48
Βάσο Γεώργα ιάθεση Ηέρα Ενδυίων

ΓΕΩΡΓΑΣ-Διάθεση ημέρας

  • View
    45

  • Download
    2

Embed Size (px)

Citation preview

Βάσος Γεώργας

Διάθεση ΗμέραςΕνδυμίων

Βάσος Γεώργας

Διάθεση ΗμέραςΕνδυμίων

μπρος λοιπόν,βγάλε τον σκασμόνα τελειώνουμεπου θες να γράψειςκαι ποιήματα!

[7]

[8]

1. Κενός

αχ, μυστήριο πράγμανα γράφεις γράμματαμε αναστεναγμούς

παράξενα λόγιααπό το στόμα της υπομονής- άραγε γιατί στριμώχτηκεσε μια χαραμάδα πανικούτο απόρρητο μου αίσθημα για σένα;η τρύπια μου ψυχήβαδίζει και παραπατάειπάνω σε αγριοπούρναρα κι αγκάθιαμε μια φωτογραφία σου στη κωλότσεπηθα σχίσω τα ρούχα μουθα ματώσω τα ποδάρια μουτο άρωμα σου θα αναζητήσωπαντού όπου πατώθα περιμένω να ανθίσειεκείνο το σγουρόμαλλο σου βλέμμαπου αντιστέκεται σθεναράακόμα κι όταν ο κόσμοςγερνά και ξεθωριάζει

χιλιάδες σκέψεις μου

[9]

θα καλπάζουν ατίθασαπάνω στα σεντόνια σουθα υψώνουν λάθος σημαίακαι θα ουρλιάζουν, σ’ αγαπώκαι θα είναικενός ο χρόνος,κενή η μουσικήκενός ο μέλλοντας,

θα μου πεις:μα βέβαια είναι κενός ο ουρανός,γιατί αν δεν ήτανθα ήμασταν όλοι άγγελοιαν δεν ήταν κενόςθα σκαρφαλώναμε όλοι στα σύννεφαδεν θα έμενε κανείς εδώσ΄αυτή τη κόλαση

θα σου απαντήσω:δοξάζω το ελεήμον, το οικτίρμοντο αιώνιο, το ατελεύτητομα δεν ξέρω εσέναπώς να σε δοξολογήσωπως να αντέξωαυτό το ασταμάτητο αλισβερίσινα αποχαιρετιζόμαστε διαρκώςπάνω από δυο χιλιάδες χρόνια

[10]

βαρύ το φορτίονα σε αναζητώ στα σύννεφαμε τα πλην και τα σύν σουνα τραυλίζω σε μια χώρα έρημητραγούδια αγάπηςκαι να συλλαβίζω το όνομα σουγράμμα γράμμα

[11]

2. εσωστρεφές πρωινό

μονολογώ ασταμάτητα :φτερά πουλιούξεριζωμένα από τον ώμοτι υπέροχος άγγελοςτων λουλουδιών και των δένδρωνθα μπορούσες να γίνεις;

καρδιά μούργου σκύλουμε ένταση και σε έκστασηας πλεονάσει η χάρη σουάνθρωπε αδύναμεπου δεν έμαθες ποτένα ερωτεύεσαι παράφορα

εσωστρεφές γιορτινό πρωινόπάνω από τις κορφές του ορίζοντασυντροφιά με πικρό καφέκαι αφιλότιμο τσιγάρομεγάλη σιωπή του ποτέπέλαγος και άβυσσοςη ευσπλαχνία του έρωτα σουπου αργοπεθαίνει με μετάνοιεςσε ξένο τόπο μετανάστης

[12]

ζωή που αξιώθηκες να δειςκαι εσύ μωρε καυμένε;να περιμένεις ανυπόμοναένα σκίρτημα της άνοιξηςγια να σαστίσεις μπροστάστην αμήχανη εξωγήινη ομορφιάμουδιασμένος να πέφτειςσε λήθαργοκάθε φορά που σε αρπάζουνσύννεφα, βροντέςκαι σεισμοίνα στέκεις ολόγυμνοςκαμαρωτός και περήφανοςμε τεντωμένα τα όνειραύστερο, δειλό κι ολέθριο πάθοςκαι σαν ποια τάχα ήταντα κατορθώματά σου;ατέρμονα ποιήματαγεμάτα ασυνάρτητα λόγιαφουρτουνιασμένες νύχτεςνα μετράς από συνήθειαπόσα αστέριακαι πόσες αγάπεςέγιναν κομμάτιαμες στα λασπόνερα

ξύπνα

[13]

