44
1

2015 σώμα και θρησκείες β2

Embed Size (px)

Citation preview

1

Απόψεις θρησκειών για τις μεταμοσχεύσεις

Ιουδαϊσμός : Στην Ιουδαϊκή θρησκεία, η πρώτη αξία στη θρησκευτική κλίμακα

των άξιων είναι η προστασία της ζωής τού ανθρώπου. Επίσης, πρυτανεύει

στον Ιουδαϊσμό, η υπεράσπιση της αξίας της φυσικής κατασκευής και

κατάστασης τού ανθρώπου, που η σύγχρονη ιατρική δε φαίνεται να τηρεί

απαρέγκλιτος και να σέβεται απόλυτα. Ως προς δε το σεβασμό και την

προσήκουσα τιμήν προς τους νεκρούς τηρείται απαραβίαστα, εκτός εάν η

παραβίαση της αρχής αυτής γίνει, για να βοηθηθεί ένας άλλος ζωντανός

ασθενής. Συμπεραίνουμε, ότι, στον Ιουδαϊσμό, όχι μόνον επιτρέπεται, άλλ' ότι

σχεδόν επιβάλλεται η προσφορά οργάνου από ζωντανό άνθρωπο για τη

σωτηρία της ζωής ενός άλλου: Ο δότης, κατά τον Ιουδαϊσμό, πρέπει και να

διακινδυνεύσει ακόμη, χάριν τού κινδυνεύοντος, να αποθάνει. Καλεί δε η

θρησκεία το δότη να μπει στη θέση του λήπτη, όταν ο θάνατος τού δεύτερου

είναι επικείμενος και σίγουρος, εάν δε γίνει μεταμόσχευση. Όσο για το

«νεκρό» δότη και τον «εγκεφαλικό» λεγόμενο θάνατο, ο Ιουδαϊσμός είναι

ρητός και σαφής: Η πριν άπ' τον καρδιακό θάνατον τού δότη επέμβαση, για

την αφαίρεση οργάνου του, ισοδυναμεί με φόνο. Ο «εγκεφαλικός θάνατος»

καταδικάζεται ρητώς και απολύτως ,ως κριτήριο θανάτου.

Ισλαμισμός: Κάθε αφαίρεση οργάνου, είτε από ζωντανό, είτε από νεκρό, που

δεν γίνεται για τη σωτηρία της ζωής ενός δέκτη, καταδικάζεται σαν «έργω

προσβολή» και «πράξει ασέβεια» προς τον Άνθρωπο. Η ακεραιότητα τού

ανθρωπίνου σώματος, κατ' αρχήν, περιφρουρείτε ακόμη και μετά θάνατον. Η

Μεταμόσχευση επιτρέπεται μόνο για σοβαρότατους λόγους υγείας, όταν

προκύπτει θέμα ζωής ή επικειμένου θανάτου και με την προϋπόθεση, ότι δεν

υπάρχει απολύτως κανένας άλλος δρόμος σωτηρίας. Μόνον υπό τις ανωτέρω

προϋποθέσεις επιτρέπεται Μεταμόσχευση, ο δε δότης πρέπει να είναι ήδη

νεκρός, όχι εγκεφαλικά, αλλά καρδιακά. Ο Ισλαμισμός, έπειτα, δεν απαιτεί την

εν ζωή συγκατάθεση τού δότη, για μία μετά θάνατό του αφαίρεση οργάνου

του. Μόνον η Νομοθεσία μερικών ισλαμικών χωρών, κι όχι η θρησκεία,

απαιτείνα προϋπάρχει τέτοια συγκατάθεση. Περιττό, φυσικά, να αναφέρουμε,

ότι ο Ισλαμισμός θεωρεί προσβολή προς την αξία τού Ανθρώπου κάθε επί

χρήμασιν απόκτηση οργάνου.

2

Βουδισμός:Ευνοεί τις Μεταμοσχεύσεις «προς ανακούφιση τού πόνου»..Γι’

αυτό,σε αυτους τους λαους (Ιαπωνες) θα πρέπει μάλλον να γίνεται λόγος

μόνο για Μεταμοσχεύσεις από ζώντα δότη και προκειμένου για ένα από τα

δίδυμα όργανα του.

Χριστιανισμός«Ο Χριστιανισμός, λέει ο κ Χριστόδουλος, βλέπει τη

μεταμόσχευση σαν πράξη αγάπης και θυσίας χάριν τοϋ συνανθρώπου. Για

την αξιολόγηση από χριστιανικής πλευράς των μεταμοσχεύσεων, δύο βασικά

προβάλλουν κριτήρια: Το ένα είναι η ανεκτίμητη αξία του ανθρώπινου

προσώπου ως εικόνος του Θεού και το άλλο η χωρίς όρια και όρους αγάπη

προς τον πλησίον, που φθάνει μέχρι και της αγάπης προς τον εχθρό.

Ξεκινώντας από τις δύο βασικές αυτές αρχές και στηριζόμενοι στην

ευαγγελική αλήθεια επιβάλλεται κατ' αρχήν, να ξεκαθαρίσουμε μερικά

πράγματα δια να είμεθα σαφείς. Έτσι:

α) Πρέπει να πούμε ότι η αφαίρεση οργάνων με τη θέληση του δότη δεν

συνιστά αυτοακρωτηριασμό του, που απαγορεύεται από τους Κανόνες της

Εκκλησίας μας. Ο αυτοακρωτηριασμός ενέχει μιαν ύβριν απέναντι του

Δημιουργού και καταδικάζεται ως ασέβεια προς Αυτόν.

β) Η ζωή είναι δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και δεν δωρίζεται από τον

δωρεολήπτην. Επομένως η δωρεά οργάνων από ζώντα δότην δεν πρέπει να

θέτει σε κίνδυνο τη δική του ζωή. Γιατί τότε πρόκειται για αυτοκτονία που και

αυτή απαγορεύεται.

γ) Όπως η ζωή δεν μας ανήκει γιατί μας την εχάρισε ο Θεός, έτσι και το σώμα

μας δεν είναι ιδιοκτ Εκ πρώτης όψεως η αρχή αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει

στην απαγόρευση της δωρεάς των οργάνων αυτών, που ουσιαστικά δεν μας

ανήκουν. Ωστόσο όταν πρόκειται με την δωρεάν αυτή να σωθούν άλλοι

άνθρωποι, τότε αυτή η δωρεά μεταβάλλεται σε αυτοθυσία που είναι πράξη

γενναία και ηρωική. Και όπως, παρά το ότι την αυτοκτονία αποδοκιμάζομε,

ωστόσο τιμούμε τους ήρωες που θυσιάζουν και τη ζωή των χάριν

υψηλότερων αγαθών, έτσι και την δωρεάν των οργάνων χάριν της σωτηρίας

του δέκτη αποδεχόμαστε ως πράξη υψηλόφρονα και ευγενική.

3

δ) Η πίστη μας στην ανάσταση των σωμάτων, κατά τον μέλλοντα αιώνα, δεν

εμποδίζει την δωρεάν των οργάνων προς μεταμόσχευση, επειδή με την

ανάσταση εκείνη «πάντες αλλαγησόμεθα» και το υλικό αυτό και φθαρτό μας

σώμα θα μεταστοιχειωθεί σε άφθαρτο και θα προσλάβει νέα υφή άσχετη με τη

σημερινή του κατάσταση. Επί πλέον αναπηρίες και άλλες καχεξίες που

παρατηρούνται σ’ αυτή τη ζωή δεν θα υπάρχουν στην άλλη και όλοι οι

άνθρωποι θα εμφανισθούν θαυμαστά αλλαγμένοι και ανακαινισμένοι έσωθεν

και έξωθεν. Κατά συνέπεια η σημερινή σωματική μας κατάσταση δεν θα

επηρεάζει την μεταθανάτια εν τη αναστάσει σωματική μας υπόσταση.

ε) Η μεταμόσχευση οργάνων προς σωτηρία πασχόντων δεν μπορεί να

θεωρηθεί ως ασεβής επέμβαση στο θέλημα του Θεού. Ο Θεός που ανέχεται

το κακό, ο ίδιος μας ζητεί να αγωνιζόμαστε να το απορρίψουμε και ο ίδιος μας

χάρισε τον νουν για να τον επιστρατεύομε προς αντίκρουση και αναίρεση του

διάχυτου σ' όλη μας τη ζωή δαιμονικού στοιχείου που είναι η γενεσιουργός

αιτία και του φυσικού και του ηθικού κακού δαιμονικού στοιχείου που είναι η

γενεσιουργός αιτία και του φυσικού και του ηθικού κακού.

στ) Οι παραπάνω ορθόδοξες απόψεις δεν γίνονται βέβαια απόλυτα σεβαστές

από όλο το χριστιανικό κύκλο, δεδομένου ότι, στην περιοχή ιδιαίτερα του

Προτεσταντισμού έχουν αναπτυχθεί ποικιλόμορφες και ποικιλώνυμες αιρέσεις

που τηρούν διαφορετική στάση απέναντι στα σημεία που εθίξαμε, χωρίς

βέβαια αυτό να σημαίνει τίποτε το σημαντικό για μας. Ωστόσο για λόγους

πληρότητος οφείλουμε να μνημονεύσουμε μεταξύ άλλων την ανέρειστη

οπωσδήποτε θέση των λεγομένων «Μαρτύρων του Ιεχωβά» που

απορρίπτουν την μετάγγιση αίματος, και κατά συνέπειαν και κάθε πράξη

μεταμόσχευσης, στηριζόμενοι σε εμφανή παρερμηνεία γραφικού χωρίου που

απαγορεύει στους χριστιανούς να χρησιμοποιούν το αίμα. ). Αλλ’ είναι ηλίου

φαεινότερο ότι η ρήση του Αποστόλου Παύλου «απέχεσθε αίματος» δεν έχει

καμμία σχέση με την μετάγγιση του αίματος από άνθρωπο σε άνθρωπο για

λόγους θεραπευτικούς, αλλ’ αναφέρεται στην ειδωλολατρική συνήθεια της

πόσεως αίματος και των ραντισμών με το αίμα των θυσιαζομένων ζώων ή και

με την χρησιμοποίηση του αίματος αυτού στα πλαίσια ιλαστικών τελετών.

Άλλες επίσης προτεσταντικές παραφυάδες δυαλιστικής κατευθύνσεως

μανιχαΐζουν, απομιμούμενες τον πεσσιμισμό των αρχαίων αιρετικών

Μανιχαϊστών που απέρριπταν κάθε πράξη ζωής, όπως π.χ. το γάμο και ιδίως

4

την παιδοποιία, κρίνοντες ότι σ’ αυτόν τον κόσμο δεν αξίζει να ζει κανείς, και

επομένως να προβαίνει σε κάποια κίνηση ή ενέργεια που αποβλέπει στην

επιμήκυνση ή στη σωτηρία της ζωής. Οϊ αιρέσεις αυτές αποτελούν

οπωσδήποτε μειοψηφία μέσα στον κορμό των χριστιανικών Εκκλησιών,

επειδή όμως επικαλούνται για τον εαυτόν τους τη χριστιανική ιδιότητα,

νοθεύουν τις χριστιανικές θέσεις που η Ορθοδοξία κυρίως εκπροσωπεί με τον

ακαινοτόμητο λόγο της…».

Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησία:Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει ευλογήσει τη

δωρεά οργάνων ως πράξη ύψιστης αγάπης και φιλαλληλίας. Ο Πάπας Πίος ο

12ος έχει αναφερθεί θετικά στην δωρεά οργάνων ως πράξη ιδιαίτερα ευγενή,

ο δε Πάπας Ιωάννης Παύλος ο 2ος την χαρακτηρίζει υπηρεσία στη ζωή. Όσον

αφορά στον εγκεφαλικό θάνατο, κατά την παρελθούσα δεκαετία τρεις

ποντιφικές σύνοδοι και ακαδημίες ανέλαβαν το έργο της γνωμοδοτήσεως περί

αυτού και κατέληξαν σε κείμενα αποδοχής του ως συμφώνου με την πίστη και

διδασκαλία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Επιπλέον, σε επίσημη ομιλία

του στο 18ο Διεθνές Συνέδριο της Εταιρείας Μεταμοσχεύσεων που έλαβε

χώρα στις 29 Αυγούστου του 2000 στη Ρώμη, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο

2ος υιοθέτησε τον εγκεφαλικό θάνατο. 

Παρά ταύτα, μεταξύ των καθολικών κύκλων και θεολόγων υπάρχουν και αυτοί

οι οποίοι εκφράζουν επίμονη αντίθεση στο ότι ο εγκεφαλικός θάνατος

ταυτίζεται με το θάνατο του ανθρώπου, με κύριους εκπροσώπους τους Ρaul

Byrne και Sean O Reily. Το αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι σε όλα αδιακρίτως

τα Ρωμαιοκαθολικά νοσοκομεία γίνεται διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου

και επιτρέπεται η δωρεά οργάνων, στις δε καθολικές κατά το θρήσκευμα

χώρες λαμβάνουν χώρα οι περισσότερες μεταμοσχευτικές επεμβάσεις.

Προτεσταντικές Ομολογίες:Μεταξύ των διαφόρων προτεσταντικών

ομολογιών, ακόμη και των πλέον φονταμενταλιστικών, φαίνεται να υπάρχει

μία γενικευμένη και άνευ επιφυλάξεων αποδοχή του εγκεφαλικού θανάτου και

των μεταμοσχεύσεων γενικότερα. Κατ αρχάς, η Επισκοπελιανή Εκκλησία με

απόφασή της του 1982, προτρέπει τους πιστούς της να γίνουν δωρητές

οργάνων, ιστών και αίματος στα πλαίσια της διακονίας τους προς τον πλησίον

5

στο όνομα του Χριστού, ο οποίος έδωσε την ζωή Του ώστε κι εμείς να

απολαμβάνουμε το πλήρωμα της ζωής. Επίσης, η Χριστιανική Εκκλησία των

Μαθητών του Χριστού, το 1985, συνιστά στους πιστούς της να γίνουν

δωρητές οργάνων και να προσεύχονται για όσους έχουν ήδη δεχθεί κάποιο

μόσχευμα με μεταμόσχευση. Το ίδιο και η Πρεσβυτεριανή Εκκλησία με τη

Γενική Συνέλευση του 1995, εκφράζει μεν το σεβασμό της προς το δικαίωμα

του κάθε προσώπου να αποφασίζει για το σώμα του, προτρέπει όμως τους

πιστούς της να γίνουν δωρητές και να υπογράψουν την κατάλληλη κάρτα

δωρητού οργάνων. Ανάλογη είναι και η τοποθέτηση της Λουθηρανικής

Εκκλησίας (Σύνοδος του Μιζούρι), η οποία το 1984 εξέδωσε απόφαση

σύμφωνα με την οποία η δωρεά αποτελεί έκφραση θυσιαστικής αγάπης προς

τον αναγκαιούντα πλησίον. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι προτρέπονται οι πιστοί

να ρυθμίσουν τις σχετικές αποφάσεις τους σε συνεννόηση με το συγγενικό

τους περιβάλλον.

Ινδουισμός:Στην Ινδουιστική σκέψη δεν υπάρχουν γενικά αποδεκτές ηθικές

αρχές. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι να παραμένουν ανόθευτες οι

διδασκαλίες της μετενσάρκωσης, του ντάρμα (dharma)  και κάρμα (karma).

Ντάρμα είναι το καθήκον, η δικαιοσύνη και η θρησκεία. Ως υπέρτατο ντάρμα

ορίζεται η αναγνώριση της αλήθειας στην καρδιά. Το κάρμα αντιστοιχεί στο

νόμο αιτίας και αιτιατού, καταδεικνύει τον προορισμό κάποιου ατόμου, όπως

αυτός προσδιορίζεται από πράξεις του παρελθόντος ή και από άλλες ζωές

(μετενσάρκωση). Επειδή η Ινδουιστική θρησκεία στηρίζεται στο νόμο του

κάρμα και τη μετενσάρκωση, η ιδέα των μεταμοσχεύσεων δεν είναι μόνο

αποδεκτή από τον Ινδουισμό αλλά και απόλυτα συμβατή με τη διδασκαλία

του. Η ψυχή αναγεννάται και μετεμφυτεύεται σε άλλα υγιή σώματα, ενώ τα

προηγούμενα γηράσκουν. Αυτός είναι και ο λόγος που το σώμα, αφού

ακολουθήσει την πορεία του, αποτεφρώνεται για να επανέλθει στα αρχικά του

στοιχεία: χώμα, νερό και αέρα. Στη μυθολογική παράδοση των Hindu δεν

υπάρχει τίποτε που να απαγορεύει την εξ αγάπης προσφορά σώματος. Αντ

αυτού, υπάρχουν ιστορίες κατά τις οποίες μέλη του σώματος ανθρώπων

προσφέρονται για το καλό συνανθρώπων τους ή της κοινωνίας.

6

Σύμφωνα με την Αρχαία Ελληνική θρησκεία το σώμα θεωρούταν ως η

φυλακή της ψυχής. Παρ' όλα αυτά οι αρχαίοι προσέδιδαν μεγάλη σημασία στο

σώμα (Νούς υγειής καί σώματι υγειές) γι' αυτό και το επιμελούταν ιδιαίτερα.

Με τον θάνατο η ψυχή αποκοπτόταν βίαια από το σώμα γι' αυτό και το σώμα

αχρηστευόταν. Το σώμα άλλες φορές καιγόταν (όχι πλήρης αποτέφρωση γιατί

αν το σώμα καταστρεφόταν τότε παύει να υπάρχει και η ψυχή) ή θαβόταν

(θεωρούταν ύβρις να μην ταφεί ο νεκρός ακόμη κι αν ήταν προδότης, γιατί

έτσι η ψυχή δεν ησύχαζε ποτέ).

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η ψυχή αντιστοιχεί στις ιδιότητες που έχει ένα

ζωντανό ον (μορφή ή εντελέχεια), είτε πρόκειται για φυτό είτε για ζώο είτε για

άνθρωπο.

Και όπως οι ιδιότητες ενός αντικειμένου οφείλουν την υπόστασή τους στο

ίδιο το αντικείμενο, έτσι και η ψυχή οφείλει την υπόστασή της στο υλικό

σώμα. Όταν λοιπόν αυτό πεθαίνει και διαλύεται, η ψυχή του εκμηδενίζεται. Για

τον άνθρωπο η ψυχή του έχει πέντε «δυνάμεις», ή αλλιώς δυνατότητες:

• το «θρεπτικόν», που σχετίζεται με τη θρέψη του σώματος·

• το «ορεκτικόν», δηλαδή την τάση για καθετί καλό·

• το «αισθητικόν», την ικανότητα της πρόσληψης των πληροφοριών μέσω των

αισθήσεων·

• το «κινητικόν», που εξασφαλίζει τις κινήσεις του σώματος και

• το «διανοητικόν».

Στην ελληνική γραμματεία η λέξη «ψυχή» πρωτοαπαντάται στον Όμηρο και

μάλιστα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Αυτές σχετίζονται πάντα με τον

άνθρωπο, όπου η «ψυχή» παρουσιάζεται είτε ως κάτι το οποίο κινδυνεύει να

χάσει ο πολεμιστής στη μάχη είτε ως κάτι που μετά τον θάνατο του σώματος

μεταβαίνει στον Άδη, δηλαδή τον κάτω κόσμο. Εκεί ονομάζεται επίσης

«εἴδωλον» επειδή διατηρεί τη μορφή και την προσωπικότητα του εκλιπόντος,

αλλά βρίσκεται σε μια εξαιρετικά υποβιβασμένη κατάσταση. Μερικές ψυχές,

ωστόσο, έχουν την τύχη να πάνε στα Ηλύσια Πεδία, απολαμβάνοντας

αθανασία με τους θεούς.

7

Μεταθανάτιες απόψεις για το σώμα

Ζώντας σ’ ένα πολυπολιτισμικό κόσμο, μπορούμε να μάθουμε πολλά από

τους άλλους πολιτισμούς σχετικά με το θάνατο, την κηδεία και την ταφή. Οι

κάτοικοι κάποιων χωρών θεωρούν το θάνατο κάποιου μια πνευματική και

χαρούμενη εκδήλωση – μια στιγμή για να γιορτάσουμε τη ζωή και όλα όσα

έχει να προσφέρει. Άλλοι βρίσκονται σε βαθύ πένθος, και περνούν πολλές

ημέρες λυπημένοι για το πρόσωπο που πέθανε. Παρακάτω, θ’ αναφερθούν

διαφορετικές πτυχές του θανάτου.

Χριστιανισμός

Οι χριστιανοί πιστεύουν ότι η ψυχή δημιουργείται από τον Θεό κατά την

σύλληψη, με τον θάνατο διαχωρίζεται βιαία από το σώμα, επιζεί από τον

θάνατο και κατά την ανάσταση θα επανενωθεί με το σώμα. Η ψυχή μετά τον

θάνατο, περιμένοντας την ανάσταση βρίσκεται σε μία ενδιάμεση κατάσταση.

Δηλαδή, οι δίκαιοι προγεύονται τον παράδεισο και οι αμαρτωλοί την κόλαση.

Επίσης, το σώμα είναι δημιούργημα του Θεού, με τον θάνατο επιστρέφει στην

γη απ' όπου προήλθε και κατά την ανάσταση θα ανασυντεθεί αύθαρτο. Αν

όμως καταστραφεί τελείως το σώμα (π.χ. αποτεφρωθεί) παύει να υπάρχει και

η ψυχή.

Όπως διδάσκει η Αγ. Γραφή υπάρχουν 3 μορφές θανάτου:

πνευματικός, σωματικός/φυσικός & αιώνιος θάνατος.

Ο άνθρωπος αποτελεί ολότητα που περιλαμβάνει ψυχή και σώμα και ο

διαχωρισμός αυτής της ολότητας από το Θεό αποτελεί το πνευματικό

θάνατο. Ο φυσικός/σωματικός θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής

από το σώμα. Ο αιώνιος είναι ο οριστικός αποχωρισμός από το Θεό.

Η χριστιανική επικήδεια τελετή διαμορφώθηκε πλήρως την περίοδο του Μεσαιωνικού

καθολικισμού. Οι τελετουργίες πήραν έναν καταθλιπτικό χαρακτήρα μέσω των

μαύρων ενδυμάτων, των κεριών και το πένθιμο χτύπημα της καμπάνας της

εκκλησίας.

8

Βουδισμος

Για το βουδισμό, ο θάνατος είναι η συνεχής επανάληψη της διάλυσης

και εξαφάνισης της ψυχής και του σώματος, η οποία συμβαίνει σε κάθε

μέρος και κάθε λεπτό.

