76
Τόμος 2 • Τεύχος 4 • ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011 ISSN 1792-4944 Ηellenic journal of Ather oscler osis 4ο Συμπόσιο των Ομάδων Εργασίας της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης 2–3 Δεκεμβρίου 2011 Ξενοδοχείο Divani Caravel, Αθήνα Περιλήψεις Προφορικών και Αναρτημένων Ανακοινώσεων Θεματικές Ενότητες Παθοφυσιολογία της Αθηροσκλήρωσης Επιδημιολογία και Πρόληψη της Αθηροσκλήρωσης Μεταβολικό Σύνδρομο Οικογενής Υπερχοληστερολαιμία Υπέρταση Τρόπος Ζωής, Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες και Αθηροσκλήρωση Πρόληψη των Aγγειακών Eγκεφαλικών Eπεισοδίων Αθηροσκλήρωσησ ΕΛΛΗΝ ΚΗ ΕΠ ΘΕΩΡΗΣΗ Επίσημη Έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης Official Publication of the Hellenic Atherosclerosis Society Volume 2 • No 4 • OCTOBER-DECEMBER 2011

HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Official Publication of the Hellenic Atherosclerosis Society / ISSN 1792 - 4944

Citation preview

Page 1: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Τόμος 2 • Τεύχος 4 • ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011

ISSN 1792-4944

Ηellenic journal of Atherosclerosis

ΕΛΛΗΝ

ΚΗ ΕΠ

ΘΕΩ

ΡΗΣΗ

ΑΘΗΡΟΣΚ

ΛΗΡΩΣΗ

ΣΤόμος 2 • Τεύχος 4 • Ο

ΚΤΩ

ΒΡΙΟΣ-Δ

ΕΚΕΜΒΡΙΟ

Σ 2011

4ο Συμπόσιο των Ομάδων Εργασίας της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης

2–3 Δεκεμβρίου 2011

Ξενοδοχείο Divani Caravel, Αθήνα

Περιλήψεις Προφορικών και Αναρτημένων

Ανακοινώσεων

Θεματικές Ενότητες Παθοφυσιολογία της Αθηροσκλήρωσης

Επιδημιολογία και Πρόληψη της Αθηροσκλήρωσης Μεταβολικό Σύνδρομο

Οικογενής Υπερχοληστερολαιμία Υπέρταση

Τρόπος Ζωής, Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες και Αθηροσκλήρωση Πρόληψη των Aγγειακών Eγκεφαλικών Eπεισοδίων

ΑθηροσκλήρωσησΕΛΛΗΝΚΗ ΕΠ ΘΕΩΡΗΣΗ

Επίσημη Έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης

Official Publication of the Hellenic Atherosclerosis Society

Volume 2 • No 4 • OCTOBER-DECEMBER 2011

Page 2: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ1 mg: Livazo 1 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία. 2 mg: Livazo 2 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία. 4 mg: Livazo 4 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία.

2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ1 mg: Kάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει ασβεστιούχο πιταβαστατίνη σε ποσότητα ισοδύναμη με 1 mg πιταβαστατίνης. Το(α)έκδοχο(α) περιλαμβάνουν 63,085 mg λακτόζης μονοϋδρικής. 2 mg: Kάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει ασβεστιούχο πιταβαστατίνησε ποσότητα ισοδύναμη με 2 mg πιταβαστατίνης. Το(α) έκδοχο(α) περιλαμβάνουν 126,17 mg λακτόζης μονοϋδρικής. 4 mg: Kάθεεπικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει ασβεστιούχο πιταβαστατίνη σε ποσότητα ισοδύναμη με 4 mg πιταβαστατίνης. Το(α) έκδοχο(α)περιλαμβάνουν 252,34 mg λακτόζης μονοϋδρικής.

4.3 Αντενδείξεις Το Livazo αντενδείκνυται:•σε ασθενείς με γνωστή υπερευαισθησία στην πιταβαστατίνη ή σε κάποιο από τα έκδοχα ή σε άλλες στατίνες.•σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία, ενεργό ηπατική νόσο ή ανεξήγητη επίμονη αύξηση των τρανσαμινασών του ορού (μεγαλύτερη από το 3πλάσιο των ανώτατων φυσιολογικών ορίων).•σε ασθενείς με μυοπάθεια.•σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα κυκλοσπορίνη •κατά τη διάρκεια της κύησης, του θηλασμού και σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας που δε λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα αντισύλληψης.

4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήσηMυϊκές επιδράσεις Όπως και για άλλους αναστολείς της αναγωγάσης του HMG-CoA (στατίνες), υπάρχει ενδεχόμενο εμφάνισης μυαλγίας, μυοπάθειας και, σπάνια, ραβδομυόλυσης. Θα πρέπει να ζητηθεί από τους ασθενείς να αναφέρουν οποιαδήποτε μυϊκά συμπτώματα. Τα επίπεδα της κινάσης της κρεατινίνης (CK) πρέπει να μετρούνται σε οποιονδήποτε ασθενή αναφέρει μυϊκό πόνο, μυϊκή ευαισθησία ή αδυναμία, ιδιαίτερα αν αυτό συνοδεύεται από αδιαθεσία ή πυρετό.Η κινάση της κρεατινίνης δεν πρέπει να μετριέται μετά από εξαντλητική άσκηση ή σε παρουσία οποιασδήποτε άλλης πιθανής αιτίας αύξησης της CK που ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση στην ερμηνεία του αποτελέσματος. Όταν παρατηρούνται αυξημένες συγκεντρώσεις της CK (μεγαλύτερες από το 5πλάσιο του ανώτερου φυσιολογικού ορίου), πρέπει να διενεργείται μια δοκιμασία επιβεβαίωσης εντός 5 έως 7 ημερών.Πριν τη θεραπεία Όπως και οι άλλες στατίνες, έτσι και το Livazo πρέπει να συνταγογραφείται με προσοχή σε ασθενείς με προδιαθεσικούς παράγοντες για ραβδομυόλυση. Θα πρέπει να μετρηθεί ένα επίπεδο κινάσης της κρεατινίνης, για τον καθορισμό ενός αρχικού επιπέδου αναφοράς στις ακόλουθες καταστάσεις:

•νεφρική δυσλειτουργία,•υποθυρεοειδισμός,•προσωπικό ή οικογενειακό ιστορικό κληρονομικών μυϊκών διαταραχών,•προηγούμενο ιστορικό μυϊκής τοξικότητας με φιμπράτη ή άλλη στατίνη,•ιστορικό ηπατικής νόσου ή κατάχρησης οινοπνεύματος,•ηλικιωμένοι ασθενείς (άνω των 70 ετών) με άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες κινδύνου για ραβδομυόλυση.

Σε τέτοιες καταστάσεις, συνιστάται κλινική παρακολούθηση και πρέπει να ληφθεί υπόψη ο κίνδυνος της θεραπείας σε σχέση με το δυνητικό όφελος. Η θεραπεία με το Livazo δεν πρέπει να ξεκινήσει αν οι τιμές της CK είναι μεγαλύτερες από το 5πλάσιο του ανώτερου φυσιολογικού ορίου.Κατά τη διάρκεια της θεραπείας Οι ασθενείς πρέπει να ενθαρρύνονται να αναφέρουν αμέσως μυϊκό πόνο, αδυναμία ή κράμπες. Θα πρέπει να μετριούνται τα επίπεδα της κινάσης της κρεατινίνης και η θεραπεία να διακόπτεται αν τα επίπεδα της CK είναι αυξημένα (μεγαλύτερα από το 5πλάσιο του ανώτερου φυσιολογικού ορίου). Θα πρέπει να εξετάζεται η διακοπή της θεραπείας αν τα μυϊκά συμπτώματα είναι σοβαρά, ακόμα και αν τα επίπεδα της CK είναι μικρότερα ή ίσα από το 5πλάσιο του ανώτερου φυσιολογικού ορίου. Αν τα συμπτώματα υποχωρήσουν και τα επίπεδα της CK επιστρέψουν στο φυσιολογικό, τότε μπορεί να εξεταστεί η επαναχορήγηση του Livazo σε δόση 1 mg και υπό στενή παρακολούθηση.Ηπατικές επιδράσεις Όπως και οι άλλες στατίνες, έτσι και το Livazo πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό ηπατικής νόσου ή σε ασθενείς που καταναλώνουν τακτικά υπερβολικές ποσότητες οινοπνεύματος. Δοκιμασίες ηπατικής λειτουργίας θα πρέπει να διενεργούνται πριν την έναρξη της θεραπείας με Livazo και ακολούθως, περιοδικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Η θεραπεία με Livazo πρέπει να διακοπεί σε ασθενείς που έχουν μια επίμονη αύξηση στις τρανσαμινάσες του ορού (ALT και AST) που υπερβαίνει το 3πλάσιο των ανώτερων φυσιολογικών ορίων.Νεφρικές επιδράσεις Το Livazo πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με μέτρια ή σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία. Οι αυξήσεις της δόσης πρέπει να γίνονται μόνο υπό στενή παρακολούθηση. Η δόση των 4 mg δε συνιστάται σε ασθενείς με βαριά νεφρική δυσλειτουργία.Διάμεση πνευμονοπάθεια Εξαιρετικά σπάνια περιστατικά διάμεσης πνευμονοπάθειας έχουν αναφερθεί με ορισμένες στατίνες, ιδιαίτερα με μακροχρόνια θεραπεία (βλ. παράγραφο 4.8). Τα εμφανή συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν δύσπνοια, μη παραγωγικό βήχα και επιδείνωση στη γενική υγεία (κόπωση, απώλεια βάρους και πυρετό). Εάν υπάρχει υποψία ότι ένας ασθενής έχει αναπτύξει διάμεση πνευμονοπάθεια, η θεραπεία με στατίνη πρέπει να διακοπεί.Άλλες επιδράσεις Μια προσωρινή διακοπή του Livazo συνιστάται κατά τη διάρκεια της θεραπείας με ερυθρομυκίνη, άλλα μακρολιδικά αντιβιοτικά ή φουσιδικό οξύ. Το Livazo πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς που παίρνουν φάρμακα τα οποία είναι γνωστό ότι προκαλούν μυοπάθεια

(π.χ. φιμπράτες ή νιασίνη). Τα δισκία περιέχουν λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, ανεπάρκεια λακτάσης Lapp ή δυσαπορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης δε θα πρέπει να παίρνουν αυτό το φάρμακο.

4.8 Aνεπιθύμητες ενέργειεςΣύνοψη του προφίλ ασφάλειας Σε ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, στις συνιστώμενες δόσεις, λιγότεροι από το 4% των ασθενών που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με το Livazo αποχώρησαν λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών. Η συχνότερα αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια που σχετίζεται με την πιταβαστατίνη σε ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές ήταν η μυαλγία.Σύνοψη ανεπιθύμητων ενεργειών Οι ανεπιθύμητες ενέργειες και οι συχνότητες που παρατηρήθηκαν σε ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές και μελέτες επέκτασης παγκοσμίως, στις συνιστώμενες δόσεις, αναγράφονται παρακάτω ανά κατηγορία/οργανικό σύστημα. Η συχνότητα ορίζεται ως εξής: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥ 1/100 έως < 1/10), όχι συχνές (≥ 1/1.000 έως < 1/100), σπάνιες (≥ 1/10.000 έως < 1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000) και μη γνωστές.Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος Όχι συχνές: ΑναιμίαΔιαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης Όχι συχνές: ΑνορεξίαΨυχιατρικές διαταραχές Όχι συχνές: ΑϋπνίαΔιαταραχές του νευρικού συστήματος Συχνές: Κεφαλαλγία Όχι συχνές: Ζάλη, δυσγευσία, υπνηλίαΟφθαλμικές διαταραχές Σπάνιες: Μείωση οπτικής οξύτηταςΔιαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου Όχι συχνές: ΕμβοέςΔιαταραχές του γαστρεντερικού Συχνές: Δυσκοιλιότητα, διάρροια, δυσπεψία, ναυτία Όχι συχνές: Κοιλιακός πόνος, ξηροστομία, έμετοςΣπάνιες: Γλωσσοδυνία, οξεία παγκρεατίτιδαΔιαταραχές του ήπατος και των χοληφόρωνΌχι συχνές: Αυξημένες τρανσαμινάσες (ασπαρτική αμινοτρανσφεράση, αμινοτρανσφεράση της αλανίνης) Σπάνιες: Χολοστατικός ίκτεροςΔιαταραχές του δέρματος και του υποδορίου ιστού Όχι συχνές: Κνησμός, εξάνθημα Σπάνιες: Κνίδωση, ερύθημαΔιαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού και οστικές διαταραχές Συχνές: Μυαλγία, αρθραλγία Όχι συχνές: Μυϊκοί σπασμοίΔιαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών Όχι συχνές: ΠολυουρίαΓενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης Όχι συχνές: Aσθένεια, αδιαθεσία, κόπωση, περιφερικό οίδημαΑύξηση της κινάσης της κρεατινίνης του αίματος >3πλάσιο του ανώτερου φυσιολογικού ορίου προέκυψε σε 49 από τους 2800 (1,8%) ασθενείς που ελάμβαναν Livazo σε ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές. Επίπεδα ≥10πλάσιο του ανώτερου φυσιολογικού ορίου με συνοδά μυϊκά συμπτώματα ήταν σπάνια και παρατηρήθηκαν μόνο σε έναν ασθενή από τους 2406 που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με 4 mg Livazo (0,04%) στο πρόγραμμα των κλινικών δοκιμών.Εμπειρία μετά την κυκλοφορία στην αγορά Μια προοπτική μελέτη παρακολούθησης μετά την κυκλοφορία στην αγορά, διάρκειας δύο ετών, διεξήχθη σε περίπου 20.000 ασθενείς στην Ιαπωνία. Η συντριπτική πλειοψηφία των 20.000 ασθενών στη μελέτη υπεβλήθη σε θεραπεία με 1 ή 2 mg πιταβαστατίνης και όχι με 4 mg. Το 10,4% των ασθενών ανέφερε ανεπιθύμητες ενέργειες για τις οποίες δεν μπορεί να αποκλειστεί μια αιτιολογική σχέση με την πιταβαστατίνη και το 7,4% των ασθενών διέκοψε τη θεραπεία λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών. Το ποσοστό μυαλγίας ήταν 1,08%. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν στην πλειοψηφία τους ήπιες. Τα ποσοστά ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν υψηλότερα στα 2 έτη σε ασθενείς με ιστορικό αλλεργίας σε φάρμακα (20,4%), ή ηπατικής ή νεφρικής νόσου (13,5%).Οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις και οι συχνότητες με τις οποίες παρατηρήθηκαν στην προοπτική μελέτη παρακολούθησης μετά την κυκλοφορία στην αγορά, αλλά όχι στις ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές ανά τον κόσμο, στις συνιστώμενες δόσεις, καταγράφονται παρακάτω.Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων Σπάνιες: Ηπατική λειτουργία μη φυσιολογική, ηπατική διαταραχήΔιαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού Σπάνιες: Mυοπάθεια, ραβδομυόλυση Στη μελέτη παρακολούθησης μετά την κυκλοφορία στην αγορά, υπήρξαν δύο αναφορές ραβδομυόλυσης χρήζουσες νοσηλείας (0,01% των ασθενών). Επιπρόσθετα, υπήρξαν αυθόρμητες αναφορές μετά την κυκλοφορία στην αγορά αναφορικά με επιδράσεις στους σκελετικούς μύες, συμπεριλαμβανομένων μυαλγίας και μυοπάθειας σε ασθενείς υπό θεραπεία με Livazo, σε όλες τις συνιστώμενες δόσεις. Ελήφθησαν επίσης αναφορές ραβδομυόλυσης, με και χωρίς οξεία νεφρική ανεπάρκεια, συμπεριλαμβανομένης θανατηφόρου ραβδομυόλυσης.Επιδράσεις της κατηγορίας των στατινών Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί με μερικές στατίνες:

•Διαταραχές του ύπνου, συμπεριλαμβανομένων εφιαλτών•Απώλεια μνήμης•Σεξουαλική δυσλειτουργία•Κατάθλιψη•Σπάνιες περιπτώσεις διάμεσης πνευμονοπάθειας, ειδικά μετά από μακροχρόνια θεραπεία

7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ Kowa Pharmaceutical Europe Co. Ltd.,Winnersh Triangle, Wokingham RG41 5RB, Ηνωμένο Βασίλειο.

8. ΤΟΠΙΚΟΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣRecordati Hellas Pharmaceuticals AE, Ζωοδόχου Πηγής 7, 152 31 Χαλάνδρι

1mg, 2mg, 4mg

Διατίθεται σε συσκευασία των

Το Livazo ενδείκνυται για τη μείωση της υψηλής ολικής χοληστερόλης (TC) και της LDL-C, σε ενήλικους ασθενείς με πρωτοπαθή υπερχοληστεριναιμία, συμπεριλαμβανομένης της ετερόζυγης οικογενούς υπερχοληστεριναιμίας και της συνδυασμένης (μικτής) δυσλιπιδαιμίας, όταν η ανταπόκριση σε διαιτητικά και άλλα μη φαρμακολογικά μέτρα είναι ανεπαρκής.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Zωοδόχου Πηγής 7, 152 31 Xαλάνδρι, Tηλ.: 210 67 73 822 - Fax: 210 67 73 874

δισκίων

Page 3: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Θεραπευτικές Eνδείξεις: Υπερτριγλυκεριδαιμία.Για χρήση σε ασθενείς στους οποίους είναι επιθυμητή η μείωση των τριγλυκεριδίων στο πλάσμα. Nα χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με κατάλληλη δίαιτα. Μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Επικουρική αγωγή για δευτερογενή πρόληψη μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου ως συμπλήρωμα της κύριας αγωγής (π.χ. στατίνες, αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα, β-αποκλειστές, αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης (α ΜΕΑ). Δοσολογία και Tρόπος Xορήγησης: Eνήλικες.Υπερτριγλυκεριδαιμία. Καψάκιο: 5 κάψουλες από το στόμα δύο φορές την ημέρα κατά τη διάρκεια γεύματος ή σύμφωνα με τις οδηγίες του ιατρού. Πόσιμο Διάλυμα: 5ml (ένα κουταλάκι του τσαγιού) από το στόμα δύο φορές την ημέρα κατά τη διάρκεια γεύματος ή σύμφωνα με τις οδηγίες του ιατρού. Μετά από έμφραγμα του μυοκαρδίου: Kαψάκιο: 3 κάψουλες ημερησίως κατά την διάρκεια γεύματος. Πόσιμο διάλυμα: 3 ml ημερησίως κατά την διάρκεια γεύματος. Παιδιά. H χρήση του Maxepa δεν έχει τεκμηριωθεί στα παιδιά. Hλικιωμένοι. Συνιστάται η δοσολογία των ενηλίκων. Aντενδείξεις: Aλλεργία σε οποιοδήποτε από τα συστατικά του. Σε ασθενείς με άσθμα ευαίσθητους στην ασπιρίνη. Kύηση και Γαλουχία: Δεν υπάρχει εμπειρία από τη χρήση του Maxepa κατά τη διάρκεια της κύησης ή της γαλουχίας, γι’ αυτό η χρήση του σε αυτές τις περιπτώσεις αντενδείκνυται. Aνεπιθύμη-τες Eνέργειες: Λοιμώξεις και παρασιτώσεις. Ασυνήθεις: Γαστρεντερίτιδα. Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος. Ασυνήθεις: Υπερευαισθησία. Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης. Σπάνιες: Υπεργλυκαιμία. Διαταραχές του νευρικού συστήματος. Ασυνήθεις: Ζάλη, δυσγευσία, Σπάνιες: Κεφαλαλγία. Διαταραχές αγγειακού συστήματος: Πολύ σπάνιες: Υπό-ταση. Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου. Πολύ σπάνιες: Ξηρότητα ρινικού βλεννογόνου. Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος. Συχνές: Δυσπεψία, ναυτία, Ασυνήθεις: Κοιλιακό άλγος. Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος, γαστρίτιδα, άλγος επιγαστρίου, Σπάνιες: Γαστρεντερικό άλγος, Πολύ σπάνιες: Αιμορραγία του κατώτερου γαστρεντερικού σωλήνα. Διαταραχές ήπατος και χοληφόρων. Σπάνιες: Ηπατικές διαταραχές. Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού. Σπάνιες: Ακμή, κνησμώδες εξάνθημα, Πολύ σπάνιες: Κνίδωση. Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης. Σπάνιες: Ασαφώς καθοριζόμενες διαταραχές Εργαστηριακές εξετάσεις: Πολύ σπάνιες: Αυξημένος αριθμός λευκοκυττάρων, αυξημένη γαλακτική αφυδρογονάση του αίματος. Μέτρια αύξηση των τρανσαμινασών έχει αναφερθεί σε ασθενείς με υπερτριγλυκεριδαιμία. ΣYΣKEYAΣIA: Kάψουλες : Λ.T. 41,74 € / Ελαιώδες Διάλυμα: Λ.T. 31,30 €. Πριν την συνταγογράφηση συμβουλευτείτε τις πλήρεις οδηγίες χρήσης

φ υ σ ι κ ά� α π ο τ ε λ ε σ μ α τ ι κ ό

Ασφά�λεια και αποτελεσματικότητα σε μακροχρόνια χορήγηση* στη:

>>

Δευτερογενή πρόληψη μετά από έμφραγμα

Mεταγευματική υπερτριγλυκεριδαιμία

Eνδογενή & εξωγενή υπερτριγλυκεριδαιμία

Σε πόσημο διάλυμα (150ml) & κάψουλες (200caps)

MAX

K1/O

CT.

11

Μaxepa σήμα κατατεθέν της SEVEN SEAS Ltd. Φαρμακευτικά Εργαστήρια CANA A.E. TMHMA EΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΑΤΤΙΚΗΣ: Λεωφ. Ηρακλέιου 446, 141 22 , ΤΗΛ. 210 2883350-1, FAX: 210 2883250, e-mail: [email protected] ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Θ. Σοφούλη 88, 551 31, ΤΗΛ. 2310 420160, FAX: 2310 420161

* Βιβλιογραφία: Saynor 1992, Lipids 27, p.533

Page 4: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Τόμος 2 • Τεύχος 4 • ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011

ISSN 1792-4944

Ηellenic journal of Atherosclerosis

ΕΛΛΗΝ

ΚΗ ΕΠ

ΘΕΩ

ΡΗΣΗ

ΑΘΗΡΟΣΚ

ΛΗΡΩΣΗ

ΣΤόμος 2 • Τεύχος 4 • Ο

ΚΤΩ

ΒΡΙΟΣ-Δ

ΕΚΕΜΒΡΙΟ

Σ 2011

4ο Συμπόσιο των Ομάδων Εργασίας της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης

2–3 Δεκεμβρίου 2011

Ξενοδοχείο Divani Caravel, Αθήνα

Περιλήψεις Προφορικών και Αναρτημένων

Ανακοινώσεων

Θεματικές Ενότητες Παθοφυσιολογία της Αθηροσκλήρωσης

Επιδημιολογία και Πρόληψη της Αθηροσκλήρωσης Μεταβολικό Σύνδρομο

Οικογενής Υπερχοληστερολαιμία Υπέρταση

Τρόπος Ζωής, Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες και Αθηροσκλήρωση Πρόληψη των Aγγειακών Eγκεφαλικών Eπεισοδίων

ΑθηροσκλήρωσησΕΛΛΗΝΚΗ ΕΠ ΘΕΩΡΗΣΗ

Επίσημη Έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης

Official Publication of the Hellenic Atherosclerosis Society

Volume 2 • No 4 • OCTOBER-DECEMBER 2011

Page 5: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Λ. Βουλιαγμένης 512, 174 56 Άλιμος, Τηλ.12ο χλμ Νέας Εθνικής οδού Θεσσαλονίκης - Ν. Μουδανιών,

Μέγαρο Θερμαΐς, Τ.Θ. 60682 - Τ.Κ. 57001 Θέρμη, Τηλ.

ΑΒΒΟΤΤ (ΕΛΛΑΣ) Α.Β.Ε.Ε.ΑθήναΘεσ/νίκη

LABORATORIES::

: 210 99 85 222

: 2310 810 470

Πριν τη συνταγογράφηση συμβουλευτείτε την πλήρη Περίληψη Χαρακτηριστικών του Προϊόντος

A-0

07

83

Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στην εταιρεία:

Page 6: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011
Page 7: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Τριμηνιαία Έκδοση

της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης

[email protected]

Αδριανείου 3 & Κατεχάκη, 115 25 Αθήνα (Ν. Ψυχικό)

Τηλ.: 210-67 14 371 – 210-67 14 340, Fax: 210-67 15 015

E-mail: [email protected], Ε-shop: www.betamedarts.gr, EN ISO 9001:2000Υπεύθυνος τυπογραφείου

Α. Βασιλάκου, Αδριανείου 3 – 115 25 Αθήνα, Τηλ.: 210-67 14 340

Three-monthly Journal

of the Hellenic Atherosclerosis Society

3, Adrianiou str., GR-115 25 Αthens-Greece

Τel.: (+30)210-67 14 371 – (+30)210-67 14 340, Fax: (+30)210-67 15 015

E-mail: [email protected], E-shop: www.betamedarts.gr, EN ISO 9001:2000Printing supervision A. Vassilakou 3, Adrianiou str. – GR-115 25 Athens, Tel.: (+30)210-67 14 340

Πρόεδρος

Άθυρος Βασίλειος

Αντιπρόεδρος

Γανωτάκης Εμμανουήλ

Γεν. Γραμματέας

Παναγιωτάκος Δημοσθένης

Ειδ. Γραμματέας

Νικολάου Βασίλειος

Ταμίας

Μπιλιανού Ελένη Μέλη

Ελισάφ Μωϋσής

Καραγιάννης Αστέριος

Λυμπερόπουλος Ευάγγελος

Πίτσαβος Χρήστος

Τζιόμαλος Κωνσταντίνος

Τσελέπης Αλέξανδρος

Chairman

Athyros Vassilios

Vice-Chairman

Ganotakis Emmanouil

Secretary General

Panagiotakos Demosthenes

Secretary Special

Nikolaou Vasileios

Treasurer

Bilianou Eleni

Members

Elisaf Moses

Karagiannis Asterios

Liberopoulos Evangelos

Pitsavos Christos

Tziomalos Konstantinos

Tselepis Alexandros

ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣΕλληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

Μαιάνδρου 9, 115 28 Αθήνα

Τηλ.: 210-72 10 055, Fax: 210-72 10 055

ΕΚΔΟΤΗΣΤσελέπης Αλέξανδρος

OWNERHellenic Atherosclerosis Society

9 Meandrou str., 115 28 Athens, Greece

Tel.: (+30) 210-72 10 055, Fax: (+30) 210-72 10 055

PUBLISHERTselepis Alexandros

Διευθυντής Σύνταξης

Τσελέπης Αλέξανδρος

Αναπληρωτές

Διευθυντές Σύνταξης

Γανωτάκης Εμμανουήλ

Λυμπερόπουλος Ευάγγελος

Παναγιωτάκος Δημοσθένης

Τζιόμαλος Κωνσταντίνος

Χατζητόλιος Απόστολος

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Editor-in-Chief

Tselepis Alexandros

Associate Editors

Ganotakis Emmanouil

Liberopoulos Evangelos

Panagiotakos Demosthenes

Tziomalos Konstantinos

Ηatzitolios Apostolos

EXECUTIVE COMMITTEE

EDITORIAL BOARD

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ

HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS

ΜΕΛΗ MEMBERSLansberg Peter (The Netherlands)

Leslie David (UK)

Λιονής Χρήστος

Madias Nikolaos (USA)

Μανωλόπουλος Ευάγγελος

Μηλιώνης Χαράλαμπος

Mikhailidis Dimitri (UK)

Μπιλιανού Ελένη

Μυγδάλης Ηλίας

Νικολάου Βασίλειος

Ninio Ewa (France)

Παππάς Σταύρος

Περρέα Δέσποινα

Πίτσαβος Χρήστος

Schaefer Katrin (Germany)

Ταυρίδου Άννα

Τέλλης Κωνσταντίνος

Τζιακάς Δημήτριος

Tsimikas Sotirios (USA)

Ferrannini Ele (Italy)

Χρυσοχόου Χριστίνα

Άθυρος Βασίλειος

Αντωνοπούλου Σμαραγδή

Αχείμαστος Απόστολος

Banach Maciej (Poland)

Βέμμος Κωνσταντίνος

Benetos Athanassios (France)

Chapman John (France)

Γουδέβενος Ιωάννης

Δεδούσης Γεώργιος

Δημόπουλος Κωνσταντίνος

Ελισάφ Μωϋσής

Gavras Haralambos (USA)

Giugliano Dario (Italy)

Karabina Sonia (France)

Καραγιάννης Αστέριος

Kariolou Marios (Cyprus)

Koenig Wolfgang (Germany)

Kokkinos Peter (USA)

Κολοβού Γενοβέφα

Κωνσταντινίδης Σταύρος

Κώτσης Βασίλειος

Konstantinides Stavros

Kotsis Vasilios

Lansberg Peter (The Netherlands)

Leslie David (UK)

Lionis Christos

Madias Nikolaos (USA)

Manolopoulos Evangelos

Migdalis Ilias

Mikhailidis Dimitri (UK)

Milionis Charalambos

Nikolaou Vasileios

Ninio Ewa (France)

Pappas Stavros

Perrea Despina

Pistavos Christos

Schaefer Katrin (Germany)

Tavridou Anna

Tellis Constantinos

Tsimikas Sotirios (USA)

Tziakas Dimitrios

Vemmos Konstantinos

Achimastos Apostolos

Αntonopoulou Smaragdi

Athyros Vassilios

Banach Maciej (Poland)

Benetos Athanassios (France)

Bilianou Eleni

Chapman John (France)

Chrysohoou Christina

Dedousis Georgios

Demopoulos Constantinos

Elisaf Moses

Ferrannini Ele (Italy)

Gavras Haralambos (USA)

Giugliano Dario (Italy)

Goudevenos John

Karabina Sonia (France)

Karagiannis Asterios

Kariolou Marios (Cyprus)

Koenig Wolfgang (Germany)

Kokkinos Peter (USA)

Kolovou Genovefa

Page 8: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις ΜΕΠΕ

Αδριανείου 3 & Κατεχάκη, 115 25 Αθήνα (Ν. Ψυχικό), Τηλ.: 210 - 67 14 371, 67 14 340

ISO 9001:2000

ISBN: 978-960-452-075-6

Τιμή: 40,00 €

32,00 €

ISBN: 960-8071-48-8

Τιμή: 40,00 €

24,00 €

ISBN: 960-8071-24-0

Τιμή: 25,00 €

15,00 €

ISBN: 978-960-452-085-5

Τιμή: 25,00 €

20,00 €

ISBN: 978-960-452-066-4

Τιμή: 25,00 €

15,00 €

ISBN: 978-960-452-138-8

Τιμή: 28,00 €

20,00 €

ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΥΓΕΙΑΣ

ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΡΑΞΗ

Steven Levene Richard Donnelly

Προλογίζουν: Professor Richard Hobbs και Καθηγητής Ν. Κατσιλάμπρος

Μετάφραση

Χρυσή Κολιάκη

Επιμέλεια μετάφρασης

Σταύρος Λιάτης & Χρυσή Κολιάκη

Επιστημονική επίβλεψη

Καθηγητής Ν. Κατσιλάμπρος

Page 9: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Προφορικές Ανακοινώσεις ............................................. 239

Αναρτημένες Ανακοινώσεις ............................................261

Ευρετήριο Συγγραφέων .................................................. 297

Οδηγίες για τους Συγγραφείς ........................................ 299

CONTENTS

Oral Presentations ............................................................. 239

Poster Presentations ..........................................................261

Index of Authors ................................................................ 297

Instructions to Authors .................................................... 301

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ

HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS

Τριμηνιαία Έκδοση

της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης

Three-monthly Journal

of the Hellenic Atherosclerosis Society

Page 10: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011
Page 11: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011
Page 12: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011
Page 13: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ε Σ Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Ε Ι Σ

Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4):239–260 Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4):239–260

ΠΑ1THE AMINOTERMINAL 1-185 DOMAIN OF HUMAN APOLIPOPROTEIN E SUFFICES

FOR THE DE NOVO BIOGENESIS OF APOE-CONTAINING HDL-LIKE PARTICLES IN APOA-I DEFICIENT MICE

P.A. Petropoulou,1 D.L. Gantz,2 Y. Wang,3 P.C.N. Rensen,3 K.E. Kypreos1

1Pharmacology Unit, University of Patras, Medical School, Rio Achaias, Greece, 2 Department of Physiology and Biophysics, Boston

University School of Medicine, Boston, USA, 3Department of General Internal Medicine, Endocrinology, and Metabolic Diseases, Leiden

University Medical Center, Leiden, The Netherlands

Indroduction-Aims: Recently we showed that apolipo-

protein E promotes the de novo biogenesis of apoE-containing

HDL particles in a process that requires the function of

the lipid transporter ABCA1. Here, we sought to identify

the domain of apoE that is responsible for its functional

interactions with ABCA1 and the formation of apoE-rich HDL-

like particles. Materials-Methods: Recombinant attenuated

adenoviruses expressing carboxy-terminal truncated forms

of apoE4 apoE4(1–259), apoE4(1–229), apoE4(1–202), and

apoE4(1–185) were administered to apoA-I-deficient mice at

a low dose of 8x108 pfu and five days post-infection plasma

samples were isolated and analyzed for HDL formation via

molecular, biochemical and imaging methods. Results:

Fractionation of plasma lipoproteins of the infected mice by

density gradient ultracentrifugation and FPLC revealed that

all forms were capable of promoting HDL formation. Negative

staining electron microscopy analysis of the HDL density

fractions confirmed that all C-terminal truncated forms of

apoE4 promoted the formation of particles with diameters

in the HDL region. Interestingly, apoE4(1–259), apoE4(1–229),

and apoE4(1-202) led to the formation of spherical particles

while plasma from apoE4(1-185) expressing mice contained

a mixture of spherical and discoidal particles. Conclusions:

Taken together, our data establish that the aminoterminal 1 to

185 region of apoE suffices for the formation of HDL particles

in vivo. Our findings may have important ramifications in

the design of new biological drugs for the treatment of

dyslipidemia, atherosclerosis and coronary heart disease.

ΠΑ2Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ Ή ΤΟΥ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ ΜΕ ΕΖΕΤΙΜΙΜΠΗ ΣΤΗΝ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΩΝ TOLL-LIKE ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ 2 ΚΑΙ 4

ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΑΓΩΜΕΝΗ ΑΠΟ ΛΙΠΟΛΥΣΑΚΧΑΡΙΔΑΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΥΤΤΑΡΟΚΙΝΩΝ ΣΕ ΜΟΝΟΚΥΤΤΑΡΑ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

Ε. Μουτζούρη,1 Κ. Τέλλης,2 K. Ρουσούλη,2 Μ. Ελισάφ,1 Α. Τσελέπης2

1Β' Παθολογική Κλινική Παν/μίου Ιωαννίνων, Ιατρική Σχολή, 2Τμήμα Χημείας, Τομέας Βιοχημείας, Παν/μίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Οι υποδοχείς τύπου Toll (Toll-like receptors,

TLRs) ανήκουν στο σύστημα της μη ειδικής ανοσίας. Σύγχρονα

δεδομένα δείχνουν ότι οι TLR2 και TLR4 συμμετέχουν στη διαδι-

κασία της αθηρογένεσης. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν

η σύγκριση της επίδρασης της μονοθεραπείας με σιμβαστατί-

νη με το συνδυασμό σιμβαστατίνης/εζετιμίμπης όσον αφορά

στην έκφραση των υποδοχέων TLR2 και TLR4 στα μονοκύτ-

ταρα ασθενών με πρωτοπαθή υπερχοληστερολαιμία. Υλικό-

Μέθοδος: Μετά από 3 μήνες υγιεινοδιαιτητικής παρέμβασης,

υπερχοληστερολαιμικοί ασθενείς (Ν=60) (μέση ηλικία 55±13)

τυχαιοποιήθηκαν σε θεραπεία με σιμβαστατίνη 40 mg (Ν=30)

ή σιμβαστατίνη/εζετιμίμπη 10/10 mg (Ν=30) ημερησίως, για

12 εβδομάδες. Στη μελέτη συμμετείχαν ακόμα 30 υγιείς εθε-

λοντές σταθμισμένοι ως προς το βάρος και την ηλικία (ομάδα

ελέγχου). H μελέτη της έκφρασης των TLR2 και TLR4 σε περι-

φερικά μονοκύτταρα (CD14+) έγινε με τη χρήση αντι-TLR2 και

αντι-TLR4 αντισωμάτων, αντίστοιχα. Στη συνέχεια, τα μονοκύτ-

ταρα ενεργοποιήθηκαν με λιπολυσακχαριδάση και μελετήθηκε

η ενδοκυττάρια παραγωγή κυτταροκινών (ιντερλευκίνη-1β και

ιντερλευκίνη-6). Οι αναλύσεις έγιναν με κυτταρομετρία ροής.

Αποτελέσματα: Οι υπερχοληστερολαιμικοί ασθενείς εμφάνιζαν

αυξημένα επίπεδα των TLR2 και TLR4 σε σύγκριση με την ομάδα

ελέγχου (p<0,001). Τόσο η χορήγηση σιμβαστατίνης 40 mg όσο

και του συνδυασμού σιμβαστατίνης/εζετιμίμπης μείωσαν σημα-

ντικά την έκφραση των TLR2 και TLR4 (P<0,05, σε σύγκριση με

τις αρχικές τιμές), χωρίς σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Και

στις δύο ομάδες παρατηρήθηκε μείωση της παραγωγής ιντερ-

λευκίνης-1β και ιντερλευκίνης-6 σε ενεργοποιημένα μονοκύττα-

ρα, σε σύγκριση με τις αρχικές τιμές. Συμπεράσματα: Τόσο η

χορήγηση σιμβαστατίνης 40 mg όσο και του συνδυασμού σιμ-

βαστατίνης/εζετιμίμπης μείωσαν στον ίδιο βαθμό την έκφραση

των υποδοχέων TLR2, TLR4, καθώς και την επακόλουθη παρα-

γωγή ιντερλευκίνης-1β και ιντερλευκίνης-6 στα μονοκύτταρα

υπερχοληστερολαιμικών ασθενών.

Page 14: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

240 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ3Η ΠΡΩΙΜΗ ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΑΓΓΕΙΑΚΟΥ ΕΝΔΟΘΗΛΙΟΥ

ΣΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΤΜΗΤΙΚΗΣ ΤΑΣΗΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΕΡΙΚΗ ΑΠΟΛΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΚΑΡΩΤΙΔΑΣ ΚΟΝΙΚΛΟΥ

Α. Βαρελά,1,2 Μ. Κατσιμπούλας,3 Κ. Πολίτη,4 Θ.Γ. Παπαϊωάννου,5 Σ. Βαϊνά,5

Κ. Δάβος,2 Χ. Πιπέρη,1 Χ. Στεφανάδης,5 Ε. Μπάσδρα,1 Α.Γ. Παπαβασιλείου1 1Εργαστήριο Βιολογικής Χημείας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ

2 Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών, Κέντρο Κλινικής Έρευνας, Τομέας Καρδιάς-Αγγείων 3 Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών, Κέντρο Πειραματικής Χειρουργικής

4Τμήμα Κυτταροπαθολογίας, «Αρεταίειο» Νοσοκομείο, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ 5Α' Καρδιολογική Κλινική, Ιπποκράτειο Νοσοκομείο, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ, Αθήνα

Πίνακας 1

N=6ΔΚΚ ΑΚΚ

baseline post ligation euthanasia baseline post ligation euthanasia

Mean shear stress

(dynes/cm2)

24,2±0,23 37,0±0,61 28,4±0,21 23,7±0,21 7,3±0,19* 5,3±0.18*

Peak shear stress

(dynes/cm2)

40,2±0,026 61,8±0,97 43,8±0,40 37,7±0,26 15,0±0,37* 10,6±0,35*

* p<0,05 vs baseline, (mean±standard error SEM).

Εισαγωγή: Ο μοριακός μηχανισμός απόκρισης του ενδο-

θηλίου στις αλλαγές της ροής αίματος δεν είναι πλήρως

διευκρινισμένος. Τα μηχανοευαίσθητα μόρια, όπως οι δια-

μεμβρανικές πρωτεΐνες πολυκυστίνη (PC) 1 και 2, έχουν

σχετισθεί με την ενδοθηλιακή απόκριση σε διαφορετικά

επίπεδα ροών. Σκοπός: Η δημιουργία μιας απλής και αξιόπι-

στης χειρουργικής τεχνικής, για τη μελέτη διαφοροποίησης

της αιματικής ροής. Η πιστότητα της μεθόδου εκτιμήθηκε

υπερηχογραφικά και σε μοριακό επίπεδο από την πρώιμη

απόκριση του ενδοθηλίου μέσω της ενεργοποίησης των PC

1 και PC 2. Υλικό-Μέθοδος: Απολινώθηκε μερικώς η αρι-

στερή κοινή καρωτίδα (ΑΚΚ) 6 υγιών αρσενικών κονίκλων

(4 mo, 3,02±0,21 kg). Παράλληλα με τον αυλό του αγγείου,

στην εξωτερική πλευρά, τοποθετήθηκε ένα ειδικό πλαστικό

εξάρτημα που ελεγχόμενα μείωνε τη διάμετρο. Η δεξιά κοι-

νή καρωτίδα (ΔΚΚ) παρέμεινε ανέπαφη. Αξιολογήθηκαν υπε-

ρηχογραφικά (Vivid 7, GE) οι ροές και οι διατμητικές τάσεις

(εξίσωση Hagen-Poisseuille) πριν και μετά την απολίνωση.

Πέντε ημέρες μετά, (ευθανασία), συλλέχθηκαν ιστικά καρω-

τιδικά τεμάχια και πραγματοποιήθηκε ανοσοϊστοχημική ανά-

λυση για τις πρωτεΐνες PC1 και 2. Αποτελέσματα: Μετά την

απολίνωση, η διατμητική τάση μειώθηκε στην ΑΚΚ (p<0,05,

πίνακας 1). Στα ιστικά δείγματα παρατηρήθηκε αυξημένη

έκφραση των πολυκυστινών (ΑΚΚ, p<0,05). Συμπεράσματα:

Η παρούσα χειρουργική τεχνική αποτελεί μια αξιόπιστη και

απλή μέθοδο για τη μελέτη της πρώιμης απόκρισης του εν-

δοθηλίου σε αλλαγές της διατμητικής τάσης. Η έκφραση των

PC1 και PC2 φαίνεται να επηρεάζεται από αυτές τις αλλαγές.

Ο ρόλος τους ως μηχανοδιαβιβαστές χρήζει περαιτέρω διε-

ρεύνησης.

Page 15: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 241

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ4ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΗΣ C-ΑΝΤΙΔΡΩΣΑΣ ΠΡΩΤΕΪΝΗΣ

ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΘΜΟ ΥΠΟΚΛΙΝΙΚΗΣ ΑΘΗΡΩΜΑΤΩΣΗΣ

Β. Μεταξά,1 Χ. Πίτσαβος,1 Ι. Σκούμας,1 Α. Μήλιου,2 Ε. Οικονόμου,1

Κ. Μασούρα,1 Χ. Στεφανάδης1

1Μονάδα Λιπιδίων, Α' Καρδιολογική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο» 2Βιοχημικό Εργαστήριο και Μοριακής Ανάλυσης, Α' Καρδιολογικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα

Χαρακτηριστικά ασθενών Χωρίς μετάλλαξη Με μετάλλαξη p value

Νο (αριθμός ασθενών) 51 69

Φύλο (Α/Γ) 20/31 32/37 p=0,32

Μέση ηλικία (έτη) 28±14 31±16 p=0,20

Βάρος σώματος (kg) 58±14,5 57±16,2 p=0,61

Περιφέρεια μέσης (cm) 78±12 77±11 p=0,82

Ολική χοληστερόλη (mg/dL) 293 (256–344) 327 (298–388) p=0,002

LDL (mg/dL) 225 (183–243) 255 (220–300) p=0,001

Apo-B (mg/dL) 107 (96–135,75) 152 (131–183) p<0,001

Lpa (mg/dL) 10 (4–58) 21 (10–53) p=0,096

Ινωδογόνο (mg/dL) 296 (254–400) 291 (233–336) p=0,53

CRP (mg/L) 0,17 (0,1–0,3) 0,7 (0,46–1) p<0,001

c-IMT (mm) 0,71±0,14 0,92±0,16 p<0,001

Εισαγωγή-Σκοπός: Τα υψηλά επίπεδα διαφόρων δεικτών

φλεγμονής έχουν συσχετιστεί με τον κίνδυνο αθηρωμά-

τωσης. Η συσχέτιση των επιπέδων της C-αντιδρώσας πρω-

τεΐνης (CRP), με το πάχος του έσω-μέσου χιτώνα των κα-

ρωτίδων, σε ασθενείς με οικογενή υπερχοληστερολαιμία.

Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν 120 hfH ασθενείς, κλινικά

διαγνωσμένοι βάσει των κριτηρίων Dutch Lipid Clinic, οι

οποίοι δεν είχαν λάβει υπολιπιδαιμική αγωγή στο παρελθόν.

Καταγράφηκαν οι βιοχημικές παράμετροι, τα λιπίδια ορού και

τα επίπεδα της CRP, πριν την έναρξη αγωγής. Υποβλήθηκαν

σε μοριακή ανάλυση του γονιδίου του υποδοχέα της LDL

(LDL-R) με αλληλούχιση και αγγειακή υπερηχογραφία για την

μέτρηση του πάχους έσω-μέσου χιτώνα καρωτίδων (c-IMT).

Αποτελέσματα: Τα 69 άτομα του πληθυσμού στα οποία βρέ-

θηκε μετάλλαξη στο γονίδιο του LDL-R, συγκρίθηκαν με τα 51

άτομα τα οποία δεν έφεραν κάποια μετάλλαξη.

Η ανάλυση πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμησης έδειξε ότι,

το c-IMT επηρεάζεται στατιστικά σημαντικά από την ύπαρξη

μετάλλαξης, ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο, BMI, επίπεδα ολικής

και LDL χοληστερόλης (p<0,001). Ακόμη, το c-IMT φάνηκε να

συσχετίζεται με τα επίπεδα της CRP (rho=0,319, p=0,037), για κά-

θε αύξηση των επιπέδων της κατά 0,1, αναμένεται αύξηση του

c-IMT κατά 0,051 mm (b=0,314, p=0,042), ανεξάρτητα από ηλι-

κία, φύλο, επίπεδα ολικής και LDL χοληστερόλης. Συμπέρασμα:

Από τα ευρήματά μας φαίνεται ότι, τα επίπεδα της CRP επηρεά-

ζουν τον βαθμό της υποκλινικής αθηρωμάτωσης.

Page 16: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

242 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ5ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΦΑΙΝΟΛΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ

ΣΤΗΝ ΕΠΑΓΟΜΕΝΗ ΑΠΟ IL-1β ΣΥΝΘΕΣΗ PAF ΣΕ U-937

Ι.Χ. Βλαχογιάννη,1 Ε. Φραγκοπούλου,1 Γ. Σταματάκης,2 Σ. Αντωνοπούλου1

1Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας και Διατροφής 2Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Χημείας, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: O Παράγοντας Ενεργοποίησης Αιμο-

πεταλίων (PAF) αποτελεί λιποειδικό μεσολαβητή ο οποίος

παράγεται από τα μονοκύτταρα και εμπλέκεται στους μηχα-

νισμούς της φλεγμονής. Η IL-1β επάγει την παραγωγή του PAF

στα U-937 μέσω αύξησης της δραστικότητας των βιοσυνθε-

τικών του ενζύμων. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η

μελέτη της επίδρασης φαινολικών ενώσεων στην επαγόμενη

από IL-1β παραγωγή PAF. Υλικό-Μέθοδος: Τα μονοκύτταρα

U-937 διεγέρθηκαν με IL-1β (2,5 ng/mL) παρουσία ή απουσία

ρεσβερατρόλης και τυροσόλης (50–200 μΜ) για διάφορες

χρονικές στιγμές. Σε όλες τις περιπτώσεις μετρήθηκαν τα επί-

πεδα PAF και παραλήφθηκε το ομογενοποίημα των κυττάρων

όπου μετρήθηκαν τα ένζυμα βιοσύνθεσης λυσο-PAF: ακετυλο-

CoA ακετυλοτρανσφεράση (PAF-AT), αλκυλοακετυλογλυκε-

ρόλη: CDP-χολίνη φωσφοχολινοτρανσφεράση (PAF-CPT) και

το αποικοδομητικό ένζυμο PAF-ακετυλοϋδρολάση (PAF-AH).

Αποτελέσματα: Η IL-1β προκαλεί αύξηση της δραστικότητας

της PAF-AT και της PAF-CPT κατά 100 και 30% αντίστοιχα κα-

θώς και των ενδοκυτταρικών επιπέδων του PAF κατά 90%, σε

σχέση με τα μη διεγερμένα κύτταρα. Η ρεσβερατρόλη όσο και

η τυροσόλη προκαλούν αναστολή της δραστικότητας της PAF-

AT, ενώ δεν επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό τη δράση των

ενζύμων PAF-CPT και PAF-AH σε σχέση με τα διεγερμένα με

IL-1β κύτταρα. Οι φαινολικές ενώσεις μειώνουν την επαγόμε-

νη από IL-1β παραγωγή ενδοκυττάριου PAF στην ίδια χρονική

στιγμή (3 ώρες) με την αναστολή που προκαλούν στην PAF-AT.

Συμπεράσματα: Η αντι-φλεγμονώδης δράση της ρεσβερα-

τρόλης και της τυροσόλης φαίνεται να επιτυγχάνεται εν μέρει

μέσω μείωσης της δραστικότητας της PAF-AT η οποία συνάδει

με τη μείωση των επιπέδων του ενδοκυτταρικού PAF.

ΠΑ6ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑΣ, ΦΛΕΓΜΟΝΗΣ ΚΑΙ ΑΘΗΡΟΓΕΝΕΣΗΣ

ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Χ.Χ. Καραντώνης

Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μύρινα, Λήμνος

Μετά την αποδοχή της «θεωρία της φλεγμονής» ως την πλέον

αποδεκτή για την εξήγηση της αθηρογένεσης, η συσχέτιση της

δυσλιπιδαιμίας με την φλεγμονή και την αθηρογένεση αποτε-

λεί σήμερα μια πρόκληση. Σαν απάντηση μέσα από μια διαφο-

ρετική από τις υπάρχουσες προσέγγιση στο θέμα, παρουσιά-

ζονται πειραματικά αποτελέσματα in vitro, in vivo και ex vivo

σε κυταροκαλλιέργειες, πειραματόζωα και ανθρώπους από τα

οποία φαίνεται ότι: H δυσλιπιδαιμία προκαλεί αύξηση στο αίμα

των επιπέδων του φλεγμονώδους παράγοντα PAF. Η αύξηση

αυτή επιβεβαιώνεται από τη μελέτη των μεταβολικών ενζύ-

μων του PAF και αποκαλύπτεται η πηγή προέλευσης του PAF

στο αίμα, που είναι τα έμμορφα συστατικά του, καθώς επίσης

και διάφορες παθοφυσιολογικές καταστάσεις και μολυσματικοί

παράγοντες και μικροοργανισμοί. Τα υψηλά επίπεδα PAF στο

αίμα προκαλούν αθηρογένεση. Οι στατίνες, πέρα από τη μείω-

ση των επιπέδων της χοληστερόλης, με τις πλειοτροπικές αντι-

φλεγμονώδεις δράσεις τους, αναστέλλουν τις βιολογικές δρά-

σεις του PAF και μειώνουν τα επίπεδά του, αναστέλλοντας τη

βιοσύνθεσή του. Επειδή μία από τις γνωστές και μελετημένες

βιολογικές δράσεις του PAF είναι και η επίδρασή του στην καρ-

διακή λειτουργία αποκτά ιδιαίτερη σημασία η μελέτη των δρά-

σεων των στατινών (ως αναστολέων του PAF) στην επίδραση

του PAF στην καρδιακή λειτουργία. Τα διάφορα φυσικά συστα-

τικά (που απαντώνται κυρίως στα τρόφιμα της Μεσογειακής

δίαιτας) αναστέλλουν τη δέσμευση του PAF στον υποδοχέα

του και τις βιολογικές του δράσεις, ενώ μειώνουν και τα επί-

πεδα του PAF, αναστέλλοντας τη βιοσύνθεσή του. Συγχρόνως

όμως συντείνουν στην μείωση των επιπέδων του PAF, μέσα από

την αντιοξειδωτική τους δράση και τη μείωση του οξειδωτικού

στρες. Έτσι, δίνονται πιθανές εξηγήσεις για την προστατευτική

δράση των στατινών και των συστατικών της Μεσογειακής δί-

αιτας, έναντι των καρδιαγγειακών παθήσεων.

Page 17: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 243

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ75% ΑΠΩΛΕΙΑ ΣΩΜΑΤΙΚΟΥ ΒΑΡΟΥΣ

ΒΕΛΤΙΩΝΕΙ ΤΟ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Ε. Φάππα,1 Μ. Γιαννακούλια,1 Ν. Τιλελή,1 Π. Καίσαρη,1

Ι. Σκούμας,2 Χ. Πίτσαβος,2 Χ. Στεφανάδης2

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 2Α' Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η αντιμετώπιση του Μεταβολικού Συν-

δρόμου (ΜΣ) περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, απώλεια σωμα-

τικού βάρους 5–10% του αρχικού. Σκοπός της παρούσας

ανάλυσης είναι να αξιολογήσει την επίδραση 5% απώλειας

του αρχικού σωματικού βάρους (ΣΒ) στους παράγοντες του

ΜΣ. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν 41 ασθενείς

με ΜΣ (49% άντρες, ηλικία 24–73 ετών), οι οποίοι συμμετεί-

χαν σε πρόγραμμα διατροφικής παρέμβασης διάρκειας ενός

έτους. Αξιολόγηση των συμμετεχόντων έγινε στην αρχή και

στο τέλος της παρέμβασης. Για τις ανάγκες της ανάλυσης, οι

ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: αυτοί οι οποίοι στην

αξιολόγηση έτους είχαν ΣΒ τουλάχιστον 5% μικρότερο εν

συγκρίσει με το αρχικό (Ομάδα Α) και αυτοί που δεν είχαν

(Ομάδα Β). Αποτελέσματα: Η κανονικότητα των αξιολο-

γούμενων χαρακτηριστικών ελέγχθηκε με το Kolmogorov-

Smirnoff τεστ. O έλεγχος t κατά student για ανεξάρτητα

δείγματα έδειξε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των

ομάδων στην περιφέρεια μέσης (p=0,017) και τη συγκέ-

ντρωση γλυκόζης νηστείας (0,039). Στην αξιολόγηση έτους,

ο έλεγχος εντός των ομάδων έδειξε ότι η Ομάδα Α, βελτίω-

σε την περιφέρεια μέσης (94,4±8,5 vs 100,6±6,4, p=0,002),

τη συγκέντρωση τριγλυκεριδίων (142,9±64,8 vs 205,9±93,2,

p=0,013) και τη συγκέντρωση γλυκόζης νηστείας (94,7±11,0

vs 102,8±11,1, p=0,023) συγκριτικά με την έναρξη της μελέ-

της. Αντίστοιχα, η Ομάδα Β, βελτίωσε μόνο τη συγκέντρωση

τριγλυκεριδίων (161,2±51,6 vs 289,8±160,6, p<0,001) συγκρι-

τικά με την έναρξη της μελέτης. Συμπεράσματα: Από τα πα-

ραπάνω αποτελέσματα φαίνεται ότι, η μέτρια απώλεια σω-

ματικού βάρους ενδεχομένως βελτιώνει επιπρόσθετα τους

παράγοντες του ΜΣ.

ΠΑ8ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D

ΜΕ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Σ. Μακαρίου,1,2 Ε. Λυμπερόπουλος,2 Μ. Φλορεντίν,2 Κ. Λαγός,2

Ε. Γαζή,2 Α. Χάλλα,1 Μ. Ελισάφ2

1Τομέας Υγείας του Παιδιού, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2Τομέας Εσωτερικής Παθολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ποικίλες μελέτες υποδηλώνουν την ύπαρ-

ξη ανάστροφης σχέσης μεταξύ βιταμίνης D και μεταβολικού

συνδρόμου (ΜΣ) τόσο σαν σύνολο όσο και με καθένα από

τα επιμέρους χαρακτηριστικά του. Σκοπός μας ήταν να διε-

ρευνήσουμε την ύπαρξη πιθανής σχέσης μεταξύ βιταμίνης

D και κάποιων αναδυόμενων παραγόντων κινδύνου του ΜΣ,

όπως η συγκέντρωση της small dense low density lipoprotein

cholesterol (sdLDL-C), η ενεργότητα της lipoprotein-associated

phospholipase A2 (LpPLA2) και η high-sensitive C reactive

protein (hsCRP). Υλικό-Μέθοδος: Μελετήσαμε 100 υγιή άτο-

μα, 49 εκ των οποίων είχαν ΜΣ και 54 τα οποία δεν πληρούσαν

τα κριτήρια, χρησιμοποιήθηκαν σαν μάρτυρες. Η ανάλυση των

υποκλασμάτων LDL έγινε με ηλεκτροφόρηση σε γέλη πολυ-

ακριλαμιδίου. Η ενεργότητα της LpPLA2 προσδιορίστηκε σε

ολικό και σε κεκαθαρμένο από απολιποπρωτεΐνη Β πλάσμα

(HDL-LpPLA2). Η 25(ΟΗ)Vit D προσδιορίστηκε ποσοτικά με

ανοσοενζυμική μέθοδο. Αποτελέσματα: Τα άτομα με ΜΣ εί-

χαν χαμηλότερα επίπεδα 25(ΟΗ)Vit D από τους μάρτυρες. Η

μονοπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι η 25(ΟΗ)Vit D είχε αντί-

στροφη συσχέτιση με τα τριγλυκερίδια (r=–0,416, p=0,003) και

με τη sdLDL-C (r=–0,305, p=0,004). Δεν υπήρχε συσχέτιση της

25(ΟΗ)Vit D με την περίμετρο μέσης, την αρτηριακή πίεση, την

HDL-C, την γλυκόζη νηστείας, ούτε και με το μέγεθος LDL, την

ενεργότητα LpPLΑ2 και την hsCRP. Η πολυπαραγοντική ανά-

λυση έδειξε ότι η ανάστροφη σχέση μεταξύ 25(ΟΗ)Vit D και

sdLDL-C έγινε μη σημαντική όταν συμπεριλάβαμε σε αυτή τα

τριγλυκερίδια. Συμπεράσματα: Οι ασθενείς με ΜΣ παρουσιά-

ζουν χαμηλότερα επίπεδα 25(ΟΗ)Vit D. Η χαμηλή 25(ΟΗ)Vit D

συσχετίστηκε με υψηλά επίπεδα sdLDL-C, πιθανόν λόγω των

υψηλών τριγλυκεριδίων.

