10
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός Πόλεων και Κτιρίων ΠΣΠ60 1 η Γραπτή Εργασία Αξιολόγησης Παρουσίαση των χαρακτηριστικών του οικισμού Αγάπη της νήσου Τήνου (Υπεύθυνος Τμήματος: Λουκόπουλος Δημήτρης) Φοιτήτρια Παριώτη Αγγελική Ερμούπολη 2007

parioti_ge1_psp60.pdf

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Το χωριό Αγάπη στην Τήνο

Citation preview

Page 1: parioti_ge1_psp60.pdf

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός Πόλεων και Κτιρίων

ΠΣΠ60

1η Γραπτή Εργασία Αξιολόγησης

Παρουσίαση των χαρακτηριστικών του οικισμού Αγάπη της νήσου Τήνου (Υπεύθυνος Τμήματος: Λουκόπουλος Δημήτρης)

Φοιτήτρια Παριώτη Αγγελική

Ερμούπολη 2007

Page 2: parioti_ge1_psp60.pdf

Ο τρόπος δομής και ανάπτυξης των οικισμών, καθώς και η μορφή του

αγροτικού τοπίου της Τήνου, καθορίστηκε ουσιαστικά κατά την περίοδο της βενετοκρατίας στο νησί από το 1204. Έως το 1379 η κυβέρνηση του νησιού είχε παραχωρηθεί στον βενετσιάνικο οίκο των Ghisi (Γκύζη), ενώ από τότε και μέχρι την κατάκτησή του νησιού από τους Τούρκους το 1715, ανέλαβε τη διοίκηση η Δημοκρατία της Βενετίας. Εξαιτίας της κοινωνικής δομής, του διοικητικού διαχωρισμού σε φέουδα και κάτω από την πίεση εξωτερικών απειλών, Οθωμανούς, πειρατές και κουρσάρους, οι οικισμοί αναπτύχθηκαν ως οικιστικές οχυρωμένες συστάδες στο εσωτερικό του νησιού, που σκοπό είχαν την προστασία των κατοίκων και των αγαθών.

Ο οικισμός Αγάπη (φωτ.1) έχει, σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2001, 167 μόνιμους κατοίκους, στην πλειοψηφία τους αγρότες, και υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Εξωμβούργου, ενώ πριν το νόμο Καποδίστρια ανήκε στην περιφέρεια της κοινότητας Κώμης (1912-1997) και παλιότερα στο Δήμο Περαίας (1833-1912). Καθώς το νησί της Τήνου ήταν επί Βενετοκρατίας διαιρεμένο σε φέουδα, φαίνεται πως η Αγάπη αποτελεί παράδειγμα μεσαιωνικού οικισμού που δημιουργήθηκε στη βάση αυτού του ιδιότυπου φεουδαρχικού συστήματος. Οι λεγόμενοι Contadini (Villani-χωρικοί) έκτιζαν τα σπίτια τους γύρω από την κατοικία των φεουδαρχών (Feudari - Cittadini), τα κτήματα των οποίων καλλιεργούσαν. Από τη συνεχή επέκταση του αρχικού οικιστικού πυρήνα, προέκυψε ένας συνεκτικός οικισμός. Αναπτύσσεται γραμμικά, σε πλαγιά του εύφορου λαγκαδιού της Γρίζας, με νοτιοδυτικό προσανατολισμό, στο ΒΑ τμήμα του νησιού, επονομαζόμενο Κάτω (ή Μέσα) Μέρη (χάρτης 1).

Φωτ.1.

