17
Η Μαρίνα των βράχων Οδυσσέας Ελύτης Μια ανάγνωση του ποιήματος μέσα από διάσημους πίνακες ζωγραφικής και τη δημιουργική γραφή «Μετασχηματίζουσα μάθηση μέσα από την Τέχνη»

Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

  • Upload
    -

  • View
    371

  • Download
    1

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Η Μαρίνα των βράχων

Οδυσσέας ΕλύτηςΜια ανάγνωση του ποιήματος μέσα από διάσημους πίνακες ζωγραφικής

και τη δημιουργική γραφή«Μετασχηματίζουσα μάθηση μέσα από την Τέχνη»

Page 2: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Η Μαρίνα των βράχων

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα που γύριζεςΟλημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσαςΑετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφουςΓύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλοΚι οι κόρες των  ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Χί-μαιραςΡιγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!Που είναι η γνώριμη  ανηφοριά  του  μικρού  ΣεπτεμβρίουΣτο κοκκινόχωμα όπου  έπαιζες θωρώντας προς τα κάτωΤους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιώνΤις γωνιές  όπου  οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυο-σμαρίνια - Μα που γύριζεςΟλονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσαςΣού 'λεγα να μετράς μέσ' στο γδυτό νερό τις φωτεινές τουμέρεςΑνάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτωνΗ πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπουςΜ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου. Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείληΚι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμαΒαθιά μέσ' στο χρυσάφι του καλοκαιριούΚαι τ' άρωμα των γυακίνθων - Μα που γύριζες  

Page 3: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Η Μαρίνα των

βράχων

Κατεβαίνοντας  προς  τους  γιαλούς  τους  κόλπους  με ταβότσαλαΉταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτοΜα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνεΚι άνοιγες μ' έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ' όνομα τουΑνεβαίνοντας ανάλαφρα ως τη διαύγεια των βυθώνΌπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας. Άκουσε, ο λόγος είναι των στερνών η φρόνησηΚι ο  χρόνος γλύπτης των  ανθρώπων παράφοροςΚι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδαςΚι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωταΈχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη. Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή  ως το κόκαλο άλλοκαλοκαίριΓια ν' αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμιαΚαι να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιέςΉ για να πας καβάλα στο μαΐστρο Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλαςΘ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.

Page 4: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Θεματικά κέντρα

Η Μαρίνα των βράχων

Η ομορφιά, η νεότητα, ο έρωτας Ο παρορμητισμός της νεότητας Η φθορά του χρόνου Το αμετάκλητο της ενηλικίωσης

Page 5: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Με βάση αυτά τα θέματα και τους εικαστικούς πίνακες που

ακολουθούν, γράψτε τις δικές σας ιστορίες Ξεκινήστε ρωτώντας: (τεχνική του David Perkins)

α) Τι βλέπετε; Τι παρατηρείτε;β) Τι σας προκαλεί έκπληξη; Τι σας προβληματίζει; Τι δεν μπορείτε να καταλάβετε;γ) Προσπαθήστε να δώσετε απάντηση σε ό,τι σας δημιουργεί απορία.

Στη συνέχεια γράψτε τη δική σας ιστορία για το κάθε έργο τέχνης, έχοντας στο μυαλό σας και τη «Μαρίνα των βράχων».

Page 6: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Botticelli – η γέννηση της Αφροδίτης