Page 18: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

244 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ9ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΙΜΗΣ ΑΘΗΡΩΜΑΤΩΣΗΣ

ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΕ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ;

Μ.Π. Κουκούλη,1 Ε. Μπιλιανού,3 A. Στριλάκου,2 Γ. Νίκας,4 Γ. Μαστοράκης,4

Β. Αδαμοπούλου,3 Α. Μελιδώνης,1,2 Φ. Τρυποσκιάδης5

1Διαβητολογικό Κέντρο, 2Α΄ Παθολογικό Τμήμα, 3Καρδιολογικό Τμήμα, 4Ακτινολογικό Τμήμα, ΓΝΠ «Τζάνειο» 5Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν να αξιολογηθεί η συσχέτιση

μεταξύ της πρώιμης αθηρωμάτωσης, με τη διαστρωμάτωση

του καρδιαγγειακού κινδύνου. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν

77 ασθενείς με ιστορικό ΣΔ. Έγινε πλήρης εργαστηριακός

έλεγχος, υπολογισμός της αρτηριακής σκληρίας (PWV) και

μέτρηση του έσω-μέσου καρωτιδικού χιτώνα (ΙΜΤ). Για τη δι-

αστρωμάτωση του καρδιαγγειακού κινδύνου χρησιμοποιή-

θηκε το Framingham Risk Score (FRS) και η UKPDS risk engine.

Έγινε χρήση απλής και πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμησης.

Αποτελέσματα: Η μέση IMT του δείγματος ήταν 0,75±0,16

mm και η μέση PWV 11,42±2,67 m/sec. Βάσει FRS ταξινόμησης,

32,5%, 46,7% και 20,8% του δείγματος ανήκαν στην ομάδα χα-

μηλού, ενδιάμεσου και υψηλού κινδύνου αντίστοιχα. Κατόπιν

προσαρμογής για φύλο, Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), αναλο-

γία μέσης-ισχίων, διάρκεια διαβήτη και μικρολευκωματινου-

ρία, δεν βρέθηκε ένδειξη για συσχέτιση μεταξύ IMT και FRS

(p=0,66), ενώ αύξηση της μέσης PWV κατά ένα τεταρτημό-

ριο συνεπάγεται αύξηση της μέσης τιμής της FRS κατά 2,41%

(p=0,03). Αναφορικά με τις κατηγορίες της UKPDS, η ΙΜΤ δεν

φάνηκε να σχετίζεται με τον δεκάχρονο κίνδυνο ΣΝ (p=0,14),

θανατηφόρας ΣΝ (p=0,10) ή θανατηφόρου ΑΕΕ (p=0,46), ενώ

βρέθηκε να σχετίζεται θετικά με τον δεκάχρονο κίνδυνο ΑΕΕ

(p=0,02). Αύξηση της PWV κατά ένα τεταρτημόριο συνεπάγε-

ται στατιστικά σημαντική αύξηση των μέσων δεκάχρονων κιν-

δύνων ΣΝ κατά 2,44%, θανατηφόρας ΣΝ κατά 2,43% και ΑΕΕ

κατά 2,30%, ενώ δεν βρέθηκε ένδειξη για συσχέτιση μεταξύ

PWV και θανατηφόρου ΑΕΕ (p=0,47). Συμπέρασμα: Υπάρχει

θετική συσχέτιση της αύξησης του ΙΜΤ με τον 10χρονο κίνδυ-

νο ΑΕΕ. Αναφορικά με το PWV υπάρχει θετική συσχέτιση με το

FRS και τον 10χρονο κίνδυνο ΣΝ και ΑΕΕ.

ΠΑ10SAFETY AND IMPACT ON CARDIOVASCULAR EVENTS

OF LONG-TERM MULTIFACTORIAL TREATMENT IN PATIENTS WITH METABOLIC SYNDROME AND ABNORMAL LIVER FUNCTION TESTS A POST HOC ANALYSIS OF THE ATTEMPT STUDY*

V. Athyros, C. Pitsavos, O. Giouleme, E.S. Ganotakis, A. Achimastos, M. Elisaf,

K. Tziomalos, D. Petridis, A. Karagiannis, D.P. Mikhailidis

Hellenic Atherosclerosis Society

Aim: To assess the effects of long-term multifactorial

intervention, including a statin, on liver function tests (LFTs)

and their association with cardiovascular disease (CVD)

events in patients with metabolic syndrome (MetS) and

modestly increased LFTs without diabetes mellitus (DM)

or CVD. Patients-Methods: This prospective, randomized,

target driven study included 1,123 patients (45.6% men, age

45–65 years), who were being followed up in outpatient

clinics. Patients received multifactorial treatment including a

statin aiming at a low density lipoprotein cholesterol (LDL-C)

target of <100 mg/dL (group A) or LDL-C<130 mg/dL (group

B). Among them, 326 patients had modestly elevated LFTs

and ultrasonographic (US) evidence of non-alcoholic fatty

liver disease (NAFLD) [165 patients in group A (group A2)

and 161 patients in group B (group B2)]. Intensive lifestyle

intervention and pharmacotherapy were used: atorvastatin in

all patients, inhibitors of the renin-angiotensin-aldosterone

axis and calcium channel blockers for hypertension,

metformin for dysglycaemia and orlistat for obesity. Results:

NAFLD resolved during the 42-month treatment period in

86% of patients in group A2 and in 74% of patients in group

B2 (p<0.001). In group A2, 92% of patients had LDL-C<100

mg/dL and triglyceride (TG) levels <150 mg/dL. Mean LDL-C

and TG levels were higher while in group B2 than in group

A2 (p<0.001 for both comparisons). There were no CVD

events in group A2 whereas 5 non-fatal events occurred

in group B2 (log-rank-p=0.024). There were no major side-

effects. Conclusions: Attaining treatment targets with

multifactorial intervention is safe and beneficial in primary

prevention patients with MetS and NAFLD. Lipid levels and

LFTs normalized, US findings of NAFLD resolved and no CVD

events occurred in patients who achieved LDL-C levels <100

mg/dL (group A2). Resolution of NAFLD was more frequent

in the latter patients and this might have contributed to the

prevention of CVD events.

* for the ATTEMPT Collaborative Group

Page 19: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 245

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ11ASSESSING THE TREATMENT EFFECT IN METABOLIC SYNDROME WITHOUT PERCEPTIBLE

DIABETES (ATTEMPT). A PROSPECTIVE-RANDOMIZED STUDY IN MIDDLE AGED MEN AND WOMEN

V.G. Athyros, E.S. Ganotakis, G. Kolovou, V. Nikolaou, A. Achimastos, E. Bilianou,

T. Alexandrides, A. Karagiannis, K. Paletas, E.N. Liberopoulos, K. Tziomalos, D. Petridis,

A. Kakafika, M.S. Elisaf, D.P. Mikhailidis

Hellenic Atherosclerosis Society

Aim: To assess the reduction in estimated cardiovascular

disease (e-CVD) risk after multifactorial treatment for 6

months and follow this change during the next 3-years.

Patients-Methods: This prospective, randomized, target

driven study included 1,123 subjects (512/611 men/women,

aged 45–65 years) with metabolic syndrome (MetS)

without diabetes or CVD referred to specialist outpatient

clinics. Patients were randomized to two treatment groups:

group A with low density lipoprotein cholesterol (LDL-C)

target of <100 mg/dL and group B with a target of <130

mg/dL. Atorvastatin was used in both groups on top of

optimal multifactorial treatment, (quinapril, amlodipine,

hydrochlorothiazide for hypertension, metformin for im-

paired fasting glucose, and orlistat for obesity). The e-CVD

risk was calculated using the Framingham, the PROCAM and

Reynold’s equations. Results: Reductions in e-CVD risk at 6

months were >50% in all patients, but were superior in group

A and in women. Reductions were even greater during the

next 3-years and were mainly attributed to changes in lipid

profile. Actual CVD events were 1 in group A and 13 in group

B, p=0.0012. Conclusions: Attaining the treatment target of

LDL-C<100 mg/dL within multifactorial treatment of MetS by

expert clinics, is achievable and beneficial even in patients

without diabetes or known CVD. This induces a considerable

e-CVD risk reduction in MetS patients. Actual CVD events

were negligible, suggesting that e-CVD risk overestimates

actual CVD risk in MetS, at least in patients achieving LDL-

C<100 mg/dL. (ClinicalTrials.gov ID: NCT00416741).

* for the ATTEMPT Collaborative Group

ΠΑ12ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΩΝ EΠΙΠΕΔΩΝ ΤΗΣ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΙΝΗΣ Lp(a)

ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΟΥ ΠΑΣΧΟΥΝ ΑΠΟ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ (ΣΔ) ΤΥΠΟΥ ΙΙ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΛΥΚΑΙΜΙΚΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΑΥΤΩΝ

Δ. Κουμουτσέα,1,2 Μ. Δηλανάς,1,2 Β. Γέρμαν,1 Σ. Παπαοικονόμου,1,2 Δ. Δουλγεράκης,1

Σ. Χρυσανθόπουλος,3 Π. Ζαγαρέλος,1,2 I. Φωτόπουλος,1,4 Π. Θαλασσινού,1

Ι. Μέγας,2 Α. Χατζηιωαννίδης,2,5 †Κ. Καραμήτσος4

1Εξωτερικά Ιατρεία, Α΄ Παθολογικό Τμήμα, 2Ενδοκρινολογικό Τμήμα, 3Καρδιολογικό Τμήμα, 4Νεφρολογικό Τμήμα, 401 ΓΣΝΑ 5Εξωτερικά Ιατρεία, Ενδοκρινολογικού Τμήματος, 417 ΝΙΜΤΣ, Aθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Είναι γενικά γνωστό ότι τα επίπεδα των

λιπιδίων του ορού αποτελούν ισχυρό παράγοντα εκτίμησης

και προσδιορισμού του συνολικού καρδιαγγειακού κινδύνου,

ενώ σε ασθενείς που πάσχουν από ΣΔ τύπου ΙΙ μπορεί να δια-

πιστωθούν ειδικότερες δυσλιπιδαιμικές διαταραχές. Σκοπός

της εργασίας μας ήταν η διερεύνηση της συσχέτισης των

επιπέδων της λιποπρωτεΐνης Lp(a) σε ασθενείς με ΣΔ τύπου

ΙΙ και της γλυκαιμικής ρύθμισης των ασθενών αυτών. Υλικό-

Μέθοδος: Διερευνήθηκαν 64 εξωτερικοί ασθενείς με ΣΔ τύ-

που ΙΙ, οι οποίοι βρίσκονταν είτε υπό αγωγή με ινσουλίνη, είτε

υπό αγωγή με αντιδιαβητικά δισκία. Μετρήθηκαν σε όλους αυ-

τούς τους ασθενείς η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (ΗbA1C),

τα τριγλυκερίδια, η ολική χοληστερόλη, η LDL-χοληστερόλη, η

HDL-χοληστερόλη και η λιποπρωτεΐνη Lp(a). Aποτελέσματα:

Διερευνήθηκαν συγκεκριμένα 31 άνδρες και 33 γυναίκες με

μέση ηλικία 59,8 έτη και μέση διάρκεια ΣΔ 8,3 έτη, ενώ η μέση

τιμή της ΗbA1C ήταν 8,1%. Ακολούθως, οι ασθενείς με βάση

την τιμή της HbA1C χωρίσθηκαν σε δύο διακριτές ομάδες, την

ομάδα Χ με 28 ασθενείς και τιμή ΗbA1C<7% και την ομάδα Υ

με 36 ασθενείς και τιμή HbA1C>7%. H μέση τιμή της λιποπρω-

τείνης Lp(a) στη Χ ομάδα ήταν 12,9 ng/dL (2,3–66,8, φτ≤30),

ενώ στη Υ ομάδα ήταν 18,6 ng/dL (3,6–70,9, φτ≤30), (p<0,1,

ΝS). Σαφέστατα σημαντικές απέβησαν οι διαφορές μεταξύ των

δύο διακριτών oμάδων ως προς τα τριγλυκερίδια (179±50 vs

224±102 mgr/dL, p<0,01), την ολική χοληστερόλη (252±28,4 vs

290±31,8 mgr/dL, p<0,05), την LDL-χοληστερόλη (160,2±26,8

vs 197,2±24,9 mgr/dL, p<0,05), ενώ δεν διαπιστώθηκαν στα-

τιστικά σημαντικές διαφορές στην HDL-χοληστερόλη (p<0,1,

NS). Συμπεράσματα: Διαπιστώθηκε διαφορά σε σχέση με τα

επίπεδα της λιποπρωτείνης Lp(a) μεταξύ ασθενών με ΣΔ τύ-

που ΙΙ και καλή (αποδεκτή) γλυκαιμική ρύθμιση και ασθενών

με ΣΔ τύπου ΙΙ και μη αποδεκτή γλυκαιμική ρύθμιση (γλυκαι-

μική ρύθμιση εκτός αποδεκτού στόχου), η οποία όμως δεν

έφθασε τα επίπεδα της στατιστικής σημαντικότητας. Αντίθετα

και κατά τα αναμενόμενα, τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων απέ-

βησαν στατιστικά σημαντικά πιο αυξημένα σε ασθενείς με ΣΔ

τύπου ΙΙ και μη αποδεκτό γλυκαιμικό έλεγχο (γλυκαιμικό έλεγ-

χο εκτός αποδεκτού στόχου).

Page 20: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

246 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ13ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΤΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΟΛΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΑΜΦΟΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΚΟΙΛΙΩΝ

ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΣΥΣΤΟΛΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ ΣΕ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ

Χ. Χρυσοχόου,1 Γ. Μεταλληνός,1 Χ. Αντωνίου,1 Δ. Παναγιωτάκος,2 Χ. Πίτσαβος,1

Σ. Μπρίλη,1 Ε. Οικονόμου,1 Γ. Τσιτσινάκης,1 Α. Τσαντίλας,1 Ε. Χριστοφοράτου,1

Δ. Τούσουλης,1 Χ. Στεφανάδης1

1Α' Καρδιολογική Κλινική, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο» 2Τμήμα Διαιτολογίας και Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η εκτίμηση πιθανής συσχέτισης ανάμε-

σα στην συστολική και διαστολική λειτουργία των κοιλιών

και τις διατροφικές συνήθειες ασθενών με χρονία καρδιακή

ανεπάρκεια. Υλικό και Μέθοδος: 372 συνεχόμενοι ασθενείς

με χρονία καρδιακή ανεπάρκεια ενετάχθησαν στην μελέτη.

Μετρήθηκαν η συστολική λειτουργία της αριστεράς κοιλίας,

δείκτες παλμικού και ιστικού Doppler, η ταχύτητα διάδοσης

της ροής εντός της αριστεράς κοιλίας (Vp), το κλάσμα εξώ-

θησης του αριστερού κόλπου (LAEF) και η κινητική ενέργεια

του αριστερού κόλπου (LAKE). Οι διαιτητικές συνήθειες κα-

ταγράφηκαν χρησιμοποιώντας ερωτηματολόγια αναφορικά

με την συχνότητα κατανάλωσης διαφόρων τροφίμων και η

προσκόλληση στη Μεσογειακή Διατροφή αξιολογήθηκε με το

MedDietScore. Αποτελέσματα: Το MedDietScore εμφάνισε

θετική συσχέτιση με τον λογάριθμο του συστολικού κύματος

του μιτροειδικού δακτυλίου (logSmv), το κλάσμα εξώθησης

του αριστερού κόλπου και την Vp, ενώ αρνητική συσχέτιση

διαπιστώθηκε με τους λογαρίθμους των λόγων των κυμάτων

της διαμιτροειδικής ροής και των διαστολικών κυμάτων του

μιτροειδικού δακτυλίου (logΕ/A και logEmv/Amv) (p<0,05).

Μετά τη διόρθωση για πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες,

μόνον ο logE/A συσχετιζόταν αρνητικά με το MedDietScore

(p<0,05). Στην κατά τρόφιμο ανάλυση, ο logE/A συσχετίστηκε

αρνητικά με την κατανάλωση ψαριών και τη χρήση ελαιολά-

δου˙ ο logEmv/Amv συσχετίστηκε αρνητικά με την κατανά-

λωση ψαριών˙ ο logStv (συστολικό κύμα του τριγλωχινικού

δακτυλίου) συσχετίστηκε θετικά με την κατανάλωση ψαριών,

ελαιολάδου και ζυμαρικών˙ η Vp συσχετίστηκε αρνητικά με

την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, ενώ ο logLAKE συ-

σχετίστηκε θετικά με την κατανάλωση ελαιολάδου και αλκοόλ

(p<0,05 για όλες τις συσχετίσεις). Συμπεράσματα: Η παρούσα

μελέτη καταδεικνύει για πρώτη φορά μία ακόμη δυνητική θε-

τική συνεισφορά της Μεσογειακής Διατροφής στη συστολική

και διαστολική λειτουργία των κοιλιών ασθενών με χρονία

καρδιακή ανεπάρκεια.

ΠΑ14ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΕ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗ 40 mg, ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ/

ΕΖΕΤΙΜΙΜΠΗΣ 10/10 mg Ή ΡΟΣΟΥΒΑΣΤΑΤΙΝΗ 10 mg ΣΕ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΥΣ ΤΟΥ ΟΞΕΙΔΩΤΙΚΟΥ STRESS ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΠΡΩΤΟΠΑΘΗ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ

Ε. Μουτζούρη,1 Κ. Τέλλης,2 Α. Τσελέπης,2 Μ. Κωσταπάνος,1 Χ. Μηλιώνης,1 Μ. Ελισάφ1

1Β' Παθολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων 2Τμήμα Χημείας, Τομέας Βιοχημείας, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Iωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Πλήθος μελετών δείχνουν ότι οι στατί-

νες διαθέτουν πλειοτροπικές δράσεις, ανεξάρτητα από την

υπολιπιδαιμική τους δράση. Σκοπός της παρούσας μελέτης

ήταν η σύγκριση της δράσης 3 διαφορετικών υπολιπιδαιμικών

σχημάτων στα επίπεδα της οξειδωμένης LDL χοληστερόλης

και των ισοπροστανίων του πλάσματος σε ασθενείς με πρω-

τοπαθή δυσλιπιδαιμία. Υλικό-Μέθοδος: Μετά από 3 μήνες

διαιτητικής παρέμβασης, 150 δυσλιπιδαιμικοί ασθενείς (56

άνδρες, μέση ηλικία 60 έτη) τυχαιοποιήθηκαν σε θεραπεία

με σιμβαστατίνη 40 mg, συνδυασμό σιμβαστατίνης/εζετιμί-

μπης 10/10 mg ή ροσουβαστατίνη 10 mg ημερησίως, για 12

εβδομάδες. Μελετήθηκαν τα επίπεδα της οξειδωμένης LDL

χοληστερόλης (oxidized LDL) και των ισοπροστανίων του

πλάσματος (8-isoprostanes, 8-epiPGF2a), πριν και μετά τη

θεραπεία. Αποτελέσματα: Και στις 3 ομάδες παρατηρήθηκε

σημαντική μείωση των επιπέδων της οξειδωμένης LDL χολη-

στερόλης (p<0,001, σε σύγκριση με τις αρχικές τιμές), χωρίς

σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων. Η μείωση των επι-

πέδων της οξειδωμένης LDL χοληστερόλης δεν συσχετιζόταν

με τη μείωση της ολικής ή της LDL χοληστερόλης, ενώ και στις

3 ομάδες παρατηρήθηκε μείωση του λόγου της οξειδωμένης

LDL χοληστερόλης/LDL χοληστερόλη (p<0,05, σε σύγκριση

με τις αρχικές τιμές). Σε καμία ομάδα δεν παρατηρήθηκε με-

ταβολή των επιπέδων των ισοπροστανίων του πλάσματος.

Συμπεράσματα: Τα 3 υπολιπιδαιμικά σχήματα που μελετήθη-

καν μείωσαν σημαντικά και συγκρίσιμα τα επίπεδα της οξει-

δωμένης LDL χοληστερόλης, χωρίς να μεταβάλουν τα επίπεδα

των ισοπροστανίων.

Page 21: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 247

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ15ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΥΠΟΥ D ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ

Δ. Τζιάλλας,1 Μ. Κωσταπάνος,1 Κ. Σάββας,1 Κ. Καστανιώτη,2 Π. Σκαπινάκης,3

Β. Μαυρέας,3 Μ. Ελισάφ,1

1Παθολογική Κλινική, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2ΑΤΕΙ Καλαμάτας, Καλαμάτα 3Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Το μεταβολικό σύνδρομο (ΜΣ) περιλαμ-

βάνει τη συνύπαρξη πολλαπλών καρδιαγγειακών παραγό-

ντων κινδύνου. Σκοπός της μελέτης είναι να διερευνήσει εάν

ο επιπολασμός της προσωπικότητας τύπου D είναι υψηλότε-

ρος σε ασθενείς με ΜΣ σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου,

ανεξάρτητα της παρουσίας άγχους και συμπτωμάτων κατά-

θλιψης. Μέθοδος-Υλικό: Μελετήθηκαν 749 νέοι διαδοχικοί

ασθενείς με καρδιομεταβολικές διαταραχές που απευθύνο-

νταν στο Ιατρείο Λιπιδίων του ΠΓΝΙ από το 2007 έως το 2009

για την αξιολόγηση και αντιμετώπιση του ΜΣ. 359 ασθενείς

πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου στη μελέτη. Το ΜΣ ορίστη-

κε σύμφωνα με τον ορισμό του IDF. Τα διαγνωστικά κριτή-

ρια για την ύπαρξη προσωπικότητας Τύπου D εκτιμήθηκαν

με βάση την κλίμακα DS-14. Το άγχος και τα συμπτώματα

κατάθλιψης αξιολογήθηκαν από την επικυρωμένη ελληνική

έκδοση της κλίμακας του άγχους και της κατάθλιψης (HADS).

Αποτελέσματα: Από τους 359 ασθενείς, 206 (57,4%) πλη-

ρούσαν τα διαγνωστικά κριτήρια για το ΜΣ και 153 (42,6%),

αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Η επικράτηση του τύπου

προσωπικότητας D ήταν σημαντικά υψηλότερη στην Ομάδα

του ΜΣ σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου (44% έναντι 15%

αντίστοιχα, p<0,001). Κάθε στοιχείο του τύπου προσωπικότη-

τας D, κοινωνική αναστολή και αρνητική συναισθηματικότη-

τα, ήταν συχνότερη στην ομάδα του ΜΣ από ό,τι στην ομάδα

ελέγχου. Η παρουσία της προσωπικότητας τύπου D συνδέθη-

κε σημαντικά με το μεταβολικό σύνδρομο ανεξάρτητα από

άλλους κλινικούς παράγοντες, το άγχος και τα συμπτώματα

κατάθλιψης. Συμπεράσματα: Η μελέτη μας έδειξε ότι η προ-

σωπικότητα Τύπου D φαίνεται να συνδέεται με τη διάγνωση

του μεταβολικού συνδρόμου. Δεδομένου ότι το ΜΣ αποτελεί

πρόδρομο στάδιο της αθηροσκλήρωσης και κατά συνέπεια

της καρδιαγγειακής νόσου, η απόδειξη της συσχέτισης ΜΣ

και προσωπικότητας ενισχύει την ύπαρξη μιας αιτιώδους

σχέσης ανάμεσα στο ψυχοκοινωνικό προφίλ και στο ΜΣ και

αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη θεραπευτική

διαδικασία.

ΠΑ16ΕΥΕΡΓΕΤΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΘΗΛΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕ ΥΨΗΛΑ ΠΟΣΟΣΤΑ ΜΑΚΡΟΒΙΟΤΗΤΑΣ: ΜΕΛΕΤΗ ΙΚΑΡΙΑ

Γ. Σιάσος, Χ. Χρυσοχόου, Ε. Οικονόμου, Δ. Tούσουλης, M. Zαρομυτίδου, K. Zήσιμος,

Γ. Τριανταφύλλου, Δ. Μιχαλοπούλου, Σ. Βογιατζόγλου, Β. Ζούλια, Σ. Δελαπόρτα,

Σ. Πλυταριά, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η σωματική δραστηριότητα (ΣΔ) έχει ση-

μαντικά καρδιαγγειακά οφέλη. Στην παρούσα μελέτη αξιολο-

γήσαμε την επίδραση της καθημερινής ΣΔ στην ενδοθηλιακή

λειτουργία σε δείγμα κατοίκων της Ικαρίας. Υλικό-Μέθοδος:

Από τον πληθυσμό της μελέτης ΙΚΑΡΙΑΣ επιλέχθηκε τυχαία ένα

δείγμα αποτελούμενο από 185 μέσης ηλικίας (40–65 ετών) και

από 142 μεγάλης ηλικίας (66–91 ετών) συμμετέχοντες. Η ενδο-

θηλιακή λειτουργία εκτιμήθηκε υπερηχογραφικά με τη μέθοδο

της ενδοθηλιοεξαρτώμενης αγγειοδιαστολής (FMD). Η εκτίμη-

ση της ΣΔ έγινε με τη βοήθεια του Διεθνούς Ερωτηματολογίου

ΣΔ (IPAQ) κατατάσσοντας τους συμμετέχοντες σε ομάδες χα-

μηλής, μέτριας και έντονης ΣΔ. Τα άτομα χαμηλής ΣΔ χαρα-

κτηρίστηκαν ως σωματικά αδρανή και τα υπόλοιπα ως σωμα-

τικά δραστήρια. Αποτελέσματα: Στο συνολικό πληθυσμό οι

τιμές του FMD (5,79±3,19%) εμφάνιζαν αντίστροφη συσχέτιση

με την ηλικία (r=–0,242, p<0,001).Τα σωματικά αδρανή άτομα

είχαν σημαντικά χαμηλότερες τιμές FMD σε σχέση με τα σω-

ματικά δραστήρια (4,95±3,02% έναντι 6,06±3,23%, p=0,008).

Μεταξύ των σωματικά δραστήριων ατόμων τα άτομα μέσης

ηλικίας είχαν σημαντικά υψηλότερο FMD σε σχέση με τα άτο-

μα μεγάλης ηλικίας (6,64±3,24% έναντι 5,34±3,07%, p=0,008).

Παρόλ' αυτά δεν υπήρχε διαφορά στις τιμές του FMD μεταξύ

των μέσης ηλικίας σωματικά αδρανών ατόμων και των μεγά-

λης ηλικίας σωματικά δραστήριων ατόμων (5,04±3,32% εν.

5,34±3,07%, p=0,99). Η ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης

μετά από προσαρμογή για γνωστούς συγχυτικούς παράγο-

ντες αποκάλυψε ότι τα μέσης ηλικίας άτομα που είχαν έντονη

[b=1,76 95% CI: (0,039, 3,49), p=0,045) και μέτρια (b=2,12 95%

CI: (0,75, 3,48), p=0,002] ΣΔ είχαν υψηλότερες τιμές FMD σε

σύγκριση με τα άτομα χαμηλής ΣΔ. Συμπεράσματα: H παρού-

σα μελέτη υποδεικνύει τον καρδιοπροστατευτικό ρόλο της

ΣΔ στην ενδοθηλιακή λειτουργία εισάγοντας την υπόθεση ότι

η ΣΔ μπορεί να περιορίσει την επίδραση της ηλικίας στην εν-

δοθηλιακή λειτουργία.

Page 22: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

248 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ17THE LONG-TERM IMPACT OF MULTIFACTORIAL TREATMENT ON THE INCIDENCE OF NEW ONSET DIABETES AND RELATED CARDIOVASCULAR EVENTS IN PATIENTS WITH METABOLIC SYNDROME

A POST HOC ANALYSIS OF THE ATTEMPT STUDY*

V. Athyros, M. Elisaf, T. Alexandridis, A. Achimastos, E.S. Ganotakis, E. Bilianou,

A. Karagiannis, E.N. Liberopoulos, K. Tziomalos, D.P. Mikhailidis

Hellenic Atherosclerosis Society

Aim: To assesses the long-term incidence of new onset

diabetes (NOD) and related cardiovascular events in patients

with metabolic syndrome (MetS). Patients-Methods: The

prospective, randomized, target-driven Assessing The

Treatment Effect in Metabolic Syndrome Without Perceptible

diabeTes (ATTEMPT) study included 1,123 patients (45.6%

males, aged 45–65 years) with MetS without diabetes or

cardiovascular disease (CVD), who were referred to specialist

outpatient clinics; 793 patients had impaired fasting glucose

(IFG). Patients were randomized to 2 treatment groups: group

A with a low density lipoprotein cholesterol (LDL-C) target

<100 mg/dL and group B with a target <130 mg/dL. On top of

intensive lifestyle intervention, a multifactorial drug treatment

was used: mainly inhibitors of renin-angiotensin-aldosterone

system and calcium channel blockers for hypertension,

metformin for IFG, orlistat for obesity, while atorvastatin was

used in all patients. Results: The incidence of NOD during the

42-month follow-up was very low, 0.83/100 patient-years in

patients with MetS and 1.00/100 patient-years in patients with

MetS and IFG. The incidence of NOD did not differ between

groups A and B. Baseline glucose levels, statin treatment and

statin dose were not related to NOD. Older age, increased waist

circumference and persistent MetS despite treatment were

the main determinants of NOD risk. There was no substantial

contribution of NOD to CVD events; 1 CVD non-fatal event

occurred in the 28 patients with NOD. Conclusions: Attaining

the treatment targets of MetS with multifactorial (lifestyle

and drug) intervention is achievable and beneficial even in

patients without diabetes or known CVD. NOD incidence and

CVD events were negligible and similar to the rates observed

in the general population.

* for the ATTEMPT Collaborative Group

ΠΑ18ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ

ΙΝΣΟΥΛΙΝΟΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΜΕΛΕΤΗ HEALTHY GROWTH

Χ. Μαυρογιάννη, Γ. Μοσχώνης, Ο. Ανδρούτσος, Β. Ιατρίδη, Λ. Δαμιανίδη, Ε. Πολιτίδου,

Χ. Κατσαρού, Δ. Γιαννακούλια, A. Σκενδέρη, Ι. Μανιός

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Διάφορες μεμονωμένες συμπεριφορές

υγείας έχουν συσχετισθεί με αυξημένα επίπεδα δεικτών καρ-

διομεταβολικού κινδύνου στα παιδιά. Σκοπός της παρούσας

μελέτης ήταν η διερεύνηση της συσχέτισης διαφόρων συ-

μπεριφορών υγείας με δείκτες ινσουλινοαντίστασης, μέσω

της χρήσης πολυμεταβλητής ανάλυσης. Υλικό-Mέθοδος:

Πραγματοποιήθηκε συλλογή ανθρωπομετρικών, διατροφικών

(ανακλήσεις 24ώρου), βιοχημικών (γλυκόζη, ινσουλίνη), κλινι-

κών (στάδια ανάπτυξης κατά Tanner), κοινωνικο-οικονομικών

δεδομένων και δεδομένων φυσικής δραστηριότητας (ΦΔ)/δι-

άρκειας ύπνου από αντιπροσωπευτικό δείγμα 2026 παιδιών

9–13 ετών της μελέτης Healthy Growth. Ο ορισμός της ιν-

σουλινοαντίστασης βασίστηκε σε βιβλιογραφικά διαθέσιμες

κατωφλικές τιμές των δεικτών HOMA και FGIR. Η ανάλυση σε

κύριες συνιστώσες (PCA) χρησιμοποιήθηκε για την αναγνώρι-

ση πέντε διακριτών προτύπων τρόπου ζωής. Αποτελέσματα:

Ο επιπολασμός της ινσουλινοαντίστασης βρέθηκε να κυμαί-

νεται μεταξύ 6–32,2% και ήταν μεγαλύτερος στα κορίτσια

συγκριτικά με τα αγόρια (p<0,05). Μετά από διόρθωση για

διάφορους πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες, τα δύο πρότυ-

πα που συσχετίστηκαν θετικά και αρνητικά με το ΗΟΜΑ ήταν

αυτό που χαρακτηριζόταν από αυξημένο χρόνο τηλεθέασης/

χρήσης υπολογιστή, λιγότερες ώρες ύπνου και υψηλότερη

κατανάλωση ζαχαρούχων ποτών και αυτό που χαρακτηριζό-

ταν από αυξημένο χρόνο μέτριας-προς-υψηλής έντασης ΦΔ

και συχνότερα γεύματα, αντίστοιχα. Αντίστοιχες συσχετίσεις

βρέθηκαν για το FGIR. Επιπλέον, τα παιδιά που είχαν τη μεγα-

λύτερη προσκόλληση στο δεύτερο από τα παραπάνω πρότυ-

πα (4ο τεταρτημόριο) είχαν 38,4–45% μικρότερη πιθανότητα

εμφάνισης ινσουλινοαντίστασης, συγκριτικά με εκείνα που

είχαν μικρότερη προσκόλληση σε αυτό. Συμπεράσματα: Η

εφαρμογή πολυμεταβλητής ανάλυσης επιτρέπει μια πιο ολι-

στική διερεύνηση των συνδυαστικών επιδράσεων διαφόρων

συμπεριφορών, αποφεύγοντας παράλληλα το πρόβλημα της

πολυσυγγραμικότητας. Με τη χρήση της PCA η παρούσα με-

λέτη έδειξε ότι τα παιδιά που συνδύαζαν υψηλότερα επίπεδα

ΦΔ και συχνότερα γεύματα, είχαν μικρότερη πιθανότητα να

εμφανίζουν ινσουλινοαντίσταση.

Page 23: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 249

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ19ARTERIAL STIFNESS IN SUBTYPES OF ACUTE ISCHEMIC STROKE

L. Gamvrili, S. Papakatsika, G. Karafillis, S. Goulopoulou, V. Kotsis

Hypertension, 24h ABPM Center, Papageorgiou Hospital, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece

Objectives: To study differences in arterial stiffness in patients

diagnosed for subtypes of acute ischemic stroke. Patients-

Methods: 85 consecutive patients who hospitalized for acute

ischemic stroke were examined. Patients were diagnosed for

acute ischemic stroke from their onset of symptoms during the

last 24h and the diagnosis was confirmed with CT scan or MRI.

According to the TOAST criteria ischemic strokes were classified

based on aetiopathogenic mechanisms into the following

groups: large artery atherosclerosis (atherosclerotic stroke),

cardioembolic stroke, small artery occlusion (lacunar stroke)

and infarct of undetermined cause. Carotid-femoral pulse

wave velocity method was used to determine arterial stiffness.

Results: Average age was 77.3±5.9 years. Average PWV was

found 15.14±4.13 m/sec. Arterial stiffness was found significantly

higher in patients with atherosclerotic stroke (95% CI 15.77 to

18.87 m/sec) compared to patients with lacunar stroke (95% CI

12.29 to 16.75 m/sec). The difference was significant at the 0.05

level after adjustment for age and gender. 95% CI of arterial

stiffness was found 12.29 to 16.75 m/sec for cardioembolic

stroke patients and 11.81 to 18.83 m/sec for patients with

infarct of undetermined cause. The differences between all

other subtypes of stroke were not significant. Conclusions:

Patients with large artery atherosclerotic stroke have increased

arterial stifness compared to patients with small artery disease.

These arterial stiffness differences may also suggest differences

in long term cardiovascular mortality in patients with large

artery atherosclerotic and probably propose a new target for

secondary stroke prevention.

ΠΑ20ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΑΤΕΝΟΛΟΛΗΣ, ΤΗΣ ΝΕΜΠΙΒΟΛΟΛΗΣ, ΤΗΣ ΚΙΝΑΠΡΙΛΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΛΙΣΚΙΡΕΝΗΣ ΣΤΗΝ ΑΟΡΤΙΚΗ ΣΚΛΗΡΙΑ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ

X. Κουμαράς,1 E. Σταυρινού,2 Μ. Τζήμου,1 Α. Παπαγεωργίου,1

Β. Άθυρος,1 Π. Γκελερής,3 Α. Καραγιάννης1

1Β΄ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, «Ιπποκράτειο» Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, 2Νεφρολογική Κλινική, «Ιπποκράτειο»

Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, 3Γ΄ Καρδιολογική Κλινική, «Ιπποκράτειο» Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή-Σκοπός: Η αορτική σκληρία αποτελεί ανεξάρτητο

παράγοντα κινδύνου ασθενών με αρτηριακή υπέρταση (ΑΥ).

Σκοπός αυτής της προοπτικής τυχαιοποιημένης μελέτης είναι

να προσδιοριστούν οι επιδράσεις 4 αντιυπερτασικών φαρμά-

κων σε παραμέτρους της αορτικής σκληρίας. Υλικό-Μέθοδος:

Συνολικά, 66 ασθενείς με πρωτοδιαγνωσθείσα, ανεπίπλεκτη

ήπια-μέτρια ΑΥ τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν ατενολόλη (n=17)

ή νεμπιβολόλη (n=13) ή κιναπρίλη (n=20) ή αλισκιρένη (n=16).

Για τη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης (ΑΠ) χρησιμοποιήθη-

κε υδραργυρικό πιεσόμετρο, ενώ η κεντρική αορτική πίεση,

η κεντρική (αορτική) πίεση σφυγμού, ο δείκτης ανάκλασης

του σφυγμικού κύματος, η ταχύτητα του σφυγμικού κύμα-

τος (δείκτες της αορτικής σκληρίας) προσδιορίστηκαν πριν, 2

εβδομάδες και 8 εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας,

με τη μη επεμβατική τεχνική του συστήματος SphygmoCor.

Αποτελέσματα: Η περιφερική ΑΠ, η περιφερική πίεση σφυγ-

μού, η κεντρική αορτική πίεση και η ταχύτητα του σφυγμικού

κύματος μειώθηκαν σε ανάλογο βαθμό με οποιοδήποτε από

τα 4 φάρμακα, αλλά η κεντρική (αορτική) πίεση σφυγμού και ο

δείκτης ανάκλασης του σφυγμικού κύματος βελτιώθηκαν στα-

τιστικά σημαντικά μόνο στους ασθενείς που έλαβαν κιναπρίλη

(από 38±10,8 σε 31,9±7,3 mmHg, p=0,005 και από 26,65±8,34%

σε 19,60±8,34%, p<0,05 ), αντίστοιχα) ή αλισκιρένη (από

45,9±11,6 σε 34,8±7,2 mmHg, p=0,001 και από 34,56±7,04% σε

27,06±10,3%, <0,05, αντίστοιχα). Στους ασθενείς που έλαβαν

ατενολόλη οι τιμές διαμορφώθηκαν από 38,76±11,3 σε 34,7±9,4

mmHg, p=0,516, για την κεντρική πίεση σφυγμού και από

22,82±8,25% σε 25,00±11,90%, p=0,790, για τον δείκτη ανάκλα-

σης του σφυγμικού κύματος. Στους ασθενείς που έλαβαν νεμπι-

βολόλη οι τιμές διαμορφώθηκαν από 44,76±15,4 σε 37,84±7,9

mmHg, p=0,05, για την κεντρική πίεση σφυγμού, αλλά για τον

δείκτη ανάκλασης του σφυγμικού κύματος από 33,46±10,9%

σε 28,38±14,64%, p=0,445. Συμπέρασμα: Συμπερασματικά, τα

παραπάνω φάρμακα, αν και βελτιώνουν σημαντικά και σε ανά-

λογο βαθμό σημαντικές παραμέτρους της ΑΠ και της αορτικής

σκληρίας, διαφέρουν ως προς την επίδρασή τους τόσο στην

κεντρική πίεση σφυγμού, όσο και στον δείκτη ανάκλασης του

σφυγμικού κύματος, που αποτελούν παράγοντες κινδύνου σε

ασθενείς με ΑΥ. Οι θεραπευτικές επιλογές ενδεχομένως να επη-

ρεάζονται από τις παραπάνω παρατηρήσεις.

Page 24: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

250 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ21ΥΠΟΛΟΓΙΖΟΜΕΝΟΣ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ

ΣΕ ΥΠΕΡΤΑΣΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

Κ. Τζιόμαλος, Μ. Μπαλτατζή, Ι. Ράπτης, Α. Χατζόπουλος, Α. Παυλίδης, Β. Δούρλιου,

Κ. Κουλούσιος, Π. Σιδερά, Α. Μύρου, Χ. Σαββόπουλος, Α.Ι. Χατζητόλιος

Α΄ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Ιατρικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,

Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή-Σκοπός: Η αρτηριακή υπέρταση συχνά συνυπάρχει

με άλλους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου και η θερα-

πευτική αντιμετώπιση των υπερτασικών ασθενών πρέπει να

λαμβάνει υπόψη τον συνολικό καρδιαγγειακό κίνδυνο. Σκοπός

της παρούσας μελέτης ήταν η καταγραφή του καρδιαγγεια-

κού κινδύνου υπερτασικών ασθενών με βάση την εξίσωση

Framingham. Υλικό-Μέθοδος: Αναλύθηκε η πιο πρόσφατη

επίσκεψη στο υπερτασιολογικό ιατρείο της κλινικής μας 1810

υπερτασικών ασθενών (40,4% άνδρες, μέση ηλικία 56,5±13,5

έτη). Αποτελέσματα: Το 82,8% των ασθενών (n=1499) δεν εί-

χαν καρδιαγγειακή νόσο ή σακχαρώδη διαβήτη. Σε αυτούς

τους 1499 ασθενείς, το 63,2% ήταν χαμηλού καρδιαγγειακού

κινδύνου, το 21,6% ήταν ενδιάμεσου και το 15,2% υψηλού κιν-

δύνου (υπολογιζόμενος καρδιαγγειακός κίνδυνος <10%, 10–

20% και >20% αντίστοιχα). Οι ασθενείς υψηλού κινδύνου ήταν

συχνότερα άντρες και καπνιστές και είχαν υψηλότερη συστολι-

κή αρτηριακή πίεση και υψηλότερα επίπεδα LDL χοληστερόλης

και χαμηλότερα επίπεδα HDL χοληστερόλης από τους ασθενείς

ενδιάμεσου και χαμηλού κινδύνου (p<0,001 για τις συγκρίσεις

όλων των παραμέτρων μεταξύ των τριών ομάδων). Επιπλέον, το

μεταβολικό σύνδρομο ήταν συχνότερο στους ασθενείς υψη-

λού κινδύνου (32,9%, 38,5% και 56,4% στους ασθενείς χαμηλού,

ενδιάμεσου και υψηλού κινδύνου αντίστοιχα, p<0,005) και τα

επίπεδα τριγλυκεριδίων ήταν υψηλότερα στους τελευταίους

(137±63, 179±104 και 181±76 mg/dL αντίστοιχα, p<0,001), όπως

και τα επίπεδα γλυκόζης (99±17, 104±23 και 106±24 mg/dL

αντίστοιχα, p<0,05). Συμπεράσματα: Σημαντικό ποσοστό των

υπερτασικών ασθενών χωρίς καρδιαγγειακή νόσο ή σακχαρώ-

δη διαβήτη είναι υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου. Επιπλέον,

οι ασθενείς αυτοί εμφανίζουν και άλλους παράγοντες καρδι-

αγγειακού κινδύνου που δεν περιλαμβάνονται στην εξίσωση

Framingham. Η επιθετική αντιμετώπιση όλων των παραγόντων

κινδύνου είναι απαραίτητη ιδιαίτερα στους ασθενείς αυτούς για

την ελάττωση των καρδιαγγειακών συμβαμάτων.

ΠΑ22BLOOD PRESSURE LEVELS CONSTITUTE THE MOST IMPORTANT DETERMINANT

OF THE METABOLIC SYNDROME IN A MEDITERRANEAN POPULATION: A DISCRIMINATION ANALYSIS*

T. Chimonas, A. Karagiannis, V. Athyros, A. Achimastos, M. Elisaf, D. Panagiotakos

Hellenic Atherosclerosis Society

Background: The aim of the study was to evaluate the relative

importance of the determinants of the metabolic syndrome

(MetS) in a sample with MetS from the Greek population.

Patients-Methods: A random sample of 824 male (56±11

years) and 1,199 female (58±10 years) subjects with MetS

(NCEP ATP III), but without diabetes mellitus or established

cardiovascular disease, was selected from all over Greece.

Principal components analysis (PCA) was applied to evaluate

the inter-relationships between the inherent characteristics of

the MetS. Results: Among the participants, 87.6% had elevated

blood pressure (BP) levels, 79.9% had hypertriglyceridaemia,

62.6% had low high density lipoprotein cholesterol (HDL-C)

levels, 71.4% had impaired fasting glucose (FG) and 91.5%

had abdominal obesity. The most common combination

was elevated BP levels, abdominal obesity, impaired FG

and hypertriglyceridaemia (14.2%). PCA revealed 3 main

components that explained 68.4% of the total variation. The

first one was heavily loaded by BP (28.6% of the total variation

explained), followed by a component characterised by lipid

variables (21.7%) and a component characterised by FG

and waist circumference measurements (18.1% explained

variation). Conclusions: The most dominant characteristic

of MetS participants from a Mediterranean country (Greece)

was elevated BP levels, which was present in all 8 most

common combinations of MetS components, rendering the

“hypertensive aspect” of MetS the most common one. Since

a significant proportion of hypertensive subjects with MetS

receive no treatment, or are poorly controlled, targeting

BP levels in the general population may assist in better

preventing MetS and its complications.

* for the Assessing The Treatment Effect in Metabolic Syndrome

Without Perceptible diabeTes (ATTEMPT) Collaborative

Group.

Page 25: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 251

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ23NIGHTTIME PULSE PRESSURE IS A DETERMINANT OF ARTERIAL STIFNESS AND EARLY

VASCULAR AGEING IN ACUTE ISCHEMIC STROKE PATIENTS

V. Kotsis, L. Gamvrili, S. Papakatsika, G. Karafillis, S. Goulopoulou, M. Sion

Hypertension, 24h ABPM Center, Papageorgiou Hospital, Aristotle University of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece

Objectives: To study arterial stiffness in acute ischemic

stroke patients. Patients-Methods: 85 consecutive pa-

tients who hospitalized for acute ischemic stroke were

examined. Patients were diagnosed for AISTR from their

onset of symptoms during the last 24h and the diagnosis

was confirmed with CT or MRI. Carotid-femoral pulse wave

velocity method was used to determine arterial stiffness. The

presence of early vascular ageing (EVA) was defined as carotid-

femoral pulse wave velocity higher than the normal values

for age reported in the reference values for arterials’ stiffness

collaboration. Clinic BP and 24 h blood pressure monitoring

was measured in all subjects during the first day of hospital

admission. Results: Average age was 77.3±5.9 years. Average

clinic systolic BP was found 147.5±21.0 mmHg and diastolic

BP 83.0± 15.1 mmHg. Average 24 h systolic BP was found

144.5±21.8 mmHg and 24 h diastolic BP 78.6±10.8 mmHg.

Average PWV was found 15.14±4.13 m/sec. Arterial stiffness

was significantly related to clinic systolic BP (r=0.17, p<0.05),

average 24 h systolic BP (r=0.34, p<0.001), 24 h pulse pressure

(r=0.35, p<0.001), daytime systolic BP (r=0.34, p<0.001),

daytime pulse pressure (r=0.34, p<0.001), nighttime systolic BP

(r=0.31, p<0.001), nighttime pulse pressure (r=0.35, p<0.001)

and fasting serum glucose (r=0.32, p<0.01). Clinic and 24 h

diastolic BP values, heart rate values and lipid profile were not

significantly associated with arterial stiffness. In multivariate

linear regression analysis only night-time pulse pressure was

remained to be significantly associated with arterial stiffness

(R=0.33, p<0.01). In logistic regression analysis night-time

pulse pressure was the only determinant associated with the

presence of EVA (Exp(B)=1.026, p<0.05). Conclusions: Nigh-

time pulse pressure is a determinant of arterial stifness in

acute ischemic stroke patients.

ΠΑ24ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΥ ΤΟΥ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΥΣ ΟΡΙΣΜΟΥΣ ΣΕ ΜΙΑ ΟΜΑΔΑ ΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

Ε. Λιουδάκη, Γ. Βρέντζος, Ε. Μαυρογένη, Μ.Ε. Ζενιώδη, Ε. Γανωτάκης, Ι. Παπαδάκης

Πανεπιστημιακή Κλινική, Γενικής Παθολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Κρήτη

Εισαγωγή-Σκοπός: Το μεταβολικό σύνδρομο (ΜΣ) συνοδεύε-

ται από αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου

και σακχαρώδους διαβήτη. Αρκετοί διεθνείς οργανισμοί έχουν

προτείνει ορισμούς για το ΜΣ. Σκοπός της παρούσας μελέτης

ήταν να εκτιμηθεί και να συγκριθεί ο επιπολασμός του ΜΣ σε

ένα Μεσογειακό υπερτασικό πληθυσμό με βάση τους ορισμούς

του National Cholesterol Education Program Adult Treatment

Panel (NCEP ATP) III), American Heart Association-National

Heart Lung and Blood Institute (AHA-NHLBI), International

Diabetes Federation (IDF) και του Joint Interim Statement

(JIS). Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν αναδρομικά τα αρχεία

των ασθενών που εξετάσθηκαν στο εξωτερικό ιατρείο υπέρ-

τασης του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου από τον

Ιανουάριο 2001 ως τον Ιούνιο 2009. Συνολικά στη μελέτη συ-

μπεριλήφθηκαν 384 ασθενείς (146 άνδρες). Αποτελέσματα:

Ο επιπολασμός του ΜΣ σύμφωνα με τους ορισμούς του IDF

και JIS ήταν σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με τον ορισμό

του NCEP ATP III και στα 2 φύλα (IDF: p=0,009 και p=0,002, JIS:

p=0,002 και p=0,001 για τους άνδρες και τις γυναίκες αντίστοι-

χα). Ο ορισμός του AHA-NHLBI έδειξε σημαντικά μεγαλύτερο

επιπολασμό ΜΣ συγκριτικά με αυτόν του NCEP ATP III μόνο για

τις γυναίκες (p=0,03). Η συχνότητα των επιμέρους στοιχείων

του ΜΣ διέφερε σημαντικά μεταξύ των ασθενών με ΜΣ και αυ-

τών χωρίς ΜΣ ανεξάρτητα από τον ορισμό που εφαρμόζονταν.

Συμπεράσματα: Ο επιπολασμός του ΜΣ διαφέρει ανάλογα με

τον ορισμό που εφαρμόζεται σε έναν Μεσογειακό υπερτασι-

κό πληθυσμό. Αυτές οι διαφορές πιθανόν να επηρεάζουν την

εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου.

Page 26: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

252 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ25IN SILICO ΑΝΑΛΥΣΗ ΝΕΩΝ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΩΝ ΣΤΟ ΓΟΝΙΔΙΟ LDLR

ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΗ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΑ

Β. Μολλάκη, Π. Πρόγιας, Α. Σκούμα, Ε. Δρογκάρη

Εργαστήριο Μεταβολικών Νοσημάτων, Α' Παιδιατρική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Χωρέμειο Ερευνητικό Εργαστήριο,

Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η οικογενής υπερχοληστερολαιμία (FH)

είναι μια αυτοσωμική επικρατής νόσος που κληρονομείται με

επικρατούντα χαρακτήρα με αναφερόμενη συχνότητα 1:500

στην ετερόζυγη μορφή της. Οφείλεται κυρίως σε μεταλλάξεις

στο γονίδιο του υποδοχέα λιποπρωτεΐνης χαμηλής πυκνότητας

(LDLR) προκαλώντας υψηλά επίπεδα LDL, ολικής χοληστερόλης

και πρώιμη αθηροσκλήρωση. Η μοριακή διάγνωση της FH και

ο προσδιορισμός νέων μεταλλάξεων στο γονίδιο LDLR στην

Ελλάδα. Υλικό-Μέθοδος. Μελετήθηκαν 200 οικογένειες με φαι-

νότυπο FH. Η ανάλυση πραγματοποιήθηκε με αλληλούχιση του

LDLR και οι νέες αλλαγές εκτιμήθηκαν in silico. Αποτελέσματα.

Το ~50% των οικογενειών ήταν θετικές για μία από τις 27 γνω-

στές μεταλλάξεις για τον Ελληνικό πληθυσμό. Βρέθηκαν επίσης

22 νέες αλλαγές στη νουκλεοτιδική αλληλουχία του LDLR, 7

από τις οποίες είναι μεταλλάξεις που προκαλούν τη νόσο σύμ-

φωνα με την ανάλυση in silico: c.709C>T (p. R237C) στο εξόνιο 5,

c.977C>G (p.S326C) στο εξόνιο 7, c.1124A>C (p.Y375S) στο εξό-

νιο 8, c.1381G>T (p.G461C) στο εξόνιο 10, c.628_643dup{636del}

και c.661-673dup στο εξόνιο 4, και 13 c.1987+1_+33del στο εσό-

νιο 13. Οι νέες μεταλλάξεις είναι συνδεδεμένες με τα υψηλά επί-

πεδα λιπιδίων στα άτομα που τις φέρουν και αναφέρονται για

πρώτη φορά παγκοσμίως σε ασθενείς με FH. Συμπεράσματα.

Ο συνολικός αριθμός των μεταλλάξεων στο LDLR στην Ελλάδα

αναμένεται να αυξηθεί καθώς η μοριακή ανάλυση επεκτείνεται

σε όλα τα τμήματα του γονιδίου (εξόνια, εσόνια και όρια εξονί-

ων-εσονίων) και σε περισσότερους ασθενείς. Ο προσδιορισμός

νέων μεταλλάξεων είναι απαραίτητος για την έγκαιρη διάγνω-

ση της FH από την παιδική ηλικία.

ΠΑ26ΒΑΘΜΟΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΩΝ

ΣΥΜΒΑΜΑΤΩΝ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΗ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΑ

Β. Μεταξά, Ι. Σκούμας, Χ. Πίτσαβος, Ε. Οικονόμου, Κ. Μασούρα,

Ε. Τσετσέκου, Χ. Στεφανάδης

Μονάδα Λιπιδίων, Α΄ Καρδιολογικής Κλινικής, Πανεπιστημίου Αθηνών, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο» Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή: Οι ασθενείς με οικογενή υπερχοληστερολαιμία

θεωρούνται υψηλού κινδύνου ασθενείς, στην εμφάνιση καρ-

διαγγειακής νόσου. Σκοπός: Η αξιολόγηση του βαθμού συμ-

μόρφωσης ασθενών με οικογενή υπεχοληστερολαιμία στη

θεραπευτική αγωγή και η εκτίμηση της επίπτωσης των καρ-

διαγγειακών συμβαμάτων, ανάλογα με τον βαθμό συμμόρφω-

σης. Υλικό-Μέθοδος: 443 ασθενείς με ετερόζυγο οικογενή

υπερχοληστερολαιμία (172 άνδρες, 271 γυναίκες), μέσης ηλικί-

ας 40,48±15 έτη, παρακολουθήθηκαν στην Μονάδα Λιπιδίων

της Κλινικής μας. Εκτιμήθηκαν οι βιοχημικές παράμετροι και

τα λιπίδια του ορού πριν και μετά την έναρξη φαρμακευτικής

αγωγής και καταγράφηκαν τα καρδιαγγειακά συμβάματα, κα-

τά τη διάρκεια της παρακολούθησής τους. Όλοι οι ασθενείς

έλαβαν οδηγίες για έναρξη υγιεινοδιαιτητικής και φαρμακευ-

τικής αγωγής και ετέθησαν υπό συστηματική παρακολούθη-

ση. Αποτελέσματα: Η μέση διάρκεια παρακολούθησης των

ασθενών ήταν 8 έτη (1–21 έτη). Το 26,6% του πληθυσμού (118

άτομα) έδειξε χαμηλή συμμόρφωση στη θεραπευτική αγωγή

και τις οδηγίες συστηματικής παρακολούθησης. Η επίπτωση

των καρδιαγγειακών συμβαμάτων (οξέα στεφανιαία σύνδρο-

μα, αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, θάνατος από καρδιαγ-

γειακά αίτια) ήταν 8% (35 συμβάματα). Τα 16 συμβάμματα πα-

ρατηρήθηκαν στο ποσοστό τού υπό μελέτη πληθυσμού που

έδειξε τη χαμηλότερη συμμόρφωση και 19 συμβάματα στα

άτομα που ακολουθούσαν τις δοθείσες οδηγίες (13,5% έναντι

5,8%, p=0,001). Η πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι η κα-

τά 1 έτος αύξηση της συστηματικής παρακολούθησης και αύ-

ξηση της συμμόρφωσης, ελαττώνει τα συμβάματα κατά μέσο

όρο 1,33%, ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο, BMI, προϋπάρχουσα

στεφανιαία νόσο, αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη,

συνήθειες καπνίσματος, αρχικά επίπεδα ολικής και LDL χολη-

στερόλης και δοθείσας αγωγής. Συμπέρασμα: Ένα σημαντικό

ποσοστό ασθενών με οικογενή υπερχοληστερολαιμία δείχνει

χαμηλή συμμόρφωση στη θεραπευτική αγωγή και αυτό απο-

τελεί ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα μειζόνων καρδι-

αγγειακών συμβαμάτων.

Page 27: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 253

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ27ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ ΦΛΕΓΜΟΝΗΣ,

ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΙΚΟΓΕΝΗ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΑ

Β. Μεταξά,1 Χ. Πίτσαβος,1 Ι. Σκούμας,1 Α. Μήλιου,2 Ε. Οικονόμου,1

Κ. Μασούρα,1 Χ. Στεφανάδης1

1Μονάδα Λιπιδίων, Α' Καρδιολογικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», Αθήνα 2 Βιοχημικό Εργαστήριο και Μοριακής Ανάλυσης, Α' Καρδιολογικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών,

ΠΓΝ «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή: Τα υψηλά επίπεδα διαφόρων δεικτών φλεγμο-

νής έχουν συσχετιστεί με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.

