32
ΠΡΟΟΡΓΑΝΩΤΗΣ Στην ενότητα αυτή με τίτλο « Νόστος» θα μπορέσεις: α) να γνωρίσεις τη γλωσσική οικογένεια της λέξης «νόστος», β) να μελετήσεις τους νόστους της Οδύσσειας, γ) να προσεγγίσεις το φαινόμενο της μετανάστευσης και τα χαρακτηριστικά του και δ) να συσχετίσεις τον ομηρικό νόστο με το νόστο του Σεφέρη μελετώντας το έργο του μεγάλου Έλληνα ποιητή.

nostos

Embed Size (px)

DESCRIPTION

οδυσσεια

Citation preview

ΠΡΟΟΡΓΑΝΩΤΗΣ

Στην ενότητα αυτή με τίτλο «Νόστος» θα μπορέσεις:

α) να γνωρίσεις τη γλωσσική οικογένεια της λέξης «νόστος»,β) να μελετήσεις τους νόστους της Οδύσσειας,γ) να προσεγγίσεις το φαινόμενο της μετανάστευσης και τα χαρακτηριστικά του καιδ) να συσχετίσεις τον ομηρικό νόστο με το νόστο του Σεφέρη μελετώντας το έργο του μεγάλου Έλληνα ποιητή.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Ένα από τα κύρια θέματα, τα οποία διαπραγματεύεται η Οδύσσεια, είναι ο νόστος. Γι’ αυτό και το ομηρικό αυτό έργο θεωρήθηκε και θεωρείται η «μήτρα» του νόστου, δηλαδή το έργο που κυρίως προβάλλει την έννοια αυτή. Μετά από πολύχρονη απουσία στην Τροία και από πολύχρονη περιπλάνηση ο Οδυσσέας, ο ήρωας του έργου, καταφέρνει να φτάσει στην πατρίδα του, την Ιθάκη και, αφού αποκαταστήσει εκεί την τάξη, να περάσει σ’αυτήν τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.

Ωστόσο, ο νόστος του κεντρικού ήρωα δεν είναι ο μόνος που παρουσιάζεται στην Οδύσσεια. Ο Νέστορας, ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος επίσης βιώνουν τους δικούς τους νόστους, τη δική του ο καθένας προσπάθεια επιστροφής στην πατρίδα του. Οι μικρότεροι αυτοί νόστοι της Οδύσσειας αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο ως θεματικό περιεχόμενο αλλά και σε αντιπαραβολή με τον Οδυσσειακό νόστο καθώς μας βοηθούν να ιεραρχήσουμε την προσπάθεια επιστροφής του Οδυσσέα, να την ερμηνεύσουμε και να την κατανοήσουμε πληρέστερα.

Και η Ιλιάδα, όμως, έχει να παρουσιάσει τους δικούς της νόστους. Πρόκειται για την επιστροφή των ηρώων–πολεμιστών από το πεδίο της μάχης στο χώρο διαφυγής και προστασίας: στο ναυτικό στρατόπεδο για τους Αχαιούς και στην τειχισμένη πόλη τους για τους Τρώες.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Η γλωσσική οικογένεια του νόστουΗ ακροστιχίδα του νόστουΝόστοι στην Οδύσσεια

1 η Δραστηριότητα : Η γλωσσική οικογένεια του νόστου

Η δραστηριότητα θα γίνει ακριβώς όπως εκείνη των Νηρηίδων. Στη μέση θα είναι η λέξη νόστος και στο συννεφάκι πάνω δεξιά οι λέξεις: παλιννοστώ, νόστιμος, άνοστος, Νέστωρ, νοσταλγώ.\\titan\_Projects\nhrides\glwssa\paradoteo1\ousiastika.swf

Εκφώνηση: Τοποθέτησε τις λέξεις στη σωστή θέση ανάλογα με τα στοιχεία που σου δίνονται.

Ο αεί επιστρέφων = ΝέστωρΠροκαλεί ευχαρίστηση γιατί σχετίζεται με την επιστροφή στην πατρίδα = νόστιμοςΌταν δεν είναι «νόστιμον» το «ημαρ», είναι….. = άνοστοΕπιστρέφω και πάλι στην πατρίδα = παλιννοστώΟ πόνος από την επιστροφή που δεν πραγματοποιείται = νοσταλγία

2η Δραστηριότητα: Η ακροστιχίδα του νόστου

ΝέστοραςΟδυσσέαςΣαρπηδώνΤροίαΌλυμποςΣτρατόπεδο

Βασιλιάς ης Πύλου, που βίωσε το δικό του νόστο =ΝέστοραςΟ νόστος του έγινε ποίημα =ΟδυσσέαςΗ ταφή του ήρωα αυτού στην Ιλιάδα αποτελεί νεκρώσιμο νόστο =ΣαρπηδώνΤόπος νόστου για τους Τρώες =ΤροίαΤόπος νόστου για τους θεούς =ΌλυμποςΤόπος νόστου για τους Αχαιούς στην Τροία =Στρατόπεδο

3 η Δραστηριότητα : Νόστοι στην Οδύσσεια

Εκφώνηση: Να τοποθετήσεις το κατάλληλο όνομα στη σωστή στήλη, ώστε να προκύψει η περιγραφή των νόστων του Οδυσσέα, του Μενέλαου, του Αγαμέμνονα και του Νέστορα.

Βοήθεια: Για να εκτελέσεις αυτή τη δραστηριότητα μελέτησε πρώτα τις υποενότητες «Πληροφορίες» και «Παράλληλα Κείμενα» από το λογισμικό.

Σέρνω δίπλα σε κάθε φράση το σωστό όνομαΟ ήρωας περιπλανιέται οκτώ χρόνια (Μενέλαος)Ο θεός Δίας θυμώνει με τον ήρωα (Μενέλαος)Ο μάντης Πρωτέας προβλέπει το μέλλον του (Μενέλαος)Ο ήρωας χάνει πολλούς από τους συντρόφους του (Μενέλαος)Η επιστροφή του ήρωα γίνεται γρήγορα και ομαλά (Νέστορας)Ο ήρωας περιπλανιέται δέκα χρόνια (Οδυσσέας)Χάνονται όλοι οι σύντροφοι του ήρωα (Οδυσσέας)Ο θεός Ποσειδώνας δυσκολεύει το νόστο (Οδυσσέας)Ο μάντης Τειρεσίας προβλέπει το μέλλον του (Οδυσσέας)Ο ήρωας πρέπει να αντιμετωπίσει τους μνηστήρες (Οδυσσέας)Ο ήρωας δολοφονείται όταν επιστρέφει (Αγαμέμνονας) 3η οθόνη: Ιεράρχησε στον παρακάτω άξονα τους τέσσερις νόστους, που περιγράφονται στην Οδύσσεια, ξεκινώντας στη βάση του άξονα από τον ηπιότερο και αντιστοίχησε στον καθένα ένα επίθετο.ΑΥΤΟ ΘΑ ΣΤΟ ΕΞΗΓΗΣΩ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ

Νόστος Αγαμέμνονα - Τραγικός

Νόστος Οδυσσέα - Δύσκολος

Νόστος Μενέλαου - Πολυτάραχος

Νόστος Νέστορα - Εύκολος

Open ερώτηση: Σχολίασε στην τάξη σου το παραπάνω σχήμα.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑΠοίηματα

Πάνω σ' έναν ξένο στίχο

Γυμνοπαιδία A΄ Σαντορίνη Σεφέρης ΓιώργοςO γυρισμός του ξενιτεμένου Σεφέρης ΓιώργοςΠερί Μετανάστευσης

Οι δρόμοι της μεγάλης φυγής των Ελλήνων

Η γυναίκα που πετάει

Τα ρεμπέτικα

Έρευνα για την επαγγελματική ένταξη και αποκατάσταση παλιννοστούντων,

μεταναστών και προσφύγων

Γυμνοπαιδία A΄ Σαντορίνη Σεφέρης ΓιώργοςΣκύψε αν μπορείς στη θάλασσα τη σκοτεινή ξεχνώνταςτον ήχο μιας φλογέρας πάνω σε πόδια γυμνάπου πάτησαν τον ύπνο σου στην άλλη ζωή τη βυθισμένη.

