362
Digitized by @PriOri™

Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Digitized by @PriOri™

Page 2: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Ο Γιώργος Μπουλακάκης γεν-νήθηκε το 1971 στην Αθήνα. Σπούδασε στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο Αριστο-τέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλο-νίκης, όπου και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών στην Κλασική Αρχαιολογία το 2000. Από το 1996 ως το 2002 εργάστηκε ως αρχαιολόγος του ΥΠ.ΠΟ στο Αρχαιολογικό Μου-σείο της Αιανής στην Κοζάνη.

Digitized by @PriOri™

Page 3: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΟΥΛΑΚΑΚΗΣ

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

Digitized by @PriOri™

Page 4: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Τίτλος βιβλίου: Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων Συγγραφέας: Γιώργος Μπουλακάκης Επιμέλεια: Γιώργος Γιαννούσης Θεώρηση κειμένου: Χάρις Κανελλοπούλου Εξώφυλλο: akg-images Σχεδιασμός εξώφυλλου: Νίκος Τελλίδης Στοιχειοθεσία - Σελιδοποίηση: Εμπειρία Εκδοτική Α.Ε.Β.Ε. Φιλμογράφηοη: Μιχάλης Απόσιολος Εκτύπωση: Technograph - Δ. Πρίφτης & Υιοί

Ο ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Ε.Β.Ε Αθήνα 2005 για την ελληνική γλώσσα

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.

Πρώτη έκδοση: Νοέμβριος 2005

ISBN: 960-417-136-4

ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α.Ε.Β.Ε Μεσογείων 74,115 27 Αθήνα Τηλ.: 210 77.77.788 - Fax: 210 77.57.757 EMPIRIA PUBLICATIONS S.A. 74 Messogion ave., 115 27 Athens GR Tel.: +30210 77.77.788 - Fax: +30210 77.57.757 e-mail: [email protected] · www.empiria.gr

Digitized by @PriOri™

Page 5: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΟΥΛΑΚΑΚΗΣ

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

Σειρά: Σταθμός στη σύγχρονη λογοτεχνία

ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α Θ Η Ν Α 2005

Digitized by @PriOri™

Page 6: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΟΥΛΑΚΑΚΗΣ

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

Digitized by @PriOri™

Page 7: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Στους ήρωες γονείς μου, Νικηφόρο και Γραμματική

Digitized by @PriOri™

Page 8: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Digitized by @PriOri™

Page 9: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΟΥΛΑΚΑΚΗΣ

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

Σειρά: Σταθμός στη σύγχρονη λογοτεχνία

ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Α Θ Η Ν Α 2005

Digitized by @PriOri™

Page 10: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Μια ιστορία δε χρειάζεται να είναι αληθινή για να είναι ωραία...

Digitized by @PriOri™

Page 11: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Πρόλογος

Είναι σε όλους γνωστή η ιστορία της Μακεδονίας στα χρόνια του Φιλίππου του Β' και του γιου του, του Αλέξανδρου του Γ', του ξα-κουστού Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στους πολλούς άγνωστη ωστόσο εί-ναι η ιστορία της χώρας από την οποία ξεκίνησε η κατάκτηση της Ασίας τους δύο αιώνες που ακολούθησαν το θάνατο του μεγάλου στρα-τηλάτη, το 323 π.Χ.

Μέχρι τη στιγμή που η ειρήνη επικράτησε στη Μακεδονία, η εξου-σία άλλαξε δεκάδες φορές χέρια και το βασιλικό διάδημα κεφάλι. Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ., βασιλείς ορίστηκαν ο γιος του, ο Αλέξανδρος ο Δ', που γεννήθηκε μετά το θάνατό του, και ο επιληπτικός ετεροθαλής αδελφός του, ο Φίλιππος Αρριδαίος. Τη στρατηγία της Ευρώπης και τον ουσιαστικό έλεγχο της Μακεδονίας ανέλαβε ο στρατηγός Αντίπατρος, που διεξήγαγε τους πολέμους με τους εξεγερθέντες Νότιους Έλληνες. Όταν το 319 π.Χ. ο Αντίπατρος απεβίωσε, στρατηγός της Ευρώπης και επίτροπος των συμβασιλέων ανέλαβε ο περιορισμένων δυνατοτήτων Πολυπέρχων, ο οποίος ανα-κάλεσε στη Μακεδονία και την Ολυμπιάδα, τη μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Εκείνη δολοφόνησε τον Φίλιππο Αρριδαίο, έπειτα όμως πολιορκήθηκε στην Πύδνα, συνελήφθη και θανατώθηκε από τον Κάσ-σανδρο, το γιο του Αντιπάτρου και σύζυγο της Θεσσαλονίκης, της

Digitized by @PriOri™

Page 12: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

12 Γιώργος Μπουλακάκης

κόρης του Φιλίππου του Β'. Ο Κάσσανδρος εποφθαλμιούσε τον έλεγ-χο της Μακεδονίας και κατόρθωσε να πάρει τη χώρα υπό τον έλεγχό του οριστικά το 316 π.Χ. Εξόντωσε το δεκατριάχρονο γιο του Αλε-ξάνδρου το 310 π.Χ. και ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Μακεδονίας το 305 π.Χ.

Ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος και ο γιος του, ο Δημήτριος Πο-λιορκητής, ήταν οι μόνοι που επεδίωκαν την ενότητα της αχανούς αυ-τοκρατορίας και έδιναν σκληρές μάχες με τους άλλους στρατηγούς για τον έλεγχο της· ηττήθηκαν όμως το 301 π.Χ. στην Ιψό. Ο Δημήτριος διέφυγε τότε τη σύλληψη, ενώ ο ογδοντάχρονος πατέρας του σκοτώ-θηκε. Θα χρειαζόταν να περάσουν άλλα 20 χρόνια, ώσπου το 281 π.Χ. στο Κουροπέδιο, μετά την ήττα του Λυσίμαχου, του βασιλιά της Θρά-κης, διαμορφώθηκαν οι οριστικές ισορροπίες με τα βασίλεια της Μα-κεδονίας, της Αιγύπτου και της αυτοκρατορίας των Σελευκιδών.

Στην ίδια τη Μακεδονία, ο Κάσσανδρος πέθανε από φυσικό θά-νατο -πράγμα σπάνιο για την εποχή!- το 297 π.Χ. και τον διαδέχτη-καν οι γιοι του. Το 294 π.Χ. ο Πολιορκητής δολοφόνησε το γιο του Κασσάνδρου και πήρε την εξουσία στη Μακεδονία, εκδιώχθηκε όμως το 288 π.Χ. Την εξουσία στη Μακεδονία είχαν στα ταραχώδη χρόνια που ακολούθησαν ο Πύρρος, ο ίδιος ο Σέλευκος, ο Πτολεμαίος Κε-ραυνός (γιος του Πτολεμαίου του Α', που αποκλείστηκε από τη δια-δοχή στην Αίγυπτο), καθώς και κάποιες ασήμαντες προσωπικότητες. Το 279 π.Χ. οι Γαλάτες που εισέβαλαν στη Βαλκανική συν έτριψαν το στρατό του Κεραυνού και σκότωσαν τον ίδιο. Τους Γαλάτες νίκησε το 277 π.Χ. στη Λυσιμάχεια ο Αντίγονος Γονατάς, γιος του Πολιορκητή και εγγονός του Μονόφθαλμου, έτσι τελικά κατέλαβε το θρόνο της Μακεδονίας το 276 π.Χ. και εδραιώθηκε οριστικά σ' αυτόν το 272 π.Χ.

Ο Αντίγονος Γονατάς, ο "βασιλιάς-φιλόσοφος", δημιούργησε τη δυναστεία των Αντιγονιδών που έφερε επιτέλους την ειρήνη στην τα-ραγμένη Μακεδονία. Πέθανε το 239 π.Χ. και στην εξουσία τον δια-δέχτηκε ο γιος του, ο Δημήτριος ο Β'. Εκείνος πέθανε σχετικά νέος, το 229 π.Χ., και την επιτροπεία του ανήλικου γιου του, του Φιλίππου, ανέλαβε ο εξάδελφος του, ο Αντίγονος ο Δώσων, ο οποίος το 222/1 π.Χ. άφησε την εξουσία στον Φίλιππο.

Digitized by @PriOri™

Page 13: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 13

Ο Φίλιππος ο Ε' βασίλεψε για πάνω από 40 χρόνια στη Μακεδο-νία. Στη διάρκεια της αρχής του διεξήχθησαν οι δυο πρώτοι Μακε-δονικοί πόλεμοι εναντίον των Ρωμαίων. Ο Β' Μακεδονικός Πόλεμος έληξε το 197 π.Χ. με τη συντριπτική ήττα των Μακεδόνων στη θέση Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας. Ο ύπατος Τίτος Κοΐντιος Φλαμινίνος ωστόσο δεν κατέλυσε τότε το θεσμό της βασιλείας, κηρύσσοντας απλώς την ελευθερία των Ελλήνων από την τυραννία του Μακεδόνα στο συ-νέδριο της Κορίνθου το 196 π.Χ.

Ο Φίλιππος ο Ε' έμεινε στην εξουσία ως το θάνατό του, το 179 π.Χ. Τον διαδέχτηκε ο πρωτότοκος γιος του Περσέας που συνέχισε το έρ-γο του. Η Ρώμη όμως κήρυξε εκ νέου τον πόλεμο το 171 π.Χ. Η ιστο-ρία που διηγούμαι ξεκινάει παραμονές της τελευταίας αναμέτρησης του Γ' Μακεδονικού Πολέμου, στις 22 Ιουνίου του 168 π.Χ. στην Πύδ-να, και θα μπορούσε να είναι αληθινή...

Γ. Μ.

Digitized by @PriOri™

Page 14: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Πρώτο

Ο Λυσίμαχος προχώρησε στην είσοδο της βασιλικής σκηνής. Ο σκοπός, ένας μεγαλόσωμος ξανθωπός Βαστάρνος*, τον σταμάτησε, μετά το σύνθημα όμως παραμέρισε το παραπέτασμα και του επέτρε-ψε την είσοδο.

Η βασιλική σκηνή πάντα προκαλούσε στον ίλαρχο Λυσίμαχο ασφυ-ξία. Το διαρκές πηγαινέλα των υπασπιστών που μετέφεραν διαταγές στις μονάδες, οι βιαστικές και αδιάφορες ματιές τους τον εκνεύριζαν η υποχρέωση να περιμένει το θαλαμηπόλο για την κλήση του βασιλιά τον έκανε να αδημονεί. Αισθανόταν ελεύθερος μόνο ανάμεσα στους άντρες και τα άλογά του, έτσι η επείγουσα διαταγή να εγκαταλείψει τη διοίκηση της ίλης του σε ένα άπειρο παιδάριο, παραμονή της ση-μαντικότερης μάχης στην ιστορία της Μακεδονίας, τον είχε κάνει έξω φρενών. Μα τον Δία, θα τα 'λεγε ένα χεράκι στον Περσέα, μόλις περ-νούσε στα ενδότερα...

Το βασιλιά τον γνώριζε από μικρό παιδί. Μαζί είχαν ανδρωθεί στις τάξεις των βασιλικών παίδων, στην αυλή του Φιλίππου στην Πέλλα.

* Θρακικό φύλο που ζούσε στις παραδουνάβιες περιοχές, με το οποίο είχε συμμαχήσει ο Φί-λιππος ο Ε' στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του. Η πρώτη σύζυγος του Περσέα, μάλιστα, ήταν κόρη του βασιλιά των Βαστάρνων.

Digitized by @PriOri™

Page 15: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 15

Ο λόγος που δεν έμεινε στην αυλή μετά το θάνατο του πατέρα του Περ-σέα και την ανάληψη της εξουσίας από εκείνον δεν είχε να κάνει με προσωπικές συμπάθειες. Απλούστατα, η τρυφηλή ζωή της Πέλλας, οι μηχανορραφίες των αυλικών δεν ταίριαζαν στο χαρακτήρα του Λυσί-μαχου. Στα κτήματά του στη Βισαλτία*, αντίθετα, πίστευε πως μπο-ρούσε να βρει την ήρεμη ελευθερία που επιζητούσε, μακριά από τις μικρότητες και μωροφιλοδοξίες του βασιλικού περιβάλλοντος· του αρ-κούσε να κατεβαίνει μια φορά το δίμηνο στην Ηράκλεια Σιντική και να ξεφαντώνει στα καπηλειά και τα χαμαιτυπεία της πόλης. Έτσι ο Περσέας, γνωρίζοντας το χαρακτήρα του, ελάχιστες αντιρρήσεις πρό-βαλε όταν, τρεις μήνες μετά την ανάρρησή του στο θρόνο, ο παιδικός φίλος τού ζήτησε την άδεια να φύγει για να αναλάβει τη διαχείριση της πατρικής περιουσίας.

'Οταν όμως οι Ρωμαίοι εμφανίστηκαν πάλι απειλητικοί στα σύνο-ρα της Μακεδονίας και προκάλεσαν το νέο πόλεμο, ο Λυσίμαχος ήταν από τους πρώτους που ανταποκρίθηκαν στο προσκλητήριο του Περ-σέα*. Στη μάχη ήταν τρομερός, όταν πάνω στο άλογό του, τον Αρίο-να, ορμούσε στις γραμμές του εχθρού επικεφαλής των ιππέων του. Γι-γαντόσωμος, με τα καστανά μάτια του να λάμπουν σαν αναμμένες δά-δες από την έξαψη, ατίθασο ανακατεμένο μαλλί, χοντροκομμένη μύ-τη και σαρκώδη χείλη, κυρίως όμως με τη βροντώδη βραχνή φωνή του, προκαλούσε στους άντρες του τέτοια ρίγη συγκίνησης, που ήταν έτοι-μοι να πετάξουν τη ζωή τους στα όρνεα για να έχουν την τιμή να καλ-πάζουν δίπλα του στο κέντρο της μάχης.

Και ξαφνικά ήρθε αυτή η ανόητη διαταγή να παραδώσει τη διοί-κηση της ίλης στο νεαρό υφιστάμενο του και να παρουσιαστεί στο βα-σιλιά. Από πού κι ως πού; Τι κακό όνειρο είχε δει ο Περσέας και έδω-σε μια τέτοια καταστροφική εντολή; Οι διακόσιοι τεθωρακισμένοι* ιππείς της ίλης της Βισαλτίας κάθε άλλο παρά αμελητέα ποσότητα

* Αρχαία επαρχία στην ανατολική πλευρά του σημερινού νομού Θεσσαλονίκης και στα δυτικά του νομού Σερρών, στη δυτική όχθη του Στρυμόνα. * Αναφερόμαστε εδώ στα γεγονότα του Γ' Μακεδονικού Πολέμου, 171-168 π.Χ., που σήμανε το τέλος των Αντιγονιδών, της δυναστείας που κυβερνούσε επί έναν αιώνα τη Μακεδονία. * Ο όρος συναντάται ήδη στον Θουκυδίδη.

Digitized by @PriOri™

Page 16: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

16 Γιώργος Μπουλακάκης

ήταν. Μια έφοδος υπό τις διαταγές του μπορούσε να σκορπίσει τον όλεθρο στις λεγεώνες του Αιμίλιου Παύλου.

Τέτοια ηλίθια διαταγή μόνο σε κακό μπορεί να μας βγει. Τι με θέ-λει ο Περσέας στο επιτελείο την ώρα της μάχης; Να κάνω το νόστι-μο; Θα του είμαι τόσο άχρηστος όσο και ένα ραγισμένο σταμνί, σκε-φτόταν ξύνοντας την κεφάλα του. Μόνο όταν ο θαλαμηπόλος τον οδή-γησε μπροστά στον Θεογένη σταμάτησε παίρνοντας το επίσημο, "στρα-τιωτικό" του ύφος και σε στάση προσοχής περίμενε να του απευθύ-νει το λόγο ο στρατηγός. Αυτός, αφού μοίρασε μερικές βιαστικές δια-ταγές σε κάποιους αγγελιοφόρους, στάθηκε για λίγο αμίλητος.

«Ο Περσέας μου ζήτησε να παρουσιαστείς μπροστά του αμέσως μόλις έρθεις. Προφανώς έχει στο μυαλό του για σένα κάτι που δε χω-ράει ο νους της δικής μου ταπεινότητας. Κάτι έχω συμπεράνει, αλλά αδυνατώ να το παραδεχτώ...»

«Τι; Εξήγησέ μου γιατί θα τρελαθώ. Όσο κι αν έψαξα, λογική ερ-μηνεία δεν κατόρθωσα να βρω.»

«Δε θα αντιδράσεις βίαια! Μια απλή υπόθεση κάνω, που κατά βά-θος πιστεύω ότι δεν ισχύει. Λυπάμαι που σου το λέω, το μόνο που μπο-ρώ να σκεφτώ είναι ότι για δικούς σου λόγους επιθυμείς να βρίσκε-σαι δίπλα στο βασιλιά αυτή την ώρα! Αν θέλεις να τον προστατέψεις από τον κίνδυνο, σε βεβαιώνω ότι οι σωματοφυλακές του επαρκούν με το παραπάνω...»

Ένιωσε το θυμό να τον πνίγει. Ποτέ κανείς δεν είχε τολμήσει να του ξεστομίσει καταπρόσωπο μια τόσο αισχρή κατηγορία, μια κατη-γορία που δύσκολα θα ανεχόταν όχι μόνο ο Λυσίμαχος, αλλά οποιοσ-δήποτε Μακεδόνας ευγενής. Προσπάθησε να συγκρατηθεί -πράγμα εξαιρετικά δύσκολο για την ιδιοσυγκρασία του- και όσο πιο ήρεμα μπορούσε, δηλαδή με φωνές και γροθιές στο τραπέζι, προσπάθησε να αρθρώσει μερικές εύληπτες λέξεις, πελιδνός από οργή.

«Αν δεν ήσουν στρατηγός του βασιλιά, θα σε είχα ήδη ξαπλώσει καταγής με τούτη δω», και κούνησε τη σφιγμένη του παλάμη δυο δά-χτυλα από τη μύτη του στρατηγού, «ή θα σε είχα διαπεράσει με το σπαθί μου. Σου έδωσα τέτοια δείγματα στην Αιτωλία ή στην Ιλλυρία*,

* Αναφέρεται σε επιχειρήσεις του στρατού του Περσέα τα πρώτα δύο χρόνια του πολέμου.

Digitized by @PriOri™

Page 17: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 17

ε;» ούρλιαξε κινούμενος απειλητικά προς τον Θεογένη, ο οποίος τα χρειάστηκε.

Ψελλίζοντας ένα αδύναμο «Όχι», πισωπάτησε δυο βηματάκια, όσο χρειαζόταν για να φυλαχτεί από τον έξαλλο γίγαντα, του οποίου τα χέρια κινούνταν πλέον ανεξέλεγκτα μες στην παραφορά του.

«Τι ουρλιαχτά είναι αυτά; Δεν μπορεί κανείς να βρει λίγες στιγ-μές ανάπαυσης;» Την επικίνδυνη τροπή της σκηνής διέκοψε ο βασι-λιάς βγαίνοντας από το διαμορφωμένο στο πίσω μέρος της σκηνής θάλαμο.

Ήταν αντικειμενικά ωραίος σαραντάρης, με λεπτά χαρακτηριστι-κά, καστανά μαλλιά και κοντοκουρεμένο σγουρό γένι· η ευγένεια της μορφής του απέπνεε τέτοια μεγαλοψυχία και πραότητα, που μάλλον δεν άρμοζαν στον ηγέτη ενός σκληρά δοκιμαζόμενου βασιλείου. Όσο κι αν έμοιαζε εξωτερικά στον πατέρα του, το θρυλικό για τη σκληρό-τητά του Φίλιππο, τόσο διαφορετικά από εκείνον είχε πολιτευτεί στα έντεκα χρόνια που κυβερνούσε. Και τώρα, έτσι όπως μπήκε στη σκη-νή αγουροξυπνημένος και οργισμένος, ο Λυσίμαχος έφερε στο νου του την αυλή της Πέλλας, όταν μάθαιναν την τέχνη του πολέμου παί-ζοντας με τα ξύλινα σπαθιά τους. Του θύμισε τον τρόπο που θύμωνε και τότε ο Περσέας, όταν δέκα χρονών παιδί άδικα προσπαθούσε να βάλει κάτω τον υπερβολικά ανεπτυγμένο Λυσίμαχο στην παλαίστρα ή να πετάξει πιο μακριά από εκείνον το δίσκο και το ακόντιο. Η παι-δική αυτή ανάμνηση είχε ευεργετική επίδραση πάνω του, εξαφανίζο-ντας την έξαψή του μονομιάς.

Ο Περσέας έριξε μια ματιά στο χώρο γύρω του και το βλέμμα στά-θηκε στον παιδικό του φίλο. «Δεν μπορούσε να είναι κανείς άλλος. Ο ίδιος, ο αιώνιος Λυσίμαχος!» Ο βασιλιάς προσπαθούσε να δείχνει αγριεμένος και αυστηρός απευθυνόμενος στον παλιό του φίλο, μα τα τεράστια μάτια του ίλαρχου με το αγαθό, παραπονιάρικο βλέμμα έστειλαν περίπατο κάθε επίφαση σοβαρότητας· ο βασιλιάς δεν μπό-ρεσε να κρύψει ένα φωτεινό χαμόγελο. «Πώς είσαι έτσι, αγαπημένε μου φίλε; Τη μια στιγμή μπαίνω και είσαι μαινόμενος ταύρος έτοιμος να μας φας όλους ζωντανούς, την άλλη κάθεσαι ζαρωμένος στη γω-νιά σου σαν αρνί; Τι έπαθες και ωρύεσαι από τώρα; Αύριο θα γίνει

Digitized by @PriOri™

Page 18: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

18 Γιώργος Μπουλακάκης

η μάχη...» είπε και αγκάλιασε το γίγαντα δείχνοντας έτσι τη βαθιά φι-λία του.

«Ξέρεις τι μου πέταξε καταπρόσωπο τούτος εδώ; 'Οτι σε παρακά-λεσα να με πάρεις δίπλα σου στη μάχη για να αποφύγω τη σφαγή. Τό-σα χρόνια στον πόλεμο, ας έρθει να μου πει έστω ένας ότι δείλιασα μια στιγμή!»

«Πες μου, είναι αυτός λόγος για να σκοτώσεις τον Θεογένη; Στην ίδια παράταξη ανήκετε και οι δύο! Τον κατατρόμαξες το δύσμοιρο» ψιθύρισε ο βασιλιάς, έτσι ώστε να τον ακούσει μόνο ο Λυσίμαχος, δείχνοντας με το βλέμμα το στρατηγό.

Εκείνος προσπαθούσε να ανακτήσει τη χαμένη του αυτοκυριαρ-χία και την αξιοπρέπειά του στρώνοντας το θώρακα πάνω στον κο-ντό λευκό χιτωνίσκο του και ουρλιάζοντας διαταγές σε δύο αγγελιο-φόρους που απεγνωσμένα προσπαθούσαν να συγκρατηθούν για να μην ξεσπάσουν σε ηχηρά γέλια.

«Έχεις διάθεση να συζητήσουμε το λόγο που σε κάλεσα; Είναι γλυκό το απόγευμα και εδώ, έξω απ' το στρατόπεδο, είναι ένα αλ-σύλλιο που νομίζεις ότι θα δεις τις Μούσες με τον Απόλλωνα να χο-ρεύουν. Έχω κι ένα σαμιώτικο κρασί κόκκινο σαν αίμα ταύρου, για αυστηρά προσωπική χρήση· να τιμήσουμε τον Διόνυσο! Πάμε, κι εκεί, μα τον Δία, θα λάβεις όλες τις απαντήσεις που επιθυμείς.»

«Πάμε γιατί μ' έχει φάει η περιέργεια. Άσε που το κρασί θα με ωφελήσει. Μεθυσμένος μάχομαι καλύτερα!» απάντησε με μια μικρή ελπίδα να μη χάσει το λουτρό αίματος της επόμενης ημέρας ο Λυσί-μαχος.

«Λοιπόν, ο Αλκίας θα μας φέρει κρασί και κανένα ύφασμα να κα-θίσουμε. Θα έρθει μόνο η απαραίτητη σωματοφυλακή, τέσσερις άντρες. Άντε πάμε, ας μην καθυστερούμε! Οι ίσκιοι ήδη άρχισαν να μακραί-νουν.. .» είπε ο Περσέας και για μια στιγμή τα μάτια του σκοτείνιασαν.

Κάθισαν κάτω από ένα πεύκο, με τους σωματοφύλακες να έχουν τραβηχτεί κάπου παράμερα ύστερα από αυστηρή εντολή του Περσέα,

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 19: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 19

ώστε να μην ακούσουν τίποτα από το διάλογο. Εκεί ο Περσέας άρχι-σε να ψευτοπίνει κρασί από το ασκί του, για να επιτρέψει στον Λυσί-μαχο να καταβροχθίσει έναν αρνίσιο μηρό. Καθώς εκείνος δε βιαζό-ταν να τελειώσει, άρχισε πρώτος με μια φαινομενικά αθώα ερώτηση:

«Δεν έχεις παντρευτεί ακόμα, έτσι; Έχω μάθει ότι συχνά χαλα-ρώνεις στην αγκάλη των "κοριτσιών" της Σιντικής, όταν σε βαραίνουν οι δουλειές στα κτήματα.»

«Νομίζω ότι οι πληροφοριοδότες σου υπερβάλλουν. Παραδέχο-μαι πάντως ότι οι μικρές είναι γλυκύτατες, καλόβολες και δε με σκο-τίζουν με απαιτήσεις. Το κρασί εκεί θυμίζει λίγο ξίδι, αλλά μπορώ να το αντέξω αυτό. Και όσο για γάμο, το μύθο του Αισώπου με την κο-λοβή αλεπού τον ξέρεις; Ε λοιπόν, φίλε και βασιλιά μου, συγνώμη, δε σκοπεύω να κόψω τη δική μου ουρά επειδή εσύ έπρεπε να αποκτή-σεις σύντομα νόμιμο διάδοχο! Όμως δε νομίζω πως ήρθαμε στην ερη-μιά για να σχολιάσεις την οικογενειακή μου κατάσταση. Γι' αυτή την παλαβή διαταγή δεν έχεις να πεις τίποτα;» απάντησε ανυπόμονα ο Λυσίμαχος.

«Θα έρθουμε και σ' αυτό... Σε ρωτάω γιατί πρέπει να μάθω αν υπάρχει κάποιο πρόσωπο που σε δένει με την πατρίδα. Βασανίστηκα πολύ για να βρω κάποιον πιο κατάλληλο από σένα, μα στάθηκε αδύ-νατο. Καταρχάς ξέρω ότι, αν το απαιτεί η περίσταση, τα κτήματά σου δε θα τα λογαριάσεις παραπάνω από τούτο το κρασί· πάντα τέτοιος ήσουν, δε φαντάζομαι να άλλαξες τώρα. Το σημαντικό για μένα είναι τούτο: νιώθεις δεμένος με οποιονδήποτε, συγγενή, φίλο ή γυναίκα; Μπορείς να εξαφανιστείς από προσώπου γης χωρίς να υπολογίσεις κανέναν;»

«Αρχίζει επιτέλους να γίνεται ενδιαφέρον! Να σου πω, η μικρή η Αλκιθόη που έχω στην αγροικία να μου κρατάει ένα στοιχειώδες νοι-κοκυριό και το στρώμα μου ζεστό το χειμώνα φαντάζομαι θα μου 'λεί-πε λιγάκι, αν και νομίζω ότι εκείνη θα λυπόταν περισσότερο. Ύστε-ρα είναι κι εκείνη η Θρακιώτισσα στο καπηλειό του Σώσανδρου στη Σιντική... ναι, κι αυτή πιστεύω θα μου έλειπε...»

«Καλά, καλά, κατάλαβα!» χαμογέλασε ο Περσέας. «Κανένα συγ-γενή μήπως;»

Digitized by @PriOri™

Page 20: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

20 Γιώργος Μπουλακάκης

«Ξέρεις ότι οι γονείς μου έχουν πεθάνει. Η αδελφή μου είναι χρό-νια παντρεμένη στην Αμφίπολη μ' αυτόν τον αντιπαθέστατο το γα-μπρό μου, που δε νομίζω να ενδιαφέρεται αν ζω ή αν πέθανα. Οι φί-λοι μου όλοι είναι μόνο για κρασί και κραιπάλες... Όχι, η απάντησή μου στην ερώτησή σου είναι όχι. Τώρα που το σκέφτομαι, τίποτα ιδι-αίτερο δε με δένει με τη Μακεδονία. Τίποτα εκτός από την αγάπη μου για τη χώρα και το βασιλιά της, έτσι;»

«Αν δεν το θεωρούσα δεδομένο αυτό, φίλε μου, ποτέ δε θα σε κα-λούσα παραμονή της πιο μεγάλης ώρας μου. Απλώς έπρεπε να βεβαι-ωθώ, γιατί ο λόγος που σε θέλω απαιτεί εκ μέρους σου την εγκατά-λειψη των πάντων, κινητών και ακινήτων, προσώπων και πραγμάτων, και τη φυγή σου από τη Μακεδονία για πάντα. Θα ήταν ίσως πιο χρή-σιμος από σένα κάποιος που θα μπορούσε να περάσει κάπως... απα-ρατήρητος» είπε ο Περσέας θαυμάζοντας για πολλοστή φορά στη ζωή του τον επιβλητικό όγκο του ίλαρχου, «μα είσαι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να φέρει σε πέρας την αποστολή που θα του αναθέσω, και ίσως ο μόνος πραγματικός μου φίλος...»

Ο Λυσίμαχος σοβάρεψε απότομα. Η γλυκιά ζάλη από το κρασί εξαφανίστηκε διαμιάς. «Στις προσταγές σου, βασιλιά μου. Στη φωτιά να πέσω για σένα, φίλε μου.»

Ο Περσέας έγειρε προς τα πίσω, κάπως ανακουφισμένος και πιο χαλαρός τώρα. Είχε ακούσει αυτά που ήλπιζε, και μπορούσε τώρα να εξηγήσει στον Λυσίμαχο τι ακριβώς ζητούσε απ' αυτόν.

«Αύριο τη μάχη* μάλλον θα τη χάσουμε, Λυσίμαχε. Μη μου ζητάς να σου εξηγήσω πώς και γιατί. Πολύ φοβάμαι πως η αυριανή μέρα δε θα μας χαρίσει το θρίαμβο που θα επιθυμούσαμε. Γι' αυτό πρέπει να φροντίσω για τη συνέχεια της δυναστείας και του κράτους. Μόνο που αυτό εξαρτάται πλέον περισσότερο από τα δικά σου χέρια. Αν ήμουν ένας απλός στρατιώτης, δε θα ήταν δύσκολο να λιποτακτήσω, να εγκα-ταλείψω νύχτα το στρατόπεδο και να σώσω το παιδί και την οικογένειά μου. Παιδιά μου, ωστόσο, είναι όλος ο λαός και αυτούς έχω πρώτα

* Πρόκειται για τη μάχη της Πύδνας, που έγινε στις 22 Ιουνίου του 168 π.Χ. και σήμαινε την οριστική κατάλυση του Μακεδονικού βασιλείου.

Digitized by @PriOri™

Page 21: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 21

απ' όλα χρέος να διασώσω. Την οικογένεια μου αδυνατώ να τη φρο-ντίσω» είπε συντετριμμένος ο Περσέας.

Ο Λυσίμαχος ένιωσε το αίμα του να παγώνει. Ποτέ δεν περίμενε να ακούσει τόσο ηττοπαθή λόγια από το στόμα του βασιλιά του. Ο ίδιος ο Δίας, αν είχε κατέβει με όλη τη θεϊκή του μεγαλοπρέπεια, δε θα του είχε προκαλέσει μεγαλύτερη κατάπληξη. Τώρα κατάλαβε για-τί ο Περσέας τον είχε απομακρύνει από το στρατόπεδο να μιλήσουν. Αν άκουγε άλλος εκεί τα λόγια αυτά, ως το πρωί το στρατόπεδο θα είχε διαλυθεί, ούτε ένας οπλίτης δε θα έμενε πίσω να πολεμήσει.

«Μα τον Δία, τι είναι αυτά που λες; Είχες αρνητικούς οιωνούς; Σε τρόμαξε κανείς απ' αυτούς τους αγύρτες τους σπλαγχνοσκόπους και τους ψευτομάντεις που λυμαίνονται το στρατόπεδο;»

Ο Περσέας χαμογέλασε ανόρεχτα. «Όχι, φίλε μου, ποτέ δεν πί-στεψα αυτά που λες, και δε σκοπεύω να ξεκινήσω τώρα. Τα γραπτά του Αριστοτέλη και οι Περιπατητικοί της νιότης μου δεν πήγαν χαμέ-να. Έχω βέβαια κάνει όλες τις θυσίες που επιβάλλονται από τη θέση μου, άκουσα τάχα με προσοχή και ιερό δέος τις μεγαλόστομες αναγ-γελίες νίκης των ιερέων, όλοι όμως ξέρουμε πως αυτά είναι φληνα-φήματα. Απλώς ερμηνεύω τις ενδείξεις. Μόλις πρόσφατα ήρθαν αγ-γελιοφόροι με την είδηση ότι ο μόνος μας σύμμαχος, ο Γένθιος, νική-θηκε οριστικά από τον Λεύκιο Ανίκιο*. Όχι ότι περίμενα περισσότε-ρα από τον Ιλλυριό αγροίκο. Και τόσο που καθυστέρησε τους εχθρούς καλά ήταν. Οι Νότιοι Έλληνες έχουν ως επί το πλείστον συμπαρατα-χθεί με τους Ρωμαίους, έχοντας καταπιεί το παραμύθι περί αυτονο-μίας και δήθεν δημοκρατίας, μην μπορώντας να διακρίνουν πως η οδός αυτή οδηγεί σε βέβαιη υποτέλεια στη Ρώμη. Από πλευράς στρατού, βλέπεις ότι οι Ρωμαίοι φέρνουν συνεχώς ενισχύσεις από την Ιταλία, ενώ για εμάς κάθε άντρας που χάνεται είναι αναντικατάστατος. Πραγ-ματικά, μερικές φορές νιώθω σαν τον Ηρακλή που πολεμά τη Λερναία Ύδρα· ένα κεφάλι κόβω, δύο πετάγονται. Δυστυχώς, στην περίπτωσή μου δεν υπάρχει κανένας Ιόλαος να καυτηριάσει την πληγή με τη δάδα

* Διοικητής των ρωμαϊκών στρατευμάτων στην Ιλλυρία, που δρούσε ουσιαστικά ανεξάρτητα από τις δυνάμεις στη Μακεδονία.

Digitized by @PriOri™

Page 22: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

22 Γιώργος Μπουλακάκης

του! Δεν αμφιβάλλω ότι οι άντρες αύριο θα κάνουν το καθήκον τους στο ακέραιο, φοβάμαι ωστόσο ότι αυτό δε θα αποδειχτεί αρκετό. Ίσως ήταν και λάθος μου που δε στάθηκα να αντιμετωπίσω τους Ρωμαίους στις όχθες του Ελπειού*, όταν οι δυνάμεις τους ακόμα ήταν διε-σπαρμένες. Βλέπεις, με τρόμαξε η πιθανότητα να μας αποκόψουν τις γραμμές ανεφοδιασμού. Φοβάμαι, φίλε μου, πως η Κλειώ* έχει ήδη γράψει στα βιβλία της την ιστορία του πολέμου αυτού!»

Ο Λυσίμαχος άκουγε σιωπηλός, μην τολμώντας να διακόψει τις σκέψεις του βασιλιά του. Μόνο όταν αυτός σταμάτησε, τόλμησε να ρω-τήσει σε έντονο ύφος «Και τι μας μένει, Περσέα; Να καθίσουμε να μας σφάξουν σαν αρνιά; Να υποταχτούμε χωρίς μάχη; Να γίνεις κι εσύ ένας κυβερνήτης-ανδρείκελο, όπως θα γινόταν ο προδότης ο αδελφός σου, ο Δημήτριος*; Θυμάσαι τι περάσαμε μέχρι ο πατέρας σου να κα-ταλάβει τι φίδι έτρεφε στον κόρφο του!»

«Όχι, φίλε μου, τίποτε απ' όλα αυτά. Αύριο θα δώσουμε τη μάχη μας με γενναιότητα και ελπίζω να δεχτούμε τη διαγραφόμενη ήττα με σθένος. Ένα βασίλειο σαν τη Μακεδονία, με τόσους ένδοξους βασι-λιάδες πριν από εμένα, δεν είναι πρέπον να πέσει αμαχητί! Μπορεί να σου φανεί παράδοξο, ίσως και ανόητο, μα πιστεύω ότι υπάρχει και στην πτώση ένα παράξενο μεγαλείο, κάτι που δείχνει την πραγματική αξία ενός άντρα ακόμη περισσότερο από τη νίκη και το θρίαμβο. Εδώ και μήνες, όταν άρχισε να με βασανίζει το ενδεχόμενο της ήττας, μό-νο μια λέξη έχω στο μυαλό μου: αξιοπρέπεια, αξιοπρέπεια, να πέσω με αξιοπρέπεια.»

Την ώρα που ξεστόμιζε τα λόγια αυτά, ο βασιλιάς είχε σκύψει το κεφάλι. Η φωνή του είχε χαμηλώσει πολύ, ίσα που ακουγόταν. Στα μά-τια του Λυσίμαχου έδειχνε ξαφνικά γερασμένος, παραιτημένος από τη ζωή. Η θέση του μονάρχη απαιτούσε σκληρότητα, έπρεπε να δεί-χνει στα μάτια όλων άτρωτος, μα ο ίλαρχος γνώριζε πως ο Περσέας

* Η θέση του αρχικού στρατοπέδου του Περσέα, στον Ελπειό ποταμό, νοτίως της Πύδνας. * Η μούσα της Ιστορίας. * Ετεροθαλής αδελφός του Περσέα, που είχε υπάρξει όμηρος στη Ρώμη και ήταν υποχείριο της ρωμαϊκής πολιτικής, γι' αυτό τον προωθούσαν οι Ρωμαίοι σαν διάδοχο του Φιλίππου Ε'. Δολο-φονήθηκε το 180 π.Χ., λίγο πριν το θάνατο του Φιλίππου Ε', με απόφαση του ίδιου. Ο Περσέας, αν και μισούσε θανάσιμα τον Δημήτριο, μάλλον δεν είχε αναμειχθεί στο φόνο.

Digitized by @PriOri™

Page 23: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 23

στο βάθος έκρυβε μια ευαίσθητη ψυχή. Η αγωνία που μήνες έκρυβε απ' όλους είχε επιτέλους ξεσπάσει.

«Αν έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί στερείς, ειδικά από εμένα, την ευκαιρία να πολεμήσω δίπλα σου, να πεθάνω κι εγώ για το βασιλιά και τη Μακεδονία, όπως θα συμβεί αύριο σε χιλιάδες άλλους; Πώς θα ζή-σω, όταν ξέρω πως την πιο μεγάλη ώρα της πατρίδας εγώ απουσίαζα;»

Στα μάτια του Περσέα φάνηκε μια λάμψη. Πιο ζωηρά, άρχισε να εξηγεί στο φίλο του το σχέδιο που ζητούσε εκείνος να πραγματοποι-ήσει. «Ακόμα κι αν αύριο συμβεί το απευκταίο, δε σκοπεύω να είμαι ο τελευταίος των βασιλιάδων της Μακεδονίας! Θέλω να δώσω μια ευ-καιρία ακόμα στη γενιά μου, όσο ασήμαντη κι αν φαίνεται. Έχω ακό-μη τη φιλοδοξία ένας από τους γιους μου να επιστρέψει και να διεκ-δικήσει την κληρονομιά του, να βασιλέψει μια μέρα στη γη του Αλε-ξάνδρου.»

«Και αυτό που θες από μένα είναι να φυγαδεύσω τους γιους σου, έτσι;»

«Όχι όλους. Είναι αδύνατο να τα καταφέρεις, εξάλλου οι Ρωμαίοι θα κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να σας ανακαλύψουν αμέσως. Όχι, τα τέκνα από την Κόρθα και τη Λαοδίκη τα έχω ξεγράψει ήδη· θα με ακολουθήσουν στη μοίρα που έχουν προδιαγράψει οι θεοί, είτε αυτή είναι θάνατος είτε αιχμαλωσία. Δυστυχώς είναι γνωστή η ύπαρξή τους. Άλλος είναι αυτός που πρέπει να σώσεις.»

«Καλά, έχεις και άλλο γιο εκτός από τον Φίλιππο και τον Αλέ-ξανδρο;»

«Πριν από έξι μήνες, μια παλλακίδα που πολύ αγαπώ, η Αρίστη, γέννησε ένα γιο που τον ονόμασα κι αυτόν Φίλιππο. Επειδή η Λαοδί-κη φοβάται, η ανόητη, για τα κληρονομικά δικαιώματα του δικού της γιου στο θρόνο, μου ζήτησε να μην κοινοποιηθεί το γεγονός και να μην τον αναγνωρίσω ως νόμιμο τέκνο μου. Υπό άλλες συνθήκες θα την αγνοούσα, μα η απαίτησή της ευνοεί το σχέδιο μου. Ο μικρός θα φυ-γαδευτεί με όλα τα έγγραφα που πιστοποιούν την καταγωγή του, τώ-ρα που σχεδόν κανείς δε γνωρίζει την ύπαρξή του. Ελπίζω ότι έτσι οι Ρωμαίοι δε θα τον αναζητήσουν, τουλάχιστον όχι αμέσως. Το βλέπω βέβαια απίθανο οι λίγοι αυλικοί που γνωρίζουν την ύπαρξή του να

Digitized by @PriOri™

Page 24: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

24 Γιώργος Μπουλακάκης

κρατήσουν τον όρκο σιωπής που επέβαλα. Μέχρι τότε ελπίζω να έχε-τε απομακρυνθεί αρκετά ώστε να χαθούν τα ίχνη σας. Θα προσπα-θήσω κι εγώ να καθυστερήσω με διαπραγματεύσεις τους Ρωμαίους μετά τη μάχη» είπε και σώπασε παίρνοντας μια βαθιά ανάσα

Ακολούθησε μια στιγμή απόλυτης, σχεδόν νεκρικής σιωπής. Τα τε-λευταία λόγια ο Περσέας τα εκστόμισε με μάτια που έκαιγαν και ελα-φρά ραγισμένη φωνή. Η ματιά του διαπερνούσε τον Λυσίμαχο με τό-ση ένταση, που για μια στιγμή ο ίλαρχος ένιωσε να τον περονιάζει ως τα κόκαλα.

«Θέλεις λοιπόν να αναλάβω να φυγαδεύσω το γιο σου από την Πέλ-λα, έτσι; Μα πώς; Μόνος; Θα πάρω μαζί μου και την Αρίστη; Τι δρο-μολόγιο θα ακολουθήσω; Εγώ είμαι χοντροκέφαλος, Περσέα, και εδώ χρειάζεται ευστροφία σχεδόν γυναικεία. Τι μπορώ να καταφέρω; Ξέ-ρεις ότι μόνο για μάχες και μεθύσια στα καπηλειά είμαι!» φάνηκε να διστάζει ο γίγαντας.

«Σου επαναλαμβάνω, Λυσίμαχε, βασανίστηκα πολύ ψάχνοντας. Είσαι ο μόνος άνθρωπος σε ολόκληρη τη Μακεδονία στου οποίου τα χέρια μπορώ να εναποθέσω τη ζωή του παιδιού μου!» απάντησε με πάθος ο Περσέας. «Ποιον άλλο μπορώ να εμπιστευτώ; Δε βλέπεις τη σήψη που υπάρχει γύρω σου; Είσαι ίσως ο τελευταίος έντιμος, ακέ-ραιος και υψηλόφρων ευγενής που έχει απομείνει στη Μακεδονία! Παραδέξου το, φίλε μου, το μόνο σου μειονέκτημα είναι ότι τραβάς λίγο παραπάνω την προσοχή λόγω μεγέθους. Πάψε να θεωρείς τον εαυτό σου άχρηστο, είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρεις!»

Τα τελευταία λόγια ο Περσέας τα είπε χαμηλόφωνα αλλά σε πο-λύ έντονο ύφος, σαν να τον επέπληττε. Ο Λυσίμαχος προσπάθησε να καταλάβει αν τα έλεγε για να εγκαρδιώσει αυτόν ή για να τα πιστέ-ψει ο ίδιος. Είχε γίνει ίσως υπερβολικός στην προσπάθειά του να τον πείσει αμέσως, πάντως ήταν ολοφάνερο ότι ο Περσέας ήταν αποφα-σισμένος να μη φύγει από το δέντρο αυτό με ένα "όχι" για απάντηση. Μπροστά σε τέτοιο πάθος, οι αντιρρήσεις του ίλαρχου κάμφθηκαν.

«Με κολακεύουν τα λόγια σου, βασιλιά μου. Θα ήταν ίσως μι-κρότερη θυσία να μου ζητήσεις να πεθάνω στη μάχη για χάρη σου, αφού όμως η επιθυμία σου είναι διαφορετική, ας γίνει έτσι. Ένας

Digitized by @PriOri™

Page 25: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 25

πραγματικός πολεμιστής οφείλει να υπακούει σε οποιαδήποτε εντο-λή. Θα αναλάβω λοιπόν να προστατεύσω το γιο σου.»

Για πρώτη φορά από την ώρα που άρχισαν τη συζήτηση αυτή η ανα-κούφιση ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του Περσέα. Έφερε στα χείλη του το ασκί του για να πιει λίγο κρασί και να ηρεμήσει κάπως από την ένταση των τελευταίων στιγμών. Το βλέμμα του για πρώτη φορά πλα-νήθηκε στον ουρανό και στα λίγα νέφη πάνω από την πεδιάδα της Πύδ-νας, που έπαιρναν σταδιακά μια βαθιά απόχρωση στο χρώμα της πορ-φύρας, καθώς ο ήλιος έγερνε πίσω απ' το Βέρμιο. Η θάλασσα του Θερ-μαϊκού συμπλήρωνε, ήρεμη κι αυτή, τη μαγεία του χώρου. Δύσκολα θα πίστευε κανείς ότι την επόμενη μέρα οι όχθες του Λεύκου θα γί-νονταν θέατρο μιας λυσσαλέας και αιματηρής μάχης. Για μια στιγμή ο Περσέας αφέθηκε να ρεμβάσει στη γαλήνη της φύσης γύρω του και άφησε πίσω του τις έγνοιες για το στρατό, την οικογένεια, την αυλή, το λαό του. Απόλυτη αγαλλίαση, τίποτε άλλο.

«Σ' ευχαριστώ, Λυσίμαχε» είπε απλά. Η ευγνωμοσύνη στα μάτια του ακτινοβολούσε όλο το βάθος που μπορεί να εμπεριέχει ένα "ευ-χαριστώ".

Ο Λυσίμαχος ένιωσε το συναίσθημα αυτό να τον πλημμυρίζει ως τα μύχια της ψυχής του. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή γεννήθηκε μέσα του η ακατάβλητη, η χαλύβδινη αποφασιστικότητα να φέρει σε πέρας την αποστολή που του ανέθεσε ο βασιλιάς, παλεύοντας με θεούς και αν-θρώπους, αν χρειαστεί και πέρα απ' τον τάφο!

Δυστυχώς, όπως συνήθως συμβαίνει, η ονειροπόληση κράτησε μό-νο λίγες στιγμές. Ο Περσέας πρώτος γύρισε τη συζήτηση σε πρακτι-κά θέματα, επαναφέροντας στον πραγματικό κόσμο και τον Λυσίμα-χο που ήδη αγωνιζόταν σε επικές μάχες με πραγματικούς και φαντα-στικούς αντιπάλους, υπερασπιζόμενος τη ζωή του βρέφους.

«Έχουμε, νομίζω, λίγο καιρό να καθίσουμε εδώ να σου εξηγήσω αναλυτικά τον τρόπο που θα ενεργήσεις. Μόλις τελειώσουμε, θα γυρί-σουμε στη σκηνή να σου παραδώσω δύο έγγραφα. Το πρώτο είναι ένα τυπικό έγγραφο με το οποίο θα έχεις πρόσβαση παντού και θα διευ-κολυνθείς σε ό,τι ζητήσεις από οποιονδήποτε κρατικό λειτουργό. Δεν ξέρω για πόσο καιρό ακόμη θα έχει ισχύ. Χρησιμοποίησέ το με φειδώ,

Digitized by @PriOri™

Page 26: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

26 Γιώργος Μπουλακάκης

δε χρειάζεται να ξέρουν οι πάντες ότι ενεργείς για λογαριασμό μου. Το δεύτερο και σημαντικότερο είναι μια σφραγισμένη επιστολή που συνέταξα ο ίδιος για το γιο μου και όπου εξηγώ όλη την αλήθεια. 'Οταν μεγαλώσει αρκετά, θα του την παραδώσεις... μαζί με αυτό.» Ο Περ-σέας έβγαλε από τον αριστερό παράμεσο ένα χρυσό δαχτυλίδι με ένα μικρό σφραγιδόλιθο από καστανέρυθρο ίασπη. «Δεν έχει εμπορική αξία, ανήκε όμως στη μητέρα μου και είναι πολύ ιδιαίτερο για μένα. Στη σφενδόνη έχει χαραγμένο τον Περσέα* με το κεφάλι της Μέδου-σας· ίσως τον βοηθήσει να πιστέψει την ιστορία που κάποτε θα του διηγηθείς. Αμέσως μόλις πάρεις τα έγγραφα, θα φύγεις για το ανά-κτορο στη Βέροια. Ξέχασα να σου αναφέρω ότι εκεί βρίσκεται η Αρί-στη και το παιδί. Έδωσα εντολή να απομακρυνθεί από την Πέλλα πριν καν γεννήσει, για να μη βρίσκεται εκτεθειμένη στα όποια σχέδια της Λαοδίκης. Ήταν η απομάκρυνση αυτή ένας επιπλέον τρόπος να κα-θησυχάσω τη μέγαιρα, αλλά και να τηρήσω τη μέγιστη δυνατή μυστι-κότητα για το μικρό Φίλιππο.»

«Ποιον θα ζητήσω, μόλις φτάσω στη Βέροια;» «Το στρατιωτικό διοικητή της πόλης, τον ίλαρχο Ηγήσανδρο. Αδιά-

φορος άνθρωπος, κλασική περίπτωση διεφθαρμένου κρατικού λει-τουργού. Αυτός θα σε οδηγήσει στο γυναικωνίτη του ανακτόρου και στην Αρίστη. Μόλις τη συναντήσεις, θα της εξηγήσεις ότι πρέπει να πάρεις το παιδί και να αναχωρήσεις αμέσως ολομόναχος.»

«Δε θα φέρει αντιρρήσεις η γυναίκα; Είναι άδικο και απάνθρω-πο να χωρίζεις μια μάνα απ' το παιδί της!»

«Αν της πεις πως είναι δική μου εντολή, δε θα αντιδράσει· μια απλή, αδύναμη γυναικούλα της αυλής είναι» τον διέκοψε ο Περσέας. «Θα φύγεις δυτικά ή βόρεια, στις πιο απομονωμένες περιοχές του βα-σιλείου. Λογικά εκεί οι Ρωμαίοι θα αργήσουν να φτάσουν, το οδικό δίκτυο είναι λιγότερο αναπτυγμένο. Θα επικρατεί χάος από ένα ση-μείο και μετά, και θα είσαι μόνος σου.»

«Δε μου αρέσει η ιδέα να πάω βόρεια. Οι Τριβαλλοί είναι τελεί-ως βάρβαροι και ίσως θελήσουν να εισβάλουν για να λεηλατήσουν

* Πρόκειται βέβαια για το μυθικό ήρωα Περσέα, με τον οποίο ταυτιζόταν συχνά ο βασιλιάς λό-γω και της καταγωγής της μητέρας του από το Άργος.

Digitized by @PriOri™

Page 27: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 27

την περιοχή όσο τα πράγματα είναι συγκεχυμένα. Μπορεί να αγριέ-ψει η κατάσταση και να την πάθουμε εκεί που δεν το περιμένουμε. Καλύτερο είναι, νομίζω, να προσπαθήσω να φτάσω στα βασιλικά υπο-στατικά στην Ελιμιώτιδα* ή στην Εορδαία. Οι άνθρωποι εκεί θα μου παρέχουν στέγη και τροφή για αρκετό καιρό χωρίς περιττές ερωτή-σεις, και όταν φτάσουν οι Ρωμαίοι, νομίζω ότι θα καταφέρω να πε-ράσω για δούλος ή επιστάτης.»

«Σαν προσωρινή λύση, ομολογώ ότι είναι έξοχη ιδέα! Είδες πώς άρχισε να λειτουργεί το μυαλό σου, μόλις παρέστη ανάγκη; Οι άν-θρωποι στην Άνω Μακεδονία* είναι αφοσιωμένοι στη δυναστεία και αν χρησιμοποιήσεις το όνομά μου, οπωσδήποτε θα βοηθήσουν. Πά-ντως είναι σημαντικό να μη δώσεις πολλές εξηγήσεις και να μην πε-ριμένεις να μεγαλώσει το παιδί στα δυτικά. Θα ήταν σωφρονέστερο, αφού ησυχάσουν τα πράγματα, να κινηθείς εκτός Μακεδονίας. Εδώ μπορεί ανά πάσα στιγμή να σε αναγνωρίσει κάποιος και το σχέδιο μου να αποτύχει. Καλό είναι να περάσεις απέναντι, στην ασιατική ακτή, θα ήταν μάλιστα ιδανικό να αλλάξεις το όνομά σου.»

«Ξεχνάς ότι η τροφός μου ήταν από την Κρήτη; Τη διάλεκτο την έμαθα πριν έρθω στην αυλή της Πέλλας και, μιλώντας τον τελευταίο καιρό με τους Κρητικούς μισθοφόρους σου, είδα ότι άνετα μπορώ να περάσω για Γορτύνιος*. Πες μου κάτι ακόμα, υπάρχει συγκεκριμένος λόγος να πάω στην Ασία; Γιατί ειδικά εκεί;»

«Πολύ σοβαρός λόγος. Στην Ιωνία βρίσκεται ένα μικρό τμήμα του βασιλικού θησαυρού. Το φυγάδευσε ο πατέρας μου σε ένα μυστικό σημείο μετά τη συντριβή στις Κυνός Κεφαλές*, για το οποίο επίσης θα πάρεις γραπτές οδηγίες. Έτσι θα μπορέσει ο γιος μου να κάνει την αρχή και να συγκεντρώσει στρατό ώστε να επιστρέψει να διεκδικήσει το βασίλειο του. Καλό θα ήταν να οργανώσεις τη ζωή σου σε δύο τρία χρόνια από τώρα ως μέτοικος σε μια από τις πόλεις της ακτής. Θα σου

* Έτσι ονομαζόταν στην αρχαιότητα η περιοχή που αντιστοιχεί περίπου με το σημερινό νομό Κοζάνης. * Στην αρχαιότητα έτσι ονομαζόταν η σημερινή Δυτική Μακεδονία, όπου "Άνω" σημαίνει "ορεινή". * Γόρτυνα: πόλη της Κρήτης στη σημερινή κοιλάδα της Μεσαράς. * Η θέση όπου ο Φίλιππος ο Ε' ηττήθηκε από τον Φλαμινίνο το 197 π.Χ.

Digitized by @PriOri™

Page 28: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

28 Γιώργος Μπουλακάκης

δώσω και αρκετό άργυρο για τα πρώτα σου έξοδα, να μην αντιμετω-πίσεις προβλήματα στην αρχή!»

«Σύμφωνοι. Εμπρός, ας μην καθυστερούμε, πάμε!» φώναξε για πρώτη φορά στη διάρκεια αυτού του μακρού και χαμηλόφωνου δια-λόγου ο Λυσίμαχος και σηκώθηκε από το λινό σεντόνι που ήταν στρω-μένο στο χώμα. Ο Περσέας τον ακολούθησε καλώντας τους σωματο-φύλακες που αγρυπνούσαν πιο μακριά. Αυτοί πετάχτηκαν αμέσως στη διαταγή του βασιλιά και κινήθηκαν προς τα άλογά τους. Η νύχτα είχε αρχίσει να βαραίνει πάνω από την πεδιάδα και η πανσέληνος δε θα αργούσε να ανατείλει. Σύντομα η ομάδα των αντρών κάλπαζε γοργά προς το στρατόπεδο, αφού οι δύο φίλοι είχαν πολύ σοβαρούς λόγους να βιάζονται.

* * * * * * *

Μπήκαν στη βασιλική σκηνή και αμέσως ένα σμήνος από υπασπι-στές, αξιωματικούς και γραμματείς όρμησε ανυπόμονα προς το μέρος του βασιλιά ζητώντας διαταγές και οδηγίες για οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς. Η απουσία του στο αλσύλλιο είχε παραταθεί και έπρεπε να φροντίσει ορισμένες λεπτομέρειες που απαιτούσαν την κα-θοδήγηση του. Οι επιτελάρχες και οι στρατηγοί είχαν βέβαια βαρύ-νουσα γνώμη για όλα τα θέματα, η τελική απόφαση ωστόσο ήταν απο-κλειστικά δική του ευθύνη. Ήταν ένα δύσκαμπτο και προσωποπαγές σύστημα διοίκησης, που ο βασιλιάς είχε κρίνει απαραίτητο λόγω της ασυνεννοησίας και των διαφωνιών που συχνά αναπτύσσονταν μετα-ξύ των αξιωματικών. Ο Περσέας με στωικότητα άρχισε να τακτοποιεί τις εκκρεμότητες μία μία και να στέλνει τον κάθε άντρα στη θέση του για να μπορέσει να ασχοληθεί ξανά με τον Λυσίμαχο. Εκείνος στε-κόταν πάντα δίπλα του και έσφιγγε τα δόντια εκνευρισμένος από την ιδιότυπη αυτή "επίθεση". Πολύ θα επιθυμούσε να κάνει μια επίδειξη των πυγμαχικών του δεξιοτήτων στους ανθρώπους αυτούς, αλλά δεν είπε τίποτα, ενθυμούμενος την παράκληση του Περσέα να μη μιλήσει όσο βρίσκονταν στο στρατόπεδο.

Digitized by @PriOri™

Page 29: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 29

Όταν ο βασιλιάς ξεφορτώθηκε τους ενοχλητικούς, διέταξε τον Αλκία, τον προσωπικό του θαλαμηπόλο, να σταθεί έξω από τον προ-σωπικό του χώρο και να μην επιτρέψει σε κανένα να τον ενοχλήσει. Το προσωπικό κατάλυμα του βασιλιά της Μακεδονίας δεν ήταν τίπο-τα εντυπωσιακό, όπως θα περίμενε κανείς· μικρό, σχεδόν ασφυκτικό και λιτά διακοσμημένο. Μία κλίνη εκστρατείας, ένα τραπέζι που χρη-σίμευε σαν γραφείο, με περγαμηνές ανοιχτές πάνω και άλλες τυλιγ-μένες σε δεσμίδες μέσα σε κάδους, δύο δίφροι*, ορισμένα πορφυρά υφάσματα ριγμένα εδώ κι εκεί. Ο Λυσίμαχος κοίταξε τάχα αδιάφορα πάνω στο τραπέζι ένα χάρτη του βασιλείου με κάποιες ακατανόητες σημειώσεις. Ο Περσέας, αφού πέταξε το ιμάτιο του πάνω στην κλίνη, κάθισε στον ένα δίφρο και υπέδειξε με ένα νεύμα στον ίλαρχο να κα-θίσει στον άλλο. Χωρίς χρονοτριβή, άρχισε να του παραδίδει τα έγ-γραφα. Ενεργούσε σχεδόν μηχανικά, με άχρωμη φωνή, σαν να διεκ-περαίωνε την τρέχουσα αλληλογραφία· τα σχόλιά του ήταν μονολε-κτικά, κοφτά, χωρίς περιττολογίες.

«Η επιστολή. Αφορά το παιδί, όχι εσένα. Ξέρω ότι, όταν την πα-ραδώσεις σ' εκείνον, η σφραγίδα θα είναι άθικτη!» Και του έδωσε μια περγαμηνή δεμένη και σφραγισμένη με κερί. «Η άδεια διελεύσεως και η εξουσιοδότηση να ενεργείς εν ονόματί μου. Ο χάρτης με τις οδη-γίες για το θη... ξέρεις τι. Το δαχτυλίδι το έχεις;»

Αντί απάντησης, ο Λυσίμαχος τράβηξε μια αργυρή αλυσίδα κάτω από το χιτώνα του· είχε ήδη περάσει το δαχτυλίδι σε αυτήν. «Δεν είχα τι να κάνω όσο ασχολιόσουν με τους γραμματείς. Άσε που στο δικό μου δάχτυλο δε θα χωρούσε με καμία δύναμη, μακάρι να κατέβαινε και ο ίδιος ο Ήφαιστος να μου το περάσει.» Ντρεπόταν να ομολογή-σει ότι ουδέποτε θα τολμούσε να φορέσει κάτι που συμβόλιζε πλέον γι' αυτόν το βασιλικό θεσμό, τη συνέχεια της δυναστείας.

«Λοιπόν, τώρα, για τα πρώτα έξοδα» είπε ο Περσέας. Τράβηξε κά-τω από την κλίνη του ένα μικρό ξύλινο κιβώτιο όπου φυλούσε αρκετά χρήματα για την πληρωμή κατασκόπων που ενεργούσαν υπό την προ-σωπική του επίβλεψη, για ανταμοιβές στρατιωτών και άλλα έκτακτα έξοδα. «Θα σου δώσω μόνο αργυρά νομίσματα, δε χρειάζεσαι χρυσό!»

* Σκαμνιά. Υπάρχουν οι απλοί και οι οκλαδίες δίφροι (με τα πόδια χιαστί).

Digitized by @PriOri™

Page 30: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

30 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Λυσίμαχος στάθηκε πάνω από το φίλο του και πήρε από το σω-ρό ένα αργυρό τετράδραχμο του Περσέα, με τη μορφή του βασιλιά πά-νω. «Αυτό θα μου επιτρέψεις να το κρατήσω. Όταν κάποτε ο Φίλιπ-πος μεγαλώσει, φαντάζομαι θα θέλει να μάθει πώς είναι ο πατέρας του.» Κοίταξε το νόμισμα καλά και συμπλήρωσε αστειευόμενος «Άσε που νομίζω ότι σε δείχνει και πιο ωραίο απ' ό,τι είσαι πραγματικά.»

«Σώπασε! Μην αναφέρεις ονόματα! Τι σου έλεγα στο δάσος;» κε-ραυνοβόλησε ο Περσέας τον ίλαρχο, που αμέσως μαζεύτηκε στη θέ-ση του. Σηκώθηκε και έριξε μια ματιά έξω, στον κεντρικό χώρο, όπου η κίνηση των υπασπιστών και των γραμματέων συνεχιζόταν κανονι-κά. «Τελευταία έχω γίνει εξαιρετικά ευερέθιστος, ξέρεις» είπε και ξα-νακάθισε. «Δε νομίζω ότι υπάρχει κάτι άλλο, Λυσίμαχε. Καλό είναι να φύγεις τώρα αμέσως για τη Βέροια. Θες να πω να σου ετοιμάσουν λίγο ψωμί και προσφάι για το δρόμο;» Και χωρίς να περιμένει απά-ντηση, φώναξε το θαλαμηπόλο. «Ετοίμασε ένα δέμα με σταρένιο ψω-μί και κρέας, τυρί, σκόρδα, ελιές, ό,τι υπάρχει, ξέρεις εσύ!»

Ενώ ο Αλκίας έτρεχε να εκτελέσει τη διαταγή, ο Λυσίμαχος έχω-σε σε ένα γυλιό, απαραίτητο συνοδευτικό κάθε στρατιώτη, όλα τα πο-λύτιμα έγγραφα και τον πέρασε από το λαιμό του. «Μέχρι να βρω πιο ασφαλές μέρος» είπε στον Περσέα και κατευθύνθηκε προς την έξοδο της σκηνής.

Ο βασιλιάς βγήκε να τον ξεπροβοδίσει και τον παρακολουθούσε, καθώς ίππευε τον Αρίονα. Στάθηκαν για μια στιγμή και οι δύο σιω-πηλοί, γνωρίζοντας πως ίσως αυτή ήταν η τελευταία φορά που αντί-κριζαν ο ένας τον άλλο. Η σιωπή εύκολα θα μπορούσε να μετατραπεί σε συγκίνηση, αν ο Αλκίας δεν ερχόταν εκείνη τη στιγμή κρατώντας το δέμα με τα τρόφιμα.

«Δε γνωρίζω αν είναι αρκετά, άρχοντά μου, ελπίζω να επαρκούν για τη μετάβαση στον προορισμό σου» είπε ταπεινά.

«Ό,τι είναι, καλό είναι» απάντησε απλά ο Λυσίμαχος και στρά-φηκε πάλι προς τον Περσέα. «Λοιπόν, θα σε ξαναδώ στη θριαμβευτι-κή σου επιστροφή στην Πέλλα. Δε χάνω το θέαμα αυτό για τίποτα στον κόσμο! Ώρα καλή! Πάμε, Αρίονα!» είπε με ένα πλατύ χαμόγελο και

Digitized by @PriOri™

Page 31: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 31

κέντησε με τoυς πτερνιστήρες το άλογό του, στρέφοντάς το προς την έξοδο του στρατοπέδου και αρχίζοντας τον καλπασμό.

Ο Περσέας πρόλαβε μόνο να φωνάξει με τη σειρά του «Ώρα κα-λή!» και να φέρει τη δεξιά γροθιά στο μέρος της καρδιάς, στον κλα-σικό στρατιωτικό χαιρετισμό. Στάθηκε στο σημείο που βρισκόταν σαν απολιθωμένος, ώσπου έχασε τον Λυσίμαχο από τα μάτια του.

«Βασιλιά μου, ο Ευφράνωρ σας περιμένει για να σχεδιάσετε την επίθεση της φάλαγγας. Μου είπε να σας μεταφέρω την επιθυμία του να τελειώσετε νωρίς για να προλάβει να επιστρέψει στη θέση του» διέ-κοψε τις σκέψεις του βασιλιά ο Αλκίας.

«Μάλιστα, πάμε να σχεδιάσουμε την επίθεση της φάλαγγας...» εί-πε βαριεστημένα ο Περσέας, μα ήδη το μυαλό του κάλπαζε με τον Αρίονα προς τη Βέροια, σε ένα ανυπεράσπιστο βρέφος και τη μητέρα του.

* * * * * * *

Ο Λυσίμαχος είχε προσπεράσει την περιοχή όπου υπήρχε περί-πτωση να πέσει πάνω σε ρωμαϊκή περίπολο. Αν και τώρα μπορούσε να ιππεύει με πλήρη ταχύτητα, αφού μια εντυπωσιακή πανσέληνος φώ-τιζε καλά το δρόμο που ακολουθούσε, είχε αποφασίσει πως δεν υπήρ-χε λόγος να σκάσει τον Αρίονα. Η απόσταση ως τη Βέροια δεν ήταν μικρή, αλλά το άλογό του ήταν γοργό και είχε γερά πνευμόνια, θα μπο-ρούσε να φτάσει σχετικά νωρίς στην πόλη. Τότε όμως θα έβρισκε τις πύλες κλειστές και ούτως ή άλλως θα αναγκαζόταν να περιμένει ως την αυγή. Υπολόγιζε πως είχε τη δυνατότητα ακόμη και να κάνει στά-ση σε κάποιο σύδεντρο για να αναπαυτεί ο Αρίονας και να κλέψει και ο ίδιος λίγες στιγμές ύπνου. Έτσι, είχε αφήσει το μεγαλόσωμο άλογο να τριποδίζει ακολουθώντας το δρόμο και εκείνος παρακολουθούσε τη διαδρομή μηχανικά, βυθισμένος σε χιλιάδες σκέψεις για το μέλλον και όχι μόνο. Το μυαλό του πετούσε στα χωράφια του στη Βισαλτία, στο πουλάρι της αγαπημένης του φοράδας, της Γοργούς, μα περισ-σότερο στο γλυκό, φωτεινό χαμόγελο μιας εικοσάχρονης οικονόμου. Ο αντρικός του εγωισμός δεν τον είχε αφήσει να ομολογήσει στον

Digitized by @PriOri™

Page 32: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

32 Γιώργος Μπουλακάκης

Περσέα την καθαρή αλήθεια για την Αλκιθόη... λόγια μεταξύ αντρών βλέπεις! Τώρα που έμεινε μόνος του, συνειδητοποίησε πως δε θα έβλε-πε ποτέ ξανά τη γυναίκα και, αντιμέτωπος με μια τόσο οριστική και συνάμα αναπάντεχη απουσία, ένιωσε ένα σφίξιμο στο στομάχι. Η αποστολή που είχε αναλάβει όμως δε χωρούσε ενδοιασμούς και ανόη-τους συναισθηματισμούς, όφειλε να ακολουθήσει πιστά τις εντολές του Περσέα. Το όραμα του φίλου του ξεπερνούσε κατά πολύ τις δι-κές του μικρές προσωπικές δεσμεύσεις με το παρελθόν, αφορούσε έναν ολόκληρο λαό και το μέλλον του. Η τόσο τιμητική εμπιστοσύνη με την οποία τον είχε περιβάλει ο βασιλιάς δε χωρούσε δισταγμούς!

Πλησίαζε τις Αιγές*, την αρχαία πρωτεύουσα, όταν ξαφνικά ο δρόμος άρχισε να σκοτεινιάζει. Στράφηκε προς τη σελήνη και το θέ-αμα που αντίκρισε τον μαρμάρωσε· ο στρογγυλός δίσκος χανόταν σι-γά σιγά πίσω από μια αφύσικη σκιά, ώσπου εξαφανίστηκε τελείως. Σταμάτησε αμέσως το άλογό του που έδειχνε κι αυτό ανήσυχο στο αχνό φως των αστεριών που είχαν εμφανιστεί, όταν κρύφτηκε η σε-λήνη, και έμεινε να κοιτά άναυδος το υπερφυσικό θέαμα. Είχε ξανα-κούσει για παρόμοια φαινόμενα, αλλά ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε πα-ρακολουθήσει κάτι τόσο εντυπωσιακό.

«Κακοσημαδιά» μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ακόμα και ο ελεύθερος από δεισιδαιμονίες Λυσίμαχος, σκεπτόμενος τι εντύπωση θα έκανε σε ένα στράτευμα, έρμαιο των προλήψεων, που ετοιμάζεται για μάχη, το ουράνιο αυτό σημείο*. Ένας βασιλιάς χάνεται... σκέφτη-κε με πόνο ψυχής το φίλο του. Η σελήνη σταδιακά ωστόσο άρχισε να επανεμφανίζεται σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια.«... Και ένας νέος γεν-νιέται. Πάμε να τον γνωρίσουμε, αγόρι μου» ψιθύρισε στο αυτί του αλό-γου του και συνέχισε τον ελαφρύ καλπασμό του προς τη Βέροια.

* Η σημερινή Βεργίνα. * Τη νύχτα της 21ης προς την 22η Ιουνίου, παραμονή της μάχης της Πύδνας, έγινε όντως έκλει-ψη σελήνης που πανικόβαλε όπως ήταν φυσικό και τα δυο στρατεύματα. Ο Αιμίλιος Παύλος ωστόσο κατάφερε να υποβάλει στους δικούς του μάντεις μια συμφέρουσα ερμηνεία για το φαι-νόμενο και να ηρεμήσει τους στρατιώτες του.

Digitized by @PriOri™

Page 33: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Δεύτερο

Έφτασε στην ανατολική πύλη της Βέροιας πριν την αυγή και τη βρήκε κλειστή. Αφού έδεσε τον Αρίονα σε μια καχεκτική φτελιά, μην έχοντας κάτι καλύτερο να κάνει, κάθισε και ρέμβαζε στο θαμποχά-ραμα την πλούσια πεδιάδα της Βοττιαίας που απλωνόταν στους πρό-ποδες του Βερμίου. Το μυαλό του ωστόσο φτερούγιζε νοτιοανατολι-κά, στην Πύδνα, στο στρατόπεδο που σταδιακά θα άρχιζε να ζωντα-νεύει και πάλι, με τους στρατιώτες να ξεπροβάλλουν από τις σκηνές. Φαντάστηκε τις ασπίδες και τα κράνη τακτικά βαλμένα στη σειρά, τα δόρατα όρθια σε συστάδες γύρω από τις πυρές, τους ιππείς να ξυ-στρίζουν τα άλογά τους, να τα ποτίζουν και να τους φέρνουν δεμάτια χλωρό τριφύλλι. Προσπάθησε επίσης να έρθει στη θέση των αντρών που είχαν παρακολουθήσει την αναθεματισμένη έκλειψη. Ποιος ξέ-ρει πώς θα την εκμεταλλεύονταν οι κάθε λογής απατεώνες που λυ-μαίνονταν το στρατόπεδο! Αλλά, σκέφτηκε, τον ίδιο πανικό πρέπει να είχε ενσπείρει το φαινόμενο και στις τάξεις των προληπτικών Ρωμαί-ων. Τώρα οι μάντεις της κάθε παράταξης θα προσπαθούν να το ερμη-νεύσουν κατά το συμφέρον τους, συλλογίστηκε και χαμογέλασε ειρω-νικά. Είναι απίστευτη η επιθυμία όλων των ανθρώπων, όσο μορφω-μένοι κι αν είναι, να μάθουν τα μελλούμενα, η προσοχή με την οποία ακούνε τις αερολογίες του κάθε αγύρτη!

Digitized by @PriOri™

Page 34: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

34 Γιώργος Μπουλακάκης

Τις σκέψεις του διέκοψε η βαριά, δίφυλλη θύρα με τις ορειχάλκι-νες επενδύσεις, που με ένα παραπονεμένο τρίξιμο μετακινήθηκε από τη θέση της. Τέσσερις στρατιώτες φάνηκαν να τη σπρώχνουν αγκο-μαχώντας, οι οποίοι θα πρέπει ωστόσο να ήταν ευτυχείς για το καθή-κον τους· θα μπορούσαν να βρίσκονται στις όχθες του Λεύκου και να προετοιμάζονται για μάχη. Ποιος ξέρει ποιον είχαν δωροδοκήσει κι αυτοί για να μη χρειαστεί να ακολουθήσουν το εκστρατευτικό σώμα! Όμως, έτσι κι αλλιώς, κάποιοι δεν έπρεπε να μείνουν πίσω; Μην κρί-νεις χωρίς να γνωρίζεις, Λυσίμαχε! έκλεισε τις σκέψεις του ο ίλαρχος και πήγε να λύσει τον Αρίονα για να περάσει μέσα στην πόλη.

«Άντρες, μπορεί κάποιος να μου πει πού θα βρω το βασιλικό ανά-κτορο;» ρώτησε τους σκοπούς που γυρνούσαν στο φυλάκιο δίπλα στην πύλη, μόλις ολοκλήρωσαν το καθήκον τους.

«Θα προχωρήσετε στον κεντρικό δρόμο που φεύγει από την πύλη αυτή μέχρι να βρείτε το κτίριο των λουτρών, στη διασταύρωση με το δρόμο της πύλης του Νυμφαίου. Εκεί θα στρίψετε δεξιά και θα φτά-σετε στο βασιλικό κτίριο. Θα το βρείτε εύκολα, είναι απέναντι από το ναό του Δία, στο δεξί σας χέρι, κύριε» αποκρίθηκε πρόθυμα ο νεότε-ρος από τους φρουρούς, ένας νεαρός όχι πάνω από είκοσι χρονών.

Τον ευχαρίστησε με ένα νεύμα και κάτω από τα γεμάτα καχυπο-ψία βλέμματα των αντρών προχώρησε με βιάση.

* * * * * * *

Είχε αποφασίσει να μην αναζητήσει το στρατιωτικό διοικητή Ηγή-σανδρο. Όσο λιγότεροι μάθουν το σκοπό της άφιξής μου στη Βέροια τόσο το καλύτερο, είχε καταλήξει. Θα χαθούν πιο εύκολα τα ίχνη μου, αλλιώς, όταν οι Ρωμαίοι αρχίσουν τις έρευνες, όλο και κάποιος θα κε-λαηδήσει. Ακολούθησε τις οδηγίες του νεαρού και βρήκε εύκολα το βασιλικό ανάκτορο. Υπερβολικός χαρακτηρισμός, συλλογίστηκε ο Λυ-σίμαχος. Το διώροφο οίκημα δεν ξεχώριζε από οποιαδήποτε άλλη πο-λυτελή ιδιοκτησία των εύπορων κατοίκων της Βέροιας. Μόνο το προ-στώο της κύριας εισόδου, κατασκευασμένο από θασίτικο μάρμαρο, έδι-νε μια ξεχωριστή αύρα στο κτίριο. Έδεσε το άλογό του σε έναν ξύλινο

Digitized by @PriOri™

Page 35: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 35

πάσσαλο αριστερά του κτιρίου και πέρασε από μια μικρή πλαϊνή εί-σοδο στην περίστυλη αυλή με τη δεξαμενή για τα όμβρια ύδατα. Αν και το κτίριο φαινόταν έρημο, διέκρινε έναν έφηβο που έτρεχε προς το χώρο των μαγειρείων.

«Εσύ, για πες μου, υπάρχει εδώ κάποια δούλα με το όνομα Αρί-στη; Την ψάχνω για μια παραγγελία της κυράς της από την Πέλλα!»

«Και από πότε οι αξιωματικοί ασχολούνται με τις δουλειές των με-γαλοκυράδων; Δεν έχεις τίποτα καλύτερο να κάνεις; Να πας στον πό-λεμο με το βασιλιά, ας πούμε;» απάντησε με αυθάδεια ο δούλος.

Αυτό ήταν. Ο Λυσίμαχος ένιωσε να κυριεύεται από θυμό, τον εί-χαν αγγίξει στην πιο ευαίσθητη χορδή.

«Πολύ θράσος έχεις εσύ!» αγρίεψε αμέσως. «Απάντησέ μου, αλ-λιώς...», και κινήθηκε απειλητικά προς το παιδί, που τα χρειάστηκε. Δεν είναι και λίγο να σε πλησιάζει με κακές διαθέσεις ένας κολοσ-σός, το θέαμα είναι αρκούντως τρομακτικό, γι' αυτό και μαζεύτηκε αμέσως, χωρίς πάντως να χάσει την ψυχραιμία του.

«Σε παρακαλώ, είμαι ιδιοκτησία του βασιλιά, δεν αρμόζει να με χτυπήσεις! Αδικα φωνάζεις, αυτή που ζητάς δε βρίσκεται στο ανά-κτορο. Ο φρούραρχος μάζεψε όλο το προσωπικό που πλεόναζε εδώ και τους μετέφερε. Νομίζω ότι η καινούργια έφυγε και αυτή με τους πολλούς. Τους περισσότερους θα τους βρεις στο διοικητήριο» απά-ντησε.

«Τουλάχιστον, μπορείς να μου πεις πού είναι το διοικητήριο;» «Στην αγορά, δυο δρόμους πιο κάτω, θα το βρεις εύκολα!» φώ-

ναξε ο δούλος πριν εξαφανιστεί στο δωματιάκι του μαγειρείου. Ο μικρός τουλάχιστον είχε θάρρος, όχι σαν τον Θεογένη που πα-

ραλίγο να λιποθυμήσει, όταν του έβαλα τις φωνές, σκέφτηκε ο Λυσί-μαχος με ένα αδιόρατο μειδίαμα στα χείλη. Η καλή του διάθεση ωστό-σο εξαφανίστηκε, όταν συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να ψάξει και αλ-λού για την Αρίστη. Η παρουσία του στη Βέροια θα γινόταν γνωστή σε περισσότερους ανθρώπους και κάποτε θα έφτανε στ' αυτιά των Ρω-μαίων. Τα πράγματα περιπλέκονταν.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 36: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

36 Γιώργος Μπουλακάκης

Από το διοικητήριο -μια απλή στοά στην αγορά- τον παρέπεμψαν στην κατοικία του Ηγήσανδρου. Μάλιστα, σκέφτηκε ο Λυσίμαχος γυρνώντας στον Αρίονα, ο κύριος φρούραρχος καταχράται βασιλική περιουσία προς ίδιον όφελος. Ακόμη ένας δημόσιος λειτουργός που εκμεταλλεύεται την εμπιστοσύνη του βασιλιά. Έπρεπε να είναι δια-φορετικές οι περιστάσεις και θα τον συγύριζα τον αλητήριο!

Στην κατοικία του διοικητή βρέθηκε μπροστά σε ένα κτίριο που ελάχιστα είχε να ζηλέψει από το βασιλικό κατάλυμα. Δεν είχε όμως καιρό να αναλογιστεί πώς είχε κάνει περιουσία ο φρούραρχος. Προ-χώρησε κατευθείαν στην αυλή και ζήτησε τον ίδιο. Δυστυχώς δε θα απέφευγε τη συνάντηση.

Ο Ηγήσανδρος ήταν νεότερος απ' τον ίλαρχο, ένας κοντός, ασθε-νικός άντρας με περιποιημένα κοντά μαλλιά και γένι, σύμφωνα με το συρμό της εποχής. Δεν ήταν παράδοξο που δεν είχε λάβει μέρος σε καμία από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και είχε τοποθετηθεί στα με-τόπισθεν. Δεν ήταν σε καμία περίπτωση ο τύπος του σκληροτράχη-λου πολεμιστή σαν τον Λυσίμαχο· επρόκειτο απλά για ακόμη ένα γρα-φειοκράτη με στρατιωτική περιβολή. Μετά τις τυπικές συστάσεις, οδή-γησε τον Λυσίμαχο στη μεγάλη αίθουσα των συμποσίων. Το ψηφι-δωτό από μικρές κροκάλες με το διονυσιακό θίασο στο κέντρο έδει-χνε πως το ταμείο του διοικητή δεν έπασχε από έλλειψη χρημάτων.

«Μπορώ να μάθω το σκοπό της επισκέψεώς σας;» ρώτησε με επι-τηδευμένη ευγένεια, μα και καχύποπτα ο φρούραρχος. Ένας αξιω-ματούχος που ερχόταν να ερευνήσει τα οικονομικά του πεπραγμένα δεν ήταν ευχάριστη έκπληξη και ο Ηγήσανδρος είχε λόγους να απο-φεύγει παρόμοιες εκπλήξεις.

«Ζητώ συγνώμη για την όχληση» απάντησε ο Λυσίμαχος. Μπο-ρούσε να γίνει κι εκείνος διπλωμάτης, όταν το απαιτούσε η περίστα-ση. «Έψαξα παντού και όλοι με έστειλαν σε εσάς. Ψάχνω την Αρίστη, μια θεραπαινίδα, που εσχάτως είχε σταλεί στο βασιλικό ανάκτορο της Βέροιας, για μια υπόθεση της κυρίας της. Μήπως βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην κατοικία σας;»

Ο Ηγήσανδρος κάπως ηρέμησε· ο εφιάλτης του διαχειριστικού ελέγχου απομακρυνόταν. Από την εποχή που άρχισαν οι πολεμικές

Digitized by @PriOri™

Page 37: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 37

επιχειρήσεις, πριν από τέσσερα χρόνια, και ανέλαβε την υπεράσπι-ση της ιδιαίτερης πατρίδας του, είχε αυξήσει σημαντικά τη μέτρια πε-ριουσία που του είχε κληροδοτήσει ο πατέρας του. Μόνο ο οβολός που είχε "προσθέσει" στο φόρο ανά μέδιμνο* σιτηρών που εισάγο-νταν στην πόλη, του είχε αποφέρει μέχρι στιγμής τριάντα τέσσερα τά-λαντα. Κάπως άκομψο, μα αρκετά κερδοφόρο -για τον ίδιο- μέτρο!

«Περίμενε και θα ειδοποιήσω τον οικονόμο μου να τη βρει.» Βγή-κε έξω να δώσει στον οικονόμο του την εντολή και επέστρεψε στην αί-θουσα με την πρώτη πρόχειρη δικαιολογία που του κατέβηκε στο νου. «Καταλαβαίνεις, επειδή προσφάτως δημιουργήθηκαν έκτροπα στην πόλη, έπρεπε να λάβω μέτρα ασφαλείας για την περιουσία του βασι-λιά. Κάποιοι είναι δυσαρεστημένοι με την παράταση των στρατιωτι-κών επιχειρήσεων και βιαιοπράγησαν εναντίον ενός από τους δού-λους του στην αγορά. Έκρινα πως η κατοικία μου θα ήταν το ασφα-λέστερο καταφύγιο.»

Φτωχή δικαιολογία, συλλογίστηκε ο Λυσίμαχος. Καλύτερα ωστό-σο να νομίζει ότι τον πιστεύω, δεν έχουμε καιρό για εντάσεις, ίσως, αν με περάσει για ηλίθιο, να μη χάσω πολύ χρόνο. Έτσι συγκατένευσε με ένα χαμόγελο.

Εκείνη τη στιγμή μπήκε στην αίθουσα ο οικονόμος του Ηγήσαν-δρου, συνοδευόμενος από μια πραγματική καλλονή. Γύρω στα είκοσι, ψηλή, με αρχοντική κορμοστασιά, μελαχρινή, μαγνήτισε αμέσως το βλέμμα του Λυσίμαχου, ο οποίος ποτέ δεν έμενε ασυγκίνητος μπρο-στά σε μια ωραία γυναικεία παρουσία. Μα τον Δία, ο Περσέας ήξερε να διαλέγει θηλυκά!

«Η Αρίστη» είπε απλά ο οικονόμος. «Θα μπορούσα να της μιλήσω κάπου ιδιαιτέρως;» ρώτησε ο Λυ-

σίμαχος. Ο Ηγήσανδρος του υπέδειξε τον ανδρώνα* δίπλα στο χώρο που

βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή και αποσύρθηκε. Καιγόταν από επιθυμία να ακούσει αν η Αρίστη θα αναφέρει κάτι επιβαρυντικό για το άτομό

* Μονάδα μέτρησης όγκου που ισοδυναμεί με 50 κιλά περίπου. * Έτσι ονομάζονται οι χώροι συμποσίων στα ισόγεια των σπιτιών.

Digitized by @PriOri™

Page 38: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

38 Γιώργος Μπουλακάκης

του, αλλά προτίμησε να μην προκαλέσει την καλή τύχη που έστειλε αυτόν το βλάκα στο δρόμο του.

Όση ώρα ο Ηγήσανδρος βρισκόταν μαζί τους, η Αρίστη είχε μεί-νει ακίνητη σαν άγαλμα. Δεν είχε μιλήσει ούτε είχε υψώσει το βλέμ-μα, μέχρι τη στιγμή που έμειναν μόνοι. Από σεμνοτυφία ή φόβο;

Αφού πρώτα βεβαιώθηκε ότι δεν υπήρχε κάποιος αδιάκριτος έξω από την αίθουσα, της απηύθυνε το λόγο:

«Σε καλημερίζω, Αρίστη. Ταλαιπωρήθηκα αρκετά μέχρι να σε βρω, αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ!»

«Καλημέρα, στρατηγέ μου. Πώς μπορώ να σας βοηθήσω;» είπε η Αρίστη κρατώντας την ίδια συνεσταλμένη στάση. Η φωνή της ήταν χαμηλή, σχεδόν ψιθυριστή.

«Δεν είμαι στρατηγός, κορίτσι μου. Πρώτα απ' όλα να σου πω ότι με στέλνει σε σένα ο Περσέας. Έρχομαι κατευθείαν από το στρατό-πεδο στην Πύδνα. Είμαι ο ίλαρχος Λυσίμαχος από την Ηράκλεια Σι-ντική, παλιός φίλος του βασιλιά, μπορείς να με εμπιστεύεσαι. Μου μί-λησε για σένα και το παιδί σας.»

Η Αρίστη ζωντάνεψε απότομα και τα υγρά, μελιά μάτια της φωτί-στηκαν στο άκουσμα και μόνο του ονόματος του Περσέα. Για πρώτη φορά κοίταξε τον Λυσίμαχο θαρρετά καταπρόσωπο. «Πώς είναι; Κα-λά;» Έκλεινε μέσα στις τρεις αυτές λέξεις όλη την ανησυχία και την αγάπη της για το βασιλιά.

«Καλά είναι» της απάντησε σύντομα. Δε χρειαζόταν να την ανη-συχήσει με λεπτομέρειες για την προετοιμασία της μάχης. Ούτως ή άλλως, ήδη το δικό του καθήκον ήταν βαρύ. «Δυστυχώς, δεν έχουμε καιρό για χάσιμο. Μπορείς να φανταστείς για ποιο λόγο με έστειλε;»

«Για το παιδί, έτσι; Πριν με στείλει στη Βέροια, μου είχε μιλήσει για τον κίνδυνο που διατρέχαμε στην Πέλλα λόγω της φιλοδοξίας της γυ-ναίκας του. Μου είπε ότι δεν ήθελε, όταν θα έφευγε με το στράτευμα, να μας αφήσει ανυπεράσπιστους στην Πέλλα, εκτεθειμένους στις μη-χανορραφίες της. Γι' αυτό αναγκάστηκα κι εγώ να υποκριθώ την ασή-μαντη δούλα με το αγνώστου πατρός νόθο. Εμένα, την ευνοούμενη του βασιλιά, και τον ίδιο του το γιο μας αντιμετωπίζουν όλοι με την εσχά-τη περιφρόνηση!» άφησε το παράπονο της να ξεσπάσει. Ησύχασε μια

Digitized by @PriOri™

Page 39: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 39

στιγμή και, επιτέλους ξαλαφρωμένη μετά από μήνες σιωπής και προ-σβολών, συνέχισε «Αλλά αφού το ζήτησε εκείνος... Μου είχε πει μά-λιστα πως αν μάθαινε ότι κινδυνεύουμε, θα έστελνε κάποιον άνθρω-πο να μας απομακρύνει από εδώ. Γι' αυτό δεν είσαι εδώ, για να μας φυγαδεύσεις; Έχει πληροφορίες για καμιά συνωμοσία της Λαοδίκης;»

«Πήγαινε να φέρεις το παιδί, θα αισθανθώ ασφάλεια μόνο αν το έχουμε κοντά μας.»

Ήταν μια καλή δικαιολογία για να κερδίσει χρόνο. Απέναντι του είχε μια πικραμένη γυναίκα που σε καμία περίπτωση δεν του έδωσε την εντύπωση του γλυκού, υποταγμένου κοριτσιού που είχε περιγρά-ψει ο Περσέας. Εκείνο που περισσότερο του έκανε εντύπωση ήταν το μίσος της όταν μιλούσε για τη Λαοδίκη. Η πρόφαση του βασιλιά για να απομακρυνθεί από την Πέλλα ήταν μια εξήγηση βέβαια· μολαταύ-τα έπρεπε να ομολογήσει πως η βασίλισσα δεν ήταν κανένα ανθρω-πόμορφο τέρας, απλώς υπερφίαλη και αλαζονική σαν τις περισσότε-ρες αριστοκράτισσες. Έπρεπε να μιλήσει πολύ προσεκτικά στην Αρί-στη για να την πείσει να του εμπιστευτεί το γιο της.

Όσο περίμενε, ο οικονόμος μπήκε να τον ρωτήσει αν ήθελε να προ-γευματίσει. Δεν ήταν άσχημη ιδέα, αυτά που του είχε ετοιμάσει ο Αλκίας το προηγούμενο βράδυ από τη βιάση του δεν τα είχε αγγίξει, ζήτησε έτσι λίγες ελιές και κριθαρένιο ψωμί*. Καθώς έτρωγε, ήρθε ξανά στην αίθουσα η Αρίστη κρατώντας στην κούνια τον Φίλιππο, έξι μηνών βρέφος, που εκείνη την ώρα κοιμόταν γαλήνια.

«Δεν είναι όμορφος σαν Απόλλωνας; Ήλιε μου!» χαμογέλασε η Αρίστη και τον έσφιξε στην αγκαλιά της ξυπνώντας τον. «Πες μου, έχεις δει πιο όμορφο αγόρι;»

Το βρέφος, στη θέα της αγαπημένης όψης της μάνας του, χαμογέ-λασε.

Ο Λυσίμαχος δε θα μπορούσε να είναι ειλικρινής τη στιγμή εκεί-νη. Δεν είχε και πολλά πάρε δώσε με νήπια μέχρι τότε, μόνο σπάνια με εκείνα των δούλων του στη Βισαλτία. Όλα του φαίνονταν ίδια,

* Στην αρχαιότητα, ο συχνότερος τύπος ψωμιού ήταν η "μάζα", γαλέτα από αλεύρι κριθαριού ή και σιταριού. Τα καρβέλια από σταρένιο ψωμί ήταν πιο σπάνια, σχεδόν είδος πολυτελείας.

Digitized by @PriOri™

Page 40: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

40 Γιώργος Μπουλακάκης

αξιαγάπητα βέβαια, αλλά ίδια, λες και τα είχε φτιάξει ο Ήφαιστος με μήτρα. Μα δε χρειαζόταν να φέρει αντίρρηση για κάτι τόσο ασήμα-ντο· έσπευσε λοιπόν να συμφωνήσει με ενθουσιασμό και συνέχισε:

«Επειδή ο χρόνος μάς πιέζει, θα σου μιλήσω χωρίς περιστροφές, Αρίστη. Πραγματικά ο Περσέας έμαθε ότι η Λαοδίκη ετοιμάζει κάτι σε βάρος του μικρού σου.» Ο Λυσίμαχος προτίμησε να αφήσει την Αρί-στη στην πλάνη της. «Έχω εντολή από τον Περσέα να αναλάβω προ-σωπικά την ασφάλεια του γιου σου...» κόμπιασε στιγμιαία, αφού έφτα-νε το δύσκολο μέρος της αποστολής του, «και να τον απομακρύνω από τη Βέροια, σε ασφαλές καταφύγιο.»

«Μπορώ να μάθω πού σκοπεύεις να μας οδηγήσεις;» Ο Λυσίμαχος περίμενε την ερώτηση. Εκείνη την ώρα όλη η δι-

πλωματία του κόσμου δεν μπορούσε να τον βοηθήσει. Ακόμη και αν είχε σπουδάσει τη ρητορική στην Αθήνα, με τι επιχειρήματα θα έπει-θε την Αρίστη να αποχωριστεί το γιο της; Απέναντι του δε στεκόταν η χαριτωμένη ελαφίνα του Περσέα, αλλά μια λέαινα που θα πάλευε μέ-χρι θανάτου για το σκύμνο της. Ο ατρόμητος στρατιώτης, που είχε αψη-φήσει το θάνατο χίλιες φορές, έσκυψε το κεφάλι μπροστά στη νέα γυ-ναίκα και ψέλλισε με δυσκολία:

«Η αποστολή που έχω αναλάβει αφορά μόνο το μικρό. Ο Περσέας μου έδωσε ρητή εντολή να μη μας ακολουθήσεις. Πρέπει να παραμεί-νεις στη Βέροια μέχρι να έρθει εκείνος κοντά σου. Τότε θα επιστρέ-ψω και εγώ με το παιδί, ώστε να μεταβείτε όλοι μαζί στην Πέλλα. Λο-γαριάζει να τελειώνει με τους Ρωμαίους σε μια αποφασιστική μάχη και έπειτα να κλείσει το θέμα με τη Λαοδίκη. Μου έδωσε να καταλά-βω ότι σκοπεύει να αναγνωρίσει επίσημα το γιο σου ως τέκνο του.» Οι ενοχές βάραιναν τον Λυσίμαχο σαν μολύβι. Ποτέ στη ζωή του δεν εί-χε πει τόσο χονδροειδή ψέματα σε δύο μόνο φράσεις.

Η Αρίστη σοβάρεψε απότομα. Στάθηκε με τη σειρά της σιωπηλή για λίγο, σαν να ζύγιζε την κατάσταση. Όταν. μίλησε ξανά, η φωνή της ήταν άχρωμη, όπως όταν παρουσιάστηκε μπροστά του.

«Πώς ξέρω ότι μου λες αλήθεια; Μου ζητάς να αφήσω το παιδί μου στα χέρια σου χωρίς να σε γνωρίζω. Αν ήσουν εσύ στη θέση μου, τι θα έκανες; Πώς ξέρω ότι δεν είσαι άνθρωπος της Λαοδίκης; Το

Digitized by @PriOri™

Page 41: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 41

λιγότερο που θέλω είναι μια απόδειξη ότι ενεργείς εν ονόματι του Περσέα!» Η ψυχραιμία και η οξυδέρκεια της σε μια τέτοια στιγμή ήταν αξιοθαύμαστες.

Ο ίλαρχος βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Ευτυχώς, αστραπιαία στο μυαλό του ήρθε το δαχτυλίδι. Τράβηξε την αλυσίδα από το λαιμό του και της την έδωσε.

«Αυτό πρέπει να το αναγνωρίζεις. Νομίζω ότι είναι αδιάψευστη απόδειξη της αλήθειας, θα πρέπει να με πιστέψεις.»

Το κοίταξε προσεχτικά για λίγο και του το επέστρεψε. «Συγνώμη που σε αμφισβήτησα, δεν μπορεί να σου το έδωσε άλ-

λος από εκείνον. Πάντως μου κάνει εντύπωση που σου χάρισε το δα-χτυλίδι της μητέρας του. Θα πρέπει να είχε πολύ σοβαρό λόγο για να το αποχωριστεί. Όσο για τη διαταγή να παραμείνω εδώ, ξέχασέ το. Πρώτη φορά στη ζωή μου θα τον παρακούσω, αλλά θα έρθω μαζί σας όπου και αν πας. Δεν υπάρχει περίπτωση να εγκαταλείψω το γιο μου.»

«Ο Περσέας φρονεί ότι δεν υπάρχει λόγος να δώσεις στόχο στους ανθρώπους της Λαοδίκης με το να φύγεις και εσύ από τη Βέροια. Το να κινηθώ μόνος με το παιδί παρουσιάζει πλεονεκτήματα που θα χά-σω με την παρουσία σου. Δεν κινδυνεύεις, η Λαοδίκη ξέρει την αδυ-ναμία του βασιλιά σ' εσένα. Αν τολμήσει να πειράξει μια τρίχα της κε-φαλής σου, θα αντιμετωπίσει την οργή του!»

«Δεν το συζητώ καθόλου, Λυσίμαχε, θα σε ακολουθήσω.» Η Αρίστη άφησε τον Φίλιππο στο λίκνο, στάθηκε όρθια και σταύ-

ρωσε τα χέρια στο στήθος. Όλα πάνω της φανέρωναν την ακλόνητη θέληση να μην αποχωριστεί το σπλάχνο της. Ο Λυσίμαχος ποτέ δεν είχε αντικρίσει σε μάχη τέτοια αδάμαστη αποφασιστικότητα. Προ-σπάθησε μάταια ώρα πολλή να τη μεταπείσει. Αφού επιστράτευσε όποιο ψεύδος μπορούσε να σκαρφιστεί, υποχρεώθηκε να ομολογή-σει στον εαυτό του ότι τα ψέματα και οι υπεκφυγές έπρεπε να τελειώ-νουν. Από μικρό παιδί η οικογένειά του και αργότερα, στην αυλή της Πέλλας, οι παιδαγωγοί τον είχαν διδάξει ότι το ψεύδος πάντα δημι-ουργεί προβλήματα που μόνο η καθαρή αλήθεια μπορεί να λύσει. Ο ήλιος είχε αρχίσει να προχωρά προς το Βέρμιο και λογάριασε ότι, αν τα πράγματα πήγαιναν όντως στραβά στη μάχη, τα νέα δε θα αργούσαν

Digitized by @PriOri™

Page 42: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

42 Γιώργος Μπουλακάκης

να φτάσουν στη Βέροια. Σήκωσε το κεφάλι και την κοίταξε ολόισια στα μάτια.

«Υπάρχουν κάποια πράγματα που δικαιούσαι να μάθεις» της είπε με σπασμένη φωνή. «Ξέχασε ό,τι σου είπα ως τώρα, ήταν όλα ψέμα-τα, δε σας κυνηγάει καμία Λαοδίκη. Ο κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύ-τερος και αμεσότερος, είναι η ίδια η Ρώμη και οι λεγεώνες της. Ο βα-σιλιάς ανησυχεί για το ενδεχόμενο να ηττηθούμε. Η θέση της οικογέ-νειάς του θα είναι επισφαλής στην περίπτωση αυτή· είναι βέβαιο πως οι Ρωμαίοι θα τους συλλάβουν. Καταλαβαίνεις τώρα για ποιο λόγο απομακρύνθηκες από την υπόλοιπη οικογένεια;»

Η Αρίστη τον κοίταξε απορημένα. Δεν αντιλήφθηκε αμέσως τη σημασία των λόγων του Λυσίμαχου.

«Τι εννοείς; Ο πόλεμος θα χαθεί; Δεν καταλαβαίνω...» «Αυτό που άκουσες. Ο βασιλιάς πιστεύει πως όλα έχουν ήδη κρι-

θεί. Οι Ρωμαίοι σκοπεύουν, μόλις νικήσουν, να συλλάβουν ή να σκο-τώσουν όχι μόνο το βασιλιά, αλλά ολόκληρη την οικογένειά του. Στην καλύτερη περίπτωση θα κοσμήσουν το θρίαμβο του Ρωμαίου στρα-τηγού!»

«Μα τότε με χρειάζεται δίπλα του περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Γιατί με εξόρισε εδώ; Τι νόημα έχει η ζωή μακριά του;» Η Αρί-στη άρχισε να δακρύζει. «Δε θέλω να τον χάσω...»

«Πίστεψέ με, κι εκείνος σ' αγαπάει περισσότερο από όσο φαντά-ζεσαι, αλλά βλέπει πολύ μακριά. Και αυτός στον οποίο έχει εναποθέ-σει όλες του τις ελπίδες για το μέλλον δεν είναι άλλος από το γιο σου. Αυτός εδώ που βλέπεις» είπε με πάθος ο Λυσίμαχος και έσκυψε πά-νω απ' την κούνια, «θα γίνει μια μέρα ο βασιλιάς της Μακεδονίας! Ξέ-χνα τη Λαοδίκη και την υπόλοιπη αυλή, είναι ήδη χαμένοι. Θα συρ-θούν όλοι με τον Περσέα στη Ρώμη ή θα πεθάνουν. Η βασική επιδίω-ξη όλων μας πρέπει αυτή τη στιγμή να είναι η σωτηρία του μικρού. Και για τη σωτηρία αυτή πρέπει να θυσιαστούμε όλοι· πρώτη απ' όλους εσύ! Πρέπει να έχω τη δυνατότητα να κινηθώ με ταχύτητα, αν οι Ρω-μαίοι αρχίσουν να κυνηγούν τον Φίλιππο! Γι' αυτό μου ζήτησε ο Περ-σέας να σε αφήσω πίσω!»

Digitized by @PriOri™

Page 43: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 43

Ο Λυσίμαχος ήταν συνεπαρμένος από την ένταση της στιγμής, ο τόνος της φωνής του είχε ανέβει. Έπρεπε να συντομεύει και να πεί-σει την Αρίστη που είχε σωριαστεί σε ένα ανάκλιντρο και είχε κρύψει το πρόσωπο με τα χέρια· οι ώμοι της τραντάζονταν κάθε τόσο από βου-βούς λυγμούς. Συνειδητοποιούσε σταδιακά το μέγεθος του κινδύνου που απειλούσε τη ζωή του παιδιού της, ότι αν έμενε κοντά του, ίσως έφερνε την καταστροφή. Η αλήθεια ήταν πως σε όλη της τη ζωή δεν είχε απομακρυνθεί ποτέ από την αυλή του βασιλιά και πως μόνο εμπό-δια θα έφερνε στην τρελή φυγή του Λυσίμαχου. Μια τόσο οριστική απουσία όμως, η ιδέα ότι δε θα ξανάβλεπε το γιο της και τον άντρα που είχε λατρέψει σαν θεό, την είχε κυριολεκτικά συντρίψει. Από τη μια στιγμή στην άλλη η υπερήφανη και αποφασιστική στάση της είχε χαθεί· τη θέση της είχε πάρει μια απελπισμένη γυναίκα, σαν τις ηρωί-δες των τραγωδιών του Ευριπίδη. Ακόμα και ο σκληρός ίλαρχος ένιω-σε την ανάγκη να την παρηγορήσει και να μοιραστεί μαζί της το όρα-μα του Περσέα για το μέλλον. Έσκυψε από πάνω της, της χάιδεψε τα μαλλιά και της είπε όσο πιο μαλακά μπορούσε:

«Προηγουμένως αναρωτήθηκες πώς και ο Περσέας μου χάρισε το δαχτυλίδι της μητέρας του. Ε λοιπόν, το δώρο δεν είναι για μένα, αλ-λά για τον Φίλιππο! Είναι το δώρο του βασιλιά στο γιο που ποτέ δε θα γνωρίσει και παράλληλα η φυσική συνέχεια της δυναστείας. Η απο-στολή μου δεν είναι απλώς να σώσω το παιδί σου, μα να το οδηγήσω έξω από τα σύνορα της Μακεδονίας και να το μεγαλώσω ώστε κάπο-τε να γυρίσει και να διεκδικήσει το θρόνο που δικαιωματικά του ανή-κει. Ο Περσέας έχει κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να του παρέχει τα μέσα να πραγματοποιήσει το σκοπό αυτό. Ένα λαμπρό μέλλον περιμένει το γιο σου- πρέπει εσύ να του δώσεις την ευκαιρία να το κατακτήσει. Ξέρω ότι είναι πολύ σκληρό, δεν μπορούμε όμως να κάνουμε κάτι άλλο. Τους γνωρίζεις τους αυλικούς στην Πέλλα, κά-ποιος θα μιλήσει στους Ρωμαίους. Αυτοί θα αρχίσουν αμέσως την έρευ-να, δεν είναι προς το συμφέρον τους να ζει ελεύθερος ένας απόγονος του τελευταίου βασιλιά. Ακόμα και αν μείνεις εδώ σαν απλή δούλα, σύντομα οι διώκτες του μικρού θα φτάσουν σε εσάς. Ειλικρινά, δε θέλω να σκέφτομαι τι θα συμβεί τότε...»

Digitized by @PriOri™

Page 44: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

44 Γιώργος Μπουλακάκης

Η Αρίστη γύρισε και κοίταξε τον Λυσίμαχο· τα μάτια της φανέ-ρωναν την αγωνία και την εσωτερική πάλη της μητρικής στοργής από τη μια και του προφανούς καθήκοντος από την άλλη. Ήταν μια άνιση μάχη που δε θα αργούσε να κριθεί, αυτό ήταν ολοφάνερο. Ο Λυσίμα-χος σεβάστηκε τον πόνο της γυναίκας και σιώπησε, περιμένοντας να μιλήσει εκείνη.

Η σιωπή παρατάθηκε επί μακρόν. Ο ίλαρχος κοιτούσε αμήχανα το ψηφιδωτό με το φυτικό διάκοσμο στο δάπεδο, ενώ η Αρίστη προσπα-θούσε να πάρει επιτέλους τη μεγάλη απόφαση. Ίσως και να ήλπιζε πως όσα της είχε εκμυστηρευτεί ο ίλαρχος δε θα πραγματοποιούνταν, μα η ελπίδα αυτή αποδείχτηκε φρούδα. Σύντομα βιαστικοί άνθρωποι άρχισαν να τρέχουν στην αυλή προς διάφορες κατευθύνσεις. Ο Λυσί-μαχος σηκώθηκε από τη θέση του και άφησε ένα βαθύ αναστεναγμό.

«Όλα τέλειωσαν» είπε απλά και βγήκε έξω. «Τι συμβαίνει;» ρώ-τησε μια δούλα που κατευθυνόταν προς την έξοδο.

«Κυκλοφορεί μια φήμη ότι ο στρατός του βασιλιά νικήθηκε έξω από την Πύδνα! Πάω στην αγορά να δω μήπως μάθω περισσότερα» απάντησε εκείνη ξέπνοη.

«Ο κύριός σου πού είναι;» «Πάνω, ετοιμάζεται κι αυτός να κατέβει στην αγορά.» Ο Λυσίμαχος γύρισε στην αίθουσα που βρισκόταν η Αρίστη. «Ετοίμασε το παιδί για το ταξίδι, βάλε και λίγο γάλα για τις πρώ-

τες μέρες, δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο. Φαίνεται πως όλα έγιναν όπως τα είχε προβλέψει ο Περσέας. Βιάσου, δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο!»

Η Αρίστη αντέδρασε χωρίς σκέψη, παίρνοντας την κούνια και βγαί-νοντας έξω. Φαινόταν να μην έχει συναίσθηση των ενεργειών της. Την ακολούθησε έξω, ανεβαίνοντας στο δωμάτιο του Ηγήσανδρου. Υπήρ-χαν κάποιες λεπτομέρειες για την αναχώρησή του, που έπρεπε να ρυθ-μιστούν, και δυστυχώς έπρεπε να ενημερώσει το φρούραρχο, αν ήταν δυνατόν και να τον παραπλανήσει. Δεν αμφέβαλε ούτε για μια στιγ-μή ότι ο Ηγήσανδρος θα έδινε στους Ρωμαίους όσες πληροφορίες χρει-άζονταν, ειδικά αν υπήρχε κάποια καλή αμοιβή.

Digitized by @PriOri™

Page 45: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 45

Τον βρήκε να φορά το θώρακά του, ενώ η περικεφαλαία ήταν πε-ταμένη πρόχειρα στην κλίνη του.

«Ήρθα να σε χαιρετήσω, Ηγήσανδρε. Εγώ, με τις ειδήσεις που κυκλοφορούν, το ταχύτερο δυνατόν πρέπει να αναχωρήσω από τη Βέ-ροια προς ανατολάς. Θα πάρω μαζί μου και το γιο μου...»

«Ποιο γιο σου;» «Είναι το βρέφος της Αρίστης. Αυτός ήταν και ο σκοπός της άφι-

ξής μου στην πόλη σας, να πάρω το γιο μου πίσω στην πατρίδα και στα κτήματά μου.»

«Μάλιστα...» Ο φρούραρχος κοντοστάθηκε μειδιώντας με νόημα. «Δε σε αδικώ, η Αρίστη είναι όντως μήλο για δάγκωμα. Τι σκοπεύεις να κάνεις μ' αυτήν;»

Το αίμα ανέβηκε στο κεφάλι του Λυσίμαχου. Χυδαίο κάθαρμα, σκέφτηκε. Μάλλον έκανα ηλιθιότητα που του είπα πως το παιδί είναι δικό μου, αλλά πώς αλλιώς θα δικαιολογούσα το ότι το παίρνω από εδώ; Ελπίζω μόνο να αφήσει την Αρίστη ήσυχη.

Όσο πιο παγωμένα μπόρεσε, απάντησε «Η δούλα είναι ιδιοκτη-σία του βασιλιά» και τόνισε μία μία τις λέξεις, «δε μου ανήκει, θα πα-ραμείνει στη Βέροια. Αν θέλεις, μπορείς να την κρατήσεις, θέλω όμως την υπόσχεσή σου ότι θα της φερθείς με ευγένεια...»

«Μη σε ανησυχεί αυτό, θα την κρατήσω εδώ, θα είναι καλά, αυτό μπορώ να σου το εγγυηθώ. Για το θέμα της αναχώρησης σου όμως δε θα μπορέσω να σε ευχαριστήσω. Η πρώτη μου εντολή, όπως καταλα-βαίνεις, ήταν να κλείσουν οι πύλες. Αν οι Ρωμαίοι κινηθούν προς τα εδώ, δεν πρέπει να μας συλλάβουν εξ απήνης. Όταν βέβαια φτάσουν, θα τους παραδώσω την πόλη. Έχω ελάχιστους στρατιώτες και δε θα αμυνθώ. Είσαι υποχρεωμένος να μείνεις εδώ, για άγνωστο πόσο. Και θα ήταν ανεπίτρεπτο να μη σου προσφέρω τη φιλοξενία μου» έκλει-σε τα λόγια του με προσποιητή ευγένεια ο φρούραρχος.

Περιμένει δωροδοκία το κάθαρμα, αλλά από εμένα δε θα δει μή-τε ημίχαλκο*! «Έχω ένα φίλο εδώ στη Βέροια, τον Αρίστιππο, τον εί-δα πριν έρθω στην κατοικία σου και με περιμένει. Θα με φιλοξενήσει

* Χάλκινο νόμισμα μηδαμινής αξίας.

Digitized by @PriOri™

Page 46: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

46 Γιώργος Μπουλακάκης

εκείνος. Σε ευχαριστώ πάντως για την προσφορά» αποκρίθηκε με ετοιμότητα ο Λυσίμαχος. Η παρουσία του πατέρα του παλιού του συ-μπολεμιστή Αριστόδημου, που είχε σκοτωθεί σε μια αψιμαχία στη Φά-λαννα*, του πρόσφερε μια έτοιμη δικαιολογία.

«Όπως επιθυμείς. Θα έρθεις στην αγορά μήπως μάθουμε κάτι νεό-τερο;»

«Όχι, ίσως αργότερα.» «Καλώς. Εμένα μου επιτρέπεις» έκλεισε το διάλογο ο Ηγήσανδρος

και βγήκε έξω από το δωμάτιο ακολουθούμενος από τον Λυσίμαχο που έτρεξε να βρει την Αρίστη. Ήταν ανάγκη να βιαστεί, δεν είχε κα-μία όρεξη να ξαναδεί το φρούραρχο, τον οποίο είχε προλάβει να αντι-παθήσει στο μικρό διάστημα της γνωριμίας τους. Τώρα μάλιστα που ίσως οι Ρωμαίοι πλησίαζαν στη Βέροια, η ανάγκη να φύγει γινόταν επιτακτική.

Όταν μπήκε στο δωμάτιο για τις δούλες στο ισόγειο, βρήκε την Αρί-στη πάνω από την κούνια να ετοιμάζεται να θηλάσει το μικρό Φίλιπ-πο που έκλαιγε πεινασμένος. Το χρώμα του προσώπου της τρόμαξε τον Λυσίμαχο· ήταν κάτωχρη. Δίπλα της είχε δύο αλλαξιές φασκιές για το βρέφος και ένα μικρό ασκί με γάλα, τα μόνα εφόδια που είχαν έρθει στο μυαλό της. Ο ίλαρχος ήταν βέβαιος πως μυριάδες ερωτήσεις τη βασάνιζαν, είχε όμως πέσει έξω. Μόνο μία επαναλαμβανόταν μο-νότονα στο μυαλό της. Θησαυρέ μου, πού θα πας; Θησαυρέ μου, πού θα πας; Ο κόσμος όλος ήταν πλέον το παιδί της, τίποτε άλλο δεν είχε σημασία.

Πολύ θα ήθελε ο Λυσίμαχος να αφήσει λίγο χρόνο παραπάνω στη δύστυχη μάνα με το γιο της. Μακάρι να ήξερε να λέει λόγια όμορφα, να ταιριάζει φράσεις σαγηνευτικές και πλάνες για να απαλύνει τον πόνο της. Σκέφτηκε να της αναφέρει τη Θέτιδα που αποχωρίστηκε τον Αχιλλέα μωρό ακόμα, όμως προτίμησε να μη μιλήσει, σεβόμενος την ιερότητα της στιγμής. Δεν είχε δικά του παιδιά, μια κόρη που του είχε χαρίσει η Αλκιθόη πέθανε βρέφος ακόμα, πριν προλάβει καν να τη γνωρίσει, ο τρόπος ωστόσο με τον οποίο τον κοιτούσε η μάνα του,

* Πόλη της Θεσσαλίας κοντά στη Λάρισα.

Digitized by @PriOri™

Page 47: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 47

τότε που παιδί ακόμα έφυγε για την Πέλλα και την αυλή του Φίλιππου, είχε χαραχτεί βαθιά στη μνήμη του. Τον κοιτούσε σαν να της ξερίζω-ναν τα σωθικά, παρ' όλο που ήξερε πως θα τον ξανάβλεπε. Πώς ένιω-θε άραγε η Αρίστη που αποχωριζόταν το γιο της αμετάκλητα; Ήξερε ότι δεν υπήρχαν λόγια παραμυθίας, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να στέκει κάπου παράμερα. Το μούχρωμα όμως έβαφε ήδη τον ουρανό με βαριά χρυσαφένια χρώματα και του υπενθύμιζε ότι καιρός δεν υπήρχε· η βουή στην αγορά γινόταν όλο και πιο έντονη.

«Αρίστη, αργούμε! Το παιδί κινδυνεύει!» είπε όσο πιο μαλακά μπορούσε.

Τα λόγια του είχαν μια περίεργη επίδραση πάνω της, λες και την ξύπνησαν από εφιάλτη. Σηκώθηκε και έπιασε μια υφασμάτινη κούνια, σαν μάρσιπο, δίνοντάς τη στον έκπληκτο για την ξαφνική ενεργητικό-τητα Λυσίμαχο. «Θα σου χρειαστεί για τη διαδρομή, ειδικά όταν θα είσαι πάνω στο άλογο. Θα μπορείς να κινείσαι άνετα χωρίς να αφή-νεις το παιδί στιγμή μακριά σου. Πήγαινε, Λυσίμαχε, και είθε η με-γάλη θεά, η Ίσιδα, να σε προστατεύει σε κάθε βήμα. Πρόσεχε το γιο μου, αλλιώς η κατάρα μου θα σε κυνηγά αιώνια. Σώσε το παιδί μου, Λυσίμαχε, εγώ και ο πατέρας του θα σου χρωστάμε την υπέρτατη ευ-γνωμοσύνη.» Του έδωσε το παιδί και ύστερα τον έσπρωξε προς την έξοδο.

Ο Λυσίμαχος κατάλαβε πως έπρεπε να εκμεταλλευτεί τα τελευ-ταία αυτά αποθέματα ψυχικής δύναμης που βρήκε η Αρίστη. Άρπα-ξε τα πράγματα που είχε ετοιμάσει η δύσμοιρη μάνα, πέρασε το μάρ-σιπο με το παιδί στο στέρνο του και έτρεξε προς την έξοδο. Η Αρίστη τον ακολούθησε ως τον Αρίονα. Ο άντρας προσπάθησε να βρει δυο λόγια αποχαιρετισμού, στάθηκε όμως αδύνατο· δεν μπορούσε να αντέ-ξει το βλέμμα αυτού του κέρινου προσωπείου. Κέντησε απλώς το άλο-γο και κάλπασε προς την αγορά, λες και είχε ανοίξει ο Τάρταρος και όλοι οι Τιτάνες είχαν βγει και τον κυνηγούσαν. Απέμεινε και αυτή μαρμαρωμένη σαν τη Νιόβη*, τυλιγμένη σφιχτά με το ιμάτιο της, όπως είχε σταθεί και ο άντρας της ζωής της, ο Περσέας, όταν ο Λυσίμαχος

* 'Οταν ο Απόλλων και η Αρτεμη σκότωσαν τα παιδιά της, ο Δίας λυπήθηκε τη Νιόβη και τη μαρμάρωσε στο όρος Σίπυλο.

Digitized by @PriOri™

Page 48: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

48 Γιώργος Μπουλακάκης

Οι αγυιές της πόλης ήταν έρημες· οι πάντες είχαν συγκεντρωθεί στην αγορά. Κάποια στιγμή πάντως βρήκε έναν ηλικιωμένο στην εξώ-θυρα μιας κατοικίας, να μοιρολογεί για το κακό που βρήκε την πα-τρίδα του.

«Γέρο, μπορείς να μου πεις ποια πύλη εδώ στην πόλη δεν έχει πολ-λή κίνηση;» ρώτησε βιαστικά.

«Η μικρότερη πύλη είναι η Ευϊαστική*» είπε ο γέρος διακόπτοντας το θρήνο και δείχνοντας προς το βουνό δυτικά, «αλλά μάταια θα πας, ο φρούραρχος έχει δώσει διαταγές να κλείσουν όλες οι πύλες μέχρι να έρθουν οι καταραμένοι οι Ρωμαίοι!»

«Το ξέρω, γέρο μου, το ξέρω!» φώναξε ο Λυσίμαχος στρέφοντας τον Αρίονα προς τα εκεί. «Για την αγάπη του βασιλιά, ευχήσου μου καλή τύχη!»

Φτάνοντας στην πύλη, βρήκε τους φρουρούς μαζεμένους στο φυ-λάκιο, να δειπνούν με ψωμί και λίγα κουκιά γύρω από τη φωτιά συ-ζητώντας τα νέα. Η πύλη ήταν κλειστή. Μάλλον θα χρειαζόταν να χρη-σιμοποιήσει το βαλάντιό του. Το χρήμα ανοίγει -κυριολεκτικά στην περίπτωση αυτή- όλες τις πύλες!

«Στρατιώτες, έχω εντολή να φύγω από τη Βέροια αμέσως! Ανοίξ-τε την πύλη!» φώναξε δυνατά. Σκέφτηκε ότι δεν έχανε τίποτα να κά-νει χρήση της επιβλητικότητας της φωνής του, μα οι ρητές εντολές του Ηγήσανδρου τον είχαν προλάβει.

«Έχουμε διαταγή να κρατήσουμε κλειστές τις πύλες. Εξάλλου, έχει σχεδόν νυχτώσει, πού θα πας με το παιδί; Έξω θα διανυκτερεύ-σεις;» απάντησε ο πρεσβύτερος από τους φρουρούς, ένας μαυριδε-ρός ξερακιανός άντρας. «Πήγαινε κάπου να μείνεις απόψε και όταν φτάσουν οι Ρωμαίοι, οι πύλες θα ανοίξουν.»

* Η πύλη που οδηγούσε στην πόλη Εύια, στην άλλη πλευρά του Βερμίου. Σήμερα οι τελευταίες αρχαιολογικές έρευνες την τοποθετούν κοντά στον Πολύμυλο του νομού Κοζάνης.

* * * * * * *

εγκατέλειψε το στρατόπεδο της Πύδνας. Μόλις έχασε από τα μάτια της το γιο της, λιποθύμησε.

Digitized by @PriOri™

Page 49: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 49

«Εσύ είσαι ο ανώτερος; Έλα εδώ, έχω εντολή από το φρούραρχο να φύγω απόψε» του είπε και έπιασε το βαλάντιο στο γυλιό του. «Αυ-τά είναι για σένα, αρκεί να φύγω απόψε από τη Βέροια» μίλησε σι-γανά και έτεινε προς το μέρος του άντρα τέσσερα αθηναϊκά τετρά-δραχμα.

Ο ξερακιανός κοίταξε τα νομίσματα με λαχτάρα, όμως η λάμψη του αργύρου δεν μπόρεσε να νικήσει το φόβο του για τον Ηγήσαν-δρο. Ήξερε πόσο εκδικητικός ήταν ο φρούραρχος και αν μαθευόταν κάτι, κινδύνευε σοβαρά το κεφάλι του.

«Λυπάμαι, αλλά οι εντολές μου είναι ρητές και κατηγορηματικές, οι πύλες δε θα ανοίξουν. Θα ήθελα να σε εξυπηρετήσω, άρχοντά μου, αλλά...»

«Ούτε αυτά μπορούν να βοηθήσουν;» είπε με σημασία ο Λυσίμα-χος και έβγαλε άλλα τέσσερα νομίσματα από το βαλάντιό του.

Το δέλεαρ ήταν μεγάλο για τον άντρα. Τα χρήματα ισοδυναμού-σαν με αρκετών μηνών μισθούς και δεν ήθελε να χάσει την ευκαιρία. Κάτι τέτοιο όμως ήταν αδύνατο, αν ο Λυσίμαχος περνούσε από την πύλη του Βερμίου. Όχι, υπήρχε καλύτερη και πιο συμφέρουσα λύση.

«Βλέπεις τον πλάτανο εκεί κάτω; Πήγαινε περίμενέ με εκεί, έρ-χομαι αμέσως. Η προσφορά ισχύει αν βγεις από άλλη πύλη, έτσι;» εί-πε με συνωμοτικό ύφος.

«Φυσικά. Αυτό σαν προκαταβολή, να είμαι βέβαιος ότι θα έρθεις» απάντησε ο Λυσίμαχος και έχωσε στην παλάμη του άντρα ένα τε-τράδραχμο.

Όσο ο Λυσίμαχος περίμενε κάτω από τον πλάτανο, ο μικρός συ-νέχιζε τα γοερά κλάματα που δεν είχαν σταματήσει στιγμή αφότου έφυγαν από την κατοικία του Ηγήσανδρου. Είχε τρομάξει όχι μόνο από τον καλπασμό, μα και από την άγνωστη μορφή και μυρωδιά του ίλαρχου. Ευτυχώς, όλοι οι άνθρωποι από τις φτωχικές πλίθινες και ξύ-λινες κατοικίες ολόγυρα έλειπαν στην αγορά και ο γιγαντόσωμος άντρας δεν τράβηξε την προσοχή κανενός. Ο μικρός αναζητούσε το οικείο πρόσωπο της μητέρας του και καμία δύναμη στον κόσμο δε φαι-νόταν ικανή να τον ηρεμήσει.

Digitized by @PriOri™

Page 50: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

50 Γιώργος Μπουλακάκης

«Σε παρακαλώ, ησύχασε, μη μου το κάνεις αυτό» μουρμούρισε ο Λυσίμαχος ενώ ο Φίλιππος, αντί να ηρεμήσει, δυνάμωνε το κλάμα. Έπρεπε να τον κάνει να ησυχάσει οπωσδήποτε, γι' αυτό τράβηξε το ασκί με το γάλα και, αφού προσάρμοσε στο στόμιο ένα θήλαστρο από δέρμα που του είχε δώσει η Αρίστη, το κράτησε στο στόμα του μωρού που άρχισε να πίνει λαίμαργα. 'Οταν ο μικρός χόρτασε και κάπως ησύ-χασε, φάνηκε και ο ξερακιανός να έρχεται με γοργό βήμα.

«Υπάρχει μια βοηθητική πυλίδα εδώ πιο κάτω· βγάζει σε μια πη-γή απ' όπου εφοδιάζεται με νερό η συνοικία ετούτη. Φτιάχνουν με διαταγή του φρουράρχου ένα μικρό υδραγωγείο, όμως το έργο δεν έχει ολοκληρωθεί και η πύλη δεν έχει χτιστεί ακόμα. Μόνο από εκεί μπορώ να σε φυγαδεύσω.»

«Εμπρός, πάμε. Πώς είναι το όνομά σου;» «Χαιρέστρατος.» «Η πύλη αυτή φυλάσσεται, Χαιρέστρατε;» Ο Χαιρέστρατος γύρισε συνωμοτικά στον Λυσίμαχο. «Αν φυλαγόταν, φίλε μου, πολύ απλά θα διανυκτέρευες στη Βέ-

ροια απόψε και, για να πληρώνεις τόσα χρήματα, εσύ και ο γιος σου πρέπει να έχετε πολύ σοβαρούς λόγους να φύγετε! Δε χρειάζεται φρουρά και είναι δική μου ευθύνη να την ανοίγω κάθε πρωί για τους εργάτες του υδραγωγείου. Αφού όλοι έχουν συγκεντρωθεί στην αγο-ρά, δεν πρόκειται να αντιληφθεί κανείς τη φυγή σου, πράγμα που μας διευκολύνει αμφότερους. Να, εδώ είναι, πίσω από την αυλή αυτή.»

Η πύλη ήταν μια λέξη που δεν ταίριαζε στην περίπτωση. Επρόκει-το απλώς για μια χαμηλή θύρα στο τείχος, από όπου μετά βίας χωρούσε να περάσει ένα άλογο ή δύο άνθρωποι παράλληλα. Ο Λυσίμαχος υπο-χρεώθηκε να αφιππεύσει προσεκτικά, για να μην ενοχλήσει το μικρό. Μόλις βρέθηκε έξω από τα τείχη της πόλεως, ανέπνευσε ανακουφι-σμένος. Γύρισε προς τον Χαιρέστρατο, που περίμενε στην πύλη τη συμ-φωνηθείσα αμοιβή, έβγαλε τα αργυρά νομίσματα και του τα έδωσε.

«Υπό άλλες συνθήκες, Χαιρέστρατε, θα σε είχα τιμωρήσει αυστη-ρά, αφού παράκουσες διαταγές ανωτέρου. Τώρα όμως πρόσφερες πο-λύτιμη υπηρεσία στο βασιλιά σου! Κλείσε γοργά και γύρνα στη θέση σου!»

Digitized by @PriOri™

Page 51: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 51

Ο Λυσίμαχος κάλπασε αρκετά για να απομακρυνθεί από τη Βέ-ροια. Μόλις έχασε από τα μάτια του τα λιγοστά φώτα της πόλης, στα-μάτησε να αναπαυτεί. Η νύχτα είχε πέσει πλέον για τα καλά, και αφού δε γνώριζε τα μέρη αυτά, έκρινε πως θα ήταν καλύτερο να κινηθεί μέ-ρα. Έπρεπε να φροντίσει εξάλλου και το μικρό Φίλιππο που είχε ξα-ναρχίσει να κλαίει πάνω στο άλογο.

«Γιατί ολοφύρεσαι, μικρέ μου φίλε; Πάλι πεινάς; Τώρα θα σταμα-τήσουμε να δω τι μπορώ να κάνω για σένα.» Ξεπέζεψε από τον Αρίο-να δίπλα σε μια πηγή στο δάσος του Βερμίου, σε μια συστάδα από κα-στανιές. Ευτυχώς η νύχτα ήταν ζεστή, πρώτες μέρες του καλοκαιριού εξάλλου. Μάζεψε μερικά χλωρά χόρτα και κλαδιά φτιάχνοντας ένα πρόχειρο στρώμα για τον Φίλιππο. Αφού τον έπλυνε δίπλα στην πηγή -ταξίδευαν αρκετή ώρα και ο μικρός βέβαια δεν μπορούσε να ελέγ-ξει τις σωματικές του ανάγκες- προσπάθησε να τον τυλίξει αδέξια στις φασκιές που του είχε δώσει η Αρίστη. Μετά έπλυνε τις λερωμένες φα-σκιές, αφού έδωσε ακόμα λίγο γάλα στο παιδί. «Μα τον Δία, τι κατά-ντια για τον τρόμο της Βισαλτίας! Πού με έμπλεξες πάλι, Περσέα!» μονολόγησε ενθυμούμενος τις αταξίες στις οποίες τον παρέσυρε συ-χνά ο βασιλιάς στα παιδικά τους χρόνια. Αγωνιούσε για την τύχη του φίλου του. Είχε σωθεί; Τράβηξε από το γυλιό του ψωμί, τυρί και ελιές, από αυτά που του είχε ετοιμάσει ο Αλκίας στην Πύδνα, και άρχισε να τρώει. Όλη μέρα σήμερα μόνο το πρωινό είχε γευματίσει πρόχειρα και μπροστά του είχε δύσκολο ταξίδι με άγνωστη διάρκεια και άδηλο τέλος. Αφού ξεγέλασε κάπως την πείνα του, γύρισε προς το μικρό Φί-λιππο. Το βρέφος ήταν ξύπνιο, αλλά δεν έκλαιγε. Αδέξια όπως ήταν

* * * * * * *

Ο Χαιρέστρατος απόρησε λίγο με τα λόγια που άκουσε, μα δεν έδωσε σημασία. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν τα χρήματα. Τώρα που το στράτευμα θα διαλυόταν και οι χρωστούμενοι μισθοί θα έκαναν φτερά, τα χρήματα αυτά ήταν μια καλή αρχή για μια ήσυχη αγροτική ζωή. Έκλεισε τη θύρα βιαστικά, έχωσε τα χρήματα στο βαλάντιό του και κίνησε για το φυλάκιο.

Digitized by @PriOri™

Page 52: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

52 Γιώργος Μπουλακάκης

φασκιωμένο, είχε ελευθερώσει τα χεράκια του και τα κουνούσε στον αέρα.

«Κακόμοιρε, τι σου έμελλε κι εσένα! Συγνώμη που σε χώρισα από τη μάνα σου, μα υπόσχομαι να κινήσω γη και ουρανό για να σε σώσω, βασιλιά μου!» Και άρχισε να παίζει με το δάχτυλο του το χεράκι του μικρού. Ο Φίλιππος άρπαξε το δάχτυλο και το έσφιξε στη μικροσκο-πική παλάμη του. «Τι βλέπω; Είσαι κι εσύ σύμφωνος; Ε λοιπόν, βά-ζουμε όρκο να μην εγκαταλείψουμε ποτέ ο ένας τον άλλο; Θα τα πάμε καλά οι δυο μας, μια ζωή θα περάσουμε αντάμα!» είπε γελώντας ο Λυ-σίμαχος. Ξάπλωσε καταγής δίπλα στο βρέφος, αφού το σκέπασε με τη χλαμύδα του. Είχε δύο μέρες να κοιμηθεί κανονικά και ο ύπνος τον πή-ρε αμέσως, ενώ ο μικρός συνέχισε να κουνά τα χέρια του στον αέρα.

Digitized by @PriOri™

Page 53: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Ανακάθισε και τανύστηκε να ξεμουδιάσει από τον ύπνο. Το βρέ-φος δίπλα του κοιμόταν ήσυχα και ο Λυσίμαχος απομακρύνθηκε όσο πιο σιωπηλά μπορούσε. Πήγε προς τον Αρίονα, που έβοσκε αμέριμνος δίπλα στην πηγή, να πάρει το δέμα με τα τρόφιμα και να προγευματί-σει πριν ξεκινήσει ξανά την πορεία του. Οι φασκιές που είχε πλύνει αποβραδίς και είχε απλώσει σ' ένα κλαδί κόντευαν να στεγνώσουν, είχε όμως διαπιστώσει από την οσμή, μόλις ξύπνησε, ότι θα χρειαζό-ταν να αλλάξει ξανά τον Φίλιππο και άρχισε να φοβάται πως οι τρεις αλλαξιές που είχε μαζί του δε θα επαρκούσαν. Πρωτόγνωρες κατα-στάσεις που μια γυναίκα εύκολα θα αντιμετώπιζε, μα που στο γιγα-ντόσωμο άντρα έμοιαζαν βουνό! Έτσι, μόλις ο μικρός ξύπνησε και άρ-χισε το γνώριμο κλάμα του, επανέλαβε τη διαδικασία. Του έβγαλε τα βρεγμένα, τον απίθωσε γυμνό πάνω στο πρόχειρο στρώμα από κλα-διά και του έδωσε το ασκί με το γάλα για να φάει και αυτός. Ο Λυσί-μαχος γενικά είχε την πεποίθηση ότι, όποτε ο μικρός ξύπναγε και έκλαιγε, είτε ήθελε γάλα ή φώναζε για να τον ειδοποιήσει ότι θέλει άλλαγμα· αυτός ήταν ο μόνος τρόπος που διέθετε προς το παρόν! «Αν πρόκειται να κάνεις κάποια βρομοδουλειά, κάν' τη τώρα πάνω στα κλαριά, μη με βάζεις και πλένω όλη την ώρα!» είπε παρακλητικά στο βρέφος. Παρ' όλο που είχαν αρχίσει να ανεβαίνουν στο βουνό και η

Κεφάλαιο Τρίτο

Digitized by @PriOri™

Page 54: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

54 Γιώργος Μπουλακάκης

ζέστη ήταν λιγότερη απ' ό,τι στην πεδιάδα, ήταν αρχή του θέρους και δεν μπορούσε να πει κανείς ότι ο Φίλιππος θα κρύωνε αν έμενε γυ-μνός για λίγο, μέχρι να τελειώσει τις δουλειές του ο Λυσίμαχος. Λί-γη σκληραγωγία δεν έβλαψε ποτέ κανέναν!

Πλένοντας τις φασκιές στην πηγή, παρατήρησε ασυναίσθητα τον εαυτό του· μόνο τότε πρόσεξε πως φορούσε ακόμα την πανοπλία από το στρατόπεδο στην Πύδνα. Ο θώρακας και οι περικνημίδες είχαν γί-νει εδώ και τέσσερα χρόνια δεύτερο δέρμα πάνω του, δεν τον ενο-χλούσαν ούτε καν στον ύπνο, έκρινε ωστόσο πως του ήταν πλέον πε-ριττά· δεν ήταν πια στρατιώτης, αλλά μόνο προστάτης του μικρού Φι-λίππου, άσε που αν τον έβλεπαν οι Ρωμαίοι με στρατιωτική περιβολή, κινδύνευε σοβαρά ο ίδιος και η αποστολή του. Έτσι τα έβγαλε μένο-ντας μόνο με το στρατιωτικό χιτωνίσκο και περπάτησε πιο βαθιά στο δάσος. Είχε δει παλιότερα στρατιώτες να αποχωρίζονται με δυσκολία τα όπλα τους, κάποιους ακόμα και να συγκινούνται μέχρι δακρύων ποτέ δεν μπόρεσε να τους καταλάβει. Για τον ίδιο ήταν απλώς εργα-λεία που τον προστάτευαν στη μάχη. Τώρα που έπαυσαν να είναι χρή-σιμα, τα ξεφορτώθηκε με την ίδια ευκολία που θα πετούσε ένα σπα-σμένο σταμνί. Βρήκε μια λόχμη και τα παράχωσε εκεί σκεπάζοντάς τα με φτέρες. Μόνο το ξίφος του κράτησε, αυτό οπωσδήποτε θα γινό-ταν απαραίτητο κάποια στιγμή στην ταραγμένη χώρα που διέσχιζε. Θα το χρειαζόταν ταχύτερα από ό,τι νόμιζε...

