176
Who the hell is Max? 1 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

  • Upload
    others

  • View
    0

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 1 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Page 2: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

2 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Ο Νίκος Καρακάσης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1969. Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφόρησε το 2010 το βιβλίο του «Βασιλιάς Ίκελος» και από τις Βορειοδυτικές Εκδόσεις, έναν χρόνο αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά του λογοτεχνικού χώρου. Τελευταία του συμμετοχή ήταν στο συλλογικό έργο «Ιστορίες από ένα παγκάκι», από τις εκδόσεις Σαΐτα. Εργάζεται στον χώρο των υπολογιστών, και έχει βιώσει τον τρόμο της λευκής σελίδας. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του στο [email protected] ή να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα: http://nkarakasis.blogspot.gr

Page 3: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 3 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ

Who the hell is Max? Μα ποιος είναι ο Μαξ επιτέλους;

Μια φανταστική ιστορία

Page 4: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

4 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Νίκος Καρακάσης, Who the hell is Max? Μα ποιος είναι ο Μαξ επιτέλους; ISBN: 978-618-5040-56-7 Ιανουάριος 2014 Σχεδιασμός εξωφύλλου: Νίκος Καρακάσης http://nkarakasis.blogspot.gr Επιμέλεια-Διορθώσεις: Ευρυδίκη Αμανατίδου http://evriam.blogspot.gr Σελιδοποίηση: Ηρακλής Λαμπαδαρίου www.lampadariou.eu Εκδόσεις Σαΐτα Αθανασίου Διάκου 42, 652 01, Καβάλα Τ.: 2510 831856 Κ.: 6977 070729 e-mail: [email protected] website: www.saitapublications.gr

Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού – Μη Εμπορική χρήση

Όχι Παράγωγα έργα 3.0 Ελλάδα Με τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα και του εκδότη, επιτρέπεται σε οποιονδήποτε αναγνώστη η αναπαραγωγή του έργου (ολική, μερική ή περιληπτική, με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο), η διανομή και η παρουσίαση στο κοινό υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: αναφορά της πηγής προέλευσης, μη εμπορική χρήση του έργου. Επίσης, δεν μπορείτε να αλλοιώσετε, να τροποποιήσετε ή να δημιουργήσετε πάνω στο έργο αυτό. Αναλυτικές πληροφορίες για τη συγκεκριμένη άδεια cc, διαβάστε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/

Page 5: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 5 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Page 6: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

6 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Page 7: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 7 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Όλα ξεκίνησαν την Κυριακή το βράδυ όπως ο Μαξ προ-έγραψε... Τα μάτια του ψηλού σερβιτόρου, παρατηρούσαν τον κουστουμαρισμένο

νεαρό άνδρα να ψαχουλεύει το πορτοφόλι του με μια μανία ανεξήγητη. Έπειτα τον είδε να εξευρευνεί τις τσέπες του λινού του κουστουμιού, και -σαν να μην πίστευε αυτό που του συνέβαινε- να ανοίγει διάπλατα το πορτοφόλι. Με τα δύο του δάχτυλα τράβηξε έξω μια σκόνη που έμοιαζε χρυσοκίτρινη, την έτριψε στα δάχτυλα και έπειτα τη μύρισε.

Ο άνθρωπος, διατηρεί πάντα μια εμπιστοσύνη στις αισθήσεις του. Το ελαφρό χτύπημα στις μπροστινές τσέπες, η αφή του εσωτερικού τού πορτοφολιού και τέλος η οπτική επιβεβαίωση, καθώς εστίαζε κάτω από το φως της λάμπας, ότι το πορτοφόλι του ήταν άδειο. Εντούτοις, υποβοηθούμενος από την καλή του μνήμη, θυμόταν καθαρά ότι φεύγοντας από το γραφείο, είχε πάρει μαζί του ένα ικανοποιητικό ποσό σε μετρητά για να πληρώσει τον λογαριασμό εκείνου του σημαντικού επαγγελματικού ραντεβού που προσπαθούσε καιρό τώρα να επιτύχει. Σε γενικές γραμμές θα μπορούσε και ο ίδιος να παραδεχτεί τη θετική εξέλιξη στη δουλειά με τα κινέζικα προϊόντα που ήθελε να εισάγει, αν δεν υπήρχε εκείνο το μελανό σημείο της πληρωμής του λογαριασμού που τον έφερνε σε δύσκολη θέση. «Λυπάμαι» μουρμούρισε, κι ο σερβιτόρος, πάντα αγέρωχος, έσκυψε προς τα εμπρός έτσι ώστε να περιορίσει όσο ήταν δυνατόν την ένταση της φωνής του: «Μπορείτε να πληρώσετε με πιστωτική κύριε, αν δεν έχετε χρήματα πάνω σας». O τίτλος που διαπιστώνουμε αν διαβάσουμε με προσοχή το ταμπελάκι που είχε καρφιτσωμένο στην αριστερή τσέπη του πουκαμίσου, έγραφε μαίτρ.

Ο πελάτης με την εκρού γραβάτα και τις μακρουλές περιποιημένες φαβορίτες, ανασκουμπώθηκε, έβαλε το πορτοφόλι μέσα, και μ’ ένα μισοκλαμμένο ύφος, είπε:

«Δεν καταλαβαίνω. Φεύγοντας από το σπίτι κρατούσα λεφτά στο πορτοφόλι μου, τώρα βρίσκω μόνο σκόνη!»

«Υπάρχει πάντα η πιστωτική κάρτα, κύριε» ξαναείπε ο μαίτρ με το γνωστό ύφος και την όρθια πλάτη σαν να είχε φορέσει το πουκάμισο, μαζί με την κρεμάστρα.

«Ναι, ξέρω, αλλά δεν τις χρησιμοποιώ· δεν έχω, πώς το λένε;» «Τότε έχουμε πρόβλημα, κύριε. Μήπως οι κύριοι που ήσασταν μαζί

τυχαίνει να έχουν χρήματα;» «Μα πώς! Αυτό θα ήταν ανήκουστο, εγώ τους κάνω το τραπέζι, δεν

είναι δυνατόν να τους ζητήσω τέτοιο πράγμα. Κοιτάξτε τι μπορεί να γίνει, θα

Page 8: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

8 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

σας αφήσω την ταυτότητά μου και αύριο το πρωί, πρώτη μου δουλειά να έρθω να σας πληρώσω, συμφωνείτε;»

«Θα πρέπει να ρωτήσω τον προϊστάμενό μου κύριε, δε γνωρίζω. Περιμένετε λίγο».

Ο κύριος με το λινό κουστούμι και τη ζαρωμένη πλέον έκφραση στο πρόσωπό του, επέστρεψε στο τραπέζι, όπου η ευθυμία των συνδαιτυμόνων ακόμη κρατούσε. Ο Κινέζος αντιπρόσωπος κουνούσε το ποτήρι με το κρασί εμπρός από τα σχιστά μάτια του χαμογελώντας. Η μετρίου ύψους γραμματέας με τα καστανά μαλλιά, μ’ ένα παγωμένο χαμόγελο, μηχανικά έσπρωχνε με χαρακτηριστική ευγένεια και υπομονή, λίγη πανακότα στις άκρες του πιάτου. Ο εμπορικός διευθυντής με τη σφιχτή γραβάτα, πάντα σοβαρός και ευθυτενής όπως άλλωστε ήταν όλη την ώρα, είχε αποθέσει τα μαχαιροπίρουνα, η πετσέτα του μαζεμένη στην άκρη κάτω από το πιάτο και τα νευρικά ατίθασα γαλάζια μάτια του κοίταζαν έντονα τον κύριο με το λινό κουστούμι. Μα πώς διάολο είπαμε το όνομά του; σκεφτόταν από μέσα του.

Ο μαίτρ πλησίασε ξανά, έσκυψε, και μ’ ένα ευγενικό χαμόγελο ψιθύρισε στον οικοδεσπότη του τραπεζιού την απόφαση του ιδιοκτήτη του εστιατορίου.

Σε μιαν άλλη άκρη της πόλης ένας προσηνής ιερέας, εξέταζε για μία

ακόμη φορά προτού πάει για ύπνο, το μικρό κουτί με τα λεφτά από το παγκάρι. Κάθε βράδυ απαρέγκλιτα εκτελούσε την ίδια ρουτίνα: προσευχή με την παπαδιά, λίγο σούρσιμο με τις χοντρές του παντόφλες από το γραφείο στην τηλεόραση, πιθανό ξεφύλλισμα ενός βιβλίου με κιτρινισμένες σελίδες και τέλος έπινε με λαχτάρα ένα αχνιστό ποτήρι γάλα προτού ξαπλώσει. Στο τελευταίο συρτάρι του γραφείου διατηρούσε ένα μεταλλικό κουτάκι χρημάτων κλειδωμένο με έναν εξωφρενικό συνδυασμό, το νούμερο 666. Εκεί μέσα τοποθετούσε τα χρήματα της εκκλησίας. Οι λόγοι που είχε επιλέξει το νούμερο διίστανται, άλλοι θα έλεγαν επειδή πίστευε στη διαβολικότητα των χρημάτων, άλλοι πάλι θα έλεγαν ότι αυτό ήταν το μόνο νούμερο που δε θα μάντευε κανείς σε σπίτι ιερέα. Δεν έχει και πολλή σημασία εξάλλου, το κύριο μέλημα του ιερέα με το γκρίζο μούσι ήταν να μη βρει κανείς το κουτί αυτό. Γι’ αυτόν τον λόγο το είχε κρύψει στο κάτω συρτάρι του γραφείου, όπου μια κλειδωνιά το ασφάλιζε από τα αδιάκριτα μάτια. Πάνω από το κουτί είχε

Page 9: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 9 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

τοποθετήσει μια σειρά από φακέλους, έτσι ώστε ακόμα και αν κάποιος άνοιγε το συρτάρι, να μην μπορούσε να το δει εύκολα.

Πάντως, κάθε βράδυ ο ιερέας μετρούσε τα χρήματα, ξεχωρίζοντας τα μεγάλα χαρτονομίσματα, τα οποία μάζευε με ένα λαστιχάκι. Έπειτα μετρούσε τα ψιλά προσεκτικά, έτσι ώστε να είναι όλα έτοιμα για κατάθεση στην τράπεζα την επομένη. Αν και ο λογαριασμός ήταν στο όνομά του, βεβαίως και δεν αισθανόταν ότι τα χρήματα του ανήκουν. Αρκετά από αυτά θα τα μετέφερε στον λογαριασμό της Μητρόπολης, κάποια σε αγορές κεριών και συναφών εξόδων της εκκλησίας και ό,τι περίσσευε στην αγορά τροφίμων για το πνευματικό κέντρο που συντηρούσε η εκκλησία. Σχημάτισε τον συνδυασμό στο κουτί, έκανε τον σταυρό του για το νούμερο, μουρμούρισε μια ευχή, πήρε το αχνιστό γάλα από το γραφείο του ρουφώντας ελαφρά στην άκρη και τέλος, σκούπισε τα γένια του από την ασπρίλα που είχε αφήσει το γάλα. Έπειτα, παραμέρισε το βιβλίο του Αρχιεπισκόπου που δέσποζε φαρδύ πλατύ στο μέσον του γραφείου, έφερε το κουτί στο κέντρο και σήκωσε το μεταλλικό καπάκι με τη δέουσα προσοχή. Τα μάτια του γούρλωσαν και ένα μακρόσυρτο αααα ακούστηκε συνοδευόμενο από ένα ολοστρόγγυλο ανοιχτό στόμα. Έβαλε τα δάχτυλα στο κουτί, και με προσοχή έφερε στο φως τη χρυσοκίτρινη σκόνη που ανακάλυψε μέσα. Όρθωσε το σώμα έκπληκτος και αφού έσπρωξε την καρέκλα πίσω του, περπάτησε κατά μήκος του δωματίου μη θέλοντας να πιστέψει αυτό που είχε δει. Επέστρεψε για να βεβαιωθεί. Τα χρήματα πράγματι έλειπαν και στη θέση τους υπήρχε μια χρυσοκίτρινη σκόνη. Έκανε τον σταυρό του, έκλεισε το κουτί, έκατσε στην καρέκλα, έδεσε τα χέρια του, μουρμούρισε το πάτερ ημών, συμμάζεψε τις σκέψεις του, και με τρεμάμενη φωνή έψαλλε το απολυτίκιο του Αγίου Φανουρίου:

«Ουράνιον εφύμνιον εν γη τελείται λαμπρώς, επίγειον πανήγυριν νυν εορτάζει φαιδρώς Αγγέλων πολίτευμα, άνωθεν υμνωδίαις, ευφήμουσι τους άθλους, κάτωθεν Εκκλησία, την ουράνιον δόξαν ην εύρες πόνοις και άθλοις τοις σοις, Φανούριε ένδοξε». Το τελευταίο «Φανούριε ένδοξε» το απάγγειλε με τέτοια ζέση που πέταξε την παπαδιά από το κρεβάτι. Αγουροξυπνημένη, σέρνοντας από τη νύστα τα χοντρά της ποδάρια, έφτασε μέχρι την πόρτα του γραφείου να τον ρωτήσει τι τον είχε πιάσει νυχτιάτικα.

Ο ιερέας μάζεψε τα χέρια του κάτω από το γραφείο, παίρνοντας με αυτόν τον τρόπο μια πιο φυσική στάση, έτσι ώστε να μη δείχνει αναστατωμένος. Με τα τροπάρια, τα πιστεύω και τα απολυτίκια δεν είχε προλάβει να σκεφτεί αν θα έπρεπε να εκμυστηρευτεί στη γυναίκα του την εξαφάνιση των χρημάτων ή όχι. Προσπάθησε να σκεφτεί και παρόλη τη

Page 10: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

10 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

θαυματουργή μεταμόρφωση των νομισμάτων σε χρυσοκίτρινη σκόνη, παρόλη την πίστη του στα ενδεχόμενα θαύματα του Θεού, το αγνό μυαλό του δεν έκρινε την περίσταση ως κάτι το υπερφυσικό. Το πιο πιθανόν, σκέφτηκε, να μπήκαν κλέφτες, να πήραν τα λεφτά και να άφησαν στη θέση τους εκείνη τη μυστήρια σκόνη. Σαν κοροϊδία ένα πράγμα. Υπό αυτό το πρίσμα δε θα ήταν καθόλου φρόνιμο να ανησυχήσει την παπαδιά μέσα στη νύχτα. Εξάλλου, το πιο πιθανό σενάριο θα ήταν να την πιάσει η νευρικότητα, και ακόμα πιο πιθανόν, (αυτό το φοβόταν περισσότερο από όλα τα άλλα), να πάρει τηλέφωνο την αστυνομία! Δεν ήταν και τόσο σίγουρος αν η προσέλευση ενός αστυνομικού στο σπίτι θα έλυνε ή θα έκανε πιο περίπλοκα τα πράγματα. Ναι, σκέφτηκε, ίσως αυτή η εξαφάνιση να έπρεπε να μείνει μυστική όσο ήταν δυνατόν, ειδάλλως θα είχε να αντιμετωπίσει την επομένη ημέρα τον πρεσβύτερο επι των οικονομικών στη Μητρόπολη και οϊμέ! Υπήρχε μια καθόλου ευκαταφρόνητη πιθανότητα να μην τον πίστευαν όταν θα τους εξηγούσε πως μπήκαν κλέφτες στο σπίτι, πήραν τα χρήματα και άφησαν στη θέση τους αυτήν τη χρυσοκίτρινη σκόνη. Και ήξερε πολύ καλά τι θα μπορούσε να συμβεί σε περιπτώσεις αμφιβολίας από τη Μητρόπολη. Η καλύτερη αντιμετώπιση ήταν η μετάθεση σε άλλη ενορία, η χειρότερη δε, ούτε καν που είχε τη δύναμη να το σκεφτεί, η αποπομπή του από το ιερατικό αξίωμα με οποιονδήποτε τρόπο. Όχι, το πήρε απόφαση, μια δημοσιοποίηση δε βόλευε καθόλου, και σίγουρα η εκμυστήρευση στη γυναίκα του ισοδυναμούσε με δημόσια αναγγελία στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων. Ήταν σίγουρος πλέον, είχε αποφασίσει την αιτιολόγηση της ιστορίας των χρημάτων: μπήκαν κλέφτες, με γεια τους και χαρά τους, αύριο πρωί-πρωί θα επιστρέψει ο ίδιος τα χρήματα στο ταμείο, από τις οικονομίες του.

Έκλεισε το κουτάκι με τα χρήματα απότομα, το έβαλε βιαστικά στο συρτάρι και απάντησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Έψαξε στο μυαλό του το όνομα της παπαδιάς. Αδύνατον να το θυμηθεί.

«Όχι, καλή μου, όλα είναι μια χαρά». «Και γιατί σε άκουσα να απαγγέλεις το Απολυτίκιο του Αγίου

Φανούριου; Χάσαμε τίποτα;» «Τι χάσαμε; Τίποτα δε χάσαμε! Πάμε για ύπνο αμέσως!» Έσβησε το φως του γραφείου, έλεγξε όλες τις πόρτες αν ήταν

κλειδωμένες γερά, έπειτα τα παράθυρα, και τέλος πήγε στο κρεβάτι όπου και σκεπάστηκε με τις χοντρές κουβέρτες. Δοκίμασε να κλείσει τα μάτια του, αλλά για ένα διαβολεμένο λόγο δεν έκλειναν με τίποτα.

Page 11: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 11 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Πόσα χρήματα να είχε το κουτί μέσα; Πόσα χρήματα πρέπει να επιστρέψω; Και τι πραγματικά συνέβη στα χρήματα;»

Όπως όλα τα αεροπλάνα, έτσι κι αυτό, τροχοδρόμησε και με αργές

κινήσεις, πλησίασε το τέρμιναλ. Μια σκάλα προσκολλήθηκε στην πόρτα του αεροπλάνου και επιβάτες με τσάντες στα χέρια και ζακέτες στους ώμους, επιβιβάστηκαν μέσα στο μακρουλό λεωφορείο του αεροδρομίου. Η ηλικιωμένη κυρία μαζί με τον κύριο -πιθανόν άντρα της-, η φοιτήτρια με το τζιν και τα μεγάλα σκουλαρίκια μαζί με τις φίλες της κι ο καλοντυμένος τζέντλεμαν με το ριγέ κουστούμι έκατσαν στις πίσω θέσεις του λεωφορείου. Η ηλικιωμένη κυρία χαμογέλασε στον συνοδό της που ανταπέδωσε και ανέπνευσε δυνατά τον αέρα της χώρας όπου προσγειώθηκε, η φοιτήτρια χασκογέλασε με τις φίλες της και ο τζέντλεμαν έμεινε ακίνητος, σοβαρός, με τον χαρτοφύλακα στα χέρια.

Μια ευγενική κυρία στην είσοδο του τέρμιναλ, τους καλωσόρισε με μια διακριτική υπόκλιση, ευχαριστώντας τους με αυτόν τον τρόπο που ταξίδεψαν με την εταιρία τους.

Πέρασαν τους διαδρόμους, έφτασαν στις βαλίτσες, και πήρε ο καθένας τα μπαγκάζια του πάνω σε ένα καρότσι. Έπειτα από λίγο, βγήκαν από την κεντρική έξοδο με τις συρόμενες πόρτες. Η ηλικιωμένη κυρία με τον συνοδό της που ήσαν αγκαζέ, προχώρησαν προς την εξωτερική πύλη, βγήκαν έξω, ρώτησαν ευγενικά πού βρίσκεται η πιάτσα ταξί και μόλις τη βρήκαν, φόρτωσαν τα πράγματά τους στο πορτμπαγκάζ ενός κίτρινου όπελ. Η κυρία έκατσε στην πίσω θέση και ο κύριος από παλαιά συνήθεια, άνοιξε το πορτοφόλι του να βεβαιωθεί ότι έχει μαζί του χρήματα να πληρώσει τον οδηγό. Στάθηκε έξω από την πόρτα του ταξί αμίλητος, άσπρισε και ψαχούλεψε έπειτα τις τσέπες του με μανία. Προσπάθησε να θυμηθεί το όνομα της ηλικιωμένης γυναίκας του. Σάστισε για λίγο και τέλος τη ρώτησε αν έχει λεφτά πάνω της, γιατί τα δικά του έγιναν σκόνη. Εκείνη, αφού τον κοίταξε παράξενα για λίγα δευτερόλεπτα, άνοιξε την τσάντα της, έβγαλε το μικρό πορτοφολάκι και απάντησε αρνητικά καθώς το δάχτυλό της βουτούσε στην ίδια παράξενη χρυσοκίτρινη σκόνη. Ο κύριος δεν ήξερε τι να κάνει, νευρίασε με την τύχη του, απευθύνθηκε στον οδηγό και του ζήτησε συγνώμη για την αναστάτωση: «Δεν ξέρω τι συνέβη! Είμαι σίγουρος ότι είχα λεφτά πάνω μου!»

Page 12: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

12 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Σε μια άλλη άκρη του αεροδρομίου, η φοιτήτρια με τις φίλες της, πλησίασε το γκισέ που έγραφε από πάνω με μεγάλα γράμματα Exchange. Ευτυχώς γι’ αυτήν και τις φίλες της, δεν υπήρχε κανείς άλλος στην ουρά. Είπε ευγενικά καλημέρα, έφερε εμπρός της τη μαύρη τσάντα που κουβαλούσε στον ώμο και χαμογελαστή, έβγαλε από μέσα ένα μαύρο πορτοφόλι. Ο υπάλληλος του ανταλλακτηρίου με τα γκρίζα μαλλιά και τη μαύρη γραβάτα που έμοιαζε κολλημένη πάνω του, φανερά νυσταγμένος, ανταπέδωσε το χαμόγελο και έκανε ότι πληκτρολογεί κάτι στον υπολογιστή που είχε εμπρός του. Μόλις είχε αλλάξει η βάρδια, ήταν νωρίς το πρωί και εκείνη η όμορφη κοπέλα είχε ένα γλυκό πρόσωπο, τέτοιο που θα ήταν σίγουρα ανταμοιβή για το δύσκολο πρωινό ξύπνημα. Η νεαρή αφού ψαχούλεψε την τσάντα της, πάγωσε σαν αντίκρισε το σημείο που φύλαγε τα χρήματά της. Έβαλε τα δύο δάχτυλα μέσα, και το μόνο που έφερε στα χέρια της ήταν μια χρυσοκίτρινη σκόνη. Την ίδια στιγμή, ο υπάλληλος πίσω από το γκισέ άνοιξε το συρτάρι με τα χρήματα που είχε κάτω από τον πάγκο, έτοιμος να προχωρήσει στη συναλλαγή. Με καταϊδρωμένο πρόσωπο και μαρμαρωμένο χαμόγελο, ανακάλυψε πως το μόνο που υπήρχε στη θέση των χρημάτων ήταν μια περίεργη σκόνη.

Ο ήλιος δε θα είχε καλά-καλά ξεμυτίσει από τα μακρινά βουνά του αεροδρομίου, όταν χτύπησε το εσωτερικό τηλέφωνο του υπευθύνου ασφαλείας του αερολιμένα. Σε ένα γραφείο με τζάμι που έβλεπε την ανατολή, ο παχουλός με το άσπρο πουκάμισο, μπλε παντελόνι και καλοξυρισμένο πρόσωπο κρατούσε στο ένα χέρι ένα πλαστικό ποτήρι καφέ και στο άλλο την πρωινή αλληλογραφία των τμημάτων. Από τις κινήσεις του, υποθέτουμε ότι μόλις είχε ξεκινήσει η βάρδιά του και από τα νυσταλέα μάτια του, εύκολα συμπεραίνουμε ότι δεν είχε περάσει πολλή ώρα από τότε που είχε ξυπνήσει. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο καφές είναι βάλσαμο, και ήταν φανερό, από το νιρβάνα βλέμμα, ότι κι αυτός συνεριζόταν ετούτη τη διαπίστωση.

Το τηλέφωνο χτύπησε. Άκουσε με προσοχή τη φοβισμένη φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής, κι αμέσως, άφησε τον καφέ κάτω, σηκώθηκε, φόρεσε το μπλε σακάκι με τη ραμμένη ταμπελίτσα Υπεύθυνος Ασφαλείας, άνοιξε την πόρτα, κοντοστάθηκε, επέστρεψε στο γραφείο του και πήρε τον ασύρματο στο αριστερό του χέρι. Παραπατώντας, προχώρησε στον διάδρομο.

Η ξανθιά δεσποινίς με το πλούσιο μπούστο στις πληροφορίες, προσπαθούσε ακόμη να ηρεμήσει τους επιβάτες της πτήσης από Λονδίνο, όταν είδε από μακριά να έρχεται ο υπεύθυνος ασφαλείας ασθμαίνοντας. Μόλις έφτασε δίπλα τους, εκείνη με μια προσποιητή ψυχραιμία, του διηγήθηκε τα γεγονότα.

Page 13: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 13 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Η κυρία με τον κύριο από εδώ, έχασαν τα λεφτά τους». «Δεν τα έχασα!» διαμαρτυρήθηκε ο ηλικιωμένος κύριος. «Γίνανε

σκόνη!» «Μάλιστα» είπε η υπάλληλος και συμπλήρωσε: «Η δεσποινίς από εδώ

με τις φίλες της, είχαν τον ίδιο συμβάν. Επίσης, ο κύριος με τον χαρτοφύλακα πήγε να σηκώσει λεφτά από το μηχάνημα (ΑΤΜ) και αφού έβαλε την κάρτα, το μηχάνημα τού κατέβασε από την τρύπα των χρημάτων, σκόνη».

«Εντελώς ανήκουστο!» διαμαρτυρήθηκε ο καλοντυμένος κύριος με τον χαρτοφύλακα. «Και τα χρήματα αφαιρέθηκαν από τον λογαριασμό μου, ενώ εγώ δεν πήρα παρά σκόνη!»

«Μήπως αν ξαναδοκιμάζατε;» ρώτησε ο υπεύθυνος ασφαλείας με μια κάποια ευγένεια που όμως δεν αντιμετωπίστηκε όπως αναμενόταν.

«Σας περισσεύουν λεφτά εσάς; Αφού σας είπα ότι το υπόλοιπό μου μειώθηκε, ορίστε και η απόδειξη» είπε ο κύριος με το κουστούμι και έφερε εμπρός στο πρόσωπο του υπεύθυνου, το χαρτάκι της απόδειξης ανάληψης.

Από τον ασύρματο του υπεύθυνου ασφαλείας ακούστηκε ένας ήχος και μετά, ολοκάθαρα η φωνή ενός άλλου αστυνομικού: «Είμαι στο συνάλλαγμα, το ταμείο εξαφανίστηκε!»

«Πώς εξαφανίστηκε;» ρώτησε πάλι ο υπεύθυνος ασφαλείας. «Έγινε σκόνη!» ακούστηκε να λέει ο αστυνομικός από την άλλη

γραμμή. «Καλά, θα έρθω από εκεί σε λίγο» απάντησε και ένιωσε στην πλάτη του

τον κρύο ιδρώτα να κατεβαίνει σαν πάνθηρας από κορμό δέντρου. Ξαναβούηξε ο ασύρματος: «Είμαι στο μπαρ, το ταμείο εξαφανίστηκε». Οι αλλεπάλληλες εξαφανίσεις έπαιρναν πλέον τεράστιες διαστάσεις, με

αποτέλεσμα να έχει αρχίσει να κοκκινίζει ο υπεύθυνος, ο ασύρματος δε να μη σταματάει τον εκνευριστικό του ήχο.

«Είμαι στο κατάστημα των παιδικών ρούχων, το ταμείο εξαφανίστηκε».

«Είμαι στο εστιατόριο, κανείς επιβάτης δεν έχει λεφτά στο πορτοφόλι του και το ταμείο του εστιατορίου εξαφανίστηκε».

Σαν να μην του έφταναν οι καταγγελίες που ακουγόντουσαν από τον ασύρματο με ρυθμό πολυβόλου, είδε από μακριά να έρχεται προς τις πληροφορίες ένα μπουλούκι ανθρώπων με τα πορτοφόλια στο χέρι. Η δεσποινίς που δούλευε στις πληροφορίες αντιλήφθηκε το μέγεθος της κατάστασης και μπήκε πίσω από το γκισέ της, έσκυψε και άνοιξε την τσάντα

Page 14: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

14 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

της. Δεν είχε πολλά μαζί της, αλλά όπως και στις άλλες περιπτώσεις, είχαν γίνει κι αυτά σκόνη.

Το μπουλούκι με τους ανθρώπους πλησίαζε, ο ασύρματος ούρλιαζε πλέον από τις καταγγελίες, ο υπεύθυνος ασφαλείας απαντούσε σε όλους με βασανιστική ψυχραιμία, μηχανικά πλέον, «έρχομαι από εκεί σε λίγο. Κάντε υπομονή».

Οι επιβάτες της πτήσης από Λονδίνο άρχισαν να γκρινιάζουν με πρωτεργάτη τον κύριο με το καλό κουστούμι.

«Τι θα γίνει; Θα σας κάνω μήνυση! Είμαι δικηγόρος και απαιτώ…» «Μη φωνάζετε! Για τα μηχανήματα αναλήψεων ευθύνεται η τράπεζα,

όχι το αεροδρόμιο κύριε!» «Θα κάνω μήνυση και στην τράπεζα!» απάντησε εκείνος. Ο παχουλός υπεύθυνος ασφαλείας είχε πλέον ιδρώσει, ο εγκέφαλός του

είχε κολλήσει και ένιωθε σαν να βρισκόταν στη Σαβάνα αντιμέτωπος με μια ορδή από βουβάλια που θέλανε σώνει και καλά να περάσουν από πάνω του. Σαν να μην έφταναν όμως αυτά, από μακριά εμφανίστηκε μια νέα ομάδα ανθρώπων που δεν ήταν άλλοι από τους εκνευρισμένους οδηγούς των ταξί που άραζαν έξω από το αεροδρόμιο. Είναι από τις μέρες, σκέφτηκε ο υπεύθυνος ασφαλείας προτού πέσει στο έδαφος λιπόθυμος, που καλό θα ήταν να μη βγαίνεις από το σπίτι.

Ο ιερέας σηκώθηκε πρωί-πρωί να πάει στην τράπεζα. Ντύθηκε γρήγορα, πήρε το καπέλο του, έμεινε αναποφάσιστος στο θέμα της ομπρέλας και αφού κοίταξε από το μικρό παράθυρο του χολ να δει τον καιρό, βγήκε στον δρόμο κατεβαίνοντας με πεταχτά βήματα τα σκαλιά και χωρίς την ομπρέλα. Πολύ σύντομα βρέθηκε έξω από την τράπεζα, όπου και συνάντησε πέντε-δέκα ανθρώπους εξαιρετικά αναστατωμένους.

«Τι συμβαίνει;» ρώτησε, ακόμη λαχανιασμένος από το περπάτημα. «Είναι κλειστά! Δε θα ανοίξει σήμερα!» απάντησε ένας κύριος.

«Να, δείτε την ταμπέλα!» είπε μια γριούλα. Πλησίασε ο ιερέας και βεβαιώθηκε ότι η ταμπέλα έγραφε Κλειστόν.

Αριστερά, στο σημείο που υπήρχε το μηχάνημα αναλήψεων, μια κόκκινη κορδέλα και ένα χαρτί με σελοτέιπ έγραφε Εκτός λειτουργίας. Κοίταξε μέσα από το τζάμι και είδε μερικούς υπαλλήλους να περπατούν βιαστικά.

Page 15: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 15 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Μα είναι μέσα!» αναφώνησε και γύρισε στους άλλους, που όλοι τους είχαν μια έκφραση χαμένη.

«Πάτερ μου, δε θα μας ανοίξουν» είπε ένας νεαρός απογοητευμένα. Πήρε το θάρρος ένας γεματούλης άνδρας με γραβάτα.

«Εμένα με κλέψανε το βράδυ στον ύπνο μου, και στη θέση των χρημάτων άφησαν σκόνη!»

«Και εμένα!» πετάχτηκε ένας άλλος, «σε όλους το ίδιο συνέβη» είπε ένα τρίτος.

«Δεν μπορεί να συνέβη σε όλους!» θάρρεψε ο ιερέας. «Και σ’ εσάς συνέβη, πάτερ;» ρώτησε κάποιος από αυτούς, αλλά ο

ιερέας απέφυγε να απαντήσει. Η βαβούρα μεταξύ τους φούντωσε, φέρνοντας ένταση.

«Τουλάχιστον, πρέπει να μάθουμε αν οι οικονομίες μας υπάρχουν ακόμη! Πρέπει να ανοίξει η τράπεζα» είπε ένας ψηλός άνδρας και πλησιάζοντας την τζαμαρία της τράπεζας, κτύπησε το τζάμι με το δαχτυλίδι που φορούσε. Κάποιος υπάλληλος από μέσα τού έκανε νόημα να φύγει, αλλά εκείνος επέμενε ξαναχτυπώντας το τζάμι. Ο υπάλληλος τούς έδειξε ξανά την ταμπέλα Κλειστόν και σήκωσε τους ώμους, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι. Σύντομα όλοι το αποδέχτηκαν και αποφάσισαν να φύγουν. Ένας από αυτούς, πιθανώς ο πιο στριμωγμένος οικονομικά, δάκρυσε και ψέλλισε: «Καταστράφηκα». Οι άλλοι τον κοίταξαν με συμπάθεια, όμως σε τέτοιες καταστάσεις τα λόγια είναι ανώφελα κι έτσι επέστρεψαν στις δουλειές τους. Σχήμα λόγου φυσικά, γιατί τι να κάνουν στις δουλειές τους, αν δεν υπήρχε χρήμα πουθενά.

Ένας νεαρός μοναχά έμεινε πίσω, πλησίασε τον δακρυσμένο κύριο και χαμογελώντας, του είπε με νόημα:

«Ο Μαξ είπε ότι έτσι θα γίνουν όλα, μην ανησυχείς για τίποτα!» Ο κύριος, ακόμη δακρυσμένος, έδειξε να αδιαφορεί για τα λεγόμενα του

νεαρού, που όπως ήταν φυσικό, πολύ σύντομα εξαφανίστηκε στα στενά της πόλης.

Ο ιερέας έφτασε στην εκκλησία όπου συνάντησε τον έναν από τους τέσσερις επιτρόπους στο παγκάρι, να κοιτάζει το άδειο ταμείο. Με το που τον είδε ο ηλικιωμένος άντρας, τον ρώτησε αν γνώριζε κάτι για τα εξαφανισμένα λεφτά. Η βαθιά μελαγχολία του προσώπου του περιείχε όλες τις απαντήσεις.

«Θα ανοίξει η εκκλησία, πάτερ;» ρώτησε ο επίτροπος. «Φυσικά!» απάντησε ο ιερέας δίχως να το σκεφτεί.

Page 16: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

16 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Περπάτησε μέχρι το γραφείο του στο υπόγειο της εκκλησίας. Σήκωσε το ακουστικό, δάγκωσε τα χείλια του υπολογίζοντας τον επόμενο διάλογο που έπρεπε να κάνει, κι έπειτα πληκτρολόγησε το νούμερο της Μητρόπολης. Χρειάστηκε να το επαναλάβει αρκετές φορές, γιατί το νούμερο βούιζε συνεχώς. Απογοητευμένος, ακούμπησε κάτω το ακουστικό, αλλά πολύ σύντομα εκείνο κουδούνισε με τον εκνευριστικό του ήχο, και ο ιερέας το σήκωσε.

«Καλημέρα πάτερ!» ακούστηκε η φωνή από την άλλη γραμμή. «Καλημέρα» απάντησε ο ιερέας. «Από τη Μητρόπολη τηλεφωνώ, θα ήθελα να μάθω αν συνέβη και σε

εσάς το ίδιο φαινόμενο». «Των χρημάτων;» ρώτησε με προσποιητή αφέλεια ο ιερέας. «Μάλιστα, των χρημάτων!» «Ναι, μου συνέβη, και από όσο ξέρω μέχρι στιγμής, συνέβη και σε

άλλους». «Γνωρίζω. Έχουμε εντολή άνωθεν να κάνουμε μια απογραφή των

απολεσθέντων χρημάτων με σκοπό να προβούμε σε διάβημα στην κυβέρνηση ώστε να μας τα επιστρέψει. Γνωρίζετε το ποσό που εξαφανίστηκε;»

«Περίπου, πρέπει να το υπολογίσω» απάντησε ο ιερέας δαγκώνοντας τα χείλη του.

«Παρακαλώ να το κάνετε και να μας πάρετε αμέσως τηλέφωνο! Συμπληρώνουμε μια κατάσταση για την κάθε ενορία».

«Μάλιστα, κάτι άλλο;» «Όχι, τίποτα, να μας πάρετε αμέσως τηλέφωνο». «Τι θα πούμε στους πιστούς;» «Δε γνωρίζω, δεν υπάρχει ενημέρωση. Πράξτε κατά βούληση». «Μα δεν υπάρχει κάποια γραμμή να ακολουθήσουμε;» «Όχι, πράξτε κατά βούληση». «Είναι φαινόμενο θεόπνευστο;» τόλμησε να ρωτήσει ο ιερέας. «Όχι, ο Θεός ποτέ δε θα εξαφάνιζε τα χρήματα των πιστών και, κατ’

επέκταση, της Μητρόπολης, πάτερ! Είναι αυτονόητο!» «Μάλιστα, εσείς ξέρετε καλύτερα, το ήξερα και εγώ δηλαδή, αλλά

ήθελα να το επιβεβαιώσω. Θα σας τηλεφωνήσω μόλις υπολογίσω το ποσό». Το τηλέφωνο έκλεισε και ο ιερέας μαζεύτηκε στην καρέκλα του

πνιγμένος από την απελπισία. Όχι όμως γιατί δεν είχε προλάβει να μετρήσει τα χρήματα που έλειπαν, αλλά για την άγνοιά του σχετικά με το πώς θα χειριζόταν το θέμα με τους πιστούς. Όπως ήταν επόμενο, εκείνη την ημέρα η

Page 17: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 17 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

εκκλησία θα ήταν φίσκα από κόσμο, πολλοί από αυτούς μάλιστα ίσως άναβαν μεγάλες λαμπάδες, κάποιοι άλλοι πάλι ίσως έμεναν γονατιστοί εμπρός από τις εικόνες προσευχόμενοι για ένα θαύμα.

Και έτσι έγινε. Μάλιστα, ένας νεαρός είχε κάτσει στο στασίδι σιγομουρμουρίζοντας και κοιτάζοντας έντονα την παλάμη του, σαν να κρατούσε κάτι πολύτιμο. Ο ιερέας τον παρατήρησε καλύτερα. Παραξενεμένος, τον πλησίασε όσο μπορούσε πιο διακριτικά. Προσπάθησε να δει τι ήταν αυτό που κρατούσε και κάποιες στιγμές χάιδευε. Μάλιστα, χάιδευε! Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα καθώς εστίασαν στον μικρό βάτραχο που είχε κουλουριαστεί στη χούφτα του νεαρού και δεχόταν με ευχαρίστηση τα χαϊδολογήματά του.

«Τι δουλειά έχει ένας βάτραχος μέσα στην εκκλησία;» αναρωτήθηκε σαστισμένος.

Δεν υπήρχε κάποιο σχέδιο, κάποια προετοιμασία γι’ αυτό το φαινόμενο. Αν υποθέσουμε ότι ήταν έργο της φύσης, με την ίδια λογική που το νερό γίνεται πάγος ή ο πάγος νερό, μια αλλαγή κατάστασης ας το πούμε εντελώς αυθαίρετα και δίχως να συνεριζόμαστε τους φυσικούς νόμους, θα βρισκόμασταν και πάλι σε ένα τέλμα. Η φύση δεν ενδιαφέρεται για το χρήμα, παρά μόνο οι άνθρωποι που πλέον δεν ήξεραν πώς να αντιδράσουν. Και αλήθεια, τι πρέπει να κάνεις όταν γίνονται τα χρήματά σου σκόνη;

Κάποιοι, και ήταν αρκετοί αυτοί, πήραν τηλέφωνο την αστυνομία, η οποία όμως δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις τόσες κλήσεις, αν συνυπολογίσουμε κιόλας το γεγονός ότι κάποιοι αστυνομικοί δεν παρουσιάστηκαν καν στην υπηρεσία τους εκείνη την ημέρα. Έστειλαν κάποια περιπολικά δεξιά και αριστερά, πήραν τυπικές καταθέσεις, και ενημέρωσαν ότι θα περάσει το τμήμα αναγνώρισης αποτυπωμάτων να ελέγξει τον χώρο.

«Τι να ελέγξει το τμήμα αναγνώρισης; Αφού κανείς δεν ακούμπησε το ταμείο! Σε όλη τη γειτονιά συνέβη το ίδιο πράγμα!» είπε ο αγανακτισμένος έμπορας.

«Και τι να σας κάνουμε; Όταν υπάρχει κλοπή, έρχεται το τμήμα αποτυπωμάτων!»

«Μα δεν είναι κλοπή!»

Page 18: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

18 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Τότε να πηγαίνουμε» απάντησε ο αστυνομικός και έβαλε το μπλοκάκι στην τσέπη του.

«Στάσου, συμπλήρωσε μια αναφορά ότι εξαφανίστηκαν τα παρακάτω χρήματα» σκέφτηκε πονηρά ο έμπορος και πρόσθεσε και άλλα δύο μηδενικά στο ποσό που είπε στον αστυνομικό.

«Δεν μπορούμε πάντως κύριε, τέτοια μέρα να τρέχουμε δεξιά και αριστερά και να καταγράφουμε πόσα έχασε ο καθένας! Δε γράφω τίποτα αν δεν παραδεχτείτε ότι έχουμε πράξη κλοπής. Σήμερα, μόνο για κλοπές τρέχουμε!» απάντησε εκνευρισμένα ο αστυνομικός.

«Μα αν γράψουμε κλοπή, κανείς δε θα το πιστέψει, εκτός αν κάποιος έκλεψε όλη τη γειτονιά αφήνοντας πίσω του σκόνη!»

«Ε, τότε καλημέρα σας, φεύγουμε. Έχουμε ακόμη πενήντα κλήσεις και σας βεβαιώ ότι δεν έχω ούτε ένα σεντς να αγοράσω έστω ένα νεράκι! Για να μην πω ότι είναι αμφίβολο αν στο τέλος του μήνα θα πληρωθούμε, με αυτά που συμβαίνουν. Λοιπόν, καλημέρα σας!»

Όσοι ήταν υπάλληλοι, πήγαν στις δουλειές τους όπως έπρεπε, κάποιοι

βέβαια τις βρήκαν κλειστές. Οι έμποροι καταστημάτων δεν άνοιξαν καθόλου, τι να πάνε να κάνουν εξάλλου αν δεν μπορούσαν να πληρωθούν ή να πληρώσουν; Τα σουπερμάρκετ έκλεισαν επίσης κι αυτά, εκτός από ένα δυο που έβαλαν ταμπέλα απ’ έξω: Πληρωμή μόνο με πιστωτικές κάρτες. Φυσικά διακινδύνευαν, διότι κανείς δε γνώριζε αν οι πιστωτικές κάρτες είχαν ακόμη αξία σε μια τέτοια καταστροφή, άξιζε όμως, όπως έλεγαν οι ίδιοι, γιατί θα ήταν από τα ελάχιστα ανοιχτά στη χώρα, συνεπώς θα ξεπουλούσαν γρήγορα. Παρέμενε φυσικά το κυριότερο πρόβλημα: πώς θα αγόραζαν νέες προμήθειες, πώς θα προμηθευόντουσαν φρέσκο γάλα την επομένη; Δεν ήταν δυνατόν να πληρώνουν και οι ίδιοι τους προμηθευτές με πιστωτική κάρτα.

Οι τράπεζες από την άλλη, δεν είχαν ακόμη προλάβει να κάνουν ανακοινώσεις, μόνο σε κάποια στιγμή διακινήθηκε η πληροφορία στα πηγαδάκια των δημοσιογράφων ότι οι τραπεζικές ηλεκτρονικές υπηρεσίες για την ώρα λειτουργούσαν κανονικά. Δηλαδή, web banking, πιστωτικές κ.λπ. Επίσης κανείς δεν μπορούσε να πει αν αυτό το άυλο χρήμα είχε κάποια υπόσταση, αν οι τράπεζες είχαν αφήσει επίτηδες τα συστήματά τους ανοιχτά ή απλώς τα παράτησαν και έφυγαν.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, κάποιες ώρες δηλαδή μετά το ξημέρωμα της ημέρας, οι άνθρωποι ήδη είχαν αρχίσει να συμπεριφέρονται σαν ζόμπι στους δρόμους, άλλοι ήταν μελαγχολικοί, άλλοι νευριασμένοι, άλλοι πάλι είχαν

Page 19: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 19 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

κάτσει σε ένα παγκάκι και κάπνιζαν δίχως σταματημό. Μια μεγάλη μερίδα πάντως, για μην πούμε η μεγαλύτερη, αντέδρασε όπως ακριβώς θα περίμενε κανείς. Οι περισσότεροι κόλλησαν πάνω στην τηλεόραση, άλλοι έβαλαν όσα ραδιόφωνα είχαν στο σπίτι να παίζουν στη διαπασών, κάθε συσκευή ρυθμισμένη σε διαφορετικό σταθμό μη τυχόν χάσουν καμιά κουβέντα των δημοσιογράφων, και κάποιοι είχαν ανοίξει τηλεόραση και ραδιόφωνο ταυτόχρονα, ενώ παράλληλα συνομιλούσαν στο τηλέφωνο με τους συγγενείς, αναλύοντας την κάθε κουβέντα των δημοσιογράφων.

Ανά τρία λεπτά, το πρόγραμμα διακοπτόταν για την “έκτακτη επικαιρότητα”. Σφίγγονταν οι άνθρωποι, έστεκαν μετέωροι περιμένοντας με αγωνία την πρώτη, και ίσως πιο σημαντική, λέξη ενός έκτακτου δελτίου.

«Κυρίες και κύριοι, δυστυχώς…». Αυτό το δυστυχώς αρκούσε για να κατέβει το σίδερο μηχανικά και να κάψει το πουκάμισο, το μολύβι του πιτσιρικά να γλιστρήσει από τα χέρια του κάνοντας όλους στο δωμάτιο να τον κοιτάξουν βλοσυρά. Όλοι παρατούσαν την κάθε ασχολία, ποια ασχολία δηλαδή; Κανείς δεν είχε κέφι να κάνει το οτιδήποτε.

Παρ’ όλα αυτά, κάθε κουβέντα της τηλεόρασης δημιουργούσε μια διαφορετική αντίδραση στον κάθε πολίτη. Κάποιοι, και μόνο με αυτό το δυστυχώς, άρχισαν να πακετάρουν τα πράγματά τους για να φύγουν από τη χώρα. Λεφτά για αεροπλάνο δεν υπήρχαν και επιπροσθέτως τα αεροδρόμια δε λειτουργούσαν μετά από εκείνο το παράξενο φαινόμενο της μετατροπής των χρημάτων σε χρυσοκίτρινη σκόνη. Υπολόγισαν λοιπόν τη βενζίνη που υπήρχε ακόμη στο ντεπόζιτο του αυτοκινήτου τους, και εντός ενός τετάρτου, η κίνηση στην Εθνική οδό αυξήθηκε κατακόρυφα με αποτέλεσμα τα αναμενόμενα τροχαία. Όμως δυστυχώς, (να πάλι το δυστυχώς), η αστυνομία δεν είχε το απαιτούμενο ανθρώπινο δυναμικό για να σπεύσει. Αποτέλεσμα, οι όποιες αντιδικίες -που δε θα ήταν δύσκολο να εκδηλωθούν λόγω της νευρικότητας- λύνονταν επιτόπου και με συνοπτικές διαδικασίες. Μόνο αν υπήρχε νεκρός στο ατύχημα, ερχόταν ασθενοφόρο, αυτά, για την ώρα τουλάχιστον, ήταν διαθέσιμα.

Σε χρόνο ρεκόρ για τα τηλεοπτικά δεδομένα, γνωστός παρουσιαστής έφερε στο πάνελ του έναν καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου για να μιλήσει για το φαινόμενο και τις επιπτώσεις αυτού. Πήραν θέση, ίσιωσαν το σακάκι και ξεκίνησαν.

«Κύριε, πείτε μας, ποια μπορεί να είναι η πορεία της οικονομίας δεδομένης της καταστάσεως;»

Page 20: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

20 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Μάλιστα, σας ευχαριστώ που με καλέσατε και θα ήθελα προτού μπω σε λεπτομέρειες, να συστήσω στους πολίτες ψυχραιμία... μπλα, μπλα, μπλα… Το φαινόμενο αυτό, προσωπική μου ταπεινή άποψη πάντα, δεν μπορεί να είναι μόνιμο!»

Μόνιμο: να μια καλή λέξη, σκέφτηκε ένα μεγάλο μέρος της χώρας και με βαθιά ανακούφιση, ξαναχαμογέλασε.

«Πρώτον, αν τα χρήματά μας έγιναν σκόνη -που έγιναν, κανείς δεν αμφιβάλλει- τότε έχουμε τις εξής περιπτώσεις: πρώτον, να επιστρέψουν στην κανονική τους μορφή σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα. Μέχρι πρότινος κανείς δεν μπορούσε να πει ότι ήταν λογικό να συμβεί η μεταμόρφωση, έλα που έγινε όμως! Με αυτήν την παράλογη θεωρία, πιστεύω κατά την ταπεινή μου άποψη αλλά και ένστικτο αν θέλετε, ότι εντός κάποιων ωρών ή ημερών, η κατάσταση θα επανέλθει στην αρχική της μορφή. Με λίγα λόγια, να γίνει πάλι η σκόνη χρήμα!» κατέληξε με απαστράπτον χαμόγελο ο ειδικός.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, το τηλεφωνικό κέντρο των νοσοκομείων είχε δεχτεί πάνω από πέντε χιλιάδες τηλεφωνήματα για αυτοκτονίες ανθρώπων. Περισσότερο θα έλεγε κανείς, στα βόρεια προάστια ή σε περιοχές όπου κατοικούσαν πλούσιοι. Σύμφωνα με μαρτυρίες των συγγενών τους, αυτοί οι αυτόχειρες είχαν φυλαγμένα τα χρήματά τους σε κάποιο κρυφό σημείο του σπιτιού, άλλοι σε χρηματοκιβώτιο πίσω από πίνακες, άλλοι σε κρυφή τοποθεσία στο υπόγειο, άλλοι μέσα στην ντουλάπα, άλλοι στον κήπο, και αφού τα αναζήτησαν, ανακάλυψαν μια μεγάλη ποσότητα χρυσοκίτρινης σκόνης. Για λόγους ευταξίας και αποφυγής περισσότερης συγκίνησης, οι ίδιοι ή οι συμβίες τους αποφάσισαν να πετάξουν τη σκόνη, άλλοι στις γλάστρες, άλλοι στον κήπο, κάποιοι μάλιστα παραδέχτηκαν ότι μπήκαν στο γιοτ τους, πήγαν στα βαθιά με την τέφρα στα χέρια (έτσι την ονόμαζαν), και τη σκόρπισαν στους ανέμους σαν να ήταν ναυτική κηδεία. Όπως καταλαβαίνει κανείς, όταν άκουσαν την κουβέντα του κυρίου καθηγητού, ότι η σκόνη μπορεί να μετατραπεί εντός ωρών ή ημερών πάλι σε χρήμα, δεν άντεξαν και κλάταραν.

Υπήρξαν όμως και αυτοί, που με άκρα μυστικότητα, οδηγώντας ποδήλατα ή με τα πόδια ή ακόμα και με το αυτοκίνητο με σβηστά φώτα, πήγαν στις παραλίες και γέμισαν, με ό,τι είχαν μαζί τους, άμμο, επέστρεψαν σπίτι και πασπάλισαν την άμμο με χρυσοκίτρινη μπογιά ή απλή χρυσόσκονη. Ό,τι είχε κανείς. Σύντομα το μείγμα έδειχνε ίδιο με το μεταμορφωμένο χρήμα, έμενε λοιπόν να περιμένουν την επαναμεταμόρφωση, όπως εσφαλμένα την ονόμαζαν.

Page 21: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 21 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Δεύτερον!» ακούστηκε να λέει ο καθηγητής στην τηλεόραση. «Ενδέχεται να μη συμβεί τίποτα από όσα υπολογίζω, και η σκόνη να παραμείνει σκόνη. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να σκεφτούμε πώς θα κινήσουμε και πάλι την οικονομία, να την επαναφέρουμε δηλαδή στη θέση που βρισκόταν τη χθεσινή ημέρα. Μια ιδέα είναι, να μάθουμε να δουλεύουμε όχι με τη μονάδα μέτρησης του χρήματος, δηλαδή ένα-δύο-δέκα νομισματικές μονάδες, αλλά με το βάρος του χρήματος!»

«Δηλαδή;» τον διέκοψε ο παρουσιαστής τακτοποιώντας τα χαρτιά του. «Πώς να το περιγράψω; Να χρησιμοποιήσουμε την ίδια τη σκόνη για

μονάδα μέτρησης! Θέλει ο πολίτης να αγοράσει ψωμί; Θα αφαιρεί κάποια γραμμάρια από τη σκόνη και θα τη δίνει στον έμπορα. Θέλει να πάρει αυτοκίνητο, θα δίνει κάτι παραπάνω από τη χρυσοκίτρινη σκόνη και θα το αγοράζει».

«Μα πώς; Πώς θα ξέρει ο πολίτης ποια είναι η αξία του ψωμιού σε γραμμάρια;» ρώτησε ο παρουσιαστής μετανοιωμένος που είχε πετάξει το πρωί στον νιπτήρα, τη σκόνη που είχε βρει στο παντελόνι του.

«Θα βγει αντιστοιχία. Για παράδειγμα, μία νομισματική μονάδα ισούται με ένα γραμμάριο σκόνης. Είναι σημαντικό να μην αλλάξουν οι τιμές στα προϊόντα, γιατί τότε θα αναπτυχθούν πληθωριστικές τάσεις στην οικονομία μας, αλλά θα ήταν φρόνιμο να αναγράφονται οι τιμές σε νόμισμα και δίπλα η αντιστοιχία σε γραμμάρια χρυσόσκονης. Τα ταμεία θα γεμίσουν με ζυγαριές και...»

Αυτές, αυτές οι λέξεις της τηλεόρασης, ήταν χειρότερες από Tompson στα χέρια γκάνγκστερ! Αν μέχρι πριν λίγο, κάποιοι πήγαιναν στις παραλίες με διακριτικότητα μην τους πάρει κανένα μάτι και τους αντιγράψει, εκείνη τη στιγμή θα έλεγε κανείς ότι οι πόλεις ξύπνησαν. Ακούστηκαν εκατομμύρια εκκινήσεις μηχανών και αρκετός λαός, όχι μόνο στην πόλη αλλά και στην επαρχία, ξεχύθηκε στις παραλίες να αρπάξει άμμο με όποιο μέσο μπορούσε. Όσοι μάλιστα δούλευαν σε οικοδομές ή τεχνικές εταιρίες, εκμεταλλεύτηκαν τους γερανούς και τα φορτηγά και πραγματικά, εξαφάνισαν παραλίες.

«Ψυχραιμία μέχρι να πάρουμε απάντηση από την κυβέρνηση! Επαναλαμβάνω ότι ο καθηγητής κάνει υποθέσεις, δεν είναι νομοθέτης, πρέπει να περιμένουμε την κυβέρνηση τι θα αποφασίσει» είπε πάλι ο παρουσιαστής και ξαναγύρισε στον καλεσμένο του. «Έστω, κύριε καθηγητά, ότι τίποτα από αυτά δε συμβεί. Αν η κυβέρνηση αποφασίσει να μην υπάρξει ποτέ ξανά μετρητό χρήμα στη χώρα μας και μόνο αναγνωρίσιμο χρήμα γίνει το άυλο, οι πιστωτικές δηλαδή και οι λογαριασμοί στην τράπεζα. Αν επίσης υποθέσουμε

Page 22: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

22 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

ότι οι τράπεζες μαζέψουν όλη την οικονομία στα συστήματά τους, αφαιρέσουν από τις ταμειακές κινήσεις τους και τα συστήματά τους την ανάληψη και κατάθεση μετρητών, τότε η οικονομία μας μπορεί να επιβιώσει;»

Ο καθηγητής έμεινε εμβρόντητος. «Δεν μπορώ να σκεφτώ τέτοιο αρρωστημένο σενάριο. Οι τράπεζες είναι

βασικός κρίκος στην οικονομία της χώρας, και κάθε χώρας. Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτές. Όλοι όσοι έχουμε λογαριασμό, ή έστω μια πιστωτική κάρτα, κινούμαστε μέσω των τραπεζών. Δεν αποτελεί νέα συνθήκη η τράπεζα, αλλά δεν ξέρω, πάντα υπήρχαν τα μετρητά που έκαναν τον κάθε πολίτη να αισθάνεται ότι έχει χρήμα πάνω του, ανά πάσα στιγμή μπορούσε ο καθένας να σηκώσει τα χρήματά του. Αν δεν υπήρχαν μετρητά, οι τράπεζες θα είχαν όλη την εξουσία πάνω στους λογαριασμούς και κατ’ επέκταση στους πολίτες και το κράτος. Τα μετρητά, αντίθετα από όσα πιστεύουμε, είναι αναπόφευκτο μέσο συναλλαγής. Υπήρχε από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα».

«Ναι, αλλά θα μπορούσε;» επέμεινε ο δαιμόνιος δημοσιογράφος. «Θεωρητικά ναι. Αλλά και πάλι, δεν μπορώ να ξεχωρίσω ποια θα ήταν

μεγαλύτερη καταστροφή, η εξαφάνιση των μετρητών ή αυτό που με ρωτάτε. Δεν μπορώ να το σκεφτώ ολοκληρωμένα, ομολογώ ότι θέλει σκέψη και ανάλυση. Νομίζω ότι πρώτα πρέπει να βρούμε πώς έγινε το χρήμα σκόνη, δεν συμφωνείτε;»

Όταν πλέον οργανώθηκαν -μη νομίζει κάνεις ότι μέσα σε ένα τετράωρο που είχε περάσει από το ξημέρωμα ήταν εύκολο να οργανωθεί μια υπερπαραγωγή συνεντεύξεων, πολιτικών παρεμβάσεων και αποστολής καμεραμάν και δημοσιογράφων έξω από τα σπίτια των πολιτικών- το πρόγραμμα δε διακοπτόταν πλέον με τη γνωστή λεζάντα έκτακτη είδηση, αλλά κύλησε εξ ολοκλήρου με τέσσερα ή έξι παράθυρα ανοιχτά και τον ήδη γνωστό μας παρουσιαστή στο κέντρο, να προσπαθεί να κουμαντάρει μια ορδή ανθρώπων που έλεγαν το κοντό τους και το μακρύ τους.

Οι λέξεις που ακούγονταν περισσότερο ήταν: Ψυχραιμία, σκόνη, καταστροφή, τράπεζες, άυλο χρήμα.

Από τα τηλεοπτικά παράθυρα πέρασε ο πρόεδρος του συνδέσμου λιανεμπορίου που μίλησε για καταστροφή, ο πρόεδρος της λέσχης εφοπλιστών που μίλησε -τι σύμπτωση- κι αυτός για οικονομική καταστροφή

Page 23: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 23 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

των επιβατικών πλοίων που επιβίωναν από τα πενιχρά εισιτήρια που εξέδιδαν και τα οποία πλέον κανείς δεν είχε χρήματα να αγοράσει. Εισέπραξε όμως τη χλεύη του προέδρου των εργατών ορυχείων όταν με απαξιωτικά λόγια μίλησε για ελίτ που αναζητεί τον οίκτο με πονηρούς και βρομερούς σκοπούς. Απάντησε ο πρόεδρος με ύβρεις και νεύρα, τον διέκοψε η πρόεδρος των χαμηλοσυνταξιούχων που μίλησε για «ανεπαρκή κάλυψη συναισθηματικής αρωγής στο μέγα πρόβλημα που ζει ο χαμηλοσυνταξιούχος» την διέκοψε ο παρουσιαστής επαναφέροντάς τη στην τάξη με την πρόταση: «Δεν μπορούμε να μιλάμε για συναισθηματική αρωγή σε ένα υλιστικό πρόβλημα» ζητήθηκε τηλεφωνικά η παρέμβαση του γραμματέα του ψυχιατρικού συλλόγου για να σκιαγραφήσει τον ψυχισμό των πολιτών, με απώτερο σκοπό όμως να αντιμετωπίσει λεκτικά την πρόεδρο των χαμηλοσυνταξιούχων.

Ο θεράπων της ψυχής, προς έκπληξη όλων, αναφέρθηκε με τρόπο προφητικό στην αύξηση των στυτικών προβλημάτων και της σεξουαλικής δυσλειτουργίας γενικότερα, σαν συνέπεια της απότομης θλίψης, ανέφερε δε -και αυτό ήταν καταστροφή για το τηλεφωνικό τους κέντρο- ότι από εκείνη την ίδια ημέρα υπήρχε τετραψήφιο νούμερο που θα παρείχε στους πολίτες τηλεφωνική υποστήριξη σε όλα τα ψυχολογικά θέματα που αναμένονταν να προκύψουν από τη μαζική μετατροπή των χρημάτων σε χρυσοκίτρινη σκόνη. Δεν πρόλαβε να τελειώσει, και στο αριστερό του χέρι κουδούνισε ένα sms, με την ένδειξη, «το κέντρο μας έχει πάρει φωτιά από τα τηλεφωνήματα, πες τους να τηλεφωνούν και σε άλλες υπηρεσίες. Βλάκα!» Φανερό από την κοσμητική προσφώνηση και μόνο, ότι το μήνυμα προερχόταν από τον πρόεδρο του ψυχιατρικού συλλόγου.

«Εχμ, ναι, εναλλακτικά μπορείτε να επικοινωνείτε και με τους ψυχιάτρους των νοσοκομείων όπως και των δημοτικών ιατρείων…»

Η φωνή χάθηκε απότομα και το κεφάλι του διάσημου παρουσιαστή γέμισε όλη την εικόνα της τηλεόρασης, «Σας διακόπτω, συνδεόμαστε δορυφορικά με Λονδίνο με τον δημοσιογράφο του καναλιού μας, να δούμε τι γίνεται εκεί!»

«Μας ακούς; Μας ακούς;» «Ναι, γεια σας από το ομιχλώδες Λονδίνο. Βρίσκομαι στα πενήντα

μέτρα από τον Τάμεση και όλοι εδώ με ρωτούν για την κατάσταση εκεί». «Πες μας, οι λίρες μετατράπηκαν σε σκόνη;» ρώτησε με αδημονία ο

παρουσιαστής.

Page 24: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

24 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Σας απαντώ με σιγουριά ότι στα χέρια μου αυτήν τη στιγμή έχω πενήντα λίρες σε χαρτονόμισμα. Επίσης, έχω ψιλά των δέκα και είκοσι πενών» και τα έβγαλε να τα δουν και στην οθόνη.

Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε με έναν δημοσιογράφο από το Παρίσι, άλλον έναν από τη μακρινή Ινδία και τέλος από την Αμερική. Ήταν προφανές ότι μόνο εντός των συνόρων όλα γίνηκαν σκόνη. Στο εξωτερικό τα πάντα κυλούσαν φυσιολογικά. Περίπου δηλαδή, γιατί άμεσα σχεδόν, εκδόθηκε οδηγία σε όλα τα κράτη να μην ταξιδέψει κανείς στη χώρα όπου τα χρήματα γίνονται σκόνη.

Τότε ήταν που παρουσιάστηκε η πρώτη απόφαση από την κυβέρνηση. «Κανείς δεν μπορεί να φύγει από τη χώρα, τα σύνορα κλείνουν και

είναι ευθύνη των παραμεθόριων κρατών να παρατάξουν στρατό κατά μήκος των συνόρων φροντίζοντας να μην μπορεί κάνεις να μπει ή να βγει. Δυστυχώς, η απόφαση είναι αναγκαία για την ασφάλεια των γειτονικών κρατών αλλά και των πολιτών της ίδιας μας της χώρας».

Ο παρουσιαστής διάβασε με τρέμουλο στη φωνή την επίσημη απόφαση από το χαρτί που του έφεραν εμπρός του και έκλεισε αργά: «Μετά τιμής, το Υπουργείο Αμύνης».

Τσαλάκωσε το χαρτί με αγανάκτηση, έμεινε για δευτερόλεπτα ακίνητος σαν να συλλογιζόταν κάτι έντονα, και έπειτα, σηκώθηκε όρθιος.

«Κάποτε πρέπει η κυβέρνηση να επέμβει σε αυτήν τη μέγιστη καταστροφή!» ούρλιαξε, και μαζί του ούρλιαξε σχεδόν όλη η χώρα.

Οι δρόμοι στις πόλεις ερήμωσαν, ο κόσμος στρατοπέδευσε απέναντι από την τηλεόραση και στα χωριά μαζεύτηκαν όλοι στα καφενεία συζητώντας χαμηλόφωνα, ανταλλάσοντας ιδέες και υποθέσεις. Και ναι, πολλές από τις συζητήσεις αφορούσαν την Αποκάλυψη του Ιωάννη, την κατάρα του Θεού και την έλευση των εξωγήινων.

Ο παρουσιαστής όμως είχε πολλή δουλειά εμπρός του, οπότε ζήτησε από τον σκηνοθέτη να πέσουν διαφημίσεις για να πάρει μιαν ανάσα. Όλη αυτή η ιστορία τον είχε κάνει ράκος. Τι θα μπορούσε να πει κανείς σε μια τέτοια περίπτωση; Μόνη αρμόδια, η κυβέρνηση. Μετάνιωσε σχεδόν αμέσως που είπε φωναχτά και με ανοιχτά μικρόφωνα «Το κέρατό μου» και πήγε για λίγο στο control room όπου βρίσκονταν ήδη ο διευθυντής ειδήσεων και ο καναλάρχης.

«Τι κάνουμε τώρα; Κουράστηκα να μιλάω με ανθρώπους που δεν έχουν να πουν τίποτα!» είπε απογοητευμένα ο παρουσιαστής και αναλογίστηκε ότι κανονικά είχε ρεπό και μάλιστα, είχε κανονίσει να πάρει τον σκύλο να τον πάει για κατούρημα, να φιλήσει τη γυναίκα του λέγοντας ότι έχει συνάντηση

Page 25: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 25 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

στο κανάλι, και να οδηγήσει το μεγάλο του τζιπ σε ένα κοντινό χωριό όπου τον περίμενε μια γλυκειά ύπαρξη που δούλευε στις προμήθειες του καναλιού. Αναλογίστηκε τη θέα από το ξενοδοχείο, το μικρό εστιατόριο στην είσοδο και το μικρό της στήθος που έμοιαζε σαν ποτήρι του κρασιού.

Τον επανέφερε από τις ονειροπολήσεις, ο διευθυντής ειδήσεων. «Δε βάζω άλλους ειδικούς! Να ξελαμπικάρουν οι πολίτες! Θα βάλω

καλλιτέχνες, μουσικούς, ηθοποιούς με την οδηγία να διασκεδάσουν και να εμψυχώσουν τον λαό!»

«Ως πότε;» ρώτησε ο παρουσιαστής, φανερώνοντας πόσο εξαντλημένος ήταν.

«Μέχρι να δώσει λύση κάποιος, να μας δώσει μια γραμμή. Μην ανησυχείς, κάθε δέκα λεπτά τηλεφωνούμε στο γραφείο του πρωθυπουργού. Δεν μπορεί, θα μας απαντήσουν!»

Εμφανίστηκαν στα τηλεοπτικά παράθυρα καλλιτέχνες, συγγραφείς, ζωγράφοι, μουσικοί, και όντως, η διάθεση άρχισε να καλυτερεύει με καλαμπούρια και σοφισμούς. Ο συγγραφέας κορόιδευε ότι θα αρχίζαμε να ζούμε από τις τράπεζες που μέχρι τότε ζούσαν από εμάς, ο ζωγράφος παραδέχτηκε ότι η κατάσταση είχε τις αρχές ενός υπερρεαλιστικού πίνακα, συνεπώς αποτελούσε έμπνευση για πολλά νέα έργα ζωγραφικής, ώσπου βγήκε ο γνωστός μουσικοσυνθέτης, διάσημος για τον ιδεολογικό αναρχισμό αλλά και την οικολογική του συνείδηση, ο οποίος, αφού χαμογέλασε, πλησίασε το πρόσωπο του στην κάμερα ώστε να φαίνεται σχεδόν ολόκληρος, και ούρλιαξε «Χάθηκε η γη κάτω από τα πόδια σας κωλόπαιδα, ε;»

Διαφημίσεις. Η υπηρεσία ασφαλείας μπήκε απότομα στο στούντιο και τον μάζεψε, γιατί τον έπιασε νευρικό γέλιο και κανείς δεν μπορούσε να τον συνεφέρει. Αμέσως μετά από μερικές αγελάδες που χαμογελούσαν από χαρά επειδή παρήγαγαν τα γιαούρτια της τάδε εταιρίας, τη διαφήμιση της τράπεζας και τα καταστήματα παιχνιδιών που τα πάντα είναι φθηνά, επέστρεψε ο παρουσιαστής στον αέρα. Αυτή τη φορά με σκούρο σακάκι, γιατί τον έπεισαν ότι το εκρού που φορούσε μέχρι τώρα δεν εξέφραζε την τραγωδία της χώρας. Ζήτησε συγνώμη από τους τηλεθεατές και χαριτολογώντας, είπε ότι από εκεί και πέρα θα υπέβαλαν τους καλεσμένους σε αλκοτέστ προτού τους εμφανίσουν στο κοινό.

«Εξάλλου, η χώρα έχει αποδείξει ότι οι μεγαλύτερες τραγωδίες μας ανέκαθεν παρήγαγαν τα καλύτερα καλαμπούρια. Ας το δούμε από τη θετική του πλευρά» συμπλήρωσε, «όποια κι αν είναι αυτή!»

Page 26: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

26 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Μα, τα πράγματα στη χώρα είχαν πάρει περίεργη τροπή. Οι δεκαοκτάχρονοι νεαροί που επιθυμούσαν να αγοράσουν μηχανάκι, πιέζοντας φορτικά τους γονείς τους, είχαν μελαγχολήσει βλέποντας τα όνειρά τους να γίνονται καπνός λόγω της έλλειψης χρημάτων. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. «Και τι θα σπουδάσουμε; Και γιατί να τελειώσουμε το πανεπιστήμιο;» είπαν και πέταξαν τα βιβλία στο ψηλότερο ράφι της βιβλιοθήκης. «Αυτός ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για εμάς. Μόνη λύση, το εξωτερικό, αλλά πώς θα φύγουμε με κλειστά σύνορα;»

Οι πατεράδες τους, εργατικοί και τίμιοι, στεναχωρήθηκαν πολύ, αγχώθηκαν, και όσοι από αυτούς υπέφεραν από αρτηριακή πίεση, δοκίμασαν να πάρουν κανένα χάπι επιπλέον. Μερικοί -οι πιο αισιόδοξοι- προκάλεσαν την αντοχή τους και βγήκαν από την εξώπορτα χαμογελώντας, κάποιοι τα κατάφεραν και έφτασαν στις δουλειές τους, κάποιοι άλλοι όμως, και ήταν αρκετοί αυτοί, επέστρεψαν γρήγορα σπίτι και προτίμησαν την τηλεόραση αφού πρώτα απίθωσαν τη χρυσοκίτρινη σκόνη στο κεντρικό τραπεζάκι του σαλονιού περιμένοντας το θαύμα. Να γίνει ξανά χρήμα.

Οι μανάδες τους, δε διαφοροποιήθηκαν και πολύ. Όντας όμως σκληρότεροι χαρακτήρες, δοκίμασαν να ηρεμήσουν και να εξηγήσουν στα μικρά τους βλαστάρια ότι το χρήμα δεν είναι το παν. Η απάντηση: «Κι εσύ γιατί κλαις τώρα;» τις αποστόμωνε πάντα.

Ο ηλικιωμένος συνταξιούχος που μέχρι πρότινος δαπανούσε καθημερινά μία με δύο ώρες στην αγορά και μία ώρα στην εκκλησία, άλλαξε το πρόγραμμά του σε δύο ώρες εκκλησία και καθόλου βόλτες στα μαγαζιά. Εκ των πραγμάτων φυσικά, γιατί εκείνη την ημέρα ελάχιστα λειτούργησαν, αντίθετα με τις εκκλησίες που ήσαν ορθάνοιχτες.

Ο αγρότης, ήταν ο μόνος που συνέχισε την εργασία του όπως πάντα. Η γη ακόμη παρήγαγε, αν και υπήρξαν καλοθελητές που προειδοποιούσαν ότι τα τοξικά που υπήρχαν στην ατμόσφαιρα και έκαναν το χρήμα σκόνη, πολύ πιθανόν να μεταφέρθηκαν στα φρούτα και στα λαχανικά. Επέμεναν μάλιστα, δίχως την παραμικρή αμφιβολία, ότι υπάρχουν τοξικά παντού, ακόμη και στο χρήμα. Ελάχιστοι όμως πτοήθηκαν, αντίθετα οι περισσότεροι ενίσχυσαν την πίστη τους στην ομορφιά της γης και με όλο τους το είναι, έσκαψαν με μεγαλύτερο ζήλο.

Έπειτα, υπήρχε η μερίδα του κοινωνίας που πάντα καταφέρνει να βρει το δίκιο της. Οι απαισιόδοξοι που εδώ και χρόνια προέβλεπαν το τέλος του κόσμου και την απαρχή μιας νέας εποχής. Μαζεύτηκαν κατά ομάδες για να κλάψουν το τέλος τους, όπως αρμόζει σε μια τέτοια φιλοσοφία. Η αστυνομία

Page 27: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 27 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

έστειλε μερικά περιπολικά για να προλάβει το οποιοδήποτε κακό που όμως ποτέ δε συνέβη, αφού περιορίστηκαν στους οδυρμούς και τη συνωμοσιολογία. Ουδείς τόλμησε να πέσει από το παράθυρο, την οικοδομή, τον γκρεμό, προς απογοήτευση του κινήματος που σύντομα διαλύθηκε.