Η αθανασία θεωρείται ανταμοιβή για τους ανθρώπους που είχαν μια

καλή επίγεια ζωή και σε όσους ήταν δίκαιοι. Τα κριτήρια της αθανασίας

ποικίλλουν ανάλογα με την καταγωγή του νεκρού και την αιτία του

θανάτου και κατά πόσο ηθική ζωή είχε.

Επίσης, η μετεμψύχωση έχει έντονη παρουσία στα θρησκεύματα της

Εγγύς και Άπω Ανατολής.

Τέλος, ο βουδισμός ορίζει τη Νιρβάνα ως το τέρμα όλης της

προσωπικής εξέλιξης.

Ιουδαιοχριστιανισμός

Η θρησκεία αυτή αντιλαμβάνεται το θάνατο ως συνέπεια του προπατορικού

αμαρτήματος και πιστεύει ότι το αμάρτημα αυτό θα αρθεί με την ανάσταση

των νεκρών κατά την Δευτέρα Παρουσία, όπου οι άνθρωποι θα κριθούν

ανάλογα με τα έργα τους στην επίγεια ζωή.

Ιουδαϊσμός

Στον ιουδαϊσμό αποτελεί υποχρέωση να συμπαραστέκεται κανείς στο

άτομο που πρόκειται να πεθάνει και να είναι παρών στην αναχώρηση

της ψυχής.

Υπάρχει η γενική άποψη πως τίποτα δεν υπάρχει πέρα από το θάνατο

που να μπορεί να συγκριθεί με την ποιότητα της σχέσης με τον Θεό.

9

Ισλάμ

Οι μουσουλμάνοι ασπάζονται τις ίδιες πεποιθήσεις με τους χριστιανούς για το

σώμα και την ψυχή και πιστεύουν στην πνευματική και σωματική ανάσταση

του ατόμου, μόνο που θα κριθεί ανάλογα με τις πράξεις τους και την μοίρα

τους.

Ισλαμισμός

Οι άνθρωποι είναι υπεύθυνοι για τις πράξεις τους στη γη και

πεθαίνοντας θα κριθούν είτε με ανταμοιβή είτε με τιμωρία στη μετά

θάνατον ζωή τους.

Όταν ένα άτομο βρίσκεται κοντά στο θάνατο, κάποιος καλείται να διαβάσει στίχους

από το Κοράνι. Μετά το θάνατό του, το σώμα πλένεται, ντύνεται με άσπρα ρούχα και

τοποθετείται σ’ ένα απλό, ξύλινο φέρετρο. Το σώμα θα πρέπει να καεί όσο το

δυνατόν πιο γρήγορα – συνήθως μέσα σε 24 ώρες

10

Αρχαία Αιγυπτιακή θρησκεία

Ο Κνουμ απεικονιζόταν συχνά ως κριός ή ως άνδρας με κεφάλι κριού.

Πιστευόταν ότι έπλαθε τα παιδιά στον κεραμικό τροχό και κατόπιν τα φύτευε

στο σώμα της μητέρας τους.Στην πόλη Ασσουάν ήταν φύλακας του Νείλου και

λατρευόταν ως «αυτός που έφερε την πλημμύρα».

Για τους Αιγυπτίους το σώμα και η ψυχή είναι αλληλένδετα. Η ψυχή με τον

θάνατο χωρίζεται από το σώμα και περιπλανιέται ανάμεσα σε τρεις κόσμους:

ο κόσμος των δικαίων, των βασανιστηρίων και σε μία ενδιάμεση κατάσταση.

Η ψυχή κρίνεται από ένα δικαστήριο και αν αποδειχθεί ότι η καρδιά του

νεκρού ήταν δίκαιη καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του πηγαίνει στον κόσμο

του δικαίου. Επίσης, πιστευόταν ότι η ψυχή είχε δύο μορφές, το «Κα» και το

«Μπα». Το Κα επικοινωνούσε με το σώμα και για την επιβίωσή του έπρεπε

να διαφυλαχθεί το σώμα και το Μπα βρισκόταν μαζί με τους Θεούς.

«Επιστρέφοντας ο Όσιρις βρήκε το βασίλειό του σε λαμπρή κατάσταση. Η

Ίσιδα είχε κυβερνήσει με σύνεση κατά την απουσία του. Ωστόσο, έπεσε θύμα

της συνωμοσίας που προετοίμασε κρυφά ο αδελφός του Σετ, ο οποίος ήθελε

να τον εκτοπίσει από τον θρόνο του. Στα εδάφια τα σχετικά με την Ίσιδα και

τον Σετ υπάρχει λεπτομερής αφήγηση για πώς την 17η του μηνός Αθύρ, κατά

το εικοστό όγδοο έτος της βασιλείας του, ο «καλός» θανατώθηκε και

διαμελίστηκε από τους συνωμότες, καθώς και το πώς ανακάλυψε η πιστή

σύζυγός του το σώμα του και το μετέφερε πίσω στην Αίγυπτο.

Χρησιμοποιώντας τη μαγεία της με τη βοήθεια του Θωθ, του Άνουβι και του

Ώρου η Ίσιδα κατόρθωσε να επαναφέρει στη ζωή τον Όσιρι. Εκείνος

εμφανίσθηκε στη συνέχεια ενώπιον του δικαστηρίου των θεών, υπό την

προεδρία του Γκεμπ, για να απαλλαχθεί τελικά από τις κατηγορίες του Σετ

εναντίον του.

Αναστημένος πλέον ο Όσιρις μπορούσε να επανακτήσει το θρόνο του και να

εξακολουθήσει να βασιλεύει πάνω στους θνητούς. Εκείνος, ωστόσο,

προτίμησε να εγκαταλείψει τη γη και να αποσυρθεί στα Ηλύσια Πεδία, όπου

υποδεχόταν ευμενώς τις ψυχές των δικαίων και βασίλευε επί των νεκρών.

Όπως είναι φυσικό, η υπόσχεση της ανάστασης και της αιώνιας ύπαρξης

προσέδωσε ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στη λατρεία του Όσιρι. Όπως

αποσύρθηκε ο Όσιρις χάριν του γιου του στο στερέωμα, έτσι και ο νεκρός

11

φαραώ περνώντας στην οσιρική αθανασία μεταβιβάζει τη δύναμή του στον

νέο μονάρχη.»

Ο Κνουμ κι η Χέκετ δημιουργούν το ανθρώπινο σώμα

Στην αρχαία Αίγυπτο η συντήρηση του σώματος ήταν απαραίτητη γιατί

σύμφωνα με τον μύθο του Όσιρι όποιος ταριχευόταν θα αναστηνόταν και θα

ζούσε στον κάτω κόσμο μαζί με τους δικαίους.

Κοινωνικές απόψεις

Ο άνθρωπος δεν αισθάνεται φόβο απέναντι στο θάνατο, αλλά τον

προβληματίζει η λανθασμένη αντίληψη που έχει γι’ αυτό.

Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι ο θάνατος αποτελεί ένα θέμα

«ταμπού» στην κοινωνία.

Ο θάνατος είναι πάντα πρόβλημα για όλες τις κοινωνίες καθώς κάθε

κοινωνικό σύστημα πρέπει  να το αποδεχθεί, προκειμένου τα άτομα να

προχωρήσουν μπροστά. Αν οι κοινωνίες αποτύχουν ν’ αντιμετωπίσουν

το θάνατο, τότε το κοινωνικό σύνολο θα καταρρεύσει.

Ψυχολογική άποψη

Οι ψυχολόγοι υιοθετούν την άποψη ότι ο θάνατος έχει λάβει διάφορες

μορφές. Η πιο ισχύουσα μορφή είναι ότι ο θάνατος δεν αποτελεί

αντικείμενο αναφοράς παρά μόνο σε περιπτώσεις στατιστικής

αναφοράς περί θνησιμότητας.

Οι ψυχολόγοι τείνουν να προσφέρουν ένα αντιληπτικό και ρεαλιστικό

πλαίσιο για την κατανόηση της σχέσης του ανθρώπου με το θάνατο.

Αυτή είναι μια πρόκληση για το μέλλον.

12

Ψυχαναλυτική άποψη

Σύμφωνα με τον ψυχαναλυτή E. Becker, η ικανότητα των ανθρώπων

να φοβούνται και να κατανοούν το θάνατο, τους παροτρύνει να μην

αποδέχονται ότι είναι θνητοί.

Ο Freud ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει θάνατος στο υποσυνείδητο,

ωστόσο ο άνθρωπος με την υποσυνείδητη «ευχή» του θανάτου

συνήθως εννοεί «εγώ» θα ζήσω για πάντα, «εσύ» θα πεθάνεις.

13

ΑΠΟΨΕΙΣ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ

Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.)

Η πεποίθηση του Αριστοτέλη για το θάνατο είναι ότι η ψυχή και η ύλη

αποτελούν βασικά στοιχεία του ατόμου. Εάν ο θάνατος γίνει

κατανοητός μέσα από αυτά, τότε είναι φανερό ότι θα πρέπει να είναι το

αποτέλεσμα ενός από αυτά.

Αισχύλος (525/524 – 556/555 π.Χ. )

Λόγω της βαθιάς του θρησκευτικής πίστης θεωρούσε το θάνατο

αναπόφευκτο γεγονός και ως θεός δε δεχόταν την δωροδοκία.

Ευριπίδης ( 480-406 π. Χ. )

Ο Ευριπίδης ισχυριζόταν ότι υπάρχει ζωή μετά το θάνατο και οι νεκροί

συναντούσαν ο ένας τον άλλον στον Άδη .

Στωικοί φιλόσοφοι (1907-1976)

Οι Στωικοί φιλόσοφοι ισχυρίζονταν ότι ο θάνατος αποτελεί στοιχείο της

φύσης και πρέπει να το αποδεχτούμε ως στοιχείο του πεπρωμένου

μας.

Θεωρούν ότι η ψυχή είναι αναπόσπαστο κομμάτι του κόσμου που θα

οδηγηθεί στον θάνατο, όπως όλα τα όντα, δηλαδή θα διαλυθεί.

Οι νεκρικές τελετές σε πολλές κοινωνίες είναι πολύπλοκες και διαφορετικές

από κουλτούρα σε κουλτούρα

14

Γιατί ο χριστιανισμός εχθρεύεται τη σεξουαλικότητα

και τη θεωρεί ύψιστη αμαρτία;

«Όσο δεν αντιλαμβανόμαστε την ηθική του Χριστιανισμού ως βαρύ έγκλημα

κατά της ζωής, το παιχνίδι είναι πολύ εύκολο για τους υπερασπιστές του».

Η θεμελιώδης σημασία της σεξουαλικότητας, εκφράζεται στη θρησκευτική

πίστη όλων των λαών -πρωτογενώς πάντοτε με θετικό τρόπο. Το αιδοίο και ο

φαλλός, ως φορείς της γονιμότητας, ήταν ιερά για τους αρχαίους ανθρώπους

και οι ερωτικές πράξεις βρίσκονταν πάντα στο επίκεντρο της θρησκευτική

ζωής. Αφού η σεξουαλικότητα τιμήθηκε και εξυμνήθηκε επί χιλιετίες, κάποτε

ανέκυψαν και η εχθροί της που με τον καιρό η δύναμή τους μεγάλωνε.

