Transcript
Page 1: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΟΔΗΓΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ-ΔΡΑΣΗ 5/320Γ

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ

Page 2: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ

Page 3: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Διαχρονικά προβλήματα στον αγροτικό τομέα της χώρας μας, όπως ο πολυτεμαχισμένος και μικρός

κλήρος, η μη ανταγωνιστική και χαμηλή τιμή των προϊόντων στο χωράφι σε σχέση με αυτές άλλων χωρών,

η μη παραγωγή ποιοτικών και πιστοποιημένων προϊόντων, ο αργός ρυθμός εκσυγχρονισμού των μεθόδων

καλλιέργειας κ.α., όπως επίσης το ενδιαφέρον των ανθρώπων να εντάξουν στην διατροφή τους προϊόντα

υγιεινά και απολύτως φυσικά που είχαν εξαφανιστεί ή δεν ήταν γνωστή η δράση και αξία τους,

δημιούργησαν μια τάση εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων με σκοπό την παραγωγή εναλλακτικών

προϊόντων.

Ειδικά στην εποχή που ζούμε με την επιστροφή του εργατικού και επιχειρηματικού δυναμικού της

χώρας στον πρωτογενή τομέα, και δεδομένου ότι η ζήτηση τέτοιων προϊόντων είναι πολύ αυξημένη,

δικαιολογείται πλήρως ο χαρακτηρισμός τους ως εναλλακτικών. Σπουδαίο ρόλο για την χώρα μας παίζουν

οι εξαιρετικές εδαφοκλιματικές συνθήκες και η πλούσια φυσική χλωρίδα που αποτελεί σύμμαχο για μια

τέτοια απασχόληση. Οι εναλλακτικές καλλιέργειες συμπεριλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα φυτών τα οποία είτε

καλλιεργούνταν παλαιότερα, είτε έχουν εισαχθεί πρόσφατα από άλλες περιοχές του πλανήτη. Η επαναφορά

και εισαγωγή νέων καλλιεργειών σημαίνει ικανότητα εκ μέρους του παραγωγού στην καλλιέργεια και

οργάνωση της εκμετάλλευσής του.

Κύρια εγγενής αδυναμία της καλλιέργειας νέων, καινοτόμων καλλιεργειών αποτελεί το κενό

τεχνογνωσίας για τη διαχείρισή τους από το χωράφι μέχρι το τραπέζι του καταναλωτή.

Εδώ θα σας παρουσιάσουμε γενικά στοιχεία από διάφορες εναλλακτικού τύπου καλλιέργειες όπως

είναι η Ροδία, η δαμασκινία, η μικροί καρποί-φρούτα του δάσους, τα αρωματικά φυτά, η στέβια και τα

μανιτάρια.

ΡΟΔΙΑ

Page 4: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η ροδιά θεωρείται το παλαιότερο

καλλιεργούμενο καρποφόρο δέντρο, η καταγωγή

του είναι από την Περσία και η καλλιέργεια του

εμφανίζεται στην Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια.

Παρόλα αυτά η συστηματική καλλιέργεια της

ροδιάς στην Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλά

επίπεδα, αλλά τα τελευταία χρόνια πολλοί παραγωγοί έχουν προβεί σε νέες φυτεύσεις δέντρων ροδιάς

κυρίως της ποικιλίας wonderful.

Η καλλιέργεια της γίνεται κυρίως σε εύκρατες περιοχές, τόσο σε χαμηλό όσο και σε υψηλό

υψόμετρο ενώ η δυνατότητα επέκτασης της καλλιέργειας σε ξηρές περιοχές με εδάφη υψηλής αλατότητας ,

είναι πολύ μεγάλη καθώς δεν απαιτεί ιδιαίτερες εδαφικές συνθήκες. Τα πολύ υγρά εδάφη θεωρούνται

ακατάλληλα. Η ροδιά είναι σχετικά ανθεκτική στο ψύχος αλλά πρέπει να αποφεύγεται η φύτευση σε

παγόπληκτες περιοχές καθώς δεν ανέχεται θερμοκρασίες μικρότερες των -10ο C. Η υψηλή θερμοκρασία

του καλοκαιριού από την άλλη ευνοεί την ωρίμανση των καρπών.

Η φύτευση γίνεται από Νοέμβριο έως Μάρτιο σε καλά και κατάλληλα προετοιμασμένα χωράφια. Οι

αποστάσεις φύτευσης των δέντρων σε συστηματικούς οπωρώνες είναι 4-5 μέτρα μεταξύ των γραμμών και

3-4 μέτρα πάνω στην γραμμή φύτευσης ( περίπου 50-80 φυτά/στρέμμα ). Το κόστος ανεπτυγμένων διετών

φυτών ανέρχεται περίπου σε 7-10 ευρώ ανα φυτό.

Page 5: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Το πότισμα, ιδιαίτερα το καλοκαίρι είναι αναγκαίο γιατί διατηρεί σταθερή την παραγωγικότητα των

δέντρων και συμβάλει στην παραγωγή καρπών ανωτέρας ποιότητας.

Η Ροδία διαμορφώνεται συνήθως σε δέντρο με ένα η πολλούς κορμούς. Επειδή σχηματίζει πολλές

παραφυάδες, το κλάδεμα καρποφορίας θα πρέπει να συνιστάται σε αφαίρεση των παραφυάδων και των

κλαδιών της κόμης για να ενθαρρυνθεί η παραγωγή νέας καρποφόρας βλάστησης.

Η πλήρης ωρίμανση των καρπών γίνεται το φθινόπωρο. Τα ρόδια είναι ώριμα, όταν ο φλοιός τους

αποκτήσει το χαρακτηριστικό χρώμα της ποικιλίας κατά την ωρίμανση, αλλά πριν ακόμα οι καρποί

σχιστούν.

Η παραγωγή της ροδιάς το τρίτο έτος από την εγκατάσταση στον αγρό (περίπου 100 κιλά/ στρέμμα

), ενώ η μέγιστη παραγωγή εμφανίζεται γύρω στα 8-10 έτη ( περίπου 2000 κιλά ανά στρέμμα ). Η

παραγωγική ζωή της ροδιάς διαρκεί περίπου 40-50 χρόνια.

Το σημαντικότερο πρόβλημα της καλλιέργειας της ροδιάς είναι το σχίσιμο των καρπών. Το

φυσιολογικό αυτό φαινόμενο έχει πολλαπλά αίτια όπως είναι η μεγάλη διακύμανση μεταξύ ημερήσιας και

νυχτερινής θερμοκρασίας, την διακύμανση της εδαφικής υγρασίας, την καθυστερημένη συγκομιδή , τις

προσβολές από έντομα και ασθένειες καθώς και την έλλειψη βορίου σε νεαρούς καρπούς. Η σωστή

άρδευση των δέντρων κατά την διάρκεια του καλοκαιριού σε συνδυασμό τη σκίαση των καρπών και με

ψεκασμό με αντιδιαπνευστικές ουσίες μειώνει το φαινόμενο της σχισμής των καρπων.

Εκτός από την κατανάλωση των καρπών τα τελευταία χρόνια προωθούνται στη αγορά ολοένα και

περισσότερα επώνυμα προϊόντα που περιέχουν ρόδι. Η ποικιλία των προϊόντων αυτών δεν περιορίζεται

μόνο σε προϊόντα διατροφής (χυμοί, ποτά, αναψυκτικά κτλ. ) αλλά περιλαμβάνει και καλλυντικά και

συμπληρώματα διατροφής.

Η εμπορική αξία του καρπού επηρεάζεται κατά κύριο λόγο από το μέγεθος του. Έτσι τα μεγαλύτερα

σε μέγεθος ρόδια ( >400 γρ.) πωλούνται ακριβότερα , ενώ τα πολύ μικρά μεγέθους έχουν ελάχιστη

Page 6: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

εμπορική αξία. Επίσης, ο καρπός πρέπει να έχει και έντονο κόκκινο χρώμα και καλά διαμορφωμένο στέμμα

για να έχει αυξημένη εμπορική αξία.

Σήμερα στην περιοχή της Ερμιόνης, όπου η ροδιά αποτελεί παραδοσιακή καλλιέργεια, παράγεται ο

κύριος όγκος ροδιών στην Ελλάδα. Τέλος η ελληνική αγορά εισάγει μεγάλες ποσότητες ροδίων ( κυρίως

από την Τουρκία, το Ιράν, την Ινδία, την Αίγυπτο και το Ισραήλ ) προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες της.

Σύμφωνα με τα στοιχεία από τις Διευθύνσεις Αγροτικης Οικονομίας και κτηνιατρικής της χώρας

παράγονται συνολικά περίπου 2500 τόνοι ρόδια.

Page 7: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΔΑΜΑΣΚΗΝΙΑ

Η δαμασκηνιά καλλιεργείται ευρέως σε όλη

την υφήλιο. Ανήκει στην οικογένεια Rosaceae, στο

γένος Prunus,που περιλαμβάνει είδη από Ασία,

Ευρώπη και Αμερική. Τα είδη με δενδροκομική

σημασία είναι τα εξής: P. domestica, P. salicina, P.

cerasifera, P. insititia, P. spinosa, P. alleghaniesa, P.

americana κ.α.

Η δαμασκηνιά μπορεί να ευδοκιμήσει επί

διαφόρων τύπων εδαφών, αλλά αποδίδει καλύτερα σε βαθιά, ελαφρά, ασβεστώδη και μέσης σύστασης

εδάφη, που αποστραγγίζονται καλά. Ανέχεται βαρύτερα εδάφη από τα πιο πολλά πυρηνόκαρπα, εκτός αν

έχει ως υποκείμενο τη ροδακινιά.

Θεωρείται ευαίσθητη στους ισχυρούς ανέμους και γι’ αυτό θα πρέπει να αποφεύγονται οι περιοχές

εκείνες που είναι εκτεθειμένες σε διαρκείς και σφοδρούς ανέμους.

Η δαμασκηνιά προσαρμόζεται εύκολα και ευδοκιμεί ικανοποιητικά σε ευρεία ποικιλία κλιματικών

και εδαφικών συνθηκών.

Η ψηλή ατμοσφαιρική υγρασία και οι πολλές βροχοπτώσεις κατά την περίοδο της ανθοφορίας της

δαμασκηνιάς την άνοιξη, αποτελούν δυσμενείς παράγοντες για τη καλλιέργειά της, γιατί ευνοούν την

ανάπτυξη της μονίλιας. Συνεπώς περιοχές με πολύ υγρή άνοιξη θεωρούνται ακατάλληλες για την

καλλιέργεια της δαμασκηνιάς και πρέπει να αποφεύγονται.

Page 8: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η δαμασκηνιά πολλαπλασιάζεται με ενοφθαλμισμό με όρθιος Τ πάνω σε υποκείμενα σπορόφυτα (

μυροβαλάνου, ροδακινιάς, βερικοκιάς και αμυγδαλιάς) ή κλώνους ηλικίας 1 έως 2 χρόνων. Ο

ενοφθαλμισμός μπορεί να γίνει την άνοιξη, το καλοκαίρι (μέσα Ιουλίου) και το φθινόπωρο (αρχές

Σεπτεμβρίου).

Ο ενοφθαλμισμός την άνοιξη γίνεται μόλις αρχίσει να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του

υποκειμένου με κοιμώμενο οφθαλμό από εμβολιοφόρους βλαστούς, που κόπηκαν έγκαιρα και

διατηρήθηκαν κατάλληλα συσκευασμένοι σε θερμοκρασία 30 έως 40 C. Σαν πιο κατάλληλη όμως εποχή

θεωρείται το καλοκαίρι και το φθινόπωρο με ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, περίοδοι, που εξασφαλίζουν

και τα κατάλληλα εμβόλια. Σο παραγόμενο δενδρύλλιο συνήθως διατίθεται ως μονοετές την επόμενη

χρονιά, τέλη φθινοπώρου, ή ως διετές τη μεθεπόμενη χρονιά κατά τη ν ίδια περίοδο.

Τα κλωνικά υποκείμενα πολλαπλασιάζονται σχετικά εύκολα με ξυλοποιημένα χειμερινά

μοσχεύματα, με φυλλοφόρα μοσχεύματα και με την τεχνική in vitro.

Υποκείμενα σπορόφυτα: Τα υποκείμενα αυτά παράγονται από σπόρο. Συνήθως χρησιμοποιούνται

σπόροι μυροβολάνου (P. cerasifera), δαμασκηνιάς, κορομηλιάς και ροδακινιάς (Levell, Nemaquard, Elberta,

κ.α.) και ελάχιστες φορές βερικοκιάς και αμυγδαλιάς. Τα σπορόφυτα ροδακινιάς, βερικοκιάς και

αμυγδαλιάς δε συνηθίζονται πια και δε συνιστώνται εκτός από ειδικές περιπτώσεις.

Η εμπειρική λίπανση κατά στρέμμα είναι της τάξης 10-15 μονάδες για το άζωτο (σαν θειϊκή

αμμωνία 50-75 χιλιογρ. λιπάσματος, 5-10 μονάδες για το φώσφορο (σαν υπεροφωσφορικό 25-50 χιλιογρ.

λιπάσματος) και 15-20 μονάδες για το κάλι (σαν θεϊκό κάλι 30-40 χιλιογρ. λιπάσματος) και κάθε δυο χρόνια

για το φώσφορο και το κάλι, όταν τα εδαφικά αποθέματα είναι ανεπαρκή. Η προσθήκη των λιπαντικών

στοιχείων συνίσταται να γίνεται χρονικά.

Η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται από το Νοέμβρη, μόλις συμπληρωθεί η φυλλόπτωση, μέχρι τις

αρχές της άνοιξης, προτού εκπτυχθούν οι οφθαλμοί και πάντοτε με ευνοϊκές εδαφοκλιματικές συνθήκες.

Page 9: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η απόσταση φύτευσης εξαρτάται από τη ζωηρότητα της ποικιλίας και του υποκειμένου, και τη

γονιμότητα του εδάφους. Συνήθως κυμαίνονται από 6 έως 7 μέτρα για τα ελεύθερα σχήματα μόρφωσης και

3 έως 4 μέτρα για τα γραμμοειδή σχήματα μόρφωσης. Τελευταία άρχισαν να διαδίδονται τα συστήματα

πυκνής φύτευσης (100 έως 200 δένδρα ανά στρέμμα) με τη διάδοση και χρησιμοποίηση του υποκειμένου

Pixy.

