124
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ Διοικητική δικονομία: σύνολο κανόνων δικαίου που βοηθούν στην επίλυση διοικητικών διαφορών που πηγάζουν από τις διοικητικές πράξεις και εξετάζει την αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων. Ιεράρχηση κανόνων δικαίου: κοινοτικό δίκαιο, σύνταγμα, διεθνές δίκαιο, τυπικοί νόμοι, προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις, δηλαδή ουσιαστικό δίκαιο. Τα δικονομικά δίκαια προσφέρουν το διαδικαστικό πλαίσιο στα πλαίσια του οποίου θα επιλύονται οι διοικητικές διαφορές και δικονομικό διοικητικό. Ο ουσιαστικός κανόνας αν δεν συνοδεύεται από δικονομικό κανόνα δικαίου που εγγυάται τη λειτουργία και την προστασία της έννομης ασφάλειας του πολίτη είναι άνευ ουσίας. Το δικονομικό δίκαιο έχει μεγάλη ιστορία. Το 1215 οι Άγγλοι απόκτησαν την αρχή της νομιμότητας λόγω της φορολογικής αυθαιρεσίας. Μετά υπήρξε σταδιακή διαμόρφωση μέχρι και σήμερα. Το 1806 ιδρύθηκε το Γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας, τον οποίο θεσμό πήραμε και εμείς. Αποτελεί σήμερα το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο. Μέχρι την εποχή εκείνη δεν υπήρχε έλεγχος που ήταν οργανωμένος της λειτουργίας των διοικητικών πράξεων και πράξεων διοικητικών δικαστηρίων. Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει παράλληλα και την λειτουργία του διοικητικού οργάνου. 1911 -> Ίδρυση Ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας Το διοικητικό δικονομικό δίκαιο επιλύει τις διαφορές μεταξύ των πολιτών και διοικητικών οργάνων. Δεν αρκεί η έκδοση μιας διοικητικής πράξης για την δημιουργία μιας διοικητικής διαφοράς. Η διαφορά γεννάται όταν έχουμε δυσμενείς διοικητικές πράξεις που μας ζημιώνουν, από την στιγμή που εμείς προσφύγουμε στα δικαστήρια. Το διοικητικό δικονομικό δίκαιο έχει παραλληλότητα με το διοικητικό διαδικαστικό δίκαιο. Ακόμα και η διακριτική 1

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Διοικητική δικονομία: σύνολο κανόνων δικαίου που βοηθούν στην επίλυση διοικητικών διαφορών που πηγάζουν από τις διοικητικές πράξεις και εξετάζει την αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων.

Ιεράρχηση κανόνων δικαίου: κοινοτικό δίκαιο, σύνταγμα, διεθνές δίκαιο, τυπικοί νόμοι, προεδρικά διατάγματα και υπουργικές αποφάσεις, δηλαδή ουσιαστικό δίκαιο.

Τα δικονομικά δίκαια προσφέρουν το διαδικαστικό πλαίσιο στα πλαίσια του οποίου θα επιλύονται οι διοικητικές διαφορές και δικονομικό διοικητικό.

Ο ουσιαστικός κανόνας αν δεν συνοδεύεται από δικονομικό κανόνα δικαίου που εγγυάται τη λειτουργία και την προστασία της έννομης ασφάλειας του πολίτη είναι άνευ ουσίας. Το δικονομικό δίκαιο έχει μεγάλη ιστορία. Το 1215 οι Άγγλοι απόκτησαν την αρχή της νομιμότητας λόγω της φορολογικής αυθαιρεσίας. Μετά υπήρξε σταδιακή διαμόρφωση μέχρι και σήμερα.Το 1806 ιδρύθηκε το Γαλλικό Συμβούλιο της Επικρατείας, τον οποίο θεσμό πήραμε και εμείς. Αποτελεί σήμερα το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο. Μέχρι την εποχή εκείνη δεν υπήρχε έλεγχος που ήταν οργανωμένος της λειτουργίας των διοικητικών πράξεων και πράξεων διοικητικών δικαστηρίων. Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει παράλληλα και την λειτουργία του διοικητικού οργάνου.

1911 -> Ίδρυση Ελληνικού Συμβουλίου της ΕπικρατείαςΤο διοικητικό δικονομικό δίκαιο επιλύει τις διαφορές μεταξύ των πολιτών και διοικητικών οργάνων.

Δεν αρκεί η έκδοση μιας διοικητικής πράξης για την δημιουργία μιας διοικητικής διαφοράς. Η διαφορά γεννάται όταν έχουμε δυσμενείς διοικητικές πράξεις που μας ζημιώνουν, από την στιγμή που εμείς προσφύγουμε στα δικαστήρια.

Το διοικητικό δικονομικό δίκαιο έχει παραλληλότητα με το διοικητικό διαδικαστικό δίκαιο. Ακόμα και η διακριτική ευχέρεια και η χρήση της από τα διοικητικά όργανα ελέγχεται από τα διοικητικά δικαστήρια.

Όσον αφορά τα διαδικαστικά δικαιώματα, αυτά είναι π.χ. το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης.

Δικαίωμα πολίτη -> υποχρέωση διοίκησης

1

Page 2: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Διαδικαστικοί κανόνες δεν εντάσσονται στους δικονομικούς κανόνες, αλλά εξακολουθούν να αποτελούν αντικείμενο του ουσιαστικού δικαίου (διοικητικού).

Κώδικας Διοικητικής διαδικασίας: Σύνολο κανόνων που πρέπει να εφαρμόσουν από την διοίκηση για να μπορεί να λειτουργήσει.

Αρχή δικονομικής ανεξαρτησίας: Στα πλαίσια της Ε.Ε. τα κράτη μέλη της κοινότητας είναι αρμόδια να επιλέξουν τους μεθόδους εκείνους για την εφαρμογή κανόνων για την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών.

ΕΣΔΑ -> Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων ΑνθρώπουΕπηρεάζει τις εθνικές έννομες τάξεις, εκτός από το κοινοτικό και το διεθνές δίκαιο που επίσης και αυτά επηρεάζουν τις εθνικές έννομες τάξεις.

Οι περισσότερες καταγγελίες για την Ελλάδα στα πλαίσια της ΕΣΔΑ γίνονται για υπέρμετρη καθυστέρηση εφαρμογής κανόνων και λήψης αποφάσεων.Άρθρο 6, παρ. 1 ΕΣΔΑ -> Κάθε πολίτης δικαιούται για την λήψη απόφασης από διοίκηση / δικαστήρια μέσα σε εύλογη προθεσμία.Αυτό καθιερώνει την αρχή της δικαϊκής λύσης διαφορών.

Άρθρο 20 Συντάγματος – δικαίωμα προηγούμενης ακρόασηςΆρθρο 10 Συντάγματος – δικαίωμα αναφέρεστε και προσφυγής ενώπιον διοικητικών οργάνων.

Βασικό για την γέννηση της διοικητικής διαφοράς είναι η προσφυγή σε διοικητικό δικαστήριο. Πριν γίνει αυτό δεν μπορεί να υπάρξει έννοια της διοικητικής διαφοράς.

Πριν το Συμβούλιο της Επικρατείας αρμόδια δικαστήρια ήταν τα τακτικά κοινά δικαστήρια δηλαδή αυτά που ασχολούνται με τις αστικές και ιδιωτικές διαφορές. (πολιτικά)

Δικαστήρια: πολιτικά, διοικητικά και ποινικά

Δικαιοδοσία: αρμοδιότητα έκδοσης δικαστικής απόφασης και απονομής δικαιοσύνης

Διοικητικές διαφορές:Α. ακυρωτικές / διαφορές ακυρώσεωςΒ. ουσιαστικές / διαφορές ουσίας

2

Page 3: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Ακυρωτική διαφορά: Ο ακυρωτικός δικαστής ακυρώνει την πράξη. Περιορισμένη εξουσία δικαστή και όχι έλεγχος πραγματικών περιστατικών. Αμφισβήτηση απλού συμφέροντος.Ουσιαστική διαφορά: Ο δικαστικής μπορεί ακόμα και να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την διοικητική πράξη. Πλήρης εξουσία του δικαστή και πλήρης έλεγχος πραγματικών περιστατικών. Αμφισβήτηση ουσιώδους συμφέροντος.

Όπου υπάρχει χρήμα είναι διαφορά ουσίας.Π.χ. φορολογικές διαφορές

Όπου δεν υπάρχει χρήμα είναι διαφορά ακυρώσεωνΠ.χ. διαφορές που γεννώνται από άδειεςΠ.χ. ανάκληση άδειας

Υπάρχουν επίσης και πειθαρχικές διαφορές (που γεννούν ουσιαστικές διαφορές)Π.χ. απόλυση στρατιώτη -> αποζημίωση

Οι ακυρωτικές διαφορές λύνονται από το Συμβούλιο της Επικράτειας.Οι ουσιαστικές διαφορές λύνονται από τα πολιτικά δικαστήρια.

Από το 1958 όλες οι φορολογικές διαφορές υπάγονται στα φορολογικά δικαστήρια.

Οι ακυρωτικές διαφορές παραμένουν στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά σταδιακά με ειδικούς νόμους μπορούν να ακυρώνονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας και να υπάγονται σε τακτικά διοικητικά δικαστήρια.

Τέτοια ειδικοί νόμοι είναι οι νόμοι:702 του 19772721 του 19992944 του 2001Και 3068 του 2002Με τον τελευταίο αυτό νόμο οι διοικητικές διαφορές υπάγονται σε διοικητικά δικαστήρια. Στην περίπτωση αυτή προβλέπεται η Έφεση, αλλά αυτή δεν είναι υποχρεωτική.

Στις διαφορές ουσίας το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρμοδιότητα μόνο σε μια προϋπόθεση -> πειθαρχικές διαφορές.Όλες οι υπόλοιπες ανήκουν στα πολιτικά δικαστήρια.Ουσιαστικοί κανόνες δικαίου: Κανόνες που ρυθμίζουν το περιεχόμενο έννομων σχέσεων και καθορίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των υποκειμένων του δικαίου. Κατά την εφαρμογή τους δημιουργούνται οι διαφορές.

3

Page 4: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Οι αμφισβητήσεις δηλαδή ως προς την εφαρμογή των κανόνων. Οι διαφορές αυτές προκύπτουν είτε κατά την ερμηνεία των διατάξεων είτε κατά αξιολόγηση των πραγματικών περιστατικών που υπάγονται στον κανόνα δικαίου.

Οι δικονομικοί κανόνες ρυθμίζουν τον τρόπο επίλυσης των παραπάνω διαφορών και αφορούν κυρίως τον τρόπο επίλυσης των διαφορών ενώπιον οργάνων της δικαστικής λειτουργίας.

Οι διαφορές όμως αυτές επιλύονται και από άλλα όργανα, συνήθως της εκτελεστικής λειτουργίας. Οι κανόνες αυτές που προβλέπουν αυτά λέγονται διαδικαστικοί κανόνες.

Οι δικονομικοί κανόνες προβλέπουν και καθορίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις όσον συμμετέχουν στην διαδικασία επίλυσης των διαφορών. Αυτά λέγονται δικονομικές υποχρεώσεις και δικαιώματα. Αυτοί που συμμετέχουν καλούνται διάδικοι. Οριοθετούν την εξουσία των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την επίλυση των διαφορών.

Οι διάδικοι έχουν έννομο συμφέρον να ζητήσουν την συνδρομή των δικαστηρίων.Οι διαφορές αυτές δημιουργούνται από αυτές τις 2 μεγάλες κατηγορίες.Αφορούν την νομιμότητα τα ζητήματα ουσιαστικού χαρακτήρα, δηλαδή την επιλογή της καλύτερης διάταξης και συλλογή / υπαγωγή στους νόμους των πραγματικών περιστατικών.

Την διάγνωση και την επίλυση των ζητημάτων αυτών αναλαμβάνει η δικαστική λειτουργία.Η επίλυση των διαφορών που μας αφορά εμάς, είναι επίλυση των διαφορών που έχουν να κάνουν με κανόνες δημοσίου δικαίου.

Διοικητική δικονομία: διοικητικοί / δικονομικοί κανόνες για την επίλυση των διαφορών του δημοσίου δικαίου.

Παλιά υπήρχε ενιαία δικαιοδοσία, υπήρχαν δηλαδή τα ίδια δικαστήρια για όλα τα ζητήματα και διαφορές. Μετά ιδρύθηκαν τα δικαστήρια για την επίλυση διαφορών μόνο κράτους – πολίτη, δηλαδή τα διοικητικά.Έτσι υπήρξαν μετά τα διοικητικά και τα ιδιωτικά δικαστήρια.

Παρόλο αυτό όμως σήμερα σε πολλές χώρες όπως η Βρετανία και οι ΗΠΑ υπάρχει πάλι ενιαία δικαιοδοσία. Η δικαιοδοσία είναι κρίσιμο και πρωταρχικό στην επίλυση διαφορών.

Οι δύο δικαιοδοσίες (διοικητική και ιδιωτική) δεν ταυτίζονται μεταξύ τους. Εάν κάνουν λάθος στο κλάδο δικαστηρίου οι πολίτες,

4

Page 5: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

χάνουν το δικαίωμα της προσφυγής για την υπόθεση τους, αφού αντί να προσφύγουν σε διοικητικά δικαστήρια, προσφεύγουν σε ιδιωτικά.

Οι διοικητικές διαφορές λειτουργούν με προθεσμίες. Υπάρχουν και άλλες προϋποθέσεις. Αν απορριφθεί η αίτηση για παροχή δικαστικής προστασίας χάνεται η προθεσμία προσφυγής σε δικαστήρια.

Δικαιοδοσία: Είναι η εξουσία συγκεκριμένου κλάδου δικαστηρίου προς επίλυση συγκεκριμένης κατηγορίας διαφοράς.

Αρμοδιότητα: Είναι η εξουσία ορισμένου τμήματος εντός ενός κλάδου δικαστικής λειτουργίας/ δικαστηρίου να επιλύσει μια διαφορά.

Αν σφάλλουμε στην δικαιοδοσία το αίτημα θα απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Αν το ίδιο λάθος γίνει στην αρμοδιότητα δεν απορρίπτεται αλλά μεταβιβάζεται στο αρμόδιο όργανο – τμήμα.

Δωσιδικία: Σε ποια έννομη τάξη θα πάω να βρω δικαστήριο για την επίλυση της διαφοράς μου.

Φύση των διαφορών προς επίλυση:

Η διάκριση είναι ως παρακάτω:- διαπλαστικού χαρακτήρα διαφορές- αναγνωριστικού χαρακτήρα διαφορές- καταψηφιστικού χαρακτήρα διαφορές

Διαπλαστικού χαρακτήρα διαφορές:Το αίτημα της παροχής έννομης προστασίας έχει να κάνει με την κατάργηση, τροποποίηση, ακύρωση ή και την μεταρρύθμιση μιας έννομης σχέσης.Π.χ. αγωγή διαζυγίου

Καταψηφιστικού χαρακτήρα διαφορές:Είναι οι διαφορές οι οποίες κατατείνουν και επιδιώκουν την καταψήφιση και την καταδίκη των αντιδίκων στην καταβολή συγκεκριμένου χρηματικού ποσού. Ως αίτημα δηλαδή έχουν οτιδήποτε που μετατρέπεται και ζητείται ως / σε χρήμα.Π.χ. αποκατάσταση ζημίας διοικητικού οργάνου

Αναγνωριστικού χαρακτήρα διαφορές:

5

Page 6: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Είναι οι διαφορές που κατατείνουν και επιδιώκουν στην αναγνώριση είτε της ύπαρξης είτε της ανυπαρξίας έννομης σχέσης ή της αξίωσης για καταβολή ορισμένου χρηματικού ποσού. Π.χ. αναγνώριση ότι ο γάμος ήταν άκυρος

Οι κανόνες που αφορούν σχέσεις ιδιωτών ανήκουν στο ιδιωτικό δίκαιο.Οι κανόνες που αφορούν σχέσεις πολίτη – κράτους ανήκουν στο δημόσιο δίκαιο. Υπάρχουν και οι κανόνες που ρυθμίζουν την λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και σχέσεις οργάνων αυτής της δημόσιας διοίκησης μεταξύ τους.

Το κράτος λειτουργία με τρεις τρόπους:

1. Εκδίδοντας μονομερείς πράξεις. Αυτές είναι πράξεις που δεν χρειάζονται άλλο κανένα μέρος για να δημιουργήσουν έννομη σχέση. Δεν χρειάζεται συναίνεση και συνύπαρξη άλλου μέρους. Δεν εκδίδονται μόνο από κράτος, αλλά και από ιδιώτες, όπως είναι η διαθήκη και η δωρεά. Στο ιδιωτικό δίκαιο μπορούμε να εκφύγουμε τις μονομερείς πράξεις. Το διοικητικό δίκαιο βασίζεται σε μονομερείς πράξεις του δημοσίου.

2. Εκδίδοντας και υπογράφοντας συμβάσεις. Το κράτος συνάπτει διοικητικές συμβάσεις. Το ιδιωτικό δίκαιο στηρίζεται στις συμβάσεις, αλλά στο διοικητικό δίκαιο έχουν εξαιρετική λειτουργία οι συμβάσεις.

3. Κάνοντας υλικές ενέργειες. Οι υλικές ενέργειες είναι εξωτερίκευση οποιασδήποτε ενέργειας. Ισχύουν και στο διοικητικό και στο ιδιωτικό δίκαιο.

Διοικητικά δικαστήρια: Διαφορές προερχόμενες από διοικητικές πράξεις, συμβάσεις ή και υλικές ενέργειες.

Σε κάθε μια από τις περιπτώσεις αντιστοιχεί και μια διαφορά.

Μονομερείς πράξεις υπεύθυνες για την δημιουργία διαφορών διαπλαστικού χαρακτήρα

Υλικές ενέργειες και συμβάσεις διοικητικές υπεύθυνες για την δημιουργία διαφορών καταψηφιστικού χαρακτήρα.

Αλλά και οι μονομερείς πράξεις μπορούν να δημιουργήσουν διαφορές καταψηφιστικού χαρακτήρα όπως και οι υλικές ενέργειες που δημιουργούν διαφορές διαπλαστικού χαρακτήρα.Επίσης οι υλικές ενέργειες που έχουν ως αποτέλεσμα μια ζημιά και υπάρχει δηλαδή αδίκημα τότε δημιουργούν διαπλαστικές διαφορές.

6

Page 7: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Διοικητική διαφορά: Κάθε διαφορά που δημιουργείται από παρέμβαση σε μια έννομη σχέση του κράτους ή άλλου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου σε έννομη σχέση όμως που διέπεται από το διοικητικό δίκαιο. Πρέπει να υπάρχουν 2 χαρακτηριστικά για ύπαρξη διοικητικής διαφοράς:

Κριτήρια:1. Οργανικό κριτήριο: κρατικό – δημόσιο όργανο που

ασκεί δημόσια εξουσία και παρεμβαίνει2. Λειτουργικό κριτήριο : παρέμβαση σε έννομη σχέση

που ρυθμίζεται από το διοικητικό δίκαιο δηλαδή να επιδιώκεται δημόσιο συμφέρον.

Οργανικό κριτήριο: έλεγχος νομικής φύσης έννομης σχέσης ή φορέα αυτής σε σχέση με τα εσωτερικά τυπικά στοιχεία του οργάνου.Π.χ. ΙΚΑ.

Λειτουργικό κριτήριο: έλεγχος της ουσίας της έννομης σχέσης και εξέταση για το από ποιες κανόνες διέπεται η έννομη αυτή σχέση.Π.χ. τράπεζα Ελλάδας και άσκηση κυρώσεων προς τις άλλες τράπεζες.

Όταν ελέγχουμε διαφορά που προκύπτει από μονομερή πράξη της διοίκησης (που εκδίδεται από το κράτος δηλαδή και ασκείται με αυτήν δημόσια εξουσία) έχουμε εκτελεστή διοικητική πράξη που έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία διοικητικών διαφορών.

Η δημόσια εξουσία απαιτεί την υπεροχή της δικαιοσύνης ή διοικητικού οργάνου.

Διοικητικές συμβάσεις επίσης μπορούν να δημιουργούν διοικητικές διαφορές.

Υλικές ενέργειες που προέρχονται από δημόσιο πρόσωπο κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δημιουργούν διοικητικές διαφορές.

Σε όλες αυτές τις λειτουργίες, η διοίκηση ελέγχεται από την νομοθετική (κοινοβουλευτική), εκτελεστική και δικαστική λειτουργία.Όταν δημιουργηθούν διοικητικές διαφορές μπορούν να υπάρξουν ιεραρχικές αναφορές και προσφυγές. Υπάρχει βέβαια και ο αυτό – έλεγχος της διοίκησης.

Διοικητικές διαφορές και διαδικασία επίλυσης τους:1. Δικαίωμα αναφοράς

7

Page 8: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

2. Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης3. Διαδικασίες σύνθετων διοικητικών ενεργειών.

Διαδικασίες στις οποίες συμμετέχουν περισσότερα διοικητικά όργανα.

4. Υπάρχει κανόνες για την κατεξοχήν λειτουργία συλλογικών διοικητικών οργάνων. Υπάρχει κανόνας να μην είναι μονοπρόσωπα τα όργανα.

5. Η δυνατότητα άσκησης διοικητικών προσφυγών6. Αυτό – έλεγχος της διοίκησης και ίδρυση ανεξάρτητων

διοικητικών αρχών για έλεγχο. Έχουν συνήθως συμβουλευτικό και μεσολαβητικό χαρακτήρα.

Εκτός από τις παραπάνω διαδικασίες χρειαζόμαστε και τα δικαστήρια για την επίλυση των διοικητικών διαφορών.

ΔικαστήριαΤα πλεονεκτήματα των δικαστηρίων στην διαδικασία επίλυσης των διοικητικών διαφορών και γενικά των διαφορών είναι τα εξής:

1. Διακριτή λειτουργία, με αποστολή την επίλυση των διαφορών. Δεν εντάσσεται στις άλλες λειτουργίες.

2. Σε αυτήν την λειτουργία, το Σύνταγμα μας έχει δώσει εγγυήσεις λειτουργικής ανεξαρτησίας στην δικαστική λειτουργία.

Λειτουργική ανεξαρτησία: Τα όργανα της δικαστικής λειτουργίας δεν μπορούν να δεχτούν κανένα επηρεασμό από τα όργανα άλλων λειτουργιών. Π.χ. ανεξαρτησία λειτουργίας των δικαστών κατά της νομοθετικής λειτουργίας ή εκτελεστικής λειτουργίας ( π.χ. δεν υπάγονται ιεραρχικά ενώπιον οργάνων νομοθετικής και εκτελεστικής λειτουργίας).

3. Τα όργανα της δικαστικής λειτουργίας απολαμβάνουν προσωπική ανεξαρτησία. Η υπηρεσιακή τους κατάσταση δεν μπορεί να θιγεί από καμιά άλλη πράξη καμιάς άλλης λειτουργίας.

Π.χ. να θιγούν από την εκτελεστική λειτουργία

Είναι βασικό αγαθό η Συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος να έχουμε δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Αυτό πηγάζει από το άρθρο 20, παρ. 1 του Συντάγματος.

Σε σχέση με τις διοικητικές διαφορές τίθεται το εξής ζήτημα; Τι ελέγχει το δικαστήριο; Και ποιο είναι το αίτημα μας;

Ζητάμε να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί μια εκτελεστή διοικητική πράξη. Αυτό στηρίζεται στο ότι η πράξη αυτή παραβιάζει τον νόμο. Το δικαστήριο προσπαθεί να αποκαταστήσει την νομιμότητα της

8

Page 9: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

διοικητικής δίκης / δικαιοσύνης. Σκόπευε στην διάγνωση της αντικειμενικής νομιμότητας.

Η διοικητική δίκη έχει αντικειμενικό χαρακτήρα. Σήμερα κυριαρχεί και ο πρώτος σκοπός της διοικητικής δίκης, κυρίαρχο όμως είναι το έννομο συμφέρον του πολίτη.Αυτό όμως δημιουργεί στροφή της δίκης προς άλλα πιο υποκειμενικά στοιχεία.Η υποκειμενικοποίηση της διοικητικής διαφοράς έχει μια διεύρυνση. Δεν μπορούμε να ζητήσουμε προστασία κατά της διοικητικής πράξης, η οποία δεν μας αφορά, δεν έχουμε δηλαδή έννομο συμφέρον.

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας:Πηγάζει από το Άρθρο 20, παρ. 1 του Συντάγματος.Υπάρχουν τρία στάδια δικαστικής προστασίας, τα οποία είναι:

1. Η προσωρινή δικαστική προστασία: Η προσωρινή εξασφάλιση του δικαιώματος μου, για το οποίο ζητώ δικαστική προστασία. Δεν μπορεί να απαγορευτεί με νόμο η προσωρινή δικαστική προστασία, αλλά ακόμα και αν γίνει κάτι τέτοιο, πάλι έχω δικαίωμα προσωρινής δικαστικής προστασίας.

2. Δικαίωμα τελειωτικής δικαστικής απόφασης / κρίσης περί του αιτήματος μου. Πρέπει να έχουν δεσμευτική διάγνωση και τελειωτική διάγνωση της διαφοράς μου. Δεν χρειάζεται να υπάρχει γνωμοδοτικού ή συμβουλευτικού χαρακτήρα απόφαση. Η απόφαση αυτή δεσμεύσει όλα τα όργανα και τις λειτουργίες. Στην περίπτωση απόφασης από διεθνή δικαστήρια, πάλι προστατεύομαι.

3. Η αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης μου είναι αυτό που προστατεύεται. Στις διαπλαστικές διαφορές απαιτείται η συμμόρφωση της διοίκησης, ενώ στις καταψηφιστικές διαφορές πρέπει να υπάρχουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης. Σήμερα επιτρέπεται δηλαδή η αναγκαστική εκτέλεση κατά του δημοσίου, πράγμα που παλιά δεν γινόταν και απαγορεύονταν. Η αναγκαστική εκτέλεση κατά απόφασης διοίκησης επιτρέπεται μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001.

Η διάταξη αυτή του 2001 περιέχει μια επιφύλαξη υπέρ του νόμου. Οι ατομικές, κοινωνικές κτλπ ελευθερίες υπόκεινται σε περιορισμούς με επιφύλαξη υπέρ του νόμου. Δηλαδή μπορούν να τροποποιηθούν κτλπ.

Η επιφύλαξη υπέρ του νόμου στα συνταγματικά δικαιώματα έχει καθαρά ρυθμιστικό χαρακτήρα.

9

Page 10: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Πρέπει δηλαδή ο νομοθέτης να εμπλουτίσει τις συνταγματικές ελευθερίες.

Η επιφύλαξη του νόμου υπάρχει για να έρθει ο νομοθέτης και να εμπλουτίσει το δικαίωμα, και όχι να το καταργήσει ή με περιορισμούς να αφήσει μόνο το πυρήνα του δικαιώματος.

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας:

Το δικαίωμα δικαστικής προστασίας παρέχεται και από εσωτερικό και από διεθνές δίκαιο. Το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ κατοχυρώνει το δικαίωμα της δίκαιης δίκης και το δικαίωμα προσφυγής κατά αρχής και δημοσίου.Η διοίκηση πρέπει να ελέγχεται από τα δικαστήρια για την εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας.

Δικαίωμα προστασίας:- δικαίωμα για αυθεντική διάγνωση της διαφοράς σε τακτική

διαγνωστική δίκη- δικαίωμα για λήψη προσωρινών μέτρων ή ασφαλιστικών για

προστασία- δικαιοτελεστική λειτουργία των δικαστικών αποφάσεων,

δηλαδή εκτέλεση από δημόσιο και πολίτες των δικαστικών αποφάσεων που εκδίδονται.

Υπάρχει εσωτερικός έλεγχος δηλαδή αυτοέλεγχος και εξωτερικός έλεγχος της διοίκησης. Υπάρχει επίσης και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος εκτός από τα παραπάνω.

Ο έλεγχος έχει αυστηρές δικαστικές προϋποθέσεις. Διασφαλίζει στον πολίτη μια αυθεντική επίλυση της διαφοράς του που από ένα σημείο και μετά δεν δέχεται αμφισβήτηση η απόφαση του δικαστηρίου.

Πηγές διοικητικού δικονομικού δικαίου:

Οι πηγές είναι οι ίδιες με αυτές του ουσιαστικού διοικητικού δικονομικού δικαίου. Είναι οι παρακάτω:

1. Ενδοκρατικές πηγές του διοικητικού δικονομικού δικαίου:α) Σύνταγμα: οι κυριότεροι κανόνες του διοικητικού δικονομικού δικαίου εμφανίζονται στο Συνταγματικό κείμενο.Π.χ. άρθρο 8 – φυσικός δικαστής Άρθρο 20 δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Δίνει δίοδο για προσφυγή στο δικαστήριο. Ο δρόμος για προσφυγή σε δικαστήριο πρέπει να είναι ανοιχτός.

Άρθρο 87, παρ. 1 οργάνωση και λειτουργία δικαστηρίων

10

Page 11: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Άρθρο 87,παρ.2 και 93, παρ. 4 – δίνουν σε δικαστήρια την δυνατότητα ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων. Οι δικαστές δεν εφαρμόζουν τις αντισυνταγματικές διατάξεις. Οι αντί-συνταγματικές διατάξεις δεν εφαρμόζονται σε καμιά περίπτωση.

Άρθρο 94 και 95 – δικαιοδοσία των διοικητικών αλλά και πολιτικών δικαστηρίων. Οι διοικητικές διαφορές εκδικάζονται από το ΣτΕ και από τα τακτικά δικαστήρια. Οι ιδιωτικές διαφορές υπάγονται και δικάζονται από τα πολιτικά δικαστήρια.Οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις προσβάλλονται ενώπιον ΣτΕ. Εκεί υπάγονται και οι διοικητικές διαφορές ουσίας.

Δικαστική προστασία, π.χ.: στην περίπτωση μετάθεσης στρατιώτη και άρνησης του.

Οι αντισυνταγματικές διατάξεις δεν καταργούνται από τους δικαστές, απλώς δεν εφαρμόζονται από τον συγκεκριμένο δικαστή που επιδικάζει την συγκεκριμένη υπόθεση.

Β) Τυπικός νόμος: Το δικονομικό δίκαιο δεν είναι ενιαίο, παρόλο που υπάρχει ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας. Υπάρχουν και άλλοι τυπικοί νόμοι που ρυθμίζουν το διοικητικό δικονομικό δίκαιο. Υπάρχουν επίσης:- ν. 2717/1999 -> εκδίκαση διοικητικών διαφορών ουσίας- ν. 1406/1983 -> ολοκλήρωση δικαιοδοσίας τακτικών δικαστηρίων, ρυθμίζει τις διαφορές ουσίας- ν. 702/ 1977 -> αρμοδιότητα τακτικών δικαστηρίων σε διαφορές ουσίας .

Γ) Κανονιστική διοικητική πράξη: Ουσιαστικοί νόμοι που εκδίδει η διοίκηση μετά από την νομοθετική εξουσιοδότηση που περιέχει το ίδιο το Σύνταγμα (πρωτογενείς κανονιστική αρμοδιότητα) είτε μετά την εξουσιοδότηση κοινού νόμου (δευτερογενείς κανονιστική αρμοδιότητα). Ποικίλες διατάξεις διοικητικού δικονομικού δικαίου εντοπίζονται σε τέτοιου είδους πράξεις. Το Προεδρικό διάταγμα του 19/1989 που αφορά την διαδικασία εκδικάσεως ακυρωτικών διαφορών είναι μια τέτοια περίπτωση.ΠΔ 18/ 1989 -> ακυρωτικές διοικητικές διαφορέςΥπόλοιποι τυπικοί νόμοι και κώδικες -> ουσιαστικές διοικητικές διαφορές.Το προεδρικό αυτό διάταγμα και ο Κώδικας διοικητικού δικονομικού δικαίου δεν λειτουργούν παράλληλα.

Δ) Έθιμο: Με την κρατούσα θεωρία εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του εθίμου αποτελεί πηγή του δικονομικού διοικητικού δικαίου.

11

Page 12: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

2. Διακρατικές του διοικητικού δικονομικού δικαίου:

Α) Κοινοτικό δίκαιο: Είτε πρωτογενές είτε παράγωγο υπερισχύει κάθε εσωτερικής διάταξης είτε αφορά το Σύνταγμα είτε τυπικό νόμο. Οι συνθήκες, οι κανονισμοί και οι οδηγίες αποκτούν προβάδισμα έναντι εσωτερικού δικαίου. Αλλά και οι γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου αποτελούν πηγές του διοικητικού δικονομικού δικαίου.

