδηθό Top Notch (γνπέζηεξλ).

πλεξγάζηεθε κε ηνπο εθδνηηθνύο νίθνπο Smith & Street, Pines Publications θαη Ace Magazines, αιιά ην θύξην κέξνο ηεο δνπιεηάο ηνπ πξνέθπςε από ηελ 16ρξνλε ζπλεξγαζία ηνπ κε ηνλ εθδνηηθό νίθν Popular Publications. Μεηά ηελ απνρώξεζε ηνπ Σδνλ Υάνπτη, ελόο άιινπ ζπνπδαίνπ θαιιηηέρλε, ν Νηε όην άξρηζε λα δσγξαθίδεη εμώθπιια γηα ην πεξηνδηθό The Spider ( Άλζξσπνο Αξάρλε γηα ην ειιεληθό θνηλό). Πνιιέο θνξέο δηθέο ηνπ ζπιιήςεηο ήζαλ ηόζν ζπλαξπα-ζηηθέο πνπ νη ηζηνξίεο γξάθνληαλ κε βάζε ην ίδην ην εμώθπιιν.

Page 68: Περιοδικο Detective Τευχος 1

68

DETECTIVE STORY

τισ Κάνεσ, ο βοριάσ, όποτε φυςάει, κρατάει πολλζσ μζρεσ και κλείνει τον κόςμο ςτα ςπίτια του κι όποιοσ δεν τον αντζχει μπορεί να χάςει τθν θρεμία του, ακόμα και τα λογικά του - αν όχι τθν ηωι του.

πάνιο διιγθμα τθσ «ςκλθροτράχθλθσ» ςχολισ

από τον Ράουλ Γουίτφιλντ

ΣΟ ΠΡΨΣΟ πρϊγμα που τρϊβηξε την προςοχό μου πϊνω του όταν ο τρϐποσ που ϋτρωγε τα μακαρϐνια του. Εύχα επιβι-βϊςει τουσ Ρϋμινγκ ςτο Κόντε Γκρϊντε, ςε μια κατϊςταςη ςχετικϊ αςυννϋφιαςτη απϐ αναθυμιϊςεισ οινοπνεϑματοσ, και το επιβατικϐ πλούο που ςϊλπαρε το μεςημϋρι εύχε απομακρυνθεύ απϐ τουσ ντϐκουσ τησ Γϋνοβασ. Πεινοϑςα κι ϋτςι περιπλανόθηκα κοντϊ ςτισ αποβϊθρεσ, ψϊχνοντασ για κϊποιο εςτιατϐριο.

Αυτϐ που διϊλεξα τελικϊ με ξεγϋλαςε. Βρωμοϑςε κυριολεκτικϊ κι εύχε χιλιϊδεσ μϑγεσ. Ϋςαν επύμονεσ και ςου ϋςπαζαν τα τϑμπανα με το ηχηρϐ βουητϐ τουσ κι ϋδειχναν να λατρεϑουν τα ιταλικϊ φαγη-τϊ. Σα μακαρϐνια, ϐμωσ, όςαν τρϋλα. Καθώσ τα τϑλιγα γϑρω απϐ το πιροϑνι μου, ϋριξα ϋνα βλϋμμα γϑρω ςτη μικρό, βρώμικη αύθουςα και τον εύδα. Ϊτρωγε μακαρϐνια κι αυτϐσ, αλλϊ τα ϋκοβε με μαχαύρι. Πρϊγμα αρκετϊ αςυνόθιςτο ςτη

Page 69: Περιοδικο Detective Τευχος 1

69

DETECTIVE STORY

Γϋνοβα. Αφοϑ καταβρϐχθιςα δϑο πιϊτα απϐ δαϑτα, παςπαλιςμϋνα με καλό παρμεζϊνα, κούταξα προσ το μϋροσ του απϐ απλό περιϋργεια.

Ϋταν ψηλϐσ και μελαχρινϐσ. Εύχε μαϑρα μϊτια και αδϑνατο πρϐςωπο - πολϑ αδϑνατο για τισ διαςτϊςεισ του. Σο πρϐ-ςωπο όταν ςκληρϐ, αλλϊ το βλϋμμα του όταν όπιο. Σον πϋτυχα τη ςτιγμό που επιθεωροϑςε τισ μϑγεσ ςτο ταβϊνι κι ϋτςι πρϐςεξα την ουλό κϊτω απϐ το ςαγϐνι του, Η επιδερμύδα του όταν ϊςπρη κι η ουλό διακρινϐταν ολοκϊθαρα.

Εύχα ξαναδεύ ουλϋσ απϐ μαχαύρι ςτο παρελθϐν, κι αυτό εδώ για τϋτοια φαινϐ-ταν. Ϋταν μακριϊ και ελαφρϊ καμπυλωτό, κι εύχε ϋνα ϋντονο κϐκκινο χρώμα. Τπολϐ-γιςα ϐτι δεν όταν πολϑ παλιϊ.

Σο κοςτοϑμι του όταν απϐ γκρύζο μαλα-κϐ ϑφαςμα και ραμμϋνο ςτα μϋτρα του. Μου φϊνηκε ϐτι δεν όταν ιταλικϐ. Με ϋπιαςε να τον κοιτϊζω και το γεγονϐσ αυτϐ φϊνηκε να τον εκνευρύζει.

Σην επϐμενη φορϊ που κούταξα προσ το μϋροσ του, τον ϋπιαςα να με παρακολου-θεύ, χωρύσ να το δεύχνει. Σα χϋρια του ϋκαναν νευρικϋσ κινόςεισ και οι μυώνεσ του ςτϐματϐσ του ςυςπϊςεισ.

Σην ώρα που ϋπινα ϋναν φρικτϐ καφϋ, τον ϊκουςα να λϋει:

«Αναθεματιςμϋνεσ μϑγεσ!» Η φωνό του όταν χοντρό, αλλϊ χωρύσ

ξενικό προφορϊ. Εκεύνη την ημϋρα εύχαν ϋρθει δϑο πλούα απϐ τισ Ηνωμϋνεσ Πολιτεύεσ ςτη Γϋνοβα - ϋνα μεγϊλο κι ϋνα μικρϐ. Εύχα την εντϑπωςη ϐτι ο ϊνθρωποσ αυτϐσ όταν Αμερικανϐσ κι ϐτι μϐλισ εύχε φτϊςει.

Πλόρωςε το λογαριαςμϐ του και πϋραςε δύπλα μου, καθώσ προςπαθοϑςα να υπο-λογύςω τι θα πλόρωνα ςε λιρϋτεσ. Σου χαμογϋλαςα ελαφρϊ και ϊρχιςε να μου χαμογελϊει κι εκεύνοσ, αλλϊ κϊτι τον ϋκανε ν' αλλϊξει γνώμη. Ϊδειξε ςτεναχω-ρημϋνοσ και γϑριςε το κεφϊλι του απϐ την ϊλλη, ςμύγοντασ τα φρϑδια του. Ϋταν πιο ψηλϐσ απϐ ϋνα κι ογδϐντα και εύχε πολϑ φαρδιϋσ πλϊτεσ, αλλϊ το κορμύ του ϋγερνε μπροςτϊ, καθώσ περπατοϑςε.

Σον ϋφερα ςτον νου μου αρκετϋσ φορϋσ, καθώσ οδηγοϑςα προσ τη ςυνοριακό πϐλη τησ Βεντιμύλια. το αν Ρϋμο ϋβγαλα το μαγιϐ μου απ' το πορτ-μπαγκϊζ κι ϋκανα ϋνα μπϊνιο ςτη Μεςϐγειο. Κϐντευαν τρεισ το απϐγευμα κι η μϋρα όταν ζεςτό. Ξϋχαςα τον «ςημαδεμϋνο», ώςπου πϋραςα τα ςϑνορα, μπόκα ςτη Γαλλύα κι ϋφταςα ςτο Μϐντε Κϊρλο.

Πριν απϐ το καζύνο, ςταμϊτηςα για ν' ανϊψω ϋνα τςιγϊρο, κι εύδα ϋνα μεγϊλο, κύτρινο αυτοκύνητο να ςταθμεϑει λύγο πιο κϊτω. Ϋταν ιταλικόσ καταςκευόσ - ϋνασ πολϑ ακριβϐσ τϑποσ αυτοκινότου. Ο ςοφϋρ όταν Ιταλϐσ. Κι απϐ το πύςω μϋροσ του αυτοκινότου κατϋβηκε ο φύλοσ μου με την ουλό κϊτω απϐ το ςαγϐνι.

Μιλοϑςε με τον ςοφϋρ και δεν με εύδε. Εγώ τουσ γϑριςα την πλϊτη, καθώσ ϋμπαι-νε ςτο καζύνο. Με ϋτρωγε η περιϋργεια γι' αυτϐν τον ϊνθρωπο. Εκεύνο το γεμϊτο μϑγεσ εςτιατϐριο του λιμανιοϑ, τα κομμϋ-να με μαχαύρι μακαρϐνια κι αυτϐ το ακριβϐ αυτοκύνητο - υπόρχε κϊτι πολϑ παρϊξενο ς' αυτϐ το ςυνδυαςμϐ.

Σον ακολοϑθηςα ςτο εςωτερικϐ του καζύνου και κατϊλαβα αμϋςωσ ϐτι δεν εύχε ξαναμπεύ εκεύ μϋςα. Δεν ϋδειχνε να ξϋρει τι ϋπρεπε να κϊνει και η περύτεχνα ςτολι-ςμϋνη αύθουςα υποδοχόσ, που εκτεινϐταν μπροςτϊ του, δεν του πρϐςφερε καμιϊ λϑςη. Κατϊλαβα ϐτι περύμενε να δει αμϋ-ςωσ τισ ρουλϋτεσ και τα τραπϋζια του μπακαρϊ και εύχε μπερδευτεύ.

Ϊνασ υπϊλληλοσ τον πληςύαςε και του μύληςε γαλλικϊ. Σον ρώτηςε απλϊ ςε τι θα μποροϑςε να τον βοηθόςει, αλλϊ ο «ςημα-δεμϋνοσ» δεν κατϊλαβε.

ΒΡΙΚΟΜΟΤΝ πολϑ κοντϊ του κι

ενόργηςα απϐ ϋνςτικτο. τρϊφηκα και του χαμογϋλαςα. «Αγορϊζεισ ϋνα ειςιτόριο ειςϐδου ς' εκεύνη την αύθουςα, αριςτερϊ ςου,» εύπα κι ϋδειξα με το χϋρι μου το δωμϊτιο με τισ θυρύδεσ και τουσ ταμύεσ πύςω απ΄ αυτϊ.

Με κούταξε εξεταςτικϊ με το κατϊμαυρο βλϋμμα του, που ξαφνικϊ ϋγινε πολϑ ψυχρϐ. Η θϋρμη εξαφανύςτηκε τϐςο απϐτομα απϐ μϋςα του, που ϊρχιςα να ςτρύβω για ν' απομακρυνθώ. Ψςτϐςο, τον ϊκουςα να μου λεει:

«Ευχαριςτώ, φύλε.» Κοϑνηςα το κεφϊλι μου. Σώρα, όμουν

ςύγουροσ ϐτι όταν Αμερικανϐσ, ϐτι δεν μιλοϑςε γαλλικϊ και ϐτι κϊτι φοβϐταν. Επύςησ, ϐτι εύχε αρχύςει να με ενδιαφϋρει. Ϋξερα, πϊντωσ, ϐτι ο καλϑτεροσ τρϐποσ για να μη μϊθεισ τύποτε εύναι το να δεύχνεισ ενδιαφϋρον. Γι' αυτϐ προχώρηςα ςτην αύθουςα αριςτερϊ μου και πληςύαςα τισ θυρύδεσ που ϋγραφαν ςτα γαλλικϊ «Ημερόςια Ειςιτόρια».

Ϊδωςα το διαβατόριϐ μου και δϋκα φρϊγκα και πόρα το ειςιτόριϐ μου, αφοϑ ςημεύωςαν τ' ϐνομϊ μου και τον αριθμϐ

Page 70: Περιοδικο Detective Τευχος 1

70

DETECTIVE STORY

του διαβατηρύου μου. Όλα αυτϊ ϋγιναν πολϑ γρόγορα και γυρνοϑςα για να φϑγω, ϐταν ϊκουςα το ημαδεμϋνο να λϋει:

«Μια εύςοδο...» Ο Γϊλλοσ πύςω απϐ τη θυρύδα χαμογϋ-

λαςε και του ζότηςε το διαβατόριο. Ο «ςημαδεμϋνοσ» δεν κατϊλαβε, οπϐτε μπόκα εγώ ςτη μϋςη για να βοηθόςω:

«Πρϋπει να δει το διαβατόριϐ ςου. Διατυπώςεισ, βλϋπεισ.»

Σα μαϑρα μϊτια ϊνοιξαν διϊπλατα και το χϋρι του χώθηκε ςτην εςωτερικό τςϋπη του ςακακιοϑ του. Σο μϊτι μου ϋπιαςε το κϐκκινο χρώμα του δεςύματοσ του διαβα-τηρύου, αλλϊ αυτϐ όταν ϐλο. Εξαφανύςτη-κε πϊλι κι ο ημαδεμϋνοσ βλαςτόμηςε.

«Θα πρϋπει να το ϊφηςα... ςτο ςπύτι,» μουρμοϑριςε με κϊπωσ βαριϊ φωνό.

Πολϑ ϊςτοχο αυτϐ. Αγνοοϑςε το γεγο-νϐσ ϐτι διϋθετα και μϊτια και μυαλϐ. Πϊντωσ, του χαμογϋλαςα.

Περύμενα να πει ϐτι δε μιλοϑςε γαλλικϊ και να με ρωτόςει αν μποροϑςα να βοη-θόςω. Κι εγώ όμουν ϋτοιμοσ να του πω ϐτι ο ϊνθρωποσ πύςω απϐ τη θυρύδα μιλοϑςε πϋντε γλώςςεσ πολϑ καλϊ και ϐτι τα αγγλικϊ όταν μύα απϐ αυτϋσ. Σην πϊτηςα, ϐμωσ. Ο ημαδεμϋνοσ χαμογϋλαςε ςτον ταμύα, του εύπε ϐτι εύχε αφόςει το διαβα-τόριϐ του ςτο ξενοδοχεύο και ϐτι ϋνιωθε τυχερϐσ απϐψε και ϐτι θα όθελε να δοκιμϊςει την τϑχη του ςτη ρουλϋτα.

Ο υπϊλληλοσ του καζύνου του ανταπϋ-δωςε το χαμϐγελο, του εύπε ϐτι δεν όταν φρϐνιμο ν΄ αφόνει κϊποιοσ το διαβατόριϐ του ςτο ξενοδοχεύο και ζότηςε το ϐνομϊ του

«Σομ... Σϐμασ Μπερκ,» εύπε ο ημα-δεμϋνοσ.

Κατϊλαβα ϐτι ϋλεγε ψϋματα. Ο ϊνθρω-ποσ πύςω απϐ τη θυρύδα ςυνϋχιςε να χαμογελϊει και ζότηςε το ϐνομα του ξενοδοχεύου και την πϐλη ϐπου ϋμενε ο κϑριοσ Μπερκ.

«Μϋνω ςτισ Κϊνεσ, ςτο Γκραντ Οτϋλ,» δόλωςε ο ημαδεμϋνοσ.

Σο Γκραντ Οτϋλ όταν πολϑ ακύνδυνο. Κυριολεκτικϊ, κϊθε πϐλη τησ γαλλικόσ και ιταλικόσ Ριβιϋρασ εύχε κι απϐ ϋνα Γκραντ Οτϋλ, και κϊποτε εύχα βρεθεύ ς' ϋνα χωριϐ που εύχε δϑο. Αλλϊ ςυνϋβαινε να εύναι η ημερομηνύα 3 Αυγοϑςτου και το Γκραντ Οτϋλ ςτισ Κϊνεσ εύχε ανούξει μϐλισ πριν τρεισ μϋρεσ. Εύχε ελϊχιςτουσ πελϊτεσ - δοϑλευε περιςςϐτερο τη χειμερινό περύ-οδο. Ο ιδιοκτότησ του όταν φύλοσ μου, εύχα περϊςει μαζύ του αρκετό ώρα το

προηγοϑμενο βρϊδυ και όταν ςύγουρο ϐτι κανϋνασ Σϐμασ Μπερκ δεν ϋμενε εκεύ.

Ο ημαδεμϋνοσ πόρε το ειςιτόριϐ του, που του ϋδινε το δικαύωμα να παύξει ρουλϋτα, ϐχι ϐμωσ και μπακαρϊ. Βγόκα απϐ την αύθουςα πριν απϐ αυτϐν και προχώρηςα αργϊ προσ τη μεγϊλη αύθουςα υποδοχόσ.

Ο ημαδεμϋνοσ ςτϊθηκε κι ϊναψε ϋνα τςιγϊρο πολϑ δημοφιλϋσ ςτουσ Αμερικα-νοϑσ. Εύδα το χρώμα του πακϋτου, που αντανακλϊςτηκε ςτουσ καθρϋφτεσ, ολϐ-γυρα ςτην αύθουςα. Μετϊ, πϋραςα ςτη ςϊλα του παιχνιδιοϑ και πόγα ςε ϋνα τραπϋζι που δεν εύχε τϐςο ςυνωςτιςμϐ γϑρω του.

Η μπύλια ϋπεςε τϋςςερισ φορϋσ δια-δοχικϊ ςτα κϐκκινα νοϑμερα. Πόγα ςτο ταμεύο κι αγϐραςα τϋςςερισ μακρϐςτενεσ μϊρκεσ των χιλύων φρϊγκων. Γυρύζοντασ ςτο τραπϋζι, ακοϑμπηςα μύα απϐ τισ τϋςςερισ μϊρκεσ μου, που ϊξιζε ςαρϊντα δολϊρια, ςτο μαϑρο.

Η μπύλια κϑληςε αντύθετα απϐ τη φορϊ του τροχοϑ τησ ρουλϋτασ και τελικϊ ϋπεςε ςτην υποδοχό ενϐσ μαϑρου αριθμοϑ. Ϊνασ κρουπιϋρησ ϋςπρωξε μιαν ϊλλη μακρϐςτε-νη μϊρκα δύπλα ςτη δικό μου, τισ πόρα και τισ δϑο κι ϋφυγα απϐ το τραπϋζι. Εύχα κερδύςει ςαρϊντα δολϊρια ςε μια ποντα-ριςιϊ και αυτϐ ολοκλόρωνε το ειδικϐ ςϑ-ςτημα που ϋπαιζα προκειμϋνου να ξε-τινϊξω το καζύνο. Δεν ςυνϋβαινε πολϑ ςυχνϊ να κερδύςω τα ςαρϊντα δολϊριϊ μου με το πρώτο ποντϊριςμα, αλλϊ πολϑ ςυχνϊ βριςκϐμουν μια ςπινιϊ μπροςτϊ απϐ το καζύνο, πριν χϊςω τισ τϋςςερισ ό πϋντε μακρϐςτενεσ μϊρκεσ μου.

Κι ϐποτε βριςκϐμουν ς' αυτό την κατϊςταςη - μια ςπινιϊ μπροςτϊ, δηλαδό - τα παρατοϑςα. Ποτϋ μου δεν δοκύμαςα να παύξω τα περιοριςμϋνο κεφϊλαιϊ μου ενϊντια ςτα ςχεδϐν απεριϐριςτα που διϋθετε το καζύνο. Και θυμόθηκα αυτϐ που μου εύχε πει ϋνασ απϐ τουσ μεγαλϑτερουσ παύκτεσ τησ Ριβιϋρασ, ϐτι, αν ϐλοι αυτού που ϋπαιζαν ςτο καζύνο ϋπαιζαν ϐπωσ εγώ, τϐτε τα πρϊγματα θα γύνονταν πολϑ δϑςκολα για το Μϐντε Κϊρλο.

Εκεύνο που διευκϐλυνε τα πρϊγματα για το καζύνο όταν αυτϐ που ϋκαναν οι περις-ςϐτεροι: ποντϊριζαν, δηλαδό, τα λιγοςτϊ χρόματϊ τουσ ενϊντια ςτα πολλϊ, ελπύ-ζοντασ ϐτι το καζύνο θα γονϊτιζε, πριν ξεπαραδιαςτοϑν οι ύδιοι.

Όπωσ ςυνόθωσ, ϋνιωθα καταχαροϑμε-νοσ. Εξαργϑρωςα τισ μϊρκεσ μου κι ϋριξα μια ματιϊ τριγϑρω για τον ημαδεμϋνο.

Page 71: Περιοδικο Detective Τευχος 1

71

DETECTIVE STORY

Δεν τον εντϐπιςα αμϋςωσ μϋςα ςτην τερϊςτια αύθουςα του παιχνιδιοϑ. Όταν τον εύδα, προχώρηςα αργϊ προσ το τραπϋζι ϐπου εύχε καθύςει. Εύχε μπροςτϊ του μϊρκεσ αξύασ εφτϊ-οχτώ χιλιϊδων δολαρύων, κι ϋπαιζε μακρϐςτενεσ μϊρκεσ των χιλύων φρϊγκων ςεβϊλ - δηλαδό, ςτη γραμμό ανϊμεςα ςε δϑο αριθμοϑσ.

Κϋρδιςε μια φορϊ, ϐςο παρακολουθοϑ-ςα, και το πρϐςωπϐ του παρϋμεινε ανϋκ-φραςτο. Σώρα, δεν του προκαλοϑςε δϋοσ το μεγαλϑτερο καζύνο του κϐςμου, ϋπαιζε. Κι όταν εϑκολο να καταλϊβει κανεύσ ϐτι όταν ςυνηθιςμϋνοσ να παύζει.

Μια ςτιγμό πριν φϑγω, κϋρδιςε ξανϊ, αλλϊ οϑτε που χαμογϋλαςε καν. Η πληρωμό όταν δεκαοχτώ μακρϐςτενεσ μϊρκεσ για τη μύα που εύχε ποντϊρει. Εφτακϐςια εύκοςι δολϊρια. Κι αυτό όταν η δεϑτερη φορϊ που εύχε κερδύςει το ύδιο ποςϐ μϋςα ςε αρκετϊ λεπτϊ.

ΒΓΑΙΝΟΝΣΑ απϐ το καζύνο, ςτϊθηκα

μερικϋσ ςτιγμϋσ και ςκϋφτηκα το διαβατόριο που εύχα δει. Κατϋληξα ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι ο ημαδεμϋνοσ όταν απατεώνασ και απϐφευγε να διακινδυ-νεϑει.

Ϋ το διαβατόριο που εύχε όταν πλαςτϐ και δεν όθελε να καταγραφεύ ςτα αρχεύα του Μϐντε Κϊρλο, ό όταν κανονικϐ και φοβϐταν καμιϊ διαρροό, κϊπου. Ϋ, πϊλι, φοβϐταν ϐτι κϊτι μποροϑςε να του ςυμβεύ ςτο μϋλλον οπϐτε ύςωσ επακολουθοϑςε κανϋνασ ϋλεγχοσ ςτο καζύνο.

Σο να δεύχνει κϊποιοσ το διαβατόριϐ του ςτα ςϑνορα όταν κϊτι διαφορετικϐ, πϊλι. Κι υπόρχε μια μικρό πιθανϐτητα να όταν ο ςημαδεμϋνοσ φύλοσ μου μεγϊλοσ παύκτησ, να τον αναγνώριζαν και να μη του επϋ-τρεπαν να παύξει. Αυτϐ ςυμβαύνει ςυχνϊ ςτο Μϐντε Κϊρλο. Η διεϑθυνςη του καζύ-νου εύναι εξαιρετικϊ προςεκτικό ςε μερικϋσ λεπτομϋρειεσ και, ϐπωσ ξϋρει ϐλοσ ο κϐςμοσ, εύναι πολϑ απρϐςεκτη ςε κϊ-ποιεσ ϊλλεσ.

Σον ϋβγαλα απϐ τη ςκϋψη μου, καθώσ οδηγοϑςα ςτο Γκραν Κορνύσ. Η μϋρα όταν πολϑ ζεςτό και δε φυςοϑςε καθϐλου. τη Νύκαια, ςταμϊτηςα ςτο Μπαρ Υρεγϊτα για ϋνα κοκτϋιλ ςαμπϊνιασ και ς' ϋναν ορμύςκο ανϊμεςα ςτη Νύκαια και τισ Κϊνεσ ϋβγαλα το βρεμϋνο μαγιϐ μου απϐ το πορτ μπαγκϊζ του μικροϑ μου αυτοκινότου κι ϋκανα ϊλλο ϋνα μπϊνιο. Μετϊ ςυνϋχιςα το οδόγημα. Αναρωτόθηκα αν οι Ρϋμινγκ, που γϑριζαν ςτην πατρύδα απϐ τη Γϋνοβα,

εύχαν ξεμεθϑςει. Ϊκανα την ςκϋψη ϐτι ο ςϑζυγοσ θα παραπατοϑςε ακϐμα.

Εύχε δροςύςει λιγϊκι, καθώσ οδηγοϑςα κυκλικϊ γϑρω απϐ τη μικρό χερςϐνηςο, ανατολικϊ απϐ τισ Κϊνεσ. Η πϐλη απλω-νϐταν ς' ϋνα ημικϑκλιο: η παραλύα ϋμοιαζε με γαλϊζιο μιςοφϋγγαρο μπροςτϊ μου. τη μακρινό ϊκρη του βρύςκονταν τα βουνϊ Εςτερϋλ, που ϋφταναν μϋχρι τη θϊλαςςα. Ϋταν ϐμορφο τοπύο.

Μια βραχνό κϐρνα απϐ πύςω μου με ϋκανε να μαζευτώ ςτο δεξύ πλευρϐ του δρϐμου και, την ϊλλη ςτιγμό, το μεγϊλο κύτρινο αυτοκύνητο πϋραςε δύπλα μου ορμητικϊ, με ϋνα ακϐμα πιο ηχηρϐ κορνϊ-ριςμα. Σο αναγνώριςα, καθώσ και τον ςοφϋρ του, και πρϐφταςα να διακρύνω τον ημαδεμϋνο ςτο πύςω κϊθιςμα. Φαμογϋλαςε πλατιϊ κι ϋκανα τη ςκϋψη ϐτι θα πρϋπει να εύχε κερδύςει αρκετϊ. Γιατύ, ϐμωσ, δεν εύχε μεύνει να ςυνεχύςει, να εξαντλόςει τη ρϋντα του;

Σο Γκραντ Οτϋλ βριςκϐταν ςτην Κρου-αζϋτ, αρκετϊ πιο κϊτω απϐ το ςημεύο ϐπου θα ϋπρεπε να ςτρύψω για το μικρϐ ξενοδοχεύο μου. Δεν ϋςτριψα, ϐμωσ. υνϋχιςα να οδηγώ αργϊ ςτην Κρουαζϋτ κι ϋνα τετρϊγωνο πριν απϐ το Γκραντ Οτϋλ, προςπϋραςα το κύτρινο αυτοκύνητο, που προχωροϑςε πολϑ αργϊ. Ο ςοφϋρ χαμογελοϑςε.

τϊθμευςα κοντϊ ςτο Γκραντ Οτϋλ και κϊπνιςα ϋνα τςιγϊρο. Όταν μπόκα μϋςα δεν υπόρχε ύχνοσ του ημαδεμϋνου, αλλϊ όταν εκεύ ο φύλοσ μου ο ιδιοκτότησ. Πόγα-με ςτο μικρϐ γραφεύο του και ςυζητόςαμε πρώτα περύ ανϋμων και υδϊτων, κι ϑςτερα για τον ημαδεμϋνο. Ναι, εύχε φτϊςει, ταξιδεϑοντασ χωρύσ πολλϋσ αποςκευϋσ, με ϋνα νοικιαςμϋνο αυτοκύνητο. Δϑο βαλύ-τςεσ μϐνο, χωρύσ πολλϋσ ταμπϋλεσ απϐ ϊλλα ξενοδοχεύα. Σο ϐνομϊ του όταν Ωντονι ϋνα και όταν απϐ τη Νϋα Ορλεϊνη, τησ Αμερικόσ. Εύχε πιϊςει ϋνα δωμϊτιο με μπϊνιο, που δεν εύχε πρϐςοψη ςτη Μεςϐγειο.

Αναςόκωςα τα φρϑδια μου και ο φύλοσ μου χαμογϋλαςε.

«Δεν όταν ζότημα χρημϊτων, νομύζω,» εύπε. «Ϋταν ζότημα ανϋμου.»

«Ανϋμου;» Ο φύλοσ μου ο ιδιοκτότησ κατϋνευςε. «Ο μεςιϋ ϋνα δεν ςυμπαθεύ τον ϊνεμο,»

μου εξόγηςε. «Σον κρατϊει ξϑπνιο τισ νϑχτεσ, τον ενοχλεύ. Και ϐταν αρχύζει ο μαϏςτροσ, ϐπωσ ξϋρεισ, ϋχουμε ϊνεμο. Πολϑ δυνατϐ ϊνεμο.»

Page 72: Περιοδικο Detective Τευχος 1

72

DETECTIVE STORY

Πρϊγματι φυςοϑςε πολϑ δυνατϐσ ϊνεμοσ, ϐταν ϋπιανε ο μαϏςτροσ. Κρατοϑςε τρεισ ό ϋξι και, ςε ςπϊνιεσ περιπτώςεισ, εννιϊ μϋρεσ. Υυςοϑςε κατευθεύαν απϐ τη Μεςϐγειο, με καταγϊλανο πϊντα ουρανϐ. Γϋμιζε με ϊμμο ϐλο το μόκοσ τησ Κρουαζϋτ, του ελικοειδοϑσ δρϐμου που ακολουθοϑςε τα τερτύπια τησ ακτόσ, με τα δημοφιλό μπαρ και τα καταςτόματα. Ξϋςχιζε τισ τϋντεσ των μαγαζιών κι ϋςτελνε τα ϐμορ-φα κϐτερα να αγκυροβολόςουν πύςω απϐ τον τςιμεντϋνιο κυματοθραϑςτη και να κρυφτοϑν ςτο μικροςκοπικϐ λιμϊνι. Βομ-βϊρδιζε με κϑματα ϑψουσ τριών του-λϊχιςτον μϋτρων την αμμώδη παραλύα κι ϋνιωθεσ την αλμϑρα ςτα χεύλη ςου, ακϐμα κι ϋνα τετρϊγωνο πιο μϋςα απϐ την Κρουαζϋτ. Κι ϐλο αυτϐ το διϊςτημα ο ουρανϐσ όταν καταγϊλανοσ.

Κι ο ημαδεμϋνοσ, που ςτο Μϐντε Κϊρλο εύχε δηλώςει ϐτι τον ϋλεγαν Σϐμασ Μπερκ και ςτισ Κϊνεσ όταν ο Ωντονι ϋνα, δε ςυμπαθοϑςε τον ϊνεμο. Αυτϐν τον ϊνθρωπο, που το βλϋμμα του γινϐταν ψυ-χρϐ ϐταν του μιλοϑςεσ, και που ϋκοβε τα μακαρϐνια με μαχαύρι, ςε ϋνα βρώμικο παραλιακϐ εςτιατϐριο τησ Γϋνοβα, και που ϋπαιζε με μϊρκεσ των χιλύων φρϊ-γκων ςτο Μϐντε Κϊρλο - ο ϊνεμοσ τον κρατοϑςε ξϑπνιο τισ νϑχτεσ.

«Θα μεύνει καιρϐ εδώ;» ρώτηςα τον φύλο μου.

Ο ιδιοκτότησ αναςόκωςε τουσ ώμουσ του.

«τη Ριβιϋρα, ποιοσ μπορεύ να πει πϐςο θα μεύνει κϊποιοσ;» αποκρύθηκε. «Πϊντωσ, του ϋδωςα ϋνα δωμϊτιο ςτο τελευταύο πϊτωμα, ςτη γωνύα, με πρϐςοψη προσ τα πύςω.»

«τη γωνύα, με πρϐςοψη προσ τα πύςω;» επανϋλαβα, απορημϋνοσ.

Σο εύπα αυτϐ γιατύ ϋνα απϐ τα παρϊξενα που εύχαν τα γωνιακϊ δωμϊτια του τελευ-ταύου ορϐφου του Γκραντ Οτϋλ όταν ϐτι διϋθεταν μϐνο δϑο παρϊθυρα προσ τα πύςω. Δεν υπόρχε πλαώνϐ παρϊθυρο. Και δεν υπόρχαν ϊλλα δωμϊτια δύπλα τουσ - μϐνο κϊτι μεγϊλα ντουλϊπια για αςπρϐ-ρουχα. Σα δωμϊτια αυτϊ θα ϋπρεπε να όςαν ζεςτϊ αυτό την εποχό - πολϑ ζεςτϊ.

Ο ιδιοκτότησ κοϑνηςε το κεφϊλι του. «Υαντϊζομαι ϐτι θα εύδε και μερικϊ

ϊλλα δωμϊτια;» ρώτηςα. Ο φύλοσ μου ϋδειξε κϊποια ϋκπληξη για

το ενδιαφϋρον μου. Ψςτϐςο, μιλοϑςαμε ςυχνϊ για αςόμαντα πρϊγματα - για πρϊγματα που για μασ μπορεύ να όςαν

αςόμαντα, αλλϊ για ϊλλουσ πολϑ ςημαντικϊ.

«Ο μεςιϋ ϋνα εύδε αρκετϊ δωμϊτια και διϊλεξε αυτϐ που βρύςκεται ςτην ανατολι-κό γωνύα,» μου εύπε ο ιδιοκτότησ.

«Ϊτςι, ςτην περύπτωςη που θα πιϊςει μαϏςτροσ, θ' ακοϑει μϐνο ϋνα ελαφρϑ βουητϐ του ανϋμου,» εύπα.

Και ο φύλοσ μου ςυμφώνηςε. «Οι τούχοι εύναι πολϑ χοντρού και τα

παρϊθυρα γεροφτιαγμϋνα,» εύπε. «Ελϊ-χιςτα θ' ακοϑει τον μαϏςτρο.»

***

ΣΗΝ ϊλλη μϋρα, ϋνα τηλεγρϊφημα απϐ

το Παρύςι μ' ϋςτειλε ςτο εντ Ραφαϋλ. Ϊψαχνα για ϋναν Γερμανϐ ονϐματι μιτ, που εύχε κλϋψει ϋνα ςωρϐ μϊρκα απϐ την τρϊπεζα μιασ μικρόσ πϐλησ, κϊπου κοντϊ ςτο Βερολύνο, και που, ϐπωσ εύχε μϊθει το παριςινϐ υποκατϊςτημα του πρακτορεύου με το οπούο ςυνεργϊζομαι, βριςκϐταν ςτην πϐλη αυτό τησ γαλλικόσ Ριβιϋρασ.

Σο υποκατϊςτημα δεν εύχε ςωςτϋσ πληροφορύεσ, γιατύ ο μιτ του εντ Ραφαϋλ δεν ϋμοιαζε καθϐλου με το Γερμανϐ κλϋφτη. Ϋταν ϋνα καλϐ και όςυχο ανθρωπϊκι, αυτϐσ ο μιτ, και, αφοϑ όπιαμε αρκετϊ ποτϊ μαζύ, τον ϊφηςα και πόρα τον δρϐμο με το αμϊξι μου πϊνω απϐ τα βουνϊ Εςτερϋλ, προσ τισ Κϊνεσ. Εύχε αρχύςει να φυςϊει και ϐταν ϋφταςα ςτο ψηλϐτερο ςημεύο του δρϐμου, με τη Μεςϐγειο ςχεδϐν τετρακϐςια μϋτρα πιο κϊτω, ο ϊνεμοσ το ταρακουνοϑςε επικύνδυνα.

«ΜαϏςτροσ,» εύπα. «Ο προπομπϐσ του.» Και ϋφερα ςτο μυαλϐ μου τον φύλο μου

με την ουλό ςτο ςαγϐνι και το θερμϐ βλϋμμα, που γινϐταν ψυχρϐ τϐςο απϐ το-μα. Οδόγηςα ϐςο πιο γρόγορα μποροϑςα κι ϋφταςα ςτισ Κϊνεσ γϑρω ςτισ τϋςςερισ. Ο ϊνεμοσ εύχε δυναμώςει: οι καταςτη-ματϊρχεσ εύχαν μαζϋψει τισ τϋντεσ τουσ και τα κϐτερα εύχαν ςτοιβαχτεύ μϋςα ςτο λιμανϊκι, πύςω απϐ τον τςιμεντϋνιο κυμα-τοθραϑςτη. Η ϊμμοσ ςτροβιλιζϐταν ς' ϋναν τρελϐ χορϐ πϊνω ςτο οδϐςτρωμα τησ Κρουαζϋτ. Σα δϑο πιο πολυςϑχναςτα παραλιακϊ μπαρ, το Μιραμϊρ και το Σςϋιθαμ, όςαν ϋρημα - βριςκϐμαςτε τρεισ ώρεσ μακριϊ απϐ την ώρα του κοκτϋιλ.

Πόγα ςτο ξενοδοχεύο μου κι ϋβγαλα το φϊκελο ϐπου φϑλαγα φωτογραφύεσ. Ϋταν ϋνα μεγϊλο φωτογραφικϐ αρχεύο μϋςα ςε μια ειδικό θόκη. Σην προηγοϑμενη νϑχτα εύχα κοιτϊξει διακϐςιεσ φωτογραφύεσ

Page 73: Περιοδικο Detective Τευχος 1

73

DETECTIVE STORY

περύπου. Κούταξα ϊλλεσ πενόντα και μετϊ τα παρϊτηςα. τα δϊχτυλα του δεξιοϑ χεριοϑ μου κρατοϑςα μύα ϐπου ο εικονιζϐμενοσ ϋμοιαζε με το «ςημαδεμϋνο» φύλο μου. Η ουλό ϋλειπε κι ο ϊνθρωπϐσ μου εύχε τα μαλλιϊ του χτενιςμϋνα δια-φορετικϊ, αλλϊ όταν ο ϊνθρωπϐσ μου. Γϑριςα τη φωτογραφύα ανϊποδα και διϊβαςα:

«Άντονι (Σόνι) ϋνα. ικϊγο, επτϋμβριοσ 1926. ωματοφύλακασ του Σζϊκι Μαρκσ, ώςπου ο Μαρκσ δολοφονόθηκε με ριπό οπλοπολυβόλου, τον Μϊρτιο του 1927. Ύποπτοσ δολοφονύασ. Παραπϋμφθηκε ςε δύκη τρεισ φορϋσ - καμύα καταδύκη. υμ-μετεύχε ςτη δολοφονύα του πϋνςερ Σρϋιςι. Δεν παραπϋμφθηκε ςε δύκη. Εξαφανύςτηκε για ϋναν χρόνο ςτισ αρχϋσ του 1928. Εμφανύςτηκε ςτο Λοσ Άντζελεσ, ςτο Πλωτό Καζύνο, τον Ιούνιο του 1930, αφού πϋραςε από δύκη για δολοφονύα αςτυνομικού, ςτο ικϊγο, τον Υεβρουϊριο του 1929. Ο Αλ Υεσ δολοφονόθηκε ςτο Πλωτό Καζύνο τρεισ μόνεσ αργότερα. Ο ϋνα πϋραςε από δύκη για δολοφονύα. Δεν καταδικϊςτηκε. Ξόδεψε πολλϊ χρόματα για να αποφύγει την καταδύκη. Κανϋνα ςτοιχεύο για τον ϋνα μετϊ από αυτό.» Τπόρχε μια περιγραφό του ημαδε-μϋνου, που δεν ϊφηνε περιθώρια γι' αμφιςβητόςεισ. Ϊκανα την ςκϋψη ϐτι εύχε παχϑνει, ϐτι χτενιζϐταν με διαφορετικϐ τρϐπο κι ϐτι μεταχειριζϐταν το πραγμα-τικϐ του ϐνομα μϐνο ϐταν όταν υποχρε-ωμϋνοσ. Ϋξερε ϐτι υπόρχε ϋνα ϋντυπο με τα ψεϑτικα ςτοιχεύα του ςτο καζύνο και ϐτι η τοπικό αςτυνομύα θα ϋπαιρνε το ϐνομϊ του απϐ εκεύ.

υμπϋρανα ϐτι το διαβατόριϐ του όταν εντϊξει, αλλϊ απλϊ δεν όθελε να γραφτεύ το ϐνομϊ του ςτα αρχεύα του Μϐντε Κϊρλο. Σο ϋπαιζε τύμια ςτο Γκραντ Οτϋλ, φοβοϑμενοσ την αςτυνομύα, που θα μπο-ροϑςε να εξετϊςει το διαβατόριϐ του, ςε περύπτωςη κϊποιου ατυχόματοσ.

Σώρα, όξερα ποιοσ όταν. Και θυμόθηκα ϐτι ο Αλ Υεσ όταν μεγϊλοσ και τρανϐσ ςτο ικϊγο, αλλϊ τον εύχε εκτοπύςει ο Αλ Καπϐνε και εύχε ακολουθόςει την ςυμβου-λό του φύλου του, του Φϐρασ Γκρύνλι, κι εύχε τραβόξει δυτικϊ. Εύχε δουλϋψει τη μεγϊλη χαρτοπαικτικό μαοϑνα - το Πλωτό Καζύνο - που όταν αγκυροβολημϋνη ϋξω απϐ το ϐριο των τριών μιλύων και κϊποτε τα πρϊγματα εύχαν αρχύςει να πηγαύνουν ςτραβϊ.

Θυμόθηκα ϐτι η μαοϑνα εύχε τιναχτεύ ςτον αϋρα μια φορϊ κι ϐτι μια ϊλλη τησ εύχαν βϊλει φωτιϊ. Κι ϐχι πολϑ καιρϐ μετϊ απϐ αυτϐ, εύχε εκτελεςτεύ ο Υεσ. Για τη δολοφονύα αυτό εύχε κατηγορηθεύ και δικαςτεύ ο φύλοσ μου, ο ημαδεμϋνοσ, χωρύσ να καταδικαςτεύ. Αυτό η δύκη θα ϋπρεπε να εύχε γύνει επτϋμβριο ό Οκτώ-βριο, υπολϐγιςα. Πριν απϐ ϋνα χρϐνο, περύπου

Ϊβαλα τη φωτογραφύα ςτη θϋςη τησ και κϊπνιςα δϑο τςιγϊρα. Ο ϊνεμοσ εύχε καρδαμώςει, τώρα, αλλϊ δε μ' ϋνοιαζε. Οι ςότεσ ςτα τρύα παρϊθυρα του δωματύου μου ταρακουνιϐνταν και κϊποιο πλαύςιο που δεν εφϊρμοζε απϐλυτα κοπανοϑςε κϊθε τϐςο. Ϊφερα ςτο νου μου το δωμϊ-τιο που εύχε διαλϋξει ο ϋνα και χαμογϋ-λαςα βλοςυρϊ.