Εργάτες που δούλευαν σε οικοδομές δε σηκώθηκαν καν από το κρεβάτι τους, εισπρακτικές και τράπεζες δεν πήραν τηλέφωνα να ενοχλήσουν τους πελάτες τους για το υπόλοιπο, περίμεναν βλέπεις να δουν την εξέλιξη του φαινομένου και ίσως, αν ήθελε ο Θεός, να τους τα έπαιρναν διπλά χρεώνοντας και τόκους καθυστέρησης από πάνω.

Και τέλος, φυσικά υπήρχε εκείνη η πλειάδα ανθρώπων που ούτε πιστωτικές είχαν ποτέ τους, ούτε λογαριασμούς στις τράπεζες, ούτε χρήματα στην τσέπη τους. Βλέπε φτωχοί, επαίτες, άστεγοι, πωλητές κοσμημάτων στους δρόμους, και άλλοι πολλοί. Ε λοιπόν, επιτέλους ένιωσαν κι αυτοί ισότιμοι στην κοινωνία, και το ίδιο βράδυ, περπάτησαν με ύφος χιλίων καρδιναλίων στις κεντρικές λεωφόρους της πόλης. Πίστευαν ότι σύντομα, όλοι θα έφταναν στη δική τους κατάσταση.

Τα εγχώρια blogς είχαν πάρει φωτιά. Κάποιοι είχαν αναρτήσει σενάρια με βασικό υπαίτιο τα ξένα κράτη, άλλοι, -και αυτοί μπορούμε να πούμε ότι ήταν οι περισσότεροι- τις τράπεζες τις ίδιες. Αναμφίβολα αυτός που θα έβγαινε κερδισμένος από την υπόθεση ήταν οι τράπεζες, εάν φυσικά -κατά τον αρθρογράφο πάντα- εξακολουθούσε να δουλεύει το τραπεζικό σύστημα, οι πιστωτικές και γενικά το άυλο χρήμα.

Φυσικά δεν παρέλειψαν να εικάσουν κάποιοι ότι το φαινόμενο πιθανόν να ήταν απόρροια πρόσφατου ατυχήματος σε ένα πυρηνικό εργοστάσιο πολλά χιλιόμετρα μακριά από τη χώρα. Κάποιοι άλλοι συνέδεσαν το φαινόμενο με την ελαχιστοποίηση παραγωγής σαρδέλας στις ιχθυοκαλλιέργειες. Αν και μπορούμε να ομολογήσουμε ότι ακούστηκε εντελώς παράδοξο το τελευταίο, ο αρθρογράφος επέμενε ότι μια από τις πρώτες ύλες του χαρτιού των χαρτονομισμάτων και των κερμάτων είναι παρόμοια με μια τοξίνη που υπάρχει στη σαρδέλα την ποταμίσια. Συνεπώς, αν τα ψάρια ψόφησαν, το ίδιο θα έκαναν και τα χρήματα. Όπως καταλαβαίνετε, αυτή η υπόθεση εργασίας, προσέκρουσε στη χλεύη και την ειρωνεία της επιστημονικής κοινότητας με σχόλια τύπου: «Να και ο πρώτος οικονομολόγος-ψαράς». Όπως ήταν επόμενο, οι ψαράδες και οι σύνδεσμοι ιχθυοκαλλιέργειας θίχτηκαν από την απαξίωση των επιστημόνων και του απλού, αλλά λογικού πλήθους και ένας ανελέητος πόλεμος ξεκίνησε στα σχόλια του άρθρου.

Page 28: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

28 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Τα ξένα κέντρα ενημέρωσης και οι ξένες ιστοσελίδες, ασχολήθηκαν με ένα άλλο θέμα που εκείνη τη στιγμή δε φαινόταν να απασχολεί τους πολίτες της χώρας με νόμισμα τη σκόνη. Τι θα γινόταν με τα δάνεια που χρωστούσε η χώρα; Μιλάμε για απλή εξαφάνιση χρημάτων σε μια τοπική κοινωνία ή για κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος; Εάν μια χώρα χρεοκοπήσει, όλες οι δανειακές υποχρεώσεις κωλύονται και επαναδιαπραγματεύονται; Θα συνέβαινε κάτι τέτοιο; Ήταν τοπικό το πρόβλημα ή παγκόσμιο; Η απάντηση του ερωτήματος παρέμενε ανοιχτή.

Κανείς δεν μπορούσε να πει με σιγουριά αν η χώρα χρεοκόπησε ή όχι. Πολλοί βέβαια υποστήριζαν ότι το χρέος μιας χώρας δε μετριέται σε χρηματικές μονάδες αλλά σε άυλους τίτλους, ομόλογα δηλαδή και τα ρέστα.

Στον στρατό είχαν ανακληθεί οι άδειες, τα επιτελεία έβαζαν εμπρός τον σχεδιασμό της αντιμετώπισης ενός πιθανού αλλά και πρωτοφανούς κινήματος πολιτών και οι απλοί φαντάροι έτρωγαν τα νύχια τους κυριολεκτικά. Δεν είχαν απλώς να ανησυχούν για τη χώρα ή για τα χρήματά τους που έγιναν σκόνη αλλά και την περίπτωση που θα τους έβγαζαν στους δρόμους με τανκς και πολυβόλα στις μασχάλες να χτυπηθούν και να απωθήσουν απλούς πολίτες, που όπως και να το κάνουμε, θα είχαν απόλυτο δίκιο. Οι μόνοι φαντάροι που παράτησαν τα όπλα και το γύρισαν στη ρετσίνα και το γλέντι ήταν οι συνοριοφύλακες, άνετοι πλέον ότι κανένας εχθρός δεν πρόκειται να ξεμυτίσει στα σύνορα. Όσο για τους πολίτες, ήταν αδύνατον να φύγουν από τη χώρα, αφού με τόσο στρατό που είχαν παρατάξει τα διπλανά κράτη, όχι άνθρωπος αλλά ούτε και μύγα δεν μπορούσε να βγει.

Η ένωση δικηγόρων, κατόπιν πίεσης των τεσσάρων μεγάλων δικηγορικών γραφείων της πρωτευούσης, κατέθεσε μήνυση κατ’ αγνώστου αξιώνοντας ένα μυθικό ποσό ως αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης. Με λίγα λόγια, από το κείμενο μπορούσε κανείς να καταλάβει ότι στην ουσία στρέφονταν κατά του ίδιου του κράτους που κωλυσιεργούσε να δώσει λύση. Μόνο ένα μεγάλο δικηγορικό γραφείο με παραρτήματα σε όλο τον κόσμο, εξαίρεσε τον εαυτό του από τη διαδικασία της μήνυσης με το πρόσχημα ότι: «Ίσως τελικά αυτό που συμβαίνει να είναι για το καλό μας». Αργότερα, αποδείχτηκε ότι χρωστούσε υπέρογκα ποσά στις τράπεζες, αν και αυτό θα έπρεπε να το έχει υποθέσει ο αναγνώστης από την πρώτη στιγμή.

Το πλιάτσικο δεν ήταν μακριά. Ήδη ομάδες πολιτών περιφρουρούσαν τα σπίτια και τα καταστήματά τους, γιατί κυκλοφόρησαν από στόμα σε στόμα φήμες για απελπισμένους γονείς που έσπαγαν τα μαγαζιά για να πάρουν γάλα για τα βρέφη τους. Φυσικά οι επιθέσεις δεν είχαν όλες τον σκοπό της

Page 29: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 29 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

επιβίωσης, ειδάλλως πώς να εξηγήσει κανείς το σπάσιμο της βιτρίνας μαγαζιών με ηλεκτρονικά ή κοσμήματα; Όταν το χρήμα έχει χαθεί, ό,τι μπορεί να γίνει ανταλλάξιμο, αυτόματα παίρνει αξία, με αποτέλεσμα να έχουν στηθεί κάτω από γέφυρες ή σε στενά σοκάκια, πρόχειρα υπαίθρια μαγαζάκια ανταλλαγής τροφίμων με υλικά που πιθανόν να έπαιρναν αξία την επαύριον. Ένας αντάλλαξε τον μετρητή ζαχάρου του για δύο κονσέρβες βοδινό, και ένας άλλος ένα πορτατίφ για είκοσι φέτες μπέικον. Μεγάλη αξία απέκτησαν τα ανοιχτήρια κονσέρβας και οι φούρνοι μικροκυμάτων που η ανταλλαγή τους εξασφάλιζε δύο με τρεις μέρες φαγητό. Ένας μάλιστα έφερε την τηλεόρασή του για να την ανταλλάξει με γάλα διαρκείας, φρέσκο ψάρι, έξι κουτιά δημητριακά και δέκα συσκευασίες πουρέ. «Τι να την κάνω» είπε, «το μόνο που κάνει είναι να μας τρομάζει με αυτά που λένε. Δεν τη θέλω». Πολλοί που παρακολούθησαν την ανταλλαγή, συμφώνησαν μαζί του και έτρεξαν σπίτι τους να φέρουν και τις δικές τους. Μέσα σε λίγες ώρες, το μικρό υπαίθριο μαγαζί είχε μετατραπεί σε κατάστημα ηλεκτρικών ειδών. Έβρισκες όσες ίντσες και ό,τι μάρκα ζήταγε η ψυχή σου.

Στον τελευταίο όροφο ενός κτιρίου από γυαλί και μέταλλο, στεγαζόταν

το γραφείο του προέδρου του Συνδέσμου τραπεζών. Μεγάλα μεταλλικά στόρια και ψεύτικα φυτά στις γωνίες αποτύπωναν το μίνιμαλ ύφος της διακόσμησης του χώρου. Εκείνος, ψηλός, επιβλητικός με φαρδύ στέρνο, γερμανοελληνικής καταγωγής με στρογγυλά γυαλιά που φανέρωναν δυο γαλάζια σπιρτόζα μάτια, ντυμένος πάντα με ακριβά πουκάμισα που κατέληγαν σε χρυσά μανικετόκουμπα, είχε στα χέρια του επιτέλους την πρώτη έκθεση-ανάλυση της κατάστασης.

Δεξιά πάνω στο ξύλινο γραφείο του, μια φωτογραφία ευτυχισμένης στιγμής με τα παιδιά του και τη γυναίκα του, αυτός ντυμένος με σπορ ρουχισμό, και αριστερά το τηλέφωνο όπως και το πληκτρολόγιο του υπολογιστή του. Δεξιά του ξύλινου γραφείου, η φωτεινή βιτρίνα της πόλης, αυτός στον ενδέκατο όροφο, ψηλά από όλους και όλα, με θέα που έφτανε μέχρι τη μακρινή θάλασσα παρέχοντάς του τη δυνατότητα να αναγνωρίσει χωρίς κόπο την πιθανή έλευση μιας καταιγίδας ή να δει με ακρίβεια λίγων τετραγώνων μια καινούργια εστία φωτιάς. Μα αυτός δε θα κοίταζε ποτέ κάτι τέτοιο, αυτό που θα κοιτούσε πάντα θα ήταν από τη μια μεριά το

Page 30: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

30 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

ηλιοβασίλεμα πίσω από το μεγάλο βουνό και από την άλλη το αστείο μέγεθος των μικρών σπιτιών στο έδαφος που έμοιαζαν σαν κεραμιδένιες φωλιές μυρμηγκιών στις μεγάλες λεωφόρους. Τα αυτοκίνητα δεν τολμούσαν να ταράξουν την ησυχία του ενδέκατου ορόφου με τα κορναρίσματά τους, θα έλεγες ούτε καν οι κραυγές των αγανακτισμένων, θλιμμένων πολιτών εκείνης της χώρας δε θα έφταναν ποτέ μέχρι εκεί πάνω.

Η πολυσέλιδη έκθεση από το εξωτερικό, με διαβάθμιση Άκρως απόρρητο τον είχε απορροφήσει εντελώς και ούτε που άκουσε το τηλέφωνο να κουδουνίζει ή ακόμα και να το άκουσε, το άφησε να βαράει τον σκοπό του ρυθμικά όσο εκείνος σκεπτόταν. Κάποια στιγμή το σήκωσε ενοχλημένος. «Ναι! Όχι, δεν υπάρχει πρόβλημα, πλήρωσε με την κάρτα! Ναι αγάπη μου, σου λέω ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, σε φιλώ, θα αργήσω να γυρίσω, ναι, σήμερα είναι μεγάλη μέρα για μένα. Θα τα πούμε το βράδυ, σε φιλώ. Μπριζόλα είναι καλά, πρέπει να σε αφήσω τώρα, Γεια, Γεια!»

Η τζαμένια πόρτα που τον χώριζε από τους άλλους υπαλλήλους στον όροφο άνοιξε απότομα και ένας λαχανιασμένος κουστουμαρισμένος έκανε την εμφάνισή του. Έδειχνε νευρικός.

«Κύριε διοικητά, τα συστήματα της τράπεζας δείχνουν μεγάλες μεταφορές χρημάτων από λογαριασμό σε λογαριασμό και πληρωμές με πιστωτικές κάρτες.»

«Και λοιπόν; Δεν είναι παράνομο αυτό. Ας το κάνουν. Πόσο μεγάλες δηλαδή;»

«Είναι πολύ μεγάλες και συγκεκριμένα από δημόσιες υπηρεσίες προς ιδιώτες μεγάλης οικονομικής επιφάνειας»

«Όπως το προβλέπει η έκθεση» μονολόγησε. «Καλά, δώσε εντολή να κοπούν οι μεταφορές από λογαριασμό σε λογαριασμό, προφασίσου πρόβλημα στα συστήματα, τις πιστωτικές ιδιωτών άφησε τες, να καταναλώνουν ελεύθερα».

«Έχετε υπόψη σας τους λόγους των μεταφορών;» «Φυσικά, τι δουλειά κάνουμε εδώ, κύριε υποδιευθυντή; Είναι φανερό

ότι κάποιες υπηρεσίες προεξοφλούν χρήμα σε ιδιώτες που είτε τα χρωστάνε είτε τους τα χρωστάνε! Και αυτό δεν μπορούμε να το αφήσουμε να γίνει! Τουλάχιστον μέχρι το ραντεβού με τον πρωθυπουργό. Σας δίνω ρητή εντολή: Οι λογαριασμοί που ανήκουν στο δημόσιο να μην πληρώνουν τίποτα, να μη μεταφέρουν τίποτα! Θα τα χρειαστούν».

Page 31: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 31 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Μάλιστα, κ. πρόεδρε, εσείς ξέρετε καλύτερα. Η γυναίκα σας τι κάνει; Καλά; Πάντα καλά. Πάω να εκτελέσω την εντολή σας, και πάλι καλημέρα σας και συγνώμη που μπήκα απότομα».

«Άντε, άντε». Σηκώθηκε από την καρέκλα του, έβαλε την έκθεση-ανάλυση ή

πρόταση, όπως την ονόμαζε εκείνος, στην τσάντα του, άνοιξε το πάνω συρτάρι και έβαλε μέσα στον χαρτοφύλακα το κείμενο που θα διάβαζε στη συνέντευξη τύπου μετά τη συνάντηση.

Κοίταξε το ρολόι του, ήταν ακόμη δύο η ώρα. Μέχρι τις τέσσερις που ήταν η μεγάλη συνάντηση με τον πρωθυπουργό είχε χρόνο να φάει κάτι, αλλά για να το κάνει αυτό, έπρεπε να βρει κάτι ανοιχτό εκεί γύρω. Πλησίασε το μεγάλο παράθυρο και προσπάθησε να δει τα εστιατόρια στην είσοδο του κτιρίου, να εξετάσει αν ήταν ανοιχτά για να πάει.

«Αδύνατον να δω κάτι από εδώ ψηλά» μουρμούρισε.

Page 32: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

32 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Page 33: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 33 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΜΕ ΤΙΣ ΣΕΙΡΗΝΕΣ ΝΑ ΟΥΡΛΙΑΖΟΥΝ, διέσχισε την περιφερειακή οδό, έπειτα έστριψε στην έξοδο που οδηγούσε κάτω από τη μεγάλη γέφυρα και κατευθύνθηκε προς το κέντρο της πόλης και πιο συγκεκριμένα, προς το πολιτικό γραφείο του πρωθυπουργού. Πίσω του, σε απόσταση αναπνοής, ακολουθούσε ένα περιπολικό με τέσσερις αστυνομικούς. Μέσα στο πολυτελές αυτοκίνητο, ο ήλιος που από το πρωί λαμπύριζε, θαρρείς επιδεικτικά, ενοχλούσε τα ευαίσθητα μάτια του πρωθυπουργού, αναγκάζοντάς τον να βάλει τα σκούρα του γυαλιά. Μα, κάτι σαν νευρικότητα, κάτι σαν εσωτερικό ρίγος, τον έκανε να τα βγάζει στην πρώτη σκιά που του έδιναν οι πολυκατοικίες και ξανά πάλι τα φορούσε μόλις ο ήλιος τρύπωνε στο αυτοκίνητο. Ο σοφέρ, ένας αστυνομικός αποσπασμένος στην υπηρεσία του πρωθυπουργού, οδηγούσε σταθερά. Στο ξύλινο ταμπλό η ώρα έδειχνε τρεις, απόμενε δηλαδή μία ώρα μέχρι τη συνάντηση όλων των στελεχών της κυβέρνησης αλλά και όποιων άλλων είχε κρίνει σκόπιμο να καλέσει ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού.

Από τις πρώτες κιόλας πρωινές ώρες καλούσαν στο κινητό του πρωθυπουργοί και πρόεδροι άλλων κρατών για να μάθουν για την καταστροφή που βρήκε τη χώρα. Συνεννοημένοι θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος, ρωτούσαν αν υπήρχαν υποψίες για κανέναν. «Τίποτα, δεν ξέρουμε τίποτα» τους απαντούσε ο πρωθυπουργός με περίλυπο ύφος. Ακόμη και σε αυτόν τον αντιπαθητικό στην ανατολική χώρα, απάντησε με το ίδιο θλιβερό ύφος προσθέτοντας όμως και την υπόσχεση ότι σύντομα, όποιος και να ευθύνεται για αυτήν την κατάσταση, θα αποκαλυφθεί.

Αλίμονο όμως, ο πρωθυπουργός είχε τόσες μπερδεμένες σκέψεις που καμία δεν του φάνηκε αρκετά λογική ή έστω πιθανή για να τον οδηγήσει σε κάποιο συμπέρασμα. Εναπόθεσε την τελευταία του ελπίδα στο υπουργικό συμβούλιο, μήπως και ακουστεί κάποια ιδέα ή εικασία ή κάτι τέλος πάντων

Page 34: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

34 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

που να εξηγήσει την πρωτοφανή κατάσταση που ζούσε η χώρα. Αλλά ακόμη κι αυτό φάνταζε βουνό να οργανωθεί και να συντονιστεί. Τόσα υπουργεία, τόσοι υπουργοί, στελέχη, υπεύθυνοι, γραμματείς και φαρισαίοι.

Μόνη του πραγματική βοήθεια ήταν ο διευθυντής του πολιτικού του γραφείου. Εκείνος κανόνισε τη συνάντηση, έδωσε εντολή στα υπουργεία να ετοιμάσουν εκθέσεις και προτάσεις, βρήκε επιστήμονες να ασχοληθούν με το φαινόμενο, καθησύχασε ορισμένους επιφανείς πολίτες που είχαν άμεση πρόσβαση στο πρωθυπουργικό γραφείο, γενικά ασχολήθηκε με τα πάντα από την πρώτη στιγμή.

Αν ήταν στο χέρι του πρωθυπουργού, η συνάντηση θα γινόταν στις οχτώ το πρωί, αλλά δυστυχώς όλα τα υπουργεία και οι σύμβουλοι ζήτησαν να γίνει το ραντεβού στις τέσσερις, μπας και έχουν προλάβει να συντάξουν καμιά έκθεση, κανένα πόρισμα, καμιά πρόταση σε αυτό το άνευ προηγουμένου παράξενο φαινόμενο.

Σαν να μην εμπιστευόταν το ρολόι του αυτοκινήτου, κοίταξε το ρολόι στο χέρι του, το κούνησε αμήχανα γύρω από τον καρπό του, το ξεκούμπωσε και το ξαναφόρεσε με προσοχή. Ήταν ντυμένος με ένα σκούρο βελούδινο σακάκι και ένα πουκάμισο με, κόκκινο της φωτιάς, γραβάτα. Για την κόμμωσή του δεν είχε λόγο να ανησυχήσει. Οι ελάχιστες τρίχες στην κεφαλή δεν του άφηναν περιθώρια να πάει αχτένιστος, παρ’ όλα αυτά, από νευρικότητα κυρίως, έφερε το χέρι του προς τα πάνω κάνοντας ότι στρώνει τα σχεδόν ανύπαρκτα μαλλιά του.

Η γυναίκα του πρωθυπουργού επέμενε να έρθει μαζί, «θα είναι βαρετά» την ενημέρωσε, «το ίδιο είναι και εδώ» του απάντησε. «Εξάλλου» πρόσθεσε, «δεν έχει νόημα να με δουν να ψωνίζω στα μαγαζιά σήμερα, τέτοια μέρα εννοώ». «Μήπως να ασχοληθείς με τα παιδιά για αλλαγή; Να τα διαβάσεις για το σχολείο, να παίξεις μαζί τους;» Τον κοίταξε στωικά. «Και γιατί έχουμε την νταντά;»

Για τις επόμενες ώρες θα έπρεπε να βγάλει από το μυαλό του τις όμορφες και ξεκούραστες στιγμές του Σαββατοκύριακου που πέρασε στο εξοχικό του. Μύρισε την παλάμη του, είχε διατηρήσει τη μυρουδιά του σκύλου λαμπραντόρ που περιφερόταν στα δωμάτια του εξοχικού με άνεση μικρού παιδιού. Ακόμα είχε στον ουρανίσκο του το χθεσινοβραδινό του μαρτίνι που αργόπινε μπροστά στο τζάκι παρέα με ένα βιβλίο και πολύ θα ήθελε να θυμόταν και τις στιγμές που έκανε σεξ με τη γυναίκα του αλλά πήγαινε καιρός που είχε να συμβεί κάτι τέτοιο. Τουλάχιστον, στο μυαλό του δεν υπήρχε κάποια θύμηση που να έδειχνε ότι είχε κάνει ποτέ σεξ μαζί της. Τα παιδιά

Page 35: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 35 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

ήταν η μόνη απόδειξη που φανέρωνε με τρόπο πασιφανή ότι κάποια στιγμή πρέπει να είχαν κάνει σεξ. Ως γνωστόν, τα παιδιά δεν έρχονται με τον πελαργό, ειδικά γι’ αυτό ήταν απόλυτα σίγουρος.

Κούνησε το χέρι του με δύναμη. Ήταν και αυτά τα χάπια για την πίεση που του έδινε ο γιατρός τα οποία είχαν εξασθενίσει τη μνήμη του. Αν τον ρωτούσες τι έφαγε χθες, θα χρειαζόταν προσπάθεια να απαντήσει. Αν τον ρωτούσες για τα παιδικά του χρόνια, το ίδιο. Δε θυμόταν να υπήρξε παιδί. Το έγραφε καθαρά στις αντενδείξεις των χαπιών. Προσωρινές απώλειες μνήμης. Τι σημασία είχε αλήθεια!

Η μέρα είχε ξεκινήσει πολύ απότομα, σαν από μίσος στην ανάπαυλα του Σαββατοκύριακου.

«Δύσκολη μέρα, έτσι πρόεδρε;» ρώτησε ο σοφέρ κοιτάζοντάς τον από το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου, και ο πρωθυπουργός έγνεψε καταφατικά, αποφεύγοντας κάποια συζήτηση παραπάνω.

Ο σοφέρ οδήγησε το αυτοκίνητο στην πίσω μεριά του κτιρίου, προσπάθησε να μπει σε ένα υπόγειο γκαράζ, αλλά κάποιοι δημοσιογράφοι τούς περίμεναν με τις κάμερες στα χέρια. Ο οδηγός κόρναρε, όμως ένας ψηλός δημοσιογράφος με μελαγχολικό πρόσωπο μπήκε εμπρός από το πολυτελές αμάξι, αναγκάζοντάς το να σταματήσει. Το περιπολικό από πίσω σταμάτησε κι αυτό απότομα. Δύο αστυνομικοί βγήκαν με ταχύτητα, άρπαξαν τον δημοσιογράφο και τον κόλλησαν βίαια στον τοίχο, επιτρέποντας έτσι στο πολυτελές αυτοκίνητο να συνεχίσει την πορεία του.

Ο πρωθυπουργός ξεχώρισε μια δημοσιογράφο εξαιρετικής ομορφιάς με ταγέρ, κοντό μαλλάκι καρέ και φωτεινό πρόσωπο. Στάθηκε να τη χαζεύει με δαγκωμένο χαμόγελο. Εκείνη, είχε σχεδόν κολλήσει το πρόσωπό της στο αλεξίσφαιρό τζάμι του αυτοκινήτου προφέροντας με μεγάλες κινήσεις του στόματος: «Τι θα κάνετε; Πρέπει να δώσετε λύση!»

Έφτασαν επιτέλους στο υπόγειο γκαράζ και ο οδηγός τον συνόδευσε στο εσωτερικό ασανσέρ του κτιρίου που θα τον οδηγούσε στο γραφείο του. Στον όροφο δηλαδή όπου όλοι οι πρωθυπουργικοί σύμβουλοι εργάζονταν μανιωδώς από το πρωί. Αλλά ο πρωθυπουργός είχε ακόμη στον νου του τη θηλυκή φιγούρα που τον αναστάτωσε κι όπως αναβόσβηναν τα φωτάκια των ορόφων στο ασανσέρ, έδωσε εντολή στον οδηγό να βρει τη δεσποινίδα με το ταγέρ και να τη φέρει στην αίθουσα τύπου. «Ίσως την χρειαστώ, αν θέλει ας με περιμένει, στο ενδιάμεσο δώστε της να πιει καφέ, να καπνίσει, ό,τι επιθυμεί».

Page 36: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

36 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Με το που άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ, από τα αριστερά ξεπετάχτηκε με τα χαρτιά στο χέρι ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου καλημερίζοντάς τον. Κανείς από τους δυο τους δεν είχε διάθεση για χαμόγελα, και μάλλον τυπική θα την έλεγε κανείς τη χαιρετούρα τους.

Βρίσκονταν στον έκτο όροφο του κτιρίου. Εκεί είχε στηθεί η μηχανή της κυβέρνησης, όπου έμπιστοι συνεργάτες εργάζονταν σε γραφεία με υπολογιστές, και ένα, ίσως το μεγαλύτερο γραφείο, οβάλ, όπου δεχόταν τους επισκέπτες του ο πρωθυπουργός. Το είχε διακοσμήσει με γούστο, βιβλιοθήκες δεξιά και αριστερά, τρόπαια σε κάποια ράφια από τις αθλητικές του δραστηριότητες και ένα κομμάτι τοίχου γεμάτο φωτογραφίες, χαμόγελα με ξένους ηγέτες να του σφίγγουν το χέρι σαν να θέλουν να του το σπάσουν. Υπήρχε και μια με τη γυναίκα του, αλλά κανείς δεν μπορούσε να την ξεχωρίσει ανάμεσα στις τόσες άλλες.

Δύο καρέκλες δερμάτινες και ένας καναπές με τραπεζάκι όπου η ιδιαιτέρα του φρόντισε να υπάρχει καφές αχνιστός και κουλουράκια. Εκεί κάθισε μαζί με τον διευθυντή του πολιτικού γραφείου και ζήτησε να ενημερωθεί για τις πρόσφατες εξελίξεις, ενόσω έβαζε ένα φακελάκι ζάχαρης στο φλιτζάνι του.

«Λοιπόν, έχουμε τις πρώτες εκτιμήσεις από τα υπουργεία» είπε ο διεθυντής.

«Ακούω». «Το υπουργείο Εργασίας, θεωρεί ότι η ανεργία θα εκτοξευτεί σε

διψήφιο νούμερο αν συνεχιστεί η κατάσταση, κατά τα άλλα δεν είναι αρμοδιότητά του να προτείνει κάτι. Το υπουργείο Αμύνης βρίσκεται σε ετοιμότητα ώστε να καταστείλει οποιαδήποτε εξέγερση, για την ώρα αρκείται στο να παρακολουθεί τις εξελίξεις με προσοχή. Οι υπηρεσίες Ασφαλείας και η υπηρεσία Παρακολούθησης ελέγχουν τα δεδομένα και βρίσκονται σε μόνιμη τηλεφωνική επικοινωνία με συναδέλφους τους ξένων χωρών ώστε να διαπιστώσουν αν πρόκειται για τρομοκρατικό χτύπημα ή όχι. Για την ώρα δεν ξέρουμε κάτι παραπάνω. Το υπουργείο Υγείας δε θεωρεί ότι υπάρχει στην ατμόσφαιρα κάτι που να επηρεάζει τους ανθρώπους ή τα τρόφιμα. Το φαινόμενο δείχνει να αφορά μόνο τα χρήματα, τόνισε δε ότι, αν και δεν είναι αρμοδιότητά του, έχει στείλει τη σκόνη για ανάλυση. Ακόμη δεν έχουμε ενημέρωση. Το υπουργείο Ναυτιλίας ωρύεται για τη ζημιά, αλλά δεν έχει να κάνει κάποια πρόταση. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός: «δε μας αφορά το γιατί, αλλά το πώς θα λυθεί το θέμα να αποπλεύσουν τα καράβια». Το υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζει πρόταση, αλλά τα έχει βρει μπαστούνια.

Page 37: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 37 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Υπάρχει ένα τεράστιο εξωτερικό χρέος και φόβος πολύ πιθανής χρεοκοπίας. Το υπουργείο Εξωτερικών συνομιλεί από το πρωί με τους ξένους ηγέτες, στέλνοντας την ελπίδα ότι όλα θα διορθωθούν. Ελπίζουν στο θαύμα, βλέπετε. Στην απογευματινή μας συνάντηση θα παρίσταται και ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών, αλλά δε θέλησε να κάνει καμία δήλωση προς το παρόν. Θα μας τα πει από κοντά, δεν είναι αυτά πράγματα που λέγονται στο τηλέφωνο, μας δήλωσε χαρακτηριστικά».

«Η αντιπολίτευση; Τι κάνουμε με δαύτους;» «Τους τηλεφώνησα. Είναι ανένδοτοι. Θα καταθέσουν πρόταση μομφής

αν μέχρι το βράδυ δεν έχει δοθεί λύση στο πρόβλημα. Ως συνήθως, μας θεωρούν υπεύθυνους, μπλα, μπλα, μπλα…»

«Πιστεύεις ότι θα τολμήσουν;» «Όχι! Αν έρθουν στην εξουσία, τι παραπάνω θα κάνουν;» «Μάλιστα. Υπάρχει κάτι που να ξέρουμε;» «Μόνο ότι τα χρήματα της χώρας μας έγιναν σκόνη. Στο εξωτερικό όλα

δουλεύουν ρολόι. Το φαινόμενο είναι τοπικό». «Οι τράπεζες δουλεύουν κανονικά;» «Ναι, αλλά ο κόσμος είναι ανάστατος». «Ο κόσμος είναι απελπισμένος αγαπητέ, όχι απλώς ανάστατος, και εγώ

είμαι ο μόνος άνθρωπος στη χώρα που έχω τη δύναμη να δώσω μια λύση» μονολόγησε ο πρωθυπουργός και ο διευθυντής τον κοίταξε με συμπάθεια, «αλλά δεν ξέρω τι να κάνω…»

«Είμαστε ένα βήμα πριν τη λαϊκή εξέγερση!» επισήμανε ο διευθυντής και κούνησε θλιβερά το κεφάλι του.

«Και εγώ χάνω την ηγετική μου μορφή, καταστρέφομαι πολιτικά! Πώς θα ησυχάσω τον κόσμο για ένα φαινόμενο που δε χωράει εξήγηση; Είναι απελπισία να βρίσκεται κάποιος στη θέση μου τέτοιες στιγμές!»

«Μα τι λέτε τώρα; Υπάρχουν ελπίδες! Μην το βάζετε κάτω, ο λαός πρέπει να σας δει δυνατό και αποφασιστικό, ειδικά τώρα!»

«Είσαι πολύτιμος συνεργάτης αγαπητέ, σε ευχαριστώ. Φέρε τη βιντεοκάμερα να τραβήξουμε ένα πλάνο για τον λαό, φέρτε μου και ένα ουίσκι να φτιάξω κεφάλι!» και πρόσθεσε σαν να μιλούσε στον εαυτό του με σαιξπηρική ηθοποιία: «Πρέπει να δώσουμε δύναμη στον λαό να κάνει υπομονή, το Έθνος...» και βγήκε από το δωμάτιο να πάει στην τουαλέτα με το δάχτυλο προτεταμένο, σαν να επεξεργαζόταν ακόμη τον πομπώδη λόγο του.

Η κάμερα ήρθε, ο λόγος -γλαφυρότατος- περιείχε όλες τις λέξεις που χρειάζονται σε τέτοιες στιγμές, λέξεις όπως Πατρίδα, Έθνος, Αλληλεγγύη,

Page 38: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

38 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

ιστορικός σταθμός, ενωμένοι θα αλλάξουμε τα πάντα, και υπομονή σε λίγο θα λυθεί το πρόβλημα, οι υπεύθυνοι θα τιμωρηθούν.

Η κάμερα έκλεισε, το ουίσκι κατέβηκε ολόκληρο αφήνοντας μόνο τον πάγο μέσα στο ποτήρι, ο πρωθυπουργός ρώτησε αν ήταν καλός ο λόγος του, καμεραμάν και διευθυντής βιάστηκαν να τον διαβεβαιώσουν. Πάνω που έκλειναν την πόρτα πίσω τους να τον αφήσουν να ησυχάσει, ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου συμπλήρωσε:

«Ξέχασα να σας πω, πήραν από την Παγκόσμια Ένωση Δανείων και είπαν ότι αν συνεχίσει να μην εργάζεται ο ιδιωτικός τομέας, αν συνεχιστεί δηλαδή η απώλεια εσόδων, όπως ΦΠΑ και φόροι, θα χρειαστεί να γίνουν κάποιες μετατροπές στο μνημόνιο για να κλείσει η τρύπα. Κατά τα άλλα μας εύχονται κουράγιο και δύναμη, είχαν όλη την καλή διάθεση να μας στείλουν συμβούλους αλλά κανείς δε δέχεται να περάσει τα σύνορά μας».

«Στα τσακίδια!» Η πόρτα έκλεισε, ο πρωθυπουργός έμεινε μόνος και έρημος. «Το ουίσκι δεν ξελαμπικάρει το μυαλό αλλά σίγουρα είναι ένας φίλος

που δε θα σου πει ποτέ κακά πράγματα» είπε μόνος του σαν να απαντούσε σε κάποιον αόρατο συνομιλητή που τον κατέκρινε που τέτοιες σημαντικές ώρες, το είχε ρίξει στο ποτό. «Δε μας παρατάς!» πρόσθεσε.

Το πιο εντυπωσιακό ήταν οι πίνακες. Τρούμαν, Ρέιγκαν, Ζακ Σιράκ,

ένας πίνακας του Νταλί, μια προσωπογραφία ενός γέρου που κανείς δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα ποιον απεικόνιζε και κρυφοί φωτισμοί πίσω από τα τελάρα των κάδρων αλλά και ανάμεσα από τις περίτεχνες γυψοσανίδες στο ταβάνι. Ένα μεγάλο χαλί στο μαρμάρινο πάτωμα με χιλιάδες κόμπους σε χρώμα κόκκινο και μαύρο, σχεδιασμένο με πολύπλοκα αραβικά σχέδια κι ένα τραπέζι μακρουλό σαν σανίδα του σέρφ στο κέντρο του δωματίου, από εξαιρετική λάκα, περιτριγυρισμένο με πολυτελέστατες καρέκλες συνεδρίου. Όλα αυτά υπήρχαν όμορφα τακτοποιημένα σε ένα ήσυχο δωμάτιο μέσα στο ίδιο κτίριο του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού. Για να εισχωρήσει κάποιος εκεί, έπρεπε να περάσει πρώτα από το γραφειάκι της προσωπικής ασφάλειας του πρωθυπουργού.

Page 39: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 39 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Οι καρέκλες γύρω από το τραπέζι κλασσικές με βελούδινες πλάτες και ξύλινους αγκώνες, τρύπες στο κέντρο του τραπεζιού για τα καλώδια των laptop και στον έναν τοίχο το πανί ενός projector. Στην μία άκρη, μια μεγαλύτερη καρέκλα και μια πιο μικρή έδειχναν την περιοχή όπου θα καθόταν ο πρωθυπουργός. Όλοι οι προσκεκλημένοι ήταν παρόντες, έτοιμοι για την τελική συνάντηση που είχε προγραμματιστεί για τις τέσσερις. Οι υπουργοί που είχαν μαζευτεί, κοίταζαν τα ρολόγια τους και σιγομουρμούριζαν πως είχε πάει τέσσερις και είκοσι, κι ακόμη δεν είχε έρθει ο πρωθυπουργός. Κάποιοι καταβρόχθιζαν τα φιστίκια και τα σνάκς. Η ιδιαιτέρα του πρωθυπουργού μαζί με μιαν άλλη καλοβαλμένη υπάλληλο, γέμισαν τα ποτήρια με νερό. Έπειτα μοίρασαν στυλό μαζί με μπλοκ σημειώσεων στην κάθε θέση.

Παραταγμένοι οι υπουργοί ο ένας δίπλα στον άλλον, γέροι, μαγκούφηδες με υγρά χοντροκομμένα χείλια και μακρουλούς λοβούς, παρατηρούσαν το ανάγλυφο του στήθους της ιδιαιτέρας γραμματέως πάνω στο λευκό πουκάμισό της ή τη στενή της φούστα που έφτανε μέχρι το γόνατο ή το σχεδόν διαφανές της καλσόν με τη μία ρίγα που έφτανε μέχρι το τακούνι. Η δεύτερη βοηθός μπορεί να μην είχε τις θηλυκές αναλογίες της πρώτης ιδιαιτέρας γραμματέως, αλλά το λαμπερό της ντεκολτέ τραβούσε τις ματιές των υπουργών σαν μαγνήτης τις καρφίτσες. Όλοι όμως κοίταζαν έτσι τις γυναίκες; Σχεδόν όλοι.

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών ήταν σοβαρός, προσηλωμένος σε ένα χαρτί που είχε εμπρός του, το διάβαζε, το ξαναδιάβαζε, το δίπλωνε, το γύρναγε από πίσω, σάλιωνε τις άκρες, μετρούσε τις σελίδες, ανασκουμπωνόταν και ξανά βουτούσε στις λέξεις μην τυχόν και καμία τους έκανε την ανταρσία και πηδούσε πάνω στο γυαλιστερό τραπέζι.

Άνοιξε η πόρτα, μπήκε ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου κρατώντας ένα μπουκάλι Chivas κι ένα χαμηλό ποτήρι μαζί με μια γαβάθα πάγο. Πίσω του πρόβαλε το αθλητικό κορμί του πρωθυπουργού κρατώντας με το ζόρι μια αγκαλιά χαρτιά και το προσωπικό του laptop. Έκανε δυο βήματα εμπρός, ένα αριστερά, τα μάτια του τρεμόπαιξαν στα φώτα του δωματίου και τέλος σωριάστηκε στην μεγάλη καρέκλα ακουμπώντας τα πράγματά του με θόρυβο στο τραπέζι. Δεξιά του, ο πιστός διευθυντής και συνεργάτης του, έσπρωξε το σουβέρ προς το μέρος του και εναπόθεσε το ποτήρι.

«Ας ξεκινήσουμε» είπε ο πρωθυπουργός ξεψυχισμένα. «Από τον υπουργό Εργασίας!» πρόσταξε ο διευθυντής.

Page 40: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

40 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Ένας άνδρας γύρω στα ογδόντα, λιπόσαρκος μέσα σε ένα κουστούμι έξι νούμερα μεγαλύτερο, σηκώθηκε όρθιος. Τα άσπρα ελάχιστα μαλλιά του πεταγόντουσαν σαν ζαχαρωτό. Το στόμα του άνοιξε και έπειτα έκλεισε αποκαμωμένο. Δεν είχε να πει τίποτα. Ο πρωθυπουργός τον κοίταξε με συμπάθεια.

«Σας καταλαβαίνω απόλυτα, ο επόμενος». «Υπουργείο Δικαιοσύνης!» πρόσταξε ξανά ο διευθυντής και το ίδιο

σκηνικό επαναλήφθηκε με το στόμα που άνοιξε και έπειτα από κάποια λεπτά έκλεισε.

«Καλά, καλά, ο επόμενος». «Υπουργείο Αμύνης» φώναξε και πάλι ο διευθυντής και λίγα

δευτερόλεπτα μετά την αναμενόμενη σιωπή του υπουργού, πρόσταξε εκ νέου. «Το υπουργείο Εσωτερικών, αλλά σας παρακαλώ να είστε πιο φλύαροι.

Με τη σιωπή δε λύνονται τα προβλήματα!» «Κύριε πρωθυπουργέ! Κύριοι συνάδελφοι! Όλοι γνωρίζομε την εθνική

καταστροφή που διερχόμαστε…» Στη λέξη καταστροφή, ο δείχτης του υπουργού ανέμισε δεξιόστροφα και έπειτα αριστερόστροφα σαν ξυλάκι. Ο γέρος με κοφτές ανάσες, αγκομαχούσε να κλείσει την κάθε πρόταση. Είχε σηκωθεί όρθιος και διάβαζε την ομιλία του από ένα χαρτί. Του γλίστρησε η τελευταία σελίδα, τη μάζεψε με την κοιλιά του, την τράβηξε, και αφού την επανατοποθέτησε στη σωστή μεριά, κοίταξε ξανά το λογύδριό του. Έμοιαζε φτωχό, οι λέξεις έδειχναν να του βγάζουν γλώσσα, κοκκίνισε και έκατσε κάτω με την ίδια ορμή που είχε σηκωθεί πρωτύτερα.

«Κοινώς την πατήσαμε;» αναρωτήθηκε φωναχτά ο πρωθυπουργός και έτριξε τα δόντια του. Γέμισε πάλι το ποτήρι, έπιασε έναν πάγο με τα δάχτυλα και τον πέταξε μέσα με δύναμη. Ανακάτεψε με το δάχτυλο του αριστερού του χεριού και έγλειψε τις άκρες από το ποτήρι.

«Το υπουργείο Υγείας» πρόσταξε αυτήν τη φορά ο διευθυντής. «Κύριε πρωθυπουργέ, κύριοι συνάδελφοι: ο λόγος που έγιναν τα

χρήματά μας σκόνη, μας είναι ακόμη άγνωστος. Το σίγουρο είναι ότι δεν επηρεάζει την ατμόσφαιρα, τους ανθρώπους και τα τρόφιμα. Μόνο το χρήμα, είτε κέρμα είτε χαρτονόμισμα. Και αυτό είναι το πλέον περίεργο. Πάντως, οι αναλύσεις έδειξαν ότι η σκόνη έχει τα συστατικά της άμμου με χρωστικές ουσίες κίτρινου υλικού που προέρχεται από τα απομεινάρια του χαρτιού ή του μετάλλου. Τα κέρματα αφήνουν μια πιο σκούρα κιτρινόχροα σκόνη ενώ τα χαρτονομίσματα μια πιο ανοιχτή. Η κατάσταση δείχνει σαν να έλιωσαν τα χαρτονομίσματα και ανακατεύτηκαν με άμμο θαλασσινή. Κανείς επιστήμονας

Page 41: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 41 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

δεν μπορεί να το εξηγήσει, αν και οι έρευνες συνεχίζονται. Συνεπώς ως υπουργείο δεν έχουμε καμία πρόταση να κάνουμε, παρά μόνο σας ζητώ λίγο χρόνο για περισσότερη έρευνα».

Το Chivas τελείωσε, ο πρωθυπουργός ζήτησε και άλλο μπουκάλι που πολύ πρόθυμα το έφερε η ιδιαιτέρα του.

«Το υπουργείο Εξωτερικών». «Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω να πω πολλά, εκτός του προβλήματος που

έχει δημιουργηθεί με τους ξένους επισκέπτες της χώρας μας. Μας πιέζουν, είναι αλήθεια, τα άλλα κράτη να βρούμε μια λύση. Όπως καταλαβαίνει κανείς, θέλουν να φύγουν, αλλά για την ώρα ισχύει η απαγόρευση μετακίνησης του πληθυσμού» είπε ο υπουργός χωρίς να σηκωθεί από την καρέκλα του.

«Ορθόν!» παραδέχτηκε ο πρωθυπουργός και διέταξε τον διευθυντή. «Πρέπει να δοθεί μια λύση, την αναλαμβάνεις εσύ…, εγώ τώρα νιώθω μια ζαλάδα που…»

«Το υπουργείο Τουρισμού!» φώναξε πάλι ο διευθυντής αγνοώντας τον πρωθυπουργό που είχε αρχίσει να τραυλίζει.

«Δεν έχουμε κάποια πρόταση, αλλά μπορώ να σας πω το αποτέλεσμα σε περίπτωση που συνεχιστεί η απώλεια τουριστικής κίνησης. Οι προβλέψεις είναι τραγικές!»

Ο πρωθυπουργός έδειχνε ότι ζαλιζόταν, έπιασε το κεφάλι του, τέντωσε τα χέρια του και χασμουρήθηκε.

«Το υπουργείο Οικονομικών» είπε ξανά ο διευθυντής. «Ναι…» σηκώθηκε όρθιος ένας φαλακρός και υπερβολικά χονδρός

άνδρας. Τα χέρια του έδειχναν σαν μικρά πλοκάμια χταποδιού και η μεγάλη κοιλιά του τον εμπόδιζε να πλησιάσει στο τραπέζι. Στον λαιμό έξι με εφτά προγούλια ανάδευαν σαν θαλασσινό κυματάκι, σε κάθε του λέξη τα στριμωγμένα στο στέρνο του πνευμόνια άφηναν κι ένα φύσημα για συνοδεία. Ήταν άξιο ερώτησης αν ο υπουργός μπορούσε να κλείσει τη μύτη του χωρίς να σκάσει. «Η κατάσταση είναι δραματική» είπε ανασαίνοντας βαριά. «Δεδομένου ότι αυτήν τη στιγμή στη χώρα δεν υπάρχει εμπορική κίνηση, δεν αποδίδονται φόροι και ΦΠΑ. Δεδομένης της κατάστασης, η χώρα μπορεί να αντέξει τα έξοδά της για περίπου μία εβδομάδα. Η ψυχολογία του μέσου πολίτη έχει καταρρακωθεί και δε βλέπω τρόπο να μπορούμε να τους πείσουμε ότι οι πιστωτικές είναι λύση. Έχασαν όλα τα μετρητά εν μία νυκτί. Η απώλεια είναι μεγάλη! Με άλλα λόγια, τα πάντα είναι μαύρα και άραχνα!»

Page 42: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

42 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Πρόταση έχετε;» ρώτησε ο πρωθυπουργός τραγουδιστά πλέον, αυτά τα ήξερε και από πριν και επιπλέον είχε περιέλθει σε μια κατάσταση απέραντης ευτυχίας. Όσο υπάρχει αλκοόλ, υπάρχει ελπίδα, σκέφτηκε το ομώνυμο βιβλίο του Δημήτρη Μαμαλούκα.

«Μόνη ελπίδα να καταργηθεί το μετρητό χρήμα με νόμο του κράτους και να μοιραστούν σε όλους πιστωτικές. Είναι το μόνο που μπορώ να σκεφτώ, δίχως όμως να γνωρίζω πώς θα υλοποιηθεί αυτό χωρίς να εκτιναχτούν οι επισφάλειες. Πρέπει να πείσουμε τον κόσμο να επιστρέψει στις δουλειές του. Πρέπει να δείξουμε ένα κοινωνικό πρόσωπο, ίσως δίνοντας κάποια μορφή επιδόματος αλληλεγγύης στους πολίτες, αλλά όπως καλά γνωρίζετε, η χώρα μας δεν έχει τόσα διαθέσιμα στα ταμεία της για να κάνει κάτι τέτοιο».

«Σε αυτό θα μπορούσα να σας βοηθήσω εγώ!» πετάχτηκε ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών με ένα σαρδόνιο χαμόγελο.

«Για να σ’ ακούσουμε και εσένα...[μπρούπ!] Συγνώμη…» είπε ο πρωθυπουργός πλέον χαζογελώντας μετά το θηριώδες ρέψιμο που συνοδεύτηκε από την κάλυψη του στόματός του με τη χούφτα του.

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών σηκώθηκε όρθιος, έβγαλε από την τσάντα του αρκετά αντίγραφα της έκθεσης και τα μοίρασε σε όλους τους παρευρισκομένους όπως και στον πρωθυπουργό που πλέον τα μάτια του δεν τον βοηθούσαν να διαβάσει.

«Κύριοι!» είπε με στόμφο ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών. «Κύριοι, λέγω!»

«ΑΑΑΆντε πες..» είπε ο πρωθυπουργός εύθυμα. «Η κατάσταση είναι δραματική. Όπως είπαν οι προλαλήσαντες, δίχως

μετρητά στα χέρια του λαού και των επιχειρήσεων, θα υπάρξει και υπάρχει, απόλυτη έλλειψη εσόδων. Για να μη μιλήσω για την ψυχολογία της μάζας που, αν δεν της δώσουμε λύση άμεσα, θα ξεσηκωθεί. Μπορεί τα συστήματα της τράπεζας να είναι σε πλήρη ετοιμότητα, μπορεί να δείχνει εύκολο οι πιστωτικές να μπορούν να αντικαταστήσουν το μετρητό χρήμα, αλλά δεν είναι επαρκής λύση. Βλέπετε, οι πολίτες νιώθουν ότι έχασαν κάτι πολύτιμο και γι’ αυτό είναι σημαντικό, ειδικά τώρα, να έχουν το κράτος δίπλα τους.

»Λοιπόν, οι τράπεζες, ακόμα και αυτές με ξένο συμφέρον στον τόπο, έχουν να σας κάνουν τις παρακάτω προτάσεις: Σε όλους τους πολίτες, ακόμη και στους μετανάστες ή τουρίστες, θα μοιραστεί μια τραπεζική κάρτα η οποία θα συνδεθεί με έναν νέο λογαριασμό που θα ανοιχθεί γι’ αυτόν τον σκοπό. Μέσα εκεί θα υπάρχει ένα κάποιο αρχικό κεφάλαιο αποζημίωσης απολεσθέντων χρημάτων, ίσο με το πέντε τοις εκατό της τελευταίας

Page 43: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 43 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

φορολογικής δήλωσής τους. Φυσικά η κάρτα αυτή θα συνδεθεί και με τους υπάρχοντες λογαριασμούς που πιθανόν να έχει ο καθένας. Επιπλέον, όλες οι επιχειρήσεις θα εγκαταστήσουν μηχάνημα υποδοχής των καρτών αυτών.

»Σε ανθρώπους που δεν έχουν κάνει ποτέ φορολογική δήλωση, θα κατατεθεί ένα μικρό ποσό για τις πρώτες ανάγκες τους, εν είδει κοινωνικής μέριμνας. Δε θα ονομαστεί πιστωτική κάρτα, αλλά αντίθετα θα αφήσουμε την εντύπωση ότι είναι κάρτα ανταλλακτικής αξίας. Σαν τα μετρητά. Είναι σημαντικό για την ψυχολογία του πολίτη να μην την ονομάσουμε πιστωτική! Περισσότερο χρεωστική θα είναι, αλλά ούτε έτσι θα την ονομάσουμε.

»Είναι σημαντικό η κάρτα να δουλεύει απρόσκοπτα, να έχει δηλαδή την ίδια ευκολία όπως το μετρητό χρήμα και φυσικά με αυτόν τον τρόπο, όλοι οι πολίτες θα αποκτήσουν ένα ελάχιστο εισόδημα για αρχή, θα μπορούν να συνεχίσουν τη ζωή τους και όπως πιστεύω, η χώρα θα αποφύγει το τέλμα.

»Όλα αυτά τα προτείνω κατόπιν ενδελεχούς αναζήτησης, έρευνας και κατόπιν προθυμίας της κάθε τραπεζικής επιχείρησης που βρίσκεται στον τόπο μας, επαναλαμβάνω ακόμα και αυτών των τραπεζών που πρόσκεινται σε ξένα συμφέροντα. Μόνη λύση είναι το άυλο χρήμα, μόνη λύση είναι οι τράπεζες!»

Ακούστηκε μια μικρή βαβούρα και αρκετοί από τους υπουργούς σηκώθηκαν όρθιοι για να χειροκροτήσουν. Εξάλλου, όλοι υποψιαζόντουσαν ότι η μόνη λύση θα ήταν οι τράπεζες, και εφόσον συμφωνούσαν αυτές να βοηθήσουν, ένιωσαν μια ανακούφιση που μεταφράστηκε σε χειροκροτήματα.

«Στάσου!» φώναξε ο πρωθυπουργός τραυλίζοντας «Τι θα κοστίσει; Πού, πού, πού θα βρεεεθούν τα χρήματα να δώωωσουμε στον λαόοο;» Είχε πιει τόσο που πλέον τον πρόεδρο των τραπεζών τον έβλεπε θολά, στραβά και υπερβολικά αδύνατο.

«Ναι, μάλιστα κ. Πρωθυπουργέ, να το πω και αυτό». Ο πρόεδρος του συνδέσμου τραπεζών σηκώθηκε από την καρέκλα του

και άρχισε να περπατάει γύρω από τους υπουργούς με ύφος φίλου που θα ήθελε να είναι δίπλα τους και όχι στην απόμακρη καρέκλα που τον είχαν βάλει να κάτσει.

«Φίλοι υπουργοί και κύριε πρωθυπουργέ, όπως καλά υποψιάζεστε, αυτό το σχέδιο είναι μεγαλόπνοο και πρέπει να στηριχθεί σε πολύ στέρεη βάση για να λειτουργήσει. Για δική σας ευκολία, τα έχουμε σκεφτεί όλα. Σαφώς για να δώσουμε στον λαό το πέντε τοις εκατό της φορολογικής του δήλωσης ή το ελάχιστο επίδομα, θα χρειαστούν χρήματα του δημοσίου, αυτό το έχετε υποψιαστεί υποθέτω. Α, επίσης, το έχουμε υπολογίσει και αυτό, αν τα δώσει το κράτος, θα φαλιρίσει σε μία ημέρα, οπότε ο ρεαλισμός μάς αναγκάζει να

Page 44: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

44 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

προτείνουμε ένα δάνειο στο κράτος με ελάχιστο επιτόκιο δέκα τοις εκατό. Επίσης υπάρχουν έξοδα και κίνδυνοι για την τράπεζα, φανταστείτε μόνο τι υποδομές χρειάζονται για να δώσουμε σε όλους κάρτες κίνησης (α, ναι! έχουμε βρει και το όνομα). Εκτός από το κόστος της ίδιας της κάρτας, των υπαλλήλων που πρέπει να τις μοιράζουν, το άνοιγμα λογαριασμού, είναι και τα ηλεκτρονικά συστήματα που πρέπει να στηθούν, το software, η ανάλυση του συστήματος. Πολλά έξοδα που δυστυχώς με την τωρινή κατάσταση, αδυνατούμε να χρηματοδοτήσουμε. Αυτά τα έξοδα, τα οποία έχουν υπολογιστεί στα χαρτιά που σας έχω μοιράσει, ναι, δείτε τη σελίδα 112, -στο περίπου είναι το νούμερο, μην το δέσετε φιόγκο- θα πρέπει να μεταφερθούν άμεσα στους λογαριασμούς μας. Με λίγα λόγια, θα μας χρηματοδοτήσετε να σώσουμε τη χώρα, με λεφτά που θα σας δανείσουμε».

«Μα κύριε!» πετάχτηκε ο υπουργός Οικονομικών «Το ποσό που αναγράφεται εδώ είναι τεράστιο! Δεν αντέχουν τα οικονομικά του κράτους να πληρώσει τέτοιο ποσό!»

«Μα για αυτόν τον λόγο σάς είπα και προηγουμένως ότι θα σας δώσουμε δάνειο για ό,τι λείπει. Εξάλλου το έχουμε υπολογίσει: τα αποθεματικά του κράτους βρίσκονται στη σελίδα 114 της έκθεσης που έχετε στα χέρια σας, στον πίνακα γ έχουμε σημειώσει το ποσό που χρειάζονται οι τράπεζες και στον πίνακα δ αναγράφεται η διαφορά, δηλαδή το ποσό που σας λείπει όπου θα σας το δανείσουμε με χαρά!»

«Μα! Σύμφωνα με τον πίνακα, θα πρέπει να δώσουμε για αρχή ένα μεγάλο μέρος του αποθεματικού του κράτους! Αν δώσουμε έστω και αυτά που αναγράφετε στη σελίδα 114, αν υπολογίσουμε επίσης και τη μηνιαία δόση του δανείου που προτείνετε, δε θα περισσεύει χρήμα να πληρώσουμε κανέναν! Το κράτος έχει έξοδα, δεν μπορεί να κάνει στάση πληρωμών για να πληρώνει τις δόσεις».

«Ναι, το έχω φροντίσει. Για λόγους προστασίας, έχουμε παγώσει κάθε λογαριασμό δημοσίου, πιθανόν να χρειαστεί και αυτό, η στάση πληρωμών εννοώ, προσωρινά πάντα, μέχρι να ορθοποδήσει το δημόσιο».

Ο πρωθυπουργός ζαλιζόταν, μα δεν ήξερε αν ήταν από το ουίσκι ή από αυτά που άκουγε.

«Για στάσου ρε! ΜΕΕΕεε ποιο δικαίιιωμα πάγωσες τους λογαριασμούς του δημοσίιιιου; Είσαι μάααγκας;» είπε τραυλίζοντας.

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών έκανε ότι δεν έβλεπε την κατάσταση του πρωθυπουργού και απάντησε με σοβαρότητα.

Page 45: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 45 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Για να σας προστατεύσω φυσικά! Έχετε μήπως ιδέα, τι ποσά πήγαν να μεταφερθούν σε ιδιώτες από τα δημόσια ταμεία, μία ώρα αφότου ανακάλυψαν όλοι ότι τα χρήματά τους έγιναν σκόνη;»

«Σε ιδιώτες;» απόρησε αυτή τη φορά ο υπουργός Ναυτιλίας που δεν είχε τολμήσει να μιλήσει μέχρι τότε.

«Ναι, σας έσωσα!» «Μας έσωσες; Και τώρα ζητάς πίσω τα τριπλά; Μπορεί να ζήσει το

κράτος με τέτοιες δόσεις; Και έτσι ακόμη, πάλι σε κατάσταση πτώχευσης οδηγούμαστε! Τι θα αλλάξει αν σώσουμε τον κόσμο και πτωχεύσουμε πληρώνοντας τις τράπεζες; Δεν έχει πρακτική εφαρμογή η σκέψη σας και επιπλέον...» κόμπιασε ο υπουργός Οικονομικών, αλλά τον έκοψε απότομα ο πρόεδρος των τραπεζών. Ο πρωθυπουργός θαύμασε τον χοντρούλη υπουργό του και άρχισε να χειροκροτεί με δύναμη.

«Μας περάσατε για μικρομάγαζο; Φυσικά και τα έχουμε σκεφτεί όλα! Το δημόσιο πράγματι θα ξοδέψει ένα μεγάλο μέρος του ταμειακού του αποθέματος, αφού πρώτα κάνει στάση πληρωμών για να έχει ταμειακή επάρκεια και αφού μειώσει τις δαπάνες του σε εξαιρετικό επίπεδο. Έπειτα, στις κάρτες αυτές θα κάνουμε κάθε μήνα μια παρακράτηση που θα επιστρέφεται στο κράτος, με μια κάποια μορφή αλληλοβοήθειας των πολιτών». Ο πρόεδρος των τραπεζών είχε φουντώσει τη συζήτηση και μιλούσε δυνατά.

Ο πρωθυπουργός τον κοιτούσε και έπινε το ένα ουίσκι πίσω από το άλλο, κάνοντας θόρυβο όποτε ακούμπαγε κάτω το ποτήρι. Τα μάτια του γυάλιζαν και τα χέρια του κουνιόντουσαν νευρικά δεξιά και αριστερά σαν να είχαν ξεβιδωθεί. Έπειτα πετάχτηκε πάνω γέρνοντας τόσο που θα έπεφτε σίγουρα αν ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου δεν τον βαστούσε την τελευταία στιγμή.

«Δηλαδή; [Χίκ]! Για κάνε το λίγο λιανά αυτό… δεν το έεεεπιασα!» είπε. «Να, για παράδειγμα: εκατό εισπράττει ο εργαζόμενος; Δέκα θα

πηγαίνουν στο κράτος, άμεσοι φόροι και μηνιαίοι. Αντιλαϊκό μέτρο μεν, αλλά είναι η μόνη λύση για να γεμίσουν πάλι τα ταμεία σας».

«Και τι θα γίνει με τα δάνεια που χρωστάμε ως χώρα; Οι παλιές υποχρεώσεις μας, τι θα γίνουν;» ξαναρώτησε ο υπουργός Οικονομικών που ήταν φανερό ότι δυστροπούσε με την πρόταση, αλλά λάμβανε θάρρος βλέποντας τον πρωθυπουργό να τον χειροκροτεί και να τον κοιτάει με χαμόγελο μεθυσμένης ικανοποίησης.

Page 46: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

46 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Για διευκόλυνση, έχει γίνει ήδη συμφωνία με τους δανειστές της χώρας μας: θα υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση στις υποχρεώσεις του κράτους, δάνεια, τόκοι και λοιπά προς τα ξένα κράτη και οικονομικά κέντρα, για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση. Αρκεί να συμφωνήσετε στην πρότασή μας, και ίσως διαπραγματευτούν και το ποσοστό δανεισμού των δανείων που ακόμη δεν έχετε πάρει, αλλά θα πάρετε στο μέλλον. Αλλά ας μην το εξετάσουμε και αυτό τώρα. Γενικά, από το εξωτερικό υπάρχουν θετικά μηνύματα και καλή διάθεση να μας βοηθήσουν. Σκεφτείτε και το εξής πλεονέκτημα: με αυτό το σύστημα καρτών κίνησης, δε θα υπάρξει φοροδιαφυγή. Θα ξέρουμε ανά πάσα στιγμή τα έσοδα και τα έξοδα του κάθε πολίτη. Υπάρχει τίποτα πιο θετικό από αυτό;»

«Και τι θα γίνει αν διαφωνήσουμε με την πρόταση;» τόλμησε να ρωτήσει ο υπουργός Ναυτιλίας που παρ’ όλα τα χρονάκια του, διατηρούσε ακόμη μια εκτυφλωτική οδοντοστοιχία.

«Θα βυθιστείτε στο χάος φυσικά. Ίσως γίνει λαϊκή εξέγερση και δεν ξέρω τι άλλο. Δείτε το ρεαλιστικά, ο κόσμος έχασε ό,τι μετρητό κρατούσε στα χέρια του, επαφίεται στις τράπεζες για τη συνέχεια της ζωής του. Αν οι τράπεζες δε βοηθήσουν σε συνδυασμό με την κοινωνική μέριμνα του κράτους, ο λαός θα πιάσει τα δοκάρια και τις μολότοφ. Δεν υπάρχει εναλλακτική. Από την άλλη, μόνη της η κυβέρνηση δεν έχει χρήματα για αυτήν την κοινωνική μέριμνα. Και φυσικά οι δανειστές, αν δε γίνει πράξη η πρότασή μου, θα απαιτήσουν τις απλήρωτες υποχρεώσεις του κράτους να εξοφληθούν άμεσα καθότι η επισφάλεια μεγιστοποιείται, με τον φόβο ότι η χώρα θα χρεοκοπήσει. Τα υπόλοιπα τα φαντάζεστε. Δεχτείτε το, δεν είναι απλώς μια πρόταση αυτή που καταθέτω σήμερα. Είναι η μόνη διέξοδος».

Όλοι σώπασαν. Καταλάβαιναν ότι δεν υπήρχε άλλη λύση παρά αυτή που πρότεινε ο πρόεδρος των τραπεζών. Κοίταζαν τον πρωθυπουργό που πλέον είχε σωπάσει και αυτός. Έδειξε δυσφορία, ανακάθισε στην καρέκλα του, έκανε νόημα στον διευθυντή και σηκώθηκε πάνω με δυσκολία. Έκανε να πέσει πίσω, κρατήθηκε από το τραπέζι, γέλασε και κρατήθηκε από τον διευθυντή ο οποίος τον οδήγησε για λίγο έξω και συγκεκριμένα στην τουαλέτα, να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό του.

«Ορίστε, ο κόσμος χάνεται και ο πρωθυπουργός έγινε σταφίδα» είπε ο υπουργός Ναυτιλίας όσο ο πρωθυπουργός έλειπε.

Μετά από λίγο ξαναμπήκε ο πρωθυπουργός και σύρθηκε μέχρι την καρέκλα του. Δεξιά και πάλι ο διευθυντής. Στάθηκε για λίγο σκεφτικός και έπειτα κλείνοντας τα μάτια του, φάνηκε ότι τραγουδούσε ψιθυριστά. Σύντομα

Page 47: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 47 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

τα βλέφαρά του χαμήλωσαν και ένα ελαφρύ ροχαλητό ακούστηκε καθαρά σε όλους.

Ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου ζήτησε τη συμπάθεια όλων,

φανερά ντροπιασμένος, και βοήθησε τον πρωθυπουργό να σηκωθεί όρθιος, αφού πρώτα προσπάθησε να τον ξυπνήσει. Τον συνόδεψε έξω, υποβαστάζοντάς τον.

Η ασφάλεια του κτιρίου είδε τον πρωθυπουργό από τις κάμερες παρακολούθησης, οι υπεύθυνοι αντάλλαξαν τάχιστα οδηγίες με τους ασυρμάτους και δίχως να προλάβει κανείς να καταλάβει τι γινόταν, από τη γωνία εμφανίστηκε ένας ψηλός άντρας με σακάκι και γραβάτα μονόχρωμη όπου στο αυτί του είχε ένα μαύρο ακουστικό που κατέληγε σε σπιράλ τηλεφώνου. Το χέρι στη μέσα μεριά του σακακιού, έτοιμος να τραβήξει το όπλο του.

Ο διευθυντής τον είδε, του έκανε νόημα ότι όλα ήταν καλά και ζήτησε από τον φρουρό να πάει τον πρωθυπουργό στο γραφείο του. «Η ένταση, βλέπεις, βοήθησέ τον, δεν έχει τίποτα σοβαρό». Ο φρουρός δίχως να σχολιάσει, τον έπιασε από τη μασχάλη και σχεδόν σηκώνοντάς τον στον αέρα, έφυγε με ταχύτητα στους διαδρόμους.

Μόνο τότε, ο διευθυντής έσιαξε το κουστούμι του, έστρωσε το μαλλί προς τα πίσω και ξαναμπήκε στην αίθουσα όπου οι συζητήσεις είχαν γίνει έντονες.

«Ο κύριος πρωθυπουργός ζητεί συγνώμη για το γεγονός, θα ήθελε να μην αναφερθεί πουθενά, και σας παρακαλεί να του δώσετε λίγο χρόνο για να αποφασίσει για την κατάσταση. Βρισκόμαστε εμπρός σε μια δύσκολη στιγμή για τη χώρα. Να ξέρετε ότι η ευθύνη αυτού του λαού, η τύχη της χώρας..., ε πώς να σας το πω, είναι βαρύ φορτίο για έναν μόνο άντρα. Ήδη είναι καλύτερα στην υγεία του και παρακαλώ όλους να έχουν τα κινητά τους ανοιχτά για ό,τι χρειαστούμε. Κύριε πρόεδρε του Συνδέσμου των τραπεζών, σύντομα θα έχετε μια απάντηση στην πρότασή σας, ευχαριστώ. Παρακαλώ το υπουργείο Υγείας να φροντίσει με τα αποθεματικά που έχουμε στο εξωτερικό να μην υπάρξει πρόβλημα στις εισαγωγές φαρμάκων και πετρελαίου. Δε θα αντέξει η χώρα ένα τέτοιο πρόβλημα. Επίσης, το υπουργείο Δημόσιας Τάξης να έχει σε ετοιμότητα όλη τη διαθέσιμη αστυνομική δύναμη, να προλάβουμε

Page 48: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

48 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

μια κοινωνική έκρηξη μέχρι να δούμε τι θα κάνουμε. Θα χρειαστεί ίσως να παρθούν μέτρα για να ξεπεραστεί αυτή η κρίση, θα πρέπει να βρούμε τρόπο να την αντιμετωπίσουμε».

Με αυτές τις πρόχειρες οδηγίες, το δωμάτιο άδειασε γρήγορα από τους υπουργούς και ο διευθυντής πήγε στο οβάλ γραφείο, όπου και βρήκε τον φρουρό να στέκεται κοντά στον ξαπλωμένο πρωθυπουργό. Πεταμένο το σακάκι του στο πάτωμα και η γραβάτα ξεσφιγμένη. Τα δε μάγουλά του κατακόκκινα σαν ρόδι.

«Πώς είναι;» ρώτησε τον φρουρό και αντί απάντησης εκείνος του έδειξε τον κάδο σκουπιδιών, γεμάτο χαρτιά και εμετούς.

Του ζήτησε να φύγει αφού πάρει τον κουβά από εκεί πέρα. Άνοιξε τα παράθυρα να μπει φρέσκος αέρας και πλησίασε τον ξαπλωμένο πρωθυπουργό.

«Ααακο, νυστζω τρομεράααα…» είπε ψευδίζοντας κόβοντας τα περισσότερα φωνήεντα. Με δυσκολία πρόσθεσε: «Θαααα περιμένννουμεεε … Ακούςςς... Πεεες τουυυ να παεεει να γαμμ... Μην κάνεεετ’ συμφωνία με τον αγύρτη! Στ’ διάλα!»

«Σσστ… Ό,τι πείτε κύριε πρόεδρε! Θα περιμένουμε!» Το πρόεδρος ήταν προσφώνηση συμπάθειας, μια λέξη που χρησιμοποιούσε ο διευθυντής όταν ήθελε να δείξει την αφοσίωσή του και εκείνη τη στιγμή μάλλον χρειαζόταν.

Δεν πρόλαβε να του ξαναπεί κουβέντα και ο πρωθυπουργός κοιμήθηκε. Έπειτα ροχάλισε.

«Και τι κάνουμε τώρα;» αναρωτήθηκε ο διευθυντής κοιτάζοντας το κοιμισμένο κορμί του άνδρα που θα αποφάσιζε για τη χώρα. Σηκώθηκε όρθιος και περπάτησε πάνω-κάτω. Πήγε στη μεριά του τοίχου όπου ήταν οι φωτογραφίες, τις παρατήρησε και έψαξε να βρει τον εαυτό του. Σε μια τον βρήκε, πίσω από τον πρωθυπουργό, μακριά από τα φλάς και τους δημοσιογράφους. Τόσο άδικο! Θυμόταν πολύ καλά την περίπτωση, εκείνη τη συμφωνία με τον αγωγό που όλα έδειχναν ότι θα πήγαιναν στον βρόντο, ώσπου -ω ναι, τι όμορφη στιγμή!- ο ίδιος ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου συνάντησε τον Άραβα επενδυτή και του υποσχέθηκε επιπλέον έκπτωση επί του μηνιαίου τιμήματος, αντί της επιπλέον παραγωγής. Μια, ας πούμε, προσφορά της στιγμής. Πόσα έχει κάνει για τη χώρα και κανείς δεν το ξέρει!

Αργότερα, όταν έμαθε ο πρωθυπουργός για τη συμφωνία που έκανε, έγινε έξω φρενών, έγραψαν όμως οι εφημερίδες για τη μέγιστη συμμετοχή του ίδιου του πρωθυπουργού στο έργο, μάλιστα κάποια εφημερίδα τον χαρακτήρισε “διαβόλου κάλτσα” στις διεθνείς συμφωνίες, μίλησαν για

Page 49: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 49 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

αλτρουισμό, για ηγετική μορφή. Η κάθε λέξη που γραφόταν για αυτόν, τον μαγνήτιζε: ένα παραπάνω λιθαράκι στην εικόνα του πρωθυπουργού. Οπότε μέσα σε λίγες ημέρες, ξέχασε τον θυμό του για τον διευθυντή και σαν ένδειξη καλής θέλησης τον κάλεσε σπίτι για φαγητό και ποτό. Πώς μπόρεσε να ξεχαστεί μια τέτοια πρωτοβουλία; Καμία εφημερίδα δεν έγραψε γι’ αυτό, καμία νύξη δεν έκανε ο ίδιος ο πρωθυπουργός σε κανέναν.

Πήγε στο ξύλινο γραφείο του πρωθυπουργού, έκατσε στην πανάκριβη καρέκλα, τράβηξε πίσω τις σούστες, τα ελατήρια, επέστρεψε κοντά στο γραφείο και έμεινε να γλιστράει το χέρι του πάνω στο γυαλιστερό μαόνι. Σκεφτόταν.

Όταν ο πρωθυπουργός τον διόρισε γενικό διευθυντή του πολιτικού γραφείου, του είχε πει κατά λέξη. «Θα είσαι το δεξί μου χέρι, όποτε λείπω θα αναλαμβάνεις εσύ τις υποθέσεις μου». Άραγε σήμερα ήταν ετούτη η περίπτωση; Κοίταξε πάλι τον πρωθυπουργό στον καναπέ, είχε πάρει μια εντελώς άβολη στάση, θα πιανόταν με το χέρι πάνω στο μέτωπο.

Δεν υπήρχε χρόνος, εξάλλου πρακτικά ο πρωθυπουργός έλειπε. Και το πιο πιθανόν ήταν να μην επέστρεφε σύντομα αν έκρινε κανείς από το ροχαλητό του. Συνεπώς η κατάσταση απαιτούσε τη συμμετοχή του διευθυντή. Έπρεπε να παρθούν αποφάσεις, μπορεί μέχρι την επόμενη ημέρα να μην υπήρχε χώρα να διοικήσει κανείς.

