107
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2016» Προοίμιο. Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε. 2.2.2016, L26, σελ. 19 Για σκοπούς ενσωμάτωσης της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 2016 σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (αναδιατύπωση)», Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Συνοπτικός τίτλος. 38 (Ι) του 2016. 1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2017 και θα διαβάζεται με τον περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμο του 2016 (που στο εξής θα αναφέρεται ως «ο βασικός νόμος») και ο βασικός νόμος και ο παρών Νόμος θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμοι του 2016 και 2017. Τροποποίηση του άρθρου 347 του βασικού Νόμου. 2. Το εδάφιο (2) του άρθρου 347 του βασικού νόμου, τροποποιείται με την αντικατάσταση των παραγράφων (η), (θ) και (κ) με τις ακόλουθες νέες παραγράφους (η), (θ), και (κ): «(η) διαγραφή ενός προσώπου από το Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει των παραγράφων (γ), (δ) και (στ) του εδαφίου (5) του άρθρου 394 του παρόντος Νόμου∙

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟpsead.com/./userfiles/Prosxedio Tropopoihtikou Nomosxediou.pdf4 υπηρεσία· (γ) τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα

  • Upload
    others

  • View
    6

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

  • ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ

    «ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ

    ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2016»

    Προοίμιο.

    Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε.

    2.2.2016, L26, σελ. 19

    Για σκοπούς ενσωμάτωσης της πράξης της Ευρωπαϊκής

    Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού

    Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 2016

    σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων

    (αναδιατύπωση)»,

    Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

    Συνοπτικός τίτλος.

    38 (Ι) του 2016.

    1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ασφαλιστικών και

    Αντασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεμάτων

    (Τροποποιητικός) Νόμος του 2017 και θα διαβάζεται με τον περί

    Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και άλλων

    Συναφών Θεμάτων Νόμο του 2016 (που στο εξής θα αναφέρεται

    ως «ο βασικός νόμος») και ο βασικός νόμος και ο παρών Νόμος

    θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Ασφαλιστικών και

    Αντασφαλιστικών Εργασιών και άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμοι

    του 2016 και 2017.

    Τροποποίηση του άρθρου

    347 του βασικού Νόμου.

    2. Το εδάφιο (2) του άρθρου 347 του βασικού νόμου,

    τροποποιείται με την αντικατάσταση των παραγράφων (η), (θ)

    και (κ) με τις ακόλουθες νέες παραγράφους (η), (θ), και (κ):

    «(η) διαγραφή ενός προσώπου από το Μητρώο Διαμεσολαβητών

    δυνάμει των παραγράφων (γ), (δ) και (στ) του εδαφίου (5) του

    άρθρου 394 του παρόντος Νόμου∙

  • 2

    (θ) άρνηση έγκρισης υποκαταστήματος, αντιπροσωπείας,

    γραφείου, ή θυγατρικής εταιρείας και εν γένει της ανάληψης και

    άσκησης εργασιών διαμεσολάβησης σχετικά με κινδύνους και

    υποχρεώσεις σε τρίτη χώρα δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου

    360 του παρόντος Νόμου∙

    (κ) άρνηση ανανέωσης εγγραφής διαμεσολαβητή σε Μητρώο

    Διαμεσολαβητών, δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 391

    καθώς και απόρριψη αίτησης για εγγραφή σε Μητρώο

    Διαμεσολαβητών ή παράληψη έκδοσης απόφασης εντός τριών

    μηνών από την ημέρα υποβολής έγκυρης αίτησης για εγγραφή

    στο Μητρώο Διαμεσολαβητών δυνάμει του εδαφίου (3) του

    άρθρου 392 του παρόντος Νόμου.

    Αντικατάσταση του Μέρους

    VIII του βασικού νόμου.

    3. Ο βασικός Νόμος τροποποιείται με την αντικατάσταση του

    «Μέρους VIII – Εργασίες Διαμεσολάβησης στον ασφαλιστικό

    τομέα», με το ακόλουθο νέο Μέρος VIII:

    «ΜΕΡΟΣ VIII - ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΝΟΜΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

    ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ – ΕΡΜΗΝΕΙΑ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ

    ΕΦΟΡΟΥ

    Ερμηνεία για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους.

    356. (1) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, εκτός εάν από το

    κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

    «αμοιβή» σημαίνει κάθε προμήθεια, τέλος, επιβάρυνση ή άλλη

    πληρωμή, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους οικονομικού

    οφέλους ή οποιουδήποτε άλλου χρηματικού ή μη χρηματικού

    οφέλους ή κινήτρου, που προτείνεται ή παρέχεται σε σχέση με

  • 3

    τις δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων·

    «αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής» σημαίνει κάθε φυσικό ή

    νομικό πρόσωπο, άλλο από την αντασφαλιστική επιχείρηση ή

    τους υπαλλήλους της, το οποίο αναλαμβάνει ή ασκεί επ’

    αμοιβή τη δραστηριότητα διανομής αντασφαλιστικών

    προϊόντων·

    «ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό

    πρόσωπο, εξαιρουμένης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής

    επιχείρησης ή των υπαλλήλων της το οποίο αναλαμβάνει ή

    ασκεί επ’ αμοιβή δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών

    προϊόντων·

    Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε., 26.06.2013, L176, σελ. 1

    «ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα

    δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ή άλλως

    δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής (ΔΔΔ)»

    σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εκτός από πιστωτικό

    ίδρυμα ή την επιχείρηση επενδύσεων όπως ορίζονται στο

    άρθρο 4 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) του Κανονισμού (ΕΕ)

    αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του

    Συμβουλίου, το οποίο αναλαμβάνει ή ασκεί επ’ αμοιβή

    δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων ως

    δευτερεύουσα δραστηριότητα, με την προϋπόθεση ότι

    πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    (α) η κύρια επαγγελματική δραστηριότητα του εν λόγω φυσικού ή

    νομικού προσώπου δεν είναι η διανομή ασφαλιστικών

    προϊόντων·

    (β) το φυσικό ή νομικό πρόσωπο διανέμει μόνον ορισμένα

    ασφαλιστικά προϊόντα που συμπληρώνουν ένα αγαθό ή μια

    Commented [NC1]: Άρθρο 2 (9) Οδηγίας

    Commented [NC2]: Άρθρο 2 (5) της Οδηγίας

    Commented [NC3]: Άρθρο 2 (4) Οδηγίας

    Commented [NC4]: Άρθρο 2 (4 Οδηγίας)

  • 4

    υπηρεσία·

    (γ) τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα δεν καλύπτουν την ασφάλιση

    ζωής ή τους κινδύνους αστικής ευθύνης, εκτός αν η εν λόγω

    κάλυψη συμπληρώνει το αγαθό ή την υπηρεσία που παρέχει ο

    διαμεσολαβητής ως την κύρια επαγγελματική δραστηριότητά

    του·

    «διαμεσολαβητής» σημαίνει ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό

    διαμεσολαβητή και δευτερεύουσας δραστηριότητας

    διαμεσολαβητή ο οποίος είναι εγγεγραμμένος σε ένα από τα

    Μητρώα του άρθρου 382 του παρόντος Νόμου.

