Upload
montexristo
View
284
Download
27
Embed Size (px)
DESCRIPTION
History
Citation preview
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
(1939- 1945)Ιάκωβος Χονδροματίδης
Ε Κ Δ Ο Σ Η ΤΟΥ Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ι Κ Ο Υ « Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Κ Α ΘΕΜΑΤΑ»
ΠεριεχόμεναΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΙΣ ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ
Ο ΓΑΛΛΙΚΟΣ ΦΑΣΙΣΜΟΣ
ΓΒΒΒΡΒΒΪ mmmΟΙ ΙΡΛΑΝΔΟΙ ΚΑΙ ΤΟΓ’ ΡΑΙΧ
■Η
'Λ'·.. · '
ι . . .
S £ -'V ’
Ο ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΣΚΑΝΔΙΝΑΒΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ____ .____________ ____ . .. .....
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
Η ΟΥΓΓΑΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ «ΣΤΑΥΡΩΤΑ ΒΕΛΗ»
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
6
8
24
38
52
54
70
78
81
82
Εισαγωγή
Νεαρές Δανέζες συζητούν με άνδρες της Βέρμαχτ λίγο μετά την κατάληψη της χώρας τους από τους Γερμανούς (9 Απριλίου 1940).
το γεγονός ότι ο φασισμός (σε αντίθεση με άλλες θεωρίες) δεν προορίζεται για εξαγωγή, δεν απέκτησαν ποτέ σημαντική επιρροή.
Υπήρξαν όμως και κινήματα όπως το ουγγρικό «Σταυρωτά Βέλη» ή το Βελγικό «Rex» του Λεόν Ντεγκρέλ με αξιοσημείωτη παρουσία και νέους, δυναμικούς ηγέτες.
Μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι που εκδηλώθηκαν ως εθνικοσοσιαλιστές συνεργάσθηκαν με το Γ Ράιχ. Η σοβιετική εισβολή στη μακρινή Φινλανδία τον χειμώνα του 1939, δημιούργησε ένα κλίμα πανικού και φόβου στους Ευρωπαίους αντικομμουνιστές. Κατά εκατοντάδες κατατάχθηκαν ως εθελοντές για να υπερασπι-
σθούν στην παγωμένη τούνδρα την ελευθερία του Βορρά. Και όταν το καλοκαίρι του 1941 άρχιζε η γιγαντομαχία των δύο κόσμων (του Γ’ Ράιχ και της Σοβιετικής Ενωσης), εκδηλώθηκε για πρώτη φορά μια μοναδική πολεμική αδελφότητα και σταυροφορία. Με τους Γερμανούς στρατιώτες ενώθηκαν εθελοντές από κάθε γωνιά της Ευρώπης για να συμμετά- σχουν σ’ αυτό τον αγώνα. Αμούστακα παιδιά, φαλαγγίτες της Μαδρίτης, Γάλλοι ευγενείς και σκλη- ροτράχοι Νορβηγοί, όλοι τους θ έ λησαν να γευθούν την εμπειρία ενός «έπους». Ολοι αυτοί οι νεαροί
άνδρες που διέτρεξαν στις ρωσικές στέπες, είχαν την απαίτηση μετά τον πόλεμο ν ’ αποκτήσουν μια ελεύθερη πατρίδα.
Υπήρξαν βέβαια και τυχοδιώκτες, όπως και οι μαυραγορίτες που ξεσήκωσαν και προκάλε- σαν το κοινό αίσθημα με την επαίσχυντη συμπεριφορά τους. Αυτή η κατηγορία όμως στιγμάτιζε πάντοτε κάθε εξέγερση ή περίοδο της Ιστορίας.
Γι’ αυτό τον λόγο η διερεύνηση αυτής της συνεργασίας πρέπει να γίνει με νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα, και με πνεύμα συναίνεσης.
Εχουν περάσει περισσότερα από 60 χρόνια από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και όλο και συχνότερα τίθεται
από ιστορικούς και ερευνητές το ερώτημα, ποιο ήταν το κίνητρο που ώθησε χιλιάδες Ευρωπαίους να συνεργασθούν με το Γ’ Ράιχ σ’ έναν πόλεμο που διηύθυνε η Γερμανία. Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις πολιτικές εξελίξεις και τα δρώμενα εκείνης της εποχής. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες εμφανίσθηκαν φασιστικά κινήματα που μισούσαν τους φιλελεύθερους όσο και τους κομμουνιστές, για διαφορετικούς όμως λόγους. Για τους φασίστες, ο κομμουνισμός ήταν το απόλυτο κακό, ενώ οι φιλε
λεύθεροι, με τη φυσική τους απροθυμία να χρησιμοποιήσουν βία, φαίνονταν στα μάτια των φασιστών ανίκανοι να προστατεύσουν ένα έθνος απέναντι στους κομμουνιστές και γ ι’ αυτό επικίνδυνοι.
Τα πιο πολλά κινήματα είχαν ως πρότυπο τον ιταλικό φασισμό και τον γερμανικό εθνικοσοσιαλισμό, ενώ το πολιτικό τους πρόγραμμα έκανε λόγο για μια εξωτερική πολιτική εμπνευσμένη από την εθνική ισχύ και το εθνικό μεγαλείο. Ωστόσο, έχοντας να αντιμετωπίσουν ένα πολιτικό σύστημα εντελώς εχθρικό απέναντι τους και την κλασική παθογένεια του φασισμού, δηλαδή
6
m «M, s 9>M . „■« iäj
Ανθη για Γερμανούς μοτοσικλετιστές σ’ ένα χωριό της Ουκρανίας, τον Ιούνιο του 1941.
Η είσοδος του Συντάγματος των SS «Der Fuehrer» στο Αμστερνταμ
(20 Μαϊου 1940).
Η είσοδος του Γερμανικού Στρατού στο Κάουνας της Λιθουανίας, στις 26 Ιουνίου 1941, συνοδεύτηκε από αλαλαγμούς χαράς και χειροκροτήματα ενθουσιασμού του πλήθους.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (193*1945)
Συνεργάτες ίων Ναζίστις Κάτω Χώρες
Θριαμβευτική είσοδος του Λεόν Ντεγκρέλ στη
βελγική πρωτεύουσα (1η Απριλίου 1944) μαζί με τα μικρά παιδιά του.
Ο ΛΕΟΝ ΝΤΕΓΚΡΕΛ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΜΜΑ «REX» ΣΤΟ ΒΕΛΓΙΟ
Χωρίς αμφιβολία, ο Λεόν Ντεγκρέλ ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού φασισμού και μέχρι σήμερα α- ποτελεί μέρος του μύθου που περιβάλλει τους εθελοντές των Waffen SS.
Ο Ντεγκρέλ γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου 1906 στην Μπουγιόν (Bouillon) του Βελγίου και ήταν γιος της πολύτεκνης οικογένειας ενός παραγωγού μπύρας. Αφού σπούδασε Φιλοσοφία και Λογοτεχνία στο περίφημο Πανεπιστήμιο της Λου- 6αίν, το 1931 έγινε διευθυντής του Καθολικού εκδοτικού οίκου «Rex». Στις στήλες των εφημερίδων του, της «Rex», της «Vlan» και της «Sorees», δημοσίευσε θυελλώδη άρθρα κατά του μαρξισμού στα οποία δεν παρέλειπε να επικρίνει τον ανώτερο κλήρο για τη διαφθορά και την ολιγωρία που έδειχνε απέναντι στα μεγάλα ζητήματα της βελγικής κοινωνίας. Από τότε ο Καθολικός κλήρος, ενοχλημένος από τον ριζοσπαστισμό του Ντεγκρέλ, έγινε ο πιο φανατικός
πολέμιός του, πολύ περισσότερο από τους μαρξιστές αντιπάλους του. Διαπιστώνοντας ο Ντε- γκρέλ την ανάγκη ανανέωσης της πολιτικής ζωής στη χώρα του, ίδρυσε το 1935 το δικό του κίνημα, το «Christus Rex». Το κόμμα των ρεξιστών ήταν οργανωμένο φασιστικά, είχε κορπορατιστι- κές τάσεις και στρεφόταν εναντίον όλων των παλαιών κομμάτων. Με μια άνευ προηγουμένου προπαγανδιστική εκστρατεία, η οποία λόγω των πενιχρών οικονομικών μέσων στηριζόταν περισσότερο στην προσωπική ρητορική δεινότητα του Ντεγκρέλ, το κίνημα βρήκε ανταπόκριση στις πλατιές λαϊκές μάζες. Στις εθνικές εκλογές της 25ης Μαϊου 1936, οι ρεξιστές είχαν ως αντιπάλους τους σοσιαλιστές, τους Καθολικούς και όλα τα παλαιό κόμματα. Παρόλα αυτά, είχαν μια αξιοσημείωτη παρουσία, κερδίζοντας το 11,49% των ψήφων και εκλέγοντας 21 βουλευτές. Τον επόμενο χρόνο, σε αναπληρωματικές εκλογές, ο Ντεγκρέλ κέρδισε το 20% των ψήφων και προ- κάλεσε τον πολιτικό κόσμο του Βελγίου.
Στις 9 Οκτωβρίου 1936 συναντήθηκε με τον Γκαίμπελς στην Κολωνία και αποφάσισε να επα-
8
ναλάβει την πορεία του Μουσολίνι προς τη Ρώμη, αυτή τη φορά προς τις Βρυξέλλες. Η Βελγική κυβέρνηση όμως αντέδρασε και η πορεία δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Στις εκλογές του 1939, το κίνημα του Ντεγκρέλ έχασε τις 17 από τις 21 έδρες του στο κοινοβούλιο.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής προέλασης στη Δύση (1940), ο Ντεγκρέλ συνελήφθη από τη Βελγική Αστυνομία και μεταφέρθηκε σε 22 διαφορετικές φυλακές. Τελικά παραδόθηκε στις γαλλικές Αρχές οι οποίες τον μετέφεραν στο αρχηγείο της Μυστικής Αστυνομίας, στην πόλη Λίλ. Μερικές εβδομάδες μετά τη συνθηκολόγηση ο Ντεγκρέλ απελευθερώθηκε και επέστρεψε στην πατρίδα του. Με γερμανική ενθάρρυνση επανασύστησε το κόμμα του και προέβη μαζί με τον Φλαμανδό πολιτικό ηγέτη Χέντρικ ντε Μαν σε μια σύμπραξη μεταξύ σοσιαλιστών και ρεξιστών για την ανανέωση της πολιτικής ζωής στη χώρα του. Απώτερος στόχος των δύο πολιτικών ήταν η δημιουργία μιας νέας ομοσπονδίας στην οποία κάθε κοινότητα θα διατηρούσε την αυτονομία της και την εθνικότητά της.
Οι Γερμανοί επέτρεψαν στον Ντεγκρέλ να εκδώσει μια νέα εφημερίδα, την «Pays Reel», και να συγκροτήσει μια πολιτοφυλακή από παλαιά μέλη του κόμματός του, την «Garde Wallone». Σύντομα η πολιτοφυλακή ξεπέρασε τα 4.000 μέλη και, μαζί με τη φλαμανδική πολιτοφυλακή
του VNV, αποτέλεσε μια διόλου ευκαταφρόνητη δύναμη για τις κατοχικές Αρχές. Η ώρα όμως του Ντεγκρέλ σήμανε λίγο μετά τη γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ενωση. Στην πρόσκληση της νέας πανευρωπαϊκής σταυροφορίας, ο Ντε- γκρέλ ήταν από τους πρώτους που κατατάχθηκαν στα Waffen SS. Στις 8 Αυγούστου 1941 οι πρώτοι 800 Βαλλόνοι εθελοντές με τον Ντε- γκρέλ εγκατέλειψαν τη βελγική πρωτεύουσα για το στρατόπεδο εκπαίδευσης του Μέζεριτς. Λίγο αργότερα η μονάδα τους ενσωματώθηκε στη Βέρμαχτ ως 373ο Βαλλονικό Τάγμα Πεζικού και τον Νοέμβριο του 1941 οι Βαλλόνοι μεταφέρθηκαν στο Ανατολικό μέτωπο (Ντζεντσισκόγιε).Πολύ σύντομα, ο Ντεγκρέλ θα δικαίωνε τις προσδοκίες των Γερμανών. Τον Φεβρουάριο του 1942 λιγότεροι από 500 άνδρες του θα απέκρου- αν νικηφόρα 4.000 Σοβιετικούς και θα κατέστρεφαν 14 εχθρικά άρματα μάχης. Για το αστείρευτο κουράγιο και την ιδιαίτερη ανδρεία του ο Ντεγκρέλ κέρδισε τον Σιδηρού Σταυρό Α’ Τάξης, αλλά οχεδόν ένα τρίτο των ανδρών του έχασε τη ζωή του στις αφιλόξενες ρωσικές στέπες.
Τον Μάιο του 1942, ο Ντεγκρέλ ήταν υπολο- χαγός και πολεμούσε στο μέτωπο του Ντον και στον Καύκασο. Οι απώλειες όμως του τάγματός του ήταν πολύ υψηλές και οι Γερμανοί άλλαξαν το όριο ηλικίας για τους νεοσύλλεκτους. Ετσι, την άνοιξη του 1943, 1.600 Βαλλόνοι εθελοντές συγκρότησαν μια Λεγεώνα και ενσωματώθηκαν
Το βράδυ της 21ης Φεβρουάριου 1944, ο Ντεγκρέλ τιμή&ηκε προσωπικά από τον Χίτλερ με τον Σταυρό των Ιπποτών.Στη φωτογραφία διακρίνονται ο στρατηγός των Waffen SS Χέρμπερτ O t t o Γκίλλε και ο αξιωματικός - σύνδεσμος των Waffen SS στο αρχηγείο του Χίτλερ, Χέρμαν Φέγκελαϊν.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945)
στον Γερμανικό Στρατό ως 55η Ταξιαρχία των SS, «Wallonien».
Τον Ιανουάριο του 1944 60.000 Γερμανοί στρατιώτες κυκλώθηκαν στον θύλακα του Τσερ κάσυ με άμεσο κίνδυνο αιχμαλωσίας τους από τους Σοβιετικούς. Οι Γερμανοί αποφάσισαν τη διάσπαση του κλοιού και οι Βαλλόνοι του Ντε- γκρέλ θα είχαν ρόλο οπισθοφυλακής. Την ημέρα της εξόδου, ο Ντεγκρέλ ήταν ξαπλωμένος σ’ ένα κρεβάτι εκστρατείας με σπασμένα πλευρά και υψηλό πυρετό. Ωστόσο, πήγε στο σημείο όπου η μάχη μαινόταν με τη μεγαλύτερη λύσσα και, με το όπλο στο χέρι, αντιμετώπισε τα στίφη των Σοβιετικών δίπλα στους συντρόφους του. Οι γερμανικές δυνάμεις σώθηκαν από ολοκληρωτική καταστροφή χάρη στην παρέμβαση και την προσωπική αυτοθυσία των Βέλγων συμπολεμιστών τους. Το τίμημα ήταν όμως βαρύτατο, καθώς επέζησαν μόνο 632 Βαλλόνοι. Συγκινημέ- νος από την αυτοθυσία του Ντεγκρέλ, ο Χίτλερ τον κάλεσε στις 20 Φεβρουάριου 1944 στο αρχηγείο του, στο Ράστενμπουργκ της Ανατολικής Πρωσσίας, και του απένειμε τον βαθμό του λοχαγού μαζί με την ανώτατη τιμητική διάκριση, τον Σταυρό των Ιπποτών. Φεύγοντας για το μέτωπο, ο Χίτλερ του έσφιξε το χέρι και του είπε: «Αν είχα ένα γιό, θα ήθελα να ήταν σαν εσάς».
Στις 2 Απριλίου η ταξιαρχία των Βαλλόνων, με επικεφαλής τον Ντεγκρέλ, παρέλασε υπό τις επευφημίες χιλιάδων Βέλγων στις λεωφόρους των Βρυξελλών. Ο Ντεγκρέλ γράφει στις αναμνήσεις του: «Η ταξιαρχία έκανε τη ζωηρή είσοδό της στη βιομηχανική πόλη του Σαρλερουά το μεσημέρι και ανανέωσε τον όρκο της πίστης στο εθνικοσοσιαλιστικό ιδεώδες στη Γκραν Πλας. Κατόπιν, εκατοντάδες τεθωρακισμένα κύλησαν βιαστικά διαμέσου της βαλλονικής Μπραμπάντ, με το μεγάλο λιοντάρι του Βατερλώ να μας παρακολουθεί να περνάμε από την κορυφή του υψώματος του. Συλλογισθήκαμε όλους τους ή- ρωες που είχαν πολεμήσει σε αυτά τα πλούσια χωράφια σε περασμένες εποχές, όπως εκείνες που είχαμε μόλις περάσει πολεμώντας μέσα στη ρωσική λάσπη. Εκείνη η λάσπη ήταν μακριά, ωστόσο τα τεθωρακισμένα μας ήταν φορτωμένα με άνθη. Στρέμματα από κλαδιά βελανιδιάς, ύψους δύο μέτρων, κοσμούσαν τα τεθωρακισμένα. Σειρές από νεαρά κορίτσια που μας καλωσόριζαν με ζωηρά μάτια, μας περίμεναν στις παρυφές των Βρυξελλών. Το κέντρο της πρωτεύουσας ήταν μια θάλασσα από πρόσωπα και σημαίες. Τα πάντσερ μετά βίας μπορούσαν να περά- σουν ανάμεσα στις δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων που είχαν σπεύσει να δουν και να επευφημήσουν ξέφρενα τους στρατιώτες μας. Το πλήθος στριφογύριζε σαν τη θάλασσα, φωνάζοντας και ρίχνοντας χιλιάδες ρόδα, τα πρώτα, τα γλυκύτε
ρα και τα πιο τρυφερά ρόδα, που προαναγγέ- λουν τις λαμπρές ημέρες της άνοιξης». Πέντες μήνες αργότερα, το ίδιο ακριβώς πλήθος θα εκδήλωνε τον ενθουσιασμό του για την απελευθέρωσή του από τα συμμαχικά στρατεύματα.
Μετά την απόβαση των Συμμάχων στη Νορ- μανδία και καθώς τα συμμαχικά στρατεύματα πλησίαζαν στα σύνορα του Γ’ Ράιχ, περισσότεροι από 200.000 Βέλγοι κατέφυγαν στη Γερμανία. Ανάμεσά τους ήταν και ο αναπληρωτής αρχηγός του «Rex», Βίκτορ Ματίς. Μέχρι τα τέλη Αυγού- στου του 1944, η αντίσταση είχε εκτελέσει 740 ρεξιστές και ήταν διάχυτος ο φόβος μεταξύ των Βέλγων που είχαν ταχθεί στο πλευρό του Αξονα. Στο μεταξύ, ο Ντεγκρέλ και οι άνδρες του έδιναν μια ατελείωτη σειρά απελπισμένων μαχών κατά των Σοβιετικών. Οι περισσότεροι από αυτούς πέθαναν χωρίς να τους κλάψει κανείς.
Στις 2 Μαϊου 1945 τα υπολείμματα της Βαλλονικής Ταξιαρχίας υποχώρησαν στη Δανία. Από εκεί ο Ντεγκρέλ με μερικούς συντρόφους του πέρασε στη Νορβηγία και, κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες, πέταξε στις 8 Μαϊου μ’ ένα αεροπλάνο προς την Ισπανία. Το αεροπλάνο του, ύστερα από μια δραματική πτήση 2.800 χιλιομέτρων, έπεσε σε μια παραλία του Σαν Σεμπαστιάν και ο ίδιος τραυματίσθηκε σοβαρά. Επέζησε ως εκ θαύματος και βαθμιαία ξανάρχισε τη ζωή του στην εξορία. Πέθανε αμετανόητος και υπέργη- ρος λίγο πριν από την αυγή του 21ου αιώνα, πιστεύοντας ότι κάποια ημέρα οι αγώνες του θα δικαιώνονταν.
Ο ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΛΛΑΝΔΙΑ
Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, εκτός της Γερμανίας, δεν υπήρχαν τόσοι πολλοί εθνικοσο- σιαλιστές όπως στη γειτονική Ολλανδία. Επτά πολιτικοί σχηματισμοί και οργανώσεις, ακριβή αντίγραφα του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (NSDAP), διεκδίκησαν από τις αρχές του 1930 την ψήφο του ολλανδικού λαού. Σχεδόν όλα είχαν την ονομασία «Εθνικοσοσιαλιστι- κό Ολλανδικό Κόμμα των Εργατών». Τα περισσότερα ήταν μικρές ομάδες, τα μέλη των οποίων αποτελούσαν και την ηγετική ομάδα. Οι πιο σοβαρές κινήσεις αυτού του χώρου ήταν το κόμμα του ταγματάρχη Κρούιτ (Kruyt) και η κίνηση του δόκτορα Ράπαρντ (Rappard). Και οι δύο επιδίωκαν την ένταξη της Ολλανδίας στη Μεγάλη Γερμανία (Grossdeutschland). Ομως, πολύ σύντομα, οι Γερμανοί συνειδητοποίησαν ότι καμία από τις δύο εθνικοσοσιαλιστικές ομάδες δεν διέθετε την επιθυμητή απήχηση στον πληθυσμό, ώστε να χρησιμοποιηθεί κατάλληλα. Η προσοχή της γερμανικής ηγεσίας στράφηκε σε μια άλλη ορ-
γάνωση του χώρου, η οποία σταδιακά κατέκτησε την εμπιστοσύνη της εργατικής μάζας: τη «Nationaalsocialistische Beweging» («Εθνικοσο- σιαλιστική Κίνηση») (NSB), του μηχανικού Αντον Αντριαν Μούσερτ (Anton Andriaan Mussert).
Χρονικά η πρώτη εθνικοσοσιαλιοτική ομάδα στην Ολλανδία ήταν η «Nationaal Socialistische Nederlandse Arbeiderspartij» (NSNAP) του Ρίντερ 6αν Ράπαρντ (Ridder van Rappard). Ο Ράπαρντ, γεννημένος στην Ιάβα (το 1899) όπου βρισκόταν ο πατέρας του ως μηχανικός της ολλανδικής κυβέρνησης, από πολύ νωρίς προσανατολίσθηκε στην «ιδεολογία του δρόμου». Επιστρέφοντας στην Ευρώπη σπούδασε πολιτικές επιστήμες στα πανεπιστήμια του Λέιντεν, της Βιέννης, του Μονάχου και του Βερολίνου. Το 1931 ίδρυσε μαζί με τον Ανταλμπερτ Σμιτ (Adalbert Smit) το NSNAP. Στο νεοϊδρυθέν κόμμα υιοθέτησε τα αντίστοιχα 25 «σημεία» του γερμανικού NSDAP. Το κόμμα του Ράπαρντ συγκροτήθηκε με βάση τον αντισημιτισμό, τον αντικαπιταλισμό, τον α- ντικοινοβουλευτισμό και τον αντιμπολσεβικι- σμό. Το πρώτο σημείο του καταστατικού έκανε αναφορά στην ένωση όλων των Ολλανδών σε ένα μεγάλο ολλανδοφλαμανδικό Ράιχ. Το δεύτερο σημείο εκδήλωνε την επιθυμία του ολλανδικού λαού να συνεργασθεί στενά με τους «αδελφούς» γερμανικούς λαούς (Γερμανούς, Ελβετούς και Σκανδιναβούς), ως φορείς ενός νέου πολιτισμού μέσα σε μια ομοσπονδιακή ένωση που θα διαφύλασσε τις παραδόσεις και τις αξίες των γερμανικών λαών. Το ενδέκατο σημείο του προγράμματος στρεφόταν εναντίον της ελεύθερης αγοράς και μιλούσε για την ανάγκη μιας «περιορισμένης με κρατικές παρεμβάσεις ελεύθερης αγοράς», κυρίως με τους «αδελφούς γερμανικούς λαούς».
Το 80% των μελών του NSNAP ήταν εργάτες που δίχως αμφιβολία είχαν εντυπωσιασθεί από το κοινωνικό πρόγραμμα του κόμματος. Οταν η ολλανδική κυβέρνηση (κατ' εντολήν των Βρετανών) διέλυσε το NSNAP, η οργάνωση βρισκόταν σε φθίνουσα πορεία - είχε μόλις 1.000 τακτικά μέλη. Ο Ράπαρντ αναγκάσθηκε να καταφύγει στη Γερμανία, όπου ανέλαβε υπηρεσία στο Τμήμα Αντικατασκοπίας Εξωτερικού (Auslandsabwehr) του Γερμανικού Στρατού. Μετά την κατάληψη της Ολλανδίας από τους Γερμανούς επέστρεψε στην πατρίδα του και αφιερώθηκε στην επαναδραστηριοποίηση του κόμματός του. Πολύ σύντομα τα αρχικά 1.000 μέλη έγιναν 15.000.
Η Αγωνιστική Ομάδα Εφόδου της οργάνωσης μετονομάσθηκε, κατά το γερμανικό πρότυπο, σε SA. Τα μέλη της φρουράς του Ράπαρντ έφεραν τη μαύρη στολή των κομματικών λειτουργών του NSDAP. Στις 10 Μαρτίου 1941 ο αρχηγός του NSNAP κατατάχθηκε εθελοντικά με τον βαθμό
του oberscharfuehrer (λοχία) στη Μεραρχία «Nederlandsche SS». Οι αντισημιτικές ενέργειες των στελεχών του NSNAP άρεσαν στους Γερμανούς, με αποτέλεσμα οι Αρχές κατοχής να ενθαρρύνουν την κατάταξη όλο και περισσότερων Ολλανδών στα SS. Ο Ράπαρντ έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Βέρμαχτ στα Βαλκάνια, μαχόμε- νος στις γραμμές της Μεραρχίας «Leibstandarte Adolf Hitler» του Ζεπ Ντήτριχ (Sepp Dietrich).
Στο μεταξύ προέκυψαν σοβαρές διαφωνίες ανάμεσα στο NSNAP και το NSB του Μούσερτ. Ο τελευταίος δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να υπομένει την ύπαρξη ενός ανταγωνιστικού κόμματος στον ίδιο χώρο όπως ήταν το NSNAP. Γι' αυτόν τον λόγο στη συνάντηση που είχε στις 12 Δεκεμβρίου 1941 με τον Χίτλερ ζήτησε τη διάλυση του «Nationaal Socialistische Nederlandse Arbeiderspartij». Οι λεπτομέρειες αυτής της συνάντησης δεν έγιναν ποτέ γνωστές. Είναι απόλυτα βεβαιωμένο όμως πως δύο ημέρες αργότερα, αμέσως μετά την επιστροφή του Μούσερτ από το Βερολίνο, οι γερμανικές Αρχές διέταξαν την άμεση διάλυση του NSNAP, που είχε ως αποτέλεσμα την προσχώρηση των περισσότερων μελών του κόμματος στο αδελφό NSB. Οι υπόλοιπες εθνικιστικές οργανώσεις τυπικά υπήρχαν ακόμη, σταδιακά όμως έχασαν την όποια επιρροή διέθεταν στην πολιτική σκηνή και σύντομα αυτοδιαλύθηκαν.
TO NSB ΚΑΙ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΡΤ
Το κόμμα του Μούσερτ ήταν ένα από τα πρώτα εθνικοσοσιαλιστικά κόμματα στην Ευρώπη, αφού συγκροτήθηκε το 1931. Ο ιδρυτής του καταγόταν από το Βέρκενταμ (Werkendam) και σπούδασε μηχανολογία στο Πολυτεχνείο του
Προηα γανδιστική αψίσα κατάταξης στη βελγική ταξιαρχία των Waffen SS, « Wallonien».
BRIGADEWALLONE
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ NAZI ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945)
Ο Ολλανδός ε&νικοσοσιαλιστής Αντον Μούσερτ.
Ντελφτ. Εξαιτίας των πολιτικών του δραστηριοτήτων παύθηκε από την υπηρεσία του στην Ουτρέχτη, όπου εργαζόταν ως μηχανικός.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1931 ο Μούσερτ μαζί με τον Γκέελκερκεν (Geelkerken) και δέκα άλλους εθνικοσοσιαλιστές ίδρυσε το NSB («Nationaal Socialistische Beweging»), Αντί του αγκυλωτού σταυρού επιλέχθηκε ως έμβλημα του νέου κόμματος ο λέοντας (Neulen) με τα αρχικά γράμματα της οργάνωσης - NSB. Η προσφώνηση «Hou Zee», που προερχόταν από τον 17ο αιώνα, υιο- θετήθηκε ως κομματικός χαιρετισμός. Τα μέλη του κόμματος φορούσαν τη μαύρη στολή των Ιταλών μελανοχιτώνων. Το πολιτικό πρόγραμμα του NSB αποτελείτο από τέσσερα σκέλη: πίστη στον Θεό, αγάπη στην πατρίδα, εργασία για όλους και κράτος πρόνοιας και αλληλεγγύης. Τελικός σκοπός ήταν η «πραγματοποίηση της λαϊκής κοινότητας μέσα από το συντεχνιακό κράτος». Παράλληλα κήρυσσε τον διμέτωπο αγώνα εναντίον του μαρξισμού και του φιλελευθερισμού. Το κόμμα εγγυόταν την ιδιωτική περιουσία όλων των Ολλανδών, ενώ προσέδιδε ιδιαίτερη σημασία στη φυλετική καταγωγή και στη διατήρηση των υπερπόντιων κτήσεων της χώρας. Σε ό,τι αφορούσε την αντιμετώπιση της δημοκρατίας, το NSB θεωρούσε πως το πολίτευμα αυτό ισοδυναμούσε με τον κοσμοπολιτισμό, τα ισοπεδωτικά ιδανικά και τον στεγνό ωφελιμισμό. Η «Εθνικοσοσιαλιστική Κίνηση» του Μούσερτ προέβαλλε ως εκπρόσωπος ενός νέου πολιτικού συστήματος και ταυτόχρονα ως υπερασπιστής των παραδοσιακών πολιτιστικών αξιών των Ολλανδών. Σε τελική ανάλυση κήρυσσε και τη βίαιη - αν χρειαζόταν - αντιπαράθεση με τα «κατεστημένα κόμματα της παρακμής».
To NSB πέτυχε σχετικά ικανοποιητικά αποτελέσματα στις εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες συμμετείχε. Στις επαρχιακές εκλογές τον Απρίλιο του 1935 το κόμμα συμμετείχε για πρώτη φορά και, αφού εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο το αντιδημοκρατικό κλίμα στη χώρα, εξέλεξε 44 τοπικούς βουλευτές (από τις 535 έδρες). Σχεδόν 300.000 Ολλανδοί ψηφοφόροι επέλεξαν την «Εθνικοσοσιαλιστική Κίνηση» του Μούσερτ - ένα καθόλου ευκαταφρόνητο 8%.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 η Ολλανδία προσπαθούσε να συνέλθει από τις συνέπειες της μεγάλης οικονομικής κρίσης του 1929. Το ποσοστό ανεργίας ήταν ιδιαίτερα υψηλό, το κράτος πρόνοιας ουσιαστικά ανύπαρκτο και τα δημοκρατικά κόμματα είχαν εμπλακεί σε εσωτερικές διαμάχες και πολιτικολογίες. Μεγάλες μάζες του ολλανδικού λαού ριζοσπαστικοποιήθη- καν, αποστασιοποιήθηκαν από το σύστημα και εντάχθηκαν σε αντικοινοβουλευτικές οργανώσεις. Το μέλλον ανήκε όλο και περισσότερο στις
ιδεολογίες και τους ανθρώπους του «πεζοδρομίου».
Το 1937 εκδόθηκε το βιβλίο του αρχηγού του NSB, «De Bronnen van net Nederlandse Nat- ionaalSocialisme», ένα αντίστοιχο «Mein Kampf»: «Για την ψυχική και ηθική ευημερία ενός λαού απαιτείται ισχυρή κυβέρνηση, εθνική υπερηφάνεια, τάξη, κοινωνική αλληλεγγύη και συνεργασία όλων των παραγωγικών τάξεων. Παράλληλα απαιτείται προτεραιότητα των εθνικών ιδεωδών σε σχέση με τα συμφέροντα των κοινωνικών ομάδων και προβάδισμα του κοινού συμφέροντος σε σχέση με το ατομικό». To NSB προσανατολιζόταν περισσότερο στον ιταλικό φασισμό παρά στον γερμανικό εθνικοσοσιαλισμό, τουλάχιστον μέχρι το 1938. Εναν μόλις χρόνο πριν ο Μούσερτ μιλούσε περί «χριστιανικού εθνικού κράτους, χωρίς ρατσιστικά ή αντισημιτικά στοιχεία». Το 1938 όμως, με τη στροφή του κόμματος προς το NSDAP, απαγορεύθηκε η είσοδος των Εβραίων στο κίνημα.
Η οργάνωση στηριζόταν οικονομικά στις εισφορές και στις συνδρομές των μελών της. Ποτέ δεν δέχθηκε «δωρεές» από το εξωτερικό (τη Γερμανία ή την Ιταλία), όπως γινόταν με τη Μόσχα σε σχέση με τα αδελφά κομμουνιστικά κινήματα. Το παράδοξο ήταν ότι μέχρι το 1938 μερικοί από τους χρηματοδότες του ήταν Εβραίοι.
Δύο χρόνια μετά την εκλογική επιτυχία του1935 το NSB κατέβηκε στις εθνικές εκλογές του1937. Το ποσοστό που έλαβε ήταν λίγο κατώτερο του αναμενόμενου (4,22%) και εξέλεξε τέσσερις βουλευτές στην Εθνική Βουλή. Στις επαρχιακές εκλογές του 1939 ο Μούσερτ είδε το ποσοστό του να συρρικνώνεται ακόμη πιο επικίνδυνα (3,89%). Κατάφερε όμως - χάρη στο εκλογικό σύστημα - να εκλέξει τρεις αντιπροσώπους. Σε αυτή την πολιτική ήττα δόθηκαν πολλές ερμηνείες. Οι σημαντικότερες όμως είχαν σχέση με τις δραματικές εξελίξεις στην Ευρώπη, την απήχηση της εβραϊκής προπαγάνδας, επειδή παραδοσιακά η εβραϊκή κοινότητα της χώρας είχε μεγάλη δύναμη και επηρέαζε τις πολιτικές εξελίξεις, τη σχετική βελτίωση της οικονομίας και τη μείωση των ανέργων, αλλά και την αντιπαλότητα των οργανώσεων του εθνικοσοσιαλιστικού χώρου. Φυσικά κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ο ρυθμός αύξησης των μελών του NSB ήταν κάτι περισσότερο από ικανοποιητικός: Τα 28.000 καταγεγραμμένα μέλη του Μαϊου του 1940 έγι- ναν 100.000 λίγο πριν από το τέλος του 1942.
Τον Νοέμβριο του 1932 ο Μούσερτ ακολούθησε το παράδειγμα του Χίτλερ με τη δημιουργία μιας παραστρατιωτικής μονάδας εφόδου, όπως τα SA, για την προσωπική του προστασία στο Τουμούλτεν (Tumulten), αλλά και για χρήση στις βίαιες αναμετρήσεις τους κομμουνιστές. Η
12
μονάδα αυτή αρχικά ονομάσθηκε «Weer- baarheids Afdeelingen» και αργότερα «Weeraf- deeling CWA». H WA έφθασε να αριθμεί ως και15.000 άνδρες χωρισμένους σε 12 ταξιαρχίες, και κυριάρχησε στους ολλανδικούς δρόμους μέχρι το 1935. Αγνωστο για ποιο λόγο, ο Μού- σερτ τον χρόνο εκείνο διέλυσε την WA. Η μονάδα επανασυγκροτήθηκε το 1939 με διαφορετικό όνομα («Mussert-Garde») και δρούσε ως προσωπική σωματοφυλακή του αρχηγού τού κόμματος. Ουσιαστικά όμως ακολούθησε πάλι τα «βήματα» της προκατόχου της, WA. Επικεφαλής της παραστρατιωτικής «Mussert-Garde» ήταν ο Χέ- ντρικ (Χενκ) Φέλντμαγιερ (Hendrik «Henk» Feldmeijer). Ο Φέλντμαγιερ (γεν. 1910), έχοντας τη φήμη του ικανού και αποφασιστικού αξιωματικού, έγινε μέλος του NSB το 1932 με αριθμό μητρώου 479. Η ενέργεια αυτή τού κόστισε τη διαγραφή από τον Ολλανδικό Στρατό, στον οποίο υπηρετούσε με τον βαθμό του ανθυπολο- χαγού.
Χωρίς αμφιβολία ο Φέλντμαγιερ κατά τη συγκρότηση της «Mussert-Garde» φανταζόταν πως θα λειτουργούσε όπως τα αντίστοιχα SS. Στην πραγματικότητα μπορούμε να δούμε την «Mussert-Garde» ως τον οργανωτικό πρόδρομο των ολλανδικών SS, εφόσον στην πορεία μεταβλήθηκε σε SS και ο «Χενκ» Φέλντμαγιερ ήταν εκείνος που τα διηύθυνε και είχε τη μεγαλύτερη συμβολή. Δημοσιογραφικό όργανο της WA ήταν η εφημερίδα «De Zwart Soldat». Το αγωνιστικό τραγούδι των ταγμάτων εφόδου «Wa marscheerd» («Η WA βαδίζει») αποτελούσε μια παραλλαγή του γερμανικού «Horst Wessel-Lied» των SS.
Η οργάνωση νεολαίας του κόμματος ονομαζόταν «Nationale Jeugdstorm» και συγκροτήθηκε πάνω στα πρότυπα της Χιτλερικής Νεολαίας. Η εφημερίδα του NSB μέχρι το 1936 έφερε τον τίτλο «Volk en Vaderland» («Λαός και Πατρίδα»). Αργότερα μετονομάσθηκε «Het Nationaale Dagblad». To NSB λίγο πριν από τον πόλεμο (το καλοκαίρι του 1939) αριθμούσε 80.000 μέλη (ένας αριθμός αρκετά εντυπωσιακός αν σκεφθού- με την ισχυρή εβραϊκή παρουσία στη χώρα και τη λυσσαλέα αντίδραση των κατεστημένων κομμάτων). Τα κεντρικά γραφεία του NSB βρίσκονταν στην Ουτρέχτη, που από τότε μέχρι σήμερα παραμένει παραδοσιακό προπύργιο του εθνικοσο- σιαλιστικού κινήματος.
Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ SS ΚΑΙ Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΗ
Στις 10 Μαϊου 1940 η Γερμανία εισέβαλε στις Κάτω Χώρες. Πολύ γρήγορα, στις 14 Μαϊου, ο Ολλανδικός Στρατός αναγκάσθηκε να συνθηκο
λογήσει και η αγγλόφιλη κυβέρνηση διέφυγε στο Λονδίνο. Λίγο αργότερα, στις 19 Μαϊου, διορίσθηκε εκπρόσωπος του Γερμανικού Ράιχ στην κατεχόμενη Ολλανδία ο δόκτορας Ζάυς- Ινκβαρτ (Seyss-lnquart) από τη Βιέννη. Ο Ζάυς- Ινκβαρτ ανέλαβε να διοικήσει τη χώρα με τη βοήθεια τεσσάρων Γερμανών επιτρόπων (generalkommissaren), από τους οποίους οι δύο, ο Βίμερ (Wimmer) και ο Φίσμποκ (Fischbock), ήταν υψηλόβαθμα στελέχη των SS. Τρίτος βοηθός του Ινκβαρτ ήταν ο ανώτατος διοικητής των SS και της Αστυνομίας (Η SS PF), Χανς Αλμπιν Ράουτερ (Hans Albin Rauter). Οταν ο Ράουτερ έφθασε στο Αμστερνταμ είχε τον βαθμό του υποστράτηγου των SS (brigadefuehrer). Πολύ σύντομα όμως προήχθη στον βαθμό του obergruppenfuehrer - στρατηγού των Waffen SS. Από τις πρώτες ημέρες της γερμανικής κατοχής επιδίωξε τον έλεγχο της ολλανδικής Αστυνομίας. Επιτράπηκαν βέβαια ορισμένες πολιτικές ελευθερίες και η ύπαρξη κάποιων δημοκρατικών κομμάτων, πολύ γρήγορα όμως (Ιούνιος 1941) αυτά διαλύθηκαν και αφέθηκαν μόνο οι ακόμη ελάχιστα δημοφιλείς εθνικοσοσιαλιστές του Μούσερτ.
Στις 20 Ιουλίου 1940 ο Ινκβαρτ διόρισε έναν 45άχρονο πρώην αξιωματικό του Ολλανδικού Αποικιακού Στρατού, τον Ροστ βαν Τόνινγκεν (Rost van Tonningen), αρμόδιο για τη διάλυση των μαρξιστικών κομμάτων. Και ενώ η λειτουργία των δύο κομμουνιστικών κομμάτων της χώρας απαγορεύθηκε σχεδόν αμέσως, ο Ζάυς-Ινκβαρτ ήλπιζε να κερδίσει οπαδούς για τη νέα τάξη πραγμάτων μέσα από την «κολυμβήθρα» του «Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος» (SDAP): «Αν καταφέρουμε», έλεγε, «να κρατήσουμε συγκεντρωμένους τους πολίτες στα συνδικάτα και τις κομματικές οργανώσεις του SDAP, τότε το 1/4 ως και το 1/3 των Ολλανδών θα βρίσκεται υπό τον έλεγχό μας».
Ο Τόνινγκεν φέρθηκε ακόμη πιο έξυπνα. Για να απομαρξιστοποιήσει τους εργάτες και να τους οδηγήσει στον εθνικοσοσιαλισμό, εξαγόρασε τον αριστερών φρονημάτων εκδοτικό οίκο «De Arbeiderspers» του Αμστερνταμ και εξέδωσε εφημερίδες και περιοδικά πάνω στο «πνεύμα των ημερών».
Μετά το 1942 οι εθνικοσοσιαλι- στές του Μούσερτ κέρδισαν μια σχετική αναγνώριση από τον πληθυσμό και τους Γερμανούς. Ο Μούσερτ, έχοντας υπό τον έλεγχό του τη σωματοφυλακή του κόμματος («Mussert Garde») αντιμετώπισε αρχικά την ύπαρξη των SS στην
Φωτογραφία του Λεόν Ντεγκρέλ τον Φεβρουάριο του 1944 η οποία διανεμή&ηκε στον Τύπο.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 13
Αποχαιρετισμός Ολλανδών εθελοντών των Waffen SS στο Αμστερνταμ. Διακρίνονται ο Μούσερτ (αριστερά) και Ζάυς Ινκβαρτ (δεξιά).
Ολλανδία πολύ ψυχρά, ενώ έδειξε πολύ λίγη συμπάθεια στο θέμα της δημιουργίας μιας πολιτικής υπηρεσίας SS στη χώρα. Ομως τα Allgemeine SS στη Γερμανία ήταν αποφασισμένα να επιβάλουν τη συγκρότηση μιας παρεμφερούς οργάνωσης στις Κάτω Χώρες με κάθε τίμημα, και συγκεκριμένα τον σχηματισμό των «Allgemeine SS in Nederland». Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στον Μούσερτ από τον ίδιο τον Ινκβαρτ περί τα τέλη Αυγούστου 1940. Ουσιαστικά με εκβιασμό ο Μούσερτ έδωσε τη συγκατάθεσή του και με την ιδιότητα του αρχηγού (Reider) του NSB έθεσε το κόμμα στην υπηρεσία των ολλανδικών πολιτικών SS.