πώς να κερδίσει κάποιοςτον κόσμο όλο με τα λόγια;Πότε θα’ρθει ο καιρόςνα κλέψειςθάρρος κι αναπνοήκουράγιο και βηματισμόθάλασσα και βουνό;πόθεν θα βρείς κουράγιοπίστη να κλέψειςκαι ζωή;Πότε θα’ρθει αυτή η μέραπου θα πιείς άσπρο πάτοτο ποτήρι της αγάπηςκαι θα παραδεχτείς με λύπηπως δεν είμαστε θεοίαλλά θνητοίπου θα ξαναβρεθούμε κάποτεείτε στα πρόσκαιραείτε στα ουράνια

[14]

3. ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ ΣΤΟ ΘΩΜΑ ΓΚΟΡΠΑ

Αυτό το καλοκαίρι ποιος θα το πάρειΠοιοί μας αγαπάνε, ρώταγεςΘέλω να σου πώ,πόσο πολύ σε αγάπησα κι εγώαλλά έχω αργήσει..Θέλω να σου πώ πόσο μου λείπουντα μάτια που κοίταζαν κρυμέναπίσω από κλειστά πάραθυραΘέλω να σου πωπως ολοένα κάνω πράγματαπου δεν τα επιθυμώκι ολοένα οι επιθυμίες μουαπομακρύνονται με τα σύννεφα

Αχ, μάτια συννεφιασμέναείναι και πάλι τα μάτια σουόταν επιστρέφουν στα όνειρά μουπόσα καφενεία, πόσα καρέλια άφιλτραπόσες αναμνήσεις πνιγμένες στον καπνόνα κιτρινίζουν τα δάκτυλανα κιτρινίζουν τις ρίζες από τα κάτασπρα μαλλιάσουνα κιτρινίζουν τη ζωή που έσυρες στη πλάτη

[15]

Ω, και να σουνα λέει πάλι νέος κι εύμορφοςσε κείνο το πατάρι,να φευγε από πάνω σου όλη εκείνη η πίκραπου στόλιζε το μαραζωμένο σου πρόσωπονα έπαιρνες την εκδίκησητων πιο καταφρονεμένων της γενιάς σουναταν το μαξιλάρι σου μαλακόχωρίς βελόνες πίκρας κι αηδίαςνα έσβυνε ο πόνος των άλλωνκι αυτή η ακατανίκητη επιθυμία σουνα ψιθυρίσεις στο αυτί όλων, μια λέξη μόνοτρυφερά κι απελπισμένα :νικηθήκαμε

τώρα στέκεσαι στο σκοταδιθαμπή κι απαθής η μνήμηδεν έχει άλλα μεσημέρια στην οδό Μεσσολογίουδέν έχει άλλη ΕΞΟΔΟ η ζωή μαςπεθάνανε οι έρωτεςάρχισαν τα τραγούδιαπνίγηκαν οι έρωτεςάρχισαν τα μοιρολόγιαβούλιαξαν όλα στη λιμνοθάλασσα που ξεράθηκεγια πάντα μες στη ψυχή μαςδεν έχει άλλα λόγια πικρά- φτού, φτού και ξανά φτού

[16]

Θα με πίστευες άραγεαν σου έλεγα ότι πιατο χρώμα του ουρανού δεν είναι γαλάζιοαν σου έλεγα ότιο Λουμίδης άνοιξε ξανάμε άλλο όνομα, χωρίς πατάριαν σου έλεγα ότι Αθήνα Μεσσολόγιείναι πια τρείς ώρες δρόμοςαν σου έλεγα ότι το καρπούζιτο καλοκαίρι είναι άγευστοαν σου έλεγα ότι όλοι αφορισμοί σουέγιναν πετυχημένες προφητείεςαν σου έλεγα ότι στη Τουρλίδαδεν περπατανε πια ερωτευμένοικι ούτε τρέχουν μικρά παιδιά με ποδήλατααν σου έλεγα πως ούτε τα πιο πρόστυχαμπουζουκάδικαδεν βγάζουν φράγκο πιααν σου έλεγα ότιστη Αχαρνών δεν μιλάνεούτε μια λέξη ελληνικάαν σου έλεγα πως η ασχήμιαέπεσε πάνω από την πόλησαν μουσαμάς και σκέπασε τα πάντααν σου έλεγα πως στις εκθέσεις βιβλίωνπουλάνε τσελεμεντέδες και λευκώματα φωτωγραφιώναν σου έλεγα ότι όλο το Μάη

[17]