Γυρνώντας, διαπίστωσε ότι ο μικρός τον είχε υπακούσει. Δεν κρα-τήθηκε και ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια, καθώς τον έπαιρνε να τον πλύ-νει ξανά και έπειτα να τον φασκιώσει για τη συνέχεια του ταξιδιού. Εί-χε ήδη καθυστερήσει αρκετά σήμερα, έτσι, αφού έδωσε λίγο γάλα ακόμα στον Φίλιππο, τον κρέμασε στο στήθος και ίππευσε βιαστικά.

* * * * * * *

Ο Λυσίμαχος δε σκόπευε να αναγκάσει τον Αρίονα να καλπάσει γοργά στον ελικοειδή χωματόδρομο που αναρριχιόταν στην πλαγιά του Βερμίου και να τον κουράσει. Αφενός μεν, κανείς στη Βέροια δε

Digitized by @PriOri™

Page 55: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 55

γνώριζε πού κατευθυνόταν για να φοβάται καταδίωξη, αφετέρου δε, το αργό βήμα του αλόγου ήταν ιδανικό νανούρισμα για τον Φίλιππο. Ο ήλιος ήταν ψηλά και έκαιγε αρκετά, γι' αυτό, καθώς δεν είχε μαζί του κάποιο πέτασο*, προχωρούσε στην παρυφή του δρόμου ώστε να τον σκεπάζει ο ίσκιος από τα πεύκα και τις καστανιές. Το βουνό ήταν ένα θέαμα που ξεκούραζε το μάτι και ο ίλαρχος είχε συχνά συλλάβει τον εαυτό του στη διάρκεια της διαδρομής να οδεύει αμέριμνα. Πραγ-ματικά, αν τον συναντούσε κάποιος, θα έπαιρνε όρκο πως δεν ήταν παρά ένας ξένοιαστος ταξιδιώτης που είχε βγει περίπατο στο βουνό με το γιο του.

Δεν ήταν πάντα μόνοι στη διαδρομή. Κανείς δεν ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση, συχνά όμως τους προσπερνούσαν ιππείς που κα-τευθύνονταν στις πατρίδες τους στην Άνω Μακεδονία, πολύ πιο βια-στικοί απ' τον Λυσίμαχο. Ευκαιρία ήταν να μάθει απ' αυτούς λεπτο-μέρειες για τη μάχη. Ρώτησε λοιπόν έναν ξανθό νεαρό, που κατέβηκε από το άλογό του να το ξεκουράσει και πεζοπορούσε, από πού ερχό-ταν. Μόλις πήρε την απάντηση, η καρδιά του σφίχτηκε.

«Καλά, πού ήσουν χτες το βράδυ; Από τα ενδύματά σου φαίνεται πως κι εσύ του ιππικού είσαι, και μάλιστα αξιωματικός!»

«Πριν τη μάχη, μου ανέθεσαν μια αποστολή στη Βέροια και δεν ήμουν με το κύριο σώμα, τώρα που έμαθα για την ήττα γυρνάω με το γιο μου στην πατρίδα. Τι συνέβη;»

«Ο βασιλιάς εγκατέλειψε το ιππικό χτες το βράδυ μετά τη μάχη και κατευθύνθηκε μόνος προς την Πέλλα. Το πρωί που κανονικά θα ξεκι-νούσαμε και εμείς να τον συναντήσουμε εκεί, οι περισσότεροι αξιω-ματικοί είχαν ήδη εξαφανιστεί, έτσι ο στρατός διαλύθηκε και ο καθέ-νας έφυγε όπως μπορούσε. Εγώ επιστρέφω στο Άργος της Ορεστίδας.»

Ο Περσέας τουλάχιστον είναι ζωντανός, συλλογίστηκε με ανα-κούφιση. «Τι ακριβώς συνέβη στην Πύδνα; Δεν έμαθα τίποτα στη Βέ-ροια!» Καιγόταν από περιέργεια...

«Μη νομίζεις ότι κι εγώ μπορώ να σου πω περισσότερα. Εμείς του ιππικού παρακολουθούσαμε από το στρατόπεδο. Κάτι έγινε με ένα

* Είδος πλατύγυρου καπέλου των ιππέων.

Digitized by @PriOri™

Page 56: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

56 Γιώργος Μπουλακάκης

άλογο και άρχισε κάπως αναπάντεχα η μάχη*. Η φάλαγγα των πεζών είχε παραταχθεί κανονικά και άρχισε την προέλαση. Στην αρχή πίε-σε τους Ρωμαίους που υποχώρησαν στις υπώρειες του Ολόκρου. Εκεί έκαναν οι στρατηγοί μας λάθος και τους ακολούθησαν, η φάλαγγα έχασε τη συνοχή της και οι Ρωμαίοι τους κατακόψανε. Όλοι οι ιππείς περιμέναμε τη διαταγή να επιτεθούμε. Δυστυχώς τέτοια διαταγή δεν ήρθε ποτέ! Όταν κάθισε ο κουρνιαχτός και φάνηκε τι όλεθρος έγινε, μας έδωσαν εντολή να κινηθούμε προς την Πέλλα, και σήμερα το πρωί, όπως σου είπα, διαλυθήκαμε. Τυχερός ήσουν, ήταν άσχημο θέαμα να σφάζουν το πεζικό και εμείς να καθόμαστε άπραγοι να κοιτάμε! Του-λάχιστον σωθήκαμε...» απάντησε με μια αδιόρατη θλίψη ανάμεικτη με ανακούφιση ο στρατιώτης.

Στο μικρό διάστημα που συνέχισαν να βαδίζουν μαζί δεν είπαν τί-ποτε άλλο. Ο Λυσίμαχος προσπαθούσε να βγάλει συμπεράσματα από όσα είχε ακούσει. Του φαινόταν ακατανόητος ο λόγος για τον οποίο το ιππικό δε συμμετείχε στη σύγκρουση. Ο νεαρός πάλι δεν είχε διά-θεση για συζήτηση. Μετά από λίγο ανέβηκε στο άλογό του, τον χαι-ρέτησε κοφτά και άρχισε να καλπάζει.

* * * * * * *

Μετά το μεσημέρι, ο ίλαρχος πλησίαζε επιτέλους τις πεδιάδες της Άνω Μακεδονίας. Σκόπευε να σταματήσει σε μια πηγή γιατί ο μικρός έκλαιγε πάλι και ο ίδιος αποζητούσε λίγο δροσερό νερό, αφού αυτό στο παγούρι του είχε ζεσταθεί. Από μακριά ξεχώρισε μια ομάδα τεσ-σάρων αντρών με ένα άλογο να στέκονται δίπλα σε μια καστανιά και στην αρχή υπέθεσε πως είχαν σταθεί εκεί να ξεκουραστούν στη σκιά της. Πλησιάζοντας, είδε το ρυάκι που ξεπηδούσε από μια μικρή κρή-νη, την οποία έκρυβαν τα σώματα των αντρών. Η μεταλλική λάμψη που τον τύφλωσε στιγμιαία ήταν αρκετή προειδοποίηση για τον έμπειρο στρατιωτικό.

* Συμφωνά με τον Πλούταρχο, ένα άλογο που διέφυγε από τη δεξιά πτέρυγα των Ιταλών συμ-μάχων στάθηκε η αφορμή για την πρώτη αψιμαχία.

Digitized by @PriOri™

Page 57: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 57

«Ιδού και τα όρνεα που εμφανίζονται μετά από κάθε καταστρο-φή» μουρμούρισε.

'Οταν διέκρινε και ένα πτώμα αδέξια κρυμμένο πίσω από ένα βρά-χο, λίγο μακρύτερα από την πηγή, σκέφτηκε πως ήταν καιρός να κά-νει μεταβολή και να απομακρυνθεί. Η ασφάλεια του παιδιού ίσως έμπαινε σε κίνδυνο και δε σκόπευε να διακινδυνεύσει μια τέτοια πι-θανότητα. Δυστυχώς ήταν αργά· είχε πλησιάσει και οι άντρες ήδη κι-νούνταν απειλητικά προς το μέρος του. Μηχανικά έβαλε το δεξί χέρι στο αριστερό πλευρό για να βεβαιωθεί ότι το ξίφος κρεμόταν στη θέ-ση του, κάτω από τη χλαμύδα του, και μετακίνησε το νήπιο από το στέρ-νο στην πλάτη του. Αν είχα ένα δόρυ, θα τους σκότωνα έφιππος, υπό τις παρούσες όμως συνθήκες θα αφιππεύσω, συλλογίστηκε. Καλύτε-ρα να μη σκέφτομαι τι θα συμβεί, αν ο Αρίονας τραυματιστεί!

«Καλησπέρα, ξένε, μπορούμε να σου προσφέρουμε δροσερό νε-ρό και ίσκιο;» του είπε σε περιπαικτικό τόνο ο μελαχρινός άντρας με το σημαδεμένο πρόσωπο, που μάλλον ήταν αρχηγός της συμμορίας. Η πρόθεσή τους ήταν κάτι παραπάνω από προφανής· κρατούσαν ένα ξίφος ή ραβδί ο καθένας.

Ο Λυσίμαχος ζύγισε την κατάσταση πριν απαντήσει. Δεν ήταν στρα-τιώτες, μάλλον βοσκοί από κάποιο κοντινό χωριό ή δραπέτες δούλοι που συναθροίστηκαν για να ληστέψουν κανένα μοναχικό οδοιπόρο μέσα στην αναταραχή που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος. Αυτό τουλά-χιστον φανέρωναν οι προβιές με τις οποίες ήταν ντυμένοι δύο από αυ-τούς. Αφού δεν είναι επαγγελματίες ληστές, ίσως μπορέσω να τους ξε-φορτωθώ με λίγα νομίσματα, συλλογίστηκε, να μην κινδυνεύσει και το παιδί. Δεν υπάρχει λόγος να χυθεί αίμα.

«Καλησπέρα και σ' εσάς! Δε θα αρνηθώ την προσφορά σας, με τέ-τοια ζέστη λίγο δροσερό νερό είναι απαραίτητο. Όπως βλέπω, η πη-γή σάς ανήκει, γι' αυτό και είμαι πρόθυμος να σας το πληρώσω. Πό-σα θέλετε για ένα παγούρι νερό;»

«Όχι σπουδαία πράγματα, μόνο ό,τι έχεις στο κομπόδεμα και το γυλιό σου!» απάντησε ο σημαδεμένος, προκαλώντας τα ηχηρά γέλια των υπολοίπων.

Digitized by @PriOri™

Page 58: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

58 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Φίλιππος ξεσηκώθηκε από το θόρυβο και ξανάρχισε το κλάμα. Ο Λυσίμαχος κατάλαβε ότι οδός συνεννόησης δεν υπήρχε και έσκυ-ψε να αρπάξει μια πέτρα στο μέγεθος της γροθιάς του με μια ταχύ-τατη για τον τεράστιο όγκο του κίνηση. Δεν τράβηξε το ξίφος του αμέ-σως, προτίμησε να κρατήσει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού.

«Παιδιά, δε χρειάζεται να χαλάσουμε τις καρδιές μας. Να σας δώ-σω τέσσερα δηνάρια να τελειώνουμε εδώ, να πάω κι εγώ στη δουλειά μου.» Δεν πρόλαβε να τελειώσει τα λόγια του, και οι τέσσερις άντρες κινήθηκαν απειλητικά προς το μέρος του κραδαίνοντας τα όπλα τους. Εκσφενδόνισε την πέτρα προς τον αδύνατο που ήταν πιο κοντά και τον πέτυχε στον ώμο. Αυτός παραπάτησε και άφησε το ρόπαλο του να πέσει με έναν πνιχτό βρυχηθμό πόνου. Ενώ οι άλλοι τρεις πλησίαζαν επικίνδυνα, έστρεψε ελαφρά προς τα αριστερά τον κορμό του, τρά-βηξε με το δεξί χέρι το ξίφος και το άφησε να διαγράψει ένα σχεδόν τέλειο ημικύκλιο θανάτου. Ο στόχος του πέτυχε, ο αιφνιδιασμός των αντρών ήταν απόλυτος. Είχαν σηκωμένα ψηλά τα όπλα τους και νόμι-ζαν ότι ο αντίπαλος τους θα προσπαθούσε να αμυνθεί μόνο με τα χέ-ρια, έτσι δεν μπόρεσαν να αποκρούσουν το χτύπημα. Ένα βήμα προς τα πίσω έσωσε τους δύο, για τον αρχηγό τους όμως, τον οποίο κυρίως σημάδευε ο Λυσίμαχος, ήταν αργά. Η μύτη της λεπίδας έκοψε την κα-ρωτίδα του· ένας πίδακας κατάμαυρο αίμα τινάχτηκε και ο σημαδε-μένος έπεσε προς τα αριστερά πιάνοντας το λαιμό του. Πέθανε πριν προλάβει να συνειδητοποιήσει τι τον είχε χτυπήσει, τόσο αστραπιαία ήταν η κίνηση του Λυσίμαχου. Οι άλλοι τρεις ανασυντάχθηκαν, με τον χτυπημένο από την πέτρα να κρατά τον πονεμένο ώμο του.

«Λοιπόν, φτάνει αυτό ή θα συνεχίσω μέχρι να σας τεμαχίσω όλους;» είπε χαμηλόφωνα ο Λυσίμαχος, σε τόνο που έμοιαζε να βγαίνει κα-τευθείαν από τις πιο σκοτεινές γωνιές του Άδη. Είχε πάρει αμυντική θέση, κρατώντας το ξίφος και τη χλαμύδα του σαν ασπίδα τυλιγμένη γύρω από το αριστερό χέρι· όλα έδειχναν ότι μόνο εύκολη λεία δε θα ήταν για τους τρεις άντρες.

Εκείνοι στάθηκαν για μια στιγμή και ύστερα το έβαλαν στα πόδια πετώντας τα όπλα τους. Η θέα του ένοπλου άντρα ήταν τρομακτική·

Digitized by @PriOri™

Page 59: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 59

οι φλέβες του λαιμού του είχαν φουσκώσει έτοιμες να εκραγούν, εί-χε γίνει πορφυρός από οργή, μερικές κηλίδες αίμα που είχαν τιναχτεί από το λαιμό του νεκρού είχαν πιτσιλίσει το πρόσωπο και το χιτώνα του. Φυσικά το άκουσμα της φωνής του και μόνο ήταν αρκούντως πει-στικός λόγος για να παρατήσουν κάθε ιδέα νέας επίθεσης. Ο θάνα-τος του σημαδεμένου τους είχε αποκαρδιώσει εντελώς.

«Θρασύδειλοι, σκύλας γέννες! Γυρίστε πίσω να σας αφαλοκόψω!» ούρλιαζε ο φρενιασμένος Λυσίμαχος, καθώς οι τρεις άντρες εξαφα-νίζονταν προς την κορυφή του βουνού. Μόνο το κλάμα του μωρού, που στιγμή δεν είχε σταματήσει όσο κράτησε η σύντομη αυτή μάχη, τον συ-νέφερε από την παραφορά του. Πήγε προς την πηγή, ξεδίψασε και ξέ-πλυνε όσο μπορούσε τα αίματα από το πρόσωπό του. Μόνο τότε έβγα-λε τον Φίλιππο από την πλάτη του και τον άφησε μαλακά στο χώμα. Καθώς το νερό της πηγής ήταν παγωμένο, ξέπλυνε το μικρό απ' το πα-γούρι του. Μετά έκοψε μερικά κλαδιά απ' το δέντρο και χρησιμοποί-ησε την προβιά του νεκρού ληστή για να φτιάξει ένα πρόχειρο στρώ-μα. Ο μικρός ησύχασε μόνο αφού τον τάισε. Έτσι κάθισε και αυτός να ξαποστάσει λίγο στη σκιά της καστανιάς.

Τα βλέφαρά του βάρυναν, και όταν σηκώθηκε, έριξε μια ματιά στο μικρό· ο Φίλιππος δεν κοιμόταν, αλλά καθόταν ήσυχος. Πήγε προς το μέρος του αλόγου που είχαν μαζί τους οι τέσσερις ληστές και το έλυ-σε. Για μια στιγμή πέρασε από το μυαλό του η ιδέα να το πάρει μαζί του, προτίμησε όμως τελικά να το αφήσει ελεύθερο. Ύστερα κατευ-θύνθηκε προς το μέρος που ήταν μισοκρυμμένο το σώμα του θύματος της συμμορίας. Ήταν, όπως φαντάστηκε, ένας στρατιώτης του ιππι-κού, τον οποίο είχαν φονεύσει για να πάρουν τα λιγοστά του υπάρ-χοντα. Το πρόσωπό του είχε παραμορφωθεί από τα χτυπήματα και δυο ανοιχτές πληγές με ξεραμένο αίμα έχασκαν στο στήθος και το στομάχι του. Προφανώς το άλογο που μόλις είχε ελευθερώσει ο ίλαρ-χος ήταν δικό του. Πρόχειρα άρχισε να σκάβει ένα λάκκο για να τον θάψει· ήταν μια ενέργεια που θα τον καθυστερούσε αρκετά, μα ένιω-θε υποχρεωμένος να το πράξει. Δεν υπήρχε κανενός είδους θρη-σκευτικός καταναγκασμός στην ψυχή του Λυσίμαχου αναφορικά με

Digitized by @PriOri™

Page 60: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

60 Γιώργος Μπουλακάκης

την ταφή· δεν πίστευε πως η ψυχή του νεκρού δε θα έβρισκε ησυχία, αν δε θαβόταν σύμφωνα με το έθιμο, και θα τον στοιχειώνε, ούτε κά-ποια άλλη δοξασία από τις χιλιάδες που κυκλοφορούσαν στον απλό λαό. Ο ίλαρχος δεν πίστευε σε υπερκόσμιες δυνάμεις, ο δικός του ηθι-κός κώδικας υπαγορευόταν από άλλες αξίες όπως η ανθρωπιά, ο αλ-ληλοσεβασμός και η τιμή, όχι από το φόβο κάποιας τιμωρίας από τους θεούς. Η ανάγκη να θάψει το συστρατιώτη πήγαζε από αίσθηση συ-ντροφικότητας, από τη σκέψη ότι και ο ίδιος θα ήθελε κάποιος άλλος να κάνει το ίδιο για εκείνον. Όταν τελείωσε με το λάκκο, τοποθέτησε το σώμα μέσα, έβαλε στο στόμα του ένα χάλκινο νόμισμα που βρήκε στο βαλάντιό του -«Για τον πορθμέα*, φίλε μου» ψιθύρισε- και σταύ-ρωσε τα χέρια στο στήθος. Αφού τον σκέπασε με χώμα, έφτιαξε ένα σωρό από πέτρες στο ύψος της κεφαλής, σαν επιτύμβιο μνημείο. Στά-θηκε για λίγο σε στάση προσοχής πάνω από τον τάφο. Θα ήθελε να γνωρίζει το όνομα του νεκρού, να μην περάσει ο στρατιώτης έτσι ανώ-νυμα στη λήθη, μα αυτό δυστυχώς δεν ήταν πια δυνατό. Ούτε για μια στιγμή δεν ενδιαφέρθηκε για το πτώμα του άντρα που ο ίδιος είχε σκο-τώσει, τέτοιος αχρείος που ήταν, του άξιζε να τον φάνε τα κοράκια και τα αγρίμια του Βερμίου. Μετά ξαναγύρισε στο βρέφος. Έπρεπε να εκμεταλλευτεί το διάστημα που έφεγγε ακόμα για να προχωρήσει.

* * * * * * *

Την ίδια περίπου ώρα το απόσπασμα που είχε στείλει ο ύπατος Αι-μίλιος Παύλος για να καταλάβει τη Βέροια πλησίαζε την πόλη. Οι τριά-ντα ιππείς και οι δύο σπείρες λεγεωνάριων, περίπου διακόσιοι πενή-ντα άντρες, οπωσδήποτε δεν αρκούσαν για κατάληψη της πόλης εξ εφόδου· το κυρίως σώμα του ρωμαϊκού στρατού είχε άλλες, σημαντι-κότερες προτεραιότητες, κατευθυνόταν προς την πρωτεύουσα Πέλλα με τον ύπατο επικεφαλής. Ο Ηγήσανδρος μπορούσε, αν ήθελε, να κρα-τήσει μια υποτυπώδη άμυνα, όταν όμως προς το ηλιοβασίλεμα ειδο-ποιήθηκε ότι πλησιάζει ρωμαϊκός στρατός, έσπευσε να τον υποδεχτεί

* Ο βαρκάρης του Κάτω Κόσμου, ο Χάροντας.

Digitized by @PriOri™

Page 61: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 61

μόνος με έναν Ιταλό δούλο έξω από τα τείχη. Ήθελε να διαπραγμα-τευτεί την παράδοση της πόλης για να διασφαλίσει την ομαλή εναλ-λαγή της εξουσίας. Μια λεηλασία θα έθετε σε κίνδυνο την περιουσία που με "κόπο" είχε συγκεντρώσει στα τρία αυτά χρόνια. Κρατώντας ένα κηρύκειο, σημάδι πως ερχόταν ειρηνικά, πλησίασε τον επικεφα-λής ιππέα, έναν ξανθό νεαρό αξιωματικό, μόλις το απόσπασμα έφτα-σε στην ανατολική πύλη.

«Πες του πως θέλω να διαπραγματευτώ την ειρηνική παράδοση της Βέροιας» είπε στο δούλο ο Ηγήσανδρος.

Πριν ο Ιταλός προλάβει να μιλήσει, ο νεαρός τον σταμάτησε με μια κίνηση. «Δε χρειαζόμαστε μεταφραστή» είπε σε άπταιστα ελλη-νικά ο αξιωματικός. «Κόιντος Φάβιος Λαβέων, στις υπηρεσίες σας. Είσαι ο διοικητής της Βέροιας; Αν όχι, ειδοποίησέ τον να έρθει εδώ αμέσως.»

«Ηγήσανδρος, γιος του Κλέανδρου, Βεροιαίος, φρούραρχος της πόλης» απάντησε σε τόνο οξύ και κάπως προσβεβλημένος ο Ηγή-σανδρος. Ήταν η πρώτη και μόνη φορά που έδειξε κάποια στοιχει-ώδη ευθιξία και υπερηφάνεια, έκτοτε έκανε τα πάντα για να φανεί αρεστός στους Ρωμαίους.

«Ωραία. Δεν υπάρχουν και πολλά να συζητήσουμε. Ανοίξτε τις πύ-λες να περάσουν οι άντρες μου μέσα και να διανυκτερεύσουν στην πό-λη. Αύριο το πρωί θα μου παραδώσεις τον έλεγχο των πυλών και οι άντρες σου θα αφοπλιστούν» είπε με υπεροπτικό ύφος ο Ρωμαίος. Ήταν ο νικητής, είχε κάθε δικαίωμα να επιβάλλει τους δικούς του όρους, δεν υπήρχε λόγος να χάνει άσκοπα χρόνο συζητώντας με τον αντιπαθή αυτόν Μακεδόνα.

«Δεν έχω να σου ζητήσω τίποτα άλλο, αξιωματικέ, παρά την υπό-σχεση πως οι Ρωμαίοι οπλίτες δε θα προβούν σε λεηλασίες ή, ακόμη περισσότερο, σε σφαγές των φιλήσυχων κατοίκων της Βέροιας.»

«Οι διαταγές του υπάτου Λευκίου Αιμίλιου Παύλου είναι σαφείς: να είμαστε ανεκτικοί απέναντι σας. Μπορώ να εγγυηθώ για τη σωμα-τική ακεραιότητα και την περιουσία των ιδιωτών, θα λαφυραγωγή-σουμε μόνο τα δημόσια κτίρια. Έχεις το λόγο ενός αξιωματικού του ρωμαϊκού στρατού. Είμαστε εξαντλημένοι και το μόνο που θέλουμε

Digitized by @PriOri™

Page 62: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

62 Γιώργος Μπουλακάκης

σήμερα είναι να διανυκτερεύσουμε στην πόλη» απάντησε ο Ρωμαίος. Ήταν ολοφάνερο πως η υπομονή του είχε αρχίσει να εξαντλείται, εξάλ-λου πραγματικά, μετά από ολοήμερη κοπιώδη πορεία σε συνθήκες καύσωνα, δεν υπήρχε καμία διάθεση για ακρότητες.

«Πολύ καλά. Σας εμπιστεύομαι τα κλειδιά της πόλεως και τις ζωές μας. Ανοίξτε την πύλη!» πρόσταξε ο Ηγήσανδρος τους φρουρούς που καιροφυλακτούσαν πάνω στο τείχος.

Οι Ρωμαίοι οπλίτες άρχισαν να περνούν μέσα στην πόλη με από-λυτη τάξη. Ο μοναδικός ήχος που ακουγόταν ήταν η κλαγγή των όπλων. Λίγοι περίεργοι είχαν βγει στο δρόμο για να δουν από κοντά το ρω-μαϊκό στρατό, για τον οποίο τόσες φήμες κυκλοφορούσαν, οι περισ-σότεροι πολίτες όμως είχαν κλειστεί στις κατοικίες τους φοβούμενοι τα χειρότερα. Οι στρατιώτες ακολουθούσαν δυο δούλους που τους οδή-γησαν στο βασιλικό ανάκτορο. Ο Λαβέων είχε αποφασίσει, μετά από συνεννόηση με το φρούραρχο, να καταλύσουν οι ιππείς εκεί· οι πεζι-κάριοι θα στρατοπέδευαν στον ανοιχτό χώρο μπροστά στο ναό του Διός.

Όταν έστησαν τις σκηνές τους και τακτοποιήθηκαν, άρχισαν να αναζητούν τρόφιμα, χωρίς να ενοχλήσουν τις γειτονικές οικίες, σύμ-φωνα με τις αυστηρές διαταγές που είχαν. Ήταν φυσικό οι άντρες αυ-τοί, που ζούσαν σε συνθήκες εκστρατείας και μακριά από τις μόνιμες έδρες των λεγεώνων τα τελευταία χρόνια, να αναζητήσουν φαγητό κα-λύτερο από το στρατιωτικό συσσίτιο. Καθώς τα παραπήγματα όπου οι χωρικοί πουλούσαν την παραγωγή τους στην αγορά είχαν αδειάσει, πε-ριορίστηκαν σε όσα βρήκαν στις αποθήκες του ανακτόρου και σε με-ρικά σφαχτά που έστειλε ο Ηγήσανδρος. Μόλις είχαν ολοκληρώσει ένα σκληρό πόλεμο, είχαν κερδίσει μια νίκη, που θα έμενε στην ιστο-ρία της Ρώμης με χρυσά γράμματα, και δικαιούνταν λίγη διασκέδαση, έτσι δεν ήταν λίγοι εκείνοι που μετά την άδεια αλλά και τις αυστηρές συστάσεις των αξιωματικών πέρασαν από τα καπηλειά και τα χαμαι-τυπεία της πόλης για κρασί και... γυναικεία συντροφιά. Ο Λαβέων και κάποιοι άλλοι αξιωματικοί ήταν προσκεκλημένοι σε συμπόσιο που έδω-σε προς τιμήν τους ο παλιός φρούραρχος, ο οποίος ήδη είχε ξεχάσει την προσβλητική στάση του Ρωμαίου και φρόντιζε για το μέλλον του.

Digitized by @PriOri™

Page 63: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 63

Την επόμενη μέρα το πρωί, όλοι οι Ρωμαίοι αξιωματικοί και οπλί-τες ήταν στις θέσεις τους, έτοιμοι για εντολές. Ο νεαρός διοικητής εί-χε ζητήσει από τον Ηγήσανδρο να τον συνοδεύσει στις πύλες για την αλλαγή των Μακεδόνων φρουρών με τους δικούς του. Έχοντας την ευ-καιρία να επιθεωρήσει τα τείχη της πόλεως, διαπίστωσε ότι η μικρή μα-κεδονική δύναμη επαρκούσε με το παραπάνω για να αποκρούσει το δικό του απόσπασμα. Όσο γνώριζε το φρούραρχο καλύτερα, η αντι-πάθειά του μεγάλωνε· αυτός εδώ μάλλον δεν είχε δει μάχη ποτέ στη ζωή του! Η περιφρόνησή του καθρεφτιζόταν στα ψυχρά, γαλανά του μάτια, μα ο Ηγήσανδρος έκανε πως δεν καταλάβαινε και συνέχιζε με δουλοπρέπεια να υπηρετεί τη νέα εξουσία. Ο παλαιός φρούραρχος εί-χε την ικανότητα να ελίσσεται σαν χέλι, ήταν από αυτούς τους ανθρώ-πους που μπορούν να βγουν στεγνοί από τη δυνατότερη νεροποντή. Αυ-τό που εκνεύριζε κάπως τον Λαβέωνα ήταν η σκέψη ότι σε παρόμοια υποκείμενα έπρεπε να στηριχτεί η νέα ρωμαϊκή αρχή, αυτό όμως έπρε-πε να απασχολήσει τη Σύγκλητο, όχι εκείνον. Ο Ρωμαίος ευπατρίδης ήταν μόνο στρατιωτικός, δεν έβλεπε την ώρα να επιστρέψει στα κτή-ματά του στην Ταρκυνία* και να αφήσει πίσω τη χώρα αυτή.

Είχαν ήδη περάσει από τις περισσότερες πύλες, όταν έφτασαν στην Ευϊαστική. Ο Χαιρέστρατος και οι υπόλοιποι άντρες του φυλακίου εί-χαν ετοιμαστεί να παραδώσουν τη θέση και τα όπλα τους, και είχαν αρ-κετή αγωνία για τους μισθούς που τους χρωστούσαν και τους οποίους κατά πάσα πιθανότητα θα έχαναν. Όταν η ομάδα των Ρωμαίων έφτα-σε, οι Μακεδόνες εγκατέλειψαν τον οπλισμό τους, ενώ έξι Ρωμαίοι λε-γεωνάριοι πήραν τη θέση τους στο φυλάκιο. Μόνο τότε ο νέος φρού-ραρχος έδωσε εντολή να ανοίξει η πύλη και να μπουν οι χωρικοί που

* Περιοχή της αρχαίας Ετρουρίας, βορείως της Ρώμης.

* * * * * * *

Είχε καταλάβει πως η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη και οι Λατίνοι ήταν οι νέοι κυρίαρχοι, η βασιλική εξουσία αποτελούσε οριστικά πα-ρελθόν.

Digitized by @PriOri™

Page 64: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

64 Γιώργος Μπουλακάκης

περίμεναν απέξω. Με βάση τα τελευταία νέα για την παράδοση της Πέλλας και τη φυγή του βασιλιά προς ανατολάς, αισθανόταν αρκετά βέβαιος ότι η πόλη δεν κινδύνευε να προσβληθεί αιφνιδιαστικά από δυνάμεις του Περσέα. Ύστερα απευθύνθηκε στους τέσσερις Μακε-δόνες φρουρούς και επανέλαβε όσα είχε πει και στις άλλες πύλες.

«Το καθήκον σας τέλειωσε, στρατιώτες. Δεν υπάρχει πια Μακε-δονία ούτε στρατός, είστε ελεύθεροι να πάτε όπου θέλετε. Το μόνο που θα σας ρωτήσω είναι αν κάποιος πέρασε από την πύλη που κρα-τούσατε πρόσφατα.»

«Όχι, κανείς» βιάστηκε να απαντήσει πρώτος ο Χαιρέστρατος. Φοβόταν μήπως κάποιος αποκάλυπτε την επίσκεψη του γιγαντόσω-μου αξιωματικού στην πύλη και τη μετέπειτα εξαφάνισή του.

«Καλώς!» Ο Λαβέων ετοιμάστηκε να αναχωρήσει για την τελευ-ταία δυτική πύλη, όταν ένας άλλος Μακεδόνας στρατιώτης τον στα-μάτησε.

«Μόνο ένας ψηλός, αξιωματικός του ιππικού, ήρθε προχθές το από-γευμα και ανέφερε ότι είχε εντολή να φύγει από την πόλη. Τον διώ-ξαμε και δεν ξαναήρθε. Αν και ο Χαιρέστρατος απομακρύνθηκε για λίγο από την πύλη μας.» Ο νεαρός είχε καταλάβει από πού έβγαλε τον άγνωστο ο Χαιρέστρατος και τον κατέδωσε μήπως και βγάλει μερικά χρήματα. Προφανώς η δικαιολογία του συντρόφου του, πως είχε κα-τέβει στο διάστημα της απουσίας του στην αγορά για να μάθει νέα, δεν τον έπεισε. Η πλεονεξία του Χαιρέστρατου, που δε θέλησε να μοιρα-στεί τα χρήματα του Λυσίμαχου με τους συστρατιώτες του, θα τον κα-τέστρεφε.

Ο Ηγήσανδρος έμεινε κεραυνόπληκτος· είχε ξεχάσει πόσο σφο-δρά επιθυμούσε ο Λυσίμαχος να εγκαταλείψει τη Βέροια. Δεν υπήρ-χε περίπτωση να ταιριάζει στην περιγραφή του νεαρού άλλος εκτός από αυτόν και οπωσδήποτε ο Χαιρέστρατος τον είχε βγάλει από τη μι-κρή πυλίδα, άγνωστο με ποιο αντίτιμο. Έριξε μια άγρια ματιά στον πρώην υφιστάμενό του και στράφηκε στον Ρωμαίο.

«Ξέρω για ποιον πρόκειται. Ήταν ένας ίλαρχος από την αυλή του Περσέα, που ήρθε εδώ για το γιο του. Ήθελε να εγκαταλείψει τη Βέροια

Digitized by @PriOri™

Page 65: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 65

πάση θυσία. Φαίνεται πως τελικά τα κατάφερε, αν και εγώ τον είχα εμποδίσει. Ο στρατιώτης που παράκουσε την εντολή, καταλαβαίνετε ποιος... πρέπει να τιμωρηθεί!» Ήταν πεπεισμένος πως ο Λυσίμαχος είχε δωροδοκήσει τον Χαιρέστρατο και ο μόνος λόγος που λυσσούσε ήταν που δεν είχε καταφέρει να αρπάξει αυτός το χρήμα. Αν είχε πλη-ρώσει εκείνον, θα έφευγε κανονικά από την κεντρική πύλη, όχι σαν κλέφτης!

«Αυτά είναι προβλήματα της προηγούμενης διοίκησης, όχι δικά μου. Όσο για τιμωρία, μην ξεχνάς, Ηγήσανδρε, πως δεν έχεις πλέον καμία εξουσία σ' αυτούς τους ανθρώπους. Αν ο ταλαίπωρος τούτος στρατιώτης κατάφερε να βγάλει μερικά τετράδραχμα παραπάνω από έναν ακόμα Μακεδόνα αξιωματικό που έγινε λαγός, τότε του αξίζουν συγχαρητήρια!» τον αντίσκοψε απότομα ο Λαβέων. Είχε καταλάβει την αιτία του θυμού του Ηγήσανδρου και διασκέδαζε αφάνταστα υπο-δαυλίζοντας τα νεύρα του.

«Σας περιμένω στην κατοικία μου» πρόλαβε να φωνάξει ο Ηγή-σανδρος, καθώς απομακρυνόταν με τους άλλους προς την επόμενη πύ-λη. Ίσως ο ίλαρχος ήταν ήδη μακριά και δεν μπορούσε να τον φτάσει πια, είχε όμως ακόμη τη δύναμη να τιμωρήσει το θρασύ στρατιώτη, που είχε τολμήσει να αψηφήσει τις εντολές του, και να δώσει έτσι σε όλους να καταλάβουν πως είχε ακόμη τη δύναμη να επιβάλλει τη θέ-λησή του. Ο Λαβέων πάλι δεν είπε τίποτα, αν και καταλάβαινε το σκο-πό του Ηγήσανδρου. Είχε δει πώς πολεμούσαν οι Μακεδόνες στην Πύδνα· τόση ανώφελη γενναιότητα προχθές εκεί, τόση μικροψυχία τώρα εδώ. Δε θα κατάφερνε ποτέ να κατανοήσει από τι είδους μέταλλο ήταν φτιαγμένοι οι άνθρωποι αυτοί...

* * * * * * *

Ο Λυσίμαχος είχε διανυκτερεύσει στο πανδοχείο της Εύιας, στη ρίζα του βουνού. Θα μπορούσε να κατέβει το βράδυ στο καπηλειό κά-τω από το μικρό δωμάτιο του πρώτου ορόφου που του είχε παραχω-ρήσει ο πανδοχέας, προτίμησε ωστόσο να μη χάσει από τα μάτια του

Digitized by @PriOri™

Page 66: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

66 Γιώργος Μπουλακάκης

το νήπιο. Από κάτω ακούγονταν φωνές και θόρυβος από μεθυσμένους στρατιώτες που είχαν πλημμυρίσει την περιοχή, αλλά εκείνος καθό-ταν στο αχνό φως ενός λυχναριού και έκανε μορφασμούς στο μικρό Φίλιππο σε μια προσπάθεια να τον αποκοιμίσει. Είχε ήδη αρχίσει να δένεται με το παιδί· αυτές οι λίγες φορές που το είχε ταΐσει, ο αγώνας που έδωσε για τη ζωή του το απόγευμα στην πηγή του Βερμίου είχαν αρχίσει να δημιουργούν ένα δεσμό που υπερέβαινε κατά πολύ τη στε-νή έννοια του καθήκοντος. Παρ' όλο που το χρονικό διάστημα ήταν πολύ σύντομο, αισθανόταν ήδη ότι ο Φίλιππος ήταν κατά κάποιον τρό-πο ο γιος που αναπάντεχα του έστελνε η μοίρα.

Είχε γευματίσει πρόχειρα πριν ανέβει πάνω και είχε προπληρώσει τον πανδοχέα γιατί σκόπευε να φύγει νωρίς το πρωί. Στο μικρό διά-στημα που περίμενε κάτω δε μίλησε σε άνθρωπο· δεν είχε καμία διά-θεση να κάθεται να δίνει εξηγήσεις στον καθένα. Εξάλλου, ουδείς έδι-νε σημασία σε έναν ακόμη ταλαιπωρημένο στρατιώτη που προσπα-θούσε να φτάσει στο χωριό του. Άκουγε μόνο από τους φυγάδες σκόρ-πιες διηγήσεις για τη μεγάλη μάχη. Όλοι ήταν ιππείς και τα λόγια που άκουγε τον οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι πραγματικά το πεζικό εί-χε εξολοθρευτεί. Ποτέ δεν είχε αντικρίσει στη στρατιωτική του ζωή μια τόσο συντριπτική ήττα- οι συγκρούσεις τον καιρό εκείνο ήταν περισ-σότερο αψιμαχίες με λίγα θύματα, όχι περισσότερους από διακόσιους, τριακόσιους νεκρούς. Ακόμα και η ήττα στις Κυνός Κεφαλές, που είχε θεωρηθεί ολοκληρωτική καταστροφή, είχε οχτώ χιλιάδες νεκρούς. Εδώ μιλούσαν τουλάχιστον για διπλάσιες απώλειες. Πάντως είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται τους λόγους για τους οποίους ο Περσέας δεν είχε ρίξει στη μάχη και το ιππικό του· μάλλον ο βασιλιάς, όταν διαπίστωσε ότι η μάχη είχε χαθεί, θέλησε να διαφυλάξει άθικτο ένα μέρος του στρα-τεύματος, για να κρατήσει μια δυνατότητα διαπραγμάτευσης. Από αυ-τή την άποψη ήταν ολέθριο το σφάλμα του να εμπιστευτεί το ίδιο βρά-δυ τις δυνάμεις αυτές στους αξιωματικούς του και να σπεύσει στην Πέλ-λα. Αν είχε μείνει με το σώμα, ίσως αυτό να μην είχε διαλυθεί όπως διαλύει μια πνοή ανέμου ένα σωρό ξερά φύλλα...

Digitized by @PriOri™

Page 67: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 67

Ξαφνικά, μια τελευταία παράδοξη σκέψη, άσχετη με τις προηγού-μενες, πέρασε φευγαλέα απ' το μυαλό του. Τι να κάνει άραγε η Αλκι-θόη, με σκέφτεται καθόλου; Ήταν όμως αρκετά κουρασμένος για να βασανίζει τον εαυτό του με την ανάμνηση της μικρής. Ως λάτρης του

πολύ και καλού ύπνου, και καθώς είχε καιρό να τον απολαύσει σε κα-νονική κλίνη, βυθίστηκε σύντομα σε μια γλυκιά νάρκη.

Την αυγή που σηκώθηκε έφυγε γοργά, χωρίς να χαιρετήσει κανέ-να, με το βρέφος να κοιμάται ακόμα. Τώρα που είχε επιτέλους βγει στην πεδιάδα, μπορούσε να αφήνει τον Αρίονα να καλπάζει. Το σκη-νικό είχε αλλάξει, το καταπράσινο Βέρμιο είχε αντικατασταθεί από μια πεδιάδα με παχιά χώματα, σπαρμένα κυρίως με σιτάρι που χρύ-σιζε έτοιμο για το δρεπάνι. Τα δέντρα τώρα ήταν πολύ πιο αραιά, με αποτέλεσμα η κάψα του ήλιου να αυξάνεται όσο προχωρούσε η μέρα και να μη βρίσκει κανείς καταφύγιο από αυτήν πουθενά. Μικρά χω-ριουδάκια και αγροικίες ήταν διάσπαρτα στην καθαρά αγροτική αυ-τή περιοχή, και στα χωράφια ολόκληρες οικογένειες θέριζαν τους κό-πους της χρονιάς. Ο Λυσίμαχος διάβαινε τις άγνωστες αυτές περιοχές με κάποια νοσταλγία· του θύμιζαν την πατρίδα του. Είχε ωστόσο μια περίεργη αίσθηση εδώ, υπήρχε μια απροσδιόριστη σκληρότητα στη γη και τους ανθρώπους· το τοπίο της Βισαλτίας ήταν περισσότερο φιλό-ξενο, πιο πρόσχαρο...

«Να σε ρωτήσω κάτι, ξένε, ξέρεις προς τα πού είναι τα βασιλικά κτήματα της Εορδαίας; Από εδώ καλά πάω;» σταμάτησε και ρώτησε ένα γέρο άντρα που θέριζε ένα χωράφι δίπλα στον παράδρομο που ακολουθούσε.

Αυτός σταμάτησε τη δουλειά του κι έβαλε το χέρι του αντήλιο να δει καλά τον ξένο. «Όχι, λάθος δρόμο πήρες. Θα γυρίσεις πίσω στο μονοπάτι και όταν βρεις το τρίστρατο με τη μοναχική συκιά, θα τρα-βήξεις βόρεια» του απάντησε. «Στρατιώτης είσαι;» Μετά το καταφα-τικό νεύμα γύρισε ξανά στη δουλειά του. Δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει ούτε από πού έρχεται ούτε λεπτομέρειες για μάχες ούτε τίποτα.

Σκληροί άνθρωποι, στοχάστηκε ο Λυσίμαχος παρατηρώντας το σκαμμένο από το μόχθο μιας ζωής πρόσωπο του άντρα. Γι' αυτούς

Digitized by @PriOri™

Page 68: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

68 Γιώργος Μπουλακάκης

ποτέ δεν αλλάζει τίποτα. Βασιλιάδες και κατακτητές έρχονται και πα-ρέρχονται, αυτοί όμως είναι πάντα εδώ, σταθεροί και ασάλευτοι σαν τη γη που δουλεύουν. Με ένα συγκαταβατικό χαμόγελο ευχαρίστησε το γέρο και πήρε το δρόμο προς την κατεύθυνση που του υπέδειξε.

Digitized by @PriOri™

Page 69: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Τέταρτο

Ήταν αργά το απόγευμα και η Αλκιθόη τάιζε τα λίγα πρόβατα της αγροικίας. Είχαν περάσει περίπου πέντε μήνες από την τελευταία φο-ρά που είχε έρθει στη Βισαλτία ο Λυσίμαχος. Όλοι οι δούλοι τον φο-βούνταν, μα και τον αγαπούσαν. Δεν ήταν σε καμία περίπτωση ο τυ-ραννικός δεσπότης, όποιος δούλευε είχε την προστασία του και απο-λάμβανε τις ευεργεσίες του. Η μακρόχρονη απουσία του στον πόλεμο ωστόσο είχε φέρει εγκατάλειψη στα υποστατικά του· οι περισσότεροι δούλοι εργάζονταν ελάχιστα, ίσα για να παράγουν τα απαραίτητα να συντηρούνται οι ίδιοι, ενώ οι επιστάτες είχαν αμελήσει τα δικά τους καθήκοντα. Ήταν και αυτή μία από τις συνέπειες της επίμονης άρνη-σης του άρχοντα να παντρευτεί. Δεν υπήρχε λοιπόν κανείς να ελέγξει τους δούλους μετά το θάνατο της μητέρας του Λυσίμαχου πριν από δύο χρόνια. Μόνο η Αλκιθόη προσπαθούσε να διατηρήσει κάποια τάξη στην αγροικία, παλεύοντας ουσιαστικά μόνη της. Δεν το έκανε όμως από απλή αίσθηση καθήκοντος, επειδή την είχε ορίσει ο άρχοντας επι-στάτρια της οικίας μαζί με τη γριά παραμάνα του.

Δε θα την έλεγε κανείς όμορφη· ήταν μάλλον μετρίου αναστήμα-τος, με γλυκά χαρακτηριστικά, αλαβάστρινο δέρμα στο χρώμα των ρό-δων του κήπου, λίγο παχουλή, με πυρρόξανθη κόμη. Εκείνο που μά-γευε τον Λυσίμαχο και έμενε ανεξίτηλα χαραγμένο στο μυαλό των

Digitized by @PriOri™

Page 70: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

70 Γιώργος Μπουλακάκης

υπόλοιπων αντρών ήταν τα τεράστια γαλανά μάτια της· ο κύριός της, που μόνο ευσυγκίνητος δεν ήταν, συχνά τα έχανε, ζαλιζόταν μπροστά στον ωκεανό των ματιών αυτών που τον κοιτούσαν με λατρεία. Οι γο-νείς της, αιχμάλωτοι κάποιου πολέμου από την περιοχή της Δακίας, είχαν πουληθεί στον πατέρα του Λυσίμαχου χρόνια πριν και η Αλκι-θόη είχε γεννηθεί στα κτήματά του. Ήταν μόνο δέκα χρονών όταν ο Λυσίμαχος γύρισε στη Βισαλτία από την αυλή της Πέλλας και, παρ' όλο που ήταν ακόμα μικρό κορίτσι, από την πρώτη στιγμή την εντυ-πωσίασε. Η ευτυχέστερη στιγμή της ζωής της ήταν όταν σε ηλικία δε-καπέντε ετών ο κύριος την πρόσεξε και την έφερε στην αγροικία. Η μικρή τον λάτρευε σαν θεό και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να του το δείξει. Αδιαφορώντας για τα κακόβουλα σχόλια, δεν άργησε να βρε-θεί στην κλίνη του Λυσίμαχου και να γίνει ερωμένη του. Την ευτυχία της δε σκίαζε ούτε η πίκρα όταν μάθαινε τις ασωτίες του στη Σιντική με τα κορίτσια των καπηλειών μια απλή παλλακίδα, εξάλλου, δε δι-καιούνταν να απαιτεί την αποκλειστικότητα στην αγάπη του...

Οι θεοί όμως δεν ανέχονται επί μακρόν την ανθρώπινη ευτυχία. Η ευδαιμονία της, όπως τα περισσότερα ωραία πράγματα, δεν κράτησε πολύ. Σχεδόν δύο χρόνια μετά τον ερχομό της στο αρχοντικό, ο Λυσί-μαχος έσπευσε να ενωθεί με το στρατό του βασιλιά. Από τότε μόνο σποραδικά, κυρίως τους χειμώνες, όταν οι πολεμικές επιχειρήσεις ανα-στέλλονταν, είχε την ευκαιρία να τον βλέπει και να φωλιάζει στην τε-ράστια αγκαλιά του. Τον υπόλοιπο καιρό, δεκάδες άγρυπνες νύχτες, την κατέτρωγε η αγωνία για την τύχη του. Τον αγαπούσε τόσο ώστε να αγνοεί τα λιγωμένα βλέμματα των άλλων δούλων που συχνά θώ-πευαν το κορμί της - ο φόβος του Λυσίμαχου βέβαια, που από ένα ση-μείο και μετά δεν έκρυβε την αδυναμία του για την Αλκιθόη, δεν τους επέτρεπε να αποτολμήσουν κάτι περισσότερο.

Ήξερε πως η αναμονή της θα παρατεινόταν αρκετά, αφού η εκ-στρατεία θα κρατούσε όλο το καλοκαίρι, έτσι ήταν τελείως απροε-τοίμαστη για τη φοβερή είδηση που κυκλοφόρησε εκείνο το δειλινό στο κτήμα. Τα νέα έφερε ένας δούλος που είχε κατέβει στη Σιντική την προηγούμενη μέρα για να πουλήσει τα γεννήματα που είχαν πε-ρισσέψει από τη φετινή σοδειά. Όταν γύρισε πίσω με τη βοϊδάμαξα, φώναζε έντρομος από μακριά:

Digitized by @PriOri™

Page 71: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 71

«Ο στρατός του βασιλιά νικήθηκε στην Πύδνα! Ο στρατός του βα-σιλιά νικήθηκε στην Πύδνα! Η αγορά στη Σιντική βουίζει, ο βασιλιάς είναι νεκρός και οι Ρωμαίοι έρχονται καίγοντας και σκοτώνοντας ό,τι βρίσκουν στο διάβα τους!»

Η εικοσάχρονη γυναίκα ένιωσε όλο το αίμα να φεύγει από το πρό-σωπο της. Έμεινε για λίγες στιγμές ακίνητη, προσπαθώντας να συ-νειδητοποιήσει τι άκουσε, και ύστερα έτρεξε με τους υπόλοιπους που ήδη μαζεύονταν σαν μέλισσες γύρω από το νεαρό και άρχισαν τις ερω-τήσεις.

«Πώς; Τι έγινε; Σκοτώθηκαν πολλοί; Οι Ρωμαίοι είναι μακριά;» τον πολιορκούσαν με ερωτήσεις.

Εκείνος απαντούσε σε ό,τι προλάβαινε. Τα περισσότερα ήταν απί-στευτες τερατολογίες, ακόμη και μερικά αποκυήματα της δικής του φα-ντασίας, όπως ότι ο στρατός είχε εξοντωθεί τελείως και δεν είχε φύγει από το πεδίο της μάχης ούτε ένας ζωντανός ή ότι οι Ρωμαίοι είχαν ήδη λεηλατήσει τη Βέροια και την Πέλλα και προχωρούσαν ανατολικά.

«Μην πιστεύεις ό,τι ακούς» προσπάθησε να παρηγορήσει την Αλκι-θόη, που έμοιαζε έτοιμη να λιποθυμήσει, ο γέροντας ιπποκόμος. «Θυ-μάμαι ότι στον προηγούμενο πόλεμο κυκλοφορούσαν οι πιο απίστευτες φήμες μετά τη μεγάλη μάχη του γέρου βασιλιά. Έλεγαν πως οι Ρω-μαίοι έρχονται ιππεύοντας δράκοντες που ξερνούν φωτιές και θα μας κάψουν όλους ζωντανούς. Από στόμα σε στόμα οι φήμες διογκώνο-νται, καθένας προσθέτει και κάτι.» Και ύστερα, λίγο πιο χαμηλόφω-να, της χαμογέλασε για να της δώσει θάρρος. «Δεν έχει γεννηθεί θνη-τός άντρας που μπορεί να σκοτώσει τον άρχοντά μας. Μην ανησυχείς, δεν πρόκειται να μείνεις μόνη, είμαι βέβαιος ότι θα επιστρέψει.»

Η ματιά της φανέρωνε την προσδοκία που είχαν γεννήσει μέσα της τα λόγια του γέρου. Οι άνθρωποι πιάνονται απ' το παραμικρό στην ώρα του κινδύνου ή της ανάγκης, και αυτές οι λίγες λέξεις ήταν μια νη-σίδα ελπίδας στο μεγάλο ωκεανό των αμφιβολιών και των φόβων που την έζωσαν στο άκουσμα της είδησης. Ένα που μπορούσε να κάνει ήταν να κρεμαστεί από τις λίγες αυτές λέξεις του γέρου, που τελικά δε σήμαιναν και τίποτα· το άλλο ήταν να προσευχηθεί.

Digitized by @PriOri™

Page 72: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

72 Γιώργος Μπουλακάκης

Άφησε τους άλλους δούλους να μιλάνε για τα γεγονότα, παράτησε τις δουλειές της και μπήκε στο κτίριο. Πήγε στο γυναικωνίτη, στο γω-νιακό θρανίο με τα ειδώλια των θεών που υπήρχαν εκεί από τον και-ρό της μάνας του Λυσίμαχου. Πολλές βραδιές είχε ικετεύσει εκεί τους θεούς για την ασφάλεια του Λυσίμαχου. Έτσι και τώρα γονάτισε. Πριν αρχίσει την παράκληση της, έβαλε θυμίαμα να καίγεται μπροστά στο ειδώλιο της Ίσιδας, έπλεξε τα δάχτυλα μπροστά στο πρόσωπο και έκλεισε τα πλημμυρισμένα δάκρυα μάτια της, αρχίζοντας μια όλο θέρ-μη προσευχή.

«Ίσιδα, μεγάλη θεά, εσύ που αγάπησες και έχασες τον άντρα σου, εσύ που πόνεσες και έχυσες μυριάδες πικρά δάκρυα, μόνο εσύ κα-

ταλαβαίνεις τον πόνο και την αγωνία μου. Λύτρωσέ με, μεγάλη θεά, μην αφήσεις να χαθεί ο δικός μου άντρας, η μόνη χαρά και απαντο-χή μιας ταπεινής δούλας. Προστάτευσε τον, διώξε από κοντά του κά-θε εχθρό, κάθε απειλή. Λυπήσου μια δυστυχισμένη γυναίκα!»

Αμέσως ξέσπασε σε λυγμούς και ζάρωσε στη γωνιά του δωματίου. Αργότερα το βράδυ οι άλλες δούλες τη βρήκαν στην ίδια γωνιά, με τα μάτια υγρά από τα αναφιλητά.

* * * * * * *

Δύο μέρες πέρασαν, γεμάτες αντικρουόμενες ειδήσεις που επέ-τειναν τη σύγχυση. Άλλοτε ακουγόταν ότι οι Ρωμαίοι φτάνουν στην περιοχή, άλλοτε πως ο βασιλιάς ερχόταν προς τα μέρη τους με ισχυ-ρές δυνάμεις για να οργανώσει νέα άμυνα. Κάποιοι έλεγαν ότι οι Ρω-μαίοι πολιορκούν την Πέλλα και τη Θεσσαλονίκη που αντιστέκονται ακόμα, και άλλοι ότι οι πόλεις είχαν ήδη παραδοθεί. Η δύσμοιρη Αλκι-θόη έδινε πίστη σε κάθε νέα φήμη, πέφτοντας συνήθως στην πιο βα-θιά μελαγχολία και απόγνωση, με μικρά διαλείμματα θάρρους και νέ-ων ελπίδων. Μόνο όταν επέστρεψαν οι πρώτοι φυγάδες, άρχισαν να ξεκαθαρίζουν τα γεγονότα.

Σε ένα γειτονικό, μικρότερο αγρόκτημα, ο μεγαλύτερος γιος ήταν ένας από τους ιππείς της ίλης του Λυσίμαχου. 'Οταν ήρθαν τα νέα της επιστροφής του, καμία δύναμη στον κόσμο δεν μπορούσε να εμποδίσει

Digitized by @PriOri™

Page 73: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 73

την Αλκιθόη να πάει ως εκεί·η ανάγκη να μάθει για την τύχη του κυ-ρίου της ήταν επιτακτική. Το γεγονός ότι ο ίδιος δεν είχε γυρίσει ακό-μη την προδιέθετε άσχημα· ήξερε πως εκείνος δε θα επέτρεπε να δια-λυθεί η μονάδα του αν δε συνέβαινε κάτι τρομερό. Λαμβάνοντας υπό-ψη τον παρορμητικό χαρακτήρα του, περίμενε να ακούσει τα χειρό-τερα.

Την αυγή της επομένης, αφού ανέθεσε εργασίες στις υπόλοιπες δούλες, πήρε ένα από τα άλογα του ιπποτροφείου και ξεκίνησε καλ-πάζοντας για το γείτονα. Ο άρχοντας την είχε μάθει να ιππεύει και σύ-ντομα είχε γίνει πραγματική αμαζόνα, πράγμα εντελώς αδιανόητο για μια γυναίκα, και μάλιστα δούλα. Με το που έφτασε, απαίτησε να δει αμέσως τον Λυκάονα. Παρά τις αντιρρήσεις του δούλου που στεκό-ταν στη θύρα της κατοικίας, η Αλκιθόη κυριολεκτικά εισέβαλε στην αυλή όπου τα μέλη της οικογένειας ήταν συγκεντρωμένα γύρω από τον οικιακό βωμό και δόξαζαν τους θεούς για τη σωτηρία του νεαρού προ-σφέροντας σπονδές και θυσίες. Ήδη τα μηριά ενός προβάτου καίγο-νταν στο βωμό, αλλά η τελετή δεν είχε ολοκληρωθεί και η νεαρή κά-θισε παράμερα περιμένοντας.

Όταν τελείωσαν, πλησίασε τον Λυκάονα· τον αναγνώρισε εύκο-λα από το στρατιωτικό μανδύα. Εκεί, στη μέση της αυλής, χωρίς πε-ριστροφές, ρώτησε κατευθείαν για την τύχη του Λυσίμαχου.

«Τα μάθατε κιόλας τα νέα της ντροπής μας; Δεν είναι παράξενο, λένε ότι ειδικά οι άσχημες ειδήσεις διαδίδονται με την ταχύτητα πυρ-καγιάς! Είσαι η οικονόμος του, αν δεν κάνω λάθος. Νομίζω ότι σε εί-χα δει μια φορά που τον είχα επισκεφθεί. Γιατί ενδιαφέρεσαι;»

«Να, είμαι από μικρό παιδί στα κτήματά του και τα τελευταία χρό-νια δουλεύω στην αγροικία. Συγνώμη για το θάρρος που πήρα να έρ-θω, αλλά δεν έχουμε μάθει τίποτα για την τύχη του μήνες τώρα και... ανησυχούμε όλοι.»

«Δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλά πράγματα να σου πω για τον ίλαρ-χο, κορίτσι μου. Μια μέρα πριν τη μάχη, ένας αγγελιοφόρος ήρθε στην ίλη με τη γραπτή εντολή να παραδώσει τη διοίκηση στον υπίλαρχο μας και να μεταβεί στη σκηνή του βασιλιά. Δεν τον ξαναείδαμε από το με-σημέρι εκείνο.»

Digitized by @PriOri™

Page 74: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

74 Γιώργος Μπουλακάκης

Η Αλκιθόη σφίχτηκε στο ιμάτιό της· ένιωσε ένα σύγκρυο σαν να της έριξαν παγωμένο νερό στην πλάτη. Περίμενε περισσότερα και η απογοήτευση από την απάντηση του νεαρού ήταν έκδηλη. Βλέποντάς τη σ' αυτή την κατάσταση, ο Λυκάων θεώρησε καθήκον του να βρει δυο λόγια παραμυθίας.

«Μην ανησυχείς, ο ίλαρχος δεν πρέπει να έχει πάθει τίποτα. Αν ο βασιλιάς τού ανέθεσε τη διοίκηση άλλης μονάδας του ιππικού, είναι οπωσδήποτε ασφαλής, αφού πουθενά στη μάχη δεν υπήρχαν δικοί μας ιππείς. Ισχύει το ίδιο και αν έμεινε στο επιτελείο· οι αυλικοί έφυγαν με το βασιλιά πριν πλησιάσουν οι Ρωμαίοι. Ίσως βρίσκεται δίπλα στο βασιλιά και μετακινείται μαζί του. Τα τελευταία νέα που άκουσα μά-λιστα στην επιστροφή μου ήταν πως έρχονται προς τα εδώ, στην Αμφί-πολη.»

«Σ' ευχαριστώ, είσαι ο δεύτερος άνθρωπος που μου λέει πως ο κύ-ριος είναι μάλλον καλά. Όμως πόση πίστη μπορεί να δώσει κανείς σ' αυτό το "μάλλον"; Γιατί δεν έρχεται πίσω αν είναι ζωντανός;»

Ο νεαρός δεν είχε τι να απαντήσει στα αμείλικτα ερωτήματα της γυναίκας. Αν και ήταν προφανώς ερωμένη του ίλαρχου, τον ξένιζε κά-πως η θέρμη με την οποία μιλούσε γι' αυτόν. Η σχέση του με τις λίγες δούλες που είχε στο δικό του αγρόκτημα ήταν τελείως τυπική, σχεδόν αγνοούσε την ύπαρξή τους, έτσι η προσήλωση τούτης της νεαρής στον Λυσίμαχο ήταν κάτι το παράδοξο. Λαμβάνοντας βέβαια υπόψη την πληθωρική παρουσία του, τα αισθήματα αφοσίωσης που γεννούσε στους συμπολεμιστές του, τον τρόπο που τους ξεσήκωνε και τους πα-ρέσυρε στη μάχη, εν μέρει δικαιολογούσε την αντίδρασή της. Αν και ο Λυκάων δεν είχε την καλύτερη γνώμη για τις γυναίκες, όπως οι πε-ρισσότεροι νέοι του καιρού του άλλωστε, τον είχε εντυπωσιάσει ο έρω-τας της δούλας. Σχεδόν ζήλευε το διοικητή του, η δική του γυναίκα οπωσδήποτε δεν τον αγαπούσε με τόσο πάθος!

«Μακάρι να είχε μείνει μαζί μας ο ίλαρχος, η ίλη δε θα είχε σκορ-πίσει σαν του λαγού τα παιδιά!» έκλεισε τη συζήτηση ο άντρας. «Δυ-στυχώς, τώρα πια μόνο εκτιμήσεις μπορώ να κάνω και νομίζω ότι ο Λυσίμαχος είναι με το βασιλιά και έρχεται προς τα εδώ. Δεν πρέπει να φοβάσαι, ο ίλαρχος ξέρει να επιβιώνει.»

Digitized by @PriOri™

Page 75: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 75

Δεν άργησε να φτάσει στο κτήμα η είδηση πως ο βασιλιάς με την οικογένεια, την ακολουθία του και το βασιλικό θησαυρό βρίσκονταν ήδη στην Αμφίπολη. Η Αλκιθόη, βασισμένη στην πληροφορία του Λυ-κάονα, αποφάσισε να πάει εκεί μήπως και τον βρει. Η παρατήρηση ενός άλλου δούλου πως βασιζόταν σε μια εικασία συνάντησε την ανυ-ποχώρητη απόφαση της να εξαντλήσει κάθε πιθανότητα. Η απόσταση ως την Αμφίπολη δεν ήταν βέβαια μεγάλη, θα χρειαζόταν λιγότερο από μια μέρα με το άλογο, ήταν ωστόσο πρωτοφανές για μια γυναίκα να αποτολμήσει έστω και αυτό το ταξίδι μόνη της.

«Κορίτσι μου, πού θα σηκωθείς να τρέχεις;» τη συμβούλευε η γριά παραμάνα του Λυσίμαχου, ίσως ο μόνος άνθρωπος που αγαπούσε τον άρχοντα όσο και η Αλκιθόη. «Αν είναι καλά και θέλει να γυρίσει πί-σω, να είσαι βέβαιη πως θα το κάνει. Η Αμφίπολη δεν είναι μακριά, αλλά οι δρόμοι έχουν γίνει επικίνδυνοι, γέμισαν ληστές και εσύ δεν έχεις φύγει ποτέ από το κτήμα. Ας τον περιμένουμε μαζί εδώ!»

Η μικρή όμως ήταν αμετάπειστη. Το μόνο που υποσχέθηκε στη γριά ήταν πως, αν δε βρει τον Λυσίμαχο, θα γυρίσει αμέσως.

Την επόμενη μέρα, πριν ξημερώσει, φόρεσε έναν καθαρό χιτώνα και ένα ιμάτιο που η ίδια είχε υφάνει στον ιστό*, πήρε λίγα χάλκινα νομίσματα για περίπτωση ανάγκης και ψωμί για το δρόμο, διάλεξε μια γερή φοράδα και ξεκίνησε. Η Ηγησιπύλη την ξεπροβόδισε με την ευχή να γυρίσει σώα και μαζί με τον άρχοντα.

Ο δρόμος για την Αμφίπολη ευτυχώς ήταν στρωτός, το έδαφος πεδι-νό και η φοράδα γοργή. Λίγο πριν το μεσημέρι και χωρίς καμία στάση,

* Ο αργαλειός.

* * * * * * *

Κούφια λόγια... Η Αλκιθόη κατάλαβε πως ήταν μάταιο να επιμέ-νει. Ευχαρίστησε τον Λυκάονα και με βήμα αργό κατευθύνθηκε στο άλογό της για να επιστρέψει στο κτήμα. Το μεσημέρι πήγε για ύπνο κουρασμένη και απογοητευμένη, αφού ενημέρωσε τους υπόλοιπους ότι το μόνο που γνώριζε ο στρατιώτης ήταν πως μέχρι τη μάχη ο άρ-χοντας ήταν καλά.

Digitized by @PriOri™

Page 76: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

76 Γιώργος Μπουλακάκης

η Αλκιθόη έφτασε στην κεντρική οδική αρτηρία που συνέδεε τη Θεσ-σαλονίκη με την Αμφίπολη*. Μόνο τότε χάρισε στον εαυτό της και τη φοράδα της μια σύντομη ανάπαυλα για νερό και φαγητό. Έτσι κι αλ-λιώς η απόσταση ως την Αμφίπολη ήταν μικρή, θα έφτανε εκεί πριν ο ήλιος μεσουρανήσει. Μετά το διάλειμμα, διήνυσε απόσταση περίπου τριάντα σταδίων* φτάνοντας στη γέφυρα του Στρυμόνα, που οδηγού-σε στη δυτική πύλη της πόλης. Οι πύλες ήταν ανοιχτές και αρκετοί άν-θρωποι, κυρίως χωριάτες, μπαινόβγαιναν στην πόλη, ενώ η παρουσία των φρουρών ήταν διακριτική. Ένας παρατηρητικός ταξιδιώτης θα πρόσεχε βέβαια το σκοπό που παρατηρούσε αδιάκοπα ένα συγκε-κριμένο σημείο στον ορίζοντα. Εκεί βρισκόταν μια φρυκτωρία* από όπου μια μεγάλη φωτιά θα ειδοποιούσε από μεγάλη απόσταση τους υπερασπιστές της πόλης ότι ο ρωμαϊκός στρατός καταφθάνει, ώστε να κλείσουν εγκαίρως τις πύλες. Ο κίνδυνος πάντως να εγκλωβιστεί η Αλκιθόη στην Αμφίπολη ήταν ασήμαντος. Οι Ρωμαίοι είχαν προς το παρόν σταματήσει την προέλαση τους στη Θεσσαλονίκη. Είχαν θέσει σχεδόν χωρίς αντίσταση υπό τον έλεγχο τους όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα δυτικά της Θεσσαλονίκης και ο Αιμίλιος Παύλος ήθελε να δια-σφαλίσει την κατοχή, να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, αλλά και να δώσει περιθώριο λίγων ημερών στους άντρες του να ξεκουραστούν. Δεν πίστευε ότι ο Περσέας θα έβρισκε συμμάχους πρόθυμους να πο-λεμήσουν.

Πραγματικά, την ίδια στιγμή ο καταδιωκόμενος βασιλιάς μάταια προσπαθούσε να προσεταιριστεί τους Θράκες της Βισαλτίας ώστε να οργανώσει νέα αντίσταση στα ανατολικά· όλες του οι απόπειρες εί-χαν αποτύχει. Έτσι είχε αποφασίσει να μεταβεί στο ιερό νησί των Καβείρων* μαζί με την οικογένεια και τους θησαυρούς του. Από εκεί, με την προστασία του άθικτου μακεδονικού στόλου, θα προσπαθού-σε να διαπραγματευτεί με τους Ρωμαίους μια έντιμη ειρήνη.

* Ο δρόμος αυτός ήταν ο προκάτοχος της μετέπειτα Εγνατίας οδού. * 1 στάδιο αντιστοιχεί σε 192 μέτρα περίπου. * Λίθινος ψηλός πύργος χτισμένος συνήθως σε ψηλά μέρη που χρησιμοποιούνταν για την έγκαιρη μετάδοση μηνυμάτων. * Η Σαμοθράκη.

Digitized by @PriOri™

Page 77: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 77

Μη γνωρίζοντας τίποτα για όσα απασχολούσαν τους σπουδαίους της οικουμένης, η Αλκιθόη, ρωτώντας τους περαστικούς, κατευθύνθη-κε στο ανάκτορο της Αμφίπολης. Οι διαβάτες στο δρόμο σταματούσαν να θαυμάσουν το παράδοξο θέαμα της έφιππης νεαρής. Φτάνοντας, βρήκε αναστάτωση και δεκάδες αχθοφόρους που μετέφεραν ξύλινα κιβώτια στο λιμάνι· δύο εμπορικά πλοία βρίσκονταν εκεί μέχρι να ολο-κληρωθεί η φόρτωση για να αποπλεύσουν. Η πολυάνθρωπη βασιλική ακολουθία θα ακολουθούσε με δύο τριήρεις που περίμεναν αγκυρο-βολημένες. Υπήρχε μεγάλη ένταση, σχεδόν πανικός, και η ανθρώπινη μυρμηγκιά δεν έδινε σημασία στην Αλκιθόη που ρωτούσε εναγωνίως μήπως βρισκόταν μαζί τους ένας ψηλός αξιωματικός του ιππικού. Η απάντηση που έπαιρνε ήταν πάντα η ίδια, στερεότυπη: «Όχι, δεν υπάρ-χει κανείς τέτοιος εδώ!» Και όταν επέμενε, εισέπραττε προσβολές του τύπου: «Παράτα μας, κορίτσι μου, με τον ψηλό, εμείς εδώ πνιγόμαστε κι εσύ...» Είχε σχεδόν απελπιστεί, όταν η τύχη έφερε στο δρόμο της τον προσωπικό θαλαμηπόλο του βασιλιά, που καταμετρούσε τα κιβώτια με τα αργυρά νομίσματα που κατέβαιναν στο λιμάνι.

«Συγνώμη, αν μου επιτρέπετε μια ερώτηση. Μήπως μαζί σας βρί-σκεται εδώ στην αυλή ένας ίλαρχος του ιππικού; Ψηλός, εύσωμος, με χοντρή φωνή; Λυσίμαχο τον λένε, τον έχετε ακουστά;»

Ο Αλκίας γύρισε και την κοίταξε ερευνητικά. Ετοιμάστηκε να της απαντήσει όπως όλοι οι άλλοι, όμως αυτά τα τεράστια φωτεινά μάτια που τον κοιτούσαν παρακλητικά τον μαγνήτισαν στιγμιαία, όσο ακρι-βώς χρειαζόταν για να θυμηθεί εκείνον τον αξιωματικό που έφυγε από το στρατόπεδο μαζί με το βασιλιά το απόγευμα πριν τη μάχη στην Πύδ-να· ο επιβλητικός ίλαρχος, αυτός για τον οποίο είχε ετοιμάσει το δέμα με τα τρόφιμα, ο φίλος του βασιλιά. Ίσως δεν έπρεπε να μιλήσει για το θέμα, οι καιροί ήταν επικίνδυνοι και ο τόπος είχε γεμίσει κατασκόπους. Αλλά πάλι, πόσο επικίνδυνη μπορούσε να είναι μια γυναίκα;

Η σιωπή του έκανε την Αλκιθόη να αναθαρρήσει. Γεμάτη ελπίδα τώρα, έκανε μια νέα προσπάθεια. «Σας παρακαλώ, πείτε μου πού μπο-ρώ να τον βρω. Είμαι στη δούλεψή του, Αλκιθόη με λένε, αν του ανα-φέρετε το όνομά μου, είμαι βέβαιη πως θα έρθει κοντά μου!» φώναξε και σχεδόν κρεμάστηκε στο χιτώνα του. «Σας ικετεύω!»

Digitized by @PriOri™

Page 78: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

78 Γιώργος Μπουλακάκης

Οι τελευταίες επιφυλάξεις του Αλκία γκρεμίστηκαν μπροστά στο σπαραγμό της νεαρής. Διέταξε έναν από τους βοηθούς του να συνε-χίσει την καταμέτρηση και ύστερα γύρισε στη δούλα. «Ακολούθα με!»

Την πήρε παράμερα, κάπου που μπορούσε και ο ίδιος να έχει το νου του στη μεταφορά των πολύτιμων κιβωτίων. Δε χρειαζόταν να ακούσουν και άλλοι το διάλογο.

«Αξιωματικός του ιππικού, ψηλός, σωματώδης, με ανάκατα κα-στανά μαλλιά και φωνή σαν Γίγαντας, έτσι; Το όνομά του δεν το ξέ-ρω. Τι άλογο είχε;» ρώτησε ο Αλκίας για να δοκιμάσει την Αλκιθόη. Αν όντως ήταν στη δούλεψη του άντρα αυτού, έπρεπε να γνωρίζει τη λεπτομέρεια αυτή.

«Ένα μεγαλόσωμο, υπερήφανο ζώο, Αρίονα το φωνάζει!» απά-ντησε γεμάτη λαχτάρα η Αλκιθόη. Η καρδιά της κόντευε να σπάσει, αυτή τη φορά από χαρά.

«Ναι, πρέπει να μιλάμε για τον ίδιο άνθρωπο, νομίζω έτσι απο-καλούσε το άλογο» χαμογέλασε ο θαλαμηπόλος και συνέχισε πιο ζω-ηρά, «Λοιπόν, νεαρή μου, ο κύριος σου δεν είναι μαζί μας στην Αμφί-πολη. Μια μέρα πριν τη μάχη, ο βασιλιάς τον έστειλε σε αποστολή που προϋπέθετε μακρινό ταξίδι. Δε γνωρίζω περισσότερα, ούτε τον προορισμό του ούτε τίποτα.»

«Είστε βέβαιος;» ρώτησε με κομμένα φτερά η νέα γυναίκα. Η τε-λευταία της ελπίδα να βρει τον άρχοντα μαραινόταν σαν το άνθος του αγρού το θέρος.

«Εγώ ο ίδιος του ετοίμασα το δέμα με τα τρόφιμα για το ταξίδι. Λυ-πάμαι...» είπε βλέποντάς τη να κάθεται περίλυπη σ' ένα πεζούλι. Και ύστερα, προσπαθώντας να της δώσει λίγο θάρρος, «Είναι εντελώς κοι-νότοπο αυτό που θα πω- προσπάθησε να δεις την ευχάριστη όψη των πραγμάτων. Ο κύριός σου απομακρύνθηκε, απουσίαζε από τη μεγά-λη μάχη, άρα είναι ακόμα ζωντανός. Τον είδα να εγκαταλείπει το στρα-τόπεδο με τα ίδια μου τα μάτια. Θα επιστρέψει κάποια στιγμή. Η απο-στολή που του ανέθεσε ο βασιλιάς πρέπει να είναι σημαντική γιατί πέ-ρασαν όλο το απόγευμα πριν τη σύγκρουση μαζί. Μόλις την ολοκλη-ρώσει, θα έρθει ξανά κοντά σου. Εγώ οπωσδήποτε, αν ήμουν στη θέση του, θα γυρνούσα, μόνο γι' αυτά τα μάτια!» Αυτή η τελευταία

Digitized by @PriOri™

Page 79: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 79

φιλοφρόνηση είχε στόχο να κολακέψει τη φιλαρέσκεια που η πείρα είχε διδάξει στον Αλκία πως κάθε γυναίκα, δεσποσύνη ή δούλα, δια-θέτει σε υπερθετικό βαθμό. Εκείνη τη στιγμή πάντως τίποτα δεν μπο-ρούσε να κάνει την Αλκιθόη να χαμογελάσει. Δυστυχώς ο αρχιθαλα-μηπόλος δεν μπορούσε να ασχοληθεί άλλο μαζί της, έπρεπε να επι-στρέψει στο καθήκον του. Ωστόσο γύρισε και της είπε κάτι τελευταίο. «Μια φιλική συμβουλή· δεν κερδίζεις τίποτα με το να μένεις στην Αμφί-πολη. Ίσως οι Ρωμαίοι φτάσουν σύντομα και είτε δεν υπάρχει αντί-σταση είτε κλείσουν οι πύλες, θα αποκλειστείς εδώ. Όλες οι πρεσβείες του βασιλιά γύρισαν άπρακτες, ειρήνη δε θα υπάρξει σύντομα. Όπως και να γίνει, τα πράγματα θα είναι επικίνδυνα στην πόλη. Αν δεν έχεις κάποιο κατάλυμα να μείνεις, καλύτερο είναι να φύγεις όσο το δυνα-τόν ταχύτερα.»

Η Αλκιθόη ούτε μια στιγμή δε σκέφτηκε να καταφύγει στην κα-τοικία του γαμπρού και της αδελφής του Λυσίμαχου που ζούσαν εκεί. Η Βερενίκη δεν τη συμπαθούσε ιδιαίτερα από τη στιγμή που κατάλα-βε ότι ήταν ερωμένη του· τη θεωρούσε υπεύθυνη για το γεγονός ότι ο αδελφός της δεν είχε παντρευτεί ακόμη, και ίσως δεν είχε άδικο. Ο Μενέλαος πάλι, σε μία από τις σπάνιες επισκέψεις του στο κτήμα, εί-χε αποπειραθεί να τη βιάσει στο μεθύσι του μετά από ένα συμπόσιο. Είχε βάλει τις φωνές τότε και την έσωσε η εμφάνιση του Λυσίμαχου, ο οποίος ξεκαθάρισε στο γαμπρό του ότι την επόμενη φορά που θα επιχειρήσει κάτι τέτοιο, θα τον λιώσει σαν σκουλήκι. Από τότε εξα-φανιζόταν κάθε φορά που το ζεύγος επισκεπτόταν τον άρχοντα. Κα-λύτερο λοιπόν θα ήταν να προσπαθήσει να φύγει πάλι, αφού ο ήλιος δεν είχε δύσει ακόμα και οι πύλες ήταν ανοιχτές.

Ίππευσε τη φοράδα της και έφτασε εγκαίρως στη δυτική πύλη. Το ζώο ήταν ξεκούραστο και συνέχισε το ταξίδι για το κτήμα, ωσότου το σκοτάδι άρχισε να πυκνώνει. Η μικρή δε γνώριζε τους δρόμους ώστε να συνεχίσει τη διαδρομή υπό το σεληνόφως, και κατέφυγε σε ένα εγκαταλειμμένο και μισογκρεμισμένο κτίριο, αφού λίγο πριν είχε αφή-σει την κεντρική αρτηρία και κινούνταν ξανά στο δρόμο της Σιντικής. Εκεί δείπνησε με το ψωμί που είχε μαζί της και στη συνέχεια ξάπλω-σε στην πατημένη γη προσπαθώντας να κοιμηθεί. Δεν τα κατάφερε·

Digitized by @PriOri™

Page 80: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

80 Γιώργος Μπουλακάκης

θυμήθηκε τα λόγια της γριάς παραμάνας που την προειδοποίησε για τον κίνδυνο ληστών. Εκείνη την ώρα θύμωσε με τον εαυτό της που δεν είχε πάρει τουλάχιστον ένα εγχειρίδιο να υπερασπιστεί τον εαυτό της ή έστω να αυτοκτονήσει για να μην ατιμαστεί. Αντίδραση ίσως υπερ-βολική, μα για την Αλκιθόη απλώς αυτονόητη· πριν από χρόνια είχε ορκιστεί στην Ίσιδα πως ο Λυσίμαχος θα ήταν ο μόνος άντρας της ζωής της και σκόπευε να τηρήσει τον όρκο της. Έτσι προτίμησε να λουφά-ξει σε μια γωνία, προσπαθώντας να περάσει κατά το δυνατόν απαρα-τήρητη, δεν υπήρξε ωστόσο καμιά ανεπιθύμητη επίσκεψη στη διάρ-κεια της νύχτας. Βέβαια ο φόβος δεν ήταν η μόνη αιτία για την οποία δεν κοιμήθηκε εκείνο το βράδυ. Την κατέτρωγε η ανησυχία, συνάμα και η απορία τι είχε απογίνει ο κύριός της. Ήταν πλέον βέβαιη ότι ο Λυσίμαχος ήταν κάπου ασφαλής, αλλά που; Για να μη γυρίσει στο κτή-μα του, πρέπει να υπήρχε πολύ σοβαρή αιτία, και όσο και να έσπαγε το κεφάλι της δεν μπορούσε να βρει λογική εξήγηση. Με τέτοιες σκέ-ψεις τη βρήκε η χαραυγή, οπότε ξανανέβηκε στη φοράδα της και έφτα-σε στο κτήμα μετά την ανατολή του ήλιου.

Την επόμενη μέρα, με την πρώτη ηλιαχτίδα, προσευχήθηκε μαζί με την Ηγησιπύλη στο βωμό του αρχοντικού για να ευχαριστήσουν τους θεούς και άφησαν προσφορές, καρπούς, στάχυα και μελόπιτες*· του-λάχιστον ο κύριός τους ήταν ζωντανός. Από την επόμενη κιόλας στιγ-μή, η ζωή τους θα επέστρεφε στην αγωνιώδη, μουντή μονοτονία της προσμονής του Λυσίμαχου μέσα στην κάψα ενός ολόλαμπρου καλο-καιριού.

* Πίτες με αλεύρι, λάδι και μέλι, που προσφέρονταν στις αναίμακτες θυσίες (πέλανα).

Digitized by @PriOri™

Page 81: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Ο Λυσίμαχος προχώρησε έφιππος στον οικισμό που ένας γεωργός του υπέδειξε ως βασιλική γη. Δεν επρόκειτο ακριβώς για οικισμό· με-ρικές καλύβες στην πεδιάδα δίπλα σ' ένα συγκρότημα τριών απλών πλίνθινων οικημάτων για τους επιστάτες και τις οικογένειές τους. Οι δουλοπάροικοι που εργάζονταν στη βασιλική γη προέρχονταν κυρίως από τις αγορές της Δακίας και της Ιλλυρίας, ενώ άλλοι, βρισκόμενοι εδώ και γενεές στη Μακεδονία, είχαν ήδη ξεχάσει τον τόπο καταγω-γής και τη μητρική τους γλώσσα. Οι επιστάτες ήταν ντόπιοι, υπάλλη-λοι της εξουσίας που πληρώνονταν σε είδος για τις υπηρεσίες τους, ενώ ο διαχειριστής έμενε αλλού και ερχόταν μόνο για να ελέγξει την πορεία των εργασιών. Άλλοτε το βασιλικό κτήμα έσφυζε από ζωή, κα-θώς τουλάχιστον σαράντα οικογένειες καλλιεργούσαν τα χώματα της Εορδαίας που ανήκαν στους Αντιγονίδες*. Τώρα το μέρος φάνηκε στον Λυσίμαχο έρημο· δεν ακουγόταν ένας σκύλος να αλυχτάει, ούτε μια στήλη καπνού δεν υψωνόταν από τις καλύβες. Το μοναδικό σημείο ζω-ής ήταν μερικές όρνιθες που περιφέρονταν εδώ κι εκεί. Ο Λυσίμαχος ασυναίσθητα χάιδεψε το ξίφος που κρεμόταν πάντα στην πλάτη του, δίπλα στο μάρσιπο με το βρέφος, αν και δε διέκρινε ίχνη κάποιας

* Η τελευταία βασιλική δυναστεία της Μακεδονίας, που εγκαθιδρύθηκε από τον Αντίγονο Γό-νατα στις αρχές ταυ 3ου π.Χ. αιώνα. Τελευταίος βασιλιάς της ήταν ο Περσέας.

Κεφάλαιο Πέμπτο

Digitized by @PriOri™

Page 82: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

82 Γιώργος Μπουλακάκης

επιδρομής- απλώς οι κάτοικοι είχαν φύγει εγκαταλείποντας τα λιγο-στά υπάρχοντά τους. Η εντύπωση αυτή επιβεβαιώθηκε όταν, μπαίνο-ντας σε μια αχυροκαλύβα, διαπίστωσε ότι οι διαμένοντες σε αυτή εί-χαν εξαφανιστεί παίρνοντας μόνο τα χρειώδη.

Παράδοξο... Τι συνέβη; σκέφτηκε. Ληστές δεν έχουν περάσει, τα πάντα είναι άθικτα, λες και άνοιξε η γη και τους κατάπιε ο Άδης. Οι Ρωμαίοι αποκλείεται να έφτασαν ως εδώ, ασφαλώς έχουν πιο σημα-ντικές ασχολίες!

Η αφύσικη ερημιά άρχισε να τον τρομάζει, καθώς περιφερόταν ανάμεσα στις άδειες καλύβες, ειδικά τώρα που ο ήλιος είχε αρχίσει να χαμηλώνει, ενώ το βρέφος ήδη διαμαρτυρόταν. Αποφάσισε να κι-νηθεί προς τις κατοικίες των επιστατών για να διανυκτερεύσει εκεί. Μόνο τότε διέκρινε πίσω από μια θύρα έναν ηλικιωμένο άντρα με αραιά μαλλιά και γένια στο χρώμα της τέφρας να τον παρατηρεί προ-σεκτικά.

«Ο Δίας μαζί σου, ξένε!» φώναξε από μακριά ο γέρος υψώνοντας το δεξί χέρι. «Καλώς όρισες! Μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι; Ποιον ψάχνεις;»

«Οι θεοί να σε ευλογούν, φίλε μου! Δεν ψάχνω κανέναν, ζητώ μό-νο καταφύγιο για απόψε και, αν γίνεται, εργασία και στέγη για έναν κουρασμένο στρατιώτη και το γιο του. Μα πού βρίσκονται όλοι; Εί-σαι ο ιδιοκτήτης;» έκανε τάχα τον ανήξερο ο Λυσίμαχος.

«Δεν υπάρχει ιδιοκτήτης, φίλε μου, όλη η έκταση εδώ γύρω, τε-τρακόσια πλέθρα γης*, ανήκει στο βασιλιά. Χτες, όταν έφτασαν τα νέα για την καταστροφή του στρατού, σχεδόν όλοι, ακόμα και οι επι-στάτες, φρόντισαν να σκορπίσουν στα γειτονικά δάση, τουλάχιστον μέχρι να κατακαθίσει ο κουρνιαχτός από τον πόλεμο. Φοβήθηκαν επει-δή κάποιος είπε μια ανοησία, ότι οι Ρωμαίοι θα καταστρέψουν τη βα-σιλική ιδιοκτησία και θα εξοντώσουν όλους τους δούλους του βασιλιά. Παράλογος φόβος... Ίσως κάποιοι να βρήκαν κιόλας ευκαιρία να δρα-πετεύσουν. Δεν τους κατηγορώ, λογικό κι επόμενο ήταν, όλοι οι άν-θρωποι το πρώτο που αναζητούν είναι η ελευθερία τους.»

* 1 πλέθρο ισούται με 874 τ.μ., όταν μιλάμε για μονάδα μέτρησης επιφανειών. Είναι και μονάδα μήκους και ισούται με το 1/6 του σταδίου.

Digitized by @PriOri™

Page 83: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

«Κι εσύ γιατί δεν έφυγες; Δε φοβάσαι για τη ζωή σου; Είσαι τόσο γενναίος ή τόσο βλάκας;»

Ο γέρος χασκογέλασε αφήνοντας να φανεί μια σειρά σάπια δόντια. «Έχω φάει τα ψωμιά μου, τι μπορούν να μου κάνουν οι Ρωμαίοι, να με σκοτώσουν; Έτσι όπως πονάνε τα κόκαλά μου, χάρη θα μου κάνουν! Έζησα όλη μου τη ζωή ως επιστάτης σ' αυτά τα χώματα, πιστός και υπάκουος υπάλληλος του βασιλιά Φίλιππου και του γιου του Περσέα. Η γυναίκα μου και ο γιος μου πέθαναν πριν από χρόνια, οπότε, αφού δεν υπάρχει πια ούτε βασιλιάς ούτε κτήμα, η αποστολή μου στη γη ετούτη τελείωσε. Και να φύγω, να πάω πού; Να κρύβομαι στα δάση σαν το αγρίμι, να κοιμάμαι κάτω από τα δέντρα και να τρώγω αγριό-χορτα; Δεν είμαι πια είκοσι χρονών να κάνω τέτοια! Κάθομαι εδώ ανα-παυτικά στο στρώμα μου και περιμένω να δω τι θα γίνει. Αν ήσουν στη θέση μου, τι θα έκανες; Έχουν ήδη δει πολλά τα μάτια μου, άρχοντά μου, τι χειρότερο να περιμένω; Ξέφυγε ποτέ θνητός άνθρωπος από τη μοίρα του;» κατέληξε αποφθεγματικά.

Ο Λυσίμαχος στάθηκε και κοίταξε τον άνθρωπο θαυμάζοντάς τον. Οπωσδήποτε ο Διογένης ο Κυνικός δε θα αντιμετώπισε τον Αλέξαν-δρο με περισσότερο θράσος απ' όσο ο γέρος αυτός αντιμετώπιζε το πεπρωμένο.

«Μα τον Δία, δεν έχεις άδικο, το πιθανότερο είναι πως δε θα συμ-βεί τίποτα, ίσως οι Ρωμαίοι να μη φτάσουν καν ως εδώ, δε θα ενδια-φερθούν για ένα μικρό κτήμα στην Άνω Μακεδονία. Αλλά γιατί με αποκαλείς άρχοντα; Εγώ είμαι ένας απλός στρατιώτης...»

«Κι εγώ είμαι ο βασιλιάς Πτολεμαίος! Οι άρχοντες ξεχωρίζουν από εμάς τους απλούς θνητούς σαν τη μύγα μες στο γάλα. Δεν είναι μόνο η θωριά σου, μέχρι και ο τρόπος που μιλάς, μέχρι και το άλογό σου φανερώνει πως δεν είσαι ένας απλός ιππέας. Δεν έχω δει ποτέ τόσο περήφανο ζώο και, αν είχα χρήματα, θα στοιχημάτιζα εκατό αργυρά τετράδραχμα πως δεν έχει ζευτεί ποτέ να οργώσει χωράφι. Προφα-νώς έχεις λόγους να κρύβεσαι, δεν ξέρω από ποιον και ειλικρινά δε με ενδιαφέρει. Με λένε Ζώπυρο» είπε ο γέρος με το ίδιο ειρωνικό μει-δίαμα στα χείλη.

83

Digitized by @PriOri™

Page 84: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

84 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Λυσίμαχος κοντοστάθηκε δίβουλος, ζυγίζοντας την κατάσταση. Μια αόριστη προαίσθηση τον πρόσταζε να εμπιστευτεί το γέρο, η λο-γική όμως τον συγκρατούσε. Κατέληξε σύντομα στο συμπέρασμα πως ο έξυπνος αυτός άντρας δε θα πίστευε εύκολα τις όποιες δικαιολογίες προέβαλλε. Ίσως ήταν καλύτερα να μιλήσει, έτσι κι αλλιώς χρειαζό-ταν ένα συμπαραστάτη, αν ήθελε να παραμείνει στην περιοχή. Δε χρει-αζόταν βέβαια και πλήρης απολογία, τουλάχιστον όχι ακόμα.

Κοίταξε κατάματα τον Ζώπυρο και σε επίσημο ύφος του είπε «Λυ-σίμαχος Καλλικλέους, από την Ηράκλεια Σιντική, διοικητής της ίλης των Μακεδόνων της Βισαλτίας, ένας από τους εταίρους του βασιλιά και παιδικός του φίλος. Βρίσκομαι εδώ με το γιο μου γιατί φοβάμαι πως οι Ρωμαίοι θα κυνηγήσουν όλους τους υποστηρικτές του Περσέα. Όπως καταλαβαίνεις, καλό είναι να εξαφανιστώ από προσώπου γης. Η ζωή μου και η ζωή του παιδιού μου είναι πλέον στα χέρια σου. Αν, όπως εί-πες, είσαι πιστός υπάλληλος του βασιλιά, αυτή είναι μια εκδούλευση που μπορείς ακόμα να προσφέρεις! Πώς λέγεται ο τόπος εδώ;»

«Μέλαν Πεδίο. Η εμπιστοσύνη που δείχνεις με τιμά και δε θα την προδώσω. Αφού είσαι φίλος του Περσέα, δεν έχεις λόγο να ανησυ-χείς, Λυσίμαχε, είσαι ασφαλής εδώ, τουλάχιστον μέχρι να φτάσει η Ρώμη. Υπάρχουν μερικά τρόφιμα να περάσουμε κάποιες μέρες, θα μπορούσαμε να καθαρίσουμε και κάποια χωράφια που έχουν μείνει αθέριστα. Θα τα μοιραστούμε όλα, να ξέρεις όμως ότι θα πρέπει να δουλέψεις, μην περιμένεις να σε υπηρετώ! Εμπρός, πέρνα μέσα, δε χρειάζεται να τα πούμε όλα εδώ έξω. Έλα, γιατί αρχίζει να σκοτει-νιάζει και δεν μπορώ να στέκομαι όρθιος.»

«Μόνο μια στιγμή να ξεπλύνω το παιδί, γιατί ταξιδεύω όλη μέρα σήμερα και σταμάτησα μόνο μια φορά το μεσημέρι. Έρχομαι αμέσως.»

Το οίκημα ήταν δύο δωμάτια και μια αποθήκη, επιπλωμένο με τα απολύτως απαραίτητα: μια σβησμένη εστία στη μέση, μερικά σκεύη, δύο στρώματα, τραπέζι και τρεις αδρά πελεκημένοι δίφροι. Ο Ζώπυ-ρος υπέδειξε στον Λυσίμαχο ένα στρώμα όπου μπορούσε να αφήσει το μικρό, αφού του έδωσε λίγο γάλα. Το ασκί άδειαζε και ο ίλαρχος ρώτησε αν υπήρχε κάποια κατσίκα να αρμέξει.

Digitized by @PriOri™

Page 85: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 85

«Τις πήραν μαζί τους οι φυγάδες» απάντησε ο γέρος. «Μπορείς πάντως αύριο να πας σε ένα μικρό αγρόκτημα εδώ κοντά να αγορά-σεις γάλα, μην ανησυχείς γι' αυτό. Πες μου τώρα, είχες μεγάλη περι-ουσία στην πατρίδα σου;»

«Τριακόσια πλέθρα χωράφια με σιτάρι, κριθάρι και όσπρια στην κοιλάδα του Στρυμόνα- περιβόλια με ροδιές, μηλιές, απιδιές και συ-κιές δίπλα στο ποτάμι, αμπέλια, κοπάδια με πρόβατα και πάνω από εκατό δούλους. Είχα ένα καλό εισόδημα, γύρω στους πεντακόσιους μεδίμνους σε μια καλή χρονιά μόνο από τα σταροχώραφα. Τα τελευ-ταία χρόνια με τον πόλεμο ωστόσο τα είχα παρατήσει όλα στην τύχη τους. Ήταν εύφορη γη, νομίζω όμως πως καλά θα κάνω να τη δια-γράψω!»

«Να υποθέσω πως, ως γνήσιος αριστοκράτης, δε σε απασχολούσε και πολύ η δουλειά, τα εμπιστευόσουν όλα στους επιστάτες, έτσι;» χα-μογέλασε ο γέρος ανάβοντας ένα λυχνάρι που διέλυσε το σκοτάδι στο χώρο.

«Όχι, αγαπούσα τα έργα της Δήμητρας. Πάντα τριγυρνούσα με το άλογο στα χωράφια και προσπαθούσα να ελέγχω τους εργάτες. Εκεί ζούσα, στην αγροικία, και ποτέ δεν άφησα χαλαρά τα ηνία. Είχα και τη μητέρα μου που με παρότρυνε να τρέχω και να επιβλέπω τις δου-λειές... Απλώς δε με ενδιέφερε ποτέ να συγκεντρώσω μεγάλη περι-ουσία και, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, ξόδευα αρκετά σε δια-σκεδάσεις, δάνεια σε "φίλους" που δεν ξαναείδα και πλούσια αφιε-ρώματα που η μητέρα μου πίστευε πως απαιτούσαν οι θεοί για να εί-ναι ευνοϊκοί μαζί μας. Άφηνα μεγάλο κομμάτι της παραγωγής για τους δούλους, ήθελα να είναι ευχαριστημένοι, όσο ευχαριστημένος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος που απώλεσε την ελευθερία του. Προσπα-θούσα να μην είμαι πιεστικός, να μην τους εξοντώνω στη δουλειά και να ανταμείβω όσους ήταν φιλότιμοι και εργατικοί. Το μαστίγιο δεν το μεταχειρίστηκα και πιστεύω πως όλοι με σέβονταν!»

«Ένας σωστός γαιοκτήμονας κάπως έτσι πρέπει να ενεργεί. Εσέ-να βέβαια τα κτήματά σου ήταν εύφορα, αφού βρίσκονταν δίπλα στο ποτάμι. Είναι πραγματικό δώρο θεών το νερό! Εδώ τα πράγματα είναι

Digitized by @PriOri™

Page 86: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

86 Γιώργος Μπουλακάκης

δύσκολα και το χώμα φτωχό, μολονότι δεν είμαστε μακριά από τη λί-μνη*. Η γη ήταν πάντα φειδωλή, οι πλούσιες σοδειές σπάνιες όσο τα νωπά σύκα το χειμώνα και έπρεπε να χύσουμε ποτάμια ιδρώτα για να αποδώσουμε ένα αξιοπρεπές ποσό στο βασιλιά. Όταν ήμουν νέος, κακομεταχειριζόμουν τους δούλους για να μην οκνούν, μα από τότε που πέθανε η γυναίκα μου σταμάτησα να ανησυχώ για την παραγωγή· άφηνα τους άλλους επιστάτες να ξελαρυγγιάζονται! Εσύ τη δική σου τη γυναίκα την άφησες πίσω στην πατρίδα;»

«Πέθανε στη γέννα. Το παιδί το είχα μαζί μου στο στρατόπεδο, μετά τη μάχη το πήρα από την παραμάνα και έφυγα προς τα δυτικά. Σου είπα, φοβάμαι πολύ για τη ζωή μας!»

«Καλά, ας δειπνήσουμε τώρα και έχουμε καιρό για ιστορίες» είπε λακωνικά ο Ζώπυρος και πήγε να φέρει το φτωχικό του φαγητό.

Ο Λυσίμαχος, ανοίγοντας το γυλιό του, διαπίστωσε πως τα εφό-δια που είχε πάρει από την Πύδνα είχαν εξαντληθεί, οπότε δέχτηκε να μοιραστεί αυτά που του πρόσφερε ο γέρος. Έφαγαν σιωπηλοί και τελειώνοντας ο Ζώπυρος ζήτησε από τον ίλαρχο να πάει να κοιμηθεί στο διπλανό οίκημα.

«Σηκώνομαι νωρίς και δε θέλω να ανησυχήσω το μικρό σου, γε-ράματα βλέπεις... Εξάλλου έχουμε ευρυχωρία, άδεια είναι όλα τα κτί-ρια» ήταν η δικαιολογία του.

Πράγματι, ο ίλαρχος πήρε ένα λυχνάρι που του έδωσε ο γέρος και πήγε στο διπλανό πλίνθινο οίκημα. Τα πάντα ήταν στη θέση τους, τα ψάθινα κάνιστρα, τα μικρά πιθάρια και τα μαγειρικά σκεύη στη γω-νιά τους, ακόμα και τα στρωσίδια και τα προσκέφαλα. Έβαλε το μι-κρό σε μία από τις κλίνες και εκείνος ξάπλωσε στη μεγάλη που προ-φανώς ανήκε στο αντρόγυνο. Προσηλώθηκε σε ένα από τα δοκάρια της οροφής, σκεπτόμενος ότι ίσως αυτή να είναι η νέα του κατοικία στο εξής, και ο ύπνος, σιωπηλός και γρήγορος σαν κλέφτης, δεν άρ-γησε να τον κυριεύσει.

* Εννοεί τη λίμνη Βεγορίτιδα, στο βόρειο τμήμα της Εορδαίας.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 87: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 87

Μόλις ο Λυσίμαχος ξύπνησε, άφησε το μικρό Φίλιππο στο γέρο και πήγε σε ένα διπλανό κτήμα όπου με τρία αργυρά νομίσματα αγόρασε μια κατσίκα ώστε να εξασφαλίσει γάλα. Όταν γύρισε πίσω, βρήκε τον Ζώπυρο να θερίζει ένα χωράφι με σιτάρι δίπλα στον οικισμό και το μικρό ξαπλωμένο κάτω από μια καρυδιά δίπλα στην πηγή. Μόλις πλη-σίασε, ο γέρος τον κάλεσε να βοηθήσει στο θερισμό. Δούλεψαν ως το μεσημέρι και δε σταμάτησαν παρά μόνο για να γευματίσουν στον ίσκιο του δέντρου.

«Οι δυο μας δεν πρόκειται να μαζέψουμε πάνω από είκοσι μεδί-μνους σιτάρι, όλο το υπόλοιπο θα σαπίσει στα χωράφια! Πρέπει να συγκεντρώσουμε ξανά τους φυγάδες, ίσως αύριο πάω ως το διπλανό δάσος να τους φέρω πίσω. Ήδη είπα στο γείτονα ότι μπορεί να θερί-σει και από τα δικά μας χωράφια, καλό είναι να έχει κανείς φίλους αν έρθει μια δύσκολη ώρα» είπε ο Λυσίμαχος τραγανίζοντας ένα κομ-μάτι σταρένιο διπυρίτη*.

«Θα είναι δύσκολο, οι άνθρωποι του Πεδίου δεν πρόκειται να εμπιστευτούν έναν άγνωστο. Καλό θα ήταν να πάω εγώ, αλλά είμαι πολύ γέρος για να τρέχω στα δάση και να ωρύομαι. Αφήνω στην άκρη το γεγονός ότι οι περισσότεροι με θεωρούν μισότρελο και δεν πρό-κειται να ασχοληθούν μαζί μου! Για να είμαι ειλικρινής, το προτιμώ αυτό, έχω και την ησυχία μου έτσι.»

«Θα προσπαθήσω εγώ και ό,τι βγει. Είναι εντελώς ηλίθιο να κρύ-βονται στα δάση τη στιγμή που δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος!» είπε ο Λυσίμαχος σε έντονο ύφος, πεισμωμένος από την απάθεια του Ζώπυρου.

«Δεν έχεις μάθει να κουράζεσαι, έτσι; Πρέπει οπωσδήποτε να έχεις κάποιους να προστάζεις, είσαι γεννημένος άρχοντας!» απάντησε πε-ριπαικτικά ο γέρος. Πρώτη φορά στη ζωή του έβλεπε έναν ευγενή στην ανάγκη να εργάζεται για το ψωμί που τρώει και η όλη κατάσταση τον διασκέδαζε. Ειδικά το θέαμα του γιγαντόσωμου άντρα που ιδροκο-πούσε προσπαθώντας τελείως άτσαλα να θερίσει ήταν πραγματικά πο-λύ αστείο.

* Το παξιμάδι.

Digitized by @PriOri™

Page 88: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

88 Γιώργος Μπουλακάκης

Για μια στιγμή μονάχα ο Λυσίμαχος ένιωσε το θυμό του να φου-ντώνει και να τον πνίγει, κοιτώντας ωστόσο το χωρατατζή γέρο κατά-ματα, συνειδητοποίησε πως δεν υπήρχε καμία χαιρεκακία. Στα λόγια των απλών ανθρώπων δεν μπορούσες να βρεις τη δολιότητα που συ-νήθως κρυβόταν πίσω από τις περίτεχνες διατυπώσεις των αριστο-κρατών της αυλής· ό,τι είχαν να πουν το έλεγαν ευθέως. Ανέπνευσε βαθιά λοιπόν για να ηρεμήσει και πήρε και αυτός τη συζήτηση στ' αστεία.

«Σκέφτηκες ποτέ πόσοι μέδιμνοι σιτάρι χρειάζονται για να τρα-φεί όλο αυτό το κορμί; Πόσο σιτάρι θα μαζέψουμε οι δυο μας, εσύ εί-σαι γέρος κι εγώ είμαι τελείως άπραγος! Μα τον Δία, στις εκστρα-τείες ήμουν η απελπισία των αποθηκάριων, δεν προλάβαιναν να φέρ-νουν ψωμιά και κρεμμύδια να καταβροχθίζω! Τι μπορώ να κάνω, εί-μαι τρομερός φαγάς...»

«Σαν άλλος Ηρακλής, ε; Καλά θα κάνω να προσέχω τα λόγια μου, μη σε πιάσει κάποια μανία σαν εκείνον, αρπάξεις κανένα ρόπαλο και αρχίσεις να σκοτώνεις όποιον βρίσκεις μπροστά σου! Ελπίζω να μη με παρεξηγείς που τα λέω κάπως χοντρά, έτσι;» απάντησε ο γέρος αστειευόμενος.

«Για να είμαι ειλικρινής, υπάρχουν δύο λόγοι που θέλω να επι-στρέψουν οι δούλοι στο κτήμα. Ο πρακτικός λόγος είναι για να μπο-ρέσω εύκολα να εξαφανιστώ στο πλήθος. Αν τύχει και οι Ρωμαίοι αρ-χίσουν να αναζητούν τους φίλους του Περσέα, θα είναι εύκολο να κρυ-φτώ στην ανωνυμία του πλήθους των δούλων και να περάσω απαρα-τήρητος. Ένας άλλος λόγος που ίσως σου φανεί γελοίος είναι ότι με στενοχωρεί η ιδέα να πάνε χαμένα τόσα σπαρτά.» Σοβάρεψε και σώ-πασε για λίγο ο ίλαρχος. «Έχω δει δεκάδες στρατιώτες να πεθαίνουν με τους πιο φρικαλέους τρόπους· έχω δει ξίφη να σκίζουν κεφάλια στα δύο, άντρες που η λόγχη τούς είχε περάσει πέρα ως πέρα σε αφύσι-κους μορφασμούς πόνου, άντρες ακρωτηριασμένους που εξακολου-θούσαν να μάχονται ως την τελευταία τους πνοή... Ξέρεις ποιο ήταν το φρικτότερο θέαμα όλων; Κάποτε, στις επιχειρήσεις στην Ιλλυρία, βρισκόμασταν μακριά από τις γραμμές ανεφοδιασμού και μπήκαμε σε ένα χωριό για να συγκεντρώσουμε τρόφιμα. Για δύο μήνες όλοι οι

Digitized by @PriOri™

Page 89: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 89

στρατοί, ο δικός μας, των Ρωμαίων, των συμμάχων τους, είχαν περά-σει από εκεί και είχαν μαζέψει και τον τελευταίο κόκκο σιταριού, και το τελευταίο ζωντανό, είχαν δενδροτομήσει* την ύπαιθρο και είχαν αφήσει τη χώρα πιο άφορη και από τις άμμους της Αιγύπτου! Το μό-νο που βρήκαμε ήταν αποστεωμένοι άνθρωποι να τριγυρνάνε σαν σκιές του Άδη, στα πρόθυρα του θανάτου, λες και τη χώρα είχε ρημάξει η οργή των θεών. Έχεις δει ποτέ παιδιά να πεθαίνουν από την πείνα; Τα πόδια και τα χέρια τους είναι αδύναμα σαν ξερά καλάμια που θα μπορούσες να σπάσεις με ένα απλό άγγιγμα, οι κοιλιές τους είναι αφύ-σικα πρησμένες. Το πλέον οικτρό είναι τα μάτια τους· νομίζεις πως όλη η ζωή που τους έχει μείνει είναι συγκεντρωμένη σ' αυτά τα τερά-στια μάτια που έχουν σχεδόν πεταχτεί έξω από τις κόγχες τους και σε κοιτούν απλανώς. Νομίζω ότι τα μάτια των παιδιών αυτών θα με κα-ταδιώκουν σαν εφιάλτης σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου και πολύ φο-βάμαι ότι το ελάχιστο ψωμί που άφησα φεύγοντας δεν ήταν αρκετό να τα σώσει.»

Ο γέρος συγκατάνευσε, δείχνοντας τη συμφωνία του με τη λογική του ίλαρχου.

Την ώρα εκείνη ο μικρός, που καθόταν ήσυχος δίπλα τους, άρχισε να κλαίει. Ο Λυσίμαχος τον συγύρισε και του έδωσε γάλα. Έτσι όπως τον κρατούσε στην αγκαλιά του, ο Ζώπυρος, που τους παρατηρούσε, δεν άντεξε και σχολίασε «Πάντως, ευτυχώς ο μικρός δε σου μοιάζει καθόλου, είναι όμορφο αγόρι, δε θα μεγαλώσει να γίνει ασχημάντρας σαν εσένα. Έτσι όμορφη ήταν και η μάνα του;»

Ο Λυσίμαχος έμεινε για λίγο σιωπηλός. Έφτασε πολύ κοντά στο να φανερώσει τα πάντα στο γέρο· η προαίσθησή του εξακολουθούσε να τον παροτρύνει να μιλήσει. Κρατήθηκε ακόμα μια φορά και απά-ντησε με προσποιητή συγκίνηση «Ναι, πολύ όμορφη.» Το μόνο γυναι-κείο πρόσωπο που ήρθε στο μυαλό του ήταν η Αλκιθόη να του γελάει. Μα τον Δία, την είχε νοσταλγήσει τη μικρή!

«Συγχώρεσέ με, δεν ήθελα να σου ξυπνήσω άσχημες αναμνήσεις» είπε ο Ζώπυρος χαμηλόφωνα.

* Ήταν συνήθης πρακτική στους πολέμους στην αρχαία Ελλάδα να κόβουν τα δέντρα στο έδα-φος του αντιπάλου.

Digitized by @PriOri™

Page 90: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

90 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Λυσίμαχος το είπε και το έκανε την επόμενη κιόλας μέρα. Στο γειτονικό δάσος βρήκε καμιά σαρανταριά από τους φυγάδες και δε χρειάστηκε πολλή προσπάθεια να τους πείσει να επιστρέψουν στο Μέ-λαν Πεδίο. Ίσως πιο αποφασιστικό επιχείρημα και απ' τις εγγυήσεις του Λυσίμαχου για ασφάλεια ήταν το φάσμα της πείνας που απειλού-σε άμεσα τους δραπέτες!

Ο καιρός κύλησε ήρεμα, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο επεισόδιο, εκτός από τη φυγή ενός νεαρού που μάλλον συλλογίστηκε ότι η αγροτική ζωή δεν του αρκούσε και μια νύχτα εξαφανίστηκε. Όλοι οι υπόλοιποι άν-θρωποι στο αγρόκτημα εργάζονταν πυρετωδώς για να δρέψουν τους κόπους μιας χρονιάς που παραλίγο να χαθούν άσκοπα. Ο Λυσίμαχος είχε αναλάβει με τη βοήθεια του Ζώπυρου τη διαχείριση της περιορι-σμένης έστω λειτουργίας του κτήματος και είχε αναδειχθεί σε φυσικό αρχηγό της ομάδας των ανθρώπων που ζούσαν στο Μέλαν Πεδίο. Τρι-γυρνούσε πεζός στο κτήμα, αφού είχε διαθέσει τον Αρίονα στο αλώ-νι, με τον Φίλιππο πάντα να κρέμεται στην πλάτη του. Στις λίγες ημέ-ρες που ήταν μόνος με τον Ζώπυρο, του είχε εμπιστευθεί το παιδί μια

«Δεν πειράζει... Λοιπόν, τι έχουμε σχεδιάσει για το απόγευμα;» «Φυσάει λίβας, είναι ευκαιρία να αλωνίσουμε και να λιχνίσουμε

ό,τι θερίσαμε σήμερα. Δυστυχώς δεν υπάρχει άλλο υποζύγιο, έτσι θα φέρεις αναγκαστικά στο αλώνι το άλογό σου. Λυπάμαι που θα ζέψουμε τέτοιο περήφανο ζώο, όμως άλλη λύση δεν υπάρχει, εκτός αν θες να ζευτούμε εμείς οι ίδιοι! Προς το βράδυ θα τρίψουμε στα χειρομύλια σιτάρι για να κάνουμε αλεύρι. Υπάρχει αρκετό στις αποθήκες μου, αλ-λά όσο περισσότερο τόσο καλύτερα, ειδικά με τις ποσότητες που τρως. Τώρα όμως έχει μεσημεριανό ύπνο, φίλε μου. Κοιμήσου εδώ στη δρο-σιά και θα συνεχίσουμε το απόγευμα. Η γυναίκα μου έλεγε πως δεν πρέπει να εργαζόμαστε με γεμάτη την κοιλιά!»

«Η γυναίκα σου πρέπει να ήταν σοφός άνθρωπος!» είπε ο Λυσί-μαχος και έγειρε εκεί, στο πλάι του μικρού Φιλίππου, σφαλίζοντας τα μάτια του.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 91: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 91

δυο φορές, μα τώρα που είχαν έρθει και οι υπόλοιποι, δεν άφηνε το μικρό στιγμή μακριά του. Η συμπεριφορά αυτή είχε δημιουργήσει ερω-τηματικά στους δούλους. Ο Μοσχίων, ένας ηλικιωμένος που είχε πε-ρισσότερο θάρρος με τον Ζώπυρο, ένα απόγευμα που μόνοι τους έτρι-βαν στα χειρομύλια κριθάρι στην κατοικία του τελευταίου, εξέφρασε την απορία αυτή.

«Έχω δει πολλούς γονείς στη ζωή μου, κανείς δεν πρόσεχε το παι-δί του όπως αυτός ο νεοφερμένος. Δεν έχει αφήσει το γιο του στιγμή απ' τα μάτια του, ακόμα και όταν κοιμάται, τον κρατά στην αγκαλιά του, λες και φοβάται μην τον κλέψουν. Κι εμείς μεγαλώσαμε παιδιά, μα δεν κάναμε έτσι. Δεν είναι κάπως αφύσικο; Εσύ τι λες;»

«Κανείς δεν ξέρει τι υπάρχει στο μυαλό των ανθρώπων, καλά θα κάνουμε να κοιτάμε ο καθένας τη δουλειά του» απάντησε ο Ζώπυρος κόβοντας τη συζήτηση στο σημείο αυτό. Δεν του ήταν ευχάριστο να σχολιάζει τη συμπεριφορά του νέου φίλου του.

Ένα βράδυ ωστόσο βρήκε μια νεροκολοκύθα με κρασί και πήγε στο μικρό οίκημα όπου διέμενε ο Λυσίμαχος. Τον βρήκε μπροστά στην είσοδο να κανακίζει το μικρό που μόλις είχε φάει.

«Βρήκα λίγο κρασί στην αποθήκη Τι λες, θα το καταφέρουμε;» «Είναι γλυκιά η βραδιά και έχω πολύ καιρό να πιω κρασί συ-

ντροφιά με έναν καλό φίλο. Έλα, κάθισε.» Συνομίλησαν αρχικά για τις δουλειές στα χωράφια και πώς έπρε-

πε να οργανωθούν για τις επόμενες μέρες και έπειτα για αδιάφορα θέματα, ώσπου ο Ζώπυρος οδήγησε επιδέξια τη συζήτηση στο θέμα του μικρού. Μίλησε στον Λυσίμαχο για τα σχόλια των δούλων του κτή-ματος και του ζήτησε να σταματήσει να δίνει λαβές για παρατηρήσεις. Ο μικρός δε θα πάθαινε τίποτα, αν τον εμπιστευόταν σε κάποια γυ-ναίκα για λίγο. Ο ίλαρχος άκουγε τις παραινέσεις του γέρου αμίλη-τος, ενώ το μυαλό του επεξεργαζόταν πυρετωδώς όσα άκουγε. Κατέ-ληξε στην απόφαση να μιλήσει ξεκάθαρα στον επιστάτη.

«Να σε ρωτήσω κάτι, Ζώπυρε; Κάποτε μου ανέφερες ότι σε όλη σου τη ζωή ήσουν πιστός και υπάκουος δούλος των βασιλέων της Μα-κεδονίας. Τα εννοούσες αυτά τα λόγια ή ήταν απλές αερολογίες;»

Digitized by @PriOri™

Page 92: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

92 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο γέρος σηκώθηκε όρθιος. «Τα λόγια σου με προσβάλλουν, Λυσί-μαχε. Αν σου έδωσα την εντύπωση, στις λίγες μέρες που με ξέρεις, πως είμαι προδότης, επίορκος ή αργυρώνητος, δεν υπάρχει λόγος να συ-νεχίσεις να ανέχεσαι την παρουσία μου! Θα σου θυμίσω ότι είμαι ο μόνος που γνωρίζει το πραγματικό σου όνομα και νομίζω ότι έχω φυ-λάξει το μυστικό σου καλά, άρχοντά μου!» είπε χαμηλόφωνα μα σε έντονο ύφος και έκανε μια κίνηση να απομακρυνθεί.

«Σε παρακαλώ, κάθισε κάτω. Συγνώμη. Ο λόγος για τον οποίο απαι-τώ την απόλυτη αφοσίωση σου στους Αντιγονίδες είναι ζωτικής ση-μασίας. Κρίνεται το μέλλον του βασιλικού θεσμού» τον σταμάτησε ο Λυσίμαχος πιάνοντάς τον από το βραχίονα. «Είσαι έξυπνος άνθρω-πος, ασφαλώς έχεις καταλάβει ότι η αιτία της φυγής μου είναι κάτι πε-ρισσότερο από μια αόριστη ανησυχία για πιθανές διώξεις.»

Μεσολάβησε μια στιγμή σιγής. Ο Ζώπυρος κοιτούσε ερωτηματικά τον Λυσίμαχο περιμένοντας την αλήθεια. Φυσικά και είχε καταλάβει, μα δεν περίμενε ότι θα μάθει ποτέ κάτι περισσότερο από δικαιολογίες και ψέματα- ο άντρας απέναντι του είχε εμφανώς πολύ σοβαρούς λό-γους να κρύβει την πραγματικότητα. Ο ίλαρχος του εξιστόρησε τις λε-πτομέρειες της καταγωγής του μικρού Φίλιππου, τους φόβους και τις ελπίδες του βασιλιά τους, την τραγωδία της Αρίστης στη Βέροια και το σύντομο ταξίδι του μέχρι το Μέλαν Πεδίο. Ο γέρος άκουγε προ-σηλωμένος και έκπληκτος τον Λυσίμαχο, σχεδόν μην πιστεύοντας ότι στα δικά του χέρια βρισκόταν η τύχη του τελευταίου απογόνου της δυ-ναστείας.

Είχε νυχτώσει για τα καλά, όταν ο Λυσίμαχος τέλειωσε τη διήγηση. «Λάθος, λάθος, Λυσίμαχε, έκανες τραγικό λάθος που ήρθες να βρεις

καταφύγιο σε βασιλικό κτήμα» είπε ο Ζώπυρος σε έντονο ύφος, χτυ-πώντας τις παλάμες στους μηρούς, με τρόπο που έδειχνε την έντονη αποδοκιμασία του. «Πρώτα απ' όλα, δε θα σε είχα αφήσει να φέρεις ποτέ τους δούλους από το δάσος. Εκτέθηκες σε πολλά ζευγάρια μάτια και δημιουργήθηκε συζήτηση γύρω από το πρόσωπο σου και το παιδί, για να μην πω ότι έχεις αναλάβει την επιστασία του κτήματος και θα είσαι ο πρώτος που θα υποδείξουν οι δούλοι στους Ρωμαίους, όταν αυ-τοί έρθουν αναζητώντας σε. Ποιος άλλος μπορεί να είναι ύποπτος εκτός

Digitized by @PriOri™

Page 93: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 93

από έναν άγνωστο που ξεπήδησε ξαφνικά από το πουθενά; Εσύ και ο βασιλιάς δεν το σκεφτήκατε καλά. Έπρεπε να εξαφανιστείς από προ-σώπου γης, να κρυφτείς στην πιο σκοτεινή σπηλιά, να ανέβεις σε ένα ψηλό βουνό, στην κορυφή, και να μείνεις εκεί, μακριά από ανθρώπου μάτι. Μα τον Δία, στάθηκες πολύ τυχερός που δεν εμφανίστηκε ακό-μα κάποιο ρωμαϊκό απόσπασμα, όμως η θεά Τύχη έχει την κακή συ-νήθεια να μεταστρέφεται τάχιστα. Πάντως καταλαβαίνω τώρα την προ-σοχή με την οποία περιβάλλεις το μικρό. Εγώ θα είχα χάσει τον ύπνο μου, αν είχα την ευθύνη για τη ζωή του διαδόχου! Μπορώ να τον κρα-τήσω;»

Ο ίλαρχος έδωσε στο γέρο το μικρό που ήταν ξύπνιος. Μόλις ο Φί-λιππος αντίκρισε το πρόσωπο του γέρου, ξέσπασε σε κλάματα και άρ-χισε να τινάζει τα χέρια και τα πόδια· ησύχασε μόνο όταν ξαναβρέ-θηκε στα χέρια του Λυσίμαχου. Πρώτη φορά ο γιγαντόσωμος άντρας είδε τον συνήθως κυνικό ως κακεντρεχή γέρο να συγκινείται. Δεν παίρνει κανείς καθημερινά στα χέρια του το μελλοντικό βασιλιά!

«Πάρ' τον πίσω, βλέπω ότι έχει συνηθίσει στη δική σου μορφή» εί-πε ο γέρος. «Ελπίζω να γίνεις μεγάλος βασιλιάς, σαν τον παππού σου, αγόρι μου. Να τον προσέχεις σαν τα μάτια σου, Λυσίμαχε.»

«Ειδικά αυτό δε χρειαζόταν να το πεις, Ζώπυρε. Ξέρεις ότι θα πά-ψω να προστατεύω το μικρό μόνο όταν σταματήσω να αναπνέω. Λοι-πόν, λες ότι έκανα λάθος που ήρθα εδώ. Τώρα πλέον το έχω καταλά-βει κι εγώ και είχα μάλιστα σκοπό να φύγω μια από αυτές τις ημέρες. Ίσως γι' αυτό σου μίλησα, για να ακούσω και τη δική σου συμβουλή.»

«Πρέπει να φύγεις και μάλιστα όσο πιο σύντομα γίνεται, όχι όμως σαν κυνηγημένο αγρίμι, δίχως σκοπό, δίχως προορισμό. Αυτή τη φο-ρά θα πας να κρυφτείς εκεί που θα σε στείλω εγώ. Η κόρη μου έχει παντρευτεί δυτικά από εδώ, στην περιοχή της Ορεστίδας, κοντά στο Κέλετρο*. Εκεί θα καταφύγεις με το παιδί. Η οικογένεια του γαμπρού μου είναι κτηνοτρόφοι, θα σε στείλουν κάπου στα βουνά πάνω από τη λίμνη Ορεστιάδα. Δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα απ' αυτούς, είναι άνθρωποι πιστοί στο βασιλιά, είχαν εξοριστεί εδώ όταν οι Ρωμαίοι

* Η σημερινή Καστοριά.

Digitized by @PriOri™

Page 94: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

94 Γιώργος Μπουλακάκης

κήρυξαν την Ορεστίδα ελεύθερη*. Τότε τους γνώρισα και πάντρεψα την κόρη μου με τον Αμφοτερό. Κατάφεραν να γυρίσουν πριν μερι-κά χρόνια πίσω στην πατρίδα τους. Αν αναφέρεις ότι σε κυνηγάνε οι Ρωμαίοι, θα σε προστατέψουν. Φυσικά δε χρειάζεται να τους ανα-φέρεις όλη την αλήθεια.»

«Μα τον Δία, ως εκεί μου κόβει, Ζώπυρε!» διέκοψε ο Λυσίμαχος το γέρο που είχε ήδη διαμορφώσει στο μυαλό του ένα σχέδιο.

«Μπορείς να παραμείνεις εκεί για τουλάχιστον ένα χρόνο, μέχρι να ησυχάσει κάπως η χώρα, ύστερα θα μπορέσεις να φύγεις για την Ασία, αφού εκεί είναι φυλαγμένος ο θησαυρός του βασιλιά» συνέχι-σε ο Ζώπυρος, αδιαφορώντας για την παρατήρηση του Λυσίμαχου. «Σήμερα δεν προλαβαίνεις να φύγεις, αύριο το βράδυ θα έχεις τε-λειώσει τις ετοιμασίες σου, θα πάρεις τα εφόδια που θα σου φέρω το μεσημέρι και θα φύγεις όταν πέσει το σκοτάδι. Τους δούλους θα τους αναλάβω εγώ, κάποια δικαιολογία θα σκαρφιστώ. Ή, καλύτερα, θα κάνω κι εγώ τον ανήξερο! Πάντως, αν όσα μου είπες ισχύουν, οι Ρω-μαίοι θα έχουν ήδη ξεκινήσει τις έρευνες. Κυκλοφορεί η φήμη ότι ο βασιλιάς και η οικογένειά του παραδόθηκαν ήδη, οπότε, αν κάποιος μίλησε, σύντομα θα δούμε και στα μέρη μας λεγεωνάριους και τους αετούς τους*.»

Ο Ζώπυρος πήρε τη νεροκολοκύθα και γέμισε τους δύο σκύφους* με το γλυκό κρασί της Λήμνου. Πριν φέρει το δικό του στα χείλη, έστα-ξε λίγο στη γη, σαν σπονδή. «Για τις χθόνιες θεότητες και την επιτυ-χία της αποστολής σου» είπε και χαμογέλασε.

«Κρίμα να ξοδεύεις έτσι άσκοπα τόσο ωραίο κρασί» σχολίασε γε-λώντας ο Λυσίμαχος για να ελαφρύνει κάπως τη συζήτηση. «Δεν πί-στευα ότι ένας γνήσιος Κυνικός όπως εσύ θα πίστευε θεούς και άλλα παρόμοια. Εγώ, παρά την εμμονή της μάνας μου να με μυήσει στη λα-τρεία της Ίσιδος, ποτέ δεν πίστεψα σε τίποτα. Από μια άποψη βέβαια αυτό είναι άσχημο, αφού είναι παρηγοριά στη δύσκολη ώρα να επικα-λείσαι τις ουράνιες δυνάμεις. Θα μπορούσα τώρα να παρακαλέσω τους

* Μετά την ήττα ταυ Φιλίππου, πατέρα του Περσέα, το 197 π.Χ. * Αναφέρεται στα εμβλήματα των λεγεώνων. * Είδος ημισφαιρικού κυπέλλου.

Digitized by @PriOri™

Page 95: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 95

θεούς να σώσουν το μικρό κι εμένα, φοβάμαι ωστόσο ότι εκείνοι έχουν πολύ πιο σοβαρά προβλήματα» συμπλήρωσε με αρκετή ειρωνεία.

«Είσαι νέος ακόμα· όταν φτάσεις στη δική μου ηλικία, θα δεις ότι θα φροντίσεις να τα έχεις καλά με τους θεούς, τουλάχιστον εκείνους του Κάτω Κόσμου! Θυμάμαι έναν παλιό διαχειριστή του κτήματος που ήταν τελείως αθεϊστής, ώσπου έφτασε στα πρόθυρα του θανάτου. Τότε ξαφνικά μεταστράφηκε, πρόσφερε μεγαλοπρεπείς θυσίες και πλούσια αφιερώματα στο μεγάλο ναό του Διός Υψίστου στο Δίον, ελ-πίζοντας δεν ξέρω σε τι. Κι εγώ, όταν ήμουν νεότερος, δεν έδινα ση-μασία σε τέτοια πράγματα, μα από τότε που πέθανε η γυναίκα μου, έγινα πιο προσεκτικός στις σχέσεις μου με τους κάτω» απάντησε ο γέροντας με την ίδια ειρωνική διάθεση, δείχνοντας παράλληλα τη γη.

«'Οταν ήμουν έφηβος στην αυλή του βασιλιά Φιλίππου, κάποιος σοφιστής στην αυλή μας έλεγε: "Τι ήσουν πριν γεννηθείς; Το ίδιο θα είσαι και αφού πεθάνεις!*" Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση η φρά-ση αυτή και την επαναλαμβάνω συνεχώς όταν βρίσκω ευκαιρία. Στη μάνα μου βέβαια δεν είχα τολμήσει να το ξεστομίσω ποτέ. Όποτε το ανέφερα στην Αλκιθόη για να την πειράξω, με απόπαιρνε λέγοντας πως είμαι υβριστής και βλάσφημος!»

«Πολύ σωστή ρήση» παρατήρησε γελώντας ο επιστάτης, «ελπίζω όμως ο δάσκαλος σου να συνέχισε να πιστεύει τα ίδια ως το δικό του τέλος! Αλήθεια, Αλκιθόη ήταν το όνομα της γυναίκας σου;»

«Ποτέ δεν ήμουν παντρεμένος, Ζώπυρε» απάντησε ο ίλαρχος σο-βαρεύοντας απότομα. «Τη ζωή μου τη σπατάλησα με τα κορίτσια των καπηλειών. Η μόνη γυναίκα που νομίζω ότι ερωτεύτηκα, ότι ένιωθα για εκείνη κάτι παραπάνω από έναν απλό πόθο για το κορμί της, εί-ναι αυτή η μικρή δούλα στο κτήμα μου, και πιστεύω ότι πραγματικά ένιωθε και εκείνη το ίδιο. Όσο ήξερα ότι θα βρίσκεται πάντα στην κα-τοικία μου και θα περιμένει, αδιαφορούσα για εκείνη και περνούσα αμέτρητες νύχτες στα χαμαιτυπεία της Σιντικής. Μόνο τώρα που έλει-πα από το κτήμα, με το στρατό, κατάλαβα πόσο τη χρειαζόμουν. Πο-λύ φοβάμαι, ή μάλλον το έχω πάρει απόφαση, πως δε θα την ξαναδώ

* Πρόκειται για απόφθεγμα της επικούρειας φιλοσοφίας με σκοπό να αντιμετωπιστεί ο φόβος ταυ θανάτου.

Digitized by @PriOri™

Page 96: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

96 Γιώργος Μπουλακάκης

ποτέ. Και τις νύχτες, όταν ξαπλώνω να κλείσω τα μάτια μου, Ζώπυ-ρε, μα τον Δία, η μορφή της έρχεται συνεχώς στο νου μου! Θα ήθελα μια τελευταία ευκαιρία να την ξαναδώ, πέρασε ακόμα και αυτό από το μυαλό μου, να γυρίσω πίσω να την πάρω μαζί μου, αλλά προέχει η προστασία του Φιλίππου. Δεν ξέρω αν είναι έρωτας ή πείσμα, επει-δή ξέρω πως δεν μπορώ να την έχω πια, μα θέλω να τη σφίξω στην αγκαλιά μου έστω για μια τελευταία φορά.» Είχε σκύψει το κεφάλι και η φωνή του ίσα που ακουγόταν. Ήταν ίσως η πρώτη φορά, πα-ρουσία άλλου ανθρώπου, που άφησε την πίκρα του να ξεσπάσει στη θύμηση της νεαρής.

«Για να φέρεις την αποστολή σου σε πέρας, χρειάζεσαι χαλύβδι-νη θέληση, ίλαρχε, δεν αρμόζει να λιποψυχείς σκεπτόμενος τη γυναί-κα ή την περιουσία σου» προσπάθησε να τον εγκαρδιώσει κάπως αυ-στηρά ο Ζώπυρος. «Πρώτος εσύ γνωρίζεις πως πρέπει να υπερασπί-σεις το παιδί αδιαφορώντας για τα πάντα, εσύ πλέον είσαι η ασπίδα του διαδόχου της Μακεδονίας! Αυτό είναι στο εξής το καθήκον σου, πρώτα απέναντι στον παιδικό σου φίλο και ύστερα απέναντι στο βα-σιλιά σου!»

«Ούτε το παιδί μας είχα το δικαίωμα να αναγνωρίσω!» συνέχισε να μονολογεί ο Λυσίμαχος. «Βλέπεις, κάποιοι άνθρωποι γεννήθηκαν δούλοι και άλλοι άρχοντες, όπως παραδέχτηκες και εσύ κάποτε. Η οι-κογένειά μου δε θα με συγχωρούσε ποτέ, αν τολμούσα να την κάνω επίσημη ερωμένη μου, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μόνο όταν θα άρχιζαν να γεννούν οι ημίονοι! Ήδη η αδελφή μου θεωρούσε πως σπίλωνα τη μνήμη του πατέρα μου και εξευτέλιζα το όνομά μου στα μάτια των άλλων ευγενών, δείχνοντας απροκάλυπτα την προτίμηση μου για μια δούλα! Μόνο με γυναίκα της τάξης μου επιτρεπόταν να παντρευτώ, και εγώ δεν είχα καμία διάθεση να δημιουργήσω δε-σμεύσεις. Ευτυχώς δηλαδή, γιατί θα μου ήταν δύσκολο τώρα να εκτε-λέσω τη διαταγή του βασιλιά μας!»

«Φίλε μου, ποτέ δεν εκτιμάς αυτό που έχεις μέχρι να το χάσεις. Το ίδιο ένιωθα και εγώ τον καιρό που είχα ακολουθήσει την εκστρατεία του βασιλιά Φιλίππου πριν από τριάντα χρόνια...»

Digitized by @PriOri™

Page 97: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 97

«Ήσουν πεζέταιρος*; Ποτέ δε μίλησες γι' αυτό!» «Όχι βέβαια, ήμουν με τους ψιλούς, που χρήματα για πανοπλία!

Ήμουν σφενδονίτης, ακόμη έχω μερικά μολύβδινα βλήματα, χαραγ-μένα με το όνομα του βασιλιά Φιλίππου. Που λες, τη γυναίκα μου δεν την είχα υπολογίσει ποτέ στη ζωή μου, μπορώ να σου πω ότι την είχα κακομεταχειριστεί και την είχα χτυπήσει αρκετές φορές. Η μόνη φο-ρά που ένιωσα πως την είχα ανάγκη ήταν σε αυτόν τον πόλεμο. Η δεύ-τερη φορά που κατάλαβα πως θα μου έλειπε πραγματικά ήταν όταν την έχασα ξαφνικά, αλλά τότε ήταν πολύ αργά. Συνήθως δεν προλα-βαίνει κανείς να πει στον άνθρωπο του όσα αισθάνεται.»

Έμειναν για λίγο σιωπηλοί. Ο γέρος αναπολώντας τα νιάτα και τη γυναίκα του, ο Λυσίμαχος συνειδητοποιώντας ξανά πως είχε να αντι-μετωπίσει μια τόσο οριστική απουσία. Πρώτος ο Ζώπυρος προσπά-θησε να αποφορτίσει τη βαριά ατμόσφαιρα παίζοντας με το μικρό.

«Δηλαδή, όταν μεγαλώσει τούτο το λιονταράκι, θα έχουμε ξανά πόλεμο, δεν κάνω λάθος, έτσι; Θα έρθει να διεκδικήσει το βασίλειο των προγόνων του και θα πάρουμε ξανά τα όπλα να στείλουμε τους Ρωμαίους από εκεί που ήρθαν και ακόμα παραπέρα!»

«Αυτός είναι ο σκοπός του πατέρα του. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να τον μεγαλώσω χωρίς να του φανερώσω τίποτα μέχρι τα είκο-σι του χρόνια. Τότε θα κρίνει μόνος του αν πρέπει να χρησιμοποιή-σει τα χρήματα των προγόνων του για να ξεσηκώσει τους Μακεδόνες ή να ζήσει σαν άρχοντας, ειρηνικά μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Εγώ οφείλω να τον μορφώσω, να του παρέχω μια άνετη ζωή, αλλά και να του εμφυσήσω το μίσος για τους Ρωμαίους!» απάντησε ο γίγαντας.

«Να σου πω κάτι; Μπορεί να θεωρήσεις πως είναι παραλογισμός ενός ξεμωραμένου γέρου, όμως, αν ξέρω έστω και λίγο την ανθρώπι-νη φύση -και πιστεύω ότι τα χρόνια με έχουν διδάξει λίγα για τη ζωή-θα πολεμήσει οπωσδήποτε. Η δίψα του ανθρώπου για εξουσία και δύ-ναμη είναι αβυσσαλέα, γιατί ο μικρός να αποτελέσει εξαίρεση;»

«Νομίζω πως ο πατέρας του θα ήθελε να πολεμήσει μόνο αν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές. Αν η Ρώμη είναι πανίσχυρη, δεν υπάρχει λόγος να την προκαλέσει.»

* Έτσι ονομάζονταν οι οπλίτες της μακεδόνικης φάλαγγας που προέρχονταν από τους ελεύθε-ρους αγρότες και ήταν χωρισμένοι σε τάξεις, σε αντιδιαστολή με τους ιππείς που ονομάζονταν εταίροι, ήταν διαιρεμένοι σε ίλες και ήταν αριστοκράτες.

Digitized by @PriOri™

Page 98: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

98 Γιώργος Μπουλακάκης

«Φοβάμαι ότι αυταπατάσαι, Λυσίμαχε. Οι άντρες πολεμάνε και σκοτώνονται από τον καιρό του Δευκαλίωνα για έναν και μόνο λόγο, γιατί τους αρέσει!» παρατήρησε καγχάζοντας ο Ζώπυρος.

«Θα δούμε, Ζώπυρε. Οι παλιοί έλεγαν ότι μόνο οι θεοί γνωρίζουν τα μελλούμενα.» Με αυτή την παρατήρηση ο Λυσίμαχος έκλεισε τη συζήτηση φέρνοντας το σκύφο του στα χείλη του και απολαμβάνοντας με μικρές γουλιές το κρασί του. «Τέρμα τα λόγια, γέρο μου, απόψε σου άνοιξα την καρδιά μου και είπα πράγματα που ούτε στον εαυτό μου δεν τολμούσα να ομολογήσω!»

«Δεν πειράζει, με το κρασάκι λύνεται η γλώσσα και μιλά η καρ-διά του ανθρώπου, όχι ο νους!»