Γνώριζε καλά τι είχε ήδη αποφασίσει ο πρωθυπουργός, όπως και ήξερε καλά ότι αυτή του η απόφαση, θα ήταν καταστροφή για τη χώρα. Και άντε, η χώρα ίσως να ορθοποδούσε κάποτε. Αν όμως αυτός έχανε τη θέση του και τον παχυλό μισθό του; Αυτά δεν ξαναφτιάχνονται, και ίσως σήμερα θα έπρεπε να κάνει κάτι παραπάνω για τον εαυτό του. Εξάλλου η επιθυμία του πρωθυπουργού για αναμονή δύο-τριών ημερών ώστε να παρακολουθήσουν το φαινόμενο, έδειχνε αδιέξοδη. Στην καλύτερη περίπτωση, θα έμπαινε ο λαός στη Βουλή και θα τους έδερνε όλους. Όχι, δε θα μπορούσε να ήταν πολιτική επιλογή η αναμονή, παρά μόνο η προληπτική στρατηγική, που στο κάτω-κάτω, μπορεί και να είχε καλά αποτελέσματα σε προσωπικό επίπεδο. Έπρεπε όμως να σιγουρευτεί γι’ αυτό πριν κάνει το οτιδήποτε, οπότε σήκωσε το ακουστικό του τηλεφώνου και κάλεσε τον πρόεδρο του Συνδέσμου τραπεζών.

«Ναι, εγώ είμαι. Κοίτα, να μιλάμε στον ενικό; Μάλιστα, και εγώ έτσι νιώθω, σαν να είμαστε στην ίδια ηλικία. Αν ο πρωθυπουργός έχει αντιρρήσεις; Πώς; Ναι, έχει σοβαρές αντιρρήσεις για την πρότασή σας! Τι θέλει ακριβώς; Θέλει να περιμένει να περάσουν μερικές μέρες να παρακολουθήσουμε το φαινόμενο, ίσως γίνει πάλι χρήμα η σκόνη, να μη βιαστούμε, αυτή είναι η...

Page 50: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

50 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

ναι, ναι, όχι, εγώ δε συμφωνώ καθόλου με αυτήν την αναμονή... Πώς; Ναι, αν βοηθήσω να αλλάξει γνώμη ο πρωθυπουργός, θα με θυμηθείτε στο μέλλον; Μα τι λες τώρα; Δηλαδή; Ναι, ναι, ναι, να με θυμηθείτε, γιατί όχι; Τον λογαριασμό μου τον έχεις ή να σου τον πω να τον γράψεις; Α, ναι, τον έχεις. Όμορφα, θα δω τι μπορώ να κάνω και θα σε ενημερώσω σύντομα. Μα τι! Εγώ χάρηκα που σε άκουσα, θα τα πούμε, όλα θα πάνε καλά!»

Ο διευθυντής έτριψε τα χέρια του ευχαριστημένος. Όλα πήγαν όπως τα είχε υπολογίσει. Όλοι γνωρίζουμε ότι η ηθική περισσεύει όταν μιλάει κανείς για δουλειές. Ο καλός διαπραγματευτής πουλάει και τη μάνα του για μια καλή συμφωνία, και σημασία έχει η νίκη, όχι ο τρόπος ή ο δρόμος για την επιτυχία σε συμφωνίες ή στόχους που περιέχουν τη λέξη χρήμα. Τέτοιες μυστικές συμφωνίες υπήρξαν αρκετές στο παρελθόν, κάποιες κάτω από τη μύτη του πρωθυπουργού, άλλες φορές πάλι, με τη συναίνεσή του. Αν καθόταν όμως κανείς να κάνει τη μέτρηση, θα έβλεπε ότι τις περισσότερες ήταν αν αγνοία του, όπως ακριβώς στην προκείμενη κατάσταση. Δεν ήταν όλες προς όφελός του. Όχι πάντα, τουλάχιστον. Κάποιες υπόγειες συμφωνίες αφορούσαν τη χώρα. Υπήρξε κατά κάποιο τρόπο, η αόρατη πινελιά που λείπει από τον ταλαντούχο ζωγράφο, αυτή που τελικά μετέτρεπε τον πίνακα σε αριστούργημα. Ναι, κάπως έτσι.

Παρ’ όλα αυτά, ήξερε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είχε να ωφεληθεί η χώρα από τις υπηρεσίες του. Δεν υπήρχε κάποιο αριστούργημα να δημιουργηθεί, πέραν του προσωπικού του εγώ που αναζητούσε όλο και περισσότερες εξουσίες αλλά και πλούτο. Πιθανόν να έπρεπε να νιώσει τύψεις, η κατάσταση δεν ήταν συνηθισμένη. Δεν υπήρχε σημείο σύγκρισης με άλλες παρελθοντικές καταστάσεις και σίγουρα το σχέδιο, απλό στη σύλληψή του, δεν ευνοούσε κανέναν πολίτη. Οι αλλαγές που ερχόντουσαν στη χώρα θα απέφεραν στον ίδιο ό,τι πάντα επιθυμούσε. Πλούτο, εξουσία, μηχανισμούς που θα μπορούσε να ελέγξει και ποιος ξέρει τι άλλο. Δοκίμασε να φανταστεί κάτι που να τον στεναχωρεί σε αυτή τη σκέψη, ματαίως όμως. Ναι, σε αυτήν την άγρια τροπή που είχε πάρει η χώρα, εύκολα κανείς θα υιοθετούσε τη λέξη επιβίωση. Ήταν θέμα επιβίωσης πλέον. Εξάλλου, φανερά δεν υπήρχε κάποια άλλη λύση για να σωθεί η χώρα. Κακό είναι να σωθεί κι αυτός που θα σώσει τη χώρα; Καθόλου κακό μάλιστα.

Έπρεπε να προετοιμάσει το πλάνο του. Όταν θα ξυπνούσε ο πρωθυπουργός, θα απαιτούσε εξηγήσεις. Γιατί να την έχει πάρει την απόφαση μόνος του; Καλό θα ήταν να υπάρχει και δεύτερος. Πήρε τηλέφωνο τον υπουργό Οικονομικών και όσο βούιζε η γραμμή, φαντάστηκε τα μικρά

Page 51: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 51 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

χεράκια του να προσπαθούν να σηκώσουν το κινητό που του είχε πέσει στο πάτωμα. Γέλασε.

«Ναι, καλημέρα και πάλι! Γιατί ξεφυσάς; Α! Δεν ξεφυσάς, καλά άκου, ο πρωθυπουργός περιμένει να μάθει από εσένα αν είναι εφικτό να δώσουμε τα ποσά που είπε ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών για να γίνει η… Συγνώμη, χτυπούν την πόρτα».

Το χτύπημα ακούστηκε ξανά πιο δυνατό. «Ποιος είναι;» ούρλιαξε και ο πρωθυπουργός εκεί που κοιμόταν,

τρόμαξε, άνοιξε τα μάτια και γύρισε ξανά στο πλάι. Η πόρτα άνοιξε, μπήκε ο φρουρός. «Μια δημοσιογράφος που είχε καλέσει ο πρωθυπουργός, βαρέθηκε λέει

να περιμένει και θέλει να του μιλήσει ή αλλιώς να φύγει». «Καλά, στείλε την στο γραφείο μου, θα ασχοληθώ σε λίγο με αυτό το

θέμα». Η πόρτα έκλεισε, ο διευθυντής έβαλε πάλι το ακουστικό στο αυτί του. «Τι λέγαμε; Α! ναι, θέλω την οικονομική σου ανάλυση και με σφραγίδα

από κάτω! Πότε; Τώρα! Δεν καταλαβαίνεις ότι δεν υπάρχει χρόνος; Θέλω την ανάλυση στο γραφείο μου σε δέκα λεπτά. Γεια!» ξεφύσησε με δύναμη.

Περίμενε δέκα λεπτά με το ρολόι, πήρε την γραμματέα τηλέφωνο και ρώτησε αν ήρθε κανένα mail από το υπουργείο Οικονομικών. «Ναι; Ωραία, τύπωσέ το και φέρε το στο γραφείο του πρωθυπουργού. Α, και πού είσαι! Θέλω και τον φάκελο της δημοσιογράφου που θα έρθει σ’ εσένα σε λίγο, τα πάντα θέλω να μάθω, ακούς; Από το όνομα της πεθεράς της, αν έχει, μέχρι και τι άρωμα φοράει!»

Έκλεισε το τηλέφωνο και σε λίγο χτύπησε ξανά η πόρτα. Ήταν η μαυρομάλλα γραμματέας με την ελιά στο μάγουλο, μια νοστιμούλα όχι πάνω από εικοσιπέντε χρόνων.

«Ωραία, ευχαριστώ» της είπε χωρίς να ανοίξει διάπλατα την πόρτα μήπως και δει τον πρωθυπουργό σε στάση μπρούμυτα με το χέρι να κρέμεται κάτω από τον καναπέ.

Έκατσε πάλι στην πανάκριβη καρέκλα και διάβασε με προσοχή την απάντηση του υπουργείου Οικονομικών.

«Το ποσοστό που πρέπει να εισπράττουμε από κάθε δοσοληψία με τις κάρτες κίνησης έτσι ώστε να είναι εφικτή η αναπλήρωση των ταμείων μας εντός έξι μηνών -ημερομηνία που θα λήγουν και τα δάνεια δηλαδή- έχει υπολογιστεί στην τάξη του επτά τοις εκατό». Ωραία, το κάνουμε δέκα και

Page 52: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

52 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

είμαστε οι καλύτεροι του χωριού, σκέφτηκε. Διάβασε και το συμπέρασμα στο τέλος. «Αν συνυπολογίσουμε ότι τον τελευταίο χρόνο έχουμε βάλει λόγω του υψηλού εξωτερικού χρέους στους πολίτες έμμεσους φόρους σε όλα τα αγαθά όπως τσιγάρα, ποτά, τρόφιμα, και αν συνυπολογίσουμε και τη μείωση των συντάξεων και των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, δεν υπάρχει επιπλέον μέτρο που να μας προσφέρει περαιτέρω έσοδα. Όπως αναλύθηκε στις προηγούμενες σελίδες, εκτός των άλλων θα πρέπει να εξυπηρετήσουμε ένα επιπλέον δάνειο από τα προβλεπόμενα, δηλαδή αυτό που αφορά την κοινωνική μέριμνα για τη λεγόμενη κάρτα κίνησης. Δεν υπάρχουν φιλολαϊκές λύσεις ή προτάσεις, παρά μόνο να κόψουμε κάθε πιθανή κοινωνική μέριμνα και φυσικά να μειώσουμε κι άλλο τους μισθούς και τις συντάξεις, διακυβεύοντας μια μελλοντική κοινωνική έκρηξη. Για να είμαι ακριβής, καμία λύση ή πρόταση δε θα μπορούσε να είναι ρεαλιστική στην παρούσα φάση. Κατόπιν λοιπόν όλων των παραπάνω αλλά με δυστοκία, προσυπογράφω την πρόταση των τραπεζών, ως έσχατη λύση».

«Όμορφα!» είπε. Ύστερα πήρε το χαρτί που είχε πάνω του όλες τις πληροφορίες για τη δημοσιογράφο. «Τέλεια!» αναφώνησε μόλις το διάβασε και πήρε τη γραμματέα του, να δώσει την άδεια στη δημοσιογράφο να επισκεφτεί το γραφείο του πρωθυπουργού σε πέντε λεπτά. Ξαναπήρε την ασφάλεια και ζήτησε τέσσερις άνδρες να μεταφέρουν τον πρωθυπουργό στο δωμάτιο ξεκούρασης με άκρα μυστικότητα. «Δεν είναι δυνατόν ένας πρωθυπουργός να κοιμάται στον καναπέ!» τους είπε και αυτοί έτρεξαν.

Κοίταξε το δωμάτιο γύρω του. Τέτοιες δουλειές απαιτούσαν ένα οβάλ γραφείο που εντελώς τυχαία, ήταν άδειο.

Η ώρα είχε πάει έξι το απόγευμα όταν ο κεντρικός παρουσιαστής

διέκοψε την αναμετάδοση σχετικά με τη λεηλασία ενός πολυκαταστήματος από πολίτες που απαιτούσαν να πάρουν τρόφιμα, γάλα και είδη πρώτης ανάγκης με το τουφέκι στο χέρι, και λίγο πριν αναφωνήσει: Μα καλά τι κάνει η κυβέρνηση, η χώρα βγαίνει εκτός ελέγχου, ένα χαρτί τού ήρθε εμπρός του. Πάνω που το διάβαζε, κόπηκαν τα παράθυρα και οι αναμεταδόσεις και το πλάνο της οθόνης γέμισε με το πρόσωπό του. Είχε ένα ενοχλημένο, ένα μυστηριώδες βλέμμα, ένα ύφος του στυλ μα καλά ποια είναι αυτή που κατάφερε

Page 53: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 53 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

να ψαρέψει τέτοιο θέμα, αλλά φυσικά δεν το είπε, αντιθέτως έκανε στην άκρη και δίπλα του έκατσε μια πανέμορφη κοπέλα, γύρω στα τριάντα με καρέ μαλλί, ντυμένη με ένα ταγιέρ ανοιχτόχρωμο και ένα χαμόγελο αγγέλου.

«Κυρίες και κύριοι, έχουμε δίπλα μας μια συνάδελφο, που αν και δεν εργάζεται στο κανάλι μας, προθυμοποιήθηκε να μας αναγγείλει τις πρώτες αποφάσεις της κυβέρνησης. Σας ακούμε!»

Οι πολίτες της χώρας σώπασαν, πλησίασαν την τηλεόραση, άλλοι ανάβοντας τσιγάρο, άλλοι στέλνοντας τα παιδιά στο κρεβάτι τους, κάποιοι στάθηκαν έξω από τα πολυκαταστήματα, μέσα στα καφενεία, γενικά όπου υπήρχε τηλεόραση για να μπορέσουν επιτέλους να πάρουν μια ουσιαστική απάντηση στο μέγα αυτό πρόβλημα που ταλάνιζε τη χώρα. Κάποιες λεηλασίες σταμάτησαν απότομα, έκατσαν οι παραδομένοι υπάλληλοι που μέχρι τώρα ήταν με τα χέρια ψηλά, παρέα με τους βάνδαλους και κοίταζαν την τηλεόραση. Κάποιος μάλιστα που κρατούσε μια κούτα γάλα στα χέρια, ζήτησε από τον υπάλληλο να δυναμώσει τον ήχο, γιατί όπως ισχυρίστηκε, έπασχε από βαρηκοΐα.

Η νεαρή δημοσιογράφος με το ταγέρ διάβασε από ένα χαρτί όλη την κατάσταση της οικονομίας, ξεκινώντας από την πρόταση: σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, για να επικεντρωθεί αμέσως μετά στις πιθανές καταστροφές για τη χώρα, όπως αύξηση της ανεργίας, χρεωκοπία και τα συναφή σε περίπτωση που δε γινόταν επανεκκίνηση της οικονομικής ανάπτυξης. Με την πρόταση: αν δεν εισπράττει το κράτος έσοδα, δίχως δηλαδή ΦΠΑ και φόρους, στο τέλος θα χρεοκοπήσουμε, θα φτωχύνουμε όλοι με αποτέλεσμα να τα πουλήσουμε όλα στους ξένους, έκλεισε την εσχατολογία της.

Ο κόσμος μαγκώθηκε, τρόμαξε και παράτησε κάτω το τσιγάρο ο ένας, την κούτα με τα γάλα ο άλλος. Ακόμη και ο ιερέας, εκείνος ο τίμιος άνδρας που έκανε το παγκάρι του φτερά, πήρε αγκαλιά την παπαδιά σαν να ήταν η τελευταία τους επαφή πριν τη συντέλεια.

Τα λόγια του κειμένου φυσικά, όπως όλοι αντιλαμβανόμαστε, τα είχε γράψει ο ίδιος ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου, παραγγέλνοντας στη δημοσιογράφο να έχει ένα ύφος τρομαγμένο και στενάχωρο στην αρχή και στο κλείσιμο του κειμένου, εκεί δηλαδή όπου έπρεπε να τονιστεί η εθνική μας ταυτότητα, η εθνική μας κυριαρχία, η αυταπάρνηση της κυβέρνησης, να τονίσει το ύφος της, δείχνοντας σιγουριά για ό,τι λέει και να μπάσει τη λέξη φιλότιμο, εθνική υπερηφάνεια στο πετσί του κάθε πολίτη.

«Υπάρχει λύση» είπε στο γυαλί η γοητευτική δημοσιογράφος, «και αυτή είναι η κάρτα κίνησης». Με όσο πιο απλά λόγια, εξήγησε πώς θα

Page 54: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

54 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

δουλεύει και ποιος θα την έχει, δίχως να αμελήσει να αναφέρει ότι θα δοθεί από το κράτος ένα επίδομα. «Όλοι οι πολίτες!» τόνισε. Πριν κλείσει είπε επίσης, επικαλούμενη δημοσιογραφικά κέντρα, για την έκτακτη φορολογία που θα σήμαινε όλο αυτό σχέδιο, αλλά και τις πιθανές μειώσεις συντάξεων, μισθών, όπως και τον φόρο αλληλεγγύης. «Είναι λογικό, να συμβούν και αυτά» είπε κοιτάζοντας την κάμερα με ένα αθώο φυσικό ύφος που δεν μπορούσε κανείς να μέμψει. Λίγο τα όμορφά της χείλια, λίγο η καθαρή ματιά της, λίγο η μελαγχολία, και ο κόσμος δεν έδειξε να αντιδρά στα λεγόμενά της. Ο λαός μπορεί να ανεχτεί τα πάντα, αρκεί να τον έχεις προειδοποιήσει μέσα από όμορφα χείλη, έγραψε σε σχόλιό του ένας blogger.

Η εμφάνιση της δημοσιογράφου ήρθε κουτί στον διευθυντή του πολιτικού γραφείου, μα και η ίδια δε ζημιώθηκε. Με αυτήν τη σημαντική δημοσιογραφική πληροφορία που είχε στα χέρια της, την άλλη μέρα όλοι οι σταθμοί της χώρας θα την αγκάλιαζαν σαν να ήταν ανέκαθεν το παιδί που είχαν παραμελήσει. Όχι, αυτή η συνεργασία του διευθυντή με την όμορφη δεσποινίδα, μόνο καλά αποτελέσματα μπορούσε να έχει, και στην πράξη, αυτό συνέβη.

Ο παρουσιαστής, ακόμα θαμπωμένος από την όμορφη κοπέλα, ψέλλισε δυο τρεις ερωτήσεις τυπικές- Δηλαδή δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει πάλι η σκόνη χρήμα; και Πότε θα περάσει αυτή η πρόταση στη Βουλή;- ερωτήσεις φυσικά που απαντήθηκαν αμέσως.

«Όχι, η σκόνη είναι σκόνη και το χρήμα, χρήμα. Μην τα συγχέουμε». Και σχετικά με τη δεύτερη ερώτηση: «Άμεσα! Η νομοθετική πρόταση θα πάει άμεσα στη Βουλή».

Ο πρωθυπουργός ακόμη κοιμόταν στο δωμάτιο ξεκούρασης όταν χτύπησε το κινητό τηλέφωνο του διευθυντή. Ήταν η ώρα να λάβει τα εύσημα από τον πρόεδρο του Συνδέσμου των τραπεζών.

«Ναι, έλα, την είδες τη… ναι, ναι... Όπως σου είπα, τα κατάφερα, ναι, έπεισα τον πρωθυπουργό να δεχτεί την πρότασή σας. Υπάρχει ένα θέμα μόνο, δεν ξέρω τι θα πούνε οι δικοί μας στη Βουλή. Ναι, τον υπουργό Οικονομικών και τον υπουργό Ναυτιλίας, αυτούς φοβάμαι. Φυσικά και έχουμε πλειοψηφία στη Βουλή αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Ναι εντάξει, εντάξει, θα ευχαριστήσω τον πρωθυπουργό, μα τι λες; Εγώ ευχαριστώ και όπως είπαμε, εντάξει;»

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, δεν ήταν δύσκολο να παρουσιαστεί το πλήρες νομοσχέδιο ως κατεπείγον αλλά και να ψηφιστεί, πάντα με γρήγορες διαδικασίες. Η ώρα ήταν επτά, μέχρι τις εννιά έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί τα πάντα. Ο πρωθυπουργός έμεινε να κοιμάται, όταν ο διευθυντής έφυγε για

Page 55: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 55 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

τη Βουλή με δακτυλογραφημένη την πλήρη πρόταση του νομοσχεδίου. Έπρεπε να σκεφτεί όμως ακόμη ένα πράγμα: να δικαιολογήσει την απουσία του πρωθυπουργού σε μια τόσο κρίσιμη κατάσταση. Ίσως να πήγε στο εξωτερικό να συζητήσει με τους εταίρους ομολόγους του. Ίσως, ναι, καλή δικαιολογία, αλλά πρέπει να σκεφτώ πού πήγε, φάνηκε να λέει, ενόσω κατέβαινε με το ασανσέρ στο αυτοκίνητο.

Την ίδια ώρα που η Βουλή συνεδρίαζε, η χώρα δοκιμαζόταν από τις εξελίξεις. Ο ιερέας, για παράδειγμα, προσπαθούσε να φανταστεί τη ζωή του με μια καρτούλα. Προσπάθησε να φέρει στο μυαλό του την εγκατάσταση του μηχανήματος στο παγκάρι και σωστά σκέφτηκε τον δισταγμό του κάθε πιστού να περάσει την κάρτα στο παγκάρι. Ο μανάβης καθάριζε τον πάγκο για να μπει η εν λόγω μηχανή και αναρωτιόταν μηπως η σκόνη από τις πατάτες το κατέστρεφε, η φτωχή χήρα με τα τρία παιδιά αναλογιζόταν αν θα έπαιρνε μόνο αυτήν την κάρτα κίνησης μαζί με το επίδομα ή θα δίνανε και στα τρία παιδιά της. Τα μέλη του κάθε συνδικαλιστικού φορέα κανόνισαν έκτακτη συνάντηση μέσα στη νύχτα για να συζητήσουν και να αποφασίσουν για τη δημοκρατικότητα των μέτρων, -όχι ότι τους ρώτησε κανένας, αλλά να, αυτό απαιτεί η ύπαρξή τους. Στο κομμουνιστικό κόμμα βγήκε ανακοίνωση ότι η κάρτα είναι ο βραχνάς του εργάτη και οι φόροι που θα προκύψουν από αυτή θα είναι δυσβάστακτοι. «Το κεφάλαιο βρήκε και πάλι τρόπο να απαγχονίσει τον εργαζόμενο» είπαν και συναντήθηκαν στα γραφεία τους να δουν πού θα βάλουν το μηχανάκι με τις κάρτες.

Η Ένωση εφοπλιστών απεφάνθη ότι είναι πάρα πολύ καλή ιδέα, μάλιστα ετοίμασαν σε χρόνο ρεκόρ πρόταση αύξησης των ναύλων τους, με την αιτιολογία ότι οι πρόσθετοι φόροι πιθανόν να τους κάμψουν τις πωλήσεις. Οι επιχειρήσεις, ιδιαίτερα οι μεγάλες, δέχτηκαν το μέτρο σαν τη μόνη σωτηρία πριν την οικονομική τους κατάρρευση, οι έμποροι ναρκωτικών κατέβηκαν στο κέντρο να το κάψουν, γιατί με καρτούλες δεν γίνεται εμπόριο. «Τι θα τον κάνουμε τον εξαρτημένο;» είπαν και είχαν δίκιο. Μαζί τους οι πόρνες και οι έμποροι ταινιών ακατάλληλου περιεχομένου. Τους συνόδεψαν με την αιτιολογία ότι παύει η ιδιωτικότητα του πελάτη, συνεπώς προέβλεπαν μείωση στα έσοδά τους.

Οι συνταξιούχοι μουρμούρισαν αλλά συνέχισαν να κάθονται στους καναπέδες, οι νοικοκυρές πήγαν να βράσουν μακαρόνια για βραδινό γιατί όπως είπαν, «δεν είναι καιρός για έξοδα». Κάποιοι εργάτες έμειναν με το τσιγάρο στο στόμα και τη ρακί στο χέρι, δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν τα μέτρα, αλλά κράτησαν κατάστηθα τις λέξεις: εθνική περηφάνια, εθνική

Page 56: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

56 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

κυριαρχία και μόνη λύση, λέξεις που πρόφεραν τα χείλη της όμορφης δημοσιογράφου, και αυτό τους αρκούσε για να την πέσουν για ύπνο.

Οι δημοσιογράφοι στα κανάλια ξεσκόνιζαν την πρόταση της κυβέρνησης, κάνοντας εύλογες ερωτήσεις. «Τι θα γίνει με αυτά που χρωστάει ο κάθε πολίτης στις τράπεζες και στο δημόσιο; Δεν θα υπάρχει εκεί κάποια απαλλαγή; Θα γίνει κάποιος συμψηφισμός;» Δυστυχώς οι ερωτήσεις πήγαιναν στον βρόντο, με την αιτιολογία ότι «είναι πολύ νωρίς να ελέγξουμε τις παραμέτρους και τις επιπτώσεις, ας ξεκινήσει το μέτρο άμεσα μη φαλιρίσουμε και έπειτα κάνουμε διορθωτικές κινήσεις όπου χρειάζεται».

Οι άστεγοι, επαίτες και τα παιδιά των φαναριών, χάρηκαν που θα έπαιρναν κάποιο μικρό επίδομα εκεί που δεν ήξεραν τι θα φάνε την επομένη, αλλά δεν έλειψαν και αυτοί που διαμαρτυρήθηκαν, έβρισαν και αγανάκτησαν, σκεπτόμενοι πάντα την επόμενη μέρα όπου η επαιτεία θα έπρεπε να γίνει με το μηχάνημα καρτών στα χέρια, γεγονός που καταργούσε κάθε έννοια επαιτείας.

Φυσικά όπως όλοι περίμεναν, στο εξωτερικό η κυριότερη συζήτηση όλων των καναλιών αλλά και των ραδιοφώνων, ήταν η νέα οικονομική πολιτική, το νέο καθεστώς με τις κάρτες κίνησης και φυσικά όλοι οι αναλυτές προέβησαν σε υποθέσεις και προβλέψεις για το μέλλον μιας τέτοιας οικονομίας. Το σημαντικό όμως, όπως είπαν, ήταν ότι «η οικονομία της χώρας θα ξεκινήσει δειλά-δειλά και πάλι να κινείται, οπότε οι δανειακές υποχρεώσεις θα καλυφθούν, έστω και με μια κάποια μικρή καθυστέρηση». Εξάλλου, αυτό ήταν και το θέμα που τους έκαιγε. Όλα τα υπόλοιπα, όπως ο κοινωνικός αντίκτυπος, η αύξηση της ανεργίας και του κόστους ζωής, αντιμετωπίζονταν με κάποια σκωπτική διάθεση, κάποια ειρωνεία αλλά και στωικότητα, θα έλεγε κανείς.

Μα και η συζήτηση στη Βουλή, είχε τα απρόοπτά της παρά τα εγκωμιαστικά σχόλια που απέσπασε ο διευθυντής αντί του πρωθυπουργού, που αναγκαστικά “έλειπε” για να σώσει τη χώρα. Η δικαιολογία που σκαρφίστηκε ο διευθυντής ήταν απλή: «Πήγε να πείσει τους δανειστές να μεταχρονολογήσουν τις ημερομηνίες εξόφλησης των υποχρεώσεών μας». Φυσικά και ήταν ψέμα, διότι ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών είχε ήδη προβλέψει και προσυμφωνήσει με τους δανειστές. «Σε ποια χώρα πήγε, σε ποια οικονομικά κέντρα»; «Είναι απόρρητο» είπε ο διευθυντής και κανείς δεν τον πίεσε.

Τελικά, όλο το κόμμα του πρωθυπουργού, που είχε άλλωστε και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, συμφώνησε με την πρόταση και το νομοσχέδιο,

Page 57: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 57 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

ακόμη και οι υπουργοί των Οικονομικών και της Ναυτιλίας, γεγονός που προξένησε κάποια απορία στον διευθυντή. Φυσικά δεν το σχολίασε, πήρε τη θετική τους ψήφο με χαμόγελο και απευθύνθηκε στην αντιπολίτευση, το δεύτερο δηλαδή μεγάλο κόμμα, αλλά και στα υπόλοιπα πιο μικρά κόμματα. Ένας βουλευτής από το κόμμα των οικολόγων διαμαρτυρήθηκε με το επιτόκιο του δέκα τoις εκατό των τραπεζών στο δάνειο της κυβέρνησης και του επιπρόσθετου δέκα της εκατό της κυβέρνησης στον λαό μέσω της κάρτας κίνησης. Επίσης διαμαρτυρήθηκε, γιατί η πρακτική των καρτών κίνησης (φυσικά με άλλο όνομα) υπήρχε και στο εξωτερικό ήδη εδώ και χρόνια και εκεί οι πολίτες των άλλων χωρών δε φορολογούνταν, αντίθετα οι τράπεζες τούς προτείναν να χρησιμοποιούν τις ηλεκτρονικές κάρτες ανάληψης με σκοπό τη μείωση των εξόδων διακίνησης και αποθήκευσης των μετρητών χρημάτων. «Δεν καταλαβαίνω γιατί εδώ θα υπάρχει επιβάρυνση» ήταν η εύλογη απορία του.

Τον λόγο πήρε ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών: «Η φορολογία στην κίνηση της κάρτας γίνεται προς όφελος της χώρας και όχι των τραπεζών, οπότε η σύγκριση είναι ατυχής. Ως γνωστόν, η οικονομία της χώρας είναι εύθραυστη, ας μην ξεχνούμε ότι είμαστε στα πρόθυρα της καταστροφής και αν δεν ήταν οι εκλαμπρότατοι ηγέτες των άλλων χωρών να μας δανείσουν, τώρα δε θα υπήρχε ούτε άυλο χρήμα, ούτε μετρητά. Γενικά θα είχαμε βαρέσει πτώχευση ως κράτος. Πώς λοιπόν, κάτω από αυτές τις συνθήκες, το κράτος θα μπορέσει να εξυπηρετήσει ένα επιπλέον δάνειο, αυτό δηλαδή που δίνουμε εμείς από τα πενιχρά μας κέρδη για να βοηθήσουμε την κυβέρνηση να εκτελέσει το κοινωνικό της έργο; Ποιο; Ρωτάτε ποιο; Μα φυσικά την καταβολή του πέντε τοις εκατό της τελευταίας φορολογικής δήλωσης (αν υπάρχει) ή του ελάχιστου ποσού αποζημίωσης για όσους δεν δηλώνουν εισοδήματα! Έχετε βάλει κάτω τα νούμερα να δείτε πόσα είναι; Εδώ λοιπόν βοηθούμε εμείς την κυβέρνηση δανείζοντάς την, και με την επιδερμική φορολογία του δέκα τοις εκατό σε κάθε συναλλαγή, εξασφαλίζουμε τον ισοσκελισμό των προϋπολογισμών του κράτους. Πείτε τον φόρο συναλλαγής, επίδομα αλληλεγγύης, η ουσία παραμένει η ίδια. Είναι ένα μέτρο δίκαιο και αναγκαίο».

Η αντιπολίτευση απάντησε: «Εμείς είμαστε κόμμα με μεγάλες ανοχές, κόμμα με κατανόηση και εμπρός στην πιθανή καταστροφή της χώρας ψηφίζουμε ΝΑΙ στο νομοσχέδιο! Παρακαλώ να καταγραφεί η κίνησή μας στο πινάκιο με τις καλές πράξεις και να παραδειγματιστεί η κυβέρνηση την επόμενη φορά που θα χρειαστούμε εμείς ως κυβέρνηση τη βοήθειά της».

Page 58: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

58 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Κανείς δεν μπορούσε να τους φέρει αντίρρηση, οπότε ένας πρακτικογράφος της Βουλής, με διαφορετικό στυλό, σημείωσε την κίνηση της αντιπολίτευσης στο πινάκιο καλών πράξεων, για να μην ξεχαστεί.

Κατά τις δέκα το βράδυ, η πρόταση είχε υπερψηφιστεί, η μέρα τελείωνε με ένα απαλό αεράκι και ένα φεγγάρι χλωμό και ρομαντικό, ο κόσμος έκλεισε τις τηλεοράσεις, φόρεσε τις παντόφλες του και πήγε να ξαπλώσει κουρασμένος. Εκείνη τη νύχτα δε συνέβη κανένα επεισόδιο, κανένα πορνείο δεν άνοιξε (χωρίς λεφτά ποιος ο λόγος), κανένα μπαρ, εστιατόριο, ταβέρνα, και όσοι δούλευαν σε νυχτερινή εργασία, απλώς δεν πήγαν. Οι φύλακες δεν είχαν να φυλάξουν τίποτα, οι συναγερμοί δε χρησιμοποιήθηκαν και οι κλέφτες αποκαρδιωμένοι πήγαν και αυτοί με τη σειρά τους για ύπνο. Αν θα μπορούσε ποτέ κανείς να μιλήσει για μια ήσυχη νύχτα, τότε ήταν η μόνη του ευκαιρία να ακριβολογήσει.

Μόνη κραυγή, αυτή του γραφικού βουλευτή από τη νότια χώρα με το δικό του μικρό τηλεοπτικό κανάλι που αριθμούσε με το ζόρι πενήντα τηλεθεατές. «[...] δυστυχώς μας αγοράσανε τα ξένα κεφάλαια, όπως ακριβώς έχει προβλέψει ο Μαξ».

Όπως ανοίγει τα μάτια του ένας παραλίγο πνιγμένος, έτσι άνοιξε και ο

πρωθυπουργός τα δικά του. Με την ίδια ένταση και αγωνία. Μόνο που δεν αντίκρισε τον ναυαγοσώστη του, αλλά ένα άσπρο ταβάνι, σαγρέ, με ένα μικρό φωτιστικό. Τα μάτια του παρατήρησαν τον χώρο και κατάλαβε αμέσως πού βρισκόταν. Πώς όμως βρέθηκε εκεί, ούτε που μπορούσε να θυμηθεί. Το κεφάλι του τον βάραινε όσο ένας τενεκές με λάδι πάνω στους ώμους του.

Το μικρό αυτό δωμάτιο είχε ένα μπάνιο, μια μικρή ντουλάπα γεμάτη ρούχα και ένα παράθυρο που έβλεπε στην πίσω μεριά του κτιρίου. Το άνοιξε και εισέπνευσε καθαρό οξυγόνο, το πρωινό αεράκι τον συνέφερε κάπως, αλλά όχι αρκετά. Είκοσι λεπτά αργότερα, οι υπάλληλοι του γραφείου τον είδαν να περιφέρεται στους διαδρόμους, χαμογελαστός όπως πάντα, αλλά και αμίλητος, δίχως να κάνει παρατηρήσεις και εκείνοι, ειδικά σήμερα, τον θαύμασαν μια ουγκιά παραπάνω. Ο ίδιος τουλάχιστον δεν μπορούσε να το εξηγήσει, οπότε τα βουβά χαμόγελα των συνεργατών του, τον έκαναν να νιώθει ότι το κουστούμι που διάλεξε μάλλον τον έδειχνε πιο όμορφο, ίσως

Page 59: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 59 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

πάλι το ξύρισμα που έκανε μετά το ντους, ποιος ξέρει; Ίσως όλα μαζί ή και τίποτα από αυτά.

Η ιδιαιτέρα του τον περίμενε με την αλληλογραφία στο χέρι και το ίδιο θαυμάσιο χαμόγελο με τους υπόλοιπους συνεργάτες του. Ειδικά από γυναίκα, τέτοιο χαμόγελο, ε είναι ωραίο, σκέφτηκε και με πεταχτά βήματα μπήκε στο γραφείο του. Ο πονοκέφαλος είχε υποχωρήσει αρκετά, αλλά όχι τελείως, ίσως ελάχιστα, μα ποιος νοιάζεται;

Έκατσε στην ακριβή του καρέκλα, πίεσε τις σούστες, τα ελατήρια και έπιασε με το αριστερό χέρι το τηλεκοντρόλ. Στο ενδιάμεσο των διαφημίσεων, άνοιξε η πόρτα, μπήκε η ιδιαιτέρα με τον καφέ πικρό όπως τον είχε ζητήσει, και για καλή της τύχη, οι διαφημίσεις τελείωσαν ακριβώς την ώρα που έκλεινε την πόρτα πίσω της. Είχε μάλιστα απομακρυνθεί όταν εμφανίστηκε ο παρουσιαστής των ειδήσεων στην τηλεόραση και έκανε τον απολογισμό της προηγούμενης ημέρας. Πιθανόν αν ήξερε από πριν το ουρλιαχτό που θα έβγαζε ο πρωθυπουργός, να είχε φροντίσει να πάει μέχρι το περίπτερο ή να παραιτηθεί ακόμη, ποιος ξέρει την κατάλληλη αντίδραση όταν ουρλιάζει ένας πρωθυπουργός; Μα δε θα σταθούμε σε αυτό. Το θέμα είναι ότι μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας από εκείνη τη στιγμή, ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου ήρθε τρέχοντας να εξηγήσει στον πρωθυπουργό ότι αυτή ήταν η μόνη λύση για να βγει η χώρα από το τέλμα.

Μα ο πρωθυπουργός ήταν ανένδοτος, είχε σηκωθεί όρθιος και επέμενε για τις κινήσεις που θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει ο διευθυντής, και όχι να μηχανορραφήσει ένα τέτοιο τεράστιο ψέμα για να καταφέρει τα σχέδιά του.

«Και τι θα πω τώρα εγώ, σε ποια χώρα ήμουν, με ποιόν συνομιλούσα; Μπορώ νομίζεις να πω ένα όνομα στην τύχη; Εφτακόσιοι δημοσιογράφοι θα πέσουν πάνω μου να το εξακριβώσουν. Δεν είναι έτσι απλά τα πράγματα, αμ το άλλο; Πού το πας το άλλο; Επειδή ο εξυπνάκιας πρόεδρος των τραπεζών μάς ζήτησε τα σώβρακά μας, εμείς πρέπει να τα δώσουμε αμαχητί; Άκου να πάρουμε από τον φορολογούμενο πολίτη δέκα τοις εκατό εμείς, και δέκα οι τράπεζες! Για ποιο λόγο; Ε; Για να τον σώσουμε; Τον πνίγουμε με τα χέρια για να σωθεί από τον τύφο; Τέτοια σωτηρία να τη βράσω!»

Θα έλεγε και άλλα, ίσως και πιο χοντρά, αν ο διευθυντής δεν του έδειχνε στις εφημερίδες τα πρωτοσέλιδα που έγραφαν με μεγάλα γράμματα διθυράμβους για την αποφασιστικότητα, τη λύση που μπόρεσε να σκαρφιστεί ένας τέτοιος ηγετικός νους.

Page 60: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

60 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Ναι, καλά, όλοι αυτοί είναι φιλοκομματικοί, δε μετρούν!» αντέδρασε και πάλι ο πρωθυπουργός, πετώντας μάλιστα με δύναμη τις φυλλάδες στο πάτωμα.

«Μη φωνάζετε! Ηρεμήστε! Σκεφτείτε λογικά, όπως πήγαινε η κατάσταση ούτως ή άλλως ο μόνος δρόμος ήταν το άυλο χρήμα. Ξεχνάτε τον νόμο που ο ίδιος είχατε ψηφίσει για συναλλαγές μέσω τραπέζης πάνω από ένα ποσό; Για τους νόμους περί μισθοδοσίας, μέσω τραπεζών αποκλειστικά; Αναπόφευκτα λοιπόν, ακόμη και αν δεν γινόταν το χρήμα σκόνη, να προχωρούσαμε στον ίδιο νόμο, δεν αλλάζει τίποτα ιδιαίτερα».

«Μα τι λες! Πήραμε δάνεια! Ο κόσμος, ο απλός πολίτης θα δυσανασχετήσει! Δε φτάνει που έχασε τα χρήματα που κρατούσε στα χέρια, μέσα στην καταστροφή θα του αρπάξουμε και ό,τι πιθανόν να έπαιρνε στο μέλλον ή ό,τι έχει μαζεμένο στην άκρη!»

«Δεν υπάρχουν απόλυτα δίκαιες αποφάσεις! Καθήκον μας είναι να σώσουμε τη χώρα δίχως να σκεφτούμε τι θα χάσει ο ένας και ο άλλος!»

Ο πρωθυπουργός έσκυψε το κεφάλι δυσαρεστημένα και είπε: «Δεν ήταν σωστό αυτό που έγινε».

Δεν είχε άλλες επιλογές ο διευθυντής για να μη χάσει τη θέση του, ίσως και πάλι να είχε προγραμματίσει από πριν τα λόγια του. Όπως και να είχε, η επόμενη κουβέντα έκανε τον πρωθυπουργό να ξανασκεφτεί την κατάσταση.

«Πολύ καλά κύριε, όπως επιθυμείτε, η παραίτησή μου είναι στα χέρια σας, εντός ολίγου θα σας τη φέρω και γραπτή. Αναλαμβάνω την ευθύνη εξ’ ολοκλήρου!»

«Δεκτή!» απάντησε ο πρωθυπουργός μέσα στα νεύρα, μα ο διευθυντής ετοιμόλογος, συμπλήρωσε έχοντας ήδη γυρίσει την πλάτη, δείχνοντας έτσι την πρόθεσή του να βγει από το δωμάτιο. «Τη συνέντευξη τύπου πρέπει να οργανώσουμε μόνο, είναι κρίμα να λέω στους δημοσιογράφους πως ό,τι έκανα, το έκανα επειδή ο πρωθυπουργός είχε γίνει σταφίδα από το ουίσκι και κοιμόταν. Πρέπει και εσείς να πείτε το ίδιο για να μετριάσουμε τις αντιδράσεις».

«Μα δε θα πεις αυτό!» πετάχτηκε όρθιος ο πρωθυπουργός, «Θα βρεις κάτι άλλο να πεις!»

«Σαν τι; Θέλετε να πω ψέματα; Συνεχίστε, μου δίνετε υλικό για τους δημοσιογράφους, το φαντάζομαι μάλιστα στους μεγάλους τίτλους της εφημερίδας Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΜΕ ΔΙΕΤΑΞΕ ΝΑ ΠΩ ΨΕΜΑΤΑ!, αλήθεια θα έκανε μεγάλη εντύπωση να γραφτεί κάτι τέτοιο».

«Μα δε σε διέταξα!»

Page 61: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 61 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Αλλά τι; Με παρακαλέσατε;» «Ναι…» «Χα!» Ο πρωθυπουργός συνοφρυώθηκε, μπούκωσε η μύτη του -μάλλον από

κάποια αλλεργία που τον ταλαιπωρούσε από παιδί- και ίσως και να έσκαγε αν δεν τη φυσούσε με ένα χαρτομάντιλο.

Ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου ήταν ένας λιπόσαρκος άνδρας με φαρδουλά κουστούμια. Προτιμούσε τα ανοιχτόχρωμα κουστούμια με κόκκινη γραβάτα, γιατί τόνιζαν το σκούρο δέρμα του και τα σπινθηροβόλα καστανά μάτια του. Απόφοιτος της Νομικής, είχε περάσει από διάφορες θέσεις σε μεγάλες εταιρίες δίχως ποτέ του να ασκήσει το ελεύθερο επάγγελμα του δικηγόρου. Ήταν γνωστός με το όνομα ο ποντικός, παρατσούκλι που κέρδισε με τον ιδρώτα του μέσα από τις αλλεπάλληλες εργασιακές του θέσεις, αλλά και που ταυτόχρονα τον ευχαριστούσε να το χρησιμοποιεί σε κάθε ευκαιρία, τόσο που ακόμη και στο βιογραφικό του ήταν σημειωμένο πάνω-πάνω όταν το παρέδωσε στον πρωθυπουργό προσωπικά. Κάτι σαν παράσημο μηχανορραφίας. Είχε τη φήμη ανθρώπου που καταφέρνει ό,τι βάλει στον νου του ή ό,τι τον διατάξουν να επιτύχει. Αθόρυβος, αποτελεσματικός και με εξαιρετική εμπειρία στις διαπραγματεύσεις, αναλάμβανε πάντα να ξελασπώσει και να οδηγήσει εταιρείες, ανθρώπους αλλά και πολιτικούς στον στόχο τους.

«Ωραία, λοιπόν! Ξέχνα ό,τι προηγήθηκε. Τώρα να δούμε τι κάνουμε!» Δεν πρόλαβε να τελειώσει την πρόταση και χτύπησε το εσωτερικό του τηλέφωνο για να ενημερωθεί από την, τρομοκρατημένη ακόμη από το προηγούμενο ξέσπασμά του, ιδιαιτέρα του, ότι παρκάρει στο γκαράζ το αυτοκίνητο του προέδρου της Δημοκρατίας. «Ευχαριστώ παιδί μου» απάντησε ο πρωθυπουργός με σταθερή φωνή, αλλά αν μπορούσαμε με κάποιο τρόπο να μπούμε στο μυαλό του θα ανακαλύπταμε μια ταραχή που χτυπούσε τα μηνίγγιά του με δύναμη.

«Ο πρόεδρος! Εδώ; Από πότε ο πρόεδρος έρχεται στο πρωθυπουργικό γραφείο; Σίγουρα για να με κατσαδιάσει έρχεται! Θεέ μου, τώρα τι λέμε;» ήταν οι μόνες λέξεις που μπόρεσε να προφέρει ο πρωθυπουργός προτού βάλει το πρόσωπό του μέσα στις παλάμες, σε στάση περισυλλογής.

Ο διευθυντής στάθηκε απορημένος στην αλλαγή διάθεσης του πρωθυπουργού.

Page 62: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

62 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Έρχεται ο πρόεδρος της Δημοκρατίας» δικαιολογήθηκε ο πρωθυπουργός και με ύφος κλαψιάρικου μωρού ρώτησε: «Φαντάζομαι δεν τον ενημερώσατε προτού στείλετε το νομοσχέδιο στη Βουλή, ε;»

Ο διευθυντής έσκυψε το κεφάλι και έπειτα από λίγη σκέψη είπε: «Πρέπει να φανείτε αντάξιος της θέσης σας. Αυτή η παράλειψή σας οφείλεται στην πίεση του χρόνου. Τα πάντα έγιναν γρήγορα, εσείς έπρεπε να πετάξετε στο εξωτερικό και να μεταπείσετε τους δανειστές της χώρας. Απλά, δεν υπήρχε χρόνος».

«Η πα-ρά-λει-ψή μου;» είπε φωναχτά τονίζοντας τις συλλαβές ο πρωθυπουργός ενώ οι βολβοί των ματιών του κόντευαν να βγουν από τη θέση τους.

«Ε ναι, φυσικά! Δεν είπαμε ότι εσείς τα σχεδιάσατε όλα; Εκτός αν ισχύει η παραίτησή μου και φυσικά η συνέντευξη τύπου κατ’ επέκταση και…» απάντησε με νόημα ο διευθυντής και έκατσε στον καναπέ, σταυρώνοντας τα χέρια.

Ο πρωθυπουργός άνοιξε το πρώτο συρτάρι, έβγαλε τα ηρεμιστικά του χάπια, πέταξε δύο στη χούφτα του και τα κατάπιε αμάσητα. Ένα από αυτά, του έκατσε στον λαιμό. Άρπαξε τον καφέ και τον ήπιε μονορούφι, γεγονός που τον έκανε να πεταχτεί πάνω, καθότι ο γαλλικός είθισται να είναι καυτός και στην περίπτωσή μας ήταν ακόμη. Η ιδιαιτέρα ξαναπήρε τηλέφωνο, «ήρθε λέει ο πρόεδρος και περιμένει να μπει μέσα, να ανοίξω;» «Φυσικά» είπε με πνιχτή φωνή ο πρωθυπουργός και με ηράκλειες προσπάθειες ξεπέρασε το κάψιμο στον λαιμό του, ανασκουμπώθηκε και έκατσε καλύτερα στην καρέκλα.

Η πόρτα άνοιξε και ο άνδρας της προσωπικής ασφάλειας έσπρωξε στο δωμάτιο την αναπηρική καρέκλα. Τα πόδια του γέρου προέδρου ήταν σκεπασμένα με μια καρό κουβερτούλα και από το αριστερό του χέρι ένα σωληνάκι κατέληγε σε έναν ορό που έσταζε μαρτυρικά. Το πρόσωπό του ζαρωμένο από τα χρόνια, και το κεφάλι ελαφρά γυρτό (είχε μείνει έτσι από το τελευταίο εγκεφαλικό που του άφησε ετούτο το -ανάρμοστο για πρόεδρο- κουσούρι). Πίσω από το αναπηρικό καροτσάκι, η μπουκάλα οξυγόνου για την περίπτωση δύσπνοιας του προέδρου. Τα μάτια του γέρου, αν και κουρασμένα, επιθεώρησαν γρήγορα τον χώρο, είδε τον διευθυντή που σηκώθηκε με επισημότητα εμπρός του, τον είδε που ασυναίσθητα πήγε να του προσφέρει μια θέση στον καναπέ, πιθανόν να σκέφτηκε τη βλακεία του και εν τέλει μάζεψε το χέρι απότομα πίσω από την πλάτη, λουφάζοντας. Ο πρωθυπουργός φόρεσε το καλό του χαμόγελο και σηκώθηκε από την καρέκλα του να τον προϋπαντήσει.

Page 63: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 63 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Κύριε πρόεδρε!» αναφώνησε και έσκυψε να τον φιλήσει, αλλά για πολλοστή φορά στην ιστορία των δύο ανδρών, το γέρικο χέρι του προέδρου της Δημοκρατίας τον έκοψε.

«Κυκλοφορούν μικρόβια» ψέλλισε με απροσδιόριστη ένταση φωνής και τραβήχτηκε πίσω. Όσο μπορούσε δηλαδή.

«Τι σας φέρνει εδώ;» ήταν η τυπική ερώτηση που κάνει ο κάθε άνθρωπος που δέχεται επισκέπτες.

Ο γέρος πρόεδρος πήρε με το δεξί του χέρι ένα μηχάνημα, μικρό και τετράγωνο με ένα μεγάλο κόκκινο κουμπί επάνω, το ακούμπησε απαλά στις φωνητικές του χορδές και μια μεταλλική ρομποτική φωνή ακούστηκε πολύ δυνατά.

«Γιατί δε με ενημέρωσες; Συνήθως ο πρωθυπουργός έρχεται στον πρόεδρο της Δημοκρατίας! Ειδικά σε μια τέτοια περίπτωση περίμενα να έρθεις!»

Πίσω του πάντα, ο άνδρας με το σπιράλ στο αυτί, καλοντυμένος με φουσκωτό στήθος και γερά μπράτσα που διακρινόντουσαν ανάγλυφα πάνω από το κουστούμι, έσκυψε, πήρε το μηχανάκι από το χέρι του γέρου προέδρου, ρύθμισε την ένταση του ήχου και του το ξαναέδωσε.

«Γιατί δεν υπήρχε χρόνος!» βροντοφώναξε με σταθερή φωνή ο πρωθυπουργός και ο διευθυντής, ακόμη όρθιος, κούνησε το κεφάλι συγκαταβατικά, σαν να επαινούσε το ύφος και την ένταση της απάντησης.

«Πάντα υπάρχει χρόνος για να ενημερώσεις έναν πρόεδρο της Δημοκρατίας!» ακούστηκε και πάλι η μεταλλική φωνή, πιθανόν νευριασμένα αν αναλογιστεί κανείς το σχήμα των φρυδιών και τις ρυτίδες που μαζεύτηκαν απότομα στο γέρικο πρόσωπο. Το μηχάνημα αναπαράγει ήχους δίχως συναισθηματισμό, τα μάτια είναι δυο στρόγγυλα όργανα που δε διαφέρουν είτε τα έχεις στις κόγχες σου, είτε στο πάτωμα, μένει λοιπόν να φανεί η συναισθηματική οργή από τα υπόλοιπα, δηλαδή φρύδια, ζυγωματικά και μάγουλα.

«Ναι, έχετε δίκιο, αλλά πραγματικά έπρεπε να φύγω για το εξωτερικό. Τα κατάφερα όμως, μετέφερα τις υποχρεώσεις μας πιο μακροπρόθεσμα και έτσι από σήμερα, η χώρα θα αρχίσει να κινείται φυσιολογικά, τα προβλήματα λύθηκαν!»

«Φυσιολογικά;» ρώτησε η μεταλλική φωνή και το πρόσωπο του γέρου έδειξε μια δυσπιστία.

Page 64: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

64 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Ε, ναι, στο περίπου. Σημασία έχει ότι η χώρα, ο λαός δηλαδή, είναι και πάλι παραγωγικός και τα δάνειά μας θα επιστραφούν στο ακέραιο στους πιστωτές. Αυτό μετράει! Το αποτέλεσμα».

«Το ότι γίναμε υποχείριο των τραπεζών δεν το μετράτε κ. πρωθυπουργέ;»

«Υπερβολές! Φυσικά, είναι μία παράμετρος, αλλά εμπρός στο γενικό καλό... Δεν είχαμε επιλογές είναι η αλήθεια. Με την κίνησή μας αυτή δείξαμε πυγμή και αποφασιστικότητα ως κυβέρνηση. Καταφέραμε να αναβίωσουμε το εμπόριο και να μειώσουμε κατά το δυνατόν τον πληθωρισμό όπως έχουμε ήδη υποσχεθεί στους δανειστές μας στο εξωτερικό. Θα σας θυμίσω, αν και είμαι σίγουρος ότι το γνωρίζετε καλύτερα από εμένα, το συμφωνητικό -γνωστό και ως μνημόνιο- που έχουμε υπογράψει, απαιτούσε αύξηση των εσόδων, και με την παρούσα κατάσταση αυτό δε θα ήταν εφικτό, οπότε έπρεπε να προβούμε σε καινοτόμες λύσεις. Αν ο λαός σταματούσε να παράγει χρήμα, θα είχαμε τεράστια μείωση εσόδων και πρέπει να προσθέσω ότι φυσικά κάτω από τις παρούσες συνθήκες όλες οι δημοσιονομικές μελέτες έπρεπε να επανυπολογιστούν βάσει των νέων δεδομένων. Και λέγω νέων με όλη τη σημασία της λέξεως, καθότι ουδεμία πραγματική μελέτη υπάρχει με δεδομένο το φαινόμενο της σκόνης που…»

Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν ακίνητος, αφήνοντας απότομα το χέρι του χαμηλά μαζί με το μηχανάκι. Ίσως και να κοιμήθηκε για δευτερόλεπτα, τα μάτια έκλεισαν απότομα, το κεφάλι έγειρε λίγο παρά πάνω από το φυσιολογικό. Ο πρωθυπουργός κοίταξε τον διευθυντή, ο διευθυντής τον σωματοφύλακα του προέδρου και όλοι μαζί τον πρόεδρο με μια φανερή αμηχανία. Ξανακοίταξαν πάλι ο ένας τον άλλο, ο σωματοφύλακας έσκυψε εμπρός από το πρόσωπο του προέδρου με ανησυχία, πέρασαν αρκετά δευτερόλεπτα αγωνίας, ώσπου είδαν το χέρι του να σηκώνει πάλι το μηχανάκι και να το ακουμπάει στις φωνητικές του χορδές.

«Η χαρά του οικονομολόγου δηλαδή! Μωρέ! Δεν ξέρεις ότι μέσα από την καταστροφή ξεπετιούνται πάντα οι ευκαιρίες για τους κατακτητές; Η απόφασή σου δεν είναι κάτι άλλο παρά η κερκόπορτα για να μας κρατούν στο χέρι! Μέσα από την ανακατωσούρα θα έρθει ο προσωπικός έλεγχος, μετά ο κοινωνικός και τέλος όλη η χώρα, όλοι οι πολίτες, δε θα είναι τίποτα άλλο παρά υπάλληλοι της κάθε τράπεζας και ό,τι αντιπροσωπεύει αυτή. Μένει να επιβεβαιωθεί το όραμα του Χάξλευ όπου η δημοκρατία που με τόσο αίμα εδραιώθηκε, να μετατραπεί σε ένα σύμφωνο σταθερότητας τέτοιο, που δε θα

Page 65: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 65 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

επιτρέπει σε κανέναν να γεννιέται χωρίς άλλο σκοπό παρά μόνο για να ταΐσει το σύστημα».

Τα μάτια όλων γούρλωσαν. «Δεν υπήρχαν επιλογές, κύριε πρόεδρε» αιτιολογήθηκε ο

πρωθυπουργός μουδιασμένα. «Αν με συμβουλευόσουν από χθες, θα σου έλεγα τι να κάνεις. Τώρα

είναι αργά, τώρα θα λουστούμε όλοι το αποτέλεσμα! Είσαι άχρηστος, πολύ άχρηστος!» είπε και πάλι η μεταλλική φωνή και με το χέρι του ο γηραιός άνδρας έκανε νόημα στον σωματοφύλακα να φύγουν αμέσως.

Το καροτσάκι γύρισε πλάτη, άνοιξε η πόρτα και εξαφανίστηκε μέσα στους διαδρόμους περνώντας εμπρός από το γραφείο της ιδιαιτέρας του πρωθυπουργού.

«Και εγώ χάρηκα που σας είδα, κύριε πρόεδρε» είπε η γραμματέας για να εισπράξει ένα κακιασμένο χαμόγελο.

Οι πράσινες ανταύγειες από το φυσικό κάλος του βυθού μάγευαν τον

κάθε τουρίστα σε εκείνο το σύμπλεγμα νησιών, μόλις μισή ώρα από το πλησιέστερο κεφαλοχώρι. Η μεγάλη ξύλινη βάρκα μετέφερε ντόπιους και επισκέπτες καθημερινά στα γύρω νησιά και καπετάνιος της ήταν ένας άνδρας με ψάθινο καπέλο και γεροδεμένα μπράτσα. Είχε πάρει δάνειο για να αγοράσει τη βάρκα, εγκαταλείποντας εν μία νυκτί τη ζωή του στην πόλη, μια αγχώδη και δύσκολη καριέρα ασφαλιστή, για να στραφεί στη θάλασσα. Εύκολη δουλειά, σκέφτηκε τότε, θα αγοράσω μια μεγάλη βάρκα με δάνειο, θα τη στήσω στην ξύλινη προβλήτα και θα μεταφέρω τους επισκέπτες απέναντι, στο σύμπλεγμα των νησιών με τις αμμουδερές παραλίες. Τι μπορεί να πάει στραβά; Η γυναίκα του, μια ευτραφής λαϊκή κυρία με ένα σχεδόν μόνιμα κολλημένο στο στόμα τσιγάρο, είχε αναλάβει το μικρό εκείνο εστιατόριο με τις πλαστικές καρέκλες, σε μία, ίσως την καλύτερη, παραλία των νησιών αυτών. Απλές δουλειές, κερδοφόρες, δίχως άγχος και σκέψεις, γεμάτες όνειρα που δε θα πήγαιναν ποτέ στον πάτο της θάλασσας, αντίθετα θα τους πρόσφεραν ένα μεροκάματο αρκετά πλούσιο, κυρίως τα Σαββατοκύριακα όπου δεν προλάβαινε η βάρκα να γεμίζει και η γυναίκα να ψήνει τις μπριζόλες παρέα με έναν Πακιστανό βοηθό.

Εκείνη την ημέρα όμως, μετά την εμφάνιση της κάρτας κίνησης, ο κόσμος είχε γίνει καπνός, η δουλειά είχε πέσει στο ναδίρ και οι μπριζόλες είχαν παγώσει στον καταψύκτη.

Page 66: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

66 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Όσο χειροδύναμος και να είσαι, στην εποχή της τεχνολογίας οφείλεις να έχεις πρακτικό μυαλό, σκεφτόταν ο άνδρας που προσπαθούσε να εγκαταστήσει το μηχάνημα των καρτών. Έπρεπε επίσης να το συνδέσει με την κινητή τηλεφωνία, γιατί όλοι ξέρουμε ότι οι βάρκες δεν έχουν πρίζες. Στην αρχή έφερε την κεραία δεξιά, δεν έπιανε σήμα, έπειτα αριστερά, το σήμα ήταν λίγο καλύτερο, είχε μαζί του και μια κάρτα κίνησης που έγραφε πάνω με χρυσά γράμματα δοκιμαστική, την περνούσε από τη σχισμή του μηχανήματος να ανάψει το πράσινο λαμπάκι, μάταια όμως.

Στις τέσσερις προσπάθειες, μόνο μία φορά άναψε το πράσινο λαμπάκι, οπότε και άρπαξε την ευκαιρία να πληκτρολογήσει τον κωδικό της κάρτας. Αναβόσβησαν αμέσως τα δύο λαμπάκια, ένδειξη ότι χάθηκε το σήμα. Πήγε πιο κάτω, βρήκε ένα άλλο σημείο της προβλήτας όπου το σήμα έδειχνε καλύτερο. Δοκίμασε ξανά, τα λαμπάκια άναψαν φυσιολογικά, πέρασε τον κωδικό και ένα μικρό χαρτάκι τυπώθηκε από το κάτω μέρος της μικρής μηχανής. Αναψοκοκκίνισε από τη χαρά του, οπότε η σειρά ήταν τώρα να φέρει τη βάρκα σε εκείνο το σημείο, το νέο σημείο εκκίνησης. Αναρωτήθηκε πού θα ήταν το πιο σωστό να μπει το μηχάνημα: Στη βάρκα ή στην προβλήτα όπου το μηχάνημα έπιανε σήμα για να δουλέψει. Φυσικά στη βάρκα, πού άλλου;

Δοκίμασε να πάει στην πλώρη της βάρκας, όπου έλεγξε για ακόμη μια φορά ότι τα λαμπάκια άναβαν κανονικά, συνεπώς είχε σήμα με την τράπεζα. Μέχρι εδώ καλά. Παρατήρησε τη βάρκα. Πού θα μπορούσε να βάλει το μηχάνημα, ώστε αφενώς να μην εμποδίζει, και αφετέρου να φαίνεται έτσι ώστε να πληρώνουν οι επιβάτες το αντίτιμο της διαδρομής δίχως να χρειάζεται να τους το υπενθυμίζει; Φυσικά, θα έπρεπε το σημείο αυτό να είναι στεγανό. Χαμογέλασε σαν είδε το μεταλλικό στήριγμα της τέντας, οπότε πήρε ταινία φαρδιά και δοκίμασε να το κολλήσει περνώντας δύο και τρεις γύρους πάνω του. Αφού το τοποθέτησε, -εμφανές, στεγανό και σίγουρο πια- κοίταξε τα λαμπάκια της σύνδεσης και είδε ότι ήταν σβηστά. Η τέντα δε βοηθούσε το σήμα, αποφάνθηκε, και ξάπλωσε ανήμπορος στο ξύλινο κατάστρωμα. Κάτω από τον ήλιο που έκαιγε περιπαικτικά, σκεφτόταν όλη την ταλαιπωρία που είχε τραβήξει από τα ξημερώματα με τις ουρές στην τράπεζα έως ότου αποκτήσει τις πολυπόθητες κάρτες κίνησης.

Όλα αυτά έφερε ο κύριος με το ψάθινο καπέλο στον νου του σαν είδε απογοητευμένος το κόκκινο λαμπάκι αναμμένο -δείγμα ότι δεν υπήρχε σήμα, πιθανόν λόγω της τέντας. Θα έπρεπε να ήταν ευγνώμων για την ύπαρξη του μηχανήματος, αλλά για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο ένιωθε το ακριβώς αντίθετο. Εκνευρισμένος και απογοητευμένος. Επιστρατεύοντας την όποια

Page 67: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 67 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

λογική της στιγμής, αναλογίστηκε τις πιθανότητες να είναι ελαττωματικό το μηχανάκι και γι’ αυτό να μην έχει καλό σήμα. Έπρεπε όμως να δοκιμάσει όλες τις δυνατές λύσεις προτού το επιστρέψει ως ελαττωματικό για να πάρει νέο. Αν επιχειρούσε να το επιστρέψει στην τράπεζα, ήξερε πολύ καλά ότι τον περίμενε μια νέα ταλαιπωρία στην ουρά μέχρι να φτάσει στον αρμόδιο υπάλληλο. Αποφάσισε λοιπόν να μετακινήσει τη βάρκα λίγο δεξιά, λίγο αριστερά μέχρι να ανάψει το λαμπάκι πράσινο -δείγμα ότι έχει σήμα. Δοκίμασε στη μία πλευρά της προβλήτας, στην άλλη μεριά, άρχισε να απομακρύνεται λίγο πιο πέρα από τη στεριά και δίχως να το καταλάβει, έχοντας πάντα την προσοχή του στο λαμπάκι μήπως και ανάψει πράσινο, έφτασε περίπου εκατό μέτρα μακριά από την προβλήτα, μέσα στη θάλασσα. Εκεί το λαμπάκι άναψε και το πρόσωπό του φώτισε από χαρά. Τουλάχιστον στην αρχή είχε χαρά, γιατί έπειτα σκέφτηκε ότι ήταν αδύνατον ο κόσμος να κολυμπάει εκατό μέτρα από την προβλήτα για να μπει στη βάρκα του και να πληρώσει.

Τέλος, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Θα έπαιρνε τους πελάτες από την προβλήτα, θα τους πήγαινε στα εκατό μέτρα μακρύτερα και έπειτα θα τους ζητούσε να πληρώσουν με την κάρτα τους. Δεν υπήρχε άλλη λύση. Βέβαια, κι αυτή η σκέψη δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Αν, για παράδειγμα, υπήρχε κάποιος πελάτης που δε δούλευε η κάρτα του ή δεν είχε απαραίτητο υπόλοιπο στον λογαριασμό του, θα ήταν αναγκασμένος να επιστρέψει στην προβλήτα για να τον βγάλει έξω ή θα του ζητούσε ευγενικά να κολυμπήσει πίσω για να φύγουν οι υπόλοιποι. Θα μπορούσε φυσικά να συνεχίσει τον δρόμο του και να τον μεταφέρει τσάμπα, αλλά αυτό πιθανόν να έκανε τους άλλους πελάτες που είχαν ήδη πληρώσει, να στραβομουτσουνιάσουν και ποιος ακούει την γκρίνια τους.

Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τον ειρμό των σκέψεών του και το κινητό του τηλέφωνο, κουδούνισε.

«Έλα γυναίκα! Το έβαλες; Όχι; Τι όχι; Δεν πιάνει; Όλο το νησί γύρισες και δεν έχεις σήμα;» Χαμήλωσε το τηλέφωνο σαν να σκεφτόταν και το ξαναέβαλε στο αυτί του.

«Καλά, κάτι θα σκεφτούμε. Όχι εμένα όλα καλά, έχω σήμα.Ίσως αν χρεώνουμε στη βάρκα και το φαγητό τους;»

Έκλεισε το τηλέφωνο και τον έπιασε η απόγνωση. Τόσα λεφτά είχε χάσει και άλλα τόσα θα έχανε, αν δε δούλευαν όλα αυτά. Ποιο το νόημα; Είχε διαβάσει το προηγούμενο βράδυ στο διαδίκτυο για τον Μαξ. Δεν μπορούσε να του βγει από το μυαλό του. Αν όλα αυτά ήταν μάταια; Ποιον να εμπιστευτεί;

Page 68: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

68 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Τον Μαξ ή τις ειδήσεις; Ποιον να εμπιστευτεί; Και ένιωσε χειρότερα την απόγνωση να τον πνίγει.

Το ταξί αστράφτοντας από τον δυνατό ήλιο, έστριψε στον επαρχιακό

δρόμο, διέσχισε ένα χωράφι λεμονιές, πέρασε κοντά από μια γέρικη ελιά και τα λάστιχα έτριξαν στον χωμάτινο ανήφορο ώσπου φάνηκε καθαρά, σαν τη φράουλα σε τούρτα, το σπίτι του αφεντικού στον λόφο.

«Σας παρακαλώ, αφήστε με εδώ» είπε ο νεαρός άνδρας με το μοντέρνο ριγέ κουστούμι στον οδηγό, κι ο ταξιτζής σταμάτησε στην άκρη.

«Δε θες να σε πάω πιο πάνω; Έχει ανηφόρα». Ο άνδρας κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. Έβγαλε τα μαύρα του

γυαλιά, και τράβηξε έξω από το πορτοφόλι του την κάρτα κίνησης για να πληρώσει. Ο ταξιτζής την έβαλε στη σχισμή κι άναψε το κόκκινο λαμπάκι που υποδείκνυε την έλλειψη σήματος.

«Μα είναι δυνατόν; Και πληρώνουμε υποτίθεται μεγαλύτερο πάγιο για να πιάνει παντού!» είπε ο ταξιτζής και οδήγησε το αμάξι λίγο πιο κάτω ώσπου το λαμπάκι να γίνει πράσινο.

«Ορίστε!» του είπε μόλις ολοκληρώθηκε η συναλλαγή, του έδωσε την απόδειξη και ο άντρας με μισό χαμόγελο πάτησε στο χώμα τα γυαλισμένα του σκαρπίνια.

Το ταξί έκανε μεταβολή και κατέβηκε τον λόφο κι ο νεαρός άνδρας ξεκίνησε να περπατάει αργά, ασθμαίνοντας στην ανηφόρα. Δίπλα του οι μαργαρίτες ρουφούσαν αχόρταγα τον ήλιο, οι πορτοκαλιές γυρνούσαν τα κλαδιά τους στον ρυθμό του ανέμου κι ένας καμβάς ανακατωμένος από ζέστη, μέλισσες και γύρη, έμοιαζε λες, αντάξιος πίνακα μεγάλου ζωγράφου. Ζέστη, λαύρα, ο νεαρός κόρωσε, έβγαλε το σακάκι, ίσιαξε τα γυαλιά του, σταμάτησε να πάρει μιαν ανάσα και ξαναδοκίμασε να περπατήσει. Τα στενά παπούτσια δε βοηθούσαν, ούτε εξάλλου το ακριβό μεταξένιο πουκάμισο με τον στενό γιακά που στεκόταν όρθιος.

Ιδρωμένος έφτασε έξω από το σπίτι του αφεντικού, όταν είδε με την άκρη του ματιού του ένα ακόμη ταξί να σταματάει στους πρόποδες του λόφου. Στάθηκε να πάρει ανάσα, δοκίμασε να δει καλύτερα ποιος ερχόταν κάνοντας το χέρι του σκίαστρο, αδύνατον, ήταν μακριά ακόμη.

Page 69: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 69 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Έφτιαξε καλύτερα το πουκάμισό του μέσα στο λινό του παντελόνι, φόρεσε το σακάκι και έφτασε έξω από τη μεγάλη ξύλινη πόρτα με το σκαλιστό χερούλι. Ο τοίχος δεξιά και αριστερά ορθωνόταν πελώριος. Ένα μοναδικό κουδούνι στο πλάι της πόρτας. Το χτύπησε διστακτικά και η πόρτα άνοιξε με έναν ήχο μακρόσυρτο. Πιθανόν να έπρεπε να περιμένει και τον άλλο επισκέπτη που ανέβαινε στον λόφο, οπότε γύρισε να δει πού βρισκόταν. Τον είδε να έχει κάτσει καταγής να ξεκουραστεί, δεν είχε νόημα.

Ένας ψηλός σωματώδης άνδρας μαζί με έναν ασχημομούρη κοντό, τον υποδέχτηκαν. «Έλα, σε περιμένει!» του έκανε νόημα ο κοντός δείχνοντας το εσωτερικό του σπιτιού και ο ψηλός τον σταμάτησε προβάλλοντας το χέρι του. Ο νέος άνδρας στάθηκε δίχως αντιρρήσεις και ο κοντός τον έψαξε παντού μήπως και κουβαλούσε κάποιο όπλο. Σήκωσε ασυναίσθητα τα χέρια ψηλά να διευκολύνει την έρευνα. «Ωραία, πάμε!» είπε ο ψηλός και οι τρεις τους άρχισαν να περπατούν στον κήπο παράλληλα με τη χτιστή μάντρα. Το γρασίδι ήταν παρατημένο, άρρωστα κίτρινο σε σημεία. Στο πλακόστρωτο που οδηγούσε στο κέντρο του κήπου, δεξιά και αριστερά υπήρχαν μαραμένα φυτά στις γλάστρες, εύθραυστα μαρμαρωμένα μπουμπούκια που ήξερες ότι αν τα ακουμπήσεις, θα γίνουν θρύψαλα. Έτσι είναι ό,τι αφήνει ο θάνατος πίσω, εύθραυστη ύλη, σκέφτηκε ο νέος άνδρας με το κουστούμι. Πόσες φορές δεν το είχε δει στη σύντομη ζωή του; Πόσους σκότωσε για το τίποτα, πόσες τελευταίες ματιές, πόσα κορμιά έγιναν ένα μηδενικό σαν ξέφυγε η ψυχή τους μέσα από την τρύπα της σφαίρας που ο ίδιος άνοιξε; «Σκατά!» μονολόγησε, «πάει καιρός που έχουν να συμβούν τέτοια πράγματα».

Ο ψηλός γύρισε πίσω και οι άλλοι δύο μπήκαν στο σπίτι. Το θέαμα ήταν ακριβώς όπως το περίμενε. Σκονισμένο πάτωμα, το μεγάλο τραπέζι στην τραπεζαρία γεμάτο φωτογραφίες, πεθαμένες αναμνήσεις. Ένας γέρος, το αφεντικό, φάνηκε στη σκάλα με ένα χαμόγελο μέχρι τ’ αυτιά.

«Ανιψιέ, πολύ χαίρομαι που ήρθες!» «Θείε!» είπε ο νέος άνδρας και αγκαλιάστηκε δυνατά με τον γέρο. «Είσαι καλά βλέπω, πολύ καλά, μα μην καθόμαστε εδώ, πάμε στο πίσω

μέρος του σπιτιού, έχω φτιάξει τσάι. Έρχεται και ο νονός σου!» «Ναι, μου φαίνεται ότι τον είδα» είπε ο νέος άνδρας. Έπρεπε να το

φανταστεί. Σιγά μην έχανε την ευκαιρία! Ο γέρος, στηριγμένος σε ένα μπαστούνι ξύλινο, στάθηκε απότομα,

γύρισε στον νέο άνδρα και ρώτησε αν ήρθε όπως ακριβώς τον είχε διατάξει. «Ναι, θείε με ταξί ήρθα και το άφησα στους πρόποδες του λόφου». «Όχι στην αρχή του λόφου! Στο χωριό σου είπα!»

Page 70: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

70 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Στο χωριό, στο χωριό, ναι!» ανταπάντησε ο νέος σαν να γύρευε κουβέντα συγχώρεσης από τον γέρο, αλλά η σκέψη του ήταν πιο τολμηρή. Σιγά μην περπατούσε τόσο!