Η θεωρύα που μου ϊρεςε περιςςϐτερο όταν ϐτι ο ϋνα εύχε δολοφονόςει τον Αλ Υεσ, πριν απϐ ϋναν χρϐνο. Εύχε μεύνει κρυμμϋνοσ για λύγο, μετϊ απϐ τη δύκη του. Όςο ζοϑςε ο Υεσ όταν πολϑ ςπουδαύοσ. άςωσ ο ϋνα να εύχε δοκιμϊςει να κυκλο-φορόςει για λύγο ςτισ Ηνωμϋνεσ Πολιτεύεσ. Σα πρϊγματα, ϐμωσ, εύχαν ςφύξει πολϑ για δαϑτον. Ϊτςι, εύχε φϑγει και εύχε καταλόξει ςτη Γϋνοβα. Αλλϊ, ακϐμα κι εδώ, δεν ϋνιωθε καθϐλου αςφαλόσ. Σου ϊρεςαν τα δωμϊτια με χοντροϑσ τούχουσ και χωρύσ ϊλλα δωμϊτια δύπλα τουσ. Σα προτιμοϑςε ςτο ψηλϐτερο πϊτωμα. Ϋταν ολομϐναχοσ ςε μια ξϋνη χώρα και φοβϐ-ταν τουσ αγνώςτουσ. Μ' ϊλλα λϐγια, ο Σϐνι ϋνα θα πρϋπει να όταν κυνηγη-μϋνοσ ϊνθρωποσ.

***

ΜΕΣΑ απϐ λύγη ώρα, ϋκανα ϋνα μπϊνιο

ςτη θϊλαςςα, που ϐλο και αγρύευε. Σα κϑματα εύχαν φτϊςει το ϋνα με ενϊμιςη μϋτρο ϑψοσ και, ϐπωσ γύνεται ςτη Μεςϐ-γειο, κοπανοϑςαν την ακτό απανωτϊ το ϋνα μετϊ το ϊλλο, χωρύσ να απϋχουν οι κορυφϋσ τουσ πολϑ η μύα απϐ την ϊλλη. Όταν ξαναγϑριςα ςτο ξενοδοχεύο, μετϊ το μπϊνιο μου, ο μαϏςτροσ δυνϊμωνε ςυνε-χώσ.

Υϐρεςα ϋνα ελαφρϑ φανελϋνιο κοςτοϑ-μι κι ϋριξα το πιςτϐλι μου, ϋνα αυτϐματο Κολτ, ςε μια απϐ τισ βαθιϋσ πύςω τςϋπεσ του παντελονιοϑ μου. Δυςκολευϐμουν να αποφαςύςω τι ακριβώσ όθελα να κϊνω με τον ϋνα. Εννοώ, αν όθελα να μιλόςω ςοβαρϊ μαζύ του ό να τον πληςιϊςω απλϊ

Page 74: Περιοδικο Detective Τευχος 1

74

DETECTIVE STORY

απϐ περιϋργεια, γιατύ δεν όταν καταζητοϑ-μενοσ.

Ϊνασ υπϊλληλοσ του τηλεγραφεύου μου ϋφερε ϋνα τηλεγρϊφημα. Αφοϑ τςϋπωςε το φρϊγκο μου κι ϋγινε καπνϐσ, το διϊβαςα. Ϋταν κωδικοποιημϋνο - απϐ το υποκατϊςτημα του Παριςιοϑ. Μου ϋλεγαν να ξεχϊςω για την ώρα τον μιτ. Ϊνασ πελϊτησ απϐ το Παρύςι αγωνιοϑςε να εντοπύςει κϊποιον Ωντονι ϋνα, που, ϐπωσ πύςτευε, εύχε αποβιβαςτεύ ςτη Γϋνοβα την προηγοϑμενη μϋρα. Τπόρχε περιγραφό του ϋνα, με κώδικα, κι αναφερϐταν και η ουλό. Ϊπρεπε να εντοπύςω τον ϋνα και να τηλεγραφόςω ςτο γραφεύο. Αυτϐ όταν ϐλο. Εκτϐσ του ϐτι, ςτο τϋλοσ του κειμϋνου, υπόρχαν τα γρϊμματα ΕΕ, που ςόμαιναν «Εξαιρετικϊ Επεύγον.»

Κϊπνιςα ϋνα τςιγϊρο ακϐμα και χαμογϋ-λαςα. Σο ξεπροβϐδιςμα που εύχα κϊνει ςτουσ Ρϋμινγκ μϋχρι το Κόντε Γκρϊντε μου εύχε βγει ςε καλϐ. Και δεν ϋνιωθα πολλϋσ τϑψεισ για τον ϋνα. Κατϊ τη γνώμη μου, ο ϋνα δεν εύχε φϑγει αρκετϊ μακριϊ ό εύχε ϋρθει ςε λϊθοσ τϐπο. Όπωσ κι αν εύχε το πρϊγμα, η δουλειϊ εύναι δουλειϊ. Πόγα ςτο τηλεγραφεύο και ϋςτειλα ϋνα κωδι-κοποιημϋνο μόνυμα ςτο Παρύςι, ϐπου ανϋφερα ϐτι ο Ωντονι ϋνα, που αντα-ποκρινϐταν ςτην περιγραφό που εύχα λϊβει, ϋμενε ςτο Γκραντ Οτϋλ των Κανών, ςτη Γαλλύα.

Όταν ςκϋφτηκα την ϋκπληξη που θα προκαλοϑςε ςτο Παρύςι η γρηγορϊδα μου, αποφϊςιςα ϐτι μου ϊξιζαν δυο-τρύα ποτϊ. Ϊτςι, μπόκα ςτο αυτοκύνητϐ μου και το οδόγηςα κϐντρα ςτο δυνατϐ ϊνεμο μϋχρι το Σςϋιθαμ. Ο ϋνα δεν όταν εκεύ.

Ϋςαν περαςμϋνεσ εφτϊ και το μπαρ όταν γεμϊτο. Σα φορϋματα των γυναικών όςαν το ύδιο πολϑχρωμα, ϐπωσ ςυνόθωσ, αλλϊ αυτϐ δεν μου προκϊλεςε καμιϊ ϋκπληξη - τα εύχα ςυνηθύςει πια. Βγόκα ϋξω, ϑςτερα απϐ μεγϊλη προςπϊθεια να ανούξω την πϐρτα κϐντρα ςτον ϊνεμο, και πόγα ςτο Μιραμϊρ.

Δεν τον εύδα ςτην αρχό. Σοϑτο το μπαρ όταν μεγαλϑτερο, και με περιςςϐτερο ςυνωςτιςμϐ και φαςαρύα. Προχώρηςα προσ την κατεϑθυνςη ενϐσ μικροϑ τραπε-ζιοϑ, που όταν ϊδειο, ςτην πϋρα γωνύα. Και τϐτε εύδα τον Σϐνι ϋνα. Ϋταν ςωριαςμϋνοσ πϊνω ςε μια μεγϊλη πολυ-θρϐνα. Σο κορμύ του όταν χαλαρωμϋνο και τα χϋρια του κρϋμονταν ςτα πλευρϊ του. Απϐ εκεύ ϐπου καθϐταν, ϋβλεπε ϐλη την αύθουςα του μπαρ και την εύςοδο. Πϊνω ςτο τραπϋζι, μπροςτϊ του, όταν ακου-

μπιςμϋνο ϋνα ποτόρι με μπύρα. Σα χαρα-κτηριςτικϊ του προςώπου του όςαν αλλοιωμϋνα και, γενικϊ, ϋδειχνε ςε ϊθλια κατϊςταςη.

Όταν με πόρε το μϊτι του, αναςηκώ-θηκε λύγο πϊνω ςτο κϊθιςμϊ του κι ϋνα χαμϐγελο ϊρχιςε να ςχηματύζεται ςτα χεύλη του. Ϊγνεψα με το χϋρι μου κι εύδα τη ςκληρό ϋκφραςη να πλημμυρύζει το βλϋμμα του. Τποχώρηςε αμϋςωσ ςχεδϐν κι ο ύδιοσ χαμογϋλαςε ελαφρϊ. Δύςταςε για μια ςτιγμό κι ϑςτερα ϊκουςα τη βαριϊ φωνό του να λϋει:

«Μϐνοσ;... Να ςε κερϊςω ϋνα ποτϐ;» Δύςταςα. Όντασ ιδιωτικϐσ ντετϋκτιβ,

περνϊω αυτϐ που αποκαλώ «τιγμϋσ του Ιοϑδα». Κι αυτό όταν μύα απϐ αυτϋσ. Αυτϐν τον ϊνθρωπο μϐλισ τον εύχα πουλό-ςει κι εκεύνοσ με προςκαλοϑςε να καθύςω να πιω ϋνα ποτϐ μαζύ του.

«Εντϊξει...» εύπα. «Γιατύ ϐχι;» Κϊθιςα ςτην απϋναντι πολυθρϐνα κι

ϋςκυψα προσ το μϋροσ του. «Με λϋνε Μπεν.» Σου εύπα ψϋματα, γιατύ όξερα ϐτι ψϋμα-

τα θα μου ϋλεγε κι αυτϐσ. Και το ϋκανε. «Κι εμϋνα Μπερκ,» αποκρύθηκε. «Σομ

Μπερκ. ' ευχαριςτώ για τη βοόθειϊ ςου ςτο καζύνο. Ϋμουν λιγϊκι ςτενοχωρη-μϋνοσ και μϊλλον δεν ςου φϋρθηκα εντϊξει.»

ΚΟΤΝΗΑ το χϋρι μου για να του διώξω

τισ τϑψεισ. Ϊνα δυνατϐ ξϋςπαςμα του ανϋμου ϋκανε τα πϊντα να ταρακουνη-θοϑν απϋξω. Ο μεγαλϐςωμοσ ϊνδρασ ανα-ρύγηςε.

«Ο μαϏςτροσ,» εύπε, χαμογελαςτϊ. «Όςο πϊει και δυναμώνει.» Βλαςτόμηςε. «Μιςώ τον αϋρα. Με ςμπαραλιϊζει. ΜαϏςτροσ, ε; Σι ςτο δαύμονα εύναι αυτϐ;»

Παρϊγγειλα ϋνα ουύςκι. «Απλϊ, ϋνασ ϊνεμοσ,» του εύπα. «Αν εύναι

πραγματικϐσ μαϏςτροσ θα κρατόςει ϋξι ό εννιϊ μϋρεσ. Σα εννιϊρια εύναι πολϑ ςπϊνια.»

Ανακϊθιςε ςτην πολυθρϐνα του και με κούταξε ανοιγοκλεύνοντασ τα μϊτια του.

«Ϊτςι ϐπωσ τώρα... εννιϊ μϋρεσ!» μουρ-μοϑριςε. «Θεοϑλη μου... θα μου ςτρύψει!»

Κοϑνηςα το κεφϊλι μου. «Σο παθαύνουν μερικού,» εύπα. «Τπϊρχει

ϋνα εύδοσ ϊγραφου νϐμου ςτη Γαλλύα - που ιςχϑει για ϊνδρεσ και γυναύκεσ που ςυζοϑν. Αν κϊποιοσ απϐ τουσ δϑο ςκοτώςει το ταύρι του, την ϐγδοη ό την

Page 75: Περιοδικο Detective Τευχος 1

75

DETECTIVE STORY

ϋνατη μϋρα του μαϏςτρου, δεν μετρϊει για φϐνοσ.»

Ο ϋνα με κούταξε δϑςπιςτα. «οβαρολογεύσ;» μουρμοϑριςε. «Ϊτςι λϋνε... πολϑ δϑςκολα καταδικϊζε-

ται κϊποιοσ ςε μια τϋτοια περύπτωςη. Ο ϊνεμοσ ςου ςμπαραλιϊζει τα νεϑρα μετϊ απϐ τϋςςερισ-πϋντε μϋρεσ. Δεν μου ϋχει τϑχει κϊτι ςχετικϐ με εννιϊ μϋρεσ, αλλϊ ςτισ ϋξι δϑο φορϋσ.»

Μουρμοϑριςε κϊτι που δεν ϋπιαςα και όπιε μια γουλιϊ μπύρα. Κϊθε τϐςο κούταζε την εύςοδο και το κατϊμαυρο βλϋμμα του ϊςτραφτε. Δεν ϋμπαινε κανϋνασ που να μη τον ϋβλεπε. Θυμόθηκα το τηλεγρϊφημα που εύχα ςτεύλει πριν απϐ λύγο κι ϋνιωςα ϊβολα για την πρϊξη μου. τη δουλειϊ μου υπϊρχουν και οι ϊςχημεσ ςτιγμϋσ.

Όταν όρθε το ουύςκι μου, ςόκωςα το ποτόρι προσ το μϋροσ του.

«την υγειϊ του εγκλόματοσ!» εύπα. Φαμογϋλαςε ς' αυτϐ και ςόκωςε το

ποτόρι του. Ϊςμιξα τα φρϑδια μου κοι-τϊζοντϊσ το. «Η μπύρα εύναι ςκϋτο κϊτου-ρο εδώ,» του εύπα. «Φϊςιμο χρϐνου.»

«Ναι,» εύπε λύγο βλοςυρϊ και χωρύσ πολλό ςκϋψη, «αλλϊ δε μου ταρϊζει τα μϊτια οϑτε τα νεϑρα.»

Ο ημαδεμϋνοσ εύχε κϊτι που μου ϊρεςε. Δε ςκοτύςτηκα να κϊτςω να ανακαλϑψω τι ακριβώσ όταν αυτϐ. άςωσ να τον λυπϐ-μουν λιγϊκι. Ϊνιωθα ϋνα δυνατϐ προαύ-ςθημα ϐτι τον φλϋρταρε ο θϊνατοσ. Δεν ϋδειχνε φοβιςμϋνοσ, αλλϊ όταν νευρικϐσ. Ϋθελα να μϊθω κϊτι κι ϋκανα μια απϐ-πειρα..

«Δεν μϋνεισ πολϑ καιρϐ εδώ, ϋτςι;» ρώτηςα, ϐςο πιο αδιϊφορα μποροϑςα.

Με κούταξε εξεταςτικϊ. «Εύμαι μηχανι-κϐσ,» εύπε. «Δουλεϑω ςτο Μεξικϐ - μεγϊλη μοναξιϊ εκεύ κϊτω. Εύχα δυο μόνεσ ϊδεια και μπόκα ς' ϋνα πλούο που πόγαινε ςτη Γϋνοβα. Για να ξεςκϊςω.»

Κοϑνηςα το κεφϊλι μου. Δεν πύςτευα ϐτι όταν μηχανικϐσ, αλλϊ πύςτευα ϐτι όταν ςτο Μεξικϐ και ζοϑςε ολομϐναχοσ εκεύ. Εύχε ςκυλοβαρεθεύ και γι αυτϐ εύχε διαλϋξει τη Ριβιϋρα και τισ Κϊνεσ. Αλλϊ το πεύραμα δεν εύχε πετϑχει. Και τώρα ϋπινε μαζύ με τον ϊνθρωπο που τον εύχε εντο-πύςει και τον εύχε αναφϋρει.

Ακοϑςτηκε ςπϊςιμο γυαλιών, κϊπου πύςω απϐ το μπαρ. Η πϐρτα τησ ειςϐδου ϊνοιξε και μπόκε μια παρϋα, γελώντασ και φϋρνοντασ μαζύ τησ μια δυνατό πνοό του ανϋμου. Ο ϋνα βοϑλιαξε ςτην πολυθρϐνα του πϊλι.

«Μιςώ τον ϊνεμο,» μουρμοϑριςε. «Πρϋπει να φϑγω απ' αυτό την πϐλη.»

Θυμόθηκα το τηλεγρϊφημϊ μου και δεν μου ϊρεςε καθϐλου αυτό η ιδϋα.

«Θα φυςϊει ς' ϐλο το μόκοσ τησ ακτόσ,» του εύπα. «Και θα πρϋπει να χωθεύσ πολϑ βαθιϊ ανϊμεςα ςτα βουνϊ για ν' αποφϑ-γεισ το μαϏςτρο. Ϊπειτα, ποιοσ ξϋρει;... Μπορεύ να μην κρατόςει. Αϑριο το πρωύ, μπορεύ να μην κουνιϋται φϑλλο.»

ΠΟΛΤ ειρωνικό ςκϋψη! Ϊνα γρόγορο

αεροπλϊνο μπορεύ να φτϊςει ςτισ Κϊνεσ απϐ το Παρύςι ςε πϋντε ώρεσ. Σα κανονικϊ αεροπλϊνα το ϋκαναν ςε ϋξι. Αν κϊποιοσ πϋθαινε για να δει τον ϋνα, αν όςαν ςω-ςτϋσ οι ςκϋψεισ μου και ςωςτϊ τα προαιςθόματϊ μου, αυτϐσ ο κϊποιοσ θα μποροϑςε να βρύςκεται ςτο Γκραντ Οτϋλ γϑρω ςτα μεςϊνυχτα. Ϊνα καλϐ αερο-πλϊνο όταν ικανϐ να βρει τη ςωςτό γωνύα μϋςα απϐ τον ϊνεμο και να προςγειωθεύ χωρύσ να κινδυνϋψει.

«Νομύζεισ ϐτι μπορεύ να ςταματόςει, ε;» ρώτηςε ο ϋνα.

Κοϑνηςα το κεφϊλι μου καταφατικϊ κι αποτελεύωςα το ουύςκι μου.

«Βϋβαια,» εύπα. «Να κερϊςω κι εγώ ϋνα;»

Παρόγγειλε μπύρα. Κι εγώ ουύςκι. Προςπϊθηςα να τον κϊνω να ξανοιχτεύ λιγϊκι, αλλϊ δεν όθελε να μιλόςει. Πα-ρακολουθοϑςε την πϐρτα τησ ειςϐδου και τα πρϐςωπα ϐςων περνοϑςαν απϐ το οπτικϐ πεδύο μασ.

«Ϊπαιξεσ ςτο καζύνο χτεσ,» εύπα. «Εύχεσ ρϋντα;»

Φαμογϋλαςε και μου ϋδειξε τα κϊ-ταςπρα δϐντια του. Μετϊ το κατϊμαυρο βλϋμμα του ςκλόρυνε και τα φρϑδια του ϋςμιξαν.

«Ναι... μεγϊλη, ύςωσ,» δόλωςε. Σον κούταξα ςαςτιςμϋνοσ. «Μεγϊλη ρϋντα;» ϋκανα. Ϊνα εύδοσ χαζοϑ χαμϐγελου, που ύςωσ

να μην όταν τελεύωσ χαζϐ, απλώθηκε ςτο πρϐςωπϐ του. Μετϊ απϐ λύγεσ ςτιγμϋσ ςιωπόσ, εύπε αρκετϊ βλοςυρϊ:

«Ελϊχιςτεσ φϐρεσ ςτη ζωό μου ϋχω ςταθεύ τϐςο τυχερϐσ. Κι αμϋςωσ μετϊ - η τϑχη μου απϐςτρεψε το πρϐςωπϐ τησ. Ξϋρεισ πώσ γύνεται.»

Αποτελεύωςα το δεϑτερο ουύςκι μου και ςηκώθηκα.

«Ναι, βϋβαια,» εύπα. «Ξϋρω πώσ γύνεται. Θα τα ξαναποϑμε.»

Page 76: Περιοδικο Detective Τευχος 1

76

DETECTIVE STORY

Δεν φϊνηκε να παραξενεϑεται απϐ την ξαφνικό αναχώρηςό μου.

«Ναι,» εύπε. «Γεια χαρϊ ςου.» Βγόκα ϋξω ςτον ϊνεμο, μπόκα ς' ϋνα

θϊλαμο ςτον προθϊλαμο του Μιραμϊρ Οτϋλ και κϊλεςα τον αριθμϐ ενϐσ μικροϑ αεροδρομύου ςτισ παρυφϋσ τησ πϐλησ. Εκεύ όμουν γνωςτϐσ ςαν Σζϋι Μπεν κι εύχα χρηςιμοποιόςει ϋνα απϐ τα αεροπλϊνα τουσ κϊποιεσ φορϋσ για ϋνα γρόγορο ταξιδϊκι ςτη Γερμανύα, ςτην Ελβετύα ό την Ιςπανύα. τισ Κϊνεσ πύςτευαν ϐτι όμουν ϋνασ πολϑ καλϐσ Αμερικανϐσ, με αρκετϊ λεφτϊ, αλλϊ ϐχι πϊρα πολλϊ. Κϊποιοσ που του ϊρεςε αυτϐ το τμόμα τησ ακτόσ.

Ϊφεραν τον Λεϐν Ντεμουϊν ςτην ϊλλη ϊκρη τησ γραμμόσ και του ζότηςα να μου τηλεφωνόςει αν προςγειωνϐταν κϊποιο αεροπλϊνο γϑρω ςτα μεςϊνυχτα. Αποκρύ-θηκε ϐτι θα το ϋκανε, αν το όθελα, αλλϊ μποροϑςε να μου πει προκαταβολικϊ ϐτι όδη ερχϐταν ϋνα απϐ το Παρύςι. Ϋταν ϋνα γρόγορο μονοπλϊνο και μετϋφερε δϑο ϊτομα, εκτϐσ απϐ τον πιλϐτο.

Σου απϊντηςα ϐτι δεν όταν αυτϐ το αεροπλϊνο που με ενδιϋφερε και μου εύπε ϐτι θα μου τηλεφωνοϑςε, αν τον ειδοποι-οϑςαν για κϊτι ϊλλο, αλλϊ μϋχρι ςτιγμόσ μϐνο αυτϐ ερχϐταν. Και πρϐςθεςε ϐτι ςύγουρα θα ϋφερνε δυο τρελο-Αμερικϊ-ουσ που θα εύχαν τύποτε «φλογερϊ» ραντεβοϑ. Ακϐμα και ςτα γαλλικϊ, η ιδϋα του δε μου φαινϐταν ςωςτό. Ϊκανα μια ςκϋψη - ςωςτϐ όταν ϐτι το αεροπλϊνο ϋφερνε δϑο Αμερικϊνουσ, αλλϊ όμουν ςύγουροσ ϐτι δεν ϋρχονταν για τύποτε «φλογερϊ ραντεβοϑ» ϐπωσ υπονοοϑςε ο Λεϐν. Όςο για το αν όςαν τρελού ό ϐχι, όμουν ςύγουροσ ϐτι δεν όςαν.

***

ΕΥΑΓΑ βραδινϐ μϐνοσ μου ςε ϋνα

ρωςικϐ εςτιατϐριο και το μαϑρο ψωμύ δεν εύχε ωραύα γεϑςη, ϐπωσ τισ προηγοϑμενεσ φορϋσ. Εκεύνο που με πεύραζε όταν το γεγονϐσ ϐτι τον Σϐνι ϋνα δεν τον αναζη-τοϑςε η αςτυνομύα. Ϋμουν ςύγουροσ ϐτι οι γκϊνγκςτερσ χρηςιμοποιοϑςαν ϋνα ςοβα-ρϐ γραφεύο ερευνών, ϐπωσ το εύχαν κϊνει ςυχνϊ ςτο παρελθϐν, προκειμϋνου να εντοπύςουν κϊποιον ϊλλον γκϊνγκςτερ. Εύχα την αύςθηςη ϐτι εύχα ςπρώξει τον ϋνα ςτο ςτϐμα του λϑκου, κι αυτϐ δε μου ϊρεςε καθϐλου. Ϋταν δολοφϐνοσ και προφανώσ κι ϋνα ςωρϐ ϊλλα πρϊγματα που πόγαιναν πακϋτο, αλλϊ, ςε ςϑγκριςη

με αυτοϑσ, μου φαινϐταν ανυπερϊςπι-ςτοσ.

Νοερϊ ϊκουγα κιϐλασ τισ πιςτολιϋσ - κι ϋβλεπα με την φανταςύα μου τον μεγαλϐ-ςωμο «ςημαδεμϋνο» ϊνδρα να ςωριϊζεται νεκρϐσ. Μακϊρι να ϋκανα λϊθοσ, αλλϊ ϐλα ϋδειχναν προσ αυτό την κατεϑθυνςη.

τισ δϋκα, ξαναγϑριςα ςτο ξενοδοχεύο μου και βρόκα το τηλεγρϊφημα που περύμενα. Ϋταν απϐ τον Μακύ, τον διευ-θυντό του πρακτορεύου, και όταν ςϑντο-μο. Διϊβαςα:

«Τπϋροχη γρόγορη δουλειϊ πελϊτεσ

ικανοποιημϋνοι ςταμϊτηςαν περαιτϋρω ϋρευνα ςχετικϊ με ϋνα.»

Ϋταν κωδικοποιημϋνο. Και μ' ϋπειςε ϐτι

ο θϊνατοσ ϊγγιζε ςχεδϐν τον μεγαλϐςωμο ϊνδρα. Εγώ, ϋπρεπε να φϑγω απϐ τη μϋςη, πρϊγμα που δεν όταν η ςυνηθιςμϋνη μϋθοδοσ. Οι πελϊτεσ θα κανϐνιζαν την υπϐθεςη μϐνοι τουσ. Και όςαν απϐλυτα ικανοποιημϋνοι.

Ξϊπλωςα ςτο κρεβϊτι και αφουγκρϊ-ςτηκα το μουγκρητϐ του μαϏςτρου. Εύχε αρχύςει να μου δύνει και μϋνα ςτα νεϑρα. Μετϊ απϐ μιςό ώρα, ό κϊτι τϋτοιο, πόρα την απϐφαςό μου. Η δουλειϊ εύναι δουλειϊ, αλλϊ ςου κλϋβει ϋνα ςημαντικϐ κομμϊτι τησ αξιοπρϋπειασ, του αυτοςε-βαςμοϑ ςου. Πόγα μϋχρι το Γκραντ Οτϋλ με το αυτοκύνητϐ μου. Ο ϋνα δεν βριςκϐταν εκεύ. Όταν μπόκα ςτο Μιραμϊρ, τον βρόκα ςτην ύδια θϋςη ακριβώσ, ϐπου τον εύχα αφόςει. Ϊτρωγε ςϊντουιτσ κι ϋπινε ακϐμα μπύρα. Μου χαμογϋλαςε.

«Δεν μποροϑςα να βγω ϋξω με τϐςον αϋρα,» εύπε. «Ϊτςι, ϊραξα εδώ.»

Κοϑνηςα το κεφϊλι μου και τρϊβηξα μια καρϋκλα κοντϊ του. Παρϊγγειλα καφϋ. Με κούταζε με τα μαϑρα μϊτια του, που εύχαν ςτενϋψει.

«Αναθεματιςμϋνε μαϏςτρο!» μουρμοϑ-ριςε. «Νομύζεισ ϐτι θα κρατόςει τρεισ μϋρεσ, ύςωσ κι ϋξι;»

«Κανεύσ δεν ξϋρει,» εύπα και μπόκα κατευθεύαν ςτο θϋμα. «Ωκουςϋ με, ϋνα.» Σου μιλοϑςα ςιγανϊ και δεν ϋδωςα ςημα-ςύα ςτην ϋκπληξό του. «τϊθηκεσ ϊτυχοσ ςτη Γϋνοβα. Σρώγαμε ςτο ύδιο εςτιατϐριο και ςε πρϐςεξα. το καζύνο, ςτο Μϐντε Κϊρλο, εύδα την ϊκρη του διαβατηρύου ςου, και ξϋρω μερικϊ πρϊγματα. Σο ϐνομϊ μου δεν εύναι Μπεν και ςυνεργϊζομαι μ' ϋνα διεθνϋσ πρακτορεύο ιδιωτικών ντετϋ-κτιβσ. Σο γραφεύο μου τηλεγρϊφηςε να ς' εντοπύςω και τουσ απϊντηςα ϐτι μϋνεισ

Page 77: Περιοδικο Detective Τευχος 1

77

DETECTIVE STORY

ςτο Γκραντ Οτϋλ, εδώ. Ϊρχονται δϑο Αμερικϊνοι με αεροπλϊνο - πελϊτεσ του γραφεύου του πρακτορεύου μου, ςτο Παρύςι. Ϊρχονται για να ςε ςυναντόςουν και φτϊνουν εδώ γϑρω ςτα μεςϊνυχτα. Μου πόρε λύγο χρϐνο για να καταλϊβω πώσ εύχαν τα πρϊγματα και, ϐταν το κατϊ-λαβα, κατϋληξα ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι ςε ϋχουν βϊλει ςτο ςτϐχαςτρο επειδό ξεπϊ-ςτρεψεσ τον Αλ Υεσ ςτο Πλωτό Καζύνο του, ςτ' ανοιχτϊ τησ ϊντα Μϐνικα. Δεν μου αρϋςει ο ρϐλοσ μου ς' αυτό την ιςτορύα, γι' αυτϐ ςε προειδοποιώ. Αυτϐ εύναι' ϐλο.»

Σα χϋρια του εύχαν αρπϊξει την ϊκρη του τραπεζιοϑ και τα δϊχτυλϊ του εύχαν αςπρύςει. Σα μϊτια του εύχαν γύνει ςτενϋσ ςχιςμϋσ και το βλϋμμα του όταν παγωμϋνο.

Η παλϊμη του δεξιοϑ χεριοϑ μου εύχε αγκαλιϊςει τη λαβό του πιςτολιοϑ μου.

«Δεν νομύζω ϐτι εύςαι ο πιο ϋντιμοσ ϊνθρωποσ που ϋζηςε ποτϋ, ϋνα,» εύπα. «Και κρατϊω ϋνα Κολτ αυτό τη ςτιγμό. Γι αυτϐ μην κϊνεισ καμιϊ κουταμϊρα. Εκεύνο που θϋλω να ςου πω εύναι ϐτι, κατϊ τη γνώμη μου, δεν ςε αναζητϊει ο νϐμοσ. Ϊχεισ δυο ώρεσ ςτη διϊθεςό ςου και δεν ςου αρϋςει ο ϊνεμοσ. Εγώ εύμαι εντϊξει, καθϊριςα μ' αυτό την υπϐθεςη, γιατύ τηλεγρϊφηςα ϐτι ϋμενεσ ςτο Γκραντ Οτϋλ κι ϋμενεσ, πρϊγματι. Μπορεύσ να νοικιϊ-ςεισ ϋνα αυτοκύνητο...»

ταμϊτηςα. Ο ϋνα εύχε αποτραβόξει τα χϋρια του με τα αςπριςμϋνα δϊχτυλα απϐ το τραπϋζι. Καθϐταν όρεμοσ ςτην πολϑ-θρϐνα του και το πρϐςωπϐ του εύχε ςυς-παςτεύ απϐ μια τρομερό γκριμϊτςα. Κϊγ-χαςε. Σον κούταξα απορημϋνοσ κι εκεύνοσ κοϑνηςε αργϊ το κεφϊλι του αρνητικϊ.

«Θεϋ και Κϑριε!» ϋκανε ξεφυςώντασ. «Να μου ανούγει τα μϊτια ϋνασ ιδιωτικϐσ! Για φαντϊςου!»

Σου χαμογϋλαςα αχνϊ, αλλϊ δε μύληςα. Εξακολοϑθηςε να κουνϊει το κεφϊλι του αρνητικϊ. Μετϊ απϐ λύγο, ϊναψε τςιγϊρο.

«Αν όμουν ςτη θϋςη ςου, δεν θα καθυςτεροϑςα οϑτε λεπτϐ, ϋνα,» του εύπα. «Αυτϐσ ο ϊνεμοσ δεν πρϐκειται να καθυςτερόςει πολϑ το αεροπλϊνο.»

Κοϑνηςε το μεγϊλο κεφϊλι του αρνητι-κϊ. «Δεν πρϐκειται να φϑγω, Μπεν - ό ϐποιο κι αν εύναι τ' ϐνομϊ ςου,» εύπε αργϊ και ϊτονα. «Ϊχω φϑγει απϐ ϋνα ςωρϐ μϋρη τον τελευταύο καιρϐ. Ϊχω πϊει ς' ϊλλα μϋρη - μακρινϊ μϋρη. Μϋρη που δε μου ϊρεςαν, καταλαβαύνεισ; Με κυνηγϊνε ςυνεχώσ. Δεν λϋω ϐτι ςκϐτωςα εγώ τον

Υεσ, αλλϊ αν ϊξιζε ποτϋ ςε κϊποιον μια δϐςη μολυβιοϑ, θα όταν αυτϐσ ο αρουραύοσ, καταλαβαύνεισ; Εγώ, ϐμωσ, δεν το κουνϊω απϐ ΄δώ χϊμω.»

«Μην εύςαι ανϐητοσ, ϋνα,» εύπα. «Δε ςε αναζητϊει η αςτυνομύα...»

Ξαφνικϊ, ϋδειξε τρομερϊ κουραςμϋνοσ. «Αυτού οι ϊνθρωποι εύναι χειρϐτεροι

απϐ την αςτυνομύα, Μπεν,» εύπε, εξύςου κουραςμϋνα. «το ξαναλϋω, βαρϋθηκα να το βϊζω ςτα πϐδια. Θα μεύνω. Όςο για ςϋνα» - ςόκωςε ϋναν μεγϊλο αντύχειρα και με ςημϊδεψε - «πϊρε δρϐμο!»

ηκώθηκα αργϊ, λϋγοντασ: «Εγώ ςε προειδοπούηςα, πϊντωσ. Μπορεύ να κϊνω μεγϊλο λϊθοσ - αλλϊ ςου ϋδωςα το μόνυ-μα, ϋνα.»

Σα μϊτια του καθρϋφτιςαν ειρωνεύα. «ύγουρα, Μπεν,» εύπε. «Σώρα πόγαινε

ςτο διϊβολο κι ϊςε με μϐνο.» ΣΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ προςγειώθηκε ςτισ

δώδεκα και δϋκα, ςϑμφωνα με το ρολϐι μου. Προςγειώθηκε με ϋναν ϊνεμο που λυςςομανοϑςε, αφοϑ ϋκανε τρεισ κϑκλουσ πϊνω απϐ τον φωτιςμϋνο διϊδρομο του μικροϑ ιδιωτικοϑ αεροδρομύου. Ϋταν ϋνα μικρϐ μονοπλϊνο με μικρό καμπύνα. Εύχα παρκϊρει το αυτοκύνητϐ μου ςτην οδϐ Υρεζύσ, με τα φώτα ςβηςτϊ. Μετϊ απϐ δϋκα λεπτϊ περύπου, ϋνα αυτοκύνητο, που περύμενε ςτο αεροδρϐμιο, ϋςτριψε και μπόκε ςτον κεντρικϐ δρϐμο, και κατευ-θϑνθηκε προσ τισ Κϊνεσ. Αναγκϊςτηκα να οδηγώ γρόγορα για να μπορώ να το ακολουθώ.

Βριςκϐμουν αρκετϊ τετρϊγωνα πύςω του, ϐταν ϋφταςε ςτο Γκραντ Οτϋλ. Ο ϊνεμοσ κϐντευε να ξεριζώςει τισ φοινικιϋσ που πλαιςύωναν την Κρουαζετ κι ϋδειχνε ϐτι δυνϊμωνε ςταθερϊ.

τϊθμευςα ϋνα τετρϊγωνο μακριϊ και μπόκα ςτο ξενοδοχεύο απϐ την πλαώνό εύςοδο. Όταν ϋφταςα ςτον κεντρικϐ προθϊλαμο, δεν βριςκϐταν κανϋνασ ϊλλοσ εκεύ, εκτϐσ απϐ το θυρωρϐ. Με γνώριζε. Οι δϑο κϑριοι, μου εύπε, δόλωςαν ϐτι δεν όθελαν να ενοχλόςουν το κϑριο ϋνα, αλλϊ όθελαν να μϊθουν αν βριςκϐταν ςτο δωμϊτιϐ του ό ϐχι; Σουσ εύπε ϐτι ο κϑριοσ ϋνα βριςκϐταν ςτο Γαλϊζιο Βϊτραχο. Και εκεύνοι τον εύχαν ευχαριςτόςει και εύχαν φϑγει. Δεν εύχαν νοικιϊςει δωμϊτιο οϑτε εύχαν φϋρει αποςκευϋσ ςτο ξενοδοχεύο.

«Πώσ ξϋρεισ ϐτι ο κϑριοσ ϋνα εύναι ςτο Γαλϊζιο Βϊτραχο;» ρώτηςα.

Page 78: Περιοδικο Detective Τευχος 1

78

DETECTIVE STORY

Ο θυρωρϐσ αναςόκωςε τουσ ώμουσ του. «Μου εύπε ϐτι ςκεφτϐταν να πϊει εκεύ,» απϊντηςε. «Μου ζότηςε ϋνα όςυχο μπαρ για να πϊει να πιει, που να ϋχει μουςικό και ϐχι πολϑ κϐςμο. Και ϐπου τα φώτα να μην ενοχλοϑν τα μϊτια του.»

«Αυτϐ εύναι,» μουρμοϑριςα βλοςυρϊ. Ϊτςι εύχαν τα πρϊγματα, λοιπϐν. Ο

Γαλϊζιοσ Βϊτραχο όταν ϋνα μικρϐ κϋντρο για ποτϐ και χορϐ. Εύχε μια διμελό ορχό-ςτρα και ο φωτιςμϐσ όταν απαλϐσ. Δεν όταν μοντϋρνο και δε ςυγκϋντρωνε πολλό πελατεύα. κϋφτηκα ϐτι αυτϐσ ο απαλϐσ φωτιςμϐσ ευνοοϑςε το ϋνα κι η λιγοςτό πελατεύα ςόμαινε λιγϐτερεσ πιθανϐτητεσ να χτυπηθοϑν απϐ αδϋςποτεσ ςφαύρεσ ϊλλοι, εκτϐσ απϐ τουσ ϊμεςα ενδιαφερϐ-μενουσ. Δεν όμουν ςύγουροσ για το αν νοιαζϐταν για τουσ υπϐλοιπουσ, αλλϊ ο κϊθε ϊνθρωποσ ϋχει το δικϐ του κώδικα γι΄ αυτϐ που αποκαλεύ τιμό. Και ο ϋνα δεν αποτελοϑςε εξαύρεςη.

Ο Γαλϊζιοσ Βϊτραχοσ όταν κοντϊ ςτην Ρουτ ντ΄ Αντύμπ, τον κεντρικϐ εμπορικϐ δρϐμο των Κανών, ςτο ανατολικϐ ϊκρο τησ πϐλησ. Ϋταν χτιςμϋνο ανϊμεςα ςτισ φοινικιϋσ και δεν υπόρχαν ϊλλα κτύρια πολϑ κοντϊ του. Μπόκα ςτο αυτοκύνητϐ μου, το οδόγηςα γρόγορα, ςταμϊτηςα μιςϐ τετρϊγωνο πιο κϊτω και ςτϊθμευςα βιαςτικϊ.

Μπόκα απϐ μια πλαώνό εύςοδο κι εντϐπιςα τον ϋνα αμϋςωσ. Σα μϊτια του όταν ςτενεμϋνα και χαμογελοϑςε. Δεν όταν χωμϋνοσ ςε καμιϊ πολυθρϐνα τώρα. Καθϐταν ςε μια μικρό, ξϑλινη καρϋκλα, χωρύσ μπρϊτςα. Σα χϋρια του όςαν χωμϋ-να και τα δϑο ςτισ τςϋπεσ του ςακακιοϑ του καλοκαιρινοϑ κοςτουμιοϑ του, και καθϐταν λύγο πιο δύπλα και αριςτερϊ απϐ το τραπϋζι του. Εύχε την πλαώνό εύςοδο ακριβώσ μπροςτϊ του και την κεντρικό εύςοδο τησ αύθουςασ δεξιϊ του.

τϊθηκα μερικϋσ ςτιγμϋσ κοιτϊζοντϊσ τον. Μετϊ πόγα ςτο μπαρ. Παρϊγγειλα ϋνα ςκϋτο ουύςκι. Σο "ντοϑο" ϋπαιζε ϋνα κομμϊτι ϐπου η κιθϊρα κυριαρχοϑςε ςτο πιϊνο. Η αύθουςα εύχε ελϊχιςτουσ πελϊτεσ. Ο μαϏςτροσ κρατοϑςε τον κϐςμο ςτα ςπύ-τια του. Κι αυτϐ όταν πολϑ καλϐ.

Όταν ςόκωςα το ποτόρι μου, τα δϊχτυ-λϊ μου ϋτρεμαν λύγο. τον τούχο πύςω απϐ τον πϊγκο υπόρχε καθρϋφτησ. Μϋςα απ΄ αυτϐν μποροϑςα κι ϋβλεπα την μπρο-ςτινό εύςοδο. Ο μπϊρμαν εύδε το τρϋμουλο των δαχτϑλων μου και ϋβγαλε λϊθοσ ςυμπϋραςμα. Εύπε ϐτι ο μαϏςτροσ δεν όταν καλϐσ ϊνεμοσ, ϐτι ϋπαιζε ϊςχημα παιχνύ-

δια ςτα νεϑρα του κϐςμου. υμφώνηςα κι όπια μονοροϑφι το ουύςκι.

Καθώσ ϊφηνα το ποτόρι ςτον πϊγκο, το βλϋμμα μου πϋταξε ςτον καθρϋφτη και εύδα ϋνα ψηλϐ ϊνδρα, με ςκληρϐ πρϐςωπο να μπαύνει μϋςα. τρϊφηκα και κούταξα προσ την πλαώνό εύςοδο. Ϊνα κοντϐχοντρο ϊτομο μπόκε ςτην αμυδρϊ φωτιςμϋνη αύθουςα, αφόνοντασ και μια δυνατό πνοό του ανϋμου να μπει μαζύ του. Μια κοπϋλα γϋλαςε ςτριγκϊ και η ορχόςτρα ςυνϋχιςε το γρόγορο ρυθμϐ τησ.

Κατϊ τη γνώμη μου, οι δϑο νεοφερμϋνοι εύδαν τον ϋνα ταυτϐχρονα. Πρϊγμα που δεν όταν καθϐλου δϑςκολο με τϐςο λύγουσ πελϊτεσ μϋςα ςτην αύθουςα. Εύδα τον πιο κοντϐ απϐ τουσ δϑο να τςιτώνεται και το ϑφαςμα του ςακακιοϑ του να αναςηκώνε-ται απϐ το κϊτω μϋροσ. Ακοϑςτηκαν δϑο δυνατϋσ εκπυρςοκροτόςεισ. Δεν όςαν πιςτϐλια Μαξύμ με ςιγαςτόρεσ, τοϑτα εδώ. τριγκλιϋσ. Ο κοντϐχοντροσ ϋκανε ϋνα βόμα μπροςτϊ και ςωριϊςτηκε ςτο πϊ-τωμα.

τριφογϑριςα και κούταξα τον ϋνα. Ακοϑςτηκε κι ϊλλη εκπυρςοκρϐτηςη και το πελώριο κορμύ του ςκύρτηςε. Σο δεξύ του χϋρι, ϐμωσ, ςηκώθηκε. Σο αριςτερϐ του εκςφενδϐνιςε το τραπεζϊκι ςτο πλϊι κι ο ύδιοσ προχώρηςε προσ την κϑρια εύςοδο και προσ τον ψηλϐ, ςκληροπρϐ-ςωπο ϊντρα. Ακοϑςτηκε κι ϊλλη μια εκπυρςοκρϐτηςη και το αριςτερϐ χϋρι του ϋνα κρεμϊςτηκε ςτο πλευρϐ του ϊτονο. Σο ϐπλο του υψώθηκε ςτην προϋκταςη του δεξιοϑ χεριοϑ του. υνϋχιςε να προ-χωρϊει, με πρϐςωπο ςτρεβλωμϋνο ςε ϋνα τρομερϐ χαμϐγελο. Ο ψηλϐσ γκϊνγκςτερ τον κούταζε επύμονα. Πυροβϐληςε ξανϊ, αλλϊ η ςφαύρα του αςτϐχηςε κι απϋςπαςε τα τεχνητϊ λουλοϑδια απϐ τον τούχο πύςω απ' τον ϋνα.