έπεφτε η βροχή με το κανταριαν σου έλεγα πως όλοι όσοι δεν σε άντεχανούτε για μια καλημέρασήμερα – περιέργως – σε αγαπούνκαι σε μνημονεύουν με σεβασμόΑλήθεια, μα τον άη καλόγερο Βησσαρίωνατι θα θελες να ακούσειςγια να χαμογελασεις έστω φευγαλέα;

Τι σε οφέλησαν μωρέ Θωμάτόσο όμορφα ποιήματα βουτηγμέναστην απολέμητη αγάπη για λίγη ομορφιάτι σε ωφέλησε τόση ερημιά και τόση νοσταλγίαστη μέση μιας πόλης βουτηγμένης στον εγωισμόπεριπετειώδες κοινωνικόκαι μαύρο νεοελληνικό αφήγημακαταρθώματα μικρών κι ανόητων ρομαντικώναξίζει δεν αξίζεικάθε στιγμή σιωπήςαξίζει δεν αξίζειμια τέτοια θολή ζωή

Έτσι κι αλλοιώς το τέλος γραφεταιπάντα με τον ίδιο μονότονο στίχο.

Ένα πρωινό, χωρίς να έχει βγεί ακόμα ήλιοςξεκίνησες ένας ολόμοναχος

[18]

οπλισμένος με λέξεις και δάκριαχωρίς μελάνι, χωρίς χαρτί, χωρίς άφιλτρα τσιγάραένα πρωινό, διάλεξες να παραδωθείςνα απαρνηθείς την ποίησητον έρωτα, όλες σου τις πίκρεςκι αναρωτιέμαι συχνάΞεκουραστηκες Θωμάαπ΄όλους τους ηλιθιους που δεν άντεχεςΞεκουράστηκε επιτέλους το μυαλό σουαπ΄τους χτύπους των σφυριώναπ΄τα μουγκρητά των μηχανώναπ΄τα θρηνητά των ποητώναπ΄το παράπονο των αλανιώναπ΄το κλάμα της Ιστορίαςαπ΄τη κατάντια της πατρίδαςΑπ΄όλα όσα είπεςκρατάω αυτό σαν φυλακτόκαι συνέχειαμε αυτό παλεύω :

“Αν θα σε ξαναβρώ δεν ξέρω που θα σε τρακάρωπάλισε πόλη ολοκαίνουργια με εναέριους δρόμουςή σε μοντέρνα ερημιά ή μες το τελευταίο σκοτάδι …Και θα ‘χω άραγε ακόμα την παλιά καρδιά;”

[19]

4. Νυχτερινό Δελτίο Ειδήσεων

σε βλέπω στα όνειρανα κεντάς τις λέξειςέρωςθέροςπόλεμος

παραμιλώ στον ύπνο μουκαι ξεστομίζωέρωςπόνοςήττα

κρίμα που δεν μπορώστον ώμο σου να γύρωνα κλάψωκρίμα που δεν μπορώνα πνίξωόσα με βασανίζουνσε ένα πακέτο άφιλτρα

[20]

5. ό,τι απέμεινε

Η ώρα μου φώναξα… Η σιωπήμου απάντησε: – Μη φοβάσαι.

ΑΝΤΟΝΙΟ ΜΑΤΣΑΔΟ

Μόνο η μνήμη μας απέμεινε πιακαι μερικές ιστορίες με φαντάσματαπου γνωρίσαμε παιδιάτα κρύα βράδια της αθωότηταςοι αθλιότητεςοι αθλιότητες είναι η διασκέδαση μαςοι αθλιότητες μας είναι η απόλαυσηΜόνο μια γάτα απέμεινενα κοιτά το όρθιο πτώμαενός άδοξου παρελθόντοςΘεοί με λανθασμένες κρίσειςΧάσκουν και μας κοιτούνακούω ιστορίες για όσους μου μοιάζουνεκλιπαρώ να θυμηθώ πώς βρέθηκα εδώΔεν απέμεινε τίποτε άλλοΠαρά μόνο τα οστά θυσιασμένων προσώπωνχάρτινο σύννεφο στον υπερούσιο ουρανόμιας μακρινής ευδαιμονίας που χαμογελάει- Μη με κοιτάζεις στα μάτια,

[21]

εκτός αν έφτασε η ώρανα γίνω μια μακρινή ανάμνησηότι μας απέμεινε, να κουνάμε το μαντήλιαπό την απέναντι όχθηόπως στη ταινία του κύριου Τάκη Κανελλόπουλουμε τον ονειρικό τίτλο «Μακεδονικός Γάμος»εσύ να μου φωνάζειςαπό απέναντι και η φωνή σουνα φτάνει σαν καθυστερημένο τραίνο