Γράψε αν μπορείς στο τελευταίο σου όστρακοτη μέρα τ' όνομα τον τόποκαι ρίξε το στη θάλασσα για να βουλιάξει.

Bρεθήκαμε γυμνοί πάνω στην αλαφρόπετρακοιτάζοντας τ' αναδυόμενα νησιάκοιτάζοντας τα κόκκινα νησιά να βυθίζουνστον ύπνο τους, στον ύπνο μας.Eδώ βρεθήκαμε γυμνοί κρατώνταςτη ζυγαριά που βάραινε κατά το μέροςτης αδικίας.

Φτέρνα της δύναμης θέληση ανίσκιωτη λογαριασμένη         αγάπηστον ήλιο του μεσημεριού σχέδια που ωριμάζουν,δρόμος της μοίρας με το χτύπημα της νέας παλάμηςστην ωμοπλάτη·στον τόπο που σκορπίστηκε που δεν αντέχειστον τόπο που ήταν κάποτε δικός μαςβουλιάζουν τα νησιά σκουριά και στάχτη.

Bωμοί γκρεμισμένοικι οι φίλοι ξεχασμένοιφύλλα της φοινικιάς στη λάσπη.

Άφησε τα χέρια σου αν μπορείς, να ταξιδέψουνεδώ στην κόχη του καιρού με το καράβιπου άγγιξε τον ορίζοντα.Όταν ο κύβος χτύπησε την πλάκαόταν η λόγχη χτύπησε το θώρακαόταν το μάτι γνώρισε τον ξένοκαι στέγνωσε η αγάπημέσα σε τρύπιες ψυχές·όταν κοιτάζεις γύρω σου και βρίσκειςκύκλο τα πόδια θερισμένακύκλο τα χέρια πεθαμένακύκλο τα μάτια σκοτεινά·όταν δε μένει πια ούτε να διαλέξειςτο θάνατο που γύρευες δικό σου,ακούγοντας μια κραυγήακόμη και του λύκου την κραυγή,το δίκιο σου·άφησε τα χέρια σου αν μπορείς να ταξιδέψουνξεκόλλησε απ' τον άπιστο καιρόκαι βούλιαξε,

βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες.

(από τα Ποιήματα, Ίκαρος 1974)

O γυρισμός του ξενιτεμένου, Σεφέρης Γιώργος

― Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;χρόνια ξενιτεμένος ήρθεςμε εικόνες που έχεις αναθρέψεικάτω από ξένους ουρανούςμακριά απ' τον τόπο το δικό σου.

― Γυρεύω τον παλιό μου κήπο·τα δέντρα μού έρχουνται ώς τη μέσηκι οι λόφοι μοιάζουν με πεζούλιακι όμως σαν ήμουνα παιδίέπαιζα πάνω στο χορτάρικάτω από τους μεγάλους ίσκιουςκι έτρεχα πάνω σε πλαγιέςώρα πολλή λαχανιασμένος.

― Παλιέ μου φίλε ξεκουράσουσιγά-σιγά θα συνηθίσεις·θ' ανηφορίσουμε μαζίστα γνώριμά σου μονοπάτιαθα ξαποστάσουμε μαζίκάτω απ' το θόλο των πλατάνωνσιγά-σιγά θα 'ρθούν κοντά σουτο περιβόλι κι οι πλαγιές σου.

― Γυρεύω το παλιό μου σπίτιμε τ' αψηλά τα παραθύριασκοτεινιασμένα απ' τον κισσόγυρεύω την αρχαία κολόναπου κοίταζε ο θαλασσινός.Πώς θες να μπώ σ' αυτή τη στάνη;οι στέγες μού έρχουνται ώς τους ώμουςκι όσο μακριά και να κοιτάξωβλέπω γονατιστούς ανθρώπουςλες κάνουνε την προσευχή τους.

― Παλιέ μου φίλε δε μ' ακούς;σιγά-σιγά θα συνηθίσειςτο σπίτι σου είναι αυτό που βλέπειςκι αυτή την πόρτα θα χτυπήσουνσε λίγο οι φίλοι κι οι δικοί σουγλυκά να σε καλωσορίσουν.

― Γιατί είναι απόμακρη η φωνή σου;σήκωσε λίγο το κεφάλινα καταλάβω τί μου λεςόσο μιλάς τ' ανάστημά σουολοένα πάει και λιγοστεύειλες και βυθίζεσαι στο χώμα.

― Παλιέ μου φίλε συλλογίσουσιγά-σιγά θα συνηθίσεις η νοσταλγία σού έχει πλάσειμια χώρα ανύπαρχτη με νόμουςέξω απ' τη γης κι απ' τους ανθρώπους.

― Πια δεν ακούω τσιμουδιάβούλιαξε κι ο στερνός μου φίλοςπαράξενο πώς χαμηλώνουνόλα τριγύρω κάθε τόσοεδώ διαβαίνουν και θερίζουνχιλιάδες άρματα δρεπανηφόρα.

(από τα Ποιήματα, Ίκαρος 1974)

Πάνω σ' έναν ξένο στίχοΣτην Έλλη,

Χριστούγεννα 1931Ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του Οδυσσέα.Ευτυχισμένος αν στο ξεκίνημα, ένιωθε γερή την αρματωσιά μιας αγάπης, απλωμένη μέσα στο κορμί του, σαν τις φλέβες όπου βουίζει το αίμα.

Μιας αγάπης με ακατέλυτο ρυθμό, ακατανίκητης σαν τη μουσική και παντοτινήςγιατί γεννήθηκε όταν γεννηθήκαμε και σαν πεθαίνουμε, αν πεθαίνει, δεν το ξέρουμε ούτε εμείς ούτε άλλος κανείς.

Παρακαλώ το θεό να με συντρέξει να πω, σε μια στιγμή μεγάλης ευδαιμονίας, ποια είναι αυτή η αγάπη·κάθομαι κάποτε τριγυρισμένος από την ξενιτιά, κι ακούω το μακρινό βούισμά της, σαν τον αχό της θάλασσας που έσμιξε με το ανεξήγητο δρολάπι.

Και παρουσιάζεται μπροστά μου, πάλι και πάλι, το φάντασμα του Οδυσσέα, με μάτια κοκκινισμένα από του κυμάτου την αρμύρακι από το μεστωμένο πόθο να ξαναδεί τον καπνό που βγαίνει από τη ζεστασιά του σπιτιού του και το σκυλί του που γέρασε προσμένοντας στη θύρα.Στέκεται μεγάλος, ψιθυρίζοντας ανάμεσα στ' ασπρισμένα του γένια, λόγια της γλώσσας μας, όπως τη μιλούσαν πριν τρεις χιλιάδες χρόνια.