    «διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων» σημαίνει κάθε

    ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, δευτερεύουσας δραστηριότητας

    διαμεσολαβητή ή ασφαλιστική επιχείρηση·

    «διανομή αντασφαλιστικών προϊόντων» σημαίνει τις

    δραστηριότητες παροχής συμβουλών, πρότασης ή διενέργειας

    εργασιών προπαρασκευής για τη σύναψη συμβάσεων

    αντασφάλισης, τις δραστηριότητες σύναψής τους, ή τις

    δραστηριότητες παροχής βοήθειας κατά τη διαχείριση και την

    εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων, ιδίως σε περίπτωση που

    γεννηθεί αξίωση, περιλαμβανομένων των δραστηριοτήτων, στις

    περιπτώσεις που αναλαμβάνονται από αντασφαλιστική

    επιχείρηση χωρίς την παρέμβαση αντασφαλιστικού

    διαμεσολαβητή·

    «διανομή ασφαλιστικών προϊόντων» σημαίνει τις

    δραστηριότητες παροχής συμβουλών, πρότασης, διενέργειας

    εργασιών προπαρασκευής, για τη σύναψη συμβάσεων

    ασφάλισης, τις δραστηριότητες σύναψής τους ή τις

    Commented [NC5]: Άρθρο 2 (8) Οδηγίας

    Commented [NC6]: Άρθρο 2 (2) της Οδηγίας

  • 5

    δραστηριότητες παροχής βοήθειας κατά τη διαχείριση και την

    εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων, ιδίως σε περίπτωση που

    γεννηθεί αξίωση, περιλαμβανομένης της παροχής

    πληροφοριών σχετικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές

    συμβάσεις βάσει κριτηρίων που επιλέγονται από τον πελάτη

    μέσω ενός ιστοτόπου ή κάποιου άλλου μέσου και την παροχή

    καταλόγου κατάταξης ασφαλιστικών προϊόντων,

    συμπεριλαμβανομένης της σύγκρισης των τιμών και των

    προϊόντων ή την παροχή έκπτωσης επί της τιμής ασφαλιστικής

    σύμβασης, όταν ο πελάτης είναι σε θέση να συνάψει άμεσα ή

    έμμεσα μια ασφαλιστική σύμβαση χρησιμοποιώντας ιστότοπο ή

    άλλα μέσα·

    «διευθύνων» σε περίπτωση νομικού προσώπου σημαίνει

    φυσικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τις δραστηριότητες

    διανομής ασφαλιστικών προϊόντων∙

    «επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση» σημαίνει ένα

    ασφαλιστικό προϊόν που έχει ημερομηνία λήξης (maturity) ή

    αξία εξαγοράς, και, όπου η εν λόγω ημερομηνία λήξης

    (maturity) ή αξία εξαγοράς είναι συνολικά ή μερικά εκτεθειμένη,

    άμεσα ή έμμεσα, σε διακυμάνσεις της αγοράς, και στο οποίο

    δεν περιλαμβάνονται:

    Πρώτο Παράρτημα

    Μέρος Α

    (α) ασφαλιστικά προϊόντα του κλάδου ασφάλισης Γενικής Φύσεως,

    όπως ορίζονται στο Μέρος Α, του Πρώτου Παρατήματος

    (Κλάδοι ασφάλισης Γενικής Φύσεως) του παρόντος Νόμου·

    Δεύτερο Παράρτημα.

    (β) προϊόντα κλάδου ασφάλισης Ζωής όπως αυτά καθορίζονται

    στο Δεύτερο Παράρτημα του παρόντος Νόμου, όπου τα οφέλη

    από τη σύμβαση είναι πληρωτέα μόνο σε περίπτωση θανάτου

    Commented [NC7]: (Άρθρο 2 (1) Οδηγίας

  • 6

    ή για ανικανότητα λόγω τραυματισμού, ασθένειας ή αναπηρίας·

    (γ) συνταξιοδοτικά προϊόντα για τα οποία, σύμφωνα με

    οποιονδήποτε Νόμο της Δημοκρατίας, έχουν αναγνωριστεί ότι

    έχουν ως πρωταρχικό σκοπό την παροχή εισοδήματος στον

    επενδυτή κατά τη συνταξιοδότησή του, και δίνουν στον

    επενδυτή το δικαίωμα σε ορισμένες παροχές·

    (δ) επίσημα αναγνωρισμένα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά ταμεία

    (schemes) που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος

    Νόμου∙

    (ε) ατομικά συνταξιοδοτικά προϊόντα για τα οποία απαιτείται από

    οποιοδήποτε Νόμο της Δημοκρατίας, χρηματοδοτική

    συνεισφορά του εργοδότη και στα οποία ο εργαζόμενος ή ο

    εργοδότης δεν έχει δυνατότητα επιλογής ως προς το

    συνταξιοδοτικό προϊόν ή τον πάροχο, περιλαμβανομένου του

    περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 2010 όπως αυτός

    εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

    «επιχείρηση εργασιών διαμεσολάβησης τρίτης χώρας» σημαίνει

    φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητες διανομής

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων σε τρίτη χώρα

    στην οποία διαμένει ή έχει την έδρα του, ανάλογα με την

    περίπτωση, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή την οποία

    περιβάλλεται∙

    «κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει-

    (α) εάν ο διαμεσολαβητής είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος μέλος

    στο οποίο διαμένει·

    Commented [NC8]: Άρθρο 2 (17) Οδηγίας

  • 7

    (β) εάν ο διαμεσολαβητής είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος μέλος

    στο οποίο βρίσκεται η εταιρική και καταστατική του έδρα ή, σε

    περίπτωση που δεν υφίσταται καταστατική έδρα δυνάμει του

    εθνικού δικαίου που το διέπει, το κράτος μέλος όπου βρίσκεται

    η κεντρική του διοίκηση·

    «κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει το κράτος μέλος στο οποίο

    ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής έχει

    μόνιμη παρουσία ή εγκατάσταση ή παρέχει υπηρεσίες και το

    οποίο δεν είναι το κράτος μέλος καταγωγής του·

    «κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας» σημαίνει τον

    τόπο από τον οποίο ασκείται η διοίκηση επί της κύριας

    επιχειρηματικής δραστηριότητας·

    «μόνιμο μέσο » σημαίνει κάθε εργαλείο το οποίο:

    (α) παρέχει στον πελάτη τη δυνατότητα να αποθηκεύει

    πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά στον πελάτη

    αυτόν, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ανατρέχει σε αυτές

    μελλοντικά και για χρονικό διάστημα ικανό για τους σκοπούς

    των πληροφοριών∙ και

    (β) επιτρέπει την αμετάβλητη αναπαραγωγή των αποθηκευμένων

    πληροφοριών.

    «Οδηγία 2016/97/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του

    Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης

    Ιανουαρίου 2016 σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών

    προϊόντων∙

    «συμβουλή» σημαίνει την παροχή προσωπικής σύστασης σε

    πελάτη, είτε κατόπιν αιτήματός του είτε με πρωτοβουλία του

    Commented [NC9]: Άρθρο 2 (10) Οδηγίας

    Commented [NC10]: Άρθρο 2 (11) Οδηγίας

    Commented [NC11]: Άρθρο 2 (14) Οδηγίας

    Commented [NC12]: Άρθρο 2 (18) Οδηγίας

  • 8

    διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων, σε σχέση με μία ή

    περισσότερες ασφαλιστικές συμβάσεις·

    «υποκατάστημα» σημαίνει το πρακτορείο ή το υποκατάστημα

    διαμεσολαβητή ο οποίος βρίσκεται στο έδαφος της

    Δημοκρατίας και εκτός του κράτους μέλους καταγωγής του·

    (2) Για τους σκοπούς ερμηνείας των όρων «διανομή ασφαλιστικών

    προϊόντων» και «διανομή αντασφαλιστικών προϊόντων», καμία

    από τις ακόλουθες δραστηριότητες δεν θεωρείται διανομή

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων:-

    (α) η περιστασιακή παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο άλλης

    επαγγελματικής δραστηριότητας, εάν-

    (i) ο πάροχος δεν λαμβάνει πρόσθετα μέτρα για να βοηθήσει στη

    σύναψη ή την εκτέλεση ασφαλιστικής σύμβασης∙

    (ii) σκοπός της εν λόγω δραστηριότητας δεν είναι η βοήθεια του

    πελάτη στη σύναψη ή την εκτέλεση αντασφαλιστικής

    σύμβασης∙

    (β) η κατ’ επάγγελμα διαχείριση των αξιώσεων μιας ασφαλιστικής

    επιχείρησης ή μιας αντασφαλιστικής επιχείρησης καθώς και ο

    διακανονισμός ζημιών και η εκτίμηση των ζημιών από

    εμπειρογνώμονα·

    (γ) η απλή παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με τους

    δυνητικούς ασφαλισμένους στους ασφαλιστικούς

    διαμεσολαβητές ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις εάν ο

    πάροχος δεν λαμβάνει πρόσθετα μέτρα για να βοηθήσει στη

    σύναψη ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής σύμβασης·

    Commented [NC13]: Άρθρο 2 (15) Οδηγίας

    Commented [NC14]: Άρθρο 2 (12) Οδηγίας

  • 9

    (δ) η απλή παροχή πληροφοριών σχετικά με τα ασφαλιστικά ή

    αντασφαλιστικά προϊόντα ή τον ασφαλιστικό ή τον

    αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική ή

    αντασφαλιστική επιχείρηση, στους δυνητικούς ασφαλισμένους

    εάν ο πάροχος δεν λαμβάνει πρόσθετα μέτρα για να βοηθήσει

    στη σύναψη ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής σύμβασης.

    Πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους.

    357. (1) Το παρόν Μέρος θεσπίζει κανόνες όσον αφορά την

    ανάληψη και άσκηση δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών

    και αντασφαλιστικών προϊόντων στη Δημοκρατία.

    (2) Το παρόν Μέρος, εφαρμόζεται σε κάθε φυσικό ή νομικό

    πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία ή επιθυμεί

    να εγκατασταθεί στη Δημοκρατία προκειμένου να αναλάβει και

    να ασκήσει τη διανομή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών

    προϊόντων.

    (3) Το παρόν Μέρος, δεν εφαρμόζεται σε δευτερεύουσας

    δραστηριότητας διαμεσολαβητές , όταν πληρούνται σωρευτικά

    όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    (α) η ασφάλιση είναι συμπληρωματική προς το αγαθό ή την

    υπηρεσία που παρέχεται από προμηθευτή όταν η εν λόγω

    ασφάλιση καλύπτει-

    (i) τον κίνδυνο βλάβης, απώλειας ή ζημιάς αγαθού ή τη μη

    χρήση της υπηρεσίας που παρέχει ο εν λόγω προμηθευτής∙ ή

    (ii) τη ζημιά ή απώλεια αποσκευών και τους άλλους κινδύνους

    που σχετίζονται με ταξίδι για το οποίο έγινε κράτηση από τον

    εν λόγω προμηθευτή·

    Commented [NC15]: Άρθρο 2, παράγραφος 2 Οδηγίας

    Commented [NC16]: Άρθρο 1, παράγραφοι 1-4 και 6 πρώτο εδάφιο Οδηγίας

  • 10

    (β) το ποσό των ασφαλίστρων που καταβλήθηκε για το

    ασφαλιστικό προϊόν δεν υπερβαίνει τα εξακόσια ευρώ (€600)

    υπολογιζόμενο αναλογικά σε ετήσια βάση·

    (γ) κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου (β), όταν

    η ασφάλιση είναι συμπληρωματική προς υπηρεσία που

    αναφέρεται στην παράγραφο (α), και, η διάρκεια της εν λόγω

    υπηρεσίας είναι ίση ή μικρότερη από τρεις μήνες, το ποσό των

    ασφαλίστρων που καταβλήθηκε κατ’ άτομο δεν υπερβαίνει τα

    διακόσια ευρώ (€200).

    (4) Όταν η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο ασφαλιστικός

    διαμεσολαβητής ασκεί δραστηριότητα διανομής μέσω

    δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητή, ο οποίος

    εξαιρείται από την εφαρμογή του παρόντος Μέρους δυνάμει

    των διατάξεων του εδαφίου (3), η εν λόγω επιχείρηση ή ο

    διαμεσολαβητής διασφαλίζει ότι:

    (α) τίθενται στη διάθεση του πελάτη, πριν από τη σύναψη της

    σύμβασης, πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα και τη

    διεύθυνσή του και σχετικά με τις διαδικασίες που καθορίζονται

    στο άρθρο 394ΙΖ, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και

    άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλουν καταγγελίες·

    (β) υπάρχουν κατάλληλες και αναλογικές διευθετήσεις με σκοπό

    τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις των άρθρων 394Β και

    394Θ και την εξέταση των απαιτήσεων και των αναγκών του

    πελάτη πριν από την πρόταση της σύμβασης·

    (γ) το έγγραφο με τις πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν που

    αναφέρεται στο άρθρο 394Ε, εδάφιο (6) παρέχεται στον

  • 11

    πελάτη πριν από τη σύναψη της σύμβασης.

    (5) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται και αναφορικά με τις

    δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών

    προϊόντων από ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή

    ασφαλιστικές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στην εποπτεία του

    Εφόρου, σε σχέση με κινδύνους και υποχρεώσεις εκτός της

    Ένωσης.

    (6) Όπου στο παρόν Μέρος γίνεται αναφορά σε δραστηριότητες

    διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, εκτός εάν από το κείμενο

    προκύπτει διαφορετικά, περιλαμβάνονται και οι

    δραστηριότητες διανομής αντασφαλιστικών προϊόντων.

    Εξουσίες και αρμοδιότητες του Εφόρου αναφορικά με τη διανομή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων.

    358. (1) Ο Έφορος τηρεί Μητρώα Διαμεσολαβητών σύμφωνα με τις

    διατάξεις του παρόντος Μέρους, και αποφασίζει αναφορικά με

    την εγγραφή ή διαγραφή οποιουδήποτε προσώπου σε τέτοιο

    Μητρώο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.

    (2) Ο Έφορος παρακολουθεί την αγορά διανομής ασφαλιστικών

    και αντασφαλιστικών προϊόντων, περιλαμβανομένης της

    αγοράς για συμπληρωματικά ασφαλιστικά προϊόντα τα οποία

    διατίθενται στην αγορά, διανέμονται ή πωλούνται στη

    Δημοκρατία ή από τη Δημοκρατία, και, ασκεί εποπτεία της

    δραστηριότητας διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών

    προϊόντων και των διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων και

    επιβάλλει τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο κυρώσεις.

    Νοείται ότι δεν εμπίπτει στην έννοια των παραβάσεων του

    παρόντος Μέρους οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ

    ασφαλισμένου και προσώπου που ασκεί εργασίες διανομής

    ασφαλιστικών προϊόντων που απορρέουν από ασφαλιστική

    Commented [N17]: Άρθρο 12 Οδηγίας

    Commented [NC18]: Άρθρο 1, παράγραφος 5 Οδηγίας

  • 12

    σύμβαση

    (3) Τηρουμένης της υποχρέωσης του Εφόρου για τήρηση του

    επαγγελματικού απορρήτου δυνάμει των διατάξεων του

    άρθρου 65 του Νόμου, ο Έφορος ανταλλάζει πληροφορίες με

    τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών για τους διανομείς

    ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων προκειμένου

    να εξασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή της Οδηγίας 2016/97/ΕΕ,

    και ειδικότερα πληροφορίες αναφορικά με-

    (i) την καλή φήμη, τις επαγγελματικές γνώσεις και ικανότητες των

    διανομέων ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων,

    κατά τη διεργασία εγγραφής στα Μητρώα, και σε διαρκή βάση∙

    (ii) την επιβολή οποιωνδήποτε κυρώσεων ή άλλων μέτρων σε

    διανομείς ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων ως

    αποτέλεσμα των οποίων ενδέχεται η διαγραφή από το μητρώο

    των εν λόγω διανομέων.

    (4) Ο Έφορος ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με

    τις γενικής φύσεως δυσκολίες τις οποίες συναντούν οι

    διανομείς ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων κατά

    την εγκατάστασή τους ή την άσκηση δραστηριοτήτων

    διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων σε

    τρίτη χώρα.

    (5) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου που αφορούν στις εξουσίες

    του Εφόρου κατά την άσκηση της εποπτικής του αρμοδιότητας

    αναφορικά με τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές

    επιχειρήσεις, ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, και στην

    εποπτεία που ασκείται δυνάμει του παρόντος Μέρους.

    Commented [N19]: Άρθρο 13 Οδηγίας

    Commented [N20]: Άρθρο 1, παράγραφος 6, τρίτο εδάφιο Οδηγίας

  • 13

    (6) Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του, ο

    Έφορος συνεργάζεται με τις εποπτικές αρχές άλλων κρατών

    μελών ή τις ανάλογες εποπτικές αρχές τρίτων χωρών σε ότι

    αφορά την εποπτεία της άσκησης δραστηριοτήτων διανομής

    ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων καθώς και με

    την EIOPA. .

    ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ – ΑΣΚΗΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ

    ΚΑΙ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ

    ΤΕΤΟΙΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

    Άσκηση Δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων.

    359. (1) Δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών ή

    αντασφαλιστικών προϊόντων δύνανται να ασκούνται από κάθε

    διανομέα ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων

    σύμφωνα με τις διατάξεις και υπό τους όρους και

    προϋποθέσεις του παρόντος Μέρους.

    (2) Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές

    διακρίνονται σε ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς

    πράκτορες, μεσίτες ασφαλίσεων ή αντασφαλίσεων,

    ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς μεσάζοντες και σε

    ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς συμβούλους και δύνανται

    να ασκούν δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών ή

    αντασφαλιστικών προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του

    παρόντος Νόμου και εφόσον είναι εγγεγραμμένοι στο προς

    τούτο τηρούμενο αντίστοιχο Μητρώο κατά τα οριζόμενα στο

    άρθρο 382 του παρόντος Νόμου.

    (3) Οι δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητές δύνανται

    να ασκούν δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών

    προϊόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και

    εφόσον είναι εγγεγραμμένοι στο προς τούτο τηρούμενο

  • 14

    αντίστοιχο Μητρώο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 382 του

    παρόντος Νόμου.

    (4) Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι

    υπαλλήλοι τους, δύνανται να ασκούν δραστηριότητες διανομής

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων, σύμφωνα με τις

    διατάξεις του παρόντος Νόμου χωρίς εγγραφή σε

    οποιοδήποτε Μητρώο.

    (5) Φυσικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους σε άλλο κράτος

    μέλος της Ένωσης, καθώς και νομικά πρόσωπα που έχουν την

    καταστατική τους έδρα ή την κεντρική τους διοίκηση σε άλλο

    κράτος μέλος της Ένωσης, δύνανται να ασκούν δραστηριότητες

    διανομής ασφαλιστικών ή ανταφαλιστικών προϊόντων υπό

    καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή ελεύθερης

    εγκατάστασης σύμφωνα με τις διατάξεις του Τρίτου Κεφαλαίου

    του παρόντος Μέρους.

    (6) Καθένας που ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών ή

    αντασφαλιστικών προϊόντων κατά τα ανωτέρω, οφείλει όπως

    σε όλα τα έγγραφα που εκδίδει και σε όλες τις συναλλαγές στις

    οποίες προβαίνει, αναφέρει ρητώς την ιδιότητά του καθώς και

    τον αριθμό του πιστοποιητικού εγγραφής, το οποίο κατέχει.

    Σύσταση υποκαταστήματος ή άσκηση εργασιών διαμεσολάβησης σε τρίτη χώρα.

    360. (1) Πρόσωπα, τα οποία ασκούν εργασίες διανομής

    ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων στη

    Δημοκρατία, δύνανται να ιδρύουν υποκατάστημα,

    αντιπροσωπεία, γραφείο ή θυγατρική εταιρεία και εν γένει να

    αναλαμβάνουν και να ασκούν εργασίες διανομής

    ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων σχετικά με

    κινδύνους και υποχρεώσεις σε τρίτη χώρα, μόνον εφόσον

  • 15

    έχουν εξασφαλίσει την προηγούμενη έγκριση του Εφόρου.

    (2) (α) Η άρνηση του Εφόρου προς έγκριση σύμφωνα με τις

    διατάξεις του εδαφίου (1), δύναται να προσβληθεί ενώπιον

    του Γενικού Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου

    347 του παρόντος Νόμου:

    Νοείται ότι, η πιο πάνω απόφαση του Εφόρου δύναται να

    προσβληθεί απευθείας με προσφυγή δυνάμει του άρθρου 146

    του Συντάγματος.

    (β) Η απορριπτική απόφαση του Γενικού Διευθυντή επί

    προσφυγής που ασκείται σύμφωνα με την παράγραφο (α)

    δύναται να προσβληθεί με προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο

    146 του Συντάγματος:

    Νοείται ότι, εκκρεμούσης της απόφασης του Γενικού

    Διευθυντή, ουδεμία προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 146 του

    Συντάγματος μπορεί να ασκηθεί εναντίον απόφασης του

    Εφόρου.

    Γενικές προϋποθέσεις άσκησης διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων

    361. - (1) Κανένα πρόσωπο ασκεί δραστηριότητες διανομής

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων σύμφωνα με τις

    διατάξεις του παρόντος Νόμου, εκτός εάν πληροί τις πιο κάτω

    αναφερόμενες προϋποθέσεις:

    (α) Έχει εγγραφεί σε ένα από τα Μητρώα του άρθρου 382, όπου

    αυτό απαιτείται στην περίπτωση των ασφαλιστικών και

    αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών∙

    Commented [N21]: Άρθρο 3 (1) Οδηγίας

  • 16

    (β) Διαθέτει ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης, όπου αυτό

    απαιτείται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 385 του παρόντος

    Νόμου στην περίπτωση των ασφαλιστικών και

    αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών ∙

    (γ) Είναι ικανό και κατάλληλο για την άσκηση των εργασιών

    αυτών κατά την έννοια του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.

    (δ) Συμμορφώνεται σε κάθε περίπτωση προς τις σχετικές

    ελάχιστες απαιτήσεις επαγγελματικών γνώσεων και επάρκειας

    που καθορίζονται στο Έκτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου.

    (ε) Συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις για συνεχή επαγγελματική

    κατάρτιση και εξέλιξη, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου

    (4) του παρόντος άρθρου και όπως αυτές καθορίζονται

    ειδικότερα με Κανονισμούς, που κατατίθενται στη Βουλή των

    Αντιπροσώπων για έγκριση, προκειμένου να διατηρήσει

    ικανοποιητικό επίπεδο απόδοσης, που αντιστοιχεί στο ρόλο

    που διαδραματίζει και στη σχετική αγορά.

    (2) Πρόσωπο ικανό και κατάλληλο κατά την έννοια της

    παραγράφους (γ), του εδαφίου (1) λογίζεται ως το πρόσωπο το

    οποίο-

    (α) διαθέτει τις ελάχιστες απαιτήσεις επαγγελματικών γνώσεων

    και επάρκειας της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) και διαθέτει

    επαρκείς γενικές, εμπορικές και επαγγελματικές γνώσεις και

    ικανότητες για την εκτέλεση των εργασιών του και την άσκηση

    των καθηκόντων του επαρκώς, ανάλογα με τις εργασίες που

    προτίθεται να ασκεί, στην ασφάλιση Γενικής Φύσεως ή στην

    ασφάλιση Ζωής ή σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα που

    βασίζονται στην ασφάλιση και διαθέτει ειδικότερα τα

    καθορισμένα με Κανονισμούς που κατατίθενται στη Βουλή των

    Commented [N22]: Άρθρο 10 (4)(5) Οδηγίας

    Commented [N23]: Άρθρο 10 (1) και (3) Οδηγίας

    Commented [N24]: Άρθρο 10 (2) έκτο εδάφιο Οδηγίας

    Commented [N25]: Άρθρο 10 (2) της Οδηγίας

    Commented [N26]: Άρθρο 10 (1) και (3) Οδηγίας

  • 17

    Αντιπροσώπων για έγκριση, προσόντα (ικανότητα)∙ και

    (β) Είναι επαρκές από πλευράς από πλευράς υπόληψης και

    ακεραιότητας και χαίρει καλής φήμης (καταλληλότητα).