Πηγή: Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική Χάρτης 1

2

Page 3: parioti_ge1_psp60.pdf

Όπως και άλλοι οικισμοί του νησιού, η Αγάπη βρίσκεται σε μια δύσβατη περιοχή με έντονο ανάγλυφο, αποτραβηγμένη από τη θάλασσα, πλήρως όμως διευθετημένη για τις ανάγκες της καλλιέργειας, με αναλληματικούς τοίχους (πεζούλες) που μεταβάλλουν το επικλινές έδαφος σε διαδοχικά επίπεδα κομμάτια γης. Η θέση, στην οποία βρίσκεται δίνει τη δυνατότητα ελέγχου από τον οικισμό, των καλλιεργήσιμων εδαφών, των κινήσεων στην περιοχή της κοιλάδας

της Κώμης και της εισόδου στη ρεματιά (φωτ. 2). Η επιλογή της θέσης εξαρτήθηκε και από την ύπαρξη στην περιοχή επιφανειακών νερών. Στον άξονα του οικισμού κυλά ακόμη ποταμός που κάποτε κινούσε τέσσερις υδρόμυλους που είναι πολύ πιθανό να συνδέονται με την ανάπτυξη αγροτικών δραστηριοτήτων όπως η καλλιέργεια σιτηρών καθώς σε αεροφωτογραφία του 1986, που χρησιμοποιήθηκε στην απόφαση για την οριοθέτηση του οικισμού, διαπιστώνεται η ύπαρξη ικανοποιητικού αριθμού αλωνιών παντού στην ευρύτερη περιοχή.

Φωτ.2. Θέα από το προαύλιο του ιερού ναού Αγίου Αγαπητού

Το ανάγλυφο της περιοχής οδήγησε στη γραμμική ανάπτυξη των κτισμάτων κατά μήκος ενός κεντρικού πεζόδρομου, ο οποίος, με την πάροδο του χρόνου, επεκτάθηκε προκειμένου να συνδέσει τον κύριο πυρήνα του οικισμού με τις κατοικίες των χωρικών. Αξίζει εδώ, να σημειωθεί ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, ο μεγαλύτερος κτιριακός όγκος του οικισμού είναι κατασκευασμένος πριν το 1919 (πίνακας 1.) και, πιο συγκεκριμένα, με βάση τα μορφολογικά στοιχεία που επικρατούν (φεγγίτες, κλίμακες ανόδου, φρύδια στα ανοίγματα), φαίνεται να τοποθετείται χρονικά στην περίοδο της Βενετοκρατίας.

Χ ρ ο ν ι κ ή π ε ρ ί ο δ ο ς κ α τ α σ κ ε υ ή ς

Σύνολο κτιρίων

Προ του

1919

1919 έως 1945

1946 έως 1960

1961 έως 1970

1971 έως 1980

1981 έως 1985

1986 έως 1990

1991 έως 1995

1996 και μετά

Υπό κα

τασκ

ευή

Δε δη

λώθηκε

Δ.Δ.Αγάπης 244 154 5 7 28 17 10 11 6 3 3 0 Πηγή: Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Πίνακας 1

3

Page 4: parioti_ge1_psp60.pdf

Πολεοδομική Οργάνωση. Δίκτυο Διαδρομών. Ο οικισμός έχει αμφιθεατρική διάταξη κατά μήκος του βασικού πεζόδρομου

του οικισμού. Ο μοναδικός άξονας – πεζόδρομος που διατρέχει τον οικισμό, ακολουθεί παράλληλα την κλίση του εδάφους, και ενώνει τις δύο βασικές προσβάσεις στον οικισμό, την πρόσβαση από την πλατεία Αγαπητού, όπου βρίσκονται και οι κοινοτικές πλύστρες, και την πρόσβαση από τις περιοχές των αγροτικών δραστηριοτήτων των κατοίκων, νότια του οικισμού. Η κύρια διεύθυνσή του είναι από ΒΔ προς ΝΑ, με τρόπο ώστε τα μέτωπα, οι κύριες όψεις των κτισμάτων να απολαμβάνουν τον βέλτιστο προσανατολισμό και θέα. Το πλάτος του ποικίλει ελάχιστα καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής και η ρυμοτομία του διαμορφώνει μια ακανόνιστη, τεθλασμένη πορεία. Η ύπαρξη του κεντρικού αυτού άξονα – πρόσβαση στα σπίτια, ήταν απαραίτητη προκειμένου ένα χωριό να ονοματιστεί, να αναγνωριστεί δηλαδή ως υλική πραγματικότητα. Στη σχεδίαση του δρόμου είχε προβλεφθεί ακόμη και ο τρόπος απορροής των όμβριων υδάτων, και σε κάποιες θέσεις του άξονα υπάρχουν ακόμη τμήματα του συστήματος αυτού (φωτ.3).

