32
http://hallofpeople.com/gr/ ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΤΠΑΡΣΙΜΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ πολιορκία τς Πόλης Τπάρσιμο τς Πόλης Τκούρσεμα τς Πόλης ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ

ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ Τὸ ΠΑΡΣΙΜΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣhallofpeople.com/gr/books/kontoglou.pdf · 2016. 7. 12. · ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ Τὸ ΠΑΡΣΙΜΟ

  • Upload
    others

  • View
    0

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Τ ΠΑΡΣΙΜΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
• πολιορκα τς Πλης • Τ πρσιμο τς Πλης • Τ κορσεμα τς Πλης
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
καθηγητς Πανεπιστημου θηνν
πτση τς Πλης τ 1453 δν γινε προσδκητα, οτε μ ατν ρχισε θωμανοκρατα. Τ λθη κα ο δυναμες τς «βυζαντινς» κοινωνας, λλ κα ο σωτερικς δεολογικς κα οκονομικς διαιρσεις της, πτρεψαν τν ξπλωση πρτα το τουρκικο-σελτζουκικο κα μετ το τουρκικο-θωμανικο στοιχεου στ Μικρ σα κα τν πλοιπο βαλκανικ χρο κα τελικ τ δημιουργα τς σχυρς κα πειλητικς γι τν χριστιανικ κσμο θωμανικς Ατοκρατορας. μως στς 29 Μαου 1453 να μεγλο μρος τς τεμαχισμνης π τ 1204 Ρωμανας ταν δη κτω π τος θωμανος, τος ραβες κα τος Βενετος. π τ 1204 Πλη δν μπρεσε ν ναλβει τν πρτη της δναμη κα λα δειχναν πς βαδζει στν τελικ πτση. Τ φραγκικ πλγμα ναντον της ταν τσο δυνατ, πο π τν 13ο ανα Βασιλεουσα, πως ρθ επθηκε (λ. Γλκατζη-ρβελρ), ταν «καταδικασμνη ν χαθ».
β λωση τς Πλης τ 1453 σμανε τν πσημη ναρξη τς θωμανοκρατας κα ταν κατληξη μις μακροχρνιας ποσνθεσης τς πολιτικς κα οκονομικς πστασης το Γνους. π τν 13ο α. ο βυζαντινο πληθυσμο εχαν διασπαστε κα διαμοιραστε στ μεγαλτερο μρος τους σ ξνους δυνστες. Ο διεισδσεις, πειτα, μισθοφρων στ στρατ κα λλοφλων στν διοικητικ μηχανισμ το «Βυζαντου«/Ρωμανας ποδυνμωσαν τν θνολογικ συνοχ του. Ο μφλιοι πλεμοι, ξλλου, (1321-1328, 1341-1355) κα σωτερικ ναρχα πτειναν τ δημογραφικ συρρκνωση. νλογη δισπαση παρουσαζαν κα ο λλοι ρθδοξοι λαο τς Βαλκανικς. Σοβαρ, πσης, λθη στν οκονομικ πολιτικ τν
ατοκρατρων, πως συνεχς αξηση τς μεγλης διοκτησας ες βρος τν μικρν, πο πιζονταν π τ δυσβστακτη φορολογα, καταχρηστικ πκταση το θεσμο τν «προνοιαρων» κα περβολικ, πολλς φορς, αξηση τν μοναστηριακν κτημτων, δημιοργησαν μαν οκονομικ λιγαρχα ες βρος τν μικροκαλλιεργητν τς γς, μ πληξη τν οκονομικ κρση. Τ μπριο εχε περιλθει στ χρια τν δυτικν κα ο δυναττητες γι οκονομικ νκαμψη περιορστηκαν σημαντικ. πρχαν μως κα πνευματικ ατα τς πτσης.
