75
Τα Κόκκινα Κεράσια Συλλογή διηγημάτων και ποιημάτων Πολύγωνος Αθήνα 2013 Εκδόσεις Μηδέν και Ένα

Τα κόκκινα κεράσια

  • Upload
    xen-mak

  • View
    230

  • Download
    8

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Συλλογή διηγημάτων και ποιημάτων

Citation preview

Page 1: Τα κόκκινα κεράσια

Τα Κόκκινα Κεράσια

Συλλογή διηγημάτων και ποιημάτων

Πολύγωνος

Αθήνα 2013

Εκδόσεις Μηδέν και Ένα

Page 2: Τα κόκκινα κεράσια

Τίτλος: Τα κόκκινα κεράσια

Συγγραφέας: Πολύγωνος

Έτος έκδοσης: 2013

Τόπος: Αθήνα

Εκδόσεις: Μηδέν και Ένα

Επικοινωνία: http://kokkinakerasia.blogspot.gr/

Mail: [email protected]

Page 3: Τα κόκκινα κεράσια

Ο καιρός των κερασιών Les temps de cherishes(Aπόσπασμα)

Στην θαρραλέα πολίτη Λουΐζα ,νοσοκόμα στο οδόφραγμα

Της παρισινής Κομμούνας στην οδό Fountaine –Au-Roi

Την Κυριακή 28 Μαρτίου 1871

…..Μέσα σε αυτήν την δεντροστοιχία του ονείρου θα βαδίσουμε μόνοι

Και θα ευχόμαστε ατέλειωτη να ναι

Αφού μόνο χάρη σε μας ωρίμασαν σήμερα τα κεράσια

Και το αηδόνι ξέρει το τραγούδι του να τραγουδάει πια

Αγαπώ τον καιρό που της κερασιάς το άνθος την καρδία τρυπά

Αυτός ο πόνος είναι κακός όπως η ωρίμανση του Μάη

Εγώ πάντα ξέρω πως την καρδιά μου θα πληγώσεις

Και όμως την αγάπη μου σου δίνω ,είναι δική σου!

Πάλι τα κεράσια ωρίμασαν και στέκομαι μόνη μου εδώ

Και το αηδόνι το τραγούδι του δεν θα τελειώσει…..

Jean Baptist Clément (1836 - 1903),ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΤΗΝ

ΛΟΥΙΖΑ

Αφιερωμένο στον Φώντα έναν φίλο και συνάδελφο που με έκανε συγγραφέα

Αφιερωμένο στους γονείς μου που με έκαναν Άνθρωπο

Αφιερωμένο στον Παππού μου που με έμαθε να αγαπώ τα βιβλία

Αφιερωμένο στο Κίνημα που με έκανε να δω τον κόσμο έτσι όπως είναι

Αφιερωμένο σε Σένα...ξέρεις ποια είσαι

Αφιερωμένο στους Αγγέλους της ζωής μου Μαύρους ,Λευκούς και

Πολύχρωμους…

Page 4: Τα κόκκινα κεράσια

Μικρός Πρόλογος στα Κόκκινα Κεράσια

Κόκκινα κεράσια... σύμβολο ,αυτή τη στιγμή που βγαίνει προς τα έξω αυτή η

συλλογή, ένος κομμουνιστικού κόμματος της ευρώπης που παλεύει να δικαιώσει το

όνομα του. Κόκκινα κεράσια μια συλλογή για τον έρωτα που προσπαθεί και αυτός

να δικαιώσει το όνομα του σε αυτές τις εποχές που μόνο ενθαρρυντικές για τέτοιες

απόπειρες δεν είναι.

Τα περισσότερα έργα του Πολύγωνου που βρίσκονται σε αυτή τη συλλογή τα έχω

διαβάσει από καιρό. Κάποια κυκλοφόρησαν μαζί με το περιοδικό (που επίσης

παλεύει να δικαιολογήσει την ιδιότητα του) που βγάζουμε, το Μηδέν και ένα.

Βέβαια η συνεργασία μας ξεκινάει αρκετά νωρίτερα από αυτό το project όταν

ακόμα εγώ προσπαθούσα να βρω ένα δύο άτομα να διαβάσουν τα ποιήματα

μου(hint: ακόμα προσπαθώ). Θέλω να πιστέψω ότι ήταν μια γόνιμη συνεργασία

μέχρι στιγμής. Πέρα από τη φιλία, η λογοτεχνία σίγουρα κέρδισε δύο στρατιώτες.

Αν στο μέλλον αποδειχτούμε άξιοι για κάποιο μεγαλύτερο ‘’βαθμό’’ έχει καλώς.

Το παρόν πόνημα λοιπόν, τα Κόκκινα Κεράσια πραγματεύεται το δίδυμο (και όχι

δίπολο κόντρα στις κυρίαρχες αντιλήψεις) έρωτα και επανάστασης που μετά από

δεκαετίες ηττών και συμφορών κάνουν δειλά τα πρώτα τους βήματα σε μια Ελλάδα

που δεν τα καλοδέχεται. Μα και αυτά δεν έρχονται δώρα-φέροντα. Ο έρωτας και η

επανάσταση που συναντάμε στα Κόκκινα Κεράσια έχουν αφήσει πίσω τους τόσο το

ρομαντισμό και το λυρισμό όσο και το σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Έρχονται με όλο το

αγνό πάθος ενός ακραίου νατουραλισμού που δε χαιδεύει αφτιά τονίζοντας γλυκά

πως ‘’υπάρχουν και καλύτεροι κόσμοι’’ μα αντίθετα φωνάζει με όλη του τη δύναμη

‘’Κοίταξε που φτάσανε τα πράγματα! Κοίτα πόσο υποφέραμε! Κοίτα το γεγονός πώς

είσαι συνεπεύθυνος για αυτή την κατάσταση’’

Και έτσι λοιπόν διαβάζοντας τα κόκκινα κεράσια διαβάζεις για έναν έρωτα και μια

επανάσταση που έρχονται βέβαια προς εμάς μα όχι με πολυτελή ρούχα και επίσημα

εμβατήρια. Έρχονται εξαθλιώμενα και πληγιασμένα, με λιγοστούς συντρόφους στο

πλάι τους, με λίγες σταθερές ιδέες και πολλά ερωτηματικά. Έρχονται

ταλαντευόμενα,αντιφατικά. Έρχονται πάνω απ΄ όλα τίμια.

Κι αν ο έρωτας και η επανάσταση των Κόκκινων Κερασιών είχαν φωνή σίγουρα θα

διάλεγαν να πουν.

Είμαστε εμείς που δεν έχουμε τίποτα

και ερχόμαστε να πάρουμε τον κόσμο

Ξενοφώντας Μακρόπουλος

Page 5: Τα κόκκινα κεράσια
Page 6: Τα κόκκινα κεράσια

Εισαγωγή

Η λογοτεχνία όπως κάθε τέχνη είναι μια μορφή αυτοέκφρασης της ανθρώπινης

ψυχής και του νου. Είναι όμως και το νερό στο διψασμένο λαρύγγι της κοινωνίας ,ο

πολιτισμός είναι αναπόσπαστο κομμάτι μιας κοινωνίας.

Αυτή είναι η πρώτη μου συλλογή ,λέγεται κόκκινα κεράσια ,γιατί τέτοιο όνομα ;

Η έμπνευση ήρθε από έναν στίχο που έγραψα κάποτε πριν χρόνια και από τα

κεράσια που αναφέρει το ποίημα του μεγάλου στρατευμένου ποιητή Clement.

Είναι μια προσπάθεια για ερωτική στρατευμένη ποίηση και λογοτεχνία ,όπου ο

άνθρωπος αγωνίζεται για τον έρωτα χωρίς να πάψει ,θέλοντας και μη να είναι

μέλος της κοινωνίας. Ο έρωτας έχει πολλές μορφές, του σκοτεινού ,μαύρου

αγγέλου που σπέρνει πόνο και καταστροφή στις καρδιές των ανθρώπων και στην

ζωή τους και τους οδηγεί στην απόλυτη αναλγησία στο όνομα Του. Του απλού

ανθρώπινου, πεζού μα όμορφου έρωτα γεμάτου σκοτούρες μα και ζεστασιά και

τρυφερότητα. Του ανεκπλήρωτου πόθου της στέρησης που κάνει την ανθρώπινη

ζωή μια απέραντη έρημο .Μα δεν μιλώ μόνο για τον έρωτα. Η ζωή είναι ένας

αγώνας ,για τον έρωτα ,την αξιοπρέπεια ,την ζωή ,την δικαιοσύνη και η νίκη είναι η

διατήρηση της ανθρωπιάς μέσα στο περιβάλλον μιας γενικής σκληρότητας. Μερικά

διηγήματα εδώ είναι ίσως σκληρά αλλά η σκληρότητα δεν είναι αυτοσκοπός, για να

μπορείς να υμνήσεις την ομορφιά πρέπει πρώτα να καταγγείλεις την βρομιά και να

βγάλεις τις επίχρυσες μάσκες αυτού του κόσμου, ώστε αυτός να δει την αθλιότητα

του ,να ντραπεί και να αλλάξει…

Page 7: Τα κόκκινα κεράσια

Τα μαύρα φτερά του Έρωτα

Ένας άγγελος με πύρινα μάτια και μύρια φτερά,

φονιάς και δυνάστης ,ο έρωτας

Βία και αδιέξοδο-No exit

Ξύπνησα στο νοσοκομείο,έχουν περάσει μέρες .Μαθαίνω τα νέα, αυτή είναι νεκρή. Εκείνο

το βράδυ βγήκαμε έξω για πoτό.Γυρίζοντας εμφανίστηκαν αυτοί.Θα μπορούσαν να είναι

Έλληνες ,Αλβανοί ,Άγγλοι αλλά έτυχε να είναι Πακιστανοί.Ήταν περίπου δέκα άτομα. Με

χτύπησαν και αυτήν.Εγώ έζησα ,πριν πέσω αναίσθητος από τα χτυπήματα είδα να την

βιάζουν. Το πρωί ήταν νεκρή.

Τότε τέλειωσαν όλα για μένα. Δεν ήμουν πια ο νεαρός πρώην φοιτητής φυσικής που

προσπάθησε να είναι ευτυχισμένος και δούλευε σε ένα σουπερμάρκετ. Την αγαπούσα

πολύ, όσο μπορεί ένας άντρας να αγαπήσει μια γυναίκα. Σχεδίαζα ένα μέλλον για μας. Και

μια νύχτα το μέλλον έγινε κομμάτια που δεν θα κολλήσουν ποτέ. Πολλές φορές σκέφτομαι

πως αν δεν παίρναμε εκείνο τον δρόμο δεν θα γινόταν ο,τι έγινε, πως θα ήταν ακόμα εδώ

μαζί μου. Αλλά στην ζωή δεν υπάρχουν αν ,μόνο γεγονότα.

Κάθε βράδυ, κάθε στιγμή έχω στο μυαλό μου αυτήν την νύχτα, τα σκοτεινά πρόσωπα, τον

πόνο, το αίμα ,τις κλοτσιές, τις γροθιές , τις βρισιές σε μια άγνωστη γλώσσα και ένα

σαδιστικό γέλιο ενός από αυτούς και κυρίως τις κραυγές της ,τα παρακάλια της για οίκτο..

Δεν ξέρω, δεν ήθελα να μάθω, πόσες φορές την βίασαν ,ούτε αν ζούσε όταν τελείωσαν

,αλλά θυμάμαι τον πόνο της που γέμιζε τον αέρα και έγινε δικός μου πόνος που αυξάνει

μέρα με την μέρα….

Απ ότι έμαθα δυο μέρες πριν οι φασίστες είχαν μαχαιρώσει μερικούς πακιστανούς και αυτά

ήταν ίσως τα αντίποινα ,ίσως απλά πέσαμε σε μια ομάδα από τα καθάρματα που γεννάει

κάθε φυλή λεύκη ,μαύρη. Κίτρινη. Μετά την επίθεση που δεχτήκαμε η Χρυσή Αυγή

σφάγιασε την οικογένεια ενός Πακιστανού εργάτη ,μεταξύ τους και μικρά παιδιά. Αθώους

που δεν είχαν καμιά σχέση. Πάντα υποφέρουν οι αθώοι σε μια πόλη που γλιστρά μέσα σε

έναν ολοκληρωτικό φυλετικό πόλεμο.Κάποτε οι Πακιστανοί ,οι μαύροι και οι υπόλοιποι θα

πάψουν να φοβούνται και τότε...

Δεν είναι δικός μου αγώνας αυτός.

Page 8: Τα κόκκινα κεράσια

Ξύπνησα στο νοσοκομείο ,ήμουν ζωντανός, αν και είχα τα χάλια μου .Αυτή ήταν νεκρή. Από

μένα και την ζωή που είχα δεν έμειναν πολλά. Μόνο πόνος και οργή. Κάποιοι φίλοι με

απέφυγαν μόνοι τους ,άλλοι προσπάθησαν να είναι δίπλα μου, αλλά δεν μπορούν να

καταλάβουν την Άβυσσο μέσα μου. Νιώθω ένα τεράστιο βάρος που όσο προχοράει ο

καιρός γίνεται πιο ασήκωτο, η ενοχή μου τρώει τα σωθικά .Δεν έκανα το παν για να την

προστατέψω ,ούτε πέθανα μαζί της. Έζησα. Δεν ήθελα αυτήν την ζωή .Αν υπάρχει θεός τότε

είναι σκληρός και ανάλγητος. Μου λείπει ,μου λείπει πολύ. Ιδίως τα βράδια όταν οι Ερινύες

γρατζουνάνε το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας και νομίζω πως κάπου ακούω την φωνή

της. Τότε ο πόνος γίνεται ακόμα πιο οξύς και η επιθυμία του θανάτου γεμίζει τα πάντα .Ο ΧΙ

δεν τολμώ να τελειώσω την ζωή μου μόνος μου. Αν υπάρχει έστω και και μικρή ελπίδα να

την δω σε εάν άλλο κόσμο θα την έχανα. Θα μείνω εδώ να αντιμετωπίσω ότι μου έδωσε η

ζωή.

Αλλά κάτι πρέπει να κάνω ,πέθανε άδικα και η αδικία ποτισμένη από την φρίκη του χαμού

της γέννησε μια ακόρεστη και σκοτεινή πείνα στην καρδιά μου. Ακούω τον Χάρο να ακονίζει

και πάλι το δρεπάνι του. Αλλά δεν προορίζεται για μένα, το ξέρω. Ο Χάρος είναι ο μόνος

μου σύντροφος εδώ και καιρό. Η παρέα του με κρατά όρθιο μέσα στην απέραντη μοναξιά

που νιώθω. Από τότε που ξύπνησα στο νοσοκομείο συνηδειτοποίησα. Πως υπάρχει μια

χαράδρα ,μεταξύ εμένα και όσων θεωρούσα ανθρώπους μου .Δεν μπορώ να την ξεπεράσω

.Δεν υπάρχουν γέφυρες .Όταν βγήκα από το νοσοκομείο οι περισσότερες πληγές του

σώματος θεραπευτήκαν .Η ψυχή μου όμως είναι μια αρρωστημένη πληγή γεμάτη πύον. Δεν

μπορεί να θεραπευτεί. Είναι νεκρή πνιγμένη μέσα στο αίμα και το σπέρμα αλλά ανίκανη

να πέψη να ανασαίνει ,το καταραμένο ένστικτο αυτοσυντήρησης είναι πιο δυνατό από

κάθε μοιρολατρία του εύκολου θανάτου. Η μοιρολατρία ποτέ δεν ήταν μονόδρομος ,ήταν

επιλογή μιας ανθρώπινης φύσης πνιγμένης μέσα σε υπερφυσικές αντιλήψεις η

βασανισμένη στα όρια, που δεν άντεξαν .Εγώ αντέχω. Και έτσι συνεχίζω έναν δρόμο χωρίς

προορισμό, όπως ο ήρωας ενός διηγήματος που κάποτε διάβασα.

Η ζωή όμως ως ουσία είχε φτάσει στα όρια της, η φόρμα δεν είχε σημασία .Δεν ζούσα

,απλά υπήρχα σε μια απέραντη νύχτα που γινόταν όλο και πιο σκοτεινή. Αρχικά δεν

μπόρεσα να αντέξω και βυθίστηκα στην άβυσσο της αυταπάτης ,ναρκωτικά ,αλκοόλ,

πόρνες. Όσοι φίλοι είχαν μείνει δίπλα μου απομακρύνθηκαν από μένα ,μην αντέχοντας την

παρακμή μου. Μόνο Αυτός Έμεινε ,ο Δαμιανός. Σαν μαύρος Άγγελος με έκρυψε με τα

φτερά του και με θεράπευε από την παρακμή. Μου έδειξε πως υπάρχει νόημα σε όλο αυτό

το χάος και την τυφλή οργή. .Σήμερα είναι νεκρός ,αυτοκτόνησε για λόγους που δεν έμαθα

ποτέ. Ένα πράγμα θυμάμαι από ον Δαμιανό ,<,<Οταν δεν μπορείς να αντέξεις τον κόσμο

,πάρε εκδίκηση από αυτόν. >>Πέρασα από διάφορες θεραπείες και σήμερα το σώμα μου

είναι αγνό, μόνο αγνός στο σώμα και με καθαρό μυαλό ,που δεν έχει δικαίωμα να

λησμονήσει μπορούσα να κάνω αυτό για το οποίο δεν ήμουν άξιος τότε που έπρεπε.

Ήταν αθώα ,δεν πείραξε ποτέ κανέναν. Και όμως αυτά τα κτήνη με δέρμα σκοτεινό όπως οι

καρδιές τους την ξέσκισαν όπως τα σκυλιά ένα κομμάτι κρέας .Αρχικά ένιωθα ενοχή ,αλλά

δεν μπορούσα να δω ποια σαν άνθρωπο τον χαμογελαστό υαλοκαθαριστή που δουλεύει

σαν σύγχρονος δούλος για να θρύψει την οικογένεια του στο Μπαγκλαντές. Το μυαλό μου

ξέρει πως δεν φταίνε όλοι που ανήκουν σε μια ομάδα επειδή κάποιοι από αυτούς είναι

απάνθρωπα καθίκια ,και ο όμως η καρδιά δεν ακούει την λογική ,μόνο τον πόνο και την

Page 9: Τα κόκκινα κεράσια

οργή. Όπως λέει και το σύνθημα το αίμα κυλά εκδίκηση ζητάει ,και η εκδίκηση είναι τυφλή

.Η καρδιά μου είναι σκοτεινή ,μέσα της υπάρχει μόνο πόνος ,οργή και αθάνατος έρωτας

ενός σύγχρονου Ορφέα για την Ευρυδίκη του. .Και πείνα …. Αυτή ήταν αθώα και κανείς δεν

έδειξε οίκτο .!!!Γιατί δεν επιτέθηκαν στους φασίστες;;;!!!Αλλα έτσι λειτουργεί η βία στο

Κέντρο. Οι φασίστες και οι συμμορίες των μεταναστών δεν συμπλέκονται ,πολλές φορές

μοιράζονται τα κέρδη και παίζουν ένα θέατρο του θανάτου με θύματα αθώους μετανάστες

και Έλληνες. Δεν ήμουν ποτέ πιο ρατσιστής από έναν οποιοδήποτε αριστερό .Ξέρω πως η

φτώχεια και ο πόλεμος τους οδήγησαν εδώ και εδώ γίνονται θύματα φτώχειας και βίας. Η

μιξοαριστερά που κάποτε στήριζα θα μου έλεγε πως δεν είναι ένοχος κανένας από αυτούς

αφού είναι φτωχοί και μην ξεχνάμε είναι μετανάστες. Μόνο ο Έλληνας είναι εγκληματίας.

Το παιδί που σκότωσε τον Αλβανό που απείλησε την μητέρα στην Παιανία και μάλιστα είπε

πως η βία δεν είναι λύση ήταν για την ροζ αριστερά που ψήφιζα ρατσιστής και φασίστας.

Από την άλλη για τους Φασίστες μόνο ο μετανάστης είναι εγκληματίας ,ο Χρυσαυγίτης που

ασελγούσε σε παιδάκια δεν είναι. Τίποτα από αυτά τα παραμύθια δεν ισχύει .Αλλά ελάτε

στην θέση μου. Πως θα νιώθατε αν μια ορδή από πακιστανούς σας κατέστρεφε την ζωή και

σκότωνε τα όνειρα σας ;;; Ο αντιρατσισμός καταρρέει σαν σπίτι από τραπουλόχαρτα και

μένει ένα οργισμένο κατηγορώ ενάντια στον Ξένο ως σύμβολο του πόνου .Δεν μισώ επειδή

είναι αυτοί που είναι. Μισώ επειδή κάποιοι πήραν ό,τι αγαπούσα και εγώ δεν μπορώ να

βρω αυτούς που το έκαναν. Και όμως ο πόνος με προστάζει να δράσω.

Κάποιος θα μπορούσε να μου πει πως φταίω εγώ που πέρναγα από έναν σκοτεινό δρόμο

.Όχι δεν φταίω ,είναι δικαίωμα μου να περπατώ όπου θέλω ,δεν είναι δικαίωμα κανενός να

βιάζει την ζωή μου.

Πλέον δεν με κινεί το μυαλό αλλά μόνο η οργή και ο ο ανίκητος έρωτας ..Θέλω μόνο ένα

πράγμα, να πληρώσουν ένας ένας ,αυτοί ή οι αγαπημένοι τους. Δεν με ενδιαφέρει αν

σκοτώσω αθώους. Θα συνεχίσω μέχρι να χαθώ η να νιώσω μέσω κάποιου σημαδιού πως

Αυτή μπορεί να αναπαυτεί και μετά να φύγω ξέροντας πως αυτή ίσως με περιμένει ΚΑΠΟΥ

ΑΛΛΟΥ ,τότε η αποχώρηση μου δεν θα είναι αυτοκτονία αλλά λύτρωση .Νιώθω σαν τον

ήρωα σε ένα διήγημα κάποιου Πολύγωνου όπου ένας ιεροεξεταστής έκαιγε μάγισσες

ξέροντας πως καταστρέφει ζωές ,μόνο και μόνο για να συναντήσει Αυτή που αγαπούσε

κάπου εκεί, στον Χριστιανικό παράδεισο. Μακάρι να είχα την πίστη του ,προσπαθώ όμως

να πιστέψω…

Γυμνάζομαι κάθε μέρα ,πρέπει να είμαι δυνατός, το σώμα μου είναι το εργαλείο της οργής

μου.

Ακούω τον χάρο να ακονίζει το δρεπάνι του ξανά. Μου ψιθυρίζει στο αυτί <

<Ήρθε η ώρα >>.Στο διαμέρισμα ηχεί το <<Στην Σαμαρκάνδη >>το τραγούδι ενός άγνωστου

ροκ συγκροτήματος που χάθηκε στα βάθη του χρόνου ….Μιλάει για τον Θάνατο που είναι

το πεπρωμένο ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. Είναι, και δικό μου ,αλλά με άλλο τρόπο.

Τον βλέπω απέναντι μου με την μαύρη του κάπα και το δρεπάνι στο χέρι. Απλώνω το χέρι

και το παίρνω, απόψε είμαι ο Άγγελος του θανάτου .Για σένα χαμένε Έρωτα μου .Μου

δίνεις φτερά, μαύρα φτερά μιας σκοτεινής καρδιάς γεννημένης κάτω από έναν μαύρο

αιματηρό ήλιο.

Page 10: Τα κόκκινα κεράσια

Βγαίνω έξω και ψάχνω στις βρομερές γειτονιές της πόλης, δεν είναι δύσκολο να βρεις έναν

.Βλέπω έναν παιδί. Δεν ασχολούμαι ,δεν θα πείραζα ποτέ παιδί ή γυναίκα. Πάω προς την

πιάτσα. Με κοιτάζει και τον κοιτάζω. Φοράει ένα δερμάτινο φτηνό μπουφάν και είναι γύρω

στα είκοσι.

-Πόσα για μια πίπα τον ρωτώ?

-20.000 δρακμές φίλε μου ,απαντάει και χαμογελάει ηλίθια. Πάμε σε ένα στενό .Το μαχαίρι

είναι γρήγορο ,σκίζει την σάρκα και αφήνει το κόκκινο ρυάκι να τρέξει .Δεν μπαίνω στον

κόπο να εξαφανίσω το πτώμα, η ζωή του μετανάστη δεν έχει αξία ούτε για την αστυνομία,

ούτε για τον μέσο τρομαγμένο ανθρωπάκο ,όσο για την Αριστερά δεν βλέπει τον μετανάστη

ως τίποτα άλλο πέρα από ένα αντικείμενο μιας λαγνείας που κρύβει πως εδώ και πολύ

καιρό η αυτοαποκαλούμενη ΑΡΙΣΤΕΡΑ ξεπούλησε τα πάντα για την εξουσία, εκτός από τους

κομμουνιστές που στο πρόσωπο του βλέπουν άλλον έναν εργάτη. Για μένα δεν είναι τίποτα

μόνο μνημεία του πόνου μου. Μνημεία που πρέπει να γκρεμίσω .

Άλλος ένας νεκρός, πάω σπίτι μου ,ξέρω πως δεν θα με ψάξει κανείς ,η αστυνομία όπως

είπα δεν ασχολείται με τους μετανάστες ,έχει άλλες δουλειές, όπως το να καταστείλει

απεργίες.

Νιώθω όπως ο ιεροεξεταστής του διηγήματος .Δεν είμαι ποια ο Άγγελος του θανάτου, αλλά

ένας φονιάς, θέλω να κλάψω. Στα αυτιά μου ακούω την φωνή της να μου λέει< <,σε

αγαπώ>. .Για μερικά δευτερόλεπτα νιώθω ευτυχία και μετά αυτή φεύγει μακριά .Πρέπει να

συνεχίσω, δεν υπάρχει άλλη διέξοδος .Έχω την επίγνωση ότι καταστρέφω ανθρώπους αλλά

δεν μπορώ να σταματήσω. Υπάρχει ένα τραγούδι που λέγεται IN THE NAME OF LOVE.Έτσι

νιώθω όσες φορές σκοτώνω έναν απ Αυτούς, ένοχους και αθώους ,Πακιστανούς ,Ινδούς,

Μπαγκλαδεσιανούς. Με κάθε φόνο νιώθω πιο κοντά στην λύτρωση. Και όταν έρθει η

λύτρωση μέσω του ξίφους και της καρδιάς θα σταθώ δίπλα της και θα της πω δυο λέξεις.

Σε Αγαπώ…

Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος…

Page 11: Τα κόκκινα κεράσια

Ο ερωτας

Μπήκαμε σε σειρές όπως καθε πρωϊ. Όλοι ίδιοι με τις απαίσιες κακόγουστες στολές των

κρατουμένων του στρατοπέδου. Συνοθροιομένοι, ποταποί, βρώμικοι και άσχημοι άντρες

που έχουν χάσει την ψυχή τους, την αξιοπρέπεια τους και προορισμένοι να χάσουν και την

ζωή τους οταν αυτοί που κυβερνούν τα σώματα μας το αποφασίσουν. Ένα πράγμα μας

ξεχωρίζει, τα σήμαρα. Οι περισσότεροι εδώ φοράνε κόκκινα, είναι οι πολιτικοί

κρατούμενοι, άλλοι φοράνε πράσινα, οι εγκληματίες, τους μισώ. Έχω υποστεί πολλά απο

αυτούς. Με χτύπησαν, με ταπείνωσαν και με έκλεψαν πολλές φορές. Που και πού υπάρχει

και κανένας Εβραίος με το κίτρινο αστέρι, δεν θα αντέξει για πολύ. Και μετά είμαι εγώ, ο

άνθρωπος με το ρόζ τρίγονο. Μια πουστάρα, μια αδελφή, μια ψολοαρπάχτρα όπως με λένε

εδώ.

Οι σειρές επιθεωρούνται από τον αρχικρατούμενο του μπλοκ. Έναν απαίσιο και

αδίστακτο τύπο, πρώην άνδρα των SA που διέπραξε φόνο. Τον φοβόμαστε πολύ. Βρίσκει

τυχαία διάφορους και τους τυραννεί χτυπόντας τους με το ρόπαλο του και με άλλους

τρόπους πολλές φορές μέχρο θανάτου.

Μπροστά μας είναι οι φρουροί των SS. Άντρες με μαύρες στολές και την

νεκροκεφαλή στο πηλίκειο. Κτηνώδεις και απάνθρωποι. Έχουν την απόλυτη εξουσία πάνω

μας και το ξέρουν καλά.

Θυμάμαι που με πρίν αρκετό καιρό. Ο χρόνος έχει χάσει την αξία του. Δεν υπήρχε

λόγος. Δεν παρανόμησα ποτέ., δεν ασχολήθηκα με την πολιτική,δενμε αφορα τι κάνουν οι

κομμουνιστές η οι σοσιαλδημοκράτες, ούτε είμαι Εβραίος. Απλά αγαπώ τους άντρες.

Θυμάμαι όταν πήγαινε στο κολυμβητήριο και έβλεπα τα όμορφα και καλογυμνασμένα

σώματα να αγωνίζονται μέσα στο νερό. Ένιωθα ευτυχισμένος και μέτα συναντιόμουν με τον

Άλμπερτ και κάναμε έρωτα. Κάποιος όμως δεν μπορούσε να αντέξει κάτι τέτοιο. Δεν

καταλαβαίνω την ανθρώπινη κακία. Δεν έκανα τίποτα κακό σε κανέναν. Ή μήπως η αγάπη

είναι έγκλημα;

Όταν φτάσαμε στο στρατόπεδο ήμασταν 12 ομοφυλόφιλοι .Φανταζόμουν πως θα

ταν δύσκολα και σκληρά ,αλλά δεν περίμενα αυτήν την κόλαση .Το να σαι ομοφυλόφιλος

σε στρατόπεδο συγκέντρωσης συνεπάγεται με θάνατο .Όλοι σε βάζουν ως στόχο .Οι

φύλακες ,οι συγκρατούμενοι ,ιδίως οι πράσινοι ,γενικά όλοι.

Ένας ένας οι άλλοι πέθαναν από τις κακουχίες ,δολοφονηθήκαν ή αυτοκτόνησαν .Και

κανένα μάτι ,καμία καρδιά δεν δάκρυσε για αυτούς σε αυτήν την νεκρή γη .Είχα χάσει τα

πάντα, η ζωή μου δεν είχε κανένα νόημα ,η καρδιά μου ήταν ένα άδειο δοχείο από γυαλί.