Σκοπός: Η αξιολόγηση των επιπέδων δεικτών φλεγμονής

(CRP, ινωδογόνο) σε ασθενείς με ετερόζυγο οικογενή υπερ-

χοληστε-ρολαιμία(hfH). Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν 120

hfH ασθενείς, κλινικά διαγνωσμένοι βάσει των κριτηρίων

Dutch Lipid Clinic, οι οποίοι δεν είχαν λάβει υπολιπιδαιμική

αγωγή στο παρελθόν. Καταγράφηκαν οι βιοχημικές παράμε-

τροι, λιπίδια ορού, CRP και ινωδογόνο και υποβλήθηκαν σε

μοριακή ανάλυση του γονιδίου του υποδοχέα της LDL-c(LDL-

R), με αλληλούχιση. Αποτελέσματα: Τα 69 άτομα του πληθυ-

σμού (57%) στα οποία βρέθηκε κάποια μετάλλαξη του LDL-R

(43 άτομα με Genoa-Palermo, 19 άτομα με Africaner 2, 4 με

Greece 2 και 3 με Sicily), συγκρίθηκαν με τα 51 άτομα στα

οποία δεν βρέθηκε κάποια μετάλλαξη. Η ανάλυση πολλα-

πλής γραμμικής παλινδρόμησης έδειξε ότι οι φορείς κάποιας

μετάλλαξης του LDL-R, παρουσίαζαν στατιστικά σημαντικά

αυξημένα επίπεδα CRP συγκρινόμενα με τα άτομα που δεν

έφεραν μετάλλαξη (p<0,001), ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο,

επίπεδα ολικής και LDL χοληστερόλης, BMI. Επίσης συγκρί-

νοντας τους φορείς της μετάλλαξης Genoa-Palermo με τους

Africaner 2, διαπιστώσαμε ότι εμφάνιζαν στατιστικά σημα-

ντική διαφορά στα επίπεδα της CRP (CRPGenoa-Palermo: 0,8

(0,65–1,28) προς CRPAFRICANER 2:0,42 (0,15–0,65), p=0,001).

Συμπέρασμα: Από τα ευρήματά μας φαίνεται ότι η οικογε-

νής υπερχοληστερολαιμία συνοδεύεται από υψηλά επίπεδα

CRP και το είδος της μετάλλαξης του LDL-R, έχει διαφορετική

επίδραση στα επίπεδα αυτά.

Χαρακτηριστικά ασθενών Χωρίς μετάλλαξη Με μετάλλαξη p value

Νο (αριθμός) 51 69

Φύλο (Α/Γ) 20/31 32/37 p=0,32

Μέση ηλικία (έτη) 28±14 31±16 P=0,20

Βάρος σώματος (kg) 58±14,5 57±16,2 p=0,61

Περιφέρεια μέσης (cm) 78±12 77±11 p=0,82

Ολική χοληστερόλη (mg/dL) 293 (256–344) 327 (298–388) p=0,002

LDL (mg/dL) 225 (183–243) 255 (220–300) p=0,001

Apo-B (mg/dL) 107 (96–135,75) 152 (131–183) p<0,001

Lpa (mg/dL) 10 (4–58) 21 (10–53) p=0,096

Ινωδογόνο (mg/dL) 296 (254–400) 291 (233–336) p=0,53

CRP (mg/L) 0,17 (0,1–0,3) 0,7 (0,46–1) p<0,001

Page 28: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

254 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ28Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΝΙΚΟΤΙΝΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ ΣΤΟ ΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ

ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΦΑΙΝΟΤΥΠΟ ΤΩΝ LDL ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΜΙΚΤΗ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ

Α. Κεή,1 Α. Τσελέπης,2 Ε. Λυμπερόπουλος,1 Χ. Ρίζος,1 Μ. Ελισάφ1 1Τομέας Παθολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

2Τομέας Βιοχημείας-Κλινικής Χημείας, Χημικό Τμήμα, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Ελλάδα

σκεύασμα νικοτινικού οξέος σε συνδυασμό με laropiprant για

τη μείωση των εξάψεων. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν

η διερεύνηση της επίδρασης του συνδυασμού νικοτινικού

οξέος/laropiprant στα επίπεδα των λιπιδαιμικών παραμέτρων

καθώς και στην κατανομή των υποκλασμάτων των LDL σωμα-

τιδίων σε ασθενείς με μικτή δυσλιπιδαιμία. Υλικό-Μέθοδος:

Στη μελέτη έλαβαν μέρος 40 ασθενείς. Όλοι οι ασθενείς

έπαιρναν μία συμβατική δόση στατίνης (10–40 mg σιμβαστα-

τίνη ή 10–20 mg ατορβαστατίνη ή 5–20 mg ροσουβαστατίνη)

και δεν είχαν επιτύχει τον στόχο όσον αφορά τα επίπεδα της

LDL ή της non-HDL χοληστερόλης. Χορηγήθηκε επιπρόσθε-

τη θεραπεία με νικοτινικό οξύ/laropiprant (1000/20 mg για

1 μήνα και στη συνέχεια 2000/40 mg για τους επόμενους 2

μήνες). Πριν την έναρξη και μετά από 3 μήνες θεραπείας εκτι-

μήθηκε το λιπιδαιμικό προφίλ καθώς και η συγκέντρωση και

ο φαινότυπος των υποκλασμάτων των LDL σωματιδίων με τη

χρήση του Lipoprint LDL System. Αποτελέσματα: Η χορή-

γηση 2000/40 mg νικοτινικού οξέος/laropiprant προκάλεσε

μείωση της ολικής χοληστερόλης κατά 15% (από 213±47 σε

180±44 mg/dL, p<0,001), της LDL χοληστερόλης κατά 17%

(από 119±36 σε 99±38 mg/dL, p=0,001), των τριγλυκεριδίων

κατά 44% [από 226 (85–655) σε 126 (39–297) mg/dL, p<0,001],

ενώ τα επίπεδα της HDL χοληστερόλης αυξήθηκαν κατά 19%

(από 47±12 σε 56±19 mg/dL, p=0,004), σε σύγκριση με τα αρ-

χικά επίπεδα αυτών των παραμέτρων. Επιπρόσθετα, το μέγε-

θος των LDL σωματιδίων αυξήθηκε κατά 0,8% (από 260±5 σε

262±4, p=0,03), ενώ η χοληστερόλη των μικρών πυκνών LDL

σωματιδίων μειώθηκε κατά 43% [από 21 (4–64) σε 12 (4–39)

mg/dL, p=0,007] και των μεγάλων LDL σωματιδίων μόνο κα-

τά 10% [από 49±12 σε 44±12 mg/dL, p=0,03] σε σύγκριση με

τα επίπεδα πριν την έναρξη της θεραπείας. Συμπεράσματα:

Η συγχορήγηση νικοτινικού οξέος/laropiprant με συμβα-

τική δόση στατίνης βελτιώνει συνολικά τόσο το λιπιδαιμικό

προφίλ όσο και τον φαινότυπο των υποκλασμάτων των LDL

σωματιδίων, συμβάλλοντας στην επίτευξη των στόχων της

υπολιπιδαιμικής αγωγής και πιθανά στην πρόληψη των καρ-

διαγγειακών συμβαμάτων.

ΠΑ29ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΟΡΦΙΣΜΟΥ AluI (A/G) ΤΟΥ ESR2 ΜΕ ΙΣΧΑΙΜΙΚΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Σ. Μαρκούλα,1 Χ. Μηλιώνης,2 Δ. Χατζηστεφανίδης,1 Λ. Λάζαρος,3 Κ. Σπέγγος,4

Σ. Βασιλοπούλου,4 Ν. Γρηγοριάδης,3 Ι. Γεωργίου,3 Α.Π. Κυρίτσης1 1Νευρολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2Παθολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων,

3Εργαστήριο Ιατρικής Γενετικής, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 4A' Νευρολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή,

Πανεπιστημίου Αθηνών, Αιγινήτειο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Το γονίδιο του άλφα υποδοχέα οιστρογό-

νων (ESR1) έχει σχετιστεί με καρδιαγγειακή νόσο σε αρκετές

μελέτες, δεν υπάρχουν ωστόσο δεδομένα για την επίδραση

των πολυμορφισμών του γονιδίου του βήτα υποδοχέα οι-

στρογόνων (ESR2). Στη μελέτη αυτή εξετάσαμε τη συσχέτιση

μεταξύ του πολυμορφισμού AluI (A/G) του γονιδίου του ESR2

(rs 4986938) και των ισχαιμικών αγγειακών εγκεφαλικών επει-

σοδίων (ΑΕΕ). Υλικό-Μέθοδος: Συμπεριελήφθησαν ασθενείς

που νοσηλεύτηκαν με πρώτο ισχαιμικό ΑΕΕ σε τρία Κέντρα

Αναφοράς στη διάρκεια ενός έτους. Στην ομάδα ελέγχου συ-

μπεριλήφθηκαν άτομα με παρόμοια με τους ασθενείς ηλικία

και φύλο. Εξετάστηκε η σχέση μεταξύ του πολυμορφισμού

και των ΑΕΕ και η σχέση μεταξύ του πολυμορφισμού και της

ηλικίας εγκατάστασης ΑΕΕ. Αποτελέσματα: Στη μελέτη συ-

μπεριελήφθησαν 423 ασθενείς και 430 υγιή άτομα. Δεν παρα-

τηρήθηκε καμιά συσχέτιση μεταξύ των μορφών του γονιδίου

ESR2 και του κινδύνου για ΑΕΕ. Η κατανομή των γονότυπων

και των αλληλομόρφων του ESR2 δεν διέφερε μεταξύ των

διαφόρων ειδών ΑΕΕ. Ωστόσο παρατηρήθηκε κάποια σχέση

μεταξύ του αλληλομόρφου Α και της εγκατάστασης ΑΕΕ σε

νεότερη ηλικία στους άρρενες ασθενείς (63,35±12,628 έναντι

68,53±11,352, p=0,01). Συμπεράσματα: Δεν προέκυψε καμιά

σημαντική διαφορά στην κατανομή των αλληλομόρφων και

των γονοτύπων μεταξύ της ομάδας ελέγχου και των ασθενών

ή μεταξύ των υπο-ομάδων των ασθενών με lacunars και με

νόσο των μεγάλων αγγείων. Παρατηρήθηκε, ωστόσο, υψηλή

επίπτωση του αλληλομόρφου Α στους νεότερους άρρενες

ασθενείς. Επομένως, ο πολυμορφισμός AluI (A/G) ίσως παίζει

κάποιο ρόλο στην εγκατάσταση ΑΕΕ, επηρεάζοντας την ηλικία

εμφάνισής του στους άρρενες ασθενείς.

Page 29: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 255

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ30Η ΜΕΛΕΤΗ EU-PACT: ΑΡΧΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΟΓΕΝΩΜΙΚΟΥ ΑΛΓΟΡΙΘΜΟΥ ΔΟΣΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΕ ΚΟΥΜΑΡΙΝΙΚΑ

Γ. Ράγια,1 Β. Κολοβού,2 Ε. Μαλτέζος,3 Σ. Κωνσταντινίδης,4 Δ. Τζιακάς,4 Α. Ταυρίδου,1

Γ. Κολοβού,2 Ε.Γ. Μανωλόπουλος1

1Εργαστήριο Φαρμακολογίας και Κλινικής Φαρμακολογίας, Ιατρική Σχολή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Αλεξανδρούπολη 2Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, Αθήνα, 3Β' Πανεπιστημιακή Παθολογική Κλινική, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο

Αλεξανδρούπολης, Ιατρική Σχολή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Αλεξανδρούπολη, 4Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική,

Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, Ιατρική Σχολή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Αλεξανδρούπολη

Εισαγωγή-Σκοπός: Το στενό θεραπευτικό εύρος και η σημα-

ντική ποικιλομορφία στην απόκριση των ασθενών που λαμ-

βάνουν κουμαρινικά αντιπηκτικά καθιστούν επιτακτική ανά-

γκη τη συχνή μέτρηση και τις προσαρμογές της δόσης κατά

τη θεραπεία. Γενετικοί πολυμορφισμοί των ενζύμων CYP2C9

και VKORC1 προβλέπουν 35–50% της ποικιλομορφίας στην

απαιτούμενη δόση έναρξης και συντήρησης των κουμαρι-

νικών αντιπηκτικών. Για την αξιοποίηση της συμβολής της

γενετικής πληροφορίας στην κλινική πράξη, έχουν αναπτυ-

χθεί αλγόριθμοι καθορισμού της δόσης που στηρίζονται στο

γονότυπο. Η μελέτη EU-PACT (European Pharmacogenetics

of Anticoagulant Therapy) έχει ως σκοπό να εκτιμήσει την

ασφάλεια και κλινική χρησιμότητα της δοσολογίας που στη-

ρίζεται στον γονότυπο για τα τρία κύρια κουμαρινικά παράγω-

γα που χρησιμοποιούνται στην Ευρώπη. Υλικό-Μέθοδος: Η

μελέτη EU-PACT είναι η πρώτη ευρείας κλίμακας μονή-τυφλή,

τυχαιοποιημένη μελέτη ελέγχου με 3μηνη περίοδο παρακο-

λούθησης των ασθενών που έχει ξεκινήσει σε 6 Ευρωπαϊκές

χώρες και εκτιμά έναν αλγόριθμο δοσολογίας για τα κουμα-

ρινικά αντιπηκτικά που περιλαμβάνει γενετικές πληροφορίες

(CYP2C9 και VKORC1) καθώς και δημογραφικά στοιχεία (φύλο,

ηλικία, ύψος, βάρος). Στη μελέτη θα ενταχθούν συνολικά 3000

ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή ή φλεβική θρομβοεμβολή

που χρειάζονται θεραπεία με κουμαρινικά αντιπηκτικά. Στην

Ελλάδα θα ενταχθούν στη μελέτη στο σκέλος της ασενοκου-

μαρόλης 294 ασθενείς (Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο

Αλεξανδρούπολης και Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο).

Αποτελέσματα: Θα παρουσιαστεί η πορεία της μελέτης και

η αποτελεσματικότητα του αλγόριθμου δοσολογίας στους

ασθενείς που έχουν ενταχθεί στη μελέτη από τους φορείς που

συμμετέχουν στην Ελλάδα. Συμπεράσματα: Αναμένεται ότι η

δοσολογία σύμφωνα με τον γονότυπο θα βελτιώσει την ασφά-

λεια της αντιπηκτικής θεραπείας με κουμαρινικά παράγωγα

μέσω βελτίωσης της ακρίβειας της δόσης.

ΠΑ31ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΟΥ ΣΚΟΡ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΙΣΤΩΣΩΝ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΑΓΓΕΙΑΚΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΥ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ

Σ. Μπίτση,1 Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,2 Β. Ευθυμίου,1 Ε. Τριχιά,1 Ε. Μπίκα,2 Β. Νικολάου,3

Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,2 Δ. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», Αθήνα, 4Μονάδα

Αγγειακών Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η σχέση μεταξύ διατροφικών προτύπων και

αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου έχει ελάχιστα διερευνηθεί. Η

παρούσα μελέτη αποσκοπεί στην αποτίμηση της αξιοπιστίας

του MedDietScore και των συνιστωσών του στην εκτίμηση της

πιθανότητας εμφάνισης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και

στη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ Μεσογειακής διατροφής και

αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Υλικό-Μέθοδος: Κατά το

διάστημα 2009–2010, στη μελέτη εντάχθηκαν 250 διαδοχικοί

ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλι-

κού επεισοδίου (ηλικίας 77,12±8,81 ετών, 139 άνδρες) και 500

υγιείς τυχαία επιλεγμένοι (ηλικίας 62,43±13,39 ετών, 311 άνδρες).

Καταγράφηκαν κοινωνικο-δημογραφικά, κλινικά, ανθρωπομε-

τρικά, διατροφικά, ψυχολογικά χαρακτηριστικά, η φυσική δρα-

στηριότητα και οι καπνιστικές συνήθειες των συμμετεχόντων.

Η αξιολόγηση της προσκόλλησης στη Μεσογειακή διατροφή

έγινε μέσω του διατροφικού δείκτη MedDietScore (θεωρητικό

εύρος 0–55). Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα της πολλαπλής

λογαριθμικής παλινδρόμησης κατέδειξαν ότι αύξηση 1/55 μο-

νάδας στο MedDietScore σχετίζεται με μείωση της πιθανότητας

παρουσίας ΑΕΕ κατά 9,5% (ΣΛ=0,905, 95% ΔΕ=0,830–0,987).

Όταν στο υπόδειγμα προστέθηκε η κατάθλιψη, χάθηκε οριακά

η στατιστική σημαντικότητα (ΣΛ=0,920, 95% ΔΕ=0,834–1,014).

Στην ανάλυση ευαισθησίας-ειδικότητας, το εμβαδόν κάτω από

την καμπύλη για το MedDietScore προέκυψε ίσο με 0,663 (95%

Διάστημα Εμπιστοσύνης 0,618–0,708, p<0,001). Οι παρακάτω

συνιστώσες διέθεταν στατιστικά σημαντικό εμβαδόν κάτω από

την καμπύλη: λαχανικά και σαλάτες, φρούτα και χυμοί, δημητρια-

κά ολικής αλέσεως, ελαιόλαδο στην καθημερινή μαγειρική, αλ-

κοολούχα ποτά και κόκκινο κρέας και προϊόντα. Συμπέρασμα:

Η προσκόλληση στη Μεσογειακή διατροφή φαίνεται να σχετίζε-

ται αντίστροφα με την παρουσία ισχαιμικού αγγειακού εγκεφα-

λικού επεισοδίου. Ο δείκτης MedDietScore διαθέτει μέτρια δια-

γνωστική ικανότητα και μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο

στην ανίχνευση ατόμων με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.

Page 30: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

256 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ32ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΟΞΕΟΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ Ή ΙΣΧΑΙΜΙΚΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΥ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΥ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,1 Μ. Κωσταπάνος,1 Σ. Μπίτση,2 Β. Ευθυμίου,2 Π. Σάββαρη,4

Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,1 Δ.Β. Παναγιωτάκος2

1Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», 4Μονάδα Αγγειακών

Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η

αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ της προσκόλλησης σε δια-

τροφικά πρότυπα και της ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοση-

μάτων. Υλικό-Μέθοδος: Κατά τη διάρκεια 2009–2010, 1000

συμμετέχοντες εντάχθηκαν στη μελέτη: 250 διαδοχικοί ασθε-

νείς με πρώτη εκδήλωση ΟΣΣ, 250 διαδοχικοί ασθενείς με

πρώτη εκδήλωση ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου (AEE)

και 500 υγιή άτομα, εξομοιωμένα κατά φύλο και ηλικία με

τους ασθενείς. Καταγράφηκαν κοινωνικο-δημογραφικά, κλι-

νικά, ψυχολογικά, διατροφικά και άλλα χαρακτηριστικά του

τρόπου ζωής των συμμετεχόντων. Οι διατροφικές συνήθει-

ες αξιολογήθηκαν με χρήση ερωτηματολογίου συχνότητας

κατανάλωσης τροφίμων. Αποτελέσματα: Για την ανίχνευση

των διατροφικών προτύπων των συμμετεχόντων χρησιμο-

ποιήθηκε η πολυμεταβλητή μέθοδος, ανάλυση σε κύριες

συνιστώσες. Αναδείχτηκαν 5 κύρια διατροφικά πρότυπα που

ερμηνεύουν 47% της συνολικής μεταβλητότητας της πληρο-

φορίας. Το πρότυπο 1 χαρακτηρίζεται από την κατανάλωση

αβγών, ρυζιού, ζυμαρικών και πατάτας, το πρότυπο 2 από την

κατανάλωση ψαριών, οσπρίων, λαχανικών και φρούτων, το 3

από την κατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος,

το 4 από την κατανάλωση καφέ, τσαγιού και αλκοόλ και το

5 από την κατανάλωση πουλερικών, τυριού, γάλακτος και γι-

αουρτιού. Η πολλαπλή λογαριθμιστική παλινδρόμηση μετά

από έλεγχο για πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες, έδειξε ότι

τα άτομα που ακολουθούν το πρότυπο 1 έχουν 39% (95%ΔΕ:

1,09–1,76) μεγαλύτερη πιθανότητα να εκδηλώσουν ΟΣΣ και

40% (95%ΔΕ: 1,05–1,87) μεγαλύτερη πιθανότητα να εκδηλώ-

σουν ισχαιμικό ΑΕΕ. Αντίθετα, τα άτομα που ακολουθούν το

πρότυπο 2, έχουν 33% (95%ΔΕ: 0,53–0,85) μικρότερη πιθανό-

τητα παρουσίας ΟΣΣ και 33% (95%ΔΕ: 0,50–0,92) μικρότερη

πιθανότητα παρουσίας ισχαιμικού ΑΕΕ. Συμπεράσματα: Η

υιοθέτηση ενός υγιεινού διατροφικού προτύπου, το οποίο

χαρακτηρίζεται από την κατανάλωση φρούτων, λαχανικών,

οσπρίων και ψαριού, σχετίζεται με προστασία έναντι στην εκ-

δήλωση καρδιαγγειακών νοσημάτων.

ΠΑ33ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΤΥΠΟΥ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ

ΙΣΧΑΙΜΙΚΩΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,1 Μ. Κωσταπάνος,1 Σ. Μπίτση,2 Β. Ευθυμίου,2 Π. Σάββαρη,4

Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,1 Δ.Β. Παναγιωτάκος2

1Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», 4Μονάδα Αγγειακών

Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο ρόλος της Μεσογειακής διατροφής

σχετικά με την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου έχει μελετη-

θεί αρκετά, ωστόσο η σχέση μεταξύ της υιοθέτησης της

Μεσογειακής διατροφής και της ανάπτυξης εγκεφαλικών επει-

σοδίων δεν έχει πλήρως κατανοηθεί. Σκοπός της παρούσας

εργασίας είναι η αξιολόγηση της σχέσης μεταξύ της υιοθέτη-

σης της Μεσογειακής διατροφής και της εμφάνισης ισχαιμι-

κού εγκεφαλικού επεισοδίου σε άτομα με ή χωρίς υπερχολη-

στερολαιμία. Υλικό-Μέθοδος: Κατά τη διάρκεια 2009–2010,

1000 συμμετέχοντες εντάχθηκαν στη μελέτη: 250 διαδοχικοί

ασθενείς με πρώτη εκδήλωση οξέος στεφανιαίου συνδρόμου,

250 διαδοχικοί ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ισχαιμικού εγκε-

φαλικού επεισοδίου και 500 υγιή άτομα, εξομοιωμένα κατά

φύλο και ηλικία με τους ασθενείς. Καταγράφηκαν κοινωνικο-

δημογραφικά, κλινικά, ψυχολογικά, διατροφικά και άλλα χα-

ρακτηριστικά του τρόπου ζωής των συμμετεχόντων. Η υιοθέ-

τηση της Μεσογειακής διατροφής αξιολογήθηκε με τη χρήση

του MedDietScore (θεωρητικό εύρος: 0–55). Αποτελέσματα:

Μετά από έλεγχο για ποικίλους συγχυτικούς παράγοντες, η

υιοθέτηση της Μεσογειακής διατροφής συσχετίστηκε με 16%

μικρότερη πιθανότητα εκδήλωσης ισχαιμικού εγκεφαλικού

επεισοδίου σε άτομα χωρίς υπερχοληστερολαιμία (95%ΔΕ:

0,84–0,96) και 12% μικρότερη πιθανότητα εκδήλωσης ισχαιμι-

κού εγκεφαλικού επεισοδίου σε άτομα με υπερχοληστερολαι-

μία (95%ΔΕ: 0,81–0,96). Συμπεράσματα: Τα ευρήματα της πα-

ρούσας εργασίας διευρύνουν την υπάρχουσα γνώση αναφορι-

κά με τα καρδιοπροστατευτικά οφέλη από την υιοθέτηση της

Μεσογειακής διατροφής, αναδεικνύοντας την προστατευτική

της δράση σχετικά με την εκδήλωση ισχαιμικού εγκεφαλικού

επεισοδίου ακόμα και σε άτομα με υπερχοληστερολαιμία.

Page 31: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 257

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ34ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΔΕΙΠΝΟΥ ΚΑΙ ΥΠΝΟΥ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ

ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΙΣΧΑΙΜΙΚΩΝ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,1 Δ. Κάντας,1 Α. Λιτσαρδοπούλου,2 Α. Κατσαρού,2

Α. Βέμμου,4 Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,1 Δ.Β. Παναγιωτάκος2

1Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», 4Μονάδα Αγγειακών

Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να

αξιολογηθεί η σχέση μεταξύ της διάρκειας του χρόνου που με-

σολαβεί από τη λήξη του δείπνου μέχρι τον βραδινό ύπνο, όσον

αφορά την παρουσία οξέων στεφανιαίων συνδρόμων (ΟΣΣ)

και ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων. Υλικό-Μέθοδος:

Κατά τη διάρκεια 2009–2010, 1000 συμμετέχοντες εντάχθη-

καν στη μελέτη: 250 διαδοχικοί ασθενείς με πρώτη εκδήλωση

ΟΣΣ, 250 διαδοχικοί ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ισχαιμικού

εγκεφαλικού επεισοδίου και 500 υγιή άτομα, εξομοιωμένα

κατά φύλο και ηλικία με τους ασθενείς. Καταγράφηκαν κοινω-

νικο-δημογραφικά, κλινικά, ψυχολογικά, διατροφικά και άλλα

χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής των συμμετεχόντων. Οι δια-

τροφικές συνήθειες αξιολογήθηκαν με χρήση ερωτηματολογί-

ου συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων, ενώ οι συνήθειες του

ύπνου με ειδικό ερωτηματολόγιο. Αποτελέσματα: Μετά από

έλεγχο για ποικίλους συγχυτικούς παράγοντες (ηλικία, φύλο,

φυσική δραστηριότητα, ΔΜΣ, κάπνισμα, MedDietScore, οικο-

γενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου, ατομικό ιστορικό

υπέρτασης, υπερχοληστερολαιμίας και σακχαρώδους διαβή-

τη), οι συμμετέχοντες που δήλωσαν ότι μεταξύ δείπνου και

ύπνου μεσολαβούν 60–120 min (δεύτερο τεταρτημόριο) είχαν

63% μικρότερη πιθανότητα παρουσίας εγκεφαλικού επεισοδί-

ου (95%ΔΕ: 0,19–0,73) σε σχέση με τη μεσολάβηση λιγότερο

από μιας ώρας (πρώτο τεταρτημόριο), εκείνοι που δήλωσαν

ότι μεσολαβούν 120–180 min (τρίτο τεταρτημόριο) είχαν 70%

μικρότερη πιθανότητα (95%ΔΕ: 0,14–0,64), ενώ οι συμμετέχο-

ντες που δήλωσαν ότι μεσολαβούν πάνω από 180 min (τέταρτο

τεταρτημόριο) είχαν 69% μικρότερη πιθανότητα εκδήλωσης

εγκεφαλικού επεισοδίου (95% ΔΕ: 0,13–0,74) συγκριτικά με το

πρώτο τεταρτημόριο. Παρόμοιες τάσεις, χωρίς όμως σημαντι-

κές συσχετίσεις, παρατηρήθηκαν αναφορικά με τη διάρκεια

του χρονικού διαστήματος μεταξύ δείπνου και ύπνου και της

πιθανότητας εμφάνισης ΟΣΣ. Συμπεράσματα: Η μεσολάβηση

διαστήματος μεγαλύτερου της μίας ώρας μεταξύ δείπνου και

ύπνου, φαίνεται να έχει προστατευτικό αποτέλεσμα σχετικά

με την εμφάνιση εγκεφαλικού επεισοδίου, μια παρατήρηση η

οποία αξίζει περαιτέρω μελέτης, για την ένταξή της ως σύστα-

ση στην καθημερινή κλινική πράξη.

ΠΑ35ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΙΣΧΑΙΜΙΚΟ ΑΓΓΕΙΑΚΟ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

ΣΕ ΥΠΕΡΤΑΣΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣΚ. Τζιόμαλος, Μ. Μπαλτατζή, Μ. Αποστολοπούλου, Η. Ευθυμίου, Κ. Ψιάνου, Δ. Μάγκου,

Σ. Μπουζιανά, Ν. Κατσίκη, Γ. Ντάιος, Χ. Σαββόπουλος, Α.Ι. Χατζητόλιος

Α' Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Ιατρικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,

Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή-Σκοπός: Η αρτηριακή υπέρταση είναι ο κυριότε-

ρος τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για ισχαιμικό αγ-

γειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ). Ωστόσο, και άλλοι παρά-

γοντες αυξάνουν την επίπτωση των ΑΕΕ. Σκοπός της παρού-

σας μελέτης ήταν η εκτίμηση των παραγόντων κινδύνου για

ΑΕΕ σε υπερτασικούς ασθενείς. Υλικό-Μέθοδος: Αναλύθηκε

η πιο πρόσφατη επίσκεψη στο υπερτασιολογικό ιατρείο της

κλινικής μας 1810 υπερτασικών ασθενών (40,4% άνδρες,

μέση ηλικία 56,5±13,5 έτη). Αποτελέσματα: Ογδόντα δύο

ασθενείς (4,5%) είχαν ιστορικό ΑΕΕ. Οι ασθενείς αυτοί ήταν

πιο ηλικιωμένοι (61,1±12,7 έναντι 56,3±13,5 έτη, p<0,005), εί-

χαν σε μεγαλύτερο ποσοστό σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ, 31,2

έναντι 7,4%, p<0,001) και είχαν οριακά μικρότερο δείκτη μά-

ζας σώματος (28,2±3,9 έναντι 30,2±5,7 kg/m2, p=0,055) από

τους ασθενείς χωρίς ιστορικό ΑΕΕ. Αντίθετα, τα επίπεδα LDL

χοληστερόλης (p=0,73), HDL χοληστερόλης (p=0,51) και τρι-

γλυκεριδίων (p=0,66) δεν διέφεραν μεταξύ των 2 ομάδων.

Επιπλέον, η συστολική και η διαστολική αρτηριακή πίεση

ήταν παρόμοιες στις 2 ομάδες (p=0,43 και p=0,47 αντίστοι-

χα). Συμπεράσματα: Η παρούσα μελέτη χρονικής στιγμής

υποδεικνύει ότι η ηλικία και ο ΣΔ είναι οι σημαντικότεροι πα-

ράγοντες κινδύνου για ΑΕΕ σε υπερτασικούς ασθενείς. Ο επι-

πολασμός του ΑΕΕ είναι υψηλός ακόμα και σε σχετικά νεαρής

ηλικίας υπερτασικούς ασθενείς. Η τάση για ανάστροφη σχέση

μεταξύ του δείκτη μάζας σώματος και ΑΕΕ πιθανώς οφείλεται

στην υποθρεψία μετά το ΑΕΕ. Σε συμφωνία με προηγούμενες

μελέτες στον γενικό πληθυσμό, η δυσλιπιδαιμία δεν φαίνεται

να εμφανίζει ισχυρή σχέση με την εμφάνιση ΑΕΕ. Με δεδομέ-

νη την προοδευτική γήρανση του πληθυσμού, η πρόληψη και

η επιθετική αντιμετώπιση της υπέρτασης και του ΣΔ, ιδιαίτε-

ρα όταν συνυπάρχουν, είναι απαραίτητες για την ελάττωση

της επίπτωσης των ΑΕΕ.

Page 32: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

258 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ36ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΙΣΤΩΣΩΝ ΤΟΥ MEDDIETSCORE ΣΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑΣ

ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΟΞΕΟΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΔΙΑΚΡΙΝΟΥΣΑ ΑΝΑΛΥΣΗ

Β. Ευθυμίου,1 Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,2 Ε. Τριχιά,1 Σ. Μπίτση,1 Ε. Κορομπόκη,4

Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,2 Δ. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», 4Μονάδα Αγγειακών

Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Στην υπάρχουσα βιβλιογραφία, οι περισ-

σότεροι διατροφικοί δείκτες είναι μη σταθμισμένοι. Η παρού-

σα μελέτη στοχεύει στην αποδόμηση των συνιστωσών του

MedDietScore στην εκτίμηση της πιθανότητας εμφάνισης οξέ-

ος στεφανιαίου συνδρόμου (ΟΣΣ) και στην επακόλουθη ταξινό-

μησή τους, με απώτερο σκοπό την κατασκευή ενός σταθμικού

διατροφικού δείκτη. Υλικό-Μέθοδος: Κατά το διάστημα 1-10-

2009 έως 31-12-2010, εντάχθηκαν στη μελέτη 250 διαδοχικοί

ασθενείς (60,24±12,18 ετών, 208 άνδρες) με πρώτη εκδήλωση

ΟΣΣ και 500 τυχαία επιλεγμένοι υγιείς, εξομοιωμένοι ως προς

το φύλο και την ηλικία (62,43±13,39 ετών, 311 άνδρες). Η προ-

σκόλληση στη Μεσογειακή Διατροφή αξιολογήθηκε μέσω του

διατροφικού δείκτη MedDietScore (θεωρητικό εύρος: 0–55).

Αποτελέσματα: Σύμφωνα με τη διακρίνουσα ανάλυση, ο δεί-

κτης MedDietScore ερμηνεύει την παρουσία ΟΣΣ σε ποσοστό

9,5% (Lambda=0,905, p<0,001). Αντίστοιχα, στατιστικά σημαντι-

κά αποτελέσματα προέκυψαν για τις συνιστώσες «φρούτα και

χυμοί», «λαχανικά και σαλάτες», «κόκκινο κρέας και προϊόντα»

και «πουλερικά». Μετά από έλεγχο για πιθανούς συγχυτικούς

παράγοντες, η πολλαπλή λογαριθμική παλινδρόμηση έδειξε

ότι αύξηση του MedDietScore κατά 1/55 μονάδα συσχετίζεται

με 6% μειωμένη πιθανότητα (95% ΔΕ=0,89–0,98) παρουσίας

ΟΣΣ. Παρομοίως, οι συνιστώσες «φρούτα και χυμοί», «λαχανικά

και σαλάτες» και «κόκκινο κρέας και προϊόντα» σχετίστηκαν με

μειωμένη πιθανότητα παρουσίας ΟΣΣ. Συμπεράσματα: Η υιο-

θέτηση της Μεσογειακής διατροφής σχετίζεται αντίστροφα με

την παρουσία ΟΣΣ. Οι συνιστώσες του MedDietScore μπορούν

να ταξινομηθούν κατά σειρά φθίνουσας ικανότητας ερμηνείας

του ΟΣΣ ως εξής: (α) «φρούτα και χυμοί», (β) «λαχανικά και σα-

λάτες», (γ) «κόκκινο κρέας και προϊόντα» και (δ) «πουλερικά». Η

στάθμιση του δείκτη με ειδικά βάρη μπορεί να οδηγήσει στη

δημιουργία ενός αρτιότερου εργαλείου ανίχνευσης του ΟΣΣ.

ΠΑ37PREVALENCE OF CARDIOVASCULAR DISEASE RISK FACTORS AND ESTIMATED 10-YEAR

CARDIOVASCULAR RISK, USING VARIOUS EQUATIONS, IN GREEK MEN AND WOMEN WITH METABOLIC SYNDROME*

T. Chimonas, V. Athyros, E.S. Ganotakis, V. Nikolaou, D. Panagiotakos, D. Mikhailidis, M. Elisaf

Hellenic Atherosclerosis Society

Background: The aim of the study was to evaluate gender

differences in CVD risk factor prevalence and estimated the

10-year CVD risk in people with MetS in Greece. Patients-

Methods: A random sample of 846 Greek men and 1221

women with MetS (NCEP ATPIII), but without diabetes mellitus

or established CVD, was selected. Ten-year risk estimates for

fatal CVD were calculated using 3 different risk equations,

the HellenicSCORE, the ESC SCORE and the Framingham

models. Results: Blood pressure and triglyceride criteria

were more common in men (89.8 vs. 85.9% and 87.0 vs. 75.3%,

respectively; p<0.001), whereas high density lipoprotein

cholesterol and abdominal obesity were more common in

women (58.6% vs. 65.1% and 84.0% vs. 97.0%, p<0.001). The

10-year risk for fatal CVD events using HellenicSCORE was

almost twofold higher in men (7.9±6.1% vs. 4.0±3.5%; p<0.001).

Similar results were observed using the ESC SCORE and the

Framingham models. Moreover, the 3 risk estimation models

demonstrated good agreement in classifying people into risk

categories. Conclusions: Different factors characterized MetS

in men and women. Men were at a significantly higher risk for

CVD.

* for the Assessing The Treatment Effect in Metabolic Syndrome

Without Perceptible diabeTes (ATTEMPT) Collaborative

Group

Page 33: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 259

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ38ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑΣ ΝΟΣΟΥ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ

ΤΩΝ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΤΟΥ ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ

Χ. Κωσταρά,1 Α. Παπαθανασίου,2 Μ.Τ. Cung,3 Μ. Ελισάφ,2 Ι. Γουδέβενος,2 Ε. Μπαϊρακτάρη1

1Εργαστήριο Κλινικής Χημείας, 2Τομέας Παθολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 3Laboratoire de Chimie-Physique Macromoleculaire, CNRS-INPL, ENSIC, 54001 Nancy Cedex, France

Εισαγωγή-Σκοπός: Οι διαταραχές του μεταβολισμού των λι-

ποπρωτεϊνών του πλάσματος και κατά συνέπεια της λιπιδιακής

τους σύστασης αποτελούν παράγοντα κινδύνου για την εμφά-

νιση πρώιμης στεφανιαίας νόσου. Η φασματοσκοπία 1H-NMR

είναι μια μη επεμβατική απεικονιστική τεχνική για τη μελέτη

της λιπιδιακής σύστασης. Στην παρούσα μελέτη, διερευνή-

θηκε η συμβολή του λιπιδαιμικού προφίλ των λιποπρωτεϊνών

στην ανίχνευση της παρουσίας και του βαθμού σοβαρότητας

της στεφανιαίας νόσου. Υλικό-Μέθοδος: Συλλέχθηκαν δείγ-

ματα ορού από 159 ασθενείς με στεφανιαία νόσο: 30 με νόσο

1-αγγείου, 29 με νόσο 2-αγγείων και 40 με νόσο 3-αγγείων

και 60 ασθενείς με φυσιολογικά αγγεία. Εκχυλίστηκαν τα λιπί-

δια των HDL και non-HDL λιποπρωτεϊνών και το λιπιδαιμικό

προφίλ τους καταγράφηκε με φασματοσκοπία 1H-NMR. Για

την πρόβλεψη της παρουσίας και του βαθμού σοβαρότητας

της νόσου δημιουργήθηκαν ισχυρά στατιστικά μοντέλα με

εφαρμογή τεχνικών αναγνώρισης προτύπων. Αποτελέσματα:

Παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στο λιπιδαιμικό προ-

φίλ των λιποπρωτεϊνών των ασθενών με νόσο και αυτών με

φυσιολογικά αγγεία, καθώς και μεταξύ των 3 υπο-ομάδων των

ασθενών. Τα συστατικά των λιπιδίων των λιποπρωτεϊνών τα

οποία κυρίως χαρακτήριζαν τα αρχικά στάδια της νόσου ήταν

τα κορεσμένα, ακόρεστα και ω-3 λιπαρά οξέα, ο αριθμός των

λιπαρών οξέων, η σφιγγομυελίνη, φωσφατιδυλοχολίνη, χο-

ληστερόλη και το λινελαϊκό οξύ. Η περαιτέρω εξέλιξη της νό-

σου συνοδεύεται κυρίως από αυξημένα επίπεδα κορεσμένων

λιπαρών οξέων, αριθμού λιπαρών οξέων, χοληστερόλης (στα

non-HDL σωματίδια) και μειωμένα επίπεδα ακόρεστων και

ω-3 λιπαρών οξέων, βαθμού ακορεστότητας και φωσφολιπιδίων

(φωσφατιδυλοχολίνης και σφιγγομυελίνης). Συμπεράσματα: Η

καταγραφή του λιπιδαιμικού προφίλ των αθηρογόνων και αντι-

αθηρογόνων λιποπρωτεϊνών του πλάσματος θα μπορούσε να

αναδείξει, μη επεμβατικά, λιπιδαιμικούς δείκτες για την παρου-

σία αλλά και τον βαθμό σοβαρότητας της νόσου.

ΠΑ39Η ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΣΥΣΤΟΛΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ ΚΟΙΛΙΑΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙΤΑΙ

ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΗΣ ΝΕΦΡΙΚΗΣ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΝΕΟΔΙΑΓΝΩΣΘΕΙΣΑ ΣΥΣΤΟΛΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ

Χ. Χρυσοχόου, Χ. Αντωνίου, Ι. Κοτρογίαννης, Γ. Μεταλληνός, Α. Αγγελής, Ι. Ανδρέου,

Σ. Μπρίλη, Δ. Τούσουλης, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Μονάδα Καρδιακής Ανεπάρκειας, Α' Καρδιολογική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, «Ιπποκράτειο» Νοσοκομείο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η συστολική λειτουργία της δεξιάς κοι-

λίας έχει αναγνωρισθεί ως σημαντικός προγνωστικός πα-

ράγοντας στην χρονία καρδιακή ανεπάρκεια. Μελετήσαμε

την επίπτωση στην πρόγνωση της συστολικής λειτουργίας

της δεξιάς κοιλίας, εκτιμηθείσας βάσει της μεγίστης συστο-

λικής ταχύτητας του πλαγίου τριγλωχινικού δακτυλίου, σε

ασθενείς με νεοδιαγνωσθείσα συστολική καρδιακή ανεπάρ-

κεια. Υλικό-Μέθοδος: 180 συνεχόμενοι ασθενείς (17% θή-

λεις, μέση ηλικία 64±14 έτη) με νεοδιαγνωσθείσα καρδιακή

ανεπάρκεια ενετάχθησαν στην μελέτη. Μετά την κλινική

σταθεροποίηση διενεργήθηκε ηχωκαρδιογραφική αξιολό-

γηση της λειτουργίας αμφοτέρων των κοιλιών. Μετρήσεις

ιστικού Doppler ελήφθησαν από τον τριγλωχινικό δακτύλιο

και καταγράφηκε η μεγίστη ταχύτητα κατά την συστολή

(Stv). Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν για δύο έτη και κατα-

γράφηκαν τα κλινικά συμβάματα (θάνατοι ή νοσηλείες λόγω

καρδιακής ανεπάρκειας). Αποτελέσματα: Κατά την παρακο-

λούθηση 79 ασθενείς (44%) εμφάνισαν κλινικά συμβάματα.

Παρατηρήθηκε η ύπαρξη ανάστροφης συσχέτισης μεταξύ

της Stv και της πιθανότητας κλινικού συμβάματος (OR=87%,

95% Όρια Αξιοπιστίας 0,346–1.000). Αυτή η συσχέτιση παρέ-

μεινε στατιστικώς σημαντική (p=0,044) μετά την διόρθωση

για πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες˙ ωστόσο, η Stv απώ-

λεσε τη στατιστική σημαντικότητα σε ασθενείς με διαταραγ-

μένη νεφρική λειτουργία (οριζόμενη ως CrCl<60 mL/min).

Κανένας άλλος δείκτης συστολικής ή διαστολικής λειτουργί-

ας δεν έφθασε σε επίπεδα στατιστικής σημαντικότητας κατά

την πολυπαραγοντική ανάλυση. Η αιτιολογία της καρδιακής

ανεπάρκειας ωστόσο βρέθηκε στατιστικώς σημαντική, με

την ισχαιμική να συσχετίζεται με περισσότερα συμβάματα

(OR=8,096, 95%CI 1.382–47.422). Συμπεράσματα: Οι μετρή-

σεις με ιστικό Doppler της μεγίστης ταχύτητας του πλαγίου

τριγλωχινικού δακτυλίου, που αντανακλούν τη συστολική

λειτουργία της δεξιάς κοιλίας, έχουν προγνωστική αξία σε

νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με συστολική καρδιακή ανεπάρ-

κεια και διατηρημένη νεφρική λειτουργία, μετά τη διόρθωση

για συγχυτικούς παράγοντες, εκτιμώντας την πιθανότητα

θανάτου ή νοσηλείας λόγω καρδιακής ανεπάρκειας.

Page 34: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

260 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΠΑ40ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟΥ

ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΠΟ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΗΣ ΝΟΣΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟ ΥΓΙΗ ΑΤΟΜΑ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,1 Ε. Γεωργουσοπούλου,2 Α. Ιωαννίδη,2 Δ. Κάντας,1

Α. Κατσαρού,2 Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,1 Δ.Β. Παναγιωτάκος2

1Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», 4Μονάδα Αγγειακών

Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η

αξιολόγηση της αντίληψης της σπουδαιότητας των παραγό-

ντων κινδύνου για την εκδήλωση καρδιαγγειακών νοσημά-

των από ασθενείς με πρώτη εκδήλωση οξέος στεφανιαίου

συνδρόμου (ΟΣΣ), ισχαιμικού εγκεφαλικού επεισοδίου (AEE)

και από υγιή άτομα. Υλικό-Μέθοδος: Κατά τη διάρκεια

2009–2010, 1000 συμμετέχοντες εντάχθηκαν στη μελέτη: 250

διαδοχικοί ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ΟΣΣ, 250 διαδοχι-

κοί ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ισχαιμικού ΑΕΕ και 500 υγιή

άτομα, εξομοιωμένα κατά φύλο και ηλικία με τους ασθενείς.

Καταγράφηκαν κοινωνικο-δημογραφικά, κλινικά, ψυχολογικά,

διατροφικά και άλλα χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής των

συμμετεχόντων. Επίσης αξιολογήθηκε η σπουδαιότητα 8 πα-

ραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου: οικογενειακό ιστορικό,

ατομικό ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη, υπεροχληστερολαι-

μίας ή υπέρτασης, υπερβάλλον σωματικό βάρος, κάπνισμα,

παθητικό κάπνισμα, καθιστική ζωή, άγχος, κακή διατροφή,

με χρήση κλίμακας από 1–9, μεγαλύτερες τιμές υποδηλώνουν

μεγαλύτερη επίδραση του παράγοντα. Αποτελέσματα: Οι

ασθενείς με ΟΣΣ θεωρούν σπουδαιότερο παράγοντα καρδι-

αγγειακού κινδύνου το άγχος, ενώ ακολουθούν το κάπνισμα

και η κακή διατροφή. Οι ασθενείς με ισχαιμικό ΑΕΕ θεωρούν

σημαντικότερο παράγοντα το κάπνισμα, σε δεύτερη θέση

ακολουθεί η παρουσία σακχαρώδους διαβήτη, υπερχοληστε-

ρολαιμίας ή υπέρτασης και τρίτη θέση έχει το υπερβάλλον

βάρος. Οι υγιείς πιστεύουν πως σημαντικότερος παράγοντας

για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου είναι το κάπνισμα,

ενώ ακολουθούν το αυξημένο άγχος και η κακή διατροφή. Τα

άτομα με ΟΣΣ, και υγιείς θεωρούν λιγότερο σημαντικό πα-

ράγοντα το παθητικό κάπνισμα, ενώ οι ασθενείς με ΑΕΕ το

οικογενειακό ιστορικό. Συμπεράσματα: Παρατηρούνται δια-

φορές στις αντιλήψεις για τη σοβαρότητα των παραγόντων

καρδιαγγειακού κινδύνου σε ασθενείς με πρώτη εκδήλωση

καρδιαγγειακής νόσου και υγιείς, αναδεικνύοντας τον ρόλο

της κατάστασης υγείας για την προτεραιότητα που δίνουν τα

άτομα στους παράγοντες κινδύνου.

ΠΑ41IMPROVING THE IMPLEMENTATION OF CURRENT GUIDELINES FOR THE MANAGEMENT OF FOUR

MAJOR CORONARY ARTERY DISEASE RISK FACTORS BY VEERING OLD HABITS THE IMPERATIVE RENAL ANALYSIS*

V.G. Athyros, A.I. Hatzitolios, A. Karagiannis, N. Katsiki, K. Tziomalos, D. Petridis,

C. Savopoulos, T.D. Didangelos, A. Kakafika, D.P. Mikhailidis

2nd DYPE, Hellenic Atherosclerosis Society, Greek Society of General Practitioners, Greece

Aim: To prospectively assess the short-term effect of

multifactorial treatment on renal function and serum uric

acid levels (SUA) in patients with stage 3 chronic kidney

disease (CKD) and multiple cardiovascular disease (CVD) risk

factors, including dyslipidemia, diabetes mellitus, arterial

hypertension or metabolic syndrome. Patients-Methods: This

is joint post hoc analysis of 5 different “best practice” studies

that included 4,083 patients with multiple CVD risk factors.

Estimated glomerular filtration rate (eGFR) was assessed using

the MDRD formula. Stage 3 CKD patients were characterized

those with an eGFR ranging from 30–59 mL/min/1.73 m2.

There was a baseline visit, followed by a concerted effort

from previously trained physicians to improve adherence to

lifestyle advice and optimize drug treatment for all vascular

risk factors. After 6 months the patients were re-evaluated.

Results: From 4,083 patients 1,235 had stage 3 CKD (30%).

Treatment strategy induced an enhanced compliance to

lifestyle measures and use of evidence-based medication,

including a statin. Multifactorial treatment was related to an

increase in eGFR by 5.6% (p<0.001) in those patients and a

reduction by 6.1% (p<0.001) in SUA levels. From patients 127

(10%) returned to stage 2 CKD and only 9 (0.7%) advanced to

stage 4 CKD by the end of the 6-month study period. There

were no major side-effect of drug treatment. Conclusions:

Multitargeted treatment in patients with several CVD risk

factors may improve renal function and reduce SUA as soon as

6 months, offsetting thus early two potential CVD risk factors

in patients already exposed to high CVD risk.

* for the IMPERATIVE Collaborative Group.

Page 35: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

Α Ν Α Ρ Τ Η Μ Ε Ν Ε Σ Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Ε Ι Σ

Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4):261–298 Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4):261–298

ΑΑ1

ASSOCIATION BETWEEN THE CHANGES IN RENAL FUNCTION AND SERUM URIC ACID LEVELS DURING MULTIFACTORIAL INTERVENTION AND CLINICAL OUTCOME IN PATIENTS WITH

METABOLIC SYNDROME: A POST HOC ANALYSIS OF THE ATTEMPT STUDY*

V. Athyros, A. Karagiannis, E.S. Ganotakis, K. Paletas, V. Nicolaou, G. Bacharoudis,

K. Tziomalos, T. Alexandrides, E.N. Liberopoulos, D.P. Mikhailidis

Hellenic Atherosclerosis Society, Greece

Aim: To assess the effects of long-term multifactorial

intervention on renal function and serum uric acid (SUA)

levels and their association with estimated cardiovascular

disease (eCVD) risk and actual CVD events. Patients-

Methods: This prospective, randomized, target-driven

study included 1,123 subjects (45.6% men, age 45–65 years)

with metabolic syndrome (MetS) but without diabetes or

CVD. Patients were randomized to multifactorial treatment.

Atorvastatin was titrated from 10–80 mg/d aiming at a low

density lipoprotein cholesterol (LDL-C) target of <100 mg/

dL (group A) or an LDL-C target of <130 mg/dL (group B).

Changes in estimated glomerular filtration rate (eGFR) and

SUA levels were recorded in all patients and in the subgroup

with stage 3 chronic kidney disease (CKD; eGFR = 30–59 ml/

min/1.73 m2; n=349). We used ANOVA to compare changes

within the same group, unpaired student-T test to compare

results between groups at specific time points and log-rank

test to compare event free survival. Results: The eCVD-

risk reduction was greater in group A. In the overall study

population, eGFR increased by 3.5% (p<0.001) and SUA levels

fell by 5.6% (p<0.001). In patients from group A with stage

3 CKD (group A1; n=172), eGFR increased by 11.1% (p<0.001)

from baseline in and by 7.5% (p<0.001) in group B1 (n=177;

p<0.001 vs the change in group A1). The corresponding fall in

SUA levels was 10.7% in group A1 (p<0.001 vs baseline) and

8.3% in group B1 (p<0.001 vs baseline and group A1). These

changes were mainly attributed to atorvastatin treatment.

Among the CKD stage 3 patients there were no CVD events

in group A1, while 6 events occurred in group B1 (p=0.014).

Conclusions: Multifactorial intervention in patients with

MetS without established CVD improved renal function and

reduced SUA levels. These changes were more prominent

in stage 3 CKD patients and might have contributed to the

reduction in eCVD risk and clinical events.

* for the ATTEMPT Collaborative Group

AΑ2

ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΕΚΦΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΝΑΣΥΝΔΥΑΣΜΕΝΗΣ ΑΠΟΛΙΠΟΠΡΩΤΕΪΝΗΣ Ε

Λ. Αργύρη,1 Β. Σκαμνάκη,1 Ε. Στρατίκος,2 Α. Χρόνη1

1Ινστιτούτο Βιολογίας, Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος» 2Εργαστήριο Χημείας Πρωτεϊνών, ΙΡΡΠ, Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η απολιποπρωτεΐνη Ε (αποΕ) είναι κύρια

πρωτεΐνη του συστήματος μεταφοράς λιπιδίων μέσω λιπο-

πρωτεϊνών και παίζει σημαντικό ρόλο στην αθηροσκλήρωση,

τη δυσλιπιδαιμία, αλλά και σε διάφορες νευροπαθολογικές

πορείες. H αποΕ έχει τρεις κοινές ισόμορφες στους ανθρώ-

πους, τις αποΕ2, αποΕ3 και αποΕ4. Η αποΕ4 είναι κύριος πα-

ράγοντας κινδύνου για τη νόσο Alzheimer, αλλά επίσης έχει

συσχετιστεί με την αθηροσκλήρωση των καρωτίδων και

είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου για τη στεφανιαία

νόσο. Στην παρούσα εργασία περιγράφουμε μια απλή πει-

ραματική πορεία για την έκφραση και τον καθαρισμό της

ανασυνδυασμένης αποΕ4. Υλικό-Μέθοδος-Αποτελέσματα:

Η προσέγγισή μας βασίζεται στην έκφραση σε βακτήρια

της αποΕ4 που είναι συνδεδεμένη στο Ν-τελικό άκρο της με

ετικέτα θειορεδοξίνης και κατόπιν στην απομάκρυνση της

ετικέτας θειορεδοξίνης χρησιμοποιώντας την υψηλής ειδι-

κότητας 3C πρωτεάση. Με αυτή τη μέθοδο αποφεύγονται τα

ακριβά, χρονοβόρα και κοπιώδη βήματα της λιπιδίωσης και

απολιπιδίωσης της αποΕ που είχαν χρησιμοποιηθεί μέχρι σή-

μερα για την παραγωγή αυτής της πρωτεΐνης από βακτήρια.

Η προσέγγισή μας οδηγεί στη γρήγορη, φθηνή και με υψηλή

απόδοση, παραγωγή δομικά και λειτουργικά σωστής αποΕ4,

όπως αποδεικνύεται από τη μέτρηση της δευτεροταγούς δο-

μής, το προφίλ της θερμικής και χημικής αποδιάταξης, καθώς

και την κινητική της διαύγασης διαλύματος φωσφολιπιδικών

κυστιδίων. Συμπεράσματα: Η μέθοδός μας είναι κατάλληλη

για εργαστήρια με μικρή εμπειρία στη βιοχημεία των απολι-

ποπρωτεϊνών και θα διευκολύνει μελλοντικές μελέτες πάνω

στον ρόλο της αποΕ στην παθογένεση της καρδιαγγειακής

νόσου, καθώς και της νόσου Alzheimer.

Page 36: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

262 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ3

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΕΥΑΙΣΘΗΤΩΝ ΠΟΛΥΚΥΣΤΙΝΩΝ ΣΕ ΑΘΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΤΥΠΟΥ V ΚΑΙ VI

Α. Βαρελά,1 Χ. Πιπέρη,1 Φ. Σιγάλα,2 Γ. Αγορόγιαννης,3

Κ. Δάβος,4 Ε. Μπάσδρα,1 Α.Γ. Παπαβασιλείου1

1Εργαστήριο Βιολογικής Χημείας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ, 2Α' Χειρουργική Κλινική, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ, 3Εργαστήριο

Παθολογοανατομίας, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ, 4 Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών, Κέντρο Κλινικής Έρευνας,

Τομέας Καρδιάς Αγγείων, Αθήνα

Εισαγωγή: Ο μοριακός μηχανισμός μέσω του οποίου η ροή

μπορεί να παρεμβαίνει στην ανάπτυξη αθηρωματικών αλ-

λοιώσεων παραμένει υπό διερεύνηση. Το μηχανοευαίσθητο

σύμπλοκο πολυκυστίνης 1 (Polycystin, PC1) και 2 (PC2) σχετί-

ζεται με την κυτταρική απόκριση σε χαμηλά επίπεδα διατμη-

τικών τάσεων. Σκοπός: Η ανίχνευση της πρωτεϊνικής έκφρα-

σης των μηχανοευαίσθητων πολυκυστινών σε αθηρωματικές

αλλοιώσεις τύπου V και VI. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν

ιστικά τεμάχια αθηρωματικής αλλοίωσης τύπου Vα (n=15), Vβ

(n=38) και VI (n=15) εξήντα οκτώ ασθενών που υποβλήθηκαν

σε ενδαρτηρεκτομή. Η αξιολόγηση έγινε με ανοσοϊστοχημι-

κή ανάλυση για τις πρωτεΐνες PC1 και PC2. Αποτελέσματα:

Παρατηρήθηκε ότι οι πολυκυστίνες εκφράζονται στο ενδο-

θήλιο των νεοαγγείων, στα λεία μυϊκά και στα μακροφάγα

κύτταρα. Παρά τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι διαφο-

ρές στον αριθμό των δειγμάτων, φαίνεται ότι, συνολικά, η PC1

συγκριτικά με την PC2 εκφράζεται περισσότερο καθώς εξε-

λίσσεται η αλλοίωση (1,75±0,9 vs 1,4±0,9/ p=0,05). Φαίνεται

επίσης, διαφορά στην έκφραση της PC2 στην ομάδα Vβ

(P<0,01), στοιχείο που ενδεχομένως σχετίζεται με τον μικρό

αριθμό του δείγματος. Συμπεράσματα: Απαιτείται περαιτέ-

ρω λειτουργική διερεύνηση του ρόλου της αιματικής ροής

σε συνάρτηση με την ενεργοποίηση των μηχανοευαίσθητων

πολυκυστινών στην ανάπτυξη αθηρωματικών αλλοιώσεων

καθώς και συσχέτιση με κλινικά δεδομένα. Τα πρωταρχικά

ευρήματα της μελέτης είναι ενθαρρυντικά στην κατεύθυνση

της αναζήτησης μοριακών δεικτών και θεραπευτικών παρεμ-

βάσεων για την αντιμετώπιση της αθηρωματικής νόσου.