Β) Διεθνές δίκαιο: Γενικώς αναγνωρισμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου (υπό τον όρο βέβαια της αμοιβαιότητας) και διεθνείς συμβάσεις από την στιγμή που θα κυρωθούν αποτελούν πηγές διοικητικού δικονομικού δικαίου.Π.χ. ΕΣΔΑ και Σύμβαση της Ρώμης που περιέχουν σημαντικές διατάξεις για την δικονομία.Ο πολίτης προστατεύεται από την κρατική εξουσία. Δες τα άρθρα 6 και 13 της ΕΣΔΑ που αναφέρονται στην χρηστή και δίκαιη δίκη και επίσης στο δικαίωμα της πραγματικής προσφυγής.Ακόμα υπάρχει και το σύμφωνο του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Υπάρχουν όμως και άλλοι διεθνείς νόμοι.

Οργάνωση και Δομή των Διοικητικών δικαστηρίων:

Η διοικητική δικαιοσύνη ιεραρχικά απονέμεται ως εξής:- Συμβούλιο της Επικρατείας- Τακτικά διοικητικά δικαστήρια- και ελεγκτικό συνέδριο

Από την μια υπάρχουν τα πολιτικά δικαστήρια και από την άλλη η διοικητική δικαιοσύνη.Στα πολιτικά δικαστήρια ιεραρχικά με την σειρά τους έχουμε τον Άρειο Πάγο, το Εφετείο, το Πρωτοδικείο και το Ειρηνοδικείο με μονομελής ή τριμελής σύνθεση.

Όσον αφορά την διοικητική δικαιοσύνη αυτή αποτελείται από:- Διοικητικά δικαστήρια: Τα οποία με την σειρά τους είναι

Συμβούλιο της Επικρατείας, το Διοικητικό Εφετείο και το Διοικητικό Πρωτοδικείο με μονομελής ή τριμελής σύνθεση.

- Ελεγκτικό συνέδριο : Πηγάζει από το άρθρο 98 του Συντάγματος. Επιλύει τις συνταξιοδοτικές διαφορές και αναλαμβάνει δίκες για καταλογισμό δημοσίων υπαλλήλων. Είναι το ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο της χώρας.

Σε όλα τα παραπάνω δικαστήρια ξεκινάμε από το τελευταίο και καταλήγουμε στο πρώτο.

Άρειος πάγος: αναιρετικό δικαστήριο.

12

Page 13: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Συμβούλιο της Επικρατείας: αναιρετικό δικαστήριο αλλά δικάζει απευθείας κάποιες υποθέσεις ακυρωτικής διαφοράς.

Αν προσφύγουμε σε λάθος δικαστήρια, απορρίπτουν την αίτηση της προσφυγής μας. Η προσφυγή γίνεται απαράδεκτη. Αν προσφύγουμε στο σωστό δικαιοδοτικό χώρο αλλά όχι στο σωστό δικαστήριο η αίτηση της προσφυγής μας μεταφέρεται και μεταβιβάζεται στο σωστό δικαστήριο.Ακόμα και σε λάθος δικαστήριο να απευθυνθώ το δικαστήριο στέλνει το φάκελο της υπόθεσης στο σωστό δικαστήριο. Σε περίπτωση προσφυγής σε αναρμόδιο δικαστήριο του ίδιου δικαιοδοτικού χώρου δικάζει την υπόθεση και βγάζει την απόφαση το δικαστήριο που θέλει ο πολίτης.Αυτό που θα αποφανθεί για την αρμοδιότητα των δικαστηρίων και την δικαιοδοσία τους είναι το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο.Αρνησιδικία δηλαδή αδίκαστη υπόθεση δεν μπορεί να υπάρξει.

Βασικό αξίωμα είναι ο ατομοκεντρικός χαρακτήρας του δικαιοδοτικού συστήματος.

Διοικητικές διαφορές:

Διοικητική διαφορά: Είναι η διατάραξη της νομικής κατάστασης του ιδιώτη από πράξη ή παράλειψη είτε πρόκειται για νομική πράξη είτε για παράλειψη είτε πρόκειται για υλική ενέργεια της διοίκησης. Πρέπει να υπάρχει επίσης δικαστική άρση της διατάραξης αυτής.Π.χ. διατάραξη της νομικής κατάστασης μπορεί να είναι μια διοικητική πράξη που υποχρεώνει κάποιον πολίτη να κάνει κάτι ή να παραλείψει να κάνει κάτι και έτσι διαταράσσεται η νομική κατάσταση των ιδιωτών.

Οι διοικητικές διαφορές δημιουργούνται και από διοικητικές συμβάσεις.Διοικητικές διαφορές γεννώνται και στην περίπτωση της διατάραξης της νομικής κατάστασης της διοίκησης σύμφωνα με την νομολογία. Δηλαδή όταν από πράξεις ή παραλείψεις δημιουργηθούν μεταβολές στην νομική κατάσταση του δημοσίου υπάρχει διοικητική διαφορά και ο πολίτης υποχρεούται να διορθώσει τις πράξεις.

Διοικητική διαφορά:Η αυθεντική διάγνωση από το διοικητικό δικαστήριο μιας έννομης σχέσεις διοικητικού δικαίου.Υπάρχει διάκριση ανάμεσα σε ιδιωτικές και σε διοικητικές διαφορές. Η διάκριση αυτή πηγάζει από το άρθρο 94, παρ.1 και 2 του Συντάγματος.

13

Page 14: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Τα δικαστήρια είναι αυτά που αποφασίζουν ποιες είναι ιδιωτικές και ποιες διοικητικές διαφορές.

Ιδιωτική διαφορά: Εκείνη η οποία πηγάζει από έννομες σχέσεις διεπόμενες από το ιδιωτικό δίκαιο.

Διοικητική διαφορά: Εκείνη όπου το εφαρμοστέο δίκαιο είναι κανόνες του διοικητικού δικαίου. Προκύπτει από την δικαστική αμφισβήτηση έννομης σχέσης που διέπεται από τους κανόνες του διοικητικού δικαίου.Οι έννομες αυτές σχέσεις πηγάζουν από:

- διοικητική σύμβαση (όχι οποιαδήποτε δημόσια σύμβαση)- διοικητική πράξη (κυρίαρχη εξουσία της διοίκησης) είναι

συνήθως μονομερείς- από τον νόμο.

Ο δικαστής είναι υποχρεωμένος να δώσει λύση σε όποιο τομέα ανήκει η υπόθεση (ιδιωτικό και διοικητικό) και οι νομοθέτες δεν μπορούν να αποφασίσουν για αυτό από πριν.Σε οριακές περιπτώσεις για διοικητική διαφορά υπάρχουν άλλα κριτήρια όπως η υπαγωγή σε παρεμφερή καθεστώς πειθαρχίας με το δημόσιο.

Π.χ. υπάλληλοι δημοσίου – απασχολούνται με έννομες σχέσεις του ιδιωτικού δικαίου – αν η πρόσληψη γίνεται κυριαρχικά από την δημόσια διοίκηση.

Ή

Κήρυξη διαγωνισμού για πλήρωση κενών θέσεων – αν η πρόσληψη γίνεται από την Α.Ε. που λειτουργεί για δημόσιο συμφέρον οι διαφορές που γεννώνται είναι ιδιωτικές.ΑΣΕΠ -> οι δημόσιο οργανισμοί προκηρρύσουν διαγωνισμό με προσωπικό που γίνεται μέσω ΑΣΕΠ. Λειτουργεί με κανόνες διοικητικού δικαίου και γεννώνται ιδιωτικές διαφορές από αυτήν την διαδικασία. Αυτό μας το λέει η νομολογία.Το ΑΣΕΠ όμως επειδή κινεί όλη την διαδικασία του διαγωνισμού. Είναι διοίκηση με την στενή έννοια του όρου, και έκανε κατάταξη προσωπικού με βάση το κριτήριο της διοίκησης αυτό άλλαξε την νομολογία και πλέον αυτές οι διαφορές είναι διοικητικές. Διότι το κράτος πλέον επεμβαίνει κυριαρχικά σε όλη αυτήν την διαδικασία. Από την στιγμή όμως που γίνουν προσωπικό της Α.Ε. που λειτουργεί για το δημόσιο υπάρχουν ιδιωτικές διαφορές.Μόνο μέχρι την πρόσληψη υπάρχουν διοικητικές διαφορές.Το ΑΣΕΠ παλιά έκανε μόνο έλεγχο της νομιμότητας και δεν αποτελούσε διοίκηση ώστε να υπάρχουν διοικητικές διαφορές. Σήμερα το ΑΣΕΠ παρεμβαίνει έντονα, κυριαρχικά και οργανώνει την

14

Page 15: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

διαδικασία με τους κανόνες του διοικητικού δικαίου και έτσι οι διαφορές που γεννώνται είναι διοικητικές διαφορές.

Ή

ΙΚΑ:Νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Ως τέτοιο μπορεί να επεμβαίνει μονομερώς και κυριαρχικά στις σχέσεις μεταξύ υπαλλήλων του άρα δημιουργείται έννομη σχέση δημοσίου διοικητικού δικαίου γιατί ο υπάλληλος δεν διέπεται από ισότιμο καθεστώς απέναντι στο ΙΚΑ με σχέση κυριαρχίας. Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις προκύπτει οριακή περίπτωση όταν διευθυντής υποκαταστήματος προσλαμβάνει γιατρούς – ιδιώτες με σύμβαση ορισμένου χρόνου. Υπάρχει διχογνωμία στη νομολογία για το αν οι διαφορές είναι διοικητικές ή ιδιωτικές.

Διακρίσεις διοικητικών διαφορών:

1) Ακυρωτικές διαφορές (Διαφορές αμφισβητούμενη διοικητικού δικαίου)

2) Ουσιαστικές διαφορές (Διαφορές πλήρους δικαιοδοσίας)

Ο νομοθέτης καθορίζει τα επίπεδα της δικαστικής προστασίας που υποχρεώνεται να δώσει προς τους πολίτες. Καθορίζεται όμως και το minimum της δικαστικής προστασίας. Όλες οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις υπόκεινται στο έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι διοικητικές διαφορές υπάγονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας και στα τακτικά δικαστήρια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας εκδικάζει και τις διαφορές ουσίας που υπάγονται σε αυτόν τον νόμο.

Από το άρθρο 95 του Συντάγματος συνάγεται το τεκμήριο ακυρωτικής αρμοδιότητας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Για όλες τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις (Αρχή της καθολικότητας) οι διατάξεις του Συντάγματος ορίζουν ότι υπάγονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Τα υπόλοιπα υπάγονται στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια.Οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις υπάγονται σε ακυρωτικό διοικητικό έλεγχο. Αν δεν υπάρχει ειδική ρήτρα για την αρμοδιότητα υπάγονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακυρώσεως.Ο νομοθέτης ήθελε όλες οι διοικητικές πράξεις από το πρώτο ως το τελευταίο βαθμό να υπόκεινται σε ακυρωτικό δικαστικό έλεγχο (Αρχή του καθολικού ελέγχου). Καμιά πράξη που μας θίγει δεν μπορεί να αποφύγει από τον δικαστικό έλεγχο. Δεν είναι υποχρεωτική όμως η προσφυγή σε διοικητικά δικαστήρια, αλλά είναι δικαίωμα των πολιτών. Αν δεν προσφύγω σε δικαστήρια αυτό σημαίνει ότι αποδέχομαι την διοικητική πράξη.

15

Page 16: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Καμιά διοικητική πράξη δεν εξαιρείται από δικαστικό έλεγχο.Προεδρικό διάταγμα 18/1989 - Δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως οι κυβερνητικές πράξεις σύμφωνα με το Προεδρικό διάταγμα.

Κυβερνητική πράξη: (νόμος και νομολογία)Δεν υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο οι κυβερνητικές πράξεις. Ο κοινός νομοθέτης δεν μπορεί να προσδιορίζει το περιεχόμενο των κυβερνητικών πράξεων αλλά αντίθετα οι δικαστές και τα δικαστήρια μπορούν να τα προσδιορίζουν. Αυτό γίνεται για να μην υπάρχουν περιορισμοί δικαστικής εξουσίας. Η διάταξη αυτή σύμφωνα με την νομολογία είναι αντισυνταγματική. Τα δικαστήρια υποχώρησαν και δέχονται σήμερα τις κυβερνητικές πράξεις.

Κυβερνητικές πράξεις:Τέτοιες πράξεις είναι εκείνες που ανάγονται στην διαχείριση της πολιτικής εξουσίας. Δεν είναι πράξεις της κυβέρνησης.Τέτοιες είναι οι πράξεις:

- κήρυξης πολέμου ή σύναψης συνθήκης ειρήνης και συνεργασίας

- διάλυσης βουλής- προκύρηξης εκλογών- σχέσεις μεταξύ κρατικών λειτουργών

Τα δικαστήρια θα έπρεπε να ασκούν δικαστικό έλεγχο, αλλά σύμφωνα με την νομολογία δεν υπάγονται αυτές οι πράξεις σε δικαστικό έλεγχο. Με πολιτικά κριτήρια καθορίζεται το περιεχόμενο αυτής της πράξης και όχι με νομικά κριτήρια. Ακόμα περιλαμβάνουν και την προκήρυξη εκλογών. Τα δικαστήρια για να μην εμπλέκονται σε πολιτικές διαμάχες δεν εμπλέκονται και δεν δικάζουν αυτές. Αυτό γίνεται μόνο στην Ελλάδα.

Εκτός από αυτές όλες οι πράξεις της διοίκησης υπάγονται σε δικαστικό έλεγχο.

Ν. 702 / 1977, άρθρο 1, παρ. 1 -> Αρμοδιότητα 3μελούς Εφετείου. Διορισμός και υπηρεσιακή κατάσταση διοικητικών υπαλλήλων.Έχει επίσης και ακυρωτική αρμοδιότητα.

Ακυρωτικές διαφορές:Είναι εκείνες στις οποίες δίδεται η δυνατότητα μόνο δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ή παράλειψης. Δεν είναι δυνατός ο έλεγχος της ουσίας της διαφοράς. Δεν εξετάζεται δηλαδή η ακρίβεια ή μη των πραγματικών περιστατικών ή η ορθότητα ή η εσφαλμένη λειτουργία των πραγματικών περιστατικών.

16

Page 17: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Ουσιαστικές διαφορές:Εκείνες στα πλαίσια των οποίων το δικαστήριο ελέγχει όχι μόνο την νομιμότητα αλλά και την ουσία της υπόθεσης. Ελέγχει την ύπαρξη και την ακρίβεια των κρατικών πραγματικών περιστατικών και προβαίνει σε τροποποιήσεις των πραγματικών περιστατικών. Κρίνει υποθέσεις δημοσίου δικαίου.

Παραδείγματα:Φορολογική διαφορά, επιβολή προστίμου για παραβίαση κανόνων διοικητικού δικαίου. Σήμα stop και όχι διακοπή κυκλοφορίας. Αμφισβήτηση πραγματικών περιστατικών.

Αν ήταν Ακυρωτική διαφορά:Προσφυγή ιδιώτη, βλέπει το δικαστήριο την αιτιολογία της πράξης και κάνει έλεγχο νομιμότητας. Δεν ελέγχεται η ακρίβεια των πραγματικών περιστατικών. Στο τέλος έχουμε ακύρωση της διοικητικής πράξης. Είναι ανεπαρκείς ο έλεγχος.

Αν ήταν ουσιαστική διαφορά:Ο δικαστής εκτός από τις παραπάνω πράξεις προβαίνει και στον έλεγχο των πραγματικών περιστατικών, διατάζει αποδείξεις για να μπορέσει να λάβει απάντηση. Υπάρχει βάθος ελέγχου. Στο τέλος υπάρχει τροποποίηση ή και ακύρωση της διοικητικής πράξης.

Η πραγματική δικαστική εξουσία είναι η ουσιαστική δικαστική εξουσία.Ο δικαστής καθορίζει το περιεχόμενο του δικαιώματος, αφού εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά. Αυτή είναι καθοριστική για την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών.

Κριτήρια Διακρίσεων διαφορών

Ακυρωτικές -> αμφισβητούμενη δικαιοδοσία / ακύρωσηΟυσιαστικές -> πλήρης δικαιοδοσία / ακύρωση και τροποποίηση.

Το κριτήριο πρέπει να είναι ουσιαστικό και λειτουργικό. Κάποιες υποθέσεις πρέπει εκ της φύσεως της πρέπει να είναι είτε ακυρωτική είτε ουσιαστική.

Ουσιαστικές διαφορές: Κρίνεται το αμφισβητούμενο δικαίωμα δημοσίου δικαίου.Ο δικαστικός έλεγχος διοικητικών πράξεων πάντα είναι ακυρωτικός.

Επίσης υπάρχει τυπικό / δικονομικό κριτήριο.Οι ουσιαστικές διαφορές είναι εκείνες τις οποίες ο νομοθέτης διαγράφει την έκταση των εξουσιών του δικαστή ώστε να εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά, να τα τροποποιεί και να τα μεταρρυθμίζει αυτά τα πραγματικά περιστατικά.

17

Page 18: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Μπορεί το δικαστήριο να θέλει αποδείξεις για την συγκεκριμένη υπόθεση.Κάθε φορά κοιτάμε το κείμενο δηλαδή του νόμου για να δούμε αν έχουμε ακυρωτική ή ουσιαστική διαφορά.Οι ασφαλιστικές διαφορές δικάζονται κατά τον Κ.Δ.Δ. Είναι ουσιαστική διαφορά και δεν έχουν πολλές εξουσίες οι δικαστές.Ψάχνουμε να βρούμε αν υπάρχουν ειδικές διατάξεις για τις εξουσίες των δικαστών. Αν δεν υπάρχει τέτοια διάταξη η υπόθεση ελέγχεται ακυρωτικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Π.χ. δημοπρασία για διάνοιξη εθνικής οδού, μονομερείς πράξεις της διοίκησης, προϋποθέσεις που πρέπει να τηρηθούν. Οι κάτοικοι δεν θέλουν την οδό σε εκείνη την περιοχή. Η διαφορά αυτή είναι διοικητική διαφορά. Ειδικότερα αφού δεν υπάρχει ειδική διάταξη για τέτοιου είδους διαφορές που να λέει ότι είναι ουσιαστική διαφορά, αυτή είναι ακυρωτική και αναλαμβάνει την υπόθεση το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Ο νομοθέτης μπορεί να μετατρέψει μια ακυρωτική διαφορά σε διαφορά ουσίας εφόσον θέλει να προστατέψει τα δικαιώματα των πολιτών. Υπάρχουν όμως και κάποιοι περιορισμοί.

Προϋποθέσεις του παραδεκτού:

Κάθε δίκη είναι μια έννομη σχέση. Η διοικητική δίκη είναι μια τριμερείς έννομη σχέση μεταξύ δικαστηρίου- του αιτούντος την δικαστική προστασία και αυτόν κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση δηλαδή της διοίκησης. Είναι αξίωση δημοσίου και όχι ιδιωτικού δικαίου. Υπάρχει μια αξίωση δικονομικής φύσεως όχι ουσιαστική σε αυτήν την έννομη σχέση.Εκτός από έννομη σχέση κάθε δίκη αποτελεί και μια διαδικασία. Δηλαδή αποτελείται από εναλλασσόμενες πράξεις. Δηλαδή αρχή – εξέλιξη και λήξη της δίκης.

Η διοικητική δίκη ξεκινά πάντοτε με την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως.

Διαδικαστικές αρχές:- Ισχύει η διαθετική αρχή που καθορίζει εάν ο ενδιαφερόμενες

θα ζητήσει δικαστική προστασία, ποιας μορφής και σε ποιο βαθμό θα ζητήσει την δικαστική αυτή προστασία. Όλα αυτά εξαρτώνται από τον αιτούνται και όχι από το ίδιο το δικαστήριο.

- Αρχή της αυτεπάγγελτης ενέργειας του δικαστηρίου όσον αφορά την έναρξη και την διενέργεια της δίκης.

18

Page 19: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Δεν επιτρέπεται ούτε η αρχή της αυτεπάγγελτης ενέργειας του δικαστηρίου και ούτε υπάρχει actio popularis, δηλαδή λαϊκή αγωγή. Ο καθένας που θέλει δεν μπορεί να ξεκινήσει μια διοικητική δίκη.

Μετά την έναρξη της δίκης η περαιτέρω πρόοδος δεν αφήνετε στους διαδίκους αλλά κινείται και προωθείται με αυτεπάγγελτες ενέργειες του δικαστηρίου. Το ακριβός αντίθετο γίνεται στο ιδιωτικό δίκαιο, αλλά στο διοικητικό δίκαιο ισχύουν τα παραπάνω.

Οι κλήσεις διαδίκων, ο καθορισμός ημερομηνίας συζητήσεων, η κοινοποίηση και πολλές άλλες διαδικασίες γίνονται αυτεπάγγελτος από την διοίκηση.

Προϋποθέσεις του παραδεκτού:

Κάθε δίκη περνάει από δύο στάδιο. Από το στάδιο της διαδικαστικής προϋπόθεσης και το στάδιο των ορίων του παραδεκτού.

Εξετάζεται η συνδρομή της αυτεπάγγελτης από το δικαστήριο.Πριν αναλάβει το διοικητικό δικαστήριο την εκδίκαση της υπόθεσης, εξετάζει τους όρους του παραδεκτού για να δει αν υπάρχει πιθανότητα να συνεχίσει η δίκη.Τέτοιες είναι η τήρηση ενδικοφανούς διαδικασίας, το εμπρόθεσμο της αίτησης ακυρώσεως το τυπικά παραδεκτό του δικογράφου, το έννομο συμφέρον, η ενεργητική και η παθητική νομιμοποίηση, η ικανότητα διαδίκου, η ικανότητα παράστασης, η ικανότητα προς το δικολογήν και η έλλειψη δεδικασμένου.

Υπάρχουν γενικές και ειδικές προϋποθέσεις παραδεκτού.

Γενικές -> αφορούν όλα τα ένδικα βοηθήματα (π.χ. έννομο συμφέρον)

Ειδικές -> αφορούν ορισμένα από τα ένδικα βοηθήματα (π.χ. ανακοπή).Εμείς χρειαζόμαστε μόνο τις γενικές προϋποθέσεις.

Επίσης υπάρχουν υποκειμενικές και αντικειμενικές προϋποθέσεις.

Υποκειμενικές -> αναφέρονται στο πρόσωπο εκείνου που επιδιώκει την έννομη προστασία (π.χ. έννομο συμφέρον).

Αντικειμενικές -> αναφέρονται στην υλική πράξη.

Προϋποθέσεις του παραδεκτού: Πρέπει να συντρέχουν για να μπορεί να υπάρξει προσφυγή – αίτηση. Αν πληρούνται αυτές τότε μόνο προσφεύγουμε στα δικαστήρια και έτσι απολαμβάνουμε δικαστική προστασία..

19

Page 20: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Προϋποθέσεις του βάσιμου: Πρέπει να συντρέχουν ώστε να δικαιολογούν τους ισχυρισμούς του αιτούντος.

Όροι του παραδεκτού:1. Η ικανότητα διαδίκου ή δικανική ικανότητα: όπως

υπάρχει η ικανότητα δικαίου στο αστικό δίκαιο, στο δικονομικό δίκαιο υπάρχει η ικανότητα διαδίκου. Όπως υπάρχει η δικαιοπρακτική ικανότητα στο αστικό δίκαιο, στο δικονομικό δίκαιο υπάρχει η δικαιοπαραστατική ικανότητα. Ικανότητα δικαίου: ικανότητα διαδίκουΚάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο έχει αυτήν την ικανότητα.Όσον αφορά τις ενώσεις προσώπων αυτές δεν έχουν νομική προσωπικότητα. Για αυτές ισχύουν ειδικές διατάξεις και σε ορισμένες περιπτώσεις παραδέχονται την ικανότητα τους.Π.χ. Η κοινοπραξία δεν έχει νομική προσωπικότητα, αλλά στις περιπτώσεις που σχετίζεται η διοικητικά διαφορά με αντικείμενο της τότε μπορούν να γίνουν διάδικοι. Πρέπει να τους αναγνωρίζεται η ικανότητα διαδίκου από το ουσιαστικό δίκαιο (αστικό δίκαιο) για να τους αναγνωρίζεται και από το δικονομικό δίκαιο. Δεν έχει τέτοια ικανότητα σε όλες τις έννομες σχέσεις.Μόνο για την περίπτωση ανάληψης δημοσίων έργων και διοικητικής διαφοράς έχουν αυτήν την ικανότητα.

Διάδικος σημαίνει ότι η δίκη μπορεί να υπάρχει και να εξελλίσεται στο όνομα του και για λογαριασμό του.

2. Η ικανότητα παραστάσεως: Σημαίνει την ικανότητα να διενεργεί κάποιος για όνομα του, τις διαδικαστικές πράξεις που συνθέτουν την δίκη. Την ικανότητα αυτή την έχει όποιος έχει δικαιοπρακτική ικανότητα αλλιώς δεν την έχει. Σε περίπτωση που είναι κάποιος ανίκανος, υπάρχει δικαστικός συμπαραστάτης.

3. Η ικανότητα προς το δικαιολογείν: Ποιος έχει την ικανότητα αυτοπρόσωπης παράστασης στο δικαστήριο για ενέργεια δικαστικών πράξεων. Δηλαδή την ικανότητα να έρθει αυτοπροσώπως στο δικαστήριο. Τέτοια πρόσωπα αποτελούν οι δικηγόροι. Την ικανότητα αυτή δεν την έχουν οι διάδικοι οι ίδιοι, αλλά την έχουν μόνον οι δικηγόροι τους του αντίστοιχου βαθμού. Οι διαδικαστικές πράξεις ασκούνται για

20

Page 21: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

όνομα τους από τους δικηγόρους τους και δεν ασκούνται από αυτούς τους ίδιους. Θέλει πάντα μεσολάβηση δικηγόρου.Η αίτηση ακυρώσεως μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε δικηγόρο ή ακόμα και από μη έμπειρο. Ο δικηγόρος όμως που δεν είναι διορισμός στον Άρειο Πάγο (παρ Αρείου Πάγου) δεν μπορεί να παρασταθεί στο δικαστήριο για προστασία του πελάτη του. Για να το κάνει αυτό ο δικηγόρος θέλει να έχει αυτήν την παραπάνω ιδιότητα.Χρειάζεται και πληρεξουσιότητα από τον πελάτη του ο δικηγόρος για να τον προασπίσει. Αποδεικνύεται ότι έχει την εξουσιοδότηση του δικηγόρου από τον διάδικο.Μέχρι την έναρξη της δίκης στο ακροατήριο τεκμαίρετε ότι έχει την πληρεξουσιότητα. Αλλά αν δεν αποδείξει μετά την έναρξη της δίκης ότι έχει την πληρεξουσιότητα πρέπει να αποδειχτεί αυτή, και αν δεν την έχει απορρίπτεται το αίτημα του πελάτη του.

Η απόδειξη πληρεξουσιότητας γίνεται με 3 τρόπους:- Παράσταση διαδίκου στο ακροατήριο και δήλωση του ότι νομιμοποιεί τον δικηγόρο του. Η δήλωση κατοχυρώνεται στα πρακτικά.- Με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο έγγραφο παρέχεται πληρεξουσιότητα στον δικηγόρο από τον διάδικο.- Με συνηπογραφή του δικηγόρου της αιτήσεως ακυρώσεως από τον αιτούνται (από τον διάδικο δηλαδή). Χρειάζεται δηλαδή υπογραφή δικηγόρου και πελάτη του.

Αν μετά και μέχρι την έναρξη της δίκης δεν αποδεχθεί η πληρεξουσιότητα του δικηγόρου απορρίπτεται η εξέταση της υπόθεσης / αίτηση ως απαράδεκτο.

Αν δεν έχει προηγηθεί νομιμοποίηση του δικηγόρου μπορεί να ζητηθεί αναβολή ή προθεσμία από το δικαστήριο από το φερόμενο κατά τεκμήριο δικηγόρο.

Εξαίρεση:Αίτηση ακύρωσης – υπαλληλικές διαφορές – μπορεί να υπογράφει ο υπάλληλος την αίτηση και ο ίδιος ο αιτών – διάδικος αλλά υποχρεωτικά πρέπει να παρασταθεί στο δικαστήριο με δικηγόρο. Οι εξαιρέσεις είναι φαινομενικές και προσωρινές μόνο. Υπάρχουν και άλλες εξαιρέσεις.

4. Τυπική ορθότητα του δικογράφου της αιτήσεως ακυρότητας:

Δικόγραφο: έγγραφο που απευθύνεται στα δικαστήρια και περιέχει αιτήματα δικαστικής προστασίας και τους ισχυρισμούς των διαδίκων.

21

Page 22: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Υπάρχει η αρχή της έγγραφης διεξαγωγής της διαδικασίας. Το έγγραφο διασφαλίζει την βεβαιότητα και την ασφάλεια. Συνδέεται και με την αρχή της δημοσιότητας. Παράλληλα με την αρχή της έγγραφης διεξαγωγής της δίκης, μπορεί να γίνει διεξαγωγή της δίκης και προφορικά. Στην διοικητική δίκη υπάρχει και η έγγραφη και η προφορική αρχή.

Τι πρέπει να συμπεριλαμβάνεται σε ένα δικόγραφο;

- Σε ποιο δικαστήριο απευθύνεται το αίτημα; - Προσδιορίζουμε ποιου δικαστηρίου ανάλογα με την τοπική

αρμοδιότητα.- Αναφέρουμε την μορφή και το είδος του ένδικου βοηθήματος.- Αναφέρουμε τα στοιχεία που προσδιορίζουν την ταυτότητα

του αιτούντος.- Ικανότητα παράστασης και ικανότητα προς δικαιολογείν- Αναφέρουμε κατά ποιου στρέφεται το αίτημα, δηλαδή

ενεργητική/ παθητική νομιμοποίηση.- Προσδιορισμός του αντικειμένου της δίκης και της

προσφυγής.- Αναφορά πραγματικών περιστατικών που οδηγούν στην

επιδιωκόμενη αναγνώριση έννομης συνέπειας που θέλουμε εμείς. Υπαγωγή δηλαδή των πραγματικών περιστατικών στους νομικούς κανόνες δικαίου. Πρέπει η μείζονα δηλαδή πρόταση να υπάγεται στην ελάσσονα πρόταση. Αν το δικόγραφο δεν έχει τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά θα είναι αόριστο και ασαφές με αποτέλεσμα να απορριφθεί η αίτηση ακυρώσεως από το δικαστήριο.

- Αιτητικό μέρος του δικογράφου. Αν ξεχάσουμε να γράψουμε στο δικόγραφο τα αιτήματα μας ακόμα και αν έχουμε δίκαιο το δικαστήριο θα απορρίψει την αίτηση ακυρώσεως μας.

Παράδειγμα Δικογράφου:

Ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών

Αίτηση ακυρώσεως

Αίτηση ακυρώσεως του Αϊκούτ Καδήρ με κατοικία την Κομοτηνή ή εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο με έδρα την Κομοτηνή κτλπ Νομίμως εκπροσωπημένου από τον δικηγόρο Κωνσταντίνο ΡέμεληΚατά του κράτους ή ΝΠΔΔ του ΔΠΘ νομίμως εκπροσωπημένου από τον Δημήτρη Ράικο

Περί ακυρώσεως της υπαριθμόν 2098/1992 τάδε πράξης του Τμήματος της Νομικής Κομοτηνής

22

Page 23: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Έκανα αίτηση μεταγραφής, (αναφέρουμε τα πραγματικά περιστατικά) και παρόλο αυτό ακυρώθηκε η αίτηση μου.

Για τους λόγους αυτούς ζητώ να γίνει δεκτή η αίτηση ακυρώσεως μου, να απορριφθεί η πράξη της Νομικής Κομοτηνής και να γίνει αποδεκτό το αίτημα της μεταγραφής.

5. Δικαιοδοσία και αρμοδιότητα:Δικαιοδοσία: εξουσία του δικαστηρίου να ασχοληθεί με την διαφορά. Εξετάζεται αν έχουμε ιδιωτική ή διοικητική διαφορά. Πρέπει να έχουμε διοικητική διαφορά. Μετά εξετάζει το δικαστήριο αν είναι αρμόδιο να εκδικάσει την υπόθεση αυτή. Δεν είναι διοικητικές διαφορές εκείνες στα οποία το διοικητικό όργανο έχει κινηθεί στο χώρο του διοικητικού δικαίου.

Ακυρωτική αρμοδιότητα: Είναι στενότερη έννοια η αρμοδιότητα σε σχέση με την δικαιοδοσία που είναι έννοια γένους. Είναι η αρμοδιότητα που έχουν τα ακυρωτικά διοικητικά δικαστήρια να δικάζουν κάποιες διαφορές ως ακυρωτικές με το minimum της δικαστικής προστασίας.