Γιατί μας μισούν τόσο πολύ ?Δεν είμαστε διαφορετικοί από τους άλλους ανθρώπους .Ιδίως

εδώ στο στρατόπεδο πολλοί κρατούμενοι συνευρίσκονται ερωτικά ,πολλοί

εκμεταλλεύονται μικρά αγόρια .Αλλά οι μόνοι που πληρώνουν το πάθος της καρδίας τους

,του κορμιού τους και της ψυχής τους είμαστε εμείς ,οι άντρες με το ροζ τρίγωνο .Μόνο οι

Page 12: Τα κόκκινα κεράσια

περισσότεροι κόκκινοι, αυτοί οι ενοχλητικοί κομμουνιστές δεν έχουν απλώσει ποτέ χέρι

πάνω μου αλλά με αποφεύγουν .Μια φορά ρώτησα έναν ,και αυτό που πήρα ως απάντηση

ήταν περιφρόνηση <<Που ήσουν όταν οι Ναζί δολοφονούσαν εργάτες ,όταν η αστυνομία

έδερνε τους διαδηλωτές;;;>>

Θα πέθαινα ,και ο θάνατος θα με έπαιρνε στην αγκαλιά του ως λυτρωτής ,αλλά

τότε τον είδα ,δυο μήνες πριν. Είναι καινούριος φύλακας στο στρατόπεδο .Το ονομά του

είναι Γιόχαν .Τον πρωτοείδα σε μια από τις επιθεωρήσεις και τον ερωτεύτηκα αμέσως

.Είναι ψηλός ,με ξανθά μαλιά και γαλάζια μάτια .Οι μύες του υπέροχου σώματος του

φαίνονται κάτω από την κατάμαυρη στολή του. Είναι ένας Άγγελος, ο Άγγελος Μου,ο

Άγγελος του θανάτου….

Είναι άψογος, δυνατός, όμορφος και ορμητικός ,πολύ ορμητικός .Σε κάθε

επιθεώρηση συνηθίζει να γρονθοκοπεί κάποιον κρατούμενο ,είναι τόσο δυνατός !!!Απο

τότε που τον είδα έχω μόνο μια επιθυμία να τον αγγίξω έστω και μια φορά .Ξέρω τι με

περιμένει αλλά αδιαφορώ .Από τότε που τον είδα η καρδιά μου γέμισε πάλι αγάπη και

έρωτα .Αποφάσισα να ζήσω για αυτόν και μόνο .Κάποιες φορές ονειρεύομαι πως έρχεται

στο κρεβάτι μου ,ξαφνικά δεν υπάρχει κανένας άλλος ,με φιλάει με πάθος και κάνουμε

έρωτα .Γίνομαι δικός του και λιώνω κάτω από το δυνατό κορμί του σαν κερί κάτω από μια

δυνατή φλόγα πυρκαγιάς. Άλλες φορές φαντάζομαι πως όλο αυτό θα τελειώσει κάποτε και

θα συναντηθούμε έξω για να του πω όλα αυτό που νιώθω και τότε θα ζήσουμε μαζί για

πάντα σε ένα μικρό σπίτι μέχρι να γεράσουμε πολύ και να πεθάνουμε αγκαλιασμένοι.

Δεν με ενδιαφέρουν πλέον οι ταπεινώσεις, η βία και οι εξευτελισμοί. Η ζωή μου

είναι απλά ένας όμορφος περίπατος μέσα σε έναν κήπο με τριαντάφυλλα ,χάρη σε αυτόν

.Ξέρω πως ο Έρωτας πονάει και θα υποστώ τον πόνο μόνο για να του πω ότι τον αγαπώ.

Για μένα είναι το παν ,ο λόγος που ζω, ο Έρωτας προσωποποιημένος .Το μόνο που φοβάμαι

είναι πως θα τον χάσω .Είναι νέος και δυνατός και μπορούν να τον στείλουν στο μέτωπο

,εκεί στην Ανατολή.

Κάθε πρωί τον βλέπω ανάμεσα στους υπόλοιπους φρουρούς. Αυτοί δεν είναι

άνθρωποι αλλά δαίμονες που καταβροχθίζουν με βουλιμία τις σάρκες και τις ψυχές μας .Τα

προσωπά τους δεν είναι ανθρώπινα. Σκοτώνουν για να σκοτώσουν η για διασκέδαση. Ο

Άγγελος μου όμως είναι διαφορετικός. .Όταν εμφανίζεται με την μαύρη σαν την πλανεύτρα

νύχτα στολή του και όταν γρονθοκοπεί ,κλοτσά ,μαστιγώνει και σκοτώνει δεν το κάνει από

κάποιο μίσος αλλά για να δώσει στον κόσμο μας λίγη από την ομορφιά του και από την

δυναμή του. Η καρδιά μου αναπηδά από χαρά όταν ρίχνει κάτω έναν από τους βρομερούς

,κοκαλιάρηδες κρατούμενους ,αυτά τα σκιάχτρα χωρίς ζωή και τον κτυπάει μέχρι να του

βγάλει την ψυχή. Είναι η ορμή της ζωής που καταστρέφει οτιδήποτε έχει χαθεί μέσα στην

σήψη του θανάτου και της ασχήμιας και δεν μπορεί να βιώσει την ομορφιά του κορμιού

όπως και την πανέμορφη κτηνωδία που μόνο η ομορφιά αυτή γεννά απέναντι σε ό,τι ρίχνει

σκιές πάνω της .Είναι ένας ήρωας που αντιμάχεται το κτήνος της ασχήμιας, ένας Ζίκφριδ

της ομορφιάς και του ονείρου.

Και σήμερα ξημέρωσε η τελευταία και η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου, εμένα μιας

ανάξιας αδελφής .Θα δείξω τον ερωτά μου. Ξαφνικά αρχίζω να τρέχω και αγνοώ τις φωνές,

Page 13: Τα κόκκινα κεράσια

τις βρισιές ,τον κόσμο όλο. Τον πιάνω και των φιλώ με όσο πάθος είχα ποτέ .Προσπαθώ να

του πω τον αγαπώ αλλά δεν προλαβαίνω.

Η ατσάλινη γροθιά του με κτυπάει στο πρόσωπο και το αίμα μου κλείνει το στόμα

.Ακλουθούν χτυπήματα με γροθιές, κλοτσιές με τις βαριές του αρβύλες και βρισιές που στα

αυτιά μου ηχούν σαν ύμνοι αγγέλων .Νιώθω το σώμα μου να παραδίδεται αργά στο

θάνατο .Βλέπω το υπέροχο πρόσωπο του γεμάτο οργή και θέλω να του χαμογελάσω

.Επιτέλους νιώθω το σώμα του πάνω στο δικό μου .Ενώ το σώμα μου διαλύεται και η θνητή

και φθαρτή ασχήμια του μαζί του ,Εγώ παραδίδομαι στον πόνο του έρωτα και στην αιώνια,

αθάνατη ομορφιά του. Το ξέρω δεν με μισεί αλλά το πάθος του για ζωή είναι πολύ δυνατό

για να με αφήσει να ζήσω .Είμαι μια πεταλούδα που θαμπωμένη από την ομορφιά τις

φλόγας βιώνει τον θάνατο μέσα στις φλόγες ,τόσο οδυνηρό αλλά και τόσο λαμπρό .Νιώθω

την αγκαλιά του θανάτου .Είμαι ευτυχισμένος.

Μπούχεμβαλντ 1942

Στον πόνο του έρωτα και στην ματαιοδοξία όσων υποτάσσονται στην βαρβαρότητα της

εξουσίας και κοιτούν τους τυράννους με λατρεία... Αθήνα 2012

Page 14: Τα κόκκινα κεράσια

Καρδιά από πέτρα

Το έτος 289 μετά τον πόλεμο του κατακλυσμού, που οδήγησε τον βιομηχανικό πολιτισμό

στο χάος, οι δυνάμεις του πολέμαρχου Πέλοπα του δεύτερου ,έχοντας ενώσει με το ξίφος

και την φωτιά όλη σχεδόν την Πελοπόννησο επιτίθενται στην Κόρινθο ,την τελευταία

ελεύθερη πόλη κράτος της περιοχής.

Τιμόθεος ο Αργείος ,Ιστορία των ηγεμόνων ,τόμος σελίδα 78.

Πέλοπας

Η μάχη τελείωσε, οι Κορίνθιοι πολέμησαν όπως μπορούσαν αλλά δεν είχαν άλλη μοίρα

πέρα από την σφαγή. Ο στρατός τους ήταν μια συμμορία από μισθοφόρους και απόλεμους

πολιτοφύλακες. Δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τι ιππικό μου σιδηρόφρακτο και

φτιαγμένο μέσα στην φωτιά της μάχης ,το βαρύ μου πεζικό σκληρό σαν γρανίτη και

βαπτισμένο στο αίμα, τους πορθητές της Σπάρτης ,της Καλαμάτας ,του Πύργου. Τα

ΕΠΙΛΕΚΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΜΟΥ .Ούτε καν τους άθλιους χωρικούς που μάζεψα για την εκστρατεία.

Η πολη τους ήταν έκφυλη όπως αυτή η Πόρνη η Αθήνα που θα έρθει η σειρά της σύντομα.

Έμποροι ,άμαθοι στον ορυμαγδό της μάχης , παχύς και εκθυλισμένοι από τις ηδονές των

νεαρών αγοριών .Πλησιάζουμε προς την πολη ,μπροστά μας σπρώχνουμε τους

αιχμαλώτους ,χιλιάδες εξαθλιωμένα σώματα. Πολλοί είναι γεμάτοι πληγές και σωριάζονται

κάτω από τα χτυπήματα του μαστιγίου .Δεν με ενδιαφέρει η πόλη θα έχει αρκετούς

κατοίκους να υποδουλώσω .Φτάνουμε στα τείχη ,οι πύλες ανοίγουν. Με υποδέχονται οι

πρόκριτοι της πόλης και μου παραδίδουν τα σύμβολα της ,τα ποδοπατώ και βάζω να τους

σταυρώσουν ,έτσι απλά ,το βράδυ η πόλη καίγεται ,οι στρατιώτες μου σφάζουν, βιάζουν

,λεηλατούν και υποδουλώνουν ,θα τους αφήσω το αξίζουν.

Μαθαίνω πως ο αρχηγός της φρουράς κατέφυγε στην Ακροκόρινθο μαζί με τον πρόεδρο

του συμβουλίου των δέκα και αρνείται να παραδοθεί. Ώστε τελικά θα πολεμήσουμε

σοβαρά…..

Η Ακροκόρινθος έγινε το καταφύγιο λίγων γενναίων με επικεφαλή των Βαλδουίνο

,καθολικό από την Τήνο που είχε γίνει αρχηγός της φρουράς .ΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΗΤΑΝ

ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΣΕ ΣΥΝΤΡΙΠΤΙΚΟ ΒΑΘΜΟ ,οι υπερασπιστές αρνήθηκαν τις προτάσεις του Πέλοπα

για παράδοση. Ίσως ήξεραν πως ο Πέλοπας δεν δείχνει οίκτο, ίσως περίμεναν πως αν

αντισταθούν θα τους χαριστεί η ζωή τους. Ίσως απλά εμπνεύστηκαν από την πίστη του

Χριστού ώστε να αντιτάξουν την υστάτη άμυνα στον Βάρβαρο που λάτρευε αιμοβόρα

είδωλα ,εκεί στο Ναύπλιο .Ίσως εμπνευστήκαν από την αποφασιστικότητα του αρχηγού

τους να μείνει πιστός στον όρκο του .Κανείς δεν ξέρει ακριβώς. Στο κάστρο μεταξύ άλλων

βρέθηκαν ο αρχιεπίσκοπος Μωριά ο Αναστάσιος και ο πρόεδρος του συμβουλίου των δέκα

μαζί με άλλους προνομιούχους, επίσης εκεί βρήκαν καταφύγιο πολλοί χωρικοί και οι

οικογένειες των υπερασπιστών.

Τιμόθεος οπ σ 87

Και έτσι 3000 πολέμησαν 200000 σε έναν αγώνα μέχρι θανάτου.

Page 15: Τα κόκκινα κεράσια

Τιμόθεος οπ σ 88.

Η μάχη της Ακροκορίνθου

Αρχίνος

Ξημερώνει ,ακούω στα αυτιά μου την κόρνα και τον ήχο του συναγερμού .Σήμερα θα τρέξει

αίμα ,ο συναγερμός είναι ο προάγγελος του θανάτου .Δεν κοιμήθηκα καλά χτες ,δεν

μπόρεσα αν και είχαμε εντολή να κοιμηθούμε μετά από δυο μέρες σφαγών και λεηλασιών.

Η μάχη στο πεδίο ήταν εύκολη ,οι κορίνθιοι δεν άντεξαν το ατσάλινο κύμα του στρατού

μας, οι ήχοι των οπλών των άλογων που κάλπαζαν ,οι θώρακες που γυάλιζαν απειλητικοί

στο φως του περίλαμπρου Ήλιου, οι ήχοι από τις κόρνες και τα τύμπανα τους έτρεψαν σε

φυγή, απ ότι έμαθα μετά κάποιοι από τους άρχοντες της πόλης πρόδωσαν στον Πέλοπα .Το

ιππικό τους εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης. Λίγοι γενναίοι έπεσαν κατά μέτωπο πάνω σε

μας τους χωρικούς με τα δόρατα ,αλλά τους νικήσαμε ,ήταν η πρώτη μου μάχη ,τρύπησα

κάποιον με το δόρυ ,το βράδυ τα χέρια μου έτρεμαν…

Οι δυο αυτές μέρες πρέπει να ξεχαστούν ,είδα και έκανα πράγματα που δεν ήθελα να δω

και να κάνω. Μέσα σε ένα σπίτι δυο Αιθίοπες πεζικάριοι βίαζαν επανειλημμένα μια κοπέλα

,τι κοπέλα, ένα κοριτσάκι ,μέχρι που πνίγηκε στο αίμα, αλλού κάρφωσαν έναν μάστορα

πάνω σε μια πόρτα και σκότωσαν όλη την οικογένεια του με τα εργαλεία του .Την δεύτερη

μέρα ο Πέλοπας έστειλες την επίλεκτη φρουρά του να σταματήσει το όργιο βίας. Κρέμασε,

σταύρωσε η παλούκωσε 300 μαχητές για παραδειγματισμό ,έτσι απλά. Παρά αυτό το μετρό

η βία συνεχίστηκε μέχρι χτες το απόγευμα .Είδα έναν μεθυσμένο στρατιώτη να πηδάει μια

πόρνη πάνω στα διαμελισμένα κορμιά των θυμάτων του…

Η φρίκη είναι μεγάλη ,πολύ μεγάλη ,ναι και εγώ δεν είμαι αθώος, λεηλάτησα και δεν

άντεξα στην θέα μια γυναίκας ενός εμπόρου .Την έκανα δική μου .

Δεν ήθελα να βρεθώ εδώ ,δεν το επέλεξα .Γεννήθηκα σε ένα χωριό στην Μεσσηνία. Ο

πατέρας μου ήταν αγρότης ,όπως και ο πατέρας του και ο πατέρας του πατέρα του. Κάθε

γενιά είχε πιο δύσκολη ζωή. Η γη μολυσμένη από την ραδιενέργεια και τα χημικά γινόταν

όλο και λιγότερο γόνιμη ,οι καρποί όλο και πιο μικροί και πιο φαρμακεροί, ο παππούς μου

έζησε 60 χρόνια

Ο πατέρας μου 50.

Εγώ δεν ξέρω πόσο ακόμα θα ζήσω ,η δουλειά ήταν σκληρή ,από το πρωί μέχρι το βράδυ

οργώναμε την βρόμικη γη με το άροτρο και ένα ζευγάρι καχεκτικά βόδια. Δεν υπήρχε χαρά

μόνο λύπη. Μια φορά μόνο έλαμψε το φως .Όταν γνώρισα Εκείνη. Ψηλή μελαχρινή ,με ροζ

μάγουλα ,πράγμα σπάνιο στον τόπο μας, ήταν από ένα ορεινό χωριό όπου η ραδιενέργεια

δεν έκανε τόση ζημιά .Πάλεψα πολύ για να την κερδίσω. Δανείστηκα λεφτά για να

πληρώσω την προίκα. Για μια και μοναδική φορά ένιωσα πραγματικά όρθιος και άντρας,

όταν πάλεψα με τον αρραβωνιαστικό της και τον νίκησα αν και οι ουλές στολίζουν το σώμα

μου μέχρι σήμερα. Έγινε δική μου ,μόνο δική μου, γυναίκα ,ερωμένη ,σύζυγος ,αδελφή και

μάνα των παιδιών μου. Αλλά η ζωή του αγρότη δεν είναι φτιαγμένη για ευτυχία ,η ξηρασία

κατέστρεψε την σοδιά και δεν μπορέσαμε να πληρώσουμε τον φόρο στον Ηγεμόνα. Και

έτσι μια μέρα Ήρθαν σιδηρόφρακτοι καβαλάρηδες από την Πύλο. Όσο πληρώναμε ο

Page 16: Τα κόκκινα κεράσια

Άρχοντας μας άφηνε ήσυχους να ζούμε και να πεθαίνουμε, να λατρεύουμε τον Χριστό και

να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα και το Πάσχα ,δυο μέρες χαράς και χρώματος στην μουντή

ζωή μας. Τώρα όμως οι φόροι δεν έφταναν και έτσι οι κερασφόροι καβαλάρηδες ,οπαδοί

του θεού του Αίματος ήρθαν να εισπράξουν σάρκα από την σάρκα μας.

Έκαψαν τα χωράφια ,τα αθλία χωραφάκια μας και τις καλύβες που στέγαζαν τις ζωές μας.

Άρπαξαν τις πιο όμορφες νέες κοπέλες και αφού τις βίασαν μπροστά μας τις πήραν στην

πόλη για να τις πουλήσουν στα πορνεία. Διάλεξαν τα καλύτερα αγόρια και τα πήραν σαν

σκλάβους. Η καταστροφή ήταν φρικτή .Αλλά οι άρχοντες του χωριού ,οι πρόκριτοι και οι

ιερείς είπαν πως φταίμε εμείς ,πως δεν δουλέψαμε αρκετά και πως πρέπει να

αναπληρώσουμε τις ζημιές. Και όμως δυο από μας δεν συμφωνήσαν .Ο Άρης και ο

Ανταλκίδας έφυγαν για να βρούν μια λύση αλλού μακριά από τους τυράννους μικρούς και

Μεγάλους. Εγώ εκείνο το βράδυ έκλαψα για πρώτη φορά…

Πέρασαν τρία χρόνια, επιβιώναμε όπως μπορούσαμε εγώ ,η Γυναίκα μου και τα τρία παιδιά

μας. Οι καβαλάρηδες φάνηκαν ξανά ,Αυτή τη φορά δεν υπήρξε σοδιά να παραδώσουμε

χωρείς να μας επισκεφτεί ο λοιμός .Και η εκδίκηση υπήρξε σκληρή ,έκαψαν τα χωράφια

,πήραν τα ζώα και ισοπέδωσαν όλα τα κτίρια πλην των σπιτιών των προκρίτων. Έσφαξαν

αρκετούς .Όταν έφυγαν βρήκα τον αδελφό μου διαμελισμένο μέσα σε έναν θάμνο .Οι

άρχοντες είπαν πως χάρη σε αυτούς σώθηκαν οι γυμνές μας ζωές. Μα φάνηκε ύποπτο πως

όσοι χαθήκαν ήταν αυτοί που αρνήθηκαν να παραδώσουν δοσίματα στους προκρίτους.

Και μετά ήρθε ο χειμώνας, βαρύς και φονικός .Μας χάιδευε τα βράδια άμε τα σκελετωμένα

δάχτυλα του και εισέπραττε ζωές όπως και η πείνα. Ήταν βάρβαρες μέρες ,ο θάνατος

άπλωσε τα φλεγόμενα φτερά του πάνω από το χωριό μας και άρπαζε μωρά από τις

αγκαλιές των μητέρων τους, τα καμένα χωράφια σπάρθηκαν με κόκκαλα. Τότε τα δυο

παιδιά μου έφυγαν από αυτόν τον κόσμο.

Και την άνοιξη ήρθαν ξανά τα ατσάλινα κτήνη .Ζήτησαν να παραδώσουμε ότι είχαμε ,μα

εμείς δεν είχαμε τίποτα πια .Τότε η βία τους σημάδεψε για πάντα την ζωή μου. Έσφαξαν

τους μισούς με φοβερά βασανιστήρια ,θυμάμαι έναν άντρα που τον πριόνισαν από τα κάτω

προς τα πάνω ,ένα αγόρι ούτε δέκα χρονών που το έδεσε ένας στην ούρα του αλόγου του

και τον έδερνε πίσω του μέχρι που έμεινε μόνο ένας αιματηρός χυλός….

Δεν είχα ποια κανέναν να αγαπήσω ,μόνο αυτήν ,την βίασαν όπως τις απόλειπες γυναίκες

και της έκοψαν το ένα στήθος ,έτσι απλά, αλλά ζούσε δίπλα μου και η καρδιά μου την

αγαπούσε ακόμα πιο πολύ. Μείναμε οι μισοί ,κάπου χίλια άτομα. Την επόμενη μέρα

εμφανίστηκε ο Άρης φορώντας κόκκινο χιτώνα και μας κήρυξε την αλήθεια που του έμαθαν

οι Αδελφοί του κόκκινου άστρου ,μας μίλησε για τα ψεύδη του Χριστού, για τους

εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευομένους και για τον αγώνα. Οι άρχοντες τον χλεύασαν

αλλά δεν γέλασαν πολύ τα χέρια μα τους στραγγάλισαν.

Και ήρθε το φθινόπωρο, η γη άρχισε να σείεται πάλι από τον ήχο των οπλών και η

καβαλάρηδες ήρθαν. Αλλά αυτή την φορά δεν τους περίμεναν ανυπεράσπιστοι χωρικοί

αλλά Άντρες έτοιμοι να ζήσουν η να πεθάνουν για ό,τι τους έμεινε. Πάνω στον τείχη από

πασσάλους που στήσαμε στεκόταν ο Άρης με το δόρυ του και γύρω του εμείς με αξίνες,

δρεπάνια ,τσεκούρια, σφυριά. Ένιωσα για πρώτη και για τελευταία φορά ελεύθερος. Η

Page 17: Τα κόκκινα κεράσια

πολιορκία διαρκούσε μέρες, οι καβαλάρηδες είχαν κάποιες απώλειες αλλά εμείς ήμασταν

εξαντλημένοι μα τότε εμφανίστηκε Ο Πέλοπας με τον στρατό του και κατάσφαξε τους

καβαλάρηδες, μας παρέδωσε τον αρχηγό τους και εμείς τον διαμελίσαμε και καρφώσαμε

το κεφάλι του σε έναν πάσαλο. Ο Άρης Μας ΕΙΠΕ Πως Ο Πέλοπας στάλθηκε από την

νομοτέλεια για να σώσει τους αγρότες από την Τυραννία και πως πρέπει να υποταχτούμε

στο Ανώτερο Κάλο που εκπροσωπεί. Πολλοί από μας ακλούθησαν τον πολέμαρχο, εγώ

έμεινα με την αγάπη μου και τον μοναδικό υιό μας .Δεν μπορέσαμε να κάνουμε άλλο παιδί,

οι καβαλάρηδες της άρπαξαν την δύναμη να δίνει ζωή. Η Πύλος κάηκε ,η Καλαμάτα έπεσε

,η Μεσσήνη υποτάχτηκε χωρίς μάχη .Δεν με ενδιέφεραν αυτά ,εγώ το μόνο που ήθελα

ήταν να ξαναφτιάξω την μίζερη ζωή μου που όμως ήταν η δική μου ζωή. ΠΕΡΑΣΑΝ 4

ΧΡΟΝΙΑ. Και τότε άκουσα πάλι τις οπλές των αλόγων, Με πήραν χωρίς να το θέλω να

πολεμήσουμε την Κόρινθο …..

Πέλοπας

Οι Κορίνθιοι αρνήθηκαν την άνευ όρων παράδοση , δεν πειράζει, λίγη μάχη χρειάζεται για

να κρατάει τον στρατό σε φόρμα. Είναι πρωί, ο ζωοδόχος Ήλιος μόλις ανέτειλε ,ο στρατός

παρατάχτηκε ολόκληρος .Είμαι πάνω στο άλογο μου μπροστά στον βωμό του Τορσκ του

θεού ταύρου. Ο ιερέας του ένας ερμαφρόδιτος σκίζει με το μαχαίρι του το στήθος μιας

παρθένας και ξεριζώνει την καρδιακής που πάλλεται ακόμα μέσα στην παλάμη του. Θυσία

του αίματος για καλή τύχη στην μάχη .Το πρωί προσευχήθηκα στον Μεγάλο πατέρα ,τον

θεό που λατρεύουν οι Αδελφοί το κόκκινου άστρου και πολλοί χωρικοί. Ο ι στρατιώτες

έχουν ανάγκη βίαιους και αιμοσταγείς θεούς, εγώ όχι ,ο δικός μου θεός δεν είναι

αιμοσταγής είναι ο Μάρτυρας της μοίρας και του πεπρωμένου του οποίου εγώ είμαι

εκτελεστής .Εγώ ο Πέλοπας ο υιός του πεπρωμένου στάλθηκα να ενώσω την Ελλάδα και να

αφανίσω τους εκμεταλλευτές χρίζοντας την αυτοκρατορία μου που θα την παραδώσω στον

λαό όταν ο πόλεμος τελειώσει από μένα ή έναν από τους διαδόχους μου. Μέχρι τότε όμως

πρέπει να είμαι ο απόλυτος άρχοντας, ο υιός του ατσαλιού και του γρανίτη. Δίπλα μου

κάθονται οι Ευγενείς και οι στρατηγοί μου και ο Άρης ο Μέγας γραμματέας του Ναού του

Πεπρωμένου και Απόστολος της Πίστης. Ο Άρης ΜΕ ΕΚΑΝΕ ΝΑ ΔΩ ΤΟ Φως ΠΟΥ ΑΥΤΟΣ

ΟΝΟΜΑΖΕΙ ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΝΑ πάψω να κοιτάζω μόνο την εξουσία και το χρήμα.

Δυστυχώς οι Άρχοντες δεν συμφωνούν με την νέα πίστη ,αλλά εγώ ξέρω πως κάποτε εκεί

στον βορά υπήρχε ένα απέραντο βασίλειο που χτίσθηκε με το σφυρί και το δρεπάνι .Μια

αυτοκρατορία του Ανθρώπου και της ζωής που έφτανε από την Καρδιά της Ευρώπης μέχρι

τις στέπες της Ασίας. Μέχρι να νικήσω όμως δεν μπορώ να παραβλέψω τα είδωλα.

Έρχονται σε μένα οι ντόπιοι χωρικοί και μου προσφέρουν δώρα ,τους λέω πως τώρα είναι

ελεύθεροι και πως η πόλη είναι δική τους μετά την τελική νίκη. Αυτές τις μέρες ενωθήκαν

πολλοί μαζί μου ,λιποτάκτες των κορινθίων ,γαιοκτήμονες, ευγενείς .Έως και τάγμα από τα

μέγαρα ήρθε ως βοήθεια μαζί με αίτημα σύναψης συμμαχίας. Το δέχομαι, πλέον η εξουσία

μου απλώνεται τόσο κοντά στην Αθήνα που το χέρι μου είναι τόσο κοντά στο λαιμό της

.Μετά την νίκη θα αφήσω τους μισούς αιχμαλώτους ελεύθερους αρκεί να ορκιστούν

υποταγή και πίστη σε μένα και να αποκηρύξουν ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ τους.

Δίνω εντολή για επίθεση.

Page 18: Τα κόκκινα κεράσια

Βαλδουίνος

Σήμερα ξημερώνει η τελευταία μέρα που είμαι φρούραρχος ,αύριο θα είμαι νεκρός ,δεν θα

με πιάσουν ζωντανό οι Βάρβαροι που δεν ξέρουν τι θα πει πίστη. Μόνο ένα πράγμα με

στεναχωρεί ,ότι δεν θα ξαναδώ την Ειρήνη .Είμαστε μαζί είκοσι χρόνια από τότε που ήμουν

14 και αυτή 8 .Είναι ο μόνη γυναίκα που αγάπησα και που έκανα έρωτα μαζί της. Δεν

μπορώ ν πλησιάσω άλλη επειδή μέσα στην καρδιά μου είναι μόνο αυτή. Είναι στείρα και

έτσι έπρεπε να αποκτήσω παλλακίδα αλλά δεν συμβαίνει τίποτα για μένα ,οι γονείς μου με

πίεζαν να την αποκηρύξω αλλά δεν θα το κάνω ποτέ. Προτίμησα να να γίνω μισθοφόρος

και να αποκτήσω δόξα με το ξίφος μου. ΕΤΣΙ ΗΜΟΥΝΑ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ τους ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ μου.

Και πάντα χαιρόμουν όταν γύριζα για να δω την Μόνη Γυναίκα της ζωής μου .Δεν ξέρω να

γράφω και να διαβάζω ,δεν έμαθα ποτέ, αλλά ο Αρχιεπίσκοπος έγραψε ότι η καρδιά μου

υπαγόρεψε στα χείλη μου .

Ειρήνη, φως της ζωής μου

Εσύ κινείς την καρδιά μου, το ξίφος μου την αναπνοή μου

Θέλω να ξέρεις πως αυτή η καρδιά ανήκει μόνο σε σένα και πως θα σε περιμένω εκεί στο

Βασίλειο των ουρανών.

Το γράμμα είναι σύντομο, δεν είμαι άνθρωπος του λόγου αλλά των πράξεων. Στέλνω έναν

αγγελιοφόρο στην Αθήνα ,ελπίζω να περάσει…

Αρχιεπίσκοπος

Σήμερα ξημέρωσε η τελευταία μέρα που μου έδωσε ο κύριος σε αυτόν τον κόσμο, θα γίνω

μάρτυρας για την πίστη του .Έτσι όπως μαρτύρησε ο Πέτρος ,έτσι όπως μαρτύρησαν

χιλιάδες τότε και τώρα. Θα είμαι στο παρεκκλήσι και θα προσεύχομαι για τον θρίαμβο των

πιστών. Όταν το κάστρο αλωθεί από τους ειδωλολάτρες, τότε θα μαρτυρήσω ,δεκάδες

απλοί ιερείς άντεξαν στα βασανιστήρια και δεν λύγισαν προτίμησαν να πεθάνουν παρά να

αποκηρύξουν το όνομα Του .Δεν μπορώ να σπιλώσω την μνήμη τους….