Απλώνει μια παλάμη ροζιασμένη από τα σκοινιά και το δοιάκι, με δέρμα δουλεμένο από το ξεροβόρι από την κάψα κι από τα χιόνια.

Θα 'λεγες πως θέλει να διώξει τον υπεράνθρωπο Κύκλωπα που βλέπει μ' ένα μάτι, τις Σειρήνες που σαν τις ακούσεις ξεχνάς, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη απ' ανάμεσό μας·τόσα περίπλοκα τέρατα, που δε μας αφήνουν να στοχαστούμε πως ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος που πάλεψε μέσα στον κόσμο, με την ψυχή και με το σώμα.

Είναι ο μεγάλος Οδυσσέας· εκείνος που είπε να γίνει το ξύλινο άλογο και οι Αχαιοί κερδίσανε την Τροία.Φαντάζομαι πως έρχεται να μ' αρμηνέψει πώς να φτιάξω κι εγώ ένα ξύλινο άλογο για να κερδίσω τη δική μου Τροία.

Γιατί μιλά ταπεινά και με γαλήνη, χωρίς προσπάθεια, λες με γνωρίζει σαν πατέραςείτε σαν κάτι γέρους θαλασσινούς, που ακουμπισμένοι στα δίχτυα τους, την ώρα που χειμώνιαζε και θύμωνε ο αγέρας,

μου λέγανε, στα παιδικά μου χρόνια, το τραγούδι του Ερωτόκριτου, με τα δάκρυα στα μάτια·τότες που τρόμαζα μέσα στον ύπνο μου ακούγοντας την αντίδικη μοίρα της Αρετής να κατεβαίνει τα μαρμαρένια σκαλοπάτια.

Μου λέει το δύσκολο πόνο να νιώθεις τα πανιά του καραβιού σου φουσκωμένα από τη θύμηση και την ψυχή σου να γίνεται τιμόνι.Και να 'σαι μόνος, σκοτεινός μέσα στη νύχτα και ακυβέρνητος σαν τ' άχερο στ' αλώνι.

Την πίκρα να βλέπεις τους συντρόφους σου καταποντισμένους μέσα στα στοιχεία, σκορπισμένους: έναν-έναν.Και πόσο παράξενα αντρειεύεσαι μιλώντας με τους πεθαμένους, όταν δε φτάνουν πια οι ζωντανοί που σου απομέναν.

Μιλά ... βλέπω ακόμη τα χέρια του που ξέραν να δοκιμάσουν αν ήταν καλά σκαλισμένη στην πλώρη η γοργόνανα μου χαρίζουν την ακύμαντη γαλάζια θάλασσα μέσα στην καρδιά του χειμώνα.

Έρευνα για την επαγγελματική ένταξη και αποκατάσταση παλλινοστούντων, μεταναστών και προσφύγων

Η Ελλάδα από το 1980 και μετά, άλλαξε τη θέση της στην παγκόσμια σκηνή και στο διεθνή καταμερισμό εργασίας και μεταβλήθηκε από χώρα αποστολής μεταναστών σε χώρα υποδοχής ξένων μεταναστών και παλιννοστούντων Ελλήνων. Επίσης επειδή η Ελλάδα ήταν μια νέα χώρα υποδοχής μεταναστών, βρέθηκε απροετοίμαστη να αντεπεξέλθει στις νεοδημιουργηθείσες συνθήκες. Η μετανάστευση έλαβε σημαντικές διαστάσεις τη δεκαετία του 1990 (αύξηση 380% σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία). Οι νέο-εισελθόντες στην Ελλάδα και την αγορά εργασίας μετανάστες και πρόσφυγες ήταν στην πλειοψηφία τους παράνομοι ως προς την παραμονή τους ή ακόμη και την είσοδό τους στη χώρα μας. Στην αρχική φάση εντάχθηκαν σε εργασίες και επαγγέλματα που ήταν ανεπιθύμητα από την ελληνική προσφορά εργασίας, καθώς οι εργασίες αυτές είναι ανθυγιεινές με χαμηλές αμοιβές και με χαμηλό κοινωνικό κύρος. Επίσης πολλοί εντάχθηκαν στην παραοικονομία και στο παραεμπόριο. Ι. Κοινωνικό «προφίλ» και κοινωνική και επαγγελματική ένταξη των παλιννοστούντων Οι πόντιοι παλιννοστούντες από την πρώην ΕΣΣΔ αποτελούν από κοινωνιολογική άποψη μια ιδιαίτερη κατηγορία μεταναστών ή και οιονεί προσφύγων αφού στις περιοχές κατοικία τους (Γεωργία, Αρμενία κ.α.) είχαν ξεσπάσει σημαντικές ταραχές και πόλεμοι. Η μετανάστευση-παλιννόστηση των ποντίων ξεκίνησε τη δεκαετία του ΄60 και ουσιαστικά εντάθηκε μετά τις αρχές της δεκαετίας του ΄80. Το εκπαιδευτικό προφίλ τους, με βάση πρόσφατα στοιχεία του 1996 (αν και σε μικρό δείγμα), παρουσιάζεται ως εξής: Απόφοιτοι Ανώτερης ή Ανώτατης Εκπαίδευσης 45%, απόφοιτοι Δευτεροβάθμιας Γενικής και Τεχνικής Εκπαίδευσης 36% και απόφοιτοι Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης 17%. Το 2000 το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης πραγματοποίησε έρευνα σε δείγμα 62.000 παλιννοστούντων (αποφοίτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) από την πρώην ΕΣΣΔ που έδειξε ότι, σε σχέση με τα επαγγέλματα που αυτοί είχαν ειδικευτεί στη χώρα προέλευσής τους και τα ασκούσαν, στην Ελλάδα οι επαγγελματικές ενασχολήσεις τους ήταν αρκετά διαφοροποιημένες. Ειδικότερα η διαφοροποίηση αφορούσε σε επαγγέλματα που απαιτούσαν κάποια επίσημη πιστοποίηση (π.χ. ηλεκτρολόγος, ηλεκτροσυγκολλητής) ή καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας (π.χ. γραμματέας). Επίσης, έρευνα που έγινε για τους προερχόμενους από τη Γεωργία και το Καζακστάν έδειξε ότι παρουσιάζουν υψηλή γεννητικότητα (άνω του εθνικού μέσου όρου), υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο (άνω του εθνικού μέσου όρου), πιο γρήγορη ένταξη στο εργασιακό χώρο, ενώ αποχωρούν αργότερα (πάνω από την ηλικία των 65 ετών), μεγάλο ποσοστό ανεργίας και ετεροαπασχόλησης ή υποαπασχόλησης και σαφώς χαμηλότερα εισοδήματα. Κύρια αιτία των προβλημάτων αυτών είναι η ανεπαρκής γνώση της ελληνικής γλώσσας και, σε λιγότερο βαθμό, η άγνοια του νομικού συστήματος, η επιφυλακτικότητα των ντόπιων κ.α. Τέλος, η αναντιστοιχία τίτλων σπουδών δευτεροβάθμιας τεχνικής εκπαίδευσης ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας προέλευσης σε σχέση με την Ελλάδα, σε συνδυασμό και με την ανεπαρκή γνώση της Ελληνικής γλώσσας, έχει προκαλέσει πληθώρα προβλημάτων που έχουν δείξει οι ως τώρα έρευνες. ΙΙ. Κοινωνικό «προφίλ» και κοινωνική και επαγγελματική ένταξη των μεταναστών-προσφύγων Σήμερα στην Ελλάδα οι μετανάστες και οι πρόσφυγες υπολογίζονται σε έναν αριθμό