Δεν απέμεινε τίποτε άλλοΓλυκώτερον πράµα δεν είναι άλλοΑπό το φτερούγισμα στο στήθοςΌταν παιδιά νομίζαμε ότι ήδηΉμασταν μεγάλοι και βιαζόμαστανΝα πιάσουμε το μέλλον από τα κέραταΘεέ μου, θα μπορούσες να γράψειςμερικές ακόμα ιστορίες;Θεέ μου, θα μπορούσες να μας δώσειςΛίγη χαρά και λίγη ελπίδα ακόμα;Πόση σάρκα απέμεινε να ξεριζώσειςΜε τα ίδια σου τα χέριαΠόση προδοσία, πόση ανανδρίαΠόσους χιλιάδες μισθοφόρους ποιητέςΝα αντέξεις που κάνουν με τη δυστυχία τουςκι‘ εμάς δυστυχισμένους.

[22]

Όλοι υπήρξαμε θύματα

Δεν απέμεινε τίποτε άλλοΠαρά μια δυνατή φωτιά για τη νύχταΗ μόνη αμαρτία στο δρόμοπρος τον θάνατο η αμετανοησία,Ό,τι κράτησα δικό σου,το αφήνω τώρα ελεύθερουλικό για μυθιστορήματα,τραγούδια και ποιήματαΟυδέν έχω να προσθέσωΔεν απέμεινε τίποτε άλλοκι εγώ ζωντανός ακόμα

[23]

6. Guten Tag

μισή χαράμισό ξύπνημαμισό καφέμισό τσιγάρομισό αιώνα μακριά

πως λείπει ένα χάδι της φωνής σουστα πιο έρημα τοπία της καρδιάς μου;να φτάνουν άραγε στα αυτιά σουοι ψίθυροι των άδειων αναστεναγμών;μια μέρα σαν κι αυτήμ’ έναν κουρασμένο ουρανό έτοιμονα παραδοθεί στο αβάσταχτο βάροςαπό σύννεφα γεμάτα τύψειςκαι συγγνώμεςέτοιμο να γεμίσει τον κόσμο όλοαπ’ τα δάκρυα της λησμονιάςσου λέω χαμογελαστά μια καλημέρακαι είναι το ίδιοσαν να απαγγέλλω:πιστεύω σε έναν Θεόη σαν εκείνο το :ελέησον μετον απολεσθέντα

[24]

7. Να πιάσει Θεέ μου μια βροχή

βρέχεισταματάειξαναβρέχεικάθομαι σε ένα άδειο πάρκοπέφτουν οι σταγόνες πάνω μουούτε πετούν τα περιστέριαούτε περνούν διαβάτεςούτε τρέχουν σκιουράκιαπάνω στα δένδραερημιά μόνοήρθε ο χειμώναςτης καρδιάς μουβαριανασαίνωυπομένωπεριμένωελπίζωστις αλλαγές του καιρού

[25]

8. άστρο του φόβου μου

Ι.κάθε βράδι που ξαπλώνωθέλω να κοιμηθώ,αλλά στριφογυρίζω στο κρεβάτιφοβάμαι τα όνειρα πιαφοβάμαι τους ήρωες από τα παραμύθιαπου μου ψυθίριζε η μητέρα μουφοβάμαι πως όλα τα ωραία πράγματασε αυτόν τον κόσμοεδώ και καιρόέχουν γίνει εφιάλτες

δεν θέλω να κοιμάμαι φοβάμαιείναι που παραμιλάω στον υπνο μουκαι κινδυνεύω να ξεστομίσωτα πιο καλοφυλαγμένα μυστικά μουνα μείνω γυμνός μπροστά στις καταιγίδεςείναι που ονειροπερπατώκαι μπορεί να ξυπνησω σε άλλο κρεβάτισε άλλο σπίτι, σε άλλη πατρίδαείναι που πνίγομαι στον ύπνο μουξερνώντας όσα διάβασα κι άκουσα τη μέρακαι μπορεί να μαρτυρήσω ιδέες και πεποιθήσεις

φοβάμαι να κοιμηθώ

[26]

πέφτω για ύπνο με τα ρούχα μουέτοιμος για πάν ενδεχόμενοεχτές που μου έκλεψαν το μαύρο μου κουστούμιπου φύλαγα για κηδείες και μνημόσυναβλέπω τη μάνα μου κι όλας έτοιμηστις επόμενες εκλογές να μου φωνάζει:- Μη τολμήσεις κι έρθεις να ψηφίσειςχωρίς να φοράς κουστούμικι ο κυρ Σταύρος να συμπληρώνει :- Και μη μας δουλεύεις πώς τάχα οι ποιητέςδεν φορούν πιο επίσημα ρούχα…έχεις δείς πόσο κομψός είναι πάνταο κύριος Ντίνος Χριστιανόπουλος