    (3) Ο Έφορος κρίνει σε κάθε περίπτωση εάν και κατά πόσο

    πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (2), λαμβάνοντας

    ιδίως υπόψη κατά πόσο το εν λόγω πρόσωπο διαθέτει

    εντιμότητα, καλή φήμη, ειδική γνώση και πείρα στον τομέα του

    και είναι καλής οικονομικής κατάστασης:

    Νοείται ότι, σε κάθε περίπτωση, πρόσωπο του εδαφίου

    (1)-

    (α) δεν λογίζεται κατάλληλο σε περίπτωση που δεν διαθέτει λευκό

    ποινικό μητρώο ή καταδικάστηκε οποτεδήποτε για

    πλαστογραφία, κλοπή, απάτη, υπεξαίρεση, τοκογλυφία,

    αισχροκέρδεια, εκβίαση, δωροδοκία, λαθρεμπορία, απόσπαση

    χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, φόνο εκ προμελέτης,

    ανθρωποκτονία, βιασμό, αδικήματα ηθικής αισχρότητας ή άλλα

    συναφή προς τα ανωτέρω ποινικά αδικήματα∙

    (β) δεν λογίζεται ότι είναι καλής οικονομικής κατάστασης εάν

    κηρύχθηκε σε πτώχευση και δεν έχει αποκατασταθεί:

    Νοείται περαιτέρω ότι, ειδικά για την άσκηση

    εργασιών διαμεσολάβησης από πρόσωπο που διατηρούσε

    προηγουμένως εγγραφή στα Μητρώα του άρθρου 382 του

    παρόντος Νόμου, για λογαριασμό μιας ή περισσοτέρων

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, δεν θεωρείται

    ως κατάλληλο κατά την έννοια τoυ παρόντος άρθρου,

    πρόσωπο για το οποίο ο Έφορος έχει σοβαρούς λόγους να

    πιστεύει ότι συνεχίζουν να συντρέχουν ένας ή/και περισσότεροι

    από τους λόγους διαγραφής που καθορίζονται στις

    Commented [NC27]: Άρθρο 10(3) πρώτη παράγραφος της Οδηγίας

    Commented [NC28]: Άρθρο 10(3) πρώτη παράγραφος της Οδηγίας

  • 18

    παραγράφους (β) μέχρι (ια) του εδαφίου (1), του άρθρου 393

    του παρόντος Νόμου, εκτός εάν το εν λόγω πρόσωπο

    αποδείξει ότι οι λόγοι της διαγραφής του, δεν συντρέχουν

    πλέον.

    (4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) (γ) και (δ), του παρόντος

    άρθρου, σε περίπτωση που η διανομή ασφαλιστικών ή

    αντασφαλιστικών προϊόντων γίνεται από ασφαλιστική ή

    αντασφαλιστική επιχείρηση ή από ασφαλιστική ή

    αντασφαλιστική εταιρεία διαμεσολάβησης, οι απαιτήσεις

    ικανότητας και καταλληλότητας δεν απαιτείται να πληρούνται

    από όλα τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται στην επιχείρηση

    αλλά μόνο από τους διευθύνοντες της επιχείρησης που είναι

    υπεύθυνοι για τη διανομή ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων καθώς και όλα τα άλλα πρόσωπα που εργάζονται

    στην επιχείρηση και ασχολούνται άμεσα με τη διανομή

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων.

    (5) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) (γ), (δ) και (ε) και του

    εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, Κανονισμοί που

    κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση,

    καθορίζουν τους μηχανισμούς για τον αποτελεσματικό έλεγχο

    και την αξιολόγηση των γνώσεων και της επάρκειας των

    διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων, οι οποίοι καθορίζουν

    τουλάχιστον 15 ώρες επαγγελματικής κατάρτισης ή εξέλιξης

    κατ’ έτος, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των προϊόντων που

    πωλούνται, τον τύπο του διανομέα, τον ρόλο που ασκούν και τη

    δραστηριότητα που επιτελείται εντός του διανομέα

    ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων.

    Υποχρεώσεις ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων ως προς της διανομή ασφαλιστικών και

    362. - (1) Για σκοπούς συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που πρέπει

    να πληρούνται για τη διανομή ασφαλιστικών ή

    αντασφαλιστικών προϊόντων από υπαλλήλους τους, δυνάμει

    Commented [NC29]: Άρθρο 10 (2) Πέμπτη παράγραφος Οδηγίας

    Commented [N30]: Άρθρο 10 (2) δεύτερο εδάφιο Οδηγίας

    Commented [N31]: Άρθρο 10 (8) Οδηγίας

  • 19

    αντασφαλιστικών προϊόντων.

    των διατάξεων του άρθρου 361, ασφαλιστικές και

    αντασφαλιστικές επιχειρήσεις εγκρίνουν, εφαρμόζουν και

    αναθεωρούν τακτικά τις εσωτερικές πολιτικές τους και τις

    κατάλληλες εσωτερικές διαδικασίες τους και διαθέτουν μια

    λειτουργία για να διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή των

    εγκεκριμένων πολιτικών και διαδικασιών.

    (2) Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις θεσπίζουν,

    διατηρούν και τηρούν επικαιροποιημένα αρχεία με όλα τα

    συναφή στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του

    άρθρου 361, σε ό,τι αφορά τους υπαλλήλους τους, και

    κοινοποιούν στον Έφορο το όνομα του επικεφαλής αυτής της

    λειτουργίας και του αναπληρωτή του, εφόσον τους ζητηθεί.

    (3) Ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις που ασκούν

    δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων δύνανται να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες μόνο

    εγγεγραμμένων σε Μητρώο δυνάμει του άρθρου 382 του

    παρόντος Νόμου, ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    διαμεσολαβητών ή δευτερεύουσας δραστηριότητας

    διαμεσολαβητών .

    Δημοσίευση εθνικών νομοθετικών διατάξεων και σημείο επαφής.

    363. - (1) Ο Υπουργός διασφαλίζει δημοσίευση και

    επικαιροποίηση, των σχετικών εθνικών νομοθετικών διατάξεων

    που διέπουν την άσκηση δραστηριοτήτων διανομής

    ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων στη

    Δημοκρατία.

    (2) Ο Έφορος αποτελεί το σημείο επαφής για την παροχή

    πληροφοριών σε οποιοδήποτε πρόσωπο αναφορικά με τις εθνικές

    νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1).

    Ασφαλιστικός πράκτορας.

    364. (1) Ασφαλιστικός πράκτορας (insurance agent) είναι το φυσικό

    ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει ως κύρια δραστηριότητα,

    Commented [N32]: Άρθρο 16 της Οδηγίας

    Commented [N33]: Άρθρο 11 της Οδηγίας

  • 20

    δυνάμει συμβάσεως πρακτόρευσης όπως η σύμβαση αυτή

    καθορίζεται στο άρθρο 371 του Νόμου, έναντι προμήθειας ή και

    αμοιβής τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων που ορίζονται

    στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου για λογαριασμό μιας ή και

    περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

    Νοείται ότι με Οδηγίες του Εφόρου δύνανται να τίθενται

    κριτήρια ή και να παρέχονται διευκρινίσεις για τον καθορισμό ή

    και την οριοθέτηση των κύριων δραστηριοτήτων.

    (2) Σε περίπτωση κατά την οποία οι εργασίες που καθορίζονται

    στο εδάφιο (4), του παρόντος άρθρου ασκούνται από νομικό

    πρόσωπο, εγγεγραμμένο δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου,

    το πρόσωπο αυτό θα καλείται εφεξής, για τους σκοπούς του

    Νόμου, ως «εταιρεία ασφαλιστικής πρακτόρευσης». Στην

    επωνυμία της εταιρείας αυτής θα περιλαμβάνονται

    υποχρεωτικά οι λέξεις «εταιρεία ασφαλιστικής πρακτόρευσης»

    ή γραμματικές παραλλαγές του όρου αυτού, που υποδηλώνουν

    το σκοπό συστάσεως της εταιρείας, προς άσκηση εργασιών

    εταιρείας ασφαλιστικής πρακτόρευσης. Οι λέξεις αυτές δύνανται

    να διατυπωθούν και σε άλλη γλώσσα, εκτός της ελληνικής,

    εφόσον η εταιρεία εγγράφεται με επωνυμία διατυπωμένη στη

    γλώσσα αυτή.

    (3) Εκτός εάν προκύπτει άλλως πως από το κείμενο, ο όρος

    «ασφαλιστικός πράκτορας» θα περιλαμβάνει και τους όρους

    «αντασφαλιστικός πράκτορας», «εταιρεία ασφαλιστικής

    πρακτόρευσης» και «εταιρία αντασφαλιστικής πρακτόρευσης».