ΑΑ4

ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΗΣ ΥΨΗΛΗΣ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΪΝΗΣ (HDL) ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΟΞΟΝΑΣΗΣ-1 (PON-1) ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΤΗΣ ΚΛΟΠΙΔΟΓΡΕΛΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Α.Δ. Τσελέπης,1 Μ.Ε. Τσουμάνη,1 Κ.Ι. Καλαντζή,2 Α.A. Δημητρίου,1 Ι.Β. Ντάλας,1

Κ.Κ. Τέλλης,1 Ι.A. Γουδέβενος1

1Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, 2Καρδιολογική Κλινική, Τμήμα Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η παραοξονάση-1 (PON-1) συνδεδεμένη

στο πλάσμα με την υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (HDL)

επηρεάζει σημαντικά τον σχηματισμό του ενεργού θειολικού

μεταβολίτη της κλοπιδογρέλης. Μελετήθηκε η πιθανή συ-

σχέτιση των επιπέδων της HDL και ενεργότητας της PON-1 με

την αντιαιμοπεταλιακή δράση της κλοπιδογρέλης σε ασθε-

νείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (ΟΣΣ). Υλικό-Μέθοδος: 62

ασθενείς με ΟΣΣ υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική και έλα-

βαν δόση φόρτισης (600 mg) κλοπιδογρέλης ακολουθούμενη

από ημερήσια δόση 75 mg. Προσδιορίστηκαν τα επίπεδα της

HDL-χοληστερόλης, οι ενεργότητες παραοξονάση και αρυλε-

στεράση της PON-1 πριν τη χορήγηση της δόσης φόρτισης

καθώς και 5 ημέρες μετά. Μελετήθηκε η συσσώρευση των

αιμοπεταλίων στο ADP (5 και 10 μΜ), με τη μέθοδο LTA (Light

Transmission Aggregometry) καθώς και η φωσφορυλίωση

της VASP και η έκφραση της P-σελεκτίνης, με κυτταρομετρία

ροής. Αποτελέσματα: Οι τιμές συσσώρευσης των αιμοπε-

ταλίων και της έκφρασης της P-σελεκτίνης 5 ημέρες μετά τη

δόση φόρτισης ήταν σημαντικά μειωμένες σε σχέση με αυτές

πριν τη χορήγηση της κλοπιδογρέλης. Η HDL-χοληστερόλη

συσχετίστηκε αρνητικά με τις παραμέτρους αυτές πριν και 5

ημέρες μετά τη δόση φόρτισης. Στις 5 ημέρες, παρατηρήθη-

κε ισχυρή αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ενεργότητας πα-

ραοξονάση της PON-1 και (1) των τιμών PRI (r=0,545, p<0,01),

(2) της μέγιστης συσσώρευσης των αιμοπεταλίων σε 5μΜ

ADP (r=0,652, p<0,001) και 10μΜ ADP (r=0,601, p<0,001) και

3. της έκφρασης της P-σελεκτίνης (r=0,521, p<0,01). Καμία συ-

σχέτιση δεν παρατηρήθηκε μεταξύ των παραπάνω παραμέ-

τρων πριν τη χορήγηση της κλοπιδογρέλης. Συμπεράσματα:

Η ενεργότητα παραοξονάση της PON-1 αλλά όχι τα επίπεδα

της HDL-χοληστερόλης επηρεάζει σημαντικά την αντιαιμο-

πεταλιακή αποτελεσματικότητα της κλοπιδογρέλης σε ασθε-

νείς με ΟΣΣ.

Page 37: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 263

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ5

ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΒΕΤΟΥΛΙΝΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ ΣΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑ

Μ. Τσουμάνη,1 Β. Κοντογιάννη,1 Μ. Ευθυμίου,1 Ε. Κυριάκου,1 J. Hwa,2 A.Γ. Τζάκος,1 Α.Δ. Τσελέπης1

1Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2Yale School of Medicine, Section of Cardiovascular Medicine, New Haven, USA

Εισαγωγή-Σκοπός: Το φυσικό προϊόν βετουλινικό οξύ είναι

ένα πεντα-κυκλικό τριτερπένιο που έχει ποικίλες βιολογικές

δράσεις όπως αντιβακτηριακές, αντιφλεγμονώδεις και αντι-

οξειδωτικές. Στην εργασία αυτή, μελετήθηκε η πιθανή αντι-

αιμοπεταλιακή δράση του βετουλινικού οξέος και διερευνή-

θηκαν οι φαρμακοφόρες ομάδες του μορίου του, υπεύθυνες

για τη δράση του. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκε η πιθανή

ανασταλτική δράση του βετουλινικού οξέος στη συσσώρευ-

ση των αιμοπεταλίων μετά από ενεργοποίηση με ADP, TRAP

και Αραχιδονικό οξύ με τη μέθοδο LTA. Επίσης, μελετήθηκε η

επίδρασή του στην έκφραση της P-σελεκτίνης καθώς και στην

πρόσδεση του PAC-1 στα αιμοπετάλια με κυτταρομετρία ροής.

Για την εύρεση των φαρμακοφόρων ομάδων υπεύθυνων για τη

δράση του βετουλινικού οξέος, πραγματοποιήθηκε αναζήτηση

σε βάση δεδομένων με αντιθρομβωτικά φάρμακα. Η τρισδιά-

στατη δομή της ουσίας που εξάχθηκε με τη μέθοδο πυρηνικού

μαγνητικού συντονισμού (NMR) συγκρίθηκε με την ήδη γνω-

στή δομή αγωνιστών του υποδοχέα της προστακυκλίνης (PGI2).

Αποτελέσματα: Το βετουλινικό οξύ αναστέλλει τη συσσώρευ-

ση των αιμοπεταλίων που προκαλείται και από τους τρεις αγω-

νιστές και μειώνει τη δέσμευση του PAC-1 και τη μεμβρανική

έκφραση της P-σελεκτίνης στα αιμοπετάλια. Σημαντικό ρόλο

στην αντιαιμοπεταλιακή δράση του βετουλινικού οξέος δια-

δραματίζει η καρβοξυλομάδα του. Επίσης, το βετουλινικό οξύ

και τα δομικά ανάλογα της PGI2 έχουν κοινές φαρμακοφόρες

ιδιότητες. Συμπέρασμα: Το βετουλινικό οξύ αναστέλλει ισχυ-

ρά την ενεργοποίηση των αιμοπεταλίων, γεγονός που συσχε-

τίζεται σε μεγάλο βαθμό με την καρβοξυλική ομάδα του. Η πι-

θανή επικάλυψη μεταξύ των φαρμακοφόρων του βετουλινικού

οξέος και των αναλόγων της PGI2 δείχνουν ότι η αντιαιμοπετα-

λιακή δράση του ασκείται πιθανώς διαμέσου του υποδοχέα της

PGI2, εύρημα που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

ΑΑ6

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΟΞΕΙΔΩΜΕΝΩΝ ΦΩΣΦΟΛΙΠΙΔΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΡΟΗ ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗΣ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΚΡΟΦΑΓΑ ΠΟΝΤΙΚΟΥ J774

Π.Α. Κουσιάππας,1 Μ.Π. Πετράκη,1 Α. Χρόνη,2 Α.Δ. Τσελέπης1

1Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος»

Εισαγωγή-Σκοπός: Η υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη

(HDL) και το κυριότερο πρωτεϊνικό συστατικό της, η απολι-

ποπρωτεΐνη A-I (apoA-I), διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο

στην εκροή χοληστερόλης από τα κύτταρα. H λιποπρωτεϊ-

νική φωσφολιπάση Α2 (Lp-PLA2), σημαντικό συστατικό της

HDL, υδρολύει βιοδραστικά μόρια όπως ο PAF και τα οξει-

δωμένα φωσφολιπίδια (oxPL). Τα oxPL παρουσιάζουν φλεγ-

μονώδεις και αντιφλεγμονώδεις δράσεις, έτσι η Lp-PLA2

μπορεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παθοφυσιο-

λογία της φλεγμονής και της αθηρογένεσης. Μελετήσαμε την

εκροή χοληστερόλης από μακροφάγα τα οποία εκφράζουν

τη μεμβρανική πρωτεΐνη μεταφοράς ABCA1, επιδρώντας διά-

φορα φωσφολιπίδια (PAPC, oxPAPC, POVPC, LysoPC και PAF),

οξειδωμένα ή μη, και σε διάφορους συνδυασμούς με επιμέ-

ρους συστατικά της HDL, όπως η αpoA-I και Lp-PLA2. Υλικό-

Μέθοδος: Τα μακροφάγα καλλιεργήθηκαν σε DMEM/10%

FCS/αντιβιοτικά και η εκροή χοληστερόλης μελετήθηκε,

μετά από επίδραση των διαφόρων ουσιών, σε κύτταρα ρα-

διοσημασμένα με (3Η)-χοληστερόλη. Αποτελέσματα: Τα

PL είτε παρουσία, είτε απουσία κάποιου αποδέκτη, πάντοτε

αυξάνουν την παθητική (αυθόρμητη) εκροή χοληστερόλης.

Ωστόσο, από μόνα τους μειώνουν την ειδική εκροή, μέσω

της ABCA1, σε σχέση με το control. Επίσης, ελαττώνουν την

ειδική εκροή όταν συνδυαστούν με την ApoA-I, με εξαίρεση

τα οξειδωμένα προϊόντα της PAPC, oxPAPC και POVPC που

τη διατηρούν στα ίδια επίπεδα. Η ταυτόχρονη παρουσία των

PL, της Lp-PLA2 και της ApoA-I στο ίδιο περιβάλλον προκα-

λεί μείωση της εκροής χοληστερόλης. Συμπεράσματα: Η Lp-

PLA2 απουσία οξειδωτικού στρες (μεμονωμένη είτε σε συν-

δυασμό με την apoA-I) αυξάνει την εκροή χοληστερόλης μέ-

σω της ABCA1 ενώ σε οξειδωτικό περιβάλλον και παρουσία

οξειδωμένων υποστρωμάτων της όπως είναι τα oxPL oxPAPC

και POVPC δρα ακριβώς αντίστροφα, δηλαδή αναστέλλει την

εκροή.

Page 38: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

264 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ7Ο ΒΑΘΜΟΣ ΑΝΙΣΟΚΥΤΤΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΥΘΡΩΝ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΩΝ ΣΥΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ

ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΥΘΡΟΚΥΤΤΑΡΙΚΩΝ ΜΕΜΒΡΑΝΩΝ ΣΕ ΧΟΛΗΣΤΕΡΙΝΗ ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΝΟΣΟ

Δ. Τζιακάς,1 Γ. Χαλικιάς,1 Ι. Τέντες,2 Δ. Στάκος,1 Π. Κίκας,1 Α. Θωμαΐδη,1 Σ. Κωνσταντινίδης1

1Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης 2Εργαστήριο Βιοχημείας, Ιατρική Σχολή, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Αλεξανδρούπολη

Εισαγωγή-Σκοπός: Το εύρος κατανομής μεγέθους των

ερυθρών αιμοσφαιρίων (RDW) –μέτρο του βαθμού ανισο-

κύττωσης των κυκλοφορούντων ερυθροκυττάρων– έχει

συσχετισθεί με κακή πρόγνωση σε ασθενείς με καρδιαγγει-

ακές παθήσεις. Οι μηχανισμοί μέσω των οποίων η έντονη

ανισοκύττωση των ερυθρών αιμοσφαιρίων οδηγεί σε αυξη-

μένο καρδιαγγειακό κίνδυνο δεν είναι διευκρινισμένοι μέχρι

σήμερα. Πρόσφατα, η περιεκτικότητα σε χοληστερόλη των

ερυθροκυτταρικών μεμβρανών (CEM) έχει συσχετισθεί με

την κλινική αστάθεια στη Στεφαναία Νόσο ενώ παράλληλα

αποτελεί παράγοντα που καθορίζει το σχήμα και το μέγεθος

των ερυθροκυττάρων. Με την παρούσα μελέτη διερευνήσα-

με τη συσχέτιση μεταξύ των επίπεδων CEM και του εύρους

κατανομής μεγέθους των ερυθρών αιμοσφαιρίων (RDW) σε

ασθενείς με Στεφανιαία Νόσο. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήσαμε

296 διαδοχικούς ασθενείς με Στεφανιαία Νόσο (69±2 ετών,

236 άρρενες) εκ των οποίων οι 160 έπασχαν από χρόνια στα-

θερή στηθάγχη (ΧΣΣ) και οι 136 από πρόσφατο οξύ στεφανι-

αίο σύνδρομο (ΟΣΣ). Τα επίπεδα CEM προσδιορίσθηκαν με

ενζυματική μέθοδο ενώ η περιεκτικότητα των ερυθροκυτ-

ταρικών μεμβρανών σε πρωτεΐνη με τη μέθοδο Bradford.

H ανισοκύττωση των ερυθρών αιμοσφαιρίων προσδιορί-

σθηκε με τη συμβατική μέθοδο (γενική ανάλυση αίματος).

Αποτελέσματα: Αυξημένα επίπεδα CEM (121,6 μg/mg (40,1)

vs 74,4 μg/mg (26,6), p<0,001) καθώς και μεγαλύτερο βαθμό

ανισοκύττωσης (13,9% (0,9) vs 13,3% (0,7), p<0,001) παρουσί-

ασαν τα ερυθρά αιμοσφαίρια ασθενών με ΟΣΣ συγκριτικά με

αυτά ασθενών με ΧΣΣ. Απλή ανάλυση γραμμικής συσχέτισης

έδειξε ότι τα επίπεδα CEM συσχετίζονται με τις τιμές RDW

(r=0,320, p<0,001). Η μέθοδος πολλαπλής γραμμικής παλιν-

δρόμησης έδειξε ότι τα επίπεδα CEM παρέμειναν σε θετική

συσχέτιση με τις τιμές RDW ανεξάρτητα από πιθανούς συγ-

χέοντες παράγοντες (φλεγμονώδεις, διαιτητικούς, νεφρολο-

γικούς και αιματολογικούς παράγοντες). Συμπεράσματα:

Κλινικά και εργαστηριακά δεδομένα καταδεικνύουν τη συ-

σχέτιση μεταξύ της περιεκτικότητας σε χοληστερόλη των

ερυθροκυτταρικών μεμβρανών με τον βαθμό ανισοκύττω-

σης. Τα αυξημένα επίπεδα CEM –ένας νέος δείκτης κλινικής

αστάθειας στη Στεφανιαία Νόσο– μπορεί να βοηθήσουν στην

κατανόηση του μηχανισμού μέσω του οποίου η ανισοκύττω-

ση συσχετίζεται με αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα

στις καρδιαγγειακές παθήσεις.

ΑΑ8ΠΕΠΤΙΔΙΑ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΩΚΥΤΤΑΡΙΟ ΚΑΙ ΕΝΔΟΚΥΤΤΑΡΙΟ ΤΜΗΜΑ

ΤΗΣ ΙΝΤΕΓΚΡΙΝΗΣ αIIbβ3 ΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑΚΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣΔ. Τσουκάτος

Τομέας Οργανικής Χημείας και Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η ιντεγκρίνη αIIbβ3 παίζει αποφασιστικό

ρόλο στη συσσώρευση των αιμοπεταλίων. Το YMESRADR είναι

ένα πεπτίδιο που αντιστοιχεί στην εξωκυττάρια αλληλουχία

313–320 του αIIb και αναστέλλει την αιμοπεταλιακή συσσώ-

ρευση. Επίσης το πεπτίδιο παλμιτοΰλ- K-1000LEEDDEEGE1008,

που αντιστοιχεί σε μια όξινη, μη οργανωμένη, απομακρυσμέ-

νη από τη μεμβράνη αλληλουχία του ενδοκυττάριου τμήματος

της αIIb υπομονάδας, εισχωρεί στα αιμοπετάλια και αναστέλ-

λει την αιμοπεταλιακή συσσώρευση. Σκοπός της παρούσας

μελέτης ήταν να αναζητηθεί ο μηχανισμός των παραπάνω

αναστολών και να διευκρινιστεί κατά πόσο τα πεπτίδια αυτά

μπορούν να συμβάλουν στην κατανόηση του μηχανισμού της

από τα μέσα προς τα έξω και από τα έξω προς τα μέσα ενερ-

γοποίησης της ιντεγκρίνης. Υλικό-Μέθοδος: Περιγράφονται

στις εργασίες (1–4). Αποτελέσματα: Το YMESRADR ανέστειλε

την από τη θρομβίνη ενεργούμενη αιμοπεταλιακή συσσώρευ-

ση την πρόσδεση του Ινωδογόνου σε ενεργοποιημένα από το

ADP αιμοπετάλια. Την πρόσδεση του PAC-1 αλλά όχι τη μεμ-

βρανική έκθεση της P-σελεκτίνης σε αιμοπετάλια ενεργοποι-

ημένα με θρομβίνη ή ADP. Επίσης προξένησε μικρή έκθεση

LIBS (προερχόμενες από το Πρόσδεμα Θέσεις Σύνδεσης) και

ανέστειλε τη φωσφορυλίωση της FAK και της ERK Το πεπτίδιο

ανέστειλε την προσκόλληση των επιμολυσμένων CHO κυττά-

ρων, που εκφράζουν τον άγριο τύπο του αIIbβ3 ή μεταλλαγμέ-

νο στη RADR αλληλουχία στο Ινωδογόνο ή στον vWF υπό συν-

θήκες ροής με διαφορετικό τρόπο. Το ενδοκυττάριο πεπτίδιο

προερχόμενο από το απομακρυσμένο από τη μεμβράνη όξινο

1000LEEDDEEGE1008 άκρο της αIIb υπομονάδας αναστέλλει

την αιμοπεταλιακή συσσώρευση και την πρόσδεση του ινω-

δoγόνου στα ενεργοποιημένα αιμοπετάλια της πρόσδεσης

του Ινωδoγόνου, του PAC-1 σε αιμοπετάλια ενεργοποιημένα

με θρομβίνη ή ADP. Ανέστειλε τη σύνδεσης του αIIbβ3 με τον

κυτταροσκελετό και τη πρόσδεση της Tαλίνης στον υποδοχέα.

καθώς και τη φωσφορυλίωση των σηματοδοτικών πρωτεϊνών

ERK και FAK. Συμπεράσματα: Η θηλιά του αΙΙb που αντιστοιχεί

στην ΥMESRADR αλληλουχία μπορεί να παίζει σημαντικό ρόλο

στην από τα έξω προς τα μέσα ενεργοποίηση της ιντεγκρίνης.

Η όξινη, μη οργανωμένη, απομακρυσμένη από τη μεμβράνη

αλληλουχία του ενδοκυττάριου τμήματος της αIIb υπομονά-

δας μπορεί να είναι μοριακος διακόπτης της από τα μέσα προς

τα έξω ενεργοποίησης του αIIbβ3.(1) Nikolaos Biris et al. Eur J Biochem 2003, 270:3760–3767, (2) Mitsios JV

et al. Eur J Biochem 2004, 271:855–862, 3. Koloka V et al. Platelets 2008, 19:502–511, (4) Legendre P et al. J Thromb Haemost 2006, 4:236–246

Page 39: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 265

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ9

ΔΟΜΙΚΟΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ HDL ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΝΕΑΡΟΥΣ ΑΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

ΜΕ ΟΞΥ ΕΜΦΡΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΥΟΚΑΡΔΙΟΥ

A. Κάβο,1 Λ. Ραλλίδης,2 Γ. Σακελλαρόπουλος, S. Lehr,3 S. Hartwig,3 Π. Μποζατζή,1

Μ. Αναστασίου,2 Π. Τσικρικά,1 Κ. Κυπραίος1

1Τομέας Φαρμακολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών, Πάτρα, 2Καρδιολογική Μονάδα, «Αττικόν» Νοσοκομείο, Ιατρική Σχολή

Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα, 3Τμήμα Βιοχημείας, Γερμανικό Διαβητολογικό Κέντρο

Εισαγωγή-Σκοπός: Η άποψη ότι η HDL ποιότητα αποτελεί

μια σημαντική παράμετρο στην αθηροπροστασία, κερδίζει

όλο και περισσότερο έδαφος με ελάχιστα όμως δεδομένα

να την υποστηρίζουν. Στην προσπάθεια μας να προσδιορί-

σουμε τις ποιοτικές παραμέτρους της HDL που σχετίζονται

με αυξημένο κίνδυνο πρώιμης εμφάνισης εμφράγματος του

μυοκαρδίου (MI), μελετήσαμε τα χαρακτηριστικά της HDL νε-

αρών ασθενών (≤35 ετών) με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Υλικό-Μέθοδος: Απομονώσαμε πλάσμα από 20 MI ασθενείς

και 20 υγιείς εθελοντές και διεξήγαμε πειράματα ηλεκτρονι-

κής μικροσκοπίας, φασματοσκοπία μάζας, Elisa, Western blot,

μη αποδιατακτική δυσδιάστατη ηλεκτροφόρηση και δοκιμή

αντιοξειδωτικής ικανότητας της HDL. Αποτελέσματα: Η HDL

των ασθενών παρουσίαζε μειωμένα επίπεδα απολιποπρωτε-

ΐνης A-I (apoA-I), απολιποπρωτεΐνης M, και παραοξονάσης

1. Ο HDL apoA-I/apoC-III λόγος ήταν 0,24±0,01 στους ασθε-

νείς έναντι 4,88±0,90 της ομάδας αναφοράς (p<0,001). Οι

δομικές αυτές αλλαγές σχετίζονται με αυξημένη οξειδωτική

ισχύ της HDL των νεαρών εμφραγματιών συγκριτικά με την

ομάδα αναφοράς (2,5 φορές, p=0,026). Η ηλεκτρονική μικρο-

σκοπία δεν έδειξε σημαντική διαφορά στη μέση διάμετρο

της HDL μεταξύ των δύο ομάδων, ωστόσο παρατηρήθηκε

σημαντική διαφορά στην κατανομή των HDL διαμέτρων. Η

ύπαρξη διαφορετικών HDL υποπληθυσμών επιβεβαιώθη-

κε από τη μη αποδιατακτική δισδιάστατη ηλεκτροφόρηση

καθώς οι MI ασθενείς εμφάνιζαν μειωμένα επίπεδα pre-β1α,

pre-β1b, α2, και αυξημένα επίπεδα α1, α3, και pre-α4 HDL.

Συμπεράσματα: Μείωση στον λόγω apoA-I/apoC-III HDL, αλ-

λαγές στην κατανομή των HDL (υπο)πληθυσμών και αύξηση

στην οξειδωτική ισχύ της HDL σχετίζονται με την ανάπτυξη

εμφράγματος του μυοκαρδίου στους νεαρούς εμφραγματίες.

Η πιθανότητα οι αλλαγές αυτές να δρουν ως βιοδείκτες για

την πρώιμη πρόγνωση της νόσου, πρέπει να διερευνηθεί πε-

ραιτέρω.

AΑ10

ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ PAF ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΕΝΖΥΜΩΝ ΤΟΥ ΜΕ ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΑΔΙΠΟΝΕΚΤΙΝΗΣ

Π. Ντετοπούλου, Ι. Πατηνειώτη, Τ. Νομικός, Ε. Φραγκοπούλου, Α. Μικελλίδη, Σ. Αντωνοπούλου

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η αδιπονεκτίνη ασκεί αθηροπροστατευ-

τική και αντιφλεγμονώδη δράση. Πρόσφατα στοιχεία υποστη-

ρίζουν ότι μειώνει τη συσσώρευση αιμοπεταλίων λειτουργώ-

ντας ως αντιθρομβωτικός παράγοντας. Ο PAF αποτελεί ένα

λιποειδές που εμπλέκεται στην αθηροσκλήρωση, τη φλεγμο-

νή και τη θρόμβωση. Σκοπός της εργασίας ήταν η διερεύνη-

ση της σχέσης του PAF και των ενζύμων του με την αδιπονε-

κτίνη σε φαινομενικά υγιείς εθελοντές. Υλικό-Μέθοδος: Σε

106 φαινομενικά υγιείς εθελοντές (44±13 ετών με ΔΜΣ 27±5

kg/m2) μετρήθηκαν: (α) τα επίπεδα PAF, (β) οι δραστικότη-

τες των βιοσυνθετικών του ενζύμων λυσο-PAF:ακετυλο-CoA

ακετυλοτρανσφεράση και DTT ανεξάρτητη CDP-χολίνη: αλ-

κυλοακετυλογλυκερόλη φωσφοχολινοτρανσφεράση σε ομο-

γενοποίημα λευκοκυττάρων, (γ) η δραστικότητα του αποικο-

δομητικού του ενζύμου Lp-PLA2 (ισομορφή πλάσματος) και

η λευκοκυτταρική PAF-AH (ενδοκυτταρική ισομορφή) και (δ)

τα επίπεδα αδιπονεκτίνης. Aποτελέσματα: H δραστικότητα

της PAF-AH συσχετίστηκε θετικά με τα επίπεδα αδιπονεκτίνης

(Β±SE, 0,006±0,002, p=0,002) μετά από στάθμιση για το φύλο,

την ηλικία, τα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, το κοιλιακό

λίπος και τις καπνιστικές συνήθειες. Στην κατά φύλο ανάλυση

η παραπάνω σχέση εντοπίστηκε μόνο στους άνδρες (Β±SE,

0,007±0,002, p=0,001) και μάλιστα σε αυτούς που είχαν κοιλια-

κό λίπος μικρότερο της διαμέσου (3,09 kg) (Β±SE, 0,011±0,002,

p<0,001). Συμπεράσματα: Η θετική σχέση της PAF-AH με την

αδιπονεκτίνη δηλώνεται για πρώτη φορά και γεννά υποθέσεις

για έναν πρόσθετο μηχανισμό της αθηροπροστατευικής της

δράσης μέσω της μείωσης των επιπέδων του PAF.

Page 40: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

266 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ11

Η ΒΕΣΥΛΙΚΗ ΚΛΟΠΙΔΟΓΡΕΛΗ ΕΜΦΑΝΙΖΕΙ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΞΙΝΗ ΘΕΙΙΚΗ ΚΛΟΠΙΔΟΓΡΕΛΗ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Μ.Ε. Τσουμάνη,1 Κ.Ι. Καλαντζή,2 Α.Α. Δημητρίου,1 Ι.Β. Ντάλας,2

Ι.Α. Γουδέβενος,2 Α.Δ. Τσελέπης1

1Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, 2Καρδιολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: H κλοπιδογρέλη διατίθεται σε γενόσημα

σκευάσματα που διαφοροποιούνται από το πρωτότυπο (όξι-

νη θειϊκή κλοπιδογρέλη, CHS) στη σύσταση του άλατος που

είναι βενζυλοσουλφονικό (βεσυλικό, CB) ή υδροχλωρικό άλας.

Μελετήθηκε η αντιαιμοπεταλιακή δράση της CB συγκριτικά

με την CHS σε ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο (ΟΣΣ)

που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική (PCI). Υλικό-Μέθοδος:

63 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε PCI, έλαβαν δόση φόρτισης

(600 mg) είτε CHS (Plavix®) (n=27) είτε CB (Clovelen®) (n=36)

ακολουθούμενη από ημερήσια δόση 75 mg. Προσδιορίστηκε

η συσσώρευση των αιμοπεταλίων στο ΑDP (10, 5, 2,5 μΜ), με

τη μέθοδο LTA (Light Transmission Aggregometry), η μεμ-

βρανική έκφραση της Ρ-σελεκτίνης και η αλληλεπίδραση

αιμοπεταλίων-λευκοκυττάρων με κυτταρομετρία ροής, πριν

και 5 ημέρες μετά τη χορήγηση της κλοπιδογρέλης. Επίσης,

μελετήθηκε η αντίσταση στην κλοπιδογρέλη με τη μέθοδο

φωσφορυλίωσης του VASP. Αποτελέσματα: Το 22% και το

17% των ασθενών που έλαβαν CHS και CB, αντίστοιχα, πα-

ρουσίασαν κακή απόκριση στην κλοπιδογρέλη (PRI ≥50%).

Τα δύο άλατα κλοπιδογρέλης παρουσιάζουν παρόμοια ανα-

σταλτική δράση στη συσσώρευση των αιμοπεταλίων από το

ADP (CHS: 26,4%, 30,8% και 31,5% και CB: 23,5%, 26,2% και

29,0%) για 2,5 μΜ, 5 μΜ και 10 μΜ ADP, αντίστοιχα. Δεν πα-

ρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στην έκφραση

της P-σελεκτίνης στα εν ηρεμία ή στα ενεργοποιημένα με

ADP αιμοπετάλια (CHS: 34±10% και 61±20%, αντίστοιχα; CB:

42±15% και 59±17%, αντίστοιχα) και στην αλληλεπίδραση

αιμοπεταλίων-λευκοκυττάρων, 5 ημέρες μετά τη φόρτιση με

κλοπιδογρέλη. Συμπέρασμα: Η αντιαιμοπεταλιακή δράση

της CB δεν διαφοροποιείται σημαντικά από αυτή της CHS σε

ασθενείς με ΟΣΣ που υποβάλλονται σε PCI, 5 ημέρες μετά τη

φόρτιση με κλοπιδογρέλη.

ΑΑ12

H ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΔΙΑΙΤΑΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΩΝ ΛΙΠΩΝ ΣΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΛΙΠΙΔΙΩΝ ΤΟΥ ΟΡΟΥ ΣΕ ΕΠΙΜΥΕΣΑ. Κώτσιου, Κ. Σαπουνάκης, Χ. Τεσσερομμάτη

Εργαστήριο Φαρμακολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Τα λίπη αποτελούν πηγή ενέργειας και

θερμιδικής κάλυψης. Οι ανάγκες λιπιδίων ανέρχονται από 5

(ενήλικες)–30% (παιδιά)/ημερ. Τα λίπη της διατροφής είναι

μονοακόρεστα (π.χ. αραβοσιτέλαιο), πολυακόρεστα (ελαιό-

λαδο,) και κεκορεσμένα (βούτυρο). Mελετήθηκε η επίδραση

διαφόρων λιπιδίων της τροφής στις λιπιδαιμικές παραμέ-

τρους του ορού αρσενικών επιμύων τύπου Wistar ηλικίας

5–6 εβ. Υλικό-Μέθοδος: Xρησιμοποιήθηκαν 4 ομάδες πει-

ραματοζώων Α1 μάρτυρες, Α2 ελαιολάδου, Α3 αραβοσιτε-

λαίου και Α4 βοείου βουτύρου με διατροφή 50% συνήθους

τροφής τρωκτικών δημητριακών και 50% του αντίστοιχου

λίπους. Σε 20 μέρες τα ζώα θυσιάστηκαν και μετρήθηκαν

στον ορό ελεύθερα λιπαρά οξέα (FFA), ολική χοληστερόλη

(TC), τριγλυκερίδια (TG), λιποπρωτεϊνη χαμηλής πυκνότη-

τας (HDL), αθηρωματικός δείκτης (TC/HDL), δραστηριότητα

της λεκιθινοχοληστερολική-ακυλτρανφεράση (LCAT) και το

ινωδογόνο. Αποτελέσματα: Λιπιδαιμικές παράμετροι ορού

επιμύων με λιπαρή δίαιτα . Συμπεράσματα: Τα πολυ-/μονο-

ακόρεστα λίπη της διατροφής βελτίωσαν HDL και TC/HDL

σε σχέση με μάρτυρες. Ακόρεστα και κεκορεσμένα λίπη αύ-

ξησαν δραστηριότητα LCAT η οποία συσχετίζεται με τα επί-

πεδα της HDL. Τα κεκορεσμένα λίπη αύξησαν το ινωδογόνο,

σημαντικό παράγοντα προσκόλλησης της αθηρωματικής

πλάκας.

Oμάδες FFA

μΕqu/L TC mg/dL TG mg/dL HDL mg/dL TC/HDL LCAT nmol •

mL–1 • h–1

Ινωδογόνο

g/L

g/L

Α1 0,490±0,13 78,15±16,8 57,7±15,2 27,4±6,6 2.85±2,5 26±12 108,4±1,1

Αε 0,890±0,041* 80,7± 4,36 78,5±5,8 52,3±3,67* 1,54±1,19* 52,1±8* 104±0,3

Ααρ 0,920±0,24* 112±6,7* 95±8,61* 70±0,17* 1,60±1,4* 49,02±10,3* 107±2

Αβ 0,850±0,3* 74±3,65 70±2,5 53±4,53* 1,40±0,8 72±15 127±3,3*

* p<0,05

Page 41: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 267

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ13

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ N-ACETYLCYSTEINE ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΗΣΑΜΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΚΟΥΣ ΜΥΕΣ

Λ. Κορού,1 Γ. Αγρογιάννης,2 Ά. Παντοπούλου,1 Ι. Βλάχος,1 Χ. Κορός,3 Ε. Κιτράκη,4

Δ. Ηλιόπουλος,1 Θ. Καρατζάς,1 Δ. Περρέα1

1Εργαστήριο Πειραματικής Χειρουργικής και Χειρουργικής Ερεύνης «Ν.Σ. Χρηστέας», Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Αθηνών 2Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών, 3Α΄ Νευρολογική Κλινική, «Αιγινήτειο Νοσοκομείο»,

Πανεπιστήμιο Αθηνών, 4Τομέας Βασικών Επιστημών Βιολογίας Στόματος, Εργαστήριο Βασικών Ιατροβιολογικών Επιστημών,

Οδοντιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Eπιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι με

την αύξηση της ηλικίας αυξάνεται ο κίνδυνος εκδήλωσης διά-

φορων παθολογικών καταστάσεων που σχετίζονται με τη χο-

ληστερόλη. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση

της επίδρασης της ηλικίας, στην ενδεχόμενη ευεργετική δρά-

ση της ουσίας N-acetylcysteine (NAC) και του σησαμελαίου σε

υπερχοληστερολαιμικούς μύες. Υλικό-Μέθοδος: Αρσενικοί

μύες C57bl/6, ηλικίας 3 και 8 μηνών, χωρίστηκαν στις ακόλου-

θες ομάδες ανά ηλικία: control, cholesterol diet, cholesterol

diet+NAC, cholesterol diet+σησαμέλαιο και επιπλέον στους

μύες ηλικίας 8 μηνών, ομάδες control diet+NAC/σησαμέλαιο.

Οκτώ εβδομάδες μετά, προσδιορίστηκε η λιπιδαιμική εικόνα

των ζώων, τα επίπεδα των ολικών υπεροξειδίων, των οξειδί-

ων αζώτου και της ALP του ορού τους. Τμήματα ήπατος και

αορτής αξιολογήθηκαν ιστολογικά. Αποτελέσματα: Στους

μύες που ελάμβαναν NAC, μειώθηκαν τα επίπεδα ολικής και

LDL χοληστερόλης, σε σχέση με την ομάδα χοληστερόλης. Τα

ολικά υπεροξείδια μειώθηκαν από τη χορήγηση NAC και ση-

σαμελαίου στα πειραματόζωα νεαρής ηλικίας και μόνο από

τη χορήγηση ΝAC στους μέσης ηλικίας μύες. Αναφορικά με

τα επίπεδα οξειδίων αζώτου, και οι δύο μελετούμενοι παρά-

γοντες αύξησαν τη βιοδιαθεσιμότητά του. Η ΑLP μειώθηκε

λόγω χορήγησης NAC στα μέσης ηλικίας ζώα. Η υπερχολεστε-

ρολαιμική δίαιτα οδήγησε σε λιπώδη διήθηση του ήπατος, η

οποία ήταν μειωμένη στα επίπεδα της ομάδας ελέγχου στους

μύες νεαρής ηλικίας που χορηγούνταν ΝAC, ενώ εξομαλύνθη-

κε χωρίς να αναστραφεί πλήρως, στους μύες μέσης ηλικίας.

Συμπεράσματα: Η ουσία N-acetylcysteine παρουσιάζει ση-

μαντική υπολιπιδαιμική, αντιοξειδωτική και ηπατοπροστα-

τευτική δράση, δρώντας ευεργετικότερα στα νεαρά σε σχέση

με τα μέσης ηλικίας πειραματόζωα, ενώ παράλληλα όπως και

το σησαμέλαιο έχει αγγειοπροστατευτικές ιδιότητες.

AΑ14

ΟΞΕΙΔΩΤΙΚO ΣΤΡΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΡΑΧH ΤΩΝ ΜΟΛΥΒΔΑΙΝΟ-ΕΝΖYΜΩΝ ΣΕ ΙΣΧΑΙΜΙΚΟYΣ ΑΣΘΕΝΕIΣΒ. Δρίτσα,1 Κ. Πισσαρίδη,1 Ι. Μαμαρέλης,2 Ε. Κουτουλάκης,1,2 Γρ. Καραγκιούζης,1,2

Χρ. Κωττούλας,2,3 Ι. Αναστασοπούλου1 1Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, Σχολή Χημικών Μηχανικών, Ακτινοχημεία Βιοφασματοσκοπία, Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου,

2Καρδιολογική Κλινική, 401 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αθηνών, 3Καρδιολογική Κλινική «ΙΑΣΩ», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της εργασίας είναι η FT-IR φασμα-

τοσκοπική μελέτη του μηχανισμού ανάπτυξης της στεφανι-

αίας νόσου και ο ρόλος της ξανθίνης στην ανάπτυξη οξειδω-

τικού στρες και της διαταραχής του ουρικού οξέος στον ορό

των ασθενών με ισχαιμική καρδιοπάθεια. Το δραστικό κέντρο

της ξανθίνης στον καταλυτικό της κύκλο με τελικό προϊόν το

ουρικό οξύ είναι το μολυβδαίνιο (Μο) και ενδιάμεσα προϊόντα,

ελεύθερες ρίζες ανιόντων υδροϋπεροξυλίου (O2-) και υπεροξεί-

διο του υδρογόνου (Η2Ο2). Υλικό-Μέθοδος: Από 90 ασθενείς

που υποβλήθηκαν σε καρδιοχειρουργική επέμβαση λήφθηκε

τμήμα του ωτίου του δεξιού κόλπου. Τα FT-IR φάσματα κατα-

γράφηκαν με φασματοφωτόμετρο Nicolet. Αποτελέσματα:

Από τη σύγκριση των FT-IR φασμάτων ασθενών με ισχαιμία με

αντίστοιχους ασθενείς χωρίς ισχαιμικό συμβάν, διαπιστώθηκε

αύξηση των ελεύθερων τερματικών ομάδων NH2 δεικνύοντας

τη μεταβολή της ευκινησίας των μεμβρανών, ως αποτέλεσμα

της επίδρασης των ΟH. Η αύξηση της έντασης της ταινίας

στα 1735 cm-1 αντιστοιχεί στην μαλοναλδεΰδη και συνδέεται

με τη μεταβολή των FT-IR φασμάτων στην περιοχή 900–400

cm-1, που δείχνει ότι η ξανθίνη παράγει ελεύθερες ρίζες οξυ-

γόνου (Ο2-), που οδηγούν σε οξειδωτικό στρες και αύξηση του

ουρικού οξέος στο αίμα των ασθενών σύμφωνα με το σχήμα.

Η ανίχνευση μολυβδαινίου στα αθηρώματα επιβεβαιώνει την

αδρανοποίηση της ξανθίνης. Συμπεράσματα: Οι μεταβολές

των FT-IR φασμάτων δείχνουν ότι σε ασθενείς με ισχαιμία

αδρανοποιούνται τα μολυβδαινο-ένζυμα με αποτέλεσμα την

έντονη αύξηση του ουρικού οξέος και την παραγωγή Ο2- οι

οποίες προκαλούν οξειδωτικό στρες και υπεροξείδωση των λι-

πιδίων, παρεμποδίζοντας τη λειτουργία της γλουταθειόλης και

επομένως την ενδογενή επιδιόρθωση των βλαβών.

Page 42: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

268 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ15

ABACAVIR ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ HIV ΛΟΙΜΩΞΗ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΩΝ

Β.Δ. Παπακωνσταντίνου,1 Α. Τσούπρας,1 Μ. Χίνη,2 Ν. Μαγκαφάς,2 Ν. Τσόγκας,2 Π. Γαργαλιάνος-Κακολύρης,3 Γ. Σταματάκης,1 Ε. Φραγκοπούλου,4 Α. Ψαρρά,5 Χ. Παπαστεριάδη,5

Σ. Αντωνοπούλου,4 Κ.Α. Δημόπουλος,1 Μ.Κ. Λαζανάς2

1Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2Γ΄ Παθολογικό Τμήμα-Μονάδα Λοιμώξεων, ΓΝΑ «Kοργιαλένειο-

Μπενάκειο» ΕEΣ, 3Α΄ Παθολογικό Τμήμα-Μονάδα Λοιμώξεων, ΓΝΑ «Γ. Γεννηματάς» 4Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

5Τμήμα Ανοσολογίας και Ιστοσυμβατότητας, ΓΝΑ «Ευαγγελισμός», Aθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο Παράγοντας Ενεργοποίησης Αιμο-

πεταλίων (PAF), ως ισχυρός διαμεσολαβητής της φλεγμονής,

εμπλέκεται στην παθογένεση της αθηροσκλήρωσης και ορι-

σμένων εκδηλώσεων της HIV λοίμωξης. Σκοπός μας ήταν η

in vivo μελέτη της επίδρασης ενός αντιρετροϊκού σχήματος

με abacavir στον μεταβολισμό και στα επίπεδα του PAF για

τη διερεύνηση του μηχανισμού αύξησης του καρδιαγγεια-

κού κινδύνου σε ασθενείς με HIV λοίμωξη. Υλικό-Μέθοδος:

Μελετήθηκαν επίπεδα/μεταβολισμός του PAF, οι κυτταροκί-

νες IL-1β, ΙL-6, IL-8, IL-10p70, IL-12, TNFa καθώς και ο αυξητικός

παράγοντας VEGF στο αίμα 10 μη προθεραπευμένων ασθενών

με HIV λοίμωξη πριν και 1, 3, 6, 9, 12 μήνες μετά την έναρξη

abacavir/lamivudine/efavirenz. Η στατιστική ανάλυση πραγ-

ματοποιήθηκε με τη μέθοδο Repeated-Measures-ANOVA και

ο έλεγχος κανονικής κατανομής με τη μέθοδο Kolmogorov-

Smirnov. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε ενεργοποίηση της

de novo βιοσυνθετικής οδού του PAF στα λευκοκύτταρα τον

9ο και τον 12ο μήνα αγωγής και μια απότομη ενεργοποίηση

της οδού αναδιαμόρφωσής του τον 3ο μήνα θεραπείας τόσο

στα λευκοκύτταρα όσο και στα αιμοπετάλια, με επαναφορά

στα αρχικά επίπεδα τον 12ο μήνα. Η καταβολική οδός ενεργο-

ποιείται τον 9ο και τον 12ο μήνα στα αιμοπετάλια και τον 3ο

μήνα στα λευκοκύτταρα. Η ειδική δραστικότητα της LpPLA2

είναι σταθερά αυξημένη καθ’ όλη τη διάρκεια της αγωγής με

μια περαιτέρω αύξηση τον 9ο μήνα. Τα επίπεδα του PAF στο

αίμα, κατ’ αναλογία με τη δραστικότητα των βιοσυνθετικών

του ενζύμων, εμφάνισαν αύξηση τον 3ο μήνα θεραπείας. Ο

TNFa αυξάνεται τον 1ο και τον 3ο μήνα ενώ οι ΙL-10p70 και IL-12

μειώνονται τον 12ο μήνα αγωγής. Συμπεράσματα: Από τα in

vivo αποτελέσματά μας προκύπτει ότι το αντιρετροϊκό σχήμα

abacavir/lamivudine/efavirenz επάγει τη βιοσύνθεση και αυ-

ξάνει τα επίπεδα του PAF στο αίμα κυρίως κατά τον 3ο μήνα

θεραπείας, μια διεργασία που πιθανόν αποτελεί έναν από τους

μηχανισμούς αύξησης του καρδιαγγειακού κινδύνου σε ασθε-

νείς με HIV λοίμωξη που λαμβάνουν abacavir.

ΑΑ16MULTI-SITE DIRECTED ANTIHYPERLIPIDEMIC AGENTSA. Kourounakis, A. Matralis, M. Katselou, A. Nikitakis

Department of Medicinal Chemistry, Faculty of Pharmacy, University of Athens

Introduction-Aim: As multiple mechanisms are involved in

the development of atherosclerosis (hyperlipidemia, oxidative

stress and inflammation), we have recently applied a strategy

that involves the design of a single chemical compound able

to simultaneously modulate more than one targets.1,2 In

this study, we present the design, synthesis and evaluation

of novel benzoxazine1,3 and benzothiazine2,4 derivatives.

Patients-Methods: Antioxidant, antihyperlipidemic and

squalene synthase activity were evaluated according to

literature.1,2 Pharmacokinetic studies were performed using

a RP-HPLC method. Results: The synthesized compounds

inhibit microsomal lipid peroxidation (IC50=9 μΜ), LDL

oxidation (complete inhibition at 10 μΜ), as well as squalene

synthase activity (IC50 values 5–16 μΜ). Docking studies of

these derivatives revealed a different mode of binding to

the active site of SQS compared to reference compounds.1,2

Further, these compounds show antidyslipidemic and

antioxidant properties in vivo (at a dose of 56 umol/kg),

decreasing total cholesterol, LDL, triglyceride and MDA levels

of hyperlipidemic rats by 26–74%. Finally, by determining their

in vivo concentration (up to 24 h) in target tissues (i.e. blood/

liver) it is shown that both 1 and 2 reach their targets in the

μM range. Conclusion: The new compounds seem interesting

multifunctional molecules aimed towards the development

of a new pharmacophore for disease-modifying agents useful

in the treatment of atherosclerosis. (1) Kourounakis AP et al. J Med Chem 2008, 51:5864–5865, (2) Kourounakis AP et al. Bioorg

Med Chem 2010, 51:7402–7412

Page 43: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 269

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ17

ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ PAF ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΕΝΖΥΜΩΝ ΤΟΥ ΜΕ ΔΕΙΚΤΕΣ ΟΞΕΙΔΩΤΙΚΟΥ ΣΤΡΕΣ

Π. Ντετοπούλου,1 Ι. Λελέκη,1 Τ. Νομικός,1 Ε. Φραγκοπούλου,1 Γ. Σταματάκης,2 Σ. Αντωνοπούλου1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, 2Τμήμα Xημείας, ΕΚΠΑ, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο PAF αποτελεί έναν ισχυρό φλεγμονώδη

μεσολαβητή, που εμπλέκεται στην αθηροσκλήρωση, επάγει

το οξειδωτικό στρες και επάγεται από αυτό. Σκοπός της εργα-

σίας ήταν η διερεύνηση της σχέσης του PAF και των ενζύμων

του με δείκτες οξειδωτικού στρες σε φαινομενικά υγιείς εθε-

λοντές. Υλικό-Μέθοδος: Σε 106 φαινομενικά υγιείς εθελοντές

(44±13 ετών με ΔΜΣ 27±5 kg/m2) μετρήθηκαν: (α) τα επίπεδα

PAF, (β) οι δραστικότητες των βιοσυνθετικών του ενζύμων

λυσο-PAF: ακετυλο-CoA ακετυλοτρανσφεράση και DTT ανε-

ξάρτητη CDP-χολίνη: αλκυλοακετυλογλυκερόλη φωσφοχο-

λινοτρανσφεράση σε ομογενοποίημα λευκοκυττάρων, (γ) η

δραστικότητα του αποικοδομητικού του ενζύμου Lp-PLA2

(ισομορφή πλάσματος) και η λευκοκυτταρική PAF-AH (ενδο-

κυτταρική ισομορφή) και (δ) η οξειδωμένη LDL, η μηλονηλο-

διαλδεΰδη (TBARS), η υπεροξειδάση της γλουταθειόνης στον

ορό (GPX-3) και στα λευκοκύτταρα (GPX-1) καθώς και η αντί-

σταση του ορού στην οξείδωση με χαλκό. Aποτελέσματα: H

δραστικότητα της PAF-AH συσχετίστηκε θετικά με την αντί-

σταση του ορού στην οξείδωση (Β±SE: 3x10-4±10-4, p=0,05) και

τη GPX-1 (Β±SE: 3x10-5±10-5, p=0,003) σε μοντέλα πολλαπλής

γραμμικής παλινδρόμησης μετά από στάθμιση για το φύλο,

την ηλικία, το κάπνισμα, τα επίπεδα φυσικής δραστηριότη-

τας και το κοιλιακό λίπος. Επιπρόσθετα, τα επίπεδα του PAF

συσχετίστηκαν οριακά θετικά με τη δραστικότητα της GPX-1

σε αντίστοιχα πολυπαραγοντικά μοντέλα (Β±SE: 0,002±0,001,

p=0,08). Η δραστικότητα της Lp-PLA2 συσχετίστηκε αρνη-

τικά με τα επίπεδα της οξειδωμένης LDL (Β±SE: –0,01±0,05,

p=0,06). Συμπεράσματα: Η θετική σχέση της δραστικότητας

της GPX-1 με τη δραστικότητα της PAF-AH και τα επίπεδα του

PAF υποδηλώνει μια ταυτόχρονη ενεργοποίηση των δύο ενζύ-

μων με σκοπό ο οργανισμός να εξισορροπήσει το αυξημένο

οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή.

ΑΑ18

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΟΥ ΠΡΟΦΙΛ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΛΕΠΤΟΣΠΕΙΡΩΣΗ

Φ. Αποστόλου,1 Ε. Λυμπερόπουλος,1 Ε. Γαζή,1 Θ. Φιλιππάτος,1 K. Τέλλης,2 Χ. Κωσταρά,3

Ε. Μπαϊρακτάρη,3 Α. Τσελέπης,2 Μ. Ελισάφ1

1Τομέας Παθολογίας, Ιατρικής Σχολής, 2Τομέας Βιοχημείας, Τμήματος Χημείας, 3Εργαστήριο Κλινικής Χημείας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Μεταβολές των λιποπρωτεϊνών παρατη-

ρούνται σε φλεγμονώδεις καταστάσεις και πιθανά συσχετίζο-

νται με την εξέλιξη της αθηρωμάτωσης. Σκοπός της παρούσας

μελέτης είναι η εκτίμηση των μεταβολών των λιποπρωτεϊνών

σε ασθενείς με λοίμωξη από Leprospira interrogans. Υλικό-

Μέθοδος: Μελετήθηκαν έντεκα ασθενείς (10 άνδρες και 1 γυ-

ναίκα, ηλικίας 49,5±8,4 ετών) με λεπτοσπείρωση κατά τη διά-

γνωση και 4 μήνες μετά την αποδρομή της λοίμωξης, καθώς

και 11 υγιή άτομα της ίδιας ηλικίας και φύλου. Σε όλα τα άτομα

της μελέτης προσδιορίσθηκαν οι παρακάτω παράμετροι: ολι-

κή χοληστερόλη (TC), χοληστερόλη των υψηλής πυκνότητας

λιποπρωτεϊνών (HDL-C), τριγλυκερίδια (TGs), χοληστερόλη των

χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (LDL-C), απολιποπρωτεΐ-

νες (Αpo) AΙ, B, E, CII, CIII, λιποπρωτεΐνη (a) [Lp(a)], ενεργότητα

της ολικής Lp-PLA2 (lipoprotein-associated phospholipase

A2), ενεργότητα της PON1 (paraoxonase1) [paraoxonase/

arylesterase], κυτταροκίνες (IL-1β, IL-6 και TNFa), καθώς και τα

υποκλάσματα των LDL με τη μέθοδο Lipoprint LDL System.

Αποτελέσματα: Οι ασθενείς με λεπτοσπείρωση είχαν σημαντι-

κά χαμηλότερα επίπεδα TC, HDL-C, LDL-C, apoAI, apoΒ και Lp(a),

υψηλότερα επίπεδα TG, apoE και κυτταροκινών, ελαττωμένη

ενεργότητα της ολικής Lp-PLA2, αυξημένα επίπεδα sdLDL-C,

μικρότερο μέγεθος των LDL σωματιδίων και την ενεργότητα

της ΡΟΝ1 σε σύγκριση με τις αντίστοιχες τιμές 4 μήνες μετά την

αποδρομή της λοίμωξης. Τα επίπεδα της HDL-C και η ενεργό-

τητα της ΡΟΝ1 ήταν ελαττωμένα στους ασθενείς με λεπτοσπεί-

ρωση, αυξήθηκαν 4 μήνες μετά την αποδρομή της λοίμωξης,

ωστόσο παρέμειναν χαμηλά σε σύγκριση με τις αντίστοιχες

τιμές της ομάδας ελέγχου. Συμπεράσματα: Η λεπτοσπείρωση

προκαλεί σημαντικές ποσοτικές και ποιοτικές μεταβολές των

λιποπρωτεϊνών και των λιπιδίων που δεν αποκαθίστανται πλή-

ρως 4 μήνες μετά την αποδρομή της λοίμωξης.

Page 44: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

270 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ19Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥ ΡΟΣΟΥΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ ΜΕ ΣΑΡΤΑΝΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗΣ

ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ PPARγ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ ΣΤΗ ΜΑΖΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΪΝΙΚΗΣ ΦΩΣΦΟΛΙΠΑΣΗΣ Α2 ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ

Χ. Ρίζος,1 Ε. Λυμπερόπουλος,1 K. Τέλλης,2 Μ. Φλωρεντίν,1 Μ. Ελισάφ,2 Α. Τσελέπης2

1Τομέας Παθολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων 2Τομέας Βιοχημείας Χημικού Τμήματος Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Τα αυξημένα επίπεδα της λιποπρωτεϊνι-

κής φωσφολιπάσης Α2 (Lp-PLA2) συσχετίζονται με αυξημένο

καρδιαγγειακό κίνδυνο. Σε άτομα με πολλαπλούς παράγο-

ντες κινδύνου συχνά συγχορηγείται στατίνη σε συνδυασμό

με μια σαρτάνη. Σκοπός: Η διερεύνηση της επίδρασης του

συνδυασμού ροσουβαστατίνης με σαρτάνες διαφορετικής

ικανότητας ενεργοποίησης των PPARγ υποδοχέων στη μάζα

και την ενεργότητα της Lp-PLA2 πλάσματος σε ασθενείς με

υπέρταση, δυσλιπιδαιμία και διαταραχή γλυκόζης νηστείας.

Υλικό-Μέθοδος: Σε 151 ασθενείς με υπέρταση σταδίου 1,

διαταραχή γλυκόζης νηστείας, αυξημένα τριγλυκερίδια (≥150

mg/dL) και LDL χοληστερόλη (≥160 mg/dL) δόθηκαν υγιει-

νοδιαιτητικές οδηγίες και ροσουβαστατίνη 10 mg/ημέρα. Οι

ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν επιπρόσθετα σε (α) μια σαρτάνη

με σημαντική ικανότητα μερικής ενεργοποίησης των PPARγ

υποδοχέων (τελμισαρτάνη 80 mg/ημέρα, ομάδα Ρ/Τ), (β)

μια σαρτάνη μικρής ικανότητας μερικής ενεργοποίησης των

PPARγ υποδοχέων (ιρμπεσαρτάνη 300 mg/ημέρα, ομάδα Ρ/Ι)

και (γ) μια σαρτάνη που δεν ενεργοποιεί τους PPARγ υποδοχείς

(ολμεσαρτάνη 20 mg/ημέρα, ομάδα Ρ/Ο). Προσδιορίσθηκαν

η μάζα και η ενεργότητα της Lp-PLA2 πλάσματος πριν και 6

μήνες μετά τη θεραπεία. Αποτελέσματα: Η ενεργότητα της

Lp-PLA2 μειώθηκε με όλους τους συνδυασμούς (Ρ/Τ-38%, Ρ/Ι

38% και Ρ/Ο –43%, p<0,001 σε σύγκριση με την αρχική τιμή).

Η μάζα της Lp-PLA2 μειώθηκε σε όλες τις ομάδες (Ρ/Τ–28%,

p=0,001, Ρ/Ι,32%, P=0=0,01, και Ρ/Ο –27%, p=0,001 σε σύ-

γκριση με την αρχική τιμή). Δεν παρατηρήθηκε καμία δια-

φορά μεταξύ των ομάδων όσον αφορά στις μεταβολές της

μάζας και της ενεργότητας της Lp-PLA2. Συμπεράσματα: Η

συγχορήγηση ροσουβαστατίνης με σαρτάνες διαφορετικής

ικανότητας ενεργοποίησης των PPARγ υποδοχέων συσχετίζε-

ται με παρόμοια μείωση της μάζας και της ενεργότητας τής

Lp-PLA2 πλάσματος σε ασθενείς με υπέρταση, δυσλιπιδαιμία

και διαταραχή γλυκόζης νηστείας.

ΑΑ20ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΩΝ, ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΟΥ PAF ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΩΝ ΤΟΥ ΕΝΖΥΜΩΝ ΣΕ ΑΣΘΕΝΗ ΜΕ ΤΗ ΝΟΣΟ ΤΑΓΓΕΡΗ

Β. Κολοβού,1,2 Β. Παπακωνσταντίνου,1 Γ. Σταματάκης,1 Γ. Κολοβού,2 Κ.Α. Δημόπουλος1

1Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών 2Α΄ Καρδιολογική Κλινική, Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η έλλειψη της πρωτεΐνη ABCA1 οφείλεται

σε γενετική μετάλλαξη που προκαλεί τη νόσο της Ταγγέρης,

που έχει συσχετιστεί με την ύπαρξη στεφανιαίας νόσου και με

υψηλή δραστικότητα της λιποπρωτεϊνικής φωσφολιπάσης Α2

(LpPLA2), αποικοδομητικού ενζύμου του παράγοντα ενεργο-

ποίησης αιμοπεταλίων (PAF). O PAF εμπλέκεται σε καταστά-

σεις χρόνιας φλεγμονής καθώς και στην αρτηριοσκλήρωση.