Η μονάδα που δημιουργήθηκε ονομάσθηκε Nederlandsche SS. Επίσημα συγκροτήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1940 και παρουσιάσθηκε ως σχηματισμός (Formatie) των SS. Με αρκετή βεβαιότητα μπορούμε να πούμε ότι δεν πραγματο- ποιήθηκε κάποια σχετική τελετή, επειδή ο Φέλ- ντμαγιερ έπρεπε να επιλέξει τους άνδρες προσωπικά. Οι πρώτοι 150, λόγου χάρη, ήταν πρώην μέλη της «Mussert Garde», ενώ κάποιοι άλλοι α- ποτελούσαν την παλαιά φρουρά της WA. Στα τέλη του 1940 και πιθανώς και στις αρχές του 1941, στη νέα μονάδα συμπεριλήφθηκαν μερικές δεκάδες Ολλανδοί, πρώην εθελοντές της ταξιαρχίας SS «Westland» που επέστρεψαν από τη Γερμανία. Στην πραγματικότητα αυτό ήταν και ένα από τα σχέδια του Χίμμλερ - η δημιουργία ενός πυρήνα για μια μελλοντική ανασυγκρότηση πολιτικών SS υπό γερμανικό έλεγχο στην Ολλανδία. Ειδικά οι τελευταίοι, οι εθελοντές της «Westland», ήταν καλοδεχούμενοι στη νεοδημι-
ουργηθείσα μονάδα, επειδή εκτός από την ιδεολογική και φυλετική «καθαρότητα», έφεραν μαζί τους εμπειρίες, γνώσεις, τις μεθόδους και τον ανάλογο τρόπο εκπαίδευσης των γερμανικών SS.
Σύμβουλος και παρατηρητής των ολλανδικών SS ήταν ο ταξίαρχος (SS-Stantartenfuehrer) Γιούνκλαους, που την περίοδο εκείνη ανήκε στους επιτελείς του Ράουτερ, ενώ αργότερα προβιβάσθηκε σε HSS PF στο Βέλγιο. Οι υποψήφιοι των Nederlandsche SS έπρεπε να αποδείξουν τη φυλετικά άρια καταγωγή τους ως το έτος 1800, ενώ οι υποψήφιοι αξιωματικοί ως το 1750. Το ύψος τους όφειλε να είναι τουλάχιστον 1,72 μ. και η ηλικία τους μεταξύ 18 και 35 ετών.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1940 ανέλαβε τη διοίκηση των SS ο Φέλντμαγιερ. Με ένα άρθρο που δημοσίευσε ο «Voormann» (διοικητής) στις 27 Σεπτεμβρίου στο δημοσιογραφικό βήμα του NSB «Volk en Vaderland» (Λαός και Πατρίδα), παρουσίασε το νέο κίνημα στον ολλανδικό λαό. Εναν μήνα αργότερα (1 Νοεμβρίου 1940) ο Ινκβαρτ επικύρωσε και τυπικά την ύπαρξη των Nederlandsche SS και της WA. Θεωρητικά οι δύο παραστρατιωτικοί σχηματισμοί υπάγονταν στο NSB, στην ουσία όμως βρίσκονταν υπό την άμεση εποπτεία του έμπιστου στον Χίμμλερ, Ράουτερ.
Στις 11 Ιανουαρίου 1941 έγινε η πρώτη επίσημη παρέλαση στη Χάγη, ενώ ένδεκα ημέρες αργότερα πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη συγκέντρωση στο Stadttheater του Αμστερνταμ, με ομιλητές επιφανείς αξιωματούχους των SS. Η συγκέντρωση έκλεισε με μια επιβλητική πορεία υπό το φως πυρσών στο κέντρο της πόλης. Τον Μάρτιο του 1941 τα SS αριθμούσαν ακόμη μόνο 600 μέλη. Στις 17 Μαϊου 1942, κατά τη διάρκεια μιας τελετής στο Αμστερνταμ, ο Μούσερτ παρέδωσε θεαματικά τη διοίκηση των ολλανδικών SS στον Χίμμλερ, χαρακτηρίζοντας την κίνηση αυτή ως φυσική ενσωμάτωση των Nederlandsche SS στα αδελφά γερμανικά. Ο Χίμμλερ ανταποδίδοντας επέτρεψε στο Σώμα των Ολλανδών SS να φέρει τη ζώνη που είχαν οι Γερμανοί συνάδελφοί του: την SS-Koppel με την επιγραφή «Τιμή μας είναι η Πίστη». Η πράξη αυτή επιβεβαίωνε και τυπικά την προσχώρηση των ολλανδικών SS στα αντίστοιχα γερμανικά, μολονότι επίσημα παρέμειναν μέχρι το τέλος του πολέμου τμήμα του NSB. Στη συνέχεια τα μέλη των SS θα ορκίζονταν στο πρόσωπο του Αδόλφου Χίτλερ. Ο όρκος αυτός, που θα αποτελούσε και το αποκορύφωμα της τελετής, ήταν ο εξής: «Αδόλφε Χίτλερ, αρχηγέ όλων των γερμανικών λαών, ορκίζομαι σε σένα και τους ανώτερους μου που εσύ ε- πέλεξες, πίστη και υπακοή ως τον θάνατο. Με τη βοήθεια του Θεού ας γίνει πράξη». Την εποχή εκείνη (Μάιος 1942) τα μέλη των ολλανδικών SS υπερέβαιναν τα 750. Σταδιακά απέκτησαν τη
14
φήμη μιας παγγερμανικής οργάνωσης η οποία επιζητούσε την ένωση όλων των γερμανικών φυλών μέσα σε ένα μεγάλο γερμανικό Ράιχ. Σε αντίθεση, ο Μούσερτ και το NSB αποσκοπούσαν στη δημιουργία της Μεγάλης Ολλανδίας μέσω της ενσωμάτωσης της Φλάνδρας. Οι διαφορετικοί στόχοι και επιλογές ανάμεσα στα τοπικά SS και το NSB οδηγούσαν συχνά σε προστριβές, μάλιστα σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορεί κάποιος να κατανοήσει γιατί ο Μούσερτ ήταν κατά κάποιον τρόπο επιφυλακτικός απέναντι στα SS.
Η Ολλανδία ήταν η πρώτη χώρα όπου ο τοπικός διοικητής των SS και ο αρχηγός του εγχώριου εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος διαφωνούσαν σε βασικά θέματα πολιτικής, χωρίς βέβαια η περίπτωση αυτή να είναι και η μοναδική στην κα- τεχόμενη Ευρώπη. Η Nederlandsche SS τον Νοέμβριο του 1942 μετονομάσθηκε «Germaansche SS en Nederland». Την ίδια εποχή οι από καιρό υ- ποβόσκουσες διαφωνίες ανάμεσα στους Γερμανούς και τους Ολλανδούς αξιωματούχους έγι- ναν γνωστές και στον Χίμμλερ προσωπικά. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1942 ο Τόνινγκεν με επιστολή του ενημέρωνε τον αρχηγό των SS για τη λανθασμένη πολιτική που ακολουθείτο στις κατε- χόμενες περιοχές. Υπεύθυνος - σύμφωνα με τον Τόνινγκεν - ήταν ο Γερμανός επιτετραμμένος για πολιτικές υποθέσεις, Φριτς Σμιτ.
Παρά τα προβλήματα, οι Γερμανοί αναδιοργάνωσαν και την Ολλανδική Αστυνομία, δημιουργώντας ένα πιο έμπιστο Σώμα, την Κοινοτική Αστυνομία. Η Αστυνομία αυτή οργανώθηκε με βάση στρατιωτικά πρότυπα. Οι άνδρες φορούσαν μαύρες στολές με κλειστά περιλαίμια, στα οποία υπήρχαν μπλε επιρράμματα με ασημένια αστέρια και μπάρες ως διακριτικά βαθμών. Το πηλήκιο είχε ένα ωοειδές εθνόσημο στα εθνικά χρώματα, με μια φλογοφόρο ροιά στην κορυφή και φύλλα δρυός στο κάτω μέρος. Η Κοινοτική Αστυνομία εκπαιδεύθηκε από τα γερμανικά SS και αρχικά είχε δύναμη περίπου 3.000 ανδρών.
Υπήρχαν και επικουρικές δυνάμεις ασφαλεί- ας, όπως η «Vrijvillige Hulp Politie» («Εθελοντική Βοηθητική Αστυνομία») και η «Kontroll Kommando», που ήταν υπεύθυνη για τον έλεγχο των εθελοντών ή επιστρατευμένων εργατών. Οι άνδρες της «Kontroll Kommando» φορούσαν γκρι στολές με μαύρα επιρράμματα στο πέτο που έφεραν τα αρχικά ΚΚ. Μερικές χιλιάδες Ολλανδοί είχαν καταταγεί στη «Wachtabteilung», η οποία δημιουργήθηκε για τη φύλαξη εργοστασίων, φραγμάτων και στρατιωτικών εγκαταστάσεων.
Πιο σημαντική δύναμη ήταν η «Landstorm Nederland», που ιδρύθηκε το 1943 και ενέταξε στις γραμμές της τους καλύτερους άνδρες του NSB και των ολλανδικών SS. Αρχικά οι άνδρες της «Landstorm» φορούσαν τις μαύρες στολές
των σωμάτων στα οποία είχαν καταταγεί προη- Ολλανδοί SSkot0 τη γουμένως (WA, SS, «Κοινοτική Αστυνομία») ή πε- διάρκεια παρέλασης.
ριβραχιόνια στις πολιτικές ενδυμασίες. Σταδιακά εισήχθησαν οι γκρι στολές με το παραδοσιακό έμβλημα του NSB, τον λύκο-άγκιστρο. Η «Landstorm» χρησιμοποιήθηκε από τα τοπικά SS στην καταπολέμηση της Αντίστασης και εν- μέρει κατά των Βρετανών αλεξιπτωτιστών στο Αρνεμ το φθινόπωρο του 1944. Καθώς η συμμαχική προέλαση ήταν αδύνατο να αναχαιτισθεί, η «Landstorm» μαζί με άλλα βοηθητικά τμήματα ενσωματώθηκαν στην 34η Μεραρχία Γρεναδιέρων SS-Freiwilligen «Landstorm Nederland».
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗΑρχικά δεν υπήρχε κάποια συγκεκριμένη εκ
παίδευση για τα ολλανδικά SS. Οι Ολλανδοί εθελοντές της Ταξιαρχίας «Westland» των Waffen SS εκπαιδεύθηκαν στο Μόναχο και, εφόσον οι περισσότεροι από αυτούς ενσωματώθηκαν αργότερα στα Nederlandsche SS, μπορεί αυτή η πόλη να θεωρηθεί το πρώτο κέντρο εκπαίδευσης των ολλανδικών SS. Ωστόσο, μόλις την 1η Μάί'ου 1941 δημιουργήθηκε μια σχολή SS αποκλειστικά για Ολλανδούς υποψήφιους: η «Σχολή Avegoor».Αυτή στεγαζόταν σε μια μεγάλη λευκή αγροικία στο Ελλεκομ, κοντά στο Αρνεμ. Είχε σχεδιασθεί ως ένα παραστρατιωτικό εκπαιδευτικό και πολιτικό κέντρο, όχι μόνο για τους εθελοντές SS, αλλά και για τα μέλη του NSB, την Αστυνομία κ.ά. Η διδασκαλία απαιτούσε 1-6 εβδομάδες (ανάλογα με τους υποψηφίους και το αντικείμενο εκπαίδευσης). Οι κύκλοι των μαθημάτων αφορούσαν ιδεολογικά και φυλετικά ζητήματα, τη γερμανική ιστορία, τη γοτθική μυθολογία κ.ά.
Στην παραστρατιωτική εκπαίδευση, η σωματική εκγύμναση των υποψηφίων διαδραμάτιζε τόσο σημαντικό ρόλο, ώστε τον Ιούλιο του 1943 μια έκθεση ενός πληροφοριοδότη των συμμαχικών μυστικών υπηρεσιών περιέγραφε τη «Σχολή Avegoor» ως στρατόπεδο «σωματικής ενδυνά-
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 15
Ολλανδοί SS.
μωσης» (physical training camp) των εθελοντών SS. Τον Μάρτιο του 1943 το όνομα της Σχολής, που ήταν «SS-Στρατόπεδο Εκπαίδευσης Avegoor», άλλαξε. Τα μαθήματα και η εκπαίδευση για τους υποψήφιους παρέμειναν ως είχαν. Η καινοτομία ως προς τον τρόπο λειτουργίας της ήλθε τον Σεπτέμβριο του 1944. Τα δυτικά σύνορα του Ράιχ απειλήθηκαν για πρώτη φορά και η Σχολή μεταφέρθηκε εσπευσμένα για περισσότερη ασφάλεια στο Hoogeven της επαρχίας Drenthe. Τη φορά αυτή η εκπαίδευση έγινε ολοκληρωτικά στρατιωτική, επειδή η έλλειψη αν- δρών για τα SS έφθανε πια στο σημείο της αιμορραγίας. Επρεπε να βρεθεί τρόπος να προ- σελκύσουν νέους εθελοντές από το NSB και αυτοί να εκπαιδευθούν στρατιωτικά και στη συνέχεια να ενσωματωθούν στην Ταξιαρχία των SS «Landstorm Nederland». Ετσι, τον χειμώνα του 1944/45 ένας αρκετά σημαντικός αριθμός νεοσύλλεκτων κατατάχθηκε στα SS. Η Μαύρη Φρουρά, οι «Υπερασπιστές του Δυτικού Πολιτισμού», η τρομερότερη πολεμική μηχανή του Γ’ Ράιχ, συγκινούσε ακόμη πολλούς νέους. Την ε-
0 Χάινριχ Χίμμλερ κατά τη διάρκεια επίσκεψής
του στη «Σχολή Avegoor».
ποχή εκείνη (τέλη 1944) τουλάχιστον το 1/3 των ανδρών των μεραρχιών SS ήταν θαμμένο κάτω από τη ρωσική γη.
Πρώτος διοικητής της «Σχολής Avegoor» ήταν ο Γερμανός λοχαγός (SS-Hauptsturmfuehrer), Δρ Αλόις Μπρέντελ (Dr. Alois Brendel). Αργότερα ο ίδιος ανέλαβε τη διοίκηση ενός εφεδρικού τάγματος, ενώ από τον Μάιο του 1942 ως τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους υπηρέτησε στην 5η Τεθωρακισμένη Μεραρχία SS «Wiking». Κατά τη διάρκεια της απουσίας του τη διοίκηση της Σχολής ανέλαβε ο oberslurmfuehrer (υπολοχαγός) Χορστ Σβέρτφεγκερ (Horst Schwertfeger). Τα επιτελικά στελέχη της Σχολής, όλοι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί των SS, όπως ο untersturmfuehrer (ανθυπολοχαγός) Χάουκ (Hauck), αναγνωρίσθηκαν στη συνέχεια ως πλήρη μέλη των Waffen SS. Η «Σχολή Avegoor» υπαγόταν απευθείας στη Διοίκηση της Κεντρικής Υπηρεσίας των SS και συγκεκριμένα στη Germanische Leitstelle.
Σε αντίθεση με τις φλαμανδικές και τις νορβηγικές μονάδες των SS, τα μέλη των ολλανδικών SS δεν φόρεσαν ποτέ προσωρινή στολή. Από την πρώτη ημέρα έφεραν τη μαύρη υπηρεσιακή στολή των SS. Από τον Ιούλιο του 1940 ο HSS.PF Ράουτερ διέθεσε στους Ολλανδούς ομοϊδεάτες του πλήρεις ενδυμασίες από τις γερμανικές αποθήκες. Αργότερα οι στολές αυτές κατασκευάζονταν στην Ολλανδία και, παρόλο που ράβονταν σύμφωνα με το γερμανικό πρότυπο (Muster), υπήρχαν ορισμένες διαφορές στα χαρακτηριστικά τους. Γνωρίσματα όμως όπως το μαύρο πουκάμισο, η ζώνη, το έμβλημα στο αριστερό μανίκι και ο λύκος-άγκιστρο στο άνω τμήμα του πηληκίου, παρέμειναν χαρακτηριστικά ολλανδικά στοιχεία.
Κατά την πρώτη περίοδο, το Γενικό Επιτε-
16
λείο των ολλανδικών SS βρισκόταν στην Ουτρέχτη, στην οδό Catharijnesingel 117. Τον Απρίλιο του 1944 μεταφέρθηκε στην οδό Maliebaan 66, όπου και παρέμεινε ως τον Σεπτέμβριο του 1944. Καθώς το φθινόπωρο και οι βροχές εισέβαλαν άγρια στη νότια Ολλανδία, οι Σύμμαχοι έφθασαν στο Λίμπουργκ. Η οργάνωση και η διοικητική μέριμνα των ολλανδικών SS φαινόταν να παραλύει. Το Επιτελείο μετακινήθηκε εσπευσμένα πρώτα στο Απελντορν (στην οδό Emmalaan 34) και έπειτα, από τον Νοέμβριο του 1944, στο Γκρόβιν- γκεν, αρχικά στην οδό Westersingel 19 και ύστερα στην Kraneweg 19. Για τις χαοτικές ημέρες του φθινοπώρου του 1944, οπότε οι υπηρεσίες των SS μετακινήθηκαν υπό καθεστώς πανικού και μεγάλης βιασύνης, δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία. Το σίγουρο είναι ότι ο Φέλντμαγιερ και το επιτελείο του μετακινήθηκαν σε τοποθεσίες που μέχρι σήμερα παρέμειναν άγνωστες.
Η ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗΤον Μάρτιο του 1943, μετά την καταστροφή
του Στάλινγκραντ, ο Φέλντμαγιερ ζήτησε από τα ολλανδικά SS «κάθε άνδρα ο οποίος είναι σωματικά υγιής» να παρουσιασθεί στα γραφεία εθελοντών του Ανατολικού μετώπου. «Ακόμη κι αν τελικά δεν αποσταλεί, καθότι πρέπει να οργανώσουμε τα Germanische SS εδώ στην Ολλανδία, οφείλει να το κάνει», είπε. Ο Φέλντμαγιερ ανήκε στην κατηγορία των ανθρώπων που θεωρούσαν ότι τα SS θα αποτελούσαν μελλοντικά την ελίτ της Νέας Ευρώπης. Γι1 αυτό κατέβαλλε τεράστια προσπάθεια. «Τα SS», έλεγε, «κερδίζουν στα πεδία των μαχών το δικαίωμα να είναι οι εκλεκτοί». Στην Ανατολή παίζονταν τα πάντα. Δεν ήταν απλά ένας πόλεμος. Εκεί ο φανατισμός, το θάρρος και το μίσος αλληλοσυ μπλέκονταν σε μια πρωτοφανή τιτανομαχία αντάξια των δύο φιλο- σοφιών-κόσμων. Τα ολλανδικά SS, όπως και τα α- .τίστοιχα γερμανικά, διέπονταν από το ίδιο ακριβώς πνεύμα.
Συνεπής με τον εαυτό του και την ιδεολογία του, ο Φέλντμαγιερ κατατάχθηκε ως απλός υπα- ξ.^ματικός στη Μεραρχία «Wiking». Πήρε μέρος σε πολλές μάχες και τραυματίσθηκε στο Καλ-
Στα μέσα του 1943 έλαβε τιμητικά τον βαθ- uo του untersturmfuehrer (ανθυπολοχαγού) των .'.'affen SS και στα τέλη του 1944 προήχθη σε 'äaptsturmfuehrer. Ο Φέλντμαγιερ διατήρησε τη θέση τού «Voorman» στα ολλανδικά SS μέχρι τον θάνατό του, στις 22 Φεβρουάριου 1945. Την --έ ρ α εκείνη μεταβαίνοντας με ένα επιτελικό :~τοκίνητο για μια επιθεώρηση ρουτίνας, δέ- ιθηκε επίθεση από δύο αμερικανικά αεροσκά- " . Ο συνεπιβάτης του και επιτελάρχης των SS, Γκινσόνιους, τραυματίσθηκε ελαφρά στην προ-
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΡΤΤον Δεκέμβριο του 1943 ο Μούσερτ είδε για
τελευταία φορά τον Χίτλερ στο Βερολίνο. Ετυχε θερμής υποδοχής, αλλά οι συνομιλίες του με τον Φύρερ δεν οδήγησαν πουθενά εκτός από κάποιες αόριστες υποσχέσεις για το μέλλον της Ολλανδίας. Ο Χίτλερ είδε θετικά την πρόταση του αρχηγού του NSB να ενταχθούν οι γερμανόφωνες χώρες σε μια χαλαρή ομοσπονδία. Αφησε όμως την επίλυση του θέματος για μετά το τέλος του πολέμου. Οι Ολλανδοί εθνικοσοσιαλι- στές μέχρι τότε είχαν πληρώσει βαρύτατο φόρο αίματος για την επικράτηση της ιδεολογίας τους. Εκατό δολοφονημένα μέλη του NSB στις κατεχόμενες περιοχές και 1.200 άνδρες των Waffen SS που άφησαν την τελευταία τους πνοή στις αφιλόξενες πεδιάδες της Ανατολής, αποτελούσαν έναν μεγάλο αριθμό θυμάτων. Ουσιαστικά όμως ο Μούσερτ επέστρεψε με άδεια χέρια. Το άστρο του άρχισε να δύει. Εξίσου αρνητικό για το προφίλ του αρχηγού τού NSB ήταν και το γεγονός ότι δεν θήτευσε στο σφαγείο του Ανατολικού μετώπου, όπως έπραξαν χιλιάδες άλλοι Ολλανδοί εθελοντές. Στους κύκλους των συναγωνιστών του αυτό σχολιάσθηκε αρνητικά και πολύ γρήγορα ο Μούσερτ απέκτησε τη φήμη του λιπόψυχου και του δειλού.
Η συμμαχική απόβαση, τον Ιούνιο του 1944, δεν οδήγησε στη γρήγορη απελευθέρωση των Κάτω Χωρών, όπως αναμενόταν. Οι Γερμανοί ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν στην Ολλανδία. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 συνέβη όμως ένα
σπάθειά του να βρει καταφύγιο στο παρακείμενο δάσος. Για τον ίδιο τον Φέλντμαγιερ ήταν πολύ αργά. Δέχθηκε τα φονικά πυρά παγιδευμένος στο αυτοκίνητο.
Δύο μήνες αργότερα, ο Γερμανός επίτροπος του Ράιχ στην Ολλανδία, Ζάυς-Ινκβαρτ, γνωστοποιούσε στους Γερμανούς και στους Ολλανδούς εθνικοσοσιαλι- στές που βρίσκονταν ακόμα στο «Φρούριο-Ολλανδία» τον θάνατο του Χίτλερ (30 Απριλίου 1945).Στις 5 Μαϊου θα παραδιδόταν και η 25η γερμανική Στρατιά της Ομάδας Στρατιών Η του στρατηγού Μπλάσκοβιτς (J.v.Blaskowitz) στους Καναδούς του στρατηγού Τ Φουλκς (Ch. Foulkes). Με την απελευθέρωση, το κεφάλαιο των Nederlandsche SS έκλεινε με δραματικό τρόπο. Η τελευταία ταυτότητα μέλους των Ολλανδικών SS είχε τον αριθμό 6.127.
Ο ανώτατος διοικητής των Ολλανδών SS, X. Φέλντμαγιερ.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 17
Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΖΕΫΦΑΡΝΤΟ στρατηγός Χέντρικ Ζέυφαρντ ανήκε στις πιο επιφανείς εθνι-
κοσοσιαλιστικές προσωπικότητες της εποχής του. Καταγόταν από την πόλη Μπρέντα (γεν. 1 Νοεμβρίου 1872) και όταν ο πατέρας του ανέλαβε το Υπουργείο Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Τιενχόβεν (Tienhoven), ο νεαρός Χέντρικ αποφάσισε να ακολουθήσει τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Εισήλθε στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία της Μπρέντα και πολύ γρήγορα ανέβηκε στην ιεραρχία. Το 1929προ- βιβάσθηκε στην υψηλότερη Θέση του Ολλανδικού Στρατού. Με τον βαθμό του υποστρατήγου ανέλαβε τη διοίκηση του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας του. Το 1930 έγινε αντιστράτηγος, και το 1934 αποστρατεύτηκε. Επί τέσσερα περίπου χρόνια (1933-37) ήταν ενεργό μέλος της « Verbond van Nationaal HersteI» («Ενωση Εθνικής Αποκατάστασης»), Η Ενωση αυτή δημιουργήθηκε από απόστρατους φιλοφασίστες αξιωματικούς και ευελπιστούσε να αποτελέσει μοχλό πίεσης στην ολλανδική κυβέρνηση για να προχωρήσει στον εκσυγχρονισμό του στρατού. Με την ιδιότητα του από- στρατου αξιωματικού ο Ζέυφαρντ δημοσίευσε μελέτες και άρθρα στην εφημερίδα « Volk en Vaderland» της «Εθνικοσοσιαλιστικής Κίνησης» του Μούσερτ. Επί έξι μήνες διετέλεσε μέλος του κόμματος (1937), ενώ αμέσως μετά άρχισε η ενασχόλησή του με τις θέσεις που διατύπωσε ο Χίτλερ στο «Mein Kampf» και ο Ρόζενμπεργκ στον «Μύθο του 20ού Αιώνα». Ο Ζέυφαρντ αναγνώρισε στον κυκλοθυμικό βραχύσωμο Γερμανό ηγέτη την ιδιότητα της «μεγαλοφυίας» και προέβλεψε τη συμμαχική πανωλεθρία στο Δυτικό μέτωπο. Παρόλα αυτά δεν παρέλειψε να κατακρίνει δημόσια το ολλανδικό επιτελείο επειδή - όπως ισχυρίσθηκε - αρνήθηκε να συζητήσει τις προτάσεις του για την οργάνωση της άμυνας απέναντι στους Γερμανούς εισβολείς. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής υποστήριξε εξαρχής την επιλογή της συνεργασίας με τη γερμανική διοίκηση. Στο πρόσωπο του στρατηγού ο Μούσερτ και ο Ζάυς-Ινκβαρτ βρήκαν την πιο σημαντική προσωπικότητα του σώματος των αξιωματικών που θα επιθυμούσαν να συνεργασθεί μαζί τους. Το 1941 ο Ζέυφαρντ οργανώθηκε στα Nederlandsche SS. Οταν η Γερμανία εισέβαλε στη Ρωσία, η φιλοδοξία του να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στα πολιτικά δρώμενα της χώρας του και ο βαθύς αντ/κομμουνισμός που τον διακατείχε, τον ώθησαν να δεχθεί την πρόταση των Ζάυς-Ινκβαρτ και Μούσερτ να αναλάβει τη διοίκηση μιας «Ολλανδικής Λεγεώνας» που προοριζόταν για το Ανατολικό μέτωπο.
Αν και ο Ζέυφαρντ είχε τη φήμη του καλού και ικανού αξιωματικού, σε αυτό το αντικείμενο υπήρξε ανεπαρκής. Η προσπάθειά του να πείσει την πλειοψηφία των αξιωματικών να καταταγούν εθελοντικά στη νεοδημιουργηθείσα Λεγεώνα είχε πολύ μικρή επιτυχία. Οι περισσότεροι έμειναν πιστοί στον όρκο που είχαν δώσει στη βασίλισσα. Ωστόσο, παρά τη διάψευση των προσδοκιών, για τους Γερμανούς η ανταπόκριση του στρατηγού να συνεργασθεί μαζί τους ήταν η πιο θεαματική τους επιτυχία το 1941.
Στις 8 Ιουλίου του ίδιου έτους άρχιζε η διαφημιστική εκστρατεία στον Τύπο και στο ολλανδικό ραδιόφωνο για την προσέλκυση εθελοντών για το Ανατολικό μέτωπο. Ο Ζέυφαρντ ήταν ο αρχηγός και η «ψυχή» αυτής της προσπάθειας. Ο στρατηγός επιθυμούσε οι εθελοντές να αποτελέσουν μια συμπαγή μονάδα, όπως οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές, με ολλανδική διοίκηση και ολλανδική σημαία. Στις 26 Ιουλίου 1941 αναχώρησε η πρώτη αποστολή, με 650 άνδρες, για το ρωσικό μέτωπο. Στην τελετή παραβρέθηκαν ο στρατηγός Ζέυφαρντ και ο Μούσερτ. Ο τελευταίος ήλπιζε να συγκροτήσει μια ολόκληρη μεραρχία για την υπεράσπιση του «Δυτικού πολιτισμού». Στον αποχαιρετισμό της δεύτερης αποστολής, στις 11 Οκτωβρίου 1941, ο Ζέυφαρντ είχε υποβαθμισμένο ρόλο συγκριτικά με τον αρχηγό του NSB. Ο Μούσερτ σχεδίαζε να εντάξει στα SS τα μέλη του κόμματος του και της \ΝΑ, ενώ ο Ζέυφαρντ απαιτούσε μια ανάλογη διεύρυνση και στην τάξη των Ολλανδών αξιωματικών.
Η στάση του στρατηγού και η κριτική που ασκούσε σε όλα τα ε
πίπεδα ενοχλούσαν τους Γερμανούς. Κι ενώ ο επίτροπος για ζητήματα α- σφαλείας, Ράουτερ, ενημέρωνε τον Χίτλερ για την «προβληματική» συμπεριφορά τού Ζέυφαρντ, ο Ζάυς Ινκβαρτ έγραφε στον Χίμμλερ πως δεν θα μπορούσαν να απευθυνθούν σε «ιδανικότερο» άνθρωπο από τον στρατηγό, τουλάχιστον σε ό,τι αφορούσε τη διαφημιστική εκστρατεία της «Ολλανδικής Λεγεώνας» στις κατε- χόμενες περιοχές. Ο Μούσερτ και ο Χίμμλερ όμως Παρέλαση Ολλανδών SS. είχαν αντίθετη γνώμη. Η λύση τελικά βρέθηκε όταν ο Ράουτερ θέλησε να αφαιρέσει από τις αρμοδιότητες του Ζέυφαρντ την Υπηρεσία Ανεφοδιασμού της Λεγεώνας και να την αποδώσει στην εποπτεία του λοχαγού των SS Χένικε (Hennicke). Ο στρατηγός αποχώρησε διακριτικά από τη διοίκηση. Ωστόσο ήταν έτοιμος να αναλάβει τη διεύθυνση ενός «Ειδικού Γραφείου Προπαγάνδας» που δημιουργήθηκε, υπό την προϋπόθεση ότι σε αυτό θα απασχολείτο ο γιος του. Ο Ράουτερ όμως αρνήθηκε να εκπληρώσει και αυτή την επιθυμία του με τη δικαιολογία ότι ο γιος του ήταν α- ναμεμιγμένος σε οικονομικά σκάνδαλα. Οι Γερμανοί δεν ήθελαν να δώσουν άλλες διαστάσεις στο θέμα και προπάντων καμία δημοσιότητα. Αλλωστε ο στρατηγός ήταν πολύτιμος συνεργάτης και πιστός εθνικοσοσιαλιστής. Την 1 Φεβρουάριου 1943 πρότειναν στον Ζέυφαρντ τη θέση του γενικού γραμματέα Στρατιωτικών Υποθέσεων στη «σκιώδη κυβέρνηση» του NSB.
Τα σχέδια των Γερμανών ανατράπηκαν όταν τέσσερις ημέρες αργότερα ο στρατηγός δολοφονήθηκε. Στις 5 Φεβρουάριου 1943 δύο άνδρες της ολλανδικής αντίστασης πυροβόλησαν τον Ζέυφαρντ μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του. Την επομένη υπέκυψε στα τραύματά του. Στην κηδεία, που έγινε με όλες τις στρατιωτικές τιμές, έλαβαν μέρος όλη η ναζιστική κάστα του NSB και ανώτεροι Γερμανοί αξιωματούχοι. Ο πληθυσμός αποκλείσθηκε από την τελετή. Κατά τους επόμενους μήνες το 1ο Τάγμα της Ολλανδικής Εθελοντικής Λεγεώνας έλαβε τιμητικά το όνομα του στρατηγού και το επίρραμμα «General Seyffardt». Η απαίτηση του Ράουτερ, να του- φεκισθούν «προς παραδειγματισμό» 50 όμηροι, δεν εισακούσθηκε από τον Ζάυς-Ινκβαρτ. Ομως 5.000 «γιοι πλουτοκρατών» που κατα- γράφηκαν σε καταλόγους τους οποίους κατάρτησαν οι δήμαρχοι και οι κοινοτάρχες των ολλανδικών πόλεων, στάλθηκαν στη Γερμανία για να εργασθούν σε έργα οδοποιίας. Επίσης, στα πλαίσια των αντιποίνων, τα SS συνέλαβαν εκατοντάδες «ύποπτους» φοιτητές στα πανεπιστήμια του Αμστερνταμ, του Ντελφτ, της Ουτρέχτης και του Βαγκενίγκεν και τους έκλεισαν στο στρατόπεδο του Βουτ (Vught). Τα μέτρα προστασίας στις δημόσιες υπηρεσίες και στις σημαντικότερες βιομηχανικές εγκαταστάσεις ενισχύθηκαν και οι ανώτεροι α- ξιωματούχοι του NSB είχαν προσωπική σωματοφυλακή. Ολα τα μέλη του NSB ηλικίας 18-50 ετών καταγράφηκαν ως βοηθητικοί αστυνομικοί, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που προτίμησαν να καταταγούν στη Nederlandsche Landwacht. Ενας από τους εκτελεστές του στρατηγού Ζέυφαρντ συνελήφθη από τη GFP (Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία) τον Ιανουάριο του 1944 και, αφού καταδικάσθηκε από ένα αστυνομικό δικαστήριο, τουφεκίσθηκε στον περίβολο της φυλακής.
18
απροσδόκητο γεγονός που επηρέασε καταλυτικά τις εξελίξεις. Την ημέρα εκείνη το ραδιόφωνο του BBC μετέδωσε μια λανθασμένη ανακοίνωση του Βρετανικού στρατηγείου ότι η πόλη της Μπρέντα απελευθερώθηκε. Η είδηση της εισόδου των Βρετανών στη Μπρέντα οδήγησε30.000 μέλη του NSB και τις οικογένειές τους μέσα σε κλίμα πανικού προς τα γερμανικά σύνορα. Επικεφαλής της τεράστιας φάλαγγας αυτοκινήτων η οποία σχηματίσθηκε στους αυτοκινητοδρόμους που οδηγούσαν στο Ράιχ ήταν ο ίδιος ο Μούσερτ. Οταν μετά από λίγο έγινε γνωστό ότι η είδηση ήταν αναληθής, οι περισσότεροι επέστρεψαν. Η τραγελαφική αυτή όμως ιστορία απέδειξε την αναξιοπιστία και την ανευθυνότητα του Μούσερτ και οι Γερμανοί συνειδητοποίησαν πως δεν μπορούσαν να βασι- σθούν πια στους λεγεωνάριους του NSB. Για πολύ καιρό στην Ολλανδία μιλούσαν για την ημέρα ντροπής, τη «dolle Dinsdag», που προξένησε η φυγή της 5ης Σεπτεμβρίου στο NSB.
Στις 7 Μαιου 1945 ο Μούσερτ συνελήφθη από Ολλανδούς αντιστασιακούς στο αρχηγείο του στην Ουτρέχτη. Στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων στο οποίο προσήχθη, στη Χάγη, ισχυρί- σθηκε πως ήταν αθώος και πως ό,τι έπραξε το έ- πραξε υπερασπιζόμενος τα συμφέροντα του ολλανδικού λαού. Το μοναδικό του λάθος, όπως είπε, ήταν πως δεν υπολόγισε την «επέκταση του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού» και πως τελικά αυτό απέΒη σε Βάρος του, αλλά και σε Βάρος όλων εκείνων που είχαν την ίδια ιδεολογία. Λίγο προτού εκτελεσθεί (Μάρτιος 1946) έγραψε δύο επιστολές που απευθύνονταν στον ολλανδικό λαό και στον πρωθυπουργό της χώρας. Στον τελευταίο απέστειλε μια ακόμη επιστολή, της ο- ποίας το περιεχόμενο δεν αποκαλύφθηκε ποτέ.
Ολλανδοί SS κατά τη διάρκεια παρέλασης.
Μετά τον πόλεμο τα μέλη των πολιτικών SS και οι εθελοντές των Waffen SS χαρακτηρίσθηκαν εγκληματικά και κακοποιά στοιχεία. Τα ειδικά δικαστήρια καταδίκασαν εκατοντάδες Ολλανδούς Ναζί σε θάνατο και ισόΒια κάθειρξη.Ωστόσο σταδιακά, με τις εφέσεις που ακολούθησαν και τη μεταβολή του πολιτικού κλίματος, οι ποινές μετατράπηκαν σε μικρότερες. Οι25.000 πολίτες που εντάχθηκαν στα Waffen SS καταδικάσθηκαν, κατά μέσο όρο, σε φυλάκιση 8-10 χρόνων. Οι πολιτικές εκκαθαρίσεις όμως αφορούσαν όλα τα στρώματα του πληθυσμού. Το 13% των αστυνομικών παύθηκε επειδή υπηρέτησε τις γερμανικές Αρχές. Από τους 950 δημάρχους 509 αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τη θέση τους, ενώ 17.500 δημόσιοι υπάλληλοι απολύθηκαν από τις υπηρεσίες τους. Περίπου 2.500 φοιτητές, 600 καλλιτέχνες και 120 πανεπιστημιακοί καθηγητές λογοδότησαν στις δικαστικές Αρχές, αντιμετωπίζοντας την κατηγορία της συνεργασίας (kollaboration). Στα τέλη του 1945 στις ολλανδικές φυλακές υπήρχαν ακόμη96.000 πολιτικοί κρατούμενοι, από τους οποίους οι 24.000 ήταν γυναίκες. Η μόνη ίσως κοινωνική ομάδα που δεν αντιμετώπισε κανενός είδους ποινές ήταν το σύνολο σχεδόν του Βιομηχανικού κόσμου, που κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής συνεργάσθηκε με τη «Νέα Τάξη» και υπερδιπλασίασε τα κέρδη του. Χωρίς αμφιβολία, το τοπικό κεφάλαιο ήταν εξίσου απαραίτητο για τη νέα κυβέρνηση.
Στις δίκες της Νυρεμβέργης τα Waffen SS κηρύχθηκαν εγκληματική οργάνωση και τα στελέχη του «Μαύρου Τάγματος» ταυτίσθηκαν με τους φρουρούς των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Οπως έγραψε ο Γάλλος ιστορικός Ζαν Μα- μπίρ, «μόνον αφού κυκλοφόρησε το Βιβλίο του
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 19
Ο υπαρχηγός του NSB (την περίοδο 1940-44),
Ροστ βαν Τόνινγκεν, κατά τη διάρκεια της
ανάκρισής του από Καναδό αξιωματικό.
Αμερικανού Τζωρτζ Στάιν «Waffen SS» έγινε γνωστή η πολεμική δράση των SS. Τότε έπαψαν να τους θεωρούν όλους δολοφόνους, όπως είχαν πάψει προ πολλού να τους θεωρούν όλους σταυροφόρους, σύμφωνα με τον θρύλο που προσπάθησε να δημιουργήσει ο υπουργός Προπαγάνδας Γκαίμπελς».
Η ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΦΛΟΡΕΝΤΙΝ ΣΟΦΙ ΡΟΣΤ
Η Φλορεντίν Ρουστ βαν Τόνινγκεν σε ηλικία 93 ετών.
BAN ΤΟΝΙΝΓΚΕΝΜια από τις πιο σημαντικές εκπροσώπους
του ολλανδικού εθνικοσοσιαλιστικού κινήματος ήταν η σύντροφος του Μάινουντ Μαρίνους Ροστ θαν Τόνινγκεν, Φλορεντίν Σοφί βαν Τόνιν- γκεν, η οποία καταγόταν από το Αμστερνταμ και ήταν το τέταρτο παιδί του γερμανικής καταγωγής τραπεζίτη Γκούσταβ Αντολφ Χόυμπελ. Αφού σπούδασε Βιολογία στην Ουτρέχτη, πήγε στο Βερολίνο, όπου πραγματοποίησε την πρακτική της εξάσκηση. Εκεί έζησε από κοντά και την πολιτική κοσμογονία της εποχής της, την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία. Στις 26 Μαρτίου 1936 είδε και άκουσε για πρώτη φορά τον Χίτλερ. «Στην ομιλία του μίλησε για την τιμή, την ελευθερία και την ειρήνη», θυμόταν πολλά χρόνια αργότερα η βαν Τόνινγκεν. Ο «Μύθος του 20ού αιώνα», του Αλφρεντ Ρόζενμπερ-
γκ, έγινε το ιερό της βιβλίο, ενώ ιδιαίτερα μια φράση του Χέρ- ντερ την επηρέασε καθοριστικά, ώστε να αναμιχθεί ενεργά στην πολιτική: «Κάθε έθνος έχει μέσα του το κέντρο της ευτυχίας, όπως κάθε σφαίρα έχει το δικό της κέντρο βάρους. Αυτό σημαίνει, να υπηρετούμε με αγάπη την τιμή του λαού μας, μέσα από τον ζωντανό μύθο που βρίσκεται στην ψυχή μας».
Μετά την επιστροφή της στην Ολλανδία, η βαν Τόνινγκεν
συνέχισε τις σπουδές της στη Ζωολογία και ερ- γάσθηκε στον Ζωολογικό Κήπο του Αμστερνταμ. Το 1938 μαζί με τον αδελφό της Βιμ ταξίδεψε στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες για να συναντήσει τον μεγαλύτερο αδελφό της, Ντολφ, και την οικογένειά του. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής το πλοίο τους στάθμευσε μερικές ημέρες στη Γένοβα. Εκεί η Φλορεντίν και ο αδελφός της συναντήθηκαν με μέλη της ιταλικής φασιστικής νεολαίας «Balilla» και παρακολούθησαν μια ομιλία του Μουσολίνι στο Παλάτσο Βέρ- ντι, στη Ρώμη, ως εκπρόσωποι του NSB του Αντον Μούσερτ. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους η Φλορεντίν έφθασε στην πρωτεύουσα της Ινδονησίας Μπατάβια (τη σημερινή Τζακάρτα). Η νεαρή ξανθή φοιτήτρια ταξίδεψε στην Ιάβα, τη Σουμάτρα και το εξωτικό Μπαλί και συμμετείχε μαζί με άλλους Ολλανδούς επιστήμονες σε ερευνητικές αποστολές στις ζούγκλες και τα εθνικά πάρκα των περιοχών αυτών. Παράλληλα, μαζί με τον αδελφό της Βιμ δραστηριοποιήθη- καν πολιτικά στο εσωτερικό της μικρής ολλανδικής κοινότητας υπέρ του NSB. Αργότερα της ανατέθηκε η διεύθυνση του Ζωολογικού Κήπου στο Μπαντάνγκ και η Φλορεντίν συμφώνησε να την αναλάβει υπό την προϋπόθεση ότι θα επέστρεφε για λίγο στην Ολλανδία, ώστε να ενημερώσει τους γονείς της. Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν διαφορετικά. Στις συγκεντρώσεις της Νεολαίας του NSB («Jeugstorm») στην Ολλανδία γνώρισε τον Μάινουντ Μαρίνους Ροστ βαν Τό- νινγκεν, έναν πρώην αξιωματικό του Ολλανδικού Στρατού από τη Σουραμπάγια των Ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών. Ο τελευταίος είχε γνωρίσει προσωπικά τον Χίτλερ το 1936 και η σύμπτωση των απόψεών τους σε θέματα Οικονομίας και Πολιτικής, έπεισε τον βαν Τόνινγκεν να ενταχθεί στο NSB. Η φιλία και η έλξη που αισθάνθη- κε η Φλορεντίν για τον Μάινουντ τους οδήγησε σύντομα στον γάμο. Στις 21 Δεκεμβρίου 1940 παντρεύτηκαν στην Ολλανδία σύμφωνα με το τελετουργικό των SS και με προσωπική φροντίδα του Χίμμλερ. Το ταξίδι του μέλιτος πραγμα- τοποιήθηκε στο Βερολίνο, όπου κατά τη δεξίωση που ακολούθησε τους συνάντησε ο ίδιος ο Χίτλερ». Τι αύρα περιέβαλλε τον άνθρωπο αυτό!», θα έγραφε αργότερα στα απομνημονεύματά της η βαν Τόνινγκεν.