Την υπόλοιπη βραδιά ο Ζώπυρος έδινε στον Λυσίμαχο συμβουλές για το πώς θα βρει έξω από το Κέλετρο την αγροικία του γαμπρού του και τι σημεία θα του δώσει για να αναγνωρίσει εκείνος ότι ο ίλαρχος έρχεται εκ μέρους του. Όταν τελείωσαν, το σκοτάδι ήταν πια βαθύ, ούτε ένα φως δεν έφεγγε στις καλύβες. Οι άντρες κάθισαν σιωπηλοί και ο μικρός ήδη κοιμόταν στην αγκαλιά του Λυσίμαχου.

«Αύριο δε θα έχουμε καιρό για αποχαιρετισμούς» είπε χαμηλό-φωνα ο Ζώπυρος. «Να τα επαναλάβουμε λίγο. Για να μην καταλάβει κανείς τίποτα, εσύ θα πας να δουλέψεις κανονικά στα χωράφια αύριο το πρωί. Εγώ θα μείνω μέσα, θα ετοιμάσω τρόφιμα για το ταξίδι και θα αρμέξω την αίγα να γεμίσω το ασκί με γάλα. Το ταξίδι βέβαια δεν είναι μεγάλο, σε μια μέρα θα φτάσεις, αλλά δεν ξέρεις ποτέ. Όταν νυ-χτώσει, θα πάρεις το άλογό σου από το αλώνι και θα φύγεις. Θα φύ-γεις και δε θα γυρίσεις να κοιτάξεις πίσω σου. Και κάτι τελευταίο- δεν πρέπει να περάσεις αύριο να με χαιρετήσεις, μη τυχόν και αντιληφθεί κάποιος το σκοπό μας. Εδώ πρέπει να χωρίσουν οι δρόμοι μας.»

«Υποθέτω πως αυτή ήταν η τελευταία φορά που είχαμε την ευχα-ρίστηση να μιλήσουμε, γέρο μου. Μάλλον δε θα ξαναβρεθούμε, ε; Δε θα μπορέσω ποτέ να σου ανταποδώσω το καλό που μου έκανες;»

«Ποτέ δε μου άρεσαν οι δακρύβρεκτοι αποχαιρετισμοί, Λυσίμα-χε. Όταν έφυγα για το στρατό του βασιλιά Φιλίππου, κίνησα τη νύχτα σαν κλέφτης γιατί σιχαινόμουν να βλέπω τη γυναίκα μου να μυξοκλαίει, λες και είχα ήδη σκοτωθεί. Δεν ξέρεις ποτέ πώς θα τα φέρει η ζωή,

Digitized by @PriOri™

Page 99: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 99

ίσως κάποτε ξανασυναντηθούμε. Μέσα απ' την καρδιά μου όμως σου λέω πως ο καλύτερος τρόπος να με ευχαριστήσεις, το σπουδαιότερο δώρο που μπορείς να προσφέρεις σε ένα γέρο που δεν έχει να περι-μένει τίποτα πια από τη ζωή, είναι να εκπληρώσεις την αποστολή σου και να σώσεις το μικρό βασιλιά, μήπως και ξαναγυρίσει μια μέρα νι-κητής στη γη του. Εγώ πηγαίνω, φίλε μου, καληνύχτα.»

«Ώρα καλή, Ζώπυρε, σε ευχαριστώ για όλα» ψιθύρισε απλά ο Λυ-σίμαχος, ενώ ο γέρος απομακρυνόταν σέρνοντας αργά τα βήματά του.

Digitized by @PriOri™

Page 100: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Έκτο

Η Αλκιθόη δούλευε εντατικά στο κτήμα· ήταν και αυτός ένας τρό-πος να κυλά ο χρόνος ώσπου να γυρίσει ο άρχοντας. Και το βράδυ, όταν έπεφτε ξεθεωμένη από τον κάματο της ημέρας στο αχυρένιο στρώ-μα, ο ύπνος ερχόταν γοργά να την απαλλάξει από τις σκοτεινές σκέ-ψεις, μα ούτε αυτός είχε τη δύναμη να τη λυτρώσει· σχεδόν πάντα ήταν ταραγμένος, γεμάτος εφιάλτες. Κάθε μέρα ξημέρωνε με μια νέα προσ-δοκία και κάθε βράδυ έπεφτε με μια καινούργια απογοήτευση. Ο άρ-χοντας δεν ερχόταν και ο καιρός περνούσε.

Δεν είχε περάσει μήνας από τη στιγμή που η Αλκιθόη γύρισε άπρα-κτη από την Αμφίπολη και το κτήμα του Λυσίμαχου εξακολουθούσε να μένει ακέφαλο. Οι εργάτες της γης είχαν γίνει ένα είδος ελεύθε-ρων καλλιεργητών, χωρίς υποχρέωση καταβολής μέρους της παρα-γωγής στο γαιοκτήμονα. Οι περισσότεροι είχαν πειστεί ότι ο άρχοντας είχε πεθάνει, μα έμεναν εκεί αφού, αν το έσκαγαν, θα έπρεπε να δια-σχίσουν μια ταραγμένη χώρα· άλλωστε τι παραπάνω χρειάζεται μια οικογένεια από ένα κομμάτι εύφορης γης που παρέχει τα απαραίτη-τα για την επιβίωση; Η κατάσταση τους συνέφερε όλους, αλλά δεν κρά-τησε πολύ- η νέα τάξη στο αγρόκτημα αποδείχτηκε επώδυνη.

Εκείνες τις ημέρες ήρθε στο κτήμα ο Μενέλαος, ο γαμπρός του Λυ-σίμαχου. Συγκέντρωσε τους επιστάτες στον προαύλιο χώρο της κύριας

Digitized by @PriOri™

Page 101: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 101

κατοικίας και ανακοίνωσε ότι μέχρι την επιστροφή του ίλαρχου εκεί-νος αναλάμβανε τη διαχείριση του κτήματος, αφού η σύζυγός του ήταν η μοναδική εν ζωή συγγενής. Το υπεροπτικό του ύφος φανέρωνε ωστό-σο την ακράδαντη πεποίθηση του πως ήταν πλέον ο κύριος του τερά-στιου αγροκτήματος. Όλοι καταλάβαιναν πως οι πιθανότητες να επι-στρέψει ο Λυσίμαχος ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Στο τέλος του λογύ-δριου αυτού ανακοίνωσε πως το μερίδιο του θα ήταν το ένα δεύτερο της παραγωγής. Στην παρατήρηση κάποιου πως ο Λυσίμαχος έπαιρ-νε μόλις το ένα τέταρτο, ο Μενέλαος απάντησε ψυχρά πως αυτή ήταν η θέλησή του και όποιος δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις απαιτή-σεις του, θα πουλιόταν στα ορυχεία του Παγγαίου*!

Στη συνέχεια ο Μενέλαος ανακοίνωσε στους οικιακούς δούλους πως σκόπευε να μετακομίσει με τη σύζυγο του στο κτήμα και εισήλθε στο διώροφο κτίριο για να περιεργαστεί τη νέα του ιδιοκτησία. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο, ο ανδρώνας ήταν εντελώς απέριττος και η απλή δεξαμενή στην αυλή προσέβαλλε την εκλεπτυσμένη αισθητική του Με-νέλαου· θα προτιμούσε μια περίτεχνη κρήνη, πορφυρά στρώματα στα ανάκλιντρα και κομψά ψηφιδωτά στο απλό, από πατημένο χώμα δά-πεδο.

«Μάλιστα... έχω να αλλάξω πολλά απ' ό,τι βλέπω» μουρμούρισε ο Μενέλαος.

Κάποιοι χαμογέλασαν πονηρά πίσω από την πλάτη του- ήταν κοι-νό μυστικό ότι η μεγάλη προίκα της Βερενίκης είχε διασπαθιστεί σε δαπανηρές επιδείξεις στην Αμφίπολη.

Αφού επιθεώρησε τους χώρους, στράφηκε στους δούλους που στέ-κονταν πίσω του. Το βλέμμα του πλανήθηκε λίγο και στάθηκε στην Αλκιθόη.

«Εμείς οι δύο, μικρή μου, έχουμε αφήσει κάτι ημιτελές, έτσι; Και αυτή τη φορά κανείς δε θα μας διακόψει!» ψιθύρισε στη νεαρή ο Με-νέλαος με ένα σαρδόνιο χαμόγελο. Ήταν εμφανές πως η γυναίκα από τη Δακία εξακολουθούσε να κεντρίζει το... ενδιαφέρον του. Αμέσως μετά ζήτησε από τους επιστάτες μια λεπτομερή καταγραφή της κινητής

* Τα γνωστά ήδη από τον καιρό του Φιλίππου Β' χρυσωρυχεία του Παγγαίου όρους, η βάση για την οικονομική ανάπτυξη και ευμάρεια της Μακεδονίας.

Digitized by @PriOri™

Page 102: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

102 Γιώργος Μπουλακάκης

περιουσίας του Λυσίμαχου. Το απόγευμα πια αποχώρησε για να επι-στρέψει στη ρωμαιοκρατούμενη Αμφίπολη και τους καινούργιους φί-λους του.

«Έχω μια προαίσθηση ότι δε θα αργήσουμε να νοσταλγήσουμε τον Λυσίμαχο!» σφύριξε ο γέρος ιπποκόμος στο αυτί της Ηγησιπύ-λης, που συγκατένευσε συνοφρυωμένη.

«Μα τον Δία, εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς ο Καλλικλής έδωσε την κόρη του σ' αυτόν τον άνθρωπο ή, καλύτερα, σ' αυτόν τον ημίονο!» σχολίασε πικρόχολα και η γριά παραμάνα. «Είμαι βέβαιη πως η Βερενίκη δε θα μπορέσει να τον εμποδίσει να ξοδέψει και την περιουσία του Λυσίμαχου όπως ξόδεψε την προίκα της. Ήταν άβου-λο παιδί, θα την παρασύρει αυτός ο ακόλαστος σε απίθανες δαπάνες! Να δεις, μέχρι μαρμάρινα λουτρά θα μας φέρει ο ποταπός, πουλώ-ντας τη γη του άρχοντα!»

Η Αλκιθόη παρακολουθούσε το διάλογο αμίλητη. Η απειλή του γαμπρού του Λυσίμαχου αρχικά είχε κάνει την καρδιά της να πάλλε-ται από τρόμο, στη συνέχεια όμως τη βοήθησε να πάρει την απόφα-ση που έκλωθε στο νου της τις τελευταίες ημέρες. Ειδικά ένα σχόλιο που άκουσε το απόγευμα, όταν συμμάζευε το γυναικωνίτη μαζί με μια άλλη θεραπαινίδα, τη βεβαίωσε για την ορθότητά της.

«Βλέπω, θα καταφέρεις να τρυπώσεις στην κλίνη και του νέου μας άρχοντα! Δηλαδή, πάλι θα μας προστάζεις, έτσι;»

Όσο κακοπροαίρετη και αν ήταν η παρατήρηση, δε δικαιολογού-σε την έκρηξη οργής που ακολούθησε· παρόμοια σχόλια δεν ήταν ασυ-νήθιστα μεταξύ των νεαρών δούλων. Οι υπόλοιπες γυναίκες με δυ-σκολία κατάφεραν να σώσουν τη μικρή από τη μανιασμένη επίθεση μιας πελιδνής από θυμό Αλκιθόης.

Την υπόλοιπη μέρα η ερωμένη του Λυσίμαχου μετά βίας κατά-φερνε να συγκρατεί τα δάκρυα οργής που την έπνιγαν. Το βράδυ η Ηγησιπύλη την πήρε λίγο παράμερα από τις άλλες και επιχείρησε να την ηρεμήσει.

«Προσπάθησε να παίρνεις τα πράγματα αψήφιστα, κόρη μου, μη δίνεις σημασία σε όσα λέει ο καθένας. Κι όσο για τις απειλές του Με-νέλαου, μην ανησυχείς, δε θα τολμήσει να σε ενοχλήσει όσο είναι μπροστά η Βερενίκη.» Ούτε η ίδια η γριά πίστευε τα λόγια της.

Digitized by @PriOri™

Page 103: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 103

«Μην προσπαθείς άδικα να με καθησυχάσεις, Ηγησιπύλη, εγώ την απόφαση μου την πήρα. Η παρατήρηση της Δανάης ήταν απλώς η στα-γόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Θα φύγω, θα το σκάσω και θα ψάξω να βρω τον άρχοντα, ακόμα και αν χρειαστεί να πάω ως τα πέρατα της οικουμένης. Δεν ανέχομαι να απλώσει τα βρομόχερά του πάνω μου αυτός ο χαμερπής ο Μενέλαος!» είπε με μια τρελή λάμψη στα μάτια η Αλκιθόη.

Η γριά έμεινε άναυδη. Ήξερε καλά την Αλκιθόη και δεν την είχε ικανή για κάτι τόσο ακραίο. «Σοβαρολογείς; Που θα πας; Ξέρεις πό-σο επικίνδυνο είναι; Οι δρόμοι είναι γεμάτοι ληστές και στρατιώτες! Πρέπει να συμβιβαστείς με την ιδέα πως γεννηθήκαμε γυναίκες, αδύ-ναμα πλάσματα, και μάλιστα ταπεινές δούλες, χωρίς κανένα δικαίω-μα. Ήταν πάντα στη διακριτική ευχέρεια των αρχόντων να μας μετα-χειρίζονται ανθρώπινα ή σαν ζώα! Όσο αντιπαθητικός και κάθαρμα και αν είναι ο Μενέλαος, μπορείς εσύ να υψώσεις το ανάστημά σου και να ανατρέψεις έτσι προαιώνιες συνήθειες με τις οποίες μεγαλώ-σαμε; Και αν υποθέσουμε ότι δε βρίσκεις τον άρχοντα; Πώς θα ζήσεις ελεύθερη, πώς θα επιβιώσεις;»

«Το μέλλον είναι άδηλο ούτως ή άλλως, και προτιμώ να κατέβω στο ζοφερό βασίλειο του σκότους, αν χρειαστεί, γνωρίζοντας πως έχω εξα-ντλήσει κάθε περιθώριο να βρω τον κύριο. Μου λες ότι δεν ξέρω τι με περιμένει εκεί έξω· ξέρω πολύ καλά τι με περιμένει εδώ! Δε σκοπεύω να γίνω άθυρμα του Μενέλαου! Και δυστυχώς ή ευτυχώς ο μόνος τρό-πος αντίδρασης που έχω είναι να το σκάσω. Η άλλη λύση είναι να τον σκοτώσω κι έπειτα να αυτοκτονήσω!»

«Σε παρακαλώ, μικρή μου, η εκδίκηση είναι καθήκον των αντρών. Αν ο Μενέλαος αποτολμήσει κάτι, άσε τον κύριο να εκδικηθεί για σέ-να όταν γυρίσει. Θα σε κυνηγήσουν σαν άγριο θηρίο, θα κινδυνέψεις χίλιες φορές! Μείνε εδώ και εμπιστέψου την τύχη σου στα χέρια των θεών!»

«Η απόφαση μου είναι οριστική, Ηγησιπύλη, δεν πρόκειται να με μεταπείσεις. Ο κύριος πρέπει να είχε πολύ σοβαρό λόγο για να εγκα-ταλείψει τόση περιουσία, μην ξεγελιέσαι με την ψευδαίσθηση πως θα γυρίσει. Δεν είμαι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία δούλα που το σκάει.

Digitized by @PriOri™

Page 104: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

104 Γιώργος Μπουλακάκης

Όλο το πρωί, η Αλκιθόη έκρυβε καλά την αγωνία της για τη μεγά-λη περιπέτεια στην οποία θα έμπαινε το ίδιο βράδυ. Οι άλλες δούλες την απέφευγαν, φοβούμενες κάποιο απρόβλεπτο ξέσπασμα θυμού της νεαρής οικονόμου. Μόνο η Ηγησιπύλη δεν την έχασε στιγμή από τα μάτια της. Επιχείρησε πολλές φορές να της παρουσιάσει τις δυσκολίες της αναζήτησης, το ανέφικτο της προσπάθειας να εντοπίσει τον άρ-χοντα, πάντα όμως συναντούσε την ανυποχώρητη θέληση της μικρής ερωμένης του ίλαρχου.

«Ωραία, ας υποθέσουμε ότι ξεκινάς» είπε προς το απόγευμα σε μια τελευταία απέλπιδα προσπάθεια, «ότι ξεφεύγεις από την καταδίωξη που θα εξαπολύσει ο Μενέλαος, πράγμα κατά τη γνώμη μου δύσκολο έως ακατόρθωτο, και προχωράς. Πού θα πας; Πώς θα εντοπίσεις τον κύριο; Είναι σαν να ψάχνεις βελόνι στα άχυρα! Θα αρχίσεις να προ-χωράς στα τυφλά, χωρίς καμιά συγκεκριμένη κατεύθυνση; Και ύστε-ρα, όσες προμήθειες και αν έχεις, κάποια στιγμή θα τελειώσουν. Και τότε; Πώς θα επιβιώσεις, τι θα κάνεις για να ζήσεις;»

«Όλα έχουν ξεκαθαρίσει μέσα στο κεφάλι μου, Ηγησιπύλη, έχω βρει τη λύση για όλα όσα λες. Θα προχωράω και θα δουλεύω σε μι-κρά χωράφια, σε οικογένειες, με αντάλλαγμα λίγο φαγητό και ύπνο. Όσο για το πού ακριβώς θα πάω, πίστεψέ με, είναι καλύτερο να μη γνωρίζεις. Ο Μενέλαος είναι αδίστακτος, θα σε πιέσει αφόρητα να του αποκαλύψεις τον προορισμό μου. Έχω καλό προαίσθημα, Ηγη-σιπύλη, να δεις ότι θα τον βρω.»

«Μακάρι, κόρη μου, μακάρι» απάντησε αντιλαμβανόμενη το μά-ταιο των προσπαθειών της η παραμάνα. «Βλέπω ότι είσαι άκαμπτη. Να τον φιλήσεις και για μένα, αν ποτέ τον βρεις. Τη γριά μάνα σου δε θα πας να τη χαιρετήσεις;»

Αύριο αργά το βράδυ θα φύγω προς δυσμάς- θα κινούμαι τη νύχτα και θα κρύβομαι την ημέρα. Σώπα και κοιμήσου τώρα, μας περιμένει δύσκολη μέρα!»

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 105: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 105

«Όχι, δε χρειάζεται, έτσι κι αλλιώς δεν τη βλέπω συχνά από τότε που ήρθα στην κατοικία του κυρίου. Ίσως να μην το καταλάβει καν όταν φύγω. Αν της μιλήσω, θα στενοχωρηθεί άδικα.»

«Όπως αγαπάς. Η μέρα τελειώνει, πότε θα φύγεις;» «Έχω συγκεντρώσει όλα τα πράγματα που θα χρειαστώ στο βου-

στάσιο, μαζί με λίγα νομίσματα που βρήκα και ένα εγχειρίδιο. Τη νύ-χτα, όταν οι άλλοι θα έχουν πέσει για ύπνο, θα ξεκινήσω.»

Και έτσι έγινε. Η νύχτα ήταν σκοτεινή, ασέληνη, πράγμα που δι-ευκόλυνε το σχέδιο της Αλκιθόης. Η νεαρή ξάπλωσε στο στρώμα της και περίμενε να ησυχάσουν όσοι έμεναν στην αγροικία. Όταν πίστε-ψε πως όλοι κοιμούνταν, σηκώθηκε αθόρυβα, έριξε στον ώμο το ιμά-τιό της και με χίλιες προφυλάξεις προχώρησε προς την έξοδο. Φτά-νοντας, διέκρινε μια σκιά να παραμονεύει στο σκοτάδι. Σταμάτησε τρομαγμένη, φοβούμενη τα χειρότερα. Η σκιά κινήθηκε και την πλη-σίασε. Ηρέμησε όταν κατάλαβε πως ο άντρας ήταν ο γέρος φίλος της Ηγησιπύλης, ο ιπποκόμος του Λυσίμαχου. Τον ήξερε καλά, στη χει-ρότερη περίπτωση θα προσπαθούσε να τη μεταπείσει, ο άντρας ωστό-σο την έπιασε απαλά από το χέρι και, βάζοντας το δάχτυλο στο στό-μα, την οδήγησε μακριά από το κτίριο. Μόνο όταν απομακρύνθηκαν αρκετά βήματα, άνοιξε το στόμα του. Όσα είπε ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για τη μικρή.

«Μην ανησυχείς, δεν ήρθα να σε σταματήσω, πώς θα μπορούσα άλλωστε; Η Ηγησιπύλη μου εκμυστηρεύτηκε το σκοπό σου και ήθελα να σε χαιρετήσω και να σου δώσω μια παραγγελία για τον κύριο· να προσέχει τον Αρίονα, να του δίνει πού και πού λίγο χλωρό τριφύλλι. Να, πάρε κι αυτά» είπε χώνοντας ένα μικρό δερμάτινο βαλάντιο στην παλάμη της. «Δεν είναι πολλά, αλλά, όπως και να 'χει το πράγμα, εσύ τα χρειάζεσαι περισσότερο από εμένα. Και εγώ στη θέση σου, κόρη μου, το ίδιο θα έκανα, είναι αντιπαθέστατος αυτός ο Μενέλαος!»

Η Αλκιθόη συγκινήθηκε· η χειρονομία του Επίκτητου ήταν απρό-σμενη. Φαίνεται πως τα κίνητρα του γέρου ήταν η αγάπη για τον κύ-ριό του και η απέχθεια για το σφετεριστή. Αντί άλλου χαιρετισμού, φί-λησε το χέρι του και έπειτα έτρεξε προς το βουστάσιο.

Digitized by @PriOri™

Page 106: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

106 Γιώργος Μπουλακάκης

Πήγε στη γωνία όπου είχε κρύψει τα πρώτα απαραίτητα εφόδια για τη διαδρομή. Άρχισε να ψάχνει στα σκοτεινά, ψηλαφιστά κάτω από τα άχυρα έναν παλιό υφαντό γυλιό του Λυσίμαχου με διπυρίτη άρτο, κρεμμύδια και λίγο κεφαλοτύρι, καθώς και τις ενδρομίδες* που είχε αγοράσει κάποτε για εκείνη ο Λυσίμαχος, αλλά δεν είχε μετα-χειριστεί ως τώρα. Πριν όμως αρχίσει το περπάτημα, κοντοστάθηκε, έκλεισε τα μάτια της και προσευχήθηκε στην Ίσιδα, τη θεά που θεω-ρούσε προστάτιδά της, να τη βοηθήσει σ' αυτή την περιπέτεια. Ύστε-ρα γύρισε και έριξε μια ματιά στην αγροικία που μόλις αχνοφαινόταν στην αστροφεγγιά, εκεί όπου είχε ζήσει τα πιο ευτυχισμένα χρόνια της με τον Λυσίμαχο. Ένιωσε τη στιγμή εκείνη ένα σκίρτημα, μια μικρή συγκίνηση, μα δε δίστασε στιγμή να κάνει το πρώτο αποφασιστικό βή-μα. Η επιθυμία να βρει τον άρχοντα και να ζήσει ξανά την ευτυχία δί-πλα του ήταν πολύ πιο ισχυρή από το φόβο του αγνώστου.

Το σχέδιο που είχε καταστρώσει βασιζόταν σε μια απίθανη υπό-θεση, μα ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει τη στιγμή εκείνη. Θυ-μόταν κάτι που της είχε πει ο Λυσίμαχος παλιά, όταν τον είχε ρωτήσει τι τον έθελγε τόσο πολύ και τραβιόταν συνεχώς στα καπηλειά, αφού ο ίδιος έλεγε ότι εκείνη είναι η πιο όμορφη και στοργική από όλες τις γυναίκες. Τότε είχε δικαιολογηθεί πως μέσα στα καταστήματα αυτά, εκτός από τα κορίτσια, συναναστρεφόταν κάθε λογής ανθρώπους: απλούς διαβάτες, εμπόρους, άλλους γεωργούς, καμιά φορά ακόμα και ναυτικούς ή ανθρώπους από άλλες φυλές. "Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορείς να μάθεις από κάποιον άγνωστο, παρίστριο* άνθος μου" της είχε πει. Είχε αγνοήσει τότε αυτές τις λίγες λέξεις, αλλά τις ανακάλεσε στη μνή-μη της όταν είχε αρχίσει να επεξεργάζεται την ιδέα να φύγει και να ψάξει να τον βρει. Είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως αυτό χρεια-ζόταν, να εργαστεί σε ένα τέτοιο μέρος σε κάποια μεγάλη πόλη, στην Πέλλα ίσως ή στη Θεσσαλονίκη. Κάποιος περαστικός θα είχε δει ή ακούσει κάτι για τον ίλαρχο, δεν ήταν δα και από τους ανθρώπους που περνούν απαρατήρητοι! Ήξερε πόσο αμυδρή ήταν η ελπίδα να τον βρει έτσι, μα ήταν αποφασισμένη να ξεφύγει με κάθε θυσία από τα

* Τύπος μπότας. * Το αρχαίο όνομα ταυ Δούναβη ήταν Ίστρος.

Digitized by @PriOri™

Page 107: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 107

νύχια του Μενέλαου. Από το νου της άδολης νεαρής δεν είχε περάσει καν η σκέψη πως οι άνθρωποι εκεί θα ζητούσαν περισσότερα· υπο-λόγιζε απλώς να μαγειρεύει και να καθαρίζει με μόνη αμοιβή στέγη και τροφή. Έτσι κίνησε προς τα δυτικά, σύμφωνα με αυτά τα λίγα που της είχε διδάξει για τους αστερισμούς η Ηγησιπύλη, για την Καλλι-στώ*, τις Πλειάδες και τον αλετροπόδη Ωρίωνα.

Εκείνη τη μέρα η αγωνία να απομακρυνθεί από το κτήμα την ώθη-σε να περπατήσει ως το μεσημέρι, οπότε και η κούραση τη νίκησε. Χώθηκε σε μια συστάδα από πεύκα και έβρεξε λίγο διπυρίτη για να ψυχοπιαστεί σε ένα παραπλήσιο ρέμα. Έπειτα ξάπλωσε στο χώμα, κάτω από τη σκιά των δέντρων, κλείνοντας τα μάτια αποκαμωμένη.

Όλη την υπόλοιπη ημέρα είχε αρκετό χρόνο να συλλογιστεί τη νέα της κατάσταση. Είχε ακούσει κάποτε ότι δεν μπορεί κανείς να κλείσει ένα αηδόνι σε κλουβί* πολύ σύντομα αυτό μαραίνεται και ξεψυχά, μό-νο ελεύθερο μπορεί να ζήσει και να χαρίζει το τραγούδι του, όπου και όποτε αυτό επιθυμεί. Σε εκείνη συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Σε όλη της τη ζωή είχε μάθει να ανήκει κάπου, είτε η οικογένειά της ήταν αυτή είτε ο άρχοντας. Είχε περάσει τα χρόνια της περιορισμένη στην αχυροκαλύβα των δικών της, στα χωράφια ή στην αγροικία. Η μόνη αίσθηση ελευθερίας που είχε ποτέ ήταν οι σπάνιες φορές που ίππευε μαζί με τον Λυσίμαχο και έτρεχε στην πεδιάδα. Τώρα, βλέποντας τον απέραντο ανοιχτό ορίζοντα, όχι πλέον κλεισμένη σε τέσσερις τοίχους, για πρώτη φορά συναισθάνθηκε τη νέα, πρωτόγνωρη κατάσταση και ένιωσε ένα αίσθημα περίεργο, σαν να αιωρείται στο απόλυτο κενό και να μην μπορεί να πιαστεί από πουθενά, έναν τρομακτικό ίλιγγο. Το χάος τούτο τρόμαζε την ανήξερη νεαρή, μα ο πόθος να ξαναβρεί τον Λυσίμαχο ήταν πιο δυνατός από το φόβο της, δεν μπορούσε να στα-ματήσει τώρα και να γυρίσει πίσω.

Απέμεινε να κοιτάει το παιχνίδισμα του ήλιου ανάμεσα στις πευ-κοβελόνες, αναπολώντας τις ευτυχισμένες μέρες με τον Λυσίμαχο και

* Ο αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου. Συμφωνά με το μύθο, η Καλλιστώ υπήρξε νύμφη, ερωμέ-νη του Δία, ο οποίος τη μεταμόρφωσε σε αρκούδα για να τη σώσει απ' την οργή της Ήρας. 'Οταν τη σκότωσε η Αρτεμη (κατά λάθος ή επειδή έχασε την παρθενία της), ο θεός την έκανε αστερισμό.

Digitized by @PriOri™

Page 108: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

108 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Μενέλαος επέστρεψε στο κτήμα τη μεθεπόμενη κιόλας της φυ-γής της Αλκιθόης. Ήρθε συνοδευόμενος από τη γυναίκα του, τέσσε-ρις δούλους και δέκα Ρωμαίους στρατιώτες που του είχε διαθέσει ο νέος φρούραρχος της Αμφίπολης για την προσωπική του ασφάλεια και όχι μόνο. Ο Μενέλαος, καιροσκόπος και αδίστακτος σαν τους περισ-σότερους ανθρώπους της εποχής του, είχε συνεννοηθεί με το δέκαρ-χο, που τοποθετήθηκε επικεφαλής των λεγεωνάριων, για τη δολοφο-νία του Λυσίμαχου, στην απίθανη περίπτωση που αυτός απρόσμενα επέστρεφε στο κτήμα. Η διαταγή των στρατιωτών ήταν να συλλάβουν τον ίλαρχο και να τον οδηγήσουν στη Θεσσαλονίκη, καθώς κάποιοι Μακεδόνες ευγενείς θα στέλνονταν στη Ρώμη όμηροι. Ο Μενέλαος όμως φοβόταν πως, αν το σχέδιο των ομήρων δεν υλοποιούνταν, δε θα κατόρθωνε να καρπωθεί την περιουσία. Ήξερε πως η παρουσία των στρατιωτών θα εξόργιζε τον Μακεδόνα και δε θα ήταν δύσκολο να παρουσιαστεί ο θάνατος του σαν φόνος πάνω στο θυμό του. Τα χρέη που είχε δημιουργήσει στην Αμφίπολη δεν του επέτρεπαν να αφήσει να πάει χαμένη η ευκαιρία που παρουσιαζόταν με το κτήμα του αδελ-φού της συζύγου του, όσο και αν του έλειπε η τρυφή και η δημόσια ζωή της Αμφίπολης.

Οι άνθρωποι στο κτήμα κατατρόμαξαν βλέποντας το στρατιωτικό απόσπασμα να πλησιάζει. Μόνο όταν είδαν τον Μενέλαο να προη-γείται ιππεύοντας ένα κατάλευκο άλογο ηρέμησαν. Ήταν μια ηρεμία ανάμεικτη με θλίψη, αφού ελάχιστοι δούλοι τον συμπαθούσαν η αφο-σίωση τους στην οικογένεια που εκπροσωπούσε η Βερενίκη δεν μπο-ρούσε να αντισταθμίσει το αίσθημα αυτό. Αν γνώριζαν τις μύχιες σκέ-ψεις του, θα ανησυχούσαν πολύ περισσότερο. Ο άντρας κατέβηκε από

* * * * * * *

ονειρευόμενη τη στιγμή που θα τον αγκαλιάσει ξανά. Αποκοιμήθηκε χαμογελαστή, νιώθοντας ευτυχισμένη ξανά μετά από πολύ καιρό. Αν γνώριζε όσα έμελλαν να συμβούν σύντομα στο κτήμα, τα όνειρά της δε θα ήταν τόσο ευχάριστα.

Digitized by @PriOri™

Page 109: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 109

το άλογο και μέτρησε γοργά τους δούλους που είχαν παραταχθεί μπρο-στά στην κατοικία.

«Βρίσκονται όλοι εδώ;» ρώτησε με ένα βλέμμα που έκοβε σαν κρύο λεπίδι. Παρ' όλο που δεν είχε τέτοια πρόθεση, ο τόνος της φω-νής του είχε κάτι το απειλητικό.

«Απουσιάζουν μόνο δυο. Ο γέρος Μηνόδωρος ανέβηκε στους βο-σκούς πάνω στο βουνό για να μεταφέρει προμήθειες και η Αλκιθόη έχει πάει στο καλύβι της μητέρας της να τη φροντίσει, επειδή αρρώ-στησε» απάντησε θαρρετά η Ηγησιπύλη, κάνοντας ένα βήμα μπροστά.

Ο Μενέλαος περιορίστηκε σε ένα απλό νεύμα και προχώρησε στην οικία. Όλη την υπόλοιπη μέρα το κτίριο θύμιζε μυρμηγκοφωλιά· όλοι εργάζονταν για να προετοιμάσουν τους χώρους όπου θα διέμεναν οι νέοι άρχοντες ή να μαγειρέψουν. Η Βερενίκη επέβλεπε τις εργασίες εκ του σύνεγγυς. Υπήρχαν στιγμές που θύμιζε τον αδελφό της, ήταν εργατική και θα μπορούσε κάποιος να πει πως ήταν προσηνής προς τους δούλους στο πατρικό της. Το μόνο ίσως ελάττωμά της ήταν η τρο-μερή αδυναμία στο σύζυγο της· ήταν έτοιμη να του συγχωρήσει τα πά-ντα και δεν μπορούσε να φανταστεί τη ζωή της χωρίς αυτόν. Κάπως έτσι είχε συναινέσει στο σχέδιο του να αναλάβουν τη διαχείριση του πατρικού της, ώστε να ξεφύγει από τη δυσχερή οικονομική του θέση. Εκείνος πάλι είχε ζητήσει να φέρουν έναν αμφορέα θασίτικο κρασί από την αποθήκη και βάλθηκε να τον αδειάσει μαζί με τους Ρωμαίους. Είχε προστάξει τους δούλους που κοιμούνταν στους κοιτώνες του πρώ-του ορόφου να μαζέψουν τα πράγματά τους για να καταλύσουν εκεί οι στρατιώτες, στέλνοντάς τους για ύπνο στο ιπποτροφείο. Όσο προ-χωρούσε η οινοποσία, η κατάσταση άρχισε να φεύγει εκτός ελέγχου. Οι λεγεωνάριοι άρχισαν να ασχημονούν και δεν άργησε η στιγμή που κάποιος από αυτούς άπλωσε τα χέρια και άρπαξε από τη μέση μια δού-λα που έφερνε ένα δίσκο με ψητό κρέας. Η νεαρή άρχισε να τσιρίζει και προσπάθησε να ξεφύγει από τον άρπαγα, μα η ανοχή του Μενέ-λαου επέτρεψε στο στρατιώτη να τη ρίξει σαν σφαχτάρι στην πλάτη και να αποσυρθεί για τα "περαιτέρω". Ακολούθησαν δύο ακόμα πα-ρόμοιες σκηνές, ώσπου ο νέος άρχοντας, ξαναμμένος, ζήτησε από έναν έφηβο να πάει να φέρει την Αλκιθόη. Ο αναίσχυντος άντρας δεν

Digitized by @PriOri™

Page 110: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

110 Γιώργος Μπουλακάκης

υπολόγισε στιγμή την παρουσία της γυναίκας του· ήξερε πως εκείνη απλώς θα έσκυβε το κεφάλι και θα συγχωρούσε και αυτή την παρα-σπονδία του. Ο νεαρός έφυγε τροχάδην προς την καλύβα, ενώ ο Με-νέλαος συνέχιζε να πίνει δίχως μέτρο.

'Οταν γύρισε ο νεαρός, οι περισσότεροι στρατιώτες ήταν σε ημιλι-πόθυμη κατάσταση από το κρασί. Ο ύπατος Αιμίλιος Παύλος δεν εί-χε επιτρέψει τη λεηλασία της κατακτημένης χώρας, ερχόμενος σε αντί-θεση με τα ήθη του ρωμαϊκού στρατού, και ευκαιρίες σαν τη σημερι-νή δεν παρουσιάζονταν κάθε μέρα. Ο Μενέλαος, που είχε συνηθίσει σε παρόμοιες κραιπάλες, συζητούσε περισσότερο νηφάλιος με το δέ-καρχο στη γλώσσα του τελευταίου. Δεν ήταν πολλοί οι Έλληνες που γνώριζαν τη λατινική, μα ο Μενέλαος, ως εξέχουσα προσωπικότητα της φιλορωμαϊκής παράταξης στην Αμφίπολη, είχε φροντίσει να μά-θει τη γλώσσα.

Ο νεαρός στάθηκε μπροστά του ασθμαίνοντας και ψέλλισε φοβι-σμένα «Δε βρίσκεται εκεί, άρχοντά μου. Η μητέρα της έχει μήνες να τη δει και ήταν μια χαρά στην υγεία της...» Ετοιμαζόταν να προσθέ-σει ότι μάλλον η Αλκιθόη το είχε σκάσει, συλλογίστηκε όμως ότι η σιωπή είναι χρυσός!

Ο Μενέλαος πετάχτηκε από το ανάκλιντρο του, μπροστά στον έκ-πληκτο δέκαρχο που δεν καταλάβαινε τίποτα. «Τι είπες, επικατάρατε; Είσαι βέβαιος;»

«Μάλιστα» απάντησε ψιθυριστά ο νεαρός, τρομαγμένος και φο-βούμενος μήπως η οργή του νέου άρχοντα ξεσπάσει πάνω του.

«Χάσου από τα μάτια μου! Δρόμο! Και φώναξέ μου την Ηγησι-πύλη! Αμέσως!» ούρλιαξε έξαλλος.

Προσπάθησε σύντομα να εξηγήσει στο δέκαρχο τι συμβαίνει, μέ-χρι να εμφανιστεί τρέχοντας η γριά παραμάνα. Ο Μενέλαος βημάτι-ζε πάνω κάτω στον ανδρώνα για να κρύψει τον εκνευρισμό του και την υποδέχτηκε φαινομενικά ήρεμος. Η νηνεμία πριν την καταιγίδα.

«Εσύ δε μου είπες πως η Αλκιθόη είναι στην καλύβα της μητέρας της; Άλλα μαθαίνω!»

Η Ηγησιπύλη ήταν προετοιμασμένη. «Έτσι μου είπε. Κάποιος ήρ-θε και την ειδοποίησε πως η μητέρα της ασθενεί, γι' αυτό ξεκίνησε για εκεί χτες-προχτές.»

Digitized by @PriOri™

Page 111: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 111

«Ξέρεις ποιος ήταν αυτός που την ειδοποίησε; Την είδες εσύ να φεύγει;»

«Όχι, ξύπνησε πριν απ' όλους και έφυγε αχάραγα. Δε γνωρίζω ποιος την ειδοποίησε, απλώς το προηγούμενο βράδυ ήρθε και με ενη-μέρωσε πως το επόμενο πρωί δε θα βρίσκεται εδώ, για να αναλάβω εγώ να μοιράσω δουλειές στους υπολοίπους.»

Για κακή της τύχη, τη στιγμή εκείνη η Δανάη έμπαινε φέρνοντας ακόμα μια οινοχόη με κρασί για τους στρατιώτες. Άδραξε την ευκαι-ρία να γίνει αρεστή στο γαμπρό του προηγούμενου άρχοντα και, όπως όλα έδειχναν, νέο ιδιοκτήτη της γης τούτης. «Ψεύδεται, άρχοντά μου!» διέκοψε τη γριά παραμάνα με βλέμμα που έσταζε φαρμάκι. «Όλη την προηγούμενη μέρα κρυφομιλούσε με την Αλκιθόη!»

Η αντίδραση του Μενέλαου στα λόγια της ήταν άμεση. Με μια αστραπιαία κίνηση κατάφερε ένα ηχηρό ράπισμα με την ανάστροφη της παλάμης του στην Ηγησιπύλη. Το χτύπημα ήταν τόσο απρόσμενο, που η γριά παραπάτησε, σχεδόν έχασε την ισορροπία της· το χρυσό δαχτυλίδι που φορούσε ο άντρας άφησε στο δεξί της ζυγωματικό ένα σημάδι που αμέσως άρχισε να μελανιάζει. Αν και δεν ήταν έτοιμη για τέτοια εξέλιξη, η παραμάνα αντέδρασε έντονα στα λόγια της Δανάης.

«Όχι, άρχοντά μου, σου ορκίζομαι, να μην ξημερώσω, να μην ξα-ναδώ το φως του ήλιου, δεν ξέρω τίποτα!» Παρ' όλο που η γριά ήταν θεοσεβούμενη, ο ψεύτικος αυτός όρκος είχε σκοπό να σώσει τη ζωή της και να βοηθήσει μια ερωτευμένη γυναίκα. Ας τη συγχωρούσε η Αφροδίτη για το ατόπημα αυτό!

«Μα τον Δία, γριά στρίγκλα, θα σου στρίψω το λαρύγγι, αν δε μου πεις την αλήθεια αμέσως!» ούρλιαξε ο Μενέλαος. Η ιδέα να χάσει την Αλκιθόη μέσα απ' τα χέρια του τον έκανε να φρενιάσει. «Μίλα, τι λέ-γατε το προηγούμενο βράδυ; Και μη μου πεις ότι μιλούσατε για τη σο-δειά ή για τις δουλειές της επομένης!»

«Όχι, άρχοντά μου, προσπαθούσα να την ηρεμήσω γιατί είχε μια άσχημη φιλονικία με μια άλλη δούλα και δε μιλιόταν με κανέναν. Δε μου είπε τίποτα, εξάλλου όποιος σχεδιάζει κάτι τέτοιο δε μοιράζεται τις σκέψεις του. Αν ήξερα, θα την κλείδωνα σε κάποιο δωμάτιο μέχρι

Digitized by @PriOri™

Page 112: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

112 Γιώργος Μπουλακάκης

να έρθετε εσείς!» Ίσως υπερέβαλλε κάπως, πάντως το ύφος της έδει-χνε άνθρωπο που τον έπνιγε η αδικία.

Ο Μενέλαος ζύγισε την κατάσταση. Το λογικό ήταν πως η γριά ήξε-ρε τα πάντα, ίσως μάλιστα είχε βοηθήσει τη μικρή, αλλά ήταν αφο-σιωμένη στον Λυσίμαχο και ακόμα κι αν τη βασάνιζε, δύσκολα θα απο-σπούσε κάποια ομολογία. Ίσως μάλιστα να μη γνώριζε τίποτα για τον προορισμό της μικρής. Ήταν επιπλέον η γυναίκα που είχε αναθρέψει τη σύζυγο του- όσο ερωτευμένη κι αν ήταν η Βερενίκη, μια τέτοια ενέρ-γεια θα την εξόργιζε, ίσως και να αποτελούσε αιτία να ζητήσει διαζύ-γιο από τους άρχοντες στην Αμφίπολη. Δεν ήταν τόσο ανόητος, πρώ-τα έπρεπε να σταθεροποιήσει τη θέση του ως ιδιοκτήτης του κτήμα-τος, έπειτα είχε χρόνο να τιμωρήσει την παραμάνα. Εκείνο που τον ενδιέφερε τώρα ήταν να πιάσει την Αλκιθόη πριν αυτή απομακρυνθεί από το κτήμα και εξαφανιστεί. Είχε πεισμώσει, αυτή τη δούλα που τόλ-μησε να τον αψηφήσει έπρεπε να την κάνει δική του. 'Οταν θα την έπια-νε, ήξερε τον τρόπο να τη συνετίσει- η ιδέα να οργώσει με το βούνευ-ρο τη νεανική, τρυφερή σάρκα και ύστερα να τη βιάσει εξήπτε το διε-στραμμένο Αμφιπολίτη. Προς το παρόν, θα έπρεπε να περιοριστεί σε κάποια άλλη δούλα ή νεαρό αγόρι του κτήματος.

«Στον κόρακα, βρομόγρια! Εξαφανίσου και φρόντιζε να μη σε βλέ-πω μπροστά μου. Αμέσως!» Στράφηκε έπειτα στη Δανάη. Η δούλα, αν και κοντή, δεν ήταν άσχημη, κάθε άλλο μάλιστα... «Θα τα πάμε καλά οι δυο μας, μικρή! Το βράδυ σε περιμένω στον ανδρωνίτη*, θα είμαι μόνος μου. Δε φαντάζομαι να εξαφανιστείς σαν την καταραμένη την Αλκιθόη!» είπε με έναν τόνο επιδοκιμασίας. Χρειαζόταν να αποκτή-σει σταδιακά δικούς του ανθρώπους στο κτήμα, για να μαθαίνει όσα λέγονταν. Η μελαχρινή αυτή ήταν μια καλή αρχή και ο ασφαλέστερος τρόπος για να το πετύχει ήταν να τη φέρει στην κλίνη του. Η Δανάη πάλι χαμογέλασε φιλάρεσκα· προφανώς είχε πετύχει το σκοπό της.

* Δωμάτιο για τον ύπνο των αντρών του σπιτιού.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 113: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 113

Τον Μενέλαο προβλημάτιζε ο τρόπος με τον οποίο θα κατόρθωνε να συλλάβει τη δούλα από τη Δακία. Αρχικά ζήτησε από τον Ρωμαίο δέκαρχο να τον βοηθήσει, ο υπαξιωματικός ωστόσο ήταν ανένδοτος. Πολλά μπορούσε να καταλογίσει κανείς στους λεγεωνάριους, όπως ότι ήταν μέθυσοι και κλέφτες, έπρεπε όμως να τους αναγνωρίσει τη σιδηρά πειθαρχία χάρη στην οποία είχαν σαρώσει τη Μεσόγειο. Ο δέ-καρχος κατέστησε σαφές στον Μακεδόνα πως μια τέτοια καταδίωξη υπερέβαινε κατά πολύ τη δικαιοδοσία του και δεν υπήρχε περίπτωση να δώσει παρόμοια εντολή στους στρατιώτες του. Στάθηκε ανυποχώ-ρητος στις επίμονες παρακλήσεις του, ακόμη και όταν αυτός αποπει-ράθηκε να τον δελεάσει με την υπόσχεση ενός διόλου ευκαταφρόνη-του χρηματικού ποσού.

Ο Αμφιπολίτης κατάλαβε ότι έπρεπε να καταφύγει στις υπηρεσίες κάποιου επαγγελματία. Έτσι, το ίδιο κιόλας απόγευμα έστειλε ένα δικό του έφιππο στην Αμφίπολη να ειδοποιήσει τον Φιλέταιρο, δου-λέμπορο με ανθρώπους σε όλη τη Μακεδονία, να τον επισκεφτεί για επαγγελματικούς λόγους. Την άλλη μέρα το μεσημέρι επέστρεψε ο δούλος με ένα μεσήλικα άντρα, ευτραφή, δασύτριχο, με δύο μικρά παμπόνηρα μάτια χωμένα βαθιά στις κόγχες. Ο Μενέλαος ένιωσε μια μικρή έκπληξη· ο άντρας αυτός δεν ήταν ο Φιλέταιρος.

«Οι θεοί μαζί σου, Μενέλαε του Ηγησιδήμου, σε χαιρετώ!» φώ-ναξε ο άντρας, όταν πλησίασε, υψώνοντας το δεξί χέρι. «Είμαι ο Πο-λυδεύκης, επιστάτης του Φιλέταιρου. Ο ίδιος ζητά τη συγνώμη σου, δυ-στυχώς δεν μπορεί να μετακινείται όπως παλιά, βλέπεις η λευκή κόμη ακολουθείται από ανεπιθύμητους επισκέπτες, που όλοι οι γιατροί της Ελλάδας αδυνατούν να θεραπεύσουν. Με έστειλε στη θέση του, να ικανοποιήσω τις επιθυμίες σου.»

«Καλωσόρισες, Πολυδεύκη» απάντησε μάλλον ψυχρά ο Μενέλαος. Την τελευταία φορά που τον είχε δει, ο Φιλέταιρος, παρά τα χρόνια του, φαινόταν δυνατός σαν ταύρος. Ήξερε καλά τον έμπορο, η απο-στολή του ανθρώπου τούτου ήταν ένας εύσχημος τρόπος να του υπεν-θυμίσει πως ακόμα δεν τον είχε εξοφλήσει για την αγορά δύο εφήβων από τη Σκυθία. Έπρεπε λοιπόν προς το παρόν να περιοριστεί στον υπάλληλο. «Πέρασε μέσα» είπε και τον οδήγησε ο ίδιος στον ανδρώνα

Digitized by @PriOri™

Page 114: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

114 Γιώργος Μπουλακάκης

όπου τους περίμεναν το κρασί και διάφορα εδέσματα που είχαν προ-ετοιμαστεί για τον Φιλέταιρο.

Ο επιστάτης όρμησε με βουλιμία στο σταρένιο ψωμί, το ψητό κρέ-ας και το κρασί, συζητώντας για αδιάφορα πράγματα με τον Μενέ-λαο. Μόνο αφού χόρτασε την πείνα του στράφηκε προς τον οικοδε-σπότη και ρώτησε «Λοιπόν, άρχοντά μου, ζήτησες τις υπηρεσίες μας. Πώς μπορούμε να σε βοηθήσουμε; Αν θέλεις δούλους, θα πρέπει να περιμένεις ως τις αρχές του Υπερβερεταίου*· τότε περιμένουμε πλοίο από το Παντικάπαιο* με νέο εμπόρευμα. Δυστυχώς, τώρα με τη νέα πολιτική κατάσταση υπάρχει αναστάτωση στις επιχειρήσεις.»

«Όχι, δεν πρόκειται γι' αυτό. Σημειώθηκε ένα περιστατικό με μια δούλα που απέδρασε από το κτήμα. Πρέπει οπωσδήποτε να τη συλ-λάβω και να την τιμωρήσω παραδειγματικά, αλλιώς ίσως αντιμετω-πίσω και άλλα κρούσματα απειθαρχίας. Καταλαβαίνεις, ως νέος ιδιο-κτήτης πρέπει να επιδείξω σιδερένια πυγμή. Όσο καιρό έλειπε ο Λυ-σίμαχος στον πόλεμο, οι δούλοι εδώ ζούσαν σχεδόν σαν ελεύθεροι άνθρωποι. Ανεπίτρεπτο!»

«Ναι, σε κατανοώ, έχεις κάθε δίκιο. Έχουμε ένα σημαντικό δί-κτυο ανθρώπων σε όλη τη χώρα. Αν η δούλα σου μείνει στη Μακε-δονία, μπορείς να θεωρήσεις δεδομένη τη σύλληψή της. Θα μου δώ-σεις μια λεπτομερή περιγραφή της γυναίκας αυτής και θα ειδοποιή-σουμε τους ανθρώπους μας παντού. Όπως καταλαβαίνεις όμως, οι υπηρεσίες ενός ανθρώπου σαν τον Φιλέταιρο πληρώνονται ακριβά» είπε χαμογελώντας με νόημα ο επιστάτης.

«Βεβαίως, βεβαίως, είμαι έτοιμος να πληρώσω. Λοιπόν η δούλα που αναζητώ είναι νεαρή, περίπου είκοσι ετών, κανονικού αναστή-ματος, λίγο παχουλή, με πυρρόξανθα μακριά μαλλιά και γαλάζια μά-τια, περίπου σαν τα δικά μου. Νομίζω ότι και μόνο με τα μαλλιά δε θα δυσκολευτείτε να την αναγνωρίσετε. Φαίνεται από μακριά ότι δεν ανήκει στη φυλή μας. Το όνομά της είναι Αλκιθόη.»

«Από την περιγραφή καταλαβαίνω ότι πρόκειται για μια πραγ-ματική καλλονή» τον διέκοψε ο Πολυδεύκης, πάντα χαμογελαστός.

* Ο δωδέκατος μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, αντιστοιχεί περίπου στον Σεπτέμβριο. * Αρχαία ελληνική αποικία στην Κριμαϊκή χερσόνησο, το σημερινό Κερτς.

Digitized by @PriOri™

Page 115: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 115

«Δε θα τη χαρακτήριζα καλλονή, ομορφούλα είναι, ζουμερή σαν ώριμο σύκο. Όπως αντιλαμβάνεσαι, με ενδιαφέρει να την παραλάβω σε άριστη κατάσταση. Θα την τιμωρήσω μόνος μου.»

«Μα αυτό εννοείται! Τώρα για το θέμα της αμοιβής μας...» «Είμαι έτοιμος να καταβάλω στον Φιλέταιρο την αξία της σε χρυ-

σό...» «Ο Φιλέταιρος με ενημέρωσε ότι έχεις κάποιο πρόβλημα αφε-

ρεγγυότητας, άρχοντά μου. Έχω σαφείς οδηγίες να δεχτώ μόνο πλη-ρωμή σε είδος. Με πέντε εργάτες γης νομίζω ότι ο εργοδότης μου θα είναι ευχαριστημένος.»

Οι απαιτήσεις του Φιλέταιρου ήταν εξωφρενικές, όχι όμως δίχως λόγο. Ήθελε να καλύψει τη ζημιά για τους Σκύθες και να βγάλει κά-τι παραπάνω. Ο Μενέλαος πάλι σηκώθηκε όρθιος· η οργή του για τα διόλου κολακευτικά σχόλια ήταν έκδηλη, έστω και αν όσα είχε ακού-σει για την εμπορική του πίστη ίσχυαν απόλυτα.

«Αυτό είναι καθαρή ληστεία! Πέντε εργάτες για μια γυναίκα; Αδύ-νατον να δεχτώ!» Οργισμένος κινήθηκε προς τη θύρα του ανδρώνα.

«Ας μιλήσουμε λογικά, άρχοντά μου» απάντησε έχοντας σοβαρέ-ψει και ο Πολυδεύκης. Ήξερε ότι κρατούσε στο χέρι τον άλλο, μπο-ρούσε να υπαγορεύσει τους δικούς του όρους. «Τη δούλα αυτή τη θέ-λετε, και όχι μόνο για να επιβάλετε τάξη στο κτήμα. Οι εργάτες γης για εσάς δε σημαίνουν τίποτα, έχετε τόσους στη δούλεψή σας! Η μό-νη παραχώρηση που μπορώ να κάνω είναι να επιστρέψετε τα δύο αγό-ρια που αγοράσατε πρόσφατα και να δώσετε επιπλέον δύο εργάτες. Ξέρετε πως, μόνο αν συνεργαστείτε μαζί μας, έχετε ελπίδες να ανα-κτήσετε αυτή την Αλκιθόη, αλλιώς ξεχάστε την. Η τιμή, αν το εξετά-σετε από τη δική μας πλευρά, δεν είναι παράλογη. Μια τέτοια γυναί-κα, αν πουληθεί σε ένα καλό πορνείο, μπορεί να αποφέρει δέκα, δε-καπέντε, ίσως και είκοσι χρυσούς στατήρες*.»

Ο Μενέλαος στάθηκε στην είσοδο με την πλάτη στραμμένη προς τον επιστάτη. Το πρόσωπό του είχε πλέον παραμορφωθεί από την οργή, μα ήξερε πως όσα έλεγε ο Πολυδεύκης ήταν πέρα για πέρα αληθινά. Δε

* Χρυσά νομίσματα με βάρος δίδραχμου.

Digitized by @PriOri™

Page 116: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

116 Γιώργος Μπουλακάκης

γύρισε το βλέμμα στον αγροίκο αυτόν άντρα· δεν ήθελε να δει το χα-μόγελο του θριάμβου που θα ζωγραφιζόταν στα χείλη του μετά την απάντησή του. Αν δεν ήθελε τη νεαρή δούλα τόσο πολύ, θα τον έδιω-χνε απ' το κτήμα πυξ λαξ, μα ο πονηρός δουλέμπορος είχε καταλάβει πως τον είχε στο χέρι, δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να μειώσει τις απαιτήσεις του.

Μετά από μια σύντομη σιωπή, η φωνή του ακούστηκε σβησμένη. «Έστω, ας γίνει έτσι. Πέντε εργάτες γης για την Αλκιθόη. Μπορείς να πηγαίνεις.» Η παρουσία του δουλεμπόρου τού είχε γίνει αφόρητη.

Ο Πολυδεύκης σηκώθηκε. «Μόνο μια τελευταία ερώτηση, άρχοντά μου. Έχεις κάποια υποψία για το πού θα κρυφτεί η γυναίκα αυτή;»

«Όχι, απολύτως καμία. Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν πρόκειται να φύγει από τη Μακεδονία, γεννήθηκε εδώ, δεν υπάρχει άλλο μέ-ρος γι' αυτήν.»

«Ευχαριστώ, άρχοντα, μου επιτρέπεις να αποχωρήσω...» έκλεισε ο Πολυδεύκης τη συζήτηση. Προσπέρασε τον Μενέλαο, που στεκόταν πάντα στη θύρα του ανδρώνα, και ίππευσε το άλογο που κρατούσε ένας δούλος μπροστά στην κύρια είσοδο. «Θα έχεις σύντομα νέα μας. Μην ανησυχείς καθόλου, είναι σαν να την έχεις ήδη στα χέρια σου. Μόνο λίγη υπομονή.»

«Καλό δρόμο» είπε ο Μενέλαος αντί άλλης απάντησης και μπήκε ξανά μέσα στον ανδρώνα. Ήταν αρκετά εκνευρισμένος με τον αχρείο και γλοιώδη υπάλληλο που του έστειλε ο Φιλέταιρος, και με το αντίτι-μο που τον υποχρέωσαν να δεχτεί. Είχε μόνο την ικανοποίηση πως η Αλκιθόη θα ήταν σύντομα στα χέρια του, να την ταπεινώσει με όλους τους τρόπους που μπορούσε να βάλει ανθρώπου νους. Ξάπλωσε στο ανάκλιντρο του και χτύπησε βιαστικά τα χέρια του. «Κρασί!» πρόσταξε μονολεκτικά το νεαρό δούλο που έτρεξε αμέσως να πραγματοποιήσει την επιθυμία του.

Digitized by @PriOri™

Page 117: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Έβδομο

Την ίδια στιγμή που η Αλκιθόη και ο Λυσίμαχος συνέχιζαν τις μο-ναχικές τους πορείες προς τη μοίρα, ο βασιλιάς βρισκόταν φυλακι-σμένος στο ανάκτορο της Αμφίπολης, το ίδιο εκείνο ανάκτορο που τον είχε φιλοξενήσει τις πρώτες μέρες μετά τη μάχη στην Πύδνα. Τις πο-λυτελείς του αίθουσες τώρα χαίρονταν οι αξιωματικοί του Αιμίλιου Παύλου, άνθρωποι στην πλειονότητά τους αδαείς και άξεστοι. Εκεί-νος, αν και δεν είχε παράπονο από τον ύπατο, που του είχε συμπερι-φερθεί με προσήνεια και κατανόηση, ήταν περιορισμένος σε μια μι-κρή αποθήκη διαμορφωμένη σε φυλακή στο υπόγειο, με συνεχή, άγρυ-πνη φρούρηση. Ο χώρος ήταν υγρός και σκοτεινός, η μόνη επίπλωση ήταν ένα στρώμα, ένα τραπέζι και ένας χαμηλός σκίμπους*. Ο Αιμί-λιος Παύλος του είχε παραχωρήσει το δικαίωμα να κρατά μερικές περ-γαμηνές, τις οποίες μελετούσε στο ασθενικό φως ενός λύχνου. Το φα-γητό ήταν ευπρεπές, οι επισκέψεις που επέτρεπαν όμως ήταν περιο-ρισμένες· μόνο μια φορά τον είχαν επισκεφθεί η Λαοδίκη και τα δύο μικρότερα παιδιά του.

Τις ατελείωτες ώρες της μοναξιάς, το μόνο που μπορούσε να κά-νει ήταν να αναπολεί τα περασμένα και να οικτίρει τον εαυτό του για

* Είδος σκαμνιού.

Digitized by @PriOri™

Page 118: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

τα λάθη και τις παραλείψεις του, που εκ των υστέρων έβλεπε πως δεν ήταν και λίγες. Στο νου του κυριαρχούσε η εικόνα της μάχης και οι δέ-κα αποφασιστικές μέρες που την ακολούθησαν, και βασάνιζε τον εαυ-τό του προσπαθώντας να μαντέψει τι μπορούσε να πράξει ώστε να αλ-λάξει τη ροή των γεγονότων. Είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως αι-τία της πλήρους καταστροφής στην Πύδνα ήταν ο άκρατος ενθουσια-σμός που επικράτησε στις τάξεις των οπλιτών και των αξιωματικών μετά την πρώτη σύγκρουση. Είχε διερωτηθεί πολλές φορές αν η υπο-χώρηση της ρωμαϊκής παράταξης στους πρόποδες του βουνού ήταν τα-κτική κίνηση ή πραγματική αναδίπλωση υπό το βάρος της πίεσης της φάλαγγας· στη μοναδική συζήτηση που είχε με τον ύπατο δεν έλαβε απάντηση στο γρίφο αυτό. Γεγονός ήταν πως η συνοχή της παράταξης διαλύθηκε, όταν έφτασε στις πρώτες ανωμαλίες του Ολόκρου· οι ευέ-λικτοι ρωμαϊκοί λόχοι τρύπωσαν στα κενά και κυριολεκτικά σφαγία-σαν τους στρατιώτες του. Οι διαταγές του να ανακοπεί η προέλαση δεν είχαν φτάσει εγκαίρως στις τάξεις, ίσως ακόμη και να αγνοήθη-καν από κάποιους έξαλλους από τη μέθη της νίκης αξιωματικούς. Η μακεδονική φάλαγγα είχε αποδειχτεί άφταστη, ακατανίκητη στον εκ παρατάξεως αγώνα εδώ και αιώνες, μα όταν περικυκλωνόταν, ήταν τρομερά ευπρόσβλητη.

Ο πανικός που προκάλεσε η φοβερή σκηνή της σφαγής τον οδήγη-σε σε μια σειρά από τραγικά λάθη. Πρώτο απ' όλα η διαταγή να απο-χωρήσει το ιππικό συντεταγμένο από το πεδίο της μάχης. Ο Αλέξαν-δρος, ο κατακτητής της Ασίας, θα είχε ορμήσει ηγούμενος του ιππικού στην καρδιά της σύγκρουσης, για να πεθάνει επικεφαλής των αντρών του. Εκείνος είχε φανεί λίγος, λιποψύχησε και άκουσε τους ανόητους συμβούλους που του πρότειναν να σώσει τους ιππείς για να πολεμήσει μια άλλη μέρα, αντί να κάνει αυτό που επέβαλλε η θέση, το καθήκον, η τιμή του και η ιστορία ενός ολόκληρου λαού: να σκοτωθεί.

Από τη στιγμή που αποχώρησε από το πεδίο της μάχης, ήταν πια ζωντανός νεκρός, ένα κινούμενο λείψανο, έρμαιο των στρατηγών και των συμβούλων του· η ψυχή του κειτόταν νεκρή στο πεδίο που τόσο ατιμωτικά εγκατέλειψε. Δε θυμόταν και πολλά πράγματα από τη βρα-διά εκείνη, ούτε καν ποιος είχε την ιδέα να εγκαταλείψουν το σώμα

118 Γιώργος Μπουλακάκης

Digitized by @PriOri™

Page 119: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 119

των ιππέων και να κινηθούν προς την Πέλλα ανεξάρτητα. Τον δια-βεβαίωσαν ότι εκείνοι θα ακολουθούσαν το επόμενο πρωί, φαίνεται όμως πως στη διάρκεια της νύχτας οι περισσότεροι αξιωματικοί λι-ποτάκτησαν, με αποτέλεσμα και οι απλοί στρατιώτες να αποχωρή-σουν για τις πατρίδες τους. Μάταια εκείνος περίμενε στην Πέλλα την εμφάνισή τους.

Παραδόξως, το νέο αυτό χτύπημα της μοίρας τον αφύπνισε από το λήθαργο και τον ενεργοποίησε. Όταν έφτασε στην Πέλλα το νέο της διάλυσης του σώματος των ιππέων, συγκέντρωσε τους ακόλουθους και την οικογένειά του αναχωρώντας προς ανατολάς, αφού εμπιστεύτηκε τα μικρότερα παιδιά του στον Ίωνα από τη Θεσσαλονίκη, έναν αυλι-κό που είχε ευεργετήσει πολλές φορές στο παρελθόν. Δεν είχε καμία δυνατότητα να υπερασπίσει την πόλη μόνο με τους Κρήτες μισθοφό-ρους και τους ελάχιστους τακτικούς στρατιώτες που αποτελούσαν τη φρουρά της. Σκόπευε να οργανώσει νέα αντίσταση στην Αμφίπολη, ζητώντας βοήθεια από τις θρακικές φυλές της περιοχής. Αν οι Ρωμαίοι καθυστερούσαν πολιορκώντας τις μεγάλες πόλεις της Κάτω Μακεδο-νίας ως τη Θεσσαλονίκη, ίσως κατάφερνε να οργανώσει μια υποτυ-πώδη αντίσταση ή έστω να διαπραγματευτεί μια έντιμη ειρήνη.

Η ροή των ανθρώπινων πραγμάτων δυστυχώς σπάνια ακολουθεί την κοίτη που χαράζει ο ανθρώπινος νους, αναλογιζόταν με πίκρα ο Περσέας. Όταν έφτασε στην Αμφίπολη, μόνο προθυμία για αντίστα-ση δε βρήκε. Η φιλορωμαϊκή παράταξη είχε εκδηλωθεί ανοιχτά- μια αντιπροσωπεία σχεδόν απροσχημάτιστα απαίτησε την αποχώρηση του από την πόλη. Οι κρούσεις του σε κάποιους Θράκες φύλαρχους για βοήθεια δε βρήκαν ανταπόκριση, ενώ η πρεσβεία που απέστειλε στον Αιμίλιο Παύλο να διαπραγματευτεί τους όρους της ειρήνης γύρισε άπρακτη. Ο ύπατος απάντησε πως είχε εξουσιοδοτηθεί από τη Σύ-γκλητο να δεχτεί μόνο την άνευ όρων παράδοση του. Η Ρώμη δε σκό-πευε να δώσει την ίδια λύση όπως πριν τριάντα χρόνια, μετά την κα-ταστροφή που υπέστη ο πατέρας του στις Κυνός Κεφαλές.

Δεν του έμενε άλλη λύση από το να εγκαταλείψει την Αμφίπολη και να καταφύγει σε κάποιο νησί. Από εκεί, με την προστασία του

Digitized by @PriOri™

Page 120: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

120 Γιώργος Μπουλακάκης

στόλου, θα μπορούσε να διαπραγματευτεί καλύτερα. Θα υπήρχε μά-λιστα η δυνατότητα να υποκινήσει τους πιστούς στο βασιλιά Μακεδό-νες σε στάση, δημιουργώντας συνθήκες χάους για τα ρωμαϊκά στρα-τεύματα. Αυτό που δε γνώριζε, όταν απέπλεε με τους θησαυρούς και την αυλή του για τη Σαμοθράκη, ήταν πως την ίδια στιγμή ο μακεδο-νικός στόλος με διαταγή του ναυάρχου Αντήνορα έπλεε προς την Κασ-σάνδρεια να παραδοθεί και σχεδόν όλες οι μεγάλες πόλεις είχαν ανοί-ξει χωρίς αντίσταση τις πύλες τους στους νικητές. Όταν τα νέα έφτα-σαν στη Σαμοθράκη, ο Περσέας απλώς παρατήρησε φλεγματικά πως την ύστατη για το βασίλειο του ώρα διαπίστωνε πως περιστοιχιζόταν από δειλούς και ανίκανους. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να ετοιμάσει μια νέα αντιπροσωπεία για τον Αιμίλιο Παύλο, μήπως και καταφέρει να αποσπάσει μια συνθήκη ειρήνης κάπως υποφερτή. Φυ-σικά και αυτή η αντιπροσωπεία γύρισε χωρίς επιτυχία, φέρνοντας επι-προσθέτως την είδηση πως ο Των είχε παραδώσει τα παιδιά του βασι-λιά στους Ρωμαίους. Το μόνο που μπορούσε να εγγυηθεί ο Ρωμαίος ήταν η προσωπική ασφάλεια του βασιλιά, αρκεί να παραιτούνταν από το βασιλικό αξίωμα. Ο Περσέας άκουσε ψύχραιμα τα νέα και ενδό-μυχα μακάρισε τον εαυτό του για την προνοητικότητά του να φυγα-δεύσει το βρέφος της Αρίστης και να μην το εμπιστευτεί σε κάποιον σαν τον Ίωνα.

Τα χτυπήματα της μοίρας ήταν διαδοχικά για τον Μακεδόνα βα-σιλιά. Όπως έλεγε και το γνωμικό, μια δυστυχία ποτέ δεν έρχεται μό-νη· πραγματικά, εδώ είχαν πέσει όλες μαζί, σαν σμήνος από σφήκες. Σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα, ο Ρωμαίος διοικητής του στολίσκου που είχε αποκλείσει τη Σαμοθράκη έπεισε τους ντόπιους πως ο Εύαν-δρος, αρχηγός των Κρητών μισθοφόρων που συνόδευαν τον Περσέα, θα μίαινε το σπουδαίο ιερό των Καβείρων στο νησί, καθώς βαρυνό-ταν με απόπειρα δολοφονίας στους Δελφούς. Ο βασιλιάς πρόσθεσε έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των λανθασμένων επιλογών του, υπο-χώρησε στο αίτημα των ντόπιων και εκτέλεσε τον αρχηγό των Κρη-τών. Φυσικό επακόλουθο της ενέργειας αυτής ήταν η αποχώρηση των μισθοφόρων. Ο βασιλιάς έμεινε οριστικά μόνος.

Digitized by @PriOri™

Page 121: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 121

Η τελευταία του επιλογή ήταν να αποδράσει, εμπιστευόμενος έναν Κρητικό έμπορο, κάποιον Οροάνδη. Φυσικά δεν είχε ξεκαθαρίσει στο μυαλό του πού θα καταφύγει. Σκεφτόταν αρχικά τον Κότυ, το βάρβα-ρο βασιλιά των Οδρυσών της Θράκης. Μια άλλη λύση ήταν να προ-σπαθήσει να φτάσει στη Ρόδο και από εκεί στην αυλή του βασιλιά Αντιόχου, συναποκομίζοντας το θησαυρό του. Ήταν εξωφρενική ιδέα, αφού οι Ρωμαίοι είχαν τον τρόπο να πιέσουν οποιονδήποτε να τον πα-ραδώσει, αν δηλαδή δεν προλάβαιναν το αργοκίνητο εμπορικό με τα ταχύτερα πολεμικά τους. Μέσα στον πανικό του είχε επιπλέον την αφέ-λεια να φορτώσει το θησαυρό στο εμπορικό πλοίο πριν επιβιβαστεί ο ίδιος και η ακολουθία του, με αποτέλεσμα ο πονηρός έμπορος να απο-πλεύσει οικειοποιούμενος το χρυσό της Μακεδονίας. Ήταν το τελευ-ταίο λάθος του. Η εικόνα του βασιλιά που στεκόταν μέσα στη νύχτα στον αιγιαλό, τυλιγμένος σφιχτά με τη χλαμύδα του, παρατηρώντας το μοναδικό φως του κατάφορτου πλεούμενου να χάνεται στο σκοτάδι, ήταν η προσωποποίηση της απόλυτης, της πλέον συντριπτικής ήττας. Ο Περσέας συνειδητοποίησε πως το μόνο που του έμενε ήταν να στεί-λει να ειδοποιήσουν τον Ρωμαίο στόλαρχο πως η ζωή του και η οικο-γένειά του ήταν στη διάθεσή του. Τη λύση της αυτοκτονίας την απέρ-ριψε, φοβήθηκε τις συνέπειες που θα είχε μια τέτοια ενέργεια στην οι-κογένειά του.

Ο Γναίος Οκτάβιος, ο Ρωμαίος διοικητής του στολίσκου, τον αλυ-σόδεσε σαν κοινό εγκληματία στο βάθος του κύτους της ναυαρχίδας του και τον μετέφερε στη Σίρρα της Οδομαντικής* όπου είχε μεταβεί ο ύπατος εγκαταλείποντας την Αμφίπολη μέχρι να επιτύχει τη σύλλη-ψη του Περσέα. Μαζί του βρισκόταν και ο μεγαλύτερος γιος του, ο Φί-λιππος της Κόθρας, παιδί έντεκα χρονών. Όταν έφτασαν στην ακτή, πάντα αλυσοδεμένους και με ισχυρή συνοδεία, τους μετέφεραν στην πόλη. Πολλοί χωρικοί έβγαιναν στο δρόμο από όπου περνούσε η θλι-βερή πομπή, για να δουν από κοντά τον ηττημένο βασιλιά. Λίγοι αντι-φρονούντες εκδήλωναν τη χαρά τους προσφέροντας άνθη και γλυκές μελόπιτες στους Ρωμαίους στρατιώτες, μα οι περισσότεροι στέκονταν

* Η περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Στρυμόνα και Νέστο, γύρω από το όρος Παγγαίο.

Digitized by @PriOri™

Page 122: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

122 Γιώργος Μπουλακάκης

σιωπηλοί, με χαμηλωμένα κεφάλια. Ο Περσέας γνώριζε πως η θλίψη αυτή δεν αφορούσε το πρόσωπό του, αφού δεν είχε προλάβει να γίνει αγαπητός στο λαό του, αλλά το θεσμό που αντιπροσώπευε για τους Μακεδόνες.

Στη Σίρρα ο ύπατος τον υποδέχτηκε στο οίκημα που χρησιμοποι-ούσε πριν ο τοπικός διοικητής. Πρώτη φορά οι δύο αντίπαλοι αντίκρι-ζαν από κοντά ο ένας τον άλλον. Η αντιπαράθεση έγινε με σαφώς άνι-σους όρους· ο ύπατος φορούσε τη λευκή toga* των Ρωμαίων συγκλητι-κών με την πορφυρή ταινία, ενώ ο στρατιωτικός χιτώνας του Περσέα ήταν πραγματικό ράκος. Ο Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος ήταν τουλάχιστον είκοσι χρόνια μεγαλύτερος από τον Περσέα, η προσωπικότητά του ωστόσο ασκούσε μια μαγνητική γοητεία στους γύρω του. Υποδέχτηκε εγκάρδια τον ηττημένο βασιλιά και διέταξε να του αφαιρέσουν αμέ-σως τα σίδερα. Παραδόξως, και παρά τις συνήθειες των υπερήφανων Ρωμαίων πατρικίων, μίλησε στον Περσέα στα ελληνικά, που γνώριζε σαν να ήταν η μητρική του γλώσσα. Είναι αποκλειστικό προνόμιο των νικητών να προβαίνουν σε παρόμοιες χειρονομίες αβροφροσύνης· αν ήταν εκείνος ο ηττημένος, ποτέ δε θα ξεστόμιζε λέξη στα ελληνικά*!

Η συζήτηση των δύο αντρών επικεντρώθηκε κυρίως στη μάχη που είχε προηγηθεί, αλλά και στο πώς σκόπευαν οι Ρωμαίοι να συμπερι-φερθούν στις μακεδονικές πόλεις που είχαν υποδουλώσει. Προς το τέλος της συνάντησης, ο Περσέας ζήτησε να μάθει και για την τύχη της οικογένειάς του.

«Δεν έχω λάβει οδηγίες από τη Σύγκλητο για εσάς. Σήμερα θα μεί-νετε εδώ, φυλακισμένοι στο κτίριο του επάρχου. Αύριο θα μεταφερ-θείτε στην Αμφίπολη και θα παραμείνετε φυλακισμένοι εκεί μέχρι να λάβω εντολές. Θα δώσω διαταγές τουλάχιστον για τις γυναίκες και τα παιδιά να έχουν καλή μεταχείριση και τα ενδιαιτήματά τους να είναι

* Ρωμαϊκός χιτώνας. * Τη συνάντηση αυτή περιγράφει ο Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Αιμίλιος, 26-27, αν και μάλ-λον το χωρίο αυτό είναι επηρεασμένο από τη ρωμαϊκή προπαγάνδα, αφού παρουσιάζει τον Περσέα ως φιλοτομαριστή και αξιοθρήνητο δειλό.

Digitized by @PriOri™

Page 123: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 123

ευπρεπή» τον πληροφόρησε ο ύπατος και αποσύρθηκε στα ιδιαίτερα διαμερίσματα του.

Μετά από εκείνη την πρώτη συνάντηση, οι δυο άντρες δε συναντή-θηκαν ξανά. Η βασιλική οικογένεια της Μακεδονίας είχε οδηγηθεί στην Αμφίπολη, όπου μόνο ο Περσέας κρατήθηκε στον υπόγειο θάλα-μο, ενώ στους υπόλοιπους παραχωρήθηκαν τα δωμάτια των δούλων στον πρώτο όροφο του ανακτόρου, πάντα με διακριτική επιτήρηση αντρών των σπειρών* που στάθμευαν στην Αμφίπολη. Ο έγκλειστος βασιλιάς είχε χάσει στο υπόγειο την αίσθηση του χρόνου· η κατάστα-ση αυτή είχε διαρκέσει ήδη ένα μήνα, χωρίς να διαφαίνονται προοπτι-κές μεταβολής. Η μόνη αχτίδα ελπίδας στη ζοφερή πραγματικότητα ήταν οι λίγες στιγμές που θυμόταν τον Λυσίμαχο και το γιο της Αρί-στης. Δεν είχε μάθει κανένα νέο γι' αυτούς· στη συγκεκριμένη περί-πτωση τούτο ήταν μάλλον ενθαρρυντικό. Κανείς Ρωμαίος αξιωματικός δεν είχε αναφέρει κάτι στις μακρές ανακρίσεις στις οποίες είχε υπο-βληθεί το διάστημα αυτό. Το μόνο ερώτημα που υπέβαλλαν ξανά και ξανά ήταν το πού βρισκόταν φυλαγμένος ο βασιλικός θησαυρός που είχε μαζί του στη Σαμοθράκη. Στις απαντήσεις του αναφερόταν πάντα στην κλοπή του Οροάνδη, παίρνοντας απαντήσεις του τύπου "Μας θε-ωρείς ηλίθιους; Πώς να πιστέψει κανείς κάτι τόσο εξόφθαλμα βλακώ-δες;" Παρ' όλο που ορισμένοι αξιωματικοί αγρίευαν, κανείς δε σήκω-σε χέρι να τον χτυπήσει ή να διανοηθεί έστω να τον απειλήσει με βα-σανιστήρια. Η απληστία, η δίψα για ακόμη περισσότερα λάφυρα, δεν μπορούσε να νικήσει το σεβασμό και το φόβο που ενέπνεαν οι εντολές του Αιμιλίου Παύλου.

Τις τελευταίες μέρες οι ανακρίσεις είχαν αραιώσει. Ο Περσέας εί-χε περισσότερο χρόνο να βυθίζεται στις αναμνήσεις των τελευταίων ημερών και να μελετά τον Αριστοτέλη αλλά και τον Όμηρο που τόσο αγαπούσε στα ξέγνοιαστα νεανικά του χρόνια. Την ημέρα εκείνη η μελέτη διακόπηκε από την ξαφνική εισβολή ενός αξιωματικού του ιπ-πικού. Ο άντρας στεκόταν πίσω από το κιγκλίδωμα και κοιτούσε το

* Άλλο όνομα που χρησιμοποιούσαν για τους λόχους της λεγεώνας (manipuli).

Digitized by @PriOri™

Page 124: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

124 Γιώργος Μπουλακάκης

βασιλιά αμίλητος. Η όψη του δεν προμήνυε τίποτα ευχάριστο. Ο Περ-σέας τύλιξε την περγαμηνή που ήταν ανοιχτή στο τραπέζι.

«Νέα ανάκριση; Στη διάθεσή σας!» Δίπλα στον αξιωματικό στεκόταν κάποιος που εκτελούσε χρέη με-

ταφραστή. Ο αξιωματικός φώναξε άγρια κάτι και ο μεταφραστής ζή-τησε από τον Περσέα να τους ακολουθήσει μόλις ανοίξει το κιγκλί-δωμα. Ο βασιλιάς υπάκουσε την εντολή χωρίς αντίδραση.

Ανέβηκαν το στενό λίθινο κλιμακοστάσιο και βγήκαν στην αυλή. Ο Περσέας, έχοντας συνηθίσει στο μισοσκόταδο, ενοχλήθηκε από το δυνατό φως του μεσημεριανού ήλιου και μισόκλεισε τα μάτια βάζο-ντας την παλάμη σαν αντήλιο μπροστά στο μέτωπο. Οι δύο στρατιώ-τες που τον υποβάσταζαν τον οδήγησαν στη μεγάλη αίθουσα των συ-μποσίων, όπου ήδη είχε προχωρήσει ο αξιωματικός. Μπαίνοντας μέ-σα, διέκρινε ακόμα δύο ανώτερους αξιωματικούς και έναν άντρα που δεν αναγνώρισε αμέσως, αφού τα μάτια του δε βοηθούσαν. Μόλις κα-τάλαβε, δε συγκράτησε μια αυθόρμητη βρισιά.

«Ίωνα, βδέλυγμα της Θεσσαλονίκης, εσύ εδώ; Η προδοσία δεν εί-ναι αρκετή; Ήρθες να περιγελάσεις ένα δυστυχισμένο άνθρωπο; Εί-θε τα όρνια και τα σκυλιά να καταβροχθίσουν τις σάρκες σου!» Ήταν η φυσιολογική αντίδραση ενός ανθρώπου χτυπημένου από τη μοίρα, που δεν άρμοζε διόλου σε ένα βασιλιά. Ο εκτός εαυτού Περσέας έκα-νε μια απειλητική κίνηση προς το μέρος του, μα οι στρατιώτες δε δυ-σκολεύτηκαν να τον συγκρατήσουν. Η παραμονή στη φυλακή του ανα-κτόρου τον είχε εξαντλήσει.

Ο Ίων ζάρωσε πάνω στο ανάκλιντρο. Οι Ρωμαίοι αξιωματικοί που τον έφεραν στην Αμφίπολη δεν τον είχαν προετοιμάσει γι' αυτή τη συ-νάντηση. Ο βασιλιάς, αν και άπλυτος, με απεριποίητο γένι και κόμη, εξακολουθούσε να εμπνέει φόβο σε έναν άνθρωπο που είχε ανδρω-θεί στην αυλή του πατέρα του Περσέα, πάντα με τον κίνδυνο να προ-καλέσει την τρομερή οργή του στο παραμικρό λάθος. Γνώριζε βέβαια πως τα πάντα είχαν τελειώσει και η βασιλική εξουσία στη Μακεδονία ήταν παρελθόν, ο φόβος όμως ενδόμυχα εξακολουθούσε να φωλιάζει μέσα του. Βρήκε πάντως το θάρρος -ή την αναίδεια- να σηκωθεί και να υποκλιθεί με δουλοπρέπεια στον έκπτωτο μονάρχη.

Digitized by @PriOri™

Page 125: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 125

«Βασιλιά μου! Ελπίζω να συγχωρέσετε κάποιο τυχόν ατόπημά μου, αν θεωρείτε ότι με οποιονδήποτε τρόπο σας έβλαψα. Έχετε πάντα τον απεριόριστο σεβασμό μου!»

«Μίασμα, σκύλας γέννα! Στον κόρακα να πας, εσύ και η γενιά σου! Πώς μπορείς να με κοιτάς ακόμη καταπρόσωπο; Είμαι ηλίθιος. Όσους εμπιστεύθηκα τον τελευταίο μήνα, όλοι με εγκατέλειψαν, και πρώτος εσύ! Πρόδωσες τη φιλία μου, παρέδωσες τα παιδιά μου στους Ρωμαίους για λίγα αργυρά νομίσματα! Ντροπή σου, προδότη, δεν είσαι άξιος να λέγεσαι Μακεδόνας!» συνέχισε να ουρλιάζει ο Περσέας, πάντα με τους δυο Ρωμαίους στρατιώτες να τον συγκρατούν. Όταν κουράστηκε να φωνάζει, τον οδήγησαν σε ένα χαμηλό κάθισμα, ενώ οι υπόλοιποι ξά-πλωσαν αναπαυτικά στα ανάκλιντρα.

Από τους Ρωμαίους αξιωματικούς μόνο ένας μιλούσε ελληνικά, και αυτά όχι πολύ καλά. Ανέλαβε να συνεννοηθεί εκ μέρους και των υπολοίπων.

«Έχουμε μια πληροφορία, την οποία ο άνθρωπος σου εδώ μας επιβεβαίωσε.» Μετά από μια στιγμή σιωπής πρόσθεσε «Υπάρχει ακό-μα ένας γιος σου, ένα βρέφος το οποίο δε βρίσκεται στα χέρια μας.» Σταμάτησαν για να δουν την αντίδρασή του.

Ο Περσέας στράφηκε ξανά προς τον Ίωνα με το βλέμμα σκοτει-νό. Αν και ήξερε ότι εκείνη τη στιγμή έπρεπε να προσποιηθεί τον ανή-ξερο, δεν υπήρχε λόγος να κρυφτεί. Ούτως ή άλλως, ακόμα και αν τον βασάνιζαν, δε θα μπορούσαν να του αποσπάσουν πολύ περισσότερα από όσα ήδη γνώριζαν. Τώρα δε φώναξε· χαμηλόφωνα απευθύνθηκε στον αυλικό, αρκετά καθαρά ώστε να τον ακούσουν και οι αξιωματι-κοί. «Δε σου αρκούν αυτά που πήρες για να παραδώσεις τα υπόλοιπα παιδιά;» Ύστερα στράφηκε προς τους αξιωματικούς. «Στη θέση σας δε θα τον εμπιστευόμουν, στην πρώτη ευκαιρία θα σας προδώσει για κάποιον ισχυρότερο.»

Μόλις ο αξιωματικός μετέφρασε, οι άλλοι δύο ξέσπασαν σε γέ-λια. «Δεν υπάρχει κανείς ισχυρότερος από τη Ρώμη» απάντησε ένας με την αυτοπεποίθηση του νικητή.

Ο Ίωνας πάλι προσπάθησε να διαμαρτυρηθεί αδύναμα. «Μα το μεγάλο Δία, σου ορκίζομαι στη ζωή μου, βασιλιά, δεν έμαθαν τίποτα

Digitized by @PriOri™

Page 126: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

126 Γιώργος Μπουλακάκης

από εμένα. Το μόνο για το οποίο μπορείς να με ψέξεις είναι ότι πα-ρέδωσα τα παιδιά σου που αδυνατούσαν να ταξιδέψουν. Εξάλλου, τα πάντα είχαν κριθεί, ποιος ο λόγος να τα ταλαιπωρώ άδικα;»

Ο Περσέας αποφάσισε και πάλι να τον αγνοήσει επιδεικτικά. Άλλο-τε θα είχε διατάξει απλά να εκτελέσουν τον Ίωνα δι' αποκεφαλισμού, μα τώρα δεν είχε άλλον τρόπο να δείξει τη δυσαρέσκειά του. Στρά-φηκε προς τους Ρωμαίους.

«Πρόκειται για το γιο μιας δούλας μου, την οποία είχα διώξει από το ανάκτορο γιατί είχε προκαλέσει το φθόνο της νόμιμης συζύγου μου. Την υπόθεση της απομάκρυνσής της είχε αναλάβει ο Ίππαρχος. Δε γνωρίζω πού τη μετέφερε με το παιδί, υποθέτω σε κάποιο ανάκτορο στη Θεσσαλονίκη ή στην Έδεσσα.» Επίτηδες είχε χρησιμοποιήσει το όνομα ενός πεζέταιρου που είχε σκοτωθεί στην Πύδνα. Ας κατέβαι-ναν στον Άδη να τον ρωτήσουν να τον διαψεύσει!

«Δεν τους είχες ξαναδεί έκτοτε; Γνωρίζουμε πως είχες ιδιαίτερη αδυναμία στη συγκεκριμένη δούλα!»

«Σου είπα, αξιωματικέ, είχα πρόβλημα με τη σύζυγο μου, δεν ήθε-λα να δημιουργήσω έριδες, εξάλλου ήταν μια ασήμαντη δούλα! Δεν αντιλέγω βέβαια, ήταν μια πραγματική καλλονή, για ένα διάστημα ήταν μόνιμη σύντροφος στην κλίνη μου, όμως δε σήμαινε τίποτα για μένα. Την έδιωξα όπως διώχνει κανείς... τι να σου πω, ένα ενοχλητι-κό κουνούπι! Όσο για το βρέφος, δε γνωρίζω καν αν είναι ζωντανό ή έχει πεθάνει» απάντησε.

«Είναι εύκολο δηλαδή να εντοπίσουμε τη μάνα και το παιδί, αν ψάξουμε στα βασιλικά ανάκτορα των υπόλοιπων πόλεων; Πώς ονο-μάζεται η μητέρα;»

«Δε ρώτησα ποτέ το όνομά της, εγώ για το κορμί της την ήθελα, δε σκόπευα ποτέ να ανοίξω συζήτηση μαζί της!» Προσπάθησε να φανεί πνευματώδης απέναντι στους Ρωμαίους, για να δείξει πως θεωρούσε το θέμα εντελώς ασήμαντο. Η καρδιά του ωστόσο μάτωνε να μιλά με τέτοιο χυδαίο τρόπο για μια γυναίκα που αγάπησε τόσο πολύ. Παλιά, όταν ήταν απόλυτος κυρίαρχος της Μακεδονίας, δεν το είχε σκεφτεί, μόνο τώρα, που η μεταστροφή της μοίρας του είχε ανοίξει τα μάτια, ήξερε πως θα ήταν στ' αλήθεια ευτυχής αν ζούσε ανώνυμα, ένας γεωργός

Digitized by @PriOri™

Page 127: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 127

ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους, με τη γυναίκα αυτή που τον λάτρευε και τον καρπό του ερωτά τους. Πώς το είχε πει παλιά εκείνος ο Αθηναίος, ο Επίκουρος; "Λάθε βιώσας*." Σοφό απόφθεγμα...

«Μήπως νομίζεις πως είμαστε μωρόπιστοι ώστε να μας περιγελάς τόσο εμφανώς, βασιλιά; Είναι δυνατόν να μη γνωρίζεις το όνομα της δούλας με την οποία κοιμόσουν κάθε βράδυ; Δε βλέπω και μεγάλη διάθεση να συνεργαστείς!» Η ειρωνική έκφραση του αξιωματικού έδειχνε τη δυσπιστία του, αλλά και το πόσο τον διασκέδαζε η σχεδόν κωμική απόπειρα του Περσέα να προστατεύσει τη δούλα. Οι άλλοι δύο στέκονταν ανέκφραστοι και, μόλις τους μετέφρασε τα λεγόμενά του, κούνησαν το κεφάλι με νόημα.

Ο Περσέας έδειξε προσβεβλημένος και έσπευσε να απαντήσει· δε θα καταδεχόταν να φανεί ανόητος μπροστά στους υπερόπτες Ρωμαίους. «Δεν το ενθυμούμαι αυτή τη στιγμή, έχω αρκετό καιρό να τη δω...»

«Νομίζω πως τη λέγανε... Αριστίππη;» πετάχτηκε να απαντήσει ο Ίωνας. Η προσπάθειά του να φανεί αρεστός στους νέους κυρίαρχους ήταν παραπάνω από εμφανής. Ο Περσέας θυμήθηκε τις κολακείες, τους μεγαλόστομους επαίνους του στην αυλή της Πέλλας και ένιωσε ακόμη μεγαλύτερη αηδία για το χαμερπή Θεσσαλονικέα. Εκείνη τη στιγμή συλλογίστηκε πως ακόμα και αν δε γνώριζαν, δε θα ήταν δύ-σκολο να μάθουν το όνομα, έτσι δε δίστασε να διορθώσει τον αυλικό.

«Αρίστη, ορίστε, θυμήθηκα, Αρίστη είναι το όνομά της» απάντησε τάχα αδιάφορα. Θα ήταν καλύτερο να δείξει στους Ρωμαίους πως δεν ενδιαφερόταν καθόλου για το βρέφος, ίσως έτσι κέρδιζε λίγο ακόμα χρόνο για τον Λυσίμαχο. Ήλπιζε μόνο ο φίλος του να είχε κρύψει κα-λά τα ίχνη του. Στράφηκε προς τον Ίωνα και του χαμογέλασε με ση-μασία. «Σε ευχαριστώ για την υπενθύμιση, Ίωνα!» Από τη στιγμή που χάθηκαν όλα στην Πύδνα, είχε κάθε ευκαιρία να διαπιστώσει πως οι αυλικοί του ήταν στην πλειονότητά τους προδότες και καιροσκόποι. Ο Ίωνας ήταν απλώς ο πρώτος από αυτούς που βρέθηκε μπροστά του, γι' αυτό και ξέσπασε πάνω του τη συμπιεσμένη οργή του. Ευτυχώς

* Πρόκειται για βασικό αξίωμα της επικούρειας φιλοσοφίας που αργότερα παρεξηγήθηκε και πήρε το νόημα της αποχής από τα δημόσια αξιώματα και της ήρεμης ζωής στην αφάνεια. Ο Επίκουρος εννοούσε να μην έχει κανείς μωροφιλοδοξίες ή στόχους που υπερβαίνουν το μέτρο.

Digitized by @PriOri™

Page 128: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

128 Γιώργος Μπουλακάκης

υπήρχαν όμως ακόμη ευγενείς με αγνά πατριωτικά αισθήματα και αφοσίωση στον ίδιο· διατηρούσε άσβεστη την ελπίδα πως ο Λυσίμα-χος δε θα τον απογοητεύσει.

Ο αξιωματικός που μιλούσε ελληνικά στράφηκε στους άλλους δύο και κάτι τους είπε χαμηλόφωνα. Μάλλον μετέφρασε την τελευταία απάντηση του Περσέα. Ο ένας έγνεψε καταφατικά, σημάδι πως η εκτί-μηση του Περσέα πως γνώριζαν ήδη ήταν ορθή. Ίσως απλώς ήθελαν να μετρήσουν την αντίδρασή του. Οι Ρωμαίοι σηκώθηκαν και ο ένας διέταξε τους παριστάμενους στρατιώτες να οδηγήσουν έξω από τον ανδρώνα και πίσω στη φυλακή τον έκπτωτο βασιλιά.

Εκείνος, πριν αποχωρήσει, ρώτησε με μια δόση δυσαρέσκειας στη φωνή του «Αυτό ήταν όλο; Γι' αυτό διακόψατε τη μελέτη μου;» Υπε-ρήφανα αρνήθηκε τη βοήθεια που του πρόσφεραν οι δύο στρατιώτες, και τινάζοντας ψηλά το κεφάλι, προχώρησε στην έξοδο. Παρά τη συ-ντριπτική μεταβολή της τύχης, διατηρούσε ακόμα κάτι από τη μεγα-λοπρέπεια που άρμοζε στον τελευταίο απόγονο των Αντιγονιδών. Πριν αποχωρήσει ωστόσο, δε συγκρατήθηκε και έριξε ένα τελευταίο φαρ-μακερό βλέμμα στον Ίωνα. Άνθρωποι σαν κι αυτόν τον αηδίαζαν, τον έκαναν να νιώθει ότι γεννήθηκε σε λάθος εποχή. Οι στρατηγοί του Αλεξάνδρου και του παλιού Φιλίππου δε θα έτρεχαν να συνταχθούν με τον εχθρό σε μια ενδεχόμενη ήττα. Τέλεια κατάπτωση, τέλεια σή-ψη για ένα λαό κάποτε τόσο περήφανο! «Ίωνα, εσύ, σιχαμερέ αυλι-κέ! Η κατάρα μου στο κεφάλι το δικό σου και των ομοίων σου, να σας κυνηγά πέρα από τον τάφο! Ανάθεμά σας!» φώναξε μανιασμένος και έφτυσε για να ξορκίσει τον ανόσιο λόγο.

Γρήγορα βρέθηκε πάλι στο χώρο που ήταν περιορισμένος. Άναψε το λυχνάρι και ξεδίπλωσε την περγαμηνή που μελετούσε πριν τον πά-ρουν επάνω. Τα γράμματα χόρευαν μπροστά στα μάτια του και δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στα δυσνόητα "Ηθικά" του Αριστοτέλη. Σηκώθηκε από το τραπέζι, έσβησε ξανά το λυχνάρι και άρχισε να βη-ματίζει νευρικά πάνω κάτω στο δωμάτιο. Μπορούσε τώρα που δεν τον έβλεπε κανείς να εκδηλώσει τον εκνευρισμό του μ' αυτόν τον τρό-πο. Είχε έρθει λοιπόν η ώρα να αρχίσει η καταδίωξη του βρέφους! Ήξερε ότι δεν μπορούσε να κάνει πια τίποτα από το να ελπίζει και

Digitized by @PriOri™

Page 129: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 129

να εύχεται να έχει κάνει τη σωστή επιλογή προστάτη για το γιο του. Αν πίστευε στους θεούς, θα τους παρακαλούσε να τον βοηθήσουν, μα θε-ωρούσε φοβερά αναξιοπρεπές να το πράξει τώρα που βρέθηκε στην ανάγκη. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για το παιδί και τον Λυσίμαχο, μπορούσε όμως να παρακαλέσει τον Αιμίλιο Παύλο, ο οποίος του έδει-χνε καλοσύνη και κατανόηση, να φέρει την Αρίστη στην Αμφίπολη και να την πάρει στη δική του δούλεψη. Είχε την ευκαιρία να εκτιμήσει την ηθική ακεραιότητα του ύπατου εκείνη τη μοναδική φορά που τον συ-νάντησε, ήξερε πως δε θα αποτολμούσε κάτι ανάρμοστο εις βάρος της γυναίκας. Ναι, σε πρώτη ευκαιρία θα ζητούσε ακρόαση από τον ύπα-το για τη χάρη αυτή, ελπίζοντας στη μεγαλοθυμία του. Εκείνο που δυ-στυχώς δε γνώριζε ήταν πως ο Αιμίλιος Παύλος δε βρισκόταν πλέον στη Μακεδονία. Αφού οργάνωσε τις φρουρές του, πήρε τους γιους του και ξεκίνησε για ταξίδι αναψυχής και προσκυνήματος στις πόλεις της Νότιας Ελλάδας. Όσα τραγικά θα ακολουθούσαν έγιναν χωρίς τη γνώ-ση και τη συγκατάθεση του.

* * * * * * *

Μόλις ο Περσέας εγκατέλειψε την αίθουσα των συμποσίων, ο Ίω-νας κάτι προσπάθησε να πει, μα ο γηραιότερος από τους Ρωμαίους, ο χιλίαρχος Λεύκιος Ποστούμιος Αλβίνος, τον σταμάτησε με μια κοφτή κίνηση. «Αρκετά, Ίωνα, δε σε χρειαζόμαστε άλλο. Μπορείς να επι-στρέψεις στις δουλειές σου στην Αμφίπολη.» Ο Μακεδόνας περιορί-στηκε σε μια δουλοπρεπή υπόκλιση και αποχώρησε.

Οι Ρωμαίοι ξάπλωσαν στα ανάκλιντρα και ζήτησαν από τους πα-ριστάμενους δούλους να φέρουν μερικά εδέσματα και κρασί· μετά τις υποθέσεις του κράτους ήταν καιρός για χαλάρωση. Τη συζήτηση άνοι-ξε ο χιλίαρχος που ήταν επικεφαλής των δυνάμεων που στάθμευαν μέ-σα και γύρω από την Αμφίπολη.

«Λοιπόν, δεν είχα δίκιο; Μα τον Ύψιστο Δία, ήταν πιο διασκε-δαστικό και από κυνομαχία! Αυτοί οι Έλληνες είναι απίθανοι. Αν κλείσεις δύο σε ένα δωμάτιο, μόνο ο ένας θα βγει ζωντανός!»

Digitized by @PriOri™

Page 130: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

130 Γιώργος Μπουλακάκης

«Ναι, όντως» απάντησε ο νεαρός αξιωματικός με ένα πλατύ χα-μόγελο. «Το πρόβλημα είναι τι θα κάνουμε τώρα. Θα περιμένουμε να επιστρέψει ο ύπατος απ' την περιοδεία του;»

«Δεν είναι κάτι σημαντικό, Λεύκιε, δεν είδες την αντίδραση του Περσέα; Μπορώ να αναλάβω την ευθύνη να στείλω στους στρατιωτι-κούς διοικητές μας στις πόλεις την εντολή να αναζητήσουν ανάμεσα στους δούλους των εκεί ανακτόρων αυτή την Αρίστη και το βρέφος της και να τους στείλουν εδώ. Το πιθανότερο είναι ότι ο ύπατος θα μας συγχαρεί για την πρωτοβουλία μας.»

«Δεν είμαι και τόσο βέβαιος πως ο Περσέας θεωρεί ασήμαντο το θέμα. Τα λόγια είναι φτηνά...» απάντησε ο Λεύκιος Αυρήλιος Ορέ-στης, νεαρός αξιωματικός του ιππικού. «Νομίζω πως πρέπει να κινη-θούμε γρήγορα, ίσως κάθε μέρα που περνάει να είναι αποφασιστική. Δεν ξέρω, απλώς έχω μια άσχημη διαίσθηση...»

«Υπερβάλλεις, Λεύκιε» μίλησε και ο τρίτος άντρας της ομήγυρης, ο Γάιος Ποπλίλιος, ο άντρας που είχε αναλάβει την οικονομική δια-χείριση της κατακτημένης χώρας, ο μόνος από τους τρεις που μιλούσε ελληνικά. Η έδρα των εργασιών του κανονικά ήταν στη Θεσσαλονί-κη, όμως εκείνες τις μέρες είχε βρεθεί στην Αμφίπολη για να εκτιμή-σει την κατάσταση στις ανατολικές επαρχίες και κατά τύχη είχε εμπλα-κεί στην υπόθεση. «Τι είδους απειλή μπορεί να είναι το νόθο του Περ-σέα για τη Ρώμη; Νομίζω πως η αποστολή που προανέφερε ο Αλβίνος αρκεί...»

Η συζήτηση διακόπηκε από τους δούλους που έφεραν την παραγ-γελία των καινούργιων αρχόντων. Οι Ρωμαίοι έπεσαν με βουλιμία πά-νω στα ψητά ορτύκια, στο σταρένιο ψωμί και το κόκκινο κρασί. Αφού κόρεσαν την πείνα τους, έγειραν βαρείς πάλι στα ανάκλιντρα. Ο Πο-πλίλιος αποκοιμήθηκε με ένα δυνατό ροχαλητό σχεδόν αμέσως, άμα-θος καθώς ήταν στο δυνατό άκρατο* κρασί της Θάσου. Ο νεαρός Ορέ-στης επανήλθε στο θέμα του γιου του Περσέα, επιμένοντας για την αναγκαιότητα της άμεσης αποστολής αγγελιοφόρων, όταν ο χιλίαρχος τον διέκοψε ενοχλημένος:

* Οι Έλληνες έπιναν το κρασί τους σχεδόν πάντα διαλυμένο (κεκραμένο) με δροσερό νερό, καθώς τα κρασιά τους ήταν πολύ πιο δυνατά από τα σημερινά.

Digitized by @PriOri™

Page 131: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 131

Την επόμενη μέρα το πρωί, έφιπποι αγγελιοφόροι έφυγαν για όλους τους διοικητές των πόλεων της Μακεδονίας, με γραπτές οδη-γίες του Αλβίνου να εντοπίσουν μεταξύ των δούλων του βασιλιά κά-ποια Αρίστη και το βρέφος της, να τους θέσουν υπό κράτηση και να ενημερώσουν σχετικά.

Στη Βέροια η σχετική διαταγή έφτασε την επόμενη μέρα το μεση-μέρι. Ο Κόιντος Φάβιος Λαβέων παρέλαβε το έγγραφο και το άφησε στην άκρη για να το μελετήσει το βράδυ, αφού εκείνη τη στιγμή πνι-γόταν στη δουλειά. Το να διοικήσεις μια ελληνική πόλη δεν ήταν το πιο απλό πράγμα του κόσμου· ο λαός αυτός είχε την κακή συνήθεια να προσφεύγει στους άρχοντες για οποιοδήποτε ζήτημα, από την τιμή του κριθαριού στην αγορά μέχρι τις διαφορές του με το γείτονα. Καθημε-ρινά στο ανάκτορο του βασιλιά όπου είχε την έδρα του συνωστιζόταν ένας ετερόκλητος όχλος με τα πιο παράλογα αιτήματα, και εκείνος, ακολουθώντας τις εντολές του ύπατου, έπρεπε να δίνει λύση σε όλα. Μόνο αργά το βράδυ, όταν ησύχασε από όλους, άνοιξε την περγαμη-νή και διάβασε το περιεχόμενο της. Ήταν αργά για να στείλει να ειδο-ποιήσουν τον Ηγήσανδρο που τον είχε βοηθήσει αρκετά αυτόν το μή-να. Έπρεπε να περιμένει ως το ξημέρωμα. Θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιο δούλο του ανακτόρου, σχεδόν όλοι όμως είχαν αποκοιμηθεί.

* Ένας από τους επτά λόφους της Ρώμης.

* * * * * * *

«Γίνεσαι κουραστικός, Λεύκιε! Πίστεψέ με, είναι πολύ μικρή η δό-ξα που θα κερδίσεις με τη σύλληψη του βρέφους και της μητέρας του. Είπα ότι αύριο θα στείλω ειδοποίηση σε όλους! Απόλαυσε την ωραία μέρα και το κρασί σου, μην είσαι τόσο... σφιγμένος. Πόσες φορές νο-μίζεις θα έχεις την ευκαιρία να απολαύσεις τους καρπούς μιας τόσο σπουδαίας νίκης; Ξέρω ότι έχεις επιθυμήσει τον Τίβερη, τη γυναίκα σου, το παιδί σου και το αρχοντικό στον Αβεντίνο*, εγώ όμως, αν εί-χα τα νιάτα σου, θα φρόντιζα να βρω κάποια μικρή δούλα του ανα-κτόρου να περνάω τον καιρό μου αντί να κυνηγάω φαντάσματα» είπε ο Αλβίνος βαριεστημένα, διακόπτοντας τη συζήτηση.

Digitized by @PriOri™

Page 132: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

132 Γιώργος Μπουλακάκης

Την αυγή έστειλε ειδοποίηση στον παλιό φρούραρχο πως έπρεπε να έρθει να τον βρει πριν αρχίσει η κίνηση της ημέρας. Ο ήλιος πραγ-ματικά δεν είχε σηκωθεί περισσότερο από μια παλάμη στον ορίζοντα, όταν τον είδε να έρχεται έφιππος στο μεγάλο δρόμο. Οι άνθρωποι που συναντούσε στο πέρασμά του έκαναν στην άκρη και χαιρετούσαν με σεβασμό τον Ηγήσανδρο που, παρά τη μεταβολή της κατάστασης, δια-τηρούσε στο ακέραιο την ισχύ του. Ο Λαβέων δε συμπαθούσε ιδιαί-τερα τον Έλληνα, ωστόσο τον είχε ανάγκη για να διεκπεραιώσει το έργο της διοίκησης της πόλης. Μόλις μπήκε, άρχισε να συζητά μαζί του για κάποιο θέμα αστυνομικής φύσεως: την προηγούμενη μέρα οι άντρες του είχαν συλλάβει έναν τυμβωρύχο και ήθελε να μάθει ποια ποινή συνηθιζόταν στη Μακεδονία για το αδίκημα αυτό. Μιλώντας, θυμήθηκε και το έγγραφο.

«Αυτό ήρθε χτες. Ρίξε μια ματιά, σε παρακαλώ.» Ο Ηγήσανδρος του έδωσε την περγαμηνή πίσω. «Ξέχασες πως δε

γνωρίζω λατινικά. Μα τον Δία, έχω σκοπό να μάθω σύντομα μόλις βρω έναν κατάλληλο δάσκαλο, αλλά προς το παρόν...»

«Ναι, σωστά... Λοιπόν, ζητούν από την Αμφίπολη μια δούλα Αρί-στη και το γιο της. Μήπως τυχόν βρίσκεται στη Βέροια;» είπε αδιά-φορα ο Λαβέων, μελετώντας παράλληλα ένα άλλο υπηρεσιακό ση-μείωμα.

«Η Αρίστη βρίσκεται στη δική μου κατοικία για λόγους... δεν έχει σημασία. Όσο για το γιο της, ήρθε ο πατέρας του και τον πήρε στο κτήμα του.»

Η περγαμηνή που κρατούσε ο Λαβέων έπεσε από τα χέρια του και κοίταξε τον Ηγήσανδρο κεραυνόπληκτος. «Πώς είπες; Ήρθε ο πα-τέρας του και τον πήρε;» Γέλασε χαιρέκακα. «Ξέρεις τι γράφει το έγ-γραφο;»

«Όχι, θα έπρεπε;» «Σε ξεγέλασαν, Ηγήσανδρε, το βρέφος ήταν γιος του βασιλιά σας.

Δεν ξέρω ποιος ήταν αυτός που εμφανίστηκε σαν πατέρας και το πή-ρε κάτω από τη μύτη σου, αλλά οπωσδήποτε τώρα έχει απομακρυν-θεί και γελά με τη βλακεία σου. Τουλάχιστον ξέρεις ποιος ήταν;»

Digitized by @PriOri™

Page 133: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 133

«Ήταν ίλαρχος του ιππικού. Αν δε με απατά η μνήμη μου, τον έλε-γαν Λυσίμαχο, από τη Βισαλτία» απάντησε σαστισμένος μα και θυ-μωμένος με την ανοησία του ο Ηγήσανδρος. «Πολύ ψηλός και εύσω-μος, γίγαντας πραγματικός. Αν θυμάμαι καλά, ήρθε στη Βέροια τη μέ-ρα της μάχης. Όταν έφτασαν τα νέα της νίκης σας, έδωσα εντολή να κλείσουν οι πύλες και να μη βγει κανείς από την πόλη, εκείνος όμως, όσο ήμουν στην αγορά, πήρε το μικρό και δραπέτευσε από την Ευϊα-στική πύλη αφού δωροδόκησε έναν από τους φρουρούς μου, αυτόν τον Χαιρέστρατο...»

«Αυτόν που βρέθηκε μαχαιρωμένος στο χωράφι του; Ώστε δικό σου έργο ήταν; Ξέρεις ότι δεν μπορείς να δρας έτσι ανεξέλεγκτος. Αν κάτι φτάσει στα αυτιά του ύπατου, θα με αντικαταστήσει, και ο επό-μενος διοικητής ίσως να μην είναι τόσο συνεργάσιμος!»

Ήταν μια έμμεση απειλή, μα ο Ηγήσανδρος δεν ανησύχησε. «Μη στενοχωριέσαι, Κόιντε, παρόμοια περιστατικά είναι συνηθισμένα σε τέτοιους καιρούς. Αλλά για να γυρίσουμε στο πρόβλημά μας, όταν επέ-στρεψα εκείνο το βράδυ στην οικία μου, βρήκα την Αρίστη ωχρή σαν να είχε δει τον Τυφώνα ή τη Μέδουσα*, μου ανέφεραν μάλιστα ότι τη βρήκαν λιπόθυμη στην είσοδο, όμως δεν έδωσα σημασία. Πάντως από τη μέρα εκείνη είναι σιωπηλή και περιφέρεται σαν σκιά του Άδη. Από-λυτα λογικό για μια γυναίκα που έχασε το γιο της, δε νομίζεις;»

«Αυτό που νομίζω εγώ είναι ότι εδώ εξυφαίνεται κάποια συνω-μοσία. Πώς η μάνα αυτή παρέδωσε τόσο εύκολα το παιδί της σε έναν άγνωστο, όπως είναι προφανώς αυτός ο Λυσίμαχος; Θα χρειαστεί να την ανακρίνω και να την κρατήσω εδώ, ίσως μάλιστα τη στείλω στην Αμφίπολη. Μήπως είναι ερωμένη σου και σε στενοχωρήσω;» ρώτη-σε αδιάκριτα ο Λαβέων με ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη.

«Όχι βέβαια, παρ' όλο που είναι πραγματικά πολύ όμορφη- πι-στεύω ότι θα εντυπωσιαστείς.»

«Ναι, συγνώμη, ξέχασα την προτίμηση σου για τους νεαρούς γε-ροδεμένους δούλους» σχολίασε απαξιωτικά ο Ρωμαίος. Αν και γνώ-ριζε ελληνικά, ήταν ένας από εκείνους τους συντηρητικούς Ρωμαίους

* Μυθικά τέρατα.

Digitized by @PriOri™

Page 134: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

134 Γιώργος Μπουλακάκης

ευπατρίδες που ασπάζονταν τις ιδέες του Κάτωνα*· τα ήθη των Μα-κεδόνων ευγενών, η ερωτική τους ελευθεριότητα του ήταν απεχθή όσο και οι ίδιοι.

Ο Ηγήσανδρος δε θέλησε να απαντήσει, παρ' όλο που αντιλαμ-βανόταν τον ψόγο στα λόγια του αξιωματικού. Απλώς ζήτησε δύο στρατιώτες και πήγε στην εξοχική του έπαυλη να τη φέρει.

Όταν ήρθαν, η γυναίκα προσήχθη αμέσως μπροστά στον Λαβέω-να. Στάθηκε ευθυτενής μπροστά στον αξιωματικό περιμένοντας τις ερωτήσεις του. Ο Ηγήσανδρος την είχε προϊδεάσει πως ο Ρωμαίος δι-οικητής ήθελε κάτι να μάθει από εκείνη, έτσι ήταν έτοιμη. Ο Λαβέων συμπλήρωνε τη στιγμή εκείνη μια αναφορά προς το διοικητή της Θεσ-σαλονίκης, όταν όμως σήκωσε το κεφάλι, έμεινε έκθαμβος μπροστά στη νεαρή γυναίκα. Η Αρίστη, παρά το γεγονός ότι είχε αδυνατίσει πολύ τον τελευταίο μήνα, εξακολουθούσε να είναι σαγηνευτική, ενώ ο μελαχρινός χείμαρρος των μαλλιών της τόνιζε τη λευκότητα του προ-σώπου της και τα εκφραστικά μάτια της. Ο Λαβέων έμεινε για λίγο αμίλητος, μαγνητισμένος από την ομορφιά της· μόνο αν η ίδια η Αφρο-δίτη στεκόταν μπροστά του θα εντυπωσιαζόταν περισσότερο. Πραγ-ματικά, μια γυναίκα αντάξια ενός βασιλιά, συλλογίστηκε.

Σύντομα πάντως ο αξιωματικός βρήκε πάλι την αυτοκυριαρχία του και άρχισε τις ερωτήσεις. «Είσαι η Αρίστη, δούλα και παλλακίδα του βασιλιά Περσέα;»

Η νεαρή γυναίκα δεν είχε πλέον καμία δύναμη ψυχής να υποκρι-θεί πως δε γνώριζε τίποτα· οι Ρωμαίοι μάλλον είχαν ήδη μάθει τα πά-ντα. Θα ήταν και ένα είδος κάθαρσης, αν μιλούσε για όσα τη βασά-νιζαν το μήνα αυτό.

«Μάλιστα, εγώ είμαι.» «Και έχεις ένα γιο που πήρε κάποιος άγνωστος τη μέρα με τη μά-

χη της Πύδνας. Καταρχάς, ποιος είναι ο πατέρας του παιδιού;» «Αφού το γνωρίζετε ήδη, γιατί με ρωτάτε; Ο βασιλιάς Περσέας»

απάντησε η νεαρή γυναίκα με σβησμένη φωνή, έτοιμη να καταρρεύσει.

* Ο Μάρκος Πόρκιος Κάτων, ο επονομαζόμενος και Τιμητής (Censorius), ήταν ίσως ο κυριότε-ρος εκφραστής της ρωμαϊκής αντίδρασης στην εισαγωγή του ελληνικού πνεύματος στη Ρώμη και της εμμονής στις πατροπαράδοτες αξίες.

Digitized by @PriOri™

Page 135: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 135

Ο Λαβέων είδε την κατάστασή της και ζήτησε να φέρουν ένα δί-φρο για να καθίσει. Δεν υπήρχε λόγος να την αφήσει όρθια, κατανο-ούσε το δράμα που ζούσε. Η Αρίστη είχε καταφέρει να συγκινήσει τον άτεγκτο αξιωματικό. Μόλις κάθισε, συνέχισαν την ανάκριση.

«Ο Ηγήσανδρος εδώ με ενημέρωσε ότι το παιδί σου βρίσκεται στα χέρια κάποιου Μακεδόνα αξιωματικού που το απήγαγε μακριά από τη Βέροια. Ξέρεις ποιος ήταν; Προς τα πού κατευθύνεται;» Η φωνή του Λαβέωνα είχε σκληρύνει. Αυτή ήταν η πιο κρίσιμη ερώτηση, από την απάντηση της κρινόταν η αναφορά που θα έστελνε στο χιλίαρχο.

«Ξέρει ο άρχοντας Ηγήσανδρος ποιος ήταν ο Λυσίμαχος. Μου έδει-ξε σημάδια και έγγραφα ότι ήταν επιθυμία του Περσέα να του δώσω το παιδί. Μου έσκισε την καρδιά στα δύο, όμως τον παρέδωσα.» Με τις τελευταίες αυτές λέξεις ξέσπασε σε αναφιλητά, ενθυμούμενη για μια ακόμα φορά την τρομερή στιγμή που έχασε το γιο της από τα μά-τια της. Άρχισε να μονολογεί «Ήλιε μου, πού κοιμάσαι τώρα; Πού βρί-σκεσαι, βασιλιά μου;»

Οι δύο άντρες είχαν τη λεπτότητα να αφήσουν τη γυναίκα να κλά-ψει με την ψυχή της. Ο Λαβέων σηκώθηκε, την πλησίασε και μετά από λίγο τη χτύπησε απαλά στον ώμο, ενώ ο Ηγήσανδρος παρακολου-θούσε αμίλητος.

«Έλα, ηρέμησε, καταλαβαίνω την τραγωδία σου. Πρέπει να μας βοηθήσεις να βρούμε τον άντρα αυτόν. Τότε μόνο θα ξαναπάρεις στα χέρια σου το γιο σου. Πες μου πού έχει κρυφτεί και σύντομα όλα θα τελειώσουν.»

Η Αρίστη σήκωσε το κεφάλι με τα μάτια υγρά, πρησμένα από το κλάμα, και κοίταξε τους δύο άντρες. Η επιθυμία να ξαναδεί το παιδί της ήταν μεγάλη, δεν μπορούσε ωστόσο να παραγνωρίσει και την επι-θυμία του άντρα που αγαπούσε. Η παγίδα που έστηνε ο Ρωμαίος πα-ραήταν φανερή.

«Δε μου είπε, ειλικρινά δε μου είπε το παραμικρό για τον προο-ρισμό του. Ξέρω μόνο ότι η επιθυμία του Περσέα ήταν να φύγει το παιδί μας μακριά από τη Μακεδονία. Δεν ξέρω, δεν ξέρω τίποτα...» απάντησε και έκρυψε πάλι το πρόσωπο στα χέρια της.

Digitized by @PriOri™

Page 136: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

136 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο χώρος στον οποίο περιόρισαν την Αρίστη βρισκόταν στον πρώ-το όροφο του οικήματος· το μοναδικό άνοιγμα ήταν η θύρα που οι δε-σμοφύλακές της είχαν κλειδώσει. Στο μισοσκόταδο διέκρινε δύο στρώ-ματα με μια αμίδα* δίπλα, ένα τραπέζι, μια οινοχόη με νερό, έναν κλι-σμό και ένα μικρό σκίμποδα. Συλλογίστηκε πως αυτή ίσως ήταν η νέα της κατοικία για αρκετό καιρό, μα λίγο την ένοιαζε. Ουσιαστικά η ζωή της είχε τελειώσει τη μοιραία εκείνη μέρα που δέχτηκε να παραδώσει τη μόνη της απαντοχή, το γιο της, στα χέρια του άγνωστου ίλαρχου. Οι ευτυχισμένες μέρες είχαν φύγει πια, μόνο περιφρόνηση και προσβο-λές μπορούσε να προσμένει στο μέλλον. Ουσιαστικά ο μόνος άνθρω-πος που της είχε συμπαρασταθεί τον τελευταίο καιρό ήταν ο Καλλί-νος, ο οικονόμος του Ηγήσανδρου. Όταν ο κύριός του τού διηγήθηκε τα καθέκαστα, μετά τη φυγή του Λυσίμαχου, ο φύσει ευγενής νεαρός έκρινε πως η προστασία της άτυχης μάνας ήταν δική του ευθύνη. Προ-σπαθούσε να της αναθέτει διάφορες δουλειές ώστε να ξεχνά, παρο-δικά έστω, τον πόνο του χωρισμού από το γιο της. Η Αρίστη σκεφτό-ταν ότι ο Καλλίνος, αν και δούλος, ήταν ανώτερος άνθρωπος, σε αντί-θεση με τον ευπατρίδη Ηγήσανδρο, ο οποίος, εκτός από τον έρωτα για το νεαρό οικονόμο, μόνο φαυλότητα είχε στην ψυχή του.

Αν και τον τελευταίο μήνα ζούσε σαν σε όνειρο, είχε προσέξει τα μάτια των στρατιωτών που την οδήγησαν στη φυλακή της, τον τρόπο που σπινθηροβολούσαν, τα όλο υπονοούμενα χαμογελά τους. Ίσως

* Καρέκλα. * Δοχείο νυκτός, ουροδοχείο.

* * * * * * *

Ο Λαβέων, βλέποντας πως η γυναίκα δεν ήταν σε θέση να συνεχί-σει, διέταξε τους φρουρούς του να την κλείσουν σε ένα από τα δωμά-τια του ανακτόρου και να τη φρουρούν συνεχώς. Έδιωξε τον Ηγή-σανδρο, κάθισε στον κλισμό* πίσω από το γραφείο του και πήρε το μελανοδοχείο, την πένα από φτερό χήνας και ένα άδειο κομμάτι περ-γαμηνής. Ήθελε να διεκπεραιώσει την υπόθεση αυτή το ταχύτερο δυ-νατό και να διώξει την ευθύνη αυτή από πάνω του. Ας αποφάσιζαν οι ανώτεροι τι θα κάνουν, δεν ήταν δική του δουλειά!

Digitized by @PriOri™

Page 137: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 137

προς το παρόν πράγματι να υπήρχαν διαταγές να τη σεβαστούν και να την προσέχουν, αυτό όμως ήταν παροδικό· κάποια στιγμή θα τη μετέφεραν στη Ρώμη, ιδιοκτησία και ερωμένη κάποιου άγνωστου Ρω-μαίου που θα της συμπεριφερόταν σαν πόρνη. Παρ' όλο που ήδη ήταν δούλα, ποτέ δεν είχε νιώσει έτσι στην αγκαλιά του Περσέα, που της φερόταν σαν να ήταν η βασίλισσά του, που την είχε αγαπήσει πραγ-ματικά ή, τουλάχιστον, έτσι νόμιζε μέχρι τη στιγμή που την έστειλε στη Βέροια.

Κάθισε στον κλισμό με το βλέμμα κενό. Ποτέ δεν υπήρξε γενναία στη ζωή της, και τώρα, μπροστά στο άδηλο του μέλλοντος, έχοντας χά-σει τη μόνη της ελπίδα, το παιδί της, αποφάσισε να αποδράσει. Όχι να το σκάσει από το δωμάτιο και τη Βέροια, αυτό απαιτούσε θάρρος και δύναμη που δε διέθετε. Αποφάσισε να αποδράσει από τη ζωή, μια ζωή που προμηνυόταν γεμάτη πίκρες και ταπεινώσεις. Ήταν μια σκέ-ψη που όλο τον τελευταίο μήνα τριγυρνούσε στο μυαλό της. Ίσως ήταν ένδειξη δειλίας, όμως η σκέψη πως δε θα ξανάβλεπε το μικρό Φίλιπ-πο και οι επερχόμενες ανακρίσεις από αξιωματικούς που δε θα είχαν τους τρόπους και την αβρότητα του νεαρού φρούραρχου την τρόμα-ζαν. Έριξε μια ματιά στο δωμάτιο και στην οροφή διέκρινε ένα δο-κάρι χαμηλά. Έλυσε τη ζώνη από το χιτώνα, ανέβηκε στο τραπέζι, έφτιαξε ένα βρόχο, έδεσε τη μία άκρη στη δοκό και πέρασε τη θηλιά στο λαιμό της. Στάθηκε λίγο με κλειστά τα μάτια, ονειρευόμενη ένα ευοίωνο μέλλον για το γιο της που, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον θα είχε την ευτυχία να ζήσει σαν ελεύθερος άνθρωπος. Η αισιόδοξη αυτή σκέ-ψη ήταν η καλύτερη συντροφιά για το βασίλειο των ίσκιων, έτσι ψιθύ-ρισε «Να είσαι καλά, όπου κι αν βρίσκεσαι, αγόρι μου» και πήδησε. Με το απότομο τράνταγμα, ο αυχένας της έσπασε και ο θάνατος επήλ-θε ακαριαία.

Οι φρουροί άκουσαν το θόρυβο από την πτώση του αγγείου, αλλά δεν έδωσαν σημασία. Μόνο το απόγευμα που έφεραν ψωμί και ξερά σύκα αντίκρισαν τη γυναίκα που ήδη είχε πάρει την ωχρή απόχρωση του θανάτου. Ο Λαβέων ειδοποιήθηκε αμέσως, μα δεν μπορούσε να κάνει τίποτα από το να ζητήσει να τη θάψουν οι υπόλοιποι δούλοι κα-νονικά. Ο ίδιος ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει τα χρήματα για

Digitized by @PriOri™

Page 138: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

138 Γιώργος Μπουλακάκης

μια αξιοπρεπή κηδεία. Ήταν ένας ύστατος φόρος τιμής στην ομορφιά από τον αξιωματικό, που είχε ξεχάσει τη σκληρότητα και τις δυσκο-λίες του πολέμου μπροστά στο κάλλος της δυστυχισμένης γυναίκας. Αμέσως μετά επέστρεψε στα καθήκοντά του και συμπλήρωσε την ανα-φορά που έφυγε την επόμενη μέρα για την Αμφίπολη με τα νέα του θανάτου της Αρίστης και της εξαφάνισης του βρέφους.

Digitized by @PriOri™

Page 139: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Όγδοο

Το απόγευμα, κοντά στους πρόποδες του Δύσωρου, η Αλκιθόη δεί-πνησε με το τελευταίο κομμάτι κρίθινο ψωμί και κεφαλοτύρι που είχε μαζί της. Από τη θέση που ήταν, δεν έβλεπε τον ήλιο που είχε ήδη κρυ-φτεί πίσω από το βουνό, έτσι πήρε ένα ραβδί από κάτω, πέρασε το γυ-λιό στον ώμο και ξεκίνησε την πεζοπορία. Ήταν δύσκολο το τμήμα αυτό της διαδρομής, έπρεπε να ανηφορίζει συνεχώς και να ακολου-θεί δύσβατα μονοπάτια, εάν και όταν κατάφερνε να τα βρει. Όσο πύ-κνωνε το σκοτάδι, η πορεία της γινόταν όλο και πιο δύσκολη· στο ση-μείο που προσέγγισε το βουνό δεν υπήρχε αμαξιτός δρόμος. Σε πολ-λά σημεία, καθώς προχωρούσε, έβρισκε έναν τοίχο από βράχια μπρο-στά της. Τότε αναγκαζόταν να τον παρακάμπτει και να χάνει πολύτι-μο χρόνο μέχρι να βρει τόπο βατό. Παρά τις δυσκολίες, συνέχισε με πείσμα, ώσπου ένας γκρεμός λίγο έλειψε να κοστίσει τη ζωή της.

Είχε βρει ένα ακόμα αξεπέραστο εμπόδιο, όταν βρέθηκε μπρο-στά σε βάραθρο. Εκείνο που την έσωσε ήταν το μήκος του ραβδιού της, που βρήκε κενό τρία βήματα μπροστά της και βυθίστηκε στο χάος. Η νεαρή γυναίκα παραπάτησε και έπεσε καταγής. Σχεδόν άκουγε την καρδιά της να χορεύει σαν τρελή στο στήθος από αγωνία και έμεινε πρηνηδόν καρφωμένη στη θέση που έπεσε, χωρίς να κινείται καθό-λου. Μια μυτερή πέτρα την είχε χτυπήσει στο οστό της λεκάνης, ενώ

Digitized by @PriOri™

Page 140: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

140 Γιώργος Μπουλακάκης

το κεφάλι της κρεμόταν στο κενό. Το σκοτάδι δεν τη βοηθούσε, αλλά η πτώση του ραβδιού και ο θόρυβος που έκανε τη βοήθησαν να κα-ταλάβει πως το χάος μπροστά της είχε αρκετό βάθος, έτσι έμεινε κά-ποιες στιγμές που της φάνηκαν αιώνες ακίνητη, παγωμένη από φόβο. Έπειτα σύρθηκε σαν σαύρα προς τα πίσω. Μόνο το χάραμα μπόρε-σε να εκτιμήσει το μέγεθος του κινδύνου που διέτρεξε. Μπροστά (πα μάτια της ανοιγόταν ένα απότομο χάσμα με τουλάχιστον εκατό πόδια βάθος· τα κοφτερά βράχια που διέκρινε θα έδιναν ένα σύντομο και άδοξο τέλος στην περιπέτειά της. Ένιωσε ίλιγγο και οπισθοχώρησε έρποντας ώσπου να αισθανθεί ξανά ασφαλής. Μόνο τότε σηκώθηκε όρθια και άφησε ένα στεναγμό ανακούφισης.

Το πρώτο πράγμα που ένιωσε την ανάγκη να κάνει ήταν να γονα-τίσει και να προσευχηθεί στην Ίσιδα για τη σωτηρία της. Είχε γδάρει τα γόνατά της και η πέτρα τής είχε αφήσει ένα βαθυγάλανο μώλωπα στη λεκάνη, παρ' όλα αυτά ένιωθε ευγνωμοσύνη για την τύχη της και κάθισε σε ένα βράχο. Δε χρειαζόταν πολύ για να καταλάβει πως έπρε-πε να ξεχάσει τις νυχτερινές πορείες, γιατί την επόμενη φορά δε θα ήταν το ραβδί αυτό που θα γκρεμιζόταν στο χάος... Απλώς θα κινού-νταν μόνο την ημέρα· το βράδυ, κάποια τρύπα στη γη θα βρισκόταν να μουλώξει, όπως τα άλλα αγρίμια. Αυτή τη στιγμή πάντως η πρώτη της προτεραιότητα ήταν να βρει κάποια πηγή να ξεδιψάσει και να ξεπλυ-θεί από τον ιδρώτα και τα χώματα που είχαν κολλήσει πάνω της.

Μόλις το απόγευμα εντόπισε ένα ρυάκι που έτρεχε προς την κοι-λάδα του Στρυμόνα. Αφού ήπιε, έριξε μια ματιά γύρω της· δε φαινό-ταν ψυχή. Έβγαλε το χιτώνα της, γονάτισε δίπλα στην αδύναμη κοίτη του ρυακιού και άρχισε να πλένεται. Η αίσθηση του παγωμένου νε-ρού στο κορμί της ήταν ζωογόνος και την ανακούφισε από το καύμα της ημέρας. Αν την έβλεπε κάποιος ονειροπαρμένος βοσκός ή άλλος διαβάτης εκείνη τη στιγμή, οπωσδήποτε θα ορκιζόταν πως η νύμφη του ρυακιού ή κάποια από τις τρεις Χάριτες βγήκε στο φως της ημέρας να λουστεί, και θα περίμενε από στιγμή σε στιγμή να εμφανιστεί ο Απόλ-λων, ο Ερμής ή ο Παν να την καταδιώξει! Η νεαρή δούλα αποφάσισε να μην απομακρυνθεί από το ρυάκι, προτίμησε να ζαρώσει κάτω από

Digitized by @PriOri™

Page 141: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 141

μια μοναχική λεύκα εκεί δίπλα και να κοιμηθεί. Η προηγούμενη νύ-χτα την είχε εξαντλήσει.

Την επόμενη μέρα προσπάθησε όσο γινόταν να ακολουθήσει την κοίτη του νερού. Όταν βρέθηκε μπροστά σε ένα ανυπέρβλητο εμπό-διο από βράχια, χρειάστηκε να παρεκκλίνει και να κάνει ένα μεγά-λο κύκλο ώσπου να ξαναβρεί το ρυάκι. Πολλές φορές πλήγωσε τα χέ-ρια και τα νύχια της, υποχρεωμένη να αναρριχηθεί σε χαμηλούς πέ-τρινους όγκους, διακινδυνεύοντας μια πτώση· συχνά αποκτούσε μι-κρές αμυχές στους μηρούς και τις κνήμες, ενθύμιο κάποιου ακανθώ-δους φυτού ή θάμνου, με παρεπόμενο ένα συνεχή βασανιστικό κνη-σμό. Συνέχιζε όμως πεισματικά, ατενίζοντας πάντα την κορυφή, δι-αισθανόμενη πως στο τέλος της διαδρομής την περίμενε ο Λυσίμα-χος- υπερβολικά αισιόδοξη προοπτική για τη νεαρή δούλα, που μόνο εφόδιο είχε την αδάμαστη πίστη στο όραμά της και τη θέληση να βρει τον άρχοντα ή να πεθάνει προσπαθώντας!

Της προξενούσε απορία το γεγονός πως δεν είχε δει κάποιο ποι-μνιοστάσιο ή βοσκό· δε γνώριζε πως είχε επιλέξει για την ανάβασή της την πιο κακοτράχαλη πλευρά του βουνού. Ίσως ήταν καλύτερα έτσι, αν και θα ήθελε να αγοράσει γάλα ή τυρί με τα χάλκινα νομί-σματα του Επίκτητου. Οι προμήθειες του γυλιού εξαντλούνταν, μόλις και μετά βίας θα την κρατούσαν μια μέρα ακόμη, είχε όμως φτάσει στον αυχένα του βουνού. Το μόνο αξιομνημόνευτο περιστατικό της ημέρας ήταν η συνάντηση με ένα μεγάλο αρσενικό ελάφι. Τους χώρι-ζε αρκετή απόσταση, ως ενάμισι στάδιο, και μια απόκρημνη χαράδρα, στάθηκε ωστόσο εκστασιασμένη στη θέα του συντρόφου της Αρτέμι-δος, που ως τότε είχε δει μόνο σε μικρά πήλινα ομοιώματα. Έμεινε ακίνητη για να μην το τρομάξει, ώσπου το μεγαλοπρεπές ζώο την αντι-λήφθηκε, άφησε τη φτέρη που μασούσε και εξαφανίστηκε πηδώντας με εκπληκτική για τον όγκο του χάρη στα βράχια.

Όταν επιτέλους βγήκε ξανά στα πεδινά, ανέκτησε τις παλιές της συνήθειες, να κινείται μόνο νύχτα και να κρύβεται την ημέρα σαν κυ-νηγημένο αγρίμι. Ήξερε όμως πως δεν μπορούσε να συνεχίσει για πολύ ακόμα έτσι, η πείνα μοιραία θα τη νικούσε. Προς το ξημέρωμα,

Digitized by @PriOri™

Page 142: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

142 Γιώργος Μπουλακάκης

διακρίνοντας στο φως της αυγής μια μικρή αγροικία, αποφάσισε να ζητήσει δουλειά ή έστω μια βοήθεια.

Το πρωινό περίμενε να δει τον άντρα του σπιτιού να φεύγει και έπειτα χτύπησε τη θύρα της αγροικίας. Της άνοιξε μια μεσόκοπη, κο-ντόχοντρη, άσχημη γυναίκα. Πραγματική μέγαιρα, σκέφτηκε η Αλκι-θόη.

«Χαίρε, ευγενική μου κυρία. Πάω στη Βέροια να βρω τον άντρα μου, είναι τραυματίας εκεί μετά τη μάχη. Χθες μου τέλειωσαν οι προμήθειες που είχα για το δρόμο. Ήρθα να σας ρωτήσω αν έχετε να μου προσφέ-ρετε κάποια δουλειά για να εξοικονομήσω τα απαραίτητα και να συνε-χίσω το δρόμο. Σας παρακαλώ, δεν είμαι επαίτης, βοηθήστε με.»

Η γυναίκα την κοίταξε εξεταστικά. Δε φαινόταν επικίνδυνη, μα οι μέρες ήταν πονηρές...

«Δεν έχω τίποτα, γι' αυτό άντε στον κόρακα» είπε και βιάστηκε να ασφαλίσει τη θύρα πίσω της.

Η Αλκιθόη ένιωσε αδύναμη και ταπεινωμένη, καταλάβαινε όμως ότι ήταν μάταιο να επιμείνει. Θα μπορούσε να επικαλεστεί τον Ξένιο Δία, δε σκόπευε όμως να ικετεύσει, είχε και υπερηφάνεια! Ίσως στε-κόταν περισσότερο τυχερή παρακάτω...

Στο επόμενο μικρό αγρόκτημα τη θύρα άνοιξε μια ηλικιωμένη γυ-ναίκα κρατώντας μια πήλινη χύτρα. Έβγαινε στην υπαίθρια εστία να φτιάξει χυλό από φακές για το γέρο της. Αφού χαιρέτησε τη γριά, η Αλκιθόη επανέλαβε τον προηγούμενο μονόλογο. Η αντίδραση της γυ-ναίκας την αιφνιδίασε. Η γριά έβαλε τα κλάματα και άνοιξε τη θύρα διάπλατα.

«Πέρνα μέσα, καλό μου κορίτσι. Φαίνεσαι κουρασμένη, οπωσδή-ποτε έχεις αφήσει πολύ δρόμο πίσω σου. Κάθισε λίγο να ξαποστά-σεις. Το απόγευμα θα γυρίσει ο γέρος μου, τότε θα δούμε τι θα κά-νουμε.»