Τα επικρατέστερα σχήματα μόρφωσης είναι το κυπελλοειδές και η αμφίπλευρη παλμέττα. Η πιο

ιδεώδης μέθοδος είναι το αρκετά αυστηρό κλάδεμα για να εκπτυχθεί νέα βλάστηση και να αφαιρεθεί μερικό

καρποφόρο ξύλο. Με αυτό τον τρόπο η παραγωγή θα μειωθεί σε βαθμό που συντελέσει στην απόκτηση

καρπών ικανοποιητικού μεγέθους και στη διατήρηση της ζωηρότητας του δένδρου.

Δε θα πρέπει η αυστηρότητα του κλαδέματος να υπερβαίνει κάποιο όριο πέρα από το οποίο θα έχει

αρνητική επίδραση στην παραγωγή.

Το αυστηρό κλάδεμα συνίσταται σε ολοκληρωτική αφαίρεση των λαιμάργων, σε σχετικά αυστηρό

αραίωμα των κλάδων και του καρποφόρου ξύλου σε όλη την κόμη του δένδρου (στους κλάδους προς την

κορυφή της κόμης αφήνονται μόνον ένας ή δυο βλαστοί κατά κλάδο, που συντέμνονται σε κάποια πλάγια

βλάστηση) και σε αυστηρή επιβράχυνση της αδύνατης βλάστησης.

Η παραγωγή θεωρείται πολύ ικανοποιητική όταν καρποδέσει το 15-20% των ανθέων. Αυτό

επισυμβαίνει μόνον όταν εξασφαλιστούν οι κατάλληλοι επικονιαστές και ο παράγοντας μέλισσα.

Γενικά ενδείκνυται, για την εξασφάλιση ικανοποιητικής παραγωγής, η συγκαλλιέργεια δυο

τουλάχιστον ποικιλιών συνανθουσών του ίδιου είδους.

Η συγκομιδή των καρπών που προορίζονται για νωπή κατανάλωση γίνεται με το χέρι, ενώ όταν

πρόκειται για αποξήρανση συγκομίζονται με δονητές.

Συνήθως η συλλογή διενεργείται σε 2 έως 4 χέρια, κατά προτίμηση τις πρωινές ώρες και με μεγάλη

προσοχή , ώστε να διατηρηθεί ο ποδίσκος του καρπού και το λεπτό χνούδι που τον καλύπτει.

Page 10: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η δαμασκηνιά εισέρχεται σε αξιόλογη καρποφορία από τον 3ο-5ο χρόνο της ηλικίας της. Η

παραγωγική ζωή της υπολογίζεται σε 30-40 χρονιά.

• Μέση απόδοση καρπών: 2,5-3 τόνους/ στρέμμα (σε πλήρη παραγωγή)

• Περίοδος συγκομιδής: Ιούλιος-Σεπτέμβριος (ανάλογα με την ποικιλία και την περιοχή).

Στην Ελλάδα καλλιεργείται, κυρίως, η ποικιλία Σκοπελίτικη και τα δαμάσκηνα που παράγονται

προορίζονται για ξήρανση.

Οι κύριες περιοχές καλλιέργειας είναι η Θεσσαλία, το νησί Σκόπελος , η Στερεά Ελλάδα , η

Μακεδονία και η Θράκη.

Η δαμασκηνιά καλλιεργείται για τους καρπούς της, που τρώγονται νωποί ή αποξηραμένοι.

Τα ξηρά δαμάσκηνα προσφέρουν βιταμίνες και μέταλλα που είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία

και τον μεταβολισμό. Αποτελούν πλούσια πηγή αντιοξειδωτικών βιταμινών όπως η βιταμίνη Α που βοηθά

στην όραση και στην υγεία του δέρματος και η βιταμίνη C που είναι απαραίτητη για την ανάπλαση των

ιστών. Περιέχουν, επίσης, σημαντικές ποσότητες μετάλλων και ιχνοστοιχείων δηλαδή σίδηρο, χαλκό, κάλιο

και σελήνιο.

Page 11: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΜΥΡΤΙΛΟ (BLUEBERRIES)

Η ιστορία του φυτού ξεκινά πριν από

πολλά χρόνια στη μακρινή Σιβηρία. Κατά τη

διάρκεια εκατοντάδων χρόνων οι άνθρωποι

απολάμβαναν τη γεύση, το χρώμα και το

άρωμα των μπλε καρπών χωρίς να γνωρίζουν

για τις ευεργετικές τους ιδιότητες. Η φυσική

κατάσταση και το όριο ηλικίας αυτών των ανθρώπων προσέλκυσε το ενδιαφέρον των επιστημόνων και έτσι

ξεκίνησαν οι πρώτες έρευνες για τα θρεπτικά συστατικά και τις πολυποίκιλες ιδιότητές του. Σα

αποτελέσματα που λήφθησαν το 1998 μετά από έρευνες πάνω στους καρπούς του μύρτιλου στο Ιατρικό

κέντρο της Βοστώνης στις ΗΠΑ, ξεπέρασαν κάθε προσδοκία και σήμερα διαφημίζονται ως πηγή αιώνιας

νιότης.

Το φυτό χαρακτηρίζεται ως υψηλός θάμνος και το ύψος του κυμαίνεται μεταξύ 1,5-2 μέτρα.

Αναπτύσσεται καλά σε περιοχές με υγρασία και ήλιο και απαιτεί χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη

διάρκεια του χειμώνα. (800 ώρες χαμηλών θερμοκρασιών κάτω των 7ο ).

Τα ιδανικά εδάφη για το μύρτιλο είναι ελαφρά αμμώδη ή χαλικώδη και χαρακτηρίζονται από υψηλή

περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και χαμηλό pΗ (4,8-5,2). Σο έδαφος πρέπει να στραγγίζει καλά.

Μερικά είδη εδαφών, λόγω του ότι το pΗ τους είναι σχετικά υψηλό, απαιτούν μία διαδικασία

όξυνσης και μείωσης του pΗ τους πριν από το φύτεμα των δενδρυλλίων. Η καλλιέργεια του μύρτιλου

απαιτεί την καλή κατεργασία του εδάφους πριν από το φύτευση και την εγκατάσταση της καλλιέργειας.

Page 12: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Προτιμά περιοχές με μεγάλη ηλιοφάνεια, αλλά μπορεί να ανεχθεί και τη μερική σκίαση. Από τον

Μάρτιο μέχρι και τον Οκτώβριο είναι απαραίτητη η ηλιοφάνεια για τα φύλλα, όχι όμως και για τη ρίζα. Για

το λόγο αυτό ακολουθείται η εξής τεχνική: ρίχνουν αρκετό νερό και μονώνουν τις ρίζες με πριονίδι από

καθαρό ξύλο για να μην αφήνει τη ζέστη να περάσει.

Το μύρτιλο φύεται σε μία μεγάλη ποικιλία κλίματος. Το φυτό αυτό είναι ανθεκτικό πολύ στο ψύχος,

μπορεί να επιζήσει σε θερμοκρασίες -28ο C ή και χαμηλότερες ακόμη.

Το κλίμα της Ελλάδας είναι κατάλληλο για την καλλιέργεια του μύρτιλου. Προσοχή χρειάζεται μόνο

στην επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας που πρέπει να καλλιεργηθεί. Στη Βόρεια Ελλάδα μπορούν να

καλλιεργηθούν ποικιλίες που απαιτούν μεγαλύτερα ποσά χειμερινού ψύχους για να αρθεί ο λήθαργος των

οφθαλμών τους, ενώ στη Νότια Ελλάδα ποικιλίες που απαιτούν μικρότερα ποσά χειμερινού ψύχους.

Ποικιλίες με μεγάλες απαιτήσεις σε ψύχος : Berkley, Blueray, Bluetta, Collins, Coville, Darrow,

Jersey, Lateblue

Ποικιλίες με μικρές απαιτήσεις σε χαμηλές θερμοκρασίες : Aliceblue, Beckyblue, Briteblue,

Centurion, Climax, Delite, Flodablue, Poewrblue, Premier, Sharpblue, Southland, Tifblue, Woodard

Για να επιλέξει κανείς ποια ποικιλία θα εγκαταστήσει, πρέπει να λάβει υπόψη του πολλούς

παράγοντες, μεταξύ αυτών ο σημαντικότερος είναι η προσαρμοστικότητα της ποικιλίας στις ιδιότητες του

εδάφους και στο κλίμα της περιοχής.

Ο πολλαπλασιασμός γίνεται αγενώς με μοσχεύματα σκληρού ξύλου, μοσχεύματα μαλακού ξύλου ή

ιστοκαλλιέργεια.

Μοσχεύματα σκληρού ξύλου: Είναι βλαστοί παρελθόντος έτους μήκους 10-15 εκ. Φυτεύονται σε

ειδικές κατασκευές (λεκάνες) γεμάτες με μίγμα που αποτελείται 50% από άμμο και 50% από όξινη τύρφη.

Σα μοσχεύματα τοποθετούνται κατακόρυφα και δεν χρησιμοποιούνται ορμόνες ριζοβολίας. Η φύτευση

γίνεται στα μέσα Απριλίου. τα μέσα Μαΐου αρχίζει η βλάστηση και η ριζοβολία παρατηρείται αργότερα,

Page 13: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Ιούνιο. Απαιτούν συνεχή άρδευση. Σα ριζοβολημένα μοσχεύματα είναι έτοιμα για μεταφύτευση την

επόμενη άνοιξη.

Μοσχεύματα μαλακού ξύλου: Σα φυλλοφόρα μοσχεύματα, μήκους 10εκ. με 2-3 φύλλα, κόβονται

όταν σταματήσει το πρώτο κύμα βλάστησης. Σο μίγμα ριζοβολίας που χρησιμοποιείται στην υδρονέφωση

είναι 50% περλίτης και 50% όξινη τύρφη. Συνήθως η χρήση ορμόνης ριζοβολίας αυξάνει το ποσοστό

ριζοβολίας. Η ριζοβολία επιτυγχάνεται μετά από 4-6 εβδομάδες και κατόπιν τα φυτά μεταφυτεύονται σε

γλαστράκια.

Ο πολλαπλασιασμός με καλλιέργεια κορυφών υπό ασηπτικές συνθήκες έχει επιτευχθεί τελευταία και

χρησιμοποιείται ήδη στην πράξη. Οι βλαστοί, υπό ασηπτικές συνθήκες, εμβαπτίζονται σε ορμόνη

ριζοβολίας, ριζοβολούν στη συνέχεια σε υδρονέφωση και έτσι παράγονται πολλά φυτά αγενώς.

Εάν το έδαφος δεν είναι αρκούντος όξινο τότε πριν τη φύτευση προστίθεται στο έδαφος θειάφι 0,36-

1,09 κιλά ανά τετραγωνικό μέτρο, ανάλογα με τη σύσταση του εδάφους, αν είναι αμμώδες ή πηλώδες

αντίστοιχα. Σε εδάφη με pΗ υψηλότερο από 5,2 πρέπει να προστίθεται sequestren Fe (30-40 γραμμάριο ανά

φυτό).

Για τις ανάγκες της φυτείας συνίσταται κάθε χρόνο να προστίθεται 60 κιλά ανά στρέμμα σύνθετο

λίπασμα 10-10-10.

Η φύτευση του μύρτιλου γίνεται κατά προτίμηση στα τέλη του χειμώνα- άνοιξη. Σε περιοχές όμως

της κεντρικής, νότιας και νησιωτικής Ελλάδος μπορεί να φυτευτεί την περίοδο Οκτωβρίου-Μαρτίου.

Οι αποστάσεις φυτεύσεως ποικίλλουν από 2,0 Χ 3 m μεταξύ των γραμμών και 1,2-1,5 επί της

γραμμής, ανάλογα με τη ζωηρότητα της ποικιλίας και τις εδαφικές συνθήκες.

Τα πρώτα τέσσερα χρόνια μετά το φύτεμα γίνεται ένα ελαφρό κλάδεμα που συνίσταται κυρίως στο

«άνοιγμα» του φυτού.

Page 14: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Το κλάδεμα που εφαρμόζεται κάθε χρόνο είναι μέτριο, ούτε αυστηρό ούτε ελαφρύ, και έχει ως

σκοπό την παραγωγή ικανοποιητικού αριθμού ζωηρών βλαστών, διότι έτσι επιτυγχάνεται καλό μέγεθος

καρπών. Αυστηρό κλάδεμα έχει ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό πολλών μικρών καρπών.

Η καλλιέργεια προσβάλλεται από μήκυτες (μονίλια, καρκίνο των βλαστών, βοτρύτις κα), από

έντομα (σκουλήκι των μυρτιδίων, σκουλήκι των κερασιών, σκαραβαίος των δαμασκήνων κα) και από

πολλές ιώσεις.

Για την καταπολέμηση των εχθρών και ασθενειών πρέπει να εφαρμόζεται πρόγραμμα ψεκασμών.

Επίσης τα πουλιά συχνά προξενούν τεράστιες ζημιές.

Για μια ικανοποιητική καρποφορία πρέπει να επιτευχθεί καρπόδευση της τάξης του 80%. Παρόλο

που τα φυτά είναι αυτογόνιμα, η σταυρεπικονίαση( με έντομα και μέλισσες) βελτιώνει το μέγεθος των

καρπών.

Η συγκομιδή των καρπών που προορίζονται για νωπή κατανάλωση γίνεται με το χέρι, ενώ όταν

πρόκειται να οδηγηθούν στη μεταποίηση ή να καταψυχθούν συγκομίζονται με μηχανές.

Σε πλήρη καρποφορία τα φυτά εισέρχονται στο πέμπτο έτος, παράγουν επί 15-20 έτη.

Όσον αφορά τα οικονομικά στοιχεία της καλλιέργειας του μύρτιλου, η οικονομική ανάλυση

λαμβάνει υπόψη της τα εξής στοιχεία:

• Μέση απόδοση καρπών: 1.000 κιλά ανά στρέμμα.

• Τιμή πωλήσεως καρπών: 4-5 ευρώ το κιλό

• Διάρκεια ωριμάνσεως: 3-6 εβδομάδες, ανάλογα με την ποικιλία.

• Περίοδος συγκομιδής: Ιούλιος-Σεπτέμβριος.

• Αριθμός των φυτών που φυτεύονται ανά στρέμμα: 200.