«Έλα, πάμε τώρα, το σπίτι μου έχει ερημώσει. Πάει καιρός που ‘φύγαν όλοι, η οικονόμος, ο κηπουρός. Έχεις καιρό να έρθεις; Μα τι λέω, φυσικά έχεις καιρό! Αυτήν την κατάσταση θέλω να συζητήσουμε, νιώθω ότι όλα έχουν καταρρεύσει. Έλα πάμε, τα μόνα σημεία του μεγάλου αυτού σπιτιού που είναι περιποιημένα είναι ο πίσω κήπος και το κρεβάτι μου. Κι αυτό γιατί τα περιποιούμαι εγώ προσωπικά, οι άλλοι δύο στην είσοδο, ο ψηλός και ο κοντός, το μόνο που ξέρουν να κάνουν είναι να με φυλάνε από καμιά αδέσποτη, κατά τα άλλα, ούτε αυγό δεν ξέρουν να φτιάχνουν, ούτε που ξέρουν να βάλουν εμπρός την ηλεκτρική σκούπα. Σκέφτομαι να τους διώξω».

«Μα τι λες θείε, χρειάζεσαι προστασία!» «Από ποιον; Όλες οι φαμίλιες έχουν προβλήματα, προχθές μίλησα στο

τηλέφωνο με τον κοντοπίθαρο που είχε τα καζίνο, σταματάει τα πάντα για να γίνει αγρότης. Μόνο η γη έχει πλούτο, μου είπε».

«Και τον πίστεψες; Θέλω να πω, αυτός το μόνο που ήθελε ήταν να σε δει στο χώμα πεθαμένο. Ξεχνιέται τέτοιο μίσος;» ρώτησε ο νέος άνδρας.

«Ναι, έχει μίσος, έχει μεγάλο μίσος, αλλά δεν μπορεί να σου αποφέρει χρήματα αυτή η έχθρα. Τότε τι να την κάνεις; Να τη βράσω τέτοια έχθρα. Όχι, όχι, τον πιστεύω, θα γίνει αγρότης. Θα γινόμουν και εγώ αν ήμουν πιο νέος, μα δε με βαστούν τα πόδια μου πλέον».

«Αστείο ακούγεται! Ο φόβος και ο τρόμος της χώρας, αγρότης; Όχι, αστειεύεσαι!» γέλασε δυνατά αυτήν τη φορά ο νέος άνδρας και έβγαλε το μαντήλι από την μπροστινή του τσέπη να σκουπίσει το μέτωπό του. Ο γέρος στάθηκε πάλι και γύρισε και τον κοίταξε με σοβαρότητα.

«Πρέπει να δεις τα τριαντάφυλλα που έχω πίσω στον κήπο, θα ενθουσιαστείς!»

Ο νέος σάστισε, γιατί κατάλαβε ότι ο γεράκος δεν αστειευόταν. Φτάσανε στον πίσω κήπο, όπου τα πάντα έδειχναν τακτοποιημένα, σε

αντίθεση με το υπόλοιπο σπίτι. Μια μικρή αυλή με ένα τραπέζι μακρόστενο και πάνω του ασημένιες κανάτες με ζεστό νερό και φλιτζάνια αναποδογυρισμένα. Μια μεγάλη ομπρέλα σκέπαζε το τραπέζι και έδινε σκιά στο ακόμη πράσινο γρασίδι του κήπου. Στις άκρες, εκεί που τελείωνε το οικόπεδο, περήφανες τριανταφυλλιές με λογής χρώματα φιγουράριζαν.

Page 71: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 71 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Έλα κοντά, δες αυτό το ροζ. Διάβασα και το όνομά του στην εγκυκλοπαίδεια, Rose Belle, να, να, έχω και λευκά πιο πέρα, Rose Ice Breaker λέγονται».

Ο νέος άνδρας τα θεώρησε βαρετά όλα αυτά. «Ας κάτσουμε θείε, σε βλέπω κουρασμένο». «Ναι, ναι. Ίσως να έχεις δίκιο, ποιον ενδιαφέρουν τα τριαντάφυλλα;»

είπε ο γέρος και κάθισε σε μία από τις σιδερένιες καρέκλες. Πήρε την κανάτα και γέμισε το φλιτζάνι του με τσάι. Δεν πρόλαβαν να πουν πολλές κουβέντες όταν βρέθηκε δίπλα τους ο χοντρός νονός με τα αστραφτερά παπούτσια και με το πουκάμισο που έσφιγγε πάνω στο στήθος του. Σε μερικά σημεία μάλιστα άνοιγε ανάμεσα από τα κουμπιά, σαν να ήθελε να τονίσει τη δύσκολη δουλειά που είχε, κοντολογίς, να κρατάει το λίπος της κοιλιάς του νονού. Τα μάτια του μεγάλα και σπινθηροβόλα, το πρόσωπο παχουλό χωρίς καθόλου γένια, με επιδερμίδα μωρού. Χαμογέλασε πρόσχαρα σαν είδε τους άλλους δύο.

«Θείε…» είπε και πλησίασε να τον φιλήσει. «Ακούω τα νέα σας» είπε ο γέρος θείος μισοκλείνοντας τα χελωνίσια

μάτια του. «Τι να σου πούμε θείε;» ρώτησε ο χοντρός νονός. «Η κατάσταση είναι

όπως την ξέρεις. Από προστασία μαγαζιών δεν υπάρχουν πλέον έσοδα. Πάνε οι μέρες που οι μπράβοι μας τρομοκρατούσαν τον μαγαζάτορα για ένα μηνιάτικο προστασίας. Πώς να μας δώσουν τώρα το μηνιάτικο; Σε κάρτα; Και με ποια δικαιολογία να είχαμε μηχανάκι για τις κάρτες; Όλη η επιχείρηση ήταν φάντασμα τόσα χρόνια. Παίρναμε τα λεφτά και τα βάζαμε στην τσέπη. Δοκιμάσαμε εναλλακτικές μεθόδους, να ανοίξουμε για παράδειγμα, καθαριστήριο, παπουτσάδικο, βίντεο κλαμπ. Ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς. Ήρθε η αστυνομία, έπιασε τους μαγαζάτορες και τους έβαλε πρόστιμο, γιατί πλήρωναν κάθε μήνα υπέρογκα ποσά σε βίντεο κλαμπ. Το βρήκαν ύποπτο, βλέπεις. Έπειτα κάνανε έφοδο στα γραφεία του βίντεο κλαμπ, του καθαριστηρίου, παντού. Ανακάλυψαν την κομπίνα, μας έβαλαν πρόστιμα, ώσπου έκλεισαν οι επιχείρησεις. Καταλήξαμε να δεχόμαστε γεύματα ή ποτά από τα μαγαζιά που προστατεύαμε. Ήταν το μόνο που δε φαινόταν στην εφορία. Αλλά ζει ο μαφιόζος μ’ ένα πιάτο φαί; Τους αφήσαμε ελεύθερους για να μην μπλέξουμε παραπάνω».

«Με τα ναρκωτικά; Από εκεί είχαμε ένα γερό εισόδημα» αναθάρρησε ο γέρος.

«Ποιος θα αγοράσει ναρκωτικά με κάρτα κίνησης; Ο τζίρος έχει πέσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Το μόνο που εισπράττουμε είναι γυναίκες πρόθυμες για

Page 72: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

72 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

όλα, αρκεί να πάρουν κάποια γραμμάρια. Και άντρες πρόθυμους έχουμε, αλλά δεν έχουν πέραση. Γι’ αυτό δε σου στέλνουμε λεφτά, θείε! Απλώς ψευτοδουλεύουμε, να σκεφτείς ότι μέχρι και το αμάξι μου πούλησα για να πληρώσω το ενοίκιο!»

«Είσαι βλάκας!» πετάχτηκε ο νέος άνδρας. «Γιατί, εσύ τι κάνεις;» ρώτησε ο γέρος. «Εγώ κατασκεύασα ένα διαδικτυακό καζίνο, όπου οι χρήστες

ναρκωτικών καταθέτουν λεφτά στην μπάνκα δήθεν ότι θα παίξουν παιχνίδια, αλλά στην πραγματικότητα πληρώνουν τη δόση τους. Τι να γίνει; Μπήκαμε σε νέα εποχή».

«Και τότε, γιατί δε μου στέλνεις εμένα χρήματα;» ρώτησε αυτή τη φορά πιο σκληρά ο γέρος.

«Γιατί για την ώρα δεν έχει μπει πολύς κόσμος, οι περισσότεροι ναρκομανείς δεν έχουν ούτε σπίτι, ούτε κομπιούτερ, ούτε λεφτά να μπουν σε Internet café. Είναι ελάχιστες οι πωλήσεις μέχρι τώρα, αλλά ελπίζω ότι θα πάμε καλύτερα».

«Σιγά μην πάτε καλύτερα! Οι τράπεζες έχουν ξεσαλώσει μετά τη δύναμη που απέκτησαν όταν έγινε το χρήμα σκόνη» τον έκοψε ο νονός. «Συνεργάζονται με όλα τα τμήματα του κράτους, εφορία, αστυνομία, σώμα δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος! Έτσι και δουν μεταφορά μεγάλου ποσού από λογαριασμό σε λογαριασμό, σε ξεψαχνίζουν. Έτσι με έπιασαν εμένα όταν πήγα να πληρώσω την τελευταία εισαγωγή κοκαΐνης. Η εφορία άρχισε τις ερωτήσεις για την πληρωμή που έκανα σε ξένο λογαριασμό και ακόμη δεν έχω ξεμπλέξει».

«Έχεις μπλέξει με την εφορία; Δεν υπάρχει κανείς να μεσολαβήσει; Να τον λαδώσουμε όπως πρώτα;»

«Με ποια αιτιολογία να μεταφέρουμε χρήματα στον εφοριακό; Όλα καταγράφονται, θα βρει τον μπελά του. Α, μπα!»

Ο γέρος, αν και τα ήξερε καλά όλα αυτά, επέμενε να τους ρωτάει ξανά και ξανά. Από τότε που η κάρτα κίνησης μπήκε στη ζωή τους, τα πάντα είχαν καταστραφεί. Τα ήξερε όλα όσα του εξηγούσαν, τετρακόσια τα είχε στο κεφάλι του, όμως να που είχε βυθιστεί ξανά στην αναπόληση των παλιών καλών ημερών. Τότε που στο υπόγειο υπήρχαν τραπέζια με απλωμένα νομίσματα από άκρη σε άκρη. Στα πίσω δωμάτια μετρούσαν το χρήμα στα μηχανήματα με τις ώρες, τα ακριβά αυτοκίνητα γυάλιζαν στον ήλιο, οι πόρνες ερχόντουσαν συχνά στο σπίτι για το έξτρα χαρτζιλίκι τους. Η ξανθιά Κίτι και η κάθε μια από αυτές που στα γόνατα ρουφούσαν κάθε πρωί όλες τις αμαρτίες του και του

Page 73: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 73 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

πρόσθεταν ακόμη χίλιες. Τα ταξίδια στο Βέγκας, τα τραπέζια και οι γκρουπιέρηδες. Το Παρίσι, Λονδίνο, Νέα Υόρκη, όλα. Ήταν το νούμερο ένα. Κανείς δεν του αντιμιλούσε και όλοι τον προστάτευαν. Πόση μοναξιά τώρα, ακόμη κι από αυτούς που βοήθησε στον σκληρό δρόμο της ζωής του. Τίποτα. Τώρα, ούτε ένα πακέτο τσιγάρα δεν του άφησαν πίσω, φεύγοντας από το τραπέζι. Μόλις έγινε το ίδιο φτωχός με τους άλλους, ήρθε η κατηφόρα. Το σπίτι άδειο, χρήματα μηδέν, αυτοκίνητα κατασχεμένα από την εφορία, και από εξουσία ένα τίποτα. Ένα απόλυτο μεγάλο τίποτα. Και αυτοί οι δύο άχρηστοι... Ω, Θεέ μου, πόσο άχρηστοι! Η καρδιά του έσφιξε, έβαλε το χέρι ψηλά αριστερά από το στήθος και τα μάτια του γούρλωσαν.

«Θείε!» φώναξαν ο χοντρός κι ο νεαρός μαζί και πετάχτηκαν από την καρέκλα τους.

Ο γέρος έβγαλε έναν ρόγχο, πέταξε τη γλώσσα έξω σφίγγοντας την καρδιά του σαν να βαστούσε με δύναμη μια ανάσα μέσα του που τον πρόδωσε. Στη διαδρομή για την κόλαση -γιατί απ’ όσο ξέρουμε τέτοιοι άνθρωποι στην κόλαση μόνο πάνε- πήρε μαζί του την τελευταία του σκέψη και απορία. Τα κείμενα του Μαξ που του έστειλαν κάποιοι φίλοι από το διαδίκτυο, τα διάβαζε με μεγάλη προσοχή τον τελευταίο καιρό. Κρίμα που δεν πρόλαβε να τα τελειώσει. Κι είχε μόνο μερικές σελίδες ακόμη. Εκεί θα βρισκόταν σίγουρα η εξήγηση για όλα, η δικαίωση της ανθρωπότητας, ή μπορεί κι ένα μεγάλο τίποτα. Στα κείμενα του Μαξ υπήρχαν λεπτομέρειες και στοιχεία, σαν ο ίδιος ο Μαξ να προέβλεψε και τούτη τη συνάντηση που θα ήταν και η τελευταία του. Το κείμενο το έγραφε ξεκάθαρα, τούτη τη μέρα θα σταματούσε η καρδιά του, θα άφηνε τον δικό του κόσμο για να πάει σε έναν άλλο. Έτρεφε όμως μια λαθερή ελπίδα να αναφερόταν σε κάποιον άλλον ο Μαξ. Όπως και να είχε, δεν τον ονομάτιζε, αλλά… από την περιγραφή, τα λόγια, τι να πεις; «Δε βαριέσαι! Έτσι σκατά είναι η ζωή» μουρμούρισε το πνεύμα του πάνω από τον κήπο. «Στο διάβολο, λοιπόν, πάω στην κόλαση. Κι ας μη γνωρίζω τις απαντήσεις». Ο γέρος ήταν σίγουρος πως ο Μαξ δεν θα το άφηνε έτσι, κάποια στιγμή θα έπρεπε να δώσει εξηγήσεις.

Page 74: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

74 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Ήταν ένας Νοέμβρης ζεστός. Περίπου έξι μήνες είχαν περάσει αφότου το χρήμα είχε γίνει σκόνη, μα τίποτα δεν έδειχνε ήσυχο για την ώρα.

Στο γραφείο του πρωθυπουργού, τα σκούρα τζάμια φώτιζαν το εσωτερικό δημιουργώντας σκιές σε κάθε έπιπλο. Ένα κέικ σοκολάτας με τον πρωινό καφέ και το πλατάγισμα των χειλιών του πρωθυπουργού ήταν το μόνο που ανατάρασσε την ησυχία του δωματίου.

Είχε δει ένα όνειρο το προηγούμενο βράδυ, ήταν και δεν ήταν εφιάλτης. Μάλλον σαν κάτι περίεργο έμοιαζε, μια προειδοποίηση για κάτι το απροσδιόριστο. Ήταν λέει σε ένα εργοστάσιο εργάτης και παρακολουθούσε έναν ιμάντα να περνάει από εμπρός του. Άνοιξε τα μάτια του και είδε ένα μικρό παιδί, ακίνητο, με βλέμμα αδιάφορο, να τον κοιτάζει. Πετάχτηκε πάνω ιδρωμένος και κατατρομαγμένος. Δοκίμασε να ξανακοιμηθεί. Μετά από μπόλικο στριφογύρισμα, σηκώθηκε πάνω και άρχισε να σουλατσάρει μέσα στο σπίτι, μέχρι που βρήκε την μποτίλια με το ουίσκι που έδειχνε σαν να τον περίμενε υπομονετικά ώρες ατελείωτες. Ένιωθε θλιβερά και ξεκίνησε να πίνει. Αλλά τι να λέμε; Η ζωή ενός πρωθυπουργού δε μοιάζει θλιβερή, είναι όντως θλιβερή. Πώς λέμε τα μαρτύρια του Ιώβ; Στην περίπτωσή μας, θα τολμούσαμε να πούμε τα μαρτύρια του χρυσόψαρου. Ναι αυτά τα πάθη τού ταίριαζαν καλύτερα. Το χρυσόψαρο ζει σε μια γυάλα, χαμογελάει σε όποιον το κοιτά και σε όλο του το σύμπαν δεν υπάρχει μέρος για να κρυφτεί. Τα πάντα είναι φωτεινά γύρω του, αν και το φως και το σκοτάδι δεν είναι επιλογή δική του. Θέλει ο ιδιοκτήτης του να το δει, ανάβει τα φώτα και του χτυπάει το τζάμι της γυάλας ακόμη κι αν είναι άγρια μεσάνυχτα. Σβήνει τα φώτα, το σκοτάδι απλώνεται πνιχτό και τρομακτικό γύρω του. Μέσα σε αυτό το γκλάμουρ ενυδρείο με τον ψεύτικο κόσμο, ζει ένα ψάρι. Που δεν έχει μιλιά να διαμαρτυρηθεί, δεν έχει ήχο να βγάλει και σαν κλαίει, κανείς δεν μπορεί να ξεχωρίσει τα δάκρυά του από το νερό που το περιβάλλει. Και όταν πλέον αρρωστήσει ή χάσει τη δύναμη για εξουσία στην περίπτωσή μας, ο δρόμος για την αποχέτευση είναι η μόνη επιλογή. Οι επιθυμίες του ψαριού, η νύστα του ή η κούρασή του, η δύναμη και η αδυναμία του, ένα τίποτα. Δεν είναι ούτε φυλακισμένο, μα ούτε ελεύθερο.

Στην τηλεόραση μια διαφήμιση έπαιξε το τραγούδι από το Arizona Drive, The fish is mute. Κατάρα!

Μασούλησε μια πιο μεγάλη γωνιά από το κέικ ξεφυσώντας. «Δεν είναι σκέψεις αυτές για οχτώ η ώρα το πρωί. Βάζω στοίχημα ότι οι άλλοι πρωθυπουργοί βλέπουν στα όνειρά τους τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να τους σφίγγει το χέρι, τον πρόεδρο της Γαλλίας να τους δείχνει φωτογραφίες

Page 75: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 75 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

από τη σέξι γυναίκα του, τον Ιταλό να μιλάει για γκόμενες και τη Γερμανίδα να τους απαγγέλλει ποιήματα. Αυτά είναι όνειρα για πρωθυπουργούς».

Όλο εκείνο το πρωινό, από τη στιγμή που σηκώθηκε από το κρεβάτι, το σώμα του το ένιωθε σαν του είχαν μπήξει χιλιάδες καρφιά. Αφού περπάτησε για ώρα σε όλα τα γραφεία, κατέληξε στο οβάλ και απασχόλησε τον εαυτό του με το να τρώει αυτό το κέικ που του είχε καθίσει στον λαιμό. Έπιασε το τηλεκοντρόλ και δυνάμωσε την τηλεόραση.

«Εγώ λέω να κάψουμε την πρωτεύουσα!» είπε η γνωστή συγγραφέας-ακτιβίστρια κι ο παρουσιαστής με το φαρδύ σαγόνι τη διέκοψε με αγένεια. Φορούσε μια απαίσια μπεζ γραβάτα.

«Ελάτε τώρα, ας γυρίσουμε στον κύριο καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου να μας πει κι αυτός την άποψή του».

«Μάλιστα, τι θέλετε να σας πω;» ρώτησε ο καθηγητής με το κουστούμι γεμάτο σχέδια ψαροκόκαλλου. Τα μαλλιά του στεφάνωναν ένα μάλλον αστείο κρανίο.

«Πώς κρίνετε την κατάσταση; Με την επέμβαση των τραπεζών αποφύγαμε τη χρεοκοπία, όπως λέγεται; Εξυγιάναμε τα οικονομικά του κράτους;»

«Ναι κύριέ μου. Αυτό το κάναμε. Όταν τα μετρητά χρήματα έγιναν σκόνη, ο κόσμος δεν είχε πλέον διάθεση να εργαστεί, τα παραδοσιακά επαγγέλματα ήλθαν σε τέλμα και το κράτος παραλίγο να πάθει έμφραγμα. Η απόφαση του πρωθυπουργού ήταν σωτήρια από κάθε άποψη. Με αυτήν την καρτούλα που μας μοίρασαν οι τράπεζες, η οικονομία άρχισε να κινείται».

«Ναι αλλά η μεσαία τάξη δεινοπαθεί!» τον διέκοψε η συγγραφέας κουνώντας αποδοκιμαστικά το κεφάλι της. Η κόκκινη ζακέτα της τραβήχτηκε στο ύψος των μανικιών.

«Φυσικά το μοντέλο οικονομίας με τις κάρτες ήταν αδοκίμαστο, δημιουργήθηκαν κάποιες παρενέργειες που συν τω χρόνω, πιστεύω ότι θα ξεπεραστούν! Δείτε το συνολικό αποτέλεσμα μέσα στους τελευταίους δύο μήνες: Δεν υπάρχει φοροδιαφυγή, τα εισοδήματα ελέγχονται πλήρως και το παρεμπόριο έχει εξαφανιστεί. Τι άλλο θα μπορούσε να ζητήσει μια κυβέρνηση;»

«Ναι, αλλά πόσοι γράφτηκαν στο ταμείο ανεργίας; Τα επαγγέλματα που απαιτούσαν μετρητό για να κινηθούν, έκλεισαν και μπήκαν και αυτά στο ταμείο ανεργίας. Αυτό δε βάρυνε την κυβέρνηση; Το υψηλό ποσοστό ανεργίας, δε σας ενοχλεί;» ρώτησε η συγγραφέας-ακτιβίστρια και σκάλισε τα ρουθούνια της νευρικά.

Page 76: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

76 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Ο καθηγητής έδεσε τα χέρια του εμπρός του. Ήταν ένα σημάδι ειλικρίνειας. Η χρυσή του βέρα λαμπύρισε.

«Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Η ανεργία αυξήθηκε αρκετά τους τελευταίους μήνες και όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο συνήθως έχουμε και αντίκτυπο στους δείκτες ανάπτυξης. Η κυβέρνηση όμως θα τα καταφέρει πιστεύω, ήδη οι σχετικές μελέτες αποδεικνύουν την οικονομική μας πρόοδο» είπε ο καθηγητής συμβουλευόμενος κλεφτά τα χαρτιά του.

«Μα μέχρι πριν από κάποιους μήνες η χώρα ήταν σε τέτοια οικονομική εξαθλίωση που δε γνωρίζαμε αν θα πληρωθούμε την επομένη. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είχαν καθυστέρηση στη μισθοδοσία τους, οι Ενώσεις απόρων ηλικιωμένων δεν πήγαιναν εκδρομές και δεν περίσσευαν λεφτά ούτε για να αλλάξουμε λάμπες στους δρόμους! Τώρα τι είναι αυτό που θα αλλάξει και η χώρα θα αποκτήσει έσοδα και πλούτο;» ρώτησε ο παρουσιαστής που έσκυψε εμπρός σαν να απαιτούσε μια απάντηση.

«Μα από τα έσοδα της διαφάνειας, φυσικά! Όταν δεν υπάρχει φοροδιαφυγή, όταν το ΦΠΑ πληρώνεται αυτόματα από τους λογαριασμούς, όταν κανείς δεν πετάει χρήμα αλόγιστα, το κράτος κερδίζει φυσικά! Ακόμη και αν η περίοδος είναι μικρή για να έχει μαζέψει το χρήμα, η εμπιστοσύνη των αγορών προς την κυβέρνηση είναι μεγάλη. Ξέρετε πόσο ψηλά μπορεί να πάει ένα κράτος από την εμπιστοσύνη και μόνο;»

«Όταν λέμε εμπιστοσύνη των αγορών, κύριε καθηγητά, εννοούμε τις τράπεζες;»

«Χμ, ναι, επί το πλείστον, ναι!» απάντησε ο καθηγητής και έβηξε χαμηλόφωνα, αφήνοντας να φανούν τα χρυσά του μανικετόκουμπα.

«Συνεπώς πήραμε και άλλα δάνεια ως κράτος;» ρώτησε η συγγραφέας-ακτιβίστρια.

«Δεν μπορώ να το ξέρω, πιθανόν». «Εγώ λέω να κάψουμε την πρωτεύουσα!» ξαναείπε η συγγραφέας-

ακτιβίστρια και από την ένταση άνοιξε περισσότερο τη ζακέτα την κόκκινη, αφήνοντας τον άσπρο λαιμό της να φανεί στολισμένος με έξι ειδών πέρλες.

«Σαν άνθρωπος θα σας ρωτήσω τώρα, όχι σαν δημοσιογράφος. Ο λαός είναι ευχαριστημένος με αυτήν την εξέλιξη;»

«Μα ποιον ρωτάτε; Το καπιταλιστικό γουρούνι των οικονομικών; Εμένα ρωτήστε!» πετάχτηκε η συγγραφέας-ακτιβίστρια.

«Σας παρακαλώ, δεν είναι ευγενικό να εκφέρεστε έτσι» την παρατήρησε ο παρουσιαστής και ρώτησε ξανά τον καθηγητή που εμφανώς δεν ήθελε να απαντήσει στην προηγούμενη ερώτηση.

Page 77: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 77 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Τα ξένα κράτη τι λένε, έχετε άποψη; Πώς μας κρίνουν που αυτοί έχουν ακόμη μετρητά και εμείς δεν έχουμε;» επέμεινε ο παρουσιαστής.

«Μας παρακολουθούν. Οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη κάρτα κίνησης, CashCard, κάρτα ανάληψης τη λένε, και με αυτήν μπορούν να κάνουν το 80% των κινήσεών τους, αλλά φυσικά έχουν ακόμη το μετρητό χρήμα. Μπορούν να το βάλουν κάτω από το μαξιλάρι τους, μπορούν ανά πάσα στιγμή να το σηκώσουν από την τράπεζα κ.τ.λ. Δε σας κρύβω ότι συνομιλώ με συναδέλφους ανά τον κόσμο και όλοι μου λένε το ίδιο πράγμα. Σας παρακολουθούμε και καταγράφουμε τη λειτουργία και τις επιπτώσεις του εγχειρήματός σας! Μακάρι να αρθεί η απαγόρευση εξόδου για να πάω στο εξωτερικό να κάνω διαλέξεις, ξέρετε, δεν υπάρχει πιο γόνιμη περίοδος από αυτήν για έναν καθηγητή οικονομικών».

Η ακτιβίστρια πετάχτηκε έξαλλη. «Να το κάψουμε το μπουρδέλο! Μας έχουν κλείσει σε ένα τάπερ και

πειραματίζονται πάνω μας! Αν επιζήσουμε, θα κάνουν το ίδιο και στα ξένα κράτη, ξυπνήστε! Πλέον δεν υπάρχει πολίτης που να είναι ελεύθερος, το τελευταίο του οχυρό ελευθερίας ήταν το μετρητό χρήμα, το ξόδευε, το έβαζε στην τσέπη του, στο μαξιλάρι του, το έθαβε στον κήπο. Γούσταρε και το κόλλαγε στο μέτωπο της λουλουδούς! Τώρα, πριν περάσει από τη σχισμή την κάρτα, πρέπει να σκεφτεί χίλια δύο! Είναι σκλαβιά!»

«Καλά, καλά κυρία μου!» πετάχτηκε ο παρουσιαστής και θέλοντας να κάνει διακοπή για διαφημίσεις, ζήτησε μια τελευταία κουβέντα από τον καθηγητή ως απόφθεγμα της συζήτησης. Αυτός όμως γύρισε στη συγγραφέα.

«Αυτό που είπατε για σκλαβιά, κυρία μου… Η επιθυμία να έχεις χρήμα, δεν είναι μια μορφή σκλαβιάς; Σκεφτείτε το. Πιθανόν να μην έχει αλλάξει τίποτα, αντιθέτως επιτέλους έρχεται και ο όρος ισονομία στη σκλαβιά που μόνοι μας χτίσαμε. Εξάλλου, να πω και τούτο, όλες οι οικονομικές θεωρίες συμφωνούσαν ανέκαθεν ότι η οικονομική κρίση σε μια καπιταλιστική κοινωνία είναι ιογενής συμπεριφορά που εν δυνάμει υπήρχε από τη γένεση της όλης ιδέας. Τι σας κάνει να εκπλήσσεστε; Όλα βαίνουν προς το μοντέλο που έχει προβλεφθεί, ακόμη και αν ποτέ μας δεν υπολογίζαμε (σαν οικονομολόγοι) τη μετατροπή των χρημάτων σε σκόνη. Όλοι ελπίζαμε κάποια στιγμή τη διαχείριση του χρήματος να την αναλάβουν εξ’ ολοκλήρου οι εταιρίες αποθήκευσης του χρήματος. Δηλαδή οι τράπεζες και όλες οι συναφείς επιχειρήσεις. Δε βλέπω γιατί πρέπει να εκνευρίζεστε! Στο κάτω-κάτω όλοι όσοι ανήκουμε στο σύστημα, θέλαμε να συμβεί αυτό που συνέβη και όλοι οι άλλοι, ο απλός λαός δηλαδή, για χρόνια τάιζαν αυτό το μοντέλο συστήματος.

Page 78: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

78 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Με λίγα λόγια, δε θα υπήρχε τίποτα απ’ όλα αυτά αν πρώτοι εσείς, σαν λαός, δεν αγαπούσατε το χρηματοπιστωτικό σύστημα με τόση σφοδρότητα».

«Δεν το ταΐζαμε κύριε! Το ανεχόμασταν, γιατί δεν είχαμε επιλογές!» «Και παίρνατε κάρτες, βάζατε δόσεις και αγοράζατε δίπατα σπίτια με

αστραφτερά αμάξια απ’ έξω!» σάρκασε ο καθηγητής. Η κάμερα γύρισε στη συγγραφέα, που πλέον είχε μουτρώσει. «Μια τελευταία κουβέντα» την παρακάλεσε ο παρουσιαστής. «Ναι!» βροντοφώναξε η συγγραφέας και το κόκκινο μαλλί της φάνηκε

πιο φουντωτό αυτήν τη φορά. «Να κάψουμε τα πάντα, όλη τη χώρα αν γίνεται! Τι μου λέτε δηλαδή; Ρίξατε το δόλωμα, το ψάρι τσίμπησε, και τώρα κατηγορούμε το ψάρι που έπεσε στην παγίδα; Αναιρεί η αφέλειά μας τον δόλο του συστήματος; Επαινούμε τον δολοφόνο επειδή κατάφερε να πετύχει το θύμα; Να τα κάψουμε όλα! Σήμερα!»

«Άκου τάπερ»! Βροντοφώναξε ο πρωθυπουργός και πήρε ένα

χαρτομάντιλο να σκουπίσει τη μύτη του. Έπειτα σήκωσε το τηλέφωνο που αναβόσβηνε ώρα τώρα. «Τι θες;» απάντησε στον διευθυντή του πολιτικού γραφείου δείχνοντας ενοχλημένος από τη φωνή του. «Ώστε υποσχέθηκες συνέντευξη με τη δημοσιογράφο που ήταν εδώ εκείνη την ημέρα;»

Αν και στην αρχή εκνευρίστηκε, τέλος το ξανασκέφτηκε. Κάποιος έπρεπε να απαντήσει στην κυρία με το τάπερ. Άκου τάπερ! Καλά δεν καταλαβαίνουν, σκέφτηκε, ότι αν αφήναμε τα σύνορα ελεύθερα, όλοι οι πολίτες, από ανασφάλεια κυρίως, θα μετανάστευαν σε άλλες χώρες; Και τι οικονομία θα είχαμε μετά; Θα ήταν φριχτό!

«Ωραία, να έρθει σε δύο ώρες από τώρα» είπε αποφασιστικά και κατέβασε το ακουστικό δίχως να χαιρετήσει τον διευθυντή. Σαν πρωθυπουργός δεν ήταν υποχρεωμένος να φανεί ευγενικός, και το ήξερε καλά. Έφερε λίγο στο μυαλό του την δημοσιογράφο. Είχε να τη δει από εκείνο το πρωινό έξω από το πολιτικό του γραφείο και παρόλο που είχαν περάσει έξι μήνες από τότε, αναμφίβολα θα μπορούσε να βεβαιώσει τον καθένα ότι ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα.

Έφερε εμπρός του την τσάντα με το λαπτοπ, άνοιξε τον κειμενογράφο και άρχισε να πληκτρολογεί τις ερωταπαντήσεις της συνέντευξης, που ο ίδιος θα έδινε στη δημοσιογράφο πριν ξεκινήσει η συνέντευξη. Ένας πολιτικός δε στηρίζεται στην τύχη.

Page 79: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 79 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Το κέικ είχε τελειώσει, ο καφές είχε πιάσει πάτο στο φλιτζάνι και ο

πρωθυπουργός είχε φορέσει το καλό του σακάκι όταν τον ενημέρωσε η ιδιαιτέρα γραμματέας του για την άφιξη της δημοσιογράφου. Επίσης τον ενημέρωσε ότι η δημοσιογράφος δε δέχτηκε να κρατήσει τις κατασκευασμένες ερωτήσεις. Είχε, λέει, δικές της.

«Ωραία, ας περάσει» είπε κάπως ανέτοιμος γι’ αυτήν την εξέλιξη, αλλά βαθύτερα στο μυαλό του γύριζε ακόμη η φευγαλέα εικόνα της όμορφης κοπέλας που είχε δει στο τζάμι του αυτοκινήτου. Δεν μπορούσε να της κακιώσει, αλλά αν τον έφερνε σε δύσκολη θέση, η συνέντευξη θα ματαιωνόταν.

Η πόρτα άνοιξε και η γυναικεία μυρουδιά του αρώματος της δημοσιογράφου δραπέτευσε από πάνω της, τυλίγοντας τον άνδρα σαν χειμωνιάτικο κασκόλ. Χαμογέλασε σαστισμένος. Ήταν πιο όμορφη απ’ ό,τι περίμενε. Σηκώθηκε διστακτικά και τη χαιρέτησε με επισημότητα. Κινήθηκε για να της φιλήσει το χέρι όπως κάνει ο κάθε ευγενικός άνδρας, αλλά αυτόματα σκέφτηκε ότι πλέον δε συνηθίζεται να σκύβει ο άνδρας με το χέρι στην πλάτη, είναι ας το πούμε παλαιομοδίτικο. Της έσφιξε απαλά το χέρι και φευγαλέα παρατήρησε πόσο βελούδινη ήταν η επιδερμίδα της. Με τα μάτια του σημείωσε κάθε της κίνηση, κάθε θηλυκή αέρινη φιγούρα που σχηματιζόταν όπως περνούσε από εμπρός του πηγαίνοντας προς την καρέκλα που της υπέδειξε. Θα ήταν ανόητο να μην παραδεχτεί ότι αναστατώθηκε από την καλλίγραμμη παρουσία της. Το βλέμμα του πρωθυπουργού έκανε τεράστια προσπάθεια να παραμείνει διακριτικό. Η γυναίκα όμως κατάλαβε και ανταπέδωσε με εκείνο το σαστισμένο χαμόγελο που υιοθετεί το φύλο της στην αντίστοιχη θέση.

Ο πρωθυπουργός τής ζήτησε να πλησιάσει στο γραφείο του, καθότι είχε κάτσει λίγο απομακρυσμένα, και αμέσως μετάνιωσε που δεν είχε βάλει λίγα φρέσκα λουλούδια στο βάζο, στεναχωρήθηκε που τα τζάμια ήταν φιμέ και το φως δεν τόνιζε όσο έπρεπε το χαμόγελό της. Κάθισαν απέναντι, εκείνος παρατηρούσε τα μαλλιά της να γλιστρούν απαλά στο μέτωπό της, τη μύτη της -ένα εξαίσιο δείγμα γαλλικής μύτης-, τη λευκή οδοντοστοιχία που κρυφοκοίταζε μέσα από δύο νωπά χείλη. Όλα αυτά, όσο εκείνη ετοίμαζε το μαγνητοφωνάκι και το μπλοκ σημειώσεων, όλα αυτά την ώρα που εκείνος

Page 80: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

80 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

από αμηχανία παραμέρισε με το δεξί του χέρι το λάπτοπ σαν μια κίνηση που θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει: «τίποτα δε μας χωρίζει». Παρατήρησε το σακάκι του ταγιέρ της που έσφιγγε δύο στητά στήθη. Εκείνο το ανοιχτό μέρος του στέρνου, προσεκτικά στολισμένο με άσπρες πέρλες, παραπλάνησε το βλέμμα του πρωθυπουργού.

«Να ξεκινήσουμε;» τον ρώτησε εκείνη, μα το μυαλό του γυρνούσε σε χίλια δύο άλλα πράγματα που καμία σχέση δεν είχαν με τη συνέντευξη.

Η γυναίκα ξέρει πότε ένας άνδρας ξεχειλίζει από πάθος, ο άνδρας από την άλλη, πάντα θα αναρωτιέται για τις διαθέσεις της οποιασδήποτε κοπέλας, αναθεματίζοντας τη στιγμή που δεν ξεκίνησε δίαιτα, που το μαλλί του δείχνει μαραμένο από την ηλικία, θα θυμηθεί αν έπλυνε τα δόντια του, αν είναι καλοντυμένος και γενικώς όλες οι ανασφάλειές του θα αναβλύσουν με ταχύτητα από ένα κεφάλι που δε θα ξέρει τι να πρωτοσκεφτεί. Είναι από τις στιγμές που αναρωτιέσαι αν ο Θεός πράγματι πήρε ένα κομμάτι από τον Αδάμ και έπλασε την Εύα, θα φέρεις στον νου σου ότι κάποιοι δυσανασχέτησαν με την απόφασή του αυτή, αλλά αν μπορούσαμε να ρωτήσουμε τον πρωθυπουργό εκείνη τη στιγμή, η απάντησή του θα μας εντυπωσίαζε: «Μόνοι μας κόψαμε ένα κομμάτι μας, το δώσαμε στον Θεό παρακαλώντας για μία σύντροφο με ομορφιά ορχιδέας, με στήσιμο τριανταφυλλιάς, μάτια που να θυμίζουν ηλιοβασίλεμα και χαμόγελο που λαμποκοπά σαν θαλασσινή λιακάδα. Ο Θεός μάς λυπήθηκε, όπως ένας πατέρας κοιτάει στα μάτια τη χριστουγεννιάτικη επιθυμία του παιδιού του». Αν θα μπορούσε κάποιος να βάλει όλες αυτές τις επιθυμίες σε ένα και μόνο πρόσωπο, θα κατέληγε σε εκείνη τη γυναίκα που καθόταν απέναντι από τον πρωθυπουργό.

Η γυναίκα ξερόβηξε λίγο. Φάνηκε αναστατωμένη. «Να σας ενημερώσω ότι τη συνέντευξη θα φιλοξενήσει η μεγαλύτερη εφημερίδα της χώρας».

«Ωραία…» μάσησε τη λέξη ο πρωθυπουργός σπασμένα, και ένωσε τα χέρια του πάνω στο τραπέζι όπως κάνει ο κάθε άνθρωπος που μιλάει ειλικρινά.

«Ας αρχίσουμε από την πλέον βασική ερώτηση, ποια είναι η γνώμη σας για την κατάσταση αυτήν τη στιγμή στη χώρα; Θεωρείτε ότι το μέτρο με τις κάρτες κίνησης απέδωσε τα αναμενόμενα; Ποια τα οφέλη;»

Ο πρωθυπουργός έγειρε πίσω στην πανάκριβη καρέκλα του, διατήρησε τα δάχτυλά του ενωμένα σε στάση αυτοσυγκέντρωσης και ξεκίνησε τον πολιτικό του λόγο, που άλλωστε είχε ετοιμάσει από πριν. Λέξεις, απίθανες, λέξεις σπάνιες, στέρεες και γεμάτες αυτοπεποίθηση έβγαιναν από το στόμα του σαν πολύχρωμη κορδέλα που ξετυλίγεται με άνεση.

Page 81: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 81 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Ισονομία, (αυτήν την έκλεψε τελευταία στιγμή από τον καθηγητή στην τηλεόραση), Δημοκρατία, δεν υπάρχουν αδιέξοδα στις δημοκρατικές διαδικασίες, επαναφορά μιας κοινωνικής ισορροπίας, αποφυγή της σίγουρης χρεωκοπίας και τέλος η τρανή απόδειξη της ορθής πολιτικής: η κοινωνία μας θωρακίστηκε επιτέλους από το μαύρο χρήμα, πάταξε τη φοροδιαφυγή, και τα ταμεία του κράτους γεμίζουν με σταθερούς ρυθμούς αντιμετωπίζοντας με αισιοδοξία την έξοδο από το συμφωνητικό των δανείων που πήραμε από τα ξένα κράτη. Πατάξαμε τη φοροδιαφυγή και την εγκληματικότητα! Κανείς δεν εγκληματεί για το χρήμα πλέον, καθότι σε μισή ώρα θα το έχουμε μάθει! Φυσικά όλα αυτά δε θα γινόντουσαν αν η κυβέρνηση, δηλαδή εγώ, δεν τα αντιμετωπίζαμε με επαγγελματισμό και σοβαρότητα, δίχως υπεκφυγές, δεδομένου του κινδύνου μιας πολύ σοβαρότερης ύφεσης από αυτή που βιώναμε τα τελευταία χρόνια».

Άφησε μερικά λεπτά σιωπής να κατακάτσουν οι λέξεις και να θυμηθεί αν είχε ταιριάξει όλες τις προτάσεις που είχε ετοιμάσει, του ξέφυγε μία, η καλύτερη ίσως κατά τη γνώμη του: «Δεν εργαστήκαμε με γνώμονα την κραιπαλική ηδονή της εξουσίας, αλλά για τη σωτηρία του Έθνους!»

«Δηλαδή είστε ευχαριστημένος από την εξέλιξη των πραγμάτων;» Ήταν η ακαριαία ερώτησή της που βρήκε όμως τον πρωθυπουργό

ακόμη στη νιρβάνα των σκέψεών του αφήνοντάς τον σιωπηλό. Θαύμασε για άλλη μια φορά το πρόσωπό της. Τη φαντάστηκε ξαπλωμένη σε έναν λόφο γεμάτο μαργαρίτες φορώντας ένα άσπρο φόρεμα μακρύ που να φωτίζει από τον δυνατό ήλιο. Θα ήταν άνοιξη, το είχε αποφασίσει.

«Ναι, τι να σας πω; Φυσικά και είμαι. Η χώρα βαίνει σε καλό δρόμο, η κοινωνία μας θα γίνει πρότυπο για πολλές άλλες, γιατί να μην είμαι;»

Το κόκκινο λαμπάκι του τηλεφώνου στο γραφείο αναβόσβησε ίσως παραπάνω από δέκα φορές την ώρα που μιλούσαν. Ο πρωθυπουργός δυσανασχέτησε και ζήτησε συγνώμη από τη δημοσιογράφο.

«Ναι; Έλα, εσύ είσαι; Ποιος; Πέθανε ο υπουργός Εμπορίου; Ποιος τον σκότωσε; Α! κανείς, από βαθιά γερατειά. Ήταν άρρωστος μήνες τώρα; Και δεν του φαινότανε! Μεθαύριο είναι η κηδεία; Ναι, ναι θα πάμε! Κανόνισέ τα όλα εσύ. Εντάξει! Εντάξει! Θα μιλήσω στην κηδεία, όπως θες. Σε αφήνω τώρα γιατί είμαι σε συνάντηση».

Κατέβασε το ακουστικό μαλακά. «Άθελά μου σας άκουσα. Τα συλλυπητήριά μου» είπε η κοπέλα

διστακτικά. «Ε καλά, γέρος ήταν. Κάποια στιγμή θα πέθαινε».

Page 82: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

82 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Να βιαστούμε τότε με τη συνέντευξη». «Γιατί;» «Θα έχετε να γράψετε λόγο για την κηδεία, θα είστε συντετριμμένος…» «Όχι δεσποινίς μου! Μεταξύ μας τώρα, πρώτον, ποτέ δε γράφω τους

λόγους μου και δεύτερον, δεν το χώνευα πολύ το ραμολιμέντο. Χάρη μάς έκανε που πέθανε» κάγχασε ο πρωθυπουργός.

«Δε γράφετε τους λόγους σας;» και τα μάτια της γέμισαν έκπληξη και αποδοκιμασία.

«Όχι! Ίσως μερικούς…» σώπασε. «Τους πιο σημαντικούς, τους γράφω εγώ. Αλλά σας παρακαλώ, αυτό το κομμάτι της συζήτησης, ας μην το διαδώσουμε!»

Η κοπέλα κοίταξε και πάλι τις σημειώσεις της και ξαναρώτησε. «Διευκρινίσατε μήπως τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία έγινε το

χρήμα σκόνη; Θέλω να πω, υπάρχει κάποια πληροφορία για το πώς συνέβη αυτό;»

«Όχι, παραμένει μυστήριο. Οι επιστήμονες δεν ξέρουν, και στο εξωτερικό που τη στείλαμε, ακόμη δεν έχουν καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα» είπε σοβαρός, την είχε έτοιμη και αυτήν την απάντηση.

«Γιατί δεν μπορεί να βγει κανείς από τη χώρα; Σε τι εξυπηρετεί η απαγόρευση εξόδου;» ξαναρώτησε η κοπέλα, μόνο που τούτη τη φορά το ύφος της ήταν λίγο πιο επιθετικό, εκείνος όμως δεν το παρατήρησε αμέσως, γιατί στο μυαλό του ζωγραφίστηκε η απάντηση για το τάπερ. Τώρα ήταν η ώρα.

«Γιατί αν ανοίξουμε τα σύνορα, δε θα μείνει πολίτης για να στηρίξει την οικονομία. Για να μη μιλήσουμε για το παρεμπόριο και την εγκληματικότητα που θα μεταφερθεί αυτόματα σε άλλη χώρα σαν καρκίνωμα που κάνει μετάσταση. Ούτε οι ξένοι εταίροι μας το θέλουν αυτό, οπότε αυτή είναι η καλύτερη λύση. Ας μείνουμε εδώ μέχρι να δυναμώσουμε σαν χώρα και μετά τα σύνορα θα ανοίξουν».

«Θα σας αφήσουν οι ξένες χώρες; Μιλήσατε για καρκίνωμα, θα θελήσουν οι ξένες χώρες να ανοιχτούν τα σύνορα;»

«Μα! Θα πιέσουμε όταν έρθει η ώρα!» «Με τι;» Ο πρωθυπουργός μετακινήθηκε ενοχλημένος. Η κοπέλα από ευγενική

ύπαρξη, είχε αρχίσει να γίνεται επιθετική. «Όταν έρθει η ώρα…» προσπάθησε να απαντήσει, μα η δημοσιογράφος

τον έκοψε απότομα.

Page 83: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 83 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Πότε είναι η ώρα αυτή κύριε πρωθυπουργέ; Ένας μήνας, ένας χρόνος, δύο χρόνια;»

Οι μαργαρίτες στον λόφο όπου την είχε φανταστεί, είχαν σκύψει το κεφάλι στεναχωρημένα. Το έντονο κίτρινο χρώμα τους είχε μετατραπεί σε μουσταρδί. Έδειξε με τον τρόπο του ότι δεν είχε απάντηση γι’ αυτό που τον ρώτησε ή ότι η απάντηση θα ήταν δυσάρεστη για τη συνέντευξη.

«Μπορείτε να βγάλετε την τελευταία ερώτηση από τη συνέντευξη» την παρότρυνε ευγενικά.

Τον κοίταξε με μεγάλη απογοήτευση, αλλά δεν το σχολίασε. Τουλάχιστον για τα επόμενα δευτερόλεπτα. Τουλάχιστον μέχρι να αναφυσήξει σαν να ξεφορτωνόταν έναν μεγάλο αναστεναγμό.

«Έχετε ιδέα σε τι έχετε μετατρέψει τη χώρα;» «Και αυτήν την ερώτηση, παρακαλώ». «Ποια είναι η γνώμη σας για το λεγόμενο δίκαιο κράτος που είχατε

υποσχεθεί στο παρελθόν; Με το να κάνετε την κοινωνία ίση ή, ακόμη καλύτερα, ισόνομη με το ζόρι, πετυχαίνετε την έννοια του δίκαιου κράτους; Και μη μου ζητήσετε να βγάλω και αυτή την ερώτηση!» απάντησε η δημοσιογράφος και τινάχτηκε πάνω από τη σκέψη και μόνο ότι θα μπορούσε ποτέ ένας πρωθυπουργός να ζητήσει να βγει μια ερώτηση από μια δημοσιογραφική έρευνα. Έφερε στο μυαλό της το βιογραφικό του, αναλογιζόμενη όσα ήξερε γι’ αυτόν.

Ο πρωθυπουργός είχε γεννηθεί στην Ουάσιγκτον. Ακόμη και στην πιο άγονη γραμμή της χώρας να είχε γεννηθεί, όλα τα βιογραφικά του θα έγραφαν Ουάσιγκτον. Όπως όλοι οι πολιτικοί καριέρας, δεν είχε δουλέψει ούτε μία μέρα μισθωτός. Δεν κατείχε ούτε ένα ένσημο, αλλά αν κάποιος τον ρωτούσε σχετικά με την εμπειρία του, με περηφάνια θα παρουσίαζε το πτυχίο των πολιτικών επιστημών και τα διδακτορικά του στο εξωτερικό. Θα μιλούσε επίσης για την καταγωγή του και την ευγενή κληρονομικότητα. Τα καλύτερα σχολεία τον υποδέχτηκαν σαν το παιδί που πάντα ήθελαν, οι καθηγητές (πιθανόν επειδή δεν ήθελαν να βρεθούν στην άκρη του χάρτη) ποτέ τους δεν τον κακοβαθμολόγησαν, το πανεπιστήμιο στο εξωτερικό ήταν μονόδρομος. Ο πατέρας του έδωσε το επώνυμο του πολιτικού, η μητέρα του ένα σάντουιτς πριν πάει να ορκιστεί στη Βουλή για πρώτη φορά. Και τους δύο έχει να τους θυμάται για την αγάπη τους. Όχι μεταξύ τους, αυτό δεν είχε συμβεί σχεδόν ποτέ, εκτός αν θεωρείται αγάπη να μένει κάθε έξι μήνες ο ένας μακριά από τον άλλον. Μπορεί να τους θυμάται για την αγάπη που έδωσαν στον γιο τους τον μονάκριβο. Μάλιστα φεύγοντας από τη ζωή και οι δύο, του άφησαν την

Page 84: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

84 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

καλύτερη κληρονομιά. Ο πατέρας του, μια λαμπρή καριέρα πολιτικού για να θυμάται και να δακρύζει στις παρελάσεις και στις ετήσιες εκδηλώσεις μνήμης του, και η μητέρα του, τη συνταγή για τα σάντουιτς με φιστικοβούτυρο και μουστάρδα. Δεν ήταν δύσκολο, ίσως και απλά να ήταν γραφτό από τη μοίρα να αναλάβει την προεδρία του κόμματος και να κερδίσει από την πρώτη κιόλας αναμέτρηση τις εκλογές με ισχυρή πλειοψηφία. Το ίδιο βράδυ γνώρισε τη γυναίκα του, ντυμένη στα χρώματα του κόμματος. Στους επόμενους έξι μήνες την είχε ήδη ζητήσει από τους δικούς της και τον όγδοο την παντρεύτηκε. Τότε, ήταν μια συμπαθητική κοπέλα με φακίδες και καροτί μαλλιά, όλο συμπόνια για τον άνδρα της που έλειπε όλη μέρα στη Βουλή και στο γραφείο. Τότε ακόμη, τα Σαββατοκύριακα καθόταν στις ορέξεις του, μέχρι που γεννήθηκε ο πρώτος γιος και ένα χρόνο αργότερα το κοριτσάκι. Το επόμενο βήμα στην πολιτική του καριέρα δεν περιείχε εκπλήξεις. Τέσσερα χρόνια μετά την πρώτη του νίκη, πήρε για δεύτερη φορά τη διακυβέρνηση της χώρας στα χέρια του για άλλη μία τετραετία. Μόνο που τότε ήταν μια δύσκολη εποχή για τη χώρα, τα έξοδα ήταν υπέρογκα και έπρεπε να στραφεί στις ξένες δυνάμεις για στήριξη. «Για να μην πέσουμε στο βάραθρο της χρεοκοπίας» τους είπε. «Θα κάνουμε λιτότητα αλλά τόση, όση αντέχετε, ούτε σεντς παραπάνω». Ο λαός συμφώνησε, του έδωσε τα σκήπτρα με σκεπτικισμό και δίχως τρανή πλειοψηφία αυτήν τη φορά. Πώς να το κάνουμε, δεν ανεβαίνεις στο βάθρο της αρχηγίας δαφνοστεφανωμένος, λέγοντας την αλήθεια και υποσχόμενος λιτότητα. Έστω και αν υποσχεθείς ότι θα είσαι δίκαιος. Το θέμα είναι ότι τα κατάφερε και είχε κάθε λόγο να είναι ευτυχισμένος. Είχε δύο παιδιά, μια γυναίκα με καροτί μαλλί και την πρωθυπουργία, αν και λιγότερες έδρες από την προηγουμένη τετραετία.

Σήμερα είχε μια πανέμορφη δημοσιογράφο απέναντί του, η γυναίκα με το καροτί μαλλί είχε να τον ακουμπήσει πάνω από έξι μήνες κι είχε δύο παιδιά που τα μεγάλωναν μία νταντά, μία οικιακή βοηθός, ένας φανερά αστείος κηπουρός και όλη η φρουρά του εξοχικού του.

«Νομίζω ότι έχετε ξεφύγει του σκοπού της συνέντευξης, δεσποινίς μου» την παρατήρησε όσο μπορούσε πιο ευγενικά.

«Νομίζω ότι θέλετε να μου δώσετε κάποιο συγκεκριμένο κείμενο για να δώσω με τη σειρά μου στην εφημερίδα, κύριε πρωθυπουργέ, και όχι να απαντήσετε στα ερωτήματα του λαού» του είπε εκείνη με ένα μείγμα σαρκασμού και εκνευρισμού αφήνοντάς τον να την κοιτάζει σκωπτικά.

Page 85: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 85 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Μάζεψε τα πράγματά της, έκλεισε το μαγνητόφωνο, άνοιξε την τσάντα της να τα βάλει μέσα, και τέλος σηκώθηκε να χαιρετήσει. Ο πρωθυπουργός δαγκώθηκε όσο δεν είχε δαγκωθεί ποτέ ως τότε στη ζωή του.

«Νομίζω ότι κάναμε στραβή αρχή, θα ήθελα να επανορθώσω. Θέλετε να γευματίσετε μαζί μου;» τη ρώτησε και σηκώθηκε όρθιος για να τονίσει την επισημότητα της πρότασής του. Εκείνη γύρισε το πρόσωπό της σαν να ήταν κούκλα του σατανά παίρνοντας τέσσερις διαφορετικές εκφράσεις: νευριασμένη, απαθής, σκεπτική, και τέλος συγκρατημένα χαμογελαστή.

«Έχει χρόνο ένας πρωθυπουργός να φάει με απλούς πολίτες;» Χρόνος! Χρόνος! Η μόνη εικόνα του χρόνου που είχε ο πρωθυπουργός,

ήταν η σκηνή όπου ο υπέροχος κωμικός ηθοποιός του βουβού σινεμά, Harold Lloyd, κρεμασμένος από τον λεπτοδείκτη του ρολογιού της τότε Νέας Υόρκης, πιανόταν για να μην τσακιστεί. Από κάτω, στην πολυσύχναστη λεωφόρο, ασπρόμαυρα αυτοκίνητα εποχής και γυναίκες να διασχίζουν τον δρόμο με μακριά παλτά φορτωμένες ψώνια, αγκαζέ με τους κουστουμαρισμένους συζύγους τους. Άσπρο και μαύρο. Κάθε του βλέμμα μοιραζόταν το έδαφος με τον ουρανό σαν να σχεδίαζε το αποτέλεσμα που μπορούσε να λάβει μια τέτοια ένωση. Τον θάνατο. Αν πέσει στο έδαφος θα πάει στον ουρανό, αν κάνει ένα άλμα προς τον ουρανό θα νιώσει τη σκληρότητα του εδάφους. Αυτό είναι ο χρόνος της ανθρωπότητας, μια υπολογισμένη δημιουργία που κρατιέται από τον λεπτοδείκτη ενός ρολογιού, έτοιμη να τσακιστεί επιχειρώντας να φτάσει τον ουρανό.

«Πάντα υπάρχει χρόνος για κάτι τόσο υπέροχο, όπως η παρουσία σας» απάντησε εκείνος και της πρόσφερε ένα χαμόγελο που υποχρέωνε. Στο διάβολο, αποφάσισε, δε θα έπεφτε από τον λεπτοδείκτη. Θα έκανε άλμα προς τον ουρανό.

Η ώρα ήταν επτά το απόγευμα, μερικές μέρες αργότερα. Είχε όλο τον

χρόνο στη διάθεσή του να πάρει ταξί και να βρεθεί στις οχτώ έξω από την Όπερα όπου θα συναντούσε τη δημοσιογράφο. Ούτε το μέρος ούτε η ώρα τον παραξένεψαν, όσο η συγκατάβασή της να τον συναντήσει, καθότι δεν ήταν δυνατόν να παραβλέψει ότι δεν ήταν παρά ένας ώριμος πενηντάρης με όλες τις ανασφάλειες της ηλικίας του. Ενώ αυτή ήταν η μούσα που κατάφερε να λαμποκοπήσει το γραφείο του με όπλο το αστραφτερό της χαμόγελο. Φυσικά

Page 86: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

86 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

αυτός ήταν ένας πρωθυπουργός -θεωρητικά ο άνδρας με τη μεγαλύτερη δύναμη στη χώρα- και αυτή μια δημοσιογράφος της σειράς που πιθανόν να γλυκάθηκε με την απότομη δόξα που της χάρισε ο διευθυντής του πολιτικού του γραφείου. Δεν μπορούσε να βγάλει από το μυαλό του αυτήν την κουτοπόνηρη σκέψη, όπως δεν μπορούσε να αφαιρέσει από τον νου του το καλλίγραμμο κορμί της. Είχε κολλήσει η εικόνα της σαν να την είχε σιδερώσει κάποιος μέσα στο κεφάλι του από την ανάποδη. Μπλεκόταν στις σκέψεις του. Όπου και να γύριζε τη ματιά του, η μορφή της έλαμπε σε κάποια γωνιά του οπτικού του πεδίου. Μάλλον τη σκεφτόταν συνέχεια, ίσως παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Ακόμη και την ώρα που ξυριζόταν, την ώρα που φορούσε το πλαστικό μπουφάν με τα σχέδια στους ώμους, την ώρα που δοκίμαζε το τζόκει και το ψεύτικο μουστάκι στον καθρέπτη του μπάνιου. Το να βγει ένας πρωθυπουργός από την πίσω πόρτα του πολιτικού γραφείου με ψεύτικο μουστάκι και καπέλο τζόκεϊ, θα λέγαμε ότι ξεπερνάει κάθε φαντασία. Και όμως, ο άνδρας με το μπλου τζιν και το χοντρό μπουφάν ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός που πήγαινε να συναντήσει μια δεσποινίδα είκοσι χρόνια νεώτερή του, κρυφά από τη γυναίκα με το καροτί μαλλί, τη γυναίκα του. Και όσο για την αμφίεση που επέλεξε, είχε τόσες δικαιολογίες όσες ένα αρνί που περνάει ανάμεσα από τους λύκους.

Τη φαντάστηκε ακόμη μία φορά. Ίσως άνηκε στις γυναίκες που τους αρέσει ο άνδρας να είναι αξύριστος, με μαλλί αχτένιστο. Ίσως πάλι να ήταν από τις γυναίκες που τις κερδίζεις με μια μεταξωτή γραβάτα και ένα ποτήρι σαμπάνια. Έμελλε να το μάθει. Πάντως αυτός είχε και καλή γραβάτα, και αυτοκίνητο ακριβό αν ήθελε, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν ήθελε. Αν τον έβλεπαν να φεύγει με τη μερσεντές, πιθανόν την άλλη μέρα η γυναίκα με το καροτί μαλλί να τον ανακάλυπτε από τα πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες. Όχι, ετούτη η συνάντηση ήταν μυστική και έπρεπε να μείνει έτσι. Ακόμη και στην ιδιαιτέρα του είπε ότι πάει στο δωμάτιο ξεκούρασης με την παράκληση να μην τον ενοχλήσει κανείς, ακόμη και στον διευθυντή είπε το ίδιο ψέμα. Και στους φρουρούς που έμεναν ξάγρυπνοι στα μόνιτορ με τις κάμερες του κτιρίου, το ίδιο ψέμα είπε. Τους διέταξε να κλείσουν τις κάμερες για μισή ώρα και να τις ξανανοίξουν έπειτα από λίγο. Μόνο στους αστυνομικούς που φρουρούσαν την πίσω πόρτα είπε την αλήθεια. Ότι πήγαινε να ξεσκάσει για λίγο. Ποιος θα τον σταματούσε;

Στρίβοντας την κεντρική λεωφόρο σήκωσε το χέρι του να πάρει ταξί. Είχε χρόνια να πάει με τα πόδια και ακόμη περισσότερα χρόνια να μπει σε λεωφορείο. Αλήθεια, να τα είχαν κάνει πιο άνετα για τους επιβάτες ή ακόμη

Page 87: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 87 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

είχαν τις ξύλινες θέσεις με τον εισπράκτορα στην είσοδο; Ένα κίτρινο ταξί σταμάτησε εμπρός του.

«Όπερα!» είπε ο μουστακαλής πρωθυπουργός και ο κοντοκουρεμένος οδηγός τού έκανε νόημα να μπει.

Μια γριά ιδρωμένη, κουρασμένη και εξαντλημένη από το περπάτημα, κρατώντας τέσσερεις μεγάλες γκρίζες σακούλες, τους πλησίασε λίγο πριν κλείσει η πόρτα.

«Όπερα!» φώναξε, όμως ο οδηγός σήκωσε τους ώμους του, δυστυχώς δε γινόταν.

«Μα καλά, γιατί δεν την παίρνετε;» ρώτησε ο πρωθυπουργός. «Πώς θα με πληρώσει κύριε; Απαγορεύεται η διπλή ταρίφα βάσει νόμου

και αν βάλει την κάρτα της μέσα στο μηχάνημα, αύριο το πρωί θα έχει έρθει η φορολογική αστυνομία να μου χτυπήσει την πόρτα. Δεν είμαι χαζός να την πατήσω!»

«Φορολογική τι;» «Φορολογική αστυνομία, δεν την ξέρεις;» «Όχι και πίστεψέ με, εγώ ξέρω τα πάντα!» «Καλά, μην κοκορεύεσαι, αυτούς κάνεις ότι δεν τους ξέρεις!» «Μα, για όνομα του Θεού, εκεί είναι το θέμα; Τι ξέρω και τι δεν ξέρω;

Ποιοι είναι αυτοί;» Ο ταξιτζής γύρισε και τον κοίταξε με περιέργεια. Ποιος ξέρει τι

φαντάστηκε. «Επίσημα δεν υπάρχουν» είπε κοφτά. «Έρχονται με τις τσάντες τους

και ένα αντίγραφο από την κίνηση στο μηχανάκι σου και σου ρίχνουν πρόστιμο, το οποίο αυτοεξοφλείται από τον λογαριασμό σου ή από την πιστωτική, αν δεν έχεις χρήματα. Συστήνονται ως εφοριακοί. Κάποιες φορές δεν έρχονται καν! Στέλνουν το πρόστιμο με το ταχυδρομείο».

«Μα τι λες! Πάντα υπήρχε αυτό. Η εφορία πάντα κυνηγούσε τους φοροφυγάδες».

«Ναι, αλλά δεν τους έπιανε. Τώρα τους πιάνει όλους μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες».

Ο πρωθυπουργός σώπασε. Αηδίες! Καλύτερα έτσι, τα ταμεία γεμίζουν και το κράτος αποκτάει λεφτά. Ας μην είσαι παράνομος κύριε, σκέφτηκε και αφέθηκε να κοιτάζει τη διαδρομή από το τζάμι του.

Πέρασαν την κεντρική πλατεία, στο ραδιόφωνο ο Μπάρι Γουάιτ και το σι-μπι να ανοιγοκλείνει κάνοντας έναν ήχο σαν σκούξιμο βατράχου που ανακάλυψε καινούργιο νούφαρο.

Page 88: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

88 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Δίστασε για δευτερόλεπτα, τελικά ρώτησε τον οδηγό. «Είστε δυσαρεστημένος με τις κάρτες κίνησης; Θέλω να μου πείτε τι

ακούτε καθημερινά μέσα στο ταξί από τον κόσμο». «Και ποιος δεν είναι; Έχω τρία παιδιά που δεν ξέρω τι να τους πω για

το μέλλον. Το ταξί δε βγάζει πλέον αυτά που έβγαζε, ούτε διπλές ταρίφες ούτε αύξηση στο κόμιστρο. Περνάμε δύσκολα, όπως όλοι δηλαδή, δεν είμαι δα καμιά εξαίρεση».

«Καταλαβαίνω, αλλά πείτε μου, δεν πιστεύετε ότι υπάρχει ελπίδα, μέλλον; Με τις κάρτες κίνησης, δεν άλλαξε ο κόσμος προς το καλύτερο;»

«Χα! Αστείος είσαι! Ευτυχώς που υπάρχουν τα χάπια βελτίωσης, αλλιώς θα οδηγούσα το ταξί μέσα στη Βουλή και όποιον πάρει ο Χάρος!»

«Χάπια τι;» Ο οδηγός τού εξήγησε. Ο πρωθυπουργός άκουσε προσεκτικά. Τέλος ο

οδηγός κοίταξε επίμονα στον κεντρικό καθρέπτη. «ΤΙ;» φώναξε ο πρωθυπουργός φανερά ενοχλημένος. «Τίποτα, μοιάζεις με τον πρωθυπουργό. Μα, τι λέω; Αυτός σίγουρα

έκανε τα χρήματά μας σκόνη και τώρα θα τα τρώει με τις τράπεζες» έσκασε στα γέλια ο ταξιτζής.

«Σε πληροφορώ ότι δεν τρώει τίποτα!» απάντησε νευριασμένα ο πρωθυπουργός και για καλή του τύχη, το ταξί έφτασε στον προορισμό του.

«Από άλλο πλανήτη είσαι φίλε;» ρώτησε ξανά ο οδηγός και δίχως να λάβει απάντηση, πήρε την κάρτα κίνησης του πρωθυπουργού και την πέρασε από τη σχισμή του μηχανήματος.

Άναψε το πράσινο λαμπάκι, και τότε ήρθε η πρώτη κατραπακιά στο μυαλό του πρωθυπουργού. Πώς θα δικαιολογούσε το έξοδο του ταξί αν κάποιος το έβλεπε;

Μπήκε στον πεζόδρομο, κοίταξε το ρολόι, ήταν ακόμη παρά πέντε, άδραξε την ευκαιρία και έκανε μια βόλτα γύρω από την Όπερα να τη θαυμάσει επιτέλους χωρίς κουστούμι και επισημότητες. Όταν πήγε ακριβώς η ώρα, γύρισε στην είσοδο του κτιρίου, όπως είχαν συμφωνήσει, και περίμενε να έρθει η δημοσιογράφος. Πέρασαν από εμπρός του ένας ζητιάνος, ένας γέρος και ένας κουλουρτζής με το χαρακτηριστικό μηχάνημα των καρτών κίνησης στον κινούμενο πάγκο του. Περίμενε κι άλλο, ώσπου πήγε η ώρα και πέντε.

Όταν πήγε και δέκα, άρχισε να κάνει βόλτες γύρω από την είσοδο. Απομακρύνθηκε λίγο έχοντας όμως πάντα τη ματιά του προς τα εκεί. Ευτυχώς για καλή του τύχη, η Όπερα δε λειτουργούσε εκείνη την ημέρα, οπότε δεν υπήρχε ιδιαίτερος κόσμος τριγύρω. Ένας πατέρας με το παιδί του που το

Page 89: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 89 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

κρατούσε από το χέρι τρυφερά, έπειτα μια μητέρα που έσπρωχνε ένα καρότσι και τέλος ένας νεαρός με μαλλί όρθιο και σκουλαρίκι στη μύτη. Η ώρα είχε πάει και μισή κι ακόμη δεν υπήρχε ίχνος της κοπέλας. Ένιωσε εντελώς άδειος.

Έβγαλε το κινητό του και πήρε τον διευθυντή του γραφείου του. Το σήκωσε αμέσως. «Έλα, εγώ είμαι. Ξέρεις τίποτα για κάτι χάπια βελτίωσης;». Ο διευθυντής τού εξήγησε ότι ήταν ένα νέο σκεύασμα που πωλείται στα φαρμακεία, στην αρχή ήταν με συνταγή γιατρού, τώρα διακινείται ελεύθερα. «Και τι κάνει;» τον ρώτησε, λαμβάνοντας την απάντηση που περίμενε. «Με ένα χάπι είσαι τρισευτυχισμένος για οχτώ ώρες». «Και τη φαρμακευτική εταιρία, ποιος την έχει;» ρώτησε πάλι λαμβάνοντας για δεύτερη φορά την απάντηση που περίμενε. Καμία έκπληξη. Τέσσερις τράπεζες και ένα Εγγλέζικο fund.

«Ωραία, σ’ ευχαριστώ πολύ. Όχι, όχι, δε χρειάζομαι να μου φέρεις. Είχα απλώς την απορία, ευχαριστώ, καληνύχτα».

Κοντοστάθηκε και άρχισε να σκέφτεται πολύ σοβαρά. Έπειτα θυμήθηκε ξανά το ραντεβού του. Ως πρωθυπουργός, είχε όλες τις πληροφορίες γι’ αυτήν, πού έμενε, ποια ήταν, πού δούλευε, τηλέφωνο σπιτιού, κινητό, σταθερό, εργασίας, φαξ, e-mail. Τα πάντα. Αποφάσισε να την πάρει τηλέφωνο.

«Παρακαλώ;» «Ναι, ο πρωθυπουργός είμαι. Είχαμε ραντεβού». Σιωπή. Μετά από λίγο: «Ήλπιζα ότι θα το ξεχνούσατε». Σιωπή και από τον πρωθυπουργό. Και μετά: «Δεν το ξέχασα. Σας

περιμένω εδώ». Ξανά σιωπή. Και τέλος: «Τότε, σε δέκα λεπτά θα είμαι κι εγώ εκεί»

απάντησε και έκλεισε τη γραμμή. Πάνω που τα δέκα λεπτά γινόντουσαν τέταρτο, την είδε να έρχεται

μέσα σε μια καπαρντίνα λευκή που τόνιζε τη μέση της. Τα πόδια της τα στόλιζαν μπεζ παπούτσια.

«Δεν το πίστεψα» του είπε μόλις τον είδε και εκείνος έμεινε με ένα διστακτικό χαμόγελο, άδειος και έκθαμβος από την ομορφιά της. Λίγη σιωπή και είπε ξανά η κοπέλα: «Kαι για να πω την αλήθεια, δεν πίστευα ότι ήταν διαταγή».

«Διαταγή;» «Όταν ένας πρωθυπουργός σου ζητάει να βρεθείτε, δεν μπορείς απλά

να πεις όχι, έτσι;» «Μα βασιζόμουν στη θέλησή σας, αν όμως δε θέλετε…»

Page 90: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

90 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Δεν είναι αυτό. Απλά δε βρίσκω κάποιον λόγο. Δεν καταλαβαίνω το νόημα αυτής της συνάντησης».

«Είστε όμορφη…» «Ώστε αυτό είναι; Ο πρίγκιπας είδε τη χωριατοπούλα και θα την

αναγκάσει να μοιραστεί το κρεβάτι του;» «Όχι! Όχι! Ορκίζομαι, δεν είναι έτσι». «Τότε θα με αφήσετε να φύγω. Δε θεωρώ σωστό να είμαι με έναν άνδρα

σαν και εσάς σε ραντεβού. Εξάλλου, δε νομίζω ότι έχουμε να πούμε πολλά. Εκτός του ότι είστε παντρεμένος -δεν το έχετε ξεχάσει αυτό νομίζω- σας έχω πολλά παράπονα για τη ζωή που βιώνει η χώρα. Κι αν μας δούνε μαζί;»

Ο πρωθυπουργός σώπασε και την κοίταξε στα μάτια. Τέλος είπε: «Θα μου κάνετε την τιμή να περπατήσουμε μαζί;»

Η κοπέλα δεν απάντησε. Χαμογέλασε, ίσως να αισθάνθηκε ότι ήταν υποχρεωμένη να το κάνει. Το θέμα είναι ότι συμφώνησε να περπατήσει μαζί του μέσα στο πάρκο της Όπερας σιγοκουβεντιάζοντας και χασκογελώντας.

Πέρασαν τη μικρή τεχνητή λίμνη με τις πάπιες, εκείνος χαριτολόγησε για το ψεύτικο μουστάκι του, εκείνη γέλασε. «Ήταν αναγκαίο» είπε και τη ρώτησε για την κατάσταση με τις κάρτες, για τον λαό. Σκέφτηκε ότι πολύ θα ήθελε να είχε ένα κουλούρι μαζί του να ταΐσει τις πάπιες, επιθυμία που εύκολα μπορούσαν να ικανοποιήσουν οι πλανόδιοι κουλουρτζήδες, αλλά δεν ήθελε να δώσει την κάρτα του για να μην καταγραφεί η παρουσία του στο πάρκο. Και φυσικά ντρεπόταν να ζητήσει τη δική της. Η δημοσιογράφος τού εξέφρασε τη γνώμη της για τη χώρα, για το μέλλον και το παρόν του τόπου. Τον ειρωνεύτηκε πολλάκις στην περιγραφή της, αλλά σύντομα αντιλήφθηκε ότι ο πρωθυπουργός δεν είχε σκεφτεί ποτέ του μέχρι εκείνη τη στιγμή την έννοια της ελευθερίας που έχασε ο απλός πολίτης. Δυσκολεύτηκε να τον πείσει, ακόμη και όταν του έφερε ζωντανά παραδείγματα, όπως κάποια εστιατόρια που κινδύνευαν να κλείσουν, επειδή δεν πήγαιναν πλέον να φάνε εκεί τα παράνομα ζευγαράκια, του έδειξε τα παγκάκια του πάρκου που ήταν γεμάτα ερωτευμένους. Ούτε ξενοδοχείο, ούτε φαγητό για τους παράνομους. Του είπε για τους κουλουρτζήδες που είχαν σχεδόν εκλείψει, πώς να το κάνουμε, άλλο να έχεις μερικά ψιλά στην τσέπη και να πάρεις κουλούρι, και άλλο να βάλεις την κάρτα κίνησής σου, με όλους τους λογαριασμούς συνδεδεμένους σε ένα υπαίθριο μηχανάκι. Υπάρχει πάντα ο φόβος. Της ανταπάντησε για τη μείωση της εγκληματικότητας, κανείς δεν έμπαινε πλέον στο σπίτι του άλλου για να κλέψει χρήματα, υπήρχε κάτι καλύτερο από αυτό; Εκείνη γέλασε, του επέστρεψε το επιχείρημά του με έναν στίχο του Καβάφη:

Page 91: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 91 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις».