τέτοια βλέπω στον ύπνο μουδεν θέλω να κοιμάμαι φοβάμαικρατώ σφικτά στα χέρια μουόταν ξαπλώνω πια τα βράδιαένα σπαθί τεράστιοσ΄αυτό έχω καρφωμένο τα μάτια μουσ΄αυτό ελπίζωσ’ αυτό στηρίζομαιγιατί κατά πως φαίνεται στη ζωή αυτήδεν χωράει ύπνοςδεν βρίσκεις τόπο να ξαπωστάσειςπαρα μονάχα όπλανα σταθείς να πολεμήσεις

[27]

ούτε υπάρχει πιά μέρος να κρυφτείςούτε στα όνειρα

ΙΙ.Κρίμα να μη φυσάει ένας αγριεμένος τυφώναςΝα απογειώσει για πάντα απελπισμένους ανθρώ-πουςΠου δεν χόρτασανΑπό έρωταΑπό τραγούδιαΑπό γιορτέςΑπό δώραΑπό προαγωγέςΑπό κέρδηΑπό τραπεζικά ομόλογαΑπό γάμουςΑπό κηδείεςΑπό φιλανθρωπίεςΑπό εκλογικές συνγκεντρώσειςΑπό τηλεοπτικά διαγγέλματαΑπό παρελάσειςΑπό τιμητικές συντάξειςΑπό παρασημοφορήσειςΑπό τιμητικές αναγνωρίσειςΑπό ταξίδια ανευ επιστροφής

Κρίμα, στα αλήθεια

[28]

9. προσευχή σαν άνεμος

που τρέχουν όλοι πανικόβλητοι;Θεέ μου πόση μοναξιάκαι πόση αναισθησίααπλόχερα χάρισεςαπό κτίσεως κόσμου;κανένας δεν βολεύεταιμε ένα κρεβάτι άνετοένα δωμάτιο καθαρόκι ένα αναστεναγμό του έρωτα

δεμένοι σφικτάγκοναόλοι μας αναπολούμε εποχέςπου πίναμε και τρώγαμεπου πουλούσαμε κι αγοράζαμεπου χτίζαμε απερίσκεπτα ολημερίςκαι γκρεμίζαμε την επομένηξυπνήσαμε απότομα ένα πρωίακυβέρνητοι σε άγνωστες θάλασσεςνα αρμενίζουμε χωρίς πυξίδαμε λάθος σημαία

σκληρό, αλλά ομολογώ :ματωμένος παντού

[29]

από πανάρχαια τραύματαπετάω βροχή κατάρεςσαν αργύρια ντροπής και προδοσίαςνα μη μείνει όρθιο τίποταούτε κτήμα, ούτε χρήμα, ούτε δόξαούτε γέλιο, ούτε ίχνος πόνου

κάπου σε όλη αυτή την άβυσσομακάρι να βρώ ένα βουνόπου η κορφή του να χάνεταιστα βάθη του ουράνιου θόλουκαι να μυρίζει ολόγυρα ο αγέραςλεβάντα και θυμάριτα χέρια μου να ξεπλένωστα σύννεφαμε τη κίνηση των αστεριώννα μετριέταιη αθέριστη μου τύχηκαι το ουράνιο τόξονα κουβαλάει πρόθυματης καρδιάς μου τη διάθεσηκαι το βάρος της ψυχήςαπό κάθε σκίρτημα

και να χαζεύω αυτούςπου τρέχουν σαν τρελοίουρλιάζοντας

[30]

Hλί Ηλί λαμά Σαβαχθανίαντί ήρεμοι να αναμένουντη συντέλεια του αγιάτρευτου κόσμου

[31]

10. δέσμιος αδυναμιών

τι χαλασμόςαπό αναστατωμένα τραγούδια;νιώθεις άραγε την πρωινή υγρασίανα σκεπάζει το σύμπανλίγο πριν καταστραφείαπό οργή κι αδιαφορία;έρχονται οι μέρεςπότε γκρίζες, πότε ολόλευκεςμια μια στη σειράκι αποχωρούν νικημένεςως και τα όμορφα ποιήματαπου είχαμε για παρηγοριάάλλαξαν μορφή και έγινανφυσαλίδες από αέρα