Αχινός

Ξεκινάει η επίθεση ,μπροστά είμαστε εμείς ,η τεραστία και ανεκπαίδευτη μάζα των

αγροτών, ο επίλεκτος λαός της νομοτέλειας συμφωνά με τον Αρη προορισμένοι να

πεθαίνουμε στις μάχες για να μην ματώσουν οι στρατιωτικές μονάδες. Δίχως ξίφη και

πανοπλίες μα μόνο με δόρατα και τόξα ορμάμε μπροστά σπρωγμένοι από τους μαύρους

ιερείς. Πίσω μας είναι οι καβαλάρηδες και το βαρύ πεζικό και πιο πίσω τα φλογοβόλα τα

πολυβόλα και διάφορα άλλα προκατακλυσμιαία όπλα. Η σάρκα μας είναι πιο φτηνή από

την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό των στρατιωτών.

Ορμάμε πάνω στα τείχη και τα βέλη ,οι πέτρες ,οι σφαίρες ,το καυτό λάδι μας θερίζουν,

φτάνω στο τείχος ,μια πέτρα με κτυπάει στο κεφάλι και το κράνος που πήρα από έναν

νεκρό κορίνθιο με σώζει απλά νιώθω πόνο. Μα ξαφνικά ένα βέλος μου τρυπάει το στήθος.

Πεθαίνω το ξέρω, σε αγαπώ Βερενίκη,…..

Page 19: Τα κόκκινα κεράσια

Το οχυρό απέκρουσε τρεις επιθέσεις των χορικών αλλά και μια του τακτικού στρατού ,ο

Πέλοπας εξαγριώθηκε και εκτέλεσε τους αρχηγούς των λεγόμενων χωρικών ταγμάτων. Τότε

οι μαύροι μοναχοί του Αγίου Λουκά θυσίασαν βρέφη στον βωμό και έψαλαν τον ύμνο του

Θανάτου και της δόξας. Το πυροβολικό άρχισε να βάλει και μετέτρεψε επί είκοσι λεπτά το

οχυρό σε πύρινη κόλαση. Μετά έγινε νέα επίθεση και τα ραγισμένα τείχη δεν άντεξαν. Οι

υπερασπιστές πολέμησαν με θάρρος και αυταπάρνηση αλλά δεν είχαν ελπίδα.

Εκτυλίχτηκαν σπαρακτικές σκηνές. Οι περισσότερες γυναίκες και τα παιδιά ρίχτηκαν από τα

τείχη για να γλιτώσουν από τα χέρια του εχθρού που ήταν εξαγριωμένος λόγο των

απωλειών του. Όσες δεν το έπραξαν βίωσαν κάθε μορφή διαστροφής από τους στρατιώτες.

.Μια αναγκάστηκε να συνουσιαστεί με τον μολοσσό του άρχοντα Σέπτιμου Αριστόνικου

,διοικητή της Ζαχάρως και μετά ρίχτηκε στην αρκούδα του ΠΟΥ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΠΑΡΑΞΕ.

Κεφάλια βρεφών θρυμματίστηκαν σε τοιχώματα και μικρά παιδιά έγιναν στόχοι

τοξοβολίας. Οι υπερασπιστές ήταν όλο και λιγότεροι, τελικά έμειναν κάπου είκοσι άντρες

με αρχηγό τον Βαλδουίνο. Ήμουν εκεί ως γραμματικός του μελλοντικού διοικητή της

Κορίνθου του Άρη .Η πανοπλία του Βαλδουίνου ήταν ματωμένη ,το ξίφος του είχε σπάσει

και πολεμούσε με ότι είχε απομείνει από αυτό. Οι αντίπαλοι ορμούσαν πάνω του μα τους

έσφαζε σαν λέοντας που ρίχτηκε σε αντιλόπες.

Τιμόθεος οπ σ 120

Βαλδουίνος

Δεν ξέρω γιατί αντέχω ακόμη ,πολεμώ με μια δύναμη που μου δίνει το καθήκον και η

μάταιη ελπίδα πως θα την ξαναδώ .Το ξίφος μου έσπασε και πήρα αυτό του πιο πιστού μου

πολεμιστή που έπεσε χτυπημένος από δόρυ. Εκδικήθηκα τον θάνατο του. Παντού εχθροί

.Μα συνεχίζω ,κεφάλια, χέρια ,πόδια κόβονται. Εντόσθια γεμίζουν το πάτωμα. Το σώμα

μου είναι γεμάτο πληγές αλλά δεν θέλω να πεθάνω ,θέλω να ζήσω ,υπάρχει λόγος να ζήσω.

Τελικά έμεινε ο Βαλδουίνος και ο Δημήτριος από την Κόρινθο. Όλοι οι υπόλοιποι είτε

έπεσαν είτε παραδόθηκαν. Η ΜΑΧΗ ΣΥΝΕΧΙΣΤΗΚΕ ΛΙΓΟ ΑΚΟΜΑ ΜΑ ο Δημήτριος σύντομα

έπεσε νεκρός και τότε ένας Ρωμαλέος Λάκωνας έκοψε το χέρι του Βαλδουίνου και οι εχροί

τον έριξαν κάτω. Τον χτύπησαν ,του έβγαλαν την πανοπλία και μετά άρχισαν να τον

βασανίζουν με διαφόρους τρόπους. Δεν τόλμησαν όμως να τον σκοτώσουν.

Τιμόθεος οπ σελ 122

Πέλοπας

Τελείωσαν όλα ,η Κόρινθος δεν υπάρχει ποια ,μένουν μόνο οι εκκρεμότητες .Μπαίνω μέσα

στο κάστρο. Γύρω μου έχω την φρουρά μου τους Πρωτοπόρους με τις επίχρυσες πανοπλίες

τους. Γύρω μου βλέπω παντού θάνατο, χάσαμε πολλούς ίσως και 5000 μαχητές, κυρίως

χωρικούς. Ως εκ τούτου δεν θα χαρίσω ζωή σε κανένα. Βάζω να θυσιάσουν τους

αιχμάλωτους και να βασανίσουν τους πλούσιους και τους αριστοκράτες μέχρι να

ομολογήσουν που κρύβουν τα πλούτη τους ,μετά τους παραδίδω στους κορίνθιους

δούλους που τους απελευθέρωσα μόλις, και αυτοί τους κομματιάζουν. Έτσι σφραγίζεται η

νέα τους ζωή ,με τον θάνατο των εκμεταλλευτών της. Με ενδιαφέρουν μόνο τρία άτομα. Το

πρόεδρο του συμβουλίου τον βρήκαν να κρύβεται στο κελάρι ,του ζήτησα να υπογράψει

Page 20: Τα κόκκινα κεράσια

την παράδοση της Κορινθίας σε Μένα. Δέχτηκε ,όταν υπέγραφε το χέρι του έτρεμε. Μετά

διόρισα τον Άρη διοικητή της Κορίνθου ,θα εξαφανίσει την πλάνη του Χριστού. Είμαι

εχθρός του Χριστιανισμού ,όταν ήμουν και εγώ χορικός μαζί με άλλους ,οι ιερείς μας

άρπαζαν και αυτό το λίγο που μας έμενε. Οι επίσκοποι ανελέητα φορολογούσαν κάθε

χωριό σε συνεργασία με τους Χριστιανούς η και τους Παγανιστές άρχοντες και κήρυτταν

στους χωρικούς την πλάνη της υποταγής στο όνομα του Ιησού Χριστού. Έτσι πρέπει να

ξεριζωθεί η εκκλησία και να ανοίξει ο δρόμος για την νέα πίστη .Με τους παγανιστές και με

τους Αιρετικούς δεν έχω άλλη επιλογή είναι πλάνες που σιγά σιγά θα απονεκρωθούν. Δεν

μου αρέσουν οι ανθρωποθυσίες αλλά πρέπει να κρατώ τον στρατό ενωμένο. Στην Κόρινθο

ο Άρης έκοψε δημόσια τον λαιμό του πρόεδρου και κάρφωσε όλα τα κεφάλια του

συμβουλίου των δέκα σε πασσάλους.

Ο Αρχιεπίσκοπος αρνήθηκε να αποκηρύξει την πίστη του και έτσι τον παρέδωσα στους

Μαύρους μοναχούς. Του ξερίζωσαν την γενειάδα, του έσπασαν τα δόντια και του

απέκοψαν τα δάχτυλα και τα αφτιά με τελετουργικά μαχαίρια. Μετά μεταφέρθηκε στο

στάδιο της Κορίνθου και του ζήτησαν να γαμήσει μια σκλάβα .Αρνήθηκε και έτσι αμόλησαν

τα σκυλιά που τον κατασπάραξαν .Σίγουρα θα υπάρξουν για κάποιο ακόμα διάστημα

κρυπτοχριστιανοί που θα τον μνημονεύουν .Αργά η γρήγορα η πίστη τους θα σβήσει

.Διόρισα από τους αιχμάλωτους Παππάδες ως νέο αρχιεπίσκοπο κάποιον Γεώργιο. Ένα

δειλό ανθρωπάκι που όσο η εκκλησία της Κορίνθου είχε πλούτη και δύναμη, απομυζούσε

τους αγρότες μα τώρα είναι έτοιμος σώσει την ζωούλα του. Αποκηρύττει την πίστη του και

διατάσει προσηλυτισμό στην Νέα Πίστη .

Και τώρα έμεινε μόνο μια εκκρεμότητα ,ο Βαλδουίνος….

Οι κραυγές του Βαλδουίνου γέμιζαν τον αέρα ,δεν υπήρχε μαρτύριο που να μην γεύτηκε το

σώμα του. Του έριξαν καυτό νερό στα ποδιά ,ούρησαν πάνω του,τον γέμισαν χαρακιές ,και

μετά τον έριξαν πάνω σε έναν σωρό με χαρούπια ,ανάμεσα στα γουρούνια και τον

κλότσαγαν. Μα ξαφνικά εμφανίστηκε ο Πέλοπας, μεγαλόπρεπης και τεράστιος ,με την

μαύρη πανοπλία του .Τέρμα ακούστηκε από τα χείλη του.

-Έβγαλε το κράνος του και φάνηκε το σκληρό πρόσωπο του στολισμένο με τα μακριά ξανθά

μαλλιά του. Τα γαλάζια μάτια του έλαμπαν από θαυμασμό και ίσως και οίκτο.

-Είναι πολεμιστής και πολέμησε σαν πολεμιστής ,του αξίζει να πεθάνει σαν πολεμιστής και

όχι σαν σκυλί.

Αγκάλιασε τον Βαλδουίνο

-Θα σου πραγματοποιήσω μια επιθυμία ,όποια θες ,αλλά δεν μπορώ να σου χαρίσω την

ζωή.

-Δώσε μου να πεθάνω από ξίφος.

Έδωσαν ένα ξίφος στον ηττημένο πολέμαρχο και αυτός βύθισε το όπλο μέσα στο στήθος

του .Μα δεν πέθανε αμέσως ,πέταξε το ξίφος και το χέρι του έβγαλε την γενναία καρδιά

του. Και ξαφνικά μια περιστέρα εμφανίστηκε και άρπαξε την ματωμένη καρδιά και

φτερούγισε μακριά…

Page 21: Τα κόκκινα κεράσια

Τιμόθεος οπ σ 150

Πέλοπας

Ο Βαλδουίνος είναι νεκρός. Πέθανε σαν ήρωας και σαν Εραστής. Τον θάψαμε με όλες τις

τιμές που αρμόζουν σε έναν στρατηγό .Έχω στα χέρια το γράμμα που έστειλε στην γυναίκα

του. Για κάποιον λόγο με συγκίνησε .Δεν γνωρίζω τον έρωτα ,δεν μπορώ να τον νιώσω, όταν

ήμουν μικρός δούλευα σαν δουλοπάροικος και μετά οι μοναχοί με πήραν για να γίνω ένας

από αυτούς .Με φρικτές νηστείες, με ξύλο, με ψυχολογικά βασανιστήρια σκότωσαν την

ικανότητα μου να αγαπώ πιο ευτελή πράγματα από τον Θεό. Μα ο θεός τους δεν ήταν

λιγότερο σκληρός από άλλους .Ήταν θεός που άφηνε τους χωρικούς να υποφέρουν και να

σκύβουν και άλλο το κεφάλι. Ήταν ο Θεός που άφησε τους μοναχούς να ευνουχίσουν όσα

αγόρια δεν άντεξαν τις δοκιμασίες ,ήταν ο θεός που τους άφησε να σκοτώσουν την

ανθρωπιά μέσα μου ,την πίστη στην ανθρώπινη καλοσύνη ,ήταν ο Θεός που την νύχτα που

ο ηγούμενος μπήκε για πρώτη φορά στο κελί μου και με έκανε παιχνίδι της λαγνείας του

δεν έκανε τίποτα. Στον τοίχο κρεμόταν ένας εσταυρωμένος ως σιωπηλός μάρτυρας. Δεν

μπορώ να αγαπήσω κανέναν άνθρωπο ,μόνο ιδέες στη θέση του ψεύτικου Θεού. Και έτσι

είμαι στην Κορυφή , αγγίζω τα αστέρια, έχω όλη την Πελοπόννησο στα χέρια μου αλλά

είμαι μόνος η μοναξιά της εξουσίας είναι αυτό που αρμόζει δυστυχώς στην πέτρινη καρδιά

μου που αν δεν ήταν από πέτρα θα είχε σπάσει από καιρό. Πιο άθλιος από των πιο ταπεινό

χωρικό ,ντυμένος με την πανοπλία μου. Σύντομα θα φορέσω το χαλύβδινο στέμμα και μετά

οι λέξεις που μου έμαθαν οι κόκκινοι αδελφοί θα γίνουν κάτι παραπάνω από λέξεις .

Τυπογραφεία, εκβιομηχάνιση ,ειρήνη ,δικαιοσύνη.

Και κάπου εκεί στο γαλάζιο πέλαγος η περιστέρα έριξε την καρδιά του Ήρωα στην Αγκαλιά

της γυναίκας που αγάπησε και μετά ξεψύχησε. Η Ειρήνη δεν τρόμαξε αλλά άφησε ένα

δάκρυ να τρέξει από τα μάτια της και μετά κοίταξε μακριά στον ορίζοντα….

Στην κεντρική πλατεία του Ναυπλίου υπάρχει το άγαλμα του θριάμβου του Πέλοπα. Του

πρώτου ηγεμόνα της Εποχής της αναγέννησης. Ο Πέλοπας εικονίζεται πάνω στο άλογο του.

Από κάτω του είναι αλυσοδεμένοι και ταπεινωμένοι όλοι οι ηττημένοι αντίπαλοι του, εκτός

από έναν. Ο Βαλδουίνος της Τήνου εικονίζεται ντυμένος με την πανοπλία του ,όρθιος και

περήφανος να κρατά την ιδία του την καρδιά .Στο σημείο αυτό οι εραστές δίνουν όρκους

αιώνιας πίστης….

Σουετώνιος ο Αμφισευς ,Περιήγηση στην Ελλάδα τόμος 2 σ 340.

Page 22: Τα κόκκινα κεράσια

Μια ερωτική ιστορία

Καρδιά, η μυς του σώματος που ελέγχει την ροή του αίματος ,την Ζωή

Η πηγή του έρωτα που δίνει νόημα στην ζωή

Ανώνυμου ,γράφτηκε κάπου στα βουνά της Μακεδονίας

Ο άνθρωπος δεν είναι από την φύση του σκληρός η βάρβαρος

Η βία που δέχεται ξυπνά το κτήνος μέσα του

Και το κτήνος πεινάει…

Ανώνυμου γραμμένο σε έναν βράχο στην Βοιωτία λίγο πριν την πτώση της Πόλης

Επιτέλους το κόκκινο λάβαρο κυματίζει πάνω από την Πόλη. Το κρεμάσαμε στο

χοιροστάσιο της δημοκρατίας τους ,τον ναό του αίσχους ,εκεί όπου βασιλείς και αργότερα

βουλευτάδες αποφάσιζαν τους τρόπους για την απομυζήση του λαού.

Παρελαύνουμε στην πόλη .Έτσι όπως ήμασταν όταν κατεβήκαμε από τα βουνά. Αξύριστοι,

άπλυτοι ,με βρόμικα ρούχα, αλλά ελεύθεροι. Όσο ελεύθερος μπορεί να είναι ο άνθρωπος

σε μια κοινωνία όπου υπάρχει το κράτος ,αν και το κράτος που χρίζουμε με τον αγώνα μας

είναι το δικό μας κράτος.

Μαζί μας είναι οι χιλιάδες εργάτες που μέσα από τις απεργίες πληρώνοντας με αίμα και

κινούμενοι από οργή οδήγησαν στην πτώση της τυραννίας και μας άνοιξαν τις πύλες της

πόλης.

Ομιλίες, μας μιλάνε κάποιοι από τους πολιτικούς κρατουμένους, πολλοί

ακρωτηριασμένοι. Ο λόγος τους ακούγεται σαν το σφύριγμα ενός δυνατού ανέμου. Η

καρδιά που καίει στα βασανισμένα κορμιά τους ,καίει σαν φλόγα που δεν μπορούν να την

σβήσουν τα βασανιστήρια και η κτηνωδία που υπέστησαν.

Πέντε λεπτά σιωπής για όσους συναγωνιστές δεν είναι ποιά εδώ ,σε όσους πότισαν με το

αίμα τους το δένδρο της ζωής και της ελευθερίας. Δακρύζω δεν είμαι ο μόνος .Αύριο θα

κτίσουμε τον νέο κόσμο αλλά σήμερα η μέρα ανήκει σε Εμάς….

Φεύγω και πάω στο νεκροταφείο .Εκεί είναι ο τάφος της .Μια απλή πέτρινη πλάκα.

-<<Μου έλειψες >>λέω στον εαυτό μου.

Page 23: Τα κόκκινα κεράσια

Και μετά σιωπή .Έχουν περάσει δυο χρονιά από τότε που έφυγα και ενώθηκα με τον λαικό

απελευθερωτικό στρατό.

Η καρδιά μου έμεινε εδώ .Πριν χωρίσουμε για πάντα ,μετά το τελευταίο ,το ύστατο φιλί

.Της είπα πως η ζωή μου ανήκει σε αυτήν. Όταν πολεμούσαμε εκεί έξω, σκαφτόμουν πως

πρέπει να νικήσουμε .Για μένα ,για αυτήν ,για Μας .Και όμως το καθεστώς που γκρεμίσαμε

έπρεπε να χορτάσει και με το δικό της αίμα .Την εκτέλεσαν πριν έναν χρόνο. Κατηγορία

?Μοίραζε προκηρύξεις.

Αφήνω στον τάφο ένα τριαντάφυλλο και το παράσημο που μου έδωσαν όταν μπήκα από

τους πρώτους στην Πόλη. Νιώθω πόνο .Βγάζω το περίστροφο μου ,το βάζω στον κρόταφο

και πατάω την σκανδάλη.

Είμαι νεκρός .Πέθανα αυτό το απόγευμα. Πλέον δεν είμαι αυτός που ήμουνα. Δεν θα είμαι

ποτέ ξανά .Στο στήθος μου δεν κτυπάει μια ζεστή ,ζωντανή καρδιά , αλλά μια σκληρή

χαλύβδινη.

Νύχτα .Η παρέλαση των Ηττημένων .Δεν θέλαμε κάτι τέτοιο οι περισσότεροι όταν

ανεβήκαμε στο βουνό .Αλλά η βία ,η καταπίεση ,η εξαθλίωση έκαναν τους ανθρώπους να

διψούν για το αίμα αυτών που τους έκλεψαν τα όνειρα και κατέστρεψαν τις απλές ζωές

που ήθελαν να έχουν.

Ακούγεται μια μονότονη ,σκληρή μουσική που αυξάνει την επιθετικότητα του πλήθους.

Μέσα από την κεντρική λεωφόρο περνούν Αυτοί. Όσοι δεν πέθαναν και είχαν την ατυχία να

πέσουν στα χέρια μας. Δημοσιογράφοι, αστυνομικοί της ειδικής ασφάλειας ,μισθοφόροι,

υπουργοί, δικαστές, τραπεζίτες ,στελέχη αστικών κόμματων ,βουλευτές, βιομήχανοι .Με

σκυμμένα κεφάλια, ντυμένοι με κουρέλια. Κάποιοι κλαίνε .Ξαφνικά όταν η βία που

εξαπέλυσαν αγγίζει τις τρίφυλλες ζωές τους ,οι καρδιές τους μαλακώνουν.

Μπροστά τους προχωρεί ένας άνδρας με με δουδούκα και φωνάζει υβριστικά

συνθήματα. Πολλοί από το πλήθος πετούν πέτρες .Κάποιοι σπάνε τον κλοιό της

πολιτοφυλακής και ξυλοφορτώνουν μερικούς από τους υπαίτιους της δυστυχίας τους.

Η πομπή φτάνει στην πλατεία. Εκεί μιλάει ο αρχηγός της μεραρχίας Αττικής. Μας θυμίζει

όλη την σταδιοδρομία μας, τους αγώνες ,τις προδοσίες ,τις αγριότητες του καθεστώτος, τα

αίσχη του και την αθλιότητα του .Μετά μιλάει ο πολιτικός υπεύθυνος.

-<<Σήμερα ο παλιός κόσμος πεθαίνει, ζήτω ο νέος κόσμος της Ζωής που γεννιέται μέσα στο

αίμα ,το σίδερο και την φωτιά!!!!>>

-<<Και τον Έρωτα >> σκέπτομαι εγώ.

Μας λέει πως εμείς η εθελοντική ομάδα εκτέλεσης είμαστε η σφύρα της Επανάστασης, οι

χειρούργοι που αφαιρούν το καρκίνωμα. Μίσος ,πολύ μίσος. Αλλά η αγάπη και ο οίκτος για

τον εχθρό που είναι χειρότερος από μανιασμένο θηρίο είναι έγκλημα. 30 χιλιάδες πέθαναν

από την πείνα ,60 χιλιάδες από αρρώστιες, φάρμακα υπήρχαν αλλά μόνο για όσους είχαν

τα λεφτά να τα αγοράσουν ,150 χιλιάδες πέθαναν στον πόλεμο της Ζωής και του Θανάτου,

Page 24: Τα κόκκινα κεράσια

δεκάδες χιλιάδες εκτελέστηκαν και πολλοί περισσότεροι βασανίστηκαν, ταπεινώθηκαν και

βιάστηκαν. Ολόκληρα χωριά καήκαν .Ποιο έλεος ,ποιος οίκτος λοιπόν !!!!Ο ίδιος ο

πολιτικός υπεύθυνος έχασε όλη την οικογένεια του ,δεν έκαναν κάτι απλά ήταν οι

άνθρωποι του.

Μισώ την βία ,άλλο είναι να αντιμετωπίζεις τον εχθρό με το όπλο στο χέρι και άλλο να τον

σφαγιάζεις μετά την ήττα του. Αλλά το κτήνος που ξύπνησε μέσα στο σκοτάδι του νεκρού

έρωτα μου με τα μαύρα φτερά μου οπλίζει το χέρι .Ας είναι το τελευταίο αίμα που θα χύσω

,βρόμικο αίμα ,ένοχο αίμα .Θα χυθεί για να μην χυθεί άλλο αίμα ,αν τους αφήναμε ο

πόλεμος θα συνεχιζόταν ,είναι σύμβολα και οι οπαδοί τους και οι μισθοφόροι τους

ελέγχουν μεγάλες περιοχές της χώρας ακόμα. Όταν κόψεις όμως το κεφάλι του φιδιού αυτό

πεθαίνει.

Όσοι γεννηθούν θα ζήσουν σε έναν κόσμο ανθρώπινο χωρίς βία και μίσος και εγώ είμαι ο

λυτρωτής. Τους κοιτάζω τρέμουν….

Πυροβολώ πρώτος, μετά πυροβολούν οι άλλοι .Οι σφαίρες τελειώνουν και βγαίνουν τα

μαχαίρια. Στα πρόσωπα τους βλέπω τους γονείς μου που χάθηκαν από τύφο ενώ με

κοιτούσαν με ένα βλέμμα απελπισίας, τον φίλο που έγινε κομμάτια από την νάρκη, την

βιασμένη γυναίκα καρφωμένη πάνω στην πόρτα του σπιτιού της, το παιδί της που του

έβγαλαν τα μάτια ,το κορίτσι που ήθελε να γίνει δασκάλα και έγινε πόρνη ,τα μάτια της που

είχαν την σπιρτάδα της ζωής και σιγά σιγά έμειναν δυο σβησμένα κάρβουνα γεμάτα απο

φόβο, φόβο για την ζωή. Βλέπω την Γυναίκα που αγάπησα και θα την αγαπώ όσο η

σκληρή καρδιά μου κτυπάει.

Πρωί, το ραδιόφωνο αναγγέλλει την πτώση της Τρίπολης και την παράδοση των Αφγανών

μισθοφόρων που φρουρούσαν την Κρήτη ,στασίασαν και εκτέλεσαν το διοικητή του

νησιού… Πάω στον τοίχο όπου την εκτέλεσαν.

Έχω πολύ καιρό να γράψω ποίηση ,δεν ισχυρίζομαι πως ήμουν ποτέ καλός αλλά τι είναι η

ποίηση πέρα από την έκφραση της ψυχής ?Στον τοίχο γράφω με το αίμα μου το πρώτο και

το τελευταίο ποίημα μου γραμμένο με αίμα.

Η καρδιά Σου ποιά δεν χτυπά

Αλλά μια άλλη καρδιά στην γη εκεί χάμω εσένα θα ζεσταίνει

Δικός σου αιώνια, δική μου για Πάντα.

Page 25: Τα κόκκινα κεράσια

Ο γάμος του φαντάρου

Αύριο φεύγω .Με περιμένει το μέτωπο στο βορά και ίσως ο θάνατος ,όπως περίμενε και

πολλούς φίλους μου .Ανούσιος πόλεμος ,γιατί να σκοτώσω και να σκοτωθώ με έναν τύπο

που έχει τα ίδια προβλήματα με μένα;; Παντού μας λένε για την δόξα του έθνους ,για την

τιμή της πατρίδας και για τα κόκαλα των προγόνων .Αλλά είναι ψέματα και τίποτα άλλο.

Όλοι ξέρουμε πέρα από τους τυφλούς πως με το αίμα μας και με το αίμα των άλλων Αυτοί

κερδίζουν. Θα μπορούσαμε να επαναστατήσουμε αλλά όταν είσαι σε μια κοινωνία ,τυφλών

όπου όλοι πάνε σαν τα πρόβατα στην κρεατομηχανή τότε τι επιλογή έχεις? ?Η άλλη

επιλογή είναι η φυγή ή το απόσπασμα. Και εγώ δεν είμαι αρκετά πλούσιος ή αρκετά

θαρραλέος ,και η ζωή είναι γλυκιά ,έως και στην κόλαση η ζωή είναι καλύτερη από τον

θάνατο που είναι το απόλυτο τίποτα.

Σήμερα θα κάνω κάτι που ήθελα να κάνω εδώ και πολύ καιρό και είναι η τελευταία

ευκαιρία.

Της είπα χτες να βρεθούμε στην πλατεία. Ήρθε αργοπορημένη όπως συνήθως .Φιλί στο

μάγουλο. Μιλάμε της λέω πως με κάλεσαν στο μέτωπο και πως την αγαπώ ,το λέω για

άλλη μια φορά .Ετοιμάζεται να απαντήσει πάλι πως και αυτή με αγαπάει αλλά δεν μπορεί

να ανταποκριθεί.

<<Αύριο μπορεί να μια νεκρός ,εκεί που πάω δεν υπάρχει ζωή ,μόνο σίδερο ,σάρκα και

αίμα >>.Δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτό αλλά θέλω να ξέρω όταν πεθαίνω πως κάποια

εκεί πίσω με σκέπτεται και θα χύσει ένα δάκρυ στην κηδεία μου .Τι σημασία έχει το

αύριο?

«Παντρέψου με»

«Γιατί εγώ ,έχουν περάσει τόσες από την ζωή σου?»

«Ναι αλλά με σένα ξέρω πως τα δάκρυα που θα χύσεις θα ναι από την καδιά σου.»

Διστάζει….

Και σήμερα εγώ με την στολή και αυτή χωρίς νυμφικό πάμε στο δημαρχείο . Μαζί μου

μόνο λίγοι φίλοι. Τους περισσότερους τους αποχαιρέτισα τις προηγούμενες μέρες.

Θυμάμαι μόνο πως κοιμόμουν δυο μέρες μετά ,ήπια πολύ. Ο φόβος και η θλίψη πέρασαν

με το αλκοόλ ,τώρα απλά θέλω να ξέρω πως κάποιος μέσα σε αυτόν τον κόσμο θα ναι

δικός μου και θα με περιμένει ,τι σημασία έχει αν δεν υπάρχει χημεία η έρωτας .Η ζωή είναι

πολύ μικρή για να ζούμε λες και έχουμε χρόνο να καταστρέψουμε έναν γάμο με τέτοιες

λεπτομέρειες.

Βράδυ μετά από χρόνια βρισκόμαστε πάλι μαζί στο κρεβάτι .Η τελευταία φορά.

Πρωί, το τραίνο με πάει εκεί μακριά ,δεν φοβάμαι ,δεν θλίβομαι ,μέσα στην καρδιά

μου υπάρχει μια γαλήνη .

Page 26: Τα κόκκινα κεράσια

Δυο εβδομάδες μετά ,πεθαίνω το ξέρω, το σόμα μου έγινε θρύψαλα από ριπή

όπλου ,πόνος, αίμα, σάρκες παντού .Σβήνω αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού υπάρχει ένα

χαμόγελο ,δεν ξέρω γιατί ,ίσως κάπου εκεί κάποιος με περίμενε…..

Page 27: Τα κόκκινα κεράσια

Το πρώτο φιλί

Ήρθε εκείνη την νύχτα στην γέφυρα ,εκεί οπού εραστές και αυτόχειρες δίνουν ραντεβού με

τον έρωτα και τον θάνατο. Εδω στην Θεσσαλονίκη. Είναι ακόμα πιο όμορφη από την πρώτη

φορά που την είδα. Η θλίψη της καλύπτει σαν μεταξένιο πέπλο το πρόσωπο της. Ξέρω τον

λόγο, μπήκαμε στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων ενάντια στους Ισλαμιστές και στον

Ρωσοκινέζικο Άξονα. Κηρύχτηκε επιστράτευση, έχει 2 αδέλφια. Εγώ δεν θα πάω ,θα φύγω

στον κόσμο όπου τα όνειρα είναι ελεύθερα και παίρνουν εκδίκηση….