Και τϐτε ο ϋνα ϋβαλε ςε ενϋργεια το πιςτϐλι του. Εκπυρςοκρϐτηςε ξανϊ και ξανϊ. Μϋτρηςα τϋςςερισ πυροβολιςμοϑσ και μετϊ ϐλοι οι όχοι ανακατεϑτηκαν κι ϋγιναν τρομερϐσ βρυχηθμϐσ. Όταν ο βρυχηθμϐσ καταλϊγιαςε, πληςύαςα τισ δϑο ακύνητεσ μορφϋσ ςτο πϊτωμα, κοντϊ ςτην πϐρτα. Ο ψηλϐσ όταν νεκρϐσ. Ο ϋνα ζοϑςε ακϐμα κι ϐταν ϋςκυψα απϐ πϊνω του μου ψιθϑριςε αδϑναμα:

«Οι ϊλλοι - ξϐφληςαν;» Σον ϊφηςα και πόγα ςτην πλαώνό

εύςοδο. Ο κοντϐχοντροσ όταν κι αυτϐσ νεκρϐσ. Η ςφαύρα εύχε μπει απϐ το ςτϐμα του κι εύχε τραβόξει προσ τα επϊνω.

Page 79: Περιοδικο Detective Τευχος 1

79

DETECTIVE STORY

Επϋςτρεψα ςτον ϋνα και γονϊτιςα δύπλα του.

«Ξϐφληςαν κι οι δϑο,» του εύπα. Προςπϊθηςε να μορφϊςει, αλλϊ

όταν πολϑ δϑςκολο. Πολϑ αδϑναμα, μου εύπε: «ύγουρα... εγώ ςκϐτωςα... τον Αλ Υεσ». Και μερικϋσ ςτιγμϋσ αργϐτερα, πρϐςθεςε: «Υύλε... δεν ακοϑω... αυτϐσ ο αναθεματιςμϋνοσ ϊνεμοσ...»

«Ϋςυχα, ϋνα...» Δεν μποροϑςα να ςκεφτώ τι ϊλλο να

του πω. Ϊκλειςε τα μϊτια του κι ϑςτερα απϐ μερικϋσ ςτιγμϋσ ακϐμα εύπε αδϑναμα:

«Πολϑ αςτεύο... Αν δεν όταν... αυτϐσ ο καταραμϋνοσ ϊνεμοσ... ύςωσ να το ϋβαζα ςτα πϐδια πϊλι. Με νευρύαζε, ϐμωσ... μ' ϋκανε να θϋλω... να μεύνω εδώ...»

Δεν εύπε τύποτε περιςςϐτερο. Εύχε πεθϊνει ώςπου να με πληςιϊςει ϋνασ πολϑ αναςτατωμϋνοσ χωροφϑλακασ, που ςτϊθηκε δύπλα μου κι ϊρχιςε να υποβϊλει τη μύα ερώτηςη πύςω απϐ την ϊλλη. Απϊντηςα μϐνο ςε μύα και πόγα ςτο μπαρ για ϊλλο ϋνα ποτϐ.

Πϋραςαν κϊμποςα λεπτϊ ώςπου να μου το ςερβύρουν. Καθώσ το ϋπινα, κατϋληξα ςτο ςυμπϋραςμα ϐτι όταν καλϑτερα που ο ϋνα εύχε αυτό την παρϊξενη ιδϋα για τον ϊνεμο, αν την εύχε ςτ΄ αλόθεια, δηλαδό. Δεν μπορεύσ να φεϑγεισ διαρκώσ απϐ κϊποια πρϊγματα.

Ο μαϏςτροσ κρϊτηςε τρεισ μϋρεσ, κι ϐταν ςταμϊτηςε ο όλιοσ όταν πολϑ ζεςτϐσ.

Ο Γαλϊζιοσ Βϊτραχοσ ϋκανε χρυςϋσ δουλειϋσ. Ο ιδιοκτότησ του τοποθϋτηςε ϋνα πλαύςιο γϑρω απϐ την τρϑπα που εύχε ανούξει μύα απϐ τισ ςφαύρεσ που δεν εύχε πετϑχει τον ϋνα. Οι μοδϊτοι περνοϑςαν απϐ το μπαρ για να την δουν, το ύδιο κι οι Γϊλλοι πρωτευουςιϊνοι.

Ο ιδιοκτότησ μου εύπε ϐτι θα του ϊρεςε πολϑ να βϊλει πλαύςιο γϑρω απϐ μύα απϐ τισ ςφαύρεσ του ϋνα, αλλϊ, δυςτυχώσ, αυτϐ δε μποροϑςε να γύνει. Ο ϋνα δεν εύχε αςτοχόςει...

Ράουλ Γουίτφιλντ

Μετϊφραςη: Αλέκοσ Λογοθέτησ

Ο ΡΑΟΤΛ Φνθνληέ Γνπίη-

θηιλη ήηαλ έλαο από ηνπο ζθαπαλείο ηεο «ζθιεξνηξά-ρειεο» ζρνιήο αζηπλνκηθήο ινγνηερλίαο. Από ην 1926 κέρξη ην 1931 έγξαςε γύξσ ζηηο 90 ηζηνξίεο γηα ην πεξηoδηθό Black Mask, είθνζη από ηηο νπνίεο είραλ γηα ήξσα ηνλ Ιζπαλν-Φηιηπηλέδν ηδησηη-θό ληεηέθηηβ Σδν Γθαξ, κε ην 45άξη Κνιη ζηελ πίζσ ηζέπε ηνπ παληαινληνύ ηνπ. Σηο ηζηνξίεο απηέο ηηο έγξαςε κε ην ςεπδώλπκν Ρακόλ Νηε-θόιηα.

Σν παξζεληθό κπζηζηόξεκα ηνπ Γνπίηθηιλη Green Ice (1933) παηλεύηεθε αθόκα θη από ηνλ κεγάιν Νηάζηει Υάκεη πνπ πεξηέγξαςε ην έξγν σο «280 ζειίδεο γπκλήο δξάζεο πνπ ζπκπηέδεηαη θαη γίλεηαη αθόκα πην ππθλή από

ην ζηαθάην θαη ζαλ ζθπξν-θόπεκα γξάςηκν». Παξά ην γεγνλόο όηη απέζπαζε εθ-πιεθηηθέο θξηηηθέο, γηαηί ήηαλ πξαγκαηηθά έλαο από ηνπο κεγάινπο ηεο «ζθιεξν-ηξάρειεο» ζρνιήο, ν Γνπίη-θηιλη δελ αλαγλσξίζηεθε πνηέ όζν ηνπ άμηδε.

Έλαο ιόγνο πνπ δελ αλαγλσξίζηεθε όζν έπξεπε ήηαλ ην όηη όηαλ έγξαθε θαιά, έγξαθε πνιύ θαιά, θη όηαλ δελ έγξαθε θαιά, ην γξάςηκό ηνπ ήηαλ πνιύ θαθό. Ίζσο δελ ηνπ έδηλε ηελ ζεκαζία πνπ έπξεπε θη απηό νθεηιόηαλ ζην γεγν-λόο όηη πξνεξρόηαλ από θαιή νηθνγέλεηα, κε ρξήκαηα, θη ήηαλ θάηη ζαλ απηό πνπ ιέκε «δαλδήο». Σνπ άξεζαλ ηα γιέληηα θαη ηα μελύρηηα, δεδν-κέλνπ όηη έθαλε παξέα κε ηνλ Νηάζηει Υάκεη, πνπ επεξέαζε πνιύ ηελ δσή ηνπ αιιά θαη ην γξάςηκό ηνπ.

Ο Γνπίηθιλη κεηαθόκηζε ζην Υόιηγνπλη, ηελ δεθαεηία ηνπ 1930, θη αθνύ έγηλε δάπινπ-ηνο, έπαςε λα γξάθεη εληειώο. Σειηθά, όκσο, ηα ρξήκαηά ηνπ ηειείσζαλ. ηαλ θόιιεζε θπκαηίσζε, ν θίινο ηνπ ν

Υάκεη, ηνπ δάλεηζε 500 δνιάξηα γηα λα πιεξώζεη ην λνζνθνκείν ηνπ. Σνλ Ιαλνπ-άξην ηνπ 1945 ν Γνπίηθηιλη πέζαλε.

Παξά ην όηη έγξαςε θαη πνιιά κπζηζηνξήκαηα θαη δηεγήκαηα δεύηεξεο πνηόηε-ηνο, δελ ρσξάεη ακθηβνιία όηη ν Ράνπι Γνπίηθηιλη ήηαλ έλαο από ηνπο ηδξπηέο ηεο ζρνιήο ηνπ ζθιεξνηξάρεινπ αζηπλν-κηθνύ κπζηζηνξήκαηνο. Τπήξ-μαλ θνξέο πνπ δεκηνύξγεζε, θαηλνκεληθά ρσξίο ηδηαίηεξε πξνζπάζεηα, σξαία κπζηζην-ξήκαηα θαη δηεγήκαηα θη ππήξμαλ άιιεο, πην ζπάληεο, πνπ θάζηζε θη έγξαςε ηζηνξίεο όπσο ην δηήγεκα Ο άλεκνο έθεξλε ζάλαην πνπ δεκν-ζηεύνπκε ζήκεξα θαη πνπ είλαη, ίζσο, ην θαιύηεξν πνπ έγξαςε πνηέ.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΜΕΙΩΜΑ

Ράουλ Γουίτφιλντ

(1898 – 1945)

Page 80: Περιοδικο Detective Τευχος 1

80

DETECTIVE STORY

Ήταν μια από τισ ςυνθκιςμζνεσ πλθκτικζσ βραδινζσ βάρδιεσ του αςτυφφλακα Μάικ Μίντοου, με τθ μόνθ διαφορά ότι λίγθ αναπάντεχθ κι επικίνδυνθ δράςθ πρόςκεςαν το αλατοπίπερο που τθσ ζλειπε!

“Κακαρόαιμθ” αςτυνομικι ιςτορία του Μ. Ε. Σςζϊμπερ

Η βϊρδια ϋντεκα με εφτϊ

ΠΛΗΙΑΖΕ ϋντεκα παρϊ εύκοςι, ϐταν ϋφυγα απϐ το Σμόμα. Ϋταν μια ϐμορφη νϑχτα. Δεν απουςύαζε κανϋνα αςτϋρι απϐ το ςτερϋωμα και το καινοϑριο φεγγϊρι κρεμϐταν χαμηλϊ ςτον ουρανϐ, ϋτςι που ο οβελύςκοσ του Μεγϊρου Εμπϊιαρ τϋιτ ϋμοιαζε να περνϊει μϋςα απϐ το κϋντρο του. Ο βαρϑσ ημερόςιοσ αχϐσ τησ πϐλησ μετριαζϐταν ςυνεχώσ ς' ϋνα όρεμο βουητϐ.

Προχώρηςα ανατολικϊ ςτην Υϋαρ τριτ. Κϊπου ϋνα τετρϊγωνο μακριϊ απϐ την Γκϊρντεν τριτ, εύδα τον Σςϊρλι Ρϊντεκ να με περιμϋνει ςτριφογυρύζοντασ το κλομπ του ς' ϋνα ϊνετο τϐξο.

Ϋταν ακϐμα ϋντεκα παρϊ πϋντε, αλλϊ θα χρειαζϐταν να γύνει χαμϐσ για να μη την «κοπανόςει» ο Σςϊρλι ϋςτω κι ϋνα λεπτϐ πριν τισ ϋντεκα, που κανονικϊ ϊλλαζε η βϊρδια.

"Κατϊφερεσ να ϋρθεισ, επιτϋλουσ!" ϋκανε μϐλισ με εύδε.

"Δεν λεσ που όρθα πϋντε ολϐκληρα λεπτϊ πιο νωρύσ!" αποκρύθηκα, δόθεν νευριαςμϋνα.

Κϊθε βρϊδυ επαναλαμβανϐταν η ύδια ακριβώσ ςτιχομυθύα μεταξϑ μασ.

"Ποιοσ χολοςκϊει για πϋντε λεπτϊ, τώρα;" εύπε εκεύνοσ. "Με πεθαύνουν τα πϐδια μου. Κουβαλϊνε μϋςα τουσ εύκοςι χρϐνια κοϑραςησ. Ακϐμα πϋντε χρονϊκια για να πϊρω τη ςϑνταξη και μετϊ θ' αποςυρθώ ς' ϋνα ϐμορφο ςπιτϊκι ςτη Υλϐριντα και θα τα γρϊψω ϐλα ςτα παλιϊ μου τα παποϑτςια."

Φαμογϋλαςα. ϑμφωνα με τα κου-τςομπολιϊ ςτο Σμόμα, τα τελευταύα δϋκα χρϐνια, ο Σςϊρλι δεν μιλοϑςε για τύποτ' ϊλλο εκτϐσ απϐ τη ςυνταξιοδϐτηςό του.

"Όταν πεθαύνει ϋνασ καλϐσ αςτυνο-μικϐσ, πηγαύνει ςτην Υλϐριντα," εύπα, αυθϐρμητα. "Πώσ εύναι τα πρϊγματα, απϐψε;"

"Ϋςυχα. Ο Σζο Μϊρτιν ξϋχαςε πϊλι να κλειδώςει την μπροςτινό πϐρτα του

μαγαζιοϑ του. Ο γϋρο Φϋντερςον πόγε για πϐκερ, ϋτςι μη νομύςεισ ϐτι πρϐκειται για διαρρόκτη, ϐταν θα προςπαθεύ να μπει ςτο ςπύτι απαρατόρητοσ απϐ τη ςυμβύα του κατϊ τισ τρεισ ό τϋςςερισ τα ξημερώματα. Η ϊλι μου εύπε να ςου πω ϐτι φυλϊει δυο κομμϊτια κρεμ καραμελϋ για την αφεντιϊ ςου. Αυτϊ εύναι ϐλα ςχεδϐν, Μϊικ."

"Εντϊξει," εύπα. "Καληνϑχτα, Σςϊρλι." "Καληνϑχτα," αποκρύθηκε. Απομακρϑνθηκε, περπατώντασ λεσ κι

υπϋφερε απϐ πλατυποδύα. Η Γκϊρντεν τριτ κϊνει ϋνα ςπϊςιμο

που θυμύζει πϐδι ςκϑλου. Εκτεύνεται βϐρεια απϐ την Υϋαρ τριτ μϋχρι την Μύτα Ωβενιου. Μετϊ, πρϋπει να προχωρό-ςεισ ανατολικϊ δυο τετρϊγωνα πϊνω ςτην λεωφϐρο πριν ςυναντόςεισ πϊλι την Γκϊρντεν τριτ, που, ξανϊ, ςυνεχύζεται προσ τον βορρϊ και ϑςτερα, ςε ευθεύα γραμμό μϋχρι την Παρκ Ρϐου. Παρϊ τα πολλϊ ζιγκ-ζαγκ, η Γκϊρντεν τριτ εύναι γνωςτό ωσ "ευθεύα περιπολύα". Επύ οχτώ ώρεσ κϊθε μϋρα, ςτη βϊρδια απϐ τισ ϋντεκα το βρϊδυ μϋχρι τισ εφτϊ το πρωύ, γι αυτό την εβδομϊδα, εύναι η περιπολύα μου. Μϊικ Μύντοου, Αςτυφϑλακασ, Αριθμϐσ όματοσ 1327.

Η διαδρομό τησ Γκϊρντεν τριτ εύναι πολϑ ενδιαφϋρουςα περιπολύα. Εύναι ςχεδϐν ςαν να κϊνεισ δειγματοληψύα ς΄ ολϐκληρη την πϐλη. Η αρχό τησ Υϋαρ τριτ εύναι περιοχό με κατοικύεσ. Πολυκατοικύεσ, ϐχι τϐςο καλϋσ ϐςο παλαιϐτερα. Μερικϋσ απϐ αυτϋσ εύναι πολϑ πυκνοκατοικημϋνεσ, με ςπαςμϋνα παρϊθυρα ςε λιγοςτϊ διαμερύςματϊ τουσ, βρώμικουσ διαδρϐμουσ και όπιεσ αιςχρολογύεσ γραμμϋνεσ ςτα πεζοδρϐμια με παιδικοϑσ χαρακτόρεσ. Μερικϋσ πολυκατοικύεσ εύναι λύγο μεγαλϑτερεσ απϐ τισ υπϐλοιπεσ. Όςο για μαγαζιϊ, υπϊρχουν λιγοςτϊ και ςκϐρπια, το ύδιο και καφενεύα και εςτιατϐρια.

Page 81: Περιοδικο Detective Τευχος 1

81

DETECTIVE STORY

Σο μεςαύο τμόμα τησ περιπολύασ εύναι εμπορικό περιοχό, και μετϊ, το βϐρειο εύναι πϊλι περιοχό με κατοικύεσ. Ιδιϐκτη-τεσ μονοκατοικύεσ. Όλοι ϐςοι μϋνουν εδώ βγϊζουν ϋνα ςωρϐ λεφτϊ. Οι περιςςϐτε-ροι ϋχουν υπηρϋτριεσ και αρκετού ολοκαύνουργα αυτοκύνητα. Αυτϐ το τμόμα τησ Γκϊρντεν τριτ πλαιςιώνεται απϐ δϋντρα. Η περιπολύα ϊρχιζε ςτον ϋναν κϐςμο και τελεύωνε ςτον ϊλλον.

ΕΙΦΑ προχωρόςει δυο τετρϊγωνα

περύπου, ϐταν εύδα το μαϑρο αυτοκύνητο να παρκϊρει δύπλα ςτο πεζοδρϐμιο, αρκετϊ πιο μπροςτϊ μου. Μπϐρεςα να διακρύνω δυο ϊτομα μϋςα. Δεν ϋκαναν καμύα κύνηςη για να βγουν απϐ το αυτοκύνητο. Ϊςβηςαν τα φώτα, αλλϊ ϊφηςαν τη μηχανό αναμμϋνη.

Σϊχυνα το βόμα μου, ενώ το χϋρι μου βεβαιώθηκε αυτϐματα για το ϐπλο που κρεμϐταν ςτον γοφϐ μου. Καμιϊ φορϊ, οι φαςαρύεσ ϊρχιζαν απρϐςμενα, ϐπωσ τώρα.

Σο φωσ απϐ τη λϊμπα του δρϐμου ϋκανε ευδιϊκριτη την πινακύδα του αυ-τοκινότου. Ο αριθμϐσ δεν όταν απϐ εκεύνουσ που αναφϋρονταν ςτον κατϊ-λογο των καταζητοϑμενων του Σμόματοσ. Κατϋβηκα απϐ το πεζοδρϐμιο και πληςύαςα απϐ πύςω, ςτη μεριϊ του οδηγοϑ.

"Γεια ςασ," εύπα. "Χϊχνετε για κϊτι ςυγκεκριμϋνο;"

Σο πρϐςωπο του ανθρώπου που ςτρϊ-φηκε προσ το μϋροσ μου εύχε ξαφνιαςμϋνη ϋκφραςη. Μετϊ, ϋγινε ανϋκφραςτο.

"Ψραύοι εύμαςτε - αφόνουμε ϋναν πλατυπϐδη να μασ αιφνιδιϊζει!" εύπε ςτον ςϑντροφϐ του. Μετϊ, ςτρϊφηκε ξανϊ ςε μϋνα. "Ναι, ψϊχνουμε για κϊτι ςυγκεκρι-μϋνο."

Ϊχωςε το χϋρι ςτην τςϋπη του κι ϋβγαλε ϋνα ςόμα. Ϋταν ντετϋκτιβ τησ αςτυνομύασ.

"Κι αυτϐσ, το ύδιο;" ρώτηςα. Ο ϊλλοσ μου ϋδειξε κι αυτϐσ το ςόμα

του. "Δεν ςασ ϋχω ξαναδεύ εδώ γϑρω," εύπα.

"Δεν εύςαςτε του Εικοςτοϑ Σρύτου, ϋτςι;" "Μϐλισ πριν μια βδομϊδα μετατεθόκαμε

εδώ," εύπε ο οδηγϐσ. "Εύμαι ο Σζιμ Μπλερ. Ο ςυνεργϊτησ μου εύναι ο Σζϋικ ϊιμον."

"Εμϋνα με λϋνε Μϊικ Μύντοου," εύπα κι αμϋςωσ μετϊ πόρα τισ ανϊποδεσ ςτροφϋσ μου. "Μακϊρι να ςασ ϋβαζαν ςε αυτοκύ-νητα που να μποροϑμε ν' αναγνωρύζουμε πιο εϑκολα."

"Σο ύδιο κι ϋνα ςωρϐ ϊλλοι," όταν η απϊντηςη. "Πώσ εύναι τα πρϊγματα απϐψε;"

"Μϐλισ παρϋλαβα βϊρδια. Αλλϊ ο ςυνϊδελφοσ που αντικατϋςτηςα εύπε ϐτι ϐλα όταν όςυχα. Ποιϐν ψϊχνετε;"

Η πληγωμϋνη πόρτα ϋςκαςε με δύναμη ςτον τούχο κι εγώ βρϋθηκα μϋςα ςτο δωμϊτιο.

Page 82: Περιοδικο Detective Τευχος 1

82

DETECTIVE STORY

"Ϊναν τϑπο." Δύςταςε και μετϊ ςυ-νϋχιςε. "Μπορεύ να τριγυρύζει εδώ πϋρα, αλλϊ μπορεύ και ϐχι. Σον Σζο Αλκϊλα."

Σο ϐνομα μου όταν γνωςτϐ. Όλοι οι αςτυνομικού τησ πϐλησ το όξεραν. Εύχε κινητοποιηθεύ ολϐκληρη η αςτυνομικό δϑναμη τησ πϐλησ για την αφεντιϊ του. Πριν απϐ τρεισ μϋρεσ εύχε ληςτϋψει ϋνα κατϊςτημα ςτο Γουϋςτ ϊιντ και ςτη ςυνϋχεια, καθώσ απομακρυνϐταν, εύχε ςκοτώςει ϋναν αςτυνομικϐ.

"Γιατύ εδώ;" ρώτηςα. "Δεν κρϑβεται ςτο Γουϋςτ ϊιντ, ϐπωσ πιςτεϑουν ϐλοι;"

"Εκεύ εύχε τρυπώςει," μοϑγκριςε ο ντετϋκτιβ. "Αλλϊ πόραμε μια πληροφορύα ϐτι μετακϐμιςε ό μετακομύζει εδώ γϑρω. Κϊνουμε, λοιπϐν, βϐλτεσ, ψϊχνοντασ."

"Πιςτεϑετε ϐτι μπορεύ να εύναι ς' αυτϐ το δρϐμο;"

"Δεν ξϋρω. Μπορεύ να εύναι οπουδό-ποτε. Νομύζουμε, επύςησ, ϐτι ύςωσ να ςϋρνει και δυο φύλουσ του, μαζύ του."

Ο ϊλλοσ ντετϋκτιβ εύπε κϊτι που δεν μπϐρεςα ν' ακοϑςω.

"Ναι," εύπε ο οδηγϐσ. "Πρϋπει να γυρύςουμε ςτο Σμόμα, Μϊικ. Ϊχε τα μϊτια ςου ανοιχτϊ. Αν δεισ κϊτι, τηλεφώνηςε μασ εκεύ. Μη προςπαθόςεισ να κϊνεισ τον όρωα."

"Όχι εγώ," δόλωςα. "Δεν υπϊρχει λϐγοσ. Δεν θα μεύνουν πύςω χόρα κι ορφανϊ για να ωφεληθοϑν απϐ τον ηρωιςμϐ μου."

Γϋλαςε κι ϊναψε τα φώτα του αυτο-κινότου. "Μη ξεχϊςεισ τα ονϐματϊ μασ, ϐταν τηλεφωνόςεισ ςτο Σμόμα," εύπε. "Μασ χρειϊζεται η διαφόμιςη."

"Και ςε ποιϐν δεν χρειϊζεται;" του φώναξα, καθώσ απομακρϑνονταν.

Γϋλαςα μοναχϐσ μου και ςυνϋχιςα την περιπολύα μου. Ϊτςι όςαν ϐλοι οι ντετϋ-κτιβσ. Μϐλισ κϊποιοσ ϋβγαζε τη ςτολό, ϊρχιζε να πιςτεϑει ϐτι κανϋνασ ϊλλοσ δεν μποροϑςε να κϊνει ςϑλληψη.

Προςπϋραςα το εςτιατϐριο Κόφι Ντϊινερ. Η ϊλι κούταζε ϋξω απϐ το παρϊθυρο κι εγώ τη χαιρϋτηςα με ϋνα γνϋψιμο του χεριοϑ.. Αργϐτερα, θα ςταματοϑςα και θα ϋτρωγα λύγη απϐ την κρεμ καραμελϋ που εύπε ο Σςϊρλι ϐτι μου εύχε φυλϊξει.

Η ΓΚΑΡΝΣΕΝ τριτ όταν όδη ςχεδϐν

ςαν δεϑτερο ςπύτι για μϋνα. Εύχε περϊςει μϐλισ ϋνασ χρϐνοσ απϐ τη μϋρα που εύχα γύνει αςτυνομικϐσ.

Ϋταν μεγϊλη μϋρα εκεύνη που αποφού-τηςα απϐ την ακαδημύα και η πϐλη μου ϋδωςε αυτϊ που λϋει ο κανονιςμϐσ ϐτι χρειϊζεται ϋνασ αςτυνομικϐσ. Μια πλόρη ςτολό - αλλϊ όμουν υποχρεωμϋνοσ ν' αγορϊζω ϐτι πϊλιωνε - ςόμα, πηλύκιο, κλομπ, θόκη και ϋνα 38αρι Police Positive με ϋξτρα φυςύγγια, χειροπϋδεσ, ςφυρύχ-τρα, φακϐ, ςετ για πρώτεσ βοόθειεσ, οδη-γϐ οδών και βιβλύο πληροφοριών, επύςη-μα ϋντυπα αναφορών, ςημειωματϊριο και μολϑβι, κι ϋνα εγχειρύδιο αςτυνομικών διατϊξεων. Μετϊ ςτϊθηκα ςτην εξϋδρα μαζύ με ϊλλουσ ογδϐντα ϊντρεσ κι ορκύ-ςτηκα να προςτατεϑω και να διατηρώ τισ ζωϋσ και την περιουςύα των πολιτών.

Πϋραςα την περύοδο εκπαύδευςησ μου ςτη Γκϊρντεν τριτ. Ϋταν εκπληκτικϐ το πϐςα πολλϊ πρϊγματα ϋμαθα μϋςα ς' αυτϋσ τισ λύγεσ μϋρεσ. Πρϊγματα ϐπωσ το να εύμαι φιλικϐσ με τον γαλατϊ, τουσ οδο-καθαριςτϋσ, τισ ςερβιτϐρεσ των εςτιατο-ρύων που διανυκτϋρευαν. Γιατύ, εύτε το ξϋρουν, εύτε ϐχι, αυτού οι ϊνθρωποι εύναι τα παραπανύςια μϊτια κι αυτιϊ του αςτυ-φϑλακα που κϊνει περιπολύεσ.

Καθώσ γνώριζα καλϑτερα τουσ ανθρώ-πουσ που ζοϑςαν κι εργϊζονταν ςτην πε-ριοχό τησ περιπολύασ μου, μϊθαινα κι ϊλλα πρϊγματα. Όλοι μου φϋρονταν φιλικϊ, αλλϊ μ' ϋναν διαφορετικϐ τρϐπο απϐ ϐςουσ γνώριζα ςτο παρελθϐν. Πϋρα-ςαν αρκετϋσ βδομϊδεσ πριν το αποδώςω ςτη ςτολό μου. Ϋταν η ςυνηθιςμϋνη ςυμπεριφορϊ των κατούκων οποιαςδό-ποτε πϐλησ απϋναντι ςτουσ αςτυνομικοϑσ τησ - ςεβαςμϐσ ανϊκατοσ με φϐβο και μύςοσ. Υαινϐταν καθαρϊ ςτη φωνό τουσ και ςτη ςτϊςη του ςώματϐσ τουσ, αλλϊ περιςςϐτερο ςτα μϊτια τουσ. Ϋμουν ο ϊνθρωποσ με το ϐπλο και δεν ϋνιωθαν ποτϋ ςύγουροι ϐτι δεν θα τουσ ςημϊδευα κϊποτε ςτο κεφϊλι. Περπατοϑςα ανϊμεςϊ τουσ, αλλϊ δεν όμουν ϋνασ απϐ αυτοϑσ, δεν όμουν δικϐσ τουσ.

Ϊμαθα και ϊλλα πρϊγματα, επύςησ. Πώσ να εύμαι εξομολογητόσ, δϊςκαλοσ και μυςτικοςϑμβουλοσ, καθώσ και αςτυνο-μικϐσ. Κι ϋμαθα ϐτι, οριςμϋνεσ φορϋσ, ο αςτυνομικϐσ μπορεύ να υπηρετεύ το νϐμο, ακϐμα καλϑτερα, μη ςυλλαμβϊνοντασ κϊποιον. Ϊμαθα ςιγϊ-ςιγϊ την κωμωδύα και την τραγωδύα ςτισ ζωϋσ αρκετών εκατοντϊδων ανθρώπων. Μου ϊρεςαν ϐλα. Η Γκϊρντεν τριτ εύχε γύνει το δεϑτερο ςπύτι μου.

Η νϑχτα όταν όςυχη. Οι λιγοςτού διαβϊτεσ εύχαν αρχύςει ν' αραιώνουν.

Page 83: Περιοδικο Detective Τευχος 1

83

DETECTIVE STORY

Καθώσ πληςύαζα την Μύτα Ωβενιου και το εμπορικϐ τμόμα, κυκλοφοροϑςαν ακϐμα λιγϐτεροι ϊνθρωποι ςτο δρϐμο. Καθώσ περνοϑςα , επιθεωροϑςα τισ βιτρύνεσ των μαγαζιών. Ϋταν κϊτι απϐ αυτϊ που εύχα μϊθει. Κρϊτα ςτο μυαλϐ ςου μια εικϐνα των βιτρινών των καταςτημϊτων. Μετϊ, αν κϊποιοι «μπουκϊρουν» μϋςα, ςύγουρα θα αλλϊξουν τη θϋςη των εκθεμϊτων τησ βιτρύνασ, ϋτςι ώςτε να μην φαύνονται οι κινόςεισ τουσ απϐ το δρϐμο. Κι αυτϐ θα ςε κϊνει να υποψιαςτεύσ.

τϊθηκα ςτην εύςοδο του καταςτόμα-τοσ ςιδηρικών του Σζο Μϊρτιν και κϊπνι-ςα μιςϐ τςιγϊρο. Απαγορεϑεται απϐ τον κανονιςμϐ, αλλϊ ϐλοι το κϊνουμε. Σο ξϋρει κι ο αρχιφϑλακασ, αλλϊ εύναι εντϊξει ϐςο προςϋχουμε και δεν τον αφόνουμε να μασ πιϊςει ςτα πρϊςα.

Εκτϐσ απϐ τρύα μπαρ κι ϋνα νυχτερινϐ κϋντρο, τα επϐμενα αρκετϊ τετρϊγωνα δεν υπόρχε τύποτε ϊλλο εκτϐσ απϐ ςκοτεινϋσ προςϐψεισ καταςτημϊτων. Κϊθε τϐςο, πληςύαζα και δοκύμαζα μια πϐρτα. Ο αςτυφϑλακασ τησ βϊρδιασ τϋςςερισ το απϐγευμα με ϋντεκα το βρϊδυ πϊντα ελϋγχει τισ πϐρτεσ πολϑ προςεκτι-κϊ, αλλϊ, το να τισ ελϋγξω ξανϊ κι εγώ, όταν πολϑ καλό ιδϋα, κατϊ τη γνώμη μου.

Πριν φτϊςω ςτο Γκϊρντεν τριτ Μπαρ, ϋνασ ϊνθρωποσ βγόκε τρεκλύζοντασ ϋξω, παραπϊτηςε και ξαπλώθηκε φαρδϑσ-πλατϑσ ςτο πεζοδρϐμιο. Καθώσ τον πληςύαζα, ςηκώθηκε ϐρθιοσ κι ϊρχιςε να ταλαντεϑεται πϊνω ςτα πϐδια του. Ϋταν κι αυτϐσ μϋροσ τησ περιπολύασ μου. Σον ϋλεγαν Υρανκ τϐουν κι αυτϐ ςυνϋβαινε περύπου τρεισ φορϋσ τη βδομϊδα.

"Καλϋ μου αςτυφϑλακα," τραϑλιςε, προςπαθώντασ να εςτιϊςει το βλϋμμα του πϊνω μου. "Ο καλϑτεροσ φύλοσ του ανθρώπου εύναι... εύναι ο αςτυνομικϐσ!"

"Εντϊξει, Υρϊνκ," εύπα. "Ώρα για το ςπύτι."

Ϊμενε μιςϐ τετρϊγωνο πιο κϊτω, ςτην πϊροδο, πύςω απϐ το μπαρ. Σον ςυνϐδε-ψα ςτο ςπύτι του κι αφουγκρϊςτηκα τα ςτριγκϊ παρϊπονα τησ γυναύκασ του. Εύχε δύκιο, η καημϋνη, αλλϊ κανϋνασ μασ δεν μποροϑςε να κϊνει τύποτα γι' αυτϐ. Κϊποιο ςαρϊκι ροκϊνιζε την ψυχό του Υρανκ τϐουν. Μποροϑςε και το ϊντεχε μϐνο δυο μϋρεσ, αλλϊ, μετϊ, ϋπρεπε να γύνει ςτουπύ ςτο μεθϑςι.

Ξαναγϑριςα ςτην περιπολύα μου. Ϊνα αυτοκύνητο όταν παρκαριςμϋνο δύπλα ςτον κρουνϐ τησ πυροςβεςτικόσ και του

ϋκοψα κλόςη. Καθϐλου ςυνταρακτικϐ, απλϊ ρουτύνα. Αν εύχαν δύκιο οι δυο ντετϋκτιβσ, η δρϊςη δεν θα αργοϑςε πολϑ, αλλϊ καλϑτερα να μου ϋλειπε το βϑςςινο. Κϊτι τϋτοιεσ ςτιγμϋσ, ϐταν υπϊρχει πιθανϐτητα να τριγυρύζει ϋνασ δολοφϐνοσ ςτην περιοχό ςου, ϋνασ αςτυνομικϐσ ςυνειδητοποιεύ ϐτι βρύςκε-ται ολομϐναχοσ ανϊμεςα ςε αρκετϋσ εκατοντϊδεσ αντρών, γυναικών και παιδιών, και ςε οτιδόποτε εύναι αυτϐ που τουσ απειλεύ. Ϊνασ καλϐσ αςτυνομικϐσ περιμϋνει πϊντοτε ϐτι θα ςυμβεύ κϊτι τϋτοιο.

Ϊφταςα ςτην Παρκ Ρϐου και, κϊνοντασ μεταβολό, προχώρηςα προσ την κατεϑ-θυνςη απϐ ϐπου εύχα ϋρθει, περπατώντασ κϊτω απϐ τη ςειρϊ των δϋντρων που ϋκαναν το πεζοδρϐμιο ϋνα κϋντημα απϐ ςκιϋσ και φωσ. Σα περιςςϐτερα ςπύτια όςαν ακϐμα φωτιςμϋνα, αλλϊ δεν κυκλο-φοροϑςε ψυχό ςτο δρϐμο. Ο μϐνοσ όχοσ όταν το ςταθερϐ τϋμπο των παπουτςιών μου πϊνω ςτο πεζοδρϐμιο.

Ξαφνικϊ ϊκουςα κι ϋναν ϊλλον όχο. Σο γρόγορο πϊτημα τακουνιών πύςω μου. Μια γυναύκα ϋτρεχε. Σο μϐνο πρϊγμα που κϊνει πϊντα τον κϊθε αςτυνομικϐ να ςτραφεύ - τα βόματα κϊποιου που τρϋχει μϋςα ςτη νϑχτα. Ϊκανα μεταβολό και το πρώτο πρϊγμα που πϋραςε απϐ το μυαλϐ μου όταν αυτϐ που εύχαν πει οι δυο ντετϋκτιβσ. Δεν όταν πιθανϐ να βρύςκεται ο Αλκϊλα ς' αυτό την πλευρϊ τησ περιπο-λύασ μου, αλλϊ ποτϋ δεν μπορεύσ να εύςαι ςύγουροσ.

Συζυγικό καυγαδϊκι ΗΣΑΝ μια νεαρό γυναύκα, που φοροϑςε

μαϑρη κι ϊςπρη ςτολό υπηρϋτριασ. Όμορφη, προφανώσ. Αλλϊ τώρα ϋτρεχε, με το ςτϐμα ανοιχτϐ και κϊτι ςαν φϐβο ςτο πρϐςωπϐ τησ.

"Αςτυφϑλακα!" φώναξε, μϐλισ με εύδε. "Ϊλα, γρόγορα!"

Γϑριςα κι ϋτρεξα μαζύ τησ, ανούγοντασ τον διαςκελιςμϐ μου για να μπορεύ να με προλαβαύνει.

"Ηρϋμηςε," εύπα. "Σι τρϋχει;" "Ο κϑριοσ Ρύτςαρντςον," εύπε, ξϋπνοα.

"Φτυπϊει την κυρύα Ρύτςαρντςον. Σι να ςου πω – φοβϊμαι!"

Εύχαμε ϋνα ςωρϐ περιπτώςεισ ξυλοδαρ-μοϑ ςυζϑγων, αλλϊ, ςυνόθωσ, ϐχι ςε αυτό την πλευρϊ τησ περιπολύασ μου. Όχι ϐτι δεν ςυνϋβαιναν. Αλλϊ, εδώ πϊνω, οι

Page 84: Περιοδικο Detective Τευχος 1

84

DETECTIVE STORY

ϊνθρωποι εύχαν περιςςϐτερη ηςυχύα και οι αςτυνομικού, ςυνόθωσ, εύχαν εντολϋσ να μη τουσ ενοχλοϑν. Σουσ ϊρεςε να πιςτεϑουν ϐτι οι αςτυνομικού χρειϊζονται μϐνο ςτισ κατώτερεσ τϊξεισ.

Η κοπϋλα με οδόγηςε ς' ϋνα δρομύςκο με ψηλϐ φρϊχτη, που κατϋληγε ςτο ςπύτι. Ωνοιξε την πϐρτα και μπόκαμε μϋςα.

"Εκεύ!" μου ψιθϑριςε, δεύχνοντασ προσ τα δεξιϊ.

Δεν χρειαζϐταν να μου πει. Ο ϊντρασ φώναζε και βλαςτημοϑςε. Ξεςτϐμιζε λϋξεισ που δεν ακοϑει κανϋνασ ακϐμα και ςτην ϊλλη ϊκρη τησ περιπολύασ μου, παρ΄ϐλα τα βρομϐλογα που γρϊφουν ςτα πεζοδρϐμια, εκεύ.

Μπόκα ςτο δωμϊτιο. τϋκονταν ο ϋνασ απϋναντι ςτον ϊλλον και οϑτε που με πρϐςεξαν. Ο ϊντρασ όταν ςχετικϊ μεγϊ-λοσ, πενηντϊρησ ύςωσ, και εύχε αρχύςει να βαραύνει. Υοροϑςε ςμϐκιν. Σο πρϐςωπϐ του όταν παραμορφωμϋνο απϐ θυμϐ. Η γυναύκα εύχε τα μιςϊ ςχεδϐν χρϐνια του. Όμορφη, με φανταχτερϐ τρϐπο. Μακριϊ ξανθϊ μαλλιϊ. Ϊνα ϊλικο βραδινϐ φϐρεμα τϐνιζε το αιςθηςιακϐ κορμύ τησ. Τπόρχε μια κϐκκινη αμυχό πϊνω ςτο ϋνα μϊγουλϐ τησ.

Σην χτϑπηςε ξανϊ. Ωκουςα το ροϑ-φηγμα τησ ανϊςασ τησ, πϊνω απϐ τον όχο του χτυπόματοσ. Μετϊ, την εύδα να ςωριϊζεται ανϊςκελα ςτο πϊτωμα. Σο φϐρεμα ανϋβηκε μϋχρι τη μϋςη τησ. Εύχε ϐμορφα πϐδια. Ϊνιωςα το πρϐςωπϐ μου ν' αναψοκοκκινύζει καθώσ ςυνειδητο-ποιοϑςα ϐτι δεν φοροϑςε τύποτα κϊτω απϐ το φϐρεμα.

Ωρπαξα τον ϊντρα απϐ πύςω. "Εντϊξει, ςταμϊτα τώρα!" εύπα.

τρϊφηκε και τύναξε τη γροθιϊ του, ςτοχεϑοντασ το κεφϊλι μου. Μπλοκϊριςα το χτϑπημα εϑκολα κι ακινητοπούηςα τα χϋρια του πύςω απϐ την πλϊτη του. Προ-ςπϊθηςε να ξεφϑγει απϐ το δρϊξιμϐ μου, αλλϊ μετϊ εγκατϋλειψε την προςπϊθεια κι ϊρχιςε να με βλαςτημϊει. Σον ϊφηςα να ωρϑεται μϋχρισ ϐτου του κϐπηκε η ανϊςα.

Η ξανθιϊ βριςκϐταν ακϐμα ςτην ύδια θϋςη ςτο πϊτωμα και μασ κούταζε. Σα μϊτια τησ ϋλαμπαν, λεσ και το διαςκϋ-δαζε. Με εύδε που την κούταζα κι ϋςπευςα να αποςτρϋψω το βλϋμμα μου. Κατϋβαςε τον ποδϐγυρο του φορϋματϐσ τησ και γϋλαςε.

"Θϋλεισ να τον μηνϑςεισ, κυρύα;" την ρώτηςα.

Εκεύνη κούταξε τον ϊντρα τησ για λύγο και μετϊ ϋςτρεψε το βλϋμμα τησ ςε μϋνα.

"Όχι," εύπε, "δεν θϋλω να τον μηνϑςω, αςτυφϑλακα." Με κούταξε απϐ την κορφό ωσ τα νϑχια και, ϐταν το βλϋμμα τησ ξαναγϑριςε ςτο πρϐςωπϐ μου, εύχε ϊλλη ϋκφραςη. "Δεν νομύζω ϐτι θϋλω να τον μηνϑςω. Γιατύ δεν πετϊγεςαι μια βολτύτςα αϑριο να το ςυζητόςουμε, αςτυφϑλακα;"

Ο ϊντρασ ϊρχιςε να βλαςτημϊει ξανϊ. "Κϐφ' το!" εύπα και τον ταρακοϑνηςα

ϊγρια. ταμϊτηςε, παύρνοντασ μια βαθιϊ

ανϊςα. "Μϊλιςτα, κϑριε αςτυφϑλακα," εύπε ειρωνικϊ. "Γιατύ δεν ϋρχεςαι μια βολτύτςα αϑριο. Θα πρϋπει να εύςαι ο μοναδικϐσ που δεν ϋχει ϋρθει εδώ τισ ώρεσ που λεύπω. Θα..."