• Κόστος συγκομιδής καρπών με τα χέρια: 700- 1000€/στρέμμα

Το κόστος εγκατάστασης ενός στρέμματος μύρτιλου υπολογίζεται σε 1.000-1.200 ευρώ. Σο ετήσιο

κόστος καλλιέργειας, συντήρησης και συγκομιδής των καρπών ενός στρέμματος σε πλήρη ανάπτυξη

Page 15: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ανέρχεται περίπου σε 2.000-2.200 ευρώ ανά στρέμμα, λαμβάνοντας δε υπόψη ότι τα έσοδα που μπορεί να

έχει κανείς από αυτή την καλλιέργεια είναι περίπου 4.000- 5.000 ευρώ ανά στρέμμα, το καθαρό οικονομικό

αποτέλεσμα μπορεί να φθάνει μέχρι 2.000-2.800 ευρώ ανά στρέμμα.

Όσον αφορά την εξέλιξη της πορείας των τιμών παραγωγού, αυτές έχουν μία διαρκή αύξηση,

πράγμα που αποτελεί σημαντικό κίνητρο για την επέκταση της καλλιέργειας του μύρτιλου (μπλούμπερι)

στις χώρες που καλλιεργείται, αλλά και σε εκείνες που σκοπεύουν στην ανάπτυξη της καλλιέργειάς του.

Το μύρτιλο ή "μπλούμπερι" όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο εξωτερικό, αποτελεί -σύμφωνα

με τους ειδικούς- μία πολύ καλή εναλλακτική καλλιέργεια που μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλα τα σημεία

της χώρας μας από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο λόγω του ότι περιλαμβάνει ποικιλίες που έχουν μεγάλη

προσαρμοστικότητα στο κλίμα και κυρίως υπάρχουν ποικιλίες που έχουν ανάγκη από περισσότερο ή

λιγότερο χειμερινό ψύχος για να αναπτυχθούν και να δώσουν ικανοποιητική παραγωγή. Σο μύρτιλο λόγω

της μεγάλης του προσαρμοστικότητας στο ελληνικό περιβάλλον, αλλά και λόγω του πολύ υψηλού

εισοδήματος που μπορεί να αποδώσει, αποτελεί μία σοβαρή πρόταση για τους Έλληνες παραγωγούς και όχι

μόνο.

Το μύρτιλο σήμερα στην Ελλάδα είναι μια νέα καλλιέργεια, που άρχισε να καλλιεργείται

συστηματικά κυρίως τα δύο τελευταία χρόνια. Σε πολλά μέρη της χώρας μας (Ηπειρο, Μακεδονία, Στερεά

Ελλάδα κ.α.) καλλιεργείται το μύρτιλο, τα δε πρώτα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά.

Τα προϊόντα του μύρτιλου (καρποί, φύλλα) αποτελούν την πρώτη ύλη σε πολλές βιομηχανίες

τροφίμων (χυμοί, μαρμελάδες, αρτοσκευάσματα, εσάνς κλπ.), φαρμακοβιομηχανίες, βιομηχανίες

καλλυντικών, βιομηχανίες λειτουργικών τροφίμων κλπ.

Το μύρτιλο διακρίνεται για τους καρπούς του τόσο από γευστικής απόψεως όσο και λόγω της

μεγάλης τους περιεκτικότητας σε πολύτιμες ουσίες για την υγεία του ανθρώπου, όπως είναι οι

αντιοξειδωτικές ουσίες, οι βιταμίνες, τα ανόργανα άλατα κλπ. Οι καρποί του μύρτιλου έχουν ένα πολύ

χαρακτηριστικό μπλε χρώμα, καταναλώνονται δε ως νωποί αλλά και ως κατεψυγμένοι ή και μεταποιημένοι.

Page 16: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Ευεργετικές ιδιότητες

Ο καρπός του διακρίνεται για την ελαφρά του περιεκτικότητα σε σάκχαρα και θερμίδες, ενώ είναι

πλούσιος σε φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά, είναι δε χαρακτηριστικές οι διουρητικές του ιδιότητες.

Οι καρποί του είναι πλούσιοι σε υδροδιαλυτές βιταμίνες, σε κιτρικό και μηλικό οξύ, αλκαλοειδή,

ανθοκυανοσίνες, σε πεντοζιδινικές βάσεις και τανίνες.

Οι ουσίες αυτές έχουν αντισηπτικές, αντι-διαρροϊκές και αντι- αιμορραγικές ιδιότητες.

Είναι καρποί οι οποίοι διακρίνονται για τις πλούσιες αντιοξειδωτικές τους ουσίες, με όποια μέθοδο

και αν τις μετρήσουμε. Μεταξύ 38 διαφορετικών φρούτων και λαχανικών που αναλύθηκαν, το μπλούμπερι

έχει πολύ μεγάλη αντιοξειδωτική δράση, κατέχει τη 2η θέση μετά το ιπποφαές.

ΒΑΤΟΜΟΥΡΟ(BLACKBERRIES)

Page 17: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Στη χώρα μας σύμφωνα με την αριθ.

136473/8.3.2011 (ΥΕΚ Β΄ 468/24.3.2011) απόφαση,

προωθούνται οι ακόλουθες ποικιλίες βατόμουρου:

rubus fruticosus, ursinus fruticosus, daeus

occidentalis, rubus idaeus, vaccinium corymbosum

καθώς και οι υβριδικές μορφές τους.

Από τα δεδομένα που υπάρχουν στη χώρα

μας, δεν υπάρχει συστηματική καλλιέργεια βατόμουρων, με βασική αιτία τη δυσκολία στη διάθεσή τους

καθώς είναι πολύ ευαίσθητοι καρποί. Μετά τη συλλογή, η διάθεσή τους πρέπει να είναι άμεση

(συντηρούνται 4-6 ημέρες στο ψυγείο). Καταναλώνονται νωποί, αλλά έχουν χρήση και στη ζαχαροπλαστική

καθώς και στην παρασκευή φυσικών αρωμάτων και χρωμάτων. Το χρώμα, το μέγεθος του καρπού, η

σκληρότητά του, η συνεκτικότητα της σάρκας του, το ph του χυμού κ.α., είναι χαρακτηριστικά που

επηρεάζουν την εμπορευσιμότητά του.

Ως φυτό, το βατόμουρο, ευδοκιμεί στην Ευρώπη και το γένος Eubatus περιλαμβάνει πολλά είδη που

προέρχονται από φυσικές διασταυρώσεις γεγονός που κάνει δύσκολη την ταξινόμησή τους. Υπάρχουν φυτά

και έρποντα και ορθόκλαδα, και αειθαλή και φυλλοβόλα.

Τα περισσότερα ορθόκλαδα βατόμουρα πολλαπλασιάζονται με παραφυάδες και μοσχεύματα ριζών,

ενώ τα έρποντα πολλαπλασιάζονται κυρίως με καταβολάδες και μοσχεύματα βλαστών.

Το ριζικό τους σύστημα είναι πολυετές ενώ οι κληματίδες τους είναι διετείς. Ανάλογα με το είδος

απαιτείται διαφορετικό διάστημα χαμηλών θερμοκρασιών προκειμένου να διακοπεί ο λήθαργος και να

ανθίσει το φυτό, και αυτό συμβαίνει από το δεύτερο έτος και μετά.

Page 18: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η εγκατάσταση της φυτείας γίνεται την άνοιξη φυτεύοντας φυτά ύψους 30-45 εκατοστών, σε

αποστάσεις 1,5-3,0 μέτρα επί της γραμμής φύτευσης και 3,0 μέτρα ανάμεσα στις γραμμές. Η απόσταση

αυτή γίνεται 4-5 μέτρα σε περίπτωση μηχανικής συγκομιδής. Πριν τη φύτευση εφαρμόζεται στο έδαφος η

κατάλληλη για την καλλιέργεια λίπανση.

Το φυτό έχει παραγωγική ζωή 12-13 χρόνια, ξεκινώντας όπως αναφέρθηκε από το δεύτερο έτος. Η

μέση απόδοση μίας φυτείας ανά έτος είναι 500-1.000 κιλά ανά στρέμμα.

Κατά την εγκατάσταση μίας φυτείας βατόμουρων πρέπει να ληφθούν υπόψη διάφοροι παράγοντες

με κυριότερο αυτόν της εξασφαλισμένης, κατά το δυνατόν, διάθεσης του παραγόμενο προϊόντος στην

αγορά.

Άλλοι παράγοντες που πρέπει να συνεκτιμηθούν είναι:

Η επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας που θα επηρεάσει αρχικά την καρπόδεση (αν και οι

περισσότερες είναι αυτογόνιμες), τον τρόπο συγκομιδής του καρπού (μηχανική ή με το χέρι) αλλά και την

εμπορευσιμότητά του.

Η άρδευση της φυτείας καθώς απαιτούνται περίπου 25 χιλιοστά βροχής ανά εβδομάδα κατά την

περίοδο αύξησης των φυτών. Τα έξοδα της συγκομιδής, όπως και η μετασυλλεκτική μεταχείριση του

καρπού. Η φροντίδα που πρέπει να επιδείξει ο γεωργός για την καλή ανάπτυξη των φυτών που

περιλαμβάνει το κλάδεμα μόρφωσης και καρποφορίας, την καλλιέργεια του εδάφους και τη ζιζανιοκτονία

όπως και τη φυτοπροστασία για την καταπολέμηση των εχθρών και των ασθενειών.

ΑΡΩΜΑΤΙΚΑ ΦΥΤΑ

Page 19: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Το χαρακτηριστικό των αρωματικών φυτών είναι η παρουσία των αιθέριων ελαίων που τους δίνουν

ένα ιδιαίτερο άρωμα. Με τον όρο αιθέρια έλαια εννοούνται πτητικές ενώσεις που προσδίδουν στο φυτό μια

χαρακτηριστική οσμή, πρόκειται για τερπενικές ουσίες χαμηλού μοριακού βάρους και σεσκιτερπένια. Με

την επίδραση φυσικών εξωτερικών ερεθισμάτων, όπως ο άνεμος, αυξάνεται η ποσότητα των πτητικών

ενώσεων που απελευθερώνονται στο περιβάλλον. Οι πτητικές ενώσεις παράγονται και συσσωρεύονται σε

φυτικούς αδένες που βρίσκονται στα διάφορα μέρη των φυτών, όπως τα άνθη, τα φύλλα, οι βλαστοί,

οι καρποί, οι ρίζες.

Τα αρωματικά φυτά έχουν χρησιμοποιηθεί για εκατοντάδες χρόνια σε κάθε σημείο της γης από

πολυάριθμους πολιτισμούς, όχι μόνο στη διατροφή αλλά και στην αντιμετώπιση προβλημάτων υγείας. Τα

αρωματικά φυτά είναι ευρέως διαδεδομένα σε όλη την περιοχή της Μεσογείου και είναι κυρίαρχα στοιχεία

της χλωρίδας της Αρχικά, χρησιμοποιήθηκαν ως αρτύματα, αφεψήματα και για θεραπευτικούς λόγους ενώ

σήμερα τα αρωματικά φυτά και τα αιθέρια έλαια τους χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφών, ποτών,

καλλυντικών, στη φαρμακοβιομηχανία, αλλά και στη μελισσοκομία.

Στην Ελλάδα φύεται ένας μεγάλος αριθμός αρωματικών φυτών, τα οποία είτε φύονται σε όλη τη

χώρα, είτε σε ένα βιότοπο, είτε εξαπλώνονται σε μία μικρή περιοχή. Τα είδη εκείνα που απαντώνται σε όλη

τη χώρα παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη ποικιλότητα σε ότι αφορά την απόδοση τους σε αιθέρια έλαια σε

αντίθεση με τα ενδημικά είδη. Έχουν καταγραφεί περίπου 2000 είδη φυτών που παράγουν αιθέρια

έλαια. Τα αρωματικά φυτά ανήκουν σε πολλές και διαφορετικές οικογένειες, όπως π.χ το χαμομήλι,

ο βασιλικός, η δάφνη ο μάραθος κ.ά.

Στην συνέχεια θα δούμε μερικά στοιχεία της τεχνικής για τη καλλιέργεια των αρωματικών φυτών

ανά είδος ξεχωριστά.

Βασιλικός

Page 20: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Ο βασιλικός είναι ένα ετήσιο ποώδες φυτό.

Τα φύλλα του είναι ωοειδή, μυτερά ακέραια ή

οδοντωτά πράσινου χρώματος και τα άνθη μικρά

και λευκά ή λευκορόδινα.

Ευδοκιμεί τόσο σε θερμές όσο και ψυχρές

περιοχές με καταλληλότερες αυτές με εύκρατο

κλίμα, ήπιο και βαρύ χειμώνα και δροσερό

καλοκαίρι (θερμοκρασία 270C και

φωτοπεριοδικότητα 16-18 ώρες).

Καλλιεργείται σε εδάφη μέσης συστάσεως, βαθιά, αρδευόμενα και πλούσια σε οργανική ουσία. Ο

τρόπος πολλαπλασιασμού του γίνεται με σπόρο σε σπορείο νωρίς την άνοιξη ή νωρίτερα σε θερμοκήπιο.

Με σπόρο απ’ ευθείας στο χωράφι σε όρχους (6-10 σπόροι) ή με μηχανές, αρχές με μέσα Μαρτίου. Στην

συνέχεια πρέπει να ακολουθήσει αραίωμα στο χωράφι.

Το φυτό πρέπει να μεταφυτεύεται στο χωράφι, όταν τα φυτά του σπορείου έχουν ύψος 10εκ., από τα

μέσα Απριλίου-μέσα Μαΐου. Η φύτευση γίνεται σε γραμμές που απέχουν 40-50εκ. και 30-40εκ. επί των

γραμμών με το χέρι ή με καπνοφυτευτικές μηχανές.

Σημαντικές για την καλλιέργεια θεωρούνται η καλή προετοιμασία του χωραφιού, η βασική λίπανση

με 30 κιλά φωσφορική αμμωνία, η καταπολέμηση των ζιζανίων με σκαλίσματα ή με κατάλληλα προς τούτο

ζιζανιοκτόνα. Σημαντικό είναι να μεριμνήσουμε και για τη σωστή άρδευση του χωράφι.