Σκοπός είναι η μελέτη, σε άτομο με τη νόσο Ταγγέρη στο

οποίο απουσιάζει η πρωτεΐνη ABCA1 λόγω της μετάλλαξης

C2033A στο εξώνιο 12, της συσχέτισης με υγιείς ανθρώπους

α) της ικανότητας συσσώρευσης του πλάσματος πλούσιο σε

αιμοπετάλια από τον PAF (EC50) (β) των επιπέδων του PAF

στο αίμα και (γ) της δραστικότητας των ρυθμιστικών ενζύμων

του μεταβολισμού του PAF στο αίμα και στα έμμορφα συστα-

τικά του αίματος, φωσφοχολινο-τρανσφεράσης (PAF-CPT),

ακετυλο-τρανσφεράσης (lyso PAF-AT), ακετυλο-υδρολάσης

(PAF-AH) και LpPLA2. Υλικό-Μέθοδος: H συσσώρευση του

πλάσματος πλούσιο σε αιμοπετάλια από τον PAF μετρήθηκε

σε συσσωρευματόμετρο. Ο προσδιορισμός των επιπέδων του

PAF έγινε μετά από εκχύλιση Bligh-Dyer, χρωματογραφικό

καθαρισμό και βιολογική δοκιμασία σε πλυμένα αιμοπετάλια

κουνελιού. Για τον προσδιορισμό των βιοσυνθετικών ενζύμων

(PAF-CPT και lyso PAF-AT) ύστερα από ενζυμική δοκιμασία και

χρωματογραφικό διαχωρισμό έγινε προσδιορισμός του παρα-

γόμενου PAF με βιολογική δοκιμασία σε πλυμένα αιμοπετάλια

κουνελιού. Ο προσδιορισμός του αποικοδομητικού ενζύμου

της PAF-AH και της LpPLA2 έγινε από την διάσπαση ραδιενερ-

γού PAF. Αποτελέσματα: Το EC50 για τον PAF ήταν 36,5x10-7 Μ

PAF. Tα επίπεδα του PAF αίμα ήταν 3,23 pg/mL αίματος. Οι εν-

ζυμικές δραστικότητες εκφράζονται σε pmoles/min/mg πρω-

τεΐνης. Για το ένζυμο PAF-CPT στα λευκοκύτταρα, αιμοπετάλια

και ερυθροκύτταρα ήταν 45,29, 5,61 και 0,11 αντίστοιχα. Για

την lyso-PAF-AT 5,52, 0,37 και 0,13 αντίστοιχα. Για την PAF-AH

ήταν 77,56, 821,41 και 9,2 αντίστοιχα, ενώ η LpPLA2 ήταν 37,12

pmoles/min/μL. Συμπεράσματα: Οι τιμές αυτές κυμαίνονται

στα φυσιολογικά όρια. Η ασθενής ενώ έχει τη νόσο Ταγγέρη

δεν έχει εμφανίσει στεφανιαία νόσο και αθηροσκλήρωση με

αποτέλεσμα να μην υπάρχει χρόνια φλεγμονή και για τον λόγο

αυτόν οι σχετικές με τον PAF μετρήσεις να έχουν φυσιολογικές

τιμές.

Page 45: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 271

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ21

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΡΙΖΩΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΡΩΜΑΤΩΣΗ

Κ. Πισσαρίδη, Β. Δρίτσα, Ι. Αναστασοπούλου

Εργαστήριο Ακτινοχημείας Βιοφασματοσκοπίας, Σχολή Χημικών Μηχανικών,

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου Αθήνα.

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η

μελέτη του ρόλου των ελευθέρων ριζών στην υπεροξείδωση

των λιπιδίων και την αθηρογένεση στις αρτηρίες. Οι ελεύθε-

ρες ρίζες διαπιστώθηκε ότι συμμετέχουν σε πολλές βιολογι-

κές και βιοχημικές διεργασίες. Το ερώτημα αν είναι το αίτιο ή

το αποτέλεσμα της δράσης τους δεν έχει ακόμη επακριβώς

απαντηθεί. Εκτός από τις ρίζες ΟΗ τα ανιόντα του οξυγόνου

παίζουν καθοριστικό ρόλο στην υπεροξείδωση των λιπιδίων.

Η υπέρυθρη φασματοσκοπία χρησιμοποιείται για τη μελέτη

του ρόλου των ελευθέρων ριζών στην υπεροξείδωση των λι-

πιδίων. Υλικό-Μέθοδος: Εξετάστηκαν αθηρώματα από 180

ασθενείς. Τα FT-IR φάσματα καταγράφηκαν με φασματοφω-

τόμετρο Nicolet. Αποτελέσματα: Από την αύξηση των εντά-

σεων των χαρακτηριστικών ταινιών στην περιοχή 3000–2800

cm-1 των FT-IR φασμάτων των αθηρωμάτων καρωτίδων αρ-

τηριών διαπιστώνεται ότι κύρια βλάβη αποτελεί η μεταβολή

της ευκινησίας των μεμβρανών (σχήμα 1α, β), με αποτέλεσμα

την διαταραχή ανταλλαγής μέσω των καναλιών Ca, K, Na. Τα

προϊόντα υπεροξείδωσης δείχνουν την πρόκληση οξειδωτι-

κού στρες, που λόγω του ιστορικού των ασθενών, αποδίδεται

σε περιβαλλοντικές κατ’ αρχήν συνθήκες. Συμπεράσματα: Η

ανίχνευση τοξικών μετάλλων (Ag, Pb) και το γεγονός ότι ήταν

όλοι καπνιστές δικαιολογεί τον σχηματισμό ελευθέρων ριζών,

λόγω οξειδωτικού στρες. Τα FT-IR φάσματα των τελικών προ-

ϊόντων αθηρωμάτωσης ενισχύουν την άποψη συμμετοχής

ελευθέρων ριζών στην αθηρωγένεση.

Σχήμα 1. (α) FT-IR φάσματα αθηρωμάτων στην περιοχή 3700–2700 cm-1. Περιοχή ευκινησίας μεμβρανών, (β) Μεταβολή της ευ-

κινησίας των μεβρανών αθηρωματικών ιστών.

αα

αβ

Page 46: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

272 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ22

ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΦΛΑΒΟΝΟΕΙΔΩΝ ΣΕ ΠΑΧΥΣΑΡΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΚΛΙΝΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΒΙΟΧΗΜΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ

Χ. Δερδεμέζης,1,2 Δ. Κιόρτσης,1 Θ. Φιλιππάτος,2 Β. Τσιμιχόδημος,2 Π. Βεζυράκη,1

Μ. Αργυροπούλου,3 Α. Τσελέπης,4 Α. Ευαγγέλου,1 Μ. Ελισάφ2

1Εργαστήριο Φυσιολογίας, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2Β΄ Παθολογική Κλινική, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο

Ιωαννίνων, 3Ακτινολογικό Τμήμα, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, 4Εργαστήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας

Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή–Σκοπός: Η παχυσαρκία συσχετίζεται με αυξημέ-

νη προδιάθεση για την εκδήλωση αθηροσκλήρωσης και αυ-

ξημένη επίπτωση στεφανιαίας νόσου. Η διατροφή είναι γνω-

στό ότι συσχετίζεται με την πρόληψη και τη θεραπεία, τόσο

των καρδιαγγειακών νοσημάτων, όσο και της παχυσαρκίας.

Αντιοξειδωτικές πολυφαινολικές ουσίες, όπως είναι τα φλα-

βονοειδή που περιέχονται κυρίως σε φρούτα και λαχανικά,

φαίνεται ότι προστατεύουν από καρδιαγγειακά συμβάματα.

Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση της συσχέτισης της

πρόσληψης των φλαβονοειδών της διατροφής με κλινικούς

και βιοχημικούς δείκτες σε άτομα με παχυσαρκία. Υλικό-

Μέθοδος: Συμμετείχαν 100 παχύσαρκοι ασθενείς (20 άνδρες

& 80 γυναίκες). Η πρόσληψη των φλαβονοειδών εκτιμήθηκε

με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων συχνότητας κατανά-

λωσης τροφίμων. Η διατασιμότητα των αγγείων ελέγχθη-

κε σε 20 από τους παραπάνω ασθενείς με μαγνητική τομο-

γραφία της αορτής. Αποτελέσματα: Η συνολική πρόσληψη

φλαβονοειδών ήταν 275,38 (77,21–823,03) mg ανά ημέρα.

Βρέθηκαν θετικές συσχετίσεις της πρόσληψης φλαβονοει-

δών με την ηλικία (r=0,27, P<0,05) και την HDL χοληστερόλη

(r=0,27, P<0,05), καθώς και αρνητική συσχέτιση των προ-

σλαμβανόμενων φλαβονοειδών με τα τριγλυκερίδια (r=–0,21,

P<0,05) και την ινσουλίνη (r=–0,26, P<0,05). Επιπρόσθετα, η

ημερήσια πρόσληψη φλαβονοειδών και προανθοκυανιδινών

συσχετίζονταν αρνητικά με τη δραστικότητα της αμινοτραν-

σφεράσης της αλανίνης (r=–0,25 & r=–0,22, P<0,05 και για τα

δύο), ενώ τα προσλαμβανόμενα φλαβονοειδή συσχετίζονταν

επιπλέον αρνητικά με τη δραστικότητα της γλουταμινικής

αμινοτρανσφεράσης(r=–0,23, P<0,05). Η διατασιμότητα της

αορτής δεν εμφάνισε καμία συσχέτιση με την πρόσληψη φλα-

βονοειδών. Συμπεράσματα: Είναι πιθανόν να υπάρχουν ευ-

νοϊκές επιδράσεις των φλαβονοειδών στον μεταβολισμό των

λιπιδίων, των υδατανθράκων και της ηπατικής λειτουργίας σε

παχύσαρκα άτομα.

ΑΑ23

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΝΙΚΟΤΙΝΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ/ΛΑΡΟΠΙΠΡΑΝΤΗΣ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΥΣ ΤΩΝ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΩΝ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΜΙΚΤΗ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ

Α. Κεή, Ζ. Μητρογιάννη, Μ. Ελισάφ

Τομέας Παθολογίας, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η χορήγηση νικοτινικού οξέος έχει συ-

σχετισθεί με μείωση της καρδιαγγειακής νοσηρότητας και

θνητότητας. Πέρα από την ευεργετική επίδραση στο λιπιδαι-

μικό προφίλ, το νικοτινικό οξύ έχει και πλειοτροπικές ιδιότη-

τες, όπως αντιθρομβωτικές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις.

Πρόσφατα μελέτες έδειξαν ότι τόσο ο μέσος όγκος (mean

platelet volume, MPV) όσο και το εύρος κατανομής των αι-

μοπεταλίων (platelet distribution width, PDW) αποτελούν

ανεξάρτητους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρ-

διαγγειακής νόσου. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να

μελετηθεί η επίδραση του νικοτινικού οξέος στους παραπά-

νω αιμοπεταλιακούς δείκτες. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη

έλαβαν μέρος 50 ασθενείς. Όλοι οι ασθενείς έπαιρναν μία

συμβατική δόση στατίνης (10–40 mg σιμβαστατίνη ή 10–20

mg ατορβαστατίνη ή 5–20 mg ροσουβαστατίνη) και δεν είχαν

επιτύχει τον στόχο όσον αφορά τα επίπεδα LDL ή non-HDL

χοληστερόλης. Στους ασθενείς χορηγήθηκε επιπρόσθετη θε-

ραπεία με νικοτινικό οξύ/λαροπιπράντη (1000/20 mg για 1 μή-

να και στη συνέχεια 2000/40 mg για τους επόμενους 2 μήνες).

Πριν την έναρξη και μετά από 3 μήνες θεραπείας εκτιμήθηκε ο

συνολικός αριθμός των αιμοπεταλίων καθώς και ο MPV και το

RDW. Αποτελέσματα: Η χορήγηση νικοτινικού οξέος/λαροπι-

πράντης συσχετίσθηκε με μείωση του συνολικού αριθμού των

αιμοπεταλίων κατά 20% [από 277.150 (163.000–223.400)/μL σε

220.480/μL (141.000/μL–319.000)/μL, p<0,001], ενώ παρατη-

ρήθηκε αύξηση του MPV κατά 3,5% [από 11,4 (9,2–13,6) fl σε

11,8 (9,5–14,1) fl, P=0,01], χωρίς μεταβολή του PDW [από 14,6 (

10,5–19,3) fl σε 14,5 (11–21,1) fl, p=NS]. Συμπεράσματα: Η χο-

ρήγηση του νικοτινικού οξέος είχε ως αποτέλεσμα μείωση του

συνολικού αριθμού των αιμοπεταλίων και αύξηση των επιπέ-

δων του MPV, η κλινική σημασία της οποίας πρέπει να διευκρι-

νισθεί από τα αποτελέσματα μεγάλων προοπτικών μελετών.

Page 47: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 273

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ24*

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΣΤΑΤΙΝΗΣ ΣΤΟ ΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΥΠΕΡΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΩΝ ΜΥΩΝ

Ε. Δουκιαντζάκης,1 Ε. Τζανετάκου,1 Α. Παντοπούλου,1 Α. Καρύδης1

Η. Δουλάμης,1 Δ. Τζιβράς,1 Δ. Τούσουλης,2 Χρ. Στεφανάδης,2 Δ. Περρέα1

1Εργαστήριο Πειραματικής Χειρουργικής και Χειρουργικής Ερεύνης «ΝΣ Χρηστέας», Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ 2Α' Καρδιολογική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η δη-

μιουργία ενός αξιόπιστου πειραματικού μοντέλου υπερλίπιδαι-

μίας για τη μελέτη της επίδρασης της σωματικής άσκησης και

της χορήγησης στατίνης στο λιπιδαιμικό προφίλ. Υλικό-μέθο-

δος: Επιλέχθηκε η διαιτητική παρέμβαση σε ποντίκια C57BL/6.

Χρησιμοποιήθηκαν 34 ποντίκια που χωρίστηκαν στις παρακά-

τω ομάδες: Α: κανονική διατροφή (ομάδα ελέγχου), Β: υπερλι-

πιδαιμική διατροφή, Γ: υπερλιπιδαιμική διατροφή και σωματική

άσκηση σε κυλιόμενο τάπητα, Δ: υπερλιπιδαιμική διατροφή και

σωματική άσκηση και χορήγηση στατίνης. Στα πειραματόζωα

έγιναν αιμοληψίες στην έναρξη, μετά από 8 και μετά από 12

εβδομάδες και προσδιορίστηκαν η γλυκόζη, η ολική χοληστε-

ρόλη, η HDL-χοληστερόλη, η LDL-χοληστερόλη και τα τριγλυ-

κερίδια. Αποτελέσματα: Η ομάδα Β παρουσίασε από την 8η

εβδομάδα σημαντική αύξηση της ολικής και της LDL-χοληστε-

ρόλης, με συνοδό μείωση της HDL-χοληστερόλης, σε σχέση με

την ομάδα ελέγχου. Η ομάδα Γ παρουσίασε στις 8 εβδομάδες

μείωση της ολικής και της LDL-χοληστερόλης, αλλά όχι σημα-

ντική διαφορά στην HDL-χοληστερόλη σε σχέση με την ομάδα

Β, παρουσίασε όμως στις 12 εβδομάδες σημαντική αύξηση της

HDL-χοληστερόλης. Η ομάδα Δ παρουσίασε στις 12 εβδομάδες

σημαντική αύξηση της HDL-χοληστερόλης, σε σχέση με την

ομάδα Β. Η ομάδα Δ παρουσίασε στις 12 εβδομάδες σημαντι-

κή μείωση της ολικής και της LDL-χοληστερόλης σε σύγκριση

με την ομάδα Γ. Συμπεράσματα: Το συγκεκριμένο πειραματικό

μοντέλο υπερλιπιδαιμίας αποτελεί ένα αξιόπιστο εργαλείο για

τη μελέτη της παθογένειας, της εξέλιξης και της αντιμετώπισης

των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η σωματική άσκηση μείωσε

την ολική και LDL-χοληστερόλη και μακροπρόθεσμα αύξησε

την HDL-χοληστερόλη. Η χορήγηση στατίνης μείωσε επιπλέον

την ολική και LDL-χοληστερόλη.

* H παρούσα έρευνα έχει συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ΕΚΤ) και από εθνικούς πόρους μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση» του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) – Ερευνητικό Χρηματοδοτούμενο Έργο: Ηράκλειτος ΙΙ. Επένδυση στην κοινωνία της γνώσης μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου

ΑΑ25ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΣΥΝΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΟΞΕΙΔΑΣΗΣ ΤΗΣ ΓΛΟΥΤΑΘΕΙΟΝΗΣ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ: ΜΕΛΕΤΗ HEALTHY GROWTH

Π.Ε. Σιατίτσα, Τ. Νομικός, Γ. Μοσχώνης, Ο. Ανδρούτσος, Δ. Πατίκας, A. Ζλατίνστη,

Χ. Αγά, Σ. Τανάγρα, E. Αργύρη, Ι. Μανιός

Εργαστήριο Μεταβολικών Νοσημάτων, Α' Παιδιατρική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Χωρέμειο Ερευνητικό Εργαστήριο,

Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Αθήνα

Εισαγωγή: Το σελήνιο είναι ένα ιχνοστοιχείο απαραίτητο για

τη φυσιολογική λειτουργία του οργανισμού και την πρόληψη

χρονίων νοσημάτων. Ωστόσο, οι διατροφικές συνήθειες που

το επηρεάζουν δεν έχουν ακόμα διευκρινιστεί. Σκοπός: Στην

παρούσα μελέτη συσχετίστηκε η δραστικότητα της υπεροξει-

δάσης της γλουταθειόνης (GPx3) πλάσματος με τις διατροφικές

συνήθειες ελληνικού παιδικού πληθυσμού. Η GPx3 αποτελεί

δείκτη πρόσληψης σεληνίου, αλλά εμφανίζει και αντιοξειδω-

τική δράση στην κυκλοφορία. Υλικό-Μέθοδος: Η παρούσα

ανάλυση βασίστηκε σε ένα υπό-δείγμα 489 παιδιών ηλικίας 9-

13 ετών στο πλαίσιο της μελέτης Healthy Growth. Στο πλάσμα

των παιδιών προσδιορίστηκε η δραστικότητα της GPx3 με φω-

τομετρική μέθοδο, ενώ παράλληλα υπήρχαν δεδομένα διατρο-

φικής πρόσληψης (ερωτηματολόγια συχνότητας κατανάλωσης

τροφίμων, ανακλήσεις 24ώρου) από τον συνολικό πληθυσμό

της μελέτης. Αποτελέσματα: Η δραστικότητα της GPX-3 δε

διέφερε σημαντικά στα δύο φύλα, ενώ ήταν μειωμένη στα παι-

διά με αυξημένο στάδιο ανάπτυξης. Επιπλέον, η GPX-3 συσχε-

τίστηκε αρνητικά με την ενεργειακή πρόσληψη, την κατανά-

λωση φρούτων και αναψυκτικών και θετικά με την πρόσληψη

ασβεστίου και την κατανάλωση ψωμιού. Οι περισσότερες από

τις παραπάνω συσχετίσεις παρέμειναν σημαντικές μόνο στα

ελλειποβαρή/νορμοβαρή, αλλά όχι στα υπέρβαρα/παχύσαρκα

παιδιά. Τέλος, στα παιδιά από τη Θεσσαλονίκη βρέθηκε σημα-

ντικά υψηλότερη δραστικότητα της GPx3 σε σχέση με τα παιδιά

από την Αθήνα και την Κρήτη, εν μέρει λόγω των διαφορετικών

διατροφικών συνηθειών τους. Συμπεράσματα: Αναδείχτηκαν

νέες θετικές συσχετίσεις της δραστικότητας της GPx3 με την

πρόσληψη ασβεστίου και την κατανάλωση ψωμιού. Ωστόσο, η

επίδραση της διατροφής είναι πολυπαραγοντική και γίνεται πιο

εμφανής σε πληθυσμούς με χαμηλή πρόσληψη σεληνίου ή με

μικρές μεταβολικές διαταραχές που θα μπορούσαν διαφορετι-

κά να καλύψουν την επίδραση αυτή.

Page 48: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

274 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ26

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΩΝ ΗΠΑΤΙΚΩΝ ΕΝΖΥΜΩΝ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΧΟΡΗΓΗΣΗ ΡΟΣΟΥΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ ΜΕ ΣΑΡΤΑΝΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ PPARγ ΥΠΟΔΟΧΕΩΝ

Χ. Ρίζος, Ε. Λυμπερόπουλος, Ζ. Μητρογιάννη, Ε. Ρίζος, Μ. Ελισάφ

Τομέας Παθολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή: Τα άτομα με μεταβολικό σύνδρομο έχουν συχνά

λιπώδη διήθηση του ήπατος με αυξημένες τιμές ηπατικών

ενζύμων. Οι στατίνες μπορούν να αυξήσουν τα επίπεδα των

ηπατικών ενζύμων. Η ενεργοποίηση των PPARγ υποδοχέων

από τις θειαζολιδινενδιόνες συσχετίζεται με βελτίωση της

ηπατικής βιολογίας σε άτομα με λιπώδη διήθηση του ήπα-

τος. Ορισμένες σαρτάνες ενεργοποιούν μερικώς τους PPARγ

υποδοχείς. Σκοπός: Η διερεύνηση της επίδρασης του συνδυ-

ασμού ροσουβαστατίνης με σαρτάνες διαφορετικής ικανότη-

τας ενεργοποίησης των PPARγ υποδοχέων στα επίπεδα των

ηπατικών ενζύμων σε ασθενείς με υπέρταση, μικτή δυσλιπι-

δαιμία και διαταραχή γλυκόζης νηστείας. Υλικό-Μέθοδος:

Σε 151 ασθενείς με υπέρταση σταδίου 1, διαταραχή γλυκόζης

νηστείας, αυξημένα τριγλυκερίδια (≥150 mg/dL) και LDL χολη-

στερόλη (≥160 mg/dL) δόθηκαν υγιεινοδιαιτητικές οδηγίες και

ροσουβαστατίνη 10 mg/ημέρα. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν

επιπρόσθετα σε (α) μια σαρτάνη με σημαντική ικανότητα μερι-

κής ενεργοποίησης των PPARγ υποδοχέων (τελμισαρτάνη 80

mg/ημέρα), (β) μια σαρτάνη μικρής ικανότητας μερικής ενερ-

γοποίησης των PPARγ υποδοχέων (ιρμπεσαρτάνη 300 mg/

ημέρα) και (γ) μια σαρτάνη που δεν ενεργοποιεί τους PPARγ

υποδοχείς (ολμεσαρτάνη 20 mg/ημέρα). Προσδιορίσθηκαν τα

επίπεδα των ηπατικών ενζύμων (AST, ALT, γGT και ALP) πριν

και 6 μήνες μετά τη θεραπεία. Αποτελέσματα: Τα επίπεδα

των ηπατικών ενζύμων δεν μεταβλήθηκαν σημαντικά σε όλες

τις ομάδες κατά τη διάρκεια της αγωγής. Επιπρόσθετα, δεν

παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των ομάδων όσον αφορά

τη μεταβολή των ηπατικών ενζύμων. Συμπεράσματα: Ο συν-

δυασμός ροσουβαστατίνης με σαρτάνες διαφορετικής ικανό-

τητας ενεργοποίησης των PPARγ υποδοχέων είναι ασφαλής

όσον αφορά στις παραμέτρους της ηπατικής βιολογίας. Δεν

υπήρξε καμία διαφορά μεταξύ των ομάδων αναφορικά με την

επίδραση τής συνδυασμένης αγωγής στα επίπεδα των ηπατι-

κών ενζύμων.

ΑΑ27

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΣΤΟ ΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ C57BL/6 ΜΥΩΝ, ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΥΠΕΡΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΗ ΔΙΑΙΤΑ

Η. Δουλάμης, Ε. Τζανετάκου, Μ. Κορού, Ι. Βλάχος, Κ. Παρασκευάς,

Π. Κωνσταντόπουλος, Δ. Τζιβράς, Δ. Περρέα

Εργαστήριο Πειραματικής Χειρουργικής και Χειρουργικής Ερεύνης «Ν.Σ. Χρηστέας», Ιατρική Σχολή Αθηνών, ΕΚΠΑ, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Μία από τις κυριότερες πανδημίες της επο-

χής μας είναι η παχυσαρκία η οποία συνιστά γενεσιουργό αιτία

πολλών άλλων νοσημάτων ιδιαίτερα επικίνδυνων για την υγεία

μας. Η παχυσαρκία είναι μία πολυπαραγοντική νόσος. Κυρίαρχο

ρόλο στην παχυσαρκία παίζει η λήψη τροφών πλουσίων σε

λιπαρά. Σκοπός της μελέτης είναι, να διερευνηθεί ο ρόλος της

ηλικίας στην έκφραση του λιπιδαιμικού προφίλ μυών C57BL6

που ακολουθούν υπερλιπιδαιμική δίαιτα. Υλικό-Μέθοδος: Για

τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν 33 αρσενικοί μύες C57bl/6

10 εβδομάδων που χωρίστηκαν σε Ομάδα Α (n=9) και Ομάδα

Β (n=24) καθώς και 33 αρσενικοί μύες C57bl/6 54 εβδομάδων

οι οποίοι χωρίστηκαν σε Ομάδα Γ (n=9) και Ομάδα Δ (n=24). Οι

ομάδες Α, Γ λάμβαναν φυσιολογική τροφή εμπορίου, ενώ οι

ομάδες Β, Δ τροφή εμπλουτισμένη με 45% λίπος για διάστημα

3 μηνών. Στην αρχή και στο τέλος του πειράματος μετρήθηκαν

η γλυκόζη αίματος, HDL-ch, LDL-ch, TG, TChol και το βάρος

των ζώων. Αποτελέσματα: Η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι οι

ποσοστιαίες μεταβολές όλων των προαναφερόμενων παραγό-

ντων διέφερε σε βαθμό στατιστικά σημαντικό (p<0,001) μετα-

ξύ των ομάδων Α-Γ και Β-Δ. Συμπεράσματα: Η επίδραση της

ίδιας διατροφής σε μύες διαφορετικής ηλικίας έχει διαφορετι-

κά αποτελέσματα στη μεταβολή συγκεκριμένων παραμέτρων

παχυσαρκίας. Πιο συγκεκριμένα παρατηρούνται περισσότερο

οξείες μεταβολές στα μεγαλύτερα ζώα. Ωστόσο απαιτούνται

περαιτέρω κλινικές μελέτες για ασφαλή αναγωγή αυτών των

συμπερασμάτων στον άνθρωπο.

Page 49: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 275

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ28

ΠΡΩΤΕΪΝΙΚΗ ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΝΕΦΡΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΣΕ ΥΓΙΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟ

Β. Μπουντζιούκα,1 N. Βαλιάνου,2 M. Μπόνου,2 A. Ευαγγελόπουλος,1 E. Βογιατζάκης,2

Α. Γιωτοπούλου,1 Π. Αυγερινός,2 Ι. Μπαρμπετσέας,2 Δ.Β. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Πολυκλινική», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο τρόπος ζωής εμπεριέχει ένα σύνο-

λο παραγόντων κινδύνου (ΠΚ) (π.χ. διατροφή, άσκηση) οι

οποίοι προοδευτικά μπορούν να οδηγήσουν στην εμφάνιση

Μεταβολικού Συνδρόμου (ΜΣ) και άλλων χρονίων νοσημά-

των. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να διερευνηθεί ο ρόλος

των διαφόρων ειδών πρωτεϊνών και βιοχημικών δεικτών στον

αριθμό των ΠΚ για εμφάνιση ΜΣ. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη

συμμετείχαν εθελοντικά 490 υγιείς ενήλικες (46±16 years, 40%

άνδρες). Μετρήθηκαν ανθρωπομετρικά (βάρος, ύψος, περι-

φέρεια μέσης), κλινικά (συστολική και διαστολική πίεση) και

βιοχημικά χαρακτηριστικά [γλυκόζη (mg/dL), κυστατίνη (mg/

L), κρεατινίνη (mg/dL), ουρία (mg/dL) και ουρικό οξύ (mg/dL)],

ακολουθώντας καθιερωμένη διαδικασία. Οι ΠΚ για την εμφά-

νιση ΜΣ καθορίστηκαν βάσει των κριτηρίων NCEP ATPIII. Η

πρωτεϊνική πρόσληψη εκτιμήθηκε από ένα έγκυρο ερωτημα-

τολόγιο και ταξινομήθηκε σε αιμική (κρέας & ψάρι), μη αιμική

(γαλακτοκομικά) και φυτική πρωτεΐνη. Μοντέλα λογαριθμικής

παλινδρόμησης εφαρμόστηκαν για τη διερεύνηση της υπό-

θεσης. Αποτελέσματα: Μεταξύ των συμμετεχόντων 7 στους

10 έχει τουλάχιστον έναν ΠΚ, ενώ το 3% έχει τέσσερεις ΠΚ του

ΜΣ. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν ότι, μεταξύ των βιοχημικών

δεικτών, το ουρικό οξύ σχετίζεται με αυξημένες πιθανότητες

της παρουσίας τουλάχιστον ενός ΠΚ (λαμβάνοντας υπόψη

το φύλο, την ηλικία, τον Δείκτη Μάζας Σώματος, τη φυσική

δραστηριότητα και το κάπνισμα). Επιπρόσθετη προσαρμογή

του μοντέλου, για την αιμική πρωτεΐνη, ανέδειξε ότι αύξηση

του ουρικού οξέος κατά 1 mg/dL αυξάνει την πιθανότητα πα-

ρουσίας τουλάχιστον ενός ΠΚ κατά 76% (95% ΔΕ: 1,30–2,37).

Συμπεράσματα: Η αλλαγή κυρίως στις διατροφικές συνή-

θειες συνιστάται για τη μείωση των πιθανοτήτων εμφάνισης

παραγόντων κινδύνου του μεταβολικού συνδρόμου, βελτιώ-

νοντας τα επίπεδα ουρικού οξέος.

ΑΑ29ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΜΕ ΔΕΙΚΤΕΣ ΝΕΦΡΙΚΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Χ. Κατσαγώνη,1 Β. Μπουντζιούκα,1 Α. Ευαγγελόπουλος,1 Α. Γιωτοπούλου,1 M. Μπόνου,2

Ν. Βαλλιάνου,2 Π. Αυγερινός,2 Ε. Βογιατζάκης,2 Γ. Μπαρμπετσέας,2 Δ. Παναγιωτάκος1 1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα

2Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Πολυκλινική», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η διαθέσιμη βιβλιογραφία σχετικά με το

ρόλο του MetS στην κατανομή των διαφόρων δεικτών νεφρι-

κής λειτουργίας είναι περιορισμένη. Σκοπός της παρούσας

μελέτης ήταν να αξιολογηθεί κατά πόσο η παρουσία MetS

και των διαφόρων συνιστωσών του, σχετίζονται με τα επίπε-

δα ουρίας, κρεατινίνης και τον μεταβολισμό ουρικού οξέος

σε φαινομενικά υγιή άτομα. Υλικό-Μέθοδος: Κατά το 2009,

συμμετείχαν συνολικά 490 εθελοντές (46±16 ετών, 40% άν-

δρες). Μετρήθηκαν ανθρωπομετρικά, κλινικά και βιοχημικά

χαρακτηριστικά, ενώ για τον ορισμό του MetS χρησιμοποι-

ήθηκαν τα κριτήρια του NCEP-ATP III (National Cholesterol

Education Program-Adult treatment Panel III). Για τη διερεύ-

νηση της παραπάνω υπόθεσης χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος

της πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμησης. Αποτελέσματα:

Μεταξύ των συμμετεχόντων, 17% είχαν μεταβολικό σύνδρο-

μο, με ποσοστό υψηλότερο στους άντρες συγκριτικά με τις

γυναίκες (p=0,006). Οι έχοντες MetS είχαν υψηλότερα επίπεδα

UA (6,3±1,5 vs. 4,9±1,5, p<0,001) και κρεατινίνης (0,90±0,21 vs.

0,83±0,17, p=0,003). Συγκεκριμένα, μέσω πολλαπλής γραμμι-

κής παλινδρόμησης, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία και το

φύλο, φάνηκε ότι τα επίπεδα UA στα άτομα με MetS ήταν κατά

0,9mg/dl υψηλότερα (R2=37%). Επιπρόσθετα, η DBP, η WC και

τα επίπεδα τριγλυκεριδίων συσχετίστηκαν θετικά με αύξη-

ση των επιπέδων UA (b±se: 0,02±0,008, p=0,009, 0,03±0,005,

p<0,001, 0,003±0,001, p=0,002, αντιστοίχως), με βάση την ηλι-

κία και το φύλο. Επιπλέον, η ηλικία, το φύλο και οι παράγοντες

κινδύνου για MetS (δηλαδή SBP, DBP, WC, επίπεδα γλυκόζης,

HDL-χοληστερόλη και επίπεδα τριγλυκεριδίων) εξήγησαν το

45% της συνολικής διακύμανσης των επιπέδων UA, με τη WC

να έχει τη μεγαλύτερη επίδραση (Wald test=5,65), ακολου-

θούμενο από τα επίπεδα τριγλυκεριδίων (Wald test=3,11) και

την DBP (Wald test=2,62). Η SBP, DBP και η HDL-χοληστερόλη

σχετίστηκαν με αλλαγή των επιπέδων ουρίας (b±se: 0,11±0,04,

p=0,013, –0,18±0,07, p=0,011, 0,12±0,05, p=0,014, αντιστοίχως),

ενώ καμία συσχέτιση δεν προέκυψε μεταξύ των παραγόντων

κινδύνου για MetS και επιπέδων κρεατινίνης. Συμπεράσματα:

Η παρουσία μεταβολικού συνδρόμου φαίνεται να σχετίζεται

θετικά με τους δείκτες νεφρικής λειτουργίας και κυρίως με αύ-

ξηση των επιπέδων ουρικού οξέος που προοδευτικά μπορεί

να οδηγήσουν σε έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας.

Page 50: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

276 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ30

ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ, ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΚΟΛΟΟΡΘΙΚΟΣ ΚΑΡΚΙΝΟΣ:

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ–ΜΑΡΤΥΡΩΝ

Ν. Κόντου,1,2 Θ. Ψαλτοπούλου,3 Ε. Πολυχρονόπουλος,1 Ν. Σούπος,3 Δ. Ξυνόπουλος,2 Δ. Δημητρουλόπουλος,2 Δ. Κυπραίος,2 Χ. Πανόπουλος,2

Ν. Πισταλματζιάν,2 Μ. Δεμίρη,2 Α. Λινού,3 Δ.Β. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών 2ΑΟΝΑ «Ο Άγιος Σάββας»

3Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Το μεταβολικό σύνδρομο πέρα από την

άμεση συσχέτισής του με τα καρδιαγγειακά νοσήματα φαίνε-

ται να σχετίζεται με διάφορες μορφές καρκίνου, όπως του πα-

χέος εντέρου, πιθανότατα μέσω της ινσουλινοαντίστασης. Ο

σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση της πιθανής συσχέτι-

ση του με τον κολοορθικό καρκίνο σε μεσογειακό πληθυσμό.

Υλικό-μέθοδος: Πρόκειται για μελέτη ασθενών-μαρτύρων.

Από τον Δεκέμβριο 2009, έως τον Δεκέμβριο 2010 συλλέ-

χθηκαν επιδημιολογικά δεδομένα για 250 ασθενείς με πρω-

τοπαθές κολοορθικό καρκίνο και 250 υγιείς, εξομοιωμένους

ως προς το φύλο και την ηλικία. Η αποτίμηση της υιοθέτησης

της μεσογειακής διατροφής έγινε με τη χρήση του modified-

MedDietScore (θεωρητικό εύρος 0–75), δείκτης ο οποίος

ελέγχθηκε για την αξιοπιστία του στον κολοορθικό καρκίνο.

Για τον χαρακτηρισμό της ύπαρξης μεταβολικού συνδρόμου

χρησιμοποιήθηκαν τα NCEP ATPIII κριτήρια. Αποτελέσματα:

Το μεταβολικό σύνδρομο βρέθηκε να σχετίζεται με τον κολο-

ορθικό καρκίνο (p=0,02). Σε πλήρως εξομοιωμένη πολυπα-

ραγοντική ανάλυση, βρέθηκε ότι η ύπαρξη του μεταβολικού

συνδρόμου συνδέεται θετικά με τον κολοορθικό καρκίνο

(ΣΛ=1,66, 95% CI 1,02, 2,69), ενώ η μεσογειακή διατροφή δρα

προστατευτικά, και αύξηση κατά 1 μονάδα στο modified-

MedDietScore οδηγεί σε μείωση των πιθανοτήτων κατά 12%

(ΣΛ=0,88, 95% CI 0,84, 0,92). Συμπεράσματα: Το μεταβολικό

σύνδρομο, αν και μέχρι τώρα ήταν παράγοντας κινδύνου για

καρδιαγγειακά νοσήματα, φαίνεται να συνδέεται και με την

εμφάνιση κολοορθικού καρκίνου. Φαίνεται ότι η διατροφή,

μέσω ποικίλων μηχανισμών, όπως της εμφάνισης της παχυ-

σαρκίας και του μεταβολικού συνδρόμου, σχετίζεται με τους

καρκίνους του κατώτερου γαστρεντερικού συστήματος, γι’

αυτό και πρέπει να αποτελεί σημαντικό στόχο των μηνυμά-

των δημόσιας υγείας.

Page 51: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 277

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ31ΕΠΙΠΕΔΑ C-ANTΙΔΡΩΣΑΣ ΠΡΩΤΕΪΝΗΣ (CRP) ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ (ΜΣ) ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΦΡΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ (ΧΝΑ) ΤΕΛΙΚΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ

ΥΠΟ ΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΑΙΜΟΚΑΘΑΡΣΗΣ.Δ. Κουμουτσέα,1,2 Ι. Φωτόπουλος,3 Δ. Δημητριάδη,4 Ι. Γριβέας,2 Π. Θαλασσινού,5

Σ. Παπαοικονόμου,1,2 Σ. Κουρούκλης,1,2 Σ. Γιασσάς,1,2 Δ. Ασλάνογλου,1,2 †Κ. Καραμήτσος1,2

1Παθολογικός Τομέας και ΜΤΝ Κλινικής ΙΑΣΙΣ Πειραιώς (Ομίλου Ιατρικού Αθηνών), 2ΜΤΝ 401 ΓΣΝΑ, 3Β' Παθολογική Κλινική,

Θριάσειο Νοσοκομείο, Αθήνα 4Ειδικευόμενη Ιατρός, «Τζάνειο» Νοσοκομείο Πειραιώς, Πειραιάς, 56ο Νοσοκομείο ΙΚΑ

Εισαγωγή-Σκοπός: Είναι γνωστό ότι το Μεταβολικό Σύνδρομο

(ΜΣ) αποτελεί έναν από τους επαρκώς τεκμηριωμένους παράγο-

ντες κινδύνου για τη χρόνια νεφρική νόσο (ΧΝΝ) και η επίπτωσή

του στην πληθυσμιακή ομάδα των χρονίως αιμοκαθαιρομένων

ασθενών αναδεικνύεται υψηλή. Εξάλλου, από πολλές μελέτες

τόσο πρόσφατες, όσο και παλαιότερες έχει επίσης τεκμηριωθεί

ότι το ΜΣ συσχετίζεται με τη φλεγμονή, κατεξοχήν δείκτης της

οποίας παραμένει η CRP. Σκοπός της μελέτης ήταν η διερεύνηση

της σχέσης μεταξύ των επιπέδων της CRP και του ΜΣ σε ασθε-

νείς με XNA τελικού σταδίου υπό χρόνια περιοδική αιμοκάθαρ-

ση. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν συνολικά 43 ασθενείς κατά

τη διάρκεια χρονικής περιόδου περίπου 4,5 ετών, στους οποίους

αποκλείσθηκαν λοιμώδεις νόσοι, κακοήθεις νεοπλασματικές νό-

σοι και νόσοι του κολλαγόνου. Τα επίπεδα της CRP μετρήθηκαν

πριν από την έναρξη των συνεδριών της αιμοκάθαρσης και κα-

θορίσθηκαν φυσιολογικές οι τιμές CRP έως 0,8 mg/dL (μέθοδος

κινητικής νεφελομετρίας). Για τον ορισμό του ΜΣ εφαρμόσθηκαν

τα γνωστά κριτήρια του ΝCEP Αdult Treatment Panel III (NCEP

ATP III-2001). Οι ασθενείς χωρίσθηκαν σε δύο ομάδες, την ομάδα

X στην οποία περιελήφθησαν ασθενείς χωρίς ΜΣ και την ομάδα

Υ στην οποία περιελήφθησαν ασθενείς με ΜΣ (δηλαδή ασθενείς

που πληρούσαν τα κριτήρια ορισμού του ΜΣ σύμφωνα με το

NCEP ATP III-2001). Έγινε στατιστική ανάλυση και επεξεργασία

με τη χρήση των γνωστών στατιστικών πακέτων SPSS (version

13). Αποτελέσματα: Η ομάδα Χ αποτελείτο από 22 ασθενείς χω-

ρίς ΜΣ, 17 άνδρες και 5 γυναίκες, μέσης ηλικίας 69,14±11,89 ετών

με μέση διάρκεια αιμοκάθαρσης 36,58±14,62 μήνες. Η ομάδα

Υ αποτελείτο από 21 ασθενείς με ΜΣ, 13 άνδρες και 8 γυναίκες,

μέσης ηλικίας 63,56±18,82 ετών με μέση διάρκεια αιμοκάθαρ-

σης 35,72±24,78 μήνες. Στην ομάδα Χ τα επίπεδα της CRP ήταν

2,38±2,26 mg/dL, ενώ 9 ασθενείς είχαν CRP>0,8 mg/dL και στην

ομάδα Υ τα επίπεδα της CRP ήταν 4,93±4,41 mg/dL, ενώ 19 ασθε-

νείς είχαν CRP>0,8 mg/dL. Από τη στατιστική ανάλυση και επε-

ξεργασία προέκυψε στατιστικά σημαντική διαφορά στα επίπεδα

της CRP μεταξύ των δύο ομάδων (επίπεδο στατιστικής σημαντι-

κότητας p<0,05).

Ομάδα Χ Ομάδα Υ p

Ηλικία (έτη) 69,14±11,89 63,56±18,82

Δ ιάρκεια αιμοκάθαρ-

σης (μήνες)

36,58±14,62 35,72±24,78

CRP (mg/dL) 2,38±2,26 4,93±4,41 p<0,05

Συμπεράσματα: Οι χρονίως αιμοκαθαιρόμενοι ασθενείς με ΜΣ

παρουσιάζουν στατιστικώς σημαντικά υψηλότερα επίπεδα CRP.

To γεγονός αυτό ενισχύει ακόμη περισσότερο την άποψη ότι η

CRP δεν αποτελεί απλώς και μόνον δείκτη φλεγμονής, αλλά και

σημαντικό μεσολαβητή που συμμετέχει, αφενός μεν, βραχυπρό-

θεσμα και άμεσα στην εξελικτική διαδικασία της αθηροσκλήρω-

σης και της αθηροθρόμβωσης, αφετέρου δε, μακροπρόθεσμα

και έμμεσα στη συνεπακόλουθη εγκατάσταση της αρτηριοσκλή-

ρυνσης στη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα των χρονίως αι-

μοκαθαιρομένων ασθενών.

Page 52: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

278 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ32

Η ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ ΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΜΙΚΡΟΛΕΥΚΩΜΑΤΟΥΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΛΕΓΜΟΝΗ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ;

Μ.Π. Κουκούλη,1 Ε. Μπιλιανού,4 Σ. Ηρακλειανού,1 Ι. Σκουλαρίγκης,3

Η. Ζιντζαράς,3 Α. Μελιδώνης,1,2 Φ. Τρυποσκιάδης3

1Διαβητολογικό Κέντρο, 2Α' Παθολογική Κλινική, ΓΝΠ «Τζάνειο», Πειραιάς, 3Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Θεσσαλίας 4Καρδιολογικό Τμήμα, ΓΝΠ «Τζάνειο», Πειραιάς

Εισαγωγή-Σκοπός: H μικρολευκωματινουρία αποτελεί παρά-

γοντα κινδύνου για διαβητική νεφροπάθεια και καρδιαγγεια-

κά συμβάματα. Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση πιθα-

νής συσχέτισης της μικρολευκωματινουρίας με την ινσουλι-

νοαντίσταση ή τη φλεγμονή. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν

59 διαβητικοί ασθενείς. Οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε πλήρη

εργαστηριακό έλεγχο. Για τη μέτρηση της μικρολευκωματι-

νουρίας χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης A/C (λευκωματίνη/κρεα-

τινίνη), της φλεγμονής ο δείκτης hs-CRP (C-Reactive Protein)

και της ινσουλινοαντίστασης ο δείκτης ΗΟΜΑ (Ηomeostasis

Μodel Αssessment). Για τη στατιστική επεξεργασία των δεδο-

μένων χρησιμοποιήθηκε γραμμική παλινδρόμηση, κατά την

οποία ελήφθησαν υπόψη το φύλο, η ηλικία, ο Δείκτης Μάζας

Σώματος (ΔΜΣ), η αναλογία μέσης-ισχίων(W/H), και η διάρ-

κεια διαβήτη. Αποτελέσματα: Στη μελέτη έλαβαν μέρος 59

διαβητικοί ασθενείς (32 γυναίκες και 27 άντρες). Η μέση ηλικία

του δείγματος ήταν 58,71±10,46 έτη, η μέση διάρκεια διαβήτη

8,47±7,85 έτη, ο μέσος ΔΜΣ 29,47±4,75 kg/m2, η μέση αναλο-

γία μέσης-ισχίων 0,92±0,08 cm και η μέση CRP 2,47±1,60 mg/L.

Από το σύνολο των 59 συμμετεχόντων, 16 (27,1%) διαγνώσθη-

καν με μικρολευκωματινουρία (A/C≥16 mg/L). Τα μέσα επί-

πεδα HOMA ήταν 82,70±64,92 mU/L*mg/dL. Σύμφωνα με τα

αποτελέσματα της πολυπαραγοντικής ανάλυσης, μεταβολή

της CRP δεν φάνηκε να σχετίζεται με την μικρολευκωματινου-

ρία (p=0,31). Όσον αφορά στη σχέση HOMA και μικρολευκω-

ματινουρίας διαφαίνεται μια τάση για αρνητική συσχέτιση, η

οποία ωστόσο υπερβαίνει τα όρια της στατιστικής σημαντικό-

τητας (p=0,06). Συμπέρασμα: Σε δείγμα διαβητικών ασθενών

δεν βρέθηκε ένδειξη για πιθανή συσχέτιση της μικρολευκω-

ματινουρίας με την φλεγμονή και την ινσουλινοαντίσταση.

Χρειάζονται ευρύτερες προοπτικές μελέτες για τη διευρεύνη-

ση αυτής της σχέσης.

ΑΑ33

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΠΟΥ ΑΞΙΟΛΟΓΟΥΝ ΤΟΝ ΡΟΛΟ ΤΩΝ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ, ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΥΠΕΡΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΑΣ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ

ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ

Χ.Σ. Τυροβολάς,1 Ε. Πολυχρονόπουλος,1 Γ. Τούντας,2 Δ. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2Τμήμα Δημόσιας Υγείας, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο ρόλος των διατροφικών υπηρεσιών, στην

κατάσταση υγείας ηλικιωμένων ατόμων έχει ελάχιστα διερευνη-

θεί. Σκοπός της εργασίας, ήταν να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ

των παρεχόμενων διατροφικών υπηρεσιών και της κατάστασης

της υγείας σε πληθυσμιακό επίπεδο. Υλικό-Μέθοδος: Το 2010,

συλλέχθηκαν πληροφορίες που αφορούσαν στις διατροφικές

υπηρεσίες από 9 ελληνικά νησιά και την Κύπρο, μέσω συνεντεύ-

ξεων από όλους σχεδόν τους διαιτολόγους n=88. Το ποσοστό

συμμετοχής ανά νησί ήταν: Νάξος 100%, Σύρος 50%, Λέσβος

100%, Ζάκυνθος 100%, Κρήτη 60%, Κεφαλονιά 100%, Κέρκυρα

50%, Κύπρος 39%, Σαμοθράκη και Λήμνος 0% (στα δύο τελευ-

ταία νησιά δεν βρέθηκαν διαιτολόγοι). Η κατάσταση υγείας του

ηλικιωμένου πληθυσμού (π.χ. επιπολασμός υπέρτασης, υπερχο-

ληστερολαιμίας) βασίστηκε στα ήδη υπάρχοντα στοιχεία από

την επιδημιολογική μελέτη MEDIS. Αποτελέσματα: Ο κύριος

λόγος που οι ηλικιωμένοι επισκέπτονται τον διαιτολόγο ήταν η

ρύθμιση της γλυκόζης αίματος (78%), ενώ μικρό ποσοστό (4%)

τους επισκέπτονται για λόγους πρόληψης (μαθαίνω να τρώω).

Παρατηρήθηκε σημαντική μείωση του επιπολασμού της υπερ-

χοληστερολαιμίας ανά πενταετία εργασιακής παρουσίας του

διαιτολόγου (p=0,008). Ακόμη μέσω της λογαριθμικής παλιν-

δρόμησης φάνηκε ότι όσο μεγαλύτερη είναι η χρονική εργασι-

ακή παρουσία που έχει ένας διαιτολόγος σε κάθε νησί, τόσο μι-

κρότερη είναι και η πιθανότητα να παρατηρηθεί o επιπολασμός

υπέρτασης και υπερχοληστερολαιμίας πάνω από τη διάμεσο

τιμή του μελετώμενου πληθυσμού (π.χ., Σχετικός Λόγος, 95%ΔΕ:

0,59 (95%ΔΕ: 0,36, 0,94), 0,66 (95%ΔΕ: 0,46, 0,95), αντίστοιχα),

ύστερα από προσαρμογή για πιθανούς συγχυτικούς παράγο-

ντες. Συμπεράσματα: Η προώθηση των διατροφικών υπηρεσι-

ών μπορεί να συνεισφέρει στην καλύτερη διαχείριση της υπέρ-

τασης και της υπερχοληστερολαιμίας σε ηλικιωμένα άτομα, και

συνεπώς να οδηγήσει στην βελτίωση της ποιότητας ζωής τους.

Page 53: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 279

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ34

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ, ΣΤΟΝ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ

ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΝΗΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ

Σ. Τυροβολάς,1 Ε. Πολυχρονόπουλος,1 Γ. Τούντας,2 Δ. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 2Τμήμα Δημόσιας υγείας, Επιδημιολογίας και Ιατρικής στατιστικής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο ρόλος των διατροφικών υπηρεσιών,

στην κατάσταση υγείας ηλικιωμένων ατόμων έχει ελάχιστα

διερευνηθεί. Σκοπός της εργασίας, ήταν να διερευνηθεί η

σχέση μεταξύ των παρεχόμενων διατροφικών υπηρεσιών

τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και της κα-

τάστασης της υγείας ηλικιωμένων ατόμων. Υλικό-Μέθοδος:

Το 2010, συλλέχθηκαν πληροφορίες που αφορούσαν στις δια-

τροφικές υπηρεσίες από 9 ελληνικά νησιά και την Κύπρο, μέ-

σω συνεντεύξεων από όλους σχεδόν τους διαιτολόγους n=88.

Το ποσοστό συμμετοχής ανά νησί ήταν: Νάξος 100%, Σύρος

50%, Λέσβος 100%, Ζάκυνθος 100%, Κρήτη 60%, Κεφαλονιά

100%, Κέρκυρα 50%, Κύπρος 39%, Σαμοθράκη και Λήμνος 0%.

Η κατάσταση υγείας του ηλικιωμένου πληθυσμού (π.χ. επιπο-

λασμός υπέρτασης, παχυσαρκίας κ.λπ.) βασίστηκε στα ήδη

υπάρχοντα στοιχεία από την επιδημιολογική μελέτη MEDIS.

Αποτελέσματα: Τα νησιά που διέθεταν δημόσιες μονάδες

υγείας με ενεργό διαιτολογικό τμήμα παρουσίασαν σημαντι-

κά καλύτερο πληθυσμιακό επίπεδο υγείας όσον αφορά την

υπερχοληστερολαιμία (p=0,08), στον διαβήτη (p=0,005), την

παχυσαρκία (p=0,04) και στη φυσική δραστηριότητα (p=0,01)

σε σχέση με τα νησιά που οι διατροφικές υπηρεσίες δεν ήταν

διαθέσιμες στους ηλικιωμένους. Επιπρόσθετα τα νησιά αυτά

παρουσίασαν υψηλότερο βαθμό υιοθέτησης στη Μεσογειακή

δίαιτα (p=0,04). Ακόμη, η πολλαπλή λογαριθμική παλινδρό-

μηση έδειξε, ύστερα από προσαρμογή για πιθανούς συγχυ-

τικούς παράγοντες, ότι η μεγαλύτερη χρονική εργασιακή πα-

ρουσία που έχει ένας διαιτολόγος, σχετίζεται την παρουσία

μικρότερου επιπολασμού παραγόντων καρδιαγγειακού κιν-

δύνου στον ηλικιωμένο πληθυσμό αναφοράς (π.χ., Σχετικός

Λόγος, 95%ΔΕ: 0,69 (95%ΔΕ: 0,49, 0,97)). Συμπεράσματα: Οι

διατροφικές υπηρεσίες τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδι-

ωτικό τομέα της υγείας, μπορεί να συνεισφέρουν στη βελτίω-

ση της συνολικής εικόνας της υγείας και της ποιότητας ζωής

του ηλικιωμένου πληθυσμού.

ΑΑ35

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΟΛΥΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ ΣΕ EΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ:

ΜΕΛΕΤΗ HEALTHY GROWTH

Γ. Μοσχώνης, Ε. Γραμματικάκη, Χ. Μαυρογιάννη, Ζ. Κρομμύδα, Ζ. Παπάζη, Ε. Μιχέλη,

Π. Κλειάσιος, Α. Σακελλαροπούλου, Ι. Μανιός

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Δεδομένης της πολυπαραγοντικής αιτιο-

λογίας της παχυσαρκίας, η παρούσα μελέτη είχε σκοπό να δι-

ερευνήσει τη συνδυαστική επίδραση διαφόρων παραγόντων

τρόπου ζωής μέσω της εφαρμογής πολυμεταβλητής ανάλυσης.

Υλικό-Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε συλλογή ανθρωπομετρι-

κών (βάρος, ύψος, περιφέρεια μέσης), διατροφικών (ανακλήσεις

24ώρου), κλινικών (στάδια ανάπτυξης κατά Tanner), κοινωνικο-

οικονομικών δεδομένων και δεδομένων φυσικής δραστηριότη-

τας (ΦΔ)/διάρκειας ύπνου από αντιπροσωπευτικό δείγμα 2073

παιδιών 9–13 ετών της μελέτης Healthy Growth. Τα κριτήρια

του IOTF χρησιμοποιήθηκαν για τον ορισμό της παχυσαρκίας. Η

ανάλυση σε κύριες συνιστώσες (PCA) χρησιμοποιήθηκε για την

αναγνώριση προτύπων τρόπου ζωής. Αποτελέσματα: Ο επιπο-

λασμός της παχυσαρκίας ήταν 11,2%, μεγαλύτερος στα αγόρια

συγκριτικά με τα κορίτσια (p<0,05). H PCA ανέδειξε πέντε δια-

κριτά πρότυπα. Μετά από διόρθωση για διάφορους πιθανούς

συγχυτικούς παράγοντες, τα δύο πρότυπα που συσχετίστηκαν

αρνητικά με τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και την περι-

φέρεια μέσης ήταν αυτό που χαρακτηριζόταν από υψηλότερη

κατανάλωση γαλακτοκομικών και πιο επαρκή κατανάλωση

πρωινού και αυτό που χαρακτηριζόταν από αυξημένο χρόνο

μέτριας-προς-υψηλής έντασης άσκησης και συχνότερα γεύ-

ματα. Επιπλέον, τα παιδιά που είχαν τη μεγαλύτερη προσκόλ-

ληση στα παραπάνω πρότυπα (4ο τεταρτημόριο) είχαν 39,4%

και 38% μικρότερη πιθανότητα να είναι υπέρβαρα/παχύσαρκα,

συγκριτικά με εκείνα που είχαν μικρότερη προσκόλληση σε

αυτά. Συμπεράσματα: Η μελέτη των προτύπων τρόπου ζωής

πιθανώς ερμηνεύει πιο ολιστικά τη σχέση ανάμεσα σε διάφο-

ρες συμπεριφορές υγείας και την παχυσαρκία. Με τη χρήση

της PCA η παρούσα μελέτη έδειξε ότι τα παιδιά που συνδύαζαν

υψηλότερη κατανάλωση γαλακτοκομικών με ένα πιο επαρκές

πρωινό, καθώς και εκείνα που συνδύαζαν υψηλότερα επίπεδα

ΦΔ με συχνότερα γεύματα, είχαν μικρότερη πιθανότητα να εί-

ναι υπέρβαρα/παχύσαρκα.

Page 54: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

280 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ36ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΤΡΟΦΗΣ ΥΠΟ ΣΤΡΕΣΟΓΟΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΥΞΑΝΕΙ ΤΗΝ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΟΞΕΩΝ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ:

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ-ΜΑΡΤΥΡΩΝΧ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,1 Κ. Καλαντζή,1 Ζ. Κονιδάρη,2 Γ. Παπαγιαννοπούλου,2

Ε. Κορομπόκη,4 Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,1 Δ.Β. Παναγιωτάκος2

1Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 2Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», Αθήνα, Ελλάδα, 4Μονάδα

Αγγειακών Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να

αξιολογηθεί η σχέση μεταξύ της κατανάλωσης τροφής υπό

στρεσογόνες συνθήκες, όσον αφορά στην παρουσία οξέων

στεφανιαίων συνδρόμων (ΟΣΣ) και ισχαιμικών εγκεφαλικών

επεισοδίων (ΑΕΕ). Υλικό-Μέθοδος: Κατά τη διάρκεια 2009–

2010, 1000 συμμετέχοντες εντάχθηκαν στη μελέτη: 250 δια-

δοχικοί ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ΟΣΣ, 250 διαδοχικοί

ασθενείς με πρώτη εκδήλωση ισχαιμικού ΑΕΕ και 500 υγιή

άτομα, εξομοιωμένα κατά φύλο και ηλικία με τους ασθενείς.