Στις 20 Μαρτίου 1941 ο σύζυγος της Φλορεντίν ανέλαβε τα καθήκοντα του Προέδρου της Τράπεζας της Ολλανδίας. Στην εναρκτήρια ομιλία του, μεταξύ άλλων, ανέφερε: «Οχι η μεγαλύτερη ή η μικρότερη ποσότητα χρυσού που έχει στην κατοχή του, αλλά η εργασία και μόνο είναι η βάση για το καλό του έθνους. Οχι η επιδίωξη της πώλησης των εθνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές, αλλά η αυτάρκεια του έθνους - τουλάχι-
20
στον στα είδη πρώτης ανάγκης...».Σύντομα η οικογένεια απέκτησε το πρώτο
της παιδί (1941), ενώ μέχρι το 1945 θ ’ ακολουθούσαν ακόμη δύο γιοί. Ο Βιμ, ο αγαπημένος αδελφός της Φλορεντίν, άκουσε τα κελεύσματα των καιρών και κατατάχθηκε στα ολλανδικά Waffen SS με τον Βαθμό του ομπερστουρμφύ- ρερ (υπολοχαγού). Μερικές εβδομάδες αργότερα τιμήθηκε με τον Σιδηρού Σταυρό Β’ Τάξης για τον ηρωισμό που επέδειξε στο Ανατολικό μέτωπο. Στο μεταξύ, η Φλορεντίν δεν έμενε αδρανής. Οργάνωσε τον κλάδο Νεανίδων του NSB και αρθρογραφούσε στην εθνικοσοσιαλιστική εφημερίδα «De Hamer» για την ανάγκη συσπείρωσης όλων των ευρωπαϊκών εθνών κατά της εβραϊκής πλουτοκρατίας. Οι διαφωνίες της με τον αρχηγό του NSB Μούσερτ ήταν εμφανείς, καθώς η νεαρή Φλορεντίν θεωρούσε τα θέματα φυλετικής καθαρότητας ύψιστης σημασίας, σε αντίθεση με τον Μούσερτ.
Τον Δεκέμβριο του 1944 ο Μάινουντ Ροστ βαν Τόνινγκεν συναντήθηκε με τους Χίμμλερ, Χίτλερ και τον Επίτροπο του Ράιχ στην Ολλανδία Ζάυς Ινκβαρτ. Στη συνάντηση αυτή ο Ροστ βαν Τόνινγκεν τόνισε στους επικεφαλής του Γ’ Ράιχ με συνέπεια και θάρρος τα λάθη που έκαναν οι Γερμανοί στην Ολλανδία, κυρίως δηλαδή την ανάθεση αρμοδιοτήτων σε εντελώς ανίκανους ανθρώπους και αριβίστες της πολιτικής. Η Φλορεντίν, που περίμενε στον προθάλαμο, επικρότησε τα λόγια του συζύγου της και την επόμενη ημέρα παρέλαβε στο σπίτι της ένα καλάθι με θαυμάσια λευκά λουλούδια από τον ίδιο τον Χίμμλερ κατ’ εντολήν του Χίτλερ, και μια κάρτα που έγραφε: «Αγαπητή κυρία Ροστ βαν Τόνινγκεν, εν ονόματι του Χίτλερ ευχαριστούμε τον σύζυγό σας για τις ειλικρινείς απόψεις του».
Τον Μάρτιο του 1945 οι Σύμμαχοι είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο τμήμα της Ολλανδίας. Η Φλορεντίν περίμενε το τρίτο της παιδί, αλλά δεν δίστασε να ταξιδέψει Βόρεια με τους δύο μεγαλύτερους γιους της διασχίζοντας τους πλημμυρισμένους υδατοφράκτες, την τελευταία εστία
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΧΕΝΤΡΙΚ BAN ΒΟΥΝΤΕΝΜΠΕΡΓΚΓια ένα μεγάλο μέρος της ολλανδικής κοινής γνώμης ο αρχη
γός του «Μετώπου Εργασίας» («Nederlandsch Arbeids Front»- NAF), Χέντρικ βαν Βούντενμπεργκ (Hendrik van Woudenberg), ήταν εκείνος που είχε κερδίσει τη συμπάθειά της για τη μετριοπάθεια και την αποψασιστικότητά του. Ο Βούντενμπεργκ, που ανήκε στην «παλιά φρουρά» του NSB, δεν απέκτησε ποτέ τη φήμη του «οργισμένου τυχοδιώκτη», όπως χαρακτηρίζονταν συχνά πολλοί ομοϊδεάτες του. Αντίθετα ήταν οξυδερκής, πολυτάλαντος, χειμαρρώδης ομιλητής και πολύ προσιτός ακόμη και στους αντιπάλους του. Η αποστολή που ανέλαβε, να διαλύσει τα κομματικά εργατικά συνδικάτα χωρίς να προκαλέσει τις αναπόφευκτες
τριβές, στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία. Ικανοποιημένος ο Ζάυς- Ινκβαρτ έγραψε γι1 αυτόν σε μια αναφορά του προς το Βερολίνο: «Ο Βούντενμπεργκ αντιπροσωπεύει τον τύπο του συνδικαλιστή που μπορεί να μην παίρνει ιδιαίτερες πρωτοβουλίες, όμως με την έμφυτη καλή του διάθεση, τα στερεά επιχειρήματα και τις καλές του ιδέες καθιστά την επίλυση οποιουδήπστε προβλήματος σχεδόν δυνατή». Στη «σκιώδη κυβέρνηση» του NSB, που οι Γερμανοί επέτρεψαν να συγκροτηθεί τον Οκτώβριο του 1942, ο Βούντεν- μπεργκ ανέλαβε το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Μεταπολεμικά καταδικάσθηκε με την κατηγορία της συνεργασίας με τους κατακτητές σε φυλάκιση 20χρόνων.
αντίστασης, κάτω από συνεχείς Βομβαρδισμούς. Μερικές ημέρες πριν από το τέλος του πολέμου, σκοτώθηκε ο αγαπημένος της αδελφός Βιμ. «Χαιρέτησα τον Βιμ όπως θα του άρεσε», της έγραψε ο σύζυγός της. «Τον χαιρέτησα ως υπερήφανο στρατιώτη, ένα άμεμπτο πρόσωπο και πιστό γιο και σύζυγο, και ως έναν σταθερό και α- φοσιωμένο ακόλουθο του Φύρερ μας. Πάνω από τον τάφο του υποσχέθηκα να μην πενθήσω άλλο. Αυτό είναι κάτι που ο Βιμ και οι άλλοι άνδρες των SS δεν θα ήθελαν». Στις 28 Απριλίου 1945, μια βροχερή ημέρα, η Φλορεντίν έφερε στον κόσμο τον τρίτο τους γιο. Την τελευταία στιγμή η νεαρή μητέρα κατόρθωσε να διαφύγει για το Ράιχ με ένα γερμανικό πλοίο κατάμεστο από πρόσφυγες. Στο μεταξύ, οι Γερμανοί στην Ολλανδία συνθηκολόγησαν στις 5 Μαϊου 1945. Λίγο αργότερα ο Μάινουντ Ροστ Βαν Τόνινγκεν συνελήφθη από μια μονάδα Καναδών στρατιωτών. Τα τελευταία του λόγια προς έναν ιερέα αφορούσαν την αγαπημένη του Φλορεντίν: «Ακόμη και ως αιχμάλωτοι πολέμου προελαύνουμε για τη σωτηρία του κόσμου. Πείτε στη σύζυγό μου ότι θα υπομείνω τα πάντα χωρίς φόβο ή παράπονο».
Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Eist, όπου μεταφέρθηκε, χρησιμοποιή- θηκε ως διερμηνέας με τους Γερμανούς αιχμαλώτους. Ανήσυχος ο Ροστ Βαν Τόνινγκεν για το μέλλον του, προσπάθησε να συγκροτήσει έναν μικρό εθελοντικό στρατό από μέλη του NSB για να πολεμήσουν στη Νέα Γουινέα κατά των ιθαγενών που επιζητούσαν την ανεξαρτησία τους. Φαίνεται όμως
Ο γάμος του ζεύγους βαν Τόνινγκεν.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 21
Αποχαιρετισμός Ολλανδών εθελοντών των Waffen SS κάθοδόν προς το Ανατολικό μέτωπο.
Αφίσα στρατολόγησης για τα ολλανδικά
Waffen SS, από το 1943.
ότι γνώριζε πολλά μυστικά για τις δραστηριότητες της βασιλικής οικογένειας και ιδιαίτερα του γερμανικής καταγωγής πρίγκηπα Βερνάρδου. Μετά από μια σύντομη συνομιλία στις φυλακές όπου κρατείτο, ο Ροστ 6αν Τόνινγκεν οδηγήθηκε στις φυλακές του Σεβενίνγκεν, όπου τον υπέβαλλαν σε καθημερινά βασανιστήρια. Τον ξυλο- κοπούσαν και τον ανάγκαζαν να μεταφέρει κουβάδες με ούρα και περιττώματα. Τον έσερναν με έναν σπάγκο δεμένο στα γεννητικά του όργανα, ενώ τον υποχρέωναν να καθαρίζει το κελλί του
με τη γλώσσα του. Την αυγή της 6ης Ιουλίου 1945 τον έβγαλαν σιδηροδέσμιο από το κελλί του. Ενας γεροδεμένος φύλακας του επιτέθηκε βάναυσα και τον κτύπησε στο κεφάλι με τον υποκόπανο του όπλου του. Τον έσπρωξαν από τα κάγκελα της σκάλας πάνω στο τσιμεντένιο πάτωμα της φυλακής. Ο Ροστ φαν Τόνινγκεν άφησε την τελευταία του πνοή ψιθυρίζοντας το όνομα της συζύγου του. Η Φλορεντίν ποτέ δεν έλαβε επίσημη εξήγηση για τα αίτια του θανάτου του, ούτε της ανέφεραν τον τόπο όπου βρίσκεται η σο- ρός του. Η ίδια συνελήφθη και παρέμεινε στη φυλακή μέχρι το 1947.
Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ
Στη δεκαετία του 1930, αμέσως μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, εμφανίσθηκαν στις χώρες όπου υπήρχαν γερμανικές κοινότητες ή
μειονότητες, κινήματα με αφετηρία τον εθνικοσοσιαλισμό και τον παγγερμανισμό. Οι πρώτες μεγάλες επιτυχίες του Χίτλερ στη Γερμανία κατέστησαν τον εθνικοσοσιαλισμό ακόμη πιο ελκυστικό. Για τις γερμανικές μειονότητες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, τις θεμελιακές αξίες της γερμανικής ζωής, όπως η σκληρή εργασία, η πειθαρχία, η καθαριότητα και η οικογένεια, αντιπροσώπευε μόνο το εθνικοσοσιαλιστικό Ράιχ του Αδόλφου Χίτλερ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου εκπονήθηκαν σχέδια για τον εκσυγχρονισμό μεγάλου μέρους της Δυτικής Ευρώπης. Οι Ολλανδοί, οι Φλαμανδοί του Βελγίου, οι Σκανδι- ναβοί, θεωρούντο «αδελφοί» βόρειοι λαοί και φυλετικά ικανοί για να ενωθούν με δεσμούς αίματος με το Γ’ Ράιχ. Ακόμα και στο μικρό δουκάτο του Λουξεμβούργου υπήρξε ένα φασιστικό κίνημα, το VdB («Κίνημα των Λαϊκών Γερμανών» - «Volksdeutschen Bewegung»), με επικεφαλής τον καθηγητή της Γερμανικής και της Ελληνικής Φιλολογίας Ντάμιαν Κράτσενμπεργκ, που εκδήλωσε την πρόθεσή του να συμμετάσχει στη νέα γερμανική Τάξη.
Αρχικά, την περίοδο 1930-1938, ο Κράτσεν- μπεργκ είχε ενταχθεί στο αριστερό-φιλελεύθε- ρο κόμμα «Liberalen Partei». To 1934 ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της δημιουργίας του «Συλλόγου Λουξεμβούργου για την προστασία της γερμανικής λογοτεχνίας και τέχνης» (GEDELIT), ο οποίος λειτούργησε ως προπομπός της γερμανικής προπαγάνδας στο μικρό δουκάτο. Λίγο αργότερα (1936), τιμήθηκε με το βραβείο Γκαίτε για τη συνεισφορά του στη διάδοση της γερμανικής τέχνης.
Αυτή η απονομή αποτέλεσε το σημείο καμπής για τα πολιτικά φρονήματα του Κράτσεν- μπεργκ. Η απλοϊκή υπερηφάνειά του για τη γερ-
22
μανική καταγωγή του μετατράπηκε σε απόλυτο θαυμασμό για τον «ευγενέστερο άνδρα της Ευρώπης», όπως αποκάλεσε τον Αδόλφο Χίλτερ στον Γερμανό απεσταλμένο στο Λουξεμβούργο.
Το 1938 ιδρύθηκε μια εθνικοσοσιαλιστική οργάνωση, η «Sturmtrupp Luetzelburg», που απο- τελείτο από νέους μαθητές και φοιτητές. Ο Κράτσενμπεργκ, μέσω της εφημερίδας του «Luxemburger Schau», προσέφερε στην οργάνωση κάλυψη και υποστήριξη. Εξαιτίας της δρα- στηριότητάς του όμως, το καλοκαίρι του 1938 κατηγορήθηκε από έναν αριστερό δημοσιογράφο, τον Εμίλ Μαρξ, για ναζιστική προπαγάνδα στους μαθητές του Γυμνασίου όπου δίδασκε. Ο Κράτσενμπεργκ κέρδισε τη δίκη, ωστόσο η φήμη του ως παιδαγωγού αμαυρώθηκε ύστερα από το περιστατικό.
Τον Μάιο του 1939 ο Κράτσενμπεργκ επισκέ- φθηκε την Κολωνία, όπου τόνισε σε Γερμανούς αξιωματούχους την ιστορική και γλωσσική συνέχεια της γερμανικής κοινότητας του Λουξεμβούργου με τη μητέρα πατρίδα Γερμανία. Οταν επέστρεψε στο Λουξεμβούργο, προειδοποιήθηκε από τον υπουργό Παιδείας Μαργκέ ότι η συνέχεια της εθνικοσοσιαλιστικής προπαγάνδας θα σήμαινε και την απόλυσή του από το Δημόσιο.
Τον Μάιο του 1940 η Βέρμαχτ κατέλαβε το Λουξεμβούργο και στις 17 Μαϊου ιδρύθηκε η VdB με σκοπό την ενσωμάτωση του μικρού Δουκάτου στο Ράιχ. Στις 6 Ιουλίου του ίδιου έτους, μια προκήρυξη του VdB ανέφερε τα εξής: «Πολίτες του Λουξεμβούργου, ακούστε τη φωνή του αίματός σας! Γλωσσικά και αιματολογικά είστε Γερμανοί.Τιμήστε το Λουξεμβούργο μας! Οι πραγματικοί Λουξεμβούργιοι είναι καθαροί Γερμανοί». Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής χωρίς τη συναίνεση του Κράτσενμπεργκ δεν επιτρεπόταν σε κανέναν πολίτη της χώρας να μεταναστεύσει ούτε όμως ο εκτοπισμός τους. 1.138 γαλλόφωνες οικογένειες αναγκάσθηκαν τότε να εγκαταλεί- ψουν το μικρό δουκάτο και να καταφύγουν στη Γαλλία, ενώ οι περισσότεροι γερμανόφωνοι οργανώθηκαν στο VdB. Τον Αύγουστο του 1942 επι- στρατεύθηκαν όλοι οι γερμανόφωνοι πολίτες στη Βέρμαχτ. Μέχρι το τέλος του πολέμου υπηρέτησαν στη Βέρμαχτ 10.000 Λουξεμβούργιοι, ενώ άλλοι 2.000 κατατάχθησαν στα Waffen SS.Οταν το 1944 οι Σύμμαχοι πλησίασαν τα σύνορα του Γ’ Ράιχ, ο Κράτσενμπεργκ διέφυγε με άλλους ομοϊδεάτες του στο Τρίερ και αργότερα στο Βάι- σενμπουργκ. Αρκετούς μήνες περέμεινε ανώνυμος μέσα στο διοικητικό και πολιτικό χάος το οποίο προκάλεσε η κατάληψη της Γερμανίας από τους Συμμάχους. Οταν όμως η κόρη του επιχείρησε να στείλει μια επιστολή από το Λουξεμ
βούργο, η κρυψώνα του αποκαλύφθηκε και συνε- Ο Γζρμανός Επίτροπος του Ράιχ στην Ολλανδία, Αρτουρ Ζάυς Ινκβαρτ, λήφθη. Οδηγήθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του ανταλλάσσει χειραψία με τον Χέρμαν Γκαίρινγκ.
και ύστερα από μια δίκη-παρωδία που διήρκεσε τέσσερις ημέρες, εκτελέσθηκε τον Αύγουστο 1946. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν ένας ύμνος λατρείας προς τον Χίτλερ. Αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια και τέντωσε το στήθος του για να δεχθεί τις σφαίρες των εχθρών του.
Ταλαιπωρημένοι Ολλανδοί εθελοντές της 23ης Μεραρχίας Πάντσερ "Nederland" αναμένουν διαταγές κοντά στο μέτωπο της Νάρβας, τον Μάρτιο του 1944.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 23
Ο γαλλικός φασισμόςΟ ΡΟΜΠΕΡ ΜΠΡΑΖΙΓΙΑΚ ΚΑΙ Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΙΑΝΟΗΣΗ
Ο Γάλλος συγγραφέας Ρομπέρ Μπραζιγιάκ.
Ο μικρόκοσμος των Γάλλων φασιστών και η δύναμη την οποία απέκτησαν στη δεκαετία του 1930 οφειλόταν κυρίως σε διανοουμένους όπως ο Ρομπερ Μπραζιγιάκ, ο Πιέρ Νεριέ Λα Ροσέλ, ο Σελίν και άλλοι. Ιδιαίτερα ο πρώτος αποτελεί ακόμη και σήμερα το «τιμώμενο πρόσωπο» του γαλλικού φασισμού, ενώ είναι ένας από τους συγγραφείς που διαβάζονται περισσότερο, τόσο στη χώρα του όσο και στο εξωτερικό. Η εκτέλεσή του, τον Φεβρουάριο του 1945, υπήρξε το αποκορύφωμα της εκκαθάρισης των ανθρώπων που «ατίμασαν» τη Γαλλία από τον Ντε Γκωλ. Ο Μπραζιγιάκ δεν καταδικάσθηκε για απληστία ή για διαφθορά, αλλά για τις πολιτικές του από
ψεις. Από πολύ νωρίς ερω- τεύθηκε τον φασισμό. Γεννημένος τον Μάρτιο του 1909 στο Περπινιάν, κοντά στα ισπανικά σύνορα, φοίτησε στην καλύτερη σχολή της Γαλλίας, την Εκόλ Νορμάλ. Ηταν ένας μικρόσωμος, στρουμπουλός άνδρας με στενούς ώμους και φορούσε μεγάλα γυαλιά με μαύρο σκελετό. Από τα πρώτα του φοιτητικά βήματα γοητεύθηκε από το λίκνο της γαλλικής δεξιάς, τη «Γαλλική Δράση» (Action Francaise), που εκπροσωπούσε τον αντισημιτισμό, τη μοναρχία και τον εθνικισμό. Ο ηγέτης της, Σαρλ Μοράς, ήταν η κεντρική πο
λιτική φυσιογνωμία του κόμματος και μια μαχητική ομάδα της «Γαλλικής Δράσης», η «Les Camelots du Roi», προκαλούσε ταραχές στους δρόμους και συγκρουόταν με τους κομμουνιστές. Η μεγάλη πορεία των οπαδών της «Γαλλικής Δράσης» και της οργάνωσης «Croix-de-feu» στις 6 Φεβρουάριου 1934, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην ιδεολογική εξέλιξη του Μπραζιγιάκ. Την ημέρα εκείνη χιλιάδες Γάλλοι φασίστες που διαμαρτύρονταν για τη διαφθορά της κοινοβου
λευτικής δημοκρατίας έκαναν πορεία στο Σανς Ελυζέ και συνεπλάκησαν με τους φρουρούς της Βουλής. Την κρίσιμη στιγμή οι άνδρες της «Croix-de-feu» αρνήθηκαν να επιτεθούν στη Βουλή και το επεισόδιο έληξε. Ωστόσο, ο απολογισμός υπήρξε τραγικός: 15 νεκροί και 1.500 τραυματίες, με άμεσο αποτέλεσμα την παραίτηση της κυβέρνησης της Αριστερός. Από τότε ο Μπραζιγιάκ αναφερόταν στους μάρτυρες της 6ης Φεβρουάριου με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο οι Ναζί στη Γερμανία αναφέρονταν στους δικούς τους νεκρούς της 8ης Νοεμβρίου 1923 Λίγο αργότερα, το 1936, επισκέφθηκε στο Βέλγιο τον Λεόν Ντεγκρέλ, αρχηγό του φασιστικού κόμματος «Rex», και έγραψε ένα ρομαντικό κείμενο στο οποίο εκθείαζε το «Ρεξ-απήλ» του Ντεγκρέλ. Το 1936 ήταν μια σημαντική χρονιά για τους φασίστες στην Ευρώπη. Στην Ισπανία ο Φράνκο ξεκινούσε τη νικηφόρα εκστρατεία του. στην Ιταλία ο Μουσολίνι τελείωνε τον αιθιοπικό του πόλεμο, ενώ ο Χίτλερ στο Βερολίνο εγκαινίαζε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς ο Μπραζιγιάκ έδωσε μια σειρά διαλέξεων, με θέμα «Θα γίνει φασιστική η Ευρώπη;». Ο συγγραφέας δήλωνε ανοικτά πως ήταν φασίστας και πως η Γαλλία έπρεπε να διαλέξει ποια πλευρά θα υποστήριζε. Σ’ ένα μυθιστόρημά του, με τίτλο «Sept Couleurs», ύμνησε τη γοητεία του φασισμού και χρησιμοποίησε τον συναισθηματισμό για να τον υπερασπισθεί: «Ο νεαρός φασίστας, στηριζόμενος στη φυλή του και στο έθνος του, υπερήφανος για το ρωμαλέο κορμί του, το διαυγές πνεύμα του, γεμάτος περιφρόνηση για τα υλικά αγαθά αυτού του κόσμου, ο νεαρός φασίστας στο στρατόπεδό του, ανάμεσα στους συντρόφους της ειρήνης, που πιθανώς θα γίνουν σύντροφοι πολέμου, ο νεαρός φασίστας, που τραγουδά, παρελαύνει, εργάζεται, ονειρεύεται, είναι πάνω απ’ όλα ένα χαρούμενο πλάσμα». Το «Sept Couleurs» ήταν υποψήφιο για το βραβείο Γκονκούρ το μεγαλύτερο λογοτεχνικό βραβείο της Γαλλίας. Ωστόσο, ήταν αδιανόητο να δώσει η επιτροπή το βραβείο στον Μπραζιγιάκ, που αντιμετώπιζε τον φασισμό τόσο ρομαντικά τη στιγμή κατά την οποία οι Γερμανοί ήταν έτοιμοι να εισβάλουν στην Πολωνία.
Το 1937 ο Μπραζιγιάκ επισκέφθηκε το συνέδριο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος στη
24
Δύο Γάλλοι εθελοντές στο Ανατολικό μέτωπο. «Ηταν οι τελευταίοι γνήσιοι γιοι του Θεού του πολέμου», έγραψε γι’ αυτούς ο ιστορικός Ερνστ Νόλτε.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945)
Στιγμιότυπο από τη συνάντηση του στρατάρχη Πεταίν με τον Χίτλερ στο Μοντουάρ.
Θύμα των πολιτικών εκκαθαρίσεων μετά τον Β ’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Γαλλία υπήρξε και ο αρχηγός του κόμματος «Parti Franciste», Μαρσέλ Μπουκάρντ, που απαγχονίσθηκε στη Σατιγιόν, τον Μάρτιο του 1946.
Νυρεμβέργη. Επηρεασμένος από την εμπειρία του συνεδρίου έγραψε ένα δοκίμιο για τη γοητεία του ναζισμού. Το «Εκατό ώρες με τον Χίτλερ» δημοσιεύθηκε σ’ ένα έντυπο της «Γαλλικής Δράσης», το «Revue Universelle», τον Οκτώβριο του 1938 και προκάλεσε εντύπωση στους κύκλους των Γάλλων διανοουμένων. Σ’ αυτό το δοκίμιο ο Μπραζιγιάκ εξέφραζε τον θαυμασμό του για τις ναζιστικές ιεροτελεστίες, για την ομορφιά των λαβάρων και των παρελάσεων, για τη δύναμη και την ομορφιά της νεότητας και, τέλος, για την ικανότητα του Χίτλερ να συγκλονίζει τα πλήθη. Ενα από τα χαρακτηριστικότερα αντι- σημιτικά άρθρα του Μπραζιγιάκ δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 1939 στο «Je Suis Partout». Σε όλη την έκταση του άρθρου, στα σημεία όπου φυσιολογικά έπρεπε να υπάρχει η λέξη «Εβραί
ος», αυτή είχε αντικατασταθεί από τη λέξη «πίθηκος»: «Ποιο δικαστήριο θα τολμούσε να μας καταδικάσει [...] αν καταγγέλλαμε την ασυνήθιστη εισβολή πιθήκων στο Παρίσι και στη Γαλλία; Δίχως αμφιβολία θα έχετε παρατηρήσει ότι παλιά οι πίθηκοι ήταν περιορισμένοι σε ορισμένες περιοχές, δηλαδή σε ορισμένους ζωολογικούς κήπους. Σήμερα τους βλέπουμε παντού [...] και πρέπει να παραδεχθούμε ότι στο κοινό έχει αναπτυχθεί ένα μάλλον έντονο αντιπιθηκικό σύμπλεγμα. Πηγαίνεις στο θέατρο; Το κοινό είναι γεμάτο πιθήκους, κρέμονται από παντού, από τους εξώστες από τη σκηνή. Στο λεωφορείο, στο μετρό; Πί
θηκοι. Και αν καθίσω αθώα στο καφέ μου; Στα δεξιά μου, στ’ αριστερά μου έρχονται και κάθονται δυο τρεις πίθηκοι [...] Μιμούνται τόσο έξυπνα τις ανθρώπινες χειρονομίες, ώστε κάποιες φορές δεν τους αναγνωρίζουμε αμέσως [...] Αυτό που αποκαλούμε «αντισιμιετισμό» - σας παρακαλώ να διαβάσετε σωστά τη λέξη - γίνεται καθημερινά όλο και πιο σοβαρή ανάγκη».
Ο Μπραζιγιάκ έδωσε στο άρθρο του τον τίτλο «Το θέμα των πιθήκων», και απαιτούσε «έναν λογικό κρατικό αντισιμιετισμό», σχηματίζοντας ένα λογοπαίγνιο που προερχόταν από τη λατινική λέξη «simia», που σημαίνει πίθηκος. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στη Γαλλία, ο Μπραζιγιάκ διετέλεσε αρχισυντάκτης του «Je Suis Partout» («Είμαι παντού»), μιας φιλοναζιστι- κής εφημερίδας με κυκλοφορία 300.000 φύλλα. Ο ίδιος δεν ήταν τόσο φανατικός όσο μερικοί από τους συνεργάτες του στο ίδιο έντυπο. Δεν δίστασε όμως να εκφράσει την αποδοκιμασία του, ακόμη και περιφρόνηση προς την κυβέρνηση του Βισύ, όταν θεώρησε πως δεν είχε προχωρήσει αρκετά στην εκκαθάριση των Εβραίων και των οπαδών του Ντε Γκωλ στη Γαλλία. Το «Je suis Partout» εξελίχθηκε στο σημαντικότερο προπαγανδιστικό έντυπο των δωσίλογων στο Παρίσι, και ο Μπραζιγιάκ συνέβαλε τα μέγιστα στις προπαγανδιστικές προσπάθειες των Γερμανών.
Τον Ιούλιο του 1943 συνόδευσε τον εκπρόσωπο της γαλλικής κυβέρνησης στο Παρίσι, Φερ- νάντ ντε Μπρινιόν, στο Κατύν. Εκεί οι Σοβιετικοί είχαν εκτελέσει 20.000 Πολωνούς αξιωματικούς και η αποκάλυψη του εγκλήματος προκάλεσε ένα κύμα τρόμου στην αντικομμουνιστική Ευρώπη. Μετά την απόβαση των Συμμάχων στη Νορ- μανδία, ο Μπραζιγιάκ γνώριζε πως οι ημέρες του ήταν μετρημένες. Το πρωί της 22ας Αυγούστου1944 τα εγκαταλελειμμένα κεντρικά γραφεία της «Je Suis Partout», στην οδό Ριβολί, λεηλατήθηκαν από ένα πλήθος «αντιστασιακών». Καθώς οι συνεργάτες των Γερμανών εγκατέλειπαν έντρομοι το Παρίσι, ο Μπραζιγιάκ αποφάσισε να παραμεί- νει στη γαλλική πρωτεύουσα, σε μια κρυψώνα κοντά στον Κήπο του Λουξεμβούργου. «Εβραίοι ζούσαν σε ντουλάπια σχεδόν επί τέσσερα χρόνια. Γιατί να μην τους μιμηθώ;», έγραψε στο ημερολόγιό του. Ωστόσο, έναν μήνα αργότερα και αφού πληροφορήθηκε τη σύλληψη της μητέρας του, αποφάσισε να παραδοθεί. Η τύχη του ήταν πλέον προδιεγραμμένη. Την αυγή της 6ης Φεβρουάριου 1945 ο Μπραζιγιάκ μίλησε για τελευταία φορά στους δικηγόρους του: «Σήμερα είναι 6 Φεβρουάριου. Να με σκέπτεσθε και να σκέπτε- σθε επίσης τους άλλους που πέθαναν την ίδια ημέρα πριν από 11 χρόνια». Συμπτωματικά η ημερομηνία της εκτέλεσής του ήταν η ίδια με τη φασιστική εξέγερση του 1934.
26
Σε μια συνέντευξή του το 1971 ο υπουργός των «Ελεύθερων Γάλλων» στον πόλεμο, Μαντές Φρανς, δήλωσε:
«Αν γίνονταν το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο του 1940 εκλογές στη Γαλλία, το 90% θα ψήφιζαν Πεταίν. Οι Γάλλοι κατέφυγαν τότε σ’ ένα ένδοξο όνομα. Μην ξεχνάτε πως έβλεπαν να παρελαύνουν ένας στρατάρχης, στρατηγοί, ναύαρχοι, η Εκκλησία, το επίσημο κράτος, η Γαλλική Ακαδημία. Ο λαός αφουγκραζόταν να ακούσει τι θα πουν εκείνοι που υποτίθετο πως ήταν η «ελίτ» της Γαλλίας. Και άκουγε τις φωνές του «Πεταινι- σμού». Ο Πεταίν υποσχέθηκε πως θα αποκαθι- στούσε την κρατική οργάνωση, θα φρόντιζε να έχει ο λαός τροφή, να σέβεται ο κατακτητής τον Γάλλο. Υποσχέθηκε πως οι αιχμάλωτοι θα γύριζαν στα σπίτια τους. Υποσχέθηκε πραγματικά να ικανοποιήσει πολύ συγκεκριμένες ανάγκες... και στην αρχή μόνο ορισμένες μειονότητες υπέστησαν διωγμούς: Ισπανοί Δημοκρατικοί, Πολωνοί εξόριστοι, τσιγγάνοι, Εβραίοι, και στη συνέχεια άλλοι».
Η δήλωση του Μαντές Φράνς απέχει ελάχιστα από την πραγματικότητα. Η Γαλλία ήταν η μόνη από τις κατεχόμενες χώρες της οποίας η κυβέρνηση δεν μετέφερε την έδρα της στο εξωτερικό. Μόνο μια μειοψηφία συμμετείχε στην Αντίσταση κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η πλειονότητα του πληθυσμού παρέμεινε «ουδέτερη». Πολλοί υποστήριξαν με ενθουσιασμό τους Γερμανούς, προσέφεραν εθελοντικά τη συνεργασία τους και ο κόσμος διασκέδαζε στα καμπαρέ του Παρισιού.
Ο ΖΑΚ ΝΤΟΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΛΑΪΚΟ ΚΟΜΜΑ (PPF)
Απ’ όλους τους Γάλλους υπερεθνικιστές δια- κρίθηκε ο Ζακ Ντοριό, με μια λαμπρή σταδιοδρομία που προσομοίαζε περισσότερο με αυτήν του Μουσολίνι. Ο Ντοριό γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1898 στο Μπρέσλες και ήταν γιος ενός φτωχού σιδηρουργού. Το 1915 εγκατέλειψε το πατρικό του σπίτι για να γίνει μηχανοτεχνίτης στο Σαιντ Ντενί. Σύντομα η ανήσυχη και επαναστατική του φύση τον οδήγησε στη νεολαία του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (SFIO), ενώ λίγο αργότερα έγινε μέλος του Συνδικάτου Μετάλλου. Το 1917 επιστρατεύθηκε και έλαβε μέρος σε μάχες κατά των Γερμανών στη Λωρραίνη. Υστερα από τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας (Νοέμβριος 1918) ακολούθησε τη Γαλλική Στρατιά της Ανατολής σε επιχειρήσεις στην Ουγγαρία, το Φιούμε και την Αλβανία. Το 1920 επέστρεψε στο Σαιντ Ντενί και ασχολήθηκε με την πολιτική. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους έγινε μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας Γαλλίας και
τον Ιούνιο του 1921 επισκέφθηκε για πρώτη φορά τη Σοβιετική Ενωση. Δύο χρόνια αργότερα, το 1923, έλαβε μέρος στο Γ’ Διεθνές Συνέδριο κομμουνιστικών νεολαίων στη Μόσχα και περιη- γήθηκε τη χώρα επί έξι ολόκληρους μήνες, ώστε να «θαυμάσει» τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού
Αψίσα στρατολόγησης Γάλλων εθελοντών στα Waffen SS.
Ο Ζακ Ντοριό με τη στολή των γαλλικών SS στο μέτωπο της Νορμανδίας (Ιούλιος 1944).
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 27
Ο Ντριέ Λα Ροσέλ, ένας από τουςμεγαλύτερους Γάλλους διανοουμένους και υπέρμαχους του φασισμού, αυτοκτόνησε στις 15 Μαρτίου 1945 στο Παρίσι.
στη Σοβιετική Ενωση. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του, ένα γαλλικό δικαστήριο τον καταδίκασε σε φυλάκιση 12 μηνών επειδή είχε κατακρίνει την πολιτική της Γαλλίας στα ζητήματα του Ρουρ και του Μαρόκου, ενώ είχε διακηρύξει και την πρόθεσή του για μια γενικευμένη απεργία στην περίπτωση ενός νέου πολέμου. Επι- στρέφοντας στη Γαλλία, ο Ντοριό συνελήφθη από τις Αρχές και εγκλείσθηκε στις φυλακές του Σαντέ. Απτόητος ο νεαρός επαναστάτης, αρθρογραφούσε μέσα από τις φυλακές στην εφημερίδα «Avant-Garde», ενώ το 1923 με το ψευδώνυμο Guyot, εκλέχθηκε γραμματέας των «Νέων Κομμουνιστών». Σ’ ένα άρθρο του με τίτλο «Ο στρατός είναι η άμυνα του καπιταλισμού», το 1924, υπογράμμισε την άνευ όρων θέση του εναντίον του μιλιταρισμού. Λίγο αργότερα εκλέχθηκε ερήμην ως μέλος του προεδρείου της Κομιντέρν στη Μόσχα, ενώ ακολούθησε η εκλογή του στην Κεντρική Επιτροπή του Κομ
μουνιστικού Κόμματος Γαλλίας. Στις Βουλευτικές εκλογές που έγιναν τον Μάιο του 1925, εκλέχθηκε βουλευτής του Σαιντ Ντενί. Κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης και τα γεγονότα, η γαλλική κυβέρνηση αναγκάσθηκε να τον απελευθερώσει. Στο κοινοβούλιο, ο Ντοριό διακρίθηκε αμέσως για τις εμπρηστικές του ομιλίες και τον ριζοσπαστικό του λόγο. Ο θάνατος του Λέ- νιν και ο πόλεμος των διαδόχων του στη Σοβιετική Ενωση προκάλεσαν μεγάλες αλλαγές και διαμάχες και στη Γαλλία. Παρότι ένα ισχυρό τμήμα αριστερών εξτρεμιστών επιδίωξε την εκλογή του Ντοριό στην
ηγεσία του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο τελευταίος δεν κατόρθωσε να γίνει γραμματέας του.
Περί τα τέλη του 1926, ο Ντοριό αναχώρησε και πάλι για τη Μόσχα, γιανασυμμετάσχειμε μια διεθνή αντιπροσωπεία εργατών σε μια επίσκεψη διεθνιστικής αλληλεγγύης στους κομμουνιστές στην Κίνα. Επιστρέφοντας τον Ιούνιο του 1927, διαπίστωσε πως ο αριθμός των οπαδών του στο κόμμα είχε μειωθεί δραματικά. Η αποδυνάμωση της θέσης του, καθώς και οι σοβαρές αδυναμίες της Σοβιετικής Ενωσης τις οποίες η προπαγάνδα δεν κατάφερε να αποκρύψει, προκάλεσαν τις πρώτες αμφιβολίες στην κομμουνιστική του παιδεία. Στα τέλη του 1927 η εντολή από την Μόσχα προς τους «συντρόφους» της Γαλλίας ήταν το κόμμα να στραφεί ακόμη αριστερότερα. Ο Ντο
ριό όμως δεν ήταν από τους ανθρώπους που θα ακολουθούσαν εύκολα τις νέες οδηγίες. Εχοντας αποτινάξει πλέον τον σοβιετικό έλεγχο, γινόταν όλο και περισσότερο επικριτικός δημόσια απέναντι τους. Η Μόσχα όμως δεν είχε πει ακόμη την τελευταία της λέξη. Το 1930 ο Ντοριό ταξίδεψε πάλι στη Σοβιετική Ενωση, μετά από πρόσκληση. Η προσπάθεια του Στάλιν ν ’ αλλάξει τη «γαλλική» στροφή του Ντοριό έπεσε στο κενό. Ο τελευταίος πέρασε οριστικά στην αντιπολίτευση. Επιστρέφοντας στη Γαλλία έλαβε μέρος στις δημοτικές εκλογές του 1931 στο Σαιντ Ντενί και εκλέχθηκε δήμαρχος. Εχοντας πλέον άλλους ορίζοντες, συνέστησε στο Κομμουνιστικό Κόμμα συνεργασία με τους σοσιαλιστές και ένα άνοιγμα στα συντηρητικά στρώματα της γαλλικής κοινωνίας. Οι «ορθόδοξοι» κομμουνιστές στράφηκαν εναντίον του και το κόμμα τον διέγραψε τον Απρίλιο του 1934. Ο Ντοριό ήταν υποχρεωμένος πλέον να παραμείνει στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων. Στο Σαιντ Ντενί παρέμενε όμως εξαιρετικά δημοφιλής και στις 6 Απριλίου 1934 επανεκλέχθηκε στον δημαρχιακό θώκο.
Καθώς όμως το Λαϊκό Μέτωπο της Αριστερός προχωρούσε προς τη σαρωτική νίκη στις εκλογές του 1936, ο Ντοριό πείσθηκε πως η ανάγκη της δημιουργίας ενός νέου εθνικιστικού και σοσιαλιστικού κινήματος που θα περιλάμβανε και τους διαφωνούντες της Αριστερός ήταν περισσότερο επίκαιρη παρά ποτέ. Στις 20 Ιουνίου1936 γεννήθηκε το «Γαλλικό Λαϊκό Κόμμα» («Parti Populaire Francais» - PPF). Οκτώ ημέρες αργότερα, έγινε η πρώτη συγκέντρωση των μελών του στο Δημαρχείο του Σαιντ Ντενί. To PPF δημιουργήθηκε την κατάλληλη στιγμή και αναπτύχθηκε ταχύτατα, καθώς η άνοδος του Λαϊκού Μετώπου δυσαρέστησε ευρύτατα αντικομμου- νιστικά στρώματα του γαλλικού λαού. Ετσι, μέχρι τις αρχές του 1938, έφθασε τα 300.000 μέλη (αν και ο πραγματικός αριθμός τους θα πρέπει να ήταν μάλλον 100.000). Το νεοσύστατο κόμμα ήταν ακριδώς όπως το ονειρευόταν ο Ντοριό: ένα κόμμα της εργατικής τάξης. Κατά το πρώτο πανεθνικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 1936, το 57% των αντιπροσώπων του PPF είχε εργατική και αγροτική προέλευση. Σύμφωνα με τον Στάνλεϋ Πέιν, «η πλειονότητα των μελών ήταν νέοι, με μέσο όρο ηλικίας τα 34 χρόνια και μόνο το 20% των αντιπροσώπων ήταν βετεράνοι, σε αντίθεση με τιε δεξιές ενώσεις. Σχεδόν το 39% των μελών δήλωναν ότι δεν είχαν κάποια προηγούμενη πολιτική σύνδεση, ενώ το 33% προερχόταν από την Αριστερά, ιδιαίτερα από το Κομμουνιστικό Κόμμα».
Σημαντική υποστήριξη στο PPF παρείχαν οι εργάτες των βιομηχανικών βόρειων προαστίων της γαλλικής πρωτεύουσας. Η υποστήριξη του
28
κόμματός προερχοταν, σε γενικες γραμμές, περισσότερο από το προλεταριάτο των πόλεων παρά από την επαρχία. Τα σημαντικότερα κέντρα δράσης του PPF ήταν στη Μασσαλία, στις Κάννες, στην Τουλόν, στην Αλγερία και βέβαια στο Παρίσι. To PPF δεν ξεκίνησε ως ένα κίνημα φασιστικού τύπου, υιοθέτησε όμως πολύ γρήγορα την πειθαρχία των φασιστικών κομμάτων και το αποκαλούμενο «Fuehrerprinzip». Ο Ντοριό ήταν ο αναμφισβήτητος αρχηγός, ο μοναδικός με πολιτική εμπειρία, εκείνος που μπορούσε να αντιμετωπίσει τους κομμουνιστές με κομμουνιστικά μέσα και προπαγάνδα. Ομως, καθώς κυλούσε ο χρόνος, το PPF απέτυχε να προσελκύ- σει περισσότερους εργάτες και τον Μάρτιο του1938, στο δεύτερο συνέδριό του, η αναλογία των εργατών μειώθηκε στο 37%, ενώ εκείνη των μεσοαστών αντιπροσώπων αυξήθηκε στο 58%. Παρόλο που το κόμμα δεν είχε ένστολη πολιτοφυλακή, πολύ γρήγορα υιοθέτησε τα περισσότερα εξωτερικά σύμβολα του φασισμού. Εξέδωσε δική του εφημερίδα με φιλτραρισμένες ειδήσεις, ενώ στις τελετουργίες των συναντήσεων τα νέα μέλη ορκίζονταν με φασιστικό χαιρετισμό και με όρκο νομιμοφροσύνης στον Chef (Ντοριό). Σε όλες τις τελετές ακουγόταν ο ύμνος του κόμματος («Libere toi! France, libere toi!... Ecoute Doriot qui t ’ appele»), ενώ στις αίθουσες κυριαρχούσαν τα χρώματα της Τρικολόρ και οι φωτογραφίες του «Αρχηγού». Μετά το 1938 οι τελετουργίες γίνονταν προς τιμήν των μαρτύρων του κινήματος (αρκετά μέλη του σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια συγκρούσεων με τους κομμουνιστές), όμως ο χαιρετισμός του PPF απαιτούσε απλά το τέντωμα του δεξιού χεριού λίγο πιο πάνω από το ύψος του ώμου, και ήταν διαφορετικός από τον φασιστικό χαιρετισμό μου- σολινικού τύπου. Ο Ντοριό απαιτούσε από τους οπαδούς του απόλυτη υπακοή, στοιχείο που ήταν απαραίτητο, καθώς στο κόμμα υπήρχαν εξτρεμιστές της Αριστερός όπως και ομάδες της Ακρας Δεξιάς. Αλλωστε, το νέο κράτος που οραματιζόταν το PPF αφορούσε όλους και θα ήταν λαϊκό, αποκεντρωμένο, φιλεργατικό. Θα τιμούσε την οικογένεια, την κοινότητα και την περιφέρεια. Το κόμμα προωθούσε ένα συντηρητικό πρόγραμμα εθνικοποιήσεων και πρότεινε έναν μεταρρυθμιστικό κορπορατισμό που θα ενθάρ- ρυνε έντονα τον «τεχνοκρατικό εξορθολογι- σμό». Το κίνημα υποστήριζαν επίσης κάποιοι καταξιωμένοι φασίστες διανοούμενοι, όπως ο Πιέρ Ντριέ Λα Ροσέλ και ο Πωλ Μαριόν. Οι περισσότεροι από αυτούς αρθρογραφούσαν στην εφημερίδα του κόμματος «L' emancipation nationale», που είχε 200.00 αναγνώστες. To PPF εξέδιδε κι ένα απογευματινό έντυπο, το «La Liberte», με διευθυντές τους διανοουμένους Πωλ Μαριόν και
Καμίλ Φεγκύ. Το κίνημα, με επικεφαλής τους διανοουμένους του, προωθούσε την ακτιβιστι- κή, βιταλιστική φιλοσοφία, με επίκεντρο τον νέο άνθρωπο (homme nouveau). Παρά τη διακήρυξη της πειθαρχίας, του βιταλισμού και των στρατιωτικών αρετών, το PPF επέμενε ότι ήταν ένα κίνημα ειρηνικό και ότι δεν επιδίωκε την εδαφική επέκταση της Γαλλίας. FI πλειονότητα, άλλωστε, των φασιστικών κινημάτων στις ευημερού- σες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, με σταθερή οικονομία και αποικίες, διακήρυσσε ένα είδος «ειρηνικού φασισμού», σε αντίθεση με τα ομοειδή κόμματα στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. To PPF διατηρούσε νεολαία, φοιτητικό τμήμα και σύνδεσμο γυναικών. Η οικονομική του στήριξη προερχόταν από επιχειρηματίες, τράπεζες της γαλλικής πρωτεύουσας και από τα εργατικά συνδικάτα.Κατά καιρούς το κόμμα δέχθηκε και εμβάσματα από το εξωτερικό (Ιταλία), ωστόσο το PPF θα μετατρεπόταν σε ένα πλήρως φασιστικό κίνημα μόνο μετά το 1940. Ο Ντοριό ήλπιζε να ηγηθεί ενός ευρύτερου μετώπου εθνικιστικών κομμάτων που θα συσπείρωνε όλες τις α- ντικομμουνιστικές δυνάμεις της Γαλλίας, αλλά το «Front de la Liberte», το οποίο επιχείρησε να οργανώσει την άνοιξη του 1937, προκάλεσε την αντίδραση της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου. Με πρόφαση τη δυσλειτουργία της Δημοτικής Αρχής και υποτιθέμενα οικονομικά σκάνδαλα, η κυβέρνηση απεμά- κρυνε τον Ντοριό από το Σαιντ Ντενί (25 Μαϊου 1937). Ft ενέρ
Ο Πιερ Λαβάλ.