Μόλις κάθισε, η γριά τη ρώτησε αν ήθελε κάτι πρόχειρο να γευ-ματίσει. Η Αλκιθόη δεν απάντησε από συστολή, έτσι η γριά έτρεξε να φέρει ένα κομμάτι ψωμί από εκείνο που ζύμωσε πριν δύο μέρες. Όσο η δούλα το καταβρόχθιζε με βουλιμία, η γριά κάθισε απέναντι της και

Digitized by @PriOri™

Page 143: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 143

την παρατηρούσε σιωπηλή. Έπειτα, βλέποντας ότι η νεαρή δε θα χόρ-ταινε, πήγε να κόψει λίγο ακόμα και άρχισε τις ερωτήσεις.

«Από που έρχεσαι, κόρη μου; Πόσο καιρό περπατάς; Το ψωμί το καταπίνεις αμάσητο, μάλλον έχεις να φας μέρες!»

«Με λένε Βερενίκη και έρχομαι από την περιοχή ανατολικά του Στρυμόνα. Περπατάω πέντε έξι μέρες τώρα και φοβάμαι ότι δε θα προλάβω τον άντρα μου ζωντανό. Προσεύχομαι καθημερινά στους θεούς να τον σώσουν!» απάντησε.

«Μη χάνεις τον καιρό σου, κόρη μου... Ξέρεις πόσο θυμίαμα έκα-ψα εγώ στα ειδώλια των θεών για να προστατεύσουν το γιο μου; Πό-σα δάκρυα έχυσα στις προσευχές μου; Και όμως, δεν έγινε τίποτα...» είπε η γηραιά γυναίκα δακρύζοντας. «Τον έχασα τον Ήρωνά μου, τον έχασα το γιο μου!», και ξέσπασε ολολύζοντας και χτυπώντας το στήθος της. Αυτό εξηγούσε και την αντίδραση της γυναίκας στη θύ-ρα· θυμήθηκε το γιο της, όταν άκουσε για τον τραυματία στρατιώτη.

Η Αλκιθόη παρακολουθούσε αμίλητη· η αλήθεια ήταν πως ένιω-θε μια μικρή αμηχανία, ίσως και τύψεις για το ψέμα που μεταχειρί-στηκε.

«Είναι μεγάλος ο πόνος της μάνας, κυρούλα μου, δεν υπάρχουν λό-για παραμυθίας να τον ανακουφίσουν. Σε καταλαβαίνω, πριν από τέσ-σερα χρόνια έχασα κι εγώ ένα μωρό δύο μηνών. Θυμάμαι πόσο έκλα-ψα τότε...» είπε και έκανε μια παύση, αναπολώντας την κόρη που απέ-κτησε από τον Λυσίμαχο και έχασε πρόωρα. «Πόσο μάλλον εσύ που μεγάλωσες ολόκληρο άντρα και τον έχασες. Στον πόλεμο πέθανε;»

Η γριά έγνεψε καταφατικά, σκουπίζοντας τα υγρά της μάτια. «Στην Πύδνα, κόρη μου, εκεί που τραυματίστηκε και ο άντρας σου. Ήταν είκοσι πέντε χρονών ο Ήρωνας, το μόνο στήριγμα των γηρατειών για μένα και τον άντρα μου. Και μια μέρα, μέρα αποφράδα, μου έφεραν τα νέα. Σκοτώθηκε με τους υπόλοιπους φαλαγγίτες, ξεκληρίστηκε ολόκληρη η Κρηστωνία*... Καταραμένη η ώρα που άρχισε ο πόλεμος αυτός! Που κείται τώρα το παιδάκι μου, ούτε να το θάψω όπως πρέπει

* Περιοχή της Μακεδονίας ανάμεσα στον Στρυμόνα και τον Αξιό, περίπου στην περιοχή της ανατολικής Θεσσαλονίκης.

Digitized by @PriOri™

Page 144: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

144 Γιώργος Μπουλακάκης

δεν κατάφερα! Ανάθεμα στους Ρωμαίους που μου το σκότωσαν!» φώ-ναξε και ξέσπασε ξανά σε ένα μακρόσυρτο θρήνο η χαροκαμένη γριά.

Η Αλκιθόη σιώπησε ξανά και μετά από λίγο, όταν η γριά κάπως ηρέμησε, τόλμησε να ρωτήσει «Δεν έμαθα ακόμα το όνομα το δικό σου και του άντρα σου, μητερούλα. Σε ποιους χρωστάω ευγνωμοσύνη για τη σωτηρία μου;»

«Με λένε Δάφνη, κόρη μου, και τον άντρα μου Ηρόδωρο. Μικρο-κτηματίες είμαστε, φτωχοί άνθρωποι, όλη μας η περιουσία είναι εί-κοσι πλέθρα με χωράφια και ένα ζευγάρι βόδια. Εκτός από τον Ήρω-να που χάσαμε, έχουμε μια ακόμα κόρη παντρεμένη εδώ κοντά· κι εκείνης ο άντρας ήταν μαζί με τον Ήρωνα στη φάλαγγα και σκοτώ-θηκε. Τελειωμό δεν έχουν τα βάσανα και οι δυστυχίες των ανθρώπων, κόρη μου! Πού είναι οι θεοί, όταν τους χρειαζόμαστε, μπορείς να μου πεις;»

«Έλα, μητερούλα, μου επιτρέπεις να σε λέω μητερούλα, ε; Μη βλα-σφημείς, ο πόνος σε κάνει και τα λες τούτα! Συγνώμη, ήρθα κι εγώ και σου τα θύμισα...» απάντησε η Αλκιθόη αγκαλιάζοντας στοργικά τη Δάφνη. Ήταν φανερό πως η γηραιά γυναίκα δύσκολα θα συνερχόταν ποτέ από το χτύπημα αυτό της μοίρας. Εκείνη τη στιγμή φαινόταν αδύ-ναμη για το παραμικρό, σωριασμένη στο δάπεδο και χαμένη στις ανα-μνήσεις και τα αναφιλητά. Η Αλκιθόη πήρε την πρωτοβουλία να μα-γειρέψει η ίδια εκείνο το πρωινό, ενώ η γριά το μόνο που θυμόταν να κάνει πού και πού ήταν να την ευχαριστεί και να την ευλογεί στα δια-λείμματα του θρήνου.

Ο Ηρόδωρος επέστρεψε από το χωράφι νωρίς το μεσημέρι και πα-ραξενεύτηκε βλέποντας μια νέα γυναίκα στο μαγειρείο να καταπιά-νεται με το φαγητό του. Από μακριά νόμισε πως η κόρη του είχε γυρί-σει στο κτήμα, μόνο όταν πλησίασε κατάλαβε πως πρόκειται για κά-ποια άγνωστη. Σε άλλες εποχές θα είχε τρέξει να δει τι συμβαίνει· τώ-ρα, μετά το χαμό του γιου του, αντιμετώπιζε τις καταστάσεις με μοι-ρολατρία και στωικότητα, με μια αδιαφορία υπεράνθρωπη. Ο πόνος του ήταν βουβός, όπως των περισσότερων αντρών, σε καμία περίπτω-ση δεν είχε φτάσει στις ακραίες εκδηλώσεις θρήνου της συζύγου του,

Digitized by @PriOri™

Page 145: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 145

μα αυτό δε σήμαινε πως πονούσε λιγότερο. Απλώς ο ηλικιωμένος άντρας είχε χάσει κάθε όρεξη και διάθεση για ζωή. Το βράδυ που έπε-φτε για ύπνο, η μόνη του επιθυμία ήταν να μην ξυπνήσει την επόμενη ημέρα. Θυμόταν έναν παλιό μύθο με τη σύλληψη του Παπποσιληνού, της ακολουθίας του Διονύσου, από έναν αρχαίο βασιλιά. 'Οταν εκεί-νος τον ρώτησε ποιο είναι το καλύτερο πράγμα στον κόσμο, ο Παπ-ποσιληνός του απάντησε πως το καλύτερο είναι να μη γεννηθεί κανείς, και αν γεννηθεί, να πεθάνει όσο το δυνατόν ταχύτερα. Δεν είχε δώσει σημασία τότε που το πρωτάκουσε, τώρα όμως μπορούσε να ερμηνεύ-σει το νόημά του· όλη του η ζωή ήταν αγώνας, ταλαιπωρίες και τώρα, στη δύση της, η μέγιστη δυστυχία. Ο θάνατος απλώς θα ερχόταν να τον λυτρώσει, δεν είχε τίποτα να φοβηθεί πια απ' αυτόν.

Ευτυχώς τη στιγμή εκείνη έβγαινε από μέσα η Δάφνη, η οποία εξή-γησε στο γέροντα για την Αλκιθόη. Εκείνος δέχτηκε τα λόγια της συ-ζύγου του αδιάφορα. Χαιρέτησε τη νεαρή και ζήτησε να στρώσουν το τραπέζι. Η γριά έβαλε τρία πινάκια με φακή και λίγο ψωμί στο τρα-πέζι.

Όταν γευμάτισαν, ο Ηρόδωρος απευθύνθηκε στη νεοφερμένη. «Ώστε θέλεις δουλειά, έτσι; Ο θερισμός έχει τελειώσει, δεν υπάρ-χουν πολλά πράγματα που μπορείς να βοηθήσεις. Λίγο αλώνισμα που μου έχει μείνει θα το ολοκληρώσω σε δύο, το πολύ τρεις ημέρες.»

Η Αλκιθόη έσκυψε το κεφάλι για να κρύψει τη στενοχώρια της. Φαίνεται πως ούτε η φιλόξενη αγροικία θα γινόταν το καταφύγιό της.

Ο Ηρόδωρος διείδε την αιτία της λύπης της και έσπευσε να συνε-χίσει «Μην ανησυχείς, δε σε διώχνω. Μπορείς να μείνεις εδώ όσο καιρό θέλεις να ξεκουραστείς, και όταν αποφασίσεις να φύγεις, θα σου προσφέρουμε όσα εφόδια μπορούμε. Εμείς πλέον είμαστε δύο ξερά κορμιά, δίχως προορισμό στη ζωή, δεν πρόκειται να μας λείψουν ο διπυρίτης και τα κρεμμύδια που θα πάρεις μαζί σου. Και ό,τι άλλο θέλεις θα μας το ζητήσεις δίχως ντροπές!» Διέκοψε απότομα τη συ-ζήτηση, πριν η Αλκιθόη προλάβει να εκδηλώσει την ευγνωμοσύνη της, και ανέβηκε στο πατάρι με το μεγάλο στρώμα.

Οι δύο γυναίκες μάζεψαν σιωπηλά το τραπέζι και βγήκαν να κα-θίσουν έξω, κάτω από τη μεγάλη καρυδιά, όπου υπήρχε δροσιά, στον

Digitized by @PriOri™

Page 146: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

146 Γιώργος Μπουλακάκης

αυλόγυρο της αγροικίας, για να αφήσουν τον Ηρόδωρο να ησυχάσει. Η Δάφνη πρόσφερε λίγα ξερά σύκα στη νεαρή.

«Σε παρακαλώ να συγχωρέσεις τον άντρα μου. Ποτέ δεν είχε πολ-λά λόγια, προτιμούσε πάντα να πράττει αντί να μιλά. Μετά το θάνα-το του γιου μας έχει γίνει πολύ απότομος, σχεδόν απρόσιτος. Προ-σπαθεί να φανεί δυνατός και για τους δυο μας, όμως τον έχει γονατί-σει ο πόνος. Ποτέ δεν έκλαψε μπροστά μου, μα εγώ ξέρω πόσο του έχει στοιχίσει» είπε θλιμμένα.

«Μην τα ξαναπείς αυτά τα λόγια, Δάφνη, τι περισσότερο μπορούσε να κάνει για να με ευχαριστήσει; Ήρθα εδώ άγνωστη, με δεχτήκατε παρά το βαρύ σας πένθος στην κατοικία σας, με φιλοξενείτε, θα μου προσφέρετε το ψωμί σας και θα σας κακολογήσω; Θα ήμουν κάτι πα-ραπάνω από αγενής και αχάριστη!»

«Είναι καλός ο Ηρόδωρος» συνέχισε η Δάφνη, «δεν υπάρχει άν-θρωπος που να ζήτησε τη βοήθειά του και εκείνος να αρνήθηκε. Δε-καέξι χρονών ήμουν όταν ήρθα εδώ νύφη, έχω ζήσει μια ολόκληρη ζωή μαζί του και ποτέ δε μου είπε έναν πικρό λόγο. Όσο για το άλλο, που έχω ακούσει τις περισσότερες γυναίκες να λένε, να σηκώσει δηλαδή χέρι να με χτυπήσει, ούτε για αστείο! Κεραυνό θα ρίξει ο Δίας από τον ουρανό να με κάψει, αν πω κάτι σε βάρος του! Και τώρα στα γη-ρατειά μας, ποια ήταν η ανταμοιβή του; Τι κέρδισε για την καλοσύνη του; Μόνο θλίψη και δάκρυα! Δεν θέλω να τον στενοχωρώ, μα δεν μπορώ κι εγώ να συγκρατηθώ» είπε και άρχισε ξανά να θρηνεί.

«Κι εμένα ο άντρας μου με μεταχειριζόταν πάντα με ευγένεια. Εί-ναι σπάνιοι στις μέρες μας οι άνθρωποι αυτοί... Να σε ρωτήσω, ποιοι είναι αυτοί που μένουν στο κτήμα πάνω από εσάς;» ρώτησε και έδει-ξε προς βορρά, προσπαθώντας να αλλάξει το θέμα συζήτησης σε κά-τι πιο ανώδυνο. «Πριν πήγα να ζητήσω βοήθεια εκεί και η νοικοκυρά με μεταχειρίστηκε σαν σκυλί!»

«Στης Σωσάνδρας βρήκες να ζητήσεις βοήθεια;» είπε η Δάφνη σφουγγίζοντας με το πέπλο τα δάκρυά της. «Ο άντρας της είναι αδελ-φός μου, δεν είναι κακός, μας αγαπάει και εμένα και τον άντρα μου, μα εκείνη είναι τρομερή μέγαιρα! Έχουν μείνει άκληροι και ξεσπά το θυμό της σε καθετί ζωντανό. Για να καταλάβεις, εμένα είναι νύφη μου

Digitized by @PriOri™

Page 147: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 147

και έχω χρόνια να της μιλήσω, εξαιτίας της δε βλέπω και τον αδελφό μου. Πάντως αναρωτιέμαι ποια είναι περισσότερο άτυχη, εκείνη που δε γνώρισε τη χαρά να αναθρέψει ένα παιδί ή εγώ που τον μεγάλωσα και τον έχασα!»

Μίλησαν κι άλλο για αγροτικές εργασίες και τα ζωντανά τους. Η Αλκιθόη προσπαθούσε έντεχνα να απομακρύνει τη συζήτηση από τον πόλεμο για να μη θυμίζει στη Δάφνη το γιο της. Η παρουσία της νεαρής ήταν ένα ευχάριστο διάλειμμα στη μονοτονία της ζωής της γηραιάς γυναίκας. Δεν έχανε ευκαιρία να τη ρωτά διάφορα για την πατρίδα της. Δεν είχε φύγει ποτέ από την Κρηστωνία και είχε μεγάλη περιέρ-γεια να μάθει για μακρινά μέρη, όπως φάνταζε στα μάτια της η κοι-λάδα του Στρυμόνα. Μόνο μια φορά είχε δει τον Αξιό και τον Εχέ-δωρο* από μακριά, όταν είχε ανέβει σε ένα ορεινό ιερό, δύο αργυρά φίδια που έσκιζαν την πεδιάδα. Άκουγε προσεκτικά τις διηγήσεις της Αλκιθόης για το μεγάλο ποταμό, για τους άντρες που ψάρευαν στα νε-ρά του, για τα αυλάκια που άρδευαν ολόκληρη την κοιλάδα, για τη σε-λήνη που μερικές φορές καθρεφτιζόταν στα νερά του. Εκείνη πάλι χαι-ρόταν να βλέπει τη γριά Δάφνη να ξεχνά τον αβάσταχτο πόνο της και ανακάλυπτε διαρκώς νέες ιστορίες, τις περισσότερες φανταστικές, να αφηγείται.

Το απόγευμα είδαν το γέρο Ηρόδωρο να ξεπροβάλλει μέσα από την αγροικία με τη δικέλλα στον ώμο και να φεύγει. Δε γύρισε να τους ρίξει μια ματιά, μόνο έσυρε βαριά τα βήματά του ως το χωράφι. Η Δάφνη παρακολουθούσε τον άντρα της να απομακρύνεται, νιώθοντας το βαθύ, ανίατο ψυχικό του τραύμα. Η Αλκιθόη σιώπησε σεβόμενη την ιερότητα της στιγμής και το δράμα των δύο γερόντων. Σηκώθηκε μό-νο όταν η Δάφνη την κάλεσε να πάνε μέσα να της στρώσει την κλίνη του γιου της να ξεκουραστεί.

* Ο σημερινός Γαλλικός ποταμός.

* * * * * * *

Πέρασαν τρεις μέρες στη φιλόξενη αγροικία του Ηρόδωρου και της Δάφνης. Η Αλκιθόη βοηθούσε όσο μπορούσε περισσότερο τη γριά

Digitized by @PriOri™

Page 148: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

148 Γιώργος Μπουλακάκης

στις δουλειές της, κυρίως ασχολήθηκε με το άλεσμα του καρπού στο χειρόμυλο. Ο κανονικός ύπνος τις μέρες αυτές στην κλίνη του νεκρού Ήρωνα την είχε ωφελήσει και οι δύο γέροντες της φέρονταν σαν να ήταν πραγματικό τους παιδί. Προς το απόγευμα της τρίτης μέρας όμως ένιωσε ότι είχε έρθει η ώρα. Έπρεπε να ξεκινήσει το ίδιο βράδυ, οποια-δήποτε καθυστέρηση την απομάκρυνε από τον Λυσίμαχο.

«Πρέπει να φύγω, δέσποινά μου» είπε στη Δάφνη καθώς ο ήλιος βασίλευε. «Ξέχασα στη φιλόξενη οικία σου πως με περιμένει ο άντρας μου στη Βέροια.»

«Δε θα σε κρατήσω, κόρη μου, και εγώ, αν ήμουν στη θέση σου, θα βιαζόμουν. Θα ετοιμάσω ψωμί και διπυρίτη, ξερά κρεμμύδια και ό,τι άλλο βρω.»

«Σκέφτομαι να φύγω σήμερα κιόλας, με τη δροσιά της νύχτας. Αύ-ριο το πρωί θα σηκωθεί ο ήλιος και δεν την αντέχω τη ζέστη.»

«Όπως αγαπάς...» Είχε νυχτώσει όταν επέστρεψε ο Ηρόδωρος, και η Δάφνη είχε ήδη

ετοιμάσει τα της αναχώρησης. Ο γυλιός της Αλκιθόης ξεχείλιζε από ψωμί και κρεμμύδια. Ο Ηρόδωρος είδε τις ετοιμασίες και κατάλαβε. Το μόνο που βρήκε να πει ήταν «Μη φεύγεις σήμερα, ίσως βρέξει ο Δίας τη νύχτα.»

Η Αλκιθόη όμως δεν ήθελε να καταχραστεί άλλο τη φιλοξενία του ζεύγους. Ήταν αποφασισμένη να ξεκινήσει το ίδιο βράδυ και το μό-νο που ήθελε από το γέροντα ήταν να της υποδείξει τη διαδρομή.

Τη συμβούλεψε να ακολουθήσει τον αγροτικό δρόμο προς νότο. «Θα βρεις το ποτάμι· θα το ακολουθήσεις προς νότο μέχρι να φτάσεις στη μεγάλη γέφυρα μετά από μια μέρα περπάτημα το πολύ. Τότε θα ακολουθήσεις τον αμαξιτό δρόμο προς τη δύση και θα βρεις μπροστά σου τη Βέροια.»

Η Αλκιθόη τον ευχαρίστησε για τις οδηγίες, πέρασε στον ώμο το γυλιό της και προχώρησε ως την εξώθυρα, μα η συνείδησή της δεν της επέτρεψε να φύγει έχοντας παραπλανήσει τους δύο φτωχούς γέρο-ντες. Γύρισε απότομα και κοίταξε κατάματα τη Δάφνη.

«Δεν υπάρχουν λόγια να σας ευχαριστήσω, μου συμπεριφερθήκα-τε καλύτερα και από γονείς. Δεν μπορώ λοιπόν να φύγω πριν σας πω

Digitized by @PriOri™

Page 149: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 149

ολόκληρη την αλήθεια για μένα. Δεν είμαι γυναίκα του αξιωματικού που ψάχνω, είμαι δούλα του και έφυγα από το κτήμα για να αποφύγω τον καινούργιο άρχοντα. Εγώ όμως σκοπεύω να βρω τον κύριό μου, ακόμα κι αν πεθάνω. Είναι ίσως η μόνη αλήθεια που σας έχω πει ως τώρα. Έπρεπε να σας το πω, δεν μπορούσα να κουβαλώ στην ψυχή μου το βάρος αυτό, πως σας ξεγέλασα.»

Η Δάφνη, με μάτια διάπλατα από έκπληξη, άνοιξε το στόμα της προσπαθώντας να πει κάτι, μα την πρόλαβε ο άντρας της. Στα χείλη του είχε ανατείλει ένα πικρό χαμόγελο.

«Από την πρώτη στιγμή το είχα καταλάβει πως είσαι δούλα και έχεις δραπετεύσει. Δεν υπάρχει δρόμος να διασχίζει το βουνό σ' αυ-τά τα μέρη, φαινόταν πως κρυβόσουν. Έχεις όμως μια ευγένεια στη μορφή που με έκανε να σε εμπιστευτώ μόλις σε είδα. Αν όπως λες ψά-χνεις για τον άντρα που αγαπάς, φύγε και βρες τον. Οι ευχές μας εί-ναι μαζί σου.»

Η Αλκιθόη σταύρωσε τα χέρια στο στήθος και έκανε μια ελαφριά υπόκλιση. «Δε θα σας ξεχάσω ποτέ, όσα χρόνια και να περάσουν. Σας ευχαριστώ!» Έκανε μεταβολή και χάθηκε στο σκοτάδι.

Ακολούθησε με ευκολία, παρά το αμυδρό φως της ημισελήνου, το δρόμο που οδηγούσε από το κτήμα του Ηρόδωρου προς το νότο. Η νύχτα ήταν γλυκιά, αλλά σύντομα το φως του φεγγαριού κρύφτηκε από βαριά μαύρα σύννεφα που συγκεντρώνονταν από δυτικά. Κοίτα, συλλογίστηκε με θαυμασμό, ο Ηρόδωρος είχε δίκιο, θα βρέξει! Η οσμή της βροχής, αυτή η τόσο έντονη και συνάμα ευχάριστη αίσθηση του βρεγμένου χώματος, δεν άργησε να πλημμυρίσει τον αέρα της νύ-χτας και η δούλα σκέφτηκε πως καλό θα ήταν να βρει ένα ασφαλές καταφύγιο. Εντέλει κατέφυγε σε μια συκιά, δίπλα σε μια ξερολιθιά που όριζε τα όρια κάποιου αγροκτήματος. Η καλοκαιρινή καταιγίδα ξέσπασε σχεδόν αμέσως· αστραπές έσκιζαν το νυχτερινό ουρανό τρο-μάζοντας την απλοϊκή Αλκιθόη που μαζεύτηκε ακόμα περισσότερο κάτω από τη συκιά. «Κάποιος θεός είναι οργισμένος απόψε! Μα τον Δία, έπρεπε να είχα ακούσει τον Ηρόδωρο και να περιμένω να πε-ράσει και αυτή η βραδιά στην οικία του» μονολόγησε, καθώς μερικές

Digitized by @PriOri™

Page 150: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

150 Γιώργος Μπουλακάκης

Πολύ πριν η αγορά γεμίσει με ανθρώπους*, το μεθεπόμενο πρωι-νό έφτασε στη δυτική πύλη της Θεσσαλονίκης, την πύλη του Αξιού*. Είχε περάσει όλη την προηγούμενη νύχτα προσευχόμενη στην Ίσιδα να τη φωτίσει να κάνει τη σωστή επιλογή, και στο τέλος αποφάσισε να καταφύγει στην πλησιέστερη πόλη. Κατόρθωσε να διαβεί την πύλη χω-ρίς πολλές διατυπώσεις· οι Ρωμαίοι ένιωθαν ασφαλείς στη δορίκτητο χώρα, αφού ο μουδιασμένος πληθυσμός δεν έδειχνε καμία διάθεση αντίστασης και έλεγχος στις πύλες δεν υπήρχε.

Μόλις πέρασε μέσα, κατευθύνθηκε στο λιμάνι. Ήταν βέβαιη πως θα έβρισκε δουλειά είτε εκεί, στα καπηλειά των ναυτικών, είτε στην αγορά. Αφού ο πρώτος άνθρωπος που ρώτησε την πληροφόρησε πως το λιμάνι ήταν πιο κοντά, αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη της εκεί. Διέσχισε μια φτωχική συνοικία· όλες οι κατοικίες εκεί ήταν πραγμα-τικές τρώγλες, οι δρόμοι λασπεροί, στενοί, χωρίς ρείθρα, η δυσοσμία ανυπόφορη. Οπωσδήποτε δεν ήταν το ασφαλέστερο μέρος της οικου-μένης για να περπατά κανείς τη νύχτα! Στους δρόμους έπαιζαν στα λασπόνερα μικρά παιδιά, ενώ ορισμένες ρακένδυτες γυναίκες την κοιτούσαν φιλύποπτα. Ήταν η συνοικία των αχθοφόρων του λιμανιού, των πιο φτωχών ανθρώπων στην πόλη. Τα γειτονικά βυρσοδεψεία

* Η "αγοράν πλήθουσαν" ήταν ένας συνηθισμένος χρονικός προσδιορισμός στην αρχαία Ελλά-δα, γύρω στις 10 με 11 η ώρα το πρωί. * Στο ύψος της σημερινής πλατείας Βαρδαρίου.

* * * * * * *

χοντρές σταγόνες βροχής διαπέρασαν το παχύ φύλλωμα του δέντρου και προσγειώθηκαν στο κεφάλι και το χιτώνα της.

Οι καλοκαιρινές καταιγίδες είναι σφοδρές, μα το καλό είναι ότι σταματούν αμέσως. Όσο απότομα ξέσπασε η βροχή, άλλο τόσο γοργά κόπασε. Μόνο κάποιες μακρινές αστραπές εξακολουθούσαν να φωτί-ζουν το νυχτερινό ουρανό, ενώ τα σύννεφα αποτραβήχτηκαν, επιτρέ-ποντας ξανά στη σελήνη να φωτίσει κάπως τη χώρα. Η νεαρή γυναίκα ξετρύπωσε από το καταφύγιό της και άρχισε πάλι την πορεία προς τον Εχέδωρο, ακολουθώντας τον πλημμυρισμένο από νερά δρόμο.

Digitized by @PriOri™

Page 151: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 151

έκαναν ακόμα πιο αβάσταχτο και βαρύ τον αέρα που ανέπνεε. Συ-γκριτικά με τις γυναίκες που έβλεπε, εκείνη έμοιαζε με αρχόντισσα. Πραγματικά ο απόπατος της γης, ο Μενέλαος δε θα την αναζητούσε ποτέ εκεί. Άντρες φυσικά δε φαίνονταν πουθενά, η αναζωογόνηση του εμπορίου στην πόλη τους είχε στείλει στο λιμάνι για δουλειά, με-τά από σχεδόν τρία χρόνια απραξίας λόγω του πολέμου.

Η διαδρομή της στην άθλια συνοικία δεν άργησε να ολοκληρωθεί, καθώς έφτασε στο λιμάνι. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή της που αντί-κριζε τη θάλασσα και κοντοστάθηκε να θαυμάσει την απεραντοσύνη της, δεν είχε όμως πολύ χρόνο για χάσιμο. Αρχικά το βλέμμα της τρά-βηξαν τρία εμπορικά σκάφη που είχαν αγκυροβολήσει και εκφόρτω-ναν τα αγαθά που είχαν λείψει από την αγορά της πόλης τον καιρό του πολέμου. Στη συνέχεια, ρίχνοντας μια ερευνητική ματιά στο γύρω χώ-ρο, διέκρινε δυο κτίρια που έμοιαζαν να είναι αυτό που ζητούσε. Μπή-κε στο μεγαλύτερο, καθώς οι θύρες του ήταν ορθάνοιχτες, και ζήτησε τον ιδιοκτήτη. Ένας μεσήλικας που συγύριζε το χώρο της απάντησε αδιάφορα πως θα ερχόταν το βράδυ, αν ήθελε, μπορούσε να καθίσει να τον περιμένει.

Η νεαρή μαζεύτηκε στη γωνιά που καθόταν και περίμενε χτυπώ-ντας νευρικά το πόδι στο πάτωμα, μια παιδική συνήθεια που έδειχνε την αδημονία της. Μόλις ο ήλιος άρχισε να χαμηλώνει, οι πρώτοι πε-λάτες που κατέφτασαν πριν τον κάπελα στο κατάστημα άρχισαν τα σχόλια και τις άσεμνες χειρονομίες. Η Αλκιθόη ενοχλημένη τραβή-χτηκε στο βάθος του καπηλειού, δίπλα σία μεγάλα δερμάτινα ασκιά με το κρασί, προκαλώντας κραυγές του τύπου "Δε μας καταδέχεται η αρχόντισσα, τα χρήματά μας δεν είναι, φαίνεται, αρκετά γι' αυτήν", "Έλα εδώ, πλαγγόνα* μου, και δε θα το μετανιώσεις!"

Επιτέλους ο ιδιοκτήτης, ένας ψηλός, κοιλαράς μεσήλικας, κατέ-φτασε και μπαίνοντας, παρά το μισοσκόταδο, το βλέμμα του στάθηκε στη νεαρή· οπωσδήποτε ένα ευχάριστο διάλειμμα στις φτηνές πόρνες και τους άξεστους ναυτικούς που σύχναζαν στον "Αγριόχοιρο"! Ο δού-λος, που εξυπηρετούσε τους πελάτες μόνος μέχρι την ώρα εκείνη, τον

* Κούκλα.

Digitized by @PriOri™

Page 152: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

152 Γιώργος Μπουλακάκης

πλησίασε και κοιτώντας την Αλκιθόη κάτι του ψιθύρισε. Ο κοιλαράς την πλησίασε και μπήκε κατευθείαν στο θέμα.

«Με ζήτησες, μικρή, θέλεις κάτι;» «Με λένε Βερενίκη» απάντησε συνεσταλμένα η δούλα, «και ζη-

τάω δουλειά, ίσως αν γίνεται να μαγειρεύω εδώ, να καθαρίζω και να μοιράζω φαγητό και κρασί. Δε ζητώ αμοιβή, μόνο μια γωνιά να κοι-μάμαι και το ψωμί της ημέρας. Είμαι καλή μαγείρισσα, θα δείτε!»

«Τα κορίτσια πιάνουν δουλειά αργότερα, αν θέλεις, έλα τότε να ψαρέψεις όποιον μπορέσεις, εγώ δεν εμποδίζω καμία από τις πόρνες του λιμανιού να μαζεύει πελάτες στον "Αγριόχοιρο". Κάνει καλό και στη δουλειά μου, όποιος ναυτικός πιάνει Θεσσαλονίκη ξέρει πως εδώ θα βρει καλό κρασί και φτηνές γυναίκες. Βοηθό όμως δε χρειάζομαι, γι' αυτό άντε στο καλό» της απάντησε και άρχισε να την απωθεί προς την έξοδο. Ήταν ιδρωμένος και μύριζε απλυσιά, μια απαίσια αίσθη-ση ταγκάδας.

«Μα δεν κατάλαβες» προσπάθησε να διαμαρτυρηθεί η Αλκιθόη. «Δεν είμαι πόρνη, μια φυσιολογική δουλειά θέλω, τον άντρα μου ψά-χνω...»

Μάταιος κόπος, ο κάπελας έδειχνε αμετάπειστος. Μόλις την πέ-ταξε έξω, γύρισε και έβαλε τις φωνές στο δούλο του που άφησε τη ζη-τιάνα να τον περιμένει μέσα. «Στον κόρακα! Έχει γεμίσει ο τόπος χή-ρες» τον άκουσε να φωνάζει, ενώ μέσα στο θόρυβο ξεχώριζε τα ηχη-ρά γέλια και τις φωνές των ήδη μεθυσμένων πελατών:

«Γιατί την έδιωξες, Γοργία, όμορφη ήταν!» Στάθηκε όρθια στη λίθινη προβλήτα, νιώθοντας απογοητευμένη

και μόνη περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Δεν περίμενε βέβαια να βρει το δρόμο στρωμένο με ροδοπέταλα, μα μόλις τώρα συνειδητο-ποιούσε με τι είδους ανθρώπους έμπλεκε. Πού χάθηκες, Λυσίμαχε, πού είσαι, αγάπη μου; συλλογίστηκε. Σφίχτηκε στο ιμάτιο της, καθώς η βραδινή υγρασία άρχισε να την περονιάζει.

«Φύγε από εδώ, εγώ στέκομαι σ' αυτή τη γωνιά» άκουσε μια στρι-γκιά φωνή πίσω της. Γύρισε και είδε μια ψηλή γυναίκα απροσδιορί-στου ηλικίας, έντονα βαμμένη με ψιμύθιο και μίλτο*. Δε χρειαζόταν

* Καλλυντικά της αρχαιότητας. Το ψιμύθιο ήταν ανθρακικός μόλυβδος (κοινώς στουπέτσι) για να δίνει εντύπωση λευκότητας, ενώ ο μίλτος είναι το κιννάβαρι, που χρησιμοποιείται σαν κοκκινάδι.

Digitized by @PriOri™

Page 153: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 153

ιδιαίτερη ευφυΐα για να καταλάβει κανείς πως ήταν μία ακόμα ιέρεια της Πανδήμου Αφροδίτης. Τόσα χρόνια που άκουγε φήμες για τις γυ-ναίκες αυτού του είδους, τις είχε φανταστεί σαν πλάσματα μυθικής ομορφιάς που μάγευαν τους άντρες σαν νέες Σειρήνες. Το θέαμα μπροστά της ωστόσο σχεδόν προκαλούσε οίκτο.

«Συγνώμη, θα φύγω, αν σε ενοχλώ» απάντησε συνεσταλμένα και προχώρησε κατά μήκος της προβλήτας.

Η γυναίκα αιφνιδιάστηκε από την αντίδραση της Αλκιθόης. Συνή-θως έπρεπε να υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια τη γωνιά της. Η φυσική ευγένεια της νεαρής γυναίκας την εντυπωσίασε. «Για στάσου λίγο, μικρή. Δεν είσαι της δουλειάς, έτσι;» Την πλησίασε. «Τι ψάχνεις στη γειτονιά τούτη;» ρώτησε και την κοίταξε εξεταστικά. Φαινόταν από μακριά πως η Αλκιθόη δεν ήταν από εκείνα τα μέρη. Δε φαινό-ταν πελατεία πουθενά, οι ναυτικοί δεν είχαν μεθύσει αρκετά ώστε να της ριχτούν, είχε χρόνο να της μιλήσει.

Η νεαρή δούλα άρχισε πάλι να διηγείται την ψεύτικη ιστορία, πως ψάχνει τον άντρα της και πως αναζητά δουλειά σε ένα από τα καπη-λειά του λιμανιού. Της εξιστόρησε τα καθέκαστα στον "Αγριόχοιρο", εκφράζοντας ταυτόχρονα την ανησυχία της για το μέλλον.

Η πόρνη κάγχασε με την αφέλεια της μικρής. «Τι περίμενες, κορί-τσι μου; Πως θα σε υποδεχτούν με τιμές βασιλικές; Εδώ, μικρή, ζουν άνθρωποι άξεστοι, ταλαιπωρημένοι από τη ζωή, δραπέτες δούλοι και εγκληματίες από όλη τη Μακεδονία που κρύβονται. Δεν έχουν ευγέ-νεια, έρχονται να βρουν φτηνό κρασί και γυναίκες, να πιουν, να με-θύσουν, να ξεχάσουν την κακή τους μοίρα. Γι' αυτό είναι τα καπηλειά και γυναίκες σαν εμένα εδώ, για να τους χαρίσουμε λίγη πρόσκαιρη λήθη. Ο Γοργίας δεν υπήρχε περίπτωση να σου δώσει τη δουλειά που θες, απλά σε είδε μικρή και νόστιμη και σκέφτηκε πως θα έκανε κα-λό στη δουλειά του να μαζεύεις πελάτες στο καπηλειό του. Πιο πιθα-νό είναι να σε βοηθήσει ο Φίλων στο "Γλάρο του Θερμαϊκού", το μι-κρό καπηλειό παραδίπλα. Ίσως να θέλει να κρατήσει μια ωραία γυ-ναίκα στη δούλεψή του.»

Η Αλκιθόη άκουγε με προσοχή την πόρνη· όσα μάθαινε θα τη βοη-θούσαν να ζήσει στο άντρο αυτό του υποκόσμου. Χρειαζόταν πιο πολύ

Digitized by @PriOri™

Page 154: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

154 Γιώργος Μπουλακάκης

χρόνο μαζί της, γι' αυτό αποφάσισε να προχωρήσει σε μια χειρονο-μία καλής θελήσεως.

«Έχω στο γυλιό μου ψωμί και κρεμμύδια, αν θέλεις να τα μοιρα-στείς μαζί μου...» πρότεινε και τον άνοιξε μπροστά στα μάτια της.

Μια λάμψη στα μάτια της γερασμένης πόρνης φανέρωσε πως η προσφορά της νεαρής ήταν ευπρόσδεκτη. Τραβήχτηκαν στο βάθος της προβλήτας και εκεί, αφού κάθισαν πρώτα πάνω σε δύο ξύλινα κιβώ-τια, άρπαξε και άρχισε να καταβροχθίζει με βουλιμία την κουλούρα και το κρεμμύδι που της έτεινε η νεαρή δούλα· σήμερα δε θα χρεια-ζόταν να πουλήσει το κορμί της σε κάποιο ναυτικό για λίγα ημίχαλκα! Καθώς έτρωγε, κοίταξε με ευγνωμοσύνη την Αλκιθόη για την αναπά-ντεχη αυτή ανάπαυλα από την αθλιότητα. Εκείνη πάλι, ενώ αρχικά ήταν επιφυλακτική, είχε αρχίσει να βλέπει την πόρνη με συμπάθεια.

«Μιλάμε τόση ώρα και δεν ξέρω ακόμα το όνομά σου ούτε την ιστορία σου. Πώς σε λένε;»

«Οι γονείς μου με ονόμασαν Ισμήνη, αλλά εδώ στο λιμάνι όλοι με φωνάζουν Λεύκη. Γεννήθηκα σ' αυτή τη συνοικία. Οι γονείς μου με έδωσαν, παιδί ακόμα, παλλακίδα σε ένα γέρο έμπορο, τάχα για να έχω μια καλύτερη ζωή... Μόνο ταπεινώσεις και προσβολές έζησα στην έπαυλή του. 'Οταν αυτός πέθανε μετά από τρία χρόνια, τα παιδιά του με πέταξαν στο δρόμο. Έτσι γύρισα στο λιμάνι. Το μόνο που μπο-ρούσα και ήξερα να κάνω... ήταν αυτό. 'Οταν ήμουν νέα και ποθητή, ήταν εύκολο να μαζεύω πλήθος πελάτες στα καπηλειά. Τώρα πια στέ-κομαι εδώ στα σκοτεινά. Αν βρεθεί κάποιος μεθυσμένος ναυτικός, του δίνομαι για τρεις χαλκούς, ίσα ίσα για λίγο ψωμί και κάποιο όσπριο, ειδάλλως μένω νηστική. Ο Γοργίας, ας πούμε, δε με αφήνει να πλησιάσω στον "Αγριόχοιρο"· λέει ότι μοιάζω με Λάμια και διώ-χνω τους πελάτες του! Έχει ξεχάσει τα χρήματα που μου έχει πάρει παλιότερα, δήθεν επειδή ψάρευα πελάτες στο καπηλειό του! Σήμερα πραγματικά με έσωσες, σ' ευχαριστώ» είπε και κούνησε το κεφάλι σε ένδειξη ευγνωμοσύνης.

«Αν θέλεις, μη μου απαντήσεις... πόσο χρονών είσαι;» ρώτησε αυ-θόρμητα η νεαρή.

Digitized by @PriOri™

Page 155: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 155

Η Λεύκη κούνησε το κεφάλι με ένα πικρό χαμόγελο· δε φάνηκε να ενοχλείται. «Ξέρω, μοιάζω γριά, έτσι; Τριάντα χρονών είμαι και νομίζεις πως είμαι εξήντα! Δυστυχώς, μόνο τα θέλγητρα της Αφρο-δίτης είναι αιώνια, εμείς οι άνθρωποι... Να ξέρεις κάτι, Βερενίκη, εί-μαι τυχερή που έχω ζήσει τόσο, οι περισσότερες γυναίκες που κάνουν τη δουλειά μου εδώ στο λιμάνι πεθαίνουν πριν τα είκοσι πέντε, από φθίση ή μαχαιρωμένες! Γι' αυτό σου λέω, προσπάθησε να την απο-φύγεις τη δουλειά αυτή όσο μπορείς - αν και, αν παραμείνεις στο λι-μάνι, είναι δύσκολο κάτι τέτοιο! Είσαι νέα και όμορφη, θα μπορού-σες να βγάλεις αρκετά χρήματα. Εγώ, αν ήμουν στη θέση σου, θα πή-γαινα πάνω στην αγορά, στις αριστοκρατικές συνοικίες, σε κάποιο βαλανείο*...»

«Δεν άρχισα αυτή την έρευνα για να ντροπιάσω τον άντρα μου με τον πιο αισχρό τρόπο!» αγρίεψε απότομα η Αλκιθόη. «Τον αγαπάω και θα αυτοκτονήσω πολύ πριν βρεθώ στην ανάγκη να δοθώ σε άλ-λον άντρα! Αυτό ακριβώς ήθελα να αποφύγω, όταν έφυγα από την πατρίδα μου και άρχισα να τον αναζητώ!» Η σκέψη να απλώσει χέρι πάνω της άλλος άντρας την έκανε έξαλλη.

«Καλά, όπως θες, μην αγριεύεις» μαζεύτηκε η Λεύκη. «Δεν είναι και τόσο τρομερό όσο νομίζεις, αρκεί να μην το μάθει εκείνος και κα-τορθώσεις εσύ να σκοτώσεις ό,τι νιώθεις, μικρή. Η πρώτη φορά είναι δύσκολη, έπειτα συνηθίζεις... Θα φύγω τώρα να κοιμηθώ, αν θες, ο μόνος τρόπος να ανταποδώσω την καλοσύνη σου είναι να σε προ-σκαλέσω να κοιμηθείς στην κατοικία μου. Δεν είναι τίποτα σπουδαίο, μα θα έχεις μια στέγη πάνω από το κεφάλι σου.»

«Δεν πειράζει, θα βρω μια γωνιά στην προβλήτα να ξεκουραστώ και αύριο θα πάω στο μικρό καπηλειό μήπως σταθώ πιο τυχερή...»

«Μικρή, έχουν αρχίσει οι ετησίες*, αν μείνεις εδώ, θα ξυπνήσεις το πρωί και θα αισθάνεσαι σαν να σε έδερναν όλη νύχτα! Έλα, πά-με τώρα και αύριο την αυγή θα έρθεις να ζητήσεις δουλειά στο "Γλά-ρο". Ο Φίλων είχε πολεμήσει παλιά με το στρατό του Φιλίππου, αν του εξηγήσεις για τον άντρα σου, θα συγκινηθεί και θα σε πάρει στο

* Δημόσιο λουτρό που παρείχε και άλλες υπηρεσίες. * Τα μελτέμια.

Digitized by @PriOri™

Page 156: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

156 Γιώργος Μπουλακάκης

μαγειρείο να βοηθάς. Θα έρθω κι εγώ μαζί σου· του έχω χαρίσει πα-λιότερα στιγμές αξέχαστες, που η γυναίκα του δεν τολμά ούτε να ονει-ρευτεί, μου χρωστά οπωσδήποτε μια χάρη!» τη διέκοψε η Λεύκη και κίνησε για το φτωχικό της.

Η Αλκιθόη αρχικά στάθηκε δίβουλη, μα στη συνέχεια ακολούθη-σε την πόρνη. Με αργό βήμα οι δύο γυναίκες χάθηκαν στα στενά δρο-μάκια της συνοικίας. Σύντομα η Αλκιθόη βρέθηκε μπροστά σε μια προ-χειροφτιαγμένη καλύβα από ετερόκλητα ξύλα και δοκάρια, με μια κα-λαμωτή στέγη, πασαλειμμένη με λάσπη, κυριολεκτικά ένα παράπηγ-μα. Η Αλκιθόη συλλογίστηκε με φρίκη ότι τα ιπποφορβεία του Λυσί-μαχου παρείχαν καλύτερη προστασία από το κρύο και τη βροχή. Κα-θώς και οι γύρω κατοικίες δε διέφεραν πολύ, αντιλήφθηκε πως οι άν-θρωποι της συνοικίας αυτής ζούσαν πραγματικά σε συνθήκες απόλυ-της ένδειας. Η είσοδος της καλύβας έκλεινε με ένα βρόμικο παραπέ-τασμα και, όταν η Λεύκη το παραμέρισε και άναψε ένα λυχνάρι, η Αλκιθόη, βλέποντας το εσωτερικό, ένιωσε ακόμη μεγαλύτερο οίκτο. Η μόνη επίπλωση ήταν ένα άθλιο μεγάλο αχυρόστρωμα, το οποίο στο κτήμα δε θα παραχωρούσαν ούτε σε σκύλους, ένα χαμηλό τραπέζι με δύο ξύλινα σκεύη και τα καλλυντικά της πόρνης. Το μόνο πράγμα που εξέπληξε ευχάριστα τη δούλα ήταν δύο πήλινα ειδώλια της Αφροδί-της και του Διόνυσου πάνω στην παλιά μισοδιαλυμένη ιματιοθήκη. Η Λεύκη κατάλαβε από ένα στιγμιαίο μορφασμό της νεαρής την απέ-χθειά της και βιάστηκε να δικαιολογηθεί.

«Σε προειδοποίησα, είναι φτωχικό, μα ευτυχώς να λες που υπάρ-χει και αυτό. Θα σου στρώσω ένα καθαρό σεντόνι που έχω, να μην κοιμηθείς στο χώμα, φαντάζομαι πως το στρώμα το σιχαίνεσαι.»

«Όχι, κοιτούσα τα ειδώλια των θεών, θα μου επιτρέψεις να προ-σευχηθώ πριν κοιμηθούμε... Αυτή τη συνήθεια την κρατώ από τη Βι-σαλτία και δε θα ήθελα να την αλλάξω τώρα...»

«Ξέρεις, είναι η μοναδική κληρονομιά που μου άφησε πεθαίνο-ντας η μητέρα μου, αλλά δε με έχουν βοηθήσει και πολύ στη ζωή μου! Μπορείς να πράξεις ό,τι επιθυμείς» απάντησε η Λεύκη σηκώνοντας τους ώμους.

Digitized by @PriOri™

Page 157: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 157

Την αυγή, μόλις ξύπνησαν, οι δυο γυναίκες πήγαν χωρίς χρονο-τριβή στο καπηλειό του Φίλωνα. Ο καταστηματάρχης είχε ανοίξει νω-ρίς εκείνη τη μέρα γιατί ήθελε να συμμαζέψει το "Γλάρο" που, μετά από έναν ομηρικό πυγμαχικό "αγώνα" ανάμεσα σε δυο μεθυσμένους ναυτικούς για τα κάλλη μιας δεκαεφτάχρονης πόρνης, είχε μετατρα-πεί σε στίβο ιπποδρομίου. Καθώς δεν είχε τη βοήθεια κάποιου δού-λου, έπρεπε να τα κάνει όλα μόνος του. Άκουσε πρόθυμα όσα είχαν να πουν οι δύο γυναίκες, μα στην αρχή δίστασε.

«Κορίτσι μου» είπε χαμογελαστά στην Αλκιθόη, «το καπηλειό αυ-τό μόλις και φτάνει για να θρέψω τη γυναίκα μου και τις δύο μικρές κόρες μου που οι θεοί να τις ευλογούν. Δεν είναι χώρος για γυναίκες αυτός. Όσο και να θέλω να σε βοηθήσω να συνεχίσεις το ταξίδι σου και να βρεις τον άντρα σου, είναι δύσκολο να σε πάρω εδώ, θα πει-νάσεις κι εσύ.» Ήταν φανερό πως ο καλόκαρδος κάπελας είχε όλη την καλή διάθεση να της προσφέρει λίγο ψωμί, όμως δυσκολευόταν να αποδεχτεί πως με τη Βερενίκη στο μαγειρείο ίσως οι δουλειές του να βελτιώνονταν, αν και τέσσερα χέρια είναι καλύτερα από δύο. Ο Φίλων δούλευε στο κατάστημα μόνος εδώ και τριάντα χρόνια, όπως και ο πατέρας του πριν από αυτόν. Η ιδέα να πάρει ακόμα έναν άν-θρωπο στη δούλεψή του έμοιαζε τρομερά ρηξικέλευθη. Οι άνθρωποι που εργάζονται με ένα συγκεκριμένο τρόπο για πολλά χρόνια είναι πάντα συντηρητικοί και η ιδέα μιας αλλαγής τούς είναι απωθητική.

* * * * * * *

Η Αλκιθόη γονάτισε και ένωσε τις παλάμες μπροστά στο πρόσω-πο, κλείνοντας τα μάτια, ενώ η πόρνη ετοίμαζε μια γωνιά. Προσευ-χήθηκε με θέρμη ζητώντας από τους θεούς να τη βοηθήσουν να εκ-πληρώσει το σκοπό για τον οποίο ήρθε στη Θεσσαλονίκη, να της στεί-λουν την είδηση που με τόση αγωνία πρόσμενε. Όταν τελείωσε, τυ-λίχτηκε με το ιμάτιό της, καληνύχτισε τη Λεύκη και βυθίστηκε σχεδόν αμέσως σε ένα βαθύ, δίχως όνειρα λήθαργο.

Digitized by @PriOri™

Page 158: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

158 Γιώργος Μπουλακάκης

Οι δύο γυναίκες προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, φέρνοντας όποιο επιχείρημα ερχόταν στο μυαλό τους. Η Αλκιθόη σχεδόν έπεσε στα πόδια του ικετεύοντάς τον να μην την αφήσει στο έλεος των αν-θρώπων του λιμανιού. Τελικά η αντίσταση του Φίλωνα κάμφθηκε και συμφώνησε να την πάρει στη δούλεψή του.

«Μην περιμένεις χρήματα, τροφή και στέγη θα σου παρέχω. Θα κάθεσαι στο μαγειρείο και θα βγαίνεις έξω όσο γίνεται λιγότερο, βλέ-πεις τι συμβαίνει όταν έρχονται εδώ τα κορίτσια του λιμανιού, θολώ-νει το κρασί το νου των ναυτικών και δεν ξέρουν τι κάνουν. Όσο εί-ναι μέσα στο ασκί δε μιλά· όταν βγαίνει, να δεις τι τραγούδια λέει!» είπε γελώντας με το ευφυολόγημά του. «Δε θέλω να έρθει μεθαύριο ο άντρας σου και να με κατηγορεί πως σε διέφθειρα! Έλα, βοήθησε τώ-ρα να συμμαζέψουμε αυτό το πεδίο μάχης.»

Από τη στιγμή εκείνη η ζωή της Αλκιθόης μπήκε σε ένα διαφορε-τικό, πιο ήρεμο ρυθμό από εκείνο των τελευταίων ημερών. Η μονο-τονία αλλά και οι δυσκολίες της δουλειάς στο "Γλάρο του Θερμαϊ-κού" δεν την ενοχλούσαν. Τα ξενύχτια στην αρχή την ταλαιπώρησαν, από κάποια στιγμή της νύχτας και μετά δεν μπορούσε να κρατήσει ανοιχτά τα μάτια της, με τον καιρό όμως συνήθισε. Για να πραγματο-ποιήσει το σκοπό για τον οποίο ήρθε στη Θεσσαλονίκη, παράκουγε τον Φίλωνα και συχνά έφευγε από το μαγειρείο για να φέρει εδέ-σματα και κρασί ή ζύθο από κριθάρι στα τραπέζια. Έτσι είχε την ευ-καιρία να ρωτά για τον ψηλό αξιωματικό του ιππικού που εξαφανί-στηκε πριν τη μάχη της Πύδνας, παίρνοντας συνήθως για απάντηση ένα αδιάφορο ανασήκωμα των ώμων ή κάποιο πονηρό υπονοούμενο.

Ο Φίλωνας είχε αποδειχτεί καλός εργοδότης. Ενώ αρχικά την κλεί-δωνε μέσα στο κατάστημα όταν έφευγε, στη συνέχεια η νεαρή κέρδι-σε την εμπιστοσύνη του και της άφηνε τα κλειδιά. Όταν η Αλκιθόη έβγαινε να κλειδώσει, συχνά έβλεπε τη Λεύκη να στέκεται στη γνώ-ριμη σκοτεινή γωνιά της άπρακτη. Τότε την καλούσε με ένα νόημα μέ-σα και της πρόσφερε κάτι από τα περισσεύματα των τραπεζιών. Οι δύο γυναίκες είχαν έτσι σταδιακά αναπτύξει μια φιλία που στηριζόταν στην αμοιβαία ευγνωμοσύνη· η Αλκιθόη δεν επρόκειτο να ξεχάσει ποτέ

Digitized by @PriOri™

Page 159: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

πως τη δουλειά στο καπηλειό την όφειλε ουσιαστικά στην πρόωρα γε-ρασμένη πόρνη. Κάπως έτσι κυλούσαν οι μέρες, απαράλλαχτες, χω-ρίς ωστόσο η ερωτευμένη δούλα να χάσει, παρά τις απογοητεύσεις, ούτε μια στιγμή την υπομονή και την πίστη της πως θα ανακαλύψει κάποιο ίχνος του αγαπημένου της.

159

Digitized by @PriOri™

Page 160: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Ο ίλαρχος, πριν βγει από την καλύβα να ταΐσει τα πρόβατα, σκέ-πασε το μικρό Φίλιππο, που κοιμόταν ακόμα, με ένα βαρύ μάλλινο κλι-νοσκέπασμα που του είχε διαθέσει ο νέος του εργοδότης. Τη μέρα που έφτασε στο Κέλετρο, είχε παρουσιαστεί στο γαμπρό του Ζώπυρου με το όνομα Κλεόνικος, που είχε χρησιμοποιήσει και στην Εορδαία, εί-χε αναφέρει πως είναι φίλος του πεθερού του και ζήτησε προστασία από τους Ρωμαίους, χωρίς να δώσει περισσότερες εξηγήσεις. Ο συ-νομήλικος του άντρας δε ρώτησε περισσότερα· αφού οι Ρωμαίοι τον κυνηγούσαν, ήταν φίλος. Για να τον απομακρύνει από την πόλη, τον έστειλε να περάσει το υπόλοιπο του καλοκαιριού σε ένα ποιμνιοστά-σιο στους ορεινούς όγκους βορείως της λίμνης, μακριά από αδιάκρι-τα βλέμματα. Ο παλιός στρατιωτικός δε δυσκολεύτηκε να προσαρμο-στεί στη ζωή του απλού βοσκού- σύντομα άρμεγε τα ζώα, τυροκομού-σε και επέβλεπε το κοπάδι λες και όλη του τη ζωή την είχε περάσει με πρόβατα.

Ευτυχώς, μέσα στην ατελείωτη μοναξιά της ποιμενικής ζωής είχε και τον Φίλιππο να τον συντροφεύει. Ο μικρός ήταν ένα όμορφο ζωη-ρό αγόρι που άλλοτε τον διασκέδαζε με τα καμώματά του και άλλοτε τον εκνεύριζε με τις φωνές και τα κλάματά του, μα κυρίως απαιτούσε

Κεφάλαιο Ένατο

Digitized by @PriOri™

Page 161: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 161

τη διαρκή προσοχή του, όπως κατάλαβε ο Λυσίμαχος μια φορά που ο μικρός άρπαξε από την εστία ένα αναμμένο ξύλο και έκαψε την πα-λάμη του. «Βλακείες κάνεις, μικρέ βασιλιά, όλο βλακείες! Ελπίζω να σου γίνει μάθημα αυτό» μουρμούριζε θυμωμένος και τρομαγμένος συ-νάμα την ώρα που του έβαζε καταπλάσματα με κρύο νερό για να κα-ταπραΰνει τον πόνο. Οι ανάγκες του παιδιού άλλαζαν όσο μεγάλωνε, δεν αρκούσε πλέον μόνο το γάλα· του έδινε αλεσμένες σε ένα γουδί τις τροφές που και ο ίδιος κατανάλωνε. Ευτυχώς, κάποια δούλα τού υπέδειξε ένα χυλό με αλεύρι, βρασμένο στάρι και μέλι, που όπως φαί-νεται άρεσε ιδιαιτέρως στο νήπιο. Ο Φίλιππος είχε μεγαλώσει αρκε-τά για να τον τυλίγει με φασκιές και, καθώς είχε αρχίσει σταδιακά να περπατά στα τέσσερα, υποχρέωνε τον ίλαρχο άλλοτε να τον κυνηγά και άλλοτε να δένει το πόδι του προστατευόμενού του με ένα μάλλινο σκοινί για να μην είναι υποχρεωμένος να τον ακολουθεί συνεχώς. Η μεγαλύτερη χαρά του άντρα ήταν να κάνει μορφασμούς ή να διηγεί-ται ιστορίες χειρονομώντας. Τότε ο μικρός άπλωνε τα χέρια του στο γίγαντα που αναγνώριζε πλέον σαν πραγματικό πατέρα. «Ευτυχώς που έχω κι εσένα, μικρέ βασιλιά» μουρμούριζε συνεχώς ο ίλαρχος. «Ο Δίας έστειλε τον ένα στον άλλο για παρηγοριά!»

Στα βουνά δεν έμειναν πολύ. Στις αρχές του Υπερβερεταίου, ενώ δεν είχαν συμπληρώσει δύο μήνες στην ερημιά, ο Αμφοτερός έστει-λε μήνυμα στον Λυσίμαχο πως έπρεπε να επιστρέψει στα πεδινά για να διαχειμάσει με τα ζώα. Φυσικά δεν έκανε το λάθος να τον φέρει στην αγροικία, τον έστειλε σε ένα μάλλον απομακρυσμένο μαντρί, αρκετά στάδια έξω από την πόλη, όπου μόνο αραιές επισκέψεις δε-χόταν από άλλους βοσκούς. Οι άνθρωποι αυτοί γενικά ήταν μοναχι-κοί, σχεδόν μισάνθρωποι, σαν εκείνο τον Κνήμωνα* του Μενάνδρου που είχε δει μια φορά στο θέατρο της Πέλλας, και τα λόγια τους ήταν λίγα. Εκείνο που δυσκόλευε τον Λυσίμαχο ήταν το γλωσσικό τους ιδίωμα· δεν ήταν λίγες οι φορές που δεν καταλάβαινε τι ακριβώς έλε-γαν και περιοριζόταν απλώς να κουνάει την κεφαλή του και να χα-μογελά. Ωστόσο όλοι επιζητούσαν τη συντροφιά και τη φιλία του.

* Ο ήρωας από τη μόνη ακέραια σωζόμενη κωμωδία του μεγάλου Αθηναίου κωμωδιογράφου της Νέας Κωμωδίας, ο "Δύσκολος" (ή Μισάνθρωπος).

Digitized by @PriOri™

Page 162: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

162 Γιώργος Μπουλακάκης

Στους κύκλους των ποιμένων της υπαίθρου γύρω από το Κέλετρο, ο Κλεόνικος από την Ελιμιώτιδα ήταν ήδη μέσα σε δύο μήνες κάτι σαν θρύλος.

Οπωσδήποτε ο ίλαρχος δεν μπορούσε να παραπονεθεί για έλλει-ψη δράσης τους προηγούμενους μήνες. Το πρώτο και σημαντικότερο κατόρθωμά του ήταν ο φόνος μιας αρκούδας, στις αρχές του Γορπι-αίου*. Ο Λυσίμαχος είχε παρατηρήσει ίχνη της δύο τρεις ημέρες πριν στην περιοχή του, μα δεν έδωσε σημασία· τα ζώα αυτά δεν ήταν σπά-νια στην ορεινή και απομονωμένη περιοχή των ορίων με τη Λυγκη-στίδα*, όπως τον είχε ενημερώσει ο Αμφοτερός. Ένα μεσημέρι όμως το μεγαλόσωμο θηρίο πλησίασε τον Αρίονα -που ο ίλαρχος δε θέλη-σε να αποχωριστεί ούτε στο βουνό- με άγριες διαθέσεις. Το ανυπε-ράσπιστο άλογο φάνηκε εύκολη λεία στο ζώο. Το ξίφος ο Λυσίμαχος το είχε αφήσει στην καλύβα και αναγκάστηκε να σπεύσει σε βοήθεια του τρομοκρατημένου αλόγου με ένα ρόπαλο από ξύλο οξιάς, χωρίς να σκεφτεί στιγμή τον κίνδυνο στον οποίο έθετε την αποστολή του. Επιτέθηκε λυσσασμένα στην αρκούδα που αμυνόταν όρθια, χτυπώ-ντας στον αέρα με τα μπροστινά άκρα. Τα μακριά της νύχια έσκιζαν σαν λεπίδες τον αέρα, ένα καλό χτύπημα μπορούσε να σκοτώσει τον ίλαρχο που διαρκώς ελισσόταν σαν φίδι για να αποφύγει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Όταν το ζώο τελικά έπεσε αναίσθητο, ο Λυσίμαχος έτρεξε να φέ-ρει το ξίφος από την καλύβα του. Μόνο αφού το βύθισε στο λαιμό και το στέρνο του ζώου, αντιλήφθηκε πως του είχε μείνει ενθύμιο της μά-χης μια βαθιά πληγή στο δεξιό βραχίονα και διαπίστωσε πόσο αίμα είχε χάσει. Έτρεξε και μάζεψε το μικρό Φίλιππο από το δέντρο που τον είχε αφήσει, παράτησε τα πρόβατα και γύρισε ξανά στην καλύ-βα, να δέσει σφιχτά το τραύμα με ένα καθαρό κομμάτι ύφασμα.

Η φήμη δεν άργησε να διαδοθεί σε όλα τα γειτονικά βοσκοτόπια και δύο βραδιές αργότερα ο Κλεόνικος από την Ελιμιώτιδα ήταν το τιμώμενο πρόσωπο μιας συγκέντρωσης κάτω από τη μεγάλη βελανι-διά, με προσκεκλημένους τουλάχιστον άλλους δέκα βοσκούς. Το κρέας

* Μήνας του μακεδονικού ημερολογίου που αντιστοιχούσε περίπου στον Αύγουστο. * Ορεινή περιοχή της Ανω Μακεδονίας, βορείως της Ορεστίδος.

Digitized by @PriOri™

Page 163: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 163

της αρκούδας ήταν σπάνιο και εκλεκτό έδεσμα, δείπνο αντάξιο ενός Αχιλλέα*, που συνοδεύτηκε από άφθονο κρασί. Η ευωχία έκανε τον ίλαρχο να πιστέψει πραγματικά πως εκείνη τη νύχτα ξεκινούσε ξανά τη ζωή του. Κανένας βασιλιάς, κανένας στρατηγός δεν ένιωσε τόσο ανί-κητος, τόσο πλήρης όσο ο ίλαρχος τη στιγμή που εμφανίστηκε στην ομή-γυρη με τη δορά της αρκούδας ριγμένη στους ώμους και το ρόπαλο στα χέρια. Μέσα στις γενικευμένες επευφημίες, τις σπονδές και τις επι-κλήσεις στους θεούς για καλοτυχία και ευζωία, ο πλέον ενθουσιώδης βοσκός ανέκραξε «Τι χρεία έχουμε των θεών; Ιδού ο Ηρακλής κορυ-νηφόρος* ενώπιόν μας!» Στο εξής όλοι οι κάτοικοι του βουνού τον γνώ-ριζαν και τον προσφωνούσαν με αυτόν τον τρόπο, το "Κλεόνικος" εί-χε σχεδόν ξεχαστεί.

Τα κατορθώματά του δεν περιορίστηκαν στην αρκούδα. Ειδικά τώ-ρα που ο Αυδοναίος* είχε σχεδόν τελειώσει, οι συνεχείς επιδρομές λύκων του χάρισαν ένα ακόμα προσωνύμιο, "λυκοκτόνος". Με τα χτυ-πήματα του ροπάλου του είχε εξολοθρεύσει πλήθος από τα ζώα που, ωθούμενα από την πείνα, είχαν κατέβει στα πεδινά και λυμαίνονταν τα κοπάδια. Το κοπάδι του Αμφοτερού ήταν ένα από τα λίγα που δεν είχε υποστεί πολλές απώλειες εκείνο το χειμώνα!

Τώρα με την κακοκαιρία είχε υποχρεωτικά περιοριστεί στο ποι-μνιοστάσιό του και τις ατελείωτες ώρες της απραξίας τον απασχο-λούσαν σκοτεινές σκέψεις για την αποστολή του. Δεν είχε καμία έν-δειξη προς το παρόν πως οι Ρωμαίοι είχαν αρχίσει την αναζήτηση, ήταν όμως βέβαιος πως η στιγμή αυτή δε θα αργούσε· τους αυλικούς τούς γνώριζε καλά και ο ίδιος, δε χρειαζόταν να του πει ο Περσέας πως ήταν όλοι αργυρώνητοι και φιλόζωοι! Προς το παρόν το μόνο που είχε μάθει ήταν πως οι Ρωμαίοι συνέλαβαν και έστειλαν στη Θεσσα-λονίκη κάποιους επιφανείς ευγενείς. Πιθανότατα και ο ίδιος θα ήταν ένας από τους ομήρους, ούτε το κορμάκι της Αλκιθόης δε θα προλάβαι-νε να χαρεί, αν είχε γυρίσει στη Βισαλτία!

* Ο μύθος λέει πως ο Αχιλλέας μεγάλωσε από τον κένταυρο Χείρωνα τρεφόμενος με μεδούλι αρκούδας και συκώτι λιονταριού. * Κορύνη είναι το ρόπαλο. * Ο τρίτος μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, αντίστοιχος του Δεκεμβρίου.

Digitized by @PriOri™

Page 164: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

164 Γιώργος Μπουλακάκης

Μεγάλο βασανιστήριο στη σχόλη του ήταν και η ανάμνηση αυτής της μικρής δούλας. Επανερχόταν όχι μόνο τη μέρα, αλλά και σαν οπτα-σία στον ύπνο του και τον τυραννούσε. Πάντα ήταν εκεί, αφράτη, ρό-δινη και χαμογελαστή, τόσο ποθητή και ταυτόχρονα τόσο απρόσιτη. Έτρεχε προς το μέρος της, άπλωνε τα χέρια γεμάτος προσδοκία να τη φτάσει, και το όνειρο αυτοστιγμεί διαλυόταν. Ξυπνούσε κάθιδρος μέ-σα στο κρύο του χειμώνα βαριανασαίνοντας και, μόλις συνειδητοποι-ούσε την αλήθεια, δάγκωνε το προσκέφαλο μέσα στη μαύρη νύχτα για να μην ουρλιάξει από απόγνωση. Η λύσσα τού σκοτείνιαζε το μυαλό όσο σκεφτόταν την Αλκιθόη παραδομένη στην αγκαλιά άλλου άντρα, κυρίως αυτού του γλοιώδους σκουληκιού, του γαμπρού του.

Μια νύχτα που η οπτασία ήταν περισσότερο ζωντανή παρά ποτέ, δεν άντεξε· παραμέρισε τη μικρή θύρα, βγήκε στο κρύο γυμνός και απομακρύνθηκε από την καλύβα ωρυόμενος «Άφησέ με ήσυχο, στο όνομα του μεγάλου Δία, μη με παιδεύεις άλλο, γυναίκα!», ξεριζώνο-ντας τα μαλλιά και τα γένια του με μανία. Γύρισε πίσω, ένα ράκος πραγματικό, στον Φίλιππο που εξακολουθούσε να κοιμάται γαλήνια. Το μόνο πράγμα που του έδινε θάρρος και δύναμη να συνεχίσει ήταν να κάθεται πάνω από το πρόχειρο λίκνο του μικρού και να τον κοιτά. «Το καθήκον, πάντα το καθήκον, αυτό πρέπει να είναι πέρα και πά-νω απ' όλα, δεν υπάρχει καιρός για έρωτες...» μονολογούσε προσπα-θώντας να ηρεμήσει.

Οι μέρες και οι μακρές χειμωνιάτικες νύχτες κυλούσαν απαράλ-λακτες, χωρίς τίποτα -εκτός από τις επισκέψεις των λύκων- να συ-νταράζει την καθημερινότητά του. Έτσι οι τρεις άντρες που διέκρινε να ανηφορίζουν το λασπωμένο δρόμο το πρωινό εκείνο ήταν ένα ευ-χάριστο διάλειμμα στη μονοτονία. Δεν υπήρχε λόγος να τρέξει να φέ-ρει το ξίφος του από μέσα, ένας από τους άντρες ήταν ο Μέναιχμος, ο γείτονας - γείτονας τρόπος του λέγειν, αφού το δικό του μαντρί απεί-χε γύρω στα δέκα στάδια από εκείνο του Λυσίμαχου. Τους άλλους δύο τους γνώριζε εξ όψεως, ήταν και αυτοί ποιμένες της περιοχής.

«Κοπιάστε μέσα, αδέλφια, καλά κάνατε που ήρθατε, δεν αντέχε-ται η μοναξιά. Τι να σας φιλέψω;» τους καλωσόρισε ευφρόσυνα όπως πλησίαζαν.

Digitized by @PriOri™

Page 165: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 165

Δεν πήρε απάντηση. Τα χαμηλωμένα βλέμματα των αντρών και η σιωπή τους είχαν κάτι που τον φόβιζε. Χωρίς να μιλήσουν στάθηκαν μπροστά στον ίλαρχο.

«Τι συμβαίνει; Γιατί στέκεστε σαν μοιρολογίστρες; Μίλησέ μου, Μέναιχμε, μην καθυστερείς!»

«Τον θυμάσαι τον Κλείταρχο, το νεαρό που ήταν μαζί μου όταν ήρθα πριν από είκοσι μέρες περίπου; Το βοσκό που φυλούσε τα κο-πάδια του άρχοντα Μένιππου πιο πάνω από εδώ, στους λόφους;»

«Δε μου λέει τίποτα το όνομα, αλλά ναι, κάτι θυμάμαι...» «Δεν πρόκειται να τον ξαναδείς. Τον βρήκαμε νεκρό, μαχαιρωμέ-

νο στο μαντρί του πριν από τρεις μέρες. Τα αιγοπρόβατα έλειπαν. Ετούτος εδώ ο Σαββύτιος είδε μια μεγάλη ομάδα Ιλλυριών στην πε-ριοχή» είπε και έδειξε προς τα βόρεια. «Υπάρχουν πολλές σπηλιές στους λόφους, μάλλον κρύβονται εκεί και εξορμούν για λεία και λά-φυρα, σκοτώνοντας ό,τι πέφτει στο δρόμο τους... Έχεις ακούσει πόσο αιμοδιψείς είναι. Κινδυνεύουμε όλοι.» Οι απλοϊκοί άνθρωποι της υπαί-θρου δεν μπορούσαν να νιώσουν τίποτε άλλο από φόβο για τους αν-θρώπους μιας ξένης φυλής που, αποδιωγμένοι από τον τόπο τους, κυ-νηγημένοι από τον πόλεμο και την εξαθλίωση, αναζητούσαν μια νέα πατρίδα. Πάνω στην απόγνωση τους και την αδήριτη ανάγκη για τρό-φιμα, μια ομάδα είχε μπει στο μαντρί του Κλείταρχου να κλέψουν και όταν εκείνος τους αντιλήφθηκε, τον σκότωσαν πάνω στη συμπλοκή που ακολούθησε. Οι απελπισμένοι παλεύουν πάντα με λύσσα για ένα κομ-μάτι ψωμί· η πείνα εξαγριώνει και εξαχρειώνει τους ανθρώπους.

«Μάλιστα...» απάντησε μετά από λίγες στιγμές σιωπής ο Λυσίμα-χος. Ευτυχώς οι Μοίρες δεν είχαν κόψει το δικό του νήμα της ζωής. «Κρίμα για το νεαρό, δεν τον γνώριζα καλά, μα φαινόταν συμπαθητι-κό παιδί. Και τώρα τι θα κάνουμε; Θα καθίσουμε άπραγοι; Θα γυρί-σουμε στην πόλη για ασφάλεια με τα ζωντανά; Τι εντολές έχετε πάρει;»

«Δεν υπάρχει περίπτωση να γυρίσουμε όλοι στο Κέλετρο, δεν υπάρχουν εγκαταστάσεις να μείνουμε όλοι με τα ζώα πίσω από τα τεί-χη» πετάχτηκε ο Σαββύτιος, «και έπειτα, ο δικός μου άρχοντας δεν

Digitized by @PriOri™

Page 166: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

166 Γιώργος Μπουλακάκης

εννοεί να εγκαταλείψω το κοπάδι και να φύγω, ούτε εγώ άλλωστε θέ-λω κάτι τέτοιο. Δεν είναι λύση αυτή. Χρειαζόμαστε κάτι πιο... δυνα-μικό!»

«Να ζητήσετε από τους άρχοντες να καταφύγουν στον Ρωμαίο δι-οικητή. Στο τέλος, αυτοί έχουν την ευθύνη πια στη Μακεδονία!»

«Μάλιστα, τώρα σωθήκαμε!» απάντησε σαρκαστικά ο Μέναιχ-μος. «Τους νέους κυρίαρχους, όπως φαίνεται, φίλε μου, τους ενδιέ-φερε μόνο να καταλύσουν την εξουσία του βασιλιά, δε θα ασχολη-θούν με τα δικά μας αιτήματα! Ο άρχοντας Μένιππος, που φροντίζει να τα έχει καλά με το ρωμαϊκό στρατό, ζήτησε βοήθεια από τον εκα-τόνταρχο που λες. Εκείνος του απάντησε πως δεν μπορεί να στείλει τους στρατιώτες του να κυνηγάνε Ιλλυριούς στην ύπαιθρο και ότι οι δυνάμεις του μόλις επαρκούν για την τήρηση της τάξης στην πόλη. Τον χλεύασε μάλιστα, παραινώντας τον να βρει μισθοφόρους να εξοντώ-σουν τη συμμορία αυτή. Είπε πως οι κτηνοτρόφοι της περιοχής δε θα γίνουν φτωχότεροι, αν πληρώσουν μερικούς από τους δεκάδες ψω-ραλέους στρατιώτες του στρατού του βασιλιά που λυμαίνονται άερ-γοι τη χώρα μετά τον πόλεμο.»

«Και τι ήρθατε να ζητήσετε από μένα;» Μπορούσε να μαντέψει τι περίμεναν οι απλοϊκοί βοσκοί, μα δε σκόπευε να τους κάνει τη χάρη. Δε θα έβαζε σε κίνδυνο την τύχη του παιδιού για λίγους ληστές.

«Να, σκεφτήκαμε...» δίστασε για μια στιγμή ο Μέναιχμος που εί-χε περισσότερο θάρρος μαζί του. «Εσύ είσαι γενναίος άντρας, μπο-ρείς να καταφέρεις πράγματα υπεράνθρωπα, δε σε φοβίζει τίποτα! Είσαι παλιός στρατιώτης, γνωρίζεις τα έργα του Άρη, μπορείς να εξο-ντώσεις τους φονιάδες με λίγη βοήθεια. Γι' αυτόν το λόγο ήρθαμε, να σε παρακαλέσουμε να μας βοηθήσεις. Μη μας εγκαταλείπεις στη δύ-σκολη ώρα, εξάλλου αύριο μπορεί να έρθει και η δική σου σειρά. Κα-ταφέραμε να πείσουμε τους άρχοντες και θα σε πληρώσουν με λίγα αργυρά νομίσματα, αρκεί να τα καταφέρεις! Μόνο εσύ μπορείς να μας οδηγήσεις!»

«Μάλιστα...» Ήταν η σειρά του Λυσίμαχου να σταθεί γεμάτος πε-ρίσκεψη. «Τόσο γενναίος ώστε να το σκάσω σαν λαγός την ώρα της μά-χης και να τρέξω να κρυφτώ όσο πιο μακριά γινόταν» μουρμούρισε,

Digitized by @PriOri™

Page 167: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 167

περισσότερο μονολογώντας παρά απαντώντας στους άντρες. Στο γε-μάτο ερωτηματικά βλέμμα που του έριξαν απάντησε πιο θαρρετά «Στη Σπάρτη παλιά τους ριψάσπιδες δεν τους τιμωρούσαν με άλλη ποινή πλην της εσχάτης περιφρόνησης. Ζούσαν ατιμασμένοι και καταφρο-νεμένοι για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Δε θα άντεχα μια παρόμοια ποινή στην πατρίδα μου, αυτός είναι και ο λόγος που δεν επέστρεψα στην Ελιμιώτιδα. Ατιμάστηκα στο πεδίο της μάχης, γι' αυτό και γύρι-σα σαν κλέφτης στον τόπο μου, πήρα το γιο μου και εξαφανίστηκα. Πώς να σας οδηγήσω τώρα στη μάχη που θα γίνει;» Ωραία δικαιολο-γία, συλλογίστηκε. Πώς δεν το είχα σκεφτεί ως τώρα;

«Δεν τα ξέρω αυτά που λες, Ηρακλή της Ελιμιώτιδας!» απάντησε οργισμένος ο τρίτος της ομάδας, που μέχρι τη στιγμή εκείνη παρακο-λουθούσε σιωπηλός τη συζήτηση. «Εγώ δε γνωρίζω άλλο θνητό άντρα που να έχει σκοτώσει αρκούδα με γυμνά χέρια, και ο άντρας αυτός δεν μπορεί να είναι δειλός!»

«Δε σε γνωρίζω εσένα, φίλε μου. Το όνομά σου μπορώ να το μάθω;» «Γέτα με λένε, από τα μέρη της Θράκης. Ζω χρόνια στην περιοχή,

ποιμένας στο υποστατικό του άρχοντα Λαμπρομάχου. Εγώ βρήκα νε-κρό τον Κλείταρχο και, πίστεψέ με, δεν ήταν διόλου ευχάριστο θέα-μα! Οποιοσδήποτε από εμάς μπορεί αύριο να βρεθεί στη θέση του!» Ήταν φανερό πως ο δούλος ήταν απελπισμένος και ο γίγαντας ήταν η τελευταία του ελπίδα να αποφύγει το μοιραίο.

«Έχω δει αρκετό θάνατο στη ζωή μου, Γέτα, και δε μου είναι ευ-χάριστη η ιδέα να μπλεχτώ πάλι σε περιπέτειες. Επιτέλους, ποιος νο-μίζετε πως είμαι, ο Ηρακλής και θα κάνω το δέκατο τρίτο άθλο; Επει-δή έτυχε να σκοτώσω μια ασθενική αρκούδα και καμιά δεκαριά λύ-κους; Δεν είμαι ούτε ο Απόλλων Νόμιος* ούτε ημίθεος ούτε Τιτάνας! Δεν μπορώ να διακινδυνεύσω τη ζωή μου και τη ζωή του παιδιού μου!»

«Αν δε μας βοηθήσεις, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να καθίσουμε και να περιμένουμε να μας σφάξουν έναν έναν. Νόμι-ζα ότι μπορούσαμε να βασιστούμε σ' εσένα, μα όπως φαίνεται είσαι

* Ο Απόλλων Νόμιος ήταν ο προστάτης των κοπαδιών και της κτηνοτροφίας.

Digitized by @PriOri™

Page 168: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

168 Γιώργος Μπουλακάκης

ένας ακόμα από τους στρατιώτες του βασιλιά. Δεν είναι παράδοξο που οι Ρωμαίοι στην Πύδνα σας κατακόψανε!» απάντησε απαξιωτι-κά, σε οξύ τόνο ο Γέτας.

Αυτό ήταν, ο δούλος είχε αγγίξει την πιο ευαίσθητη χορδή της ψυ-χής του Λυσίμαχου. Ο ίλαρχος ήταν πάντα παρορμητικός και ευερέ-θιστος, προσπαθούσε όμως όσο γινόταν να πολεμά το ελάττωμα αυ-τό και να συγκρατεί τον εαυτό του. Στο άκουσμα των προσβλητικών αυτών φράσεων, ωστόσο, αντέδρασε αυτόματα και κατάφερε αστρα-πιαία ένα δυνατό χτύπημα στον εμβρόντητο Γέτα. Ο Μέναιχμος και ο Σαββύτιος μπήκαν στη μέση να προλάβουν τα χειρότερα και με δυ-σκολία κατόρθωσαν να συγκρατήσουν τον έξαλλο γίγαντα.

«Ηρεμήστε και οι δύο, σας ικετεύω! Δεν ήρθαμε εδώ για να αλ-ληλοσκοτωθούμε!» φώναξε ο δεύτερος σε μια προσπάθεια να κα-τευνάσει τους εκνευρισμένους άντρες.

«Δεν επιτρέπω σε κανένα να λοιδορεί τους άντρες που πέθαναν στην Πύδνα για το βασιλιά και τη δόξα της Μακεδονίας! Επιτέλους, πέθαναν υπερασπίζοντας τη χώρα και πολεμώντας γενναία και ντρέ-πομαι πραγματικά που εγώ δεν είχα την τιμή να πεθάνω στη μάχη εκεί-νη υπερασπίζοντας το λαό μου, έστω και αν κάποιοι από αυτόν το λαό σκέφτονται σαν εσένα!» ούρλιαξε και έκανε μια μεγάλη παύση. Έπει-τα συμπλήρωσε πάνω στην οργή του «Σύμφωνοι, θα πολεμήσω μαζί σας τους Ιλλυριούς! Ίσως είναι και μια εξιλέωση για τη δειλία μου στην Πύδνα! Θα πολεμήσω μόνο και μόνο για να κλείσω το στόμα αυ-τού του αχρείου, να του αποδείξω πως οι άντρες του βασιλιά ούτε δει-λοί ούτε ανίκανοι ήταν!» Κάθισε σε μια πέτρα ασθμαίνοντας, προ-σπαθώντας να ηρεμήσει για να μη γίνει δολοφόνος. Είχε ξεχάσει και τις δουλειές που είχε και την Αλκιθόη και το μικρό. Στο θολωμένο του μυαλό κυριαρχούσε εκείνη τη στιγμή η προσβολή του Γέτα.

Οι υπόλοιποι κάθονταν αμίλητοι, φοβισμένοι μα και ανακουφι-σμένοι από την απόφαση που πήρε ο παλιός στρατιωτικός πάνω στην παραφορά του. Όταν ο Μέναιχμος βρήκε το θάρρος να πει κάτι, η φωνή του ακούστηκε σβησμένη, σαν να μιλούσε από μέσα του, σαν να μην ήθελε να τον ακούσει ο Λυσίμαχος.

Digitized by @PriOri™

Page 169: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 169

«Προσπάθησε να τον συγχωρέσεις, Κλεόνικε, βλάκας είναι, δεν ξέρει τι λέει, απλά είναι φοβισμένος και αυτός όπως όλοι μας. Αν δε δεχόσουν να μας οδηγήσεις, ήμασταν χαμένοι. Η απελπισία τον έκα-νε να πει αυτά τα λόγια. Και όσο για τα χρήματα, θα φροντίσουμε να ικανοποιηθείς με την αμοιβή που θα λάβεις και να ξεχάσεις την ατυ-χή αυτή στιγμή.»

«Ξέρεις πως ό,τι κάνω δε θα το κάνω για τον άργυρο του Μενίπ-που και του Λαμπρομάχου. Αυτό που θέλω να μου υποσχεθείς είναι πως, αν κάτι δεν πάει καλά, θα φροντίσεις εσύ, Μέναιχμε, που είσαι ελεύθερος άνθρωπος όπως εγώ, το παιδί μου σαν να ήταν δικό σου. Θα μπορούσα να το ζητήσω αυτό από κάποιον αριστοκράτη, μα αν σκοτωθώ, ξέρω πως ο γιος μου στην καλύτερη περίπτωση θα μεγα-λώσει σαν δούλος. Πρώτα θα μου το ορκιστείς αυτό και έπειτα θα μι-λήσουμε για όλα τα άλλα.» Η σκοτεινή του όψη έδειχνε πως αν δε γι-νόταν αυτό, ήταν αποφασισμένος να πραγματοποιήσει την προηγού-μενη απόφασή του και να μη συμμετέχει στην απόπειρα των βοσκών.

«Στο όνομα του Υψίστου Δία, της Εκάτης και των θεών του Άδη, σου ορκίζομαι, Ηρακλή, πως ακόμη και αν χρειαστεί να πουλήσω τα δικά μου παιδιά για να θρέψω το δικό σου, θα το κάνω χωρίς δεύτε-ρη σκέψη. Και αν σκοτωθώ μαζί σου, οι συγγενείς μου θα αναλάβουν το καθήκον αυτό αγόγγυστα, σαν να έχουν δώσει οι ίδιοι την υπό-σχεση αυτή.» Πιο επίσημο όρκο δεν μπορούσε να δώσει ο απλός βο-σκός, η ευσέβεια του οποίου μπορούσε να εγγυηθεί την τήρησή του.

Ο Λυσίμαχος, χωρίς να απαντήσει, μπήκε στην καλύβα και έφερε το παιδί έξω. «Σε πιστεύω, Μέναιχμε. Θα πάμε μαζί το παιδί τώρα στην πόλη, στην ασφάλεια των τειχών, και αύριο το πρωί, μόλις χα-ράξει, θα συγκεντρωθούμε όλοι στο μεγάλο πλάτανο, στην πηγή του Νεοπτόλεμου*. Να μαζέψετε όσο περισσότερους άντρες γίνεται, αν είμαστε λιγότεροι από δέκα, δεν κάνουμε τίποτα.»

«Και τα ζώα; Θα τα αφήσεις χωρίς επίβλεψη;» «Ως το βράδυ θα έχω γυρίσει πίσω, δεν πρόκειται να συμβεί τί-

ποτα τρομερό, αν μείνει το κοπάδι του Αμφοτερού χωρίς τροφή μια

* Γιος του Αχιλλέα, που μετά τον Τρωικό Πόλεμο ίδρυσε το βασίλειο της Ηπείρου. Η πορεία του από την Τροία στην Ήπειρο πρέπει να τον είχε φέρει και σ' εκείνα τα μέρη.

Digitized by @PriOri™

Page 170: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

170 Γιώργος Μπουλακάκης

Το σχέδιο που παρουσίασε ο Λυσίμαχος στους είκοσι άντρες που μαζεύτηκαν το πρωί στον πλάτανο ήταν απλό και βασιζόταν στην προ-σέγγιση του κρησφύγετου των ληστών όσο πιο αθόρυβα γινόταν με στόχο τον αιφνιδιασμό. Το απόγευμα προς το δειλινό, όταν συνα-θροίστηκαν ξανά, μπήκε επικεφαλής, προχωρώντας αλύγιστος και γεμάτος αυτοπεποίθηση, εμπνέοντας ενθουσιασμό και βεβαιότητα για τη νίκη στους οπλισμένους βοσκούς. Ένας γνήσιος ηγέτης δεν αφήνει κανέναν να αντιληφθεί τους φόβους του, σκεφτόταν, όπως ακριβώς έκανε ο Περσέας πριν την Πύδνα. Αν οι άντρες δεν πιστεύ-ουν ακράδαντα πως θα νικήσουν, απλούστατα δεν πολεμούν. Ήξερε ωστόσο ότι δίχως άλλο κάποιοι θα πέθαιναν τη βραδιά εκείνη...

Η νύχτα είχε απλωθεί πάνω από την υγρή πεδιάδα, όταν η ομάδα έφτασε κοντά στο λόφο. Ένα παχύ στρώμα από μολυβένια σύννεφα έκρυβε το φεγγάρι, πράγμα που ευνοούσε το σχέδιο του Λυσίμαχου. Με τον ίλαρχο επικεφαλής, πλησίασαν έρποντας την είσοδο της σπη-λιάς, την οποία φώτιζαν οι φλόγες μιας ασθενικής πυράς. Όπως τους είχε εξηγήσει στην πηγή του Νεοπτόλεμου, έπρεπε να τρέξουν εκεί πριν προλάβουν να οργανωθούν οι Ιλλυριοί. Από κάποιες ομιλίες στο βάθος του σπηλαίου ο αξιωματικός συμπέρανε πως κάποιοι αγρυ-πνούσαν· έπρεπε να παραδεχτεί πως το πλεονέκτημα του αιφνιδια-σμού απομακρυνόταν.

Τη σιγαλιά της νύχτας έσκισε μια κραυγή σε μια ακατανόητη γλώσ-σα· οι Ιλλυριοί είχαν τοποθετήσει ψηλά στο λόφο κάποιο σκοπό που αντιλήφθηκε εγκαίρως τον επερχόμενο κίνδυνο! Ο Λυσίμαχος αναπό-φευκτα σηκώθηκε όρθιος, περιορίστηκε σε ένα βροντερό «Εμπρός!» και άρχισε να τρέχει προς την είσοδο, ακολουθούμενος από τους υπό-λοιπους που κραύγαζαν αρειμανίως. Οι άντρες στη σπηλιά όμως είχαν

* * * * * * *

μέρα. Η ασφάλεια του γιου μου είναι σημαντικότερη από πέντε πρό-βατα!» Σημαντικότερη από τη ζωή τη δική σας και δέκα ληστών, συλ-λογίστηκε, αλλά ας είναι...

Digitized by @PriOri™

Page 171: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 171

ήδη ξεσηκωθεί και οι φωνές τους έδειχναν πως το έργο των Μακε-δόνων δε θα ήταν εύκολο. Οι βοσκοί του ίλαρχου πρόλαβαν μόνο να χτυπήσουν με τις σφεντόνες τους το σκοπό που κατέβαινε στη σπη-λιά· η επιδεξιότητα των βοσκών με το απλό αυτό όπλο, απαραίτητο εργαλείο στην επίβλεψη των ζώων, δε σταματούσε να εκπλήσσει τον Λυσίμαχο...

Οι Ιλλυριοί βγήκαν απ' τη σπηλιά με κραυγές, κραδαίνοντας τα όπλα τους που λίγο διέφεραν από εκείνα των επιτιθέμενων - ρόπαλα και ξύλινα ακόντια. Μάλλον υστερούσαν αριθμητικά από τους βο-σκούς. Η έξοδος ήταν μια κίνηση που υπαγόρευσε ο φόβος, η αίσθη-ση της παγίδας. Η σύγκρουση σύντομα γενικεύτηκε, με τον Λυσίμαχο στο επίκεντρο να καταφέρνει ζυγισμένα χτυπήματα στις λίγες ευκαι-ρίες που βρήκε. Οι αντίπαλοί του τρόμαζαν στη θέα του Τιτάνα με το αρκουδοτόμαρο στην πλάτη και τον απέφευγαν, προτιμώντας πιο ευ-πρόσβλητους αντιπάλους. Επικρατούσε σύγχυση που επέτεινε το πυ-κνό σκοτάδι, και ο αέρας της νύχτας είχε πλημμυρίσει φωνές. Σύντο-μα έπεσαν οι πρώτοι άντρες γογγύζοντας, πλημμυρισμένοι στο αίμα. Η νίκη μάλλον έγερνε προς το μέρος των επιτιθέμενων, μα δεν είχε κριθεί ακόμα, όταν οι Ιλλυριοί αιφνιδίασαν τους Μακεδόνες· με μια άγρια κραυγή του ηγέτη τους εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης και υποχώρησαν στο βάθος της σπηλιάς. Οι ένοπλοι του Λυσίμαχου, μέ-νοντας μόνοι, άρχισαν να ουρλιάζουν από ενθουσιασμό πιστεύοντας πως έχουν νικήσει. Διαλύθηκαν ενθουσιασμένοι για να σκυλεύσουν τα πτώματα των εχθρών και να αποτελειώνουν τους τραυματίες, μα ο ίλαρχος στάθηκε προβληματισμένος. Ήξερε πως οι αντίπαλοι κάτι ετοίμαζαν, δεν μπορούσε όμως να μαντέψει τι. Εκνευρισμένος ωρυό-ταν -δεν υπήρχε άλλος τρόπος να επιβληθεί στον άναρχο και ενθου-σιώδη αυτό όχλο- να συγκεντρωθούν οι άντρες ξανά σε θέση μάχης, έτοιμοι για όλα.

Τους πρόσταξε να προετοιμάσουν τις σφεντόνες, ώστε να υποδε-χτούν τους Ιλλυριούς με μια ομοβροντία από πέτρες. Το σφίξιμο στο στομάχι, που ουδέποτε τον εγκατέλειψε σε μάχη, εντάθηκε τη στιγμή που η φωτιά στο βάθος της σπηλιάς έσβησε, βέβαιο σημάδι πως οι

Digitized by @PriOri™

Page 172: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

172 Γιώργος Μπουλακάκης

Ιλλυριοί είχαν ανασυνταχθεί και θα επιχειρούσαν έξοδο. «Έτοιμοι όλοι! Έρχονται ξανά!» ούρλιαξε σφίγγοντας το ξίφος του. Αντίστοι-χες ακατανόητες εντολές ακούγονταν και από το βάθος του σπηλαίου.

Η δεύτερη έξοδος της συμμορίας συνοδεύτηκε από βροχή ακοντίων προς το μέρος των Μακεδόνων που υποχρεώθηκαν να πέσουν στο έδα-φος για να αποφύγουν τα χειρότερα· ο ηγέτης των Ιλλυριών είχε ακρι-βώς την ίδια έμπνευση με τον Λυσίμαχο! Οι εγκλωβισμένοι όρμησαν με ανανεωμένη ορμή που υπαγόρευε η απελπισία, πριν οι πολιορκη-τές προλάβουν να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τις σφεντόνες τους. Ο Λυσίμαχος, παρά τη σύγχυση και την αναταραχή της νέας μά-χης, μπόρεσε να αντιληφθεί το σκοπό της αναδίπλωσης των Ιλλυριών από τη σπηλιά έβγαιναν τώρα γυναικόπαιδα που έσπευδαν να απο-μακρυνθούν αλαφιασμένα. Ήταν οι οικογένειές τους που τους ακο-λούθησαν σε αναζήτηση καλύτερης τύχης, μακριά από τη ρημαγμένη από τον πόλεμο πατρίδα τους. Δύσμοιροι, ταλαιπωρημένοι άνθρωποι είναι και αυτοί, κατάφεραν οι Ρωμαίοι να μας βάλουν να σκοτωνό-μαστε μεταξύ μας, αναλογίστηκε με πίκρα ο ίλαρχος σταματώντας για μια στιγμή να χτυπά, βλέποντας τις γυναίκες με τα μωρά να εξαφανί-ζονται βιαστικά στο σκοτάδι. Ξέχασε προς στιγμήν τη σύγκρουση, μα η αδράνεια και οι συναισθηματισμοί σε τόσο κρίσιμες στιγμές πλη-ρώνονται ακριβά. Την επόμενη στιγμή ένας ξύλινος αιχμηρός πάσσα-λος καρφώθηκε στον αριστερό του ώμο. Μόνο η αστραπιαία αντίδραση του, καθώς έγειρε μπροστά προφυλάσσοντας το στέρνο, του έσωσε τη ζωή. Βρυχήθηκε από πόνο τη στιγμή που ο αντίπαλος του τράβηξε το αυτοσχέδιο δόρυ για να καταφέρει ένα καίριο δεύτερο πλήγμα, πρό-λαβε ωστόσο να αντιδράσει εγκαίρως· με μια χορευτική κίνηση και δύο πλάγια βήματα απέφυγε το νέο χτύπημα φέρνοντας το δεξί χέρι πολύ κοντά στον Ιλλυριό που είχε ορμήσει μανιασμένα να τον αποτε-λειώσει. Ένας πίδακας αίμα πιτσίλισε το πρόσωπο του ίλαρχου, κα-θώς έμπηξε το ξίφος στα πλευρά του εχθρού του που έπεσε στο χώμα με ένα ουρλιαχτό πόνου. Στάθηκε λίγο να βεβαιωθεί πως ο άντρας δε θα ξανασηκωθεί, αμέσως μετά όμως ένιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν.

Digitized by @PriOri™

Page 173: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 173

Αποχώρησε από το πεδίο της μάχης, αποφασίζοντας να μη δια-κινδυνεύσει ένα χειρότερο τραυματισμό. Ήταν βέβαιος πως οι Ιλλυ-ριοί σύντομα θα ακολουθούσαν τις οικογένειές τους, αφού προοπτι-κές νίκης δε διαφαίνονταν, οι βοσκοί του θα τα κατάφερναν μια χα-ρά και χωρίς αυτόν. Πραγματικά, η σύγκρουση σταμάτησε χωρίς να το καταλάβει κανείς, όταν οι αμυνόμενοι εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης και οι Μακεδόνες βρέθηκαν μόνοι τους, να φωνάζουν ο ένας στον άλλο, αναζητώντας αντιπάλους. Ο Λυσίμαχος αντιλήφθηκε έγκαι-ρα τι συμβαίνει και μάζεψε τους άντρες του κάτω από το πεύκο όπου είχε καταφύγει.

«Όλα τελείωσαν, δε θα τους ξαναδούμε στα μέρη μας. Θα περι-μένουμε συγκεντρωμένοι πάντως για κάθε ενδεχόμενο, δεν ξέρει πο-τέ κανείς! Φέρτε εδώ τους τραυματίες και τους νεκρούς μας· φτιάξτε φορεία από κλαδιά να τους μεταφέρουμε πίσω στο Κέλετρο.» Από-διωξε τον Σαββύτιο, που πήγε να φροντίσει την πληγή του, με μια κί-νηση του δεξιού χεριού. «Δεν είναι ώρα για τέτοια τώρα, άλλοι είναι πιο βαριά πληγωμένοι...» Απέστρεψε τα μάτια από τη λαφυραγώγη-ση των πτωμάτων των εχθρών, μια συνήθεια που απεχθανόταν, και στράφηκε στα θύματα της δικής του ομάδας. Κοιτώντας τον ουρανό με μάτια γυάλινα, κείτονταν ο Δίφιλος, ο Μενέδημος και ο Γέτας, με τον οποίο είχε το επεισόδιο την προηγούμενη ημέρα. Από τους τραυ-ματίες πιο άσχημα χτυπημένος ήταν ο Τηλεκλής που είχε μαχαιρωθεί στην κοιλιά και ίσως δεν έβγαζε τη νύχτα.

«Πρέπει να τον πάμε στην πόλη να τον δει ο Αγαθοκλής ο γιατρός, οι δικές μου πρακτικές γνώσεις δεν επαρκούν» αποφάνθηκε με πε-ρισπούδαστο ύφος ο Σαββύτιος.

«Τότε, μα τον Δία, δεν πρέπει να καθυστερούμε! Γρήγορα, να με-ταφέρουμε τον άνθρωπο, μικρά παιδιά έχει!»

Έστειλε δύο άντρες με τον τραυματία και τον Σαββύτιο επειγό-ντως πίσω στην πόλη, ενώ οι εναπομείναντες μπήκαν στη σπηλιά. Βρή-καν μόνο πήλινα μαγειρικά σκεύη, δέρματα και στρώματα. Σε μία γει-τονική σπηλιά, πρόχειρα διαμορφωμένη σε ποιμνιοστάσιο με ένα φρά-χτη από κλαδιά και θάμνους, βρήκαν και τα περισσότερα από τα πρό-βατα του άρχοντα Μένιππου.

Digitized by @PriOri™

Page 174: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

174 Γιώργος Μπουλακάκης

«Οπωσδήποτε με κάποιον τρόπο θα μας ανταμείψει ο κύριός μου. Μεθαύριο στη γιορτή στο σπήλαιο του Πάνα, θα πιούμε μέχρι αναι-σθησίας!» είπε με ενθουσιασμό ο Δάος, ένας δούλος που συμμετείχε στην αποστολή.

Την αυγή, ενώ οι υπόλοιποι άντρες έφτιαχναν τα πρόχειρα φορεία για τους νεκρούς, ο Μέναιχμος είχε την ευκαιρία να περιποιηθεί τα τραύματα. Οι τρεις είχαν μάλλον επιπόλαιους τραυματισμούς, ο πα-λιός στρατιωτικός όμως είχε χτυπηθεί αρκετά άσχημα και ο φίλος του επέμενε πως έπρεπε και αυτός να δει το γιατρό.

«Έχεις χάσει πολύ αίμα και νομίζω πως ο ώμος σου έχει φύγει από τη θέση του. Δε φοβάσαι μήπως κακοφορμίσει;»

«Έχω δει και χειρότερα χτυπήματα από αυτό. Ξέρεις πότε θα ήταν επικίνδυνο το τραύμα; Αν το δόρυ είχε σιδερένια αιχμή· τότε ναι, θα είχα πρόβλημα, ίσως να μου θρυμμάτιζε το κόκαλο. Τώρα θέλει κα-θάρισμα με κρασί και δέσιμο με καθαρό ύφασμα, θα γιάνει μόνο του... Αλήθεια, δες μήπως υπάρχει λίγο κρασί να ξεπλύνουμε την πληγή!» Ο ίλαρχος, αν και ο ώμος τον πονούσε αρκετά, έδειχνε να μη δίνει ση-μασία· είχε κάθε λόγο να αποφύγει μια επίσκεψη στην πόλη και τις ερωτήσεις των Ρωμαίων αξιωματικών. Δεν είχε άδικο· μια λεπτομε-ρής περιγραφή του ήταν ήδη στα χέρια των αρχών, μαζί με τη διατα-γή να συλληφθεί και να σταλεί στη Θεσσαλονίκη μαζί με το νήπιο! Αν και ο Ρωμαίος διοικητής στο Κέλετρο, ένας γέρος εκατόνταρχος που δεν έβλεπε την ώρα να αποσυρθεί στο κτήμα του στην Καλαβρία, δεν έδινε σημασία στα συνεχή υπομνήματα των ανωτέρων του, κάποιος φιλόδοξος νεαρός που είχε διαβάσει τη διαταγή ίσως αντιλαμβανόταν την παρουσία του γίγαντα. Το ύψος του και μόνο θα τον πρόδιδε... Υπήρχε βέβαια πάντα και η υπερηφάνεια του παλιού στρατιώτη, που δεν επέτρεπε στον Λυσίμαχο την παραμικρή στιγμή αδυναμίας! Οπωσ-δήποτε μια επίσκεψη του Αγαθοκλή ήταν επιβεβλημένη, τώρα όμως που η προσοχή όλων των πολιτών του Κέλετρου θα ήταν πάνω τους, δεν ετίθετο ζήτημα, θα γυρνούσε στο μαντρί του.

Πλησιάζοντας στην πόλη, ο ίλαρχος εγκατέλειψε την ομάδα και πή-ρε το δρόμο για το ποιμνιοστάσιό του. Χαιρέτησε τον Μέναιχμο, θυ-μίζοντάς του πως περίμενε το παιδί την ίδια μέρα, δικαιολογήθηκε

Digitized by @PriOri™

Page 175: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 175

στους άλλους πως έπρεπε να δώσει χόρτο στα ζώα του και απομα-κρύνθηκε. Ο φίλος του, που από καιρό είχε καταλάβει πως ο παλιός στρατιωτικός είχε λόγους να κρύβεται, του υποσχέθηκε πως την επο-μένη κιόλας θα τον επισκεπτόταν με τον Αγαθοκλή.

Φτάνοντας στην καλύβα, έπεσε βαρύς στο στρώμα. Πρώτα ξόδεψε όλο το κρασί που είχε στο μαντρί για να ξεπλύνει την πληγή. Φοβόταν τη μόλυνση όσο λίγα πράγματα στη γη. Είχε δει πολλούς στρατιώτες να πεθαίνουν με φρικτούς πόνους και μέσα σε ανείπωτη δυσωδία εξαι-τίας τραυμάτων που μολύνθηκαν. Κάπως πιο ήσυχος, βυθίστηκε σε ένα λήθαργο που τάραζαν μπερδεμένοι εφιάλτες με τους Ρωμαίους, τους Ιλλυριούς, την Αρίστη, την Αλκιθόη... Πετάχτηκε μόνο από ένα ελα-φρύ, σχεδόν ανεπαίσθητο άγγιγμα στον ώμο· αντίκρισε μια μικρόσω-μη ηλικιωμένη γυναίκα με το μικρό Φίλιππο στην αγκαλιά.

«Συγνώμη αν σε τρόμαξα, είμαι τόση ώρα εδώ και δεν έλεγες να ξυπνήσεις. Έχει νυχτώσει έξω!»

«Ποια είσαι εσύ;» ρώτησε ο Λυσίμαχος ξαφνιασμένος, αρπάζο-ντας το μικρό από τα χέρια της.

«Η Χαριτώ, η παραμάνα των παιδιών του Αμφοτερού, κύριέ μου. Ήρθε ο Μέναιχμος με το παιδί και του ζήτησε να στείλει κάποιον να σε προσέχει. Είμαι άχρηστη στο αγρόκτημα, έτσι με έστειλε να βοη-θήσω με το παιδί και τα ζώα.»

Αφού το έκανε το καλό ο Αμφοτερός, δεν έστελνε κάποια νεότερη; συλλογίστηκε καλοδιάθετος ο Λυσίμαχος. «Πολύ ευγενικό να με σκε-φτεί, μα δεν ήταν ανάγκη. Μπορούσα να τα βγάλω πέρα και μόνος.»

«Ο Μέναιχμος επέμενε, εξάλλου βλέπω ότι είσαι άσχημα χτυπη-μένος. Πώς αισθάνεσαι;»

«Μετά από τόσο ύπνο; Αδύναμος, ο ώμος με πονάει αρκετά και δεν μπορώ να δουλέψω το χέρι μου, αλλά κάπως πιο ξεκούραστος και αισιόδοξος. Πάντως πυρετό δεν έχω, μάλλον η πληγή δεν κακοφόρ-μισε.»

«Ναι, δε μυρίζει άσχημα» είπε η γριά σκύβοντας πάνω από το χτύ-πημα, «όμως άνοιξε ξανά, Ηρακλή. Έτσι δε σε φωνάζουν όλοι; Ευ-τυχώς έφερα αρκετό κρασί να την καθαρίσω γιατί βλέπω πως το δικό

Digitized by @PriOri™

Page 176: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

176 Γιώργος Μπουλακάκης

σου το ήπιες όλο. Θα βράσω και ένα καθαρό κομμάτι λευκό ύφασμα να το δέσουμε. Που έχεις τη χύτρα; Πάντως ο ύπνος είναι καλό ση-μάδι... Ο κύριος είπε να σφάξεις ένα αρνί να σου φτιάξω ζωμό, να φας κρέας να δυναμώσεις!»

Η γριά ανέλαβε όλες τις δουλειές για το βράδυ εκείνο και περι-ποιήθηκε όπως μπορούσε το τραύμα. Την επομένη ήρθε και ο γιατρός συνοδευόμενος από τον Μέναιχμο, έριξε τις σκόνες και τις αλοιφές του στην πληγή και με μια κοφτή, απροειδοποίητη κίνηση έβαλε τον εξαρθρωμένο ώμο στη θέση του. «Τώρα θα είναι όπως πρώτα, μα θα χρειαστείς μερικές μέρες, ίσως και μήνα για να αναρρώσεις πλήρως.» Ο Αγαθοκλής αρνήθηκε να πληρωθεί για τις καλές του υπηρεσίες. «Ο Μένιππος ανέλαβε τα έξοδα όλων όσοι τραυματίστηκαν. Εξάλλου, δε θα μπορούσα να πάρω χρήματα από κάποιον που βοήθησε τόσο πολύ τους συμπατριώτες μου.» Αποχώρησε συνοδευόμενος από τον Μέ-ναιχμο, που συνέστησε στο φίλο του να μην πάει την ίδια μέρα στο σπή-λαιο του Πανός για τη γιορτή.

«Θα βρίσκονται και Ρωμαίοι στρατιώτες εκεί» του ψιθύρισε συ-νωμοτικά πριν ακολουθήσει το γιατρό.

«Ούτως ή άλλως, σε αυτή την κατάσταση, δεν είμαι για γιορτές, και φαντάζομαι ότι θα ακολουθήσει γενναία οινοποσία. Να μένει κα-λύτερα» απάντησε ο Λυσίμαχος...

* * * * * * *

Από τη μέρα εκείνη η καθημερινότητα του πολεμιστή βρήκε στα-διακά το ρυθμό της, ρυθμό ωστόσο διαφορετικό και πολύ περισσότε-ρο ευχάριστο από αυτόν των προηγούμενων μηνών. Η γριά Χαριτώ ήταν καλή συντροφιά και τον απάλλαξε από τη φροντίδα του Φίλιπ-που τους χειμερινούς μήνες. Ο μικρός είχε πλέον χρονίσει, είχε αρχί-σει να περπατά και αναστάτωνε διαρκώς την καλύβα γυρνώντας πά-νω κάτω και ασφυκτιώντας στον περιορισμένο χώρο. Οι απίθανες ιστο-ρίες που ήξερε να διηγείται η Χαριτώ ήταν ο μόνος τρόπος να απο-σπάσει την προσοχή του και να τον κρατήσει φρόνιμο. Όχι μόνο ο

Digitized by @PriOri™

Page 177: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 177

Φίλιππος, που παρακολουθούσε προσηλωμένος λες και καταλάβαινε τα λεγόμενά της, αλλά και ο ίδιος ο Λυσίμαχος διασκέδαζε αφάντα-στα με τις απίθανες τερατολογίες και τους μύθους της γριάς. Υπήρχαν στιγμές που έρχονταν πάλι στο μυαλό του νοσταλγικά τα δικά του παι-δικά χρόνια με την τροφό του, την Ηγησιπύλη. Οι επισκέψεις των άλ-λων ποιμένων της περιοχής ήταν πολύ περισσότερο πυκνές· θεωρούσαν υποχρέωσή τους να έρχονται στον αρχηγό τους, όπως τον αποκαλού-σαν, και να του κρατούν συντροφιά.

Προς τα μέσα του Αρτεμισίου*, ο άντρας έστειλε τη γερόντισσα πί-σω στο αγρόκτημα και ζήτησε από τον Αμφοτερό την άδεια να ανέβει ξανά στους ορεινούς όγκους βόρεια από το Κέλετρο. Αρχικά είχε σκε-φτεί να φύγει από την περιοχή και να τραβήξει προς κάποιο λιμάνι, να βρει πλοίο να φύγει, η Χαριτώ όμως τον έπεισε πως ήταν καλύτε-ρο να περιμένει να περάσει και αυτό το καλοκαίρι, για να μεγαλώσει λίγο το παιδί και να αντέξει ευκολότερα τη μετάβαση. Πάντως ειδο-ποίησε τον εργοδότη του για τις προθέσεις του. «Να ξέρεις, τον Γορ-πιαίο πρέπει να έχεις άλλο βοσκό για το κοπάδι, εγώ θα φύγω.»

Έτσι ο Λυσίμαχος ανέβηκε με το κοπάδι του στο βουνό λίγες μέ-ρες πριν τη γιορτή της Αρτέμιδος*. Οι φίλοι του μάταια προσπάθη-σαν να τον πείσουν να μείνει για τις εορταστικές εκδηλώσεις. «Θα σου βρούμε και μια καλή νύφη, κάποια ομορφούλα στην πομπή με τις παρθένες!» τον πείραζε ο Μέναιχμος.

Μα εκείνος ήταν ανένδοτος. «Δε θα μας πιάσει ο επόμενος χει-μώνας στην περιοχή, μικρέ βασιλιά, και πολύ καθίσαμε εδώ!» υπο-σχόταν στον εαυτό του περισσότερο ο ίλαρχος τις πρώτες μέρες της άφιξής τους στα θερινά βοσκοτόπια. «Θα δεις, θα είναι όμορφα εκεί που θα πάμε, θα ζήσουμε σαν άρχοντες, θα γνωρίσεις και τη θάλασ-σα που δεν έχεις δει ποτέ σου! Όχι τα κορφοβούνια που σε σέρνω τό-σο καιρό!»

* Μήνας του μακεδονικού ημερολογίου που αντιστοιχεί περίπου στον Απρίλιο. * Η γιορτή της Αρτέμιδος εορταζόταν από τη Μικρά Ασία ως την Κάτω Ιταλία. Από τη γιορτή ονομάστηκε έτσι και ο μήνας. Στην Έφεσο στη διάρκειά της περιφερόταν το ξόανο της θεάς ντυμένο με δέρματα ζώων και η πομπή έκλεινε με νεαρά κορίτσια ντυμένα νύμφες.

Digitized by @PriOri™

Page 178: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

178 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο μικρός, που είχε ήδη αρχίσει να ψελλίζει τις πρώτες του συλλα-βές, έτεινε τα χέρια στο Λυσίμαχο, φωνάζοντας «Ντα... ντα...»

Ο γίγαντας τότε τον πετούσε στον αέρα, κάνοντάς τον να ξεκαρ-δίζεται χαρούμενος στα γέλια. «Δε θα αργήσει η ώρα που θα με φω-νάζεις πατέρα, μικρέ βασιλιά! Και πού να 'ξερες!»

Digitized by @PriOri™

Page 179: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

* Συνηθισμένη εκδήλωση πένθους στην αρχαιότητα.

Μετά την αποκάλυψη της ύπαρξης του γιου της Αρίστης, μόνο ο νε-αρός Ορέστης έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την υπόθεση του βρέ-φους. Έξι μέρες μετά τη μέρα εκείνη, οι Ρωμαίοι στην Αμφίπολη έμα-θαν από την πληρέστατη αναφορά του Λαβέωνα την αρπαγή του βρέ-φους και το όνομα του ανθρώπου που το είχε στα χέρια του. 'Οταν κά-λεσαν τον αιχμάλωτο Περσέα, εκείνος με δυσκολία κατόρθωσε να κρύψει την ικανοποίησή του· ήταν η πρώτη φορά που μάθαινε νέα του φίλου του μετά την αναχώρηση από το στρατόπεδο της Πύδνας. Ο Λυ-σίμαχος είχε καταφέρει να πάρει το παιδί αθόρυβα από τη Βέροια και να εξαφανιστεί, ποιος ξέρει που! Ο τέως βασιλιάς λύγισε όμως, όταν του ανήγγειλαν με αρκετή χαιρεκακία την αυτοκτονία της παλλακίδας του. Έπεσε στα γόνατα, έριξε χώμα στα μαλλιά και τα γένια του* και ξέσπασε σε ένα μακρόσυρτο κοπετό, αδιαφορώντας για τις προσβο-λές και τα σκώμματα των παρισταμένων. Κάθε προσπάθεια να ανα-κριθεί την ημέρα εκείνη απέβη άκαρπη, ο Περσέας φαινόταν χαμένος σε έναν εφιαλτικό λαβύρινθο πικρών αναμνήσεων και ατελείωτου θρήνου.

Κεφάλαιο Δέκατο

Digitized by @PriOri™

Page 180: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

180 Γιώργος Μπουλακάκης

«Άσχημο θέαμα, δεν μπορώ να βλέπω άντρες να κλαίνε!» ψιθύ-ρισε ο Λεύκιος Αυρήλιος Ορέστης στον υπαξιωματικό που είχε φέ-ρει τον Περσέα στην αυλή. «Σκέψου ότι δύο μήνες πριν ήταν ο ισχυ-ρότερος άντρας στη χώρα τούτη και τώρα τον βλέπεις να εξευτελίζε-ται σαν τον τελευταίο εργάτη γης που έχασε τη γυναίκα του. Όταν έχασε ολόκληρο βασίλειο, δεν τον είδα να ολοφύρεται έτσι! Και μέ-χρι χθες προσπαθούσε να μας πείσει πως δε θυμόταν ούτε το όνομά της! Πάρ' τον κάτω, σήμερα δε θα μας πει τίποτα!»

Τις επόμενες ημέρες ο Περσέας αντιμετώπισε ξανά τους δεσμο-φύλακές του. Την ευθύνη των ανακρίσεων είχε εξολοκλήρου αναλά-βει ο Ορέστης. Ο Αλβίνος είχε προτείνει να στείλουν μια απλή ανα-φορά με την περιγραφή του Μακεδόνα ίλαρχου σε όλες τις φρουρές, ο νεαρός αξιωματικός όμως τον παρότρυνε να πιέσουν το βασιλιά μή-πως αποσπάσουν κάποια πληροφορία σχετικά με τον προορισμό του. Προφανώς ο Περσέας είχε φροντίσει να εξαφανιστούν τα ίχνη του μι-κρού, κάποιοι άνθρωποι ωστόσο πρέπει να γνώριζαν κάτι για την τύ-χη του μετά τη Βέροια. Κατόρθωσε στο τέλος να πείσει τον Αλβίνο, που του ανέθεσε εν λευκώ το έργο και δεν ασχολήθηκε περαιτέρω, προτιμώντας να απολαύσει τους καρπούς της νίκης με τις χαριτόβρυ-τες δούλες του ανακτόρου της Αμφίπολης.

Τα βασανιστήρια στα οποία υπέβαλε τους ανθρώπους του περι-βάλλοντος του βασιλιά ο Ορέστης απλώς κατέδειξαν πως ουδείς πλην εκείνου γνώριζε το παραμικρό. Μόνο ο θαλαμηπόλος του Περσέα, ο Αλκίας, μετά τη μέχρι λιποθυμίας μαστίγωσή του και μπροστά στις πυρωμένες λεπίδες, ομολόγησε πως ο εν λόγω ίλαρχος και ο κύριος του είχαν απομονωθεί μια μέρα πριν τη μάχη σε κάποιο γειτονικό άλ-σος και αμέσως μετά ο αξιωματικός έφυγε από το στρατόπεδο προς άγνωστη κατεύθυνση, τίποτα δηλαδή που δε γνώριζε ο Ορέστης. Ου-σιαστικά το τελευταίο γνωστό ίχνος του καταζητούμενου ήταν στην Ευϊαστική πύλη της Βέροιας. Η ατυχία ήταν πως ο στρατιώτης που εί-χε φυγαδεύσει τον ίλαρχο από τη μικρή πυλίδα είχε δολοφονηθεί από κάποιον ηλίθιο Μακεδόνα για εκδίκηση. Στο μυαλό του δεν εί-χε καν προλάβει να δημιουργηθεί η υποψία πως ο καταζητούμενος

Digitized by @PriOri™

Page 181: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 181

κατευθυνόταν προς την Άνω Μακεδονία. Ο σχολαστικός Λαβέων εί-χε συμπληρώσει την αναφορά του με την παρατήρηση πως η περιμε-τρική των τειχών αγροτική οδός δεν απέκλειε κανέναν προορισμό. Όλα έδειχναν πως τη λύση του γρίφου την είχε ο ίδιος ο Περσέας, μα εκεί τα πράγματα δεν ήταν απλά.

Οι κατηγορηματικές διαταγές του ύπατου, που εξακολουθούσε την περιήγησή του στη Νότια Ελλάδα, να μην πειραχτεί ούτε τρίχα της κε-φαλής του επιφανούς αιχμαλώτου, απέκλειαν τις συνήθεις πρακτικές. Ο αξιωματικός κατέφυγε λοιπόν σε άλλες μεθόδους, που περιελάμ-βαναν ολονύκτιες αγρυπνίες, ορθοστασία και επίμονες, μέχρι εξα-ντλήσεως επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις για όσα αγνοούσαν, αλλά και για πράγματα που ήδη γνώριζαν. Ο Περσέας απαντούσε μονότο-να, με αφηρημένο ύφος, πως δε γνωρίζει τίποτα, και διαμαρτυρόταν πως άδικα τον ταλαιπωρούσαν. Μόνο μια φορά δεν άντεξε την πίεση μετά από δύο μερόνυχτα αϋπνίας.

«Μα τον Δία, νομίζεις, Ρωμαίε, πως είμαι τόσο ηλίθιος να στείλω κάπου συγκεκριμένα τον Λυσίμαχο; Αυτή τη στιγμή μπορεί να είναι οπουδήποτε, στη Θράκη, στην Παιονία, στην Ιλλυρία... Άφησέ με ήσυ-χο επιτέλους! Στον κόρακα να πάτε, τρισάθλιοι!»

Μετά από σχεδόν ένα μήνα κοπιωδών ανακρίσεων, ο Ορέστης πεί-στηκε πως δεν μπορούσε να μάθει συγκεκριμένα πράγματα από τον Περσέα. Όσο ο Αλβίνος έλειπε σε μια ληστρική εκστρατεία στις πό-λεις των Αγασσών και της Αίνειας*, απέστειλε ένα νέο αναλυτικό υπό-μνημα προς τους διοικητές των ρωμαϊκών αποσπασμάτων, ζητώντας επειγόντως τη σύλληψη του γίγαντα και του βρέφους, καθώς και την αποστολή τους στην Αμφίπολη.

Πάντως, από τη στιγμή που οι συμπληρωματικές οδηγίες έφυγαν, ο Περσέας ξαναβρήκε την προηγούμενη ηρεμία του, που τώρα συνο-δευόταν από τύψεις για το χαμό της Αρίστης· ο αιχμάλωτος βασιλιάς ένιωθε ένα ακαθόριστο κενό, λες και μαζί με την ερωμένη του είχε πε-θάνει ένα κομμάτι του εαυτού του. Προσπαθούσε να βρει τη γαλήνη

* Πόλεις της Μακεδονίας που λεηλατήθηκαν από το ρωμαϊκό στρατό μετά τη λήξη του πολέμου.

Digitized by @PriOri™

Page 182: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

182 Γιώργος Μπουλακάκης

στα γραπτά του Αριστοτέλη που τον συντρόφευαν πάντα στην απομό-νωση, όμως κάποιες στιγμές όλη η σοφία του κόσμου δεν ήταν δυνα-τόν να απαλύνει τον πόνο για την απώλεια της αγαπημένης του. Όλα όσα είχε κάποτε μελετήσει και υποτίθεται ότι προετοίμαζαν τον άν-θρωπο να αντιμετωπίσει το θάνατο του φαίνονταν τώρα λέξεις κενές, κούφιες, άνευ νοήματος.

Αυτό που τον είχε βοηθήσει να διατηρήσει τα λογικά του ήταν η σκέψη του μικρού Φιλίππου. Όσο παρατείνονταν οι ανακρίσεις τό-σο περισσότερο βεβαιωνόταν πως η επιλογή που είχε κάνει ήταν από-λυτα ορθή. Η αντίδραση του Ρωμαίου αξιωματικού αποδείκνυε πως οι κατακτητές δεν είχαν την παραμικρή ένδειξη για το τι απέγιναν οι φυγάδες. Τον εντυπωσίαζε ωστόσο το γεγονός πως, αν και είχαν ήδη χάσει πολύτιμο χρόνο, ακόμη και τώρα όλοι, εκτός του Ορέστη, αδια-φορούσαν για το θέμα· μάλλον δε φαντάζονταν το σκοπό της φυγά-δευσης. Κατά κάποιον τρόπο έβρισκε ανακούφιση στην ιδέα πως δεν είχε θυσιάσει τη φτωχή Αρίστη άδικα. Ήταν φυσικό η αδύναμη γυ-ναίκα, τόσους μήνες απομονωμένη σε μια άγνωστη πόλη, συντετριμ-μένη από την απώλεια του μονάκριβου γιου της, να μην αντέξει μπρο-στά στους Ρωμαίους ανακριτές και να ομολογήσει τα πάντα. Δεν πε-ρίμενε όμως η γλυκιά Αρίστη να βρει το θάρρος και να τερματίσει τό-σο τραγικά τη ζωή της για να αποφύγει την ταπείνωση.

Οι μήνες που ακολούθησαν στο χώρο όπου τον κρατούσαν περιο-ρισμένο ήταν θλιβεροί και μονότονοι. Η ανάμνηση της Αρίστης κυ-ριαρχούσε πάντα στις σκέψεις του Περσέα, μια ανάμνηση που όσο περνούσε ο καιρός απέκτησε μια γλυκόπικρη γεύση: ευτυχισμένες στιγμές ανάμεικτες με οδυνηρές θύμησες. Αν και ο Περσέας ουδέπο-τε υπήρξε μαλθακός, ένας επίμονος βήχας τον ταλαιπωρούσε κατά τη διάρκεια του χειμώνα, απόρροια της υγρασίας στο υπόγειο, μα εκεί-νο που τον τρόμαζε περισσότερο ήταν το γεγονός πως συχνά ένιωθε την πνευματική του οξυδέρκεια να αμβλύνεται εξαιτίας του μακρό-χρονου εγκλεισμού του στη μικρή αποθήκη.

Οι επισκέψεις των Ρωμαίων αξιωματικών ήταν πλέον σπάνιες. Δεν του είχαν ανακοινώσει ακόμα τη σύλληψη του ίλαρχου και του παιδιού, έτσι η ελπίδα φτερούγιζε πάντα στην ψυχή ενός ανθρώπου που δεν

Digitized by @PriOri™

Page 183: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 183

Ο Ορέστης δέχτηκε επίσκεψη του Αλβίνου αρκετές ημέρες μετά την επιστροφή του τελευταίου από τις λεηλατημένες Αγασσές. Αφού μίλησαν για υπηρεσιακά θέματα, στο τέλος ο χιλίαρχος θυμήθηκε και το γιο του Περσέα.

«Περιμένω να ακούσω, Λεύκιε, τα λαμπρά αποτελέσματα που προσδοκούσες. Ξετρύπωσες κανένα λαγό;»

«Παραδόξως, χιλίαρχε, και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, φαί-νεται πως ο βασιλιάς εργάστηκε με άκρα μυστικότητα, τα φρόντισε όλα μόνος του. Πίστεψέ με, αν κάποιος γνώριζε το παραμικρό, θα το είχε οπωσδήποτε ξεράσει μετά από τόσο μαστίγωμα! Στην περίπτω-ση του Περσέα ατυχώς με δεσμεύουν οι διαταγές του υπάτου.» Το βλέμμα του έδειχνε πως ο ίδιος δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να υποβάλει στα ίδια βασανιστήρια και τον έκπτωτο βασιλιά, δεν υπήρ-χε όμως περίπτωση να πάρει τέτοια άδεια από τον Αλβίνο.

«Ο ύπατος φαντάζομαι πως θα αργήσει να γυρίσει, αν και σύντο-μα θα γίνουν εκλογές στη Ρώμη για την ανάδειξη υπάτων. Ίσως λά-βουμε νέες εντολές. Πάντως ξέχνα αυτό που σκέφτεσαι, να μαστιγώ-σεις τον Περσέα- εκτός κι αν θέλεις να σε εκτελέσει ο Αιμίλιος Παύ-λος με τα ίδια του τα χέρια! Γιατί δεν ψάχνεις στην ιδιαίτερη πατρί-δα αυτού του... πώς τον λένε;»

«Λυσίμαχο. Έχω μάθει από τους ανθρώπους μας πως το αγρό-κτημά του βρίσκεται σε απόσταση ούτε μιας μέρας από εδώ, αν και δε φαντάζομαι να είναι τόσο ηλίθιος ώστε να γύρισε εκεί. 'Οταν έκα-να έναν έλεγχο στους καταλόγους με τα ονόματα των ευγενών που θα σταλούν στη Ρώμη όμηροι, ήταν και το δικό του εκεί, με τη σημείωση πως αγνοείται μετά τη μάχη στην Πύδνα, πιθανώς νεκρός.»

* * * * * * *

περίμενε τίποτα πια από τη ζωή παρά την κορύφωση και το τέλος του δράματος. Όλα φαίνονταν πιο φωτεινά, ακόμα και στο αμυδρό φως του λυχναριού. Ω ναι, μα τον Δία, ήξερε πως αν το απευκταίο συνέ-βαινε, ο νεαρός αξιωματικός δε θα έχανε την ευκαιρία να κατέβει στη φυλακή και να θριαμβολογήσει, μόνο και μόνο για να έχει την ευχα-ρίστηση να δει την έκφραση της ήττας στο πρόσωπό του!

Digitized by @PriOri™

Page 184: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

184 Γιώργος Μπουλακάκης

«Δε χάνεις τίποτα να πας ως εκείνα ρίξεις μια ματιά! Ο αέρας της υπαίθρου θα σου κάνει καλό, πάρε μαζί σου και δέκα ιππείς από αυ-τούς που κάθονται και παχαίνουν, αυτοί και τα άλογά τους! Έχεις χάσει το χρώμα σου κλεισμένος εδώ να μελετάς όλη μέρα έγγραφα!»

Ο Λεύκιος δε δίστασε στιγμή. Πράγματι, δεν υπήρχε ελπίδα να βρει εκεί τον Λυσίμαχο να τον περιμένει σαν τη λεχώνα, όμως δεν απο-κλείεται να μάθαινε κάτι από τους ανθρώπους του για τις συνήθειές του, τις φιλίες του, τα μέρη που είναι πιθανό να κατέφυγε. Τώρα που είχε την προφορική άδεια του χιλίαρχου, μπορούσε να συνεχίσει τις έρευνές του. Το επόμενο κιόλας πρωινό έφυγε με ανανεωμένη θέρμη για τη Σιντική.

Το μεσημέρι στην αγροικία τον υποδέχτηκε ο Μενέλαος, ειδοποι-ημένος από τους δούλους του για τους ιππείς που πλησίαζαν. Οι δύο άντρες είχε τύχει να γνωριστούν στις εκδηλώσεις και τα συμπόσια που είχαν οργανωθεί μετά την πτώση της Αμφίπολης από τη φιλορωμαϊκή παράταξη της πόλης. Ήταν μεγάλη η έκπληξη του αξιωματικού, δεν περίμενε τόσο φιλική υποδοχή στο κτήμα. Ο Μενέλαος τον οδήγησε στο μεγάλο ανδρώνα που είχε πλέον αλλάξει τελείως μορφή. Έχοντας κατορθώσει να αποσύρει τα χρήματα του Λυσίμαχου από την τράπε-ζα του ναού στη Σιντική, ο Μενέλαος ξόδεψε αλόγιστα για ορθομαρ-μαρώσεις, ορειχάλκινα ανάκλιντρα και πολυτελή υφάσματα, δίνοντας στο χώρο μια επίφαση πολυτέλειας. Οι δύο άντρες, μετά τις τυπικότη-τες και τις φιλοφρονήσεις, άρχισαν να πίνουν κρασί - περισσότερο ο Μενέλαος, ο Λεύκιος Ορέστης ανέκαθεν ήταν μετρημένος πότης. Ο διάλογος έγινε στα λατινικά και οι παριστάμενοι δούλοι δεν μπορού-σαν να αντιληφθούν τα λεγόμενα.

«Πώς απέκτησες δικαιώματα στο κτήμα; Ξέρω πως ανήκε σε κά-ποιον Λυσίμαχο, ίλαρχο στο στρατό του Περσέα που αγνοείται...» ρώτησε ανυπόμονα ο Ρωμαίος που δεν είχε έρθει στη Βισαλτία για συμπόσια.

«Ήταν αδελφός της γυναίκας μου, ήταν η μοναδική εν ζωή συγγενής του. Έτσι ήρθαμε και ανέλαβα τη διαχείριση. Τώρα νομίζω πως η κυ-ριότητα έχει περάσει οριστικά σε εμάς, δεν πιστεύω να είναι ζωντανός.

Digitized by @PriOri™

Page 185: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 185

Το απόσπασμα που είχε έρθει να τον συλλάβει αποσύρθηκε ένα μή-να μετά, αφού κατάλαβαν πως περίμεναν μάταια.»

«Πλανάσαι, φίλε μου, ο αδελφός της γυναίκας σου είναι ζωντα-νός όσο εγώ κι εσύ» κεραυνοβόλησε με ένα αυστηρό βλέμμα τον Με-νέλαο και του εξιστόρησε όσα γνώριζε για την υπόθεση, αλλά και το σκοπό της επίσκεψης του. «Ελπίζω κάτι να μάθω από τους ανθρώ-πους που έζησαν μαζί του. Θα μου επιτρέψεις κάποιες ανακρίσεις...»

Μια ιδέα γεννήθηκε τη στιγμή εκείνη στο μυαλό του μοχθηρού Έλληνα. Καιρό τώρα ήθελε να τιμωρήσει την Ηγησιπύλη για τη συ-νεργία της στην απόδραση της Αλκιθόης. Η ευκαιρία που παρουσια-ζόταν ήταν μοναδική, χωρίς μάλιστα να φανεί ο ίδιος υπεύθυνος. «Εκεί-νη που ίσως γνωρίζει κάτι περισσότερο είναι η τροφός του Λυσίμα-χου, μπορείς να την πάρεις στην Αμφίπολη και να την ανακρίνεις όσο επιθυμείς. Αν δεν επιστρέψει από την Αμφίπολη, ακόμη καλύτερα για μένα, το μόνο που θέλω είναι να μη φανεί πως στην παραδίδω» είπε στον αξιωματικό ο Μενέλαος, μειδιώντας με νόημα.

«Καταλαβαίνω» ανταπέδωσε το μειδίαμα ο Λεύκιος. «Θα γίνει έτσι! Θα μου επιτρέψεις όμως πρώτα να υποβάλω μερικές ερωτήσεις και στη γυναίκα σου.»

Η Βερενίκη εμφανίστηκε σεμνοπρεπής και σοβαρή, όπως άρμοζε σε μια πραγματική δέσποινα. Η στάση της θύμιζε στον Ορέστη τις κυ-ρίες των μεγάλων οικογενειών της πατρίδας του, έτσι την αντιμετώπι-σε με τον προσήκοντα σεβασμό. Στις ερωτήσεις του, με τη βοήθεια του Μενέλαου που μετέφραζε, η φοβισμένη Βερενίκη δεν είχε κάτι συ-γκεκριμένο να απαντήσει. Οι γονείς της την είχαν γαλουχήσει με το ιδεώδες της υπακοής στο βασιλιά· σε αντίθεση με τον άντρα της, δεν έβλεπε με καλό μάτι τους κατακτητές.

«Μήπως υπάρχει εδώ στο αγρόκτημα κάποιος ή κάποια που μπο-ρεί να γνωρίζει κάτι περισσότερο; Κάποιος στον οποίο μιλούσε και τον εμπιστευόταν παραπάνω απ' ό,τι τους υπόλοιπους;»

Η γυναίκα, ανυποψίαστη, έπεσε στην παγίδα που αριστοτεχνικά έστησε ο Ρωμαίος. «Δύο γυναίκες ήταν, η ερωμένη του και η τροφός μας. Η πρώτη δραπέτευσε μόλις βρήκε ευκαιρία, μα μπορείτε να ερω-τήσετε τη δεύτερη, αν και δε φαντάζομαι να γνωρίζει κάτι ουσιαστικό.»

Digitized by @PriOri™

Page 186: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

186 Γιώργος Μπουλακάκης

«Αν μπορείτε, φέρτε την εδώ, να δούμε αν ξέρει κάτι περισσότερο.» Η γριά παρουσιάστηκε και απάντησε στις ερωτήσεις του Λευκίου

χωρίς, όπως ήταν φυσικό, να τον διαφωτίσει περισσότερο. Η Ηγησι-πύλη θυμόταν κάποιους φίλους από την αυλή, μα δεν ανέφερε τίποτα· αν ο κύριός της ήταν ζωντανός, δε θα ήταν εκείνη που θα τον πρόδι-δε! Οι αδέξιες προσπάθειες της γριάς ωστόσο δεν μπορούσαν να πα-ραπλανήσουν τον έμπειρο αξιωματικό.

«Νομίζω πως η γριά κάτι κρύβει, θα χρειαστεί να της αποσπάσω με τη βία κάποια ονόματα. Ούτως ή άλλως πρέπει να την πάρω στην Αμφίπολη και να την ανακρίνω με την ησυχία μου» είπε σοβαρά ο Ορέστης. «Νομίζω πως μπορούμε να φύγουμε τώρα και να είμαστε στην Αμφίπολη πριν νυχτώσει.»

«Θα μου επιτρέψεις να δώσω μια μικρή θεατρική παράσταση πριν αποχωρήσετε» απάντησε ο Μενέλαος. Έπειτα γύρισε στη Βερενίκη. «Θέλει να πάρει την Ηγησιπύλη στην Αμφίπολη» της είπε λακωνικά, τάχα ταραγμένος.

«Γιατί;» απόρησε η γυναίκα του. «Τι μπορεί να μάθουν από μια γριά γυναίκα που δεν έφυγε ποτέ από τη Βισαλτία; Κάνε κάτι!»

Ο Ορέστης είχε ήδη δώσει εντολές, είχε σηκωθεί και κατευθυνό-ταν στα άλογα, καθώς δύο στρατιώτες οδηγούσαν έξω την Ηγησιπύ-λη. Η Βερενίκη την ακολουθούσε κλαίγοντας και ικετεύοντας μάταια, ενώ ο Μενέλαος προσποιούνταν πως προσπαθούσε να πείσει τον Ορέ-στη να ελευθερώσει τη γηραιά τροφό. Οι στρατιώτες έδεσαν την Ηγη-σιπύλη πίσω από ένα άλογο και ίππευσαν για να αποχωρήσουν. Οι περισσότεροι δούλοι παρακολουθούσαν αποσβολωμένοι τη σκηνή, ενώ τα άλογα άρχισαν να προχωρούν αργά. Η Βερενίκη συνέχιζε το θρήνο, σαν να γνώριζε πως δε θα ξαναδεί τη γυναίκα που τη μεγά-λωσε. Ο Μενέλαος, τάχα έκπληκτος από την τροπή που πήραν τα πράγ-ματα, προσπαθούσε να την παρηγορήσει.