«Το είπατε τραγουδιστά!» ο πρωθυπουργός θαύμασε τη μουσική τονικότητα της απαγγελίας της.

«Παλιά τραγουδούσα. Θέλω να πω, πήγαινα σε ωδείο και σπούδαζα φωνητική. Έπαιζα και κιθάρα. Μικρή ήθελα να γίνω τραγουδίστρια. Πολύ συνηθισμένο όνειρο, θα μου πείτε. Όλα τα παιδιά θέλουν να γίνουν τραγουδιστές ή κιθαρίστες».

«Ώστε είστε καλλίφωνη;» «Ε… τα καταφέρνω...» «Τότε έχετε όλα τα προσόντα να γίνετε άγγελος! Έχετε αγγελικό

πρόσωπο, υπέροχο χαμόγελο και τραγουδάτε. Τι άλλο λείπει εκτός από μία άρπα;» Άθλιο, πολύ άθλιο αστείο, σκέφτηκε.

«Και φτερά, μην τα ξεχνάμε!» απάντησε η κοπέλα χαμογελώντας, αλλά σύντομα σοβάρεψε απότομα.

Ο πρωθυπουργός έσκυψε στην άκρη της λίμνης και δοκίμασε να πλησιάσει μια πάπια χοντρή με άσπρες φτερούγες. Προσπάθησε να της χαϊδέψει το κεφάλι.

«Είναι απαίσιο αυτό που συμβαίνει! Σας συστήνω να διαβάσετε τον Μαξ. Είναι φανερό ότι δεν τον έχετε διαβάσει» είπε η κοπέλα ενοχλημένα και έβαλε νευρικά τα χέρια της στις τσέπες.

«Μαξ; Ποιος Μαξ; Από ποιες εκδόσεις;» απάντησε εκείνος αδιάφορα καθώς όλη του η προσοχή ήταν στραμμένη στην πάπια.

«Δεν είναι βιβλίο, στο διαδίκτυο θα το βρείτε. Έχει ένα blog και κάθε εβδομάδα ανεβάζει εκεί κάποια κεφάλαια».

«Blog;» «Ναι, να το διαβάσετε. Είναι λίγο περίεργα γραμμένο. Μοιάζει με

ημερολόγιο από γεγονότα που δεν έχουν συμβεί ακόμη. Αυτός πρώτος είχε γράψει ότι θα γίνουν τα χρήματα σκόνη, ότι έγινε μια συνάντηση στο πρωθυπουργικό γραφείο και πάρθηκε η απόφαση για τις κάρτες κίνησης. Ακόμη -και αυτό δείχνει αρκετά αστείο- ότι ο πρωθυπουργός ήταν μεθυσμένος όταν ψηφίστηκε στη Bουλή το νομοσχέδιο»

Ο πρωθυπουργός έμεινε ακίνητος από την έκπληξη. «Αναφέρει κάποιον συγκεκριμένα;»

«Όχι! Τίποτα. Αλλά πόσοι μπορεί να είναι οι πρωθυπουργοί της χώρας; Είναι φανερό. Πάντως στο τελευταίο κείμενό του, γράφει ότι ο πρωθυπουργός θαμπώθηκε από μια δημοσιογράφο και της ζήτησε να βρεθούν έξω από την

Page 92: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

92 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Όπερα. Αργότερα πήγαν να ταΐσουν τις πάπιες. Θα μπορούσε να είναι ένας εφιάλτης, νομίζετε;» παρά το χαμόγελό της, ήταν τρομαγμένη. «Γι’ αυτό δεν ήθελα να βρεθούμε. Όλα όσα γράφει εκεί μέσα πως θα συμβούν, γίνονται ακριβώς έτσι!» συμπλήρωσε.

Όσο μιλούσε η γυναίκα, ο πρωθυπουργός είχε καταφέρει επιτέλους να πιάσει την πάπια από το κεφάλι για να τη χαϊδέψει.

«Θα σας βρέξει!» «Ποιος;» «Η πάπια…». Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση της και η πάπια

χτύπησε τρομαγμένη τα φτερά της μέσα στο νερό, βρέχοντας ελαφρά τον πρωθυπουργό.

«Το είχε γράψει κι αυτό ο Μαξ;» Η κοπέλα κούνησε καταφατικά το κεφάλι της. Ο πρωθυπουργός έμεινε

ακίνητος χωρίς να ξέρει τι να ρωτήσει ή πώς να αντιδράσει. Το μόνο που του ήρθε στο μυαλό εκείνη τη στιγμή ήταν αυτό που θα ρωτούσε ο καθένας εντελώς αυθόρμητα.

«Και τι γράφει ο Μαξ ότι θα γίνει από εδώ και πέρα; Τι γράφει το τελευταίο του κείμενο;»

«Δε θυμάμαι απ’ έξω, πάντως όλα του τα κείμενα αφορούν καταστάσεις που θα συμβούν από Δευτέρα έως Παρασκευή, ποτέ Σαββατοκύριακα. Τώρα πρέπει να πηγαίνω, δε θα ήθελα να γίνω η ηρωίδα του κειμένου του Μαξ, ας μην ξεχνάμε ότι είναι Πέμπτη ακόμη. Μου αρκεί η δημοσιότητα που έχω από την τηλεόραση, δε θα ήθελα να μου κολλήσουν τη ρετσινιά ότι έχω πιο στενές σχέσεις με τον πρωθυπουργό της χώρας. Και το χειρότερο, πριν καν υπάρξουν!»

Στην επιστροφή με το ταξί, ο πρωθυπουργός είχε ακουμπήσει το σώμα

του πίσω και με ύφος βαθιάς περισυλλογής ξεκίνησε να αφηγείται στον οδηγό ένα παραμύθι που είχε μόλις σκαρφιστεί:

«Ο πρίγκιπας…, τι ποιος πρίγκιπας; Ένας πρίγκιπας! Ζούσε λοιπόν σε ένα παλάτι περιτριγυρισμένο από δράκους πράσινους που έβγαινε φλόγα από τα μεγάλα ρουθούνια τους με μία και μόνη πνοή. Ιδιαίτερα τις μέρες που ήταν κρυωμένοι, έπρεπε ο πρίγκιπας να είναι πιο προσεκτικός, να μη βγαίνει ούτε στο παράθυρο, γιατί θα τον έκαιγαν οι δράκοι. Έτσι τον είχαν διδάξει οι

Page 93: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 93 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

βασιλείς πριν από αυτόν και οι ένδοξοι πρόγονοι που, με τη σειρά τους, είχαν άλλους προγόνους που πλέον φυλάσσονταν τα λείψανά τους στα υπόγεια του παλατιού. Το ίδιο του είχαν πει και οι υπηρέτες, αλλά και οι σύμβουλοί του. Οι δικηγόροι, αλλά και οι δικαστές, οι ιππότες και οι ιπποκόμοι. Οι δράκοι ήταν ο φόβος και ο τρόμος για όλους, και μόνο το παλάτι μπορούσε να τους προφυλάξει από την καυτή τους ανάσα. Το κάστρο του πρίγκιπα ήταν φωτεινό, διακοσμημένο με έγχρωμες φιγούρες στους τοίχους και αγάλματα ντυμένα με πολυτελή υφάσματα, κασμίρι και μετάξι. Στους τοίχους, κίτρινα, κόκκινα, βιολετί λουλούδια ζωγραφισμένα περίτεχνα στο χέρι, και τα ταβάνια διακοσμημένα με χρυσό και ασήμι, καταλήγοντας σε μωβ γύψινα υψηλής αισθητικής. Στο κρεβάτι του είχε ένα καστανοπράσινο πάπλωμα με κεντημένα λουλούδια που θύμιζε ανοιξιάτικη γη σε οργασμό κι ο ουρανός από πάνω του κρεμόταν φουσκωτός από ένα βαρύ βελουδένιο γαλάζιο ύφασμα σπάνιας υφής. Τα ρούχα του ήσαν όλα ραμμένα στο χέρι από γυναίκες ορκισμένες στην παρθενία και την καλοσύνη, όλα βαμμένα στο χρώμα του βατόμουρου και της κίτρινης μαργαρίτας του κάμπου. Το φίνο άρωμα που φορούσε δεν ήταν κι αυτό απλό, παρά ένα σπάνιο απόσταγμα χαμομηλιού και τριαντάφυλλου προσεκτικά στραγγισμένου σε μουσελίνα για να κρατάει μέσα του το χρώμα και τη λεπτότητα της ψυχής του αγρού. Όλο το παλάτι θα έλεγες, ήταν ένας πολύχρωμος μπαξές που κάθε του γωνία ήταν φτιαγμένη για να αγαλλιάζει η ψυχή του πρίγκιπα, ένας ύμνος στο χρώμα και τη φύση.

»Θα πρέπει να τον μάγεψε μια νεράιδα μια νύχτα και τον οδήγησε στην πίσω πόρτα του παλατιού δείχνοντάς του την έξοδο. Εκεί είναι σκοτεινά, αντέδρασε εκείνος, φοβούμενος το σκοτάδι που δεν είχε χρώματα, αλλά και τους δράκους που παραφύλαγαν να τον κάψουν. Εκείνη επέμενε να του δείχνει το μονοπάτι, αμίλητη. Η περιέργεια όμως είναι ανίκητη. Αφού προχώρησε αρκετά με τα πόδια και απομακρύνθηκε από το παλάτι, ο πρίγκιπας ανακάλυψε κάτι φριχτό. Θαρρείς τόσα χρόνια είχαν φυλακιστεί στο παλάτι του τα χρώματα, κι εκεί, εκεί που θα έπρεπε να υπάρχουν δράκοι με φλόγες και καταπράσινα εύφορα τοπία, το μόνο που είχε απομείνει ήταν ένας ασπρόμαυρος κακοτράχαλος δρόμος που οδηγούσε σε ένα σταχτί τοπίο. Βρέθηκε στο πρώτο χωριό που τον έβγαλε το μονοπάτι. Ένας γκριζωπός ουρανός σαν τεράστιος ποντικός, μαράζωνε τους κατοίκους. Τα ελάχιστα άνθη έβγαζαν μαύρο λουλούδι, τα πέντε δέντρα του χωριού είχαν ανύπαρκτο καρπό και τα γουρούνια, οι κότες ήσαν ένα τίποτα. Τα ψάρια, τα μάζευαν ψόφια, και η θάλασσα είχε το χρώμα του σκοτεινού ουρανού. Οι άνθρωποι, εξαθλιωμένοι, δε γελούσαν με τίποτα, δε χαίρονταν με τίποτα και το μόνο που

Page 94: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

94 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

έλεγε ο ένας στον άλλον ήταν τρομακτικές ιστορίες. Μιλούσαν απαισιόδοξα, χαμηλόφωνα και βρίζανε σε κάθε ευκαιρία. Οι άνδρες μεθυσμένοι, οι γυναίκες κλαμμένες και τα παιδιά ήταν ελάχιστα, αλλά και όσοι είχαν, τα έβαφαν λευκά για να φωτίζουν στο μαύρο τοπίο, μην τα χάνουν. Τόσα χρόνια, μέρα με τη μέρα, το παλάτι έτρωγε και λίγο από το χρώμα του σύμπαντος. Ρουφούσε κάθε χρώμα και κάθε ευτυχία για να ευχαριστιέται ο πρίγκιπας και όλοι όσοι υπήρξαν πριν από αυτόν.

»Η έγχρωμη καρδιά του ράγισε και έπεσε στο μαύρο χώμα, σαν ο πρίγκιπας κατάλαβε την αλήθεια. Στη θέση εκείνη φύτρωσε ένας πανέμορφος ήλιος που θάμπωσε όλους τους χωρικούς. Τον κοίταζαν για μήνες, με θαυμασμό αλλά και με τρόμο. Ώσπου κάποιοι, οι Ελάχιστοι Σοφοί, τον θεώρησαν σημάδι κακών πνευμάτων, οιωνό κακών μαντάτων, και τον ξερίζωσαν από τη γη. Ό,τι πράσινο είχε απομείνει, το έκαψαν και έγινε μαύρος καπνός. Τότε, το παλάτι του πρίγκιπα έσβησε, όπως σβήνει το πορτατίφ στο δωμάτιο, και μαζί του εξασθενεί και η φωνή του αφηγητή…»

«Στάσου! Εγώ σε ρώτησα τι έχεις, και εσύ μου αράδιασες τον Άντερσεν. Συγγραφέας είστε κύριε;» ρώτησε ο αληθινός μουστακαλής οδηγός, τον ψεύτη μουστακαλή πρωθυπουργό.

«Όχι, σε αυτό θα ήμουν ανόητος». «Σε παράτησε η γκόμενα τότες; Άσε, μη μου λες, τα μυρίζομαι από

χιλιόμετρα αυτά! Η γυναίκα φίλε είναι σαν την ομελέτα. Πρέπει να την εξετάζεις από όλες τις πλευρές πριν τη φας. Και πάντα, μα πάντα -ακούς;- να βάζεις πατάτες δίπλα, το έπιασες το υπονοούμενο;»

«Όχι, όχι!» κούνησε τα χέρια του απεγνωσμένα ο πρωθυπουργός. «Ρε συ, με το χθεσινό ματς είσαι στεναχωρημένος;» Ο πρωθυπουργός έβαλε τα χέρια στο πρόσωπό του και υποσχέθηκε ότι

δε θα απαντήσει στον κανίβαλο οδηγό που την είχε δει Σιγκμουντ Φρόιντ σε μια προχωρημένη τεχνολογικά εκδοχή, καθότι διέθετε καναπέ με τέσσερις ρόδες και ραδιόφωνο.

«Στο έχουν πει ότι μοιάζεις με τον πρωθυπουργό;» Οι αστυνομικοί που είχαν δει τον πρωθυπουργό να φεύγει κρυφά,

ανακουφίστηκαν ίσως περισσότερο και από σκύλο που περιμένει καρτερικά στην πόρτα, όταν τον είδαν να επιστρέφει. Η γυναίκα του με το καροτί μαλλί, του τηλεφώνησε στο κινητό ότι έχει πάει σινεμά, να μην την ψάχνει, στην ερώτηση δε για τα παιδιά δεν είχε κάτι να απαντήσει. Μάλλον καλά θα ήταν.

Page 95: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 95 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Μαξ, Μαξ… αναλογιζόταν ο πρωθυπουργός στο ασανσέρ, «Μαξ, Μαξ…» μουρμούριζε σαν έμπαινε στο μικρό δωμάτιο που υποτίθεται ότι ξεκουραζόταν, ακόμη και όταν βγήκε στον διάδρομο, ντυμένος πλέον πρωθυπουργός, τη λέξη Μαξ ανακάτευε στο στόμα του σαν να ήταν καραμέλα. Ακόμη και όταν είδε τον αρχηγό της φρουράς με τον ασύρματο στα χέρια, το πρώτο πράγμα που αναφώνησε αντανακλαστικά ήταν «Μαξ».

«Πού το ξέρετε;» ρώτησε ο γεροδεμένος αστυνομικός. «Πού ξέρω ποιο;» ρώτησε ο πρωθυπουργός και η εξήγηση του

αστυνομικού τον έκανε να αισθανθεί τις φλέβες του να ξεπετάγονται από κάθε σπιθαμή του κορμιού του. Ένας κύριος Μαξ, περίμενε στην είσοδο του κτιρίου ισχυριζόμενος ότι έχει ραντεβού με τον πρωθυπουργό, ακριβώς στις έντεκα και τριάντα. Κοίταξε το ρολόι του, ήταν έντεκα και είκοσι πέντε.

«Πείτε του να έρθει στο οβάλ γραφείο» ψιθύρισε ξεψυχισμένα ο πρωθυπουργός και όπως περπάτησε λίγο μακρύτερα, άκουσε τον αρχηγό της φρουράς να προσθέτει: «Μας ζήτησε να ενημερώσουμε τον κύριο διευθυντή του γραφείου σας ότι θα τον χρειαστείτε κατά τις δώδεκα και τον στρατηγό της υπηρεσίας Πληροφοριών, ότι θα τον χρειαστείτε κατά της δώδεκα και τέταρτο. Είχε ένα πολύ περίεργο ύφος και τα παιδιά στην είσοδο γέλασαν...»

«Σας είπε τίποτα άλλο;» «Ναι, έντεκα και πενήντα να είμαι έξω από το σινεμά ο Παράδεισος.

Μήπως να τον διώξω;»

Ώρα έντεκα και τριάντα το βράδυ, ένας αδύνατος ψηλός κύριος με

ομπρέλα στα χέρια και μουσταρδί σακάκι, συμπαθητική φυσιογνωμία με μάλλον τριγωνικό πρόσωπο, μαλλί ξερακιανό, στεγνό και μαύρο, με δύο μεγάλα μάτια που έδειχναν τερατωδώς έξυπνα, χτύπησε απαλά την πόρτα του πρωθυπουργού. Φορούσε μαλακά παπούτσια καφετί, το ντύσιμό του αποτελείτο από ένα σύνολο που τον κολάκευε.

«Καλησπέρα σας!» Ο πρωθυπουργός τον κοίταξε δύσπιστα και έκλεισε το λάπτοπ που είχε

εμπρός του. Είχε κάνει προσπάθειες να βρει το blog του Μαξ, αλλά δυστυχώς δεν είχε πολλή ώρα στη διάθεσή του για να ψάξει.

Ο κύριος Μαξ πλησίασε το γραφείο του πρωθυπουργού και με μια κίνηση ιπποτική, κλίνοντας ελαφρά την κεφαλή, τον χαιρέτησε κάπως

Page 96: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

96 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

κωμικά, θα λέγαμε. Ίσως και να θύμιζε περιφερόμενο μάγο ή κάποιον καθωσπρέπει παραμυθά με μεγάλο καπέλο που, αν έπινε τσάι, δε θα ήταν εντελώς απίθανο να δεις από το φλιτζάνι του να κατεβαίνει μια σκάλα με μικρά μολυβένια στρατιωτάκια που θα γέμιζαν το τραπέζι ενόσω εκείνος φλυαρώντας, θα εξιστορούσε την ημέρα που έφτασε στο πιο ψηλό βουνό του κόσμου για να γνωρίσει τον πιο μικρό άνθρωπο του κόσμου.

«Μαξ ονομάζομαι. Θα με ζητούσατε, και έτσι σκέφτηκα να σας γλιτώσω από τον κόπο. Αν και για να πούμε την αλήθεια, θα δυσκολευόσασταν να με βρείτε. Κρίμα και άδικο».

Ο πρωθυπουργός αμίλητος του έδειξε την καρέκλα εμπρός από το γραφείο του. Αφού έκατσε ο Μαξ, ακούμπησε την ομπρέλα του στο πάτωμα, και είπε:

«Δεν πειράζει, εξάλλου είναι όντως αργά. Μην τον βάλετε σε κόπο!» «Ποιον;» ήταν η κουβέντα του πρωθυπουργού. «Α ναι, προτρέχω. Η ιδιαιτέρα σας λείπει, σχόλασε η κακομοίρα τέτοια

ώρα, και θα μου προτείνατε να παραγγείλετε στον αρχηγό της ασφάλειας να μου φέρει ένα τσάι. Αυτό σας είπα, είναι όντως αργά, μη τον βάλετε σε κόπο».

«Είστε μέντιουμ;» «Όχι, όχι, ένας άσημος γραφιάς είμαι, νομίζω δηλαδή». «Προτού απαιτήσω να μάθω τα πάντα για εσάς, μήπως θέλετε να μου

τα πείτε από μόνος σας; Εξάλλου απ’ ό,τι βλέπω, έχετε ξεκινήσει τις πρωτοβουλίες».

«Φυσικά. Ευχαρίστως να σας ενημερώσω για ό,τι θέλετε, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχουν ιδιαίτερες πληροφορίες για μένα. Τίποτα συναρπαστικό ή άξιο λόγου. Απλά υπάρχω και γράφω σε ένα blog, επειδή έχει απήχηση και δεν μπορεί να λογοκριθεί».

«Τι έχετε να μου πείτε γι’ αυτό το περιβόητο blog;» το πρόσωπο του πρωθυπουργού φανέρωνε τη δυσπιστία του.

«Κάθε Δευτέρα, ανεβάζω ένα κείμενο που αφορά την επόμενη εβδομάδα. Μην ανησυχείτε όμως, τα πικάντικα σάς υπόσχομαι στην ανδρική μου τιμή, ότι δε θα τα αναφέρω».

Τα πικάντικα; σκέφτηκε ο πρωθυπουργός αλλά δεν τόλμησε να ρωτήσει περισσότερα.

Ο Μαξ άρχισε να φλυαρεί και να εξηγεί όλα όσα έπρεπε να γνωρίζει ο πρωθυπουργός. Είπε ότι τα κείμενα αφορούσαν το μέλλον, ένα μέλλον που αυτός ήδη γνώριζε κατά κάποιον τρόπο, και το παρουσίαζε μέσα από το blog του. Όσο για την ανταπόκριση που είχαν αυτά που έγραφε, άλλοι τα πίστευαν

Page 97: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 97 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

και άλλοι πάλι δυσπιστούσαν. Μοναδική του απαίτηση για να τον διαβάσει κανείς ήταν να συμφωνήσει (κλικάροντας σε ένα σημείο της σελίδας) ότι δε θα διαθέσει τις πληροφορίες που θα αποκομίσει σε οποιαδήποτε εφημερίδα ή ΜΜΕ. Η εύλογη απορία του πρωθυπουργού, γιατί να μην το κάνει, απαντήθηκε αμέσως από τον Μαξ.

«Τα ΜΜΕ βρισκόντουσαν ανέκαθεν ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον λαό, αναλαμβάνοντας τους ρόλους διερμηνέα και ερμηνευτή. Βήχει ο πρωθυπουργός; Γιατί βήχει; Πέθανε ο τάδε υπουργός; Εκεί θα πάτε να τον κλάψετε. Χάθηκε το χρήμα; (η περίπτωση μας δηλαδή) Από πού ξεκίνησε; Οι ελάχιστες φωνές δημοσιογράφων που τόλμησαν να πουν τα πράγματα όπως ακριβώς συνέβησαν, πνίγηκαν από τους εκδότες που ανησυχούσαν για την αντίδραση της κυβέρνησης. Η προσπάθεια κάποιων νέων να συγγράψουν κείμενα αφύπνισης του λαού έμεινε άκαρπη. Ακόμη και τα κείμενα που τελικά έβλεπαν το φως της δημοσιότητας, ο ίδιος ο λαός με μια, κατά την άποψή μου, εσφαλμένη αίσθηση λογικής και σύνεσης θα τα χαρακτήριζε όπως και τον δημοσιογράφο ή τον συγγραφέα τους, φαντασιόπληκτα. Βλέπετε, αν δεν υπάρχει εμφανής πρακτική εφαρμογή στα λεγόμενα, ο κοινός νους τα απορρίπτει. Είναι αυτό που ζούμε. Μια ταραχή της λογικής».

Ο πρωθυπουργός δεν πρόλαβε να αρθρώσει λέξη καθώς ο Μαξ συνέχισε ακάθεκτος.

«Εκεί ακριβώς κύριε πρωθυπουργέ, εμφανίζομαι εγώ. Με μια κάποια, ας το πούμε χαριτολογώντας, λογοτεχνικά περιπαικτική γραφή παρουσιάζω, αποκαλύπτω είναι η σωστή λέξη, όλα τα μέλλει γενέσθαι και χωρίς να περιορίζομαι σε αυτό, αποκαλύπτω και τα του οίκου της πρωθυπουργίας. Αν θα μπορούσα να στριμώξω σε μια πρόταση το πνεύμα που διακατέχει τα κείμενά μου, θα έλεγα πως είναι η απογύμνωση του πρωθυπουργικού απορρήτου, η προβολή αν θέλετε, της ωμής αλήθειας. Φυσικά, πρέπει να το παραδεχτώ αυτό, η βαθύτερη συναισθηματική αντίδραση των αναγνωστών καταλήγει ως απογοήτευση για το σύστημα που εσείς (όταν λέω εσείς, μην το παίρνετε προσωπικά, γενικά μιλάω) συντηρείτε. Ο κόσμος έχει ανάγκη από ελπίδα κύριε πρωθυπουργέ, και η ελπίδα δε φωλιάζει στο παρελθόν αλλά στο μέλλον, όπως όλοι γνωρίζουμε.

»Βλέπετε κύριε πρωθυπουργέ, αυτή είναι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί σήμερα. Μια μεγάλη μερίδα του λαού ενδιαφέρεται μόνο για την απόσταση καναπέ-τηλεόρασης. Νομίζουν ότι το μέλλον θα το αποκρυπτογραφήσουν μετρώντας καθημερινά τα βήματα που τους χωρίζουν από τον πολυτελή καναπέ τους μέχρι την τηλεόραση. Ακούνε για παράδειγμα

Page 98: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

98 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

για νέους φόρους ή νέες διατάξεις κι αυτόματα υπολογίζουν πότε αυτό θα συμβεί σε αυτούς. Αν δεν τους συμβεί ή δεν τους αφορά, θα συνεχίσουν να μασουλάνε το σάντουιτς με την ίδια απάθεια που είχαν ξεκινήσει. Τα πάντα είναι χρήμα, κύριε πρωθυπουργέ, τα πάντα είναι μονάδες μέτρησης επιβίωσης. Αυτό ήρθα να αποδείξω με τα κείμενά μου, την απαίσια αυτή συνήθεια του ανθρώπου να πλουτίζει ή να πεθαίνει στην προσπάθειά του να γίνει κάποιος. Θα μου πείτε, και με το δίκιο σας, δεν όλοι έρμαιοι του πλούτου. Είναι πολλοί αυτοί που απλώς ζητούν μια δίκαιη μοίρα, μια σταθερότητα, για να νιώθουν ασφαλείς σε κάθε αντιξοότητα της κοινωνίας ή της υγείας τους. Είναι οι μεροκαματιάρηδες που δουλεύουν για λίγα και ζουν με προσήνεια και μόνη τους απαίτηση είναι να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Ναι, αυτούς λυπάμαι περισσότερο κύριε πρωθυπουργέ, αυτούς που χωρίς να έχουν κάποια φιλοδοξία για πλούτο ή κάποια απαίτηση παραπάνω από την καθημερινή επιβίωση, μπαίνουν στο μπουκάλι με το μήνυμα, σφηνώνονται και τέλος, ασφυκτιούν χτυπώντας με χέρια και με πόδια τη γυάλινη επιφάνεια. Βλέπετε, μια ζωή ταλαιπωρούνται, γιατί τα χρήματα δεν τους φτάνουν και μπαίνουν στο σύστημα μήπως και εκμεταλλευτούν τη γη της επαγγελίας. Αλίμονο! Ένα μπουκάλι είναι, σφιχτά κλεισμένο. Σφραγισμένο. Η κοινωνία, οι τράπεζες που τους δανειοδότησαν, οι εργοδότες που τους έδωσαν μια ψεύτικη ελπίδα επιβίωσης, τους πετάνε στη θάλασσα να περιπλανηθούν. Αν είναι τυχεροί, θα τους βρει κάποιος ναυαγός (γιατί στην τελική όλοι ναυαγοί είμαστε), και θα τους σώσει από την έλλειψη οξυγόνου στο μπουκάλι, πιθανόν και να διαβάσει το μήνυμα που αυτοί κουβαλούν. Εγώ για παράδειγμα, το διάβασα και σας το μεταφέρω. Είχε τα εξής πέντε γράμματα: “Γιατί;”».

«Μα τι λέτε τώρα; Τι θέλετε να μου πείτε; Να σας απαντήσω σε τι;» «Δε θέλω να μου απαντήσετε σε κάτι. Ρητορική ήταν η ερώτηση». «Δε σας καταλαβαίνω» είπε ο πρωθυπουργός και έβαλε τα χέρια κάτω

από το τραπέζι, φανερά μπερδεμένος. «Σηκώστε τώρα το τηλέφωνο. Είναι η γυναίκα σας, πείτε της ότι θα

στείλετε να την πάρουν. Το σινεμά έκλεισε πιο νωρίς, γιατί κάποιος απείλησε για βόμβα».

«Μα δε χτύπησε…» δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη φράση του και το κινητό κουδούνισε. Το σήκωσε διστακτικά. «Ναι, έλα! Τι! Βόμβα; Θα στείλω κάποιον να σε πάρει και να σε πάει σπίτι». Έβαλε το κινητό πάνω στο γραφείο και κοίταξε με τρόμο τον Μαξ. «Πώς το ήξερες;»

Page 99: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 99 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Είπαμε» απάντησε ο Μαξ απαθέστατα, «τηλεφωνήστε στον υπεύθυνο της ασφάλειας στο ισόγειο να πάει να την πάρει, τον έχω ενημερώσει σχετικά, αλλά αν δεν πάρει απευθείας εντολή, δε θα το κάνει».

«Όχι!» απάντησε κοφτά ο πρωθυπουργός και σήκωσε το τηλέφωνο να πάρει τον αρχηγό της αστυνομίας, η ασφάλειά του δεν είχε καμία δουλειά με αυτό το ζήτημα.

Από το τηλεφωνικό κέντρο της αστυνομίας μια τραχιά φωνή απάντησε: «Αστυνομία λέγετε!». Ο πρωθυπουργός ανέφερε το όνομά του και σύντομα η γραμμή μεταφέρθηκε στον αξιωματικό υπηρεσίας, ο οποίος με τη σειρά του άκουσε προσεκτικά την εντολή του πρωθυπουργού. Δηλαδή, να πάει ένα περιπολικό να παραλάβει την γυναίκα του από το σινεμά όπου έχουν απειλήσει για βόμβα. Ο αξιωματικός γέλασε, τον μάλωσε με την αιτιολογία ότι δεν είναι σωστό κάποιος να κάνει πλάκα τέτοια ώρα στην αστυνομία και του το έκλεισε απότομα απειλώντας ότι αν ξαναδοκιμάσει, θα τον συλλάβουν αφού εντοπίσουν το τηλέφωνο. Ο πρωθυπουργός εκνευρίστηκε και πήρε αυτήν τη φορά στο κινητό τον σοφέρ του. Ένας νυσταγμένος άνδρας απάντησε στο τηλέφωνο και άκουσε προσεκτικά την εντολή του πρωθυπουργού. «Δυστυχώς το αμάξι δεν παίρνει εμπρός» του απάντησε προσπαθώντας να δικαιολογηθεί για την κατάσταση του αμαξιού, «και εγώ δεν έχω άλλο αμάξι για να έρθω». Αυτήν τη φορά έκλεισε ο πρωθυπουργός το τηλέφωνο φανερά νευριασμένος. Πήρε την ιδιαιτέρα του στο κινητό, ξεσηκώνοντάς την από το κρεβάτι, και της ζήτησε το κινητό του αρχηγού της αστυνομίας. Ο αρχηγός ακουγόταν ακμαιότατος στο τηλέφωνο. «Μάλιστα κύριε, ό,τι διατάξετε κύριε!» ήταν η απάντησή του. Ο πρωθυπουργός ζήτησε τη χάρη που ήθελε και με ένα σαρδόνιο χαμόγελο τερμάτισε τη συνδιάλεξη.

«Είδες; Τακτοποιήθηκε αλλιώς το θέμα! Δεν τα ξέρεις δα και όλα!» Ο Μαξ ανακάθισε στην καρέκλα του δείχνοντας ελαφρά ενοχλημένος,

αλλά δε μίλησε. Το τηλέφωνο χτύπησε ξανά, ήταν ο αρχηγός της αστυνομίας. Έξι

περιπολικά ξεκίνησαν από τον σταθμό και όλα τράκαραν σε τυχαίες μεριές της πόλης. Δοκίμασαν να πάνε με μοτοσυκλέτες, όμως στα φανάρια η μηχανή έσβηνε αδικαιολόγητα, και το χειρότερο, πριν από κάποια δευτερόλεπτα έπεσε το σύστημα επικοινωνίας της αστυνομίας με αποτέλεσμα να μην μπορούν να μιλήσουν με κανέναν μέσω ασυρμάτου. Μα να μην ανησυχούσε ο κύριος πρωθυπουργός, θα δοκίμαζαν και όλη νύχτα αν χρειαζόταν, θα επιστράτευε ως και τα απορριμματοφόρα του Δήμου, αν η ανάγκη το απαιτούσε!

«Καλά, άστο!» είπε ο πρωθυπουργός και έκλεισε το τηλέφωνο.

Page 100: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

100 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Επικοινώνησε με τον αρχηγό της φρουράς του. «Πήγαινε να πάρεις τη γυναίκα μου! Από πού; Αφού σου είπε ο Μαξ!»

Και τηλεφώνησε στον διευθυντή του πολιτικού γραφείου και στον στρατηγό της υπηρεσίας Πληροφοριών. Ας έρχονται σιγά-σιγά! Μάλλον πάμε για μεγάλη νύχτα, σκέφτηκε.

Ο Μαξ είχε μείνει αμίλητος. Ο πρωθυπουργός το ίδιο. Ο Μαξ χαμογελούσε μέσα από τα δόντια του. Ο πρωθυπουργός έβραζε μέσα του.

«Το κεφάλαιο που ο πρωθυπουργός ήταν μεθυσμένος τότε που κατέβηκε το νομοσχέδιο στη Βουλή, το έγραψες πράγματι μία εβδομάδα νωρίτερα;» τον ρώτησε εντελώς ξεψυχισμένα.

«Ναι». «Και; Το πίστεψε κανείς; Σου σχολίασε κανείς;» «Όχι, δε νομίζω. Τα κείμενά μου κινούν απλώς τα νήματα μιας

μαριονέτας. Θέλω να πω, όταν κοιτάζει κανείς μια μαριονέτα, δεν πιστεύει απαραίτητα αυτό που βλέπει. Δεν είναι ζωντανή, ακόμη κι αν κουνάει τα μέλη της, αλλά ακόμη παραπέρα, όταν ένας εγγαστρίμυθος τής βάζει λόγια, κανείς δεν πιστεύει ότι μιλάει στ’ αλήθεια! Για έναν περίεργο λόγο όμως, την παρακολουθούν με προσοχή. Είτε απολαμβάνουν το παραμύθι είτε διασκεδάζουν με τις αλήθειες που φανερώνονται μέσα από τους διαλόγους. Έτσι είναι και τα κείμενά μου. Δε στοχεύουν να σε πείσουν. Στην ουσία είναι ένα καταφύγιο όπου μπορεί να κρυφτεί κανείς από την πραγματικότητα και να ζήσει για λίγο μέσα στον μύθο. Μην έχετε όμως την ιδέα ότι όλοι μένουν για καιρό στο καταφύγιό μου. Σκεφτείτε το απλά. Κάποιοι με πιστεύουν γιατί καίγονται να με πιστέψουν, και κάποιοι άλλοι απλά κλείνουν τη σελίδα του blog αναθεματίζοντάς με. Αυτούς τους αγαπώ περισσότερο, γιατί μπήκαν στη διαδικασία να με απορρίψουν. Έστω και προσωρινά. Μα πιστέψτε με, η μαγεία των κειμένων μου είναι το κλειδί της κοσμικής αλλαγής, η βάση όλων των αλλαγών. Από εκεί δημιουργείται αργότερα ο θρύλος, η πίστη και τέλος, η πράξη. Αυτό θα πρέπει να το λάβετε σοβαρά υπόψη σας. Όταν τα κείμενά μου γίνουν πραγματικότητα, τότε δε θα αργήσει η στιγμή που όλα θα αλλάξουν».

Το μικρό φορτηγάκι με τις καθαρίστριες, σταμάτησε έξω από το

πολιτικό γραφείο. Κρατώντας σκούπες και σφουγγαρίστρες, κουβάδες και πατσαβούρια, όλες ανεξαιρέτως -λες και ήταν αυτή η επίσημη στολή τους-

Page 101: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 101 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

φορούσαν κολάν και είχαν μαζεμένα τα μαλλιά τους πάνω, με φουρκέτες. Τα πρόσωπά τους νυσταγμένα, βαριά. Αμίλητες άδειασαν από το πίσω μέρος απορρυπαντικά και μοίρασαν γάντια η μία στην άλλη. Οι αστυνομικοί στην είσοδο, αφού τις καλημέρισαν με τα πικάντικα, πλην κρύα, αστεία τους -όπως «καλώς τα μοντέλα», «μην την καβαλήσεις τη σκούπα, απαγορεύονται οι πτήσεις»- τις ενημέρωσαν ότι ο πρωθυπουργός και άλλοι βρίσκονται στα γραφεία τους, οπότε να είναι πιο κόσμιες, πιο μαζεμένες και γενικά να έχουν στον νου τους ότι μπορεί να βρεθούν φάτσα κάρτα με τον πρωθυπουργό ανά πάσα στιγμή. Αυτό συνήθως δε συνέβαινε ποτέ, να είναι δηλαδή κόσμος την ώρα που έρχονται εκείνες να μαζέψουν και να καθαρίσουν τα γραφεία, καθότι μόνο οι κόκορες και ίσως κάποιοι φύλακες -όπως οι αστυνομικοί της φρουράς- μπορεί να είναι ξύπνιοι στις πέντε το πρωί. Κάποιες ανέβηκαν τις σκάλες με ιδιαίτερα χαρούμενη διάθεση.

Ο Μαξ εκείνη την ώρα βρισκόταν κλειδωμένος στο γραφείο του διευθυντή, μέσα στη νύστα και τη βαρεμάρα. Τον φύλαγε ένας αστυνομικός που επίσης βαριόταν, αναρωτώμενος τι κακό μπορεί να είχε κάνει ο κατά τα άλλα συμπαθής κύριος, ώστε ο πρωθυπουργός και οι άλλοι να είναι τόσο ανάστατοι. Δεν ήξερε βεβαίως ότι όλη τη νύχτα, ο πρωθυπουργός με τον διευθυντή και τον στρατηγό είχαν προχωρήσει σε μια πρόχειρη ανάκριση περί του «ποιος είναι, πού τα βρίσκει αυτά που γράφει, γιατί τα γράφει και πώς μπορούμε να τον σταματήσουμε να γράφει». Όταν είδαν ότι δεν μπορούν να βγάλουν άκρη μαζί του, τον έβαλαν σε ένα γραφείο και έμειναν μόνοι για να συζητήσουν.

Ο διευθυντής είχε έρθει με σπορ εμφάνιση και πάνινα παπούτσια, ο δε στρατηγός με το καλό του το κουστούμι που ανεδείκνυε τους γεροδεμένους του ώμους.

Ο Μαξ είχε απαντήσει με χαμόγελο σε όλες τις ερωτήσεις, πρόθυμος σε σημείο να εκνευρίσει τον στρατηγό που λίγο έλειψε να τον γρονθοκοπήσει στο πρόσωπο.

«Εγώ δεν πιστεύω τίποτα από όσα λέει» είπε τέλος ο διευθυντής. Ο πρωθυπουργός είχε βρει το blog του Μαξ και είχε τυπώσει όλα τα

κείμενά του. Όπως το κοιτούσε, παρατήρησε ότι πάνω δεξιά υπήρχε η φωτογραφία ενός πράσινου φρύνου. Αν και του έκανε εντύπωση, δεν έδωσε περισσότερη σημασία.

Διάβασε τα κείμενα προσεκτικά. Πράγματι, η ιστορία του ξεκινούσε με τη μετατροπή των χρημάτων σε σκόνη, έδινε ένα παράδειγμα κάποιου που πήγε να πληρώσει τον λογαριασμό σε ένα εστιατόριο, έπειτα ενός ιερέα που

Page 102: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

102 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

έγινε άμμος το παγκάρι του, κ.ά. Δυστυχώς λόγω περασμένης ώρας, ο πρωθυπουργός δεν άντεξε να φτάσει μέχρι το τέλος των κειμένων, απλώς τα τύπωσε άλλη μία φορά για να τα δώσει στον διευθυντή. Υποσχέθηκαν μεταξύ τους να τα διαβάσουν την επομένη. Την Παρασκευή δηλαδή.

«Και γιατί να βιαστούμε; Δεν είναι και λίγες σελίδες!» παρατήρησε ο στρατηγός και η απάντηση του πρωθυπουργού ήταν ακαριαία.

«Γιατί μετά είναι Σάββατο», αμέσως όμως σκέφτηκε την μπούρδα της κατάστασης, ένιωσε ηλίθια και πρόσθεσε: «Από περιέργεια».

«Να κάνουμε μια μικρή σύνοψη και να μοιράσουμε εργασίες!» είπε ο διευθυντής που πλέον τον είχε κουράσει η όλη κατάσταση.

«Μάλιστα!» είπε ο πρωθυπουργός. «Έχουμε και λέμε. Πρώτον: Ένας κύριος Μαξ ήρθε στο γραφείο μου, μάθαμε τίποτα γι’ αυτόν; Όχι. Τα κομπιούτερ όπως τα έλεγξε ο στρατηγός της υπηρεσίας Πληροφοριών, δεν τον έχουν καταγεγραμμένο. Είναι σαν να μην υπάρχει, δεν έχει κάνει ποτέ του φορολογική δήλωση, δεν έχει κάρτα κίνησης, τίποτα. Αέρας σκέτος. Οπωσδήποτε όμως βρίσκεται στο δίπλα γραφείο, συνεπώς υπάρχει. Δεύτερον: Δημοσιεύει εκτός από κείμενα που αφορούν το μέλλον του τόπου, και κάποια που είναι εσωτερικής φύσεως του πολιτικού γραφείου και αφορούν εμένα προσωπικά. Ο διευθυντής γνωρίζει καλύτερα. Εσείς στρατηγέ μου δεν τα ξέρετε, και μη ρωτήσετε. Σας βεβαιώ πως ναι, έχει γράψει τέτοια κείμενα. Μόνο αν έχει βάλει κοριό ή κάμερες ή είναι μέσα στο γραφείο μου, θα μπορούσε να το κάνει. Συνεπώς δύο είναι οι πιθανότητες; Ή να μην είναι μόνος του, άρα κρύβεται από πίσω του μια οργάνωση ή δεν ξέρω τι άλλο ή τέλος πάντων τον βοηθάει κάποιος να έχει τις πληροφορίες που γράφει. Τρίτον: Δεν ξέρω τι να υποθέσω, μάλλον κάτι μεταφυσικό που δεν μπορώ να φανταστώ.

»Σχετικά με το μέλλον, το τελευταίο του κείμενο αφορά την ημέρα Παρασκευή, δηλαδή σήμερα. Κάθε Δευτέρα ανεβάζει στο διαδίκτυο ένα καινούργιο κείμενο που αφορά τις επόμενες μέρες. Σε αυτήν την περίπτωση μπορώ να πω ότι είμαστε τυχεροί. Τον κλειδώνουμε κάπου για καμιά δεκαριά μέρες και έτσι δε θα μπορεί να ανεβάσει τίποτα. Αν φυσικά είναι μόνος του και δεν κρύβεται κάποια μυστική οργάνωση από πίσω. Τη Δευτέρα θα ξέρουμε».

«Γιατί δε διαβάζουμε την τελευταία σελίδα, να δούμε τι λέει; Θεωρητικά πρέπει να γράφει για την Παρασκευή, δηλαδή σήμερα ή αύριο αν το δει κανείς πιο πονηρά το ζήτημα» είπε ο στρατηγός κοιτάζοντας το ρολόι του που έδειχνε πέντε και τριάντα το πρωί. «Έχουμε ακόμη μία ολόκληρη

Page 103: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 103 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

μέρα κειμένου που μόνο αν συμπέσει με τα γεγονότα που πρόκειται να συμβούν, θα μας δώσει αφορμή να ανησυχήσουμε».

«Σωστά!» απάντησε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε: «Σας απαγορεύω όμως να διαβάσετε εσείς το κείμενο. Αυτό θα το κάνω μόνο εγώ, και αύριο -δηλαδή σήμερα- το απόγευμα στις έξι θα βρεθούμε, να δούμε αν οι προβλέψεις του ήταν σωστές. Ο λόγος που δε θέλω να το διαβάσετε είναι για να μην προϊδεαστείτε ως προς τις κινήσεις που θα κάνετε».

Συμφώνησε ο διευθυντής, συμφώνησε ο στρατηγός. Δώσανε τα χέρια, ορκίστηκαν εχεμύθεια και επέστρεψε ο καθένας στη δουλειά του. Ο διευθυντής πήγε να ψάξει περισσότερο μήπως και βρεθεί κάπου ο Μαξ, σε κανένα κομπιούτερ, σε κανένα έγγραφο, κάτι τέλος πάντων. Ο στρατηγός επέστρεψε στον Μαξ για να συνεχίσει την ανάκριση, οδηγώντας τον όμως σε ένα παράμερο γραφείο όπου κανείς δεν έμπαινε. Ο πρωθυπουργός κλείστηκε στο γραφείο του με τα χαρτιά εμπρός του, αλλά τα βλέφαρά του έκλειναν από τη νύστα. Αντιστάθηκε, γύρισε στις τελευταίες σελίδες της εκτύπωσης, και διάβασε προσεκτικά όλες τις παραγράφους, επέστρεψε πίσω στη συνέντευξη του πρωθυπουργού με την καλλίγραμμη δημοσιογράφο και έμεινε εμβρόντητος όταν διάβασε τις σκέψεις του πρωθυπουργού για την όμορφη δεσποινίδα, που τόσο ταίριαζαν με ό,τι είχε πραγματικά συμβεί. Έδειχνε σχεδόν γελοίος. Ίδρωσε και έκατσε καλύτερα στην καρέκλα, άνοιξε το συρτάρι, έβγαλε ένα χαρτομάντιλο, φύσηξε τη μύτη του και στάθηκε απότομα σαν να σκέφτηκε κάτι εκείνη μόλις τη στιγμή. «Για να δούμε, για να δούμε!» μονολόγησε και με το χέρι ξεφύλλισε τις σελίδες, κρατώντας ακόμη το χαρτομάντιλο, ψάχνοντας για τη λέξη ξεφύλλισε. Τη βρήκε και ανάγνωσε την αμέσως επόμενη παράγραφο δυνατά.

Έτσι όπως διάβαζε το κείμενο με το χαρτομάντιλο στο χέρι, ένιωσε τόσο ηλίθια που ασυναίσθητα, γύρισε το κεφάλι του δεξιά και αριστερά προσπαθώντας να ανακαλύψει αν υπήρχε κάμερα που να τον παρακολουθεί. Δεν είδε τίποτα, αλλά πρόσθεσε στον συλλογισμό του ότι έπρεπε να αναθέσει στον στρατηγό να ψάξει καλύτερα το γραφείο του. Τον έπιασε πανικός. Πήρε τις σελίδες και τις παράχωσε στο συρτάρι του έντρομος.

Τι ήταν αυτό; Το κορμί του ίδρωσε, τεντώθηκε και ξάπλωσε πίσω στην πανάκριβη καρέκλα του. Πολύ θα ήθελε να κοιμηθεί, να ξεχάσει. Ένα όνειρο είναι, ένα καταραμένο όνειρο! Το μάτι του είχε καρφωθεί στο συρτάρι. Και αν του επιτεθούν οι σελίδες από εκεί μέσα;

Page 104: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

104 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Είχε πάει δέκα το πρωί. Αλλά και έντεκα να είχε πάει, ο πρωθυπουργός

δε θα είχε καταλάβει τίποτα. Ο χρόνος είχε πάψει να έχει πλέον σημασία. Οι ακτίνες του ήλιου έμπαιναν από το σκούρο τζάμι ισχνές, μοιράζοντας ομοιόμορφα την αδύναμη φωτεινότητά τους πάνω στα έπιπλα, κοιτάζοντας τον άνδρα με τα χαρτιά στωικά -ίσως και να τον κορόιδευαν που τον βρήκαν πρωί-πρωί σκυμμένο πάνω από ένα μικρό πάκο χαρτιά μία να τα βάζει στο συρτάρι, μία να τα διαβάζει. Ο πρωθυπουργός κοίταξε τον ήλιο με κάποιο στοχασμό. Ο ήλιος, ναι αυτός! Κρυμμένος έξω από το παράθυρο, εκατομμύρια χρόνια τώρα, σαν σιωπηλός μάρτυρας ρουφούσε βουβά την ανθρωπότητα και τα προβλήματά της και παρόλο που είχε δει πολέμους, πλημμύρες, σεισμούς, ανθρώπους να κάνουν έρωτα πάνω στην καλοκαιρινή άμμο, γιαγιάδες να φουσκώνουν από χαρά που ήρθαν τα εγγόνια στο σπίτι τους, προδότες να ανταλλάσσουν χρήματα, επαναστάσεις και ηλιοκαμένα κορμιά να πολεμάνε για μια ιδέα, ποτέ του δε μαρτύρησε σε κανέναν τίποτα. Ποτέ του δε γύρισε να πει σε κανέναν τις σκέψεις του, τίποτα.

Εκείνο όμως το τυπωμένο κείμενο εμπρός από τον πρωθυπουργό, μαρτυρούσε τα πάντα. Το τελευταίο οχυρό της ανθρώπινης ιδιωτικότητας, οι σκέψεις, ηττήθηκαν από τις τυπωμένες λέξεις που έγιναν προτάσεις, παράγραφοι και αράδες, φανερώνοντας όλες τις ενδόμυχες ανησυχίες, σκέψεις, απόψεις, κινήσεις του ηγέτη της χώρας. Μόνο αυτός ήξερε πόσα από αυτά που διάβαζε ήταν αλήθεια και το μόνο που έκανε ήταν να κουνάει το κεφάλι του αποσβολωμένος. Διάβασε τις απαράδεκτες σκέψεις του τότε που μέθυσε, διάβασε για τη στιγμή που αντίκρισε την όμορφη δημοσιογράφο, τη γλαφυρότητα των περιγραφών, ξεδιπλώθηκε εμπρός του όλος ο εσωτερικός του κόσμος. Και τρόμαξε. Σύντομα, οι λέξεις του κειμένου μαζί με τις προσωπικές του σκέψεις μπλέχτηκαν τόσο πολύ που έγιναν ένα. Σαν τα κλαδιά ενός πυκνού γιασεμιού που έχει σκαρφαλώσει στον τοίχο και είναι αδύνατον να τα ξεχωρίσεις. Ένιωσε σαν μαριονέτα πάνω σε πάλκο, όπου κάποιος του φύτευε τις λέξεις στο στόμα και εκείνος τις επαναλάμβανε δίχως δεύτερη σκέψη. Κι όμως, δε σταματούσε να διαβάζει παρόλο που τα μάτια του έκλειναν βαριά και ο καφές δίπλα του έδειχνε να μη βοηθάει καθόλου. Διάβαζε την ίδια ώρα που σήκωνε το χέρι του, ή μήπως σήκωνε το χέρι του και αυτό ήταν ήδη γραμμένο;

Page 105: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 105 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Πόσοι και πόσοι ευχήθηκαν να έχουν τη δύναμη να διαβάσουν τα μελλούμενα; Πολλοί, μόνο που εδώ ο πρωθυπουργός δεν έδειχνε και τόσο ευχαριστημένος που διάβαζε το μέλλον εμπρός του, στολισμένο με λέξεις και προτάσεις, ξαπλωμένο σαν Ρωμαίος σε ανάκλιντρο, πάνω στο άσπρο χαρτί του εκτυπωτή. Έμοιαζε περισσότερο με κακόγουστο αστείο παρά με παρακαταθήκη του μέλλοντος. Και ο Ιωάννης έγραψε την Αποκάλυψη και η Πυθία όπως ο Νοστράδαμος υπήρξαν από τους πρωτοπόρους, αλλά όλοι τους ανεξαιρέτως προτίμησαν λέξεις διφορούμενες, ακατάληπτες και απροσδιόριστες, αφήνοντας πάντα χώρο στη φαντασία του ερμηνευτή. Τούτο το κείμενο ήταν σαφές και προσδιορισμένο στον χρόνο του. Οι διάλογοι αφορούσαν τη χώρα και τον πρωθυπουργό τον ίδιο. Μαρτυρούσε συγκεκριμένες καταστάσεις και σκέψεις. Επίσης, είχε γραφτεί προτού συμβεί το οτιδήποτε. Παλαβό. Ασύλληπτο.

Η δημοσιοποίηση του εσωτερικού κόσμου του άνδρα που κρατάει τα ηνία της εξουσίας, δεν αποτελεί μελλοντολογία αλλά ενοχλητική αποκάλυψη. Σε μια τέτοια περίπτωση το μόνο καταφύγιο για έναν άνδρα που ξεμπροστιάζεται έτσι, το μόνο κρησφύγετο που υπάρχει από την ντροπή, είναι η σπινθηροβόλα σκέψη του θανάτου. Το κείμενο αυτό ήρθε να τον αποτελειώσει. Ναι, ναι. Το τέλος. Δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία.

Ο πρωθυπουργός κατέβασε το βλέμμα του στο τελευταίο συρτάρι όπου βρισκόταν το μικρό του περίστροφο. Κάθε πρωθυπουργός έχει ένα τέτοιο στο τελευταίο του συρτάρι. Ακόμη και αν δεν το τοποθετεί ποτέ του ο ίδιος σε εκείνο το σημείο, πάντα το βρίσκει εκεί όταν αναλαμβάνει την εξουσία. Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. Είχε βαρύνει από τη νύστα, τα προβλήματα, και ειδικά από την απαίσια τελευταία σκέψη που εύλογα την αναθεμάτισε κρίνοντάς την ως ακραία. Δεν ήταν έτοιμος να πεθάνει. Θα ήθελε όμως πάρα πολύ να σταματήσει το διάβασμα και να σκίσει τις σελίδες. Από την άλλη, ήξερε ότι δεν είχε νόημα. Υπήρχαν εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον πλανήτη που τα είχαν ήδη διαβάσει, συνεπώς το πιο λογικό θα ήταν να δει τι ακριβώς υπάρχει εκεί μέσα.

Δίχως να αναστατωθεί, λίγες αράδες πιο κάτω βρήκε τις σκέψεις του για το όπλο και την πιθανή αυτοχειρία του. Χαμογέλασε και ένιωσε πιο σίγουρος ότι πήρε τη σωστή απόφαση. Ή μήπως δεν ήταν απόφαση και ήταν προδιαγεγραμμένο; Το χαμόγελο χάθηκε, το πρόσωπό του σκοτείνιασε. Δεν υπάρχει πιο συνταρακτική σκέψη από αυτήν της αβεβαιότητας. Όταν δεν είσαι σίγουρος αν τη σκέφτηκες μόνος σου ή στην έδωσαν στο πιάτο σαν να ήσουν σε εστιατόριο με ένα και μοναδικό μενού. Σαν να σου λένε, αυτό θα σκεφτείς

Page 106: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

106 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

και τέλος η συζήτηση. Τώρα θα αυτοκτονήσεις, τώρα όχι. Δεν μπορούσε να ξεχωρίσει αν το κείμενο έφτιαχνε την πραγματικότητα ή η πραγματικότητα ήταν αποτυπωμένη στο κείμενο. Ποιος το σκέφτηκε πρώτος; Ο Μαξ ή ο ίδιος; Αλλά το κείμενο προϋπήρχε των σκέψεών του. Μελαγχόλησε.

Ας το φανταστούμε λίγο στην υπερβολή του: Kάποιος έγραψε το κείμενο (ο Μαξ κατά τα φαινόμενα) και ίσως να το πήρε κάποιος άλλος μετά τον συγγραφέα και να έκανε επιμέλεια, δηλαδή διορθώσεις στα πραγματολογικά στοιχεία, ή στην πλοκή με φυσικό επόμενο να αλλάζει με το πάτημα του Enter κάθε φορά η ζωή του πρωθυπουργού και κατ’ επέκταση το μέλλον της χώρας. Να μπορούν τα καπρίτσια ενός φιλολόγου, που για παράδειγμα, μπορεί να μη θέλει να φάει ο πρωθυπουργός μπριζόλα σινιέ με μπύρα, αλλά τον προτιμά με Ισπανικό κρασί ροζέ και κόκκινο κρέας -που όλοι ξέρουν ότι σιχαίνεται- να αλλάζουν όλη την πραγματικότητα; Από την άλλη, σκέφτηκε ο πρωθυπουργός, μπορεί ακόμη και αυτή του η απέχθεια στο κόκκινο κρέας, να οφείλεται σε κάποια επιλογή του επιμελητή. Τρελό μεν, αλλά αν το κείμενο προηγείται των πράξεων, τότε αναμφίβολα αυτή δείχνει να είναι η μόνη θεωρία. Δηλαδή, σκέφτηκε ξανά, όλος ο συλλογισμός καταλήγει ότι το κείμενο περιγράφει αλλά και γεννά την προσωπικότητα του πρωθυπουργού αλλά και της ύπαρξης της ίδιας της πραγματικότητας, μαζί και των προσώπων αυτής, όπως ο διευθυντής, ο στρατηγός και άλλοι. Το κείμενο δημιούργησε τον Μαξ ή ο Μαξ δημιούργησε το κείμενο; Ο πρωθυπουργός είναι δημιούργημα του κειμένου ή το κείμενο αναφέρεται σε έναν υπαρκτό πρωθυπουργό;

Το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει από τη ζαλάδα, με το που σηκώθηκε όρθιος, παραπάτησε και έπεσε στο πάτωμα. Σηκώθηκε με δυσκολία και πήρε πάλι το χαρτί στα χέρια του. Για καλή του τύχη το κείμενο τελείωνε την Παρασκευή πέντε και πενήντα πέντε, αφού όμως πρώτα περιέγραφε με λεπτομέρεια τις τελευταίες σκέψεις του πρωθυπουργού πριν πέσει στο πάτωμα. Δεν περιέγραφε την επικείμενη συνάντηση που είχε με τον διευθυντή και τον στρατηγό στις έξι το απόγευμα, και έκλεινε με τη φράση: «Η συνέχεια την άλλη Δευτέρα».

Μια απροσδόκητη χαρά τον γέμισε που δεν υπήρχαν πληροφορίες από εκεί και πέρα. Επιτέλους ο πρωθυπουργός ένιωσε ότι είχε το πάνω χέρι. Για την ακρίβεια, δεν είχε μόνο το πάνω χέρι αλλά και τον Μαξ, για να του πει τι θα συμβεί δίχως να το μάθει κανείς άλλος. Κλειδωμένος, θα ήταν αδύνατο να δημοσιοποιήσει κάτι περισσότερο στο διαδίκτυο.

Page 107: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 107 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Βγήκε από το γραφείο του ακόμη ζαλισμένος, αλλά με βελτιωμένη διάθεση, πέρασε εμπρός από την ιδιαιτέρα του και την καλημέρισε. Θα πήγαινε στο δωμάτιο ξεκούρασης να κοιμηθεί λιγάκι, αλλά ο ύπνος δεν έδειχνε διατεθειμένος να τον επισκεφτεί.

«Άραγε γιατί κουβαλούσε ομπρέλα ο Μαξ; Ο ουρανός δεν προμηνύει βροχή» μουρμούρισε προσπαθώντας να κλείσει τα μάτια του και πρόσθεσε: «Πρέπει να κοιμηθώ. Όπως έγραψε και ο Μαξ, πρέπει να κοιμηθώ τώρα».

Θεόρατος, με τετράγωνο μαλλί στρατιωτικό και πλαδαρά χονδρά μάγουλα. Ψηλός όσο ένα βουνό με μυς, καλοκάγαθος όσο ένας σκαντζόχοιρος που υψώνει την αγκαθωτή του πλάτη. Αυτός ήταν ο στρατηγός που ήξερε ο πρωθυπουργός. Ένα καλοσυνάτος γίγαντας με γαλανά μάτια που έμοιαζαν σαν να είχε ξαπλώσει ο ουρανός πάνω τους. Τελείωσε την στρατιωτική ακαδημία, πήγε στο στράτευμα, ανέβηκε τα σκαλιά ένα-ένα ώσπου έγινε στρατηγός και πήρε τη στολή με τα σιρίτια και τα παράσημα δεξιά και αριστερά. Έπειτα έκανε εξετάσεις. Τυπικές ιατρικές από αυτές που κάνουμε κάθε χρόνο. Και του το είπαν σαν να πέθαινε την επομένη μέρα: «Έχετε στένωση αορτής». Ε, ό,τι έχει κανείς καλό είναι, σκέφτηκε στην αρχή που δεν κατάλαβε τι του είπαν, ίσως και να μην ήθελε, ίσως και να μην πήγαινε ο νους του στο κακό. Κάποια στιγμή όμως έμαθε ότι ήταν σημαντικό αυτό που είχε και έπρεπε να αποστρατευτεί για να προστατευθεί. Κάποια στιγμή θα έπρεπε να χειρουργηθεί.

Παραιτήθηκε. Έκανε αιτήσεις σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες για να φύγει από τις αντίξοες συνθήκες της στρατιωτικής ζωής. Τι δουλειά έχει ένας απόστρατος στον ιδιωτικό τομέα; Ανάθεμα! Έστειλε βιογραφικό στο πρωθυπουργικό γραφείο και τον δέχτηκαν για τις γνωριμίες που είχε. Σύμβουλος του κράτους στην αρχή και σε σύντομο χρονικό διάστημα κατέληξε να γίνει φίλος με τον πρωθυπουργό. Μα το θέμα είναι ότι δεν άλλαξε μόνο εργασία, αλλά και συνήθειες. Και ιδεολογίες. Γενικά, αφότου έμαθε το πρόβλημα της υγείας του, όλα τα άλλαξε, γύρισε ο κόσμος ανάποδα όπως γυρνάς τον δίσκο ενός πικάπ. Το πρωθυπουργικό γραφείο, του έδινε πλέον τη δυνατότητα να παίρνει πολύμηνη άδεια τα καλοκαίρια, και με ένα σορτς ξεφτισμένο γυρνούσε τις παραλίες να βρει τουρίστριες που ξεροψήνονταν σαν τις μπριζόλες, μα καμιά τους δεν τον ευχαριστούσε

Page 108: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

108 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

πραγματικά. Τα βράδια επέλεγε τις δροσερές σπηλιές και την κιθάρα παρά τη ζεστασιά και σιγουριά ενός πολυάστερου ξενοδοχείου, προτιμούσε την κουβέντα και τα γέλια γύρω από την πρόχειρη φλόγα παρά τα λουσάτα ρεστοράν με τους πιγκουίνους σερβιτόρους. Ώσπου βρήκε τον έρωτα που τόσο έψαχνε μέσα στην τρυφερή αγκαλιά μιας μεγαλούτσικης τρανσέξουαλ -έξι χρόνια τον περνούσε- που μιλούσε ψευδά. Στην αρχή την επισκεπτόταν τα καλοκαίρια σε κάποια σπηλιά όπου έδιναν ραντεβού, ώσπου την έφερε στην πρωτεύουσα και την έκανε από μουσαφίρη, αναπόσπαστο σύντροφο της ζωής του. Της φόρεσε μια ποδιά να πλένει τα πιάτα και να του ετοιμάζει φαγητό και της δήλωσε ότι το σπίτι του ήταν και δικό της. Εκείνη δέχτηκε τον ρόλο της δίχως αντίρρηση, γιατί τον αγάπησε. Και εξάλλου, όπως έλεγε και η ίδια, «τι μέλλον έχει μια σιτεμένη τρανσέξουαλ αν δε συζήσει με κάποιον;» Της φερόταν θαυμάσια και εκείνη του έφτιαχνε καθημερινά τις καλύτερες λιχουδιές. Η ευτυχία αποφάσισε να εγκατασταθεί μαζί τους. Ο στρατηγός, όταν βρισκόταν στο σπίτι, φορούσε συχνά εκείνο το φθαρμένο σορτς, σαν ένδειξη ότι το καλοκαίρι δεν τελειώνει παρά μόνο αν το διώξεις. Τα πρωινά φορούσε την αρρενωπή του αγριωπή μουτσούνα, έμπαινε στο ανδρικό κουστούμι που του τόνιζε τους γερούς του ώμους, φιλούσε τη γυναίκα του πεταχτά και πήγαινε στη δουλειά. Εξωτερικά πάντως πίστευες ότι, παρόλη την ηλικία των εξήντα χρόνων του, μπορούσε να βάλει κάτω τον οποιονδήποτε. Το ίδιο πλέον πίστευε και ο Μαξ, που τον κοίταζε με φοβισμένο μάτι.

«Λοιπόν;» είπε ο πρωθυπουργός δίνοντας το έναυσμα στην έναρξη της

προγραμματισμένης συνάντησης που ήταν για τις έξι η ώρα. Για να είναι σίγουρος, φρόντισε να καθυστερήσει μάλιστα κάπου ένα

τέταρτο, να εμφανιστεί δηλαδή λίγο μετά τις έξι. Από εδώ και στο εξής, η οποιαδήποτε συζήτηση δεν υπάρχει καταγεγραμμένη πουθενά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε θα γραφτεί από Δευτέρα. Αλλά για μια ελπίδα ζούμε, σκέφτηκε, ξεροκατάπιε και ξεκίνησε.

«Για να αντιληφθείτε το μέγεθος της κατάστασης, θα σας πω πως ό,τι κάνατε σήμερα, γεγονότα που θεωρητικά δε θα έπρεπε να γνωρίζω, τα έχω ήδη διαβάσει στα κείμενα του Μαξ. Εσύ στρατηγέ, ανέκρινες τον Μαξ και το

Page 109: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 109 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

μόνο που κατάφερες να μάθεις είναι ότι έχει προτίμηση στις καρμπονάρες. Καθόλου χρήσιμη πληροφορία, μα τον Θεό!»

«Μα δε μου έλεγε τίποτα!» προσπάθησε να δικαιολογηθεί ο στρατηγός. «Και ήταν λόγος να τον χτυπήσεις στα πλευρά;» του ανταπάντησε

αυστηρά ο πρωθυπουργός και μοίρασε λίγη σιωπή για να επιβάλει την αυστηρότητά του. Ο στρατηγός χαμήλωσε το βλέμμα.

«Εσείς κύριε διευθυντά, δεν καταφέρατε τίποτα. Μια τρύπα στο νερό! Βρήκατε ένα σπίτι που πιθανόν να μένει ο Μαξ, αλλά ύστερα από έλεγχο, είδατε ότι πρόκειται για συνωνυμία».

«Υπόσχομαι ότι στην πρώτη ευκαιρία θα αγοράσω ένα σπίτι να μείνω μέσα. Μη σας δυσκολεύω με αυτά!» είπε ο Μαξ.

Ο πρωθυπουργός δε σχολίασε την ειρωνική δήλωση του Μαξ και συνέχισε κοιτάζοντας τον διευθυντή.

«Φύτρωσε;» «Ε, καλά, δε φύτρωσα…» πετάχτηκε ο Μαξ και όλοι τον αγριοκοίταξαν. «Συνεχίζω!» ξαναείπε ο πρωθυπουργός. «Το blog που φιλοξενεί τα

κείμενά του έχει χιλιάδες αναγνώστες από όλο τον κόσμο. Φροντίσατε να κατέβει η σελίδα αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει. Πολλοί από τους αναγνώστες αντέγραψαν τα κείμενα σε δικά τους ιστολόγια, οπότε το κλείσιμο κατάφερε μόνο την εξαγρίωση του κόσμου και σαφώς τη διαφήμιση της ίδιας της σελίδας. Κατόπιν τούτου, την επαναφέρατε, φοβούμενοι περισσότερη δημοσιότητα. Κάτι σαν τους οσιομάρτυρες. Έτσι και εδώ. Τα συγχαρητήριά μου, σοφή απόφαση να μην κατεβάσετε τη σελίδα».

«Ε, μέσα σε λίγα λεπτά είχε γίνει το αδιαχώρητο στις άλλες σελίδες, από ερωτήσεις σχετικά με τον λόγο που έπεσε η σελίδα του Μαξ. Όλοι ανέβαζαν κείμενά του στον αέρα κατηγορώντας την κυβέρνηση για κατάργηση της ελευθερίας του λόγου. Ήταν ζήτημα χρόνου να μην πάρει διαστάσεις το θέμα. Αναγκαστικά το αφήσαμε και πάλι όπως ήταν».

«Ναι, έχει ξανασυμβεί αυτό και με άλλες ιστοσελίδες που βγάζουν τα άπλυτα του πλανήτη στη φόρα. Η αλήθεια κάποιες φορές είναι πιο τρομακτική από κάθε ψέμα» απάντησε ο πρωθυπουργός συναινετικά και πρόσθεσε: «Και τώρα; Τι κάνουμε τώρα; Από όσα καταλαβαίνουμε όλοι, ό,τι γράφει ο Μαξ στη σελίδα του, έπειτα συμβαίνει. Αγγίζει τα όρια της μεταφυσικής, είναι παράδοξο, ακατανόητο. Αλλά πλέον, έχω πειστεί ότι έτσι έχουν τα πράγματα. Είμαστε το υποχείριο ενός…»

Page 110: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

110 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Το λαμπάκι του τηλεφώνου αναβόσβησε, ο πρωθυπουργός σήκωσε το ακουστικό, ένας ήλιος νυσταγμένος έφευγε από το παράθυρο κυνηγημένος από τα πρώτα ίχνη του φεγγαριού.

«Ναι, τι; Πέθανε και αυτός; Ε, καλά! Από έμφραγμα; Ε, καλά! Δεν ήταν και τόσο νέος! Καλά, καλά, την Τρίτη με δημόσια δαπάνη, όπως τους άλλους».

«Ποιος πέθανε;» πετάχτηκε ο στρατηγός φανερά ευαισθητοποιημένος σε θανάτους από καρδιά.

«Ο υπουργός Περιβάλλοντος!» απάντησε ο πρωθυπουργός με ύφος αόριστο και κοίταξε το γιγαντιαίο σώμα του στρατηγού να αραδιάζεται σε μια καρέκλα σαν να ξεφούσκωσε. «Ε καλά, μην κάνεις έτσι. Κοντά ενενήντα χρονών ήταν, δεν ήταν και νέος!»

«Πολλά είναι τα ενενήντα, κύριε πρωθυπουργέ μου;» ψέλλισε ο στρατηγός βουρκωμένος.

Τον κοίταξαν όλοι με ύφος συμπάθειας, ακόμη και ο Μαξ. «Ας έρθουμε στο θέμα μας τώρα. Πείτε μας κύριε Μαξ, τι θα γράφατε

από την επόμενη εβδομάδα;» ρώτησε ο πρωθυπουργός. «Τι θα έγραφα, τι θα έγραφα, χμ, για να σκεφτώ...» είπε και έκατσε

στην καρέκλα του πιο αναπαυτικά, αφήνοντας στα πόδια του την ομπρέλα που ακόμη κρατούσε.

«Σαφώς θα αναφερόμουν στο μέλλον της χώρας. Στον τρόπο αντίδρασης των πολιτών και θα αποκάλυπτα τον τρόπο σκέψης των τραπεζών».

«Εγώ πάντως συνεχίζω να αμφισβητώ τη δυνατότητα να προβλέπεται ή να υπάρχει τρόπος να προδιαγράφεται το μέλλον» πετάχτηκε ο διευθυντής και πρόσθεσε: «Αν υποθέσουμε ότι συμβαίνει αυτό το θαύμα, χάρισμα -πώς να το πω;-τότε αρκεί να μας γράψει σε ένα χαρτί εδώ και τώρα ότι θα περάσει ένας ελέφαντας μέσα από το γραφείο και όταν ανοίξω την πόρτα του γραφείου να βρω τον Τζάμπο απέξω! Μάλλον για στημένη, κακόγουστη φάρσα μού κάνει όλο αυτό και επιμένω να το διαλευκάνω».

«Δε δουλεύει ακριβώς έτσι κύριε διευθυντά!» απολογήθηκε ο Μαξ. «Αν ήταν έτσι απλό, θα έγραφα κάτι καλύτερο, να είστε σίγουροι».

«Γράψε!» ο τόνος του διευθυντή ήταν απόλυτος. «Ωραία» είπε απρόθυμα ο Μαξ και πήρε μια κόλλα χαρτί και ένα στυλό

που του έδωσε ο πρωθυπουργός. Ξεκίνησε να γράφει και να μονολογεί ότι τελικά ο άνθρωπος δεν

μπορεί εύκολα να ξεχωρίσει το λογικό και το παράλογο μέσα σε μια κατάσταση.

Page 111: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 111 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Θέλω να πω» είπε ενώ έγραφε, «ότι από τη δομή του τρόπου που ζούμε, αυτόματα ορίζεται το λογικό ή το αυτονόητο που θα συμβεί. Για παράδειγμα, έχουμε κάνει τα σπίτια μας τετράγωνα, βάλαμε τον έναν όροφο πάνω στον άλλο για να χωράνε περισσότεροι άνθρωποι, καθότι όλοι ξέρουμε ότι ελέφαντες δεν περνούν έξω από την πόρτα μας. Αν πάμε όμως σε άλλες χώρες όπου και ελέφαντες υπάρχουν και αιλουροειδή αλλά και κόκκινα μυρμήγκια, θα δούμε ότι τα σπίτια τους είναι φτιαγμένα διαφορετικά. Να, αν ήταν άκρως φυσιολογικό να περνάει από το πεζοδρόμιο ένας ελέφαντας απλά επειδή υπήρχαν, θα φρόντιζαν όλοι να υπάρχει φράκτης για να τον εμποδίζει. Πιθανόν αν ήταν άκρως λογικό να κόβει δρόμο μέσα από το σπίτι, θα κάναμε την πόρτα του γραφείου μεγαλύτερη, το χαλί δε θα υπήρχε, γιατί τα συμπαθή ζώα δεν έχουν τη νοημοσύνη να σκουπίσουν τις μεγάλες πατούσες τους στο χαλάκι της εισόδου. Τα πάντα έχουν φτιαχτεί με γνώμονα τον τρόπο και τις συνθήκες ζωής μας. Συνεπώς το να γράψω ότι θα περάσει ένας ελέφαντας από μια πόρτα που ίσα χωράνε δύο άνθρωποι, θα ήταν παράλογο, σωστά; Και άντε να μπει σπάζοντας τον τοίχο, δε θα έπρεπε να πατήσει πάνω στα έπιπλα; Είμαι σίγουρος ότι δεν το θέλετε αυτό, αλλά…»

Ο Μαξ έδωσε το χαρτί στον πρωθυπουργό να το διαβάσει. Την ίδια στιγμή ακούστηκε ένας θόρυβος έξω από την πόρτα.