με χέρια και μάτια δεμέναζούμε για κακή μας τύχησε τόπο κρανίου και οστώντα άγρια θηρίαπεινασμένα βγήκαν περίπατοσε πάρκα και πλατείεςκαι οι φίλοιάλλαξαν ταυτότητεςκαι γλίστρησαν αθόρυβα

[32]

σε υπόγεια και εκατόμβεςγια να γλυτώσουντις πονεμένες τους ψυχέςαπ΄αυτόν τον πόλεμοτου κακού και του πονηρούκαι του αιώνιου πόνου

βουρτσίζω τα δόντια μουκι αυτά τρίζουνακονίζω τις λαίμαργες αισθήσειςπου στέκονται μαραμένεςκαμαρώνω λυπημένοςτο τέρας που έγιναγελάω και χορεύω σαν χαζόςγια να αποφύγωτη μυρωδιά της ήτταςκαι το μυστήριο της εξομολόγησηςάλλωστε στα αλήθειαπροτιμώ τα αρώματααπό τα μετρημένα λόγια

πώς να χωρέσεις και να κρύψειςτόσο δηλητήριοσε βιβλία που δεν διάβασεςστα ταξίδια που δεν έκανεςσε φιλιά που δεν έδωσεςμετακόμισα οριστικά

[33]

σε μια ζωή δίχως νόημαγιατί κατεδαφίζεται μέσα μουο ορίζοντας του μέλλοντοςκι αφήνω μόνοτσαλακωμένα τριαντάφυλλανα με κρίνουν

[34]

11. Αμήν, λέγω

στάσου στις άκρες των ποδιώνκαι μύρισε τον ύπουλο ανθόόλων των εγκλημάτωνπου συντελούνται γύρω σουτο αυτί σου στήσενα άκου το κλάματου αφανισμού κάθε τρυφερότηταςκαι την οδύνη κλαίουσαπου χάνεται στους ουρανούςγια ένα θαύμα που σωριάστηκεστη πεδιάδα του απίθανουπες αν τολμάς:- ποτέ να μη πειράξετεμία τρίχα έστωτου γένους μουπου ψάχνει λίγες σταγόνεςαδιάκοπης άνοιξης

οι άνθρωποι[σε αυτό τον τόπο]αποψυχούναπό φόβο και προσδοκίαμε ή χωρίς πατρίδα

[35]

τυφλοί μένουν και πορεύονταικι η απελπισία δίνει σκιά και ζωήη γενιά μου ασθένησε σοβαράγκρέμισε όσα έχτισεσκόρπισε όσα μάζεψεκαι με άδεια χέριακαι με δύο χούφτες πόνοπαρακαλάει να συγχωρεθούντα πεθαμένα της

να μπορούσα να περπατήσω στο νερόνα κάνω ένα καρβέλι ψωμί και λίγο κρασίνα φτάσει για όλουςπεινασμένους και διψασμένουςνα σχίσω στα δύο τα κύματανα μαραθούν τα λουλούδιατης ζήλιας και της μαύρης τρέλαςνα ανοίξει δρόμος για τους προσκυνητέςσε άγιους τόπουςεκεί που για κάθε πληγήυπάρχει γιατρειά

σκέφτομαιμάλλον θα έπρεπε να περιμένειςγια κάθε πράγμα έρχεται η ώρα τουκαι λέω Αμήνκαι ελπίζω να φουσκώσει

[36]

σύντομαο άνεμος που θα πάρει μακριάτον λήθαργοτην γύμνιακαι την αμνησία

[37]

12. ενθύμια λύπης

Ότι απέμεινεσε αυτόν τον πανικόπου ανέτειλεείναιη επίκληση πνευμάτωνκαι ξεθωριασμένων φωτογραφιώνσείστηκαν θρόνοι και κάστρααφανίστηκε η τρυφερότητα

Περιφρόνημένη μου ζωήβγες στα σταυροδρόμια του ουρανούκαι ζώσου με κοτρόνεςκι έλα ένα βράδι- μεσάνυχτα παρακαλώ -να σπάσουμε με θόρυβοτα τζάμια στα μπαλκόνιαπρώην φίλων μας,που έχασαν την λαλιά τουςκαι παραδόθηκανστην ακινησία της νύχτας

Αλεξάνδρας, Παγκράτι,Φωκίωνοςστις γειτονιές που ξέμειναν

[38]