"Αρκετϊ!" τον ϋκοψα. Η γυναύκα γϋλαςε, αλλϊ δεν τησ ϋδωςα προςοχό. "Οτιδόποτε κϊνετε εδώ μϋςα εύναι δικό ςασ δουλειϊ, μϋχρι ενϐσ ςημεύου. Αλλϊ, τϋρμα ο καυγϊσ, αλλιώσ θα ςασ πϊω και τουσ δυο μϋςα."

τρϊφηκα για να φϑγω. Δεν εύχα τύποτε ϊλλο να κϊνω, αφοϑ η ξανθιϊ δεν όθελε να τον μηνϑςει.

"Δεν μπορεύσ να μου μιλϊσ ϋτςι!" φώνα-ξε ο ϊντρασ πύςω μου. Σώρα, ϋςτρεφε το θυμϐ του εναντύον μου. υνϋβαινε κι αυτϐ μερικϋσ φορϋσ. "Εύμαι φύλοσ του Αρχηγοϑ τησ αςτυνομύασ και θα τον βϊλω να ςε απολϑςει, νεαρϋ. Θα..."

Ϊκλειςα την πϐρτα μαλακϊ πύςω μου κι ϋτςι δεν ϊκουςα τι ϊλλο θα ϋκανε. Παλιϊ ιςτορύα κι αυτϐ. Εύναι εκπληκτικϐ πϐςοι ϊνθρωποι εύναι φύλοι του Αρχηγοϑ, ό ενϐσ επιθεωρητό, ό ενϐσ αςτυνϐμου, ό ακϐμα κι ενϐσ υπαςτυνϐμου. Ϊνα ςωρϐ απειλϋσ που ϋχουμε βαρεθεύ να τισ ακοϑμε. Καθώσ ϋςτριβα ςτην επϐμενη γωνύα του δρϐμου, το εύχα ξεχϊςει.

ΔΕΝ ςυνϋβη τύποτε ςτην επιςτροφό

μου. Ο κϐςμοσ ςτα περιςςϐτερα ςπύτια εύχε πϊει για ϑπνο. Ϊκανα μια ςτϊςη για τςιγϊρο και μετϊ τϊχυνα το βόμα μου για να ιςοφαρύςω το χαμϋνο χρϐνο. Ϊνα περιπολικϐ που πϋραςε δύπλα μου, κϐρναρε για να με χαιρετύςει.

τη Υϋαρ τριτ, τηλεφώνηςα ςτο Σμόμα. Δεν υπόρχε τύποτα για μϋνα.

Page 85: Περιοδικο Detective Τευχος 1

85

DETECTIVE STORY

"Ωκουςα πωσ υπϊρχει πιθανϐτητα να ϋχεισ επιςκϋψεισ," εύπε ο αρχιφϑλακασ. "Σα ςαύνια μου λϋνε ϐτι, κατϊ τη γνώμη τουσ, ο Αλκϊλα μπορεύ να βρύςκεται ςτα χωρϊφια ςου."

"Ναι," αποκρύθηκα. "Μου το εύπαν." "Ϊχε τα μϊτια ςου ανοιχτϊ," με ςυμβοϑ-

λεψε. "Αν τον δεισ, πυροβϐληςϋ τον πρώτα και μετϊ πεσ του ϐτι τον ςυλλαμ-βϊνεισ. Εύναι φονιϊσ αςτυνομικοϑ."

"Εντϊξει," εύπα. Ϊκλειςα το τηλϋφωνο και ςυνϋχιςα την

περιπολύα μου. Η ώρα όταν μια τα ξημερώματα. κϋφτηκα ϐτι θα μου ϋκανε καλϐ λύγη απϐ την κρεμ καραμελϋ τησ ϊλι, αλλϊ αποφϊςιςα να περιμϋνω και να ςταματόςω ςτην επιςτροφό. Σισ δυο τελευταύεσ νϑχτεσ εύχα ςταματόςει ςτησ ϊλι για μηλϐπιτα και καφϋ αυτό την ώρα

περύπου. Και όταν καλό ιδϋα να μην κϊνεισ πϊντα το ύδιο πρϊγμα, την ύδια ώρα, γιατύ αυτϐ θα όταν πολϑ βολικϐ για κϊποιον που ςκοπεϑει να ςκαρώςει καμιϊ βρομοδουλειϊ.

Όλα πόγαιναν μια χαρϊ. τισ μιϊμιςη βριςκϐμουν ςτη μϋςη του εμπορικοϑ τμόματοσ. ταμϊτηςα ςε μια πϐρτα για να καπνύςω ϋνα τςιγϊρο. Λύγο πιο πϋρα, ϋβλεπα τη φωτιςμϋνη κϐκκινη και μπλε ταμπϋλα του νυχτερινοϑ κϋντρου «Κϊζα Υραγκϐζα».

Ϊνα γυαλιςτερϐ κύτρινο κονβϋρτιμπλ πϋραςε απϐ μπροςτϊ μου και ςτϊθμευςε ϋξω απϐ το κϋντρο, μπροςτϊ ακριβώσ απϐ ϋναν κρουνϐ τησ πυροςβεςτικόσ. Ϊνασ ϊντρασ και μια γυναύκα βγόκαν απϐ το αυτοκύνητο και κατευθϑνθηκαν προσ την εύςοδο του κϋντρου.

Καθώσ πόγα κοντύτερα, μπόρεςα και ξεχώριςα την αχνό ςιλουϋτα…

Page 86: Περιοδικο Detective Τευχος 1

86

DETECTIVE STORY

Πϊτηςα το αποτςύγαρϐ μου και απϐ-ςπϊςτηκα απϐ την πϐρτα. Ϊφερα τη ςφυρύχτρα ςτα χεύλη μου και ςφϑριξα κοφτϊ, μια φορϊ. Οϑτε που γϑριςαν τα κεφϊλια τουσ, καθώσ ϋμπαιναν ςτο κϋ-ντρο.

Περπϊτηςα το ενϊμιςη τετρϊγωνο που με χώριζε απϐ την «Κϊζα Υραγκϐζα» με ςταθερϐ βηματιςμϐ, αλλϊ, μϋςα μου, ϋνιωθα το θυμϐ μου να διογκώνεται. Ϋξερα ϐτι εύχαν ακοϑςει τη ςφυρύχτρα μου, αλλϊ, προφανώσ, ο τϑποσ όταν απϐ εκεύνουσ που νομύζουν ϐτι ϋχουν αρκετϐ παραδϊκι ώςτε να αγνοοϑν ϐλα ϐςα δεν θϋλουν να δουν ό ν' ακοϑςουν.

Η φωτεινό δϋςμη του φακοϑ μου ανακϊλυψε την απϐδειξη τησ επύςημησ ιδιοκτηςύασ του αυτοκινότου, που όταν κολλημϋνη μϋςα απϐ το παρμπρύζ. Σο ϐνομα πϊνω τησ όταν Λανσ Φϊρκερ.

Για μια ςτιγμό μπόκα ςτον πειραςμϐ να τηλεφωνόςω απλϊ ςτο ςυνεργεύο τησ τροχαύασ και να τουσ πω να ϋρθουν να το πϊρουν. Σου ϊξιζε κϊτι τϋτοιο, αλλϊ καθώσ το ςκεφτϐμουν ϋνιωςα ϐτι, ςαν τιμωρύα, δεν όταν αρκετό. Εκτϐσ απϐ αυτϐ, θα με κατηγοροϑςαν ϐτι δεν ϋκανα καλϊ τη δουλειϊ μου.

Διϋςχιςα το πεζοδρϐμιο και μπόκα ςτο κϋντρο. Ο διευθυντόσ θα πρϋπει να εύδε το φωσ ν' αντανακλϊ πϊνω ςτο ςόμα μου, γιατύ ϋτρεξε ςχεδϐν , προκειμϋνου να με ςυναντόςει μπροςτϊ ςτο βεςτιϊριο.

"Κϊτι δεν πϊει καλϊ, αςτυφϑλακα;" ρώτηςε, βιαςτικϊ.

Ϋταν απϐ τουσ ανθρώπουσ που η θϋα ενϐσ αςτυνομικοϑ ςημαύνει αποκλειςτικϊ ϐτι κϊτι δεν πϊει καλϊ.

"Ϊχεισ ϋναν πελϊτη μϋςα ονϐματι Λανσ Φϊρκερ;" ρώτηςα. "Μϐλισ τώρα μπόκε. Ϊχει και μια κυρύα μαζύ του."

"άςωσ," αποκρύθηκε. "Σι τον θϋλεισ;" "Ανϊκριςη θα μου κϊνεισ;" εύπα, ξερϊ.

"Πεσ ςτον κϑριο Φϊρκερ να κοπιϊςει ϋξω." "Δεν το αφόνουμε για αργϐτερα,

αςτυφϑλακα; Δεν μασ αρϋςει να ενο-χλοϑνται οι πελϊτεσ μασ. Εύμαι ςύγου-ροσ..."

"Θα ενοχληθεύ περιςςϐτερο," εύπα, "ϊμα αναγκαςτώ να μπω μϋςα κι αρχύςω να τον ψϊχνω. Διϊλεξε και πϊρε."

Ο διευθυντόσ του κϋντρου με κούταξε και αναςόκωςε τουσ ώμουσ του. Ϊκανε μεταβολό και απομακρϑνθηκε.

ΛΙΓΑ λεπτϊ αργϐτερα, ϋνασ ψηλϐσ κι ωραύοσ ϊντρασ ϋκανε την εμφϊνιςό του

απϐ το μιςοςκϐτεινο εςωτερικϐ του κϋντρου. Τπόρχε κϊτι ςτην ϋκφραςό του που μου θϑμιςε τον αδιϊφορο τρϐπο

που εύχε ςταθμεϑςει μπροςτϊ ςτον κρουνϐ.

«Ζότηςεσ να με δεισ;" ρώτηςε. Η φωνό του όταν απαλό, αλλϊ, κϊτω απϐ την απαλϐτητα κρυβϐταν μια ςυγκρατημϋνη ςκληρϊδα.

"Εύςαι ο Λανσ Φϊρκερ;" ρώτηςα. "Ναι." "Δικϐ ςου εύναι το κύτρινο κονβϋρτιμπλ

που εύναι παρκαριςμϋνο μπροςτϊ ςτην εύςοδο;"

"Ναι." "Σο ϋχεισ παρκϊρει μπροςτϊ ςε κρουνϐ

τησ πυροςβεςτικόσ," τον πληροφϐρηςα. “Απροςεξύα μου," ϋκανε ο Λανσ Φϊρκερ.

Με κούταξε και το δεξύ χϋρι του χώθηκε ςτην τςϋπη του. Όταν ξαναβγόκε κρατοϑ-ςε ϋνα χοντρϐ μϊτςο χαρτονομιςμϊτων. Η ματιϊ του με ζϑγιςε για λύγο και μετϊ τα δϊχτυλϊ του ψαχοϑλεψαν το μϊτςο ώςπου βρόκαν ϋνα εικοςοδϐλαρο. Σο ξεχώριςε και το ϊπλωςε προσ το μϋροσ μου. "Αυτϐ ύςωσ να τακτοποιόςει το ζότημα."

Σο χϋρι μου ςφύχτηκε γϑρω απϐ τη λαβό του κλομπ μου - και πϊλεψα πολϑ για να πεύςω τον εαυτϐ μου να μη του το κοπανόςω ςτο κεφϊλι. "Δεν πρϐκειται να τακτοποιόςει απολϑτωσ τύποτα," του απϊντηςα.

Υϊνηκε ενοχλημϋνοσ. "Ψ, ϋλα τώρα," εύπε και διϋκρινα μια ελαφριϊ νϐτα εκνευριςμοϑ ςτη φωνό του. "Εύναι μϐνο μια μικρό παρϊβαςη του κώδικα. Μην προςπαθεύσ να δημιουργόςεισ ολϐκληρη ιςτορύα απϐ το τύποτα. Πϐςα θϋλεισ;"

"Θϋλω να μετακινόςεισ το αυτοκύνητϐ ςου," εύπα.

Ξανϊβαλε τα χρόματα ςτην τςϋπη του. "Ϊντιμοσ αςτυνομικϐσ, ϋτςι;" ϋκανε. "Ποϑ νομύζεισ ϐτι θα ςε βγϊλει αυτϐ;"

"Μετακύνηςε το αυτοκύνητο," επανϋ-λαβα.

Σα χαρακτηριςτικϊ του προςώπου του ςφύχτηκαν. "Θα το μετακινόςω ϐταν θα αποφαςύςω να φϑγω," εύπε. "Σώρα, ςυνϋχιςε την περιπολύα ςου, ϐςο εύμαι ακϐμα ςτα κϋφια μου. Καληνϑχτα, μπϊτςε."

Ϊκανε μεταβολό και ξαναμπόκε ςτην αύθουςα του κϋντρου.

Η πρώτη ςκϋψη μου όταν να ορμόςω ξωπύςω του και να τον πϊω καροτςϊκι ςτο Σμόμα, αλλϊ ϊλλαξα γνώμη. Δεν θα

Page 87: Περιοδικο Detective Τευχος 1

87

DETECTIVE STORY

του ϋπαιρνε περιςςϐτερο απϐ μια ώρα για να βγει με εγγϑηςη κι ϋνα απλϐ πρϐςτιμο δεν ςόμαινε απολϑτωσ τύποτα γι' αυτϐν.

Βγόκα απϐ το κϋντρο. Τπόρχε ϋνα μπαρ μιςϐ τετρϊγωνο πιο κϊτω, ςτο δρϐμο μου. Μπόκα μϋςα, τηλεφώνηςα ςτο ςυνεργεύο τησ τροχαύασ και τουσ εύπα να ςτεύλουν ϋνα γερανϐ για το κύτρινο κονβϋρτιμπλ. Μετϊ τηλεφώνηςα ςτον αρχιφϑλακϊ μου και του εύπα τι εύχα κϊνει, για να ϋχει τισ απαντόςεισ του ϋτοιμεσ, αν δόλωναν κλεμμϋνο το αυτοκύνητο.

"Λανσ Φϊρκερ;" εύπε και ςφϑριξε θαυμαςτικϊ. "Νιώθεισ δυνατϐσ ςαν τον Ηρακλό, απϐψε, Μϊικ;"

"Γιατύ;" ϋκανα. "Ποιοσ εύναι ο Φϊρκερ;" "Ϊνασ απϐ τουσ πιο επιτυχημϋνουσ

χαρτοπαύχτεσ μασ," με πληροφϐρηςε. "Αλλϊ ϋχει φύλουσ ςτο Δημαρχεύο και του αρϋςει να κϊνει τον καμπϐςο. Μη ςτενο-χωριϋςαι, ϐμωσ, θα ςε ςτηρύξουμε ς' αυτό την υπϐθεςη. Πϊντωσ, αν θεσ πραγματικϊ να καθαρύςεισ, ξετρϑπωςε τον Αλκϊλα."

"Εννοεύσ ϐτι ο Φϊρκερ θα ξεχϊςει το ςυμβϊν, αν με ξεκϊνουν οι γκϊνγκςτερ;" εύπα.

Γϋλαςε κι ϋκλειςε το τηλϋφωνο. Εύχα χϊςει πολϑ χρϐνο όδη και δεν όταν ανϊγκη να χωρύςω τα τςανϊκια μου και με τον αρχιφϑλακα. Ξαναγϑριςα ςτην περιπολύα μου, επιταχϑνοντασ λιγϊκι το βόμα μου. Ϋθελα να εξοικονομόςω αρκετϐ χρϐνο, ώςτε να μπορϋςω να ςταματόςω για κεύνη την κρεμ καραμελϋ.

Διϋςχιζα τη τϋιτ τριτ ϐταν ϊκουςα τη ςτριγκλιϊ απϐ το ςπύτι, ακριβώσ μπροςτϊ μου. Κούταξα το ρολϐι μου. Δυο παρϊ πϋντε. Γι' αυτϐ προςπϋραςα το ςπύτι , καθώσ η γυναικεύα ςτριγκλιϊ αντηχοϑςε ξανϊ.

Ϋταν απϐ τη γυναύκα του Μπιλ Φϋ-ντερςον. Ο ςϑζυγοσ ϋβγαινε το βρϊδυ για να πϊει να παύξει πϐκερ. Κϊπου ανϊμεςα ςτη μιϊμιςη και δϑο τα ξημερώματα, ο τϑποσ προςπαθοϑςε να τρυπώςει ςτο ςπύτι χωρύσ να ξυπνόςει τη γυναύκα του.

Μια ςτισ δυο φορϋσ περύπου, η γυναύκα του ξυπνοϑςε και γινϐταν χαμϐσ! Γι' αυτϐ ο Σςϊρλι Ρϊντεκ με εύχε προειδοποιόςει ϐτι ο Φϋντερςον εύχε ϋξοδο. Πρϊγμα που δεν ςόμαινε τύποτα. Σο να παύζει πϐκερ όταν η μϐνη διαςκϋδαςη του γεροντϊ-κου, και, το να ςτριγκλύζει, ϐταν τον ϋπαιρνε εύδηςη, όταν η μϐνη διαςκϋδαςη τησ γυναύκασ του.

Ϊκανα ϋλεγχο ςτο ςπύτι των Ρύτςαρντ-ςον, καθώσ πϋραςα απϐ μπροςτϊ του. Σα

φώτα όταν ςβηςτϊ κι ϐλα όταν όςυχα. Ϋ εύχε ςκοτώςει ςτο ξϑλο τη γυναύκα του, ό εύχαν φιληθεύ και τα εύχαν βρει μεταξϑ τουσ.

Δουλειϊ για ϋναν 16χρονο ΣΑ ΠΕΡΙΟΣΕΡΑ ςπύτια όταν ςκοτεινϊ

αυτό την ώρα και η πϐλη εύχε ηςυχϊςει. Αραιϊ και ποϑ ϋβλεπα ϋνα δωμϊτιο φωτιςμϋνο κι ϊκουγα ςιγανό μουςικό. Αυτό τη φορϊ, ςτην επιςτροφό, δεν εύδα οϑτε ϋνα διαβϊτη απϐ την Παρκ Ρϐου μϋχρι που πϋραςα τη Μύτα Ωβενιου. Περπατοϑςα μϐνοσ μου και ςκεπτϐμουν την κρεμ καραμελϋ, ϐταν ϋπιαςα κϊποια κύνηςη με το βλϋμμα μου ςτην εύςοδο του φαρμακεύου, αρκετϊ πιο μπροςτϊ μου.

Σϊχυνα λύγο το βόμα μου, ςτενεϑοντασ τα μϊτια μου ςτο λιγοςτϐ φωσ και το χϋρι μου πληςύαςε πιο πολϑ τη θόκη του ϐπλου μου, που κρεμϐταν ςτο γοφϐ μου.

Καθώσ πόγα κοντϑτερα, μπϐρεςα και ξεχώριςα την αχνό ςιλουϋτα, κολλημϋνη κι ακύνητη πϊνω ςτο τζϊμι, που μου φϊνηκε γνώριμη. Μετϊ εύδα το ϊςπρο, γεμϊτο ϋνταςη πρϐςωπο.

Ϋταν ο Σζύμι Υϊνερ, που ϋμενε ςτην Γκϊρντεν τριτ, ςτο κϊτω τμόμα τησ, κοντϊ ςτη Υϋαρ. Εύδα το χϋρι του να κουνιϋται και το φωσ αντανακλϊςτηκε πϊνω ςε κϊτι που κρατοϑςε, καθώσ το ϋχωνε ςτην τςϋπη του. Δεν μπϐρεςα να διακρύνω καθαρϊ, αλλϊ όμουν πρϐθυμοσ να ςτοιχηματύςω ϐτι όταν ϋνασ κϐφτησ τζαμιών.

Απεύχα ακϐμη εύκοςι βόματα για ν' αποφαςύςω. Ο Σζύμι Υϊνερ όταν δεκϊξι χρονών. Ο πατϋρασ του εύχε πεθϊνει κι η μητϋρα του εργαζϐταν ςαν καθαρύςτρια για ν' αναθρϋψει τον Σζύμι και τη μικρό αδελφοϑλα του. Ϋταν αποφαςιςμϋνη να τελειώςουν το ςχολεύο τα παιδιϊ τησ. Η χρονιϊ αυτό όταν πολϑ δϑςκολη για τον Σζύμι. Εύχε αρρωςτόςει τον προηγοϑμενο χρϐνο και τώρα δεν επιτρεπϐταν να παύζει μπϊςκετ και μπϋιζμπολ, οϑτε πολϑ απϐ τα ϊλλα παιχνύδια, που θεωροϑνται λιγϐτερο κουραςτικϊ. Όταν δεν ςυμμετϋ-χεισ ςτα παιχνύδια, αρχύζεισ να πιςτεϑεισ ϐτι απομονώνεςαι. Σο ςχολεύο εύχε αρκε-τϋσ λϋςχεσ, αλλϊ τα ενδιαφϋροντα ϐλων ςχετύζονταν με τον αθλητιςμϐ.

Σα δεκϊξι, ϐπωσ και αν ϋχει το πρϊγμα, εύναι δϑςκολη ηλικύα, ειδικϊ ϐταν εύςαι ϋνασ Σζύμι Υϊνερ. Εύναι η ηλικύα ϐπου θϋλεισ να κϊνεισ ϋνα ςωρϐ πρϊγματα,

Page 88: Περιοδικο Detective Τευχος 1

88

DETECTIVE STORY

αλλϊ, πϋρα απϐ τισ λϋςχεσ, δεν υπόρχαν πολλϊ για να κϊνεισ ςτην κϊτω Γκϊρντεν τριτ. Δεκϊξι εύναι επύςησ η ηλικύα ϐπου ϋνα αγϐρι αρχύζει να ενδιαφϋρεται για τα κορύτςια, κι αυτϐ, απαιτεύ λεφτϊ.

Αν εύςαι ευαύςθητο αγϐρι, ϐπωσ ο Σζύμι, δεν ζητϊσ χρόματα απϐ τη μητϋρα ςου - ϐχι ϐταν τρύβει πατώματα ϐλη νϑχτα για να ςε θρϋψει. Ο Σζύμι ϋςφυζε απϐ ζωό και δεν εύχε πολλϋσ επιλογϋσ. Δεν όταν δϑςκολο να προβλϋψει κανεύσ ϐτι αργϊ ό γρόγορα θα ςκεπτϐταν να χρηςιμοποιό-ςει ϋναν κϐφτη τζαμιών, αργϊ τη νϑχτα. Αυτϐ όταν μϋροσ απϐ την παιδεύα τησ Γκϊρντεν τριτ.

Εύχα τον Σζύμι Υϊνερ ςτο μυαλϐ μου εδώ κι αρκετϐ καιρϐ. Ϋξερα τα πϊντα γι' αυτϐν και εύχα μια ξεκϊθαρη ιδϋα για την κρύςη που περνοϑςε. Μπορεύ να μην το πιςτεϑετε, αλλϊ εύναι μϋροσ τησ δουλειϊσ μου κι αυτϐ. Ο ηλικιωμϋνοσ αςτυφϑλακασ που με εύχε μυόςει ςτα μυςτικϊ τησ δου-λειϊσ, με εύχε διδϊξει ϐτι, αν ενδιαφερθεύσ αρκετϊ ςϑντομα για τουσ διϊφορουσ Σζύμι Υϊνερ, δεν χρειϊζεται ν' ανταλλϊ-ξεισ πυροβολιςμοϑσ μαζύ τουσ αργϐτερα.

Δεν εύχα χρϐνο για να το ςκεφτώ περιςςϐτερο. Εύχα φτϊςει μπροςτϊ ςτο φαρμακεύο.

"Γεια ςου, Σζύμι," εύπα. "Όμορφη βραδιϊ απϐψε."

"Γεια ςου," εύπε απϐ την πϐρτα. Η φωνό του ϋτρεμε ελαφρϊ. "Ξϋρεισ, μπόκα εδώ μϋςα για να γλιτώςω απϐ τον ϊνεμο, λιγϊκι."

Αυτϐ θα μποροϑςε να όταν μια καλό πρϐφαςη - τα ροϑχα του Σζύμι δεν πρϐςφεραν μεγϊλη προςταςύα απϐ τον ϊνεμο - μϐνο που εκεύνη τη ςτιγμό δεν φυςοϑςε ςχεδϐν καθϐλου.

"Πραγματικϊ, φυςϊει λιγϊκι," ςυμφώ-νηςα. "Και ο ϊνεμοσ ϋχε δϐντια απϐψε. Θα πρϋπει να εύναι το πρώτο ςημϊδι του φθινοπώρου, πιςτεϑω." Φώθηκα ςτην εςοχό τησ πϐρτασ, μαζύ του. "Αν με βοη-θόςεισ να μη με πιϊςει ςτα πρϊςα ο αρχι-φϑλακασ, θα μποροϑςα να κϊνω τςιγϊρο."

Ϊβγαλα ϋνα τςιγϊρο κι ϊναψα ϋνα ςπύρτο, προφυλϊςςοντϊσ το με τισ φοϑχτεσ μου. Σο φωσ του ςπύρτου με βοόθηςε να δω το φϐβο ςτα χαρακτη-ριςτικϊ του προςώπου του, αλλϊ ϋκανα ϐτι δεν το πρϐςεξα. κϋφτηκα ϐτι όταν καλϑτερα να τον αφόςω να ςυνϋλθει λι-γϊκι, πριν τον βγϊλω ςτο δρϐμο, ϐπου υπόρχε περιςςϐτερο φωσ.

"Εύναι αργϊ, δεν πόγεσ για ϑπνο ακϐμα, ετςι;" εύπα ϐςο πιο αδιϊφορα μποροϑςα.

"Δεν ϋχουμε ςχολεύο αϑριο," απϊντηςε. "ωςτϊ, το ξϋχαςα," εύπα. "Κϊποτε, ϐχι

πολϑ παλιϊ, δεν θα το ξεχνοϑςα με τύποτα. Θυμϊμαι ϐταν όταν Παραςκευό ό αββϊτο βρϊδυ, δεν υπόρχε τύποτα καλϑτερο απϐ το να τριγυρύζω ςτουσ δρϐμουσ μϋχρι τα ξημερώματα. Σο ύδιο κι εςϑ, ϋτςι;"

"Ναι, βϋβαια, κϑριε Μύντοου." "Μϊικ," εύπα. "Ναι, βϋβαια, Μϊικ," επανϋλαβε. Η

φωνό του αντηχοϑςε πιο δυνατό τώρα. Πϋταξα το τςιγϊρο μου και το πϊτηςα.

"Μϐλισ τώρα ςκεπτϐμουν να ςταματόςω ςτο «Κϐφι Ντϊινερ». Η ϊλι μου ϋχει φυλϊξει δυο κομμϊτια κρεμ καραμελϋ. Ϊλα μαζύ μου - κερνϊω γλυκϐ και γϊλα."

ΔΕΝ το όθελε πολϑ, αλλϊ πιο πολϑ

φοβϐταν να μου αρνηθεύ. Ωρχιςε να περπατϊει δύπλα μου, καθώσ προχώρηςα ςτο πεζοδρϐμιο. Σον κούταξα. Σο πρϐςω-πϐ του όταν ακϐμα ςφιγμϋνο, αλλϊ ςιγϊ-ςιγϊ ξανϊβριςκε το χρώμα του.

"Ξϋρεισ, Σζύμι," εύπα, "μου αρϋςει η Γκϊρντεν τριτ."

"Σι ϋχει που να ς' αρϋςει;" μουρμοϑριςε. "Σα πϊντα. κεπτϐμουν, νωρύτερα

απϐψε, ϐτι ϋχει περϊςει ϋνασ χρϐνοσ απϐ τϐτε που ϊρχιςα περιπολύεσ, εδώ. Ϊνα ςωρϐ πρϊγματα ςυνϋβηςαν απϐ τϐτε, κι ϋτςι γνωρύςτηκα με ϐλουσ γρόγορα. Ϋξερεσ τον Σζιμπ Όλςον, πιςτεϑω. Δεν ϋμενε κοντϊ ςου;"

"Ναι." Η φωνό του εύχε ςφιχτεύ πϊλι. ύγουρα

επειδό ο Σζιμπ Όλςον, που όταν μϐλισ δεκαοχτώ χρονών, εξϋτιε δεκϊχρονη ποινό ςτην φυλακό τησ Πολιτεύασ για ϋνοπλη ληςτεύα.

"Μϐλισ εύχα αρχύςει να κϊνω την περιπολύα μϐνοσ μου τη νϑχτα που όρθαν οι ντετϋκτιβ για να τον ςυλλϊβουν," εύπα. "Ξϋρεισ, εύχα ακοϑςει τϐςα πολλϊ για τον Σζιμπ, ώςτε ενδιαφϋρθηκα για την υπϐθεςό του. Κατϊ την ϊποψό μου, ο Σζιμπ δεν όταν εγκληματύασ. Εύχε πολϑ χρϐνο ςτη διϊθεςό του και τύποτα για να κϊνει. Με τον πατϋρα και τη μητϋρα του ςτη ςϑνταξη, πιςτεϑω ϐτι δεν μποροϑςε να τουσ ζητϊει κϊθε τϐςο χρόματα και δεν εύχε κατορθώςει να βρει δουλειϊ. Εύχε προςπαθόςει, Σο ϋψαξα αυτϐ. Νομύζω ϐτι, απλϊ, ϋπρεπε να κϊνει κϊτι για ν' αποδεύξει ςε ϐλουσ ςτην Γκϊρντεν τριτ

Page 89: Περιοδικο Detective Τευχος 1

89

DETECTIVE STORY

ϐτι δεν όταν αλότησ. Γι' αυτϐ πόγε ςτη ϋλεώ τριτ και λόςτεψε εκεύνο το κατϊςτημα."

Ο Σζύμι δεν εύπε τύποτα. Περπατοϑςε δύπλα μου, κοιτϊζοντασ το πεζοδρϐμιο.

"Θα πρϋπει να εύναι πολϑ δϑςκολα τα πρϊγματα," ςυνϋχιςα. "άςωσ μπορϋςει να βγει με αναςτολό ςε τρύα χρϐνια περύπου. Αλλϊ, τρύα χρϐνια ςτη φυλακό εύναι πολϑσ καιρϐσ. Κι ϐταν βγει, θα εύναι ϋνασ ακϐμα πρώην κατϊδικοσ. Θα εύναι ακϐμα πιο δϑςκολο, τϐτε, να βρει δουλειϊ. Ϊνα ςωρϐ κϐςμοσ, που μερικού απϐ αυτοϑσ θα εύναι αςτυνομικού, θ' αρχύςουν να του κολλϊνε και θα ξεκινόςει κϊτι που θα εύναι πολϑ δϑςκολο να ςταματόςει."

Περπατόςαμε ϊλλα δυο τετρϊγωνα χωρύσ να μιλόςουμε. Μετϊ, γϋλαςα και τον μπϊτςιςα ελαφρϊ ςτον ώμο. "Κούτα που μιλϊω ςαν γριοϑλα, τώρα," εύπα, "και, ςύγουρα, θα ςκϋπτεςαι εκεύνη την κρεμ καραμελϋ. Ϊχεισ γύνει αρκετϊ με-γαλϐςωμο αγϐρι, Σζύμι. Πϐςων χρονών εύςαι;"

"Δεκϊξι," εύπε. "Ξϋρεισ, εύςαι αρκετϊ μεγϊλοσ, τώρα,

για να πιϊςεισ μια δουλειϊ, μετϊ το ςχολεύο και τα ϊββατα."

"Προςπϊθηςα," εύπε. Τπόρχε μια δϐςη πικρύασ ςτη φωνό του, που ακουγϐταν πολϑ πιο ώριμη απϐ την ηλικύα του. "Νομύζω ϐτι κανεύσ δεν θϋλει να πϊρει ςτη δουλειϊ του ϋνα παιδύ."

"Χϊχνεισ για δουλειϊ;" τον ρώτηςα, προςπαθώντασ να δεύξω ϋκπληκτοσ.

"Ναι," εύπε με μια δϐςη περιφρϐνηςησ ςτη φωνό του. "Μπορεύ ο Σζιμπ να μην όταν τελικϊ τϐςο κουτϐσ. Απλϊ, εύχε την ατυχύα να τον πιϊςουν."

Σο ϊφηςα να περϊςει. "Κούτα παρϊξενα πρϊγματα," εύπα. "Ξϋρεισ το μπακϊλικο του Μϋιερ, κοντϊ ςτη Μύτα;"

Κοϑνηςε το κεφϊλι του. "υζητοϑςα με τον Μϋιερ, χτεσ το πρωύ,

και μου ϋλεγε ϐτι ςκϋπτεται να προςλϊβει ακϐμα ϋνα παιδύ. άςωσ αυτό να εύναι η κατϊλληλη δουλειϊ για ςϋνα."

"ύγουρα, θα ϋχει προςλϊβει κϊποιον ϊλλο."

"Όχι," εύπα. "Θα ςου πω τι θα κϊνουμε. Θα τον δω το πρωύ την ώρα που ανούγει και θα του πω ϐτι ςε ςτϋλνω εγώ. Εςϑ, θα πασ να τον δεισ γϑρω ςτο μεςημϋρι."

"οβαρϊ;" ρώτηςε. όκωςε το κεφϊλι του και εύδα ςτο

πρϐςωπϐ του την ελπύδα να παλεϑει με το φϐβο του.

“οβαρϊ," του εύπα.

Εύχαμε φτϊςει ςτο Κόφι Ντϊινερ. Ϋταν τρεισ παρϊ εύκοςι, ϊρα εύχα ώρα για κρεμ καραμελϋ και καφϋ. "Ϊλα, Σζύμι," εύπα, "πϊμε να φαμε το γλυκϐ μασ."

Δύςταςε για μια ςτιγμό. "Θα το όθελα πολϑ," εύπε, "αλλϊ, ςε πειρϊζει αν δεν ϋρθω, Μϊικ; Εύναι... εύναι πολϑ αργϊ και η μητϋρα θ' ανηςυχεύ για μϋνα. Πρϋπει να πϊω ςπύτι."

"το καλϐ," του εύπα. "Θα το κανονύ-ςουμε μια ϊλλη φορϊ. Μην ξεχϊςεισ να πασ ςτο μπακϊλικο αϑριο."

"Θα πϊω, ςύγουρα," υποςχϋθηκε κι ϊρχιςε να τρϋχει προσ το ςπύτι του.

ΔΕΝ όςαν ϐλα αλόθεια αυτϊ που του

εύχα πει. Θα γύνονταν, ϐμωσ. Δεν εύχα μιλόςει ςτον Μϋιερ, αλλϊ όξερα ϐτι υπόρχε αρκετό δουλειϊ ςτο μαγαζύ του για ϋνα παιδύ ακϐμα, ϋςτω κι αν δεν το χρειαζϐταν. Εύχα μιλόςει ςτον Μϋιερ για ϋνα ςωρϐ πρϊγματα και όξερα ϐτι ενδιαφερϐταν για τη γειτονιϊ, και ϐτι ανηςυχοϑςε για μερικϊ παιδιϊ το ύδιο λεσ και όςαν δικϊ του. Και το παιδύ που δοϑλευε ςτο μπακϊλικϐ του εύχε την κακιϊ ςυνόθεια να παρατϊει τισ ϊδειεσ χαρτϐκουτεσ ςτο πεζοδρϐμιο, τισ πιο πολλϋσ νϑχτεσ. Τπόρχε μια διϊταξη για τη ρϑπανςη των πεζοδρομύων, αλλϊ δεν του εύχα κϐψει ποτϋ κλόςη. Ϊτςι, ςκϋφτηκα ϐτι μποροϑςα να του ζητόςω κι εγώ μια χϊρη.

Γϑριςα και μπόκα ςτο εςτιατϐριο, ϐπου υπόρχε μϐνο ϋνασ ϊλλοσ πελϊτησ. Ϊνασ ταξιτζόσ. Κρϋμαςα το παλτϐ και το κλομπ μου και κϊθιςα ςτον πϊγκο. Η ϊλι με πληςύαςε με πλατϑ χαμϐγελο. Εύναι νεαρό, αλλϊ ϋχει αυτϐ το μητρικϐ ϑφοσ. Θεωρεύ τουσ αςτυφϑλακεσ τησ νυχτερινόσ βϊρδιασ, τουσ ταξιτζόδεσ και τουσ γαλα-τϊδεσ δικό τησ ευθϑνη.

"Γεια ςου, Μϊικ," εύπε. "Πώσ εύναι τα πρϊγματα απϐψε;"

"Ϋςυχα," αποκρύθηκα. "Νιώθω πολϑ ορφανϐσ με μϐνο τον καφϋ μου απϐψε."

Υϊνηκε απογοητευμϋνη. "Ϊχω λύγη κρεμ καραμελϋ για ςϋνα," ϋκανε. "Δεν ςου το εύπε ο Σςϊρλι;"

Φαμογϋλαςα. "ύγουρα. Αςτειευϐμουν, απλϊ. Εδώ και δυο ώρεσ το μϐνο που ςκεφτϐμουν όταν αυτό η κρεμ καραμελϋ. Εϑχομαι να εύναι καλό."

Σο χαμϐγελο χϊθηκε απϐ το πρϐςωπϐ τησ κι η ύδια εξαφανύςτηκε για να φϋρει το γλυκϐ. Κούταξα τον ταξιτζό. Κούταζε κι

Page 90: Περιοδικο Detective Τευχος 1

90

DETECTIVE STORY

αυτϐσ προσ το μϋροσ μου και κοϑνηςε το κεφϊλι του για να με χαιρετύςει.

"Πώσ πϊει;" τον ρώτηςα. "Εντϊξει," εύπε ο ταξιτζόσ. "Κανϋνασ δεν

πρϐκειται να πλουτύςει οδηγώντασ ταξύ ςτισ μϋρεσ μασ, αλλϊ εύναι καλϑτερο απϐ το τύποτα."

Κοϑνηςα το κεφϊλι μου. "Εύςαι και-νοϑριοσ ςτα μϋρη μασ," εύπα. "Δεν θυ-μϊμαι να ςε ϋχω ξαναδεύ."

"Δουλεϑω ςτο Κϋντρο," εύπε. "Κϊνω πιϊτςα ςτην Καλορϊμα τριτ. Πόρα μια κοϑρςα για τη γειτονιϊ ςασ και ςκϋφτηκα να βϊλω κϊτι ςτο ςτϐμα μου. Υαύνεται πωσ το φθινϐπωρο μασ ϋρχεται. Και χαύρομαι που δεν εύμαι υποχρεωμϋνοσ να βολτϊρω ςτουσ δρϐμουσ ϐπωσ εςϑ."

"Όπωσ εύπεσ κι εςϑ, εύναι καλϑτερο απϐ το τύποτα," του εύπα.

Η ϊλι κατϋφθαςε με την κρεμ καραμε-λϋ κι ϋνα φλιτζϊνι καφϋ που ϊχνιζε. τα-θηκε μπροςτϊ μου, ώςπου να δοκιμϊςω το γλυκϐ και να εκφρϊςω την επιδοκι-μαςύα μου. Μετϊ, λϊμποντασ ολϐκληρη, λεσ και μϐλισ τησ εύχα καρφιτςώςει ϋνα μετϊλλιο ςτο ςτόθοσ, πόγε ςτην καφετιϋρα και γϋμιςε ϋνα φλιτζϊνι ακϐμα. Πληςύαςε τον ταξιτζό και το απϐθεςε μπροςτϊ του.

"Κερνϊει το κατϊςτημα," εύπε. Ο ταξιτζόσ ϋδειξε ϋκπληξη. Εγώ ςυγκεν-

τρώθηκα ςτην κρεμ καραμελϋ και ςϑντο-μα κατϊπινα την τελευταύα κουταλιϊ. Ωρχιςα να πύνω τον καφϋ μου. Αποφϊςι-ςα να κϊνω υπομονό και να φϊω το δεϑτερο κομμϊτι ςτον επϐμενο γϑρο μου.

Ωκουςα την πϐρτα ν' ανούγει πύςω μου και ςτρϊφηκα να κοιτϊξω. Μια μικροκα-μωμϋνη, μελαχρινό κοπϋλα, που φοροϑςε λεπτϐ υφαςμϊτινο παλτϐ, εύχε μπει μϋςα. Σην εύχα ξαναδεύ ςτο εςτιατϐριο. Μου χαμογϋλαςε κι εγώ ξαναγϑριςα ςτον καφϋ μου.

"Σρύα χϊμπουργκερ με ϐλα μϋςα και τϋςςερισ καφϋδεσ για να τα πϊρω ςτο ςπύτι, ϊλι," την ϊκουςα να λϋει. "Οι δυο καφϋδεσ ςκϋτοι, οι ϊλλοι δυο με γϊλα.

Η ϊλι πϋραςε απϐ μπροςτϊ μου, πηγαύνοντασ προσ την ψηςταριϊ.

"Λύγη κρϋμα ακϐμα;" με ρώτηςε. Κοϑνηςα το κεφϊλι μου, αρνητικϊ.

"την επϐμενη βϐλτα," τησ εύπα. υνϋχιςα να πύνω τον καφϋ μου και η

ςκϋψη μου πϋταξε ςτον Σζύμι Υϊνερ. Αναρωτόθηκα πϐςα ϊλλα παιδιϊ θα μποροϑςαν να ςωθοϑν αν, απλϊ, κϊποιοσ ενδιαφερϐταν γι αυτϊ αρκετϊ νωρύσ.

Σα χϊμπουργκερ τςύριζαν χαροϑμενα πϊνω ςτην ψηςταριϊ. Ϋταν ϋνα όρεμο διϊλειμμα ςτην περιπολύα μου. Σο περύμενα κϊθε νϑχτα με προςμονό. Για δεκαπϋντε λεπτϊ περύπου μποροϑςα να ηρεμόςω με τον καφϋ μου και να ξεχϊςω τουσ ςιωπηλοϑσ και ςκοτεινοϑσ δρϐμουσ, ϋξω. Κι ϐμωσ, ξαφνικϊ ςυνειδητοπούηςα ϐτι δεν ϋνιωθα όρεμοσ. Κϊτι με ενοχλοϑςε και δεν όξερα τι όταν.

Η ϊλι τϑλιξε τα χϊμπουργκερ και γϋμιςε τα ειδικϊ, με καπϊκι, χϊρτινα κϑπελλα με καφϋ. Μετϊ, τα ϋβαλε ϐλα μϋςα ςε μια χαρτοςακοϑλα και την ϋδωςε ςτην κοπϋλα. Η ταμιακό μηχανό κουδοϑνιςε εϑθυμα. Η πϐρτα ϋκλειςε αυτϐματα πύςω απϐ την κοπϋλα.

Η ϋκτη αύςθηςη ΚΑΣΙ πϊςχιζε να ςηκώςει κεφϊλι μϋςα

ςτη μνόμη μου. Γϑριςα και κούταξα απϐ το παρϊθυρο ςτο ςημεύο ϐπου η κοπϋλα διϋςχιζε το δρϐμο μϋςα ςτο αβϋβαιο φωσ. Ϋμουν ςύγουροσ ϐτι αυτϐ που με ενοχ-λοϑςε εύχε κϊποια ςχϋςη με το χαμϐγελο τησ κοπϋλασ. Και τϐτε, το θυμόθηκα ξαφνικϊ. Μου εύχε χαμογελϊςει και ςτο παρελθϐν, αλλϊ, πριν λύγο, όταν γεμϊτη νευρικϐτητα. τρϊφηκα ςτη ϊλι.