«Ανοίξτε την πόρτα!» πρόσταξε ο Μαξ τον διευθυντή που φάνηκε να χλωμιάζει.

Πλησίασε την πόρτα, στάθηκε, σκούπισε το χέρι του στο παντελόνι του, κοίταξε τους άλλους, ο στρατηγός σηκώθηκε όρθιος φοβισμένος, ο πρωθυπουργός διάβαζε το χαρτί που είχε γράψει ο Μαξ. Απέξω ακούστηκε ένας θόρυβος, η πόρτα άνοιξε απότομα κι από την τρομάρα του, ο διευθυντής πετάχτηκε στην άκρη του δωματίου κολλώντας στον τοίχο. Ο στρατηγός πισωπάτησε μερικά βήματα ασπρισμένος από τον φόβο του κι όλοι αντίκρισαν... Όλα αυτά φυσικά την ώρα που ο Μαξ συνέχιζε τον μονόλογό του ατάραχος, όπου επεσήμανε τη διαφορά ανάμεσα στο να γράφεις για ελέφαντες που μπαίνουν σε σπίτια και στο να κάνεις το χρήμα σκόνη. «Θέλω να πω» συνέχισε, «το χρήμα υπήρχε, οι τράπεζες υπήρχαν, το μόνο που έκανα ήταν να επισημάνω την πιο φυσιολογική τροπή που μπορούσε ποτέ να πάρει η κατάσταση. Να γίνει το χρήμα σκόνη».

Η ιδιαιτέρα γραμματέας του πρωθυπουργού, μια λεπτοκαμωμένη κοπέλα προτιμούσε τα ταγιέρ στο γραφείο και τα κοκάλινα γυαλιά. Πιθανόν μια γραμματέας με στενό τζιν και πουκαμίσα ριχτή να μην ταίριαζε στα καθήκοντα μιας κυρίας που επί το πλείστον μιλάει καθημερινά με

Page 112: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

112 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

πρωθυπουργούς, υπουργούς και σημαίνοντα πρόσωπα. Και τα κατάφερνε καλά με την όμορφη κορμοστασιά της και με το μικρό, αλλά πολλά υποσχόμενο σχίσιμο στην άκρη της μακριάς φούστας. Εκεί όμως που έβριζε τον εαυτό της ήταν στο θέμα ισορροπίας -πιθανόν κάποιο παιδικό τραύμα όπως τότε που κουβαλούσε το πιάτο της από το ένα δωμάτιο στο άλλο, ξεχειλισμένο με ζεστή σούπα που κατέληξε στο ξύλινο πάτωμα αφήνοντας κάτι λεκέδες που θύμιζαν πετρελαιοκηλίδες, φέρνοντας με αυτόν τον τρόπο τους γονείς της στο σημείο να γίνουν έξαλλοι, να αρχίσουν να φωνάζουν και τέλος εκείνο το σκαμπίλι που ενσωματώθηκε στις παιδικές της αναμνήσεις. Όλα αυτά μεταφέρθηκαν στο αίσθημα της ισορροπίας και έγινε αναπόσπαστο μέρος του ασημένιου δίσκου με την κανάτα με το τσάι και τα φλιτζάνια που κρατούσε εκείνη τη στιγμή. Ταλαντευόταν από παντού, σαν τραινάκι τσίρκου, αλλά σαν να ήθελε να πιέσει τον εαυτό της να ξεχάσει τα παιδικά της τραύματα, έκλεισε τα μάτια να μην κοιτά, δοκίμασε να φέρει στο μυαλό της κάτι εντελώς απίθανο έτσι ώστε να ξεχάσει ότι κρατάει τον ασημένιο δίσκο. Έναν ελέφαντα, για παράδειγμα. Φυσικά την πόρτα την άνοιξε με το πίσω μέρος του σώματός της, καθότι σε μια τέτοια περίπτωση τα χέρια μας είναι κολλημένα γερά στα χερούλια του δίσκου. Μπήκε λοιπόν μέσα απότομα, τα ποτήρια να κάνουν γκλίν-γλόν και τα κοκάλινα γυαλιά της να έχουν κατέβει στη μύτη της. Κοίταξε γύρω της και ένιωσε για μια στιγμή ότι κουβαλούσε δυναμίτες, τουλάχιστον αυτήν την εντύπωση έδωσε η έκπληξη των παρευρισκομένων όπως και το τρομαγμένο βλέμμα τους. Ο μόνος που μιλούσε ή καλύτερα, μονολογούσε ήταν ο Μαξ: «Ναι, όσο και να είχα τη διάθεση για έναν ελέφαντα, προτιμώ να μπει μια όμορφη δεσποινίς με έναν δίσκο τσάι και κουλουράκια».

Ο πρωθυπουργός επιβεβαίωσε διαβάζοντας το χαρτί: «Από έναν ελέφαντα αυτήν τη στιγμή, προτιμώ να μπει μια εκθαμβωτικής ομορφιάς δεσποινίς με τσάι, φλιτζάνια και κουλουράκια. Αυτό να περιμένετε και όχι έναν ελέφαντα».

Η νεαρή ιδιαιτέρα είπε τραυλίζοντας από το τρακ: «Λυπάμαι, δεν έβαλα κουλουράκια… να πάω να φέρω άμα θέλετε».

«Απέτυχα!» παρατήρησε ο Μαξ γελώντας.

Page 113: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 113 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Δευτέρα νωρίς το βράδυ, και το λιγνό γκαρσόνι με την ποδιά στη μέση και τα φουσκωτά μάγουλα που θύμιζαν τσάντες που κρέμονται στο πίσω μέρος μιας χάρλει, πέρασε με ταχύτητα ανάμεσα από τα άλλα τραπέζια και κατευθύνθηκε στο τραπέζι του πρωθυπουργού και της όμορφης δεσποινίδας, κρατώντας με τα δύο του χέρια ένα κρασί Σατό Πετρούς του 1983. Εκείνη, φορούσε μια τουαλέτα μαύρη με άσπρα μαργαριτάρια στον ψηλό λαιμό της, στο πρόσωπό της έλαμπε ένα υπέροχο χαμόγελο γεμάτο λευκό σμάλτο. Εκείνος, κομψά ντυμένος με κουστούμι μπλε σκούρο και γραβάτα με ρίγες. Τα χρυσά του μανικετόκουμπα γυάλιζαν στο φως του μεγάλου πολυέλαιου. Το γκαρσόνι έσταξε λίγο κρασί στο ποτήρι του πρωθυπουργού κρατώντας το χέρι στο πίσω μέρος του σώματος όπως αρμόζει, ο πρωθυπουργός μύρισε, στριφογύρισε το ποτήρι στη μύτη του κι έπειτα νότισε τη γλώσσα του απολαμβάνοντας τη μεστή γεύση του κρασιού. Έκανε νόημα και το γκαρσόνι γέμισε πρώτα το ποτήρι της δημοσιογράφου και έπειτα του πρωθυπουργού. Έφυγε το ίδιο αθόρυβα όπως ήρθε, με μια βαθιά υπόκλιση.

«Μας κοιτάνε όλοι!» σχολίασε η όμορφη δημοσιογράφος δείχνοντας με τη ματιά της την παχουλή γυναίκα του διάσημου πλαστικού χειρούργου απέναντί τους που τους είχε φάει με τα μάτια.

«Ας τους, δεν πειράζει, δεν έχουμε κάτι να κρύψουμε. Ούτως ή άλλως, ο Μαξ είπε ότι έτσι θα γίνει»

«Από τον Μαξ; Ενημερωθήκατε; Έχουμε νέα; Δε δοκίμασα να μπω να τον διαβάσω σήμερα».

«Ναι. Τον Μαξ τον πιάσαμε -που λέει ο λόγος- και τον είχαμε κλειδωμένο, αλλά για πόσο θα μπορούσαμε να το κάνουμε αυτό; Σήμερα το μεσημέρι τον αφήσαμε ελεύθερο. Εξαντλήσαμε όλες τις δικαιολογίες για να τον κρατήσουμε κοντά μας. Τον κατηγορήσαμε για εξύβριση αρχής, αλκοολισμό, παράβαση κόκκινου σηματοδότη, ότι έκανε φασαρία σε ώρα κοινής ησυχίας, ΚΤΕΟ, σπασμένο φανάρι, δημόσια ρύπανση, όχληση πολιτών, φθορά ξένης περιουσίας. Τα εξαντλήσαμε όλα και αποφασίσαμε να τον ελευθερώσουμε, γιατί κανείς δικηγόρος δε θα μας πίστευε αν προχωρούσε σε μήνυση. Δυο ώρες μετά, ένα νέο κείμενό του ήταν στο διαδίκτυο. Δεν μπορώ να καταλάβω πότε πρόλαβε και το έγραψε, σαν να το έγραφε στο μυαλό του όσο ήταν κλειδωμένος, πήγε σπίτι και το αντέγραψε. Πάντως, και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει για την ώρα, γράφει μέσα στο νέο του κείμενο ότι σήμερα θα βγαίναμε έξω οι δύο μας».

«Και εσείς αφήσατε να συμβεί; Θα φύγω!» είπε και σηκώθηκε όρθια, μαζεύοντας το μικρό δερμάτινο τσαντάκι της.

Page 114: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

114 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Μη βιάζεστε. Σας πληροφορώ ότι ο Μαξ δεν έχει πέσει έξω πουθενά. Σε καμία πρόβλεψη. Είναι γραφτό να βρεθούμε εδώ εμείς οι δύο».

«Και πού θα κατέληγε; Εννοώ, ετούτο το ραντεβού;» είπε αυτή απότομα.

«Για αυτήν την εβδομάδα, αρκετά μακριά. Αλλά ας κρατήσουμε την έκπληξη, τι λέτε; Καλύτερα να μη συζητήσουμε τη συνέχεια του ραντεβού μας».

Έκατσε πάλι στην καρέκλα της, ξαναβάζοντας το μικρό τσαντάκι στην άκρη. Τα νύχια της ήταν κόκκινα της φωτιάς, τα χείλια της το ίδιο, τα μάτια της έλαμπαν σαν αστέρια σε βουβή πεδιάδα. Αναστέναξε.

«Σωστά. Πάντως είναι απαίσιο να μην μπορείς να ερωτευτείς μόνος σου. Να πρέπει να το διαβάσεις κάπου».

«Ακριβώς, γι’ αυτό ας το αφήσουμε» είπε ο πρωθυπουργός προτρέποντάς τη να δοκιμάσει το κρασί.

«Τι άλλο όμως γράφει μέσα; Εκτός από το τωρινό ραντεβού εννοώ» ξαναρώτησε εκείνη την ώρα που έφερνε το ποτήρι στα χείλια της. Εκείνος θαύμασε την ομορφιά του προσώπου της μέσα από το κρύσταλλο.

«Από τότε που ξεκίνησε η κατάσταση με τις κάρτες, ο κόσμος χωρίστηκε στα δύο. Σε αυτούς που αποδέχτηκαν το σύστημα σαν τη μόνη λύση για να συνεχιστεί η ζωή τους και σε αυτούς που το αμφισβήτησαν».

«Δεν το αμφισβήτησαν απαραίτητα, κύριε πρωθυπουργέ!» είπε εκνευρισμένη η δημοσιογράφος και πρόσθεσε: «Ξέρετε πόσος κόσμος υπάρχει εκεί έξω που δεν έχει να φάει; Δεν έχει λεφτά για το νοίκι; Πόσοι έχουν ξεπουλήσει την περιουσία τους; Πόσοι έχουν τινάξει τα μυαλά τους στον αέρα από την απόγνωση; Τι να την κάνουν την κάρτα;»

«Σας παρακαλώ. Τα ξέρω. Ήταν αναγκαίο να γίνει ό,τι έγινε. Για το καλό των πολλών. Οι αγορές βλέπετε... Η κατάσταση ήταν και είναι κρίσιμη. Να, το πρωί είχα τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο του Συνδέσμου των τραπεζών κι απ’ ό,τι με ενημέρωσε, τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται μια μείωση της αγοραστικής δύναμης, γεγονός που αντιτίθεται στις προβλέψεις τους. Θα έπρεπε λογικά και βάσει προϋπολογισμών, η αγορά να βρει τον ρυθμό της και να αυξηθεί η ζήτηση για προϊόντα, κάτι που δε συμβαίνει και αυτό τους ανησυχεί. Να το πω αλλιώς. Με εκβίασε ότι αν δεν αλλάξουν τα πράγματα, πάμε για νέο μνημόνιο, νέα δανειακή σύμβαση και τα λοιπά».

«Α τον γάιδαρο!» είπε η δημοσιογράφος.

Page 115: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 115 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Ναι, τον γάιδαρο που όμως τον χρειαζόμαστε» συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός.

«Και η γυναίκα σας;» «Αν έχει διαβάσει τα κείμενα του Μαξ, θα γνωρίζει πλέον ότι ο έρωτάς

μου για εσάς είναι αναπόφευκτος. Εξάλλου το κείμενο υπονοεί ότι δε θα στεναχωρηθεί, πιθανόν να έχει άλλη αγκαλιά να κουρνιάσει» και πρόσθεσε σοβαρός σαν να ήθελε να αλλάξει κουβέντα επιστρέφοντας απότομα στον ενικό: «Σου έχω μια αποστολή που θα σε κάνει διάσημη και θα εδραιώσει την καριέρα σου! Ποια; Μα φυσικά να κάνεις ένα ρεπορτάζ για τον Μαξ και τη σελίδα του, να δημοσιοποιήσεις τα κείμενά του!»

«Μα αυτό είναι ενάντια στη θέλησή του!» απάντησε εκείνη σοβαρά. «Σωστά. Γι’ αυτό θέλω να το κάνεις! Ίσως αν δει τον εαυτό του στην

τηλεόραση, να αλλάξει γνώμη και να σταματήσει να γράφει, ίσως να παύσει να δημοσιοποιεί κείμενα για το μέλλον της χώρας και, χμ, για εμένα. Δεν έχουμε άλλα όπλα παρά τα δικά του. Όπως και να έχει, ίσως πιάσει. Δέχεσαι;»

«Μα δεν καταλαβαίνω αυτόν τον άνθρωπο, λογαριασμό στην τράπεζα δεν έχει ο Μαξ;»

«Ούτε κάρτα κίνησης. Ούτε φορολογική δήλωση ούτε αυτοκίνητο ούτε τίποτα. Ποτέ του δεν είχε τίποτα από αυτά. Είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ».

«Και τι τρώει; Ακόμη και για το παραμικρό, πρέπει να έχεις λογαριασμό στην τράπεζα, σπίτι, κάτι».

«Δεν ξέρω». «Και ποιος είναι επιτέλους αυτός ο Μαξ;» Και ποιος είναι ο Μαξ; Να μια ερώτηση που αξίζει χίλιες απαντήσεις,

σκέφτηκε ο πρωθυπουργός. Μια απάντηση στο ερώτημα θα ήταν ο Μορμόλης, αλλά μάλλον θα ακουγόταν αφελέστατο οπότε δοκίμασε να μεταφέρει όσα είπε ο ίδιος ο Μαξ για τον εαυτό του, όταν του απηύθυνε αντίστοιχη ερώτηση ο πρωθυπουργός.

«Ποιος είσαι Μαξ;» Και ο Μαξ απάντησε: «Είμαι το φως που μπαίνει από το παράθυρό σου. Τις νύχτες χάνομαι και τα

πρωινά με βρίσκεις δίπλα από το πιατάκι του κέικ σε μορφή κουταλιού, αλλά εσύ δε μου δίνεις σημασία, γιατί θεωρείς πιο φυσιολογικό να φας το κέικ με τα χέρια. Είμαι ο άνθρωπος που στις αποκριές περνάει δίπλα σου και σε γεμίζει άσπρο σπρέι εκεί που δεν το περιμένεις και ύστερα χάνεται στον κόσμο, ο ίδιος άνθρωπος που θα σε ρωτήσει αν είσαι καλά και έπειτα θα εξαφανιστεί, ο ίδιος άνθρωπος που θα μπει στο ταξί ζητώντας κουβέντα και τασάκι για να καπνίσει πούρο, ο ίδιος άνθρωπος που

Page 116: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

116 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

έγραψε στον τοίχο του μετρό “η ζωή μας ανήκει” ή “βασανίζομαι”, ο ίδιος άνθρωπος που θα σου μιλήσει για το λιώσιμο των πάγων στην Ανταρκτική την ώρα που εσύ θα πεθαίνεις για ένα ποτήρι νερό μες στην κωλοζέστη του καλοκαιριού. Αυτός είναι ο Μαξ, ό,τι σε ενοχλεί και δεν μπορείς να εκφράσεις. Ο Μαξ είναι ο άνθρωπος που θα σου πει ότι υπάρχει πάντα τρόπος για να δημιουργήσεις ένα καινούργιο πρόβλημα που δε θα έχει λύση, θα σου πει ότι είναι η απάντηση στην ερώτηση που ακόμη δεν εκφράστηκε, είναι το ενδιάμεσο σε ένα βιβλίο, έναν αναγνώστη και έναν συγγραφέα, με άλλα λόγια ο σελιδοδείκτης που πάντα θες ν’ αλλάξεις. Κάτι μικρό που ποτέ σου δεν προσδιόρισες, αλλά ένιωθες ότι υπάρχει ανάμεσα στο σύνηθες και το λογικό. Κάτι ανεπαίσθητο, μικρό, που ποτέ δεν του έδωσες σημασία. Αυτό που ξέχασες και δεν το έχεις παρατηρήσει ποτέ σου. Όλα τα μικρά και ανήσυχα πράγματα της ζωής που όμως δένουν το σύμπαν σου. Είναι η συλλογική συνείδηση κάθε ανθρώπου, είναι η ανησυχία, η ανυπομονησία, ο άνθρωπος και η ελευθερία του, αν φυσικά μπορεί κανείς να μιλήσει ελεύθερα για την ελευθερία του. Πολύ αμφιβάλλω αν είναι υπαρκτή κατάσταση η ελευθερία. Και τέλος είμαι το όραμα που ανήκει στο μέλλον, ένα μέλλον που έπρεπε να κάνει μια υποχώρηση για να έρθει στο παρόν, να αποκαλυφθεί και να εμπνεύσει πριν καταστραφεί».

«Δηλαδή;» ρώτησε πάλι η κοπέλα. «Δεν έχει δηλαδή. Κάθε φορά που τον ρώταγα, τέτοιες απαντήσεις μού

έδινε!» είπε με αγανάκτηση ο πρωθυπουργός. «Και λίγη ήταν η μπουνιά που του έδωσε ο στρατηγός!»

«Και τι ζητάει; Γιατί γράφει το μέλλον, τι κερδίζει με αυτά που γράφει;» «Το ρώτησα και αυτό. Ξέρεις τι μου είπε;» «Τι;» «Τι κερδίζω; Ό,τι κερδίζει ένα σύννεφο που μόλις έβρεξε το χώμα, ό,τι

κερδίζει ο ήλιος που βρίσκεται στον ουρανό δίχως να βαριέται γι’ αυτό που κάνει. Ό,τι κερδίζει ένα μανταλάκι που κρατάει τα ρούχα. Δεν υπάρχει προσωπικό κέρδος, ίσως απλά να μπαίνω στην άλλη μεριά της πλάστιγγας και να ισορροπώ σε αυτό που εσείς εννοείτε κέρδος, έτσι η ανθρωπότητα δε βαραίνει μόνο από τη μία μεριά. Είμαι το αντίθετο της κοινής σκέψης, αποδεικνύοντας με την παρουσία μου ότι καμία σκέψη δεν μπορεί να είναι κοινή. Είμαι η φυσική μεριά των πραγμάτων, εκείνη η μεριά όπου το κέρδος και η ζημία δείχνουν ανώφελο αποτέλεσμα. Υπάρχει μόνο ένα, η ύπαρξή μου η ίδια. Όσο υπάρχουν άνθρωποι, θα υπάρχω, και εσείς θα κερδίζετε. Ίσως αυτό και να είναι το ισχυρότερο μήνυμα της παρουσίας μου. Δεν κερδίζω, αλλά είμαι απαραίτητος να υπάρχω, γιατί ισορροπώ την ανάγκη και την επιθυμία του συνόλου. Είμαι η εσωτερική γαλήνη των ανθρώπων, η νίκη της μάχης

Page 117: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 117 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

ενάντια στη λήθη. Ο πραγματικός σκοπός των ανθρώπων, αυτό είναι το κέρδος μου και εγώ είμαι το κέρδος σας».

«Δε βγαίνει άκρη!» παρατήρησε η κοπέλα και αφέθηκε να δοκιμάσει το κρασί της.

«Δε βγαίνει άκρη!» συμφώνησε ο πρωθυπουργός πίνοντας απότομα δυο-τρεις γουλιές κρασί. «Τον ρώτησα αν είναι θρησκευτικό πρόσωπο, στρατιωτικό, πνευματικό, ειρηνιστικό, φιλόσοφος, υπαρξιστής ή Θεός, μου είπε όχι σε όλα. Το μόνο που μου έκανε τεράστια εντύπωση είναι ότι κάποια στιγμή, αντί να αναφερθεί σ’ εμένα ως ο κύριος πρωθυπουργός, με είπε Ερνέστο. Όλοι ξέρουν ότι είμαι ο πρωθυπουργός. Γιατί να με πει Ερνέστο; Κάτι με ανησυχεί σε αυτό. Νιώθω πολύ περίεργα με αυτήν τη λέξη, αλλά δεν ξέρω γιατί. Σημαίνει κάτι;»

«Ερνέστο είναι όνομα». «Και σε τι χρησιμεύει; Ονόματα έχουν μόνο τα σκυλιά, οι δρόμοι, οι

πόλεις, όχι οι άνθρωποι, εγώ είμαι ο κύριος πρωθυπουργός». Η δημοσιογράφος προβληματίστηκε για λίγο. «Κι όμως, δεν είναι παράλογο να μην έχουν και οι άνθρωποι ένα

όνομα; Θέλω να πω, ό,τι θέλουμε να ξεχωρίζει, του δίνουμε ένα όνομα, η ονοματοδοσία είναι κάτι που σε κάνει να ξεχωρίζεις ανεξάρτητα από την ιδιότητά σου. Αν χάσετε τις εκλογές, θα γίνετε ο τέως πρωθυπουργός και όχι ο πρωθυπουργός. Θα αλλάξετε όνομα αυτόματα. Αλλά είναι περίεργο. Τι έχει γράψει ο Μαξ γι’ αυτό; Δεν το αναφέρει πουθενά; Δεν εξηγεί;»

«Όχι. Δεν το αναφέρει. Δεν είναι απόλυτος στις περιγραφές του πάντα. Για παράδειγμα, δεν αναφέρει τι συζητάμε σήμερα μεταξύ μας, μονάχα αναφέρει τη συνάντησή μας. Και φυσικά δεν αναφέρει πουθενά τη λέξη Ερνέστο. Μόνο στη συζήτηση στο γραφείο μου, με ανέφερε ως Ερνέστο».

Σκέφτηκε λίγο περισσότερο. Ερνέστο, Ερνέστο! Και αν με λένε Ερνέστο; Σήκωσε το κινητό του και πήρε στο γραφείο του την ιδιαιτέρα του. Της έδωσε εντολή να μιλήσει με το εξωτερικό, την πρεσβεία του στο Λονδίνο για παράδειγμα, και να ζητήσει μια κατάσταση με τα ονόματα των κυβερνητικών μελών που είχαν στα αρχεία τους πριν γίνει το χρήμα σκόνη. «Δεν καταλαβαίνω, τι εννοείτε;» ρώτησε από μέσα η κοπέλα που το μόνο της όνομα ήταν ιδιαιτέρα του πρωθυπουργού και τίποτα άλλο. Επέμενε ο πρωθυπουργός, να κάνει ό,τι την διέταξε. Μερικά λεπτά αργότερα, το κινητό του ξαναχτύπησε. Η ιδιαιτέρα ακουγόταν έκπληκτη. «Μου την έστειλαν, να σας την προωθήσω;»

Page 118: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

118 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Δευτερόλεπτα μετά, η κατάσταση ήταν στο κινητό του. Ένα κείμενο με αρκετά ονόματα και πάνω-πάνω, το όνομα του πρωθυπουργού Ernesto de Vasces και από κάτω το όνομα του υπουργού Περιβάλλοντος και άλλων. Το χαμόγελό του πάγωσε. Η δημοσιογράφος τον ρώτησε τι βλέπει. «Τίποτα, τίποτα. Δεν είναι τίποτα» απάντησε τρομαγμένα εκείνος.

«Και πώς τελειώνει το κείμενο του Μαξ;» «Δεν ξέρω. Μόλις διάβασα για το διαζύγιό μου, σταμάτησα. Ίσως να

μην πρέπει να ξέρω, πιθανόν η άγνοια να είναι ο μόνος τρόπος να πολεμήσω τη νέα αυτή απειλή για τη χώρα. Ποια; Ρωτάς; Την απειλή που λέγεται Ο Μαξ είπε» απάντησε ο πρωθυπουργός και έγειρε ανήμπορος στο πλάι.

Και πράγματι. Όλα είχαν συμβεί όπως ο Μαξ είπε πως θα συμβούν. Η

γυναίκα με το καροτί μαλλί, η γυναίκα του δηλαδή, μόλις είχε διαβάσει τα κείμενα του Μαξ στο διαδίκτυο και ήξερε όχι μόνο πού να πάει αλλά και πότε να πάει, έτσι ώστε να πιάσει τον άνδρα της παρέα με μια καλλίγραμμη δημοσιογράφο. Αλλά δεν το έκανε, αντιθέτως σκούπισε τη μύτη της, ήπιε λίγο ακόμη από το λικέρ της και πήρε τηλέφωνο να μάθει αν υπήρχε κάποια εκδήλωση που θα μπορούσε έστω και την τελευταία στιγμή να παρακολουθήσει. Ίσως αν πνιγόταν στην πολύβουη πόλη, να μη σκεφτόταν πολλά πράγματα. Η σκέψη κάνει ρυτίδες και αυτό είναι άσχημο για μια γυναίκα που θα ζητήσει διαζύγιο και παχουλή διατροφή. Έχει και μια ζωή να συντηρήσει, μια ζωή γεμάτη.

Το ίδιο βράδυ, μετά το δείπνο o πρωθυπουργός γύριζε με τη μερσεντές

του τη δημοσιογράφο στο σπίτι της. Δεν άργησαν να μπουν σε μια υποβαθμισμένη περιοχή της πόλης. Ο σοφέρ κοίταζε κλεφτά από τον καθρέπτη τον μεγάλο άντρα να γελάει συνέχεια με την κοπέλα και να δοκιμάζει με άκομψους τρόπους να της πιάσει το χέρι ή να αγγίξει τον ώμο της, ίσως και να σκύψει να τη φιλήσει. Εκείνη τραβιόταν, είχε υψώσει τοίχο εμπρός του. Κάποια στιγμή που εκείνος είχε καταφέρει να εγκλωβίσει τα χέρια της μέσα στα δικά του, εκείνη διαμαρτυρήθηκε χαμογελαστά.

«Δε με ρωτήσατε αν έχω δεσμό, αν θέλω να συνεχίσουμε…» «Μα ο Μαξ είπε...»

Page 119: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 119 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Δεν είναι δυνατόν ο Μαξ να ξέρει τι θέλω!» απάντησε εκείνη ενοχλημένη. «Άκου, ο Μαξ είπε!»

«Ανοησίες! Ο Μαξ ξέρει καλύτερα απ’ όλους. Η σχέση μας είναι μονόδρομος» απάντησε εκείνος και άφησε τα χέρια της ελεύθερα.

Σώπασαν και οι δύο κοιτάζοντας αφηρημένα έξω. Μέσα από το παράθυρο του αυτοκινήτου, την παρακολούθησε να

μπαίνει στην γκρίζα πολυκατοικία που έμενε. Ο ήχος από τα τακούνια της στις σκάλες έφτανε στα αυτιά του σαν καρδιακός παλμός. Το αυτοκίνητο τσούλησε μαλακά στον δρόμο αμέσως μόλις άναψε το φως στο διαμέρισμά της, την ίδια ώρα που εκείνος χαμογελούσε στο πίσω κάθισμα διατηρώντας την πεποίθηση για το μέλλον της σχέσης τους, γεγονός όμως που οφειλόταν στο ότι αγνοούσε μια μικρή λεπτομέρεια που ο Μαξ είχε φροντίσει να παραλείψει στα κείμενά του. Και αυτή ήταν η παρακάτω: Το φως του διαμερίσματός της δεν το άναψε η δημοσιογράφος, αλλά ένας άντρας που από ώρα την περίμενε να επιστρέψει. Δεν ήταν άλλος από τον διευθυντή του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού, φορώντας μάλιστα τις παντόφλες του και μια πιζάμα καρό. Μόλις την είδε να μπαίνει, την αγκάλιασε ζηλόφθονα και έφερε τα χείλια του στο μικρό της στόμα, εκείνη παραδόθηκε και έκλεισε τα μάτια της από το πάθος. Έπειτα από λίγο έσβησαν όλα τα φώτα του σπιτιού και ένα χαμηλόφωνο μουρμουρητό από την κρεβατοκάμαρα μετέδωσε ένα σπινθήρισμα στη σιωπή του διαμερίσματος.

Ήρθε η επόμενη μέρα, έπειτα η αμέσως επόμενη, μέχρι που πέρασαν

τέσσερις ολόκληρες μέρες. Σ’ αυτό το διάστημα, ο πρωθυπουργός αναζήτησε ξανά και ξανά τη δημοσιογράφο προσπαθώντας να βρεθούν, άλλοτε σε ακριβά εστιατόρια, άλλοτε σε δημόσιες εκδηλώσεις του κόμματος. Δεν είχε να κρύψει τίποτα, ο ίδιος ο Μαξ τού είχε δώσει το ελεύθερο να προσπαθήσει να την κατακτήσει. Κι εκείνη, αν και τον κρατούσε σε απόσταση, ποτέ της δεν αρνήθηκε να βρεθεί μαζί του. Από προσωπική διαστροφή; Από ανάγκη για την καριέρα της; Κανείς δεν ξέρει. Και εδώ που τα λέμε, ούτε η ίδια ήξερε.

Ο πρωθυπουργός όμως ήξερε τι σημαίνει η λέξη τζέντλεμαν. Όταν θα ήταν έτοιμη να πέσει, θα έπεφτε όπως ένα ώριμο φρούτο. Ο Μαξ τον είχε κάνει αρκετά αισιόδοξο για το αποτέλεσμα. Ήταν θέμα χρόνου.

Οι δημοσιογράφοι από την άλλη, πλέον τους είχαν κάνει πρωτοσέλιδο, “η νέα σχέση του πρωθυπουργού” ή “Το διαζύγιο του αιώνα” και να οι φωτογραφίες με τη δημοσιογράφο δίπλα-δίπλα με τον μεγάλο άνδρα, να με τη

Page 120: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

120 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

γυναίκα του ολομόναχη στο κέντρο της πόλης να ψωνίζει για να πνίξει τον πόνο της. Δηλαδή ποιον πόνο;

Η γυναίκα με το καροτί μαλλί είχε ζητήσει επίσημα πλέον να χωρίσει από τον πρωθυπουργό και μάλιστα χωρίς γκρίνιες και φωνές. Η συζήτηση της διατροφής και της αποζημίωσης έγινε πολιτισμένα την ώρα του πρωινού. Στο ενδιάμεσο μιας βουτυρωμένης φέτας ψωμιού και ενός κομματιού κέικ. Η καφετιέρα δεξιά ροχάλιζε με τον φρέσκο καφέ όταν εκείνη ζήτησε ένα σεβαστό ποσό από τον πρωθυπουργό για να αγοράσει δικό της σπίτι λίγο έξω από την πόλη. Οι φρυγανιές στην τοστιέρα ξεμύτισαν όταν ζήτησε μηνιαίως ένα επίσης σεβαστό ποσό για τα καθημερινά της έξοδα. Εκείνος στραβοκατάπιε, γούρλωσε τα μάτια και χρειάστηκε το σωτήριο χτύπημα στην πλάτη για να συμφωνήσει. Θα ήταν κακό για την πολιτική του εικόνα μια αντιπαράθεση με την πρώην σύζυγό του. «Και τα παιδιά;» πρόφερε όταν αυτή άνοιγε το ψυγείο να βρει τον χυμό. «Τι με τα παιδιά; Θα τα κρατήσεις εσύ. Εδώ έχει μαγείρισσα και κηπουρό και νταντά. Τι να κάνουν μαζί μου;» «Σωστά» απάντησε εκείνος και μασούλησε λίγο ακόμη από τη φρυγανιά του τάχα αδιάφορα, αλλά σίγουρα η καρδιά του σχίστηκε στα τέσσερα. Μετά από τόσα χρόνια γάμου, ούτε μία αντίδραση; Έφερε στον νου του τη δημοσιογράφο και σώπασε. Δεν είχε νόημα να τη ρωτήσει κάτι περισσότερο, έκλεισαν τη συμφωνία, υπέγραψαν τα χαρτιά με την ίδια απλότητα που υπογράφεις την ασφάλεια αυτοκινήτου. Αυτοί είναι οι όροι και αυτές είναι οι πληρωμές, συμφωνείς; Συμφωνώ.

Ήταν Παρασκευή απόγευμα, σχεδόν έναν μήνα αργότερα όταν ο ήλιος

πήρε την όψη καλοψημένης ομελέτας, έτσι που κοίταζε μέσα από τα σύννεφα τους ανθρώπους. Πλέον, είχαν αρχίσει όλοι να ξεχνούν ότι κάποτε υπήρχαν χρήματα που κουδούνιζαν μέσα στο παντελόνι τους, ότι κάποτε υπήρχαν εκείνα τα μηχανήματα που μετρούσαν το χρήμα με ταχύτητα, που κόλλαγαν κάποιες στιγμές και δοκίμαζες να τα βάλεις ξανά μέσα για δεις αν είναι πλαστά. Τώρα πια, ούτε πλαστογράφοι, ούτε μηχανήματα, ούτε γκλιν-γκλόν. Μόνο μια μικρή πλαστική κάρτα σε μέγεθος πιστωτικής που έγραφε πάνω το όνομά σου. Με αυτήν αγόραζες και πλήρωνες τα πάντα. Και ήταν φύση αδύνατο να δανειστείς από έναν φίλο χωρίς να πληρώσεις φόρο μεταβίβασης.

Ο στρατηγός στον καναπέ απέναντι από τον πρωθυπουργό με λυμένη τη γραβάτα, παρέα με ένα χρυσοκίτρινο ιρλανδέζικο ουίσκι μαλτ. Συζητούσαν τις τελευταίες ημέρες σαν δύο παλιόφιλοι που είχαν καιρό να βρεθούν. Αναπολούσαν τον καιρό ή ακριβέστερα τον ήχο των νομισμάτων, κορόιδευαν

Page 121: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 121 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

την αδυναμία της επιστήμης να βρει μια λογική εξήγηση στο γιατί έγινε το χρήμα σκόνη και έπειτα η φλυαρία τους έφτανε στον Μαξ. Έναν Μαξ για τον οποίον ο στρατηγός, μετά τις τελευταίες συζητήσεις-ανακρίσεις τους, είχε κάνει πλήρη μεταστροφή στην εκτίμησή του. Ενώ στην αρχή ήθελε πολύ να τον δείρει, στην πορεία άλλαξε γνώμη.

«Αυτός ο άνθρωπος είναι απίθανος» είπε ο στρατηγός. «Σιγά! Μας έχει κάνει άνω-κάτω» απάντησε ο πρωθυπουργός σχεδόν

ξαπλωμένος στην άκρη του καναπέ. «Δεν καταλαβαίνω! Όχι, δεν καταλαβαίνω τι ακριβώς προσπαθεί να κάνει» πρόσθεσε στοχαστικά.

«Ξέρεις» είπε διστακτικά ο στρατηγός, «το συζήτησα με τη σύζυγό μου» συμπλήρωσε χαμηλόφωνα και αργά σαν να σκεφτόταν έντονα.

«Τη σύζυγο;» γέλασε ο πρωθυπουργός επιστρατεύοντας όλη τη φαντασία του με σκοπό να δει εκείνη τη μεστωμένη τρανσέξουαλ με τα χοντρά γυαλιά, βαμμένη με κραγιόν, με ποδιά και τσεμπέρι στο κεφάλι. Ο στρατηγός διάβασε στα μάτια του πρωθυπουργού όλες τις φαντασιώσεις του, αλλά δε σχολίασε επ’ αυτού.

«Μου είπε ότι ο Μαξ είναι σύμβολο. Ένα σύμβολο που θα καθορίσει το μέλλον όλης της γης».

«Σύμβολο; Τι σύμβολο εννοούσε η σύζυγός σου; Σύμβολο επανάστασης;» ρώτησε ξανά ο πρωθυπουργός τονίζοντας τη λέξη σύζυγος κι εμφανίζοντας μια συγκρατημένη όψη απορίας.

«Η γυναίκα μου, επιμένει ότι η γη αλλάζει. Ο πλανήτης γη με την έννοια που την ξέρουμε, θα αλλάξει. Τι εννοεί; Δεν ξέρω. Πάντως σύμφωνα με τα λεγόμενά της, η κοινωνία μας έχει γίνει τόσο φιλοχρήματη που πλέον κανείς δε νοιάζεται για την ηθική ή την προσωπική ευτυχία, το μόνο που απασχολεί τον άνθρωπο είναι η οικονομική ευημερία. Το χρήμα δεν είναι απλώς ένα μέσο, είναι η φλεγματική μας απάντηση σε όσα μας απασχολούν, παραβλέποντας καθετί ανθρώπινο. Η ζωή είναι ένας αγώνας για το χρήμα, και όπως κάθε αγώνας, έτσι κι αυτός κρύβει μέσα του έναν φόβο, εκείνον της αποτυχίας, που συνήθως ξεκινάει από την εφηβεία και σταματάει μόλις κλείσουμε τα μάτια μας. Με το που πήζει το κεφάλι μας, ένα μαύρο υγρό κυλάει μέσα στα μάτια μας. Οι γονείς αναστατώνονται, χάνουν τον ύπνο τους. Οι νεαροί νιώθουν την ανασφάλεια παντού γύρω τους. Στα δεκαοχτώ μας -μπορεί και πιο νωρίς- αναρωτιόμαστε τι θα γίνουμε όταν μεγαλώσουμε, γιατί πρέπει να σπουδάσουμε και αν είμαστε τυχεροί, να πιάσουμε μια καλή δουλειά. Γιατί; Μα για να έχουμε χρήματα! Τι να τα κάνουμε; Μα για να μπορούμε να αγοράσουμε αυτά που ονομάζουμε ως αυτονόητα. Ένα

Page 122: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

122 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

αυτοκίνητο, ένα σπίτι, μια τηλεόραση και να μπορούμε να βγούμε ένα Σαββάτο έξω με φίλους. Γι’ αυτόν τον σκοπό σπουδάζουμε για χρόνια, καταναλώνουμε τα καλύτερά μας χρόνια για ένα χαρτί, έναν έπαινο και μερικές γνώσεις, γεγονός που από μόνο του δεν είναι τόσο κακό όσο ο βαθύτερος σκοπός αυτού. Να γίνουμε δυνατότεροι στην αρένα της ζωής. Να μπούμε στην εταιρία που ονειρευόμαστε, να βγάλουμε λεφτά, να γίνουμε ευτυχισμένοι. Στα σαράντα μας, θα αρχίσουμε να φοβόμαστε μη χάσουμε τη δουλειά μας ή αν έχουμε δημιουργήσει κάποια δική μας επιχείρηση, μήπως έρθουν κάποιοι μήνες οικονομικής άπνοιας. Και τι θα γίνει με τα δάνεια μετά; Για πόσους έχει σταματήσει το όνειρο απότομα; Σε πόσους ανθρώπους έχει τραβηχτεί το χαλάκι κάτω από τα πόδια; Ακόμη και για εκείνους που δεν τους έχει συμβεί τίποτα από αυτά, καθημερινά ο φόβος και ο τρόμος μην τυχόν τους συμβεί, τους κάνει να κοιμούνται άτσαλα, να ξυπνάνε απότομα ιδρωμένοι ή να εμφανίζουν ψυχοσωματικές ασθένειες. Σαν να μην έφτανε αυτός ο φόβος, ήρθε και ο επόμενος. Οι τράπεζες δεν έχουν λεφτά, έχουν κρίση. Τι είναι η κρίση; Απλώς χάθηκαν τα λεφτά σε προϊόντα που οι ίδιες κατασκεύασαν. Και δεν έχασαν μόνο οι τράπεζες χρήματα, αλλά και οι ιδιώτες, και οι κυβερνήσεις, όλοι. Ο φόβος θέριεψε πλέον για όλους, έγινε μια μεγάλη μπάλα που καταπίνει τα πάντα στο πέρασμά της. Ευημερία, πολιτισμός, τέχνες. Και μετά; Ο πόλεμος ίσως; Όλη μας η ζωή είναι ένας μακρύς και ατελείωτος φόβος για την επόμενη μέρα. Στη χώρα μας δεχτήκαμε τη μεγαλύτερη σφαλιάρα, τα μετρητά μας χρήματα μετατράπηκαν σε σκόνη μέσα σε μία νύχτα. Η ψυχολογία πλέον του μέσου πολίτη είναι ισοδύναμη ενός μυρμηγκιού. Εγκλωβίστηκε στην ίδια του τη χώρα με μοναδικό επόπτη της ζωής του την κυβέρνηση και τις τράπεζες που μόνο στην τουαλέτα δεν ξέρουν τι κάνεις. Φαντάζεστε κύριε πρωθυπουργέ, πώς νιώθει τη σήμερον ημέρα ο πολίτης, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο στρατηγός.

Ο πρωθυπουργός έβαλε λίγο ακόμη ουίσκι στο ποτήρι του και το ήπιε μονορούφι.

«Αυτά που είπες, δεν εξηγούν γιατί ο Μαξ είναι σύμβολο» αποφάνθηκε λύνοντας εντελώς τη γραβάτα του.

«Ναι. Λοιπόν! Ο κόσμος βαρέθηκε όλο αυτόν τον φόβο, την άγνοια του τι θα συμβεί στο μέλλον. Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού πολλές οργανώσεις ετοιμάζουν ήδη τη νέα εποχή. Την εποχή όπου η συνείδηση του ανθρώπου θα αλλάξει επίπεδο. Ομάδες ανθρώπων αναλαμβάνουν να ξεσκεπάσουν αυτοκρατορίες μέσω του Διαδικτύου, μέσω ντοκιμαντέρ και αποκλειστικών ρεπορτάζ. Άνθρωποι ενώνονται και δημιουργούν μικρές κοινωνίες αυτόνομες

Page 123: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 123 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

και μακριά από το χρήμα και οποιαδήποτε οικονομική δέσμευση. Δεν είναι θρησκοκρατούμενες όπως στο παρελθόν, είναι συλλογικές κι ανθρωποκεντρικές. Υπάρχουν άπειρες σελίδες στο διαδίκτυο για το Resourse based Economy, άπειρες σελίδες για την οικολογία, για την επαναφορά του ανθρώπου στην πνευματικότητα και τη σκέψη. Στην Ινδία αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου, ακόμη και στη δική μας χώρα, υπάρχουν μικρές κοινωνίες που αρνούνται να παίξουν το παιχνίδι του χρήματος, δοκιμαστικές, πρότυπες. Ζούνε χωρίς χρήματα και με την ανθρώπινη επαφή, αυτή που έχει χαθεί πλέον στις μέρες μας. Η κοινωνία αλλάζει, κύριε πρωθυπουργέ! Σε αντίθεση με τη μερίδα εκείνη που είναι ακόμη προσκολλημένη στο χρήμα, και αυτό επιφέρει σύγκρουση. Όποιος δεν το βλέπει ή θέλει να επιμείνει στην αυταπάτη της καθημερινότητας, απλά θα πεθάνει μόνος κι έρημος. Ο Μαξ είναι η ελπίδα όλων αυτών των σκεπτικιστών και αισιόδοξων ανθρώπων, τόσο μάλιστα αισιόδοξων που πλέον έχει καταντήσει αηδία αν το σκεφτεί κανείς. Ο Μαξ είναι το μέλλον, και αν είναι ο υπαίτιος για το χρήμα που έγινε σκόνη, τότε αυτό από μόνο του αρκεί για να τον κάνουν ήρωα, πρότυπο ή ό,τι άλλο. Διέλυσε με ένα κείμενο στο διαδίκτυο το πλέον καταστροφικό όπλο που έχει κατασκευάσει άνθρωπος, το χρήμα. Με μερικές παραγράφους τορπίλισε την πολιτική σταθερότητα, ξεγύμνωσε τον τρόπο που σκέφτεται η εξουσία. Δηλαδή το χρήμα που αντιπροσωπεύει και τη φθηνή της σκέψη. Δεν πάει μακριά το πράγμα, ο πλανήτης γη αλλάζει. Και δε μιλάμε για τα πετρώματα ή τα όρη και τις πεδιάδες. Μιλάμε για τις ανθρώπινες ψυχές. Οι αυτοκτονίες έχουν αυξηθεί, είναι όλοι σε απόγνωση. Αρκετά πια με τον φόβο!»

«Όλα αυτά στα είπε η φίλη σου;» ρώτησε ο πρωθυπουργός. «Η γυναίκα μου!» ήταν η ακαριαία απάντηση.

Όταν μια μηχανή δυσλειτουργεί, το πιο σωστό που μπορεί να κάνει

κανείς είναι να της ανοίξει τ’ άντερα, να δει τι είναι αυτό που δε δουλεύει σωστά. Αυτός είναι ένας πρακτικός οδηγός, ένας μπούσουλας θα λέγαμε για ό,τι δεν πορεύεται φυσιολογικά. Μακάρι να είχαμε βρει τον τρόπο να κάνουμε το ίδιο και με τον χρόνο που εκπροσωπεί ο Μαξ. Όλοι ζούμε το παρόν, θυμόμαστε μέχρι ενός σημείου το παρελθόν και το μέλλον μας θα είναι για πάντα μια ανεξερεύνητη σπηλιά που όμως επιθυμούμε να το γνωρίσουμε. Η ύπαρξη των μέντιουμ, η επιστήμη της μετεωρολογίας, ο Κάλχας, η Πυθία, οι

Page 124: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

124 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

εκλογικές δημοσκοπήσεις είναι λίγες από τις απτές αποδείξεις αυτού. Εδώ που τα λέμε, η επιστήμη θα ήθελε πάρα πολύ να έχει στα εργαστήριά της τον Μαξ, να τον κάνει κομμάτια και να δει πώς λειτουργεί ο εγκέφαλός του.

Δείχνει αφύσικο να γνωρίζει κάποιος το μέλλον, αλλά αν παρατηρήσουμε τη φύση γύρω μας, θα δούμε ότι τελικά υπάρχει κάποιος μηχανισμός που μπορεί και προβλέπει, όπως στην ιταλική πόλη Λ’ Ακουίλα, όπου οι φρύνοι εξαφανίστηκαν σε ποσοστό 96% πέντε μέρες πριν από τον σεισμό της 6ης Απριλίου του 2009. Θα πει κανείς, ποιος ήταν ο φόβος τους; Να τους πέσει κανένα νούφαρο στο κεφάλι; Υπήρχε κάποιος λόγος που η φύση προίκισε τους ταπεινούς φρύνους με το ένστικτο της πρόβλεψης του σεισμού; Γιατί να μην το έχουν και οι άνθρωποι αυτό το χάρισμα μιας που απειλούνται καθημερινά με ένα βουνό τσιμέντο στο κεφάλι τους; Μα δεν τα βάζουμε με τους φρύνους, καθότι στη λογοτεχνία οι φρύνοι και οι βάτραχοι είναι το κατ’ εξοχήν βασιλόπουλο που έχει μαγευτεί από την κακιά μάγισσα. Όχι, δε θα τολμούσαμε. Οι φρύνοι είναι φίλοι μας επειδή είναι μικροί, διασκεδαστικοί και έχουν το ίδιο χρώμα με την κεντρική σελίδα του blog του Μαξ. Ένα χρώμα που αν παρατηρούσες κάποιους πολίτες της χώρας, θα νόμιζες ότι είχε γίνει της μόδας και τα γνωστά μπλουζάκια με τον κροκόδειλο αντικαταστάθηκαν από έναν πράσινο φρύνο.

Ακόμη και τα πανό που κρατούσαν οι χιλιάδες διαδηλωτές που είχαν μαζευτεί εκείνο το πρωινό του Σαββάτου έξω από τη Βουλή, είχαν το χρώμα του φρύνου. Πράσινο με βούλες εκρού. Τα γράμματα ίσα που ξεχώριζαν μέσα σε αυτόν τον συνδυασμό χρωμάτων, αλλά με λίγη προσπάθεια διάβαζες: “Θέλω όλα να αλλάξουν” ή “Δώστε μου τη ζωή μου πίσω”. Η αστυνομία παραταγμένη κατά μήκος της Βουλής, περιφρουρούσε τη διαδήλωση, έτοιμη να πατάξει κάθε βίαιη πράξη, ώσπου είδαν κάποιους νεαρούς να ανοίγουν μερικά χαρτόκουτα εμπρός τους και να ξεχύνονται από μέσα χιλιάδες βάτραχοι που άρχισαν να τρέχουν μανιασμένοι στις άσπρες πλάκες του προαυλίου. Αν και η πρώτη αντίδραση των αστυνομικών ήταν η σαστιμάρα, ο αρχηγός της Αστυνομίας φοβήθηκε ότι οι βάτραχοι θα ήταν παγιδευμένοι με εκρηκτικά και έδωσε εντολή να σκοτωθεί ο κάθε βάτραχος με το γκλοπ με αποτέλεσμα για τα επόμενα λεπτά να επικρατήσει μια άναρχη βαβούρα με μαυροντυμένους άνδρες κρατώντας ασπίδες στο ένα χέρι και γκλοπ στο άλλο, να κυνηγούν τους βάτραχους που είχαν πηδήξει πάνω στα αγάλματα, πάνω στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, κάτω από αυτά, ένας μάλιστα πήδηξε πάνω στο κεφάλι του αξιωματικού που έδινε οδηγίες στους άλλους με αποτέλεσμα μια διμοιρία αστυνομικών να ορμήσει πάνω του με σκοπό να εξουδετερώσει

Page 125: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 125 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

τον τρομοκράτη βάτραχο. Εκείνος κουνήθηκε δεξιά και αριστερά να τον διώξει, ο βάτραχος φώναζε κουάξ-κουάξ, η διμοιρία πλησίαζε με ταχύτητα και πριν προλάβει κανείς να σκεφτεί τι ακριβώς γίνεται εκεί, τέσσερα γκλοπ χτύπησαν ταυτόχρονα το κεφάλι του αξιωματικού που αφού είδε αστράκια, είδε έναν βάτραχο να γίνεται κόκκινος από το αίμα. Ποιο αίμα; σκέφτηκε. Το δικό μου ή του βάτραχου; Και τι δουλειά έχουν τα αστεράκια; Και γιατί σκοτεινιάζει; Έπεσε λιπόθυμος στο τσιμέντο με τα μάτια γουρλωμένα.

Μια ομάδα βατράχων με αρχηγό έναν κοκκινολαίμη φουσκωτό που έκραζε συνέχεια, (είναι γνωστό ότι όλες οι επαναστάσεις έχουν μέσα το κόκκινο χρώμα, του αίματος δηλαδή, και γι’ αυτό πιθανόν κάπου πενήντα βάτραχοι τον ακολούθησαν), όρμησαν με ηρωισμό εναντίον μιας τηλεοπτικής κάμερας που βιντεοσκοπούσε δεξιά κι αριστερά. Ο καμεραμάν πέταξε την κάμερα στο πεζοδρόμιο και άρχισε να τρέχει με τα ακουστικά στο κεφάλι αλαφιασμένος και φοβισμένος. Βγήκαν στον κεντρικό δρόμο δίπλα από τη Βουλή, ο καμεραμάν, οι βάτραχοι και πίσω ιδρωμένοι μια διμοιρία αστυνομικών, αλαλάζοντας και κουνώντας απειλητικά τα γκλοπ τους στον αέρα. Για κακή τους τύχη, ο καμεραμάν ήταν μαραθωνοδρόμος, αθλητής στίβου και ενόργανης, με επαίνους, κύπελλα μπρούτζινα και φωτογραφίες στον τοίχο -χαμογελαστός με ένα σωρό μετάλλια στο στέρνο- οπότε η καταδίωξη έλαβε τέλος όταν οι βάτραχοι λαχανιασμένοι παράτησαν το θύμα τους και αποφάσισαν να πηδήξουν μέσα σε ένα σιντριβάνι και να πλατσουρίσουν κοάζοντας. Οι αστυνομικοί έπεσαν μέσα στο νερό με τις μαύρες μπότες τους και σε λεπτά της ώρας το νερό έγινε κόκκινο από το αίμα.

Λίγο πιο πέρα, μια συμμορία βατράχων έπεσε ανάμεσα στις καλαθούνες με τα λουλούδια που πουλούσε ένας μελαμψός με σαρίκι στο κεφάλι, που σαν είδε τα τριαντάφυλλά του να πετάγονται στον αέρα και τις γαρδένιες, τουλίπες και μαργαρίτες να εκσφενδονίζονται γύρω-γύρω, όρμησε με το αναδιπλώμενο σκαμπό του να τους βαράει όπου βρει, στα ποδάρια, στα κεφάλια, σαν να ήταν σφίγκες που ορμούσαν σε μέλι.

Την ώρα που όλα αυτά συνέβαιναν έξω από τη Βουλή, οι πολίτες που παρακολουθούσαν τη δύναμη της διαδήλωσης από την τηλεόραση, τον αριθμό των παρευρισκομένων, τα χιλιάδες βατράχια και τους αστυνομικούς σε σύγχυση, ντύθηκαν όλοι όσο πιο γρήγορα μπορούσαν και πήραν το μετρό να βρεθούν κοντά. Ήταν ένα θέαμα που ξεπερνούσε σε φαντασία κάθε εκδήλωση του δήμου.

Ένας τέτοιος διαδηλωτής κατέληξε να είναι και η γηραιά κυρία, κόρη εισαγγελέως, με κοντά ξανθωπά μαλλιά και λευκή επιδερμίδα σαν του

Page 126: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

126 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

σταφυλιού. Ντυμένη κομψά, με καρό φούστα και καφετί παπούτσια κρατώντας την κροκοδιλέ τσάντα της, καθισμένη σε μια θέση του μετρό κοιτούσε με περιέργεια δύο νεαρούς με αεροπορικά μπουφάν παραλλαγής που στην πλάτη τους είχαν σταμπωμένο έναν βάτραχο και κρατούσαν ένα διπλωμένο πανό.

«Νεαρέ, γιατί διαδηλώνετε;» ρώτησε με χαμόγελο ηλικίας. «Η επανάσταση του βατράχου» απάντησε ο ένας γελώντας. «Δεν καταλαβαίνω. Ποιος είναι ο βάτραχος;» ρώτησε αθώα. «Γιαγιά, είναι η απάντηση σε όλα!» «Κάναμε κάποια ερώτηση γιόκα μου; Ποια απάντηση;» έδειξε

απορημένη. Ο ένας νεαρός με το σγουρό μαλλί και την μπλούζα των AC-DC, γύρισε

και κοίταξε τον άλλο συνωμοτικά. «Ο Μαξ!» της ψιθύρισε. Η ακοή της όμως ήταν καλύτερη και από αλεπούς παρόλο τον θόρυβο

του συρμού που κοπάναγε τις ρόδες του στις ράγες. «Ποιος Μαξ;» φώναξε, πέντε δεξιά της γύρισαν, τρεις την κοίταξαν και

εκείνη έμεινε κόκκινη. «Μα ο Μαξ! Δεν ξέρετε τον Μαξ;» πετάχτηκε ένας κύριος με κουστούμι

μαύρο και τσάντα δικηγόρου που σίγουρα δεν πήγαινε στη διαδήλωση. «Ε ναι! Ο Μαξ!» απάντησε άλλος ένας χοντρούλης με κοκάλινα γυαλιά

και μούσι. «Μήπως εννοείτε Μαρξ;» ανταπάντησε η γριούλα σκασμένη που δεν

ήξερε τον Μαξ. «Όχι!» της απάντησε μια κυρία που έδειχνε να είναι σε ενδιαφέρουσα. «Μα ποιος είναι αυτός ο Μαξ επιτέλους;» βροντοφώναξε η γριά,

πλάνταξε γεμάτη ερωτηματικό και ένας κύριος κάποιας ηλικίας αλλά με έφεση στους υπολογιστές, κάτοχος λογαριασμού σε όλα τα προγράμματα κοινωνικής δικτύωσης, ανέλαβε να την ενημερώσει.

Στη στάση έξω από την Βουλή, κατέβηκε πολύς κόσμος από το μετρό. Μαζί και η γηραιά κυρία βαστώντας στη μνήμη της τον ένδοξο παππού που πέθανε στον πόλεμο φωνάζοντας αέρα. Ποια η διαφορά; Αέρας ίσον Μαξ. Και τα κομπιούτερ αέρας κοπανιστός είναι, κανείς δεν βλέπει πραγματικά τον άλλο.

Στο πάνω παράθυρο του κτιρίου της Βουλής, ο γηραιός υπουργός Δημοσίας Τάξης όρθιος πίσω από τις κουρτίνες, κοίταζε στο προαύλιο μετρώντας τους διαδηλωτές που γέμιζαν τον δρόμο απέναντι, τους

Page 127: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 127 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

αστυνομικούς που έτρεχαν σαν παλαβοί και θύμιζαν έντονα καβγά σε κοτέτσι, όπως και τους λεκέδες από αίμα βατράχων δεξιά και αριστερά. Στο δεξί του χέρι κρατούσε τον ασύρματο και μιλούσε με τον διοικητή της Αστυνομίας δίνοντας οδηγίες, ενώ πίσω του ο υφυπουργός, ένας τριαντάρης με πράσινη γραβάτα, προσπαθούσε να βρει τον πρωθυπουργό στο τηλέφωνο για να του περιγράψει την κατάσταση, αλλά το κινητό έδειχνε να μην έχει σήμα. Και άραγε πώς να πιάσει το κινητό στο υπόγειο του εξοχικού του όπου είχε κατέβει ο πρωθυπουργός για να ταξινομήσει την κάβα με τα σπάνια κρασιά, ένα χόμπι, μια συνήθεια που ερχόταν από τον προπάππου του που είχε αμπέλια και εργαζόταν ως οινολόγος με πολλές διακρίσεις. Κάποια στιγμή ανέβηκε πάνω και το κινητό χτύπησε δαιμονισμένα. Στάθηκε ακίνητος και άκουσε τις πανικόβλητες φωνές του υφυπουργού.

«Και τι κάνει ο υπουργός τώρα;» ρώτησε αφού έμαθε για τη διαδήλωση και τους βατράχους.

«Έχει πέσει στο πάτωμα κύριε» απάντησε ο υφυπουργός. «Και τι κάνει στο πάτωμα ο υπουργός, κύριε υφυπουργέ;» «Δεν ξέρω. Έχουμε φωνάξει γιατρό, έρχεται. Και νοσοκομειακό έχουμε

φωνάξει. Ανησυχώ! Δείχνει χλωμός. Η συγκίνηση βλέπετε, ήταν και καρδιακός…»

«Κλείστε το μετρό, να μη βγουν άλλοι διαδηλωτές!» ούρλιαξε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε: «Ενημερώστε με για τον υπουργό μόλις φτάσει ο γιατρός».

Έβαλε το κινητό στην τσέπη του γνωρίζοντας πολύ καλά τι θα γίνει με τον υπουργό. Για κάποιον περίεργο λόγο, όλοι οι υπουργοί ξεκληριζόντουσαν σαν να είχε βγει ο Χάρος βόλτα μέσα στην κυβέρνηση. Χαμογέλασε όμως αμέσως μετά. Θα αναλάμβαναν οι υφυπουργοί από την άλλη, και αυτοί ήταν όλοι νέοι.

Ήταν Σάββατο, ημέρα που ο Μαξ ποτέ δεν έγραφε κείμενα σχετικά με το μέλλον, οπότε κανείς δε θα μπορούσε να ξέρει ποια θα είναι η έκβαση της διαδήλωσης. Έπρεπε να πάει αμέσως στο πρωθυπουργικό γραφείο για να οργανώσει την κατάσταση. Λίγο πριν μπει στο αυτοκίνητο είδε τη γυναίκα του με το καροτί μαλλί να μπαίνει στο σπίτι μιλώντας στο κινητό, γελώντας και κρατώντας ένα Τσιουάουα ασπριδερό με ροζ φιόγκο, στα χέρια.

Είχε μαζέψει τα περισσότερα πράγματά της και ζούσε πλέον σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας. Οι πληροφορίες που είχε ήταν ότι κάποιος άνδρας την επισκεπτόταν συχνά στο δωμάτιό της. Φαντάστηκε το σώμα της, εκείνο που γνώριζε μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια, τα εσώρουχά της, τη

Page 128: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

128 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

μυρουδιά της, να την ακουμπάει ένα ξένο χέρι. Στο μυαλό του φαντάστηκε αμέσως τις πιθανές ερωτικές περιπτύξεις, τον τρόπο που θα κοιτούσε τον ξένο άνδρα, το βλέμμα της που για χρόνια νόμιζε ότι προοριζόταν μόνο γι’ αυτόν. Μόλις εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησε ότι η πόρτα της είχε κλείσει ερμητικά απέναντί του. Το μόνο που του έμενε ήταν η μνήμη και η φαντασία. Ζήλεια; Εγωισμός; Ταπείνωση; Το στομάχι του σφίχτηκε.

«Πάμε!» είπε στον σοφέρ και σκούπισε τα μάτια του με την ανάποδη της παλάμης.

ΜΑ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΑΞ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ; Αυτή ήταν η κραυγή που έβγαινε

από τα στήθη του κάθε πολίτη που είχε επισκεφτεί τη σελίδα του. Όταν προέβλεψε ότι το χρήμα θα γίνει χρυσοκίτρινη σκόνη, τον διάβασαν δέκα και δεν τον πίστεψαν, έπειτα πενήντα, μετά εκατόν πενήντα, και πλέον τώρα που όλα όσα είχε γράψει επαληθεύτηκαν, φτάσαμε σε ένα ποσοστό που κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει, ίσως χιλιάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες.

Πάρα πολλές σελίδες στο διαδίκτυο ασχολούνται με αυτόν τον μυστηριώδη συγγραφέα των κειμένων που αφορούν το μέλλον, γράφουν, αναλύουν, υποθέτουν. Χωρίς επιτυχία όμως. Κάποιοι αναφέρουν ότι είναι ένας εκκεντρικός ευγενής που ζει σε κάστρο, είναι άσχημος και γι’ αυτό έχει δεξιά πάνω στη σελίδα του έναν μεγάλο βάτραχο (προφανώς φανερά επηρεασμένοι από την ιστορία του μαγεμένου πρίγκιπα). Ψυχολόγοι έκαναν υποθέσεις βασισμένοι στη γραφή του, αν και όπως παραδέχονταν, θα προτιμούσαν να είχαν κάποιο χειρόγραφό του.

Ο Μαξ δεν έδινε τροφή σε κανέναν, τα κείμενά του δε θύμιζαν δημοσιογράφο αλλά ούτε και διανοούμενο, ήταν απλά γραμμένα, χωρίς επιτηδευμένες λέξεις, σπάνιες ή εννοιολογικά μπερδεμένες. Γιατί; Μα για να τον διαβάσει όλος ο κόσμος, ήταν η προφανής απάντηση των ειδικών. Κάποιοι ανέβασαν ένα blog όπου ο καθένας έγραφε ό,τι ήθελε σχετικά με τον Μαξ και αυτή η μικρή Διαδικτυακή υστερία έφτασε στα όρια της τρέλας, καθότι κάποιος είχε δει τον Μαξ να ψωνίζει την προηγούμενη στο πολυκατάστημα της γειτονιάς του, κάποιος είχε έναν θείο που ζούσε απομονωμένος σε ένα χωράφι και τον έλεγαν Μαξ.

Δεν είναι αλλοδαπός ή είναι αλλοδαπός που ξέρει καλά τη γλώσσα, χρησιμοποιεί πολύ τα κόμματα και τις μεγάλες προτάσεις, άρα είναι φλύαρος

Page 129: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 129 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

σαν χαρακτήρας. Όχι! φώναζαν κάποιοι άλλοι. Όσοι είναι φλύαροι στη ζωή, στα κείμενά τους είναι φειδωλοί.

Πού να βγάλει κανείς άκρη; Μέσα σε όλα εμφανίστηκε και ένα blog που ανέφερε ότι ο Μαξ ήταν

εξωγήινος, γι’ αυτό γνώριζε τα πάντα. Ισχυριζόταν αυτό το blog πως η γη και οι κάτοικοί της είναι μαριονέτες ενός εξελιγμένου πολιτισμού που βρίσκεται αρκετούς γαλαξίες μακριά και επίσης ότι σε έναν μήνα από τώρα, θα γίνει γνωστή η πρώτη απτή απόδειξη της ύπαρξής τους. Η σελίδα μάζεψε γρήγορα πολλούς οπαδούς, αναρτήθηκε και ένα μεγάλο ψηφιακό ρολόι και περίμεναν όλοι αυτοί καρτερικά, την έλευση των εξωγήινων. Πώς και γιατί μετέτρεψαν το χρήμα σε σκόνη οι εξωγήινοι; Τι ήθελαν να αποδείξουν; Χιλιάδες υποθέσεις, εκατομμύρια εικασίες. Το γενικότερο κλίμα πάντως ήταν ότι κάποιος -οι εξωγήινοι στην περίπτωσή μας -μας τιμωρούσαν, μπούχτισαν, μας σιχτίρισαν και μας παράτησαν χωρίς μετρητά.

Πάντως η κραυγή όλων ήταν μία, ίδια και απαράλλακτη: Ποιος είναι αυτός ο Μαξ επιτέλους; (who the hell is Max?) και πώς γίνεται να γνωρίζει το μέλλον της χώρας αλλά και του πρωθυπουργού; Τι έγιναν τα χρήματά μας;

Προτού βγει με τη δημοσιογράφο ο πρωθυπουργός, το γνώριζαν ήδη όλοι. Προτού γίνει το χρήμα σκόνη, ο Μαξ γνώριζε τι θα συμβεί, αλλά για κακή τύχη όλων, η σελίδα δεν είχε επισκεψιμότητα. Αλλά ακόμη και να είχε, ποιος θα τον πίστευε;

Ο ιερέας που ήταν και αυτός καταγεγραμένος στα κείμενα του Μαξ, είχε ενημερωθεί από κάποιον νεαρό ψάλτη. Έτρεξε στο πλησιέστερο Internet café και με τη βοήθεια του ψάλτη βρήκε τη σελίδα του, διάβασε, και έκανε τον σταυρό του. Το ίδιο βράδυ προσευχήθηκε να τον αφήσει ήσυχο ο Μαξ, και μήπως ο Μαξ είναι όργανο του σατανά; Και μήπως είναι άγγελος; Και η πιο βασική του ανησυχία από όλες, μήπως και ο Μητροπολίτης έχει διαβάσει τα κείμενα του Μαξ; Ρε, μπας και είναι ο ίδιος ο Μητροπολίτης;

Πάντως όποιος ήταν στη συγκέντρωση έξω από τη Βουλή και είχε ντυθεί στα χρώματα του φρύνου, πίστευε ότι ο Μαξ είναι το σύμβολο των καιρών. Ο κόσμος αδιαφορούσε πλέον για τους πολιτικούς, είχε τρομάξει, είχε κουραστεί να τους βλέπει να βγαίνουν στα κανάλια και να λένε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση παρά η λιτότητα, το πετσόκομμα των θέσεων εργασίας και των συντάξεων. Ο κάθε ορθολογικός νους ασχέτως μορφώσεως, επιπέδου και επαγγελματικής ασχολίας, μπορούσε να πει με σιγουριά ότι δεν υπήρχε λύση μέσω του πολιτικού συστήματος. Το είχε αποδείξει η δυσφορία και η απαξίωση για τα δελτία ειδήσεων, ακόμη και κάποιοι προπηλακισμοί

Page 130: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

130 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

πολιτικών αποδείκνυαν το αδιέξοδο του κόσμου. Μα ο Μαξ ήταν κάτι διαφορετικό μέσα σε αυτό το ζυμοειδές τοπίο. Αν και δεν υποσχέθηκε λύσεις, έδωσε την εντύπωση ότι γνωρίζει τη λύση και πήρε το μέρος του λαού αναγνώριζοντας ότι το πρόβλημα στην ύφεση της χώρας ξεκινούσε από τις τράπεζες και κατέληγε σε αυτές περνώντας όμως μέσα από το πορτοφόλι του κόσμου, κάτι που κανένας πολιτικός ή δημόσιο πρόσωπο δεν είχε τα κότσια να παραδεχτεί δημοσίως. Ήξερε ότι και οι άλλες χώρες κοίταζαν διερευνητικά τη χώρα του Μαξ και πρακτικά, στα κείμενά του έδινε ιδέες για τις υπόλοιπες χώρες, καθότι η ύφεση και το αδιέξοδο ήταν παγκόσμιο φαινόμενο. Ο κόσμος είδε μέσα από τα γραπτά του Μαξ έναν σύμμαχο, έναν άνθρωπο που σκεφτόταν όπως αυτοί και πάνω απ’ όλα, διάβασε κάποια κείμενα αισιοδοξίας που τα είχε γράψει αυτός που γνώριζε το μέλλον απ’ έξω και ανακατωτά.

Αυτό που έκανε στην ουσία ο Μαξ, ήταν να ξεμπροστιάσει τον πρωθυπουργό, να ενημερώσει τον λαό για τις πραγματικές συζητήσεις που γίνονταν στο πολιτικό γραφείο, στο οβάλ γραφείο. Ο Μαξ ήταν σύμβολο, ακόμη και αν δεν ήξερε κανείς ποιος ήταν ο Μαξ ή τι πρέσβευε. Ήταν ο Ρομπέν της πληροφόρησης, είχε τις πληροφορίες, τις κρυφές συζητήσεις και τις έδινε στον λαό και όλοι γνωρίζουν ότι στην εποχή που διαδραματίζονται τα γεγονότα, οι πληροφορίες είναι το μέγιστο και αποτελεσματικότερο όπλο. Δεν είχε συνθήματα στη σελίδα του, δε μιλούσε για επανάσταση, δεν ήταν κάποιος ήρωας ή κάποιος θρασύς πολιτικός. Ανέβαζε όμως τη συνείδηση των ανθρώπων, με τον τρόπο του. Τους έκανε δηλαδή να σκέφτονται, επειδή ακριβώς μάθαιναν τα πάντα για το παρόν τους πριν καν αυτό συμβεί.

Όλο και πιο συχνά έβρισκες σε τοίχους και κολώνες είτε τη λέξη Μαξ είτε έναν φρύνο ζωγραφισμένο με έντονα χρώματα είτε έναν συνηθισμένο βάτραχο, μιας και κάποιοι δε γνωρίζουν ότι άλλο ο βάτραχος, άλλο ο φρύνος. Οι ίδιες απεικονίσεις ανέβαιναν σε ιστοσελίδες, κυκλοφορούσαν από email σε email, σαν να ήταν κάποια περίεργη, επιδημική ίωση. Μα το πιο παράδοξο απ’ όλα, εκείνο που ξεπερνούσε κάθε φαντασία ήταν ότι οι δημοσιογράφοι ουδέποτε έκαναν κάποια νύξη για την ύπαρξη του blog του Μαξ. Ούτε καν ένα υπονοούμενο, ούτε καν μια λέξη ή μια παράγραφο. Για την ακρίβεια, επί τόσους μήνες -όσο συνέβαιναν όλα αυτά τα παράξενα στη χώρα, δηλαδή- το όνομα Μαξ δεν αναφέρθηκε σε κανένα έντυπο, σε καμία δημοσιογραφική ή κουτσομπολίστικη εκπομπή. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι είχαν άγνοια περί Μαξ, απλά χρησιμοποιούσαν τις πληροφορίες που διάβαζαν για να στήσουν τις κάμερες και να περιμένουν έξω από το σπίτι του πρωθυπουργού ή έξω από το εστιατόριο όπου συναντιόταν με τη δημοσιογράφο, δικαιολογώντας τη

Page 131: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 131 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

γνώση τους με ανεπιβεβαίωτες φήμες. Ο λόγος δεν ήταν άλλος από την παράκληση του ίδιου του Μαξ στη σελίδα του: «Μη με διαδώσετε στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, γιατί θα σταματήσω να γράφω». Στο κάτω-κάτω, ό,τι διάβαζαν οι δημοσιογράφοι ήταν υπέρ τους και αν το σκεφτεί κανείς λογικά και ψύχραιμα, θα δει ότι δεν υπάρχει καλύτερο πράγμα για έναν δημοσιογράφο από το να γνωρίζει τι θα συμβεί και να είναι απέξω με την κάμερα στα χέρια.

Εξάλλου ήταν εντελώς ριψοκίνδυνο να γραφτεί σε εφημερίδα κάποιο κείμενο που να λέει ότι ο πρωθυπουργός θα χωρίσει τη γυναίκα του και θα την πέσει σε μια δημοσιογράφο ή ότι θα γίνει το χρήμα σκόνη. Ας προσπαθήσουμε μόνο να φανταστούμε την επαγγελματική τύχη του άμοιρου πλην τίμιου δημοσιογράφου που θα τολμούσε. Και εν πάσει περιπτώσει, ποιος τους διαβεβαίωνε ότι τα γραφόμενα του Μαξ θα γινόντουσαν πραγματικότητα; Μπορεί ό,τι γράφεται να είναι μια στάλα από την πραγματική αλήθεια. Και πώς έγινε το χρήμα σκόνη; Κοντολογίς, κανείς δεν μπορούσε να ξέρει τα όρια της αλήθειας και του μύθου, οπότε κρατούσαν σιγή ιχθύος, που τόσο τους βόλευε.