Προκήρυξη του στρατάρχη Πεταίν προς τον γαλλικό λαό. Σύμβολο του καθεστώτος του υπήρξε ο διπλούς πέλεκυς.
Jf rf/i
u ää SS ,. ViS -■.·
-i- e-An.
—A£■
* t>r~ ................
f U j j O .
Äu Ä i . mm ' ^ -
~‘ C
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ NAZI ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 29
Ο Ζαν Μπισελόν, υπουργός Βιομηχανικής Παραγωγής στην κυβέρνηση του Βισύ. Στη φωτογραφία διακρίνεται με τον Αλμπερτ Σπέερ.
γεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα ένας σημαντικός αριθμός γνωστών κομμουνιστών, όπως ο Ζωρζ Σουαρέζ και ο Αλφρεντ Φάμπρ-Λούτσε, να προσχωρήσουν στις τάξεις του PPF.
Παρά τις ρητορικές ικανότητες του Ζακ Ντο- ριό και τον προσωπικό μαγνητισμό του, ο υψηλός και σωματώδης διοπτροφόρος γιος σιδηρουργού δεν μπόρεσε να διατηρήσει τους αυξητικούς ρυθμούς για το κόμμα του παρά μόνο λίγους μήνες. Η διάλυση του Λαϊκού Μετώπου το1938 και η απομάκρυνση οποιοσδήποτε απειλής από την Αριστερά, αποθάρρυνε κάθε ριζοσπαστική εναλλακτική λύση από τους συντηρητικούς κύκλους της Γαλλίας και περιόρισε τις ευκαιρίες του PPF στο ελάχιστο. Παρόλα αυτά, το κόμμα παρέμενε ελκυστικό σε πολλούς νέους και κυρίως εργαζόμενους, που ένοιωθαν πως απειλούντο από την ύφεση και τον επερχόμενο πόλεμο. Ο Ντοριό, ο «μεγάλος Ζακ», συνέχιζε την κριτική του κατά της συνθήκης των Βερσαλλιών και επισήμαινε τον κίνδυνο του κομμουνισμού. Η νίκη του Φράνκο και της Φάλαγγας στην Ισπανία χαιρετίσθηκε ως σπουδαίο ιστορικό γεγονός. Η στάση του όμως προς τη Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ υπήρξε αντιφατική. Από τη μια ο Ντοριό θαύμαζε τον Γερμανό ηγέτη για τα ειρηνικά του επιτεύγματα και τον συνεπή αντικομμουνισμό του, από την άλλη όμως θεωρούσε την επεκτατική πολιτική των Ναζί απειλητική για την Ευρώπη. Για να αποφευχθεί ένας καθοριστικός πανευρωπαϊκός πόλεμος, πρότεινε δημόσια μια κοινή εξωτερική πολιτική με τη Γερμανία, και τη νότια Κίνα ως πεδίο άσκησης αποικιακής πολιτικής των γερμανικών συμφερόντων. Οταν, τον Οκτώβριο του 1938, προέκυψε το Σουδητικό πρόβλημα την Τσεχοσλοβακία, εκδηλώθηκαν μέσα στο PPF πολιτικές διαφωνίες. Ο Ντοριό δεν έβλεπε αρνητικά την ένωση της γερμανόφωνης Σουδητίας με το Γ’
Ράιχ, ωστόσο πολλοί διαφωνούντες στο κόμμα αποσκίρτησαν μέχρι το τέλος του χρόνου. Ο Ντοριό εξαναγκάσθηκε να πάρει μια πατριωτική θέση, εναντίον της ναζιστικής Γερμανίας, καθώς το PPF απέτυχε να προσδιορίσει μια ιδιαίτερη γαλλική μορφή φασισμού. Εναν χρόνο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1939, ο Ντοριό επι- στρατεύθηκε για να συμβάλει στην αντιμετώπιση της γερμανικής απειλής και οι δραστηριότητες του PPF ανεστάλησαν. Τα μέλη της Υπηρεσίας Τάξης του PPF («Service d’ ondre») με τα γαλάζια πουκάμισα στάλθηκαν στο μέτωπο, πιστά στον όρκο που έδωσαν «Πρώτα η Γαλλία». Ωστόσο, η γερμανική νίκη το καλοκαίρι του 1940 και η άνοδος του στρατάρχη Πεταίν στην εξουσία, ανέτρεψε τα δεδομένα. Τον Οκτώβριο του1940 εμφανίσθηκε στο Βισύ μέσα από τις στήλες της εφημερίδας «Le Cri du peuple», ένα μανιφέστο 30 σημείων τα οποία υπέγραψαν ο Ντοριό και το PPF. Στο κείμενο αυτό ο Ντοριό κατήγγειλε το κοινοβουλευτικό σύστημα, τους Εβραίους και τους Τέκτονες, ενώ απαιτούσε ένα νέο ολοκληρωτικό κράτος, το οποίο μαζί με την αναγεν- νημένη Γερμανία θα ξανάκτιζε την Ευρώπη. Οι πολιτικοί της Γ’ Γαλλικής Δημοκρατίας, οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για την ήττα και την καταστροφή, έπρεπε να δικασθούν και να τιμωρηθούν. Το μανιφέστο του PPF δεν ήταν αντίθετο με την πολιτική της κυβέρνησης του Βισύ, και το κόμμα συμφωνούσε με τις περισσότερες αξίες και μεταρρυθμίσεις που προωθούσε ο Πεταίν. Παρά τη συναίνεση, όμως, ο Ντοριό δεν ανέλαβε κανένα υπουργείο. Μόνο ύστερα από την παρέμβαση του Πεταίν τον Ιανουάριο του 1941, ο αρχηγός του PPF κατέλαβε μια θέση στο Εθνικό Συμβούλιο, τη Συμβουλευτική Συνέλευση του Βισύ που αντικατέστησε το διαλυθέν κοινοβούλιο. Ο Ντοριό διακήρυξε την πίστη του στον γηραιό Στρατάρχη και προσπάθησε να αναδιοργανώσει το κόμμα του και να το μετασχηματίσει σε ένα μεγάλο «επαναστατικό και ολοκληρωτικό φασιστικό κόμμα». Οι αρχικές δυσκολίες, καθώς ο Γερμανός πρεσβευτής Οττο Αμπετζ εκφρά- σθηκε υπέρ του Λαβάλ, ξεπεράσθηκαν, και στα τέλη του 1941 το κόμμα αριθμούσε περίπου30.000 μέλη. Οταν, στις 22 Ιουνίου 1941, ο Γερμανικός Στρατός εισέβαλε στη Σοβιετική Ενωση, ο Ντοριό πρότεινε στον Πεταίν να διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις της Γαλλίας με τον Στάλιν. Οκτώ ημέρες αργότερα (30 Ιουνίου1941), το Βισύ διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με τη Σοβιετική Ενωση.
Το επόμενο βήμα του Ντοριό ήταν η συμμετοχή του στη «Γαλλική λεγεώνα εθελοντών κατά του κομμουνισμού» (LVF). Στις 4 Σεπτεμβρίου1941 ο Ντοριό βρέθηκε μαζί με τους πρώτους Γάλλους εθελοντές στο Ανατολικό μέτωπο. Πο
30
λύ σύντομα κέρδισε τον σεβασμό των Γερμανών και τιμήθηκε με τον Σιδηρού Σταυρό Α' Τάξης. Μετά το Στάλινγκραντ, ένας μεγάλος αριθμός οπαδών του PPF εγκατέλειψε το κόμμα και ο αριθμός των μελών του έπεσε λίγο κάτω από 25.000. Τον Αύγουστο του 1944 οι περισσότεροι Γάλλοι φασίστες εγκατέλειψαν το Παρίσι και κατέφυγαν στη Γερμανία. Ο Ντοριό ήταν απασχολημένος με τη συγκρότηση μιας νέας γαλλικής «επαναστατικής» κυβέρνησης σε γερμανικό έδαφος. Το στρατηγείο του βρισκόταν στη λουτρόπολη Bad Mergentheim και, μετά τις 6 Ιανουα- ρίου 1945, σ’ ένα νησί (Mainau) στο Bodensee. Στις 22 Φεβρουάριου 1945 ο Ντοριό ήταν καθ' οδόν προς μια συνάντηση με τους Μαρσέλ Ντεά και Ζοζέφ Νταρνάντ. Λίγο έξω από την πόλη Μένγκεντο αυτοκίνητό του δέχθηκε επίθεση αμερικανικών μαχητικών και ο Ντοριό υπέκυψε στα τραύματά του. Τέσσερις ημέρες αργότερα, θάφτηκε στο νεκροταφείο του Μένγκεν παρουσία μερικών δεκάδων οπαδών του και μερικών Γερμανών αξιωματούχων.
Η ΓΑΛΛΙΑ ΤΟΥ ΒΙΣΥΜέσα από τις στάκτες της γαλλικής κατάρ
ρευσης τον Ιούνιο του 1940, αναδύθηκε μια νέα ηγετική μορφή που πολύ σύντομα θα συσπείρωνε γύρω της όλους τους υπέρμαχους της συνεργασίας με το Γ’ Ράιχ. Γεννημένος το 1856, ο Φιλίπ Πεταίν ήταν ήρωας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και εξαιρετικά δημοφιλής στον γαλλικό λαό για την ηρωική του άμυνα στο Βερντέν το 1916. Αναγνωρίζοντας την αξία του και τιμώντας τον, η Γ’ Γαλλική Δημοκρατία τον ονόμασε στρατάρχη και του απέδωσε μια σειρά από τίτλους και αξιώματα, όπως για παράδειγμα το αξίωμα του υπουργού Πολέμου (1934) και τη θέση του Γάλλου πρεσβευτή στην Ισπανία του Φράνκο (1939- 1940). Αντίπαλος της Αριστερός και βαθειά συντηρητικός, ο Πεταίν δεν δίστασε να ταχθεί εναντίον του πολέμου την εποχή της συμφωνίας του Μονάχου. Οταν η γερμανική επίθεση στη Γαλλία, τον Μάιο του 1940, προκάλεσε την καταστροφή του Γαλλικού Στρατού, σήμανε η ώρα του παλαιού ήρωα. Στις 10 Ιουλίου συγκεντρώθηκαν στη μικρή λουτρόπολη Βισύ τα μέλη του κοινοβουλίου για να αποφασίσουν για το πολιτικό μέλλον της ηττημένης Γαλλίας. Υποκείμενα σε διάφορες πιέσεις, τα 569 από τα 672 παρόντα μέλη του κοινοβουλίου παρέδωσαν στον Πεταίν έκτακτες εξουσίες. Η νέα Γαλλία του Βισύ είχε γεννηθεί. Το νέο πολίτευμα είχε ως έμβλημα τον «Διπλού Πέλεκυ» και σύνθημα τις λέξεις: «Εργασία, Πατρίδα, Οικογένεια». Στις τρεις αυτές λέξεις ήθελε να βασίσει ο Πεταίν την «Εθνική Επανάσταση» που θα ανανέωνε τους Γάλ
λους και τη χώρα. Εμπνεόμενος από αντικοινο- βουλευτικές αρχές, απέκλεισε τους πολιτικούς από τη νέα κυβέρνηση, με μόνη εξαίρεση τον Πιέρ Λαβάλ. Μόνο οι τεχνοκράτες θα διοικούσαν τη Νέα Γαλλία, απαλλαγμένοι από τα συμφέροντα των κομμάτων. Τα εργατικά συνδικάτα διαλύθηκαν και ένας νέος «Χάρτης Εργασίας» δημοσιεύθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1941, που καθιστούσε υποχρεωτική τη συνεργασία εργοδοτών και εργατών. Ο πολιτικός λόγος του Πεταίν αναπολούσε την παλαιά παραδοσιακή Γαλλία, μια Γαλλία συντεχνιακή, αποκεντρωμένη, βασισμένη στις περιφέρειές της και στους γεωργούς της. Οι απεργίες απαγορεύθηκαν και τα ειδικά δικαστήρια του νέου κράτους θα έκριναν τις εργατικές διαφορές. Για πρώτη φορά καθιερώθηκε «κατώτερο όριο αμοιβής». Οπως γράφει ο ιστορικός Αντόνιο Πίταμιτζ, «όλοι οι πολίτες έπρεπε να κινούνται σε ένα κλίμα αλληλεγγύης, που θυσίαζε το προσωπικό συμφέρον προς χάριν του κοινού, στο ίδιο κλίμα που κυριαρχούσε στην οικογενειακή εστία». Καθιερώθηκαν προνόμια και επιδόματα για τις πολύτεκνες οικογένειες που αποτε- λούσαν το κύτταρο της γαλλικής κοινωνίας. Στους ηλικιωμένους πολίτες χορηγήθηκε η σύνταξη που ποτέ δεν κατάφερε να κάνει πράξη η Γ’ Γαλλική Δημοκρατία. Οι γυναίκες για το καθεστώς του Βισύ ήταν οι «εμπνεύστριες του χριστιανικού πολιτισμού» και οι στυλοβάτες της οικογένειας. Είχαν ειδική μεταχείριση και όσες δεν εργάζονταν και είχαν παιδιά, απολάμβαναν ειδικά προνόμια. Δόθηκαν επιχορηγήσεις σε ιδιωτι-
Σκηνή καθημερινής ζωής στο κατεχόμενο Παρίσι. Ενας πολίτης διαπληκτίζεται με έναν Γάλλο φασίστα στα Ηλύσια Πεδία.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945! 31
Ο ακαδημαϊκός Αμπέλ Μπονάρντ,
υπουργός της κυβέρνησης
του Βισύ.
κές ιερατικές σχολές και (γεγονός ακόμη πιο επαναστατικό) επαναλήφθηκε στα σχολεία η διδασκαλία των θρησκευτικών, για την κατάργηση των οποίων είχε δοθεί μια από τις πιο σκληρές κοινωνικές μάχες. Κατασκευάσθηκαν νέες εργατικές κατοικίες και καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες για να κατευθυνθούν οι νέοι στις οργανώσεις νεολαίας του καθεστώτος. Από το 1941 οι οργανώσεις αυτές αντικατέστησαν τη στρατιωτική θητεία. Επί εννέα μήνες οι νέοι κατασκήνωναν στο ύπαιθρο, συγκεντρώνονταν σε ομάδες 2.000 ατόμων, περνούσαν την ημέρα τους σε διάφορα δημόσια έργα, χωράφια, δάση ή έλη και μάθαιναν για την ιστορία και την κοινωνική οργάνωση της χώρας τους. Λήφθηκαν μέτρα για την καταπολέμηση του αλκοολισμού και η κυβέρνηση απαγόρευσε την πώληση ποτών με περιεκτικότητα σε οινόπνευμα μεγαλύτερη από 16% στους νέους κάτω των 20 ετών. Επίσης τους απαγόρευσε την είσοδο στα καφενεία. Παράλληλα, στόχος του Βισύ έγιναν οι Εβραίοι, σι μασόνοι και οι κομμουνιστές. Τον Αύγουστο του 1940 απαγορεύθηκε στους δημοσίους υπαλλήλους η εγγραφή στις τεκτονικές στοές. Μερικούς μήνες αργότερα (Μάρτιος 1941), ιδρύθηκε το «Γενικό Γραφείο για το Εβραϊκό Πρόβλημα», του οποίου ο ρόλος ήταν να επιβλέπει την εφαρμογή της νέας αντισημιτικής νομοθεσίας. Το παράδοξο ήταν ότι οι Γερμανοί δεν απαίτησαν τη λήψη τέτοιου είδους μέτρων, ενώ η πολιτική του Πεταίν, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 1943, υπήρξε δημοφιλής. Τα ταξίδια του στην επαρχία προξενούσαν ενθουσιασμό και προκαλούσαν πραγματική «κοσμοσυρροή». Χιλιάδες χέρια άπλωναν λουλούδια και ζητωκραύγαζαν τον «σεβάσμιο», «μεγάλο γέροντα». Υπάρχουν αναρίθμητα κινη
ματογραφικά επίκαιρα και φωτογραφικά ντοκουμέντα που θυμίζουν σήμερα στον γαλλικό λαό την «ειδική» σχέση που είχε τότε ο Στρατάρχης με τους πολίτες της Γαλλίας. Μερικές εβδομάδες πριν από τη συμμαχική απόβαση στη Νορ- μανδία, ο Πεταίν επισκέφθηκε το Παρίσι και μίλησε στην Παναγία των Παρισίων δικαιολογώντας τις πολιτικές του αποφάσεις. Ενα τεράστιο πλήθος χιλιάδων Γάλλων πολιτών τον αποθέωσε επιδοκιμάζοντας την πολιτική του. Λίγο αργότερα, τον Αύγουστο του 1944, το ίδιο πλήθος θα αποθέωνε τον «απελευθερωτή» Ντε Γκωλ. Στο μεταξύ ο Πεταίν μεταφέρθηκε βίαια από τους Γερμανούς στη νότια Γερμανία. Από τον Σεπτέμβριο του 1944 μέχρι τον Απρίλιο του 1945 θα παρέμενε έγκλειστος σ' έναν πύργο των Χοεντσόλ- λερν, στο Ζιγκμαρίνγκεν, μαζί με τη σύζυγό του και τα δέκα άτομα της ακολουθίας του. Τον Απρίλιο του 1945 πήγε στην Ελβετία και παραδόθηκε στις γαλλικές Αρχές. Παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο στο Παρίσι (23 Ιουλίου -1 5 Αυγού- στου 1945) και καταδικάσθηκε σε θάνατο. Κατόπιν η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη και μεταφέρθηκε σ’ ένα μικρό νησί στο φρούριο του Πιέρ Λεβέ. Πέθανε στις 23 Ιουλίου 1951 σε ηλικία 96 ετών. Υπήρξε ο γηραιότερος κρατούμενος της Γαλλίας.
Ο ΠΙΕΡ ΛΑΒΑΛ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ακόμη και σήμερα, η μορφή του Πιέρ Λαβάλ, του χαρακτηριστικότερου ίσως εκπροσώπου της «δωσιλογικής» Γαλλίας, διχάζει τους ιστορικούς. Ο Λαβάλ γεννήθηκε στις 18 Ιουνίου 1883 στο Σατελντόν της Ωβέρνης. Ηταν γόνος μιας φτωχής οικογένειας και ο πατέρας του διατηρούσε μια ταβέρνα κάνοντας παράλληλα και τον ταχυδρόμο του χωριού. Οπως ο Μουσολίνι, ο Λαβάλ υποστήριξε πολύ νωρίς την ιδέα ενός αναρχικού σοσιαλισμού, στον οποίο ο μαρξισμός εμφανιζόταν αναμεμιγμένος με μια γενικότερη κοινωνική διαμαρτυρία. Αφού τελείωσε τη Νομική Σχολή στο Παρίσι, άσκησε τη δικηγορία, δίχως όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Το 1914 εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής με το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τάχθηκε ανοικτά εναντίον του πολέμου. Η στάση του χαρακτηρίσθηκε ύποπτη και το 1918 ο Λαβάλ αναγκάσθηκε να υποστηρίξει την κυβέρνηση Κλεμανσώ και τη νίκη κατά της Γερμανίας. Επωφελούμενος από τη διάσπαση του Σοσιαλιστικού Κόμματος κατά το συνέδριο της Τουρ το 1920, ο Λαβάλ καλλιέργησε φιλικές σχέσεις με όλες τις παρατάξεις. Στους συντηρητικούς εμφανιζόταν ως μετριοπαθής σοσιαλιστής, και στους κομμουνιστές ως ριζοσπάστης οπαδός των μεταρρυθμίσεων.
To 1926 έγινε υπουργός Δικαιοσύνης και πάντρεψε την κόρη του Ζοζέ με έναν αριστοκράτη της οικογένειας Σαμπρέν, δημιουργώντας δεσμούς με τις «διακόσιες οικογένειες» των μεγαλοαστών που έλεγχαν την πολιτική ζωή της Γαλλίας. Ωστόσο, ποτέ δεν έκρυψε την ταπεινή του καταγωγή και έμεινε γνωστός για την αθυρο- στομία και το «λαϊκό» του ύφος. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1930 είχε αναλάβει όλα τα πολιτικά αξιώματα, από τη διεύθυνση της εξωτερικής πολιτικής μέχρι την πρωθυπουργία.
Τον Ιανουάριο του 1935 επισκέφθηκε τη Ρώμη για να βεβαιώσει τον Μουσολίνι ότι η Γαλλία δεν θα είχε αντίρρηση για μια ενδεχόμενη εξά- πλωση της Ιταλίας στην Αιθιοπία. Μετά το τέλος των συνομιλιών, ο Μουσολίνι έπλεξε το προσωπικό εγκώμιο του Λαβάλ: «Επιθυμώ να εκφράσω την εκτίμησή μου για τη λαμπρή ευφυΐα, την ευ- ρεία αντίληψη, την πρακτικότητα και την έξοχη διαπραγματευτική μέθοδο του κυρίου Λαβάλ. Είναι ευχαρίστηση να συζητά κανείς μαζί του. Τολμώ να πιστεύω ότι μεταξύ μας έχει αναπτυχθεί προσωπική συμπάθεια, γιατί υπάρχει κάτι κοινό στη βασανισμένη νεότητα και των δυο μας και γιατί έχουμε παρόμοιες εμπειρίες στο ενεργητικό μας».
Πέντε χρόνια αργότερα, τον Ιούνιο του 1940, η κατάρρευση της Γαλλίας άνοιξε καινούργιους ορίζοντες δράσης για τον Λαβάλ. Ως αντιπρόεδρος του νέου υπουργικού συμβουλίου του Φι- λίπ Πεταίν, έγινε ο πιο θερμός υποστηρικτής της συνεργασίας με τους Γερμανούς. Θεωρώντας τον πολύ ριζοσπαστικό ως συνεργάτη, ο Πεταίν τον απέπεμψε στις 13 Δεκεμβρίου του 1940 και στη θέση του τοποθέτησε τον ναύαρχο Νταρλάν.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το Παρίσι είχε γίνει κέντρο όλων των Γάλλων «συνεργατών» των Γερμανών που περιφρονούσαν την κάπως συγκροτημένη κυβέρνηση του Βισύ και επιζητούσαν την ολοκληρωτική προσέγγιση με το Γ’ Ράιχ, δικαιολογώντας τη στάση τους ως τη «μόνη πατριωτική λύση». Στις πολιτικές δραστηριότητες αυτού του είδους πρωταγωνιστούσαν ο τέως σοσιαλιστής Ντεά, ο πρώην κομμουνιστής Ντοριό και ο ήρωας του πολέμου Νταρνάν. Στις 27 Αυγούστου 1941 ο Πιέρ Λαβάλ βρισκόταν μαζί με τον Ντεά και άλλους γερμανόφιλους στις Βερσαλλίες, για να παρακολουθήσει μια παρέλαση της «Γαλλικής Λεγεώνας» των Waffen SS που ετοιμαζόταν να αναχωρήσει για το Ανατολικό μέτωπο. Ξαφνικά ένας πολίτης μέσα από το πλήθος, ονόματι Κολέτ, πυροβόλησε εναντίον των επισήμων. Ο Λαβάλ, τραυματισμένος στον βραχίονα και στον θώρακα, θα έπεφτε στο έδαφος, εάν δεν τον κρατούσαν την τελευταία στιγμή. Διαπιστώνοντας όμως ότι το πλήθος απειλούσε να λυντσάρει τον παρολίγο δολοφόνο, φώναξε:
«Μην του κάνετε κακό!». Το επεισόδιο αυτό απο- δεικνύει ότι ο Λαβάλ δεν υπήρξε ποτέ εκδικητικός και δεν υστερούσε σε φυσική γενναιότητα. Αυτός και ο Ντεά, που επίσης τραυματίσθηκε, α- νέρρωσαν γρήγορα από τα τραύματά τους.
Τον Απρίλιο του 1942 ο Λαβάλ επέστρεψε στην κυβέρνηση και ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο της πολιτικής του Βισύ. Εκείνος που τον προώθησε ήταν ο Γκαίρινγκ, και αυτή τη φορά ο Πεταίν αναγκάσθηκε να υποχωρήσει. Οι Γερμανοί είχαν τώρα έναν δικό τους άνθρωπο στο Βισύ, καθώς είχαν κουραστεί από το διπλό παιχνίδι του Πεταίν, του ναυάρχου Νταρλάν, του στρατηγού Βεϋγκάν και όλων των υπουργών του Βισύ, που ταλαντεύονταν, περιμένοντας να δουν αν τελικά τον πόλεμο θα τον κέρδιζε ο Χίτλερ ή οι Σύμμαχοι.
Μέλη της Μιλίς φρουρούν την είσοδο της σχολής εκπαίδευσής τους.
Ο 1. Νταρνάν ήταν ο αρχηγός της παραστρατιωτικής Μιλίς. Στη φωτογραφία διακρίνεται μαζί με συνεργάτες του στο Τροκαντερό (Ιούλιος 1944).
Ο M I L I C E F R A N C A I S E ECO Ι Ε N A T I O N A L E ms C A D R E S
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945)
«Δίνουν το αίμα τους - δώστε την εργασία σας
για να σώσετε την Ευρώπη από
τον μπολσεβικισμό». Γερμανική αψίσα για τους Γάλλους
εργάτες στην κατεχόμενη Γαλλία.
Ο Μαρσέλ Ντεά, αρχηγός του φασιστικού κόμματος RNP.
Στις 22 Ιουνίου 1942 ο Λαβάλ εκφώνησε έναν από τους πιο δυναμικούς του λόγους: «Εύχομαι να νικήσει η Γερμανία, γιατί αλλιώς ο μπολσεβικισμός θα κυριαρχήσει στην Ευρώπη. Η Γαλλία δεν μπορεί να μείνει απαθής και αδιάφορη απέναντι στις θυσίες στις οποίες υποβάλλεται η Γερμανία για να οικοδομήσει την Ευρώπη μέσα στην οποία θα έχουμε τη θέση μας και εμείς οι Γάλλοι». Στο εξωτερικό οι «Ελεύθεροι Γάλλοι» του Ντε Γκωλ τον κατηγόρησαν αμέσως για προδοσία. Ωστόσο, ο Λαβάλ δεν ασπάσθηκε ποτέ απόλυτα τη γερμανική υπόθεση. Γι’ αυτόν προείχαν τα «γαλλικά συμφέροντα» και προσπαθούσε πάντοτε να προσφέρει τα λιγότερα στους Γερμανούς, δημιουργώντας την εντύπωση ότι τους εξυπηρετούσε πιστά. Ετσι κατόρθωσε και έπεισε τον Φριτς Ζάουκελ, υπεύθυνο του
Ράιχ για τη στρατολόγηση Ευρωπαίων εργατών, να σταλούν όσο γινόταν λιγότεροι Γάλλοι για να εργασθούν στη Γερμανία. Μέχρι το 1944, μόνο 18% των εργατικών χει- ρών της Γαλλίας πήγαν στη Γερμανία, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ολλανδία και το Βέλγιο ήταν 80%. Ηταν τόσο συχνές οι συγκρούσεις του Λαβάλ με τον Ζάουκελ, ώστε ο ιστορικός του Βισύ Μαρτέν ντυ Γκαρ έγραψε ότι ένα πρωί ο Λαβάλ και ο Ζάουκελ λίγο έλειψε να ξυλο-
κοπήσουν ο ένας τον άλλο. Στο τέλος της «συζήτησής» τους, ο Λαβάλ διόρθωνε το πουκάμισό του, τη γραβάτα του και τις γκέτες του. Αντίθετα από τον στρατάρχη Πεταίν, ο Λαβάλ αντιμετώπιζε τις απαιτήσεις των Γερμανών με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα. Πίστευε ότι το να διαπραγματεύεσαι και το να ριψοκινδυνεύεις ήταν τελείως διαφορετικά πράγματα. Κινήθηκε επιδέξια προσποιούμενος ενίοτε προθυμία και α- ποφεύγοντας, π.χ., να αναλάβει την υποχρέωση ένοπλης επίθεσης εναντίον των γαλλικών αποικιών της Ισημερινής Αφρικής που είχαν τεχθεί με τον Ντε Γκωλ. Σε θέματα όμως που θεωρούσε «δευτερεύοντα», υποχωρούσε κάνοντας «δώρα» στους Γερμανούς. Υποχρέωσε π.χ. κά- ποια γαλλική εταιρία να πουλήσει στους Γερμανούς μεταλλεία χαλκού στη Γιουγκοσλαβία. Αργότερα παραχώρησε στους κατακτητές 200 τόννους χρυσού τους οποίους η βελγική κυβέρνηση είχε εμπιστευθεί στην κυβέρνηση της Γαλλίας. Για τον Λαβάλ, «η συνεργασία είναι η φυσική τάξη των πραγμάτων». Οι ημέρες του όμως ήταν μετρημένες. Καθώς στο Στάλινγκραντ άρχισε να χάνεται η βεβαιότητα της γερμανικής νίκης, στη Γαλλία άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος. Η Πολιτοφυλακή (Milice) και τα SS κυνηγούσαν Εβραίους και αντιστασιακούς. Ο Λαβάλ συνέχιζε να πιστεύει ότι ο πόλεμος θα τελείωνε με συμβιβασμό και όχι με οριστική ήττα του Γ’ Ράιχ. Τότε η Γαλλία θα μπορούσε να καθορίσει το μεταπολεμικό της μέλλον με τις τρεις εξαντλημένες δυνάμεις, τη Γερμανία, τη Ρωσία και την Αγγλία.
Ο ιστορικός Ρόμπερτ Πάξτον έγραψε για τον Λαβάλ στο έργο του «Vichy France»: «Ο Λαβάλ ήταν το ιδεώδες εξιλαστήριο θύμα, με εκείνη την ασυγκράτητη τάση για ραδιουργίες που του απέδιδαν, η προσωποποίηση του κακού το 1944, ένας νεκρός που δεν μπορούσε πια να αναφωνήσει «Κι εσύ!», σαν τον Καίσαρα. Ο «Πιερ ο Μαύρος», ο μοναδικός πολιτικός που το επώνυμό του μπορούσε να διαβαστεί και από τα δεξιά, ένα δώρο των θεών για τους σκιτσογράφους με το στρογγυλό του πρόσωπο, το ηλιοκαμένο δέρμα του, το αιώνιο τσιγάρο του, την άσπρη γραβάτα του [...]. Ωστόσο, δεν μπορούμε να καταλάβουμε την πορεία του Λαβάλ αν δεν θυμηθούμε ότι διατήρησε ανέπαφη την πολιτική βάση του στην εργατική τάξη του Ομπερβιλιέ. Τη διατήρησε με τους λαϊκούς τρόπους του και την αποτελεσματική βοήθεια που παρείχε στους εκλογείς του. Ενας άνθρωπος δίχως κόμμα, πραγματιστής, που φλέρταρε και με την Αριστερά και με τη Δεξιά, που στηριζόταν αποκλειστικά στις προσωπικές επαφές του, αυτός ήταν ο Λαβάλ».
Οταν οι Γερμανοί αποσύρθηκαν από τη Γαλλία, ο Λαβάλ κατέφυγε στο Ζιγκμαρίνγκεν μαζί με τον μικρόκοσμο των Γάλλων δωσίλογων. Λίγο
34
πριν το τέλος του πολέμου, τον Απρίλιο του 1945, δραπέτευσε στην Ισπανία με ένα γερμανικό αεροπλάνο. Υστερα από μερικές εβδομάδες αποφάσισε να επιστρέφει στη Γαλλία για να δι- κασθεί. Στην απολογία του στο Ανώτατο Δικαστήριο είπε πως τον Ιούλιο του 1940, «οποιοσδήποτε άνθρωπος με κοινή λογική δεν μπορούσε παρά να προβλέπει τη νίκη της Γερμανίας». Ανέπτυξε τη θέση του για τη χρησιμότητα της «συνεργασίας» και αρνήθηκε ότι επιδίωξε τη στρατιωτική συμμαχία με τη Γερμανία. Αλλά την εποχή εκείνη τα πάθη ήταν πολύ μεγάλα στη Γαλλία και η χώρα έπρεπε να εξιλεωθεί για τη «συνεργασία» της με τον κατακτητή. Η καταδίκη του ήταν αναμενόμενη και δύο πολιτικοί του αντίπαλοι, ο Λεόν Μπλούμ και ο Πώλ Ρενώ, διακήρυξαν πως η δίκη του δεν έγινε κανονικά. Ο συγγραφέας Φρανσουά Μωριάκ ζήτησε από τον Ντε Γκώλ να επέμβει. Η κυβέρνηση όμως επικύρωσε την ποινή. Ο Ντε Γκωλ έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι ο Λαβάλ «βρήκε το θάρρος, βάδισε με σταθερό βήμα προς το απόσπα- σμα και πέθανε θαρραλέα». Στους στρατιώτες του αποσπάσματος που παρατάχθηκαν μπροστά του είπε: «Είσθε ο αθώοι συνεργοί ενός πολιτικού εγκλήματος. Πεθαίνω επειδή αγάπησα πολύ την πατρίδα μου. Σας παρακαλώ να με κτυ- πήσετε στην καρδιά». Ο επικεφαλής αξιωματικός του προσέφερε μια καρέκλα. Αρνήθηκε. «Ενας πρόεδρος της Γαλλίας πεθαίνει πάντα όρθιος!», φώναξε. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Ζήτω η Γαλλία!». Ηταν 12.15 της 15ης Οκτωβρίου 1945. Η λευκή γραβάτα που φορούσε στον λαιμό, μαζί με ένα μαντήλι με τα τρία χρώματα της γαλλικής σημαίας, γέμισαν από το αίμα του.
Γάλλοι αντιστασιακοί ανακρίνουν γυναίκες που συνήψαν σχέσεις με στρατιώτες της Βέρμαχτ.
Ο ΜΑΡΣΕΛ ΝΤΕΑ ΚΑΙ TO RNP
Ο Μαρσέλ Ντεά εγκαινίασε το δεύτερο μεγαλύτερο από τα γαλλικά φασιστικά κινήματα τον Ιανουάριο του 1941. Αυτό ήταν το «Επανα- συστημένο Εθνικό Μέτωπο» (RNP), και το γεγονός ότι ένας πρώην σοσιαλιστής, όπως ο Ντεά, ήταν επικεφαλής του, καθιστούσε το νεοσύστατο κόμμα ελκυστικό στους αριστερούς ψηφοφόρους. Σύντομα αριθμούσε 20.000 μέλη και υποστήριξε την πολιτική της συνεργασίας με το Γ’Ράιχ. Ο Ντεά επικαλείτο ανοικτά την κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης και έδινε έμφαση στην κορπορατιστική οικονομία, τη συνδικαλιστική οργάνωση και τη διοικητική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Εκανε λόγο πάντα για έναν «ειρηνικό φασισμό» και μια «διεθνή» του φασισμού. Παρότι ο Ντεά τήρησε τη πιο μετριοπαθή αντισημιτική στάση από τους φασίστες Γάλλους συναγωνιστές του, οι γερμανικές Αρχές υποστήριξαν τον «αριστερό φασισμό» του κρίνοντάς τον χρήσιμο για τον προσηλυτισμό ενός τμήματος της γαλλικής Αριστεράς. θερμή υποστήριξη το νεοσύστατο κόμμα βρήκε επίσης από Γάλλους επιχειρηματίες που εργάζονταν για τη γερμανική πολεμική μηχανή. Ανάμεσά τους ήταν οι οικογένειες Λορεάλ, Σόιλερ κ.ά. Αν και δημιούργησε τη δική του πολιτοφυλακή, όπως και τα άλλα φασιστικά κόμματα, το RNP δεν υποστήριζε ένθερμα τη βία. Μετά την κατάληψη της υπόλοιπης Γαλλίας από τους Γερμανούς (Νοέμβριος1942), η Αντίσταση πολλαπλασίασε τις επιθέσεις της κατά των Γάλλων φασιστών. Ο Ντεά γλύτωσε στις 9 Μαρτίου 1943 από μια απόπειρα εναντίον του μόλις την τελευταία στιγμή. Απτόητος, συνέχισε την πολιτική της στενής συνεργασίας με
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 35
Τιμωρία ενός Γάλλου συνεργάτη των Γερμανών λίγο μετά την έλευση των Συμμάχων.
το Γ' Ράιχ και τον Μάρτιο του 1944 ανέλαβε το Υπουργείο Εργασίας. Στις 28 Μαϊου 1944 επισκέ- φθηκε τον Χίτλερ στο Ομπερσάλτσμπεργκ και συνομίλησε μαζί του για την αποστολή Γάλλων εργατών για τις ανάγκες της γερμανικής πολεμικής Βιομηχανίας. Η συμμαχική όμως απόβαση στη Νορμανδία ανέστειλε τα γερμανικά σχέδια. Λίγο αργότερα, καθώς η συμμαχική προέλαση συνεχιζόταν, εκατοντάδες οπαδοί του RNP συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι. Στις 17 Αυγούστου 1944, το πρώτο τραίνο με Γάλλους δωσίλογους ε- γκατέλειψε τη γαλλική πρωτεύουσα με προορισμό το Νανσύ. Στις 31 Αυγούστου η ελίτ του γαλλικού φασισμού (Ζάκ Ντοριό, Φερνάντ ντε Μπρι- νόν και Πωλ Μαριόν) ταξίδεψε στο Ράστεν- μπουργκ της Ανατολικής Πρωσσίας για να συναντήσει τον Χίτλερ. Εκεί αποφασίσθηκε να μετακινηθούν όλοι οι Γάλλοι συνεργάτες στο Ζιγκμαρίνγκεν, στη νοτιοδυτική Γερμανία. Στη γερμανική πόλη δημιουργήθηκαν δύο διαφορετικά κέντρα εξουσίας: Η «Κυβερνητική Επιτροπή», με ηγέτη τον Ντεά, στην οποία συμμετείχαν
μερικές ακόμη προσωπικότητες, και η «Επιτροπή της Γαλλικής Απελευθέρωσης», με αρχηγό τον Ζακ Ντοριό. Ο τελευταίος είχε την πλήρη υποστήριξη του Χίτλερ. Στο Ζιγκμαρίνγκεν ο Ντεά ίδρυσε ένα γαλλικό σχολείο για τις ανάγκες των παιδιών των Γάλλων προσφύγων και ασχολήθηκε με τις δραστηριότητες της Κυβερνητικής Επιτροπής, εκφωνώντας λόγους σε Γάλλους εργάτες για την ανάγκη δημιουργίας μιας «Ενωμένης Ευρώπης» και την αντίσταση στον κομμουνισμό. Οταν τον Απρίλιο του 1945 οι Σύμμαχοι έφθασαν στο Bodensee, ο Ντεά με μια αυτοκινητοπομπή οπαδών του διέφυγε στο Φέλντκιρχ. Από εκεί, με μια ομάδα συνεργατών του, προσπάθησε να πε- ράσει στην Ιταλία. Στο Νατούρν οι δρόμοι τους χώρισαν και ο Ντεά συνέχισε την πορεία του συ- νοδευόμενος από τη σύζυγό του Ελέν. Φθάνο- ντας στο Μιλάνο το φοβισμένο ζευγάρι απέκτησε ψεύτικα έγγραφα. Με νέα ονόματα, ο Ντεά και σύζυγός του παρέμειναν 22 μήνες στη Γένοβα. Στις 20 Ιουνίου 1945 ο Ντεά διάβασε σε μια εφημερίδα ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στην Γαλλία τον είχε καταδικάσει σε θάνατο για τη συνεργασία του με τον εχθρό. Στις 21 Απριλίου 1947 οι Ντεά (με το ψευδώνυμο Λερού) μετακόμισαν στο Τορίνο. Εκεί ο Ντεά παρέδιδε μαθήματα Γαλλικών και έγραψε τα απομνημονεύματά του. Πέθανε το 1945, ύστερα από βαριά και σύντομη ασθένεια.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΦΕΡΝΑΝΤ ΝΤΕ ΜΠΡΙΝΟΝ
Ενας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της κυβέρνησης του Βισύ ήταν ο συγγραφέας Φερνάντ ντε Μπρινόν. Γεννημένος το 1885 στην πόλη Λιμπούρν, σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Νομικά. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε στο γαλλικό Υπουργείο Πολέμου με αρμοδιότητα το Τμήμα Ενημέρωσης. Το 1920 ανέλαβε την αρχισυνταξία της εφημερίδας «Journal des Debats» και πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στη Γερμανία. Γνωρίζοντας από κοντά τα αποτελέσματα της Συνθήκης των Βερσαλλιών και της οικονομικής κρίσης στη Γερμανία, τάχθηκε υπέρ της επαναπροσέγγισης των δύο λαών και κατά των γερμανικών αποζημιώσεων στη Γαλλία. Η πολιτική αλλαγή και η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία δεν τον άφησαν ασυγκίνητο. Υπήρξε ο πρώτος Γάλλος δημοσιογράφος που πήρε και δημοσίευσε μια συνέντευξη του Γερμανού καγκελλαρίου στην εφημερίδα «Le Matin» (19 Νοεμβρίου 1933). Μαζί με τον εκπρόσωπο του Γερμανογαλλικού Κινήματος Νεολαίας, Οττο Αμπετζ, και Γάλλους διανοουμένους ίδρυσε το 1935 τον «Γαλλογερμανικό Σύνδεσμο» («Comite France-Allemagne») που προωθούσε τη
36
φιλία ανάμεσα στους δύο λαούς και συναντήσεις βετεράνων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1934 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο του με τίτλο «France- Allemagne, 1918-1934». Σ’ αυτό ο Ντε Μπρινόν τόνιζε τη σημασία της αποφυγής ενός νέου πολέμου με τη σύμπραξη των δύο λαών. Ο «Γαλλογερ- μανικός Σύνδεσμος» και η κοινή γνώμη πίεσαν τη γαλλική κυβέρνηση να συνυπογράψει το Σύμφωνο του Μονάχου (30 Σεπτεμβρίου 1938). Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Νταλαντιέ, αναγνωρίζοντας τις υπηρεσίες του Ντε Μπρινιόν, τον τίμησε αργότερα με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής.