"Δεν πύνει ςυνόθωσ τον καφϋ τησ εδώ, ςτον πϊγκο;" τη ρώτηςα.

Αυτό η αλλαγό ςτη ρουτύνα τησ όταν αυτϐ που με εύχε ενοχλόςει. Ξϋροντϊσ το, χαμογϋλαςα αδιϐρατα. Η επαγγελματικό αρρώςτια του κϊθε αςτυνομικοϑ. Μη παραβλϋπεισ τύποτα που εύναι διαφορε-τικϐ απϐ το χτεσ ό το προχτϋσ.

"Ναι," εύπε η ϊλι. "Μϊλλον θα ϋχει παρϋα απϐψε. Σρύα χϊμπουργκερ και τϋςςερισ καφϋδεσ. άςωσ να ϋχει διπλϐ ραντεβοϑ μαζύ με μια ϊλλη κοπϋλα και κϊποιοσ απϐ τουσ τϋςςερισ δεν πεινϊει. Ϋ προςϋχει τη ςιλουϋτα τησ."

Κοϑνηςα το κεφϊλι μου και ςτρϊφηκα ξανϊ για να κοιτϊξω ϋξω απϐ το παρϊ-θυρο. την απϋναντι πλευρϊ του δρϐμου, η κοπϋλα βγόκε απϐ ϋνα κιτρινωπϐ φωτιςμϋνο κομμϊτι, καθώσ ϋμπαινε ςτο κτύριο.

"Εκεύ μϋνει;" ρώτηςε ο ταξιτζόσ. "Ναι," αποκρύθηκε η ϊλι. "Μϐνη;" Γϑριςα να κοιτϊξω τον ταξιτζό. Μου

φϊνηκε υπερβολικϊ περύεργοσ. "Ναι," εύπε η ϊλι. Ο ταξιτζόσ γϋλαςε ςιγανϊ.

Page 91: Περιοδικο Detective Τευχος 1

91

DETECTIVE STORY

"Γιατύ;" τον ρώτηςα. Γϑριςε και με κούταξε. Σο βλϋμμα του

όταν γεμϊτο ςοφύα, ςα να εύχε ςπουδϊςει την πϐλη, αλλϊ και ευθυμύα ςυνϊμα.

"Αν η υπϐθεςό που κϊνω εύναι ςωςτό," εύπε, "και πρϐκειται για διπλϐ ραντεβοϑ, τϐτε η ϊλλη κοπϋλα εύναι απϐ τισ κουνιςτϋσ - αν καταλαβαύνετε τι εννοώ."

Καταλϊβαινα τι εννοοϑςε. "Σι ςε κϊνει να το πιςτεϑεισ;"

"Σο ϐτι εκεύ ϊφηςα τουσ πελϊτεσ μου, πριν απϐ λύγο. ' αυτϐ το κτύριο. Σρεισ ϊντρεσ. Σρεισ και μια κϊνουν τϋςςερισ. Σρύα χϊμπουργκερ και τϋςςερισ καφϋδεσ. Απλϐ."

"Ναι," εύπα, περιςςϐτερο ςτον εαυτϐ μου παρϊ ς' εκεύνον. "ύγουρα, ϐλοι οι υπϐλοιποι μϋςα ς' αυτϐ το κτύριο θα κοιμοϑνται τώρα."

"άςωσ εύναι διπλϐ ραντεβοϑ," εύπε ο ταξιτζόσ. "Σώρα που το καλοςκϋφτομαι, ο ϋνασ απϐ τουσ τρεισ εύχε λεπτό φωνό. α να μην όταν... καταςταλαγμϋνοσ."

Η ϊλι χαςκογϋλαςε πύςω απϐ τον πϊγκο τησ.

Ϊχω ακοϑςει να λϋνε ϐτι οι αςτυνομικού αποκτοϑν την ϋκτη αύςθηςη και νομύζω ϐτι αυτϐ εύναι ςωςτϐ. Όπωσ και αν εύχε το πρϊγμα, ϋνιωςα κϊτι ν' αναδεϑεται μϋςα μου. Κϊτι που ϋμοιαζε με διϋγερςη και ϐξυνςη των αιςθόςεών μου.

"Πώσ όςαν αυτού οι τρεισ τϑποι;" ρώτηςα.

"Ϊδειχναν μοϑτρα," αποκρύθηκε ο ταξιτζόσ. "Αλλϊ μη το πϊρεισ τοισ με-τρητούσ. Κϊποτε κουβαλοϑςα κϊποιον που ϋδειχνε ςκϋτοσ κακοποιϐσ, και ύδρωνα ςτη ςκϋψη ϐτι θα με λόςτευε. Και, τελικϊ, αποδεύχτηκε ϐτι όταν πρϐεδροσ μιασ τρϊπεζασ."

"Ναι, ςυμβαύνει ςυχνϊ αυτϐ," εύπα, αλλϊ το μυαλϐ μου ταξύδευε αλλοϑ.

ηκώθηκα απϐ το ςκαμνύ, βρόκα μερικϊ κϋρματα ςτην τςϋπη μου και τα ακοϑμπηςα ςτον πϊγκο, χωρύσ να τα μετρόςω.. Υϐρεςα το παλτϐ μου, νιώ-θοντασ τουσ μυώνεσ τησ κοιλιϊσ μου να ςφύγγονται. Ξεκρϋμαςα το κλομπ μου και πϋραςα τη θηλιϊ του γϑρω απϐ τον καρπϐ του χεριοϑ μου.

"Πιςτεϑεισ ϐτι κϊτι δεν πϊει καλϊ, Μϊικ;" ρώτηςε η ϊλι.

"Δεν ξϋρω," εύπα. "Μπορεύ ναι - μπορεύ και ϐχι."

"Ϊ, μια ςτιγμό!" ϋκανε βιαςτικϊ ο ταξιτζόσ. "Δεν εύπα τύποτα, εγώ. Οι τρεισ τϑποι όςαν μια χαρϊ ϊνθρωποι."

"Βϋβαια," αποκρύθηκα. "Δεν εύπεσ τύποτα, εςϑ."

Ο ταξιτζόσ εύχε αντιδρϊςει φυςιολογι-κϊ. Μϐλισ ϋνασ αςτυνομικϐσ αρχύςει να ενδιαφϋρεται για κϊτι, ϋνα ςωρϐ κϐςμοσ δεν θϋλει να ϋχει καμιϊ απολϑτωσ ςχϋςη με αυτϐ. Πληςύαςα ςτην πϐρτα κι εκεύ ςταμϊτηςα και ςτρϊφηκα ςτη ϊλι.

"Θα μου κϊνεισ μια χϊρη, ϊλι;" ρώτηςα.

"Και βϋβαια, Μϊικ," αποκρύθηκε. Εύχε χλομιϊςει λιγϊκι. "Σι πρϊγμα;"

"Ϊχε το νου ςου ς' αυτό την πϐρτα," εύπα, δεύχνοντασ με μια κύνηςη του κεφαλιοϑ μου την εύςοδο του απϋναντι κτιρύου. "Αν δεν με δεισ να βγαύνω ςε πϋντε λεπτϊ απϐ τη ςτιγμό που θα μπω μϋςα, τηλεφώνηςε ςτο Σμόμα. Πεσ τουσ ϐτι θϋλω τον Μπλερ και τον ϊιμον. Θα το θυμηθεύσ αυτϐ;"

"Μπλερ και ϊιμον," επανϋλαβε. "Μϊικ, δεν πιςτεϑεισ ϐτι..."

Δεν ϋβριςκε λϋξη γι' αυτϐ που φοβϐταν. Ϋταν απλϊ η ςκϋψη τησ βύασ ϐπου θα μπλεκϐταν πελϊτησ τησ.

"Δεν πιςτεϑω απολϑτωσ τύποτε," εύπα, κοφτϊ κι ϊνοιξα την πϐρτα και βγόκα.

Ο δρϐμοσ όταν ϋρημοσ. Σο μϐνο που ακουγϐταν όταν οι μακρινού, πνιχτού θϐρυβοι τησ πϐλησ μϋςα ςτη νϑχτα. Κϊπου πιο κοντϊ ϋνα μωρϐ κλαψοϑριζε. Διϋςχιςα το δρϐμο, βαδύζοντασ αργϊ. Για ϋνα λεπτϐ, εύχα το ςυναύςθημα ϐτι φϊνταζα ςαν ϐλουσ τουσ όρωεσ των καουμπϐικων ταινιών, που διαςχύζουν το ςκονιςμϋνο κι ϋρημο δρϐμο κϊποιασ μικρόσ πϐλησ αγελαδοτρϐφων, κι ϋνιωςα ςαν ανϐητοσ. Ϋξερα ϐτι δεν εύχε ςυμβεύ τύποτα, εκτϐσ απϐ το ϐτι μια κοπϋλα εύχε αγορϊςει χϊμπουργκερ και καφϋδεσ και εύχε χαμογελϊςει νευρικϊ - αλλϊ, βαθιϊ μϋςα μου, υπόρχε ακϐμα εκεύνη η αύςθηςη τησ ϋξαψησ.

Καθώσ πληςύαζα το απϋναντι πεζοδρϐ-μιο, ϑψωςα τα μϊτια μου ςτην πρϐςοψη του κτιρύου. Σα παρϊθυρα όταν ςκοτεινϊ κι αντανακλοϑςαν μϐνο το φωσ του δρϐμου. Τπόρχε, ϐμωσ, ϋνα παρϊθυρο αμυδρϊ φωτιςμϋνο. Μϋτρηςα τισ ςειρϋσ των παραθϑρων. Σρύτοσ ϐροφοσ, δεξιϊ.

Μπόκα ςτο κτύριο. Ϊνασ μικρϐσ λα-μπτόρασ φώτιζε αμυδρϊ τα παλιϊ γραμ-ματοκιβώτια και την φθαρμϋνη ςκϊλα. Ϋταν παλιϐ κτύριο, που δεν θυμϐταν πια τισ καλϑτερεσ μϋρεσ που εύχε δει. Ο γυμνϐσ λαμπτόρασ ϋδινε μια οπτικό αναφορϊ των ενούκων του κτιρύου, ϐχι λιγϐτερο πλόρη απϐ ϐςο θα μποροϑςε να

Page 92: Περιοδικο Detective Τευχος 1

92

DETECTIVE STORY

την περιγρϊψει ακϐμα κι ο καλϑτεροσ ςυγγραφϋασ.

Ωρχιςα ν' ανεβαύνω τη ςκϊλα, αργϊ κι αθϐρυβα. Όταν ϋφταςα ςτον τρύτο ϐροφο, ϋςτριψα προσ την πρϐςοψη. Μια λεπτό φωτεινό κορδϋλα γλιςτροϑςε ϋξω απϐ το κϊτω μϋροσ μιασ πϐρτασ, μπροςτϊ μου. ταμϊτηςα και την κούταξα, κρατώντασ ακϐμα την κουπαςτό τησ ςκϊλασ. Για μερικϋσ ςτιγμϋσ, το μϐνο που ϊκουγα όταν η ανϊςα μου και μου φαινϐταν τϐςο δυνατό, ώςτε περύμενα, απϐ ςτιγμό ςε ςτιγμό, ν' ανούξουν, η μια μετϊ την ϊλλη, ϐλεσ οι πϐρτεσ του διαδρϐμου. Αλλϊ, καθώσ ςτεκϐμουν εκεύ, ϊρχιςα ν' ακοϑω κι ϊλλουσ όχουσ. Όπωσ το πνιχτϐ ροχαλητϐ κϊποιου. Και, απϐ κϊπου ακριβώσ μπροςτϊ μου, ϋνα χαμηλϐτονο βουητϐ, ϐπωσ το βοϑιςμα ενϐσ ςμαριοϑ μελιςςών.

Πϋραςα το κλομπ ςτο αριςτερϐ μου χϋρι και τρϊβηξα το περύςτροφϐ μου απϐ τη θόκη του. Η απαλό αύςθηςη τησ ξϑλινησ, απϐ καρυδιϊ, λαβόσ ςτην παλϊμη μου και του ψυχροϑ ατςαλιοϑ τησ ςκανδϊλησ ςτον δεύκτη μου, μου πρϐ-ςφεραν ϋνα εύδοσ ανακοϑφιςησ. Ακϐμα και η ανϊςα μου ηχοϑςε πιο ςιγανό. Προχώρηςα αργϊ ςτον διϊδρομο, με αθϐρυβα βόματα πϊνω ςτο φθαρμϋνο χαλύ.

Όταν ϋφταςα ςτην πϐρτα, ξεχώριςα τισ ψιθυριςτϋσ φωνϋσ απϐ μϋςα, αλλϊ δεν ϋπιαςα λϋξεισ. Ϊςκυψα μπροςτϊ προςε-χτικϊ και κϐλληςα το αυτύ μου ςτο κρϑο ξϑλο τησ πϐρτασ. Σο ψιθϑριςμα ϋγινε δυνατϐτερο και, εδώ κι εκεύ, ξεχώριςα κϊποια λϋξη. Αλλϊ, δεν ϋβγαινε νϐημα απϐ αυτϋσ τισ ςποραδικϋσ λϋξεισ.

"... αυτϐσ ο αςτυφϑλακασ...," ϊκουςα κι ϑςτερα πνιχτϊ γϋλια μϋςα ςτο δωμϊτιο.

Απομακρϑνθηκα απϐ την πϐρτα, τρύβοντασ το αυτύ μου. Ϊπεςα ςτο ϋνα γϐνατο και κούταξα απϐ την κλειδαρϐ-τρυπα. Για μερικϋσ ςτιγμϋσ, το μϐνο που μποροϑςα να δω όταν μια γκριζωπό θολοϑρα που μπλοκϊριζε το φωσ. Μετϊ ϊκουςα αμυδρϊ τη φωνό τησ κοπϋλασ, που παραμϋριςε. Σώρα ϋβλεπα ϋνα μϋροσ απϐ ϋνα πορτατύφ και, μπροςτϊ του, το μπροςτινϐ κομμϊτι ενϐσ προςώπου, που τα ςαγϐνια του ανοιγϐκλειναν, καθώσ μπροςτϊ τουσ αιωροϑνταν τ' απομει-νϊρια ενϐσ χϊμπουργκερ. Σο πρϐςωπο όταν γυριςμϋνο προφύλ και τονιζϐταν απϐ το ϋντονο φωσ του πορτατύφ. Τπόρχε κϊτι το γνώριμο ςε αυτϐ το πρϐςωπο.

Δεν ϊργηςα να θυμηθώ ποϑ το εύχα ξαναδεύ. το Σμόμα. Και ςτην πρώτη ςελύδα κϊποιασ εφημερύδασ.

Αναςηκώθηκα, νιώθοντασ την ϋνταςη και την ϋξαψη να κουβαριϊζονται μαζύ ς' ϋνα ςκληρϐ ςβώλο ςτο ςτομϊχι μου. Ϊχωςα το κλομπ κϊτω απϐ τη δεξιϊ μαςχϊλη μου και η παλϊμη μου τυλύχτηκε απαλϊ γϑρω ςτο πϐμολο τησ πϐρτασ.

Σο πϐμολο ϋφταςε ςτο τϋρμα τησ περιςτροφόσ του και η πϐρτα ϊρχιςε ν' ανούγει. Μια λεπτό φωτεινό χαρακιϊ γλύςτρηςε ϋξω κι ϊςτραψε πϊνω ςτο γαλϊζιο ατςϊλι του ϐπλου μου. Σϐτε η πϐρτα ςταμϊτηςε να ανούγει και κατϊ-λαβα ϐτι όταν αςφαλιςμϋνη με αλυςύδα.

"... χρειϊζομαι δυο μϋρεσ," ϋλεγε μια αντρικό φωνό μϋςα απϐ το δωμϊτιο.

Ϊπρεπε να ενεργόςω τώρα ό ποτϋ. Ϊκανα δυο γρόγορα βόματα πύςω , μετϊ ϊφηςα το πϐμολο κι ϋριξα ϐλο το βϊροσ του κορμιοϑ μου ςτην πϐρτα. Σην ϋνιωςα να ζορύζεται πϊνω ςτην αλυςύδα, να ςταματϊει για μια ςτιγμό που μου ϋκοψε την ανϊςα, και, μετϊ, ϊκουςα τον όχο ξϑλου που θρυμματύζεται. Η πληγωμϋνη πϐρτα ϋςκαςε με δϑναμη πϊνω ςτον τούχο κι εγώ βρϋθηκα μϋςα ςτο δωμϊτιο.

ΣΑ ΑΠΡΑ, χϊρτινα φλιτζϊνια του καφϋ

ϊςτραφταν απϐ το πϊτωμα, ϐπου ο ςκουρϐχρωμοσ καφϋσ λϋκιαζε το φτηνϐ χαλύ. Οι δυο απϐ τουσ ϊντρεσ εύχαν πεταχτεύ ϐρθιοι κι ο τρύτοσ όταν μιςο-ςηκωμϋνοσ απϐ την καρϋκλα του. Σο χϋρι ενϐσ απϐ τουσ τρεισ όταν μιςοχωμϋνο ςτην τςϋπη του. Σο χϋρι ενϐσ ϊλλου - αυτοϑ που εύχα αναγνωρύςει - με τα δϊχτυλα γαμψϊ ςαν αρπακτικοϑ, κινιϐταν προσ τη θόκη, κϊτω απϐ την αριςτερό μαςχϊλη του. Η κοπϋλα όταν κολλημϋνη ςτον τούχο. Ψςτϐςο, ϐλων τα μϊτια όςαν προςηλωμϋνα ςτο 38αρι μου και κανϋνασ δεν θα ςϊλευε χωρύσ την ϋγκριςό του. Ο μϐνοσ όχοσ όταν οι βαριϋσ ανϊςεσ και των πϋντε μασ.

"Εςϑ τον κουβϊληςεσ εδώ," εύπε ο ϋνασ απϐ τουσ ϊντρεσ ςτην κοπϋλα, χωρύσ να πϊρει το βλϋμμα του απϐ το ϐπλο μου.

Σώρα που τον ϋβλεπα καλϊ, κατϊλαβα ϐτι όταν ο Σζο Αλκϊλα.

"Όχι!" φώναξε η κοπϋλα. "ου εύπα ϐτι δεν ϋγινε τύποτα. Δεν ξϋρω γιατύ όρθε εδώ."

"Λεσ ψϋματα!" ϋκανε εκεύνοσ, ϊγρια.

Page 93: Περιοδικο Detective Τευχος 1

93

DETECTIVE STORY

"Εντϊξει!" εύπα και παραξενεϑτηκα που η φωνό μου όταν ςταθερό. "ηκώςτε τα χϋρια ψηλϊ και κολλόςτε ςτον τούχο."

Η κϊνη του ϐπλου μου τουσ υπϋδειξε τη ςωςτό κατεϑθυνςη.

Λύγη απϐ τη λϊμψη εξαφανύςτηκε απϐ τα μϊτια τουσ, καθώσ υπϊκουγαν. Σουσ πληςύαςα απϐ πύςω, ς' ϋνα μϋτρο απϐ-ςταςη και πλϊγια για ν' αποφϑγω κϊθε δυςϊρεςτη ϋκπληξη. Χϊρεψα ϋνα ϐπλο μϋςα απϐ μια τςϋπη. Ωλλο ϋνα μϋςα απϐ μιαν ϊλλη. υν ϋνα κοντϐ μολυβϋνιο κλομπ. Κι ϋνα αυτϐματο απϐ θόκη μαςχϊλησ.

Αυτϐ με ϋφερε κοντϊ ςτην κοπϋλα. Σουσ ϋνιωθα ακϐμα ς' επιφυλακό, ϋτοι-μουσ να μου ορμόςουν. Με την ϊκρη του ματιοϑ μου, εύδα τρύα κεφϊλια να ςτρϋφονται και να με παρακολουθοϑν καθώσ ςτεκϐμουν πύςω απϐ την κοπϋλα. Ϊνιωςα μια θϋρμη να ςκαρφαλώνει ςτο ςβϋρκο μου. το διϊβολο ϐλα, ςκϋφτηκα. Πιςωπϊτηςα χωρύσ να την αγγύξω.

Ϊνασ απϐ τουσ τρεισ ϊντρεσ γϋλαςε. Αλλϊ ϋνιωςα την απογοότευςη ςτη φωνό του.

"Μεύνετε ϐπωσ ακριβώσ εύςαςτε," τουσ εύπα. "Θα περιμϋνουμε."

Σα λεπτϊ κυλοϑςαν αργϊ. Δεν θα εύχαν περϊςει περιςςϐτερα απϐ εύκοςι, που εμϋνα μου φϊνηκαν ολϐκληρο εικοςι-

τετρϊωρο, ϐταν ϊκουςα βόματα ςτην ςκϊλα.

Ο Μπλερ κι ο ϊιμον ϐρμηςαν μϋςα τρϋχοντασ, με ϊλλουσ δϑο - το πλόρωμα ενϐσ περιπολικοϑ - ξωπύςω τουσ.

"Ο Αλκϊλα!" ϋκανε χαροϑμενα ο ϋνασ απϐ τουσ δυο ντετϋκτιβ.

Οι δυο ϊντρεσ του περιπολικοϑ πϋρα- ςαν μπροςτϊ μου για να βοηθόςουν τουσ ντετϋκτιβσ. Εύδα τον ϋνα να χτυπϊει με τη γροθιϊ του τον Αλκϊλα ςτο πηγοϑνι, καθώσ τον γϑριζαν προσ την πϐρτα. Μετϊ, πϋραςαν ςε ϐλουσ χειροπϋδεσ.

Ϊκανα μεταβολό και βγόκα απϐ το δωμϊτιο. Η ϊλι κούταζε απϐ το παρϊθυρο του εςτιατορύου προσ το απϋναντι πεζοδρϐμιο. Σην χαιρϋτηςα με μια κύνηςη του χεριοϑ μου κι ϋςτριψα προσ τη Υϋαρ τριτ.

Κϊποιοσ βγόκε απϐ ϋνα μπαρ, ϋνα τετρϊγωνο μπροςτϊ απϐ μϋνα, και ςτϊθηκε ςτο πεζοδρϐμιο, λικνύζοντασ το κορμύ του. Κούταξα το ρολϐι μου. Η ώρα όταν τρεισ και εύκοςι. ύγουρα θα όταν ο γϋρο-Γουύλερ και χρειαζϐταν βοόθεια για να πϊει ςτο ςπύτι του. Σϊχυνα το βόμα μου. Η περιπολύα του 23ου Αςτυνομικοϑ Σμόματοσ ςτην Γκϊρντεν τριτ εύχε ξανα-γυρύςει ςτα φυςιολογικϊ τησ επύπεδα.

Μ. Ε. Σςέιμπερ

Μετϊφραςη: Αλέκοσ Λογοθέτησ

Οι παλιοί «ιρωεσ» τθσ «Μάςκασ»

Προςεχϊσ κα αςχολθκοφμε και με τουσ «ιρωεσ» τθσ παλιάσ ςχολισ που

παριλαςαν από τθ «Μάςκα» κυρίωσ από το 1935, που κυκλοφόρθςε το περιοδικό για πρϊτθ φορά, μζχρι και το 1949 γιατί ςε όλεσ τισ μετζπειτα εκδόςεισ οι περιπζτειεσ που δθμοςιεφονταν ιςαν επαναλιψεισ, «μεταποιιςεισ» (περιπζτειεσ άλλων θρϊων μεταποιθμζνεσ ςε περιπζτειεσ του ςυγκεκριμζνου ιρωα) ι και κακζσ απόπειρεσ απομίμθςθσ.

Μιλάμε, φυςικά, για τουσ Ντετζκτιβ «Χ» (Secret Agent «X” όπωσ ιταν γνωςτόσ ςτον υπόλοιπο κόςμο), Ντετζκτιβ Φάνταςμα, Άνκρωπο Αράχνθ (ςκζτο Spider για τον υπόλοιπο κόςμο), Κςκιο, Πράκτορα 5, Κόκκινο Παλιάτςο, Κι-Γκορ, Φεγγαροκζφαλο κλπ

Επειδι, όμωσ, οι περιπζτειζσ τουσ είναι πολφ εκτενείσ (οι τότε ςυγγραφείσ που εναλλάςςονταν ςτθν ςυγγραφι τουσ με όνομα που επινοοφςε ο εκάςτοτε εκδοτικόσ οίκοσ ωσ δθμιουργό του ςυγκεκριμζνου ιρωα, δεν ζκαναν οικονομία ςτισ λζξεισ γιατί πλθρϊνονταν με τθ λζξθ, μια δεκάρα, παρακαλϊ!), κάνουμε τθ ςκζψθ να τισ εκδϊςουμε ςε ατομικά θλεκτρονικά βιβλία.

Πϊσ ςασ φαίνεται θ ιδζα; Απαντιςτε με ζνα email, ι επιςτολι, ι όπωσ αλλιϊσ,

για να δοφμε αν υπάρχει ανάλογο ενδιαφζρον για ζνα τζτοιο αρκετά πολυδάπανο εγχείρθμα.

Page 94: Περιοδικο Detective Τευχος 1

94

DETECTIVE STORY

Όλοι πίςτευαν ότι ο Ντάνι Κλάιβ είχε προδϊςει τον καλφτερο φίλο του κι ότι κα τον ζςτελνε ακόμα και ςτον κάνατο, αλλά ο Ειδικόσ Ερευνθτισ ιξερε ότι άλλοι ιςαν οι προδότεσ κι οι πουλθμζνοι κι ότι μόνο με κίνδυνο τθσ δικισ του ηωισ κα μποροφςε να τουσ ξεςκεπάςει.

Διιγθμα μιασ νεϊτερθσ ςχολισ από τον Φλζτςερ Φλόρα

ΣΟ ΔΨΜΑΣΙΟ, αμυδρϊ φωτιςμϋνο και δροςερϐ, όταν κλιματιζϐμενο καταφϑγιο απϐ την τρομερό ζϋςτη του δρϐμου. Σα ϋπιπλα όςαν απϐ ακριβό καρυδιϊ κι ϊςτραφταν ςαν μετϊξι. Θα μποροϑςε να όταν το γραφεύο διευθυντό τρϊπεζασ κι ο ϊνθρωποσ που καθϐταν πύςω απϐ το βαρϑ κι επιβλητικϐ γραφεύο να όταν ο ύδιοσ ο τραπεζύτησ. Ψςτϐςο, ο ϊνθρωποσ αυτϐσ λεγϐταν Υρϊνςισ Κροϑγκερ και όταν γκϊνγκςτερ. Όχι ϐποιοσ κι ϐποιοσ, φυςικϊ. Ο Υρϊνςισ Κροϑγκερ όταν ο μεγαλϑτεροσ γκϊνγκςτερ τησ περιοχόσ: ο «Κϑριοσ Μεγϊλοσ», αυτοπροςώπωσ! «Μπα, ο Ντϊνι Κλϊιβ!» ϋκανε. «ο Ειδικϐσ Ερευνητόσ Ντϊνι Κλϊιβ,. Πώσ πϊει το Κακουργιοδικεύο, Ντανοϑλη;»

«Όπωσ και την περαςμϋνη βδομϊδα,» αποκρύθηκα. «Όπωσ και την προπερα-ςμϋνη. Χϊχνει ακϐμα για τον Ϊρικ αντσ.»

Ακουμπώντασ ςτη ρϊχη τησ πολυθρϐ-νασ του αναπαυτικϊ, ο Κροϑγκερ ϋνωςε τα ακροδϊκτυλα των χεριών του και καμϊ-ρωςε το αποτϋλεςμα. Σα μϊτια του ϋμοιαζαν με ςτενϋσ ςχιςμϋσ κϊτω απϐ τα φρϑδια του.

«Παρϊξενο να εξαφανιςτεύ ϋτςι απϐτο-μα, λεσ κι ϊνοιξε η γη και τον κατϊπιε.»

Αναςόκωςα τουσ ώμουσ μου. «Δεν εύναι ο πρώτοσ που εξαφανύζεται,

αφοϑ εκδϐθηκε ϋνταλμα για τη ςϑλληψό του.»

«Πιςτεϑεισ ϐτι κϊποιοσ τον βοόθηςε;» ρώτηςε ο Κροϑγκερ.

«Ναι,» εύπα. «Κϊποιοσ τον φυγϊδευςε απϐ τη χώρα ό τον ϋκρυψε κϊπου καλϊ.»

Σα χοντρϊ χεύλη του Κροϑγκερ φοϑςκω-ςαν για λύγο και τα μϊτια του ανοιγϐκλει-ςαν ςτιγμιαύα.

«Ϊνασ αδϑναμοσ ϊνθρωποσ, με πολλϋσ ςκϋψεισ ςτο μυαλϐ του,» εύπε. «Ϊνασ ϊνθρωποσ που δεν θ' αντϋξει ςε δύκη. Πρϊγμα που ςημαύνει ϐτι ϋχει αρχύςει να γύνεται επιζόμιοσ.»

«Καταθϋτεισ ό ςκϋφτεςαι φωναχτϊ;» Γϋλαςε ςϑντομα. «Αυτϐ εύναι που μ΄ αρϋςει ςε ςϋνα. Ϊχεισ

χιοϑμορ. Ελπύζω να μη μπλϋξεισ με κανϋ-ναν που δεν θα το εκτιμόςει. κεφτϐμουν, φυςικϊ. Ϋδη κατϋθεςα ςτην προανϊ-κριςη. Σο ξϋρεισ αυτϐ.»

«Βϋβαια. Όπωσ θα ϋκανε κϊθε νομοτα-γόσ πολύτησ.»

Ϊςκυψε μπροςτϊ, ϊνοιξε μια τςιγα-ροθόκη που βριςκϐταν πϊνω ςτο γραφεύο του κι ϋβγαλε ϋνα μακρϑ τςιγϊρο με χρυςϐ επιςτϐμιο, το ϊναψε, χρηςιμοποιώντασ ϋναν χρυςϐ αναπτόρα, και τρϊβηξε μια βαθιϊ ρουφηξιϊ. Σο τςιγϊρο εύχε πλοϑςιο εξωτικϐ ϊρωμα. Υυςικϊ, δεν μου ζότηςε να δοκιμϊςω κι εγώ ϋνα.

«Κϊνω το καθόκον μου, Ντϊνι. Δεν υπϊρχει ϊνθρωποσ ςτον κϐςμο που να θαυμϊζω, εκτϐσ απϐ εκεύνουσ που κϊνουν το καθόκον τουσ. Πϊρε για παρϊδειγμα του λϐγου ςου. Κανϋνασ δεν θα εύχε το κουρϊγιο να κυνηγόςει ϋνα παλιϐ του φύλο. Εςϑ, ϐμωσ, μπροςτϊ ςτο καθόκον, βϊζεισ ςτην ϊκρη τη φιλύα.» Καθυςτϋρηςα ϐςο μποροϑςα για να βρω και ν' ανϊψω ϋνα απϐ τα δικϊ μου τςιγϊρα. Όχι ϐτι το χρειαζϐμουν εκεύνη την ςτιγμό. Φρϐνο χρειαζϐμουν, χρϐνο για να' απαλϑνει το θυμϐ μου. Φρϐνο για να πεύςω για μια φορϊ ακϐμα τον εαυτϐ μου ϐτι ο θυμϐσ εύναι ανώφελοσ ϐταν ϋχεισ να κϊνεισ με ϋνα ϊτομο ϐπωσ ο Υρϊνςισ Κροϑγκερ. «Οι δρϐμοι των ανθρώπων χωρύζουν ςυχνϊ,» εύπα. «Ο Ϊρικ κι εγώ χωρύςαμε τα τςανϊκια μασ εδώ και πϊρα πολϑ καιρϐ.»

«Εμϋνα μου φαύνεται ϐτι παςχύζεισ να ξαναςυναντηθεύτε, ϐτι δουλεϑεισ υπερω-ρύα γι αυτϐ το ςκοπϐ.»

«Ϊχω αναλϊβει μιαν αποςτολό, αυτϐ εύναι ϐλο. Σο δικαςτόριο θϋλει τον Ϊρικ ϊντσ. Πληρώνομαι για να τον ανακα-λϑψω.»

Page 95: Περιοδικο Detective Τευχος 1

95

DETECTIVE STORY

Ϊςκυψε μπροςτϊ, πϊνω απϐ την γυαλι- ςτερό επιφϊνεια του γραφεύου του κι ϋλιωςε το αποτςύγαρϐ του μϋςα ς' ϋνα βαρϑ, κρυςτϊλλινο ςταχτοδοχεύο.

«κληρϐσ,» εύπε. «Εύςαι πραγματικϊ ςκληρϐσ, Ντϊνι. Ο τϑποσ μου. Όταν βαρε-θεύσ να δουλεϑεισ για πενταροδεκϊρεσ, ϋλα να με δεισ.»

«Ϋρθα τώρα.» «Ναι. Κι αναρωτιϋμαι γιατύ. Μη μου πεισ

ϐτι ψϊχνεισ για δουλειϊ.» «Δεν θα πω τϋτοιο πρϊγμα. Πϊντωσ, για

την περύπτωςη που το ϋχεισ ξεχϊςει, ψϊχνω για τον Ϊρικ αντσ. Γι αυτϐ βρύ-ςκομαι εδώ. Αναρωτόθηκα μόπωσ θυμό-θηκεσ κϊτι που ξϋχαςεσ να μου πεισ ςτην προανϊκριςη.»

«Δεν θυμόθηκα τύποτε. Δεν ξϋρω τύποτε. Οϑτε για το φϐνο του Ειδικοϑ Ειςαγγελϋα. Οϑτε για τύποτε απϐ ϐλα αυτϊ που

ενδιαφϋρουν το δικαςτόριο. Και πιο πολϑ, τύποτε που να ϋχει ςχϋςη με τον Ϊρικ αντσ.»

«Ϋταν ϋνασ απϐ τουσ ανθρώπουσ ςου.» «Και λοιπϐν; Σουσ πληρώνω, αλλϊ δεν

τουσ νταντεϑω κιϐλασ.» «Ο Ϊρικ όταν ϊνθρωποσ που ϋπαιρνε πϊντα πρωτοβουλύεσ. Εύναι απϐ αυτοϑσ που ϋχουν τον τρϐπο να τρυπώνουν παντοϑ. Λϋνε ϐτι όξερε πϊρα πολλϊ για να διακινδυνεϑςει και μια προανϊκριςη.»

«Όπωσ λεσ εςϑ, ϋπαιρνε πϊντα πρωτο-βουλύεσ. Όπωσ λϋω εγώ, εύχε αδϑνατο χα-ρακτόρα. Επικύνδυνοσ ςυνδυαςμϐσ αυτϐσ, μερικϋσ φορϋσ.»

«Εντϊξει,» εύπα και ςηκώθηκα. «Σο ϋπιαςα. Ο Ϊρικ δεν βρύςκεται πια εδώ.»

Σο χλωμϐ του πρϐςωπο όταν εντελώσ ανϋκφραςτο. Κϊτω απϐ τα αραιϊ, ϊςπρα μαλλιϊ του, το κρανύο του γυϊλιζε ροδαλϐ.

Και πριν καταλϊβει τι γινόταν, την εύχα αρπϊξει και την κρατούςα ακύνητη μπρο-ςτϊ μου, ςαν αςπύδα.

Page 96: Περιοδικο Detective Τευχος 1

96

DETECTIVE STORY

Θα του ταύριαζε περιςςϐτερο να εύναι ςε οικογενειακϐ ϊλμπουμ, μ' ϋνα πιτςιρύκο ςτα γϐνατϊ του. «Να ο παππούσ μαζύ με τον Άλφι. Ο παππούσ λατρεύει τα παιδιϊ.»

«Δεν ϋχω ιδϋα. Λυπϊμαι, Ντϊνι.» «Εντϊξει,» εύπα. «Ευχαριςτώ για το

τύποτε.» όκωςε το χϋρι του. «Μια ςτιγμό, Ντϊνι. Εύμαι γαλαντϐμοσ,

το ξϋρεισ αυτϐ. Και δεν μ' αρϋςει να διώ-χνω τον κϐςμο χωρύσ να του δώςω ϋςτω και μια ςυμβουλό. Θα ςου πω, λοιπϐν, κϊτι - κϊτι που πρϋπει να το λϊβεισ υπ΄ ϐψη ςου. Ο Ϊρικ αντσ εξαφανύςτηκε. άςωσ να πόγε κϊπου για να ηρεμόςει. άςωσ, ϐμωσ, κϊποιοσ ϊλλοσ να ςκϋφτηκε ϐτι όξερε πολλϊ, πρϊγμα που τον καταντοϑςε μεγϊλη απειλό. άςωσ αυτϐσ ο κϊποιοσ να τον επηρϋαςε ώςτε να φϑγει. Κϊπου εδώ πρϋπει να υπϊρχει ϋνα δύδαγμα. Ειδικϊ για ϋναν Ειδικϐ Ερευνητό που του αρϋςει να παριςτϊνει το κυνηγϐ-ςκυλο. κϋψου το αυτϐ, Ντϊνι.»

«Και πϊλι ευχαριςτώ,» εύπα. «Ευχα-ριςτώ για το τύποτε, πϊντα.»

ΒΓΗΚΑ απϐ τη δροςιϊ του γραφεύου

ςτη λαϑρα του δρϐμου, ϐπου εύχα παρκϊ-ρει το αμϊξι μου. Μπόκα μϋςα κι ϐταν ξαναβγόκα εύχα παρκϊρει μπροςτϊ ς' ϋνα παλιϐ κτύριο, χαμηλϊ ςτη Μϊρκετ τριτ. Πϊτηςα το κουδοϑνι που δύπλα του ϋγραφε «αντσ» και ςε λύγο ϊκουςα την κλειδαριϊ τησ εξώπορτασ να ελευθε-ρώνεται. Σην ϊνοιξα και ςκαρφϊλωςα ςτην παλιϊ ςκϊλα μϋχρι τον ϐροφο, ϐπου βριςκϐταν το διαμϋριςμα του Ϊρικ αντσ.

Η πϐρτα όταν μιςϊνοιχτη και, ϐταν μπόκα, η Γκλϐρια ςτεκϐταν μπροςτϊ ςτο παρϊθυρο και κούταζε τη βρϐμικη αυλό, μϋςα απϐ το χώριςμα τησ κουρτύνασ. Απϐ την κρεβατοκϊμαρα, ακουγϐταν ο βϐμβοσ του εξαεριςτόρα. Ο αϋρασ του δωματύου αναδευϐταν ελαφρϊ, χαώδεϑοντασ την επιδερμύδα μου.

Φωρύσ να γυρύςει απϐ το παρϊθυρο, η Γκλϐρια εύπε:

«Ο Ιοϑδασ. Ιοϑδασ Κλϊιβ. Ο ςκληρϐσ Κλϊιβ. Σύποτε δεν τον πληγώνει.»

«Ωκουςε,» εύπα. «όμερα με αποκϊλεςε ςκληρϐ και κϊποιοσ ϊλλοσ. Ο Υρϊνςισ Κροϑγκερ. Ϊκανε λϊθοσ, ϐπωσ κϊνεισ κι εςϑ. Δεν εύμαι ςκληρϐσ. Εύμαι ϋνασ ςυνη-θιςμϋνοσ ϊνθρωποσ που κϊνει τη δουλειϊ του.»

«Πόγεσ να δεισ τον Κροϑγκερ;» «Ναι. Πόγα. Δεν με βοόθηςε καθϐλου.»

Σο κορμύ τησ ςφύχτηκε ελαφρϊ και η ύδια ηρϋμηςε ξανϊ.

«Περύμενεσ βοόθεια απϐ τον Κροϑγκερ;» με ρώτηςε.

«Όχι,» εύπα. «Προςπϊθηςα, ϐμωσ.» «Για ποιο λϐγο, Ντϊνι;» Μακϊρι να όξερα, ςκϋφτηκα. «ου εύπα. Εύναι η δουλειϊ μου,» τησ

απϊντηςα. Η φωνό τησ Γκλϐρια αντόχηςε απϐτομη.

«Πώσ θα νιώςεισ;» ρώτηςε. «Πώσ θα νιώςεισ ϊμα πιϊςεισ τον Ϊρικ; Ξϋρεισ πολϑ καλϊ ϐτι το δικαςτόριο θα τον ςταυρώςει, ϐτι δεν ϋχει απολϑτωσ καμύα πιθανϐτητα να γλιτώςει.»

«Ο Ϊρικ εύναι μικρϐ ψϊρι. Σο δικαςτόριο θϋλει τον ϊνθρωπο που ο Ϊρικ θα τουσ πει ϐτι εύναι το αφεντικϐ του. Σον Υρϊνςισ Κροϑγκερ.»

«Σο ξϋρω αυτϐ. Σο ύδιο και ο Κροϑγκερ. Πϐςο καιρϐ νομύζεισ ϐτι θα ζόςει ο Ϊρικ απϐ τη ςτιγμό που θα τον ξετρυπώςεισ απϐ την κρυψώνα του;»

«Θα ϋχει προςταςύα,» εύπα. Οι ώμοι τησ ςφύχτηκαν απϐ πύκρα.

«Όπωσ εύχε προςταςύα κι ο Ειδικϐσ Ειςαγ-γελϋασ;»

«άςωσ. Αυτϐσ εύναι ο κύνδυνοσ που διατρϋχει ϐποιοσ μπλϋκει με ανθρώπουσ ϐπωσ ο Κροϑγκερ.»

Δεν μύληςε και ςυνϋχιςε να κοιτϊζει την αυλό, που ψηνϐταν κϊτω απϐ τισ καυτϋσ ακτύνεσ του όλιου. Σα ανοιχτϐχρωμα ξανθϊ μαλλιϊ τησ όςαν μαζεμϋνα ςτην κορυφό του κεφαλιοϑ τησ και το πρϐςω-πϐ τησ όταν παρϊξενα ϐμορφο. Υοροϑςε ϋνα πολϑχρωμο πουκϊμιςο που το εύχε δεμϋνο κϊτω ακριβώσ απϐ το ςτόθοσ τησ, κι ϋνα ϊςπρο, καυτϐ ςορτσ, που τϐνιζε τα μακριϊ, ηλιοκαμϋνα πϐδια τησ. ε μια όςυχη πλαζ, η Γκλϐρια θα φϊνταζε ςαν ϐνειρο.

τϊθηκα κοιτώντασ την κι ευχόθηκα να κρατοϑςα ςτο χϋρι μου ϋνα παγωμϋνο Κϐλινσ με μπϐλικα παγϊκια, αλλϊ, τώρα τελευταύα, κανϋνασ δεν πρϐςφερε ποτϐ ςτον Ντϊνι Κλϊιβ. Δεν όταν δημοφιλόσ τώρα πια. Οϑτε αγαπητϐσ - καθϐλου και πουθενϊ.