Ο θρησκευτικς, κοινωνικς κα δεολογικς ντιθσεις προκλεσαν βαθει σγχυση, πο λειτοργησε διαλυτικ στ σμα τς ατοκρατορας. διατερα ο δυτικς πιρρος κα ο συνεχες ποχωρσεις τν Πολιτικν στς παπικς παιτσεις, γι τν ναμενμενη στρατιωτικ βοθεια, δγησαν στν πνευματικ λλοωση, μ μεσο κνδυνο πλειας τς πνευματικς κα πολιτιστικς ταυττητας το Γνους. Γιατ, ν τ « Βυζντιο»/Ρωμανα παυε ν διατηρε τν πνευματικ κα πολιτιστικ διαιτερτητ του, κμη κα ν δν πεφτε στ χρια τν θωμανν, θ καταλυταν σωτερικ, μεταβαλλμενο σ πνευματικ κα πολιτικ προτεκτορτο κποιας Δυτικς Δναμης.
Κατ τος νθενωτικος πτση λθε ς σωτηρα, διτι κρτησε τν πνευματικ κα πολιτιστικ καθαρτητα κα συνοχ το Γνους, τ ποο στ δουλεα μπρεσε ν νασυνταχθε κα ν πιβισει. λλωστε, δομ κα ο θρησκευτικς προποθσεις τς θωμανικς Ατοκρατορας (ερς νμος κα θεσμς τν μιλλετων) δωσε τ δυναττητα στ «Γνος τν Ρωμαων» (Ρομ), δηλαδ τν ρθοδξων χριστιανικν λαν τς Ατοκρατορας, ν ναπτυχθε ς συντεταγμνη κοινωνα στ ρια τς «θναρχικς δικαιοδοσας» τς κκλησας, συνεχξοντας τν στορικ τρπο παρξς του, μαζ μ τν ταυττητ του, μσα στ ερ γνος, τ κκλησιαστικ σμα. Εναι δ γεγονς, τι μετ τν λωση στορα το λληνικο θνους κα τν λλων
λαν τς Βαλκανικς εναι στν οσα στορα τς λληνικς κκλησας, ς θναρχικο σματος.
Τ γεγονς τς πτσης τς Ατοκρατορας εχε τερστια σημασα πρτα γι τος ρθοδξους πληθυσμος της κα τν κατοπιν τους πορεα. λωση πρξε μι κρισιμτατη στιγμ στν στορα τους, σηματοδοτντας μα περοδο μακρς δοκιμασας, μ μειωμνες οκονομικ κα πολιτικ τς δυνμεις τους. ν ο ψυχικς κα πνευματικς δυνμεις δν σαν κμαες, εναι μφβολο ν θ μποροσε τ ρθδοξο Γνος ν περβε τς συνπειες τς πτσης, πως συνβη μ λλους λαος στν στορα. πλεια, εδικ, τς Κωνσταντινοπολης, πρξε σημαντικτατο γεγονς. Πλη ταν συνισταμνη λων των λπδων τν Ρωμην (ρθοδξων) κα διατερα τν λλνων. διατρηση τς λευθερας της, παρ τ μεγλη συρρκνωση τς ατοκρατορας, τρεφε τν ατοπεποθησ τους κα συντηροσε τν ψυχισμ τους.
λλ κα γι τος θωμανος λωση εχε σημασα μεγλη. Μ ατ νομιμοποιθηκε νκη τους πνω στος λληνες κα τος λλους λαος τς «Βυζαντινς» ατοκρατορας, ποα μ τ πρσιμο τς Πλης γινε κα τυπικ θωμανικ. κατκτηση τν πολοπων ρωμαικων δαφν (Τραπεζοντας, κυρως λλδας) δν ταν παρ λοκλρωση τς ποκατστασης τν λλνων π τος θωμανος στν ατοκρατορα μας. Τ σπουδαο μως εναι, τι τ λλοτε βρβαρο τουρκικ φλο τν θωμανν μσα σ σντομο χρνο μπρεσε ν συγκροτηθε σ μα πανσχυρη ατοκρατορα κα ν νταχθε περιθωριακ στ σστημα τν ερωπακν κρατν, ποτελντας πι νοιχτ πειλ γι τν πλοιπη Ερπη.