μεταξύ 800.000 και 1.000.000 ατόμων (10% του εθνικού μας πληθυσμού). Η μαζική μετανάστευση προς την Ελλάδα σχετίζεται με την πτώση των καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη και στην κατάρρευση των οικονομιών τους. Όπως δείχνει έρευνα βασισμένη σε στοιχεία του ΟΑΕΔ, η πλειοψηφία των μεταναστών που βρίσκονται στην Ελλάδα είναι ανειδίκευτοι, απασχολούνται στον αγροτικό τομέα, έχουν μέσο επίπεδο εκπαίδευσης και προέρχονται κυρίως από την Αλβανία (65%). Σε ότι αφορά στο επίπεδο εκπαίδευσης των αλλοδαπών, το 49% αυτών είναι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το 38% πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και μόλις το 9% τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι παραγωγικές ηλικίες πλειοψηφούν (το 38% είναι μεταξύ 30 και 34 ετών). Συνολικά οι εθνικότητες είναι περισσότερες από 100, ενώ οι άνδρες υπερτερούν (αποτελούν το 72%). Αναφορικά, τέλος, με τη δυνατότητα της Ελληνικής Οικονομίας για περαιτέρω απορρόφηση μεταναστών, σημειώνεται ότι δεν αναμένεται ουσιώδης βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών στην Ελλάδα μέχρι το έτος 2004. Η ανάπτυξη θα είναι περιορισμένη και η ανάγκη για μετανάστες ασήμαντη. Όμως η πίεση για αύξηση του αριθμού των μεταναστών προβλέπεται έντονη. http://www.migrantsingreece.org/

Οι δρόμοι της μεγάλης φυγής των Ελλήνων

Τον 20ό αιώνα η Ελλάδα υπήρξε χώρα αποστολής μεταναστών. Η εξωτερική μετανάστευση των Ελλήνων παρουσιάζει περισσότερες ομοιότητες με την πρόσφατη εισροή ξένων εργατών στη χώρα μας από όσες θέλει μερίδα της ελληνικής κοινωνίας να παραδεχθεί· ενώ βέβαια δεν μπορεί να ερμηνευτεί με βάση τα ιδεολογήματα της συνέχειας και της φυσικής ροπής του Έλληνα προς την αποδημία.

Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά

Η μεταναστευτική ροή Ελλήνων προς τις ΗΠΑ που ξεκίνησε γύρω στο 1890 διαφοροποιείται από παλαιότερες μετακινήσεις προς ελληνικές παροικίες της διασποράς ως προς τα αίτια που την προκάλεσαν, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των μεταναστών και ως προς τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που αντιμετώπισαν στους τόπους εγκατάστασης. Το μεταναστευτικό αυτό ρεύμα προς τις ΗΠΑ και εκείνο των δεκαετιών του 1950 και 1960 προς την Αυστραλία και τις χώρες της Βορειοδυτικής Ευρώπης εντάσσονται στο ευρύτερο φαινόμενο της μετακίνησης πληθυσμών από χώρες με αγροτική οικονομία σε κράτη με ισχυρό και επεκτεινόμενο δευτερογενή τομέα, το οποίο σχετίζεται με την άνιση οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη.

Οι μεταναστεύσεις Ελλήνων προς τις υπερπόντιες ή τις βορειοευρωπαϊκές χώρες προκλήθηκαν από τη δράση και την αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων, οι κυριότεροι από τους οποίους ήταν: πρώτον, η αποδιοργάνωση της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας της χώρας με την αυξανόμενη ένταξη της γεωργικής παραγωγής των μικρού μεγέθους αγροτικών κλήρων στην οικονομία της αγοράς σε συνάρτηση με την αδυναμία απορρόφησης εργατικών χεριών από τη βιομηχανία· δεύτερον, οι ανάγκες σε εργατικό δυναμικό που δημιουργήθηκαν με τη βιομηχανική ανάπτυξη των κρατών υποδοχής που παρείχαν δυνατότητες εύρεσης εργασίας και ευκαιρίες για αύξηση των εισοδημάτων· τρίτον, η πληροφόρηση, οι προσδοκίες και οι στρατηγικές των ίδιων των μεταναστών και των οικογενειών τους. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν βέβαια και η σταφιδική κρίση στα τέλη του 19ου αιώνα, η Κατοχή και ο Εμφύλιος στον 20ό αιώνα αλλά και η βελτίωση των συνθηκών της μετακίνησης και οι μύθοι που διαδόθηκαν για τις κοινωνίες υποδοχής.

Σε απόλυτα μεγέθη οι έλληνες μετανάστες ήταν ολιγάριθμοι· αναλογικά ωστόσο με τον πληθυσμό της χώρας, η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των κρατών με τα σημαντικότερα μεταναστευτικά ρεύματα. Πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ο κύριος προορισμός των μεταναστών ήταν οι ΗΠΑ. Η μεγαλύτερη ροή μεταναστών σημειώθηκε από το 1900 ως το 1917, περίοδο κατά την οποία 450.000 Έλληνες εισήλθαν στη χώρα αυτή. Η μετακίνηση συνεχίστηκε, με μειωμένους πάντως ρυθμούς, ως το 1924 οπότε θεσμοθετήθηκαν στις ΗΠΑ μέτρα για τον περιορισμό των μεταναστών από τις χώρες της Νότιας και της Ανατολικής Ευρώπης. Το μεταπολεμικό μεταναστευτικό ρεύμα ήταν πολύ πιο μαζικό· κάλυψε το 72% της συνολικής εξωτερικής μετανάστευσης μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις, οι μετανάστες από το 1946 ως το 1977 ήταν περίπου 1.000.000. Πρόκειται για μια πρωτοφανή κινητικότητα που αφορούσε σχεδόν ένα

άτομο στα οκτώ. Το 61% των μεταπολεμικών μεταναστών κινήθηκε προς τις χώρες της Βορειοδυτικής Ευρώπης και κυρίως προς τη Δυτική Γερμανία, 160.000 περίπου εγκαταστάθηκαν στην Αυστραλία, 135.000 στις ΗΠΑ, 100.000 στον Καναδά και οι υπόλοιποι σε άλλες υπερπόντιες χώρες. Από το σύνολο των ελλήνων μεταναστών του 20ού αιώνα υπολογίζεται ότι το 40% περίπου επέστρεψε στην Ελλάδα.