Τέτοιους εχθρούς γνώρισε και η γυναίκα που ήταν πολύ σεβαστή στους

παλαιούς μητριαρχικούς πολιτισμούς. Πάντοτε υπό την αιγίδα της θρησκείας,

εμφανίστηκαν δυνάμεις που πολεμούσαν πότε τη γυναίκα, πότε την

σεξουαλικότητα ή και τις δυο μαζί. Ο ίδιος ο Χριστός δεν έζησε πάντως ως

ασκητής, δεν κατοικούσε, όπως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, στην έρημο, αλλά

διαχώρισε τη θέση του από αυτόν. Επιπλέον στιγματίσθηκε από τους εχθρούς

του ως «φαγάς (ψόγος) και οινοπότης». Επίσης συναναστρεφόταν χωρίς

συστολή με γυναίκες, που δεν τις θεωρούσε κατώτερες και δεν τις

παραγκώνιζε ποτέ και πουθενά, επικοινωνούσε μάλιστα με αμαρτωλούς και

με πόρνες, ενώ δεν καταδίκαζε ούτε τις μοιχαλίδες. Από την άλλη, στον

απόστολο Παύλο, τον πραγματικό ιδρυτή του Χριστιανισμού, αρχίζουν ήδη να

αναφαίνονται οι σωματικές αυτοτιμωρίες, η κατάπνιξη των συναισθημάτων, το

μίσος του σώματος. Η «σάρκα» εμφανίζεται κατευθείαν ως έδρα της αμαρτίας.

Στη σάρκα δεν υπάρχει κανένα καλό, η σάρκα είναι «σώμα θανάτου», ο

χριστιανός πρέπει να «βασανίσει το σώμα», να το «υποδουλώσει» ,να το

«νεκρώσει» κ.τ,λ. Ταυτόχρονα ο Παύλος ταπεινώνει τη γυναίκα θεωρώντας

την απλώς ανταύγεια του άντρα και αποδίδοντας της δευτερεύουσα σημασία -

όλες οι υπεκφυγές των απολογητών διαψεύδονται από τα ίδια τα κείμενα.

Τέλος ο απόστολος υποβιβάζει και τον γάμο, αφού τον εγκρίνει μόνο για την

15

αποφυγή της πορνείας και εξηγεί ρητά ότι είναι καλό για τον άντρα «γυναικός

μη άπτεσθαι».

Πολύ νωρίς οι πιο γνωστοί πατέρες της Εκκλησίας άρχισαν να πλειοδοτούν ο

ένας έναντι του άλλου στην προπαγάνδιση της ασκητείας και με τη γοητευτική

τους γλώσσα να προτρέπουν προπάντων τα παιδιά, ακόμη και τεσσάρων ή

πέντε ετών, στην αγνεία. Ασκώντας πίεση σε ανύποπτα μυαλά και σώματα,

τους αποσπούσαν υποσχέσεις παρθενίας που θα τα δέσμευαν σε όλη τη ζωή

τους. Όταν όμως μερικοί εχέφρονες μεταξύ των ενηλίκων διαμαρτύρονταν, οι

σεβάσμιοι πατέρες φανάτιζαν τον κόσμο εναντίον τους. «Οι γονείς

αντιστέκονται, αλλά πρέπει να υπερνικηθούν», κηρύσσει ο άγιος Αμβρόσιος.

Στο όνομα της αγνείας πολλοί μοναχοί παραδίδονται σε μια φρικτή ζωή.

Κυλιούνται γυμνοί σε μυρμηγκοφωλιές όπως ο Μακάριος, σε αγκάθια όπως ο

Βενέδικτος, κλαψουρίζουν ασταμάτητα όπως ο Σενούτε (άγιος της Κοπτικής

Εκκλησίας) ή ζουν μέσα στην ακαθαρσία όπως ο Αντώνιος. Σε όλη τους τη

ζωή, όπως ο Συμεών ο Στυλίτης, δεν κοιτάζουν ούτε την ίδια τους τη μητέρα

και πετροβολούν τις γυναίκες. Κρεμούν βαριά σίδερα από το πέος τους και

έτσι είναι σαν ευνούχοι. Ζουν πολλά χρόνια εντοιχισμένοι, ολόκληρες

δεκαετίες πάνω σε στύλους, τρώνε σε όλη τους τη ζωή χορτάρι βοσκώντας

σαν τα ζώα. Προσποιούνται συνεχώς τον τρελό -αρκετοί άλλωστε έχουν

τρελαθεί πραγματικά. Ακόμη και στον 20ό αιώνα μερικοί θεολόγοι εξυμνούν

όλα αυτά ως «ηρωισμό», «αγιότητα», «βαθύτερες μορφές θρησκευτικής

συνείδησης», προϊόντα μιας «θαυματουργικής επίδρασης του Αγίου

Πνεύματος» κ.τ.λ. Αλλά και ο Μεσαίωνας θεωρεί την, εχθρική προς το σώμα

και τις ορμές, στάση των υστερικών ασκητών ως το πιο υψηλό ιδανικό.

Σχεδόν κάθε εκδήλωση της σεξουαλικότητας είναι βαριά αμαρτία, η

παθολογική αγνεία ιερή, η ηδονή διαβολεμένη. ενώ η σωματική αυτοτιμωρία

εκθειάζεται. Οι θεολόγοι καθυβρίζουν το σώμα με χαρακτηρισμούς όπως

«κοπρόλακκος», «αγγείο σήψης», «γεμάτο βρομιά και βδελυγμία». Όχι ο

πρώτος τυχών, αλλά ο Ιωάννης της Άβιλας, που το 1926 αναγορεύθηκε

διδάσκαλος της Εκκλησίας, διδάσκει: «Να περιφρονείς το σώμα, να το

θεωρείς κοπρώνα σκεπασμένο με χιόνι, κάτι που σου προκαλεί αηδία ακόμη

και όταν το σκέφτεσαι». Όχι ο πρώτος τυχών, αλλά ο άγιος Φραγκίσκος της

Ασίζης ορίζει ότι το σώμα πρέπει «να το μισούμε επειδή επιθυμεί μια σαρκική

16

ζωή», ότι «η σάρκα πρέπει να απονεκρώνεται και να περιφρονείται [... ] και να

ατιμάζεται».

Όταν πάθαιναν ή απλώς φοβούνταν ότι θα πάθουν ονείρωξη, όταν

κρυφοκοίταζαν φιλήδονα μια γυναίκα, βουτούσαν αμέσως, ακόμη και τη νύχτα

ή το χειμώνα, στο νερό, σε πολύ ψυχρά ποτάμια ή σε παγωμένες λίμνες, και

έκαναν εκεί μέσα κάμψεις των γονάτων ψέλνοντας εκκλησιαστικούς ύμνους.

Για να δαμάσουν το πέος τους φορούσαν κάθε χρόνο κιλίκια εφοδιασμένα με

καρφιά, κοιμούνταν μάλιστα με αυτά, ή αυτομαστιγώνονταν συχνά μέχρι

λιποθυμίας, όπως ο ιδρυτής του τάγματος των δομινικανών. Ακόμη και στον

20ό αιώνα οι ιησουίτες βασανίζονται με μαστίγια και χαλύβδινες ακίδες -αφού

σύμφωνα με τον άγιο Φραγκίσκο της Σάλης η εξωτερική απονέκρωση είναι

όπως η βρόμη για τον γάιδαρο, που τον κάνει να περπατάει καλύτερα. Η ίδια

η Εκκλησία, ήδη από την αρχαιότητα και παρ' όλες τις μεταρρυθμίσεις του

μεσαίωνα, παραπονιέται συχνά ότι οι μοναχοί «δίνουν το χειρότερο

παράδειγμα» στους λαούς, ότι «σχεδόν σε όλη την Ευρώπη [... ] οι μοναχοί

δεν έχουν να επιδείξουν τίποτε περισσότερο από τη φαλάκρα και το ράσο»,

ότι πολλοί πηγαίνουν στα μοναστήρια μόνο για να μπορούν να πορνεύονται

ανενόχλητοι. Η ελευθεριάζουσα ζωή των μοναχών ήταν πραγματικά

παροιμιώδης. Μέχρι και τα τέλη του 16ου αιώνα τα ανδρικά μοναστήρια

έβριθαν από γυναίκες και παιδιά. Η δε ομοφυλοφιλία ανθούσε στα

μοναστήρια ήδη από την ίδρυση τους. Οι μοναχές των ταγμάτων εγκαινιάζουν

όμως στη Δύση την περιπατητική πορνεία. Γενικά οι μοναχές, όσο

επεκτεινόταν η βασιλεία των ουρανών πάνω στη γη, τόσο πιο συχνά

ανταγωνίζονταν τις πόρνες. Ήδη από τον 9ο αιώνα τα γυναικεία μοναστήρια

παρομοιάζονται επανειλημμένα με οίκους ανοχής. Πολλές μονές γίνονται

αργότερα ανοιχτά πορνεία, από τις πιο βόρειες περιοχές της Ευρώπης, όπου

η εθνική αγία της Σουηδίας (αγία Μπριγκίτα) παραπονιέται ότι οι πύλες των

γυναικείων μονών είναι μέρα και νύχτα ανοιχτές σε λαϊκούς και κληρικούς,

μέχρι τη Γαλλία και την Ιταλία, όπου ο θεολόγος Νικόλαος του Κλεμάνζ

ομολογεί: «Η κάλυψη ενός κοριτσιού με πέπλο σήμερα σημαίνει κατευθείαν

την παράδοση του στην πορνεία». Οι τόποι περισυλλογής αποκαλούνται

«χαμαιτυπεία» ή «οίκοι ανοχής» των ευγενών. Το δημοτικό συμβούλιο της

Λοζάνης απαγορεύει στις μοναχές να ανταγωνίζονται και να ζημιώνουν τα

17

μπουρδέλα, ενώ το δημοτικό συμβούλιο της Ζυρίχης εκδίδει το 1493 μια

αυστηρή διάταξη «κατά των ακόλαστων επισκέψεων».

Όπου δεν υπήρχαν άντρες και οι μοναχές δεν δικαιούνταν ούτε καν

εξομολογητές, οι γυναίκες κατέφευγαν συχνά σε παιδιά, σε τετράποδα ή

ακόμη και σε εντελώς άψυχα μέσα ηδονής, πρωτόγονους σωλήνες ή

ασφαλώς και σε τεχνητούς φαλλούς με όσχεα γεμισμένα με γάλα, που τη

στιγμή της κορυφαίας έντασης «εκσπερματωνόταν», ζεστό ή κρύο, μέσα στον

λιγότερο ή περισσότερο παρθενικό κόλπο. Τέτοια υποκατάστατα

αποκαλούνται στη Γαλλία, όχι χωρίς λόγο, «κοσμήματα των καλογριών».

Όταν πέθανε η Μαργκερίτ Γκουρντάν (1783), η πιο φημισμένη ιδιοκτήτρια

οίκων ανοχής του αιώνα -που ήταν και γνωστή κατασκευάστρια ολίσβων- στα

χαρτιά της βρέθηκαν εκατοντάδες παραγγελίες τέτοιων «κοσμημάτων» από

γαλλικά μοναστήρια. Όπου η Εκκλησία ζητούσε τον «σωφρονισμό», οι

απάνθρωπες τιμωρίες έπεφταν βροχή. Προπάντων όσοι αθετούσαν την

υπόσχεση παρθενίας -ακόμη και εκείνοι που είχαν εγκλεισθεί σε μοναστήρια

παρά τη θέλησή τους-καταδικάζονταν σε πολυετή νηστεία ζώντας με νερό και

ψωμί, φυλακίζονταν χρόνια ολόκληρα, υπέμειναν συχνές πρόσθετες

ταλαιπωρίες και μαστιγώνονταν ή ραγίζονταν. Ο αριθμός των ραβδισμών

επέκειτο στην κρίση του ηγούμενου και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις

επιτρεπόταν το μαστίγωμα ή το ράβδισμα μέχρι την επέλευση του θανάτου.