βαθμιαα πανερεση τν ρυθμν το συλλογικο βου το Γνους ταν καρπς τς ασιδοξης διθεσης το δυναμογνου συλλογικο φρονματος, πο τ ποτπωσε λυρικ ποντιακ μοσα: « Ρωμανα κι ν πρασεν νθε κα φρνει κι λλο».
ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
Σν σμερα πρθηκε Πλη π τν σουλτν Μεμτη στ 1453, μρα Τρτη, βγανοντας λιος.
Μι ττοια στορα δ μπορε ν τ γρψ ξια καννας δν πιστεω ν βρσκεται ττοιος μεγλος μστορης. Καννας, ς τανε κι διος μηρος, πο τραγοδησε μ λγια σν κοτρνια τν φημισμνον κενο πλεμο τς Τρωδας.
Κενη τ μρα, πο δν πρπει ν λογαριαστ μηδ στς μρες τν χρονν, μηδ στς μρες τν μηνν, παρ ν τ σκεπσ σκοτδι, πως λγει β γι τ μρα πο γεννθηκε, φβος ποπιασε τος νθρπους τανε ττοιος, πο τρες κα τσσερες γενις δ φτξανε γι ν συνεφρουνε. κμα κα σμερα, σ διαβζει καννας σα γρψανε ο στορικο κεινο το καιρο, ενε στιγμς πο τρμει στ λθεια, σ ν βρσκεται διος μσα στν Πλη, κι ρα μ τν ρα περιμνει ν δ τος Τορκους ν σφξουνε τν κσμο μπροστ στ μτια του.
ναλγως τ μεγαλεα, πο εδε ατ φημισμνη Κωνσταντινοπολη, ναλγως τ χλια χρνια πξησε, ναλγως στθηκε κα τ ψυχομαχητ της. λος κσμος ταρχτηκε στ πει ξμακρα μρη τς χριστιανωσνης κοστηκε βρντος πκανε τ κορμ της σν πεσε ψυχο νμεσα νατολ κα δση. Δ μιλ σ ρωμις μιλ σν νθρωπος γι μι π τς πι σκληρς συμφορς πο πρασε νθρωπτητα. Θερι πρπει ννε καννας γι ν μ δακρσ τ μτι του.
Κα ποις δν τν κλαψε! λληνες, Βενετσνοι, Γενοβζοι, Βολγαροι, Σρβοι, Ροσσοι, Πολωνο, ρμεναοι, κμα κ ο διοι ο Τορκοι, λοι τν κλψανε, γιατ στ καλ χρνια της λοι τν καμαρνανε. νθρωπος ενε γιομτος παραξενις. Χαρεται κα καυχιται γι τ σπουδαα πργματα, πο μπρεσε ν φτισ, μ τσους κπους, μ τ αμα τς καρδις του, μ πλι διος,
σν ν τν σπρχν διολος μ τ δικ του τ χρια πει κα τ χαλ, ρχνει χμω τ εδωλο πο λτρεψε, τ τσακζει κα τ ποδοπατ. Σμπως κα σμερα, πο λγει πς τχα μρεψε, δ δουλεει σ μερμγκι ν φτιξ μορφα πργματα, τχνες, χτρια, βιβλα, γι ν τν πισ ξαφνα μι μρα τρλλα ν τος δσ μι κλωτσι κα ν πισ πλι π τν ρχ! χω κουστ, πς σ να νησ τς νδας, κε δ πο ο νθρωποι ζονε ερηνικ κα κουβεντιζουνε γνωστικ, στ καλ καθομενα τος πινει ξαφνα μι μανα κα τρχουνε σ λυσσασμνοι στος δρμους, σκοτνοντας ποιον λχ μπροστ τους. να ττοιο πργμα πινει κθε τσο κα τν νθρωπτητα, γνεται θηρο νμερο κα δαγκνει τ κρατ της.