Φωτ.3. Σύστημα απορροής όμβριων υδάτων από τον πεζόδρομο

Τα ανώτερα τμήματα του οικισμού συνδέονται στον κεντρικό πεζόδρομο μέσω στενών κλιμακωτών οδών, κάθετους στην απότομη κλίση της πλαγιάς, δημιουργώντας την εντύπωση «ημιπλέγματος», που στην ουσία, όμως, είναι πλασματική, καθώς το σύστημα των κάθετων στον κύριο άξονα οδών αποτελείται κυρίως από αδιέξοδα (χάρτης 2).

Οικιστικός Ιστός– Σχέσεις Κτισμάτων Και Ελεύθερου Χώρου. Από το πλέγμα των διαδρομών διαμορφώνεται ένα πολύμορφο και

ακανόνιστο σύστημα οικοδομικής οργάνωσης. Είναι προφανής η «αγροτική» προέλευση των οικοδομικών νησίδων του οικισμού, καθώς και οι συνεχείς επεμβάσεις και προσθήκες που υπέστη προκειμένου να αποκτήσει την σημερινή μορφή του.

Φαίνεται πως ο αρχικός πυρήνας του οικισμού είχε αφετηρία σε σχετικά μεγάλη απόσταση από τις κοινοτικές πλύστρες (πλατεία Αγαπητού) που βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα του οικισμού και χαμηλά μέσα στη ρεματιά, γεγονός που συναντάται σε κάποιους από τους οικισμούς της Τήνου (π.χ. Κάμπος), και τέλος σε μια απόσταση μέτρων από την αρχή του. Στη συνέχεια ο οικισμός επεκτάθηκε βορειοδυτικά προς τις κοινοτικές πλύστρες και ενώθηκε με μια μικρή σε μέγεθος αγροτική οικιστική ενότητα στην απέναντι

4

Page 5: parioti_ge1_psp60.pdf

πλαγιά, επεκτείνοντας ουσιαστικά τη γραμμική διάταξη (Χάρτης 2 στο τέλος του κειμένου).

Οι δύο

είσοδοι στον αρχικό πυρήνα, σηματοδοτούνται από την ύπαρξη σήραγγας, την επονομαζόμενη «καμάρα»(φωτ.4,5). Μεγάλο μήκος του κεντρικού πεζόδρομου έχει διαμορφωθεί με αυτόν τον τρόπο, συγκρατώντας το βάρος των άνωθεν αυτού κτισμάτων σε επαναλαμβανόμενα πέτρινα βόλτα. Είναι χαρακτηριστικό πως ο μοναδικός δημόσιος υπαίθριος χώρος με ικανοποιητικό μέγεθος για συνάθροιση κοινού, το προαύλιο του ναού, είναι διαμορφωμένος πάνω από μια τέτοια καμάρα (φωτ. 6). Ελάχιστοι είναι οι δημόσιοι ανοικτοί χώροι που δημιουργούνται μέσα στο δίκτυο των δρόμων και περιορίζονται στην πλατεία Αγαπητού, στο προαναφερθέν προαύλιο του ιερού ναού του Αγίου Αγαπητού και σε έναν

αδόμητο ελεύθερο χώρο πίσω από τον ναό (σκίτσο 1).