Όσο αφορά τη συγκομιδή επειδή έχει μεγάλη αναβλαστική ικανότητα έχουμε πολλές συγκομιδές

πάντοτε στο στάδιο της πλήρους ανθήσεως. Η μεγαλύτερη συγκέντρωση αιθέριων ελαίων παρατηρείται στα

ανθοφόρα στελέχη.

Page 21: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Οι χρήσεις του είναι πολλαπλές, όπως για παράδειγμα το αιθέριο έλαιο χρησιμοποιείται στη

σαπωνοποιία, αρωματοποιία, κλπ . Επίσης χρησιμοποιείται ως σαλατικό (Ιταλία, Αγγλία, κλπ) και το

αφέψημα του θεωρείται ως ευστόμαχο, διουρητικό, διεγερτικό κτλ.

Γλυκάνισος

Ο γλυκάνισος είναι ετήσιο και ποώδες φυτό. Αναπτύσσεται σε περιοχές με ηπειρωτικό ή εύκρατο

κλίμα όπου το κρύο δεν είναι πολύ έντονο. Προσφέρονται ως

εκ τούτου οι πεδινές και πολλές ημιορεινές περιοχές. Ως

ξηρική καλλιέργεια, καταλληλότερες θεωρούνται οι περιοχές

που έχουν βροχοπτώσεις Μάιο και Ιούνιο.

Τα προτιμώμενα τα εδάφη είναι αυτά μέσης σύστασης,

που είναι γόνιμα και αποστραγγισμένα.

Ο τρόπος πολλαπλασιασμού γίνεται με σπόρο πεταχτά

(με το χέρι) ή με μηχανές πρόσφατης παραγωγής (1-2 ετών). Η

μηχανική σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν 45-70εκ.,

ανάλογα με τη γονιμότητα του χωραφιού. Η κατάλληλη εποχή

σποράς είναι ο Μάρτιος και ο Απρίλιος.

Σημαντικές για την καλλιέργεια θεωρούνται η καταπολέμηση των ζιζανίων (σκαλίσματα-

ζιζανιοκτονία) και η καλή προετοιμασία του χωραφιού.

Η συγκομιδή γίνεται τον Ιούλιο με το χέρι ή με χορτοκοπτικές μηχανές, ακολουθεί ξήρανση και

αλωνισμός.

Η απόδοση είναι 60-70 κιλά/στρέμμα για τις ξηρικές καλλιέργειες και 100-120 κιλά /στρέμμα σε

αρδευόμενες εκτάσεις.

Page 22: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Ο καρπός του χρησιμοποιείται για την παρασκευή ούζου και τσίπουρου επίσης ως άρτυμα στα

τρόφιμα και το αιθέριο έλαιο του χρησιμοποιείται στην ποτοποιία.

Επίσης θεωρείται διουρητικό, αποχρεμπτικό, σπασμολυτικό, αντιφυσιτικό, ενώ η περιεχόμενη

«ανιθόλη» ενεργοποιεί τους αδένες του ανθρώπινου οργανισμού.

Δάφνη

Η δάφνη είναι αειθαλές μικρό δένδρο ή θάμνος (στενόφυλλη ή πλατύφυλλη). Τα φύλλα είναι

εναλλασσόμενα, ακέραια, λογχοειδή, βαθυπράσινα με μικρό μίσχο και με ελαφρά κυματοειδή μορφή, ενώ ο

καρπός είναι δρύπη με σαρκώδες περικάρπιο και μεγάλο σπέρμα.

Ως αυτοφυής καλλιέργεια απαντάται σε διάφορα μέρη της χώρας. Προτιμά δροσερά παραθαλάσσια

μέρη και νησιά και ευδοκιμεί σε ασβεστολιθικά και καλά

αρδευόμενα εδάφη.

Το έδαφος μπορεί να είναι φτωχό-πλούσιο και όξινο-

αλκαλικό (pH=4.5-8.2).

Ο πολλαπλασιασμός γίνεταιμε σπόρο και με μοσχεύματα.

Τα προερχόμενα από το σπορείο μεταφυτεύονται στα 4 πρώτα

φύλλα μέχρι να μεγαλώσουν αρκετά και να μεταφυτευθούν στο

χωράφι.

Σε συστηματική καλλιέργεια οι αποστάσεις φύτευσης, σε

ρόμβους, έχουν πλευρές 3-4μ. Είναι αναγκαίες όλες οι

καλλιεργητικές φροντίδες (καταπολέμηση ζιζανίων, λίπανση,

άρδευση).

Page 23: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Τα φύλλα συλλέγονται Αύγουστο και Σεπτέμβριο με κλάδεμα των κορυφών των βλαστών.

Ακολουθεί αποφύλλωση και ξήρανση (φυσική ή τεχνητή). Η επιτρεπόμενη υγρασία κατά την διαδικασία

ξήρανσης είναι ≤13%. Η αναλογία ξηρών προς χλωρά δαφνόφυλλα είναι περίπου 40%.

Το παραγόμενο αιθέριο έλαιο είναι στα χλωρά 1%, στα ξηρά 2% και στους καρπους 3%.

Η δάφνη χρησιμοποιείται στην μαγειρική ως άρτυμα και στην κονσερβοποιία ψαριών και κρεάτων.

Το αιθέριο έλαιο χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, σαπωνοποιία και στη βιομηχανία τροφίμων.

Τέλος θεωρείται αντιρρευματικό και διευκολύνει την πέψη.

ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΟ

Το δενδρολίβανο είναι αρωματικός αειθαλής θάμνος, πολύκλαδος και πυκνόφυλλος. Τα φύλλα είναι

δερματώδη, μικρά, γραμμοειδή, ενώ τα άνθη βρίσκονται κατά ομάδες και βγαίνουν στις μασχάλες των

φύλλων.

Ευδοκιμεί τόσο σε ήπιο, θερμό όσο και ψυχρό κλίμα, σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές, γενικά σε

όλα σχεδόν τα εδάφη (ποτιστικά-ξηρικά) εκτός από τα βαριά μη στραγγιζόμενα.

Σε μη ασβεστούχα εδάφη pH=5.5 και αναπτύσσεται

κανονικά, ενώ με pH=7 και ασβεστούχα εδάφη ευνοείται

περισσότερο.

Ο τρόπος πολλαπλασιασμού γίνεται κυρίως με

μοσχεύματα (τμήματα βλαστών 10εκ. περίπου) και με

παραφυάδες.

Στα ξηρικά χωράφια φυτεύονται σε γραμμές που

απέχουν 1m και επί των γραμμών 60- 80εκ. Η φύτευση γίνεται

με το χέρι ή με καπνοφυτευτικές μηχανές. Απαραίτητη

Page 24: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

θεωρείται η καλή προετοιμασία του αγρού, η καταπολέμηση των ζιζανίων (σκαλίσματα ή ζιζανιοκτονία)

και η άρδευση (3-4 ποτίσματα το καλοκαίρι) όπου υπάρχει νερό. Η καλύτερη εποχή για εγκατάσταση των

μοσχευμάτων η άνοιξη. Η οριστική εγκατάσταση τους γίνεται τον Οκτώβριο- Νοέμβριο ή Φεβρουάριο-

Μάρτιο.Και η συλλογή του γίνεται στο στάδιο της πλήρους άνθησης με καταλληλότερη περίοδος Μάιος-

Ιούνιος-Ιούλιος.

Η πλήρης απόδοση του φυτού αρχίζει από το 3ο έτος. Και η μέση στρεμματική απόδοση κυμαίνεται

σε 1500-2000κιλά (χλωρό). Η σχέση ξηρού/χλωρού είναι 35%.

Με αποτέλεσμα η παραγωγή ξηρών φύλλων να ανέρχεται σε 250-350κιλά /στρέμμα.

Τα φύλλα-άνθη του δενδρολίβανου χρησιμοποιούνται ως άρτυμα καθώς επίσης είναι άριστο

μελισσοτροφικό φυτό.

Το αιθέριο έλαιο του χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, σαπωνοποιία, φαρμακευτική.

Θεωρείται τονωτικό, χωνευτικό, σπασμολυτικό, χολαγωγό, κλπ.

ΔΙΚΤΑΜΟ

Page 25: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Το δίκταμο είναι πολυετές (4-5 έτη) ενδημικό φυτό

που αυτοφύεται και καλλιεργείται στην Κρήτη και έχει

μεγάλη αντοχή στην ξηρασία.

Έχει μήκος 30-40εκ., τα φύλλα είναι μικρά, παχουλά

και καλύπτονται από χνούδι και τα άνθη του έχουν βιολετί

χρώμα.

Συναντάται σε άγονες και ορεινές περιοχές και σε

κλίμα ήπιο-μεσογειακό και όχι σε ανεμόπληκτες περιοχές.

Καταλληλότερα θεωρούνται τα αμμοαργιλώδη και

στραγγιζόμενα εδάφη.

Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπόρο σε σπορείο με μοσχεύματα (τμήμα βλαστού 6-8εκ.) και με

παραφυάδες όπου θεωρείτε ο καλύτερος τρόπος. Η φύτευση γίνεται το φθινόπωρο (Οκτώβριο- Νοέμβριο) ή

την άνοιξη (Φεβρουάριο-Μάρτιο) σε γραμμές που απέχουν 50-60εκ. και επί των γραμμών 30-40εκ.

Για την φύτευση θεωρούνται απαραίτητα η καλή προετοιμασία του χωραφιού (βαθύ όργωμα-

σβάρνισμα- ισοπέδωση), η καταπολέμηση των ζιζανίων (σκάλισμα- ζιζανιοκτονία) και προσεκτικό πότισμα

όπου υπάρχει νερό. Αναγκαία θεωρείται η διετής αγρανάπαυση. Συλλέγεται στο στάδιο της άνθησης

χωριστά οι ανθοφόροι βλαστοί από τα υπόλοιπα μέρη του φυτό. Γίνονται 2-4 συλλογές ανά έτος. Η

ξήρανση των φύλλων πραγματοποιείται σε σκιά. Η στρεμματική απόδοση σε χλωρό βάρος κυμαίνεται σε

400-600 κιλά για όλες τις συγκομιδές (η σχέση ξηρού προς χλωρό 40%).Η απόδοση σε αιθέριο έλαιο

κυμαίνεται σε 1.1% ξηράς δρόγης.

Χρησιμοποιείται στην ποτοποιία (Vermouth, Martini, Campari) και ως αφέψημα. Θεωρείται ισχυρό

αντισηπτικό καθώς και αφροδισιακό.

Page 26: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΘΥΜΑΡΙ

Το θυμάρι είναι εξαιρετικά ανθεκτικός πολυετής

θάμνος (6-7 έτη) μικρού ύψους (30εκ.) με όρθιους βλαστούς

και ευχάριστο άρωμα. Ευδοκιμεί τόσο σε θερμές όσο και

ψυχρές περιοχές. Αναπτύσσεται σε ξηρικές εκτάσεις ενώ στις

ποτιστικές η μεγαλύτερη παραγωγή αποβαίνει σε βάρος της

ποιότητας. Ως προς τα εδάφη, δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις,

προτιμά όμως τα μέσης συστάσεως, ασβεστούχα χαλικώδη.

Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπόρο σε σπορείο με καλύτερη εποχή τον Αύγουστος. Καθώς επίσης

και με παραφιάδες και με μοσχεύματα.

Η μεταφύτευση από τα σπορεία του Αυγούστου γίνεται τον Οκτώβριο- Νοέμβριο. Ενώ από τα

σπορεία του φθινοπώρου η μεταφύτευση γίνεται την άνοιξη. Από παραφυάδες του φθινοπώρου ή της

άνοιξης η μεταφύτευση γίνεται αμέσως στο χωράφι. Η καλύτερη εποχή μεταφύτευσης είναι το φθινόπωρο.

Γίνεται με το χέρι ή τις καπνοφυτευτικές μηχανές σε γραμμές που απέχουν 50-60εκ. και επί των γραμμών

30-40εκ. Είναι απαραίτητη η λίπανση (Νοέμβριο) με 30 κιλά φωσφορική αμμωνία και η καταπολέμηση των

ζιζανίων. Η καλύτερη φάση συγκομιδής είναι κατά την πλήρη άνθηση του που είναι τον Ιούνιο. Εφόσον

προορίζεται για αιθέριο έλαιο μετά την κοπή προωθείται για απόσταξη. Για ξηρή δρόγη, μετά την ξήρανση

αποθηκεύεται. Η μέση στρεμματική απόδοση κυμαίνεται σε 700- 800 κιλά χλωρό χόρτο ή 200 κιλά περίπου

σε ξηρή δρόγη. Με τη δεύτερη κοπή τον Αύγουστο υπάρχει συμπληρωματική παραγωγή 30%.Η ξηρή δρόγη

και το αιθέριο έλαιο Χρησιμοποιείται στην βιομηχανία τροφίμων. Το θυμάρι περιέχει ‘θυμόλη’ η οποία

έχει ισχυρές αντισηπτικές ιδιότητες. Επίσης το θυμάρι χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και την

ποτοποιία. Αναφέρεται επίσης ως αντισηπτικό, αποσμητικό, τονωτικό, χωνευτικό και σπασμολυτικό.

Page 27: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΚΑΠΠΑΡΗ

Η κάππαρη είναι πολυετής θάμνος με μικρά αγκάθια

και βλαστούς που διακλαδίζονται και απλώνονται στο έδαφος

με άνθη μεγάλα και λευκά που φύονται μεμονωμένα.

Στην Ελλάδα αυτοφύεται σε πολλά μέρη (κυρίως

νησιά) σε πετρώδεις και βραχώδεις τοποθεσίες.

Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπόρο σε σπορείο και

με μοσχεύματα διαμέτρου >1.5εκ. Η μεταφύτευση γίνεται σε

χωράφι καλά οργωμένο και απαλλαγμένο από ζιζάνια. Οι

αποστάσεις των φυτών μεταξύ των γραμμών όσο και επί των γραμμών είναι 2.0- 2.5μ. (160-250

φυτά/στρέμμα).

Απαραίτητες εργασίες μετά τη φύτευση είναι η καταπολέμηση των ζιζανίων και των εντόμων, το

κλάδεμα και εάν είναι δυνατόν η λελογισμένη λίπανση.Στον 3ο χρόνο βρίσκεται στην πλήρη παραγωγή και

η καρποφορία διαρκεί από Μάιο-Αύγουστο.

Γίνονται 9-12 συλλογές και διαχωρισμός των μπουμπουκιών ανάλογα με το μέγεθος.