Οι περιοχές καταγωγής

Προπολεμικά οι περισσότεροι μετανάστες κατάγονταν από την Πελοπόννησο, τα νησιά και τη Στερεά Ελλάδα. Μεταπολεμικά οι περιοχές που γνώρισαν τα μεγαλύτερα ποσοστά εξωτερικής μετανάστευσης ήταν στη Βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία, Ήπειρος και Θράκη). Οι αρχικοί μετανάστες ήταν και προπολεμικά και μεταπολεμικά νέοι άνδρες από αγροτικές οικογένειες, οι οποίοι έφευγαν πιστεύοντας ότι θα επιστρέψουν μετά από μερικά χρόνια έχοντας βοηθήσει την οικογένειά τους να επιβιώσει και έχοντας αποκτήσει ένα κεφάλαιο. Σταδιακά όμως λόγω της παράτασης του χρόνου διαμονής τους, αλλά και της ανάγκης να εργάζονται περισσότερα μέλη μιας οικογένειας για την επίτευξη του στόχου της αποταμίευσης, άρχισαν να μετακινούνται και έγγαμες γυναίκες συνοδευόμενες συχνά από τα παιδιά τους. Σε αρκετές περιπτώσεις πάντως ιδιαίτερα όταν το ευνοούσε η αγορά εργασίας μετακινήθηκαν γυναίκες με δικό τους μεταναστευτικό σχέδιο.

Παρά τις ομοιότητες, υπήρχαν και σημαντικές διαφορές μεταξύ των μεταναστευτικών ρευμάτων του 20ού αιώνα. Έτσι, για παράδειγμα, η μετανάστευση προς τις χώρες της Βορειοδυτικής Ευρώπης από το 1945 ως το 1974, πολύ περισσότερο από τις μετακινήσεις προς άλλες ηπείρους και σε άλλες περιόδους, υπόκειτο σε μια οργανωμένη πολιτική εισαγωγής εργατικής δύναμης. Οι περισσότεροι μετανάστες κατευθύνθηκαν προς τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες έχοντας ήδη μια ετήσια ανανεούμενη σύμβαση εργασίας στο χέρι, αφού έφευγαν μετά την υπογραφή συμφωνιών ανάμεσα στις ελληνικές κυβερνήσεις και στις χώρες υποδοχής που όριζαν τις αμοιβαίες υποχρεώσεις των κρατών καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ξένων εργατών.

Η μετανάστευση αποτελούσε πάντως σε όλες τις περιπτώσεις μια επώδυνη εμπειρία με πολλούς κινδύνους. Για να μειώσουν τους κινδύνους και την ανασφάλεια οι στερημένοι οικονομικών πόρων και μόρφωσης μετανάστες στηρίχτηκαν στο μοναδικό «κεφάλαιο» που διέθεταν, δηλαδή στα συγγενικά και τοπικά δίκτυα. Τα δίκτυα παρείχαν τις απαραίτητες πληροφορίες και πολλές πρακτικές διευκολύνσεις, καθόριζαν συχνά τον τόπο εγκατάστασης, φρόντιζαν για την εξεύρεση κατοικίας και εργασίας, προσέφεραν υλική και ηθική στήριξη.

Για τη μεγάλη πλειονότητα των μεταναστών η εγκατάσταση σε αστικό κέντρο και η είσοδος στη μισθωτή εργασία πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα με τη μετακίνησή τους προς μια ξένη χώρα. Στους περισσότερους τόπους εγκατάστασης οι μετανάστες εργάστηκαν ως ανειδίκευτοι εργάτες σε βιομηχανίες, ορυχεία ή σιδηροδρόμους· εντάχθηκαν δηλαδή, αρχικά τουλάχιστον, στην εργατική τάξη. Άλλοι έγιναν πλανόδιοι λιανέμποροι ή υπάλληλοι σε επιχειρήσεις. Λίγοι ήταν αυτοί που κατόρθωσαν σε σύντομο χρονικό διάστημα να ανοίξουν τη δική τους μικροεπιχείρηση εστιατόρια, καφενεία, μπακάλικα, μικρά ξενοδοχεία κτλ. , όπου

συχνά εργαζόταν όλη η οικογένεια με σκληρά ωράρια. Συνήθως η είσοδος στον κόσμο των μικροεπιχειρηματιών που αποτελούσε και τον μοναδικό σχεδόν τρόπο κοινωνικής ανόδου ήταν καρπός μακρόχρονης σκληρής εργασίας και μιας ζωής γεμάτης στερήσεις. Σε ορισμένες χώρες εμφανίστηκε πάντως σύντομα χάρη σε συγκεκριμένες ευνοϊκές οικονομικές συγκυρίες μια μεσαία τάξη στο εσωτερικό των μεταναστευτικών κοινοτήτων. Κάποια από τα παιδιά των μεταναστών ξέφυγαν από την κοινωνική μοίρα των γονέων τους ακολουθώντας τον δρόμο της επαγγελματικής κατάρτισης και της μόρφωσης. Οι διαφορές όμως ανάμεσα στις κοινότητες του εξωτερικού είναι τόσο μεγάλες στο ζήτημα της κοινωνικής ανόδου όπως και σε πολλά άλλα, ώστε κάθε προσπάθεια γενίκευσης να είναι αυθαίρετη.

Εχθρικότητα και προκατάληψη

Οι έλληνες μετανάστες όπως και άλλοι ξένοι αντιμετώπισαν την εχθρικότητα και τις προκαταλήψεις των γηγενών ή των παλαιότερων μεταναστών και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και εκτεταμένες βίαιες ενέργειες εναντίον τους. Για να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες που δημιουργούσαν το εχθρικό περιβάλλον και ο γλωσσικός αποκλεισμός, για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες της καθημερινότητας (βαφτίσεις, γάμους, κηδείες), αλλά και για να αποκτήσουν χώρους κοινωνικής συναναστροφής, οι μετανάστες οργανώθηκαν σε κοινότητες και σωματεία και φρόντισαν για τη λειτουργία εκκλησιών. Σύντομα στο εσωτερικό των κοινοτήτων εμφανίστηκαν ποικίλες συγκρούσεις για τον έλεγχό τους και τον καθορισμό της μελλοντικής πολιτικής τους: συγκρούσεις μεταξύ λαϊκών και κληρικών, παλαιότερων και πρόσφατων μεταναστών, ομάδων με αντιπαρατιθέμενες πολιτικές θέσεις και ιδεολογίες ή με αποκλίνουσες στρατηγικές ως προς τις σχέσεις που επεδίωκαν να καλλιεργήσουν με την κοινωνία υποδοχής.

Σε πολλές περιπτώσεις οι ελληνικές κυβερνήσεις με δεδομένη την πεποίθηση ότι οι κοινότητες αποτελούσαν προέκταση της ελληνικής επικράτειας και παράγοντες της Εκκλησίας της Ελλάδος ή του Πατριαρχείου παρενέβαιναν στη ζωή των κοινοτήτων με στόχο να τις ελέγξουν και να επηρεάσουν πολιτικά τους μετανάστες.

Τα πρώτα χρόνια όλοι σχεδόν οι μετανάστες πίστευαν ότι η παραμονή τους στο εξωτερικό θα ήταν προσωρινή· κατέβαλλαν λοιπόν προσπάθειες να διατηρήσουν την ταυτότητά τους οι ίδιοι και κυρίως τα παιδιά τους. Με τον χρόνο όμως επήλθαν τεράστιες μεταβολές στην ταυτότητα των ιδίων και των απογόνων τους. Αλλά και οι αυτοπροσδιορισμοί της κοινωνίας από την οποία κατάγονταν οι μετανάστες μετασχηματίσθηκαν. Το περιεχόμενο και το νόημα της ελληνικότητας άλλαξε στις κοινότητες του εξωτερικού όπως και στην Ελλάδα. Οι ταυτότητες και οι πολιτισμοί δεν είναι αμετάβλητες «ουσίες» με σταθερή αξία που οφείλουν οι άνθρωποι να διαιωνίζουν, αλλά δυναμικές που μεταβάλλονται μέσα από τη διαπλοκή των διεθνών σχέσεων, των κοινωνικών συγκρούσεων, των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των πολιτισμικών συστημάτων και των στρατηγικών των κοινωνικών υποκειμένων. Η διαπίστωση αυτή αποκτά καίρια σημασία σήμερα που η Ελλάδα έχει μετατραπεί από χώρα αποστολής σε χώρα υποδοχής μεταναστών.