Η γαλλική συνθηκολόγηση τον Ιούνιο του 1940 τον ώθησε να δραστηριοποιηθεί ακόμη περισσότερο. Με εντολή του Πιερ Λαβάλ, ήλθε σε επαφή με τον νέο Γερμανό πρεσβευτή στο Παρίσι, Οττο Αμπετζ (3 Αυγούστου 1940). Οι δύο παλαιοί φίλοι συνεργάσθηκαν εκ νέου για την κοινή υπόθεση. Μετά την πρώτη παραίτηση του Λαβάλ από την κυβέρνηση του Βισύ, ο Πεταίν διόρισε τον Ντε Μπρινόν εκπρόσωπο της κυβέρνησής του στο Παρίσι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, έπαιξε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στις γαλλογερμανικές υποθέσεις και παρενέβη υπέρ της πολιτικής του Πεταίν. Συγκέντρωσε γύρω του τούς περισσότερους γερμανόφιλους συνεργάτες και διοργάνωσε επισκέψεις στο Ράιχ και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Ενημέρωσε την κυβέρνηση του Βισύ για την ανάγκη δημιουργίας αμυντικών έργων στην περιοχή της δυτικής Γαλλίας και για τα γερμανικά αντίποινα εξαιτίας της Αντίστασης. Ο Ντε Μπρινόν χαιρέτησε τη γερμανική νίκη κατά των Συμμάχων στην Διέππη (19 Αυγούστου 1942) και πρωτοστάτησε στη δημιουργία της γαλλικής αντικομμουνιστικής Λεγεώνας «Legion des Volontaires Francais contre le bolchevisme» (LVF). Παρά την υποστήριξη του Ντε Μπρινόν προς τη «Λεγεώνα», η κυβέρνηση Πεταίν, εκτός από μερικές εξαγγελίες, αρνήθηκε την ενεργή συνδρομή της. Τον Μάιο του 1943 ο Ντε Μπρινόν έστειλε μια επιστολή στον Γκαί- μπελς εκδηλώνοντας τη δυσαρέσκειά του για την ισχνή υποστήριξη της LVF από το Βισύ. Ο Λαβάλ έγινε έξω φρενών, επειδή ο Ντε Μπρινόν ε- νήργησε αυτόβουλα. Τους επόμενους μήνες η ρήξη ανάμεσα στους δύο άνδρες θα καθίστατο οριστική. Στις 16 Αυγούστου 1944 ο Ντε Μπρινόν εγκατέλειψε με τη σύζυγό του τη Γαλλία για τη Γερμανία. Νωρίτερα παρέλαβε ένα πιστοποιητικό «Αριας καταγωγής» για την εβραϊκής καταγωγής σύντροφό του και, μαζί με τον Μαρσέλ Ντεά, τον Ζακ Ντοριό, τον Ζ. Νταρνάντ και τον Πωλ Μαριόν, έγινε δεκτός από τον Φύρερ στο αρχηγείο του (1 Σεπτεμβρίου 1944). Το φθινόπωρο του ίδιου έτους οι περισσότεροι Γάλλοι δωσίλογοι εγκαταστάθηκαν στην πόλη Ζιγκμαρίνγκεν, στη νότια Γερμανία. Ο Ντε Μπρινόν προσπάθησε να πείσει
τον Πεταίν για την ανάγκη επανίδρυσης μιας εξόριστης γαλλικής κυβέρνησης. Ο Στρατάρχης όμως παρέμεινε σταθερός στην άρνησή του να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση επί γερμανικού εδάφους. Τελικά, την 1η Οκτωβρίου 1944, ο Ντε Μπρινόν ανέλαβε την προεδρία της «Κυβερνητικής Επιτροπής» μαζί με τους Μαρσέλ Ντεά, Ζάκ Νταρνάν, Ζαν Λουσέρ και τον στρατηγό Μπριντού. Πρωταρχικό μέλημα της «Κυβερνητικής Επιτροπής» ήταν η εκπροσώπηση των γαλλικών συμφερόντων για τα 2.000.000 Γάλλων που βρίσκονταν την εποχή εκείνη στο έδαφος του Γ’ Ράιχ. Δημοσιογραφικό όργανο της εξόριστης γαλλικής κυβέρνησης ήταν η εφημερίδα «La France» και ο ραδιοσταθμός «lei la France». Οταν τον Απρίλιο του 1945 οι Σύμμαχοι κατέκλυσαν τη νοτιοδυτική Γερμανία, ο Ντε Μπρινόν διέφυγε από το Ζιγκμαρίνγκεν με κατεύθυνση την Ελβετία. Οι ελβετικές Αρχές του αρνήθηκαν την είσοδο και εκείνος κατέφυγε στο Τυρόλο με ένα αυτοκίνητο. Από εκεί, με περιπετειώδη τρόπο, βρέθηκε στη Βαυαρία και παραδόθηκε στους Αμερικανούς (8 Μαϊου 1945). Οι τελευταίοι τον παρέδωσαν με τη σειρά τους στους Γάλλους στο Λιντάου. Αν και βαριά άρρωστος (αφού είχε εγχειρισθεί πρόσφατα), ξυλοκοπήθηκε άγρια και υπέστη φρικτά βασανιστήρια. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του έγραψε τα απομνημονεύματά του. Γνωρίζοντας το τέλος που τον ανέμενε, απάλλαξε τους δικηγόρους του από την υπεράσπισή του αποφασίζοντας να σιωπήσει. Ο μοναδικός μάρτυρας υπεράσπισης που είχε ήταν ο Γερμανός πρεσβευτής Οττο Αμπετζ. Στις 6 Μαρτίου 1947 το Δικαστήριο Δωσίλογων τον καταδίκασε σε θάνατο. Ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Οριόλ αρνήθηκε να του δώσει χάρη και ο Ντε Μπρινόν οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα. Οι τελευταίες του λέξεις μπροστά στα όπλα των εκτελεστών του ήταν: «Το μέλλον θα με δικαιώσει!».
Ο Φερνάντ ντε Μπρινόν με τον Ρίμπεντροπ.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 37
Βρετανοί Ναζίστο πλευρό του Χίτλερ
Αψίσα του «Βρετανικού Ελεύθερου Σώματος».
Στη Βρετανία σημαντικότερη προσωπικότητα του βρετανικού εθνικισμού υπήρξε ο σερ Οσβαλντ Μόσλεϋ, ένας πρώην ανερχόμενος νεαρός ηγέτης του Εργα
τικού κόμματος, του οποίου η τροχιά ως «Βρετανού Μουσολίνι» ήταν παρόμοια με αυτή του Ιταλού ηγέτη, των Γάλλων Ντεά και Ντοριό, με μόνη διαφορά ότι ο Μόσλεϋ ολοκλήρωσε τη μετάβαση στον φασισμό πιο γρήγορα μέσα σε έναν περίπου χρόνο από τότε που εγκατέλειψε το Εργατικό κόμμα.
Ο Μόσλεϋ γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1896 στο Σρόπσιρ και ήταν ο μεγαλύτερος από τα τρία αδέλφια του. Μεγάλωσε στην αγροτική περιοχή του Στάφορντσιρ και από πολύ μικρός παρουσίασε μεγάλη ροπή προς τη φυσική ζωή, τον αθλητισμό και ιδιαίτερα την πυγμαχία, όπου στο παρελθόν είχαν διαπρέψει ο παππούς και ο πατέρας του. Καταγόταν από αυθεντική οικογένεια ευγενών (του 13ου αιώνα), και η σχολική του εκπαίδευση πραγματο- ποιήθηκε στο ιδιωτικό σχολείο του Γουίντσε- στερ, το οποίο ήταν γνωστό για την ώθηση που έδινε στους μαθητές του προς τον αθλητισμό.
Μετά την αποφοίτηση από το Γουίντσε- στερ παρουσιάσθηκε στο Σάντχερστ για να ακολουθήσει στρατιωτική σταδιοδρομία, ωστόσο η έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 διέκοψε πρόωρα τις εκεί σπουδές του. Ο Μόσλεϋ κατατάχθηκε στο 16ο Σύνταγμα Λογχοφόρων και παρέμεινε για μικρό διάστημα στη Βρετανία σε εφεδρεία. Η παρατε- ταμένη αδράνεια της μονάδας του τον απογοήτευσε. Σύντομα ζήτησε μετάθεση και εντάχθηκε στο νεοσχηματισθέν Βασιλικό Ιπτάμενο Σώμα. Λίγο αργότερα έλαβε μέρος στη δίνη του Α ’ Παγκοσμίου Πολέμου ως ιπτάμενος παρατηρητής/ναυτίλος στον εναέριο χώρο κοντά στα γαλλοβελγικά σύνορα.
Σε κάποια πτήση τραυματίσθηκε σοβαρά και κατά τη διάρκεια της ανάρρωσής του πλη- ροφορήθηκε πως το προηγούμενο σύνταγμά του, το οποίο στο μεταξύ είχε μεταφερθεί στη Γαλλία, είχε υποστεί βαρύτατες απώλειες σε αξιωματικούς. Εγκαταλείποντας το στρατιωτικό νοσοκομείο, βρέθηκε αμέσως δίπλα στους παλαιούς του συντρόφους του 16ου Συντάγματος Λογχοφόρων και το φθινόπωρο του 1915 στα λασπωμένα χαρακώματα της Γαλλίας. Εκείνος ο πόλεμος του άφησε ανεξίτηλα σημάδια και καθόρισε την πολιτική του συμπεριφορά τα επόμενα χρόνια. Στα τέλη του 1916 ο Μόσλεϋ τραυματίσθηκε σοβαρά στο πόδι. Χρειάσθηκαν επανειλημμένες εγχειρήσεις για να κατορθώσουν οι γιατροί να
38
το σώσουν. Εκτοτε ο αρρενωπός και υψηλό- σωμος Μόσλεϋ χώλαινε ελαφρά.
Μετά τον πόλεμο ο Μόσλεϋ ασχολήθηκε με την πολιτική, ωθούμενος από το όραμα της δικαιοσύνης απέναντι στους ανθρώπους που είχαν πολεμήσει για τη Βρετανία, επιθυμώντας την οικοδόμηση «μιας χώρας κατάλληλης για ήρωες». Σε ηλικία 22 ετών εκλέχθηκε ο νεαρότερος βουλευτής του Βρετανικού Κοινοβουλίου με την κυβέρνηση συνασπισμού του φ ιλελεύθερου Λόυντ Τζωρτζ. Σύντομα όμως ήλθε σε ρήξη με τους Συντηρητικούς που υποστήριζαν την κυβέρνηση, επειδή είχαν αποκομίσει τεράστια οικονομικά οφέλη κερδοσκοπώντας την εποχή του πολέμου. Η διαφοροποίηση του πολιτικού του μέλλοντος και η ένταξή του στην «ιδεολογία του δρόμου» ήδη διαφαινόταν στον ορίζοντα.
Η κρίση στην κυβέρνηση του Λόυντ Τζωρτζ
Σερ Νέβιλ Τσάμπερλαιν, ο διαπρεπέστερος εκπρόσωπος στη Βρετανία της «πολιτικής του κατευνασμού» προς τον Χίτλερ.Εδώ απεικονίζεται κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο Μόναχο, το 1938, η οποία κατέληξε στην υπογραφή του ομώνυμου συμφώνου.
κορυφώθηκε το 1920 με επίκεντρο το πρόβλημα της Ιρλανδίας. Ο Μόσλεϋ αντιτάχθηκε στα εξοντωτικά μέτρα της βρετανικής κυβέρνησης κατά των εξεγερμένων Ιρλανδών. Απογοητευμένος, αποστασιοποιήθηκε από την κυβερνητική συμμαχία Φιλελευθέρων - Συντηρητικών και το 1924 προσχώρησε στο Εργατικό κόμμα. Οι ριζοσπαστικές όμως αντικαπιταλι- στικές του προτάσεις, η εχθρότητά του προς το μοντέλο της ελεύθερης αγοράς και οι θ έ σεις του υπέρ του κράτους - πρόνοιας συνάντησαν την καθολική αντίδραση του «σοσιαλιστικού» Εργατικού κόμματος. Οταν το τελευταίο ανέλαβε την εξουσία, οι ιδέες του Μόσλεϋ δεν έγιναν αποδεκτές από τον πρωθυπουργό Μακντόναλντ, και ο Μόσλεϋ υπέβαλε την παραίτησή του στις 20 Μαϊου 1930. Η ευκαιρία για την ανεξάρτητη και άμεση πολιτική του δράση στη Βρετανία πλησίαζε.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 39
Ο Τζων Εϊμερυ ανάμεσα
σε Φλαμανδούς ομοϊδεάτες του
το 1944.
Μια από τις 800 στολές που είχαν ετοιμαστεί
για το «Βρετανικό Ελεύθερο Σώμα».
Η ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ TOY BUF
Την 1η Μαρτίου 1931 ο σερ Οσβαλντ Μόσλεϋ αποφάσισε να συγκρουσθεί ανοικτά με το πολιτικό κατεστημένο της εποχής του, ιδρύοντας το «Νέο κόμμα» (New Party), αποφασισμένος να δώσει Βιώσιμες λύσεις στα επιτακτικά προβλήματα που μάστιζαν τη χώρα του. Στην προσπάθεια αυτή τον ακολούθησαν τέσσερις Βουλευτές των Εργατικών, το νεοσύστατο όμως κόμμα δεν έμελλε να επιβιώσει για πολύ. Οι πιέσεις απέναντι του ήταν ασφυκτικές και με την πρώτη επιτυχία του (4.500 ψήφοι
στο Αστον-άντερ-Λάιν, οι οποίες κόστισαν ακριβά στους Εργατικούς) έγιναν ακόμα εντονότερες. Η ακροαριστερή πτέρυγα του κόμματος, σε συνεργασία με το ισχυρό Κομμουνιστικό κόμμα, δεν έπαυαν να επιτίθενται στην ηγεσία του Νέου κόμματος. Παράλληλα η υιοθέτηση θέσεων, όπως η κορπορατιστική οργάνωση της οικονομίας, η συνεργασία των «παραγωγικών τομέων», η λατρεία της στρατι- κοποίησης της πολιτικής ως πρότυπο ζωής και συλλογικής δράσης, παρέμεινε χωρίς αντίκρισμα στη σκληρή αποπνικτική και Βίαιη καθημερινότητα της δεκαετίας του ’30. Στις εκλογές του 1931 το Νέο Κόμμα δεν κατάφερε να εκλέξει ούτε έναν από τους 22 υποψηφίους του.
Απογοητευμένος ο Μόσλεϋ προέβη στη διάλυση του Νέου κόμματος και, εμπνευσμένος από το παράδειγμα του Μουσολίνι και της οδεύουσας προς τον εθνικοσοσιαλισμό Γερμανίας, προσανατολίσθηκε σε νέες, ριζοσπαστικότερες οδούς πολιτικής έκφρασης.
Την 1η Οκτωβρίου 1932, σε ένα μικρό γραφείο της οδού Μεγάλου Γεωργίου στο Λονδίνο, υψώθηκε μια νέα σημαία: εκείνη του κόμματος με την ονομασία «Βρετανική Ενωση Φασιστών και Εθνικοσοσιαλιστών» (British Union of Fascists and Nationalsocialists, γνωστότερου με τα αρχικά BUF ή απλά British Union).
Στο ξεκίνημα της Βρετανικής Ενωσης πα- ρευρέθηκαν μόλις μερικές δεκάδες άτομα (συγκεκριμένα 32 νεαροί οπαδοί). Η ραχοκοκ- καλιά του νέου κόμματος στηρίχθηκε σε πρώην μαχητές του Α ’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οποίοι έσπευσαν από την αρχή να πυκνώσουν
τις τάξεις του BUF. Το κάλεσμα του Μόσλεϋ προς τους Βρετανούς ήταν χαρακτηριστικό: «Ζητάμε από εκείνους που εντάσσονται σε μας να Βαδίσουν μαζί μας σε μια μεγάλη και ριψοκίνδυνη περιπέτεια. Τους ζητάμε να είναι προετοιμασμένοι να θυσιάσουν τα πάντα, αλλά να μη το κάνουν για κάποιους μικρούς και ανάξιους σκοπούς. Τους ζητάμε να αφιερώσουν τις ζωές τους στην οικοδόμηση σ’ αυτή τη χώρα ενός κινήματος της σύγχρονης εποχής, το οποίο, λόγω της βρετανικής του έκφρασης, θα υπερβεί, όπως συνέβη συχνά προηγουμένως στην ιστορία μας, κάθε πρόδρομο στην [ευρωπαϊκή] Ηπειρο όσον αφορά την αντίληψη και τα επιτεύγματα».
Οπως και άλλα φασιστικά κινήματα σε κορεσμένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, το BUF δεν προπαγάνδιζε υπέρ του πολέμου και της επέκτασης, αλλά υπέρ της ειρήνης και της ευημερίας. Ο Μόσλεϋ ήταν παθιασμένος με την υπέρβαση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής παρακμής, την οποία πίστευε ότι θα μπορούσε να κατοχυρώσει μόνο ο πειθαρχημένος εθνικισμός και ο νέος πολιτισμικός δυναμισμός του φασισμού στην ιταλική του εκδοχή. Το κόμμα του εξελίχθηκε σε ένα από τα φασιστικά κινήματα που διέθεταν το πιο ανεπτυγμένο πρόγραμμα και πρέσβευαν επεξεργασμένες κορπορατιστικές οικονομικές προτάσεις. Η κινητήρια δύναμη των απόψεών του ήταν, όπως έγραψε ο κορυφαίος ιστορικός Στάνλεϋ
Πέιν, «αποφασιστικά μοντέρνα, δίνοντας μεγάλη βαρύτητα στην οικονομική θεωρία και την έννοια της «επιστημονικής παραγωγής», ενώ ασπαζόταν την ίση πληρωμή για τις γυναίκες. Επίσης διακήρυσσε τον «βιταλισμό» και ένα είδος «υπερανθρώπου», ενώ τόνιζε την πολιτιστική και ιμπεριαλιστική αποστολή της Βρετανίας στον κόσμο «για να σώσει τα μεγάλα έθνη από την παρακμή και να βαδίσουν μαζί προς μία υψηλότερη και πιο ευγενή τάξη πολιτισμού»» (βλ. Στάνλεϋ Πέιν, σσ. 427-8).
Πολύ σύντομα η σημαία του BUF (με τον Κεραυνό, που συμβόλιζε τη δράση, μέσα σε έναν κύκλο, που συμβόλιζε τη βρετανική ενό-
0 Τζων Εϊμερυ (δεξιά) και η Γαλλίδα σύντροφός του Μισέλ, σε μια ε&νικοσοσιαλιστική εκδήλωση.
Το έμβλημα του BUF.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 41
τητα) κυμάτιζε σε πολλά σπίτια των εργατικών συνοικιών του Λονδίνου. Το νέο κόμμα εξελίχθηκε ταχύτατα σε ένα φαινόμενο δράσης, σε ένα κίνημα των δρόμων. Ακατάβλητος ο Μόσλεϋ με τους Μελανοχίτωνές του όργωνε ολόκληρη τη χώρα. Οι τελευταίοι, υιοθετώντας το σύνθημα «ποτέ δεν ξεκινάμε τις συμπλοκές, μόνο τις τελειώνουμε», πρωταγωνίστησαν σε δεκάδες συμπλοκές με τους κομμουνιστές και την αστυνομία στους δρόμους των βρετανικών πόλεων. Η εφημερίδα του κόμματος, «ο Μελανοχίτων», η οποία πωλείτο από στελέχη του BUF στα πεζοδρόμια, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «το νέο κίνημα επεδείκνυε την ταχύτερη πρόοδο που είχε ποτέ παρουσιάσει ένα νέο κίνημα στη βρετανική πολιτική, παρά την έλλειψη χρημάτων και κάθε υλικής πηγής». Τα ισχυρότερα οχυρά του BUF βρίσκονταν στην εργατική και αγροτική τάξη, κυρίως στη λαϊκή περιοχή του Ηστ Εντ του ανατολικού Λονδίνου. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα70.000 Βρετανοί οργανώθηκαν στο BUF, ένας αριθμός εκπληκτικός για τις τότε συνθήκες. Μεταξύ τους βρισκόταν ο Γουίλιαμ Τζόυς, με- τέπειτα εκφωνητής της γερμανικής προπαγάνδας με την προσωνυμία «Λόρδος Haw - Haw», ο διανοούμενος Τζων Μπέκετ κ.ά.
Αρχικά το κίνημα δεν είχε λάβει καθαρά α- ντιεβραϊκό χαρακτήρα. Μάλιστα, τα παρα- στρατιωτικά αποσπάσματά του τον πρώτο καιρό εκπαιδεύονταν από έναν πρώην παγκόσμιο πρωταθλητή πυγμαχίας στα ημιβαρέα βάρη, τον εβραϊκής καταγωγής πυγμάχο Τεντ «Κιντ» Λιούις, ο οποίος στις εκλογές του 1931 είχε
Τρεις από τους Βρετανούς που
στρατολογή&ηκαν για το «Βρετανικό
Ελεύθερο Σώμα».
κατέλθει ως υποψήφιος στο Γουάιτ Τσάπελ. Ωστόσο το 1936 το BUF στράφηκε προς τον αντισημιτισμό, ως αποτέλεσμα του ακραίου εθνικισμού των στελεχών του. Καθοριστικό ρόλο στην υιοθέτηση της νέας αντιεβραϊκής στάσης διαδραμάτισε η διακοπή της υποστήριξης του BUF από τη γνωστή εφημερίδα «Daily Mail» του λόρδου Ρόθμηρ.
Οπως αποκάλυψε πολύ αργότερα, το 1963, ο Ράντολφ Τσώρτσιλ: «Η Daily Mail απέσυρε την υποστήριξή της στον σερ Οσβαλντ Μόσλεϋ τη δεκαετία του ’30 υπό την πίεση των Εβραίων διαφημιστών της». Εντούτοις στην Αγγλία δεν ήταν οι Εβραίοι που προορίζονταν για τα γκέτο, αλλά οι οπαδοί του BUF. Και αυτό αποδείχθηκε κατά τα επόμενα χρόνια, ιδιαίτερα την περίοδο του πολέμου.
Ο Μόσλεϋ ήταν ένας άνθρωπος με εξαιρετική ευφυΐα και ρητορική δεινότητα. Ενδεχομένως διέθετε την καλύτερη σωματική κατατομή από κάθε Βρετανό (ή Ευρωπαίο φασίστα) πολιτικό ηγέτη, ενώ η ικανότητά του να εξουδετερώνει με τις γροθιές του τους ταρα- ξίες ήταν εντυπωσιακή, αυτά τα στοιχεία όμως δεν είχαν πρακτικό αντίκρισμα.
Ωστόσο στον τομέα των μαζικών κινητοποιήσεων το BUF είχε αποκαλύψει εξαρχής τις προθέσεις και τις ικανότητές του. Τον Μάρτιο του 1934 ο Μόσλεϋ εκφώνησε λόγο στο Albert Hall του Λονδίνου, σε μία κλειστή συγκέντρωση 8.000 ατόμων. Στις 7 Ιουνίου, σε μία επίσης κλειστή συγκέντρωση 15.000 οπαδών του BUF στο Olympia, εισχώρησαν ομάδες οπλισμένων κομμουνιστών, αποφασισμένων να διαλύσουν τη φασιστική εκδήλωση. Στη σύντομη και πολύ βίαιη συμπλοκή που ακολούθησε με τη φρουρά των Μελανοχιτώνων, οι Κόκκινοι αποχώρησαν ηττημένοι και η εκδήλωση συνεχίσθηκε απρόσκοπτα μέχρι το τέλος. Σε αυτή την εκδήλωση διακρίθηκε στο πλευρό του Μόσλεϋ ένας άλλος νέος άνδρας, προικισμένος με τα χαρίσματα του ρήτορα και φανατικός οπαδός του εθνικοσοσιαλισμού: ο Γουϊλιαμ Τζόυς. Ο τελευταίος αφιέρωσε όλες του τις προσπάθειες, προκειμένου να καταστήσει το BUF πραγματικά εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα και να προάγει τη φιλία μεταξύ των φυλετικά αδελφών λαών της Βρετανίας και της Γερμανίας.
Η ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΤΗΣ ΟΔΟΥ CABLE
Στις 4 Οκτωβρίου 1936 ο Μόσλεϋ και το επιτελείο του σχέδιασαν μια σειρά πορειών μέσα από το East End, οι οποίες θα κατέληγαν σε μία μεγάλη συγκέντρωση. Μία από τις αυτές τις πορείες θα περνούσε από την οδό Cable,
42
το προπύργιο της μαρξιστικής Αριστερός του Λονδίνου. Το εγχείρημα αυτό είχε ως σκοπό την προσέλκυση υποστήριξης προς το κόμμα για τις επερχόμενες δημοτικές εκλογές και τον εορτασμό της 4ης επετείου από την ίδρυσή του. Αντιμέτωποι με τη φασιστική «πρόκληση» οι κομμουνιστές δεν έμειναν αμέτοχοι. Χιλιάδες αριστεροί κατέφθασαν από όλες τις περιοχές της Αγγλίας και η άφιξή τους σηματοδότησε ένα ξέσπασμα 6ίας και τρομοκρατίας. Υπό την ηγεσία του ίδιου του Μόσλεϋ το κύριο σώμα των υποστηρικτών του BUF, το οποίο περιελάμβανε 7.000 στρατιωτικά οργανωμένους Μελανοχίτωνες, αφίχθη στην οδό Royal Mint, μόλις μισό μίλι από την οδό Cable. Εκεί τους ζητήθηκε από τον αστυνομικό επίτροπο, σερ Φίλιπ Γκέιμ, να μη κατευθυνθούν προς τον αντικειμενικό τους σκοπό. Η αστυνομία προσπαθούσε απεγνωσμένα να αποφύ- γει την επερχόμενη σύγκρουση μεταξύ των οπαδών του Μόσλεϋ και των κομμουνιστών που είχαν συγκεντρωθεί στην περιοχή. Ο Μόσλεϋ αποδέχθηκε το αίτημά της και κατευ- θύνθηκε προς τα κεντρικά γραφεία του κόμματος, στην οδό Μεγάλου Γεωργίου. Παρά τη νομιμόφρονα στάση του Μόσλεϋ, στον σταθμό του Stepney Green 300 Κόκκινοι συγκρού-
στηκαν με Μελανοχίτωνες, προκαλώντας την επέμβαση της αστυνομίας. Τις επόμενες ημέρες ο αριστερός τύπος έκανε λόγο για «φασιστική ήττα». Ωστόσο, λίγους μήνες αργότερα, στις εκλογές, τα ποσοστά του BUF έφθασαν το 23% στην εκλογική περιφέρεια όπου υπαγόταν η οδός Cable.
Η συνεχής άσκηση βίας, που συνόδευε τις δραστηριότητες του BUF, ακόμα και αν τις περισσότερες φορές αποτελούσε απάντηση σε προκλήσεις των αριστερών, ήταν απεχθής στους περισσότερους Βρετανούς. Την 1η Ια- νουαρίου 1937 τέθηκε σε ισχύ ένας από τους πιο «αντιφασιστικούς» νόμους της Ευρώπης. Ο νόμος αυτός παραχωρούσε στην αστυνομία αυξημένες εξουσίες, για τον περιορισμό «ταραχοποιών» πολιτικών δραστηριοτήτων, και ο Μόσλεϋ, ο οποίος βασικά ακολουθούσε νόμιμες πρακτικές - έπρεπε να συμμορφωθεί. Στο BUF απαγορεύθηκε η χρήση στολών, ο σχηματισμός ομάδων περιφρούρησης, η χρήση «υβριστικών εκφράσεων» και οι δημόσιες συγκεντρώσεις, οι οποίες θα μπορούσαν «να οδηγήσουν σε διασάλευση της τάξης».
Το τελευταίο μέτρο αποτέλεσε και το κύκνειο άσμα του βρετανικού φασισμού. Μετά από μερικά χρόνια μέτριων ρυθμών ανάπτυ
Οι συμπλοκές της οδού Cable στις 4 Οκτωβρίου 1936. Η αστυνομία μετακινεί ένα οδόφραγμα κοντά στη Mark Lane, για να ανοίξει τον δρόμο στους οπαδούς του Μόσλεϋ.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 43
Ο Τζων Εϊμερυ την ημέρα σύλληψής του στη βόρεια Ιταλία από τις βρετανικές αρχές.
ξης, άρχισε για το BUF η παρακμή. Κάποια στιγμή διέθετε περίπου 50.000 μέλη, μετά μειώθηκε απότομα σε μόλις 5.000, αλλά αργότερα, το 1939, αυξήθηκε και πάλι στα 25.000 μέλη.
Ο λόγος του Μόσλευ ήταν χαρακτηριστικός: «Βρετανοί φίλοι, απόψε ο βρετανικός λαός είναι εδώ, λέγοντας στο Κοινοβούλιο, λέγοντας στα κόμματα, λέγοντας στην κυβέρνηση κάτι το οποίο είναι καιρός να ακούσουν... Προτού σύρετε ένα εκατομμύριο Βρετανούς στον όλεθρο, εμείς του BUF, με τη διακηρυγμένη θέληση του βρετανικού λαού, θα σας σαρώσουμε από τις θέσεις ισχύος που ατιμάζετε... Θα κάνουμε ειρήνη με τη Γερμανία και με όλα τα μεγάλα έθνη». Με την εκδήλωση αυτή κορυφώθηκε η αντιπολεμική εκστρατεία του Μόσλεϋ.
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1939 η Βρετανία, ακολουθούμενη από τη Γαλλία, κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας. Ο αρχηγός των Βρετανών Μελανοχιτώνων, ως γνήσιος νομοταγής Αγγλος, απέστειλε την παρακάτω οδηγία προς όλα τα μέλη του κόμματος: «Στα μέλη μας το μήνυμά μου είναι σαφές και ξεκάθαρο. Η χώρα μας βρίσκεται σε πόλεμο. Συνεπώς σας ζητώ να μη κάνετε τίποτα που θα βλάψει τη χώρα μας ή θα βοηθήσει οποιαδήποτε άλλη δύναμη. Τα μέλη μας θα πρέπει να πράξουν αυτό που ο νόμος απαιτεί από αυτά και εάν είναι μέλη οποιοσδήποτε από τις δυνάμεις ή τις υπηρεσίες του Στέμματος, θα πρέπει να υπακούσουν στις εντολές τους, και σε κάθε περίπτωση να υπακούσουν στις αρχές των υπηρεσιών τους».
Αν και ο Μόσλεϋ διακήρυξε τον πατριωτισμό του, η βρετανική κυβέρνηση διέλυσε το κόμμα του και τον Μάιο του 1940 φυλάκισε τα περισσότερα ηγετικά στελέχη του BUF. Οι πιο δραστήριοι και φανατικοί γερμανόφιλοι ε- γκλείσθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ ελάχιστοι Μελανοχίτωνες κατόρθωσαν να διαφύγουν στην Ευρώπη. Ενας από αυτούς, ο Γουίλιαμ Τζόυς, γεννημένος από Αγγλους γονείς στη Νέα Υόρκη, έθεσε τις υπηρεσίες του στην προπαγάνδα του Γκαίμπελς. Ο πρώην σκληροπυρηνικός του BUF εξελίχθηκε στον υπ’ αριθμόν ένα εκφωνητή του αγγλόφωνου τμήματος του γερμανικού ραδιοφώνου. Οι εκπομπές του, στις οποίες απευθύνονταν συνέχεια εκκλήσεις για τη διακοπή του «αδελφο- κτόνου πολέμου», προσέλκυαν στη Βρετανία ένα μεγάλο και ενδιαφέρον ακροατήριο. Οι εφημερίδες έδωσαν στον άγνωστο παθιασμένο εκφωνητή με την τέλεια αγγλική προφορά την προσωνυμία «Λόρδος Haw - Haw», έναν τίτλο που θα τον ακολουθούσε έως το τέλος της ζωής του. Ο Τσώρτσιλ θεωρούσε τις εκπομπές του Τζόυς γελοίες, ωστόσο ο πρώην πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ δήλωσε ότι «η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει μεγάλη προσοχή στα λόγια αυτού του ανθρώπου».
Η τελευταία εκπομπή του «Λόρδου Haw -
Ο Ουίλιαμ Τζόυς, εκφωνητής των αγγλόφωνων προπαγανδιστικών εκπομπών του Γκαίμπελς.
ΠΟΛΕΜΩΝΤΑΣΓΙΑ ΤΗΝ «ΕΙΡΗΝΗ»
Λίγο πριν από την έναρξη του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι περισσότεροι Βρετανοί επιθυμούσαν η χώρα τους να μην εμπλακεί ποτέ πάλι σε κάποιον πόλεμο. Αλλά στη Βρετανία του1939 υπήρχαν ισχυρές δυνάμεις της Δεξιάς και της Αριστερός, οι οποίες ήταν αποφασισμένες για δικούς τους λόγους (φανερούς και λιγότε- ρο φανερούς) να αναμετρηθούν με τη Γερμανία του Χίτλερ. Την Κυριακή 7 Μαϊου 1939, κατά τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς, περίπου10.000 διαδηλωτές ακολούθησαν τον Μόσλεϋ
σε μια πειθαρχημένη πορεία υπό το κεντρικό σύνθημα «Βρετανία ξύπνα... Σταματήστε τον πόλεμο!».
Καθώς τα σύννεφα του πολέμου πύκνωναν επάνω από την Ευρώπη, ο Μόσλεϋ ενέτεινε την εκστρατεία του για «συμφιλίωση και ειρήνη» με την εθνικοσοσια- λιστική Γερμανία. Στις 16 Ιουλίου 1939 το κίνημα διοργάνωσε τη μεγαλύτερη ίσως συγκέντρωσή του σε κλειστό χώρο, στο Earls Court Exhibition Hall του Λονδίνου. Παρά τον αποκλεισμό και τη «συνωμοσία σιωπής» που του επέβαλαν τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, περισσότεροι από25.000 άνθρωποι πλημμύρισαν την αίθουσα.
44
Haw» από το Αμβούργο, στις 30 Απριλίου 1945, έκλεισε με τον προσωπικό του επικήδειο για τους Βρετανούς χιτλερικούς: «... Οι νίκες της Μεγάλης Βρετανίας είναι άνευ σημασίας. Η χώρα παραμένει φτωχή, οι άνθρωποι πεινούν. Οι αγορές και ο πλούτος που κατείχε η Μεγάλη Βρετανία πριν από έξι χρόνια, αποτελούν πια παρελθόν. Παραμένουν μόνο τα προβλήματα, μόνο που τώρα είναι πολύ περισσότερα. Μία φάση της ευρωπαϊκής ιστορίας τελειώνει, ωστόσο η επόμενη δεν θα είναι καλύτερη. Το ερώτημά μου είναι, θα επιζήσει η Αυτοκρατορία; Αναμφίβολα όχι χωρίς τη γερμανική βοήθεια...».
Το τέλος του πολέμου τον βρήκε κυνηγημένο από τους διώκτες του σε ένα δάσος κοντά στα σύνορα Δανίας - Γερμανίας. Εφοδιασμένος με μια πλαστή ταυτότητα στο όνομα Βίλχελμ Χάνσες, ο Τζόυς επιχείρησε να απο- φύγει τη σύλληψη. Μερικές εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα, σύννεφα σκόνης σηκώνονταν όλη την ημέρα έως αργά το βράδυ, καθώς οχήματα πάσης φύσεως όργωναν κυριολεκτικά τους δρόμους, μεταφέροντας είτε αιχμάλωτους στρατιώτες της Βέρμαχτ είτε Βρετανούς. Στις 28 Μαϊου παραδόθηκε σε δύο Αγγλους αξιωματικούς, οι οποίοι τον αναγνώρισαν. Ενας από αυτούς τον πυροβόλησε και τον τραυμάτισε στα πόδια. Στις στρατιωτικές φυλακές των Βρυξελλών, όπου μεταφέρθηκε, ανέπτυξε στον ανακριτή του την «υπεράσπισή» του: ασπάσθηκε τον εθνικοσοσιαλισμό, γιατί αυτή η ιδεολογία αποτελούσε το μέλλον
και επειδή η πολιτική της βρετανικής κυβέρνησης οδηγούσε στη διάλυση της Αυτοκρατορίας. Θεωρούσε επίσης πως το καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις των καιρών. Στις 17 Σεπτεμβρίου1945 άρχισε η δίκη του. Οπως στις περισσότερες δίκες «συνεργατών των Γερμανών», η μοίρα του κατηγορουμένου ήταν προαποφασι-
Μέλη της «British Union of Fascists» (Βρετανικής Ενωσης Φασιστών). Ανάμεσά τους διακρίνονται ο ιδρυτής της οργάνωσης, σερ Οσβαλντ Μόσλεϋ (στο κέντρο) και, αριστερά του, ο Ουίλιαμ Τζόυς, ο περίφημος «Λόρδος Haw-Haw».
Προπαγανδιστική αφίσα της Βρετανικής Λεγεώνας των Waffen SS.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 45
Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου εμφανίσθηκαν στη Βρετανία, εκτός από το BUF, και άλλες φασιστικές οργανώσεις. Μία από αυτές ήταν η British League (Βρετανική Ενωση) του Μάικλ Ράιαν. Στηφωτογραφία, ο Ράιαν σε ένα πρόχειρο βήμα στην περιοχή Brixton του Λονδίνου, ενώ απευθύνεται σε βετεράνους του Α’ ΠΠ από αυτή τη συνοικία.
σμένη. Απαγχονίσθηκε το παγωμένο χάραμα της 3ης Ιανουαρίου 1946 στο Wandsworth.
Λίγο προτού πεθάνει, έγραψε λίγες γραμμές στη σύζυγό του, οι οποίες έμελλε να απο- τελέσουν ένα είδος πολιτικής διαθήκης:
«Αγαπημένη FrejaΑυτή την τελευταία ώρα της γήινης ύπαρ
ξής μου, θυμάμαι ξανά όλους τους όρκους πίστης που σου έδωσα και υπόσχομαι να μη σε αφήσω ποτέ... Στον θάνατο, όπως και στη ζωή, περιφρονώ τους Εβραίους που προκάλεσαν τον τελευταίο πόλεμο, περιφρονώ τις δυνάμεις του Σκότους που αντιπροσωπεύουν...
Είθε η Βρετανία να γίνει κάποτε ξανά μεγάλη και τούτη την ώρα του μεγαλύτερου κιν
δύνου για την Ευρώπη, είθε το λάβαρο του αγκυλωτού σταυρού να υψωθεί ξανά... Πεθαίνω υπερήφανος και λυπάμαι για τους γιους της Βρετανίας που πέθαναν χωρίς να ξέρουν γιατί».
Ο ΤΖΩΝ ΕΪΜΕΡΥ ΚΑΙ ΤΑΒΡΕΤΑΝΙΚΑ WAFFEN SS
Μία από τις σπουδαιότερες φυσιογνωμίες του βρετανικού φασισμού ήταν ο Τζων Εϊμερυ (John Amery), γιος ενός επιφανούς Αγγλου πολιτικού (του Leopold Charles Amery), ο οποίος κατά τον Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου διετέλεσε υπουργός της κυβέρνησης Τσώρτσιλ. Ο μικρός Τζων γεννήθηκε μια βροχερή νύκτα του 1912 στην αριστοκρατική συνοικία του Λονδίνου. Ως έφηβος υπήρξε δραστήριος και ζωηρός, με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί συνολικά 24 φορές για παραβάσεις του οδικού κώδικα που διέπραξε οδηγώντας το σπορ αυτοκίνητό του. Πολύ νωρίς στράφηκε προς τις κινηματογραφικές επιχειρήσεις, ο ενθουσιασμός του όμως γρήγορα μεταβλήθηκε σε απογοήτευση, αφού σε ηλικία 24 ετών χρεωκόπησε.
Το 1936 υπήρξε η χρονιά των εθνικοσοσια- λιστικών και φασιστικών ρευμάτων στην Ευ ρώπη. Ο νεαρός Εϊμερυ, θεωρώντας ότι «ο Μπολσεβικισμός στην Ισπανία κτυπάει την πόρτα της Ευρώπης», και ότι «οι πλουτοκράτες αστοί» της πατρίδας του αδιαφορούσαν για τη μάχη «εκεί πέρα», κατατάχθηκε ως εθελοντής στην Ισπανία και έλαβε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο, στο πλευρό του Φράνκο. Υπήρξε, μάλιστα, σύνδεσμος αξιωματικός με τους Καγκουλάρ (γαλλική φασιστική οργάνωση, μικρής σημασίας). Μετά τη λήξη του ισπανικού εμφυλίου πολέμου δεν επέστρεψε στην Αγγλία, αλλά πραγματοποίησε μια σειρά ταξι- διών μεταξύ Μαδρίτης και Παρισιού, εφοδιάζοντας τους Καγκουλάρ με όπλα και χρήματα.
Κατά τη διάρκεια του γαλλογερμανικού πολέμου (1940) βρέθηκε στη νότια Γαλλία, όπου και εγκαταστάθηκε. Η κυβέρνηση του Βισύ, προσπαθώντας να ισορροπήσει μεταξύ γερμανόφιλων και οπαδών του στρατηγού Ντε Γκωλ, τον χαρακτήρισε ανεπιθύμητο και στα τέλη του 1941 τον φυλάκισε επί 18 ημέρες. Ο Εϊμερυ απελευθερώθηκε με τον όρο να εγκατασταθεί υπό περιορισμό στην ορεινή περιοχή της Γκρενόμπλ. Τότε προσφέρθηκε να συ- νεργασθεί με τους Ιταλούς και στη συνέχεια με τους Φινλανδούς (που πολεμούσαν εναντίον των Σοβιετικών), οι οποίοι όμως αρνή- θηκαν. Ο κόμης Τσέσκι (Ceschi), αρμόδιος για τα θέματα ανακωχής στην περιοχή, τον έθεσε υπό την προστασία του και το φθινόπωρο του
46
V ' j ' , · , · · » -At. .1» · . f VVji ' .. . ' . ' T
1942 τον πήρε μαζί του στο Βερολίνο. Ας σημειωθεί ότι της ίδιας προστασίας απολάμβανε και η Γαλλίδα σύζυγος του Εϊμερυ, την οποία είχε νυμφευθεί το 1934 στη βρετανική πρεσβεία της Αθήνας.
Στο Βερολίνο, ο γιος του υπουργού της κυβέρνησης Τσώρτσιλ εντάχθηκε στον μηχανισμό του γερμανικού Υπουργείου Προπαγάνδας. Κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικών ομιλιών που απηύθυνε προς τους Βρετανούς στρατιώτες, οι οποίοι πολεμούσαν σε όλα τα μέτωπα, προσπάθησε να τους πείσει ότι «το νόημα αυτού του αγώνα δεν είναι η επιβίωση των μικρόψυχων γερμανικών ή βρετανικών εθνικών συμφερόντων, αλλά η επιβίωση της Ευρώπης ως πολιτιστικής οντότητας».
Στα τέλη του 1943 ο Εϊμερυ κατέληξε στην απόφαση να δημιουργήσει με Βρετανούς εθελοντές το Βρετανικό Ελεύθερο Σώμα (British Free Corps), το οποίο αργότερα μετονομάσθηκε σε Λεγεώνα του Αγίου Γεωργίου, προκειμέ- νου να συμμετάσχει στον πανευρωπαϊκό αγώνα κατά του Μπολσεβικισμού στο Ανατολικό Μέτωπο. Περιοδεύοντας σε στρατόπεδα αιχμαλώτων, συγκέντρωσε έναν αριθμό αξιωματικών και οπλιτών (Βρετανών, Νοτιοαφρικα- νών, Νεοζηλανδών κ.ά.), οι οποίοι ασπάσθη- καν την ιδέα της συμμετοχής στον σχηματισμό του British Free Corps (ή, στα γερμανικά, Britisches Freikorps, BF).