Χρησιμοποιείται σαν λαχανικό ή άρτυμα επίσης αναφέρεται ότι οι φλοιοί των ριζών χρησιμοποιούνται

εναντίον της υδρωπικίας, αναιμίας, ατονίας, αρθρίτιδας. Τα ‘μπουμπούκια’ θεωρούνται ως διουρητικά ΚΑΙ

αντιαρτηριοσκληρωτικά.

Page 28: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΚΡΟΚΟΣ

Είναι φυτό από το οποίο παράγεται ένα από

τα ακριβότερα μπαχαρικά, το σαφράν, το οποίο

προέρχεται από τον ύπερο του άνθους του φυτού.

Ευδοκιμεί σε ποικίλες κλιματολογικές

συνθήκες και σε διαφορετικά υψόμετρα σε

στραγγερά και αμμώδη εδάφη που δεν έχουν πολύ

ασβέστιο. Από την άνοιξη μέχρι τον Σεπτέμβριο βρίσκεται σε λήθαργο και αντέχει τόσο σε υψηλές όσο και

σε χαμηλές θερμοκρασίες. Οι βροχές της άνοιξης βοηθούν την ανάπτυξη των βολβών και του Αυγούστου-

Σεπτεμβρίου την ανθοφορία. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με βολβούς που αναπαράγονται κάθε χρόνο από

τις παλαιότερες φυτείες. Φυτεύεται κυρίως τον Μάιο-Ιούνιο, μερικές φορές μπορεί να φυτευτεί και

Αύγουστο η Σεπτέμβριο. Για κάθε στρέμμα χρειάζονται 200-250 κιλά βολβοί. Φυτεύεται σε γραμμές

(αυλακιές) βάθους 15- 20εκ. που απέχουν μεταξύ τους 20-25εκ. και επί των γραμμών 10-12εκ. Η

καλλιεργητικη φροντίδα που πρέπει να τηρείτε είναι κατά την προετοιμασία του χωραφιού να γίνουν 2

οργώματα, μετά την φύτευση επεμβαίνουμε τον δεύτερο και τον τρίτο χρόνο με φρεζάρισμα, ισοπέδωση το

καλοκαίρι και βασική λίπανση (4-4-4) τον Σεπτέμβριο και επιφανειακή λίπανση (3-5 μονάδες αζώτου) την

άνοιξη. Είναι απαραίτητη και η καταπολέμηση των ζιζανίων με σκαλίσματα από Νοέμβριο έως

Φεβρουάριο.

Η κάππαρη ανθίζει συνήθως τον Οκτώβριο και σε θερμές περιοχές τον Σεπτέμβριο καιδιαρκεί

περίπου ένα μήνα.

Η ποιότητα διασφαλίζεται με την γρήγορη συλλογή των ανθέων τις πρωινές ώρες σε θερμοκρασίες

14-18οC και συννεφιασμένο καιρό. Η μέση στρεμματική απόδοση κυμαίνεται από 0.7-1.0 κιλό (στίγματα).

Χρησιμοποιούνται τα στίγματα του υπέρου που έχουν χρωστικές, φαρμακευτικές και αρωματικές ιδιότητες.

Page 29: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Θεωρείται ως τονωτικό της όρεξης και καταπραϋντικό.

Χρησιμοποιείται ως αρτυματικό και για χρωματισμό

τροφίμων.

ΜΕΛΙΣΣΟΧΟΡΤΟ

Το μελισσόχορτο είναι πολυετής πόα που ευδοκιμεί

σε ψυχρές ή θερμές περιοχές με καταλληλότερες τις ημιορεινές με ήπιο χειμώνα, δροσερό καλοκαίρι και

νότιο προσανατολισμό. Κατάλληλα είναι τα εδάφη που είναι βαθιά, γόνιμα και προσχωματικά που

συγκρατούν λίγη υγρασία. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με σπόρο σε σπορείο, με παραφυάδες αλλά και με

μοσχεύματα

Η σπορά γίνεται το φθινόπωρο από σπορεία του Αυγούστου την άνοιξη από σπορεία του

φθινοπώρου και αργά το Μάιο ή το φθινόπωρο από σπορεία της άνοιξης. Η φύτευση γίνεται σε γραμμές

που απέχουν 60-70εκ. και επί των γραμμών 40-50εκ.

Καλλιεργητικές φροντίδες που είναι απαραίτητες είναι η λίπανση, η καταστροφή ζιζανίων καθώς και

η άρδευση.

Τον 1ο χρόνο από την φύτευση η συγκομιδή τον μεταξύ Ιούλιου-Αύγουστου. Τα επόμενα χρόνια

έχουμε δύο συγκομιδές μια τον Ιούνιο και μια τον Αύγουστο.

Η απόδοση κυμαίνεται 1500-2000 κιλά/στρέμμα σε χλωρό και 300-400 κιλά σε ξηρό χόρτο.

Page 30: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Το αφέψημα του θεωρείται τονωτικό, αντισπασμωδικό

και ευστόμαχο, καθώς επίσης είναι και εναντίον των ιλίγγων και

και των χρόνιων καταρροών. Τέλος το αιθέριο έλαιο

χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, την φαρμακοποιία και την

ποτοποιία (παρασκευή ηδύποτων).

ΧΑΜΟΜΗΛΙ

Το χαμομήλι είναι ποώδες, μονοετές φυτό που

αυτοφύεται σ’ όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας. Η γνωστότερη ποικιλία χαμομηλιού είναι η Chamomilla

recutita. Προσαρμόζεται περισσότερο σε πεδινές περιοχές με εύκρατο κλίμα. Αν και φυτό ξηρικό είναι

επιθυμητή η εδαφική υγρασία καθώς ευνοεί την ανάπτυξη του. Κατάλληλα εδάφη για την καλλιέργεια του

θεωρούνται τα αμμοαργιλώδη με αρκετή οργανική ουσία. Σε σκιερά μέρη αυξάνεται η περιεκτικότητα σε

χαμαζουλένιο.

Ο Τρόπος πολλαπλασιασμού του είναι με σπόρο, που σπέρνεται στο χωράφι στα πεταχτά ή με

μηχανές. Για να φυτρώσει ο σπόρος απαιτείται καλό όργωμα και ψιλοχωμάτισμα καθώς και κυλίνδρισμα

μετά την σπορά. Κατάλληλη εποχή σποράς το φθινόπωρο (Οκτώβριος-Νοέμβριος). Η σπορά την άνοιξη

καταλήγει σε μικρότερη παραγωγή.

Απαιτούμενη ποσότητα σπόρου 1-2 κιλά ανά στρέμμα η οποία ανακατεύεται με τριπλάσια ποσότητα

ποταμίσιας άμμου.

Συμβάλλει στην καλύτερη ανάπτυξη του ένα τουλάχιστον βοτάνισμα το Φεβρουάριο ή Μάρτιο ή η

χρήση ενός κατάλληλου ζιζανιοκτόνου.

Page 31: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Συγκομιδή του γίνεται όταν βρίσκεται στο στάδιο της άνθισης, σε αντίθετη περίπτωση

υποβαθμίζεται η ποιότητα.

Στις συστηματικές καλλιέργειες η συγκομιδή γίνεται τον Μάιο.

Η μέση στρεμματική απόδοση ανέρχεται σε 300 κιλά χλωρών ταξιανθιών (συλλογή με ειδικές

τσουγκράνες) ή 600-700 κιλά με χορτοκοπτικό γιατί συγκομίζονται τμήματα βλαστών.

Σχέση ξηρού προϊόντος προς χλωρό 20-25%.

Θεωρείται ένα από τα καλύτερα ευστόμαχα και αντιφλογιστικά αφεψήματα.

Το χαμομήλι είναι γνωστό από την αρχαιότητα για τις φαρμακευτικές ιδιότητες του (αντιπυρετικό,

αντινευρολογικό, κλπ)

Page 32: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΣΤΕΒΙΑ

Η Stevia rebaudiana bertoni είναι ένα βότανο της

οικογένειας των Compositae, που είναι αυτοφυές στην Παραγουάη

και τη Βραζιλία. Οι γλυκοζίτες στα φύλλα το κάνουν εξαιρετικά

γλυκό, μία ιδιότητα που το καθιστά μοναδικό ανάμεσα σε περίπου

300 είδη του γένους stevia. Το φυτό της στέβιας χρησιμοποιείται ως γλυκαντικό για πάνω από 400 χρόνια.

Πήρε το όνομά του από τον Moises Santiago Bertoni που το ανακάλυψε το 1887. Η Στέβια είναι ένα

πολυετές ποώδες φυτό ύψους 0,6 μέτρων όταν είναι αυτοφυές (στα τροπικά θερμά κλίματα), καλλιεργείται

όμως και ως ετήσιο σε διάφορες πιο ψυχρές περιοχές του κόσμου. Τα φύλλα είναι μικρά, μήκους 5

εκατοστών αν και υπάρχουν και μεγαλόφυλλες ποικιλίες τα οποία φύονται σταυρωτά στο βλαστό .Τα άνθη

αναπτύσσονται σε ταξιανθίες (κορύμβους),το φθινόπωρο, χρώματος λευκού τα οποία είναι ερμαφρόδιτα,

και γονιμοποιούνται με σταυρεπικονίαση με την βοήθεια εντόμων Οι βλαστοί του είναι τρυφεροί αρχικά και

στη συνέχεια γίνονται ημιξυλώδεις. Το ριζικό του σύστημα είναι επιφανειακό και επομένως δεν αντέχει σε

έλλειψη νερού καθώς και σε ισχυρούς ανέμους. Ο σπόρος είναι μικρός χρώματος μαύρου όταν είναι σε

καλή κατάσταση.

Η στέβια καλλιεργείται στην Λατινική Αμερική, της οποίας είναι αυτοφυές φυτό, όμως στην

παραγωγή της κυριαρχούν πλέον οι Ασιατικές χώρες. Η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο καλλιεργητή

στέβιας στον κόσμο, ενώ η Ιαπωνία και η Κορέα διαθέτουν τη μεγαλύτερη αγορά εκχυλισμάτων στέβιας.

Page 33: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Πρόσφατα, οι ΗΠΑ, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία ενέκριναν ορισμένα παρασκευάσματα στέβιας ως

συστατικά σε φαγητά και ροφήματα στις αγορές τους.

Η στέβια είναι ένα αρκετά γνωστό φυτό σε αρκετές περιοχές της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής

που χρησιμοποιείται ως γλυκαντική ουσία σε διάφορα τρόφιμα και αναψυκτικά (ως πρόσθετο τροφίμων).

Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αφέψημα (φαρμακευτικό τσάι) ή σε σαλάτες, φρέσκια ή αποξηραμένη.

Οι γλυκοζίτες του φυτού ονομάζονται στεβιοσίδη και ρεμπαουντιοσίδη-Α και περιέχονται στα φύλλα του.

Η στέβια αναπτύσσεται σε υποτροπικά υγρά κλίματα με ύψος βροχής πάνω από 700-800mm το

έτος, ενώ προτιμά τα καλά αποστραγγιζόμενα, αμμώδη ή αμμοαργιλώδη εδάφη. Ως προς την αντίδραση του

εδάφους, καταλληλότερα θεωρούνται τα εδάφη με ελαφρώς όξινη αντίδραση, ενώ αν καλλιεργηθεί σε

αλκαλικά εδάφη (pH≥8) η ανάπτυξη του φυτού θα είναι περιορισμένη και αργή. Δεν αναπτύσσεται σε

αλατούχα εδάφη. Αναπτύσσεται σε θερμοκρασία από 150C έως 300C με μέγιστη θερμοκρασία 410C.

Αναπτύσσεται σε κλίματα που κυμαίνονται από εύκρατα ως τροπικά και δεν αντέχει σε χαμηλές

θερμοκρασίες (κάτω από -60C). Για το λόγο αυτό, στη χώρα μας, η σπορά θα πρέπει να γίνεται σε σπορεία

νωρίς την άνοιξη και η μεταφύτευση να γίνει μετά την παρέλευση των τελευταίων αναμενόμενων παγετών.

Είναι φωτόφιλο φυτό και δεν αναπτύσσεται σε σκιερές τοποθεσίες.

Ο ιδανικός τρόπος πολλαπλασιασμού του φυτού είναι αγενώς με τη χρήση μοσχευμάτων στελεχών ή

φύλλων του φυτού, όμως το κόστος παραγωγής τους είναι απαγορευτικό. Για το λόγο αυτό η στέβια

πολλαπλασιάζεται με σπόρο σε θερμοκήπιο (σε θερμοκρασία 24-25οC) για την παραγωγή φυταρίων για

περίοδο 8 με 10 εβδομάδων. Στην περίπτωση καλλιέργειας για παραγωγή φύλλων, είναι απαραίτητος ο

συνεχής φωτισμός των φυτών ώστε να αποφευχθεί η πρώιμη άνθιση. Η μεταφύτευση γίνεται την άνοιξη

ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες. Στον Καναδά η μεταφύτευση γίνεται το Μάιο ενώ σε πιο θερμές

χώρες, όπως η χώρα μας, μπορεί να γίνει πιο νωρίς. Σπέρνεται σε αποστάσεις 50 έως 70 εκατοστά μεταξύ

των γραμμών με συνολική πυκνότητα φυτείας 7.500 έως 8.000 φυτών/στρ. περίπου, η οποία θεωρείται και

η ιδανική.

Page 34: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Πριν την φύτευση γίνεται όργωμα του εδάφους και ακολουθούν 1-2 κατεργασίες με δίσκο ή φρέζα

ώστε να γίνει μια λεία κλίνη.

Το φυτό έχει μικρές απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά, παρόλα αυτά όμως θα πρέπει να

διενεργείται έλεγχος της σύστασης του εδάφους. Σε πειράματα που έγιναν στο Οντάριο του Καναδά

διαπιστώθηκε ότι λίπανση με το λίπασμα 6-24-24 σε ποσότητα 10 κιλά/στρ. πριν από τη μεταφύτευση και

με 14 κιλά/στρ. με ουρία μετά τη μεταφύτευση, είναι ικανοποιητική. Σε πειράματα στη χώρα μας

διαπιστώθηκε ότι η στέβια αποδίδει καλύτερα όταν γίνει ενσωμάτωση κοπριάς στο έδαφος πριν από τη

μεταφύτευση και λίπανση ανάλογα με τις ανάγκες των κατά τόπους εδαφών. Γενικά το άζωτο είναι το

σημαντικότερο θρεπτικό στοιχείο για τη στέβια καθώς σχετίζεται με την ανάπτυξη του φυλλώματός της.