Το ΒΗΜΑ, 19/12/1999 , Σελ.: B16Κωδικός άρθρου: B12792B161

Μένης Κουμανταρέας , Η γυναίκα που πετάει (εκδ. Κέδρος, 2006)

Ο Κουμανταρέας σ’ αυτό το βιβλίο βρέθηκε σε μεγάλα συγγραφικά κέφια. Και μάλλον έτσι είναι. Διαθέτοντας ένα πολύτιμο οπλοστάσιο στο οποίο κυριαρχούν η αφηγηματική δεινότητα , το προσωπικό στιλ γραφής, το υποδόριο χιούμορ, συνθέτει ψηφίδα ψηφίδα το είδωλο της ελληνικής κοινωνίας ξεκινώντας από τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια μιας ρημαγμένης Αθήνας για να φτάσει στις μέρες μας με την πρωτεύουσα «μια πόλη πολυεθνική πια» να έχει πάρει το χαρακτήρα μικρογραφίας κοσμοπολίτικου κέντρου. Στην εποχή της ατομικότητας και της αμνησίας ο Κουμανταρέας υπενθυμίζει το αγαθό του συναναστρέφεσθαι και συμπάσχειν, κουρδίζει το ρολόι της μνήμης και συνθέτει την ελληνική ανθρωπογεωγραφία με νηφαλιότητα και ακρίβεια. Είτε πρόκειται για τη γιαγιά Αγγελική, μια γυναίκα που πραγματικά πετάει και επάξια δανείζει τον τίτλο στο βιβλίο, είτε για τη μητέρα του αφηγητή στην περιπετειώδη μα αποκαλυπτική για τον νεαρό σύλληψή τους από την ΟΠΛΑ, είτε για τον ταξιτζή που ακόμα και η ψευδαίσθησή του σε λάθος συσκευή κινητού τηλεφώνου ακουμπάει, είτε για την παρέα των μεσηλίκων παραθεριστών, είτε ακόμα για την αποτελεσματικότητα του νεαρού Αλβανού μετανάστη που αποτρέπει τον καβγά την κατάλληλη στιγμή, είτε πρόκειται για πρόσωπα αληθινά είτε για μυθοπλασία, οι ήρωες και οι ηρωίδες του Κουμανταρέα είναι οι άνθρωποι που συναναστρεφόμαστε και αποστρεφόμαστε, είναι όλοι αυτοί που κυκλοφορούν γύρω μας και πλάι μας, είναι κομμάτια της δικής μας μνήμης και της δικής μας καθημερινότητας, είναι κομμάτια από τις δικές μας πληγές και τα δικά μας όνειρα. Είναι το αποτύπωμα αυτής της ίδιας κοινωνίας στις διαφορετικές της όψεις και χρονικές στιγμές. Για μια συλλογικότητα πολύ πιο ανθρώπινη και απενοχοποιημένη  μιλά ο συγγραφέας. Για τη μοναξιά που δεν υπάρχει λόγος να αναλυθεί περαιτέρω,  αφού στην ίδια απόγνωση οδηγεί. Το κατακερματισμένο ελληνικό παρελθόν με τα πολιτικά μίση και πάθη κοιτάζει, νηφάλια όμως. Για ζητήματα που καίνε μιλά, όπως η μετανάστευση. Μόνο που τον «άλλο» τον βλέπει ως αναζωογόνο στοιχείο σε μια κοινωνία κουρασμένη. Κι όταν ακουμπά την ανθρώπινη ψυχή, το κάνει με την αποτελεσματικότητα ενός ψυχαναλυτή και την κατανόηση του συμπάσχοντος ταυτόχρονα. Τους αγαπάει τους ήρωές του ο Κουμανταρέας. Ίσως γιατί κάπου ανάμεσά τους βρίσκεται το δικό του αποτύπωμα, οι δικές του πληγές, «το πιο τίμιο – η μορφή του».

Τα ρεμπέτικα

Eίναι μικρά απλά τραγούδια, που τραγουδούν απλοί άνθρωποι. Είναι ελληνικά τραγούδια που αναπτύχθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα και ολοκλήρωσαν τον κύκλο τους στο τέλος της δεκαετίας του '50. Αν και κατ' αρχάς ερωτικά, τα ρεμπέτικα είναι στο βάθος μάλλον κοινωνικού περιεχομένου. Εξέφρασαν τους ανθρώπους που μετακινήθηκαν, εθελοντικά (εσωτερική ή εξωτερική μετανάστευση) ή με τη βία (προσφυγιά), από την περιφέρεια στις μεγάλες πόλεις. «Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι έκφραση του Ελληνικού λαϊκού πολιτισμού. Συγχωνεύει στους κόλπους του στοιχεία διονυσιακά από την Αρχαία Ελλάδα, μυστικιστικά από το Βυζάντιο και ντερβίσικα από την Τουρκοκρατία σε διάσταση με την κυρίαρχη στη σύγχρονη Ελλάδα ιδεολογία, η οποία καθορίζεται από την Δυτική Ευρώπη και την Β. Αμερική» Παν. Κουνάδης

Η γέννηση....    Ανεπιθύμητοι στο κέντρο των πόλεων αλλά χρήσιμοι στις συναλλαγές των αστών οι άνθρωποι αυτοί εγκαταστάθηκαν σε πρώτη φάση στις άκρες των μεγάλων πόλεων: Σμύρνη, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Σύρο, Σικάγο, Νέα Υόρκη κ.α. Λιμάνια φιλόξενα στο περιθώριο και την παρανομία.   Η εποχή που έγινε γνωστό το ρεμπέτικο τραγούδι είναι κοντινή μεν, άγνωστη δε. Ούτε τα αίτια ανάπτυξης, ούτε οι αρχικές επιδράσεις, ούτε οι πρώτες εστίες του ρεμπέτικου είναι επακριβώς γνωστές. Υποτίθεται ότι οι πιο πάνω πόλεις είναι οι χώροι όπου γεννήθηκε, όχι τυχαία το ρεμπέτικο τραγούδι   Το ρεμπέτικο τραγούδι αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία -και όχι μόνο-του λαϊκού πολιτισμού των πόλεων , που συνεχίζει να συγκινεί τις ψυχές των ανθρώπων.

Η πορεία μέσα στο χρόνο..  Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι για πολλούς ο κληρονόμος του δημοτικού μας τραγουδιού. Λειτούργησε άλλωστε σαν τέτοιο μέχρι τα χρόνια της Μικρασιατικής καταστροφής. Μετά το 1922, όμως, τα πράγματα αλλάζουν. Εκείνη την εποχή η Ευρωπαϊκή μουσική είχε επιδράσει πολύ στην αστική τάξη, ενώ στα λαϊκά στρώματα ήταν διαδεδομένες περισσότερο η δημοτική και λαϊκή μουσική. Η λαϊκή τάξη λοιπόν άρχισε να έχει επαφές με τους πρόσφυγες και τη κουλτούρα τους. Οι μουσικοί αυτών των δυο, άρχισαν να βγάζουν καινούργιες μουσικές ιδέες. Το 1923 η Ελλάδα αντιμετώπισε τον ερχομό του 1.500.000 προσφύγων από την Μ. Ασία μετά από την καταστροφή του 1922.Οι πρόσφυγες αυτοί εγκαταστάθηκαν κυρίως τριγύρω από την Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά. Φυσικό ήταν οι πρόσφυγες αυτοί, να φέρουν μαζί και την μουσική τους.