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ «ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΒΡΕΤΑΝΩΝ» (BFC)
Η μονάδα αυτή συγκροτήθηκε από τους Γερμανούς -κυρίως για προπαγανδιστικούς λόγους· στις αρχές του 1944. Στην πραγματικότητα, όμως, ποτέ δεν κατάφερε να υπερβεί τους διακόσιους πενήντα άνδρες. Η ιδέα της δημιουργίας ενός βρετανικού σώματος εθελοντών, το οποίο θα συμμετείχε στην αντιμπολ- σεβικική εκστρατεία στο Ανατολικό Μέτωπο, εκφράσθηκε για πρώτη φορά δημόσια τον Σεπτέμβριο του 1942 από τον Τζων Εϊμερυ και τον Χίμμλερ. Στις 20 Απριλίου 1943 (επέτειος
Οπαδοί του Μόσλεϋ χαιρετούν φασιστικά στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση του κόμματος στη συνοικία Bermondsey του Λονδίνου, το 1938.
Ο Οσβαλντ Μόσλεϋ με τη σύζυγό του Νταϊάνα.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 47
Ο Οσβαλντ Μόσλεϋ με τον Μπενίτο Μουσολίνι κατά τη διάρκεια επίσημης εκδήλωσης στη Ρώμη.
Επίσκεψη Ιταλών Μελανοχιτώνων σε
Βρετανούς ομοϊδεάτες τους στο Λονδίνο.
των γενεθλίων του Χίτλερ), ο Εϊμερυ ως εκπρόσωπος της Βρετανικής Εθνικής Αντιπροσωπείας (British National Representation) κάλεσε τους Βρετανούς συμπατριώτες του «να ενταχθούν στη Βρετανική Λεγεώνα του «Αγίου Γεωργίου», για να «σώσουν» την Αυτοκρατορία από την «τυραννία των Μπολσεβίκων και του πλουτοκρατικού ιουδαϊσμού». Η μονάδα, η οποία θα δημιουργείτο, θα ενσωματωνόταν στις τάξεις των Waffen SS, υπό τις διαταγές του Ουώλτερ Πάριγκτον, του σπουδαιότερου Αγγλου αιχμαλώτου. Οι άνδρες θα διατηρούσαν τη στολή και τους Βαθμούς του Βρετανικού Στρατού με μόνη εξαίρεση τα διακριτικά.
Το σχέδιο αυτό καθ' εαυτό δεν ήταν κακό, προσέκρουσε όμως στην καθολική απροθυμία των Αγγλων να στρατολογηθούν από τους Γερμανούς. Παρά τις παραχωρήσεις και τις υποσχέσεις εξοπλισμού και όπλων αγγλοσαξονικού τύπου, πολύ λίγοι δέχθηκαν. Οι περισσότεροι Βρετανοί αιχμάλωτοι χλεύασαν τις προσπάθειες στράτευσής τους και χρησιμοποίησαν τα προπαγανδιστικά φυλλάδια «ως χαρτί τουαλέτας». Ωστόσο, η μονάδα των «Ελεύθερων Βρετανών» απέκτησε σημαντική προπαγανδιστική αξία για τους Γερμανούς, οι οποίοι από την πλευρά τους την εκμεταλλεύθηκαν και τη χρησιμοποίησαν μέχρι την τελευταία στιγμή. Ειδικά για τους Βρετανούς του BFC δημιουργήθη- καν ιδιαίτερα διακριτικά: ένας γιακάς με τρεις ξαπλωμένους λέοντες, ένα έμβλημα με τα Βρετανικά εθνικά χρώματα και, στο μανίκι, μια ταινία με την ονομασία της μονάδας.
Η επιτυχία όμως που ανέμενε ο Χίμμλερ στα σχέδια του, δεν ήλθε. Τον Σεπτέμβριο του 1943 μόλις 14 Βρετανοί αιχμάλωτοι εκδήλωσαν την επιθυμία να καταταγούν στα SS. Απογοητευμένος ο Εϊμερυ αποσύρθηκε για λίγο (τον Οκτώβριο του 1943), ενώ την ίδια περίοδο η «Βρετανική Λεγεώνα του Αγίου Γεωργίου» μετονομάσθηκε και επίσημα σε «Βρετανικό Ελεύθερο Σώμα» (British Free Corps). Πρώτος διοικητής της μονάδας αυτής υπήρξε ο λοχαγός των SS (Hauptsturmfuhrer), Χανς Βέρνερ Ρέπκε (Hans Werner Roepke) (Νοέμβριος του 1943).
Τον Ιανουάριο του 1944 η σύνθεση του BFC περιελάμβανε 30 μόνο άνδρες. Ανάμεσά τους υπήρχαν τρεις Καναδοί, τρεις Αυστρα-
48
ι_Ar. έ&αβ»__ 'k,: -jus.' tma
λοί, τρεις Νοτιοαφρικανοί και ένας μοναχικός Νεοζηλανδός. Τον Φεβρουάριο του 1944 η μονάδα μετακινήθηκε οτο Κέντρο Νεοσυλλέκτων SS, στο Χίλντεσχαϊμ (Hildesheim) της Γερμανίας, ενώ μερικές δεκάδες φιλοχιτλερικοί Βρετανοί τοποθετήθηκαν σε γαλλικό έδαφος, προκειμένου να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις των Γερμανών κατά της γαλλικής αντίστασης. Οταν, όμως, οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Γαλλία το καλοκαίρι του 1944, δεν βρήκαν στον στρατώνα που στέγαζε τους Βρετανούς ούτε ένα τόμμυγκαν. «Εξαφανίσθηκαν όλοι, όπως το χιόνι στον ήλιο», σχολίασε χαρακτηριστικά ένας Αμερικανός δημοσιογράφος. Τον Αύγουστο του 1944, καθήκοντα νέου διοικητή της μονάδας ανέλαβε ο Βρετανός υπολοχαγός Γουίλιαμ Σίρερ (William Shearer). Ο Σίρερ υπήρξε ο πρώτος και τελευταίος Βρετανός αξιωματικός, διοικητής του BFC. Για να ευχαριστήσει τους προστατευόμε- νούς του, ο Χίμμλερ επέτρεψε στους Βρετα
νούς λεγεωνάριους να φέρουν τον βρετανικό θυρεό στο δεξί τους μανίκι, στο ίδιο ύψος με τον αγκυλωτό σταυρό.
Τον Σεπτέμβριο, και ενώ οι Σύμμαχοι πλησίαζαν στα σύνορα του Ράιχ, η μονάδα μεταφέρθηκε εσπευσμένα στη Δρέσδη για να εκ- παιδευθεί στη Σχολή Μηχανικού των Waffen SS, η οποία λειτουργούσε στο στρατόπεδο Wildermann. Ως διοικητής των 13 ανδρών που είχαν απομείνει, επιλέχθηκε ο υπολοχαγός (Obersturmführer) Βάλτερ Κούλιχ (Walter Kuhlich). Η παραμονή των Βρετανών SS στη Δρέσδη διήρκεσε έως τον Φεβρουάριο του 1945. Η ολοκληρωτική καταστροφή της πόλης από τη δράση της συμμαχικής αεροπορίας και το επικείμενο τέλος του πολέμου ανάγκασαν τους τελευταίους άνδρες του BFC να λιποτα- κτήσουν. Το σχέδιο, όμως, προδόθηκε την ύστατη στιγμή από μία Νορβηγίδα νοσοκόμα, φίλη ενός Καναδού SS, και οι υποψήφιοι λιποτάκτες συνελήφθησαν από την Γκεστάπο.
Σκηνή από την επιστράτευση του Βρετανικού Στρατού. Ενθουσιώδεις στρατιώτες έχουν γεμίσει με συνθήματα τα τοιχώματα του τραίνου που πρόκειται να τους μεταφέρει.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 49
Αστυνομικοί επιχειρούν να
συλλόβουν κομμουνιστές
αντ/διαδηλωτές στους δρόμους του Bethnal
Green. Προσέξτε τα συνθήματα στις
προθήκες των καταστημάτων:
«Τσακίστε τον φασισμό».
Ο Οσβαλντ Μόσλεϋ επιθεωρεί το γυναικείο
τμήμα του BUF.
Οσοι πιστοί απέμειναν, τα υπολείμματα δηλαδή του «Βρετανικού Ελεύθερου Σώματος», ενσωματώθηκαν στην 11η Τεθωρακισμένη Μεραρχία των SS, «Nordland», στην περιοχή δράσης του III Γερμανικού Τεθωρακισμένου Σώματος των SS.
Σύμφωνα με τα Γερμανικά Αρχεία, τον Μάρτιο του 1945, επτά τουλάχιστον Βρετανοί συμμετείχαν στις αμυντικές μάχες που διεξή- γε το III Γερμανικό Τεθωρακισμένο Σώμα εναντίον των Σοβιετικών, δυτικά του Στεττίνου. Γύρω στα τέλη Μαρτίου του 1945, οι έξι εναπο- μείναντες άνδρες του BFC ενσωματώθηκαν
στον 3ο Λόχο της Σουηδικής Μονάδας Εθελοντών, υπό τη διοίκηση του υπολοχαγού των SS Χάνο-Γκοέστα Πέρσον (Hano-Goesta Perrson), η οποία έδρευε στο Grussow. Λίγο αργότερα, στις αρχές Απριλίου, ο Obergruppenführer Φέ- λιξ Στάινερ επέλεξε τους Βρετανούς SS για μία λιγότερο επικίνδυνη αποστολή: την εκκένωση των περιοχών Templin και Neustrelitz από τους κατοίκους τους και παράλληλα την αποσυμφόρηση των γερμανικών δρόμων από τα καραβάνια των προσφύγων.
Στις 16 Απριλίου 1945 οι τελευταίοι από αυτούς έλαβαν μέρος στην άμυνα του Βερολί
50
νου. Ωστόσο, είναι αμφίβολο εάν πολέμησαν και χάθηκαν στη γερμανική πρωτεύουσα περισσότεροι από δύο Βρετανοί. Ο μόνος γνωστός άνδρας του BFC, τα στοιχεία του οποίου εξακριβώθηκαν, ήταν ο διερμηνέας της «Βρετανικής Λεγεώνας». Οι υπόλοιποι είτε λιποτά- κτησαν είτε παραδόθηκαν στις συμμαχικές δυνάμεις, επιζητώντας την απαλλαγή τους από το «στίγμα» της προδοσίας. Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε ο αρχηγός των «Ελεύθερων Βρετανών», Τζων Εϊμερυ.
Ο τελευταίος κατέφυγε στη βόρεια Ιταλία και, λίγο πριν από την κατάρρευση, συνελή- φθη από Ιταλούς παρτιζάνους κοντά στο Μιλάνο. Στη συνέχεια, εκείνοι τον παρέδωσαν στους Βρετανούς. Κατά τη διάρκεια της κράτησής του από τους Ιταλούς ζήτησε μια γραφομηχανή και έγραψε ένα πολυσέλιδο κείμενο, το οποίο αναφερόταν στις ευρύτερες πολιτικές του απόψεις, στις πεποιθήσεις του σχετικά με τον κομμουνισμό και το χρέος της Ευρώπης να τον αντιμετωπίσει, καθώς και στη θέση που θεωρούσε ότι έπρεπε να είχε λάβει η Βρετανική αυτοκρατορία στον πόλεμο.
Ο Εϊμερυ δικάστηκε στο Λονδίνο για εσχά-
τη προδοσία, ενώ η «κοινή γνώμη» (και οι καθοδηγητές της) απαιτούσε την άμεση εκτέλεσή του. Σύμφωνα με τους βρετανικούς νόμους παραδέχθηκε με ευθύτητα την ενοχή του, απαλλάσσοντας τους δικαστές του από μιαχρονοβόρα δίκη. Η δίκη και η καταδίκη του εμπνευστή του Ελεύθερου Βρετανικού Σώματος σε θάνατο κράτησε ακριβώς οκτώ λεπτά!
Τελικά, απαγχονίσθηκε την παραμονή των Χριστουγέννων του 1945, παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες της οικογένειάς του, αλλά και άλλων προσωπικοτήτων (όπως ο Νοτιοαφρι- κανός στρατάρχης Γιαν Σματς) να του δοθεί χάρη. Ο αδελφός του, σερ Τζούλιαν Εϊμερυ, κατά τη διάρκεια του πολέμου, υπηρέτησε στον Βρετανικό Στρατό, ενώ αργότερα εξελέ- γη βουλευτής και διετέλεσε υπουργός. Ο πατέρας του, όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα, ήταν εβραιο-ουγγρικής καταγωγής και διατηρούσε το θρήσκευμά του κρυφά, ενώ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο υπέρ των Εβραίων κατά το τέλος του Α ’ Παγκοσμίου Πολέμου, επιδιώκοντας την απόδοση της Παλαιστίνης σε αυτούς.
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1938 ξέσπασαν βίαια επεισόδια στην περιοχή του Whitehall μεταξύ οπαδών του Μόσλεϋ και Εβραίων, οι οποίοι διαδήλωναν εναντίον του Χίτλερ.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 51
Οι Ιρλανδοί και το Γ’ Ράιχ
Ο IRÄ ΚΑΙ ΤΟ Γ ΡΑΪΧ
Ο στρατηγός Ο’ Ντάψυ, αρχηγός των Ιρλανδών
κυανοχιτώνων, απευθύνεται
σε οπαδούς του.
Ενα από τα λιγότερο γνωστά κεφάλαια του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου αφορά τις επαφές που ανέπτυξε ο Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός (IRA) με το Γ ’ Ράιχ. Παρόλο που οι ιδεολογικές ομοιότητες ανάμεσα στους ακτι- βιστές του IRA και τον Ναζισμό ήταν ελάχιστες, εντούτοις οι δύο πλευρές επιδίωξαν να συνενώσουν τις δυνάμεις τους και να συντονίσουν τη δράση τους κατά της Βρετανικής αυτοκρατορίας.
Η πρώτη επαφή με τον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό έγινε τον Δεκέμβριο του 1938 από μέλη της γερμανικής αντικατασκοπίας (Abwehr) που συναντήθηκαν στο Δουβλίνο με έναν από τους ηγέτες της οργάνωσης, τον Σων Ράσελ, όπως και με τον Ιαν Ο’ Ντάφυ, αρχηγό του φασιστικού κινήματος των κυανοχιτώνων.
Στις 16 Ιανουαρίου 1936 ο IRA ζήτησε από τη Βρετανική κυβέρνηση να αποσυρθεί από ο
λόκληρη την Ιρλανδία σε διάστημα τεσσάρων ημερών. Οταν η βρετανική κυβέρνηση αρνήθηκε, ένα κύμα τρομοκρατίας απλώθηκε σ’ όλη τη Βόρεια Ιρλανδία. Οι μαχητές του IRA επιχείρησαν να ανατινάξουν βρετανικές βάσεις και στρατώνες, ενώ ε- κτέλεσαν με συνοπτικές διαδικασίες πληροφοριοδότες και πράκτορες των Αγγλων.
Επικεφαλής του σκληροπυρηνικού τμήματος του IRA και εκπονητής αυτού του σχεδίου ήταν ο επιτελάρχης και υπεύθυνος οικο
νομικών της οργάνωσης, Σων Ράσελ. Πιεζόμε- νος από τη βρετανική κυβέρνηση ο πρόεδρος της Ιρλανδικής Δημοκρατίας, Ημον Ντε Βαλέ- ρα, προχώρησε σε συλλήψεις πολλών μαχητών και ακτιβιστών του IRA, μεταξύ των οποίων και ο Ράσελ. Μέχρι το τέλος του πολέμου συνελή- φθησαν 1.100 μαχητές του IRA και απαγχονί- σθηκαν έξι, ενώ τρεις ακτιβιστές πέθαναν με
τά από απεργία πείνας. Ο Ντε Βαλέρα ήταν αποφασισμένος να παραμείνει η Ιρλανδία ουδέτερη στη σύρραξη. Τον Ιούνιο του 1939, μετά την απελευθέρωσή του από τις φυλακές, ο Ράσελ πραγματοποίησε ένα ταξίδι στις ΗΠΑ. Σκοπός του ήταν να κινητοποιήσει την ιρλανδική ομογένεια για την απελευθέρωση της Βόρειας Ιρλανδίας και να αποτρέψει τον πρόεδρο Ρού- σβελτ να συνεχίσει την υποστήριξή του προς τη Μεγάλη Βρετανία. Μερικές εβδομάδες νωρίτερα ο Ράσελ διαμαρτυρήθηκε στον Ντε Βαλέρα, επειδή ο τελευταίος, σύμφωνα με τις αγγλικές επιθυμίες, απαγόρευσε την προσγείωση γερμανικών πολιτικών αεροσκαφών στο Δουλβίνο. Συνήγορος του Ράσελ και χρηματοδότης των γερμανόφιλων κύκλων στην Ιρλανδία ήταν ο ανταποκριτής του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων στο Δουβλίνο από τις αρχές του 1939, συγγραφέας Καρλ Χάιντς Πέτερ- σεν. Το γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών αρχικά κράτησε αποστάσεις, ύστερα όμως από τις εγγυήσεις που έδωσε η Μεγάλη Βρετανία στην Πολωνία (Απρίλιος 1939), οι γερμανικές εφημερίδες άρχισαν να γράφουν για τους «Ιρλανδούς πατριώτες» τους οποίους η Αστυνομία αδυνατούσε να καταβάλει. Ενας γερμα- νοϊρλανδικός σύνδεσμος (ο «Fichte-Bund»), με χρηματοδότηση από τον Γκαίμπελς, ανέλαβε να πείσει τον ιρλανδικό λαό για την ανάγκη αναθεώρησης της συνθήκης των Βερσαλλιών και του βρετανοϊρλανδικού συμφώνου της 6ης Δεκεμβρίου 1921 που παρέδιδε το Ωλστερ στους Βρετανούς.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του Ράσελ στις ΗΠΑ, ένας άλλος αξιωματούχος του IRA, ο Τζέημς Ο’ Ντόνοβαν, αναχώρησε μυστικά για τη Γερμανία. Ο Ο' Ντόνοβαν φιλοξενή- θηκε από την Abwehr στο Αμβούργο και το Βε ρολίνο και στη διάρκεια της παραμονής του α- ποφασίσθηκε η αποστολή όπλων για τον IRA με υποβρύχια και η δημιουργία ενός ραδιοφωνικού σταθμού για να καλυφθούν προπαγανδιστικές ανάγκες.
Τρεις ημέρες μετά το σύμφωνο Μολότωφ- Ρίμπεντροπ (23 Αυγούστου 1939), η ιρλανδική
52
κυβέρνηση ανακοίνωσε την απόφασή της να παραμείνει ουδέτερη στην επικείμενη σύρραξη Αγγλίας-Γερμανίας.
Τον Δεκέμβριο του 1939, δύο μαχητές του IRA απαγχονίσθηκαν στην Αγγλία και οι γερμανόφιλοι κύκλοι στην Ιρλανδία αναθάρρη- σαν. Ο Γκαίμπελς έδωσε εντολή στον γερμανικό Τύπο να αναφέρει ότι ο Ράσελ προοριζόταν για διάδοχος του Ντε Βαλέρα. Επιστρέφοντας από ένα ταξίδι του στις ΗΠΑ (24 Ιανουαρίου 1940) μέσω Ιταλίας, ο Ράσελ παρέμεινε μερικές ημέρες στη Γένοβα. Ο επιτελάρχης του IRA ήλθε σε επαφή με τον εκεί Γερμανό πρόξενο, ζητώντας του να τον μεταφέρει με ασφάλεια στην Ιρλανδία για να αναδιοργανώσει τον αγώνα του IRA κατά του πραγματικού και κοινού εχθρού, της Αγγλίας. Ενώ όμως οι Γερμανικές Μυστικές Υπηρεσίες συνηγορούσαν υπέρ του Ράσελ, ο Γερμανός αντιπρόσωπος στο Δουβλίνο, Χέμπελ, αντιδρούσε με το επιχείρημα ότι τέτοιου είδους ενέργειες θα χρησιμοποιούντο από τους Βρετανούς ως επιχείρημα για να εισβάλουν στην Ιρλανδία. Συνήγορος του Χέμπελ στο γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών ήταν ο Διευθυντής των Πολιτικών Υποθέσεων του Τμήματος Εξωτερικού, Ερνστ Βόερμαν. Ο τελευταίος προειδοποίησε τον Ρί- μπεντροπ πως η βοήθεια στον Ράσελ θα απο- τελούσε μια παρακινδυνευμένη ενέργεια. Η συμμαχία με τον IRA θα είχε επιτυχία μόνον ε- φόσον η Μεγάλη Βρετανία ήταν αποφασισμένη να διαπραγματευθεί με τη Γερμανία. Στο μεταξύ, η Abwehr μετέφερε τον Ράσελ στο Βε ρολίνο. Ενας ειδικός απεσταλμένος του Ρίμπε- ντροπ, ο Εντμουντ Βέσενμαγιερ, ξενάγησε τον Ιρλανδό ηγέτη στη γερμανική πρωτεύουσα, χωρίς όμως να δώσει κάποια συγκεκριμένη υπόσχεση. Ωστόσο, αξιωματικοί της Abwehr που είχαν αντίθετη άποψη έφεραν σε επαφή τον Ράσελ με τον λοχαγό Δρα Γκέρτζ, που απασχολείτο με τις προετοιμασίες μιας γερμανικής απόβασης στην Ιρλανδία. Ο Ράσελ εκπαι- δεύθηκε κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Βερολίνο σε τεχνικές σαμποτάζ, ενώ απο- φασίσθηκε ότι σε περίπτωση που οι Βρετανοί θα εισέβαλλαν στην Ιρλανδία, ο IRA όφειλε να συνεργασθεί με τον στρατό της χώρας. Στα μέσα Αυγούστου 1940, ο Ράσελ ήταν έτοιμος να επιστρέψει στην Ιρλανδία. Το υποβρύχιο που τον μετέφερε μαζί με αρκετές χιλιάδες λίρες (ως βοήθεια προς τον IRA), δεν έφθασε ποτέ στις ακτές της Ιρλανδίας. Χάθηκε στις 14 Αυγούστου κάπου στη Βόρεια Θάλασσα. Η πιο πιθανή εκδοχή είναι πώς οι Βρετανικές Μυστικές Υπηρεσίες πληροφορήθηκαν την αναχώρηση του Ράσελ και φρόντισαν να μη φθάσει ποτέ. Οταν λίγο αργότερα (τον Νοέμβριο του
1940) ο Χίτλερ έδωσε εντολή στην ηγεσία της Kriegsmarine και της Λουφτβάφε να μελετηθεί η δυνατότητα αποστολής ενός εκστρατευτι- κού σώματος στην Ιρλανδία, ήταν ήδη πολύ αργά. Ο Γερμανός πρεσβευτής στο Δουβλίνο συνάντησε την καθολική άρνηση του Ντε Βαλέρα και ο Χίτλερ γνώριζε πως μια γερμανική απόβαση στην Ιρλανδία θα στεφόταν με επιτυχία μόνο αν είχε τη συναίνεση των Αρχών της χώρας. Η αδυναμία όμως της Λουφτβάφε να νικήσει τη RAF στη μάχη της Αγγλίας, αποδυνάμωσε τους γερμανόφιλους κύκλους στην Ιρλανδία και απετέλεσε την ταφόπλακα στα σχέδια του Χίτλερ για συμμαχία με τον IRA.
Η τελευταία υπηρεσία που προσέφερε ο Ντε Βαλέρα στον Φύρερ ήταν την ημέρα που ανακοινώθηκε από το γερμανικό ραδιόφωνο ο θάνατός του (1η Μαϊου 1945). Ο αρχηγός της Ιρλανδικής Δημοκρατίας κήρυξε τριήμερο εθνικό πένθος και έδωσε εντολή να κυματίσουν μεσίστιες οι σημαίες σ’ όλα τα δημόσια κτίρια της χώρας. Επιπλέον, η ιρλανδική κυβέρνηση υπήρξε η μόνο που αναγνώρισε τη βραχύβια κυβέρνηση του ναυάρχου Νταίνιτς.
Ιρλανδοί φασίστες (κυανοχίτωνες) παρελαύνουν στους δρόμους του Δουβλίνου.
Ο πρόεδρος της Ιρλανδίας, Ημον Ντε Βαλέρα.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 53
Ο Εθνικοσοσιαλισμόςστις σκανδιναβικές χώρες
Πορτραίτοτου αρχετυπικούδωσίλογου,του ΝορβηγούΒίντκουν Κουίσλινγκ.
54
Ο ΒΙΝΤΚΟΥΝ ΚΟΥΙΣΛΙΝΓΚ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΡΒΗΓΙΚΟ «NASJONAL SÄMLING»
0 πιο σημαντικός εκπρόσωπος του νορβηγικού φασισμού πριν από τον Β ’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν το κόμμα «Nasjonal Sämling» («Εθνική Ενότητα») του αξιωματικού Βί- ντκουν Κουίσλινγκ.
Ο Κουίσλινγκ ήταν γιός ενός ιερέα από το Fryresdal και πολύ νωρίς ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία. Το 1917 στάλθηκε με τον βαθμό του λοχαγού ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Αγία Πετρούπολη. Αφού νυμ- φεύθηκε μια Ρωσίδα, παρέμεινε στη ρωσική πρωτεύουσα και ενημέρωσε την κυβέρνησή του για την εξέλιξη της επανάστασης και του ρωσικού εμφυλίου πολέμου. Εκείνη την περίοδο γεννήθηκαν τα βαθειά αντικομμουνι- στικά του φρονήματα και η ανάγκη του να πο- λιτευθεί. Τον Αύγουστο του 1923 απολύθηκε από τη στρατιωτική του υπηρεσία και επι- στρέφοντας στη Νορβηγία συνέγραψε ένα βιβλίο σχετικά με τις εμπειρίες του στη Σοβιετική Ενωση. Τότε υιοθέτησε ένα μοντέλο εθνικού σοσιαλισμού. Για να ξαναγεννηθεί «το πνεύμα των Βορείων» ίδρυσε μαζί με έναν στενό του φίλο (τον Α. Πριτς) ένα πολιτικο- θρησκευτικό κίνημα με την ονομασία «Nordiske Folkereisning» («Νορβηγικό Ξύπνημα»), Το κόμμα αυτό εκπροσωπούσε τούς περισσότερους πολιτικούς στόχους του αντίστοιχου γερμανικού NSDAP. Οταν στις 8 Μαρτίου 1931 συγκροτήθηκε στο Οσλο μια νέα κυβέρνηση συνασπισμού από στελέχη του Κόμματος των Αγροτών, του Εργατικού και των Φιλελευθέρων, προτάθηκε στον Κουί- σλινγκ η θέση του υπουργού Αμυνας. Ο Κουί- σλινγκ διατήρησε το αξίωμα αυτό μέχρι τον Μάρτιο του 1933, όταν παραιτήθηκε η νορβηγική κυβέρνηση. Στις 17 Μαϊου του ίδιου έτους προχώρησε στην ίδρυση ενός νέου εθνι- κοσοσιαλιστικού κόμματος, του «Nasjonal Sämling» (NS). Στόχος του ήταν η επιβολή ενός κορπορατιστικού συστήματος στη Νορβηγία και καλύτερων συνθηκών διαβίωσης για όλους τους Νορβηγούς. Στις πρώτες εκλογές που έγιναν (Οκτώβριος 1933), το νεοσύστατο κόμμα έλαβε μόλις το 2,2% των ψήφων και δεν εξέλεξε κανέναν αντιπρόσωπο. Ωστόσο ο Κουίσλινγκ δεν απογοητεύθηκε. Μερικούς μήνες αργότερα θα απαιτούσε «εθνική ενότητα χωρίς διαχωρισμό των τάξεων και κόμματα», και μια «νορβηγική λαϊκή κοινότητα βασισμένη στην αλληλεγγύη και τη συνεργασία των κοινωνικών ομάδων υπό την ηγεσία μιας ισχυρής και πεφωτισμένης προσωπικότητας» (προκήρυξη Φεβρουάριου
1934). Το πρόγραμμα του NS περιλάμβανε και τα άλλα βασικά στοιχεία των φασιστικών και εθνικοσοσιαλιστικών κινημάτων της Ευρώπης: αντικομμουνισμό, αντικαπιταλισμό, αντισημιτισμό, εθνικισμό και φυλετική καθαρότητα. Το κόμμα ήταν οργανωμένο ιεραρχικά και ο Κουίσλινγκ αποκαλείτο (όπως ο Χίτλερ) «Foeer» (Αρχηγός). Το έμβλημα του κόμματος ήταν ο χρυσός σταυρός του Ολαφ σε κόκκινο φόντο. Ο χαιρετισμός ήταν φασιστικός και η παραστρατιωτική ομάδα τάξης (αντίστοιχη των SA) ονομαζόταν «Rikshird». Παρά την οικονομική βοήθεια που έλαβε από τη Γερμανία, στις εκλογές του Οκτωβρίου 1936, το κόμμα καταποντίσθηκε. Μόλις 26.576 (δηλαδή το 1,84% των ψήφων) καταμετρήθηκαν για
Νεοσύλλεκτοι Νορβηγοί SS.
Στιγμιότυπο στο αεροδρόμιο του Οσλο, τον Φεβρουάριο του 1942. Διακρίνεται ο Κουίσλινγκ, ο Κομισάριος του Ράιχ Τερμπόβεν και ο Ανώτερος Διοικητής της Αστυνομίας και των SS, Ρέντις.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 55
Νορβηγοί εθελοντές στο λιμάνι του
Αμβούργου αναμένουν την μεταφορά τους
στο Ανατολικό μέτωπο.
Ανδρες της Μεραρχίας των SS «Nord» στην
περιοχή της Καρελίας (ρωσοφινλανδικά σύνορα), το 1944.
το «Nasjonal Sämling». 0 Κουίσλινγκ δικαιολόγησε την αποτυχία του ως «συνομωσία» όλων των δημοκρατικών κομμάτων και των Εβραίων εναντίον του. Υστερα από το Σύμφωνο του Μονάχου (30 Σεπτεμβρίου 1938), απαίτησε μέσω του δημοσιογραφικού οργάνου του κόμ
ματος «Fritt Folk» την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους. Το επιχείρημα του Κουίσλινγκ ήταν ότι ο ιουδαϊκός εθνικισμός ήταν περισσότερο ρατσιστικός εθνικισμός, επειδή βασιζόταν στον θρησκευτικό φανατισμό των Εβραίων πώς αποτελούσαν τον «περιούσιο λαό». Σύμφωνα με τον Νορβηγό Φύρερ, οι Εβραίοι έ- πρεπε να αποκτήσουν το δικό τους κράτος εκτός Ευρώπης (βλ. εφημ. «Fritt Folk», 19 Νοεμβρίου 1938).
Τον Δεκέμβριο του 1939 ο Κουίσλινγκ επι- σκέφθηκε το Βερολίνο για συνομιλίες με τη γερμανική ηγεσία. Πρότεινε μάλιστα στον Χίτλερ να ανατρέψουν τη νορβηγική κυβέρνηση, επειδή επίκειτο βρετανική απόβαση στο Νάρβικ. Η τελευταία συνομιλία με τον Γερμανό ηγέτη έγινε στις 18 Δεκεμβρίου και οι δύο άνδρες αποφάσισαν να προχωρήσουν σε μια προληπτική κατάληψη της Νορβηγίας ώστε να αποτρέψουν τα βρετανικά σχέδια.
Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΙΑ
Η γερμανική φυλετική θεωρία θεωρούσε τους Νορβηγούς συγγενικό λαό και, όταν η Βέρμαχτ κατέλαβε τη χώρα τον Απρίλιο του 1940, η «Εθνική Ενότητα» του Κουίσλινγκ ήταν πρόθυμη να μεταμορφώσει τη νορβηγική κοινωνία σε εθνικοσοσιαλιστική. Οι περισσότεροι πολιτικοί και γραφειοκράτες της πρωτεύουσας ήταν επίσης έτοιμοι να συνεργα- σθούν με τους Γερμανούς. Το κόμμα του Κου- ίσλινγκ ξεπέρασε τα 55.000 μέλη (Νοεμβρίου 1943), ενώ στην αρχή της Κατοχής είχε μόνο
56
ΙΙ Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι ΙΠ ΙΙΙ Ι ΙΗ ΐΚ Ι Ι ΙΗ ΙΙ ί Ι Ι ΙΉ Ιι Ι Ι Ι Ι Ι Ι ΙΗ ίΠ Ιί ΙΗ ΙΙ Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι ΙΗ Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι ΙΠ ΙΙ Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι Ι
4 - ’7
L · /IIIIUIIIlllllllllllltlllllllllllllHlllllIllllllllIIIIIIIIIIIII*IIIIIIIIIIIIIIIIIllllllllllIIIIIIlllllllllllllllllll(IIIIII*lllllllll*IHI*l
2.691. Οι περισσότεροι Νορβηγοί Ναζί ήταν νέοι, κάτω των 25 ετών, και κατάγονταν από την ανατολική Νορβηγία. Στην αρχή το κόμμα προσέλκυσε ώριμους ανθρώπους από αστικές περιοχές, με υψηλές κοινωνικές θέσεις. Σταδιακά, η κοινωνική και γεωγραφική του σύνθεση μεταλλάχθηκε, διολισθαίνοντας προς νέους ανθρώπους από την επαρχία, με χαμηλές κοινωνικές καταβολές. Σημαντικό ήταν επίσης το γεγονός ότι η μέχρι τότε πλειο- ψηφία των ανδρών μεταβλήθηκε σε πλειοψη- φία γυναικών. Το κόμμα διέθετε τους λιγότε- ρους οπαδούς του στη δυτική Νορβηγία. Τα προπύργιά του ήταν μερικές πόλεις στα ανατολικά της χώρας που επλήγησαν σοβαρά από τη Μεγάλη Οικονομική Κρίση, λόγωτης εξάρτησής τους από την υλοτομία. Η ριζοσπα- στικοποίηση που ακολούθησε αυτή την κρίση οδήγησε πολλούς ανέργους στο «Nasjonal Sämling». Αμέσως μετά την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς, το NS οργάνωσε αστυνομικές και στρατιωτικές μονάδες από μέλη του κόμματος. Ο Γιόνας Λη, ο Επικεφαλής Ασφαλείας πριν από τον πόλεμο, έγινε υπουργός Αστυνομίας στις 25 Σεπτεμβρίου 1940. Με την επίβλεψή του δημιουργήθηκε μια εκλεκτή ομάδα αστυνομικών («Stapo») από μέλη του NS που υπηρέτησαν πιστά τις γερμανικές κατοχικές Αρχές. Η «Stapo» συ- μπεριλάμβανε από τον Μάρτιο του 1941 μια συνοριακή αστυνομία, που συνεργαζόταν με τους Γερμανούς. Η στρατιωτική πτέρυγα του NS ονομάσθηκε «Hird» (αρχαία σκανδιναβική λέξη που δήλωνε τον φρουρό του βασιλιά). Ο Κουίσλινγκ ανακήρυξε στις 14 Αυγούστου του 1943 το «Hird» ένοπλες δυνάμεις της χώρας. 1.800 Νορβηγοί Hirdmen έλαβαν μια στοιχειώδη εκπαίδευση διάρκειας τριών εβδομάδων και ανέλαβαν υπηρεσία μέχρι το τέλος του χρόνου. Μεγαλύτερη επιτυχία είχε η στρατολόγηση νέων εθελοντών στα Waffen SS. Σχεδόν 7.000 στρατιώτες υπηρέτησαν στο Ανατολικό μέτωπο, ενώ 400 νοσοκόμες κατατάχθηκαν στις νορβηγικές μονάδες. Εξίσου σημαντική ήταν η επιτυχία του NS στην Αστυνομία. Το 60% των ανώτερων και το 40% των κατώτερων αστυνομικών έγιναν μέλη του κόμματος και βοήθησαν τις κατοχικές Αρχές να συλλάβουν Εβραίους και κομμουνιστές. Στο NS προσχώρησε επίσης ένας σημαντικός αριθμός αξιωματικών του Στρατού που φοβούντο μία ενδεχόμενη σοβιετική νίκη. Προς
Η περιχειρίδα του σώματος των Νορβηγών ε&ελοντών.
το τέλος της Κατοχής ο Κουίσλινγκ, για να τονώσει το εθνικό φρόνημα, κράτησε αποστάσεις από τους Γερμανούς. Η κομματική εφημερίδα «Fritt Folk» (Ελεύθερος Λαός) υιοθέτησε μια σαφή και συνεπή στάση εναντίον κάθε πράξης που θα μπορούσε να προκαλέσει εμφύλιο πόλεμο. Παράλληλα, προωθούσε την εθνική ενότητα υπό την κυβέρνηση του Βί- ντκουν Κουίσλινγκ. Ο τελευταίος, προσπάθησε να κερδίσει ως σύμμαχο τη μεγαλύτερη λογοτεχνική φυσιογνωμία της χώρας, τον συγγραφέα Κνουτ Χάμσουν. Ο Χάμσουν συμμετείχε ενεργά από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 στο «Nasjonal Sämling» του Κουίσλινγκ, αρθρογραφώντας στην εφημερίδα του κινήματος. Το 1934 τιμήθηκε με το βραβείο Γκαί- τε, αλλά δεν παρέλαβε το χρηματικό έπαθλο, Διακριτικά των καθώς δήλωσε πώς η Γερμανία του Χίτλερ νορβηγικών SS.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945)
Ο συνταγματάρχης των SS Γιόνας Λη συνομιλεί με στελέχη των νορβηγικών SS και της Αστυνομίας λίγο μετά την επιστροφή του από το Ανατολικό μέτωπο.
Ο Γιόνας Λη με Νορβηγούς S S tov Μάιο του 1941.
χρειαζόταν χρήματα για την οικονομική ανόρθωσή της. Κατά τη διάρκεια του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου υποστήριξε μαχητικά το Γ ’ Ράιχ. Στη γερμανόφωνη περιοδική έκδοση «Berlin- Tokyo-Roma» έγραψε τον Φεβρουάριο του 1942: «Η Ευρώπη δεν θέλει ούτε τους Εβραίους και τον χρυσό τους ούτε τους Αμερικανούς και τη χώρα τους!». Εναν χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 1943, ο Νορβηγός συγγραφέας επισκέφθηκε τον Χίτλερ στο Μπέρ-
γκχοφ. Ο πόλεμος είχε φθάσει στην πιο κρίσιμη καμπή του και ο Γερμανός ηγέτης φαινόταν καταβεβλημένος. Ο Χάμσουν, που είχε αρχίσει να χάνει την ακοή του, ήπιε τσάι μαζί του και ζήτησε τη μεσολάβησή του για να πά- ψουν σι εκτελέσεις και τα αντίποινα της Βέρ μαχτ στη Νορβηγία. Ο Ινγκαρ Σλέτεν Κόλεν, ο σημαντικότερος βιογράφος του Χάμσουν, περιγράφει τη σκηνή ως εξής: «Νιώθω, αν όχι εντελώς δεμένος μαζί σου, πάντως ότι η ζωή μου μοιάζει με τη δική σου σε πολλά», άνοιξε τη συζήτηση ο Χίτλερ, εννοώντας ότι και οι δύο είχαν ζήσει στα νιάτα τους πολύ μίζερη ζωή, ο Χίτλερ στη Βιέννη και ο Χάμσουν περιφερόμενος στη Νορβηγία και στις ΗΠΑ και ζώντας σε συνθήκες έσχατης ένδειας.
Ο Χάμσουν άλλαξε αμέσως θέμα και άρχισε να του παραπονιέται πως ο Γερμανός επίτροπος στη Νορβηγία, Γιόζεφ Τερμπόβεν, προέβαινε σε πράξεις που αμαύρωναν το όνομα του Χίτλερ. Ο τελευταίος προσπάθησε να σταματήσει τη συζήτηση. «Πρέπει να τον αντικαταστήσετε», συνέχισε απτόητος ο Χάμσουν. «Ο επίτροπος του Ράιχ σε πολλές περιπτώσεις είχε πει ότι στο μέλλον δεν θα υπάρχει τόπος που να λέγεται Νορβηγία».
«Σε αντίθεση με άλλες κατειλημμένες χώρες, η Νορβηγία έχει τη δική της κυβέρνηση», είπε ο Χίτλερ. «Ο,τι συμβαίνει στη Νορβηγία αποφασίζεται από τον επίτροπο του Ράιχ», επέμεινε ο Χάμσουν, και συνέχισε με αποφασιστικότητα: «Δεν αντέχουμε τον πρωσ- σικό του χαρακτήρα. Είναι και οι εκτελέσεις. Τις έχουμε κι αυτές». Ο Χίτλερ κάτι πήγε να πει, αλλά ήταν φανερά ενοχλημένος.
Εναν χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο το1944, όταν οι Σύμμαχοι είχαν φθάσει στα γερμανικά σύνορα, ο υπουργός Εξωτερικών του Στάλιν Μολότωφ συζητούσε την «υπόθεση Χάμσουν» με τον Τέργε Βολντ, υπουργό Δικαιοσύνης, και τον Τρύγκβε Λη, υπουργό Εξωτερικών της εξόριστης νορβηγικής κυβέρνησης. Ο Μολότωφ είπε πώς έναν σπουδαίο συγγραφέα (και μάλιστα σε μεγάλη ηλικία) δεν θα έπρεπε να τον μεταχειρισθούν σαν ο- ποιονδήποτε Ναζί. Καλύτερα να τον άφηναν να πεθάνει από φυσικά αίτια. «Είστε πολύ επιεικής, κύριε Μολότωφ», σχολίασε ο Βολντ.
Μερικούς μήνες αργότερα, ύστερα από την κατάρρευση της ναζιστικής Γερμανίας, οι Νορβηγοί άρχισαν συλλήψεις των συμπατριωτών τους που υποστήριξαν τον εθνικοσοσιαλισμό. Ανάμεσά τους ήταν και ο Κνουτ Χάμσουν. Οι γιατροί έκριναν πως ήταν ψυχικά δια- ταραγμένος. Ετσι εγκλείσθηκε σε μια νευρο- λογική κλινική, και τον ανάγκασαν να πληρώσει ένα τεράστιο για την εποχή ποσόν:
58
325.000 κορώνες. Πέθανε στις 19 Φεβρουάριου 1952, πλήρης ημερών. Μια εκδοχή για τη συμπάθεια του Χάμσουν προς τον Χίτλερ και τον εθνικοσοσιαλισμό σχετίζεται με την πίστη του πρώτου στη νεότητα ως γενετική δύναμη του κόσμου. Για την απώλεια της δικής του νεότητας, άλλωστε, θρηνούσε ο Χάμσουν στα γεράματά του. Η Γερμανία λοιπόν ήταν μια νέα χώρα και το κόμμα του Χίτλερ νεανικό, όπως τονίζουν σήμερα οι ιστορικοί.