Page 7: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Η αναδυομένη Μαρίνα

Ηλιόλουστη ήταν η μέρα όταν η Μαρίνα έφτασε στην ακτή και άρχισε να αγναντεύει το πέλαγος. Οι κόρες των ματιών της έμοιαζαν θαρρείς και γίναν ένα με το βαθύ μπλε της θάλασσας. Ο άνεμος φυσούσε τα κατάξανθα μαλλιά της όμοια σαν έναν καταρράκτη από χρυσό. Ολημερίς γύριζε στα βράχια παρορμητική όπως πάντα… δε θα μπορούσε να την αδικήσει κανείς. Η νεότητα την οδήγησε σε αυτό. Τα κοχύλια λαμποκοπούσαν κάτω από το υπέρλαμπρο φως του ήλιου. Τα ζήλεψε. Ξάφνου αποφάσισε να βουτήξει στα πεντακάθαρα νερά του πελάγους για να τα διεκδικήσει. Αναδυόμενη πλέον σαν την Αφροδίτη, πρόβαλε η Μαρίνα των βράχων, ίδια η θεά του έρωτα, της ομορφιάς και της νεότητας που η φθορά του χρόνου δεν την αγγίζει, ηρωίδα της ανεμελιάς που δεν έχει πλέον απαντήσει το αίνιγμα της ενηλικίωσής της.

Page 8: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Σαλβαντόρ Νταλί, Η εμμονή της μνήμης

Page 9: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Η εμμονή της μνήμης

Περπατούσα…όλα γύρω ήταν σκοτεινά, μέχρι που αντίκρισα μπροστά μου μια κρυστάλλινη λίμνη και έναν ολόλευκο ουρανό να τη χαϊδεύει. Παντού υπήρχαν δείκτες ρολογιών και ο ήχος των δευτερόλεπτων ηχούσε απειλητικά.

Μπερδεύτηκα… Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί υπήρχαν τόσο ρολόγια, αλλά δεν με ένοιαζε κιόλας! Ο ήχος όμως δυνάμωνε, πλησίαζε όλο και πιο έντονα στ’ αυτιά μου, ώσπου ξύπνησα. Κατάλαβα ότι ήταν το ξυπνητήρι. Μόλις συνειδητοποίησα ότι η ζωή έχει όρια… έχει αρχή και τέλος. Με τάραξε, δεν ήταν τόσο απλό, ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω με τον παππού μου, γιατί ήξερα ότι θα με βοηθήσει.

Ο παππούς ζούσε σε ένα σπίτι στο βουνό μοναχικά, στον ελεύθερο χρόνο του ζωγράφιζε. Καθώς έμπαινα στο σπίτι, το μάτι μου κόλλησε σε έναν από τους πίνακες που δεν είχα προσέξει ποτέ πριν. Χάθηκα στις σκέψεις μου, γιατί ξαφνικά έβλεπα το όνειρό μου να ζωντανεύει μες στον πίνακα.

Ήρθε ο παππούς, με είδε σκεπτική και με ρώτησε «τα λιωμένα ρολόγια» -έτσι τον αποκαλώ αυτόν τον πίνακα- «δεν τον έχεις ξαναδεί;»

Ναι, εχθές στο όνειρό μου! Ήταν τόσο ζωντανό και αγχωτικό! Τότε πρέπει να σου εξηγήσω την ιστορία της ζωής, την εμμονή της μνήμης. Οι άνθρωποι μικρή μου, έχουν εμμονή με τη μνήμη, τις αναμνήσεις. Δεν μπορούν να

κατανοήσουν πως ο χρόνος περνά και χάνεται μες στις όμορφες στιγμές που γίνονται αναμνήσεις. Αυτό απεικονίζουν τα λιωμένα ρολόγια, κοριτσάκι μου, κι εγώ τα είχα ονειρευτεί στην ηλικία σου. Πρέπει να συνειδητοποιήσεις, τώρα που μπορείς, πως ο χρόνος περνά γρήγορα και δεν γυρίζει πίσω.

Καθώς αφηγούνταν ο παππούς την ιστορία, ο ήχος των ρολογιών δυνάμωνε στ’ αυτιά μου… Τικ τακ, τικ τακ, μες στην ησυχία… κι ο χρόνος περνούσε.