Κατανομή αρμοδιότητας: Το Συμβούλιο της Επικρατείας απευθείας έχει ακυρωτική αρμοδιότητα σε όλες τις υποθέσεις εκτός από αυτές που ρητά αναφέρουν ότι δεν ανήκουν στην αρμοδιότητα του. Αυτές οι περιπτώσεις περιέχονται σε ειδικές διατάξεις του νόμου.

23

Page 24: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

24

Page 25: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

25

Page 26: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

26

Page 27: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

27

Page 28: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

28

Page 29: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

29

Page 30: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η προκήρυξη, η πρόσληψη, ο διορισμός και όλα τα λοιπά αποτελούν σύνθετες διοικητικές πράξεις.

Ότι αφορά το δημοσιοϋπαλληλικό δίκαιο (υπαλληλικές διαφορές) εκδικάζονται από το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο. Εάν προσβάλλω μια πράξη που διορίζονται κάποιοι αλλά όχι εγώ, προσβάλλω αυτή την πράξη και δεν χρειάζεται να πούμε ότι εμείς δεν διοριστήκαμε διότι αυτό συνάγεται από την θετική πράξη του διορισμού της διοίκησης για τους άλλους υποψηφίους η οποία πράξη είναι παράλληλα αρνητική για εμάς.

Ο δικηγόρος δεν θεωρείται ποτέ υπάλληλος ακόμα και αν διοριστεί σε θέση στο δημόσιο.

Διαφορετικές φύσεις σχέσεων με το δημόσιο: σύμβαση δημοσίου έργου κτλπ. Μπορεί να είναι διοικητικού ή ιδιωτικού δικαίου σύμβαση που συνδέει τον πολίτη με το δημόσιο. Τέτοιες διαφορές υπάγονται στο Τριμελές Διοικητικό Εφετείο.Δεν αρκεί αυτή η σχέση, αλλά αυτή η σχέση πρέπει να περιέχει και να συνάπτεται με μια σχέση κυριαρχίας από την πλευρά του δημοσίου.

Διαφορές από την εφαρμογή της εκπαιδευτικής νομοθεσίας αποβολή, μεταγραφή, μετάθεση, ποινές κτλπ. Αφορά και τα δημόσια και τα ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, αφού αυτή η διάταξη αφορά απλώς την εφαρμογή της εκπαιδευτικής νομοθεσίας.

Προσωπικό και λειτουργία ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων μπορούν να υπάρξουν και ποινές στους διευθυντές αυτών από ειδικά διοικητικά όργανα που τα ελέγχουν και έτσι προκύπτουν διοικητικές διαφορές.

Ακυρωτικές διαφορές:Υποθέσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας δικάζονται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό πάντα. Υποθέσεις του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου κατά κανόνα υπόκεινται σε Έφεση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας ώστε να υπάρχει και δεύτερος βαθμός κρίσης.

Αίτηση ακύρωσης = Συμβούλιο της ΕπικρατείαςΑίτηση αποζημίωσης = Διοικητικό Εφετείο.

Οι αποφάσεις των Διοικητικών Εφετείων υπάγονται σε έφεση. Υπάρχουν και εξαιρέσεις όπως αναφέρθηκαν παραπάνω στα φυλλάδια.

Οι διαφορές των μη ανωτάτων υπαλλήλων με την διοίκηση δεν υπόκεινται σε έφεση ενώπιον Διοικητικών Εφετείων.

Ακυρωτική αρμοδιότητα του Διοικητικού πρωτοδικείου:

30

Page 31: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Ν 3068/ 2002Αυτό το δικαστήριο ασχολείται και επιλύει τις διαφορές που έχουν οι αλλοδαποί με την διοίκηση και ρυθμίζει το καθεστώς αυτών.

Όταν υπάρχει έλλειψη αρμοδιότητας η συνέπεια είναι η παραπομπή στο αρμόδιο δικαστήριο.Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ελαττωματικότητας υπάρχει απόρριψη εκ μέρους του δικαστηρίου της αίτησης.

Το γεγονός ότι ένα δικαστήριο είναι ιεραρχικά ανώτερο αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να αναλαμβάνει τις υποθέσεις των κατώτερων δικαστηρίων.Το Σύνταγμα ορίζει την λειτουργία και την οργάνωση των δικαστηρίων.

Υλική αρμοδιότητα:Με βάση το αντικείμενο της διαφοράς ή την αξία της διαφοράς καθορίζεται ενώπιον ποιου δικαστηρίου θα δικασθεί.

Τοπική αρμοδιότητα:Κριτήρια τοπικά για να διαπιστώσουμε το αρμόδιο δικαστήριο. Καθορίζεται στις ακυρωτικές διαφορές με βάση την έδρα της αρχής που έκδωσε ή παρέλειψε να εκδώσει την προσβαλλόμενη πράξη.

Νόμος 18/ 1989 Αρμόδιο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει η αρχή αυτή από της οποίας οργάνου ήρθε η προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη.

Συντρέχουσα αρμοδιότητα: παράλληλη αρμοδιότητα. Δηλαδή αρμόδιο είναι και το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο πολίτης που προσβλήθηκαν τα δικαιώματα του από την πράξη ή παράλειψη της διοίκησης.

Τοπική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας: Ολόκληρη η Ελλάδα.

6. Φύση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης:

31

Page 32: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Από πληθώρα των διοικητικών πράξεων προσβάλλονται μόνο οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις.Άρθρο 95 του Συντάγματος -> προσβάλλονται οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις του διοικητικών οργάνων.

Άρθρο 95

1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου. β) Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει. γ) Η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ' αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. δ) Η επεξεργασία όλων των διαταγμάτων που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα.

2. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του στοιχείου δ' της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφοι 2 και 3.

3. Κατηγορίες υποθέσεων της ακυρωτικής αρμοδιότητάς του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να υπάγονται με νόμο, ανάλογα με τη φύση ή τη σπουδαιότητά τους, στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει σε δεύτερο βαθμό, όπως νόμος ορίζει.

4. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει.

5. Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης.

Προεδρικό Διάταγμα 18/1989, άρθρο 45 Σε αίτηση ακυρώσεως υπόκεινται οι εκτελεστικές διοικητικές πράξεις που προέρχονται από το κράτος και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

Η πράξη πρέπει καταρχήν να προέρχεται από δημόσια αρχή και διοικητικά όργανα. Δεν υπάρχει πολύ μεγάλη διάκριση μεταξύ αυτών των εννοιών. Κοιτάμε αν αυτό που έχουμε ενώπιον μας είναι διοικητικό όργανο. Πρέπει να έχουμε διοίκηση με την στενή έννοια του όρου.

Όλες οι πράξεις νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και του δημοσίου αποτελούν εκτελεστικές διοικητικές πράξεις.

32

Page 33: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Π.χ. ΟΤΑ -> Διοικητική πράξη

ΟΤΕ -> νομικό πρόσωπο μεν, ιδιώτης στο διοικητικό δίκαιο δε

Οι διοικητικές αρχές πρέπει οπωσδήποτε να ενεργούν κυριαρχικά. Χρησιμοποιούμε το λειτουργικό και το ουσιαστικό κριτήριο. Το αποδέχεται αυτό η νομολογία και θεωρία.

Υπάρχουν και διφυή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Για ορισμένες αρμοδιότητες τους αποτελούν διοικητικά όργανα. Άρα προσβάλλονται και οι πράξεις αυτών. Η αίτηση της ακυρώσεως είναι απαράδεκτη στην περίπτωση που δεν έχουμε εκτελεστική διοικητική πράξη.

Δεν προσβάλλονται οι πράξεις του συντακτικού και του αναθεωρητικού νομοθέτη. Δεν προσβάλλονται οι τυπικοί νόμοι δηλαδή αποφάσεις της Βουλής. Η συνταγματικότητα των νόμων κρίνεται από τα δικαστήρια ή ειδικές διατάξεις που κρίνουν την νομιμότητα τους παρεμπίπτοντος. Δεν προσβάλλονται δηλαδή ευθέως. Οι πράξεις του νομοθετικού περιεχομένου του άρθρου 44 του Συντάγματος που εκδίδονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε ειδικές περιπτώσεις δεν προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως. Τα δικαστήρια συνήθως θεωρούν απαράδεκτες τις αιτήσεις ακυρώσεως τέτοιων νομοθετικών πράξεων.

Άρθρο 44

1. Σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες και απρόβλεπτης ανάγκης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Οι πράξεις αυτές υποβάλλονται στη Βουλή για κύρωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 παράγραφος 1, μέσα σε σαράντα ημέρες από την έκδοσή τους ή μέσα σε σαράντα ημέρες από τη σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο. Αν δεν υποβληθούν στη Βουλή μέσα στις προαναφερόμενες προθεσμίες ή αν δεν εγκριθούν από αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή τους, παύουν να ισχύουν στο εξής.

2. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προκηρύσσει με διάταγμα δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα, ύστερα από απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των βουλευτών, που λαμβάνεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου. Δημοψήφισμα προκηρύσσεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με διάταγμα και για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών, ύστερα από πρόταση των δύο πέμπτων του συνόλου και όπως ορίζουν ο Κανονισμός της Βουλής και νόμος για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

33

Page 34: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Δεν εισάγονται κατά την ίδια περίοδο της Βουλής περισσότερες από δύο προτάσεις δημοψηφίσματος για νομοσχέδιο.

3. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις μπορεί να απευθύνει προς το Λαό διαγγέλματα, μετά από σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Κυβέρνησης. Τα διαγγέλματα προσυπογράφονται από τον Πρωθυπουργό και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Εκτός από την Βουλή και την νομοθετική εξουσία, όλες οι υπόλοιπες διοικητικές πράξεις αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις και προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως.

Πρόβλημα υπάρχει για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τις πράξεις που εκδίδει.

Άρθρο 26 του Συντάγματος. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει εκτελεστική και νομοθετική εξουσία.

Άρθρο 26

1. Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

2. Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.

3. Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια· οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού.

Όταν εκδίδει με εκτελεστική λειτουργία ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θεωρείται διοίκηση, ενώ στην νομοθετική εξουσία θεωρείται Βουλή- βουλευτής στην οποία λειτουργεί δεν εκδίδει εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Δεν προσβάλλονται τέτοιες πράξεις στα διοικητικά δικαστήρια.

Διοικητικές πράξεις:

α. κατά τύπο (προέρχονται από διοικητικά όργανα) Προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως

β. κατά περιεχόμενο (δεν προέρχονται από διοικητικά όργανα, αλλά έχουν περιεχόμενο διοικητικής πράξης). Δεν προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως. Δεν αποτελούν εκτελεστικές διοικητικές πράξεις. Δεν προσβάλλονται εκτός αν υπάρχει ρητή διάταξη νόμου που ορίζει την προσβολή αυτών των πράξεων.

Διοικητικές πράξεις:

34

Page 35: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

α. εκτελεστές διοικητικές πράξεις (προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως)

β. αποφάσεις δικαστηρίων (δεν προσβάλλονται όλα με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων).

Το ίδιο ισχύει για όλη την δικαστική λειτουργία και τις πράξεις που σχετίζονται άμεσα και έμμεσα με την συνέχιση της δικαστικής λειτουργίας.

Π.χ. πράξεις δικαστικών αρχών που σχετίζονται με την απονομή της δικαιοσύνης ή αποφάσεις δικαστικών συμβούλων.

Διοικητικές πράξεις:

α. Μονομερείς διοικητικές πράξεις

β. Πολυμερείς διοικητικές πράξεις.

Διοικητικές πράξεις:

α. ατομικές διοικητικές πράξεις

β. κανονιστικές διοικητικές πράξεις

Εκ των πραγμάτων κάθε διοικητική πράξη είναι εκτελεστή.

Εκτελεστική διοικητική πράξη: Η μόνο τεχνικά διοικητική πράξη στην πραγματικότητα. Όλες οι άλλες πράξεις της διοίκησης όπως πρόσκληση, καταγγελία, πρόστιμο, εκθέσεις δεν ανήκουν στην κατηγορία των εκτελεστών διοικητικών πράξεων. Δεν χαρακτηρίζονται ως διοικητικές πράξεις αλλά πράξεις της διοίκησης.

Η εκτελεστή διοικητική πράξη είναι αυτή που κάνει την τελευταία νομική μεταβολή μετά την αξιολόγηση υλικού που υπάρχει. Όλες οι υπόλοιπες πράξεις της διοίκησης υπάρχουν για να μπορέσει να υπάρξει εκτελεστή διοικητική πράξη.

Δεν μπορεί να ακυρώνετε με τυπικό νόμο μια ατομική διοικητική πράξη. Απαγορεύεται αυτό από την διάκριση των λειτουργιών.

Δεν δεχόμαστε την αναδρομική αναγνώριση της εξουσίας της διοίκησης.

Εκτελεστές / Ατομικές διοικητικές πράξεις -> μπορεί να υπάρξει αίτηση ακυρώσεως.

35

Page 36: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η διοικητική πράξη καθορίζει όλο το παραδεκτό της αίτησης ακυρώσεως.

Η διοικητική πράξη είναι εκείνη που περιέχει μια ρύθμιση – μεταβολή. Ότι δεν αποτελεί ρύθμιση, ότι δεν αποτελεί πλέον ρύθμιση, ότι δεν αποτελεί ακόμα ρύθμιση, ότι αποτελεί βεβαίωση ρύθμισης δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Δεν προσβάλλονται παραδεκτός με αίτηση ακυρώσεως.

Αυτές που δεν αποτελούν ακόμα ρύθμιση: Προπαρασκευαστικές ενέργειες.

Π.χ. πράξεις της τελωνειακής αρχής ή έκθεσης κατάσχεσης από την ΣΔΟΕ.

Μέχρι να φτάσουμε στην τελική εκτελεστική πράξη δεν υπάρχει προστασία των πολιτών.

Κάτω από ορισμένες όμως προϋποθέσεις υπάρχουν ασφαλιστικά μέτρα προς συμφέρον και προστασία των πολιτών. Η μόνο άμυνα και προστασία του πολίτη είναι κατασταλτική. Μπορεί μετά την τελική εκτελεστική πράξη να υπάρξει αγωγή αποζημίωσης κτλπ.

Π.χ. αστική ευθύνη δημοσίου / προσωπική ευθύνη υπαλλήλων λόγω βαρείας αμέλειας.

Αυτές που αποτελούν βεβαιώσεις ρύθμισης: Βεβαιωτικές ή επιβεβαιωτικές πράξεις της διοίκησης. Δεν αποτελούν διοικητικές πράξεις και δεν προσβάλλονται. Αν η διοίκηση επιμένει στην ρύθμιση που έχει γίνει χωρίς να προβαίνει σε νέα ουσιαστική πράξη αυτή η πράξη είναι επιβεβαιωτική της διοικητικής πράξης.

Η εκτελεστή διοικητική πράξη προσβάλλεται. Αλλά οι ιδιώτες μπορούν να αναγκάσουν την διοίκηση να κάνει έρευνα για μια πράξη που την απέρριψε και έτσι να εκδώσει μια νέα διοικητική πράξη. Έτσι οι πολίτες θεωρούνται ότι δημιουργούν εκτελεστική διοικητική πράξη.

Η εκτελεστή διοικητική πράξη πρέπει να έχει εξωτερικές έννομες συνέπειες. Δεν προσβάλλονται οι πράξεις εκτελεστές οι οποίες δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα και δεν επιφέρουν εξωτερικές έννομες συνέπειες.

Π.χ. εντολή προϊσταμένου στα όργανα του – διοικητική πράξη που εξαντλείται στα πλαίσια της διοίκησης. Δεν έχουν εξωτερική νομική ισχύ και δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις.

Ειδικές κυριαρχικές διοικητικές εξουσίες:

36

Page 37: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Π.χ. διοικητής στρατού – εντολή προς τον οπλίτη – δεν είναι διοικητική πράξη αφού εξαντλείται στα πλαίσια της διοίκησης. Άρα δεν προσβάλλεται.

Νομολογία:

Δεν προσβάλλονται οι διοικητικές πράξεις που εξαντλούνται στο εσωτερικό της διοίκησης εκτός αν θίγετε σε τέτοιο βαθμό η έννομη τάξη ώστε να χρειάζεται δικαστικός έλεγχος. Σε αυτήν την περίπτωση παρά την εσωτερική εξάντληση της διοικητικής πράξης μπορεί αυτή να προσβληθεί από τους ιδιώτες. Χρειάζεται οπωσδήποτε σοβαρός λόγος.

Π.χ. αποβολή μαθητή για πάντα από το σχολείο.

Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με τα επίπεδα και τον βαθμό δημοκρατικότητα σε ένα κράτος.

Η διοικητική πράξη έχει άμεση ισχύ. Δεν πρέπει να υπάρχει δηλαδή διαμεσολάβηση άλλου διοικητικού οργάνου για να ισχύσει αυτή η διοικητική πράξη.

Αν χρειάζεται τέτοια μεσολάβηση η πράξη δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη και δεν προσβάλλεται. Τέτοιες πράξεις ανήκουν σε δύο κατηγορίες:

- γνωμοδοτική διαδικασία και- πράξεις που τελούνται υπό έγκριση άλλου διοικητικού

οργάνου.

Γνωμοδότηση:

α. υποχρεωτική

β. απλή

γ. εκούσια

δ. σύμφωνη

Απλή γνωμοδότηση: πάντοτε εκτελεστή η γνώμη του οργάνου που έχει αποφασιστική αρμοδιότητα. Δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη η απόφαση γνωμοδοτικού οργάνου. Η απλή γνωμοδότηση δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Το όργανο που αποφασίζει δεν πρέπει υποχρεωτικά να δεσμευτεί από την προηγούμενη γνωμοδότηση . Εν αμφιβολία η γνωμοδότηση είναι απλή. Είναι δημοκρατική διαδικασία και έχει τεχνικές διευκολύνσεις. Προσβάλλεται μόνο η πράξη του οργάνου που αποφασίζει στην διαδικασία της απλής γνωμοδότησης.

37

Page 38: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Σύμφωνη γνωμοδότηση: Δεσμεύει το όργανο που έχει αποφασιστική αρμοδιότητα. Είναι υποχρεωτική η προηγούμενη γνωμοδότηση του γνωμοδοτικού οργάνου αλλιώς δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση από το αρμόδιο για την απόφαση διοικητικό όργανο.

Π.χ. αγορά όπλων – γνωμοδότηση υποχρεωτικά από ειδικό στρατιωτικό συμβούλιο αλλιώς δεν εκδίδεται απόφαση.

Θετική σύμφωνη γνώμη: δεν τίθεται ζήτημα

Αρνητική σύμφωνη γνώμη: έχει πάντοτε εκτελεστική διοικητική πράξη και προσβάλλεται παραδεκτά με αίτηση ακυρώσεως. Καταρτίζεται άμεση δεσμευτικότητα για τον αποδέκτη πολίτη. Το ίδιο ισχύει και για τις αρνητικές προτάσεις.

Γνωμοδότηση (Αποφασίζει το αρμόδιο όργανο)

#

Πρόταση (προτείνει το αρμόδιο όργανο)

Τυγχάνει την ίδια μεταχείριση η αρνητική πρόταση με την αρνητική σύμφωνη γνωμοδότηση διότι έχει άμεση νομική ενέργεια και δεσμευτικότητα. Για αυτό προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως.

Υπό έγκριση διοικητικές πράξεις: Οι εγκρινόμενες διοικητικές πράξεις δεν προσβάλλονται. Δεν έχουν άμεση νομική ισχύ. Πρέπει να έχουν εγκριθεί για να αποκτήσουν χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξης.

Υλικές διοικητικές πράξεις: Επιφέρουν μεταβολή στο νομικό κόσμο. Επιφέρουν μεταβολές και υλοποιούν τις διοικητικές πράξεις.

Π.χ. σύλληψη αλλοδαπού μετά από εντολή με σκοπό την έκδοση του. Ή βία αστυνομίας.

Δεν είναι νομικές αλλά υλικές πράξεις της διοίκησης. Αυτές οι υλικές διοικητικές πράξεις δεν είναι εκτελεστές και δεν προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως.

Υπάρχουν διοικητικές πράξεις και διοικητικές παραλήψεις. Εκτός από τις διοικητικές πράξεις προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως και οι παραλήψεις της διοίκησης.

Παρεμβόλλεμενη παράλειψη ή άρνηση:

38

Page 39: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Π.χ. έκδοση πράξης διορισμού, σιωπηλή άρνηση της διοίκησης.

Παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας:

Προϋποθέσεις:

- Υποχρέωση της διοίκησης βάση νόμου να προβεί μέσα σε μια ορισμένη προθεσμία σε μια ορισμένη πράξη. Χρειάζεται δέσμια αρμοδιότητα διοικητικού οργάνου για έκδοση διοικητικών πράξεων. Όταν υπήρχε διακριτική ευχέρεια δεν προσβάλλεται η παράλειψη.

Αναφερόμαστε σε δέσμια αρμοδιότητα έκδοσης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας ή διοικητικής πράξης. Χρειάζεται απλά παράλειψη.

Η παράλειψη υλικών ενεργειών δεν προσβάλλεται.

- Αίτημα διοικουμένου και υποχρέωση αυτεπάγγελτης ενέργειας της διοίκησης.

- Χρειάζεται να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία και εφόσον δεν ορίζεται τέτοια προθεσμία πρέπει να περάσουν 3 μήνες

Υπάρχει τεκμαιρόμενη άρνηση όταν κινηθεί ο διοικούμενος, και έχει περάσει η προθεσμία και παρόλο αυτό η διοίκηση δεν έχει αλλάξει γνώμες ή έχει απαντήσει τον πολίτη. Μετά την λήξη της προθεσμίας αυτής και άρνηση της διοίκησης χάνω αυτό το δικαίωμα της προσβολής αυτής της παράλειψης αφού η σιωπή της διοίκησης μετά την προθεσμία των 3 μηνών ισούνται με αρνητική απάντηση.

Η αίτηση γίνεται στην αρμόδια αρχή. Αν γίνει σε αναρμόδια αρχή, υπάρχει μεταβίβαση στην αρμόδια αρχή.

Μετά την μεταβίβαση στην αρμόδια αρχή από τότε αρχίζει η 3μηνη προθεσμία.

Αν ο διοικούμενος θέλει να προσβάλλει την πράξη της αρμόδιας αρχής επειδή θεωρεί ότι αυτή είναι αναρμόδια τότε πρέπει να περιμένει την λήξη της 3ημηνής προθεσμίας.

Σε περίπτωση μεταβίβασης εγγράφου σε αρμόδια αρχή ο πολίτης ενημερώνεται με την κοινοποίηση της διοικητικής πράξης σε αυτόν.

39

Page 40: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Δεν προσβάλλονται οι πράξεις της διοίκησης που δεν περιέχουν ρύθμιση. Οι βεβαιώσεις ή οι τίτλοι κτλπ δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα. Αλλά η άρνηση της παραχώρησης τέτοιων εγγραφών και βεβαιώσεων αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως.

Αυτό ρυθμίζεται από το δικαίωμα και την αρχή της πρόσβασης στα διοικητικά έγγραφα. Η προθεσμία της παράδοσης είναι 10 μέρες. Αν δεν προβλέπεται ειδική προθεσμία και εδώ στην περίπτωση του αιτήματος μας ισχύει η 3μήνη προθεσμία.

Η σιωπή της διοίκησης εκφράζεται σε άρνηση της διοίκησης. Τεκμήριο νομιμότητας: αν περάσει η προθεσμία τότε δεν μπορούμε να προσβάλλουμε την διοικητική πράξη.

Η ρητή άρνηση της διοίκησης ισούται με την εκτελεστή διοικητική πράξη.

Η σιωπηρή άρνηση και αυτό αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.

Η προφορική πράξη (π.χ. άρνηση) προσβάλλεται και αυτή. Είναι εξαιρετική η περίπτωση. Όμως γίνεται για προστασία των πολιτών. Κατά κανόνα οι διοικητικές πράξεις είναι έγγραφες. Γίνεται αυτό σε πράξεις συνήθως των αστυνομικών αρχών.

Όσον αφορά τις διοικητικές συμβάσεις:

- Εκτελεστές ατομικές διοικητικές πράξεις στα πλαίσια διοικητικών συμβάσεων δημιουργούν ακυρωτικές διαφορές που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Λέγονται και αλλιώς ως αποσπαστές διοικητικές πράξεις.

- Από την στιγμή της σύναψης της διοικητικές σύμβασης αν γεννηθούν διαφορές αυτές υπάγονται ως διαφορές ουσίας στο Τριμελές Εφετείο.

Εκτελεστές δηλαδή διοικητικές πράξεις έχουμε και στα δύο στάδια, απλώς αλλάζουν οι αρμοδιότητες των δικαστηρίων.

Όσον αφορά τις σύνθετες διοικητικές πράξεις:

Απλή διοικητική πράξη: Δεν είναι δεμένες μεταξύ τους αυτές, αποτελούν απλές διοικητικές πράξεις. Προσβάλλονται και ακυρώνονται μια προς μια.

Σύνθετη διοικητική πράξη: Διαδοχικές διοικητικές πράξεις που είναι δεμένες μεταξύ τους ώστε το κύρος της μιας να αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση της άλλης.

40

Page 41: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Π.χ. ΑΣΕΠ – κήρυξη διαγωνισμού – κατάσταση επιτυχόντων – διεξαγωγή διαγωνισμού – ανακοίνωση αποτελεσμάτων- αποστολή καταλόγου – διορισμός από το αρμόδιο φορέα. Αποτελεί μια σύνθετη διοικητική πράξη…

Είναι μια σύνθετη διαδικασία με ενότητα.

Ουσιαστικές συνέπειες σύνθετων διοικητικών πράξεων: Η κάθε μια προϋποθέτει την εγκυρότητα της άλλης στην οποία στηρίζεται. Η ακυρότητα της μιας επιφέρει και την ακυρότητα της άλλης. Αποτελεί παραίτηση από το τεκμήριο της νομιμότητας.

Δικονομικές συνέπειες των σύνθετων διοικητικών πράξεων: Παραδεκτός προσβάλλεται η τελική διοικητική πράξη. Αν δεν υπάρχει τελική πράξη προσβάλλεται η προηγούμενη διοικητική πράξη. Εκτελεστή και μόνη προσβλητέα πράξη είναι η τελευταία. Με αυτήν την ευκαιρία όμως ελέγχονται και οι προηγούμενες διοικητικές πράξεις για το κύρος τους.

7. Έννομο συμφέρον:

Έννομο συμφέρον: η ανάγκη για παροχή δικαστικής προστασία. Είναι σημαντικό διότι περιορίζει τον αριθμό των προσώπων που μπορούν να ζητήσουν αίτημα δικαστικής προστασίας με ακύρωση διοικητικών πράξεων.

Διοικητικά δικαστήρια: όχι μόνο η αποκατάσταση της νομιμότητας. Δεν υπάρχει λαϊκή αγωγή. Δεν μπορεί ο κάθε πολίτης να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως.

Σκοπός της διοικητικής δίκης:

Άρθρο 20

1. Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει.

2. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του.

Υπάρχει ατομοκεντρικό σύστημα δικαστικής προστασίας. Δεύτερος σκοπός είναι η προστασία της νομιμότητας. Η νομιμότητα εξετάζεται αντικειμενικά. Υπερέχουν το δημόσιο συμφέρον και η νομιμότητα.

41

Page 42: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Το συμφέρον πρέπει να είναι έννομο, άξιο δικαστικής προστασίας και να είναι ειδικό, άμεση και ενεστώς.

Έννομο: προστασία και αναγνώριση από το δίκαιο. Να μην είναι κάτι παράνομο αυτό που θέλω να κάνω και το οποίο αντιστοιχεί με το συμφέρον μου.

Άξιο δικαστικής προστασίας: Ανάγκη για παροχή δικαστικής προστασίας. Δεν υπάρχει τέτοια ανάγκη όταν υπάρχει αναγνώριση και αποδοχή της διοικητικής πράξης. Σε αυτήν την περίπτωση η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έννομο συμφέρον και δεν μπορεί να ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως. Δεν υπάρχει ανάγκη δικαστικής προστασίας χωρίς έννομο συμφέρον.

Εφόσον από πριν υπήρχε συμφέρον αλλά μετά χάθηκε αυτό η αίτηση δεν απορρίπτεται. Απλώς καταργείτε η διοικητική δίκη. Όταν δεν υπάρχει λυσιτέλεια στην επιδίωξη του σκοπού / συμφέροντος δεν είναι αυτό το συμφέρον άξιο προστασία και δεν ασκείται αίτηση ακυρώσεως.

Χαρακτηριστικά εννόμου συμφέροντος:

Προσωπικός: προσωπικός δεσμός του αποδέκτη της προσβαλλόμενης πράξης με την διοικητική πράξη. Το συμφέρον δεν χρειάζεται να είναι περιουσιακό, αλλά μπορεί να είναι και ηθικό συμφέρον. Πρέπει ο πολίτης να θίγετε άμεσα από την διοικητική πράξη. Στις ατομικές διοικητικές πράξεις υπάρχει πάντα. Ζήτημα τίθεται σε κανονιστικές και τριενεργείες διοικητικές πράξεις.

Άμεσο: όχι έμμεση. Να συνδέεται άμεσα με τον αποδέκτη της διοικητικής πράξης. Άμεσο συμφέρον έχουν όλοι όσοι σχετίζονται με μια διοικητική πράξη που τους θίγει. Αυτοί που επιβαρύνονται από την διοικητική πράξη έχουν άμεση έννομο συμφέρον.

Ο δήμος ή η κοινότητα μπορούν να ασχολούνται με θέματα που αφορούν τους δημότες.

Ενεστώς έννομο συμφέρον: πρέπει να υπάρχει και να ενεργεί. Δεν μιλάμε για έννομο συμφέρον στην περίπτωση μελλοντικών διοικητικών πράξεων.

Π.χ. δεν υπάρχει κληρονόμηση και διαδοχή όσον αφορά τις διοικητικές πράξεις.

Το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει σε 3 διαδοχικά χρονικά σημεία:

42

Page 43: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

1. Πρέπει να υπάρχει κατά τον χρόνο της έκδοσης της διοικητικής πράξης που προσβάλλεται.

2. Πρέπει να υπάρχει κατά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως.

3. Πρέπει να υπάρχει κατά την συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο. Υπάρχει και προθεσμία 3 χρόνων ώστε κάποιος να μπορεί να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως λόγω εννόμου συμφέροντος. Δεν μπορούν να επικαλούν έννομο συμφέρον. Εφόσον όμως σε τέτοιες περιπτώσεις προσβληθεί διοικητική πράξη πρέπει να επικαλείται και να υπάρχει ιδιαίτερο έννομο συμφέρον.

Αν εκλείψουν τα παραπάνω η αίτηση ακυρώσεως είναι απαράδεκτη και απορριπτέα.

Τα νομικά πρόσωπα έχουν και αυτά έννομο συμφέρον. Εφόσον ισχύουν οι παραπάνω προϋποθέσεις και χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά τις ενώσεις προσώπων αυτά έχουν έννομο συμφέρον. Αυτό γίνεται γιατί εκφράζουν και πρέπει να εκφράζουν το σύνολο των ατόμων που είναι μέλη τους. Αν θίγεται ο σκοπός της ένωσης προσώπων που καταγράφεται στο καταστατικό του, μόνο σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει έννομο συμφέρον της ένωσης. Αλλιώς σε ενώσεις προσώπων δεν έχουν έννομο συμφέρον.

Εξετάζεται δηλαδή ο σκοπός του καταστατικού. Εφόσον δηλαδή το καταστατικό ορίζει ότι προστατεύονται τα συμφέροντα του νομικού προσώπου της ένωσης, αυτή ως νομικό πρόσωπο έχει έννομο συμφέρον και μπορεί να ασκήσει την αίτηση ακυρώσεως. Σε περίπτωση προστασίας συμφερόντων μελών δεν ασκεί αίτηση ακυρώσεως.

Το έννομο συμφέρον διευρύνεται απεριορίστων όσον αφορά τα θέματα της προστασίας του περιβάλλοντος.

Συνήθως όσον αφορά την προστασία περιβάλλοντος ένας κάτοικος της περιοχής Αθηνών δεν μπορεί να ενδιαφέρεται για την προστασία περιβάλλοντος στην Κομοτηνή.

Νομολογία:

Δικηγορικοί Σύλλογοι: Ενδιαφέρονται για γενικότερα εθνικά ζητήματα. Το λέει και ο Κώδικας Δικηγόρων. Έχουν δικαίωμα να προσβάλλουν διοικητικές πράξεις που δεν τους αφορούν άμεσα.