Καταγράφηκαν κοινωνικο-δημογραφικά, κλινικά, ψυχολογι-

κά, διατροφικά και άλλα χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής

των συμμετεχόντων. Οι διατροφικές συνήθειες αξιολογήθη-

καν με χρήση ερωτηματολογίου συχνότητας κατανάλωσης

τροφίμων, ενώ οι διατροφικές συμπεριφορές με ειδικό ερω-

τηματολόγιο. Αποτελέσματα: Μετά από έλεγχο για ποικίλους

συγχυτικούς παράγοντες (ηλικία, φύλο, φυσική δραστηριό-

τητα, κάπνισμα, οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νό-

σου, ατομικό ιστορικό υπέρτασης, υπερχοληστερολαιμίας και

σακχαρώδους διαβήτη), οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν

τροφή ενώ ήταν αγχωμένοι και πριν ηρεμήσουν, τουλάχιστον

1 φορά/εβδομάδα, είχαν 73% (95%ΔΕ: 1,08–2,79) αυξημένη

πιθανότητα για παρουσία ΟΣΣ και 49% (95%ΔΕ: 0,78–2,83) με-

γαλύτερη πιθανότητα για παρουσία ισχαιμικού ΑΕΕ, σε σχέση

με άτομα που ήταν σπάνια αγχωμένα την ώρα του φαγητού.

Επιπρόσθετα τα άτομα που κατανάλωναν τροφή ενώ παράλ-

ληλα εργάζονταν (δηλαδή χωρίς να κάνουν διάλειμμα), για

τουλάχιστον 1 φορά/εβδομάδα, είχαν διπλάσια πιθανότητα

για παρουσία ΟΣΣ (95%ΔΕ: 1,13,4,01) και 45% μεγαλύτερη πι-

θανότητα για παρουσία ισχαιμικού ΑΕΕ (95%ΔΕ: 0,53–3,94) σε

σχέση με άτομα που κατανάλωναν τροφή την ώρα διαλείμμα-

τος και όχι εν ώρα εργασίας. Συμπεράσματα: Η κατανάλωση

τροφής υπό συνθήκες πίεσης και άγχους έχει επιβαρυντικές

συνέπειες όσον αφορά στην εκδήλωση καρδιαγγειακών συμ-

βαμάτων και ιδιαίτερα ΟΣΣ, μια παρατήρηση η οποία αξίζει

περαιτέρω μελέτης, για την ένταξή της ως σύσταση στην κα-

θημερινή κλινική πράξη.

ΑΑ37Ο ΕΥΕΡΓΕΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΔΙΑΙΤΑΣ ΣΤΗ ΔΥΣΜΕΝΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ

ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΕΚΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΒΙΩΝΟΥΝ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Χ. Χρυσοχόου,1 Κ. Λιόντου,1 Π. Αγγελόπουλος,1 Χ.Μ. Καστορίνη,2 Α. Αγγελής,1 Ε. Τσιάμης,1

Μ. Βαβουρανάκης,1 Χ. Πίτσαβος,1 Χ. Στεφανάδης1

1Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», 2Τμήμα Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

Εισαγωγή: Πρόσφατη μετα-ανάλυση αναφέρει ότι η καταθλι-

πτική συμπτωματολογία αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος

μυοκαρδίου (ΕΜ) και στεφανιαίου θανάτου. Παρόμοια, σε

ασθενείς που αναρρώνουν μετά από οξύ στεφανιαίο σύνδρο-

μο (ΟΣΣ), ακόμα και η παρουσία μετρίως αυξημένων καταθλι-

πτικών συμπτωμάτων (ΚΣ) συσχετίζεται με χειρότερη πρόγνω-

ση. Πολλές μελέτες παρέχουν επιστημονικές ενδείξεις ότι η

Μεσογειακή δίαιτα (ΜΔ) συσχετίζεται με μείωση ολικής θνησι-

μότητας και βελτίωση καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου.

Σκοπός: Στη μελέτη αυτή, εκτιμήσαμε την αλληλεπίδραση

μεταξύ ΚΣ και διαιτητικών συνηθειών στην ανάπτυξη καρδιαγ-

γειακής νόσου (θάνατος/επανεισαγωγή) στις 30 ημέρες, ηλικι-

ωμένων επιζώντων μετά από ΟΣΣ. Υλικό-Μέθοδος: Κατά τα

έτη 2007–2008, καταγράψαμε 277 μη θανατηφόρες ΟΣΣ εισα-

γωγές (75±6 ετών, 70% άνδρες, 70% με διάγνωση ΕΜ) με πλή-

ρη παρακολούθηση 30 ημερών. Η αξιολόγηση των πρόσφατων

ΚΣ βασίστηκε στην κλίμακα CES-D (εύρος 0–60). Τα κοινωνικο-

δημογραφικά, βιοκλινικά, διαιτητικά χαρακτηριστικά και χα-

ρακτηριστικά τρόπου ζωής εκτιμήθηκαν βάσει καθιερωμένων

διαδικασιών, ενώ τα έμφυτα χαρακτηριστικά της ΜΔ μέσω του

MedDietScore. Αποτελέσματα: 22% των ασθενών εμφάνισαν

καρδιαγγειακό επεισόδιο κατά τη διάρκεια των πρώτων 30

ημερών (14,8% επανεισήχθησαν και 9,4% πέθαναν). Οι ασθε-

νείς στο υψηλότερο τριτημόριο της κλίμακας CES-D (>18) είχαν

μεγαλύτερη επίπτωση καρδιαγγειακών επεισοδίων συγκριτικά

με αυτούς στο χαμηλότερο (21% έναντι 8%, p=0,01). Η πολυ-

παραγοντική παλινδρόμηση αποκάλυψε ότι αύξηση κατά μία

μονάδα στην κλίμακα CES-D συσχετιζόταν με 4% υψηλότερες

πιθανότητες (95% CI 1,008–1,076, p=0,01) υποτροπής καρδιαγ-

γειακού επεισοδίου. Ωστόσο, όταν το MedDietScore εισήχθη

στο μοντέλο, η κλίμακα CES-D έχασε τη σημαντικότητά της

(p=0,20). Συμπέρασμα: Η βραχείας διάρκειας καταθλιπτική

συμπτωματολογία συσχετίζεται με χειρότερη πρόγνωση 30

ημερών των ηλικιωμένων ασθενών που επιβιώνουν μετά από

ΟΣΣ, ωστόσο, η σχέση αυτή επηρεάζεται από την υιοθέτηση

της ΜΔ.

Page 55: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 281

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ38

Η ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΔΙΑΙΤΑ ΩΣ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΜΕΙΩΜΕΝΗ ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΥΠΕΡΟΥΡΙΧΑΙΜΙΑΣ ΣΕ ΥΠΕΡΗΛΙΚΑ ΑΤΟΜΑ ΧΩΡΙΣ ΓΝΩΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΗ ΝΟΣΟ:

ΜΕΛΕΤΗ ΙΚΑΡΙΑ

Χ. Χρυσοχόου, Ι. Σκούμας, Γ. Λάζαρος, Γ. Τσιτσινάκης, Α. Μαργαζάς, Σ. Λαγουδάκου,

Ι. Φελέκος, Ν. Γαλιατσάτος, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Α' Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, «Ιπποκράτειο» ΓΝΑ, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να εκτι-

μήσει την επίδραση της προσήλωσης στη Μεσογειακή Δίαιτα

στα επίπεδα του ουρικού οξέος ορού (UA) σε ηλικιωμένα άτο-

μα χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο. Υλικό-Μέθοδος: Κατά

τη διάρκεια του 2009, 281 γυναίκες (75±6 ετών) και 257 άντρες

(75±7 ετών) μόνιμοι κάτοικοι του νησιού ενσωματώθηκαν εθε-

λοντικά στη μελέτη. Χρησιμοποιήθηκε ένα διατροφικό σκορ

που αποτιμά τα εγγενή χαρακτηριστικά της Μεσογειακής

Δίαιτας (MedDietScore, όρια 0–55). Τα επίπεδα του ουρικού

οξέος ορού καθορίστηκαν χρησιμοποιώντας ένα ενζυματικό

χρωμομετρικό τεστ με τη μέθοδο της ουρικάσης-περοξει-

δάσης. Ως υπερουριχαιμία ορίστηκε η τιμή του UA>7 mg/dL

στους άντρες και 6 mg/dL στις γυναίκες. Αποτελέσματα: Το

ποσοστό της υπερουριχαιμίας ήταν 34% στους άντρες και 25%

στις γυναίκες (p=0,02). Η μέση προσήλωση στη Μεσογειακή

Δίαιτα ήταν 35±2. Η στατιστική ανάλυση γραμμικής παλιν-

δρόμησης αποκάλυψε ότι το MedDietScore ήταν αντίστροφα

συνδεδεμένο με τα επίπεδα ουρικού οξέος (b±SE: –1,48±0,17,

p<0,001) στο συνολικό δείγμα, έχοντας ελέγξει για διάφορους

συγχυτικούς παράγοντες όπως η υπέρταση, η υπερχοληστε-

ρολαιμία, ο σακχαρώδης διαβήτης, η κάθαρση κρεατινίνης,

η φυσική δραστηριότητα και η κατανάλωση καφέ. Όταν η

στατιστική ανάλυση διαστρωματώθηκε με βάση το φύλλο,

το MedDietScore συνδεόταν αντίστροφα με τα επίπεδα ουρι-

κού οξέος στους άντρες (b±SE: –1,10±0,42, p=0,009), αλλά όχι

και στις γυναίκες (b±SE: 0,04±0,41, p=0,92). Συμπεράσματα:

Ακόμα μία καρδιοπροστατευτική δράση της Μεσογειακής

Διατροφής αποκαλύφθηκε μέσω της τροποποίησης των επι-

πέδων του ουρικού οξέος σε ηλικιωμένα άτομα. Το εν δυνά-

μει διαφορετικό μέγεθος επίδρασης όσον αφορά στη σχέση

μεταξύ δίαιτας και επιπέδων ουρικού οξέος ανάμεσα στα δύο

φύλλα, χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.

AΑ39

ΣΧΕΣΗ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D, ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ: ΜΕΛΕΤΗ HEALTHY GROWTH

Α. Κουμπίτσκι,1 Γ. Μοσχώνης,1 O. Ανδρούτσος,1 Κ. Μπουγιούκας,2 Α. Καραγκιοζίδης,2

Κ. Μαραγκοπούλου,1 Α. Γιαννοπούλου,1 Κ. Σιώπη,1 Ι. Μανιός1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας και Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα 2Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή-Σκοπός: Η υποβιταμίνωση D αποτελεί μια πολύ συ-

χνή θρεπτική ανεπάρκεια. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν

να εξετάσει τη σχέση μεταξύ επιπέδων βιταμίνης D, δεικτών

σύστασης σώματος και επιπέδων φυσικής δραστηριότητας σε

παιδιά στην Ελλάδα. Υλικό-Μέθοδος: Στο πλαίσιο της μελέ-

της Healthy Growth, πραγματοποιήθηκε συλλογή δεδομένων

σε δείκτες σύστασης σώματος και φυσικής δραστηριότητας

καθώς και αναλύσεις αίματος για την εκτίμηση των επιπέδων

της 25-υδροξυβιταμίνης D (25-OHD) σε αντιπροσωπευτικό

δείγμα 397 παιδιών (9–13 ετών). Η υποβιταμίνωση ορίστηκε

για επίπεδα 25-OHD ορού<25 ng/mL. Αποτελέσματα: Ο επι-

πολασμός της υποβιταμίνωσης D ήταν 27% (31,9% στα κορί-

τσια, 21,5% στα αγόρια). Υψηλότερα ποσοστά παρατηρήθη-

καν τον χειμώνα (41,9%) σε σύγκριση με το καλοκαίρι (12,1%).

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), το πάχος του αθροίσματος

των δερματικών πτυχών, η λιπώδης μάζα (kg) και το ποσοστό

κοιλιακού λίπους βρέθηκαν να σχετίζονται αρνητικά με τα επί-

πεδα της 25-ΟΗD. Ο ΔΜΣ και η λιπώδης μάζα (kg) διατήρησαν

την αρνητική συσχέτιση ακόμα και μετά από διόρθωση για το

φύλο και τη βιολογική ηλικία των παιδιών (στάδιο Tanner). Η

οργανωμένη φυσική δραστηριότητα συσχετίστηκε θετικά με

την 25-ΟΗ D μόνο τον χειμώνα (β=0,135, p-value=0,049). Στα

κορίτσια όλοι οι δείκτες σύστασης σώματος και η οργανωμένη

φυσική δραστηριότητα σχετίστηκαν με τα επίπεδα βιταμίνης

D, ενώ στα αγόρια δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική συ-

σχέτιση. Συμπεράσματα: Τον χειμώνα είναι σημαντικό το παι-

δί να συμμετέχει σε οργανωμένες μορφές φυσικής δραστηρι-

ότητας. Επιπρόσθετα των υπολοίπων ωφελειών υγείας της, η

άσκηση φαίνεται να συμβάλει και στη βελτίωση των επιπέδων

βιταμίνης D του οργανισμού, πιθανότατα λόγω της αύξησης

της έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία που είναι απαραίτητη

για την ενδογενή σύνθεση βιταμίνης D.

Page 56: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

282 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ40

ΜΕΤΑΓΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΚΡΑΣΙΟΥ ΣΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΩΝ

Μ.Ν. Ξανθοπούλου, Κ. Καλαθαρά, Κ. Αραμπατζή, Σ. Αντωνοπούλου, Ε. Φραγκοπούλου

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Τα τελευταία χρόνια έχει διαπιστωθεί η

ευεργετική επίδραση της κατανάλωσης κρασιού. Παρόλ’ αυτά

υπάρχει περιορισμένος αριθμός μελετών που αφορούν τη με-

ταγευματική επίδραση του κρασιού στην ικανότητα συσσώ-

ρευσης των αιμοπεταλίων. Σκοπός επομένως της παρούσας ερ-

γασίας είναι η μελέτη της μεταγευματικής επίδρασης κρασιών

που περιέχουν ανταγωνιστές του Παράγοντα Ενεργοποίησης

Αιμοπεταλίων (PAF). Yλικό-Μέθοδος: Εννέα εθελοντές μη κα-

πνιστές (ηλικίας 35±3, ΒΜΙ 24±2) συμμετείχαν τυχαιοποιημένα

σε τέσσερεις παρεμβάσεις, με 4 mL ποτού ή νερού/kg εθελοντή

(λευκό ή κόκκινο κρασί ή 12% αιθανόλη) παράλληλα με την κα-

τανάλωση γεύματος (λίπος 53%). Συλλέχθηκαν δείγματα αίμα-

τος πριν, αμέσως μετά την κατανάλωση γεύματος και σε συγκε-

κριμένες στιγμές για τις επόμενες 6 ώρες. Μετρήθηκαν τα επίπε-

δα χοληστερόλης, HDL, LDL, τριακυλογλυκερολών και γλυκόζης,

καθώς επίσης και η ικανότητα συσσώρευσης των αιμοπεταλίων

έναντι του PAF. Αποτελέσματα: Όσον αφορά στους βιοχημι-

κούς δείκτες παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις

μεταξύ των παρεμβάσεων στα επίπεδα χοληστερόλης (p=0,02)

και LDL (p=0,001), ενώ δεν επηρεάστηκαν τα επίπεδα των υπο-

λοίπων. Όσον αφορά στην ικανότητα συσσώρευσης των αιμο-

πεταλίων παρατηρήθηκε σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ

των παρεμβάσεων (p=0,04), η οποία εντοπίσθηκε και στα δύο

είδη κρασιού ως μείωση της ικανότητας συσσώρευσης σε σχέ-

ση με το νερό (λευκό p=0,01, κόκκινο p=0,07) και στο λευκό ως

μείωση σε σύγκριση με την αιθανόλη (p=0,03). Στις επιμέρους

συγκρίσεις φάνηκε ότι στο λευκό η μείωση παρατηρείται στα

30, 210 και 300 min μετά την παρέμβαση, ενώ στο κόκκινο ορι-

ακά στα 90 και 210 min. Συμπεράσματα: Φαίνεται επομένως

ότι η κατανάλωση κρασιού παράλληλα με ένα γεύμα μπορεί να

μειώσει τη μεταγευματική υπερευαισθησία των αιμοπεταλίων

στη συσσώρευση.

ΑΑ41

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΜΗ ΑΛΚΟΟΛΙΚΗΣ ΛΙΠΩΔΟΥΣ ΝΟΣΟΥ ΤΟΥ ΗΠΑΤΟΣ

Μ. Γεωργούλης,1 Μ. Κοντογιάννη,1 Ν. Τιλελή,1 Α. Μαργαρίτη,2 Ρ. Ζαφειροπούλου,2

Ι. Μανιός,1 Γ. Παπαθεοδωρίδης2

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 2Β΄ Πανεπιστημιακή Παθολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Υπάρχουν ενδείξεις πως οι μακροχρό-

νιες διαιτητικές συνήθειες εμπλέκονται στην εμφάνιση και

εξέλιξη της μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος

(NAFLD). Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνή-

σει τη συσχέτιση ανάμεσα στην υιοθέτηση διαφόρων δια-

τροφικών προτύπων και την παρουσία της NAFLD. Υλικό-

Μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν 52 ασθενείς με NAFLD

και 31 υγιείς μάρτυρες ταιριασμένοι ως προς το φύλο, την

ηλικία και τον δείκτη μάζας σώματος. Για όλους τους εθε-

λοντές πραγματοποιήθηκε λήψη ιατρικού ιστορικού, αξιο-

λόγηση σωματικής δραστηριότητας, μέτρηση ανθρωπομε-

τρικών παραμέτρων και ανάλυση σύστασης σώματος. Οι

διαιτητικές συνήθειες αξιολογήθηκαν με ερωτηματολόγιο

συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων και τα διατροφικά

πρότυπα αποτιμήθηκαν με τη μέθοδο της ανάλυσης σε κύ-

ριες συνιστώσες. Αποτελέσματα: Η στατιστική ανάλυση

ανέδειξε 8 διατροφικά πρότυπα που εξηγούσαν το 79% της

διακύμανσης της διαιτητικής πρόσληψης. Από αυτά, ένα

διατροφικό πρότυπο που χαρακτηριζόταν από υψηλή κα-

τανάλωση αμυλούχων τροφίμων ολικής άλεσης, λαχανικών,

πουλερικών και ελαιολάδου και χαμηλή κατανάλωση ξηρών

καρπών σχετιζόταν με μειωμένη πιθανότητα παρουσίας της

NAFLD (OR=0,383, 95% CI=0,158–0,929, p=0,034), καθώς

επίσης και ένα πρότυπο που χαρακτηριζόταν από χαμηλή

κατανάλωση γλυκών και άλλων σακχάρων και υψηλή κατα-

νάλωση ψαριών (OR=0,302, 95% CI=0,110–0,831, p=0,020),

λαμβάνοντας υπόψη διάφορους συγχυτικούς παράγοντες

όπως το φύλο, την ηλικία, τις καθιστικές δραστηριότητες,

το σπλαγχνικό λίπος και τα λιπίδια ορού. Συμπεράσματα: Η

υιοθέτηση ενός διατροφικού προτύπου, πλούσιου σε ολικής

άλεσης δημητριακά, λαχανικά και ελαιόλαδο ή/και ενός δια-

τροφικού προτύπου πλούσιου σε ψάρι και φτωχού σε γλυκά

και άλλα σάκχαρα σχετίζεται με μειωμένη πιθανότητα πα-

ρουσίας της NAFLD.

Page 57: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 283

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ42

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΕ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗ 40 mg, ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ/ΕΖΕΤΙΜΙΜΠΗΣ 10/10 mg Ή ΡΟΣΟΥΒΑΣΤΑΤΙΝΗ 10 mg ΣΤΟΝ ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟ ΤΟΥ ΟΥΡΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ

ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΠΡΩΤΟΠΑΘΗ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ

Ε. Μουτζούρη,1 Χ. Μηλιώνης,1 Ε. Λυμπερόπουλος,1 Α. Αγγουρίδης,1 Χ. Ρίζος,1

Σ. Μακαρίου,1 Μ. Ελισάφ1

1Β' Παθολογική Κλινική, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2Τμήμα Χημείας, Τομέας Βιοχημείας,

Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα

Εισαγωγή-Σκοπός: Τα σύγχρονα δεδομένα της βιβλιογραφί-

ας δείχνουν ότι τα επίπεδα του ουρικού οξέος πιθανόν απο-

τελούν ανεξάρτητο παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.

Η επίδραση της υπολιπιδαιμικής θεραπείας στον μεταβολι-

σμό του ουρικού οξέος δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένη.

Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η σύγκριση 3 διαφορετι-

κών υπολιπιδαιμικών σχημάτων στον μεταβολισμό του ουρι-

κού οξέος, σε ασθενείς με πρωτοπαθή δυσλιπιδαιμία. Υλικό-

Μέθοδος: Μετά από 3 μήνες υγιεινοδιαιτητικής παρέμβασης,

190 δυσλιπιδαιμικοί ασθενείς (76 άνδρες, μέση ηλικία 60 έτη)

τυχαιοποιήθηκαν σε θεραπεία με σιμβαστατίνη 40 mg, συν-

δυασμό σιμβαστατίνης/εζετιμίμπης 10/10 mg ή ροσουβα-

στατίνη 10 mg την ημέρα, για 12 εβδομάδες. Μελετήθηκαν

τα επίπεδα του ουρικού οξέος του ορού, η κλασματική απέκ-

κριση του ουρικού οξέος στα ούρα καθώς και η νεφρική λει-

τουργία (κρεατινίνη ορού, ρυθμός σπειραματικής διήθησης

και λόγος πρωτεΐνης προς κρεατινίνης σε δείγμα ούρων),

πριν και μετά τη θεραπεία. Αποτελέσματα: Και στις 3 ομά-

δες παρατηρήθηκε μείωση των επιπέδων του ουρικού οξέος

στον ορό (p<0,05, σε σύγκριση με τις αρχικές τιμές), και μη

σημαντική αύξηση της κλασματικής απέκκρισης του ουρικού

οξέος, χωρίς να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των

ομάδων. Η μείωση του ουρικού οξέος στον ορό συσχετιζόταν

αρνητικά με την κλασματική απέκκριση του ουρικού οξέος

στα ούρα και στις 3 ομάδες (p<0,001). Δεν παρατηρήθηκε ση-

μαντική μεταβολή της νεφρικής λειτουργίας σε καμία ομάδα

ασθενών. Συμπεράσματα: Τα 3 υπολιπιδαιμικά σχήματα που

μελετήθηκαν έχουν παρόμοια επίδραση στην ομοιοστασία

του ουρικού οξέος (μικρή μείωση των επιπέδων με παράλλη-

λη αύξηση της νεφρικής απέκκρισης).

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο σκοπός της μελέτης είναι να εξετάσει

τη συσχέτιση της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας με τις δια-

τροφικές συνήθειες ηλικιωμένων ατόμων. Υλικό-Μέθοδος:

Μελετήθηκαν 330 άντρες και 343 γυναίκες (65–100 ετών)

μόνιμοι κάτοικοι Ικαρίας. Μεταξύ των διαφόρων χαρακτηρι-

στικών η κατάθλιψη εκτιμήθηκε με την κλίμακα γηριατρικής

κατάθλιψης GDS (Geriatric Depression Scale, όρια 0–15), ενώ

οι διατροφικές συνήθειες αξιολογήθηκαν μέσω του έγκυ-

ρου ερωτηματολογίου FFQ (Food Frequency Questionnaire).

Αποτελέσματα: Οι γυναίκες είχαν σημαντικά υψηλότερες τι-

μές στην κλίμακα GDS σε σχέση με τους άντρες (4,8±3,5 ένα-

ντι 3,3±3,1, p=0,001). Οι συμμετέχοντες που ανήκαν στο άνω

τριτημόριο της κλίμακας κατάθλιψης έτρωγαν λιγότερο συ-

χνά λαχανικά, φρούτα και ψάρια και πιο συχνά δημητριακά

ολικής αλέσεως, ενώ κατανάλωναν μεγαλύτερες ποσότητες

αλκοόλ σε σχέση με αυτούς που ανήκαν στο κατώτερο τριτη-

μόριο της κλίμακας (όλα p<0,05). Σχετικά με την κατανάλωση

ψαριού, το 50% των ατόμων αναφέρει ότι καταναλώνει 1–2

φορές εβδομαδιαίως, το 32% 3–5 φορές την εβδομάδα, το

11% 2–3 φορές τον μήνα, ενώ το 4,5% αναφέρει σπάνια κα-

τανάλωση ψαριού και το 1,2% καθημερινή. Εκείνοι που κατα-

νάλωναν ψάρι 3 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα είχαν

χαμηλότερο σκορ στην κλίμακα GDS σε σχέση με τους συμ-

μετέχοντες που τρέφονταν με ψάρι σπάνια ή ποτέ (3,3±3,1

έναντι 5,2±4,1, p<0,001). Η στατιστική ανάλυση παλινδρόμη-

σης αποκάλυψε ότι η αυξημένη κατανάλωση ψαριού (>3 φο-

ρές/βδομάδα έναντι σπάνια/ποτέ) συνδεόταν αντίστροφα με

την πιθανότητα GDS σκορ πάνω από τη μέση τιμή (δηλαδή 4)

(odds ratio=0,34, 95%CI 0,19, 0,61), έχοντας ελέγξει για τους

διάφορους συγχυτικούς παράγοντες. Συμπεράσματα: Η συ-

χνή κατανάλωση ψαριού φαίνεται να επηρεάζει ευεργετικά

την καταθλιπτική συμπτωματολογία σε υπερήλικα άτομα.

ΑΑ43

Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΨΑΡΙΟΥ ΕΧΕΙ ΕΥΕΡΓΕΤΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΗ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ: ΜΕΛΕΤΗ ΙΚΑΡΙΑ

Γ. Τσιτσινάκης, Χ. Χρυσοχόου, Θ. Ψαλτοπούλου, Β. Μεταξά, Α. Μήλιου, Γ. Βογιατζή,

Μ. Ζαρομυτίδου, Ε. Οικονόμου, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Α' Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, «Ιπποκράτειο» ΓΝΑ, Αθήνα

Page 58: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

284 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ44

ΣΧΕΣΗ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΜΕ ΔΕΙΚΤΕΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ: ΜΕΛΕΤΗ HEALTHY GROWTH

Γ. Μοσχώνης, Χ. Τσικνή, Κ. Παπαϊωάννου, Γ. Τσαλής, Κ. Κούτσικας, Α. Πετρίδου,

Ε. Βουτσαδάκη, Ε. Δασκάλου, Κ. Μιχαηλίδου, Ι. Μανιός

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας και Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή: Συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της διατροφής

των παιδιών φαίνεται να σχετίζονται σημαντικά με την εμ-

φάνιση παχυσαρκίας. Σκοπός: Να διερευνηθεί η σχέση με-

ταξύ του αποκλειστικού θηλασμού κατά τη βρεφική ηλικία

και της επαρκούς διαιτητικής πρόσληψης ασβεστίου σε παι-

διά ή του συνδυασμού τους με την πιθανότητα εμφάνισης

παχυσαρκίας. Υλικό-Μέθοδος: Σε αντιπροσωπευτικό δείγ-

μα 2611 παιδιών 9–13 ετών στο πλαίσιο της μελέτης Healthy

Growth πραγματοποιήθηκαν ανθρωπομετρήσεις, και συλ-

λογή δεδομένων διατροφικής πρόσληψης. Τα κριτήρια του

IOTF χρησιμοποιήθηκαν για την κατηγοριοποίηση των παι-

διών σε υπέρβαρα και παχύσαρκα. Επιπλέον πληροφορίες

για τη σίτιση των παιδιών κατά τη βρεφική ηλικία ελήφθη-

σαν από τους γονείς τους. Ως αποκλειστικός θηλασμός στην

παρούσα μελέτη ορίστηκε η σίτιση των παιδιών με μητρικό

γάλα, νερό και τσάι ή/και χαμομήλι για τους πρώτους 5 μήνες

της ζωής τους. Αποτελέσματα: Ο επιπολασμός υπέρβαρων

και παχύσαρκων παιδιών ήταν 30,3% και 11,5%, αντίστοιχα.

Ο αποκλειστικός θηλασμός βρέθηκε να αυξάνει την πιθανό-

τητα επαρκούς πρόσληψης ασβεστίου (>RDA: 1300 mg/ημέ-

ρα) στην παιδική ηλικία (ΣΛ=1,41, p=0,028). Ο συνδυασμός

αποκλειστικού θηλασμού και επαρκούς πρόσληψης ασβε-

στίου βρέθηκε να μειώνει την πιθανότητα υπέρβαρων και

παχύσαρκων παιδιών (ΣΛ=0,48 με p=0,01). Ωστόσο διορθώ-

νοντας για πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες, μόνο η επαρ-

κής πρόσληψη ασβεστίου βρέθηκε να σχετίζεται αρνητικά

με την πιθανότητα εμφάνισης υπέρβαρου/παχυσαρκίας στα

αγόρια και στα κορίτσια (ΣΛ=0,64, p=0,005 και ΣΛ=0,62 με

p=0,011 αντίστοιχα). Συμπεράσματα: Αν και ο συνδυασμός

αποκλειστικού θηλασμού στη βρεφική ηλικία και επαρκούς

διαιτητικής πρόσληψης ασβεστίου στην παιδική ηλικία φαί-

νεται να είναι προστατευτικός έναντι της εμφάνισης υπέρ-

βαρου και παχυσαρκίας, μετα από διόρθωση για διάφορους

συγχυτικούς παράγοντες μόνο η επαρκής πρόσληψη ασβε-

στίου παρέμεινε ως ανεξάρτητος προστατευτικός παράγο-

ντας.

ΑΑ45Η ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΚΑΦΕ ΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΔΟΘΗΛΙΑΚΗΣ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ: ΜΕΛΕΤΗ ΙΚΑΡΙΑ

M. Zαρομυτίδου, Γ. Σιάσος, Ε. Oικονόμου, Χ. Χρυσοχόου, Δ. Tούσουλης, Γ. Mαρίνος,

Γ. Τριανταφύλλου, Δ. Μιχαλοπούλου, Σ. Βογιατζόγλου, Β. Ζούλια, Σ. Δελαπόρτα,

Σ. Πλυταριά, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Α' Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Οι μακροπρόθεσμες επιδράσεις της κατα-

νάλωσης καφέ στην ενδοθηλιακή λειτουργία παραμένουν αμ-

φιλεγόμενες. Εξετάσαμε τη συσχέτιση μεταξύ χρόνιας κατανά-

λωσης καφέ και ενδοθηλιακής λειτουργίας, σε ένα δείγμα με-

γάλης ηλικίας κατοίκων της νήσου Ικαρίας. Υλικό-Μέθοδος:

Ένα τυχαίο δείγμα του πληθυσμού της μελέτης ΙΚΑΡΙΑΣ απο-

τελούμενο από 175 (95 άνδρες) ηλικιωμένους κατοίκους της

Ικαρίας, ηλικίας 65 έως 91 ετών, εξετάστηκε υπερηχογραφικά

με τη μέθοδο της ενδοθηλιοεξαρτώμενης αγγειοδιαστολής

(FMD) για την εκτίμηση της ενδοθηλιακής λειτουργίας. Οι διαι-

τητικές συνήθειες (συμπεριλαμβανομένου της κατανάλωσης

καφέ) εκτιμήθηκαν μέσω ενός ερωτηματολογίου κατανάλω-

σης τροφίμων. Αποτελέσματα: Μεταξύ των ηλικιωμένων, 28%

ήταν διαβητικοί, 29% είχαν υπερχοληστερολαιμία, 37% είχαν

BMI>30 kg/m2, 72% είχαν υπέρταση, ενώ ελληνικού τύπου κα-

φέ κατανάλωνε το 97%. Ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης

μετά από προσαρμογή για συγχυτικούς παράγοντες όπως η

ηλικία, το φύλο, η ύπαρξη καρδιαγγειακής νόσου, υπερχολη-

στερολαιμίας, σακχαρώδους διαβήτη και υπέρτασης έδειξε ότι

οι συμμετέχοντες οι οποίοι κατανάλωναν λιγότερο από 7 φλι-

τζάνια καφέ την εβδομάδα είχαν σημαντικά χαμηλότερο FMD

συγκριτικά με αυτούς που κατανάλωναν 7 έως 14 φλιτζάνια

καφέ [b=1,37, 95% CI: (–0,005, 2,748), p=0,05]. Επιπλέον μετά

από προσαρμογή για συγχυτικούς παράγοντες όπως η ηλικία,

το φύλο, η ύπαρξη καρδιαγγειακής νόσου, η υπερχοληστε-

ρολαιμία, ο σακχαρώδης διαβήτης και η αγωγή με αντιυπερ-

τασικά σκευάσματα, η ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης

στην ομάδα των υπερτασικών συμμετεχόντων ανέδειξε ότι η

κατανάλωση καφέ σε mL ανά εβδομάδα σχετίζεται με αύξηση

των τιμών του FMD [b=0,003, 95% C.I.: (0,000, 0,005) p=0,039].

Συμπεράσματα: Η μακροπρόθεσμη κατανάλωση, Ελληνικού

τύπου καφέ, ο οποίος χαρακτηρίζεται για τις αντιοξειδωτι-

κές του ιδιότητες, σχετίζεται με βελτίωση της ενδοθηλιακής

λειτουργίας σε άτομα μεγάλης ηλικίας, υποδεικνύοντας έναν

ακόμη καρδιοπροστατευτικό διατροφικό μηχανισμό των ηλι-

κιωμένων κατοίκων της Ικαρίας.

Page 59: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 285

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ46

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΥΠΕΡΗΛΙΚΩΝ ΑΤΟΜΩΝ (>80 ΕΤΩΝ) ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΣΤΗ ΝΗΣΟ ΙΚΑΡΙΑ: ΜΕΛΕΤΗ ΙΚΑΡΙΑ

Δ. Παναγιωτάκος, Χ. Χρυσοχόου, Γ. Τσιτσινάκης, Γ. Σιάσος, Γ. Ζήσιμος, Χ. Μυλωνάκης,

Ε. Πουλιδάκης, Ι. Σκούμας, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Υπάρχουν μέρη ανά τον κόσμο όπου

οι άνθρωποι ζουν περισσότερο και είναι δραστήριοι ακό-

μα και σε ηλικία άνω των 100 ετών και οι οποίοι μοιράζο-

νται κοινά χαρακτηριστικά συμπεριφοράς. Αυτά τα μέρη

(η Σαρδηνία στην Ιταλία, η Okinawa στην Ιαπωνία, η Loma

Linda στην Καλιφόρνια και η χερσόνησος Nicoya στην Κόστα

Ρίκα) ονομάστηκαν «Μπλε Ζώνες». Πρόσφατα, αναφέρθηκε

ότι οι κάτοικοι της Ικαρίας έχουν επίσης ένα από τα υψηλό-

τερα προσδόκιμα ζωής παγκοσμίως. Ο σκοπός αυτής της

μελέτης ήταν να εκτιμήσει τα διάφορα δημογραφικά, τρό-

που ζωής και ψυχολογικά χαρακτηριστικά των υπερηλίκων

ατόμων (>80 ετών) που συμμετείχαν στη Μελέτη «Ικαρία».

Υλικό-Μέθοδος: Ενσωματώθηκαν στη μελέτη 1420 άντρες

και γυναίκες (ηλικίας 30+) από την Ικαρία. Από αυτούς μελε-

τήθηκαν 89 άντρες και 98 γυναίκες ηλικίας >80 ετών (13%

του δείγματος). Τα κοινωνικο-δημογραφικά, κλινικά, ψυ-

χολογικά και τρόπου ζωής χαρακτηριστικά εκτιμήθηκαν

χρησιμοποιώντας έγκυρα ερωτηματολόγια και διαδικασίες.

Αποτελέσματα: Το 13% του δείγματος της μελέτης ήταν άνω

των 80 ετών. Επιπλέον το ποσοστό των ατόμων ηλικίας άνω

των 90 ετών (1,6 άντρες–1,1 γυναίκες) ήταν πολύ υψηλότερο

από τον μέσο όρο του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Η μεγάλη

πλειοψηφία των υπερηλίκων συμμετεχόντων ανέφερε καθη-

μερινή φυσική δραστηριότητα, υγιεινές διατροφικές συνή-

θειες, αποφυγή καπνίσματος, συχνό κοινωνικό συγχρωτισμό,

μεσημεριανό ύπνο και εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά κατάθλι-

ψης. Συμπεράσματα: Οι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύ-

νου, όπως η άσκηση, η διατροφή, η διακοπή καπνίσματος και

ο μεσημεριανός ύπνος, ίσως ν’ αποτελούν τα «μυστικά» των

μακρόβιων ανθρώπων. Αυτά τα ευρήματα προτείνουν ότι η

αλληλεπίδραση των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών, των

χαρακτηριστικών συμπεριφοράς μαζί με τα κλινικά χαρακτη-

ριστικά πιθανώς να καθορίζουν τη μακροβιότητα και θα πρέ-

πει να διερευνηθούν περαιτέρω.

ΑΑ47

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΦΕ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΟΞΕΙΔΩΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΟΡΟΥ ΥΓΙΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ

A. Γαβριέλη, E. Φραγκοπούλου, E. Σπυρέλη, M. Γιαννακούλια

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο καφές, ένα από τα δημοφιλέστερα

ποτά στον κόσμο, είναι πλούσια πηγή αντιοξειδωτικών συ-

στατικών. Ερευνητικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι η αντι-

οξειδωτική ικανότητα του καφέ μπορεί να συνεισφέρει στη

μείωση του κινδύνου για καρδιαγγειακά. Σκοπός της παρού-

σας εργασίας είναι η μελέτη της επίδρασης της κατανάλωσης

καφέ στη μεταγευματική οξειδωτική κατάσταση υγιών εθε-

λοντών. Υλικό-Μέθοδος: Δεκαέξι άνδρες (ηλικίας: 27,8±5,2

έτη, Δείκτη Μάζας Σώματος: 25,5±2,3 kg/m2) συμμετείχαν

σε τρεις δοκιμασίες μίας ημέρας με τυχαία σειρά. Σε κάθε

δοκιμασία οι εθελοντές λάμβαναν ένα τυποποιημένο πρωι-

νό γεύμα (142 kcal) μαζί με 200 mL (α) καφεϊνούχου καφέ (3

mg καφεΐνης/kg σωματικού βάρους), (β) ντεκαφεϊνέ καφέ, (γ)

νερού. Σε διάστημα 3 ωρών, δείγματα αίματος λήφθηκαν στη

νηστεία και σε τακτά χρονικά διαστήματα μετά το πρωινό

γεύμα, στα οποία μετρήθηκε η ex vivo αντίσταση του ορού

στην προκαλούμενη από θειικό χαλκό οξείδωση, μετρώντας

τον σχηματισμό των συζυγών διενίων στα 234 nm, καθώς και

οι συγκεντρώσεις ιντερλευκίνης-6 με ELISA. Αποτελέσματα:

Δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική επίδραση του τύπου της

δοκιμασίας στην αντίσταση του ορού στην οξείδωση και

στις συγκεντρώσεις ινσουλίνης στο διάστημα των 3 ωρών.

Ωστόσο, βρέθηκε αρνητική συσχέτιση μεταξύ της αντίστα-

σης του ορού στην οξείδωση στη νηστεία και της περιοχής

κάτω από την καμπύλη της ιντερλευκίνης-6 στη δοκιμασία

του νερού, p=0,05. Συμπεράσματα: Ο καφές δεν φάνηκε να

επηρεάζει την ex vivo αντίσταση του ορού στην οξείδωση.

Πιθανώς, η ενέργεια του πρωινού γεύματος δεν ήταν αρκε-

τή για να αυξήσει το οξειδωτικό στρες και να αναδειχθεί μία

πιθανή δράση του καφέ. Περισσότερες έρευνες είναι απαραί-

τητες για την αποσαφήνιση της αντιοξειδωτικής ικανότητας

του καφέ.

Page 60: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

286 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ48

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΟΥΡΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ

Χ. Κατσαγώνη,1 Β. Μπουντζιούκα,1 Α. Ευαγγελόπουλος,1 Α. Γιωτοπούλου,1 M. Μπόνου,2

Ν. Βαλλιάνου,2 Π. Αυγερινός,2 Ε. Βογιατζάκης,2 Γ. Μπαρμπετσέας,2 Δ. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο 2Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Πολυκλινική», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η ύπαρξη μεταβολικού συνδρόμου

(MetS) σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος.

Ωστόσο, ελάχιστα δεδομένα υπάρχουν σχετικά με τον ρό-

λο της Μεσογειακής διατροφής (ΜD) στα επίπεδα ουρικού

οξέος σε άτομα με MetS. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέ-

της ήταν να διερευνηθεί η επίδραση της MD στον μεταβο-

λισμό του ουρικού οξέος σε άντρες και γυναίκες με MetS.

Υλικό-Μέθοδος: Κατά το 2009, συμμετείχαν συνολικά 490

εθελοντές (46±16 ετών, 40% άνδρες). Μετρήθηκαν ανθρω-

πομετρικά, κλινικά και βιοχημικά χαρακτηριστικά, ενώ για

τον ορισμό του MetS χρησιμοποιήθηκαν τα κριτήρια του

NCEP-ATP III (National Cholesterol Education Program-Adult

Treatment Panel III). Η προσκόλληση στη Μεσογειακή δια-

τροφή εκτιμήθηκε με τον δείκτη MedDietScore (εύρος

τιμών 0–55). Υψηλότερες τιμές του σκορ σήμαιναν μεγα-

λύτερη προσκόλληση στη Μεσογειακή διατροφή. Για την

εξέταση της παραπάνω υπόθεσης χρησιμοποιήθηκε η μέ-

θοδος της Multivariate ordinal logistic regression analysis.

Αποτελέσματα: Από την ανάλυση προέκυψε ότι οι άντρες με

MetS που είχαν υψηλότερες τιμές του δείκτη MedDietScore,

είχαν μικρότερη πιθανότητα για αυξημένα επίπεδα ουρικού

οξέος, συγκρινόμενοι με εκείνους που είχαν χαμηλότερες

τιμές του δείκτη, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία, τα επίπε-

δα γλυκόζης, τον ρυθμό σπειραματικής διήθησης (GFR), την

ύπαρξη υπέρτασης, και το ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου

(OR=0,78, 95%CI: 0,62–0,98, p=0,037). Ανάλογα αποτελέσμα-

τα προέκυψαν και για τις γυναίκες με MetS και υψηλότερες

τιμές του δείκτη MedDietScore (OR=0,85, 95% CI: 0,74–0,99,

p=0,037). Συμπεράσματα: Δεδομένου ότι τα αυξημένα επί-

πεδα ουρικού οξέος είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κιν-

δύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, μεγαλύτερη

προσκόλληση στη Μεσογειακή διατροφή μπορεί να μειώσει

τα επίπεδα ουρικού οξέος ακόμη και σε άντρες και γυναίκες

που βρίσκονται σε καρδιομεταβολικό κίνδυνο.

AΑ49Η ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΩΣ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΜΕΙΩΝΕΙ

ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΗΣ ΝΟΣΟΥ ΣΕ ΥΠΕΡΗΛΙΚΕΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΙΚΑΡΙΑΣ

Χ. Χρυσοχόου, Γ. Τσιτσινάκης, Δ. Τσιαχρής, Κ. Μασούρα, Ι. Ανδρέου, Σ. Κυβέλου,

Γ. Τριανταφύλλου, Ε. Γιακουμή, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

Α' Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ, «Ιπποκράτειο», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η σωματική άσκηση συνδέεται διαχρο-

νικά με χαμηλότερα ποσοστά καρδιαγγειακής νοσηρότητας

και θνητότητας. Πρόσφατα αναγνωρίστηκε ότι οι κάτοικοι

της Ικαρίας έχουν ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μακροβιό-

τητας παγκοσμίως. Ο σκοπός αυτής της μελέτης είναι να αξι-

ολογηθεί η σχέση μεταξύ του επιπέδου φυσικής κατάστασης

και του καρδιαγγειακού κινδύνου σε ηλικιωμένους και υπερή-

λικες Ικαριώτες. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν 343 άντρες

και 330 γυναίκες (65–100 ετών) μόνιμοι κάτοικοι Ικαρίας, από

τους οποίους οι 187 (28%) ήταν άνω των 80 ετών. Μεταξύ

των διαφόρων κλινικών χαρακτηριστικών, των παραγόντων

καρδιαγγειακού κινδύνου και ανθρωπομετρικών δεικτών, η

σωματική δραστηριότητα εκτιμήθηκε με το έγκυρο ερωτη-

ματολόγιο IPAQ. Αποτελέσματα: 121 άτομα (18% του δείγμα-

τος) είχαν καρδιαγγειακή νόσο. Επιπλέον 401 συμμετέχοντες

(60%) ανέφεραν μέτριο επίπεδο σωματικής δραστηριότητας,

159 (24%) υψηλό και οι υπόλοιποι χαμηλό. Επίσης, 83,7% των

υπερήλικων αντρών και 70,2% των υπερήλικων γυναικών

ήταν ακόμα σωματικά δραστήριοι. Σε συνάρτηση με το επί-

πεδο άσκησης τα άτομα που ακολουθούσαν υψηλότερη σω-

ματική δραστηριότητα είχαν χαμηλότερη περιφέρεια μέσης

(p=0,001), υψηλότερο ποσοστό καπνίσματος (p=0,001), κα-

τανάλωσης αλκοόλ (p=0,001), υψηλότερη HDL χοληστερό-

λη (p=0,001), χαμηλότερη επίπτωση σακχαρώδους διαβήτη

(p=NS) και χαμηλότερη επίπτωση καρδιαγγειακής νόσου

(p=0,001). Η στατιστική ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης

έδειξε ότι το επίπεδο φυσικής δραστηριότητας συνδεόταν

με 54% λιγότερες πιθανότητες εμφάνισης καρδιαγγειακής

νόσου (p=0,001), έχοντας ελέγξει για τους διάφορους συγχυ-

τικούς παράγοντες. Αυτά τα ευρήματα ήταν σημαντικά ακό-

μα και όταν η ανάλυση διαστρωματώθηκε για προχωρημένη

ηλικία. Συμπεράσματα: Η σωματική δραστηριότητα φαίνε-

ται να συνδέεται με χαμηλότερη επίπτωση καρδιαγγειακής

νόσου ακόμη και στους υπερήλικες και πρέπει να προωθηθεί

περισσότερο μέσα στο πλαίσιο του υγιεινού τρόπου ζωής

των ατόμων αυτών.

Page 61: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 287

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ50

Ο ΣΥΝΔΥAΣΜΟΣ ΥΨΗΛΟΤΕΡΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΧΝΟΤΕΡΩΝ ΓΕΥΜΑΤΩΝ ΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΛΙΠΙΔΙΩΝ ΑΙΜΑΤΟΣ: ΜΕΛΕΤΗ HEALTHY GROWTH

Γ. Μοσχώνης, O. Ανδρούτσος, Ε. Αγγέλη, Π. Μαργιώλα, Δ. Γκακνή, Ε. Διονυσοπούλου,

Ν. Καρατσικάκη-Βλάμη, Γ. Σκούλη, Μ. Λυμπέρη, Ι. Μανιός

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Διάφορες συνήθειες διατροφής και

άσκησης έχουν συσχετισθεί μεμονωμένα με αυξημένο

καρδιομεταβολικό κίνδυνο στα παιδιά. Σκοπός της παρού-

σας μελέτης ήταν διερεύνηση της συνδυαστικής επίδρα-

σης διαφόρων παραγόντων τρόπου ζωής στο λιπιδαιμικό

προφίλ ελληνικού παιδικού πληθυσμού. Υλικό-Μέθοδος:

Πραγματοποιήθηκε συλλογή ανθρωπομετρικών, διατρο-

φικών (ανακλήσεις 24ώρου), βιοχημικών (ολική, LDL & HDL

χοληστερόλη, τριγλυκερίδια), κλινικών (στάδια ανάπτυξης

κατά Tanner), κοινωνικο-οικονομικών δεδομένων και δεδο-

μένων φυσικής δραστηριότητας (ΦΔ)/διάρκειας ύπνου από

αντιπροσωπευτικό δείγμα 2043 παιδιών 9–13 ετών της με-

λέτης Healthy Growth. Για τον ορισμό των δυσλιπιδαιμιών

χρησιμοποιήθηκαν οι κατωφλικές τιμές του NCEP. Η ανάλυση

σε κύριες συνιστώσες (PCA) χρησιμοποιήθηκε για την ανα-

γνώριση προτύπων τρόπου ζωής. Αποτελέσματα: H PCA

ανέδειξε πέντε διακριτά πρότυπα. Μετά από διόρθωση για

διάφορους πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες, το πρότυ-

πο που χαρακτηριζόταν από αυξημένο χρόνο τηλεθέασης/

χρήσης υπολογιστή, λιγότερες ώρες ύπνου και υψηλότερη

κατανάλωση ζαχαρούχων ποτών συσχετίστηκε αρνητικά

με την HDL και θετικά με τον λόγο ολική: HDL χοληστερό-

λη. Αρνητική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ του προτύπου που

χαρακτηριζόταν από αυξημένο χρόνο μέτριας-προς-υψηλής

έντασης ΦΔ και συχνότερα γεύματα και των επιπέδων ολι-

κής χοληστερόλης, LDL καθώς και με τον λόγο ολική: HDL

χοληστερόλη. Επιπλέον, τα παιδιά που είχαν τη μεγαλύτερη

προσκόλληση στο δεύτερο από τα παραπάνω πρότυπα (4ο

τεταρτημόριο) είχαν 38,1%, 33,3% και 39,7% μικρότερη πιθα-

νότητα νε έχουν επίπεδα ολικής χοληστερόλης>170 mg/dL,

LDL>110 mg/dL και τον λόγο ολικής: HDL χοληστερόλης>4,5,

συγκριτικά με εκείνα που είχαν μικρότερη προσκόλληση σε

αυτό. Συμπεράσματα: Η ανάλυση προτύπων τρόπου ζωής

επιτρέπει τη διερεύνηση των συνδυαστικών επιδράσεων δια-

φόρων συνηθειών που σχετίζονται μεταξύ τους. Με τη χρήση

της PCA η παρούσα μελέτη έδειξε ότι τα παιδιά που συνδύ-

αζαν υψηλότερα επίπεδα ΦΔ και συχνότερα γεύματα, είχαν

μικρότερη πιθανότητα να εμφανίζουν δυσλιπιδαιμίες.

ΑΑ51ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ

ΤΗΣ ΚΟΙΛΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΟΛΩΣΗΣ ΣΕ ΜΕΣΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΑΝΔΡΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ: ΜΕΛΕΤΗ ΙΚΑΡΙΑ

Ε. Oικονόμου, Χ. Χρυσοχόου, Δ. Tσιαχρής, Γ. Βογιατζή, Γ. Τριανταφύλλου, Δ. Μιχαλοπούλου,

Σ. Βογιατζόγλου, Β. Ζούλια, Σ. Δελαπόρτα, Σ. Πλυταριά, Χ. Πίτσαβος, Χ. Στεφανάδης

A΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, «Ιπποκράτειο» Νοσοκομείο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η σωματική δραστηριότητα (ΣΔ) έχει ση-

μαντικά καρδιαγγειακά οφέλη. Το διάστημα QT αντιπροσω-

πεύει τη διάρκεια της κοιλιακής αναπόλωσης και η επιμήκυνσή

του σχετίζεται με αύξηση της θνητότητας. Στην παρούσα με-

λέτη εξετάσαμε τη συσχέτιση μεταξύ του QT διαστήματος και

ΣΔ σε ένα δείγμα μέσης και μεγάλης ηλικίας κατοίκων του νη-

σιού Ικαρίας. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν 1071

κάτοικοι του νησιού Ικαρίας (65±13 ετών, 47% άνδρες). Η εκτί-

μηση της ΣΔ (χαμηλής, μέτριας, έντονης) έγινε με τη βοήθεια

του Διεθνούς Ερωτηματολογίου Σωματικής Δραστηριότητας

(IPAQ). Από το ηλεκτροκαρδιογράφημα επιφανείας υπολογί-

στηκε το QT διάστημα και το διορθωμένο έως προς την καρ-

διακή συχνότητα QTc διάστημα. Αποτελέσματα: 85% των

συμμετεχόντων ανέφεραν τουλάχιστον μέτριας εντάσεως ΣΔ.

Οι γυναίκες με έντονη ή μέτρια ΣΔ είχαν σημαντικά μικρότε-

ρο QTc συγκριτικά με την ομάδα της χαμηλής ΣΔ (408±2 msec

εν. 419±2 msec, p=0,002, 411±1 msec εν. 419±2 msec, p=0,002,

αντίστοιχα). Σε αντίθεση, οι άνδρες με μέτρια και έντονη ΣΔ

δεν εμφάνιζαν διαφορά ως προς το QTc σε σχέση με την ομά-

δα των ανδρών που κατηγοριοποιήθηκαν στην ομάδα της

χαμηλής ΣΔ (395±2 msec εν. 402±3 msec, p=0,29, 402±2 msec

εν. 402±3, p=0,99). Επιπλέον, η ανάλυση γραμμικής παλινδρό-

μησης ανέδειξε ότι το υψηλό επίπεδο ΣΔ σχετίζεται με βρα-

χύτερο QTc στις γυναίκες (b=–12,5, p=0,001) ακόμα και μετά

από προσαρμογή για συγχυτικούς παράγοντες όπως η ηλικία,

ο Δείκτης Μάζας Σώματος, η μεσογειακή διατροφή, το κάπνι-

σμα, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, η υπέρταση, ο σακχαρώδης

διαβήτης, η υπερχοληστερολαιμία. Συμπεράσματα: Η αυξη-

μένη ΣΔ σχετίζεται με βραχύτερο QTc διάστημα σε γυναίκες

μέσης και μεγάλης ηλικίας κατοίκους του νησιού Ικαρία υπο-

δεικνύοντας καρδιοπροστατευτική επίδραση της καθημερι-

νής άσκησης στο γυναικείο φύλο.

Page 62: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

288 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ52

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ: ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ MEDIS

Μ.Χ. Πολυχρονοπούλου, Χ. Πρέκας, Κ.Δ. Μπαλαφούτη, Ο. Βλασερού, Ι. Τσιλιγιάννη,

Α. Ζεϊμπέκης, Ε. Γκότσης, Χ. Λιονής, Ε. Πολυχρονόπουλος, Δ. Παναγιωτάκος

Τμήμα Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να

αξιολογήσει την ύπαρξη συσχέτισης μεταξύ του κοινωνικο-

οικονομικού επιπέδου (ΚΟΕ) ηλικιωμένων ατόμων, που κα-

τοικούν στα νησιά της Μεσογείου, και των αντίστοιχων δια-

τροφικών συνηθειών που υιοθετούν. Υλικό-Μέθοδος: Κατά

τη διάρκεια των ετών 2005–2010, 979 ηλικιωμένοι άνδρες

και 980 ηλικιωμένες γυναίκες (μέση ηλικία 74,2±7,2 έτη) από

την Κύπρο, τη Μάλτα και 11 νησιά της Ελλάδας (Μυτιλήνη,

Σαμοθράκη, Κεφαλληνία, Λήμνος, Κρήτη, Κέρκυρα, Ζάκυνθος,

Σύρος, Νάξος, Ικαρία, Σαλαμίνα) συμμετείχαν στη μελέτη. Το

ΚΟΕ (προσδιοριζόμενο βάσει του μορφωτικού επιπέδου και

του εισοδήματος) διακρίθηκε σε χαμηλό, μεσαίο και υψηλό.

Οι διαιτητικές συνήθειες αξιολογήθηκαν μέσω συνοπτικού

ημι-ποσοτικοποιημένου ερωτηματολογίου διατροφής, ενώ

παράλληλα αξιολογήθηκαν βασικά δημογραφικά, συμπερι-

φοριστικά και βιο-κλινικά χαρακτηριστικά. Αποτελέσματα:

Το ΚΟΕ συσχετίζεται θετικά με τη συχνότητα κατανάλωσης

φρούτων (p=0,039), λαχανικών (p<0,0001), χορταρικών

(p=0,002), ψωμιού ολικής άλεσης (p<0,0001), γαλακτοκομι-

κών χαμηλών λιπαρών (p=0,003), αναψυκτικών χωρίς ζάχαρη

(p<0,0001), φυτικών στερολών (p=0,028), γλυκών (p<0,0001)

και καφέ τύπου nes café και φίλτρου (p<0,0001). Αντίθετα, το

ΚΟΕ συσχετίστηκε αρνητικά με τη συχνότητα κατανάλωσης

δημητριακών (p<0,0001) και ελαιολάδου (p=0,009). Το ΚΟΕ

των ατόμων δεν φάνηκε να συσχετίζεται με τις τιμές του δεί-

κτη MedDietScore (p= 0,374) και το επίπεδο προσκόλλησης

στη Μεσογειακή δίαιτα (p=0,306). Επίσης, το ΚΟΕ των ατό-

μων συσχετίστηκε αρνητικά με την παρουσία παχυσαρκίας

(p=0,003), υπέρτασης (p=0,044), και υπερχοληστερολαιμίας

(p=0,003), σχέση που δεν ίσχυε για την παρουσία διαβήτη

(p=0,303). Συμπεράσματα: Σε ηλικιωμένα άτομα των νησι-

ών της Μεσογείου τα κατώτερα κοινωνικο-οικονομικά στρώ-

ματα εμφανίζουν λιγότερο υγιεινές διατροφικές συμπεριφο-

ρές, και κατά συνέπεια μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης

διατροφικά σχετιζόμενων παραγόντων κινδύνου. Επομένως,

κρίνεται απαραίτητη η οργάνωση προγραμμάτων προαγω-

γής υγείας, που θα εστιάζουν πρωτίστως στα κατώτερα κοι-

νωνικά στρώματα.