Στις τροπικές περιοχές η στέβια δεν απαιτεί άρδευση. Όμως σε περιοχές, όπως είναι η Ελλάδα, που

το ύψος βροχής δεν φτάνει τα 700mm ανά έτος, απαιτείται άρδευση. Είναι απαραίτητη συχνή και

επιφανειακή άρδευση ώστε να επιτυγχάνονται υψηλότερες αποδόσεις. Σε γενικές γραμμές, η άρδευση είναι

απαραίτητη όταν οι άκρες των βλαστών αρχίσουν να γέρνουν. Η καταλληλότερη μέθοδος άρδευσης

θεωρείται η στάγδην.

Η ζιζανιοκτονία συνιστάται να γίνεται επαναλαμβανόμενα με τη χρήση μηχανικών μέσων.

Μπορεί να απαιτηθεί και συμπληρωματική καταπολέμηση με βοτάνισμα ή ζιζανιοκτόνα.

Η φυτοπροστασία των φυτών δεν αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα καθώς οι προσβολές από έντομα –

εκτός των σκουληκιών– είναι ελάχιστες. Προβλήματα μπορεί να δημιουργήσουν οι μύκητες του γένους

Septoria (Septoria steviae), Sclerotinia (Sclerotinia sclerotiorum), καθώς και οι παγετοί και οι δυνατοί

άνεμοι. Επίσης είδη ζώων όπως τα κουνέλια και οι λαγοί έχει παρατηρηθεί ότι προξενούν ζημιές επειδή

προτιμούν τα γλυκά φύλλα του φυτού.

Γίνεται συγκομιδή είτε ολόκληρου του φυτού είτε των φύλλων μόνο πριν την άνθιση με τα χέρια ή

με μηχανικά μέσα. Ο χρόνος της συγκομιδής εξαρτάται από την ποικιλία, το γεωγραφικό πλάτος και την

καλλιεργητική περίοδο. Γενικά η συγκομιδή γίνεται το φθινόπωρο, όταν τα φυτά είναι 40- 60 εκατοστά σε

Page 35: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ύψος. Η βέλτιστη απόδοση (βιομάζα), καθώς και η καλύτερη ποιότητα και ποσότητα στεβιοσίδης

(stevioside) επιτυγχάνονται λίγο πριν από την άνθηση. Έρευνα του 1995 σε περιοχές του Καναδά δείχνει

ότι η απόδοση σε δείγμα φύλλων που ελήφθη κατά τη βέλτιστη περίοδο συγκομιδής είχε δυνατότητα

απόδοσης 285 κιλών/στρ σε ξηρά φύλλα. Σε πειράματα που έχουν γίνει στην Ελλάδα διαπιστώθηκε ότι η

απόδοση σε ξηρά φύλλα μπορεί να φτάσει και τα 500 κιλά/στρ, ενώ σε χώρες όπως η Βραζιλία και η Ινδία

μπορεί να φτάσει και τα 700 κιλά/στρ. ως αρδευόμενη.

Η αποξήρανση των ξυλοποιημένων μίσχων καθώς και των πράσινων φύλλων ολοκληρώνεται

αμέσως μετά τη συγκομιδή με τη χρήση κλιβάνου ή και με έκθεση στον ήλιο οπότε και επιτυγχάνεται η

καλύτερη ποιότητα. Ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και την πυκνότητα της φόρτωσης, συνήθως

απαιτούνται 24 - 48 ώρες σε θερμοκρασία 40°C - 50°C. Εκτιμάται ότι μια ποσότητα χλωρής μάζας 2.150

κιλών/στρ. αποδίδει έως 600 κιλά/στρ. ξηρού βάρους. Αμέσως μετά την αποξήρανση, ένας ειδικά

σχεδιασμένος αλωνιστής/ διαχωριστής είναι απαραίτητος για τον διαχωρισμό των ξερών φύλλων από το

μίσχο. Σα ξερά φύλλα αποθηκεύονται με πλαστική επένδυση σε χαρτονένια κουτιά. Περαιτέρω

επεξεργασία με εκχύλιση απαιτείται για να εξαχθούν οι γλυκοζίτες στεβιόλης σε εμπορική κλίμακα (για

χρήση ως πρόσθετο τροφίμων).

Η καλλιέργεια της στέβιας μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική λύση σε διάφορες πρώην

καπνοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας, αφού απαιτεί παρόμοιους χειρισμούς με την καλλιέργεια του

καπνού. Επίσης πειράματα έχουν δείξει ότι αποδίδει πάνω από 200 κιλά/στρ. σε ξηρά φύλλα σε διάφορες

περιοχές της χώρας, απόδοση η οποία θεωρείται το όριο για να είναι οικονομικά βιώσιμη η καλλιέργεια.

Page 36: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ

Tα μανιτάρια είναι μύκητες. Οι μύκητες αποτελούν ένα ξεχωριστό βασίλειο που περιλαμβάνει

μονοκύτταρους ή πολυκύτταρους ευκαρυωτικούς οργανισμούς. Οι μύκητες στερούνται χλωροφύλλης και

αδυνατούν να συνθέσουν οργανικές ενώσεις για το λόγο αυτό απορροφούν τις απαραίτητες οργανικές

ενώσεις από ζωντανούς ή νεκρούς οργανισμούς και γι' αυτό και θεωρούνται το "βιολογικό εργαστήριο

αποδόμησης των οργανικών ουσιών". Αυτό που οι περισσότεροι από εμάς αποκαλούμε μανιτάρι, είναι το

ορατό μέρος του οργανισμού, το καρπόσωμα, που βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια του υποστρώματος ή

του εδάφους. Μέσα ή επάνω στο υπόστρωμα βρίσκεται το σώμα του μύκητα, ο θαλλός. Ο θαλλός

αποτελείται από νηματοειδείς σωλήνες, τις μυκηλιακές υφές, και οι οποίοι παράγουν τα καρποσώματα.

Καθοριστικής σημασίας είναι ο ρόλος των μυκήτων στο οικοσύστημα. Οι μύκητες έχουν την ικανότητα

διάσπασης πολύπλοκων οργανικών ενώσεων σε απλά στοιχεία και ιδιαίτερα της κυτταρίνης και της

λιγνίνης Οι ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη των περισσοτέρων μυκήτων είναι αυτές που συνδυάζουν

υψηλές σχετικές υγρασίες και μέσες θερμοκρασίες. Στην Ελλάδα οι κατάλληλες αυτές συνθήκες

παρουσιάζονται το φθινόπωρο. Τα μανιτάρια έχουν ιδιαίτερη διατροφική αξίας καθώς περιέχουν νερό σε

μεγάλο ποσοστό, πολλές φυτικές ίνες, ελάχιστα λίπη, λίγα σάκχαρα, πρωτεΐνες, μεταλλικά άλατα και

Page 37: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

ιχνοστοιχεία, βιταμίνες και ένζυμα. Επιπλέον σε δεκάδες είδη μανιταριών αποδίδονται θεραπευτικές

ιδιότητες.

Η καλλιέργεια των μανιταριών και η προστασία του άγριου μανιταριού συνδέεται άμεσα με την

ανάπτυξη του γεωργικού εισοδήματος και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Η προβολή και η

προώθηση στην κατανάλωση πολλών εξαιρετικής ποιότητας ειδών μανιταριών, που αποτελούν μέρος της

μεσογειακής μας διατροφής μπορούν και να συμβάλουν στην εξασφάλιση σημαντικού εισοδήματος για τους

αγρότες και τους κατοίκους ορεινών περιοχών.

Η καλλιέργεια των μανιταριών βασίζεται στην ανάπτυξη του μύκητα σε ειδικά προετοιμασμένο

υπόστρωμα. Η παρασκευή του υποστρώματος είναι μια σύνθετη διαδικασία αερόβιων ζυμώσεων που

διακρίνεται σε δύο κύριες φάσεις, τη ζύμωση και την παστερίωση – ωρίμανση. Η σταθερότητα των

περιβαλλοντικών συνθηκών σε όλη την παραγωγική διαδικασία υποστηρίζεται με ηλεκτρονικό έλεγχο των

περιβαλλοντικών παραμέτρων (θερμοκρασία, αερισμός , CO2, σχετική υγρασία).

H καλλιέργεια του μανιταριού Pleurotus (πλευρώτους) είναι ευκολότερη συγκρινόμενη με αυτή του

λευκού μανιταριού καθώς είναι απλούστερη η διαδικασία παρασκευής του υποστρώματος και η κατασκευή

των θαλάμων καλλιέργειας έχει μικρότερο κόστος. Για την καλλιέργεια λευκού μανιταριού (Αgaricus) το

κόστος κατασκευής μιας μονάδας είναι υψηλότερο όμως, η παραγωγική δυναμικότητα είναι σαφώς

μεγαλύτερη.

Η επιτυχία στην καλλιέργεια μανιταριών εξαρτάται κυρίως από τις γνώσεις για την καλλιέργεια, την

εμπειρία, το επενδεδημένο κεφάλαιο και την καλή διαχείριση παραγωγής και πωλήσεων. Σεμινάρια στην

καλλιέργεια μανιταριών πραγματοποιούνται στο Ινστιτούτο Γεωπονικών Επιστημών.

Στάδια καλλιέργειας Pleurotus

Παρασκευή υποστρώματος (2-4 ημέρες).

Παστερίωση υποστρώματος (2-3 ημέρες).

Page 38: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Σπορά -επώαση (15-20 ημέρες).

Σχηματισμός καρποφοριών (8 ημέρες).

Ανάπτυξη-συγκομιδή μανιταριών (7 ημέρες).

Aπολύμανση - άδειασμα - καθαρισμός θαλάμου παραγωγής (2 μέρες).

Στάδια παραγωγής Agaricus bisporus.

Παρασκευή υποστρώματος (10-14 ημέρες).

Παστερίωση-ωρίμανση υποστρώματος (6-7 ημέρες).

Σπορά - επώαση I (14 ημέρες).

Eπικάλυψη- επώαση II (7 ημέρες).

Eπαγωγή -ανάπτυξη καρποφοριών (10 ημέρες).

Συγκομιδή μανιταριών (25 ημέρες).

Aπολύμανση - άδειασμα - καθαρισμός θαλάμου παραγωγής (3ημέρες).

Οι θάλαμοι καλλιέργειας μανιταριών Agaricus εξοπλίζονται με ράφια αλουμινίου, πλατφόρμες

συλλογής και ειδικά νάιλον δίχτυα που υποβαστάζουν το υπόστρωμα στα ράφια. Στον απαραίτητο

μηχανολογικό εξοπλισμό συμπεριλαμβάνονται κλιματιστική μονάδα, φυγοκεντρικό ανεμιστήρα, κιβώτιο

μίξης και κανάλια αερισμού, περσίδες εισαγωγής και εξαγωγής του αέρα, αισθητήρια θερμοκρασίας,

υγρασίας, CO2, χειροκίνητο και ηλεκτρονικό πίνακα ελέγχου των συνθηκών του περιβάλλοντος

Υπάρχουν δύο τύποι μονάδων καλλιέργειας, οι κάθετες μονάδες και οι δορυφορικές μονάδες.

Οι κάθετες μονάδες παράγουν εμβολιασμένο υπόστρωμα καλλιέργειας μανιταριών και μανιτάρια. Οι

μονάδες αυτές διαθέτουν τμήμα παρασκευής υποστρώματος και τμήμα παραγωγής μανιταριών με θαλάμους

καλλιέργειας από πάνελ πολυουρεθάνης, κατάλληλο μηχανολογικό εξοπλισμό και εργαστηριακή υποδομή

αναλύσεων και ποιοτικού ελέγχου.

Page 39: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Από την άλλη οι δορυφορικές μονάδες είναι αυτές που είτε παράγουν μανιτάρια σε εμβολιασμένο

υπόστρωμα είτε προμηθεύονται από μια κεντρική μονάδα παραγωγής υποστρώματος. Η παραγωγή των

μανιταριών μπορεί να γίνει ακόμα και σε μικρούς θαλάμους θερμοκηπιακού τύπου ή σε άλλου τύπου

θαλάμους (π.χ. κατάλληλα διαμορφωμένες αποθήκες).

Μια άλλη κατηγορία μανιταριών είναι τα φαρμακευτικά μανιτάρια, αυτά αντιπροσωπεύουν μία

κατηγορία διατροφαρμακευτικών ουσιών, που δεν είναι ευρέως γνωστά στο Δυτικό κόσμο, ενώ

καλλιεργούνται και καταναλώνονται εδώ και χιλιάδες χρόνια στις χώρες της Ανατολής. Το πιο γνωστό αλλά

και πιο ευρέως καλλιεργούμενο φαρμακευτικό μανιτάρι είναι το Lentinula edodes. Το μανιτάρι «Shiitake»,

όπως είναι η κοινή του ονομασία, παρουσιάζει ανοσοδιεγερτική αντικαρκινική, αντιμικροβιακή,

υποχοληστερινική και άλλες ιδιότητες πολύ ωφέλιμες στην υγεία των ανθρώπων όπως π.χ. στην πρόληψη

και θεραπεία των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Αυτές οι θεραπευτικές του δράσεις είναι γνωστές σε

Ασιατικούς λαούς από πολύ παλιά. Οι αντικαρκινικές ιδιότητες του L. edodes αποδίδονται στον

πολυσακχαρίτη Lentinan που είναι η δραστική ουσία με την ισχυρότερη αντικαρκινική δράση σε σύγκριση

με αυτή πολυσακχαριτών από άλλους βασιδιομύκητες και λειχήνες. Στην Ιαπωνία η ουσία Lentinan, έχει

πάρει έγκριση για τη θεραπεία διαφόρων μορφών καρκίνου σε ενέσιμο μορφή και αποτελεί το όγδοο σε

πωλήσεις αντικαρκινικό φάρμακο.