Σν να μπουρνι, πο μ μις μελανιζει ορανς κα γνεται μρα σ νχτα κι κογονται π μακρυ βροντς κι στροπελκια, κα σ λγο ξεσπ δρλαπας, κι φβος σφγγει κθε καρδι, π το πουλιο πο κελαδοσε πρν π λγο, σαμε το λιονταριο, πονε καμωμνη π τσλι, τσι ξσπασε πνω στ γερασμνη τν Πλη σφουνας κα τν κανε στχτη. Μσα σ 55 μρες χθηκε ,τι γνηκε σ χλια χρνια.
Ατς θανατερς νεμος πασε ν φυσ π τς ρημις τς σας, π τος τπους πο δ φυτρνει χορτρι, σπρχνοντας κατ δθε να κοπδι νθρπους δχως σπτια, δχως χωρφια, γρμια καρδα, πο τχε κψει πονη φση μ τ κρο, μ τν πενα κα μ τν πλεμο. Σν τος λκους, πο λυσσνε σν πση, πολ χινι στ βουν κα τρνε νας τν λλον, τσι πλανιντανε ατ τ πλσματα, ς που φτξανε σ τοτα τ σνορα, πο ζοσανε ρχαες φυλς, νθρποι ποχανε σπτια θεμελιωμνα π χιλιδες χρνια, ποχανε κα καρβια κα κουβαλοσανε π μακρυ κθε τ, πονε γι τν καλοπραση τ νθρπου. Τ πει μεγλο κστρο, Κωνσταντινοπολη, τανε χτισμνο πνω στν κρογιαλι, νμεσ σε δυ στερις, γιομτο σπτια, μαγαζι, κκλησις, παλτια, συντριβνια, λα π πτρα κα μρμαρο. Ο νθρποι τανε ντυμνοι μ ροχα κριβ, γρφανε κα διαβζανε πνω στ χαρτ, ξρανε πργματα λογς-
λογς, τχνες κα ζανατια (παγγλματα) πολλ. Εχανε πλθος γλματα στεριωμνα πνω σε κολνες π χρωματιστ μρμαρα, εκνες ζωγραφισμνες πνω σε σανδια μ μπογις κα μ χρυσφι, καμπνες κρεμασμνες στ καμπαναρι, πργματα πο ο Τορκοι ποροσανε μ τ τρπο τ φτινανε. λογα τρχανε χλιμιντρζοντας μσα στ μεντνια, κ ο νθρωποι περπατοσανε πνω σε δρμους πο τανε στρωμνοι μ πελεκητς πτρες. Τ κστρο τανε τοτο, γιομτο π θαυμαστ πργματα, πο μηδ Προφτης δν τχε στν Παρδεισο!
Δχως ν χσουνε καιρ τ ζσανε, σουλτν Μεμτης σ φδι τ περιτλιξε. Τοτοι ποχανε ρθει π τν σα τανε σ λιονταρπουλα δμαστα εχανε κτσα γερ, τ αμα τους βραζε σ μοστος. Μ ο λλοι πο τανε σφαλισμνοι μσα στ σαραβαλιασμνο κστρο, τανε ρτσες γερασμνες, κουρασμνες π τ πθια, π τ βιβλα κι π τν προσευχ, περφανοι γι τ σ τους, θλιμμνοι γι τ κατντημ τους. σουλτνος δερνε μ τ καμουτσ τος στρατιτες του, τος μαχαρωνε, τσκιζε τ κεφλι τους μ τ χρυσ τοποζι πο βαστοσε στ χρι του. Μ βασιλας, πο τανε σφαλισμνος μσα στ κστρο, μιλοσε στος δικος του σ Χριστς μ τ γκθινο στεφνι πο τχε γι κορνα βασιλικ. Δ διταξε τος στρατιτες του, τος παρακαλοσε μ τ θλιμμνη, φων του, μ τ μτια του, πο τανε μελανιασμνα π τν γρπνια.