Στον κοσμικό κλήρο επιβλήθηκε η αγαμία. Τρεις λόγοι έκαναν όμως την

Εκκλησία να επιβάλει την αγαμία. Πρώτον, η παραίτηση από τη σεξουαλική

ζωή υποτίθεται ότι θα εμφάνιζε τους κληρικούς ως πιο αξιόπιστους και πιο

σεβαστούς στα μάτια των πιστών. Δεύτερον, ένας άγαμος κληρικός κόστιζε

στην Εκκλησία λιγότερο από έναν έγγαμο οικογενειάρχη. Τρίτον, η Εκκλησία

ενδιαφερόταν για άβουλα και ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα όργανα, όχι για

ανθρώπους με υποχρεώσεις απέναντι στην οικογένεια ή το κράτος· με τέτοια

εργαλεία μπορούσε να κυβερνά άνετα, το μόνο που μετρούσε γι' αυτήν. Κατά

τα άλλα οι άγαμοι ιερείς, στη θέση της μίας και απαγορευμένης πια συζύγου,

είχαν συχνά πολλές ερωμένες. Στην ακμή του Χριστιανισμού, τον 13ο αιώνα,

ο πάπας Ιννοκέντιος Γ' αποκαλεί τους ιερείς «πιο ανήθικους από τους

λαϊκούς», ο πάπας Ονώρτος Γ' βεβαιώνει: «έχουν γίνει η καταστροφή και ο

18

βρόχος των λαών» και ο πάπας Αλέξανδρος Δ' πιστοποιεί «ότι ο λαός, αντί να

βελτιώνεται, οδηγείται στην πλήρη διαφθορά από τους κληρικούς».

«Ό,τι γίνεται στα κρυφά είναι σαν να μη συνέβη· αμαρτία είναι μόνον αυτό

που κραυγάζει». Αυτή ακριβώς είναι η συγκαλυμμένη ηθική αρχή που ισχύει

και σήμερα, αφού λόγου χάρη η ασέλγεια με έναν/μία εξομολογούμενο/η

τιμωρείται με διαρκή μετάνοια και μετάθεση του ιερέα μόνον «αν το έγκλημα

γίνει δημόσια γνωστό». Γενικά, ποτέ δεν ενοχοποιούσαν τον άντρα, αλλά κατά

κανόνα αναθεμάτιζαν τη γυναίκα. Οι μεγαλύτεροι διδάσκαλοι της Εκκλησίας

όμως -ο Αμβρόσιος, ο Αυγουστίνος, ο Ιωάννης Χρυσόστομος- διέδιδαν ότι η

γυναίκα δεν πλάσθηκε κατ' εικόνα και ομοίωση του Θεού, ότι είναι κατώτερο

ον, προορισμένο να υπηρετεί τον άντρα και με διάφορες εκφράσεις

υπαινίσσονταν μια σχέση παρόμοια με εκείνη μεταξύ κυρίου και δούλου. Στην

ακμή του Μεσαίωνα ο Θωμάς Ακινάτης, που στα τέλη του 19ου αιώνα ακόμη,

ανακηρύχθηκε πρώτος διδάσκαλος της καθολικής Εκκλησίας, στιγμάτισε τη

γυναίκα ως σωματικά και πνευματικά κατώτερη, ένα είδος

«ακρωτηριασμένου», «αποτυχημένου» άντρα. Το γεγονός ότι, δυστυχώς,

γεννιούνται κορίτσια ο επίσημος φιλόσοφος της Εκκλησίας και προστάτης

όλων των καθολικών σχολών και πανεπιστημίων το αποδίδει σε ένα άθλιο

ανδρικό σπέρμα, σε χαλασμένο αίμα της μήτρας ή σε «υγρούς νοτιάδες», που

με την πολλή βροχή δημιουργούν παιδιά με αυξημένη περιεκτικότητα νερού,

δηλαδή κορίτσια. Αυτή η συκοφαντική εκστρατεία, που συνεχίζεται σχεδόν

μέχρι τις μέρες μας και πνίγει κάθε θετική παρατήρηση, δεν οδήγησε μόνο

μέσα στους κύκλους της Εκκλησίας σε πολυάριθμους και υποτιμητικούς

παραγκωνισμούς, αλλά λόγω της πολύ μεγάλης επιρροής του κλήρου είχε

καταστρεπτικές συνέπειες σε όλους τους τομείς της ζωής. Η γυναίκα έχει

υποστεί συνεχείς και πολύ μεγάλες αδικίες από νομική, οικονομική, κοινωνική

και εκπαιδευτική άποψη. Επί αιώνες δεν είχε ούτε τη δικαιοπρακτική

ικανότητα ούτε το δικαίωμα να κληρονομεί, δεν διέθετε περιουσία άξια λόγου,

ενώ ως σύζυγος έπρεπε να υποτάσσεται στη θέληση του συζύγου. Επί δύο

χιλιετίες η Εκκλησία -όσο και αν το αμφισβητεί- δεν δυσφήμησε μόνο τη

γυναίκα αλλά και τον γάμο. Από τον άγιο Ιουστίνο μέχρι τον Τερτυλλιανό και

τον Ωριγένη, ο ευνούχος έχει εγκωμιασθεί περισσότερο από τον σύζυγο.

Σύμφωνα με τον διδάσκαλο της Εκκλησίας Ιερώνυμο, οι παντρεμένοι ζουν

19

«όπως τα ζώα», με τη συνουσία δεν διαφέρουν «σε τίποτε από τα γουρούνια

και τα άλογα ζώα». Σύμφωνα με τον διδάσκαλο της Εκκλησίας Αυγουστίνο, οι

παντρεμένοι θα λάβουν χειρότερες θέσεις στον Παράδεισο, μόνον ο «γάμος

του Ιωσήφ και της Μαρίας», δηλαδή η συμβίωση με πλήρη εγκράτεια, είναι ο

«αληθινός γάμος» και το καλύτερο θα ήταν αν τα παιδιά «σπέρνονταν με το

χέρι όπως τα σπυριά των δημητριακών». Έτσι λοιπόν η ιδέα του γάμου ως

μυστηρίου εμφανίσθηκε μετά την παρέλευση της πρώτης χριστιανικής

χιλιετίας, αφού μόνο τον 11ο και τον 12ο αιώνα άρχισε να δίδεται η

συγκατάθεση ενώπιον του ιερέα, και επιπλέον η σύναψη γάμου

αναγνωριζόταν και χωρίς τον ιερέα μέχρι τον 16ο αιώνα. Η Εκκλησία

προσπαθούσε βέβαια συχνά να παρεμποδίσει την πραγματοποίηση γάμων

και καταπολέμησε σκληρά τον δεύτερο γάμο (μιας χήρας ή ενός χήρου) χωρίς

να τον απαγορεύει. Το σύνθημα που προτιμούσε ήταν: «Μετά την ποτίστρα

τα γουρούνια ξανακυλιούνται στον βόρβορο». Δραστικοί περιορισμοί

επιβάλλονταν όμως και στην ίδια τη σεξουαλική επαφή των συζύγων, που

κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα απαγορευόταν: τις Κυριακές και τις αργίες, τις

ημέρες προσευχής και μετάνοιας, κάθε Τετάρτη και Παρασκευή ή κάθε

Παρασκευή και Σάββατο, το οκταήμερο μετά το Πάσχα και την Πεντηκοστή, τη

σαρακοστή πριν από τα Χριστούγεννα, πριν ή και μετά τη μετάληψη, κατά την

εγκυμοσύνη και μετά τον τοκετό, δηλαδή συνολικά οκτώ μήνες το χρόνο. Και

στην ακμή του Μεσαίωνα, καθώς και αργότερα, σχεδόν τον μισό χρόνο. Οι

παραβάσεις επέσυραν εκκλησιαστικές ποινές, ενώ η τιμωρία για τις

ακολασίες, μέχρι τον 20ό αιώνα, ήταν η θεία δίκη: λεπρά, επιληπτικά,

ακρωτηριασμένα, δαιμονισμένα παιδιά. Ως ηθικό πρότυπο η Εκκλησία

συνιστούσε την γκαμήλα, που συνουσιάζεται μόνο μια φορά το χρόνο, και

ιδιαίτερα τον θηλυκό ελέφαντα, που συνευρίσκεται μόνο κάθε τρία χρόνια. Η

Εκκλησία επέτρεψε τη συνουσία μεταξύ των συζύγων για δύο λόγους:

Πρώτον, για να αποτρέψει την πιθανώς πιο ηδονική εξωσυζυγική

σεξουαλικότητα -«το θηλυκό έχει το κοχυλάκι του», λέει ο Λούθηρος

συνδιατυπώνοντας παραστατικά και την άποψη των Καθολικών, «για να

προσφέρει στον άντρα ένα γιατρικό ώστε να αποφεύγονται οι ονειρώξεις και η

μοιχεία». Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι η Εκκλησία χρειαζόταν το γάμο για να

προστίθεται στους πιστούς της νέο αίμα. «Αλλά και αν η εγκυμοσύνη τις

κουράζει ή τελικά τους κοστίζει τη ζωή», όπως γράφει πάλι ο Λούθηρος με

20

θαυμαστή ειλικρίνεια, «δεν πειράζει, αφήστε τις εγκύους να πεθάνουν, αυτός

είναι ο προορισμός τους».