«Οι Ρωμαίοι είναι φίλοι σου, να πας στην Αμφίπολη να τη σώσεις!» φώναξε έξαλλη η Βερενίκη, χωρίς να μπορεί να φανταστεί την πλε-κτάνη.

«Εντάξει, καλή μου, αύριο το πρωί θα φύγω για την Αμφίπολη» απάντησε όσο πιο γλυκά μπορούσε ο μαυρόψυχος Αμφιπολίτης. Τα πάντα εξελίσσονταν όπως τα σχεδίαζε.

Digitized by @PriOri™

Page 187: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 187

Ο χειμώνας δεν περιελάμβανε τίποτα έκτακτο. Ο Ορέστης είχε εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να εντοπίσει τον Λυσίμαχο μετά την αποστολή του στη Σιντική. Η εκλογή των υπάτων για το νέο έτος είχε γίνει κανονικά στη Ρώμη, μαζί με τους εορτασμούς για τις νίκες των στρατευμάτων. Η εξουσία του Αιμίλιου Παύλου και του Λεύκιου Ανί-κιου Γάλλου είχε παραταθεί στις δορίκτητες χώρες, ενώ επιτροπές της Συγκλήτου επεξεργάζονταν το νέο πολίτευμα της χώρας που θα έμενε ελεύθερη. Όλα ήταν έτοιμα τον Αρτεμίσιο, οπότε και ο Αιμί-λιος Παύλος έσπευσε στην Αμφίπολη να συναντήσει τους ευγενείς Ρωμαίους που έφερναν μαζί τους τις αποφάσεις των συγκλητικών. Οι εορτασμοί που οργάνωσε εκεί ήταν μεγαλοπρεπείς, αντάξιοι μιας με-γαλειώδους νίκης που για τους συμμάχους Έλληνες αντιπροσώπους που είχαν προσέλθει στην πόλη τον εξύψωνε σε ένα επίπεδο πάνω από τους κοινούς θνητούς, σε ένα επίπεδο σχεδόν θεϊκό*.

Μία των ημερών, ένα ετερόκλητο πολύβουο πλήθος συγκεντρώ-θηκε στο στάδιο της πόλης να ακούσει την επίσημη ανακοίνωση της διευθέτησης των πραγμάτων. Νεκρική σιγή επικράτησε τη στιγμή που ο Αιμίλιος Παύλος και οι συγκλητικοί εμφανίστηκαν σε μια ειδικά κατασκευασμένη εξέδρα στην αφετηρία, ντυμένοι με τις επίσημες εν-δυμασίες τους. Ο ανθύπατος σηκώθηκε, κοίταξε ένα γύρο, χαιρέτη-σε με μια κίνηση του χεριού το πλήθος και έπειτα άρχισε να μιλά στα λατινικά. Ο Γναίος Οκτάβιος, διοικητής του ρωμαϊκού στόλου, μετέ-φραζε μεγαλόφωνα τις αποφάσεις της Ρώμης.

Οι αποφάσεις της Συγκλήτου ήταν συντριπτικές για τη Μακεδονία. Η μεγαλόστομη διακήρυξη της απελευθέρωσης της χώρας από την τυ-ραννία του βασιλιά δεν μπορούσε να κρύψει την αλήθεια. Η χώρα θα διαιρούνταν σε τέσσερις αυτόνομες περιοχές, σε τέσσερις Μερίδες,

* Η ιδέα της απόδοσης θεϊκών τιμών σε εξέχοντα πρόσωπα δεν ήταν ξένη στους Έλληνες και πήγαινε πίσω ήδη στα τέλη του 5ου - αρχές 4ου π.Χ., στον Λύσανδρο, ο οποίος είχε λάβει τέτοιες τιμές από πόλεις της Μικράς Ασίας. Δεν είναι γνωστό αν ο Αιμίλιος Παύλος έλαβε στην Ελλά-δα τέτοιες τιμές. Στους Ρωμαίους της εποχής εκείνης πάντως η ιδέα της αποθέωσης ήταν ακόμα οπωσδήποτε ξένη και θα επικρατήσει μόνο στους αυτοκρατορικούς χρόνους.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 188: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

188 Γιώργος Μπουλακάκης

με πρωτεύουσες την Αμφίπολη, τη Θεσσαλονίκη, την Πέλλα και την Ηράκλεια της Πελαγονίας. Η Ορεστίδα, η Δασσαρήτιδα* και όλες οι νησιωτικές και εξωτερικές κτήσεις της χώρας κηρύχθηκαν ανεξάρ-τητες. Τα μεταλλεία της χώρας έκλειναν, η εκμετάλλευση των δασών απαγορεύτηκε, οι εμπορικές σχέσεις και κάθε είδους επαφές ανά-μεσα στις Μερίδες περιορίστηκαν δραστικά. Τουλάχιστον, όπως δι-ευκρινίστηκε, μετά από προσωπική παρέμβαση του ανθυπάτου, η εκ-μετάλλευση των βασιλικών γαιών παραχωρούνταν στις αρχές των Με-ρίδων. Το μοναδικό ίσως ευχάριστο ήταν πως ο φόρος υποτέλειας στη Ρώμη καθορίστηκε μόλις στα εκατό τάλαντα -το ήμισυ του ποσού που απαιτούσε ο βασιλιάς- όμως ακόμα και αυτό ήταν δυσβάσταχτο για μια χώρα που καταδικάστηκε σε οικονομικό μαρασμό και ήταν υπο-χρεωμένη να ζει αποκλειστικά από τη γεωργία. Ο στρατός διαλυό-ταν, μόνο στα βόρεια σύνορα διατηρήθηκαν κάποιες φρουρές για να αποτρέπουν τις επιδρομές των βαρβάρων. Δεν περίσσευαν στρατεύ-ματα στη Ρώμη να διαθέσει για το σκοπό αυτό, εξάλλου η ψευδαί-σθηση ελευθερίας των κρατιδίων εξυπηρετούνταν με την ύπαρξη των ασήμαντων αυτών δυνάμεων.

Ο Μενέλαος ήταν στο στάδιο την ημέρα εκείνη και αλάλαζε μαζί με τους υπόλοιπους στο άκουσμα της απελευθέρωσης της Μακεδο-νίας, όχι βέβαια δίχως υστεροβουλία. Αν κατόρθωνε να εκλεγεί άρ-χοντας της Πρώτης Μερίδας, ή έστω στο συμβούλιο των φυλών και των πόλεών της, ίσως κατόρθωνε να εξασφαλίσει περαιτέρω προσό-δους για τον εαυτό του. Το βράδυ, μετά το στάδιο, πήγε σε ένα συ-μπόσιο στο σπίτι του δουλέμπορου Φιλέταιρου, οι οφειλές προς τον οποίο είχαν τακτοποιηθεί με τα χρήματα του Λυσίμαχου. Εκεί είχε την ευκαιρία να συναναστραφεί εξέχοντα στελέχη της φιλορωμαϊκής παράταξης όχι μόνο της Αμφίπολης αλλά και της Νοτίου Ελλάδας. Όλοι είχαν έρθει στην πόλη να επαιτήσουν από τους Ρωμαίους πρού-χοντες υποστήριξη. Ήταν εκεί ο Χάροψ και ο Νικίας από την Ήπει-ρο, ο Λυκίσκος και ο Τίσιππος από την Αιτωλία, ο Χρέμας από την Ακαρνανία και κάποιοι γνωστοί του Μακεδόνες. Οι περισσότεροι από τους άλλους Έλληνες, σε αντίθεση με τους Μακεδόνες που είχαν

* Περιοχή της Μακεδονίας στην περιοχή περίπου των Πρεσπών.

Digitized by @PriOri™

Page 189: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 189

μείνει στη σκιά μέχρι τη μάχη της Πύδνας, είχαν ήδη έντονη δράση στις πατρίδες του. Στην Αιτωλία μάλιστα ο Λυκίσκος και ο Τίσιππος είχαν ήδη εξοντώσει περισσότερους από πεντακόσιους φίλα προ-σκείμενους στους Μακεδόνες και είχαν καταρτίσει καταλόγους με εκείνους που θα στέλνονταν όμηροι στη Ρώμη. Η πόλη είχε από ώρα ησυχάσει, μα οι άντρες, εντελώς μεθυσμένοι, συνέχιζαν να πίνουν και να θορυβούν.

«Έτσι έπρεπε να γίνει» φώναζε ξαναμμένος από το κρασί και τα κάλλη μιας αυλητρίδας ο Λυκίσκος. «Αν αφήναμε ατιμώρητους τους εχθρούς, τώρα που ο ύπατος μας έλυσε τα χέρια με τη νίκη του, μια μέρα στο μέλλον θα ξεσηκώνονταν εναντίον μας. Κανονικά, ακόμα και αυτοί που θα πάνε όμηροι στη Ρώμη έπρεπε να πεθάνουν!»

«Για να μην αναφέρω πως οι περιουσίες τους αποτελούν σημα-ντικό έσοδο για το Κοινό* σας. Όπως μαθαίνω, Λυκίσκε, και εσύ και ο Τίσιππος αγοράσατε μεγάλες εκτάσεις έναντι ευτελέστατου τιμή-ματος» παρατήρησε κυνικά ο Φιλέταιρος, αδειάζοντας ένα σκύφο κρασί της Θάσου. «Εσείς είστε όλοι γαιοκτήμονες και βολεύεστε με την κατάσταση αυτή, εγώ όμως είμαι έμπορος και αυτό που με εν-διαφέρει είναι να ανοίξουν τα λιμάνια και οι δρόμοι. Θα ήταν καλύ-τερο να έκαναν οι Ρωμαίοι τη χώρα επαρχία τους!»

«Χρειάζεται ευελιξία, φίλε μου» πετάχτηκε ένας από τους Μακεδό-νες της ομήγυρης, ένας από εκείνους τους απίθανους που σαν τον Με-νέλαο φιλοδοξούσαν να καταλάβουν πολιτειακά αξιώματα και θεω-ρούσαν μέγιστη τιμή τη γνωριμία με ένα Ρωμαίο στρατηγό. «Ο Γναίος Οκτάβιος μου εκμυστηρεύτηκε πως η Σύγκλητος σχεδιάζει να κηρύξει τη Δήλο ελεύθερη ζώνη εμπορίου. Αν μεταφέρεις την έδρα σου εκεί, θα γίνεις πάμπλουτος...»

«Όλα αυτά είναι πολύ μελλοντικά και δεν πρέπει να σας απα-σχολούν, αυτή τη στιγμή πρέπει να εξοντώσουμε τους τελευταίους θύ-λακες αντίστασης» τον διέκοψε ο έξαλλος από το κρασί Νικίας. «Πρέ-πει να εκμεταλλευτούμε την παρουσία της επιτροπής εδώ, για να τε-λειώνουμε με τους αντιπάλους μας. Ο Τίσιππος και ο Λυκίσκος δεν

* Αναφέρεται εδώ στο Κοινό των Αιτωλών, τη συνομοσπονδία των φυλών της Αιτωλίας. Οι συ-νομοσπονδίες ελευθέρων πόλεων στην αρχαιότητα ονομάζονταν Κοινά.

Digitized by @PriOri™

Page 190: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

190 Γιώργος Μπουλακάκης

τιμωρήθηκαν για τα γεγονότα στην Αιτωλία· το ίδιο θα συμβεί και με εμάς, αν ακολουθήσουμε τον ίδιο δρόμο! Χρειάζεται ξίφος!» απο-φάνθηκε υψώνοντας τον κάνθαρό* του. «Ας ευχηθούμε οι θεοί να ευ-νοήσουν τα σχέδιά μας!»

«Εμείς εδώ δεν μπορούμε να κάνουμε τα ίδια» μπήκε στη συζήτη-ση ο Μενέλαος που προσπαθούσε να κάνει επίδειξη πολιτικής οξυ-δέρκειας και πνεύματος. «Αν αρχίσουμε να αποκεφαλίζουμε τους φί-λους του Περσέα, ο λαός θα ξεσηκωθεί, θα βρεθούμε μπροστά σε τα-ραχές. Η λύση με τους ομήρους στη Ρώμη είναι η καλύτερη δυνατή· αφενός μεν δεν εξοργίζεις το λαό, αφετέρου δε εξουδετερώνεις όλα τα επικίνδυνα στοιχεία που μπορούν να ηγηθούν μιας εξέγερσης. Ας ακολουθήσουν το βασιλιά τους στην αιχμαλωσία!»

«Αλήθεια» γύρισε και ρώτησε ο Φιλέταιρος, ενώ οι υπόλοιποι συ-νέχιζαν να λογομαχούν, «τι γίνεται με τον αδελφό της γυναίκας σου; Εμφανίστηκε πουθενά;»

«Όχι, αλλά ακόμη και αν εμφανιστεί, οι Ρωμαίοι τον περιμένουν εναγωνίως» απάντησε ενθυμούμενος τη συζήτηση με τον Ορέστη, χω-ρίς να επεκταθεί σε λεπτομέρειες. «Είναι πρώτος στον κατάλογο με αυτούς που καταζητούνται. Με το δικό μας το θέμα τι γίνεται;»

«Δυστυχώς, ουδέν νεότερο. Οι άνθρωποι μου έχουν την περιγρα-φή της νεαράς και τα μάτια τους ανοιχτά, τώρα όμως, αν έχει διαβεί τον Στρυμόνα, τα πράγματα γίνονται περίπλοκα, πρέπει να δώσει άδεια ο Ρωμαίος διοικητής να τη φέρουν πίσω. Ίσως χρειαστούμε περισσό-τερα χρήματα να δωροδοκήσουμε κάποιους. Μα επιτέλους, τόσο ωραία γυναίκα είναι αυτή η Αλκιθόη και τη θέλεις τόσο απεγνωσμένα; Τώ-ρα που διαθέτεις χρήματα, μπορώ, αν θες, να σου φέρω ολόκληρο πλοίο με καλλονές από τον Ίστρο!»

«Είναι προσωπικό το θέμα!» τον έκοψε κάπως απότομα ο Μενέ-λαος και έσπευσε να συμμετάσχει με τους υπόλοιπους στην κύρια συ-ζήτηση.

Ο Φιλέταιρος στράφηκε σε έναν από τους υψηλούς προσκεκλη-μένους του που παρακολουθούσε τη συζήτηση αμίλητος, απολαμβά-νοντας το κρασί του. «Εσύ τι σκέφτεσαι για όλα αυτά, Χάροπα;»

* Είδος ποτηριού με βάση, πόδι και κάθετες λαβές.

Digitized by @PriOri™

Page 191: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 191

Μόλις δυο μέρες μετά τη λήξη των εορτασμών, ο ανθύπατος δέ-χτηκε σε ακρόαση το νεαρό Ορέστη, μετά από μεσολάβηση του Αλβί-νου. Ο Αιμίλιος Παύλος προετοίμαζε το στράτευμα για αναχώρηση προς την Ήπειρο και από εκεί επιτέλους στη Ρώμη. Ο ανθύπατος εί-χε λόγους να βιάζεται, αφού οι στρατιώτες δυσανασχετούσαν και αδη-μονούσαν να ξεκινήσουν - πολλοί έλειπαν ήδη τρία χρόνια από την Ιταλία. Ο ιππέας στάθηκε μπροστά του ακίνητος και περίμενε να τε-λειώσει ο Αιμίλιος Παύλος την υπαγόρευση ενός εγγράφου στο γραμ-ματέα του. Το σφίξιμο στο στομάχι που δημιουργούσε η επιβλητική παρουσία του Αιμίλιου Παύλου δεν έλεγε να τον εγκαταλείψει. Πα-ρά τη συχνή επαφή τους τον τελευταίο χρόνο, όταν έπρεπε να συνερ-γαστεί μαζί του, ένιωθε νευρικότητα και αμηχανία. Μόλις εκείνος του ένευσε, ο Ορέστης παρουσιάστηκε και άρχισε να μιλά.

* Με εισήγηση πιθανώς του Χάροπα, ο στρατός του Αιμίλιου Παύλου και του Ανίκιου Γάλλου κατέστρεψε τουλάχιστον 70 πόλεις και χωριά στην Ήπειρο μετά το συνέδριο της Αμφίπολης, με τη δικαιολογία της αποκόμισης λάφυρων, και εξανδραπόδισε δεκάδες χιλιάδες από τους κα-τοίκους τους. Η μετέπειτα τυραννία του Χάροπα στην Ήπειρο άφησε εποχή και το όνομά του έγινε συνώνυμο της σκληρότητας και θηριωδίας, προκαλώντας απέχθεια ακόμα και ανάμεσα στους συμμάχους του.

* * * * * * *

«Κάτι έχω κι εγώ στο μυαλό μου...» απάντησε ο Χάροπας με σκο-τεινό βλέμμα, χωρίς να αποκαλύψει τις προθέσεις του.

Ο Φιλέταιρος, παρ' όλο που ήταν από τη φύση του σκληρός άν-θρωπος, ένιωσε ένα ρίγος στο άκουσμα της καταχθόνιας φωνής του άντρα και, προκειμένου να ευθυμήσει, πήρε μια νεαρή δούλα στα χέ-ρια του και άρχισε να τη θωπεύει. Η μικρή παραδόθηκε χωρίς αντί-σταση στο δουλέμπορο και τα κορμιά του αταίριαστου ζεύγους δεν άργησαν να ενωθούν υπό τις ιαχές και τις επιδοκιμασίες των υπό-λοιπων συνδαιτυμόνων.

«Κρατιέσαι καλά ακόμα, γέρο μου!» κραύγασε ο Λυκίσκος τε-λείως μεθυσμένος και έσπευσε να μιμηθεί το παράδειγμά του.

Μόνο ο Χάροπας δε συμμετείχε στο όργιο, εξακολουθώντας να επεξεργάζεται το φρικαλέο σχέδιό του*.

Digitized by @PriOri™

Page 192: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

192 Γιώργος Μπουλακάκης

«Σας έχει ενημερώσει ο χιλίαρχος για την υπόθεση του γιου του έκπτωτου βασιλιά. Γνωρίζουμε από τις έρευνές μας πως την ημέρα της μάχης ένας αξιωματικός του στρατού του φυγάδευσε το παιδί από τη Βέροια- έκτοτε αγνοείται. Η μητέρα του βρέφους αυτοκτόνησε πριν την ανακρίνω, και ουδείς άλλος γνωρίζει τον προορισμό του. Ίσως μόνο ο ίδιος ο Περσέας μπορεί να με οδηγήσει στη σύλληψη του άντρα αυτού» εξέθεσε περιληπτικά την κατάσταση και σιώπησε ο Ορέστης.

«Έχω ακούσει για τις μεθόδους σου, νεαρέ, σου έμειναν πολλοί δούλοι στα χέρια κατά την ανάκριση» απάντησε και ανακάθισε ανα-παυτικά στο θρόνο* του ο ανθύπατος. «Αν νομίζεις ότι θα επιτρέψω να μεταχειριστείς τοιουτοτρόπως το πολυτιμότερο κόσμημα του θριάμ-βου μου, απατάσαι. Έχεις κάποια άλλη αίτηση;»

«Στην περίπτωση αυτή, ζητώ την άδειά σας να οργανώσω ένα από-σπασμα και να οργώσω τη χώρα για να τον εντοπίσω. Λογικά θα βρί-σκεται ακόμα κάπου στη Μακεδονία.» Προσπαθούσε να φανεί αι-σιόδοξος, όμως το ειρωνικό μειδίαμα του ανθυπάτου φανέρωνε πως κάθε προσπάθεια να παρουσιάσει ευοίωνες τις προοπτικές ενός τέ-τοιου εγχειρήματος ήταν μάταιη.

«Έχεις κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο ή θα τριγυρνάς σ' όλη τη χώ-ρα ρωτώντας αν είδαν ένα μοναχικό γίγαντα με ένα βρέφος;»

«Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο άντρας αυτός βρίσκεται στην Τέταρτη Μερίδα· είναι ορεινή, αραιοκατοικημένη και έχει πολ-λά μέρη που μπορεί κάποιος φυγάς να κρυφτεί. Αν χτενίσω την επαρ-χία αυτή, πιστεύω πως θα κατορθώσω να τον εντοπίσω.» Δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο κοντά στην αλήθεια βρισκόταν. «Σύμφωνα με όσα μου είπαν, ο άντρας που ψάχνουμε είναι περίεργη περίπτωση· προ-σωπικός φίλος του Περσέα, σκληροτράχηλος πολεμιστής και αφο-σιωμένος στη δυναστεία, μου τον περιέγραψαν ωστόσο σαν όχι ιδιαί-τερα εύστροφο και μάλλον επιπόλαιο. Δε θα δυσκολευτώ να τον βρω.»

Ο Αιμίλιος Παύλος κοίταξε βαριεστημένα τον Ορέστη. «Ξέρεις τι είναι χειρότερο από το να διαφύγει ο αξιωματικός τούτος με το βρέ-φος; Να εξαπλωθεί στη χώρα η φήμη ότι ένας γιος του βασιλιά είναι

* Καρέκλα με μπράτσα, σαν πολυθρόνα.

Digitized by @PriOri™

Page 193: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 193

ελεύθερος και ο πληθυσμός να βλέπει Ρωμαίους στρατιώτες να ψά-χνουν μανιασμένα αναστατώνοντας τον τόπο. Το γνωρίζεις και εσύ πως, αν γεννηθεί στις ψυχές τους η ελπίδα, οι γιοι μας θα κληθούν να αντιμετωπίσουν κάποια μέρα ξανά τους Μακεδόνες και αυτό ακρι-βώς πρέπει να αποφύγουμε. Ακόμη και αν τον πιάσουμε, όλοι θα μεί-νουν με την εντύπωση πως ο έσχατος απόγονος των Αντιγονιδών ζει ελεύθερος και μια μέρα θα επιστρέψει. Την ελπίδα πρέπει να σκο-τώσουμε, όχι ένα νήπιο και τον προστάτη του. Άφησέ τον, οι βασι-λιάδες σύντομα θα ξεθωριάσουν στη μνήμη των πολλών... Αν αφή-σουμε μια σπίθα αναμμένη, τότε κινδυνεύουμε να γίνουμε θύματα κά-θε επίδοξου τυχοδιώκτη που θα εκμεταλλευτεί μια υφέρπουσα φήμη που εσύ με τις έρευνές σου θα πυροδοτήσεις.»

Ο Ορέστης ετοιμαζόταν να απαντήσει, μα ο ανθύπατος τον έκο-ψε με μια απότομη κίνηση του χεριού του. «Η ακρόαση έλαβε τέλος, Λεύκιε Αυρήλιε Ορέστη! Είμαι κουρασμένος, μπορείς να πηγαίνεις!»

Ο νεαρός χαιρέτησε στρατιωτικά και αποχώρησε. Καθώς απομα-κρυνόταν, είχε σφίξει τα δόντια και μουρμούριζε πεισματωμένος, με αυτό το πείσμα που χαρακτηρίζει τη νεότητα, «Δε θα σου περάσει έτσι εύκολα, ανθύπατε, εγώ θα κάνω την έρευνα, ακόμα και αν χρει-αστεί να φέρω το θέμα στη Σύγκλητο!» Ήταν το προσωπικό του στοί-χημα και, μετά από τόση ενασχόληση, ο γιος του βασιλιά τού είχε γί-νει έμμονη ιδέα. Δε θα εγκατέλειπε την προσπάθεια τόσο εύκολα!

Digitized by @PriOri™

Page 194: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

«Βερενίκη! Ετοίμασε λίγες σουπιές! Και ψωμί!» ξεχώρισε η φω-νή του Φίλωνα στη βουή του καπηλειού.

Η Αλκιθόη πετάχτηκε από τη χύτρα με τα κουκιά που σιγόβραζαν στην αναμμένη εστία στο σκεύος με τις σουπιές και τα χόρτα, έβαλε μια γεμάτη μερίδα σε ένα πινάκιο και το πήγε στο τραπέζι που της υπέδει-ξε ο κάπελας. Οι ναυτικοί που κάθονταν εκεί την υποδέχτηκαν με σφυ-ρίγματα και επιφωνήματα ενθουσιασμού, μα είχε περάσει ο καιρός που η νεαρή αντιμετώπιζε παρόμοιες εκδηλώσεις συνεσταλμένα. Ανταπέ-δωσε το πείραγμα στους ναυτικούς με ένα παιχνιδιάρικο γελάκι και επέστρεψε στη γωνιά του μαγειρείου. Πρόσεχε πάντα πολύ τις χύτρες της, εκεί βασιζόταν η φήμη του καπηλειού - είχε πλέον διαδοθεί τους τελευταίους μήνες στο λιμάνι ότι όποιος θέλει καλό φαγητό πηγαίνει κατευθείαν στο "Γλάρο". Σεβόταν απεριόριστα τον Φίλωνα για την ευ-καιρία που της είχε δώσει να εργαστεί τίμια, γι' αυτό και έκανε ό,τι μπορούσε για να αποδείξει πως άξιζε αυτή την ευκαιρία.

Στην καθημερινή επαφή που είχε με τους σκληρούς ανθρώπους του λιμανιού υπήρχε και μια μικρή υστεροβουλία. Η νεαρή πλησίαζε, όπο-τε έβρισκε ευκαιρία, και ρωτούσε μήπως είχαν συναντήσει κάπου έναν αξιωματικό του ιππικού, ψηλό, με καστανά σπαστά μαλλιά και μεγάλα μάτια που έλαμπαν. Όλοι δυστυχώς την είχαν απογοητεύσει. Ο Φίλωνας

Κεφάλαιο Ενδέκατο

Digitized by @PriOri™

Page 195: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 195

και η Λεύκη, που στους μήνες αυτούς είχε εξελιχθεί στην καλύτερη φί-λη που είχε ποτέ στη ζωή της, προσπαθούσαν να της δίνουν θάρρος και ελπίδα. Οι μόνοι τους οποίους απέφευγε ήταν οι λιγοστοί Ρωμαίοι στρατιώτες που κάποτε κατηφόριζαν στο λιμάνι. Γενικά οι κατακτη-τές προτιμούσαν τα πολυτελέστερα βαλανεία και πορνεία της αγοράς, όταν έβγαιναν από τους χώρους που στρατωνίζονταν. Εξάλλου γνώ-ριζε πως, αν είχε τύχει να συναντήσουν τον κύριό της, ή εκείνος θα επιζούσε ή οι στρατιώτες!

Η ζωή της κυλούσε ανάμεσα στο μαγειρείο του καπηλειού και τη γωνία που κοιμόταν, μόλις οι τελευταίοι πελάτες έφευγαν. Τις εξωτε-ρικές δουλειές στην αγορά, τις αγορές των παστών κρεάτων, των ασκών με το κρασί και των χοίρων που προόριζαν για τους οβελούς* στο κέ-ντρο του καταστήματος, τις έκανε αποκλειστικά ο Φίλωνας. Η Αλκι-θόη προτιμούσε να μην τριγυρνάει και δεν είχε την ευκαιρία να θαυ-μάσει τους μεγαλοπρεπείς ναούς της πόλης. Τα θρησκευτικά της κα-θήκοντα είχαν περιοριστεί στις προσευχές και το θυμίαμα που έκαι-γε μπροστά στα ειδώλια των θεών στην καλύβα της Λεύκης.

Η νεαρή ήταν πολύ απασχολημένη να φέρνει στα τραπέζια συνε-χώς εδέσματα και δεν πρόσεξε το χοντρό, δασύτριχο άντρα που στε-κόταν στην πλαϊνή εξώθυρα και την παρατηρούσε με μάτια που έλα-μπαν, όπως λάμπουν τα μάτια του λιονταριού που ετοιμάζεται να ορ-μήσει στο αβοήθητο ελαφάκι. Μα τον Δία, αυτή πρέπει να είναι, σκέ-φτηκε ο Πολυδεύκης που η κακή τύχη της Αλκιθόης είχε φέρει στο λι-μάνι της Θεσσαλονίκης στις αρχές του χειμώνα. Είχε συνοδεύσει ένα πλοίο με δούλους από το Παντικάπαιο, παραγγελία του νέου ισχυρού άντρα στη Θεσσαλονίκη, του Ιεροκλή, που οι Ρωμαίοι προόριζαν για άρχοντα της Δεύτερης Μερίδας, και περίμενε να τακτοποιηθούν οι λο-γαριασμοί του για να αποπλεύσει πριν τον κλείσει ο καιρός. Ίσως κά-πως πιο αδύνατη, μα τα πυρρόξανθα μαλλιά και τα γαλανά μάτια την πρόδιδαν χαρακτηριστικά. Οπωσδήποτε αυτή ήταν η δούλα που του είχε περιγράψει ο Μενέλαος εκείνο το μεσημέρι στη Σιντική. Μα τον Δία, δεν τον αδικούσε, η γυναίκα όντως ήταν ενδιαφέρον τεμάχιο, από

* Σούβλες.

Digitized by @PriOri™

Page 196: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

196 Γιώργος Μπουλακάκης

αυτές τις μικρές θεραπαινίδες που με το στήθος, τα λαγόνια και τα λι-κνίσματα τους προσελκύουν τα λάγνα αντρικά βλέμματα. Άξιζε τον κόπο να πληρώσεις κάτι παραπάνω! σκεφτόταν ο άντρας που κρύ-φτηκε στο μισοσκόταδο και παραμόνευε την κατάλληλη ευκαιρία για να κάνει την κίνησή του.

Κάποια στιγμή η Αλκιθόη πέρασε δίπλα του, κρατώντας ψωμί και κρασί για κάποιους αχθοφόρους που κάθονταν στο τραπέζι δίπλα στην πλαϊνή θύρα. Καθώς επέστρεφε στο μαγειρείο, ο πράκτορας του Φι-λέταιρου, εκμεταλλευόμενος το αμυδρό φως των λύχνων, την άρπαξε από τα μαλλιά, της έκλεισε με το άλλο χέρι το στόμα και την έσυρε έξω. Ο Φίλωνας είχε στραμμένη αλλού την προσοχή του και οι υπόλοιποι πελάτες δεν κατάλαβαν τίποτα, τόσο αστραπιαία ήταν η κίνηση του Πολυδεύκη. Η νεαρή γυναίκα προσπάθησε να αμυνθεί με όση δύνα-μη είχε, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να ερεθίσει περισσότερο το δουλέμπορο.

«Μια ακόμα από τις βρομερές χαμαιτύπες του λιμανιού! Δεν πι-στεύω να ενοχληθεί ο Μενέλαος, αν δοκιμάσω κι εγώ λίγο κρέας!» φώναξε ξαναμμένος σέρνοντάς την έξω, σπέρνοντας τον τρόμο στην καρδιά της γυναίκας. Οι άνθρωποι του νέου άρχοντα την είχαν ανα-καλύψει και αυτή τη φορά ο Λυσίμαχος δεν ήταν εκεί για να τη σώσει!

Την έσυρε μακριά από το "Γλάρο", ώστε να μην ακούγονται οι κραυγές της. Τη χτύπησε βίαια, πετώντας τη σε μια άκρη του στενού δρόμου, και έπεσε με όλο του το βάρος πάνω της. Κατάφερε να την ακινητοποιήσει με το ένα χέρι και με το άλλο προσπαθούσε να ση-κώσει το μάλλινο χιτώνα της. Η Αλκιθόη σκλήριζε απεγνωσμένα, μα οι άνθρωποι στη φτωχική γειτονιά δεν έδιναν σημασία, συνηθισμέ-νοι από τις πόρνες που τραβιόνταν με τους ναυτικούς στις γωνιές των δρόμων γύρω από το λιμάνι. Ο Πολυδεύκης τελικά κατάφερε να κάμ-ψει την αντίσταση της νεαρής και σύντομα αποχαυνώθηκε από την ηδονή που χαρίζει το θηλυκό στον άντρα, χαλαρώνοντας τη λαβή του.

Αμέσως μόλις το αριστερό χέρι της Αλκιθόης ελευθερώθηκε, άδρα-ξε το μαχαίρι που είχε περασμένο ο άντρας στη ζώνη του. Πριν προ-λάβει εκείνος να αντιδράσει, αφοσιωμένος καθώς ήταν στο έργο του, το βύθισε στο ύψος των νεφρών του ξανά και ξανά. Η σιδερένια κάμα

Digitized by @PriOri™

Page 197: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 197

πέρασε τον άντρα πέρα ως πέρα και η δούλα ένιωσε την αιχμή να πιέ-ζει τη δική της κοιλιά. Ο άντρας τινάχτηκε από πάνω της, ανήμπορος να ουρλιάξει από τον πόνο, με το σίδερο καρφωμένο στη σάρκα του. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έκανε δική του με τη βία κάποια δούλα, όλες όμως παραδίδονταν από ένα σημείο και μετά στη μοίρα τους χω-ρίς αντίσταση· η πράξη της γυναίκας από τη Δακία τον αιφνιδίασε από-λυτα. Την κοίταξε με μάτια γουρλωμένα από έκπληξη και σωριάστη-κε δίπλα της, ενώ το αίμα ανάβλυζε ζεστό από τις πληγές του. Η Αλκι-θόη, σχεδόν έχοντας χάσει τα λογικά της από θυμό και καταισχύνη, άρχισε να χτυπά με το μαχαίρι το πτώμα του άντρα μανιασμένα. Στη συνέχεια πέταξε το φονικό όργανο στο λιθόστρωτο και άρχισε να τρέ-χει προς το λιμάνι.

Στάθηκε τυχερή στη δυστυχία της· ο πρώτος άνθρωπος που συνά-ντησε ήταν η Λεύκη, που στεκόταν στη συνηθισμένη της γωνιά προ-σμένοντας κάποιο διαβάτη. Μόλις την είδε έτσι αλλόφρονα, με το χι-τώνα σκισμένο και ματωμένο, όρμησε πάνω της και την έπιασε από τους ώμους τραντάζοντάς την.

«Τι έπαθες, κορίτσι μου; Τι συμβαίνει;» «Ένας... εκεί στο δρομάκι... άθλιος... Ίσιδα, μεγάλη μητέρα... με

άρπαξε...» ψέλλιζε ασυνάρτητα η Αλκιθόη προσπαθώντας με μικρές κοφτές ανάσες να γεμίσει τα πνευμόνια της με αέρα.

Βλέποντας τη φίλη της σε παραλήρημα, η Λεύκη έκανε το μοναδι-κό πράγμα που γνώριζε πως μπορεί να συνεφέρει μια γυναίκα σε υστε-ρία. Της κατάφερε ένα δυνατό ράπισμα· θα προτιμούσε να της βου-τήξει το κεφάλι στη θάλασσα, μα δεν είχε εκείνη τη στιγμή χρόνο για τέτοια.

«Σύνελθε, Βερενίκη! Ποιος σε έκανε έτσι; Τι έπαθες;» Η Αλκιθόη μετά το χτύπημα έμεινε ακίνητη, λες και ονειρευόταν

με τα μάτια ανοιχτά. Προσπαθούσε να συγκεντρωθεί και να μιλήσει στη Λεύκη, έτσι για λίγο το μόνο που έκανε ήταν να αναπνέει βαθιά. 'Οταν μίλησε ξανά, η φωνή της ίσα που ακουγόταν.

«Με άρπαξε ένας άντρας μέσα από το καπηλειό... και με έσυρε στο δρόμο... Μου έσκισε τα ρούχα, με βίασε... νομίζω τον σκότωσα!»

Digitized by @PriOri™

Page 198: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

198 Γιώργος Μπουλακάκης

«Ποιος ήταν; Τον είχες ξαναδεί στα μέρη μας;» ρώτησε όσο πιο ήπια μπορούσε η Λεύκη.

«Όχι, δεν τον είδα καλά στο σκοτάδι... Μύριζε απαίσια, δε θα ξε-χάσω τη μυρωδιά αυτή ποτέ μου... Ίσιδα, μεγάλη θεά, γιατί σ' εμένα αυ-τή η ντροπή!» μουρμούρισε και άρχισε πάλι να κλαίει με αναφιλητά.

Η Λεύκη όμως ήξερε πως δεν είχαν καιρό για χάσιμο, γι' αυτό πάλι με την ίδια απαλή φωνή ρώτησε πού βρισκόταν το πτώμα. Η Αλκιθόη της έδειξε το στενό· δεν υπήρχε βέβαια περίπτωση να την ακολουθήσει ως εκεί. Η πόρνη την έβαλε να καθίσει σε ένα σωρό με σκοινιά, σε μια σκοτεινή γωνιά της προβλήτας, και της ζήτησε να μην κουνηθεί μέχρι να γυρίσει. Δεν έπρεπε να τη δουν οι άνθρωποι στο "Γλάρο" σε αυτή την κατάσταση, θα πήγαινε η ίδια στον Φίλωνα να του εξηγήσει.

Δεν άργησε να γυρίσει. Ο Φίλωνας είχε μπει αμέσως στο νόημα. Παρόμοια επεισόδια δεν έλειπαν από τη φτωχική συνοικία· οι φόνοι μεταξύ των μεθυσμένων αντρών ήταν συνηθισμένο φαινόμενο και σχεδόν κάθε πρωί έβρισκαν κάποιο μαχαιρωμένο πτώμα να επιπλέει στα θολά νερά του λιμανιού.

Ο Φίλωνας, ακούγοντας τα καθέκαστα, κούνησε το κεφάλι και έδιωξε τη Λεύκη. «Πήγαινε κοντά της, μπορεί να κάνει καμιά ανοη-σία και να πηδήσει στη θάλασσα πάνω στον παραλογισμό της! Πάρε την στην καλύβα σου να κοιμηθείτε μαζί αυτό το βράδυ, αύριο το πρωί θα έρθω να σας δω.» Άφησε ένα φίλο που εμπιστευόταν στο πόδι του και πήγε στο στενό που κειτόταν το πτώμα. Προσπάθησε να τον φορ-τωθεί στην πλάτη, όμως, παρ' όλο που ο Φίλωνας ήταν δυνατός σαν ταύρος, ο Πολυδεύκης παραήταν βαρύς. Έτσι, εκμεταλλευόμενος το σκοτάδι, έσυρε το νεκρό από τα πόδια ως τη θάλασσα και τον πέτα-ξε με έναν παφλασμό στο νερό. «Έχεις μπόλικο κρέας, θα κάνουν ωραίο δείπνο τα ψάρια, τρισκατάρατε!» είπε φτύνοντας στη γη* και γύρισε βιαστικά στο "Γλάρο".

* Συνηθισμένη ακόμα και σήμερα ενέργεια για να ξορκιστεί το κακό, να εξαγνιστεί ο ασεβής λόγος.

Digitized by @PriOri™

Page 199: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 199

Σχεδόν με την αυγή ο Φίλωνας, όπως είχε υποσχεθεί, έσπευσε στη φτωχική κατοικία της Λευκής με ένα μικρό ασκί ανέρωτο κρασί, μια κουλούρα κριθαρένιο ψωμί και ξύλα για την εστία φορτωμένα στον ημίονό του. Βρήκε την Αλκιθόη να κοιμάται σκεπασμένη με ένα ρυ-παρό ράκος της Λευκής και την πόρνη να αγρυπνά στο πλάι της. Μό-λις εκείνη τον είδε, έβαλε το δάχτυλο μπροστά στο στόμα και τον πή-ρε έξω από την καλύβα.

«Όλα καλά; Πώς κοιμήθηκε η μικρή;» «Είχε πολύ ανήσυχο ύπνο, μόλις τώρα το πρωί ηρέμησε και κοι-

μήθηκε κάπως καλύτερα. Είχε συνέχεια ρίγη, έτρεμε λες και ήταν ξα-πλωμένη στο χιόνι. Παραληρούσε διαρκώς ακατάληπτα στον ύπνο της η κακομοίρα, ούτε η Πυθία να ήταν! Εξακολουθεί να κρυώνει, αν μπο-ρείς να φέρεις απ' το καπηλειό τα κλινοσκεπάσματά της, να είναι λί-γο στα ζεστά... Και θα χρειαστεί έναν καθαρό χιτώνα, τον παλιό τον έκαψα, ήταν σκισμένος και γεμάτος αίματα. Αν δεις πόσο άσχημα τη χτύπησε, θα τη λυπηθείς, το πρόσωπο της είναι γεμάτο μελανιές!»

«Όλα θα γίνουν, Λεύκη, θα φέρω αύριο ύφασμα κατάλληλο για χι-τώνα από τη δική μου οικία, απ' αυτό που υφαίνουν οι κόρες μου. Σή-μερα μείνετε εδώ, δώσε της οπωσδήποτε κι αυτό το κρασί να τη στυ-λώσει. Θα φέρω αργότερα προσφάι για το ψωμί από το καπηλειό. Πάω τώρα να ξεπλύνω όπως μπορώ το λιθόστρωτο απ' τα αίματα. Τον κομ-μάτιασε τον κακούργο, αν έβλεπες, θα αηδίαζες, πραγματικά τον ξε-ντέρισε! Μείνε μαζί της σήμερα, θα χρειαστεί συντροφιά, μην τη χά-σεις από τα μάτια σου.»

Ο άντρας έφυγε και η Λεύκη απόμεινε έξω από τη θύρα της, να ατενίζει το μικρό κομμάτι θάλασσας που διακρινόταν από το καλύβι της. Παρά το κρύο, η πρωινή αύρα που χτυπούσε το πρόσωπο της την αναζωογόνησε· χρόνια τώρα αυτή η αρμύρα της χάριζε καθημερινά ένα λόγο να συνεχίζει την άθλια ύπαρξή της. Και τώρα σε αυτήν, την τελευταία από τις πόρνες του λιμανιού, έστειλαν οι θεοί τούτο το φτω-χό κορίτσι, να του δώσει θάρρος και δύναμη να ξεπεράσει την πρω-τόγνωρη τούτη δοκιμασία. Θα το κατάφερνε, ένιωθε αποφασισμένη να κάνει ό,τι μπορεί για εκείνη που την αντιμετώπισε ευπροσήγορα,

Digitized by @PriOri™

Page 200: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

200 Γιώργος Μπουλακάκης

σαν άνθρωπο, όχι σαν μίασμα, όπως οι γείτονες και οι πελάτες της. Μα τον Δία, εκείνη θα γινόταν η κόρη που είχε γεννήσει και της στέ-ρησαν τόσο άδικα οι γιοι του γέρου, όταν την έδιωξαν! Είχαν περά-σει ήδη δεκαπέντε χρόνια και θυμόταν το περιστατικό εκείνο σαν να έγινε χτες.

«Λεύκη! Πού είσαι;» Τις σκέψεις της μετά από αρκετή ώρα διέ-κοψε η φωνή της Αλκιθόης. Παραμέρισε ορμητικά το παραπέτασμα και μπήκε μέσα με ένα ψεύτικο πλατύ χαμόγελο. Ήθελε να δείξει στη φίλη της πως δεν υπήρχε κανένας λόγος να ανησυχεί και να φοβάται, τίποτα για να μετανιώσει, μα η όψη της Αλκιθόης και η ραγισμένη, ξε-ψυχισμένη της φωνή άλλα μαρτυρούσαν.

«Πού ήθελες να είμαι, καλή μου Βερενίκη; Το πρωί οι ναυτικοί εί-ναι ξεμέθυστοι και βλέπουν καθαρά, τα κάλλη μου αδυνατούν να τους σαγηνεύσουν! Έπαιρνα αέρα, δε θα σε αφήσω μόνη σήμερα!»

«Νιώθω ρυπαρή και κρυώνω, όπως όταν σου ρίχνουν παγωμένο νερό στην πλάτη... Πού είναι ο χιτώνας μου;» ρώτησε τυλίγοντας το κορμί της με το ράκος για να κρύψει τη γύμνια της.

«Έτσι όπως ήταν, δεν μπορούσες να τον ξαναφορέσεις, θα σου φέ-ρει αύριο ο Φίλων έναν καινούργιο. Σε λίγο θα φέρει τα δικά σου σε-ντόνια, θα φέρω και εγώ νερό να πλυθείς καλά και θα νιώσεις αμέσως καλύτερα, παιδί μου.»

«Δεν είναι βρομιά που νιώθω, είμαι ακάθαρτη... από το άγγιγμα του κτήνους αυτού!» Οι τελευταίες αυτές λέξεις βγήκαν από το στό-μα της έντονα, σαν να έφτυνε. Οι ώμοι της τραντάχτηκαν ξανά από ένα βουβό λυγμό που ανέβηκε ως το λαιμό και την έπνιξε.

Αυτό που όφειλε να κάνει η Λεύκη εκείνη την ώρα ήταν να πει κά-τι παρήγορο και εύθυμο συνάμα για να διώξει τον πόνο της μικρής. Σε αυτούς τους ελάχιστους μήνες που είχε τη χαρά να ζήσει με τη Βερε-νίκη, πρώτη φορά την έβλεπε συντετριμμένη. Το μόνιμο, ευγενικό χα-μόγελο της είχε δώσει τη θέση του σε ένα χλομό, νεκρικό προσωπείο.

«Θα το διώξουμε και αυτό, μικρή. Αύριο, μόλις φέρει το χιτώνα ο Φίλωνας, θα κάνουμε έναν τελετουργικό καθαρμό εδώ, μπροστά στα

Digitized by @PriOri™

Page 201: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 201

ειδώλια των θεών, για να διώξουμε το μίασμα του φόνου από πάνω σου*. Θα νιώσεις καλύτερα μετά.»

«Περισσότερο το μίασμα του βιασμού είναι που με καίει... Δεν πε-ρίμενα ότι θα το έλεγα ποτέ αυτό, όμως δε με πειράζει ο φόνος, καμία Ερινύα δε με διώκει. Του άξιζε του γουρουνιού αυτό που έπαθε!» εί-πε επιθετικά και με τα μάτια πρησμένα η Αλκιθόη.

«Εμένα τότε που έχουν περάσει τόσοι άντρες από πάνω μου πρέ-πει να με έχει πνίξει η δυσωδία! Δεν είναι τίποτα, ένα λουτρό είναι αρ-κετό.»

«Μα δεν καταλαβαίνεις, με ατίμασε σου λέω! Εσένα δε σε νοιά-ζει, αφού κοιμάσαι με όποιον να 'ναι! Εμένα δε με είχε αγγίξει άλλος άντρας εκτός από τον Λυσίμαχο...» Η οργή έκανε την Αλκιθόη να μην ελέγχει τα λόγια της και να εξαπολύει φαρμακερά βέλη κατευθείαν στην καρδιά της Λεύκης.

Ευτυχώς, εκείνη καταλάβαινε την ψυχική κατάσταση της και δεν μπορούσε να κρατήσει κακία. Γονάτισε δίπλα στη μικρή, πήρε τα χέ-ρια της στα δικά της και απάντησε μειλίχια «Μακάρι να ήξερα πού βρίσκεται η πηγή που λούζεται η Ήρα και ξαναγίνεται παρθένα κά-θε φορά, να πήγαινα να φέρω νερό από εκεί, να παρουσιαστείς στον άντρα σου αμόλυντη, εξαγνισμένη. Μακάρι να προλάβαινα αυτό το κτήνος να του δοθώ εγώ, πριν προλάβει να σε πιάσει στα χέρια του. Τώρα δυστυχώς έχει γίνει το κακό, Βερενίκη, πρέπει να βρεις δύνα-μη να συνεχίσεις τη ζωή σου. Έχεις ένα σκοπό, μην το ξεχνάς, στο τέ-λος της διαδρομής σε περιμένει ο άντρας που αγαπάς!» Είχε πληγω-θεί από τα λόγια της νεαρής και ας μην το έδειχνε. Ακόμα κι εκείνη, η φίλη της, τη θεωρούσε πωρωμένη· αν ήξερε... Κι εκείνη δεν είχε νιώ-σει πολύ διαφορετικά τότε που η ανέχεια υποχρέωσε τους δικούς της να την πουλήσουν σαν πρόβατο στο γέρο, δωδεκάχρονο κορίτσι ακό-μα, και ήταν αναγκασμένη να ανέχεται τα βρομόχερα και τα σάλια του! Πώς είχε αισθανθεί την πρώτη φορά που στάθηκε στο δρόμο πε-ριμένοντας πελάτη... Αν είχε ένα αργυρό νόμισμα για κάθε εξευτελι-σμό, κάθε προσβολή που είχε υποστεί από τους πρόσκαιρους εραστές

* Στην αρχαιότητα, ακόμα κι εκείνος που έκανε φόνο σε νόμιμη άμυνα εθεωρείτο μιασμένος και έπρεπε να περάσει από τελετουργικό εξαγνισμό, καθαρμό.

Digitized by @PriOri™

Page 202: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

202 Γιώργος Μπουλακάκης

της, θα ήταν τώρα αρκετά πλούσια ώστε να αγοράσει το ανάκτορο του βασιλιά! Δε χρειαζόταν ωστόσο να μιλήσει για όλα αυτά στη μικρή, δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή.

Η Αλκιθόη αντιλήφθηκε τη σκληρότητα που είχε δείξει στη μόνη γυναίκα που της είχε παρασταθεί στη Θεσσαλονίκη. Μετανιωμένη την αγκάλιασε και της φίλησε τα χέρια, ικετεύοντας τη συγνώμη της. «Συγ-χώρεσέ με, Λεύκη, ο πόνος με έχει τυφλώσει και βρίζω εσένα που δεν έφταιξες σε τίποτα, με φροντίζεις και με περιθάλπεις καλύτερα από μάνα. Όμως σκέφτομαι πώς θα αντικρίσω τον άντρα μου ξανά στα μά-τια μετά απ' αυτό και, μα τον Δία, Λεύκη, νιώθω τον εξευτελισμό ως το μεδούλι. Ντρέπομαι, ω Ίσιδα, πόσο ντρέπομαι!» ούρλιαξε απότο-μα και ξέσπασε σε νέα αναφιλητά.

Τώρα η Λεύκη άφησε την οργή της να ξεχειλίσει. «Ξέρεις τι είναι αυτό που με εξοργίζει σ' εσένα, μικρή; Δε βλέπεις γύρω σου τι γίνε-ται, που όλοι, αρσενικοί και θηλυκοί, πηδιούνται* με όλους, εσύ επι-μένεις με αυτή την ανεξήγητη αιδημοσύνη. Μόνη σου παραδέχτηκες πως ο άντρας σου στην πατρίδα σας δεν είχε αφήσει καπηλειό και παν-δοχείο να μην επισκεφθεί, γυναίκα σαν κι εμένα να μην πλαγιάσει, και τώρα μου λες πως δε θα σου συγχωρέσει κάτι για το οποίο δε φταις; Αν δεν το κάνει, Βερενίκη, μετά από τέτοιο αγώνα, τότε συγνώμη αλ-λά είναι αχρείος και δεν αξίζει τον κόπο η προσπάθειά σου!»

Εκείνη τη στιγμή έφτασε ο Φίλων με ελιές, ξερά κρεμμύδια καθώς και τα βαριά κλινοσκεπάσματα. Μπαίνοντας, τα μάτια του μαγνήτισε το μισόγυμνο κορμί της νεαρής και απόμεινε μια στιγμή να θαυμάζει τις αρμονικές της αναλογίες σαν χάννος, μα συνήλθε αμέσως και, αφή-νοντας τα πράγματα στο πατημένο χώμα, στάθηκε στη θύρα κοιτώντας έξω. Φαινόταν πως η Αλκιθόη δε θα ξεπερνούσε εύκολα το επεισό-διο, γι' αυτό και η Λεύκη αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένα μικρό ψέ-μα προκειμένου να απαλύνει τον πόνο της. Έπρεπε να εκμεταλλευτεί τη βαθιά πίστη της Αλκιθόης στους θεούς· την ίδια ποτέ κανείς θεός δεν την είχε εισακούσει, γι' αυτό και δεν είχε κανένα πρόβλημα να επικαλεστεί το όνομά τους στη μικρή απάτη της.

* Στον Αριστοφάνη και τον Μένανδρο, με αυτή τη σημασία χρησιμοποιούνται τα ρήματα "βινη-τιάω" και "κινητιάω" αντίστοιχα.

Digitized by @PriOri™

Page 203: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 203

«Έλα, ηρέμησε, κόρη μου, έφερε ο Φίλωνας τα σεντόνια σου, πρέ-πει να κάνεις ένα λουτρό και να σκεπαστείς. Θα πάω στο υδραγω-γείο, μπορείς να μείνεις μαζί του, έτσι;» είπε και βγήκε έξω με την πήλινη υδρία της να φέρει νερό.

Ο άντρας, για να μη φέρει σε δύσκολη θέση την υπάλληλο του, έμει-νε έξω, έτσι ο διάλογος τους μέχρι να επιστρέψει η Λεύκη έγινε πίσω από τον ξύλινο τοίχο.

«Να με συγχωρείς, κύριε, σήμερα δε θα έρθω στο κατάστημα να μαγειρέψω, μα είμαι σε άθλια κατάσταση, σχεδόν δεν μπορώ να στα-θώ στα πόδια μου» ακούστηκε σβησμένη η φωνή της μικρής.

Αντί απάντησης, ακούστηκε το ηχηρό γέλιο του Φίλωνα. «Μικρή μου, είκοσι χρόνια τώρα τα κατάφερνα χωρίς βοήθεια, άσε που, αν μα-θευτεί πως δεν έχεις μαγειρέψει, δε βλέπω να υπάρχει δουλειά, όλοι θα τραβήξουν γραμμή στου Γοργία να βρουν καμιά φτηνή χαμαιτύπη. Θα κάθομαι έξω στο πεζούλι με τα χέρια σταυρωμένα και θα τους κοι-τάζω! Ό,τι ψήσω σήμερα, εμείς θα το φάμε! Το τελευταίο που πρέπει να σε νοιάζει είναι αυτό. Εσύ θα μείνεις αυτές τις ημέρες με τη Λεύκη που θα σε φροντίζει, εγώ θα σας φέρνω τρόφιμα και νέα. Να προσπα-θήσεις σιγά σιγά να συνέλθεις, να πιεις και το κρασί που σας έφερα να δυναμώσεις και, όποτε νιώσεις έτοιμη, θα επιστρέψεις.»

Μέσα στη δυστυχία της, η καλοσύνη των ανθρώπων αυτών την εξέ-πληττε ευχάριστα, η κατανόησή τους ήταν απρόσμενη. Βρήκε έτσι το θάρρος να ρωτήσει τι είχε απογίνει το πτώμα. Αν και είχε δει πολλά τους τελευταίους μήνες στο λιμάνι, πίστευε μέσα στη σύγχυσή της πως τώρα όλοι θα ασχολούνταν με το φόνο.

«Ακόμη ένα πτώμα να επιπλέει στο νερό, σιγά το νέο! Τον ξεφορ-τώθηκα χτες το βράδυ χωρίς να καταλάβει κανείς τίποτα, μη στενοχω-ριέσαι πια γι' αυτόν» της απάντησε συνωμοτικά. «Ίσως τον αναζητή-σουν από το δικό του πλοίο, ακόμη και αν τον βρουν όμως, κανείς δε θα φροντίσει να μάθει πώς και γιατί! Αφού ξέρεις, οι άντρες εδώ κά-τω στο λιμάνι με μαχαιριές λύνουν τις διαφορές τους, ένας νεκρός πα-ραπάνω δε θα απασχολήσει κανέναν! Να ξέρεις, κοριτσάκι μου, εδώ είναι θάλασσα και η θάλασσα δεν έχει μνήμη!»

Digitized by @PriOri™

Page 204: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

204 Γιώργος Μπουλακάκης

Η σιωπή που ακολούθησε διακόπηκε από την επιστροφή της Λεύ-κης που έδιωξε τον Φίλωνα γιατί είχαν δουλειές, όπως είπε. Είχε έρ-θει η ώρα να εφαρμόσει τη μικρή της απατεωνιά. «Λοιπόν, τώρα πρέ-πει να λουστείς. Θα κάνουμε και τον καθαρμό σήμερα, όχι για το φό-νο, αλλά γι' αυτό που θεωρείς ντροπή σου.» Στην ερωτηματική ματιά της Αλκιθόης απάντησε με ένα χαμόγελο. «Μια γυναίκα, που έκανε την ίδια δουλειά μ' εμένα πολλά χρόνια πριν, κάθε τόσο έκανε τον εξα-γνισμό αυτό· έδιωχνε από πάνω της έτσι το μίασμα από τα αντρικά χέ-ρια που την αγκάλιαζαν καθημερινά. Όποτε έκανε τον καθαρμό αυ-τό, μας έλεγε ότι ένιωθε άσπιλη και αμόλυντη σαν την Παρθένα Αθη-νά, και η αλήθεια είναι πως το πρόσωπό της κάθε φορά έφεγγε σαν τον Ήλιο.» Στην προσπάθειά της να πείσει τη νεαρή για την αποτε-λεσματικότητα της τελετουργίας αυτής, η Λεύκη έλεγε όποια υπερβο-λή της ερχόταν στο κεφάλι. Η προσήλωση με την οποία την άκουγε η Αλκιθόη ήταν η μεγαλύτερη ανταμοιβή. Αν η μικρή ήξερε πως η ιερο-πραξία ήταν γέννημα της φαντασίας της πόρνης, θα ξέσπαγε σε νέους λυγμούς και κατάρες για την ιεροσυλία, μα το αθώο αυτό ψέμα ίσως αποδεικνυόταν σωτήριο για την ψυχική της υγεία.

Η Λεύκη δανείστηκε μετά από ικεσίες μια λεκάνη από κάποια γει-τόνισσα, τη γέμισε νερό, στο οποίο έσταξε και δύο σταγόνες από το κρασί του Φίλωνα, και την πήρε σε ένα μικρό ανοιχτό χώρο ανάμεσα στις καλύβες. Αφού ανάδευσε τρεις φορές κυκλικά το υγρό, υποχρέω-σε την Αλκιθόη να σταθεί παρά το δριμύ ψύχος γυμνή, όρθια μέσα στη λεκάνη και με ένα μικρό ξύλινο κύπελλο άρχισε να περιχύνει τη δού-λα με νερό μουρμουρίζοντας κάτω από τα δόντια της όσες προσευχές γνώριζε και παρακαλώντας την Αφροδίτη να τη συγχωρέσει για την ιε-ροσυλία. Όλη αυτή την ώρα, έτριβε το κορμί της Αλκιθόης με ένα λευ-κό κομμάτι ύφασμα που έσκισε από ένα σεντόνι. Εκείνη, νομίζοντας πως οι ενέργειες της πόρνης είχαν κάποια μαγική δύναμη, στεκόταν προσοχή, με τα μάτια κλειστά, προσευχόμενη στη χρηστή επήκοο* Ίσι-δα, που βοηθά όλους όσοι βρίσκονται σε ανάγκη.

* Ένα από τα επίθετα της Ίσιδας, που άκουγε τις παρακλήσεις των πιστών.

Digitized by @PriOri™

Page 205: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 205

«Τελειώσαμε, είσαι αγνή όπως τα νεογέννητα μωρά! Για να ολο-κληρώσω την τελετή, πρέπει να πάω στη θάλασσα να αδειάσω τη λε-κάνη· έτσι την ντροπή σου θα την καταπιεί ο Ωκεανός. Το ύφασμα θα το κάψουμε το βράδυ!» είπε εύθυμα η Λεύκη, όταν θεώρησε πως αρ-κετά είχε εμπαίξει τους θεούς.

«Και τώρα;» ρώτησε απορημένη η Αλκιθόη. Η αλήθεια ήταν πως δεν ένιωθε και μεγάλη διαφορά από πριν.

«Πήγαινε μέσα και τυλίξου με τα σκεπάσματά σου μέχρι να γυρί-σω!»

Πράγματι, όλη την υπόλοιπη μέρα μέχρι το βράδυ η πόρνη προ-σπαθούσε με γελοία και χονδροειδή επιχειρήματα να πείσει την Αλκι-θόη πως δεν υπήρχε πλέον κανένας λόγος να νιώθει ντροπή. Με τις φτωχές γνώσεις που είχε αποκτήσει στα τρία χρόνια που πέρασε στην έπαυλη του πρώτου ιδιοκτήτη της, έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί πως η Θαΐς*, η διαβόητη εκείνη εταίρα του καιρού του Αλεξάνδρου, έκανε μια παρόμοια ιεροπραξία κάθε φορά που άλλαζε εραστή. Η εύ-πιστη νεαρή δούλα ωστόσο χρειαζόταν εκείνη τη μέρα στήριγμα, μια σανίδα σωτηρίας να πιαστεί στο πέλαγος των τύψεων που παράδερ-νε, για να μην τρελαθεί, και ήταν πρόθυμη να πιστέψει οτιδήποτε προ-κειμένου να απαλύνει τον πόνο της.

Νωρίς το βράδυ που ήρθε ξανά στο καλύβι ο Φίλωνας με ψητό χοι-ρινό και σαρδέλες, οι προσπάθειές της είχαν στεφθεί με επιτυχία· η νε-αρή ήταν πλέον σχεδόν πεπεισμένη πως δεν έπρεπε να νιώθει ενοχές. Ο εφιάλτης όμως δε θα την εγκατέλειπε εύκολα...

Το βράδυ εκείνο η Αλκιθόη θεώρησε καθήκον της να φανερώσει την πραγματική της ιστορία ενώπιον των φίλων της. Ο Φίλωνας και η Λεύκη άκουσαν με προσοχή τη διήγηση της. Συμφώνησαν όλοι πως το μυστικό έπρεπε να μείνει στην καλύβα, η μικρή θα εξακολουθούσε να κυκλοφορεί με το όνομα Βερενίκη. Για να καθησυχάσει την Αλκιθόη, ο κάπελας τους μετέφερε και όσα είχε ακούσει το πρωινό στο λιμάνι. Το νεκρό είχαν βρει οι άντρες του πλοίου του, αλλά υπέθεσαν -καθώς ο Πολυδεύκης είχε μια έφεση στις παντρεμένες γυναίκες- πως κάποιος

* Λέγεται πως η ερωμένη του Πτολεμαίου είχε παρακινήσει τους Μακεδόνες μετά από ένα συ-μπόσιο να πυρπολήσουν τα ανάκτορα της Περσεπόλεως, πράγμα που έγινε.

Digitized by @PriOri™

Page 206: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

206 Γιώργος Μπουλακάκης

Η ζωή της νεαρής ξαναβρήκε σύντομα τον κανονικό ρυθμό της. Οι πελάτες του "Γλάρου" άρχισαν να τιμούν ξανά τη μαγειρική της τέχνη δέκα μέρες μετά το ατυχές περιστατικό με το δουλέμπορο. Επειδή φο-βόταν μήπως και άλλοι άντρες από το πλήρωμα γνώριζαν την ιστορία της απόδρασης, καθημερινά ο Φίλων πρόσεχε την αποβάθρα όπου εί-χε αγκυροβολήσει το πλοίο του Φιλέταιρου και μόνο όταν αυτό απέ-πλευσε, ειδοποίησε τη νεαρή πως μπορούσε να επιστρέψει.

Από τη στιγμή εκείνη αφοσιώθηκε στη δουλειά της απόλυτα. Η παι-χνιδιάρικη διάθεση και το χαμόγελο της είχαν αντικατασταθεί από μια μόνιμη μελαγχολία. Σπάνια πλέον πλησίαζε τα τραπέζια με τους πε-λάτες, χρειάστηκε καιρός και παρότρυνση του εργοδότη της για να αρ-χίσει πάλι να ρωτά για τον ψηλό αξιωματικό του ιππικού. Το βράδυ που έκλεινε το κατάστημα, ανηφόριζε με τον Φίλωνα μέχρι την καλύβα της Λεύκης, κρατώντας τα περισσεύματα του μαγειρείου σε ένα μικρό ψά-θινο κάνιστρο και κοιμόταν εκεί. Η Λεύκη την περίμενε πάντα, προ-νοούσε να εγκαταλείπει τη θέση και τους πελάτες της εγκαίρως. Όλο το υπόλοιπο βράδυ η πόρνη μιλούσε για αδιάφορα πράγματα και εύ-θυμα επεισόδια της ημέρας, μέχρι ο θεός Ύπνος να κλείσει τα μάτια της μικρής.

Ο χειμώνας περνούσε και η Αλκιθόη είχε αρχίσει να χάνει όποια ελπίδα να βρει τον εραστή της, όταν η Τύχη, με μια από εκείνες τις τό-σο απροσδόκητες μεταστροφές της, της χάρισε αυτό που φάνταζε απί-στευτο. Ο Δύστρος* ήταν στις τελευταίες ημέρες του, η κακοκαιρία

* Μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, που αντιστοιχεί περίπου στον Φεβρουάριο.

* * * * * * *

απατημένος σύζυγος τον κατάσφαξε, όταν τον συνέλαβε επ' αυτοφώ-ρω με τη σύζυγό του. Το πλήρωμα μάλλον δεν το απασχολούσε ιδιαί-τερα οι συνθήκες του φόνου, απλώς τον μετέφεραν και τον έθαψαν στο δυτικό νεκροταφείο της πόλης. Η πρώην δούλα, μαθημένη όπως ήταν να εργάζεται, ζήτησε να επιστρέψει στο καπηλειό, μα ο κάπελας με εύθυμη διάθεση την απείλησε πως, αν την έβλεπε εκεί, θα της έκο-βε τα πόδια και αποχώρησε με την υπόσχεση να φέρει το χιτώνα την επομένη.

Digitized by @PriOri™

Page 207: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 207

συντροφιά τους. Εκείνη γενικά απέφευγε να κάθεται με τους πελάτες, όμως η παρουσία του κάπελα δίπλα της ήταν εγγύηση πως δε θα συ-νέβαινε τίποτα ανάρμοστο σε βάρος της. Ο άντρας ήθελε να τη βλέπει ζωηρή και χαρούμενη, αλλά η συζήτηση που γινόταν ως εκείνη τη στιγ-μή για τη μέγαιρα που είχε παντρευτεί ένας φίλος τους την άφηνε εντε-λώς απαθή. Θέλοντας να κινήσει το ενδιαφέρον της, πρότεινε να ρω-τήσει την ομήγυρη μήπως είχαν συναντήσει κάπου τον Λυσίμαχο. Εκεί-νη σήκωσε τους ώμους· πώς μπορούσαν οι εργάτες αυτοί, που δεν εί-χαν απομακρυνθεί ποτέ ένα στάδιο από τη συνοικία, να έχουν δει τον ίλαρχο; Εκνευρισμένος μπροστά στην αδιαφορία της, ανέλαβε ο ίδιος την πρωτοβουλία.

«Παιδιά, μήπως είδε κανείς από εσάς έναν αξιωματικό του ιππι-κού στα μέρη μας τώρα τελευταία; Έναν αριστοκράτη, Ηρακλή πραγ-ματικό;»

Ένας νεαρός σήκωσε το κεφάλι από το πινάκιο με τις φακές* του. Δε συμμετείχε μέχρι τη στιγμή εκείνη στη συζήτηση, δεν είχε τόσο θάρ-ρος· ήταν νεοφερμένος στη Θεσσαλονίκη και τον φιλοξενούσε έναντι αμοιβής στο φτωχικό του ο Πευκόλαος, παλιός γνώριμος του Φίλωνα. Ο νεαρός δούλευε προσωρινά στο λιμάνι ως αχθοφόρος για να εξοι-κονομήσει το ενοίκιο και την τροφή του, αν και είχε αποφασίσει να επι-βιβαστεί σε κάποιο πλοίο ως ναύτης και να αφήσει πίσω του τη γη της Μακεδονίας. Κοίταξε τον Φίλωνα και μίλησε ντροπαλά, χαμηλόφωνα:

«Έναν σαν αυτόν που λέτε είδα εγώ, αλλά δεν ήταν στα μέρη σας και ήταν μήνες πριν, όχι τώρα κοντά.»

Η λάμψη στα μάτια της Αλκιθόης δεν ήταν σπίθα, ήταν πραγματι-κή πυρκαγιά. Ζωντάνεψε απότομα και σηκώθηκε από το κάθισμά της. Οι περισσότεροι άντρες στο τραπέζι είχαν ακούσει την ιστορία της και σώπασαν, γεμάτοι πραγματικό ενδιαφέρον. Η νεαρή θυμήθηκε όμως την κακοτυχία της στην Αμφίπολη, όταν ο δούλος του βασιλιά,

* Στην αρχαιότητα τα όσπρια, όπως τις φακές και τα κουκιά, τα έτρωγαν λιωμένα, σαν πουρέ.

είχε περιορίσει την κίνηση στο λιμάνι και οι αχθοφόροι, αδυνατώντας να βρουν μεροκάματο κάπου αλλού, σκότωναν το χρόνο τους στα κα-πηλειά, προσμένοντας καλύτερες ημέρες την άνοιξη. Μία ομάδα από αυτούς είχε προσκαλέσει τον Φίλωνα και τη νεαρή να καθίσουν στη

Digitized by @PriOri™

Page 208: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

208 Γιώργος Μπουλακάκης

παρά τις αρχικές ελπίδες που της έδωσε, τελικά την απογοήτευσε, και προσπάθησε, όσο ήταν δυνατό, να ηρεμήσει για να αρχίσει να ανα-κρίνει το νεαρό.

«Πότε τον είδες; Και πού;» ρώτησε γεμάτη ένταση, αρπάζοντάς τον από το βραχίονα.

Ο νεαρός σχεδόν τρόμαξε με την αντίδραση της γυναίκας και προ-σπάθησε να απαλλαχτεί από την αρπάγη που τον έσφιγγε. «Ηρέμησε, κυρά μου, πώς ξέρεις αν είναι ο άντρας σου; Τον γνώρισα στην Εορ-δαία, σε ένα βασιλικό αγρόκτημα, το Μέλαν Πεδίο, αν έχεις ακουστά. Πρέπει να ήταν ως δέκα μέρες μετά την ήττα του βασιλιά.»

Η ερωτευμένη γυναίκα στο άκουσμα της απάντησης άρχισε να παίρ-νει βαθιές ανάσες με κλειστά μάτια· η έξαψή της δεν μπορούσε να κρυ-φτεί, το πρόσωπο της είχε πάρει το χρώμα των ρόδων. Και αν το σκο-τεινιασμένο της μυαλό έπαιζε κάποιο παιχνίδι; Έπρεπε να μάθει λε-πτομέρειες για τον ιππέα που είχε δει ο Δάος.

«Πώς ήταν ο άντρας αυτός, θυμάσαι τίποτα; Στο όνομα της μεγά-λης Ίσιδος, βοήθησέ με!»

«Πολύ ψηλός, κοντά έξι πόδια, και πολύ δυνατός. Θυμάμαι με εί-χε εντυπωσιάσει... Βραχνή φωνή, μαλλιά και γένια μαύρα...»

«Όχι καστανά, μαύρα;» ρώτησε η νεαρή. «Μαύρα, καστανά, έχει διαφορά; Τώρα που λες αξιωματικός, πρέ-

πει να ήταν αριστοκράτης, θυμάμαι πως γελούσαν οι άλλοι, όταν έπια-νε το δρεπάνι να θερίσει, ήταν τελείως άμαθος. Όλοι έλεγαν πως μό-νο τα έργα του Άρη γνώριζε.»

Η περιγραφή ταιριάζει απόλυτα, αυτός πρέπει να είναι, σκέφτηκε η Αλκιθόη, με το σφίξιμο στο στομάχι της να δυναμώνει όσο ο αχθο-φόρος προχωρούσε στην περιγραφή του. «Ποιο ήταν το όνομά του; Πώς βρέθηκε στα μέρη σας;»

«Πώς είπε πως τον λέγανε... νομίζω Κλεό... νικο, δεν είμαι και βέ-βαιος. Νεοφερμένος ήταν στην Εορδαία, μετά τη νίκη των Ρωμαίων όσοι δούλοι του αγροκτήματος δε φύγαμε από τη χώρα είχαμε κρυ-φτεί σε ένα γειτονικό δάσος, και ήρθε ξαφνικά αυτός ο άγνωστος και μας έπεισε να γυρίσουμε πίσω στα χωράφια και το θέρισμα. Βέβαια,

Digitized by @PriOri™

Page 209: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 209

αφού γύρισαν όλοι, πήγα κι εγώ εκεί, όμως με την πρώτη ευκαιρία το έσκασα με δυο κουλούρες ψωμί και ιδού εγώ στην πόλη σας!»

«Ήταν μοναχός του;» «Όχι βέβαια, ήταν με το γιο του...» Η Αλκιθόη ένιωσε τον ενθουσιασμό της να σβήνει. Ποιο γιο του; «... θυμάμαι δεν τον άφηνε στιγμή από τα μάτια του, όπου πήγαι-

νε τον είχε κρεμασμένο στην πλάτη!» «Αν μας δώσεις τις σωστές απαντήσεις, θα σε αφήνω να έρχεσαι

ένα μήνα συνέχεια να τρως και να πίνεις δωρεάν! Βερενίκη, είχε κά-ποιο σημάδι που μπορείς να αναγνωρίσεις;»

«Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι...» Απογοητευμένη έκανε μια μεγά-λη παύση προσπαθώντας να θυμηθεί κάποιο ορατό σημείο, αν και δεν πίστευε πως είχε εντοπίσει τον Λυσίμαχο. Αυτό το παιδί τής χαλού-σε την εικόνα του ίλαρχου.

«Το άλογό του!» φώναξε έξαφνα ο Δάος, χτυπώντας το μέτωπο με την παλάμη του. «Τέτοιο ζώο δεν μπορεί να έχει ο κάθε τυχαίος! Ψη-λό, δυνατό ζώο, καθαρά πολεμικό, την πρώτη φορά που το είδα, νόμι-ζα πως το είχαν ξεζέψει από το άρμα του Ήλιου. Θυμάμαι πόσο δυ-σκολεύτηκε ο Ζώπυρος να τον πείσει πως το χρειαζόμαστε στο αλώ-νι, το βλέμμα του, όταν το είδε εκεί...»

«Πώς το φώναζε, θυμάσαι;» ρώτησε με την ψυχή στο στόμα, έτοιμη να καταρρεύσει η Αλκιθόη. Όταν ξεκινούσε την περιπέτεια αυτή, δεν μπορούσε να φανταστεί πως θα ένιωθε έτσι τη στιγμή που θα άγγιζε το σκοπό της. Στις στιγμές που μεσολάβησαν ως την απάντηση, νεκρική σιγή επικράτησε στο καπηλειό· μύγα να πετούσε, θα ακουγόταν.

«Νομίζω Αρίονα... όχι, οπωσδήποτε έτσι το φώναζε» απάντησε αποφασιστικά ο νεαρός δούλος. Ήταν βέβαιος, το είχε ακούσει δυο τρεις φορές στο κτήμα.

«Ναι...» απάντησε μονολεκτικά η Αλκιθόη. Το τι επακολούθησε είναι δύσκολο να το περιγράψει κανείς. Εκεί-

νη σωριάστηκε στο δάπεδο με το βλέμμα χαμένο στο άπειρο, αδυνα-τώντας να συνειδητοποιήσει τα τελευταία λόγια, ενώ οι άντρες ξε-σπούσαν σε ζητωκραυγές. Ο Φίλωνας, που αγαπούσε την Αλκιθόη

Digitized by @PriOri™

Page 210: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

210 Γιώργος Μπουλακάκης

σαν δικό του παιδί, από τη χαρά του ανέβηκε στο τραπέζι, αδιαφο-ρώντας για τα σκεύη που θρυμματίστηκαν με κρότο, και άρχισε να χορεύει σε ένθεη μανία. Ο Δάος κοιτούσε γύρω απορημένος.

«Κρασί για όλο τον κόσμο! Κερνάει το κατάστημα!» ωρυόταν ο κάπελας, μα κανείς δεν τον άκουγε.

Κάποιος είχε σπεύσει και προσπαθούσε να σηκώσει τη νεαρή, στα χείλη της οποίας είχε αρχίσει να ζωγραφίζεται ένα μειδίαμα απόλυ-της ευτυχίας, εκείνη όμως τον έδιωξε. «Σε παρακαλώ, άφησέ με και πήγαινε φέρε τη Λεύκη. Πες της πως τον βρήκαμε.»

Εκεί καθισμένη, σαν παράλυτη, τη βρήκε η πόρνη που παράτησε τη θέση και τον υποψήφιο πελάτη και ήρθε τρέχοντας στο καπηλειό του Φίλωνα. Δε διέκρινε αμέσως τη νεαρή, δεν πρόλαβε· ο έξαλλος από χαρά Φίλωνας της όρμησε, τη φίλησε και συνέχισε τον οργιαστι-κό χορό του υπό τις επευφημίες των υπολοίπων. Μόλις είδε την Αλκι-θόη, γονάτισε δίπλα της και την αγκάλιασε. Δεν είχε πολλά να πει. «Εύγε, κορίτσι μου, οι θεοί αντάμειψαν την υπομονή σου.» Ήταν δα-κρυσμένη από συγκίνηση και τα λόγια της έβγαιναν από τα βάθη της καρδιάς της, η ευτυχία της φίλης της ήταν και δική της ευτυχία.

Η υπόλοιπη βραδιά ήταν γιορτινή, με τον Φίλωνα να κερνά όποιον έμπαινε στο "Γλάρο" και την Αλκιθόη να λάμπει ολόκληρη, έχοντας πάρει μαζί με τη Λεύκη σε μια γωνία τον Δάο για να μάθει την παρα-μικρή λεπτομέρεια για τη ζωή του εραστή της στην Εορδαία. Όσα άκου-γε για τον άντρα, τον τρόπο που έπεισε τους δούλους να γυρίσουν στα χωράφια τους και ουσιαστικά οργάνωνε τη λειτουργία του κτήματος, τη χαροποιούσαν και την ξένιζαν ταυτόχρονα. Οπωσδήποτε ήταν το ίδιο πρόσωπο, όμως ο άντρας τον οποίο περιέγραφε ο Δάος φαινόταν ταυτόχρονα διαφορετικός, περισσότερο υπεύθυνος, δεν της θύμιζε τον εύθυμο, ανέμελο χαροκόπο που εκείνη λάτρευε. Και υπήρχε πάντα το αίνιγμα του βρέφους που, με βάση τα λεγόμενα του δούλου, ήταν η μό-νη φροντίδα του γίγαντα, ο οποίος σαν άλλος Άργος* δεν το άφηνε στιγμή από τα μάτια του.

* Ο γίγαντας με τα εκατό μάτια που παρακολουθούσε με εντολή της Ήρας την Ιώ, ερωμένη του Δία. Τον σκότωσε ο Ερμής με εντολή του Δία και η Ήρα τοποθέτησε τα μάτια του στην ουρά του παγονιού, ιερού της πτηνού.

Digitized by @PriOri™

Page 211: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 211

Είχε νυχτώσει για τα καλά, όταν οι τελευταίοι πελάτες έφυγαν από το καπηλειό. Τελευταίο έδιωξαν τον Δάο, με την υπενθύμιση του Φί-λωνα πως από τη μεθεπόμενη μέρα μπορούσε να συχνάζει στο "Γλά-ρο" ελεύθερα. Οι τρεις έμειναν μόνοι και η Αλκιθόη αμίλητη άρχισε να μαζεύει τα λιγοστά της υπάρχοντα. Σκόπευε να φύγει την επομένη το πρωί κιόλας, τόση ήταν η επιθυμία της να συναντήσει μετά από τό-σο καιρό τον άνθρωπο της.

Ο Φίλων κατάλαβε την πρόθεσή της και τη σταμάτησε απότομα. «Φεύγεις μεθαύριο. Πήγαινε στης Λεύκης να κοιμηθείς σήμερα, αύριο έχουμε ολόκληρη τη μέρα να σε προετοιμάσουμε για το δρόμο, δε θα ανοίξουμε για τους πελάτες. Μην έρθετε πρωί, θα είμαι στην αγορά να πάρω δύο πραγματάκια απαραίτητα για το ταξίδι. Θα χρειαστούμε και κύπελλα, πινάκια...» μουρμούρισε προβληματισμένος, «όλα τα 'σπασα στο μεθύσι μου!» Η Αλκιθόη αποπειράθηκε να διαμαρτυρηθεί· ένιω-θε πως ήδη χρωστούσε πολλά στον κάπελα, δεν ήθελε να υποχρεωθεί κι άλλο σε έναν άνθρωπο στον οποίο δε θα κατόρθωνε ποτέ να αντα-ποδώσει την ευεργεσία, μα το ύφος του άντρα φανέρωνε πως δε θα ανεχόταν το παραμικρό. Όσο και αν δεν άφηνε τη μικρή να το αντιλη-φθεί, τη θαύμαζε για την αποφασιστικότητα και την ακατάβλητη πίστη στο σκοπό της, στο σκληρό κόσμο του λιμανιού όμως είχε μάθει να κρύ-βει πολύ καλά τα συναισθήματά του. Η αλήθεια είναι πως όλους αυ-τούς τους μήνες που τον βοηθούσε στο καπηλειό μόνο ζημιά δεν του εί-χε επιφέρει, το αντίθετο μάλιστα, εκείνος έπρεπε να νιώθει ευγνωμο-σύνη για το άξιο αυτό κορίτσι. Οι πελάτες του το χειμώνα αυτό είχαν πληθύνει και ενώ όλοι είχαν προβλήματα με τη ρωμαϊκή κατοχή, εκεί-νος και η οικογένειά του ευημερούσαν. Το λιγότερο που μπορούσε να κάνει για να την ευχαριστήσει ήταν να την εφοδιάσει καλά για τη μα-κριά διαδρομή που θα ακολουθούσε. «Λεύκη, αν μείνει εδώ και αρχί-σει να λέει ανοησίες, θα τη χτυπήσω, πάρ' τη στην κατοικία σου να κοι-μηθείτε! Θα καθαρίσω εδώ μόνος μου» είπε με ένα πλατύ χαμόγελο ο Φίλωνας.

Η Λεύκη πήρε από τον ώμο την Αλκιθόη και την οδήγησε έξω, ενώ ο Φίλωνας συμμάζευε τα σπασμένα για να κλειδώσει.

Digitized by @PriOri™

Page 212: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

212 Γιώργος Μπουλακάκης

Οι δυο γυναίκες έφτασαν στο καλύβι και ξάπλωσαν στα αχυρένια στρώματα, η νεαρή δούλα όμως αδυνατούσε να κλείσει τα μάτια της. Γύρισε λίγο να μιλήσει με την πόρνη, μα εκείνη εξαντλημένη είχε ήδη αποκοιμηθεί. Όσο πιο αθόρυβα μπορούσε, βγήκε ξανά έξω στο νυ-χτερινό, παγωμένο αέρα. Σφίχτηκε στο ιμάτιό της, πήρε μια δυο βαθιές ανάσες και ατένισε τον έναστρο, ασέληνο ουρανό γυρνώντας προς τη δύση. Μια φωνή μέσα της της έλεγε πως κάπου εκεί την περίμενε ο Λυ-σίμαχος, ίσως μάλιστα την ίδια αυτή στιγμή κοιτούσε τα ίδια άστρα και τη σκεφτόταν. Θυμήθηκε όλους αυτούς που με διάφορους τρόπους και χωρίς υστεροβουλία τη βοήθησαν, κάποιοι θέτοντας ακόμη και τη ζωή τους σε κίνδυνο· την Ηγησιπύλη -δε γνώριζε πως η γριά τροφός ήταν ήδη νεκρή- και το γέρο Επίκτητο, τη Δάφνη, τον Ηρόδωρο και τώρα τον Φίλωνα με τη Λεύκη. Πού θα ήταν σήμερα χωρίς αυτούς τους ευ-γενικούς και γενναιόδωρους ανθρώπους ούτε η ίδια τολμούσε να φα-νταστεί!

«Δε θα αργήσω, καλέ μου, σύντομα θα σμίξουμε ξανά! Για χάρη όλων αυτών των ανθρώπων πρέπει να τα καταφέρω!» μουρμούρισε κάτω απ' τα δόντια της η μικρή, αποφασισμένη να πετύχει με κάθε κόστος...

* * * * * * *

Η μέρα της προετοιμασίας φάνηκε ατέλειωτη στη νεαρή δούλα και τρομερά σύντομη στους καλούς της φίλους. Ολοκληρώθηκε γύρω από ένα τραπέζι με εκλεκτά εδέσματα που ετοίμασε ο Φίλωνας αντί απο-χαιρετισμού. Ήξερε πως την επομένη δε θα προλάβαινε να δει την Αλκιθόη, ήταν βέβαιος πως θα έφευγε αξημέρωτα και θα ήταν ο πρώ-τος άνθρωπος που θα έβγαινε από την πύλη του Αξιού, μόλις οι βαριές θύρες άνοιγαν. Στο τέλος της βραδιάς την αγκάλιασε και την ασπά-στηκε, ευχόμενος να βρει γοργά τον Λυσίμαχο της.

«Δε θα μπορέσω ποτέ, άρχοντά μου, να ανταποδώσω το καλό που μου έκανες. Θα έχεις την αιώνια ευγνωμοσύνη τη δική μου και του Λυ-σίμαχου. Δε βρίσκω άλλα λόγια να σε ευχαριστήσω!» είπε συγκινημέ-νη η νεαρή, καθώς στάθηκε με το γεμάτο γυλιό στον ώμο για τελευταία

Digitized by @PriOri™

Page 213: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 213

φορά στη θύρα του καπηλειού. Ο Φίλωνας την είχε εφοδιάσει με τρό-φιμα και λίγα αργυρά τετρόβολα*, γεγονός που αύξανε ακόμη περισ-σότερο την υποχρέωση και την ευγνωμοσύνη που πλημμύριζε την καρ-διά της. Εκείνος έκανε μια κίνηση με το χέρι, σαν να την έδιωχνε, χω-ρίς να πει τίποτα· τόσα χρόνια στο λιμάνι είχε ξεπροβοδίσει εκατο-ντάδες φίλους που έφευγαν για επικίνδυνα, μακρινά ταξίδια, πρώτη φορά όμως ένιωθε αυτόν τον κόμπο στο λαιμό. Αυτό το κορίτσι το εί-χε αγαπήσει όσο και τις δικές του κόρες, ήταν στενοχωρημένος που την έχανε, αλλά τον παρηγορούσε η σκέψη πως την περίμενε μια κα-λύτερη ζωή, μακριά από τα καταγώγια του λιμανιού. Δεν ήθελε να πα-ρατείνει την επώδυνη αυτή στιγμή.

Η Λεύκη την περίμενε έξω, είχε βγει νωρίτερα για να μη φέρει σε δύσκολη θέση κάποιον από τους δύο, ο δικός της αποχαιρετισμός θα περίμενε ως το επόμενο πρωινό. Οι δύο γυναίκες έφτασαν στην κα-λύβα και ξάπλωσαν χωρίς πολλά λόγια, καμία από τις δύο δεν είχε διάθεση για συζήτηση. Ο ύπνος και των δύο ήταν σύντομος και ανή-συχος, έτσι ξύπνησαν ενώ το σκοτάδι ήταν ακόμα βαθύ.

«Μικρή, κοιμάσαι ακόμα;» ψιθύρισε η Λεύκη. «Όχι, πώς θα μπορούσα;» απάντησε δυνατότερα η Αλκιθόη. «Λί-

γο κοιμήθηκα και αυτό με δυσκολία. Νιώθω τρομερή αγωνία, λες και θέλω να βγάλω όσα έφαγα στο δείπνο, είμαι λουσμένη στον ιδρώτα.»

«Προσπάθησε να κλείσεις τα μάτια σου πάλι, έχεις δρόμο μπρο-στά σου, δεν μπορείς να φύγεις έτσι!»

«Ναι... Εσύ γιατί είσαι ξύπνια; Έχεις κι εσύ αγωνία;» «Όχι, έτυχε... Ησύχασε τώρα!» Ακολούθησε μια μακρά σιωπή, ώσπου η πρώτη υποψία φωτός από

τις χαραμάδες άρχισε να διαλύει το σκοτάδι. Η Αλκιθόη, που δεν εί-χε κατορθώσει να ξανακοιμηθεί, πετάχτηκε απ' το στρώμα της και άρ-χισε να συγκεντρώνει τα πράγματά της. Τα σεντόνια και τα σκεπά-σματά της θα τα άφηνε όλα εκτός από ένα στη Λεύκη· αν ήταν καλο-καίρι, θα το είχε εγκαταλείψει κι αυτό, μα ο χειμώνας δεν είχε ξεψυ-χήσει ακόμα και δεν ήταν απίθανο να συναντήσει χιόνια στο βουνό

* Ασημένια νομίσματα. 6 οβολοί ισούνται με 1 δραχμή. Τα τετρόβολα ήταν συνηθισμένο νόμι-σμα στη Μακεδονία της εποχής εκείνης.

Digitized by @PriOri™

Page 214: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

214 Γιώργος Μπουλακάκης

που έπρεπε να διασχίσει, συμφωνά με τα λεγόμενα του Δάου. Φορ-τώθηκε λοιπόν τα υπάρχοντά της και σε απίστευτα σύντομο χρονικό διάστημα ήταν έτοιμη.

Οι πετεινοί είχαν αρχίσει να ακούγονται από μακριά, όταν η νεα-ρή στάθηκε όρθια μπροστά στη Λεύκη για τον τελευταίο αποχαιρετι-σμό. Η δούλα είχε παρακαλέσει το προηγούμενο βράδυ την πόρνη να τη συνοδεύσει ως την πύλη, μα εκείνη αρνήθηκε. "Ίσως μετά να μην έχω τη δύναμη να επιστρέψω στο λιμάνι και να σε ακολουθήσω! Και μετά τι θα γίνει; Θα μοιραστούμε τον ίδιο άντρα; Δεν είναι πρέπον!" της είχε πει σε μια μάλλον αποτυχημένη προσπάθεια να αστειευτεί.

Μετά από μια αμήχανη στιγμή σιωπής, οι δύο γυναίκες αγκαλιά-στηκαν. «Είσαι η καλύτερή μου φίλη, δε θα σε ξεχάσω ποτέ, Λεύκη. Είθε η μεγάλη Ίσιδα και όλοι οι θεοί να σε ευλογούν και να σ' έχουν καλά!» της ψιθύρισε δακρυσμένη η Αλκιθόη.

«Να πας στο καλό και να τον βρεις! Πήγαινε, καλό μου κορίτσι, και όταν φτάσεις κοντά του, να τον αγκαλιάσεις και να μην τον αφή-σεις ποτέ ξανά! Θα σε θυμάμαι και εγώ πάντα με αγάπη! Έχε γεια!» απάντησε η Λεύκη, επιφανειακά ήρεμη- δε χρειαζόταν να τις πνίξει και τις δύο η συγκίνηση. Μόλις η νεαρή θα έφευγε, ήξερε πως η ζωή της θα επέστρεφε στη μουντή μονοτονία της καθημερινής βιοπάλης και των πρόσκαιρων εραστών, είχε όμως αλλάξει κάπως από τη νύχτα που η Τύχη έστειλε στο στέκι της τη δούλα. Ήταν πλέον κάτι παρα-πάνω από παλιοί εραστές με τον Φίλωνα, είχαν γίνει φίλοι...

Γεμάτη αισθήματα ευγνωμοσύνης για τους ανθρώπους που άφηνε πίσω της, η Αλκιθόη πήρε το ανηφορικό δρομάκι, που οδηγούσε στη μεγάλη λεωφόρο που διέσχιζε τη Θεσσαλονίκη απ' άκρη σ' άκρη, για πρώτη φορά στους μήνες της παραμονής της στην πόλη. Το σκοτάδι δεν είχε διαλυθεί εντελώς, όταν έφτασε μπροστά στην πύλη του Αξιού που μοιραία ήταν κλειστή ακόμα. Οι Ρωμαίοι λεγεωνάριοι δεν είχαν ξεμυ-τίσει από το γειτονικό φυλάκιο. Για να αποφύγει κάποια συνάντηση που μόνο δυσάρεστη θα μπορούσε να είναι, η δούλα βρήκε καταφύγιο σε ένα ξύλινο παράπηγμα που χρησιμοποιούσαν οι υπαίθριοι πωλητές και εκείνη τη στιγμή ήταν κενό, απέναντι από το φυλάκιο. Περίμενε εκεί, τυλιγμένη με το βαρύ σκέπασμα. Μόλις οι στρατιώτες άνοιξαν τη

Digitized by @PriOri™

Page 215: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 215

θύρα, πριν ακόμα ανατείλει ο ήλιος, βγήκε έξω. Αντάλλαξε μια καλη-μέρα με τους χωρικούς που έρχονταν από την ύπαιθρο στην πόλη και περίμεναν έξω καρτερικά. Αμέσως μετά άνοιξε με σκυμμένο κεφάλι το βήμα της για να απομακρυνθεί από τα τείχη το συντομότερο δυνα-τό. Οι αναμνήσεις που έπαιρνε μαζί της από την πόλη ήταν ανάμει-κτες, καλές οι περισσότερες, η σκληρότητα ενός απάνθρωπου βιασμού ωστόσο θα τη σημάδευε για χρόνια. Είχε πετύχει το σκοπό της, είχε ανακαλύψει το ίχνος που αναζητούσε από την αρχή της περιπλάνησης στη γη της Μακεδονίας, αναρωτιόταν όμως τι θα είχε συμβεί αν η Ίσι-δα, η μεγάλη μητέρα της ζωής, δεν είχε στείλει τον Δάο στο τραπέζι της. Αν ο Φίλωνας δεν επέμενε να ρωτήσει εκείνη τη νύχτα για τον Λυ-σίμαχο, αν αντί για τη Θεσσαλονίκη είχε μεταβεί στη Βέροια ή στην Πέλλα; Η ζωή στο τέλος δεν είναι απλώς μια αλληλουχία απίστευτων συμπτώσεων που οδηγούν τους ανθρώπους εκεί που θέλουν οι Μοίρες; Ίσως, αν δεν έβρισκε τον Δάο, να κατέληγε απελπισμένη να αγρεύει μεθυσμένους ναυτικούς στους δρόμους του λιμανιού, σαν τη Λεύκη! Ακόμα και αυτή την αχτίδα του ήλιου που ξεγλίστρησε μέσα από τα νέφη εκείνο το πρωινό τη θεώρησε οιωνό πως οι θεοί της είχαν χαμο-γελάσει. Την αόριστη πίστη, το σχεδόν παιδικό πείσμα, το είχε διαδε-χτεί η ήρεμη βεβαιότητα πως στο τέλος του δρόμου την περίμενε ο Λυ-σίμαχος και μια νέα ζωή. Τάχυνε περισσότερο το βήμα της, λες και θα έφτανε έτσι συντομότερα στον προορισμό της. Ήξερε πως η ευτυχία την περίμενε στην Εορδαία.

Digitized by @PriOri™

Page 216: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Οι καταρρακτώδεις βροχές, που ξέσπασαν το απόγευμα της ημέ-ρας που η Αλκιθόη εγκατέλειψε τη Θεσσαλονίκη, την καθυστέρησαν. Η απόσταση ως τη Βέροια δεν ήταν μεγάλη, γύρω στα τριακόσια πε-νήντα στάδια, μα χρειάστηκε τρεις μέρες για να φτάσει στα τείχη της πόλης. Η χώρα που διέσχιζε έμοιαζε με την πατρίδα, πεδινή, με πο-τάμια και πηγές, πολλά δέντρα και πλούσια βλάστηση· η άνοιξη πλη-σίαζε με γοργό ρυθμό και η γη είχε αρχίσει να ζωντανεύει, τα σταρο-χώραφα είχαν σκεπαστεί με έναν παχύ πράσινο τάπητα. Η πρωινή πά-χνη στη χλόη, οι ομίχλες πριν την ανατολή, οι μυρωδιές, τα χρώματα, όλα θύμιζαν την κοιλάδα του Στρυμόνα. Ο ουρανός ήταν βαρύς, μο-λυβένιος και, όταν ο Δίας αποφάσιζε να βρέξει, η δούλα υποχρεωνό-ταν να κρυφτεί στο πρώτο καταφύγιο που έβρισκε, συνήθως κάποιο δέντρο που μόνο υποτυπώδη προστασία από το νερό πρόσφερε. Τώ-ρα πια δεν ήταν καλοκαίρι, όπως τότε που δραπέτευσε από το αγρό-κτημα στη Βισαλτία, για το νυχτερινό ύπνο χρειαζόταν στεγνό κατά-λυμα και μια καλή πυρά. Η λάμψη του αργύρου ήταν πειστικό επιχεί-ρημα για τους ιδιοκτήτες των αγροκτημάτων κοντά στον κεντρικό δρό-μο, αφού τα πανδοχεία σπάνιζαν. Τώρα που ο πόλεμος είχε τελειώ-σει, οι άνθρωποι, φοβούμενοι τα χειρότερα για το μέλλον, είχαν γίνει

Κεφάλαιο Δωδέκατο

Digitized by @PriOri™

Page 217: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 217

άπληστοι. Τα χάλκινα νομίσματα του Επίκτητου, που άλλοτε θα της εξασφάλιζαν μια ζεστή γωνιά στον ισόγειο χώρο με τα ζώα, τώρα δεν είχαν καμία αξία.

Κάπως έτσι έφτασε ένα πρωινό στις αρχές του Ξανδικού* στη Βέ-ροια, στους πρόποδες του Βερμίου, εκεί όπου κάποτε είχε τους ρο-δώνες του ο βασιλιάς Μίδας.

Καθώς πλησίαζε στην πόλη, αναγνώρισε εύκολα, από τις περι-γραφές του Δάου, το βουνό που έπρεπε να διασχίσει· η κορυφή ήταν ευδιάκριτη, νεφοσκεπής και χιονισμένη. Δε χρειαζόταν ιδιαίτερη ευ-φυΐα για να καταλάβει πως η διάβαση ήταν από δύσκολη έως αδύνα-τη. Η σφοδρή επιθυμία της να φτάσει το νωρίτερο δυνατό στον Λυσί-μαχο δεν την εμπόδισε να παραδεχτεί πως είχε βιαστεί να αφήσει την ασφάλεια της εστίας του "Γλάρου"· τα ορεινά περάσματα ήταν κλει-στά. "Ούτε από τη Βέροια θα καταφέρεις να περάσεις ούτε από τη Μίεζα*, το βουνό είναι αδιαπέραστο σαν τείχος, οι αγωγιάτες δεν το διαβαίνουν αυτή την εποχή" την είχε προειδοποιήσει ο Πευκόλαος. Έπρεπε ασφαλώς να παραμείνει μερικές μέρες στη Βέροια, περιμέ-νοντας να λιώσουν τα χιόνια, δε θα άφηνε όμως την ασήμαντη αυτή αναποδιά να την καταβάλει!

Περνώντας μέσα στην πόλη, μαζί με μια γυναίκα που έφερνε το υποζύγιο της φορτωμένο λάχανα στην αγορά της Βέροιας, δεν απέ-φυγε τα σφυρίγματα θαυμασμού και τις κραυγές των Ρωμαίων στρα-τιωτών. Φοβισμένη, ακολούθησε την άγνωστη ηλικιωμένη γυναίκα, με αποτέλεσμα να κινήσει την περιέργεια της γριάς και η ερώτηση δεν άργησε:

«Πού πας, κόρη μου; Ψάχνεις κάποιον στην πόλη μας; Δεν πρέπει να είσαι από τα μέρη μας, θα σε γνώριζα.»

«Όχι, κυρά μου, είμαι περαστική από δω. Πάω στον άντρα μου στην Εορδαία, πίσω από το βουνό!»

«Θα αστειεύεσαι ασφαλώς, ωραία εποχή διάλεξες! Το βουνό είναι έρημο, δε θα βρεις τίποτ' άλλο ψηλά εκτός από λύκους και τσακάλια, οι βοσκοί είναι ακόμα στα χειμαδιά τους και δε θα ανέβουν πριν τον

* Μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, που αντιστοιχούσε περίπου στον Μάρτιο. * Πόλη της αρχαίας Μακεδονίας, κοντά στη θέση της σημερινής Νάουσας.

Digitized by @PriOri™

Page 218: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

218 Γιώργος Μπουλακάκης

Δαίσιο*, τα χωριά και τα ποιμνιοστάσια πάνω είναι έρημα. Αν πε-ράσεις την πύλη του Βερμίου, το πιθανότερο είναι πως θα βρεις ένα θάνατο γλυκό σαν ύπνο απ' το κρύο· ο Ύπνος και ο Θάνατος, βλέ-πεις, είναι αδέλφια*! Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο να σε κα-τασπαράξουν οι λύκοι και τα τσακάλια! Ο Δίας θα σε τιμωρήσει, αν θελήσεις να αψηφήσεις τη θέληση του, και η θέλησή του είναι την επο-χή αυτή να αφήνουμε το βουνό στα αγρίμια του!»

«Δε θα προκαλέσω την οργή των θεών» απάντησε με έναν ανα-στεναγμό η Αλκιθόη. «Ξέρεις, έρχομαι από μακριά, τόσους μήνες εί-μαι στους δρόμους, έχω ζητήσει βοήθεια από κι εγώ δε θυμάμαι πό-σους ανθρώπους! Ελπίζω να βρω και εδώ στη Βέροια κάλους και φι-λόξενους ανθρώπους να μου προσφέρουν λίγη τροφή και στέγη. Γνω-ρίζεις κάποια οικογένεια που δε θα αρνηθεί να βοηθήσει μια φτωχή γυναίκα;»

«Τη δουλειά τη φοβάσαι;» ανταπέδωσε την ερώτηση η γριά. «Αν δεν τη φοβάσαι, μπορείς να έρθεις στο δικό μου αγρόκτημα, να με βοη-θήσεις να μαζέψουμε τα λάχανα από τον κήπο μου! Ζω μόνη μου και τώρα πια είμαι πολύ φτωχή για να έχω δούλους να εργάζονται για μέ-να. Όλη μου η περιουσία είναι ο όνος ετούτος και είμαι υποχρεωμέ-νη να δουλεύω τη μια μέρα και την άλλη να φέρνω τα λάχανα στην αγο-ρά. Αν έρθεις κοντά μου, όσο να ανοίξει ο δρόμος, δε θα πληρωθείς αλλά ένα στεγνό στρώμα και λίγη ζέστη μπορώ να σου εξασφαλίσω! Θέλω όμως δουλειά, όχι οκνηρία!» Τις τελευταίες αυτές λέξεις τις ξε-στόμισε αγέρωχα, σαν δέσποινα πραγματική, συνηθισμένη να προ-στάζει.

Ανέλπιστη τύχη, η Ίσιδα πρέπει να με συντρέχει ακόμα! σκέφτη-κε η νεαρή. «Δέχομαι ευχαρίστως, δε θα μπορούσα να προσδοκώ κά-τι καλύτερο! Και όσο για δουλειά, μην ανησυχείς, ξέρω από κήπους. Με λένε Βερενίκη, από τη...» δίστασε για μια στιγμή, θυμήθηκε πως ο Λυσίμαχος κρυβόταν, η αλήθεια δεν ήταν απαραίτητη, «από την πε-ριοχή της Αμφίπολης.»

* Μήνας του μακεδονικού ημερολογίου, που αντιστοιχούσε περίπου στον Μάιο. * Στον Ησίοδο ο Ύπνος και ο Θάνατος είναι αδέλφια, "δεινοί δαίμονες", τέκνα της Νύκτας και του Ερέβους, που κατοικούν στον Τάρταρο.

Digitized by @PriOri™

Page 219: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 219

«Καλωσόρισες στη Βέροια, Βερενίκη. Λοιπόν, είμαστε σύμφωνες. Το αγρόκτημα είναι δέκα στάδια έξω από τα τείχη της πόλης, στην πε-διάδα. Αν ξεπουλήσουμε, θα φύγουμε, αλλιώς μόλις αρχίσει να σκο-τεινιάζει, πριν κλείσουν οι πύλες» είπε λακωνικά η γριά που θεώρη-σε περιττές τις συστάσεις. Βιαζόταν να πάει στην αγορά, να προλάβει κάποιο παράπηγμα κενό να εκθέσει την πραμάτεια της, και απλώς ένευσε στην Αλκιθόη να την ακολουθήσει.

Την υπόλοιπη μέρα την πέρασαν στην αγορά, καλώντας τους νοι-κοκυραίους και τους αργόσχολους να αγοράσουν τα λάχανά τους. Εντύπωση έκανε στην Αλκιθόη ο σεβασμός με τον οποίο πλησίαζαν τη γριά σχεδόν όλοι οι άνθρωποι στην αγορά· δεν επρόκειτο για μια απλή χωριάτισσα, οπωσδήποτε κάποια πικρή ιστορία είχε να διηγη-θεί κι εκείνη. Παρ' όλο που η γριά μόλις το μεσημέρι καταδέχτηκε να αποκαλύψει το όνομα της, Φαιναρέτη, ένιωθε ασφάλεια δίπλα της. Πολλές φορές τα λόγια είναι περιττά, είναι οι πράξεις των ανθρώπων που μετράνε. Η πράξη της γυναίκας αυτής, να δεχτεί να φιλοξενήσει μια άγνωστη, άξιζε περισσότερο από δέκα δημόσιους επαίνους από τους δεινότερους ρήτορες. Είχε μια προαίσθηση πως η γριά τούτη δε θα αργούσε να προστεθεί στο μακρύ κατάλογο των ανθρώπων που την είχαν ευεργετήσει από τότε που απέδρασε από τη Βισαλτία.

Όπως είχε υποσχεθεί η γριά, μόλις ο ουρανός άρχισε να βάφεται με μελιχρά χρώματα και οι χασομέρηδες στην αγορά να αραιώνουν, έχωσαν μέσα στους σάκους από λινάτσα τα εναπομείναντα λάχανα και ξεκίνησαν για την αγροικία. Έφτασαν πριν σκοτεινιάσει σε ένα ισόγειο πέτρινο κτίριο με ένα μεγάλο δωμάτιο και μια αποθήκη. Σε ένα μικρό περιφραγμένο χώρο δύο κατσίκες και δυο πρόβατα προ-μήθευαν τη γριά με το απαραίτητο γάλα της ημέρας, ενώ ξέχωρα είχε μια γουρούνα και τα μικρά της που προορίζονταν για πούλημα.

Μόλις μπήκαν, η πρώτη δουλειά της Φαιναρέτης ήταν να ανάψει μια καλή φωτιά. Το δείπνο, δικαιολογήθηκε στην Αλκιθόη, μπορεί να περιμένει, αν δε σπάσει όμως η υγρασία, δεν μπορεί κανείς να κοι-μηθεί.

Ασφαλώς πιο άνετο και επιπλωμένο, όχι σαν την καλύβα της κα-κομοίρας της Λεύκης! σκέφτηκε η Αλκιθόη, ρίχνοντας μια ματιά στα

Digitized by @PriOri™

Page 220: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

220 Γιώργος Μπουλακάκης

Οι ημέρες φάνηκαν αιώνας στην ερωτευμένη γυναίκα που αδη-μονούσε να φύγει. Κάθε πρωί που σηκωνόταν, η πρώτη της πράξη ήταν να ατενίζει το βουνό, λες και μ' αυτόν τον τρόπο η διάβαση θα ελευθερωνόταν συντομότερα.

Από μισόλογα τις βραδιές πριν τον ύπνο έμαθε και την ιστορία της Φαιναρέτης. Η γριά δεν ήταν πάντα τόσο φτωχή όσο έδειχνε σήμερα· στην ηλικία της Αλκιθόης ήταν αρχόντισσα, κόρη του ευγενούς Καλ-λίμαχου και σύζυγος του Μαχάονα που κατείχε απέραντες εκτάσεις στην εύφορη Βοττιαία. Είχαν ήδη περάσει δεκαπέντε χρόνια από τό-τε που έμεινε χήρα, μα ο μονάκριβος γιος της είχε αποδειχτεί ανάξιο τέκνο σπουδαίων προγόνων. Εκείνος ήταν που έδιωξε τη μητέρα του από την πόλη της Βέροιας και την είχε περιορίσει στο μικρό υποστα-τικό, με τη δικαιολογία πως η παρουσία της ενοχλούσε τη σύζυγό του, μια φαντασμένη μακρινή ξαδέλφη του βασιλιά από την Πέλλα. Αρχι-κά τουλάχιστον της είχε παραχωρήσει μια θεραπαινίδα να τη φροντί-ζει. Μόλις την ανακάλεσαν στην πόλη, η άλλοτε περήφανη αριστο-κράτισσα βρέθηκε στην ανάγκη να εργαστεί στο κτήμα και να δέχε-ται μια μικρή βοήθεια, όποτε τη θυμόταν ο γιος της.

«Αλίμονο, παιδί μου, τον εκδικήθηκαν οι θεοί, όσους αμελούν τους γονείς τους δεν τους αφήνει ποτέ ο Δίας ατιμώρητους!» είπε ένα από-γευμα αποφθεγματικά η Φαιναρέτη, σε μια από τις σπάνιες φορές που άνοιξε την καρδιά της στη μικρή. «Τον πήραν και αυτόν πριν από έξι μήνες όμηρο οι Ρωμαίοι, η περιουσία μας όλη δημεύτηκε, πέρασε

* * * * * * *

πήλινα σκεύη, στα θρανία, στον υφαντικό ιστό, στις ξύλινες ιματιο-θήκες και τις κλίνες.

Η γριά αρνήθηκε το διπυρίτη που της πρόσφερε, και περιορίστη-κε σε λίγο βρασμένο λάχανο απ' αυτό που έφερε πίσω και γάλα που έστειλε την ξένη να αρμέξει. «Δεν έχω πια δόντια για ψωμί, πάντως ήταν ευγενική η προσφορά.» Υπέδειξε στη μικρή το στρώμα που θα ξαπλώσει, και κοιμήθηκαν, αφού προσευχήθηκαν μαζί στα ειδώλια των θεών, στο θρανίο του ανατολικού τοίχου του οικήματος.

Digitized by @PriOri™

Page 221: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 221

για λίγο χρυσό στην κατοχή του παλιού φρούραρχου της πόλης, που φρόντισε να υποδεχτεί τους Ρωμαίους σαν ελευθερωτές! Και όμως, παρ' όλα όσα μου έκανε, πονώ για την ατυχία του· αίμα της καρδιάς μου είναι, πώς να τον κακίσω; Φοβάμαι για την τύχη που τον περιμέ-νει και αυτόν και τους γιους του. Αν έχεις δικά σου παιδιά, καταλα-βαίνεις τι εννοώ!»

Η δούλα συγκατάνευσε σκεπτική. «Και τώρα βρέθηκα στην ανάγκη εγώ, η αρχόντισσα της πεδιάδας,

να πουλώ λάχανα στην αγορά και να έχω γίνει περίγελος της Βέροιας! Είναι κωμικές οι μεταστροφές της ζωής, μα κάπως αργά αποφάσισε ο Δίας να με διδάξει ταπεινοφροσύνη! Αλλά ας μην παραπονιέμαι, αν είχαν κατασχέσει και αυτό το μικρό κτήμα οι Ρωμαίοι, τώρα θα επαι-τούσα στους δρόμους της πόλης, αν δηλαδή δεν έβρισκα το θάρρος να βυθίσω το ξίφος του άντρα μου στο στήθος και να περάσω για πάντα στο σκοτεινό βασίλειο του Άδη!» κατέληξε με ένα βαθύ αναστεναγμό, κάπως θεατρικά η Φαιναρέτη.

Δεν ήταν και πολλά αυτά που είχε να κάνει η Αλκιθόη στο κτήμα, να κόψει ξύλα για την εστία από ένα γειτονικό άλσος, να ποτίσει τα ζώα από το φρέαρ και να φτυαρίζει την κοπριά, να περιποιηθεί το χω-ραφάκι, να μαζέψει λίγα λάχανα για την αγορά την επόμενη μέρα και να μαγειρέψει ένα υποτυπώδες φαγητό. Και το Βέρμιο ήταν πάντα εκεί, πάνω από το κεφάλι της, το κέντρο του αδιάπτωτου ενδιαφέροντος της, με το χιόνι να αρχίζει σταδιακά να υποχωρεί, αλλά να μην έχει λιώσει ακόμα τελείως. Τα νέα που πρόσμενε της τα έφερε σχεδόν ένα μήνα μετά την άφιξή της στη Βέροια η ξεπεσμένη αριστοκράτισσα.

Το απόγευμα, στο δείπνο, γύρισε και της είπε τάχα αδιάφορα «Άκουσα στην αγορά ότι αύριο φεύγουν οι πρώτοι αγωγιάτες από την Ευϊαστική πύλη για τη Λυγκιστίδα. Μπορείς να τους ακολουθήσεις, αν επιθυμείς ωστόσο να μείνεις εδώ μέχρι να υπάρξει απόλυτη ασφά-λεια στο πέρασμα, διόλου δε θα ενοχληθώ. Είσαι ελεύθερη να πρά-ξεις ό,τι θέλεις!»

Σήκωσε το κεφάλι από το πινάκιο με τα κουκιά χαμογελώντας. «Αύριο το πρωί, δέσποινά μου, θα σε ακολουθήσω στην πόλη, δε

θα μείνω άλλο στο φιλόξενο κτήμα σου. Θλίβομαι που πρέπει να σε

Digitized by @PriOri™

Page 222: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

222 Γιώργος Μπουλακάκης

Τρία αργυρά τετρόβολα, τα τελευταία που είχε στο βαλάντιό της η Αλκιθόη, ήταν αρκετά για να πείσουν έναν από τους εμπόρους που ξε-κινούσαν το ηλιόλουστο εκείνο πρωινό του Αρτεμισίου να της παρα-χωρήσει μια θέση δίπλα στον οδηγό της βοϊδάμαξας που μετέφερε εί-κοσι μεγάλα πιθάρια εκλεκτό αττικό λάδι στο Άργος Ορεστικό. Οι αγωγιάτες ήταν μια μεγάλη, ετερόκλητη ομάδα από εμπόρους που κου-ράστηκαν να περιμένουν άπραγοι στη Βέροια, η κακοκαιρία είχε κρα-τήσει φέτος τη διάβαση κλειστή περισσότερο από το σύνηθες. Την προηγούμενη μέρα είχαν στείλει για ακόμη μια φορά έναν έφιππο ανι-χνευτή να δει αν το πέρασμα ήταν βατό, και όταν έλαβαν επιτέλους ενθαρρυντική απάντηση, αποφάσισαν να ξεκινήσουν. Είχαν κυρίως ημίονους και δυο τρεις βοϊδάμαξες, όλα φορτωμένα προϊόντα που δεν έβρισκε κανείς εύκολα στα οροπέδια της Άνω Μακεδονίας, λάδι, αλά-τι, τάριχο*, καλλυντικά, πολύτιμα υφάσματα και ό,τι επιθυμούσε η υψη-λή κοινωνία της ορεινής χώρας - όσοι τουλάχιστον δεν είχαν προβλή-ματα με τους Ρωμαίους. Οι αποφάσεις της Συγκλήτου που απαγόρευαν τις εμπορικές συναλλαγές δεν είχαν κοινοποιηθεί και οι άντρες αυτοί,

* Παστά ψάρια.

* * * * * * *

αφήσω ξανά μόνη, μα δυστυχώς ο άντρας μου δε θα περιμένει για πά-ντα! Ελπίζω με καταλαβαίνεις...» είπε συνεσταλμένα. Δε χωρούσε αμφιβολία πως η Φαιναρέτη ήταν καλός και ευγενικός άνθρωπος, πο-τέ όμως δεν είχε καταφέρει να νιώσει οικεία κοντά της, όπως με τη Λεύκη ή τον Φίλωνα. Η αριστοκράτισσα εξακολουθούσε να είναι από-μακρη, διατηρούσε αυτή την αίσθηση υπεροχής που διέκρινε τους αν-θρώπους της τάξης της, παρά τις κακοτυχίες της.

«Θυμάμαι κι εγώ την αγωνία που είχα μέχρι να επιστρέψει ο άντρας μου από την καταστροφή στις Κυνός Κεφαλές... Αύριο το πρωί, πριν ακόμα χαράξει, πρέπει να φύγεις, παιδί μου» απάντησε μάλλον με-λαγχολικά η γριά και, χωρίς να επιτρέψει στον εαυτό της περαιτέρω συγκινήσεις, σηκώθηκε να προσευχηθεί.

Digitized by @PriOri™

Page 223: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 223

που δεν ενδιαφέρονταν για τις πολιτικές εξελίξεις αλλά για το κέρδος, δεν μπορούσαν να φανταστούν πως ήταν μία από τις τελευταίες φο-ρές που σκαρφάλωναν στην πλαγιά του Βερμίου.

Αργά το απόγευμα είχαν φτάσει στην πόλη της Εύιας, στην άλλη πλευρά του Βερμίου. Εκεί η Αλκιθόη αποχωρίστηκε τους εμπόρους για να συνεχίσει μόνη τη διαδρομή. Οι άντρες της υπέδειξαν την κα-τεύθυνση που έπρεπε να ακολουθήσει προς την Εορδαία και η συ-ντροφιά διαλύθηκε για να πάει ο καθένας στον προορισμό του. Από δω και πέρα θα έπρεπε να ρωτά στις γειτονικές αγροικίες για το Μέ-λαν Πεδίο και το επόμενο κιόλας μεσημέρι διέκρινε από μακριά τον οικισμό των δούλων για τον οποίο της είχε μιλήσει ο Δάος. Δεν υπήρ-χε κίνηση, τα χωράφια ήταν έρημα, έτσι υποχρεώθηκε να μπει στην πλησιέστερη κατοικημένη καλύβα. Μέσα βρήκε ένα ζευγάρι να ανα-παύεται στο αχυρένιο στρώμα, έχοντας μόλις ολοκληρώσει τη σπονδή του στην Αφροδίτη. Έτσι ορμητικά όπως εισέβαλε τους τρόμαξε· ο άντρας πετάχτηκε με ένα ξίφος στο χέρι, ενώ η γυναίκα προσπάθησε να κρύψει τη γύμνια της με το βρόμικο κλινοσκέπασμα.

«Χαίρετε! Έρχομαι από μακριά και αναζητώ έναν ψηλό αξιωμα-τικό του ιππικού που έχει βρει καταφύγιο εδώ, μετά τη μάχη με τους Ρωμαίους» είπε ξέπνοη αλλά με περισσό θράσος η άλλοτε συνε-σταλμένη νεαρή. Είχε την αίσθηση πως από στιγμή σε στιγμή θα εμ-φανιζόταν μπροστά της ο Λυσίμαχος έτσι όπως τον θυμόταν, αρχο-ντικός, μεγαλοπρεπής και γελαστός, με τα χέρια ανοιγμένα διάπλα-τα, κι εκείνη θα χωνόταν στην αγκαλιά του.

«Χαίρε κι εσύ, κυρά μου. Κάτσε να πάρεις μια ανάσα, η γλώσσα σου έχει κρεμάσει μια πιθαμή, έτρεχες να φτάσεις ως εδώ; Μα τον Δία, μας κατατρόμαξες, νομίσαμε πως ήρθαν οι Ρωμαίοι! Δεν υπάρ-χει κανένας του ιππικού εδώ στο χωριό» απάντησε ο άντρας αφήνο-ντας το ξίφος στην άκρη, κόβοντας ταυτόχρονα και τα φτερά που ένιω-θε στην πλάτη ως εκείνη τη στιγμή η Αλκιθόη.

«Μα μου είπαν πως βρίσκεται εδώ, στο Μέλαν Πεδίο, φυγάς μετά τη μάχη...» είπε μαραμένη η Αλκιθόη που έχανε τη γη κάτω απ' τα πό-δια της. Ο άντρας κούνησε ξανά αδιάφορα τους ώμους, στη συζήτηση όμως μπήκε και η γυναίκα:

Digitized by @PriOri™

Page 224: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

224 Γιώργος Μπουλακάκης

«Έχει δίκιο το κορίτσι, έφυγε πριν έρθεις εδώ, Ηγησία. Ναι, εδώ ήταν» είπε στρεφόμενη στην Αλκιθόη, «μα πάνε μήνες από τότε που εξαφανίστηκε...»

Η δούλα γονάτισε δίπλα στο στρώμα όπου είχε ανακαθίσει η γυ-ναίκα φορώντας πρόχειρα το χιτώνα της. «Είδα τον Δάο στη Θεσσα-λονίκη, εκείνος με έστειλε, νόμιζα πως θα τον έβρισκα εδώ...»

«Δεν ξέρω τι έγινε, τη μια μέρα θερίζαμε τα χωράφια όλοι μαζί, την επόμενη μέρα είχε εξαφανιστεί χωρίς να πει το παραμικρό. Νο-μίζω και τούτος φυγάς ήταν όπως ο Ηγησίας, κρυβόταν στο κτήμα αφού σώθηκε απ' τον πόλεμο.»

«Κανένας δεν έχει ιδέα πού πήγε αυτός ο Κλεόνικος;» ρώτησε εν-θυμούμενη το όνομα που της είχε δώσει ο Δάος.

«Τι να σου πω, αν τον είχα ξαπλώσει στο στρώμα μου, δε νομίζω να έφευγε! Σε εμάς δεν έδινε ο αριστοκράτης καμία σημασία, φαίνε-ται ήμασταν πολύ λίγες για εκείνον, συνεχώς με το γιο του ασχολιό-ταν!» απάντησε ξεδιάντροπα η δούλα. «Ίσως ο Ζώπυρος, ο επιστάτης, που μένει στα πλίνθινα οικήματα στο κέντρο του χωριού μας, ξέρει κά-τι περισσότερο. Μπορείς να πεις πως ήταν φίλοι, αν και ο ίδιος είπε πως δε γνωρίζει τίποτα για τη φυγή του. Αλήθεια, γιατί τον ψάχνεις;»

Η Αλκιθόη δεν είχε μια ικανοποιητική απάντηση στην τελευταία ερώτηση, δε θα έστεκε όμως να απολογηθεί σε μια δούλα που, όπως φαίνεται, κοιμόταν με τον πρώτο τυχόντα! Έκανε μια αόριστη κίνη-ση με το χέρι, σαν να έλεγε "Πού να κάθομαι να σου εξηγώ τώρα..." και βγήκε έξω ζητώντας την κατοικία του Ζώπυρου.

Βρήκε το γέρο στην κλίνη του, σκεπασμένο με ένα χοντρό κλινο-σκέπασμα, να προσπαθεί να ανακουφιστεί από τους αφόρητους πό-νους που τον ταλαιπωρούσαν. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, όταν άλλα-ζε ο καιρός, δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του και χρειαζόταν τη βοήθεια όποιου καλοπροαίρετου δούλου ήταν διαθέσιμος. Η νεαρή, σεβόμενη την αδυναμία του, δεν μπήκε να τον αρπάξει απ' το λαιμό για να μάθει πού ήταν ο Λυσίμαχος, όπως είχε κάνει προηγουμένως. Πλησίασε το γέρο που βογκούσε σιγαλά και του μίλησε όσο πιο ήρε-μα της επέτρεπε η ψυχική της αναστάτωση.

«Με ακούτε, κύριε; Είστε ο Ζώπυρος;»

Digitized by @PriOri™

Page 225: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 225

Ο άντρας κατέβασε το κλινοσκέπασμα που σκέπαζε το πρόσωπο του, για να μη βλέπουν οι άνθρωποι το κατάντημά του, και έριξε μια ερευνητική ματιά στη νέα γυναίκα. Δεν μπορούσες να τη χαρακτηρί-σεις καλλονή, μα είχε κάτι που μπορούσε να προσελκύσει το ενδια-φέρον οποιουδήποτε άντρα. «Ποια ζητά να μάθει;»

«Ονομάζομαι Βερενίκη και αναζητώ έναν ιππέα του στρατού του βασιλιά, τον Κλεόνικο. Ρώτησα και μια δούλα σε κάποια καλύβα, μου απάντησε πως ίσως είσαι ο μόνος που γνωρίζει πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή.»

Η πρώτη παρόρμηση του Ζώπυρου ήταν να διώξει τη νεαρή με ένα ξερό "Δε γνωρίζω τίποτα!", η νεαρή όμως τον κοιτούσε λες και περί-μενε να ακούσει από τα χείλη του τις μεγάλες αλήθειες της ζωής και του θανάτου. Από διαίσθηση περισσότερο κατάλαβε πως δεν έπρεπε να τη διώξει έτσι απλά. Λες; συλλογίστηκε. Το μυαλό του πήγε κα-τευθείαν στη δούλα που ο φίλος του λάτρευε, δε βιάστηκε ωστόσο να παρασυρθεί από το μεγαλείο του Έρωτα· η καχυποψία ήταν απαραί-τητη σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς, οι Ρωμαίοι θα μεταχειρίζονταν κάθε μέσο για να εντοπίσουν το γιο του βασιλιά. Τα χαρακτηριστικά της νεαρής αυτής ταίριαζαν βέβαια με την περιγραφή που είχε κάνει ένα απόγευμα για τη δήθεν γυναίκα του ο ίλαρχος, μα δεν αποκλείε-ται οι κατακτητές ακόμα και να χρησιμοποιούσαν τη μικρή με απειλές και υποσχέσεις για να φτάσουν στο παιδί του βασιλιά.

«Ο άντρας που ζητάς έφυγε χωρίς να αφήσει κανένα ίχνος, εξάλ-λου γνωρίζω πως η γυναίκα του έχει πεθάνει και εκείνος αναζητού-σε μια καλύτερη τύχη με το γιο του. Εσύ για ποιο λόγο τον αναζητάς; Τι σχέση έχεις μαζί του;»

Η μικρή σκέφτηκε πως δεν υπήρχε λόγος να κρύβεται. Αν ο γέρος τούτος είχε φιλοξενήσει τον Λυσίμαχο και ήταν φίλος του, ίσως γνώ-ριζε το πραγματικό του όνομα. Είχε κουραστεί τόσο καιρό να κρύβε-ται πίσω από ένα ψεύτικο όνομα για το φόβο του Μενελάου και η απο-γοήτευσή της που δε βρήκε τον ίλαρχο ήταν μεγάλη· με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η περιπλάνηση που την είχε φέρει από τη μια άκρη της Μακεδονίας στην άλλη έπρεπε να τελειώνει. Εξαντλημένη και ηττη-μένη, κάθισε σε ένα χαμηλό σκίμποδα δίπλα στην κλίνη του γέρου.

Digitized by @PriOri™

Page 226: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

226 Γιώργος Μπουλακάκης

«Σου είπα ψέματα, δε με λένε Βερενίκη, Αλκιθόη είναι το όνομά μου. Για το παιδί που λες έμαθα απ' τον Δάο, δεν ξέρω με ποια το απέ-κτησε και ειλικρινά δε με νοιάζει. Είμαι μια απλή δούλα του κτήματος του, δραπέτευσα για να αποφύγω την ατίμωση και τον αναζητώ μήνες τώρα... ο άρχοντας είναι η μόνη αιτία που βρίσκομαι ακόμα στη ζωή. Κουράστηκα όμως να τον κυνηγώ, θα πρέπει να έχει σοβαρό λόγο να κρύβεται και εγώ σαν απλή θεραπαινίδα του έχω την υποχρέωση να σεβαστώ την επιθυμία του.» Έσκυψε το κεφάλι ενώ δύο χοντρά δά-κρυα κυλούσαν από τις κόγχες των ματιών της. «Η Ηγησιπύλη είχε δί-κιο...» άρχισε να μονολογεί ψιθυριστά, «ήταν από την αρχή μάταιο, ίσως απλώς δε με αγάπησε ποτέ...»

Ο Ζώπυρος είχε μάθει να μην εμπιστεύεται τα δάκρυα των γυναι-κών, ήξερε πως με τον τρόπο αυτό είχαν καταλυθεί βασίλεια και είχαν χαθεί περιουσίες. Δε σκόπευε να αποκαλύψει αμέσως το μυστικό του ίλαρχου, έπρεπε πρώτα να τη δοκιμάσει. Παράλληλα, δεν ήθελε να αφήσει και τη νεαρή μέσα στην αμφιβολία. «Το μόνο για το οποίο εί-μαι βέβαιος, κορίτσι μου, είναι, από όσα μου διηγήθηκε ο ίδιος, ότι σε αγαπούσε πολύ περισσότερο απ' όσο σε είχε αφήσει να καταλάβεις, όταν ζούσατε μαζί. Έχεις εντούτοις δίκιο, πράγματι έχει πολύ σοβαρό λόγο να κρύβεται απ' τους Ρωμαίους, γι' αυτό σε άφησε. Σου ορκίζο-μαι στο όνομα του μεγάλου Δία, συνεχώς έλεγε πόσο του λείπεις και πώς θα ήθελε να είχε μια δεύτερη ευκαιρία μαζί σου.» Και αμέσως συ-μπλήρωσε για να τονώσει με μια φιλοφρόνηση το ηθικό της, «Και τώ-ρα που σε βλέπω, δεν τον αδικώ, αν ήμουν είκοσι χρόνια νεότερος, θα έκανα τους δώδεκα άθλους του Ηρακλέους για να σε κερδίσω!»

Σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε το γέρο κατάματα, προσπαθώντας να καταλάβει αν της έλεγε αλήθεια. «Αν είναι έτσι όπως τα λες, γιατί δε γύρισε στη Βισαλτία να με πάρει μαζί του; Εγώ ήμουν πρόθυμη να τον ακολουθήσω όπου ήθελε, να μοιραστώ μαζί του όλες τις στερήσεις, όλους τους κινδύνους. Άφησα πίσω μου μητέρα και φίλους για να αρ-χίσω μια αναζήτηση που, όπως φαίνεται, είναι πιο μάταια και από το μαρτύριο του Ταντάλου! Πέρασα του λιναριού τα πάθη από τότε που έφυγα από το κτήμα του για να μην πέσω στα νύχια του γαμπρού του, βρήκα ένα ίχνος στη Θεσσαλονίκη, στήριξα όλες τις ελπίδες μου εκεί

Digitized by @PriOri™

Page 227: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 227

και τώρα... Πού κρύβεται; Ποιος τον καταδιώκει; Ποια είναι αυτή η τόσο σημαντική αποστολή για χάρη της οποίας με θυσίασε τόσο άσπλα-χνα;»

Ερωτήματα δίχως απάντηση, όσο ο Ζώπυρος δεν αποφάσιζε να λυτρώσει με την αλήθεια τη νεαρή γυναίκα. Εξακολουθούσε να κρα-τά τις επιφυλάξεις του, ο κοπετός της Αλκιθόης δεν έπρεπε να τον κάμψει.

«Πώς έμαθες για το Μέλαν Πεδίο; Ποιος σου είπε πως ο Λυσί-μαχος έχει περάσει από εδώ;»

Τα μάτια της Αλκιθόης άστραψαν. «Άρα ξέρεις πως τον κύριο τον λένε Λυσίμαχο! Σου είχε μιλήσει!» είπε και σηκώθηκε απότομα, σταυ-ρώνοντας αποφασιστικά τα χέρια στο στήθος της.

Η σκηνή διακόπηκε αναπάντεχα από ένα αγοράκι εφτά οχτώ χρο-νών, που μπήκε κρατώντας ένα πινάκιο με φακές και ψωμί που έστελ-νε στο γέρο επιστάτη η μητέρα του. Ο Ζώπυρος σηκώθηκε με πολύ κό-πο, χρειάστηκε να στηριχτεί στο ραβδί του για να σύρει τα βήματά του ως το τραπέζι και να καθίσει να φάει. Η συνήθως ευγενική Αλκιθόη, αδημονώντας για μια απάντηση, δε σκέφτηκε να τον βοηθήσει, απλώς κάθισε απέναντι και τον κοιτούσε εντατικά.

Ο γέρος έφαγε λίγο και έσπρωξε στη συνέχεια το πινάκιο στη γυ-ναίκα. «Δεν πεινώ άλλο, στην ηλικία μου δε χρειάζεται μεγάλη πο-σότητα για να χορτάσει κανείς. Φάε κι εσύ, τόση απόσταση έχεις δια-νύσει.» Η αλήθεια ήταν πως δεν άντεχε το πύρινο βλέμμα της νεαρής, η φανερή αγωνία της του έδενε κόμπο το στομάχι.

«Δεν ήρθα για ζητιανιά, ήρθα να μάθω πού είναι ο κύριός μου! Δεν μπορείς να κρυφτείς, το νιώθω, εσύ γνωρίζεις πού θα τον βρω. Αν δε μου απαντήσεις, θα αυτοκτονήσω εδώ, μέσα στην οικία σου! Έτσι κι αλλιώς δεν έχω να χάσω πια τίποτε άλλο εκτός απ' τη ζωή μου!» είπε και με μια κοφτή κίνηση τράβηξε το εγχειρίδιο της από τη ζώνη της.

Ο γέρος χαμογέλασε μ' αυτό το ειρωνικό, το τόσο αινιγματικό του μειδίαμα. «Πώς μπορώ να είμαι βέβαιος ότι είσαι η πραγματική Αλκι-θόη; Ακόμα κι αν είσαι, ποιος μπορεί να με βεβαιώσει πως δε δέχτη-κες να βοηθήσεις τους Ρωμαίους με την ανόητη ελπίδα να ξαναβρείς

Digitized by @PriOri™

Page 228: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

228 Γιώργος Μπουλακάκης

τον Λυσίμαχο; Πρέπει να γνωρίζεις πως, αν οδηγήσεις τους λεγεω-νάριους στον ίλαρχο, εκείνος θα προτιμήσει να πεθάνει παρά να εγκα-ταλείψει το καθήκον του. Ακόμα κι αν δε σκοτωθεί, θα σε μισεί όσο αναπνέει! Πίστεψέ με, αν πρόκειται να κάνεις κάτι τέτοιο, καλύτερα να τον ξεχάσεις, να βρεις άλλον άντρα! Αν θες, φώναξε τους στρα-τιώτες να με βασανίσουν, να με σκοτώσουν, να με πασσαλώσουν, από εμένα όμως δεν πρόκειται να μάθεις το παραμικρό. Όπως βλέπεις, κι εγώ μόνο τη ζωή μου έχω να χάσω, και, αντίθετα μ' εσένα, στη δι-κή μου περίπτωση μάλλον θα πρόκειται για απαλλαγή από περιττό βάρος» απάντησε και γέλασε με έναν τρόπο που στ' αυτιά της μικρής ακούστηκε τσιριχτός, απαίσιος.

Η απορία που ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο της νεαρής μ' αυτά τα τελευταία λόγια ήταν παραπάνω από έκδηλη. «Δε σε καταλαβαίνω... Τρόπο να σου αποδείξω πως είμαι η πραγματική Αλκιθόη δεν έχω. Αυτά που λες για τους στρατιώτες δεν τα ξέρω, δεν έχω μιλήσει ποτέ στη ζωή μου σε Ρωμαίο και αν ήθελαν να βρουν τον κύριο, έχουν πο-λύ καλύτερες μεθόδους από το να στείλουν μια απλοϊκή δούλα χωρίς πολύ μυαλό να τον ανακαλύψει. Δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο από το να ορκιστώ στο όνομα της μεγάλης μητέρας της ζωής, της Ίσιδος, στη ζωή της δικής μου μητέρας που εγκατέλειψα δίχως δεύτερη σκέ-ψη, στη σκιά του πατέρα μου, στη ζωή μου την ίδια!» είπε πέφτοντας στα γόνατα και ικετεύοντας τον Ζώπυρο να τη λυπηθεί και να τη στεί-λει στον Λυσίμαχο.

«Ακόμα δε μου είπες πώς έφτασες ως εδώ» απάντησε ακλόνητος στην απόφασή του ο επιστάτης που σηκώθηκε με πολλή προσπάθεια και γύρισε στην κλίνη του. Εξακολουθούσε να πιστεύει ακράδαντα τη νουθεσία του το τελευταίο εκείνο βράδυ με τον Λυσίμαχο, πως μπρο-στά στην έστω και μηδαμινή πιθανότητα να μπει σε κίνδυνο η απο-στολή του, όλα τα υπόλοιπα, γυναίκα, περιουσία και προσωπική τιμή, δεν είχαν σημασία. Παρά το κυνικό του χαρακτήρα του, αγαπούσε την πατρίδα του· όσο και αν η ζωή η δική του και των υπόλοιπων κατοί-κων του Μέλανος Πεδίου δεν είχε αλλάξει σε τίποτα, η ταπείνωση της

Digitized by @PriOri™

Page 229: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 229

ήττας και της κατάκτησης έτσουζε... Η ιδέα της επιστροφής του μικρού στο θρόνο του πατέρα του, μιας νέας άνθησης για το βασίλειο της Μα-κεδονίας, ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη στο γέρο και ας μην προλάβαινε να τη ζήσει ο ίδιος!

Η νεαρή κατάλαβε πως δε θα έκαμπτε εύκολα την αντίσταση του άντρα· για λόγους που δεν καταλάβαινε ακόμα, έπρεπε να προσπα-θήσει πολύ να κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Κάθισε ξανά δίπλα στον ξαπλωμένο άντρα και άρχισε να του εξιστορεί πώς δραπέτευσε από τη Βισαλτία ένα μήνα μετά τη μάχη, τη ζωή της στη Θεσσαλονίκη, το βιασμό της και το φόνο του Πολυδεύκη, τέλος τη μοιραία συνάντηση με τον Δάο που την έφερε στην Εορδαία.

«Ο Δάος, που λες πως σε έστειλε εδώ, πώς έμοιαζε; Μπορείς να τον περιγράψεις;»

«Μελαχρινός, κανονικός στο ύψος, μάλλον άσχημος, είχε αφήσει και γενειάδα στο λιμάνι, αλλά όχι κάτι εντυπωσιακό, δέκα τρίχες σκόρ-πιες στο πρόσωπο... Τι να σου πω, δε με εντυπωσίασε, δεν είχε κάτι το αξιομνημόνευτο, λεπτός, καστανά μάτια, ένας συνηθισμένος νεα-ρός ήταν όπως χιλιάδες άλλοι!»