Ο Τορκοι τανε ς τετρακσιες χιλιδες π ατος ο κατ τανε καβαλλαραοι. Ο Χριστιανο, πο σηκνανε ρματα, μαζευντανε λοι λοι φτ χιλιδες, λληνες, Βενετσνοι κα Γενοβζοι.
πολιορκα ρχισε στς 5 πριλου. σουλτνος στησε τν τντα του κοντ στν Καστρπορτα Καλιγαρα κα κορντισε πνω της τ μεγλο καννι το Ορμπν. στερτερα μως τ κουβλησε μπροστ στν πρτα το ωμανο. Γι ν τ γιομσουνε χρειαζντανε δυ ρες σωστς, κα γι τοτο βαροσε μονχα φτ φορς τ μρα. Σαρντα ζευγρια βδια τ
τραβοσανε, γι ν τ φρουνε π τν δριανοπολη, κα γι ν περσουνε δυ μερν δρμο κνανε δυ μνες. Τετρακσοι γενιτσροι τ βαστοσανε γι ν μ γρ, διακσοι π κθε μερι. σουλτνος κρτησε γρω στν τντα του δεκαπντε χιλιδες γενιτσρους. Τ βουν πονε πνω π τ Γαλατ, τπιασε Ζαγαν πασς. Νααρχος τανε Μπαλτογλους, κ εχε στν ρισμ του καμμι τετρακοσαρι καρβια, τ πει πολλ μαονες κα μικρ μπριγκαντνια.
Τ καρβια πλι, ποχανε ο Χριστιανο, τανε τρα γενοβζικα, να γαλλικ, να σπανιλικο, τρα κρητικ κα τρες μεγλες Βενετσνικες γαλρες.
σαμε τς 18 ο Τορκοι βαροσανε μ τ καννι κα κνανε ψευτοπλεμο. Ο γενιτσροι χυμζανε σν ζα χωρς ν λογαριζουνε τ ζω τους, κι μα σκοτωντανε καννας, πηγανανε ο λλοι κα τν παρνανε στν μο τους. Κι ν σκοτωνντανε λαβωνντανε κα τοτοι, τρχανε πλι λλοι Τορκοι κα τος παρνανε. Μποροσε ν σκοτωθονε δκα, παρ ν φσουνε ναν σκοτωμνον.
ξν π τ μεγλο καννι, ο Τορκοι εχανε κι λλ πολλ μικρτερα, κα πλθος μηχανς, βαλστρες λεγμενες, πο σφεντονξανε βροχ π πτρες κι π σατες.
Στς 18 να κοπδι Τορκοι χθηκε καταπνω στ κστρο μ τση βου κα ττοιο ορλιασμα, π κουγτανε σαμε τν νατολ, δδεκα μλια μακρυ π τ στρατπεδο. Μ δ μπορσανε ν κνουνε τποτα. Σκοτωθκανε μονχα διακσιοι Τορκοι. Κνανε κα μι μεγλη τντα π τομρια σπρα κα κκκινα, κα φυλαγμνοι π τοτη τ σκεπ, σιμσανε στ κστρο κι νοξανε λαγομια μσα στ γ κα φτξανε π κτω π τ σπτια. Μ ο Γραικο νοξανε λλες τρπες κα διξανε ατος τος τυφλοπντικους. στερ π λγες μρες ο Τορκοι σκαρσανε πλι μι μεγλη κα φοβερ μηχαν, πο τν επανε ο παλιο λπολι. π ξω κι π μσα τν εχανε καπλαντισμνη