Φωτ.4. καμάρα στην είσοδο του

οικισμού Φωτ.5. Καμάρα στην έξοδο του

οικισμού

Αντίθετα, οι ιδιωτικοί υπαίθριοι χώροι συγκροτούν ένα αξιοπρόσεκτο σύνολο λόγω των ιδιαιτεροτήτων τους, τόσο ως χωρικές οργανώσεις, όσο και όσον αφορά τον τρόπο δημιουργίας τους. Λόγω έλλειψης ελεύθερων χώρων προς δόμηση μέσα στους οικισμούς, αλλά και οικονομίας υλικών και πόρων, στην Αγάπη, αλλά και στις Κυκλάδες γενικότερα, αναπτύχθηκε το εθιμικό δίκαιο, αποτελέσματα του οποίου είναι η δυνατότητα δημιουργίας υπαίθριου χώρου μιας κατοικίας στο δώμα του υποκείμενου κτίσματος, πολλές φορές

διαφορετικού ιδιοκτήτη, αλλά και η δυνατότητα χρήσης του «αέρα» του δημόσιου

Φωτ.6. καμάρα κάτω από το προαύλιο του ιερού ναού

Σκίτσο1. υπαίθριος χώρος στην πίσω όψη του ναού

5

Page 6: parioti_ge1_psp60.pdf

δρόμου για τη δημιουργία χώρου κατοίκησης. Μέσω αυτής της διαδικασίας, έχουν δημιουργηθεί υπαίθριοι χώροι άμεσης χρήσης, υπερυψωμένες αυλές, πάνω σε ισόγεια ή και διώροφα κτίσματα, όταν η κλίση του εδάφους επιβάλλει κάτι τέτοιο και στεγασμένες διαδρομές.

Η σχέση μεταξύ κτισμένων και ελεύθερων χώρων κλίνει σαφώς υπέρ του κτισμένου καθώς όπως φαίνεται και από τους χάρτες, οι ελεύθεροι χώροι στον οικισμό περιορίζονται στο δίκτυο των πεζοδρόμων. Η διάταξη αυτή δημιουργεί σκιασμένους πεζόδρομους που εξασφαλίζουν συνθήκες θερμικής άνεσης το καλοκαίρι, και προστατεύουν από τους βόρειους ανέμους το χειμώνα. Το σύστημα του κτισμένου χώρου δεν παρουσιάζει ασυνέχειες, καθώς τα κτίρια διατάσσονται εν σειρά (γραμμική διάταξη). Εξαιτίας του ιδιότυπου ιδιοκτησιακού καθεστώτος, των έντονων υψομετρικών διαβαθμίσεων και των διαμορφούμενων στεγασμένων διαδρομών, οι οικοδομικές νησίδες γίνονται αντιληπτές σαν συστάδες αλληλοκαλυπτόμενων όγκων επεκτεινόμενων προς όλες τις κατευθύνσεις.

Αρχιτεκτονικά Στοιχεία Η κτιριακή υποδομή του οικισμού παρουσιάζει ομοιογένεια τόσο ως προς τα

υλικά κατασκευής όσο και ως προς την τυπολογία. Η έλλειψη οικοδομικής ξυλείας και το πλούσιο σε σχιστολιθικά πετρώματα υπέδαφος του νησιού οδήγησαν στην κυριάρχηση της πέτρας ως οικοδομικού υλικού, ακόμη και στις οροφές που κατασκευάζονται από εν σειρά τοποθετημένες μεγάλες σχιστόπλακες, «στεγάδια» (φωτ. 7), ενώ η χρήση ξυλείας περιορίζεται στην κατασκευή των κουφωμάτων και μερικώς στην υποστήριξη των μεσοπατωμάτων και των οροφών των κτιρίων. Η ανάγκη για εξοικονόμηση οικοδομικών πόρων και χώρου οδήγησε, στις περισσότερες περιπτώσεις, τους κατοίκους στην από κοινού χρήση των τοίχων στα όρια των ιδιοκτησιών (μεσότοιχοι), μοιράζοντας επίσης και την ευθύνη διατήρησής τους σε καλή κατάσταση. Δημιουργείται έτσι ένα πυκνό ενιαίο οικιστικό σύνολο, αφήνοντας, κατά κύριο λόγο, εκτεθειμένες στις καιρικές συνθήκες τις επιφάνειες των δωμάτων και των ανοιγμάτων. Τα κτίσματα, με βάση το εξωτερικό τους περίβλημα, κατατάσσονται στην κατηγορία υψηλής θερμικής αδράνειας, οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από σχιστολιθικά πετρώματα, άφθονα στην περιοχή και ιδιαίτερα «εύπλαστα», πάχους από 0,50 – 0,80 μ. και τα δώματα διαμορφώνονται με χώμα επάνω σε στρώση από φύκια και ξύλα, που προσφέρουν μόνωση από το κρύο και τη ζέστη (σπαθωτά δώματα).