AΑ53

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΒΕΛΤΙΩΝΕΙ ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΤΟΥ ΟΡΟΥ ΣΕ ΥΓΙΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟ

Β. Μπουντζιούκα,1 Α. Γιωτοπούλου,1 Ν. Βαλιάνου,2 Α. Ευαγγελόπουλος,1 Μ. Μπόνου,2

Ι. Μπαρμπετσέας,2 Π. Αυγερινός,2 E. Βογιατζάκης,2 Δ.Β. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα 2Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Πολυκλινική», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Οι πρωτεΐνες του ορού αυξάνονται κα-

τά τη διάρκεια φλεγμονής. Σκοπός ήταν να διερευνηθεί εάν

η Μεσογειακού τύπου διατροφή (ΜΔ) επηρεάζει τα επίπεδα

των πρωτεϊνών του ορού. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη συμ-

μετείχαν εθελοντικά 490 υγιείς ενήλικες (46±16 years, 40%

άνδρες). Βιοχημικές αναλύσεις για τη μέτρηση αλβουμίνης

(S-Al), γλοβουλίνης (S-Gl), ολικών πρωτεϊνών (TP) και απτο-

σφαιρίνης (Hp) πραγματοποιήθηκαν έπειτα από 12ωρη νη-

στεία με τυποποιημένη διαδικασία. Ο δείκτης MedDietScore

(0–55) χρησιμοποιήθηκε για την αποτίμηση του βαθμού

συμμόρφωσης με τις συστάσεις της Μεσογειακής διατρο-

φής. Πολυπαραγοντικά μοντέλα γραμμικής παλινδρόμησης

εφαρμόστηκαν για τη διερεύνηση της ερευνητικής υπόθεσης.

Αποτελέσματα: Αύξηση του MedDietScore κατά μία μονάδα,

οδηγεί σε μείωση κατά 1,61 mg/dL των επιπέδων Hp (τσ=0,76,

p=0,03), λαμβάνοντας υπόψη το φύλο, την ηλικία, τον Δείκτη

Μάζας Σώματος, τη φυσική δραστηριότητα και το κάπνισμα.

Αντίστοιχα, μείωση παρατηρήθηκε στα επίπεδα της S-Gl για

κάθε μονάδα αύξησης του MedDietScore (β±τσ: –0,01±0,004,

p=0,02), ενώ τα επίπεδα S-Al levels και ΤΡ δεν επηρεάστηκαν

(b±se: 0,006±0,003, p=0,06 και –0,004±0,005, p=0,43, αντί-

στοιχα), λαμβάνοντας υπόψη όλους τους προαναφερθέντες

παράγοντες. Από τα επιμέρους τρόφιμα που συνθέτουν τη

ΜΔ, η αυξημένη κατανάλωση (α) φρούτων και ψαριού, (β) μη

επεξεργασμένων δημητριακών και γ) λαχανικών και οσπρίων

μειώνουν τα επίπεδα των Hp, S-Gl και S-Al αντίστοιχα (όλες οι

τιμές p<0,05). Συμπεράσματα: Η Μεσογειακή διατροφή και τα

επιμέρους συστατικά της προάγουν τη μείωση των επιπέδων

των πρωτεϊνών του ορού, προστατεύοντας από την εμφάνιση

φλεγμονής και κατ’ επέκταση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η

μελέτη αυτή επιβεβαιώνει τον προστατευτικό χαρακτήρα της

ΜΔ, αναδεικνύοντας πρόσθετους μηχανισμούς δράσης.

Page 63: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 289

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

AΑ54

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΦΕ ΣΤΙΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ ΓΛΥΚΟΖΗΣ, ΣΤΗΝ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΠΙΕΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΚΑΡΔΙΑΚΟ ΡΥΘΜΟ ΥΓΙΩΝ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ

A. Γαβριέλη, E. Καρφοπούλου, E. Φραγκοπούλου, M. Γιαννακούλια

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο καφές είναι ένα από τα δημοφιλέστερα

ποτά στον κόσμο. Τα ερευνητικά δεδομένα, όμως, σχετικά με

την επίδρασή του στα μεταγευματικά επίπεδα γλυκόζης, κα-

θώς και στην αρτηριακή πίεση είναι περιορισμένα ή/και αντι-

κρουόμενα. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση

της επίδρασης του καφέ στις συγκεντρώσεις γλυκόζης, στην

αρτηριακή πίεση και στον καρδιακό ρυθμό. Υλικό-Μέθοδος:

Εικοσιεννέα υγιείς άνδρες (ηλικία: 27,6±6,7 έτη, ΒΜΙ: 25,8±4,4

kg/m2) συμμετείχαν σε δύο δοκιμασίες μίας ημέρας με τυχαία

σειρά. Σε κάθε δοκιμασία οι εθελοντές λάμβαναν ένα τυποποι-

ημένο πρωινό γεύμα μαζί με 200 mL είτε καφεϊνούχου καφέ (3

mg καφεΐνης/kg σωματικού βάρους) ή νερού. Σε διάστημα 3

ωρών και 15 min, εννέα δείγματα αίματος λήφθηκαν στη νη-

στεία και σε τακτά χρονικά διαστήματα μετά το πρωινό γεύμα.

Τα αίματα αναλύθηκαν για τις συγκεντρώσεις γλυκόζης. Η αρ-

τηριακή πίεση και ο καρδιακός ρυθμός μετρήθηκαν στην αρχή

και στο τέλος κάθε δοκιμασίας. Αποτελέσματα: Όσον αφορά

στις αλλαγές στις συγκεντρώσεις της γλυκόζης δεν βρέθηκε

σημαντική επίδραση της παρέμβασης. Ωστόσο, οι επιμέρους

αναλύσεις στις χρονικές στιγμές έδειξαν ότι οι μεταγευματικές

συγκεντρώσεις της γλυκόζης μετά την κατανάλωση του καφεϊ-

νούχου καφέ ήταν σημαντικά υψηλότερες στα 60 min σε σχέση

με τις αντίστοιχες μετά την κατανάλωση του νερού (p<0,003).

Όσον αφορά στην αρτηριακή πίεση, συστολική και διαστολι-

κή, καθώς και στον καρδιακό ρυθμό, δεν υπήρξε σημαντική

επίδραση της παρέμβασης. Συμπεράσματα: Ο καφεϊνούχος

καφές οδηγεί σε υψηλότερες μεταγευματικές συγκεντρώσεις

γλυκόζης μία ώρα μετά την κατανάλωσή του σε σχέση με την

κατανάλωση νερού, ενώ δεν έχει επίδραση στις τιμές της αρτη-

ριακής πίεσης 3 ώρες μετά την κατανάλωσή του.

AΑ55

ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΑΛΚΟΟΛ ΚΑΙ ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΣΕ ΥΓΙΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟ

Β. Μπουντζιούκα,1 A. Ευαγγελόπουλος,1 E. Βογιατζάκης,2 M. Μπόνου,2 N. Βαλιάνου,2

Χ. Κατσαγώνη,1 Π. Αυγερινός,2 Ι. Μπαρμπετσέας,2 Δ.Β. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα 2Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Πολυκλινική», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν η αποτίμηση

της σχέσης μεταξύ των διατροφικών προτύπων και των ανο-

σολογικών βιοχημικών δεικτών. Υλικό-Μέθοδος: Στη μελέτη

συμμετείχαν εθελοντικά 490 υγιείς ενήλικες (46±16 years, 40%

άνδρες). Βιοχημικές αναλύσεις για τη μέτρηση των ερυθροκυτ-

τάρων (RBC, 10^6/μL), αιμοσφαιρίνης (Hb, g/dL), λευκών κυτ-

τάρων (WBC, 10^3/μL), Ουδετερόφιλων κυττάρων (10^3/μL),

Λεμφοκυττάρων (10^3/μL) και Μονοκυττάρων (10^3/μL), πραγ-

ματοποιήθηκαν έπειτα από 12ωρη νηστεία, ακολουθώντας κα-

θιερωμένη διαδικασία. Ανθρωπομετρικά, διατροφικά χαρακτη-

ριστικά και ο τρόπος ζωής λήφθηκαν υπόψη ως πιθανοί συγχυ-

τικοί παράγοντες. Τα διατροφικά πρότυπα ανιχνεύθηκαν μέσω

της Ανάλυσης σε Κύριες Συνιστώσες (ΑΚΣ). Αποτελέσματα: Η

ΑΚΣ ανάδειξε τέσσερα σημαντικά διατροφικά πρότυπα, ερμη-

νεύοντας το 35% της μεταβλητότητας της διατροφικής πλη-

ροφορίας («Δυτικού τύπου», «Μεσογειακού τύπου», «Χαμηλά

λιπαρά» και «Αλκοολούχα ποτά»). Από αυτά, το πρότυπο

«Αλκοολούχα ποτά» συσχετίστηκε με όλους σχεδόν τους δεί-

κτες. Ειδικότερα, προσκόλληση σε αυτό το πρότυπο οδηγεί

σε μείωση των επιπέδων RBC (β±τσ: –0,05±0,02, p=0,015), Hb

(β±τσ: –0,09±0,05, p=0,046), WBC (β±τσ: –0,15±0,07, p=0,046),

Ουδετερόφιλων (β±τσ: –0,14±0,06, p=0,017) και Μονοκυττάρων

(β±τσ: –0,02±0,006, p=0,008), λαμβάνοντας υπόψη το φύλο,

την ηλικία, το Δείκτη Μάζας Σώματος, τη φυσική δραστηριότη-

τα και το κάπνισμα. Αναφορικά με τα υπόλοιπα πρότυπα, αυτό

της «Μεσογειακής διατροφής» φαίνεται να συσχετίζεται θετικά

με τα επίπεδα των WBC και Λεμφοκυττάρων (β±τσ: 0,17±0,08,

p=0,029; β±τσ: 0,07±0,03, p=0,014, αντίστοιχα). Συμπέρασμα:

Αυξημένη κατανάλωση αλκοολούχων ποτών φαίνεται να μει-

ώνει τα επίπεδα των ανοσολογικών δεικτών, αυξάνοντας την

ευαισθησία του οργανισμού σε φλεγμονή. Αντίθετα, ο προστα-

τευτικός ρόλος της Μεσογειακής διατροφής στην επιβράδυνση

της φλεγμονής ενισχύεται με την αύξηση των επιπέδων WBC

και λεμφοκυττάρων.

Page 64: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

290 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ56

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΛΟΟΡΘΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΟ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΣΘΕΝΩΝ–ΜΑΡΤΥΡΩΝ

A.Ν. Κόντου,1,2 Θ. Ψαλτοπούλου,3 Ε. Πολυχρονόπουλος,2 Ν. Σούπος,3 Δ. Ξυνόπουλος,2

Δ. Δημητρουλόπουλος,2 Σ. Μπασιούκας,2 Α. Αρδαβάνης,2 Α. Ντόκου,2 Δ. Τρυφωνόπουλος,2

Α. Λινού,3 Δ.Β. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2ΑΟΝΑ «Ο Άγιος Σάββας», Αθήνα 3Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα

Εισαγωγή – σκοπός: Η Μεσογειακή διατροφή έχει βρεθεί να

προστατεύει από την εμφάνιση κολοορθικού καρκίνου. Τα

τελευταία χρόνια το μεταβολικό σύνδρομο φαίνεται να σχε-

τίζεται με την εμφάνιση κολοορθικού καρκίνου, και πλέον

συγκαταλέγεται μέσα στους παράγοντες κινδύνου. Σκοπός

της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της επίδρασης

του μεταβολικού συνδρόμου στην προστατευτική σχέση της

Μεσογειακής διατροφής στον κολοορθικό καρκίνο. Υλικό-

Μέθοδος: Πρόκειται για μελέτη ασθενών-μαρτύρων. Από τον

Δεκέμβριο 2009, έως τον Δεκέμβριο 2010 συλλέχθηκαν επιδη-

μιολογικά στοιχεία για 250 ασθενείς με πρωτοπαθές κολοορ-

θικό καρκίνο και 250 υγιείς, εξομοιωμένους ως προς το φύλο

και την ηλικία. Η αποτίμηση της υιοθέτησης της μεσογειακής

διατροφής έγινε με τη χρήση του modified-MedDietScore

(θεωρητικό εύρος 0–75), δείκτης ο οποίος ελέγχθηκε για την

αξιοπιστία του στον κολοορθικό καρκίνο. Για τον χαρακτηρι-

σμό της ύπαρξης μεταβολικού συνδρόμου χρησιμοποιήθηκαν

τα NCEP ATPIII κριτήρια. Αποτελέσματα: Η πολυπαραγοντική

ανάλυση έδειξε ότι η Μεσογειακή διατροφή δρα προστατευ-

τικά έναντι του κολοορθικού καρκίνου τόσο σε άτομα χωρίς

μεταβολικό σύνδρομο (ΣΛ=0,89, 95%CI 0,85, 0,94), όσο και

σε αυτούς που εμφανίζουν μεταβολικό σύνδρομο (ΣΛ=0,84,

95%CI 0,76, 0,93). Μάλιστα, στη δεύτερη αυτή ομάδα υψηλού

κινδύνου, κανένας από τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου,

δηλαδή το κάπνισμα και το κληρονομικό ιστορικό δεν βρέ-

θηκε να έχει στατιστική συσχέτιση με τις μορφές αυτές καρ-

κίνου. Συμπεράσματα: Η Μεσογειακή διατροφή έχει ισχυρά

προστατευτική επίδραση έναντι του κολοορθικού καρκίνου

ακόμα και σε ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως είναι τα άτομα

με μεταβολικό σύνδρομο. Συνεπώς η προαγωγή της μπορεί

να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό μέτρο μείωσης του επιπο-

λασμού του κολοορθικού καρκίνου.

AΑ57Η ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΤΩΝ ΑΦΕΨΗΜΑΤΩΝ (ΚΑΦΕ ΚΑΙ ΤΣΑΓΙΟΥ) ΣΤΙΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΕΣ ΤΟΥ MedDietScore

ΒΕΛΤΙΩΝΕΙ ΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ

Π. Τριχιά Ε,1 Χ.Μ. Καστορίνη,1,2 Χ. Μηλιώνης,2 Δ. Κάντας,2 Α. Ιωαννίδη,1 Π. Σάββαρη,4

Β. Νικολάου,3 Κ. Βέμμος,4 Ι. Γουδέβενος,2 Δ.Β. Παναγιωτάκος1

1Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, 3Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο-Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ)», 4Μονάδα Αγγειακών

Εγκεφαλικών Επεισοδίων, Θεραπευτική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικό Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η κατανάλωση καφέ και τσαγιού αφενός

συσχετίζεται με την ανάπτυξη οξέος στεφανιαίου συνδρόμου,

αφετέρου με τον βαθμό υιοθέτησης της Μεσογειακής διατρο-

φής. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθεί αν

η ευαισθησία και η ειδικότητα του MedDietScore, αναφορικά

με το οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, μπορούν να βελτιωθούν με

την προσθήκη στις συνιστώσες του των αφεψημάτων αυτών.

Υλικό-Μέθοδος: Η μελέτη αυτή αποτελεί μία αναδρομική

μελέτη ασθενών-μαρτύρων. Κατά την περίοδο 2009–2010,

εντάχθηκαν στην μελέτη 1000 άτομα, από τα οποία τα 500

ήταν υγιείς, τα 250 ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο και

τα υπόλοιπα 250 ασθενείς με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.

Οι υγιείς εξομοιώθηκαν με τους ασθενείς ως προς την ηλικία

και το φύλο. Για την αποτίμηση κοινωνικο-δημογραφικών, κλι-

νικών, ψυχολογικών, διατροφικών χαρακτηριστικών και χαρα-

κτηριστικών του τρόπου ζωής χρησιμοποιήθηκε ειδικό ερω-

τηματολόγιο. Αποτελέσματα: Αφού λήφθηκαν υπόψη πιθα-

νοί συγχυτικοί παράγοντες, βρέθηκε ότι αύξηση κατά μία μο-

νάδα στην κλίμακα των MedDietScore, MedDietScore-coffee,

MedDietScore-tea και MedDietScore-beverages συνεπάγεται

μείωση της πιθανότητας ανάπτυξης οξέος στεφανιαίου συν-

δρόμου κατά 7% (95% ΔΕ: 0,89–0,97), 8% (95% ΔΕ: 0,88–0,96),

7% (95% ΔΕ: 0,88–0,97) και 8% (95% ΔΕ: 0,88–0,96) αντίστοιχα.

Τέλος, για όλους τους δείκτες MedDietScore προέκυψαν ικα-

νοποιητικοί συνδυασμοί ευαισθησίας-ειδικότητας (εμβαδόν

κάτω από την καμπύλη>0,5–p<0,001) με τον MedDietScore-

beverages να εμφανίζει το μεγαλύτερο εμβαδόν, οπότε και

τους καλύτερους συνδυασμούς ευαισθησίας-ειδικότητας

(p<0,001). Συμπεράσματα: Ο κλασικός διατροφικός δείκτης

MedDietScore μπορεί να βελτιωθεί με την προσθήκη των

αφεψημάτων στις συνιστώσες του, οπότε μπορεί να κατα-

σκευαστεί ο σύνθετος MedDietScore-beverages διατροφικός

δείκτης και να εντοπίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τα άτομα σε

αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης οξέος στεφανιαίου συνδρόμου.

Page 65: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 291

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ58REPRODUCIBILITY OF NON-DIPPING STATUS IN ACUTE ISCHEMIC STROKE PATIENTS

V. Kotsis, L. Gamvrili, S. Papakatsika, G. Karafilis, S. Goulopoulou, M. Sion

Hypertension-24 h ABPM Center, Papageorgiou Hospital, Aristotle University of Thessaloniki, Greece

Objectives: To study nocturnal blood pressure fall in acute

ischemic stroke (AISTR) patients. Patients-Methods: 85

consecutive patients who hospitalized for AISTR were

examined. 24 h blood pressure monitoring was performed

for the first 3 days after admission at the hospital. Patients

were diagnosed for AISTR from their onset of symptoms

during the last 24 h and the diagnosis was confirmed with

CT or MRI. Patients were classified as risers if their night-time

SBP was higher than daytime SBP, dippers if the difference

of daytime and night-time SBP was higher than the 10% of

the daytime SBP and lower than 20%, extreme dippers if the

difference of daytime SBP and night-time was higher than the

20% of daytime values and finally non-dippers if difference

of daytime minus night-time was lower than the 10% of the

daytime SBP. Daytime to night-time SBP was also calculated

during each day of blood pressure monitoring. Night-time

was defined as the time from midnight to 6:00 and daytime

from 8:00 to 22:00 hours. Results: Average clinic systolic

BP during the three days was found 145.4±23.6 mmHg and

diastolic BP 81.5±13.1 mmHg. Average 24h systolic BP during

the three days was found 142.2±22.1 mmHg and 24h diastolic

BP 78.0±10.5 mmHg. No statistical significant differences were

not found in day to night-time SBP ratio (1.026±0.083 for day 1,

1.029±0.07 for day two and 1.034±0.086). Conclusions: Patient

with acute ischemic stroke have an impaired but reproducible

nocturnal circadian rhythm.

ΑΑ59ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΣΤΟ ΛΙΠΙΔΑΙΜΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ

Κ. Τζιόμαλος, Μ. Μπαλτατζή, Α. Παυλίδης, Κ. Κουλούσιος, Β. Δούρλιου, Α. Χατζόπουλος,

Β. Μπουγάτσα, Λ. Κιρκινέσκα, Α. Μύρου, Χ. Σαββόπουλος, Α.Ι. Χατζητόλιος

Α' Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Ιατρικής Σχολής Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσσαλονίκης, Νοσοκομείο ΑΧΕΠA, Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή-Σκοπός: Υπάρχουν λίγες μόνο μελέτες που συ-

νέκριναν την επίδραση των νεότερων β-αποκλειστών, των

χαμηλών δόσεων θειαζιδικών διουρητικών και των άλλων

κατηγοριών αντιυπερτασικών φαρμάκων στο λιπιδαιμικό

προφίλ. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η σύγκριση της

επίδρασης των βασικών κατηγοριών αντιυπερτασικών φαρ-

μάκων στο λιπιδαιμικό προφίλ. Yλικό-Μέθοδος: Αναλύθηκε

η πιο πρόσφατη επίσκεψη στο υπερτασιολογικό ιατρείο της

κλινικής μας 1810 υπερτασικών ασθενών (40,4% άνδρες, μέση

ηλικία 56,5±13,5 έτη). Αποτελέσματα: Το 28,6% των ασθενών

(n=518) λάμβαναν μόνο ένα αντιυπερτασικό φάρμακο [διου-

ρητικό (n=75), β-αποκλειστή (n=77), ανταγωνιστή διαύλων

ασβεστίου (n=152), αναστολέα του μετατρεπτικού ενζύμου της

αγγειοτενσίνης (αΜΕΑ, n=165) ή ανταγωνιστή των υποδοχέων

της αγγειοτενσίνης (ΑΤ-1, n=49)]. Σε αυτούς τους 518 ασθενείς,

τα επίπεδα LDL και HDL χοληστερόλης δεν διέφεραν μεταξύ

των κατηγοριών των αντιυπερτασικών φαρμάκων (p=0,120

και p=0,297 αντίστοιχα) ενώ τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων

διέφεραν σημαντικά (153±75, 151±99, 159±77, 159±94 και

101±28 mg/dL αντίστοιχα, p<0,05). Στις post-hoc δοκιμασίες,

τα επίπεδα τριγλυκεριδίων ήταν χαμηλότερα στους ασθενείς

που λάμβαναν ΑΤ-1 σε σύγκριση με τους ασθενείς που λάμβα-

ναν ανταγωνιστή διαύλων ασβεστίου ή αΜΕΑ (p<0,05 και για

τις δύο συγκρίσεις). Συμπεράσματα: Οι βασικές κατηγορίες

των αντιυπερτασικών φαρμάκων φαίνεται να έχουν παρόμοια

επίδραση στα επίπεδα LDL και HDL χοληστερόλης. Η χρήση

των νεότερων β-αποκλειστών και χαμηλών δόσεων θειαζιδι-

κών διουρητικών φαίνεται ότι δεν συνοδεύεται από δυσμενή

επίδραση στο λιπιδαιμικό προφίλ. Απαιτούνται προοπτικές

μελέτες για να διευκρινιστεί αν οι ΑΤ-1 ασκούν ευνοϊκότερη

επίδραση στα επίπεδα των τριγλυκεριδίων σε σύγκριση με

τους ανταγωνιστές διαύλων ασβεστίου και τους αΜΕΑ ή αν

αυτή η διαφορά οφείλεται στον σχεδιασμό της παρούσας με-

λέτης (χρονικής στιγμής).

Page 66: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

292 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ60

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΛΙΝΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΤΥΠΟΥ ΠΑΙΔΙΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΑΞΕΩΝ ΤΑΞΗΣ ΙΙ ΟΙΚΟΓΕΝΟΥΣ ΥΠΕΡΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΑΙΜΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Α. Σκούμα,1 Κ. Σταματελόπουλος,2 Β. Μολλάκη,1 Π. Πρόγιας,1 Χ. Παπαμιχαήλ,2 Ε. Δρογκάρη1

1Εργαστήριο Μεταβολικών Νοσημάτων, Α΄ Παιδιατρική Κλινική, Πανεπιστημίου Αθηνών, Χωρέμειο Ερευνητικό Εργαστήριο,

Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία», Αθήνα 2Αγγειολογικό Εργαστήριο, Θεραπευτικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα», Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Η Οικογενής Υπερχοληστερολαιμία είναι

κληρονομική διαταραχή του μεταβολισμού της Χοληστερόλης

και οδηγεί σε πρώιμη αθηρωμάτωση. Σύγκριση των δεικτών

πρώιμης αθηροσκλήρωσης παιδιών φορέων δύο πιο συχνών

τάξης ΙΙ μεταλλάξεων Οικογενούς Υπερχληστερολαιμίας στην

Ελλάδα. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήσαμε 180 παιδιά (6–14

ετών) με ετερόζυγο Οικογενή Υπερχοληστερολαιμία, ασθε-

νείς του Λιπιδαιμικού Ιατρείου της Α΄ Παιδιατρικής Κλινικής

του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Παίδων Αγία

Σοφία. Όλα είναι φορείς των μεταλλάξεων 1646G>A (Genoa,

n=60) και 858C>A (Greece 2, n=52) και είχαν αποκλεισθεί δευ-

τερογενείς παράγοντες υπερλιπιδιαμίας. Σε 112 παιδιά έγινε

υπερηχογραφική μελέτη του πάχους του έσω-μέσου χιτώνα

(IMT) του ενδοθηλίου των καρωτίδων, μηριαίων και της κοι-

λιακής αορτής και της μεταβολής της ροής του αίματος μετά

από ίσχαιμο περίδεση (FMD) της δεξιάς βραχιονίου αρτηρίας.

Αποτελέσματα: Η μέση τιμή της Χοληστερόλης και της LDL

ήταν στατιστικά μεγαλύτερες (p<0,001) στα παιδιά της με-

τάλλαξης Genoa. H μέση τιμή όμως της FMD στα παιδιά της

Greece 2 ήταν στατιστικά μικρότερη αυτής των παιδιών της

Genoa (5,2±2,7% και 6,7±3,3% αντίστοιχα) (p<0,049). Δεν βρέ-

θηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στην IMT της αορτής,

των καρωτίδων και των μηριαίων μεταξύ των δύο ομάδων. Σε

αντίθεση με τα νεότερα παιδιά (<10 ετών), στην ηλικιακή ομά-

δα 10–14 ετών, τα παιδιά της Greece 2 είχαν χειρότερη FMD και

IMT από την ομάδα Genoa (p=0,033 και p=0,039 αντίστοιχα).

Συμπέρασμα: Τα παιδιά φορείς της Greece 2 μετάλλαξης πα-

ρουσιάζουν χειρότερους δείκτες πρώιμης αθηροσκλήρωσης

παρά τις χαμηλότερες τιμές λιπιδίων. Άλλοι επιπλέον γενετικοί

και περιβαλλοντικοί παράγοντες πρέπει να μελετηθούν.

ΑΑ61ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΡΩΜΑΤΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ

Μ. Χανιά

Γενικό Νοσοκομείο Σπάρτης, Σπάρτη

Η καρδιαγγειακή νόσος είναι η κύρια αιτία θανάτου των ατό-

μων με σακχαρώδη διαβήτη. Η αυξημένη αρτηριακή σκλήρυν-

ση μπορεί να συνδέει τον σακχαρώδη διαβήτη με τον αυξημένο

καρδιαγγειακό κίνδυνο, λόγω του υψηλού κινδύνου νοσηρότη-

τας και θνητότητας που τη συνοδεύουν. Η εργαστηριακή αξιο-

λόγηση της πρώιμης αθηρωμάτωσης μπορεί να συντελεστεί με

τη μέτρηση της hsCRP, της μικρολευκωματινουρίας, οι οποίες

αποτελούν έναν προγνωστικό δείκτη κινδύνου για καρδιαγγει-

ακή νόσο. Οι άνθρωποι με χαμηλά επίπεδα CRP μπορεί να πά-

θουν αθηροσκλήρωση με βραδύτερο ρυθμό από ό, τι άτομα με

υψηλά επίπεδα CRP και η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη για να δι-

απιστωθεί εάν μείωση της φλεγμονής και τη μείωση των επιπέ-

δων της CRP μπορεί επίσης να μειώσει τον κίνδυνο της αθηρο-

σκλήρωσης. Επίσης σημαντικό ρόλο στην εν λόγω αξιολόγηση

αποτελούν αναίμακτες και με καλή επαναληψιμότητα μέθοδοι

όπως είναι η μέτρηση της ταχύτητας με την οποία διατρέχει

το σφυγμικό κύμα το αρτηριακό δένδρο (Pulse Wave Velocity)

καθώς και η εκτίμηση του πάχους του έσω μέσου χιτώνα των

καρωτίδων αρτηριών (Intima Media Thickness) και του σφυρο-

βραχιόνιου δείκτη (ΣΒΔ). Σημαντική καθίσταται η ατομική πο-

λυπαραγοντική αξιολόγηση του στεφανιαίου και ευρύτερα του

καρδιαγγειακού κινδύνου κάθε ασθενούς με ΣΔ.

Page 67: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 293

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ62

ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ/ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΥΝΣΗΣ ΣΕ ΑΘΗΡΩΜΑΤΙΚΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ

A.Δ. Κουμουτσέα,1 Σ. Χρυσανθόπουλος,2,3 Γ. Δρακίου,3 Σ. Κουρούκλης,3 K. Ξενάκης,3,4

Β. Γέρμαν,2 Ν. Χριστοδούλου,3 Α. Γαρδικιώτης,3 Κ. Λαζαρίδης,3,4 Β. Τσιλιγγίρης5

1Α' Παθολογικό Τμήμα 401 ΓΣΝΑ, 2Α' Παθολογικό Τμήμα 417 ΝΙΜΤΣ, 3Καρδιολογικό Τμήμα 401 ΓΣΝΑ, 4Καρδιολογικό Τμήμα 417

ΝΙΜΤΣ, 5Αγγειοχειρουργικό Τμήμα 401 ΓΣΝΑ, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Είναι γενικότερα γνωστό ότι το οικογενει-

ακό ιστορικό αθηροσκλήρυνσης αυξάνει τον κίνδυνο αθηρω-

ματικής στεφανιαίας νόσου. Κατά συνέπεια η αξιολόγηση των

παραγόντων κινδύνου αθηρωματικών στεφανιαίων ασθενών

με οικογενειακό ιστορικό αθηροσκλήρυνσης θεωρείται ιδιαί-

τερα χρήσιμη αν όχι αναγκαία. Υλικό-Μέθοδος: Εξετάσθηκαν

στη διάρκεια περίπου τριετίας 175 ασθενείς που υποβλήθηκαν

σε στεφανιογραφία και ισάριθμοι (175) συγγενείς τους 1ου

βαθμού στους οποίους διενεργήθηκε triplex καρωτίδων. Από

αυτούς 54 είχαν 1 (ένα) συγγενή 1ου βαθμού με αθηροσκλή-

ρυνση (ομάδα Χ), 33 είχαν >1 (περισσότερους από ένα) συγ-

γενείς 1ου βαθμού με αθηροσκλήρυνση (ομάδα Υ) δηλαδή

απλό και πολλαπλό οικογενειακό ιστορικό αντιστοίχως και 88

ασθενείς δεν είχαν συγγενή 1ου βαθμού με αθηροσκλήρυνση

(ομάδα Ζ). Αποτελέσματα: Μεταξύ των ασθενών με απλό και

πολλαπλό οικογενειακό ιστορικό η συχνότητα αιμοδυναμικά

σημαντικών στεφανιαίων στενώσεων (≥70%) δεν διαπιστώθη-

κε αυξημένη σε σύγκριση με αυτή εκείνων των ασθενών με

ελεύθερο ιστορικό (≈60–62%, p:NS). Παρακάτω φαίνονται οι

διαφορές μεταξύ των προαναφερθέντων Χ, Υ, Ζ ομάδων:

Ομάδες Χ Υ Ζ P

1 συγγενής >1 συγγενείς 0 συγγενείς <

Καπνιστές 53% 54% 67% 0,003

Θήλυ Φύλο 36% 46% 26% 0,002

Συμπεράσματα: Αντίθετα από τα αναμενόμενα, με βάση τα

ευρήματα και τα αποτελέσματα της δικής μας μελέτης, η αθη-

ρωματική στεφανιαία νόσος δεν αναδεικνύεται συχνότερη

στους ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό αθηροσκλήρυνσης

απ’ όσο στους ασθενείς εκείνους με ελεύθερο οικογενειακό

ιστορικό.

ΑΑ63

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΤΟΡΒΑΣΤΑΤΙΝΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΣΤΟΛΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΗΠΙΟΥ ΕΩΣ ΜΕΤΡΙΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΣΤΕΝΩΣΗ ΑΟΡΤΙΚΗΣ ΒΑΛΒΙΔΟΣ

Γ. Σπυρομήτρος,1 Χ. Πλιάκος,2 Α. Ζιάκας,3 Α. Λαζαρίδης2

1Γενικό Νοσοκομείο Κατερίνης, Καρδιολογική Κλινική, Κατερίνη, 2ΑΧΕΠΑ, Α' Πανεπιστημιακή Παθολογική Κλινική, Θεσσαλονίκη 3ΑΧΕΠΑ, Α' Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, Θεσσαλονίκη

Εισαγωγή-Σκοπός: Ο έλεγχος της εξέλιξης της διαστολικής

δυσλειτουργίας σε ασθενείς με ηπίου έως μετρίου βαθμού

ασβεστοποιό στένωση αορτικής βαλβίδος ένα έτος μετά από

συνεχή λήψη ατορβαστατίνης. Υλικό-Μέθοδος: Σε 27 ασθε-

νείς με ηπίου έως μετρίου βαθμού ασβεστοποιό στένωση αορ-

τικής βαλβίδος έγινε έλεγχος της διαστολικής λειτουργίας πριν

και ένα έτος μετά από χορήγηση ατορβαστατίνης. Η διαστολι-

κή λειτουργία των ασθενών ελέγχθηκε διά μέσω της διαμιτρο-

ειδικής ροής με το παλμικό Doppler, στο επίπεδο των πνευ-

μονικών φλεβών και στο ύψος του μιτροειδικού δακτυλίου με

το ιστικό παλμικό Doppler TDI. 18 ασθενείς ήταν γυναίκες, 9

άνδρες και ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 69 έτη. Αποτελέσματα:

Από τους 27 ασθενείς με ηπίου έως μετρίου βαθμού ασβεστο-

ποιό στένωση αορτικής βαλβίδος προ της έναρξης αγωγής με

ατορβαστατίνη οι 21 (77,7%) είχαν διαστολική δυσλειτουργία

τύπου παρατεταμένης χάλασης (Ι), 2 (7,4 %) είχαν ψευδοφυ-

σιολογικό τύπο διαστολικής δυσλειτουργίας (ΙΙ) και 4 (14,8%)

είχαν φυσιολογική διαστολική λειτουργία. Ένα έτος μετά από

συνεχή αγωγή με ατορβαστατίνη 21 ασθενείς (77,7%) εμφά-

νισαν διαστολική δυσλειτουργία τύπου παρατεταμένης χά-

λασης, 4 ασθενείς (14,8%) παρουσίασαν ψευδοφυσιολογικό

τύπο διαστολικής δυσλειτουργίας και 2 ασθενείς (7,4%) είχαν

φυσιολογική διαστολική λειτουργία. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι

ασθενείς με ψευδοφυσιολογικό τύπο διαστολικής δυσλειτουρ-

γίας προ της έναρξης αγωγής με ατορβαστατίνη βελτίωσαν τη

διαστολική τους λειτουργία σε τύπου παρατεταμένης χάλασης

ένα έτος μετά την αγωγή με ατορβαστατίνη. Συμπεράσματα:

Η ατορβαστατίνη φαίνεται να καθυστερεί την εξέλιξη της δι-

αστολικής δυσλειτουργίας σε ασθενείς με ηπίου έως μετρίου

βαθμού ασβεστοποιό στένωση αορτικής βαλβίδος, ασκώντας

δε ευνοϊκή επίδραση σε αυτούς με διαστολική δυσλειτουργία

ψευδοφυσιολογικού τύπου κατά την έναρξη χορήγησης.

Page 68: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

294 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ64

Η ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΛΗΨΗΣ ΣΤΑΤΙΝΩΝ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ STEMI ΠΟΥ ΠΡΟΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΕ ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Ε.Δ. Ασβεστάς, Ι. Τσιρώνης, Σ. Σαραφίδου, Γ. Σπυρομήτρος1

Καρδιολογική Κλινική Γενικό Νοσοκομείο Κατερίνης, Κατερίνη

Εισαγωγή-Σκοπός: Το οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου και κυρίως

το STEMI, αποτελεί μία απο τις κυριότερες αιτίες θανάτου, πα-

ρά τις συνεχείς θεραπευτικές εξελίξεις. Η χρήση της στατίνης,

αδιαμφισβήτητα έχει αποδείξει τη μείωση των καρδιαγγειακών

συμβαμάτων στα πλαίσια τόσο της πρωτογενούς όσο και της

δευτερογενούς πρόληψης, μέσω μηχανισμών της υποστροφής

της εξέλιξης της αθηρωματικής πλάκας, όπως και των πλειο-

τρόπων δράσεών της. Η στατιστική καταγραφή του ποσοστού

των ασθενών που προσήλθαν στο νοσοκομείο μας με STEMI και

προηγηθείσα χρήση στατινών. Υλικό-Μέθοδος: Μελετήθηκαν

51 ασθενείς που προσήλθαν στο ΤΕΠ του νοσοκομείου μας με

τη διάγνωση STEMI σε περίοδο 6 μηνών. Aπό τους 51 ασθενείς,

35 ήταν άνδρες (69%), 16 γυναίκες (31%). Ο μέσος όρος ηλικίας

ήταν 63,2 έτη Οι ασθενείς αυτοί ταξινομήθηκαν σε δύο ομάδες

με βάση την ηλικία, το φύλο, το ιστορικό ΣΝ και τη χρήση στα-

τινών προ της εισαγωγής. Αποτελέσματα: Στατίνες ελάμβαναν

συνολικά 11 ασθενείς (21%), από τους οποίους 6 άντρες (55%)

και 5 γυναίκες (45%). Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 65,45 έτη, οι

5(45%) είχαν γνωστό ιστορικό ΣΝ, οι υπόλοιποι 6(55%) δυσλιπι-

δαιμία με ή χωρίς άλλους παράγοντες κινδύνου ΣΝ. 40 ασθενείς

(79%), 29 άντρες (72%) και 11 γυναίκες (28%), δεν ελάμβαναν

στατίνη, 2(5%) είχαν γνωστό ιστορικό ΣΝ, 25 δεν ελάμβαναν

καμία αγωγή (63%), 22 είχαν έναν ή περισσότερους παράγοντες

κινδύνου ΣΝ (55%). Συμπεράσματα: Το μεγαλύτερο ποσοστό

των ασθενών και ιδιαίτερα οι άντρες, που προσέρχονται στο

ΤΕΠ με STEMI δεν λαμβάνουν στατίνες. Η χρήση στατίνης στους

ασθενείς με STEMI παρατηρείται συχνότερα σε αυτούς που εί-

χαν γνωστό ιστορικό στεφανιαίας νόσου.

ΑΑ65

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΝΗΣΩΝ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ: ΜΕΛΕΤΗ MEDIS

Γ. Χαρίσης, Δ. Παναγιωτάκος, Ε. Πολυχρονόπουλος, Α. Ζεϊμπέκης, Π. Στραβοπόδης, Ε. Γκότσης,

Β. Μπουντζιούκα, Σ. Τυροβολάς, Ι. Πρωτόπαπα, S. Piscopo, Χ. Λιονής, Α.-Λ. Ματάλα

Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Στο πλαίσιο της επιδημιολογικής μελέτης

MEDIS, εξετάστηκε εάν η φυσική δραστηριότητα των ηλικιωμέ-

νων της μελέτης συσχετίζεται με χαμηλότερο καρδιαγγειακό κίν-

δυνο. Υλικό-Μέθοδος: Κατά τη διάρκεια των ετών 2005–2009,

1812 άνδρες και γυναίκες, χωρίς ιστορικό χρόνιας νόσου, άνω των

65 ετών και μόνιμοι κάτοικοι νήσων της Μεσογείου συμμετείχαν

στη μελέτη (300 από την Κύπρο, 250 από την Μάλτα, 142 από τη

Μυτιλήνη, 100 από τη Σαμοθράκη, 150 από τη Λήμνο, 131 από

την Κρήτη, 149 από την Κέρκυρα, 115 από την Κεφαλονιά, 151

από τη Σύρο, 145 από τη Νάξο, 76 από την Ικαρία και 103 από τη

Ζάκυνθο). H σωματική δραστηριότητα αποτιμήθηκε μέσω ενός

διεθνούς ερωτηματολογίου φυσικής δραστηριότητας (IPAQ),

όπου αποτιμήθηκε το είδος, η συχνότητα (φορές/εβδομάδα) και

η διάρκεια (σε λεπτά) οποιουδήποτε τύπου σωματικής δραστη-

ριότητας. Ο καρδιαγγειακός κίνδυνος αξιολογήθηκε από την πα-

ρουσία ή όχι τεσσάρων κλασσικών παραγόντων: υπέρταση, δια-

βήτης, δυσλιπιδαιμία και παχυσαρκία. Αποτελέσματα: 45% των

συμμετεχόντων δήλωσε έστω και ελαφρά σωματικά δραστήριοι.

Η μέση τιμή του σκορ καρδιαγγειακού κινδύνου ήταν 1,47±1,07

στους άνδρες και 1,97±1,11 στις γυναίκες. Η πολυπαραγοντική

ανάλυση, σταθμισμένη ως προς διάφορους συγχυτικούς παρά-

γοντες (ηλικία, φύλο, κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, κάπνισμα,

κατάθλιψη και διατροφικές συνήθειες), ανέδειξε την επιβαρυντι-

κή επίδραση της καθιστικής ζωής στον καρδιαγγειακό κίνδυνο

(p=0,015). Συμπέρασμα: Για την προαγωγή της υγείας και της

ποιότητας ζωής των ηλικιωμένων ατόμων θα πρέπει να δοθεί

ιδιαίτερη έμφαση στην υιοθέτηση ενός σωματικά δραστήριου

τρόπου ζωής.

Page 69: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 295

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ66ΔΕΚΑΕΤΗΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ ΜΕ Ή ΧΩΡΙΣ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΝΟΣΟ

Ε. Τραϊκόγλου, Γ. Κολοβού, Σ. Νανάς, Μ. Γουρνή, Χ. Μαρβάκη, Α. Κοτανίδου

Μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, Μονάδες Εντατικής θεραπείας και Επείγουσα Νοσηλευτική, Εθνικό και Καποδιστριακό

Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ιατρική Σχολή σε σύμπραξη με το Τμήμα Νοσηλευτικής Α΄ ΤΕΙ Αθήνας, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν η εκτίμηση του λιπι-

δαιμικού προφίλ, η επίπτωση των καρδιαγγειακά συμβαμάτων και

η επιβίωσης των ασθενών κατά τη διάρκεια δεκαετούς παρακο-

λούθησης κατόπιν πρωτογενούς και δευτερογενούς αντιμετώπι-

σης. Υλικό-Μέθοδος: Αναδρομική μελέτη όπου επιλέχθηκαν τυ-

χαία 120 άτομα που προσήλθαν προς διερεύνηση στα Εξωτερικά

Ιατρεία Καρδιοχειρουργικού Νοσοκομείου της Αθήνας (χρονικό

διάστημα 1993–2003). Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποι-

ήθηκε από τους ατομικούς φακέλους και το νοσοκομειακό ηλε-

κτρονικό πληροφορικό σύστημα. Όλες οι ποσοτικές μεταβλητές

περιγράφονται ως μέσοι και τυπικές αποκλίσεις, ενώ οι ποιοτικές

μεταβλητές περιγράφονται ως απόλυτες και σχετικές (%) συχνό-

τητες. Όλοι οι έλεγχοι ήταν αμφίπλευροι, σε επίπεδο στατιστικής

σημαντικότητας P<0,05. Χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο

Stata™ (Version 9.0, Stata Corporation, College Station, TX 77845,

USA). Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε ότι η μέση ηλικία του συ-

νολικού δείγματος ήταν τα 56±12 έτη, με τους άνδρες να έχουν

μέση ηλικία τα 54±12 έτη, ενώ για τις γυναίκες ήταν τα 61±10 έτη.

Το 66,22% του δείγματος προσήλθε με οικογενειακό ιστορικό, το

49,49% με ΣΝ, το 43,9% ως καπνίζοντες, το 52,63% με ιστορικό

αρτηριακής υπέρτασης, το 21,43% με σακχαρώδη διαβήτη. Κατά

την πρώτη εξέταση, ιστορικό προηγούμενου ΟΕΜ είχε το 42,05%

του δείγματος, εκ των οποίων, το 19,1% είχε ήδη αντιμετωπιστεί

με PCI, το 4,88% είχε ιστορικό επαναστένωσης των αγγείων ενώ

το 19,88% είχε ήδη προχωρήσει σε CABG. Κατά τη διάρκεια της

10ετούς παρακολούθησης το 66,96% του δείγματος δεν εκδήλωσε

κανένα καρδιαγγειακό σύμβαμα (ΟΕΜ, ΑΕΕ, CABG, PCI) ενώ ένα

ποσοστό 1,79% κατέληξε. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν

επιπρόσθετο όφελος στη θεραπεία με στατίνες καθώς το 56,25%

του δείγματος που ελάμβαναν στατίνες, παρουσίασαν μείωση TC

(p=0,005), μείωση των TG (p=0,028), μείωση της LDL (p=0,011).

Επίσης το δείγμα που ελάμβανε φιμπράτη παρουσίασε μείωση TC

με στατιστική σημαντικότητα (p=0,013). Σύμφωνα με τα δεδομένα

στο τέλος της μελέτης παρατηρήθηκε πως όσοι κατά την έναρξη

ήταν υπερτασικοί ασθενείς παρουσίασαν στο τέλος σημαντικά με-

γαλύτερη επιβίωση-μη εκδήλωση καρδιαγγειακών εκδηλώσεων

από ότι οι μη υπερτασικοί (p=0,040) εφόσον ελέγχθηκε η υπέρ-

ταση. Επίσης παρατηρήθηκε πως στο ίδιο δείγμα οι ασθενείς που

ελάμβαναν ατορβαστατίνη παρουσίασαν σημαντικά μεγαλύτερη

επιβίωση από ότι εκείνοι που δεν ελάμβαναν το ίδιο φάρμακο

(p=0,022). Αντίθετα, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές

διαφορές ως προς την επιβίωση μεταξύ ανδρών-γυναικών, καπνι-

στών και μη κ.ο.κ. Συμπεράσματα: Η τροποποιημένη θεραπεία

αναλόγως του λιπιδαιμικού προφίλ περιλαμβάνει στατίνες ή φι-

μπράτες, για την αποτελεσματική μείωση της ολικής και της LDL-

χοληστερόλης και τη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών συμ-

βαμάτων. Η σύγχρονη αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης

προσφέρει ευνοϊκά αποτελέσματα. Η πρωτογενής και δευτερογε-

νής πρόληψη σύμφωνα με τεκμηριωμένη στρατηγική και κριτική

ανασκόπηση βοηθά ώστε να αναγνωρίζονται οι ομάδες υψηλού

κινδύνου και να μειώνεται τόσο η θνησιμότητα όσο και η θνητότη-

τα από τα καρδιαγγειακά νοσήματα.

ΑΑ67ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΦΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΣΥΣΤΟΛΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΚΟΙΛΙΑΣ ΣΕ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΞΥ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟΠ. Αγγελόπουλος,1 Χ. Χρυσοχόου,1 Δ. Παναγιωτάκος,2 Χ. Πίτσαβος,1 Κ. Λιόντου,1

Λ. Παπαδημητρίου,1 Μ. Βαβουρανάκης,1 Ε. Τσιάμης,1 Χ. Στεφανάδης1

1Α' Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», 2Τμήμα Διαιτολογίας-Διατροφής, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα

Εισαγωγή : Η τακτική φυσική δραστηριότητα έχει συσχετιστεί με

μειωμένη σοβαρότητα του οξέος στεφανιαίου συνδρόμου, μει-

ωμένη ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα και βελτιωμένη πρώιμη

πρόγνωση. Σκοπός της μελέτης είναι η εκτίμηση της σχέσης μετα-

ξύ του επιπέδου φυσικής δραστηριότητας, της ανάπτυξης συστο-

λικής δυσλειτουργίας της αριστερής κοιλίας (ΣΔΑΚ) ανάλογα με το

φύλο, σε ηλικιωμένους ασθενείς που υπέστησαν ένα οξύ στεφα-

νιαίο σύνδρομο (ΟΣΣ) και της φλεγμονής. Υλικό-Μέθοδος: Κατά

τη διάρκεια των ετών 2006–2009, 492 συνεχόμενοι ηλικιωμένοι

ασθενείς (≥65 ετών) με ένα ΟΣΣ εισήχθησαν στη μελέτη. Τα μοντέ-

λα λογαριθμιστικής παλινδρόμησης εφαρμόστηκαν προκειμένου

να εκτιμηθεί η επίδραση του επιπέδου φυσικής δραστηριότητας

στην ανάπτυξη συστολικής δυσλειτουργίας της αριστερής κοι-

λίας, όπως αυτή εκτιμήθηκε με υπερηχοκαρδιογράφημα την 5η

ημέρα της νοσηλείας και στην φλεγμονώδη απάντηση κατά την

εισαγωγή. Αποτελέσματα: Η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας

είχε μεγαλύτερη επίπτωση στις γυναίκες που ανάπτυξαν ΣΔΑΚ συ-

γκριτικά με τις υπόλοιπες γυναίκες που διατήρησαν τη συστολική

λειτουργία (46% έναντι 20%, p=0,02). Υπήρχε μια σημαντική θετι-

κή συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου φυσικής δραστηριότητας και

του κλάσματος εξώθησης στις γυναίκες (p=0,03) αλλά όχι στους

άνδρες (p=0,15). Η πολυπαραγοντική λογαριθμιστική ανάλυση

έδειξε ότι οι γυναίκες που ήταν φυσικά δραστήριες είχαν 76% χα-

μηλότερες πιθανότητες (95% CI 1–94%) να αναπτύξουν συστολική

δυσλειτουργία συγκριτικά με όσες διήγαν καθιστική ζωή. Επιπλέον,

η φυσική δραστηριότητα συσχετιζόταν αντίστροφα με τα επί-

πεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης και στα δύο φύλα (p<0,05).

Συμπέρασμα: Η μακροχρόνια υιοθέτηση ενός φυσικά δραστήρι-

ου τρόπου ζωής φαίνεται να συνεισφέρει περαιτέρω καρδιοπρο-

στασία μειώνοντας τη φλεγμονώδη απάντηση και διατηρώντας τη

συστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας σε ηλικιωμένες γυναί-

κες με ΟΣΣ αλλά όχι και στους αντίστοιχους άνδρες.

Page 70: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

296 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΑΑ68ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΤΟΥ ΟΥΡΙΚΟΥ ΟΞΕΟΣ (UA) ΣΤΟΝ ΟΡΟ ΜΕ ΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ

ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΚΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΕΠΙ ΕΔΑΦΟΥΣ ΙΣΧΑΙΜΙΚΗΣ ΚΑΡΔΙΑΚΗΣ ΝΟΣΟΥΔ. Κουμουτσέα,1,3 Σ. Κουρούκλης,2,3 Σ. Χρυσανθόπουλος,2 K. Ξενάκης,2,4 Π. Μπαρμπαγιάννης,1

Π. Θαλασσινού,1 Γ. Μαμπλέκος,2 Α. Βασιλόπουλος,2 Α. Καφαντόγιας,2 Ν. Χριστοδούλου,2

Κ. Λαζαρίδης,4 Γ. Σταυγιαννουδάκης,5 †Κ. Καραμήτσος3 1Α' Παθολογικό Τμήμα 401 ΓΣΝΑ, 2Καρδιολογικό Τμήμα 401 ΓΣΝΑ, 3Νεφρολογικό Τμήμα 401 ΓΣΝΑ, 4Καρδιολογικό Τμήμα 417

ΝΙΜΤΣ, 5Νεφρολογικό Τμήμα 417 ΝΙΜΤΣ, Αθήνα

Εισαγωγή-Σκοπός: Από παλαιότερες μελέτες είναι ήδη τεκμη-

ριωμένη η παρουσία ισχυρής συσχέτισης μεταξύ των μεταβο-

λών του ουρικού οξέος (UA) του ορού και ενός ευρέος φάσματος

παθολογικών καταστάσεων με κοινό ιδιαίτερο γνώρισμα την

ιστική υποξία. Στην εργασία μας αυτή, έγινε μία προσπάθεια δι-

ερεύνησης των μεταβολών των επιπέδων του UA του ορού σε

ασθενείς με οξεία επιδείνωση της καρδιακής ανεπάρκειας (ΚΑ)

λειτουργικού σταδίου ΙΙΙ και IV κατά NYHA, επί εδάφους ισχαι-

μικής καρδιακής νόσου (στεφανιαίας νόσου). Υλικό-Μέθοδος:

Διερευνήθηκαν 24 ασθενείς (21 άνδρες και 3 γυναίκες), μέσης

ηλικίας 76±7,4 έτη, με καρδιακή ανεπάρκεια (ΚΑ) λειτουργικού

σταδίου ΙΙΙ και IV κατά ΝΥΗΑ, επί εδάφους ισχαιμικής καρδιακής

νόσου (στεφανιαίας νόσου), για τους οποίους αποφασίσθηκε ει-

σαγωγή λόγω οξείας επιδείνωσης της κλινικής εικόνας τους. Οι

ασθενείς αυτοί είχαν αρνητικό ιστορικό για σακχαρώδη διαβή-

τη, δυσλιπιδαιμία (τρέχον αρνητικό ιστορικό), υπερουριχαιμία,

νεφρική δυσλειτουργία, ενώ είχαν δείκτη μάζας σώματος ΔΜΣ

(ΒΜΙ): 21,5±2,4 kg/m2. Στη φαρμακευτική αγωγή τους συμπερι-

λαμβάνονταν δακτυλίτιδα, διουρητικά, α-ΜΕΑ ή ΑRBs, β-απο-

κλειστές, ανταγωνιστές της αλδοστερόνης, ηπαρίνη κ.λπ.. Οι

ασθενείς μετά την εισαγωγή τους τέθηκαν σε υποπρωτεϊνική

δίαιτα, ενώ μετρήθηκαν και αξιολογήθηκαν τα επίπεδα του UA

του ορού κατά το 1ο, 3ο, και 6ο 24ωρο της νοσηλείας τους. Η

στατιστική ανάλυση και επεξεργασία καθώς και η τελική εκτίμη-

ση των ευρημάτων έγινε με τη μέθοδο t-test. Aποτελέσματα: Οι

διακυμάνσεις των επιπέδων του UA του ορού (mg/dL) φαίνονται

παρακάτω:

1o 24ωρο 3ο 24ωρο 6ο 24ωρο p

NYHA III 9,08±1,82 7,41±1,53 6,85±1,38 <0,05

NYHA IV 9,84±2,06 8,63±1,94 7,98±1,86 <0,05

Συμπεράσματα: Διαπιστώνεται παθολογική μεταβολή των επι-

πέδων του UA του ορού που σχετίζεται άμεσα με το λειτουργικό

στάδιο της KA (p<0,05). Μετά την ολοκλήρωση της νοσηλείας

διαπιστώνεται βελτίωση των τιμών του UA του ορού (p<0,05)

που σχετίζεται τόσο με τη γενικότερη βελτίωση της κλινικής ει-

κόνας των ασθενών, όσο και με τη βελτίωση της ιστικής υποξίας.

ΑΑ69Η ΣΥΓΧΟΡΗΓΗΣΗ L-ΚΑΡΝΙΤΙΝΗΣ ΜΕ ΣΙΜΒΑΣΤΑΤΙΝΗ ΜΕΙΩΝΕΙ ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΛΙΠΟΠΡΩΤΕΪΝΗΣ

(a): ΜΙΑ ΔΙΠΛΗ-ΤΥΦΛΗ ΤΥΧΑΙΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ ΜΕ ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΦΑΡΜΑΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΥΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

Ε. Λυμπερόπουλος1, Β. Νικολάου,2 Χ. Πίτσαβος,3 Ε. Μπιλιανού,4 Μ. Φλωρεντίν,1 Μ. Ελισάφ1 1Τομέας Παθολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Iωάννινα, 2Καρδιολογικό Τμήμα, Νοσοκομείου Ελληνικού Ερυθρού

Σταυρού, Αθήνα, 3Καρδιολογικό Τμήμα, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο», Αθήνα, 4Καρδιολογικό Τμήμα Τζάνειου Νοσοκομείου Πειραιά, Πειραιάς

Εισαγωγή: Τα επίπεδα της λιποπρωτεΐνης (a) [Lp(a)] αποτελούν

ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγει-

ακής νόσου. Ωστόσο, οι στατίνες δεν επηρεάζουν τα επίπεδα

της Lp(a), ενώ ελάχιστες φαρμακευτικές παρεμβάσεις έχουν δεί-

ξει ότι μπορούν να τροποποιούν τα επίπεδα της Lp(a). Σκοπός:

Ο έλεγχος της αποτελεσματικότητας και ασφάλειας της L-καρ-

νιτίνης συγχορηγούμενης με σιμβαστατίνη στα επίπεδα της

Lp(a) σε ασθενείς με μικτή δυσλιπιδαιμία. Υλικό-Μέθοδος:

Στη μελέτη εντάχθηκαν ασθενείς με επίπεδα χοληστερόλης

των χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (LDL-C)>160 mg/dL,

τριγλυκεριδίων >150 mg/dL και Lp(a) >20 mg/dL. Οι ασθενείς

τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν διπλή τυφλή αγωγή με συνδυασμό

L-καρνιτίνης σε δόση 2 g/ημέρα και σιμβαστατίνης σε δόση 20

mg/ημέρα ή placebo L-καρνιτίνης και σιμβαστατίνη σε δόση 20

mg/ημέρα επί 12 εβδομάδες. Αποτελέσματα: Στις ομάδες της

L-καρνιτίνης/σιμβαστατίνης (n=20) και placebo/σιμβαστατίνης

(n=19) μειώθηκαν σημαντικά τα επίπεδα της LDL-C (–34,5% και

–37,6%, αντίστοιχα) και των τριγλυκεριδίων (–28,3% και –26,2%,

αντίστοιχα) χωρίς σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων.

Στην ομάδα της L-καρνιτίνης/σιμβαστατίνης μειώθηκαν σημα-

ντικά τα επίπεδα της Lp(a) κατά 19,4% (από 51,6±36,6 σε 41,6

±26,6 mg/dL, p=0,01), ενώ δεν μεταβλήθηκαν σημαντικά στην

ομάδα placebo/σιμβαστατίνης (από 56,2±23,9 σε 52,4±20,9

mg/dL, p=NS). Η μείωση της Lp(a) στην ομάδα της L-καρνιτίνης/

σιμβαστατίνης ήταν σημαντικά μεγαλύτερη σε σύγκριση με την

ομάδα της placebo/σιμβαστατίνης (p<0,0001). Συμπέρασμα: Η

συγχορήγηση L-καρνιτίνης (2 g/ημέρα) με σιμβαστατίνη μειώ-

νει σημαντικά τα επίπεδα της Lp(a) σε σύγκριση με τη χορήγη-

ση μόνο σιμβαστατίνης σε ασθενείς με μικτή δυσλιπιδαιμία και

αρχικά επίπεδα Lp(a) >20 mg/dL.