Αφού δεν γινόταν διαφορετικά και η σεξουαλική πράξη ήταν αναπόφευκτη, ας

γίνεται τουλάχιστον σπάνια και χωρίς απληστία! Επί αιώνες η Εκκλησία

θεωρούσε κάθε συζυγική πράξη αμαρτωλή, ενώ αργότερα έκρινε ως

αναμάρτητη μόνο την επαφή που συνοδευόταν από μίσος για την ηδονή· η

ηδονή ήταν πάντοτε βαρύ έγκλημα για τους χριστιανούς. Όταν μάλιστα το

ζευγάρι επέλεγε μια στάση διαφορετική από τη δήθεν κανονική, τη θεάρεστη -

η γυναίκα ανάσκελα, ο άντρας καταπρόσωπο από πάνω: σύμφωνα με

ορισμένους ειδικούς η πιο ανηδονική και στον εξωχριστιανικό κόσμο συχνά

περιγελώμενη στάση, που αποκαλείται και «στάση των ιεραποστόλων»-, όταν

λοιπόν το αντρόγυνο, αναζητώντας μεγαλύτερη απόλαυση, εφάρμοζε κάποια

από τις ασυνήθιστες πρακτικές -τις οποίες οι ηθικολόγοι συζητούσαν συχνά

και με γνώση όλων των παραλλαγών-, αυτό ήταν έγκλημα χειρότερο από τη

δολοφονία. Οι θεολόγοι προτιμούσαν να συνιστούν στους συζύγους να

συνευρίσκονται αισθανόμενοι αηδία για τη σεξουαλική ορμή, στο σκοτάδι της

νύχτας και κατά το δυνατόν φορώντας και οι δύο το ειδικό ρούχο των

μοναχών, ένα νυχτικό που κάλυπτε τα πάντα μέχρι τα νύχια των ποδιών και

άφηνε μόνο μια μικρή τρύπα στην περιοχή του υπογαστρίου, αλλά και αυτό

μόνο για να γεννιούνται και άλλα χριστιανόπουλα, άλλοι μελλοντικοί τηρητές

της αγαμίας. Ο Αυγουστίνος, ένας άντρας που δεν μπορούσε να λύσει τα ίδια

του τα σεξουαλικά προβλήματα, που παρέπαιε συνεχώς μεταξύ λαγνείας και

στέρησης, που με όλη του τη σοβαρότητα προσευχόταν: «Δώσ' μου αγνότητα

...;, αλλά όχι αμέσως τώρα», που έγινε ευσεβής αφού έζησε πρώτα άσωτο

βίο, όταν η αδυναμία του για τις γυναίκες, όπως σε πολλούς άντρες που

γερνούν, μετατράπηκε στο αντίθετο και εμφανίσθηκαν συμπτώματα (στον

πνεύμονα και τον θώρακα) που για έναν ρήτορα ήταν ενοχλητικά, αυτός ο

Αυγουστίνος λοιπόν δημιούργησε την κλασική πατρολογική θεωρία περί

αμαρτιών, που καταδίκαζε ιδιαίτερα τον σεξουαλικό πόθο και έτσι στάθηκε

καθοριστική για τη χριστιανική ηθική και την τύχη πάμπολλων εκατομμυρίων

δυτικών ανθρώπων (με σεξουαλικές αναστολές και δυσκολίες) μέχρι σήμερα,

και όχι μόνον αυτών. Αγάπη για τον Αυγουστίνο είναι πάντοτε μόνον αγάπη

για τον Θεό, ενώ ο έρωτας είναι κατά βάθος υπόθεση του διαβόλου,

21

«απαίσιος», «καταχθόνιος», «φλέγων όγκος του σώματος», «τρομακτική

θέρμη», «σήψη», «αηδιαστική λάσπη», «αηδιαστικό πύον».

Κατά την πρώτη περίοδο του Μεσαίωνα μπορούσε να επιβληθεί σε μια

γυναίκα για μία και μόνο περίπτωση αυνανισμού (που δεν έβλαψε ποτέ

κανένα και μόνο ευχαρίστηση προκαλεί) μέχρι και τρία χρόνια μετάνοια, κάτι

που μπορούσε να σημαίνει, ανάλογα με τον τόπο και την εποχή: Τρία χρόνια

χωρίς σεξουαλική επαφή, τρία χρόνια χωρίς ιππασία και ταξίδια με άμαξα,

μόνο νερό και ψωμί. Όποιος όμως σκότωνε άνθρωπο στον πόλεμο, ή με

διαταγή του κυρίου του σε περίοδο ειρήνης, εξιλεωνόταν πλέον μόνο με

σαράντα μέρες μετάνοια! Σήμερα βέβαια μια αυνανιζόμενη γυναίκα

εξιλεώνεται μετά από σύντομη μετάνοια και ένας στρατιώτης που σκοτώνει

στον πόλεμο δεν χρειάζεται πια καμιά μετάνοια για να εξιλεωθεί· η μετάνοια

είναι απαραίτητη μάλλον για εκείνον που ΔΕΝ σκοτώνει, που αθετεί τον όρκο

του στη σημαία. [... ] Μερικά εκατομμύρια νεκροί στον πόλεμο δεν ενοχλούν,

μας ανεβάζουν το ηθικό. Αλλά τι κακό που κάνει η συνουσία! Η σεξουαλική

αμαρτία είναι τόσο διαβολική ...; Επισκοπώντας την ιστορία δεν μπορεί κανείς

να αρνηθεί, λιγότερο από όλους μάλιστα ένας θεολόγος της ηθικής, ότι σε

όλες τις εποχές οι πιστοί εμπλέκονταν με τον ίδιο τρόπο στη σεξουαλική

αμαρτία. Ο απόστολος Παύλος καταφέρεται κατά της σεξουαλικότητας με

παρόμοιο τρόπο όπως ένας Σχολαστικός θεολόγος της πρώιμης ή της

μεσαίας περιόδου ή ένας ηθικολόγος του 20ού αιώνα. Ήταν δηλαδή μάταιες οι

παιδαγωγικές προσπάθειες δύο χιλιετιών; Φανερό είναι πάντως ότι ο

καθολικός θεσμός της μετάνοιας δεν αποτρέπει τους πιστούς από την

αμαρτία. Φανερό είναι επίσης ότι αυτό το γνώριζε ο κλήρος καλύτερα από

οποιονδήποτε άλλον. Και δεν το ήξερε μόνο, αλλά -και αυτό είναι το πιο

σημαντικό συμπέρασμα της επισκόπησης μας- δεν ήθελε τους ανθρώπους

διαφορετικούς. Τέτοιους οπαδούς χρειαζόταν. Στους πρωτοχριστιανικούς

χρόνους όλα αυτά γίνονταν ίσως χωρίς υστεροβουλία, χωρίς φανερή

ανειλικρίνεια. Η αυστηρότητα των αρχικών τιμωριών υποβάλλει τουλάχιστον

αυτή την ιδέα. Όταν όμως η μία φορά της μετάνοιας έγινε δύο φορές και

έπειτα μόνιμος θεσμός, τότε άρχισε να γίνεται όλο και πιο σαφές ότι δεν

επρόκειτο για χρηστά ήθη, για μια ηθική, για τη «βελτίωση» του αμαρτωλού,

αλλά για τη δημιουργία εξαρτημένων ατόμων. Ο κλήρος χρειάζεται την

22

αμαρτία, ζει από αυτή. Και πολύ καλύτερα ζει από την αμαρτία που είναι

η πιο συχνή και κατά συνέπεια το αγαπημένο του παιδί: τη σεξουαλική.

Μέχρι την πιο βαθιά ίνα του εγκεφάλου του και την τελευταία γωνιά του

κρεβατιού του ο πιστός υποδουλώνεται μέσω της αμαρτίας στην Εκκλησία,

αναπτύσσει από μικρό παιδί μια απέχθεια απέναντι στις ορμές, μπολιάζεται

με τη συναίσθηση της αμαρτίας. Έτσι ξέρει ότι είναι αδύνατον να μείνει

αναμάρτητος, ότι θα περιέρχεται συχνά και τακτικά σε συγκρούσεις, θα

αμαρτάνει συνεχώς, θα αποτυγχάνει συνεχώς και μόνον ως ένοχος, ως

αποτυχημένος μπορεί να έχει την εκκλησιαστική βοήθεια, την απαλλαγή από

το βάρος της αμαρτίας, και να ελπίζει στην ποθητή αιώνια λύτρωση. Με άλλα

λόγια πρέπει να παραμένει χειραγωγημένος, ελεγχόμενος, καταπιεσμένος. Ο

κλήρος προπαγανδίζει και θέλει τη θυσία, την παραίτηση. Υπολογίζει στην

«αδυναμία» της ανθρώπινης φύσης, για την οποία θρηνολογεί με

ψευδευλάβεια, ενώ στην πραγματικότητα είναι η μεγαλύτερη ευτυχία γι' αυτόν,

η βάση της ύπαρξης του. Ένας αδιάφορος χριστιανός, ή ένας άνθρωπος

χωρίς θρήσκευμα, θα μπορούσε να πει: «Τι με ενδιαφέρει όλο αυτό το

παρελθόν του χριστιανισμού, τι με νοιάζει η Εκκλησία σήμερα!», θα ήταν

όμως μεγάλο λάθος και πολύ επικίνδυνο. Όσο μικρή και αν είναι σήμερα η

πνευματική σημασία του Χριστιανισμού, τόσο μικρή όσο ποτέ πριν, ίσως

μηδενική, επηρεάζει ωστόσο όχι μόνο την πολιτική και την οικονομία, αλλά και

τη σεξουαλική ηθική, και μάλιστα αποφασιστικά. Έτσι ο χριστιανισμός επιδρά

σε κάθε άνθρωπο του δυτικού κόσμου, ακόμη και πέρα από αυτόν, ακόμη και

σε μη χριστιανούς και σε αντίπαλους του χριστιανισμού. Παραμένουν ακόμη

καθοριστικά για τους επίσημους κώδικες της Ευρώπης και της Αμερικής αυτά

που σκέφθηκαν πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια μερικοί νομάδες

αιγοβοσκοί. Υπάρχει ακόμη μια απτή σχέση ανάμεσα στις διεστραμμένες

σεξουαλικές αντιλήψεις των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης ή του

απόστολου Παύλου και την ποινική δίωξη της ακολασίας στη Ρώμη, το Παρίσι

ή τη Νέα Υόρκη.

Αυτή τη σύντομη επισκόπηση θα κλείσει δίνοντας το λόγο, όχι σε έναν

αντίπαλο του Χριστιανισμού, αλλά στον θεολόγο Δημοσθένη Σαβράμη: 

«Ζηλοτυπία, δολοφονία, αυτοκτονία, διαστροφές κάθε είδους, υποκρισία,

πολυάριθμες ορμικές στερήσεις και επιθετικές συμπεριφορές, πλήρης πραγμοποίηση

23

της γυναίκας [... ] υποβιβασμός της συμβίωσης δύο ανθρώπων στο επίπεδο των

ισόβιων δεσμών και παραμέληση των ΚΥΡΙΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ του γάμου και της

οικογένειας, δηλαδή της ευθύνης και της φροντίδας για τα παιδιά, αυτοί είναι μερικοί

από τους αμέτρητους καρπούς της αντισεξουαλικής ηθικής των Εκκλησιών,

που ακόμη και σήμερα υποστηρίζουν, στο όνομα του Χριστού, με όλα τα μέσα

και σε βάρος όλων των ανθρώπων, το καταστροφικό τους έργο στο πεδίο της

σεξουαλικότητας».

Δηλαδή, σύμφωνα με τους πρώτους ο εκδικητικός Θεός δεν ευλογεί τη σχέση

τους αν αυτοί, για οποιοδήποτε λόγο, έστω οικονομικό, αδυνατούν να

συνταιριάξουν τις ζωές τους, γιατί θεωρεί ότι δεν τον θέλουν. Οι οπαδοί αυτής

της αντίληψης είναι ικανοί να μετρούν τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα πριν το

γάμο, ώστε να δηλώσουν ότι λ.χ. η συνουσία 5 λεπτά πριν το γάμο συνιστά

αμαρτία φοβερή, ενώ 5 λεπτά μετά δεν συνιστά αμαρτία. Τα τερτίπια τους

φυσικά δεν τα αντιλαμβάνονται οι ίδιοι, αφού αφενός – στην περίπτωση αυτή

λ.χ. – εμμένουν στην αυστηρή τήρηση των κανόνων, ενώ αφετέρου είναι

ικανοί να κάνουν «γαργάρα» το γεγονός ότι ενώ ο Χριστός απαγόρευσε το

διαζύγιο, η Εκκλησία δέχτηκε και δεύτερο και τρίτο γάμο, παραμερίζοντας τις

ρητές απόψεις του ιδρυτή της. Όπου λοιπόν τους καπνίζει τηρούν

απαρέγκλιτα το «δόγμα» και φρίττουν στην ιδέα της συνουσίας δυο

μονογαμικά ερωτευμένων ατόμων πριν το γάμο, ενώ όπου όχι, τότε

δημιουργούν ό,τι δόγμα θέλουν, λόγω «ανθρωπιάς».