Page 10: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Claude Monet, Water lilies (Νούφαρα)

Page 11: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Ένωση των δύο φύσεων

Μια ξανθιά νεράιδα προστατεύει το γεμάτο με νούφαρα ποτάμι. Η επιφάνεια του ποταμού, σαν ένας ολοκάθαρος καθρέφτης, αντανακλά κάθε πιθαμή της φύσης δίνοντας την αίσθηση του απέραντου. Η μικρή ξανθιά νεράιδα Μαρίνα περιπλανιέται κατά μήκος του νερού και νιώθει την ομορφιά του. Ζει την κάθε στιγμή της ζωής της και προσμένει τον έρωτα. Αλληλοεπιδρά έντονα με τη φύση, αγγίζοντας, χαϊδεύοντας τα φύλλα των δέντρων. Περιπλανιέται πάνω στα νούφαρα που κείτονται στην εκθαμβωτική επιφάνεια του ποταμού και τραγουδά αντηχώντας στον απέραντο γαλάζιο ουρανό.

Page 12: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Salvador Dali - The Meditative Rose

Page 13: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Το τριαντάφυλλο του έρωτα

Ήταν η μικρή Μαρίνα… ένα ηλιόλουστο πρωινό πήγε μια βόλτα με τον φίλο της το Γιωργάκη και με το σκύλο της. Ο σκύλος ελεύθερος έτρεχε χαρούμενος μέσα στην πεδιάδα. Καθώς τα παιδιά απολάμβαναν τον ήλιο, ξαπλωμένοι στο γρασίδι φαντάστηκαν ένα πελώριο τριαντάφυλλο να κατεβαίνει από τον ουρανό και να τους ψεκάζει τους σπόρους του έρωτα. Έπειτα, ο Γιωργάκης επηρεασμένος από τους σπόρους του έρωτα, έκοψε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο και το χάρισε στη Μαρίνα. Η Μαρίνα αισθάνθηκε αμήχανα και με τη δικαιολογία ότι είχε περάσει η ώρα φώναξε το σκύλο και έφυγε στο σπίτι της. Εκείνο το βράδυ ο Γιωργάκης πήρε το θάρρος και άφησε στην άκρη του παραθύρου της ένα γράμμα, στο οποίο της εκμυστηρευόταν τα συναισθήματά του, μαζί με το τριαντάφυλλο που εκείνη δεν είχε πάρει. Το επόμενο πρωί η Μαρίνα διάβασε το γράμμα και συγκινήθηκε. Όταν είδε τον Γιωργάκη στο σχολείο του εκμυστηρεύτηκε τα συναισθήματά της και από εκείνη τη μέρα έγιναν αχώριστοι.

Page 14: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Γκούσταφ Κλιμτ Το Φιλί

Page 15: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Ο βράχος της λησμονιάς Ούτε ήξερε πόση ώρα είχε περάσει πια. Το αεράκι που φυσούσε από τη θάλασσα ένιωθε να του τρυπάει τα κόκκαλα. Τα

τσιγάρα του είχαν τελειώσει. Και κείνος, εκεί χαμένος να αγναντεύει το πέλαγος από το ψηλότερο σημείο του νησιού το «βράχο της λησμονιάς». Έτσι τον ονόμασαν οι κάτοικοι από τα τότε χρόνια, όταν ακόμα περίμεναν να γυρίσουν οι δικοί τους άνθρωποι από τα καράβια. Και για το Θοδωρή σήμερα ήταν μια τέτοια μέρα. Η μέρα της λησμονιάς. Είχε μεγαλώσει πολύ πια για να κλαίει. Όμως σήμερα ήταν αλλιώς. Στο μυαλό του έφερε το αγαπημένο της ποίημα… «Η Μαρίνα των βράχων». Για εκείνον ήταν πάντα η δική του Μαρίνα.