Δεν μιλάμε πολύ, δεν υπάρχουν και πολλά να ειπωθούν ποια. Στον κόσμο μας δεν υπάρχει

μέλλον για να σκεφτεί κανείς .Μόνο το παρόν ,το μέλλον είναι πνιγμένο στο ατσάλι και στο

αίμα. Της πιάνω το χέρι και την φιλάω ,είναι το πρώτο μας φιλί. Είναι το πρώτο μας φιλί

που μας κάνει να νιώθουμε Ένα ,για πρώτη και για τελευταία φορά. Εγώ και αυτή, και τα

αστέρια στον ουρανό .Κανένας άλλος. Κάπου μακριά ακούγεται το νυχτοπούλι που κρώζει

και το θλιβερό τραγούδι του ενώνεται με το παράφωνο άσμα ενός μεθυσμένου άστεγου

.Αύριο αυτή θα γυρίσει στην ζωή της, ή καλύτερα σε ότι μείνει από αυτήν και εγώ θα πάω

να πολεμήσω για την ζωή εκεί στα βουνά ,στις πόλεις, παντού μαζί με αυτούς που

πιστεύουν στην ζωή. Δεν θα γίνω κρέας για τα κανόνια τους.

Κάνουμε έρωτα και μετά μου ψιθυρίζει στο αυτί ,σε αγαπώ. Και εγώ την αγαπώ αλλά δεν

θέλω να της το πω, το βάρος θα ταν πολύ μεγάλο.

Ξημερώνει ,κρατιόμαστε από το χέρι. Σιωπή ,απόλυτη σιωπή. Ο ήχος της σειρήνας ξεσπάει

και γεμίζει βίαια την σιωπή ,και τότε χιλιάδες μικροσκοπικοί και φονικοί ήλιοι ,πυρηνικοί

ήλιοι, πέφτουν πάνω στην πόλη .Καίνε τα πάντα ,καταστρέφουν, κάθε ζωή υποτάσσεται

στην θανατηφόρα μεγαλοπρέπεια τους .Την αγκαλιάζω και την φιλάω ,και λίγο πριν μας

καταπιεί η πύρινη μπάλα ουρλιάζω σε αγαπώ ,θα σε αγαπώ για πάντα ,και μετά σιωπή η

στιγμή του έρωτα μας δεν τελείωσε ποτέ ,τα σώματα μας διαλυμένα σε άτομα μα οι

καρδιές μας χτυπούν για πάντα σαν μια.

Την πέμπτη μέρα του πολέμου του κατακλυσμού δυο δισεκατομμύρια άνθρωποι χάθηκαν

από πυρηνικές επιθέσεις στις πόλεις .Αυτό το έργο είναι αφιερωμένο στα θύματα και στα

όνειρα τους….

Page 28: Τα κόκκινα κεράσια

Η ανελέητη νομοτέλεια ενός άσπλαχνου θεού

Την έφεραν μπροστά μου, την κοιτάζω με το ψυχρό βλέμμα της μάσκας που έχω μάθει να

φορώ .Είναι νέα ,πολύ νέα .Το κορμί της είναι ψηλό ,τα μάτια της μαύρα όπως και τα

κορακίσια μαλλιά της .Με κοιτάει με ένα δακρυσμένο βλέμμα φόβου .Μου θυμίζει το

βλέμμα Της όταν την αποχαιρέτησα για τελευταία φορά .Η καρδιά μου νιώθει ξαφνικά

πόνο αλλά και ζεστασιά μαζί ,θέλω να σπάσω τις αλυσίδες με τις οποίες έδεσα την καρδιά

μου ,θέλω να φωνάξω ,ότι και να κανες σε συγχωρώ!!!!!

Αλλά δεν μπορώ το θέλημα του είναι να πάω ενάντια σε αυτό που θέλει η καρδιά

μου και να δέσω τις αλυσίδες πιο σφιχτά μέχρι να η καρδιά νου να ματώνει .Το θέλημα του

Κυρίου και της μοίρας που μου όρισε είναι άλλο.

Και έτσι ξεκινά η ανάκριση μέσα στο σκοτεινό και υγρό υπόγειο .Την ρωτάω αν

αποδέχεται της κατηγορίες για μαγία ,βλασφημία και μαγκανία .Αρνείται Έτσι κάνουν οι

περισσότερες ,ποτέ δεν λένε την αλήθεια στην αρχή. Ξέρω πως σε τρεις μέρες θα έχει

λυγίσει και εγώ θα την στείλω στην εξαγνιστήρια πυρά. Έτσι αποφάσισε ο Κύριος και έτσι

με προστάζει το βάρος που πρέπει να σηκώσω.

Πρώτη μέρα .Αρνείται τις κατηγορίες ,την εκλιπαρώ με μια σταθερή αλλά ήρεμη

φωνή. Αρνείται. Ο δήμιος ένας τίμιος άνθρωπος που αγαπάει τα παιδιά του και την

γυναίκα του όσο τίποτα άλλο στον κόσμο φέρνει τα εργαλεία των βασανιστηρίων μπροστά

της .Την βλέπω που τρέμει αλλά πάλι αρνείται. Και έτσι ο δήμιος φορώντας την κόκκινη

κουκούλα του ξεκινά τα βασανιστήρια. Πάντα θα με εντυπωσιάζει με πόση ψυχραιμία

επιτελεί το έργο του ,όπως ο φούρναρης που ψήνει το ψωμί η ο τσαγκάρης που φτιάχνει

παπούτσια. Τον έχω ρωτήσει για το πώς νιώθει για το καθήκον που του κληροδότησε ο

πατέρας του και το οποίο θα κληροδοτήσει στον υιό του.-Δεν νιώθω κάτι ούτε ευχαρίστηση

ούτε οίκτο .Κάνω ότι μου πουν αυτοί που γνωρίζουν τι είναι σωστό και τι λάθος. Απλά θέλω

να προκαλώ μόνο όσο πόνο χρειάζεται για να ομολογήσει κάποιος, μου είπε.

Ούτε εγώ απολαμβάνω τα βασανιστήρια. Το αντίθετο .Οι κραυγές του πόνου που

της προκαλούν τα σιδερένια ,ψυχρά εργαλεία που της λιώνουν τα δάχτυλα και τα πόδια

κάνουν το πέτρινο περίβλημα της καρδιάς μου να ραγίζει .Αλλά η λέξη έλεος δεν είναι μια

λέξη που τα χείλη μου μπορούν να ξεστομίσουν .Δεν έχω δικαίωμα να αμαρτήσω για

δεύτερη φορά .Δεν θέλω Αυτή να χάσει μια θέση στον παράδεισο εκεί που ανήκει η αγνή

ψυχή της που αμάρτησε από πάθος .Δεν της αξίζει η κόλαση.

Λιποθυμάει από τον πόνο .Της ρίχνουν ένα κουβά νερό .Ξυπνά .Την οδηγούν στο

κελί. Την επισκέπτομαι το βράδυ .Της ζητάω με πατρική φωνή να ομολογήσει. Της

υπόσχομαι την πιο επιεική ποινή που θα μπορούσα να επιβάλω, στραγγαλισμό πριν την

Καθαρτήρια πυρά .Δεν θέλω να υποφέρει .Δεν θέλω να υποφέρει καμία από αυτές που

παρέσυρε ο διάβολος .Δεν θέλω και δεν έχω το δικαίωμα να προκαλώ περισσότερο πόνο

απ όσο χρειάζεται για να πραγματοποιηθεί το θέλημα του.

Γι

Page 29: Τα κόκκινα κεράσια

α άλλη μια φορά αρνείται και με παρακαλά με δάκρυα στα μάτια να την πιστέψω.

Ο διάβολος θέλει να της προκαλέσει πόνο μέχρι να παραδοθεί στην λυτρωτική πυρά.

Ξαπλώνω αύριο θα συνεχίσουμε την ανάκριση. Δεν μπορώ να κοιμηθώ .Σκέπτομαι

πως έφτασα ως εδώ .Δεν ήθελα να γίνω ιεροεξεταστής .Είναι ένα βαρύ καθήκον και μια

ευθύνη απέναντι στον Θεό ,στην κοινωνία και στους κατηγορούμενους .Η δικαιοσύνη είναι

βαρύ καθήκον .Γεννήθηκα πριν από 40 χρόνια σε ένα αρκετά εύπορο αγρόκτημα ενός

μικροευγενή .Ήμουν ο μικρότερος αδελφός από τους 3.Ο μεγαλύτερος κληρονόμησε την

περιουσία ,ο μεσαίος κλήθηκε από τον κύριο κοντά Του όταν ήταν παιδί και εγώ

αποφασίστηκε να γίνω ιερέας και να μορφωθώ .Ήθελα από μικρός να αφιερωθώ στον

Κύριο. Αλλά υπάρχει κάτι πιο ισχυρό από την πίστη στην καρδιά του ανθρώπου στον έναν

και μοναδικό Θεό ,ο Έρωτας. Όλοι νιώθουν έρωτα .Από τον πιο εξαθλιωμένο δουλοπάροικο

μέχρι τον βασιλιά. Ο έρωτας είναι μια πυρκαγιά που πυρπολεί τα πάντα στο διάβα της και

κάνει τις καρδιές να φλέγονται από πόθο .Μόνο λίγοι μπορούν να νικήσουν τον έρωτα

,αλλά το κόστος είναι μεγάλο .Τους ονομάζουμε αγίους και τους τιμάμε για την δύναμη

τους να αφήσουν την καρδιά τους αποκλειστικά ανοιχτή μόνο στην θεία αγάπη και στην

αγάπη για ο,τι Αυτός δημιούργησε .Αλλά μήπως ο Θεός δημιούργησε τον έρωτα για να

κάνει τους ανθρώπους ευτυχισμένους και η αγάπη για την ερωμένη δεν αποκλείει την

αγάπη για τον Κύριο και για τον συνάνθρωπο;; Δεν έχουν σημασία τέτοιες αιρετικές

σκέψεις. Ο κόσμος μας είναι ένα πεδίο μάχης μεταξύ της θείας εγκράτειας και της ηδονής

που υπηρετεί τον Σατανά .Δεν υπάρχει μέση οδός.

Ήμουν 16 χρονών όταν ο έρωτας διαπέρασε την καρδιά μου .Την έλεγαν Μαρία και

ήταν η κόρη του ιδιοκτήτη του πανδοχείου όπου έμενα .Στην αρχή ανταλλάσαμε βλέμματα

.Μετά άρχισα να της γράφω ποιήματα που εξέφραζαν την καρδιά μου .Και κάποτε εκείνο

το βράδυ το πρώτο της φιλί σφράγισε την κάθοδο μου στην αμαρτωλή ηδονή .Δεν θα

ξεχάσω ποτέ τα κορμιά μας που έγιναν ένα ,τις καρδιές μας που χτυπούσαν σαν μια ,η μια

δίπλα στην άλλη .Τα φιλιά της,το στήθος της,τα μάτια της ,τα μαλλιά της ,τα χάδια της. Όλα

αυτά χαράχτηκαν για πάντα στην καρδιά μου .Ήθελα να τα παρατήσω όλα και να φύγω μαζί

της μακριά .Να ζήσουμε μαζί μέχρι το τέλος τον ημερών μας .Τότε θεωρούσα πως ο Θεός

συγχωρεί τον έρωτα αλλά έκανα λάθος. Ήρθε πανώλη ,έφυγε και την πήρε μαζί της.

Ξημέρωσε η δεύτερη μέρα.Προσεύχομαι στον Κύριο και φιλώ ένα κομμάτι

ύφασμα από το φόρεμα της το οποίο κρατάω πάντα πάνω μου .Χρειάζομαι δύναμη για να

κάνω αυτό που πρέπει .Μετά αυτομαστιγόνομαι .Προσφέρω το αίμα μου, την σάρκα

μου,τον πόνο μου ως θυσία ώστε ο όσοι παραδόθηκαν στον θάνατο από μένα , να

κερδίσουν και χάρη σε μένα μια θέση στον παράδεισο .Μερικές φορές σκάφτομαι πως με

περιμένει η κόλαση. Ίσως κάποιες από τις κοπέλες που έστειλα στην πυρά να ήταν αθώες.

Τότε δεν είμαι τίποτα παραπάνω από έναν στυγνό φονιά .Αλλά ένα πράγμα με κάνει να

συνεχίζω ,η ιδέα πως είναι καλύτερα να πάω εγώ στην κόλαση παρά να χάσει Αυτή την

αιώνια συχώρεση και την ομορφιά του παραδείσου .Δεν φοβάμαι μου δίνει Αυτή την

δύναμη που χρειάζομαι.

Μπαίνω στο υπόγειο .Είναι εκεί .Την ρωτάω αν αποφάσισε να ομολογήσει

.Αρνείται πάλι .Και έτσι ο δήμιος συνεχίζει το βάναυσο και αιματηρό έργο του .Την τεντώνει

στην σκάλα μέχρι που της εξαρθρώνει τα άκρα .Νιώθω τον πόνο της. Μακάρι να

Page 30: Τα κόκκινα κεράσια

ομολογούσε και να μην χρειαζόταν όλο αυτό .Λιποθυμάει πολλές φορές .Ομολογεί και

μετά ανακαλεί την ομολογία .Είναι φρικτό πως μια αποπλανημένη ψύχη είναι αναγκασμένη

να υποστεί τόσο πόνο στον δρόμο για την λύτρωση .Το απόγευμα τρώω μαζί με τον

γραμματέα μου και τον δήμιο .Δεν περιφρονώ τον άνθρωπο αυτόν. Είναι μια ευγενική

ψύχη .Τον έχω δει να φιλά και να αγκαλιάζει την γυναίκα του,να παίζει με τα παιδιά του,να

παρηγορεί μετά τα βασανιστήρια πολλές από τις κοπέλες και να τους γιατρεύει τις πληγές.

Όπως και εγώ είναι και αυτός δέσμιος ενός δρόμου που καθόρισε για αυτόν ο δημιουργός.

Το βράδυ την επισκέπτομαι .Της ζητάω να ομολογήσει και της ορκίζομαι πως δεν θα

υποφέρει άλλο και πως δεν θα την ρωτήσω εάν είχε συνεργούς μέσα στην οικογένεια της

.Αρνείται. Γυρνώ στο δωμάτιο μου ,ένα δάκρυ κιλάει από το μάτι μου. Ξέρω πως αύριο

έρχεται το τέλος και εγώ θα αναγκαστώ ίσως να ασχοληθώ με την σωτηρία των

αγαπημένων της προσώπων.

Σκέπτομαι την τελευταία φορά που την είδα .Ξαπλωμένη στο κρεβάτι και χλομή

.Την φίλησα για τελευταία φορά. Την σκότωσα εγώ.Ο Θεός που λατρεύουμε είναι ένας

άσπλαχνος θεός.Η αγάπη του είναι σκληρή και δεν δέχεται κανένας να ξεστρατίζει από

τον δρόμο του.Ο έρωτας μας ήταν ασυγχώρητη αμαρτία .Αν ήμουν αρκετά δυνατός και

δεν υπέκυπτα στο πάθος ,θα ζούσε ,θα παντρευόταν και θα πέθαινε στο κρεβάτι

περιτριγυρισμένη από παιδιά και εγγόνια .Και έτσι είμαι εδώ και εκτελώ το θέλημα Του

.Ξέρω πως αν υπηρετήσω πιστά τότε θα συγχωρεθώ και υπάρχει ελπίδα να ξαναδώ τον

Έρωτα μου εκεί ,στα λιβάδια του παραδείσου .Για αυτό πρέπει να είμαι σκληρός και

ανελέητος. Αν δείξω για άλλη μια φορά αδυναμία τότε αυτή θα είναι καταδικασμένη στην

αιώνια πυρά της κόλασης. Το καθήκον μου είναι η τιμωρία μου και η λύτρωση Μας

συγχρόνως.

Τρίτη μέρα .Ελάχιστοι αντέχουν τα βαριά βασανιστήρια .Λύγισε εύκολα και η

αλήθεια πέταξε σαν περιστέρα από τα χείλη της .Κατηγόρησε τον αδελφό της, τον θειο της

και την γιαγιά της. Πρέπει να τους λυτρώσω .Στέλνω να τους συλλάβουν. Βλέπω τον δήμιο

να την παρηγορεί και να της λέει πως όλα τελείωσαν .Αύριο οι φλόγες θα ξεπλύνουν την

αμαρτία. Ο θεός συγχωρεί.

Οι φλόγες τυλίγουν το σώμα της και τα ουρλιαχτά της αντηχούν παντού .Βλέπω

στα μάτια της την ζωή που φεύγει από το σώμα. Θυμάμαι Αυτήν και νιώθω πάλι τον Πόνο

αλλά και την ζεστασιά ,σαν να ναι για λίγο μαζί μου .Μόλις όλα τελειώνουν κλαίω .Μισώ το

καθήκον μου ,μισώ εμένα που δημιουργώ πόνο ,μισώ τον άσπλαχνο θεό που με αναγκάζει

να οδηγώ στην λύτρωση μέσω της συγχώρεσης Του με πόνο και θάνατο. Και ξαφνικά βγάζω

το κομμάτι ύφασμα που πάντα φυλάω πάνω μου. Ακούω την φωνή της στον αέρα, να λέει

σε αγαπώ, χαμογελάω .Θα συνεχίσω μέχρι να ανταμώσουμε ξανά στον αιώνιο Έρωτα μας

λέω για τον εαυτό μου και αποκοιμιέμαι…

Page 31: Τα κόκκινα κεράσια

Κοκκινα κερασια

Και όμως ο έρωτας έχει και λευκά φτερά, που και που λίγο ματωμένα λίγο βρόμικα ,λίγο

τραχειά στο άγγιγμα μα η καρδιά χτυπάει και μοιράζει ζεστασιά όπως και λίγο πόνο,αυτή

είναι η ευτυχία ανακατεμένη με πόνο και λύπη σε ένα αισιόδοξο μείγμα.

Ένα ποιήμα

Έξω σαν άγαλμα μαρμάρινο είσαι

Όμορφη άλλα σαν γρανίτης σκληρή

Και δυο μάτια μεγάλα που με βλέμμα κοφτερό

Σαν του τριαντάφυλλου τα αγκάθια τρυπούν την ψυχή

Αλλά όταν χαμογελούν του κόσμου τα σκοτάδια διαλύουν

Έξω περίβλημα από ατσάλι την ψυχή σου περιβάλει αλλά

Μέσα εκεί στης Καρδίας τα απύθμενα βάθη ένα τριαντάφυλλο

Είσαι δοκιμασμένο από του κόσμου την σκληρότητα αλλά τρυφερό και όμορφο

Και η καρδιά σου σαν τον ήλιο θερμή και σαν της σελήνης το άγγιγμα απαλή

Είναι και όταν τολμά τους γύρω της ζεσταίνει

Και εγώ ούτε Άγιος ούτε αμαρτωλός αλλά άνθρωπος απλός

Του φωτός και του σκοταδιού το παιδί

Εσένα σου προσφέρω την καρδιά μου που από την ζωή ουλές πάνω έχει

Αλλά αγάπη να προσφέρει μπορεί σε σένα

Δέξου την η στην Άβυσσο πέταξε την και την φιλία μου πάρε…..

Σε Σένα ….ode Me…..

Page 32: Τα κόκκινα κεράσια

Ja a TY

Όταν λάμπει η σελήνη μέσα στο αργυρό της φως να λούζει εμένα και σένα

Εσύ το τριαντάφυλλο στης ζωής μου τον κήπο

Τα αγκάθια σου να πληγώνουν μα τα τα κατακόκκινα πέταλα σου

Την καρδιά και το κορμί να χαϊδεύουν

Και εγώ ο ήλιος, η βροχή και το χώμα για να μην μου μαραθείς

Εσύ το χελιδόνι που κάθε πρωί την άνοιξη φέρνει μέσα στον κρύο τον χειμώνα

Εσύ κάθε χτύπος της καρδιάς που σαν μελωδία θεϊκή στα αυτιά μου αντηχεί

Εσύ η σελήνη που μου χαμογελά και εγώ Ήλιος που εσένα θέλει να ζεστάνει

Ήλιος δυνατός επειδή η σελήνη με το γλυκό πρόσωπο του χαμογελά

Το σώμα σου, η ψυχή σου, τα φιλιά σου

Ό,τι περνάμε μαζί, Εσύ και Εγώ Εκεί να σου κρατώ το χέρι

Σε μας

Page 33: Τα κόκκινα κεράσια

Κόκκινα κεράσια

Κάποτε υπήρχε ένας κήπος στην πίσω αυλή ενός σπιτιού. Εκεί άραζα τα μεσημέρια όταν ο

ήλιος με τις ακτίνες του χάιδευε με θέρμη το σώμα μου και τα βράδια όταν θαύμαζα τα

άστρα και την σελήνη με το όμορφο και χλομό της πρόσωπο. Η σελήνη με το αργυρό της

φως να χαϊδεύει το πρόσωπο μου και την καρδιά μου και τα άστρα ,χιλιάδες κόσμοι

διαφορετικοί από τον δικό μου, να μου κρατάνε συντροφιά όπως κρατούσαν σε

εκατομμύρια πριν από μένα.

Σήμερα πια ο κήπος δεν υπάρχει, τον έπνιξε το τσιμέντο, το ατσάλι ,το γυαλί. Η ζωντανή

καρδιά του πλέον είναι ψυχρή ,ανίκανη να νιώσει κάτι ,μέσα σε έναν κόσμο χωρίς

συναίσθημα, χωρίς ζεστασιά. Ένας κόσμος που δεν μεταβάλλεται, παγιδευμένος μέσα στην

αδιέξοδη φρίκη της μονοτονίας.

Μα σήμερα το τσιμέντο να ραγίζει ,και μέσα στον νεκρό κόσμο μας να φυτρώνει ένα

κόκκινο τριαντάφυλλο και να υψώνεται θριαμβευτικά προς τα ουράνια ,προς τον Ήλιο την

πηγή της Ζωής.

Και έτσι αναμνήσεις γεμίζουν πάλι το μυαλό μου, καθώς αράζω στην ταράτσα μου και

παρακολουθώ τα φώτα της πόλης, ενός νέου ήλιου ,τεχνητού .Ένα διαμάντι απλώνεται

μπροστά μου ,λαμπερό και η λάμψη του φτιαγμένη από χέρια ανθρώπου ,κρύβει το

αρχέγονο φως τον άστρων .Θυμάμαι τον κήπο όπου έπαιζα μικρός, έναν μεγάλο κήπο όπου

εγώ ήμουν παιδί και παραπλανιόμουνα .Ο κήπος της ζωής μου. Και μια μέρα στον κήπο της

ζωής μου είδα το θαύμα της γέννησης της ζωής. Δυο άγουρα κεράσια, γλυκόξινα,

φύτρωσαν πάνω στην κερασιά που είχε χρόνια να δώσει καρπούς. Μα ήμουν νέος και ένα

πουλί ,κοράκι η αηδόνι, σημασία καμιά δεν έχει ,άρπαξε τα κεράσια και τα πήρε μακριά,

και εγώ έμεινα με μια θλίψη, μια γρατζουνιά στην καρδιά που την λογάριαζα για πληγή

θανάσιμη .Αλλά δεν ήταν ,επουλώθηκε και έμεινε μια ουλή ,ένα στολίδι πείρας. Και

βυθισμένος στις αναμνήσεις μου ,πέφτω στην αγκαλιά του Μορφέα..

Το πρωί ξυπνώ από ένα όνειρο γλυκό και υγρό, μια φαντασίωση πέρα από κάθε φαντασία.

Και κοιτάζω στο μπαλκόνι, εκεί φύτρωσε μια κερασιά ,και πάνω της δυο κατακόκκινα

κερασιά. Δυο κόκκινα ,ώριμα κεράσια που θα τα απολαύσω εγώ στον κήπο της ζωής μου

που τον φτιάχνω για μένα .Και πάλι είναι γλυκόξινα όπως είναι η ζωή αλλά το γλυκό χωρίς

το ξινό δεν υπάρχει και η ομορφιά χωρίς τον πόνο στην ζωή είναι ένα όνειρο. Παίρνω τα

κεράσια ,δυο φρούτα αληθινά, ζωντανά ,νόστιμα ,όχι όπως τα πλαστικά φρούτα που

βλέπω κάθε πέμπτη στο τραπέζι της γιαγιάς όταν την επισκέπτομαι στο φθινόπωρο της

ζωής της. Μπανάνες, μήλα, πορτοκάλια ,λεμονιά και άλλα. Ψυχρά, χωρίς ζωή ,τέλεια ΣΤΗΝ

ΦΟΡΜΑ ΑΛΛΑ ΑΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ.

Τρώω τα κεράσια, και νιώθω ένα χέρι απαλό να χαϊδεύει το λαιμό μου ,τα Μάλια μου,το

πρόσωπο μου, την καρδιά μου ,ό,τι προκαλεί ηδονή και χαρά το ταγκίζει αυτό το απαλό

χέρι. Και έτσι εγώ, άλλος ένας άνθρωπος από τους πολλούς, ξαπλώνω πάνω στο γρασίδι

του κήπου της Ζωής μου ,μαλακό και σκληρό συνάμα ,και βλέπω τον χορό της ζωής, μια

συγχορδία πόνου και ομορφιάς, σκληρότητας και τρυφερότητας ,αγάπης και μίσους. Εγώ

και η ζωή μου…..

Page 34: Τα κόκκινα κεράσια

Αφιερωμένο σε Σένα ,εσύ ξέρεις πoια είσαι όπως και εγώ…..

Αφιερωμένο στην ζωή όπως είναι χωρίς ψεύτικα στολίδια και χωρίς προκαταλήψεις και

φόβους.

Page 35: Τα κόκκινα κεράσια

Ο περιπλανώμενος και ο προορισμός του

Η ζωή είναι ένα μεγάλο ταξίδι που έχει πολλούς προορισμούς αλλά μόνο ένας από αυτούς

είναι ο Ένας προορισμός.

Αντίγονος ο Αλικαρνασεύς

Είμαστε παιδιά ενός κόσμου μετανεωτερικού ,το παρόν ,το μέλλον και το παρελθόν είναι

έννοιες σχετικές ,όπως και ο μύθος και η αλήθεια…

Κάποιος διανοούμενος

Επιτέλους έφτασα στον ναό. Πέρασαν χρόνια για να τον βρώ. Περιπλανήθηκα σε τόπους

μακρινούς, γνώρισα ανθρώπους τόσο διαφορετικούς από μένα, γνώρισα γυναίκες,

πολέμησα σε πόλεμους, έσπασα τα μούτρα μου πάνω σε πέτρες δεκάδες φορές μα οι

ουλές με έκαναν σοφότερο.

Και μετά ήρθε η ώρα της τελικής αναζήτησης ,η αναζήτηση της Ανθρώπινης Χαράς. Ο

κόσμος γύρω μου κατέρρεε ,μαύρα σύννεφα σκέπαζαν τον ουρανό και τις καρδιές των

ανθρώπων .Οι λύκοι ονομάστηκαν σωτήρες και αποθεώθηκαν από τα πρόβατα, για άλλη

μια φορά …Όσοι αντιμετώπισαν τα πρόβατα με αξιοπρέπεια και προσπάθησαν να τα

εξυψώσουν καταδιώχτηκαν ως εχθροί και πολλοί σφαγιάστηκαν κάτω από τα

επιδοκιμαστικά βελάσματα του κοπαδιού.

Και έτσι μέσα σε αυτόν τον σάπιο ,εξαθλιωμένο και εκφασισμένο κόσμο, έναν κόσμο πιο

μαύρο από την πιο βαθειά άβυσσο ,αποφάσισα να βρω την χαρά ,όχι κάποιον θεό ,ούτε

κάποια υπερφυσική λύτρωση ,κάτι πιο απλό αλλά και πιο ζεστό, πιο ανθρώπινο ,την

ανθρώπινη Χαρά. Ένα βάλσαμο για την καρδιά όσο αυτή κτυπάει ακόμα ,πριν η ύπαρξη

ριχτεί στα Τάρταρα της ανυπαρξίας.

Έψαξα παντού ,έφτασα στα πέρατα του κόσμου ,εκεί όπου το σκοτάδι αγκαλιάζει το Φως,

αναπαύτηκα κάτω από την σκιά του ΑΤΛΑΝΤΑ εκεί στον κήπο των εσπερίδων ,αντίκρισα το

τέλος της Δύσης ,εκεί στο νοτιότερο Άκρο της Γαύδου ,συνομίλησα με σοφούς βραχμάνους

στις όχθες του Γάγκη, έκανα πολλά καλά και κακά ,δεν μετανιώνω για τίποτα…

Αλλά δεν έβρισκα αυτό που πραγματικά έψαχνα ,παντού υπήρχε η σκιά και η υποψία του

ανικανοποίητου ,κάτι που με έσπρωχνε έτσι ώστε να κυνηγήσω το κάτι παραπάνω και να

βρεθώ πιο κοντά στην γνώση της Ανθρώπινης Χαράς. Ώσπου μια μέρα κάπου σε ένα

ναργιλεδάδικο ,σε μια πόλη που κάποτε λεγόταν Καλλιθέα, κάποιος γέρος ,τυφλός από τα

χρόνια, μου αφηγήθηκε την ιστορία του Διονύσου και του χορού των Μαινάδων. Ο χορός

της ζωής και του θανάτου που φέρνει ζωή ,ο πόνος που ανοίγει την πύλη στην ικανοποίηση

κάθε επιθυμίας ..

Και έτσι μπάρκαρα με μια τριήρη και μια εβδομάδα μετά ήμουν εκεί, στην Σαμοθράκη. Στο

νησί δεν είχαν μείνει ποια πολλοί άνθρωποι .Στο καφενείο του χωριού ρώτησα για τον Χορό

.Ο τρομαγμένος νεαρός δεν μου απάντησε αλλά ο πατέρας του με στωικό ύφος που είπε

τον δρόμο για το Άλσος του Διονύσου. Έφτασα και περίμενα ,περνούσαν μέρες και νύχτες,

Page 36: Τα κόκκινα κεράσια

τις ημέρες ο ήλιος ξέραινε τα πάντα, τις νύχτες το κρύο έκανε όλο το σώμα μου να τρέμει

.Και μια νύχτα άκουσα τους αυλούς και τα τύμπανα ,ήταν αυτές, οι Μαινάδες, πιστές

ακόλουθες του Διονύσου στα όργια ,στο ποτό ,στην ζωή και στον θάνατο .Μπήκα στον χορό

μαζί τους, γεύτηκα τον έρωτα τους και μετά τον πόνο από τα θανατηφόρα δρεπάνια που

μου έσκιζαν τις σάρκες .Πέθανα.