Λεσ και διϊβαζε τη ςκϋψη μου, η Γκλϐ-ρια ςτρϊφηκε προσ το μϋροσ μου, λϋγο-ντασ: «Κϊποτε θα μποροϑςαν να όςαν διαφορετικϊ τα πρϊγματα. Θυμϊςαι, Ντϊνι;» «Βϋβαια,» εύπα. «Θυμϊμαι. Θυμϊμαι ϋνα ςωρϐ πρϊγματα. Θυμϊμαι εςϋνα, τον Ϊρικ κι εμϋνα, τϐτε που μεγαλώναμε μαζύ ςτουσ δρϐμουσ του Νορθςϊιντ. Θυμϊμαι που ς'

Page 97: Περιοδικο Detective Τευχος 1

97

DETECTIVE STORY

ϋβλεπα να μεταμορφώνεςαι απϐ αδϑνατο και κοκαλιϊρικο κοριτςϊκι ςτην ϐμορφη γυναύκα που εύςαι τώρα. Σα θυμϊμαι λεσ κι όταν χτεσ. Όλα αυτϊ, ϐμωσ, δεν ςημαύ-νουν απολϑτωσ τύποτε, γιατύ εύναι το χτεσ.» Αν υπόρχε ποτϋ η παραμικρό πιθανϐτη-τα να μου προςφϋρει ϋνα ποτϐ, τώρα εύχε χαθεύ κι αυτό. Δϑο ϊλικα ςημϊδια, που φανϋρωναν το θυμϐ τησ, εμφανύςτηκαν ςτα μϊγουλϊ τησ κι η φωνό τησ αντόχηςε μακρινό, απειλητικό. «Δεν το ξεπϋραςεσ ποτϋ, ϋτςι, Ντϊνι; Δεν χώνεψεσ ποτϋ το γεγονϐσ ϐτι προτύμηςα τον Ϊρικ αντύ για ςϋνα.» «Μη κοροώδεϑεισ το εαυτϐ ςου, μικρό μου. Μου ϋτυχαν ϋνα ςωρϐ πρϊγματα. Μερικϊ καλϊ και μερικϊ κακϊ. Σο καλϑ-τερο που μου ϋτυχε εύναι που όρθα δεϑτεροσ ςτην κοϑρςα με τον Ϊρικ για ςϋνα. Σϐςα χρϐνια ϋβλεπα τον Ϊρικ να καταςτρϋφεται, να πουλϊει ακϐμα και την ψυχό του για να ςου προςφϋρει αυτϊ που όθελεσ. Σώρα, βρύςκεται ς' αυτό τη δϑςκολη θϋςη, ϐπου εςϑ τον ςτρύμωξεσ, γιατύ εύςαι μια αχϐρταγη πϐρνη. την ψυχό, εννοώ, κι αυτϐ εύναι το χειρϐτερο.»

Σα μϊγουλϊ τησ ϋγιναν μοβ και το ςτόθοσ τησ ϊρχιςε ν' ανεβοκατεβαύνει βύαια, ςτο ρυθμϐ τησ βαθιϊσ ανϊςασ τησ. Η φωνό τησ ϋμοιαζε με μαςτύγωμα.

«Φϊςου απϐ τα μϊτια μου. Εξαφανύ-ςου!»

«Εντϊξει, εντϊξει,» εύπα. «Ϋρθα μϐνο και μϐνο για να ςου κϊνω μια ερώτηςη. Θα την κϊνω και μετϊ θα φϑγω. ου τηλε-φώνηςε καθϐλου ο Ϊρικ;»

«Γιατύ να μου τηλεφωνόςει;» «Εύςαι η γυναύκα του. Εύςαι ο μοναδικϐσ

ϊνθρωποσ πϊνω ςτη γη που θα όθελε να μϊθει νϋα του. Ο μοναδικϐσ ϊνθρωποσ με τον οπούο θα προςπαθοϑςε να ϋρθει ς' επαφό. Σο ξϋρεισ αυτϐ.»

«Δεν μου τηλεφώνηςε,» εύπε. «Δεν ξϋρω τύποτε για τον Ϊρικ και αν όξερα, δεν θα ςτο ϋλεγα ποτϋ!»

Βγαύνοντασ ςτο δρϐμο, με τϑλιξε η δυνατό ζϋςτη. Λεσ και βριςκϐμουν ςε αναμμϋνο καμύνι. τϊθηκα ςτο πεζοδρϐ-μιο, πνιγμϋνοσ ςτον ιδρώτα, και ςκϋφτηκα ϐτι η Γκλϐρια μου εύχε πει ψϋματα. ύγου-ρα ο Ϊρικ εύχε ϋρθει ς' επαφό μαζύ τησ με κϊποιον τρϐπο.

κϋφτηκα να κϊνω τα τριϊντα φλογι-ςμϋνα μύλια μϋχρι την πρωτεϑουςα τησ επαρχύασ, αλλϊ φοβόθηκα ϐτι το παλιϊ-μαξο που οδηγοϑςα δεν θα ϊντεχε ςε τϋτοια δοκιμαςύα. Και, περιςςϐτερο επει-

δό δεν το όθελα κι ο ύδιοσ, αποφϊςιςα ϐτι δεν θα τα κατϊφερνε. Ϊπειτα, δεν υπόρχε καμιϊ βιαςϑνη - εύχα καιρϐ να πϊω μϋχρι αϑριο. Σο ςημεύωμα μιλοϑςε για αϑριο. Θα πόγαινα τη νϑχτα, που θα δρϐςιζε κϊπωσ. το μεταξϑ, πρϐφταινα να πιω εκεύνο το τζιν που δεν μου εύχε προςφϋρει κανϋνασ.

Μπόκα ςτον κινητϐ φοϑρνο μου και ξεκύνηςα για το κοντινϐτερο μπαρ.

ΣΟ ΡΙΣΦΙΛ, η πρωτεϑουςα τησ επαρ-

χύασ, ϊπλωνε τα πλοκϊμια του γϑρω απϐ την τετρϊγωνη, κεντρικό του πλατεύα. την ανατολικό πλευρϊ τησ, αποτραβηγ-μϋνο πύςω απϐ τισ τϋντεσ και τισ ερμητικϊ κλειςτϋσ κουρτύνεσ των δωματύων του, το Ξενοδοχεύο Σρϊβελερσ υπϐμενε ςτωικϊ την κϊψα του όλιου. το απϋναντι πλευρϐ τησ πλατεύασ, το δυτικϐ, πϋρα απϐ το κατϊ-ξερο, φαρδϑ παρτϋρι, το πϋτρινο κτύριο τησ φυλακόσ ϋμοιαζε ςαν ςυνϋχεια τησ ξερόσ γησ. Και δύπλα του, τριγυριςμϋνο απϐ δϋντρα, όταν το Επαρχιακϐ Δικα-ςτόριο.

Προχώρηςα προσ το μϋροσ τησ φυλακόσ αργϊ. Σριγϑρω μου, κϊτω απϐ τα δϋντρα τησ πλατεύασ, υπόρχαν ξϑλινα παγκϊκια, βαμμϋνα πρϊςινα. Απϐ ϐτι ϋδειχναν τα πρϊγματα, οι περιςςϐτεροι απϐ τουσ ηλι-κιωμϋνουσ κατούκουσ τησ πϐλησ περνοϑ-ςαν το απϐγευμϊ τουσ ςε αυτϊ εδώ τα παγκϊκια.

τη βορειοδυτικό ϊκρη τησ πλατεύασ, ςτο κϋντρο ενϐσ πελώριου, κυκλικοϑ τςιμεντϋνιου βϊθρου υψωνϐταν ϋνα ψηλϐ μεταλλικϐ κοντϊρι ςημαύασ. Γϑρω απϐ το βϊθρο, τοποθετημϋνα ϋτςι ώςτε ν' αντι-κρύζουν ςτωικϊ τα τϋςςερα ςημεύα του ορύζοντα, ςτϋκονταν τα τϋςςερα μπροϑ-τζινα αγϊλματα των τεςςϊρων μαχητών του Εμφϑλιου Πολϋμου. Και, πϊνω απϐ τα κεφϊλια τουσ, η ςημαύα κρεμϐταν ακύνητη ςτην απανεμιϊ.

Διϋςχιςα κϊθετα το δρϐμο, ςκαρφϊλω-ςα τα πϋτρινα ςκαλιϊ τησ φυλακόσ και μπόκα μϋςα. Μπροςτϊ μου, το μακρϐ-ςτενο χολ κατϋληγε ςε ϋνα βαρϑ, ατςϊλινο κιγκλύδωμα. Μϋςα απϐ μιαν ανοιχτό πϐρτα, αριςτερϊ μου, εύδα την πρϊςινη, μεταλλικό αρχειοθόκη και λύγο απϐ την επιφϊνεια ενϐσ γραφεύου. Πϊνω ςτο γραφεύο, δύπλα ςτον μεγϊλο ανεμιςτόρα εύδα ϋνα ζευγϊρι πελώρια παποϑτςια ςε δυο πϐδια, που εκτεύνονταν πϋρα απϐ την ϊκρη του οπτικοϑ μου πεδύου.

Διϊβηκα το κατώφλι κι ϊφηςα το βλϋμμα μου να ςυνεχύςει την πορεύα του

Page 98: Περιοδικο Detective Τευχος 1

98

DETECTIVE STORY

ςτα πϐδια, πϊνω απϐ μια τερϊςτια κοιλιϊ, μια ςειρϊ απϐ τρύα προγοϑλια και να καταλόξουν ςτο παχϑ πρϐςωπο. Δϑο μικρϊ μϊτια με εξϋταςαν περύεργα. Σα μϊτια αυτϊ ανόκαν ςτον ταν Κϐουλ, ςερύφη του Ρύτςχιλ.

«Γεια ςου, παιδύ μου,» εύπε, ξεφυςώ-ντασ. «Κϐπιαςε και κϊτςε.»

Κϊθιςα. Ο ταν Κϐουλ ϋκλειςε τα μικροςκοπικϊ μϊτια του κι ϋβγαλε ϋναν μικρϐ ςτεναγμϐ απϐ τα παχιϊ χεύλη του. Μετϊ ςκοϑπιςε τα ιδρωμϋνα προγοϑλια του με ϋνα υγρϐ μαντόλι, αρχύζοντασ απϐ το πϊνω-πϊνω και κατηφορύζοντασ.

«Ζϋςτη,» εύπε. «Όπωσ ςτην κϐλαςη.» «Ναι,» ϋκανα. «Και περιςςϐτερη «ζϋςτη»

για μερικοϑσ-μερικοϑσ.» Ο αϋρασ του ανεμιςτόρα ανακϊτεψε τα

μαλλιϊ του. Σα μικροςκοπικϊ μϊτια του ϋκλειςαν και ϊνοιξαν ξανϊ, πιο ζωηρϊ τώρα.

«Αν εννοεύσ το βϊροσ μου, παιδύ μου, δεν πϋφτεισ ϋξω. Δϑςκολο πρϊμα να εύςαι παχϑσ το καλοκαύρι.»

«Δεν εννοώ το βϊροσ ςου.» «Όχι; Νομύζω ϐτι κϊτι εννοεύσ, πϊντωσ,

αλλϊ κϊνει πολλό ζϋςτη για να προςπα-θόςω να το εντοπύςω.»

«Δεν εύναι δϑςκολο. Εύχα κατϊ νου ϋνα ϊλλο εύδοσ ζϋςτησ.»

«Πϊλι με γρύφουσ μιλϊσ, παιδύ μου. Και πϊλι κϊνει πολλό ζϋςτη για γρύφουσ.»

«Λϋγομαι Κλϊιβ,» εύπα. Σοϑτη τη φορϊ τα μϊτια του παρϋμειναν

κλειςτϊ, ενώ ο αϋρασ απϐ τον ανεμιςτόρα φϑςαγε και ξαναφϑςαγε το πρϐςωπϐ του.

«Κλϊιβ,» πρϐφερε με μϊτια κλειςτϊ. «Ειδικϐσ Ερευνητόσ. Σώρα το ϋπιαςα. Τπϐθεςη Ϊρικ αντσ. Κϊνει «ζϋςτη» εκεύ, εντϊξει. Πολλό «ζϋςτη» για τον Ϊρικ. Ωμα θα τον πιϊςεισ, δηλαδό. Βρόκεσ ϊκρη;»

Ο Κϐουλ ϋτριψε τη μϑτη του ςκεφτικϊ. «Μπορεύ,» αποκρύθηκα. «Νομύζω ϐτι

βρύςκεται κϊπου εδώ κοντϊ.» «Σο 'κοντϊ' εύναι ςχετικϐ. το Μεξικϐ ό

ςτη Βραζιλύα; τη διπλανό επαρχύα ό ςτη διπλανό πολιτεύα;»

Ο Κϐουλ χαμογελοϑςε τώρα. «Οϑτε ςτη διπλανό επαρχύα,» εύπα. «'

αυτόν εδώ. ' αυτό την πϐλη, μϊλιςτα. Ϋ κϊπου κοντϊ τησ.»

Σα βλϋφαρϊ του ϊνοιξαν ελϊχιςτα και με κϊρφωςε με το διαπεραςτικϐ βλϋμμα του. Σελικϊ, κοϑνηςε το ιδρωμϋνο χϋρι του και γϋλαςε.

«την περιοχό μου; Μην εύςαι ανϐητοσ, παιδύ μου. Καλϑτερα να ψϊξεισ κϊπου αλλοϑ.»

Μ' ϋνα δυνατϐ ςτεναγμϐ, τρϊβηξε τα πϐδια του απϐ το γραφεύο και τα ϊφηςε να ςκϊςουν ςτο πϊτωμα. Ϊπιαςε τα μπρϊτςα τησ πολυθρϐνασ κι αναςόκωςε τον ϐγκο του. Πληςιϊζοντϊσ με, ϋβγαλε καπνϐ και τςιγαρϐχαρτο απϐ την τςϋπη του κι ϋςτριψε ϋνα τςιγϊρο αργϊ. Αφοϑ το κϐλληςε με ςϊλιο και το κϊρφωςε ανϊ-μεςα ςτα χεύλια του, με κούταξε διαπε-ραςτικϊ.

«Θα πρϋπει να την κϊνεισ λιανϊ αυτό την παρατόρηςη, παιδύ μου,» εύπε. «Όπωσ ςου εξόγηςα οι γρύφοι, με τϐςη ζϋςτη, με μπερδεϑουν.»

Ϊβγαλα ϋνα διπλωμϋνο χαρτύ απϐ την τςϋπη μου και το πϋταξα πϊνω ςτο γραφεύο.

«Διϊβαςε αυτϐ,» εύπα. Ο ιδρώτασ, που ανϊβλυζε απϐ τουσ

διαςταλμϋνουσ πϐρουσ τησ επιδερμύδασ του, γυϊλιζε πϊνω ςτο πρϐςωπϐ του κι ϋκανε το λεπτϐ πουκϊμιςο να κολλϊει ςτο φουςκωτϐ ςτϋρνο του. Μια ςταγϐνα κϑληςε απϐ την ϊκρη τησ μϑτησ του πϊνω ςτο χαρτύ που κρατοϑςε ςτα χϋρια του. Σα χοντρϊ χεύλια του ςχημϊτιζαν τη ςειρϊ των ςυλλαβών και των λϋξεων του κειμϋνου. Αν όθελα, θα μποροϑςα να διαβϊςω την κϊθε λϋξη, παρακολουθώ-ντασ την κύνηςη των χειλιών του. Αλλϊ, δεν χρειαζϐταν. Ϋξερα απϋξω το ςϑντομο ςημεύωμα:

«Αγαπητϋ Ντϊνι, Πρϋπει να ςε δω. Μόνο μια φορϊ ακόμα,

για χϊρη του παλιού καλού καιρού. Ξϋρω ότι δεν ϋχω το δικαύωμα να ςτο ζητόςω, αλλϊ κινδυνεύω και δεν ϋχω ϊλλο φύλο. Ξϋρεισ την κεντρικό πλατεύα του Ρύτςχιλ; Να κϊθεςαι ςτο παγκϊκι του πϊρκου ακριβώσ απϋναντι από την εύςοδο του ξενοδοχεύου, το απόγευμα τησ Σετϊρτησ, ςτισ τρεισ. Θα επικοινωνόςω μαζύ ςου εκεύ.»

Ο γραφικϐσ χαρακτόρασ όταν του Ϊρικ.

Κι απϐ κϊτω όταν γραμμϋνο το ϐνομϊ του. Ο ταν Κϐουλ ςυνϋχιςε να κοιτϊζει το χαρτύ ακϐμα κι αφοϑ τελεύωςε το διϊβα-ςμϊ του. Σο γϑριςε απϐ ϐλεσ τισ πλευρϋσ με τα χοντρϊ δϊκτυλϊ του, λεσ κι ϋψαχνε να βρει κϊποια αϐρατα ςημϊδια. Σελικϊ, ϐταν ςόκωςε το κεφϊλι του και με κούτα-ξε, ςτο βλϋμμα του καθρεφτιζϐταν η ύδια περιφρϐνηςη που εύχα δει ςτα βλϋμματα του Υρϊνςισ Κροϑγκερ και τησ Γκλϐρια αντσ.

«Λϊθοσ,» εύπε.

Page 99: Περιοδικο Detective Τευχος 1

99

DETECTIVE STORY

«Λϊθοσ;» «Που το ϋςτειλε ςε ςϋνα, εννοώ. Αυτϐ

που λϋει - 'για χϊρη των παλιών καλών ημερών'.»

Ο θυμϐσ ϊρχιςε να φουντώνει μϋςα μου, ϐπωσ ακριβώσ γινϐταν ςυχνϊ τισ τελευ-ταύεσ βδομϊδεσ. «Καλϑτερα να το ξεχϊςεισ αυτϐ,» εύπα. «Σο εύπα και ς' ϊλλουσ και το λϋω και ςε ςϋνα. Ϊχω να κϊνω μια δουλειϊ. Σο ύδιο κι εςϑ. Μϋροσ τησ δουλειϊσ ςου εύναι να κλεύνεισ ςτη φυλακό τουσ φυγϊδεσ, ς' αυτό την επαρχύα. Σο θϋμα τώρα εύναι, τι ςτο διϊβολο ςκοπεϑεισ να κϊνεισ γι αυτϐ το ζότημα;»

Σα μικροςκοπικϊ μϊτια του ϋγιναν ψυχρϊ κι επικύνδυνα, και ςκϋφτηκα ϐτι το να υποτιμϊει κανεύσ τουσ "χοντροϑσ" εύναι ςυνηθιςμϋνο ςφϊλμα, που μερικϋσ φορϋσ αποδεικνϑεται ολϋθριο.

«Μη μου κϊνεισ τον ϋξυπνο, παιδύ μου. Και μη μου λεσ ποια εύναι η δουλειϊ μου. Απϐ το Ρύτςχιλ όταν το γρϊμμα;»

«Εδώ ταχυδρομόθηκε.» «Αναρωτιϋμαι ποιοσ το ταχυδρϐμηςε;» «Δεν ξϋρω. ύγουρα το ύδιο ϊτομο που

θα επικοινωνόςει μαζύ μου ςτο παγκϊκι.» «Θϋλεισ να τον ςυλλϊβω;» ρώτηςε. «Όχι. Γιατύ ϋτςι δεν θα φτϊςω ποτϋ

μϋχρι τον αντσ.» Ο ταν Κϐουλ κοϑνηςε το κεφϊλι του. «άςωσ να εύμαι λύγο αργϐσ, παιδύ μου. Σι

ακριβώσ ςκϋφτεςαι να κϊνεισ; Και πϐτε θϋλεισ να επϋμβω;»

«Όποτε ςου πω εγώ. άςωσ και να μην χρειαςτεύ καθϐλου. Εξαρτϊται απϐ την πορεύα που θα πϊρουν τα πρϊγματα. Απλϊ, ςκϋφτηκα ϐτι ϋπρεπε να εύςαι ενημερωμϋνοσ. Ωμα ςε χρειαςτώ, θα ςου τηλεφωνόςω.»

Σραβώντασ το τςιγϊρο απϐ τα χεύλη του, ο ςερύφησ ςϊλιωςε προςεκτικϊ την κϐλληςό του. Σώρα, τα χαρακτηριςτικϊ του προςώπου του δεν εύχαν την παραμικρό ϋκφραςη.

«Δικιϊ ςου δουλειϊ εύναι, παιδύ μου. Όποτε με χρειαςτεύσ, θα τρϋξω. Κϊνει τρομερό ζϋςτη για να κυκλοφορεύ κανεύσ.»

Σον ευχαρύςτηςα και βγόκα απϐ το γραφεύο του. την πϐρτα, ϋριξα μια ματιϊ πύςω μου κι εύδα ϐτι εύχε όδη ξαπλώςει απϋναντι απϐ τον ανεμιςτόρα, με κλειςτϊ μϊτια και με το ςβηςτϐ τςιγϊρο κολλημϋ-νο ανϊμεςα ςτα παχιϊ χεύλη του.

***

ΚΟΝΣΕΤΕ δυϐμιςη το απϐγευμα. Σο ςημεύωμα ϋλεγε τρεισ. Διϋςχιςα αργϊ την πλατεύα, περνώντασ δύπλα απϐ το παγκϊκι που ϐριζε το ςημεύωμα, και μπόκα ςτο ξενοδοχεύο. Απϐ το παρϊθυρο του δωματύου μου ϋβλεπα το πρϊςινο παγκϊκι τησ πλατεύασ, που βριςκϐταν κϊτω απϐ τα κλαδιϊ μιασ γιγϊντιασ φτελιϊσ, γϑρω ςτα τρύα μϋτρα απϐςταςη απϐ το πεζοδρϐμιο τησ πλατεύασ.

το παγκϊκι καθϐταν ϋνασ γϋροσ που φοροϑςε ςτραπατςαριςμϋνο παναμαδϊκι. Ϋταν ςκυμμϋνοσ μπροςτϊ, ακουμπώντασ και με τα δυο του χϋρια ςτη λαβό του μπαςτουνιοϑ του και κούταζε αφηρημϋνα μπροςτϊ του.

τισ τρεισ παρϊ πϋντε δεν εύχε κουνηθεύ απϐ τη θϋςη του και ςκϋφτηκα ϐτι ύςωσ τον εύχε πϊρει ο ϑπνοσ. Ϊφυγα απϐ το παρϊθυρο, απϐ το δωμϊτιο κι απϐ το ξενοδοχεύο και πόγα να τον ςυναντόςω ςτο πρϊςινο παγκϊκι. Όταν κϊθιςα δύπλα του, πϊλι δεν κουνόθηκε.

Ακοϑμπηςα την πλϊτη μου ςτη ρϊχη του πϊγκου, χαμόλωςα το μπορ του καπϋλου μου περιςςϐτερο πϊνω απϐ τα μϊτια μου και περύμενα. Πϋραςαν ςχεδϐν πϋντε λεπτϊ, ϐταν κϊποιοσ τρύτοσ κϊθιςε ςτο παγκϊκι, ανϊμεςα ςτο γϋρο και ςε μϋνα. Περύμενα ϊλλα πϋντε λεπτϊ και μετϊ ϊνοιξα τα μϊτια μου, ρύχνοντασ το βλϋμμα μου πλϊγια. Αυτϐσ ο «κϊποιοσ» εύχε μακριϊ, χυτϊ πϐδια που κατϋληγαν ςε αςπρογϊλαζεσ κϊλτςεσ και ςε μπλε, δετϊ παποϑτςια με κρεπ. Σα πϐδια όταν ςταυρωμϋνα και αψεγϊδιαςτα.

Ανακϊθιςα πϊνω ςτο παγκϊκι, ςπρώ-χνοντασ πύςω το καπϋλο μου, και γϑριςα προσ το μϋροσ τησ. Σα πϐδια τησ όταν ορατϊ και προκλητικϊ μϋχρι το ςημεύο ϐπου ϊρχιζε το καυτϐ, ξεβαμμϋνο τζιν πανταλονϊκι. Υοροϑςε νϊιλον μπλουζϊκι, που, απϐ θαϑμα, δεν ςχιζϐταν απϐ την αςφυκτικό πύεςη του πληθωρικοϑ ςτη-θουσ τησ. Σα κατακϐκκινα χεύλη τησ χαμο-γελοϑςαν, το ύδιο και τα καφετιϊ μϊτια τησ. Σα μαλλιϊ τησ όςαν λύγο πιο ανοιχτϊ απϐ τα μϊτια τησ και κομμϋνα κοντϊ για τη ζϋςτη του καλοκαιριοϑ. Ϊνα ϐμορφο, λαχταριςτϐ ςϑνολο. Ανϊμεςα ςτα χεύλη τησ φώλιαζε ϋνα ςβηςτϐ τςιγϊρο. Μου χα-μογϋλαςε κι εύπε:

«Υωτιϊ;» Βρόκα ϋνα φακελϊκι ςπύρτα και δο-

κύμαςα ν΄ ανϊψω ϋνα, αλλϊ όταν τϐςο υγραμϋνο απϐ τον ιδρώτα μου, που ςχύςτηκε.

«Λυπϊμαι,» εύπα.

Page 100: Περιοδικο Detective Τευχος 1

100

DETECTIVE STORY

Οι ςτρογγυλού ώμοι τησ αναςηκώθηκαν ελαφρϊ κϊτω απϐ το τςιτωμϋνο μπλουζϊ-κι τησ. «Ϊχουν ςπύρτα ςτο μπαρ του ξενο-δοχεύου;» πρϐφερε αργϊ. «Και παγωμϋνη μπύρα:»

«υνόθωσ ϋχουν,» ϋκανα. «ύγουρα. Και κϊποια όςυχη γωνιϊ,

αςφαλώσ. Μια γωνιϊ ϐπου ϋνα ζευγϊρι θα μποροϑςε να κουβεντιϊςει με την ηςυχύα του.»

«Κϊτι τϋτοιο μαζύ ςου θα όταν τρομερϐ χϊςιμο χρϐνου.»

«άςωσ. Εξαρτϊται, πϊντωσ, απϐ αυτϊ που ϋχω να ςου πω.»

ηκώθηκα ϐρθιοσ. «Πϊμε και βλϋπουμε,» εύπα. Σο ϐνειρο ςηκώθηκε μ' ϋναν αρμονικϐ

ςυνδυαςμϐ κινόςεων, χωρύσ κενϊ, και μαζύ διαςχύςαμε την πλατεύα και μπόκαμε ςτο ξενοδοχεύο.

ΣΟ ΜΠΑΡ δεν εύχε κλιματιςμϐ, αλλϊ

αρκετού ςτρατηγικϊ τοποθετημϋνοι με-γϊλοι ανεμιςτόρεσ δημιουργοϑςαν την ψευδαύςθηςη τησ δροςιϊσ, που προκαλεύ η κύνηςη του αϋρα. Πϊντωσ, βρόκαμε την όςυχη γωνιϊ και την παγωμϋνη μπύρα. Ϋπιαμε μερικϋσ γουλιϋσ πριν ανούξει το ςτϐμα τησ.

«Δεν μοιϊζεισ με Ειδικϐ Ερευνητό,» εύπε. «Μϊλλον δύνεισ την εντϑπωςη ϋξυπνου ανθρώπου με μϋλλον. Δικηγϐρου, ασ ποϑμε.»

«Δεν νιώθω ςαν Ειδικϐσ Ερευνητόσ,» αποκρύθηκα. «Οϑτε ςαν δικηγϐροσ. Οϑτε ςαν ϋξυπνο ϊνθρωποσ με μϋλλον. Νιώθω ςαν να εύμαι δϑο χιλιϊδων ετών.»

«Υταύει η ςυνεύδηςό ςου,» εύπε. «Πρϋπει να μϊθεισ να την αγνοεύσ.»

«Βϋβαια, αυτϐ λϋει ϐλοσ ο κϐςμοσ. Σώρα, ασ δοϑμε και τη δουλειϊ μασ. Σι γυρεϑει εδώ πϋρα μια κοπϋλα ςαν κι εςϋνα;»

«Περύμενεσ ϊντρα;» «Θα όταν πιο λογικϐ.» «Γιατύ; Ο Ϊρικ εύναι ϐμορφο αγϐρι. Οι

περιςςϐτεροι φύλοι του εύναι γυναύκεσ.» «Πϊντα όταν τυχερϐσ. Δεν υπϊρχει

καλϑτεροσ φύλοσ απϐ μια γυναύκα. Αν μπορεύσ να τησ ϋχεισ εμπιςτοςϑνη, εννοώ.»

«Υαύνεται ϐτι ϋχεισ κακό πεύρα,» εύπε, γλϑφοντασ το πϊνω χεύλοσ τησ με την ϊκρη τησ γλώςςασ τησ.

«Μϊλλον φταύει η ζϋςτη,» εύπα. «Με κϊνει να λϋω ϊτοπα πρϊγματα.»

«Σο ξϋρω. Αυτϐ που ςου χρειϊζεται εύναι μερικϋσ βδομϊδεσ ςε κϊποια δροςερό ακροποταμιϊ ό ςε κανϋνα βουνϐ, ϐπου

φυςϊει αςταμϊτητα. Όπωσ εύναι εκεύ ϐπου μϋνω εγώ, αν ς' ενδιαφϋρει. Εύναι δϋκα μύλια βϐρεια, ςτο Φϊιγουϋι 27. τρύβεισ ανατολικϊ ςτο Ρύβερ Ρϐουντ Τ. Εϑκολα το βρύςκεισ.»

«Πρϐςκληςη εύναι αυτό;» «υμβουλό.» Αποτελεύωςα τη μπύρα μου και τησ πρϐ-

τεινα να την κερϊςω ϊλλη μύα. Δϋχτηκε, κι ϐταν ο μπϊρμαν ϋφερε τη μπύρα τησ, ςηκώθηκα.

«Εύναι κουραςτικϐ το οδόγημα με τϋτοια ζϋςτη,» εύπε. «Ση νϑχτα εύναι καλϑτερα.»

«ύγουρα,» αποκρύθηκα. Βγόκα απϐ το μπαρ και ανϋβηκα ςτο

δωμϊτιϐ μου, που όταν ςωςτϐ καμύνι. Ϊβαλα μπροσ τον ανεμιςτόρα τησ οροφόσ, που δεν ϊλλαξε καθϐλου ςχεδϐν την κατϊςταςη, κι ϋβγαλα το πουκϊμιςϐ μου. Ξϊπλωςα ανϊςκελα ςτο κρεβϊτι και προςπϊθηςα ν' αδειϊςω εντελώσ το μυα-λϐ μου, αλλϊ το μϐνο που κατϊφερα όταν να το μπερδϋψω ακϐμα περιςςϐτερο με τισ επύμονα προκλητικϋσ εικϐνεσ των χυτών ποδιών με το ςορτσ που, ςύγουρα, όςαν ςϑμβολα με κϊποια ςημαςύα. Σα πϐδια με το ϊςπρο ςορτσ ϊκουγαν ςτο ϐνομα Γκλϐρια, ενώ τα ϊλλα με το μπλε δεν εύχαν προχωρόςει ςε ςυςτϊςεισ. Μετϊ το πρϐςωπο του Υρϊνςισ Κροϑγκερ ϊρχιςε να φουςκώνει ςαν ροζ μπαλϐνι, να γύνεται τερϊςτιο και να ςκεπϊζει κϊθε ϊλλη εικϐνα του μυαλοϑ μου, ώςπου τελικϊ ϋςκαςε και με ξϑπνηςε.

Η δυνατό αντηλιϊ εύχε φϑγει απϐ το παρϊθυρο. ηκώθηκα και κούταξα τη ςκοτεινό πλατεύα. Ϊνα φανϊρι του δρϐμου ςτη γωνιϊ τησ ϋςτελνε το αδϑναμο φωσ του μϋχρι τον πϋτρινο τούχο του κτιρύου τησ φυλακόσ.

Γυρύζοντασ απϐ το παρϊθυρο, φϐρεςα το πουκϊμιςϐ μου και ςτερϋωςα απϐ πϊνω του τη θόκη τησ μαςχϊλησ με το 45ϊρι μου. Μετϊ, τα κϊλυψα ϐλα με το ελαφρϐ ςακϊκι, που ταύριαζε με το παντελϐνι μου. Αυτϐ εύναι το ϊςχημο ϐταν οπλοφορεύσ με τϋτοια ζϋςτη. Πρϋπει να φορϊσ και ςακϊκι για να κρϑβεισ το ϐπλο ςου.

ϑμφωνα με το ρολϐι μου η ώρα όταν εννιϊ και τρύα λεπτϊ. ταμϊτηςα τον ανεμιςτόρα και βγόκα απϐ το δωμϊτιο.

* * *

ΑΠΟ το ςημεύο ϐπου ςτεκϐμουν,

διαπύςτωςα ϐτι το κελϊρυςμα του αϐ-

Page 101: Περιοδικο Detective Τευχος 1

101

DETECTIVE STORY

ρατου νεροϑ ακουγϐταν πολϑ πιο κϊτω. Μπροςτϊ μου, ξεχώριζα ϋνα ξϑλινο ςπύτι, ϐπου μϐνο ϋνα χλωμϐ, κιτρινωπϐ φωσ ϋςπαγε τον καταςκϐτεινο ϐγκο του. Προχώρηςα αθϐρυβα ανϊμεςα ςτα δϋντρα, μϋχρι που ϋφταςα ςτο πύςω μϋροσ του ςπιτιοϑ. Εκεύ, παρκαριςμϋνα κοντϊ ςτην πύςω πϐρτα του, βρύςκονταν δϑο αυτοκύνητα. Σο ϋνα όταν ϋνα ςυνηθιςμϋνο ςεντϊν και το ϊλλο ϋνα ακριβϐ κονβϋρ-τιμπλ. Ϊκανα το γϑρο του ςπιτιοϑ κι ανϋβηκα τη ςκϊλα που οδηγοϑςε ςτη βερϊντα.

Προςπαθώντασ να κϊνω ϐςο το δυνατϐ λιγϐτερο θϐρυβο, πληςύαςα την πϐρτα του ςπιτιοϑ κι αφουγκρϊςτηκα. Αριςτερϊ μου, μια ςτενό φωτεινό λουρύδα απϐ το μοναδικϐ φωτιςμϋνο παρϊθυρο του ςπιτιοϑ χώριζε τη βερϊντα ςτα δϑο. Οι κουρτύνεσ του παραθϑρου ανϋμιζαν προσ τα μϋςα και ο μοναδικϐσ όχοσ που ϊκουγα όταν ο γνώριμοσ βϐμβοσ του εξαεριςτόρα, κϊπου ςτο πύςω μϋροσ του ςπιτιοϑ.

Δεν ακουγϐταν τύποτε ϊλλο απϐ τουσ χτϑπουσ τησ καρδιϊσ μου και το ελαφρϐ ςφϑριγμα τησ ανϊςασ μου.

Όταν ϊνοιξε η πϐρτα, αντύκριςα την κοπϋλα τησ πλατεύασ. Εύχε αλλϊξει το ξεβαμμϋνο, καυτϐ ςορτσ μ' ϋνα εξύςου ξεβαμμϋνο πανταλϐνι τζιν, που τϐνιζε τα προκλητικϊ, φαρδιϊ λαγϐνια τησ, αλλϊ εκτϐσ απϐ αυτϐ όταν ϐπωσ την εύχα δει πριν απϐ λύγεσ ώρεσ. Σα μϊτια τησ όταν ακϐμα φιλικϊ. Σο ύδιο και τα χεύλη τησ.

«ε περύμενα,» εύπε. «Πϋραςε μϋςα.» Ϊκανα ϋνα βόμα μπροςτϊ με το δεξύ

πϐδι, την ϊρπαξα με το δεξύ χϋρι απϐ τον αριςτερϐ ώμο και την ϋςυρα κοντϊ μου. Ακϐμα και οι ανϐητοι ξϋρουν ϐτι ο αιφνιδιαςμϐσ αποτελεύ βαςικϐ ςτοιχεύο ςτην επύθεςη. Και πριν καταλϊβει τι γι-νϐταν, την εύχα αρπϊξει και την κρατοϑςα ακύνητη μπροςτϊ μου, ςαν αςπύδα.

Με το ελεϑθερο χϋρι ψϊρεψα το 45ϊρι απϐ την θόκη τησ μαςχϊλησ μου. Μετϊ, μπόκα ςτο φωτιςμϋνο δωμϊτιο και, ςϋρνοντϊσ την μαζύ μου, κϐλληςα την πλϊτη μου ςτον τούχο. Η φωνό τησ όταν βραχνό και παλλϐταν απϐ ανόμπορη λϑςςα.

«Σι κϐλπο εύναι αυτϐ, μπορεύσ να μου πεισ;»

Σο γϋλιο μου δεν όταν καλϑτερο απϐ τη φωνό τησ. Σρεμουλιαςτϐ απϐ την ϋνταςη.

«Σο ξϋρεισ το κϐλπο, γλυκιϊ μου. Σο ξϋρεισ πολϑ καλϊ. Και μη νομύζεισ ϐτι μπορεύσ να εύςαι το δϐλωμα ςε θανϊςιμη

παγύδα, τη μια ςτιγμό, και ζωντανό κοϑκλα την ϊλλη. Αν χρειαςτεύ, θα ςου τινϊξω το πονηρϐ μυαλουδϊκι ςου ςτον αϋρα.»

Σα μϊτια τησ μεγϊλωςαν απϐ τρϐμο. τϊθηκε εντελώσ ακύνητη.

«Ϊτςι μπρϊβο,» εύπα. «Και τώρα, ϊκουςϋ με. Ωκουςϋ με καλϊ, αν θϋλεισ να ζόςεισ για να διηγηθεύσ ςτον Υρϊνςισ Κροϑγκερ τι θα γύνει εδώ μϋςα απϐψε. την ϊλλη ϊκρη του δωματύου εύναι μια πϐρτα. Κλειςτό. Εύναι η μοναδικό κλειςτό πϐρτα που οδηγεύ ςε αυτϐ το δωμϊτιο. Κϊποιοσ ςτϋκεται πύςω απ΄ αυτό την πϐρτα. Θεσ να ςου πω ποιοσ; Ο Ϊρικ αντσ ό ϋνα φαρμακερϐ φύδι που βρύςκεται ςτην εξουςύα για να εξυπηρετεύ τα ςυμφϋροντα του Κροϑγκερ, με ψόφουσ ξαγοραςμϋνουσ απϐ τον Κροϑγκερ, τϐςα πολλϊ χρϐνια, που δϑςκολα τα θυμϊται κανεύσ. Πεσ του να κοπιϊςει κατϊ δω. Πεσ του να βγει με τα χϋρια ψηλϊ, αλλιώσ θα τον τινϊξω ςτον αϋρα μαζύ με το ςπύτι!»

Με βλαςτόμηςε ϊγρια και προςπϊθηςε να ςπϊςει τη λαβό μου. Σησ ϋςτριψα το χϋρι ακϐμα περιςςϐτερο και ςταμϊτηςε. την ϊλλη ϊκρη του δωματύου, η κλειςτό πϐρτα ϊνοιξε προσ τα μϋςα. Σο πυκνϐ ςκοτϊδι, που απλωνϐταν πϋρα απϐ το ϊνοιγμϊ τησ, ςχύςτηκε απϐ δυο πορτοκα-λιϋσ γλώςςεσ φωτιϊσ και η ηςυχύα τησ ατμϐςφαιρασ κομματιϊςτηκε απϐ δυο πυ-ροβολιςμοϑσ.

Ϊνιωςα δϑο δυνατϊ τραντϊγματα, και το κορμύ τησ κοπϋλασ τινϊχτηκε βύαια προσ το μϋροσ μου και προσ τα πϊνω. Μετϊ ξανϊπεςε, νεκρϐ βϊροσ, κι αυτό τη φορϊ ϊφηςα ελεϑθερο τον καρπϐ του χεριοϑ τησ.

ΕΔΨΑ βουτιϊ προσ το πϊτωμα και

κυλύςτηκα γρόγορα μϋχρι τον απϋναντι τούχο. Κϐλληςα πϊνω του και πληςύαςα προςεκτικϊ το ϊνοιγμα τησ πϐρτασ. το πϊτωμα, εκεύ ϐπου εύχε πϋςει κϊτω απϐ τισ ςφαύρεσ του ταν Κϐουλ , η ϐμορφη κοπϋλα εύχε μεταβληθεύ τώρα ςε μια ϊμορφη μϊζα απϐ νϊιλον και τζιν. Πϊνω ςτο νϊιλον εύχε αρχύςει ν' απλώνεται αργϊ μια κηλύδα, που όταν το ύδιο κϐκκινη, ϐπωσ και το φιλικϐ χαμϐγελϐ τησ. Πύςω απϐ το ϊνοιγμα τησ πϐρτασ, μϋςα ςτο ςκοτεινϐ δωμϊτιο, ϊκουςα τον αμυδρϐ όχο τησ ςυγκρατημϋνησ του ανϊςασ, την υποψύα μιασ ελεφϊντινησ κύνηςησ.

Page 102: Περιοδικο Detective Τευχος 1

102

DETECTIVE STORY

«ταν Κϐουλ,» εύπα. «Παχϑδερμο! Κούταξε τι ϋκανεσ με τισ εξυπνϊδεσ ςου. Η κοπϋλα κεύτεται ςτο πϊτωμα με τισ δυο ςφαύρεσ ςου ςτο κορμύ τησ. Ξϋρεισ τι ςημαύνει να πεθϊνεισ με δυο ςφαύρεσ ςτο κορμύ ςου, ταν; Ξϋρεισ τι ςημαύνει να πεθϊνεισ πνιγμϋνοσ απϐ το αύμα ςου; Βγεσ ϋξω και θα ςου δεύξω. Ϊχω ϋνα 45ϊρι ϋτοιμο για ςϋνα, ταν. Σο βαρϑτερο ϐπλο που διαθϋτω για το βαρϑτερο παχϑδερμο που γνωρύζω.»

Μϋςα απϐ το ςκοτεινϐ δωμϊτιο ϋφταςε ςτ' αυτιϊ μου η ςφυριχτό ανϊςα του.

«Καλϑτερα να ϋρθεισ εςϑ, παιδύ μου. Γι αυτϐ ϊνοιξα την πϐρτα. Κϐπιαςε, λοιπϐν!»

Πληςύαςα περιςςϐτερο ςτο ϊνοιγμα τησ πϐρτασ. «Θα ϋρθω, μην ανηςυχεύσ. Αλλϊ θα ϋρθω ϐποτε θϋλω εγώ. Νϐμιζεσ ϐτι θα ερχϐμουν ϋτςι, ςτα τυφλϊ, ςαν πρϐβατο ςτη ςφαγό; Ϋξερα τι ϋτρεχε απϐ μϋρεσ. Απϐ την ςτιγμό που ϋλαβα το ςημεύωμα. Αυτϐ που ςου ϋδειξα ςόμερα το απϐγευμα, κι ϋκανεσ ϐτι το ϋβλεπεσ για πρώτη φορϊ.»

«Εύςαι πολϑ ϋξυπνοσ, παιδύ μου. Κρύμα, ϐμωσ, που πρϋπει να πεθϊνεισ.»