Ριγώντας μ’ αφρό τη θύμηση… Μαζί μεγαλώσανε, μαζί στο σχολείο, μαζί στις σκανταλιές, μαζί χτίζανε όνειρα, αγναντεύανε το πέλαγος και σχεδιάζανε το μέλλον τους. Μακριά από το νησί. Στην πρωτεύουσα. Να σπουδάσουν, να διαπρέψουν και να είναι όλοι περήφανοι στο νησί για αυτούς. Έτσι περνούσαν τα παιδικά τους χρόνια... και ήταν τόσο όμορφη η δική του Μαρίνα. «Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη. Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα. Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού».

Όταν κάνεις σχέδια, λένε, γελάει ο Θεός. Και με αυτούς μάλλον ο Θεός «έσκαγε» στα γέλια όταν τους άκουγε. Τελευταία τάξη του σχολείου και λίγο πριν από τις εξετάσεις ο θάνατος χτύπησε το σπίτι του Θοδωρή. Χάθηκε στη θάλασσα τους είπανε. Ο καλύτερος καπετάνιος του νησιού, ο πατέρας του. Το μοναδικό αρσενικό της οικογένειας πια ο Θοδωρής. Ούτε λόγος τώρα για σπουδές. Μέσα σε μια νύχτα έγινε άνδρας. Η απόφαση πάρθηκε. Θα μπάρκαρε κι αυτός στα καράβια. «Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε». Εκεί στο βράχο της λησμονιάς την αποχαιρέτησε.

«Κι άνοιγες μ’ έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ’ όνομά του». Με αυτήν την εικόνα της Μαρίνας πορεύτηκε όλα του τα χρόνια. Σε εκείνο το ολόγιομο φεγγάρι του Αυγούστου ορκίστηκαν πως ποτέ δε θα ξεχάσει ο ένας τον άλλον. Ορκίστηκαν στην αγάπη που έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε όλοι, όταν ο κόσμος μας γκρεμίζεται. Ορκίστηκαν στα παιδικά τους όνειρα, ότι όταν η ζωή τους κάνει τον κύκλο της, πάλι εκεί στο βράχο της λησμονιάς θα ανταμώσουν.

«Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα Έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη». Πλανεύτρα η θάλασσα λένε οι ναυτικοί και δεν έχουν άδικο. Σαράντα πέντε χρόνια πέρασαν από εκείνη τη βραδιά.

Πάντα έλεγε ότι την επόμενη χρονιά θα επιστρέψει και πάντα το ανέβαλε. Είχε όμως τη Μαρίνα να τον συντροφεύει σε τρικυμίες και φουρτούνες, σε άγριες θάλασσες κι ωκεανούς. Της έμαθε όλον τον κόσμο. Δίπλα του την είχε στο τιμόνι του καταστρώματος. Ώσπου τα χρόνια πέρασαν, ο Θοδωρής έκανε τον κύκλο του κι επέστρεψε στο νησί. Έψαξε τη Μαρίνα. Ρώτησε γι’ αυτήν. Η δική του Μαρίνα δε ζούσε πια. Νικημένη από την κακιά αρρώστια είχε πεθάνει λίγα χρόνια νωρίτερα. Οι κάτοικοι τη θυμότανε να έρχεται κάθε καλοκαίρι και να περνάει ώρες ατέλειωτες μόνη της εκεί στο βράχο της λησμονιάς. Η Μαρίνα των βράχων τη λέγανε. Η δική του Μαρίνα!

«Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες κι αύριο, Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλαςΘα αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου».

Page 16: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων
Page 17: Οδυσσέας Ελύτης, Η Μαρίνα των βράχων

Πηγές

Κόκκος Α. και συνεργάτες, Εκπαίδευση μέσα από τις τέχνες, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2011

Οδυσσέα Ελύτη, Η Μαρίνα των βράχων Claude Monet, Water lilies (Νούφαρα) Salvador Dali, The Meditative Rose Botticelli, Η γέννηση της Αφροδίτης Σαλβαντόρ Νταλί, Η εμμονή της μνήμης Γκούσταφ Κλιμτ, Το Φιλί