Όταν ξυπνήσω ,ήμουν μόνος, γυμνός στην μέση μιας ερήμου ,και από πάνω έλαμπαν τρεις

αδαμάντινοι ήλιοι, στον αέρα ακούγονταν ατμοσφαιρική μουσική και εγώ ένιωθα τον

κόσμο γύρω μου ,έναν κόσμο αρχέγονο ,καθαρό από την εκφυλιστική μανία του

καταναλωτισμού ,της εκμετάλλευσης ,της βίας. Δεν υπήρχαν άνθρωποι μόνο σαύρες γύρω

μου, μεγάλες πράσινες σαύρες. Και ξαφνικά άκουσα μια φωνή στο μυαλό μου, ήρεμη και

καθαρή σαν κρύσταλλο .Μου είπε πως η Θεά με περιμένει ,εκεί στον ναό ,πως πρέπει να

πάρω τον δρόμο της μοναξιάς για να φτάσω εκεί .Και έτσι περπάτησα ,περπάτησα για

αιώνες ,για χρόνια ,για μέρες ,για μια στιγμή ,ο χρόνος δεν είχε σημασία ,μόνο η φρικτή

μοναξιά ,βαριά σαν μυλόπετρα .Ο ήλιος δεν έδυε ,ούτε ανέτειλε.

Και ξαφνικά πρόβαλε μπροστά μου ο Χρυσός ναός ,στην πύλη στεκόταν οι φύλακες,

φοβερά κτήνη, ο φόβος ,ο τρόμος ,η ανασφάλεια ,η απώλεια και πολλά αλλά οντά που οι

αρχαίοι και άσπλαχνοι Θεοί έφτιαξαν για να βασανίζουν τους ανθρώπους. Με κοιτούσαν

χιλιάδες φλεγόμενα βλέμματα ,μα εγώ τα αγνόησα. Η πύλη άνοιξε και εγώ μπήκα σε ένα

ταπεινό οίκημα, και εκεί πάνω στον ξύλινο βωμό στεκόταν Αυτή, η Ανθρώπινη Χαρά ,μια

θεά που την έφτιαξε ο ίδιος ο άνθρωπος και όχι αυτή τον άνθρωπο όπως οι άλλοι θεοί .Μια

απλή κοπέλα, αγέραστη μέσα στον χρόνο, όμορφη με τα ανθρώπινα μέτρα και

χαμογελαστή. Με κοίταξε και τα μάτια της διαπέρασαν την ψυχή μου και την καρδιά μου.

Τα μάτια της αλήθειας. Και τότε η καρδιά μου βγήκε από το στήθος και της την προσέφερα,

μια καρδιά απλή, ανθρώπινη, γεμάτη ουλές ,αλλά συγχρόνως γεμάτη από την επιθυμία της

αγάπης ,σκοτεινή αλλά και φωτεινή, χρυσή και αργυρή ,ατσάλινη και γυάλινη, πολλά και

τίποτα. Και αυτή η καρδιά από τότε ανήκει σε Αυτήν και Αυτή ανήκει από τότε σε μένα.

Ξύπνησα στην παραλία, το πλοίο με περίμενε ,τίποτα δεν άλλαξε ,και όμως ναι κάτι εκεί

μέσα ,βαθιά μου έλεγε πως Αυτή είναι μαζί μου…..

Αφιερωμένο στην Αναζήτηση και στην Χαρά.

Page 37: Τα κόκκινα κεράσια

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΚΗΝΗΤΗ ΣΤΗΝ ΒΑΣΟΡΑ

ΣΑΝ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΠΑΡΑΣΕΡΝΕΙ

ΟΡΜΑ ΚΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΑΡΩΝΕΙ

ΠΟΤΑΜΙ ΚΟΚΚΙΝΟ ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΑΡΚΑΣ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΙΑ

ΥΜΝΕΙ ΜΕ ΦΩΝΗ ΒΡΟΝΤΕΡΗ ΩΣ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΤΑ ΠΕΡΑΤΑ

ΠΟΤΑΜΙ ΜΑΥΡΟ ΠΟΥ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΤΟΝ ΠΟΝΟ

ΤΟΝ ΦΟΒΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΡΕΠΑΝΟΦΟΡΟ ΧΑΡΟ

ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΥΡΗ ΚΑΠΑ ΤΟΥ

ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΜΟΙΡΑΖΕΙ

ΠΟΤΑΜΙ ΠΥΛΙΝΟ ΠΟΥ Η ΠΕΙΡΑ ΣΑΝ ΑΓΓΕΙΟ

ΜΕ ΧΕΡΙΑ ΣΚΛΗΡΑ ΚΑΙ ΡΟΖΙΑΣΜΕΝΑ ΠΛΑΘΕΙ ΚΑΙ ΓΑΛΗΝΗ

ΣΤΗΝ ΑΤΣΑΛΙΝΗ ΚΑΙ ΣΑΝ ΤΙΤΑΝΙΟ ΣΚΛΗΡΗ ΚΑΡΔΙΑ ΧΑΡΙΖΕΙ

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΘΕΟΣ ,ΕΝΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ

ΕΡΩΤΑΣ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΗΤΗΣ Ο ΥΙΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΑΣ

ΣΩΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΣΤΗΣ

ΕΡΩΤΑΣ

Έρωτας

ΕΡΩΤΑΣΣΣΣ!!!

Το όραμα του ταξιδιώτη στην έρημη γη

Στην έρημο που κάποτε κήπος πανέμορφος ή ταν

Ο ταξιδιώτης κοιμήθηκε και τούτο το όνειρο είδε

Στην έρημη γη κείτονταν το κορμί του διψασμένο

Και με πληγές που γυμνό μάτι δεν βλέπει σπαρμένο

Μα ξάφνου ήχος από θάλασσες μακρινές την δίψα μου σβήνει

Και τις πληγές σαν βάλσαμο κλείνει

Και άγγελος που από της μάνας γης τα σπλάχνα γεννήθηκε

Στο στήθος μου προσγειώθηκε

Και η μουδιασμένη καρδιά Μου

Σαν έρημος που η δροσερή βροχή ποτίζει

Σαν κήπος άνθισε

Μες στην νύχτα ενός κόσμου που το χάος δημιουργεί

Και η ομορφιά με την ασχήμια σε κρεβάτι νυφικό ξαπλώνουν

Το αστέρι το κόκκινο την ζωή μου φωτίζει και η καρδιά μου σαν ηφαίστειο θερμή

Σαν καμπάνα ΤΟΥ ΝΑΟΥ χτυπά

Page 38: Τα κόκκινα κεράσια

ΦΩΣ

Εσένα κοιτώ από μακριά το φως σου στην πλάση να προσφέρεις

Και στον νου μου έρχεται εκείνη η νύχτα που τις ακτίνες σου με το σώμα που την πένα

κραδαίνει μοιράστηκες

Μα μετά έφυγες μακριά και χάθηκες μέσα στο χάος που στον κόσμο βασιλεύει

και μόνο του Διονύσου το γλυκό κρασί εσένα κοντά στον ποιητή τούτον σε φέρνει

Έλα παιδί της μοναξιάς ,φως που τα απέραντα σκοτάδια φωτίζεις

Όαση σε μια έρημο με άμμο γαλάζια

Κατέβα και στα χέρια του μοναχικού ποιητή αφέσου

Την καρδιά του ζέστανε και εσύ κίτρινο φως το κόκκινο το χρώμα του έρωτα και της ζωής

πάρε

Η ζωή που οι θεοί μέτρησαν σε μας είναι πολύ μικρή στην μοναξιά ο άνθρωπος να την

χαρίζει

Και έτσι έλα φως σκίσε της μοναξιάς τον μαντύα τον γκρίζο και στο στήθος μου

προσγειώσου του έρωτα τις απόλαυσης πιο αρχαίες από την Αφροδίτη να γευτείς

Γραμμένο για Σένα…….

Γράφτηκε κάπου εκεί στην ανατολή από έναν ποιητή που αγαπούσε ένα άστρο …

Page 39: Τα κόκκινα κεράσια

Η Σαλπιγκα

Η ζωή είναι αγώνας

ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΧΟΛΗ

ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ ,ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΚΑΙ ΥΙΕ Της ΕΛΠΙΔΑΣ

ΚΑΙ ΩΡΙΜΟ ΤΕΚΝΟ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΗΣ ΤΩΝ ΚΟΛΑΣΜΕΝΩΝ ΟΡΓΗΣ

ΑΓΓΕΛΕ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

ΑΠΛΩΣΕ ΤΑ ΦΛΕΓΟΜΕΝΑ ΦΤΕΡΑ ΣΟΥ

ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΧΟΡΤΑΓΟΥΣ ΛΥΚΟΥΣ

ΠΟΥ ΤΙΣ ΣΑΡΚΕΣ ΜΑΣ ΜΕ ΚΥΝΙΣΜΟ ΞΕΣΚΙΖΟΥΝ

ΧΑΡΙΣΕ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΣΟΥ ΣΤΟΥΣ ΧΟΙΡΟΥΣ ΠΟΥ ΓΙΑ ΣΑΡΑΝΤΑ ΑΡΓΥΡΙΑ

ΤΟ ΣΩΜΑ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΓΕΝΗΣΕ ΕΚΔΙΔΟΥΝ ΚΑΙ ΠΛΗΓΟΝΟΥΝ

ΚΑΙ ΚΕΡΑΣΕ ΜΕ ΤΗΝ ΣΚΛΗΡΗ ΚΑΙ ΑΛΗΘΗΝΗ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ

ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΠΟΥ ΜΕ ΒΕΛΑΣΜΑ ΑΝΟΗΤΟ ΤΗΝ ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ ΤΟΥΣ ΔΟΞΟΛΟΓΟΥΝ

Page 40: Τα κόκκινα κεράσια

ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΛΙΒΑΔΙ

ΗΡΘΑΝ ΑΠΟ ΤΟΠΟΥΣ ΜΑΚΡΙΝΟΥΣ

ΚΑΒΑΛΑΡΗΔΕΣ ΣΙΔΙΡΟΦΡΑΚΤΟΙ ΣΕ ΑΛΟΓΑ ΤΡΟΜΕΡΑ

ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΙ ΠΑΠΑΔΩΝ ΔΙΚΩΝ ΜΑΣ ΚΑΙ ΞΕΝΩΝ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΝΑ ΘΕΟ

ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ

ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕς ΜΑΣ ,ΣΟΦΟΙ ΚΑΙ ΕΚΛΕΚΤΟΙ

ΕΙΠΑΝ ΘΕΛΗΜΑ ΘΕΟΥ ΟΛΑΚΑΛΑ

ΤΙΣ ΣΟΔΙΕς ΚΑΙ ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΚΑΨΑΝ

ΤΙΣ ΑΔΕΡΦΕς ΜΑΣ ΠΟΡΝΕΣ ΒΑΠΤΙΣΑΝ

ΤΟΥΣ ΑΔΕΡΦΟΥΣ ΣΕ ΤΟΠΟΥΣ ΜΑΚΡΙΝΟΥΣ ΠΕΡΑ ΑΠ Του

ΑΔΗ ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΠΗΡΑΝ

ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕς ΚΡΑΥΓΑΣΑΝ

ΜΕ ΦΩΝΗ ΦΑΡΜΑΚΕΡΗ ΠΟΥ ΚΟΚΑΛΑ ΤΣΑΚΙΖΕΙ

ΥΠΟΜΟΝΗ ΥΜΕΙΝ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΙΝΑ ΣΑΣ ΦΤΕΤΕ

ΚΑΙ ΕΓΩ ΜΕ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΜΟΥ ΤΗΝ ΓΗ ΠΟΤΙΖΩ

3 ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΑ ΜΕΤΑ

ΚΑΙ Ο ΗΧΟΣ ΑΠ ΤΙΣ ΟΠΛΕΣ ΤΟΝ ΕΡΧΟΜΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΠΡΟΜΗΝΥΕΙ

ΤΗΝ ΣΟΔΙΑΜΑΣ ΠΑΛΙ ΚΑΨΑΝ

ΤΑ ΖΩΑ ΜΑΣ ΠΗΡΑΝ

ΤΑ ΣΠΙΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΑΟΥΣ

ΣΕ ΕΡΗΜΙΑ ΑΛΑΞΑΝ

ΚΑΙ ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΟΥΣ ΜΑΣ ΠΡΟΣΕΦΕΡΑΝ

Page 41: Τα κόκκινα κεράσια

ΦΩΤΙΑ,ΑΤΣΑΛΙ ΚΑΙ ΘΛΙΨΗ

ΜΑ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΖΗΤΟΚΡΑΥΓΑΣΑΝ

ΣΤΗ ΣΩΦΡΩΣΗΝΗ Μας ΤΙΣ ΓΥΜΝΕς ΖΩΕς ΣΑΣ

ΜΑΣ ΧΡΟΣΤΑΤΕ

ΚΑΙ ΧΕΙΜΟΝΑς ΒΑΡΗΣ ΗΡΘΕ

ΑΠΡΟΣΚΛΗΤΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ ΤΗΝ

ΜΙΖΕΡΙΑ ΜΑΣ ΝΑ ΔΕΙ

ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ ΤΗΣΚΑΚΙΑΣ

ΚΑΙ ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΓΕΡΟΙ ΓΕΥΤΗΚΑΝ ΤΗΝ ΠΕΙΝΑ

ΠΟΥ ΤΑ ΝΗΠΙΑ ΑΠ ΤΙΣ ΑΓΚΑΛΙΕς ΤΩΝ ΜΑΝΑΔΩΝ ΑΡΠΑΖΕΙ

ΚΑΙΟ ΤΑΚΑΜΕΝΑ ΧΩΡΑΦΙΑΜΕ ΚΟΚΑΛΑ ΣΠΕΡΝΕΙ

ΚΑΙ ΕΓΩ ΜΕ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ ΤΑ ΔΑΚΡΥΑΜΑΤΩΜΕΝΑ

ΤΗΝ ΣΩΡΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ ΠΟΤΙΣΑ

ΤΗΝ ΑΝΟΞΗ ΠΟΥ ΜΕ ΑΝΘΗ ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΣΤΟΛΙΖΕΙ ΚΑΙ ΕΝΩ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ

ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΕΛΑΗΔΟΥΝ

ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΙΑ ΠΟΥ ΚΑΠΟΤΕ Ο ΤΟΠΟς ΜΑΣ ΗΤΑΝ

ΟΙ ΟΠΛΕΣ ΠΑΛΙ ΤΟΝ ΕΡΧΟΜΟ ΤΗΣ ΒΙΑς ΑΝΑΓΚΕΛΟΥΝ

ΜΑ ΕΜΕΙΣ ΝΑ ΓΕΜΙΣΟΥΜΕ ΣΤΟΜΑΧΙΑ ΑΧΟΡΤΑΓΑ

Page 42: Τα κόκκινα κεράσια

ΚΑΙ ΠΟΥΓΚΙΑ ΑΠΥΘΜΕΝΑ

ΝΑ ΓΕΜΙΣΟΥΜΕ ΠΟΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ

ΚΙ ΕΤΣΙ ΟΙ ΦΛΩΓΕς ΤΟΥ ΜΙΣΟΥΣ

ΤΙΣ ΣΚΗΝΕΣ ΜΑΣ ΤΥΛΙΓΟΥΝ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΛΥΣΗ ΠΟΥ ΜΟΝΟ

ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ Η ΦΥΣΗ ΑΠΑΙΣΙΑ

ΙΚΑΝΗ ΝΑ ΕΞΑΠΟΛΥΣΕΙ ΕΙΝΑΙ ΦΩΤΙΖΟΥΝ

ΞΙΦΗ ΚΑΙ ΤΣΕΚΟΥΡΙΑ ΚΟΦΤΕΡΑ ΤΙΣΣΡΚΕΣ ΣΑΝ ΒΟΥΤΗΡΟ ΚΟΒΟΥΝ

ΚΑΙ ΟΙ ΚΡΑΥΓΕς ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΟΝΟΥ

ΣΥΝΘΕΤΟΥΝ

ΚΑΙΙ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕς ΔΕΝ ΛΑΛΗΣΑΝ ΠΟΙΑ

ΟΙ ΚΡΑΥΓΕΣΜΑΣ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΩΣΑΝ

ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥΣ ΟΔΗΓΟΥΝ

ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ ΑΙΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΗΣ

ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ

ΠΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΙΝΗ ΜΟΥ ΚΑΡΔΙΑ ΑΝΘΙΖΟΥΝ

ΠΟΤΙΖΟΥΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΗΝ ΓΗ

ΦΘΙΝΟΠΟΡΟ ΚΑΙ ΤΑΝΕΚΡΑ ΦΥΛΑ ΤΑΙΖΟΥΝ

ΤΗΝ ΠΕΙΝΑΣΜΕΝΗ ΓΙΑ ΖΩΗ ΓΗ

ΚΑΙ ΟΙ ΟΠΛΕΣ ΤΟΥ ΕΡΧΟΜΟΥ ΤΟΥΣ

ΣΤΑ ΑΦΤΙΑ ΜΑΣ ΥΧΟΣ ΠΟΥ ΜΕ ΦΟΒΟ ΚΑΙ

ΟΡΓΗ ΜΑΣ ΓΕΜΙΖΕΙ

ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΜΕ ΑΞΙΝΕΣ,ΔΡΕΠΑΝΙΑ

ΚΑΙ ΤΣΕΚΟΥΡΙΑ

Page 43: Τα κόκκινα κεράσια

ΤΟΥΣ ΑΝΑΜΕΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΔΙΨΑΣΜΕΝΟΙ

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΕΙΧΗ ΑΠΟ ΠΑΣΑΛΟΥΣ ΚΟΦΤΕΡΟΥΣ

ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΡΔΙΕς ΜΑΣ ΤΙΣ ΦΛΩΓΕΡΕΣ

ΠΟΥ ΚΑΙΝΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΟΣΟΝ ΗΤΑΝ,ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΘΑ ΝΑΙ,

ΟΧΥΡΟΜΕΝΟΙ

ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΕΝΑ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΙ

ΤΗΝ ΔΙΨΑΣΜΕΝΗ ΓΗ ΘΑΠΟΤΙΣΕΙ

ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΒΑΛΑΡΗΔΕΣ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕ ΑΛΛΟ ΧΩΡΙΟ ΤΑ

ΦΡΙΚΤΑ ΤΟΥΣ ΔΩΡΑ ΔΕΝ ΘΑ ΦΕΡΟΥΝ

ΜΕ ΤΟ ΟΠΛΟ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΕΣΕΝΑ ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΧΑΙΡΕΤΩ

ΕΣΕΝΑ ΤΩΝ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΩΝ ΝΥΦΗ,ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΑΔΕΡΦΗ

ΣΕ ΣΕΝΑ ΘΑ ΑΝΗΚΩ ΟΤΑΝ Ο ΠΕΡΙΛΑΜΠΡΟΣ ΗΛΙΟΣ

ΔΥΣΕΙ

Η ΣΤΟΝ ΚΑΤΑΣΚΟΤΕΙΝΟ ΧΑΡΟ

ΚΑΙ ΣΤΑ ΑΦΤΙΑ ΕΝΑΣ ΥΜΝΟΣ ΘΑ ΗΧΕΙ

ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΤΗΝ ΓΗ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑΤΟΥΣ ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ

ΚΑΙ ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΘΑ ΑΝΤΙΧΗΣΕΙ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ

Page 44: Τα κόκκινα κεράσια

Στον Ακτινολόγο

Δεν είναι το δωμάτιο του Φάουστ και η ψυχή εδώ δεν οδηγείται στην κατάρα

Είναι το μηχάνημα του Roentgen με την μαγική ομορφιά του εικοστού αιώνα

Ακτίνες υπερμοβ το κρέας, τους μυς, τις μεμβράνες εδώ διαπερνούν,

Το ανθρώπινο σώμα εδώ ανοίγει όπως ένα γράμμα κωδικοποιημένο

Αφού σήμερα το σώμα είναι ψυχή και πάνω του γραμμένο είναι

Αν ο άνθρωπος γεννήθηκε για χαρά η για πόνο

Κύριε γιατρέ ,νιώθω βάρος,

Σαν στο στήθος μολύβι να έχω και οχιές

Ανοίξτε το σώμα μου με ακτίνες λαμπερές

Και πείτε τι ανάμεσα τους

Αυτό που βλέπω εργάτη ,τα πνευμόνια σου είναι.

Η φάμπρικα έγραψε πάνω τους με καπνό και πίσσα.

Μέσα τους τις φωνές των μηχανών που ουρλιάζουν ακούω ,

Πως ο φτωχός μόνο τον κάματο έχει στην γη.

Αυτό που βλέπω εργάτη ,τα πνευμόνια σου είναι

Από φυματίωση και πείνα φαγωμένα

Θα πεθάνεις

Αρρώστια και θάνατος-βάρος μεγάλο είναι

Μα βαρύτερο απ αυτά αυτό που από ανάγκη μέσα μου έχω.

Γιατρέ φώτισε πιο βαθιά το σώμα μου με ακτίνες λαμπερές

Και πες τι ανάμεσα τους!!!

Αυτό που βλέπω ,εργάτη, η καρδιά σου είναι,

Σπόρος ποδοπατημένος ,που πολύ ήθελε να ανθίσει

Μέσα σε έναν κόσμο υγιή , μέσα στον έρωτα και την ζωή,

Όπου μπορείς γυναίκα ,παιδιά και συντρόφους να έχεις

Και για αυτούς τα χέρια σε άρτο να μετατρέψεις

Και να τρως εδώ από ένα τραπέζι που ο Ήλιος το φωτίζει

Αυτό που βλέπω εργάτη η καρδιά σου είναι και

η καρδιά πιο ελαφρά τον θάνατο σηκώνει παρά να μην αγαπά

Και αυτό το βάρος ,γιατρέ γνωρίζω

Όμως πιο βαθιά ,στον πάτο το σώμα φωτίστε μου!

Το πιο βαρύ βάρος θα βρείτε εκεί

Μόλις που το σηκώνω. Και σίγουρος είμαι

Πως σαν βγει την γη θα ταρακουνήσει

Στο μέγιστο βάθος, φτωχέ βλέπω μίσος.

Jiri Wolker (1900-1924)

Μετάφραση Γερακόπουλος Ιάκωβος Αθήνα 10 Αυγούστου 2012

Page 45: Τα κόκκινα κεράσια

Η αστική Κόλαση

Μια πολη γεματη αδιεξοδα,φρικιαστικη και ομορφη συναμα,γυαλι ,ατυσαλι και μπετον μα

και ζωη η απεγνωσμενη προσπαθεια για ζωη και η συντριβη της

Αχάριστος Θεός

Είναι τετάρτη ,η μέρα μου ξεκινάει όπως όλες οι άλλες πλην της Κυριακής. Ξυπνώ ,φυλώ με

πάθος την εικόνα της Θεοτόκου και προσεύχομαι. Μετά πάω στην δουλεία. Στον δρόμο

αγνοώ τους περαστικούς ,οι περισσότεροι είναι αμαρτωλοί, η συναναστροφή μαζί τους

εμπεριέχει πειρασμούς που ανοίγουν τον δρόμο που οδηγεί στο βασίλειο του διαβόλου.

Μου πήρε χρόνια να πάψω να κοιτάζω προκλητικά ντυμένες γυναίκες, σύγχρονες

Μαγδαληνές δίχως μετάνοια. Ακόμα περισσότερο μου πήρε να νικήσω τον θαυμασμό για

την γυναικεία ομορφιά ,το τελειότερο δημιούργημα του Κυρίου .Αλλά το δημιούργημα

είναι δημιούργημα και η μόνη πραγματική αγάπη είναι προς τον δημιουργό ,τον Έναν, την

πηγή της αγάπης και της ζωής. Και αυτή πραγματοποιείται μέσω την άρνησης των

απολαύσεων και των αμαρτωλών ηδονών της επίγειας ζωής. Ο Κύριος κρίνει δίκαια και θα

μου δώσει την ανταμοιβή του όταν έρθει η ώρα. Έτσι τα πρόσωπα είναι απλά πρόσωπα,

ανθρώπινα πρόσωπα ,ατελείς αντίγραφα του άκτιστου θείου. Στα αυτιά μου μερικές φορές

ακούω ύμνους αγγέλων που μόνο όποιος είναι αγνός στην Αθάνατη ψυχή του μπορεί να

ακούσει.

Στην δουλειά κάποιοι συνάδελφοι μου δίνουν κάποια φυλλάδια που μιλούν για απεργείς

κα για αγώνες. Ανοησίες ,όπως είπε και ο Χριστός του Καίσαρος τω Καίσαρι. Ο Θεός ορίζει

τους άρχοντες, αν είναι δίκαιοι είναι ευλογία Κυρίου ,αν είναι άδικοι είναι τιμωρία από τον

Κύριο για της αμαρτίες μας. Αμαρτήσαμε πολύ και έτσι ο Θεός έστειλε φτώχεια ,ενεργεία,

εξαθλίωση, πόνο, βία. Και οι άθεοι και απάνθρωποι κομμουνιστές θέλουν να ανατρέψουν

την θεια βούληση ,αλλά ο κόσμος δεν αλλάζει με την βία αλλά με την προσευχή και την

Θεία αγάπη….

Με καλούν στο γραφείο ,ο διευθυντής μου λέει πως ,λυπάται αλλά πρέπει να

γίνουν περικοπές στο προσωπικό .Δεν μπορώ να αντιμιλήσω, ο Κύριος αποφάσισε πως

πρέπει να δοκιμαστώ και άλλο.

Το απόγευμα γυρίζω από την εκκλησιά στο σπίτι ,ένας ρακένδυτος μου ζητά χρήματα ,τον

αγνοώ ,πληρώνει την έλλειψη πίστης στο Θέλημα του ,εξάλλου όποιος είναι φτωχός δεν

ήταν ικανός να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες της Πλάσης που μας δόθηκε.

Φτάνω στο σπίτι ,είμαι σκεπτικός ,για κάποιον λόγο ,τώρα που έχασα την δουλειά μου

νιώθω ένα κενό ,όπως ερχόμουν πρόσεξα ένα ζευγάρι να κρατιέται από το χέρι και να

φιλιέται με πάθος ,μια παρέα φίλων να συζητά ζωηρά σε ένα πάρκο και εγώ έχω μόνο τον

θεό μου ,αλλά τίποτα άλλο .Γονατίζω μισόγυμνος μπροστά στο εικόνισμα του Υιού και

Page 46: Τα κόκκινα κεράσια

Θεού και προσεύχομαι, ξαφνικά κάτι σπάει μέσα μου, ένα δάκρυ ξεφεύγει από το μάτι και

κυλάει σιγά σιγά κάτω προς το πάτωμα.

-Τόσα χρόνια υπηρετώ το θέλημα σου ,μένω καθαρός μέσα σε έναν βρόμικο κόσμο,

απέφυγα τον έρωτα της γυναίκας ,την φιλία ,τις απολαύεις ,τις ηδονές του σώματος. Και

ποια η ανταμοιβή μου ?Ένα τίποτα ,απολύτως τίποτα ,που είναι η ουράνια ευτυχία επί της

γης. η θέοση? Μήπως είναι το κενό που νιώθω ,μήπως είσαι ένας κενός Θεός ,μήπως δεν

υπάρχεις;;;!!!!Η κραυγή ξεφεύγει από τα χείλη μου και φτάνει στα αυτιά μου, με

πλημυρίζει ιερός τρόμος, αν δεν υπάρχει Θεός, δεν υπάρχει τίποτα για μένα ,μόνο ένα κενό

,σπατάλησα την ζωή μου άσκοπα. ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΝΟ…

-Συχώρεσε με κύριε που αμάρτησα ,δεν θα σε αμφισβητήσω ξανά ,ο άνθρωπος δεν μπορεί

να είναι ευτυχισμένος σε αυτόν τον κόσμο, ο κόσμος είναι αμαρτία ,θα γευτώ τις χαρές του

Πραγματικού αγνού κόσμου ,λουσμένου στο θείο φως .Ξέρω τι ζητάς ,στα έδωσα όλα εκτός

από ένα πράγμα ,από την ζωή μου. Απαιτείς την μέγιστη πράξη αγάπης ,το Μαρτύριο….

Το πρωί η καθαρίστρια ,μια νεαρή κοπέλα από Βουλγαρία ,την οποία ο ήρωας μας ποθούσε

κρυφά και από τον ίδιο του τον εαυτό , μπήκε για να καθαρίσει. Στο πάτωμα κείτονταν ένα

άψυχο σώμα και δίπλα του ένα άδειο κουτάκι με χάπια. Η απολυτή σιωπή του άσκοπη

θανάτου διακόπηκε μόνο από δυο λέξεις.

-Θεέ μου!!!!

Page 47: Τα κόκκινα κεράσια

Βασιλιάς της Βαβυλώνας

Αυτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που ήταν κάτι λιγότερο από ένας απλός άνθρωπος, η

ιστορία του Χίμιλις του Βαβυλώνιου ,βρέθηκε πάνω σε ένα πήλινο πλακίδιο στην Βαβυλώνα

που ανακαλύφθηκε το 2014. Διαδραματίστηκε επί βασιλείας του Νάμπονιτ ,τελευταίου

βασιλιά της Βαβυλώνας.

Μέχρι χτες ήμουν ένας βρομερός ζητιάνος ,το απόλυτο τίποτα ,μέθυσος και άπλυτος για

καιρό. Ζούσα από τα σκουπίδια και την ελεημοσύνη . Οι γυναίκες με χλεύαζαν και με

απέφευγαν ,οι άνδρες τους με περιφρονούσαν ,οι δούλοι με κοιτούσαν από ψηλά .Μα

σήμερα το πρωί ήρθε η μεγάλη μου Μέρα.

Εγώ ο Χίμιλις, Υιός του Χαμάλη από την Βαβυλώνα , ο αποτυχημένος υιός ενός μέθυσου

πάτερα, εθισμένος στα ζάρια και στο κρασί ,και μια στο τόσο χαμένος στην απατηλή και

εξίσου βρομερή αγκαλιά καμιάς παρηκμασμένης και ψωριάρας πόρνης του παζαριού με

βλέμμα καινό και την ψυχή χαμένη κάπου στα σκοτάδια. Κοιμήθηκα μεθυσμένος από

φτηνό και ξινό κρασί πάνω στο δάπεδο της αχυρένιας και ημιγκρεμισμένης καλύβας μου.