8. Παράλληλη προσφυγή:

Η έλλειψη παράλληλης προσφυγής σημαίνει την απουσία οποιουδήποτε ενδίκου βοηθήματος η οποία παρέχει ισοδύναμη

43

Page 44: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

προστασία με αυτήν της αίτησης ακυρώσεως. Χορηγεί ισοδύναμη τουλάχιστον προστασία με την αίτηση ακυρώσεως.

Αίτηση ακυρώσεως -> γενικό ένδικο βοήθημα

Παράλληλη προσφυγή -> ειδικό ένδικο βοήθημα που σου δίνει την δυνατότητα παραπάνω προστασίας.

Εφόσον παρέχεται δικαίωμα ουσιαστικής προσφυγής και προστασίας επικουρικά υπάρχει και δικαίωμα παράλληλης προσφυγής.

Π.χ. υπαλληλικός υποβιβασμός -> χωρεί παράλληλη προσφυγή που ονομάζεται και υπαλληλική προσφυγή.

Ασκείται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Σε αυτήν την περίπτωση δεν μπορεί να ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως. Θα ασκήσουμε δηλαδή η αίτηση ακυρώσεως ή παράλληλη προσφυγή.

Για αυτό η παράλληλη προσφυγή θεωρείται και εξετάζεται ως αρνητικός όρος του παραδεκτού.

Αίτηση ακυρώσεως -> επικουρικός χαρακτήρας αφού δεν υπάρχει παράλληλη προσφυγή δεν ασκούμε αίτηση ακυρώσεως

Η αγωγή αποζημίωσης ενάγει πάντα διαφορά ουσίας.

10) Προθεσμία αιτήσεως ακυρώσεως:

Η προθεσμία για άσκηση αίτησης ακύρωσης είναι 60 μέρες που παρεκτείνεται για 30 μέρες για εκείνους που διαμένουν σε αλλοδαπή. Υπάρχουν όμως και ειδικές διατάξεις που προβλέπουν διαφορετικές προθεσμίες.Π.χ. διοικητική απαλλοτρίωση – 30 μέρες Ανέγερση κτισμάτων στα δάση και κατεδάφιση – 5 μέρες Η παραπάνω όμως προθεσμία είναι αντισυνταγματική.

Η προθεσμία αυτή ξεκινάει στα εξής σημεία:- δημοσίευση- κοινοποίηση- και γνώση

Όταν η πράξη είναι δημοσιευτέα η προθεσμία ξεκινά από την δημοσίευση (επομένη δημοσίευσης). Πρέπει να υπάρχει απαίτηση δημοσίευσης από τον νόμο. Αν η πράξη δεν ήταν δημοσιευτέα, αλλά η διοίκηση την δημοσίευσε η προθεσμία αρχίζει με την κοινοποίηση και γνώση.

44

Page 45: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Κανονιστικές διοικητικές πράξεις -> προσβάλλονται ενώπιον Συμβουλίου της Επικρατείας και η προθεσμία ξεκινά με την επομένη της δημοσίευσης.

Ατομικές διοικητικές πράξεις -> προσβάλλονται μετά την κοινοποίηση στο ιδιώτη, ενώ η προθεσμία για τρίτους ξεκινάει την επομένη της δημοσίευσης.

Γενικές διοικητικές πράξεις -> Η προθεσμία της προσβολής για αυτές τις πράξεις ξεκινάει από την δημοσίευση τους. Έχουν καταρχήν παρόμοιο καθεστώς με τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις.Εξαίρεση: Στην περίπτωση που υπάρχουν εντοπισμένοι διοικούμενοι που υπάγονται στην διοικητική αυτή πράξη η προθεσμία ξεκινάει από την κοινοποίηση / γνώση.Π.χ. πολεοδομικό στοιχείο πόλης/ ρυμοτομική απαλλοτρίωση και εντοπισμένη αναδάσωση.

Εντοπισμένη γενική διοικητική πράξη: χωρικά εντοπισμένη.

Η ικανοποίηση ή η γνώση κινούν την προθεσμία. Πάλι από την επομένη αυτών αρχίζει αυτή η προθεσμία.

Κοινοποίηση # Επίδοση

Κοινοποίηση: γνωστοποίηση της πράξης σε εκείνον που απευθύνεται.Π.χ. συστημένη επιστολή της διοικητικής πράξης.

Γνώση: γνωστοποίηση της ύπαρξης και του περιεχομένου της διοικητικής πράξης. Η γνώση δεν διευκρινίζεται από τον νόμο. Έχει πολλούς τρόπους γνωστοποίησης.Π.χ. γνώση του διοικουμένου μετά την επαφή του με την διοίκηση.

Από την στιγμή που φαίνεται η πλήρης γνώση αρχίζει να τρέχει η προθεσμία. Για αυτό καλύτερα να φαινόμαστε σαν να μην ξέραμε την διοικητική πράξη. Προβάλλεται ένσταση εκπροθέσμου διοικητικής πράξης από την διοίκηση.

Νομολογία:Τεκμήριο γνώσεως: Εάν ο αιτών την ακύρωση είχε εύλογο ενδιαφέρον για αυτήν και παρήλθε ορισμένο χρονικό διάστημα.

Π.χ. αίτημα για μεταγραφή – τέλος και υπέρβαση της προθεσμίας κατά πολύ – δεν προκύπτει από αυτό γνώση του αιτούντος. Όμως η νομολογία υποστηρίζει το ότι από την στιγμή που πέρασε μεγάλη προθεσμία το είχες στην γνώση σου και δεν μπορείς να ξανά

45

Page 46: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

ασκήσεις προσφυγή. Δεν πρέπει να περάσει αυτή η προθεσμία. Οι πολίτες πρέπει να είναι συνεπείς πολίτες και πρέπει να παρακολουθούν τις υποθέσεις τους. Οι πολίτες πρέπει να είναι επιμελείς.

Γνώση: Γεγονός που αφετηριάζει με την προθεσμία. Πρέπει αυτή να είναι πλήρης. Πρέπει όχι μόνο να έχεις ακούσει μια φήμη αλλά να έχεις ψάξει και να έχεις λάβει πλήρως γνώση και του περιεχομένου της πράξης. Γνώση # φήμη

Η φήμη δεν αρκεί για να ξεκινήσει η προθεσμία. Στην αλληλογραφία μας με την διοίκηση δεν πρέπει να δείχνουμε την πλήρη γνώση μας για να μπορέσουμε αν έχουμε χάσει την προθεσμία να μπορέσουμε να ασκήσουμε την προσφυγή.

Στον υπολογισμό των προθεσμιών λαμβάνονται υπόψη διατάξεις του Αστικού κώδικα, 240 επ. και μετά.

Αρχές: Αρχή του συνεχούς υπολογισμού:Όταν ο νόμος απαιτεί ρητά μια προθεσμία, είναι μέσα και οι αργίες. Αν η τελευταία μέρα της προθεσμίας είναι αργία, επεκτείνεται μέχρι την κανονική εργάσιμη μέρα η προθεσμία αυτή. Όλες οι ενδιάμεσες όμως μετρούνται. Οι ίδιοι κανόνες εφαρμόζονται για όλες τις δικονομίες αναλογικά.

Αναστολή και διακοπή των προθεσμιών:

Αναστολή της προθεσμίας:Η αναστολή σημαίνει ότι η προθεσμία αναστέλλεται και μετά συνεχίζει να τρέχει. Ο ενδιάμεσος χρόνος της αναστολής δεν υπολογίζεται. Η προθεσμία μετά από αυτό συνεχίζει να τρέχει.

Στην διακοπή της προθεσμίας ο ενδιάμεσος χρόνος δεν υπολογίζεται και η προθεσμία ξεκινάει από την αρχή. Διακόπτεται η προθεσμία.Αναστέλλεται η προθεσμία για τους παρακάτω λόγους:- Ανωτέρα βία:Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει κάτι το οποίο είναι αδύνατον για αυτόν. Η ανωτέρα βία είναι απρόβλεπτο γεγονός που δεν μπορούσε να αποτραπεί ακόμα και με μέτρα άκρας επιμέλειας. Υπάρχει υποκειμενική και αντικειμενική ανωτέρα βία. Η υποκειμενική ανωτέρα βία ευνοεί περισσότερο τους διοικουμένους.

Νομολογία: Ο δικηγόρος πηγαίνει να καταθέσει την αίτηση ακυρώσεως την τελευταία μέρα αλλά ξαφνικά παθένει έμφραγμα στην περίπτωση της διοικητικής δικονομίας. Σε αυτήν την

46

Page 47: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

περίπτωση ο αιτών την προστασία μετά την αναστολή έχει δυνατότητα να βρει άλλο δικηγόρο.

Συνέπειες: η ανωτέρα βία για όσο διαρκεί αναστέλλει την προθεσμία άσκησης αιτήσεως ακύρωσης. Από την στιγμή (επομένη) που παύει η ανωτέρα βία ο αιτών πρέπει να προβεί στην άσκηση αίτησης ακύρωσης..

- Διάστημα δικαστικών διακοπών: Μεταξύ 1ης Ιουλίου και 15ης Σεπτεμβρίου. Υπάρχει αναστολή δικονομικών προθεσμιών μέσα σε αυτό το διάστημα. Υπάρχει διάκριση όμως. Μόνο και μόνο για δημόσιο ή ΝΠΔΔ δεν τρέχει η προθεσμία και αναστέλλεται για αυτόν τον λόγο. Το δημόσιο έχει δυσκινησία. Για τους ιδιώτες μόνο για τον μήνα Αύγουστο υπάρχει αναστολή για λόγους διακοπών των δικαστών.

ΕΔΑΔ -> Τα παραπάνω παραβιάζουν την αρχή της δικονομικής ισότητας. Η διαφορά και η διάκριση ανάμεσα στο δημόσιο και στο ιδιωτικό δίκαιο παραβιάζουν την ισότητα. Το ίδιο πλέον διάστημα ισχύει νομολογιακά και στο ιδιωτικό δίκαιο για τους ιδιώτες.

Στην περίπτωση παράλειψης της διοίκησης, εφόσον υπάρχει ρητή προθεσμία ενέργειας, η προθεσμία της ακύρωσης ξεκινάει μετά από αυτό. Αυτό λέγεται τεκμαιρόμενη άρνηση της διοίκησης.Αν δεν προβλέπεται προθεσμία για απάντηση της διοίκησης μετράμε ένα τρίμηνο στο οποίο η διοίκηση πρέπει να ενεργήσει και αν δεν ενεργήσει η προθεσμία της ακύρωσης αρχίζει μετά από αυτό.Δηλαδή 3 μήνες + 60 μέρες.Δηλαδή στο τέλος του τριμήνου υπάρχει τεκμαιρόμενη άρνηση της διοίκησης την οποία προσβάλλουμε μετά. Εκτός από την τεκμαιρόμενη αρνητική απάντηση συμπροσβάλλεται και η τυχόν ρητή αρνητική απάντηση της διοίκησης.

Ειδικοί κανόνες ισχύουν για την προθεσμία άσκησης αίτησης ακυρώσεως στις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόμος την ενδικοφανή διαδικασία (άσκησης ενδικοφανής διαδικασίας). Διακοπή της προθεσμίας:Πιο πρόσφορο σε σχέση με την αναστολή. Η προθεσμία διακόπτεται σε περίπτωση που ασκηθούν διοικητικές προσφυγές εκτός από την ενδικοφανή προσφυγή.

Τυπικές + Άτυπες διοικητικές προσφυγές

Άτυπες διοικητικές προσφυγές:- Αίτηση θεραπείας- Αναφορές- Ιεραρχική προσφυγή.

47

Page 48: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Υποβάλλονται από πολίτες με βάση το άρθρο 10 του Συντάγματος.

Αίτηση θεραπείας: υποβάλλεται στον ίδιο διοικητικό όργανο που την έχει εκδώσει. Ιεραρχική προσφυγή: προσφυγή σε ιεραρχικά ανώτερο διοικητικό όργανο.

Συνέπεια της διακοπής αυτής είναι η διακοπή της προθεσμίας και η έναρξη ξανά από την αρχή. Στην 59η μέρα και να είμαστε, διακόπτεται η προθεσμία και ξεκινάμε πάλι από την 1η μέρα. Κερδίζουμε μεγάλο χρόνο.Η άσκηση της άτυπης ή ειδικής προσφυγής διακόπτει την προθεσμία της άσκησης ακυρωτικής προσφυγής για το διάστημα που ορίζει ο νόμος για να αποφανθεί το διοικητικό όργανο ή αν δεν ορίζεται κάτι τέτοιο το διάστημα αυτό είναι 1 μήνας.

Ειδική προσφυγή: προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου η οποία ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία θα πρέπει να ασκηθεί καθώς και το αρμόδιο όργανο. Το όργανο αυτό εξετάζει μόνο την νομιμότητα της υπόθεσης και διαφοράς.

Ενδικοφανής προσφυγή: Ενώ σε ενδικοφανή προσφυγή μαζί με την νομιμότητα εξετάζεται και η ουσία της υπόθεσης και διαφοράς.

Ειδική διοικητική προσφυγή: προσφυγή νομιμότητας. Δεν εξετάζεται η σκοπιμότητα. Υπάρχει περιορισμένη εξουσία.

Ασφαλιστικά όργανα, π.χ. ΙΚΑ Προβλέπεται ενδικοφανής προσφυγή. Επανεξέταση της υπόθεσης από μια ειδική επιτροπή όλων των πραγματικών περιστατικών.

Η ενδικοφανής προσφυγή δεν διακόπτει την προθεσμία.

Αιτιολογία: Στην ενδικοφανή διαδικασία οι εξουσίες του οργάνου είναι παρεμφερείς με αυτές ενός δικαστηρίου ουσίας.

Έχει ειδική μεταχείριση όσον αφορά την προσβολή του.

Στην σύνθετη διοικητική πράξη προσβάλλεται μόνο η τελική διοικητική πράξη. Με αυτήν την ευκαιρία ελέγχεται και η νομιμότητα και των προηγουμένων πράξεων. Δηλαδή πρέπει να ερευνηθεί και το κύρος των προηγούμενων πράξεων. Η κάθε προηγούμενη πράξη χρειάζεται για να υπάρχει η επόμενη πράξη.

Η πράξη αυτή από τους τρίτους προσβάλλεται την επομένη της δημοσίευσης. Για τον ίδιο τον διοικούμενο προσβάλλεται έπειτα από την γνωστοποίηση / κοινοποίηση του.

48

Page 49: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Άλλοι τρίτοι μπορούν πάντα να έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν μια ατομική διοικητική πράξη. Η προθεσμία λήγει μετά από 60 ημέρες.

Ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ:Αριθμός που παίρνει η διοικητική πράξη μας όταν κατοχυρώνεται σε ένα ειδικό βιβλίο. Με αυτήν παίρνουν έναν αύξοντα αριθμό όλα τα έγγραφα που φτάνουν στο ΦΕΚ. Στην περίπτωση που δεν έχουμε δυνατότητα πρόσβασης σε αυτό το βιβλίο, σύμφωνα με την νομολογία η προθεσμία αρχίζει από την στιγμή της δημοσίευσης της διοικητικής πράξης στο ΦΕΚ.

Το παραπάνω εξετάζεται αυταπαγγέλτως από τα δικαστήρια και δεν χρειάζεται αίτηση του διοικουμένου.

11) Τήρηση της προβλεπόμενης στο νόμο ενδικοφανούς προσφυγής:

ΠΔ 18/ 1989 – Πριν από την αίτηση ακυρώσεως πρέπει να εξαντληθούν οι ενδικοφανής διαδικασίες.

Αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού. Η διαδικασία αυτή λειτουργεί ως φίλτρο των διοικητικών πράξεων και των αιτήσεων ακυρώσεως αυτών.Εάν δηλαδή μια πράξη μπορεί να λυθεί στο εσωτερικό της διοίκησης δεν έχει ανάγκη να καταλήξει ενώπιον δικαστηρίου. Διαφορές συναντάμε στο πεδίο της κοινωνικής ασφάλισης.Οι ενδικοφανής προσφυγές όμως σήμερα δεν λειτουργούν σωστά στην Ελλάδα και δεν ασκούν καλό φιλτράρισμα.Π.χ. ενδικοφανείς διαδικασίες που προβλέπονται σε δημόσια έργα.

Όταν ο νόμος προβλέπει περισσότερες ενδικοφανής προσφυγές, ο διοικούμενος πρέπει να τις εξαντλήσει όλες.

Η αίτηση ακυρώσεως ασκείται μόνο κατά της πράξης που εκδίδεται επί της ενδικοφανούς προσφυγής. Εάν το όργανο που δικάζει ή επιλαμβάνεται το ενδικοφανές μέσων αδρανεί ή σιωπά τότε προσβάλλεται η τεκμαιρόμενη άρνηση του. Τεκμαίρετε από την λήξη της προθεσμίας που τάσσεται από τον νόμο είτε εάν δεν υπάρχει τέτοια προθεσμία μετά την παρέλευση τριμήνου.Δηλαδή:Εάν δεν εκδίδει απόφαση το όργανο του ενδικοφανούς μέσου:

- βλέπουμε αν ο νόμος ρητά ορίζει προθεσμία ή- αν δεν ορίζεται προθεσμία περιμένουμε την παρέλευση

τριμήνου.

Η ενδικοφανής διαδικασία πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο ρητά. Αν δεν προβλέπεται δεν έχουμε δυνατότητα ενδικοφανούς προσφυγής. Εκτός από αυτό πρέπει να προβλέπεται ειδικό όργανο και μια ειδική και συγκεκριμένη προθεσμία.

49

Page 50: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Νομολογία:Η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να γνωστοποιήσει στους διοικουμένους είτε με διοικητική πράξη είτε με συνοδευτικό έγγραφο τα εξής:- ότι προβλέπεται ενδικοφανής διαδικασία- γνωστοποίηση της προθεσμίας για άσκηση αυτής και το αρμόδιο όργανο.- επισήμανση των συνεπειών των παραλείψεων.

Εάν δεν τηρούνται τα παραπάνω τότε παραδεκτά ο πολίτης στρέφεται κατά της διοικητικής πράξης αυτής έστω και αν δεν έχει ασκήσει την ενδικοφανή προσφυγή ή την έχει ασκήσει εσφαλμένα αυτήν.Π.χ. αν ασκείται η ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον ενός μη αρμόδιου οργάνου.

Δικαίωμα πολίτη = υποχρέωση της διοίκησης για ενημέρωση του πολίτη περί ενδικοφανών διαδικασιών.

Οι προϋποθέσεις του παραδεκτού εξετάζονται αυταπαγγέλτως και απόρριψη της αίτησης.Εξαίρεση : αρμοδιότητα δικαστηρίου : όχι απόρριψη αλλά μεταφορά στο αρμόδιο δικαστήριο.

Όροι βάσιμου

Άρθρο 95 του Συντάγματος.Επιτρέπει την ακύρωση διοικητικών πράξεων για λόγους:

- υπέρβασης εξουσίας και- παραβίασης νόμου.

ΠΔ 18/1989: Λόγοι ακύρωσης διοικητικών πράξεων:- αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου- η παράβαση ουσιώδης τύπου της διαδικασίας- η παράβαση κατ’ ουσίαν διάταξης του νόμου - κατάχρηση εξουσίας

Λόγοι που ανάγονται στην εξωτερική / τυπική νομιμότητα: α) αναρμοδιότητα και β) παραβίαση ουσιώδης τύπου

Λόγοι που ανάγονται στην εσωτερική/ ουσιαστική νομιμότητα: α) παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου και β) κατάχρηση εξουσίας.

Το δικαστήριο εξετάζει πρώτα τους λόγους που αναφέρονται στην εξωτερική τυπική νομιμότητα και μετά τους λόγους που αναφέρονται στην εσωτερική και ουσιαστική νομιμότητα. Δεν είναι αυτό επιταγή του νόμου. Η παραπάνω σειρά είναι αποτέλεσμα της μακροχρόνιας πρακτικής.

50

Page 51: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Υπάρχουν και εξαιρέσεις όμως (εσωτερική πρώτα και μετά εξωτερική νομιμότητα).

Εάν συντρέχει ακόμα και ένας λόγος μόνο η διοικητική πράξη αυτή που προσβάλλεται ακυρώνεται από το δικαστήριο.Π.χ. όχι προηγούμενη ακρόαση πολίτη – παραβίαση ουσιώδους τύπου – αποτέλεσμα η ακύρωση της διοικητικής πράξης.

Παραβίαση διαδικαστικών κανόνων και παραβίαση κανόνων που αναφέρονται στο περιεχόμενο που πρέπει να έχει η διοικητική πράξη. Έχουν ως αποτέλεσμα την ακύρωση της διοικητικής πράξης.

Αναρμοδιότητα:

Αρμοδιότητα: εξουσία οργάνων της διοίκησης από τον νόμο για να εκδώσουν διοικητική πράξη. Η έλλειψη αυτής συνεπάγεται το ακυρώσιμο την διοικητικής πράξης.Συνήθως εννοούμε την έλλειψη της υλικής αρμοδιότητας. Π.χ. πολεοδομία κατεδαφιστέα ένα κτήριο # κτηματική υπηρεσία Δημοσίου: κατεδάφιση ακινήτων σε παραλίες και αιγιαλούς.

Τα ίδια αποτέλεσμα επιφέρει και η έλλειψη της τοπικής αρμοδιότητας.Το ίδιο συμβαίνει και με την χρονική αναρμοδιότητα. Υπάρχουν δηλαδή ορισμένες χρονικές προθεσμίες μέσα στις οποίες το διοικητικό όργανο πρέπει να ενεργήσει. Αν ενεργήσει μετά την λήξη της προθεσμίας το όργανο αυτό έχει χρονική αναρμοδιότητα.

Οι διοικητικές προθεσμίες καταρχήν είναι ενδεικτικές και όχι ανατρεπτικές. Μπορεί όμως από τον νόμο να συνάγεται και το αντίθετο.Π.χ. ζήτημα Ελληνικής ιθαγένειας.

Έλλειψη κλαδικής αρμοδιότητας (Κλαδική αναρμοδιότητα):Όταν το διοικητικό όργανο έχει εκδώσει διοικητική πράξη σε αντικείμενο που υπάγεται στο κλάδο άλλης διοικητικής υπηρεσίας.Π.χ. η αστυνομία εκδίδει πράξη καταλογισμού τέλους (φορολογική εξουσία) την οποία θα μπορούσε να ασκήσει μόνο ο δήμος.Νομολογία => Η συνέπεια είναι το ανυπόστατο (ανύπαρκτο) της διοικητικής πράξης. Δηλαδή η πράξη του κλαδικά αναρμόδιου οργάνου δεν έχει ισχύ αφού δεν υπάρχει καν.

Υπέρβαση καθηκόντων διοικητικού οργάνου:Είναι υπέρβαση εξουσίας. Βαριά περίπτωση παρανομίας του διοικητικού οργάνου. Επεσήρει την ανυπαρξία και το ανυπόστατο αυτής της διοικητικής πράξης.

51

Page 52: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Όταν ένα διοικητικό όργανο ασκήσει καθήκοντα που ανήκουν σε άλλη διοικητική εξουσία.Π.χ. υπέρβαση και παραβίαση της διάκρισης των λειτουργιών

ΕΔΑΔ : Θέμα απορρήτων: δεν μπορεί να υπάρξει σε δίκες. Η διοίκηση δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτό. Υπάρχει διευθέτηση μεταξύ απορρήτου και δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Δεν υπερισχύει το ένα ή το άλλο. Υπάρχει εξισορρόπηση όμως και βρίσκεται πάντα συμβιβαστική λύση.

Συνέπεια: ανυπόστατο της διοικητικής πράξης. Μπορεί να χαρακτηριστεί και αλλιώς ως έλλειψη εξουσίας ή καθηκόντων,Παρόλο αυτό αν η πράξη αυτή έχει τύχει εφαρμογής προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως αλλά το αποτέλεσμα αυτής είναι καθαρό αναγνωριστικό του ανυπόστατου της διοικητικής πράξης αυτής και όχι η ακύρωση αυτής.

Κρίσιμος είναι ο χρόνος της έκδοσης μιας διοικητικής πράξης για να δούμε αν υπήρχε αρμοδιότητα ή όχι. Πρέπει οπωσδήποτε να έχει δηλαδή χρονολογία.

Εξαίρεση: φορολογικό δίκαιο – για λόγους συνταγματικότητας της φορολογικής ενοχής. Κρίσιμος είναι ο χρόνος που ρυθμίζει την φορολογική ενοχή. Το φορολογικό δίκαιο είναι ειδικό διοικητικό δίκαιο.

Υπάρχουν άκυρες, ακυρώσιμες και ανυπόστατες διοικητικές πράξεις.Η υπέρβαση καθηκόντων και κλαδική αρμοδιότητα αποτελούν ανυπόστατες διοικητικές πράξεις.

Κακή συγκρότηση οργάνου όταν έχει αποφασιστική αρμοδιότητα:Έχει αναρμοδιότητα πάλι το διοικητικό αυτό όργανο για έκδοση της διοικητικής πράξης.Αναρμοδιότητα υπάρχει και σε μια διοικητική πράξη στην έκδοση της οποίας συμμετέχει και ένα διοικητικό όργανο που είναι αναρμόδιο. Αναρμοδιότητα υπάρχει και στην περίπτωση της συναπόφασης.Π.χ. ΜΜΕ/ Υπουργός Εσωτερικών και Υπουργός Τύπου και ΜΜΕ συναπόφαση για τα προεκλογικά spots στα ΜΜΕ

Ακόμα και σε τέτοιες διαδικασίες μπορεί να υπάρχει θέμα αναρμοδιότητας. Αναρμοδιότητα έχουμε και στην περίπτωση της ιεραρχικής αποκατάστασης. Όταν δηλαδή η πράξη εκδίδεται από ιεραρχικώς προϊστάμενο όργανο αντί για το διοικητικό όργανο που είναι αρμόδιο από τον νόμο. Απαγορεύεται η ιεραρχική αποκατάσταση.

52

Page 53: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Αρνητική αρμοδιότητα:Δεν αποτελούν περιπτώσεις αναρμοδιότητας. Υπάρχει στην περίπτωση που κάποιο όργανο έχει αρμοδιότητα από τον νόμο, αλλά εσφαλμένος θεωρεί ότι δεν έχει αρμοδιότητα και δίνει αρνητική απάντηση. Δεν υπάρχει αναρμοδιότητα σε αυτήν την περίπτωση.

Η έλλειψη αρμοδιότητα (η αναρμοδιότητα) ελέγχεται από το δικαστήριο αυταπαγγέλτως. Το δικαστήριο μπορεί να ανασύρει αυτήν την πλημμέλεια.

Παραβίαση ουσιώδους τύπου => προβολή σχετικού λόγου ακύρωσης και μετά ακολουθεί έλεγχος.

Στην αναρμοδιότητα εμπίπτει και η νόσφρηση της εξουσίας. Δηλαδή η ιδιοποίηση. Υπάρχει όταν εκδίδεται διοικητική πράξη από ένα διοικητικό όργανο που είτε δεν έχει πράξη εκλογής ή διορισμού του είτε τα έχει αλλά είναι ανυπόστατη η εκλογή ή ο διορισμός του.

Αποτέλεσμα: θεωρείται ανυπόστατη ή ανύπαρκτη στην περίπτωση που δεν υπάρχει διορισμός ή εκλογή. Στην περίπτωση που υπάρχει πλημμέλεια στον διορισμό ή στην εκλογή του η διοικητική πράξη που εκδίδει αυτό. Πάσχει και είναι απλώς πλημμελείς. Δεν είναι όμως ανυπόστατη ή ανύπαρκτη. Απλώς μπορούν λόγω αυτής της ελαττωματικότητας να ακυρωθούν ύστερα από αίτηση ενδιαφερομένων.

Εφόσον δεν υπάρχει ρητά νόμος για την διαφορά μας με την διοίκηση, αυτή υπάγεται κατευθείαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Το έννομο συμφέρον είναι ηθικό και οικονομικό.Όσον αφορά το περιβάλλον όλοι μπορούν να δείχνουν ενδιαφέρον και να προσβάλλουν διοικητικές πράξεις που σχετίζονται με αυτήν. Αυτό πηγάζει από το άρθρο 24 του Συντάγματος.

Λαϊκή αγωγή: Οποιοσδήποτε κάτοικος σχετικά με ζητήματα περιβάλλοντος έχει δικαίωμα να προσφύγει κατά της διοίκησης.

Νομολογία: Μόνο Κομοτηναίοι μπορούν να προσβάλλουν διοικητικές πράξεις που σχετίζονται με το περιβάλλον της Κομοτηνής. Όχι οι Αθηναίοι. Υπάρχουν και εξαιρέσεις.

Στην περίπτωση που έχουμε συναπόφαση διοικητικών οργάνων αν ελλείπει το ένα διοικητικό όργανο το άλλο δεν μπορεί να

53

Page 54: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

αποφασίσει. Η μετέπειτα έγκριση δεν θεραπεύει την διοικητική πράξη.

Ανυπόστατες διοικητικές πράξεις:- νόσφρηση εξουσίας από ιδιώτη μη αρμόδιο- δημοσιευτέες πράξεις που τελικά δεν δημοσιεύονται- υπέρβαση καθηκόντων- κλαδική αναρμοδιότητα

Ακυρωτικές διοικητικές πράξεις:Όλες οι υπόλοιπες

Νομολογία: Αν έχουν εφαρμοστεί στην πράξη οι ανυπόστατες διοικητικές πράξεις μπορούν να προσβληθούν. Σε άλλες περιπτώσεις δεν προσβάλλονται.

Επί δημοσίευσης αν δεν δημοσιευτεί είναι ανυπόστατη. Επί κοινοποίησης στην περίπτωση που δεν κοινοποιηθεί η πράξη δεν προσβάλλεται αυτή και η διοικητική πράξη είναι έγκυρη. Η κοινοποίηση δεν αποτελεί δομικό στοιχείο της διοικητικές πράξης και ούτε στοιχείο κύρους. Δεν αρχίζει η 60-ήμερη προθεσμία εφόσον δεν υπάρχει κοινοποίηση.

Από την στιγμή που δεν λάβουν γνώμη της διοικητικής πράξης δεν ξεκινά η προθεσμία.Δηλαδή αν η διοικητική πράξη εκδίδεται στις 25.7.2008 και εγώ την λαμβάνω γνώση καθυστερημένα στις 16.5.2010 τότε μετά τις 17.5.2010 αρχίζει να τρέχει η 60-ήμερα προθεσμία. Οι δικηγόροι εφόσον έχει κοινοποιηθεί στους πελάτες τους η πράξη και αυτοί δεν έχουν ασκήσει αίτηση θεραπείας ή άλλο ένδικο βοήθημα είναι τυχεροί διότι έχουν χρόνο να συλλέξουν στοιχεία.Παραβίαση ουσιώδης τύπου διαδικασίας:

Σημαίνει την παράβαση οποιασδήποτε διάταξης νόμου που καθορίζει την διαδικασία έκδοσης της διοικητικής πράξης δηλαδή την μέθοδο της λήψης της διοικητικής απόφασης.Κάθε παράβαση διαδικαστικού κανόνα αποτελεί και αυτή παράβαση της διαδικασίας που προβλέπει η νομοθεσία για την έκδοση της διοικητικής πράξης.Την ακυρότητα της διοικητικής πράξης επιφέρει η παράβαση των κανόνων που ρυθμίζουν την μέθοδο της λήψης της διοικητικής απόφασης.Η παράβαση επιφέρει την ακύρωση της διοικητικής πράξης.

Ν 3021/ 2002 – με κοινή απόφαση υπουργών τύπου και ΜΜΕ και μετά από γνώμη του ΕΣΡ και Επιτροπής των βουλευτών καθορίζεται ο χρόνος των προεκλογικών spots.

54

Page 55: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

ΠΔ 18/1989 – μόνο η παράβαση ουσιώδης τύπου επισύρει την ακυρότητα. Ο νομοθέτης δεν θέλησε τα διαδικαστικά σφάλματα της διοίκησης να είναι σημαντικά για την ακύρωση της διοικητικής πράξης..Οι διοικητικές πράξεις που παραβιάζουν μόνο τον ουσιώδη τύπο ακυρώνονται. Ο νομοθέτης έδωσε την δυνατότητα στα δικαστήρια (νομολογία) ώστε αυτοί να καθορίζουν ποιες πράξεις παραβιάζουν ουσιώδης τύπο και ποιες όχι.Υπάρχουν αφηρημένοι και γενικοί κανόνες:

1. Εάν είναι απαραίτητος για την άμυνα και την υπεράσπιση του διοικουμένου.Π.χ. προηγούμενη ακρόαση του διοικουμένου. Είναι ουσιώδης τύπος και η μη τήρηση της επιφέρει την ακυρότητα της διοικητικής πράξης.