Χορηγός: HELP Pharmaceuticals SA

Page 71: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Ε Υ Ρ Ε Τ Η Ρ Ι Ο Σ Υ Γ Γ Ρ Α Φ Ε Ω Ν

ACHIMASTOS A, 244, 245, 248, 250

ALEXANDRIDES T, 245, 248, 261

ATHYROS V, 244, 245, 248, 250, 258,

260, 261

BACHAROUDIS G, 261

BILIANNOU E, 245, 248

CHIMONAS T, 250, 258

CUNG M, 259

DIDANGELOS T, 260

ELISAF M, 244, 245, 248, 250, 258

GAMVRILI L, 249, 251, 291

GANOTAKIS E, 244, 245, 248, 261

GANTZ D, 239

GIOULEME O, 244

GOULOPOULOU S, 249, 251, 291

HARTWIG S, 265

HATZITOLIOS A, 260

HWA J, 263

KAKAFIKA A, 245, 260, 291, 249

KARAFILLIS G, 251

KARAGIANNIS A, 244, 245, 248, 250,

260, 261

KATSELOU M, 268

KATSIFI N, 260

KOLOVOU G, 245

KOTSIS V, 249, 251, 291

KOUROUNAKIS A, 268

KYPREOS K, 239

LEHR S, 265

LIBEROPOULOS E, 245, 248, 261

MATRALIS A, 268

MIKHAILIDIS D, 244, 245, 248, 258,

260, 261

NIKITAKIS A 268

NIKOLAOU V, 245, 258, 261

PALETAS K, 245, 261

PANAGIOTAKOS D, 250, 258

PAPAKATSIKA S, 249, 251, 291

PETRIDIS D, 244, 245, 260

PETROPOULOU P, 239

PISCOPO S, 294

PITSAVOS C, 244

RENSEN P, 239

SAVOPOULOS C, 260

SION M, 251, 291

TZIOMALOS K, 244, 245, 248, 260, 261

WANG Y, 239

Α

ΑΓΑ Χ, 273

ΑΓΓΕΛΗ Ε, 287

ΑΓΓΕΛΗΣ Α, 259, 280

ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Π, 280, 296

ΑΓΓΟΥΡΙΔΗΣ Α, 283

ΑΓΟΡΟΓΙΑΝΝΗΣ Γ, 262

ΑΓΡΟΓΙΑΝΝΗΣ Γ, 267

ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΥ Β, 244

ΑΘΥΡΟΣ Β, 249

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Μ, 265

ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ Ι, 267, 271

ΑΝΔΡΕΟΥ Ι, 259, 286

ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ Ο, 248, 273, 281, 287

ΑΝΤΩΝΙΟΥ Χ, 246, 259

ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ Σ, 242, 265, 268,

269, 282

ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ Μ, 257

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Φ, 269

ΑΡΑΜΠΑΤΖΗ Κ, 282

ΑΡΓΥΡΗ Ε, 273, 261

ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ Μ, 272

ΑΡΔΑΒΑΝΗΣ Α, 290

ΑΣΒΕΣΤΑΣ Ε, 294

ΑΣΛΑΝΟΓΛΟΥ Δ, 277

ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ Π, 275, 286, 288, 289

B

ΒΑΒΟΥΡΑΝΑΚΗΣ Μ, 280, 296

ΒΑΪΝΑ Σ, 240

ΒΑΛΙΑΝΟΥ Ν, 275, 288, 289, 275, 286

ΒΑΡΕΛΑ Α, 240, 262

ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ Α, 297

ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ Σ, 254

ΒΕΖΥΡΑΚΗΣ Π, 272

ΒΕΜΜΟΣ Κ, 255–258, 260, 280, 290

ΒΕΜΜΟΥ Α, 257

ΒΛΑΣΕΡΟΥ Ο, 288

ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗ Ι, 242

ΒΛΑΧΟΣ Ι, 267, 274

ΒΟΓΙΑΤΖΑΚΗΣ Ε, 275, 286, 288, 289

ΒΟΓΙΑΤΖΗ Γ, 283, 287

ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ Σ, 247, 284, 287

ΒΟΥΤΣΑΔΑΚΗ Ε, 284

ΒΡΕΝΤΖΟΣ Γ, 251

Γ

ΓΑΒΡΙΕΛΗ Α, 285, 289

ΓΑΖΗ Ε, 243, 269

ΓΑΛΙΑΤΣΑΚΟΣ Ν, 281

ΓΑΝΩΤΑΚΗΣ Ε, 251

ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΟΣ-ΚΑΚΟΛΥΡΗΣ Π, 268

ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗΣ Α, 293

ΓΕΡΜΑΝ Β, 245, 293

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι, 254

ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ Μ, 282

ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ Ε, 260

ΓΙΑΚΟΥΜΗ Ε, 286

ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΛΙΑ Μ, 243, 289

ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΛΙΑ Δ, 248, 285

ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ Α, 281

ΓΙΑΣΣΑΣ Σ, 277

ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ Α, 275, 286, 288

ΓΚΑΚΝΗ Δ, 287

ΓΚΕΛΕΡΗΣ Π, 249

ΓΚΟΤΗΣ Ε, 294, 288

ΓΟΥΔΕΒΕΝΟΣ Ι, 255–260, 262, 266,

280, 290

ΓΟΥΡΝΗ Μ, 295

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑΚΗ Ε, 279

ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ Ν, 254

ΓΡΙΒΕΑΣ Ι, 277

Δ

ΔΑΒΟΣ Κ, 240, 262

ΔΑΜΙΑΝΙΔΗ Λ, 248

ΔΑΣΚΑΛΟΥ Ε, 284

ΔΕΛΑΠΟΡΤΑ Σ, 247, 284, 287

ΔΕΜΙΡΗ Μ, 276

ΔΕΡΔΕΜΕΖΗΣ Χ, 272

ΔΗΛΑΝΑΣ Μ, 245

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ Δ, 277

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α, 262, 266

ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ Δ, 276, 290

ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ Κ, 268, 270

ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ Ε, 287

ΔΟΥΚΙΑΝΤΖΑΚΗΣ Ε, 273

ΔΟΥΛΑΜΗΣ Η, 273, 274

ΔΟΥΛΓΕΡΑΚΗΣ Δ, 245

ΔΟΥΡΛΙΟΥ Β, 250, 291

ΔΡΑΚΙΟΥ Γ, 293

ΔΡΙΤΣΑ Β, 267, 271

ΔΡΟΓΚΑΡΗ Ε, 252, 292

Ε

ΕΛΙΣΑΦ Μ, 239, 243, 246, 247, 254,

259, 269, 270, 272, 274, 283, 298

ΕΥΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Α, 289, 275, 286,

288

ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ Α, 272

ΕΥΘΥΜΙΟΥ Β, 255, 256, 258

ΕΥΘΥΜΙΟΥ Η, 257

ΕΥΘΥΜΙΟΥ Μ, 263

Ζ

ΖΑΓΑΡΕΛΟΣ Π, 245

ΖΑΡΟΜΥΤΙΔΟΥ Μ, 247, 283, 284

ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ Ρ, 282

ΖΕΪΜΠΕΚΗΣ Α, 288, 294

ΖΕΝΙΩΔΗ Μ, 251

ΖΗΣΙΜΟΣ Γ, 285

ΖΗΣΙΜΟΣ Κ, 247

ΖΙΑΚΑΣ Α, 293

ΖΙΝΤΖΑΡΑΣ Η, 278

ΖΛΑΤΙΝΣΤΗ Α, 273

ΖΟΥΛΙΑ Β, 247, 284, 287

Η

ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Δ, 267

ΗΡΑΚΛΕΙΑΝΟΥ Σ, 278

Θ

ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ Π, 245, 277, 297

ΘΩΜΑΪΔΟΥ Α, 264

Ι

ΙΑΤΡΙΔΗ Β, 248

ΙΩΑΝΝΙΔΗ Α, 260, 290

Κ

ΚΑΒΟ Α, 265

ΚΑΙΣΑΡΗ Π, 243

ΚΑΛΑΘΑΡΑ Κ, 282

ΚΑΛΑΝΤΖΗ Κ, 262, 266, 280

ΚΑΝΤΑΣ Δ, 257, 260, 290

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Α, 249

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΙΔΗΣ Α, 281

ΚΑΡΑΓΚΙΟΥΖΗΣ ΓΡ, 267

ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ Κ, 245, 277, 297

ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ Χ, 242

ΚΑΡΑΤΖΑΣ Θ, 267

ΚΑΡΑΤΣΙΚΑΚΗ-ΒΛΑΜΗ Ν, 287

ΚΑΡΥΔΗΣ Α, 273

ΚΑΡΦΟΠΟΥΛΟΥ Ε, 289

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Κ, 247

ΚΑΣΤΟΡΙΝΗ Χ, 255–258, 260, 280,

290

ΚΑΤΣΑΓΩΝΗ Χ, 275, 286, 289

ΚΑΤΣΑΡΟΥ Α, 257, 260

ΚΑΤΣΑΡΟΥ Χ, 248

ΚΑΤΣΙΚΗ Ν, 257

ΚΑΤΣΙΜΠΟΥΛΑΣ Μ, 240

ΚΑΦΑΝΤΟΓΙΑΣ Α, 297

ΚΕΗ Α, 254, 272

ΚΙΚΑΣ Π, 264

ΚΙΟΡΤΣΗΣ Δ, 272

ΚΙΡΚΙΝΕΣΚΑ Λ, 291

ΚΙΤΡΑΚΗ Ε, 267

ΚΛΕΙΑΣΙΟΣ Π, 279

ΚΟΛΟΒΟΥ Β, 255, 270

ΚΟΛΟΒΟΥ Γ, 255, 270, 295

ΚΟΝΙΔΑΡΗ Ζ, 280

ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ Β, 263

ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ Μ, 282

ΚΟΝΤΟΥ Ν, 276, 290

ΚΟΡΟΜΠΟΚΗ Ε, 258, 280

ΚΟΡΟΣ Χ, 267

ΚΟΡΟΥ Λ, 267, 274

ΚΟΤΑΝΙΔΟΥ Α, 295

ΚΟΤΡΟΓΙΑΝΝΗΣ Ι, 259

ΚΟΥΚΟΥΛΗ Μ, 244, 278

ΚΟΥΛΟΥΣΙΟΣ Κ, 250, 291

ΚΟΥΜΑΡΑΣ Χ, 249

ΚΟΥΜΟΥΤΣΕΑ Α, 293

ΚΟΥΜΟΥΤΣΕΑ Δ, 245, 297

ΚΟΥΜΟΥΤΣΕΑ Σ, 277

ΚΟΥΜΠΙΤΣΚΙ Α, 281

ΚΟΥΡΟΥΚΛΗΣ Σ, 277, 293, 297

ΚΟΥΣΙΑΠΠΑΣ Π, 263

ΚΟΥΤΟΥΛΑΚΗΣ Ε, 267

ΚΟΥΤΣΙΚΑΣ Κ, 284

ΚΡΟΜΜΥΔΑ Ζ, 279

ΚΥΒΕΛΟΥ Σ, 286

ΚΥΠΡΑΙΟΣ Δ, 276

ΚΥΠΡΑΙΟΣ Κ, 265

ΚΥΡΙΑΚΟΥ Ε, 263

ΚΥΡΙΤΣΗΣ Α, 254

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ Σ, 255, 264

ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ Π, 274

ΚΩΣΤΑΠΑΝΟΣ Μ, 246, 247, 256

ΚΩΣΤΑΡΑ Χ, 259, 269

ΚΩΤΣΙΟΥ Α, 266

ΚΩΤΤΟΥΛΑΣ ΧΡ, 267

Λ

ΛΑΓΟΣ Κ, 243

ΛΑΓΟΥΔΑΚΟΥ Σ, 281

Page 72: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

298 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

© 2011 Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης

ΛΑΖΑΝΑΣ Μ, 268

ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ Α, 293

ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ Κ, 293, 297

ΛΑΖΑΡΟΣ Γ, 281

ΛΑΖΑΡΟΣ Λ, 254

ΛΕΛΕΚΗΣ Ι, 269

ΛΙΝΟΥ Α, 276, 290

ΛΙΟΝΗΣ Χ, 288, 294

ΛΙΟΝΤΟΥ Κ, 280, 296

ΛΙΟΥΔΑΚΗ Ε, 251

ΛΙΤΣΑΡΔΟΠΟΥΛΟΥ Α, 257

ΛΥΜΠΕΡΗ Μ, 287

ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Ε, 243, 254, 269,

270, 274, 283, 298

Μ

ΜΑΓΚΑΦΑΣ Ν, 268

ΜΑΓΚΟΥ Δ, 257

ΜΑΚΑΡΙΟΥ Σ, 243, 283

ΜΑΛΤΕΖΟΣ Ε, 255

ΜΑΜΑΡΕΛΗΣ Ι, 267

ΜΑΜΠΛΕΚΟΣ Γ, 297

ΜΑΝΙΟΣ Ι, 248, 273, 279, 281, 282,

284, 287

ΜΑΝΩΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Ε, 255

ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ Κ, 281

ΜΑΡΒΑΚΗ Χ, 295

ΜΑΡΓΑΖΑΣ Α, 281

ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ Α, 282

ΜΑΡΓΙΩΛΑ Π, 287

ΜΑΡΙΝΟΣ Γ, 284

ΜΑΡΚΟΥΛΑ Σ, 254

ΜΑΣΟΥΡΑ Κ, 241, 252, 253, 286

ΜΑΣΤΟΡΑΚΗΣ Γ, 244

ΜΑΤΑΛΑ Α, 294

ΜΑΥΡΕΑΣ Β, 247

ΜΑΥΡΟΓΕΝΗ Ε, 251

ΜΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗ Χ, 248, 279

ΜΕΓΑΣ Ι, 245

ΜΕΛΙΔΩΝΗΣ Α, 244, 278

ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ Γ, 246, 259

ΜΕΤΑΞΑ Β, 241, 252, 253, 283

ΜΗΛΙΟΥ Α, 241, 253, 283

ΜΗΛΙΩΝΗΣ Χ, 246, 254–258, 260,

280, 283, 290

ΜΗΤΡΟΓΙΑΝΝΗ Ζ, 272, 274

ΜΙΕΛΛΙΔΗ Α, 265

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ Κ, 284

ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ Δ, 247, 284, 287

ΜΙΧΕΛΗ Ε, 279

ΜΟΛΛΑΚΗ Β, 252, 292

ΜΟΣΧΩΝΗΣ Γ, 248, 273, 279, 281,

284, 287

ΜΟΥΤΖΟΥΡΗ Ε, 239, 246

ΜΠΑΪΡΑΚΤΑΡΗ Ε, 259, 269

ΜΠΑΛΑΦΟΥΤΗ Κ, 288

ΜΠΑΛΤΑΤΖΗ Μ, 250, 257, 291

ΜΠΑΡΜΠΑΓΙΑΝΝΗΣ Π, 297

ΜΠΑΡΜΠΕΤΣΕΑΣ Ι, 275, 275, 286,

288, 289

ΜΠΑΣΔΡΑ Ε, 240, 262

ΜΠΑΣΙΟΥΚΑΣ Σ, 290

ΜΠΙΚΑ Ε, 255

ΜΠΙΛΙΑΝΟΥ Ε, 244, 278, 298

ΜΠΙΤΣΗ Σ, 255, 256, 258

ΜΠΟΖΑΤΖΗ Π, 265

ΜΠΟΝΟΥ Μ, 275, 286, 288, 289

ΜΠΟΥΓΑΤΣΑ Β, 291

ΜΠΟΥΓΙΟΥΚΑΣ Κ, 281

ΜΠΟΥΖΙΑΝΑ Σ, 257

ΜΠΟΥΝΤΖΙΟΥΚΑ Β, 275, 286, 288,

289, 294

ΜΠΟΥΤΖΟΥΡΗ Ε, 283

ΜΠΡΙΛΗ Σ, 246, 259

ΜΥΛΩΝΑΚΗΣ Χ, 285

ΜΥΡΟΥ Α, 250, 291

Ν

ΝΑΝΑΣ Σ, 295

ΝΙΚΑΣ Γ, 244

ΝΙΚΟΛΑΟΥ Β, 255, 256–258, 260, 280,

290, 298

ΝΟΜΙΚΟΣ T, 265, 273, 269

ΝΤΑΪΟΣ Γ, 257

ΝΤΑΛΑΣ Ι, 262, 266

ΝΤΕΤΟΠΟΥΛΟΥ Π, 265, 269

ΝΤΟΚΟΥ Α, 290

Ξ

ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΥ Μ, 282

ΞΕΝΑΚΗΣ Κ, 293, 297

ΞΥΝΟΠΟΥΛΟΣ Δ, 276, 290

Ο

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Ε, 241, 246, 247, 252,

253, 283, 284, 287

Π

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΣ Δ, 246, 255–258,

260, 275, 276–280, 285, 286, 288,

289, 290, 296

ΠΑΝΟΠΟΥΛΟΣ Χ, 276

ΠΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Α, 267, 273

ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Α, 240, 262

ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Α, 249

ΠΑΠΑΓΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ Γ, 280

ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ Ι, 251

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Λ, 296

ΠΑΠΑΖΗ Ζ, 279

ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Α, 259

ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ Γ, 282

ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Θ, 240

ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Κ, 284

ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Β, 268, 270

ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ Χ, 292

ΠΑΠΑΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Σ, 245, 277

ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΑΔΗ Χ, 268

ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ Κ, 274

ΠΑΤΗΝΕΙΩΤΗ Ι, 265

ΠΑΤΙΚΑΣ Δ, 273

ΠΑΥΛΙΔΗΣ Α, 250, 291

ΠΕΡΡΕΑ Δ, 267, 273, 274

ΠΕΤΡΑΚΗ Μ, 263

ΠΕΤΡΙΔΟΥ Α, 284

ΠΙΠΕΡΗ Χ, 240, 262

ΠΙΣΣΑΡΙΔΗ Κ, 267, 271

ΠΙΣΤΑΛΜΑΤΖΙΑΝ Ν, 276

ΠΙΤΣΑΒΟΣ Χ, 241, 243, 246, 247, 252,

253, 259, 280, 281, 283–287, 296,

298

ΠΛΙΑΚΟΣ Χ, 293

ΠΛΥΤΑΡΙΑ Σ, 247, 284, 287

ΠΟΛΙΤΗ Κ, 240

ΠΟΛΙΤΙΔΟΥ Ε, 248

ΠΟΛΥΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ Ε, 276, 278,

279, 288, 290, 294, 288

ΠΟΥΛΙΔΑΚΗΣ Ε, 285

ΠΡΕΚΑΣ Χ, 288

ΠΡΟΓΙΑΣ Π, 252, 292

ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ Ι, 294

Ρ

ΡΑΓΙΑ Γ, 255

ΡΑΛΛΙΔΗΣ Λ, 265

ΡΑΠΤΗΣ Ι, 250

ΡΙΖΟΣ Ε, 274

ΡΙΖΟΣ Χ, 254, 270, 274, 283

ΡΟΥΣΟΥΛΗ Κ, 239

Σ

ΣΑΒΒΑΡΗ Π, 256, 290

ΣΑΒΒΑΣ Κ, 247

ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ Χ, 250, 257, 291

ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ, 265

ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Α 279

ΣΑΠΟΥΝΑΚΗΣ Κ, 266

ΣΑΡΑΦΙΔΟΥ Σ, 294

ΣΙΑΣΟΣ Γ, 247, 284, 285

ΣΙΑΤΙΤΣΑ Π, 273

ΣΙΓΑΛΑ Φ, 262

ΣΙΔΕΡΑ Π, 250

ΣΙΩΠΗ Κ, 281

ΣΚΑΜΝΑΚΗ Β, 261

ΣΚΑΠΙΝΑΚΗΣ Π, 247

ΣΚΕΝΔΕΡΗ Α, 248

ΣΚΟΥΛΑΡΙΓΚΗΣ Ι, 278

ΣΚΟΥΛΗ Γ, 287

ΣΚΟΥΜΑ Α, 252, 292

ΣΚΟΥΜΑΣ Ι, 241, 243, 252, 253, 281,

285

ΣΟΥΠΟΣ Ν, 276, 290

ΣΠΕΓΓΟΣ Κ, 254

ΣΠΥΡΕΛΗ Ε, 285

ΣΠΥΡΟΜΗΤΡΟΣ Γ, 293, 294

ΣΤΑΚΟΣ Δ, 264

ΣΤΑΜΑΤΑΚΗΣ Γ, 242, 268, 269, 270

ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Κ, 292

ΣΤΑΥΓΙΑΝΝΟΥΔΑΚΗΣ Γ, 297

ΣΤΑΥΡΙΝΟΥ Ε, 249

ΣΤΕΦΑΝΑΔΗΣ Χ, 240, 241, 243, 246,

247, 252, 253, 259, 273, 280, 281,

283–287, 296

ΣΤΡΑΒΟΠΟΔΗΣ Π, 294

ΣΤΡΑΤΙΚΟΣ Ε, 261

ΣΤΡΙΛΑΚΟΥ Α, 244

Τ

ΤΑΝΑΓΡΑ Σ, 273

ΤΑΥΡΙΔΟΥ Α, 255

ΤΕΛΛΗΣ Κ, 239, 246, 262, 269, 270

ΤΕΝΤΕΣ Ι, 264

ΤΕΣΣΕΡΟΜΜΑΤΗ Χ, 266

ΤΖΑΚΟΣ Α, 263

ΤΖΑΝΕΤΑΚΟΥ Ε, 273, 274

ΤΖΗΜΟΥ Μ, 249

ΤΖΙΑΚΑΣ Δ, 255, 264

ΤΖΙΑΛΛΑΣ Δ, 247

ΤΖΙΒΡΑΣ Δ, 273, 274

ΤΖΙΟΜΑΛΟΣ Κ, 250, 257, 291

ΤΙΛΕΛΗ Ν, 243, 282

ΤΟΥΝΤΑΣ Γ, 278, 279

ΤΟΥΣΟΥΛΗΣ Δ, 246, 247, 259, 273,

284

ΤΡΑΪΚΟΓΛΟΥ Ε, 295

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ Γ, 247, 284, 286,

287

ΤΡΙΧΙΑ Ε, 255, 258, 290

ΤΡΥΠΟΣΚΙΑΔΗΣ Φ, 244, 278

ΤΡΥΦΩΝΟΠΟΥΛΟΣ Δ, 290

ΤΣΑΛΗΣ Γ, 284

ΤΣΑΝΤΙΛΑΣ Α, 246

ΤΣΕΛΕΠΗΣ Α, 239, 246, 254, 262, 263,

266, 269, 270, 272

ΤΣΕΤΣΕΚΟΥ Ε, 252

ΤΣΙΑΜΗΣ Ε, 280, 296

ΤΣΙΑΧΡΗΣ Δ, 286, 287

ΤΣΙΚΝΗ Χ, 284

ΤΣΙΚΡΙΚΑ Π, 265

ΤΣΙΛΙΓΓΙΡΗΣ Β, 293

ΤΣΙΛΙΓΙΑΝΝΗ Ι, 288

ΤΣΙΜΙΧΟΔΗΜΟΣ Β, 272

ΤΣΙΡΩΝΗΣ Ι, 294

ΤΣΙΤΣΙΝΑΚΗΣ Γ, 246, 281, 283, 285,

286

ΤΣΟΓΚΑΣ Ν, 268

ΤΣΟΥΚΑΤΟΣ Δ, 264

ΤΣΟΥΜΑΝΗ Μ, 262, 263, 266

ΤΣΟΥΠΡΑΣ Α, 268

ΤΥΡΟΒΟΛΑΣ Χ, 278, 279, 294

Φ

ΦΑΠΠΑ Ε, 243

ΦΕΛΕΚΟΣ Ι, 281

ΦΙΛΙΠΠΑΤΟΣ Θ, 269, 272

ΦΛΟΡΕΝΤΙΝ Μ, 243, 270, 298

ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ Ε, 242, 265, 268,

269, 282, 285, 289

ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Ι, 245, 277

Χ

ΧΑΛΙΚΙΑΣ Γ, 264

ΧΑΛΛΑ Α, 243

ΧΑΝΙΑ Μ, 292

ΧΑΡΙΣΗΣ Γ, 294

ΧΑΤΖΗΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Ι, 245

ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ Δ, 254

ΧΑΤΖΗΤΟΛΙΟΣ Α, 250, 257, 291

ΧΙΝΗ Μ, 268

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Ν, 293, 297

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΑΤΟΥ Ε, 246

ΧΡΟΝΗ Α, 261, 263

ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ Σ, 245, 293, 297

ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ Χ, 246, 247, 259, 280,

281, 283–287, 296

Ψ

ΨΑΛΤΟΠΟΥΛΟΥ Θ, 276, 283, 290

ΨΑΡΡΑ Α, 268

ΨΙΑΝΟΥ Κ, 257

Page 73: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 299

Η «EΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ», έκδοση της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης, έχει στόχο τη συνεχή επιμόρφωση επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων όπως Ιατρών, Βιολόγων, Βιοχημικών, Διαιτολόγων, κ.λπ. σε θέματα που αφορούν στην παθογένεια, τη διάγνωση και τη θεραπεία της αθηρωματικής νόσου. Για την πραγμάτωση αυτού του σκοπού δημοσιεύ-ονται στο περιοδικό:

1. Άρθρα Σύνταξης. Σύντομα άρθρα ανασκόπησης σε επίκαιρα ή και αμ-φιλεγόμενα θέματα σχετικά με την αθηροσκλήρωση και την καρδιαγγειακή νόσο, χωρίς περίληψη (με έως και τρεις λέξεις κλειδιά), τα οποία γράφονται με προτροπή της Συντακτικής Επιτροπής.

2. Ανασκοπήσεις. Ολοκληρωμένες αναλύσεις επίκαιρων θεμάτων σχετι-κών με την αθηροσκλήρωση και την καρδιαγγειακή νόσο.

3. Ερευνητικές εργασίες. Κλινικές δοκιμές, πειραματικές και επιδημιο-λογικές μελέτες προοπτικού ή αναδρομικού χαρακτήρα σχετικές με την αθη-ροσκλήρωση, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν με βάση ερευνητικό πρωτόκολλο, το οποίο θα περιγράφεται αναλυτικά στη μεθοδολογία. Οι εργασίες αυτές θα πρέπει να περιέχουν πρωτότυπα αποτελέσματα (εξαιρούνται τα αποτελέσμα-τα που έχουν δημοσιευτεί με τη μορφή περιλήψεων σε επιστημονικά). Οι κλι-νικές και οι επιδημιολογικές μελέτες που αφορούν στον Ελληνικό πληθυσμό και έχουν γενικότερο ενδιαφέρον δημοσιεύονται κατά προτεραιότητα. Κατ’ εξαίρεση και μετά από απόφαση της Συντακτικής Επιτροπής δύνανται να δη-μοσιευθούν αυτούσιες ερευνητικές εργασίες Ελλήνων επιστημόνων, οι οποίες δημοσιεύθηκαν σε έγκριτα διεθνή περιοδικά και των οποίων τα αποτελέσματα αφορούν άμεσα στον ελληνικό χώρο. Οι εργασίες αυτές μεταφράζονται με τη φροντίδα των συγγραφέων οι οποίοι και μεριμνούν για την εξασφάλιση γρα-πτής άδειας από τους έχοντες τα πνευματικά δικαιώματα.

4. Κλινικές απόψεις. Διαγνωστική, θεραπευτική και επιδημιολογική προ-σέγγιση διαφόρων κλινικών εκδηλώσεων της αθηρωματικής νόσου, με δεδομέ-να τα οποία παρουσιάζονται κατά προτίμηση με τη μορφή αλγορίθμου.

5. Ενδιαφέροντα περιστατικά. Γίνονται δεκτά άρθρα (μέχρι 6 συγγρα-φείς), τα οποία αφορούν σε νέες ή πολύ σπάνιες κλινικές εκδηλώσεις της αθη-ρωματικής νόσου, στις οποίες εφαρμόστηκαν νέα διαγνωστικά κριτήρια και για τα οποία ακολουθήθηκε νέα θεραπευτική προσέγγιση.

6. Συνέδρια, σεμινάρια, στρογγυλά τραπέζια. Περιλήψεις ή σύντομα κείμενα ομιλιών σε συνέδρια, σεμινάρια ή στρογγυλά τραπέζια σχετικά με την αθηροσκλήρωση που διοργανώνει ή θέτει υπό την αιγίδα της η Ελληνική Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης ή περιλήψεις που ανακοινώθηκαν με τη μορφή αναρτημένων ανακοινώσεων (posters) σε συνέδρια της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης.

7. Βιβλιοπαρουσιάσεις. Αναφέρονται ο τίτλος του βιβλίου, οι συγγραφείς, η χρονολογία και ο τόπος έκδοσης, ο εκδοτικός οίκος και η τιμή πώλησης.

8. Γράμματα προς τη Σύνταξη. Περιέχουν κρίσεις για δημοσιευμένα άρθρα, πρόδρομα αποτελέσματα εργασιών, παρατηρήσεις για ανεπιθύμητες ενέργειες, κρίσεις για το περιοδικό κ.λπ. Δημοσιεύονται ενυπόγραφα.

Προηγούμενη ή ταυτόχρονη δημοσίευση. Τα άρθρα, που υποβάλλο-νται στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ, θα θεωρούνται για δημοσίευση με την προϋπόθεση ότι τα αποτελέσματα ή το ίδιο κείμενο δεν έχουν δημοσιευθεί και δεν έχουν υποβληθεί για δημοσίευση σε άλλο περιο-δικό. Ο υπεύθυνος για την αλληλογραφία συγγραφέας πρέπει οπωσδήποτε να αναφέρει στη συνοδευτική επιστολή, ότι η εργασία δεν έχει υποβληθεί για δημοσίευση σε άλλο περιοδικό. Μπορούν όμως να δημοσιευθούν οριστικά αποτελέσματα εργασιών που έχουν δημοσιευτεί υπό τη μορφή πρόδρομης ανακοίνωσης. Αν έχουν κατά οποιονδήποτε τρόπο δημοσιευθεί πρόδρομα αποτελέσματα, θα πρέπει να συνυποβάλονται αντίγραφα των δημοσιεύσεων αυτών σε μορφή PDF.

Υποβολή εργασιών. Γίνονται δεκτές εργασίες στην ελληνική ή αγγλική γλώσσα. Τα προς δημοσίευση άρθρα υποβάλλονται ηλεκτρονικά σε μορφή

PDF στον υπεύθυνο γραμματείας σύνταξης Δρ Τέλλη Κωνσταντίνο (Εργα-στήριο Βιοχημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 45 110 Ιωάννινα, Τηλ.: 26510-08326, Fax: 26510-08785, Ε-mail: [email protected]). Το άρθρο πρέπει να συνοδεύεται από επιστολή, που υπογράφε-ται από τον υπεύθυνο για την αλληλογραφία συγγραφέα και υποβάλλεται επίσης ηλεκτρονικά σε μορφή PDF. Η συνοδευτική επιστολή πρέπει να πε-ριλαμβάνει δήλωση ότι η εργασία έχει εγκριθεί από όλους τους συγγραφείς. Επίσης ο υπεύθυνος για την αλληλογραφία συγγραφέας πρέπει να υποβάλει ηλεκτρονικά σε μορφή PDF το ειδικό έντυπο της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ, υπογεγραμμένο από όλους τους συγγραφείς με το οποίο τα πνευματικά δικαιώματα μεταβιβάζονται στο περιοδικό. Σε περίπτωση υπο-βολής ερευνητικής εργασίας δημοσιευμένης σε περιοδικό του εξωτερικού για αναδημοσίευση, θα τονίζεται ρητά ότι οι συγγραφείς έχουν εξασφαλίσει την έγγραφη άδεια των εχόντων τα πνευματικά δικαιώματα, η οποία και θα επισυνάπτεται. Όταν η εργασία γίνει αποδεκτή, το τελικό διορθωμένο κείμενο υποβάλλεται ηλεκτρονικά σε μορφή WORD και PDF. Ό,τι δημοσιεύεται στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ, δεν επιτρέπεται να αναδημοσι-ευθεί χωρίς γραπτή έγκριση του Διευθυντή Σύνταξης.

Έκταση άρθρων. Τα άρθρα σύνταξης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 1000 λέξεις. Οι ανασκοπήσεις δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 5000 λέξεις συμπερι-λαμβανομένων των πινάκων, των τίτλων των εικόνων και της βιβλιογραφίας και μπορούν να περιέχουν έως 3 εικόνες. Η Σύνταξη διατηρεί το δικαίωμα δημοσίευσης ανασκοπήσεων με μεγαλύτερη έκταση. Οι ερευνητικές εργα-σίες πρέπει να είναι συντομότερες και γενικά να μην υπερβαίνουν τις 4000 λέξεις συμπεριλαμβανομένων των πινάκων, των τίτλων των εικόνων και της βιβλιογραφίας, και μπορούν να περιέχουν έως 6 εικόνες. Οι κλινικές απόψεις δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 1.500 λέξεις, τα ενδιαφέροντα περιστατικά τις 1.000 λέξεις και τα γράμματα προς τη Σύνταξη τις 500 λέξεις.

Δομή του κειμένου. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΘΗΡΟΣΚΛΗΡΩΣΗΣ έχει αποδεχθεί τις oμοιόμορφες απαιτήσεις για τα Βιοϊατρικά Περιοδικά (σύ-στημα Vancouver) και οι οδηγίες της προς τους συγγραφείς είναι σύμφωνες με τις απαιτήσεις αυτές. Τα κείμενα πρέπει να δακτυλογραφούνται σε διπλό διάστημα συνηθισμένων διαστάσεων (ISO A4 210×297 mm), με περιθώρια τουλάχιστον 3,5 cm. Πρέπει να χρησιμοποιούνται ξεχωριστές σελίδες για τον τίτλο, την περίληψη και τις λέξεις-κλειδιά, το κυρίως κείμενο, τις ευχαριστίες, τη βιβλιογραφία, τους πίνακες και τους τίτλους των εικόνων.

Σελίδα τίτλου. Περιλαμβάνει (α) τον τίτλο του άρθρου (μέχρι 12 λέξεις), (β) βραχύ τίτλο (όχι μεγαλύτερο των 50 χαρακτήρων), (γ) ονόματα συγγρα-φέων (στην ονομαστική) και τίτλο, (δ) το νοσοκομείο (ή νοσοκομεία), την κλινική (ή κλινικές), το εργαστήριο (ή εργαστήρια) όπου πραγματοποιήθηκε ή εργασία, (ε) πλήρη ταχυδρομική διεύθυνση, αριθμό τηλεφώνου και FAX καθώς και διεύθυνση e-mail του υπεύθυνου για επικοινωνία συγγραφέα. Σε περίπτωση αναδημοσίευσης ερευνητικής εργασίας θα αναγράφεται επιπλέον ο πρωτότυπος τίτλος, το περιοδικό στο οποίο δημοσιεύθηκε καθώς και το έτος, ο τόμος και οι σελίδες του περιοδικού.

Περίληψη και λέξεις ευρετηρίου. Οι περιλήψεις των ανασκοπήσεων και των ερευνητικών εργασιών πρέπει να αποτελούνται το πολύ από 250 λέξεις, ενώ αυτές των επίκαιρων θεμάτων και των περιγραφών περιπτώσεων ασθενών, το πολύ από 150 λέξεις. Για τις ανασκοπήσεις πρέπει να εφαρμόζονται οι περιγρα-φικές περιλήψεις (descriptive), οι οποίες αναφέρουν συνοπτικά όλα τα κεφάλαια που περιέχει το άρθρο και σημαντικά συμπεράσματα. Οι περιλήψεις των ερευ-νητικών εργασιών πρέπει να χωρίζονται σε τέσσερεις παραγράφους, οι οποίες φέρουν κατά σειρά την ακόλουθη επικεφαλίδα: Σκοπός, Υλικό-Μέθοδος, Αποτε-λέσματα, Συμπεράσματα. Μετά την περίληψη παρατίθενται 3–10 λέξεις κλειδιά. Οι λέξεις αυτές πρέπει να αντιστοιχούν στους διεθνείς όρους που χρησιμοποιεί το Index Medicus-MESH Ελλάς, Έκδοση ΕΙΣ, ΙΑΤΡΟΤΕΚ.

Κείμενο. Οι ερευνητικές εργασίες αποτελούνται συνήθως από τα κεφά-λαια: Εισαγωγή, Υλικό ή ασθενείς και μέθοδος, Αποτελέσματα, Συζήτηση. Η εισαγωγή περιλαμβάνει τις απαραίτητες βιβλιογραφικές παραπομπές και ανα-

ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

Page 74: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

300 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

φέρει τον λόγο για τον οποίο πραγματοποιήθηκε η εργασία. Στη μεθοδολογία περιγράφεται το πρωτόκολλο, με βάση το οποίο εξελίχθηκε η έρευνα. Ανα-φέρονται λεπτομερώς ο τρόπος επιλογής ασθενών ή οποιουδήποτε υλικού, καθώς και η μέθοδος η οποία εφαρμόστηκε, ώστε η ίδια έρευνα να μπορεί να αναπαραχθεί από μελλοντικούς ερευνητές. Στην περίπτωση ερευνών που αφορούν σε ανθρώπους, πρέπει να τονίζεται ότι η έρευνα πραγματοποιήθη-κε με βάση τη Διακήρυξη του Ελσίνκι (1975). Οι φαρμακευτικές ουσίες που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη πρέπει να αναφέρονται με την κοινόχρηστη ονομασία τους. Περιγράφεται το υλικό που αξιολογήθηκε κατά τη διάρκεια της μελέτης και το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με τα στατιστικά κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν. Στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα ολοκληρωμένα, αλλά σύντομα. Όσα αναφέρονται σε πίνακες, δεν επαναλαμ-βάνονται στο κείμενο. Στη συζήτηση μπορεί να γίνει σύγκριση με τα αποτε-λέσματα άλλων ομοειδών εργασιών και περιγράφονται οι προοπτικές που διανοίγονται με τα αποτελέσματα της μελέτης, καθώς και τα τελικά συμπε-ράσματα. Δεν επαναλαμβάνονται όσα έχουν αναφερθεί στα αποτελέσματα, τα οποία πρέπει να συνδέονται με τους στόχους της μελέτης. Πρέπει να αποφεύ-γονται αυθαίρετα συμπεράσματα, τα οποία δεν τεκμηριώνονται με τα αποτε-λέσματα της εργασίας. Στα ενδιαφέροντα περιστατικά προηγείται η εισαγωγή και ακολουθούν η περιγραφή του περιστατικού και η συζήτηση. Στα υπόλοιπα είδη άρθρων, το κείμενο διαμορφώνεται ανάλογα με τις απαιτήσεις και τους στόχους του συγγραφέα.

Ευχαριστίες. Απευθύνονται μόνο προς τα άτομα τα οποία έχουν βοηθήσει ουσιαστικά.

Βιβλιογραφικές παραπομπές. Οι βιβλιογραφικές παραπομπές στο κείμενο αριθμούνται με αύξοντα αριθμό, ανάλογα με τη σειρά που εμφα-νίζονται. Σε περίπτωση αναφοράς σε ονόματα συγγραφέων στο κείμενο, εφόσον είναι ξένοι, μετά το επώνυμο του πρώτου συγγραφέα ακολουθεί η συντομογραφία et al, ενώ στους Έλληνες συγγραφείς «και συν». Εφόσον οι συγγραφείς είναι δύο, μεταξύ των επωνύμων τοποθετείται η λέξη «και». Όλες οι βιβλιογραφικές παραπομπές του κειμένου –και μόνον αυτές– πρέ-πει να υπάρχουν στον βιβλιογραφικό κατάλογο. Ο αριθμός των βιβλιογρα-φικών παραπομπών πρέπει να περιορίζεται στον τελείως απαραίτητο. Στις ανασκοπήσεις, οι βιβλιογραφικές παραπομπές δεν πρέπει να είναι περισσό-τερες από 100. Στα άρθρα επικαιρότητας (κλινικές απόψεις, ενδιαφέροντα περιστατικά) πρέπει να αναφέρονται μέχρι 10 άρθρα ή μονογραφίες, για τα οποία ο συγγραφέας πιστεύει ότι είναι απαραίτητα για την ολοκληρωμένη πληροφόρηση του αναγνώστη για το θέμα. Τα γράμματα προς τη Σύνταξη δεν πρέπει να έχουν περισσότερες από 5 βιβλιογραφικές παραπομπές.

Η σύνταξη του βιβλιογραφικού καταλόγου γίνεται αριθμητικά, με βάση τον αύξοντα αριθμό και τη σειρά των βιβλιογραφικών παραπομπών στο κείμενο. Αναφέρονται τα επώνυμα και τα αρχικά των ονομάτων όλων των συγγραφέων μέχρι 3 (όταν είναι περισσότεροι ακολουθεί η ένδειξη et al), ο τίτλος της εργα-σίας, η συντομογραφία του τίτλου του περιοδικού, το έτος, ο τόμος, η πρώτη και η τελευταία σελίδα της δημοσίευσης· π.χ. You CH, Lee KY, Chey WY et al. The role of oxidative stress in atherosclerosis. Circulation 1980, 79:311–314. Σε περίπτωση που δεν αναφέρεται όνομα συγγραφέως, σημειώνεται η λέξη Ανώνυμος (για ελληνική δημοσίευση) ή Anonymous. Π.χ. Anonymous. Coffee drinking and atherosclerosis (Editorial). Br Med J 1981, 283:628. Παραπομπές οι οποίες αναφέρονται σε εργασίες που δημοσιεύονται σε συμπληρώματα (supplements) εκδόσεων, πρέπει να συνοδεύονται με τον αριθμό του συμπλη-ρώματος, που σημειώνεται σε παρένθεση μετά τον τόμο. π.χ. Eur Heart Journal 1996, 54(Suppl 1):26. Οι συντμήσεις των τίτλων των περιοδικών πρέπει να γί-νονται με βάση το Index Medicus. Δεν τοποθετούνται τελείες στα ακρώνυμα των συγγραφέων και στις συντμήσεις των περιοδικών. Για την καταχώρηση συγγραμμάτων ή μονογραφιών στον βιβλιογραφικό κατάλογο, αναφέρονται στη σειρά τα επώνυμα και τα αρχικά των συγγραφέων, ο τίτλος, ο αριθμός έκδοσης, ο εκδότης, η πόλη έκδοσης, το έτος και οι σελίδες της αναφοράς. Η αναφορά σε κεφάλαιο βιβλίου πρέπει να γίνεται με τον ακόλουθο τρόπο: Πα-

παθανασίου ΙΒ. Πλειοτροπικές δράσεις των στατινών. Στο: Υπολιπιδιαμική αγω-

γή στην αθηρωματική νόσο. ΒΗΤΑ, Αθήνα, 1983:67–113. Αν η βιβλιογραφική

παραπομπή αποτελεί κεφάλαιο συγγράμματος το οποίο έχει γραφεί από άλλο

συγγραφέα, η αναφορά γίνεται ως εξής: Κuhn L, Swartz MN. Toll-like receptors.

In: (Στο): Lee WA (ed) (ή eds ή Συντ.) Inflammation and Atherosclerosis.

Saunders, Philadelphia, 1987:457–472.

Μη δημοσιευμένες εργασίες καθώς και «προσωπικές επικοινωνίες» δεν

χρησιμοποιούνται ως βιβλιογραφικές παραπομπές. Άρθρα, τα οποία έχουν

γίνει δεκτά για δημοσίευση, μπορούν να περιληφθούν στη βιβλιογραφία.

Στην τελευταία περίπτωση, μετά τη συντομογραφία του περιοδικού σημει-

ώνεται η ένδειξη «υπό δημοσίευση». Η αναφορά της ελληνικής βιβλιογρα-

φίας είναι υποχρεωτική και είναι δυνατόν να αναζητηθεί από την Ελληνική

Βάση Ιατρικής Βιβλιογραφίας (ΙΑΤΡΟΤΕΚ), www.iatrotek.org.

Αγγλική περίληψη. Περιλαμβάνει τα ονόματα των συγγραφέων και την

ιδιότητά τους, τον τίτλο της εργασίας και το ίδρυμα ή το εργαστήριο από το

οποίο προέρχεται η εργασία. Η περίληψη δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 250

λέξεις, ενώ για τα επίκαιρα θέματα και τις περιγραφές περιπτώσεων ασθενών

τις 150 λέξεις. Η δομή, η έκταση, το περιεχόμενο και οι λέξεις κλειδιά της Αγ-

γλικής περίληψης πρέπει να είναι αντίστοιχα αυτών της Ελληνικής περίληψης.

Η ποιότητα των αγγλικών περιλήψεων πρέπει να είναι αρκετά ικανοποιητική,

επειδή αποτελεί σημαντικό κριτήριο αποδοχής του περιοδικού στους διεθνείς

καταλόγους βιοϊατρικών περιοδικών.

Αρίθμηση κεφαλαίων σε ανασκοπήσεις. Όλα τα κεφάλαια αριθμού-

νται με αραβικούς αριθμούς: 1, 2, 3 κ.λπ. Τα υποκεφάλαια φέρουν τον αριθμό

του αρχικού κεφαλαίου, τελεία και ακολουθεί ο αριθμός του υποκεφαλαίου:

1.1., 1.2. ή 1.1.1., 1.2.1. κ.ο.κ.

Πίνακες. Δακτυλογραφούνται με διπλό διάστημα, σε χωριστή σελίδα. Αριθ-

μούνται με τη σειρά που εμφανίζονται στο κείμενο, με αραβικούς αριθμούς. Πρέ-

πει να φέρουν περιεκτική σύντομη επεξήγηση, ώστε για την κατανόησή τους να

μην είναι απαραίτητο να καταφύγει ο αναγνώστης στο κείμενο. Κάθε στήλη φέ-

ρει επεξηγηματική σύντομη επικεφαλίδα. Οι επεξηγήσεις των συντομογραφιών,

καθώς και οι λοιπές διευκρινίσεις, γίνονται στο τέλος του πίνακα.

Εικόνες. Τα σχήματα, σχεδιασμένα σε υπολογιστή, και οι φωτογραφίες

πρέπει να στέλνονται στο πρωτότυπο, ώστε να είναι κατάλληλα για άμεση

αναπαραγωγή και εκτύπωση. Οι τίτλοι των εικόνων πρέπει να αναγράφονται

με τον αριθμό που αντιστοιχεί στην εικόνα, σε χωριστή σελίδα. Επεξηγήσεις

σχετικές με τις εικόνες μπορούν να αναφερθούν στον τίτλο. Για το μέγεθος

των εικόνων, συμβουλευθείτε το σχήμα του περιοδικού. Εφόσον χρησιμο-

ποιούνται φωτογραφίες ασθενών, το πρόσωπο δεν πρέπει να φαίνεται. Στην

αντίθετη περίπτωση, επιβάλλεται έγγραφη συγκατάθεση του ασθενούς για

τη δημοσίευση της φωτογραφίας. Όλες οι εικόνες αναφέρονται στο κείμενο

και αριθμούνται με αραβικούς αριθμούς.

Ονοματολογία και μονάδες μέτρησης. Προκειμένου για την επιλογή

των όρων και των ονομάτων (ουσιών, οντοτήτων, οργανισμών, νοσημάτων

κ.λπ.), κρίνεται σκόπιμο οι συγγραφείς να συμβουλεύονται το Λεξιλόγιο σύγ-

χρονων Ελληνοαγγλικών λεξικών Βιοϊατρικής Ορολογίας. Οι συγγραφείς πρέ-

πει να χρησιμοποιούν τους παγκοσμίως παραδεκτούς τίτλους και τις μονάδες

μετρήσεων του SI.

Διόρθωση τυπογραφικών δοκιμίων. Πραγματοποιείται μία φορά από

τους συγγραφείς. Εκτεταμένες μεταβολές δεν γίνονται δεκτές.

Ανάτυπα. Απαγορεύεται η φωτοτυπική αναπαραγωγή των δημοσιευμέ-

νων εργασιών. Η προμήθεια από τους συγγραφείς ανατύπων γίνεται αποκλει-

στικά από την εκδοτική εταιρία ΒΗΤΑ.

Page 75: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

Hellenic Journal of Atherosclerosis 2(4) 301

The journal HELENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS, edited by the Hel-

lenic Society of Atherosclerosis, aims at the continuous education of scien-

tists of various disciplines including Medical doctors, Biologists, Biochemists,

Dieticians, etc in various topics related to the pathogenesis, diagnosis and

treatment of atherosclerosis. To this purpose it is looking to promote scientific

papers on the following sections:

1. Editorials. Brief review articles on current and/or ambiguous topics re-

lated to Atherosclerosis and cardiovascular disease without abstract, written

after invitation of the Editorial Board. Three key-words should be listed.

2. Reviews. Detailed surveys of medical subjects with the emphasis on

current points of view related to atherosclerosis and cardiovascular disease.

3. Original papers. Reports on clinical trials or experimental work and

epidemiological prospective or retrospective research in topics related to

atherosclerosis, based on a research protocol described in detail in the meth-

odology section. The results of the study should not have been previously

published (except in abstract form). Clinical and epidemiological studies

with particular interest to Greek healthcare workers will be given prior-

ity. Quite exceptionally original papers published in distinguished foreign

journals by Greek scientists especially when their results are relevant for

the Greek medical community can be republished in HELLENIC JOURNAL OF

ATHEROSCLEROSIS after been approved by the Editorial Board. These papers

must be translated by the authors, who also have to obtain written permis-

sion by the copyright owners.

4. Clinical points of view. A diagnostic, therapeutic or epidemiologi-

cal approach to several clinical syndromes of the atherosclerotic disease; the

data for and against should be in algorithmic form.

5. Case reports. Reports on new or very rare clinical cases of athero-

sclerotic disease, new diagnostic criteria or new therapeutic methods with

proven results.

6. Conferences, seminars, round tables. Abstracts or short texts of

speakers participated in conferences, seminars or round tables related to

atherosclerosis organized by, or been under, the auspices of the Hellenic

Atherosclerosis Society or abstracts presented as posters in conferences or-

ganized by the Hellenic Atherosclerosis Society.

7. Book presentations. They should refer to the title of the book, the

authors’ name(s), the number of pages, the name of the publisher, the date

and the place of publication and the price.

8. Correspondence. Letters containing comments on papers published

in the journal, preliminary results, remarks about untoward effects of drugs,

judgments concerning the journal etc. They must be signed.

Previous or duplicate publication. Papers submitted to HELLENIC

JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS are judged for publication on the condition

that the results or the paper itself have not been previously published or sub-

mitted for publication in another journal. The corresponding author should

report in the cover letter that the research work has not been published or

submitted for publication in an other journal. An exception to this rule is the

final research results that have been published as preliminary results or as

an abstract form. In this case, the author(s) should also submit electronically

these previous publications in a PDF form.

Submission of papers. Papers submitted to the journal should written

in Greek or English. All manuscripts should be submitted electronically in a

PDF form to the responsible of the editorial secretariat Dr Tellis Constan-

tinos (Laboratory of Biochemistry, Department of Chemistry, Uni-

versity of Ioannina, 45 110 Ioannina, Greece, Τel.: +30 26510-08326,

Fax: +30 26510-08785, Ε-mail: [email protected]). All manuscripts

must be accompanied by a letter, in PDF form, signed by the author responsi-

ble for correspondence. The cover letter should include a statement, indicat-

ing that the manuscript has been approved by all authors. The corresponding

author should also submit to the journal the copywrite transfer agreement

form signed by all authors. In case of submission of an original paper been

already published in a foreign journal, it must be clearly stated that the au-

thors have obtained the written permission of the copyright owners, a copy

of which must be attached. The final revised text will be resubmitted elec-

tronically in WORD and PDF form. All papers published in HELLENIC JOURNAL

OF ATHEROSCLEROSIS are owned by the journal and are not allowed to be

republished without the written consent of the Editor in chief.

Length of the articles. Editorials not exceed the 1000 words. Review ar-

ticles should not exceed 5000 words including tables, legends to the figures

and references and could include up to three figures. However, the Editorial

Board may allow the publication of longer reviews upon judgement. Origi-

nal papers should be shorter, generally not exceeding 4000 words including

tables, legends to the figures and references and could include up to six fig-

ures. Clinical points of view should not exceed 1500 words, case reports 1000

words and letters to the Editor 500 words.

Assembling a manuscript. HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS

has agreed to conform to the Uniform Requirements for Manuscripts submit-

ted to Biomedical Journals (Vancouver System) and its guidelines for authors

are in accordance to the above requirements. Papers must be typed double-

space of the usual dimensions (ISO A4 210x297 mm), with margins of at least

3.5 cm. A separate page must be used for the title, the abstract and keywords,

the main text, the acknowledgements, the references, the tables, the figures

and the figure legends.

Title page. It contains (a) the title of the article, which must be brief (up

to 12 words), (b) running title up to 50 characters, (c) name and position of

the authors(s), (d) institutional affiliation of each author, (e) name, address,

telephone number, fax number of the author responsible for correspond-

ence.

Abstract and key words. Abstracts are limited to 250 words with the

exception of clinical points of view and case reports whose length is limited

to 150 words. The abstracts of the reviews must be descriptive, mentioning

all chapters contained and the main conclusions. Abstracts of the original

papers, should be structured into four paragraphs, under the following cap-

tions: Aim, Material or Patients and Methods, Results, Conclusions. In the

same page, 3–10 key-words should be listed, chosen from the MeSH terms

of Index Medicus.

Text. Original papers usually contain the following chapters: Introduc-

tion, Material or Patients and Methods, Results, Discussion. The introduc-

tion contains the background and the necessary references and cites the

objective of the study. The study protocol must be thoroughly described

in the methodology section. Details such as the mode of patient or mate-

rial selection, as well as the methodology applied must be fully disclosed

in order that the research may be reproduced by future investigators. In

the case of research related to human beings it must be stated that the

research was performed according to the principles of the Declaration of

Helsinki (1975). The pharmaceutical substances used must be mentioned

by their generic names. In the same chapter the data evaluated must be

INSTRUCTIONS TO AUTHORS

Page 76: HELLENIC JOURNAL OF ATHEROSCLEROSIS / VOLUME 2 - ISSUE 4 / OCTOBER - DECEMBER 2011

302 Ελληνική Επιθεώρηση Αθηροσκλήρωσης 2(4)

described and the chapter should be completed by an analysis of the sta-

tistical criteria used. In the next chapter the results should be presented

fully but briefly. Results shown in tables should not be repeated in the

text. In the Discussion, the perspectives opened up by the results of the

study as well as the final conclusions are discussed. The results must not

be repeated in this section. A comparison with the results of other similar

studies may be done. The results may also be related to the objectives of

the study but it is advisable to avoid arbitrary conclusions, not emerging

from the results themselves.

Acknowledgements. They are addressed only to persons who have con-

tributed substantially.

References. They are numbered in the order in which they are first cited

in the text. If author names are cited in the text, first author’s surname is fol-

lowed by et al. If there are only two authors, place an “and” between the two

surnames. All references cited in the text –and those only– must be shown

in the reference section. The number of references must be limited to those

absolutely necessary. Reviews must have no more than 100 references, cur-

rent issues and editorials up to 10 articles or monographs considered by the

author to be necessary for complete information on the subject, and letters

to the Editor up to 5 references. The reference section is organized numeri-

cally based on the consecutive numbers and order of references in the text.

Cite the surnames and initials of all authors up to three (if more, add et al af-

ter the third), the title of the article, the abbreviation of journal title, the year,

volume, first and last page of the publication; e.g. You CH, Lee KY, Chey WY et al.

The role of oxidative stress in atherosclerosis. Circulation 1980, 79:311–314. In

case that no author name is given, cite Anonymous; e.g. Anonymous. Coffee

drinking and atherosclerosis (Editorial). Br Med J 1981, 283:628. References

of papers published in supplements, must also note the number of supple-

ment in parenthesis after the volume, e.g. Eur Heart Journal 1996, 54(Suppl

1):26. The abbreviations of journal titles must be compatible to Index Medi-

cus. No full stops are placed after author acronyms and journal abbreviations.

For books or monographs, list the surnames and initials of the authors, the

title, and the number of edition, the editor, and the town of edition, the year

and the pages cited. For chapter in a book, the reference must be written

as follows: Papathanasiou IB. Pleiotropic actions of statins. In: Hypolipidemic

drugs in atherosclerosis. BETA, Athens, 1983:67–113. If the reference consists

of chapter in a book written by another author, it must be written as fol-

lows: Κuhn L, Swartz MN. Toll-like receptors. In: Lee WA (ed) Inflammation and

Atherosclerosis. Saunders, Philadelphia, 1987:457–472.

Unpublished material as well as personal communications should not be

used as references, whereas articles accepted for publication but not yet pub-

lished may be included. In this last case after the journal title abbreviation

there should be an indication “to be published”. Citation of Greek references

is mandatory. Greek literature can be sought at the Data Base of the Greek

Medical Literature (IATROTEK), www.iatrotek.org.

Abstract in English. It must include the title, the names of the authors

and the institutional affiliation of each author. The abstract in English is lim-

ited to 250 words with the exception of current issues and case reports whose

length is limited to 150 words. Otherwise it has to be constructed in the same

way as the Greek one. It is important that the quality of the English abstract

should be excellent, because it is a major criterion for the acceptance of the

journal in the international lists of Biomedical journals.

Chapter numbering in reviews and current issues. All chapters must

be numbered with Arabic numbers 1, 2, 3 etc. Subchapters should have the

number of the initial chapter, point and the number of the subchapter, e.g.

1.1., 1.2. or 1.1.1., 1.2.1. etc.

Tables. They are typed double-space, in a separate page. They are num-

bered by the order they appear in the text, with Arabic numbers. They should

have a brief, comprehensive explanation so that the reader need not turn to

the text. Each column must have a brief explanatory heading. Explanations of

the abbreviations should be made at the bottom of the table.

Figures. The figures professionally drawn in china ink or prepared using

a computer and high resolution printer and the photographs, must be the

original ones, to facilitate immediate photographic reproduction and print-

ing. Indicate by pencil on the back the number of the figure, its top (with

an arrow) and running title of paper. They must be placed in an envelope

between two sheets of cardboard to prevent wrinkling. Legends for figures

must be written in a separate page and have the number of the correspond-

ing figure. Explanations concerning the figures may be cited in the legend.

Consult the format of the journal for the size of the figures. If photographs of

patients are used, make sure that their face is not shown. In the opposite case,

a written consent of the patient allowing the photograph to be published

should accompany the figure. All figures must be mentioned in the text and

be numbered with Arabic numbers.

Terms and units of measurement. The authors must use the univer-

sally accepted terms and the SI units of measurement. For the choice of terms

and names (of substances, entities, organizations, diseases etc.) please con-

sult the MeSH of Index Medicus.

Review of proofs. It is done once by the authors. Major alterations are

not accepted.

Reprints. Photocopy reproduction of published papers is not allowed.

Authors can order reprints directly to the publishing company BETA.