«Καθϐλου ϋξυπνοσ,» αποκρύθηκα. «Δεν χρειαζϐταν. Ϋταν εϑκολο να καταλϊβω ϐτι κρατοϑςεσ τον αντσ ςτα χϋρια ςου. Δεν χρειαζϐταν να εύμαι μεγαλοφυϏα για να καταλϊβω ϐτι εύχε γρϊψει το ςημεύωμα με το ζϐρι. Σον κρατϊσ εκεύ μϋςα τώρα, ταν. Κϊτω απϐ την απειλό του ϐπλου ςου, ϐπωσ τον εύχεσ ϐταν ϋγραφε το ςημεύωμα. κϐπευεσ να τον βγϊλεισ απϐ τη μϋςη, αφοϑ προηγουμϋνωσ ςκϐτωνεσ εμϋνα. Πολϑ ϐμορφη εικϐνα. Και πολϑ πει-ςτικό. Ερευνητόσ και φυγϐδικοσ αλληλο-ςκοτώνονται. Εντυπωςιακού τύτλοι για τον κοςμϊκη. Χεϑτικοι ςαν την κϐλαςη, αλλϊ εϑκολο να γύνουν πιςτευτού με κϊποιον ςαν τον Υρϊνςισ Κροϑγκερ πύςω απϐ ϐλη αυτό την ιςτορύα.»

Γϋλαςα πριν ςυνεχύςω. «Κι υπϊρχει κϊτι πολϑ αςτεύο ς' αυτό

την ιςτορύα, ταν. Σϐςο αςτεύο, που να ξεραύνεςαι ςτα γϋλια. Θεσ να ςου πω απϐ ποϑ μυρύςτηκα την παγύδα; Θεσ να ςου πω πώσ όξερα ϐτι το ςημεύωμα όταν ψεϑτικο; Σον Ϊρικ αντσ τον ϋκρυψα εγώ! Ακριβώσ, ταν. Εγώ τον ϋκρυψα ς' εκεύνο το παλιϐ καταφϑγιο του Νορθςϊιντ, απϐ ϐπου τε-λικϊ τον ξετρϑπωςα, και, ςτην αρχό, όμουν ο μϐνοσ ϊνθρωποσ πϊνω ςτη γη, εκτϐσ απϐ τον ύδιο, που όξερα ποϑ βριςκϐταν. Κι αν εύχε την υπομονό να καθύςει ςτ' αυγϊ του, θα βριςκϐταν ακϐμα εκεύ. Σου εύπα να μην ϋρθει ς' επαφό με κανϋναν. Ειδικϊ με τη Γκλϐρια. Αλλϊ, δεν

μποροϑςε ν' αντιςταθεύ. Ϊτςι, πύςω απϐ την πλϊτη μου, τησ τηλεφώνηςε και το πρώτο πρϊγμα που ϋκανε εκεύνη όταν να τον πουλόςει ςτον Κροϑγκερ, που τησ εύχε υποςχεθεύ γοϑνεσ και χρυςαφικϊ, περιςςϐτερα απϐ ϐςα εύχε ονειρευτεύ ποτϋ.»

ταμϊτηςα και περύμενα, ςτόνοντασ τ' αυτύ μου. Απϐ το ςκοτεινϐ δωμϊτιο, ϐμωσ, δεν ακουγϐταν απολϑτωσ τύποτε.

«το τϋλοσ, τουλϊχιςτον, χρηςιμο-πούηςε το μυαλϐ του,» ςυνϋχιςα. «Δεν ανϋφερε καθϐλου το γεγονϐσ ϐτι αυτϐσ που τον εύχε κρϑψει όμουν εγώ. Ϊγραψε το ςημεύωμα ϐπωσ ακριβώσ το θϋλατε και, μ' αυτϐν τον τρϐπο, ςασ ϊφηςε να μου πεύτε μϐνοι ςασ ϐτι εύχατε ςτόςει παγύδα για τον Ντϊνι Κλϊιβ. Αςτεύο δεν εύναι, ταν; Όπου κι αν πόγα, τα ςκουλόκια που όθελαν το θϊνατο του Ϊρικ αντσ με κούταζαν περιφρονητικϊ, επειδό πρϐδινα ϋναν παλιϐ μου φύλο. Κι ϐλο αυτϐ το διϊ-ςτημα, όμουν ο μϐνοσ που όθελε ν΄ απλώςει χϋρι για να τον ςώςει. ύγουρα. Πολϑ αςτεύο. Παραλύγο να πεθϊνω απϐ τα γϋλια.»

ΣΟΣΕ όταν που ϊκουςα ϋναν όχο. Ση

μετακύνηςη ενϐσ βϊρουσ πϊνω ςε ςανύδια που λϑγιςαν λιγϊκι. Ο όχοσ αυτϐσ ακουγϐταν απϐ την αντύθετη πλευρϊ του δωματύου, μακριϊ απϐ τη φωτεινό λεπύδα που ϋςχιζε τα ςκοτϊδια του. υςπειρώθη-κα και πόδηξα μϋςα ςτο ςκοτεινϐ δωμϊ-τιο, ςτρύβοντασ δεξιϊ και πυροβολώντασ ςτα τυφλϊ. Ακοϑςτηκε μια βιαςτικό κύνηςη ςτο βϊθοσ του δωματύου κι ϋγινα ϋνα με το ςκοτϊδι. Σώρα, ο ςερύφησ κι εγώ βριςκϐμαςτε μϋςα ςτο ύδιο ςκοτεινϐ δωμϊτιο κι αγωνιζϐμαςτε ποιοσ απϐ τουσ δυο μασ θα κρατιϐταν ςτη ζωό.

Η ανϊςα του ϋβγαινε ςφυριχτϊ ανϊ-μεςα ςτα δϐντια του. Σην ϊκουςα και πυροβϐληςα προσ εκεύνη την κατεϑθυνςη. Απϊντηςε ςτον πυροβολιςμϐ μου κι εύδα τη ςιλουϋτα του να διαγρϊφεται αχνϊ πύςω απϐ τη φλϐγα του ϐπλου του. Δεν ϋνιωςα καθϐλου το δυνατϐ κϊψιμο ςτον ώμο μου, παρϊ ϐταν το δωμϊτιο ςταμϊτηςε να ςυγκλονύζεται απϐ τουσ πυροβολιςμοϑσ και το 45ϊρι μου ϊδειαςε.

υςπειρωμϋνοσ μϋςα ςτο ςκοτϊδι, και ςτόνοντασ αυτύ για ν΄ ακοϑςω κϊποιον όχο, κατϊλαβα τελικϊ ϐτι ο ςπουδαιϐτε-ροσ όχοσ απϐ ϐλουσ, το ςώριαςμα του τερϊςτιου κορμιοϑ του ςτο πϊτωμα, εύχε χαθεύ μϋςα ςτισ βροντϋσ των πυροβο-

Page 103: Περιοδικο Detective Τευχος 1

103

DETECTIVE STORY

λιςμών μου. Σα αυτιϊ μου πονοϑςαν και με ςοϑβλιζαν απϐ τον αντύλαλο των πυροβολιςμών.

Αναςηκώθηκα αργϊ και, ςφύγγοντασ τον πληγωμϋνο μου ώμο, βρόκα το διακϐπτη του ηλεκτρικοϑ και ϊναψα το φωσ. Ϋταν πεςμϋνοσ μπροϑμυτα ςτη ρύζα του αντικρινοϑ τούχου. Σο πιςτϐλι του βριςκϐταν ςτο πϊτωμα κοντϊ ςτα ςτρεβλωμϋνα δϊχτυλα του τεντωμϋνου χεριοϑ του. Καθώσ τον κούταζα, τα δϊ-κτυλϊ του ςυςπϊςτηκαν για τελευταύα φορϊ ςπαςμωδικϊ και το τερϊςτιο κορμύ του ϋμεινε εντελώσ ακύνητο.

τη γωνιϊ του δωματύου όταν ϋνα ςιντριβϊνι και πϊνω του δεμϋνοσ χειρο-πϐδαρα και με ϋνα φαρδϑ τςιρϐτο ςτο ςτϐμα του, όταν ξαπλωμϋνοσ ο Ϊρικ αντσ. Σα γαλανϊ μϊτια του ςτρϊφηκαν προσ το μϋροσ μου μϋςα ςτισ κϐγχεσ τουσ και, κϊτω απϐ το τςιρϐτο, το αδϑναμο ςτϐμα, που όξερα τϐςο καλϊ, προςπϊθηςε να μου χαμογελϊςει.

Πληςύαςα, τον ϋλυςα και ξεκϐλληςα το τςιρϐτο απϐ τα χεύλια του. Όχι απαλϊ. Απϐτομα. Σο ϋκανα με ϊγριο ςαδιςμϐ, ξεκολλώντασ τρύχεσ, δϋρμα κι αύμα απϐ το πρϐςωπϐ του. Ανακϊθιςε αργϊ πϊνω ςτο ντιβϊνι και μετϊ ακοϑμπηςε τα πϐδια του ςτο πϊτωμα. Σώρα, ϑςτερα απϐ μεγϊλη προςπϊθεια, κατϐρθωςε να χαμογελϊςει.

«Ντϊνι, παλιϐφιλε!» εύπε. Ο θυμϐσ φοϑντωςε μϋςα μου.

«Βϋβαια,» φώναξα. «Μια κοπϋλα κεύ-τεται νεκρό ςτο διπλανϐ δωμϊτιο και κϊποιοσ ϊλλοσ ςε τοϑτο εδώ, και το μϐνο που ϋχεισ να πεισ, εύναι «Ντϊνι, παλιό-

φιλε!»... Διακινδϑνεψα τα πϊντα για να ςώςω το ϊχρηςτο τομϊρι ςου και το μϐνο που ϋχεισ να πεισ εύναι «Ντϊνι, παλιόφιλε!». Ο Ντϊνι, ο παλιϐφιλοσ δεν υπϊρχει πια. Σο ύδιο κι εςϑ. Νούκιαςα τη λύγη εκτύμηςη που εύχα για ϋνα φύλο, που δεν υπόρξε φύλοσ ποτϋ, και τώρα την παύρνω πύςω. Πασ κατευθεύαν για προανϊκριςη και θα δεύξεισ ωσ ϋνοχο, με ϋνα μακρϑ δϊχτυλο, τον Υρϊνςισ Κροϑγκερ. Θα το κϊνεισ, αλλιώσ θα ςου τινϊξω τα μυαλϊ ςτον αϋρα!» ηκωθόκαμε, δοκιμϊζοντασ το βϊροσ του κορμιοϑ του πϊνω ςτα μουδιαςμϋνα του πϐδια, και ςτο λεπτϐ κι ωραύο πρϐςω-πϐ του απλώθηκε μια ϋκφραςη κουραςμϋ-νησ αποδοχόσ. «Εντϊξει, Ντϊνι. Εντϊξει. Κι ϊργηςα πολϑ να πϊω. Πϊρα πολϑ..» Ϊςβηςα το φωσ, κρϑβοντασ ςτο ςκοτϊ-δι το πτώμα του ςερύφη ταν Κϐουλ, και βγόκαμε ςτο διπλανϐ δωμϊτιο. Πληςύαςα την κοπϋλα, γονϊτιςα δύπλα τησ κι ακοϑμπηςα το χϋρι μου ςτο ςτόθοσ τησ, πϊνω απϐ τη ματωμϋνη κηλύδα, που ϐλο και μεγϊλωνε. Ϋταν νεκρό. Εύχε πϊει χαμϋνη ϊδικα κι αυτό, ϐπωσ και τϐςα ϊλλοι. ηκώθηκα, ρύχνοντϊσ τησ μια τελευταύα ματιϊ. «Πρϋπει να ειδοποιόςουμε την περύπο-λο για ϐτι ϋγινε,» εύπα. Και βγόκαμε ϋξω, ςτην ομύχλη του ποταμοϑ.

Υλέτςερ Υλόρα Μετϊφραςη: Αλέκοσ Λογοθέτησ

ΑΜΓΡΙΚΑΝΟ ζπγγξαθέαο πνπ άξρηζε ηελ ζηαδηνδξνκία ηνπ ζην ηέινο ηεο θπξηαξρίαο ησλ «πνιηνπεξηνδηθώλ» γξά-θνληαο «ζπλαξπαζηηθά» δηε-γήκαηα ζε πεξηνδηθά όπσο ην

Dime Detective ζηηο δεθαεηίεο 1940 θαη 1950. ηαλ έιεμε ε θπξηαξρία ησλ «πνιηνπε-ξηνδηθώλ», άξρηζε λα γξάθεη δηεγήκαηα γηα ηα πεξηνδηθά κε κηθξόηεξν ζρήκα (ηύπνπ Μάζθαο) πνπ αθνινύζεζαλ όπσο ηα Pursuit, Ellery Queen Mystery Magazine, Suspect θιπ). Έγξαςε ην κπζηζηόξεκα Hildegarde Withers Makes the Scene ζε ζπλεξγαζία κα ηνλ ηηνύαξη Πάικεξ θαη δύν βηβιία κε ηελ ππνγξαθή ηνπ

Έιεξη Κνπίλ. Γπίζεο, έγξαςε θαη 15 πεξίπνπ κπζηζηνξή-καηα πνπ εθδόζεθαλ ζε βηβιία ηζέπεο κε ην δηθό ηνπ όλνκα (όια γεκάηα αγσλία θαη πάζνο). πλνιηθά έγξαςε εμήληα δηεγήκαηα κπζηεξίνπ θαη 16 κπζηζηνξήκαηα, αλάκεζά ηνπο ηα κπζηζην-ξήκαηα The Hot Shot θαη Strange Sisters.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΘΜΕΙΩΜΑ

Φλζτςερ Φλόρα (1914-1968)

Page 104: Περιοδικο Detective Τευχος 1

104

DETECTIVE STORY

Υςτερα από δζκα χρόνια, κάποιοσ

είχε μάκει τθν πραγματικι ταυτότθτα τθσ γυναίκασ του Ράντκλιφ και τϊρα, θ οικογενειακι ηωι του, κι αυτι ακόμα θ υπόςταςι του, κινδφνευαν να τιναχτοφν ςτον αζρα.

Διιγθμα με απρόοπτο τζλοσ του Μπ. Γ. κοτ

ΣΙ εννιϊ και μιςό ακριβώσ, ϐπωσ το

εύχε ςυνόθειο, ο Μϋρτον Ρϊντκλιφ απο-ςϑρθηκε ςτο γραφεύο του ςπιτιοϑ του για να ανούξει το πρωινϐ ταχυδρομεύο. Σα δϑο διαφημιςτικϊ φυλλϊδια τα πϋταξε ςτο καλϊθι των αχρόςτων χωρύσ να τα ανούξει και μια ϋκκληςη απϐ το τοπικϐ φιλαν-θρωπικϐ ύδρυμα πρώτα την ϋκοψε μικρϊ-μικρϊ κομματϊκια κι ϑςτερα την πϋταξε κι αυτό ςτο καλϊθι των αχρόςτων. Ϊνα γρϊμμα που απευθυνϐταν ςτη γυναύκα του το ϋβαλε ςτην ϊκρη, αφοϑ μια προ-ςεκτικό εξϋταςη του γραφικοϑ χαρακτόρα τον διαβεβαύωςε για την ταυτϐτητα του αποςτολϋα. Αρχειοθϋτηςε μερικοϑσ λογαριαςμοϑσ κι ϋφταςε τελικϊ ςε ϋναν μακρϑ γαλϊζιο φϊκελο με το ϐνομϊ του και την διεϑθυνςό του δακτυλογραφη-μϋνα μπροςτϊ.

Ωνοιξε τον φϊκελο με τον επύχρυςο χαρτοκϐπτη του και τρϊβηξε απϐ μϋςα ϋνα διπλωμϋνο χαρτύ. Σο ξεδύπλωςε πϊνω ςτην επιφϊνεια του γραφεύου του και διϊβαςε τισ μαϑρεσ, ςκληρϋσ λϋξεισ δεϑ-

τερη και τρύτη και τϋταρτη φορϊ πριν η ςημαςύα τουσ τον πλημμυρύςει με μια ςυγκύνηςη που πληςύαζε τον πανικϐ.

«Ο αρχιςυντϊκτησ τησ Ντϋιλι Σϊιμσ,» ϋγραφε το ςημεύωμα, «θα ενδιαφερόταν ύςωσ να μϊθει τι απϋγινε η Βιρτζύνια Ντόλτον.»

Αυτϐ ϋλεγε μϐνο και ϐμωσ ϋφτανε για να κϊνει το αύμα του Μϋρτον Ρϊντκλιφ να εγκαταλεύψει το πρϐςωπϐ του. Πριν απϐ δϋκα χρϐνια το ϐνομα Βιρτζύνια Ντϐλτον φιγουρϊριζε ςε ϐλεσ τισ εφημερύδεσ τησ χώρασ. Σο ϐνομα και το πρϐςωπο τησ γυναύκασ που εύχε μπλεχτεύ ςε ϋναν απϐ τουσ πιο εντυπωςιακοϑσ φϐνουσ τησ δεκαετύασ εύχε γύνει γνώριμο ςε εκατομ-μϑρια Αμερικανοϑσ.

Η Βιρτζύνια Ντϐλτον όταν θεατρύνα και μαιτρϋςςα ενϐσ απϐ τουσ πιο διϊςημουσ παραγωγοϑσ του Μπρϐντγουεώ μϋχρι το πρωύ που εύχε βρεθεύ ςτο διαμϋριςμϊ τησ με το κρανύο ςπαςμϋνο. Ο ημερόςιοσ τϑποσ εύχε πϊθει υςτερύα. Μαϑροι, τερϊ-ςτιοι τύτλοι διαλαλοϑςαν ςε ϐλεσ τισ ημερόςιεσ εφημερύδεσ τησ χώρασ:

ΚΣΗΝΩΔΗ ΥΟΝΟ Ε ΓΚΑΡΟΝΙΕΡΑ

ΣΟΤ ΜΑΝΦΑΣΑΝ! ΘΕΑΣΡΙΝΑ ΚΡΑΣΕΙΣΑΙ ΓΙΑ ΠΕΡΙΕΡΓΟ

ΥΟΝΟ. Οι αναγνώςτεσ των εφημερύδων κα-

ταβρϐχθιζαν την κϊθε νϋα εξϋλιξη μαζύ με το πρωινϐ τουσ.

Η Βιρτζύνια Ντόλτον υποβλόθηκε ςε

ανϊκριςη. Η Βιρτζύνια εύναι υπό κρϊτηςη. Η Βιρτζύνια αφϋθηκε ελεύθερη.

Σα ϐμορφα κι ϋκπληκτα μϊτια τησ εύχαν

κοιτϊξει επιτιμητικϊ τουσ αμϋτρητουσ ταξιδιώτεσ των μϋςων ςυγκοινωνύασ που καταβρϐχθιζαν τισ πρωινϋσ εκδϐςεισ και ϐλοι οι ϊντρεσ ϋπαιρναν ϐρκο ϐτι όταν αθώα, ενώ ϐλεσ οι γυναύκεσ ϋπαιρναν ϐρκο ϐτι όταν ϋνοχη.

Εβδομϊδεσ ολϐκληρεσ διαμαρτυρϐταν ϐτι όταν αθώα, επιμϋνοντασ ςθεναρϊ ϐτι εύχε να δει τον δολοφονημϋνο μια ολϐκλη-ρη εβδομϊδα πριν απϐ την τραγωδύα. Η υπϐθεςη εναντύον τησ ςιγϊ-ςιγϊ αποδυνα-μώθηκε, λϐγω ϋλλειψησ ςτοιχεύων, και ϐταν τελικϊ η ιςτορύα καταχωνιϊςτηκε ςτισ πύςω ςελύδεσ των εφημερύδων, ϋνασ απϐ τουσ θαυμαςτϋσ τησ Βιρτζύνια ομολϐ-γηςε τον φϐνο.

Page 105: Περιοδικο Detective Τευχος 1

105

DETECTIVE STORY

Με τον καιρϐ, ο δολοφϐνοσ δικϊςτηκε, καταδικϊςτηκε και πόγε ςτην ηλεκτρικό καρϋκλα. Ο φϊκελοσ τησ υπϐθεςησ ϋκλειςε κι η περιβϐητη Βιρτζύνια Ντϐλτον ϋγινε ϊφαντη.

Πιθανϐν να υπόρχαν ελϊχιςτοι ϊν-θρωποι που όξεραν τι εύχε απογύνει η Βιρτζύνια Ντϐλτον. Ο Μϋρτον Ρϊντκλιφ όταν ϋνασ απ΄ αυτοϑσ. Σην εύχε πα-ντρευτεύ.

Γι αυτϐ και το γρϊμμα που όταν απλω-μϋνο μπροςτϊ του τώρα ϋφερε τϋτοιο πανικϐ ακϐμα και ςτο μεδοϑλι των οςτών του - επειδό το γρϊμμα αυτϐ προμόνυε εκβιαςμϐ.

Ο ΜΕΡΣΟΝ Ρϊντκλιφ όταν ο πιο

ατϐφιοσ πολύτησ τησ πϐλησ Υύλντκρεςτ που εύχε πληθυςμϐ γϑρω ςτισ εύκοςι χιλιϊδεσ ϊτομα. Σο εργοςτϊςιο Ρϊντκλιφ πρϐςφερε απαςχϐληςη, με τον ϋνα ό με τον ϊλλο τρϐπο, περύπου ςτο ϋνα τϋταρτο των κατούκων τησ πϐλησ. Ο Μϋρτον όταν μϋλοσ του διοικητικοϑ ςυμβουλύου του ςχολεύου, επύτροποσ τησ εκκληςύασ και εκτελεςτικϐ ςτϋλεχοσ του Εμπορικοϑ Επιμελητηρύου. Η κυρύα Μαρύ Ρϊντκλιφ όταν επύτιμοσ πρϐεδροσ του υνδϋςμου Γονϋων και Δαςκϊλων, Πρϐεδροσ τησ Εταιρεύασ για τη Βοόθεια των Γυναικών και αφανόσ αρχηγϐσ τησ κοινωνύασ του Υύλντκρεςτ. Ϋταν επύςησ, δυςτυχώσ, η Βιρτζύνια Μαρύ Ντϐλτον.

Αργοκύνητα, τώρα, λεσ κι εύχε γερϊςει ξαφνικϊ, ο Μϋρτον ςηκώθηκε απϐ το γραφεύο του, ϋχωςε το γρϊμμα ςτην τςϋπη του και βγόκε απϐ το δωμϊτιο. Προχώ-ρηςε διςταχτικϊ, ςταματώντασ κϊθε τϐςο για να ςταθεροποιηθεύ, ακου-μπώντασ το χϋρι του ςτον τούχο. Απϐ την κατεϑθυνςη τησ κουζύνασ ϊκουγε την φλυαρύα τησ οικονϐμασ και την όςυχη απϊντηςη τησ γυναύκασ του.

«Μαρύ!» τησ φώναξε κι η φωνό του αντόχηςε ανεβαςμϋνη και αφϑςικη ςτα αυτιϊ του.

Σην ϊλλη ςτιγμό εκεύνη ϋκανε την εμφϊνιςό τησ ςτην πϐρτα.

«Θϋλεισ τύποτε, Μϋρτον;» Σην κούταξε ϋντονα, βλϋποντασ ϐχι το

γαλόνιο πρϐςωπο, τα γκριζαριςμϋνα μαλλιϊ, το παχουλϐ ςώμα τησ κ. Μϋρτον Ρϊντκλιφ. Αντύ γι αυτϐ, το εύδωλϐ τησ θϊμπωςε μπροςτϊ ςτα μϊτια του και εύδε ξανϊ την Βιρτζύνια Ντϐλτον ϐπωσ όταν πριν απϐ δϋκα χρϐνια. Η παραύςθηςη όταν τϐςο ϋντονη που του κϐπηκε η ανϊςα,

φοβοϑμενοσ μόπωσ ϋμπαινε μϋςα η οικονϐμα και την αναγνώριζε.

«Ϊχεισ τύποτε, Μϋρτον;» Η γυναύκα ϋςκυβε απϐ πϊνω του,

ταρακουνώντασ τον απϐ το μπρϊτςο. Εκεύνοσ την παραμϋριςε.

«Μια χαρϊ εύμαι, μη ςε απαςχολεύ. Γϑρνα ςτη δουλειϊ ςου.»

Ϊκανε μεταβολό και πόγε να τρυπώςει ςτο γραφεύο του πϊλι, κλειδώνοντασ την πϐρτα. Δεν θα τησ ϋλεγε τύποτε - ϐχι ακϐμα, όθελε χρϐνο προκειμϋνου να ςκεφτεύ.

Ϊβγαλε τον φϊκελο απϐ την τςϋπη του και κούταξε τη ςφραγύδα του ταχυδρο-μεύου. Εύχε ταχυδρομηθεύ χτεσ απϐ το Υύλντκρεςτ. Σο χαρτύ όταν απϐ εκεύνα που μποροϑςεσ να αγορϊςεισ ςε ϐλα τα χαρτοπωλεύα. Η δακτυλογρϊφηςη όταν κομψό, ςωςτό, τα γρϊμματα ςτοιχιςμϋνα. Δεν μποροϑςε να δει ςημϊδια που θα πρϐδιναν το πρϐςωπο που το εύχε ςτεύλει.

Ο αποςτολϋασ δεν ζητοϑςε λεφτϊ, αλλϊ αυτϐ θα ερχϐταν αργϐτερα, όταν βϋβαιοσ γι αυτϐ. Η ςκϋψη να πϊει ςτην αςτυνομύα οϑτε καν περνοϑςε απϐ το μυαλϐ του.

Ο Μϋρτον Ρϊντκλιφ δεν εύχε πιο πολϑ-τιμη περιουςύα απϐ το γϐητρϐ του. Σο ϐνομϊ του, η θϋςη του ςτην κοινωνύα, η φόμη του - που περιλϊμβανε και τη φόμη τησ οικογϋνειϊσ του - ϋπρεπε να παραμεύ-νουν απαραβύαςτα. Δεν μποροϑςε να οραματιςτεύ χειρϐτερη μούρα απϐ το να βγει το παρελθϐν τησ γυναύκασ του ςτη φϐρα. Μποροϑςε να φανταςτεύ την ευχαρύςτηςη που θα ϋνοιωθαν οριςμϋνοι-οριςμϋνοι ςτην πϐλη κι αυτϐ τον ϋκανε να βογκόςει πονεμϋνα.

Εύχε φροντύςει να μη το μϊθει κανϋνασ ποτϋ. Ακϐμα κι απϐ την αρχό, ϐταν εύχε πρωτογνωρύςει την Βιρτζύνια, ντρεπϐταν για το πϊθοσ του γι αυτό. Σουσ εύχαν ςυςτόςει ϋνα βρϊδυ, εντελώσ τυχαύα, ς΄ ϋνα κοκτϋιλ πϊρτι ςτη Νϋα Τϐρκη. Γι αυτϐν όταν η επιτομό ϐλησ τησ ςυγκύνη-ςησ και τησ μαγεύασ του μυςτηριώδη κϐςμου του θεϊτρου. Όλο το βρϊδυ, την παρακολου-θοϑςε με το βλϋμμα, ενώ μια πρωτϐγνωρη ςυγκύνηςη γεννιϐταν μϋςα του. Ϋξερε ϐτι εκεύνη εύχε ξεχϊςει την ϑπαρξό του ελϊχιςτα λεπτϊ αφ΄ ϐτου εύχαν ςυςτηθεύ, αλλϊ αυτϐ μεγϊλωςε ακϐμα περιςςϐτερο την απϐφαςό του να την κϊνει να τον προςϋξει.

Σο ϊλλο βρϊδυ περύμενε ςτην πϐρτα των παραςκηνύων, με μια αγκαλιϊ τρια-ντϊφυλλα. Θυμόθηκε τη διαςκεδαςτικό ϋκφραςη που εύχε πϊρει το πρϐςωπϐ τησ,

Page 106: Περιοδικο Detective Τευχος 1

106

DETECTIVE STORY

ϐταν την πληςύαςε για να τησ προςφϋρει τα λουλοϑδια χωρύσ να πει κουβϋντα.

«Α, τι ωραύα που εύναι!» του εύχε πει. «Ϊχουμε γνωριςτεύ;»

Σα λϐγια εύχαν κολλόςει ςτο λαιμϐ του, αλλϊ κατϊφερε να προφϋρει το ϐνομϊ του.

«Ϋμουνα ςτο πϊρτι χτεσ το βρϊδυ,» ςυμπλόρωςε. «Εύμαι... εύμαι μεγϊλοσ θαυ-μαςτόσ ςασ. άςωσ, καμιϊ μϋρα - δηλαδό, αν θα θϋλατε να ςυναντηθοϑμε...»

Και τϐτε τον κούταξε προςεκτικϊ και τον αντϊμειψε με ϋνα ςαγηνευτικϐ χα-μϐγελο.

«Και βϋβαια ςε θυμϊμαι. Σηλεφώνηςϋ μου, καμιϊ μϋρα. Μη ξεχϊςεισ.»

Ωγγιξε το μϊγουλϐ του με τα ακροδϊ-χτυλα των δροςερών χεριών τησ κι ϑςτε-ρα απομακρϑνθηκε, αφόνοντϊσ τον να κοιτϊζει την φιγοϑρα τησ, ανόμποροσ απϐ λαχτϊρα.

Σησ εύχε τηλεφωνόςει την ϊλλη μϋρα, και την ϊλλη, χωρύσ επιτυχύα. Δϑο εβδο-μϊδεσ ολϐκληρεσ ϋςτελνε λουλοϑδια και γλυκϊ ςτο καμαρύνι τησ. Και τελικϊ εκεύνη ςυμφώνηςε να ςυναντηθοϑν.

ΜΕΣΑ απϐ αυτϐ, ύςωσ επειδό η μαται-

οδοξύα τησ ικανοποιϐταν απϐ τον απϐλυ-το ϋρωτϊ του, τον ϋβλεπε τακτικϊ. Ότι όθελε, εκεύνοσ ϋςπευδε να τησ το προςφϋ-ρει. Αρώματα, ακριβϊ εςώρουχα, γοϑνινο παλτϐ. Όταν εκεύνη όθελε να μιλόςει, εκεύνοσ ϊκουγε, κι ϐταν εκεύνη όθελε ηςυχύα, εκεύνοσ ςώπαινε.

Φαιρϐταν με τουσ θριϊμβουσ τησ, οργι-ζϐταν με τισ όττεσ τησ και υποχρεωτικϊ αποςυρϐταν απϐ το προςκόνιο ϐταν ϋκανε την εμφϊνιςό του ο παραγωγϐσ. Δεν τον απαςχολοϑςε η ηθικό τησ, ο τρϐποσ που ζοϑςε τη ζωό τησ, ό η αξύα τησ ωσ ϊτομο. Εκεύνη τη ςτιγμό, αυτϊ τα πρϊγμα-τα απλϊ δεν εύχαν καμιϊ ςημαςύα, ϋδινε τα πϊντα και δεν ζητοϑςε, οϑτε ϋπαιρνε, το παραμικρϐ.

Η Βιρτζύνια Ντϐλτον τον δεχϐταν ϐπωσ τησ παρουςιαζϐταν, πρϊγμα που όταν λϊθοσ. Ϋταν ευχαριςτημϋνοσ με το να υποτϊςςεται ςτο χιοϑμορ τησ, να κϊνει ϐτι του ϋλεγε ςαν εκπαιδευμϋνοσ ςκϑλοσ, μϐνο και μϐνο επειδό όξερε ϐτι μια μϋρα θα ερχϐταν κι η ςειρϊ του κι ϐταν θα ερχϐ-ταν, τϐτε θα όταν ϋτοιμοσ να βϊλει τουσ δικοϑσ του ϐρουσ.

Η ςειρϊ του όρθε ϐταν βρϋθηκε δολο-φονημϋνοσ ο παραγωγϐσ. Η μϋρα που ξϋςπαςε το ςκϊνδαλο όταν μύα απϐ τισ πιο

ευτυχιςμϋνεσ ςτη ζωό του Μϋρτον Ρϊντ-κλιφ. Όχι επειδό ζόλευε ςτο ελϊχιςτο, αλλϊ επειδό καταλϊβαινε ϐτι η μεγϊλη αναμονό του εύχε πϊρει τϋλοσ.

Ο Μϋρτον όταν μελετητόσ τησ ανθρώ-πινησ φϑςησ, περύμενε ϐτι ϐλοι οι φύλοι τησ Βιρτζύνια θα την εγκατϋλειπαν απϐ τη ςτιγμό που η αςτυνομύα θα την ϋβαζε υπϐ κρϊτηςη. Ϊνασ-ϋνασ, εξαφανύςτηκαν. Εύχε πϊει να την επιςκεφτεύ, τϐτε, και για πρώτη φορϊ ϋνοιωςε το δϊγκωμα του ούκτου.

Καθϐταν απϋναντύ τησ, ςτην αύθουςα επιςκϋψεων, παρακολουθώντασ τα λεπτϊ κϊταςπρα χϋρια τησ να κουρελιϊζουν ϋνα μαντηλϊκι απϐ νευρικϐτητα.

«Πώσ εύναι δυνατϐν να με ϋχουν υπϐ κρϊτηςη;» τον εύχε ικετϋψει. «Βοόθηςϋ με, ςε παρακαλώ, βοόθηςϋ με.»

«Δεν μποροϑν να ςε κρατόςουν,» τησ εύπε εκεύνοσ. «Δεν ϋχεισ λεφτϊ, ϋτςι; Δεν πειρϊζει, θα ςου φϋρω εγώ δικηγϐρο. Μην ανηςυχεύσ, Βιρτζύνια, ϊφηςϋ τα ϐλα ςε μϋνα.»

Εύχε προςλϊβει τον καλϑτερο δικηγϐρο τησ πϐλησ, με τη ςυμφωνύα ϐτι το ϐνομα Μϋρτον Ρϊντκλιφ θα κρατιϐταν μυςτικϐ. Οι αμοιβϋσ όςαν αςτρονομικϋσ, αλλϊ τα αποτελϋςματα ικανοποιητικϊ. Η Βιρτζύνια ϐχι μϐνο εύχε αφεθεύ ελεϑθερη, αλλϊ εύχαν αποκαλυφθεύ και αρκετϊ ςτοιχεύα ώςτε να ςυλληφθεύ ο πραγματικϐσ δρϊςτησ του φϐνου.

Μολονϐτι η Βιρτζύνια εύχε απαλλαγεύ απϐ οποιαδόποτε ςυνενοχό, η περιπϋτεια εύχε ταρϊξει το πνεϑμα τησ. Η φόμη τησ εύχε ςυντριβεύ, η ύδια εύχε γύνει αντικεύμενο περιϋργειασ, ςτϐχοσ για χιλιϊδεσ δϊχτυλα ςτραμμϋνα πϊνω τησ. Δεν εύχε παρϊ μια επιθυμύα κι αυτό όταν να εξαφανιςτεύ απϐ το πρϐςωπο τησ γησ.

΄ αυτϐ ο Μϋρτον Ρϊντικλιφ όταν ϋτοι-μοσ και πρϐθυμοσ να την βοηθόςει. τη διϊρκεια τησ δύκησ εύχε πεθϊνει ο πατϋρασ του αφόνοντϊσ τον μοναδικϐ κληρονϐμο του εργοςταςύου ςτο Υύλντκρεςτ. Η πϐλη όταν κϊμποςεσ εκατοντϊδεσ μύλια μακριϊ απϐ τη Νϋα Τϐρκη κι οι πολύτεσ τησ οϑτε καν υποψιϊζονταν τη ςχϋςη του Μϋρτον με την υπϐθεςη Ντϐλτον.

«Παντρϋψου με, Βιρτζύνια,» τησ εύχε πει. «Θα εύμαι ο πλουςιϐτεροσ ϊνθρωποσ τησ πϐλησ, δεν θα ςου λεύπει τύποτε. Κανϋνασ δεν θα μϊθει το παραμικρϐ γι αυτό τη θλιβερό ιςτορύα. Μπορεύσ ν΄ αρχύςεισ καινοϑργια ζωό.»

Η ευγνωμοςϑνη τησ όταν αξιολϑπητη. «Θα κϊνεισ τϋτοιο πρϊγμα για μϋνα;»

Page 107: Περιοδικο Detective Τευχος 1

107

DETECTIVE STORY

«Σα πϊντα.» Για πρώτη φορϊ ϑςτερα απϐ μόνεσ εύχε

χαμογελϊςει. «Πεσ μου τι πρϋπει να κϊνω.» Σην εύχε κοιτϊξει διακριτικϊ. «ύγουρα, δεν θα θϋλεισ να ςε αναγνω-

ρύζουν, οπϐτε προτεύνω να περϊςεισ ϋνα μόνα ςε μια ειδικό κλινικό. Ανώνυμα, φυςικϊ. Θ΄ αφόςεισ τα μαλλιϊ ςου να ξαναπϊρουν το αρχικϐ τουσ χρώμα και θα παχϑνεισ δϋκα κιλϊ. Κανϋνασ δεν θα μαντϋψει ποτϋ, Βιρτζύνια - τι να ςου πω, όδη ϋχεισ αλλϊξει.»

Εκεύνη ϋκανε ϋνα μορφαςμϐ. «Η Βιρτζύνια Ντϐλτον,» εύπε θλιμϋνα,

«αςτραφτερό χϊρη ςτα καλλυντικϊ τησ Ϊλενα Ρουμπινςτϊιν.»

ΣΡΕΙ μόνεσ αργϐτερα, ο Μϋρτον κι η

Βιρτζύνια εύχαν παντρευτεύ. Όταν ϋφταςαν ςτο Υύλντκρεςτ την εύχε ςυςτόςει ωσ τη ςϑζυγϐ του Μαρύ, που την εύχε γνωρύςει ςε ϋνα απϐ τα ταξύδια του για δουλειϋσ. Οι κϊτοικοι τησ πϐλησ, ϐπωσ ϊρμοζε ςτην θϋςη του Μϋρτον, εύχαν δεύξει κϊτι περιςςϐτερο απϐ εγκαρδιϐτητα. Αυτό η ευχϊριςτα παχουλό γυναύκα, με τα ολϐι-ςια καςτανϊ μαλλιϊ και το χωρύσ καλλυ-ντικϊ δϋρμα, ϋγινε αμϋςωσ αποδεκτό ωσ η κυρύα του αρχοντικοϑ των Ρϊντκλιφ. Σο κϐλπο εύχε πιϊςει κι ο Μϋρτον εύχε πετϑχει τον αντικειμενικϐ του ςκοπϐ.

Θα υπϋθετε κανϋνασ ϐτι αφοϑ η γυναύ-κα για την οπούα εύχε νοιώςει τϋτοιο πϊθοσ όταν τώρα αναμφιςβότητα δικό του, ο Μϋρτον θα όταν ευχαριςτημϋνοσ. Κϊθε ϊλλο. Απϐ την αρχό του γϊμου τουσ βαςανιζϐταν απϐ ςκϋψεισ. Οι αμαρτύεσ τησ Βιρτζύνια που τϐςο πρϐθυμα εύχε ςυγχω-ρόςει, του φαύνονταν τώρα αςυγχώρητεσ. Αςυναύςθητα, η ςυμπεριφορϊ του απϋ-ναντύ τησ ϊλλαξε. Σην αντιμετώπιζε με ευγενικό περιφρϐνηςη, ανϋλαβε ϐλη τη διαχεύριςη του ςπιτιοϑ, χωρύσ να τον ενδιαφϋρουν οι επιθυμύεσ τησ για οτιδό-ποτε.

Ψςτϐςο, επειδό η κοινό γνώμη ϋκρινε ϐτι η ςϑζυγοσ του πιο ςπουδαύου πολύτη τησ ϋπρεπε να εύναι καλοντυμϋνη ϐλεσ τισ ώρεσ, ϊφηνε την Βιρτζύνια να ψωνύζει απϐ ϐλα τα καταςτόματα με ανοιχτϐ λογαρια-ςμϐ, αλλϊ ςπϊνια ϋδινε χρόματα ςτην ύδια.

Όταν γεννόθηκε ο γιοσ τουσ Σζϋιμι, δϑο χρϐνια μετϊ τον γϊμο τουσ, ο Μϋρτον προςϋλαβε μια νοςοκϐμα, αργϐτερα μια γκουβερνϊντα, και τελικϊ ϋςτειλε το παιδύ εςωτερικϐ ςε ιδιωτικϐ ςχολεύο ςτη Νϋα

Τϐρκη. Η πϐλη Υύλντκρεςτ δεν υποψιϊ-ςτηκε ποτϋ ϐτι η κ. Ρϊντκλιφ δεν εύχε καμιϊ εξουςύα μϋςα ςτο ςπύτι τησ. Δϋκα ολϐκληρα χρϐνια δεν εύχε υποψιαςτεύ κανϋνασ ϐτι αυτό η όςυχη, ςεμνό γυναύκα όταν κϊτι ϊλλο απ΄ αυτϐ που ϋδειχνε.

Σώρα, ϐμωσ, κϊποιοσ το όξερε. Ώςπου να πϊει δϋκα και μιςό, ο Μϋρτον

εύχε πϊρει την απϐφαςό του. Βγόκε απϐ το ςπύτι του βροντώντασ την πϐρτα πύςω του κι ϋφταςε ςτο γραφεύο του ςτην εταιρεύα οργιςμϋνοσ. Όςουσ τϑχαιναν ςτο δρϐμο του τουσ παρατηροϑςε καχϑποπτα.

Ο μικρϐσ του γραφεύου; Μπα - όταν πολϑ νϋοσ για να θυμϊται

την υπϐθεςη Ντϐλτον. Ο πρώτοσ πωλητόσ του υπόρξε κϊποτε

δημοςιογρϊφοσ, η γραμματεϑσ του όταν κϊποτε ςτενογρϊφοσ ςε δικαςτόριο.

Μπασ κι εύχε δουλϋψει ςτη δύκη Ντϐλτον ςτη Νϋα Τϐρκη;

Κούταζε τα πρϐςωπϊ τουσ με προςοχό, προςπαθώντασ να θυμηθεύ τουσ ανθρώ-πουσ που εύχε ςυναντόςει εκεύνεσ τισ κουραςτικϋσ ημϋρεσ.

Μια πρώην γνωριμύα τησ Βιρτζύνια αποκλειϐταν, δϑςκολα θα την αναγνώριζε ϊνθρωποσ, γι αυτϐ όταν βϋβαιοσ. Δεν εύχε οικογϋνεια κι η προςωπικό τησ αλληλο-γραφύα περιοριζϐταν τοπικϊ.

Ψςτϐςο, υπόρχαν εκατοντϊδεσ ϊνθρω-ποι που ύςωσ εύχαν ανακαλϑψει την αλό-θεια. Μολονϐτι δεν του εύχε δώςει κανϋνασ ιδιαύτερη ςημαςύα, τϐτε που ςϑχναζε ςτο θϋατρο, όταν πιθανϐ να εύχε θυμηθεύ κϊποιοσ το ϐνομϊ του. Κϊτω απϐ τη δικό του διαχεύριςη το εργοςτϊςιο Ρϊντκλιφ εύχε γύνει παςύγνωςτο ς΄ ϐλη τη χώρα. Κϊποιοσ μπορεύ να εύχε θυμηθεύ τον νεαρϐ που περύμενε ανόςυχα ςτην πϐρτα των παραςκηνύων με την αγκαλιϊ φορτωμϋνη. Αυτό η ανϊμνηςη ϋκανε το πρϐςωπϐ του να φουντώςει απϐ οργό.