2. Εάν ο τύπος είναι σημαντικός για την ορθολογική λειτουργία

της δημόσιας διοίκησης.Π.χ. γνωμοδοτικές διαδικασίες.Έχουν ως στόχο την καλύτερη οργάνωση και αποδοτικότητα της διοίκησης. Συνδέουν το αποφασίζον όργανο με το γνωμοδοτικό όργανο.

3. Το κατά πόσο συνδέονται με το δικαίωμα και την δυνατότητα της δικαστικής προστασίας. Εάν δηλαδή ο διαδικαστικός αυτός κανόνας έχει μεγάλη σημασία για την δυνατότητα δικαστικής προστασίας.Π.χ. αιτιολογία της διοικητικής πράξης. Χωρίς αιτιολογία διοικητικής πράξης δεν μπορεί να γίνει έλεγχος αυτής της διοικητικής πράξης.

Επουσιώδης τύποι – παράβαση αυτών:Είναι οι τύποι που δεν έχουν τόσο μεγάλη σημασία για την λειτουργία της διοίκησης.Π.χ. πρωτοκόλληση πράξεων μετά την αίτηση μας. Δεν είναι ουσιώδης τύπος αυτός. Εφόσον δεν προηγηθεί πρωτοκόλληση η διοικητική πράξη αυτή δεν θεωρείται άκυρη και συνεχίζει και ισχύει κανονικά.Αν όμως συνδέεται με το δικαίωμα άμυνας και δικαστικής προστασίας του διοικουμένου θεωρείται ουσιώδης τύπος της διοικητικής πράξης.

Κατάλογος συνηθισμένων ουσιωδών τύπων:- Η παράβαση των κανόνων που αφορούν την νόμιμη σύνθεση

και λειτουργία των συλλογικών οργάνων που έχουν αποφασιστική αρμοδιότητα

- Η παράβαση των κανόνων που αφορούν την συγκρότηση διοικητικών οργάνων. Αυτό όμως συνήθως εξετάζεται μέσω ένστασης.

55

Page 56: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

- Η παράβαση των διαδικαστικών κανόνων που αφορούν την σύνθεση, συγκρότηση και λειτουργία των συλλογικών διοικητικών οργάνων που έχουν γνωμοδοτική αρμοδιότητα.

- Η μη λήψη υπόψη της προβλεπόμενης από τον νόμο γνώμης ή έγκρισης. Δηλαδή η παράβαση των κανόνων που καθορίζουν την γνωμοδοτική λειτουργία και διαδικασία.

- Η μη επεξεργασία των προεδρικών κανονιστικών διαταγμάτων από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

- Η αιτιολογία της διοικητικής πράξης. Η αιτιολογία της πράξης είναι η παρουσίαση νομικών και πραγματικών λόγων λόγω των οποίων εκδόθηκε αυτή η διοικητική πράξη.

- Κάθε περίπτωση έλλειψης αιτιολογίας ή παράβασης της αιτιολογίας (πλημμέλειες κτλπ). Μπορεί να υπάρχει αιτιολογία, αλλά να είναι ελλιπείς, να μην είναι σαφής, οριστική και πλήρης. Απαγορεύονται γενικές και αόριστες εκφράσεις στην αιτιολογία. Η αντιφατική αιτιολογία δεν είναι νόμιμη αιτιολογία. Περισσότερα στοιχεία από τα οποία ζητούνται δεν μπορούμε να δώσουμε. Απαγορεύεται στην αιτιολογία επίσης από πριν να λέμε κάτι και μετά να το αρνούμαι.

Νομολογία: Εάν η αιτιολογία απαιτείται από τον νόμο ή από την φύση της διοικητικής πράξης:Θα πρέπει να διακρίνουμε αν η αιτιολογία επιβάλλεται ρητά από τον νόμο ή όχι. Η μη τήρηση σε ρητή επιβολή από τον νόμο αποτελεί παράβαση ουσιώδους τύπου. Δεν μπορεί η αιτιολογία να αναπληρωθεί από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου παρά μόνο να συμπληρωθεί. Ο διοικητικός φάκελος έχει εκθέσει πορίσματα κτλπ μέσα. Έστω και συνοπτικά στην πράξη αυτή πρέπει να περιλαμβάνεται και η αιτιολογία. Δεν ελέγχεται αυταπαγγέλτως από την διοίκηση αλλά χρειάζεται αίτηση από διοικούμενο.

- Αν προβληθεί μόνο αυταπαγγέλτως από την διοίκηση και υπάρχει σοβαρός λόγος ακύρωσηςΠ.χ. αν η διοίκηση πει ότι δεν τηρήθηκε προηγούμενος ουσιώδης τύπος.Π.χ. κλίση σε απολογία.Υπάρχουν περιπτώσεις που μπορεί να καλυφθεί – θεραπευτεί ο τύπος αυτός ύστερα. Η δυνατότητα άσκησης διοικητικής προσφυγής δεν καλύπτει το προηγούμενο ουσιώδη τύπο που παραβιάστηκε.Απαιτείται προηγούμενη ακρόαση και όχι επόμενη ακρόαση, δηλαδή ακρόαση μετά την έκδοση μιας διοικητικής πράξης.Η αιτιολογία του διοικητικού οργάνου πρέπει να περιλαμβάνει και το περιεχόμενο της προηγούμενης ακρόασης του διοικουμένου.Εσφαλμένη αιτιολογία : υπάρχει η αιτιολογία, δεν υπάρχει παραβίαση ουσιώδους τύπου.

56

Page 57: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου:

Περιλαμβάνει οποιαδήποτε παράβαση της νομοθεσίας με εξαίρεση αυτές που ήδη έχουμε αναφέρει.Είναι η παράβαση της διοίκηση κατά την διαμόρφωση του περιεχομένου της διοικητικής πράξης οποιουδήποτε κανόνα δικαίου ανεξάρτητα από την ιεράρχηση του. Μπορεί να αφορά παράβαση του κοινοτικού δικαίου, διεθνών συμβάσεων, συντάγματος, παραδεδεγμένων και συμβατικών κανόνων, τυπικών νόμων και κανονιστικών πράξεων της διοίκησης.

Εξετάζουμε τα παρακάτω:1. Ερμηνεία (ορθή / εσφαλμένη ) του νόμου. Εξετάζουμε την

ερμηνεία που έχει δώσει η διοίκηση στους νόμους.2. Ερμηνεία (ορθή/ εσφαλμένη) των πραγματικών

περιστατικών.3. Υπάρχει (ορθή/ εσφαλμένη) εφαρμογή αυτής της ερμηνείας

από την διοίκηση στην πράξη.

Μπορεί να υπάρξει εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου, ορθή ερμηνεία νόμων και εσφαλμένη ερμηνεία πραγματικών περιστατικών ή ορθή ή εσφαλμένη εφαρμογή της ερμηνείας.

Ειδική περίπτωση : παράβαση δεδικασμένου.

Δεδικασμένο: αμάχητο τεκμήριο που παράγεται λόγω αμετάκλητης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Είναι εκείνο που παράγεται με απόφαση δικαστηρίου. Η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί το δεδικασμένο από τα δικαστήρια. Το δεδικασμένο που απορρέει από τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων και ιδιωτικές διαφορές δεσμεύει και την διοίκηση.

Παράβαση δεδικασμένου αποτελεί παράβαση ουσιώδης διάταξης νόμου.

Τυπικό δεδικασμένο (Τελεσίδικη και αμετάκλητη δικαστική απόφαση) παράγει ουσιαστικό δεδικασμένο.

Δεδικασμένο: συγκεκριμένη περίπτωση παράβασης νόμου. Η διοίκηση εφόσον δεν συμμορφώνεται με το δεδικασμένο τότε παραβιάζει ουσιώδης διάταξη νόμου διότι η συμμόρφωση με το δεδικασμένο προβλέπεται από το Σύνταγμα.

Δεδικασμένο: η διοίκηση πρέπει να συμμορφώνεται και με τις αθωωτικές αλλά και με τις καταδικαστικές αποφάσεις.

57

Page 58: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Όταν δεν απαιτείται ρητά από νόμο η αιτιολογία, αλλά από την φύση της τότε αν ελλείπει πάλι αποτελεί παράβαση νόμου.

Οι κανονιστικές διοικητικές πράξεις ελέγχονται για παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου εκτός αν υπάρχει έλλειψη νομοθετικής εξουσίας ή υπέρβασης αυτής και στην περίπτωση που η κανονιστική διοικητική πράξη είναι αντίθετη στο Σύνταγμα ή σε άλλους κανόνες δικαίου.

Οι κανονιστικές διοικητικές πράξεις εκτός από κάποιες εξαιρέσεις δεν θέλουν – απαιτούν αιτιολογία. Άρα δεν μπορούν να ακυρωθούν – προσβληθούν λόγω έλλειψης της ακυρότητας. Το ίδιο συμβαίνει και με την έλλειψη της προηγούμενης ακρόασης.

Η ατομική διοικητική πράξη ελέγχεται σε κάθε περίπτωση που αντιβαίνει τους νόμους.

Ειδική περίπτωση ατομικής διοικητικής πράξης που βασίζεται σε άλλη διοικητική πράξη που είναι άκυρη ή έχει ακυρωθεί ||Και αυτή η ατομική διοικητική πράξη είναι ακυρωτέα παρόλο που η άλλη διοικητική πράξη δεν αποτελεί νόμο ή εκτελεστή διοικητική πράξη λόγω του ότι έχει ακυρωθεί.Ακυρωτέες είναι δηλαδή και οι δύο διοικητικές πράξεις.

Πλάνη περί τα πράγματα = παράβαση ουσιαστικής διάταξης νόμου. Συντρέχει όταν η διοίκηση έχει εσφαλμένη αντίληψη για τις πραγματικές περιστάσεις. Η πλάνη αυτή προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου κατά το χρόνο έκδοσης της διοικητικής πράξης.

Ευθεία πλάνη : δεν υφίσταται πραγματικά περιστατικά, αλλά η διοίκηση νομίζει και ενεργεί σαν να υπήρχαν αυτά τα πραγματικά περιστατικά.

Πλάγια πλάνη (ανάστροφη πλάνη) : υφίστανται πραγματικά περιστατικά που δεν αναγνωρίζονται από την διοίκηση.

Ακυρωτικός δικαστής : δεν ελέγχει τα πραγματικά περιστατικά, αλλά ελέγχει την πλάνη περί τα πραγματικά περιστατικά.

Πράξεις διακριτικής ευχέρειας : συνιστούν παράβαση ουσιώδης διάταξης νόμου.Διακριτική ευχέρεια: α) κακή χρήση της και β) υπέρβαση των άκρων ορίων της

Κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας:

58

Page 59: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η διοίκηση δεν ασκεί την διακριτική ευχέρεια που τις χορηγείται ή θεωρεί εσφαλμένα ότι διαθέτει δέσμια αρμοδιότητα ενώ στην πραγματικότητα έχει διακριτική ευχέρεια.

Υπέρβαση της διακριτικής ευχέρειας:Όταν ασκείται η διακριτική ευχέρεια και υπερβαίνει όμως τα όρια που επιβάλλονται από λογική ή αρχές του δικαίου όπως η αρχή της ισότητας. Είναι οριακός ο έλεγχος της διακριτικής ευχέρειας από το δικαστήριο.

Άρθρο 93

1. Τα δικαστήρια διακρίνονται σε διοικητικά, πολιτικά και ποινικά και οργανώνονται με ειδικούς νόμους.

2. Οι συνεδριάσεις κάθε δικαστηρίου είναι δημόσιες, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει με απόφασή του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων.

3. Κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη και απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση. Νόμος ορίζει τις έννομες συνέπειες που επέρχονται και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης του προηγούμενου εδαφίου. Η γνώμη της μειοψηφίας δημοσιεύεται υποχρεωτικά. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την καταχώριση στα πρακτικά ενδεχόμενης μειοψηφίας, καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις της δημοσιότητάς της.

4. Τα δικαστήρια υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν νόμο που το περιεχόμενό του είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα.

Αυτεπάγγελτο έλεγχο έχουμε στις παρακάτω περιπτώσεις: - αντισυνταγματικότητα - παραβίαση κανόνων κοινοτικού δικαίου.- Νομοθετικές πράξεις που έπαψαν να ισχύουν αλλά παρόλο

αυτό εφαρμόζονται παρανόμως

Πράξεις δέσμιας αρμοδιότητας: δεν υπάρχει ευχέρεια. Είναι ξεκάθαρες.

Κατάχρηση εξουσίας:

Κατάχρηση εξουσίας: αποτελεί λόγω ακύρωσης. Συντρέχει στην περίπτωση που η διοικητική πράξη έχει τα στοιχεία της νομιμότητας. Εκδίδεται όμως για σκοπό διαφορετικό καταδήλως σε σχέση με αυτό που έχει χορηγηθεί η σχετική αρμοδιότητα.

Εξυπηρέτηση τοπικού συμφέροντος

59

Κατάχρηση εξουσίας

Page 60: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Εξυπηρέτηση συμφέροντος πολιτικών ΚομμάτωνΕξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων

#Εξυπηρέτηση δημοσίου συμφέροντος

Κατάχρηση εξουσίας : 1) Ατομική διοικητική πράξη διακριτικής ευχέρειας και πρέπει να προβάλλεται ο λόγος κατάχρησης εξουσίας από τον ενδιαφερόμενο και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου.

Άσκηση ενδίκου βοηθήματος της αίτησης ακυρώσεως

Η αίτηση ακυρώσεως ασκείται με δικόγραφο που καταθέτεται σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή. Ο διοικητικός νομοθέτης διευκολύνει την άσκηση αίτησης ακύρωσης από τους πολίτες. Εάν κατατεθεί σε δημόσια αρχή το δικόγραφο αποστέλλεται και μεταβιβάζεται στο δικαστήριο που απευθύνεται.Η αίτηση μπορεί να υπογραφεί από τον αιτούνται ή από τον πληρεξούσιο δικηγόρο. Στην περίπτωση που υπογράφεται από τον αιτούνται θα πρέπει να παραστεί δικηγόρος στο ακροατήριο κατά την διάρκεια της συζήτησης. Στην περίπτωση υπογραφής από πληρεξούσιο δικηγόρο ισχύουν όσα είπαμε για την πληρεξουσιότητα δικηγόρου.Άσκηση αίτησης ακυρώσεως με οποιονδήποτε άλλον τρόπο αποκλείεται.Π.χ. ταχυδρομική – συστημένη επιστολή του δικογράφου στο δικαστήριο. – απαράδεκτο δικόγραφο.

Αν η αίτηση ακυρώσεως ασκείται και από δημόσια αρχή, το δικόγραφο μπορεί να κατατεθεί σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή εκτός από την ασκούσα (την ίδια που κάνει δηλαδή και την αίτηση).Αυτό γίνεται για να μην υπάρχουν πονηριές κατά την άσκηση της αίτησης.Περιεχόμενο δικογράφου:

- στοιχεία διαδίκων (φυσικό / νομικό πρόσωπο)- υπογραφή διαδίκων- τουλάχιστον ένας λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται και

είναι παραδεκτός. Εάν δεν περιλαμβάνεται ο λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί έπειτα να συμπληρωθεί το δικόγραφο.

Διάδικοι:Είναι εκτός από τον αιτούνται της αίτησης ακυρώσεως (Φυσικό / νομικό πρόσωπο) είναι και ο υπουργός που εξέδωσε την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή κάποια αρχή που υπόκειται σε αυτόν τον Υπουργό. Διάδικος όμως πάντα αντί του υπουργού είναι

60

Page 61: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

πάντα το νομικό πρόσωπο που εκπροσωπεί αυτός και από τον οποίο προήλθε η προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη.

Σε μια διοικητική δίκη πάντα υπάρχουν αντίθετα συμφέροντα. Συμφέροντα αυτών που θέλουν την διατήρηση ή την ακύρωση ορισμένων διοικητικών πράξεων.

Οι διοικητικές πράξεις δηλαδή μπορεί να είναι και τριτενεργής, να προσβάλλονται και από τρίτους δηλαδή.Π.χ. από γείτονες ή κάποιους συλλόγους.

Ομοδικία – υποκειμενική σώρευση αιτήσεων ακυρώσεως:Μπορεί να είναι είτε ενεργητική είτε παθητική.

Ενεργητική ομοδικία: Υπάρχει όταν περισσότερα με έναν κοινό εισαγωγικό δικόγραφο διώκουν την ακύρωση μιας διοικητικής πράξης ή παράλειψης.

Παθητική ομοδικία: Δεν συναντάτε σε περίπτωση ακυρωτικής δίκης. Έχουμε όταν η αίτηση ακυρώσεως από κοινού στρέφεται κατά περισσοτέρων.

Ενεργητική ομοδικία – Προϋποθέσεις:Περισσότεροι με κοινό δικόγραφο μπορούν να κινηθούν αν προβάλλουν τους ίδιους λόγους ακυρώσεως (ίδια ιστορική και νομική αιτία – βάση δηλαδή). Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της ενεργητικής ομοδικίας η υπόθεση κρατείται όσον αφορά τον πρώτο αναγραφόμενο ενώ για τους υπόλοιπους αναβάλλεται η υπόθεση για άλλη συζήτηση μέχρι την οποία πρέπει αυτό να κατατεθεί νέο δικόγραφο χωριστό.Δηλαδή οι δικηγόροι πρέπει να βάλουν τον πελάτη τους στην πρώτη σειρά, διότι μόνον για αυτόν θα συνεχιστεί και θα κρατηθεί η υπόθεση.Η παθητική ομοδικία λέγεται και αντικειμενική σώρευση αιτήσεων.

Συνάφεια: Προσβολή με κοινό εισαγωγικό δικόγραφο περισσότερων διοικητικών πράξεων ή παραλείψεων.

Προϋποθέσεις συνάφειας:Είτε μια πράξη δηλαδή στηρίζεται στην άλλη είτε όλες οι πράξεις να στηρίζονται στην ίδια νομική ή ιστορική αιτία- βάση.

Συνήθως έχουμε και ομοδικία και συνάφεια ταυτόχρονα.Τα συνολικά έξοδα της δίκης μοιράζονται.

Μετά την κατάθεση της αίτησης ακυρώσεως ισχύει η αρχή της αυτεπάγγελτης ενέργεια του δικαστηρίου η οποία συνιστά στο εξής μεταξύ των άλλων : αντίγραφο της αίτησης ακυρώσεως με πράξη του προέδρου του δικαστηρίου κοινοποιείται με επιμέλεια του

61

Page 62: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

δικαστηρίου στους διαδίκους οι οποίοι καλούνται για παράσταση στο δικαστήριο τουλάχιστον 20 ημέρες πριν από την συζήτηση στο ακροατήριο.

Η κοινοποίηση γίνεται είτε μέσω αστυνομικών οργάνων είτε μέσω δικαστικών επιμελητών.Αν δεν γίνεται πριν από 20 ημέρες αναβάλλεται για άλλη μέρα αυτή η διαδικασία.Ορίζεται ένας δικαστής ως εισηγητής της υπόθεσης που μεριμνά για την προετοιμασία. Διορίζεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου.Οι αρμόδιες αρχές είναι ύστερα υποχρεωμένες να φτιάξουν τον διοικητικό φάκελο που θα περιέχει την πράξη ή παράλειψη που προσβάλλεται και επιπλέον μια έκθεση που απαντά στους λόγους της αιτήσεως ακυρώσεως.

Από την στιγμή που το αντίγραφο θα πάει στο Υπουργείο Δημόσιας τάξης πρέπει αυτοί να βάλουν μέσα στο φάκελο όλα τα στοιχεία που έχουν και σχετίζονται με την συγκεκριμένη υπόθεση.

Η διοίκηση όμως μπορεί να καθυστερήσει ή να μην αποστείλει τον φάκελο. Σε τέτοιες περιπτώσεις το δικαστήριο μπορεί να ξεκινήσει την δίκη για πειθαρχική ευθύνη των υπαλλήλων που έχουν την ευθύνη για αυτήν την καθυστέρηση ή παράλειψη.

Νομολογία:Αν ο φάκελος ζητηθεί για 2η φορά από την διοίκηση – αρμόδια αρχή και πάλι αυτό δεν ενεργήσει ή καθυστερήσει τότε τεκμαίρετε ότι ομολογεί τους ισχυρισμούς του αιτούντος. Αν η διοίκηση δυστροπήσει και δεν στείλει αυτά τα στοιχεία (Φάκελο) στο δικαστήριο, μπορεί να θεωρήσει αυτό ότι ο αιτών της ακύρωσης έχει δίκαιο στους ισχυρισμούς και στις επιδιώξεις του.

Υπάρχει και περίπτωση να ομολογήσει την παρανομία της η διοίκηση. Τότε γίνεται ένα από τα παρακάτω:

- κατάργηση της δίκης- ανάκληση της διοικητικής πράξης

Συνήθως όμως δεν υπάρχει ομολογία της διοίκησης. Η διοικητικός δικαστής δεν δεσμεύεται από την ομολογία ούτε της διοικητικής αρχής ούτε του αιτούντος. Η διοικητική δίκη ενδιαφέρεται για το δημόσιο συμφέρον πάντα.

Ανακριτική αρχή: ο διοικητικός δικαστής αναζητά όχι την τυπική αλλά την ουσιαστική αλήθεια και δεν δεσμεύεται από ισχυρισμούς και ομολογίες των διαδίκων (αιτούντος και διοικητικής αρχής).

62

Page 63: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Ο εισηγητής δικαστής προετοιμάζει την δίκη με βάση τα στοιχεία του φακέλου και κατατεθεί την εισήγηση στο δικαστήριο 3 μέρες πριν από την έναρξη της δίκης.Περιεχόμενα της εισήγησης:

- Ανάπτυξη της υπόθεσης- Γνώμη του εισηγητή για το παραδεκτό και το βάσιμο των

λόγων ακύρωσης που περιέχονται στο δικόγραφο.

Αφού ο εισηγητής μελετήσει όλο το φάκελο καταλήγει σε κάποιο συμπέρασμα.Στη συνέχεια γίνεται η συζήτηση στο ακροατήριο, αλλά από πριν με βάση τα παραπάνω οι διάδικοι θα γνωρίζουν προς τα πού θα κινηθεί η δίκη και πως θα καταλήξει.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι στην συνέχεια παρίστανται και αναπτύσσουν τα δικά τους επιχειρήματα.

Υπομνήματα: προβάλλονται τουλάχιστον 6 μέρες πριν από την συζήτηση της υπόθεσης στο δικαστήριο. Αναπτύσσουν και διευκρινίζουν τους λόγους που έχουν προβάλλει με το δικόγραφο την αίτηση ακυρώσεως.

Με το υπόμνημα όμως ποτέ δεν μπορούν να προβάλλουν και λόγους ακύρωσης οι διάδικοι.

Υπομνήματα: συμπληρώνουν την αίτηση ακυρώσεως όσον αφορά τους λόγους ακυρώσεως αλλά και όσον αφορά τα επιχειρήματα των διαδίκων.

Ισχυρισμοί / Λόγοι ακυρώσεως : Επίκληση των στοιχείων του πραγματικού του κανόνα δικαίου. Αναιρεί ο λόγος αυτός τον κρίσιμο κανόνα δικαίου.

Επιχείρημα: ότι μέσω επιχειρημάτων λογικής ή νομικών επιχειρημάτων προσπαθεί να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του. Νομικά επιχειρήματα – θεμελιώνουν νομικές απόψεις.

Αίτηση ακυρώσεως – περιέχει λόγους ακυρώσεως.

Υπομνήματα : λόγοι ακυρώσεως + Ανάπτυξη επιχειρημάτων

Ο δικαστής είναι υποχρεωμένος να απαντήσει στους λόγους – ισχυρισμούς των διαδίκων, αλλά όχι και στα επιχειρήματα τους.

Ο διοικούμενος με τα υπομνήματα δεν μπορεί να ανακαλεί τα επιχειρήματα του ή να προβάλλει για πρώτη φορά λόγους και ισχυρισμούς με τα υπομνήματα.Ο για πρώτη φορά προβαλλόμενος λόγος δεν μπορεί να περιέχεται στο υπόμνημα.

63

Page 64: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Υπομνήματα μπορούν να υποβάλλονται και μετά την έναρξη της δίκης (όχι μόνο δηλαδή 6 ημέρες πριν από αυτή). Δηλαδή αντικρούουμε τα επιχειρήματα των άλλων αντιδίκων που ακουστήκαν κατά την διάρκεια της συζήτησης με νέα υπομνήματα. Αλλά ισχύει μόνο στην περίπτωση αντίκρουσης επιχειρημάτων. Με το υπόμνημα κατά εξαίρεση μπορεί ο διάδικος να υπενθυμίζει στο δικαστήριο λόγους ακυρώσεως που εξετάζονται αυτεπάγγελτος από το δικαστήριο.Π.χ. αναρμοδιότητα

Νομολογία:Λόγοι που εξετάζονται αυτεπάγγελτος μπορούν να προβληθούν και με υπόμνημα.

Όσον αφορά τους λόγους ακυρώσεως που ξέχασε να προβάλλει ο διοικούμενος μπορεί να τα προβάλλει αυτά με το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ακυρώσεως. Έτσι μπορούν ακόμα να προβληθούν και νέοι λόγοι ακύρωσης εκτός από τους αρχικούς λόγους. Το νέο αυτό δικόγραφο κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου και κοινοποιείται στους διαδίκους 16 μέρες πριν από την συζήτηση της υπόθεσης. Δεν έχουμε κατάθεση σε δημόσια αρχή.Εάν δεν κατατεθεί στο δικόγραφο πρόσθετων λόγων ακύρωσης πριν 15 ημερών τότε αυτό απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Επειδή δεν τηρήθηκε η ανατρεπτική προθεσμία που ορίζει ο νόμος.

Μπορεί όμως ο διοικούμενος να το καταθέσει πριν από 15 μέρες στην γραμματεία αλλά η κοινοποίηση να γίνει εντός των 15 ημερών.

Ο διοικούμενος με τα δικά του έξοδα παίρνει το δικόγραφο και με το δικαστικό επιμελητή το κοινοποιεί στους άλλους διαδίκους.

Εάν ο διάδικος παραδώσει το δικόγραφο στον δικαστικό επιμελητή αλλά αυτός το κοινοποιήσει εντός των 15 ημερών δεν είναι αυτός λόγους ακύρωσης.Μπορεί να θεραπευτεί αυτό το ελάττωμα. Εφόσον δεν φέρνουν αντιρρήσεις οι υπόλοιποι διάδικοι σε αυτό.Συνήθως όμως οι υπόλοιποι διάδικοι προβάλλουν αντιρρήσεις και δεν θεραπεύεται αυτό το ελάττωμα.

Κοινοποίηση: όχι γενικό δημόσιο συμφέρον αλλά προσωπικό συμφέρον των διαδίκων.

Το σωστότερο είναι και η κατάθεση αλλά και η κοινοποίηση να γίνουν πριν από 15 ημέρες.

64

Page 65: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Παρέμβαση

Παρέμβαση σε εκκρεμή ακυρωτική δίκη μπορεί να ασκήσει τρίτους ο οποίος έχει έννομο συμφέρον για την διατήρηση της ισχύος της διοικητικής πράξης.Άρα καταρχήν πρέπει να έχουμε μια εκκρεμή ακυρωτική δίκη.Παρέμβαση στην ακυρωτική διοικητική δίκη επιτρέπεται μόνο για την διατήρηση της ισχύος της πράξης και όχι για συμφέρον του ασκούντος της αιτήσεως ακυρώσεως της διοικητικής πράξεως.Άρα το δικαστήριο συνήθως λαμβάνει αποφάσεις υπέρ της διοίκησης.

Θιγόμενοι - αίτηση ακυρώσεως (παρέμβαση εναντίον τους δεν γίνεται εκτός από την περίπτωση να βρουν ομοδίκους και να προβάλλουν κοινούς λόγους ακύρωσης).

Διοίκηση – διατήρηση της ισχύς της διοικητικής πράξης (μπορεί να ασκηθεί παρέμβαση από τρίτους που θέλουν την διατήρηση την ισχύ της διοικητικής πράξης)

Η παρέμβαση ασκείται με δικόγραφο το οποίο κατατίθεται στην γραμματεία του δικαστηρίου και κοινοποιείται επί ποινή απαράδεκτου από τον παρεμβαίνοντα στους διαδίκους της ακυρωτικής διοικητικής δίκης 6 τουλάχιστον ημέρες πριν από την συζήτηση. Εάν το δικόγραφο της παρέμβασης κατατεθεί όχι πριν από 6 μέρες. Τότε απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Αντίθετα αν κατατεθεί 6 μέρες πριν αλλά δεν κοινοποιείται και 6 ημέρες πριν από την συζήτηση. Τότε θεραπεύεται το δικόγραφο εάν οι αντίδικοι παρουσιάζονται στο δικόγραφο και δεν προβάλλουν αντιρρήσεις.

Πολιτική δίκη # Διοικητική δίκη Διάδικος : ακύρωση της διοικητικής πράξης από Φυσικό ή νομική πρόσωπο.Αντίδικος: νομικό πρόσωπο του κράτους ή ΝΠΔΔ

Και προσπάθεια για την διατήρηση Ισχύος της διοικητικής πράξης.

Οι άλλοι τρίτοι εφόσον επιθυμούν την διατήρηση της ισχύος της διοικητικής πράξης το μόνο δικαίωμα που έχουν είναι η άσκηση παρέμβασης.

Για άσκηση παρέμβασης χρειάζεται έννομο συμφέρον που πρέπει να υπάρχει σε 3 διαφορετικά σημεία:

1. Κατά τον χρόνο της έκδοσης της διοικητικής πράξης.2. Κατά τον χρόνο της άσκησης της παρέμβασης από τρίτους

αυτούς.

65

Page 66: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

3. Κατά τον χρόνο της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο.

Εάν εκλείψει το έννομο συμφέρον σε οποιοδήποτε από αυτά τα χρονικά σημεία θα απορριφθεί η αίτηση παρεμβάσεως λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος λόγω απαράδεκτου.

Προεδρικό Διάταγμα 18/1989 – Εξαίρεση:Μπορεί να ασκηθεί και προφορική παρέμβαση. Στην περίπτωση που ασκείται όμως μόνο από Υπουργό υπέρ ή κατά της ισχύς μιας διοικητικής πράξης κατά ενός νομικού προσώπου που υπόκεινται στην εποπτεία του ευθύνεται για την πράξη του ΝΠΔΔ που υπάγεται σε αυτόν.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ασκείται μόνο και μόνο γραπτή παρέμβαση.

Διοικητική εποπτεία: εκτελεστή διοικητική πράξη είναι αυτή που εγκρίνει (εγκριτική) και όχι αυτή που εγκρίνεται (εγκρινόμενη) και προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως η εγκριτική διοικητική πράξη.

Συμμόρφωση της διοίκησης με τις αποφάσεις δικαστηρίων

Βίαιη διακοπή δίκης -> Έχουμε στην περίπτωση θανάτου του αιτούντος εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο είτε στην περίπτωση λύσης εφόσον είναι νομικό πρόσωπο.

Προσωποπαγείς δίκη -> Είναι συνέπεια να λήξει η διοικητική δίκη με τον θάνατο του φυσικού προσώπου (Βίαιη διακοπή δίκης). Δεν μπορεί να συνεχιστεί η διοικητική δίκη από τους κληρονόμους του θανούντος.

Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις -> Μπορεί η δίκη να συνεχιστεί από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον για την συνέχιση αυτής.Γίνεται με δήλωση εκείνων που έχουν δικαίωμα να το συνεχίσουν ενώπιον του δικαστηρίου και με την κατάθεση των απαραίτητων εγγράφων – δικαιολογητικών (καθολική διαδοχή).

Η διοικητική δίκη εξελίσσεται ομαλά και φτάνει στο τέλος της με έκδοση της απόφασης που λύνει την διαφορά. Είναι δυνατόν όμως να μην εξελιχθεί ομαλά η διοικητική δίκη. Έχουμε κατάργηση της δίκης.

Κατάργηση της δίκης:1. Παραίτηση του αιτούντος την αίτηση ακυρώσεως:- Δήλωση αιτούντος ή πληρεξούσιου δικηγόρου του η οποία γίνεται στο ακροατήριο και καταχωρείται στα πρακτικά του δικαστηρίου. Καταργείται η δίκη και δεν έχει συνέχεια.

66

Page 67: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

- Έγγραφη δήλωση περί παραιτήσεων που κατατίθεται στην γραμματέα του δικαστηρίου.- Συμβολαιογραφικό έγγραφο περί παραίτησης από την διοικητική δίκη που κατατίθεται ενώπιον του δικαστηρίου. Εφόσον η δήλωση είναι σαφής και δεν τελείται υπό αίρεση σε αυτήν την περίπτωση καταργείται η δίκη.