μ τρα πανωτ βοδοτμαρα, κι πν πνω εχε πργους κλεισμνους πλι μ τομρια γι ν φυλγωνται ο πολεμιστς, κ να σωρ ρδες γι ν τν κυλνε. Σν τν εδανε, ξαφνα τ πρω ο λληνες, εδοποισανε τ βασιλι κα πγε μ τν κολουθα του ν δονε ατ τν παρξενη μηχαν. Κι μα τν εδανε, πομενανε σν πεθαμνοι. Ο Τορκοι τ γεμσανε μ ξλα κα μ χματα κι φο τν κολλσανε κοντ στ κστρο, πασχσανε ν βουλσουνε τ χαντκι, πο βρισκτανε λοτργυρα στ φροριο κα ν κατεβσουνε πν π τος πργους κτι γιοφρια ποχανε τοιμα κα ν τ ρξουνε πνω στ φρδι το κστρου. Μ ο Χριστιανο πολεμσανε μ παλληκαρι κα γκρεμνξανε τος Τορκους μσα στ χαντκι. Τς τρπες, πο νογανε ο μπλλες πριχνε τ μεγλο καννι, κτι κοτρνες φοβερς π μρμαρο τς Μαρης Θλασσας στρογγυλεμνες μ τ καλμι, τς βουλνανε γργορα μ ξλα κα μ βαρλια γιομτα χμα. Σ τοτη τ δουλει δουλεανε γυνακες, παιδι, παπδες κα δεσποτδες κμα. Καταφρανε μλιστα ν κψουνε κα τ μεγλη μηχαν κι λλες πει μικρς. σουλτν Μεμτης, σν τν εδε ν καγεται, ρκσθηκε πς κ ο τριανταεφτ χιλιδες προφτες ν το τ λγανε, πλι ποτ δν θ τ πστευε.
Ο δυστυχισμνοι ο Χριστιανο πρανε λιγκι πνω τους, ποχε κψει τ αμα τους. Μρα νχτα κογανε κενο τ γριο τ νθρωπομζωμα ν ορλιζ κτ π τ τειχι. Κα τοτα δ τανε τσο σαραβαλιασμνα, πο πολλς φορς γκρεμνιζντανε μονχα π τ βρντο το κανονιο. Νχτες λκερες δ σφαλξανε μτι. π τ μικρ παιδι ς τος γρους λοι δουλεανε, κουβαλοσανε χματα κα πτρες. Κ ο καλογροι εχανε ζωσθ τ ρματα κα βαστοσανε να κομμτι το κστρου. Στν πρτα το ωμανο στεκε βασιλης, χοντας κοντ του τ γενοβζο Γιουστινινη, τν ρχιστρτηγο, κα τν δν Φραγκσκο π τ Τολδο, μαζ μ πεντακσους διαλεχτος γενοβζους. Τν πρτα, τ λεγμενη Μυρανδρο, τ βαστοσανε δυ δρφια ντρειωμνα, Παλος κι ντνης Μπογιρδοι.
Τν πρτα τς Καλιγαρας τ διαφεντεανε Θδωρος π τν Κρυστο κι Γιννης Γερμανς, νας πρτος στ δοξρι κι λλος στ ρκεμποζι. Στν Ξυλοπρτα κα στν Πργο το νεμ στεκτανε γενοβζος καπιτνιος εονρδος αγκσκος. Στν κρδα το κστρου, πο κτταζε κατ τ λιμνι, τανε νααρχος Νοταρς. καπιτν Γαβριλ Τρεβιζνος εχε ραδιασμνα τ καρβια του π τν κχη το κστρου σαμε τ φρο κι νδρας Ντνος φλαγε μ τ δικ του τ μπσιμο το λιμανιο. σπανιλος Πτρος Τζουλινος βαστοσε τ μρος πονε π τ παλτι το Βουκολοντα ς τ Κοντοσκλι. τανε κι λλοι πολεμρχοι σ λλες μερις.