οι πιο ξέγνοιαστες στιγμές

Ας θυμηθούμε για λίγοπως κάποτε υπήρξαμεκαι λεύτεροι άνθρωποιαπροσκύνητοι κι ασυγκίνητοιστο θέαμα της ευμάρειαςκαι στο βόλεμασε μια άνετη θεσούλαστο βάθος του εξώστηας θυμηθούμε εποχέςκάποτε που χαρίζαμεένα χαμόγελοχωρίς να περιμένουμεανταπόδοση

[39]

13. δημόσια έκταση

σε πόσες άραγε παραλίεςπεθύμησες καλοκαίρια;σε πόσα πάρκαδιέσχισες χιλιόμετρα μοναξιάς;σε πόσα γυμνά τοπίαέκλάψες τη καταστροφή;κι όλα αυτά χαμένα ίχνημέσα σε άδεια όνειρακαι παραισθήσεις πανσέληνουέτοιμα όλα να κατεδαφιστούνστο πρώτο θρόισματης ανοιξιάτικης αύρας

βλέπωτη γιαγιά μου στα ιαματικά λουτράστην μαυρόασπρη Αιδηψόορίστε κύριοι, ένα χαμόγελο αβίαστο

βλέπωτον αδελφό μου να ετοιμάζεταιγια ένα ταξίδι χωρίς επιστροφήκι άλλο σπάνιο χαμόγελο

[40]

βλέπωτον πατέρα μου να κλείνει όλουςτους ανοιχτούς λογαριασμούςχαμόγελο και δάκρια μαζίπου θα μείνουνγια πάντα στη σιωπή

άφησα όλες τις αναμνήσεις μουάταφες να περιφέρονταικαι να με πνίγουνσαν τη Λερναία Ύδρακάθε κεφάλι της που ξεριζώνωδύο να ξεπετάγονται στη θέση τουκατεβαίνω τη στενή σκάλαέρημος άνθρωπος

έμεινα μόνοςγια να σε σκέφτομαιστο σκοτεινό υπόγειο παρέαμε τη μυρωδιά της μούχλαςτης στέρησης και του χαμούμε συντροφιάένα πιάτο φακές και όνειρααλλά σπασμένο πιάτοάδειο και πεταμένο

κατεβαίνω τη στενή σκάλα

[41]

εκεί που έπεσακαι χτύπησα μικρόςεκεί που απέκτησα μόνιμη παρέααφόρητους πόνουςκατεβαίνω να σε σκεπάσωνα μείνω στο σκοτάδικαι να πνίγομαιστη βαθειά σου ακινησία

[42]

14. Ο Μπέλα Λαγκόσι απέθανεγαμώτο μου κι ο Μάνος Ξυδούς

always the moon, my brother, alwaysνα΄ναι βράδυ Παρασκευήςκαι να βιάζεσαι να κρυφτούμεσε κάποιο σκοτεινό υπόγειοσπαρμένο με ήχουςαπό σόλο του Χέντριξτέρμα να σπάνε ηχείανα τρυπάνε οι καρδιές μαςνα χαρούμε τη λίγη ζωήπου τρέχει κάτασπρη στις φλέβες μαςας νοιώσουμε ζωντανοίκι ας είναι σφραγισμένοι οι τάφοι μαςνα χαρούμε λίγο Μάντι Γουώτερςκαι άλλους απελπισμένουςπου προσεύχονται για πιο πολύ οξυγόνοκαι να παρακαλούνγια λίγη αξιοπρέπεια στους ουρανούς

το πρωί θα κατέβουμε τη λεωφόροεξόριστοι από νύχτα και μέραγεμάτοι πληγές στο σώμα μαςτην ώρα που “κανονικοί” άνθρωποιείναι παραδομένοι σε όνειρα

[43]

κι εμείς κάνουμε όνειραξύπνιοι όμωςμε διψασμένα χείληνα σχεδιάζουμε ταξίδιανα λαχταράμε ταινίεςποιήματα και μουσικέςκαι τις πρώτες ώρες της ημέραςμε κάτασπρη την επιδερμίδα μαςαπό διάφανο αίμα ανάκατομε ψευδαισθήσειςνα βλέπουμε έναν παράφρονα ήλιοπου ποτέ δεν συμπαθήσαμε

συνηθίσαμε άλλωστενα συναντιόμαστεσε σκοτάδια και υπόγειακι εκεί να κατοικούμελυτρωμένοι από το φωςκαι να’ ναι η νεότητα μαςμια χιονάτη ναρκωμένηέπεσες διάνα τελικάλέγοντας τα πιο απλά πράγματα :- δεν θα απολαύσεις ποτέ καλοκαίριγιατί καίγεσαι ολόκληρος-δεν θα παίξεις ποτέ βιολίμονόχειρα ποιητή

[44]