2. Σε κάθε άλλη περίπτωση που η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε ή έπαυσε η ισχύς της για οποιαδήποτε άλλο λόγο. Σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει δυνατότητα συνέχισης της δίκης εάν προβλέπεται ειδικό έννομο συμφέρον από κάποιους. Αλλιώς καταργείται η δίκη.

Η διοίκηση απαντά στους ισχυρισμούς και όχι στα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων.

Συνέπειες της δικαστικής απόφασης:

Το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 95 ότι η διοίκηση έχει υποχρέωση συμμόρφωσης με τις αποφάσεις των δικαστηρίων.Επίσης υπάρχει και το άρθρο 20 του Συντάγματος και αναφέρεται στην παροχή έννομης δικαστικής προστασίας.Επίσης υπάρχει και περίπτωση λήψης προστατευτικών μέτρων.Υπάρχει και δικαιοτελεστική λειτουργία επίσης της διοίκησης.

Η αξίωση δικαστικής έννομης προστασίας κατοχυρώνεται και διασφαλίζεται από τα παραπάνω.

Η πολιτεία πρέπει να εκτελεί μια δικαστική απόφαση ακόμα και αν πρόκειται για εις βάρος του απόφαση.Προβλέπεται σήμερα και αναγκαστική και άμεση εκτέλεση εναντίον της διοίκησης.Η συμμόρφωση δεν επιτυγχάνεται μόνο στο χώρο του διοικητικού δικαίου αλλά επισύρει και ποινικές κυρώσεις.

Υπάρχουν και έννομες τάξεις που δεν υπάρχει ευθύνη νομικού προσώπου, αλλά του φυσικού προσώπου που υπηρετεί το νομικό πρόσωπο.Αυτό συμβαίνει κυρίως στις Αγγλοσαξονικές χώρες.Στην Ελλάδα έχει ευθύνη και το νομικό πρόσωπο.

Δεδικασμένο:Σκοπιμότητα -> Εξυπηρετεί την ασφάλεια δικαίου δηλαδή την αποφυγή διαιώνισης δικαστικών αποφάσεων.

Ισχύει αντί αληθείας. Είναι αμάχητο τεκμήριο. Έχει κριθεί κάτι και δεν μπορεί να ανατραπεί αυτό.Το δεδικασμένο ισχύει και δεν ανατρέπεται. Σκοπός τον δεδικασμένου και της διοίκησης είναι η διατήρηση της κοινωνικής

67

Page 68: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

ειρήνης. Η κοινωνική ειρήνη επιτυγχάνεται όσο η απόφαση βρίσκεται πιο κοντά στην ουσία και νομιμότητα.

Δεδικασμένο παράγουν και οι ακυρωτικές αλλά και οι απορριπτικές αποφάσεις των τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων.

Συμβούλιο Επικρατείας και Διοικητικά δικαστήρια – τελεσίδικες αποφάσεις.

Προϋποθέσεις παραγωγής δεδικασμένου:1. Ταυτότητα διαδίκων2. Ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας.

Εάν συντρέχουν τα παραπάνω παράγεται δεδικασμένο που δεσμεύει όχι μόνο τους διαδίκους που πήραν μέρος στη συγκεκριμένη δίκη αλλά ισχύει και σε κάθε άλλη περίπτωση που το κριθέν διοικητικής φύσεως ζήτημα τίθεται μεταξύ των ίδιων προσώπων σε μια διαφορετική υπόθεση – δίκη.

Το δεδικασμένο ισχύει μεταξύ διαδίκων . Το δεδικασμένο παράγεται από το διατακτικό της απόφασης αλλά και από το αιτιολογικό της κατά το μέρος που αυτό είναι απαραίτητο για την θεμελίωση του διατακτικού.

Το δεδικασμένο μιας διοικητικής δίκης δεσμεύει και όλα τα άλλα δικαστήρια (αλλά μόνο για διοικητικής φύσεως ζητήματα).

Τα ανώτατα δικαστήρια δεν μπορούν να αμφισβητήσουν το δεδικασμένο κατώτερων δικαστηρίων.

Εξαίρεση:Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας: όταν ορίζει ότι πρέπει να ψάξουμε την ουσιαστική αλήθεια τότε δεν εφαρμόζεται το δεδικασμένο της διοικητικής δίκης.

Διαθετική αρχή: αυτός που έχει δικαίωμα μπορεί να το διαθέτει ελεύθερα κιόλας.

Οι αποφάσεις οι καταδικαστικές που αφορούν την ενοχή του δράστη δεσμεύουν/ παράγουν δεδικασμένο.

Εκτός από δεδικασμένο οι ακυρωτικές αποφάσεις των δικαστηρίων παράγουν και την διαπλαστική ενέργεια.

Διαπλαστική ενέργεια:Με την ακύρωση της διοικητικής πράξης από το δικαστήριο η απόφαση του δικαστηρίου ισχύει erga omnes δηλαδή εναντίον όλων. Έχει απόλυτο χαρακτήρα.

68

Page 69: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η διοίκηση έχει επίσης υποχρέωση να λάβει όλα τα πραγματικά και νομικά μέσα για να επαναφέρει την κατάσταση σε εκείνη που θα υπήρχε εάν δεν είχε μεσολαβήσει η ακυρωθείσα ως παράνομη διοικητική πράξη.(# κατάργηση της δίκης)

Οι ακυρωτικές διαφορές πηγαίνουν μόνο στο Συμβούλιο της Επικρατείας και πουθενά αλλού. Εκτός από τις ειδικά και περιοριστικά οριζόμενες διαφορές του νόμου 702/1977 υπάγονται σε άλλα δικαστήρια όπως το Διοικητικό εφετείο.

Νόμος 3068/2002 – Οι αλλοδαποί υπάγονται στο Διοικητικό Πρωτοδικείο.

ΠΔ 18/1989 – Αναλογικά έχει ισχύ και εφαρμογή και για αλλοδαπούς στα Διοικητικά Πρωτοδικεία.

Κάθε δικαστική απόφαση που εκδίδεται είναι οριστική. Οι αποφάσεις της ακυρωτικής διαδικασίας είναι ανέκλιτες δηλαδή δεν προσβάλλονται με έφεση και εκδίδονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Τις περισσότερες κανονικές δικαστικές αποφάσεις μπορούμε να τις προσβάλλουμε.

Δικαστικές αποφάσεις είναι οριστικές και ανέκλιτες. Επιλύουν την διαφορά. Έχουμε προθεσμία μέσα στην οποία μπορούμε να την προσβάλλουμε. Αν δεν προσβληθούν ονομάζονται τελεσίδικες αποφάσεις, ενώ αν προσβληθούν λέγονται ανέκλιτες αποφάσεις.

Στο Συμβούλιο της Επικρατείας δεν ισχύουν τα παραπάνω. Όταν οι αποφάσεις εκδοθούν από εκεί δεν υπάρχει άλλος βαθμός κρίσης και δεν μπορούμε να ασκήσουμε έφεση και να προσβάλλουμε τις αποφάσεις.

ΕΔΑΔ, κτλπ -> Δεν υπάγονται στην εθνική δικονομική διαδικασία κρίσης. Δεν μπορούμε να ασκήσουμε εφέσεις μας εκεί μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αυτό ισχύει μόνο για την περίπτωση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Συμβούλιο της Επικρατείας – κρίνει πάντα σε τελευταίο βαθμό.

Διοικητικό εφετείο – μπορεί να ασκηθεί έφεση εναντίον των αποφάσεων του διοικητικού εφετείου.Άρθρο 1 του νόμου 702/1977:

- διαφορές που αφορούν πρόσληψη, εφέδρους αξιωματικούς, τους μαθητές, την τακτοποίηση αυθαιρέτων, επιλογή μελών ΔΕΠ μέχρι το βαθμό του Λέκτορα.

69

Page 70: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Οι παραπάνω διαφορές μόνο δεν υπόκεινται σε Έφεση. Όλες οι υπόλοιπες διαφορές και αποφάσεις προσβάλλονται με έφεση.

Κανονικά δηλαδή οι αποφάσεις διοικητικού εφετείου προσβάλλονται με έφεση.Καμία διαφορά δηλαδή δεν υπόκεινται σε έφεση (2ος βαθμός κρίσης) εκτός αν περιοριστικά και ειδικά ορίζονται εξαιρέσεις από τους νόμους.

Υπόκεινται σε έφεση: (Άρθρο 5 Α του νόμου 702/1977)- ο διορισμός/ πρόσληψη/ μονιμοποίηση σε θέση προϊσταμένου.- Διορισμός και μονιμοποίηση στρατιωτικών υπαλλήλων- Εισαγωγή και οριστική απομάκρυνση μαθητών των

παραγωγικών σχολών.- Εκλογή και υπηρεσιακή κατάσταση των λεκτόρων.- Αναγνώριση τίτλων σπουδών αλλοδαπής.

Εφόσον δηλαδή ειδικά και οριστικά δεν ορίζονται εξαιρέσεις με νόμους οι αποφάσεις – διαφορές δεν υπόκεινται σε έφεση.

Νόμος 3068/2002 – αλλοδαποί / διοικητικό πρωτοδικείο – έφεση ασκείται κατευθείαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας και δεν πάει πριν από αυτό ενώπιον του Διοικητικού εφετείου.

Οι πρωτόδικες αποφάσεις εκτελούνται άμεση. Έχουν εκτελεστότητα από μόνες τους. Δεν περιμένουμε άλλες αποφάσεις για την οριστικοποίηση της διαφοράς. Καμία απόφαση του δικαστηρίου δεν είναι υπό την αίρεση του εφετείου.

Απόφαση Ακυρωτικού δικαστηρίου: αποδέχεται το βάρος ή μη των λόγων της προσφυγής. Δεν μεταρρυθμίζει.

Όλες οι διοικητικές διαφορές είναι ακυρωτικές διαφορές και υπάγονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Απλώς στην λύση πρακτικών ψάχνουμε αν υπάρχουν εξαιρέσεις που θεωρούνται διαφορές ουσίας και υπάγονται ενώπιον άλλων δικαστηρίων.

Αίτηση ακυρώσεως : α) ακυρωτική απόφαση (δηλαδή αποδοχή του αιτήματος ακυρώσεως του πολίτη) και β) Απόρριψη αιτήματος.Ποτέ όμως δεν τροποποιεί το δικαστήριο τις διοικητικές πράξεις που προβάλλει ο διοικούμενος. Αναγνωρίζεται δηλαδή η ακυρότητα και η νομιμότητα της διοικητικής πράξης.

Σύνθετες διοικητικές πράξεις: - ακυρώνεται η τελική διοικητική πράξη αλλά μαζί συμπαρασύρει και όλες τις υπόλοιπες ελαττωματικές πράξεις και σταματάμε στην διοικητική πράξη που είναι νόμιμη και δεν έχει ελαττώματα.

70

Page 71: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η απόφαση ακυρωτική δικαστηρίου αναγνωρίζει την ακυρότητα ή μη της διοικητικής πράξης.

Παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας – αναγνωρίζεται το παράνομο της παράλειψης και δεν ζητάμε ως δικαστήριο την πράξη – ενέργεια της διοίκησης.

Διαφορές ουσίας = όχι μόνο έλεγχος νομιμότητας αλλά και σκοπιμότητας. + Τροποποίηση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης.

Η απόφαση που εκδίδεται ισχύει από την δημοσίευση της.

Διοικητικός ακυρωτικός δικαστής = ισχύει μετά την δημοσίευση. Ανατρέχει η απόφαση και έχει ισχύ ex tunc.

Αναγνωρίζεται η ακυρότητα δηλαδή από τον χρόνο που η παράνομη αυτή διοικητική πράξη είχε επιφέρει μεταβολές στο εξωτερικό κόσμο.

Με το διατακτικό της απόφασης η διοίκηση καταρχήν (εξαίρεση: Σύνταγμα) δεν ενεργεί.

Π.χ. πειθαρχική διαφορά = ακυρωτική διαφορά, υπάγεται στο Διοικητικό Εφετείο

Υπάρχουν και πράξεις που έπονται ως συνέχεια και συνέπεια της αρχικής εκδιδόμενης διοικητικής πράξης.Πριν την απόφαση μπορούν να ληφθούν και προσωρινά μέτρα μετά από αίτηση του αιτούντος την αίτηση ακυρώσεως.

Το διατακτικό της απόφασης αναφέρεται μόνο στην ακυρωτική απόφαση. Οι παρεπόμενες πράξεις απλώς ακολουθούν την ακυρωθείσα διοικητική πράξη.

Πρόστιμο σε σύμβαση – Αρμοδιότητα Συμβουλίου της Επικρατείας.

Αρνητική διοικητική πράξη : Η απόφαση του δικαστηρίου αναγνωρίζεται το νόμιμο της προσφυγής. Η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση να διορθώσει την διοικητική πράξη. Μπορεί να χαρακτηρισθεί η παύση ή η κατάργηση της διοικητικής πράξης. Δεν μπορεί να γίνει τροποποίηση της διοικητικής πράξης.

Άρθρο 94/95 Συντάγματος – Συνέπειες της συμμόρφωσης διοίκησης στις ακυρωτικές αποφάσεις.

Άρθρο 94

71

Page 72: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

1. Στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόμος ορίζει, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

2. Στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται οι ιδιωτικές διαφορές, καθώς και υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως νόμος ορίζει.

3. Σε ειδικές περιπτώσεις και προκειμένου να επιτυγχάνεται η ενιαία εφαρμογή της αυτής νομοθεσίας μπορεί να ανατεθεί με νόμο η εκδίκαση κατηγοριών ιδιωτικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια ή κατηγοριών διοικητικών διαφορών ουσίας στα πολιτικά δικαστήρια.

4. Στα πολιτικά ή διοικητικά δικαστήρια μπορεί να ανατεθεί και κάθε άλλη αρμοδιότητα διοικητικής φύσης, όπως νόμος ορίζει. Στις αρμοδιότητες αυτές περιλαμβάνεται και η λήψη μέτρων για τη συμμόρφωση της διοίκησης με τις δικαστικές αποφάσεις. Οι δικαστικές αποφάσεις εκτελούνται αναγκαστικά και κατά του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως νόμος ορίζει.

Άρθρο 95

1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου. β) Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει. γ) Η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ' αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. δ) Η επεξεργασία όλων των διαταγμάτων που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα.

2. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του στοιχείου δ' της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφοι 2 και 3.

3. Κατηγορίες υποθέσεων της ακυρωτικής αρμοδιότητάς του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να υπάγονται με νόμο, ανάλογα με τη φύση ή τη σπουδαιότητά τους, στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει σε δεύτερο βαθμό, όπως νόμος ορίζει.

4. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει.

5. Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης.

Η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται με τις δικαστικές αποφάσεις.Αν η διοίκηση δεν συμμορφωθεί υπάρχει υποχρέωση αποζημίωσης.

Σύνταγμα: προβλέπει στην μη συμμορφωμένη διοίκηση αστικές, πειθαρχικές και ποινικές κυρώσεις.

Συμμόρφωση της διοίκησης <-> Διατακτικό της απόφασης.

72

Page 73: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Συμμόρφωση της διοίκησης: Υποχρεώνει την διοίκηση στο να εκδώσει θετική πράξη συμμόρφωσης άμεσα. Δεν μπορούν αυτοτελώς να προσβληθούν πράξεις που έχουν χαρακτήρα της συμμόρφωσης της διοίκησης με την εκδιδόμενη δικαστική απόφαση. Οι πράξεις της συμμόρφωσης της διοίκησης δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις.

Συμμόρφωση της διοίκησης:1. Έκδοση πράξεων ώστε να συμφωνεί η δράση της διοίκησης με

το διατακτικό της απόφασης του δικαστηρίου.2. Αποχή διοίκησης από μεταγενέστερες πράξεις που έχουν ως

αποτέλεσμα την κατάργηση της δίκης.

Χρόνος εκδίκασης # Χρόνος δημιουργίας διοικητικής διαφοράς.Υπάρχει πάντα καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης.Υπάρχει επίσης περίπτωση να αλλάξει η διοικητική νομοθεσία.

Αρχή νομιμότητας = Οι πράξεις που εκδίδει η διοίκηση πρέπει να είναι νόμιμες σύμφωνα δηλαδή με τους νόμους που ισχύουν.

Όταν μια πράξη ακυρώνεται ισχύει και εφαρμόζεται το τότε νομικό πλαίσιο. Ο δικαστής εφαρμόζει τους νόμους που υπήρχαν όταν προσβλήθηκε η συγκεκριμένη πράξη.Η αλλαγή δηλαδή νομικού πλαισίου δεν επηρεάζει την διοικητική υπόθεση αυτή.

Άσκηση αίτησης ακύρωσης – Με εκείνο το νομικό πλαίσιο εξετάζεται η διαφορά. Σταματάει ο χρόνος (νομοθεσία) στην άσκηση ακυρωτικής αίτησης.

Εξαίρεση: Όταν το νέο νομοθετικό πλαίσιο έχει αναδρομική ισχύ. Η Πράξη σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ισχύει παρά την αλλαγή της νομοθεσίας.

Άρθρο 50 ΠΔ 18/1989 + Σύνταγμα: Πλήρης συμμόρφωση της διοίκησης. Αναβιώνει το καθεστώς και όλα τα έννομα αποτελέσματα που θα υπήρχαν στην άσκηση αίτησης ακύρωσης. Δηλαδή δεν μας επηρεάζει η αλλαγή της νομοθεσίας και εκμεταλλευόμαστε όλα τα έννομα αποτελέσματα αυτής της πράξης.Π.χ. απόλυση από Δήμο – 2007 αλλάζει η νομοθεσία, δικάζεται το 2009 η υπόθεση, εφαρμόζονται νομοθεσίες του 2001 στην οποία ασκήθηκε αίτηση ακύρωσης και τον μισθό το παίρνουμε πίσω αναλογικά με βάση την τότε πάλι νομοθεσία και όχι την τωρινή.

Λόγοι ακύρωσης διοικητικών πράξεων:- αναρμοδιότητα- τύπους (ακρόαση, αιτιολογία και συλλογικά όργανα)- παραβίαση νόμου

73

Page 74: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

- υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας

Μετά την δικαστική απόφαση η διοίκηση θα πρέπει να θεραπεύσει την διαπιστωθείσα περίπτωση – ελάττωμα παρανομίας της διοικητικής πράξης.Μετά από αυτήν την θεραπεία ελαττωμάτων έχουμε πλέον νέα διοικητική πράξη και ο διοικούμενος πρέπει να προσβάλλει με αίτηση ακυρώσεως αυτήν την νέα διοικητική πράξη που είναι και εκτελεστή.

Η στήριξη σε ανύπαρκτη διάταξη νόμου από την διοίκηση είναι λόγος ακύρωσης από δικαστήριο αυτής της διοικητικής πράξης.Ακόμα και η παράβαση νόμου από την διοίκηση μπορεί να θεραπευτεί από αυτήν και εκδίδεται μια νέα πράξη μετά την οποία μπορεί ο διοικούμενος να την προσβάλλει πάλι. Έχουμε δηλαδή πάλι νέα εκτελεστή διοικητική πράξη.

Εξαίρεση: Συνεχής ελλιπής αιτιολογία από την διοίκηση της πράξης = Το δικαστήριο μπορεί να κρίνει ότι δεν μπορεί να θεραπευτεί πλέον το ελάττωμα της αιτιολογίας της διοικητικής πράξης και δεν μπορεί η διοίκηση να εκδώσει νέα διοικητική πράξη στο ίδιο θέμα με διαφορετική αιτιολογία.

Άρθρο 6 ΕΣΔΑ / Άρθρο 20 του Συντάγματος – Η δικαστική απόφαση πρέπει να είναι πλήρης.

Πράξη εκτέλεσης μετά την απόφαση του δικαστηρίου = δεν μπορεί να προσβληθεί εκ νέου από τους διοικουμένους.

Παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας = Η διοίκηση μπορεί να εκδώσει την ίδια πράξη με διαφορετική αιτιολογία.ΉΝομολογία: Η διοίκηση μετά την απόφαση του δικαστηρίου έχει δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει την διοικητική πράξη. Αλλιώς παραβιάζεται το άρθρο 20 και 94 του Συντάγματος. Άμεσα η διοίκηση πρέπει να συμμορφωθεί.

Η δικαστική απόφαση που θα εκδοθεί (Δεδικασμένο):1. Κρίνει μια διαφορά – μια έννομη σχέση.2. Κρίνεται η διαφορά δύο συγκεκριμένων διαδίκων δηλαδή διοίκησης και συγκεκριμένου διοικουμένου.3. Η απόφαση αυτή δεν μπορεί να ξανακριθεί από τα δικαστήρια εκ νέου.4. Η απόφαση παράγει δεδικασμένο για τους διαδίκους. Για δεδικασμένο χρειαζόμαστε ταυτότητα συγκεκριμένου διαδίκου, ταυτότητα αντικειμένων – διαφορών δηλαδή συγκεκριμένη διαφορά, εφαρμογή συγκεκριμένων νομικών διατάξεων. Το δεδικασμένο όμως δεσμεύει και τους τρίτους ως αποτέλεσμα και όχι για τις δικές του διαφορές με την διοίκηση.

74

Page 75: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Π.χ. ακύρωση με δικαστική απόφαση απέλασης αλλοδαπού από την διοίκηση, παράγει δεδικασμένο μεταξύ αλλοδαπού και διοίκησης, ενώ αν ο νομάρχης δώσει άδεια εργασίας σε αυτόν τον αλλοδαπό παράγει δεδικασμένο ως αποτέλεσμα του αρχικού δεδικασμένου και για τρίτους.

Οι αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων δεν δεσμεύουν και δεν παράγουν δεδικασμένο για τα διοικητικά δικαστήρια.

Παραβίαση δεδικασμένου από την διοίκηση = Όταν αυτή παραβιάζει την δικαστική απόφαση.

Δικαστικές αποφάσεις :Α. Οριστική απόφαση (Δεσμεύουν και επιλύουν την διαφορά)Β. Μη οριστική απόφαση (Παραπεμπτική ή προδικαστική απόφαση)

Παραπεμπτική απόφαση: Η διαφορά παραπέμπετε από το αναρμόδιο δικαστήριο στο αρμόδιο δικαστήριο. Γίνεται πριν από τον έλεγχο της διαφοράς. Εκδικάζεται η διαφορά και το διατακτικό της είναι η παραπομπή στο αρμόδιο δικαστήριο. Χωρίς καμιά άλλη ενέργεια του διαδίκου γίνονται όλα αυτά. Μεταβιβάζεται από το αναρμόδιο δικαστήριο οίκοθεν ο διοικητικός φάκελος. Οι μη οριστικές δικαστικές αποφάσεις δεν παράγουν δεδικασμένο.

Προδικαστική απόφαση: Η μη οριστική απόφαση που δεν επιλύει την διαφορά στην οποία καταλήγει ο δικαστής όταν του λείπουν βασικά και ουσιώδη στοιχεία του φακέλου. Έχει την δυνατότητα τότε ο δικαστής να μην εκδώσει απόφαση εκδίδοντας την προδικαστική απόφαση. Με αυτήν την απόφαση ζητά από τους διαδίκους την προσκόμιση των συγκεκριμένων στοιχείων που λείπουν.

Δικαστικές αποφάσεις:Α. οριστικέςΒ. τελεσίδικεςΓ. ανέκλιτεςΔ. αμετάκλητες

Τελεσίδικες – ανέκλιτες αποφάσεις: Έχει παρέλθει η προθεσμία ή ο άλλος βαθμός κρίσης. Δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση.

Αμετάκλητες αποφάσεις: Έχει περάσει και ο τρίτος βαθμός κρίσης (αναίρεση).

Η οριστική απόφαση ισχύει και τελείται. Υπάρχει και δυνατότητα έφεσης όσον αφορά τις συνέπειες. Ενέχει όμως υποχρέωση συμμόρφωσης.

75

Page 76: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Το δεδικασμένο πρέπει να περάσει και από το Διοικητικό Εφετείο ώστε να έχει ισχύ και για τους τρίτους. Απαιτεί δηλαδή και για 2ο βαθμό κρίσης.

Συμμόρφωση διοίκησης:

Α. Θετική συμμόρφωση: Πράξη διοίκησης με αναδρομική ισχύ. Νέα πράξη διοίκησης που θεραπεύει και αντικαθιστά την προηγούμενη. Ανατρέχει στον χρόνο αυτή η πράξη.

Β. Αποθετική συμμόρφωση: παράλειψη από το να εκδίδουμε πράξεις διαφορετικού περιεχομένου από αυτήν που λέει η απόφαση.

Άρθρο 95 του Συντάγματος: η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται στις δικαστικές αποφάσεις. Αλλιώς γεννάται ευθύνη.

Άρθρο 94 του Συντάγματος : μπορούν να ληφθούν μέτρα και για την προστασία των αποφάσεων αυτών από την διοίκηση.

Δικαστική απόφαση = Συνταγματική επιταγή υποχρέωσης συμμόρφωσης

Τριμελές Συμβούλιο: Αποτελούνται από τρεις δικαστές του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Διοικητικής Δικαιοσύνης δηλαδή Συμβόλαιο της Επικρατείας και Αρείου Πάγου. Αποτελούνται από ανώτατους δικαστές. Αν η διοίκηση δεν συμμορφώνεται ο πολίτης καταθέτει αίτηση για να συμμορφωθεί η διοίκηση με το διατακτικό της απόφασης εκδίδοντας μια νόμιμη πράξη. Η Επιτροπή αυτή καλεί την διοίκηση για να πει τις απόψεις της. Σε περίπτωση αυτή η απόφαση είναι οιονεί δικαστική απόφαση. Δεν είναι δικαστική απόφαση, απλώς ένα συμπέρασμα που λέει ότι παρανόμως η διοίκηση δεν συμμορφώθηκε. Απλώς έχουμε διαπίστωση της μη συμμόρφωσης αλλά η Επιτροπή αυτή δεν υποχρεώνει την διοίκηση στο να κινηθεί και να εκδώσει νόμιμη πράξη. Απλώς τάσσει προθεσμία για συμμόρφωση της διοίκησης. Αν πάλι δεν συμμορφωθεί η διοίκηση οφείλει υποχρεωτικά να δώσει αποζημίωση στον διοικούμενο.

Αποζημίωση διοικούμενου # Εκτέλεση της δικαστικής απόφασης που εννοεί τον διοικούμενο.

Η αποζημίωση βαρύνει τον προϋπολογισμό του ΝΠΔΔ ή το ίδιο το δημόσιο.Στους λόγους ακύρωσης πρώτα εξετάζονται οι αυταπαγγέλτως ελεγχόμενοι λόγοι ακύρωσης και μετά οι άλλοι.

76

Page 77: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Αίτηση ακυρώσεως και διατακτική απόφαση : Δεν αποτελεί πλήρες ένδικο βοήθημα. Δεν υπάρχει δυνατότητα μεταρρύθμισης και τροποποίησης.

Αναστολή και προσωρινή δικαστική προστασία:

Άρθρο 20 του Συντάγματος – Δικαστική προστασία:- προσωρινή δικαστική προστασία- διάγνωση- εκτέλεση

Προσωρινή δικαστική προστασία: να πάρουμε μέτρα ώστε να μην ζημιωθεί ο διοικούμενος μέχρι την λήψη της τελικής απόφασης. Άρθρο 52 ΠΔ 18/1989 – Σε όλα τα κράτη του κόσμου η προσωρινή δικαστική προστασία έχει να κάνει μόνο με την διακοπή των αποτελεσμάτων της εκτέλεσης. Δεν έχουμε επίλυση της διαφοράς αυτής από τον δικαστή.

Αναστολή = προσωρινή διακοπή εκτέλεσης διοικητικής πράξης.

Η προσωρινή δικαστική απόφαση δεν δεσμεύει την οριστική δικαστική απόφαση.

Στοιχεία Αναστολής:1. Για να μπούμε στην διαδικασία της αναστολής πρέπει να

καταθέτει δικόγραφο. Δηλαδή ακυρωτικό δικόγραφο.2. Αίτηση αναστολής. Χωριστό δικόγραφο δηλαδή για αναστολή.

Απαιτούμε την αναστολή της διαδικασίας.3. Πρέπει να αναφέρουμε λόγους (όχι λόγους ακύρωσης και

παρανομίας) αλλά λόγους για τους οποίους πρέπει να σταματήσει η εκτέλεση της διοικητικής πράξης. Θα πρέπει να υπάρχει:

- βλάβη διοικουμένου που είναι ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη

- δεν πρέπει να υπάρχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν την αναστολή. Της διοικητικής πράξης που προσβάλλεται. Πρέπει να υπάρχει προσωπικό συμφέρον δηλαδή ή επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος.

- Βασιμότητα ενδίκου βοηθήματος : Ακόμα και αν δεν υπάρχει βασιμότητα όμως αρκεί και η χορήγηση της αναστολής λόγω της βλάβης.

- Να μην πρόκειται για αρνητική διοικητική πράξη. Π.χ. άρνηση έκδοσης διαβατηρίου – δεν μπορούμε να ζητήσουμε αναβολή. Αλλιώς θα γινόταν έκδοση θετικών διοικητικών πράξεων από το δικαστήριο και κάτι τέτοιο βεβαίως δεν επιτρέπεται.

77

Page 78: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

4. Αναστολή της εκτέλεσης της διοικητικής πράξης με δικαστική απόφαση και το δικαίωμα του δικαστηρίου να προβεί σε κάθε άλλο πρόσφορο μέτρο. Υπάρχει δυνατότητα και ανάκλησης της προσωρινής αναστολής αν εκτιμά ότι οι όροι και οι συνθήκες έχουν αλλάξει.

Αναστολή διοικητικών πράξεων:Μπορεί να ζητήσεις προσωρινή προστασία αλλά και αυτή

μπορεί να αργήσει. Για αυτό το λόγω υπάρχει και η αίτηση της προσωρινής διαταγής της χορήγησης της προσωρινής αναστολής.

Π.χ. αποκλεισμός από τις πανελλαδικές – αίτηση για προσωρινή διαταγή της χορήγησης προσωρινής αναστολής και γίνεται άμεσα – συμμετέχουμε στις πανελλαδικές άμεσα. Αλλιώς θα περάσουν μήνες μέχρι να χορηγηθεί η προσωρινή αναστολή.

Δηλαδή με λίγα λόγια χορήγηση προσωρινής αναστολής από το δικαστήριο μέχρις ώσπου να βγάλει το δικαστήρια μια οριστική απόφαση για την αναστολή της διοικητικής πράξης.

ΤριτανακοπήΕίναι ένδικο βοήθημα. Ο τρίτος με αυτό το βοήθημα δεν είχε

συμμετοχή σε δίκη που διεξήχθει μεταξύ άλλων βλάπτεται από την τυχόν εκδοθείσα δικαστική ακυρωτική απόφαση της οποίας επιδιώκει την εξαφάνιση.

Η διοικητική δίκη δεν είναι όπως η ιδιωτική διαφορά. Ο τρίτος αυτός δεν στρέφεται κατά του άλλου διοικουμένου αλλά κατά της διοίκησης. Είναι γαλλικής καταγωγής ένδικο βοήθημα η τριτανακοπή.

Απαντάται ομοίως και σε ιδιωτικές διαφορές ο θεσμός αυτός.

Ένδικα βοηθήματα: αίτηση ακυρώσεως, αναβολή, τριτανακοπή και έφεση.

Προϋποθέσεις της τριτανακοπής:1. Ιδιότητα του τρίτου: Ο τρίτος είναι αυτός που δεν άσκησε

παρέμβαση ή δεν κρίθηκε από τον εισηγητή της υπόθεσης να έχει συμμετοχή στην δίκη. Δεν είναι τρίτος εκείνος που συνδέεται με έναν από τους διοικουμένους – διαδίκους ώστε κατά μια περίπτωση να ταυτίζεται με έναν από τους διαδίκους.Παρέμβαση <-> Τριτανακοπή.Είναι αυτά σαν τα συγκινούντα δοχεία. Εκείνος που έχει συμφέρον για άσκηση παρέμβασης μπορεί να έχει δικαίωμα / συμφέρον και για άσκηση τριτανακοπής. Αν όμως ασκήσουμε παρέμβαση δεν μπορούμε να ασκήσουμε τριτανακοπή ή το αντίθετο.Με την τρινακοπή ενεργοποιείται το δικαίωμα για την προηγούμενη ακρόαση και προστασία του διοικουμένου. Προϋπόθεση είναι να μην έχει ασκήσει παρέμβαση κάποιος.