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΊΑ
Η αυτοκτονία του Χίτλερ στο Βερολίνο στις 30 Απριλίου 1945 σηματοδότησε και τις εξελίξεις στη Νορβηγία. Το Γερμανικό Αρχηγείο στο Λιλεχάμερ ήταν το κέντρο των εξελίξεων και ο Τερμπόβεν σκόπευε να καταστήσει τη Νορβηγία το τελευταίο οχυρό του Γ ’ Ράιχ. Η επίσκεψη όμως που πραγματοποίησε μαζί με τον Γερμανό Στρατιωτικό Διοικητή, ναύαρχο Μπαίμε, στον Νταίνιτς (1 Μαϊου 1945), στο Φλένσμπουργκ, κατέστησε σαφές ότι κάθε σκέψη για αντίσταση ήταν μάταιη. Κατά την επιστροφή τους στη Νορβηγία οι δύο Γερμανοί αξιωματούχοι έστειλαν μια μυστική οδηγία στη στρατιωτική ηγεσία της χώρας ότι οι στιγμές απαιτούσαν «στρατιωτική πειθαρχία» και «σιδερένια πειθαρχία». Στις 5 Μαϊου οι γερμανικές Αρχές συνθηκολόγησαν στη Δανία. Το ίδιο βράδυ ο στρατηγός Αϊζενχάουερ έστειλε ένα τηλεγράφημα στο Αρχηγείο της νορβηγικής Αντίστασης. Η τελευταία ενημέρωσε με τη σειρά της τον ναύαρχο Μπαίμε για τις λεπτομέρειες των επαφών με την Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση. Στις 7 Μαϊου ο ναύαρχος Νταίνιτς καθαίρεσε τον Τερμπόβεν από τη θέση του Κομισάριου του Ράιχ και ανέθεσε πλέον την απόλυτη εξουσία στον Στρατιωτικό Διοικητή Μπαίμε. Ο τελευταίος ανακοίνωσε στις 10 το βράδυ στο νορβηγικό ραδιόφωνο ότι οι Γερμανικές Ενοπλες Δυνάμεις ήταν έτοιμες να παραδοθούν στη Συμμαχική Διοίκηση. Την αυγή της επόμενης ημέρας (8 Μαϊου) εμφανίσθηκαν 40.000 οπλισμένοι Νορβηγοί αντιστασιακοί και κατέλαβαν δίχως αντίσταση το βασιλικό παλάτι, την Κεντρική Αστυνομική Διεύθυνση στο Οσλο και μια σειρά από δημόσια κτίρια και στρατηγικά κέντρα της πρωτεύουσας. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας εμφανίσθηκε στο Οσλο η πρώτη συμμαχική αποστολή και κανόνισε τις λεπτομέρειες της παράδοσης των γερμανικών στρατευμάτων. Εκτός από το τυπικό της παράδοσης, οι όροι για τους συνεργάτες και τα μέλη της κυβέρνησης Κουίσλινγκ ήταν απίστευτα σκληροί. Η
Γερμανική Διοίκηση ήταν αναγκασμένη να πα- ραδώσει στους Συμμάχους όλες τις λίστες με τα ονόματά τους και, στη συνέχεια, να τους αφοπλίσει και να τους εγκλείσει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ανάμεσά τους ήταν και μέλη της Γκεστάπο και των SS. Συνολικά, 44.000 Νορβηγοί συνεργάτες των Γερμανών συνελή- φθησαν και ξυλοκοπήθηκαν βάναυσα από
Ο μεγάλος νομπελίστας συγγραφέας Κνουτ Χάμσουν.
Ο Βίντκουν Κουίσλινγκ στο εδώλιο του δικαστηρίου, λίγο μετά το τέλος του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 59
Η σημαία του Freikorps « Danmark».
ΟΧάμσουν στο Δικαστήριο Δωσίλογων (1947).
τους αντιστασιακούς. Τα περισσότερα ηγετικά στελέχη του «Nasjonal Sämling» (Γιόνας Λη, Ρόγκσταντ, Ρίσνες Σ6ερ) είχαν συγκεντρωθεί στη βίλα Skallum. Ο Σβερ, υπουργός Δικαιοσύνης της χώρας του, παραδόθηκε στους Νορβηγούς αντιστασιακούς στις 11 Μαϊου 1945. Τρεκλίζοντας εξήλθε από το καταφύγιό τους
και ανακοίνωσε στους πολιορκητές τους ότι ο Λη και ο Ρόγκσταντ αυτοκτόνησαν. Ο Λεόν Ντεγκρέλ, ο αρχηγός των Βαλλώνων SS που βρέθηκε τις τελευταίες ημέρες του πολέμου στη Νορβηγία, περιγράφει στις αναμνήσεις του: «Την επόμενη ημέρα, Δευτέρα, 7 Μαϊου 1945, άκουσα τους πολεμιστές του «Ράδιο Λονδίνο» να γαυγίζουν δυνατά. Σάλπιζαν το τέλος του κυνηγιού. Η γενική παράδοση του Ράιχ κανονίσθηκε. Δεν ήταν πια ζήτημα ωρών, ίσως μόνο λεπτών.
Ο Νορβηγός πρωθυπουργός, ο Κουίσλιν- γκ, τον οποίο δεν είχαν ακόμα συναντήσει, με είχε προσκαλέσει στο Βασιλικό Ανάκτορο. Εφθασα στις ένδεκα και τριάντα, μετά από έναν περίπατο στους δρόμους. Το ανάκτορο δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Δύο μεγάλοι και εντυπωσιακοί τάπητες τοίχου κρέμονταν στη μεγάλη σκάλα από λευκό μάρμαρο. Η βασιλική επίπλωση ήταν φθαρμένη. Μπροστά στο ανάκτορο ένας κλασικός βροντερός μονάρχης, διάστικτος από κουτσουλιές πουλιών, ίππευε ένα συμπαγές πράσινο άτι από ορείχαλκο.
Ο Κουίσλινγκ φαινόταν συντετριμμένος από τη μοίρα. Κάναμε μια μικρή συζήτηση επί μισή ώρα. Ο Τερμπόβεν μου είχε ζητήσει να τον ηρεμήσω, κάτι το οποίο εξάλειψε τα περισσότερα θέματα συζήτησης. Μου έδωσε την εντύπωση ότι μέσα του τρωγόταν. Το πρόσωπό του ήταν πρησμένο, τα μάτια του στρέφονταν προς κάθε κατεύθυνση, τα δάκτυλά του κτυπούσαν το τραπέζι. Ο άνθρωπος ένιωθε χαμένος. Ημουν ο τελευταίος του επισκέπτης. Εκείνο το απόγευμα έσπευσε με βιασύνη στα σουηδικά σύνορα, αλλά τον ανάγκασαν να γυρίσει πίσω και επέστρεψε στο Οσλο εκείνη τη νύκτα, μη ξέροντας πια σε πιο φιόρδ να ρίξει τον εαυτό του. Τουφεκίσθηκε λίγους μήνες αργότερα».
Τον επικήδειο στον Χίτλερ και τον εθνικοσοσιαλισμό τύπωσε η μεγαλύτερη σε κυκλοφορία εφημερίδα της Νορβηγίας, η «Alfen- Posten», και ήταν τα λόγια του αμετανόητου Κνουτ Χάμσουν: «Δεν είμαι άξιος να εγκωμιάσω δυνατά τον Αδόλφο Χίτλερ, μα ούτε, εξάλλου, ταιριάζουν συναισθηματισμοί για τη ζωή και το έργο του. Ηταν ένας μαχητής, ένας μαχητής για την ανθρωπότητα και ένας απόστολος του Ευαγγελίου για τα δικαιώματα όλων των λαών. Ηταν μια ανακαινιστική μορφή υψηλότατου επιπέδου, μαη ιστορική του μοίρα ήταν πως έδρασε σε μια εποχή ωριμότητας χωρίς προηγούμενο, που τελικά τον συνέτριψε. Ετσι ατενίζει ο κοινός Δυτικοευρωπαίος τον Αδόλφο Χίτλερ. Εμείς δε, οι στενοί οπαδοί του, σκύβουμε το κεφάλι μπρος στη σορό του» («Aften-Posten» Μαϊου 1945).
60
Για τελευταία φορά ο Κουίσλινγκ συνάντησε τον Χίτλερ στις 28 Ιανουαρίου 1945. Η «τελική νίκη» δεν ήταν πλέον ορατή και ο Νορβηγός ηγέτης επέστρεψε στην πατρίδα του ελπίζοντας πως οι 300.000 άνδρες της Βέρμαχτ και τα μέλη του NS θα αποτελούσαν τον ύστατο εθνικοσοσιαλιστικό προμαχώνα μέχρι την κατάρρευση της αφύσικης συμμα- χίας των καπιταλιστικών και των Σοβιετικών. Μετά την συνθηκολόγηση όμως των γερμανικών στρατευμάτων στη Δανία (4 Μαϊου 1945), ο Κουίσλινγκ συνάντησε τον ναύαρχο Μπαίκε και τον Τερμπόβεν. Οι τελευταίοι πρότειναν στον συνομιλητή τους να διαφύγει μ’ ένα αεροπλάνο στην Ισπανία του Φράνκο ή μ’ ένα υποβρύχιο στη Νότιο Αμερική. Αποδεχόμενος τη μοίρα του, ο Κουίσλινγκ αρνήθηκε και αποσύρθηκε μαζί με έξι υπουργούς της κυβέρνησής του στη βίλα του, στο Bydgo πάνω από το φιόρδ του Οσλο.
Την ημέρα της γερμανικής συνθηκολόγησης (8 Μαϊου) παραδόθηκαν όλοι τους στους Νορβηγούς αντιστασιακούς. Ο Κουίσλινγκ ο- δηγήθηκε στη φυλακή και η δίκη του υπήρξε σύντομη (20 Αυγούστου - 6 Σεπτεμβρίου 1945). Καταδικάσθηκε σε θάνατο για εσχάτη προδοσία και εκτελέσθηκε λίγο αργότερα. Στην απολογία του στο δικαστήριο δικαιολο- γήθηκε ότι η πολιτική γι’ αυτόν δεν ήταν αυτοσκοπός αλλά αυτοθυσία και υπηρεσία προς την πατρίδα του. «Αν τις πράξεις μου τις θεωρείτε πράξεις προδοσίας, όπως με κατηγορεί-
Δανοί εθελοντές των Waffen SS στο Ανατολικό μέτωπο.
τε, τότε θα ήθελα να παρακαλέσω τον Θεό να μην τιμωρηθούν με τον ίδιο τρόπο άλλοι γιοί της Νορβηγίας όπως εγώ». Η στάκτη της σο- ρού του παραδόθηκε στη χήρα του μόλις το 1959, ενώ ο ακριβής τόπος της εναπόθεσής της (στο νεκτροταφείο του Gjerpen) παραμένει άγνωστος ακόμη και σήμερα. Οσο για την τεράστια Villa Grande, το άλλοτε άντρο του Βί- ντκουν Κουίσλινγκ, έκτασης 3.000 τ.μ., σε μια ειδυλλιακή χερσόνησο ψηλά πάνω από το φιόρδ του Οσλο, μετατράπηκε σε Μουσείο και Κέντρο για το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα.
ΠΟΝΑΣ ΛΗ, Ο ΙΔΕΟΛΟΓΟΣTOY NS
Ο Γιόνας Λη (Jonas Lie) γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1899 και ήταν εγγονός του Νορβηγού ποιητή Γιόνας Λη και γιος της συγγρα- φέως και δημοσιογράφου Κατρίν Λη και του ιδρυτή της βιβλιοθήκης Nordique των Παρι- σίων, Ερικ Λη. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρα- σε στο Παρίσι αλλά το 1905 επέστρεψε με την οικογένειά του στη Νορβηγία. Οταν τα Χριστούγεννα του 1918 επισκέφθηκε το επανα- στατημένο Βερολίνο, γεννήθηκε μέσα του ο αντικομμουνισμός. Οι αυθαιρεσίες και η βία των Σπαρτακιστών δημιούργησαν στον νεαρό Νορβηγό την ανάγκη της αναζήτησης μιας εναλλακτικής και περισσότερο ριζοσπαστικής επίλυσης των προβλημάτων που επέφερε ο πόλεμος.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 61
Στη συνέχεια επέστρεψε στο Οσλο και εγ- γράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Kristiania για να σπουδάσει Νομικά. Το 1924 εισήχθη στην Αστυνομία και το 1530 έγινε αστυνομικός διευθυντής του Μπέργκεν. Τον Μάρτιο του 1933 πραγματοποίησε ένα εκπαιδευτικό ταξίδι στη Γερμανία, όπου για πρώτη φορά άκου- σε ομιλίες του Χίτλερ. Η νέα Γερμανία τον εντυπώσιασε τόσο, ώστε επιστρέφοντας έ- σπευσε να γίνει μέλος των Νορβηγών Ναζί. Σύντομα όμως διαφώνησε με τον Κουίσλινγκ και εγκατέλειψε το κόμμα (1935). Την άνοιξη του 1938 μετέβη στην επαρχία Χατάι, στα συ- ροτουρκικά σύνορα, ως μέλος μιας Διεθνούς Επιτροπής. Η ωμή επέμβαση της Γαλλίας κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος, τον έστρεψε εναντίον της Γαλλικής Δημοκρατίας.
Τον Σεπτέμβριο του 1539 ο Λη είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον εξόριστο μπολσεβίκο ηγέτη Λέοντα Τρότσκυ. Ο Τρότσκυ ζούσε με τη σύζυγό του στη βίλα Sundby, στο Οσλο- φιόρντ, απομονωμένος. Ο Λη ήταν υπεύθυνος για την ασφάλειά του και τον συνόδευσε στο πλοίο «Ruth». Το «Ruth» αναχώρησε στις 19 Δεκεμβρίου 1936 για το Μεξικό, όπου ο Τρότσκυ μερικά χρόνια αργότερα θα δολοφονείτο από έναν άνθρωπο του Στάλιν. Αφού ο Λη παρέδωσε τον Τρότσκι στις μεξικανικές Αρχές, επέστρεψε στις ΗΠΑ και παρακολούθησε σεμινάρια του FBI για τη μεθοδολογία της καταπολέμησης του κοινού εγκλήματος.
Η γερμανική εισβολή τον Απρίλιο του 1940 τον βρήκε στη βόρεια Νορβηγία. Η πρώτη του ενέργεια και σκέψη ήταν να αντισταθεί στους εισβολείς, γι' αυτό τον λόγο επιχείρησε φορώντας πέδιλα του σκι να μεταβεί νοτιότερα μέσω Σουηδίας. Συνελήφθη όμως από τη Σουηδική Αστυνομία και παραδόθηκε στη νορβηγική πρεσβεία στη Στοκχόλμη. Οταν ο Κουί- σλινγκ τον έκανε υπουργό στην πρώτη του φιλοναζιστική κυβέρνηση, ο Γιόνας Λη αντέ- δρασε οργισμένος. Ωστόσο, έναν μήνα αργότερα (30 Μαϊου 1949), ο νέος κομμισάριος του Ράιχ στη Νορβηγία, Γιόζεφ Τερμπόβεν, του ανέθεσε τη θέση του «Επιθεωρητή Αστυνομίας για ειδικές υποθέσεις» στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ο Τερμπόβεν γνώριζε τον Λη από το 1935 και του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. Ο τελευταίος δεν άργησε να υπηρετήσει με απόλυτη αφοσίωση και πίστη τη γερμανική υπόθεση. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1940 έγινε μέλος του NS με την υπόσχεση (εκ μέρους του Τερμπόβεν) ότι πολύ σύντομα θα αναλάμβανε την ηγεσία του κόμματος παραμερίζοντας τον Κουίσλινγκ. Κατά τη διάρκεια της κατοχής ο Λη οργάνωσε τη Νορβηγική Αστυνομία σύμφωνα με τα γερμανικά πρότυπα Αστυνο-
Νεοσύλλεκτοι Δανοί του «Σώματος Σάλμπουργκ συνοδεύονται τιμητικά από μια ορχήστρα της Λουφτβάφε στον σιδηροδρομικό σταθμό του Ρίνγκσταντ, έξω από την Κοπεγχάγη
62
Τελετή για τον Δανό διοικητή του Freikorps «Danmark» στην Κοπεγχάγη (17Οκτωβρίου 1943). Στο κέντρο της πρώτης σειράς διακρίνονται ο μικρός του γιος και η χήρα του ψον Σάλμπουργκ.
μίας, Τάξης και Ασφάλειας. Διοικητής της πρώτης ήταν ο Ολιβερ Μόισταντ και της Αστυνομίας Ασφαλείας ο Εγκιλ Ολμπγιόερν. Η βαλκανική εκστρατεία της Βέρμαχτ προσέλ- κυσε το ενδιαφέρον του Λη, που ακολούθησε τα γερμανικά στρατεύματα μαζί με μερικούς άλλους Νορβηγούς εθελοντές. Για τον ηρωισμό που επέδειξε στο πεδίο της μάχης, τιμή- θηκε με τον Σιδηρού Σταυρό Β ’ Τάξης. Επι- στρέφοντας στη Νορβηγία, περιέγραψε τις εμπειρίες του στο βιβλίο του «Over Balkans syv blaner» που χρησιμοποιήθηκε ως προπαγανδιστικό όπλο από τα Waffen SS για την προσέλκυση Νορβηγών εθελοντών. Στις 21 Ιουνίου 1942 ανέλαβε τη διοίκηση της «Germanske SS Norze» των Νορβηγικών SS, με τον βαθμό του ταγματάρχη (στουρμπανφύρερ). Λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, έλαβε μέρος στις μάχες του Ανατολικού μετώπου. Ο Λη ήταν πεπεισμένος ότι ο αγώνας για την ενότητα της Ευρώπης δινόταν στην Ανατολή και είχε την υποστήριξη του Τερμπόβεν. Οι σχέσεις του με τον Κουίσλινγκ παρέμειναν τεταμένες ακόμη και στις τελευταίες ημέρες της γερμανικής κατοχής. Οταν οι περισσότεροι υπουργοί του Κουίσλινγκ πρότειναν την αναστολή οποιωνδήποτε εχθροπραξιών στο νορβηγικό έδαφος (29 Απριλίου 1945), ο Λη ήταν αποφασισμένος να παραμείνει μάχιμος στον εθνικοσοσιαλιστικό του κόσμο. Στις 30 Απριλίου 1945, ενώ η Γερμανία κατέρρεε, ο Λη έκανε τα εγκαίνια μιας έκθεσης στο Οσλο με τον τίτλο «Η Νορβηγία καλεί». Η έκθεση αυτή έπλεκε το εγκώμιο των Νορβηγών SS και την απόδοσή τους στο πεδίο της μάχης. Μια εβδομάδα αργότερα, ο Λη έδωσε την τελευταία του μάχη κατά της νορβηγικής αντίστασης στη βίλα Σκάλουμ, μαζί με άλλους επιφανείς Νορβηγούς Ναζί. Οταν διαπίστωσε ότι κάθε αντίσταση ήταν μάταιη, αυτοκτόνησε έχοντας δίπλα του ένα πορτραίτο του Αδόλ- φου Χίτλερ.
ΟΙ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΙΣΛΑΝΔΙΑ
Στο μικρό νησί της Ισλανδίας αμέσως μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία (Ιανουάριος 1933), σχηματίσθηκε το «Ισλανδικό Εθνικιστικό Κίνημα». Η οργάνωση, εμπνευσμένη από τον Ναζισμό, υιοθέτησε ως σύμβολο μια παραλλαγή της σβάστικας και είχε ως στόχο την κορπορατιστική δικτατορία και τον αποκλεισμό των Εβραίων και των εγχρώμων
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 63
Ο τάφος του διοικητή του σώματος των
Δανών εθελοντών, αντισυντα γματάρχη φον Σάλμπουργκ. Η
επιγραφή είναι χαρακτηριστική:
«Επεσε μαχόμενος για την τιμή της Δανίας».
από την ισλανδική κοινωνία. Το 1934 έλαβε στις εκλογές το 0,7% των ψήφων, αλλά απέτυ- χε να κερδίσει κάποια έδρα ακόμη και σε δημοτικά συμβούλια. Τα μέλη δεν υπερέβησαν ποτέ τα 300 και περιορίσθηκαν σε ορισμένες επιδεικτικές ένστολες παρελάσεις στο Ρέι- κιαβικ. Κατά τη διάρκεια του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Αμερικανοί αποβιβάσθηκαν στην Ισλανδία και έθεσαν υπό παρακολούθηση τα περισσότερα μέλη του κινήματος. Κάποιοι μεμονωμένοι Ισλανδοί κατόρθωσαν να διαφύγουν και να καταταγούν στα Waffen SS μαζί με Δανούς και Νορβηγούς εθελοντές.
ΤΟ «ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΩΜΑ ΔΑΝΩΝ»(«FRIKORPS DANMARK») ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ Γ ΡΑΪΧ
Η γερμανική κατοχή στη Δανία, από τον Απρίλιο του 1940, εξελίχθηκε ομαλά, ωστόσο είχε κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το κοινοβούλιο και το πολίτευμα της χώρας παρέ- μειναν ανέπαφα, οι Δανικές Ενοπλες Δυνάμεις δεν διαλύθηκαν και το τοπικό Εθνικοσο- σιαλιστικό Κόμμα (DNSAP) δεν επιβλήθηκε στην κυβέρνηση.
To DNSAP είχε ελάχιστη απήχηση στη δανική κοινή γνώμη και ο ηγέτης του, Φριτς Κλά- ουσεν, παρέμεινε στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων. Ο πιο ενθουσιώδης υποστηρι- κτής της Γερμανικής Νέας Τάξης ήταν ο υπουργός Εξωτερικών Ερικ Σκαβένιους. Ο Σκαβένιους, υπέρμαχος της γερμανόφιλης πολιτικής της Δανίας κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενέταξε τη χώρα του στη συνθήκη της Αντι-Κομιντέρν και υποστήριξε με συνέ
πεια την εθελοντική κατάταξη των Δανών στα Waffen SS. Τον Ιούλιο του 1941, με την υποστήριξη του Σκαβένιους και των Γερμανών, δημιουργήθηκε στα πλαίσια των Waffen SS το «Ελεύθερο Σώμα Δανών» («Frikorps Danmark»). Η ενέργεια αυτή οδήγησε τη χώρα σε κυβερνητική κρίση και ο Σκαβένιους απείλησε με παραίτηση.
Πρώτος διοικητής του «Frikorps Danmark» υπήρξε ο υπολοχαγός (ομπερστουρμφύρερ) Κρύσινγκ (Kryssing), πρώην αντισυνταγμα- τάρχης του Δανικού Στρατού. Ο Κρύσινγκ δεν είχε ασπασθεί τον εθνικοσοσιαλιστικό ούτε ήταν οπαδός του Κλάουσεν, θεωρούσε όμως ότι ο αγώνας κατά του κομμουνισμού έ- πρεπε να είναι το κύριο μέλημα όλων των ελεύθερων ανθρώπων.
Ενα νέο μέτρο των Γερμανών αποτέλεσε κίνητρο για πολλούς αξιωματικούς του Δανικού Στρατού να καταταγούν στο «Frikorps Danmark». Σύμφωνα με μια διαταγή του Χίμμλερ, οποιοδήποτε πρώην στέλεχος του Δανικού Στρατού κατατασσόταν εθελοντικά στα Waffen SS, θα είχε τη δυνατότητα να φέρει τον βαθμό που είχε στις Δανικές Ενοπλες Δυνάμεις. Ετσι περί τα τέλη Σεπτεμβρίου 1941 οι Δανοί εθελοντές είχαν ήδη υπερβεί τους1.000 και 300 από αυτούς είχαν αποσταλεί στο Σύνταγμα «Nordland» της μεραρχίας «Wiking». Οι άνδρες του «Ελεύθερου Σώματος Δανών» έφεραν δανικές στολές, με εξαίρεση το κράνος που ήταν γερμανικό και την «περιστρεφόμενη» σβάστικα στα επιρράμματα του περιλαίμιου. Υπήρχε ένα έμβλημα σε κίτρινο χρώμα, όπως το παραδοσιακό εθνόσημο της Δανίας, με τρία μπλε λιοντάρια και εννέα κόκκινες καρδιές. Οπως και στις άλλες μονάδες των Waffen SS, στα επιρράμματα του πέτου το περίγραμμα ήταν από μαύρη και ασημένια στριμμένη κλωστή για τους στρατιώτες και από ασημένια για τους αξιωματικούς.
Τον Φεβρουάριο του 1942 τη διοίκηση του δανικού σώματος ανέλαβε ο υπεύθυνος νεολαίας του DNSAP, ταγματάρχης των SS Κρί- στιαν Φρέντερικ φον Σάλμπουργκ (Cristian Frederik von Schalburg). Τον Μάιο του ίδιου έτους το «Frikorps Danmark» στάλθηκε στο Ανατολικό μέτωπο για να ενισχύσει τη μεραρχία των SS «Totenkopf», στον θύλακα του Ντεμιάν- σκ. Αψηφώντας την υπεροπλία των Σοβιετικών, οι Δανοί εθελοντές, μαχόμενοι σώμα με σώμα, απέκρουσαν τις εχθρικές επιθέσεις.
Στις 2 Ιουνίου ο διοικητής του «Frikorps Danmark» έπεσε νεκρός. Ο επόμενος διοικητής της μονάδας, αντισυνταγματάρχης των Χανς Αλμπερτ φον Λέτοβ Φόρμπεκ, σκοτώθηκε στις 11 Ιουνίου. Η μεραρχία «Totenkopf» πα-
ρέμεινε στο Ντεμιάνσκ μέχρι τον Οκτώβριο του 1942 αποκρούοντσς συνεχείς εχθρικές επιθέσεις. Οι Δανοί, έχοντας χάσει το 22% της αρχικής τους δύναμης, επέστρεψαν στην πατρίδα τους για ανασυγκρότηση και ξεκούραση.
Τον Δεκέμβριο του 1942 η δανική μονάδα επέστρεψε στο Ανατολικό μέτωπο, στον τομέα Welikije Luki, όπου έλαβε μέρος στην καταστροφή των εχθρικών θέσεων στο Taidy. Τον Μάρτιο του 1943, λίγο μετά το Στάλινγκραντ, οι Δανοί αναχώρησαν για το πεδίο εκπαίδευσης Γκράφενβορ στη Γερμανία. Νέος διοικητής του «Frikorps Danmark» διορίσθηκε ο αντι- συνταγματάρχης των S S Κνούτ Μπόργκε Μάρτινσεν, ο οποίος τον Απρίλιο του ίδιου έτους μετονόμασε τη μονάδα σε «Schalburg Korpset». Οι ανθρώπινες απώλειες που υπέστησαν οι Δανοί στην Ανατολή, αναπληρώθηκαν από δεκάδες νεοσύλλεκτους που παρου- σιάσθηκαν στα γραφεία στρατολόγησης εθελοντών στην Κοπεγχάγη. Οι εθελοντές έπρεπε να ήταν άριας προέλευσης και να μην έχουν καταδικασθεί για κανένα αδίκημα. Οσοι δεν είχαν υποστεί την εμπειρία του Ανατολικού μετώπου, υποβάλλονταν σε μια εκπαίδευ
ση έξι εβδομάδων στη Σχολή Schalburg. Μετά το πέρας της εκπαίδευσης ακολουθούσε ο όρκος του «Schalburg Korpset»: «Τα πάντα ανήκουν στην πατρίδα, τα πάντα ανήκουν στον λαό. Αυτός που μολύνει το αίμα μας δεν ανήκει εδώ, αυτός που δεν τηρεί τον όρκο του και μολύνει τη φυλή μας, θα εξοντωθεί».
Τον Ιούνιο του 1944 το «Shalburg Korpset» βοήθησε τους Γερμανούς στην καταστολή μιας γενικής απεργίας που οργανώθηκε από τους φιλοβρετανικούς κύκλους της χώρας. Μέχρι το τέλος του πολέμου το σώμα αυτό είχε έντονη δραστηριότητα κατά της δανικής αντίστασης. Στις τάξεις της 11ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας των SS «Nordland», υπαγόταν ένα σύνταγμα Δανών εθελοντών, το SS- Panzergrenadierregiment 24 «Denmark».
Το σύνταγμα αυτό πολέμησε στη Νάρβα (στην Εσθονία) και την Κουρλάνδη. Τον Φεβρουάριο του 1945 ρίφθηκε στη μάχη μαζί με τις τελευταίες εφεδρείες των Γερμανών για ν ’ αναχαιτίσει τη σοβιετική προέλαση στην Πομ- μερανία. Συνολικά, 10.000 Δανοί υπηρέτησαν στα Waffen SS, τρεις από αυτούς τιμήθηκαν με τον Σταυρό των Ιπποτών και δύο με τον Γερμα-
Η φρουρά του «Σώματος Σάλμπουργκ» έξω από το αρχηγείο της, στην Κοπεγχάγη.
Ο Κρίστιαν Φρέντερικ φον Σάλμπουργκ, διοικητής του Freikorps « Danmark».
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 65
Διακριτικά του «Σώματος
Σάλμπουργκ».νό Σταυρό σε Χρυσό. Ο πιο γνωστός από όλους και επανειλημμένα τιμηθείς για τη δράση του υπήρξε ο ταγματάρχης των SS Περ Σόρεν- σεν από το Essenbank ο οποίος, ως διοικητής του Τεθωρακισμένου Συντάγματος «Danmark», σκοτώθηκε στις 24 Απριλίου 1945 κατά τη διάρκεια της μάχης του Βερολίνου. Ενας Ρώσος ελεύθερος σκοπευτής πέτυχε τον ψηλό- σωμο Δανό διοικητή στην πλάτη και ο τελευταίος ξεψύχισε σε λίγα δευτερόλεπτα. Οι άνδρες του, με δάκρυα στα μάτια, τον έθαψαν στο Waldfriedhof το απόγευμα της 24ης Απριλίου, υπό τον ήχο του σοβιετικού πυροβόλου και της κλαγγής των όπλων που πλησίαζαν.
Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ
Το φθινόπωρο του 1943 η αντίσταση των Δανών εντάθηκε. Σύμφωνα με τον διοικητή της Αστυνομίας και της SD στη Δανία, Ρού- ντολφ Μίλντνερ, «κάθε τρεις ημέρες εκδηλώνονταν πράξεις σαμποτάζ στα εργαστήρια». Ολόκληρες αμαξοστοιχίες ανατινάζονταν, ενώ Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες πυ- ροβολούντο πισώπλατα στο φως της ημέρας. Σε πολλά εστιατόρια στην Κοπεγχάγη και σε άλλες μικρότερες πόλεις, αλλά και γενικά σε χώρους όπου σύχναζαν άνδρες της Βέρμαχτ
και των S S με τις Δανέζες κοπέλες τους, τοποθετούντο ωρολογιακές βόμβες. Σε τρεις μήνες, σκοτώθηκαν 30 Γερμανοί, ενώ διπλάσιοι ήταν οι Δανοί συνεργάτες τους που έχασαν τη ζωή τους.
Ο Χίμμλερ έγινε έξω φρενών και έστειλε ένα τηλεγράφημα στον Μίλντνερ που ανέφερε τα εξής: «Για να αποτρέψετε τα σαμποτάζ και τις δολοφονίες Γερμανών στρατιωτών από τη δανική αντίσταση, προχωρείστε αμέσως σε πράξεις αντισαμποτάζ». Στη συνέχεια διευκρίνιζε ότι, όταν δολοφονείτο ένας Γερμανός επιχειρηματίας ή ένας Δανός συνεργάτης, έ- πρεπε να δολοφονηθεί αμέσως ένας σημαντικός Δανός. Οταν πάλι η αντίσταση ανατίναζε ένα εργοστάσιο που εξυπηρετούσε τις πολεμικές ανάγκες του Ράιχ, τότε οι γερμανικές Αρχές όφειλαν να καταστρέψουν ένα εργοστάσιο που χρησίμευε για τις ανάγκες της Δανίας. Κάτι τέτοιο θα τρομοκρατούσε τους αγγλόφιλους Δανούς και θα τους απέτρεπε από οποιαδήποτε πράξη σαμποτάζ. Ο Μίλντνερ, ωστόσο, είχε άλλη άποψη. Πίστευε ότι η εφαρμογή τέτοιου είδους αντιποίνων θα κατέστρεφε τη συνεργασία που είχε με τη Δανική Αστυνομία και το DNSAP.
Συνολικά, 100.000 Δανοί εργάσθηκαν εθελοντικά στο Γ' Ράιχ, ενώ, εκτός από εκείνους που στελέχωναν την εγχώρια «Βοηθητική Αστυνομία», άλλοι 6.000 πολέμησαν με τα Waffen SS στο Ανατολικό μέτωπο. Από αυτούς, περίπου οι μισοί σκοτώθηκαν είτε παραμένουν αγνοούμενοι. Μια δανέζικη εφημερίδα (η οποία πρωτοεκδόθηκε ως παράνομο φύλλο κατά τη γερμανική κατοχή) δήλωσε (με αφορμή τη 60ή επέτειο από το τέλος του πολέμου) ότι «περισσότεροι Δανοί σκοτώθηκαν στον αγώνα υπέρ των Γερμανών, παρά στον αγώνα εναντίον τους» (6λ. «Information (Κοπεγχάγης), 3 Μαϊου 2005).
Ο ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ
Ιδρυτής του «Nationalsocialistiska Arbetar- parti» (NSAP) («Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος των εργατών»), στη Σουηδία το 1933, υπήρξε ο Σ8έν Ολουφ Αίντχολμ. Ο Λίντχολμ γεννήθηκε στις 8 Φεβρουάριου 1903 στο Γιένσεπινγκ. Αφού υπηρέτησε στον Σουηδικό Στρατό, απολύθηκε το 1930 με τον βαθμό του λοχία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη περιοχή του Oestermalm πληροφορήθηκε την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη και για το κίνημα του Αδόλφου Χίτλερ (1926). Σύντομα ήλθε σε επαφή με τον αντισημίτη καθηγητή πανεπιστημίου Ελοφ Ερικσον, που
εργαζόταν ως αρχισυντάκτης στην εφημερί- Αψίσα στρατολόγησες δα «Nationen». Ο Ερικσον κήρυττε την καθα- των νορβηγικών SS. ρότητα των βόρειων φυλών και την περιφρούρηση των παραδοσιακών αξιών. Την εποχή εκείνη οι περισσότερες φασιστικές οργανώσεις στη Σουηδία ήταν ασήμαντες. Η πιο σημαντική δημιουργήθηκε το 1924 και το 1930 πήρε το όνομα «Σουηδικό Εθνικοσοσια- λιστικό Κόμμα» (SNP). Τα μέλη του δεν υπε- ρέβησαν τα 1.000 και στις βουλευτικές εκλογές του 1932 το κόμμα κέρδισε μόνο το 0,6%.Μια άλλη, μικρότερης εμβέλειας οργάνωση, ήταν το «Sveriges Fascistiska Kamporganization» («Σουηδική Φασιστική Αγωνιστική Οργάνωση»), με αρχηγό τον Κόνραντ Οττο Χάλλγκρεν. Ο Λίντχολμ, εντυπωσιασμένος από τη ρητορική δεινότητα του Χάλλγκρεν, ανέλαβε υπεύθυνος προπαγάνδας της οργάνωσης. Το 1929 επισκέφθηκε τη Νυρεμβέργη και παρακολούθησε τις εργασίες του Εθνικο- σοσιαλιστικού Κόμματος. Επηρεασμένος από
N O R D M E N N
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945)
Συνάντηση Σουηδών εθνικοσοσιαλιστικών
στη Στοκχόλμη (1934).
Ο ταγματάρχης των SS Περ Σόρενσεν, ο οποίος σκοτώθηκε στις 24 Απριλίου 1945 στο Βερολίνο.
τις μεθόδους και την προσωπολατρεία του Φύρερ, αποφάσισε να εγκαταλείψει τον φασισμό και να αναζητήσει τη ναζιστική του ταυτότητα. Επιστρέφοντας στη Σουηδία δρομολόγησε συνομιλίες με το «Εθνικοσοσιαλιστι- κό Κόμμα Εργατών και Αγροτών» που είχε ιδρύσει το 1924 ο γιατρός Μπίργκερ Φούρου- γκαρντ. Το νέο κόμμα που προέκυψε από την ένωση των δύο οργανώσεων ονομάσθηκε «Nysvenska Nationalsocialistiska Foerbundet» και είχε αργχηγό τον Φούρουγκαρντ. Ο τελευταίος είχε ταυτισθεί απόλυτα με τους Γερμανούς Ναζί και είχε καλές σχέσεις με τον Χίμμλερ. Ο Λίντχολμ ανέλαβε τη διεύθυνση των εφημερίδων του νέου κόμματος
Ο Δανός υπολοχαγός των ββΣόρεν Καμ φωτογραφίζεται μπροστά από ένα πορτραίτο του Χίτλερ.
«Nationalsocialisten» και «Var Kamp». Τα κεντρικά γραφεία του NNF Βρίσκονταν στο Γκαί- τεμποργκ και η οργάνωση πρωτοστάτησε σε διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες κατά της κυβέρνησης ακολουθώντας μια πιο έντονη α- ντικαπιταλιστική γραμμή. Στις εκλογές όμως του Σεπτεμβρίου του 1932, το NNF έλαβε μόλις 15.000 ψήφους, γεγονός που προκάλεσε εσωτερικές εντάσεις και επικρίσεις. Ωστόσο, παρά την εκλογική ήττα, ο Χίμμλερ συνεχάρη την ηγεσία του NNF και υποσχέθηκε οικονομική βοήθεια.
Η κρίση βέβαια δεν άργησε να εκδηλωθεί. Η προσωπική αντιπαλότητα μεταξύ του Φούρουγκαρντ και του Λίντχολμ οδήγησε το κόμμα στη διάσπαση. Θέλοντας να δημιουργήσει ένα νέο κίνημα με έντονα επαναστατική και α- ντικαπιταλιστική χροιά, ο Λίντχολ αποχώρησε με μερικούς οπαδούς του το 1933 και ίδρυσε το «Nationalsocialistiska Arbetarparti» (NSAP), σύμφωνα με το γερμανικό πρότυπο που πρέσβευε τον σφοδρό αντισημιτισμό, την προσωπολατρεία του ηγέτη, νεολαία και ομάδες προστασίας και τάξης, όπως τα SA.
Πολιτικοί στόχοι του NSAP ήταν η παρεμβατική οικονομία, η κρατικοποίηση των τραπεζών, η στήριξη των μικρών εμπόρων και επιχειρηματιών, ο αποκλεισμός των κομμουνιστών από τη δημόσια ζωή και η πίστη στην ανωτερότητα και τη δύναμη του σουηδικού λα-
■ |Π 8 σ Ε £ '&sm mm γ vAR55 T im m ) UKAMWE;
68
ού. Με το πρόγραμμα αυτό το NSAP κατήλθε στις βουλευτικές εκλογές του 1936, έλαβε όμως μόλις το 0,7% των ψήφων (17.483) και απέδειξε για μια ακόμη φορά πως ο εθνικοσοσιαλισμός δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στη Σουηδία. Ο Λίντχολμ ήταν αναγκασμένος να αλλάξει κάποια πράγματα για να καταστήσει το κόμμα του πιο ελκυστικό. Εγκατέλειψε τη σβάστικα ως σύμβολο του NSAP με τα εθνικά χρώματα της Σουηδίας και το 1938 μετονόμασε το NSAP «Svensk Socialistik Sämling» (SSS ) («Σουηδική Σοσιαλιστική Ενότητα»), Ακόμη και οι μαύρες στολές που παρέπεμπαν στα γερμανικά SS άλλαξαν, ενώ ο φασιστικός χαιρετισμός «Kamp-hell» («Ζήτω ο αγώνας») απα- γορεύθηκε. Παρά τις αλλαγές όμως, ο προσανατολισμός και η διάρθρωση του S S S παρέ- μειναν εθνικοσοσιαλιστικά: αυτάρκεια, αντι- κομμουνισμός, κορπορατισμός και μια οικονομία στην υπηρεσία του έθνους. Το μελλοντικό εθνικοσοσιαλιστικά κράτος όφειλε απλά να θέτει τους οικονομικούς στόχους, ενώ οι ιδιωτικές βιομηχανίες όφειλαν να τους εκπληρώνουν.
Το 1938 ο Λίντχολμ έστειλε μια επιστολή στον βασιλιά απαιτώντας την έξοδο της χώρας από την Κοινωνία των Εθνών. Το αίτημα του αρχηγού των Σουηδών εθνικοσοσιαλι- στών υπέγραψαν 26.500 πολίτες. Ο βασιλιάς αγνόησε την επιστολή, και το S S S αύξησε την επιρροή του στις περισσότερες πόλεις της χώρας. Το 1939 πραγματοποιήθηκαν πορείες κατά της «εισβολής των Εβραίων» στη Στοκχόλμη, την Ουψάλα και το Λουντ. Στο SSS προσχώρησαν μερικές εκατοντάδες κομμουνιστές που έχασαν την εργασία τους και ήταν απογοητευμένοι από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Οι εφημερίδες _ του Λίντχολμ «Den Svenske», «Stormfacklan» και «Nationen Socialism» έκαναν άριστη προπαγάνδα. Το καλοκαίρι του 1939, τα φασιστικά σκανδιναβικά κόμματα αποφάσισαν να συνεργασθούν και να παρουσιάσουν μια κοινή πολιτική πλατφόρμα που περιλάμβανε τον σκανδιναβικό ρατσισμό.
Οταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία, ο Λίντχολμ επιστρατεύθηκε και υπηρέτησε στο Στρατό Ξηράς με τον βαθμό του επιλοχία μέχρι το 1942. Με την ιδιότητα του υπαξιωματι- κού, έπεισε μερικές δεκάδες εθελοντές να καταταγούν στα Waffen SS.
Παράλληλα, ως αρχηγός του SSS , απαίτησε από τη σουηδική κυβέρνηση να απαγορεύσει τη μετανάστευση Εβραίων στη χώρα. Το 1942 ζήτησε από τον βασιλιά την είσοδο της Σουηδίας στο Αντικομμουνιστικό Σύμφωνο του Αξονα. Ο Λίντχολμ υπογράμμισε στο αίτημά του ότι οι βόρειοι λαοί όφειλαν τουλάχι
στον να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους σ’ αυτή τη θανάσιμη πάλη ανάμεσα στους υπερασπιστές της Ευρώπης και τον κομμουνισμό. Οσο όμως η εξέλιξη του πολέμου ήταν αρνητική για τους Γερμανούς, εντει- νόταν και η αδυναμία του SSS.Στις εκλογές του 1944 το κόμμα έλαβε μόλις 2.204 ψήφους.Οι περισσότεροι οπαδοί του προέρχονταν από τις τάξεις του Σουηδικού Στρατού. Ενας Σουηδογερμανικός Σύνδεσμος που αποτελείτο από 69 ανώτερους αξιωματικούς (Ο «Riksfoereningen Sverige-Tysk- land») και μερικοί διανοούμενοι και καθηγητές, όπως ο διευθυντής του «Κρατικού Ινστιτούτου Ιστορίας της Καταγωγής των Λαών» στην Ουψάλα, δρ. Χέρμαν Λούντμποργκ, ο καθηγητής Βοτανικής Μπεν- γκτ Λίντφορς, ο γεωγράφος Σβεν Χεντίν, ήταν ορισμένα από τα επιφανή μέλη του SSS. Τον Αύγουστο του 1942 ο Λίντχολμ έστειλε μια επιστολή στον Χίμμλερ, εκφράζοντας τον προβληματισμό του για συγκρότηση ενός Μεγάλου Γερμανικού Ράιχ που θα περιλάμβανε και τους σκανδιναβικούς λαούς. Απαίτησε την ανεξαρτησία της χώρας του στο πλαίσιο μιας χαλαρής συνομοσπονδίας των βόρειων λαών. Ο Χίμμλερ όμως δεν απάντησε καθόλου. Κύρια μέριμνα των Γερμανών εκείνη την περίοδο ήταν η στρατολόγηση όσο το δυνα- τόν περισσότερων εθελοντών για το Ανατολικό μέτωπο. Το 1944, ένα από τα πιο θαρραλέα στελέχη του κόμματος, ο Αλμπερτ Ενγκστρομ, καταδικάσθηκε για εσχάτη προδοσία σε φυλάκιση πέντε ετών. Ο Ενγκστρομ ήταν επικεφαλής μιας εξτρεμιστικής ομάδας, της «Μαύρης Φρουράς», στο πλαίσιο του SSS, και σχεδίαζε ν ’ ανατρέψει πραξικοπηματικά την κυβέρνηση. Ο Λίντχολμ κράτησε αποστάσεις από τις ενέργειες της «Μαύρης Φρουράς» και δεν εκφράσθηκε ποτέ κατά της σουηδικής μοναρχίας και ανεξαρτησίας. Αφού δραστηριοποιήθηκε ακόμη επί μερικά χρόνια, το 1950 παραιτήθηκε από αρχηγός και κήρυττε τον εθνικοσοσιαλισμό σε ομάδες νέων και διανοουμένων. Στις αρχές του 1970 τέθηκε επικεφαλής μιας οργάνωσης που ήταν αντίθετη με τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Πέ- θανε στη Στοκχόλμη περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Ο Σβεν Ολαφ Λίντχολμ κατά τη διάρκεια ομιλίας του στη Στοκχόλμη.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 69
Συνεργάτες των Ναζί στα Βαλκάνια
Ενας Ιταλός υτταξιωματικός
μοιράζει ψωμί σε Κροάτες στρατιώτες.