Η καλλιέργεια του «Shiitake» γίνεται συνήθως σε κορμούς οξιάς, αποτελεί όμως μια εξαιρετικά

χρονοβόρα διαδικασία που διαρκεί 2 χρόνια περίπου. Όμως η παραγωγή καρποσωμάτων μπορεί να

συντομευτεί σε 2 περίπου μήνες με την καλλιέργεια του σε υποστρώματα που αποτελούνται από άχυρα,

πριονίδι βελανιδιάς, εκκοκκισμένους σπάδικες καλαμποκιού κ.α. όπως εφαρμόζεται στο ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε

Τα μανιτάρια είναι ένα προϊόν που έχει υψηλή διατροφική αξία, είναι γενικότερα μια προωθούμενη

καλλιέργεια και εξασφαλίζει στους παραγωγούς ικανοποιητικό εισόδημα. Τα μανιτάρια καλής ποιότητας

δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα διάθεσης. Για την καλλιέργεια τους αξιοποιούνται μικρά αγροτεμάχια και

υπάρχει δυνατότητα ενισχύσεων μέσω προγραμμάτων του ΤΠΑΑΣ. Αυτά αποτελούν τα πλεονεκτήματα της

Page 40: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

καλλιέργειας. Από την άλλη υπάρχουν και κάποια

μειονεκτήματα όπως είναι ο ελάχιστος χρόνος

συντήρησης του νωπού προϊόντος, το κόστος υψηλό

κατασκευής των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού

καθώς και η μεγάλη ευαισθησία σε ασθένειες

ΑΛΟΗ

Η ονομασία του φυτού ετυμολογικά παραπέμπει στην αραβική λέξη alloeh ή την αραμαϊκή hatal που

σημαίνει «πικρή και γυαλιστερή ουσία». Τπάρχουν διάφοροι θρύλοι και μύθοι για την χρήση της κατά την

αρχαιότητα. Οι Αιγύπτιοι, που την απεικόνιζαν στα ιερογλυφικά τους, την αποκαλούσαν «φυτό της

αθανασίας» και υπήρξε το μυστικό ομορφιάς της Κλεοπάτρας και της Νεφερτίτης. Επίσης οι αρχαίοι

Έλληνες και οι Ρωμαίοι την χρησιμοποιούσαν για την θεραπεία των πληγών (Διοσκουρίδης, Πλίνιος ο

πρεσβύτερος). Υπάρχουν επίσης αναφορές για την χρήση της στην Περσία και την Ινδία. Η διάδοση της

στον δυτικό κόσμο και στην Αμερική οφείλεται κυρίως στους Ισπανούς που την φύτευαν στις αποικίες και

Page 41: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

τη χρησιμοποιούσαν για τη αντιμετώπιση στομαχικών και εντερικών διαταραχών. Σο 1959 ο Οργανισμός

Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) άνοιξε το δρόμο για την ευρύτερη χρήση και διάδοση της αλόης

επικυρώνοντας και επίσημα τις σημαντικές ιδιότητες του φυτού αυτού. Το γένος Aloe ανήκει στην

οικογένεια των αλοειδών (Aloaceae) και περιλαμβάνει περισσότερα από 450 είδη, τα οποία είναι αυτοφυή

κυρίως στην Αφρική και την Μεσόγειο. Ως κέντρα καταγωγής θεωρούνται οι περιοχές της Αραβίας, της

Σομαλίας ή του Σουδάν, ενώ η μεσογειακή καταγωγή που αποδίδεται στο συγκεκριμένο είδος πιθανόν να

είναι λανθασμένη.

Τα σημαντικότερα είδη του φυτού, γνωστά για τις θεραπευτικές τους ιδιότητες είναι:

A. barbadensis Miller, γνωστή και ως A. vulgaris ή Curacao aloe (αλόη Barbados) 2. A.

perryi Baker, γνωστή και ως Socotrine aloe ή Zanzibar aloe

A. ferox, γνωστή και ως Cape aloe (αλόη του Ακρωτηρίου)

A. arborescens, είδος διαδεδομένο στην Ιαπωνία

Σχεδόν όλα τα είδη θεωρούνται μη τοξικά, υπάρχει όμως ένας μικρός αριθμός ειδών που είναι

ιδιαίτερα τοξικά, καθώς περιέχουν μια ουσία που μοιάζει με το κώνειο. Όλα τα είδη απαντώνται σε θερμά

και γόνιμα εδάφη, όπου μπορούν να επιβιώσουν σε μεγάλες περιόδους ξηρασίας. Η βοτανική ταξινόμηση

του είδους είναι αρκετά περίπλοκη εξαιτίας των διασταυρώσεων μεταξύ των ειδών, τόσο στην

καλλιεργούμενη όσο και στην άγριά τους μορφή. Σα ονόματα Aloe vera (αλόη η αληθινή) και A.

Barbadensis Mill., είναι τα πλέον συνηθισμένα και αυτά τα οποία χρησιμοποιούνταν μέχρι πρόσφατα από

τους ειδικούς. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί ως σωστότερη ονομασία το Aloe vera, χωρίς

ωστόσο να έχει σταματήσει η χρήση και των δυο ονομάτων. Επιπλέον, μια περαιτέρω σύγχυση

δημιουργείται από το γεγονός ότι πολλά φαρμακευτικά σκευάσματα που κατασκευάζονται από διάφορα

είδη αλόης, έχουν λανθασμένα όλα το όνομα Aloe vera χωρίς να προέρχονται πάντα από το συγκεκριμένο

είδος. Στην Ελλάδα η αλόη έχει εγκλιματιστεί και καλλιεργείται σαν καλλωπιστικό φυτό αλλά και

επιχειρηματικά στην Κρήτη.

Page 42: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η ομάδα των ειδών στην οποία ανήκει και το Aloe vera, διακρίνεται από τα συγγενή είδη από το

γεγονός ότι σχηματίζει απλή ή ελαφρώς διακλαδισμένη ταξιανθία, ενώ τα φυτά παράγουν πολλές

παραφυάδες. Είναι ένα πολυετές παχύφυτο βραδείας ανάπτυξης που φτάνει μέχρι τα 160 εκ. σε ύψος. Δεν

σχηματίζει κεντρικό βλαστό ή σε περίπτωση που σχηματίζεται έχει μικρό μήκος που φτάνει μέχρι τα 30 εκ.

Σα φύλλα είναι 16-20 στον αριθμό, έχουν ελαφρώς όρθια ανάπτυξη και σχηματίζουν πυκνής διάταξης

ροζέττα στην βάση τους ή οποία ανοίγει προς τα πάνω. Είναι παχιά και σαρκώδη με πλατύ και λογχοειδές

σχήμα, οδοντωτά στην περιφέρεια χάρη στην ύπαρξη λευκών αγκάθων μήκους 2 χιλ. περίπου.

Αποτελούνται από τέσσερα στρώματα: τον φλοιό, τον υποφλοιώδη χιτώνα (sap), το στρώμα της κόλλας

(latex) και το παρέγχυμα (πολφός). Ο εξωτερικός τους φλοιός είναι σκληρός και κηρώδης και στο

εσωτερικό του εμπεριέχεται ένα υγρό υπό μορφή γέλης, το οποίο επιτρέπει την αποθήκευση νερού και

θρεπτικών συστατικών και συμβάλλει στην επιβίωση του φυτού σε περιόδους ξηρασίας. Σε νεαρή ηλικία

έχουν ένα ελαφρύ πράσινο χρώμα το οποίο αλλάζει σε βαθύ πράσινο όταν ωριμάζουν, ενώ κάποιες

ποικιλίες εμφανίζουν λευκά στίγματα στην επιφάνεια των ελασμάτων. Φυτρώνουν απευθείας από τη βάση

του φυτού, χωρίς μίσχο και κυκλικά, και μπορεί να ξεπεράσουν τα 50 εκ. σε μήκος, και τα 8-10 εκ. σε

πλάτος, ενώ το πάχος τους είναι περίπου 5 εκ.

Τα άνθη αναπτύσσονται από το κέντρο του φυτού υπό μορφή απλής ή διακλαδιζόμενης

βοτρυώδους ταξιανθίας που φέρεται στο άκρο ανθοφόρου βλαστού μήκους 60-90 εκ. Σα άνθη είναι

ερμαφρόδιτα, τριμερή, μήκους μέχρι 3 εκ., διογκωμένα στην περιοχή της ωοθήκης με αποχρώσεις που

ποικίλουν από κίτρινο ως πορτοκαλί ή κόκκινο.

Ο καρπός είναι κάψα, πολύχωρος, πολύσπερμος και φέρει χωρίσματα κατά μήκος των χώρων της

ωοθήκης τα οποία κατά την ωρίμανση διαχωρίζονται και γίνεται η απελευθέρωση των σπόρων. Οι σπόροι

είναι χρώματος σκούρου καφέ, έχουν μήκος 7 χιλ. και φέρουν πτερύγια.

Αν και το ριζικό σύστημα του φυτού είναι αρκετά επιφανειακό, μπορεί να ανταπεξέλθει αρκετά

καλά σε συνθήκες ξηρασίας, με την προϋπόθεση ότι έχει γίνει καλή εγκατάσταση του φυτού. Είναι φυτό

Page 43: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

CAM, δηλαδή μπορεί να φωτοσυνθέτει κατά την διάρκεια της ημέρας διατηρώντας κλειστά τα στομάτια,

περιορίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο τις απώλειες σε νερό μέσω της διαπνοής. Αυτό το χαρακτηριστικό σε

συνδυασμό με την παχιά επιδερμίδα και τα σαρκώδη φύλλα και στελέχη το καθιστούν ανθεκτικό σε

συνθήκες ξηρασίας και ιδανικό για καλλιέργεια σε ξερικές συνθήκες.

Είναι φυτό εντομόφιλο, ωστόσο η επικονίαση γίνεται κυρίως με την βοήθεια των πουλιών. Στις

περιοχές της Αφρικής όπου αυτοφύεται, η άνθιση και η καρπόδεση του φυτού γίνεται φυσιολογικά.

Ωστόσο σε πολλές περιοχές που καλλιεργείται η αλόη και οι συνθήκες δεν επιτρέπουν τον σχηματισμό

γόνιμης γύρης, σε συνδυασμό με φαινόμενα αυτοσυμβατότητας, έχουν ως αποτέλεσμα να μην έχουμε την

παραγωγή καρπών και σπόρων. Είναι φυτό ευαίσθητο στα δυνατά ρεύματα του αέρα τα οποία μπορούν να

σπάσουν τους βλαστούς και τα φύλλα του. Η αλόη γενικά αντέχει στις υψηλές θερμοκρασίες του

καλοκαιριού, αν και ενδέχεται να προκαλέσουν ελαφρά επιβράδυνση της ανάπτυξης της αν παραμείνουν σε

υψηλό επίπεδο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πρόκειται για φυτό με μεγάλη ικανότητα προσαρμογής γι’

αυτό και το συναντάμε σε διάφορα μήκη και πλάτη της γης. Ο ρυθμός ανάπτυξης του φυτού ποικίλλει

ανάλογα με τη θερμοκρασία, τις βροχοπτώσεις και τη φωτοπερίοδο. Απαιτείται μια περίοδος 4-5 ετών για

να φτάσει στο στάδιο της ωρίμανσης και παραμένει παραγωγικό για 3-9 έτη. Κατά τη διάρκεια της ζωής

του, που ανέρχεται στα 12 έτη, μπορεί να παράγει περισσότερα από 80 φύλλα.

Σήμερα η αλόη έχει εξαπλωθεί στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές, ενώ σε περιοχές της

Αμερικής, της Ασίας και της Αυστραλίας που επικρατούν ξηροθερμικές συνθήκες, αποτελεί μια αρκετά

προσοδοφόρα καλλιέργεια. Σε παγκόσμιο επίπεδο ο ετήσιος κύκλος εργασιών για το 2004 των προϊόντων

νωπής γέλης ανήλθε στα 125 εκατομμύρια δολάρια (US$). Για τα επεξεργασμένα παράγωγα και τα

προϊόντα προστιθέμενης αξίας ο κύκλος εργασιών για το 2004 ανήλθε στα 1 και 25 δισεκατομμύρια

δολάρια (US$) αντίστοιχα. Σε παγκόσμιο επίπεδο οι Η.Π.Α. παράγουν το 60-65% της συνολικής

παραγωγής, ενώ οι χώρες της λατινικής Αμερικής καλύπτουν το 20-25% και η Αυστραλία, η Κίνα και η

Ινδία το 10% της παγκόσμιας παραγωγής. Ωστόσο υπάρχουν αρκετές χώρες όπου η εμπορία των προϊόντων

Page 44: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

της αλόης γίνεται εγχώρια. Στην Ελλάδα η καλλιέργεια της αλόης έχει ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια με

μεμονωμένες προσπάθειες παραγωγών. Οι τιμές του νωπού προϊόντος είναι αρκετά ευμετάβλητες και

επηρεάζονται, όπως σε όλα τα αγροτικά προϊόντα, από παράγοντες που καθορίζουν την προσφορά και την

ζήτηση των προϊόντων στην αγορά. Για την περίοδο 2008-2009, οι τιμές του νωπού προϊόντος κυμάνθηκαν

στα 6-16$ ανά τόνο, χωρίς ωστόσο να είναι αντιπροσωπευτικές.

Η αλόη είναι ένα αρκετά γνωστό φαρμακευτικό φυτό που χρησιμοποιείται ευρέως στην πρακτική

βοτανοθεραπεία, καθώς και σε φαρμακευτικά σκευάσματα φυτικής προέλευσης. Σο έκκριμα του φυτού

ονομάζεται αλόη, περιέχεται στα περικυκλικά κύτταρα των αγγειωδών δεσμίδων του φύλλου και

χρησιμοποιείται είτε ως νωπό είτε ως αποξηραμένο. Σο αποξηραμένο έκκριμα χρησιμοποιείται ως

υπακτικό, καθαρτικό και αντιελμινθικό. Σο νωπό προϊόν έχει παρόμοιες δράσεις, ενώ μπορεί να

χρησιμοποιηθεί και σε δερματικές παθήσεις. Επίσης χρησιμοποιείται στην βιομηχανία τροφίμων και στην

ζυθοποιία για την πικρή του γεύση. Η γέλη της αλόης που προέρχεται από το κεντρικό τμήμα του φύλλου,

έχει και αυτή πολλαπλές φαρμακευτικές ιδιότητες και μπορεί είτε αυτούσια είτε με την μορφή

αποφλοιωμένων φύλλων να χρησιμοποιηθεί για διάφορες δερματικές παθήσεις, ερεθισμούς, πληγές,

καψίματα ή εκδορές και σαν κατάπλασμα πάνω σε μώλωπες. Απαντάται ως συστατικό σε πολλά

καλλυντικά για την ενίσχυση και βελτίωση του δέρματος.