78

Page 79: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Επίσης αν δεν έχει κλιθεί ο τρίτος από τον εισηγητή της δίκης – υπόθεσης τότε έχει δικαίωμα για άσκηση τριτανακοπής, αλλιώς δεν μπορεί να την ασκήσει.

2. Έννομο συμφέρον: κάποιος πρέπει να βλάπτεται από την εκδοθείσα διοικητική πράξη ή την ακυρωτική απόφαση ώστε να θεωρηθεί ότι έχει έννομο συμφέρον και να ασκήσει τριτανακοπή.Έννομο συμφέρον παρέμβασης Έννομο συμφέρον τριτανακοπής.Πρέπει να υπάρχει το έννομο συμφέρον σε τρία χρονικά σημεία:

- κατά τον χρόνο της εκδόσεως ή δημοσίευσης της δικαστικής απόφασης.

- Κατά τον χρόνο της άσκησης της τριτανακοπής.- Κατά τον χρόνο της συζητήσεως της τριτανακοπής στο

δικαστήριο.- Εάν λείπει το έννομο συμφέρον σε οποιοδήποτε από τα

παραπάνω χρονικά σημεία, η τριτανακοπή απορρίπτεται ως απαραδέκτως.

3. Προθεσμία: Η προθεσμία για άσκηση τριτανακοπής είναι 60 ημέρες και αρχίζει να τρέχει από τότε που κοινοποιήθηκε στον τρίτο ή δικαστική απόφαση ή το έλαβε πλήρης γνώση ο τρίτος.

Αποτελέσματα τριτανακοπής: Όσο είπαμε για την προδικασία και την κύρια διαδικασία στην αίτηση ακυρώσεως ισχύουν και εδώ στην τριτανακοπή. Δηλαδή προσδιορισμός δικασίμου, δημοσίευση υπόθεσης, εισήγηση στο δικαστήριο, προηγούμενη ακρόαση κτλπ.

Εάν γίνει δεκτή η τριτανακοπή εξαφανίζεται η δικαστική απόφαση και μάλιστα αναδρομικά ex tunc. Αυτό σημαίνει ότι εξαφανίζονται και οι προηγούμενες πράξεις δηλαδή είναι σαν να γίνεται η διοικητική δίκη από την αρχή. Δηλαδή στην νέα αυτή δίκη συμμετέχει και ο τρίτος που ασκεί την τριτανακοπή αλλά μαζί και οι αρχικοί διάδικοι. Η προηγούμενη δικαστική απόφαση δεν έχει καμιά ισχύ.Εάν δεν γίνει δεκτή η τριτανακοπή, δεν γίνεται δεκτή απλά και δεν έχουμε έννομα αποτελέσματα.

Ένδικο βοήθημα: κατά της διοικητικής πράξης.Ένδικο μέσω: κατά της δικαστικής απόφασης

Διάδικοι τριτανακοπής:Είναι ο τριτανακόπτων ( ο τρίτος δηλαδή που ασκεί την τριτανακοπή) αφετέρου δε και αυτοδικαίως όλοι όσοι ήταν διάδικοι στην αρχική δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η τριτανακοπτόμενη απόφαση. Αυτοδικαίως : δεν χρειάζεται να ασκήσουν παρέμβαση στην δίκη και μπορούν να συμμετέχουν στην δίκη.

79

Page 80: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Το έννομο συμφέρον στην τριτανακοπή μπορεί να είναι είτε υλικό (π.χ. περιουσιακό) είτε ηθικό έννομο συμφέρον.

Διαφορές ουσίαςΟυσιαστικές διοικητικές διαφορές. Κοιτάζω αν υπάρχει ειδική διάταξη νόμου που επιτρέπεται στο δικαστήριο την δυνατότητα να εξετάζει όχι μόνο την νομιμότητα, αλλά να εξετάσει επίσης και τα πραγματικά περιστατικά και την σκοπιμότητα μιας διοικητικής πράξης και να εκδώσει διαπλαστική απόφαση. Αυτά τα δικαστήρια τότε έχουν πλήρης δικαιοδοσία. Δηλαδή ακύρωση και τροποποίηση της διοικητικής πράξης.Π.χ. φορολογικές ή ασφαλιστικές διαφορές.

Κριτήριο: τυπικό / δικονομικό κριτήριο. Δηλαδή ειδική διάταξη νόμου περί εξουσιών του δικαστή. Π.χ. λαθρεμπόριο – πράξη επιβολής πολλαπλών τελών, σε περίπτωση ακυρωτικής διαφοράς ακυρώνεται σε περίπτωση διαφοράς ουσίας έχει περισσότερα δικαιώματα – τροποποίηση εδώ ισχύουν όλα τα αποδεικτικά μέσα που κανονικά δεν ισχύουν σε ακυρωτικές διαφορές.Όταν ο δικαστής κρίνει την διαφορά ουσίας δεν μπορεί ξανά να υπάρξει η ίδια η δίκη.

Το κριτήριο δεν είναι ουσιαστικό ή λειτουργικό.

Σημαντικότερες ρήτρες – ειδικές διατάξεις νόμου:1. Φορολογικές διαφορές : Γεννιούνταν μεταξύ διοίκησης και

πολίτη και αφορούν την φορολογία, τα τέλη και τα πρόστιμα / δασμούς που επιβάλλονται στους πολίτες. Υπάγονται σε τακτικά δικαστήρια.

2. Νόμος 1406/ 19833. Καθορισμός των ορίων εδαφικής περιφέρειας των δήμων και

κοινοτήτων4. Στρατιωτικές ναυτικές και αεροπορικές επιτάξεις.5. Μεταλλεία και λατομεία6. Σήματα7. ΟΓΑ και ασφαλισμένοι8. Κύρος δημοτικών και κοινοτικών εκλογών καθώς και των

αρχαιρεσιών9. Αστική ευθύνη του δημοσίου ή ΝΠΔΔ10. αποδοχές προσωπικού δημοσίου (sos)11. διοικητικές συμβάσεις.12. είσπραξη δημοσίων εσόδων 13. Άρθρο 7 του νόμου 702/1977 που περιλαμβάνει τα παρακάτω:- διαφορές για ασφαλίσεις- διαφορές σχετικά με την προστασία αναπήρων και θυμάτων πολέμου, σεισμοπαθών κτλπ.

80

Page 81: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

- διαφορές περί λαϊκής στέγης, εργατικής κατοικίας κτλπ- διαφορές περί αποκαταστάσεως γεωργών και κτηνοτρόφων- διαφορές για υγειονομική περίθαλψη των υπαλλήλων δημοσίου.

Η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να προσλαμβάνει και ένα μέρος ευπαθών ανθρώπων. Αυτό μας επιτάσσουν ειδικοί νόμοι και είναι η υλοποίηση του κοινωνικού κράτους δικαίου. Αυτό ισχύει και για ιδιωτικές επιχειρήσεις και αυτές είναι δηλαδή υποχρεωμένες να τους προσλάβουν.

Η επιβολή ποινών χρηματικών και προστίμων στους πολίτες δημιουργεί διοικητικές διαφορές ουσίας.

Άρθρο 5 του νόμου 1406/1983 – οι διαφορές που προκύπτουν από την έκδοση διοικητικών πράξεων κτλπ.

Οργάνωση διοικητικών δικαστηρίων και αρμοδιότητες τους:

Τακτική διοικητικά δικαστήρια: Συμβούλιο της Επικρατείας, Διοικητικό Εφετείο και Διοικητικό Πρωτοδικείο ή μονομελές ή τριμελές.

Υλική και καθ’ ύλη αρμοδιότητα των τακτικών δικαστηρίων.1ος βαθμός – διοικητικά πρωτοδικεία2ος βαθμός – διοικητικά εφετείαΑναιρετικός βαθμός – Συμβούλιο της Επικρατείας

Υλική αρμοδιότητα: Κατανομή με βάση το αντικείμενο, την φύση και την αξία της διαφοράς

Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο: το τεκμήριο αρμοδιότητας αν δεν ορίζεται διαφορετικά ανήκει στο τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο που ονομάζεται και ΤρΔΠρ και κατά εξαίρεση όμως ο νόμος ορίζει ότι κάποια υπάγονται σε πρωτοδικεία μονομελές και εφετεία.

Μονομελές Πρωτοδικείο: Καλείται αλλιώς και ΜΔΠρ. Έχει αρμοδιότητα στην εκδίκαση διοικητικών διαφορών το αντικείμενο των οποίων δεν υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ. Είναι ευκίνητο αυτό το δικαστήριο αφού έχει μόνο ένα μέλος. Τα τριμελή διοικητικά πρωτοδικεία είναι δυσκίνητα, αλλά προσφέρει η σύνθεση τους δικαιότερο δικαστική κρίση. Επιδέχονται έφεση οι αποφάσεις της.

Διοικητικό Εφετείο: Αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Αρμοδιότητα σε διαφορές που ανακύπτουν από διοικητικές συμβάσεις κάθε είδους, από υπαλληλικές προσφυγές και σε διαφορές περί του ανταγωνισμού. Δεν υπόκεινται σε έφεση οι αποφάσεις του.

81

Page 82: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Σύνταγμα Συμβούλιο της Επικρατείας = Αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Οι αποφάσεις της δεν προσβάλλονται με έφεση. Άρθρο 103 του Συντάγματος λέει ότι οι υπαλληλικές προσφυγές κατά αποφάσεων υπηρεσιακών συμβούλων με τις οποίες επιβάλλεται ο υποβιβασμός ή η οριστική παύση του υπαλλήλου κατά τα λοιπά το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει και λειτουργεί ως αναιρετικό δικαστήριο.

Αναιρετικός βαθμός δικαιοδοσίας – Εξετάζονται μόνο τα τυχόν νομικά σφάλματα.

Άρθρο 103

1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του Κράτους και υπηρετούν το Λαό οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα. Τα προσόντα και ο τρόπος του διορισμού τους ορίζονται από το νόμο.

2. Κανένας δεν μπορεί να διοριστεί υπάλληλος σε οργανική θέση που δεν είναι νομοθετημένη. Εξαιρέσεις μπορεί να προβλέπονται από ειδικό νόμο, για να καλυφθούν απρόβλεπτες και επείγουσες ανάγκες με προσωπικό που προσλαμβάνεται για ορισμένη χρονική περίοδο με σχέση ιδιωτικού δικαίου.

3. Οργανικές θέσεις ειδικού επιστημονικού καθώς και τεχνικού ή βοηθητικού προσωπικού μπορούν να πληρούνται με προσωπικό που προσλαμβάνεται με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Νόμος ορίζει τους όρους για την πρόσληψη, καθώς και τις ειδικότερες εγγυήσεις τις οποίες έχει το προσωπικό που προσλαμβάνεται.

4. Οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν οργανικές θέσεις είναι μόνιμοι εφόσον αυτές οι θέσεις υπάρχουν. Αυτοί εξελίσσονται μισθολογικά σύμφωνα με τους όρους του νόμου και, εκτός από τις περιπτώσεις που αποχωρούν λόγω ορίου ηλικίας ή παύονται με δικαστική απόφαση, δεν μπορούν να μετατεθούν χωρίς γνωμοδότηση ούτε να υποβιβαστούν ή να παυθούν χωρίς απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου, που αποτελείται τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα από μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους. Κατά των αποφάσεων των συμβουλίων αυτών επιτρέπεται προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπως νόμος ορίζει.

5. Με νόμο μπορεί να εξαιρούνται από τη μονιμότητα ανώτατοι διοικητικοί υπάλληλοι που κατέχουν θέσεις εκτός της υπαλληλικής ιεραρχίας, οι διοριζόμενοι απευθείας με βαθμό πρεσβευτικό, οι υπάλληλοι της Προεδρίας της Δημοκρατίας και των γραφείων του Πρωθυπουργού, των Υπουργών και Υφυπουργών.

6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους της Βουλής, οι οποίοι κατά τα λοιπά διέπονται εξ ολοκλήρου από τον κανονισμό της, καθώς και στους υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

7. Η πρόσληψη υπαλλήλων στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, πλην των περιπτώσεων της παραγράφου 5, γίνεται είτε με διαγωνισμό είτε με επιλογή σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια και υπάγεται στον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής, όπως νόμος ορίζει. Νόμος μπορεί να προβλέπει ειδικές διαδικασίες επιλογής

82

Page 83: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

που περιβάλλονται με αυξημένες εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας ή ειδικές διαδικασίες επιλογής προσωπικού για θέσεις το αντικείμενο των οποίων περιβάλλεται από ειδικές συνταγματικές εγγυήσεις ή προσιδιάζει σε σχέση εντολής.

8. Νόμος ορίζει τους όρους, και τη χρονική διάρκεια των σχέσεων εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά, για την κάλυψη είτε οργανικών θέσεων και πέραν των προβλεπομένων στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 είτε πρόσκαιρων είτε απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2. Νόμος ορίζει επίσης τα καθήκοντα που μπορεί να ασκεί το προσωπικό του προηγούμενου εδαφίου. Απαγορεύεται η από το νόμο μονιμοποίηση προσωπικού που υπάγεται στο πρώτο εδάφιο ή η μετατροπή των συμβάσεών του σε αορίστου χρόνου. Οι απαγορεύσεις της παραγράφου αυτής ισχύουν και ως προς τους απασχολουμένους με σύμβαση έργου.

9. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες του "Συνηγόρου του Πολίτη" που λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή.

Τοπική αρμοδιότητα: Καθορίζει με βάση την εδαφική περιοχή και την δικαστική περιφέρεια σε ποιο από τα δικαστήρια όμοιου βαθμού θα υπόκεινται η διαφορά. Σε αυτήν την περιφέρεια πρέπει δηλαδή να εδρεύει και η αρχή από την πράξη ή την παράλειψη της οποίας γεννιέται η διοικητική διαφορά ουσίας. Π.χ. ΟΤΑ Κομοτηνής περί συμβάσεων διοικητικών – Αρμόδιο το Διοικητικό Εφετείο Κομοτηνής.

Όλες οι διαφορές του ν. 702/1977 υπάγονται στην αρμοδιότητα υλική του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου.

Εξαίρεση: ειδικά σε διαφορές από συμβάσεις δημοσίων έργων είναι αρμόδια κατά τόπων το Διοικητικό Εφετείο στην περιφέρεια του οποίου εκτελείται το δημόσιο έργο. (# Δεν ισχύει για όλες τις διοικητικές συμβάσεις αυτό, αλλά μόνοι για συμβάσεις δημοσίων έργων.).

Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας : Σε διαφορές από την διοικητική εκτέλεση ο κανόνας είναι ότι τοπικά αρμόδιο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου γεννιέται η αναγκαστική εκτέλεση.Π.χ. Α οφειλέτης δημοσίου με χρέη 100.000 ευρώ – αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του – είναι διοικητική εκτέλεση – είναι αρμόδιο εδώ το μονομελής διοικητικό πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου γίνεται η δικαστική αναγκαστική εκτέλεση.Αυτά γίνονται για την διευκόλυνση της άμυνας του διοικουμένου.

Συνέπειες της έλλειψης αρμοδιότητας: Η έλλειψη αρμοδιότητας αν και είναι προϋπόθεση παραδεκτού δεν συνεπάγεται την απόρριψη του ενδίκου βοηθήματος ως απαραδέκτου αλλά την μεταβίβαση της υπόθεσης στο αρμόδιο δικαστήριο. Ισχύει για περιπτώσεις έλλειψης αρμοδιότητας μόνο

83

Page 84: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

και όχι για έλλειψη δικαιοδοσίας. Εκεί απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Η απόφαση περί παραπομπής μπορεί να προσβληθεί με έφεση από τον ενδιαφερόμενο και είναι δεσμευτική για τον κατώτερο ή ισόβαθμο δικαστήριο η απόφαση που θα βγει και όχι για το ανώτερο δικαστήριο.

Εισαγωγικά ένδικα βοηθήματα:Γενικά ένδικα βοηθήματα είναι η προσφυγή ουσίας και η αγωγή. Ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας καθιερώνει και ειδικά ένδικα βοηθήματα όπως:

- ανακοπή για την επίλυση των διαφορών που αναφύονται κατά την διοικητική εκτέλεση.

- Ενστάσεις που με αυτές επιλύονται οι διαφορές εκλογές διαφορές ή και για ανάδειξη αιρετών οργάνων των δήμων και των κοινοτήτων ή για ΟΤΑ 2ου βαθμού. Χρησιμοποιούνται σε περίπτωση ύπαρξης αμφισβητήσεων για εκλογική διαδικασία. Το ίδιο ισχύει και για εκλογές πρυτανειών κτλπ. Άρα εκλογές διαφορές με ευρεία έννοια του όρου.

Εκδικάζονται από το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο για ενστάσεις Δήμων ή Κοινοτήτων (πρώτος και τελευταίος βαθμός).Νομαρχιακές εκλογές -> Εκδικάζονται σε Διοικητικό Τριμελές Εφετείο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.

Προσφυγή ουσίας: Είναι το διαπλαστικό ένδικο βοήθημα με το οποίο ζητείται η ακύρωση ή η τροποποίηση μιας εκτελεστής διοικητικής πράξης ή παράλειψης στα πλαίσια διοικητικών διαφορών ουσίας. Η νομολογία έχει διευρύνει το δικονομικό περιεχόμενο της προσφυγής και θεωρεί ότι με προσφυγή ουσίας κάποιος μπορεί ακόμα να πετύχει και την καταψήφιση χρηματικής αποζημιώσεως.Δηλαδή δεν θέλουμε απλώς την τροποποίηση ή ακύρωση της διοικητικής πράξης ή παράλειψης αλλά και ζητάμε παράλληλα με αγωγή αποζημίωση από την διοίκηση η οποία θα περιλαμβάνει και τους νόμιμους τόκους.

Αγωγή: Το ένδικο βοήθημα με το οποίο επιδιώκεται από τον διοικούμενο η ικανοποίηση χρηματικών αξιώσεων από έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου.

Αντικείμενο προσβολής: Είναι οι ρητές αρνητικές πράξεις της διοίκησης οι οποίες γεννούν τις διαφορές που αναφέρθηκαν παραπάνω σε νόμους. Τα ίδια ισχύουν και για παραλήψεις της διοίκησης.

Όταν η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να εκδώσει διοικητική πράξη και δεν εκδίδεται και έχουμε διαφορά που γεννά διοικητική διαφορά ουσίας, έχουμε διοικητική παράλειψη που προσβάλλεται.

84

Page 85: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Αποτελούν επίσης διοικητικές παραλήψεις καθώς επίσης και οι τεκμαιρόμενες απορρίψεις των αιτημάτων. Εάν η διαφορά προβλέπει και ενδικοφανής προσφυγή αυτή πρέπει να εξαντληθεί – ασκηθεί πριν ασκήσουμε την προσφυγή ουσίας.

Προσφυγή ουσίας # Διοικητικές προσφυγές.

Η προσφυγή και εδώ ασκείται κατά της απόφασης που εκδίδεται μετά την ενδικοφανή προσφυγή.Εάν περάσουν 30 ημέρες μετά την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και δεν απαντήσει η διοίκηση έχουμε τεκμαιρόμενη άρνηση και προσβάλλουμε αυτήν την αρνητική διοικητική πράξη στο δικαστήριο. Όταν ο διοικούμενος δεν γνωρίζει όλες τις πληροφορίες περί της ενδικοφανούς προσφυγής, επειδή η παράλειψη άσκησης της έχει δυσμενείς συνέπειες, η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να πει στο διοικούμενο την προθεσμία, το αρμόδιο όργανο και πληροφορίες σχετικά με την άσκηση ή όχι ενδικοφανούς προσφυγής.Κυρίως / συνήθως το περιεχόμενο των ενδικοφανών προσφυγών αλλάζει από περίπτωση σε περίπτωση.

Εάν ο διοικούμενος ασκήσει προσφυγή επί παραλήψεως ή τεκμαιρόμενης αρνητικής πράξης ενώπιον δικαστηρίου τότε στην τελική απόφαση οι προηγούμενες θεωρούνται συμπροσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις. Αλλά έχει δικαίωμα ο διοικούμενος να τα προσβάλλει χωριστά αυτά με προσφυγή.

Διακοπή – αναστολή προθεσμιών: Όσον αφορά την αναστολή ισχύουν τα ίδια που ισχύουν και στην αίτηση ακυρώσεως.

Προθεσμία προσφυγής: Η προθεσμία είναι 60 ημερών, η οποία αρχίζει ως εξής: εάν πρόκειται για ατομική διοικητική πράξη που είναι δημοσιευτέα ισχύουν τα ίδια με την αίτηση ακυρώσεως ενώ αν έχουμε κανονιστική διοικητική πράξη γεννά μόνο ακυρωτικές διαφορές και όχι διαφορές ουσίας και υπόκεινται ενώπιον Συμβουλίου Επικρατείας.

Η προθεσμία αυτή αρχίζει για ατομικές διοικητικές πράξεις που είναι δημοσιευτέες κατά τον νόμο από τότε που δημοσιεύτηκε (επομένη της δημοσίευσης όσον αφορά τους τρίτους ενώ για τον ίδιο τον διοικούμενο από τότε που του κοινοποιήθηκε ή το έλαβε γνώση (πλήρης) της διοικητικής πράξης.

Υπάρχουν και τεκμήρια που συνάγονται από το εύλογο ενδιαφέρον του διοικουμένου για την διοικητική πράξη. Τεκμήριο γνώσεως δηλαδή. Αν περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά ωστόσο αυτό έχεις το εύλογο ενδιαφέρον ακόμα και τότε μπορείς να την προσβάλλει την διοικητική πράξη άσχετα από την κοινοποίηση ή

85

Page 86: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

την γνώση. Το ίδιο ισχύει και αντίθετα και η διοίκηση μπορεί να πει ότι όφειλες να την ξέρεις.Δηλαδή 30 μέρες + 60 ημέρες.

Αγωγή

Προσφυγή ουσίας # Αγωγή

Προσφυγή ουσίας: διαπλαστικό ένδικο βοήθημα. Επιδιώκεται τροποποίηση μιας διοικητικής πράξης.

Αγωγή: Επιδιώκεται η ικανοποίηση χρηματικών αξιώσεων από έννομες σχέσεις του δημοσίου δικαίου.

Ενώ ο κώδικας διοικητικής δικονομίας περιορίζει μόνο την αγωγή σε χρηματικές αξιώσεις, η νομολογία έχει διευρύνει δικονομικά την αγωγή με την οποία μπορούν να επιδιωχθούν και άλλα δικαιώματα διοικητικά. Μπορεί δηλαδή να έχει και άλλο βεληνεκές η αγωγή εκτός από την ικανοποίηση χρηματικών αξιώσεων.

Ο κάθε διοικούμενος υπάρχει περίπτωση να έχει παράλληλα και τα δύο παραπάνω ένδικα βοηθήματα.Εάν τα ζητάει και τα δύο πρόκειται για προσφυγή αγωγής.

Η αγωγή διακρίνεται στα εξής είδη:

Αναγνωριστική αγωγή:Με αυτήν επιδιώκεται η αναγνώριση της χρηματικής αξιώσεως από έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου. Δημιουργεί δεδικασμένο αλλά δεν παράγει εκτελεστό τίτλο και δεν υπάρχει αναγκαστική εκτέλεση.

Καταψηφιστική αγωγή:Εκτός από την αξίωση αυτή, περιέχει και αίτημα για την καταψήφιση του χρηματικού ποσού ή την καταδίκη σε εκτελεστική παροχής. Περιέχει δηλαδή και αναγνωριστική και καταψηφιστική αξίωση. Εφόσον γίνει τελεσίδικη μπορεί να υπάρξει αναγκαστική εκτέλεση. Δημιουργεί τίτλο εκτέλεσης. Είναι ο διοικούμενος υποχρεωμένος να καταβάλλει και το δικαστικό ένσημο. Στην αναγνωριστική αγωγή δεν υπάρχει αυτή η υποχρέωση. Αυτά ισχύουν και στην πολιτική δικονομία.Αν κερδίσεις την καταψηφιστική αγωγή σου επιστρέφεται πίσω αυτό το δικαστικό ένσημο. Για αυτό τον λόγο ο διοικούμενος που κάνει καταψηφιστική αγωγή πρέπει να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα (ευμενές) της αγωγής αυτής.Η απόφαση αυτή που εκδίδεται λέγεται καταψηφιστική απόφαση.Στις αναγνωριστικές αγωγές έχουμε αναγνωστικές αποφάσεις.

86

Page 87: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η διοίκηση συνήθως ζητάει καταψηφιστική απόφαση δικαστηρίου για να πληρώσει χρήματα στο πολίτη.

Αγωγή αποζημιώσεως: Επιδιώκεται η αποζημίωση που ορίζεται από διατάξεις του διοικητικού δικαίου.Π.χ. Αστική Ευθύνη δημοσίου / 105 – 106 ΕισΝΑΚ.Είναι το 95% των περιπτώσεων.

Ευθεία αγωγή:Επιδιώκεται η ικανοποίηση χρηματικών αξιώσεων από έννομες σχέσεις δημοσίου δικαίου που οι οποίες αξιώσεις βρίσκουν απευθείας έρεισμα στο νόμο χωρίς να υπάρχει η ανάγκη έκδοσης διοικητικής πράξης για την θεμελίωση του δικαιώματος. Π.χ. χρονικό επίδομα που έχει νομοθετικό έρεισμα που υπάρχει στην περίπτωση των δημοσίων υπαλλήλων που υπηρετούν το δημόσιο. Δεν δίνεται αυτό το ποσό απευθείας αλλά πρέπει να προηγηθεί μια ευθεία αγωγή πρώτα και μετά ο Υπουργός που είναι αρμόδιος θα εκδώσει διοικητική πράξη για το χρονικό επίδομα. Στο ίδιο παράδειγμα αν έχουνε παράλειψη του Υπουργού μετά την ευθεία αγωγή μπορούμε να ασκήσουμε αγωγή αποζημίωσης.

Δηλαδή:Υπάρχει αξίωση δημοσίου δικαίου αλλά για την ενεργοποίηση αυτής χρειάζεται άσκηση ευθείας αγωγής πρώτα.

Η ευθεία αγωγή παραγράφεται πολύ πιο γρήγορα σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη αξίωση αποζημίωσης.

Αγωγή αδικαιολόγητου πλουτισμού: Επιδιώκεται με βάση το Άρθρο 904 και επόμενα του Αστικού Κώδικα η διεκδίκηση του παράνομου πλουτισμού από εκείνον που πλούτισε παρανόμως ή με επιζήμια κάποιου άλλου.Είναι ευρύτατη αγωγή, λειτουργεί επικουρικά και καλύπτει τα κενά των προηγούμενων αγωγών. Αφορά κάθε αδικαιολόγητη και παράνομη μετακίνηση του πλουτισμού. Από τον Αστικό Κώδικα έχει μεταφερθεί και στο διοικητικό δίκαιο.Υπάρχει και δυνατότητα όμως σε εξαιρετικές περιπτώσεις να πάνε κανονική αγωγή και αγωγή αδικαιολόγητου πλουτισμού μαζί σε ένα δικόγραφο.Συνήθως οι πολύ έμπειροι δικηγόροι το κάνουν αυτό βάζοντας την κύρια αγωγή και την αγωγή αδικαιολόγητου πλουτισμού μαζί μέσα σε ένα δικόγραφο.

Πλαγιαστική αγωγή: Έχει πολύ μικρή πρακτικά αξία. Εγείρεται από τους δανειστές του δανειστή εφόσον ο τελευταίος αδρανεί στην άσκηση αγωγής κατά

87

Page 88: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

του οφειλέτη. Δεν αφορά αυστηρά πρωσοπαπαγής ενοχές. Είναι η διάσπαση της αρχής της σχετικότητας.Δημόσιο: Οφειλέτης / Διοικούμενος : Δανειστής.Σκοπός: να δοθούν τα χρήματα από οφειλέτη σε δανειστή ώστε ο δανειστής του δανειστή να μπορεί να το πάρει από αυτόν.Συνήθως οι χρηματικές αξιώσεις δεν είναι πρωσοποπαγείς ενοχές.

Παρεμπίπτουσα αγωγή: Επιδιώκεται από τον ενάγοντα τα παρεπόμενα της κυρίας δίκης (λόγω χάρη π.χ. τόκοι) καθώς επίσης και οτιδήποτε συντέλεσε στην αύξηση της αξίωσης μέχρι την έκδοση της απόφασης. Συμπληρώνει την κύρια αγωγή και δεν χρειάζεται άσκηση νέας αγωγής για τις νέες αξιώσεις που θα δημιουργηθούν.

Σχέση προσφυγής – αγωγής:Και τα δύο ένδικα βοηθήματα είναι αυτοτελή και ανεξάρτητα. Αυτό σημαίνει ότι κατά την εξέταση και η νομιμότητας της διοικητικής πράξης / παράλειψης παρεμπιπτόντως από την οποία απορρέει χρηματική αξίωση.

Ασκούνται οι αγωγές με την κατάθεση του δικογράφου στην Γραμματεία Δικαστηρίου. Κατά εξαίρεση οι φορολογικές διαφορές μπορούν να πάνε και σε φορολογική αρχή.

Αντικείμενο αγωγής όμως δεν μπορούν να αποτελέσουν οι φορολογικές διαφορές. Μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής όμως.

Το ένδικο βοήθημα της αγωγής είναι ανεξάρτητο ένδικο βοήθημα. Με την αγωγή αποζημίωσης καλύπτεται το σύνολο της διοικητικής πράξης / δράσης.Η αγωγή αποζημίωσης δεν αφήνει χωρίς δικαστικό έλεγχο την διοίκηση.

Για λόγους προστασίας διεθνών σχέσεων αίτηση ακυρώσεως δεν ασκείται επί κυβερνητικών πράξεων. Η αγωγή όμως στρέφεται και μπορεί να στρέφεται και κατά των κυβερνητικών πράξεων.

Ενεργητική νομιμοποίηση στην προσφυγή ουσίας:Σε άσκηση προσφυγής ουσίας νομιμοποιείται εκείνος που έχει προσωπικό, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον. Σε άσκηση προσφυγής ουσίας νομιμοποιείται εκείνος επίσης στον οποίο πρόσωπο ρητά ο νόμος του παρέχει αυτό το δικαίωμα. Επίσης νομιμοποιείται και ο Υπουργός Οικονομικών ή ο αρμόδιος οικονομικός επιθεωρητής όταν ασκούμε προσφυγή ουσίας ενώπιον τακτικών δικαστηρίων κατά πράξεων των φορολογικών αρχών, δηλαδή στις φορολογικές διαφορές.

Παθητική νομιμοποίηση στην προσφυγή ουσίας:

88

Page 89: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Στην ουσιαστική διοικητική δίκη νομιμοποιείται παθητικό το Ελληνικό Δημόσιο ή το ΝΠΔΔ το όργανο του οποίου εξέδωσε την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη. Στην δίκη το Δημόσιο εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών και ειδικά στις περιπτώσεις των φορολογικών διαφορών από την φορολογική αρχή που εξέδωσε την πράξη/ παράλειψη που προσβάλλεται.Π.χ. ΑΕΙ – εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών Δήμος / Νομαρχία – εκπροσωπείται από τον Νομάρχη.

Ενεργητική νομιμοποίηση στις αγωγές:Επί αγωγής νομιμοποιείται ενεργητικά ο φορέας/ δικαιούχος της αξίωσης ή ο καθολικός ή ο ειδικός διάδοχος αυτού του αρχικού φορέα.

Ο ασφαλιστής από την στιγμή που καταβάλλει το ασφάλισμα υπεισέρχεται στα δικαιώματα του ασφαλιζόμενου. Μπορεί να εγείρει αυτός αγωγή αποζημίωσης δηλαδή μετά.

Παθητική νομιμοποίηση στις αγωγές:Νομιμοποιείται πάλι ή το Ελληνικό Δημόσιο ή το ΝΠΔΔ από την πράξη / παράλειψη του οργάνου γεννήθηκε η αξίωση αυτή.

Δικόγραφο πρόσθετων λόγων:Οι διάδικοι έχουν και την δυνατότητα πάντοτε να συμπληρώσουν ή να προβάλλουν νέους λόγους στην υπόθεση με το δικόγραφο πρόσθετων λόγων.Το δικόγραφο πρόσθετων λόγων ασκείται με δικόγραφο που καταθέτεται στην γραμματεία του δικαστηρίου στην οποία εκκρεμεί το κύριο ένδικο βοήθημα και κοινοποιείται από τον ασκούντα (με ποινή απαραδέκτου εφόσον δεν κοινοποιηθεί) αντίγραφο του δικογράφου σε όλους τους διαδίκους 15 ημέρες πριν από την δίκη.