Θλω ν συντομψω τ καθκαστα, μ δν ξρω τ ν π κα τ ν φσω. Κατ τ στερι ν κυττξω, γι κατ τ θλασσα;
Στς 20 το Μαγιο, τ πγευμα, φανκανε τσσερα χριστιανικ καρβια γι ν δσουνε βοθεια. ρχντανε πρμα, μ σ φτξανε κοντ στν Πλη, πεσε μ μις γρας κα καρφωθκανε στν τπο. σουλτνος σν εδε πς τν βοηθοσε προφτης, πρσταξε εθς τ καρβια του ν κινσουνε καταπνω τους. Τ τορκικα χυμξανε μ τομπανα κα μ λαλαγμ φοβερν, κ πιασε πλεμος, πο φοβηθκανε ς κα τ ξλα τ ψυχα. Τ κθε να π τ τσσερα χριστιανικ καρβια πλευε λλο μ πντε, λλο μ τριντα κι λλο μ σαρντα τορκικα. θλασσα πηξε, πλεγες πς τανε νησ δασωμνο π κατρτια. Τρες ρες τανε κολλημνα, δχως ν μπορσουνε ο Τορκοι ν τ πατσουνε. πνω στ τσσερα καρβια πεφτε βροχ π σαγτες, βροχ π φωτι, πο σφεντονξανε ο ζαροβοτνες. Ο τσγκρες μολοσανε στουπι ναμμνα, δεμνα πνω σε σαγτες. Βουτηχτς βουτοσανε ποκτω π τς καρνες κα πολεμοσανε ν τ τρυπσουνε. Ο Χριστιανο πλι δειξανε πνω στος Τορκους λεβτια μ κατρμι κα λυωμνο ξγκι. καπιτν Φλικτανλος κ ο τρες ντρειωμνοι σντροφο του π τλλα τρα καρβια, Κατανος, Νοβρας κι Βαλονρης, πολεμοσανε σν λιοντρια. θλασσα εχε γιομσει π τ κοντρια κι π τς σαγτες κα τ
τορκικα δ μποροσανε ν κουνηθονε. Πολλ π δατα τρακρανε κα βουλιξανε, λλ πλι λαμπαδσανε κα γινκανε στχτη. κσμος εχε μαζευτ κα κτταζε πν π τ κστρο. σουλτνος φριζε, φναξε, σ νχε χσει τ λογικ του. Στ τλος, σν εδε πς θ ξεφεγανε ο Χριστιανο, καβαλλκεψε τλογ του, τ σπιρονισε κα χμιξε μσα στ θλασσα, τραβντας κατ τ καρβια, κι π πσω του πσανε στ νερ ο πασδες του. Ο νατες, πο δν τανε μακρτερα π μι πετρι, βλποντας τν φντη τους ν πφτη στ νερ, ρμσανε μ περισστερη μανα στ φωτι, μ διαφρετα. Σ μι στιγμ φσηξε λγος γρας κα τ τσσερα καρβια περσανε νμεσα στ τορκικα, μπκανε στ λιμνι κα τ κλεσανε μ τν λυσδα. Μσα σ τρες ρες σκοτωθκανε πνω π δδεκα χιλιδες, πως λγει Φραντζς, πργμα πστευτο.
Τν λλη μρα σουλτνος επε ν φρουνε μπροστ του τ Μπαλτογλου, τ νααρχο, κι φο τν βρισε, ρμησε ν κψ τ κεφλι του μ τ σπαθ του, μ κενος πεσε στ πδια του κα τοπε: «φντη μου, κτταξε μ τ μτια σου πς μονχα στ καρβι μου πνω σκοτωθκανε κατ δεκαπντε δολοι το Προφτη, κ γ δ ξεκλλησα μηδ στιγμ π τν πρμη τ πιαστου καραβιο. Βουλιξανε κα κακανε τσα καρβια κα τσος κσμος σκοτθηκε, πο φανεται πς τανε θλημα το Θεο ν ξεφγουνε ο γκιαορηδες. «στε, σ παρακαλ, πψε τ θυμ σου κα συγχρησ με.» Μεμτης δν τν σκτωσε, μ τν δειρε λπητα μ τ καμουτσ του ποχε χρυσ πμολο κα τ βαστοσε πντα στ χρι του.