«Ναι, αυτός είναι...» είπε σκεφτικός ο Ζώπυρος. «Ωστόσο θα σου επαναλάβω, δεν πρέπει να πας κοντά στον Λυσίμαχο, υπάρχει πολύ σημαντικός λόγος για τον οποίο δεν μπορώ να σου αποκαλύψω το κα-ταφύγιό του! Είσαι νέα ακόμα, θα έρθει η στιγμή που θα αγαπήσεις ξανά, ξέχνα τον κύριό σου! Μπορείς να μείνεις στην κατοικία μου για μερικές μέρες, μέχρι να αποφασίσεις τι θα πράξεις. Άφησε τα πράγ-ματά σου στην κλίνη απέναντι και ξάπλωσε να κλείσεις τα μάτια σου, φαίνεσαι εξοντωμένη από την πεζοπορία.» Ο γέρος είχε αποφασίσει να περιμένει μέχρι την τελευταία στιγμή, να εξωθήσει τη νεαρή στα όρια της υπομονής της πριν τη στείλει στον ίλαρχο. Θα περίμενε μέ-χρι η γυναίκα να φύγει από το Μέλαν Πεδίο. Αν ως τη στιγμή εκείνη δεν είχε φέρει τους Ρωμαίους, θα ήταν μάλλον ασφαλές να της πει την αλήθεια. Είχε συνυπολογίσει ακόμα και το ενδεχόμενο η μικρή να αυτοκτονήσει πάνω στην απελπισία της. Αν δεν την προλάβαινε, ο άσκοπος θάνατος της θα βάραινε τη συνείδηση του για όσα χρόνια

Digitized by @PriOri™

Page 230: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

230 Γιώργος Μπουλακάκης

του έμεναν στο φως του ήλιου, ήταν όμως μια θυσία ασήμαντη μπρο-στά στην επιδίωξη του Περσέα, συλλογίστηκε με σκληρότητα. Αρκεί ο Λυσίμαχος να μη μάθαινε ποτέ τίποτα, ένας τέτοιος θάνατος θα του στερούσε κάθε δύναμη και επιθυμία για ζωή!

Ήταν πλέον ολοφάνερο στη δούλα πως ο γέρος εκείνος γνώριζε πού ακριβώς έπρεπε να αναζητήσει τον άντρα της, μα ήταν αποφασι-σμένος να μην αποκαλύψει το μυστικό. Στάθηκε εξαγριωμένη πάνω απ' το κεφάλι του και βάζοντας τα χέρια στη μέση, κίνηση που συνή-θιζε όποτε θύμωνε, τον ρώτησε «Τι κακό σου έκανα εγώ ή ο κύριός μου και, αφού λες ότι με αγαπά και αυτός, μας εκδικείσαι και τους δύο τόσο σκληρά;» Και αμέσως μετά, με μια απότομη μεταβολή της διά-θεσής της, έπεσε στα γόνατα και τον παρακάλεσε με δάκρυα «Λυπή-σου με, τόσα βάσανα, τόσα δάκρυα να πάνε χαμένα; Στο όνομα των θεών, σε εξορκίζω στη ζωή των δικών σου, δείξε έλεος!»

Ο Ζώπυρος, ασυγκίνητος, εξακολούθησε να την κοιτά με γυάλινο βλέμμα. Η θέρμη της παράκλησης της λίγο έλειψε να τον λυγίσει, διαρ-κώς όμως αναλογιζόταν το μέγεθος της δικής του ευθύνης, το χρέος που και ο ίδιος είχε τώρα απέναντι στο βασιλιά του.

Έμειναν αμίλητοι, μαρμαρωμένοι στην ίδια θέση. Η Αλκιθόη προ-σπαθούσε να μαντέψει τι συνέβαινε στο μυαλό του άντρα, ο νους της δε χώραγε τέτοια επιμονή. Αναγκάστηκε να ομολογήσει στον εαυτό της πως δε θα μάθαινε τίποτα από τον παράξενο αυτό γέρο. Χωρίς να πει λέξη, έκανε μεταβολή να απομακρυνθεί.

Τη φώναξε να μείνει μαζί του, μα εκείνη δεν μπορούσε να ανα-πνεύσει μέσα στο πλίνθινο κτίριο - η παρουσία του Ζώπυρου και η αγανάκτηση την έπνιγαν. Ο γέρος σηκώθηκε πάλι από την κλίνη του με κόπο και βγήκε ως τη θύρα να την παρακολουθήσει, μη τυχόν και φύγει. Μόνο όταν εκείνη μπήκε σε ένα ετοιμόρροπο καλύβι, επέστρεψε κι εκείνος στην κλίνη του.

* * * * * * *

Η Αλκιθόη δεν ήταν από τις γυναίκες εκείνες που υποτάσσονται εύκολα στη μοίρα τους. Τέσσερις μέρες που έμεινε στο Μέλαν Πεδίο,

Digitized by @PriOri™

Page 231: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 231

δεν άφησε άντρα, γυναίκα ή παιδί χωρίς να ρωτήσει πού μπορούσε να βρει τον υψηλόσωμο αξιωματικό που τους είχε φέρει από το δά-σος πίσω στο κτήμα τις δραματικές εκείνες μέρες του καλοκαιριού. Η μικρή δεν κουράστηκε να ακούει διαρκώς αρνητικές απαντήσεις· οι περισσότεροι την παρέπεμπαν στον Ζώπυρο, εκείνος ήταν ο μόνος που γνώριζε.

Μόλις την τέταρτη μέρα το πρωί η Αλκιθόη πέρασε ξανά το κατώ-φλι της κατοικίας του γέρου, ελπίζοντας τα δάκρυα και οι ικεσίες της να τον πείσουν να τη στείλει στον ίλαρχο. Εκείνος στάθηκε τόσο άκα-μπτος όσο και την πρώτη μέρα, απλώς τη ρώτησε τι σκοπεύει να κάνει τώρα.

«Θα φύγω ξανά, αρχίζοντας να τον αναζητώ, τι άλλο μου μένει να κάνω; Αν ήθελα να κοιμάμαι με άλλον άντρα, μπορούσα να μείνω στη Βισαλτία και να γίνω παλλακίδα του γαμπρού του κυρίου. Να μην τα-λαιπωρηθώ, να μην πεινάσω, να μην υποφέρω για χάρη του! Να μεί-νω εδώ δεν υπάρχει περίπτωση, δε θέλω να συγχρωτίζομαι μαζί σου. Κακό θάνατο να 'χεις!» τον καταράστηκε και ξεκίνησε.

Ούτε ήξερε πού θα πήγαινε· ήταν τόση η σύγχυσή της, που ήθελε να φύγει από το σιχαμερό αυτό χωριό όσο νωρίτερα γινόταν. Δεν εί-δε το πονηρό χαμόγελο του Ζώπυρου που είχε ήδη σκαρφιστεί ένα τέχνασμα. Δεν ήταν τόσο άκαρδος, ώστε να αφήσει την Αλκιθόη να περιπλανιέται στις ερημιές, το χρωστούσε στο φίλο του.

Μόλις η μικρή απομακρύνθηκε περίπου ένα στάδιο από την οικία του, έβαλε μια φωνή και κάλεσε τη Μελανίππη, μια γυναίκα που συ-μπαθούσε και εμπιστευόταν. Της υποσχέθηκε το μοναδικό του περι-ουσιακό στοιχείο, ένα χρυσό δαχτυλίδι, και της ζήτησε να ακολουθή-σει την Αλκιθόη, προφασιζόμενη πως θέλει κι εκείνη να το σκάσει από τη γη αυτή. Την επομένη το πρωί έπρεπε να τη φέρει πίσω, λέγοντάς της πως ο Ζώπυρος θέλει να φανερώσει την αλήθεια για τον άντρα της·

αυτό θα αρκούσε. Της τόνισε πως την ίδια μέρα δεν έπρεπε να πει το παραμικρό, το επόμενο πρωινό θα την έφερνε πίσω. Ο γέρος δεν ήθε-λε να στείλει άντρα με την Αλκιθόη, φοβήθηκε μήπως συμβεί κάτι ανάρ-μοστο, αν και του φαινόταν κάπως γελοία, όπως σε όλους τους αν-θρώπους του καιρού του, η ιδέα μιας δούλας με τιμή και αιδημοσύνη!

Digitized by @PriOri™

Page 232: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

232 Γιώργος Μπουλακάκης

Η Μελανίππη πάλι ήταν ξύπνια και δε ρώτησε λεπτομέρειες, αρκού-σε το λαμπερό χρυσό κόσμημα που θα έκανε όλες τις άλλες γυναίκες στον οικισμό να σκάσουν από τη ζήλια τους. Ο Ζώπυρος είχε μαντέ-ψει σωστά, η γυναικεία φιλαρέσκεια και ματαιοδοξία είναι απύθμε-νες σαν τον πίθο των Δαναΐδων! Η Μελανίππη παράτησε την οικο-γένειά της και άρχισε να τρέχει ξοπίσω από τη γυναίκα φωνάζοντάς της να περιμένει. Ο Ζώπυρος πάλι βολεύτηκε στο στρώμα του, περι-μένοντας την επόμενη μέρα.

Είχε ήδη φτάσει το μεσημέρι της επομένης, όταν άκουσε θόρυβο, ασφαλές σημάδι πως οι δύο γυναίκες είχαν επιστρέψει. Παρά τους πό-νους του, σηκώθηκε από την κλίνη και ετοιμάστηκε να τις υποδεχτεί όρθιος. Μα τον Δία, αυτή ήταν μια στιγμή που άξιζε να θυμάται κα-νείς! Όταν η Αλκιθόη εισέβαλε ορμητικά ακολουθούμενη από την ξέ-πνοη από το τρέξιμο Μελανίππη, ήταν εκεί στημένος σαν άρχοντας του παλιού καιρού, με αυτή την υποψία μειδιάματος στην άκρη των χειλιών. Η νεαρή ερωμένη του Λυσίμαχου δεν ήξερε αν ήθελε να πέ-σει στα πόδια του και να τον προσκυνήσει ή να τον ραπίσει για το άσκο-πο παιχνίδι των τελευταίων ημερών! Ο γέρος της έγνεψε να καθίσει και έδωσε στη Μελανίππη το δαχτυλίδι, δώρο πολύτιμο για τις υπη-ρεσίες της. Πριν τη διώξει ωστόσο, ρώτησε για τους διάλογους της με την Αλκιθόη την προηγούμενη.

«Τίποτα σπουδαίο, σε καταριότανε συνεχώς και κατηγορούσε τον εαυτό της γιατί δε σου έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό! Είπε πως, αν γνώ-ριζε τους Ρωμαίους, οπωσδήποτε θα τους έστελνε να σε σκοτώσουν για το κακό που της έκανες!»

«Καλώς. Πήγαινε τώρα στα παιδιά σου, αυτό το μικρό έκλαιγε όλη νύχτα, δε μας άφησε να κλείσουμε μάτι! Εμπρός, έξω!» της είπε περι-παικτικά και την έδιωξε. «Μα τον Δία, είναι απίστευτο το τι είστε ικα-νές να κάνετε εσείς οι γυναίκες για ένα στολίδι, τούτη η Μελανίππη ούτε τα παιδιά της δεν υπολόγισε!» συμπλήρωσε στρεφόμενος στην Αλκιθόη. «Ελπίζω να μην άφησες και εσύ πίσω σου τα παιδιά του φίλου μου κυνηγώντας φαντάσματα!» Δεν έδωσε συνέχεια, ο τρόπος με τον οποίο τον κοίταγε η Αλκιθόη δεν του άφηνε περιθώριο να αστειευτεί

Digitized by @PriOri™

Page 233: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 233

άλλο. Την έστειλε να βεβαιωθεί πως κανείς δεν τους κρυφάκουγε και μετά από λίγες στιγμές σιωπής σταύρωσε τα χέρια πάνω στο τραπέζι, στήριξε το κεφάλι πάνω τους και άρχισε να μιλά χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά. «Όλες οι κατάρες που μου έριξες θα γυρίσουν πάνω σου, αν τολμήσεις ποτέ να προδώσεις τον Λυσίμαχο στους Ρωμαίους! Θα φύγεις από εδώ αύριο το πρωί και θα πας δυτικά. Θα περπατήσεις μέ-χρι να φτάσεις στο Κέλετρο, μια πόλη δίπλα σε μια λίμνη. Εκεί θα ζη-τήσεις τον Αμφοτερό, είναι γαμπρός μου και μόνο σε εκείνον θα πεις πως ζητάς τον Κλεόνικο. Θα του πεις πως σε στέλνω εγώ και, για να το επιβεβαιώσεις, θα κρατάς... τι να σου δώσω τώρα... πάρε αυτό το σεντόνι, το είχε υφάνει στον ιστό της η κόρη μου όταν ήταν παιδί, δώ-σε να το αναγνωρίσει εκείνη, οπωσδήποτε θα το θυμάται. Δεν πρέπει να έχουν μάθει το πραγματικό όνομα και την ιστορία του Λυσίμαχου, εκτός και αν ο άντρας σου είναι ο πιο ηλίθιος άνθρωπος στη Μακε-δονία, που δεν είναι! Όλοι ξέρουν πως η γυναίκα του έχει πεθάνει, γί αυτό πρέπει να σκεφτείς κάτι άλλο, πες πως είσαι αδελφή του ή ανι-ψιά του και τον γυρεύεις από την Ελιμιώτιδα, πως είναι ανάγκη να τον συναντήσεις. Εκείνος θα σε οδηγήσει στα βουνά που κρύβεται.»

«Επιτέλους, γέρο, τώρα μπορώ να σε ευχαριστήσω, και ορκίζομαι οι θεοί να με τιμωρήσουν με την πιο σκληρή τιμωρία σ' αυτόν τον κό-σμο και τον άλλον, αν προδώσω τον κύριό μου! Νόμιζα πως ποτέ δε θα μου φανέρωνες το μυστικό, το τέχνασμα που μεταχειρίστηκες ήταν πολύ επώδυνο. Και μου κάνει μεγάλη εντύπωση που δε δίστασες να θυσιάσεις το δαχτυλίδι σου για να στήσεις ολόκληρη πλεκτάνη. Ειλι-κρινά, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί τόσος φόβος. Τι κρύβει ο κύριος και φοβάται τους Ρωμαίους; Και με ποια γυναίκα έχει κάνει το παιδί και το προσέχει έτσι; Η Μελανίππη μου έλεγε χτες ότι ποτέ δε γνώρι-σε τόσο στοργικό πατέρα!»

«Αυτά θα σου τα φανερώσει αν θέλει ο ίδιος, εκείνο που μπορώ να σου πω εγώ είναι πως η μόνη γυναίκα με την οποία θα ήθελε να αποκτήσει γιο είσαι εσύ. Και όσο για το δαχτυλίδι, ένας απλός κρί-κος που γυαλίζει είναι! Θα το χάριζα σε εσένα, μα κάπως έπρεπε να δελεάσω τη Μελανίππη για να σε ακολουθήσει.»

Digitized by @PriOri™

Page 234: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

234 Γιώργος Μπουλακάκης

Η Αλκιθόη έδειξε να μην καταλαβαίνει τα αινιγματικά αυτά λόγια του Ζώπυρου, πώς θα μπορούσε άλλωστε; Ευχαρίστησε ξανά το γέρο, ίσως όχι τόσο θερμά όσο του άξιζε, όμως πολύ την είχε παιδέψει. Έχω-σε το σεντόνι στο γυλιό της, κοντοστάθηκε μια στιγμή και έκανε ένα βήμα να ξεκινήσει, μα ο άντρας τη σταμάτησε αρπάζοντας το χέρι της.

«Αν νομίζεις πως θα σε αφήσω να φύγεις σήμερα, πλανάσαι. Θα μείνεις εδώ, θα πάρουμε ένα καλό δείπνο, θα κοιμηθείς σε μαλακό στρώμα να ξεκουραστείς και αύριο το πρωί θα σηκωθείς πριν το πρώ-το φως του ήλιου. Τρέχατε όλη μέρα σήμερα, χρειάζεσαι οπωσδήπο-τε έναν καλό ύπνο να μαζέψεις δυνάμεις. Δε θέλεις να μάθεις όλα εκεί-να τα ωραία που μου έλεγε ο Λυσίμαχος για σένα;»

Η δούλα στάθηκε δίβουλη, δεν μπορούσε όμως να αρνηθεί την προσφορά του γέροντα. «Και αύριο μέρα είναι, έτσι; Μια μέρα κα-θυστέρησης δε θα με βλάψει!» παρατήρησε και άρχιζε να ετοιμάζει το τραπέζι με ό,τι βρήκε πρόχειρο στο γυλιό και την αποθήκη.

«Νομίζω ότι πρέπει να το βρέξουμε, μέσα στην αποθήκη πρέπει να υπάρχει ακόμα κρασί από εκείνο που τίμησε και ο Λυσίμαχος» εί-πε ο Ζώπυρος εύθυμα. «Βάλε να πιεις κι εσύ, δεν πειράζει που είσαι γυναίκα, θα κοιμηθείς πιο γλυκά το βράδυ!»

* * * * * * *

Ο μικρός Φίλιππος έπαιζε με δύο ζωάκια που είχε σκαλίσει σε ξύ-λο πεύκου ο Λυσίμαχος, ενώ ο γίγαντας καθόταν άπραγος σε μια με-γάλη πέτρα παρατηρώντας το ποίμνιο του, με τον μικρό πάντα στο οπτικό του πεδίο. Ο νους του πέταγε μακριά· ο ίλαρχος, αν και δε θα επέτρεπε ποτέ και σε κανέναν να το αντιληφθεί, πάντα ήταν ονειρο-πόλος, σχεδόν φαντασιοκόπος, και η απεραντοσύνη των βουνών ήταν εύφορο έδαφος για την καλλιέργεια ψευδαισθήσεων. Προσπαθούσε να μη βασανίζει τον εαυτό του με το παρελθόν, προτιμούσε να ονει-ρεύεται το μέλλον του νεαρού Φίλιππου, την εξέγερση που θα έκαι-γε απ' άκρη σ' άκρη τη Μακεδονία και επιτέλους την ταπείνωση της ρωμαϊκής ισχύος! Το άλλο που τον απασχολούσε ήταν το όνομα με το

Digitized by @PriOri™

Page 235: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 235

οποίο έπρεπε να αρχίσει να προσφωνεί το μικρό. Το όνομα που είχε δώσει ο Περσέας ήταν επικίνδυνο, ίσως οι εχθροί τους μυρίζονταν κάτι ακούγοντας για κάποιο νήπιο Φίλιππο. Είχε σκεφτεί διάφορα, μα δεν είχε καταλήξει.

«Ηρακλή, ε, Ηρακλή, πού κρύβεσαι;» άκουσε από την κατεύθυν-ση της καλύβας τη γνώριμη φωνή του Λίχα, του δούλου του Αμφοτε-ρού, που του ανέβαζε ψωμί και κρεμμύδια.

Δεν τον περίμενε τόσο σύντομα, μα δεν ήταν και παράδοξο που ήρθε. Αφησε τα πρόβατα να βόσκουν ήσυχα, άρπαξε το παιδί που γε-λούσε χαρούμενα, το έβαλε να καθίσει στους ώμους του και κίνησε για την καλύβα που έκρυβε μια συστάδα από οξιές.

«Λίχα, δε σε περίμενα από τώρα! Ευτυχώς που ήρθες, τα σκόρδα έχουν τελειώσει!» φώναξε βροντερά με περιπαικτική διάθεση χωρίς να τον βλέπει ακόμα.

«Έλα, έλα να δεις ποιον σου έφερα, άρχοντα των βουνών! Για τα σκόρδα θα περιμένεις μερικές μέρες!» απάντησε εύθυμα ο άντρας προβάλλοντας πίσω από το φτωχικό κτίριο. «Σε βρήκε η ανιψιά σου, μήνες σε έψαχνε το κακόμοιρο το κορίτσι!»

Μα τον Δία, ποια ανιψιά μου; Κοντοστάθηκε έκπληκτος μια στιγμή ο γίγαντας και ύστερα τάχυνε το βήμα του γεμάτος περιέργεια. Για μια στιγμή φοβήθηκε κάποια παγίδα και άδραξε μηχανικά το ξίφος του.

Μόλις είδε την Αλκιθόη μπροστά του ξαφνικά, αδυνατισμένη μα πάντα όμορφη, να ακτινοβολεί γελαστή, μαρμάρωσε. Αυτό είναι, έφτα-σε το τέλος μου, συλλογίστηκε, τώρα θα στείλει ο Δίας τον κεραυνό του να με κάψει. Ακούμπησε προσεκτικά το παιδί στο έδαφος, φο-βούμενος μην γκρεμιστεί σαν δρυς από τη μια στιγμή στην άλλη, και προχώρησε με αργό βήμα, προσπαθώντας να καταλάβει αν ονειρεύ-εται ή κάποιος σκληρός δαίμονας αποφάσισε να παίξει μαζί του. Μή-πως ο Ευριπίδης δεν είχε διηγηθεί μια άλλη ιστορία της Ελένης, πως ο Πάρις μαζί του στην Τροία δεν είχε πάρει πραγματικά τη γυναίκα του Μενέλαου, αλλά ένα φάντασμα καμωμένο από σύννεφο, ενώ η πραγματική Ελένη ήταν στην Αίγυπτο*; Ο Δίας δεν είχε δώσει τη μορφή

* Έτσι διηγείται την ιστορία της ηρωίδας ο τραγικός ποιητής στην ομώνυμη τραγωδία.

Digitized by @PriOri™

Page 236: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

236 Γιώργος Μπουλακάκης

της Ήρας σε ένα άλλο σύννεφο για να ξεγελάσει τον Ιξίονα, που με-τά καταδικάστηκε σε αιώνια τιμωρία*;

Δεν πρόλαβε να σκεφτεί άλλο· η Αλκιθόη ανυπόμονα, χοροπηδώ-ντας σαν ζαρκάδι, όρμησε να χωθεί στο στέρνο του. «Επιτέλους, θείε μου, σε βρήκα!» φώναξε και κρεμάστηκε στο λαιμό του ψιθυρίζοντας, «Μη λες τίποτα, θα σου εξηγήσω όταν φύγει αυτός, άρχοντά μου!»

«Πολύ αγαπημένη οικογένεια είστε!» παρατήρησε ο Λίχας με φι-λοπαίγμονα διάθεση. «Πάντως, διόλου δε σου μοιάζει, τούτη είναι πανέμορφη, Ηρακλή! Αν ήμουν απελεύθερος*, θα σου τη ζητούσα σε γάμο· όπως ερχόμασταν από το Κέλετρο, συνεχώς επαναλάμβανε πως τώρα που οι γονείς της πέθαναν, είσαι ο μόνος προστάτης που έχει. Τώρα όμως πρέπει να σας αφήσω, θα έχετε πολλά να πείτε, έχω άλ-λες δουλειές στην πόλη» συμπλήρωσε πιο σοβαρός και έκανε μετα-βολή για να απομακρυνθεί. «Τα σκόρδα σε δέκα μέρες!» φώναξε και τους αποχαιρέτησε κουνώντας το χέρι.

Ο Λυσίμαχος εδώ και μήνες, στις πιο τρελές φαντασιώσεις του, ονειρευόταν το απίθανο, τη στιγμή που θα έσφιγγε τη μικρή δούλα ξα-νά στην αγκαλιά του. Τώρα που είχε έρθει πραγματικά η στιγμή αυτή, είχε κυριολεκτικά καταπιεί τη γλώσσα του και τα χέρια του κρέμονταν παράλυτα από τους ώμους. Ελάχιστες λέξεις κατάφερε να αρθρώσει. «Μα... πώς... εσύ εδώ;»

Στεκόταν αποβλακωμένος, ενώ την ίδια ώρα η Αλκιθόη είχε πά-ρει το χέρι του στα δικά της και το φιλούσε με τα μάτια δακρυσμένα. «Κύριέ μου, κύριέ μου!» μονολογούσε, επιτέλους απόλυτα ευτυχι-σμένη μετά από μήνες αναζήτησης και αμφιβολιών.

«Πρέπει να γυρίσουμε στα πρόβατα... πρέπει να τα προσέχω, αυ-τή είναι η δουλειά μου...» ήταν το πιο έξυπνο πράγμα που βρήκε να πει ο αποσβολωμένος Λυσίμαχος. «Ακολούθα με, δεν είναι μακριά!» της είπε ξερά, σηκώνοντας ξανά το παιδί από κάτω.

* Στο μύθο αυτό ο βασιλιάς των Λαπίθων Ιξίων πόθησε σφοδρά την Ήρα, και ο Δίας που το αντιλήφθηκε έστειλε κοντά του ένα φάντασμα από νέφη. 'Οταν ο Ιξίων ενώθηκε μαζί του, ο Δίας τον τιμώρησε γκρεμίζοντάς τον στα Τάρταρα όπου βασανίζεται αιώνια δεμένος και περι-στρεφόμενος σε έναν τροχό. Από την ένωση του Ιξίονα με το νέφος γεννήθηκε ο Κένταυρος. * Οι δούλοι είχαν το δικαίωμα να εξαγοράσουν την ελευθερία τους. Ενίοτε οι κύριοι τους ελευ-θέρωναν με δική τους θέληση. Τότε οι άνθρωποι αυτοί ονομάζονταν απελεύθεροι.

Digitized by @PriOri™

Page 237: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων

Η Αλκιθόη, που περίμενε πιο θερμή υποδοχή, τον ακολούθησε φο-βισμένη, παγωμένη από την αντίδρασή του.

Κάθισαν κάτω από ένα έλατο, απέναντι από το λειμώνα με τα πρό-βατα. Ο ίλαρχος δεν άφησε το νήπιο από τα χέρια του, παρ' όλο που εκείνο δυσανασχετούσε, σαν να φοβόταν πως η δούλα θα το αρπάξει και θα εξαφανιστεί. Την έβαλε να καθίσει απέναντι του και οι ερω-τήσεις που τον βασάνιζαν ξεχύθηκαν σαν χείμαρρος.

«Πώς με βρήκες εδώ πάνω; Σε έχει βοηθήσει κανείς;» Αυτό που τον φόβιζε περισσότερο από καθετί ήταν η ευκολία με την οποία οδή-γησαν οι άνθρωποι του Αμφοτερού τη μικρή στο κρησφύγετό του.

«Ο Ζώπυρος με έστειλε εδώ να ζητήσω τον Αμφοτερό.» Του διη-γήθηκε όσο πιο σύντομα μπορούσε το τέχνασμα του Ζώπυρου, τον τρόπο με τον οποίο αρχικά την έδιωξε, το σεντόνι που της είχε δώσει για να πείσει τον Αμφοτερό πως πραγματικά ερχόταν εκ μέρους του.

Ο άντρας τη διέκοπτε με συνεχείς ερωτήσεις, μα στο τέλος στο πρόσωπο του Λυσίμαχου ανέτειλε το γνώριμο αυτό χαμόγελο που τό-σο αγαπούσε, και η καρδιά της αγαλλίασε.

«Το γερο-τραγογένη, όλα τα είχε υπολογίσει, φοβήθηκα πως φύ-ρανε το μυαλό του και άρχισε να μιλά για μένα σε όποιον τύχει!»

«Κι εγώ για σένα είμαι μια τυχαία, άρχοντά μου; Καταλαβαίνω πως η μητέρα του γιου σου σημαίνει πολλά για σένα, πίστευα όμως πως κά-τι ήμουν κι εγώ!» απάντησε με παράπονο αλλά και περισσό θράσος η Αλκιθόη. Η δίχως δική της βούληση δούλα που είχε αφήσει στη Βι-σαλτία ο ίλαρχος δεν υπήρχε πια, τη θέση της είχε πάρει μια αποφα-σιστική γυναίκα που χαλύβδωσαν οι περιπέτειες των τελευταίων μη-νών, που διεκδικούσε τον έρωτά του με πάθος.

Ο Λυσίμαχος θέλησε να παίξει λίγο μαζί της, μα σκέφτηκε πόσο πρέπει να είχε υποφέρει η μικρή για να τον εντοπίσει και δεν την παί-δεψε. «Η μόνη γυναίκα από την οποία ίσως κάποτε αποκτήσω παιδιά είσαι εσύ, κόρη του Ίστρου» επανέλαβε τα λόγια του Ζώπυρου ο γί-γαντας. «Και όσο για τούτον εδώ» συμπλήρωσε και στράφηκε στον Φί-λιππο, «δεν είναι δικός μου, ανέλαβα να προσέχω το παιδί ενός παλιού φίλου και συστρατιώτη. Θα σου εξηγήσω κάποια άλλη μέρα. Μα δεν είναι τώρα η στιγμή για λόγια» είπε με λάγνο βλέμμα και επιτέλους την

237

Digitized by @PriOri™

Page 238: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

238 Γιώργος Μπουλακάκης

πήρε στην αγκαλιά του. «Αν ήξερες πώς σε ζητούσα τις νύχτες όλους αυτούς τους μήνες, θα δάκρυζες από οίκτο.» Την έσφιξε στα χέρια του, τραβώντας το χιτώνα της και δαγκώνοντας με λύσσα τους αλαβάστρι-νους ώμους και το λευκό στήθος της.

«Άρχοντά μου...» απάντησε εκείνη παθητικά και αφέθηκε με τα μάτια κλειστά από ηδονή στην αγκαλιά του.

Οι δύο εραστές έσμιξαν κάτω από το έλατο, με τη συμπιεσμένη απελπισία ενός μακροχρόνιου χωρισμού, με τη θέρμη και τη γλύκα της απρόσμενης συνάντησης. Ο Φίλιππος έπαιζε με τα χώματα παραπέ-ρα, για πρώτη φορά τους τελευταίους μήνες μακριά από την άγρυπνη επιτήρηση του Λυσίμαχου που είχε χαθεί στο γαλανό των ματιών της Αλκιθόης.

Digitized by @PriOri™

Page 239: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Τα πάντα στη Μακεδονία είχαν ρυθμιστεί, όταν ο Αιμίλιος Παύ-λος κινητοποίησε το στρατό του, στα τέλη του Δαισίου, για την πολυ-πόθητη επιστροφή στην Ιταλία. Οι βασιλόφρονες Μακεδόνες ευγε-νείς είχαν ήδη αποσταλεί στη Ρώμη, οι συνοριακές φρουρές και οι μι-κρές δυνάμεις που θα τηρούσαν την τάξη εντός των ορίων των Μερί-δων είχαν αρχίσει να συγκροτούνται, ενώ οι διαδικασίες για την εκλο-γή των αρχόντων και των βουλευτών από τους έχοντες δικαίωμα ψή-φου είχαν δρομολογηθεί. Είχε πάρει περισσότερο καιρό από όσο πε-ρίμενε ο ανθύπατος μετά το πέρας του συνεδρίου· η επιβολή της τά-ξης στους απείθαρχους Έλληνες αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση. Τε-λικά οι ρωμαϊκές δυνάμεις που φρουρούσαν τις ανατολικές επαρχίες συγκεντρώθηκαν στην Αμφίπολη και άρχισαν να κινούνται δυτικά. Στην πορεία έσπευδαν να ενωθούν μαζί τους οι φρουρές των πόλεων που συναντούσαν. Δύο μήνες σχεδόν μετά τη διάβαση του Βερμίου από την Αλκιθόη, ο νικηφόρος στρατός, αφού διέσχισε το ίδιο ορεινό πέρασμα, την Άνω Μακεδονία και την Πίνδο ήρθε και στρατοπέδευ-σε στην περιοχή του Πασσαρώνα*, όπου ο ανθύπατος περίμενε και τις δυνάμεις του Ανίκιου Γάλλου. 'Οταν ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα

* Πόλη της Ηπείρου, νοτιοδυτικά των σημερινών Ιωαννίνων, χτισμένη στις όχθες του Θύαμη (σημερινού Καλαμά).

Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο

Digitized by @PriOri™

Page 240: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

240 Γιώργος Μπουλακάκης

συγκεντρώθηκε εκεί, μπήκε σε εφαρμογή το σχέδιο λεηλασίας που μόνο ένας διεστραμμένος νους σαν του Χάροπα μπορούσε να συλ-λάβει.

Οι απεσταλμένοι του Αιμίλιου Παύλου μετέβησαν στις πόλεις της Ηπείρου και ενημέρωσαν τους κατοίκους ότι οι δυνάμεις του αποχω-ρούν. Μάλιστα έδωσαν την εντολή σε δέκα άρχοντες από κάθε πόλη να συγκεντρώσουν το φορητό πλούτο στην αγορά. Οι Ηπειρώτες έπε-σαν στην παγίδα πιστεύοντας πως θα αποφύγουν τα χειρότερα με αυ-τό το έστω βαρύ οικονομικό τίμημα και έπραξαν όπως διατάχτηκαν. Μια συγκεκριμένη μέρα όμως, τα ρωμαϊκά στρατεύματα εισέβαλαν ταυτόχρονα στις πόλεις και τις κατέστρεψαν ολοσχερώς, εξανδραπο-δίζοντας μυριάδες κατοίκους και αποκομίζοντας όσα λάφυρα βρήκαν. Ήταν τόσο το πλήθος των αιχμαλώτων, ώστε η τιμή των δούλων στις αγορές έπεσε σε εξευτελιστικά επίπεδα. Ο στρατός χρειαζόταν χρή-ματα και όχι ανθρώπους, έτσι οι αγοραπωλησίες έγιναν επιτόπου* τε-λικά το κέρδος ήταν μηδαμινό, μόλις έντεκα αργυρές δραχμές ανά λε-γεωνάριο. Ήταν μια ενέργεια ανάξια ενός ένδοξου στρατηγού, μα η αδήριτη ανάγκη του Αιμίλιου Παύλου να κατευνάσει τους εξοργισμέ-νους από την έλλειψη λείας στρατιώτες τον υποχρέωσε να δεχτεί την εισήγηση του Χάροπα. Ο αδυσώπητος Ηπειρώτης πάλι εξασφάλισε τον πλήρη έλεγχο της χώρας και την εξόντωση των πολιτικών αντιπά-λων του. Η πλήρης ερήμωση, με πάνω από εβδομήντα πόλεις και χω-ριά να έχουν εξαλειφθεί από προσώπου γης, ήταν ασήμαντη θυσία μπροστά στο δέλεαρ της απόλυτης εξουσίας.

Τώρα ο Αιμίλιος Παύλος ήταν ελεύθερος να οργανώσει τη μετά-βαση των στρατευμάτων στην πατρίδα. Οι δυνάμεις του από τον Ωρι-κό και την Απολλωνία, τους ναύσταθμους του ρωμαϊκού στόλου στη νότια ιλλυρική ακτή, περαιώθηκαν στο Βρινδήσιο* χωρίς απρόοπτα και από εκεί βάδισαν στη Ρώμη. Πριν ακόμα ολοκληρωθεί η αποβί-βαση των λεγεώνων στο λιμάνι της Απουλίας, η Σύγκλητος έσπευσε να υπερψηφίσει την πρόταση να τελεστεί θρίαμβος των νικητών στρα-τηγών. Ενώ ο στρατός πλησίαζε στη Ρώμη, ο ίδιος ο Αιμίλιος Παύλος

* Το σημερινό Μπρίντεζι.

Digitized by @PriOri™

Page 241: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 241

διάλεξε για την άφιξή του έναν τρόπο οπωσδήποτε εντυπωσιακό. Ο ανθύπατος ανέπλευσε τον Τίβερη με το βασιλικό πλοίο του Περσέα, έναν πλωτό γίγαντα με δεκαέξι σειρές κουπιά, στολισμένο με χάλκι-νες ασπίδες και πορφυρά υφάσματα. Ο λαός είχε συγκεντρωθεί στις όχθες του ποταμού να θαυμάσει το παράδοξο θέαμα και έκθαμβος πο-ρευόταν παράλληλα με το πλοίο. Ήταν μια μικρή πρόγευση όσων θα ακολουθούσαν. Στο διάστημα ωστόσο που μεσολάβησε μέχρι την πραγ-ματοποίηση του θριάμβου, που χρειαζόταν μήνες προετοιμασίας, ο νε-αρός Ορέστης, που δεν είχε ξεχάσει το νόθο του Περσέα, δραστηριο-ποιήθηκε, αδιαφορώντας για το εορταστικό κλίμα στην πόλη.

Μια μέρα πριν ο Αιμίλιος Παύλος διώξει με προσωρινή άδεια μέ-χρι την τέλεση του θριάμβου τους παλαίμαχους οπλίτες και ορισμέ-νους αξιωματικούς, παρουσιάστηκε μπροστά του και ζήτησε την άδεια να παρουσιάσει το θέμα στη Σύγκλητο. Ο ανθύπατος δεν είχε αντιρ-ρήσεις και την επομένη, αφού πρώτα πέρασε από την κατοικία του στον Αβεντίνο λόφο να δει τη σύζυγο και το μικρό γιο του, ο Ορέστης παρουσιάστηκε μπροστά στο σώμα και ανέφερε τα καθέκαστα. Ζή-τησε να του δοθεί η διοίκηση μιας ομάδας ιππέων για να επιστρέψει στην Ανω Μακεδονία και να συνεχίσει τις έρευνές του, συνεργαζόμε-νος με τις τοπικές αρχές. Τόνισε στους συγκλητικούς πως ο Περσέας, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, είχε οργανώσει με κάθε προσοχή τη διαφυγή του παιδιού και πως έπρεπε να γίνει η σύλληψη για να απο-φευχθούν δυσάρεστες επιπλοκές στην ομαλή πολιτική εξέλιξη των πραγμάτων στη χώρα. Η Μακεδονία έπρεπε να παραμείνει φόρου υποτελής στη Ρώμη· αν κάποτε γυρνούσε ο τελευταίος των Αντιγονι-δών και καλούσε τον πληθυσμό σε εξέγερση, ίσως χρειάζονταν νέοι αγώνες και θυσίες για να καταβάλουν την αντίσταση.

«Όσο καιρό ήσουν στη Μακεδονία, ποιες ενέργειες έγιναν για να ανακαλύψετε το παιδί;» σηκώθηκε από τη θέση του και διέκοψε την αγόρευσή του ο Μάρκος Μινούκιος Ρούφος. «Οπωσδήποτε δε μεί-νατε άπραγοι!»

Ήταν μια στιγμή για την οποία είχε προετοιμαστεί προσεκτικά ο Ορέστης. Δεν έπρεπε να αφήσει καμία υπόνοια σε βάρος των ανω-τέρων του, κάτι τέτοιο θα έδειχνε ασέβεια προς τον ένδοξο Αιμίλιο

Digitized by @PriOri™

Page 242: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

242 Γιώργος Μπουλακάκης

Παύλο και το γενναίο Αλβίνο, ασέβεια την οποία δε θα ανέχονταν οι συντηρητικοί Λατίνοι πατρίκιοι. Η απάντηση του ήταν προσεκτικά διατυπωμένη ώστε να μην τους εκθέσει, η πικρία του ωστόσο δεν μπο-ρούσε να κρυφτεί· εξακολουθούσε να πιστεύει πως δεν του είχαν επι-τρέψει να εξαντλήσει τα όρια των δυνατοτήτων του να ανακαλύψει τον μικρό.

Μόλις τελείωσε την αγόρευση του, η συνέλευση τον επαίνεσε για το ζήλο που επέδειξε και τη θέλησή του να αυξήσει το μεγαλείο της πόλης, τον ευχαρίστησε και του ζήτησε να αποχωρήσει για να συζη-τηθεί το θέμα κεκλεισμένων των θυρών. Δύο ήταν οι απόψεις που ακού-στηκαν τότε. Κάποιοι συμφωνούσαν με τους ανωτέρους του Ορέστη πως δεν υπήρχε σοβαρός λόγος να δημιουργηθεί αναστάτωση από φή-μες στον πληθυσμό. Δεν έλειψαν όμως και εκείνοι που ισχυρίστηκαν πως ο νεαρός είχε δίκιο και μια αποστολή στη Μακεδονία ήταν απα-ραίτητη. Τελικά οι συγκλητικοί κατέληξαν σε μια συμβιβαστική πρό-ταση, να σταλεί ο Ορέστης με αρκετά χρήματα στη Μακεδονία και να στρατολογήσει εκεί μισθοφόρους για να πράξει τα δέοντα. Δε θέλη-σαν να εξάψουν περισσότερο τα πνεύματα στέλνοντας Ρωμαίους στρα-τιώτες· τα δυσάρεστα γεγονότα με την προσπάθεια του στρατού στο Forum* και τον Καπιτωλίνο λόφο* να μην αναγνωριστεί στον Αιμίλιο Παύλο το δικαίωμα να τελέσει θρίαμβο ήταν ακόμα πρόσφατα.

'Οταν την επόμενη μέρα ο αξιωματικός κλήθηκε να παρουσιαστεί ξανά ενώπιον του σώματος, οι συγκλητικοί του κοινοποίησαν την από-φαση να του επιτραπεί να πραγματοποιήσει τη μικρή του εκστρατεία. Τα χρήματα για μισθοφόρους, δωροδοκίες και όποια άλλη ανάγκη προέκυπτε, δέκα τάλαντα, θα τα έπαιρνε από το μακεδονικό θησαυ-ρό που είχε πέσει σχεδόν άθικτος στα χέρια του στρατού όταν κατέ-λαβε την Πέλλα. Του επέστησαν κυρίως την προσοχή στην ανάγκη να μη δημιουργηθούν εντυπώσεις στον πληθυσμό.

«Δε χρειάζεται ενθουσιασμός, πρέπει να είσαι ιδιαίτερα προσε-χτικός και να κινηθείς αθόρυβα» τόνισε ο Γάιος Κλαύδιος που μίλησε

* Η αγορά της Ρώμης. * Ο σημαντικότερος ίσως από τους εφτά λόφους της Ρώμης, ακρόπολη και κέντρο λατρείας της πόλης.

Digitized by @PriOri™

Page 243: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 243

εκ μέρους της Συγκλήτου. «Θεωρούμε σημαντικό να πιστέψουν όλοι πως ο διωκόμενος είναι ο αξιωματικός που έχει το παιδί υπό την προ-στασία του, όχι το βρέφος. Καλό επίσης είναι οι άντρες που θα προ-σλάβεις να μην είναι Μακεδόνες, ώστε στην κρίσιμη στιγμή να μη δι-στάσουν να σηκώσουν τα ξίφη τους ενάντια σε έναν Αντιγονίδη. Εί-σαι ελεύθερος να ξεκινήσεις όποτε και από όπου εσύ κρίνεις απα-ραίτητο, αφού εφοδιαστείς από τη γραμματεία με την εξουσιοδότηση να ενεργείς εξ ονόματος της Συγκλήτου. Όλοι γνωρίζουμε πως θα εκτελέσεις το καθήκον σου με ζήλο και αυταπάρνηση. Είθε ο Άρης Τι-μωρός και ο Ύψιστος, Μέγιστος Δίας να σε προστατεύσουν και να στέψουν την αποστολή σου με επιτυχία!»

Ο Ορέστης χαιρέτησε τη Σύγκλητο με μια ελαφριά υπόκλιση και βγήκε από το μαρμάρινο κτίριο της κουρίας*. Όπως τον ενημέρωσαν οι γραμματείς, τα έγγραφα που χρειαζόταν δε θα ήταν έτοιμα πριν πε-ράσουν δύο ημέρες, μπορούσε λοιπόν να απολαύσει την ηλιόλουστη ημέρα με έναν περίπατο στο Forum Romanum και τις όχθες του Τί-βερη, πριν επιστρέψει στην κατοικία του στον Αβεντίνο. Θα έφευγε ξανά μακριά από το γιο του για άγνωστο χρονικό διάστημα και ήθελε να τον χαρεί όσο μπορούσε ακόμα, το καθήκον στην αιώνια Ρώμη όμως ήταν υπεράνω όλων. Τώρα που είχε ξαναβρεί τον ακριβό του Μάρκο, είχε αναλογιστεί συχνά τι θα έκανε ο ίδιος αν ήταν στη θέση του Περ-σέα. Είχε πειστεί πως, όσο σκληρά και αν βασάνιζε το βασιλιά, δε θα του αποσπούσε λέξη· ο ίδιος θα προτιμούσε να αυτοκτονήσει σκίζο-ντας τις φλέβες του με τα δόντια προκειμένου να μην απαρνηθεί το παιδί του!

Πριν επιστρέψει στο αρχοντικό του, θεώρησε καθήκον του να ανέ-βει στον Καπιτωλίνο λόφο και εκεί, στο ναό του Ύψιστου και Μέγι-στου Δία, να προσευχηθεί σαν ευσεβής Ρωμαίος πατρίκιος για την επι-τυχία της αποστολής του, αλλά και την ασφάλεια της οικογένειάς του.

* Το κτίριο κοντά στο Forum όπου γίνονταν οι συνεδριάσεις της Συγκλήτου.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 244: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

244 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Ορέστης απέφυγε το Άντιο* και μετέβη στο Βρινδήσιο μέσω Τά-ραντα για δύο λόγους: Ως αξιωματικός του ιππικού, αντιπαθούσε το υγρό στοιχείο· έπρεπε να παραδεχτεί πως τον τρόμαζε η οργή του Πο-σειδώνα. Ο δεύτερος λόγος είχε να κάνει με τους μισθοφόρους· στον Τάραντα θα έβρισκε πλήθος Έλληνες μισθοφόρους, αφού το μεγάλο αυτό λιμάνι ήταν γνωστό κέντρο συγκέντρωσης τυχοδιωκτών από όλη την άλλοτε Μεγάλη Ελλάδα. Εύκολα στρατολόγησε τριάντα άντρες που διέθεταν άλογα και πανοπλία· η υπόσχεση της αδρής αμοιβής ήταν αρκούντως πειστικό επιχείρημα για να ακολουθήσουν τον Ορέστη ακόμη και στην Καρχηδόνα, όχι στην υποταγμένη Μακεδονία! Έμει-νε συνολικά τρεις ημέρες στον Τάραντα και έπειτα συνέχισε, συνο-δευόμενος πλέον από τους στρατιώτες του, για το Βρινδήσιο. Εκεί πα-ρουσιάστηκε στο διοικητή της ναυτικής μοίρας που στάθμευε στο λι-μάνι. Εκείνος, χάρη στο έγγραφο της Συγκλήτου, του διέθεσε μια πε-ντήρη* που θα μετέφερε τους άντρες στον Ωρικό. Από εκεί ήταν ελεύ-θερος να πορευτεί ως την Ηράκλεια της Πελαγονίας, πρωτεύουσα της Τέταρτης Μερίδας, για να ενημερώσει τις εκεί αρχές και να εξασφα-λίσει τις σχετικές εξουσιοδοτήσεις. Σκόπευε να επιμείνει στην αρχι-κή του ιδέα και να χτενίσει το τμήμα αυτό της χώρας. Ήταν ήδη αρχή του φθινοπώρου όταν έφτασε στην Ηράκλεια. Ήξερε πως μάλλον εί-χε αργήσει, δεν μπορούσε όμως να φανταστεί πόσο!

Ο άρχοντας της Μερίδας, ένας μικροευγενής που φρόντισε να εξα-γοράσει την εύνοια κάποιου Ρωμαίου εκατόνταρχου για να αναρρι-χηθεί στο αξίωμα αυτό, καθώς και το τοπικό συμβούλιο αιφνιδιάστη-καν με την επίσκεψη του Ρωμαίου αξιωματικού και έσπευσαν δουλο-πρεπέστατα να του παράσχουν κάθε διευκόλυνση. Την επομένη κιό-λας της άφιξης του στην Ηράκλεια άρχισε τις έρευνες.

Ξεκίνησε από τις βορειοανατολικές επαρχίες της Μερίδας, στα εδά-φη των Παιόνων και την Πελαγονία, και κινήθηκε έπειτα προς τα νο-τιοδυτικά, τη Λυγκιστίδα, την Εορδαία και την Ελιμιώτιδα. Ατυχής έμπνευση... Στις μεγαλύτερες πόλεις προτιμούσε να παρουσιάζεται

* Το επίνειο της Ρώμης, το σημερινό Άντζιο. * Μεγάλο πολεμικό πλοίο με πέντε σειρές κουπιά.

Digitized by @PriOri™

Page 245: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 245

στον τοπικό άρχοντα για να μαθαίνει πληροφορίες. Οι άρχοντες αυτοί ήταν άνθρωποι όχι ιδιαίτερα πιστοί στους Ρωμαίους, αλλά τρομοκρα-τημένοι στην ιδέα πως κάποια τους ενέργεια μπορεί να επισύρει την οργή των νικητών, έτσι πρόθυμα συνεργάζονταν με τον Ορέστη. Στα χωριά πάλι και τις πολίχνες που πήγαινε, συγκέντρωνε όλους τους κα-τοίκους σε ανοιχτό χώρο, με τους στρατιώτες του να κυκλώνουν τη σύ-ναξη. Μετά από μια διερευνητική ματιά και αφού βεβαιωνόταν πως αυτός που ζητούσε δεν ήταν εκεί, άρχιζε τις ερωτήσεις για τον Λυσί-μαχο. Στα Βυλάζωρα*, όπου βρέθηκε στην αρχή της περιπλάνησης του, ο τοπικός άρχοντας του έφερε έναν αγρότη που είχε την ατυχία να ομοιάζει με τον καταζητούμενο. Εκείνος βέβαια δεν είχε κανένα παι-δί και ήταν γνωστός, ζούσε χρόνια στην περιοχή. Ο Ορέστης ήταν σκλη-ρός αλλά δίκαιος, άλλος στη θέση του θα είχε εκτελέσει χωρίς δεύτε-ρη σκέψη τον άνθρωπο. Όμως, μετά τις έρευνες στην κατοικία του και τις μαρτυρίες δεκάδων κατοίκων που εξέτασε, τον άφησε ελεύθερο.

Η απογοήτευση είχε αρχίσει να τον καταβάλει, όταν πέρασε τα όρια της μικρής επαρχίας της Εορδαίας. Αρχικά είχε τις γνωστές απο-γοητεύσεις και εκεί, ώσπου κάποια στιγμή ο ιδιοκτήτης ενός μικρού αγροκτήματος απάντησε πως ένας στρατιώτης με τα χαρακτηριστικά αυτά είχε περάσει από εκείνα τα μέρη, είχε αγοράσει μάλιστα και μια κατσίκα για να έχει γάλα το παιδί του. «Με είχε πληρώσει με αργυρά νομίσματα και μου έδωσε χωρίς αντίρρηση όσα του ζήτησα. Πρέπει να ήταν ως πέντε μέρες μετά τη μάχη στην Πύδνα» συμπλήρωσε φοβισμένα ο ηλικιωμένος άντρας που έτρεμε στην παρουσία του αποσπάσματος. Νόμιζε πως οι Ρωμαίοι είχαν απομακρυνθεί από τη Μακεδονία και ως τώρα μακάριζε τον εαυτό του για την καλή του τύχη. Ρωμαίο στρατιώ-τη στην Εορδαία δεν είχαν δει ούτε ζωγραφιστό, και οι στρατιώτες, ως γνωστόν, σήμαιναν ληστείες, βιασμοί και φόνοι. Τώρα;

«Πού βρίσκεται αυτός ο άντρας τώρα; Ήταν περαστικός από τα μέρη σας ή έμενε εδώ κοντά;» ρώτησε ανυπόμονα ο Ορέστης με τη

* Πόλη της Πελαγονίας, στα βόρεια σύνορα της Τετάρτης Μερίδας, πάνω στον Αξιό, το σημε-ρινό Titov-Velez της FYROM.

Digitized by @PriOri™

Page 246: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

246 Γιώργος Μπουλακάκης

βοήθεια του διερμηνέα του, ενός γλωσσομαθούς γραμματέα που του είχε παραχωρήσει ο άρχοντας της Μερίδας.

«Δεν ήταν από τα μέρη αυτά. Νομίζω πως έμενε στα βασιλικά κτή-ματα εδώ δίπλα» απάντησε και έδειξε προς την κατεύθυνση του Μέ-λανος Πεδίου. «Μου είχε πει μάλιστα, αν θέλω, να θερίσω στα χωρά-φια που συνόρευαν με το κτήμα μου για να μην πάει χαμένη η σοδειά. Έχω όμως μήνες να τον δω, μπορεί και πάνω από χρόνο. Εκεί πρέπει να τον ζητήσετε, ασφαλώς ξέρουν περισσότερα, εγώ μια φορά τον εί-δα!» φώναξε, ελπίζοντας πως έτσι θα διώξει τους στρατιώτες από τη γη του.

Επιτέλους, κάποιο ίχνος, συλλογίστηκε με βλέμμα που φανέρωνε την ευαρέσκειά του ο Ρωμαίος. Έπρεπε να το έχω καταλάβει νωρίτε-ρα, ήταν φυσικό, όταν ο άνθρωπος έφυγε με το παιδί από τη Βέροια, έπρεπε να ψάξει να βρει καταφύγιο άμεσα.

Ρώτησε το γραμματέα αν η Βέροια ήταν μακριά από τα μέρη τού-τα. 'Οταν εκείνος του απάντησε πως μπορούσε να είναι εκεί σε μια μέ-ρα καλπάζοντας, βλαστήμησε χαμηλόφωνα. Από εδώ έπρεπε να ξε-κινήσει, όταν πάτησε το πόδι του στη γη τούτη, όχι στα βόρεια σύνο-ρα, πώς δεν το σκέφτηκε! Η αρχική ικανοποίηση μετατράπηκε σε ορ-γή για την παράβλεψή του, κέντησε λοιπόν με λύσσα το άλογό του και ακολουθούμενος από τους ιππείς του τράβηξε για τον οικισμό του Μέ-λανος Πεδίου.

Το νομικό καθεστώς των παλαιών βασιλικών γαιών είχε αλλάξει μετά τη δημιουργία των νέων κρατιδίων. Οι συνθήκες ζωής των αν-θρώπων δεν είχαν διόλου μεταβληθεί, μόνο που τώρα δεν ήταν πλέον δούλοι του βασιλιά, αλλά ένα είδος δουλοπάροικων άμεσα εξαρτη-μένων από τη γη που καλλιεργούσαν. Απλώς το δεύτερο της παραγω-γής που έπρεπε να αποδίδουν στο βασιλιά είχε αντικατασταθεί από μια ηπιότερη εισφορά στο ταμείο της Μερίδας. Αυτό είχε ως αποτέ-λεσμα μερικοί ακτήμονες της Εορδαίας και επιζώντες του στρατού του βασιλιά να βρουν καταφύγιο στο κτήμα που είχε παροδικά ερημώσει. Δημιουργήθηκε αναστάτωση, όταν οι κάτοικοι είδαν τους ιππείς να

Digitized by @PriOri™

Page 247: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 247

πλησιάζουν, και μαζεύτηκαν σαν κοπάδι πρόβατα στον ανοιχτό χώρο στο κέντρο του οικισμού.

«Ωραία» μουρμούρισε με σφιγμένα δόντια ο Ορέστης, «μας απάλ-λαξαν από τον κόπο να τους συγκεντρώσουμε! Πάντως δε διακρίνω τον άνθρωπο μας. Ανακοίνωσε το λόγο της επισκέψεώς μας και μην αναφέρεις τίποτα για όσα μας είπε ο γέρος παρακάτω. Να δούμε, έχουν άραγε λόγους να κρύψουν κάτι...» διέταξε το γραμματέα, κοι-τώντας παράλληλα διερευνητικά το συγκεντρωμένο πλήθος.

Με το άκουσμα των λόγων του γραμματέα δημιουργήθηκε νέα ανα-ταραχή στους συγκεντρωμένους και πολλοί φώναζαν κλαίγοντας στους στρατιώτες πως ο άντρας που ζητούσαν είχε από καιρό φύγει. Βλέπο-ντας τα γυμνά ξίφη, είχαν φοβηθεί πως θα τους έσφαζαν, επειδή κά-ποτε είχαν παράσχει καταφύγιο στον καταζητούμενο. Πολλές γυναί-κες είχαν πέσει στα γόνατα, είχαν αγκαλιάσει τα παιδιά τους και ικέ-τευαν τους ένοπλους που δεν καταλάβαιναν και πολλά. Ευτυχώς ο αξιωματικός παρέμεινε ψύχραιμος και δε χύθηκε αίμα.

«Πες τους να σταματήσουν! Να έρθει μπροστά ο πρεσβύτερος άντρας να μου μιλήσει. Δεν είμαστε στρατός κατοχής, μια έρευνα κά-νουμε! Τους ηλίθιους...» έβρισε χαμηλόφωνα, «απορώ πώς κατέλα-βαν κάποτε όλη την Ασία!»

Ο άντρας που βγήκε να μιλήσει εκ μέρους όλων ήταν ο Ζώπυρος. Μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας και καθώς ήταν ο μόνος από τους παλιούς επιστάτες που είχαν παραμείνει στην περιοχή, του είχαν αναθέσει να παρακολουθεί το κτήμα για λογαριασμό των αρχόντων της Μερίδας. Τα πολιτικά του πιστεύω ήταν γνωστά σε όλους, μα μέ-χρι να βρεθεί κάποιος πιο κατάλληλος να τον αντικαταστήσει, ήταν κάτι ανάμεσα σε επιστάτη και διαχειριστή. Με αυθάδικο ύφος απευ-θύνθηκε στον Ρωμαίο, σαν άνθρωπος που δεν είχε τίποτα να κρύψει.

«Ο άντρας που ζητάτε πράγματι πέρασε από εδώ και για μεγάλο διάστημα, ένα μήνα πάνω κάτω, ζούσε και εργαζόταν μαζί μας. Πα-ρουσιάστηκε με το όνομα Κλεόνικος και είπε πως ήταν στρατιώτης του βασιλιά. Ένα βράδυ μας εγκατέλειψε χωρίς λόγο παίρνοντας μαζί του

Digitized by @PriOri™

Page 248: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

248 Γιώργος Μπουλακάκης

και το νήπιο. Ουδέποτε τον ξαναείδαμε στα μέρη μας, χάθηκε από προσώπου γης.»

«Θυμάσαι πότε γίνανε αυτά που λες;» «Όχι το φετινό θέρος, το προηγούμενο. Αν βαδίζει συνεχώς από

τότε, τώρα πρέπει να έχει φτάσει στις Ηράκλειες Στήλες*!» «Έτσι έχουν γίνει τα πράγματα; Μήπως κάποιος θυμάται κάτι δια-

φορετικό;» ρώτησε ο Ορέστης απευθυνόμενος στο πλήθος, εισπράτ-τοντας αντί απάντησης απόλυτη σιγή. Παρατήρησε τον ήλιο στον ου-ρανό που σταδιακά χαμήλωνε, τους συγκεντρωμένους, τον αυθάδη γέρο και γύρισε στους άντρες του. «Θα διανυκτερεύσουμε εδώ από-ψε. Πιάστε καμιά άδεια καλύβα, βρείτε καμία βολική δούλα να πη-δήξετε, φάτε, κάντε ό,τι θέλετε, μόνο εγκλήματα δε θέλω! Εγώ με το γραμματέα θα μείνουμε σε κάποιο από τα πλίνθινα οικήματα. Αν κα-νείς θυμηθεί μέχρι αύριο το πρωί οτιδήποτε πρέπει να μάθω, να έρθει το βράδυ να με ενημερώσει. Πηγαίνετε τώρα στις δουλειές σας ήσυχα.»

Είχε τη δυνατότητα να φύγει, να διανυκτερεύσει κάπου παρακά-τω, ένα αόριστο προαίσθημα όμως τον κράτησε στο Μέλαν Πεδίο. Εξάλλου ήταν το πρώτο ίχνος του ίλαρχου που έβρισκε μετά από μή-νες αναζητήσεων, οπωσδήποτε άξιζε τον κόπο να επιμείνει λίγο πα-ραπάνω, να διεξαγάγει τις ανακρίσεις του και να χάσει μια δύο μέρες σε τούτο το χωριό!

* * * * * * *

Το προαίσθημα του αξιωματικού αποδείχτηκε σωστό το ίδιο βρά-δυ. Δεν είχε κατορθώσει να ξεκουραστεί· κάθε τόσο τη σιγαλιά της νύ-χτας διέκοπταν γέλια, κραυγές, ουρλιαχτά και κατάρες! Δυστυχώς, τώ-ρα δεν είχε να κάνει με λεγεωνάριους, δεν μπορούσε λοιπόν να έχει απαιτήσεις για πειθαρχία. Ο Λατίνος αριστοκράτης ωστόσο θεωρού-σε φοβερά αναξιοπρεπή τη σφοδρή επιθυμία να κοιμηθεί κανείς οπωσ-δήποτε με μια από τις χωριάτισσες αυτές που μάλλον δεν είχαν πλυθεί

* Το σημερινό Γιβραλτάρ.

Digitized by @PriOri™

Page 249: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 249

ποτέ στη ζωή τους! Την προσπάθειά του να ησυχάσει διέκοψε οριστι-κά ένας στρατιώτης που μπήκε στο οίκημα συνοδευόμενος από μια γυ-ναίκα. Άνοιξε τα μάτια και παρατήρησε το γραμματέα που μιλούσε χαμηλόφωνα με τη νεαρή.

«Τι συμβαίνει;» Σηκώθηκε τραβώντας το σκέπασμά του. «Ελπίζω να είναι κάτι σοβαρό για να μας ξυπνάτε μέσα στη νύχτα!»

«Ετούτη εδώ έχει μια σημαντική πληροφορία που πρέπει να μάθε-τε κι εσείς. Μάλλον ο γέρος που μίλησε προηγουμένως μας εμπαίζει άσχημα. Μου είπε πως ξέρει πού κρύβεται ο ίλαρχος που κυνηγάμε!»

Σηκώθηκε μονομιάς, άρπαξε τη δούλα από τους ώμους, την κάθι-σε σε ένα χαμηλό σκίμποδα και στάθηκε όρθιος απέναντι της. Άρχι-σε με τη βοήθεια του γραμματέα τις ερωτήσεις, αφού πρώτα διέταξε το στρατιώτη να πάρει άλλους τρεις, να συλλάβουν το γέρο και να τον φέρουν αμέσως μπροστά του.

«Λοιπόν σε ακούω, γυναίκα. Εσύ πώς ξέρεις ότι ο επιστάτης σας γνωρίζει κάτι παραπάνω; Και πρόσεχε καλά γιατί από τη μαρτυρία σου κρίνονται πολλά. Αν με βοηθήσεις, δε θα χάσεις!»

«Πριν από πέντε ή έξι μήνες πέρασε από το Μέλαν Πεδίο μια νεα-ρή γυναίκα που αναζητούσε με επιμονή αυτόν τον Κλεόνικο» άρχισε να ψελλίζει η δούλα, φοβισμένη από τη βίαιη αντίδραση του αξιωμα-τικού. «Έμεινε τέσσερις μέρες εδώ. 'Οταν έφυγε, ο Ζώπυρος έστειλε μια άλλη γυναίκα ξοπίσω της. Η Μελανίππη είπε πως την έφερε πίσω γιατί ο γέρος σκόπευε να της φανερώσει πού κρύβεται ο στρατιώτης.»

«Μάλιστα... Σε ευχαριστώ για την πληροφορία, όμως εσύ τι συμ-φέρον έχεις και ήρθες μέσα στη νύχτα να με ενημερώσεις;»

«Να...» απάντησε διστακτικά η δούλα, «ο γέρος πρόσφερε για αντα-μοιβή στη Μελανίππη ένα χρυσό δαχτυλίδι και μήνες τώρα περηφα-νεύεται και μας το επιδεικνύει συνεχώς!»

«Και τώρα τι θέλεις, να της το πάρω και να το δώσω σ' εσένα;» απά-ντησε ο Ορέστης, μην καταφέρνοντας να κρύψει ένα αυθόρμητο γέλιο. Στο φτωχικό χωριό των δούλων, συλλογίστηκε, ένα ασήμαντης αξίας κόσμημα μπορεί εύκολα να γίνει αντικείμενο αβυσσαλέου φθόνου.

Digitized by @PriOri™

Page 250: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

250 Γιώργος Μπουλακάκης

Έκανε ένα νόημα στο γραμματέα κι εκείνος του έδωσε το κομπόδε-μα για τα τρέχοντα έξοδα. Έβγαλε τρία χρυσά νομίσματα και της τα έχωσε στην παλάμη. «Ορίστε, μ' αυτά εδώ θα αγοράσεις όσα κοσμή-ματα θέλεις, όλες θα ζηλεύουν τώρα εσένα!» Οι καλές υπηρεσίες πρέ-πει να πληρώνονται...

Στην έξοδο η γυναίκα διασταυρώθηκε με τον Ζώπυρο που έφερ-ναν δέσμιο οι άντρες του Ορέστη. Ο γέρος δεν είχε αντιδράσει, οι στρατιώτες τον βρήκαν απροετοίμαστο· δεν περίμενε καν πως θα τον συλλάβουν. Στη θύρα έριξε μια απορημένη ματιά στη Σκορδίσκη* και δε συγκράτησε μια ερώτηση. «Σε έβλαψα ποτέ, παιδί μου; Σε χτύπη-σα ποτέ;»

Εκείνη, χωρίς να τολμήσει να τον κοιτάξει καταπρόσωπο, έτρεξε να εξαφανιστεί στο σκοτάδι. Ποτέ κανείς καταδότης δεν μπόρεσε με ήσυχη τη συνείδηση να αντικρίσει κατάματα το θύμα του, πόσο μάλ-λον η αφελής τούτη δούλα! Το λάθος του Ζώπυρου ήταν πως δεν πί-στεψε ότι κάποιος θα θυμόταν το περιστατικό με την Αλκιθόη. Τους μήνες που ακολούθησαν τη μάχη της Πύδνας, μέχρι να αποκρυσταλ-λωθεί η νέα κατάσταση, με την αναταραχή που επικράτησε στη χώρα είχαν περάσει και φύγει από το κτήμα δεκάδες φυγάδες. Δεν είχε υπολογίσει όμως τη φλυαρία της Μελανίππης και τις ζηλόφθονες "φί-λες" της. Σιωπηλά ευχήθηκε ο Λυσίμαχος με το βρέφος να έχουν ήδη φύγει από την Ορεστίδα -με ή χωρίς την Αλκιθόη λίγο τον ενδιέφε-ρε- και ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει τον Ρωμαίο.

Παρ' όλο που ο Ορέστης δεν είχε καιρό για χάσιμο, στάθηκε αντι-μέτωπος με το γέρο, θέλοντας να μπει στο μυαλό του. Δε χρειάστηκε πολύ για να καταλάβει πως η ανάκριση κάθε άλλο παρά εύκολη θα ήταν.

«Λοιπόν, επειδή δε χρειάζεται να κουραζόμαστε άδικα, σε προ-ειδοποιώ ότι στο τέλος θα μάθω όλα όσα θέλω» ξεκίνησε χωρίς πε-ριστροφές. «Μπορείς να μου τα πεις όλα τώρα, χωρίς ταλαιπωρίες ή να υποφέρεις άδικα ό,τι είδους μαρτύριο μπορεί να φανταστεί κα-νείς. Πού είναι ο Λυσίμαχος;»

* Οι Σκορδίσκοι ήταν λαός που ζούσε στην περιοχή της σημερινής Σερβίας.

Digitized by @PriOri™

Page 251: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 251

Ο Ζώπυρος ήξερε πως λόγος να παραστήσει τον ανίδεο δεν υπήρ-χε. Ο Ρωμαίος απέναντι του πρέπει να έψαχνε μήνες τον ίλαρχο και θα έφτανε στα άκρα για να εκμαιεύσει την ομολογία του. Το μόνο που έμενε ήταν να κρατήσει την αξιοπρέπειά του και να τιμήσει τον όρκο σιωπής που είχε δώσει στον Λυσίμαχο. Η στιγμή του έσχατου καθή-κοντος είχε φτάσει!

«Και εγώ, Ρωμαίε, σου λέω πως μπορείς να με αποκεφαλίσεις από τώρα γιατί από εμένα δεν πρόκειται να πάρεις λέξη. Αν νομίζεις ότι θα προδώσω τον Λυσίμαχο και το βασιλέα μου, γελάστηκες!» απά-ντησε με το αιώνιο ειρωνικό του χαμόγελο.

«Αυτό θα το δούμε!» είπε αποφασιστικά ο Ορέστης. Διέταξε να δέσουν τον Ζώπυρο πρηνηδόν στο τραπέζι, να τον γδύσουν και να φέ-ρουν ένα βούνευρο από εκείνα που χρησιμοποιούσαν για τα άλογα. Το μαστίγωμα με το όργανο αυτό ήταν οπωσδήποτε επώδυνο, αλλά ο Ορέστης ήξερε πότε έπρεπε να σταματήσει. Ήθελε απλώς να προϊ-δεάσει τον άντρα για όσα τον περίμεναν. Είχε ζητήσει επιπλέον μια υδρία με νερό, έτσι, μόλις ο γέρος έχασε τις αισθήσεις του, τον κατά-βρεξε για να συνέλθει. Έφερε έπειτα το σκίμποδα απ' όπου παρα-τηρούσε τα τεκταινόμενα δίπλα στο κεφάλι του και άρχισε με τα φτω-χά ελληνικά του να του ψιθυρίζει με μελιστάλαχτη φωνή «Έξω υπάρ-χουν τάλαντα ολόκληρα από το βασιλικό θησαυρό της Μακεδονίας. Η δούλα που σε κατέδωσε πήρε τρία χρυσά νομίσματα για την εκ-δούλευση, εσένα μπορώ να σου προσφέρω τρεις χιλιάδες. Έχω την ευχέρεια να σε κάνω τον πλουσιότερο άνθρωπο της Εορδαίας, να χτί-σεις ανάκτορα, να αγοράσεις γη, μικρές όμορφες δούλες, να ζήσεις σαν άρχοντας μέχρι τα βαθιά γεράματα!»

Ο Ζώπυρος γύρισε και κοίταξε στα μάτια τον Ρωμαίο. «Οι δούλες που λες θα ευφραίνουν μόνο τα μάτια μου και θα μου θυμίζουν ότι δε δύναμαι να τις χαρώ όπως ένας νέος άντρας. Παιδιά δεν έχω να τους αφήσω το ανάκτορο που θα χτίσω, και όσο για γη, τώρα πια χρειά-ζομαι έξι πόδια να με θάψουν, όταν κλείσω τα μάτια μου. Κράτα το χρυσάφι σου, Ρωμαίε, οι απολαύσεις της ζωής είναι για αριστοκρα-τικούς νέους σαν εσένα, εγώ έχω τελειώσει...» Έκλεισε τα μάτια και το κεφάλι του έπεσε ξανά βαρύ πάνω στο τραπέζι.

Digitized by @PriOri™

Page 252: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

252 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Ορέστης δεν πίστευε βέβαια πως ο γέρος θα δεχόταν τη δωρο-δοκία έτσι εύκολα, το μειδίαμα όμως που δεν έλεγε να εγκαταλείψει τα χείλη του τον εκνεύριζε αφάνταστα. Η πείρα του τού έλεγε πως έπρεπε να συνεχίσει το βασανισμό, να μην επιτρέψει καμία ανάπαυ-λα στον Ζώπυρο, μα ο γραμματέας τον σταμάτησε.

«Είναι καλύτερο να φύγουμε από το χωριό αυτό και να πάρουμε τον αιχμάλωτο μαζί μας» τον συμβούλευσε στα λατινικά. «Αν μείνουμε εδώ να τον ανακρίνουμε, θα δημιουργηθεί αναταραχή στο χωριό, ίσως έχουμε και κάποια βίαιη αντίδραση και χυθεί αίμα, δεν είναι καλό να φαίνεται πως οι Ρωμαίοι εξακολουθούν να κυβερνούν τη χώρα.»

«Μα τον Ύψιστο Δία, δίκιο έχεις» κοντοστάθηκε ο Ορέστης, βλέ-ποντας έξω από τη θύρα το σκοτάδι να διαλύεται. «Πάρτε τον έξω και ρίχτε τον πάνω σε ένα άλογο. Θα πάμε σε κάποια ερημιά, στο πλη-σιέστερο δάσος, εκεί θα μάθουμε ό,τι θέλουμε με την ησυχία μας.» Άρπαξε τον Ζώπυρο από τα μαλλιά και σήκωσε το κεφάλι του. «Σύ-ντομα θα σου φύγει το χαμόγελο από τα χείλη, ηλίθιε χωριάτη, όσα υπέφερες δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που σε περιμένει. Και σου υπόσχομαι ότι η διαδρομή ως το δάσος δε θα είναι διόλου ευχά-ριστη!» Τον άφησε απότομα και ο γέρος εξαντλημένος χτύπησε το σαγόνι του στο τραπέζι με έναν υπόκωφο γδούπο. «Οι υπόλοιποι στρα-τιώτες να σηκωθούν και να ετοιμάσουν τα άλογά τους. Φεύγουμε πριν ανατείλει ο ήλιος!» πρόσταξε αποφασιστικά.

Οι οπλίτες είχαν συγκεντρωθεί και ήταν έτοιμοι για αναχώρηση, όταν δύο απ' αυτούς κυριολεκτικά έσυραν το γυμνό Ζώπυρο και τον φόρτωσαν σαν σφαγμένο ζώο σε έναν ημίονο που μετέφερε προμή-θειες. Οι άντρες ίππευσαν με τελευταίο τον αξιωματικό και κάλπα-σαν μέσα από τις καλύβες, κάτω από τα έκπληκτα βλέμματα των δού-λων. Πίσω έμεινε μόνο ο γραμματέας για να ορίσει κάποιο νέο επι-στάτη, ενώ χρέη διερμηνέα ανέλαβε ένας από τους μισθοφόρους.

Μόλις απομακρύνθηκαν από τον οικισμό, με εντολή του αξιωμα-τικού οι στρατιώτες πέταξαν τον Ζώπυρο στο δρόμο και τον έδεσαν πίσω από το άλογο του Ορέστη. Ο γέρος αρχικά προσπάθησε να ακο-λουθήσει όρθιος το άλογο που τριπόδιζε, σχεδόν αμέσως όμως έπεσε ανήμπορος καταγής και σε όλη την υπόλοιπη διαδρομή ο αξιωματικός

Digitized by @PriOri™

Page 253: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 253

τον έσερνε πίσω του. 'Οταν έφτασαν σε ένα γειτονικό άλσος, ο όμη-ρος ήταν γδαρμένος σε όλο του το σώμα από τις πέτρες και τα χώμα-τα, γεμάτος αίματα- όποιος τον αντίκριζε θα έφριττε με το θέαμα, δεν είχε υποστεί όμως κάποια ανεπανόρθωτη βλάβη. Εκεί τον έδεσαν στο χοντρό κορμό μιας αιωνόβιας βελανιδιάς και πέρασαν σε πιο ακραίες μεθόδους ανάκρισης.

Ενώ κάποιοι γύρω από μια πρόχειρη εστία κοντά στο δέντρο πύ-ρωναν τις αιχμές δυο δοράτων, το μαστίγωμα συνεχιζόταν όχι πλέον με το βούνευρο, αλλά με ένα μακρύ δερμάτινο μαστίγιο γεμάτο με με-ταλλικά ελάσματα, που ξέσκιζε με κάθε χτύπημα τις σάρκες του γέ-ρου. Ο Ορέστης βημάτιζε νευρικά γύρω από το δέντρο και κάθε τό-σο διέκοπτε τη διαδικασία, κατάβρεχε τον Ζώπυρο να συνέλθει και ούρλιαζε εκτός εαυτού:

«Μίλα λοιπόν, τρελέ! Έχεις σιχαθεί τη ζωή σου τόσο πολύ, ώστε να θες να πεθάνεις; Η προσφορά μου ισχύει πάντα, θα έχεις όσα χρή-ματα θέλεις!»

Προσέκρουε πάντα σε ένα τείχος σιωπής, τα χείλη του επιστάτη ήταν σφραγισμένα. Ήταν η πρώτη φορά που συναντούσε τέτοια πει-σματική άρνηση· ο ιδιότυπος αγώνας ανάμεσα στους δύο άντρες συ-νεχιζόταν αμείλικτος.

«Φέρτε τα δόρατα εδώ!» φώναξε στους στρατιώτες διακόπτοντας το μαστίγωμα. Αν επέμενε, ο γέρος θα πέθαινε πριν μιλήσει.

Έπιασε το ξύλινο στέλεχος ενός και ακούμπησε την πυρωμένη αιχμή πρώτα στην κατακρεουργημένη πλάτη και έπειτα στον αριστε-ρό μηρό του Ζώπυρου. Η κραυγή που έσκισε την ησυχία του δάσους ήταν εντελώς απόκοσμη, τόσο που ένα σμάρι πουλιά σηκώθηκε από τα γειτονικά δέντρα λες και ακούστηκε βροντή. Ο Ορέστης διέταξε να γυρίσουν τον γέρο με το στήθος μπροστά και έφερε ένα δεύτερο δόρυ που άχνιζε μπροστά στο πρόσωπο του.

«Λοιπόν, θα συνεργαστούμε τώρα ή να συνεχίσω, φίλε μου;» Η πείρα τον είχε διδάξει πως ουδείς μπορούσε να αντισταθεί για πολύ σε αυτού του είδους το μαρτύριο.

Τα χείλη του γέρου κινήθηκαν για πρώτη φορά από τη στιγμή που τον έφεραν στο δάσος. Ο Ορέστης έκανε μια απότομη κίνηση προς

Digitized by @PriOri™

Page 254: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

254 Γιώργος Μπουλακάκης

τους στρατιώτες να σωπάσουν και πλησίασε το αυτί του στα χείλη του άντρα γιατί ο ψίθυρος μόλις που ακουγόταν.

«Είσαι βέβαιος πως η γυναίκα σου κοιμάται μόνη τα βράδια που εσύ μάταια κυνηγάς το φίλο μου ή θα βρεις το νόθο κάποιου δούλου να σε περιμένει όταν επιστρέψεις;»

Η χυδαία προσβολή ήταν το τελευταίο πράγμα που περίμενε να ακούσει ο Ορέστης. Το μυαλό του σκοτείνιασε για μια κρίσιμη στιγ-μή, έχασε τον αυτοέλεγχο του και φρενιασμένος βύθισε την πυρωμέ-νη αιχμή στο στομάχι του Ζώπυρου. Φωνή δε βγήκε από το στόμα του γέρου, μόνο ένας απαίσιος συριγμός. Τα μάτια του γούρλωσαν από πόνο ασύλληπτο από ανθρώπου νου, τόσο, λες και ήθελαν να πετα-χτούν έξω από τις κόγχες τους. Ο ήδη φρικτά ταλαιπωρημένος άντρας ξεψύχησε πολύ γρήγορα. Πριν όμως το κεφάλι του κρεμαστεί άψυχο στο στήθος, οι τελευταίες του λέξεις ήχησαν στα αυτιά του αποσβο-λωμένου με τη βλακεία του Ορέστη εφιαλτικά, σαν κατάρα:

«Ρωμαίε... νικήθηκες!»

* * * * * * *

Στη Ρώμη η περιπετειώδης υπερψήφιση της τέλεσης του θριάμβου είχε ήδη λησμονηθεί και όλοι προετοιμάζονταν για το φαντασμαγο-ρικό θέαμα που τους είχε υποσχεθεί ο νικητής στρατηγός. Μόνο ο Περσέας και οι αιχμάλωτοι που θα κοσμούσαν το θρίαμβο έλιωναν αλυσοδεμένοι στις τρομερές φυλακές της Άλβας, προσμένοντας με την αγωνία των μελλοθάνατων το τέλος της τραγωδίας. Η παράκλη-ση του ηττημένου στο νικητή, να μην υποστεί τον εξευτελισμό αυτόν, είχε πέσει στο κενό, ο Αιμίλιος δήλωσε σαφώς πως τέτοια περίπτω-ση δεν υπήρχε. «Η ευκαιρία του να αποφύγει τη διαπόμπευση χάθη-κε στη Σαμοθράκη!» απάντησε στον απεσταλμένο του βασιλιά, υπο-νοώντας πως μπορούσε τότε να προτιμήσει τη λύση της αυτοκτονίας από την ατίμωση στους δρόμους της Ρώμης, κατηγορώντας τον εμμέ-σως για δειλία. Το μόνο που υποσχέθηκε ήταν πως θα μεσολαβούσε στους συγκλητικούς για να μεταφερθεί ο Περσέας μετά το θρίαμβο σε κατάλυμα ευπρεπέστερο από την υγρή φυλακή όπου τον κρατούσαν

Digitized by @PriOri™

Page 255: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 255

τον τελευταίο καιρό. Έτσι, την καθορισμένη ημέρα και ενώ οι αιχ-μάλωτοι δε γνώριζαν τίποτα για τη μνημειώδη επίδειξη πλούτου που είχε προηγηθεί, τρεις βοϊδάμαξες ήρθαν στη φυλακή να παραλάβουν τη θλιβερή ακολουθία. Τους οδήγησαν στο σημείο που ξεκινούσε η πομπή και τους τοποθέτησαν προσεκτικά στις ορισμένες θέσεις.

Αυτοί που άνοιξαν το τελευταίο τούτο μέρος της πομπής ήταν τα αθώα θύματα της μακεδονικής τραγωδίας. Οι δύο γιοι και η κόρη του Περσέα από τις νόμιμες συζύγους του πέρασαν μπροστά από το πλή-θος συνοδευόμενοι από δούλους, τροφούς και παιδαγωγούς. Ίσως ο μεγαλύτερος γιος του Περσέα, ο Φίλιππος, είχε συναίσθηση του τι συ-νέβαινε, μα τα μικρότερα προχωρούσαν με τα βλέμματα γεμάτα πε-ριέργεια, μην καταλαβαίνοντας το λόγο για τον οποίο ολοφύρονταν οι συνοδοί τους. Όλοι αυτοί οι παρατρεχάμενοι, κλαίγοντας, φοβού-μενοι και για τη δική τους τύχη, παρακινούσαν τα παιδιά να ικετεύ-σουν τους θεατές, εκλιπαρώντας το έλεός τους. Οι Ρωμαίοι πάλι εί-χαν ανάμεικτα συναισθήματα- δεν έλειπαν οι χλευασμοί, μα οι πε-ρισσότεροι ένιωθαν οίκτο και είχαν συγκινηθεί στη θέα των αθώων αυτών έρμαιων των παιχνιδιών της μοίρας.

Το βασιλικό άρμα του Περσέα, με τα όπλα του τοποθετημένα συμ-μετρικά στο δίφρο* και το διάδημα του βασιλιά στο κέντρο ως κο-ρωνίδα, ακολουθούσε λίγες δεκάδες βήματα πίσω από τα παιδιά. Και ακριβώς πίσω από το άρμα, απομονωμένο, με μάτια που στιγμή δε σηκώθηκαν από το λιθόστρωτο και με τα φτωχικά ενδύματα της φυ-λακής σερνόταν σιδηροδέσμιο το κεντρικό πρόσωπο της τραγωδίας, ο Περσέας. Είχε επίτηδες τοποθετηθεί μακριά από όλους, ώστε τα βλέμματα να στραφούν πάνω του. Ακόμη και οι Μακεδόνες ευγενείς που τον ακολουθούσαν από απόσταση τον παρατηρούσαν δακρυ-σμένοι, ακόμα και οι Ρωμαίοι πολίτες, βλέποντας το οικτρό θέαμα που παρουσίαζε ο πάλαι ποτέ ανώτατος άρχοντας του εχθρού, δε γνώ-ριζαν αν έπρεπε να τον χλευάσουν ή να τον λυπηθούν. Βλέποντάς τον να περπατά με βήμα αργό, με ώμους κυρτωμένους, καταβεβλημένος από τον εγκλεισμό στον τρομερό "κάρκαρο" της Alba Longa, με το

* Εκτός από το σκαμνί, δίφρος ονομάζεται και το πολεμικό άρμα.

Digitized by @PriOri™

Page 256: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

256 Γιώργος Μπουλακάκης

βλέμμα κενό, δεν ήταν απίθανο να υποθέσει κανείς πως ο νους του είχε σαλέψει από τις συμφορές. Η πραγματικότητα ήταν λίγο διαφο-ρετική· ο Περσέας προχωρούσε απόλυτα συγκεντρωμένος, προσπα-θώντας να καταπιεί ένα λυγμό που είχε ανέβει ως το λαιμό και τον έπνιγε· δε θα επέτρεπε στον εαυτό του αδυναμία, δε θα φαινόταν γε-λοίος στα λαίμαργα μάτια του χυδαίου ρωμαϊκού όχλου. Κάποτε εί-χε μιλήσει στον Λυσίμαχο για αξιοπρέπεια. Αν του είχε απομείνει έστω ένα τελευταίο ψήγμα από αυτήν, έπρεπε να το επιστρατεύσει τώρα!

Στον πόλεμο ειδικά, στην τραγωδία κάθε ηττημένου αντιστοιχεί η αποθέωση ενός νικητή. Η αντιδιαστολή αυτών των δύο ήταν έντονη στην προσεκτικά μελετημένη πομπή. Πίσω ακριβώς από τον Περσέα και τους επιτελείς του ερχόταν το άρμα του Αιμίλιου Παύλου, τα εκα-τοντάδες χρυσά στεφάνια που του πρόσφεραν οι ελληνικές πόλεις για τη νίκη και ο στρατός του. Ο ανθύπατος φορούσε πορφυρό ένδυμα με χρυσές ταινίες και κρατούσε ένα κλωνάρι δάφνης, προκαλώντας δέ-ος στους θεατές· θα μπορούσε να ορκιστεί κανείς πως κάποιος θεός καταδέχτηκε να κατέβει από τους ουρανούς και να περπατήσει ανά-μεσα στους κοινούς θνητούς. Πίσω ωστόσο από το άρμα ένας δούλος, επαναλαμβάνοντας την τελετουργική φράση, υπενθύμιζε στο νικητή πως δεν έπαυε να είναι θνητός. Το άρμα πλαισίωναν έφιπποι οι χι-λίαρχοι και οι υπόλοιποι αξιωματικοί του νικητήριου στρατού. Οι πε-ζικάριοι, παραταγμένοι με απόλυτη τάξη και κρατώντας επίσης δάφ-νες, ακολουθούσαν ψάλλοντας πατριωτικά και άλλα επινίκια άσματα, εγκώμια για το νικητή στρατηγό, μα και σκωπτικά τραγούδια που δη-μιουργούσαν εύθυμη ατμόσφαιρα. Ανάμεσα στους λόχους και τις σπεί-ρες βρίσκονταν και οι ζωγραφικοί πίνακες που συνηθίζονταν στους θριάμβους και απεικόνιζαν τις κυριότερες στιγμές της εκστρατείας και τις κρίσιμες στιγμές της μάχης στην Πύδνα.

Η πομπή, αφού διέσχισε το Forum, έφτασε στους πρόποδες του Κα-πιτωλίνου λόφου και εκεί χωρίστηκε. Οι νικητές ανηφόρησαν στο λό-φο για να προσφέρουν την ευχαριστήρια θυσία στους θεούς, ενώ οι αιχ-μάλωτοι ευγενείς με ισχυρή συνοδεία πήραν ξανά το μακρύ δρόμο προς

Digitized by @PriOri™

Page 257: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 257

την Alba Longa. Είχαν ακούσει για τη συνήθεια των Ρωμαίων να εκτε-λούν μετά το πέρας της τελετής τους ομήρους από την κατακτημένη χώρα, έτσι όλοι είχαν τρομερή αγωνία επιστρέφοντας στις φυλακές. Το γεγονός ότι δεν είχαν οδηγηθεί στον Ταρπήιο βράχο* ήταν οπωσ-δήποτε θετικό σημάδι, μα όλοι εξακολουθούσαν να φοβούνται. Όπως έλεγε και η σκιά του Αχιλλέα, όταν συνάντησε τον Οδυσσέα στον Άδη, καλύτερα δούλος στο φως του ήλιου παρά βασιλιάς στους νεκρούς! Μόνο ο ίδιος ο έκπτωτος μονάρχης φαινόταν να αδιαφορεί και να μη συμμετέχει στην αγωνία τους. Πάντα με σκυφτό κεφάλι και βλέμμα χαμένο, φαινόταν εντελώς απορροφημένος στις σκέψεις του. Η τύχη η δική του και των υπολοίπων δεν είχε πλέον καμία σημασία· εκείνο που μετρούσε τη στιγμή αυτή ήταν ο Λυσίμαχος και ο γιος του. Προ-σπάθησε να τους φέρει στο μυαλό του. Ποιος ξέρει σε ποια γωνιά εί-χε κρυφτεί ο ίλαρχος! Το νήπιο που ο ίδιος ποτέ δεν είχε γνωρίσει, που με τόσο βίαιο τρόπο απομάκρυνε από τη μητέρα του, τώρα πια θα είχε μεγαλώσει. Σε ποιον έμοιαζε άραγε, στην Αρίστη ή σε εκείνον; Ήταν παράδοξο και αστείο ταυτόχρονα, συλλογίστηκε, σε μια παρό-μοια ώρα μέγιστης ταπείνωσης να τον απασχολεί ένα τόσο ανόητο ερώτημα! Και ο αξιωματικός που, όπως φαίνεται, είχε κάνει σκοπό της ζωής του να σκοτώσει το μικρό; Από τότε που έφτασε στη Ρώμη δεν τον είχε ξαναδεί, λες να ήταν πίσω στη Μακεδονία και να τους αναζητούσε; Για ακόμη μια φορά μακάρισε τον εαυτό του για τη σο-φή επιλογή προστάτη του Φίλιππου, ήταν βέβαιος πως ο Λυσίμαχος θα έκανε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να σωθούν. Η υποψία μει-διάματος που συνόδευε τις σκέψεις αυτές ήταν ανεξήγητη σε όσους τον παρατηρούσαν οπωσδήποτε υπέθεταν πως οι θεοί λυπήθηκαν το μονάρχη και τον τρέλαναν!

Ο καιρός θα κυλούσε πια σαν κακό όνειρο για τον Περσέα, ο ίδιος όμως προαισθανόταν πως το λυτρωτικό τέλος στον ατελείωτο αυτόν εξευτελισμό δε θα αργούσε. Η μεταφορά που του είχε υποσχεθεί ο Αιμίλιος Παύλος λίγη σημασία είχε πλέον και ήδη μετάνιωσε που πα-ρακάλεσε τον ανθύπατο για πιο ανθρώπινες συνθήκες για τον ίδιο.

* Συνηθισμένος τόπος εκτελέσεων στο Καπιτώλιο (Pupes Tarpeja).

Digitized by @PriOri™

Page 258: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

258 Γιώργος Μπουλακάκης

Έπρεπε να περιοριστώ στα παιδιά μου, συλλογίστηκε κοιτώντας με συμπόνια τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο που βάδιζαν στην κεφαλή της θλιβερής συνοδείας. Ο βασιλιάς ήταν ήδη ψυχικά νεκρός μετά τη διαπόμπευση στις λεωφόρους και τις αγορές της Ρώμης, ήταν θέμα χρόνου να συναντήσει την αγαπημένη του Αρίστη στο ζοφερό βασί-λειο των ίσκιων και της λησμονιάς*.

* Ο Περσέας πέθανε σε αιχμαλωσία δυο ή πέντε χρόνια μετά τα γεγονότα του 167 π.Χ., από ασιτία ή κακομεταχείριση. Ο γιος του, ο Φίλιππος, και η κόρη του πέθαναν και αυτοί σε νεαρή ηλικία, μόνο ο Αλέξανδρος έζησε για χρόνια στη Ρώμη, υπηρετώντας διάφορους άρχοντες ως γραμματέας.

Digitized by @PriOri™

Page 259: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Ο Ορέστης εγκατέλειψε την Εορδαία, εξοργισμένος με την αδυ-ναμία του να αποσπάσει ομολογία από το γέρο, και συνέχισε την ανα-ζήτηση των φυγάδων στην Ελιμιώτιδα. Πρώτη φορά συνάντησε τέτοια πίστη και αφοσίωση στους Αντιγονίδες. Αν οι ανώτεροι του συνα-ντούσαν αυτόν τον άντρα, ακόμα και οι πιο δύσπιστοι θα παραδέχο-νταν την απόλυτη αναγκαιότητα της αποστολής του. Είχε όμως και μια διαρκώς αυξανόμενη βεβαιότητα πως οι προσπάθειές του ήταν μά-ταιες. Ήξερε πως ο Λυσίμαχος, για να τον εμπιστευτεί ο Περσέας, δεν πρέπει να ήταν τελείως ηλίθιος, οπωσδήποτε είχε δύο λίτρες* νου! Ο ίδιος, αν βρισκόταν σε παρόμοια θέση, θα φρόντιζε να εξαφανιστεί από το πρόσωπο της γης την ίδια μέρα, θα κρυβόταν σε μια σπηλιά και θα ζούσε με νερό και χόρτα όσο χρειαζόταν. Συνέχιζε βέβαια τις έρευ-νες, αποφασισμένος να παρουσιαστεί στη Σύγκλητο με ήσυχη τη συ-νείδηση, γνωρίζοντας πως είχε εκτελέσει στο ακέραιο το καθήκον του στην αιώνια πόλη, έχοντας ερευνήσει εξονυχιστικά και την τελευταία γωνιά στην Τέταρτη Μερίδα. Ασφαλώς ήταν ο τελευταίος άνθρωπος στον οποίο θα μπορούσαν να καταλογίσουν ευθύνες οι άρχοντες του

* Ρωμαϊκή μονάδα μέτρησης βάρους στερεών και υγρών, που ισοδυναμούσε με περίπου 373 γραμμάρια.

Κεφάλαιο Δέκατο Τέταρτο

Digitized by @PriOri™

Page 260: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

260 Γιώργος Μπουλακάκης

Τίβερη, τον αίτιο μπορούσαν να τον εντοπίσουν εύκολα στο άρμα του θριαμβευτή της Πύδνας!

Μοιραία η πορεία του φιλόδοξου αξιωματικού θα τον οδηγούσε στην Ορεστίδα, αν και η προαίσθησή του ήταν απόλυτα ορθή· το ζεύ-γος που έπρεπε πλέον να αναζητήσει είχε από καιρό εγκαταλείψει τη Μακεδονία πέντε μήνες περίπου πριν τη φρικτή εκτέλεση του Ζώπυ-ρου. Ο άτυχος άντρας θα μπορούσε να είχε στείλει τον Ρωμαίο στην Ορεστίδα χωρίς την παραμικρή τύψη, μα ο γαμπρός του δεν είχε θε-ωρήσει αναγκαίο να τον ενημερώσει.

Ο Λυσίμαχος δεν πήρε το παιδί και τη γυναίκα να φύγουν το ίδιο εκείνο μεσημέρι στα τέλη του Αρτεμισίου που η Αλκιθόη εμφανίστη-κε ξαφνικά μπροστά του μόνο και μόνο από ανόητη αίσθηση καθήκο-ντος, πρώτα απέναντι στο φίλο του και έπειτα απέναντι στο γαμπρό εκείνου. Αν ο γέρος το γνώριζε αυτό, θα τον είχε στολίσει με όχι λίγα κοσμητικά επίθετα! Δεν μπόρεσε έτσι να χαρεί τις πρώτες εκείνες μέ-ρες την παρουσία της μικρής του αγαπημένης, που κανονικά θα έπρε-πε να του χαρίσει την υπέρτατη ευτυχία. 'Οταν λοιπόν ένα απόγευμα ο Λίχας επέστρεψε στο βουνό για να φέρει προμήθειες και νέα για την κατάσταση από την πόλη, του ζήτησε να φέρει το πολύ μέσα σε δύο μέρες άνθρωπο να τον αντικαταστήσει γιατί έπρεπε να φύγει αμέσως. Ο δούλος ζήτησε όπως ήταν λογικό την αιτία και μετά από ένα μικρό δισταγμό ο ίλαρχος σκαρφίστηκε κάποια πρόχειρη δικαιολογία. Κα-μιά φορά εκπλησσόταν και ο ίδιος με τον εαυτό του και την ικανότη-τά του να πλάθει ιστορίες, μα όπως έλεγε και ο μακαρίτης ο πατέρας του, η ανάγκη είναι μητέρα της εφευρετικότητας!

«Ξέρεις, η αλήθεια είναι ότι κρύβομαι γιατί είχα διαφορές με μια οικογένεια κάτω στην πατρίδα μου, είχα σκοτώσει κάποιον σε ένα καπηλειό και τα αδέλφια του με αναζητούν να εκδικηθούν. Δεν τους κακίζω, το άδικό μου είναι μεγάλο, μα αγαπώ τη ζωή μου και έχω το γιο μου να φροντίσω. Τούτη η μικρή έφερε τα άσχημα νέα, άκουσαν, λέει, μια φήμη για το πού βρίσκομαι και, μόλις βρουν ευκαιρία, θα έρθουν εδώ πάνω να με σκοτώσουν. Υπάρχουν και πολιτικές διαφο-ρές στη μέση, αυτοί είναι φίλοι των Ρωμαίων... Να πεις στον κύριό

Digitized by @PriOri™

Page 261: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 261

σου ότι μεθαύριο το μεσημέρι θα φύγω με το παιδί και την ανιψιά μου· τους μισθούς που μου χρωστά του τους χαρίζω!»

Ο Λίχας, ακούγοντας τα λόγια του, ανασήκωσε απλώς τους ώμους και απάντησε πως θα ενημερώσει τον Αμφοτερό.

Η Αλκιθόη, που μαγείρευε όσπρια έξω από την καλύβα έχοντας το παιδί δίπλα της, είχε όλη την προσοχή της στραμμένη στη συζήτηση, δε διέκοψε όμως τους δύο άντρες. Μόλις ο δούλος αποχώρησε, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει την περιέργειά της και ρώτησε τον Λυσίμα-χο γιατί έπρεπε να φύγουν ξανά. Η ένταση που είχε κυριέψει τον κύ-ριο της από τότε που συναντήθηκαν ήταν διάχυτη γύρω της, σχεδόν μπορούσε να τη μυρίσει. Δε φανταζόταν πως η ίδια ήταν η αιτία του εκνευρισμού. Ήλπιζε σε μια ήρεμη ζωή στο πλευρό του Λυσίμαχου, απομονωμένοι οι δυο τους πάνω στα βουνά αυτά· ένας απλός βοσκός και η γυναίκα του, που θα μεγάλωναν με αγάπη το παιδί του φίλου του. Θα ήταν αχάριστη αν ζητούσε περισσότερα, μα έβλεπε φοβισμένη πως άλλη ήταν η επιθυμία του ίλαρχου.

Ο Λυσίμαχος την κοίταξε στοργικά και την πήρε στην αγκαλιά του. Πίστευε ότι θα τον ακολουθούσε ως τις άκρες της γης, δε χρειαζόταν να αποδείξει την αγάπη της, η διήγηση και μόνο των περιπετειών της ήταν το ισχυρότερο επιχείρημα. Πριν όμως την υποβάλει στη δοκιμα-σία που απαιτούσε το δικό του καθήκον, έπρεπε τουλάχιστον να της δώσει τη δυνατότητα να επιλέξει. Κάθισε δίπλα στην εστία και της μί-λησε για πρώτη φορά ανοιχτά.

«Το λόγο για τον οποίο πρέπει να φύγω ίσως δε θα έπρεπε να στον αποκαλύψω ακόμη, για να σε προστατέψω. Έχω γίνει πολύ γνωστός στην περιοχή, όποιον και να ρωτήσεις γνωρίζει τον Κλεόνικο, τον Ηρα-κλή όπως με φωνάζουν εδώ, και είναι η (ρύση της αποστολής μου τέ-τοια, που είμαι υποχρεωμένος να κρύβομαι. Αν εσύ, μια γυναίκα μό-νη και αβοήθητη, κατόρθωσες να με εντοπίσεις, πόσο πιο εύκολο εί-ναι για το ρωμαϊκό στρατό να με βρει, αν με αναζητήσει; Έπρεπε να έχω ήδη εγκαταλείψει τη χώρα αυτή από το χειμώνα, δεν είχα κατα-λάβει τον κίνδυνο που διέτρεχα...»

«Η επήκοος Ίσιδα, η μεγάλη θεά, εισάκουσε τις προσευχές μιας φτωχής δούλας και σε κράτησε εδώ, άρχοντά μου, μέχρι να σε βρω!»

Digitized by @PriOri™

Page 262: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

262 Γιώργος Μπουλακάκης

τον διέκοψε κοιτώντας τον με λατρεία η Αλκιθόη, ο Λυσίμαχος όμως της έκλεισε το στόμα με τα δύο δάχτυλα και συνέχισε:

«Το καθήκον μου λοιπόν, μικρό μου άνθος, είναι να φύγω ξανά. Δεν μπορώ να σε δεσμεύσω δίπλα μου· σου παραχωρώ την ελευθερία σου. Μπορείς να κάνεις ό,τι επιθυμείς χωρίς καμία υποχρέωση, ακό-μα και να μείνεις στα βουνά τούτα και να νυμφευτείς κάποιον άλλο, να ζήσεις μια ήρεμη ζωή, όπως όλοι οι άνθρωποι. Μα τον Δία, κορί-τσι μου, οι θεοί μόνο ξέρουν πόσο ευτυχισμένος είμαι που βρίσκεσαι κοντά μου, μα οφείλω να σε προειδοποιήσω πως, αν με ακολουθήσεις, ίσως αντιμετωπίσεις μαζί μου πλήθος στερήσεις και κάθε είδους κα-κουχίες.»

Σώπασε περιμένοντας την απάντηση της, αλλά εκείνη δεν είχε τί-ποτα να σκεφτεί. Τα μάτια της πετούσαν σπίθες, όταν γύρισε προς το μέρος του και άρχισε σχεδόν να ουρλιάζει θυμωμένη «Ξέρεις για ποιο λόγο δεν αυτοκτόνησα τη νύχτα που με ατίμασε το κτήνος εκείνο, άρ-χοντα μου; Με κράτησε ζωντανή η ελπίδα ότι θα σε βρω, ότι θα μείνω για πάντα δίπλα σου, έστω και σαν απλή δούλα, να σου μαγειρεύω και να σου πλένω τα πόδια. Φοβόμουν πως θα βρω τη μητέρα του παιδιού κοντά σου· σε βρήκα μοναχό, όπως ήλπιζα, να μεγαλώνεις ένα γιο που λες πως δεν είναι δικός σου! Φοβόμουν πως δε θα μου συγχωρέσεις το μίασμα από το άγγιγμα ενός άλλου άντρα, πως θα με διώξεις. Όταν μου είπες πως δε φταίω και δεν υπάρχει κανένα σφάλμα να συγχω-ρέσεις, τι να σου πω, ήμουν νεκρή και ξαναγεννήθηκα! Και μου λες τώρα να σε αφήσω και να ζήσω ελεύθερη και άλλα τέτοια που δεν κα-ταλαβαίνω; Όχι βάσανα, και στον Άδη να μου πεις ότι πρέπει να κα-τέβεις, θα σε ακολουθήσω! Αν αυτοκτονήσεις εδώ μπροστά μου, το ίδιο μαχαίρι θα μπήξω κι εγώ στο στήθος μου να ξεψυχήσω δίπλα σου!»

Αντί να θυμώσει με την αυθάδεια της δούλας, ο Λυσίμαχος ενθου-σιασμένος τη σήκωσε σαν παιχνιδάκι στα χέρια του και την οδήγησε στην καλύβα όπου ζευγάρωσαν για μια ακόμη φορά πάνω στο αρκου-δοτόμαρο που χρησιμοποιούσαν σαν στρώμα, με ανανεωμένο πάθος και θέρμη. Στις ασθενικές διαμαρτυρίες και τα γελάκια της γυναίκας για το φαγητό που σιγόβραζε στη χύτρα, ο Λυσίμαχος της απάντησε

Digitized by @PriOri™

Page 263: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 263

«Άσ' το να καεί το φαγητό, κάθε μέρα τρώμε, κόρη του Ίστρου, μα εσένα σε έχω στερηθεί τόσο καιρό!»

Έξω είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Ο μικρός έπαιζε στον περι-φραγμένο χώρο του μαντριού, και όταν το ζεύγος χόρτασε τον έρω-τα, η νεαρή έριξε πάνω της το χιτώνα της, βγήκε έξω και τον σήκωσε στα χέρια φέρνοντάς τον μέσα στην καλύβα.

Βλέποντάς τους να μπαίνουν ξανά μέσα, ο Λυσίμαχος, που είχε απλωθεί σαν ηγεμόνας της Ανατολής πάνω στο δέρμα του θηρίου, δεν κρατήθηκε και παρατήρησε «Μα τον Δία, στοργικότερη και ομορ-φότερη μητέρα δεν μπορούσε να έχει ο μικρός μας! Οφείλω βέβαια να ομολογήσω πως κι εκείνος είναι διακριτικός, δε μας ενοχλεί ποτέ όταν θυσιάζουμε στην Κύπριδα*! Έλα, ξάπλωσε δίπλα μου, δεν έχου-με τελειώσει ακόμα τη συζήτησή μας. Αυτά που έλεγες προηγουμέ-νως τα εννοούσες;»

Η Αλκιθόη δεν απάντησε, απλώς γύρισε και του έριξε μια ματιά, σαν να του έλεγε "Τα ίδια θα λέμε συνέχεια;" Τακτοποίησε το μικρό Φί-λιππο στη γωνία που είχαν το στρώμα του, του έδωσε λίγο γάλα, αφού δεν είχε κάτι άλλο να του προσφέρει, και έτρεξε να χωθεί ξανά στην αγκαλιά του άντρα, ελπίζοντας πως το νήπιο δε θα τη σηκώσει ξανά, τουλάχιστον όχι αμέσως. Από τη μέρα που ήρθε κοντά στον κύριό της, ανέλαβε να προσέχει το παιδί και, μολονότι το άγρυπνο μάτι του Λυσί-μαχου δεν τραβήχτηκε ποτέ πάνω από τον Φίλιππο, ο ίλαρχος είχε ανα-πνεύσει ανακουφισμένος για την απαλλαγή από τη βαριά ευθύνη της ανατροφής του. Το νήπιο δε χρειάστηκε πάνω από δύο μέρες να συνη-θίσει τη μορφή της και, όπως έλεγε ο Λυσίμαχος χαριτολογώντας, δε θα αργούσε η μέρα που θα αναγνώριζε στο πρόσωπο της τη μητέρα του.

Η νεαρή γυναίκα ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο του και χω-ρίς να τον κοιτά, μίλησε πρώτη. «Ήθελες κάτι ακόμα να μου πεις, άρ-χοντά μου. Σε ακούω!»

«Αφού θα με ακολουθήσεις, πρέπει να μάθεις την αλήθεια και για τον Φίλιππο. Ο λόγος για τον οποίο δεν είχα καμία συμμετοχή στη

* Επίθετο της Αφροδίτης, επειδή σύμφωνα με μια εκδοχή γεννήθηκε στην Κύπρο.

Digitized by @PriOri™

Page 264: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

264 Γιώργος Μπουλακάκης

μεγάλη μάχη ήταν η διαταγή να πάρω το παιδί αυτό υπό την προστα-σία μου και να εξαφανιστώ μαζί του. Υπάκουσα παρά τη θέλησή μου μόνο και μόνο γιατί τη διαταγή μου την έδωσε ο ίδιος ο βασιλιάς. Ο Φίλιππος είναι δικός του γιος...»

Η Αλκιθόη πετάχτηκε και κοίταξε τον άντρα με μάτια ολοστρόγ-γυλα από έκπληξη. «Αλήθεια μου λες;» κατόρθωσε να ψελλίσει.

«Η εντολή του βασιλιά μου ήταν το μοναδικό πράγμα ικανό να με κρατήσει μακριά σου, Αλκιθόη, αλλιώς, αν ήμουν ζωντανός όταν όλα τελείωσαν, θα είχα τρέξει σ' εσένα» της απάντησε κοιτώντας τη βαθιά στα μάτια. «Πίστεψες ποτέ πως θα εξαφανιζόμουν χωρίς ίχνη, θα άφη-να πίσω μου εσένα, την περιουσία μου, τους ανθρώπους μου, αν δεν είχα πολύ σοβαρό λόγο;» Την έσφιξε πάνω του, λες και φοβόταν πως θα τη χάσει ξανά, και συνέχισε «Χιλιάδες δικοί μας σκοτώθηκαν στην Πύδνα, θα μπορούσα να είμαι κι εγώ ένας από αυτούς, μα ο βασιλιάς μου με επέλεξε για τη σωτηρία του γιου του. Θα ήταν σαν να προδίδω τον αγώνα και τη θυσία όλων αυτών των αντρών, αν γυρνούσα στη Βι-σαλτία όπου θα με συλλάμβαναν μέσα σε ένα μήνα. Από ό,τι έχω ακού-σει, οι περισσότεροι ευγενείς που δε συνεργάστηκαν με τον εχθρό εστάλησαν όμηροι στη Ρώμη!»

Η Αλκιθόη συγκατάνευσε σιωπηρά, ενθυμούμενη την επίσκεψη του Μενέλαου στο κτήμα και την ιστορία της Φαιναρέτης.

«Ο βασιλιάς θέλει ο γιος του να μεγαλώσει σαν ελεύθερος άν-θρωπος, όχι δούλος των Ρωμαίων. Αυτό είναι το καθήκον που υπερ-βαίνει όποια δική μου θέληση» συνέχισε ο Λυσίμαχος με ύφος που δε σήκωνε αμφισβήτηση, «να πάρω το παιδί και να το μεγαλώσω σε μια πόλη στην Ασία μέχρι να γυρίσει πίσω να διεκδικήσει την κληρονομιά του πατέρα του. Θα το πραγματοποιούσα μόνος, αφού όμως ήρθες κο-ντά μου, με χαρά θα μοιραστώ το βάρος μαζί σου. Μπορείς να το αντέ-ξεις; Θα έρθεις μαζί μου να φτιάξουμε μια νέα ζωή εκεί;»

«Δε χρειάζεται να το ρωτάς αυτό, άρχοντά μου, το παιδί θα το με-γαλώσω σαν να ήταν δικό μου, θα αντικαταστήσει στην καρδιά μου την κόρη που χάσαμε» του απάντησε με το γλυκύτερο χαμόγελό της η Αλκιθόη. «Για πες μου, πώς βρέθηκε το παιδί στα χέρια σου; Πήγες στην Πέλλα να το πάρεις;»

Digitized by @PriOri™

Page 265: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 265

«Όχι, το παιδί με τη μητέρα του βρίσκονταν στη Βέροια, εκεί τους είχε στείλει ο Περσέας. Τους είχε απομακρύνει από την αυλή στην Πέλλα για να μείνει κρυφή η ύπαρξη του μικρού, να τον προστατέψει μ' αυτόν τον τρόπο από τους Ρωμαίους και τους Μακεδόνες που θα το παρέδιδαν πρόθυμα για να γίνουν αρεστοί στους κατακτητές μετά τη μάχη. Βλέπεις, ο βασιλιάς είχε προβλέψει την κατάληξη του πολέμου αυτού, θέλησε λοιπόν ένας από τους γιους του να αποφύγει τις συνέ-πειες της ήττας...»

«Αν ήταν αναπόφευκτο να ηττηθείτε, υπήρχε λόγος να πολεμήσε-τε; Δεν μπορούσατε απλώς να παραδοθείτε και να μη χυθεί τόσο αί-μα;» τον διέκοψε με αφοπλιστική αθωότητα η νεαρή γυναίκα.

Ο Λυσίμαχος κόμπιασε· δεν είχε απάντηση στο ερώτημα της μι-κρής και πίστευε πως όλοι οι σπουδαίοι και οι σοφοί της οικουμένης δε θα μπορούσαν να την πείσουν για την ανάγκη να αγωνιστεί κανείς για μια χαμένη υπόθεση. Θέλησε να της μιλήσει για την τιμή της Μα-κεδονίας, για τους ένδοξους προγόνους, τη λεηλασία της χώρας από τους Ρωμαίους, ήξερε όμως πως για την απλοϊκή Αλκιθόη, που διψούσε για ζωή και έρωτα, όλα τούτα ήταν απλώς λέξεις κενές νοήματος. Θυ-μήθηκε το φίλο του τον Ζώπυρο και εκείνα που του έλεγε το τελευταίο βράδυ τους στο Μέλαν Πεδίο, τον τρόπο με τον οποίο καταρράκωσε με λόγια απλά όλες τις πεποιθήσεις με τις οποίες είχε μεγαλώσει και διαποτιστεί ο ευπατρίδης αξιωματικός στην αυλή του βασιλιά. Απλώς χαμογέλασε συγκαταβατικά και προτίμησε να μην απαντήσει, αλλά να συνεχίσει τη διήγησή του, αφού ήξερε πως η δούλα δε θα επέμενε.

«Τη μέρα της μάχης εγώ ήμουν στη Βέροια και προσπαθούσα να πεί-σω τη μητέρα του Φιλίππου, μια απλή παλλακίδα που αγαπούσε ο Περ-σέας, να μου παραδώσει το παιδί. Το κατάφερα, Αλκιθόη, μα ειλικρι-νά δεν έχω λυπηθεί ποτέ στη ζωή μου άνθρωπο όσο αυτή τη δυστυχι-σμένη γυναίκα· ο θρήνος της Εκάβης που είδα στο θέατρο της Πέλλας δεν ήταν τίποτα μπροστά στη δική της τραγωδία. Προσπάθησε έπειτα να με κρατήσει στην πόλη ο φρούραρχος μέχρι να φτάσουν εκεί οι Ρω-μαίοι, χωρίς να ξέρει βέβαια τίποτα για το παιδί, αλλά ευτυχώς απέ-δρασα αφού δωροδόκησα ένα στρατιώτη. Αντιπαθέστατος άνθρωπος αυτός ο Ηγήσανδρος, έπρεπε να έβλεπες πόσο χυδαία μιλούσε για την

Digitized by @PriOri™

Page 266: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

266 Γιώργος Μπουλακάκης

Αρίστη. Άνθρωποι σαν αυτόν έχουν γίνει τώρα ένθερμοι υποστηρι-κτές των Ρωμαίων!»

«Σαν το γαμπρό σου τον Μενέλαο δηλαδή, κύριέ μου» παρατή-ρησε η Αλκιθόη και σώπασε αμέσως. Τέτοια τόλμη ήταν ανάρμοστη για μια δούλα, ο Λυσίμαχος όμως έσπευσε να συμφωνήσει μαζί της.

«Τουλάχιστον αυτός ποτέ δεν έκρυψε την αντιπάθειά του για το βασιλιά. Λυπάμαι τη δύσμοιρη Βερενίκη και τους ανθρώπους μας που θα υποχρεωθούν να ανεχτούν την εξουσία του. Φοβάμαι για τη ζωή τη δική τους, αλλά και την τύχη του κτήματος.» Αν ήξερε πως η τροφός του, η γριά Ηγησιπύλη, είχε ήδη πέσει θύμα του αδίστακτου αυτού άντρα... Μα και πάλι, πώς ήταν δυνατόν να εκδικηθεί; «Δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα γι' αυτούς, πρέπει και οι δύο να λησμο-νήσουμε το παρελθόν. Αυτό που μας ενδιαφέρει τώρα είναι να βγά-λουμε το παιδί έξω από τη Μακεδονία και να το οδηγήσουμε όσο συ-ντομότερα γίνεται εκεί που πρέπει. Αύριο όλη μέρα θα προετοιμαζό-μαστε. Ίσως σφάξω κάποιο ζώο. Εσύ, όσο αλεύρι έχουμε, αύριο θα το κάνεις ψωμί και διπυρίτη να έχουμε για τη διαδρομή. Μεθαύριο το πρωί το αργότερο φεύγουμε...»

«Όπως προστάζεις, άρχοντά μου.» «Και αυτά τα "άρχοντά μου" και το "κύριέ μου" πρέπει να τα ξε-

χάσεις αμέσως. Από σήμερα είσαι η γυναίκα μου» είπε ο Λυσίμαχος, τονίζοντας μία μία τις λέξεις, και τύλιξε νωχελικά τα χέρια του γύρω από το μισόγυμνο κορμί, «έτσι όπως άξιζες να είσαι εδώ και χρόνια... Μέχρι τώρα δεν μπορούσα ούτε να το διανοηθώ, οι υπόλοιποι ευγενείς θα με χαρακτήριζαν τουλάχιστον τρελό, μα τώρα πια... Εσύ, μικρή, τις λες, θέλεις έναν απογοητευμένο και κουρασμένο στρατιώτη για άντρα σου;» Ήταν μια κίνηση που υπαγόρευε η κοινή λογική, ένα ανδρόγυ-νο με το παιδί του που διασχίζουν τη χώρα δεν εγείρουν υποψίες, όμως πραγματικά πίστευε πως η μικρή άξιζε μια τέτοια ανταμοιβή για την αφοσίωσή της. Ήταν πλέον ελεύθερος από κάθε κοινωνική δέσμευση να πράξει αυτό που πρόσταζε η καρδιά του. Ο παλιός, ανεύθυνος Λυ-σίμαχος που κυνηγούσε την πρόσκαιρη ηδονή στις μικρές πόρνες των καπηλειών είχε άλλωστε πεθάνει την ημέρα που σήκωσε για πρώτη φο-ρά στα χέρια του το μικρό Φίλιππο...

Digitized by @PriOri™

Page 267: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 267

Η Αλκιθόη δεν είχε τη δύναμη να μιλήσει μετά τα τελευταία λό-για του άντρα, να του πει πως αυτό ήταν το ανομολόγητο όνειρο της χρόνια τώρα. Το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να πιάσει με τα δυο της χέρια την παλάμη του και να αρχίσει να τη φιλά, με δάκρυα ευ-τυχίας να πλημμυρίζουν τα μάτια της. «Σε ευχαριστώ, κύριέ μου, σε ευχαριστώ...» ψιθύριζε. Ήταν ένα ανέλπιστο δώρο για τη δούλα. Στο κτήμα δεν της επιτρεπόταν να είναι ούτε επίσημη παλλακίδα του Λυ-σίμαχου, πόσο μάλλον σύζυγός του...

Αν ο ίλαρχος την άφηνε, ήταν ικανή να κάθεται στην αγκαλιά του και να κλαίει όλη νύχτα και εκείνος, που δεν άντεχε τα δακρύβρεχτα ξεσπάσματα, προσπάθησε να την ηρεμήσει· όπως οι περισσότεροι άντρες, δεν έμενε ασυγκίνητος στη θέα δυο υγρών γυναικείων ματιών. Το μόνο που κατόρθωσε ήταν να προκαλέσει νέους λυγμούς και ανα-φιλητά χαράς από τη νεαρή και να παρασυρθεί στο τέλος και ο ίδιος από μια μελαγχολική και συνάμα ερωτική διάθεση αδιανόητη για το σκληροτράχηλο πολεμιστή που πάντα φρόντιζε να θάβει βαθιά μέσα του κάθε ευγενικό συναίσθημα.

«Κάποτε στην αυλή της Πέλλας είχα διαβάσει, δε θυμάμαι πού, μια παλιά ιστορία. Οι θεοί, λέει, είχαν χωρίσει στα δύο τους ανθρώπους, που ως τότε ήταν όντα με δύο πρόσωπα, τέσσερα χέρια και τέσσερα πόδια, με σκοπό να τους τιμωρήσουν για την έπαρσή τους. Από τότε όλοι ψάχνουν το άλλο τους μισό και όταν το βρουν, το αγκαλιάζουν σφιχτά και επιθυμούν να μείνουν ενωμένοι μαζί του για όλη τη ζωή τους*. Το δικό μου μισό, μικρή μου, φαίνεται πως είσαι εσύ. Ξόδεψα άσκοπα χρόνο σε ξένες αγκαλιές και έπρεπε να πιστέψω πως σε έχα-σα οριστικά για να το παραδεχτώ» ομολόγησε για πρώτη φορά μπρο-στά στην Αλκιθόη ο Λυσίμαχος.

Για να μη συνεχίσει άλλο -θεωρούσε αυτού του είδους τα λόγια έν-δειξη αδυναμίας και είχε μάθει από μικρός πως οι άντρες δεν πρέπει να δείχνουν ποτέ ευάλωτοι- σηκώθηκε, έσβησε το λύχνο και επέστρε-ψε στο στρώμα τους για να αγκαλιάσει το ποθητό κορμί της γυναίκας. Ατυχώς για εκείνον, το σκοτάδι τρόμαξε το μικρό Φίλιππο που δεν

* Είναι η άποψη περί έρωτος που διατυπώνεται από τον Αριστοφάνη στο Συμπόσιο του Πλάτωνα.

Digitized by @PriOri™

Page 268: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

268 Γιώργος Μπουλακάκης

είχε κοιμηθεί ακόμα και έβαλε τις φωνές. Ο ίλαρχος υποχρεώθηκε να τον πάρει στα χέρια, αφού όμως το παιδί δεν ησύχαζε, αναγκά-στηκε να ξεχάσει κάθε ερωτική διάθεση για τη νύχτα εκείνη και να τον πάρει στο δικό τους στρώμα. Ο μικρός αποκοιμήθηκε ανάμεσα στους δύο εραστές, ενώ εκείνοι συνέχιζαν να μιλούν ψιθυριστά, κρα-τώντας ο ένας το χέρι του άλλου.

«Εξυπακούεται πως πρέπει να ταξιδέψουμε μυστικά, κρύβοντας την πραγματική μας ταυτότητα. Έχω υποσχεθεί στον Περσέα πως θα παραστήσω τον Κρητικό έμπορο, οι θεοί να έχουν καλά την Ηγησι-πύλη που μου έμαθε τη διάλεκτο. Αυτό μόλις φύγουμε από την περιο-χή. Ήξερα έναν Κρητικό μισθοφόρο που σκοτώθηκε στην Ιλλυρία, νο-μίζω Κύδα τον έλεγαν, στο εξής θα με αποκαλείς μ' αυτό το όνομα... Θα πλάσω και μια πιστευτή ιστορία, ότι τάχα καταστράφηκα οικονο-μικά με τον πόλεμο, ότι ο ρωμαϊκός στρατός επέταξε τα εμπορεύματα και τα ζώα μου, έτσι κι αλλιώς, από ψέματα αυτόν τον καιρό άλλο τί-ποτα! Πρέπει να βρούμε ένα όνομα και για σένα... μόλις απομακρυν-θούμε από εδώ θα είσαι... η Άλκηστη!» είπε με ένα πλατύ χαμόγελο, ικανοποιημένος με το εύρημά του, ο πρώην αξιωματικός. «Πιστεύω πως σε όλη την Ελλάδα μόνο εκείνη αγαπούσε τόσο τον άντρα της και έκανε γι' αυτόν κάτι που μπορεί να παραβληθεί με όσα έχεις κάνει εσύ για μένα*!»

«Πάντα υπερβολικός! Και το μικρό; Δεν μπορούμε να τριγυρνάμε στη χώρα με ένα παιδί που το λένε Φίλιππο, είναι σαν να προκαλού-με την τύχη μας» παρατήρησε η Αλκιθόη. «Πρέπει να βρούμε ένα όνο-μα και για εκείνον, να το συνηθίσει και να το μάθει πριν είναι αργά!»

«Θα τον ονόμαζα Καλλικλή, όπως τον πατέρα μου, φοβάμαι όμως μήπως το καταλάβει κανείς... Το δικό σου πατέρα πώς τον έλεγαν;»

* Ο Άδμητος, βασιλιάς των Φερών της Θεσσαλίας, επρόκειτο να πεθάνει, καταδικασμένος από την Άρτεμη, την οποία ξέχασε να τιμήσει στις γαμήλιες θυσίες· μόνο αν έβρισκε κάποιον άλλο να κατέβει στη θέση του στον Άδη θα σωζόταν. Ακόμα και οι γέροι γονείς του όμως αρνήθηκαν να το κάνουν και μόνο η νεαρή σύζυγος του, η Αλκηστη, δέχτηκε να πεθάνει στη θέση του. Την προκαθορισμένη μέρα όμως έφτασε ο Ηρακλής, πάλεψε με τον Θάνατο, τον νίκησε και έσωσε την Άλκηστη. Είναι γνωστή και η ομώνυμη τραγωδία του Ευριπίδη. Η Άλκηστη στην αρχαιότη-τα θεωρούνταν όπως ήταν φυσικό πρότυπο συζυγικής αγάπης.

Digitized by @PriOri™

Page 269: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 269

«Το πραγματικό του όνομα δεν μπορείς να το προφέρεις. 'Οταν ο άρχοντας Καλλικλής τον αγόρασε, τον ονόμασε Ανδρίσκο.»

«Ωραία, στο εξής ο γιος μας θα λέγεται Ανδρίσκος, μικρή μου Άλκηστη!» είπε ο Λυσίμαχος. «Σήμερα είναι η πρώτη μέρα ή, για να είμαι ακριβής, η πρώτη νύχτα της νέας μας οικογένειας! Λυπάμαι που δεν μπορώ να σου προσφέρω λαμπρές γαμήλιες τελετές και θυσίες όπως απαιτούν οι θεοί· δυστυχώς δεν έχουμε περιθώριο για τέτοιες πολυτέλειες.»

«Μου αρκεί να γνωρίζω πως είσαι πια αποκλειστικά δικός μου... Κύδα! Έχουμε καιρό για θυσίες στην Ασία. Αύριο μας περιμένει και τους δύο μεγάλη μέρα, ας κλείσουμε τα μάτια μας να ξεκουραστούμε.»

«Δυστυχώς, δεν μπορώ να σε καληνυχτίσω όπως θα ήθελα, έχου-με το μικρό βασιλιά ανάμεσά μας... Αύριο πάλι, καλή μου...»

* * * * * * *

Η προηγούμενη της αναχώρησης της νέας οικογένειας του ίλαρ-χου κύλησε ταχύτατα, αφού οι δύο εραστές ήταν αφοσιωμένοι στις προετοιμασίες του ταξιδιού. Την επόμενη αυγή ο άντρας σηκώθηκε, έριξε σε δύο σάκους από λινάτσα το ψωμί και το διπυρίτη, που η νε-αρή είχε ψήσει το απόγευμα στο μικρό χτιστό κλίβανο έξω από την καλύβα, κρεμμύδια, σκόρδα, αρκετό τυρί και κρέας και τους φόρτω-σε στον Αρίονα που περίμενε δεμένος έξω από την καλύβα. Τα εφό-δια θα επαρκούσαν για αρκετές μέρες, με λίγη φειδώ μπορούσαν να φτάσουν ως το τέλος της διαδρομής. Ο Λυσίμαχος δικαιολογήθηκε πως δεν ήθελε να κάνουν στάσεις σε κατοικημένες περιοχές και να αγοράζουν τρόφιμα από τα χωριά που θα συναντούσαν, όσο λιγότε-ρα μάτια τους έβλεπαν τόσο το καλύτερο. Ο πραγματικός του φόβος ωστόσο, τον οποίο δε θέλησε να μοιραστεί με τη γυναίκα του, ήταν πως, όταν επιτέλους θα έφτανε στη Θεσσαλονίκη, απ' όπου σκόπευε να αποπλεύσουν, δε θα είχε αρκετό άργυρο για να επιβιβαστεί σε κά-ποιο πλοίο για την Ασία. Είχε αφήσει σχεδόν άθικτα τα νομίσματα που του είχε εμπιστευτεί ο Περσέας στην αρχή της περιπέτειας αυτής, δεν

Digitized by @PriOri™

Page 270: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

270 Γιώργος Μπουλακάκης

ήξερε όμως πόσα θα του ζητούσε ο πλοίαρχος και έπειτα έπρεπε να έχει χρήματα για τα πρώτα τους έξοδα στην απέναντι ακτή.

Η Αλκιθόη είχε ξενυχτήσει στο προσκέφαλο του μικρού που ήταν ανήσυχος, και σηκώθηκε μόνο αφού ο ήλιος πρόβαλε πίσω από τις βουνοκορφές ανατολικά. Έδειξε έκπληξη, όταν βγήκε από την καλύ-βα και είδε πως όλα ήταν έτοιμα για αναχώρηση. Ο Λυσίμαχος τη στιγ-μή εκείνη έριχνε στις φάτνες του ποιμνιοστασίου βρόμη για τελευταία φορά και την καλημέρισε με ένα πλατύ χαμόγελο.

«Νιώθεις έτοιμη, μικρή; Ρίξε νερό στο πρόσωπο σου, σε λίγο τε-λειώνω με τα ζώα και φεύγουμε.»

«Δε θα περιμένουμε τον Λίχα με τον αντικαταστάτη σου, άρχοντά μου;»

«Ήδη έχουμε καθυστερήσει αρκετά! Ο Ζώπυρος στη θέση μου θα είχε φύγει από την πρώτη μέρα που εμφανίστηκες. Εμπρός, πήγαινε μέσα να ξυπνήσεις το μικρό και να μαζέψεις τα πράγματά μας. Θα έρθω κι εγώ σύντομα.»

Η νεαρή γυναίκα στην καλύβα αναρωτήθηκε αν υπήρχε κάτι να ετοιμάσει. Τα μοναδικά τους υπάρχοντα ήταν οι τριμμένοι χιτώνες που φορούσαν εδώ και μήνες, δύο βρόμικα σκεπάσματα γεμάτα ψύλλους από τα ζώα, δύο σεντόνια και το δέρμα της αρκούδας που με τόση υπε-ρηφάνεια της είχε παρουσιάσει ο Λυσίμαχος τη μέρα που ανέβηκε στο βουνό. Προσπαθούσε να διπλώσει τη δορά του ζώου όταν ο άντρας, μπαίνοντας, της έκανε νόημα να την αφήσει στη θέση της. Ο ίδιος πή-γε στην πήλινη εστία στο κέντρο της καλύβας, σκάλισε το χώμα γύρω της, τη σήκωσε και έβγαλε από κάτω τον προσεκτικά κρυμμένο γυλιό του. Τον ξεσκόνισε από τα χώματα και τον έτεινε στην Αλκιθόη.

«Κρέμασέ τον κάτω από το χιτώνα σου, όσο είναι δυνατό να μη φαίνεται. Πρώτα θα πεθάνεις και έπειτα θα τον χάσεις!»

«Με τρομάζεις, κύριέ μου. Τι σημαντικό υπάρχει εδώ μέσα;» Την κοίταξε με ένα ειρωνικό μειδίαμα, όπως ο παιδαγωγός που θέ-

λει να διορθώσει το λάθος του μαθητή του, και χτύπησε με το δάχτυλο το κεφάλι του. «Βλέπω, αγαπημένη μου, ότι την κακή συνήθεια θα δυ-σκολευτείς να την κόψεις! Πότε σκοπεύεις να σταματήσεις αυτή την

Digitized by @PriOri™

Page 271: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 271

προσφώνηση; Πάντως νομίζω ότι έχεις πια κάθε δικαίωμα να ξέρεις...», και όσο η Αλκιθόη κρεμούσε το δερμάτινο γυλιό κατάσαρκα, κάτω από το φθαρμένο χιτώνα της, συνέχισε «Εκεί μέσα βρίσκεται το μέλλον του γιου μας και ίσως όλης της χώρας. Εδώ είναι τα έγγραφα που αποδει-κνύουν την ταυτότητα του... του Ανδρίσκου, μου τα παρέδωσε ο ίδιος ο Περσέας. Εδώ βρίσκονται και οι οδηγίες για το θησαυρό του Φιλίπ-που, του πατέρα του Περσέα, θα τις μελετήσω στη διαδρομή, να δούμε και σε ποια πόλη της Ιωνίας πρέπει να πάμε. Θα τον κρατούσα εγώ, μα στα χέρια μιας γυναίκας είναι ασφαλέστερος.»

«Δε χρειάζεται να ανησυχείς πια γι' αυτόν, θα τον βγάλω από πά-νω μου μόνο όταν μου το ζητήσεις.»

«Δεν έχουμε κάτι άλλο να κάνουμε εδώ, σήκωσε το παιδί στα χέ-ρια να φύγουμε» έκλεισε τη συζήτηση ο ίλαρχος και, αφού έβαλε πα-ραμάσχαλα τα διπλωμένα κλινοσκεπάσματα, βγήκε ακολουθούμενος από τη γυναίκα και το παιδί.

Η Αλκιθόη στάθηκε στο κατώφλι και έριξε μια τελευταία μελαγ-χολική ματιά στην καλύβα που για λίγο πίστεψε πως θα στεγάσει την ευτυχία της, ο Λυσίμαχος όμως προχώρησε προς τον Αρίονα με βήμα αποφασιστικό. Δεν είχε την πολυτέλεια να ασχολείται με το παρελ-θόν, το αβέβαιο μέλλον ήταν πολύ πιο σημαντικό και ανυπομονούσε να το αντιμετωπίσει το ταχύτερο δυνατόν. Έστρωσε τα κλινοσκεπά-σματα στη ράχη του αλόγου και, μόλις η γυναίκα έφτασε κοντά του, την άρπαξε σαν φτερό και την κάθισε πάνω. Ο ίδιος θα προπορευό-ταν, βαστώντας τα ηνία του Αρίονα, ώστε τα χέρια της γυναίκας να εί-ναι ελεύθερα να κρατούν το παιδί. Αρχισε να βαδίζει στο μονοπάτι που θα τους οδηγούσε στον αμαξιτό δρόμο για το Κέλετρο. Ο μικρός, όταν βρέθηκε ψηλά πάνω στο άλογο, τρόμαξε και έβαλε τα κλάματα, υποχρεώνοντας την Αλκιθόη να αρχίσει να τον κανακεύει για να τον ηρεμήσει, ενώ ο άντρας συνέχιζε απτόητος.

«Αν πρόκειται μια μέρα να γίνει βασιλιάς, καλά θα κάνει να συ-νηθίσει την ιππασία ο μικρός μας» ήταν το μόνο του σχόλιο.

Ο Φίλιππος ησύχασε σε λίγο και η θετή του μητέρα, γυρνώντας το κεφάλι στον ουρανό, είδε ένα μεγαλόπρεπο αετό με τις φτερούγες

Digitized by @PriOri™

Page 272: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Γιώργος Μπουλακάκης

διάπλατες να πετά στα δεξιά της. Αμέσως σταμάτησε το τραγούδι και άρχισε να κραυγάζει ενθουσιασμένη, τεντώνοντας το δείκτη, «Κοί-τα, κοίτα εκεί πάνω, κύριέ! Ευνοϊκός οιωνός, οι θεοί μας ευλογούν!»

Ο Λυσίμαχος έστρεψε το κεφάλι στην κατεύθυνση που έδειχνε η γυναίκα και έπειτα γύρισε σε εκείνη. «Είσαι ακόμα τόσο παιδί!» της είπε αινιγματικά και κοίταξε ξανά εμπρός. Ο καθένας ερμηνεύει τα φαινόμενα όπως τον συμφέρει, ήταν έτοιμος να της απαντήσει, μα κά-ποιες δεύτερες σκέψεις τον συγκράτησαν. Δεν είναι κακό να είναι κα-νείς αισιόδοξος, συλλογίστηκε, αν η Αλκιθόη πιστεύει πως οι θεοί μας προστατεύουν, τόσο το καλύτερο για εκείνη. Ας προσεύχεται τουλά-χιστον ο ένας μας για ουράνια προστασία... Δεν υπήρχε λόγος να γί-νει πικρόχολος και να απογοητεύσει τη νεαρή σύζυγό του. Σύζυγος! Αν τον έβλεπε από μια μεριά ο παλιός του φίλος, ο Αντίπατρος, σύ-ντροφος στον πόλεμο, στα συμπόσια και τις κραιπάλες, οπωσδήποτε θα έσκαγε από τα πολλά γέλια!

Δεν είχε προλάβει ο ήλιος να σηκωθεί ψηλά στον ουρανό, όταν η νεόκοπη οικογένεια συνάντησε τον Λίχα που ανηφόριζε το βουνό συ-νοδευόμενος από ένα δεύτερο, νεότερο άντρα, ασφαλώς τον αντικα-ταστάτη του Λυσίμαχου. Ο Λάκωνας παραξενεύτηκε βλέποντάς τους στο μονοπάτι. Το τι σκέφτηκε και τι θα έλεγε αργότερα στον κύριό του βλέποντάς τον να έχει εγκαταλείψει το κοπάδι ήταν βέβαια το τελευ-ταίο που ενδιέφερε τον ίλαρχο. Οι άντρες μίλησαν για τα πρόβατα αλ-λά και τη νέα πολιτική κατάσταση. Ο Λίχας έφερε την είδηση για την ανεξαρτητοποίηση της περιοχής τους, την ανάδειξη του Αμφοτερού σε βουλευτή και την αναχώρηση του για το Άργος Ορεστικό, την έδρα της διοίκησης. Ο Λυσίμαχος θέλησε να μάθει αν υπήρχαν συνοριακές φρουρές και έλεγχοι. Ο φίλος του τον διαβεβαίωσε πως τα ρωμαϊκά αποσπάσματα έχουν αποσυρθεί και δεν προβλεπόταν να αντικατα-σταθούν για την ώρα με ντόπιους.

«Τα σύνορα είναι ανοιχτά, δε νομίζω να σε εμποδίσει κανείς. Μπο-ρώ να ρωτήσω πού σκοπεύεις να πας;»

«Μάλλον δυτικά, στους Μολοσσούς*» απάντησε κάπως αόριστα ο ίλαρχος. Ο Λίχας ήταν καλός άνθρωπος, αλλά φλύαρος... Έσκυψε

* Ελληνικό φύλο της Ηπείρου.

272

Digitized by @PriOri™

Page 273: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 273

Ο Λυσίμαχος δεν είχε βέβαια καμιά δουλειά να πάει στην Ήπει-ρο, η πορεία που είχε στο μυαλό του ήταν εντελώς διαφορετική. Στην αρχή υπολόγιζε να γυρίσουν στη Θεσσαλονίκη και να βρουν κάποιο πλοίο στο μεγάλο λιμάνι του Θερμαϊκού. Η γυναίκα, μόλις τον άκου-σε, αρνήθηκε να επιστρέψει στην πόλη. Είχε βέβαια καλούς φίλους εκεί, θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν και να τους φιλοξενήσουν για όσο χρειαζόταν, όμως θα ήταν ασφαλέστερο αν έβγαιναν έξω από τη Μακεδονία.