Για να ισιώσεις ένα στραβό ραβδί πρέπει να το λυγίσεις προς την αντίθετη

κατεύθυνση. Ο χριστιανισμός όντας μια θρησκεία αγάπης, κινδύνευε, αν δεν

έπαιρνε τα μέτρα του, να μετατραπεί σε θρησκεία οίκου ανοχής, καθώς

ερχόταν σε επαφή με το σεξουαλικώς παθολογικό περιβάλλον τού

ελληνορωμαϊκού κόσμου. Το «λύγισμα του ραβδιού» προς την αντίθετη

κατεύθυνση ήταν αναγκαίο

.

Το αντιερωτικό «κέλυφος», που δεν συνιστά κέλυφος αλλά τον πυρήνα,

λοιπόν, δεν είναι ούτε στοιχείο εξουσιαστικής θωράκισης του συλλογικού

μηχανισμού ούτε συμβαδίζει με την μεταγενέστερη αυτονόμηση της ιεραρχίας

από τη λαϊκή εκκλησιαστική βάση. Γιατί, πώς γίνεται να θεωρείται κάτι

24

«μεταγενέστερο κέλυφος», την στιγμή που υπήρχε εξαρχής και εξαρχής

θεωρείτο αυτονόητο; Επίσης πρέπει να παρατηρήσουμε ότι αυτός ο

απολογητικός σχετικισμός θα έπρεπε να οδηγήσει τους υποστηρικτές του,

εφόσον η σημερινή εποχή είναι εξίσου σαρκολατρική και πανσεξουαλική

όπως η ύστερη ρωμαϊκή, να υιοθετήσουν την σκληρή παύλεια γραμμή, να την

επαναφέρουν, ώστε να «ισιώσουν το ραβδί» το οποίο ξαναστράβωσε. Θα

έπρεπε κοντολογίς να γίνουν «Ταλιμπάν», αντί να κατηγορούν τους

ασεξουαλικούς «ευσεβιστές» Ορθόδοξους για παρανόηση ή διαστρέβλωση

της χριστιανικής-ευαγγελικής αντίληψης για τα αφροδίσια. Δεν το πράττουν

όμως.

Ο «χριστιανικός» σχετικισμός προσπαθεί, προκειμένου να εξαντικειμενικευθεί

οριστικά κι έτσι να γίνει ελκυστικός, να σχετικοποιήσει τις ρητές απαγορεύσεις

τις Καινής Διαθήκης. Έτσι διαβάζουμε πως «όπως έχει παρατηρηθεί οι όροι

«μοιχεία» και «πορνεία» έχουν στο Ευαγγέλιο μια απόλυτη σημασία: Πορνεία

είναι η δίχως έρωτα σχέση. Μοιχεία είναι να απιστείς όταν ο (η) σύντροφός

σου σε αγαπά. Ο όρος περιλαμβάνει και την ενδιάθετη απιστία» Για λόγους

άμβλυνσης των εντυπώσεων δεν διευκρινίζεται ότι η μοιχεία και η πορνεία

στην Κ. Διαθήκη αναφέρονται ως προς το γάμο κι όχι αορίστως προς μια

σχέση ή προς μια συμβίωση-«συντροφιά».

Άλλο όμως να αναφέρονται η μοιχεία/πορνεία προς μια σχέση ή συντροφία

ακόμη και εκτός γάμου κι άλλο πράγμα να αναφέρονται αποκλειστικά προς

τον χριστιανικό γάμο· η δεύτερη περίπτωση αποκλείει αυτομάτως την πρώτη.

Στην εκκλησιαστική παράδοση, όσο κι αν ο Ζιάκας το ερμηνεύει αλλιώς και

«αντιεξουσιαστικά», ο «σύντροφος» είναι πάντοτε ο νόμιμα, δηλαδή με

θρησκευτική τελετή, σύντροφος, κι όχι ο «όπως λάχει» σύντροφος. Η αοριστία

ωστόσο των λέξεων «σχέση» και «σύντροφος», οι οποίες χρησιμοποιούνται,

κάνει δυνατό ένα «αντιπουριτανικό» παιχνίδι. Η λεκτική αμφισημία-αοριστία

του νεορθόδοξου σχετικισμού συνεπάγεται λογικά ότι λ.χ. μια νομότυπη

χριστιανική σχέση στην οποία πλέον δεν υπάρχει έρωτας ανάμεσα στο

ζευγάρι, συνιστά πλέον … πορνεία!

Λανθασμένη εἶναι ἡ ἐπιχειρηματολογία, κυρίως τοῦ Γιανναρᾶ, βασισμένη στὸ

παύλειο ρητὸ «ὁ Χριστὸς μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴν κατάρα του [ἰουδαϊκοῦ]

25

Νόμου», ἀναφορικὰ μὲ τὴ σεξουαλικότητα· τὸ ρητὸ αὐτὸ ἑρμηνεύεται ἀπὸ

τοὺς Νεορθόδοξους ὡς ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς ἐξαρχῆς ἐναντιώθηκε

στὴν «εὐσεβιστικὴ» καὶ αὐστηρὴ ἠθική. Πρόκειται γιὰ πρώτου μεγέθους

παρανόηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀντίληψης γιὰ τὴ σεξουαλικότητα. Γιατὶ ἡ

ἀρχικὴ καὶ ἀνέκαθεν ἑκκλησιαστικὴ ἑρμηνεία τῆς σχέσης Νόμου καὶ Καινῆς

Διαθήκης ἦταν ἡ ἄποψη ὅτι οἱ Χριστιανοὶ κάνουν περισσότερα ἀπὸ ὅσα

προστάζει ὁ Νόμος κι ὄχι ἡ νεορθόδοξη ἑρμηνεία ὅτι οἱ Χριστιανοὶ δὲν κάνουν

ὅσα προστάζει, ἀπὸ ἠθικῆς καὶ εἰδικὰ σεξουαλικῆς ἄποψης, ὁ Νόμος.

Ο Γιανναράς έχει σοβαρό πρόβλημα με την ύπαρξη εκκλησιαστικών Κανόνων

που αντιστρατεύονται στην «αντιευσεβιστική» του αντίληψη. «Βρίθουν οι

Κανόνες από τις πιο απίθανες διαστροφές, εξιδιασμένες επινοήσεις

ασελγημάτων-ποικιλότροπα εφευρήματα κτηνοβασίας, αιμομιξίας,

ομοφυλοφιλίας, αυνανισμού. (…) Θεσμοποιούν απαιτήσεις άμεμπτης

κοινωνικής διαγωγής, κυρίως των κληρικών, αντικειμενοποιούν και εκνομίζουν

προϋποθέσεις εγκυρότητας μυστηρίων, ιδιαίτερα του γάμου, επιμένουν σε

λεπτομερή προγραμματισμό των σεξουαλικών σχέσεων των συζύγων» .Η

πρώτη εντύπωση που λαμβάνει κανείς διαβάζοντας τα παραπάνω είναι ότι,

σύμφωνα με το Γιανναρά, οι παραπάνω αναφερόμενες σεξουαλικές πρακτικές

δεν υπήρχαν πριν καταχωρηθούν στους εκκλησιαστικούς κανόνες κι ότι,

επομένως, αυτοί που συνέταξαν τους εκκλησιαστικούς κανόνες ήταν τόσο

εφευρετικοί, ώστε να συμπεριλάβουν στους Κανόνες… ανύπαρκτες έως τότε

πράξεις και σεξουαλικές πρακτικές.

Προφανώς ο Γιανναράς έχει ελλιπή γνώση για το σεξ στην προχριστιανική

αλλά και ειδικά στην Ύστερη Αρχαιότητα και ανάλογα ομιλεί. Η αντιφατικότητα

των συγκεκριμένων απόψεων έγκειται στο ότι ενώ ολημερίς κι ολονυκτίς ο

Γιανναράς θρηνεί για τον χριστιανικό ατομικισμό εξυμνώντας παράλληλα την

κοινότητα και την Εκκλησία ως ενιαίο σώμα, από την άλλη αμφισβητεί και

ειρωνεύεται ακριβώς τα πνευματικά προϊόντα της συλλογικής αντίληψης και

σκέψης της, δηλαδή τους εκκλησιαστικούς κανόνες.

Μπορεί βέβαια ο Γιανναράς να έχει δίκαιο όταν υποστηρίζει ότι, για τον

Χριστιανισμό, η τήρηση των εκκλησιαστικών Κανόνων ούτε σώζει ούτε κάνει

καλύτερον κάποιον, δηλαδή έχει δίκαιο να μέμφεται τους φαρισαΐζοντες

26

Χριστιανούς που δίνουν έμφαση στον ηθικισμό, αλλά αφού ο Χριστιανός έτσι

κι αλλιώς οφείλει να κάνει περισσότερα από αυτά που ζητά ο Νόμος, το

πρακτικό αποτέλεσμα είναι εις βάρος της γιανναρικής «απελευθερωτικής»

ερμηνείας του Χριστιανισμού: πρακτικά ένας Χριστιανός πρέπει να είναι

ακόμη πιο αυστηρός ηθικιστής, έστω κι αν θεωρητικά – σε αντίθεση με τον

πιστό του ιουδαϊκού Νόμου – δεν δέχεται ότι η τήρηση των ηθικών εντολών,

των σεξουαλικών απαγορεύσεων κ.λπ.,  συνεπάγεται «ηθικότητα» ή

«σωτηρία της ψυχής». Γιατί, είτε λ.χ. είσαι μονογαμικός επειδή πιστεύεις ότι

έτσι σώζεσαι από την κόλαση είτε δεν το πιστεύεις, το πρακτικό αποτέλεσμα

είναι το ίδιο και το αυτό, δηλ. δεν είσαι πολυγαμικός. Το συμπέρασμα είναι

προφανές, είτε κάποιος συμφωνεί με τους εκκλησιαστικούς κανόνες είτε όχι:

δίκαιο έχει, αναφορικά με το τι λέει ο Χριστιανισμός, με το ποια είναι η

αυθεντική πρωτοχριστιανική ερμηνεία βασισμένη στη συνεχή σταθερή

πρακτική και πραξεολογία, περισσότερο η συντηρητική πτέρυγά του και

λιγότερο οι Νεορθόδοξοι. Χρήσιμη και διδακτική, για τις σχέσεις του ιστορικού

Χριστιανισμού και του σεξ θα ήταν η παράθεση ορισμένων στοιχείων για την

σεξουαλική ζωή των Ορθόδοξων Βυζαντινών, για το βυζαντινό σεξ.

Τον 4ο αι. ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος κάνει λόγο περί μαλακών ή επί της

σκηνής μαλακιζομένων νέων και πιστοποιεί ότι στα χρόνια του πολλοί

παρατούσαν τις γυναίκες και «αρρένων σώμασιν ενύβριζον», ότι άλλοι

σκόρπιζαν την περιουσία τους «παισί πεπορνευμένοις».. Προσθέτει ότι το

κακό, δηλαδή η ομοφυλοφιλία «ήν εν τη συνηθεία τη κοινή», δηλαδή ήταν

κοινή συνήθεια .Καταλήγει ο Χρυσόστομος ότι καταντά να είναι περιττό το

γένος των γυναικών, αφού όλα τα γυναικεία τα πράττουν οι άντρες, ότι η η

παιδεραστία στους χρόνους του ήταν νόμος στο μέσον των πόλεων.. Επίσης

ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος αναφέρει άντρες οι οποίοι ούτε άντρες ήταν ούτε

γυναίκες, αλλά άντρες για τις γυναίκες και γυναίκες για τους άντρες .Τον ίδιο

αιώνα ο Μέγας Βασίλειος αναφέρει την παιδοφιλία, το ίδιο κάνει κι ο άγιος

Γρηγόριος ο Νύσσης. Τον 4ο και 5ο αιώνα επιβεβαιώνουν για την διάδοση της

παιδοφιλίας και παιδεραστίας στο Βυζάντιο-Ρωμανία ο Αμάσσειας Αστέριος,

που κάνει λόγο για «ανδρογύνους ώνιον παρέχοντας τω δήμω την ώραν» και

ο Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης καθώς και ο ασκητής Νείλος .Τον 6ο αι. ο

Ιουστινιανός ομολογεί την ύπαρξη ομοφυλοφιλίας .