Πο ν ξιστορσ καννας, κμα κα μ δυ λγια, τ πς πρασε σουλτνος τ καρβια το μσα στ λιμνι, κυλντας τα πνω στ στερι, πο τν λειψε μ ξγκι, τ πς Γιουστινινης θλησε ν κψ τ νχτα τν τορκικη ρμδα, μ ο Τορκοι γκρεμνσανε να καννι πν π τ κστρο κα βουλιξανε τ πυρπολικ, πειδς τανε προδομνο τ σχδιο τν Χριστιανν. Σν ξημρωσε σφξανε μπροστ στ μτια τν λλνων κτ π τ κστρο, τ παλληκρια ποχανε πιασμνα.
Μιν λλη μρα ο Ρωμιο θελσανε ν κψουνε τ γεφρι, ποχανε ρξει ο Τορκοι πνω στ λιμνι. Προφτξανε κα κψανε μονχα να καρβι τορκικο, γιατ ο Τορκοι βουλιξανε μ τς πτρες τ λληνικ κακια. Τν λλη μρα πλι σφξανε σους πισανε π βραδς. Ττε κ ο λληνες σκοτσανε πνω στ κστρο καμμι διακοσαρι Τορκους, ποχανε πιασμνους.
Στς φτ βδομδες, στειλε σουλτνος τ γαμπρ του σφεντιρογλου στ βασιλι Κωνσταντνο ν το π ν πψουνε τν πλεμο κα ν το παραδσ τν Πλη γι ν μ χυθ λλο αμα κα γι ν μ σκλαβωθονε τσος λας. Κα πς τν φηνε ν πρ μαζ του ,τι θελε κα ν πγ ν βασιλψ στ Μορι, δχως ν τν πειρξ καννας. Παλαιολγος μως δν τ παραδχτηκε κι ποφσισε ν σκοτωθ. «Τ δ τν πλιν σο δοναι οτ μν στι, οτ λλων τν κατοικοντων ν τατ κοιν γρ γνμ πντες ατοπροαιρτως ποθανομεν κα ο φεισμεθα τς ζως μν.»
ΤΟ ΠΑΡΣΙΜΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
σουλτνος, σν γυρσανε ο πεσταλμνοι του κα το πγανε τν πκριση το Παλαιολγου, πς δν παραδνει τν Πλη, ποφσισε μ κθε τρπο ν τν πατσ.
Στς 24 Μαγιο πρσταξε τος τελληδες κα διαλαλσανε στ στρατπεδο πς στς 29 θ γιντανε τ μεγλο γιουροσι (φοδος) π στερι κι π θλασσα.
Στς 26 κα στς 27 τ νχτα, ο Τορκοι νψανε τσες φωτις κα τσα φανρια, κα ττοιες γριοφωνς κα βουητ βγαιναν π τ στρατπεδ τους, πο ο χριστιανο νομσανε πς φτξανε πι τ συντλει τους.
Τ Δευτρα, στς 28 Μαγιο, σουλτνος επε κα διαλαλσανε ν τοιμασθονε ο στρατιτες γι τν μεγλο πλεμο, ν λουστονε φτ φορς κα ν νηστψουνε. Τος βγαλε κ ναν λγο κα τος επε πς σν προυνε τν Πλη θ τος τν φσ τρες μρες κα τρες νχτες, κα πς θ ννε δικ τους ,τι βρονε μσα, χρυσφι, σμι, φορματα, ντρες, παιδι κα γυνακες κα πς σοι ενε γι ν σκοτωθονε, καθς γνεται πντα στν πλεμο, ατο δ μπορονε ν ξεφγουνε, γιατ ενε γραμμνο π πρν πνω στ κοτελ τους, πως λγει Προφτης κα πς θ πνε στν Παρδεισο ν τρνε κα ν πνουνε παντοτειν μαζ μ τν Προφτη, κα ν κοιμονται μ τς πει μορφες γυνακες. Ο Τορκοι νθουσιαστκανε π τ λγια του κα βλανε κτι φωνς, πο πολ&lambda