Η γυναίκα που είχε ξετρελάνει τον πρωθυπουργό, σε χρόνο

αξιοζήλευτο εξελίχθηκε από ασήμαντη ρεπόρτερ σε μια ακριβοπληρωμένη δημοσιογράφο. Και το μόνο που χρειάστηκε να κάνει για να το καταφέρει ήταν να βρεθεί στον σωστό χρόνο έξω από το πολιτικό γραφείο του πρωθυπουργού. Εκείνος, θαμπωμένος από την ομορφιά της, ένιωσε μια παράξενη ανάγκη να την ξαναδεί, οπότε ζήτησε να τον περιμένει σε ένα δωμάτιο του πολιτικού γραφείου, μέχρι να βρει τον χρόνο να της μιλήσει. Εκείνη όμως είχε αρχίσει να βαριέται εκεί, τόσες ώρες μέσα στους τέσσερις τοίχους. Έκατσε στο καναπεδάκι, έβγαλε τα παπούτσια της που τη στένευαν, ξεφύλλισε ένα περιοδικό. Έκανε κάποια τηλέφωνα ώσπου στο τέλος άρχισε να διαμαρτύρεται. Αυτός που την φύλαγε, ένας γεροντάκος αστυνομικός με πολιτικά, κουνούσε τους ώμους του φιλικά όποτε τον ρωτούσε τι θα γίνει. «Βαρέθηκα, πώς το λένε;» Ώσπου την οδήγησαν, όχι στον πρωθυπουργό όπως περίμενε και εκείνη, αλλά στον διευθυντή του πολιτικού γραφείου. Έναν άνδρα με πανέξυπνα μάτια κι ένα φωτεινό χαμόγελο που έκανε μια όμορφη αντίθεση με τη σκούρα επιδερμίδα του. Της μίλησε με ιδιαίτερη ηρεμία, αρχικά περί ανέμων και υδάτων, κι έπειτα της εξήγησε ότι χρειαζόντουσαν έναν δημοσιογράφο για να προαναγγείλει κάποιες δυσάρεστες καταστάσεις για τη χώρα. Παρατήρησε ότι είχε ένα μικρό τικ στους ώμους που τον έκανε

Page 132: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

132 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

ιδιαίτερα συμπαθητικό. Εκείνος πάλι την κοίταζε διαρκώς στα μάτια, γεγονός που την ενθουσίασε και την έκανε να χαμογελάει αφηρημένα.

«Ίσως ένα ποτό μετά την εκπομπή σας»; ρώτησε στο τέλος ο διευθυντής και εκείνη δέχτηκε χωρίς να το πολυσκεφτεί. Από εκεί και πέρα τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους, σαν να χύνεις νερό στον νεροχύτη της κουζίνας. Είναι αδύνατο να σταματήσει την πορεία του, εκτός κι αν βρει εμπόδιο. Και το εμπόδιο ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Ήθελαν και οι δύο την ίδια γυναίκα. Λάθος, λάθος! Διευκρινίζω ξανά: Ο πρωθυπουργός ήθελε τη δημοσιογράφο που ο διευθυντής είχε ήδη κατακτήσει ψυχή τε και σώματι.

Ήταν δύσκολη η κατάσταση για τους δύο εραστές, γιατί έπρεπε να

κρατήσουν τη σχέση τους κρυφή. Επίσης, υπήρχε κάτι που ταλάνιζε τρομερά τον διευθυντή. Ο Μαξ πρέπει να ήξερε για τη σχέση τους σίγουρα, μιας και τα ήξερε όλα. Άραγε, γιατί μέχρι τώρα δεν είχε κάνει κάποια αναφορά στα κείμενά του; Και πάνω απ’ όλα, τι θα συνέβαινε σε περίπτωση που το ανέφερε; Όσες γνώσεις και έξυπνες απαντήσεις να σου μαθαίνει ένα πτυχίο πανεπιστημίου, είναι η πείρα της ζωής αυτή που θα σε διδάξει ότι καλό είναι να μην μπλέξεις ποτέ με γυναίκες στη δουλειά σου, ειδικά όταν την κοπέλα που διάλεξες, τη φλερτάρει το αφεντικό. Η απόλυση βρίσκεται μέσα στο βρακί της, δεξιά από την ετικέτα για το πλύσιμο.

Για την ώρα όμως κανείς δεν είχε αντιληφθεί την κρυφή αυτή σχέση και φυσικά ούτε ο πρωθυπουργός, που εκείνο το μεσημέρι του Σαββάτου βρισκόταν στο οβάλ του γραφείο προσπαθώντας να ενημερωθεί αλλά και να δώσει οδηγίες σχετικά με την αντιμετώπιση της διαδήλωσης που βρισκόταν σε εξέλιξη. Το μόνο που υπήρχε στο πρωθυπουργικό μυαλό εκείνη τη στιγμή ήταν το πλήρες αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει. Ο Μαξ έλεγε και το παρόν εκτελούσε. Πόσες πρωτοβουλίες μπορούσε να πάρει ο άνθρωπος όταν όλα ήταν γραμμένα σε μια σελίδα χαρτί; Μάλλον καμία…

Ο σκηνοθέτης λύγισε το σώμα του με θυλυκότητα, έφτιαξε το φουλάρι

στον λαιμό του και μπήκε στο δωμάτιο όπου θα γινόταν η συνάντηση με τους παραγωγούς της εκπομπής και τη δημοσιογράφο, συνάντηση προαποφασισμένη από ανώτερα κλιμάκια της κυβέρνησης και τον καναλάρχη. Θα έβγαζαν όλα τα κείμενα του Μαξ στον αέρα. Απόμενε να

Page 133: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 133 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

τσεκάρουν κάποιες λεπτομέρειες οπότε η δημοσιογράφος τον περίμενε ήδη αργοπίνοντας ένα φλιτζάνι τσάι.

Μαλλί τρεις τρίχες που διέσχιζαν τη λεωφόρο της φαλάκρας από τη μια άκρη στην άλλη, μωβ πουκάμισο ριχτό πάνω από το παντελόνι και μουστάκι μικροκαμωμένο σαν περισπωμένη. Φουλάρι κίτρινο-εξωκοινοβουλευτικού και παπούτσια κόκκινα της φωτιάς, χαμόγελο σπιρτόζο και νύχια καλοζωισμένα, αφάγωτα, που γυάλιζαν στο φως της λάμπας φθορίου. Αυτός ήταν ο σκηνοθέτης. Καλησπέρισε τη δημοσιογράφο καθότι ήταν ήδη μεσημέρι του Σαββάτου και κάθισε σε μια καρέκλα που ήταν στην άκρη του δωματίου. Έβγαλε από το μπροστινό τσεπάκι ένα μακρουλό πακέτο τσιγάρα και άναψε ένα με επιδεξιότητα.

«Περιμένουμε και άλλους για τη συνάντηση;» τη ρώτησε με χαμόγελο και η δημοσιογράφος του απάντησε ότι περίμεναν έναν από το κανάλι και έναν από την κυβέρνηση.

Πάνω στην ώρα μπήκε αυτός που περίμεναν, ο στρατηγός δηλαδή. Συστήθηκαν.

«Κύριε σκηνοθέτα, τιμή μου!» είπε και στην αρχή του έδωσε το χέρι ανδρικά, γερά να το σφίξει, μα σαν ένιωσε το πλαδαρό γεμάτο κρέμες χέρι, μετάνιωσε και το κράτησε με την ίδια δύναμη που κρατάς μεταξένιο ύφασμα. Ή χέρι γυναικείο.

Εκείνος χαμογέλασε χαριτωμένα και η σύντομη χαιρετούρα διακόπηκε από τον ήχο της πόρτας. Ένας κοντούλης, αδύνατος με τετράγωνα γυαλιά και καλογυμνασμένο σώμα μπήκε μέσα συστήνοντας ευγενικά τον εαυτό του ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου του καναλιού, εκ μέρους της παραγωγής, χάρηκα, και έκατσε και αυτός σε μια καρέκλα απέναντι από τους άλλους.

«Λοιπόν ας ξεκινήσουμε, έχουμε τόσα να δούμε!» είπε η δημοσιογράφος και τους εξήγησε το θέμα της εκπομπής και ποιες ήταν οι απαιτήσεις της από τον σκηνοθέτη. Άνοιξε την τσάντα της και έδωσε ένα cd με τα κείμενα του Μαξ. Εξήγησε ποια θα έπρεπε να εμφανιστούν στην οθόνη πίσω της και κατόπιν μοίρασε κάρτες, όπως τις ονομάζουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, γεμάτες νούμερα και μπάρες.

«Αφορά μια δημοσκόπηση που έγινε κρυφά σήμερα το πρωί σε τρεις χιλιάδες νοικοκυριά στη χώρα μας. Στην ουσία θα δείξουμε στον κόσμο ότι κανείς δε θέλει τον Μαξ και τη σελίδα του. Ότι είναι επικίνδυνος για τον λαό».

«Έτσι είναι;» ρώτησε ο σκηνοθέτης.

Page 134: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

134 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Όχι» απάντησε ο στρατηγός, «αλλά αυτό θα πούμε, η δημοσκόπηση είναι στα μέτρα μας. Πρέπει να αποδυναμώσουμε τον Μαξ, αυτός είναι ο σκοπός της εκπομπής. Εντολές άνωθεν!»

«Εγώ δεν τον ξέρω τον Μαξ! Μα ποιος είναι αυτός ο Μαξ;» τσίριξε ο σκηνοθέτης θεατρικά.

«Σήμερα θα τον μάθουν όλοι» απάντησε ο παραγωγός της τηλεόρασης, «στις εφτά η ώρα το απόγευμα!»

Το κινητό της δημοσιογράφου έσκουξε σαν βάτραχος μέσα από την

τσέπη του ταγέρ της. «Παρακαλώ;» ρώτησε. «Γεια σας». Σταμάτησε απότομα για να μην

προδώσει τον συνομιλητή της που ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός. «Ναι, στο κανάλι είμαι. Ναι, στις εφτά θα γίνει η εκπομπή. Τι ώρα θα τελειώσω; Δεν ξέρω, γύρω στις δέκα υπολογίζω, δέκα και μισή! Να έρθω μετά;» σταμάτησε να σχολιάζει φωναχτά και έδειξε να κοκκινίζει. Προσπαθούσε να σκεφτεί γρήγορα, της ζητούσε να πάει σπίτι του μετά την εκπομπή για να της κάνει το τραπέζι. Ακουγόταν ανυπόμονος, τρυφερός, χαμογελαστός. Την ήθελε όσο τίποτα άλλο στον κόσμο. Ούτε Μαξ, ούτε γυναίκα με καροτί μαλλί, ούτε τίποτα, το μόνο που επιθυμούσε ήταν να της κάνει το τραπέζι στο σπίτι του, να της γνωρίσει τα παιδιά του, να δει τέλος πάντων πού πάει αυτή η σχέση που τόσο επιθυμούσε.

«Θα έρθετε;» την ξαναρώτησε και εκείνη έμεινε σιωπηλή για δευτερόλεπτα κοιτώντας επίμονα το πάτωμα. Σκεφτόταν.

«Θα έρθω» απάντησε στο τέλος και αφού τον χαιρέτησε, έβαλε το κινητό της στην τσέπη της.

«Συνέβη κάτι;» ρώτησε ο στρατηγός που την είδε ιδιαίτερα σκεπτική και αγχωμένη.

«Όχι, τίποτα, ας συνεχίσουμε» απάντησε εκείνη και γρήγορα έδιωξε από πάνω της ό,τι τη βάραινε, επιστρέφοντας στο γνωστό της χαμόγελο.

Μετά από αρκετές διευκρινήσεις, όλοι γύρισαν στις δουλειές τους για να προετοιμάσουν την απογευματινή παρουσίαση και την αποκάλυψη του Μαξ στο ευρύ κοινό. Οι μόνοι που έμειναν πίσω ήταν ο στρατηγός με τη δημοσιογράφο προβληματισμένοι αν ήταν σωστό και ηθικό να προειδοποιήσουν τον Μαξ με ένα email. «Πρέπει» έλεγε ο στρατηγός, «δεν πρέπει» έλεγε η δημοσιογράφος «γιατί μπορεί... δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει. Άσε που πιστεύω ότι τα ξέρει όλα!» «Ας δοκιμάσουμε» επέμενε ο στρατηγός και πράγματι μισή ώρα αργότερα βρέθηκαν και οι δύο πάνω από έναν

Page 135: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 135 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

υπολογιστή. Μπήκαν στη σελίδα του Μαξ με τον βάτραχο, βρήκαν το email του και ξεκίνησαν να του γράφουν: Αγαπητέ Μαξ, σχεδιάζουμε να παρουσιάσουμε τη σελίδα σου στην απογευματινή εκπομπή του καναλιού και θα θέλαμε τη σύμφωνη γνώμη σου.

«Όχι! Όχι!» είπε η δημοσιογράφος, «δε θα γράψουμε τόσο αναλυτικά! Ας γράψουμε αυτό, να δούμε τι θα γίνει: Αγαπητέ Μαξ, συμφωνείς;»

Το email ταξίδεψε στους αχανείς διαδρόμους του Διαδικτύου, ο στρατηγός έφυγε μαζί με τον σκηνοθέτη να κανονίσουν τις λεπτομέρειες της εκπομπής, και -γιατί όχι;- να γνωριστούν κάπως καλύτερα, και η δημοσιογράφος αφοσιώθηκε στα κείμενά της κοιτάζοντας όμως και το email της. Έπειτα από κάποια ώρα η απάντηση ήρθε με τον χαρακτηριστικό ήχο του email που θυμίζει επιβεβαίωση κάποιου σοβαρού κατορθώματος. Έγραφε: Από Μαξ. Την Τρίτη το απόγευμα θα γίνει μία αποκάλυψη στην εκπομπή σας. Καλή επιτυχία για σήμερα.

«Εκπομπή; Ποια εκπομπή; Δεν υπάρχει εκπομπή την Τρίτη» μονολόγησε η δημοσιογράφος, αλλά δεν απάντησε στο email. Ήθελε να τον προειδοποιήσει και το έκανε, αλλά απ’ ό,τι φαινόταν, γνώριζε τι θα συνέβαινε.

Ωρα επτά το απόγευμα του Σαββάτου και η εκπομπή ξεκίνησε με

μεγαλοπρέπεια όπως άλλωστε αξίζει μια τέτοια αποκαλυπτική παρουσίαση ενός αινιγματικού φαινομένου. Δεξιά στο τραπέζι, καθισμένος ο καθηγητής υπερφυσικών φαινομένων από το Πανεπιστήμιο Φανταστικής Φυσικής, και αριστερά, ο πρόεδρος της εξωκοινοβουλευτικού κόμματος, άνθρωπος δυναμικός και γνωστός για την αθυροστομία και την τόλμη στα λόγια του.

«Καλησπέρα σας κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας κύριε καθηγητά, καλησπέρα κύριε πρόεδρε». Οι κάμερες ήταν στραμμένες στη δημοσιογράφο.

Ένα μικρό τρίλεπτο βίντεο για αρχή, περιγραφή της σελίδας του Μαξ, συνοπτική παρουσίαση των κειμένων του, και ευθύς η συζήτηση φούντωσε με τους δύο παρευρισκομένους.

Όλα αυτά, την ώρα που ο πρωθυπουργός έδινε εντολές στη μαγείρισσα να ετοιμάσει για βραδινό πάπια ογκρατέν με ρύζι ναπολιτάνα και έξι-εφτά ορεκτικά. Έπειτα κατέβηκε στο υπόγειο του εξοχικού του να διαλέξει το σωστό κρασί για την περίπτωση. Μπερδεύτηκε, έμεινε αναποφάσιστος και τέλος επέστρεψε με δύο κρασιά λευκά του 1991 που θα ταίριαζαν με την πάπια. Έδωσε οδηγίες στα παιδιά του, σήμερα θα γνωρίσετε μια κυρία και θα ήθελα να σας παρακαλέσω να τη συμπαθήσετε. Το αγόρι ήταν εννιά χρονών και το κορίτσι οκτώ. Στην αρχή δε σχολίασαν, έπειτα από λίγο επέστρεψαν με τις

Page 136: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

136 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

απορίες τους. Ποια είναι αυτή; Και πού είναι η μαμά; Και γιατί; Λίγο κλάμα από τη μικρή που ήταν πιο ευαίσθητη, ο πρωθυπουργός την πήρε αγκαλιά, κάθισαν όλοι μαζί στη μεγάλη πολυθρόνα για να τους εξηγήσει. Τα λόγια ήταν δύσκολα, το χαμόγελο χαμένο, αλλά έπρεπε.

«Ξέρετε» είπε απευθυνόμενος και στα δύο παιδιά, «κάποιες φορές οι μεγάλοι άνθρωποι κάνουν λάθη».

«Λάθη; Τι λάθη;» ρώτησε ο μικρός. «Να, παντρεύονται, κάνουν παιδιά, και μετά ανακαλύπτουν ότι δε

θέλει ο ένας τον άλλο, βαριούνται, αλλάζουν γνώμη». «Όπως εγώ την αδελφή μου κάποιες φορές;» ρωτάει πάλι ο μικρός. «Όχι! Όχι! Η σχέση σου με την αδελφή σου είναι ιερή! Δεν μπορείς να

τη χωρίσεις». «Θα χωρίσετε μπαμπά;» ρώτησε η μικρή και ο πατέρας κοκκίνισε,

μαγκώθηκε. Ίσως δεν έπρεπε να χρησιμοποιήσει τη λέξη χωρίζω. Φαντάσου,

σκέφτηκε, μιλώ με ηγέτες, εμψυχώνω τον λαό, δίνω συνεντεύξεις, όπως και να το κάνεις η ρητορική είναι φύση του επαγγέλματός μου. Παρ’ όλα αυτά εμπρός σε τέτοια παιδικά ματάκια όλα ξεφουσκώνουν.

«Ίσως, δεν ξέρω…» απάντησε αμήχανος. «Θέλετε να είμαστε στεναχωρημένοι εγώ και η μαμά;»

«Και αν μας βαρεθείς μια μέρα κι εμάς, τι θα γίνει;» ρώτησε πάλι η μικρή και ο άνδρας με το αθλητικό σώμα βούρκωσε.

«Τι λες; Τι λες; Εγώ εσάς; Ποτέ μωρό μου, ποτέ! Θα είμαι πάντα μαζί σας ό,τι και να γίνει!»

«Δεν πειράζει» είπε ο μικρός με κακία. «Η μαμά έτσι κι αλλιώς δε μας αγαπάει».

«Μην το ξαναπείς αυτό!» φώναξε ο πρωθυπουργός και τον πήρε αγκαλιά, «απλώς είναι λίγο μπερδεμένη, ναι αυτό είναι, είναι λίγο μπερδεμένη».

«Και γιατί δεν τη βοηθάς να ξεμπερδευτεί;» ρώτησε η μικρή. «Δεν την αγαπάς;»

«Όχι τόσο πολύ πλέον, η αγάπη έχει χαθεί ανάμεσά μας». «Και την άλλη που θα έρθει, την αγαπάς;» ρώτησε το αγόρι και ο

πρωθυπουργός σώπασε. Πώς να πεις σε δύο μικρά παιδιά ότι: ναι, την αγαπώ τη δημοσιογράφο. Κάθε ώρα που περνάει μακριά της, είναι μια αιωνιότητα που δεν μπορεί να αντέξει. «Νομίζω ότι το καλύτερο τώρα είναι να ντυθείτε

Page 137: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 137 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

για να είστε έτοιμοι» συμβούλεψε τα παιδιά του και τους έδωσε από ένα στοργικό φιλί.

Βούλιαξε στην πολυθρόνα, μόνος με τις σκέψεις του, γυμνός απέναντι στον εαυτό του. Ήταν ερωτευμένος, ένα αίσθημα που σε αποπροσανατολίζει, σε κάνει να αισθάνεσαι έντονη επιθυμία να ξεσκαλίσεις τις σκέψεις σου, να βουτήξεις στα άδυτα του εαυτού σου, αλλά σου προσφέρει ταυτόχρονα μια γλυκιά ανυπομονησία για τις ώρες που θα βρεθείς μαζί της όπου τότε όλα θα ανθίσουν γύρω σου και η πίστη στον άστατο εαυτό σου θα δυναμώσει, θα γιγαντωθεί.

Άραγε, θα καταλάβαιναν ποτέ τα παιδιά; Βλέπεις, τα παιδιά δε θέλουν τους γονείς να αλλάζουν συντρόφους, να προχωράνε στη ζωή τους. Θέλουν να σε βλέπουν στάσιμο, δίπλα τους, γι’ αυτά οι γονείς είναι η εξέδρα για την απογείωσή τους. Ίσως ποτέ να μη σε αγκαλιάζουν πραγματικά, αλλά στην καλύτερη περίπτωση να κρέμονται πάνω σου.

Από το βάθος της κουζίνας ερχόντουσαν οι μυρουδιές από τα καρυκεύματα και την πάπια που ξεροψηνόταν. Άναψε την τηλεόραση και βάλθηκε να κοιτάει τη δημοσιογράφο με μάτια που λαμπύριζαν από ευχαρίστηση.

Υπήρχαν απορίες, ερωτήσεις, ενστάσεις. Όλες απαντήθηκαν από τον

καθηγητή και τη δημοσιογράφο. «Και γιατί τα έχει βάλει με τις τράπεζες και το χρήμα ο Μαξ; » «Μα είναι εμφανές» απάντησε ο πρόεδρος του εξωκοινοβουλευτικού

κόμματος, «δεν το βλέπετε; Από τότε που τα μετρητά έγιναν χρυσοκίτρινη σκόνη, το άυλο χρήμα, οι τράπεζες με λίγα λόγια, έγιναν τα αφεντικά όλων μας, μην πω και επιστάτες της ζωής μας!»

«Και γιατί είναι απαραίτητα κακό αυτό;» ρωτούσε η δημοσιογράφος με τρόπο ώστε να πάρει τις απαντήσεις που ήδη γνώριζε, αλλά γύρευε να ειπωθούν από άλλο στόμα.

«Μα και τότε που είχαμε μετρητά, οι τράπεζες δεν έδειξαν ποτέ τους κοινωνικό πρόσωπο. Ανέκαθεν ήταν επιχειρήσεις που πουλούσαν χρήμα. Φαντάσου μια οποιαδήποτε επιχείρηση που μονοπωλεί, σαφώς θα θέσει και όρους στους οποίους κανείς δε θα μπορεί να εναντιωθεί, ειδικά όταν υπάρχει διεθνώς οικονομική ύφεση» είπε ο καθηγητής με σοβαρό ύφος και συνέχισε: «Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι στερεύει το νερό και η

Page 138: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

138 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

εταιρεία ύδρευσης έχει λίγα κυβικά για να εξυπηρετήσει μια ολόκληρη χώρα. Δε θα ακριβύνει το νερό; Η εταιρεία, δε θα θέσει ελεγκτικούς μηχανισμούς για να δει πού γίνεται σπατάλη; Έτσι και εδώ. Έχουμε κάποια ιδρύματα που παγκοσμίως πάσχουν από έλλειψη χρημάτων και τώρα, βάσει του ανεξήγητου φαινομένου, είναι αναγκασμένα να επιβάλουν μεγαλύτερους φόρους και να συνεργαστούν με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς της κυβέρνησης για να δουν από πού “φεύγει” το χρήμα κρυφά. Με λίγα λόγια πατάσσουν τη φοροδιαφυγή και το μαύρο χρήμα, αλλά ταυτόχρονα μαζεύουν με αυτόν τον τρόπο κεφάλαια για να ενδυναμώσουν τις επιχειρήσεις τους. Μην ξεχνάμε ότι οι τράπεζες είναι όλη κι όλη η οικονομία που έχουμε. Εάν μία χώρα δεν έχει χρήμα και δεν αποπληρώνει τα δάνειά της, οι τράπεζες κλείνουν. Αν οι τράπεζες κλείσουν, οι κυβερνήσεις δεν παίρνουν δάνεια, χάνουν και τις καταθέσεις τους και άρα δεν έχουν λεφτά. Είναι φαύλος κύκλος».

«Και τα πληρώνει όλα ο λαός! Οι αυτοκτονίες έχουν διπλασιαστεί το τελευταίο διάστημα, όλοι είναι σε απόγνωση» είπε ο πρόεδρος του εξωκοινοβουλευτικού κόμματος δυσαρεστημένα.

«Ναι, φυσικό είναι αυτό αφού ο μεγαλύτερος πελάτης των τραπεζών και όλου του οικονομικού συστήματος είναι ο λαός. Ποιος άλλος θα μπορούσε να επαναφέρει το χρήμα στις τράπεζες;»

Στο σπίτι του πρωθυπουργού υπήρχε αναστάτωση, η πάπια

ξεροψηνόταν, οι πατάτες ροδοκοκκίνιζαν στον φούρνο και ο μεγαλόσωμος άνδρας με το αθλητικό σώμα έμπαινε στην κουζίνα και ρωτούσε με την ίδια αγωνία που ρωτάς τον γιατρό, «πώς πάει;». Η συγκαταβατικότητα της χοντρής μαγείρισσας με το ζεστό χαμόγελο τον καθησύχαζε, επιθεωρούσε το τραπέζι που ήταν ήδη στρωμένο. Πρόσθετε ένα κηροπήγιο ασημένιο, έλεγχε τα πιάτα αν έχουν κάποιο σκουπιδάκι ή κάποιο ψεγάδι που θα τον έφερνε σε δύσκολη θέση, ώσπου εκνευρίστηκε με τον εαυτό του και γύρισε στην τηλεόραση. Ο σοφέρ του είχε στηθεί στο μεταξύ έξω από το κτίριο του τηλεοπτικού καναλιού και περίμενε να τελειώσει η δημοσιογράφος.

«Τι νομίζετε ότι ενοχλεί τον κόσμο περισσότερο στο παρόν σύστημα,

έτσι όπως έχει διαμορφωθεί από τότε που έγινε το χρήμα σκόνη;» ρώτησε η δημοσιογράφος τον καθηγητή.

«Μα είναι πασιφανές. Η εποπτεία! Είναι ενοχλητικό να μην υπάρχει ιδιωτικότητα στις κινήσεις μας, να περνούν όλα μέσω ενός κομπιούτερ και στο τέλος του έτους ένα πρόγραμμα να μας λέει τι ζωή κάνουμε. Ο κόσμος έχει

Page 139: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 139 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

εξοργιστεί. Φόροι, ύφεση, κρίση υπήρχαν και στο παρελθόν, δεν άλλαξε κάτι σε αυτό, αλλά πλέον όλοι νιώθουν ότι οι άνθρωποι έχουν γίνει αριθμοί. Αυτό δεν το αντέχουν» απάντησε ο καθηγητής.

«Ώστε πιστεύετε κύριε καθηγητά ότι ο Μαξ έχει κηρύξει κάποιον πόλεμο στο σύστημα. Και πώς μπορεί και προβλέπει το μέλλον; Πώς το εξηγείτε αυτό;»

«Δεν ξέρω, δεν είναι αρμοδιότητά μου, μόνο εικασίες μπορεί να κάνει κανείς. Πάντως λογικά σκεπτόμενοι, μπορούμε να υποθέσουμε δύο πράγματα: Ή έχει τη δύναμη της μαντείας και της πρόβλεψης ή έχει τη δύναμη να φέρνει τα γεγονότα εκεί που τον συμφέρουν, κοινώς να διαμορφώνει το μέλλον. Και οι δύο περιπτώσεις είναι έξω από το όρια των γνώσεών μου».

«Μα καλά, εντάξει με το μέλλον. Τις σκέψεις του πρωθυπουργού, τις σκηνές που περιγράφει στο οβάλ γραφείο, τις συζητήσεις, πώς γίνεται να τις ξέρει από πριν; Πώς το κάνει αυτό;» ρώτησε πάλι η δημοσιογράφος.

«Μήπως να μας το εξηγήσει ο κύριος πρωθυπουργός αυτό;» ανταπάντησε ο πρόεδρος του εξωκοινοβουλευτικού κόμματος σκωπτικά, ερώτηση που αγνοήθηκε από τη δημοσιογράφο.

Εμφανίστηκε στις οθόνες η ψεύτικη δημοσκόπηση, συζητήθηκε χαλαρά από τους παρευρισκομένους και τέλος, επειδή είχε πάει ήδη εννιά η ώρα και η εκπομπή θα τελείωνε σε λίγο, η κάμερα ζούμαρε, εστίασε πάνω της να γεμίσει όλη την οθόνη και εκείνη, με το στυλ του δημοσιογράφου που θέλει να μπει στο σπίτι μας, ανακεφαλαίωσε:

«Ο Μαξ είναι στη χώρα μας, είναι ο πρώτος που προέβλεψε ότι το μετρητό χρήμα θα γίνει σκόνη, είναι ο πρώτος και ο μοναδικός θα λέγαμε, που έβγαλε τα εσωτερικά του πρωθυπουργικού γραφείου αλλά και την προσωπική ζωή του πρωθυπουργού στη δημοσιότητα, και πάνω απ’ όλα, έχει περάσει στον κόσμο ως θρύλος. Υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα για τον Μαξ, όπως ποιος είναι ο σκοπός του, γιατί είναι σημαντικό για τη χώρα το ότι ο πρωθυπουργός χωρίζει με τη γυναίκα του και θέλει να βγαίνει μαζί μου, ναι δεν βγάζω την ουρά μου απ’ έξω, είναι εξάλλου και αυτός ένας λόγος που ανέλαβα να ξεσκεπάσω τον Μαξ μέσα από αυτήν την εκπομπή και η μεγαλύτερη ερώτηση όλων: Ποιος στο διάολο είναι αυτός ο Μαξ επιτέλους που ορίζει τη ζωή μας;

»Πριν κλείσω όμως, θα ήθελα να σας ανακοινώσω ότι όλες αυτές οι απορίες θα λυθούν την Τρίτη το απόγευμα σε έκτακτη εκπομπή που θα γίνει από αυτό το κανάλι, όπου ο Μάξ θα κάνει μια μεγάλη αποκάλυψη. Καληνύχτα σας!»

Page 140: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

140 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Οι κάμερες πήγαν να πέσουν από τη βάση τους, ο σκηνοθέτης ούρλιαξε μέσα από το control room και ο καναλάρχης πνίγηκε με το τσάι του στο γραφείο του κοιτάζοντας το μόνιτορ της εκπομπής. «Ποιος της είπε ότι έχουμε εκπομπή την Τρίτη;» ούρλιαξε όταν κατάφερε να σταματήσει ο βήχας και βγήκε στους διαδρόμους αλαλάζοντας και βρίζοντας. Στη γωνία συναντήθηκε με τη λεπτοκαμωμένη, λυγιστή φιγούρα του σκηνοθέτη που είχε βγάλει το καπέλο-πινέζα και το τίναζε δεξιά αριστερά.

Τίτλοι τέλους στην εκπομπή και σειρά για διαφημίσεις, όλα αυτά για να μη φανεί ότι ο σκηνοθέτης και ο καναλάρχης χίμηξαν πάνω στη δημοσιογράφο να τη γδάρουν. Ποια Τρίτη; Ποια εκπομπή; Ποια αποκάλυψη;

Τους εξήγησε ότι ο Μαξ τής απάντησε με email ότι την Τρίτη στην εκπομπή της θα κάνει μια μεγάλη αποκάλυψη, «συνεπώς έχουμε εκπομπή ακόμη και αν δεν το ξέρετε, τώρα το μάθατε!» και έτσι σύντομα η οργή για την αυθαιρεσία της δημοσιογράφου, μετατράπηκε σε διθύραμβο για το επαγγελματικό της μέλλον.

Όλα αυτά μεταφράζονται σε διαφημίσεις και χρήμα με ουρά. Ο σοφέρ που περίμενε τη δημοσιογράφο έξω από το κανάλι, είχε

βαρεθεί να κάθεται στο αμάξι, οπότε πήγε στο μηχάνημα που πουλούσε σοκολάτες, μπισκότα, νερό και προφυλακτικά, και έβαλε την κάρτα κίνησής του για να πληρώσει. Μπερδεύτηκε από τα πολλά κουμπιά και από τη σχισμή έπεσε ένα κουτί προφυλακτικά, ροζ με επιβράδυνση. Κοκκίνισε, το έβαλε στην τσέπη του για να το κρύψει και ξαναδοκίμασε. Αυτή τη φορά κατάφερε να πάρει προφυλακτικά διαφανή με λεπτή επίστρωση σιχτιρίζοντας την τεχνολογία, τον Κολόμβο που ανακάλυψε την Αμερική και ό,τι άλλο μπορούσε να σκεφτεί εκείνη τη στιγμή. Έβγαλε την κάρτα κίνησης από μέσα, αφού πρώτα έβαλε και τα δεύτερα προφυλακτικά στην τσέπη του.

Στη διαδρομή προς το αυτοκίνητο είδε τη δημοσιογράφο να έρχεται και τότε ήταν που σκέφτηκε ότι πιθανόν να έβλεπε κάποιος την αγορά του στις επόμενες μέρες, για παράδειγμα στην ανάλυση πληρωμών που θα έστελνε η τράπεζα στο σπίτι του και αυτό πρακτικά θα ήταν ένας όλεθρος, μια μικρή βόμβα στα χέρια της ζηλιάρας γυναίκας του. Γύρισε πίσω να δει το μηχάνημα, δεν υπήρχε όμως τρόπος να αλλάξει το παραμικρό.

Ο πρωθυπουργός από την άλλη, είχε σπαταλήσει κάμποσες ώρες στον καθρέπτη επιθεωρώντας το ντύσιμό του. Ξαναέβαλε λίγη κρέμα να γυαλίζει το πρόσωπό του και έπειτα πήγε στην κουζίνα. Αφού επιθεώρησε τυπικά το μενού, ψιθύρισε στη μαγείρισσα να ενημερώσει το προσωπικό ότι καλό θα

Page 141: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 141 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

ήταν μετά το φαγητό να κλειστούν όλοι στα δωμάτιά τους και να μη βγει κανείς μέχρι το πρωί. Επίσης την παρακάλεσε να μιλήσει στην νταντά, ώστε να κοιμίσει τα παιδιά νωρίς και να μείνει μαζί τους μέχρι πρωίας.

«Το ραντεβού είναι σημαντικό» της είπε και της έκλεισε το μάτι. Πρέπει να πέρασε πάνω από μία ώρα όταν χτύπησε το κουδούνι και

ακούστηκε από το θυροτηλέφωνο η φωνή του αστυνομικού που είχε σκοπιά απέξω.

Ξεκίνησε να πάει προς την πόρτα, σταμάτησε, επέστρεψε στη μαγείρισσα και της είπε να ενημερώσει επίσης την ασφάλεια και τον σοφέρ, κλείνοντας ξανά το μάτι. Εκείνη γέλασε και το χοντρό της σώμα τινάχτηκε σαν να ξεφύλλιζες βιβλίο.

Ο πρωθυπουργός στάθηκε έξω από την πόρτα ακίνητος, σοβαρός, κοίταξε τα μανικετόκουμπά του, μάζεψε πάλι τις τρίχες της κεφαλής, χαμογέλασε και άνοιξε την πόρτα απότομα έτοιμος να πει: Καλώς την όμορφη κυρία, το σπίτι μου είναι και δικό σας!

Αντ’ αυτού, το χαμόγελο πάγωσε, το πρόσωπό του πήρε μια έκφραση ας πούμε έκπληκτη, όταν είδε τη δημοσιογράφο να αστράφτει μέσα στη βραδινή μαύρη τουαλέτα της με τα περιδέραια που τόνιζαν τον μακρύ λαιμό της και δίπλα της τον διευθυντή του πολιτικού του γραφείου. Τι διάολο συμβαίνει εδώ; σκέφτηκε και η απάντηση ήρθε με μια απλή χειρονομία που λύνει όλες τις υποψίες. Τα δάχτυλα του διευθυντή χορεύοντας ντροπαλά στον αέρα, πλησίασαν το γυναικείο χέρι. Το έπιασε σφιχτά, τα δάχτυλα μπλέχτηκαν το ένα με το άλλο και οι παλάμες έσφιξαν σαν προσομοίωση ερωτικού σμιξίματος. Τα δάχτυλα τρίφτηκαν δίνοντας στον πρωθυπουργό το ξεκάθαρο μήνυμα ότι αυτοί οι δύο ήταν ένα. Εκείνος ίδρωσε, έχασε το χαμόγελό του και τους κοίταζε πλέον αμήχανα. Η καρδιά του ήταν έτοιμη να σπάσει. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του σκλήρυναν.

«Καλώς τους…» ψέλλισε και κρατήθηκε από την κάσα της πόρτας για να μην πέσει χάμω.

Εκείνο το Εγώ που κατοικεί εντός του κάθε ανθρώπου είναι αχόρταγο.

Αναζητεί την επιβεβαίωση σε κάθε του ανάσα. Η επιλογή συντρόφου, ένα κολακευτικό σχόλιο, μια οποιαδήποτε στιγμή υπεροχής, είναι αρκετή για να το θρέψει. Είναι σαν να έχουμε ένα ζωάκι, λίγο εξυπνότερο από σκύλο, που

Page 142: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

142 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

πρέπει να το τρέφουμε με μια όμορφη κουβέντα, με έναν καλό λόγο ή ακόμη και με έναν καινούργιο ερωτικό στόχο. Αλίμονο όμως αν στο πρόσωπό μας δει την απογοήτευση, ανακαλύψει δηλαδή ότι δεν έχουμε να το ταΐσουμε. Το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό. Μπορεί εκείνο το Εγώ, από τρυφερός σύντροφος στις σκέψεις μας, να μετατραπεί σε λίγα λεπτά σε μέδουσα, μπορεί πάλι να κλάψει και να μας κατηγορήσει για ανικανότητα, βάζοντας στόχους και σχέδια να μας καταστρέψει. Στην περίπτωση του πρωθυπουργού εκείνο το ζωάκι που λέγεται Εγώ, μπήκε στο κεφάλι του, στρογγυλοκάθισε πίσω από τα μάτια του και έδινε οδηγίες με μένος στρατηγού εν καιρώ πολέμου: «Θα τους καταστρέψεις όλους, μ’ ακούς;»

Η πάπια ήταν ξεροψημένη, το κρασί φίνο. Η δημοσιογράφος δε μιλούσε για τίποτα άλλο παρά για την εκπομπή που μόλις έφερε εις πέρας. Ο διευθυντής αργόπινε το κρασάκι του χωρίς να σχολιάζει, μόνο σε μερικές στιγμές χαμογελούσε αμήχανα, έπιανε το πιρούνι και το άφηνε ξανά κάτω.

Η μαγείρισσα μπήκε μέσα, είδε το ζευγάρι και ανασηκώνοντας το πηγούνι της να δείχνει αριστοκρατικό και ταυτόχρονα την όποια απέχθεια για όσα έβλεπε, σέρβιρε με επισημότητα. Κοίταξε το αφεντικό της με απαξίωση του στυλ, Θες και τρίο μπαγασάκο! Αλλά η -ας πούμε- αξιοπρέπειά της δεν της επέτρεπε να σχολιάσει παρά μόνο να σκεφτεί χίλια μύρια για την ανωμαλία του αφεντικού με την εξευτελισμένη, για τα μάτια της, γυναίκα. Και της τα λέγανε στο χωριό και δεν τα πίστευε, μεγάλα σπίτια, μεγάλες ανωμαλίες. Έφυγε η κυρία με το καροτί μαλλί και τούτος ξετσουτσούνισε κι άρχισε τα μπερδέματα με τη μία και την άλλη. Τα παιδιά βρε; Τα παιδιά δεν τα σκέφτεσαι; Τα κρατούσε όμως όλα αυτά μέσα της, δε σχολίασε τίποτα, αλλά ορκιζόταν στο στεφάνι της ότι αν δεν είχε το δάνειο στην τράπεζα, θα του τα βρόνταγε όλα στο κεφάλι, και την πάπια και το ρύζι και τις πατάτες. Βλέπεις, τέσσερα χρόνια σ’ αυτό το σπίτι, τα αγαπούσε τα παιδιά, την είχε συμπαθήσει την τρελή κυρά της. Αυτά κι αυτά σκεφτόταν, ακόμη και όταν επέστρεψε στην κουζίνα όπου βρήκε τον σοφέρ να ψάχνει για περίσσευμα στον φούρνο. «Κάτσε να σου βάλω» του είπε απότομα και ανοίγοντας τα πόδια όσο άντεχε, έσκυψε με την πιρούνα στο χέρι. Σαν γύρισε με το πιάτο είδε τον σοφέρ να παίζει με κάτι στα χέρια. «Τι είναι τούτο;» ρωτάει και κοιτάει καλύτερα να δει. Προφυλακτικό; Όπως κρατούσε το πιάτο, δίνει μία και το πετάει συγχυσμένη στον νεροχύτη «ας το διάολο όλοι εδώ μέσα».

Πάντως κι ο πρωθυπουργός κρατούσε μια στάση περίεργη, χαμογελούσε πού και πού, με τη φαινομενική ηρεμία που του χάριζε το ουίσκι.

Page 143: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 143 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Η νεαρή δημοσιογράφος, πάντα όμορφη και χαμογελαστή, έστριβε τον λαιμό της δεξιά και αριστερά, λάμποντας από ευχαρίστηση για την εκπομπή της.

«Τα μηχανάκια τηλεθέασης πήραν φωτιά» είπε και οι δύο άνδρες την επικρότησαν με το χαμόγελό τους.

Ακούστηκαν βήματα στις ξύλινες σκάλες και έπειτα οι φωνές των παιδιών. Τα είχε ξεχάσει ο πρωθυπουργός, σηκώθηκε απότομα με μια έκφραση χαμένη να τα προλάβει.

«Άλλαξαν τα πράγματα, πηγαίνετε για ύπνο». «Μα μπαμπά!» «Μπαμπάκια και παλούκια! Όπως σας λέω! Αμέσως πάνω!» «Καλά, δε θα μας γνωρίσεις τα παιδιά σου;» τον ρώτησε η

δημοσιογράφος όταν επέστρεψε, αλλά η ερώτηση αυτή έμοιαζε περισσότερο με επισήμανση κακόβουλη: έχεις παιδιά και θες και έρωτες;

«Είναι αργά, πρέπει να πάνε για ύπνο» απάντησε εκείνος απότομα και έκατσε στην καρέκλα του στρώνοντας πάλι την πετσέτα στα πόδια του.

Έπειτα από λίγα λεπτά στεγνής σιωπής, ο διευθυντής ζήτησε να πάει στην τουαλέτα και ευγενικά εξέφρασε τη συγνώμη του που θα απουσιάσει για λίγο από το τραπέζι, ίσως με τη σκέψη να αφήσει τους δυο τους να αρπαχτούν.

Ο πρωθυπουργός χαμογέλασε και του έδειξε το μπάνιο επισκεπτών στο ισόγειο.

«Γιατί είσαι έτσι;» γρύλισε χαμηλόφωνα η δημοσιογράφος μόλις έφυγε ο διευθυντής.

«Θα με τρελάνεις; Εσένα κάλεσα, όχι αυτόν!» «Αυτός, είναι μαζί μου!» «Το καταλάβαμε!» «Είσαι ο πρωθυπουργός της χώρας. Τι ήθελες να κάνω; Να χάσω τη

θέση μου; Την καριέρα μου; Δεν πήγαινε άλλο και έπρεπε να στο πω κάπως. Επέλεξα αυτόν τον τρόπο».

«Μα δε νιώθεις τίποτα για μένα;» και η σκληράδα στο πρόσωπό του έσπασε από την τρυφερότητα καθώς την κοιτούσε έντονα στα μάτια.

«Είμαι μαζί με τον διευθυντή σου, τι άλλο πρέπει να πούμε;» εκείνη χαμήλωσε το κεφάλι.

«Δεν καταλαβαίνω!» εξανέστη ο πρωθυπουργός πετώντας την πετσέτα πάνω στο τραπέζι. «Ο Μαξ είπε ότι εμείς οι δύο…»

«Δεν με νοιάζει τι λέει ο Μαξ!» απάντησε η κοπέλα απότομα, αδιαφορώντας για το ότι την κοιτούσε άγρια.

Page 144: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

144 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Ο Μαξ δεν έχει πέσει ποτέ έξω» διαμαρτυρήθηκε εκείνος και η δημοσιογράφος τον έκοψε απότομα με πολύ νευριασμένο ύφος.

«Ο Μαξ έχει βάλει σκοπό να σε καταστρέψει! Δεν το βλέπεις; Όλα δείχνουν ότι θέλει το πολιτικό σου κεφάλι! Σε έκανε να πιστέψεις στον έρωτά σου για εμένα, έχασες τη γυναίκα σου, όλη η χώρα ξέρει ότι ο πρωθυπουργός είναι ένας μεθύστακας, ερωτύλος, τι άλλο πρέπει να γίνει για να το καταλάβεις;»

Είναι οι στιγμές που η σφαλιάρα δίνει σκέψεις και η δική του βουβαμάρα στα λεγόμενά της, το άγριο βλέμμα της, το στήθος της που παλλόταν από τα νεύρα, έδωσε την ευκαιρία στον πρωθυπουργό να καταλάβει την αλήθεια που τόσο καιρό αυτός ο τυφλός, ναι τυφλός, έρωτας τού έκρυβε. Το ζωάκι του Εγώ πάνω στο κεφάλι του φούντωσε, άρπαξε χαρτιά από το γραφείο, κοιτούσε τα στοιχεία, έβαζε χάρτες στον τοίχο, κρεμούσε πόστ ιτ σε μια επιφάνεια με φελιζόλ με όλα τα γεγονότα των τελευταίων καιρών και κατέγραφε σ’ ένα χαρτί τη λογική σκέψη της στιγμής. Ναι, ο Μαξ ήθελε να καταστρέψει τον πρωθυπουργό. Για τα μάτια του κόσμου ήταν ένας μεθύστακας που έπαιρνε σημαντικές αποφάσεις για τη χώρα μέσα από ένα ουίσκι μάλτ, ερωτύλος και ό,τι άλλο. Σίγουρα πάντως η εικόνα του σοβαρού, σοφού και έξυπνου πολιτικού είχε πνιγεί από τις λέξεις του blog του Μαξ. Τόσο μάλιστα θόλωσε που, από εκείνη τη στιγμή και μετά, όχι μόνο δεν ξαναμίλησε στο τραπέζι, αλλά ένιωθε έναν φριχτό πονοκέφαλο, όντας σίγουρος ότι ο φρύνος του Μαξ είχε κάτσει πάνω στο κεφάλι του χοροπηδώντας από χαρά. Μα υπήρχε και ένα άλλο όργανο στο σώμα του άνδρα που έστελνε σαν σήματα μόρς, σαν φυσαλίδα που αναδύεται, τις λέξεις “Σ’ αγαπώ”, αλλά όπως όλοι γνωρίζουμε, η ομιλία είναι μέρος του εγκεφάλου και όχι της καρδιάς οπότε, μόλις οι λέξεις πλησίαζαν στο αρχηγείο του Εγώ, το ζωάκι χοροπηδούσε από τα νεύρα του και έσχιζε το μήνυμα της αγάπης σε χιλιάδες κομμάτια.

Η δημοσιογράφος είχε χαμηλώσει το βλέμμα και σχολίαζε ελάχιστα, ακόμη και όταν επέστρεψε ο διευθυντής από την τουαλέτα μεταφέροντας στο δείπνο την εικόνα μνημόσυνου.

«Να υποθέσω ότι είμαι άνεργος, κύριε πρωθυπουργέ;» είπε ο διευθυντής κάποια στιγμή, με λίγο σκεπτικισμό στο ύφος του.

«Να υποθέσετε ότι από αύριο θα εργάζεστε στο προξενείο μας στη Σιβηρία, κύριε διευθυντά, εκτός αν σκεφτώ κάτι πιο μακρινό» απάντησε ο πρωθυπουργός δίχως να πάρει τη ματιά του από την πατάτα που κάρφωνε εκείνη την ώρα.

Page 145: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 145 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Αυτό είναι απίστευτο! Τι φταίει αυτός;» πετάχτηκε η δημοσιογράφος και νευριασμένα πρόσθεσε: «Να πηγαίνουμε, νομίζω ότι το δείπνο σας δεν ήταν τόσο καλή ιδέα!»

«Στο καλό! Αν βγείτε στον κεντρικό δρόμο, θα βρείτε πιθανόν ταξί» απάντησε εκείνος ψύχραιμα συνεχίζοντας να τρώει.

«Είστε ανάγωγος και χωριάτης!» είπε η κοπέλα και έσφιξε τα δόντια από τα νεύρα της. Πέταξε την πετσέτα στο τραπέζι και σηκώθηκε απότομα. Ο διευθυντής την πήρε από το χέρι και έφυγαν, αφού έκλεισαν με δύναμη την πόρτα δίχως καν να καληνυχτίσουν.

Είναι εκείνα τα βράδια, εκείνα τα μοναχικά ήρεμα βράδια που

μπαίνουν στο κεφάλι σου ενόσω εσύ πίνεις το ουίσκι σου στον καναπέ του σπιτιού σου. Το τραπέζι πίσω ήταν αμάζευτο, οι πετσέτες, τα χρησιμοποιημένα πιάτα και ποτήρια θύμιζαν επίμονα το καταστροφικό δείπνο, το σπίτι άδειο, η μαγείρισσα, τα παιδιά, η νταντά όλοι εξαφανισμένοι σε κάποιο δωμάτιο και η μουσική του Ραχμάνινοφ συντρόφευε τις τελευταίες του σκέψεις. Το ζωάκι μέσα στο κεφάλι του έκανε υποθέσεις και συλλογισμούς. Πρέπει να συλλάβω τον Μαξ, έλεγε, πρέπει! Μετά τη δημοσιοποίηση της σελίδας του στην τηλεόραση, ο πρωθυπουργός μπορούσε να τον κατηγορήσει για πολλά, και πάνω απ’ όλα, να του κάνει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση κατά του προσώπου του πρωθυπουργού της χώρας, κανείς δε θα έλεγε το παραμικρό. Έπιασε το κινητό του να πάρει τον αρχηγό της αστυνομίας, το άφησε πάλι κάτω. Όχι, το ζωάκι του Εγώ είχε ακόμη καλύτερη ιδέα. Να πάρει πρώτα την εκδίκησή του. Έπιασε το τηλεκοντρόλ να ανοίξει την τηλεόραση και έπεσε στις βραδινές ειδήσεις.

«[…] Ανάστατη η κοινή γνώμη από τη δημοσιοποίηση του blog του Μαξ. Στη χώρα μας αλλά και σε όλο τον κόσμο, οι πολίτες αναρωτιούνται αν ο Μαξ είναι προφήτης ή ακόμη μία επαναστατική οργάνωση. Λαμβάνουμε αναφορές από τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία ότι ο Μαξ έχει ήδη βρει μιμητές σε πολλές χώρες του εξωτερικού. Σελίδες με ψευδώνυμα όπως Σαίμον, Σίσαμη και άλλα, πάντα με σήμα τον φρύνο, δημοσιοποιήθηκαν παγκοσμίως, αμέσως μετά την αποκλειστική αποκάλυψη της εκλεκτής μας δημοσιογράφου, πάντα στο δικό μας κανάλι!

»Είναι ο Μαξ το σύμβολο της εποχής μας; Προβλέπει απλώς το μέλλον ή είναι ο υπεύθυνος για τη μετατροπή των νομισμάτων μας σε χρυσοκίτρινη σκόνη; Το σίγουρο είναι ότι από τη μία έχει προκληθεί τεράστιος πονοκέφαλος στην κυβέρνηση για το φαινόμενο Μαξ και από την άλλη όλοι

Page 146: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

146 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

περιμένουμε με αγωνία την Τρίτη, οπότε και θα εμφανιστεί -πάντα αποκλειστικά- στο κανάλι μας για μια μεγάλη αποκάλυψη. Επίσης όλοι περιμένουμε με ανυπομονησία την καθιερωμένη ανάρτηση του πρωινού της Δευτέρας όπου θα παρουσιαστεί, κατά τα φαινόμενα, το μέλλον της επόμενης εβδομάδας, όπως το έχει προγράψει ο Μαξ. Μείνετε συντονισμένοι για οτιδήποτε νεότερο».

Ο πρωθυπουργός χαμήλωσε τον ήχο βρίζοντας μέσα από τα δόντια του τον Μαξ. Ακούμπησε πίσω το βαρύ του κεφάλι και δίχως να το καταλάβει, το σαλόνι γέμισε με το ροχαλητό του. Μα δεν ήταν ύπνος ξεκούραστος, ήταν μια μάχη του Μορφέα ενάντια στο ζωάκι του Εγώ που κοιτούσε μέσα από τα κλειστά του βλέφαρα. Ο Μορφέας έστελνε εικόνες κατευθείαν από την καρδιά του άνδρα κι από την άλλη το πληγωμένο Εγώ κουτσαίνοντας, έσκιζε κάθε εικόνα, την έκαιγε με χαμόγελο πυρομανή, μετατρέποντας τα όνειρα σε εφιάλτες. Μα σαν μπήκε στον βαθύ ύπνο, το ζωάκι του Εγώ ξάπλωσε κι αυτό αποκαμωμένο, αδύναμο. Βλέπεις, τα όνειρα βρίσκουν πάντα τον τρόπο.

…Η δημοσιογράφος ντυμένη με ένα μαύρο φόρεμα, του άπλωνε το χέρι κοιτάζοντάς τον με συμπάθεια, ένιωθε ότι κλαίει, βρέθηκε σ’ ένα μπαρ θεοσκότεινο από εκείνα τα αμερικάνικα με την τηλεόραση πάνω από τον πάγκο, χαμηλωμένος ήχος ίσα να δείχνει τις φιγούρες να κινούνται. Ο Λεοναρντ Κοέν να προτρέπει τους θαμώνες να χορέψουν στην άκρη της αγάπης (Dance me to the end of love) μέσα από τα ηχεία, και εκείνος να σιγοτραγουδάει μαζί του την τραγικότητα του ανθρώπου που αναζητεί αγάπη, που ικετεύει για έναν χορό στην πίστα της αγάπης. Τα μηνίγγια του να σφίγγουν, το χαμόγελο έβγαινε μεθυσμένο, άπλωσε τα χέρια του σε ανατολή και δύση. Το ασπρόμαυρο μωσαϊκό τον υποδέχτηκε, σηκώθηκε η δημοσιογράφος από το πρώτο τραπέζι και τον πήρε αγκαλιά να χορέψουν, έβαλε το πόδι μπροστά, το χέρι στη μέση της. «Χόρεψε, χόρεψε! Δείξε μου τα όριά μου και χόρεψε μαζί μου, αγάπη μου». Το μαύρο της βελουδένιο φόρεμα τσάκιζε σε κάθε κίνηση, ώσπου τα χείλη ενώθηκαν. «Κάποτε ήμουν ένας δυνατός άνδρας» της εξομολογήθηκε, «στοιχημάτιζα στις γυναίκες, κέρδιζα, κατακτούσα ό,τι μου έλειπε, μα τώρα δεν έχει πια σημασία. Σκέψου, τι είναι χειρότερο; Να ζω μόνος χωρίς εσένα ή να ζω μ’ εσένα λέγοντας ψέματα στον εαυτό μου ότι με θέλεις; Μπορώ να ζήσω μακριά από τα χείλια σου ακόμη κι αν αυτά με ταπεινώνουν;»

Θα τον σκοτώσω... Πετάχτηκε πάνω έντρομος, το ζωάκι του Εγώ, της λογικής και της

εκδίκησης, του έχωσε μια τεράστια τσιμπιά στην καρδιά για να τον ξυπνήσει. Δεν άντεξε να τον βλέπει να ονειρεύεται τον εξευτελισμό του. Υπάρχει πάντα η γυναίκα σου, του είπε, η γυναίκα με το καροτί μαλλί, πρέπει να επιστρέψεις, δεν το

Page 147: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 147 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

βλέπεις; Το βλέπω, ανταπάντησε εγκεφαλικά και κοίταξε το ρολόι του. Είχε πάει πέντε και τριάντα το πρωί, κοίταξε γύρω του, η τηλεόραση να δείχνει φιγούρες, το cd σταματημένο, τα πιάτα έρημα στο τραπέζι σαν καταστροφή. Μπήκε στο μπάνιο και πλύθηκε λίγο να ξυπνήσει.

Ένα τέταρτο μετά, βρισκόταν στον κεντρικό δρόμο και επέστρεφε στην πρωτεύουσα μέσα στη μερσεντές του. Ο σοφέρ αγουροξυπνημένος, οδηγούσε μηχανικά. Το αυτοκίνητο σταμάτησε στο πλάι του ξενοδοχείου, ο σοφέρ προσπαθώντας να δείξει φιλικός, του έδωσε τα προφυλακτικά που είχε στις τσέπες. «Εσείς ίσως τα χρειαστείτε». Η αγριεμένη φιγούρα του πρωθυπουργού τον έκανε να λουφάξει. «Συγνώμη, πίστεψα ότι...». «Άμε στο διάολο κι εσύ!» ήταν η απάντηση που πήρε.

Ασθμαίνοντας σχεδόν, μπήκε από την κεντρική είσοδο, έφτασε στη νυσταγμένη ρεσεψιονίστ με το φουντωτό μαλλί, ρώτησε για το νούμερο του δωματίου της γυναίκας του.

«Να την ειδοποιήσω;» «Όχι, θα της χτυπήσω την πόρτα». «Μα είστε ο πρωθυπουργός;» Δεν της απάντησε, αντιθέτως έφυγε σφαίρα για το δωμάτιο 312, τρίτος

όροφος δεξιά, απ’ ό,τι τον πληροφόρησε μια καθαρίστρια αφού πρώτα παραδέχτηκε ότι ναι, είμαι ο πρωθυπουργός, μη με πρήζετε. Η μαλακή μοκέτα έπνιγε τα βήματά του διατηρώντας την ασφάλεια της έκπληξης, όμως το χτύπημα στην πόρτα δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Χτύπησε πιο δυνατά με ανοιχτή την παλάμη. Ακούστηκε θόρυβος από μέσα, η πόρτα άνοιξε… Πισωπάτησε έκπληκτος.

Μέσα σε μια κοντή λευκή ρόμπα και το στήθος ανοιγμένο ψηλά, ο πρόεδρος του Συνδέσμου των τραπεζών, ατημέλητος, με μαλλί που πέταγε δεξιά και αριστερά. Πίσω του, ακούστηκε καθαρά μια γνώριμη φωνή που ρωτούσε ποιος ήταν στην πόρτα. Η γυναίκα με το καροτί μαλλί. «Η γυναίκα μου!» ψέλλισε και κοντοστάθηκε με το στόμα ανοιχτό. «Εσύ! Εσύ εδώ;» Το μικρό Τσιουάουα έκανε την εμφάνισή του κάτω από τα πόδια του άνδρα, γρυλίζοντας.

Θα μπορούσε να τον χτυπήσει, θα μπορούσε να τον ρίξει χάμω, θα μπορούσε... Του έδωσε μια σπρωξιά και τον πέταξε πάλι μέσα στο δωμάτιο, γύρισε την πλάτη και άρχισε να τρέχει. Δεν πήρε το ασανσέρ, δεν είχε την υπομονή, ίσως και να φοβήθηκε ότι θα κλάψει περιμένοντας. Πήρε τις σκάλες και κατέβηκε με μεγάλες δρασκελιές, από πίσω ακούστηκε η γυναίκα του να τον φωνάζει.

Page 148: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

148 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Βγήκε από το ξενοδοχείο κι έκατσε με ανακούφιση στο πίσω κάθισμα της μερσεντές. Έσκυψε εμπρός και έβαλε τα κλάματα σαν παιδί. Ο σοφέρ ανησύχησε. «Μα τι συμβαίνει;» «Τίποτα! Δεν είναι τίποτα. Ένα σκουπιδάκι. Πάμε στο πολιτικό γραφείο και θα με περιμένεις από κάτω» τον διέταξε και απόμεινε βουβός, τυλιγμένος στις σκέψεις του.

Το πρωινό της Κυριακής, βρήκε τον πρωθυπουργό άυπνο στο οβάλ

γραφείο και τον σοφέρ να τον περιμένει από κάτω. Προσπάθησε να κοιμηθεί στο κάθισμα του αυτοκινήτου, μάταια όμως γιατί το έντονο πρωινό φως τον ενοχλούσε. Βγήκε από το αμάξι και άρχισε να κάνει βόλτες στο τετράγωνο να ξεμουδιάσει, ώσπου αγόρασε το κυριακάτικο φύλλο μιας εφημερίδας από το περίπτερο. Επέστρεψε στο αμάξι να την ξεφυλλίσει. Στο πρωτοσέλιδο υπήρχε με έντονα γράμματα η πιο αινιγματική ερώτηση που θα μπορούσε να τεθεί σε έναν δοκιμαζόμενο λαό: Ποιος είναι επιτέλους, αυτός ο Μαξ; Ήταν η πρώτη φορά που ο Μαξ φανερωνόταν δημόσια, καθότι πλέον είχε σπάσει το συμβόλαιο σιωπής. Δεν ήταν προβλέψιμες οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης, τέτοιες που ίσως μόνο η λέξη υστερία μπορεί να περιγράψει το φαινόμενο με ακρίβεια. Οι γριές έπαιρναν τηλέφωνο τους συγγενείς και φίλους για να μάθουν αν το blog υπάρχει όντως, και τι λέει μέσα. Τα Internet café γέμισαν με περίεργους που έψαχναν στο διαδίκτυο τη σελίδα του Μαξ, κάποιοι με την ελπίδα να βρουν απαντήσεις για τη φρενίτιδα των ημερών, άλλοι πάλι για να μάθουν τι θα γίνει με το χρήμα που εξαφανίστηκε, μήπως γράφει τα νούμερα του λόττο; Πολλές οι απορίες, μεγάλη η αναστάτωση, και η συζήτηση στα καφενεία έπαιρνε κι έδινε. Στο εξωτερικό, τα ειδησεογραφικά πρακτορεία αναμετέδιδαν την είδηση, καθώς επίσημα πλέον ο Μαξ υπήρχε. Ακόμη κι αν δεν πρότεινε κάτι συγκεκριμένο, πολλοί ερμήνευσαν τα λεγόμενά του ως ότι μπορούσε να υπάρξει ζωή και χωρίς το χρήμα και τις τράπεζες.

Υπάρχει ζωή χωρίς τις τράπεζες; αναμασούσαν στο εξωτερικό και έφταναν στο σημείο να σκέφτονται σοβαρά μήπως έπρεπε να κάψουν τα χρήματά τους από μόνοι τους. Και τι θα συμβεί μετά; αναρωτιόντουσαν ειδικοί σε εκπομπές, για να παραδεχτούν διστακτικά ότι πραγματικά δε γνώριζαν. Εν τέλει, κατόπιν πίεσης από μέρους των δημοσιογράφων, απαντούσαν με ανανεωμένη αυτοπεποίθηση: «Ο Μαξ είναι ο μόνος που ξέρει».

Page 149: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 149 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Οι ηγέτες των ξένων χωρών είχαν αλαφιάσει και αυτοί, φοβούμενοι τις αντιδράσεις των δικών τους πολιτών. Επικοινωνούσαν τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό της χώρας ώστε να τους δώσει μια εξήγηση. «Προς τι η εμφάνιση της σελίδας στην τηλεόραση και τι μέλλει γενέσθαι με τον Μαξ. Πρέπει να μπει φυλακή. Να εξαφανιστεί». Αυτή ήταν η απαίτησή τους, αλλά ο πρωθυπουργός δεν ήθελε να τους εξηγήσει τίποτα. Είχε το προσωπικό του δράμα και για την ώρα αδιαφορούσε για τον παγκόσμιο αντίκτυπο της δημοσιοποίησης της σελίδας του Μαξ. Το μόνο που ονειρευόταν πλέον ήταν η καταδίκη του Μαξ. Ήθελε να τον δει μέσα σε ένα κελί, σε μια απομόνωση, σε οτιδήποτε τέλος πάντων θα μπορούσε να τον πονέσει. Ακόμη και σε εξορία σε γκουλάγκ, αν υπήρχαν ακόμη, οπωσδήποτε όμως δεν υπήρχαν, και αυτό τον έβαζε σε βαθύτερες και πιο νοσηρές σκέψεις σχετικά με το μέλλον του Μαξ. Τα μάτια του έβραζαν στις κόγχες από τα νεύρα και την απογοήτευση, κι εκείνο το πληγωμένο Εγώ κοιτούσε, ανήμπορο να πάρει τις σωστές αποφάσεις. «Να τον σκοτώσεις» του έλεγε. «Να τον γονατίσεις χάμω και να του βάλεις το περίστροφο στο στόμα» ούρλιαζε. Αλλά για καλή μας τύχη υπήρχε ένα κομμάτι εγκεφαλικού ημισφαιρίου που τον επανέφερε στη λογική και την τάξη.

Η πρώτη του αντίδραση πάντως ήταν να αρπάξει το πιστόλι και να μπει στο αυτοκίνητό του σαν τον τρελό. Θα τον έβρισκε και ό,τι ήθελε ο Θεός από εκεί και πέρα. Αλλά πώς θα τον έβρισκε; Ο καθαρός αέρας που έμπαινε από το παράθυρο στο γραφείο του, τον έκανε να λογικευτεί, ποτέ του δεν είχε απειλήσει άνθρωπο με πιστόλι. Εξάλλου, πάντα υπήρχαν άλλοι τρόποι να ταπεινώσεις κάποιον και ας μην ξεχνάμε ότι ήταν ο πρωθυπουργός, συνεπώς είχε την εξουσία και τα μέσα. Ψαχούλεψε τις τσέπες του και έψαξε για το κινητό του. Κάλεσε τον αρχηγό της υπηρεσίας Πληροφοριών.

«Θέλω να συλληφθεί ο Μαξ άμεσα! Ζωντανός, αλλά και πάλι δεν είναι σημαντικό αυτό. Όπως σας βολεύει. Τι; Έχετε κάποιες υποψίες; Τότε έρχομαι. Όχι αμέσως; Πώς όχι αμέσως; Καλά, αύριο, τη Δευτέρα στις οκτώ και μισή το πρωί».

Έδωσε εντολή στον σοφέρ να πάει σπίτι του και να είναι πανέτοιμος να τον παραλάβει από το πολιτικό του γραφείο στις οχτώ το πρωί, μισή ώρα νωρίτερα έτσι ώστε να μην αργήσει στο ραντεβού του με τον αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών. Έπειτα τηλεφώνησε στον στρατηγό εξιστορώντας του το ολέθριο δείπνο με τη δημοσιογράφο αλλά και την ανακάλυψη του γκόμενου της γυναίκας του. Ίσως και να βούρκωσε όπως τα έλεγε, ίσως και

Page 150: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

150 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

να σκούπισε τα μάτια του από τη στεναχώρια. Πάντως, του ζήτησε να είναι παρών στη συνάντηση με τον αρχηγό της μυστικής υπηρεσίας. Τον χρειαζόταν εκεί.

Οι ώρες για τον πρωθυπουργό πέρασαν βαρετά μέχρι την άλλη μέρα. Μέσα στην τεράστια εξάντλησή του, ένιωθε ταυτόχρονα μια τρομερή αγωνία για την επικείμενη συνάντηση και μόνο για λίγο κατάφερε να κοιμηθεί στον καναπέ του οβάλ γραφείου. Σκεφτόταν τα πάντα και περισσότερο είχε την αίσθηση ότι ο αρχηγός ακούστηκε κάπως υποψιασμένος. Πιθανόν να είχε βρει τον Μαξ.

Έξω από το παράθυρο, η πόλη ξυπνούσε και μια όμορφη Δευτέρα ξημέρωνε, όταν ο σκουριασμένος ουρανός άρχισε να φωτίζει τα κοιμισμένα βήματα των πολιτών που ξεκινούσαν για τη δουλειά τους. Τα πρώτα κορναρίσματα, οι πρώτες φωνές στα φανάρια. Ο εφημεριδοπώλης φώναζε δυνατά το όνομα του Μαξ κρατώντας την εφημερίδα ψηλά, να τη βλέπουν όλοι. Ο σοφέρ ήταν στην ώρα του απο κάτω.

Το μοντέρνο κεντρικό κτίριο της υπηρεσίας Πληροφοριών, με το

περιποιημένο συντριβάνι στην είσοδο, με τα τόσα τζάμια και τους αστυνομικούς να πηγαινοέρχονται δεξιά κι αριστερά, έφερνε μια αμηχανία σε όποιον το επισκεπτόταν. Το γραφείο του αρχηγού βρισκόταν στον τέταρτο όροφο και έβλεπε στο συντριβάνι. Ο αρχηγός, εξηντάρης ευθυτενής με κοντό σταχτί μαλλί, βέλγικης καταγωγής με αγριωπό βλέμμα, αυστηρό. Θύμιζε αρκετά ντόπερμαν έτοιμο να χιμήξει σε ό,τι τον προκαλούσε. Εκπαιδευμένος στις καλύτερες μυστικές υπηρεσίες του κόσμου επί σειρά ετών, με παράσημα από τον πόλεμο του κόλπου και άλλες αποστολές, ήρθε να συνταξιοδοτηθεί στη γενέτειρα χώρα της γυναίκας του. Ίσως και να ήλπιζε πως η υπόθεση του Μαξ θα ήταν η τελευταία του.

«Τα μάθατε;» ρώτησε ο αρχηγός, «χθες το βράδυ πέθανε ο υπουργός Τουριστικής Ανάπτυξης!»

«Όχι, δεν το έμαθα» απάντησε ο πρωθυπουργός και δοκίμασε να εφεύρει χίλιες δυο δικαιολογίες για το κλειστό κινητό, ανεπιτυχώς όμως απ’ ό,τι φάνηκε στην έκφραση του αρχηγού.

«Από πνευμονία λόγω ηλικίας» εξήγησε ο αρχηγός και μετέφερε τα συλλυπητήριά του στον πρωθυπουργό που τα δέχτηκε με επισημότητα.

Page 151: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 151 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Ναι, ο εκλιπών θα μας λείψει» του ανταπάντησε ο πρωθυπουργός και γύρισε τη συζήτηση στον Μαξ, θέμα που τον έκαιγε αρκετά.

«Ναι, ο Μαξ. Θα το συζητήσουμε. Περιμένουμε και κάποιους ακόμη που ζήτησα να είναι σήμερα μαζί μας».

«Ποιους;» «Μα φυσικά, τον διευθυντή του πολιτικού σας γραφείου, τη

δημοσιογράφο και τη γυναίκα σας, όπως επίσης και τον πρόεδρο του Συνδέσμου των τραπεζών».

Ο πρωθυπουργός πετάχτηκε και ούρλιαξε με δύναμη: «Μα γιατί! Γιατί!» Μα ο αρχηγός τού απάντησε με ηρεμία θαυμαστή: «Όλα είναι δεμένα μεταξύ τους, πρέπει κάποια στιγμή να λύσουμε το θέμα του Μαξ, δε νομίζετε;»

«Ναι, αλλά ο Μαξ πρέπει να βρεθεί και να πάει φυλακή. Βαθιά. Μακριά!»

«Ο Μαξ; Ναι. Πιθανόν να πρέπει να πάει φυλακή, αλλά πρώτα πρέπει να τον πιάσουμε».

Η πόρτα χτύπησε απαλά, μια δεσποινίς καλοβαλμένη, με μπλε στολή αστυνομικού, ανήγγειλε με επισημότητα ότι και οι υπόλοιποι προσκεκλημένοι περίμεναν απ’ έξω. Ο αρχηγός ζήτησε να τους οδηγήσει στο δωμάτιο συνεδριάσεων και έπειτα σηκώθηκε όρθιος να συνοδέψει τον πρωθυπουργό.

«Ελάτε! Σήμερα είναι μια μεγάλη μέρα και επιπλέον ο Μαξ από το πρωί δεν έχει γράψει γραμμή για το μέλλον αυτής της εβδομάδας, αν και Δευτέρα. Πιθανόν να μη γράψει καθόλου, επειδή νευρίασε με την εμφάνιση του blog του στην τηλεόραση».

Πέρασαν μερικούς δαιδάλους από γραφεία γεμάτα κόσμο, άνδρες και γυναίκες, με στολή και δίχως στολή, ώσπου τέλος έφτασαν έξω από την τζαμένια πόρτα του συνεδριακού δωματίου. Μίνιμαλ σχεδίαση με τζάμια φορτωμένα από αλουμινένιες περσίδες και ένα φαρδύ, ξύλινο τραπέζι. Ο πρωθυπουργός πήρε μια καρέκλα και έκατσε στο κέντρο, ενόσω ο αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών συνομιλούσε με έναν ξανθό άνδρα στην είσοδο, ο οποίος κρατούσε έναν μεγάλο φάκελο. Η πόρτα άνοιξε και μπήκε ο πρόεδρος του Συνδέσμου των τραπεζών μαζί με την πρώην γυναίκα του πρωθυπουργού, ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου μαζί με τη δημοσιογράφο και τέλος ο στρατηγός, που επέλεξε να καθίσει δίπλα στον πρωθυπουργό.

«Μπορώ να μάθω τι δουλειά έχουν όλοι αυτοί εδώ;» ρώτησε ειρωνικά ο πρωθυπουργός αποστρέφοντας το βλέμμα του από τους άρτι αφιχθέντες.

«Ναι φυσικά, μισό λεπτό, είναι και κάποιος ακόμα…»

Page 152: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

152 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Η πόρτα άνοιξε και ο Μαξ δεμένος με χειροπέδες, μπήκε στο δωμάτιο. Τα μάτια του έδειχναν για πρώτη φορά φόβο. Ο αρχηγός, του υπέδειξε να καθίσει και του ξεκλείδωσε τις χειροπέδες.

«Θα σε σκοτώσω!» πετάχτηκε πάνω ο πρωθυπουργός αφρίζοντας και χρειάστηκε να τον κρατήσει ο στρατηγός για να μην τον αρπάξει από τον λαιμό. Ο Μαξ, σήκωσε τα χέρια του ψηλά σε στάση άμυνας και αμίλητος λούφαξε στην καρέκλα του.

«Παρακαλώ κύριε πρωθυπουργέ, καθίστε κάτω» είπε ο αρχηγός και στάθηκε σε ένα σημείο, για να τον βλέπουν και να τον ακούν όλοι. «Σίγουρα θα απορείτε γιατί σας κάλεσα εδώ. Λοιπόν, επιτρέψτε μου μια μικρή εισαγωγή».