Η αλόη αναπτύσσεται σε μεγάλο εύρος κλιματικών συνθηκών, ενώ προτιμά τα καλά

αποστραγγιζόμενα, αμμώδη ή πηλώδη εδάφη. Μπορεί να αναπτυχθεί σε πετρώδη ξηρά και φτωχά από

θρεπτικής άποψης εδάφη, ωστόσο η καλλιέργεια της συνιστάται να γίνεται σε πλούσια και γόνιμα εδάφη

για την επίτευξη των μέγιστων αποδόσεων. Ως προς την αντίδραση του εδάφους, καταλληλότερα

θεωρούνται τα εδάφη με ελαφρώς αλκαλική αντίδραση, ενώ αν καλλιεργηθεί σε αλκαλικά εδάφη (pH≥8) η

ανάπτυξη του φυτού θα είναι περιορισμένη και αργή. Δεν είναι πολύ ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες,

ωστόσο μπορεί να αντέξει σε θερμοκρασίες μέχρι -3° C παθαίνοντας μικρές μόνο ζημιές. ύμφωνα με το

Διεθνές Επιστημονικό υμβούλιο της Αλόης (IASC), η ιδανική θερμοκρασία για την ανάπτυξη του φυτού

Page 45: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

είναι μεταξύ 20-250C ενώ συνίσταται να αποφεύγονται οι απότομες αλλαγές θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας-

νύχτας. Αναπτύσσεται σε κλίματα που κυμαίνονται από εύκρατα ως τροπικά και δεν αντέχει σε χαμηλές

θερμοκρασίες λόγω της υψηλής περιεκτικότητας του σε νερό (95%). Είναι φωτόφιλο φυτό, αλλά μπορεί να

καλλιεργηθεί και σε ελαφρώς σκιερές τοποθεσίες. Κατά την διάρκεια του χειμώνα στις υποτροπικές

περιοχές εισέρχεται σε ληθαργική κατάσταση περιορίζοντας κατά πολύ τις ανάγκες του σε νερό.

Ο πολλαπλασιασμός του φυτού γίνεται κυρίως αγενώς με την χρήση παραφυάδων, καθώς η χρήση

του σπόρου δημιουργεί προβλήματα λόγω αργής έναρξης βλάστησης και καθυστερημένης αρχικής

ανάπτυξης των νεαρών φυταρίων. Η έλλειψη νερού μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένο σχηματισμό

παραφυάδων. Οι παραφυάδες που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως πολλαπλασιαστικό υλικό αφαιρούνται

από το μητρικό φυτό όταν φτάσουν σε μήκος τα 15-20 εκ. και καλλιεργούνται σε φυτώριο κατά τον πρώτο

χρόνο ανάπτυξής τους. Ως μέθοδοι πολλαπλασιασμού μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ο

μικροπολλαπλασιασμός με in-vitro καλλιέργεια βλαστικών μεριστωμάτων, όπως και η in-vitro παραγωγή

έκφυτων από την βάση των φύλλων. Στην τελική τους θέση φυτεύονται τα νεαρά φυτά σε πυκνότητα που

μπορεί να φτάσει τα 6.000 φυτά ανά στρέμμα, ωστόσο σε εκτατικής μορφής καλλιέργεια συνηθίζονται

αποστάσεις τουλάχιστον 50 εκ. επί και μεταξύ των γραμμών φύτευσης (μέχρι 4.000 φυτά ανά στρέμμα).

Πυκνότητες της τάξεως των 15.000 φυτών ανά εκτάριο θεωρούνται ιδανικές για εντατικής μορφής

καλλιέργεια με χρήση αρδευτικού συστήματος σταγόνας και κάλυψη του εδάφους με πολυαιθυλένιο.

Μικρότερες πυκνότητες δίνουν μεγαλύτερα φύλλα, με μικρότερη ωστόσο συνολική παραγωγή σε γέλη.

Είναι δυνατόν, κατά τον πρώτο χρόνο εγκατάστασης και δεδομένης της χαμηλής επιφανειακής κάλυψης της

φυτείας, να γίνει συγκαλλιέργεια με κάποιο άλλο ετήσιο φυτό (π.χ. ψυχανθές), το οποίο θα αυξήσει το

εισόδημα του παραγωγού, ενώ μπορεί να βελτιώσει την δομή και σύσταση του εδάφους.

Πριν την φύτευση γίνεται μια αναμόχλευση του εδάφους σε μικρό βάθος (20-30 εκ.), δεδομένου

του επιπολαιόριζου ριζικού συστήματος του φυτού. Ακολουθούν 1-2 κατεργασίες με φρέζα και ισοπέδωση

Page 46: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

του εδάφους. Στην συνέχεια μπορούν να δημιουργηθούν αναχώματα με διαστάσεις που ποικίλουν ανάλογα

με το αρδευτικό σύστημα που έχει εγκατασταθεί στην φυτεία, την κλίση του εδάφους κ.α.

Συνήθως δεν χρησιμοποιούνται χημικά λιπάσματα, καθώς η καλλιέργεια της αλόης γίνεται κατά

κανόνα βιολογικά. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην αζωτούχο λίπανση προκειμένου να

εξασφαλιστούν οι ιδανικές αποδόσεις, συνιστάται η εφαρμογή 5 κιλών αζώτου στο στρέμμα. Αρκετά συχνή

είναι η χρήση κοπριάς η οποία βελτιώνει την δομή και την σύσταση του εδάφους, σε ποσότητες που

κυμαίνονται στους 1-1,5 τόνους ανά στρέμμα .

Το φυτό είναι ανθεκτικό σε συνθήκες ξηρασίας ωστόσο η δυνατότητα άρδευσης της φυτείας

βελτιώνει κατά πολύ τις τελικές αποδόσεις. Μια άρδευση είναι απαραίτητη αμέσως μετά την μεταφύτευση,

ακολουθούμενη από 2-3 αρδεύσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλή εγκατάσταση της φυτείας.

υνήθως εφαρμόζονται 4-6 αρδεύσεις τον χρόνο ανάλογα με την περιοχή καλλιέργειας και τις συνθήκες

που επικρατούν, ενώ μια επιπλέον ελαφρά άρδευση μπορεί να εφαρμοστεί μετά την συγκομιδή των φύλλων,

ανάλογα με την διαθεσιμότητα του νερού.

Καθ’ όλη την διάρκεια της καλλιέργειας το έδαφος θα πρέπει να διατηρείται καθαρό από ζιζάνια. 2-

3 βοτανίσματα τον χρόνο, ακολουθούμενα από ελαφρά σκαλίσματα, προωθούν την ανάπτυξη των φυτών

και την δημιουργία παραφυάδων. Σο πρώτο βοτάνισμα-σκάλισμα θα πρέπει να γίνει μέσα στον πρώτο μήνα

από την εγκατάσταση της φυτείας. Επίσης θα πρέπει να γίνονται τακτικοί έλεγχοι της φυτείας για την

αφαίρεση τυχόν άρρωστων, μη παραγωγικών φυτών, ενώ θα πρέπει να γίνεται και αφαίρεση των ξερών

ανθικών στελεχών.

Η φυτοπροστασία των φυτών δεν αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα καθώς η σκληρή και παχιά

επιδερμίδα των φύλλων αποτελεί σημαντική φυσική άμυνα για το φυτό. Προβλήματα μπορεί να

δημιουργήσουν βακτήρια του γένους Erwinia (Erwinia chrysanthemi) που προκαλούν σήψεις των φύλλων,

οι μύκητες του γένους Alternaria (Alternaria alternata)και Fusarium (fusarium solani), καθώς και οι παγετοί,

οι δυνατοί άνεμοι και τα τρωκτικά.

Page 47: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Η συγκομιδή των φύλλων της αλόης ξεκινά περίπου τρία χρόνια μετά τη φύτευση και συνεχίζεται

για ένα διάστημα επτά περίπου χρόνων. Σο έκκριμα του φυτού συλλέγεται μετά από δημιουργία εγκάρσιων

τομών στην βάση των ώριμων φύλλων και κοντά στον βλαστό, ενώ παράλληλα τα φύλλα τοποθετούνται

κατά τρόπο που να επιτρέπει την συλλογή των σταγόνων μέσα σε δοχεία ή πάνω σε μουσαμάδες που

στρώνονται από πριν γύρω από τα φυτά. Η συλλογή του εκκρίματος μπορεί να γίνει και με σύνθλιψη των

φύλλων ή με εμβάπτιση τους σε κρύο ή ζεστό νερό. Η τομή των φύλλων γίνεται συνήθως νωρίς το πρωί και

απαιτούνται 4-5 ώρες μέχρι να συλλεχθεί το έκκριμα του φυτού. Για την παραγωγή γέλης γίνεται

συγκομιδή των φύλλων χειρωνακτικά με κοφτερό μαχαίρι και μπορεί να πραγματοποιηθεί μέχρι και τρεις

φορές ανά έτος, σε διαστήματα των τριών μηνών. Η συγκομιδή αφορά σε φύλλα με μήκος >25 εκ. τα οποία

ωστόσο δεν θα πρέπει να είναι πολύ γερασμένα καθώς μειώνεται η περιεκτικότητά τους σε γέλη, με

αποτέλεσμα να υποβαθμίζεται και η ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος. ε κάθε περίπτωση θα πρέπει

να απορρίπτονται φύλλα με νεκρωτικές κορυφές ή άλλη μορφή ζημιών, καθώς η χρήση τους θα

υποβαθμίσει την ποιότητα της παραγόμενης γέλης λόγω επιμολύνσεων με βακτήρια. Σο γεγονός ότι

απαιτείται διαλογή των φύλλων πριν την συγκομιδή καθιστά την μηχανική συλλογή των φύλλων αρκετά

δύσκολη. Η συγκομιδή των φύλλων γίνεται συνήθως Οκτώβριο-Νοέμβριο, ενώ των ανθέων Δεκέμβριο-

Ιανουάριο.

Μετά την συγκομιδή γίνεται συμπύκνωση του εκκρίματος με βρασμό και μετέπειτα ψύξη ή με

εξάτμιση υπό κενό. Σο τελικό προϊόν είναι αδιαφανές, κηρώδους υφής και συχνά γκρίζου-καφέ χρώματος.

Οι κρύσταλλοι της αλοΐνης είναι ορατοί στο μικροσκόπιο, ενώ μπορεί να υπάρχουν και διάφορες άλλες

ουσίες. Για την παραλαβή της γέλης, τα φύλλα μετά την συγκομιδή μεταφέρονται σε υδατόλουτρα για τον

καθορισμό τους από ξένα υλικά και στην συνέχεια μεταφέρονται για τεμαχισμό. Σε κάθε φύλλο αφαιρείται

η κορυφή και η βάση, καθώς και τα πλευρικά τμήματα με την βοήθεια κοφτερού μαχαιριού. Στην συνέχεια

αφαιρούνται οι εξωτερικοί ιστοί. Σο υπόλοιπο που απομένει θα πρέπει να υφίσταται άμεσους χειρισμούς για

την αποφυγή αποδόμησης των πολυσακχαριτών. Εναλλακτικά, τα φύλλα μπορούν να κοπούν κατά μήκος

Page 48: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

και η γέλη παραλαμβάνεται στην συνέχεια με απόξεση. Σε κάθε περίπτωση το προϊόν που παίρνουμε θα

πρέπει να κόβεται σε μικρότερα κομμάτια, ενώ ακολουθεί διύλιση και φιλτράρισμα. Ο καθαρισμός γίνεται

με φυγοκέντριση για την απομάκρυνση των διαφόρων υπολειμμάτων, ενώ στην συνέχεια ακολουθεί χημική

σταθεροποίηση, συμπύκνωση και αφύγρανση. Υπάρχουν επίσης τα προϊόντα που προέρχονται από

ολόκληρα τα φύλλα, τα οποία διαφοροποιούνται στο ότι η εξαγωγή της γέλης από τους εξωτερικούς ιστούς

των φύλλων γίνεται ξεχωριστά, ακολουθεί απομάκρυνση της αλοΐνης, κοσκίνισμα και το προϊόν που

παραμένει προστίθεται στην υπόλοιπη γέλη.

Τα φυτά μπορούν να δώσουν 16-20 φύλλα τον χρόνο κάτω από ιδανικές συνθήκες υγρασίας και με

επαρκή αζωτούχο λίπανση. Με μια πυκνότητα της τάξης των 5.000 φυτών ανά στρέμμα, έχουμε με μέσο

νωπό βάρος ανά φύλλο τα 0,2 κιλά, οι αποδόσεις σε γέλη ανέρχονται στους 18 τόνους ανά στρέμμα.

Τπάρχουν ωστόσο ποικιλίες οι οποίες σχηματίζουν φύλλα που έχουν βάρος έως 13 κιλά, οπότε υπάρχουν

διαφοροποιήσεις στην συνολική παραγωγή αλλά και στην πυκνότητα φύτευσης.

Η καλλιέργεια της αλόης μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική λύση σε περιοχές με ξηροθερμικές

συνθήκες, ωστόσο απαιτεί μεγάλη αρχική επένδυση σε εξοπλισμό για τους διάφορους μετασυλλεκτικούς

χειρισμούς.

Η καλλιέργεια των συγκεκριμένων φυτών χαρακτηρίζεται ως εναλλακτική, καθώς οι καρποί, οι

οποίοι αποδίδουν τα φυτά είναι τροφές υψηλής διατροφικής αξίας για τον άνθρωπο. Επιπλέον, για το λόγο

ότι τα περισσότερα φυτά της κατηγορίας αυτής πρωτοεμφανίστηκαν και είναι αυτοφυή φυτά σε διάφορες

χώρες, εκτός της Ελλάδας, γεγονός το οποίο τα καθιστά άγνωστα στη μεσογειακή διατροφή των Ελλήνων.

Τα προϊόντα των εναλλακτικών καλλιεργειών πέρα από τα πολλαπλά οφέλη που έχουν στην υγεία των

καταναλωτών έχουν και μεγάλα οικονομικά οφέλη για τους παραγωγούς τους, καθώς οι αποδόσεις ανά

στρέμμα είναι αρκετά υψηλές ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας.

Page 49: Οδηγός Επιχειρηματικότητας και εργασίας για Εναλλακτικές καλλιέργειες

Recommended