Το πρωί ξαφνικά ήρθαν πολλοί άνθρωποι προς την καλύβα μου ,νέοι, γέροι, άντρες

,γυναίκες, μερικές πολύ ωραίες ,παιδιά, πλούσιοι με περίτεχνους χιτώνες και επίχρυσα

καπέλα, γυναίκες με χρυσά σκουλαρίκια μα και ποιο φτωχοί κάθε είδους. Στον αέρα

ακούγονται οι ήχοι των αυλών και των τυμπάνων, στρατιώτες με ολόλαμπρους θώρακες,

ήδη μεθυσμένοι, με άρπαξαν και με έβαλαν πάνω σε ένα άρμα. Ούρλιαξα από φόβο, ναι

έχω κλέψει κάποιες φορές αλλά δεν άξιζε τον κόπο να με συλλάβουν .Γελάνε δυνατά ,και

ξαφνικά ένας μου λέει. Χαίρε Βασιλιά!!!!!!!

-Δεν είμαι βασιλιάς

-Και όμως είσαι ο βασιλιάς μας ,ο άρχοντας της Βαβυλώνας ,του Σουμέρ ,του Ακκάδ, της

Ιουδαίας και ο Κύριος των τεσσάρων πλευρών του ορίζοντα!

-Μην βλαστημάς ,κεφάλια πέφτουν για πολύ λιγότερα ,ουρλιάζω

-Μετριόφρονα υιε του Μάρδουκ και της Ίσταρ, μου λέει γελώντας, είσαι ο βασιλιάς της

Μέρας !!!

-Μου φέρνει μια κανάτα κρασί στο στόμα ,πίνω, δεν χρειάζομαι ΚΑΙ πολύ ενθάρρυνση ,το

κρασί είναι πρωτόγνωρα καλό ,ακριβό σίγουρα σκάφτομαι. Έρχεται η ωραία και χαλαρή

ζαλάδα. Η ωραία ζαλάδα του κρασιού ,αυτή που με φέρνει σε επαφή με τον θεό της

τεμπελιάς, τον Κισσού.

Από κάτω ακούγονται οι κραυγές του πλήθους

-Ζήτω ο βασιλιάς!!!!!!!!

-Στέψτε τον βασιλιά !!!!!

Page 48: Τα κόκκινα κεράσια

-Αφού έτσι λέει ο λαός μου ,έτσι θα είναι λέω ,ζητωκραυγάζουν ,ένας στρατιώτης με

κτυπάει φιλικά στην πλάτη.

Περνάμε από τους δρόμους της αιώνιας πόλης ,της μεγαλύτερης πόρνης που υπήρξε ποτέ,

της Βαβυλώνας .Χιλιάδες κόσμου χορεύει και όλοι πετάνε χιλιάδες ροδοπέταλα που

γεμίζουν τον αέρα και πέφτουν σιγά σιγά στην γη για να μαραθούν, στιγμιαία δόξα πριν τον

θάνατο .Ο αέρας είναι γεμάτος μουσική, χιλιάδες μουσικά όργανα γεμίζουν με την

κακοφωνία τους τα ουράνια και δεν αφήνουν τους θεούς να κοιμηθούν. Είναι η Μέρα, η

δική μου Μέρα. Περνάμε από τον ναό –Ζιγκουράτ της θεάς του Έρωτα την Ίσταρ, αυτές τις

μέρες φτωχά κορίτσια πουλάμε την αθωότητα τους για να μαζέψουν προίκα ,δεν μπήκα

ποτέ, εγώ είχα στην ζωή μου μόνο ξεδοντιάρες ,βρομιάρες και ψωριάρες..

Φτάνω στο παλάτι ,το δικό μου παλάτι, ένα μέρος που δεν το είχα πλησιάσει ξανά, μπαίνω

μέσα οι στρατιώτες με σπρώχνουν μερικοί ,μου δίνουν ελαφρές κλοτσιές, δεν τολμώ να πω

τίποτα, παντού γύρω μου είναι αυλικοί με πορφυρούς φοινικικούς χιτώνες. Φωνάζουν ζήτω

ο νέος Βασιλιάς!!!

Οι στρατιώτες με πάνε στην κεντρική αίθουσα, εκεί τους βλέπω να χώνουν κλοτσιές και να

κοροϊδεύουν έναν άντρα γύρω στα τριάντα ,τον αναγνωρίζω με τρόμο, είναι ο Βασιλιάς .

-Δεν θέλουμε άλλο αυτόν τον ευνούχο για Βασιλιά ,όχι θέλουμε έναν ρωμαλέο και σοφό

άντρα άξιο στο σώμα ,στην ψυχή και στην ψολή για να μας κυβερνήσει και να οδηγεί τον

στρατό σε νίκες και λεηλασίες, η μουσική στα αυτιά του να είναι οι κραυγές τρόμου των

εχθρών και η αναστεναγμοί ηδονής των γυναικών !! .

Δεν μπορώ να μην γελάσω όταν σκάφτομαι το κοντό και κοκκαλιάρικο σώμα μου

,καλυμμένο με βρομιά ,το καραφλό κεφάλι μου και την μεγάλη μύτη μου ,το φλογισμένο

από την στέρηση και αγριεμένο βλέμμα και τα μακριά χέρια με την βρομιά πάνω στα

σπασμένα νύχια, σε κάτι έχουν πάντως δίκιο…

Μάλλον στασίασαν ή ο κόσμος τρελάθηκε ,σκίζουν τον χιτώνα του βασιλιά και με καθίζουν

στον θρόνο ,μου φοράνε έναν άνετο φοινικικό ,πορφυρό χιτώνα και ένα χρυσό στέμμα. ΣΕ

ΟΗ ΜΟΥ ΤΗΝ ΖΩΗ ΔΕΝ ΗΜΟΥΝΑ ΠΙΟ ΠΛΟΥΣΙΟΣ, νιώθω ένα κύμα τρόμου ,φρίκης και

περηφάνιας, αρχίζω να το πιστεύω λίγο το παραμύθι και να αγνοώ την μαύρη σκιά που από

το πρωί με ακλουθεί, πίνω και άλλη μια κανάτα κρασί από χρυσό δοχείο ,ακόμα καλύτερο

από το προηγούμενο, Ο βασιλίσκος που το παιζε θεός είναι σχεδόν γυμνός και με

προσκηνάει χαμογελώντας σαν ηλίθιος ,τώρα είμαι εγώ ο κύριος και ο θεός του ,ο κύριος

,θεός και προστάτης της Βαβυλώνας. Εγώ ο Χίμιλις ο ιός του χαμάλη και της Ικνιάβι. Να ταν

εδώ τώρα ,ο πατέρας μου, αυτό το άθλιο ανθρωπάριο ,όλη την ώρα έπινε και μας κτύπαγε

,μας έλεγε σκουπίδια και άχρηστους ,ο αδελφός μου έφυγε και δεν βρήκαμε ποτέ ,εγώ

έφυγα αργότερα ,άντεχα στο ξύλο ,στις βρισιές και στις ταπεινώσεις επειδή η μητέρα ήταν

εκεί. Ο πατέρας ήταν ο Χαμάλης ,όλο έπινε ,μας βάραγε και δούλευε λίγο. Στο σπίτι ποτέ

δεν υπήρχε τίποτα παρά ψωμί και νερό και πολύ κρασί. Πέθανε νέος ,το έμαθα από την

μητέρα που τον ακλούθησε σύντομα, η καημένη τον αγαπούσε, δεν ξέρω γιατί ,ήταν η μόνη

γυναίκα,Ο ΜΟΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ που αγαπούσα, όταν με χτυπούσε ο Χαμάλης ,Αυτή μετά με

Page 49: Τα κόκκινα κεράσια

αγκάλιαζε και με παρηγορούσε με τραγούδια και παραμύθια. Ένα από τα παραμύθια ήταν

για τον Ελκίενες ,έναν φτωχό υιό ψαρά που νίκησε των δαίμονα Νιμπιρού και έγινε

βασιλιάς του Λάγκας . Να ήταν εδώ ,θα ήταν περήφανη ,το παραμύθι εγινε

πραγματικότητα..

Έχω στο μυαλό μου τα απαλά χέρια της ,σκληρά από την δουλειά αλλα τρυφερά και απαλά

λόγο της αγάπης που φώλιαζε στην καρδιά της, το πρόσωπο της ,αιώνια με μια μελανιά στο

μάτι και την ήσυχη φωνή της. Δεν άντεξα μια μέρα την βία που της ασκούσε ο Χαμάλης

αυτό το ζώο και τον χτύπησα, έτσι έφυγα από το σπίτι, όταν πέθανε η μητέρα ένιωθα

τύψεις, η θεά των τύψεων με έτρωγε και έτσι προσπάθησα να πνίξω τον πόνο στο κρασί.

Αφού γέλασαν αρκετά ,οι πιστοί μου ακόλουθοι με οδηγούν έξω.

-Μέγιστε βασιλέα των βασιλέων ,ο λαός επιζητά την σοφία σου και την αλάνθαστη

δικαιοσύνη σου .Όχι όπως αυτή του ανίκανου και μαλθακού μέθυσου που μας κυβερνούσε

Χτες.

Κάθομαι στον πέτρινο και δήθεν αρχαίγονο θρόνο της αιώνιας θειας δικαιοσύνης, μπροστά

μου στο προαύλιο έχει μαζευτεί πλήθος λαού και μιλάνε ακατάπαυστα όλοι μαζί.

-Βουλώστε το!! ουρλιάζω με την βραχνή φωνή μου και το πλήθος αρχίζει να γελάει ,οι

στρατιώτες τους βαράνε με τα πίσω μέρη των δοράτων τους.

-Πίνω μια γουλιά θειο κρασί ακόμα και ξεκινάω να δικάζω .Έρχεται ένας άντρας και

κατηγορεί τον γείτονα του που τύφλωσε τον σκλάβο του ,ρωτώ τον σοφό γέροντα

νομομαθή με τα επίχρυσα γένια και το ψηλό κωνικό καπέλο, να μου πει τι προβλέπει ο

νόμος.

-Παμμέγιστε, όταν κάποιος τυλώσει σκλάβο ,τότε θα τυφλωθεί ο δικός του σκλάβος.

-Όχι κραυγάζω δεν θα γίνει αυτό, τυφλώστε τον,

-Μα ο νόμος βασιλιά??

-Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΜΙΛΗΣΕ !! Κραυγάζει ένας καραφλός στρατιώτης και αρπάζουν

τον άντρα …Από μακριά ακούγονται κραυγές πόνου.

Αποδίδω λίγο ακόμα δικαιοσύνη με τον τρόπο μου ,οι νόμοι είναι σκληροί και το να

προκαλώ πόνο σε αυτούς που τόσο καιρό δεν με κοιτούσαν καν ήταν πολύ ευχάριστο,

ξαφνικά νιώθω την μέθη όχι μόνο του κρασιού αλλά και της εξουσίας. Ξεχνώ πως αυτή

είναι η μέρα του μαύρου ήλιου που ρίχνει την ματωμένη σκιά πάνω μου.

ΚΟΥΡΑΖΟΜΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΛΕΩ ΝΑ ΠΑΩ ΣΤΑ ΧΑΡΕΜΙΑ ΜΟΥ

ΝΑ ΑΠΟΛΑΥΣΩ ΜΙΑ από τις ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ παλιού βασιλιά .Μπαίνω μέσα μα με

φρίκη βλέπω πως αντί για θεϊκή ομορφιά το μόνο που έχω να απολαύσω είναι στολισμένες

γριές και μαύρες από τον νότο. Γιατί όχι ,σήμερα θα ρίξω όσο πούτσο δεν έριξα ποτέ.

Page 50: Τα κόκκινα κεράσια

ΚΟΙΜΑΜΑΙ ,μια αραπίνα κοιμάται δίπλα μου, από την άλλη πλευρά μια γυναίκα με

τεράστια καρπούζια και ακόμα μεγαλύτερη μύτη, στο ένα χέρι κρατώ την αγαπημένη μου

χρυσή κανάτα. Ένας ευνούχος με αγνίζει απαλά.

-Ήρθε η ώρα σου ,

-Ξυπνώ ,αύριο θα τον εκτελέσω ,μίλησε με αυθάδεια.

Βγαίνω έξω και αντικρίζω τους στρατιώτες να με κοιτάνε με ένα βλέμμα άγριας χαράς,

ανάμεσα τους είναι ο βασιλιάς.

-Πάρτε τον !Η βασιλεία σου τελείωσε τέρας ,σκουπίδι,

Χαχανίζει.

Με αρπάζουν ,μου σκίζουν το χιτώνα και με βγάζουν έξω από το παλάτι ,μα εγώ είμαι ο

βασιλιάς, δεν μπορούν να φέρονται έτσι, οι υπήκοοι πρέπει να ζουν στην σκιά μου ,εμένα

του ήλιου της οικουμένης. Με βγάζουν στο προαύλιο ,εκεί με περιμένει ο όχλος. Πλέον η

σκιά με κάλυψε ,αδιαφορώ.

-Η βασιλεία του ψεύτικου βασιλιά τελείωσε για φέτος, Σακάτη η Μέρα τελείωσε ,χάρηκες

τώρα θα χαρούμε ακόμα παραπάνω εμείς λέει ένας ιερέας.

Ο λαός άρπαξε τον ψεύτικο βασιλιά του καρναβαλιού και άρχισε να τον οδηγεί στο

ικρίωμα ,βασανίζοντας τον παράλληλα ,του φόρεσαν στεφάνι από αγκάθια που άσκησε το

δέρμα και μικρές σταγόνες αίμα άρχισαν να ποτίζουν τον δρόμο ,τον χτυπούσαν ,τον

έφτυναν του έριχναν πέτρες και ακαθαρσίες ,τον έβριζαν και κυρίως γελούσαν σκληρά εις

βάρος του κακομοίρη που διάλεξαν φέτος και που πίστεψε στο ψέμα της μιας μέρας. Του

ξερίζωσαν την γενειάδα και τα λιγοστά μαλλιά και ανέμιζαν τα ματωμένα τρόπαια

κραυγάζοντας λόγια μίσους και περιφρόνησης. ΤΟΝ ΚΡΕΜΑΣΑΝ ΑΛΛΑ ΕΚΟΨΑΝ ΤΟ Σχοινί

όταν ήταν έτοιμος να ξεψυχήσει και μετά άρχισαν να τον ακρωτηριάζουν. Μια ανούσια

σφαγή κάτω από την σκιά των Ζιγκουράτ.

-Το όνειρο τελείωσε μαζί με την μέρα που έδυσε ,την μεγαλύτερη μέρα της ζωής μου,τα

κατάφερα, πλέον όλοι αυτοί οι καλοί πολίτες ξέρουν ποιος είμαι ,για μια μέρα. Πονάω,

πονάω πολύ καθώς το σώμα μου τεμαχίζεται και οι κραυγές μου ανακατεύονται με το

σαδιστικό τους γέλιο .Πριν όλα τελειώσουν και το μαχαίρι ενός χασάπη μου ανοίξει την

κοιλιά κραυγάζω με όση δύναμη μου μένει ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΤΟ ΣΚΙΖΟΥΝ ΣΑΝ

ΤΟΥΣ ΛΥΚΟΥΣ ΤΟ ΠΡΟΒΑΤΟ.

-Είμαι ο Χίμιλις ,έγινα βασιλιάς ποιοι είστε εσείς!!!!???

Ένας άντρας σήκωσε ψιλά το κεφάλι του ζητιάνου, το πέταξε κάτω και μικρά παιδιά το

κλότσαγαν, κοράκια άρχισαν να κατεβαίνουν πάνω στο κουφάρι ώστε να γλεντήσουν το

μακάβριο γεύμα τους, η γιορτή τελείωσε ,του χρόνου πάλι….

Στην Βαβυλώνα κάθε χρόνο διάλεγαν έναν ζητιάνο και τον έκαναν βασιλιά για μια μέρα,

μετά τον εκτελούσαν…..

Page 51: Τα κόκκινα κεράσια

ΕΙΜΑΣΤΕ

ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΙΔΙΑ ΜΙΑΣ ΜΑΝΑΣ ΒΙΑΣΜΕΝΗΣ

ΚΑΙ ΕΝΟΣ ΘΕΟΥ ΝΕΚΡΟΥ

ΤΥΦΛΟΙ ΣΕ ΕΝΑΝ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΦΡΙΚΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΓΕΜΑΤΟ

ΕΜΒΡΙΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΣΥΛΗΨΗ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΑ

ΚΟΡΕΣ ΤΟΥ ΣΚΟΤΑΔΙΟΥ

ΚΑΙ ΘΥΓΑΤΕΡΤΕΣ ΧΤΕΣ ΠΟΥ ΠΟΤΕ ΠΟΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΞΕΙ

ΕΙΜΑΣΤΕ ΥΙΟΙ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΕΙΧΕΒΑΠΤΙΣΕΙ

ΚΑΙ ΜΙΑΣ ΑΦΘΟΝΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΧΑΜΕΝΗς ΑΙΩΝΙΟΙ ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΟΙ

ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΒΑΡΒΑΡΟ ΛΟΤΟΦΑΓΟΙ ΜΙΑΣ ΕΛΠΙΔΑς ΧΩΡΙΣ ΑΥΡΙΟ

ΠΟΥ ΑΥΡΙΟ ΣΕ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΕΦΙΑΛΤΙΚΗ ΑΠ ΤΗΝ ΓΥΑΛΙΝΗ ΤΗΝ ΟΘΩΝΗ ΘΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ

Είμαστε….

ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΙΔΙΑ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΠΟΥ ΤΥΦΛΟΙ

ΠΟΙΗΤΕΣ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΤΟΥ ΚΑΙΡΙΟΥ ΤΟ ΤΡΕΜΑΜΕΝΟ

ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΧΩΡΙΣ ΗΛΙΟ ΠΛΑΘΟΥΝ

ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΡΥΘΜΟΥΣ ΞΕΧΑΡΒΑΛΟΜΕΝΗΣ ΚΗΘΑΡΑΣ ΞΕΧΝΟΥΝ

ΕΙΜΑΣΤΕ Η ΣΤΙΓΜΗ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΠΟΥ ΑΚΛΟΝΗΤΗ ΣΑΝ ΚΥΜΑ ΜΠΡΟΣΤΑΟΡΜΑΕΙ ΣΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΤΑ ΣΚΟΤΑΔΙΑ

Είμαι ο ψίθυρος που κάτω από του άναστρου ουρανού την μοναξιά

Κάποιος ξεστόμισε και γρήγορα στην λησμονιά θα χαθεί

Είμαι ένα άνθος με φυτοφάρμακα ποτισμένο

Που στης Γης τον απέραντο κήπο θα ανθίσει

Και του Ήλιου την χαρά για λίγο θα γευτεί

Και ύστερα μέσα στου θανάτου

Τον χορό θα μπει

Αιώνια σε κύκλους να γυρίζει

…..

Είμαστε το τίποτα και το παν

Στον Καρυωτάκη και στην ομορφιά της εφήμερης και σκληρής ζωής μας

Page 52: Τα κόκκινα κεράσια

Η έξοδος

12/3

Ξύπνησα και δεν είχα τι να κάνω .Δεν βγαίνω συχνά ,για την ακρίβεια δεν έχω πολλούς

φίλους ,αλλά τι φίλους να κάνω σε έναν κόσμο που δεν φτιάχτηκε για να με υποδεχτεί

?Είναι σκληρός, πολύ σκληρός .Ανεργία ,δυστυχία ,φτώχεια ,βία ,ναρκωτικά ,πορνεία και

κυρίως Αυτοί ,οι υπαίτιοι όλων των κακών .Εξαιτίας της προφοράς μου με φώναζαν αλβανό

στο σχολειό ,εξαιτίας τους δεν μπορώ να βρω δουλειά αφού τις παίρνουν όλες.

Ανοίγω ένα από τα περιοδικά μου και ξεκίνησα να διαβάζω. Λατρεύω τα περιοδικά που

ασχολούνται με τον Β Παγκόσμιο. Ιδίως όταν έχει να κάνει με τους Γερμανούς. Το βλέμμα

μου καρφώνεται σε μια εικόνα ενός αξιωματικού των Ες Ες. Μαύρη στολή και πάνω στο

πηλίκιο μια νεκροκεφαλή .Δεν μπορώ να πάρω το βλέμμα μου από πάνω του… Θέλω αλλά

δεν μπορώ, Ίσως να μην θέλω ,ίσως αυτό που βλέπω να μου αρέσει πραγματικά ,να γεμίζει

την καρδιά μου ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ…. Αυτό θα

εξηγούσε εκείνα τα όνειρα που με στοίχειωσαν τις τελευταίες εβδομάδες.

15/3 Οι μάσκες έπεσαν ,η αλυσίδα της ψεύτικης ντροπής έσπασε .Επιτέλους μετά από τόσο

καιρό ενοχών που κατασπάραζαν την ψυχή μου και αγώνα ενάντια στον εαυτό μου ,στην

φύση μου η ώρα της αλήθειας. Δεν με ενδιαφέρει εδώ και πολύ καιρό η ιστορία ,ο πόλεμος

η η πολιτική. Ποτέ δεν με ενδιέφερε. Η λατρεία μου, η αγάπη μου ,το φετίχ μου που με

κάνει να ξεχνώ την φρίκη του κόσμου ,είναι οι άντρες με την μαύρη ,την φαιά ,την γκρι

στολή, οι άνδρες με την σβάστικα. Το πάθους μου είναι ελεύθερο. Βλέπω την εικόνα των

στρατιωτών του Reich που προελαύνουν και νιώθω έναν ερεθισμό ,το χέρι μου γλιστρά

σιγά σιγά προς τα κάτω ,τελειώνω πολλές φορές .Αυτή είναι η πραγματική έξταση που

έψαχνα τόσο καιρό. Εκείνο που δεν βρήκα μέσα από το σεξ με την πουτάνα σε ένα βρόμικο

καταγώγι στην σάπια καρδιά μιας πόλης που πεθαίνει.

17/3 Βγαίνω με τους δυο φίλους που έχω. Πάντα ήμασταν αταίριαστοι αλλά ήταν οι μόνοι

φίλοι που είχα. Τους είπα για το φως που είδα ,για τον έρωτα της ΔΥΝΑΜΗΣ ,για την

καθαρή Γη ,για τις αλυσίδες που σπάνε από το σφυρί ενός ρωμαλέου Αρίου πολεμιστή. Ο

ένας γέλασε και με είπε αδελφή, εξοργίστηκα και τον έβρισα, θα του όρμαγα αλλά με

σταμάτησε ο φόβος ,δεν είμαι αρκετά δυνατός. Το σώμα μου είναι καχεκτικό ,υπερβολικά

λεπτό. Ο άλλος είπε πως καταλαβαίνει πως είμαι πιεσμένος και πως πέρασα πολλά ,ούτε

αυτός βρίσκει δουλειά ή έχει κοπέλα σε αυτή τη φάση. Δεν μπορεί να καταλάβει, κανένας

δεν μπορεί .Δεν είμαι αδελφή, οι γυναίκες δεν μου είναι αδιάφορες, μου είναι άγνωστες.

Φοβάμαι να τις γνωρίσω όπως φοβάμαι να βγω στον Κόσμο που μου φαντάζει ξένος

,σκοτεινός ,απειλητικός. Στα όνειρα μου βλέπω Αυτήν …Μια Ομορφιά φτιαγμένη μέσα από

τα βάθη των πιο απόκρυφων μου επιθυμιών ,αλλά είναι ένα όνειρο όπως και το φιλί της. Οι

άνδρες με την Μαύρη στολή και την σβάστικα δεν με ερεθίζουν ,μου δίνουν αυτό που με

ερεθίζει ,δύναμη για δράση και η ζωή είναι δράση ,είναι κίνηση, είναι αγώνας. Δεν θα

ξαναδώ τους φίλους που κάποτε είχα ,δεν τους χρειάζομαι ποια.

Page 53: Τα κόκκινα κεράσια

18/3 Είδα έναν από αυτούς ενώ ψώνιζα .Τον άγγιξα κατά λάθος. Μόλις έφτασα στο σπίτι

έκανα μπάνιο και ήμουν έτοιμος να ξεράσω. Αυτοί φταίνε για όλα. Αύτη η γη πρέπει να

εξαγνιστεί με φωτιά και σίδερο, πρέπει να εξαγνιστεί με το αίμα των παρασίτων.

Πλενόμουνα μια ώρα για να διώξω το μίασμα από πάνω μου με την ελπίδα πως δεν

κόλλησα κάποια αρρώστια. Αν οι γονείς μου μου έμαθαν κάτι σωστό είναι το ότι οι Ξένοι,

τα πρεζόνια, οι ζητιάνοι και τα κάθε λογής παράσιτα δεν αξίζουν τίποτα καλύτερο από

απαξίωση ,αλλά η απαξίωση δεν φτάνει. Μολύνουν τον κόσμο με την ανηθικότητα τους και

την διαστροφή τους. Μετά οι τίμιοι κατά τα άλλα άνθρωποι πιστεύουν σε παραμύθια, σε

πλάνες της πολιτικής και κάνουν απεργίες που καταστρέφουν την οικονομία και τον κόπο

των άξιων που δουλεύουν ,και έτσι έχουμε ανεργία. Τέτοια δεν γινόταν στο Reich.Ήταν

πρότυπο, δεν υπήρχαν ξένοι, δεν υπήρχαν κομμουνιστές, δεν υπήρχε ανεργία. Ήταν

παράδεισος επί της γης.

28/3

ΤΟ ΝΙΩΘΩ ΜΕΣΑ ΜΟΥ, έτσι πρέπει να ήταν η Νιρβάνα των Αρίων. Η γλυκιά και οδυνηρή

έξταση του πολεμιστή. Ακούω τα εμβατήρια που κατέβασα στον υπολογιστή και

παρελαύνω στο διαμέρισμα μου πάνω κάτω ,πάνω κάτω με τον βηματισμό της χήνας.

20/3-3/5 Γυμνάζομαι κάθε μέρα ,το σώμα μου σιγά σιγά μεταμορφώνεται από ένα

καχεκτικό μνημείο ντροπής και παρακμής σε έργο Τέχνης ,σε έναν ύμνο προς την ζωή .Κάθε

μέρα γίνομαι όλο και πιο δυνατός ,διώχνω την αδυναμία που φώλιαζε τόσο καιρό μέσα

στην ψυχή μου. ,θα σκοτώσω το ανθρωπάκι που ήμουν.

30/5 Πήρα το επίδομα ,αγόρασα κάτι πραγματάκια ώστε να σουλουπωθώ. Και τώρα

κοιτάζω στον καθρέφτη ,από πίσω παίζει ηλεκτρονική μουσική ,μια σκληρή βαθιά μελωδία.

Στο κεφάλι μου φορώ το πηλίκιο, στο δάχτυλο μου λάμπει το δαχτυλίδι με την

νεκροκεφαλή και το χέρι μου κοσμεί ένα περιβραχιόνιο με το σύμβολο της ευτυχίας μου

,την σβάστικα ….Λίγο ακόμα και θα γίνω ένας από τους άνδρες με την μαύρη στολή, ένα

λιοντάρι μέσα σε μια κοινωνία λύκων και προβάτων, πεινασμένο λιονταρι.

31/5 Από σήμερα λέγομαι Zigfried.Το παρελθόν μου δεν ανήκει σε μένα, ανήκει σε κάποιον

Δημήτρη που δεν λεγόταν Δημήτρης ,λεγόταν

βλαμένο,αδερφάρα,φλώρος,μαλακισμένο,πούστρα,Αλβανομαλάκας,μπάσταρδος και

πολλά άλλα που δεν θέλω να θυμάμαι. Έτσι πίστευα, τώρα το σκάφτομαι για πρώτη φορά

ψύχραιμα σαν κάποιος παρατηρητής επειδή το ανθρωπάκι του τότε δεν είμαι Εγώ. Ήταν

μια ζωή αποτυχίας. Γεννήθηκα και μεγάλωσα μέσα σε μια μικροαστική οικογένεια. Οι

γονείς μου με μεγάλωσαν με αυστηρότητα και δεν με προετοίμασαν για τον κόσμο ,και

έτσι μπήκα στο σχολείο ,ένα πρόβατο σε έναν κόσμο λύκων. Η ανατροφή τους με οδήγησε

στην μοναξιά ,στην ανικανότητα για επικοινωνία, στην απαξίωση των άλλων ανίκανων να

δεχτούν το διαφορετικό , σε έξι χρόνια κολαστηρίου που κατέστρεψαν ότι καλό είχα μέσα

μου. Με έκαναν να αποδεχτώ πως είμαι σκουπίδι επειδή αυτοί, οι πυρρέες του σχολείου

αυτό πίστευαν. Η χειρότερη ανάμνηση είναι αυτή του Έρωτα. Του έρωτα φονιά.

ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΑ ΜΙΑ ΦΟΡΑ στην ζωή μου, της το είπα, δεν έπρεπε ,με χλεύασε ,γέλασε μαζί

μου, όλο το σχολείο γέλασε μαζί μου, εγώ δεν είχα δικαίωμα στον Έρωτα. Σιγά μην τα

έφτιαχνε με έναν Αλβανό περιθωριακό και ακοινώνητο τύπο που τον κορόιδευαν όλοι ,

Page 54: Τα κόκκινα κεράσια

αλλά εγώ δεν είμαι Αλβανός, ναι γεννήθηκα στο Δέλβινο αλλά είμαι Έλληνας .Θυμάμαι τις

γροθιές του γκόμενου της κοπέλας όταν με χτυπούσε…

Μετά το σχολείο προσπάθησα να σπουδάσω εκεί γνώρισα τους αταίριαστους φίλους μου

,δεν τελείωσα την σχολή, ακόμα είμαι φοιτητής αν και πέρασαν 7 χρόνια. Βρήκα μια

δουλειά αλλά απολύθηκα πριν έξι μήνες. Μα μετά κάτι άλλαξε ,δεν ξέρω πότε έπεσε η

αυταπάτη μέσα μου ,η αποδοχή της ήττας. Όταν απολύθηκα, όταν διάβασα τα βιβλία που

μου έδωσε εκείνος ο τύπος με τα μαύρα γυαλιά και τον μαύρο σκούφο που δούλευε σαν

ψυχολόγος στο κέντρο ψυχικής υγείας του δήμου ,πριν τον απολύσουν, ήταν όταν πλέον το

να έχεις μια γλυκιά ανάμνηση του ένδοξου τρίτου Ραιχ δεν ήταν ντροπή στην χώρα μου?