27

Ο ιστορικός Αγαθίας, την ίδια εποχή πιστοποιεί ότι οι άντρες «εις αλλήλους

ξείνον άγουσι γάμον», δηλαδή… παντρευόντουσαν αναμεταξύ τους. Ύπαρξη

αρσενοκοιτίας και παιδοφιλίας φανερώνει ο Ιωάννης ο Νηστευτής. Τον 8ο αι.

ο Θεόδωρος ο Στουδίτης κάνει λόγο για τους «ασχημοσύνην προς τους

άνδρας επιδεικνυμένους» . Τον 9ο αι. στον Ονειροκριτικό του Αχμέτ γίνεται

μνεία για συνουσία με νέο· επίσης στην Εκλογή των νόμων του Κωνσταντίνου

Πορφυρογέννητου .

Για ευνούχους και συνουσία με ευνούχους γίνεται μνεία τον 5ο αι. από τον

άγιο Κύριλλο που λέει ότι «τα των γυναικών έπασχον μετ’ ανδρών ως

γυναίκες μαλακώς ευναζόμενοι» ,τον 6ο αι. ο Ιωάννης ο Νηστευτής κάνει λόγο

επίσης. Τον 5ο αι. ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο μικρός «εφίλει έρωτι

Χρυσάφιον κουβικουλάριον ως πάνυ ευπρεπή όντα» .Τον 6ο αι. ο ύπαρχος

του Ιουστινιανού Ιωάννης ο Καππαδόκης μαρτυρείται ότι «ετρύφα μειρακίοις

ψιλοίς και μήπω λείω του σώματος αρρενοφανέσι» .Επίσης πολλοί άρχοντες

και αρχιερείς βρέθηκαν ομοφυλόφιλοι επί Ιουστιανιανού . Τον 9ο αι. στον

Ονειροκριτικό του Αχμέτ αναφέρεται συνουσία με ευνούχο. Στα Βασιλικά,

συλλογή νόμων, γίνεται αναφορά σε όσους ευνουχίζουν άλλους λόγω

φιληδονίας.

Για πρωκτική συνουσία γυναικών κάνουν λόγο  τον 4ο αι. ο Γρηγόριος

Νύσσης και Μέγας Βασίλειος, τον 9ο αι. η συλλογή νόμων Βασιλικά. Τον 10ο

αι. ο Ιωάννης Τζέτζης γράφει ότι μια γυναίκα «από τριών ειργάζετο οπών την

εργασίαν» ,δηλαδή συνουσιαζόταν από τρεις οπές. Δυσκολευόμαστε να

πιστέψουμε ότι οι συγγραφείς ήταν απλώς ευφάνταστοι και δεν έγραφαν για

πράγματα που έβλεπαν καθημερινά στο Βυζάντιο.

Για γυναικείο αυνανισμό, τον 6ο αι. ο Ιωάννης ο Νηστευτής γράφει «ουδέ μην

και μαλακίζονται αι γυναίκες, ως οι άνδρες». Ο Βασίλειος, μαθητής του

Μεγάλου Βασιλείου γράφει ότι και οι παρθένες αυνανίζονταν όπως οι άντρες.

Σε μεταγενέστερο βυζαντινό νομοκανόνα σημειώνεται «όταν αι γυναίκες

μαλακισθώσιν ατές τους ώσπερ και οι άνδρες». Ο βυζαντινός σχολιαστής των

Ιππέων του Αριστοφάνη γράφει «οι γαρ απτόμενοι των αιδοίων ουχ ως

ήρξαντο, αλλά σπουδαιότερον κινούσιν εκπυρούμενοι τη συνεχεία της

28

κινήσεως». Τον 16ο αι. στον Έπαινο των ευγενικών γυναικών αναφέρεται ότι

υπάρχουν γυναίκες που «κάμνουσίν το μοναχές των»

Στην Αφήγησιν παράξενον του Σαχλίκη αναφέρεται ότι πολλές γυναίκες όχι

μόνο δεν πλήρωναν τους εραστές τους, αλλά τους πλήρωναν αυτές. Άλλες

συνευρίσκονταν με ευνούχους, όπως παρατηρεί το Πηδάλιο.

Μια βυζαντινή συνταγή, με τη βοήθεια της οποίας οι άλλοτε παρθένες

Βυζαντινές προσπαθούσαν να φαίνονται παρθένες, γράφει «σύμφυτον

βοτάνην λειώσας υπόθες ή στυπτηρίαν σχιστήν μετά δάφνης φύλλου ζέσας

προσκλύζου». Στο μεταγενέστερο Συναξάριον των ευγενικών γυναικών οι

γυναίκες θέλουν να κρύψουν το γεγονός της συνουσίας και «βάνουν, κλείουν

και ματώνουν και την τρύπα τους ορθώνουν».

Τον 4ο αι. ο Χρυσόστομος αναφέρει την ζωοφιλία γράφοντας για άντρες

«πολλούς ευρίσκομεν γυναίκας παρατρέχοντας, αλόγοις δε

μιγνυμένους» .Επίσης αναφέρει ο Χρυσόστομος γυναίκες που

συνουσιάζονταν με ζώα. Ο Γρηγόριος ο Νύσσης κάνει λόγο επίσης, στον 4ο

κανόνα του, όπως κι ο Μέγας Βασίλειος .Τον 6ο αι. ο Ιωάννης Νηστευτής

κάνει λόγο «περί κτηνοβασίας και ορνεοβασίας» .Τον 12ο αι. ο Ευστάθιος

Θεσσαλονίκης αναφέρεται στην γυναικεία ζωοφιλία γράφοντας «πεπείραται

γουν και της του νυν γένους γυνή κυνός ευγενούς έρωτι κατασχεθείσα και

χρωτιζομένη τω κακώ» .Τον 15ο αι. κάνει λόγο ο Ιωσήφ Βρυέννιος για τους

«ζωοφθορίας εγκειμένους» .Τον 15ο αι. επίσης ο Κρητικός Στέφανος

Σαχλίκης χαρακτηρίζει κάποια γυναίκα ως εχνιογαμημένην, συνουσιαζόμενη

με ζώα δηλαδή

Παρ’ ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία απαγόρευε το συλλούσιμο γυναικών και

αντρών, τον 12ο αι. στο Βυζάντιο-Ρωμανία έβλεπε κανείς να συλλούζονται τα

αντρόγυνα στα δημόσια λουτρά, όπως παρατηρεί ο Θ. Βαλσαμών

Αναφορικά με τους Νεορθόδοξους προκύπτει ότι διόλου εποχή ηθικής

κάθαρσης δεν ήταν το «προσωποκεντρικό» Βυζάντιο. Όσα παραθέσαμε

δείχνουν, όπως και για τις εκστατικές και μυστικιστικές προσωποκεντρικές

κοσμοθεωρήσεις, ότι ο Χριστιανισμός δεν είχε παρά ελάχιστη απήχηση στη

29

σεξουαλική ζωή των Βυζαντινών, παρ’ όλο που αυτοί ήταν συνειδητά και

ειλικρινώς Χριστιανοί, κι επομένως ισχυρισμοί τύπου «όλοι είχαν τότε καημό ν’

αγιάσουν» καταρρίπτονται ακόμη μια φορά, δηλαδή ακόμη περισσότερο.

Άλλους καημούς βλέπουμε να είχαν οι Βυζαντινοί.

Ο χυδαίος Ιμάμης παραδίδοντας “μαθήματα” διαπαιδαγώγησης παίδων,

δηλώνει όπως βλέπουμε στο παρακάτω βίντεο ότι από 6 έως 7 ετών τα μικρά

κορίτσια μπορεί να φαίνονται…σέξι (!!!) να καταλαβαίνουν πολλά και να

συννενούν στην σεξουαλική πράξη, ακόμη κι αν είναι τα ίδια σου τα παιδιά

(!!!). “

Aλλωστε, κι ο Μωάμεθ είχε σεξουαλικές σχέσεις με την Αϊσά όταν εκείνη ήταν

μόλις εννέα ετών. Σύμφωνα με το Κοράνι λοιπόν, οι μουσουλμάνοι μπορούν

να έχουν σεξουαλική επαφή με κορίτσια προεφηβικής ηλικίας.

Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να προκαλεί καθόλου έκπληξη το γεγονός να

βρείτε και στη χώρα μας ένα μουσουλμάνο ιμάμη να λέει σε μουσουλμάνους

συμπολίτες του να έχουν σεξουαλική επαφή έως και με μικρά κορίτσια, λόγω

του σεξουαλικού επιθυμητού τους

Το Ραμαζάνι εκ του τουρκικού ραμαζάν και αραβικού ραμαντάν, είναι

Θρησκευτική -μουσουλμανική- εορτή νηστείας. Αποτελεί ονομασία του ένατου

μήνα του μουσουλμανικού έτους όπου σύμφωνα με τη παράδοση δόθηκε το

Κοράνι στους ανθρώπους προκειμένου ν΄ αποτελέσουν οι κανόνες του,

οδηγός της ζωής τους. Έτσι το Ραμαζάνι χαρακτηρίζεται ως ένας από τους

«πέντε στύλους» του Ισλάμ με χαρακτήρα υπακοής, εξιλασμού και

προσευχής προς το Θεό.

Σε όλο το χρονικό διάστημα αυτό, διάρκειας ενός μηνός, οι μουσουλμάνοι

απέχουν υποχρεωτικά, από ανατολής μέχρι δύσεως του Ηλίου, από κάθε

είδους τροφή ακόμη και νερό, πολύ δε περισσότερο από κάπνισμα, ποτό,

αρώματα και σεξουαλικές επαφές, όχι όμως στο υπόλοιπο διάστημα μέχρι την

ανατολή του Ηλίου. Το Ραμαζάνι τελειώνει με τριήμερη γιορτή που αραβικά

ονομάζεται κχιντ-αλ-φιτρ (= εορτή τέλους νηστείας) ή κχιντ-αλ-σαρκχίρ (=

Μικρή εορτή).

30

ΠΗΓΕΣ

http://psychografimata.com/14398/filosofikes-politismikes-ke-thriskeftikes-diastasis-

tou-thanatou/

http :// attikipress . gr / prwti - epityxis - metamosxeusi - nekris - kardias /

http://www.transplantation.gr/article_patients.asp?

patient_id=&medicine_id=6&category_id=&article_id=254

http://eineken.pblogs.gr/2009/10/533701.html http://hellasorthodoxy-kmyst.blogspot.gr/2014/02/blog-post_21.html http://xristianos.gr/forum/viewtopic.php?t=3279http://revealedtheninthwave.blogspot.gr/2013/01/blog-post_2671.html

Αποσπάσματα από το βιβλίο «Σεξουαλικότητα και Χριστιανισμός» (Karlheinz

Deschner

31