    (4) Ο ασφαλιστικός πράκτορας δύναται να ασκεί τις ακόλουθες

    εργασίες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων:

  • 21

    (α) Παρουσιάζει, εισηγείται, προπαρασκευάζει, προσυπογράφει ή

    συνάπτει ο ίδιος ασφαλιστικές συμβάσεις, για λογαριασμό μιας ή

    περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

    (β) παρέχει κάθε αναγκαία βοήθεια ή συμβουλή κατά τη διάρκεια

    της ισχύος της ασφαλιστικής συμβάσεως και ιδιαίτερα μετά τη

    δημιουργία δικαιώματος προς υποβολή απαιτήσεως· και

    (γ) εφόσον προβλέπεται στην σύμβαση πρακτόρευσης, εισπράττει

    τα οφειλόμενα ασφάλιστρα τα οποία αποδίδει στην δικαιούχο

    ασφαλιστική επιχείρηση ή/και προβαίνει στον διακανονισμό

    απαιτήσεων σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού

    κινδύνου.

    Υποχρεώσεις ασφαλιστικού πράκτορα. Ποινικό αδίκημα.

    365. (1) Ο ασφαλιστικός πράκτορας έχει υποχρέωση να τοποθετεί

    τις ασφαλίσεις που συνάπτει μόνο σε ασφαλιστικές

    επιχειρήσεις, τις οποίες εκπροσωπεί.

    (2) Ο ασφαλιστικός πράκτορας έχει υποχρέωση όπως τηρεί,

    χωριστά για κάθε ασφαλιστική επιχείρηση για την οποία

    εκπροσωπεί, βιβλίο καταχώρησης των ασφαλιστικών

    συμβάσεων οι οποίες συνάπτονται μέσω αυτού, καθώς και,

    εφόσον συντρέχει περίπτωση, βιβλίο είσπραξης ασφαλίστρων

    και βιβλίο διακανονισμού απαιτήσεων, σχετικά με τις συμβάσεις

    αυτές. Παράλειψη τηρήσεως ή πλημμελής τήρηση των βιβλίων

    αυτών συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική

    ποινή μέχρι τριών χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ:

    Νοείται ότι κατά την τήρηση των βιβλίων του εδαφίου αυτού

    ο ασφαλιστικός πράκτορας οφείλει να συμμορφώνεται προς τις

    οδηγίες της ασφαλιστικής επιχείρησης την οποία εκπροσωπεί.

    (3) Τα κατά το προηγούμενο εδάφιο τηρούμενα βιβλία υπόκεινται σε

    επιθεώρηση και έλεγχο από τον Έφορο, όποτε το κρίνει σκόπιμο.

  • 22

    Το αυτό δικαίωμα έχει και κάθε ασφαλιστική επιχείρηση,

    εκπροσωπούμενη από τον ασφαλιστικό πράκτορα, αλλά μόνο σε

    ό,τι αφορά τα βιβλία, που αναφέρονται σε δικές της εργασίες.

    (4) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά από ασφαλιστικό πράκτορα

    ασφαλιστικής συμβάσεως σε άλλη ασφαλιστική επιχείρηση, χωρίς

    την έγγραφη συναίνεση του ασφαλισμένου, που παρέχεται

    σύμφωνα με τον καθορισμένο τύπο:

    Νοείται ότι δεν απαιτείται η τήρηση του καθορισμένου

    τύπου στην περίπτωση νέας ασφαλιστικής σύμβασης η οποία

    καταρτίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου μετά

    την λήξη της προηγούμενης.

    Μεσίτης ασφαλίσεων. Ποινικό αδίκημα.

    366. (1) Μεσίτης ασφαλίσεων (insurance broker) είναι το φυσικό ή

    νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει ως κύρια δραστηριότητα έναντι

    προμήθειας που καταβάλλεται από τις ασφαλιστικές ή

    αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατ’ εντολή οποιουδήποτε

    προσώπου, τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων που

    καθορίζονται στο εδάφιο (5) του παρόντος άρθρου χωρίς να

    δεσμεύεται ως προς την επιλογή της ασφαλιστικής επιχείρησης:

    Νοείται ότι με Οδηγίες του Εφόρου δύνανται να τίθενται

    κριτήρια ή και να παρέχονται διευκρινίσεις για τον καθορισμό ή

    και την οριοθέτηση των κυρίων δραστηριοτήτων.

    (2) Σε περίπτωση κατά την οποία οι εργασίες που καθορίζονται

    στο εδάφιο (5) του άρθρου αυτού, ασκούνται από νομικό

    πρόσωπο, το πρόσωπο αυτό οφείλει να είναι εγγεγραμμένο

    δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου, και θα καλείται εφεξής, για

    τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως «εταιρεία

    ασφαλειομεσιτών». Στην επωνυμία της εταιρείας αυτής θα

    περιλαμβάνονται υποχρεωτικά οι λέξεις «εταιρεία

    ασφαλειομεσιτών» ή γραμματικές παραλλαγές των όρων

  • 23

    αυτών, που υποδηλώνουν το σκοπό συστάσεως της εταιρείας

    προς άσκηση εργασιών εταιρείας ασφαλειομεσιτών. Οι λέξεις

    αυτές δύνανται να διατυπωθούν και σε άλλη γλώσσα, εκτός της

    ελληνικής, εφόσον η εταιρεία εγγράφεται με επωνυμία

    διατυπωμένη στη γλώσσα αυτή.

    (3) Εκτός εάν προκύπτει άλλως πως από το κείμενο, ο όρος

    «μεσίτης ασφαλίσεων» θα περιλαμβάνει και τους όρους

    «μεσίτης αντασφαλίσεων», «εταιρεία ασφαλειομεσιτών» και

    «εταιρεία αντασφαλειομεσιτών».

    (4) Ο μεσίτης ασφαλίσεων πρέπει να έχει νομική και οικονομική

    ανεξαρτησία έναντι των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών

    επιχειρήσεων με τις οποίες συναλλάσσεται. Χωρίς επηρεασμό

    των διατάξεων του άρθρου 394Γ του Νόμου, σε περίπτωση

    κατά την οποία ο μεσίτης ασφαλίσεων έχει στενούς δεσμούς

    καθώς και οποιοδήποτε άλλο νομικό ή οικονομικό δεσμό,

    δυνάμενο να επηρεάσει την ελευθερία επιλογής του, με

    ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, οφείλει να

    γνωστοποιήσει τούτο εγγράφως προς κάθε πρόσωπο που

    ενδιαφέρεται για την σύναψη ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής

    συμβάσεως πριν από την σύναψη της εν λόγω συμβάσεως.

    Παράβαση της διατάξεως αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα

    τιμωρούμενο με χρηματική ποινή μέχρι τριών χιλιάδων

    πεντακοσίων ευρώ.

    (5) Ο μεσίτης ασφαλίσεων ασκεί τις ακόλουθες εργασίες διανομής

    ασφαλιστικών προϊόντων:

    (α) Φέρνει σε επαφή τον ενδιαφερόμενο προς σύναψη ασφαλιστικής ή

    αντασφαλιστικής κάλυψης με ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές

    επιχειρήσεις και προβαίνει σε όλες τις αναγκαίες

    προπαρασκευαστικές εργασίες για τη σύναψη ασφαλιστικών ή

    αντασφαλιστικών συμβάσεων·

  • 24

    (β) προπαρασκευάζει ή και εξασφαλίζει την αποδοχή της

    συμβάσεως αυτής τόσο από την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική

    επιχείρηση όσο και από τον ασφαλισμένο·

    (γ) παρέχει στους ασφαλισμένους κάθε αναγκαία βοήθεια ή

    συμβουλή κατά τη διάρκεια της ισχύος της ασφαλιστικής ή

    αντασφαλιστικής συμβάσεως και ιδιαίτερα μετά τη έλευση του

    ασφαλιστικού κινδύνου·

    (δ) εφόσον έχει γραπτή εξουσιοδότηση από την ασφαλιστική ή

    αντασφαλιστική επιχείρηση, εισπράττει τα οφειλόμενα

    ασφάλιστρα, και τα αποδίδει στη δικαιούχο ασφαλιστική ή

    αντασφαλιστική επιχείρηση ή/και προβαίνει σε διακανονισμό

    απαιτήσεων σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού

    κινδύνου.