Η ιστορία γράφει..  Το Μικρασιάτικο ύφος έχει πλέον επικρατήσει στα ρεμπέτικα και έχει γίνει τρόπος έκφρασης όλη αυτή την περίοδο (1925-35). Τα ρεμπέτικα είχαν πάντα τη μουσική των φτωχών και εκφράζον με διαφορετικό τρόπο και λυρικοτητα , την αγάπη, την χαρά, την λύπη, και τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Κάποιον όρο για τα ρεμπέτικα δίνει η Gail Holst στο βιβλίο της "road of rebetica". "Τι είναι ξεχωριστό στο ρεμπέτικο; είναι ο συνδυασμός μεταξύ παραδοσιακής μουσικής της Ανατολικής Μεσόγειου και των στοίχων των τραγουδιών που είχαν σχέση με την ζωή του αστικού υπόκοσμου."  Τα ρεμπέτικα είχαν τη δική τους πηγή στη προφορική παράδοση όπου ο αυτοσχεδιασμός έπαιξε ενδιαφέροντα ρόλο και στη μουσική και

στη λυρικότητά τους. Τα τραγούδια άρχιζαν πάντα με ένα ορχηστικό κομμάτι το λεγόμενο ταξίμι, όπου ο καλλιτέχνης έδειχνε την ικανότητά του. Το ταξίμι δίνει το δικό του αίσθημα στο τραγούδι και μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 12 λεπτά. Μετά από αυτό, το τραγούδι αρχίζει. Συχνά ο τραγουδιστής αυτοσχεδιάζει εισάγοντας τον ακροατή σε διάφορα γεγονότα τοπικού ενδιαφέροντος.Οι παράλιοι Mικρασιάτες είχαν ήθη αστικού πληθυσμού και σχεδόν καθόλου έθιμα. Κυριότεροι φορείς του ρεμπέτικου τραγουδιού ήταν οι πρόσφυγες, οι φυλακισμένοι, οι χασικλήδες και οι φαντάροι. Μόνο τριάντα χρόνια κράτησε η ακμή του ρεμπέτικου τραγουδιού (περίπου 1922-1952), όπου μπορούμε να διακρίνουμε τρεις περιόδους. Στην πρώτη περίοδο (1922-32) κυριάρχησε το σμυρναίικο στυλ και γνωστοί συνθέτες της εποχής ήταν οι: Πλω, Εϊτζερίδης, Δραγάτης, Μαρίνος, Καρίπης.  Στη δεύτερη περίοδο (1932-1940) έχουμε τη χρυσή εποχή του ρεμπέτικου. Τα πυτιά έδωσαν τη θέση τους στους μπουζουκομπαγλαμάδες και οι σμυρνιές τραγουδίστριες των καφέ-αμάν στους σέρτικους τραγουδιστές των τεκέδων, που συγχρόνως ήταν και συνθέτες, στιχουργοί και δεξιοτέχνες του μπουζουκιού. Τότε ήταν που το ρεμπέτικο, με κλασική απλότητα, αποκάλυψε τον αγνό κόσμο του περιθωρίου. Τέλος, η τρίτη περίοδος (1940-1952) είναι εποχή που ο Τσιτσάνης και ο Χιώτης έπαιζαν μπουζούκι σε δίσκο του Χάρμα. Ήταν η εποχή της πείνας, των κρεματορίων, των πυροβολισμών, του τρόμου, που όλα τα αγνόησε το ρεμπέτικο τραγούδι, γιατί ήταν πολύ νωρίς ακόμη να τραγουδήσει γι’ αυτά. Ωστόσο το ρεμπέτικο αυτής της περιόδου δεν απέφυγε τα ζοφερά προαισθήματα. Ο Βασίλης Τσιτσάνης είναι ο μάγος εκείνης της εποχής, ο οποίος μετέβαλε το ρεμπέτικο τραγούδι σε λαϊκό, ο οποίος μίλησε για τον έρωτα με τρυφερότητα κοριτσιού, ο οποίος έκλαψε κρυφά για όσους έπεσαν στα σταυροδρόμια από πιστολιές προδοτών, ο οποίος έπαιξε μπουζούκι με τέλειο τρόπο. Προσέτι ο Τσιτσάνης, μαζί με το Μητσάκη και Χιώτη, διάλεξαν νέους τραγουδιστές με φωνές που θύμιζαν ψαράδες, χτίστες, μανάβηδες.   Ο Τσιτσάνης εγκατέλειψε οριστικά το ούτι, το σαντούρι, τη μαντίλα (μαντίλα έπαιζε ο Τούντας, καθώς και ο Τσιτσάνης όταν ήταν παιδί) χρησιμοποιώντας στα παλιά καλά τραγούδια του μόνο μπουζούκι και κιθάρα. Επίσης ο Τσιτσάνης πλούτισε το ρεμπέτικο με δύσκολα στην ερμηνεία ταξίμια και άλλα μελωδικά κοσμήματα, ανέφερε πρώτος αυτός τον εαυτό του στα τραγούδια του, τραγούδησε για το μαράζι του ακριβού έρωτος, άφησε κατά μέρους τις απλοϊκές ρύμες, έγραψε έναν αληθινά πανελλήνιο ύμνο, τη Συννεφιασμένη Κυριακή. Τα τραγούδια του Τσιτσάνη ήταν μελαγχολικά, ευγενή, ενάρετα, κατανυκτικά. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά και της Γερμανικής κατοχής οι ρεμπέτες πέρασαν δύσκολα χρόνια. Ο Μεταξάς απαγόρευσε το μπουζούκι. Τα ρεμπέτικα άρχισαν σιγά - σιγά να ξεχνιούνται. Ακούγονταν τραγούδια ιταλικού στυλ. Ευτυχώς υπήρχε ο Βαμβακάρης με την περίφημη Καλαματιανή κομπανία (Παπαϊωάννου, Χατζηχρήστος, Μητσάκης).  Ήταν η εποχή που δεσπόζει ο Μάρκος Βαμβακάρης μεγάλος λαϊκός τραγουδιστής, συνθέτης και οργανοπαίχτης. Δίπλα του ο Τούντας, ο Μπαγιαντέρας, ο Μπάτης , ο Ανέστης Δαλίας, ο Στράτος Παγιουμτζής (ή Τεμπέλης), ο Μορφέας, ο Χατζηχρήστος, ο Περιστέρης, ο Παπαϊωάννου.   Κάθε μια από τις τρεις προαναφερθείσες εποχές της ακμής του ρεμπέτικου (συμβατικά ας τις πούμε: σμυρναίικοι, κλασική και λαϊκή), χωρίς να αποτελεί στεγανό διαμέρισμα, έχει το δικό της στυλ, και κάθε στυλ ξεχωρίζει σαφώς από τα άλλα. 