Φωτ.7 οροφή από σχιστόπλακες

6

Page 7: parioti_ge1_psp60.pdf

Τυπολογικά, ο μεγαλύτερος κτιριακός όγκος αποτελείται από κλιμακωτά διώροφα κτίσματα, διαμορφωμένα έτσι, εξαιτίας της κλίσης του εδάφους. Στο ισόγειο, «κατώι», που χαρακτηρίζεται από το μεγάλου εύρους τοξωτό άνοιγμα (βόλτο) που σηματοδοτεί την είσοδο, βρίσκονται οι βοηθητικοί αποθηκευτικοί χώροι και στο εμπρός τμήμα του γινόταν ο σταυλισμός των ζώων. Η άνοδος στον όροφο «ανώι» γίνεται κυρίως από μια πέτρινη εξωτερική κλίμακα που ξεκινά από την εξωτερική παρειά της τοιχοποιίας του κατωγιού (σκίτσο2), ή δημιουργώντας την (φωτο 8), και οδηγεί στην αυλή, υπήρχε όμως η δυνατότητα ανόδου και εσωτερικά, από το κατώι μέσω μιας καταπακτής «γκλαβανή» με ξύλινη σκάλα. Τα ανώι αποτελείται από έναν κεντρικό ηλιόλουστο χώρο κατά την είσοδο την επονομαζόμενη «σάλα», και δύο μικρότερα δωμάτια πίσω από αυτήν. Αυτή η διαρρύθμιση αποτελεί το αρχικό κύτταρο της τηνιακής διώροφης κατοικίας, η οποία και εμπλουτίζεται σε χώρους ανάλογα με τις ανάγκες. Από την αυλή μια μικρού πλάτους κλίμακα οδηγεί στο δώμα της κατοικίας που πολλές φορές αποτελεί αύλειο χώρο της υπερκείμενης.

Σκίτσο2 κλίμακα ανόδου δίπλα από την είσοδο του κατωγιού

Η κύριες όψεις των κατοικιών είναι προσανατολισμένες νοτιοδυτικά, όπως άλλωστε ορίζεται και από την διεύθυνση του κύριου πεζόδρομου σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση του ανάγλυφου της περιοχής. Εξασφαλίζεται έτσι ο βέλτιστος, για την περιοχή, προσανατολισμός, καθώς και ο έλεγχος των καλλιεργειών. Η όψη αποτελείται από τρία συνήθως ανοίγματα, την κεντρική είσοδο και δύο παράθυρα εκατέρωθεν αυτής, που εξασφαλίζουν άπλετο φωτισμό στην κατοικία. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανοιγμάτων αποτελούν η δημιουργία ενός λεπτού φρυδιού, από σχιστόπλακα ή μαρμαρο, στο πρέκι των ανοιγμάτων για προστασία από την βροχή, και η ύπαρξη μαρμάρινων διάτρητων και σκαλιστών φεγγιτών (φωτ. 9) πάνω από τα ανοίγματα. Οι τελευταίοι, ημικυκλικοί κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, τετράγωνοι ή κυκλικοί τους δύο τελευταίους αιώνες, χρησιμοποιούνται για τον επιπλέον φωτισμό και αερισμό του εσωτερικού της κατοικίας.