Δεν έχει σημασία .Τώρα όλα τελείωσαν ,αφήνω το παρελθόν να πεθάνει και ξαναγεννιέμαι

μέσα στις φλόγες του εξαγνισμού. Γίνομαι αυτό που πρέπει να γίνω.

4/6 Ήρθε η ώρα να ξεφορτωθώ τα μαλλιά μου .Τα ξυρίζω μπροστά στον καθρέφτη. Θυσία

στην Μετάβαση.

10/6 Δεν θυμάμαι ποιος ήμουν, ΟΛΑ ΕΧΟΥΝ ΑΛΑΞΕΙ, ΕΓΩ, ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ,Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ.

Φορώ το περιβραχιόνιο κι την στολή που έφτιαξα. Έκαψα τα ρούχα και τα πράγματα μου

έτσι όπως έκανε ένας νεαρός στο γερμανικό κύμα . Δεν υπάρχει επιστροφή .Το κάλεσμα

του Fuhrer ηχεί στα αυτιά μου. Έστειλα ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα στους γονείς του

ανθρώπου που κάποτε ήμουν . Από σήμερα δεν έχω γονείς, δεν έχω οικογένεια ,δεν ανήκω

σε κανέναν και σε τίποτα ,Ανήκω σε μένα ,ανήκω στο Reich.

15/6 Τα όνειρα έγιναν ακόμα ποιο ζωντανά .Χτες το βράδυ είδα αυτό. Βρίσκομαι πάνω σε

ένα βουνό ,μόνος .Επικρατεί απόλυτη σιωπή .Ξαφνικά βρίσκομαι να κοιτώ μέσα σε μια

χαράδρα ,όχι δεν είναι χαράδρα είναι η Άβυσσος ,σκοτεινή χωρίς πάτο .Κοιτάζω μέσα της

και ένα τεράστιο μάτι κοιτάζει Εμένα .Βγάζω μια κραυγή τρόμου καθώς δυο τεράστια

μαύρα χέρια με αρπάζουν. Βρίσκομαι σε ένα δωμάτιο. Κατάλευκο, χωρίς καμία επίπλωση.

Συνειδητοποιώ με φρίκη πως δεν είμαι μόνος, απέναντι μου έχω έναν καμπούρη ,ένα

πλάσμα απίστευτης ασχήμιας ,με κοιτάζει με ένα ηλίθιο και κακομοίρικο βλέμμα ενώ

κατασπαράζει ένα ωμό κομμάτι κρέας και το αίμα στάζει στα χείλη του. Πάει να πει κάτι

αλλά δεν καταλαβαίνω ορμά πάνω μου ,μα η αλυσίδα που κρατά το κολάρο του τον

σταματά ένα εκατοστό πριν από μένα. Δεν είμαστε ποια στο δωμάτιο, βρισκόμαστε σε μια

τεράστια λεωφόρο ,στον αέρα ακούγεται μια απόκοσμη μελωδία και η παρέλαση προχωρά.

Ελέφαντες ,λιοντάρια ,χταπόδια, τυφλοί Άγγελοι με ματωμένα φτερά και ραμμένα μάτια,

σκελετοί που φορούν ριγέ στολές με ένα κίτρινο άστρο και μια σειρά από άντρες με μαύρες

στολές βηματισμός τους κάνει την γη να τρέμει, κάθε βήμα συνοδεύεται από το χτύπημα

ενός τύμπανου που κάνει την γη να σείεται. Και ξαφνικά ένας τυφλός κύκλωπας

ουρλιάζει και μια γυναίκα με Αγγελικό πρόσωπο και μαύρα ρούχα, η γυναίκα που πάντα

ονειρευόμουν με φιλά και με πιάνει από το χέρι .Επαναλαμβάνει μια πρόταση. Ο ήλιος του

σκότους και του Αίματος φωτίζει την μαύρη καρδιά που στα στήθη του μηδενός χτυπά.

-Ποιός είναι αυτός ?ρωτώ

-Εσύ λέει το πλάσμα που ήταν δεμένο με την αλυσίδα.

Page 55: Τα κόκκινα κεράσια

Ξύπνησα με μια περίεργη αίσθηση .Νομίζω πως ο έλεγχος έχει χαθεί. Ζωγραφίζω σβάστικες

παντού. Στο σώμα μου, στους τοίχους ,παντού. Μια βραχνή φωνή εναλλασσόμενη με μια

υπέροχη φωνή μιας νέας κοπέλας μου ψιθυρίζουν στο αυτί .Η μεταμόρφωση δεν έχει

ολοκληρωθεί. Χρειάζεται η τελική θησεία, μια πράξη τευτονικής σκληρότητας και θάρους

ώστε να μου ανοίξει η Βαλχάλα επί της γης τις πύλες της.

-Σκότωσε…

Βράδυ. Πάω έξω, βλέπω έναν ναρκομανή. Του υπόσχομαι λεφτά με αντάλλαγμα λίγο

έρωτα. Με κοιτάζει με τι πεινασμένο βλέμμα του. Με ακλουθεί στο σπίτι. Τον σκοτώνω .

20/4 Το πτώμα μυρίζει, οι γείτονες χτυπάμε την πόρτα, λένε πως θα καλέσουν την

αστυνομία. Τους αγνοώ ,δεν φοβάμαι αυτόν τον κόσμο, Είμαι Ελεύθερος. Έτοιμος να βγω

χωρίς φόβο στον Μεγάλο κόσμο .Είμαι ευτυχισμένος…

Page 56: Τα κόκκινα κεράσια

Η ΑΝΑΓΕΝΗΣΗ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

ΑΠ ΤΟ ΛΕΙΨΑΜΟ ΠΟΥ ΚΑΠΟΤΕ ΣΕ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΚΑΙ ΑΠΕΙΛΙΤΙΚΟ

ΤΡΙΓΥΡΝΟΥΣΕ ΣΑΝ ΠΑΙΔΙ ΤΡΟΜΑΓΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΦΟΒΟ

ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ

ΕΝΑ ΑΔΕΙΟ ΔΟΧΕΙΟ ΕΧΕΙ ΠΟΙΑ ΑΠΟΜΕΙΝΕΙ ΤΩΡΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Η ΕΝΟΧΗ ΑΝΑΙΤΙΑ ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΑΝΟΗΣΙΑΣ

ΣΤΗΝ ΔΙΝΗ ΜΙΑΣ ΤΟΛΜΗΣ ΤΡΕΛΗΣ ΕΧΕΙ ΧΑΘΕΙ

ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΜΙΑΣ ΗΘΙΚΗΣ ΑΡΧΕΓΩΝΗΣ ΚΑΙ ΗΘΙΚΑ ΚΕΝΗΣ

ΑΠ ΤΟ ΡΟΠΑΛΟ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ

ΜΕΣΑ ΑΠ ΤΟΥ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΜΕ ΜΑΤΙΑ ΦΛΕΓΩΜΕΝΑ ΣΑΣ ΚΟΙΤΩ

ΜΕ ΜΙΑ ΕΚΦΡΑΣΗ ΦΟΒΟΥ ΚΑΙ ΒΛΑΚΕΙΑΣ

ΑΠ ΤΩΝ ΧΡΟΝΟ ΠΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ

ΞΑΦΝΟΥ ΜΙΑ ΚΡΑΥΓΗ ΑΚΑΤΑΒΛΗΤΗ ΑΠ ΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ ΒΓΑΖΩ

ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΝ ΚΡΑΥΓΗ

ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΕΡΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΟΛΟΙ ΤΗΝ ΑΚΟΥΝ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ

ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟΙΟ ΠΟΥ ΦΟΡΑΓΕ Η ΨΥΧΗ

ΞΑΦΝΟΥ ΣΕ ΧΙΛΙΑ ΘΡΗΨΑΛΑ ΣΚΟΡΠΑ

ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΥΝΙΚΟ ΒΛΕΜΑ ΧΑΡΑΣ ΣΑΣ ΧΑΜΟΓΕΛΑ

ΣΕ ΧΑΙΡΕΤΩ ΘΑΡΑΛΕΕ ΝΕΕ ΚΟΣΜΕ ΠΟΥ Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΛΑΜΨΗ

ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΑΠΕΡΑΝΤΑ ΣΚΟΤΑΔΙΑ ΣΕ ΦΩΤΙΖΕΙ

Ω ΚΟΣΜΕ ΑΠΟ ΕΙΛΙΚΡΙΝΙΑ ΚΑΙ ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ΦΤΙΑΓΜΕΝΕ

ΚΟΣΜΕ ΑΤΣΑΛΙΟΥ ,ΣΑΡΚΑΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ

ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙΣ ΑΜΑΡΤΟΛΕΣ ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΜΟΥ

ΣΚΛΗΡΗ ΣΑΝ ΠΕΤΡΑ ΕΛΑΤΕ

ΜΕ ΕΡΩΤΑ ΣΑΣ ΠΡΟΣΜΕΝΩ ΚΑΙ ΣΑΣ ΑΓΑΠΩ

ΣΑΣ ΑΓΑΠΩ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ

ΕΓΩ ΜΙΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΕΝΟΣ ΗΛΙΟΥ ΠΟΥ ΖΒΗΝΕΙ Ο ΜΠΑΣΤΑΡΔΟΣ ΥΙΟΣ

ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΞΙΕΣ ΟΣΩΝ ΜΕ ΓΕΝΗΣΑΝ ΑΠΟΛΥΤΑ ΚΕΝΟΣ

ΧΩΡΙΣ ΕΛΠΙΔΑ ΚΑΜΙΑ ΣΑΝ ΣΕΙΡΗΝΑ ΒΟΥΒΗ ΣΕ ΑΥΤΙΑ ΚΟΥΦΑ

ΤΩΝ ΕΡΧΟΜΟ Της ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΡΑΓΟΥΔΩ

Page 57: Τα κόκκινα κεράσια

Η καρδιά του σκότους: Μια ιστορία του 21ου

αιώνα

Απληστία ,παρακμή των ηθών ,αποκτήνωση, πτώση σε έναν λάκκο γεμάτο σκατά, αυτή

είναι η αστική τάξη του 21 ου αιώνα, υπερβολικά άπληστη ,υπερβολικά αυταρχική

,υπερβολικά ανίκανη να κάνει συμβιβασμούς.

Δαμιανός η πτώση της δύσης σ 235

Ο μικροαστός του 21 ου αιώνα είναι ένα δυστυχισμένο ον ,τα χάνει όλα αλλά ακόμα νομίζει

πως ανήκει σε αυτούς που έχουν πλούτο ,δεν μπορεί να αποδεχτεί πως είναι εργάτης και

πως πως πρέπει να παλέψει με τους εργάτες. Μέσα στην σύγχυση του γεννιέται απελπισία

και αυτή ξυπνάει μια σκοτεινή φύση που κοιμόταν καιρό ,ικανή για όλα ενάντια σε αυτούς

που είναι πιο αδύναμοι από τον καταστραμμένο μικροαστό.

Δαμιανός Η πτώση της δύσης σ 300

Σε έναν κόσμο χωρίς θεό ,χωρίς χαρά ,χωρίς ελπίδα ,χωρίς αγώνα και χωρίς αγάπη το μόνο

που μένει είναι να εκδικηθείς έναν κόσμο που δεν σε δέχτηκε ,ιδίως τα πρόβατα που

βόσκουν μέσα του .Δεν έχω αυταπάτες δεν θα γίνω ένας από αυτούς που κρατάνε το

μαστίγιο ,αλλά ένας τσεχοσλοβάκος πολιτικός είπε κάποτε Αν δεν μπορείς να είσαι ένα με

τους αμνούς καλύτερα να ουρλιάζεις με τους Λύκους.

Δαμιανός –Διάλογοι με τον Μίσιμα σ 240

Η δημοκρατία τους αποτελεί μια άπατη ,σε μια κοινωνία όπου κάθε αντίσταση στην όλο και

πιο τυραννική πολιτική της άρχουσας τάξης πέραν του εργατικού κινήματος έχει τσακιστεί

,η πανίσχυρη Ασφάλεια έχει απεριόριστη δύναμη πάνω στις ζωές των πολιτών και η

φτώχεια οδηγεί τους μη έχοντες σε έναν απεγνωσμένο αγώνα επιβίωσης εις βάρος του

Άλλου. Ζούμε σε μια δικτατορία με κοινοβουλευτικό μαντύα.

Το μανιφέστο της συνδέσμου δημοκρατικών ελευθεριών σ 12.

Πρόλογος

Κάποτε όταν ακόμα υπήρχε η ελπίδα και η πίστη σε έναν καλύτερο κόσμο ,έναν άλλον

κόσμο ,προσπαθούσα να προσφέρω το μερίδιο μου στον αγώνα όσων ήθελαν μια

αξιοπρεπή ζωή για όλους και όχι μόνo για τους λίγους .Αποτύχαμε και αυτό γιατί η μέσος

ανθρωπάκος δεν είχε ποτέ τα αρχίδια να παλέψει για τον εαυτό του ,περίμενε μεσσίες που

θα λύσουν τα προβλήματα του .Και όταν τα προβλήματα δεν λυνόταν τότε στράφηκε προς

την εύκολη λύση, την βία ενάντια στους αδύναμους ,αυτό το ανούσιο ξέσπασμα μιας

φευγαλέας αυταπάτης μιας ανύπαρκτης δύναμης. Και μετά δεν ήταν δύσκολο το κράτος

των αστών να μας συνθλίψει ,εμάς που αγωνιζόμασταν για τον Λαό, έναν λαό που δεν

έβγαλε άχνα όταν μας συλλάμβαναν ,μας εξευτέλιζαν ,μας ταπείνωναν ,μας λύντσαραν, μας

εκτελούσαν .Δέχτηκε τόσο εύκολα ως δικαιολογία το ότι εμείς οι κομμουνιστές είμαστε

αυτοί που καταστρέφουν της ζωές Τους. Και όταν φτάσαμε στον πάτο οι πιο ανθρώπινοι

σιώπησαν ,οι πιο αχρείοι έδειξαν την θρασυδειλία τους συμμετέχοντας στην εξόντωση

ανθρώπων που έδωσαν τα πάντα για αυτόν τον βρομολαό .Εγώ ανακάλεσα ,υπέγραψα

Page 58: Τα κόκκινα κεράσια

δήλωση μετανοίας και μετά συμμετείχα ως μάρτυρας στην δίκη φίλων ,οι ψευδείς

μαρτυρίες μου έστειλαν στον θάνατο φίλους και συντρόφους, και στο τέλος μαζί με άλλους

πολλούς που έσπασαν συμμετείχα στην αρρωστημένη λιτανεία που διοργάνωσε η ανώτατη

λαϊκή επιτροπή για την υπεράσπιση του Έθνους και της Δημοκρατίας. Όσοι καταδικάστηκαν

παραδόθηκαν στα αποσπάσματα θανάτου ,στην Ασφάλεια στον όχλο .Καθώς

προχωρούσαμε εμείς οι μετανοούντες ,εμείς που το αίμα συναγωνιστών μας έσταζε στα

χέρια μας ,τραγουδούσαμε πατριδοκάπηλους ύμνους, μετάγαμε μαρξιστικά βιβλία σε μια

τεράστια πυρά και βρίζαμε αυτούς που άντεξαν ,που δεν έσπασαν και τώρα υπόκειντο σε

φρικιαστικά μαρτύρια. Δεν θα ξεχάσω έναν σύντροφο τον οποίο είχαν καρφώσει σε έναν

σταυρό και του είχαν ακρωτηριάσει τα γεννητικά όργανα ενώ η γυναίκα του μετά από

αλλεπάλληλους βιασμούς περιλούστηκε με πετρέλαιο μαζί με το μερικών μηνών παιδί της

και πυρπολήθηκε κάτω από τις μανισμένες κραυγές του όχλου .Αυτή η χώρα εδώ και πάνω

από εκατό χρόνια ποτίζεται από το αίμα των κομμουνιστών. Μέχρι στιγμής το δέντρο της

ελευθερίας δεν φύτρωσε ,ίσως ποτίζουμε μια έρημο. Θέλω να πω ποτίζαμε. Εγώ έσπασα,

από τότε έχασα κάθε πίστη στον άνθρωπο και στην ανθρώπινη καλοσύνη, οι ιδέες του

κομμουνισμού δεν βρήκαν σε αυτή την αιματηρή γη έναν λαό αντάξιο τους. Θυμάμαι έναν

σύντροφο που ο όχλος καθοδηγούμενος από μυώδεις μαυροντυμένους άντρες τον πήρε

και τον πήγε σε μια αποθήκη άπου τον κάρφωσαν σε μια πόρτα και έδεσαν μια γάτα στην

κοιλιά του. Όταν τον πήγαιναν στον θάνατο ,τον χτυπούσαν ,τον έφτυναν ,τον έβριζαν,

αυτός έμεινε όρθιος ,γεμάτος αξιοπρέπεια που μόνο ένας Άνθρωπος μπορεί να έχει μέσα

του. Εγώ επιβίωσα ,το σώμα κάτω από τα ρούχα μου κρύβει πολλές ουλές και η ψυχή μου

ακόμα περισσότερες. Δεν υπάρχει ένα καλύτερο μέλλον μόνο αποκτήνωση που οδηγεί

στον πάτο. Και εγώ κρατώ στο σπίτι ένα παράνομο αντίτυπο του μανιφέστου και κάθε

χρόνο αφήνω ένα λουλούδι στην λεωφόρο του θανάτου……

Γρηγόριος Τερεσίδης

Προοίμιο

Συμπρωταγωνιστής

Δεν ξέρω πως κατέληξα εδώ .Δεν ξεκίνησα έτσι ,όχι κάποτε πίστευα στην ανθρώπινη

καλοσύνη. Τώρα δεν πιστεύω σε τίποτα .Ο κόσμος μας μου φέρθηκε ανελέητα και να με

κάνω ότι κάνω .Μπαίνω μέσα στο υπόγειο που γυρίζει ο Δαμιανός τις ταινίες του, ένα

άθλιο υπόγειο σε μια από τις άθλιες περιοχές του Κέντρου γεμάτη από Πάκιδες, Αράπιδες,

πόρνες και πρεζάκια. .Χτες είδα τον υιό μου ,τον βλέπω μια φορά τον μήνα .Δεν ήθελα να

γίνω κακός πατέρας ,όχι είχα τις καλύτερες προθέσεις να φτιάξω μια ευτυχισμένη

οικογένεια. Αλλά έχασα την δουλειά μου, η Κυβέρνηση μου άρπαξε ότι είχα και τελικά

ξεκίνησα το ποτό. Ναι είμαι αδύναμος δεν μπόρεσα να αντέξω την κατάσταση ,είχα μάθει

,μου είχαν πει, πως αν δουλέψω θα πετύχω και εγώ απέτυχα . Και η αρχή που έμαθα είναι

μια ,όποιος είναι φτωχός ευθύνεται για αυτό. Άρχισα να βαράω την Έλενα και τον Πέτρο

.Δικαστήριο, περιοριστικά μέτρα ,αποζημίωση ,φυλακή. Όταν βγήκα δεν έμεινε τίποτα από

τον άνθρωπο που ήμουν κάποτε ,απολύτως τίποτα ,μόνο το όνομα και κάποια μακρινή

Page 59: Τα κόκκινα κεράσια

ομοιότητα .Δεν μπόρεσα να βρω δουλειά ,δεν υπήρχε δουλειά ,δεν υπάρχει δουλειά για

τους τίμιους δεν υπήρξε ούτε για όσους μπήκαν στην στενή. Υπάρχει και ένα τραγούδι που

μιλάει για κάποιον Φάνη ,το άκουσα κάποτε στο ραδιόφωνο, πόσο δίκιο είχε.

Άρχισα να κάνω οτιδήποτε για να ζήσω .Έφτασα στον πάτο, η έτσι πίστευα .Στα

γυρίσματα μιας τσόντας γνώρισα τον Δαμιανό .Ήταν διαφορετικός από τους άλλους

.Μορφωμένος ,πρώην μοναχός ,γεμάτος πνεύμα μου πρότεινε να δουλέψουμε μαζί .Στην

αρχή όλα ήταν καλά, αλλά μετά κατάλαβα πως ο Δαμιανός ζητά κάτι το παραπάνω…

Την πρώτη <<ταινία>> την γυρίσαμε με ένα όπλο στο κρόταφο μου .Έπαιζε τζαζ μουσική και

εγώ έχασα την αθωότητα μου. Αυτή που ζει στα βάθη της καρδίας και του πιο σκληρού

ανθρώπινου όντος .Αλλά υπήρξαν λεφτά ,πολλά λεφτά .Με κάθε βίντεο γινόμασταν πιο

πλούσιοι .αγόρασα σπίτι ,αμάξι ,ξανά βρήκα τον υιό μου ,κατάφερα να τον βλέπω μια φορά

τον μήνα. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερο.

Αλλά με κάθε ταινία γίνομαι όλο και πιο κενός ,λιγότερο ανθρωπινός ,λιγότερο εγώ και

κάθε μέρα περισσότερο Αυτό που θέλει ο Δαμιανός και οι πελάτες του .Δεν έχω ποια

πρόσωπο αλλά μια μάσκα, δεν έχω όνομα αλλά ψευδώνυμο γνωστό σε λίγους και

εκλεκτούς. Και μετά το σκοτάδι ήρθε ο φόβος .Φόβος το μεγαλύτερο τέρας στην ανθρώπινη

ψυχή .Μας κάνει ικανούς για το κακό, κακό σε μας και πολύ περισσότερο κακό στους

άλλους .Φοβάμαι πως μετά από 15 ταινίες δεν υπάρχει επιστροφή ,πως πούλησα την ψυχή

μου στον διάβολο .Αλλά φοβάμαι να σταματήσω ,δεν θα έχω χρήματα να βλέπω τον υιό

μου, το μόνο που με συνδέει με τον κόσμο της Ζωής .Πέρα απ αυτό ο Δαμιανός πίσω από

το εκλεπτυσμένο χιούμορ του και το ευγενές παρουσιαστικό του κρύβει μια σκληρότητα

ικανή για όλα .Ξέρω πως άλλοι που αρνήθηκαν να συνεχίσουν είναι νεκροί .Και η πιο

νοσηρή ζωή είναι πολύτιμη αν υπάρχει έστω και μια αχτίδα φωτός μέσα της. Έτσι

επιβιώσαν χιλιάδες Εβραίοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης

Μέσα στο υπόγειο φορώ την κουκούλα και τα δερμάτινα ρούχα, εδώ είμαι ο Μακελάρης

και όχι ο Μήτσος .Μπαίνω μέσα στο δωμάτιο τον γυρισμάτων .Εκεί είναι ο Δαμιανός με τα

κλασικά γυαλιά ηλίου και το κλασικό μαύρο σκουφί. Είναι και κάποιοι τύποι με κοστούμια

και μαύρα γυαλιά ηλίου .Ο ένας ανάμεσα τους πρέπει να είναι ο πελάτης .Θα έσκασε

πολλά για να είναι στα γυρίσματα….. Στον αέρα ακούγεται χαρούμενη μουσική ,μια

ευχάριστη μελωδία που καταλήγει αποκρουστική αφού θα συνοδέψει αυτό που θα

ακολουθήσει.

Η πρωταγωνίστρια

Δεν ξέρω πως βρέθηκα εδώ .Ήταν εκείνο το μπαρ στα Εξάρχεια .Αυτός ο τύπος ερχόταν

εκεί. Με κέρναγε κάνα ποτό. Μια μέρα με κέρασε πολλά και ξαφνικά όλα σκοτείνιασαν.

Ζαλίζομαι ,στην αρχή τα βλέπω όλα θολά ,μετά βλέπω πως είμαι σε ένα περίεργο δωμάτιο

.Μέσα είναι ο Τύπος ,φοράει μαύρο σκούφο και μαύρα γυαλιά .Είμαι δεμένη ,το στόμα μου

δεμένο και αυτό. Δίπλα στον Τύπο υπάρχει ένας χλωμός τύπος με κάμερα ,η μουσική είναι

χαλαρωτική και γεμίζει τον αέρα ,ξαφνικά μπαίνουν κάποιοι άνδρες με μαύρα γυαλιά και

κοστούμια. Κυριλέ ,ιδίως ο ένας από αυτούς.

-Μπορούμε να αρχίσουμε? Η κυβέρνηση συνεδριάζει σε μερικές ώρες .

Page 60: Τα κόκκινα κεράσια

-Όπως επιθυμείται

-Έλα Μακελάρη

Μπαίνει ένας άντρας ,μυώδης με τεράστια μπράτσα και πολλά τατουάζ ,φοραεί ένα

δερμάτινο παντελόνι, ένα δερμάτινο γιλέκο και μια κουκούλα ,μόλις τώρα πρόσεξα έναν

πάγκο με μαχαίρια, τανάλιες ,πριόνια και άλλα .Θέλω να ουρλιάξω και κλαίω.

Ο τύπος με το μαύρο σκουφί και τα γυαλιά ηλίου ξαφνικά βγαίνει μπροστά από την

κάμερα.

-Από τα αρχαία χρόνια η ζωή και ο θάνατος έστηναν έναν ατέλειωτο χορό ,ζούμε σε έναν

κόσμο αντιθέσεων και συνθέσεων ,ζωή και θάνατος ,φως και σκοτάδι ,άντρας και γυναίκα,

θάνατος και έρωτας. Η σημερινή μας παράσταση είναι ουσιαστικά μια ερωτική ιστορία ,πιο

αρχαία από κάθε άλλη ,ένας άντρας και μια γυναίκα που μόλις που έχουν γευτεί τις χάρες

του έρωτα βρίσκονται ενωμένοι στον θάνατο και τον πόνο. Ο θάνατος δεν γνωρίζει

διακρίσεις σε φυλές ,σε φύλα, σε ηλικίες .Ενώνει τους πάντες μέσα σε μια υπέροχη

σκοτεινή Αγάπη…

Μέσα φέρνουν και έναν νεαρό, πρέπει να είναι ξένος μάλλον από το Πακιστάν ,ο

κουκουλοφόρος αρχίζει να τον ακρωτηριάζει, αργά ,πολύ αργά κόβει τα χέρια, τα πόδια ,τα

γεννητικά όργανα, κρεμάει το ματωμένο κορμί σε έναν γάντζο και ανοίγει την κοιλιά ,μετά

ξεριζώνει την καρδιά και την παραδίδει στα χέρια του κυριλέ τύπου που την φιλάει .Από το

ακροατήριο ακούγονται σαδιστικά κύματα γέλιου .Ο κουκουλοφόρος αποκεφαλίζει το

πτώμα και κλοτσά το κεφάλι….

Τρέμω ,ο φόβος έχει κυριέψει κάθε κύτταρο του σώματος μου, ξέρω τι έρχεται ,θα ήθελα

να με στο σπίτι ,με τους γονείς μου να τους πω πόσο τους αγαπώ ,μακάρι να εμένα με τον

πρώην μου ήταν λίγο ατσούμπαλος αλλά με αγαπούσε ,φευγαλέες σκέψεις ο τρόμος τις

σκοτώνει και γεμίζει κάθε πόρο του δέρματος μου ,κάθε γωνία της ψυχής μου.

-Και έτσι αφού ο Άγγελος του κυρίου υποδόμησε τον Αδάμ ,έναν Αδάμ τυραννισμένο από

την βαρβαρότητα του κόσμου ,σε αυτά εκ των οποίων συνετέθη ,ήρθε η ώρα για λίγο

ερωτισμό, για λίγη αφροδισιακή έξταση, μια Εύα που θα γευτεί τον Έρωτα του Αγγέλου του

θανάτου. Αυτή την φορά ο έρωτας της σάρκας δεν έχει σκοπό την δημιουργία ζωής ή την

απόλαυση αλλά την έξταση μέσω της καταστροφής….

Δαμιανός

Είμαι έτοιμος για νέα δουλειά .Αυτή τη φορά Ο πελάτης είναι μεγάλο γουρούνι. Κάποιο

ματσωμένο σίχαμα που βαρέθηκε τις απολαύσεις του έρωτα και της κοκαΐνης και θέλει κάτι

άλλο ,πολύ πιο ακραίο. Αυτό που μπορώ να δώσω μόνο Εγώ ,ο Δαμιανός ,δεν είναι βεβαίως

το πραγματικό μου όνομα. Είναι ένα από τα πολλά που έχω Βαρόνος του σκότους, ΚΟΜΗΣ

ΤΟΥ αίματος, ΑΝΩΜΑΛΟ ΦΡΙΚΙΟ πίσω από την πλάτη μου βέβαια ,στην ταυτότητα μου

είμαι ο Γ.Τ.. Το πραγματικό μου όνομα δεν έχει σημασία εξάλλου. Δεν είμαι πορνογράφος

,είμαι καλλιτέχνης. Οι ανταγωνιστές μου στον χώρο προσφέρουν ωμή βία και πόνο στα

Page 61: Τα κόκκινα κεράσια

βαθύπλουτα μαλακιστήρια εγώ προσφέρω τον χορό του Θανάτου. Η ιστορία μου είναι

ανούσια και δεν έχει σημασία ,κάποτε όλοι ήμασταν κάτι άλλο και στο μέλλον αν ζήσουμε

θα είμαστε κάτι άλλο .Με κατακρίνετε για ότι κάνω ,με λέτε κτήνος η τέρας και δεν έχετε

άδικο αλλά δεν γνώρισα ανθρωπιά από τότε που ούρλιαξα για πρώτη φορά σε αυτόν τον

κόσμο .Οι γύρω μου μου προσέφεραν αδιαφορία ,τυπική κενή επαφή ,περιφρόνηση, οι

σχέσεις μου με έκαναν να μισήσω τον έρωτα και οι φιλίες μου σκότωσαν την ιδέα της

φιλίας ,όποτε προσπάθησα να ζήσω ανθρώπινα όλα οδηγηθήκαν στην καταστροφή και

στον πόνο η αισιοδοξία πνίγηκε στην απογοήτευση ,στην κενότητα ,στην φρίκη της

ανθρώπινης κτηνωδίας , οι άνθρωποι είναι αναλώσιμα σκουπίδια σε έναν κόσμο που τα

εκπόρνευσε όλα και εγώ απλά θέλω να δω πόσο χαμηλά φτάνει αυτή η κατάπτωση και

αφού η τέχνη της ζωής ,ο κινηματογράφος που ήθελα να κάνω, γεμάτος επιθυμία για ζωή

που δεν γνώρισα πέθανε πριν καν γεννηθεί , έκανα αυτό που θα έκανε ένας

απογοητευμένος Εραστής .Αναλώθηκα στη καταστροφή των αξιών που δεν μπόρεσα ποτέ

να υπηρετήσω αφού ο άνθρωπος είναι σιχαμερός από την φύση του και ο Θεός η δεν

υπάρχει η αδιαφορεί για μας. .Άρχισα να γυρίζω πορνό. Στην αρχή τίποτα το ακραίο

.Αποφάσισα να γίνω πλούσιος ,όχι επειδή με ενδιαφέρει το χρήμα αλλά λόγο της έλλειψης

του όποιου ηθικού φραγμού, οι πλούσιοι ζουν πέρα από το κακό και το καλό .Οι ίδιοι

ορίζουν τους κανόνες του τι είναι κακό και τι καλό. Όταν με προσέγγισαν και μου ζήτησαν

κάτι ιδιαίτερα πικάντικο για έναν πλούσιο κύριο δεν δίστασα.