«Ακόμα και αν οι Ρωμαίοι δεν έχουν αφήσει εντολές να συλλη-φθείς εσύ και το παιδί...»

«Πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο!» την είχε διακόψει ο Λυσίμαχος το τελευταίο βράδυ τους στο ποιμνιοστάσια του Αμφοτερού.

«... εμένα με αναζητούν οι άνθρωποι του Μενέλαου και οπωσδή-ποτε μετά τη δολοφονία του ζώου αυτού θα έχουν στο κέντρο της προ-σοχής τους την πόλη. Σε παρακαλώ, δε θέλω να γυρίσω εκεί, στην αθλιότητα του λιμανιού, άσχημες μνήμες θα ζωντανέψουν ξανά!»

Ο άντρας δε θέλησε να στενοχωρήσει τη νεαρή γυναίκα του, έτσι απέρριψε τη λύση της Θεσσαλονίκης χωρίς συζήτηση. Για το δεύτερο με-γάλο λιμάνι της χώρας, την Αμφίπολη, δεν μπορούσε να γίνει λόγος ού-τε για αστείο. Το μικρό λιμάνι της Πύδνας είχε ήδη καταστραφεί από τους Ρωμαίους. Έπρεπε να βγουν εκτός Μακεδονίας και η μόνη επιλο-γή ήταν η Δημητριάδα*. Στην περίπτωση αυτή θα ήταν αναγκασμένοι να

* Πόλη της Μαγνησίας, πολύ κοντά στο σημερινό Βόλο.

* * * * * * *

αμήχανα το κεφάλι και συμπλήρωσε «Λοιπόν, φίλε μου, κάπου εδώ οι δρόμοι μας χωρίζουν. Πρέπει να σε αποχαιρετήσω, δεν ξέρω αν θα συναντηθούμε ποτέ ξανά. Να μεταφέρεις τις ευχαριστίες μου στον Αμφοτερό, με βοήθησε σαν αδελφός.»

«Στο καλό, Ηρακλή, ίσως κάποτε οι θεοί τα φέρουν ευνοϊκά και οι δρόμοι μας σμίξουν ξανά» απάντησε ο δούλος, ασπάστηκε σταυ-ρωτά τον ίλαρχο και ξαναπήρε το μονοπάτι για το μαντρί.

Digitized by @PriOri™

Page 274: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

274 Γιώργος Μπουλακάκης

διασχίσουν την εχθρική Θεσσαλία και περιοχές της Μακεδονίας που τους ήταν άγνωστες. Όταν την ίδια κιόλας μέρα έφτασαν μετά από απρόσκοπτη πορεία στο Άργος Ορεστικό, ο άντρας αναγκάστηκε να εμπιστευτεί μια αόριστη προαίσθηση και να ακολουθήσει από σχετικά μικρή απόσταση την κοίτη του Αλιάκμονα που τραβούσε νότια.

Χρειάστηκε μόνο μία ημέρα δύσκολης πορείας για να αναθεωρή-σει ο Λυσίμαχος τους αρχικούς του σχεδιασμούς. Όταν ξεκινούσε, εν-θυμούμενος τους παλιούς στρατιωτικούς χάρτες που είχε την ευκαιρία να μελετήσει χρόνια πριν στο επιτελείο του Λεοννάτου, είχε τη γνώ-μη πως έπρεπε να ακολουθήσει τον Αλιάκμονα μέχρι τη νοτιότερη κα-μπή του. Θυμόταν πως εκεί κοντά υπήρχε ένα ημιορεινό πέρασμα*, στο δυτικότερο άκρο των Καμβουνίων που οδηγούσε νότια, σε μια πό-λη της Εστιαιώτιδας*, το όνομα της οποίας έσπαγε το κεφάλι του να θυμηθεί*. Από εκεί μπορούσε να ακολουθήσει ξανά τους ποταμούς που διέσχιζαν τη Θεσσαλία, μέχρι να βρεθεί στον τελικό του στόχο, τη Δημητριάδα. Το θετικό με τη διαδρομή αυτή ήταν πως θα βρισκόταν συντομότερα, όπως πίστευε, μακριά από τη Μακεδονία και τον κίν-δυνο να συλληφθεί.

Η μέρα είχε κυλήσει ομαλά μέχρι το μεσημέρι· η διαδρομή ήταν στρωτή και σχεδόν ακολουθούσαν έναν αμαξιτό δρόμο που προχω-ρούσε παράλληλα με τον ποταμό. Όταν ωστόσο εγκατέλειψαν το δρό-μο πολύ νωρίς το απόγευμα, οι φυγάδες υποχρεώθηκαν να διασχίσουν δύσβατα μονοπάτια και να διακόψουν τέλος την πορεία τους μπροστά σε ένα αξεπέραστο εμπόδιο, μια πραγματικά αδιάβατη χαράδρα. Η Αλκιθόη ικέτευσε τον Λυσίμαχο να σταματήσουν το παιδί ήταν κου-ρασμένο και δε θα τους ήταν εύκολο να διασχίσουν ή να παρακάμ-ψουν το φαράγγι πριν νυχτώσει. Ο άντρας συμφώνησε, άφησε τη γυ-ναίκα με το παιδί στο κοίλωμα ενός βράχου και αναζήτησε κάποιον ντόπιο για να μάθει περισσότερες λεπτομέρειες για τη διαδρομή.

* Η σημερινή διάβαση κοντά στο χωριό Αγιόφυλλο, που οδηγεί από τα Γρεβενά στην Καλα-μπάκα. * Η περιοχή του σημερινού νομού Τρικάλων. * Η πλησιέστερη πόλη στο πέρασμα ήταν το Αιγίνιο, πολύ κοντά στη σημερινή Καλαμπάκα.

Digitized by @PriOri™

Page 275: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 275

Γύρισε πολύ πριν βραδιάσει. Η Αλκιθόη είχε στο μεταξύ ανάψει φωτιά και ζέσταινε κρέας να δειπνήσουν. Μόλις είδε τον ίλαρχο να ξεπροβάλλει από τις σκιές του δειλινού, ζήτησε να μάθει τα νέα.

«Ευτυχώς, βρήκα έναν ξυλοκόπο πιο κάτω. Το φαράγγι μπροστά μας είναι ασήμαντο εμπόδιο, νοτιότερα η διαδρομή γίνεται ακόμα πιο δύσκολη. Όταν είπα στον άνθρωπο ότι σκόπευα να κατέβω το ποτά-μι, με κοίταξε σαν τρελό και μου είπε πως ίσως ο Ερμής με τα φτερω-τά του πέδιλα μπορεί να ακολουθήσει τον Αλιάκμονα χωρίς να σκο-τωθεί, εμείς όχι. Δε σκοπεύω να σας βάλω σε κίνδυνο, αγαπητή μου.»

«Και τι θα κάνουμε;» Ο ίλαρχος δεν ήταν δογματικός άνθρωπος, όταν καταλάβαινε πως

μια απόφασή του ήταν εσφαλμένη, δε δίσταζε να ομολογήσει το λά-θος. «Το μόνο που μένει να κάνουμε είναι να επιστρέψουμε στο ση-μείο που ο Αλιάκμονας χωρίζεται από το δρόμο. Αυτόν θα ακολου-θήσουμε, ο άνθρωπος μου είπε πως περνάει μέσα από τα βουνά ανα-τολικά και οδηγεί στην Ελιμιώτιδα. Ήθελα να περάσουμε από την Τυμφαία* στη Θεσσαλία αλλά δεν πειράζει, χάσαμε μια μέρα. Προ-κειμένου να συμβεί κάτι χειρότερο...»

Η νεαρή δε ρώτησε περισσότερα και καταπιάστηκε ξανά με την πυ-ρά της και το φτωχικό δείπνο. Από τη στιγμή που βρήκε τον κύριό της, φαινόταν απαλλαγμένη από κάθε έγνοια και τον ακολουθούσε τυφλά, χωρίς επιφύλαξη. Ο Λυσίμαχος ακούμπησε την πλάτη στο βράχο και αφέθηκε να χαλαρώσει. Το βλέμμα του πλανήθηκε στοργικά πάνω στην Αλκιθόη και το παιδί. Τώρα είχε την ευθύνη για μια ακόμα ζωή εκτός από εκείνη του νεαρού Φίλιππου. Ήταν η πρώτη φορά σε σαράντα χρό-νια που ήταν υπεύθυνος για κάποιον άλλον εκτός από το τομάρι του, συλλογίστηκε, έπρεπε εκείνος να είναι δυνατός και για τους τρεις. Εί-χε όμως εμπιστοσύνη στον εαυτό του, τώρα που είχε απομακρυνθεί από τα μέρη εκείνα της Ορεστίδας που τον γνώριζαν, ένιωθε ξανά αισιό-δοξος.

Μέχρι η γυναίκα να τελειώσει, ο Λυσίμαχος έκλεισε τα μάτια του και αποκοιμήθηκε ελάχιστα. Αφού έφαγαν, η Αλκιθόη ετοίμασε στο

* Περιοχή που τότε άνηκε στην Τέταρτη Μερίδα και αντιστοιχούσε περίπου στο δυτικό τμήμα του σημερινού νομού Γρεβενών.

Digitized by @PriOri™

Page 276: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

276 Γιώργος Μπουλακάκης

βάθος του κοιλώματος ένα μικρό στρώμα με φτέρες από το δάσος, άπλωσε ένα χοντρό σκέπασμα πάνω τους και έβαλε το μικρό να κοι-μηθεί. Έπειτα ετοίμασε και το δικό τους στρώμα με ένα σεντόνι και ξάπλωσε προσκαλώντας τον να πλαγιάσει δίπλα της, επιδεικνύοντας σχεδόν αδιάντροπα τους μηρούς της, ο ίλαρχος ωστόσο απέρριψε τη δελεαστική πρόσφορα· το δάσος εγκυμονούσε κινδύνους, προτιμού-σε να μείνει σκοπός για να αποφύγουν αναπάντεχες επισκέψεις από κάποιο λύκο ή αρκούδα. Ήθελε να είναι απόλυτα συγκεντρωμένος. Όσο βρίσκονταν σε πορεία, δεν έμενε καιρός για έρωτες! Όπως εξή-γησε στη γυναίκα, τις επόμενες ημέρες, όσο βρίσκονταν στην άγνω-στη σε εκείνον χώρα, του αρκούσε λίγος ύπνος το μεσημέρι και τις πρωινές ώρες, αφού εκείνη ξυπνούσε. Η στρατιωτική διαπαιδαγώγη-ση και τα χρόνια σκληραγωγίας στο στρατό του βασιλιά, με πορείες πολύ πιο εντατικές και επίπονες από αυτή, ήταν μεγάλο σχολείο. Δε θα του έλειπε λίγος ύπνος για τέσσερις ή πέντε μέρες, μέχρι να εγκα-ταλείψουν τη Μακεδονία!

* * * * * * *

Η χώρα που διάβαιναν ήταν δασώδης, με αρκετά υψώματα και όχι λίγα μικρά ρέματα που εύκολα μπορούσε κανείς να διαβεί. Η πορεία τους όσο διέσχιζαν την Ελιμιώτιδα ήταν αρκετά μονότονη, δίχως κά-ποια απρόοπτη εξέλιξη. Όσο προχωρούσαν στην καρδιά της χώρας, ο Λυσίμαχος αναγνώριζε γνώριμα εδάφη, την Ελιμιώτιδα άλλωστε την είχαν διασχίσει με το στρατό ήδη στα πρώτα χρόνια του πολέμου. Θα συνέχιζε ρωτώντας τους ντόπιους μέχρι να βρεθεί κοντά στην Λιανή*, την πρωτεύουσα της χώρας, από εκεί θυμόταν πάνω κάτω που έπρεπε να πάει για να διασχίσει τον ποταμό και να φτάσει στα Βώλου Στενά*, το ορεινό πέρασμα που οδηγούσε στην Τρίπολη της Περραιβίας*. Πριν από τέσσερα χρόνια τέτοια εποχή, στην αρχή του πολέμου, είχε πε-ράσει από εκεί με το εκστρατευτικό σώμα του βασιλιά στη Θεσσαλία,

* Σήμερα κώμη 20 χλμ. νοτίως της Κοζάνης, πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της Ελιμιώτιδας. * Τα σημερινά στενά του Σαρανταπόρου, αν και το πέρασμα στην αρχαιότητα δεν ακολουθούσε τη σημερινή Ε.Ο. Λάρισας-Κοζάνης, αλλά περνούσε ανατολικότερα. * Έτσι ονόμαζαν συλλήβδην τις τρεις πόλεις στη χώρα της Περραιβίας, τη Δολίχη, την Άζωρο και το Πύθιο.

Digitized by @PriOri™

Page 277: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 277

στην επιτυχημένη εκείνη επιδρομή. Στη θύμηση αυτή δεν μπορούσε να μη χαμογελάσει με πίκρα· τότε πραγματικά παραλίγο να συντρίψουν τους Ρωμαίους και τους συμμάχους τους στο Καλλίνικο. Όφειλε να ομολογήσει πως ο βασιλιάς είχε απόλυτο δίκιο, οι Ρωμαίοι, παρά τις απώλειες της ημέρας εκείνης, δεν κάμφθηκαν και απέρριψαν τις προ-τάσεις του Περσέα για συνθηκολόγηση χλευάζοντάς τον, απαντώντας πως, αν ήθελε ειρήνη, έπρεπε να παραδοθεί άνευ όρων και να αφεθεί στο έλεος της Συγκλήτου*. Η νίκη στον πόλεμο αυτό ήταν σχεδόν ανέ-φικτη, οι εχθροί, όπως είχε πει ο Περσέας, είχαν τη δυνατότητα να αναπληρώνουν τις απώλειές τους, οι Μακεδόνες όχι. Το μόνο που τον έβαζε σε σκέψεις ήταν η πιθανότητα το Κοινό των Θεσσαλών, στο οποίο ανήκε πλέον η Περραιβία, να έχει εγκαταστήσει φρουρές στα Στενά και να ελέγχει τους διαβάτες, Οι Περραιβοί στη διάρκεια του πολέμου είχαν τηρήσει στάση εφεκτική, τώρα όμως είχαν ταχθεί με το μέρος των Ρωμαίων. Δε θέλησε να μοιραστεί τους φόβους του με την Αλκιθόη, δεν υπήρχε λόγος να την ανησυχήσει.

Ο ίλαρχος χάρηκε ιδιαίτερα όταν έμαθε πως ήδη από την πρώτη μέρα που βρήκαν ξανά το δρόμο είχαν αφήσει πίσω τους την Ορεστί-δα. Γνώριζε ότι οι κάτοικοι της περιοχής που διέσχιζε ήταν φίλοι του Περσέα και της βασιλείας -αν γνώριζαν τη φύση της αποστολής του, θα τον βοηθούσαν με κάθε τρόπο- θεώρησε ωστόσο απαραίτητο να περιορίσει τις επαφές μαζί τους στις απολύτως απαραίτητες και να αποφεύγει τους οικισμούς. Οι Ρωμαίοι είχαν τρόπους να αποσπάσουν ομολογίες είτε με βασανιστήρια είτε με δωροδοκίες, αν περνούσε απα-ρατήρητος, θα ήταν πιο ασφαλής ο ίδιος αλλά και οι ντόπιοι.

Οι φυγάδες κινήθηκαν από το πρωινό μέχρι τη μεσημβρία. Τότε έκαναν μια μεγάλη στάση σε κάποιο απόμερο και σκιερό σημείο, μα-κριά από τα αδιάκριτα βλέμματα. Αφού γευμάτισαν, ο Λυσίμαχος κοι-μήθηκε εξαντλημένος από την πεζοπορία, ενώ η Αλκιθόη κάπου μα-κρύτερα έπαιζε με το μικρό, προσπαθώντας να μην ενοχλήσει τον ίλαρ-χο. Μόλις σηκώθηκε, ο άντρας βρήκε την ευκαιρία να πάρει ένα λου-τρό σε κάποιο από τα ρέματα που διέσχιζαν τη χώρα. Όταν μήνες

* Στη μάχη του Καλλίνικου, τον Μάιο του 171 π.Χ., η ρωμαϊκή παράταξη έχασε 2.500 άντρες, ενώ 600 στρατιώτες αιχμαλωτίστηκαν.

Digitized by @PriOri™

Page 278: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

278 Γιώργος Μπουλακάκης

λέρας έφυγαν από πάνω του, ο Λυσίμαχος είπε χαριτολογώντας στη νεαρή πως το μόνο που χρειαζόταν τώρα πια ήταν ένας καλός κου-ρέας για να αρχίσει να θυμίζει ξανά άνθρωπο!

Περπάτησαν και το απόγευμα, πάντα με τον άντρα να προπορεύ-εται κρατώντας τα χαλινάρια και τη γυναίκα με το παιδί έφιππους, ωσότου ο ήλιος άρχισε να χαμηλώνει, οπότε και βρήκαν μια ρωγμή σε κάποιο βράχο για να διανυκτερεύσουν. Ο Λυσίμαχος εκμεταλλεύτη-κε το διάστημα μέχρι να πέσει το σκοτάδι φτιάχνοντας παγίδες, θη-λιές με λίγο σχοινί που είχε πάρει από το μαντρί και στήνοντάς τις μα-κριά από το καταφύγιο τους, μη τύχει και πιάσει κάποιο μικρό ζώο, κανένα λαγό ή αλεπού. Όπως έλεγε στην Αλκιθόη, το νωπό κρέας και λίγη οικονομία στις προμήθειές τους δε θα έβλαπτε. Η γυναίκα έβρε-ξε διπυρίτη και έσπασε ένα κρεμμύδι πριν κοιμηθεί αγκαλιά με το παι-δί. Ο άντρας έμεινε ξάγρυπνος δίπλα στην πυρά μέχρι το πρωί.

Παρ' όλο που το ζευγάρι ακολούθησε στο μεγαλύτερο μέρος του τον οδικό άξονα που οδηγούσε από την Ορεστίδα στην Ελιμιώτιδα, οι διαβάτες που συνάντησαν ήταν ελάχιστοι. Το απόγευμα κιόλας της επομένης διέκριναν από μακριά μια πόλη σκαρφαλωμένη σε ένα λό-φο και ο άντρας αναγνώρισε την Αιανή, την πόλη απ' όπου είχε πε-ράσει με το στρατό του Περσέα τέσσερα χρόνια πριν.

«Μικρή μου, λίγα στάδια πιο κάτω είναι η γέφυρα για να βρεθού-με στην απέναντι όχθη του ποταμού, πλησιάζουμε στα όρια της Μακε-δονίας. Θέλεις να συνεχίσουμε ως εκεί ή να σταματήσουμε εδώ κοντά;»

Δε χρειάστηκε να απαντήσει η ίδια· ο μικρός Φίλιππος από ώρα ξεφώνιζε και χειρονομούσε ανήσυχος στην αγκαλιά της θετής μητέ-ρας του. «Ο νεαρός διαμαρτύρεται, έχει ταλαιπωρηθεί αρκετά εδώ και τρεις μέρες που αφήσαμε το μαντρί μας, νομίζω ότι επιβάλλεται να κάνουμε μια στάση. Ό,τι όμως και αν αποφασίσεις εσύ, κύριέ μου, είναι νόμος για εμάς.»

«Ας σταματήσουμε λοιπόν. Επιτέλους, ο μικρός θα γίνει κάποτε βασιλιάς, ας υπακούσουμε στις εντολές του. Το σύδεντρο μπροστά μας νομίζω ότι παρέχει αρκετή ασφάλεια για τη νύχτα. Μη νομίζεις ότι κι εγώ έχω το σθένος να περπατήσω πολύ ακόμα!» Έπιασε από τη μέση τη γυναίκα και τους κατέβασε στη γη.

Digitized by @PriOri™

Page 279: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 279

Ο μικρός με το που πάτησε το χώμα άρχισε να τρέχει σαν αφηνια-σμένος, με την Αλκιθόη να ωρύεται ξοπίσω του και τον ίλαρχο να γε-λά καλόκαρδα δένοντας τον Αρίονα σε ένα δέντρο.

Digitized by @PriOri™

Page 280: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Αφού το ζευγάρι γευμάτισε με ψωμί και κρέας, ο Λυσίμαχος βυ-θίστηκε σε βαρύ λήθαργο κάτω από μια φτελιά, λήθαργο τον οποίο η γυναίκα δε θέλησε να διακόψει. Πήρε το παιδί και απομακρύνθηκε για να μην τον ενοχλούν και επέστρεψε στο σημείο όπου κοιμόταν ο άντρας, όταν τα χρώματα του ουρανού άρχισαν να βαραίνουν. Κοι-μόταν ακόμα, αλλά παρά την προσπάθεια της Αλκιθόης και του παι-διού, που πίστεψε πως κάποιο παιχνίδι έπαιζαν, να κάνουν ησυχία, ο ίλαρχος, μαθημένος στο στρατό να κοιμάται με το ένα μάτι ανοιχτό, πετάχτηκε από το χώμα σαν κεραυνόπληκτος.

«Δεν έπρεπε να σηκωθείς, είσαι κουρασμένος, σήμερα δε σταμά-τησες όλη μέρα να περπατάς. Ξάπλωσε πάλι» είπε γλυκά η νεαρή, εκείνος όμως ανακάθισε τρίβοντας το μέτωπό του.

«Όχι, μα τον Δία, νιώθω ξεκούραστος, αν και με πονά κάπως το κεφάλι μου. Περίμενε μια στιγμή να συνέρθω από τον ύπνο και θα ανάψω φωτιά. Έχεις φέρει ξύλα;»

Αντί απάντησης, του έδειξε ένα μικρό σωρό όχι μακριά του. «Με βοήθησε και ο μικρός μας, τα μικρά κλαδάκια για το προσάναμμα εκεί-νος τα μάζεψε!»

Ο Λυσίμαχος άρπαξε το μικρό και τον σήκωσε ψηλά γαργαλώντας τον, με αποτέλεσμα το παιδί να σκάσει στα γέλια. «Εσύ είσαι βασιλιάς,

Κεφάλαιο Δέκατο Πέμπτο

Digitized by @PriOri™

Page 281: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 281

δεν πρέπει να κάνεις τις δουλειές που αρμόζουν σε εμάς, τους ταπει-νούς σου δούλους! Εσύ το λιγότερο που θα γίνεις είναι άρχοντας στην Ασία! Δεν ξέρω ποιανού το γέλιο λατρεύω περισσότερο, το δικό σου ή του... Ανδρίσκου» ψιθύρισε παραδίδοντας ξανά το παιδί στη γυ-ναίκα.

Εκείνη άρχισε να φροντίζει τη γωνία που θα κοιμόταν ο μικρός, ενώ ο άντρας σηκώθηκε να ανάψει τη φωτιά, πριν τους πνίξει το σκοτάδι.

Ο μικρός Φίλιππος αποκοιμήθηκε, αφού παίδεψε αρκετά τη γυ-ναίκα. Μόνο τότε η μικρή κάθισε δίπλα στον εραστή της κοντά στην πυρά. Ο ίλαρχος άρχισε να γδέρνει ένα μικρό λαγό που είχε πιαστεί σε μια από τις παγίδες που είχε στήσει την προηγούμενη νύχτα. Η νε-αρή πάλι έλυσε τον κεφαλόδεσμό της και άρχισε να χτενίζει τα μαλ-λιά της με μία οστέινη χτένα, δώρο παλιό του Λυσίμαχου, που είχε ρί-ξει στο γυλιό της φεύγοντας από τη Βισαλτία, ίσως το μοναδικό ενθύ-μιο της προηγούμενης ζωής τους. Τώρα που είχε βρεθεί ξανά κοντά του, θεωρούσε καθήκον της να μη μένει ατημέλητη, να περιποιείται τον εαυτό της για να ευχαριστεί τον κύριό της.

«Εσείς οι γυναίκες δεν αλλάζετε με τίποτα, μπορεί ο κόσμος να καίγεται γύρω σας και εσείς να ψιμυθιώνεστε!» θέλησε να την περι-παίξει ο Λυσίμαχος για τη φιλαρέσκειά της. Η νεαρή αγνόησε την πρό-κληση με ένα χαμόγελο. «Αύριο, κορίτσι μου, ίσως είναι η τελευταία μας μέρα μαζί» συνέχισε πιο σοβαρός τώρα ο αξιωματικός. «Ίσως οι συνοριακές φρουρές έχουν ειδοποιηθεί για εμένα και τον Φίλιππο. Αν υπάρξει πρόβλημα και θελήσουν να μας σταματήσουν, θέλω να μου υποσχεθείς πως θα κεντήσεις το άλογο και θα τρέξεις σαν τον άνεμο να εξαφανιστείς, αδιαφορώντας για εμένα. Θα καθυστερήσω με το ξί-φος μου τους στρατιώτες όσο μπορώ, αν δεν είναι πολλοί, ίσως κατα-φέρω να τους εξοντώσω όλους.»

Η γυναίκα παράτησε στη στιγμή τον καλλωπισμό, σφίχτηκε δίπλα στον άντρα και έφερε τα χέρια της στο πρόσωπο του. «Η μεγάλη θεά δε θα επιτρέψει να σε χάσω! Αν όμως χωριστούμε και ξεφύγεις, πώς θα συναντηθούμε ξανά;»

«Υποθέτω πως έφτασε η στιγμή να ανοίξουμε τις οδηγίες του Περ-σέα, να μάθουμε πού πάμε! Δώσε το δισάκι μου.»

Digitized by @PriOri™

Page 282: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

282 Γιώργος Μπουλακάκης

Η γυναίκα τράβηξε το γυλιό κάτω από το χιτώνα αποκαλύπτοντας το στήθος της, μα ο Λυσίμαχος αντιστάθηκε στον πειρασμό που δεν ήταν μικρός. Δεν είχε πλησιάσει τη γυναίκα ερωτικά αυτές τις ημέρες που βρίσκονταν σε πορεία και έβραζε... Έχουμε καιρό αργότερα γι' αυτό, συλλογίστηκε, προηγείται ο προορισμός μας. Πήρε το έγγραφο που ήθελε, το ξεδίπλωσε και άρχισε να το μελετά.

«Μάλιστα... Έχεις ακούσει ποτέ για το Αδραμύττιο*;» ρώτησε δι-πλώνοντας ξανά την περγαμηνή και βάζοντάς τη στο γυλιό. Βέβαιος για την αρνητική απάντηση, συνέχισε «Αυτός είναι ο τελικός προο-ρισμός και το σημείο συνάντησης μας, αν τύχει και αύριο συμβεί τί-ποτα ανάποδο.»

«Πού βρίσκεται αυτό το Αδραμύττιο, κύριε;» ρώτησε μάλλον αδιά-φορα η νεαρή σύζυγος.

«Είναι μια μεγάλη πόλη στην Τρωάδα. Φτάνοντας στη Δημητριά-δα, να ψάξεις για πλοίο που πηγαίνει σε οποιοδήποτε λιμάνι στο βα-σίλειο του Ευμένη. Όταν φτάσεις στην πόλη, θα βρεις την οικογένεια κάποιου Φιλοφάνη· ο πατέρας του ήταν παιδαγωγός στην αυλή του Φι-λίππου* και ο θησαυρός είναι κρυμμένος στο κτήμα του, σε ένα ξερό φρέαρ σκεπασμένο με ένα στρογγυλό βράχο, όπως γράφει η περγα-μηνή. Η οικογένεια ωστόσο δε γνωρίζει τίποτα, το κτήμα το αγόρασε δι' αντιπροσώπου ο Φίλιππος και το χάρισε στον πατέρα του Φιλοφά-νη μόνο αφού οι απεσταλμένοι του έκρυψαν το θησαυρό. Αν του δεί-ξεις το γράμμα αυτό και την εξουσιοδότηση του Περσέα, θα σε φιλο-ξενήσει πρόθυμα, διατηρούσε μυστική αλληλογραφία με το βασιλιά μέχρι την έναρξη του πολέμου. Παρ' όλο που ζει σε ένα εχθρικό στη Μακεδονία βασίλειο, κρύβει τις πεποιθήσεις του, είναι πιστός φίλος του Περσέα...»

«Μα γιατί μου τα λες όλα αυτά; Εσύ ξέρεις πολύ καλύτερα από εμένα τι πρέπει να κάνουμε!»

«Στην περίπτωση που εμένα αύριο με συλλάβουν, μικρή μου, πρέ-πει να γνωρίζεις τον προορισμό μας!» της είπε αυστηρά, χτυπώντας

* Το σημερινό Edremit των Τούρκων, στο μυχό του ομώνυμου κόλπου. Την εποχή εκείνη ήταν πόλη του βασιλείου της Περγάμου. * Εννοείται του Φίλιππου του Ε', του πατέρα του Περσέα.

Digitized by @PriOri™

Page 283: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 283

το κεφάλι του με το δάχτυλο. «Θα μείνεις στην κατοικία αυτών των αν-θρώπων και εκεί θα μεγαλώσεις το παιδί μας, μέχρι να ενηλικιωθεί και του φανερώσεις ποιος είναι. Τότε θα του παραδώσεις όλα τα έγ-γραφα και το δαχτυλίδι αυτό...» είπε βγάζοντας από το λαιμό του την αλυσίδα με το δώρο του Περσέα στο γιο του. «Βάλ' το και αυτό μέσα στο γυλιό, αν αύριο περάσουμε τα σύνορα χωρίς επεισόδια, θα μου το επιστρέψεις.»

«Είμαι βέβαιη, αύριο η Ίσιδα θα μας προστατεύσει! Για πες μου, άρχοντά μου, πώς νιώθεις τώρα που αφήνεις πίσω σου την πατρίδα για πάντα; Μάλλον δε θα ξαναγυρίσουμε ποτέ στη Μακεδονία.»

«Ξέρω πως η αισιοδοξία σου πηγάζει από τη βαθιά σου πίστη στους θεούς. Μα τον Δία, μερικές φορές θα σκότωνα άνθρωπο να είχα τη δι-κή σου πεποίθηση στην προστασία τους! Βέβαια κι εγώ ελπίζω πως δε θα συμβεί τίποτα κακό, αλλά ποτέ δεν ξέρεις, είναι η αποστολή μας τέ-τοια, που οφείλω όλα να τα προβλέπω. Ξέρω ότι έχω γίνει κουραστι-κός· μόλις περάσουμε αύριο τα σύνορα, σου υπόσχομαι πως δε θα πω ξανά τίποτα. Και όσο για την πατρίδα... Ειλικρινά, δε με πειράζει που φεύγω! Η Μακεδονία είναι κάτι παραπάνω από τη γη, τα βουνά και τα ποτάμια, είναι μια ιδέα, η παράδοση που δημιούργησε ο Αλέξανδρος ο κατακτητής και οι στρατιώτες του, η κληρονομιά που εκπροσωπεί ο μικρός τούτος» απάντησε νεύοντας με το κεφάλι προς το παιδί που κοι-μόταν, «και την πατρίδα αυτή θα την πάρω μαζί μου, φυλαγμένη για πάντα στην καρδιά μου και στο πρόσωπο του παιδιού μας!»

Η γυναίκα, χωρίς να καταλάβει καλά τη συναισθηματική αυτή έξαρ-ση του Λυσίμαχου, σηκώθηκε να ετοιμάσει τη γωνιά που θα ξάπλωνε και η ίδια, κοντά στο παιδί, ενώ ο άντρας περνούσε το λαγό σε ένα μα-κρύ, αιχμηρό ξύλο για να τον ψήσει στην πυρά. Πριν κοιμηθεί, κάλεσε τον άντρα δίπλα της με ένα παρακλητικό βλέμμα και εκείνος αυτή τη φορά δεν αντιστάθηκε· σκεπτόμενος την έστω μικρή πιθανότητα να χω-ριστούν την επομένη, παράτησε το λαγό και έπεσε ορμητικά πάνω της. Τα δύο κορμιά ενώθηκαν βιαστικά, απελπισμένα, σιωπηλά, χωρίς καν να ξυπνήσουν το μικρό που κοιμόταν μερικά πόδια μακρύτερα.

«Κοιμήσου εσύ, κορίτσι μου, αύριο μας περιμένει περπάτημα» της ψιθύριζε αργότερα ο άντρας θωπεύοντας το γυμνό μηρό της. «Εγώ

Digitized by @PriOri™

Page 284: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

284 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο πρώτος άνθρωπος που συνάντησαν το επόμενο πρωινό ήταν ένας μικρός βοσκός, όχι πάνω από δεκατριών δεκατεσσάρων χρονών, ο οποίος, αντί να δώσει απάντηση στην ερώτηση του Λυσίμαχου για τον πόρο του ποταμού, άρχισε να τον περιπαίζει για τη βαριά κρητική προ-φορά του και εξαφανίστηκε μόλις ο άντρας σήκωσε αγριεμένος το ρα-βδί του και άρχισε να τον κυνηγά. Στην επόμενη αγροικία ωστόσο, όχι μακριά από το ποτάμι, στάθηκαν περισσότερο τυχεροί. Στο χωράφι τους ένας άντρας με τα δύο παιδιά του βοτάνιζαν. Μόλις ο ίλαρχος τους πλησίασε και ρώτησε από ποιο σημείο μπορεί να διασχίσει το πο-τάμι, εκείνος διέκοψε την εργασία του, τον κοίταξε περίεργα και ρώ-τησε με τη σειρά του:

«Για τα Στενά πας, ξένε;» «Να περάσω στη Θεσσαλία θέλω, στη Λάρισα. Μα τον Δία, με-

γάλη βοήθεια θα μου προσφέρεις, αν με κατατοπίσεις. Τα μέρη αυτά δεν τα γνωρίζω διόλου και έχω χαθεί με τη γυναίκα μου.»

«Δεν είσαι από εδώ, έτσι; Φαίνεται από τον τρόπο που μιλάς. Και από πούθε έρχεσαι;»

«Κρητικός είμαι, από τη Γόρτυνα. Κάποιος φαίνεται με καταρά-στηκε και βρέθηκα να κάνω εμπόριο εδώ πάνω. Ο στρατός επέταξε τα ζώα και τα εμπορεύματά μου, τώρα προσπαθώ με όποιον τρόπο μπορώ να φτάσω στη Λάρισα και μετά σε κάποιο λιμάνι. Θα χρεια-στεί να δουλέψω και εκεί γιατί δεν έχω χρήματα ούτε για το ναύλο μας, μα ας φτάσω πρώτα στη θάλασσα...»

* * * * * * *

θα καθίσω στη φωτιά να ψήσω το λαγό μου, αύριο το πρωί θα έχω έτοιμο για το παιδί κι εσένα το πιο νόστιμο και τρυφερό κρέας!»

«Ούτε απόψε θα κοιμηθείς πλάι μου;» παραπονέθηκε η νεαρή. «Μα τον Δία, από αύριο που θα περάσουμε τα σύνορα, σου ορκί-

ζομαι ότι δε θα φύγω ποτέ ξανά νύχτα από την κλίνη σου!» απάντη-σε εμφαντικά ο αξιωματικός. Την καληνύχτισε με ένα φιλί στο μέτω-πο και απομακρύνθηκε όσο πιο αθόρυβα επέτρεπε ο επιβλητικός του όγκος...

Digitized by @PriOri™

Page 285: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 285

Ο συνομήλικος με τον Λυσίμαχο άντρας στράφηκε προς τα βου-νά πέρα από το ποτάμι και έκανε μια κίνηση που φανέρωνε πως υπήρ-χε ακόμη αρκετός δρόμος να διανύσουν.

«Το πέρασμα είναι κοντά από εδώ, θα κατηφορίσεις... ούτε δέκα στάδια ίσια κάτω ως το ποτάμι και μετά θα πας νότια, θα το συναντή-σεις, δεν είναι δύσκολο. Ύστερα... βλέπεις το βουνό αυτό απέναντι;» ρώτησε δείχνοντας έναν απόκρημνο ορεινό όγκο που δέσποζε στην απέναντι όχθη. «Μόλις περάσεις τον Αλιάκμονα, θα κινηθείς ως τη ρί-ζα του βουνού και κοντά στον γκρεμό θα βρεις έναν αγροτικό δρόμο. Αν πας αριστερά, θα βρεθείς κατευθείαν στα Στενά. Κάποτε την έκα-να αυτή τη διαδρομή ως το Πύθιο μια φορά το χρόνο, μα τώρα...»

«Να σε ευλογεί ο Δίας, φίλε μου! Στρατός υπάρχει στο πέρασμα;» Ο γεωργός ανασήκωσε τους ώμους, ένδειξη πως δε γνώριζε, και

απέμεινε να τον κοιτά επιφυλακτικά περιμένοντας κάποια άλλη ερώ-τηση. Ο Λυσίμαχος, που είχε πλέον τις πληροφορίες που χρειαζόταν, τον ευχαρίστησε φέρνοντας το χέρι στο ύψος της καρδιάς και κάνο-ντας μια ελαφρά κίνηση με το κεφάλι, έσφιξε τα ηνία του Αρίονα και συνέχισε προς την κατεύθυνση που του υπέδειξε ο άντρας.

Χωρίς στάση για ανάπαυση, με βήμα γοργό, διέβησαν χωρίς δυ-σκολία τον Αλιάκμονα και άρχισαν να πορεύονται προς το βορρά, μέ-χρι να βρουν το δρόμο για τον οποίο του είχε μιλήσει ο άντρας. Σύ-ντομα άρχισαν να ανηφορίζουν προς τους ορεινούς όγκους που χώρι-ζαν τη γη της Μακεδονίας από τη Θεσσαλία, και έφτασαν πριν μεση-μεριάσει στα Στενά. Η Αλκιθόη κοιτούσε με δέος τους επιβλητικούς γρανιτένιους όγκους που έπεφταν κατακόρυφα, ορίζοντας το πέρα-σμα, ο άντρας της όμως δεν είχε καιρό να θαυμάζει τα αξιοθέατα. Με βήμα γοργό ακολούθησε το δρόμο που ελισσόταν σαν φίδι στην πλα-γιά, βιαζόταν να βρεθεί στην πεδιάδα της Περραιβίας και να αναμε-τρηθεί με το πεπρωμένο του μια ώρα αρχύτερα.

Πριν προλάβουν να προχωρήσουν στο πέρασμα, ο Λυσίμαχος διέ-κρινε σε ένα μικρό ξέφωτο μια πρόχειρη ξύλινη κατασκευή που μάλ-λον χρησίμευε σαν φυλάκιο στους Θεσσαλούς στρατιώτες. Προς την πλευρά της Μακεδονίας δεν υπήρχε άνθρωπος και οι Θεσσαλοί εί-χαν εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να τοποθετήσουν φρουρές και να

Digitized by @PriOri™

Page 286: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

286 Γιώργος Μπουλακάκης

κερδίσουν μερικά πλέθρα γης πάνω στο δασωμένο βουνό. Η αδυνα-μία της νέας μακεδόνικης αρχής να υπερασπιστεί τα κεκτημένα είχε προσφέρει την ευκαιρία στους ταγούς* του Θεσσαλικού Κοινού να αποσπάσουν μικρά κομμάτια σάρκας από τη χώρα σε όλο το μήκος της οροθετικής γραμμής. Μόνο ο φόβος για τους Ρωμαίους κυρίαρχους είχε σταματήσει στην είσοδο σχεδόν των Στενών τις ορέξεις τους και δεν προχώρησαν βαθύτερα, προς την κοιλάδα του Αλιάκμονα.

Οι στρατιώτες που κάθονταν σ' έναν πεσμένο κορμό σηκώθηκαν και του έφραξαν το δρόμο. Ο μεγαλύτερος από αυτούς τον κοίταξε εξεταστικά και ρώτησε το όνομα και τον προορισμό του.

«Κύδας λέγομαι, έμπορος από την Κρήτη και γυρνάω στο νησί μου με τη γυναίκα και το γιο μου» απάντησε ο γίγαντας επιστρατεύοντας την πιο βαριά κρητική προφορά του. Δεν είπε περισσότερα, αν βια-ζόταν να δικαιολογήσει την παρουσία του στη Μακεδονία και να διη-γηθεί την ιστορία που είχε σκαρφιστεί, θα κινούσε τις υποψίες των αντρών αυτών. Προτίμησε να αφήσει την πρωτοβουλία στους στρα-τιώτες· αν ήθελαν περισσότερες εξηγήσεις, ας τις ζητούσαν οι ίδιοι! Η Αλκιθόη πίσω του καθόταν πάνω στο άλογο σεμνή, χαμηλοθωρού-σα, σφίγγοντας το παιδί στην αγκαλιά γεμάτη αγωνία.

«Και πώς βρέθηκες να τριγυρνάς στη μέση του πουθενά, ξένε; Το νησί σου είναι πολύ μακριά από εδώ! Πάντως, πρέπει να ξέρεις πως έχουν απαγορευτεί οι μετακινήσεις και το εμπόριο από τη Μακεδο-νία προς την υπόλοιπη Ελλάδα. Δεν έχει περάσει μήνας από τότε που ήρθε η διαταγή.»

«Και πού να το ξέρω εγώ;» ρώτησε ο Λυσίμαχος που δεν είχε ιδέα για την εντολή της Συγκλήτου. «Τελευταία εργαζόμασταν για να θρέ-ψουμε το παιδί μας σε ένα μικροκτηματία στην Ελιμιώτιδα· με έδιωξε γιατί η σοδειά του δεν πήγε καλά. Όταν μου είπε πως τα σύνορα δεν είναι μακριά, αποφάσισα πως άλλη λύση δε μου έμενε από το να προ-σπαθήσω να γυρίσω στο ευλογημένο νησί. Να επιστρέψω στη Μακε-δονία; Να πάω πού, και να κάνω τι; Ανάθεμα την ώρα που άκουσα αυ-τόν τον ανόητο τον αδελφό μου και τον ακολούθησα στον καταραμένο

* Αξίωμα αντίστοιχο του στρατηγού ή του άρχοντα στη Νότια Ελλάδα.

Digitized by @PriOri™

Page 287: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 287

τόπο!» Η παράσταση που έδινε ο Λυσίμαχος ήταν πειστική, είχε όλη την οργή ενός ανθρώπου κυνηγημένου από την κακοτυχία· αν δεν ήταν ευγενής γαιοκτήμονας στην προηγουμένη ζωή του, θα μπορούσε ασφα-λώς να διακριθεί σαν υποκριτής στα θέατρα της Πέλλας και της Αμφί-πολης!

«Ο αδελφός σου σε έφερε εδώ πάνω; Για ποιο λόγο;» «Ήταν με τους μισθοφόρους του Ευάνδρου και με έπεισε να έρ-

θω μαζί του. Μου έλεγε πως με τον πόλεμο θα έβρισκα πολλές ευκαι-ρίες για εύκολο και γρήγορο πλουτισμό, έτσι πούλησα τα αμπέλια και τις ελιές που κληρονόμησα από τον πατέρα μας στην Κρήτη και τον ακολούθησα. Στην αρχή πήγαινα καλά, αγόρασα μάλιστα αυτή τη γυ-ναίκα» είπε και έδειξε την Αλκιθόη, «μα όταν ο στρατός του Περσέα κατέσχεσε ένα κοπάδι αίγες που σκόπευα να πουλήσω, καταστράφη-κα. Δουλεύω όπου βρω μεροκάματο ενάμιση χρόνο τώρα. Κουράστη-κα πια. Αν κλείσω τα μάτια μου, θέλω να είναι στην πατρίδα μου.»

«Και τούτο εδώ τι είναι;» ρώτησε ένας άλλος χτυπώντας ελαφρά τη ράχη του Λυσίμαχου με το μακρύ ραβδί του. Ο ξερός μεταλλικός κρότος πρόδιδε την παρουσία του ξίφους κάτω από τον ξεφτισμένο μανδύα.

«Γνωρίζεις έστω και έναν άνθρωπο που δεν κυκλοφορεί οπλισμέ-νος στις μέρες μας σε τούτον τον αγριότοπο; Οι καιροί είναι δύσκολοι και η ανθρώπινη ζωή δεν αξίζει τίποτα, μπορεί να σε σκοτώσουν για να σου πάρουν δύο χάλκινα. Τη δούλα αυτή δύο φορές αποπειράθη-καν να τη βιάσουν οι βοσκοί. Αν δεν είχα το σπαθί...»

«Θες να μου δώσεις τη γυναίκα και να σε αφήσουμε να περάσεις;» είπε μειδιώντας ο μεγαλύτερος, που φαινόταν αρχηγός των τριών, οι άλλοι δύο ήταν ακόμα σχεδόν αγένειοι. «Τέτοιες ξανθές γυναίκες με λευκό δέρμα είναι σπάνιες στα μέρη μας, θα ήθελα να έχω μια σαν αυ-τή στο στρώμα μου!» συμπλήρωσε κοιτώντας λάγνα την Αλκιθόη.

Η νεαρή έχασε το χρώμα της από το φόβο. Πίστεψε πως ο Λυσί-μαχος θα την παρέδιδε στον αγροίκο αυτό στρατιώτη, αφού ήξερε πως ο ίλαρχος δε θα δίσταζε μπροστά σε τίποτα προκειμένου να δραπε-τεύσει με το γιο του βασιλιά. Εκείνος όμως δε σκόπευε να σκοτώσει τον εαυτό του για δεύτερη φορά και να την εγκαταλείψει. Ξεκρέμασε

Digitized by @PriOri™

Page 288: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

288 Γιώργος Μπουλακάκης

από τη ζώνη του το βαλάντιό του με μερικά αργυρά ρωμαϊκά δηνά-ρια, που της είχε ζητήσει το πρωί από το γυλιό, και το πρότεινε στο στρατιώτη.

«Όχι και να στην πουλήσω» απάντησε μισογελώντας, «μην ξεχνάς πως είναι μητέρα του παιδιού μου! Οι μόνες οικονομίες μου είναι αυ-τά τα νομίσματα, κράτησέ τα και άφησέ με να περάσω.»

Ο άντρας με λαίμαργο βλέμμα άρπαξε τα νομίσματα και τα έδωσε σε έναν από τους νεαρούς. Μετά έδωσε διαταγή στον άλλο να συνο-δεύσει την οικογένεια ως το φρούριο που δέσποζε στην ανατολική έξο-δο του περάσματος. «Θα σε δει και ο επικεφαλής της φρουράς» είπε στον Λυσίμαχο, «εκείνος θα δώσει την τελική έγκριση να περάσετε στη χώρα μας.»

Ο ίλαρχος με τη βία συγκρατήθηκε να μη βλαστημήσει· μάλλον σε λάθος άνθρωπο έδωσε τα δηνάρια! Και όμως, ο υπαξιωματικός τού-τος είχε τη δύναμη να τον στείλει πίσω στη Μακεδονία, αν το επιθυ-μούσε. Δεν ήταν δυνατόν να ακολουθήσει την παρόρμησή του και να σκοτώσει τον Θεσσαλό, προφανώς παρακάτω υπήρχαν πολύ περισ-σότεροι στρατιώτες. Ακολούθησε λοιπόν αδιαμαρτύρητα το νεαρό. Στο δρόμο τον ρωτούσε για αδιάφορα πράγματα, σε μια προσπάθεια να κρύψει την ανησυχία του. Ίσως ο επικεφαλής ήταν πιο έξυπνος και ευσυνείδητος από τον αγροίκο υπαξιωματικό του φυλακίου.

Η λέξη "φρούριο" έμοιαζε με ευφημισμό· επρόκειτο για μερικά πλίνθινα καταλύματα σε ένα πλάτωμα στην άκρη του δρόμου, περι-φραγμένα με έναν πασσαλόπηκτο φράχτη. Ο Λυσίμαχος άφησε στην είσοδο τη γυναίκα, το παιδί και το ξίφος του, και με τη συνοδεία πά-ντα του νεαρού προχώρησε στο κτίριο του διοικητηρίου.

Με την πρώτη ματιά που έριξε στο διοικητή, κατάλαβε πως δε θα αντιμετώπιζε πρόβλημα, ο ηλικιωμένος άντρας φαινόταν απηυδισμέ-νος από χρόνια στρατιωτικής υπηρεσίας ως μισθοφόρος και τώρα που τον είχαν τοποθετήσει σ' αυτή την απομακρυσμένη φρουρά, είχε ακό-μα περισσότερους λόγους να είναι δυσαρεστημένος. Αρχικά του έκα-νε δυο τρεις τυπικές ερωτήσεις, μα στην επόμενη παρατήρηση το αί-μα του Μακεδόνα σταμάτησε να κυλά στις φλέβες του.

Digitized by @PriOri™

Page 289: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 289

Ο αξιωματικός ξεδίπλωσε έναν πάπυρο και είπε τάχα αδιάφορα στον ίλαρχο «Βλέπω εδώ στον κατάλογο με τους ευγενείς Μακεδόνες που αναζητούν οι Ρωμαίοι έναν με τη δική σου περιγραφή, μα δε βλέ-πω τίποτα για γυναίκα και παιδί.» Δίπλωσε πάλι τον πάπυρο και κοί-ταξε ερευνητικά τον Λυσίμαχο. Ίσως και να είχε καταλάβει ποιος ήταν ο άντρας απέναντί του, δε φαινόταν ωστόσο διατεθειμένος να κάνει κάτι γι' αυτό. «Συνήθως οι ευγενείς Μακεδόνες, αν και γενικά είναι απίστευτα δειλοί στη μάχη, είναι πολύ υπερήφανοι για να κρυφτούν πίσω από ψεύτικα ονόματα και πολύ λεπτεπίλεπτοι για να εργαστούν, έτσι δεν είναι;»

Ο ίλαρχος ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους. «Εσένα το παρουσιαστικό σου δείχνει άνθρωπο εργαζόμενο» συ-

νέχισε ο φρούραρχος. «Για πρότεινέ μου τις παλάμες σου.» Η απέ-χθεια του άντρα για όλους τους αριστοκράτες, Θεσσαλούς, Μακεδό-νες ή Ρωμαίους, ήταν παραπάνω από έκδηλη. Πήρε στα χέρια του την τεντωμένη παλάμη του Λυσίμαχου και από την αφή κατάλαβε πως ο άντρας αυτός οπωσδήποτε εργαζόταν σε αγροτικές δουλειές. «Από ποια πόλη είπες ότι έρχεσαι;»

«Από τη Γόρτυνα, ακολούθησα τον αδελφό μου εδώ πάνω...» απά-ντησε σύντομα ο δήθεν έμπορος, πάντα με αψεγάδιαστη κρητική προ-φορά.

«Λένε πολλά για εσάς τους Κρητικούς... Υπάρχουν παροιμίες... Πάντως πολύ μακριά από τον τόπο σας βρεθήκατε! Εκείνος πού βρί-σκεται τώρα;»

Ο άντρας θεώρησε καλό να υπερασπιστεί, σε λογικό πλαίσιο, την αξιοπρέπεια των Κρητών επιτέλους, υποτίθεται πως ήταν ένας από αυ-τούς! «Οι παροιμίες πολλές φορές δε λένε την αλήθεια, υπάρχουν κα-λοί και κακοί σε όλα τα ελληνικά φύλα, και στην Τελχινία* δε λείπουν οι έντιμοι και ειλικρινείς άνθρωποι» είπε με πομπώδες ύφος, σκόπιμα χρησιμοποιώντας το αρχαίο όνομα του νησιού για να τονίσει την ιερό-τητα του, «και έπειτα ακόμα και ο Δίας εκεί γεννήθηκε, Κρητικός εί-ναι! Όσο για το πώς βρεθήκαμε εδώ, βλέπεις ο αδελφός μου νόμιζε ότι

* Παλαιότερη ονομασία της Κρήτης.

Digitized by @PriOri™

Page 290: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

290 Γιώργος Μπουλακάκης

θα κάνουμε την τύχη μας στη Μακεδονία εύκολα και εγώ ο πιο βλά-κας τον πίστεψα! Σκοτώθηκε σε μια αψιμαχία πριν δύο χρόνια, την ίδια εποχή περίπου που κατέσχεσαν τις αίγες μου και με άφησαν σε άθλια οικονομική κατάσταση. Αν δεν είχα καταστραφεί τότε, ίσως σή-μερα να με εκτελούσες σαν ευγενή, όμως στην περίπτωση αυτή, πί-στεψέ με, δε θα είχα βρεθεί ποτέ και στην περιοχή ετούτη!» προσπά-θησε να αστειευτεί ο φυγάς. «Δεν πρέπει πάντως να βαρυγκωμά κα-νείς για τις δοκιμασίες που του στέλνουν οι θεοί, τουλάχιστον από την περιπέτεια αυτή μου έμεινε μια νεαρή δούλα, που όλοι θα ήθελαν στην κλίνη τους, και ένας γιος!»

Ο επικεφαλής του αποσπάσματος ανασήκωσε τους ώμους και έκλει-σε τη συζήτηση με μια παρατήρηση. «Δυστυχώς, φίλε μου, διάλεξες λά-θος παράταξη στον πόλεμο αυτό, και να ευχαριστείς τους θεούς που δεν έπεσες σε κάποιον άλλο διοικητή που δε θα σου συγχωρούσε το γεγονός πως πολέμησες με τον Περσέα! Δε χρειάζεται να κρύβεσαι από εμένα, ο μανδύας σου στρατιωτικός είναι, και εσύ στρατιώτης ήσουν αυτό λίγο με ενδιαφέρει. Εγώ αυτό που θέλω είναι να εισπρά-ξω το δασμό που πρέπει να πληρώσεις για να περάσεις στη Θεσσαλία· τρία αργυρά τετράδραχμα το άτομο, μετά είσαι ελεύθερος να φύγεις.»

«Όχι και στρατιώτης, εγώ ένας απλός έμπορος ήμουν, ο μανδύας είναι του αδελφού μου, τον χρησιμοποιώ και σαν στρώμα τα βράδια που κοιμάμαι στο ύπαιθρο. Και το βαλάντιό μου δυστυχώς είναι άδειο, άρχοντά μου.» Δεν ήθελε να βγάλει σε κοινή θέα το γυλιό με τα έγ-γραφα του Περσέα. Ικέτευσε τον αξιωματικό να τον αφήσει να πε-ράσει, του εξήγησε πως είχε δώσει τις τελευταίες οικονομίες του στο στρατιώτη στο φυλάκιο, μάταια όμως, ο άντρας έδειχνε αμετάπειστος.

«Αυτό ήταν δικό σου σφάλμα, αποκλείεται ωστόσο να μην έχεις κάτι άλλο αξιόλογο στην κατοχή σου!» επέμενε.

«Η μόνη μου περιουσία είναι το άλογό μου. Το αγόρασα από το μακεδονικό στρατό, όταν οι επιχειρήσεις μου πήγαιναν καλά, είχε πέ-σει στα χέρια τους μετά το Καλλίνικο από τους Ρωμαίους. Αξίζει πο-λύ περισσότερο...»

Ο Θεσσαλός βγήκε έξω και εκτίμησε το άλογο. Ευτυχώς δεν είχε τη διορατικότητα, ίσως και τη θέληση, να αντιληφθεί πως ένα τέτοιο

Digitized by @PriOri™

Page 291: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 291

άλογο άρμοζε μόνο σε έναν ευγενή. Η αλήθεια ήταν πως το περήφα-νο ζώο είχε χάσει πολλή από τη λάμψη του, όλο τον τελευταίο χρόνο δεν είχε καλπάσει στις ανοιχτές πεδιάδες και είχε αρχίσει να μαραί-νεται, μα δεν έπαυε να είναι εντυπωσιακό και μεγαλόπρεπο. Ο φρού-ραρχος πρότεινε να του αφήσουν τον Αρίονα αντί χρημάτων και ο κάλ-πικος Κρητικός υποχρεώθηκε να δεχτεί, μη βλέποντας άλλον τρόπο να περάσει. Ξεφόρτωσαν το άλογο, και οι τρεις οδοιπόροι, ελεύθεροι πλέον, συνέχισαν το δρόμο τους κατηφορίζοντας προς την πεδιάδα που ανοιγόταν διάπλατη μπροστά τους.

Ο άντρας περπατούσε αμίλητος, φορτωμένος στην πλάτη το σακί με τα τρόφιμα και τα βαριά κλινοσκεπάσματα, ενώ η Αλκιθόη βάδιζε πί-σω του, πάντα με το μικρό Φίλιππο στην αγκαλιά. Τη βασάνιζε η απο-ρία γιατί ο κύριος της αποχωρίστηκε τον αγαπημένο του Αρίονα, δεν τολμούσε όμως να μιλήσει. Ήταν παραπάνω από εμφανές πως ο Λυ-σίμαχος έβραζε από θυμό, και δεν ήθελε να πυροδοτήσει ένα ξέσπα-σμα οργής, ειδικά αφού στη θέση του αλόγου θα μπορούσε εύκολα να είναι η ίδια, αν εκείνος δεχόταν την πρόταση του χυδαίου στρατιώτη στην άλλη πλευρά του βουνού. Αυτό που η μικρή δεν είχε καταλάβει ακόμα ήταν πως ο πρώην κύριος και νυν σύζυγος της έτρεφε για εκεί-νη την ίδια αγάπη που και η ίδια του είχε τόσο απλόχερα προσφέρει· σκεφτόταν και ενεργούσε ακόμα σαν τη δούλα που όφειλε να κρατά μονίμως ευχαριστημένο τον ιδιοκτήτη της.

Ολόκληρο εκείνο το απόγευμα το ζευγάρι βάδιζε αμίλητο, μόνο οι κραυγές και τα επιφωνήματα του μικρού διέκοπταν τη σιωπή. Αργότε-ρα, όταν αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν κοντά σε ένα ρέμα, λίγο με-τά τη Δολίχη, την ώρα που έβρεχε λίγο διπυρίτη για φαγητό, βρήκε την ευκαιρία που ζητούσε, όταν ο ίλαρχος αρνήθηκε τη δική του μερίδα.

«Σε ικετεύω, κύριέ μου, δεν υπάρχει λόγος να αγωνιάς πια, περά-σαμε τους στρατιώτες. Εκείνο που δεν καταλαβαίνω είναι τούτο- για-τί τον Αρίονα και όχι τα χρήματα που σου ζήτησαν; Αφού τον λάτρευες σαν άνθρωπο...»

«Τον Αρίονα θα υποχρεωνόμασταν να τον αποχωριστούμε ούτως ή άλλως στη Δημητριάδα. Υπολόγιζα να τον αφήσω ελεύθερο σε κά-ποια ανοιχτή πεδιάδα, μα η Τύχη αποφάσισε διαφορετικά. Στρατιώτες

Digitized by @PriOri™

Page 292: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

292 Γιώργος Μπουλακάκης

είναι και αυτοί που τον έχουν πια, θα τον φροντίσουν καλά. Ας πούμε πως αυτή ήταν η τελευταία βοήθεια που μου πρόσφερε... Τα χρήματα θα τα χρειαστούμε για να περάσουμε απέναντι, στο Αδραμύττιο. Εγώ σε ικετεύω, δε θέλω να μιλήσω άλλο γι' αυτό, σήμερα δε θέλω να μου απευθύνεις άλλο το λόγο. Το μόνο που θέλω είναι να κλείσω λίγο τα μάτια μου και να τον ξεχάσω» είπε κάπως επιθετικά και απότομα ο άντρας γυρίζοντας πλευρό.

Ο Λυσίμαχος ποτέ δεν ήταν άνθρωπος που φανέρωνε με θορυβώ-δη και σπαραξικάρδιο τρόπο τα συναισθήματά του μπροστά σε τρί-τους· ό,τι ένιωθε το κρατούσε για τον εαυτό του. Η μικρή δούλα θυ-μόταν ακόμα την ημέρα που γύρισε από την εκστρατεία, τον ένατο χρό-νο της βασιλείας του Περσέα*, και τον οδήγησε στον τάφο της μητέ-ρας του που είχε πεθάνει τρεις μήνες νωρίτερα. Ο ίλαρχος, όπως σχε-δόν κάθε άντρας, υπεραγαπούσε τη μητέρα του και οπωσδήποτε τη στιγμή εκείνη η οδύνη του ήταν ανείπωτη, μα μπροστά στη δούλα και τους υπόλοιπους που τον περιστοίχιζαν δεν έδειξε το παραμικρό ίχνος αδυναμίας. Στάθηκε εκεί, απέναντι από το μνημείο της γηραιάς Τι-μόκλειας, άκαμπτος, δίχως δάκρυ να κυλά από τα μάτια του, άφησε τις προσφορές του και έφυγε χωρίς να πει λέξη. Ο περίεργος μορφα-σμός, τα σφιγμένα του χείλη όμως έλεγαν πολλά στη νεαρή ερωμένη του για την ψυχική του διάθεση. Η έκφρασή του δε διέφερε πολύ σή-μερα. Ο Αρίονας, σύντροφος σε τόσους κινδύνους, ήταν για τον ίλαρ-χο κάτι παραπάνω από ένα απλό ζώο, μπορούσε κανείς να πει ότι ήταν φίλος του. Η Αλκιθόη σεβάστηκε τον πόνο του και δε μίλησε άλλο το βράδυ εκείνο, τον άφησε βυθισμένο στις σκέψεις του.

Ο ίλαρχος, για να διώξει τον Αρίονα από το μυαλό του, συλλογιζό-ταν τον ηλικιωμένο φρούραρχο στα Βώλου Στενά. Προσπαθούσε να φέρει στο νου του το βλέμμα του τη στιγμή που έλεγε πως αναζητούν έναν Μακεδόνα με την περιγραφή του. Μπορεί να ήταν και η ιδέα του, λόγω του τρόμου της στιγμής, του φάνηκε ωστόσο πως υπήρχε στο πρόσωπο του άντρα εκείνου ένα αδιόρατο, συνωμοτικό χαμόγελο,

* Ήταν συνηθισμένη μέθοδος στη Μακεδονία η μέτρηση των ετών με τα χρόνια της εξουσίας των βασιλέων, όπως μαρτυρείται σε λίθινες στήλες με τα βασιλικά διατάγματα, αντίστοιχες των ψηφισματικών στηλών των Αθηνών.

Digitized by @PriOri™

Page 293: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 293

στα μάτια του μια σπίθα συνένοχης. Ήξερε πως υπήρχαν άνθρωποι ανά-μεσα στους Έλληνες που έβλεπαν τους Αντιγονίδες με συμπάθεια, να είχαν άραγε οι τρεις τους σταθεί τόσο τυχεροί ώστε να συναντήσουν έναν απ' αυτούς; Μα και πάλι, θα είχαν εμπιστευτεί τη θέση του φρουράρχου των Στενών σε κάποιον αντιφρονούντα; Σε μια εποχή που τα πολιτικά πάθη ήταν έντονα, ελάχιστοι ήταν οι άντρες που δεν εκδήλωναν τις προ-τιμήσεις τους, και αυτός ο άντρας πρέπει να ήταν ένας από εκείνους τους Περραιβούς που αισθάνονταν περισσότερο Μακεδόνες παρά Θεσσα-λοί, αλλά είχε την ευφυΐα να μην εκδηλώσει το φρόνημά του. Η θεά Τύ-χη είχε σταθεί για πολλοστή φορά ευνοϊκή μαζί του· μπορεί όμως έστω και το μικρότερο από τα ανθρώπινα έργα να ευοδωθεί χωρίς την εύνοιά της; Μήπως τελικά η ζωή όλων μας δεν είναι ένας ιστός από τυχαία, συ-χνά δίχως νόημα γεγονότα; Φαίνεται πως οι θεοί της Αλκιθόης πραγ-ματικά μας παραστέκουν, κατέληξε. Ας πορευτούμε λοιπόν με την κα-λοπροαίρετη προστασία τους. Αποκοιμήθηκε με τις σκέψεις αυτές, χω-ρίς ο νους του να πετάξει ξανά στον αγαπημένο του Αρίονα.

Digitized by @PriOri™

Page 294: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Δέκατο Έκτο

Ο ήλιος ήταν ήδη ψηλά, όταν άνοιξε ξανά τα μάτια του. Η Αλκι-θόη με το παιδί είχαν από ώρα σηκωθεί και έτρωγαν λίγο κρέας και κρεμμύδια. Μόλις συνειδητοποίησε πόσο είχε προχωρήσει η μέρα, έβαλε τις φωνές στη γυναίκα.

«Από τότε που φύγαμε από την Ορεστίδα, δεν έχεις κοιμηθεί κα-θόλου νύχτα, και μόνο ο νυχτερινός ύπνος ξεκουράζει τον άνθρωπο. Κάνε μια χάρη στον εαυτό σου, τώρα πια δεν είμαστε στο δάσος να φοβόμαστε μη μας επιτεθεί κανένας λύκος, πλησιάζουμε στην πεδιά-δα!» προσπάθησε να δικαιολογηθεί η νεαρή.

«Τα δίποδα θηρία που κυκλοφορούν την ημέρα φοβάμαι περισ-σότερο... Απλώς λέω πως δεν έπρεπε να με αφήσεις να κοιμηθώ με-τά την αυγή» είπε πιο μαλακά τώρα ο άντρας. «Είναι κρίμα να χα-θούν όλα τώρα που βρισκόμαστε τόσο κοντά στο στόχο μας, επειδή κάποιος περαστικός θα θελήσει να μας ληστέψει τη στιγμή που θα κοιμόμαστε!»

Τώρα πλέον δεν είχαν κανένα λόγο να κρύβονται σαν τα αγρίμια μέσα στα δάση και τις ερημιές, ήταν ελεύθεροι να κινηθούν στους με-γάλους οδικούς άξονες της Θεσσαλίας. Αφού προγευμάτισε και ο Λυ-σίμαχος, ξεκίνησαν να πορεύονται στη μεγάλη οδό που οδηγούσε στην

Digitized by @PriOri™

Page 295: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 295

καρδιά της Θεσσαλίας, στη Φάλαννα και τη Λάρισα. Καθώς ο Δαίσιος είχε προχωρήσει αρκετά, η φύση γύρω τους κυριολεκτικά οργίαζε. Τα χωράφια με τα σιτηρά είχαν αρχίσει να χάνουν το πράσινο χρώ-μα τους και να παίρνουν αυτή την ξανθωπή απόχρωση που προηγεί-ται της εποχής που οι αγροί πλημμυρίζουν με χωρικούς που βιάζονται να δρέψουν τους καρπούς της χρονιάς.

Αντικρίζοντας τη χρυσοπράσινη θάλασσα που αναδευόταν στο παραμικρό φύσημα του Αιόλου, ο ίλαρχος δεν μπόρεσε να συγκρα-τήσει έναν αναστεναγμό. «Μα τον Δία, πλούσια σοδειά, ευτυχισμέ-νοι άνθρωποι!»

Άνθη πιτσίλιζαν με ζωηρά χρώματα εδώ κι εκεί τα σπαρτά, ενώ τα δέντρα και τα δάση γίνονταν όλο και πιο σπάνια στο μονότονο τοπίο της πεδιάδας. Παρ' όλο που η ζέστη έκανε την πορεία περισσότερο επί-πονη και δεν είχαν πλέον μαζί τους τον Αρίονα, προχωρούσαν αρκετά γοργά. Η Αλκιθόη του ζητούσε κάποτε να κάνουν στάσεις εκεί όπου ο τόπος παρείχε μια στοιχειώδη σκιά, περισσότερο για να ξεκουράζεται το παιδί, μα ο ίλαρχος επέμενε να προχωρούν ασταμάτητα. Πέρασαν χωρίς ενοχλήσεις μέσα από τα Μάλλοια* και κατέλυσαν πριν το με-σημέρι λίγα στάδια παρακάτω, σε ένα σύδεντρο δίπλα στο ρέμα του ποταμού Ευρωπού*. Αφού πήραν εκεί μια ανάσα, η γυναίκα σήκωσε ξανά στην αγκαλιά της τον ακόμα κοιμισμένο Φίλιππο, ο άντρας φορ-τώθηκε το σακί με τα τρόφιμα, που άδειαζε επικίνδυνα, και τα κλινο-σκεπάσματά τους και ξαναπήραν το δρόμο για τη Λάρισα.

Είχαν προχωρήσει αρκετά, όταν η Αλκιθόη άφησε το παιδί κάτω και φώναξε στον ίλαρχο, που είχε απομακρυνθεί λίγο μπροστά, να στα-ματήσει. Στην άκρη της οδού βρισκόταν μια ερμαϊκή στήλη*, από τις πολλές που συναντούσαν στην οδική αρτηρία που ακολουθούσαν. Εκεί η γυναίκα θέλησε να σταματήσει και να κάνει μια προσφορά στο θεό.

* Οχυρή πόλη της Περραιβίας. * Παραπόταμος του Πηνειού, ο σημερινός Τιταρήσιος. * Μικροί πεσσοί τετράγωνης διατομής με την κεφαλή του θεού Ερμή στην κορυφή, που συχνά συναντούνταν στους δρόμους. Χρησίμευαν ως οροθετικά σημεία ή δείκτες αποστάσεων, είχαν όμως και θρησκευτική έννοια, αφού συχνά άφηναν προσφορές. Ο Ερμής ήταν προστάτης των οδοιπόρων.

Digitized by @PriOri™

Page 296: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

296 Γιώργος Μπουλακάκης

«Για να έχουμε την προστασία του» εξήγησε στον Λυσίμαχο που την κοιτούσε απορημένος. Μόλις την άκουσε, ο άντρας εξοργίστηκε. Τιθασεύοντας ωστόσο την παρορμητική φύση του, συγκράτησε το θυ-μό του. Δεν έφταιγε το απλοϊκό κορίτσι, με αυτά τα έθιμα την είχαν αναθρέψει, τη μάνα του που τη μύησε στη λατρεία της Ίσιδος και των άλλων θεών έπρεπε να κατηγορεί! Χωρίς να μιλήσει, τη φώναξε κο-ντά του και άνοιξε το σακί με τα εφόδια μπροστά στα μάτια της. Οι προμήθειές τους είχαν περιοριστεί αρκετά· είχε απομείνει μόνο δι-πυρίτης, λίγο κρέας και δύο σκόρδα, με δυσκολία θα επαρκούσαν για δύο ημερών πορεία.

«Όπως εύκολα αντιλαμβάνεσαι, αγαπημένη μου παιδίσκη, τα εφό-διά μας επαρκούν για να ικανοποιηθούμε είτε εμείς είτε ο θεός σου. Δυστυχώς είναι τέτοια η σωματική μου κατασκευή, που χρειάζομαι τουλάχιστον δύο ψωμιά ημερησίως! Νομίζω ότι στον Όλυμπο απο-λαμβάνει πολύ εκλεκτότερη τροφή από τα σκόρδα και τους διπυρίτες μας» της είπε σε τόνο διδακτικό και αμυδρά ειρωνικά. Μόλις διαι-σθάνθηκε ότι η Αλκιθόη στενοχωρήθηκε, ίσως και δυσανασχέτησε με την απόφασή του, έσπευσε να συμπληρώσει «Πιστεύω πως το στεφάνι με τα λίγα άγρια άνθη που θα πλέξεις και θα τοποθετήσεις στο κε-φάλι του θα τον ευχαριστήσει πολύ περισσότερο από τη μεγαλύτερη προσφορά.»

Η νεαρή ενθουσιασμένη με την ιδέα έτρεξε στους γειτονικούς αγρούς να την πραγματοποιήσει, ενώ ο Λυσίμαχος κάθισε με το παι-δί δίπλα στη στήλη, κουνώντας το κεφάλι και μειδιώντας. Όση ώρα η Αλκιθόη εκτελούσε το θρησκευτικό της καθήκον, εκείνος καταπιά-στηκε με περισσότερο πρακτικά ζητήματα, πλέκοντας ένα αυτοσχέδιο κάλυμμα από άγρια χόρτα και στάχυα για το κεφάλι του παιδιού· το θέρος πλησίαζε με γοργό ρυθμό και ο ήλιος γινόταν αφόρητος, ο διά-δοχος του θρόνου της Μακεδονίας δεν έπρεπε να εκτίθεται στις ακτί-νες του σαν κοινός θνητός!

Αφήνοντας πίσω τους τις Χυρετίες, τις Μύλες και τη Φάλαννα*, έφτα-σαν, όταν ο ήλιος έδυε, στη Λάρισα, την πόλη στις όχθες του Πηνειού.

* Αρχαίες πόλεις στη Θεσσαλία, βορείως της Λάρισας. Αυτή περίπου ήταν η διαδρομή του στρατού του Περσέα το 171 π.Χ.

Digitized by @PriOri™

Page 297: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 297

Οι άρχοντες της όριζαν την πεδιάδα της Πελασγιώτιδας, μα και τις τύ-χες του Κοινού των Θεσσαλών. Δεν μπορούσαν να μείνουν έξω από την πόλη και ο Λυσίμαχος έκρινε πως μπορούσε να διαθέσει ένα δυο δηνάρια για μια ευπρεπή διανυκτέρευση σε κάποιο πανδοχείο. Δε χρειάστηκε να ρωτήσουν για να το ανακαλύψουν σχεδόν αμέσως μό-λις πέρασαν την ξύλινη γέφυρα που ένωνε τις δύο όχθες του ποταμού διέκριναν μια πινακίδα σε ένα διώροφο κτίριο με ένα αδέξια ζωγρα-φισμένο Πήγασο.

«Παντού, σε όλες τις πόλεις, όλα τα πανδοχεία τα ίδια ονόματα έχουν» παρατήρησε ο πάλαι ποτέ ίλαρχος που στη Σιντική συνήθιζε να μεθάει σε ένα κατάστημα με το ίδιο όνομα. «Νομίζω ότι μπορούμε να καταλύσουμε εδώ απόψε, δε θέλω να κοιμηθούμε σαν επαίτες σε κάποια από τις στοές της αγοράς. Δώσε μου το γυλιό με τρόπο να πά-ρω χρήματα και θα στον δώσω ξανά.»

Η συμφωνία με τον πανδοχέα περιελάμβανε δύο πινάκια με ρεβί-θια, ψωμί και μια μικρή οινοχόη κρασί, καθώς και δύο στρώματα σε έναν κοινόχρηστο κοιτώνα στο βάθος του πανδοχείου. Ο καταστημα-τάρχης έδειξε να παραξενεύεται με την προφορά του Λυσίμαχου, δε ρώτησε ωστόσο το παραμικρό· τόσα χρόνια στο επάγγελμα αυτό, εί-χε μάθει πως η περιέργεια είναι συχνά ασύμφορη, αν όχι επικίνδυνη. Οδήγησε τους οδοιπόρους σε ένα γωνιακό τραπέζι και έστειλε με το δούλο του το λιτό δείπνο.

Το πανδοχείο αυτό ήταν ο αγαπημένος τόπος συνάθροισης των στρατιωτών της περιοχής, αφού εκεί έβρισκαν όσα ζητούν σε όλα τα μέρη της Ελλάδας οι στρατιώτες στον ελεύθερο χρόνο τους, κρασί και γυναίκες. Μέχρι να νυχτώσει, όλα τα τραπέζια γέμισαν με πελάτες που έπιναν, φώναζαν, λογομαχούσαν, τραγουδούσαν αγκαλιά με πόρνες ή διηγούνταν ιστορίες από το παρελθόν. Την προσοχή του ίλαρχου κέρδισε ένας άντρας από το διπλανό τραπέζι, περίπου στην ηλικία του, που με εύθυμη διάθεση διηγούνταν ιστορίες από το πολεμικό του πα-ρελθόν, σε μια ομήγυρη από πολίτες που τον παρότρυναν και τον κερ-νούσαν διαρκώς κρασί.

«Οι Ρωμαίοι τίποτα δε θα είχαν καταφέρει, αν δεν τους βοηθούσα-με εμείς! Σε τόσες μάχες στηρίχτηκαν στις εφόδους μας, εμάς φοβήθηκε

Digitized by @PriOri™

Page 298: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

298 Γιώργος Μπουλακάκης

το ιππικό του βασιλιά και δεν επιτέθηκε στην Πύδνα!» καυχιόταν με-γαλόφωνα σε έξαλλη κατάσταση και φανερά ζαλισμένος. «Το ιππικό μας υπερασπίστηκε την ελευθερία της Ελλάδας, ήταν ο πρόμαχος ενά-ντια στην τυραννία του Περσέα που δε μας απειλεί πλέον, είμαστε ελεύθεροι, ένδοξοι και πρώτοι ανάμεσα στους Έλληνες! Έπρεπε να θαυμάζατε το θέαμα στο πεδίο μετά τη μάχη, οι κόρακες και τα τσα-κάλια έκαναν συμπόσιο εκείνες τις ημέρες, που όμοιό του δεν έχει γνωρίσει η Ελλάδα!»

Ο Μακεδόνας έσκυψε το κεφάλι· ήταν επώδυνα τα σχόλια που άκουγε, τον έτσουζαν περισσότερο και από χτυπήματα με μαστίγιο. Η γυναίκα δίπλα του έσφιξε το χέρι του, όταν κατάλαβε τη διάθεσή του, ενώ ο στρατιώτης στο διπλανό τραπέζι συνέχιζε το παραλήρημά του γεμάτος έπαρση.

«Έπρεπε να βλέπατε πώς αποχώρησε από τη σφαγή ο δειλός αυ-τός και οι στρατηγοί του, τρέχοντας σαν φοβισμένοι λαγοί, όσο εμείς αποτελειώναμε το στρατό του. Και όταν εισβάλαμε στη χώρα του δυ-νάστη μετά τη μάχη, έπρεπε να βλέπατε με πόση προθυμία άνοιγαν τις πύλες τους οι πόλεις και μας υποδέχονταν σαν απελευθερωτές! Και εκείνος συνέχιζε να τρέχει και να τρέμει σαν το ψάρι, και όλοι τον έδιωχναν, ώσπου στο τέλος αποκλείστηκε στη Σαμοθράκη σαν ποντι-κός στην παγίδα! Αλλά το πιο ωραίο ήταν όταν τον οδήγησαν μπρο-στά στον Ρωμαίο ύπατο· σιδηροδέσμιος, ρακένδυτος, σαν τον τελευ-ταίο εγκληματία, προκαλούσε τον οίκτο όλων. Μετά απέδειξε πόσο ανάξιος ήταν για την κληρονομιά του Αλεξάνδρου, όταν από αξιο-θρήνητος έγινε περίγελος όλων. Έπρεπε να δείτε πώς ικέτευε για τη ζωή του, πώς εξευτελίστηκε, δεν τον ενδιέφεραν ούτε η οικογένεια ού-τε οι φίλοι ούτε τίποτα! Μυξόκλαιγε σαν την τελευταία δούλα, ακόμα και αν ατίμαζαν τις γυναίκες και σκότωναν τα παιδιά του εμπρός στα μάτια του, εκείνος να λυπηθούν τη δική του ζωή θα παρακαλούσε!»

«Και εσύ πού τα ξέρεις όλα αυτά; Αφού δεν ήσουν εκεί να το δεις με τα μάτια σου! Πες μας καμιά ιστορία από τον πόλεμο, αυτά τα ξέ-ρουν όλοι!» προκάλεσε το μεθυσμένο ένας από τους πολίτες στη συ-ντροφιά του.

Τα μάτια του Λυσίμαχου είχαν προσηλωθεί σε μια σκλήθρα στο τραπέζι του. Το μόνο που έκανε ήταν κάθε τόσο να φέρνει μηχανικά

Digitized by @PriOri™

Page 299: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 299

το σκύφο στα χείλη και να πίνει το κρασί του λίγο λίγο. Η γυναίκα ένιωθε την ένταση του από τον τρόμο στο χέρι που δεν είχε αφήσει στιγμή. Γνωρίζοντας το οξύθυμο του χαρακτήρα του, φοβόταν μια στιγ-μιαία έκρηξη που ίσως έθετε σε κίνδυνο το παιδί, μα είχε παρέλθει ο καιρός που ο ίλαρχος θα αναποδογύριζε το τραπέζι και θα ορμούσε σαν μανιασμένος ταύρος στους εχθρούς του Περσέα.

«Μπορεί να μην ήμουν ο ίδιος εκεί όταν τον έφεραν μπροστά στον Αιμίλιο, μα έχω Ρωμαίους φίλους που τους είδαν με τα μάτια τους και μου τα μετέφεραν με λεπτομέρειες...» συνέχισε κάπως μουδιασμένος από το χλευασμό ο στρατιώτης. Ενώ οι άλλοι γελούσαν θορυβωδώς το βλέμμα του έπεσε στο δύσθυμο Λυσίμαχο και, για να σταματήσουν οι σύντροφοι του να τον περιπαίζουν, του απηύθυνε το λόγο και ρώτησε επιθετικά «Εσένα εκεί φαίνεται να σε στενοχωρούν τα λόγια μου! Δεν είσαι από τα μέρη αυτά. Μήπως είσαι Μακεδόνας και σε ενοχλεί που βρίζω το βασιλιά σου; Δεν έχεις σηκώσει το βλέμμα από το ποτήρι σου όλο το βράδυ!»

Η Αλκιθόη τρόμαξε όταν ο γιγαντόσωμος άντρας της σηκώθηκε όρθιος για να απαντήσει στην προσβολή. «Το παιδί, Κύδα!» είπε χα-μηλόφωνα για να θυμίσει το χρέος στον ίλαρχο, όμως εκείνος κάθε άλλο παρά σκόπευε να δημιουργήσει επεισόδιο. Οι άλλοι, όταν είδαν τον τεράστιο όγκο του Μακεδόνα, τα χρειάστηκαν, μόλις όμως άνοι-ξε το στόμα του, όλοι ηρέμησαν.

«Και τι με νοιάζει για τον τύραννο, φίλε μου; Ας τον φάνε τα κο-ράκια! Εγώ άλλα, πιο σοβαρά προβλήματα έχω στο κεφάλι μου, πώς θα γυρίσω με τη δούλα και το γιο μου πίσω στο νησί μου, τώρα που δεν έχει πια δουλειές εδώ πάνω!» είπε με την απελπισία ανθρώπου που δεν έχει στον ήλιο μοίρα.

«Κρητικός είσαι;» ρώτησε κοιτώντας τον φιλύποπτα ένας από τους παρακαθήμενους στο τραπέζι, που είχε ακούσει ξανά την ιδιότυπη αυ-τή προφορά. «Από εκείνους που πολέμησαν με τον Μακεδόνα ενα-ντίον μας;»

Ευτυχώς, η γνώση πως Κρητικοί από τη Γόρτυνα, φίλοι και σύμμα-χοι των Ρωμαίων από την αρχή του πολέμου, είχαν πολεμήσει στο πλευρό τους στην Πύδνα αλλά και παλαιότερα έσωσε στην περίσταση

Digitized by @PriOri™

Page 300: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

300 Γιώργος Μπουλακάκης

εκείνη τους φυγάδες. «Γιατί, μόνο στο στρατό εκείνου υπήρχαν Κρη-τικοί; Αν θέλεις να ξέρεις, ήμουν με τον Κορνήλιο Νασικά στον ελιγ-μό που τους υποχρέωσε να εγκαταλείψουν τον Ελπειό και να υποχω-ρήσουν εκεί που τους κατασφάξαμε σαν αρνιά! Υποθέτω ότι έχω σκο-τώσει περισσότερους Μακεδόνες από όσους έχει δει ο φίλος σας σ' όλη του τη ζωή, κι ας καυχιέται λες και νίκησε τους εχθρούς μας μο-νάχος του! Εμπρός, δεν υπάρχει κανείς να κεράσει μια οινοχόη να πιού-με στην υγεία του Αιμίλιου που απελευθέρωσε την Ελλάδα;»

Πράγματι, στο άκουσμα του ονόματος του Ρωμαίου ύπατου, εν-θουσιασμένοι όλοι έσπευσαν να υψώσουν τα ποτήρια τους και να κε-ράσουν τον ίλαρχο όχι μια, μα πολλές φορές. Το υπόλοιπο βράδυ κύ-λησε με τους στρατιώτες να διηγούνται φανταστικές ιστορίες για τα κατορθώματά τους. Ευτυχώς ο Λυσίμαχος άντεχε στην κατανάλωση απίστευτων ποσοτήτων κρασιού και εξακολουθούσε να παριστάνει το μαχητή του στρατού του Αιμίλιου με πλήρη νηφαλιότητα, χωρίς να χά-σει ούτε στιγμή την ψυχραιμία του με αυτά που άκουγε. Κάποια στιγ-μή ζήτησε συγνώμη γιατί την επομένη έπρεπε να φύγει πρωί, ήπιε έναν τελευταίο σκύφο και οδήγησε την οικογένειά του στον κοιτώνα όπου θα περνούσαν τη νύχτα.

«Στον κόρακα, τους ηλίθιους! Τα βόδια!» μουρμούρισε εκνευρι-σμένος ο ίλαρχος, μόλις βρέθηκε ξαπλωμένος στο αχυρόστρωμα. «Με ζάλισαν με τις βλακείες τους όλη νύχτα! Αύριο το πρωί θα φύγουμε με το πρώτο φως, δε θέλω να μείνω ούτε στιγμή κοντά στους φίλους των Ρωμαίων! Ίσως την επόμενη φορά δε συγκρατήσω τον εαυτό μου και σκοτωθούμε!»

«Σε άκουγα να μιλάς και δεν πίστευα στ' αυτιά μου!» του απάντη-σε η Αλκιθόη που δεν είχε ανοίξει το στόμα της όσο ο άντρας έπινε με τους Θεσσαλούς. «Υπήρχε λόγος να καθίσεις μαζί τους όλη νύχτα και να υποστείς την ταπείνωση αυτή, να πίνεις εις υγείαν του εχθρού σου;»

«Είδες πόσο επιθετικοί και μισαλλόδοξοι ήταν οι άνθρωποι αυ-τοί. Αν δεν καθόμουν στο τραπέζι τους, ίσως αντιμετωπίζαμε πρό-βλημα και πρέπει να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά να αποφεύγουμε τέτοιες ιστορίες...» απάντησε πάντα χαμηλόφωνα ο άντρας. «Τα λό-για δεν κοστίζουν τίποτα, αγαπητή μου, μήπως επειδή έπινα για τον

Digitized by @PriOri™

Page 301: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 301

Αιμίλιο, θα ζήσει περισσότερα χρόνια; Ή επειδή έλεγα πως έχω σκο-τώσει δεν ξέρω πόσους Μακεδόνες, τους στέρησα πραγματικά τη ζωή; Να πετύχουμε στην αποστολή μας και έχουμε καιρό... ή, μάλλον, έχει καιρό τούτος εδώ» είπε δείχνοντας το νήπιο που κοιμόταν εξαντλη-μένο από το ξενύχτι, «να τιμωρήσει αυτούς που υβρίζουν και κακολο-γούν τον πατέρα του! Το σημαντικό είναι ότι κατορθώσαμε να ξεγε-λάσουμε αυτούς τους μέθυσους, μέχρι και δανεικά θα μπορούσα να τους ζητήσω αν ήθελα. Τα λόγια και οι προσβολές τους δε με ενοχλούν τόσο όσο η σκέψη πως η Ιστορία, επειδή τη γράφουν οι νικητές, θα γράψει για εμάς... ο Δίας ξέρει τι! Αρκετά μ' αυτά τώρα, κλείσε τα μά-τια σου...»

«Τον έχεις πληρώσει τον κάπελα;» ρώτησε η μικρή, αλλά απάντη-ση δεν πήρε. Ο άντρας δίπλα της ήδη είχε αποκοιμηθεί σε μια στιγμή, όσο κρατάει ένα πετάρισμα του βλεφάρου, ασθμαίνοντας αποκαμω-μένος από την κόπωση της ολοήμερης πορείας και το μεθύσι με τους αγνώστους.

* Το σημερινό Βελεστίνο.

* * * * * * *

Η στάση τους λίγο πριν τις Φερές* το μεσημέρι της επομένης επε-φύλασσε ένα μάλλον δυσάρεστο απρόοπτο. Μια από τις όχι σπάνιες καταιγίδες της εποχής αυτής τους ξεσήκωσε και τους υποχρέωσε να ψάξουν πανικόβλητοι καταφύγιο. Ο μόνος που φάνηκε να διασκεδά-ζει την κατάσταση ήταν ο μικρός Φίλιππος που έπαιζε με τις λάσπες και γελούσε χαρούμενα εκνευρίζοντας την Αλκιθόη.

«Κοίτα τον, σαν σεληνιασμένος κάνει! Μα τον Δία, θα τον δείρω, αν δε σταματήσει αμέσως!»

«Θα χτυπήσεις το βασιλιά σου; Αίσχος! Παιδάκι είναι, τι θέλεις να κάνει;» απάντησε γελώντας ο Λυσίμαχος που έτρεχε με τα υπάρ-χοντά τους παραμάσχαλα.

Κατέφυγαν σε ένα παράπηγμα με καλαμωτή στέγη, που τουλάχι-στον πρόσφερε στοιχειώδη προστασία από τη βροχή. Μόλις ωστόσο

Digitized by @PriOri™

Page 302: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

302 Γιώργος Μπουλακάκης

ο ήλιος ξεπρόβαλε ολόλαμπρος πίσω από τα νέφη, ξαναβγήκαν το δρόμο και το θέαμα, μόλις προσπέρασαν πριν τη δύση του ήλιου τους λόφους, αποζημίωσε τους οδοιπόρους. Μπροστά στα πόδια τους ανοι-γόταν ο κόλπος των Παγασών, ειρηνικός και καταγάλανος, καθώς και το μεγάλο λιμάνι του, η Δημητριάδα.

«Επιτέλους, φτάσαμε» διαπίστωσε περιχαρής ο άντρας τώρα που ένιωθε πως το τέλος του ταξιδιού πλησίαζε. Μα τον Δία, φίλε και βα-σιλιά μου, τελικά είχες δίκιο, συλλογίστηκε, ήταν πιο εύκολο απ' όσο φοβόμουν το βράδυ εκείνο στην Πύδνα! Ο γιος σου είναι πλέον ασφα-λής. Μακάρι να ήσουν κι εσύ με την Αρίστη εδώ να χαρείτε μαζί μας. Είχε ακούσει για τον Περσέα, μα για την Αρίστη και το τραγικό τέλος της δε γνώριζε, όπως ήταν φυσικό, το παραμικρό...

'Οταν πλησίασαν στην πόλη, ένα παράδοξο θέαμα λύπησε κάπως τον παλιό στρατιωτικό. Τα τείχη και οι οχυρώσεις που έκαναν την πό-λη απόρθητη, τα οχυρά που ο ίδιος ο Περσέας είχε φροντίσει να ενι-σχύσει με την έναρξη σχεδόν των εχθροπραξιών γνωρίζοντας τη στρα-τηγική της σημασία, δεν υπήρχαν. Όπως τον πληροφόρησε κάποιος χωρικός, η εντολή του Αιμίλιου και της Συγκλήτου ήταν η περήφανη πόλη που ίδρυσε ο Πολιορκητής*, το προπύργιο των Μακεδόνων στη Μαγνησία, να μείνει εντελώς ανοχύρωτη, να μη χρησιμεύσει στο μέλ-λον σαν προπύργιο των εχθρών της Ρώμης.

Η πρώτη τους δουλειά μόλις μπήκαν στην πόλη ήταν να ρωτήσουν πού βρίσκεται το καπηλειό όπου συχνάζουν οι πλοίαρχοι και πλοιο-κτήτες. Ο ίλαρχος αδημονούσε να αποπλεύσει και ήλπιζε να κλείσει το ίδιο κιόλας βράδυ συμφωνία. Η Αλκιθόη δεν τον ακολούθησε· όπως είπε, ο κόσμος είναι πολύ μικρός και δεν είχε καμία διάθεση για τυ-χαίες συναντήσεις με γνωστούς της ναυτικούς από τη Θεσσαλονίκη, προτιμούσε να περιμένει με το παιδί στην αγορά που δεν ήταν μακριά. Ο άντρας ήρθε να τους συναντήσει πριν σκοτεινιάσει.

«Τι έγινε, βρήκες κανέναν;» ρώτησε η νεαρή προσπαθώντας να καθησυχάσει κάπως το μικρό Φίλιππο που πάλευε στα χέρια της.

* Την πόλη ίδρυσε το 294 π.Χ. ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, γενάρχης της δυναστείας των Αντι-γονίδων.

Digitized by @PriOri™

Page 303: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 303

«Να τους πνίξει ο Ποσειδώνας όλους!» απάντησε εξοργισμένος ο άντρας. «Έχω δει και ακούσει πολλά στη ζωή μου, αυτό όμως, μα τον Δία, ξεπερνούσε κάθε όριο! Για να καταλάβεις πόσο μεθυσμένοι ήταν όλοι, ο κάπελας μου υπέδειξε έναν πλοίαρχο που θα αποπλεύσει τις μέρες αυτές για τη Σμύρνη. 'Οταν τον πλησίασα και του ζήτησα να μας πάρει μαζί του, ξέρεις τι μου ζήτησε σε αντάλλαγμα; Είπε ότι έχει βά-λει ένα στοίχημα με έναν άλλο πλοιοκτήτη να βρει άνθρωπο ικανό να νικήσει ένα ναύτη, έναν πραγματικό Τιτάνα, από το δικό του πλοίο και να του κλείσει επιτέλους το στόμα, γιατί προκαλεί όλο το λιμάνι με την αλαζονεία του. Μου είπε ότι, αν τον νικήσω, δε θέλει χρήματα, αλλά θα μας πάει δωρεάν όπου θέλουμε. Και όλοι οι υπόλοιποι με παρό-τρυναν να συμφωνήσω με κραυγές!»

«Έχει τρελαθεί ο κόσμος τελείως... Κάθισε ήσυχος, παιδί μου!» μάλωσε τον Φίλιππο που προσπαθούσε ακόμα να ξεφύγει από την αγκαλιά της. «Και εσύ τι του απάντησες; Δεν πιστεύω να κάνεις κα-μιά ανοησία...»

«Δεν έκανα τόσο καιρό οικονομία στον άργυρο του Περσέα για να έρθω εδώ να δέρνομαι στα λιμάνια σαν κοινός αλήτης! Του απάντη-σα πως δεν είμαι σκύλος να παίρνω μέρος σε κυνομαχίες και έφυγα. Όλοι γύρω με αποδοκίμαζαν και μου πετούσαν ό,τι έβρισκαν πάνω στα τραπέζια. Σκέφτομαι να δοκιμάσω ξανά αύριο το πρωί στο λιμά-νι- οπωσδήποτε θα καταφέρω να βρω κάποιο λογικότερο άνθρωπο. Έχω ξαναδεί πυγμαχικούς αγώνες στην αυλή, πάντα όμως γίνονταν για να τιμήσουν κάποια γιορτή, ποτέ για ένα στοίχημα! Αυτό είναι εξα-χρείωση...» κατέληξε κουνώντας το κεφάλι. Παρ' όλο που δεν μπο-ρούσε να αντισταθεί στο κρασί και τις γυναίκες, ποτέ δεν ήταν φίλος των τυχερών παιχνιδιών. Δεν είχε κανένα λόγο να φοβάται, είχε χτυ-πηθεί πολλές φορές στο παρελθόν, μα η ιδέα δύο ανθρώπων που θα αλληλοσπαράσσονταν μέχρι αναισθησίας για μερικά αργυρά νομί-σματα του ήταν τελείως αποκρουστική.

Η νύχτα ήταν μάλλον ζεστή και η αγορά είχε ερημώσει. Δείπνησαν με τα τελευταία υπολείμματα του σάκου δίπλα σε μια κρήνη και κοι-μήθηκαν σε μια στοά. Με το πρώτο φως ο Λυσίμαχος σηκώθηκε και ξεκίνησε για το λιμάνι. Η Αλκιθόη πάλι, μην έχοντας κάτι καλύτερο

Digitized by @PriOri™

Page 304: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

304 Γιώργος Μπουλακάκης

να κάνει, στάθηκε με το μικρό έξω από ένα μικρό ναό της Ίσιδος. Έμεινε εκεί μέχρι το μεσημέρι και βρήκε τον άντρα να κάθεται στην κρήνη όπου είχαν συμφωνήσει να τον περιμένει.

«Που ήσουν, μικρή μου; Ανησύχησα όταν δε σε βρήκα, δεν έπρε-πε να απομακρυνθείς!»

«Εδώ δίπλα ήμουν, υπήρχε ένα άδυτο ιερό της Ίσιδος και έμεινα να προσευχηθώ. Κατάφερες τίποτα;»

«Μόνο κατάφερα; Τύχη μεγάλη! Βρήκα ένα αλιευτικό σκάφος στην αποβάθρα, από την Πεπάρηθο*, αύριο το πρωί επιστρέφει στο νησί του. Είχε έρθει ο άνθρωπος να πουλήσει τάριχο και θα γυρνούσε στους δικούς του. Όταν είδε τα νομίσματα να γυαλίζουν, συμφώνησε αμέ-σως. Για είκοσι γλαύκες* δέχτηκε να μας πάει όχι αόριστα στην Ιω-νία, αλλά κατευθείαν στο Αδραμύττιο! Του έδωσα ήδη μια μικρή προ-καταβολή, μας περιμένει αυτή τη στιγμή στην προβλήτα. Θα κοιμη-θούμε στο πλοίο του το βράδυ και αύριο το πρωί θα αποπλεύσουμε!» Άρπαξε τη γυναίκα από τη μέση και την έσφιξε ενθουσιασμένος πά-νω του. «Φεύγουμε, το καταλαβαίνεις; Φεύγουμε!»

Η νεαρή δε βιάστηκε να μοιραστεί τον ενθουσιασμό του. Αφού του παρέδωσε το μικρό Φίλιππο, σταύρωσε τα χέρια στο στήθος. «Εξα-κολουθείς να εμπιστεύεσαι εύκολα τους ανθρώπους, άντρα μου, δεν πρόκειται να μάθεις ποτέ; Τόσες φορές σε έχουν εξαπατήσει και εσύ επιμένεις! Και αν γυρίσουμε στο λιμάνι και εκείνος έχει φύγει;»

Ήταν η σειρά του Λυσίμαχου να γίνει ειρωνικός. «Τότε εγώ θα χάσω δύο τετράδραχμα και εκείνος είκοσι που θα κέρδιζε αν μας με-τέφερε. Παίρνω όρκο πως είκοσι αργυρά δεν έχει δει μαζεμένα σε όλη του τη ζωή! Τον συμπάθησα με το που τον αντίκρισα το γέρο τούτο, τα μάτια του ήταν καθαρά, και από πείρα γνωρίζω πως πρέπει να εμπι-στεύεσαι την πρώτη εντύπωση. Από την όψη ξεχωρίζει ο άνθρωπος, που λέει και το γνωμικό. Σε αντίθεση με εσένα, αγαπημένο μου παι-δί, εγώ έχω μάθει να αγαπώ και να εμπιστεύομαι τους ανθρώπους, δεν πιστεύω πως όλοι έχουν σκοπό να με κλέψουν. Επιτέλους, από τότε

* Η σημερινή Σκόπελος. * Αθηναϊκά τετράδραχμα. Η γλαύξ (κουκουβάγια) ήταν το χαρακτηριστικό έμβλημα στα νομί-σματα της πόλης των Αθηνών σε όλη την αρχαιότητα.

Digitized by @PriOri™

Page 305: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 305

που μας παρέσυρε στη δίνη της η απίθανη αυτή ιστορία, μας έχουν βοη-θήσει και τους δύο δεκάδες άγνωστοι, τις περισσότερες φορές χωρίς να περιμένουν κάτι σε ανταπόδοση. Επειδή δυο τρεις φορές στο πα-ρελθόν ξεγελάστηκα, δε θα αλλάξω τώρα, εξάλλου μόνο χρήματα έχα-σα, δηλαδή τίποτα που να αξίζει να χάσω τον ύπνο μου. Τώρα που θα κατέβουμε στο λιμάνι, θα δούμε ποιος έχει δίκιο!»

Οι αλιείς τους περίμεναν και μόλις τους είδαν, σχεδόν έσπασαν τη μέση τους να κάνουν υποκλίσεις στον Λυσίμαχο. Η Αλκιθόη πάντως, βλέποντας το σκάφος, μαρμάρωσε. Δεν είχε μπει ποτέ σε πλοίο και, ενθυμούμενη τη Θεσσαλονίκη, περίμενε να δει κάποιο μεγάλο εμπο-ρικό πλοίο. Το αλιευτικό δεν είχε πάνω από τριάντα πόδια μήκος· όπως της εξήγησε ο ίλαρχος, που επίσης δεν είχε καμία πείρα στη θάλασ-σα, για το σκοπό που το χρησιμοποιούσαν, και πάλι μεγάλο ήταν. Το πλήρωμα δεν ήταν άλλος από τον κυβερνήτη πατέρα και τους δύο γιους που εκτελούσαν χρέη ναύτη.

Η γυναίκα έσφιξε το μικρό πάνω της και ρώτησε ξανά «Ναι, μα και πάλι δε νομίζεις πως είναι κάπως μικρό για τέτοιο μακρινό ταξίδι;»

«Πες στη γυναίκα σου να μη φοβάται. Πολλές φορές τα κοπάδια των τόνων με έφεραν ως πέρα από την Αλόννησο*, που είναι στα μι-σά της διαδρομής» χαμογέλασε ο γέρος κυβερνήτης που άκουσε την ερώτηση. «Από εκεί ως τη Λέσβο και την Ασία που θέλετε να πάτε δεν είναι τίποτα, ένα άλμα, μια ανάσα. Ο Ποσειδώνας αυτή την εποχή δεν ταράζει με την τρίαινα τα νερά και ακόμα και αν ο Αίολος δε φου-σκώσει το ιστίο μας, μπορούμε πάντα να περάσουμε τα κουπιά στους σκαρμούς, χέρια υπάρχουν. Η "Φιλύρα" είναι καλό και γρήγορο σκά-φος, την πίσσωσα πριν ξεκινήσω για εδώ, θα είναι παιχνιδάκι. Τώρα με τους Ρωμαίους, στα νερά αυτά δεν πρέπει να φοβάστε για πειρα-τές. Θα φτάσουμε πριν το καταλάβεις. Σε πέντε, το πολύ έξι ημέρες θα είμαστε εκεί, δέσποινά μου!»

Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος αποκαλούσε την Αλκιθόη δέ-σποινα και η πρώην δούλα χαμήλωσε το κεφάλι από συστολή, ενώ ο ίλαρχος χαμογέλασε ευχαριστημένος. Οι αντιρρήσεις της κάμφθηκαν

* Ο σημερινός Άγιος Ευστράτιος.

Digitized by @PriOri™

Page 306: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

306 Γιώργος Μπουλακάκης

μπροστά στη βεβαιότητα του γέρου και το ζευγάρι επιβιβάστηκε αμέ-σως. Ο Λυσίμαχος έδωσε ένα δηνάριο σε έναν από τους γιους του πλοι-άρχου να αγοράσει προμήθειες για τον πλου και η οικογένεια άφησε τα μόνα της υπάρχοντα, τα κλινοσκεπάσματα, κοντά στην πλώρη του πλοίου. Όλη την υπόλοιπη μέρα οι δυο τους κάθισαν ήσυχα σε μια γω-νιά πάνω στα δίχτυα, ενώ ο μικρός, πάντα με την προσοχή του ζεύγους στραμμένη πάνω του, αλώνιζε στο πλοίο. Το σκάφος ήταν ένας και-νούργιος κόσμος για το παιδί και, με τη φυσική περιέργεια που δια-κρίνει όλα τα νήπια, προσπαθούσε να ανακαλύψει και να εξερευνή-σει το καθετί. Οι δύο νεαροί ναύτες διασκέδαζαν με τα καμώματά του και έπαιζαν μαζί του, μη βρίσκοντας κάτι καλύτερο να κάνουν τώρα που το πλοίο ήταν δεμένο στο λιμάνι.

Τη νύχτα, αφού ο Λυσίμαχος τους διαβεβαίωσε πως δε θα κουνη-θεί από το σκάφος, το πλήρωμα τους άφησε και πήγε στο καπηλειό να πιει λίγο κρασί και να φάει. Ο άντρας μάζεψε το μικρό και τον κράτησε πάνω του μέχρι να αποκοιμηθεί. Απέμειναν οι δύο άγρυπνοι, να ατενίζουν τον έναστρο ουρανό.

«Δεν κοιμάσαι;» ψιθύρισε πρώτος σπάζοντας τη σιωπή ο άντρας. «Δεν μπορώ, έχω αγωνία για αύριο, νιώθω ένα βάρος, σαν να έχω

καταπιεί πέτρες!» απάντησε η νεαρή γυναίκα. Έγειρε το κεφάλι στον ώμο του. «Ποια ιστορία διηγήθηκες στους ανθρώπους αυτούς;»

«Ότι είμαι από την Κρήτη, στο Αδραμύττιο δήθεν μας περιμένει ο συνέταιρος μου, ότι καταστράφηκα εδώ και άλλα τέτοια. Περίπου την ιστορία που έχουμε πει σε όλους από τότε που φύγαμε από το μαντρί.»

Παρ' όλο που κανείς τους δεν κοιμήθηκε, δεν αντάλλαξαν άλλη λέ-ξη ώσπου οι ναυτικοί να γυρίσουν στο σκάφος και να πέσουν στα στρώ-ματά τους, στην πρύμνη του πλοίου, ροχαλίζοντας από το κρασί. Εί-χαν και οι δύο περάσει πολλά για να φτάσουν στο σημείο αυτό και σχε-δόν δεν πίστευαν πως ήταν τόσο κοντά στο τέλος των περιπετειών τους· και οι δύο ενδόμυχα φοβούνταν πως ίσως την τελευταία στιγμή κάποια απρόοπτη εξέλιξη θα τερμάτιζε άδοξα το εγχείρημά τους. Η Αλκιθόη φοβόταν κάποια αναπάντεχη θεϊκή παρέμβαση, ήξερε πως οι θεοί ζη-λεύουν τους ευτυχείς θνητούς και δεν ανέχονται την ευδαιμονία τους για πολύ. Ο Λυσίμαχος πάλι, πιο πρακτικός, είχε τονίσει στους αλιείς

Digitized by @PriOri™

Page 307: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 307

Όλες τους οι ανησυχίες και κρυφές αγωνίες πήραν τέλος το επό-μενο πρωινό, όταν η "Φιλύρα" με επιδέξιους χειρισμούς απομακρύν-θηκε από την προβλήτα, αφού οι νεαροί έλυσαν τα σκοινιά που την κρατούσαν δεμένη. Μέσα στο λιμάνι οι δύο γιοι του γέρου κωπηλα-τούσαν αργά όσο εκείνος κρατούσε το δοιάκι. Μόλις βγήκαν από το λιμάνι όμως, οι άντρες μάζεψαν τα κουπιά και σήκωσαν το τριγωνικό ιστίο. Φυσούσε ένας ελαφρύς σκίρων* που οι έμπειροι ναυτικοί μπο-ρούσαν εύκολα να εκμεταλλευτούν.

«Ορίστε, αυτό ήταν, τώρα μπροστά μας έχουμε την ανοιχτή θά-λασσα» είπε ο γηραιός Μόρυχος χαμογελώντας, όταν ανοίχτηκαν λί-γο στον κόλπο των Παγασών. «Θα κάνουμε μια στάση στην Πεπάρη-θο να ειδοποιήσω τη γυναίκα μου και να της αφήσω τα χρήματα που έπιασα στην αγορά της Δημητριάδας, μετά θα πλεύσουμε για τον προ-ορισμό σας.» Φαινόταν βέβαιος για τον εαυτό του τώρα που βρισκό-ταν στα ανοιχτά, και ενέπνεε εμπιστοσύνη στην Αλκιθόη που αντιμε-τώπιζε την πρώτη θαλασσινή της περιπέτεια.

«Δε φοβάσαι την οργή του Ποσειδώνα, γέρο μου;» ρώτησε ο Λυ-σίμαχος από την κουπαστή, καθώς έβλεπε τη νεαρή σύζυγό του να μην ξεκολλά από τη θέση της στον ιστό, στη μέση του πλοιαρίου. Έτσι αμέ-ριμνος όπως είχε ακουμπήσει, θύμιζε πλούσιο ευγενή σε θαλασσινή εκδρομή!

«Να ξέρεις, άρχοντά μου, σε όλα τα πλοία η πιο δύσκολη στιγμή είναι όταν φορτώνεις ή ξεφορτώνεις, και μετά όταν μπαίνεις ή βγαί-νεις απ' το λιμάνι. Στην ανοιχτή θάλασσα το πλοίο πηγαίνει μόνο του, λίγο τον προσανατολισμό σου πρέπει να προσέχεις. Και όσο για την

* Ο βορειοδυτικός άνεμος, ο μαΐστρος.

* * * * * * *

πως είναι απαραίτητη η εχεμύθεια, φοβόταν ωστόσο το δώρο του Διο-νύσου που λύνει τη γλώσσα των ανθρώπων. Αν οι ναυτικοί άρχιζαν να περηφανεύονται για τη δουλειά που πέτυχαν, ίσως κάποιος ψίθυρος να έφτανε σε αυτιά που δεν έπρεπε.

Digitized by @PriOri™

Page 308: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

308 Γιώργος Μπουλακάκης

οργή του θεού, εμείς έχουμε μάθει να μελετάμε τα σημάδια του ου-ρανού, όπως οι σοφοί διαβάζουν μια γραφή στην αγορά. Είμαι βέ-βαιος πως σχεδόν δε θα κουνηθούμε, η θάλασσα θα είναι λάδι.»

Στην προσπάθειά του να καθησυχάσει τους επιβάτες του, ο Μό-ρυχος είχε γίνει υπερβολικός. Μόλις παρέκαμψαν το Αιάντειο ακρω-τήριο* προς το βράδυ και βγήκαν από τον υπήνεμο κόλπο των Παγα-σών σε πιο ανοιχτή θάλασσα, το πλοιάριο συνάντησε κύμα και άρχι-σε να λικνίζεται ελαφρά. Οι ναυτικοί κρυφογελούσαν βλέποντας τον Λυσίμαχο, του οποίου το γέλιο κόπηκε απότομα, να μαζεύεται παρα-πατώντας δίπλα στην Αλκιθόη. Ο μικρός Φίλιππος αντίθετα φαινόταν ανεπηρέαστος από τον ελαφρύ κυματισμό και συνέχιζε να παίζει και να γελά στα χέρια της κάτωχρης Αλκιθόης.

«Στεριανοί!» σχολίασε ο Ιάδμων, ο μεγάλος γιος του Μόρυχου, καθώς έλυνε έναν κόμπο δίπλα στον πατέρα του.

«Και πού να βγούμε στο πέλαγος, προς την Αλόννησο! Θα ξερ-νάνε τα άντερά τους εκεί έξω, αν κάνει πως δυναμώνει ο αέρας!» συ-μπλήρωσε ο γέρος.

Λόγω της σχετικής άπνοιας, ο γέρος αποφάσισε να διανυκτερεύ-σουν σε ασφάλεια σε έναν όρμο όχι μακριά από το Αιάντειο. Ο έμπει-ρος ναυτικός θα μπορούσε να πλεύσει τη νύχτα και να είναι το επό-μενο μεσημέρι στο νησί του, μα προτίμησε να μην τρομοκρατήσει τους επιβάτες του· έπειτα, δεν ήθελε να διακινδυνεύσει να ρίξει τη "Φιλύ-ρα" πάνω στα βράχια που ύπουλα παραμόνευαν κοντά στα νησιά. Μό-λις ξημέρωσε, απέπλευσε ξανά και προς το δειλινό έδεσε στο μικρό λιμένα του νησιού του.

«Θα δεχτείτε τη φιλοξενία μας το βράδυ. Δεν έχουμε πολλά δω-μάτια στην κατοικία μας, φτωχοί άνθρωποι είμαστε, όταν υπάρχει όμως καλή θέληση, όλα τακτοποιούνται!» είπε ο Μόρυχος, όταν οι επιβά-τες του πάτησαν ανακουφισμένοι ξανά σε στέρεο έδαφος. «Δεν έχου-με τα πλούσια εδέσματα να σας προσφέρουμε μα, με τη βοήθεια του Ξένιου Δία, κάτι θα βρεθεί να δειπνήσουμε...»

Το βράδυ εκείνο, στο φτωχικό τραπέζι του γέρου, ο Λυσίμαχος ένιωσε για πρώτη φορά μετά από ένα χρόνο επιτέλους ελεύθερος, λες

* Το σημερινό Τρίκκερι.

Digitized by @PriOri™

Page 309: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 309

και το τεράστιο βάρος που απόθεσε στους ώμους του ο Περσέας το μοιραίο εκείνο δειλινό είχε φύγει επιτέλους από πάνω του. Μέχρι τώ-ρα, σε κάθε του βήμα, ένιωθε να τον ακολουθεί ο βαρύς ίσκιος ενός αόρατου εχθρού, αλλά και αμείλικτο το καθήκον στο φίλο και βασι-λιά του. Τώρα, μακριά από την κατεχόμενη Μακεδονία, στη μέση του πελάγους, ήξερε πλέον πως κάθε κίνδυνος είχε εκλείψει, πως το βα-ρύ καθήκον είχε μετατραπεί σε απλή υποχρέωση για οικογενειακή ζωή με την αγαπημένη του Αλκιθόη και ένα ειρηνικό περιβάλλον να μεγαλώσει ο Φίλιππος. Έγειρε την πλάτη στον τοίχο του πλινθόκτι-στου οικήματος και ύψωσε το ποτήρι του προς τους παριστάμενους, με το βλέμμα προσηλωμένο στη γυναίκα που χόρευε το μικρό Φίλιππο στα γόνατα.

«Μια πρόποση θέλω να κάνω. Στην ευτυχία και τη γαλήνη της οι-κογενειακής σου εστίας, Μόρυχε, είθε οι θεοί πάντα να αγαπούν και να παραστέκουν εσένα και την οικογένειά σου! Και όσο για εμάς, στη νέα, δίχως φόβο ζωή που μας περιμένει στην Ασία, αγαπημένο μου άνθος! Ας πιούμε επιτέλους και στη δική μας ευτυχία!»

Κανείς άλλος δεν μπορούσε να μαντέψει το λόγο για τον οποίο το πρόσωπο της νεαρής γυναίκας έλαμψε, ο Λυσίμαχος όμως θα ορκι-ζόταν πως το ίδιο χαμόγελο ζωγραφίστηκε και στο πρόσωπο του μι-κρού πρωταίτιου της οδύσσειάς τους.

Digitized by @PriOri™

Page 310: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Δέκατο Έβδομο

Υπάρχουν στιγμές που μετρούν περισσότερο κι από τρεις ζωές, και τέτοιες το ζευγάρι είχε ζήσει άφθονες από τη μέρα που ο βασιλιάς διέ-ταξε τον Λυσίμαχο να σώσει το γιο του. Ο πλους με το μικρό σκάφος του Μόρυχου ωστόσο αποδείχτηκε πραγματικά ταξίδι αναψυχής, όπως ακριβώς τους είχε υποσχεθεί ο έμπειρος ναυτικός. Με το που πάτη-σαν το πόδι τους στην ασιατική ακτή, είχαν επιτέλους και οι δυο την ευκαιρία να αναπνεύσουν ανακουφισμένοι. Ο άντρας έδωσε κάτι πα-ραπάνω στους αλιείς για να τους ευχαριστήσει και τους αποχαιρέτη-σε. Τώρα ο κίνδυνος είχε περάσει, εκείνον και την... Άλκηστη περί-μενε η ήρεμη οικογενειακή ζωή, με επίκεντρο την ανατροφή του παι-διού. Πρώτη τους κίνηση στη νέα πατρίδα, μετά από επιμονή της γυ-ναίκας, ήταν να προσφέρουν μια ευχαριστήρια θυσία στο μικρό ναό της Ίσιδας δίπλα στην προκυμαία.

Ο πάλαι ποτέ αξιωματικός του ιππικού επειγόταν να βρει τον Φι-λοφάνη και να πάρει στα χέρια του το θησαυρό του βασιλιά, αν και εί-χε μια μικρή αγωνία για την υποδοχή· η δίψα του χρυσού έχει περίεργες επιπτώσεις στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Αν ο Φιλοφάνης μάθαινε για το θησαυρό, ίσως του έμπαιναν περίεργες ιδέες. Όχι βέβαια πως ο "Κύδας" δεν είχε τρόπο να υπερασπιστεί τον εαυτό του και την οι-κογένειά του, δεν ήθελε όμως να ξεκινήσει την εγκατάστασή του στο

Digitized by @PriOri™

Page 311: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 311

Αδραμύττιο με φόνο. Αποφάσισε να παρουσιάσει μόνο τη συστατική επιστολή του Περσέα και να μην κάνει λόγο για θησαυρό. Την ίδια κιόλας μέρα, πριν σκοτεινιάσει, έκρουε τη θύρα της κατοικίας του παιδαγωγού έξω απ' την πόλη.

Ο Φιλοφάνης αρχικά τους υποδέχτηκε ευγενικά, όπως επέβαλλε ο Ξένιος Δίας, μα επιφυλακτικά. Μόνο όταν κατάλαβε πως οι άνθρω-ποι αυτοί ήταν Μακεδόνες φυγάδες, άνθρωποι του βασιλιά Περσέα, άφησε ένα διάπλατο χαμόγελο να φωτίσει το πρόσωπο του.

«Ήρθε επιτέλους η ώρα να εκτελέσω το καθήκον που ανέλαβε κά-ποτε ο πατέρας μου απέναντι στο βασιλιά Φίλιππο. Η περιουσία και η ζωή μου στη διάθεση σας. Οι φίλοι του Περσέα είναι περισσότερο από δικοί μου φίλοι» είπε εγκάρδια στον ίλαρχο, ο οποίος τον βρήκε κάπως υπερβολικό, αλλά είχε κάθε ευκαιρία να διαπιστώσει πως ο μι-κρόσωμος άντρας εννοούσε και με το παραπάνω όσα έλεγε.

Ο παιδαγωγός προσφέρθηκε έως και να του παραχωρήσει μέρος του κτήματος για να διευκολύνει την εγκατάσταση του στο Αδραμύτ-τιο, μα ο Λυσίμαχος απλά του είπε πως ο βασιλιάς είχε προνοήσει, χωρίς να δώσει περισσότερες εξηγήσεις.

Το στρογγυλό βράχο για τον οποίο μιλούσε η επιστολή του Περ-σέα τον είχε εντοπίσει ήδη από τον πρώτο περίπατο που έκανε στο κτήμα. Δεν ήταν και δύσκολο- σε απόσταση τριών σταδίων από την αγροικία, ένας λίθινος όγκος, λειασμένος από τον ήλιο και τις βροχές, στη μέση ενός χέρσου χωραφιού. Πώς το μετακίνησαν αυτό το πράγ-μα, εδώ χρειάζονται τουλάχιστον σαράντα άντρες με ηράκλεια δύνα-μη, συλλογίστηκε με θαυμασμό ο άντρας.

Μετά την παρέλευση ενός μηνός, κατά τη διάρκεια του οποίου η οικογένεια του δήθεν Κύδα ζούσε κυριολεκτικά σε βάρος των απο-θηκών του αγροκτήματος, ο ίλαρχος έκρινε πως ήταν πλέον ασφαλές να μιλήσει στο μέχρι αφέλειας καλοκάγαθο Φιλοφάνη.

«Ώστε γι' αυτό ο πατέρας μου είχε αφήσει ρητή εντολή να μη με-τακινήσουμε ποτέ το βράχο! Άκου δικαιολογία που σκαρφίστηκε, πως τάχα ακούμπησε στο βράχο αυτό να αναπαυτεί ο Αλέξανδρος πηγαί-νοντας στον Γρανικό και είναι κάτι σαν ηρώο!» ψιθύρισε χτυπώντας

Digitized by @PriOri™

Page 312: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

312 Γιώργος Μπουλακάκης

το μέτωπο ο Φιλοφάνης. «Μπορούμε να βάλουμε τους δούλους του κτήματος να πελεκήσουν το βράχο με σφύρες· έναν από τους δούλους μου τον αγόρασα από λατομείο και θα ξέρει να μας συμβουλεύσει σχετικά. Πρέπει όμως να παρακολουθούμε οι δυο μας συνεχώς τις εργασίες, δεν ξέρεις πότε θα εμφανιστεί το στόμιο του φρέατος. Έχω και δύο ζευγάρια γερά βόδια, θα προσπαθήσουμε από ένα σημείο και μετά να τον μετακινήσουμε.»

Ο Φιλοφάνης δε δίστασε να διαθέσει όλο το εργατικό δυναμικό του κτήματος στο έργο, όταν όμως ένα πρωινό μετακίνησαν το βράχο και φάνηκε μια ξύλινη καταπακτή, τους έδιωξε όλους και άφησε τον υποτιθέμενο Κρητικό μόνο του να προχωρήσει έρποντας στο στενό φρέαρ. Ο παλιός στρατιώτης, αφού σύρθηκε έξι πόδια, βρέθηκε μπρο-στά σε δέκα ξύλινα κιβώτια με μολύβδινη επένδυση στο βάθος του φρέατος. Χωρίς να το σκεφτεί, με την αξίνα που κρατούσε άνοιξε το ένα. Η λάμψη του άργυρου στο αχνό φως του λύχνου τον θάμπωσε· κανείς άνθρωπος με δύο πόδια και δύο μάτια δε μένει ασυγκίνητος μπροστά στη λάμψη αυτή, και ακόμα και ο Λυσίμαχος, ο τελευταίος άνθρωπος στην οικουμένη που μπορούσε να κατηγορηθεί για φιλο-χρηματία, προς στιγμήν έχασε τα λόγια του. Και δεν ήταν μόνο τα κι-βώτια. Μετακινώντας τα για να τα φορτώσει στους τρεις ημίονους που περίμεναν με τον Φιλοφάνη και να κατέβει στο ναό της Αθηνάς, απο-κάλυψε σε μια προσεκτικά σκαμμένη εσοχή ένα δερμάτινο σάκο που περιείχε ένα κοσμημένο με πολύτιμα ζαφείρια περιδέραιο και άλλα μικρότερα κοσμήματα. Στα κιβώτια πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον σαράντα χιλιάδες αργυρές και χρυσές δραχμές, συλλογίστηκε ο Λυ-σίμαχος, και όσο για τα κοσμήματα, ο Δίας μόνο γνωρίζει πόσο κο-στίζουν. Ωραίο θα δείχνει τούτο εδώ στο λαιμό της μικρής μου, θα το-νίζει και τα μάτια της, μονολόγησε απλώνοντας στην παλάμη του και θαυμάζοντας το βαρύτιμο κόσμημα. Πάντως ο μόνος ασφαλής χώρος για όλα τούτα είναι ο οπισθόδομος* του ναού, και καλά θα κάνω να βρίσκομαι εκεί πριν το μεσημέρι.

* Το πίσω τμήμα του ναού, το οποίο ήταν ξεχωριστό και συνήθως δεν επικοινωνούσε με τον κυ-ρίως ναό, αλλά είχε ξεχωριστή είσοδο. Εκεί φυλάσσονταν τα πολύτιμα αφιερώματα, αλλά και τα κεφάλαια των τραπεζών που συχνά διατηρούσαν οι ναοί.

Digitized by @PriOri™

Page 313: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 313

Ευτυχώς ο Φιλοφάνης είχε φροντίσει να τον παρουσιάσει, ως Κύ-δα εννοείται, στον Άδμητο, τον ηλικιωμένο πολίτη που την εποχή εκεί-νη εκτελούσε χρέη ιερέα της Αθηνάς*. Ο ίλαρχος του είχε παρουσιά-σει μια φανταστική ιστορία, ότι περίμενε τάχα πολλά χρήματα από την εκποίηση της ακίνητης περιουσίας του στη Γόρτυνα και ότι σκόπευε να τα καταθέσει στην τράπεζα του ναού. Έτσι ο Άδμητος ουδεμία έκ-πληξη ένιωσε όταν τον είδε να καταφτάνει συνοδευόμενος από τον Φιλοφάνη και το πολύτιμο φορτίο. Όλη την υπόλοιπη μέρα οι δούλοι του ναού καταμετρούσαν την περιουσία και όταν τελείωσαν, είχαν κα-ταγράψει χίλιους χρυσούς αλεξάνδρειους στατήρες* και δέκα χιλιά-δες οκτακόσια αργυρά τετράδραχμα, ένα ποσό αντάξιο ενός βασιλιά, όπως παρατήρησε ο ανυποψίαστος για την αλήθεια Άδμητος. Ο Λυ-σίμαχος είχε συνοδεύσει την κατάθεση με την ανάθεση στη θεά δύο χρυσών περικαρπίων, γεγονός που περιόρισε στο ελάχιστο τις ερω-τήσεις από μέρους του ιερέα για τις μυστηριώδεις διαδρομές ενός τό-σο μεγάλου χρηματικού ποσού!

Δυστυχώς, ένας νόμος του Ευμένους απαγόρευε στους μέτοικους την αγορά και κτήση γης πριν την παρέλευση εικοσαετίας από την εγκατάσταση τους στο βασίλειο της Περγάμου, όπως του εξήγησε ο Φιλοφάνης, έτσι ο νεοαφιχθείς δεν μπορούσε να ασχοληθεί με τα μο-ναδικά έργα που γνώριζε, τα έργα της Δήμητρας. Αναρωτιόταν πώς μπορούσε να επενδύσει τα χρήματα για να μη ζει εις βάρος του κε-φαλαίου, που σκόπευε να παραδώσει ακέραιο κάποτε στον Φίλιππο, και ο Άδμητος του πρότεινε να συνεταιριστεί με το ναό και να χρη-ματοδοτήσει στο τρίτο* μια εμπορική εκστρατεία ως το Παντικάπαιο για την αγορά σίτου. Τη χρονιά εκείνη η περιοχή της Τρωάδας αλλά και όλη η ασιατική ακτή είχαν πληγεί από τρομερή σιτοδεία και η με-ταφορά του βασικού αυτού αγαθού στις αγορές της πόλης ήταν άκρως επικερδής.

* Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε διαμορφωμένο ιερατείο, το αξίωμα του ιερέα μπορούσε να το αναλάβει ο καθένας. * Νομίσματα του Αλέξανδρου Γ' με μέσο όρο βάρους 8,60 γραμμάρια. * Τις ποσοστώσεις στην αρχαιότητα τις μετρούσαν κατ' αυτόν τον τρόπο. Δεν υπήρχε, για πα-ράδειγμα, το 20%, υπήρχε η πέμπτη κ.ο.κ.

Digitized by @PriOri™

Page 314: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

314 Γιώργος Μπουλακάκης

Η επιτυχία της επιχείρησης και ο άργυρος που απέφερε, επέτρε-ψαν στον Λυσίμαχο να αγοράσει και να επιπλώσει ένα άνετο οίκημα κοντά στην αγορά, ορκίστηκε όμως πως δε θα διαπράξει ξανά παρό-μοιο εγχείρημα. «Δεν είμαι εγώ φτιαγμένος για τέτοιες δουλειές. Δε θα πεθάνω πριν την ώρα μου, αφήνοντας τα χρήματα του βασιλιά να πλέουν στο έλεος του Ποσειδώνα!» έλεγε διαρκώς στη γυναίκα του. Μέχρι τα κατάφορτα σιτάρι πλοία να μπουν ξανά στο λιμάνι του Αδρα-μύττιου, ο... Κύδας περνούσε ατελείωτες ώρες αγναντεύοντας τον κόλ-πο της Ίδης* σαν άλλη Πηνελόπη που προσμένει τον ερχομό του Οδυσ-σέα, μασώντας με λύσσα τα μουστάκια του από την αγωνία.

Κάπως έτσι ο παλιός στρατιώτης, αφού το συζήτησε και με την "Άλκηστη", τη γνώμη και το αλάθητο γυναικείο αισθητήριο της οποίας σεβόταν πλέον απεριόριστα, αποφάσισε να τοποθετήσει ένα σημα-ντικό ποσό σε ένα οπλοποιείο. Ο ηλικιωμένος ιδιοκτήτης του εργα-στηρίου δεν είχε γιους να κληροδοτήσει την επιχείρηση και, αν και οι εργασίες του απέφεραν ένα αξιοσέβαστο εισόδημα, χρειαζόταν άμε-σα χρήματα για να προικίσει τις δύο κακάσχημες κόρες του, γι' αυτό δεν είχε διστάσει στιγμή να εκχωρήσει στον άγνωστο νεοφερμένο αρ-χικά το ένα τρίτο του εργοστασίου. Ο Λυσίμαχος πάλι συλλογίστηκε πως, από τότε που θυμόταν τον εαυτό του, οι άνθρωποι διαρκώς πο-λεμούσαν, όλοι εναντίον όλων, και η ανάγκη για ξίφη, θώρακες και ασπίδες δεν επρόκειτο να εκλείψει ποτέ- δεν είναι κακό να θελήσει κανείς να επωφεληθεί από τη ζήτηση αυτή! Έπειτα, καλύτερα μετρίως ευκατάστατος και ψυχικά γαλήνιος βιοτέχνης παρά ζάπλουτος και διαρκώς άγρυπνος από αγωνία πλοιοκτήτης και έμπορος! Σταδιακά είχε αρχίσει να μπαίνει στο πνεύμα της επιχείρησης και μέχρι ο "Ανδρί-σκος" να φτάσει τα τέσσερα, αυτή είχε περάσει εξολοκλήρου στην ιδιοκτησία του. Το οπλοποιείο εργαζόταν πια με την επίβλεψη ικανών και έμπιστων επιστατών, η συνεχής παρουσία του ιδιοκτήτη δεν ήταν πάντοτε απαραίτητη.

Τώρα που ο άντρας είχε τακτοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τις οι-κονομικές του υποθέσεις και η ζωή του είχε μπει σε μια ομαλή κοίτη,

* Ο σημερινός κόλπος του Αδραμύττιου. Η Ίδη είναι το βουνό που δεσπόζει βορειοδυτικά του μυχού του κόλπου.

Digitized by @PriOri™

Page 315: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

μπορούσαν πλέον αυτός και η γυναίκα του να ασχοληθούν με τον υπαί-τιο της μετανάστευσης τους στην Ασία, τον αγαπημένο τους γιο. Βλέ-ποντας το παιδί να μεγαλώνει, η ευθύνη βάραινε όλο και περισσότε-ρο τους στιβαρούς ώμους του λεγόμενου Κύδα. Ως τότε η... Άλκηστη εκπλήρωνε με τον καλύτερο τρόπο τα καθήκοντά της ως μητέρα, προ-σπαθώντας να διδάξει τον τετραετή Ανδρίσκο σεβασμό στους θεούς και τους πρεσβυτέρους, ευγένεια και καλοσύνη. Δε διανοήθηκε ποτέ να πάρει τροφό για το παιδί· τη μέρα που ο άντρας της πρότεινε να αγοράσει μια τροφό από τη Φρυγία* που είχε φέρει πρόσφατα ένας δουλέμπορος στην αγορά, τον κοίταξε σαν να μην έστεκε στα καλά του. Ήταν μεγάλη η χαρά του παιδιού, αλλά και η δική της κάθε φο-ρά που τον έπαιρνε στα γόνατα και άρχιζε με τις φτωχές γνώσεις της να του διηγείται ιστορίες για τους θεούς και τους ήρωες. Συχνά και ο άντρας καθόταν μαζί τους στην αυλή, αφηγούμενος μύθους του Αι-σώπου και άλλες ιστορίες, αν και ο μικρός προτιμούσε να τρέχει γύ-ρω απ' τη δεξαμενή της αυλής με το γίγαντα να τον κυνηγά και, όταν τον έπιανε, να πέφτουν και οι δύο στο χώμα, γελώντας δυνατά, ή να παίζουν με τη σφαίρα και τους αστραγάλους*. Η Άλκηστη αγαπούσε τόσο το παιδί, που αδυνατούσε να του βάλει τις φωνές, μόνο το αυ-στηρό βλέμμα του άντρα μπορούσε να αποτρέψει το ζωηρό Ανδρίσκο από τις συνηθισμένες για ένα παιδάκι της ηλικίας του αταξίες. Γενικά όλος ο κόσμος είχε να λέει για την ευτυχισμένη οικογένεια του Κρη-τικού μέτοικου που, όπως έλεγαν, είναι ευλογημένη απ' τους θεούς, εκείνος ωστόσο γνώριζε πως χρειάζονταν πολύ περισσότερα από μη-τρική αγάπη και πατρική στοργή για να ανατραφεί ένας βασιλιάς που μια ημέρα θα όρθωνε το ανάστημά του στη ρωμαϊκή ισχύ.

* Περιοχή στο κέντρο της Μικράς Ασίας. Στην ελληνιστική περίοδο ήταν ξακουστές οι τροφοί από τη Φρυγία και τη Θράκη. * Συνηθισμένο παιδικό παιχνίδι στην αρχαιότητα, τα "κότσια".

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 315

* * * * * * *

'Οταν ο Ανδρίσκος έχασε το πρώτο δόντι του, σε ηλικία περίπου έξι ετών, ο πατέρας του έσπασε την υπόσχεση που είχε δώσει μια νύχτα

Digitized by @PriOri™

Page 316: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

316 Γιώργος Μπουλακάκης

στην Ελιμιώτιδα και είχε ως τότε τηρήσει με θρησκευτική ευλάβεια, να μην εγκαταλείψει ποτέ ξανά την κλίνη της νεαρής γυναίκας του. Ο Κύδας δανείστηκε ένα άλογο από τα ιπποφορβεία του Φιλοφάνη και πήγε ως τη Μίλητο, όπου γνώριζε πως ανθούσε το εμπόριο δούλων. Έψαχνε να βρει κάτι παραπάνω από ένα μορφωμένο παιδαγωγό για το μικρό και η φτωχή αγορά του Αδραμύττιου δεν μπορούσε να προ-σφέρει τέτοιον. Στη Μίλητο είχε την ευκαιρία να εξετάσει αρκετούς για να καταλήξει στον Αγαθοκλή, ένα συνομήλικο του άντρα που με μεγάλη ευχέρεια μπορούσε να απαγγείλει αποσπάσματα ολόκληρα από τα ομηρικά έπη. Ο άντρας αυτός είχε προσόντα που ξεπερνούσαν εκείνα ενός καλού "γραμματιστή"*, γι' αυτό και η τιμή που υποχρεώ-θηκε να πληρώσει ο Κύδας ήταν εντελώς εξωφρενική, εκατό χρυσοί στατήρες τη στιγμή που ένας απλός παιδαγωγός δεν κόστιζε πάνω από είκοσι! Αν μαθευόταν ποτέ το τίμημα της αγοράς στο Αδραμύττιο, θα αποτελούσε αντικείμενο σχολιασμού για μήνες, και ο άντρας είχε κά-θε λόγο να αποφεύγει κακόβουλα σχόλια...

Την ημέρα που γύρισε στην πόλη με το νέο του απόκτημα και διη-γήθηκε τα καθέκαστα στη σύζυγό του, η Αλκηστη απόρησε με την από-φαση του άντρα. Δε θα μπορούσαν να στείλουν το παιδί στο σχολείο του Φιλήμονα, να διδαχτεί με τα υπόλοιπα παιδιά της πόλης γραφή, ανάγνωση και αριθμητική;

«Ξεχνάς, μικρή μου, ποιος είναι ο γιος μας και δεν έχεις ιδέα τι γί-νεται στα σχολεία αυτά, όταν οι μαθητές κάνουν ένα λάθος στο συλ-λαβισμό! Αν νομίζεις ότι θα ανεχτώ να χτυπήσουν με το σανδάλι το μελλοντικό βασιλιά της πατρίδας μου, γελιέσαι! Θα διδαχτεί μέσα στην κατοικία μας γραφή και αριθμητική και θα έχει όλο το χρόνο να βρί-σκεται με τα υπόλοιπα παιδιά στο Γυμνάσιο...»

Ο Αγαθοκλής, από την επομένη ήδη της έλευσής του στον οίκο του νέου του δεσπότη, άρχισε τα μαθήματα με το μικρό Ανδρίσκο. Δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου· το ατίθασο παιδί δεν πα-ρουσίαζε ιδιαίτερη έφεση στα γράμματα και μόνο χάρη στην υπομο-νή και τη συνεχή επανάληψη κατόρθωνε ο παιδαγωγός να μεταδίδει

* Γραμματιστής είναι στα αρχαία χρόνια ο δάσκαλος της στοιχειώδους εκπαίδευσης που διδά-σκει τους μαθητές γραφή και ανάγνωση.

Digitized by @PriOri™

Page 317: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 317

κάποιες από τις πλούσιες γνώσεις του. Η επιμονή του πρώην στρα-τιωτικού και νυν βιοτέχνη να ανεβάζει ενίοτε το παιδί σ' ένα σκίμπο-δα στην αυλή και να το βάζει να απαγγέλλει ό,τι είχε μάθει τελευταία ήταν το ισχυρότερο κίνητρο του παιδιού να παρακολουθεί προσεκτι-κά τον Αγαθοκλή. Όπως όλοι οι γιοι, επιθυμούσε και εκείνος να ευ-χαριστεί τον πατέρα του και να μην τον απογοητεύει. Όσο για μουσι-κή, ούτε λόγος να γίνεται· έναν ολόκληρο χρόνο επισκεπτόταν ο Κύ-δας με το γιο του το δάσκαλο της μουσικής, χωρίς το παιδί να κατορ-θώσει να παίξει σωστά στην κιθάρα ή τη λύρα ούτε ένα απόσπασμα από μια ωδή του Πίνδαρου. Κάπως έτσι ο άντρας πείστηκε πως ο γιος του ποτέ δε θα γινόταν μεγάλος κιθαρωδός και εγκατέλειψε την ιδέα της διδασκαλίας της μουσικής*! Στην παρατήρηση της Άλκηστης πως αργότερα θα γίνει αντικείμενο χλεύης από τους φίλους του για την έλ-λειψη μουσικής παιδείας, το παιδί ανασήκωνε αδιάφορα τους ώμους του. Για άλλα πράγματα ήταν φτιαγμένος ο νεαρός, και προς μεγάλη ικανοποίηση του πατέρα του, αυτό δεν άργησε να φανεί! Η λύρα και η γραφίδα δε θα γίνονταν ποτέ τα αγαπημένα του σύνεργα· ήταν πλα-σμένος για τη στλεγγίδα* και τον έπαινο των πολιτών στην παλαίστρα.