    Υποχρεώσεις μεσίτη ασφαλίσεων.

    367.

    (1) Ο μεσίτης ασφαλίσεων, κατά την άσκηση των εργασιών

    του, έχει τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

    (α) Να υποβάλλει στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση

    έγγραφο, στο οποίο θα αναγράφονται όλες οι προϋποθέσεις και

    όλοι οι όροι αποδοχής της ασφάλισης από την επιχείρηση αυτή,

    η οποία και βεβαιώνει εγγράφως την αποδοχή της κάλυψης του

    κινδύνου·

    (β) να εκδίδει βεβαίωση κάλυψης σύμφωνα με το προβλεπόμενο

    στην προηγούμενη παράγραφο έγγραφο, την οποία παραδίδει

    στον ασφαλισμένο· και

    (γ) να παραδίδει στον ασφαλισμένο το σχετικό ασφαλιστήριο, ή

    προκειμένου περί αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης το σχετικό

    αποδεικτικό αντασφάλισης αμέσως μετά την έκδοσή του, εις

    αντικατάσταση της βεβαίωσης κάλυψης.

    (2) Ο μεσίτης ασφαλίσεων ευθύνεται έναντι των ασφαλισμένων

  • 25

    μόνο για την πιστή τήρηση των εγγράφων εντολών τους.

    (3) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά από μεσίτη ασφαλίσεων

    ασφαλιστικής συμβάσεως σε άλλη ασφαλιστική επιχείρηση, χωρίς

    την έγγραφη συναίνεση του ασφαλισμένου, που παρέχεται

    σύμφωνα με τον καθορισμένο τύπο

    Νοείται ότι δεν απαιτείται η τήρηση του καθορισμένου

    τύπου στην περίπτωση νέας ασφαλιστικής σύμβασης η οποία

    καταρτίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου μετά

    την λήξη της προηγούμενης.

    Ασφαλιστικός μεσάζων.

    368. (1) Ασφαλιστικός μεσάζων είναι το φυσικό ή νομικό

    πρόσωπο, το οποίο, δυνάμει συμβάσεως μεσάζοντος, όπως η

    σύμβαση αυτή καθορίζεται στο άρθρο 371 του παρόντος

    Νόμου, έχει ως κύρια δραστηριότητα, έναντι προμήθειας ή

    αμοιβής, τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων που ορίζονται

    στο εδάφιο (4) για λογαριασμό ενός ή περισσοτέρων

    ασφαλιστικών πρακτόρων ή μεσιτών ασφαλίσεων:

    Νοείται ότι με Οδηγίες του Εφόρου δύνανται να

    τίθενται κριτήρια ή και να παρέχονται διευκρινίσεις για τον

    καθορισμό ή και την οριοθέτηση των κυρίων δραστηριοτήτων.

    (2) Σε περίπτωση κατά την οποία οι εργασίες που καθορίζονται

    στο εδάφιο (4) ασκούνται από νομικό πρόσωπο,

    εγγεγραμμένο δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου, το

    πρόσωπο αυτό θα καλείται εφεξής, για τους σκοπούς του

    παρόντος Νόμου ως «εταιρεία ασφαλιστικών μεσαζόντων».

    Στην επωνυμία της εταιρείας αυτής θα περιλαμβάνονται

    υποχρεωτικά οι λέξεις «εταιρεία ασφαλιστικών μεσαζόντων» ή

    γραμματικές παραλλαγές του όρου αυτού, που υποδηλώνουν

    το σκοπό συστάσεως της εταιρείας, προς άσκηση εργασιών

    εταιρείας ασφαλιστικών μεσαζόντων. Οι λέξεις αυτές δύνανται

  • 26

    να διατυπωθούν και σε άλλη γλώσσα, εκτός της Ελληνικής,

    εφόσον η εταιρεία εγγράφεται με επωνυμία διατυπωμένη στη

    γλώσσα αυτή.

    (3) Εκτός εάν άλλως πως προκύπτει από το κείμενο, ο όρος

    «ασφαλιστικός μεσάζων» θα περιλαμβάνει και τους όρους

    «αντασφαλιστικός μεσάζων», «εταιρεία ασφαλιστικών

    μεσαζόντων» και «εταιρεία αντασφαλιστικών μεσαζόντων».

    (4) Ο ασφαλιστικός μεσάζων ασκεί τις ακόλουθες εργασίες

    διανομής ασφαλιστικών προϊόντων:

    (α) Παρουσιάζει και επεξηγεί για λογαριασμό του ασφαλιστικού

    πράκτορα ή του μεσίτη ασφαλίσεων, για τον οποίον ενεργεί,

    ασφαλιστικές συμβάσεις, στερείται όμως του δικαιώματος

    προς υπογραφή των συμβάσεων αυτών:

    Νοείται ότι ο ασφαλιστικός μεσάζων δεν δύναται ούτε

    να προπαρασκευάζει, ούτε να προσυπογράφει ο ίδιος

    ασφαλιστικές συμβάσειςֹ και

    (β) εισπράττει τα οφειλόμενα ασφάλιστρα, εφόσον αυτό

    προβλέπεται στη σύμβαση μεσάζοντος, και τα αποδίδει στον

    ασφαλιστικό πράκτορα ή μεσίτη ασφαλίσεων τον οποίον

    εκπροσωπεί, στερείται όμως του δικαιώματος να προβαίνει

    σε διακανονισμό απαιτήσεων σε περίπτωση επέλευσης του

    ασφαλιστικού κινδύνου.

    (5) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά από ασφαλιστικό μεσάζων

    ασφαλιστικής συμβάσεως σε άλλη ασφαλιστική επιχείρηση,

    χωρίς την έγγραφη συναίνεση του ασφαλισμένου, που

    παρέχεται σύμφωνα με τον καθορισμένο τύπο:

    Νοείται ότι δεν απαιτείται η τήρηση του καθορισμένου

  • 27

    τύπου στην περίπτωση νέας ασφαλιστικής σύμβασης η οποία

    καταρτίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου

    μετά την λήξη της προηγούμενης.

    Ασφαλιστικός σύμβουλος.

    369. (1) Ασφαλιστικός σύμβουλος είναι το φυσικό ή νομικό

    πρόσωπο το οποίο, δυνάμει συμβάσεως ασφαλιστικού

    συμβούλου, όπως η σύμβαση αυτή καθορίζεται στο άρθρο

    367 του Νόμου, έχει ως κύρια δραστηριότητα, έναντι

    προμήθειας ή αμοιβής, την άσκηση των εργασιών

    διαμεσολάβησης που ορίζονται στο εδάφιο (4) για

    λογαριασμό μιας ή περισσότερων ασφαλιστικών

    επιχειρήσεων:

    Νοείται ότι με Οδηγίες του Εφόρου δύνανται να τίθενται

    κριτήρια ή και να παρέχονται διευκρινίσεις για τον καθορισμό

    ή και την οριοθέτηση των κυρίων δραστηριοτήτων.

    (2) Σε περίπτωση κατά την οποία οι εργασίες που καθορίζονται

    στο εδάφιο (4) του άρθρου αυτού ασκούνται από νομικό

    πρόσωπο, εγγεγραμμένο δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου,

    το πρόσωπο αυτό θα καλείται εφεξής, για τους σκοπούς του

    Νόμου ως «εταιρεία ασφαλιστικών συμβούλων». Στην

    επωνυμία της εταιρείας αυτής θα περιλαμβάνονται

    υποχρεωτικά οι λέξεις «εταιρεία ασφαλιστικών συμβούλων»

    ή γραμματικές παραλλαγές του όρου αυτού, που

    υποδηλώνουν το σκοπό συστάσεως της εταιρείας, προς

    άσκηση εργασιών εταιρείας ασφαλιστικών συμβούλων. Οι

    λέξεις αυτές δύνανται να διατυπωθούν και σε άλλη ξένη

    γλώσσα, εκτός της Ελληνικής, εφόσον η εταιρεία εγγράφεται

    με επωνυμία διατυπωμένη στη γλώσσα αυτή.