Φωτ.8 κλίμακα που δημιουργεί την καμάρα εισόδου στο κατώι

Φωτ 9

7

Page 8: parioti_ge1_psp60.pdf

8

Εξέλιξη Στο Χρόνο Μετά την σχετικά δραστήρια οικοδομικά περίοδο 30 χρόνων από το 1960

έως το 1990, όπου σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας ανεγέρθηκαν 66 από τα 244 κτίρια του οικισμού (πίνακας 1), η οικοδομική δραστηριότητα στον οικισμό εμφανίζεται σήμερα ελάχιστη και περιορίζεται κυρίως σε αποκαταστάσεις των ήδη υπαρχόντων κελυφών. Έτσι, πλην εξαιρέσεων σύγχρονων προσθηκών, ξένων προς τα πρότυπα της τηνιακής αρχιτεκτονικής, ο οικισμός διατηρεί σε γενικές τη μορφή που είχε. Η πολεοδομική του οργάνωση όμως, διαμορφώνεται διαφορετικά με το πέρασμα του χρόνου, εξαιτίας διανοίξεων οδών εξυπηρέτησης από τις παρειές του συνεκτικού πυρήνα του οικισμού προς επεκτάσεις γύρω από αυτόν. Η οριοθέτηση του οικισμού το 1986 (χάρτης 2), δημιούργησε μια μεγάλου εύρους επέκταση γύρω από τον κύριο όγκο του οικισμού, αλλοιώνοντας, στους χάρτες, τη γραμμικότητα του οικισμού, της οποίας όμως οι επιπτώσεις δεν έχουν γίνει αντιληπτές εξαιτίας της ασθενούς οικοδομικής δραστηριότητας. Τα θεσμοθετημένα, πλέον, όρια του οικισμού, αλλοιώνουν τον γραμμικό τρόπο ανάπτυξης του οικισμού και τη συνεκτικότητά του, ευνοώντας την οικοδόμηση πέραν των διαμορφωμένων οικιστικά ορίων του οικισμού και την πανταχόθεν ελεύθερη δόμηση. Σε βάθος χρόνου, πιθανό είναι η πρακτική αυτή να οδηγήσει στην δυσχέρεια αναγνώρισης των πρωταρχικών χαρακτηριστικών του οικισμού και στην απώλεια των στοιχείων που τον σηματοδοτούν ως ενότητα.

Page 9: parioti_ge1_psp60.pdf

9

Page 10: parioti_ge1_psp60.pdf

Βιβλιογραφία 1. Κάραλη Μάχη (Επιστ. Υπεύθυνη), Υπουργείο Αιγαίου – Εθνικό

Μετσόβειο Πολυτεχνείο, Ερευνητικό πρόγραμμα- Αναγνώριση της Πολεοδομικής, Αρχιτεκτονικής και Πολιτισμικής φυσιογνωμίας της νήσου Τήνου και Διερεύνηση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου προστασίας – Α’ Φάση, Αθήνα, 2002

2. Κάραλη Μάχη, «Οι αγροτικές κατοικίες στην Εξωμεριά της Τήνου», Εκδόσεις «Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ», Αθήνα, 2002

3. Παπαϊωάννου Κωνσταντίνος, Δημητσάντου-Κρεμεζή Αικ., Φινέ Μαρία, «Το παραδοσιακό σπίτι στο Αιγαίο», Εκδόσεις «Ίδρυμα Παναγιώτη και Έφης Μιχελή», Αθήνα, 2001

4. Χαριτωνίδου Αγγελική, «Τήνος», Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, τόμος 2ος, Εκδόσεις «ΜΕΛΙΣΣΑ», Αθήνα, 1982

Πηγές

• Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού. • Δ/νση Πολεοδομίας Κυκλάδων. Α.Π.Τ.Π. 2854/89/90 Απόφαση

Νομάρχη Κυκλάδων «Οριοθετηση Οικισμού Σκλαβοχώριο, Αγάπη, Νήσου Τήνου»

10