Σε ηλικία οκτώ ετών ο Ανδρίσκος πέρασε για πρώτη φορά τις πύ-λες της παιδικής παλαίστρας και αμέσως ξεχώρισε από τα υπόλοιπα αγόρια. Δεν ήταν το πολύ δυνατό παιδί που μπορούσε εύκολα να κα-ταβάλει οποιονδήποτε αντίπαλο· χαρακτηριστικό του ήταν περισσό-τερο το αγωνιστικό πνεύμα, η αδυναμία του να παραδεχτεί την ήττα, γνώρισμα που θα τον συνόδευε σ' όλη την υπόλοιπη ζωή του. Όση προ-θυμία του έλειπε στα μαθήματα του Αγαθοκλή τόση σπουδή έδειχνε στην εκτέλεση των γυμναστικών ασκήσεων που ζητούσε ο παιδοτρί-βης* Θερσίλοχος.

Κάποτε, τον προκάλεσε σε αγώνα ένα μεγαλύτερο παιδί. Ο Θερ-σίλοχος δεν τους χώρισε, θέλοντας να δει μέχρι πού έφτανε η θέληση

* Η στοιχειώδης εκπαίδευση στην ελληνιστική περίοδο περιελάμβανε οπωσδήποτε και τη μου-σική παιδεία που θεωρούνταν συστατικό στοιχείο της μόρφωσης ενός ελεύθερου πολίτη. * Χάλκινο εργαλείο σε σχήμα δρεπανιού, με βασική χρήση την αφαίρεση του λαδιού και του χώ-ματος από το κορμί των αθλητών. Το χρησιμοποιούσαν ενίοτε και οι γυναίκες για αποτρίχωση. * Το πρόσωπο που είχε την ευθύνη για τη σωματική αγωγή των νέων στο γυμνάσιο και την πα-λαίστρα.

Digitized by @PriOri™

Page 318: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

318 Γιώργος Μπουλακάκης

του Ανδρίσκου. Τέσσερις φορές βρέθηκε ο γιος του Κρητικού μέτοι-κου με την πλάτη στο σκάμμα και ισάριθμες φορές κάλεσε τον αντίπα-λο του να συνεχίσουν τον αγώνα, ώσπου τον γκρέμισε στην άμμο και στάθηκε από πάνω του ασθμαίνοντας από την προσπάθεια. Ποτέ δεν εγκατέλειπε έναν αγώνα, και σε όσο δύσκολη θέση και αν βρισκόταν, χρειαζόταν να επέμβει ο Θερσίλοχος ή κάποιος από τους βοηθούς του για να τον χωρίσει από τον αντίπαλο. Ο παιδοτρίβης έλεγε κρυφά στον Κύδα πως ήταν σπάνια τα παιδιά με το νεύρο και την αδάμαστη μαχη-τικότητα του Ανδρίσκου και ο άντρας φούσκωνε από υπερηφάνεια. Την είχε ξαναδεί τη λάμψη στα μάτια του υποτιθέμενου γιου του· ήταν το ίδιο αδάμαστο πνεύμα που ξεχώριζε τον πραγματικό του πατέρα, τον Περσέα, από τους συνομηλίκους του στην αυλή της Πέλλας. Πνεύ-μα απαραίτητο στο νεαρό με το ακόμη άδηλο πεπρωμένο, και θέληση που μπορούσε να τον οδηγήσει ως το διάδημα της Μακεδονίας!

Ο παλιός ιππέας είχε κρίνει πως βασικό προσόν για ένα μελλοντι-κό βασιλιά είναι και η άριστη ιππασία, εξάλλου ο Αλέξανδρος, ο κα-τακτητής της Ασίας, πρώτη φορά έδειξε τη μεγάλη αξία του όταν δά-μασε τον Βουκεφάλα. Στα ιπποφορβεία του Φιλοφάνη εκτρέφονταν τα καλύτερα άλογα του Αδραμύττιου και ο Κύδας με το γιο του είχαν πάντα στη διάθεσή τους τούς καλύτερους επιβήτορες και τις καλύτε-ρες φοράδες. Ήδη από τα εννέα του χρόνια ο Ανδρίσκος έβγαινε συ-ντροφιά με τον πατέρα του και κάλπαζε στην πέριξ της πόλης ύπαιθρο υπερπηδώντας τάφρους και φυσικά εμπόδια σαν έμπειρος ιππέας. Ο Φιλοφάνης, που τους περίμενε κάθε απόγευμα που επέστρεφαν από τις εκδρομές τους, έλεγε χαρακτηριστικά στον Κύδα πως αν αποφά-σιζε ποτέ να στείλει τον Φοίνικα, τον καλύτερο του ίππο, στα Λευκο-φρύνια*, οπωσδήποτε για αναβάτη θα επέλεγε τον Ανδρίσκο.

Σε μία απ' αυτές τις εκδρομές, ο Κύδας είχε την ευκαιρία να δει για πολλοστή φορά από τι μέταλλο ήταν φτιαγμένος ο υποτιθέμενος γιος του. Το άλογο του παιδιού τρόμαξε απότομα από το πέρασμα κάποιου φιδιού και ανασηκώθηκε στα πίσω πόδια, με αποτέλεσμα ο νεαρός ιπ-πέας αιφνιδιασμένος να γκρεμιστεί με ένα γδούπο στο χώμα. Ο άντρας

* Γιορτή στη Μαγνησία του Μαιάνδρου με εμβέλεια σ' όλη την ασιατική ακτή και όχι μόνο, στο πρότυπο των Πυθίων. Καθιερώθηκαν προς τιμήν της Αρτέμιδος Λευκοφρυήνης.

Digitized by @PriOri™

Page 319: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 319

φοβήθηκε αλλά μόνο για μια στιγμή· ανακουφισμένος είδε τον Ανδρί-σκο να σηκώνεται και να τινάζει το χώμα απ' το χιτώνα του. Είχε γδά-ρει τα γόνατα και τους αγκώνες του, αλλά προφανώς δεν είχε σπάσει κανένα κόκαλο, αφού στάθηκε όρθιος αμέσως. Σκληρό παιδί! συλλο-γίστηκε με μια κρυφή υπερηφάνεια, αλλά δεν άφησε το συναίσθημα αυτό να εκδηλωθεί. «Εμπρός, τι κάθεσαι έτσι; Πήγαινε να ηρεμήσεις τον Ξούθο και ανέβα ξανά να συνεχίσουμε!» είπε επιτακτικά στο παι-δί που τον κοιτούσε ακίνητο, σφίγγοντας τα δόντια, περισσότερο θυ-μωμένο με τον εαυτό του παρά τρομαγμένο. Αλίμονο αν ο μελλοντι-κός βασιλιάς της Μακεδονίας τα παρατούσε και αποθαρρυνόταν στην πρώτη δυσκολία!

Ο Ανδρίσκος δε χρειαζόταν δεύτερη λέξη. Έτρεξε ως το άλογο που χρεμέτιζε τρομαγμένο, άρπαξε με μια αποφασιστική κίνηση το χαλινάρι και με ένα άλμα βρέθηκε ξανά στην πλάτη του. Η πορεία τους συνεχίστηκε σαν να μην είχε συμβεί τίποτε και ο μικρός συνέχισε πιο ξέφρενα να καλπάζει και να υπερπηδά όσα εμπόδια συναντούσε, σαν να ήθελε να αποδείξει πως η πτώση ήταν απλώς μια άτυχη στιγμή.

Μόλις το δειλινό η έντρομη Άλκηστη έσπευδε, ειδοποιημένη από τις φωνές των δούλων, να περιποιηθεί με τις αλοιφές της τις εκδορές του γιου της. «Έπρεπε να επιστρέψετε αμέσως, γιατί συνεχίσατε σαν να μη συμβαίνει τίποτα;» ρώτησε οργισμένη τον άντρα της, μα πριν εκείνος απαντήσει, πετάχτηκε ο Ανδρίσκος:

«Δεν ήταν τίποτα σπουδαίο, μητέρα, με λίγο νεράκι καθάρισαν εύκολα οι πληγές. Έπειτα, οι άντρες δεν τρέχουν σαν γυναικούλες να κλάψουν στην αγκαλιά της μητέρας τους, σφίγγουν τα δόντια σαν τους Λακεδαιμόνιους και υποφέρουν τους πόνους στωικά, δεν είναι έτσι, πατέρα;»

Η λάμψη στα μάτια του Κύδα και το χαμόγελό του δε θα μπορού-σαν να είναι περισσότερο εύγλωττα. «Μεγαλώνουμε πραγματικό βα-σιλιά, μικρή μου!» ψιθύρισε το βράδυ στην κλίνη αγκαλιάζοντας τη γυ-ναίκα του ο παλιός ίλαρχος, μόλις το ζευγάρι έμεινε μόνο του.

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 320: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

320 Γιώργος Μπουλακάκης

Τη δεύτερη φορά που ο άντρας εγκατέλειψε για τέσσερις ημέρες το Αδραμύττιο, ο Ανδρίσκος βρισκόταν σία πρόθυρα της εφηβείας. Κα-νείς δε γνώριζε το σκοπό του, όταν ωστόσο επέστρεψε, έφερε μαζί του έναν άντρα που χώλαινε στο δεξί πόδι και περπατούσε με τη βοήθεια μιας ράβδου. Δεν άργησε, χάρη σε κάποιο φλύαρο δούλο, να διαδοθεί στην πόλη η φήμη πως ο γιος του Κύδα είχε αρχίσει να παίρνει μαθή-ματα στρατιωτικής τακτικής. Ο Κρητικός μέτοικος είχε βρει τον Πόλυ-βο, έναν παλιό αξιωματικό των μισθοφόρων που είχε τραυματιστεί στη διάρκεια των επιχειρήσεων του Ευμένη στη Γαλατία* και ζούσε σε συν-θήκες ανέχειας στη Σμύρνη. Έναντι τροφής, στέγης και μιας ικανο-ποιητικής αμοιβής, ο μισθοφόρος είχε δεχτεί να μυήσει τον έφηβο στα μυστικά της στρατιωτικής τέχνης.

Έτσι, εκτός από κάποια μαθήματα ρητορικής και γεωμετρίας που άρχισε να παρακολουθεί εκτός της κατοικίας του και παράλληλα με τα μαθήματα του Αγαθοκλή, ο Ανδρίσκος άρχισε να περνά τα απογεύμα-τα με το μισθοφόρο. Ο Πόλυβος άπλωνε τα σκαριφήματά του σε ένα τραπέζι στο μικρό ανδρώνα της οικίας και, μέχρι να νυχτώσει, μιλούσε στον Φίλιππο για τις μεγάλες μάχες του παρελθόντος. Είχαν αναλύσει μαζί την τακτική του Αλέξανδρου στον Γρανικό, στην Ισσό και τα Γαυ-γάμηλα και του είχε περιγράψει λεπτομερώς τη διάταξη του πεζικού και του ιππικού στη μεγάλη μάχη της Ραφίας*. Ο Κύδας είχε ζητήσει από τον Πόλυβο να μιλήσει στον έφηβο και για τη στρατιωτική τακτική των Ρωμαίων στις μεγάλες μάχες του παρελθόντος, με τη δικαιολογία πως είναι καλό να γνωρίζει την άφταστη πολεμική μηχανή της Ρώμης και τις νίκες της επί των Ελλήνων. «Θέλω να γνωρίζει τον τρόπο δρά-σης τους, οι Ρωμαίοι είναι το μέλλον στην πολεμική τέχνη, οι νίκες των Ελλήνων είναι οριστικά παρελθόν. Μην ξεχνάς πως όσες φορές μας αντιμετώπισαν μας σύντριψαν!» Ο Πόλυβος δεν είχε άλλη επιλογή πα-ρά να ικανοποιήσει με τις φτωχές γνώσεις του την απαίτηση του εργο-δότη του.

* Γαλατία εκείνη την εποχή ονομαζόταν και η περιοχή γύρω από τη σημερινή Άγκυρα. Εκεί εί-χαν καταλήξει τα γαλατικά φύλα που είχαν εισβάλει στη Βαλκανική και τη Μικρά Ασία τον 3ο π.Χ. αιώνα και είχαν τελικά οριστικά νικηθεί από τους βασιλείς της Περγάμου. * Το 217 π.Χ. η σύγκρουση για τον έλεγχο της Κοίλης Συρίας ανάμεσα στον Αντίοχο Γ', τον επο-νομαζόμενο Μέγα, και τον Πτολεμαίο Δ' τον Φιλοπάτορα, που τελείωσε με νίκη του δεύτερου.

Digitized by @PriOri™

Page 321: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 321

Ο έφηβος πλέον γιος του Κύδα παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις διηγήσεις του μισθοφόρου και πριν περάσει πολύς καιρός άρχισε να κάνει παρατηρήσεις για τις τακτικές και να προσπαθεί, πάντα με τη βοήθεια του άντρα, να σχεδιάσει εκ νέου τις μάχες. Ο Ανδρίσκος παρουσίαζε έφεση στη στρατιωτική τέχνη και ο Πόλυβος έλεγε στον Κύδα πως μια μέρα ο μικρός θα μπορούσε να γίνει σπουδαίος στρα-τιώτης.

«Έχει ταχεία αντίληψη, πολλές φορές εκπλήσσει κι εμένα με τις καινοτόμες ιδέες του. Αν γίνει ποτέ στρατιωτικός, δε θα υπάρχει στρα-τηγός στην οικουμένη που να χρησιμοποιεί καλύτερα τους τοξότες και τους πελταστές του!»

Ο Κύδας μειδιούσε ικανοποιημένος, αδιαφορώντας για τις κακές γλώσσες που έλεγαν πως ο γιος προετοιμαζόταν εντατικά να κατανα-λώνει αυτά που έφτιαχνε στο εργοστάσιο του ο πατέρας. Κανείς δε θα μπορούσε να γνωρίζει τον πραγματικό σκοπό του μέτοικου.

* * * * * * *

Το πρωινό που ο δεκατετράχρονος Ανδρίσκος πέρασε για πρώτη φορά την πύλη του γυμνασίου ήταν οπωσδήποτε το σημαντικότερο της ως εκείνη τη στιγμή ζωής του. Χρόνια τώρα και οι δύο γονείς του υπο-δαύλιζαν την πεποίθησή του πως ήταν ξεχωριστός και επιτέλους εδώ θα είχε την ευκαιρία να το αποδείξει, γι' αυτό και η αγωνία του ήταν έκδηλη. Ο γυμνασίαρχος, γνωρίζοντας τη φήμη του στην παιδική πα-λαίστρα, έστρεψε αμέσως την προσοχή του στον έφηβο. Δεν άρχισε να προπονείται εκείνη τη μέρα στο δίσκο και το ακόντιο, οι παριστά-μενοι στον ξυστό* ήθελαν να θαυμάσουν τις περίφημες ικανότητές του στην πάλη. Δε θα μπορούσε το πρωινό εκείνο του θριάμβου του να μα-ντέψει πως το ίδιο βράδυ θα γνώριζε με τον πιο τραγικό τρόπο τη συ-νήθεια της ανθρώπινης μοίρας να μεταστρέφεται και θα δεχόταν το πρώτο ισχυρό πλήγμα της ζωής του.

* Υπόστυλη στοά γύρω από το στίβο, όπου γυμνάζονταν οι αθλητές το χειμώνα, αλλά αναπτύσσο-νταν και διδασκαλίες φιλοσόφων, περπατούσαν οι αργόσχολοι θαυμάζοντας τους αθλητές κ.ά.

Digitized by @PriOri™

Page 322: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

322 Γιώργος Μπουλακάκης

Ο Κύδας, για να γιορτάσει την είσοδο του γιου του στο Γυμνάσιο και κατ' επέκταση στην εφηβεία, είχε διοργανώσει ένα μεγάλο συ-μπόσιο όπου ήταν προσκεκλημένοι άπαντες οι φίλοι της οικογένειας. Ο άντρας δεν είχε φεισθεί εξόδων και στα τραπέζια του υπήρχε ό,τι εκλεκτότερο είχε να προσφέρει η αγορά της πόλης, ψητό χοίρο, ορ-τύκια και πουλερικά, λυθρίνια, ως και ποταμίσιους κυπρίνους, ένας πλούτος και μια επίδειξη που ο οικοδεσπότης δε συνήθιζε, αλλά η πε-ρίσταση άξιζε τον κόπο.

Ο ήλιος είχε από ώρα βασιλέψει, η νύχτα προχωρούσε και η πείνα των συμποσιαστών είχε πλέον κορεστεί, όταν τα φαγητά αποσύρθηκαν και άρχισαν οι κωμικές διηγήσεις. Την προσοχή όλων κέρδισε η ιστο-ρία του Κέκαλου για το πάθημα του νεαρού Εμπεδοκράτη και το τέ-χνασμα που σκαρφίστηκαν οι φίλοι του για να τον ρίξουν μια νύχτα στην αγκάλη της πιο άσχημης χήρας του Αδραμύττιου. Ο άντρας διάν-θισε την ιστορία με πολλή φαντασία, προκαλώντας τα μέχρι δακρύων γέλια της ομήγυρης. Τη στιγμή που τελείωνε η διήγηση υπό τις ιαχές και τα χειροκροτήματα των παρισταμένων και μέσα στη γενική ευωχία κάποιος είχε την ιδέα να προχωρήσουν σε διαγωνισμό οινοποσίας. «Εμπρός, ας αδειάσουμε τις αποθήκες του φίλου μας!» φώναξε προ-καλώντας την επιδοκιμασία των συνδαιτυμόνων.

Οι περισσότεροι άντρες άρχισαν να πίνουν τους κρατήρες τον έναν πίσω από τον άλλο, δίχως μέτρο. Ο οπλουργός, μέσα στη χαρά του και μη θέλοντας να υστερήσει, ξέχασε προς στιγμήν το βιοτέχνη, το νοι-κοκύρη, το χαμηλών τόνων Κρητικό και θυμήθηκε τον Μακεδόνα, τον πολεμιστή, το χαροκόπο, τον ατρόμητο και πρώτο σε όλα, ζητώντας διαρκώς νέους κρατήρες από τους δούλους του, δίνοντας στους άλλους το παράδειγμα*. Δυστυχώς ξέχασε πως δεν ήταν πλέον τριάντα χρο-νών, όπως όταν διασκέδαζε στα καπηλειά της Σιντικής ή με τους συ-μπολεμιστές του, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να χάσει τις αισθήσεις του. Οι υπόλοιποι, παρά το μεθύσι τους, έτρεξαν δίπλα του και άρχι-σαν να φωνάζουν ζητώντας βοήθεια. Μεταφέρθηκε λιπόθυμος στο

* Είναι γνωστό πως τα συμπόσια στη Μακεδονία συχνά εξελίσσονταν σε διαγωνισμούς οινοπο-σίας, με τους συμμετέχοντες να πίνουν συχνά μέχρι αναισθησίας. Υπάρχουν επίσης μαρτυρίες πως σε κάποια συμπόσια του Αλέξανδρου, άνθρωποι πέθαναν από την κατάχρηση οίνου.

Digitized by @PriOri™

Page 323: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 323

υπνοδωμάτιό του, με την Άλκηστη να έχει πέσει πάνω του και να προ-σπαθεί να τον συνεφέρει.

Δυο μέρες χαροπάλευε ο γίγαντας και οι γιατροί που έφερε η Άλκη-στη δεν του έδωσαν καμία ελπίδα σωτηρίας. Στις λίγες στιγμές που κά-πως συνερχόταν από τον πυρετό αποζητούσε τη γυναίκα του που στιγ-μή δεν έφυγε από το προσκέφαλο του. Στην τελευταία του αναλαμπή πριν το τέλος, έδιωξε τους πάντες από το δωμάτιο και κράτησε μόνο εκείνη.

«Μικρή μου Αλκιθόη...» ψιθύρισε και την κοίταξε με μάτια θολά από τον πυρετό.

Η γυναίκα, που είχε χρόνια να ακούσει το πραγματικό της όνομα, ακούμπησε το χέρι στο μέτωπό του σφουγγίζοντας τον ιδρώτα του. «Εδώ είμαι, καλέ μου, δίπλα σου, πάντα δίπλα σου. Όλα θα περάσουν σύ-ντομα, μην ανησυχείς» προσπάθησε να χαμογελάσει ψεύτικα εκείνη.

«Εγώ πεθαίνω, μικρή μου... είμαι ήρεμος, το καθήκον μου έληξε, ώρα να αναπαυτώ» συνέχισε να ψιθυρίζει με τις τελευταίες του δυνά-μεις. «Εσύ ξέρεις την αλήθεια, σου έχω εμπιστοσύνη, όταν κρίνεις πως έφτασε η ώρα, να αποκαλύψεις τα πάντα στον Φίλιππο. Τώρα κράτα το χέρι μου, αγαπημένη μου, πρέπει να πάω στον Περσέα, να του πω πως όλα έγιναν όπως έπρεπε. Φεύγω...»

«Στο καλό, Λυσίμαχέ μου...» ψιθύρισε με τη σειρά της εκείνη με τα μάτια υγρά, σφίγγοντας το χέρι του άντρα που έπεσε ξανά βαρύς στην κλίνη του, πάνω στο στήθος της. Το σπαραχτικό ουρλιαχτό της μετά από λίγο ειδοποίησε τους πάντες στη συνοικία πως ο άντρας που όλοι γνώ-ριζαν με το όνομα Κύδας πέρασε οριστικά την Αχερουσία λίμνη*.

* Κατά την παράδοση εκεί βρίσκονταν οι πύλες του Άδη.

Digitized by @PriOri™

Page 324: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

«Κάθαρμα! Όρνεο! Να του φάνε τα μάτια οι κόρακες! Να τον πη-δήξει ο Ποσειδώνας, το συκοφάντη!» Ο έφηβος μπήκε έξαλλος στην αυλή της διώροφης κατοικίας, ξεστομίζοντας αυτές και άλλες ακατο-νόμαστες ύβρεις, πετώντας τη στλεγγίδα και τα υπόλοιπα σύνεργα της παλαίστρας κατάχαμα. Ξοπίσω του ο γέρος παιδαγωγός κρατούσε απεγνωσμένα το κεφάλι του και προσπαθούσε να τον ηρεμήσει.

Η Άλκηστη βρισκόταν και εκείνο το μεσημέρι προς τα μέσα της άνοιξης στο γυναικωνίτη, τακτοποιώντας με τη βοήθεια των δύο νεα-ρών θεραπαινίδων της τα υφάσματα μέσα στις ιματιοθήκες, όταν άκου-σε το θόρυβο και την αναστάτωση κάτω στην αυλή. Δίχως να δώσει ιδιαίτερη σημασία, πρόσταξε μία από τις μικρές να δει τι συνέβαινε.

Το κορίτσι στάθηκε μια στιγμή στη θύρα και γύρισε αλαφιασμέ-νη προς το μέρος της. «Δεσποσύνη, ο νεαρός κύριος...»

Με ταχύτητα όχι συνηθισμένη για γυναίκα που βρίσκεται στη δύ-ση της νιότης της η Άλκηστη όρμησε στο αίθριο της οικίας. Ο Ανδρί-σκος στεκόταν δίπλα στη δεξαμενή για το βρόχινο νερό και προσπα-θούσε να ξεπλυθεί από τα αίματα πριν τον αντιληφθεί η μητέρα του, ενώ δίπλα του δύο δούλοι προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, χύνοντας νερό από μια υδρία. Οι αδέξιες προσπάθειές τους δεν μπορούσαν να κρύψουν τις εκδορές και τους μώλωπες στο πρόσωπο που ήδη είχαν

Κεφάλαιο Δέκατο Όγδοο

Digitized by @PriOri™

Page 325: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 325

αρχίσει να μελανιάζουν. Ο αψευδέστερος μάρτυρας του ξυλοδαρμού ήταν ο ξεσκισμένος λευκός χιτώνας του.

Η πρώτη αυτόματη αντίδραση της γυναίκας ήταν μια κραυγή απελ-πισίας στη θέα του γιου της. Έκρυψε το πρόσωπο πίσω από τα χέρια για να μη δουν οι υπόλοιποι την ταραχή της, και μόλις συνήλθε από το πρώτο ξάφνιασμα, κατέβηκε κάτω τρέχοντας.

Ο νεαρός, βλέποντάς την έτσι, προσπάθησε να την καθησυχάσει. «Μην αναστατώνεσαι, μητέρα, δεν είναι τίποτα, δεν έχω χτυπήσει άσχημα...»

«Μα τι λες, παιδί μου, όλο σου το πρόσωπο είναι μια μελανιά! Έχεις πληγωθεί πουθενά; Φέρτε αμέσως κρασί να ξεπλυθεί και έναν καθα-ρό χιτώνα» πρόσταξε τους δούλους. Μόλις απομακρύνθηκαν, ρώτησε τον Αγαθοκλή που έστεκε έντρομος λίγο παραπέρα, κρατώντας πα-ραμάσχαλα τα σύνεργα της σχολής. «Τι συνέβη, γέροντα, πού έμπλεξε πάλι ο λατρεμένος μου γιος;» Ο νεαρός προσπάθησε να πάρει το λό-γο πριν το γέρο, μα η μητέρα του τον σταμάτησε με μια κοφτή κίνηση. «Προτιμώ να τα ακούσω από τον Αγαθοκλή, εσύ θα προσπαθήσεις να μου κρύψεις την αλήθεια!» Από τότε που είχε αναλάβει την υποχρέ-ωση να είναι μητέρα και πατέρας ταυτόχρονα για το νεαρό Ανδρίσκο, μπορούσε να γίνει, αν το απαιτούσε η στιγμή, αυστηρή με το μονά-κριβο παιδί της.

«Σας είχε μιλήσει ο μακαρίτης ο κύριος γι' αυτόν το γαιοκτήμονα, τον Πεισία, δεσποσύνη μου» άρχισε ασθμαίνοντας τη διήγησή του ο γέροντας.

Η Άλκηστη θυμόταν αμυδρά κάτι μισόλογα του Κύδα για κάποιον προύχοντα της πόλης, που είχε αποπειραθεί τρία χρόνια πριν να πο-λιορκήσει ερωτικά το δεκατριάχρονο τότε Ανδρίσκο, ο Κύδας όμως είχε απομακρύνει εγκαίρως το παιδί από την επιρροή του. Ένευσε κα-ταφατικά στο γέρο και του έκανε νόημα με το χέρι να συντομεύει.

«Τον συναντήσαμε με τον προστατευόμενο του στο δρόμο για το Γυμνάσιο και μίλησε άσχημα στο νεαρό κύριο. Του είπε λόγια βαριά, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για το μακαρίτη τον κύριο. Δυστυχώς δεν πρόφτασα να τον συγκρατήσω και του όρμησε σαν αγρίμι του δά-σους. Ευτυχώς βρέθηκαν εκεί μερικοί περαστικοί, ο μεγάλος Δίας

Digitized by @PriOri™

Page 326: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

326 Γιώργος Μπουλακάκης

τους έστειλε, και μπήκαν στη μέση να τους χωρίσουν, αλλιώς ποιος ξέ-ρει τι κακό θα μας έβρισκε! Φοβήθηκα πως θα τον σκότωνε αυτός ο Πεισίας με το ραβδί του, αν βλέπατε με πόση μανία τον χτυπούσε!»

«Τι σου είπε αυτός ο αχρείος και του επιτέθηκες με τόση λύσσα;» γύρισε η Άλκηστη στο γιο της με ύφος οξύ. «Και τι το τόσο προσβλη-τικό άξιζε τον κόπο να βάλεις σε κίνδυνο τη ζωή σου και να επιτεθείς σε έναν από τους άρχοντες του τόπου, να δέρνεσαι στους δρόμους σαν τον οποιονδήποτε τυχαίο αλήτη; Πού είναι η μόρφωση, πού η ανα-τροφή σου;»

«Νομίζω δεν άκουσες προσεκτικά τον Αγαθοκλή, μητέρα! Μίλη-σε άσχημα και για τον πατέρα. Καιρό τώρα διαδίδει πως ήταν τυχο-διώκτης που έκανε περιουσία με ύποπτο τρόπο, μα σήμερα προχώρη-σε περισσότερο, τον αποκάλεσε δειλό και τιποτένιο! Και αν εκείνος σε παρόμοιες προσβολές χαμογελούσε ψεύτικα και γύριζε την πλάτη προσποιούμενος πως δεν καταλαβαίνει, εγώ είμαι άντρας, βράζει το αίμα μου, δε συγχωρώ!» ούρλιαξε με πάθος.

Η Άλκηστη κούνησε σκεφτική το κεφάλι της στο άκουσμα των λό-γων αυτών. «Και εκείνος ήταν άντρας, και μάλιστα περισσότερο απ' όσο μπορείς να φανταστείς. Οι άντρες δεν ξεχωρίζουν από τη δύνα-μη, μα κυρίως απ' τη σωφροσύνη, και εκεί ο πατέρας σου ήταν άντρας περισσότερο από οποιονδήποτε εδώ στο Αδραμύττιο.» Σήκωσε τα μά-τια στο νεαρό. «Μα πες μου, σε παρακαλώ, πώς ξεκίνησε το επεισό-διο; Ήσουν προκλητικός; Τρελός είναι αυτός ο άνθρωπος και άρχι-σε να καθυβρίζει εσένα και τον πατέρα σου αναίτια;»

«Όχι, απλώς ο ένας λόγος έφερε τον άλλο και έγινε το κακό. Με τον ερωμένο του είμαστε συμμαθητές στη σχολή ρητορικής του Σκά-μονα και προχθές κάναμε λόγο για μια απόφαση του βασιλιά Αττά-λου, να προσφέρει ένα χρηματικό ποσό για κάποιο Γυμνάσιο στους Δελφούς. Ο Πανόλβιος, σε μια προσπάθεια να μας πείσει για τη ρη-τορική του δεινότητα, βρήκε την ευκαιρία να εκφωνήσει λόγο εκθει-άζοντας το βασιλιά, σύμφωνα μ' όσα τον έχει διδάξει ο Πεισίας. Εγώ απλώς παρατήρησα πως είναι υπερβολικός, πως υπάρχουν και αρνη-τικά σημεία στην πολιτική που ακολουθεί ο Άτταλος. Εκείνος προ-σπάθησε να απαντήσει, εγώ όμως δεν έδωσα συνέχεια και νόμιζα πως

Digitized by @PriOri™

Page 327: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 327

το θέμα τελείωσε εκεί. Σήμερα, καθώς πηγαίναμε με τον Αγαθοκλή από τη σχολή στο Γυμνάσιο, μας είδε ο Πεισίας και πέταξε κάποιο ανόητο σχόλιο. Δε θυμάμαι τι ακριβώς είπε, να ο μικρός Κρητικός που απεχθάνεται το βασιλιά μας ή κάτι τέτοιο. Δεν του απάντησα, ο Αγαθοκλής με άρπαξε απ' το χέρι και μου ζήτησε να συνεχίσουμε το δρόμο μας χωρίς να μαλώσω. Τότε εκείνος προσέβαλε τη μνήμη του πατέρα, λέγοντας διάφορα προσβλητικά, πως επιτέλους αρχίζω να του μοιάζω· και εκείνος, κάθε φορά που άναβε κάποια έντονη πολι-τική συζήτηση, προτιμούσε να γυρνά την πλάτη και να αλλάζει θέμα, σαν γνήσιος δειλός που ήταν. Για τη δική σου χάρη, μητέρα, έμαθα να ανέχομαι τις προσβολές που γίνονται στο πρόσωπό μου, αλλά δεν αντέχω να ακούω κανένα να εκτοξεύει τέτοιες κατηγορίες εις βάρος του νεκρού πατέρα μου. Του όρμησα και μπορεί να με χτύπησαν άσχη-μα, μα και εκείνοι πιστεύω κατάλαβαν πως δεν μπορούν να γελούν εις βάρος μας!»

Σαν ηρωίδα κάποιας τραγωδίας, η Άλκηστη κάθισε στο πεζούλι δίπλα στη δεξαμενή πιάνοντας το μέτωπο της. Το μόνο που βρήκε τη δύναμη να ρωτήσει τον Αγαθοκλή ήταν αν ο Πεισίας σκόπευε να δώ-σει συνέχεια στο θέμα.

«Κάτι φώναζε ενώ τον απομάκρυναν από το δρόμο, ότι θα φέρει το θέμα του νεαρού στους άρχοντες της πόλης και θα τον τιμωρήσουν, δεσποσύνη μου» απάντησε ο γέροντας. «Δεν πιστεύω βέβαια να πραγ-ματοποιήσει την απειλή του, εξάλλου εκείνος με τις προκλήσεις του άρχισε το επεισόδιο!»

«Ας τολμήσει να με πάει στο δικαστήριο!» φώναξε οργισμένος και ο νεαρός. «Εκείνος θα πληρώσει το πρόστιμο, όχι εμείς!»

«Υπήρχε κάποιος πολίτης εκεί δίπλα, όταν άρχισε το συμβάν;» ρώ-τησε απότομα η γυναίκα τινάζοντας πίσω το κεφάλι. «Αν όχι, τότε εί-ναι ο λόγος ενός έφηβου, ενός μέτοικου δίχως κηδεμόνα ενάντια στο λόγο ενός αξιοσέβαστου πολίτη του Αδραμύττιου. Η μόνη σου ελπίδα είναι να βρεθούν πολίτες από τους φίλους του πατέρα σου, να πάνε μάρτυρες στο δικαστήριο υπέρ σου.»

«Και η μαρτυρία του Αγαθοκλή; Δεν πιάνεται; Εκείνος ήταν μπρο-στά και άκουσε!» είπε ανυπόμονα ο Ανδρίσκος.

Digitized by @PriOri™

Page 328: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

328 Γιώργος Μπουλακάκης

Η γυναίκα καθόταν στον ιστό, μα ο νους της δεν ήταν στο σεντόνι που ύφαινε. Οι δύο νεαρές ακόλουθές της το είχαν αντιληφθεί και κά-θονταν αμίλητες στην άκρη του γυναικωνίτη, χωρίς να τολμούν να την ενοχλήσουν. Ήταν φανερό πως κάποια εσωτερική πάλη ταλάνιζε την κυρία τους, αργά προς το βράδυ όμως η Άλκηστη είχε πάρει τις απο-φάσεις της. Δίχως να ανησυχήσει τα κορίτσια που κοιμούνταν, πήρε το λυχνάρι και βγήκε νυχοπατώντας. Αθόρυβα μπήκε στο δωμάτιο του γιου της. Τον βρήκε ξαπλωμένο στο στρώμα του, να αγρυπνά κι εκεί-νος σκεφτικός. Κάθισε στην άκρη της κλίνης του, αφού ακούμπησε το λυχνάρι της στο τραπέζι.

Εκείνος ανασηκώθηκε και ρώτησε πρώτος «Ούτε στο δικό σου στρώμα ήρθε απόψε ο θεός του Ύπνου, μητέρα; Σε απασχολεί κι εσέ-να η ηλίθια αυτή ιστορία με τον Πεισία;»

«Ναι, γιε μου, αλλά όχι με τον τρόπο που φαντάζεσαι. Δε σε κα-τηγορώ για σήμερα, αφού προσέβαλαν σκαιά τη μνήμη του πατέρα

* Στο αττικό τουλάχιστον δίκαιο ήταν συνηθισμένη πρακτική να υποβάλλονται οι δούλοι σε βα-σανιστήρια πριν δώσουν κατάθεση σε κάποιο δικαστήριο, ώστε να είναι βέβαιο πως δε θα ψευ-δομαρτυρήσουν, αν και το πιθανότερο είναι πως τα βασανιστήρια δεν ήταν σκληρά.

* * * * * * *

«Θα επιτρέψεις να υποβληθεί σε βασανιστήρια ο παιδαγωγός σου για να γίνει δεκτή η μαρτυρία του; Έχω ακούσει πως σε κάποιες πό-λεις δένουν τους δούλους στον τροχό για να πουν την αλήθεια*!» απά-ντησε η μητέρα του.

Ο νεαρός κούνησε αρνητικά το κεφάλι και κάθισε σκεφτικός δί-πλα στη μητέρα του, συνειδητοποιώντας για πρώτη φορά τη δύσκολη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει.

Βλέποντάς τον στενοχωρημένο, η μητέρα του τον έπιασε από το χέ-ρι και προσπάθησε να τον ενθαρρύνει. «Έλα, μη σπας το κεφάλι σου, επιτέλους κάποια λύση θα βρούμε. Τι κι αν πληρώσουμε ένα πρόστι-μο, δε χάθηκε ο κόσμος. Πήγαινε τώρα πάνω να βάλεις έναν καθαρό χιτώνα και να ξεκουραστείς...»

Digitized by @PriOri™

Page 329: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 329

σου, όμως κάτι πρέπει να κάνουμε για να σε προφυλάξουμε. Σκέ-φτομαι ότι, έτσι ευέξαπτος που είσαι, κάποτε ίσως εμπλακείς σε φό-νο και τότε φοβάμαι πως όλος ο χρυσός της Ασίας δεν πρόκειται να σε σώσει!»

Ο νεαρός ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους. «Ό,τι είναι να συμ-βεί, θα συμβεί, μητέρα, μόνο οι θεοί ξέρουν το μέλλον, εγώ όμως προ-τιμώ να αντιμετωπίσω το πιο αμείλικτο δικαστήριο, να κινδυνεύσω με θάνατο χίλιες φορές από το να γίνω περίγελος της πόλης· γιατί περί-γελος είναι όποιος επιτρέπει να κατηγορούν τον πατέρα του σαν δει-λό ανάξιο!» Το ύφος του είχε γίνει πιο έντονο σ' αυτά τα τελευταία λό-για, η αδιαφορία είχε μετατραπεί εκ νέου σε οργή.

Η γυναίκα στάθηκε μια στιγμή σιωπηλή. Ίσως όσα έλεγε τη νύχτα εκείνη να τάραζαν συθέμελα το σύμπαν του Ανδρίσκου μα, βλέπο-ντας τον έφηβο αμετανόητο, διαπίστωσε για μια ακόμη φορά ότι άλ-λη οδός σωτηρίας δεν υπήρχε.

«Και αν σου δώσω ένα λόγο να μένεις σιωπηλός; Να υπομένεις τις προσβολές των άλλων; Να γυρνάς την πλάτη και να φεύγεις, όπως ακριβώς έκανε και ο άντρας μου για χάρη σου και μόνο;»

«Νομίζω πως θα χάσεις το χρόνο σου, μητέρα, αν το επιθυμείς όμως... Ούτως ή άλλως, ύπνο δεν έχω» απάντησε νωχελικά ο νεαρός και ανασήκωσε το προσκέφαλο του για να καθίσει πιο αναπαυτικά.

Η γυναίκα πάλι σηκώθηκε από την κλίνη, πήρε ένα δίφρο και κά-θισε δίπλα στον Ανδρίσκο. Η φωνή της μόλις ακουγόταν.

«Θεωρώ περιττό να σου τονίσω πως όσα πούμε τώρα δεν πρέπει να βγουν απ' το δωμάτιο τούτο. Η ιστορία που θα σου διηγηθώ μοιά-ζει με μύθο, μα είναι τόσο αληθινή όσο εγώ κι εσύ. Πριν από δεκα-πέντε χρόνια, στη γη της Μακεδονίας ζούσε ένας ατρόμητος ίλαρχος του ιππικού και μια νεαρή δούλα από τα μέρη του ποταμού Ίστρου...»

«Δεν πιστεύω η μικρή δούλα να είσαι εσύ, μητέρα!» πετάχτηκε από τη θέση του ο νεαρός. Η πυρρόξανθη κόμη και τα γαλανά μάτια της Άλκηστης πάντα κινούσαν την περιέργεια στη μικρή κοινωνία του Αδραμύττιου.

Εκείνη του έκλεισε με τα δάχτυλα το στόμα και συνέχισε απτόη-τη «Άντρας με όλη τη σημασία της λέξης ήταν αυτός ο Λυσίμαχος.

Digitized by @PriOri™

Page 330: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

330 Γιώργος Μπουλακάκης

Πρώτος στη μάχη, πρώτος στο ξεφάντωμα, λάτρης του κρασιού, λά-τρης των γυναικών. Δεν υπήρξε ποτέ άνθρωπος να τολμήσει να προ-σβάλει τον Μακεδόνα ευγενή χωρίς να δοκιμάσει την τρομερή οργή του. Και όταν οι Ρωμαίοι εισέβαλαν στη Μακεδονία, έτρεξε πρώτος και με ευχαρίστηση στο κάλεσμα του βασιλιά του... Και η μικρή δού-λα, Αλκιθόη την έλεγαν, πάντα περίμενε στο μεγάλο αγρόκτημα της Βισαλτίας. Ζούσε άγρυπνη με την αγωνία του, προσευχόμενη διαρκώς στους θεούς να τον προστατεύουν, να διώχνουν μακριά του κάθε εχθρό, κάθε κακό...»

«Να υποθέσω ότι αυτός ο αξιωματικός, ο Λυσίμαχος, και ο πατέ-ρας μου είναι ένα και το αυτό πρόσωπο;» διέκοψε ξανά ο νεαρός.

Η γυναίκα έκανε μια καταφατική κίνηση με το κεφάλι και συνέχι-σε «Και έπειτα, μια μέρα αποφράδα, μέρα καταραμένη, ήρθαν στο κτήμα του ίλαρχου τα τρομερά νέα. Ο στρατός του βασιλιά Περσέα εί-χε καταστραφεί έξω από μια πόλη της Μακεδονίας...»

«Στην Πύδνα!» διέκοψε τη γυναίκα ο Ανδρίσκος. «Μαζί με το στρατό τη μέρα εκείνη η μικρή δούλα νόμισε πως τε-

λειώνει και η δική της ζωή, όσο και αν όλοι τη διαβεβαίωναν πως ο ίλαρχος σώθηκε. Τον αναζήτησε, αλλά πουθενά δεν βρήκε ελπίδα, και όταν ο γαμπρός του, ένας άνθρωπος εντελώς αχρείος, ήρθε να κάνει κατοχή στο κτήμα, αποφάσισε να δραπετεύσει, να αναζητήσει τον Λυ-σίμαχο. Σηκώθηκε κι έφυγε μια νύχτα σαν τον κλέφτη. Στο δρόμο της συνάντησε ανθρώπους καλούς και ευγενικούς, που τη βοήθησαν δί-χως ιδιοτέλεια, ώσπου βρήκε καταφύγιο με τη βοήθεια μιας πόρνης σε ένα καπηλειό, στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Ο ιδιοκτήτης ήταν κα-λός άνθρωπος, της ζήτησε μόνο να μαγειρεύει και να καθαρίζει, χω-ρίς να χρειάζεται να πουλάει το κορμί της στους μεθυσμένους ναύτες σαν τη φίλη της. Έζησε εκεί για μήνες, πιστεύοντας ακράδαντα πως κάποια καλόβουλη θεότητα θα της έστελνε το σημάδι που με τόση αγω-νία πρόσμενε.»

Ο Ανδρίσκος είχε βάλει το χέρι κάτω από το σαγόνι και κοιτούσε με τα μάτια γουρλωμένα τη γυναίκα· ήταν φανερό πως η ιστορία που άκουγε είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον του.

Digitized by @PriOri™

Page 331: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 331

Η Άλκηστη έκανε μια μικρή παύση να πιει λίγο νερό από την οι-νοχόη στο τραπέζι, έτσι ο έφηβος βρήκε την ευκαιρία να ρωτήσει τη μητέρα του «Όλο αυτόν τον καιρό που εσύ ήσουν στη Θεσσαλονίκη, δεν είχες την παραμικρή υπόνοια για το πού βρισκόταν ο πατέρας;»

«Το μόνο που είχα μάθει είναι πως έφυγε από το στρατόπεδο τη νύχτα πριν τη μάχη προς άγνωστη κατεύθυνση. Φαίνεται πως με φώ-τισε η Ίσιδα και πήγα στη Θεσσαλονίκη να τον αναζητήσω. Όταν ανα-πολώ καμιά φορά την εποχή εκείνη, σκέφτομαι πως πρέπει να ήμουν εντελώς άμυαλη να πιστεύω πως θα τον βρω, ήταν σαν να ψάχνω βε-λόνα στ' άχυρα, όταν όμως είναι κανείς νέος, έχει περισσότερο πεί-σμα και από ημίονο, να, ακριβώς όπως εσύ» είπε με ένα χαμόγελο η Άλκηστη.

«Και πώς τον βρήκες τελικά;» «Πέρασα μήνες στη Θεσσαλονίκη. Μάλιστα κάποια στιγμή παρα-

λίγο να πέσω στα νύχια των ανθρώπων του γαμπρού του, του Μενέ-λαου, που με αναζητούσε με λύσσα, βλέπεις ήθελε να με κάνει οπωσ-δήποτε ερωμένη του. Ευτυχώς, με βοήθησαν τότε ο κάπελας και η φί-λη μου η Λεύκη, η πόρνη, αλλιώς τώρα ίσως να ήμουν στα χέρια αυ-τού του απαίσιου, αν δεν είχα προλάβει στο μεταξύ να αυτοκτονήσω! Όσο περνούσε ο καιρός έχανα κάθε πίστη στο σκοπό μου, άρχισα να αντιλαμβάνομαι πόσο παράλογες ήταν οι ελπίδες μου. Και τότε η με-γάλη θεά μού έστειλε εκείνο το νεαρό δραπέτη που με έστειλε σε ένα βασιλικό κτήμα στην Εορδαία. Δεν τον βρήκα εκεί· το μυστικό του κρη-σφύγετου το είχε ένας γέροντας, μέχρι όμως να μου το αποκαλύψει, κόντεψε να με σκάσει. Δεν τον λύγισαν ούτε οι κατάρες ούτε οι ικε-σίες μου. Μου έδωσε την εντύπωση πως θα υπεράσπιζε το μυστικό αυ-τό, αν χρειαζόταν, με την ίδια του τη ζωή. Τότε δεν κατάλαβα γιατί· χρειάστηκε να φτάσω μέχρι τον Λυσίμαχο για να εξηγηθεί το αίνιγμα της εξαφάνισής του και της πεισματικής άρνησης του γέρου εκείνου να μου αποκαλύψει την αλήθεια.»

Αν και ο νεαρός είχε απορροφηθεί τελείως από τη διήγηση της Άλκη-στης, έσπευσε να παρατηρήσει κάπως ειρωνικά «Μητέρα, δε χρειάζε-ται θεογνωσία για να καταλάβει κανείς το λόγο. Αφού στην Πύδνα οι Ρωμαίοι είχαν συντρίψει τους Μακεδόνες· προφανώς ο άνθρωπος

Digitized by @PriOri™

Page 332: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

332 Γιώργος Μπουλακάκης

κρυβόταν για να μη συλληφθεί! Οι Ρωμαίοι έχουν σύστημα να συλ-λαμβάνουν όλους τους ευγενείς στις ηττημένες χώρες...»

«Ποτέ δεν έκρινες σωστά τον πατέρα σου, Ανδρίσκε, και ίσως δεν πρέπει να ρίξω το φταίξιμο αποκλειστικά σ' εσένα. Τον έβλεπες πά-ντα συνετό και μειλίχιο απέναντι σε όλους, ακόμη και σε όσους δε δί-σταζαν να τον προσβάλλουν. Και όμως ο πατέρας σου παλιά δε γνώ-ριζε τι θα πει φόβος, αν δεν είχε άλλη δέσμευση, θα γυρνούσε στην περιουσία και τα χωράφια του. Και ας έρχονταν δέκα λεγεώνες έπει-τα να τον συλλάβουν! Περπατούσε και έτρεμε η γη, όλοι θυμάμαι έλε-γαν πως ο Ηρακλής παράτησε τον Όλυμπο και κατέβηκε να ζήσει ανά-μεσα στους θνητούς.»

«Τότε πρέπει να είχε πολύ σοβαρό λόγο να μη γυρίσει!» Η Άλκηστη έμεινε λίγο σιωπηλή, κοιτώντας βαθιά στα μάτια το γιο

της. «Εσύ ήσουν, καλέ μου, ο λόγος. Θυμάμαι ακόμα την πρώτη στιγ-μή που σας αντίκρισα, τον Λυσίμαχο να παριστάνει τον απλοϊκό βο-σκό και εσένα, ένα ζωηρό νήπιο πάνω στους ώμους του, να γελάς και να ξεφωνίζεις.»

Ο νεαρός έμεινε να κοιτάζει αποσβολωμένος τη γυναίκα που τον είχε μεγαλώσει και θεωρούσε ως εκείνη τη στιγμή μητέρα του. «Δεν είμαι δηλαδή δικός σου γιος; Και δέχτηκες να μεγαλώσεις το παιδί μιας άλλης, χωρίς ποτέ να μου πεις το παραμικρό;» ήταν το μόνο που κατόρθωσε να ψελλίσει χαμένος.

«Είχα μάθει, πριν ανακαλύψω τον Λυσίμαχο, πως έσερνε μαζί του και ένα νήπιο, το γιο του από κάποια άλλη, όπως μου είπαν. Δε με εν-διέφερε τότε, ήμουν αποφασισμένη να πάω κοντά του ακόμη και αν με κρατούσε όχι για ερωμένη, αλλά για δούλα, ακόμη και αν έπρεπε να ανεχτώ να τον μοιράζομαι με τη μητέρα σου. Δε βρήκα καμία γυ-ναίκα μαζί του πάνω στο μαντρί, μόνο εσένα. 'Οταν μείναμε μόνοι, μου εξήγησε πως ούτε δικός του γιος ήσουν, είχε απλώς την εντολή να σε φυγαδεύσει εκτός Μακεδονίας. Τη μετέπειτα περιπλάνησή μας δε θα στη διηγηθώ· το μόνο που θα σου πω είναι πόσο εντυπωσιάστηκα όταν για πρώτη φορά είδα τον Λυσίμαχο να μην ορμά σαν πληγωμένος λέ-ων εναντίον των εχθρών της Μακεδονίας, αλλά να χρησιμοποιεί το μυαλό του για να αποφεύγει τους εχθρούς μας.»

Digitized by @PriOri™

Page 333: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 333

Τα λόγια έβγαιναν πλέον σαν χείμαρρος από το στόμα της γυναί-κας που δεκαπέντε χρόνια τώρα έκρυβε επιμελώς τα πραγματικά ονό-ματα του άντρα της και το δικό της. Το δύσκολο ήταν να κάνει την αρ-χή, τώρα δεν υπήρχε πλέον γυρισμός. Και ο Ανδρίσκος είχε μείνει να την κοιτά αποβλακωμένος, με έναν κόμπο στο στομάχι, χωρίς να συ-νειδητοποιεί πως όσα άκουγε τη νύχτα εκείνη θα άλλαζαν για πάντα τη ζωή του.

«Τέτοια ήταν η εντολή που είχε ο Λυσίμαχος από τον πραγματικό σου πατέρα. Τώρα αντιλαμβάνεσαι τη θυσία που έκανε πρωτίστως εκείνος για χάρη σου; Το λόγο για τον οποίο δεν απαντούσε σε καμία πρόκληση, σε κανένα σχόλιο; Γιατί σε κάθε περίπτωση, σε αντίθεση με τον πραγματικό χαρακτήρα του, έσκυβε το κεφάλι; Γιατί έπρεπε πάση θυσία να αποφύγει να τραβήξει την προσοχή, έπρεπε να σε προ-στατέψει με κόστος ακόμη και την προσωπική του τιμή και υπόληψη. Και πρέπει να ομολογήσεις πως εκτέλεσε τη διαταγή αυτή με ακεραι-ότητα και συγκινητική αφοσίωση. Πολλές φορές μου είχε πει, όταν μέ-ναμε μόνοι αργά τη νύχτα στο στρώμα του, πως είχε τύψεις που ήταν ακόμα ζωντανός, πως η θέση του ήταν ανάμεσα στους χιλιάδες Μα-κεδόνες που σωριάστηκαν νεκροί την καταραμένη εκείνη μέρα στην πεδιάδα της Πύδνας. Και, πίστεψέ με, δεν είναι λίγες οι νύχτες που ξαπλώνω μόνη στο στρώμα και τον αποζητώ. Και τότε συχνά σκέφτο-μαι πως εκείνο που πραγματικά σκότωσε το θετό σου πατέρα ήταν η καταισχύνη απλά επειδή ακόμα ζούσε, η επιθυμία του να μοιραστεί το θάνατο με τους συμπολεμιστές του. Μόνο η διαταγή του πατέρα σου ήταν ικανή να τον κρατήσει μακριά από το πεδίο της μάχης εκείνη την ημέρα.»

Μοιραίο ήταν τη σιωπή της Άλκηστης-Αλκιθόης, που είχε δακρύσει στην ανάμνηση του πολεμιστή που είχε λατρέψει σαν θεό, να ακολου-θήσει η μόνη φυσιολογική ερώτηση που μπορούσε να κάνει ο έφηβος:

«Τότε, αν εσείς δεν είστε οι γονείς μου, ποιοι είναι; Αυτός ο τόσο σπουδαίος που είχε τη δύναμη να διατάξει έναν αφοσιωμένο στρα-τιώτη να εγκαταλείψει τη θέση του, νιώθοντας ατιμασμένος όλη την υπόλοιπη ζωή του, για να φυγαδεύσει το παιδί του, ποιος ήταν; Πού

Digitized by @PriOri™

Page 334: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

334 Γιώργος Μπουλακάκης

βρίσκεται τώρα; Κάποιος στρατηγός, κάποιος αυλικός; Ποιος ήταν, μητέρα;»

Η γυναίκα θέλησε να δώσει επισημότητα στην απάντησή της. Ση-κώθηκε πρώτα όρθια και έπειτα γονάτισε και προσκύνησε ταπεινό-φρονα το γιο της που ήταν ακόμη μισοξαπλωμένος στην κλίνη του και σηκώθηκε μαζί της. «Ο μόνος άνθρωπος που είχε τη δύναμη να διώ-ξει τη μέρα εκείνη τον Λυσίμαχο απ' το στρατόπεδο. Και ο σπουδαι-ότερος στρατηγός αν το είχε ζητήσει, ο άντρας μου θα τον είχε στείλει στον κόρακα χωρίς δεύτερη σκέψη, δεν μπορούσε ωστόσο να αρνη-θεί στον ίδιο το βασιλιά και φίλο του. Ναι, παιδί μου, πατέρας σου εί-ναι ο τελευταίος βασιλιάς της Μακεδονίας, ο Περσέας!»

Τώρα ήταν που η έκπληξη του νεαρού έφτασε στο απόγειο της. Το μόνο πράγμα που βρήκε να ρωτήσει την ώρα εκείνη των αποκαλύ-ψεων ήταν «Και η μητέρα μου; Ποια ήταν;»

«Μία από τις παλλακίδες του βασιλιά, η Αρίστη. Συχνά ο Λυσίμα-χος μιλούσε με θαυμασμό ανυπόκριτο για εκείνη, μου την περιέγρα-φε σαν την επίγεια ενσάρκωση της Αφροδίτης, μια πανέμορφη γυναί-κα περίπου στην ηλικία μου. Μετά τον πόλεμο είχε αποπειραθεί να την ανακαλύψει, αφού λογικά πρέπει να μεταφέρθηκε αιχμάλωτη στη Ρώμη... Είχε δωροδοκήσει και ένα δουλέμπορο που είχε δοσοληψίες στο Λάτιο να την αναζητήσει και να την αγοράσει έναντι οποιουδή-ποτε τιμήματος, μα οι προσπάθειές του δυστυχώς δεν καρποφόρησαν. Προσεύχομαι καθημερινά να είναι ζωντανή, αφότου ο Λυσίμαχος δεν κατάφερε να τη φέρει κοντά μας.»

«Και ο βασιλιάς; Ο πατέρας μου τι απέγινε;» «Σύρθηκε αιχμάλωτος στη Ρώμη και πέθανε εκεί φυλακισμένος

όταν ήσουν τριών τεσσάρων ετών. Θυμάμαι πως ο Λυσίμαχος λύγισε όταν έμαθε από έναν περαστικό ναυτικό τα νέα του θανάτου του. Κλεί-στηκε μόνος του σε ένα δωμάτιο και έκλαψε σαν μικρό παιδί για τον παιδικό του φίλο, όσο και αν ήξερε πως ο βασιλιάς δε θα ζούσε πολύ σε αιχμαλωσία.» Άπλωσε το χέρι της και χάιδεψε το κεφάλι του παι-διού. «Όσο σε έβλεπε να μεγαλώνεις, ο άντρας μου έλεγε πως μοιά-ζεις σε εκείνον. Έλεγε πως είχες κληρονομήσει το δικό του πείσμα, το νεύρο του, τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, τα λαμπερά μάτια

Digitized by @PriOri™

Page 335: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 335

του. Ναι, είσαι γεννημένος βασιλιάς, ο τελευταίος ζωντανός απόγο-νος ισχυρών βασιλιάδων! Εγώ δεν την ήξερα την ιστορία της γενιάς σου, ο Λυσίμαχος όμως με πολλή συγκίνηση έλεγε πόσο περήφανος είναι που ανέθρεψε τον τελευταίο γνήσιο απόγονο του Κύκλωπα*, του Πολιορκητή, του Αντιγόνου Γονατά και του Φιλίππου, του παπ-πού σου! Ο πατέρας σου μάλιστα σου είχε δώσει το όνομα εκείνου, Φίλιππος, έπρεπε όμως να σου βρούμε καινούργιο όνομα, όταν απο-δράσαμε απ' τη Μακεδονία. Καταλαβαίνεις τώρα για ποιο λόγο ο κη-δεμόνας σου ξόδευε ανενδοίαστα προκειμένου να πάρεις την καλύ-τερη δυνατή μόρφωση, μια μόρφωση αντάξια ενός βασιλιά...»

Η Αλκιθόη σταμάτησε να μιλά και περίμενε κάποια αντίδραση από τον έφηβο. Βλέποντάς τον να μένει σιωπηλός, ασάλευτος, σηκώ-θηκε να επιστρέψει στο γυναικωνίτη, αλλά ο Ανδρίσκος την έπιασε από το χέρι και τη σταμάτησε.

«Να σου πω κάτι που θα σου φανεί αστείο, μητέρα; Τα τελευταία χρόνια προσπαθούσα απεγνωσμένα να καταλάβω σε ποιον από τους δυο σας έμοιασα, σ' εσένα ή στον Κύδα! Είχα αρχίσει να υποψιάζο-μαι πως κάτι δεν πήγαινε καλά, μα ο νους μου δεν έφτανε μέχρι εκεί!»

«Καλά, προσπάθησε να κοιμηθείς λίγο μέχρι να ξημερώσει» χα-μογέλασε η Αλκιθόη, «αύριο μας περιμένει μεγάλη μέρα!»

«Μα πιστεύεις πως είναι δυνατόν να κοιμηθώ μετά απ' όσα άκου-σα; Θα φύγεις και θα με αφήσεις να βράζω στο ζουμί μου; Μείνε μα-ζί μου, είναι τόσο πολλά αυτά που πρέπει να μάθω ακόμα! Γιατί επέ-λεξε ειδικά εμένα ο πατέρας μου για να σωθώ; Και ποιος ήταν ο σκο-πός του; Τι ήθελε να κάνω τώρα που ξέρω την αλήθεια;»

«Δεν είναι της ώρας οι απαντήσεις που ζητάς, αύριο πιστεύω πως θα τις λάβεις με το παραπάνω... Μην είσαι ανυπόμονος, δεν είσαι πέ-ντε χρονών, είσαι άντρας πια! Η υπομονή είναι ένα από τα προτερή-ματα ενός καλού βασιλιά, έλεγε ο άντρας μου... Αύριο πάλι, παιδί μου» του απάντησε με το γλυκύτερο χαμόγελο της.

* Ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος (ο Κύκλωψ) ήταν στρατηγός του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πατέ-ρας του Δημητρίου του Πολιορκητή και πάππους του Αντιγόνου Γονατά, ιδρυτή της δυναστείας των Αντιγονιδών. Ήταν ένας δραστήριος, τολμηρός και συγχρόνως συνετός στρατιωτικός που έπεσε το 301 π.Χ. μαχόμενος στην κρίσιμη μάχη της Ιψού, σε ηλικία άνω των 80 ετών. Ενδεικτι-κό της αξίας του ήταν το γεγονός πως οι αντίπαλοι και παλαιοί συμπολεμιστές του μετά τη μάχη τον κήδεψαν με βασιλικές τιμές.

Digitized by @PriOri™

Page 336: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

336 Γιώργος Μπουλακάκης

Τίποτα φαινομενικά δε διατάραξε την καθημερινότητα της επομέ-νης. Ο νεαρός πήγε κανονικά στη σχολή του Σκάμονα και στο Γυμνά-σιο, η Άλκηστη όμως τον περίμενε στην αυλή της κατοικίας τους το με-σημέρι. Γευμάτισαν αμίλητοι στο μαγειρείο· η παρουσία των δούλων τους εμπόδιζε να μιλήσουν. Μόλις όμως τελείωσαν, η γυναίκα ζήτησε από τον έφηβο να την ακολουθήσει σε ένα μικρό δωμάτιο δίπλα στο γυναικωνίτη, που έμενε πάντα κλειστό- το κλειδί το είχε πάντα η οι-κοδέσποινα κρεμασμένο στο λαιμό της και έμπαινε μόνο η ίδια πολύ σπάνια.

Ήταν η πρώτη φορά που έμπαινε ο Ανδρίσκος στο συγκεκριμένο χώρο που μέχρι πρόσφατα θεωρούσε κάτι σαν αποθήκη για τα πολύ-τιμα της κατοικίας. Βλέποντάς το σχεδόν άδειο, εξεπλάγη· η μόνη επί-πλωση ήταν δύο μικρές ξύλινες ιματιοθήκες και ένα τραπέζι. Ο χώρος ήταν σκοτεινός, κανένα άνοιγμα δεν επέτρεπε στις ηλιακές ακτίνες να μπουν μέσα, η μόνη πηγή φωτός ήταν το λυχνάρι που κρατούσε στο δε-ξί χέρι ο νεαρός. Η Αλκιθόη άνοιξε τη μία ιματιοθήκη και έβγαλε από μέσα έναν παλιό, μισοάδειο στρατιωτικό γυλιό. Τον απέθεσε στο τρα-πέζι και γύρισε στο νεαρό με φωνή που μόλις ακουγόταν.

«Ήδη ο πάππος σου είχε προβλέψει μια οδό διαφυγής για ένα τουλάχιστον μέλος της οικογένειάς σας, πολύ πριν την καταστροφή του στρατού του πατέρα σου, πριν ακόμα ηττηθεί ο δικός του στρατός στις Κυνός Κεφαλές...»

«Δηλαδή; Πότε έγινε αυτό;» Η Αλκιθόη έκανε μια κίνηση άγνοιας με το χέρι. «Πρέπει να ήταν

πολύ πριν γεννηθώ εγώ, και ο Λυσίμαχος ακόμα τότε πρέπει να ήταν πολύ μικρότερος από εσένα. Είχε κρύψει σ' ένα κτήμα ένα χρηματι-κό ποσό και έπειτα παραχώρησε το κτήμα σ' ένα φίλο του απ' αυτά τα μέρη. Το γιο αυτού του ανθρώπου, τον Φιλοφάνη, ήρθαμε και βρή-καμε, όταν δραπετεύσαμε με τον Λυσίμαχο απ' τη Μακεδονία· ήξερε

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 337: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 337

πως ίσως κάποια μέρα Μακεδόνες ευγενείς ζητούσαν καταφύγιο κο-ντά του, δεν είχε όμως ιδέα για το θησαυρό. Με αυτά τα χρήματα ξε-κίνησε τη βιοτεχνία ο Λυσίμαχος μου, έχοντας πάντα κατά νου να πολ-λαπλασιάσει τα χρήματα που θα περνούσαν στα χέρια σου, όταν θα έφτανε η ώρα σου. Όλα τα νομίσματα που βρίσκονται στο δεύτερο κι-βώτιο» είπε και έδειξε την κλειδωμένη με αλυσίδες ιματιοθήκη, «θα είναι στη διάθεσή σου τη μέρα που θα αποφασίσεις να φύγεις. Είναι ο χρυσός και ο άργυρος που βρήκαμε όταν ήρθαμε, τα κοσμήματα και πεντακόσιοι χρυσοί στατήρες επιπλέον. Αν θέλεις να τα μετρήσεις, στο γράμμα που έχει αφήσει ο πραγματικός σου πατέρας πρέπει να αναφέρεται το αρχικό ποσόν.»

«Αν θέλατε να καταχραστείτε τα χρήματα, υπήρχαν πολύ απλού-στερες λύσεις απ' το να μου κρύψετε το αρχικό ποσό. Μπορούσατε να με εκθέσετε ήδη όσο ήμουν βρέφος ή, ακόμα καλύτερα, να με σκοτώ-σετε!» είπε σοβαρά ο Ανδρίσκος, μα η Αλκιθόη τον κοίταξε με παρά-πονο και τον ικέτευσε να μην ξεστομίσει ξανά τέτοιο λόγο.

«Μήπως έχεις την εντύπωση πως επειδή δεν είσαι δικό μου παιδί, σε αγαπώ λιγότερο; Ο Λυσίμαχος, όταν ανέλαβε την υποχρέωση να σε φυγαδεύσει, το έκανε από απλή αίσθηση καθήκοντος, επειδή αυτή ήταν η διαταγή του βασιλιά του. Και όμως, κάποτε μου ορκίστηκε πως το καθήκον και η αγάπη προς εσένα είχαν μπλεχτεί αξεδιάλυτα πολύ σύντομα, πριν περάσει μήνας από τη στιγμή που σε πήρε στα χέρια του. Όσο για εμένα, νομίζω πως τα αμέτρητα βράδια που ξενύχτησα στο προσκεφάλι σου, κάθε φορά που ασθενούσες, αποδεικνύουν κα-λύτερα τα αισθήματά μου για σένα! Ποτέ δε λυπηθήκαμε που δεν εί-χαμε δικά μας παιδιά, ούτε αισθανθήκαμε ποτέ την ανάγκη να απο-κτήσουμε, αφού είχαμε εσένα!»

Ο νεαρός αγκάλιασε την Αλκιθόη και της ζήτησε συγνώμη. «Δεν κατάλαβες με ποια σημασία το είπα, κεραυνό θα στείλει ο Δίας να με κάψει, αν αμφιβάλλω για την αγάπη σας! Εννοούσα πως δε χρειάζε-ται απολογισμός, ο πατέρας μου ο Περσέας σας εμπιστεύθηκε τη σω-τηρία μου, τα χρήματα είναι το τελευταίο! Απλώς είναι τόσο πολλά

Digitized by @PriOri™

Page 338: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

338 Γιώργος Μπουλακάκης

αυτά που συλλογίζομαι από χτες, ο νους μου είναι ακόμα θολωμένος, δεν το έχω πιστέψει. Σε μια στιγμή όλη μου η ζωή άλλαξε για πάντα... Γιατί μου τα είπες όλα τώρα, μητέρα; Έκρινες ότι είμαι έτοιμος να διεκδικήσω το βασίλειο του πατέρα μου;» ρώτησε άξαφνα ο Ανδρί-σκος που συνοφρυώθηκε απότομα καθώς ρωτούσε.

«Όχι, δεν έχεις ενηλικιωθεί, είναι νωρίς. Εξάλλου ο Λυσίμαχος μου είχε πει πως ο πατέρας σου δεν ήθελε να αρχίσεις μια περιπέτεια δίχως ελπίδα επιτυχίας, προτιμούσε να ζήσεις έστω ταπεινά, μα ελεύ-θερος. Ο σκοπός μου είναι άλλος· να σταματήσεις τις ακρότητες, να αποφύγεις τα χειρότερα. Πιστεύω ότι τώρα θα καταλάβεις το λόγο για τον οποίο δεν πρέπει να τραβάμε την προσοχή των άλλων πάνω σου· εσύ μέχρι τώρα έκανες το ακριβώς αντίθετο! Καταλαβαίνεις τώρα για-τί ο πατέρας σου, ενώ μπορούσε σε κάθε προσβολή να σκοτώσει σαν μύγα οποιονδήποτε σαν τον Πεισία, έστρεφε τα νώτα και έφευγε; Πά-ντα εσένα είχε στο νου του» απάντησε ήρεμα η Αλκιθόη και συνέχι-σε, «Υπάρχουν πολλά που, αν το επιθυμείς, μπορείς να δεις σήμερα. Όλο μας το παρελθόν, εκτός από το ξίφος του Λυσίμαχου, βρίσκεται μέσα στο γυλιό αυτόν. Μπορούμε βέβαια να τα αφήσουμε για το μέλ-λον, όταν θα νιώσεις έτοιμος!»

«Τώρα!» είπε μονολεκτικά ο νεαρός. Ήταν φανερό πως αδημο-νούσε.

«Όπως αγαπάς. Και πρώτα απ' όλα αυτό.» Η γυναίκα τράβηξε από το γυλιό μία αργυρή αλυσίδα με ένα δαχτυλίδι. «Ο Λυσίμαχος φορούσε μέχρι τη μέρα που πέθανε την αλυσίδα αυτή στο λαιμό, δίχως να την αποχωριστεί ποτέ. Ήταν η κληρονομιά του πατέρα σου από τη δική του μητέρα, το είχε στο δάχτυλο μέχρι τη στιγμή που το παρέδωσε στον Λυσίμαχο. Να το φοράς πάντα με περηφάνια» είπε και του το παρέ-δωσε.

Το δεύτερο που τράβηξε από το γυλιό ήταν μια σφραγισμένη επι-στολή.

«Πάρε να τη μελετήσεις στο δωμάτιο σου τη νύχτα. Έχει ακόμα πά-νω τη σφραγίδα του βασιλιά, ούτε εγώ ούτε ο άντρας μου τολμήσαμε να την παραβιάσουμε, το περιεχόμενο της είναι αυστηρά προσωπικό,

Digitized by @PriOri™

Page 339: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 339

είναι τα τελευταία λόγια του πατέρα σου προς εσένα, η διαθήκη του!» Κοντοστάθηκε και τον κοίταξε λίγο προσεκτικά. «Υπάρχει κάτι ακό-μα, μα αυτό ήταν πρωτοβουλία του Λυσίμαχου. Μαζί με όσα του πα-ρέδωσε ο πατέρας σου, πήρε και ένα τετράδραχμο με την εικόνα του. Φανταζόταν πως θα ήθελες να ξέρεις πώς ήταν εκείνος. Μακάρι να είχε και την εικόνα της μητέρας σου, θα πρέπει όμως να περιοριστείς στις περιγραφές μου.»

Ο έφηβος πήρε αμίλητος το νόμισμα και το παρατήρησε ώρα πολ-λή. Δεν έδειξε καμία συγκίνηση· είχε μια όψη ανέκφραστη, παγερή, που δεν επέτρεπε στη θετή του μητέρα να μαντέψει τις μύχιες σκέψεις του. Κάποια στιγμή έσφιξε το νόμισμα στην παλάμη του και γύρισε στην Αλκιθόη.

«Θα το κρατήσω το τετράδραχμο. Αν κάποτε επιστρέψω βασιλιάς στη Μακεδονία, με αυτό το νόμισμα θα φτιάξω και τα δικά μου!» εί-πε σε εύθυμο τόνο.

Η γυναίκα γέλασε και απάντησε με ένα «Μακάρι, παιδί μου, μα-κάρι!», χωρίς να μπορεί να φανταστεί πως ο έφηβος των δεκαέξι χρό-νων εννοούσε παραπάνω από σοβαρά όσα έλεγε...

* * * * * * *

Πήρε στα χέρια την περγαμηνή του βασιλιά και έφυγε, αφήνοντας τη μητέρα του να ασφαλίσει την αποθήκη. Κλείστηκε στο δωμάτιό του, δίνοντας την εντολή σε ένα δούλο να μην τον ενοχλήσει κανείς. Κλεί-δωσε τη θύρα και τράβηξε το παραπέτασμα από το μοναδικό παρά-θυρο· το δωμάτιο πλημμύρισε με φως. Ανυπομονούσε να διαβάσει την επιστολή του Περσέα, να μάθει όσα είχε να του φανερώσει αυτή η άγνωστη φωνή από το παρελθόν. Με αποφασιστικότητα έσπασε την κέρινη σφραγίδα, αναλογιζόμενος παράλληλα πόση πίστη πρέπει να είχε ο θετός του πατέρας στον πραγματικό για να κατανικήσει τον πει-ρασμό και να μην ανοίξει τόσα χρόνια την επιστολή. Ξεδίπλωσε την

Digitized by @PriOri™

Page 340: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

340 Γιώργος Μπουλακάκης

τυλιγμένη περγαμηνή, τα γράμματα όμως χόρευαν μπροστά στα μάτια του, τόση ήταν η ανυπομονησία του.

Δεν πρόκειται να καταφέρω τίποτα έτσι, πρέπει να ηρεμήσω, σκέ-φτηκε. Πήρε μερικές βαθιές ανάσες και ξάπλωσε στην κλίνη του με την επιστολή στο στήθος. Μόνο όταν ένιωσε το φτερούγισμα στην καρ-διά του να καταλαγιάζει, έφερε ξανά την επιστολή μπροστά στα μά-τια του και άρχισε να διαβάζει. Περίμενε να βρει μόνο οδηγίες και παραινέσεις. Αντί γι' αυτό βρέθηκε μπροστά σε ένα συναισθηματικό ξέσπασμα του ήδη νεκρού πατέρα του.

"Τέκνο μου Φίλιππε, δυσκολεύτηκα να βρω λόγια να σου γράψω. Τι να πει ένας πατέρας ήδη καταδικασμένος σε θάνατο στο γιο που δε θα γνωρίσει ποτέ; Πώς να του εξηγήσει σε μια επιστολή πράγματα ακα-τανόητα, να του μεταδώσει τη φλόγα και την αγάπη για μια πατρίδα που εκείνος δεν έχει γνωρίσει;

Αν ο Λυσίμαχος, ο καλός μου φίλος και πιστός αξιωματικός, έχει εκτελέσει σωστά την αποστολή που θα του αναθέσω, τότε ο αγαπητός μου γιος είναι ασφαλής μακριά από τη λατρεμένη μου Μακεδονία, για την οποία ίσως δεν έχει ακούσει ποτέ τίποτα μέχρι τώρα. Ίσως σου φα-νεί παράδοξο που σε αποκαλώ αγαπητό μου γιο, είναι όμως πέρα για πέρα αλήθεια. Μπορεί να σε είδα μόνο μια φορά, αδύναμο νεογέννητο στην αγκαλιά της Αρίστης, της μητέρας σου, αλλά η αγάπη που είχα σε εκείνη καθιστά αμέσως το γιο της βασιλιά της καρδιάς μου. Μην κατη-γορήσεις τον Λυσίμαχο επειδή την άφησε πίσω, εκτελεί δική μου εντο-λή, είμαι ο μόνος στον οποίο πρέπει να ρίξεις το φταίξιμο για το γεγο-νός πως μεγάλωσες δίχως μητρική στοργή. Είναι η πρώτη από μια σει-ρά συγνώμες που σου οφείλω."

Εδώ έχεις λάθος, βασιλιά Περσέα, το μόνο που δε μου έλειψε πο-τέ ήταν η μητρική στοργή. Ο φίλος σου ήταν τυχερός, δε μεγάλωσε μόνος το παιδί σου.

Digitized by @PriOri™

Page 341: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 341

"Υποθέτω πως η αποκάλυψη του φίλου μου σε έχει ήδη αναστατώ-σει αρκετά, πρέπει ωστόσο να γνωρίσεις τους λόγους που με υποχρέ-ωσαν να σε χωρίσω από τη μητέρα σου. Αν μένατε μαζί, σε περίμενε μια ζωή δούλου και, αν ποτέ μάθαιναν πως είσαι γιος του βασιλιά, πι-θανώς ο θάνατος. Για εμένα και τα αδέλφια σου δεν υπήρχε οδός δια-φυγής καμία, έπρεπε να υποταχθούμε στη μοίρα μας. Θα προσπαθή-σω να τους σώσω, μα οι Ρωμαίοι θα μας κυνηγήσουν σαν λυσσασμένα σκυλιά· τώρα που διαβάζεις τα λόγια αυτά, πρέπει να είμαστε όλοι νε-κροί. Τη δική σου την ύπαρξη ωστόσο την αγνοούσαν σχεδόν οι πάντες, είχες μια ευκαιρία να ζήσεις μακριά από την οργή της Ρώμης, αν και δεν αμφιβάλλω πως οι λίγοι που γνωρίζουν θα προσπαθήσουν να σε παραδώσουν στους εχθρούς μου. Δυστυχώς οι άνθρωποι της αυλής μου είναι κόλακες και φιλοτομαριστές, είμαι βέβαιος πως με την πρώτη ευ-καιρία θα τρέξουν να προσφέρουν εκδούλευση στους νικητές. Αυτός εί-ναι ο λόγος που επέβαλα στον Λυσίμαχο να αφήσει πίσω τη μητέρα σου· όταν θα άρχιζε η έρευνα, η Αρίστη, μια γυναίκα που μεγάλωσε στα ανά-κτορα, θα σας εμπόδιζε να κινηθείτε ταχύτατα."

Σκληρός και ψυχρά λογικός. Δε διακινδύνευσε το παραμικρό, συλ-λογίστηκε ο νεαρός. Η Αρίστη και ο Περσέας δεν ήταν παρά δύο ονό-ματα γραμμένα σε μια περγαμηνή για εκείνον, ο πόνος τους δεν τον άγγιζε. Οι μόνοι γονείς που γνώρισε ήταν ο... Λυσίμαχος και η Αλκι-θόη, εκείνοι τον μεγάλωσαν, το δέσιμο που αισθάνεται οποιοδήποτε παιδί με τους γονείς του αφορούσε εκείνους.

"Δε γνωρίζω αν βρίσκεστε ακόμη στο Αδραμύττιο ή αν ο Λυσίμα-χος επέλεξε να φύγετε και να ζήσετε σε άλλη πόλη στην Ασία. Πρέπει τη στιγμή αυτή να έχει στη διάθεσή σου μια σημαντική περιουσία, ο θη-σαυρός για τον οποίο πρέπει να σου μίλησε ήδη ήταν σαράντα χιλιάδες αργυρές δραχμές. Βασανίστηκα πολύ μέχρι να καταλήξω στον άνθρω-πο που θα εμπιστευτώ· ο κηδεμόνας σου στα νιάτα του ήταν αδιόρθω-τος χαροκόπος και τα χρήματά του τα σκορπούσε πάντα αλόγιστα στο κρασί και τις πόρνες, ήταν όμως μέχρι βλακείας τίμιος και ξέρω πως

Digitized by @PriOri™

Page 342: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

342 Γιώργος Μπουλακάκης

θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να καταχραστεί την εμπιστοσύνη μου. Ένα πράγμα να κρατήσεις στο νου σου, παιδί μου, μια συμβουλή από το νεκρό πατέρα σου: ελάχιστοι είναι οι άνθρωποι που θα έχεις τη δυ-νατότητα να εμπιστευτείς στη ζωή σου, και ο Λυσίμαχος είναι ένας από τους ανθρώπους στον οποίο εγώ ευτύχησα να μπορώ να εμπιστευτώ τη ζωή του παιδιού μου. Κόλακες και κλέφτες θα συναντάς καθημερινά, άντρες έντιμους όχι. Σπανίζουν οι άνθρωποι σαν τον κηδεμόνα σου στην εποχή μας, πάντα να τον τιμάς και να τον σέβεσαι."

Τρομερή μεταμόρφωση. Δεν μπορώ να φανταστώ τον αυστηρό Κύ-δα που μετρούσε προσεκτικά την κάθε του κίνηση μέθυσο και γυναικά!

"Θα σκέφτεσαι τι να κάνεις με τα χρήματα αυτά. Πιθανώς ο Λυσί-μαχος έχει ήδη αγοράσει κάποιο κτήμα εκεί που ζείτε και περιμένει να το κληρονομήσεις. Αν το ίδιο επιθυμείς και εσύ, τότε πρέπει να ζήσεις έτσι, σαν πλούσιος γαιοκτήμονας, ελεύθερος, ανώνυμος και δίχως κιν-δύνους. Επειδή όμως στις φλέβες σου ρέει το αίμα του Δημήτριου του Πολιορκητή και του Αντιγόνου Γονατά, των ένδοξων προγόνων μας, εί-ναι πιθανό να θελήσεις να διεκδικήσεις την κληρονομιά που τόσο ανά-ξια εγώ χάνω.

Είναι ευγενής ο στόχος να ζωντανέψεις ξανά τον οίκο των Αντιγο-νιδών και τη δόξα της Μακεδονίας, δεν πρέπει ωστόσο να παραβλέ-ψεις ένα μεγάλο εμπόδιο. Η δύναμη της Ρώμης την εποχή τη δική μου ήταν ανυπέρβλητη· αν εξακολουθεί έτσι, σε εξορκίζω στο όνομα του Μεγάλου Διός, μην αποτολμήσεις τίποτα. Σκέψου δύο φορές πριν πά-ρεις οποιαδήποτε απόφαση και άκουσε προσεκτικά τις συμβουλές του Λυσίμαχου. Μόνος σου δε θα καταφέρεις να συντρίψεις την ισχύ των εχθρών της πατρίδας, προτιμότερο είναι να περιμένεις υπομονετικά την κατάλληλη στιγμή, όταν κάποια άλλη δύναμη θα τους γονατίσει και η δράση σου θα είναι ανεμπόδιστη. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως ο λαός της Μακεδονίας θα συσπειρωθεί γύρω σου, αν μάθει πως είσαι γιος μου, μα χωρίς βοήθεια θα χύσει το αίμα του άδικα. Όνειρο μου είναι να σε δω κάποια στιγμή από τον Άδη να κυβερνάς την πα-τρίδα μας, περισσότερο όμως επιθυμώ να ζήσεις, να ζήσεις ελεύθερος

Digitized by @PriOri™

Page 343: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 343

με τη γυναίκα που αγαπάς, ακριβώς όπως θα ήθελα και εγώ να ζήσω με τη μητέρα σου, ένας απλός αγρότης χωρίς έγνοιες!

Σε περίπτωση ωστόσο, και μόνο τότε, που ο κηδεμόνας σον και εσύ κρίνετε τη στιγμή κατάλληλη να ελευθερώσεις τη Μακεδονία, έκανα και εγώ το μέγιστο δυνατό να σε βοηθήσω, έστω και μέσα από τον τά-φο. Πίσω από δύο μεγάλους ναούς, το ναό του Διός Μεγίστου στη Θεσ-σαλονίκη και εκείνον του Απόλλωνα στην Αμφίπολη, βρίσκονται δύο λίθινοι ναΐσκοι του Ηρακλή, που έχτισα και αφιέρωσα πολύ πριν την έναρξη του πολέμου. Όλοι τότε είχαν επαινέσει την ευσέβειά μου, πο-λιτικά ήταν μια εύστοχη κίνηση. Μια δεύτερη συμβουλή που μπορώ να σου δώσω είναι να κολακεύεις το θρησκευτικό συναίσθημα του απλού λαού, ακόμα και αν θεωρείς περιττές παρόμοιες κινήσεις. Ενισχύουν οι τελετές και οι εκδηλώσεις την αφοσίωση των υπηκόων στο πρόσω-πο σου. Ο πραγματικός μου σκοπός ωστόσο ήταν τελείως διαφορετι-κός. Κάτω και από τα δύο κτίρια υπάρχουν φρέατα που διέταξα μυ-στικά να σκάψουν έμπιστοί μου στρατιώτες πριν την οικοδόμηση, ακο-λουθώντας το παράδειγμα του πατέρα μου που φρόντιζε να υπάρχει πάντα χρυσός κρυμμένος σε περίπτωση ανάγκης. Τα χρήματα που θά-φτηκαν εκεί δεν είναι πολλά, εκατό χρυσά και τριακόσια αργυρά τά-λαντα περίπου, είναι όμως αρκετά για να συγκεντρώσεις μισθοφόρους και να νικήσεις όποιον εχθρό κληθείς να αντιμετωπίσεις."

Δυστυχώς, ο φίλος σου, βασιλιά, δεν είναι πια ανάμεσά μας, εσύ έπρεπε να ξέρεις καλύτερα απ' τον καθένα πως κανείς δεν είναι αιώ-

νιος. Και τώρα σε ποιον να απευθυνθώ για συμβουλές; Στη μητέρα; Εκείνη δεν πρόκειται να με αφήσει να φύγω από κοντά της ποτέ, κι ας μην είμαι πραγματικό παιδί της, συλλογίστηκε ψυχρά ο Ανδρίσκος. Καλά, έχω καιρό να αποφασίσω... Έπειτα διάβασε ξανά και ξανά τη συγκεκριμένη παράγραφο, σε μια προσπάθεια να την αποστηθίσει. Δεν είχε την παραμικρή ιδέα πού έπεφταν οι δύο πόλεις, πόσο μάλλον οι ναοί που ανέφερε ο Περσέας, μα ήξερε πως δε θα ήταν δύσκολο να τους βρει.

Digitized by @PriOri™

Page 344: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

344 Γιώργος Μπουλακάκης

'"Ισως είναι δυσάρεστο το γεγονός πως δεν έχεις τη δυνατότητα να αποκτήσεις τους θησαυρούς αυτούς αν δεν επιστρέψεις κυρίαρχος στη χώρα. Η περιουσία αυτή ωστόσο προορίζεται να ενισχύσει τον Φίλιπ-πο, το βασιλιά της Μακεδονίας, και όχι τον Φίλιππο το γαιοκτήμονα ή τον έμπορο. Να θυμάσαι πως η απληστία στάθηκε αφορμή πολλών δει-νών και πως όσο και αν το ποσό τώρα σου φαίνεται κολοσσιαίο, δεν εί-ναι παρά ένα μικρό μέρος όσων απαιτεί η διακυβέρνηση του βασιλείου και η συγκέντρωση ενός αξιόμαχου στρατού. Και πάλι σου τονίζω πως προτιμώ ο χρυσός αυτός να παραμείνει στη θέση του, αν πρόκειται να κινδυνεύσει έστω και μία τρίχα της κεφαλής σου. Καταραμένη να είναι η ψυχή μου στον Άδη, αν με την επιστολή μου αυτή σε οδηγήσω σε κά-ποια ανοησία που θα σου στοιχίσει τη ζωή!

Εύχομαι, καθώς γράφω αυτά τα λόγια, η Τύχη να φέρει στην τελι-κή μάχη με τους Ρωμαίους τα πράγματα έτσι ώστε να νικήσω και να μη χρειαστεί ποτέ να διαβάσεις αυτές τις γραμμές, να σου διηγηθεί κά-ποτε η μητέρα σου την ιστορία της φυγαδεύσεώς σου σαν ένα μύθο με ευτυχή κατάληξη. Αν όχι, τουλάχιστον θα πεθάνω με την ευχαρίστηση πως έκανα το παν για να σώσω εσένα και να δώσω μια δεύτερη ευκαι-ρία στην πατρίδα μου.

Σε ασπάζομαι με όλη μου τη στοργή ο πατέρας σου, Περσεύς ο Μακεδών"

Ο Ανδρίσκος, ο έφηβος που μέσα σε μια νύχτα μεταμορφώθηκε σε Φίλιππο, ο γιος του Κρητικού μέτοικου, που έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη ο γιος του τελευταίου βασιλιά της Μακεδονίας, διάβασε αρ-γά την τελευταία παράγραφο. Δεν απευθυνόταν σε εκείνον, ήταν πε-ρισσότερο μια ευχή, μια σιωπηρή προσευχή να ανατραπεί η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων μια ευχή που δυστυχώς δεν εισακούστηκε. Αισθάνθηκε κάποιον οίκτο στη σκέψη του πόνου και των ταπεινώσεων που πρέπει να υπέφεραν ο Περσέας και η Αρίστη, μα αυτά ήταν πα-ρελθόν. Τώρα νέοι ορίζοντες ανοίγονταν μπροστά του· μια περιπέτεια αδιανόητη πριν από τη χθεσινή μέρα τον περίμενε. Ο πατέρας του πραγματικά του πρόσφερε την ευκαιρία μιας ζωής και θα πρέπει να

Digitized by @PriOri™

Page 345: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 345

ήταν αφελής για να πιστέψει πως ο γιος του θα προτιμούσε την ήσυχη ζωή του εύπορου αστού! Θα γυρνούσε στη γη των προγόνων του να διεκδικήσει τα δικαιώματα του και, μα τον Δία, καμία δύναμη στην οι-κουμένη δε θα τον σταματούσε. Ευδιάθετος δίπλωσε το έγγραφο, το έχωσε κάτω από το στρώμα και πήγε στο μαγειρείο να πάρει λίγο ψω-μί και προσφάι. Η Αλκιθόη τον είδε φευγαλέα μέσα από το γυναικω-νίτη να κατεβαίνει το κλιμακοστάσιο και τρόμαξε. Η λάμψη στο πρό-σωπό του δεν προμήνυε τίποτα ευχάριστο για το μέλλον.

Digitized by @PriOri™

Page 346: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Κεφάλαιο Δέκατο Ένατο

Ο τάφος του Κρητικού μέτοικου που έφτασε δεκαπέντε χρόνια πριν στην πόλη με την οικογένειά του βρισκόταν στο βόρειο νεκροταφείο, εκεί όπου συνήθως έθαβαν τους δούλους και τους ξένους. Το τοπίο δεν ήταν ειδυλλιακό, μερικά σκόρπια δέντρα σε έναν κατά τα άλλα γυμνό από κάθε ίχνος πράσινου ξερότοπο, αλλά το απέριττο μνημείο του άντρα βρισκόταν κάτω από ένα κυπαρίσσι και στον έφηβο άρεσε να συνοδεύει τη μητέρα του στο μικρό περίβολο και να ρεμβάζει κα-θισμένος στη ρίζα του δέντρου, κοιτώντας προς τη θάλασσα. Ήταν ο μεγάλος του καημός και ο κρυφός του πόθος η θάλασσα, ονειρευόταν από μικρός τη μέρα που θα έμπαινε σε ένα μεγάλο πλοίο και θα ξεκι-νούσε για τη μεγάλη περιπέτεια. Σήμερα όμως δεν είχε καιρό για ονει-ροπολήσεις. Άφησε τις προσφορές του, ένα μυροδοχείο* με έλαιο που πήρε στην αγορά και ένα στεφάνι από άνθη που είχε πλέξει η Κυνί-σκη, κάτω από τη στήλη και στάθηκε λίγο δίπλα στο μνημείο, πριν πά-ρει την αγαπημένη του θέση δίπλα στο δέντρο.

* Μικρά ατρακτόσχημα αγγεία ύψους κατά μέσο όρο 10 εκατοστών, που συνόδευαν συχνά τους νεκρούς ως προσφορές στον τάφο, αλλά αφήνονταν και μετά την ταφή ως προσφορές στις βάσεις των επιτύμβιων στηλών. Συνήθως περιείχαν αρώματα ή έλαιο. Παλαιότερα οι αρχαιολό-γοι τα είχαν ονομάσει δακρυδόχους επειδή, σύμφωνα με μια "ρομαντική" ερμηνεία, περιείχαν τα δάκρυα των συγγενών, όμως η ερμηνεία αυτή δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική.

Digitized by @PriOri™

Page 347: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 347

Το απόγευμα τούτο δε θα ήταν υποχρεωμένος να υπομείνει το σιω-πηλό θρήνο και τα δάκρυα της Αλκιθόης που πίστευε πως ο ίσκιος του άντρα της μπορούσε να ακούσει τους όρκους πίστης και τις παρακλή-σεις της από τον Αδη. Ο Λυσίμαχος του είχε πει κάποτε πως η ζωή εί-ναι ένα μικρό, συχνά οδυνηρό διάλειμμα στην ανυπαρξία και, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της Αλκιθόης να τον μυήσει στη λατρεία της Ίσιδος, η πεποίθηση αυτή δεν είχε εκριζωθεί ποτέ από μέσα του· βα-θιά μέσα του ήξερε πως ο επιβλητικός γίγαντας δεν ήταν πια παρά μια αρμαθιά κόκαλα. Είχε χρησιμοποιήσει την επίσκεψη στον τάφο του πατέρα του σαν δικαιολογία. Δεν περίμενε κάποια υπερκόσμια συμ-βουλή του νεκρού Λυσίμαχου, απλώς επιθυμούσε όσο τίποτε άλλο να απομονωθεί μερικές στιγμές μακριά από την πόλη και τη βουή της, να σχεδιάσει ψύχραιμα τα επόμενα βήματά του. Την απόφαση να φύγει από την πόλη που μεγάλωσε την είχε πάρει ήδη την πρώτη νύχτα που έμαθε την αλήθεια, έπρεπε ωστόσο να σκεφτεί καλά πού θα στραφεί για βοήθεια.

«Δεν είσαι κι εσύ εδώ, να μου πεις καμιά ιδέα!» αναστέναξε κοι-τώντας τον τάφο. Δεν τον απασχολούσε καν το ενδεχόμενο πως ο κη-δεμόνας του, αν ζούσε, θα τον απέτρεπε να φύγει, ακριβώς όπως έκα-νε και η Αλκιθόη το προηγούμενο απόγευμα. Ο διάλογός τους είχε διακοπεί απότομα, όταν ο έφηβος, εκνευρισμένος και αδυνατώντας να βρει πειστικές απαντήσεις στις ικεσίες της θετής του μητέρας, ση-κώθηκε κι έφυγε από το τραπέζι όπου δειπνούσαν. Οι παραινέσεις και τα λογικά επιχειρήματα της γυναίκας, πως ήταν καθαρή τρέλα να ξεκινήσει μια τέτοια περιπέτεια τώρα που η Ρώμη βρισκόταν στο από-γειο της ισχύος της, ηχούσαν σαν κενές νοήματος λέξεις στα αυτιά του.

«Δε με ενδιαφέρει μόνο να νικήσω, μητέρα, θέλω πρώτα απ' όλα να εκδικηθώ τους φονιάδες του πατέρα μου! Αλλιώς δεν είμαι άξιο τέ-κνο όλων αυτών των σπουδαίων αντρών που έλεγες χτες! Είμαι από γενιά πολεμιστών, δε θέλω να κάθομαι να φτιάχνω όπλα και ασπίδες σε όλη μου τη ζωή!» είχε φωνάξει θολωμένος από οργή, αδιαφορώ-ντας αν τον άκουγαν οι δούλοι έξω από τον ανδρώνα.

«Καλά, τη δική σου ζωή δεν την υπολογίζεις* εμένα δε με σκέ-φτεσαι, που θα με στείλεις μια ώρα νωρίτερα στον τάφο; Πιστεύεις

Digitized by @PriOri™

Page 348: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

348 Γιώργος Μπουλακάκης

πως ο πατέρας σου θα ευχαριστηθεί, αν πας να τον συναντήσεις, έφη-βος ακόμα, στον Άδη; Έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου, γιε μου, μην την πετάς άσκοπα!» τον εκλιπαρούσε η γυναίκα. Μάταια όμως, ο ξε-ροκέφαλος Ανδρίσκος ήταν αμετάπειστος.

Στη θύμηση του διαλόγου ο νεαρός σηκώθηκε όρθιος και άρχισε να βηματίζει νευρικά. Ήξερε πως η γυναίκα που τον είχε αναθρέψει έλεγε ό,τι έλεγε για το καλό του, μα η υπομονή, η απάθεια και η υπα-κοή δεν ήταν ίδιον του παρορμητικού χαρακτήρα του. Η ματιά του έπε-σε πάνω στην επιγραφή της στήλης. "Κύδας Αγορακρίτου Γορτύνιος" διάβασε. Μα τον Δία, με την ψυχή βαριά έφυγες κι εσύ, δύσμοιρε πα-τέρα. Άσχημο πράγμα να ζεις χρόνια ολόκληρα, πόσο μάλλον να εί-σαι θαμμένος κάτω από ένα ψεύτικο όνομα, κούνησε το κεφάλι με πε-ρίσκεψη. Πήρε ένα χαλίκι από το χώμα και χάραξε πρόχειρα πάνω στο μάρμαρο, στο πίσω μέρος της στήλης, "Λυσίμαχος Μακεδών". Κι εσύ αυτό θα ήθελες, σκέφτηκε, αλλά πάνω απ' όλα, ακόμα και πέρα απ' το θάνατο, το καθήκον... Ποια είναι λοιπόν αυτή η τόσο υπέροχη πατρίδα, αυτός ο βασιλιάς που μπορεί να εμπνεύσει τέτοια πίστη, τέ-τοια αφοσίωση; Ίσως, αν ήσουν ζωντανός, να μου έλεγες πως δεν αξί-ζει τον κόπο η προσπάθεια, όμως αυτή σου η αυταπάρνηση και μόνο είναι το ισχυρότερο επιχείρημα για το αντίθετο, προστάτη και κηδε-μόνα μου!

Πετώντας μακριά το χαλίκι, ξανάρχισε να βηματίζει και να συλ-λογίζεται πιο πρακτικά προβλήματα. Ήξερε πως ο τελευταίος άν-θρωπος στη γη που θα μπορούσε να απευθυνθεί για βοήθεια ήταν ο βασιλιάς Άτταλος, και η δεύτερη χειρότερη επιλογή ήταν ο Φιλομή-τωρ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου. Η πρώτη δουλειά και των δύο θα ήταν να τον συλλάβουν και να τον στείλουν αλυσοδεμένο στους εχθρούς της οικογένειάς του για εκτέλεση. Όλοι αυτοί είχαν ξεχάσει προ πολλού τη μακεδονική καταγωγή τους και χόρευαν στο ρυθμό που τραγου-δούσε η Ρώμη. Όσο για τις πόλεις της νοτίου Ελλάδας, ούτε γι' αστείο, αυτοί βλέπουν μια ισχυρή και ανεξάρτητη Μακεδονία σαν τύραννο, σαν εχθρό που μονίμως επιβουλεύεται την ελευθερία και την αυτονο-μία τους. Όχι, αλλού έπρεπε να ψάξει για βοήθεια, δε χρειαζόταν ιδι-αίτερη ευφυΐα για να το καταλάβει.

Digitized by @PriOri™

Page 349: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 349

Το μόνο βασίλειο που δεν υπάκουε ακόμη τυφλά στα προστάγμα-τα των Λατίνων, απ' όσο γνώριζε τουλάχιστον, ήταν εκείνο των δια-δόχων του Σέλευκου, του στρατηγού του Αλεξάνδρου. Αν οι διηγήσεις που είχε ακούσει κάποτε από τον πατέρα του ήταν ακριβείς, οι βασι-λείς της Αντιόχειας είχαν συγκρουστεί αρκετές φορές με τις λεγεώ-νες, πάντα δυστυχώς χωρίς επιτυχία. Και ο Αννίβας ο Καρχηδόνιος, όταν νικήθηκε τελικά, στο βασίλειο του Αντίοχου δεν είχε καταφύγει; Λογικά δε θα αρνηθούν άσυλο στο γιο του τελευταίου Μακεδόνα, στο κάτω κάτω κι αυτοί συμπατριώτες μου είναι! Δεν ξέρω αν θα μου προ-σφέρουν βοήθεια ή στρατιώτες, μα τουλάχιστον δε θα με συλλάβουν να με στείλουν στη Ρώμη σιδηροδέσμιο, αν αντιληφθούν πως σχεδιά-ζω να επιστρέψω στη Μακεδονία, συλλογιζόταν με υπέρμετρη απλοϊ-κότητα ο έφηβος που δε γνώριζε και πολλά από διεθνείς σχέσεις και πολιτική.

Την ιδέα την επεξεργαζόταν τις τελευταίες δύο μέρες στο μυαλό του μα εδώ, στην ηρεμία του δειλινού, βλέποντας τον ήλιο να χάνεται στο βάθος του ορίζοντα και τα τελευταία αλιευτικά σκάφη να διαπλέ-ουν τον Ιδαίο κόλπο, οριστικοποίησε την απόφασή του. Θα έμπαινε στο πρώτο πλοίο που θα έφευγε από το μικρό επίνειο του Αδραμύττιου για κάποιο από τα λιμάνια του πλούσιου και ισχυρού κράτους των Σε-λευκιδών ή, αν δεν έβρισκε απευθείας πλοίο για την Αντιόχεια, μπο-ρούσε πάντα να φύγει διά ξηράς για τα μεγάλα λιμάνια της Σμύρνης, της Μιλήτου ή της Εφέσου· οπωσδήποτε κάποιος έμπορος από τη με-γάλη μητρόπολη της Ανατολής θα είχε φέρει στις αγορές των πόλεων αυτών τα υφάσματα και τα γυαλικά του προς πώληση. Χαμογέλασε αυτάρεσκα, μ' αυτή την αφέλεια της πρώτης νιότης και τη βεβαιότητα που διακρίνει όλους τους έφηβους για την ορθότητα των αποφάσεών τους, και κίνησε για την πόλη με βήμα γοργό. Όσο και αν δεν πίστευε στα φαντάσματα, τις Λάμιες και τα άλλα τρομακτικά όντα που έχει πλάσει η φαντασία των ανθρώπων, δεν είναι και ευχάριστο πράγμα να σε προλαβαίνει η νύχτα καταμεσής ενός νεκροταφείου!

* * * * * * *

Digitized by @PriOri™

Page 350: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

350 Γιώργος Μπουλακάκης

Τις σκέψεις του τις κοινοποίησε στην Αλκιθόη το ίδιο βράδυ, μετά το λιτό δείπνο στο μικρό ανδρώνα. Περίμενε να βρεθεί μπροστά σε ένα ξέσπασμα οργής της γυναίκας, σε έναν καταιγισμό δακρύων ανά-μεικτων με αντιρρήσεις και σπαραξικάρδιες ικεσίες.

Αντί γι' αυτό, η γυναίκα τον άκουσε σαν την προσωποποίηση της γαλήνης, όρθια, με σταυρωμένα τα χέρια και απάντησε με χαμηλή φωνή «Δεν υπάρχει λόγος να κάνουμε τώρα τη συζήτηση αυτή. Κα-λύτερα να κοιμηθούμε και αύριο το πρωί, μετά τη σχολή, μπορούμε, αν το επιθυμείς, να μιλήσουμε ήρεμα.»

Όταν γύρισε το μεσημέρι στην κατοικία τους, η γυναίκα, παρά τη συνήθειά της να κάθεται στον ιστό της τέτοια ώρα, τον περίμενε όρ-θια έξω από το γυναικωνίτη. Είχε στο βλέμμα της μια ηρεμία πραγ-ματικά ολύμπια, έδειχνε άνθρωπο που έχει πάρει τις δικές του απο-φάσεις. Με ένα νεύμα τον κάλεσε επάνω και χωρίς να πει λέξη, τον οδήγησε στο μικρό θησαυροφυλάκιο. Μόνο εκεί μπορούσαν να απο-μονωθούν μακριά από αδιάκριτα αυτιά. Μόλις η θύρα ασφάλισε πί-σω της, ο νεαρός άνοιξε πρώτος το στόμα του:

«Ομολογώ πως με εξέπληξες ευχάριστα χτες, μητέρα, περίμενα το λιγότερο να αρχίσεις να φωνάζεις και να κλαις, για να μην πω ότι δε θα εκπλησσόμουν αν έβρισκα εδώ δυο τρία παιδιά από το εργα-στήριο να με δέσουν χειροπόδαρα για να μην πάω πουθενά! Μπορώ να μάθω την αιτία της ψυχραιμίας σου;»

Τα υγρά μάτια της Αλκιθόης δε διακρίνονταν στο αμυδρό φως του λυχναριού, μα η φωνή της ήταν τελείως άχρωμη, όταν απάντησε στον έφηβο.

«Μην αστεΐζεσαι τέτοια ώρα, ξέρεις πως ποτέ δε θα σήκωνα χέρι στο βασιλιά μου... Μεσολάβησαν ωστόσο άλλα γεγονότα που με υπο-χρεώνουν να δεχτώ την απόφαση σου. Δυστυχώς, ήρθε εχθές, την ώρα που έλειπες στο νεκροταφείο, ένας από τους κλητήρες του έπαρχου. Ο Πεισίας δε σε κατηγορεί απλά για αναίτια επίθεση και σωματικές βλάβες, αλλά θέλει να δικαστείς για απόπειρα φόνου. Σε τρεις μέρες πρέπει να παρουσιαστείς μπροστά του με κάποιο συνήγορο* από τους

* Στην αρχαία Αθήνα τουλάχιστον ο συνήγορος δεν ήταν επαγγελματίας "δικηγόρος", αλλά κά-ποιος εύγλωττος φίλος του κατηγορούμενου. Το αττικό δίκαιο λίγο ως πολύ ήταν αυτό που έφε-ραν στην Ανατολή ο Μέγας Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του.

Digitized by @PriOri™

Page 351: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

φίλους του πατέρα σου. Στη Γόρτυνα, απ' όπου υποτίθεται πως κα-ταγόμαστε, θα είχα το δικαίωμα να παραστώ στη δίκη και να μιλήσω για εσένα, εδώ όμως πρέπει να εκπροσωπηθείς από κάποιον άντρα*. Φοβούμαι πως αν γίνει δεκτή μια τέτοια κατηγορία, η ποινή θα είναι πολύ χειρότερη από ένα απλό πρόστιμο. Και γνωρίζεις πολύ καλά πως ο Πεισίας έχει τα μέσα να πετύχει μια καταδικαστική απόφαση!»

Ακολούθησαν μερικές στιγμές σιωπής, που έσπασε ο έφηβος. «Δεν έχεις αντίρρηση να φύγω από κοντά σου;»

«Όσο και αν σπαράζει η καρδιά μου, οφείλω να παραδεχτώ πως δεν υπάρχει πια για εσένα θέση στην πόλη αυτή. Πρέπει να φύγεις μα-κριά όχι απλώς από το Αδραμύττιο, αλλά από το βασίλειο της Περγά-μου γενικά. Κινδυνεύεις αν μείνεις εδώ- ίσως όχι με εκτέλεση, μια δή-μευση της περιουσίας μας ωστόσο και μια εξορία θα ήταν καταστρε-πτική για το μέλλον σου! Είναι οδυνηρό, αλλά πρέπει να σε αποχωρι-στώ και μάλιστα άμεσα, πριν παρουσιαστείς στη δίκη, ώστε να πάρεις μαζί σου και το χρυσό που σου ανήκει. Το αν θα κυνηγήσεις το όνει-ρο σου, να γυρίσεις βασιλιάς στην πατρίδα του πατέρα σου, είναι πλέ-ον αποκλειστικά δική σου υπόθεση, δεν έχω δυστυχώς καμία δύναμη να επηρεάσω τη μοίρα σου. Αυτό που μπορώ να κάνω είναι να σε συμ-βουλεύσω για τελευταία φορά, όπως έκανα πάντα. Να φυλάγεσαι από την κακία και την πονηρία των ανθρώπων, πάντα να έχεις στο νου σου ότι οι άλλοι σε επιβουλεύονται και θέλουν να σε παραπλανήσουν, να σου αποσπάσουν χρήματα ή να σε καταστρέψουν. Αυτό, και να προ-σεύχομαι καθημερινά στη μεγάλη θεά, την Ίσιδα που ακούει και εκ-πληρώνει τις ευχές των απλών ανθρώπων, να σε προστατεύει.»

«Κι εσύ, μητέρα; Τι θ' απογίνεις;» «Μην ανησυχείς, δε θα πάθω τίποτα. Θα ζητήσω από τον Νικο-

μαχίδη, τον καλό φίλο του πατέρα σου... εννοώ του Λυσίμαχου» κό-μπιασε η Αλκιθόη, «να με συνοδεύσει στον έπαρχο. Θα πω ότι σε έστειλα στην οικογένεια του αδελφού του πατέρα σου στην Κρήτη και

* Το δίκαιο της Γόρτυνας ήταν πολύ φιλελεύθερο σε ό,τι αφορά τη θέση των γυναικών, αντίθε-τα με το αττικό δίκαιο. Στην πόλη της Κρήτης η γυναίκα είχε το δικαίωμα περιουσίας, αλλά και να εκπροσωπεί η ίδια τον εαυτό της, χωρίς να απαιτείται η παρουσία προστάτη.

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 351

Digitized by @PriOri™

Page 352: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

352 Γιώργος Μπουλακάκης

θα προθυμοποιηθώ να καταβάλω το πρόστιμο που θα μου επιβάλει ο έπαρχος για τη φυγοδικία σου. Δεν πιστεύω να είναι και υπέρογκο το ποσό. Εξάλλου θα υποστηρίξω, και νομίζω πως και ο Νικομαχίδης θα συμφωνήσει, πως η απομάκρυνσή σου από την πόλη αυτή είναι αρκε-τή τιμωρία. Έπειτα θα δεσμευτώ πως θα επιστρέψεις στην πόλη μόνο μετά το θάνατο μου και θα ικετεύσω τη συγνώμη του κατηγόρου σου.»

«Δε θα ήθελα να εξευτελιστείς στα μάτια αυτού του σιχαμερού σκουληκιού, να εκλιπαρήσεις τη συγνώμη του! Άλλο πράγμα όμως εν-νοούσα- τι θα κάνεις στη ζωή σου από τώρα και στο εξής;»

Η Αλκιθόη ένωσε τα χέρια μπροστά στο πρόσωπο σαν σε προ-σευχή και σιώπησε λίγο χαμογελώντας.

«Ξέρεις, γιε μου, δεν είμαι πια η φτωχή αδύναμη δούλα που ανα-ζητούσε απελπισμένα τον άντρα της στις πόλεις και τα όρη της Μακε-δονίας! Η ανόητη, η ανυπεράσπιστη, η εξαρτώμενη για τη ζωή της από την καλοσύνη ή την ανοχή των άλλων. Στην πόλη αυτή είμαι η δέσποι-να Άλκηστη, η σεβάσμια χήρα του πλούσιου και ευυπόληπτου Κύδα, μια γυναίκα που έχει τη μοίρα της στα χέρια της!»

«Και με ποιους ανθρώπους θα μοιραστείς την υπόλοιπη ζωή σου, μάνα; Η σκέψη που με εμποδίζει να φύγω με την καρδιά ήσυχη είναι το πού θα σε αφήσω... Μόλις νικήσω στη Μακεδονία, θα στείλω αν-θρώπους να σε φέρουν κοντά μου!»

«Η θέση μου είναι εκεί που βρίσκεται ο τάφος του Λυσίμαχου, γιε μου, μη μου κάνεις τέτοιο κακό και με απομακρύνεις από κοντά του. Εδώ έζησα τα πιο ευτυχισμένα χρόνια της ζωής μου και εδώ δίπλα στον άντρα μου επιθυμώ να με θάψουν. Και όσο για συντροφιά, τό-σοι δούλοι ζουν γύρω μου και όλους τους αισθάνομαι δικούς μου αν-θρώπους. Οι μικρές που έχω πάντα δίπλα μου στο γυναικωνίτη είναι σχεδόν σαν θυγατέρες μου! Και με επιστάτες σαν τον Σπίνθαρο στο εργαστήριο, ποτέ δε θα κινδυνεύσω να χρεοκοπήσω και να έχω κα-κά γεράματα. Ξέρεις, επειδή κι εγώ δούλα ήμουν, γνωρίζω πώς πρέ-πει και πώς περιμένουν οι άνθρωποι μας να συμπεριφερθεί μια σω-στή δέσποινα, γι' αυτό και όλοι με αγαπούν και θα με φροντίζουν ως το τέλος μου. Όχι, αγαπημένο μου παιδί, φύγε και μη νοιάζεσαι για μένα...»

Digitized by @PriOri™

Page 353: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 353

«Όπως επιθυμείς» απάντησε ο Ανδρίσκος, χωρίς να επιμείνει πε-ρισσότερο. Η επιθυμία της γυναίκας σήμαινε την οριστική αποδέ-σμευση από το παρελθόν και, όσο κι αν δίσταζε να το ομολογήσει στον εαυτό του, την απαλλαγή από περιττά βάρη, αν μπορεί να χα-ρακτηρίσει κανείς έτσι τη γυναίκα που τον ανάθρεψε. «Μπορώ να δω το χρυσό που βρίσκεται στη διάθεσή μου;»

Δίχως να απαντήσει, η γυναίκα πήγε στο δεύτερο κιβώτιο και το άνοιξε. Η λάμψη του άργυρου φώτισε το μικρό χώρο. Ο έφηβος έμει-νε έκπληκτος από την ποσότητα των αργυρών νομισμάτων με την κί-στη του Διονύσου* και των χρυσών νομισμάτων του Αλέξανδρου του Κατακτητή, και γύρισε στη μητέρα του.

«Τέσσερις δούλους χρειάζομαι να μεταφέρουν όλα αυτά τα νομί-σματα! Μάλλον θα πάρω μόνο το χρυσό και τα κοσμήματα, ίσως και λίγα αργυρά νομίσματα για το δρόμο. Μαζί μου θα πάρω και τον Αγα-θοκλή, η πείρα του θα μου χρειαστεί· άλλο δούλο δε χρειάζομαι.»

«Μα είναι η περιουσία του παππού σου, δεν ανήκει ούτε σε εμέ-να ούτε σε κανέναν άλλο! Τι να τα κάνω εγώ τόσα χρήματα;»

«Περίμενε πρώτα να δεις τι πρόστιμο θα πληρώσεις για τη φυγο-δικία, μητέρα, ίσως σου χρειαστούν... Έπειτα τα υπόλοιπα κατάθε-σέ τα σε κάποια τράπεζα στην πόλη μας και, αν τα χρειαστώ ποτέ, θα στείλω ανθρώπους μου από τη Μακεδονία με δική μου γραφή. Όταν θα κυβερνήσω, θα χρειαστώ όχι λίγα χρήματα για τον προσωπικό μου πόλεμο!» παρατήρησε μειδιώντας ο φιλόδοξος νέος που μοναδικό όπλο είχε την ακράδαντη πίστη του στην επιτυχία της αποστολής, μια πίστη βασισμένη αποκλειστικά στην άγνοια του κινδύνου. Ο έφηβος τα έβλεπε όλα απλά και εύκολα· είχε την τρέλα ή την ανοησία να πι-στεύει πως ο δρόμος του στην Αντιόχεια θα ήταν στρωμένος με ρο-δοπέταλα, πως ο βασιλιάς Δημήτριος θα τον υποδεχόταν με τιμές βα-σιλικές.

* Τα κιστοφορικά λεγόμενα νομίσματα κυκλοφορούσαν ευρέως στη Μικρά Ασία, και όχι μόνο, ήδη από το 2ο π.Χ. αιώνα και μέχρι και τα χρόνια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ονομάζονταν έτσι γιατί στη μία όψη έφεραν παράσταση με την "κίστη" (καλάθι) του Διονύσου μέσα από την οποία βγαίνει ένα φίδι.

Digitized by @PriOri™

Page 354: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

354 Γιώργος Μπουλακάκης

Η γυναίκα περιορίστηκε σε ένα βεβιασμένο χαμόγελο. Ήταν πο-λύ περισσότερο ανήσυχη από τον Ανδρίσκο, αλλά δεν τολμούσε να ξε-στομίσει την παραμικρή αμφιβολία για τα σχέδιά του. Γνώριζε πως, έτσι όπως είχαν εξελιχθεί τα πράγματα, η φυγή ήταν αναγκαίο κακό. Ποτέ δε θα επέτρεπε στο μονάκριβο γιο της να φύγει από κοντά της σε τόσο νεαρή ηλικία, θυμόταν ωστόσο την οργή του Λυσίμαχου για τον τρόπο με τον οποίο απένεμε τη δικαιοσύνη ο εκπρόσωπος του βα-σιλιά της Περγάμου, όταν έμεναν μόνοι τους τα βράδια στον κοιτώνα τους. Ο Πεισίας ήταν άντρας με επιρροή και οι προθέσεις του ήταν άγνωστες. Είχε ακούσει στο παρελθόν τον άντρα της να μιλά για αδι-καιολόγητες, εξοντωτικές ποινές ή ακόμα και εκτελέσεις με ασήμα-ντη αφορμή. Έτσι είχε πάρει με πόνο ψυχής την απόφαση να απομα-κρύνει από την πόλη τον Ανδρίσκο, μακριά από τις σωτήριες συχνά συμβουλές της. Δε θα επέτρεπε ωστόσο οι προσπάθειες και οι κόποι ετών να πέσουν στον Καιάδα εξαιτίας ενός ποταπού ανθρώπου! Το ευτύχημα ήταν πως ο έφηβος είχε πρώτος προτείνει να τον συνοδεύ-σει στη μεγάλη περιπέτεια ο Αγαθοκλής· η γυναίκα ήδη από την προη-γούμενη μέρα είχε μιλήσει με τον παιδαγωγό και είχαν συμφωνήσει να φύγει ο γέροντας μαζί του. Ήταν συνετός άνθρωπος ο Αγαθοκλής, θα βοηθούσε το νεαρό να αποφύγει πολλές κακοτοπιές, αρκεί ο Ανδρί-σκος να είχε τη σύνεση να μην παρασύρεται από την παρόρμηση της στιγμής, όπως συνήθιζε τα τελευταία χρόνια, και να ακούει τις συμ-βουλές του γέροντα.

Η μητρική καρδιά της ποτέ δε θα ξεπερνούσε βέβαια την πληγή από τον πρόωρο αποχωρισμό, κι ας μην ήταν πραγματικό της παιδί ο έφηβος. Τα καθησυχαστικά της λόγια, αν και όχι εντελώς αναληθή, μόνο σκοπό είχαν να τον βοηθήσουν να φύγει χωρίς τύψεις, αν και ο έφηβος δεν παρουσίαζε παρόμοιους δισταγμούς. Γεμάτος αυτοπε-ποίθηση, ρώτησε αν θα έπαιρνε τώρα τα απαραίτητα έγγραφα και χρή-ματα για τη μετάβαση στην Αντιόχεια.

«Αύριο το πρωί, πριν χαράξει, θα έχω τα πάντα έτοιμα, νομίζεις ότι θα έχω νου για οτιδήποτε άλλο ή ότι θα κοιμηθώ τη σημερινή νύχτα; Ήδη έστειλα τους ανθρώπους μας και ναύλωσαν ένα εμπορικό πλοίο· αύριο το πρωί θα σας περιμένει στο λιμάνι για να σας μεταφέρει ως

Digitized by @PriOri™

Page 355: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 355

Ο Νικομαχίδης, ειδοποιημένος από τη χήρα, είχε μετρήσει στους τέσσερις φύλακες της πύλης που οδηγούσε στη θάλασσα από σαράντα αργυρά τετράδραχμα ήδη από το προηγούμενο απόγευμα, μόνο και μόνο για να ανοίξουν την πύλη νωρίτερα από το κανονικό. Δεν είχαν φανταστεί βέβαια οι προύχοντες που την επομένη μέρα θα εκδίκαζαν την υπόθεση του νεαρού πως θα απομακρυνόταν έτσι εσπευσμένα από τη μόνη πατρίδα που γνώρισε, μακριά από τη μητέρα, τον τάφο του πα-τέρα, τους φίλους και το γνώριμο περιβάλλον του*, έτσι δεν είχαν δώ-σει εντολή να απαγορευτεί η έξοδος στο γιο του Κρητικού μέτοικου. Η Αλκιθόη όμως προτίμησε να θυσιάσει μερικά αργυρά νομίσματα προκειμένου να είναι ήσυχη πως δε θα συμβεί κάτι απρόοπτο στα τεί-χη της πόλεως.

«Με τον ίδιο τρόπο σε είχε φυγαδεύσει από τα τείχη της Βέροιας και ο πατέρας σου, βρέφος ακόμα. Νομίζω πως κι εκείνος, αν ήταν εδώ, το ίδιο θα είχε κάνει. Όταν κατέβω στον Άδη να συναντήσω τη σκιά του, θέλω να με καλωσορίσει και να με αγκαλιάσει, όχι να με αποπάρει γιατί δεν ολοκλήρωσα το χρέος του επειδή λυπήθηκα λίγο άργυρο!» είπε ήσυχα στο παιδί που της έλεγε πως δεν υπήρχε λόγος να ξοδεύει χρήματα άσκοπα, όταν έμαθε για τη δωροδοκία.

Πριν λαλήσει ο πρώτος πετεινός, με τη συνοδεία ενός δούλου που κρατούσε ένα φανό, ο Ανδρίσκος, η μητέρα του, ο γέρος παιδαγωγός και οι δύο νεαρές ακόλουθες της γυναίκας πέρασαν δίχως προβλήματα

* Η εξορία, η απομάκρυνση από την πατρίδα γενικά ήταν φοβερή τιμωρία κατά την αρχαιότη-τα. Κατά την ελληνιστική περίοδο η προσκόλληση αυτή πρέπει να είχε υποχωρήσει σε σχέση με την κλασική περίοδο, εξακολουθούσε ωστόσο να υφίσταται.

* * * * * * *

τη Σμύρνη. Από εκεί προχώρα με την ευχή της Ίσιδος να πραγματο-ποιήσεις τα σχέδια και τα όνειρά σου, παιδί μου» είπε και τον αγκά-λιασε φιλώντας τον στο μέτωπο.

«Έχουμε καιρό για συγκινήσεις αύριο, μητέρα. Σου υπόσχομαι πάντως σήμερα όλη τη μέρα να την περάσουμε μαζί» απάντησε ο Ανδρίσκος βγαίνοντας από το δωμάτιο.

Digitized by @PriOri™

Page 356: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

356 Γιώργος Μπουλακάκης

και διατυπώσεις την πύλη. Οι φύλακες, που τους περίμεναν, περιορί-στηκαν σε ένα νεύμα χαιρετισμού και επέστρεψαν ανακουφισμένοι στο φυλάκιο να συνεχίσουν τον ύπνο τους. Βάδιζαν στη λιθόστρωτη οδό μέ-σα από τους πλούσιους ελαιώνες, με την Αλκιθόη να έχει κρεμαστεί από το βραχίονα του γιου της και να μην τον αφήνει στιγμή, μιλώντας του συνεχώς, συμβουλεύοντάς τον για το ταξίδι. Δεν είχε αντέξει να δει τον έφηβο να περνά μονάχος το πρόθυρο της κατοικίας τους και είχε τρέξει ξοπίσω του, συνοδευόμενη από τις μικρές δούλες της· η Κυνί-σκη και η Βομβύκη, αν και δε γνώριζαν ακριβώς τι συνέβαινε, δε σκό-πευαν να αφήσουν μόνη την αγαπημένη τους κυρία σε αυτή τη δοκι-μασία. Ακολουθούσαν σε απόσταση λίγων βημάτων τους δύο, ρωτώ-ντας γεμάτες περιέργεια το γέροντα λεπτομέρειες για τον προορισμό τους. Ο γέροντας απαντούσε με μισόλογα, αφού κι εκείνος δε γνώριζε πολλά· το μόνο που του είχε πει ο μαθητής του ήταν πως μάλλον δε θα ξαναγυρνούσαν ποτέ στο Αδραμύττιο. "Μην ανησυχείς, γέρο μου, σε περιμένουν τιμές και μεγαλεία δίπλα μου!" του είχε πει γελώντας αι-νιγματικά το προηγούμενο μεσημέρι, όταν του ανακοινώθηκε πως θα φύγει την επομένη με τον κύριό του προς άγνωστη κατεύθυνση.

Τα είκοσι στάδια που χώριζαν το Αδραμύττιο από το μικρό λιμάνι ποτέ δεν είχαν φανεί τόσο λίγα στη γυναίκα όσο εκείνο το καταραμέ-νο πρωινό του Αρτεμισίου. Ασυναίσθητα καθυστερούσε για να πα-ρατείνει το χρόνο που θα περνούσε με το γιο της. Εκείνος, αντίθετα, αδημονούσε να φτάσει το συντομότερο δυνατό στη θάλασσα. Στην αποβάθρα αναζήτησαν το μικρό εμπορικό σκάφος που είχε συμφω-νήσει να τους μεταφέρει στη Σμύρνη και μόλις το εντόπισαν, ο Αγα-θοκλής επιβιβάστηκε πρώτος και πήρε τη θέση του κάτω από το μικρό κατάστρωμα της πρύμνης, αφού πρώτα βεβαιώθηκε για πολλοστή φο-ρά πως το πολύτιμο δισάκι με το χρυσό κρεμόταν με ασφάλεια στον ώμο του Ανδρίσκου. Ο νεαρός, παρ' όλο που ανυπομονούσε να τον ακολουθήσει, θεώρησε καθήκον του να στραφεί στη γυναίκα που τό-σο στοργικά τον ανέθρεψε, για ένα σύντομο τελευταίο αποχαιρετισμό.

«Τι να σου πω, μητέρα; Δεν υπάρχουν λόγια...» Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του. Η γυναίκα κρεμάστηκε

στο λαιμό του, τον φιλούσε και έκλαιγε με γοερούς λυγμούς. Τα δύο

Digitized by @PriOri™

Page 357: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 357

κορίτσια είχαν σταθεί τρομαγμένα παραπίσω· πρώτη φορά έβλεπαν τη συνήθως ψύχραιμη κυρά τους σε παρόμοια κατάσταση. Ακόμα και όταν πέθανε ο κύριός τους, η Άλκηστη, εκτός από τη σπαρακτική κραυγή που άφησε τη στιγμή του θανάτου του, ποτέ ξανά δεν επέτρεψε να αντι-ληφθούν το θρήνο της με υστερικές εκδηλώσεις οδυρμού, όπως συνή-θιζαν οι χήρες της εποχής της· οι στιγμές που ένα δάκρυ ή ένας λυγμός ξέφευγε μπροστά τους ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ο Ανδρίσκος ανταπέδωσε τα φιλιά της γυναίκας αγκαλιάζοντάς την, μα σύντομα θέλησε να διακόψει τις εκδηλώσεις πόνου, δεν ήταν δυνα-τό να περιμένει περισσότερο· οι ναύτες ήδη έλυναν τα σκοινιά και ο ναύκληρος έδινε εντολές για τον απόπλου. Έπιασε τα χέρια της μάνας, που έμεναν σφιχτοπλεγμένα γύρω του, και προσπάθησε να αποδε-σμευτεί από την αρπάγη της.

«Πρέπει να φύγω, μητέρα... Εσύ ειδικά χρόνια τώρα γνώριζες πως θα ερχόταν η στιγμή να χωριστούμε, μην την κάνεις ακόμα πιο δύ-σκολη, σε ικετεύω. Αν μείνω εδώ, αύριο μας περιμένει ο δικαστής!»

Η αγκαλιά της γυναίκας χαλάρωσε και ο Ανδρίσκος κατέβασε μα-λακά τα χέρια της γυναίκας από πάνω του.

«Θα ξαναγυρίσω» είπε χαμηλόφωνα, φιλώντας τη για τελευταία φορά στο μέτωπο.

Εκείνη ένευσε καταφατικά με ένα μορφασμό που ισορροπούσε επικίνδυνα στα όρια μεταξύ μειδιάματος και λυγμού και, βρίσκοντας ξανά την εσωτερική δύναμη που τη χαρακτήριζε πάντα, έσπρωξε το νεαρό προς τη σανίδα που ένωνε το πλοίο με την προβλήτα. Γνώριζαν και οι δύο πως αυτές οι τελευταίες λέξεις ήταν ένα ψέμα, μα συχνά ένα αθώο ψέμα κάνει μια επώδυνη στιγμή περισσότερο υποφερτή.

Ο Ανδρίσκος, με το που μπήκε στο πλοίο, κρατήθηκε από την κου-παστή και έμεινε εκεί, με τα μάτια προσηλωμένα στη γυναίκα. Έμεινε κι εκείνη καθηλωμένη, ακίνητη στη θέση της, με το πρόσωπο ανέκ-φραστο, μα με το ίδιο ακαθόριστο βλέμμα που είχε η Αρίστη όταν ο Λυσίμαχος τον έπαιρνε και εξαφανιζόταν δεκαέξι χρόνια πριν από τη Βέροια, με τις δύο μικρές υποτακτικές της να την κρατάνε σφιχτά από τα χέρια για να μην καταρρεύσει. Έβλεπε το πλοίο να απομακρύνεται και μαζί του να παίρνει όχι μόνο το μονάκριβό της, μα και τα νιάτα της,

Digitized by @PriOri™

Page 358: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

358 Γιώργος Μπουλακάκης

την αποστολή για την οποία ζούσε και ανέπνεε ο αγαπημένος της άντρας, την ίδια τη χαρά και μόνη απαντοχή της ζωής της.

Σαν χορός από τραγωδία, συλλογίστηκε θλιμμένος ο επίδοξος βα-σιλιάς παρατηρώντας τις γυναίκες έως ότου τις έχασε απ' τα μάτια του, πίσω από την προκυμαία. Η δύσκολη στιγμή του χωρισμού είχε επιτέ-λους τελειώσει, ο έφηβος Ανδρίσκος άφηνε πίσω του την προοπτική της ήρεμης, συμβατικής ζωής που τον τρόμαζε, και μπορούσε να ατε-νίσει με αισιοδοξία ένα γεμάτο ελπίδες, μυριάδες κινδύνους και ηρω-ισμούς μέλλον. Πού θα τον οδηγούσαν οι Μοίρες δεν το γνώριζε ακό-μη, ίσως όμως τελικά η άγνοια αυτή είναι η σπουδαιότερη ευλογία και συνάμα η μεγαλύτερη κατάρα του ανθρώπινου γένους, συλλογίστηκε και τίναξε περήφανα πίσω το κεφάλι.

"Γεννημένος βασιλιάς" είχε ξεφύγει κάποτε από τα χείλη του Λυ-σίμαχου, καθώς τον θαύμαζε αγέρωχο πάνω στον Φοίνικα. Τότε δεν είχε καταλάβει το νόημα του επαίνου εκείνου, τώρα όμως που γνώρι-ζε την αλήθεια, μα τον Δία, θα έσκιζε τον Όλυμπο στα δύο για να μην τον βγάλει ψεύτη!

Digitized by @PriOri™

Page 359: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Επίλογος

Κάπου στο σημείο αυτό τελειώνει η μυθ-ιστορία και αρχίζει η πραγ-ματική ιστορία του τελευταίου ανθρώπου που βασίλεψε στη Μακεδο-νία, μια ιστορία που οπωσδήποτε δε διαφέρει και πολύ από ένα κα-λογραμμένο μυθιστόρημα. Στα ιστορικά βιβλία μπορεί κανείς να βρει λεπτομέρειες για την εξέγερση στη Μακεδονία, ωστόσο είναι νομίζω απαραίτητο να παραθέσω μια βραχεία σύνοψη των γεγονότων.

Ο Φίλιππος-Ανδρίσκος παρουσιάστηκε καταρχάς στην αυλή του βασιλιά Δημητρίου, στην Αντιόχεια, μάλλον για να ζητήσει τη βοήθειά του να επιστρέψει στη Μακεδονία, κύκλοι ωστόσο της εκεί αριστο-κρατίας άρχισαν να τον προβάλλουν ως ενδεχόμενο αντικαταστάτη του Δημητρίου και να ζητούν την παραίτηση του υπέρ του τελευταίου Αντιγονίδη. Ο Σελευκίδης, για να έχει το κεφάλι του ήσυχο, συνέλα-βε το σφετεριστή και τον έστειλε δέσμιο στη Ρώμη.

Η Σύγκλητος δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή στην περίπτωση του Φιλίππου, έτσι ο νεαρός δραπέτευσε από τον τόπο που τον είχαν πε-ριορίσει και έφτασε αρχικά στη Μίλητο, όπου άρχισε εκ νέου να προ-βάλλει τις διεκδικήσεις του. Από εκεί πέρασε στη Θράκη και με την υποστήριξη ντόπιων αρχόντων -η σύζυγος ενός από αυτούς, του Τή-ρη, ήταν κόρη του Περσέα και δεν αποκλείεται να έπαιξε κάποιο ρό-λο στην αποδοχή του- συγκέντρωσε ένα μικρό σώμα μισθοφόρων.

Digitized by @PriOri™

Page 360: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

360 Γιώργος Μπουλακάκης

Έτσι εισέβαλε στην Ανατολική Μακεδονία και, μετά από μια πρώτη αποτυχία, συνέτριψε δύο φορές τους δημοκρατικούς Μακεδόνες.

Ο μακεδονικός λαός ποτέ δεν είχε αποδεχθεί το διακανονισμό των Ρωμαίων όσον αφορά τη διακυβέρνηση της χώρας, όπως αποδεικνύει η σφαγή των συνέδρων της Τρίτης Μερίδας στον Φάκο της Πέλλας λί-γο μετά το 164 π.Χ. Έτσι, παρά τις φήμες που διέσπειραν οι εχθροί του Φιλίππου για την καταγωγή του, οι Μακεδόνες έσπευσαν ενθουσιωδώς να ταχθούν στο πλευρό του. Όπως φαίνεται, η πορεία του διεκδικητή ως την Πέλλα ήταν ένας πραγματικός θρίαμβος και ο Φίλιππος ανακη-ρύχθηκε βασιλιάς εκεί. Η φωνή του νεαρού είχε καταφέρει να ξυπνή-σει στην ψυχή του μακεδονικού λαού τις μνήμες του ένδοξου παρελθό-ντος, παρελθόντος που εκπροσωπούσε ο θεσμός της βασιλείας, και να τον παρασύρει σε μια περιπέτεια που πήρε τις διαστάσεις εθνικής εξέ-γερσης εναντίον των Ρωμαίων και των ντόπιων υποστηρικτών τους.

Οι Ρωμαίοι, μετά τα διαβήματα των υπολοίπων Ελλήνων, που ένιω-σαν άμεση την απειλή από τη νεκρανάσταση της Μακεδονίας και την έξαρση του εθνικού φρονήματος που έφερε ο Φίλιππος, προσπάθησαν αρχικά με ελληνικά στρατεύματα και έπειτα με μια ρωμαϊκή λεγεώνα υπό το στρατηγό Πόπλιο Ιουβέντιο Θάλνα να εξουδετερώσουν τους Μακεδόνες. Στις αρχές του 148 π.Χ., η λεγεώνα του Θάλνα εξοντώθη-κε από τους Μακεδόνες του Φιλίππου κάπου στα σύνορα Μακεδονίας και Θεσσαλίας. Φαίνεται πως ο ίδιος ο στρατηγός και πλήθος λεγεω-νάριοι έπεσαν στη μάχη.

Το τέλος ωστόσο της εξέγερσης του Ανδρίσκου και της απόπειράς του να ανασυστήσει το βασίλειο της Μακεδονίας δεν ήταν αίσιο. Η νί-κη επί του Θάλνα φούσκωσε τα μυαλά του νεαρού βασιλιά. Τα λάθη στη διακυβέρνηση, η ιταμότητα και η σκληρότητα που επέδειξε έναντι των υποστηρικτών της δημοκρατικής διακυβέρνησης της χώρας δεν ήταν κα-λός οιωνός για τη συνέχεια. Στο τέλος του ιδίου χρόνου ένα εκστρατευ-τικό σώμα από δύο λεγεώνες υπό την ηγεσία του έμπειρου Κοΐντου Καικιλίου Μετέλλου, υποστηριζόμενο από το στόλο του Περγαμηνού βασιλιά σύντριψε τους Μακεδόνες. Ο ίδιος ο Ανδρίσκος προσπάθη-σε να αποδράσει, αλλά οι Θράκες στους οποίους κατέφυγε τον πρό-δωσαν στον Μέτελλο. Ο Ανδρίσκος διαπομπεύτηκε και θανατώθηκε

Digitized by @PriOri™

Page 361: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Φίλιππος, ο τελευταίος των Μακεδόνων 361

στη Ρώμη· η Μακεδονία ποτέ δε σήκωσε κεφάλι μετά τους 25000 νε-κρούς της μάχης και τη δήωση που υπέστη. Έμεινε στην ιστορία ως ψευδο-Φίλιππος, ως σφετεριστής και τυχοδιώκτης. Ήταν πράγματι έτσι; Αφού την ιστορία τη γράφουν οι νικητές, και εφόσον η ρωμαϊκή προπαγάνδα του καιρού εκείνου τον πολέμησε λυσσαλέα ως τυχο-διώκτη, ας δεχτούμε πως ήταν έτσι· ουδείς έχει την παραμικρή από-δειξη για το αντίθετο...

Αν όμως η άλλη εκδοχή εμπεριέχει ψήγματα αλήθειας, διερωτώ-μαι: άξιζε τον κόπο να αγωνιστούν, να διακινδυνεύσουν τη ζωή και την ευτυχία τους τόσοι άνθρωποι για να φτάσει ο Φίλιππος στο σημείο να διεκδικήσει το θρόνο του; Αξίζει τον κόπο να παλεύει κανείς σ' έναν άνισο αγώνα, σε μια μάχη εκ των προτέρων χαμένη; Δεν έχω την απάντηση, την απάντηση ας ψάξει να τη βρει ο καθένας μέσα του. Υπο-θέτω όμως πως τη μέρα που οι άνθρωποι θα αποφασίσουν πως είναι μάταιο να αντιστέκονται στο μοιραίο και θα υποτάσσονται δίχως αντί-σταση στις υπερδυνάμεις του κόσμου τούτου, η στιγμή που η γη θα στα-ματήσει να γυρίζει δε θα βρίσκεται μακριά...

Γ.Μ.

Digitized by @PriOri™

Page 362: Giorgos Mpoulakakis - Filippos o Teleftaios Ton Makedonon

Digitized by @PriOri™