Ο επίλογος    Τα ρεμπέτικα κράτησαν για παραπάνω από 50 χρόνια. Σήμερα έχουν περάσει πια στην ιστορία σαν αθάνατα τραγούδια. Τα τελευταία δέκα χρόνια αποχώρησαν από τη ζωή ή πέρασαν στο περιθώριο και οι τελευταίοι από τους μεγάλους

δημιουργούς του ρεμπέτικου τραγουδιού, που συντηρούσαν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο τις εστίες διάδοσης των ρεμπέτικων τραγουδιών. Ευτυχώς πολλοί νέοι ασχολήθηκαν με το είδος αυτό με αποτέλεσμα νέοι τραγουδιστές και μουσικοί να περάσουν στην υπηρεσία του ρεμπέτικου, ακολουθώντας πορεία προσήλωσης, ταυτίσης και σεβασμού στις παραδόσεις. Αυτή η συνεχιζόμενη παρουσία στο προσκήνιο των ρεμπέτικων φανερώνει τη βιολογική ανάγκη της ύπαρξης ενός λαϊκού μουσικού είδους, που έχει καταγραφεί πλέον ως ουσιαστικό στοιχείο της κοινωνικής συνείδησης μεγάλων τμημάτων του ελληνικού λαού. 

http://costasmoulas.nostos.gr/paradosi/rebetiko_history.htm

ΕΙΚΑΣΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Φωτο Ellis island με λεζάντα: Άφιξη μεταναστών στη Νέα ΥόρκηΦωτο Prosfiges με λεζάντα: Καταυλισμός προσφύγων στην ΑφρικήΦωτο Omogeneia με λεζάντα: Έλληνες ομογενείς της Αμερικής κατά τη διάρκεια παρέλασης

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

Περί Σεφέρηhttp://www.logotexnia.com/writersgr/seferis/seferis.htmlhttp://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=270&author_id=44http://www.snhell.gr/anthology/content.asp?id=268&author_id=44

Περί Μετανάστευσηςhttp://geogr.eduportal.gr/senaria/population_gr/info_meta_gr.htmhttp://el.wikipedia.org/wiki/%CE%88%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B5%CF%82http://www.uoi.gr/schools/early-childhood/metanastes/index.htmhttp://www.metanastis.com/METANASTEYSH.htmhttp://www2.fhw.gr/projects/migration/15-19/gr/v2/index.htmlhttp://www.bbc.co.uk/greek/specials/1841_immigrationhttp://www.metanastis.com/METANASTEYSH.htmhttp://www.myriobiblos.gr/afieromata/dimotiko/txt_xenitia.htmlhttp://www.migrantsingreece.org/new.asp?NEW_ID=5096

ΦΥΛΛΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

1ο ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ενδεικτική Διάρκεια: 2 ώρες

Ονοματεπώνυμο: ...............................................Ημερομηνία: ......................................................Τάξη:...................................................................

Ο ομηρικός νόστος αποτελεί διαχρονικό φαινόμενο της ελληνικής κοινωνίας έστω και αν εκφράζεται στις μέρες μας με ποικίλους όρους, που αφορούν στην απομάκρυνση από την πατρίδα ή την επιστροφή σ’αυτήν. Προκειμένου να μελετήσουμε παρόμοια με το νόστο των ομηρικών ηρώων σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα:

1. Να μεταβείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.komvos.edu.gr/dictionaries/dictonline/DictOnLineTri.htm να πληκτρολογήσετε διαδοχικά τους όρους μετανάστευση, προσφυγιά, ομογένεια, παλιννόστηση, να καταγράψετε την έννοια του καθενός και να επισημάνετε τη διαφορά στη σημασία τους. ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

2. Να μελετήσετε από τις σχετικές ιστοσελίδες της υποενότητας «Μετανάστευση» τα χαρακτηριστικά της και στη συνέχεια αφού χωριστείτε σε δύο ομάδες να μελετήσετε και να ετοιμάσετε ανά ομάδα μία παρουσίαση σχετικά με τα παρακάτω:Α΄ ομάδα: Μετανάστευση των Ελλήνων: Προς ποιες χώρες μετακινήθηκαν; Ποιες χρονολογίες σημειώνονται οι κυριότερες μεταναστεύσεις των Ελλήνων; Ποια ήταν τα αίτια της μετανάστευσης; Σήμερα σε ποιες χώρες κατοικούν Έλληνες; Μπορείτε να αξιοποιήσετε τα στοιχεία «Περί μετανάστευσης» της κατηγορίας «Παράλληλα Κείμενα» καθώς και τις σχετικές ιστοσελίδες της υποενότητας «Μετανάστευση».

Β΄ ομάδα: Μετανάστευση προς την Ελλάδα: Από ποιες χώρες μετακινήθηκαν πληθυσμοί; Ποιες χρονολογίες σημειώνονται οι κυριότερες μεταναστεύσεις προς την Ελλάδα; Ποια ήταν τα αίτια της μετανάστευσης; Μπορείτε να αξιοποιήσετε τα στοιχεία «Περί μετανάστευσης» της κατηγορίας «Παράλληλα Κείμενα» καθώς και τις σχετικές ιστοσελίδες της υποενότητας «Μετανάστευση».

3. Να εμπλουτίσετε τις παρουσιάσεις σας με υλικό, που αφορά στο θέμα της μετανάστευσης από το χώρο της μουσικής, της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου. Μπορείτε να αντλήσετε πληροφορίες από τις σχετικές ιστοσελίδες της υποενότητας «Μετανάστευση» και από τα σχετικά «Περί μετανάστευσης» Παράλληλα Κείμενα.

4. Προσπαθήστε να πάρετε μία συνέντευξη ο καθένας από κάποιον μετανάστη στη χώρα μας και να κατηγοριοποιήσετε τα θέματα που τους απασχολούν και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.

2ο ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ενδεικτική Διάρκεια: 2 ώρες

Ονοματεπώνυμο: ...............................................Ημερομηνία: ......................................................Τάξη:...................................................................

Ο Γ. Σεφέρης, ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές, έχει αξιοποιήσει στο έργο του τον ομηρικό νόστο. Συχνά, δε, οι μελετητές και κριτικοί της λογοτεχνίας εντοπίζουν στο έργο του στοιχεία ομοιότητας ανάμεσα στον Οδυσσέα και τον Σεφέρη. Ο Οδυσσέας επεδίωξε και πέτυχε την επιστροφή στην Ιθάκη. Ο Σεφέρης επεδίωκε την επιστροφή στη δική του «Ιθάκη», τη μητέρα πατρίδα.

Αφού μελετήσετε τις σχετικές για τον μεγάλο Έλληνα ποιητή ιστοσελίδες από την κατηγορία «Σύνδεσμοι» καθώς και τα σχετικά μ’αυτόν από την κατηγορία «Παράλληλα Κείμενα» να προσπαθήσετε με βάση τις πληροφορίες που θα αντλήσετε και τα ποιήματά του «Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο», «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου», «Μυθιστόρημα» και «Σαντορίνη» να καταγράψετε τους τόπους-σταθμούς του ταξιδιού του ποιητή και να διακρίνετε τα στοιχεία εκείνα, που επιβεβαιώνουν την άποψη παραλληλισμού του με τον Οδυσσέα. Τι ομοιότητες και τι διαφορές παρατηρείτε ανάμεσα στον ομηρικό Οδυσσέα και τον Σεφέρη - Οδυσσέα;