δεν κατάλαβααν τελικά γλίτωσεςαπ όσα τα ματάκια μαςγνώρισαν αυτά τα χρόνιαπου ήρθαν σαν καταιγίδακαι έφεραν τόση κακογουστιάκαι τόση μικροπρέπειαποτέ δεν το κατάλαβα γιατίεπιμένοντας στο ταξίδιβιάστηκες να περάσειςστην άλλη μεριά του ουράνιου τόξουπάντα μας χώριζε μια εθνική οδόςΆγιοι Ανάργυροι έως Φιλαδέλφειαμε μια γέφυρα στη μέσητο τραγούδησες άλλωστε[επέμενες κιόλας]«εγώ αλλού»

έρχεσαι στη τρικυμία του μυαλού μουπάντα απρόσκλητη παρηγοριάαγωνίζομαι να σε χορτάσωκαι δεν τα καταφέρνωδιψασμένο σκουλήκι η αγάπη μουσε νύχτες παραζαλισμένοσε ψάχνει σε γη και ουρανόκαι τραγουδάει με δέοςελπίζοντας την ανάσταση

[45]

15. στο τέλος στέγνωσα

τι να σου πώ μες τη ψύχρατου πρωινού;τι να σου πω για όσακρύβω στην καρδιά μου;ο κόσμος μύρισε θάνατοχώμα ανακατεμένο με αέρασαν να΄ γινε σεισμόςκι έπεσε η Ιερουσαλήμτα πάντα σωριάστηκανσαν τραπουλόχαρταπου τα σήκωσε άνεμοςκαι μακριά τα σκόρπισε

γεμάτη η ανεπανάληπτος ζωή μαςαπό χαμογελαστούς σωτήρεςνα εκφωνούν από μεγάφωναλόγους με ρητορικά σχήματακαι φιλοσοφικούς στοχασμούςνα υπόσχονται καλύτερες μέρες[μέρες που όλοι μιλούν γι αυτές]μέρες που όλοι ονειρεύονταιαλλά που μοιάζουν σαν νεράιδεςσε αλλόκοτα παραμύθιαπολλοί τις έχουν δειαλλά μόνο στα όνειρα

[46]

ακόμα και το πρόσωπό σουθαμπό το’χω στο μυαλό μουάσκοπες οι νυχτερινές επισκέψειςσε πλατείες κι εκκλησίεςσε αλάνες και νεκροταφεία[στο παλιό μας σχολείο]δεν βρίσκω εύκαιρα τα φαντάσματατης φτερωτής εφηβείας μουδεν μου μιλάνε πιαοι αγαπημένοι που έφυγανστέγνωσα από αγάπη και οδύνη

που να βρεις δύναμη γίγαντοςνα χαρείς μετά των γερόντωνκαι να κλάψεις μετά των λεόντωνσωριάστηκα σαν βλαστάρι ξεριζωμένοεπιθυμώ διακαώς να φύγωνα βρεθώ κάπου μακριάπου κανέναν να μη ξέρωκανείς να μην με προσέχεισε τόπο και χρόνοπου να ξεχάσω τι ήμουνανα μη με νοιάζει τι θα απογίνω

μπρος λοιπόν,βγάλε τον σκασμό

[47]

να τελειώνουμεέτσι κι αλλιώςδεν έμαθε ποτέ να τραγουδάςχαρούμενα τραγούδια

[48]

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

1. Κενός...............................................................................92. εσωστρεφές πρωινό........................................................123. ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ ΣΤΟ ΘΩΜΑ ΓΚΟΡΠΑ.................154. Νυχτερινό Δελτίο Ειδήσεων............................................205. ό,τι απέμεινε...................................................................216. Guten Tag.......................................................................247. Να πιάσει Θεέ μου μια βροχή........................................258. άστρο του φόβου μου....................................................269. προσευχή σαν άνεμος.....................................................2910. δέσμιος αδυναμιών........................................................3211. Αμήν, λέγω...................................................................3512. ενθύμια λύπης.........................................................................3813. δημόσια έκταση......................................................................4014. Ο Μπέλα Λαγκόσι απέθανεγαμώτο μου κι ο Μάνος Ξυδούς..4315. στο τέλος στέγνωσα...............................................................46

Η ΔΙΑΘΕΣΗ ΗΜΕΡΑΣΤΟΥ ΒΑΣΟΥ ΓΕΩΡΓΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΨΗΦΙΑΚΑΑΠΟ ΤΟ ΒΑΣΙΛΗ ΛΑΛΙΩΤΗ

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΤΟΥ 2013

f