Με στόμφο άρχισε να εξηγεί πώς ξεκίνησε η υπηρεσία του να ασχολείται με το ζήτημα Μαξ.

«Μέρες πριν γίνει το χρήμα σκόνη, η υπηρεσία μου είχε βρει και είχε διαβάσει τη σελίδα του Μαξ. Στην αρχή δεν υπήρξε κάποια αξιολόγηση που να προκαλεί ενδιαφέρον, δεν έδειχνε δηλαδή και τόσο τρομερό να ισχυρίζεται κάποιος ότι γνωρίζει το μέλλον. Όσο όμως περνούσαν οι μέρες και τα κείμενα του Μαξ γινόντουσαν πραγματικότητα, η υπηρεσία άρχισε να ανησυχεί, αλλά και πάλι δεν υπήρχε κάτι να κάνουμε. Εξάλλου» είπε γελώντας, «ποιος θα πίστευε ότι τα μετρητά θα γινόντουσαν καπνός; Κανείς! Ούτε εμείς φυσικά.

»Μόλις όμως άρχισαν να συμβαίνουν τα μελλούμενα της σελίδας με μαθηματική ακρίβεια, όταν πραγματοποιήθηκε για παράδειγμα ο θάνατος του νονού και όλα όσα γραφόντουσαν μέσα, τότε εντατικοποιήσαμε τις έρευνες με σκοπό να ανακαλύψουμε τι κρύβεται από πίσω. Διαβάσαμε για την επίσκεψη του Μαξ στο πρωθυπουργικό γραφείο, διαβάσαμε για το μεθύσι του πρωθυπουργού και τον τρόπο που ψηφίστηκε στη Βουλή το περιβόητο νομοσχέδιο με τις κάρτες κίνησης. Ακόμη διαβάσαμε για τα δώρα του προέδρου του Συνδέσμου των τραπεζών στον διευθυντή του πολιτικού γραφείου, γεγονός στο οποίο ποτέ σας, κύριε πρωθυπουργέ, δεν δώσατε σημασία, αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι, αλλά καλύτερα ας συνεχίσουμε, φτάνοντας στο σήμερα».

Ο αρχηγός πήρε μια βαθιά ανάσα και απευθυνόμενος σε όλους, συνέχισε:

«Εξάλλου αυτά τα ξέρετε, τα έχετε ήδη διαβάσει. Ως υπηρεσία, δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι, ας πούμε δε μας αφορούσε το ζήτημα και, εφόσον δε μας είχε ανατεθεί να εμπλακούμε, παραμείναμε αθέατοι αλλά όχι αμμέτοχοι στο φαινόμενο Μαξ. Ώσπου άρχισαν να πεθαίνουν από φυσικά

Page 153: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 153 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

αίτια οι υπουργοί της κυβέρνησης και εκεί πήραμε την απόφαση να ερευνήσουμε περαιτέρω. Φανταστήκαμε ότι υπήρχε κάτι πιο βαθύ στην υπόθεση Μαξ και έπρεπε να το βρούμε. Οι φίλοι μας στο εξωτερικό, έπειτα από έρευνες, μας έστειλαν τον φάκελο του Μαξ, του ανθρώπου δηλαδή που κάθεται δίπλα σας. Μόνο που δεν είναι ο πραγματικός Μαξ! Σύμφωνα με τα στοιχεία μας, είναι ένας ηθοποιός του εξωτερικού που ζει στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια».

Μέσα στην αίθουσα, επικράτησε σούσουρο. «Μα αφού του μιλήσαμε, μας είπε...» πήγε να πει ο πρωθυπουργός. «Ο άνθρωπος που βρίσκεται εδώ, είναι ηθοποιός στο επάγγελμα. Είχε

δύο χρόνια να βρει δουλειά και επίσης είναι άτεκνος και άγαμος. Ζητήσαμε από τις ξένες υπηρεσίες να επιβεβαιώσουν την ταυτότητά του, και σήμερα το πρωί που τον συλλάβαμε και τον ανακρίναμε, παραδέχτηκε το παιχνίδι που έπαιζε τον τελευταίο καιρό. Πέραν πάσης αμφιβολίας, δεν είναι ο Μαξ, δεν είναι ο άνθρωπος που ψάχνουμε».

«Δε φταίω εγώ, ήμουν άνεργος! Δεν είχα λεφτά, ώσπου έλαβα ένα email από κάποιον που μου ζητούσε να έρθω στη χώρα σας και να αναλάβω έναν δύσκολο, αλλά σημαντικό ρόλο. Ήταν ένα μεγάλο λάθος μου» απολογήθηκε ο άνδρας που μέχρι πρότινος όλοι ήξεραν σαν Μαξ.

«Ναι, αλλά γνωρίζεις ποιος είναι ο Μαξ!» πετάχτηκε πάλι πάνω ο πρωθυπουργός νευριασμένος.

«Όχι! Τις οδηγίες τις έπαιρνα με email. Μέσα είχε ό,τι θα με ρωτούσαν και ό,τι έπρεπε να απαντήσω. Στην αρχή σκιάχτηκα, αλλά αφενός χρειαζόμουν τα χρήματα, αφετέρου ο αποστολέας με είχε πείσει ότι θα έπραττα τη μεγαλύτερη υπέρβαση στην τέχνη μου. Συγκεκριμένα μου έγραψε: «Η τέχνη της εξαπάτησης είναι το υπέρτατο σκαλί της υποκριτικής. Ιδιαίτερα αν όλα γίνουν για καλό σκοπό, η φήμη σου θα απλωθεί σε όλα τα πέρατα της γής». Μου άρεσε όπως τα έλεγε, και επιπλέον μου είχε υποσχεθεί ότι δε θα πάθω τίποτα. Δε θα πάθω, έτσι δεν είναι;»

«Όχι, δε θα πάθεις» είπε ο αρχηγός της υπηρεσίας Πληροφοριών συγκαταβατικά.

«Αν εξαιρέσουμε μια βαθιά φυλακή στο κέντρο της γης!» γρύλισε ο πρωθυπουργός και ο ηθοποιός άσπρισε ξανά από τον φόβο του, τραύλισε και άρχισε να απολογείται εκ νέου κλαίγοντας.

«Δε φταίω, καταλάβετέ με, δε φταίω! Δεν ανέβασα ποτέ μου κείμενα στο διαδίκτυο, μου είχε γράψει τους διαλόγους, τις απαντήσεις, τα πάντα. Ακόμη και το τι ρούχα θα φορέσω μου είχε γράψει, λες και ζούσε μέσα στο

Page 154: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

154 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

σπίτι μου και ήξερε την γκαρνταρόμπα μου! Μα πάνω απ’ όλα με είχε πείσει ότι δε θα πάθαινα τίποτα, κανείς δε θα τολμούσε να με ακουμπήσει. Φοβάμαι, σας λέω, φοβάμαι!»

«Ε, καλά, εδώ έπεσε έξω» σάρκασε ο πρωθυπουργός διακόπτοντάς τον. «Κρυβόμουν στο σπίτι ενός γνωστού μου τόσο καιρό. Πότε ήρθε η

αστυνομία και με βούτηξε από εκεί μέσα, ούτε που πρόλαβα να καταλάβω. Σας παρακαλώ, θέλω να γυρίσω στο εξωτερικό, να φύγω από αυτήν την καταραμένη χώρα!» είπε ο ηθοποιός που πλέον έκλαιγε γοερά εμπρός τους.

«Εγώ φταίω που δημοσιοποίησα τη σελίδα του Μαξ. Ο κόσμος είναι χωρισμένος, μπερδεμένος, συγχυσμένος. Ομολογώ ότι δεν το σκέφτηκα καλά» είπε η δημοσιογράφος.

«Όχι, δε φταις εσύ, άλλος στο ζήτησε να το κάνεις» είπε ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου πιάνοντάς της το χέρι και κοιτώντας δεικτικά τον πρωθυπουργό που είχε γίνει κατακόκκινος.

«Τι είπες ρε μιζαδόρε! Που τα κονόμησες με την καταστροφή του λαού! Ποια Σιβηρία; Στην Ανταρκτική θα σε στείλω, να φτιάχνεις ιγκλού για να ζήσεις» ούρλιαξε ο πρωθυπουργός.

«Ηρεμήστε!» φώναξε ο αρχηγός της υπηρεσίας και πρόσθεσε: «Συνεχίζω! Σημασία τώρα έχει να βρούμε ποιος είναι ο Μαξ πραγματικά και να καθησυχάσουμε τον λαό. Νομίζω ότι μια διχόνοια, μια επανάσταση θα τολμούσα να πω, δε μας συμφέρει. Ποιος είναι ο Μαξ λοιπόν; Ο ηθοποιός από εδώ, δεν είναι. Πρώτη μας υπόθεση λογικά, θα ήταν ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών, καθότι είναι ο μόνος που επωφελείτο από τις κάρτες κίνησης. Πιθανόν, εκτός από την εξαφάνιση των χρημάτων, να δημιούργησαν και έναν Μαξ για να στηρίξουν τα δικά τους σενάρια».

«Μα τι λέτε;» πετάχτηκε ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών. «Πώς θα μπορούσα να το κάνω αυτό; Πώς θα μπορούσα να εξαφανίσω το χρήμα; Δε λέω, σίγουρα οι τράπεζες επωφελήθηκαν από την κατάσταση, αλλά υπάρχει η πιθανότητα αυτό να αποβεί εις βάρος τους. Ο κόσμος έχει λάβει ένα μήνυμα από τον Μαξ που είναι σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από τη φιλοσοφία των τραπεζών. Με άλλα λόγια, ο Μαξ θέλει να πολεμήσει τις τράπεζες, συνεπώς δεν μπορεί να έχω ή να έχουμε σαν τράπεζες, δημιουργήσει τον Μαξ! Είναι παράλογο!»

«Ναι, αλλά σας ήρθε κουτί η κατάσταση μέχρι τώρα, έτσι; Θέλω να πω, βρίσκουμε σήμερα τον Μαξ, καταστέλλουμε την επανάστασή του και βγαίνετε κερδισμένοι, σωστά; Όλοι βλέπουν την ατυχή έκβαση του πολέμου με τις

Page 155: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 155 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

τράπεζες και μετατρέπονται σε πειθήνια πλάσματα που εξυμνούν τις κάρτες κίνησης» είπε ο αρχηγός με ύφος που δε σήκωνε και πολλές αντιρρήσεις.

«Δε λέω. Αν πιάσουμε τον Μαξ και τον φυλακίσουμε, τότε η ηρεμία θα επανέλθει και οι αγορές θα ομαλοποιηθούν. Αυτό όμως δε με ενοχοποιεί σε τίποτα. Είναι όλα υποθέσεις» είπε ο πρόεδρος του Συνδέσμου των τραπεζών.

«Ναι, και αφού ηρεμήσουν τα πράγματα, θα γίνετε πλούσιοι και πάλι. Ακόμη και από την καταστροφή κερδίζετε εσείς!» σάρκασε η γυναίκα του πρωθυπουργού με το καροτί μαλλί και εκείνος την κοίταξε σκωπτικά και σκληρά, προσθέτοντας «Οι σκοποί μας είναι πολύ μεγαλύτεροι, δεν περιμένω να καταλάβεις» και εκείνη του έχωσε μια κλωτσιά κάτω από το τραπέζι.

«Ηρεμία» ξαναείπε ο αρχηγός. «Συνεχίζω! Θα μπορούσε, όπως είπα, να βρίσκονται οι τράπεζες πίσω από την καταστροφή των χρημάτων, αλλά όχι πίσω από τον Μαξ. Αυτό πράγματι, δε στέκει, έχει δίκιο ο πρόεδρος. Συνεπώς, η επόμενη υπόθεσή μας μπορούσε να ήταν ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού που επωφελήθηκε από την κατάσταση για να βγάλει το κατιτίς του…»

Ο διευθυντής αναδεύτηκε στην καρέκλα νευρικά και άνοιξε το στόμα του να διαμαρτυρηθεί, αλλά τον πρόλαβε ο αρχηγός συνεχίζοντας τον λόγο του.

«Αλλά και πάλι, δεν μπορεί να είναι αυτός ο Μαξ ή να σχετίζεται με κάποιον τρόπο μαζί του, διότι αν ο Μαξ νικήσει τις τράπεζες, τότε αυτός χάνει τις μίζες του».

«Κάθαρμα!» του είπε ο πρωθυπουργός νευριασμένα. «Ηρεμία!» ξαναείπε ο αρχηγός. «Συνεχίζω. Οπότε ποιος θα μπορούσε να

είναι ο Μαξ; Αν το σκεφτούμε λογικά, θα πρέπει να είναι κάποιος που έχει τη δύναμη να εξαφανίσει το χρήμα, και επιπλέον να έχει τη δύναμη της μελλοντολογίας Τι είναι η μελλοντολογία; Κάτι που ξέρουμε ότι θα συμβεί ή κάτι που θα δημιουργήσουμε εμείς. Για να καταλάβετε τι εννοώ, θα σας κάνω ένα τρικ: Λοιπόν, σε ένα λεπτό από τώρα θα ανοίξει η πόρτα και αυτός που θα μπει, θα κρατάει έναν φάκελο».

Σταμάτησε να μιλάει και κοίταξε το ρολόι του. Πράγματι σε ένα λεπτό, η πόρτα άνοιξε και ένας αστυνομικός εμφανίστηκε στην πόρτα με έναν φάκελο.

«Είδατε;» είπε ο αρχηγός. «Αρκεί να προσχεδιάσουμε το μέλλον και τσουπ, αυτό εμφανίζεται εμπρός μας. Πριν μπούμε, ζήτησα από τον κύριο αστυνομικό να μπει κρατώντας έναν ροζ φάκελο, ακριβώς στις 9.00».

Page 156: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

156 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Η δημοσιογράφος αναστατώθηκε και ρώτησε πώς θα ήταν δυνατόν να έχει οργανώσει ο Μαξ κάτι τέτοιο. «Δε μιλάει στη σελίδα του μόνο για καταστάσεις που θα συμβούν αλλά και για σκέψεις, αναλύει όλο τον εσωτερικό κόσμο του πρωθυπουργού, γράφει, τέλος πάντων, ότι θα βγω με τον πρωθυπουργό και ένα σωρό… τρυφερές σκέψεις για μένα. Δεν είναι μόνο καταστάσεις που μπορεί κάποιος να προβλέψει, πώς μπορεί να διαβάζει τις σκέψεις του πρωθυπουργού;»

«Μήπως αν ο Μαξ ήταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός;» ρώτησε με εκνευριστική ηρεμία ο αρχηγός.

Ο πρωθυπουργός με την τελευταία πρόταση του αρχηγού, είχε μείνει

αποσβολωμένος, ακίνητος από την έκπληξη, απαθής. Όταν βρήκε τη φωνή του, ήταν για να ψελλίσει ξανά και ξανά «Όχι, όχι, όχι…».

Και αυτό το όχι, μόλις που ακούστηκε, την ώρα που ο αρχηγός της υπηρεσίας Πληροφοριών, λαύρος και φλύαρος, με ύφος Πουαρό περιέγραφε την πλήρη συμμετοχή του πρωθυπουργού στο φαινόμενο Μαξ.

«Ποιος άνθρωπος θα μπορούσε να γράψει για τις σκέψεις του πρωθυπουργού; Ποιος θα μπορούσε να στρατολογήσει αυτόν τον φτωχό ηθοποιό και να του δώσει τόσο σαφείς οδηγίες; Δεν ήταν δύσκολο να καταστρώσει το σενάριο της εμφάνισης του ηθοποιού και να προκατασκευάσει τους διαλόγους. Ποιος είναι αυτός που έχει τη δύναμη να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση Μαξ; Ποιος είναι αυτός που θα θελήσει μια γυναίκα και θα προσπαθήσει να την πείσει ότι είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, με τη δικαιολογία ότι ο Μαξ ξέρει; Ποιος άλλος από τον πρωθυπουργό, τέλος πάντων!»

«Μόνο που εγώ δεν ενέδωσα» θίχτηκε η δημοσιογράφος και σηκώθηκε όρθια να φτιάξει τη φούστα της.

«Ναι, σε αυτό απέτυχε. Συνεπώς, δεν υπάρχει μελλοντολογία, ούτε κάτι το υπερφυσικό στο φαινόμενο Μαξ παρά μόνο ένα άψογο σχέδιο του ίδιου του πρωθυπουργού της χώρας. Σκεφτείτε λίγο τις σκηνές. Να, για παράδειγμα, όταν βγήκατε έξω κρυφά και πήγατε στο πάρκο με τις πάπιες, έκανε τον ανήξερο για τον Μαξ, αλλά..., δε θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει ό,τι είχε στο μυαλό του να κάνει εξαρχής; Όταν κρατάς μια πάπια, δεν είναι πολύ πιθανό να σε βρέξει;»

Page 157: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 157 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Η αλήθεια είναι ότι επέμενε αρκετά να βρεθούμε στην Όπερα, ακόμη και το πάρκο ήταν δική του ιδέα, γιατί όχι και η πάπια;» συμφώνησε η δημοσιογράφος.

«Μα για ποιο λόγο; Δεν καταλαβαίνω!» πετάχτηκε αυτήν τη φορά ο στρατηγός εμβρόντητος.

«Πιθανόν ο πρωθυπουργός να είναι μέλος μιας οργάνωσης που επιθυμεί την αναταραχή στο σύστημα. Αυτό μένει να το διασταυρώσουμε. Πάντως έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να μην προχωρήσει ο ίδιος το νομοσχέδιο. Σας κορόιδεψε κύριε διευθυντά, για να φανείτε ότι πήρατε εσείς τις αποφάσεις για το νομοσχέδιο, και όχι αυτός».

«Μα πώς; Αφού τον είδα. Εγώ έκανα ό,τι έκανα, επειδή ήταν μεθυσμένος εκείνη την ημέρα και κάποιος έπρεπε να πάρει αποφάσεις» απολογήθηκε ο διευθυντής.

«Ήπιατε μήπως από το ουίσκι του, κύριε διευθυντά; Όχι ε; Πιθανόν να ήταν η μποτίλια γεμισμένη με νερό αντί για ουίσκι, δεν ξέρω, υποθέτω. Ίσως και να ήπιε πράγματι, δε χρειάζεται κάποιο ταλέντο κάτι τέτοιο. Πιστεύω όμως ότι σας την έφερε κύριε διευθυντά, σας την έφερε με τρόπο αριστοτεχνικό! Δημιούργησε μέσω της σελίδας του Μαξ μια συμπαθητική εικόνα πρωθυπουργού, αδύναμη, τρυφερή και έπειτα...»

«Και έπειτα; Τι θα έκανε έπειτα;» πετάχτηκε η γυναίκα με το καροτί μαλλί που είχε πλέον σηκωθεί όρθια από την έκπληξη σφίγγοντας την τσάντα της.

«Έπειτα…, πιθανόν να υποστήριζε με κάποιον τρόπο μια λύση. Δεν ξέρω να σας πω. Δεν έχω όλες τις απαντήσεις, ίσως μας πει ο ίδιος».

«Και καλά, πώς έκανε το χρήμα σκόνη;» ρώτησε ο πρόεδρος του Συνδέσμου των τραπεζών.

«Ούτε αυτό το γνωρίζω, οι έρευνες συνεχίζονται. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Κόπερφλιντ εξαφάνισε το άγαλμα της Ελευθερίας εμπρός σε χιλιάδες μάτια, τίποτα δεν είναι απίθανο. Υπνωτισμός, εξαπάτηση, δεν μπορώ να γνωρίζω, και ο μόνος που μπορεί να μας φωτίσει, είναι ο πρωθυπουργός ο ίδιος».

«Τότε, τι έχετε στα χέρια σας; Μόνο υποψίες;» ρώτησε ξανά ο στρατηγός επίμονα, πιάνοντας με το ένα χέρι το μπράτσο του πρωθυπουργού που έδειχνε σαν να είχε πάθει εγκεφαλικό.

«Ναι. Υποψίες έχω, και μάλιστα πολλές. Δεν το βλέπετε; Είναι ο νούμερο ένα ύποπτος. Αυτή του η σιωπή, αυτήν τη στιγμή, τον ενοχοποιεί περισσότερο!» φώναξε ο αρχηγός της υπηρεσίας Πληροφοριών και οι φλέβες στον λαιμό του τεντώθηκαν από την ένταση.

Page 158: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

158 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Γύρισαν όλοι και κοίταξαν τον πρωθυπουργό που με ανοιχτό το στόμα, τους ανταπέδιδε το βλέμμα όλο απορία. Γιατί σιωπά; Γιατί δε μιλάει; Γιατί δεν υποστηρίζει τη θέση του;

«Έχει υποστεί σοκ» είπε ο στρατηγός και δοκίμασε να τον σηκώσει από την καρέκλα του.

Εκείνος υπάκουσε, σαν να μην είχε πλέον ζωή μέσα στο σώμα του. Όπου τον τράβαγε ο στρατηγός πήγαινε, όπου τον έσπρωχνε περπατούσε μηχανικά σαν να είχε μείνει κενός από ψυχή και λογική.

«Πρέπει να τον πάω για εξετάσεις, δε δείχνει καλά» είπε ο στρατηγός και τον έσπρωξε έξω από το δωμάτιο.

Η γυναίκα με το καροτί μαλλί ακολούθησε, ανήσυχη για τον πρώην άνδρα της, στο διπλανό γραφείο όπου θα περίμεναν να εμφανιστεί ο γιατρός.

Στο δωμάτιο συνεδρίων, ο αρχηγός ολοκλήρωνε τις σκέψεις του λέγοντας ότι «ναι, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το ποιος ή τι είναι ο Μαξ, αλλά η πιο λογική σκέψη και πιθανότητα είναι να τον ξεσκεπάσαμε μόλις τώρα!»

«Μα ο πρωθυπουργός είναι σε σοκ, δε μιλά, δεν απαντά!» επενέβη ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου που ήξερε ότι το γραφείο δεν μπορεί να μείνει ακέφαλο, το κόμμα δεν μπορεί να μείνει δίχως πρόεδρο, η χώρα με λίγα λόγια δε θα μπορέσει να συνεχίσει γνωρίζοντας ότι ο Μαξ είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Ακόμη και το ίσως είναι, θα μπορούσε εύκολα να μεταφραστεί από τους δημοσιογράφους σε βεβαιότητα.

«Και τι προτείνετε;» ήταν η εύλογη ερώτηση του αρχηγού της μυστικής υπηρεσίας.

«Μα τι άλλο; Να αποκρύψουμε το γεγονός και να αναλάβει την πρωθυπουργική καρέκλα ο αντιπρόεδρος της Βουλής μέχρι να γίνουν νέες εκλογές» είπε ο διευθυντής γνωρίζοντας εκ προοιμίου ότι δεν υπήρχαν άλλες επιλογές. Ακόμη και να συνέλθει ο πρωθυπουργός, θα είναι αδύνατον από εδώ και πέρα να συνεχίσει τα καθήκοντά του, ακόμη και αν καταφέρει να αποδείξει ότι δεν είναι ο Μαξ, ακόμη και να φέρει το κεφάλι του Μαξ σε πινάκιο όπως η Σαλώμη, πάλι θα είναι δύσκολο να τον εμπιστευτεί κανένας. Είναι η γνωστή μοίρα των διασήμων, όπως λέει ο λαός καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα. Αλλά ακόμη κι αν παρ’ ελπίδα δεν το μάθει κανείς, ακόμη και αν καταφέρουν να θάψουν με μυστικότητα την όλη κατάσταση, οι ξένες μυστικές υπηρεσίες θα είναι θέμα χρόνου μέχρι να κάνουν με τη σειρά τους την ίδια εικασία με τον αρχηγό της μυστικής υπηρεσίας. Η πολιτική του κρεμάλα είναι ήδη στημένη, σκέφτηκε.

Page 159: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 159 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Ο γιατρός δεν του βρήκε πίεση, ο φακός εστίασε στα ακίνητα μάτια του, το στηθοσκόπιο δε φανέρωσε τίποτα πέραν του φυσιολογικού. «Δε βλέπω κάτι εμφανές» κατέληξε τελικά ο σχιστομάτης γιατρός. «Καλύτερα να του κάνουμε αξονική να δούμε μήπως τρέχει κάτι άλλο».

«Στο κεφάλι γιατρέ;» ρώτησε ο στρατηγός. «Παντού!» απάντησε απεγνωσμένα ο γιατρός, και δίχως καθυστέρηση σπρώξανε κυριολεκτικά τον πρωθυπουργό στον διάδρομο. Η πόρτα της αίθουσας συνεδριάσεων ήταν κλειστή, οι ψίθυροι έφταναν στα αυτιά του πρωθυπουργού σαν φτυαριές πάνω από το πτώμα του. Τώρα θα λένε για μένα; φάνηκε να σκέφτεται και…

Η ταχύτητα ήταν τέτοια που όλοι οι παρευρισκόμενοι έμειναν έκπληκτοι από την αιφνίδια κίνηση. Δεν μπορούσαν φυσικά να δουν το αθλητικό σώμα του πρωθυπουργού να αρπάζει το περίστροφο από τη ζώνη του λεπτοκαμωμένου αστυνομικού που στεκόταν έξω από την πόρτα του δωματίου, κανείς δεν άκουσε τίποτα. Είδαν μόνο την πόρτα να ανοίγει απότομα κάτω από το βαρύ σώμα του πρωθυπουργού, τα μάτια του, εκείνα τα πύρινα που βλέπεις σε παράφρονες, εκείνο το γέλιο και το πιστόλι να ορθώνεται ενάντια στον ηθοποιό, που το μόνο που πρόλαβε να κάνει ήταν να βγάλει ένα ουρλιαχτό φόβου λίγο πριν η σφαίρα φύγει από το όπλο. Ο αρχηγός της υπηρεσίας Πληροφοριών τα έχασε, αλλά γρήγορα -και αυτό το χρωστούσε στην εκπαίδευσή του- μπόρεσε να αντιδράσει και με μια απότομη κίνηση να πετάξει τον πρωθυπουργό στο κρύο πάτωμα, αρπάζοντας με δεξιοτεχνία το πιστόλι από τα χέρια του. Όλοι στάθηκαν ακίνητοι και φοβισμένοι. Ο ηθοποιός είχε πέσει κι αυτός στο πάτωμα από τον φόβο του και ψαχούλευε το σώμα του για κάποια πληγή, κάποια κόκκινη ένδειξη ότι σύντομα θα πέθαινε. Ο στρατηγός ρωτούσε με αγωνία, «τον σκότωσε; τον σκότωσε;» «Όχι τίποτα, αστόχησε» είπε ο πρόεδρος του Συνδέσμου τραπεζών.

Τίποτα! Από καθαρή τύχη, η σφαίρα είχε σφηνωθεί στο απέναντι τοίχο. Τύχη; Μάλλον τελευταία στιγμή ο πρωθυπουργός δεν άντεξε να κάνει αυτό που επιθυμούσε τόσο ο εγκέφαλός του. Από την άλλη, ίσως και να αστόχησε. Ποιος ξέρει; Η δημοσιογράφος βγάζοντας μια πνιχτή κραυγή κουνήθηκε από τη θέση της, σηκώθηκε όρθια, έβαλε το χέρι στο στόμα της. Η γυναίκα με το καροτί μαλλί έμπηξε τα νύχια της στο μπράτσο του στρατηγού. Ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου σηκώθηκε έντρομος όρθιος και κόλλησε στον τοίχο, και ο πρόεδρος των τραπεζών ένωσε τα χέρια του σε στάση προσευχής.

«Φύγετε! Φύγετε! Θέλω να εκκενωθεί ο όροφος, ακούσατε ρε!» Ο στρατηγός ούρλιαξε στους αστυνομικούς που συνωστίζονταν άτακτα στο δωμάτιο συνεδριάσεων, τις σκάλες και το ασανσέρ. Όταν έφυγαν οι

Page 160: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

160 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

περισσότεροι, έπιασε τον πρωθυπουργό από το μπράτσο και τον σήκωσε. Τα μάτια του ήταν ακίνητα και κόκκινα, τα χείλη του μπλαβιασμένα και σφιγμένα, τα μάγουλα ροδοκόκκινα. Τον ακούμπησε στον τοίχο προσέχοντας να μην πέσει και έψαξε να βρει το πιστόλι. Το πήρε στα χέρια του και αφού το έτριψε στην μπλούζα του, το κράτησε σταθερά στη χούφτα του.

«Τι κάνεις;» τον ρώτησε ο αρχηγός της υπηρεσίας Πληροφοριών. «Είναι στην ευθύνη σας πλέον να πράξετε τα δέοντα ώστε να ξεχαστεί

ό,τι έγινε εδώ μέσα. Αν κάτι στραβώσει, θα ισχυριστούμε όλοι ότι εγώ επιτέθηκα στον ηθοποιό. Και να επιστρέψει τάχιστα από εκεί που ήρθε. Εξάλλου ποτέ δεν υπήρξε σε αυτήν τη χώρα. Πιστέψτε με, είναι το καλύτερο σχέδιο που έχουμε κάτω από αυτές τις συνθήκες. Κύριε διευθυντά, κανονίστε να αναλάβει ο αντιπρόεδρος της Βουλής, μέχρι να γίνουν εκλογές. Είναι το πιο σώφρον προσώρας. Κανείς δεν πρέπει να μάθει ότι έχουμε συλλάβει τον Μαξ ή τέλος πάντων, αυτόν που παριστάνει τον Μαξ. Η ιδέα και μόνο, θα τον μετέτρεπε σε μάρτυρα, με ανυπολόγιστες συνέπειες. Πόσω μάλλον αν μαθευτεί ότι τον πυροβολήσαμε. Και φυσικά το όνομα του πρωθυπουργού θα πρέπει να μείνει έξω από όλα αυτά, σύμφωνοι;»

Όλοι κούνησαν το κεφάλι συγκαταβατικά. Ο στρατηγός έπιασε τον πρωθυπουργό από το μπράτσο και τον

συνόδεψε με προσοχή έξω. Η γυναίκα με το καροτί μαλλί ήρθε μαζί, μπήκαν στη μερσεντές και με τα φώτα να αναβοσβήνουν, ξεκίνησαν για το νοσοκομείο. Μέσα στα άδεια μάτια του πρωθυπουργού, η πόλη εξαφανιζόταν με ταχύτητα.

«Μα να είσαι ο Μαξ; Και να μην το έχω καταλάβει;» του ψιθύρισε στο αυτί η γυναίκα με το καροτί μαλλί.

Με το που μαθεύτηκε η εισαγωγή του πρωθυπουργού στο νοσοκομείο

για εξετάσεις, οι δημοσιογράφοι μαζεύτηκαν σαν τις μύγες στο γκισέ πληροφοριών ρωτώντας την παχουλή προϊστάμενη. «Είναι άρρωστος βαριά;» Δεν ξέρω. «Είχε κανένα ατύχημα;» Δεν ξέρω. «Θα πεθάνει;» Όχι! «Έχει σχέση η ασθένειά του με τον Μαξ; Μήπως τον χτύπησε; Μήπως τον μαχαίρωσε;»

Τα κανάλια κυνηγούσαν με μανία την αποκλειστικότητα αναλύοντας και κάνοντας απίθανες υποθέσεις.

Page 161: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 161 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Από το κανάλι τάδε, βρισκόμαστε στο νοσοκομείο Τελευταία Ελπίδα, όπου, σύμφωνα με αποκλειστικές μας πληροφορίες, ο πρωθυπουργός έκανε εισαγωγή για άγνωστους μέχρι τώρα λόγους. Δε γνωρίζουμε αν αυτό έχει σχέση με τον Μαξ, δε γνωρίζουμε τίποτα περισσότερο, αλλά υποσχόμαστε, όπως το λειτούργημά μας το απαιτεί, να σας ενημερώσουμε σύντομα».

Ο κόσμος αναστατώθηκε, βγήκε στους δρόμους, έψαχνε στο διαδίκτυο για ένα σημάδι του Μαξ, να τους πει το τι και το πώς, αλλά η σελίδα του Μαξ είχε μείνει στο ίδιο μήνυμα από την αρχή της ημέρας: “Την Τρίτη στην τηλεόραση, όπου και θα μεταδώσω το τελευταίο μου μήνυμα”.

«Ο πρωθυπουργός είναι στο νοσοκομείο, ο Μαξ υπόσχεται ένα τελευταίο μήνυμα την Τρίτη, τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά;» αναρωτιόντουσαν οι δημοσιογράφοι, και οι σελίδες του Διαδικτύου είχαν πάρει φωτιά από τις δημοσιεύσεις και τα σχόλια. Πολλές ιστοσελίδες πλέον είχαν το έμβλημα του φρύνου, σημάδι ότι ήταν υποστηρικτές του Μαξ. Όσο περνούσε η μέρα, νέες ιστοσελίδες εμφανίστηκαν παγκόσμια σαν αντίγραφα αυτής του Μαξ, καλώντας τον κόσμο σε μαζική αγανάκτηση, δείχνοντας σαν παράδειγμα τη χώρα που είχε γίνει το χρήμα σκόνη. «Κάντε το και εσείς, αλλά μη δεχτείτε την κάρτα κίνησης» έγραφαν μέσα. «Κάψτε το χρήμα!»

Νεαροί βγήκαν ξανά στους δρόμους αμολώντας φρύνους σε τυχαία σημεία της πόλης, κυρίες καλοβαλμένες μιας κάποιας ηλικίας έσκυβαν και τους φιλούσαν ελπίζοντας στο θαύμα. Μάταια όμως. Οι αστυνομικοί δεν ήξεραν τι και ποιον να περιμαζέψουν, έπειτα δε από την τελευταία διαδήλωση όπου σκοτώθηκαν τόσοι φρύνοι, ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί. Όλες οι φιλοζωικές οργανώσεις είχαν εξαγριωθεί.

Μα τα ίδια συνέβαιναν και στην επαρχία, αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού. Μια μαζική υστερία έπαιρνε διαστάσεις στο όνομα του Μαξ. Κατάφερε να ρίξει την κυβέρνηση ένα blog; Ο Μαξ είναι το σύμβολο της επανάστασης ενάντια στο σύστημα;

«Είναι αλήθεια ότι έχετε συλλάβει τον Μαξ και τον ανακρίνετε;» ρωτούσαν οι δημοσιογράφοι αγνοώντας φυσικά τα δρώμενα στο γραφείο του αρχηγού της υπηρεσίας Πληροφοριών.

Η απάντηση ήταν: «όχι, δεν ξέρουμε πού είναι». «Δεν είναι δυνατόν να μην ξέρετε πού βρίσκεται! Γιατί δεν τον

συλλαμβάνετε; Δεν είναι παράνομος;» έλεγαν πάλι. «Όχι, είναι ελεύθερος να πει ό,τι θέλει» ήταν η αντίδραση της

αστυνομίας, «δεν υπάρχει νόμος που να απαγορεύει να λέει κάποιος το μέλλον».

Page 162: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

162 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

«Ακόμη και αν αυτά που λέει παρακινούν το πλήθος για επανάσταση;» ξαναρωτούσαν οι δημοσιογράφοι.

«Δεν υπάρχει νόμος που να το απαγορεύει, αλλά οι νόμοι υπάρχουν για να προστατεύουν την έννομη τάξη, την ευημερία και την ασφάλεια της χώρας».

«Άρα;» ξαναρωτούσαν οι δημοσιογράφοι. «Συνεπώς, πρέπει να συντάξουμε έναν νόμο που να απαγορεύει τον

Μαξ». «Μα δεν είναι ο Μαξ πράξη για να την απαγορεύσεις, είναι λόγια,

ιδεολογία, πεποίθηση. Δεν μπορείς να πεις απλά, απαγορεύεται να σκέφτεστε όπως ο Μαξ!» αντέκρουσε ο δημοσιογράφος.

Η μόνη άμεση λύση ήταν να κατέβει η σελίδα του από το διαδίκτυο, κάτι που κανείς όμως δεν αποτολμούσε να πράξει. Όλοι ήξεραν ότι ο Μαξ δεν ήταν τοπικό φαινόμενο μιας χώρας, αλλά είχε πάρει παγκόσμιες διαστάσεις και κλώνοι του ξεφύτρωναν κάθε λεπτό. Και να έκλεινε η σελίδα του Μαξ, ο Μαξ θα υπήρχε σε άλλες τόσες. Μια τέτοια κίνηση ήταν καταδικασμένη να αποτύχει. Αδιέξοδο.

Μια γυναίκα βγήκε στα ΜΜΕ ισχυριζόμενη ότι την είχε βιάσει μικρή ο Μαξ πολλάκις, αλλά κανείς δεν την πίστεψε. Ακόμη και οι πιο φιλοκυβερνητικοί δημοσιογράφοι χλεύασαν την είδηση εμφανίζοντάς τη μετά τα αθλητικά, ζώνη νεκρή τηλεοπτικά.

Το σύστημα, σύμφωνα με την άποψη πολιτικών αναλυτών, είχε χτυπηθεί εκ των βάθρων από το διαδίκτυο. Υπήρχε ρήγμα και καθόλου τσιμέντο για να το κλείσει κανείς.

«Ωραία…» ξαναέλεγαν οι δημοσιογράφοι. «Ο Μαξ είναι ιδεολογία, είναι κίνημα. Αλλά τι προτείνει; Συγκεκριμένα, με δύο λόγια, μπορείτε να μας πείτε;»

«Δεν ξέρουμε» απαντούσε μια παρέα φοιτητών που φορούσαν μπλουζάκια με τυπωμένη τη λέξη Μαξ. «Περιμένουμε να μας πει».

«Και γιατί δε σας λέει; Σας παρακινεί σε κάτι, τι είναι αυτό;» «Δεν ξέρουμε. Μας έδωσε ελπίδα, κύριε δημοσιογράφε. Μας έδωσε την

ελπίδα που μας έχετε πάρει, το μέλλον, για το οποίο μια ζωή φοβόμαστε, τώρα το διαβάζουμε σε ένα blog. Διαβάζουμε και ξέρουμε ότι δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα, ξέρουμε ότι ο Μαξ σκέφτεται όπως εμείς, και αυτό μας φθάνει».

«Μα είναι παράλογο αυτό!» ούρλιαξε ο δημοσιογράφος. «Σσσστ... ο Μαξ ξέρει» του απαντούσαν εκείνοι.

Page 163: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 163 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Μα είναι πρωτάκουστα όλα αυτά! Δεν ξέρετε τι πρεσβεύει ο Μαξ και εσείς τον θαυμάζετε λες και είναι ο Ιβανόης!»

«Μη μιλάτε έτσι, το πρώτο βήμα έγινε, η κυβέρνηση καταρρέει, ο Μαξ πολεμάει το σύστημα και εμείς τον ακολουθούμε» απαντούσαν εκείνοι με μια σιγουριά που δεν ανέβλυζε μέσα από καμία λογική σκέψη.

«Υπάρχει κάποιος λόγος που ο Μαξ δε βγάζει ένα μανιφέστο, μια οδηγία, κάτι, τέλος πάντων;» ρωτούσαν πάλι οι δημοσιογράφοι τους πνευματικούς ανθρώπους της χώρας.

«Δεν μπορώ να γνωρίζω» απαντούσε γνωστός συγγραφέας, «πιθανόν να μην προχωρεί σε τέτοια πολιτική πράξη, επειδή κάνει τέχνη και όχι πόλεμο οποιαδήποτε είδους».

«Τέχνη; Τι τέχνη;» απόρησε ο δημοσιογράφος. «Τέχνη, πώς το λένε; Αν ήταν βιβλίο ο Μαξ, δε θα ήταν διδακτικό, θα

ήταν μυθιστόρημα, θα ήταν όπως τόσα και τόσα βιβλία που οδεύουν στον δρόμο της τέχνης, έναν δρόμο σκέψης και όχι τη σκέψη αυτούσια. Αν ήταν ζωγραφιά ο Μαξ, θα ήταν υπερρεαλιστικός πίνακας ή ντανταϊστικός ή κάτι καινούργιο που δεν έχει ονομασία ακόμη. Με άλλα λόγια, η τέχνη δε χρειάζεται να αποδείξει τον εαυτό της ούτε να πείσει τον μελετητή της. Δείχνει το φως, δίχως να είναι απαραίτητο να κοιτάξει κάποιος προς τα εκεί. Φωτίζει, και πρέπει να φωτίζει κάτι καινούργιο, ένα μονοπάτι απάτητο. Από αυτήν την άποψη ο Μαξ είναι αποκαλυπτική τέχνη, αν και αδόκιμος ο όρος. Πάντως είναι τοις πάσι γνωστό ότι εκεί που αποτυγχάνει η ρητορική, η πολιτική και η βία, κερδίζει η τέχνη. Και η τέχνη, στην τελική είμαστε εμείς. Σίγουρα θα έχετε διαβάσει τη ρήση του Κάφκα: H λογοτεχνία είναι μια τσεκουριά στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας. Ε, κάτι τέτοιο όπως η λογοτεχνία, έτσι και ο Μαξ είναι τέχνη. Ο Μαξ είναι η τσεκουριά στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας, σας κάνει καλύτερα έτσι;»

«Οχι, δεν καταλαβαίνω. Πείτε μου όμως, θεωρείτε λοιπόν ότι κερδίζει ο Μαξ; αλλάζει κάτι με την παρουσία του;» ξαναρώτησε ο δημοσιογράφος μπλεγμένος από την αινιγματική απάντηση.

«Λογικό δεν είναι; Άν ο Μαξ είναι τέχνη, κέρδισε ήδη, αγαπητέ. Αν δείτε την ιστορία των εθνών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, η πολιτική, η ιδεολογία, οι άνθρωποι πεθαίνουν, οι κυβερνήσεις, τα κράτη χάνονται, η τέχνη όμως είναι αθάνατη και προπομπός της ίδιας της ανθρωπότητας στα μέλλοντα έτη. Δεν έχουμε πολλά να πούμε πάνω σ’ αυτό!»

«Ζήτω ο Μαξ, κάτω το χρήμα, ζήτω οι φρύνοι!»

Page 164: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

164 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Αφού δε βρέθηκε κάτι παθολογικό στον οργανισμό του πρωθυπουργού, τον έστειλαν στον ψυχίατρο. Κατάθλιψη και εσωστρέφεια, πιθανόν από κάποιο πολύ ισχυρό σοκ, ήταν η διάγνωση. «Ξέρετε τίποτα;» ρώτησαν τον στρατηγό, «δεν ξέρω τίποτα» απάντησε εκείνος. «Έτσι ξύπνησε, με απλανές βλέμμα και αμίλητος».

«Συστήνουμε ξεκούραση για την ώρα και μερικά χάπια που αμφίβολο είναι αν θα κάνουν κάτι».

«Τότε γιατί να τα πάρει;» ρώτησε η γυναίκα με το καροτί μαλλί. «Έτσι, γιατί ίσως…Έτσι δουλεύει η ιατρική». «Με το ίσως;» ξαναρώτησε εκείνη, αλλά ο γιατρός έμεινε σιωπηλός. Έβγαλαν τον πρωθυπουργό από την πίσω πόρτα απ’ όπου τον παρέλαβε ο σοφέρ με τη μερσεντές για να τον οδηγήσει στην εξοχική του κατοικία.

Ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου είχε φτάσει πλέον στο οβάλ γραφείο και με το ένα του χέρι χάιδευε την καρέκλα του πρώην πρωθυπουργού, έπειτα τα πράγματα εμπρός του. Σαν να συστηνόταν με την εξουσία. Τον αντιπρόεδρο της Βουλής τον γνώριζε καλά και επίσης του χρωστούσε χάρες. Ήταν ένας αδύναμος, οσφυοκάμπτης άνδρας που σίγουρα θα έκανε ό,τι θα τον συμβούλευε ο έμπειρος διευθυντής. Έπειτα θα έμπαινε πιο δυναμικά στην πολιτική και -ποιος ξέρει;- το πιθανότερο να ήταν εκείνος πρωθυπουργός μετά τις εκλογές.

«Ζήτω ο Μαξ!» ψιθύρισε και ένα χαμόγελο φανερώθηκε στο πρόσωπό του.

Πήρε από το γραφείο τις φωτογραφίες του πρωθυπουργού με την οικογένειά του και τις πέταξε σε ένα συρτάρι. Σηκώθηκε και πλησίασε τον τοίχο με τις πολλές φωτογραφίες και άρχισε να τις ξεκολλάει κι αυτές μεθοδικά ώσπου χτύπησε το τηλέφωνο. Είχε έρθει η ώρα να δώσει εξηγήσεις στους ξένους ηγέτες. Ταυτόχρονα, οι αρχηγοί της αστυνομίας, της πυροσβεστικής και της πολιτικής προστασίας έφτασαν στο γραφείο του για να συνεδριάσουν για την έκρυθμη κατάσταση στη χώρα. Σε μία ώρα θα συναντιόντουσαν εξάλλου με το υπουργικό ή μάλλον με το υφυπουργικό συμβούλιο, καθότι ελάχιστοι υπουργοί είχαν απομείνει ζωντανοί.

Μία ώρα αργότερα, η επίσημη ανακοίνωση από το γραφείο του πρωθυπουργού έπεσε σαν βόμβα. «Οδηγούμαστε σε εκλογές, ο πρωθυπουργός είναι ασθενής οπότε και υπέβαλε την παραίτησή του. Τα περισσότερα μέλη του υπουργικού συμβουλίου δε βρίσκονται πλέον εν ζωή. Δεν υπάρχουν επιλογές, σε έναν μήνα το πολύ θα προσφύγουμε στις κάλπες για νέα κυβέρνηση. Στο ενδιάμεσο θα σχηματιστεί υπηρεσιακή κυβέρνηση και

Page 165: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 165 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

καθήκοντα πρωθυπουργού για αυτό το μεσοδιάστημα θα αναλάβει ο αντιπρόεδρος της Βουλής. Επίσης, στις επόμενες εκλογές, υποψήφιος για τη θέση του πρωθυπουργού θα είναι ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου». Ένας έμπειρος άνδρας στη σωστή θέση την κατάληλη ώρα για την χώρα, ήταν η πολιτική υπογραφή του διευθυντή.

Η αντιπολίτευση αντέδρασε ακαριαία ανακοινώνοντας: «Επιτέλους, εκλογές! Να και μια σωστή απόφαση από την ηττημένη κυβέρνηση». Οι οικολόγοι εξέφρασαν ανησυχίες για την απόφαση αυτή εν μέσω κοινωνικής αναταραχής, αν και η μεγαλύτερή τους ανησυχία ήταν οι άμοιροι φρύνοι και βάτραχοι που έτρεχαν από εδώ και από εκεί. Το κομμουνιστικό κόμμα μίλησε για το δίκιο του εργάτη και διέψευσε ότι το όνομα Μαξ προερχόταν από το όνομα Μαρξ.

Το ραδιόφωνο πιπιλούσε και αναμασούσε τις ειδήσεις, οι πολίτες και οι δημοσιογράφοι ήταν ανάστατοι μεν αλλά κατά βάθος ευχαριστημένοι που ο Μαξ είχε καταφέρει τον σκοπό του. Αν ήταν δηλαδή αυτός ο σκοπός του, κανείς δεν ήξερε με σιγουριά αν αυτό πραγματικά ήθελε ο Μαξ ή αν αυτό ερμήνευσε ο κόσμος στα γραφόμενά του.

«Να δεις που στο τέλος θα μας πάρουν τα σπίτια» έλεγε μια γριά στον άνδρα της και εκείνος αναθεμάτιζε τις ανοησίες της, αλλά στο πρόσωπό του υπήρχε αμφιβολία. Εκείνη, καλού-κακού μάζεψε σε βαλίτσες τα πράγματά της, ξεκρέμασε το κλουβί του παπαγάλου και έριξε σεντόνια στα έπιπλα, έτοιμη να φύγει ανά πάσα στιγμή.

Η μερσεντές με τον πρωθυπουργό επέστρεφε από το νοσοκομείο στο

εξοχικό όταν χρειάστηκε να σταματήσει απότομα, επειδή ένας φρύνος έπεσε πάνω στο καπό. Η γυναίκα με το καροτί μαλλί τρόμαξε και ασυναίσθητα έπιασε το χέρι του πρωθυπουργού, από συνήθεια ίσως, γιατί κάποτε αυτό της χάριζε ασφάλεια. Εκείνος δε γύρισε καν να κοιτάξει, ούτε έσφιξε το χέρι της για να δείξει μια ανταπόκριση. Έμεινε με το κεφάλι κάτω, κλεισμένος στον εαυτό του, μακριά απ’ όλα και όλους. Εκείνη μαζεύτηκε και συνέχισε να κοιτάζει έξω. Στο μπροστινό κάθισμα, ο στρατηγός κουβέντιαζε χαμηλόφωνα με τον σοφέρ, γυρνώντας πού και πού το κεφάλι πίσω να δει τον πρωθυπουργό, από ενδιαφέρον. Σύντομα η μερσεντές πάρκαρε στο γκαράζ του εξοχικού και ο σοφέρ πήγε από την πίσω πόρτα στη μαγείρισσα να κουτσομπολέψει, ενώ οι υπόλοιποι χάθηκαν στα δωμάτια του σπιτιού. Από κάπου, ακούστηκαν οι φωνές των παιδιών, έπειτα σιωπή. Ο πρωθυπουργός πήγε στο σκοτεινό σαλόνι, άναψε την τηλεόραση και έχοντας τον ήχο στο

Page 166: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

166 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

βουβό, κοίταζε τις εικόνες, βυθισμένος ακόμη περισσότερο στον σιωπηλό του κόσμο. Δεν άκουγε, δε μίλαγε, παρά μόνο ανάσαινε βαριά σαν έκπτωτος βασιλιάς, με το χέρι στο κεφάλι. Η φιγούρα της γυναίκας του μπήκε εμπρός του, πήρε το τηλεκοντρόλ και αφού άλλαξε κανάλι, τον άφησε να βλέπει παιδικές ταινίες, και μετά πήγε στα παιδιά της με την απόφαση να τους διαβάσει παραμύθια όσο άντεχε.

Εκείνη την ημέρα, η νταντά πήρε το υπόλοιπο της άδειάς της και την ειδοποίηση να ψάξει για καινούργια εργασία. Όπως χαρακτηριστικά της είπε η γυναίκα με το καροτί μαλλί, «επέστρεψα σπίτι, οπότε δε θα σε χρειαστούμε άλλο, σε ευχαριστούμε για όσα έκανες για εμάς. Από σήμερα αλλάζουν όλα».

Ο στρατηγός συνόδεψε την νταντά μέχρι να βρει ταξί κι έπειτα επέστρεψε στο εξοχικό, όπου βάλθηκε να δοκιμάζει τους κεφτέδες που είχε φτιάξει η μαγείρισσα.

Ήρθε η νύχτα, μαζί με ένα σύννεφο που έμεινε στον ουρανό γεμάτο

υποσχέσεις για βροχή. Τα άστρα κουκούβισαν πάνω στο αφρώδες στρώμα και χουζούρεψαν για τα καλά μαζί με το φεγγάρι που ξεμύτιζε ανάμεσα στα σύννεφα να δει τι γίνεται στη γη που ο Μαξ είχε κάνει ανάστατους τους ανθρώπους.

Τρίτη. Κάποιες ώρες έμεναν πλέον μέχρι την τηλεοπτική αποκάλυψη

του Μαξ και από νωρίς, οι πρωινές εκπομπές είχαν σαν θέμα τις εξελίξεις των ημερών και φυσικά τον ίδιο τον Μαξ. Ο στρατηγός είχε μείνει στο εξοχικό εκείνη τη νύχτα αφού πρώτα είχε τηλεφωνήσει στη γυναίκα του για να την ενημερώσει ότι δε θα πάει σπίτι. Η γυναίκα με το καροτί μαλλί ξύπνησε τα παιδιά της ανακοινώνοντάς τους ότι τα περίμενε ένα γενναίο πρωινό και μια μεγάλη μέρα μαζί της. Τον πρωθυπουργό τον είχε πάρει ο ύπνος στο σαλόνι καθώς πάντα αμίλητος άκουγε τις συμβουλές του στρατηγού και της γυναίκας με το καροτί μαλλί να πάει να ξαπλώσει. Εκείνος όμως δεν απάντησε σε κανέναν, έκλεισε τα μάτια του και άπλωσε τα πόδια του πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού. Αποκοιμήθηκε με το τηλεκοντρόλ στα χέρια αφήνοντας την τηλεόραση να γουργουρίζει εμπρός του σαν γατί.

Ένα μικρό γρατζούνισμα στο τζάμι τον έκανε να πεταχτεί απότομα, οι χοντρές σταγόνες της βροχής χτυπούσαν το παράθυρο. Σηκώθηκε, κοίταξε τον

Page 167: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 167 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

κήπο, κοίταξε το χώμα που ανυπόμονα δεχόταν τις στάλες της βροχής, τα τριαντάφυλλα, τον μεγάλο φοίνικα να κινεί τα φυλλώματά του χορευτικά.

«Είσαι καλύτερα;» ακούστηκε η φωνή του στρατηγού πίσω του. Ο πρωθυπουργός στράφηκε, τον κοίταξε και επέστρεψε στην πολυθρόνα του. Έπιασε το τηλεκοντρόλ και άρχισε να παίζει με τα κανάλια. Ο στρατηγός έκατσε δίπλα του, η γυναίκα με το καροτί μαλλί εμφανίστηκε κρατώντας ένα ζεστό τσάι.

«Πιες!» παρότρυνε τον πρωθυπουργό. Εκείνος την κοίταξε, έπειτα έπιασε την κούπα και δοκίμασε μερικές γουλιές. «Ξέρεις, θέλω να σου μιλήσω» είπε διστακτικά η γυναίκα με το καροτί μαλλί και συνέχισε: «Τα τελευταία χρόνια, από τότε που έγινες πρωθυπουργός, τα πράγματα άλλαξαν μεταξύ μας. Θέλω να πω, μόνη σου έγνοια ήταν η δουλειά σου. Αποκτήσαμε λεφτά, μερσεντές, οδηγό, όλα τα καλά του Θεού. Θα μου πεις, πρωθυπουργός ήσουν, δε θα μπορούσες να μην τα έχεις όλα αυτά, αλλά ένιωσα ότι κι εγώ μέρος όλων αυτών ήμουν, σαν κάτι που πρέπει να έχει ένας πρωθυπουργός. Η καλή σύζυγος που ο κόσμος αναζητεί να στέκεται δίπλα σου, μια ακόμη πινελιά στη δημόσια εικόνα σου. Δούλευες συνέχεια, έκανες ταξίδια κι έλεγες δεξιά και αριστερά ότι έχεις μια μερσεντές και μια γυναίκα. Αυτό με πλήγωνε, δεν ήμουν για σένα η γυναίκα σου, η κοπέλα που γνώρισες στο κόμμα, η γυναίκα που αγαπούσες τέλος πάντων! Ήμουν το απαραίτητο στοιχείο μέσα στην εικόνα σου, στο προφίλ σου. Ένιωσα μόνη. Έπειτα ήρθαν τα παιδιά και η νταντά. Ένας πρωθυπουργός έχει μια νταντά. Μια γυναίκα πρωθυπουργού δεν κρατάει τα παιδιά, αλλά φροντίζει να είναι η μάνα όλης της χώρας. Στην αρχή ομολογώ ότι μου άρεσε ο νέος μου ρόλος, στη συνέχεια όμως, ειδικά όταν είδα τα παιδιά να απομακρύνονται από εσένα και εσύ να χώνεσαι όλο και πιο πολύ μέσα στις δουλειές σου, μπούχτισα, ένιωσα απόγνωση, μοναξιά. Τα ενδιαφέροντά μου άλλαξαν. Εκδηλώσεις, μόδα, ψώνια, γενικά ο,τι μπορούσε να με απασχολήσει. Μη νομίζεις, προσπάθησα να στα πω όλα αυτά αρκετές φορές, αλλά έπειτα σκεφτόμουν ότι στο κεφάλι σου είχες τόσα θέματα να επιλύσεις, εγώ ήμουν ασήμαντη εμπρός στα τόσα προβλήματα της χώρας. Ανταλλάξαμε την αθωότητα του πρώτου μας φιλιού με μια βιαστική επαγγελματική συνάντηση, σπαταλήσαμε τον χρόνο που θα έπρεπε να αφιερώνουμε στα παιδιά μας, αναλωθήκαμε σε έναν υλιστικό παράδοξο πόλεμο που ρίχνει βόμβες στα συναισθήματά μας. Κάποια πρωινά που δοκίμασα να σου μιλήσω, έβλεπα πάνω σου το άγχος της καθημερινότητας, του ανθρώπου που δεν πρέπει με τίποτα να αργήσει στα ραντεβού του. Αν σου έλεγα ότι σε αγαπώ, θα με πλήγωνες με την απάντηση-κλισέ θα τα πούμε το

Page 168: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

168 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

βράδυ. Ποιο βράδυ; Εκείνο που επιστρέφεις κουρασμένος με το τηλέφωνο στο χέρι, ή εκείνο που πέφτεις για ύπνο στο πολιτικό σου γραφείο αποτελειωμένος από την ένταση της ημέρας; Δε ζεις από το χρήμα εδώ και καιρό, ζεις για το χρήμα κι ό,τι απορρέει μέσα από αυτό. Εξουσία, μια νάιλον σακούλα που πνίγει το χαμόγελό μας, το κεφάλι μας και ό,τι είχαμε να δώσουμε ο ένας στον άλλον ως άνθρωποι».

Ο πρωθυπουργός ακούμπησε το τσάι στο τραπεζάκι και την κοίταξε στα μάτια, πάντα αμίλητος. Η γυναίκα με το καροτί μαλλί είχε βουρκώσει.

«Θέλω να ξέρεις ότι είμαι πολύ περήφανη που είσαι ο Μαξ!» Ο στρατηγός πετάχτηκε όρθιος. «Έχω αποφασίσει να διώξουμε και τον σοφέρ και τη μαγείρισσα.

Αποφάσισα, τώρα που πλέον δεν είσαι πρωθυπουργός, να γίνουμε μια οικογένεια πάλι, τι λες;» ρώτησε η γυναίκα του πρωθυπουργού και τον έπιασε από το μπράτσο.

Εκείνος άπλωσε το χέρι του και έπιασε το δικό της, την τράβηξε κοντά του και αυτή έκατσε πάνω στο μπράτσο της πολυθρόνας που έτριξε γλυκά. Στο πρόσωπο του πρωθυπουργού σχηματίστηκε ένα χαμόγελο κι εκείνη λάμποντας σαν το είδε, έριξε όλο το βάρος της πάνω του και τον αγκάλιασε.

«Τον σκότωσα τον άνθρωπο. Σκότωσα!» ψιθύρισε ο πρωθυπουργός πνιχτά. Δάκρυα κύλησαν στο μάγουλό του, έσφιξε τις γροθιές.

«Έλα, κανέναν δε σκότωσες, είσαι ταραγμένος ακόμη» τον καθησύχασε και πρόσθεσε «Να, δες...». Πήρε το τηλεκοντρόλ, έψαξε για το κανάλι που θα έβγαινε η δημοσιογράφος και δυνάμωσε την τηλεόραση.

«Τον σκότωσα…» είπε πάλι αυτός. «Οχ, μωρέ, σώπα τώρα!» Τελείωσε η διαφήμιση για το απορρυπαντικό που καθαρίζει τα πάντα,

έπεσαν οι τίτλοι της εκπομπής και αμέσως μετά φάνηκε η δημοσιογράφος, λαμπερή μέσα σε ένα μωβ φόρεμα που τόνιζε τη λευκή της επιδερμίδα. Δάγκωσε τα χείλια της και έκρυψε τη νευρικότητά της κάτω από ένα μεγάλο χαμόγελο.

«Κυρίες, Κύριοι! Είμαι εδώ όπως σας υποσχέθηκα, για να σας ανακοινώσω την αποκάλυψη του Μαξ όπως σας είχα πει στην προηγούμενη εκπομπή. Δε θα χρονοτριβήσω με ανούσιες εισαγωγές, αντίθετα θα σας πληροφορήσω ευθέως ότι πέντε λεπτά πριν αρχίσει η εκπομπή, ο Μαξ μού έστειλε το τελευταίο του κείμενο στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μου. Δυσκολεύτηκα να καταλάβω τα γραφόμενά του, αλλά τώρα που σας ομιλώ, νομίζω ότι κατανόησα. Και αυτή είναι η αποκάλυψη που όλοι περιμένουμε.

Page 169: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 169 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

»Επιπροσθέτως με ενημέρωσε ότι, σε ένα λεπτό από τώρα, θα ανεβάσει στο blog του ένα κείμενο που θα απευθύνεται στον κάθε πολίτη προσωπικά, και έπειτα θα εξαφανιστεί. Η σελίδα θα μείνει για μερικές ώρες στον αέρα και έπειτα θα εξαφανιστεί κι αυτή μαζί με τον Μαξ. Δεν θα τον ξανακούσουμε, δεν θα τον ξαναδούμε. Όπως γράφει, η αποστολή του τελείωσε. Ένιωσα μια πίκρα, αλλά καλύτερα να πω δυο λόγια πριν σας παρουσιάσω το τελευταίο του κείμενο και τις σκέψεις που έκανα προσπαθώντας να το κατανοήσω». Έσκυψε το κεφάλι μελαγχολικά, πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε: «Θέλω να ξεκινήσω από την αρχή, αν μου επιτρέπετε. Ο Μαξ ήρθε στη ζωή μας μέσα από το διαδίκτυο, μας παρουσίασε σκηνές από το μέλλον και κατά κάποιο τρόπο -που καλό θα ήταν να μην αναλύσω- έριξε την κυβέρνηση. Αυτό ήταν το μόνο του κατόρθωμα; Όχι! Ήταν πολύ παραπάνω. Μας ξύπνησε από έναν λήθαργο θα μπορούσα να πω περιληπτικά, αλλά και πάλι δεν είναι αρκετή αυτή η περιγραφή. Πηγαίναμε υπνοβατώντας προς την καταστροφή και εκείνος απλώς την κατέγραφε προτού συμβεί. Απλώς; Δεν ξέρω αν είναι απλώς. Μάλλον κάτι πολυσύνθετο και ακατανόητο είναι, όπως είναι και ο ίδιος ο Μαξ. Χρειάζεται να τον ερμηνεύσουμε, να τον καταλάβουμε και να δημιουργήσουμε τις δικές μας εικασίες για το ποιος είναι ο Μαξ. Πράγματι, όσο και να το προετοίμαζα, δε μου έφταναν οι λέξεις για να το περιγράψω. Καλύτερα να κάνετε τις δικές σας υποθέσεις. Μια τελευταία πρόταση μόνο: είναι τελικά ο Μαξ κάτι διαφορετικό από εμάς τους ίδιους; Αναρωτιέμαι…

»Αλλά ας μη σας κρατάω σε αγωνία, θα σας διαβάσω το κείμενο που μου έστειλε. Στο κείμενο δεν υπάρχουν πολλά λόγια. Ελάχιστα μπορώ να πω. Έγραφε: Σε λένε Ιζαμπέλα. Με προβλημάτισε. Είμαι η δημοσιογράφος. Γιατί με λέει Ιζαμπέλα; αναρωτήθηκα, αλλά ένιωθα μια οικειότητα στον ήχο της λέξης. Ιζαμπέλα. Ιζαμπέλα, ναι. Πιθανόν να είναι το όνομά μου!

»Κυρίες, Κύριοι, ζούμε στη χώρα του απόλυτου ελέγχου της ροής του χρήματος και κατ’ επέκταση των ίδιων των ανθρώπων καθότι, πώς να το κάνουμε, το χρήμα έχει καταντήσει να είμαστε εμείς. Χωρίς αυτό ζήσαμε στιγμές δυστυχίας. Άξιζε; Απαντώ πως όχι. Δεν μπορεί το χρήμα να φέρνει δυστυχία στους ανθρώπους. Δεν μπορεί η ανθρώπινη ζωή και η αξιοπρέπεια να γίνεται χρηματιστήριο, πόλεμος, διεκδίκηση. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η ανθρώπινη ζωή, η ευτυχία και το μέλλον μας απέχουν από το χρηματικό κέρδος οποιουδήποτε. Και τι είναι αυτό που μας κάνει να ξεχωρίζουμε από τα νούμερα; Το όνομα, η υπόσταση, η προσωπικότητα, η αίσθηση της αξιοπρέπειας, η συνείδηση. Δεν είμαι η δημοσιογράφος, είμαι η Ιζαμπέλα! Δεν είναι ο πρωθυπουργός, είναι ο Ερνέστο! Ιζαμπέλα είναι το όνομά μου και

Page 170: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

170 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

προκαλώ όλον τον κόσμο να μπει στο blog του Μαξ και να διαβάσει το δικό του όνομα. Απ’ ό,τι με ενημέρωσαν οι τεχνικοί του σταθμού, έχει φτιάξει ένα πρόγραμμα που δίνει το όνομα του καθενός που συνδέεται με τη σελίδα του. Το όνομα, αυτό που είχαμε χάσει όταν μετατράπηκε σε σκόνη το χρήμα. Ναι, κυρίες και κύριοι, μέσα στη μελαγχολία που πέσαμε όταν χάσαμε τα χρήματα, μας αφαιρέθηκε από τη μνήμη μας το πολυτιμότερο όλων: το όνομά μας, η ταυτότητά μας. Το ότι είμαστε άνθρωποι και πρέπει να ξεχωρίζουμε. Δεν είμαστε ιδιότητες, δεν είμαστε εκκαθαριστικές δηλώσεις και κάρτες κίνησης! Κουραφέξαλα! Είμαστε άνθρωποι με όνομα και επώνυμο!

»Και ναι, αυτή είναι εν κατακλείδι η εξήγησή μου. Χάσαμε το όραμα του μέλλοντος. Το ανταλλάξαμε με το λανθασμένο παρόν μας. Το μόνο που χρειάζεται πλέον, είναι μια απλή αλλαγή σκέψης: Να βρούμε το όραμα που έχουμε χάσει».

Η κάμερα ζούμαρε, έδειξε ολόκληρο το πρόσωπό της, να κλαίει αλλά και να χαμογελάει περήφανα. «Είμαι η Ιζαμπέλα! Είμαι η Ιζαμπέλα! Ζήτω ο Μαξ!» έλεγε και ξαναέλεγε και τα χείλια της γέμισαν όλες τις τηλεοράσεις της χώρας.

«Viva Max!» φώναξε ο σκηνοθέτης από το control room, «εγώ είμαι ο Ανδρέας!» φώναξε ένας κάμεραμαν και ακούστηκε μέσα από την τηλεόραση.

Σε μια άλλη άκρη της πόλης, ο αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών έκπληκτος από το όνομα που του έδωσε ο Μαξ μέσα από το blog του, χαμογέλασε ικανοποιημένος και ψέλλισε «Ζήτω ο Μαξ!». Ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου αναρωτήθηκε ανήσυχος αν θα συνέχιζε από εκείνη την ημέρα να είναι ο διευθυντής, τίτλος που του άρεσε περισσότερο από ένα απλό όνομα. Ο πρωθυπουργός στο σαλόνι του εξοχικού του σηκώθηκε όρθιος, η γυναίκα με το καροτί μαλλί σηκώθηκε όρθια, ο στρατηγός χαμογέλασε ευχαριστημένος, η δημοσιογράφος ακούμπησε κάτω το χαρτί της και φώναξε δυνατά: «Ζήτω ο Μαξ! Τώρα σειρά έχει να γίνουν σκόνη τα χρήματα όλου του κόσμου για να βρούμε ό,τι πολυτιμότερο χάσαμε».

«Μα τι λέει;» ακούστηκε ο πρωθυπουργός και η γυναίκα του τον έπιασε δυνατά από το μπράτσο φωνάζοντας «Ζήτω ο Μαξ!»

Ούρλιαξε ο στρατηγός «Ζήτω ο Μαξ!», μπήκε στο δωμάτιο ο σοφέρ «Ζήτω ο Μαξ!»

«Μα τι λέει;» φώναξε ξανά ο πρωθυπουργός και ξάφνου εμπρός από τη δημοσιογράφο, στο κέντρο του πλάνου της κάμερας, πετάχτηκε ένας μικρός πρασινόμαυρος φρύνος, πλησίασε το μικρόφωνο και κόαξε τόσο δυνατά που όλοι έπειτα από λίγο θα έπαιρναν όρκο ότι ακούστηκε η λέξη Μαξ.

Page 171: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 171 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

«Μα τι λέει;» ξαναφώναξε ο πρωθυπουργός ξαφνιασμένος. «Ζήτω ο Μαξ!» φώναξε η μαγείρισσα κουνώντας την κουτάλα της στον

αέρα. «Τελικά, ίσως όλοι να είμαστε ο Μαξ» του ψιθύρισε ο στρατηγός και

του έσφιξε φιλικά τα χέρια «Ε, Ερνέστο; Θα γίνουμε κι εμείς Μαξ, όπως εσύ!» «Μα ποιος είναι επιτέλους αυτός ο Μαξ;» ρώτησε η κόρη του

πρωθυπουργού που κατέβηκε τρέχοντας τις σκάλες να δει προς τι η φασαρία. Η κάμερα άνοιξε το πλάνο δείχνοντας ολόκληρο το στούντιο όπου ο

Τζόναθαν, η Κέιτ, ο Μπέιν, όλοι μαζί γιόρταζαν. «Δεν είμαι ο Μαξ» φώναξε ο πρωθυπουργός και η γυναίκα του, τον

αγκάλιασε σφιχτά. «Όχι, δεν είσαι ο Μαξ, είσαι ο Ερνέστο που είναι καλύτερος από τον

Μαξ, έτσι;» Εκείνος, σαν να το σκέφτηκε λίγο, χαμογέλασε και της απάντησε: «Ναι,

Καθρίν, είμαι καλύτερος από τον Μαξ».

Fin.

Page 172: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

172 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Επίμετρο Η αλήθεια είναι ότι από εκείνη την Τρίτη και έπειτα, ποτέ ξανά δεν

εμφανίστηκε ο Μαξ, ούτε αποκαλύφθηκε η ταυτότητά του. Ύστερα από χρόνια η ιστορία ξεχάστηκε, έγινε θρύλος και το μόνο που έμεινε ήταν κάποιες αόριστες απειλές που ενστερνίστηκαν οι μαμάδες για να λένε στα παιδιά τους, όπως: ο Μαξ είπε να τρως όλο το φαγητό σου για να μεγαλώσεις και τέτοια. Επιπλέον, ο Μαξ είπε, να μην πολεμούν για το χρήμα, να μην τσακώνονται γι’ αυτό και να μη στηρίζουν το όραμά τους στον πλουτισμό.

Ο Ερνέστο έμεινε στο εξοχικό του για να γράψει τα απομνημονεύματά του, εγκαταλείποντας την πολιτική. Παραιτήθηκε απ’ όλα και αφιέρωσε τον χρόνο του στην οικογένειά του, αλλά και στον κήπο του, όπου έβαλε ντομάτες, αγγούρια, φασόλια και πατάτες. Αντάλλαξε τη μερσεντές με ένα πανέμορφο καφετί άλογο, που το καβαλούσε όσο άντεχαν τα πόδια του. Το ονόμασε Μαξ. Η μαγείρισσα αρνήθηκε να φύγει από την οικία του Ερνέστου αποφασίζοντας να εργάζεται αμισθί, γιατί τους θεωρούσε οικογένειά της. «Να πάει στο διάολο το δάνειο» είπε. «Τι με νοιάζει; Τώρα έχω σπίτι και ανθρώπους να με αγαπάνε». Ο διευθυντής έχασε τις εκλογές και η δημοσιογράφος Ιζαμπέλα, αποφάσισε να πάει να ζήσει στο Αμπού Ντάμπι όπου και αφοσιώθηκε στον ακτιβισμό και την προστασία μιας σπάνιας οικογένειας φρύνων. Ο στρατηγός μαζί με τη γυναίκα του, επέστρεψαν στις σπηλιές και κανείς ποτέ δεν άκουσε ξανά γι’ αυτούς.

Η χώρα, απέκτησε ξανά χρήματα μετά από καιρό, αλλά ελάχιστοι πλέον έδωσαν σημασία. Οι επιστήμονες βρήκαν την αιτία της εξαφάνισης, αλλά και πάλι κανείς δε διάβασε το πόρισμά τους.

«Ο Μαξ είπε, να μου δώσεις όσα χρειάζομαι» είπε η γιαγιά στον υπάλληλο στον γκισέ της τράπεζας «και τα άλλα, μοίρασέ τα σε όποιον έχει ανάγκη».

Page 173: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 173 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Ευχαριστίες Στον Γιώργο Θεοχάρη, για την πολύτιμη συμβολή του.

Page 174: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

174 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

Page 175: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

Who the hell is Max? 175 _______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Η ιδέα για τις Εκδόσεις Σαΐτα ξεπήδησε τον Ιούλιο του 2012 με πρωταρχικό σκοπό τη δημιουργία ενός χώρου όπου τα έργα συγγραφέων θα συνομιλούν άμεσα, δωρεάν και ελεύθερα με το αναγνωστικό κοινό. Μακριά από το κέρδος, την εκμετάλλευση και την εμπορευματοποίηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι Εκδόσεις Σαΐτα επιδιώκουν να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις Εκδότη-Συγγραφέα-Αναγνώστη, καλλιεργώντας τον πραγματικό διάλογο, την αλληλεπίδραση και την ουσιαστική επικοινωνία του έργου με τον αναγνώστη δίχως προϋποθέσεις και περιορισμούς.

Ο ισχυρός άνεμος της αγάπης για το βιβλίο, το γλυκό αεράκι της δημιουργικότητας,

ο ζέφυρος της καινοτομίας, ο σιρόκος της φαντασίας, ο λεβάντες της επιμονής, ο γραίγος του οράματος,

καθοδηγούν τη σαΐτα των Εκδόσεών μας.

Σας καλούμε λοιπόν να αφήσετε τα βιβλία να πετάξουν ελεύθερα!

Page 176: Who the hell is Max? 1...αργότερα, το ebook «Η σιωπή της πόλης». Κείμενά του έχουν αναρτηθεί σε ιστοσελίδες και περιοδικά

176 Νίκος Καρακάσης _____________________________________________________________________________________________________________________________________________ __________________________________________________________________

ISBN: 978-618-5040-56-7