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΖΜΠΟΡ ΣΤΗ ΣΕΡΒΙΑ
Το σύστημα της διακυβέρνησης της Γιουγκοσλαβίας μετά τον Α ’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελεί μία περίπτωση επιβολής ενός δεξιού αυταρχικού πολιτικού συστήματος με τη συγκατάθεση της μοναρχίας. Το πιο μαζικό εθνικιστικό κίνημα στη Σερβία ήταν η δεξιά ριζοσπαστική οργάνωση Ζμπορ («Σύναξη») (1934), του δικηγόρου Ντιμίτριγιε Λζότιτς από το Βελιγράδι. Το Ζμπορ αρχικά έδωσε έμφαση στις αξίες της θρησκείας και της εργασίας, αλλά ποτέ δεν κέρδισε περισσότερο από το 1% του εκλογικού σώματος. Ο Λζότιτς ήταν πιο κοντά στις ιδέες του Γάλλου Σάρλ Μορά, και αγωνιζόταν για ένα ιεραρχικό, απολυταρχικό κράτος, που θα ήταν ελεύθερο από κομμουνιστές, Εβραίους και μασόνους. Υποστήριζε έναν κορπορατιστικό αλλά οικονομικά ριζοσπαστικό φασισμό, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη συμμετοχή της νεολαίας. Πολιτικός
στόχος του Ζμπορ ήταν η μεγάλη Γιουγκοσλαβία με την ενσωμάτωση βουλγαρικών εδαφών. Σύντομα η οργάνωση προκάλεσε την αντίδραση της Αστυνομίας και της κυβέρνησης. Τα μέλη του Ζμπορ αποκλείσθηκαν από τις δημόσιες υπηρεσίες και παρακολουθού- ντο συστηματικά. Ο Λζότιτς αναγκάσθηκε να στραφεί για βοήθεια στο εξωτερικό και ήλθε σε επαφή με τον Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ, τον επικεφαλής των Εξωτερικών Υποθέσεων του NSDAP. Μέσω μιας εταιρίας εισαγωγών-εξα- γωγών, το Ζμπορ χρηματοδοτείτο από τη Γερμανία. Η σημαντικότερη διαφορά ανάμεσα στο Ζμπορ και τα άλλα φασιστικά κινήματα του εξωτερικού ήταν η ιδιαίτερη σχέση που είχε το κίνημα με τη χριστιανική παράδοση. Μετά τη γερμανική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία, τον Απρίλιο του 1941, το Ζμπορ εξελίχθηκε σε μια καθαρά φασιστική ομάδα. Ο Λζότιτς πρότεινε στον στρατηγό Νέντιτς να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας και υποσχέθηκε
70
τη βοήθειά του. Για την καταπολέμηση των παρτιζάνων δημιουργήθηκε αρχικά με γερμανικό εξοπλισμό μια μικρή μονάδα «Σερβικών Εθελοντικών Σωμάτων» («Serbische Freiwilligenkoprs»/SFK). Η ηγεσία των SFK απο- τελείτο από στελέχη του Ζμπορ και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στρατολο- γήθηκαν 15.000 άνδρες. Το Ζμπορ είχε αρκετές ομοιότητες με τη Σιδηρά Φρουρά στη Ρουμανία. Στελεχωνόταν από νέους, κυρίως φοιτητές, οι οποίοι διακατέχονταν από αντι- κομμουνιστικές και αντισημιτικές ιδέες, ενώ ήταν απόλυτα προσηλωμένοι στην Ορθόδοξη σέρβική παράδοση. Οι άνδρες των SFK φορούσαν τη στολή του Βασιλικού Γιουγκοσλαβικού Στρατού και οι σημαίες τους έφεραν την επιγραφή «Με πίστη στον Θεό για τον βασιλιά και την πατρίδα». Ο όρκος τους ήταν «για τον σερβικό λαό και την πατρίδα». Παρόλο που οι Σέρβοι εθελοντές είχαν αρκετές επιτυχίες κατά των παρτιζάνων, ο ανώτατος διοικητής των S S στη Σερβία, υποστράτηγος της Αστυνομίας Αύγουστος Μάιστσνερ, έβλεπε το όλο εγχείρημα με καχυποψία. Ενημέρωσε τον Χίμμλερ και αυτός με τη σειρά του δια- μαρτυρήθηκε στην ηγεσία της Βέρμαχτ. Στις 15 Μαϊου 1943, ο Κάιτελ υποσχέθηκε πως θα διέλυε τα «Σέρβικά Εθελοντικά Σώματα» δίχως καθυστέρηση. Η δραστηριότητα όμως των παρτιζάνων παρέμεινε αμείωτη και η Βέρμαχτ επέμεινε στη χρησιμοποίηση των SFK για την καταπολέμησή τους. Οταν μάλιστα, περί τα τέλη Μαϊου 1944, οι Σέρβοι εθελοντές απέτρεψαν μια επίθεση του Τίτο στον ποταμό Ντρίνα, ο Γερμανός στρατιωτικός διοικητής επέτρεψε την αναβάθμιση των «Σερβικών Εθελοντικών Σωμάτων» σε πέντε συντάγματα με δυναμολόγιο 13.842 άνδρες. Διοικητής των SFK ανέλαβε ο πρώην αξιωματικός του Αυστροουγγρικού Στρατού κατά τον Α ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Μουσίκι. Την άνοιξη του 1945, καθώς ο πόλεμος πλησίαζε προς το τέλος του, ο Λζότιτς πρότεινε την απόσυρση όλων των σερβικών αντικομμουνιστικών δυνάμεων στη Σλοβενία για να δώσουν την ύστατη μάχη κατά των κομμουνιστών. Λίγο πριν συναντήσει στη Λουμπλιάνα μερικούς εκπροσώπους της σερβικής Εκκλησίας, έχασε τη ζωή του σ’ ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα (23 Απριλίου 1945). Τα υπολείμματα των SFK παραδόθηκαν στους Αγγλους οι οποίοι, με τη σειρά τους, τους παρέδωσαν στον Τίτο. Η εκδίκηση των παρτιζάνων ήταν αμείλικτη. Σχεδόν 3.000 Σέρβοι εθελοντές εκτελέσθηκαν και τα πτώματά τους ρίφθηκαν σε φαράγγια και τάφρους. Το κίνημα Ζμπορ έσβησε για πάντα.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΝΕΝΤΙΤΣΟ πιο σημαντικός εκπρόσωπος της δωσι-
λογικής κυβέρνησης της Σερβίας ήταν ο στρατηγός Μίλαν Νέντιτς. Ο γηραιός Νέντις είχε υπηρετήσει στον Αυστροουγγρικό Στρατό και ήταν καθηγητής Στρατηγικής στη Στρατιωτική Ακαδημία της Βιέννης. Το 1912 επέστρεψε στη Σερβία και έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στις αρχές του 1919, ως διοικητής της 4ης Σερβικής Στρατιάς, κατέπνιξε μια στάση στην Κροατία. Μέχρι την έκρηξη του Β ’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε τη φήμη ενός ικανού και έμπιστου αξιωματικού. Τον Αύγουστο του 1939 ανέλαβε το Υπουργείο Πολέμου. Παρόλο που ο οπλισμός του Γιουγκοσλαβικού Στρατού εξαρτά- το σε μεγάλο βαθμό από τη Γερμανία, υποστήριξε μυστικά τη συνεργασία της κυβέρνησης Τσβέτκοβιτς με τις Δυτικές δυνάμεις. Λί-
Σέρβοι φασίστες παρελαύνουν στους δρόμους του Βελιγραδιού (1934).
Ο Ντράζα Μιχαήλοβιτς σε νεαρή ηλικία.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 71
γο μετά όμως την ήττα της Γαλλίας, τον Ιούνιο του 1940, εκδήλωσε την επιθυμία του στην ηγεσία της γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης για συνεργασία με τη Βέρμαχτ. Ο Νέντις αναγκάσθηκε να παραιτηθεί, όταν οι αγγλόφιλοι κύκλοι πίεσαν τον Τσβέτκοβιτς.
Υστερα από την κατάληψη της Γιουγκοσλαβίας από τα γερμανικά στρατεύματα, οι Γερμανοί αποφάσισαν να συγκροτήσουν μια «τοπική» σέρβική κυβέρνηση με επικεφαλής τον Νέντιτς. Την εποχή εκείνη ο Νέντιτς ήταν πεπεισμένος ότι οι Αγγλοι ενέπλεξαν τη Σερβία στον πόλεμο για να την παραδώσουν αργότερα στους κομμουνιστές (Αύγουστος1941). Διαθέτοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη των Γερμανών, ο γηραιός στρατηγός κινή- θηκε επιδέξια στο εσωτερικό της χώρας του. Αρχικά δημιούργησε μια «Σέρβική Κρατική Φρουρά» δύναμης 10.000 ανδρών, αναθέτο- ντάς της αστυνομικά καθήκοντα. Στη συνέχεια συγκροτήθηκαν η «Σέρβική Συνοριακή Φρουρά» και τα «Σέρβικά Εθελοντικά Σώματα» από πέντε τάγματα, με σκοπό την καταπολέμηση των παρτιζάνων. Τα όπλα τους προήλθαν από τις αποθήκες του Γιουγκοσλαβικού Στρατού, με τη βοήθεια του Ανώτερου Γερμανού Στρατιωτικού Διοικητή Νοτιοανατολικής Ευρώπης φον Λιστ. Μέχρι τα τέλη του 1942, ο Νέντιτς κατόρθωσε με τη συνεργασία του Λζότιτς και του κινήματος Ζμπορ να απαλλάξει σχεδόν ολόκληρη την παλαιά Σερβία από τους παρτιζάνους. Ο φον
Ρώσος ιππέας του«Ρωσικού ΣώματοςΠροστασίας»,τελευταίουυπολείμματοςτου Τσαρικού Στρατούστα Βαλκάνια.
Με γερμανική υποστήριξη
συγκροτήθηκε στη Σερβία ένα ρωσικό
παραστρατιωτικό σώμα από Ρώσους
εμιγκρέδες, για την προστασία των
σερβικών χωριών.
72
Λιστ ήταν ενθουσιασμένος με τον Νέντιτς και ενθάρρυνε μια συνεργασία με τον Πάβε- λιτς και τους Κροάτες. Ο Σέρβος στρατηγός όμως αρνήθηκε οποιαδήποτε συνομιλία με τους Κροάτες, επειδή οι τελευταίοι εξαπέλυσαν προγκρόμ κατά των Σέρβων της Κροατίας και της Βοσνίας. Παρά την πίεση που δέχθηκαν από τους Γερμανούς, τα στελέχη της κροατικής Ουστάσα συνέχισαν την εθνοκάθαρση κατά των Σέρβων καθόλη τη διάρκεια του πολέμου. Το φθινόπωρο του 1943, ο ειδικός απεσταλμένος του Φύρερ στη νοτιοανατολική Ευρώπη, Χέρμαν Νοϋμπάχερ, πέτυχε τη σύναψη μιας σημαντικής συμφωνίας ανάμεσα στον Νέντιτς και τον πρώην συνταγματάρχη του Γιουγκοσλαβικού Στρατού και ηγέτη των ανταρτών Τσέτνικς, Ντράζα Μιχαή- λοβιτς. Οι δύο πλευρές θα έπαιρναν όπλα από τη Βέρμαχτ και θα ένωναν τις δυνάμεις
τους κατά των παρτιζάνων του Τίτο. Ο Νοϋμπάχερ είχε μια ακόμη επιτυχία: κατόρθωσε να πείσει τον Χίτλερ να συναντήσει προσωπικά τον Σέρβο πρωθυπουργό. Η συνάντηση έ- γινε στο Βερολίνο στις 18 Σεπτεμβρίου 1943 και το κλίμα ανάμεσα στις δύο πλευρές ήταν πολύ φιλικό. Οι επαφές συνεχίσθηκαν και κατά τη δεύτερη συνάντηση των δύο ηγετών, που πραγματοποιήθηκε στο αρχηγείο του Φύρερ (Wofschanze) τον επόμενο μήνα. Ο Χίτλερ αποφάσισε την αναβάθμιση των σερβικών δυνάμεων σε 30.000 ενόπλους, οι οποίοι όμως θα στρέφονταν αποκλειστικά κατά των παρτιζάνων. Σε αντίθεση με τις μονάδες της Βέρμαχτ, δεν θα στρέφονταν κατά του άμαχου πληθυσμού ούτε θα προέβαιναν σε αντίποινα. Τα τελευταία θα ήταν αποκλειστικό έργο του Γερμανικού Στρατού.
Οι επιτυχίες της κυβέρνησης Νέντιτς στο
Γερμανικά αντίποινα στα Βαλκάνια, μια σχεδόν καθημερινή σκηνή από το καλοκαίρι του 1941.
Ο Ντιμίτρι Λζότιτς, επικεφαλής του «Ζμπορ».
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 73
Στιγμιότυπο από την περιοχή του Σκούταρι (Αλβανία), τον Ιανουάριο του 1943. Συνεργάτες των Γερμανών, μέλη του «Μπάλι Κομπετάρ», σε επιχειρήσεις κατά των ανταρτών.
Ο κατοχικός πρωθυπουργός της Σερβίας Νέντις στο αρχηγείο του Φύρερ (Wolfshcanze), τον Οκτώβριο του 1943.
Βόσνιοι εθελοντές των Waffen SS παρουσιάζουν όπλα στον Μεγάλο Μουφτή των Ιεροσολύμων.
εσωτερικό της Σερβίας δεν πρέπει να παρα- βλεφθούν. 0 στρατηγός υπήρξε αρκετά δημοφιλής και από τις αρχές του 1942 μέχρι τον Αύγουστο του 1944 επικράτησε σ' όλη τη χώρα μια σχετική ηρεμία. Οι περισσότερες μάχες με τους παρτιζάνους έγιναν έξω από τα σύνορα της παλαιάς Σερβίας. Ο Νέντις έδωσε ώθηση στη γεωργία και στη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας του σε τέτοιο βαθμό, ώστε το βιοτικό επίπεδο πολλών γεωργών να είναι ανώτερο απότι πριν τον πόλεμο. Οταν, το φθινόπωρο του 1944, η Σερβία καταλήφθηκε από τους παρτιζάνους του Τίτο, ο τελευταίος έμεινε έκπληκτος από τα τεράστια αποθέματα τροφίμων που βρέθηκαν στις αποθήκες των σερβικών πόλεων. Η σχέση του Νέντιτς με τους Γερμανούς δεν έμοιαζε με τη σχέση που είχαν με αυτούς οι περισσότε
ρες δωσιλογικές κυβερνήσεις των κατεχόμε- νων χωρών. Ο στρατηγός έβλεπε τη συνεργασία του με τις Αρχές κατοχής ως το τίμημα που έπρεπε να πληρώσει για να διατηρήσει στη χώρα του μια στοιχειώδη ειρήνη και ανάπτυξη. Με συνεχείς απειλές παραίτησης εξασφάλισε πολυάριθμες διευκολύνσεις από τις γερμανικές Αρχές προς όφελος του λαού του. Καθώς όμως τον Οκτώβριο του 1944 ο Ερυθρός Στρατός πλησίαζε τα σέρβικά σύνορα, η κυβέρνηση Νέντιτς διέφυγε μαζί με τον Σέρβο πατριάρχη Γαβριήλ και ένα πλήθος Σέρβων δωσίλογων στη Βιέννη. Εκεί, στη μικρή κωμόπολη Κιτσμπύχελ, σχηματίσθηκε μια «Εθνική Σέρβική Κυβέρνηση» η οποία μαζί με την «ελληνική» του Εκτορα Τσιρονί- κου και τη «βουλγαρική» του Τσάνκωφ, μετρούσαν τις τελευταίες ημέρες της ύπαρξής τους. Μερικές χιλιάδες Σέρβοι της «Dinarische Division» παραδόθηκαν κοντά στην περιοχή Ντράου στους Βρετανούς (12 Μαϊου 1945). Αυτοί, με τη σειρά τους, τους παρέδωσαν στον Τίτο και στους παρτιζάνους. Τις επόμενες ημέρες στο δάσος του Gottschee εξελίχθηκαν φρικιαστικές σκηνές: όλοι τους εκτελέσθηκαν αμείλικτα, ανάμεσά τους πολλές γυναίκες και παιδιά που τους συνόδευαν. Ο Νέντιτς παραδόθηκε από τους Συμμάχους στον Τίτο, τον Σεπτέμβριο του1945. Λίγο πριν ξεκινήσει η προγραμματισμένη δίκη του στο Βελιγράδι, έπεσε από το παράθυρο του γραφείου στο οποίο ανακρινό- ταν (4 Φεβρουάριου 1946). Η επίσημη εκδοχή των Αρχών ήταν πως αυτοκτόνησε.
74
Ο ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
Η Βουλγαρία, ύστερα από τις ήττες της στον Β ’ Βαλκανικό και τον Α ’ Παγκόσμιο Πόλεμο, απογυμνώθηκε από όσα εδάφη είχε κερδίσει μετά τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μια στρατιωτική εξέγερση το 1923 ανέτρεψε την κυβέρνηση της «Αγροτικής Ενωσης» και για τα επόμενα 11 χρόνια η Βουλγαρία κυβερνήθηκε από ένα ολιγαρχικό κοινοβουλευτικό καθεστώς. Το γεγονός ότι ο αναδασμός της γης στη Βουλγαρία έγι- νε με πιο δίκαιο τρόπο από οπουδήποτε αλλού στα Βαλκάνια, συνετέλεσε στην κοινωνική σταθερότητα και σε κάποιο βαθμό πολιτικής συγκατάθεσης. Ολη αυτή την περίοδο αναδύθηκαν πολλές μικρές αντικομμουνιστι- κές πρωτοφασιστικές ομάδες, όπως οι Ρατνί- τσι («Πολεμιστές»), οι «Βουλγαρικές Εθνικές Λεγεώνες» του στρατηγού Χρίστο Λούκωφ, και η δεξιά συντηρητική οργάνωση «Λαϊκή Ενότητα» («Naroden Sgovor») με επικεφαλής τον ακαδημαϊκό Αλεξάντερ Τσάνκωφ. Εμφα- . ίσθηκαν επίσης ομάδες με βραχύβια παρουσία. όπως το «Βουλγαρικό Εθνικοσοσιαλιστι- <ό Εργατικό Κόμμα» και η «Εθνική Φασιστική Ζαντρούγκα». Ο πιο αξιόλογος Βούλγαρος φασίστας ήταν ο καθηγητής Τσάνκωφ. Ο "σάνκωφ ίδρυσε το 1933 με στελέχη του πα- •αιού του κόμματος το «Εθνικοσοσιαλιστικό Κίνημα» («Nacionalno-socialnodvizenie»). Στις δημοτικές εκλογές που έγιναν τον Ιανουάριο του 1934 συγκέντρωσε το 11,5% των ψήφων και αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία του. Μ ένα μανιφέστο, ο Τσάνκωφ απαίτησε τη
συγκρότηση ενός κράτους αυταρχικού, βασισμένου στην εθνική κοινότητα, και μιας οικονομίας με στόχο την ευημερία του βουλγαρικού λαού και όχι τη διεθνή κεφαλαιοκρατία. Η ραγδαία αύξηση των ποσοστών του νεοσύστατου κόμματος ανησύχησε το στράτευμα και τα συντηρητικά στρώματα και τον Μάιο του 1934 ο στρατός, με τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά Βόρι, ανέλαβε την εξουσία. Το νέο συγκεκαλυμμένο μοναρχικό καθεστώς κυβέρνησε μέχρι τον θάνατο του βασιλιά, τον Αύγουστο του 1943. Το καθεστώς δεν ε
Τεργέστη, 8 Μαϊου 1945: μια γερμανική μονάδα οδεύει προς την αιχμαλωσία. Οι Κροάτες και Σλοβένοι συνεργάτες τους δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί, καθώς οι περισσότεροι απ’ αυτούς εκτελέσθηκαν άγρια από τους παρτιζάνους του Τίτο.
Αμείλικτος πόλεμος στη Βοσνία, τον χειμώνα του 1943-44.Στη φωτογραφία εικονίζονται δολοφονημένοι Ουστάσα από παρτιζάνους του Τίτο.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 75
Αλβανοί αντ/κομμουνιστές,
συνεργάτες των Γερμανών, επιχειρούν
βόρεια των Τιράνων (Μάρτιος του 1943).
πιχείρησε να φυλακίσει τον Τσάνκωφ, διότι ήταν πολύ γνωστός και πολύ δημοφιλής. Ωστόσο, στη Βουλγαρία, για μια ακόμη φορά, ένα πρωτοφασιστικό κίνημα είχε καταπνίγει από ένα στρατιωτικό αυταρχικό καθεστώς. Ο Τσάνκωφ επανήλθε στο προσκήνιο μόνο ύστερα από τη γερμανική επίθεση στη Σοβιετική Ενωση (22 Ιουνίου 1941), όταν η κυβέρνηση Φίλωφ πάγωσε τις διπλωματικές σχέσεις με τον Στάλιν, χωρίς όμως να κηρύξει
τον πόλεμο. Παρά τις εκκλήσεις του Τσάνκωφ για γερμανική υποστήριξη, ο Χίτλερ ανέχθηκε την κυβέρνηση Φίλωφ και μόνο μετά την κήρυξη του πολέμου από τη Βουλγαρία στη Γερμανία (5 Σεπτεμβρίου 1944) επιτράπη- κε στον Τσάνκωφ να δημιουργήσει στην Αυστρία μια εθνική-βουλγαρική εξόριστη κυβέρνηση. Ο τελευταίος υποσχέθηκε στον Ρί- μπεντροπ να συνδράμει τη γερμανική πολεμική προσπάθεια με εθελοντές στα Waffen
Ο Βούλγαρος πρωθυπουργός
Μποργκντάν Φίλωφ με τον Γερμανό
υπουργό Εξωτερικών Ρίμπεντροπ στον
σιδηροδρομικό σταθμό του Σάλτσμπουργκ.
76
SS, χωρίς όμως να καταφέρει κάτι αξιόλογο. Τον Μάιο του 1945 συνελήφθη από τους Αμερικανούς στο Κιτσμπύχελ μαζί με άλλους Βούλγαρους δωσίλογους. Αφού φυλακίσθηκε μερικούς μήνες, απελευθερώθηκε και κατέφυγε στην Αργεντινή. Πέθανε σε ηλικία 80 ετών στο Μπουένος Αϊρες (17 Ιουλίου 1959) περιστοιχιζόμενος από μερικούς αμετανόητους Βούλγαρους φασίστες. Στη Σόφια ένα Λαϊκό Δικαστήριο τον είχε ήδη καταδικάσει σε θάνατο. Ο μεγάλος αντίπαλος του Τσάν- κωφ στην ηγεσία των γερμανόφιλων κύκλων της Βουλγαρίας ήταν ο καθηγητής Αρχαιολογίας Μπογκντάν Φίλωφ. Ο Φίλωφ καταγόταν από τη Στάρα Ζαγορά και διέθετε την εμπιστοσύνη του βασιλιά Βόρι. Στις 16 Φεβρουάριου 1940 έγινε πρωθυπουργός και έστρεψε την πολιτική της χώρας οριστικά προς τη Γερμανία. Η προσπάθειά του να εκτοπίσει τους 50.000 Εβραίους και τέκτονες από τη Βουλγαρία δεν στέφθηκε με επιτυχία, καθώς . ια τον μέσο Βούλγαρο πολίτη εχθρός παρέ- -ενε ο Τούρκος και ο Ελληνας και όχι οι Εβραίοι, οι περισσότεροι από τους οποίους ε.χαν αφομοιωθεί. Οσον αφορά τον εξοστρακισμό των τεκτόνων από τη δημόσια ζωή, η ε- . έργεια του Φίλωφ δεν έφερε κανένα αποτέ- ■ εομα, αφού οι περισσότεροι υπουργοί του, :πως ο Λόγκεν, ήταν μέλη της Τεκτονικής Στοάς της Σόφιας.
Εξίσου αναποτελεσματικός υπήρξε ο Φί- λωφ και στο εσωτερικό μέτωπο της χώρας. Η κομμουνιστική αντιπολίτευση γινόταν όλο και
Αλβανοίπαραστρατιωτικοί του «Μπόλι Κομπετάρ» εξοπλισμένοι με ιταλικό οπλισμό παρατάσσονται λίγο πριν από μια αντιανταρτική επιχείρηση (φθινόπωρο του 1943).
πιο ισχυρή και το 1943 εξαπέλυσε ένα κύμα τρομοκρατικών επιθέσεων με μεγαλύτερη επιτυχία τη δολοφονία του στρατηγού Κρίστο Λούκωφ. Μετά τον θάνατο του βασιλιά Βόρι (Σεπτέμβριος 1943), ο Φίλωφ ανέλαβε την α- ντιβασιλεία και προσπάθησε αδέξια να οδηγήσει την χώρα του έξω από τον πόλεμο. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944, καθώς ο Ερυθρός Στρατός περνούσε στα Βαλκάνια, ο Στάλιν κήρυξε τον πόλεμο στη Βουλγαρία. Τέσσερις ημέρες μετά, μια ομάδα αξιωματικών του στρατού που προέρχονταν από την οργάνωση «Ζβένο»(«Δεσμός»), ανέτρεψε πραξικοπηματικά την κυβέρνηση Φίλωφ. Η νέα κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου, στην οποία συμμετείχαν και κομμουνιστές, θεώρησε λανθασμένα ότι ο Στάλιν θα της παραχωρούσε ελευθερία κινήσεων. Γι’ αυτό τον λόγο, το νέο καθεστώς άρχισε να καταδιώκει τα μέλη των πρωτοφασι- στικών ομάδων και τους εκτεθειμένους γερμανόφιλους. Σύντομα όμως οι ίδιοι οι αξιωματικοί του «Ζβένο» αποστρατεύθηκαν από τους κομμουνιστές ως «αριστεροί φασίστες» και οι περισσότεροι εκτελέσθηκαν. Τα μέλη της κυβέρνησης Φίλωφ και ο ίδιος ο αντιβασι- λιάς οδηγήθηκαν στη Σοβιετική Ενωση, όπου ανακρίθηκαν και βασανίσθηκαν απροκάλυπτα. Στη συνέχεια καταδικάσθηκαν από ένα βουλγαρικό Λαϊκό Δικαστήριο και απαγχονί- σθηκαν ομαδικά στις 2 Φεβρουάριου 1945 στη Σόφια. Συνολικά, 24 υπουργοί και 68 βουλευτές απαγχονίσθηκαν με την κατηγορία της συνεργασίας με τους Γερμανούς.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 77
Η Ουγγαρίακαι το κίνημα
«Σταυρωτά Βέλη»
Παρατεταγμένοι Γερμανοί στρατιώτες στη Βουδαπέστη λίγο μετά την ανατροπή του ναυάρχου Χόρτυ (Οκτώβριος 1944).
Α πό όλα τα κράτη της κεντρικής Ευ ρώπης, η Ουγγαρία είχε υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες εδαφών και πληθυσμού, μετά το πέρας του Α ’ Παγκοσμί
ου Πολέμου. Η απογοήτευση, η οικονομική κρίση και η σύντομη κομμουνιστική δικτατορία του Μπέλα Κουν το 1919, γέννησαν τα πρώτα ριζοσπαστικά φασιστικά κινήματα. Το δεξιό αυταρχικό καθεστώς του ναυάρχου Χόρτυ (που διαδέχθηκε τον Μπέλα Κουν) ευνόησε τη δημιουργία και την ύπαρξη των ακροδεξιών οργανώσεων. Η πιο δημοφιλής οργάνωση πριν από τον Β ’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ουγγαρία ήταν το κίνημα των «Σταυρωτών Βελών», του αρμενικής καταγωγής Φέ- ρεντς Ζαλάσι. Ο Ζαλάσι γεννήθηκε στην πό
λη Κάσα τον Ιανουάριο του 1897 και ήταν γιός ενός Αρμένιου με το όνομα Σαλοσιάν, που είχε μεταναστεύσει στην ουγγρική Τρανσυλβανία τον 18ο αιώνα. Οπως γράφει ο ιστορικός Στάνλεϊ Πέιν, «ο πατέρας του, γέννημα μιας Αυστρογερμανίδας μητέρας, είχε με τη σειρά του παντρευτεί μια γυναίκα σλοβακοουγγρι- κής καταγωγής, κι έτσι ο Ζαλάσι, όπως και ο Κοντρεάνου, απείχε πολύ από το να είναι ένας καθαρόαιμος βλαστός της ομάδας που υπερασπιζόταν».
Αφού αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Ακαδημία της Βιέννης, υπηρέτησε στον Ουγγρικό Στρατό. Πολύ νωρίς ανέπτυξε τις αντιλήψεις του περί «ουγγρισμού» με στόχο τη δημιουργία της Μεγάλης Καρπαθοδουνά-
78
βιας Πατρώας Γης, που θα διαιρείτο στις περιοχές των Μαγυάρων, των Σλοβάκων, των Ρουθηνών, των Κροατών, των Σλοβένων και των Δυτικών Συνόρων με την Αυστρία. Αυτό το ομοσπονδιακό κράτος θα διοικείτο από τους Ούγγρους, γιατί αυτοί ήταν μια ξεχωριστή φυλή και κατείχαν ιδιαίτερες ηγετικές και κυβερνητικές ικανότητες. Για τον Ζαλάσι, ο ουγγρισμός δεν ήταν σωβινιστικός, αλλά εθνικιστικός. Η Μεγάλη Καρπαθοδουνάβια Πατρώα Γη θα γινόταν μια από τις τρεις ηγετικές χώρες της καινούργιας Ευρώπης, μαζί με τη Γερμανία του Χίτλερ και τη φασιστική Ιταλία.
Μετά το 1930, οι φασιστικές οργανώσεις στην Ουγγαρία πολλαπλασιάσθηκαν. Το πιο σημαντικό από όλα τα φασιστικά κινήματα της χώρας ήταν τα «Σταυρωτά Βέλη», με ένα πολιτικό πρόγραμμα καθαρά εθνικοσοσιαλι- στικό και προσανατολισμό αντικαπιταλιστικό. Το κίνημα ιδρύθηκε στις αρχές του 1939 και ήταν ένας συνασπισμός από διάφορες φασιστικές οργανώσεις. Το καθεστώς του ναυάρχου Χόρτυ με πρόσχημα ένα φυλλάδιο των «Σταυρωτών Βελών» που υπαινίχθηκε ότι η γυναίκα του Χόρτυ ήταν εβραϊκής καταγωγής, συνέλαβε τον Ζαλάσι και τον καταδίκασε σε φυλάκιση τριών ετών. Στις εκλογές που έγιναν τον Μάιο του 1939, τα «Σταυρωτά Βέ λη» και άλλοι εθνικοσοσιαλιστές συνασπί- σθηκαν σε ένα κοινό μέτωπο. Η κυβέρνηση, για να αποτρέψει την άνοδο των «Σταυρωτών Βελών», απέκλεισε από την εκλογική διαδικασία όλους τους νέους ψηφοφόρους κάτω
των 26 ετών. Παρά τις πιέσεις, ο εθνικοσοσιαλισμός σχηματισμός έλαβε σχεδόν το 25% των ψήφων και εξέλεξε 31 βουλευτές. Τα αποτελέσματα ήταν περισσότερα θεαματικά στις εργατικές συνοικίες και στις αγροτικές περιοχές. Οι εθνικοσοσιαλιστές είχαν γίνει η μεγαλύτερη ανεξάρτητη πολιτική δύναμη στη χώρα και τα κυβερνητικά κόμματα συνα- σπίσθηκαν εναντίον τους. Η είσοδος της Ουγγαρίας στον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας, ανάγκασε το καθεστώς να απελευθερώσει τον Ζαλάσι. Ο τελευταίος βγαίνοντας από τις φυλακές, τον Σεπτέμβριο του 1940, προχώρησε στη συγχώ-
Στελέχη των «Σταυρωτών Βελών» κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Βουδαπέστης από τους Σοβιετικούς. Στο βάθος διακρίνεται ο περίφημος «ιερέας» Κουν, ένας από τους πιο φανατικούς αντισημίτες της οργάνωσης.
Ο ταγματάρχης των SS Σκορτσένυ λίγο μετά την επιτυχία της επιχείρησης «Panzerfaust», με τον υπολοχαγό των SS Αντριαν φον Φέλκερσαμ.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 79
ABOLSEVIZMUS ELLENtmow fs m m a s ita fennmaraoäeäert
«Μαζί στον αγώνα κατά του μπολσεβικισμού», αψίσα του κόμματος του Φέρεντς Ζαλάσι
το 1944/45.
νευση των «Σταυρωτών Βελών» με το «Ουγγρικό Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα» του Λάζλο Μπάκι και του Φιντέλ Πάλφι, το οποίο με 15 βουλευτές ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στο κοινοβούλιο. Τα πρόσκαιρα εδαφικά κέρδη της Ουγγαρίας με την κατάληψη της Τρανσυλβανίας και της Βοϊβοντίνας ανανέωσαν τη δημοτικότητα του Χόρτυ. Ο τελευταίος άρχισε στη συνέχεια μια βίαια εθνοκάθαρση των μη ουγγρικών πληθυσμών που κατοικούσαν στις περιοχές αυτές από αιώνες. Μέχρι τα τέλη του 1942 τα «Σταυρωτά Βέλη» έχασαν χιλιάδες οπαδούς, καθώς τα περισσότερα μετριοπαθή στελέχη τους προσχώρησαν στα κυβερνητικά κόμματα, ενώ δυσάρεστημένοι ήταν και οι επαναστάτες, επειδή τους ενοχλούσε η έλλειψη άμεσης δράσης, την οποία ο Ζαλάσι απαγόρευσε λόγω του πολέμου.
Τον Μάρτιο του 1943 οι γερμανικές δυνάμεις εισήλθαν στη χώρα, καθώς οι Σοβιετικοί άρχιζαν τη μεγάλη τους αντεπίθεση στο Ανατολικό μέτωπο. Ο Χίτλερ προσπάθησε δίχως επιτυχία να δημιουργήσει έναν μεγάλο εθνι- κοσοσιαλιστικό συνασπισμό για να υποστηρίξει την καινούργια κυβέρνηση. Ο Χόρτυ όμως ήταν απασχολημένος με τις συνομιλίες του με τους απεσταλμένους των Συμμάχων και αντικατέστησε του γερμανόφιλους Ιμρέ- ντι-Ζτότζαϊ με μια περισσότερο μετριοπαθή κυβέρνηση υπό τον στρατηγό Λάκατος. Τον
«Εναντίον αυτού, μάχεται για όλους εμάς η γερμανοουγγρική συμμαχία»
(αψίσα των «Σταυρωτών Βελών»).
Σεπτέμβριο του 1944, ενώ οι περισσότεροι σύμμαχοι του Αξονα μεταπηδούσαν στην πλευρά των Συμμάχων, ο ναύαρχος Χόρτυ επιχείρησε την έξοδο της χώρας από τον πόλεμο. Οι Γερμανοί, με μια άμεση επιχείρηση στη Βουδαπέστη («Panzerfaust») υπό τη διοίκηση του Οττο Σκορτσένυ, απήγαγαν τον δεύτερο γιό του Χόρτυ, Νίκολας, την ημέρα που ο ναύαρχος θα κήρυσσε το τέλος του πολέμου.
Στις 16 Οκτωβρίου γερμανικές μονάδες ανέλαβαν τον έλεγχο της διακυβέρνησης της χώρας και τα «Σταυρωτά Βέλη» του Φέρεντς Ζαλάσι κατέλαβαν την εξουσία. Ο τελευταίος έγινε πρωθυπουργός με τον τίτλο «Αρχηγός του Εθνους», και στις 4 Δεκεμβρίου 1944 επισκέφθηκε τον Χίτλερ. Λίγο προτού οι Σοβιετικοί αποκλείσουν την ουγγρική πρωτεύουσα, η κυβέρνηση του Ζαλάσι κατέφυγε στη δυτική Ουγγαρία και αργότερα στη Βιέννη. Εκεί ο Ζαλάσι ασχολήθηκε με τη συγγραφή των απομνημονευμάτων του και συνε- λήφθη από τους Αμερικανούς. Οι τελευταίοι τον Οκτώβριο του 1945, παρέδωσαν τον Ζαλάσι στην Ουγγαρία μαζί με άλλα 390 στελέχη των «Σταυρωτών Βελών». Το Λαϊκό Δικαστήριο της Βουδαπέστης, ύστερα από μια δίκη παρωδία (Μάρτιος 1946), τον καταδίκασε σε θάνατο και λίγο αργότερα, ο Ζαλάσι α- παγχονίσθηκε μαζί με 146 μέλη των «Σταυρωτών Βελών».
Επίλογος
Μετά τον πόλεμο, πολλοί λίγοι άνθρωποι θα μπορούσαν να ι- σχυρισθούν ότι είχαν αποφύ- γει εξ ολοκλήρου τη συναλλαγή με
τους Γερμανούς. Ολόκληρες κοινωνίες, κρατικοί μηχανισμοί και οικονομίες, τέθηκαν στην υπηρεσία του Γ ’ Ράιχ. Πράξεις που θα έπρεπε κανονικά να χαρα- κτηρισθούν αδικήματα εθνικής αναξιό- τητας, παρέμειναν ατιμώρητες. Σχημα- τίσθηκαν περιουσίες, σε οικονομική συνεργασία με τους κατακτητές, την ώρα που πολλοί άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους από την πείνα. Υπήρξαν όμως και οι ιδεολόγοι εκείνην την εποχή που αποδέχθηκαν τη μοίρα τους και αναζήτησαν τον θάνατο στο πεδίο της μάχης, όταν ο κόσμος τους κατέρρεε. Λίγο μετά την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη, ένας δημοσιογράφος του BBC επισκέ- φθηκε έναν Γάλλο βετεράνο της LVF σ’ ένα προάστιο του Παρισιού. Ο απόμαχος γέροντας ήταν καθηλωμένος σ’ ένα αναπηρικό καρότσι, καθώς είχε χάσει στο σφαγείο του Ανατολικού μετώπου το δεξί του χέρι και το ένα του μάτι. Παρόλη όμως την αναπηρία του, είχε δηλώσει τότε την πρόθεσή του να ξαναπο- λεμήσει, και επέστρεψε στη μονάδα του. Οταν ο νεαρός δημοσιογράφος, απορημένος, ρώτησε γιατί «το έκανε», ο υπερήφανος Γάλλος απάντησε πως επέστρεψε επειδή δεν ήθελε να πέσει στη «μετριότητα». Μετά το 1945, όσοι απ’ αυτούς τους άνδρες απέφυγαν την πορεία κάποιας σφαίρας, αναζήτησαν μια νέα ταυτότητα στις φιλόξενες γι’ αυτούς χώρες της Ιβηρικής Χερσονήσου και της Λατινικής Αμερικής.
Στις 3 Ιουλίου 1942, 200.000 Τσέχοι πολίτες συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Βέντσεσλας της Πράγας για να δηλώσουν την αντίθεσή τους στους «δολοφόνους» του Ρ. Χάιντριχ.
Τέτοιου είδους φωτογραφίες δεν είδαν ποτέ τη δημοσιότητα στη μεταπολεμική Ευρώπη, επειδή προφανώς οι ίδιοι Τσέχοι εκδήλωσαν
αργότερα (το 1945) τον ενθουσιασμό τους για την είσοδο των σοβιετικών στρατευμάτων.
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (1939-1945) 81
Βιβλιογραφία
Ο Πιέρ Λαβάλ με τον Αδόλψο Χίτλερ.
Ο Νορβηγός δωσίλογος Φιν Κάας,
συνοδευόμενος από Βρετανούς,
υποδεικνύει Γερμανούς SS
με αντάλλαγμα την απαλλαγή του από οποιαδήποτε
κατηγορία.
1. Franz W. Seidler: DIE KOLLABORATION 1939-1945, Herbig-Verlag, Μόναχο 1995.2. Karl Kohut (επ,ιμ.): LITERATUR DER RESISTANCE UND KOLLABORATION IN FRANKREICH, Βιαμηάντεν κ.α. 1982.3. A. Steenberg: DAENEMARK IM Z. WELTKRIEG, Κοπεγχάγη 1950.4. Wilfried Wagner: BELGIEN IN DER DEUTSCHEN POLITIK WAEHREND DES ZWEITEN WELTKRIEGES, Boppard am Rhein 1974.5. Στάνλεϊ Πέιν: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ,Εκδ. Φιλίστωρ, Αθήνα 2000.6. Alice Kaplan: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥ,
Εκδ. Μοντέρνοι Καιροί, Αθήνα 2006.7. Κωνοτ. Τσοπάνης: Ο ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ, Εκδ. Λόγχη, Αθήνα 2007.8. Pierre Milza: ΟΙ ΜΕΛΑΝΟΧΙΤΩΝΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ, Εκδ. Scripta, Αθήνα 2004.9. Robert Ο. Paxton: Η ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ, Εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2006.10. Χάγκεν Φλάισερ: ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ, Εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2008.11. Leon Degrelle: ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΑΣ, Εκδ. Λόγχη, Αθήνα 2006.12. Κνοντ Χάμσουν: ΣΕ ΧΟΡΤΑΡΙΑΣΜΕΝΑ ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ, Εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1987.13. Ιάκωβος Μιχαηλίδης, Ηλίας Νικολακόπουλος, Χάγκεν Φλάισερ: ΕΧΘΡΟΣ ΕΝΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ, ΟΨΕΙΣ ΤΟΥΔΩΣΙΑΟΓΙΣΜΟΥΣΤΗΝ ΕΛΛΑΛΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2006.14. Patrick Agte: EUROPAS FREIWILLIGE DER WAFFEN SS, Munin Verlag 2000.15. Περ. TOTE, τχ. 10-48.16. Hans-Adolf Jacobsen, Hans Dollinger: DER ZWEITER WELTKRIEG IN BILDERM UND DOKUMENTEN, Verlag Kurt Desch, 1963.17. TEMOIGNAGES DE NOTRE TEMPS, ap. 7: «Dictatures et Dictateurs», Παρίσι 1934.18. Krisztian Ungrary: DIE SCHLACHT UM BUDAPEST 1944/45, Herbig Verlag, Μόναχο 1999.19. Λεόν Ντεγκρέλ: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΒΑΦΦΕΝ SS, Εκδ. Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα 1992.20. Περ. ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, τχ. 117 (Μάρτιος 1978).
82
Κατά την εξάπλωσή του στα πέρατα της Ευρώπης το Γ ’ Ράιχ δεν συνάντησε μόνο εχθρούς. Σε κάθε χώρα υπήρχαν ήδη από
την προπολεμική περίοδο τοπικά φασιστικά κινήματα τα οποία, αν και κινούντο στο πολιτικό περιθώριο, ήταν πρόθυμα να συνδράμουν τις δυνάμεις κατοχής με τοπικούς συνεργάτες («κουίσλινγκ»), αρκετοί από τους οποίους στελέχωσαν ακόμη και εγχώριες μονάδες των Waffen SS!
Με πρόσχημα τον αγώνα εναντίον του διεθνούς κομμουνισμού, θιασώτες του φασισμού στη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία,
τη Νορβηγία, την Ουγγαρία, τη Σερβία, τη Βουλγαρία, ακόμη και τη Μ. Βρετανία και τις ουδέτερες Ιρλανδία και Σουηδία, τάχθηκαν ανοικτά στο πλευρό του Χίτλερ, για να εξαφανισθούν στο τέλος
του πολέμου εξίσου μετεωρικά, όσο αναδείχθηκαν στη διάρκειά του.
C
αα '
ISBN 978-960-9408-09-7
9 7 8 9 6 0 9 4 0 8 0 9 7 >Ε Κ Δ Ο
ΠΕΡΙΣ*
V IΊ Ε I Σ
(ΟΠΙΟ www.periscopio.gr