    (3) Εκτός εάν άλλως πως προκύπτει από το κείμενο, ο όρος

    «ασφαλιστικός σύμβουλος» θα περιλαμβάνει και τους όρους

  • 28

    «αντασφαλιστικός σύμβουλος», «εταιρεία ασφαλιστικών

    συμβούλων» και εταιρία «αντασφαλιστικών συμβούλων».

    (4) Ο ασφαλιστικός σύμβουλος ασκεί τις ακόλουθες εργασίες:

    (α) Παρουσιάζει και επεξηγεί για λογαριασμό των ασφαλιστικών

    επιχειρήσεων, για τις οποίες ενεργεί, ασφαλιστικές

    συμβάσεις, στερείται όμως του δικαιώματος προς υπογραφή

    των συμβάσεων αυτών:

    Νοείται ότι ο ασφαλιστικός σύμβουλος δεν δύναται ούτε να

    προπαρασκευάζει, ούτε να προσυπογράφει ο ίδιος

    ασφαλιστικές συμβάσειςֹ

    (β) εισπράττει τα οφειλόμενα ασφάλιστρα, εφόσον αυτό

    προβλέπεται στη σύμβαση ασφαλιστικού συμβούλου, και τα

    αποδίδει στην δικαιούχο ασφαλιστική επιχείρηση, στερείται

    όμως του δικαιώματος να προβαίνει σε διακανονισμό

    απαιτήσεων σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού

    κινδύνου.

    (5) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά από ασφαλιστικό σύμβουλο

    ασφαλιστικής συμβάσεως σε άλλη ασφαλιστική επιχείρηση,

    χωρίς την έγγραφη συναίνεση του ασφαλισμένου, που

    παρέχεται σύμφωνα με τον καθορισμένο τύπο:

    Νοείται ότι δεν απαιτείται η τήρηση του καθορισμένου

    τύπου στην περίπτωση νέας ασφαλιστικής σύμβασης η οποία

    καταρτίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου

    μετά την λήξη της προηγούμενης.

    Διαμεσολαβητής δευτερεύουσας δραστηριότητας.

    370. (1) Οδηγίες του Εφόρου δύνανται να ορίζουν κριτήρια ή και

    να παρέχουν διευκρινίσεις για τον χαρακτηρισμό των

    εργασιών διαμεσολάβησης του δευτερεύουσας

    δραστηριότητας διαμεσολαβητή, ως συμπληρωματικών

  • 29

    προς την κύρια δραστηριότητά του.

    (2) Δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής, δύναται να

    ενεργεί για λογαριασμό περισσοτέρων της μιας ασφαλιστικών

    επιχειρήσεων, εφόσον ως προς κάθε μία από αυτές

    διαμεσολαβεί για την παροχή ασφαλιστικών καλύψεων που δεν

    είναι ανταγωνιστικές μεταξύ τους.

    (3) Ο δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής ενεργεί

    υπό την πλήρη ευθύνη της ασφαλιστικής επιχείρησης για

    λογαριασμό της οποίας ασκεί δραστηριότητα διανομής

    ασφαλιστικών προϊόντων.

    (4) Δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής, δεν

    δύναται να ασκεί εργασίες αντασφαλιστικής

    διαμεσολάβησης.

    (5) Δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητής

    παρουσιάζει και επεξηγεί για λογαριασμό της ασφαλιστικής

    επιχειρήσεως, για την οποία ενεργεί, ασφαλιστικές

    συμβάσεις, στερείται όμως του δικαιώματος προς υπογραφή

    των συμβάσεων αυτών και του δικαιώματος να εισπράττει τα

    οφειλόμενα ασφάλιστρα ή να προβαίνει σε διακανονισμό

    απαιτήσεων σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού

    κινδύνου:

    Νοείται ότι, δευτερεύουσας δραστηριότητας

    διαμεσολαβητής υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (6), δεν

    δύναται ούτε να προπαρασκευάζει, ούτε να προσυπογράφει

    ο ίδιος ασφαλιστικές συμβάσεις.

    (6) Με Οδηγίες του Εφόρου δύναται να επιτρέπεται σε

    δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητές να

  • 30

    προσυπογράφουν κατ’ εξαίρεση συγκεκριμένες κατηγορίες

    ασφαλιστικών συμβάσεων υπό όρους και προϋποθέσεις που

    δύνανται να τίθενται με τις εν λόγω Οδηγίες.

    (7) Δεν επιτρέπεται η μεταφορά από δευτερεύουσας

    δραστηριότητας διαμεσολαβητή ασφαλιστικής συμβάσεως σε

    άλλη ασφαλιστική επιχείρηση, χωρίς την έγγραφη συναίνεση

    του ασφαλισμένου, που παρέχεται σύμφωνα με τον

    καθορισμένο τύπο:

    Νοείται ότι δεν απαιτείται η τήρηση του

    καθορισμένου τύπου στην περίπτωση νέας ασφαλιστικής

    σύμβασης η οποία καταρτίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις

    του παρόντος Νόμου μετά την λήξη της προηγούμενης.

    Σύμβαση διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων.

    371. (1) Για την άσκηση δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών

    ή αντασφαλιστικών προϊόντων από διαμεσολαβητή,

    εξαιρουμένης της άσκησης εργασιών μεσίτη ασφαλίσεων,

    απαιτείται η προηγούμενη σύναψη συμβάσεως διανομής

    ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων, η οποία,

    ανάλογα με την περίπτωση, αναφέρεται στο παρόντα Νόμο

    ως:

    (α) Σύμβαση ασφαλιστικού πράκτορα (σύμβαση

    πρακτόρευσης), ή

    (β) σύμβαση ασφαλιστικού μεσάζοντα (σύμβαση μεσάζοντος) ,

    ή

    (γ) σύμβαση ασφαλιστικού συμβούλου, ή

    (δ) σύμβαση δευτερεύουσας δραστηριότητας διαμεσολαβητή. .

    (2) Η σύμβαση διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων καταρτίζεται εγγράφως, συνάπτεται μεταξύ του

  • 31

    διαμεσολαβητή και των προσώπων για λογαριασμό των

    οποίων αυτός θα ενεργεί και καθορίζει ρητώς τους όρους

    ασκήσεως των εργασιών αυτών, κατά τα οριζόμενα σε

    Κανονισμούς που κατατίθενται στη Βουλή των

    Αντιπροσώπων για έγκριση.

    (3) Η σύμβαση διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων δύναται να αποκλείει ή περιορίζει το δικαίωμα

    του διαμεσολαβητή προς σύναψη παρόμοιας σύμβασης με

    οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.

    (4) Η σύμβαση διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων τίθεται σε ισχύ, όσον αφορά την άσκηση

    δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων, από την ημερομηνία εγγραφής του

    διαμεσολαβητή σε ένα από τα Μητρώα του άρθρου 382 του

    παρόντος Νόμου:

    Νοείται ότι, εάν κατά την κατάρτιση της σύμβασης

    διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων, ο

    διαμεσολαβητής είναι ήδη εγγεγραμμένος σε ένα από τα

    Μητρώα του άρθρου 382 του Νόμου, τότε η σύμβαση

    διαμεσολάβησης τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία

    καταχώρησης στο σχετικό Μητρώο της δήλωσης του

    προσώπου για λογαριασμό του οποίου θα ασκούνται οι

    δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών

    προϊόντων.

    (5) Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικές

    επιχειρήσεις τρίτης χώρας καθώς και οι ασφαλιστικές

    επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κυπριακή

    Δημοκρατία με το καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης

  • 32

    οφείλουν εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους να

    υποβάλλουν στον Έφορο κατάσταση των διαμεσολαβητών

    οι οποίοι ενεργούν για λογαριασμό τους.

    (6) Παράβαση των όρων της συμβάσεως από τα συμβαλλόμενα

    μέρη δεν επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα

    των ασφαλισμένων.

    (7) Εάν η σύμβαση διαμεσολάβησης παύσει να ισχύει από

    οπο