Συνέπειες άσκησης της αγωγής:Η αγωγή από την στιγμή που θα ασκηθεί με κατάθεση στην γραμματεία του δικαστηρίου διακόπτει την παραγραφή της αξίωσης. Καταρχήν ισχύει μια 5 – ετής παραγραφή στις αξιώσεις και μετά παραγράφονται. Υπάρχει διακοπή όμως με αγωγή αυτής της παραγραφής. Από την στιγμή της αγωγής έχουμε άλλα 20 χρόνια παραγραφής.Η επίδοση (όχι κατάθεση) της αγωγής σε Ελληνικό Δημόσιο ή ΝΠΔΔ έχει σαν συνέπεια την τοκοφορία ή την τοκογωνία. Η επίδοση γίνεται (του δικογράφου της αγωγής) στον εκπρόσωπο του ΝΠΔΔ ή Δημοσίου δηλαδή π.χ. Υπουργό Οικονομικών.Υπάρχει ως συνέπεια και η εκκρεμοδικία. Η υπόθεση γίνεται εκκρεμής μέχρι να εκδοθεί μια τελεσίδικη απόφαση. Μπορεί όμως

89

Page 90: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

να ασκηθεί έφεση αναψηλάφισης. Αν δεν διακοπεί η εκκρεμοδικία αυτό έχει ως συνέπεια το απαράδεκτο της άσκησης της 2ης αγωγής από τους ίδιους διαδίκους, για τον ίδιο λόγο και για την ίδια υπόθεση.Ισχύει ο κανόνας άπαξ ασκήσεως ενδίκων βοηθημάτων.

Ο ενάγων έχει το δικαίωμα να βασιστεί σε περισσότερους λόγους όσον αφορά την αξίωση του. Αυτό λέγεται συρροή.

Κοινό εισαγωγικό δικόγραφο:Λέγεται ομοδικία αυτό το φαινόμενο. Η ομοδικία διακρίνεται στις εξής κατηγορίες:

- ενεργητική ομοδικία- παθητική ομοδικία.- Απλή/ δυνητική ομοδικία- Αναγκαστική ομοδικία.

Περισσότεροι μπορούν να ασκήσουν κοινή προσφυγή ουσίας ή αγωγή.

Ενεργητική ομοδικία:Όταν περισσότερα πρόσωπα εμφανίζονται ως προσφεύγοντες ή ενάγοντες. Μπορεί ο καθένας να πάει ή χωριστά ή όλοι μαζί. Γίνεται με κοινό εισαγωγικό δικόγραφο. Έχουμε οικονομία δίκης και χρημάτων. Προϋπόθεση => οι περισσότεροι προσφεύγοντες να προβάλλουν τους ίδιους λόγους (ιστορικούς / νομικούς) ακύρωσης ή τροποποίησης της διοικητικής πράξης ή παράλειψης.Επί αγωγής οι ομοδικούντες θα πρέπει είτε να στηρίζουν τις αξιώσεις της σε ένα κοινό δικαίωμα ή σε όμοια κατά ουσιώδη στοιχεία σε νομική – ιστορική πραγματική βάση/ αιτία.Αν δεν τηρηθούν αυτές οι προϋποθέσεις απορρίπτεται η αγωγή ως απαράδεκτη. Μέγιστο επιτρεπόμενο όριο των ομοδίκων είναι 100 πολίτες που έχουν έννομο συμφέρον. Αρκεί να στηρίζονται σε ουσιαστικά ίδια αίτια και βάσεις για να ασκήσουν την αγωγή ή προσφυγή αυτή.Εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ομοδικίας η υπόθεση συνεχίζει για τον πρώτο προσφεύγοντα που είναι στη λίστα. Για τους άλλους ακυρώνεται και την ασκούν εκ νέου.

Παθητική ομοδικία:Όταν η αγωγή / προσφυγή στρέφεται από πολλούς διοικουμένους κατά περισσότερων φορέων της δημόσιας διοίκησης.

Απλή / Δυνητική ομοδικία: Εναπόκεινται στους διαδίκους αν θα ακολουθήσουν ή όχι. Απαιτείται νομικό ή πραγματικό δεσμό μεταξύ των ομοδίκων. Είναι απλός δικονομικός δεσμός. Δεν επηρεάζει τις έννομες σχέσεις (ουσιαστικές) των διαδίκων/ ομοδίκων. Οι διαδικαστικές πράξεις

90

Page 91: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

του ενός ούτε ωφελούν ούτε βλάπτουν τον άλλον ομόδικο. Έχουμε εδώ περισσότερες έννομες σχέσεις διοικητικής δίκης μέσα σε ένα δικόγραφο.

Αναγκαστική ομοδικία:Άρθρο 116 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.Περισσότεροι ομοδικούν όταν συντρέχουν τα παρακάτω:

- διαφορά που επιδέχεται ενιαία ρύθμιση- η ισχύς της απόφασης που θα εκδοθεί εκτείνεται σε όλους

τους ομοδίκους.- Αν συγκεκριμένο ένδικο βοήθημα μπορεί να ασκηθεί από

κοινού από τους ομοδίκους τότε έχουμε αναγκαία ομοδικία. Το λέει ρητά ο νόμος. Π.χ. η ανακοπή.

- Αν λόγω συνθηκών της συγκεκριμένης διαφοράς δεν μπορούν να υπάρξουν αντίθετες δικαστικές αποφάσεις.

Ο θεσμός της ομοδικίας εξυπηρετεί στο ότι να μην έρθουν άλλοι μετά να παρέμβουν στην δίκη και δικονομικά παρέχει ασφάλεια στους ομοδίκους.

Αναγκαστική ομοδικία # Απλή/ Δυνητική ομοδικία.

Η διαδικασία και η απόφαση που εκδίδεται στην αναγκαστική ομοδικία σε δεσμεύει υποχρεωτικά ακόμα και αν δεν συμμετέχεις στην δίκη. Είναι ουσιαστικός δικονομικός δεσμός.

Οι πράξεις/ αποφάσεις του ενός ομοδίκου είναι δεσμευτικές και για τους άλλους.Συντρέχει η αναγκαστική ομοδικία στις περιπτώσεις που ρητά ορίζει ο νόμος.

Ανακοίνωση της δίκης:Στην απλή ομοδικία μπορεί κάποιος διάδικος να προβεί σε ανακοίνωση της δίκης σε τρίτον για να συμμετέχει και αυτός στην δίκη. Η ανακοίνωση της δίκης δεν υποχρεώνει απλά τον τρίτο προς συμμετοχή στην δίκη αλλά απλά δημιουργεί σε αυτόν ένα βάρος. Είναι αντίστοιχη δηλαδή με την παρέμβαση στην ακυρωτική δίκη. Αν ο τρίτος δεν συμμετάσχει στην δίκη δεν μπορεί να κάνει στην συνέχεια τριτανακοπή.Υποχρέωση # βάροςΗ ανακοίνωση εδώ γίνεται από τον ενάγοντα/ ομόδικο ενώ στην ακυρωτική δίκη γίνεται από τον ίδιο το δικαστήριο (από τον εισηγητή).

Προσεπίκληση:Είναι η κλήση για συμμετοχή στην δίκη του αναγκαστικού ομοδίκου. Εάν γίνει προσεπίκληση και δεν εμφανιστεί ο δικαιούχος στην δίκη,

91

Page 92: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

η απόφαση που θα βγει θα το δεσμεύει και δεν μπορεί να την αμφισβητήσει.

Συμμετοχή τρίτου στη δίκη (ουσιαστική):Η συμμετοχή τρίτου σε εκκρεμή διοικητική δίκη γίνεται με τον θεσμό της παρέμβασης. Η παρέμβαση διακρίνεται σε:

- πρόσθετη παρέμβαση: ασκείται από τρίτον που έχει έννομο συμφέρον να αποβεί η δίκη υπέρ κάποιου από τους διαδίκους.# στην ακυρωτική δίκη με την παρέμβαση επιτρέπεται μόνο υπέρ του κύρους της διοικητικής πράξης άσκηση της παρέμβασης και παρεμβαίνει κάποιος για να υποστηρίξει την διοίκηση.Ο πρόσθετος παρεμβαίνον υποστηρίζει απλά τις θέσεις του διαδίκου υπέρ του οποίου παρεμβαίνει στην ουσιαστική δίκη. Δεν μπορεί όμως ποτέ να προβάλλει τα δικά του επιχειρήματα.

- κύρια παρέμβαση: απαντάται μόνο και εντοπίζεται σε ουσιαστική διοικητική διαφορά και ποτέ σε ακυρωτική διαφορά. Είναι εκείνη στην οποία ο παρεμβαίνον αντιποιείται το αντικείμενο της δίκης. Με λίγα λόγια αντιποιείται / διεκδικεί το αντικείμενο της δίκης ως δικό του. Δεν υποστηρίζει δηλαδή ο τρίτος τα επιχειρήματα ενός διαδίκου αλλά απλά έχει κύρια συμμετοχή στην δίκη ως κανονικό διάδικο και διεκδικεί αντί για τον κανονικό διάδικο αυτός το επίδικο αντικείμενο.

Άσκηση παρέμβασης:Η παρέμβαση ασκείται με δικόγραφο που κατατίθεται στην γραμματεία του δικαστηρίου και κοινοποιείται σε όλους τους διαδίκους 6 ημέρες πριν από την συζήτηση τουλάχιστον.

Η άσκηση της κυρίας παρέμβασης ειδικά έχει όλα τα αποτελέσματα και συνέπειες της αγωγής. Ο κύριος παρεμβαίνον γίνεται διάδικος και μπορεί να εκδοθεί εκτελεστός τίτλος υπέρ του.

Για ακυρωτικές διαφορές κοιτάμε το ΠΔ 18/1989.Για ουσιαστικές διαφορές κοιτάμε το ν. 2717/1999

Διαδικασία – Ένδικα μέσα σε διαφορές ουσίας

Συζήτηση υπόθεσης: Γίνεται με εκφώνηση από το πινάκιο στο οποίο αναγράφονται οι υποθέσεις. Μετά είτε θα συζητηθεί η υπόθεση είτε θα αναβληθεί η συζήτηση για κάποιο σπουδαίο λόγο.Π.χ. αποδεικτικά μέσα.

Στην ουσιαστική δίκη ισχύει το συγκεντρωτικό σύστημα. Και η αρχή της άνευ επικουρίας δικάζεσθαι.

92

Page 93: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Συγκεντρωτικό σύστημα:Όλα τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προσκομίζονται μέχρι την προηγούμενη ημέρα πριν την συζήτηση στο δικαστήριο για να μπορέσει το δικαστήριο να σχηματίσει γνώμη. Εντός τριών ημερών πριν από την δίκη οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν και υπόμνημα για ανάπτυξη των ισχυρισμών τους αλλά δεν μπορούν να παραβάλλουν νέα επιχειρήματα και νέους λόγους προσφυγής παραδεκτά οι οποίες θεμελιώνουν δικαίωμα αποζημίωσης.

Προβολή επιχειρημάτων και νέων λόγων γίνεται με το αρχικό δικόγραφο κα με το δικόγραφο των προσθέτων λόγων. Σε καμία περίπτωση με υπομνήματα.

Αν οι διάδικοι είχαν την δυνατότητα προβολής νέων αξιώσεων και επιχειρημάτων θα άλλαζε το αντικείμενο της δίκης και δεν θα μπορούσε ο αντίδικος να αμυνθεί κατά των νέων επιχειρημάτων αυτών.Θα είχαμε παραβίαση της αρχής της προηγούμενης ακρόασης. Το δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τα στοιχεία τα οποία πριν από το δικαστήριο δεν έχουν τεθεί υπόψη και στην γνώση των διαδίκων.

Αποδεικτική διαδικασία:Εκτιμάται όλο το αποδεικτικό υλικό που παραδίνεται στο δικαστήριο από τους διαδίκους. Μπορεί αυταπαγγέλτως και το δικαστήριο αναζητώντας την αλήθεια να διατάξει νέα αποδεικτικά στοιχεία.Π.χ. διαταγή στην υπηρεσία για προβολή αποδεικτικών στοιχείων, η οποία δεν έχει και σχέση με την υπόθεση.# Πολιτικά δικαστήρια: Οι διάδικοι έχουν την δυνατότητα να συλλέγουν στοιχεία. Το δικαστήριο αυταπαγγέλτως δεν κάνει τίποτα.

Το δικαστήριο μπορεί να αναζητεί τα αποδεικτικά στοιχεία επ άπειρων δηλαδή μέχρι να λυθούν οι αμφιβολίες του δικαστηρίου για την δίκη / υπόθεση. Η αλήθεια δεν είναι αντικειμενική. Αυτή που αναζητείται είναι η δικονομική αλήθεια και εδώ.Υπάρχει το αντικειμενικό βάρος απόδειξης.

Αντικειμενικό βάρος απόδειξης:Κάθε διάδικος πρέπει να επικαλεστεί εκείνα τα πραγματικά περιστατικά τα οποία τα ωφελούν και αν δεν τα επικαλεστεί και ο δικαστής έχει αμφιβολία όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά τότε μπορεί να εκδώσει απόφαση σε βάρος του διαδίκου που φέρει το βάρος της αντικειμενικής απόδειξης. Στα λατινικά λέγεται non liquet αυτό. Ο αιτών πρέπει να αποδείξει τους ισχυρισμούς του.

93

Page 94: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Ο δικαστής αν έχει αμφιβολία για την υπόθεση και συνήθως το βάρος της αμφιβολίας του δικαστή το έχει ο διάδικος που κατέθεσε το δικόγραφο και ξεκίνησε η δίκη.Πρέπει να εκδοθεί με κάθε κόστος δικαστική απόφαση ώστε να μην έχουμε αρνησιδικία. Τα ίδια ισχύουν και στην πολιτική δίκη.# Δεν πρέπει να το μπερδεύουμε με το υποκειμενικό βάρος απόδειξης.

Αποδεικτικά μέσα και η ισχύς αυτών:Τα αποδεικτικά αυτά μέσα μπορούν να συνδυαστούν μεταξύ τους.Τα αποδεικτικά μέσα είναι τα παρακάτω:

- έγγραφα είτε δημόσια είτε ιδιωτικά.- Μάρτυρες- Αυτοψία: Επιτόπια εξέταση του κινητού ή ακίνητου

πράγματος από το δικαστήριο. Χρειάζεται δικαστική απόφαση για αυτοψία για να δοθεί η δυνατότητα στους διαδίκους κατά την διάρκεια της αυτοψίας για να εκφράζουν την άποψη τους και τους λόγους παραδεκτού κτλπ. Χρησιμοποιείται ελάχιστα λόγω κίνησης στα δικαστήρια.

- Πραγματογνωμοσύνη : Η διενέργεια από κάποιον με ειδικές γνώσεις επί συγκεκριμένου αντικειμένου έκθεσης. Είναι η γνώμη του ειδικού επιστήμονα δηλαδή σε κάποιο θέμα. Υπάρχουν κατάλογοι πραγματογνωμόνων. Όλοι οι επιστήμονες γράφονται σε ένα κατάλογο και από εκεί το δικαστήριο επιλέγει 2 επιστήμονες τους πραγματογνώμονες δηλαδή για σύνταξη αυτής της έκθεσης. Ορισμό πραγματογνωμόνων μπορεί να το διατάξουν και οι διάδικοι. Μπορεί να διοριστεί και τεχνικός σύμβουλος εκ μέρους διαδίκων που εξετάζει και επιτηρεί τους πραγματογνώμονες.

- Αποδεικτικά τεκμήρια.

Υπάρχει αρχή της ελεύθερης επιλογής και εκτίμησης των αποδεικτικών μέσων. Γίνεται σύμφωνα με την συνείδηση του δικαστή.Ο δικαστής με αιτιολογημένη απόφαση έχει το δικαίωμα να παρεκκλίνει από την έκθεση της πραγματογνωμοσύνης κτλπ.Δηλαδή ο δικαστής μπορεί να μην πείθετε από τα αποδεικτικά μέσα. Υπάρχουν χίλια κριτήρια για την άρνηση του δικαστή.Π.χ. υπαλληλική σχέση μεταξύ διαδίκου και μάρτυρα ή πραγματογνώμονα.

Εξαίρεση: Δημόσια έγγραφα – έχουν πλήρη αποδεικτική δύναμη και δεσμεύουν τον δικαστή για τα γεγονότα που βεβαιώνει ο συντάκτης του δημοσίου εγγράφου που έγιναν ενώπιον του ή από τον ίδιο.Π.χ. αστυνομικός που συλλαμβάνει ο ίδιος κάποιον πολίτη.#Μάρτυρες που υποστηρίζουν κάτι άλλο - ψευδομάρτυρες.

94

Page 95: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Επιδέχονται τα δημόσια έγγραφα προσβολή μόνο για την πλαστότητα.

Απόφαση που εκδίδεται:Ακολουθεί η διάσκεψη δικαστών που είναι μυστική και με βάση αυτήν εκδίδεται μια δικαστική απόφαση. Ισχύει η αρχή της πλειοψηφίας. Η ασθενέστερη γνώμη εντάσσεται στην πλειοψηφία. Η απόφαση δημοσιεύεται και καταχωρείται σε ένα ειδικό βιβλίο.

Οριστική απόφαση: απόφαση με την οποία το δικαστήριο αποφασίζει και λύνει την διαφορά οριστικά. (Οριστικά / Εν μέρει). Δεν έχει περαιτέρω εξουσία να αποφασίζει κάτι άλλο το δικαστήριο.

Εν μέρει οριστική απόφαση: αποφασίζει για κάποια πράγματα ο δικαστής ενώ για τα υπόλοιπα αναβάλλει την κρίση του.

Μπορεί να υπάρξει και παραίτηση από το δικόγραφο. Υπάρχει ολική και μερική παραίτηση κατά το αντίστοιχο μέρος τότε καταργείται η δίκη.

Η παραίτηση γίνεται είτε με δήλωση διαδίκου ή πληρεξούσιου δικηγόρου του που έχει ειδική πληρεξουσιότητα για την παραίτηση η οποία γίνεται στο ακροατήριο του δικαστηρίου και κατοχυρώνεται στα πρακτικά.

Πρακτικά: δημόσια έγγραφα: δεν αμφισβητείται η ισχύς τους ως αποδεικτικών μέσων.

Δεύτερος τρόπος παραίτησης είναι με έγγραφο το οποίο κατατίθεται στην γραμματεία του δικαστηρίου μέχρι την έναρξη της δίκης.

Παραίτηση / κατάργηση της δίκης είναι και ο θάνατος του διαδίκου όταν το αντικείμενο της δίκης είναι πρωσοποπαγές.Ισχύει η αρχή του μεταβιβαστού των χρηματικών αξιώσεων εκτός αν είναι πρωσοποπαγείς αξιώσεις. Σπάνια λοιπόν καταργείται η ουσιαστική δίκη λόγω θανάτου προσώπου.Δηλαδή συνήθως η αξίωση αποζημίωσης κληρονομείται.

Οι αποφάσεις αυτές παράγουν δεδικασμένο. Ισχύουν όλα όσα είπαμε για το δεδικασμένο στην ακυρωτική δίκη. Οι αποφάσεις στις ακυρωτικές διαφορές ισχύουν erga omnes (έναντι όλων) και παράγουν δεδικασμένο.

Άρθρο 199 ΚΔΔ => Οι αποφάσεις στις καταψηφιστικές αγωγές έχουν και παράγουν εκτελεστό τίτλο ως συνέπεια να μπορεί να γίνεται αναγκαστική εκτέλεση κατά της διοίκησης εφόσον είναι ανέκλιτες (δεν υπόκεινται σε έφεση) ή τελεσιδικούν.

95

Page 96: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Οι αποφάσεις αυτές δεσμεύουν και όλα τα υπόλοιπα δικαστήρια.

Ένδικα μέσαΗ απόφαση που εκδίδεται συνήθως υπόκεινται σε ένδικα μέσα. Τα ένδικα μέσα ασκούνται με δικόγραφο. Το δικόγραφο κατατίθεται στην γραμματεία του πρωτόδικου δικαστηρίου.

Είδη ενδίκων μέσων:1. ανακοπή ερημοδικίας2. Έφεση3. Αναθεώρηση4. Αναίρεση5. Τριτανακοπή.6. Αίτηση διορθώσεως απόφασης7. Αίτηση ερμηνείας απόφασης.

Ο ΚΔΔ δεν μνημονεύει το ένδικο μέσω της αναίρεσης. Η αναίρεση εξετάζεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας και ρυθμίζεται από το ΠΔ 18/1989.

Τριτανακοπή:Ισχύουν όλα όσα είπαμε σε προηγούμενα μαθήματα.

Ανακοπή ερημοδικίας:Ενεργοποιεί το δικαίωμα της ακρόασης του ερημοδικίσαντος. Ασκείται από εκείνον που δεν παραστάθηκε στην δίκη είτε διότι δεν κλίθηκε καθόλου είτε από εκείνον που κλίθηκε αλλά αυτό έγινε ακύρως και μη νομίμως. Ο ΚΔΔ ορίζει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η κλίση/ επίδοση.Π.χ. επίδοση για παράσταση μετά από τις 19:00 το απόγευμα.Τα ίδια ισχύουν και για αυτούς που κλιτεύτηκαν νομίμως αλλά δεν μπόρεσαν να παρουσιαστούν στο δικαστήριο λόγω ανωτέρας βίας. Το δικαστήριο όμως μπορεί να προχωρήσει στην δίκη δηλαδή ακόμα και αν ο διάδικος απουσιάζει.Αλλά αν ληφθεί απόφαση ευμενής για το διάδικο που απουσιάζει δεν μπορεί να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας.Προθεσμία: 60 ημέρες από την στιγμή που θα του επιδοθεί η απόφαση ή θα λάβει πλήρης γνώση αυτής.

Σε καμία περίπτωση δεν ασκείται ανακοπή ερημοδικίας μετά από 3 χρόνια από την δικαστική απόφαση. Εμποδίζει αυτό την καταχρηστική άσκηση της ανακοπής της ερημοδικίας. Γίνεται για λόγους ασφάλειας του δικαίου. Αυτή η καταχρηστική προθεσμία ισχύει για όλα τα ένδικα μέσα που αναφέραμε παραπάνω.

Εάν γίνεται δεκτή η ανακοπή ερημοδικίας τότε εξαφανίζεται η απόφαση και δικάζεται όλη η δίκη από την αρχή και ξανά ενεργοποιείται το δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως.

96

Page 97: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η ανακοπή ερημοδικίας δικάζεται πάντα από το δικαστήριο που εκδίδει την προσβαλλόμενη απόφαση.

Έφεση:Δίνεται η δυνατότητα επανεξέτασης της υπόθεσης από την αρχή ή προβολής κάθε νομικού και πραγματικού σφάλματος της προσβαλλόμενης απόφασης.Ξαναγίνεται η δίκη στον βαθμό που επιτρέπεται και στο μέρος (ολικό / εν μέρει ) που θέλει αυτός που ασκεί την έφεση. Π.χ. κακή σύνθεση / κακή εκτίμηση αποδείξεων.Όλα αυτά μπορούν να αποτελέσουν περιστατικά / σφάλματα.

Έχει τα εξής αποτελέσματα η έφεση:

1. Μεταβιβαστικό αποτέλεσμα: η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια της έφεσης. Η έφεση δηλαδή δεν δικάζεται από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση. Υπάγεται η αίτηση έφεσης σε δευτεροβάθμιο δικαστήριο.

2. Ανασταλτικό αποτέλεσμα: Η άσκηση έφεσης ειδικά στις διαφορές ουσίας δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα εκτός όταν πρόκειται για αποφάσεις που εκδίδονται επί αγωγών. Η απόφαση τελεσιδικεί δηλαδή εκεί που επιτρέπεται και δεν εφαρμόζεται η προηγούμενη δικαστική απόφαση μέχρι να εκδοθεί νέα δικαστική απόφαση από τον δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Συνήθως όμως το Ελληνικό Δημόσιο εκτελεί την αρχική δικαστική απόφαση και δεν περιμένει το αποτέλεσμα της έφεσης.

3. Επικοινοτικό αποτέλεσμα: Έχει μικρή πρακτικά αξία. Στο μέτρο που έχουμε διαφορά ενώπιον δικαστηρίου (έφεση) ο άλλος διάδικος (αντίδικος) μπορεί να ασκήσει αντέφεση.

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερέψει την θέση αυτουνού που ασκεί την έφεση.Εξαίρεση: συμβαίνει αν έχει ασκηθεί αντέφεση από τον άλλο διάδικο.

Προθεσμία έφεσης: 60 ημέρες από κοινοποίηση ή γνώση. Και εδώ ισχύει η καταχρηστική προθεσμία των τριών ετών.

Δικαίωμα άσκηση έφεσης έχει ο διάδικος που βλάπτεται από την πρωτόδικη απόφαση και έχει έννομο συμφέρον. Συνήθως είναι ο διάδικος που έχει ηττηθεί. Σε περίπτωση που βλάπτεται από το αιτιολογικό της πρωτόδικης απόφασης μπορεί ακόμα και αυτός που κέρδισε την δίκη να ασκήσει έφεση.Μπορούν οι δύο διάδικοι να ασκήσουν εφέσεις. Γίνεται στα πλαίσια μίας και ίδιας δίκης. Υπάρχει σε περίπτωση μερικής ικανοποίησης. Συνήθως υπάρχει έφεση και από τις 2 πλευρές.

97

Page 98: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Αποτελέσματα: Εάν η έφεση κριθεί βάσιμη και παραδεκτή εξαφανίζεται η πρωτόδικη απόφαση και δικάζεται εκ νέου η υπόθεση από το 2ο βάθμιο δικαστήριο.

Ανέκλιτες αποφάσεις: δεν υπόκεινται σε έφεση οι αποφάσεις που η αξία της διαφορές δεν υπερβαίνει τα 5000 ευρώ. Άρα σε τέτοιες περιπτώσεις η πρωτόδικη απόφαση είναι και τελεσίδικη.

Τελεσίδικη απόφαση: η απόφαση που εκδίδεται επί της έφεσης.

Αναίρεση:Δεν ρυθμίζεται από ΚΔΔ, αλλά από ΠΔ 18/1989. Έκτακτο ένδικο μέσο. Εξετάζονται οι νομικές πλημμέλειες της δικαστικής απόφασης. Το αναιρετικό δικαστήριο δεν εξετάζει την ουσία της υπόθεσης και για αυτό δεν υπάρχει τρίτος βαθμός δικαιοδοσίας.Αναίρεση υπάρχει κατά των τελεσίδικων ή ανέκλιτων αποφάσεων τακτικών διοικητικών δικαστηρίων Επίσης κατά των αποφάσεων που εκδίδονται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Επίσης κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί αιτήσεων αναθεώρησης ή τριτανακοπής.Προθεσμία: κοινοποίηση της απόφασης ή καταχρηστική προθεσμία 3 ετών από την δημοσίευση της απόφασης.

Λόγοι αναίρεσης:1. Εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή του νόμου2. Υπέρβαση καθηκόντων 3. Υλική αναρμοδιότητα του δικαστηρίου. Η τοπική

αναρμοδιότητα δεν συνιστά λόγω αναίρεσης.4. Παράβαση ουσιώδης τύπου διαδικασίας.5. Ύπαρξη αντιφατικών δικαστικών αποφάσεων μεταξύ τους

(αντιφατικά δεδικασμένα)

Προσωρινά μέτρα

Αναστολή εκτέλεσης αρνητικών διοικητικών πράξεων δεν μπορεί να υπάρξει στην προσωρινή αναστολή της πράξης. Αυτό θα ισοδυναμούσε με την υποκατάσταση της διοίκησης από το δικαστήριο. Μπορεί όμως το δικαστήριο σε αυτήν την περίπτωση να προβεί σε κάθε άλλο κατάλληλο μέτρο.Π.χ. συμμετοχή σε εξετάσεις ενός φοιτητή και μη χορήγηση πτυχίου από την διοίκηση..

Μπορεί όμως να καταθέσει και προσωρινή διαταγή αναστολής και να διατάξει ότι θεωρεί αναγκαίο.

Προσωρινή μέτρα στην ουσιαστική διαφορά:

98

Page 99: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Είναι πρακτικότερα μέσα για πολίτες. Στην αρχή ασκούμε προσφυγή ουσίας που είναι κύριο ένδικο βοήθημα και μετά τα προσωρινά μέτρα. Υπάρχει τελολογικός σύνδεσμος κύριου και παρεπόμενου ενδίκου βοηθήματος.

Η προθεσμία και η άσκηση προσφυγής ενδίκων μέσων δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα. Εξαίρεση: προθεσμία και άσκηση προσφυγής έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα μόνο στις περιπτώσεις φορολογικών διαφορών με χρηματικά αντικείμενα. Δηλαδή μόνο εδώ χωρούν προσωρινά μέτρα.#Διαφορές φορολογικές χωρίς χρηματικό αντικείμενο: όταν λόγω μη πληρωμής φόρου η διοίκηση κλείνει ένα εργοστάσιο.

Ο νομοθέτης όμως χωρεί αίτηση αναστολής που δίνεται στην γραμματεία του δικαστηρίου. Η κοινοποίηση του δικογράφου γίνεται στο αρμόδιο τμήμα της διοίκησης με την οποία έχουμε την διαφορά (κράτος ή ΝΠΔΔ)

Μπορεί να υπάρξει και προσωρινή διαταγή αναστολής μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης αναστολής. Η προσωρινή διαταγή εκδίδεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου.Η αναστολή μπορεί να γίνεται είτε ολικά είτε μερικά.Οι ίδιοι οι πολίτες μπορούν να ζητήσουν ολική ή μερική αναστολή.Το δικαστήριο δεν μπορεί να μου επιδικάσει κάτι περισσότερο από αυτό που απαιτώ.

Δεν υπάρχει προσωρινή αναστολή επί αρνητικών διοικητικών πράξεων.Μπορεί όμως να γίνει προσωρινή ρύθμιση κατάστασης από το δικαστήριο μέχρι την προσφυγή και την απόφαση που θα ληφθεί. Είναι κάθε κατάλληλο μέτρο κατά κρίση του δικαστηρίου (διακριτική ευχέρεια και δεν δεσμεύεται από τις θελήσεις του διαδίκου ο δικαστής).Π.χ. κύριο ένδικο βοήθημα – αγωγή αποζημίωσης.Προσωρινή μέτρα ρύθμισης της κατάστασης – να μην εξακολουθούν να με βλάπτουν οι πράξεις.

Γνήσια αρνητική πράξη -> Προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης (και όχι προσωρινή αναστολή εκτέλεσης).

Μη γνήσια αρνητική πράξη -> Εάν από αμέλεια της διοίκησης έχει εκμεταλλευτεί ο πολίτης και έχει δημιουργηθεί μια κατάσταση και έρχεται η διοίκηση και ακυρώνει αυτήν την κατάσταση.Νομολογία: σε αυτές τις περιπτώσεις μέχρι και το 1996 επιτρέπονταν αναστολή εκτέλεσης.

99

Page 100: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΙ

Η προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης δεν έχει όρια και εξαρτάται από φαντασία, αντίληψη και θέληση του δικαστηρίου.

Προσωρινή επιδίκαση απαίτησης:Μπορεί επί ασκήσεως αγωγής να ζητηθεί προσωρινά από τον διοικούμενο η προσωρινή επιδίκαση ορισμένου ποσού στην καταψηφιστική αγωγή υπό κάποιες προϋποθέσεις.

Σύστημα πιθανολόγησης:Στα προσωρινά μέτρα ισχύει η πιθανολόγηση τόσο ως μέτρο αποδείξεως όσο και ως αποδεικτικό σύστημα. Ο δικαστής εκτιμά ελεύθερα από τα αποδεικτικά μέσα και δεν δεσμεύεται από αυτές.Ως κριτήριο απόδειξης αρκεί να σχηματιστεί μια πιθανολογική κρίση από τον δικαστή κατά την διαμόρφωση της δικανικής πεποίθησης. #Διαφορά ουσίας κύριο ένδικο βοήθημα : όχι πιθανότητα αλλά σιγουριά για τα αποδεικτικά μέσα και αποδείξεις για την λήψη της απόφασης από δικαστή.

Προϋποθέσεις προσωρινών μέτρων:1. Εάν πιθανολογείται ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη

βλάβη. (θετική)2. Αν είναι προδήλως βάσιμη το κύριο ένδικο βοήθημα. (θετική)3. Εάν η πράξη έχει εκτελεστεί τότε δεν χορηγείται αναστολή

εκτέλεσης ή κάποιο άλλο προσωρινό μέτρο. (Αρνητική) 4. Δεν χορηγείται αναστολή εκτέλεσης αν από την στάθμιση

που γίνεται από τον δικαστή προκύπτει ότι η βλάβη του δημοσίου συμφέροντος θα είναι μεγαλύτερη από την ωφέλεια που θα έχει ο διοικούμενος που αιτεί το προσωρινό μέτρο. (Αρνητική)

100