Ώςπου να τελειώςει η ημϋρα, όταν πεπειςμϋνοσ ϐτι ολϐκληρη η πϐλη εύχε ςυνωμοτόςει για να τον ξεςκεπϊςει. Σο γρϊμμα που εύχε ςτην τςϋπη του ϋκαιγε την ςϊρκα του. Σα κϑματα οργόσ, που τον κατϋκλυζαν, τα διαδϋχονταν κϑματα ναυτύασ.

ΕΚΕΙΝΟ το βρϊδυ παραμϋριςε το πιϊτο

του χωρύσ να αγγύξει το φαγητϐ του. «Σι ςε απαςχολεύ, Μϋρτον;» Η φωνό τησ Βιρτζύνια όταν κοντρολα-

ριςμϋνη απϐ τη ςωςτό δϐςη ςυζυγικοϑ ενδιαφϋροντοσ. Εκεύνοσ την αγριοκούταξε,

Page 108: Περιοδικο Detective Τευχος 1

108

DETECTIVE STORY

κατηγορώντασ τη γι αυτό την καταςτρο-φό που απειλοϑςε να υπονομεϑςει το ϐνομϊ του, την υπϐςταςό του.

Αλανιϊρα! χημϊτιςε τη λϋξη με τα χεύλη του,

ϊφωνα, ενώ τα μϊτια του ςκοτεύνιαζαν. Η γυναύκα του αναςτϋναξε και χαμόλω-

ςε το βλϋμμα τησ ςτο πιϊτο τησ. «Όπου να΄ ναι ϋρχεται ο Σζϋιμι για

διακοπϋσ,» εύπε. «Εύμαι ενόμεροσ για το πρϐγραμμα του

γιου μου.» Εκεύνη δϊγκωςε τα χεύλη τησ. «Εύναι και δικϐσ μου γιοσ,» εύπε ςτο

τϋλοσ, «ϐςο και να μη ςου αρϋςει αυτϐ.» «Εύναι πολλϊ αυτϊ που δεν μου

αρϋςουν!» φώναξε ο Μϋρτον, ενώ ςη-κωνϐταν απϐτομα απϐ το τραπϋζι και πετοϑςε την πετςϋτα το ςτο πϊτωμα. «Πϊω για ϑπνο! Καληνϑχτα!»

Σο ϊλλο πρωύ, προϒπϊντηςε τον τα-χυδρϐμο ςτην πϐρτα. Η καρδιϊ του φτεροϑγιςε μϋςα ςτο ςτόθοσ του ςτη θϋα του γαλϊζιου ςτενϐμακρου φακϋλου πϊνω-πϊνω ςτο μϊτςο των γραμμϊτων. Βιϊςτηκε να μπει ςτο ςπύτι, παραμερύζο-ντασ τη γυναύκα του χωρύσ να τησ πει κουβϋντα. Πύςω απϐ την κλειδωμϋνη πϐρτα του γραφεύου του, ϋςχιςε τον φϊκελο και διϊβαςε το μόνυμα που περύμενε.

«Αρκούν διακόςιεσ χιλιϊδεσ δολϊρια. Μικρϊ χαρτονομύςματα. Να αφόςεισ το πακϋτο ςτο ταχυδρομικό κουτύ του εγκατελειμϋνου ςπιτιού ςτην Οδό Ρύβερ. Απόψε.»

Διακϐςιεσ χιλιϊδεσ δολϊρια. Ακοϑ-μπηςε το γρϊμμα χϊμω, αρρωςτημϋνοσ. Σο ποςϐ τον κλϐνιςε. Όταν εύχε παντρευτεύ την Βιρτζύνια δεν εύχε φα-νταςτεύ οϑτε ςτιγμό ϐτι η διαπραγμϊ-τευςη θα περιλϊμβανε και κϊτι τϋτοιο.

Ϊφερε ςτο νου του ϐλεσ τισ ιςτορύεσ εκβιαςμών που εύχε ακοϑςει και κατϋληξε ϐτι η πρώτη απαύτηςη όταν ςυνόθωσ η προκαταρτικό. Με τη φανταςύα του εύδε τα χρϐνια που θα ακολουθοϑςαν και τη ςυςτηματικό αφαύμαξη που θα του γινϐταν μϋχρισ ϐτου δεν θα του ϋμενε δολϊριο. Και ϐμωσ, δεν τολμοϑςε να αγνοόςει το αύτημα του εκβιαςτό. Δεν μποροϑςε να επιτρϋψει ςε ϋνα τϋτοιο ζότημα να βγει ςτη φϐρα.

Εκεύνο το απϐγευμα τρϊβηξε διακϐςιεσ χιλιϊδεσ δολϊρια απϐ τον προςωπικϐ λογαριαςμϐ του. Ο ταμύασ ςφϑριξε θαυμαςτικϊ ϐταν εύδε το ποςϐ που όταν γραμμϋνο ςτο ϋνταλμα εύςπραξησ.

«κϋφτομαι να κϊνω μια αγορϊ με μετρητϊ,» βιϊςτηκε να πει ο Μϋρτον, βλαςτημώντασ μϋςα του την περιϋργεια του ταμύα.

«Θα τα ϋχω ϋτοιμα ςε μιςϐ λεπτϐ, κ. Ρϊντκλιφ. Πετϑχαμε καμιϊ ευκαιριοϑλα;»

«Κϊτι τϋτοιο. Βιϊςου, ςε παρακαλώ.» Περύμενε, παύζοντασ ταμποϑρλο με τα

δϊχτυλϊ του κι ϑςτερα ϋχωςε τον χοντρϐ φϊκελο ςτην τςϋπη του κι ϋφυγε απϐ την τρϊπεζα.

Σην ώρα του φαγητοϑ, εκεύνο το βρϊδυ, όταν αδϑνατον να ξεκολλόςει τα μϊτια του απϐ τη γυναύκα του. Ϋταν βϋβαιοσ ϐτι η περιφρϐνηςη που ϋνοιωθε γι αυτόν θα την ϊγγιζε ϋςτω κι αν καθϐταν απϋναντύ του, αλλϊ εκεύνη αποτελεύωςε το φαγητϐ τησ χωρύσ να του ρύξει μια ματιϊ.

Σελικϊ, ϑψωςε το βλϋμμα τησ. «Δεν ϋφαγεσ.» «Όχι, δεν ϋφαγα,» εύπε εκεύνοσ, με

ςφιγμϋνα δϐντια. «Κι αυτϐ για χϊρη ςου.» «Για χϊρη μου; Σι ϋκανα εγώ, Μϋρτον;» Για μια ςτιγμό ϋμεινε ςιωπηλϐσ, αγνοώ-

ντασ την ερώτηςη. «Πεσ μου,» πρϐφερε ςτο τϋλοσ, «μόπωσ

ϋχεισ δει κανϋνα εδώ ςτο Υύλντκρεςτ που τον όξερεσ πριν παντρευτοϑμε;»

Εκεύνη κοϑνηςε το κεφϊλι τησ αρνη-τικϊ.

«Θα ςου το ϋλεγα.» «Δϋκα χρϐνια εύναι πολϑσ καιρϐσ,»

επϋμεινε ο Μϋρτον. «Οι ϊνθρωποι αλλϊ-ζουν, μπορεύ να εύναι κϊποιοσ που δεν τον αναγνωρύζεισ πια.»

«Δεν αποκλεύεται,» εύπε εκεύνη, «αλλϊ απ΄ ϐτι ξϋρω, δεν ϋχω δει κανϋνα. Θα μου πεισ τι ςυμβαύνει;»

Εκεύνοσ δύςταςε, ενώ το πρϐςωπϐ του ςκοτεύνιαζε. Η απϐφαςό του να ςυμμορ-φωθεύ με την απαύτηςη του εκβιαςτό όταν ομολογύα όττασ, αλλϊ όλπιζε ϐτι αυτϐ θα το κρατοϑςε μυςτικϐ.

«Δεν ςυμβαύνει τύποτε,» τησ απϊντηςε. Μια ώρα αφ΄ ϐτου πόγε για ϑπνο η

γυναύκα του, ο Μϋρτον ϋχωςε τον φϊκελο με τα λεφτϊ ςτην τςϋπη του και βγόκε απϐ το ςπύτι. Πόγε μα το αμϊξι του μϋχρι την Οδϐ Ρύβερ, ςτϊθμευςε κϊπου τετρα-κϐςια μϋτρα απϐ το ςημεύο που εύχε ορύςει ο εκβιαςτόσ κα ιςυνϋχιςε με τα πϐδια.

Οργό κι απογοότευςη ανϊβλυζαν απϐ την ψυχό του καθώσ ςκϐνταφτε μϋςα ςτο ςκοτϊδι και ςυνϋχιζε την πορεύα του πϊνω ςτον ςκοτεινϐ εξοχικϐ δρϐμο. Κϊθε τϐςο ϋςτηνε αυτύ για κϊποιο όχο που θα του ϋλεγε ϐτι δεν όταν μϐνοσ, αλλϊ η ηςυχύα διακοπτϐταν μϐνο απϐ το τρύξιμο

Page 109: Περιοδικο Detective Τευχος 1

109

DETECTIVE STORY

των τριζονιών και το ςϊλεμα κϊποιου μικροϑ ζώου μϋςα ςτα χαμηλϊ των θϊμνων.

Σο παλιϐ ςπύτι ορθώθηκε μπροςτϊ του ξαφνικϊ κι ανϋβηκε τα τριζϊτα ςκαλοπϊ-τια του και ψαχοϑλεψε ςτη βερϊντα για να βρει το τςύγκινο γραμματοκιβώτιο που όταν καρφωμϋνο ςε ϋνα ςτϑλο. Ϊβγαλε τον φϊκελο απϐ την τςϋπη του και τον ϋχωςε ςτο γραμματοκιβώτιο.

Φωρύσ να ρύξει ϋςτω και μια ματιϊ πύςω του, βγόκε απϐ το χώρο του ςπιτιοϑ και βιϊςτηκε προσ τη μεριϊ του δρϐμου. Όταν ϋφταςε ςτο αυτοκύνητϐ του, γϑριςε το κλειδύ ςτην ανϊφλεξη, ϋβαλε ϐπιςθεν και χώθηκε ςε ϋνα μικρϐ ξϋφωτο ςτο πλϊι του δρϐμου. Ϊςβηςε τη μηχανό και βολεϑτηκε πύςω απϐ το τιμϐνι αναπαυτικϐτερα για να παραφυλϊξει.

Οι ώρεσ περνοϑςαν και το κρϑο τον περϐνιαζε μϋχρι το κϐκαλο. Βϐγκηςε απϐ δυςαναςχϋτηςη και βλαςτόμηςε χαμηλϐ-φωνα για πολλό ώρα. Ο δρϐμοσ εξακο-λουθοϑςε να εύναι ϊδειοσ κι ϋρημοσ κι ϐταν τελικϊ οι δεύκτεσ του ρολογιοϑ του ϋδειξαν τϋςςερισ το πρωύ παραδϋχτηκε την όττα του. Ο εκβιαςτόσ εύχε προτιμόςει να μη κϊνει την εμφϊνιςό του.

Παραζαλιςμϋνοσ απϐ κοϑραςη, οδόγη-ςε το αυτοκύνητο ςτο ςπύτι του, και ϐμωσ, ϐταν επύ τϋλουσ ξϊπλωςε πλϊι ςτην ακύνητη μορφό τησ γυναύκασ του, δεν τον ϋπιανε ϑπνοσ. Ξαγρϑπνηςε ύςαμε την αυγό, παρατηρώντασ το όρεμο πρϐςωπϐ τησ, μιςώντασ την γι αυτϐ που του ϊρεςε να αποκαλεύ καρποϑσ των παλιών αμαρτιών τησ κι ϐχι το αποτϋλεςμα των δικών του αδυναμιών.

Σισ μϋρεσ που ακολοϑθηςαν, ο Μϋρτον Ρϊντκλιφ υπϋφερε βαςανιςτόρια. την πρώτη ευκαιρύα που του εύχε δοθεύ, εύχε ξαναπϊει ςτο εγκατελειμϋνο ςπύτι τησ Οδοϑ Ρύβερ και με καρδιϊ που βοϑλιαξε διαπύςτωςε ϐτι ο φϊκελοσ εύχε κϊνει φτερϊ.

Εύπε μϋςα του ϐτι εύχε πληρώςει ϊδικα, ο εκβιαςτόσ μπλϐφαρε. Κι η ςκϋψη αυτό τον τρϋλαινε.

Η γυναύκα του γυρϐφερνε ςτο ςπύτι αθϐρυβα κι ϐταν εκεύνοσ ϋνοιωθε τα γεμϊ-τα ερωτηματικϊ μϊτια τησ πϊνω του με-λϊνιαζε απϐ οργό.

«Σι κοιτϊσ ϋτςι;» «Υϋρεςαι παρϊξενα.» «Πόγαινε ςτο διϊολο!» την απϐπαιρνε,

εκτϐσ εαυτοϑ απϐ οργό. «Δεν μπορεύσ να με αφόςεισ όςυχο;»

Και τϐτε εκεύνη αναςτϋναζε και τον ϊφηνε μϐνο, πρϊγμα που, για κϊποιο παρϊξενο λϐγο, μεγϊλωνε ακϐμα πιο πολϑ την οργό του.

Φωρύσ να καταλαβαύνει τι ϋκανε, βρι-ςκϐταν να ςτϋκεται πλϊι ςτο παρϊθυρο και να κοιτϊζει τον δρϐμο πριν φτϊςει ο ταχυδρϐμοσ. Ωρπαζε την αλληλογραφύα απϐ τα χϋρια του ϋκπληκτου ταχυδρϐμου κι ϋτρεχε μϋςα, τρομοκρατημϋνοσ μόπωσ ανακϊλυπτε κι ϊλλο μακρϑ γαλϊζιο φϊκε-λο ανϊμεςα ςτα ϊλλα γρϊμματα.

Αφοϑ πϋραςαν κϊμποςεσ εβδομϊδεσ χωρύσ ϊλλη επικοινωνύα, ϊρχιςε να αναςαύνει πϊλι. Η ϋνταςη ςτο εργοςτϊςιο ϊρχιςε να λιγοςτεϑει ςιγϊ-ςιγϊ, κι οι επιτελεύσ του ϋπαψαν να αφιερώνουν τα διαλεύμματα του κολατςιοϑ προκειμϋνου να κουβεντιϊςουν τουσ παραλογιςμοϑσ του εργοδϐτη τουσ.

Μολονϐτι ο Μϋρτον πύςτευε ϐτι ο εκβιαςτόσ εύχε ξεμπερδϋψει μαζύ του, δεν μποροϑςε να ξεχϊςει τα διακϐςια χιλιϊ-ρικα που εύχε χϊςει. Αυτό την απώλεια την καταλϐγιζε ςτη γυναύκα του. Σησ μιλοϑςε με μονοςϑλλαβα κι αυτϐ μϐνο αν όταν απαραύτητο. Μετακϐμιςε ςτο δωμϊτιο του Σζϋιμι, που τώρα όταν ξενώνασ.

«Ο Σζϋιμι ϋρχεται το ςαββατοκϑριακο για τισ ςχολικϋσ διακοπϋσ,» του εύπε εκεύ-νη. «Πιϊνεισ το δωμϊτιϐ του.»

«Σϐτε θα κοιμηθεύ μαζύ μου,» εύπε ο Μϋρτον κοφτϊ.

ΜΙΑ μϋρα πριν ϋρθει ο γιοσ του, ο

Μϋρτον Ρϊντκλιφ βρόκε τα κϋφια του. Αςτειεϑτηκε με την οικονϐμα κι ϋφταςε ςτο ςημεύο να πει αντύο ςτη γυναύκα του. Με το που πόγε ςτο γραφεύο του, ανϋλαβε την τρομερό δουλειϊ τησ απογραφόσ για τισ διακοπϋσ χωρύσ να γογγϑςει.

Δοϑλεψε μϋχρι αργϊ το βρϊδυ εκ-πλόςςοντασ τουσ υπαλλόλουσ του με την ηρεμύα του.

«Αϑριο ϋρχεται ο γιοσ μου,» τουσ εύπε με ικανοπούηςη. «πουδαύο παιδύ και πϊει ςε ςπουδαύο ςχολεύο. Ακριβϐ, αλλϊ τύποτε δεν εύναι ακριβϐ για τον γιο μου. Εύναι ολϐφτυςτοσ ο πατϋρασ του.»

Γενναιϐψυχα, υποςχϋθηκε ςτο προςω-πικϐ του γραφεύου του ϋνα δώρο για τισ υπερωρύεσ που εύχαν κϊνει και, νοιώθο-ντασ απϐλυτα δημοκρατικϊ, τουσ ϋδιωξε δϑο ώρεσ πριν ο ύδιοσ μαζϋψει τα βιβλύα του κι αποφαςύςει να βϊλει τϋλοσ ςτην ημϋρα.

Page 110: Περιοδικο Detective Τευχος 1

110

DETECTIVE STORY

Σο ςπύτι όταν ςκοτεινϐ και όςυχο ϐταν ϋφταςε εκεύ κι ϐταν αποκοιμόθηκε ςκεφτϐταν με ευχαρύςτηςη το επϐμενο βρϊδυ οπϐτε θα κούταζε το ϊλλο κρεβϊτι του δωματύου και θα ϋβλεπε το μικρϐ ςώμα του γιου του, του Σζϋιμι, ξαπλωμϋνο εκεύ.

Κοιμόθηκε μϋχρι αργϊ το ϊλλο πρωύ και καθώσ ϋτρωγε πρωινϐ, η οικονϐμα του ϋφερε την αλληλογραφύα. Σην κούταξε ϋκπληκτοσ.

«Δεν κατϊλαβα ϐτι κοιμόθηκα τϐςο αργϊ,» μουρμοϑριςε. «Α, ναι, μη ξεχϊςεισ να ετοιμϊςεισ τον ξενώνα. Ϊρχεται ο Σζϋιμι απϐψε. Δεν ξϋρεισ πϐςο ανυπομονώ να δω τον γιο μου.»

Αναρωτόθηκε τι ϋκανε η γυναύκα του, αλλϊ απϋφυγε να ρωτόςει.

«Μϊλιςτα, κϑριε,» εύπε η οικονϐμα.

Αφόνοντασ ϋνα γρϑλιςμα ικανοπού-ηςησ, ϊδειαςε το φλιτζϊνι του καφϋ κι ϊρχιςε να ψϊχνει την αλληλογραφύα. Σϋςςερα διαφημιςτικϊ κι ϋνασ μακρϑσ γαλϊζιοσ φϊκελοσ.

Η καρδιϊ του ϋκανε γιγϊντια βουτιϊ. Με χϋρια που ϋτρεμαν, ϊνοιξε τον φϊκελο κι ϋβγαλε το ϊςπρο μιςογραμμϋνο χαρτύ.

«Ευχαριςτώ για τα λεφτϊ,» ϋγραφε. «Παρϋλαβα τον Σζϋιμι από το ςχολεύο χτεσ το πρωύ και το αεροπλϊνο μασ φεύγει ςε μύα ώρα. Δεν πρόκειται να μασ ξαναδεύσ ςτα μϊτια ςου. Ήταν η ςειρϊ μου να υπαγορεύ-ςω τουσ όρουσ μου, Μϋρτον. Η γυναύκα ςου.»

Μπ. Γ. κοτ Μετϊφραςη: Σζ. Κορίνησ

«Παλιομοδίτικο» χιοφμορ

«Εύπα ςτα παιδιϊ ότι ϋπιαςεσ δουλειϊ ςε ϋνα πυρηνικό υποβρύχιο που θα αναδυθεύ ύςτερα από δύο χρόνια!»

Page 111: Περιοδικο Detective Τευχος 1

111

DETECTIVE STORY

Στο επόμενο τεύχοσ, μπορεύτε να διαβϊςετε: ΗΘΣΘΜΑ ΙΝΟΤΛΙΝΘ του Κζνεκ Μίλαρ Ζνα ψυχολογθμζνο διιγθμα με απρόοπτο τζλοσ από τον Ροσ Μακντόναλντ, ζναν από τουσ «κορυφαίουσ» που, ςε τοφτθ τθν περίπτωςθ, μια από τισ ςπάνιεσ ςτθ ςταδιοδρομία του, υπογράφει με το αλθκινό του όνομα! Ήταν θ εποχι που ακόμα δεν είχε δθμιουργιςει τον Λιοφ Άρτςερ, τον φλεγματικό και φιλοςοφθμζνο ιδιωτικό ντετζκτιβ που μερικζσ περιπζτειζσ του ζγιναν χολιγουντιανζσ ταινίεσ με πρωταγωνιςτι τον Πολ Νιοφμαν.

ΚΡΟΤΑΗΙΕΡΑ ΜΕ ΣΟ ΘΑΝΑΣΟ του τιοφαρτ τζρλινγκ Μια κοςμοπολίτικθ περιπζτεια με φόντο ζνα κρουαηιερόπλοιο πολυτελείασ που, από τθ μια ςτιγμι ςτθν άλλθ, μετατρζπεται ςε ςφαγείο! Μια από τισ πρϊτεσ προςπάκειεσ ενόσ ςυγγραφζα που αργότερα εξελίχκθκε και πρόςκεςε κι αυτόσ το «λικαράκι» του ςτο μεγαλόπρεπο οικοδόμθμα τθσ αςτυνομικισ λογοτεχνίασ.

ΑΦΟΙΩΜΕΝΟ ΩΜΑΣΟΦΤΛΑΚΑ του Ρίτςαρντ Ντζμινγκ κλθροτράχθλο διιγθμα, με κζμα από τον αμείλικτο υπόκοςμο, γραμμζνο από ζναν αριςτοτζχνθ που, ωςτόςο, δεν καταχωρίςτθκε ςε καμιά εγκυκλοπαίδεια παρά το γεγονόσ ότι του ζγινε θ τιμι να γράψει ζνα βιβλίο ωσ Ζλερι Κουίν!

ΣΟ ΩΣΟ ΔΟΛΩΜΑ του Σηον Κόρμπετ Και ζνα διιγθμα από ζναν ταλαντοφχο ςυγγραφζα που πζραςε ςαν «διάττοντασ αςτζρασ» από το ςτερζωμα τθσ αςτυνομικισ λογοτεχνίασ, αφινοντασ αναλαμπζσ του ταλζντου του. Ο ςερίφθσ, που ιταν μανιϊδθσ ψαράσ και χρθςιμοποιοφςε πάντοτε το κατάλλθλο δόλωμα για το ανάλογο ψάρι, δόλωςε μια παγίδα με το ςωςτό δόλωμα προκειμζνου να πιάςει ζνα πονθρό δολοφόνο.

ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΕΝΑΝ ΡΕΪΝΣΗΕΡ του Λοφισ Λϋ Αμοφρ

Ακόμα μια πρωτιά! Σο πρϊτο διιγθμα που ζγραψε ο πολφσ Λοφισ Λϋ Αμοφρ για τα πολτοπεριοδικά, με πρω-ταγωνιςτι που κα εμφανιηόταν και ςε άλλεσ περιπζτειεσ και που κα τον κακιζρωνε ςαν ζναν από τουσ καλφτε-ρουσ ςυγγραφείσ γουζςτερν. Ο λακωνικόσ, αλλά ςκλθ-ροτράχθλοσ Σςικ Μπόντρι γνωρίηεται με τον αρχθγό των Ρζϊντηερσ του Σζξασ και βρίςκει το φυςικό του περιβάλλον!

Page 112: Περιοδικο Detective Τευχος 1

112

DETECTIVE STORY

ΑΣΤΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΒΛΘΜΑΣΑ από το αρχείο του Σηίμμυ Κορίνθ

Η απόδραςη ΣΟ ΔΕΙΠΝΟ εύχε εξελιχθεύ χορταςτικϊ ϋωσ απολαυςτικϊ, εύχε ςερβιριςτεύ και παγωμϋνη μαςτύχα κι η ανδροπαρϋα, αφοϑ κατϊφερε να πεύςει τισ γυναύκεσ να μεύνουν ςτην τραπεζαρύα και να πουν τα δικϊ τουσ, κλεύςτηκε ςτο ςαλϐνι βϊζοντασ ςτη μϋςη τον ςυνταξιοϑχο τώρα ϊλλοτε διοικητό τησ Τπηρεςύασ Εγκλόματοσ Κατϊ Ζωόσ Ιϊςονα Καύςα-ρη, που εύχε αποςτρατευθεύ με τον βαθμϐ του ςτρατηγοϑ, με το ςυνηθι-ςμϋνο αύτημα – ϋνα ακϐμα πρϐβλημα απϐ εκεύνα που εύχε αντιμετωπύςει ςτη μακρϐχρονη δρϊςη του εναντύον του εγκλόματοσ. Ο Καύςαρησ, που πϊντοτε απολϊμβανε αυτϐ το κομμϊτι κϊθε παρϐμοιασ ςυνεϑ-ρεςησ, ζότηςε ϊλλη μια παγωμϋνη μαςτύχα απϐ τον οικοδεςπϐτη και αφοϑ «λϊδωςε» το λαρϑγκι του με την πρώτη γουλιϊ, ϊρχιςε την αφόγηςό του. Η ιςτορύα εύχε ξεκινόςει ςτισ φυλακϋσ Υαρςϊλων. Σϋςςερισ βαρυποινύτεσ εύχαν καταφϋρει να βρεθοϑν μαζύ και την ύδια ώρα ςτα πλυντόρια των φυλα-κών και αφοϑ ϋδειραν δϑο δεςμοφϑ-λακεσ, τον ϋνα μϊλιςτα μϋχρι αναιςθη-ςύασ, ξόλωςαν το ςϑςτημα αποχϋτευςησ και δραπϋτευςαν μϋςα απϐ μια τρϑπα που ϊνοιξαν ςτον τούχο, αφοϑ προηγου-μϋνωσ ϋκλεψαν ϐπλα και πυρομαχικϊ απϐ το οπλοςτϊςιο των φυλακών. Πρωταγωνιςτϋσ εκεύνησ τησ υπϐθεςησ που εύχε απαςχολόςει τον τϑπο πολλϋσ ημϋρεσ όςαν οι περιβϐητοι «ληςτϋσ με τισ βαριοποϑλεσ» Γιώργοσ Βοϑροσ, ο

Κώςτασ Νϊκοσ, ο Λοϑησ Πϋτροβασ και ο Αντώνησ Κρϊλλησ. Εύχαν καταδικαςτεύ ϐλοι τουσ για διϊπραξη ςωρεύασ ληςτειών. Κινητοποιόθηκαν αμϋςωσ οι τοπικϋσ αρχϋσ και ϊρχιςε η ϋρευνα για τον εντο-πιςμϐ τουσ. Σελικϊ κατϊφεραν να βρουν τα ύχνη τουσ, τουσ κατεδύωξαν και τουσ «ςτρύμωξαν» ςε μια μικρό κοιλϊδα χωρύσ ϋξοδο κϊπου δϋκα πϋντε χιλιϐμετρα μακριϊ απϐ τισ φυλακϋσ. τη ςυμπλοκό που ακολοϑθηςε δϑο απϐ τουσ δραπϋτεσ τραυματύςτηκαν ςοβαρϊ και οι ϊλλοι δϑο αναγκϊςτηκαν να παρα-δοθοϑν για να μην ϋχουν την ύδια ό και χειρϐτερη τϑχη. Δυςτυχώσ, ϐμωσ, πϊνω ςτη ςυμπλοκό ϋνασ απϐ τουσ αςτυνο-μικοϑσ που ςυμμετεύχαν ςτην καταδύωξη, ο νεαρϐσ αςτυνομικϐσ Θανϊςησ ιώτοσ, δϋχτηκε μια ςφαύρα ςτο κεφϊλι απϐ τη μεριϊ των κακοποιών και παρϋδωςε το πνεϑμα επύ τϐπου. Όπωσ όταν επϐμενο, μπόκε ςτο παιχνύδι η υπηρεςύα μασ, ςυνϋχιςε ο Καύςαρησ, και την προανϊκριςη την ϋκανα εγώ ο ύδιοσ, εξετϊζοντασ τον καθϋνα χωριςτϊ. Κανϋνασ, ϐμωσ, δεν φϊνηκε πρϐθυμοσ να δώςει ςτοιχεύα εύτε για τον εαυτϐ του εύτε για τουσ ϊλλουσ. Οπϐτε, αρχύςαμε τισ ϋρευνεσ ανϊμεςα ςε γνωςτοϑσ, παλιϊ ςτϋκια κλπ για να ςυγκεντρώςουμε μϐνοι μασ τα ςτοιχεύα που χρειαζϐμαςτε και να καταλόξουμε ςε κϊποιο θετικϐ ςυμπϋρα-ςμα αναφορικϊ με την ταυτϐτητα του δολοφϐνου. Μϊθαμε, λοιπϐν, τα εξόσ: (1) - Ο ϋνασ, που όταν κι ο αρχηγϐσ τησ ςπεύρασ, όταν παλιϐσ χορευτόσ και μιλοϑςε ϊπταιςτα πολλϋσ γλώςςεσ. (2)- Για πολϑ καιρϐ ο Πϋτροβασ, που όταν πολϑ ϊςχημοσ ςτην εμφϊνιςη και ο αρχηγϐσ τησ ςπεύρασ, που όταν πολϑ εμφανύςιμοσ, φϋρονταν με καχυποψύα ο ϋνασ προσ τον ϊλλο. (3)- Μια εβδομϊδα πριν απϐ την αρχικό ςϑλληψό τουσ, ο Νϊκοσ και ο αρχηγϐσ εύχαν κερδύςει 3000 ευρώ ο καθϋνασ παύζο-ντασ ζϊρια ςτο εξοχικϐ του Κρϊλλη, ϋξω απϐ την Αθόνα, που το χρηςιμοποιοϑςαν και ςαν κρηςφϑγετο ϐπου κατϊςτρωναν ϐλεσ τισ ληςτεύεσ τουσ. ημειωτϋον ϐτι ο Κρϊλλησ δεν ϋπαιζε ποτϋ οϑτε ζϊρια αλλϊ οϑτε και ϊλλα τυχερϊ παιχνύδια. (4) - Ο αρχηγϐσ και ο κακοποιϐσ που ςκϐτωςε τον αςτυνομικϐ οϑρλα όςαν και εξακολουθοϑν να εύναι πολϑ καλού φύλοι. Κϊποτε, μϊλιςτα, εύχαν ανούξει μαζύ μια χαρτοπαικτικό λϋςχη ςτον Πειραιϊ.

Page 113: Περιοδικο Detective Τευχος 1

113

DETECTIVE STORY

(5)- Ο Κρϊλλησ και ο δολοφϐνοσ του αςτυνομικοϑ ϋβγαιναν με τισ δύδυμεσ αδερφϋσ Μαρκϊρα, τισ χορεϑτριεσ, που δεν εύχαν ιδϋα για τισ εγκληματικϋσ τουσ δραςτηριϐτητεσ. Όπωσ καταλαβαύνετε, κατϋληξε ο Καύςαρησ, όταν ςωςτό ςπαζοκεφαλιϊ η επεξεργαςύα ϐλων αυτών των ςτοι-χεύων, αλλϊ τελικϊ, βαςϊνιςα το μυαλϐ μου, πρϐςθεςα δϑο και δϑο πολλϋσ φορϋσ και τελικϊ ϋβγαλα το ςϑνολο που επεδύωκα – δηλαδό, τϋςςερα - και ϋδω-ςα εντολό να εκδοθεύ ϋνταλμα

ςϑλληψησ για τον κακοποιϐ που εύχε ςκοτώςει του αςτυνομικϐ ιώτο. Σελειώνοντασ την αφόγηςό του, ο Καύςαρησ κούταξε τουσ φύλουσ του που ϊκουγαν με μεγϊλη προςοχό και προβλη-ματιςμϐ και τουσ ϋκανε την ςυνηθιςμϋνη του ερώτηςη: «Μπορεύ κανεύσ να μου πει, ςτα γρόγορα, ποιοσ όταν ο δολοφϐνοσ του ιώτου;»

ΒΡΕΙΣΕ ΣΗ ΛΤΗ ΦΩΡΙ ΝΑ ΚΡΤΥΟΚΟΙΣΑΞΕΣΕ

ΣΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΠΛΑΙΙΟ!

ΛΤΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΣΟ: Πξηλ απνθαιύςνπκε ην δνινθόλν, αο βξνύκε ηνλ αξρεγό ηεο ζπείξαο: Ο αξρεγόο δελ ήηαλ ν Πέηξνβαο (2). Καη δελ ήηαλ νύηε ν Κξάιιεο, νύηε ν Νάθνο (3). Καηά ζπλέπεηα, αξρεγόο ήηαλ ν Βνύξνο. Ο Βνύξνο, ν αξρεγόο, δελ ήηαλ ν δνινθόλνο (4). Ο δνινθόλνο δελ ήηαλ νύηε ν Πέηξνβαο (2 θαη 4) θαη ζην (5) καζαίλνπκε όηη ν Κξάιιεο δελ ήηαλ ν δνινθόλνο. Πξνθύπηεη, ινηπόλ, όηη απηόο πνπ είρε ζθνηώζεη ηνλ αζηπλνκηθό ηώην ήηαλ ν Νάθνο.

«Δικαύωμϊ ςασ να ςκοτώνετε ο ϋνασ τον ϊλλον, αλλϊ εύναι ανϊγκη να βριζόςαςτε κι από πϊνω; Ντροπό ςασ!»

«Παλιομοδίτικο» χιοφμορ!

«Δικαύωμϊ ςασ να ςκοτώνετε ο ϋνασ τον ϊλλον, αλλϊ εύναι ανϊγκη να βριζόςαςτε κιόλασ; Ντροπό ςασ!»

Page 114: Περιοδικο Detective Τευχος 1

114

DETECTIVE STORY

ΣΩΡΑ – μπορείτε να προμθκευτείτε τα ανζκδοτα ςε βιβλία μυκιςτοριματα του Σηίμμυ Κορίνθ που κυκλοφοροφν ςτθ ςειρά DETECTIVE STORY,

ξεκινϊντασ από τα δφο police procedurals που δθμοςιεφτθκαν ςε 35 και 25 ςυνζχειεσ ςτο εβδομαδιαίο περιοδικό ΕΙΚΟΝΕ.

Σριπλόσ γρίφοσ: Σο αχϊριςτο «τρίο» - ο Yπαςτυ-νόμοσ τθσ Εγκλθματολογικισ Τπθρεςίασ Δθμιτρθσ Γιαννίδθσ και οι πιςτοί βοθκοί του, Aρχιφφλακασ Ανδρζασ Μπάρκοσ και Aςτυνομικίνα Μαρία εφζρθ - ςε μια περιπζτεια που, κυριολεκτικά, κα ςασ κόψει τθν ανάςα: Ένασ φίλοσ από το μακρινό παρελκόν ςωριάηεται νεκρόσ ςτα πόδια τθσ Μαρίασ Σεφζρθ. Λίγο προτοφ ξεψυχιςει, προφζρει μερικζσ λζξεισ που, για ζνα ανυποψίαςτο μυαλό, δεν ζχουν καμιά ςχζςθ θ μία με τθν άλλθ. Για το αςυνικιςτο μυαλό του υπαςτυνόμου Γιαννίδθ, όμωσ, που αναλαμβάνει τθν υπόκεςθ, κρφβουν κάποιο μινυμα που οδθγεί ςε κάποιο μυςτικό και αυτό το μυςτικό παςχίηει να ξεςκεπάςει με μια ζρευνα που δεν ζχει να ηθλζψει τίποτε από τουσ «άκλουσ» των ξζνων ςυναδζλφων του, βάηοντασ ςε κίνδυνο τθν προςωπικι του αςφά-λεια, τθν αςφάλεια των ςτενϊν ςυνεργατϊν του, αλλά και άλλων ςυναδζλφων του, που χωρίσ να το ξζρει, αντιμετωπίηουν μεγάλο κίνδυνο.

Επίγραμμα κανάτου: Και πάλι, το αχϊριςτο «τρίο» - ο υπαςτυνόμοσ τθσ Εγκλθματολογικισ Τπθρεςίασ Δθμιτρθσ Γιαννίδθσ και οι πιςτοί βοθκοί του, Αρχι-φφλακασ Ανδρζασ Μπάρκοσ και Αςτυνομικίνα Μαρία εφζρθ - ςε μια νζα περιπζτεια που βάηει ςε ενζργεια ακόμα και το τελευταίο φαιό κφτταρο του εγκεφάλου τουσ! Μια αλλοδαπι βρίςκεται δολοφονθμζνθ ςτον αρχαιολογικό χϊρο του Θθςείου, πλάι ςε μια τρφπα ςτο ζδαφοσ που μζχρι πρόςφατα ςκεπαηόταν από μια μαρμάρινθ πλάκα χαραγμζνθ με ζνα αρχαίο επί-γραμμα. Είναι φανερό ότι αυτό που κρυβόταν χρόνια μζςα ςε εκείνθ τθν τρφπα ιταν το αίτιο για τθ δολοφονία τθσ. Τι ιταν; Ποιοσ το είχε κρφψει εκεί και γιατί; Τι ςχζςθ είχε θ δολοφονθμζνθ; Και το ςπουδαιότερο – ποιοσ είχε αφαιρζςει τθ ηωι τθσ με τόςο βίαιο τρόπο; Ο υπαςτυνόμοσ Γιαννίδθσ καλείται να απαντιςει ςε αυτά και άλλα ερωτιματα προκειμζ-νου να διαλευκάνει ζνα μυςτιριο που δείχνει άλυτο.

ΣΡΙΠΛΟ ΓΡΙΦΟ και ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΘΑΝΑΣΟΤ

Δυο μυκιςτοριματα γραμμζνα με βάςθ τουσ κανόνεσ του ορκόδοξου

αςτυνομικοφ μυκιςτοριματοσ που τόςο πιςτά ζχει υπθρετιςει μζχρι ςιμερα ο Σηίμμυ Κορίνθσ.

Page 115: Περιοδικο Detective Τευχος 1

115

DETECTIVE STORY

ΕΠΙΘ - δφο «κρίλερ» που αντιπροςωπεφουν δφο διαφορετικζσ ςχολζσ, το πρϊτο τθσ κλαςικισ ρομαντικισ περιπζτειασ, που ζγινε ςίριαλ ςτθν κρατικι

τθλεόραςθ, και το δεφτερο του πολιτικοφ κρίλερ.

Παγίδεσ του καλοκαιριοφ: Η δεκαεφτάχρονθ φλβια Ρόμπςον, ανφποπτθ για τθ διεκνι ίντριγκα και τον βίαιο κάνατο που παραμονεφουν πάνω και κάτω από τα γαλινια νερά του Ιονίου Πελάγουσ, κακϊσ θ Μοςάντ προςπακεί να εμποδίςει ζνα φορτίο θλεκτρονικϊν εκτονωτϊν να φτάςει ςτο Ιράκ πριν ξεςπάςει ο δεφτεροσ πόλεμοσ, ξελογιάηεται με ζναν ςφγχρονο Άδωνι, κάτι που είχε ςυμβεί και ςτθ μθτζρα τθσ Σηζνιφερ, πριν από δεκαοκτϊ χρόνια. Ο δικόσ τθσ Άδωνισ, όμωσ, που παίηει ρόλο ςτθν ιςτορία με τουσ εκτονωτζσ, τθν παραςφρει ςε μια επικίνδυνθ περιπζτεια που ζχει ςαν αποτζλεςμα να μπει ςτο παιχνίδι ο ςκλθροτράχθλοσ και κυνικόσ ρεπόρτερ Άρθσ Παυλίδθσ και να βρεκεί ςτθ μζςθ μιασ αναπάντεχθσ κατάςταςθσ όπου κα πρζπει να παίξει τθν καριζρα του και τθν ηωι του κορϊνα-γράμματα προκειμζνου να μπορζςει να ξαναδεί τθν κόρθ που δεν ιξερε ότι είχε αποκτιςει.

Θ ϊρα του Φοίνικα: Ζνασ διάςθμοσ Αμερικάνοσ καρδιοχειρουργόσ και θ εκρθκτικι βοθκόσ αναι-ςκθςιολόγοσ και ερωμζνθ του που προςκαλοφνται ςτθν Ελλάδα για μια επζμβαςθ φιλανκρωπικοφ χαρακτιρα παγιδεφονται ςτθν Ακινα από τθν ζκρθξθ του ςτρατιωτικοφ πραξικοπιματοσ και βλζπουν τον Χάρο με τα μάτια τουσ όταν, αγνο-ϊντασ τθν απαγόρευςθ κυκλοφορίασ, αποπειρϊ-νται να φτάςουν ςτο νοςοκομείο όπου ο αςκενισ τουσ ζχει παρουςιάςει ςοβαρζσ μετεγχειρθτικζσ επιπλοκζσ. Κι όταν προςφζρονται να βοθκιςουν ςτθν περίκαλψθ των πρϊτων τραυματιϊν από τισ ςυγκροφςεισ ςτουσ δρόμουσ ανάμεςα ςε πραξικο-πθματίεσ και πολίτεσ, εκείνοσ ςυλλαμβάνεται ωσ φποπτοσ ςυνεργαςίασ με τουσ αντιφρονοφντεσ, ανακρίνεται και βαςανίηεται ςκλθρά, ενϊ εκείνθ βάηει ςε κίνδυνο τθσ ηωισ τθσ ςε μια προςπάκεια να φτάςει ςτθν Αμερικανικι Πρεςβεία και να ηθτιςει βοικεια.

Πθγαίνετε ςτθν Ιςτοςελίδα μασ www. maska.gr (Πωλιςεισ), ακολουκιςτε τισ ςχετικζσ οδθγίεσ και αποκτιςτε τζςςερα μυκιςτοριματα εντελϊσ αλλιϊτικα από όλα τα άλλα ελλθνικά «αςτυνομικά» μυκιςτοριματα και «κρίλερ» που

ζχετε διαβάςει μζχρι ςιμερα.

Ένα Θρύλερ του ΤΖΙΜΜΥ ΚΟΡΙΝΗ

Page 116: Περιοδικο Detective Τευχος 1

116

DETECTIVE STORY

Οι περιπζτειεσ του

Μάικ Ντετζκτιβ! από το «πενάκι» του Φρεντ Φρζντερικσ

... ΚΑΘΩ ΚΛΩΣΟΤΑ ΣΗ ΗΣΑ ΣΗ ΕΞΩΠΟΡΣΑ, Ο «ΧΟΝΣΡΟ» ΣΟ ΕΚΑΕ ΑΠΟ ΣΗΝ ΠΙΩ ΠΟΡΣΑ!

ΣΟΝ ΕΣΡΩΑ ΣΟ ΚΤΝΗΓΙ ΑΛΛΑ ΜΟΤ ΞΕΦΤΓΕ!

ΓΙΑΣΙ ΣΟΝ ΑΦΘΕ ΝΑ ΟΤ ΞΕΦΤΓΕΙ;

... ΔΟΚΙΜΑΕ ΠΟΣΕ ΝΑ ΚΤΝΗΓΗΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟ ΜΕ ΣΟ ΠΟΔΙ ΟΤ ΠΙΑΜΕΝΟ ΣΗ ΗΣΑ ΣΗ ΠΟΡΣΑ;