Αλλά η κάθοδος προς τον Άδη δεν έχει όριο ,σιγά σιγά άρχισαν οι πελάτες ΝΑ ΖΗΤΟΥΝ όλο

και πιο πολλά ,έγιναν όλο και πιο αχόρταγοι για πόνο ,για αγονία του θανάτου ,για φρίκη

στα μάτια όσων υπόκεινται απερίγραπτες και παράλογες αγριότητες, με μόνη αιτία την

απόλαυση της βρομιάς από τα γουρούνια με τα τα χρυσά κοστούμια .Και έτσι έφτασα ως

εδώ. Ένας πρίγκιπας του θανάτου .Μου αρέσει ?Όχι απλά τώρα ποια θέλω να έχω την

απόλαυση να βλέπω τον όλο και πιο αισχρό ξεπεσμό των αστών μέσω της αλλοτριωμένης

ύπαρξης μου και των πράξεων της .Δεν νιώθω ενοχή ,καμία ενοχή αν δεν υπήρχε ζήτηση

δεν θα υπήρχε προσφορά. Είμαι το δημιούργημα μιας άρρωστης κοινωνίας ,μιας

κοινωνίας που τσακίζει κάθε ανθρωπιά ,κάθε καλοσύνη, οτιδήποτε προσπαθεί να την

βγάλει από τον βούρκο. Και έτσι ξεκινάμε και σήμερα το μπαλέτο του αίματος….

Η καρδιά του σκότους

Δαμιανός

Αρχικά σφάξαμε έναν Πακιστανό, ήταν εύκολο να τον βρω, η Ισλαμική μαφία που ελέγχει

το γκέτο δεν εκτιμά και πολύ την ζωή ενός απλού μικροπωλητή, ήταν πολύ φτηνή η ζωή

που αγόρασα, 300 ευρώ . Ξεκίνησε κάπου σε ένα χωριό εκεί στην Ανατολή ,συνεχίστηκε με

την ελπίδα πως θα μπορέσει στην μακρινή Δύση να ξεφύγει από την ανέχεια και κατέληξε

εδώ στο σφαγείο ,αφού για τους Πελάτες δεν έχει μεγαλύτερη άξια από ένα γουρούνι.

Τώρα ξεκινάει το ζουμί της υπόθεσης.

Λέω στον Μακελάρη να πηδήξει την γκομενίτσα και να την ξυλοφορτώσει ,ο πελάτης βάζει

το χέρι ενός σωματοφύλακα στο παντελόνι του.

Page 62: Τα κόκκινα κεράσια

Καμεραμάν

Τραβάω, ήδη θέλω να ξεράσω ,δεν αντέχω την φρίκη ,γιατί αυτή η μουσική???? Έχω

ανάγκη τα χρήματα ,η μάνα μου πρέπει να εγχειριστεί ,πρέπει να αντέξω.

Πρωταγωνίστρια

Πόνος ,δεν μπόρεσα να φανταστώ ποτέ ότι η πρώτη μου φορά θα ήταν τόσο απαίσια, οι

γροθιές χτυπούν το πρόσωπο μου η μια μετά την άλλη, νιώθω πόνο ,η γεύση του αίματος

γεμίζει το στόμα μου.

Συμπρωταγωνιστής

Ως εδώ όλα καλά ,βαράω όπως έχω μάθει, αρκετά δυνατά για να ματώσει αλλά όχι αρκετά

για να λιποθυμήσει η να πεθάνει ,λίγο αίμα, σε σχέση με αυτό που θα έρθει.

Δαμιανός

-Άρχισε να κόβεις με προσοχή.

Πελάτης

-Αργά θέλω να το απολαύσω ,αν πεθάνει πριν ολοκληρωθεί η λίστα θα πάρεις μόνο τα μισά

λεφτά.

Καμεραμάν

Δεν μπορώ να βλέπω

Κοπέλα

Τον βλέπω να αρπάζει το μαχαίρι ,ένα τεράστιο κουζινομάχαιρο ,βλέπω τα μάτια του κενά

,τόσο καινά, δεν υπάρχει μέσα τους μίσος η χαρά ,ούτε συμπόνια. Ο Τύπος με το σκουφί

έχει πετάξει τις μάσκες και βλέπω στο πρόσωπο του μία άρρωστη άγρια χαρά ,πονάω πολύ

.Το μαχαίρι με κόβει αιμορραγώ, το σώμα μου γεμίζει πληγές. Ας πέθαινα τώρα ,φοβάμαι

,τρέμω ,πονώ .

Μήτσος

Την χαρακώνω με το μαχαίρι αργά και μεθοδικά δεν θα σκοτώσω ακόμα ,γιατί τέτοια

μουσική?? Η ΤΡΕΛΑ ΤΟΥ Δαμιανού προχοράει ασταμάτητη. Σκέφτομαι τον υιό μου ,την ιδέα

πως μπορεί κάποτε να βρεθεί σε ανάλογο δωμάτιο ,υιέ μου συχώρα με σε αγαπώ …

Δαμιανός

Ο ΚΑΜΕΡΑΜΑΝ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΟΥΡΛΙΑΖΕΙ ,βγάζω το περίστροφο μου και του τινάζω τα μυαλά

στον αέρα ,το πτώμα του πέφτει κάτω και σύντομα πλατσουρίζει μέσα σε μια λίμνη αίματος

,ήξερε τι θα έκανε δεν είχε δικαίωμα να λυγίσει .Αναλαμβάνω ο ίδιος την κάμερα. Η

μουσική είναι τόσο ανάλαφρη ,εμπνεύστηκα από το ολοκαύτωμα τον κανιβάλων ο

συνδυασμός φρικιαστικών σκηνών και ωραίας αταίριαστης χαλαρής μουσικής λειτουργεί

ατμοσφαιρικά ,είναι το μετανεωτερικό εικόνισμα της βαρβαρότητας του

Page 63: Τα κόκκινα κεράσια

ανθρωπιστικοφανούς κόσμου μας .Εκατομμύρια ζουν μέσα στην φτώχια ,πεινάμε και ζουν

την φρίκη του πολέμου αλλά εμείς δεν κάνουμε τίποτα για αυτό. Όταν ακούμε για την βία

του καπιταλισμού κάνουμε πως δεν μας αφορούν οι πόλεμοι ,οι λιμοί, οι αγριότητες των

τυραννικών φιλοδυτικών και μη καθεστώτων, αν δούμε κάτι στην τηλεόραση αλλάζουμε

κανάλι και βάζουμε την σαπουνόπερα..

Δαμιανός

Κόψε το χέρι της και δυο δάχτυλα του αριστερού ποδιού.

Μήτσος

………

Κοπέλα

Πόνος ,πλέον ο φόβος έγινε ένα με τον πόνο, δεν φοβάμαι βρίσκομαι σε μια απάθεια,

από τα μάτια μου τρέχουν δάκρυα και ο άνδρας δακρύζει

Μήτσος

Δεν ξέρω γιατί δεν ξέρω αν μπορώ να συνεχίσω ,δεν μπορώ αυτή τη φορά, η εικόνα του

υιού μου μέσα σε ένα τέτοιο δωμάτιο παραλύει την θέληση μου να καταστρέψω ,μέσα

στην καρδιά μου νιώθω κάτι που είχα να νιώσω καιρό.

Δαμιανός

_Βγάλε ένα μάτι με τα χέρια

Ακούγονται χαχανητά από τον πελάτη που εκσπερματώνει.

Μήτσος

ΤΕΛΕΙΩΝΕ ΤΟ ρε ΓΑΜΟΤΩ!!!!!!!!!!!

ΔΑΜΙΑΝΟΣ

Θα τελειώσει όταν το πω εγώ μαλάκα εγώ είμαι ο δημιουργός εσύ είσαι ένα πιόνι

!!!!!!!!!Δεν έχεις δικαιώματα ούτε ευθύνες!!!!!!!!!!!

Πάρε το πυρωμένο σίδερο και παίξε μαζί με το σώμα της!!!!!!!!!

Είμαι ένας Βάγκνερ της εποχής μας ,οι κραυγές πόνου του μεγαλυτέρου δράματος που

συντέθηκε ποτέ λειτουργούν σαν μια μεγάλη και πραγματική χορωδία του Χαμού ,σαν ένας

νέος ιεροεξεταστής που δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια αλλά για την πυρά δοκιμάζω και

εγώ το ανθρώπινο σώμα.

Κοπέλα

Πλέον ο πόνος είναι μόνιμος ,ουρλιάζω ασυναίσθητα πλέον ,μυρίζω μια καμένη σάρκα που

σαν να μην ήταν δική μου, ελπίζω το τέλος να είναι κοντά ,προσπαθώ να μιλήσω, από τα

χείλη μου βγαίνει μια ακατανόητη σειρά λέξεων .

Page 64: Τα κόκκινα κεράσια

Μήτσος

ΓΙΑΤΙ, ΓΙΑΤΙ ,ΓΙΑΤΙ δεν αντέχω άλλο .Δεν θα συνεχίσω ,κρατώ το στιλέτο και τρέμω, κλαίω

μετά από χρόνια κλαίω ,όχι δεν θα ακρωτηριάσω αυτά που κάνουν την κοπέλα που εγώ

μετατρέπω σε ενε κομμάτι κρέας γυναίκα ,δεν αντέχω άλλη βαρβαρότητα, ο Δαμιανός

φωνάζει ,τον αγνοώ, ορμάω στα τέρατα που μας κοιτούν.

Δαμιανός

Δεν είχα άλλη επιλογή πυροβόλησα τον Μήτσο. Μαλάκωσε πολύ ,ο υιός του έφταιξε .Του

ζήτησα πρωτόγνωρα πράγματα ομολογώ αλλά ήταν ένα άβουλο όργανο. Δεν δέχομαι

αντιρρήσεις .Εξάλλου οι μπράβοι θα μας σκοτώσουν έτσι και αλλιώς,όταν έμαθα πως ο

πελάτης είναι μέλος της κυβέρνησης κατάλαβα ,αλλά είναι πολύ αργά για να σταματήσω .Ο

υπουργός ξέρει πως δεν πρέπει να μαθευτεί .Τώρα που τραυματίστηκε η εκδίκηση του θα

είναι φρικτή. Ίσως να έτρωγα σφαίρα στο κεφάλι αφού τελείωνα την ταινία, ίσως και να

μου έδινε κάποιες μέρες για να απολαύσω τα χρήματα και να πεθάνω από την πρέζα .Τώρα

με περιμένει η Ασφάλεια, για άλλη μια φορά. Όμως ο Μήτσος ήταν παιδί του ενστίκτου

,σαν τα ζώα το μυριζόταν πως αυτή είναι η τελευταία του ταινία. .Την κοπέλα την

αποκεφάλισα με ένα σπαθί σαμουράι. Όταν οι μπράβοι γάζωσαν τους βοηθούς μου την

πλησίασα, με κοιτούσε με το βλέμμα του ενός ματιού της μιας και από το άλλο έμεινε μόνο

μια ματωμένη τρύπα , ήταν γεμάτο μίσος ,το τέλος της ήταν γρήγορο. ΕΔΩΣΑ ΤΟ ΦΙΛΜ

ΣΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ .Δεν μου άφησε λεφτά. Δεν τα ζήτησα. Δεν θα μου χρειαστούν .Ξέρω πως

σύντομα η ασφάλεια θα με εξαφανίσει .αν είμαι τυχερός θα με καθαρίσουν κατευθείαν….

Δεν φημίζομαι για τη ν τύχη μου.

Το βράδυ θα έρθουν .Βγαίνω έξω από το στάδιο. Ότι δουλειές είχα να κάνω τις έκανα.

ΕΣΤΕΙΛΑ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ στους ΦΙΛΟΥΣ ΜΟΥ ,ΕΓΡΑΨΑ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΟΙΗΜΑ ΜΟΥ, έδωσα ότι

χρήματα είχα στην πρώην γυναικά του Μήτσου ,μου ζήτησε πριν πεθάνει να φροντίσω τον

υιό του, ίσως το παιδί εξασφαλίσει μια καλύτερη ζωή, ίσως η ασφάλεια βρει τα ίχνη των

χρημάτων … Ο Ήλιος δύει. Είμαι μοιρολάτρης κατά βάση. Δεν θέλω να με πιάσει όμως η

ασφάλεια στα χέρια της .Όχι οι μέθοδοι της είναι πολύ πιο εφιαλτικές από ότι μπόρεσα

ποτέ να σκεφτώ ,η νοσηρότητα του πρώην τραπεζίτη ,νυν υπουργού με προϊδέασε για το τι

με περιμένει, τώρα ποια είμαι ένα άχρηστο εμπόρευμα. Δεν θα με πιάσουν. Όχι ,ποτέ .Το

σπαθί του σαμουράι ήταν το δώρο του κολλητού μου που δεν είναι ποια εδώ. Θα γευτώ το

τελευταίο πόνο και την τελευταία έξταση. Θα μπορούσα να επιχειρήσω να το σκάσω ,δεν

θα είχε νόημα ,αργά η γρήγορα η ασφάλεια θα με βρει, και πέρα από αυτό αν είχα ποτέ ένα

πρότυπο στην ζωή μου αυτός ήταν ο Μίσιμα ,ο Ίκαρος του 20ου αιώνα. Πεθαίνω επειδή δεν

θέλω ποια να ζήσω σε έναν κόσμο που δεν με χωράει .Βγάζω την μπλούζα μου ,ο κορμός

μου είναι γεμάτος πληγές από τότε που με ανέκρινε η ασφάλεια ,ο ήλιος δύει ,βυθίζω το

ξίφος μέσα στην κοιλιά μου και ανεβαίνω προς την καρδιά ,ο πόνος είναι ασύμφορος αλλά

μήπως οι πόνοι της γάνας δεν είναι ασύμφοροι?......

Άντρας της ασφάλειας

Ο πούστης αυτοκτόνησε, δες τρόπο που βρήκε. Πάμε να κάψουμε το μέρος και τα

πτώματα. Αύριο έχουμε δουλειά έχουμε να βασανίσουμε εκείνους τους χαλυβουργούς.

Page 65: Τα κόκκινα κεράσια

Ναι είμαστε παιδιά για όλες τις δουλειές. Πόσο έκφυλοι είναι πάντως οι τύποι όπου μας

στέλνουν υπάρχουν πτώματα .Δεν μας αφορά βέβαια εμείς εκτελούμε διαταγές.

Και η μέρα συνεχίστηκε .Κάπου μέσα στην εργατική συνοικία ένα μωρό μόλις ερχόταν στον

κόσμο και οι κραυγές του γέμιζαν τον αέρα καθώς η νεαρή και εύθραυστη ζωή γνώριζε τον

θανατηφόρο κόσμο που κληρονόμησε……

Page 66: Τα κόκκινα κεράσια

Η οθόνη

Ο Έρωτας πεθαίνει πάνω στο γυαλί

3/6 Βγαίνω από το μπάνιο ,φορώ μόνο την πετσέτα ,είναι εκεί στο κρεβάτι ,με περιμένει.

Αφήνω την πετσέτα να πέσει κάτω, την φυλώ ,την χαϊδεύω και αυτή ανταποκρίνεται

αναλόγως ,αλλά κάτι λείπει..

Πιάνω το τηλεχειριστήριο και βάζω την Ταινία, νομίζω λέγεται παιχνίδια για τρεις, κλασικό

καλό Πορνό.

-Όχι πάλι ,το χω σιχαθεί αυτό το πράγμα ,μου λέει θυμωμένα.

-Έλα μωρό μου, έτσι είναι πιο ωραία! προσπαθώ να την καθησυχάσω.

-Δεν αντέχω άλλο. Κοίτα πως έχεις γίνει!!

-Τι εννοείς?

-Τα χεις παρατήσει όλα, δουλειά ,σπίτι τσόντα ,δουλειά, σπίτι, τσόντα, έγραψες τους

φίλους σου ,οτιδήποτε εκτός από την δουλειά και το πορνό ,είσαι άρρωστος ,από πότε

έχουμε να βγούμε ,μόνο σπίτι σου με φέρνεις και όλη την ώρα βλέπεις αυτές τις αηδίες!!!

Αρχίζει να ουρλιάζει, να με κατηγορεί πως την παραμελώ και πως δεν θέλω ποια να

κάνουμε έρωτα χωρείς τσόντα ,πως δεν μου σηκώνεται χωρίς τσόντα .Πως δεν είναι το

πορνό το συμπλήρωμα του σεξ μας αλλά το σεξ συμπληρώνει το πορνό.

-ως εδώ ,δεν αντέχω άλλο ,φεύγω.

-Φύγε νομίζεις πως σε χρειάζομαι !!!!??? της λέω ενώ κτυπάει δυνατά την πόρτα.

Δεν έγινε και τίποτα ,βλέπω μόνος μου την ταινία και απολαμβάνω την ηδονή που μου

προσφέρει το μάτι, τρεις γυναίκες είναι καλύτερες από μια, και οι συγκεκριμένες είναι πολύ

πιο όμορφες από τα τσόκαρα που βρίσκουμε εμείς οι απλοί καθημερινοί τύποι .Μπορώ να

τις έχω όσες φορές θέλω και όποια ώρα θέλω. Έτσι και αλλιώς αυτή η σχέση δεν τράβαγε,

ήμασταν πολύ διαφορετικοί σαν άνθρωποι, δεν είχαμε και πολλά κοινά.

15/6

Τα βράδια δεν μπορώ να κοιμηθώ ,νιώθω μια αδήριτη ανάγκη να δω ….Δεν νιώθω καλά

πλέον από τότε που έφυγε η Ηλιάνα. Δεν μπορώ να ξεκινήσω την μέρα μου χωρίς να

αυνανιστώ τρεις ή τέσσερεις φορές ,στην δουλειά δεν μπορώ να συγκεντρωθώ. Σκέπτομαι

την στιγμή που θα γυρίσω και θα δω πορνό. Μόλις φτάνω σπίτι μπαίνω στο διαδίκτυο και

ψάχνω απεγνωσμένα για καινούριες απολαύσεις, μιας και οι παλιές δεν με καλύπτουν πια,

νιώθω χαμένος μέσα σε έναν ωκεανό από Σεξ ,βυζιά ,κόλους, πούτσες και μουνιά. Πολλά

βράδια δεν κοιμάμαι καθόλου, βλέπω πορνό και αυνανίζομαι.

20/5 ήρθε η πολυπόθητη άδεια που είχα ζητήσει ,έπρεπε να ανασυγκροτηθώ ,να ηρεμήσω

.Κοιμάμαι για πρώτη φορά γαλήνια, λέω να πάω να δω τα παιδιά ,να πάω για ψάρεμα, να

πάρω την Ηλιάνα μήπως και τα βρούμε ή να ψάξω για καμιά άλλη ίσως πιο ταιριαστή

Page 67: Τα κόκκινα κεράσια

γυναίκα με την όποια θα αναπτύξω μια πιο ουσιαστική σχέση .Το πρωί όλα αυτά

αποδεικνύονται απατηλά όνειρα. Δεν κάνω τίποτα. Μια ακατανίκητη ανάγκη ,παραλύει την

θέληση μου. Οι μέρες περνούν και εγώ κάθομαι στο διαμέρισμα μπροστά από την γυάλινη

οθόνη και ψάχνω για κάτι νέο ,μια νέα γκόμενα που πουλάει το σώμα της στο γυαλί, μέσα

στο τορνευτικό κρεοπωλείο ,μέσα σε ένα δάσος ,μια πυκνή ζούγκλα από ιστοσελίδες

φτηνής απόλαυσης. Αλλά το πάθος αρχίζει να μην ικανοποιείται με απλά γαμήλια ,ψάχνει

κάτι άλλο ,καινούριο ώστε να κορεστεί. Πλέον ο ύπνος είναι πολυτέλεια, κοιμάμαι δυο η

τρεις ώρες την βραδιά ,τουλάχιστον σηκώνω τηλέφωνα ,με παίρνουν κάποιοι φίλοι να

κανονίσουμε ,θέλω αλλά για κάποιον λόγο λέω πως είμαι άρρωστος. Κάτι βαθειά μέσα μου

μου λέει πως είμαι όντως άρρωστος αλλά η αντιστάσεις δεν αντέχουν τον κατακλυσμό

επιθυμίας που ζητά ικανοποίηση.

30/5 Κτυπάει το κουδούνι, η κοπέλα από το πρακτορείο μπαίνει μέσα .Είναι όμορφη, πολύ

πιο όμορφη από όποια γυναίκα είχα ποτέ .Προσπαθώ να της κάνω έρωτα ,αλλά είναι τόσο

αληθινή ,τόσο πραγματική ,δεν μπορώ ,προσπαθώ ξανά και ξανά αλλά δεν γίνεται τίποτα.

-Δεν μπορώ ,δεν ξέρω γιατί! !!σχεδόν κλαίω

-Σήκω και φύγε. Της πετώ τα χρήματα ,Ενώ κλείνει την πόρτα την ακούω να λέει ,μαλάκα με

μια ελαφριά προφορά.

Δεν ξέρω τι να πω, ο έρωτας ,ο σαρκικός έρωτας ,αυτό το αναπόσπαστο κομμάτι του Έρωτα

μεταξύ δυο ανθρώπων πεθαίνει πάνω στο γυαλί και εγώ δεν έχω ποια την θέληση να

σταματήσω. Βέβαια κοροϊδεύω τον εαυτό μου πως οπότε θέλω μπορώ να το κόψω.

Προσπαθώ να πάω μια βόλτα αλλά μόλις βγαίνω το μυαλό μου είναι γεμάτο μια μόνο

σκέψη, να δω πορνό ,αρχίζω να τρέμω και το κεφάλι μου να πονά τα μάτια μου γεμίζουν

δάκρυα. Γυρίζω σπίτι …

3/6 Το κουδούνι κτυπάει ,ένας δελιβεράς μου φέρνει τα πράγματα που παρήγγειλα από το

διαδίκτυο ,έδωσα 1000 ευρώ ,όλες τις οικονομίες μου. Ανοίγω το πακέτο σαν το παιδάκι

που πήρε δώρο Χριστουγέννων. Έχει τα πάντα, κοπρολαγνία ,σαδομαζοχισμό, ακραίο

σαδομαζοχισμό, βιασμό ,κτηνοβασία ,αιμομιξία. Τις επόμενες μέρες δεν κοιμάμαι καθόλου,

η απόλαυση ξεπερνάει κάθε γνωστό όριο. Μάλλον έχασα την δουλειά μου ,δεν απαντάω

πια σε τηλέφωνα.

Η αίσθηση του χρόνου έχει πλέον χαθεί ,έχω βυθιστεί μέσα στην παρακμή, αξύριστος

,άπλυτος, βρομερός .Πλέον το Γυαλί είναι ο μόνος κόσμος που ξέρω, η ανάγκη για

απόλαυση αυξάνει μέρα με την μέρα, η μην ικανοποίηση με οδηγεί στην απελπισία , ΣΤΟ

κλάμα, ΣΤΗΝ οργή. Βγαίνω μόνο για να πάω στο παζάρι ώστε να βρω νέο υλικό με τα

χρήματα που ακόμα έχω ,δανείστηκα 30.000 από την τράπεζα και αποθήκευσα το

διαμέρισμα μου ,δεν σηκώνω τηλέφωνα, δεν ανοίγω όταν χτυπάμε στης πόρτα. Είμαι

μόνος.

Είναι μια απέ τις μέρες που κυλούν αργά και ομοιόμορφα ,η ανάγκη είναι πιεστική, βάζω

ένα ιδιαίτερα σκληρό πορνό και αυνανίζομαι μανιασμένα ,χύνω αλλά δεν νιώθω ούτε μια

αμυδρή απόλαυση. Κοιτάζω το σπίτι ,έχει μετατραπεί σε αχούρι ,εδώ και μήνες δεν

Page 68: Τα κόκκινα κεράσια

καθαρίζω, κατσαρίδες και άλλα ζωύφια αλωνίζουν παντού .Βρομερές μυρωδιές

μουχλιασμένου φαγητού και ακαθαρσιών γεμίζουν τον αέρα, και παντού πεταμένα

πορνογραφικά DVD,οι μόνοι μου φίλοι, γατί και το internet έχει και τα όρια του. Με

κυριεύει η μανία να ικανοποιήσω την ανάγκη, ψάχνω απεγνωσμένα μέσα στις στοίβες με

τις ταινίες κάτι που θα την ικανοποιήσει ,με κυριεύει οργή, αρχίζω να σπάω πράγματα, να

ουρλιάζω. Τελικά βρίσκω αυτό που θέλω. Και η ικανοποίηση έρχεται όπως και η τάση για

εμετό με το διεστραμμένο θέαμα που αντίκρισα, θρυμματίζω το DVD ΜΕ ΤΡΟΜΟ. Είναι

ίσως η τελευταία φορά που ο άνθρωπος μέσα μου ,αυτός που θέλει να ζήσει προβάλει μια

απεγνωσμένη αντίσταση στον κατήφορο της ύπαρξης. ΠΑΙΡΝΩ ΤΟΝ ΚΟΛΛΗΤΟ ΜΟΥ ,του

λέω να συναντηθούμε.

Δεν πήγα ποτέ στην συνάντηση, κάθομαι στην βρόμικη πολυθρόνα, ο μοναχικός βασιλειάς

μέσα σε μια ερημιά από γυαλί και ψηφιακά κύματα. Ανίκανος να ικανοποιήσω ποια την

Ανάγκη που ξεπέρασε κάθε όριο, τώρα πια μένει μια ιεροτελεστία που δεν προκαλεί

κάποια ηδονή αλλά μόνο πόνο που με την πορεία αυξάνει, ένας ευνούχος του

βιομηχανικού κόσμου, ανίκανος για επικοινωνία με τον πραγματικό κόσμο. Δεν υπάρχει

επιστροφή ,ούτε λύτρωση απλά πόνος, σύντομα θα χάσω τα πάντα, η τράπεζα θα έρθει να

πάρει το σπίτι .Όλα αυτά είναι όμως ψιλά γράμματα κάπου σε μια σκονισμένη γωνιά του

νου μου, έχω παραδοθεί πλέον στην αυταπάτη της γυάλινης οθόνης, η αποχαύνωση είναι

ολική όπως και η ανικανότητα μου να αντιδράσω, σας χαιρετώ φίλοι, ερωμένες, γνωστοί,

συνάδελφοι, δεν είμαι πλέον άνθρωπος αλλά ένα άδειο δοχείο ,έρμαιο ενός ακατανίκητου

ενστίκτου .Κάθομαι και κοιτάζω την οθόνη……

Page 69: Τα κόκκινα κεράσια

Μοναξιά

Έρημος ,απέραντη έρημος .Ένα ανθρωπάκι περιπατάει κάτω από τον ήλιο που ξεραίνει τα

πάντα ,σώματα και ψυχές .Μα ξαφνικά στον ορίζοντα φαίνεται μια όαση ,μερικοί φοίνικες

και μια πηγή .Το ανθρωπάκι τρέχει γεμάτο ελπίδα ,ελπίδα για ένα νόημα μέσα στην έρημο

.Ορμάει να ποτίσει το λαρύγγι του .Μα η οφθαλμαπάτη της ερήμου του θυμίζει πως δεν

υπάρχει όαση. Η απογοήτευση πέφτει βαριά πάνω του .Δεν μπορεί ποια να σηκωθεί. Θα

έκλεγε αλλά τα δάκρυα του ξεράθηκαν καιρό πριν. Και έτσι περιμένει ,ανέκφραστο γεμάτο

μια απάθεια που κάποτε λεγόταν πόνος. Περνά ένας περαστικός το προσπερνάει. Ο Ήλιος

συνεχίζει να καίει αλλά ο θάνατος δεν έχει οίκτο μέσα του ,δεν έρχεται .Παίρνει άλλος ένας

περαστικός ,το αγνοεί .Ξαφνικά εμφανίζεται μια κοπέλα με αγγελικό πρόσωπο και αφήνει

ένα μαχαίρι στα χέρια του, ποια είσαι ρωτά ??

Η λύτρωση……

Άλλη μια μέρα όπου εγώ θα πρέπει να υπομείνω την ζωή. Ξυπνώ από ένα όνειρο που

δεν διαφέρει πολύ από την ζωή. Είμαι 30 χρονών και η σύντροφος μου είναι η μοναξιά.

Έχω φίλους αλλά δεν έχω τι να πω μαζί τους ποια εδώ και πολύ καιρό .Κατά καιρούς έχω

ερωμένες αλλά το σεξ με κάνει να νιώθω ακόμα μεγαλύτερο κενό. Δεν μπορώ να

επικοινωνήσω πραγματικά με κανέναν .Τα λόγια μου ανούσιες φλυαρίες .Δεν εκφράζουν

εμένα αλλά την μάσκα που φορώ .Παντού επιφάνεια και πουθενά ουσία….

Σκέπτομαι γιατί να σηκωθώ από το κρεβάτι άλλα από την άλλη πoιο το νόημα του

ύπνου .Σηκώνομαι, τρώω το πρωινό μου και μιλώ με τον εαυτό μου .Είναι ο καλύτερος μου

φίλος ,ίσως και να καταλαβαίνει το κενό μέσα μου ,την απέραντη άβυσσο .Στα αυτιά μου

ηχεί μια μονότονη ηλεκτρονική μελωδία.

Καλημέρα λέω

Καλημέρα απαντώ

Τι θα κάνετε σήμερα??

Μια απ τα ίδια

Δηλαδή?

Σπίτι δουλειά ,σπίτι

Τι ρωτώ

Να δω κάνα φίλο?

Ποιο το νόημα?

Δεν με καταλαβαίνουν

Κανένας δεν σε καταλαβαίνει ,δεν νιώθει τον πόνο σου.

Page 70: Τα κόκκινα κεράσια

Βγαίνω στον δρόμο. Περπατώ ,υπάρχουν άπειροι άνθρωποι γύρω μου αλλά όλοι μου

φαίνονται ίδιοι .Πρόσωπα που εμφανίζονται και φεύγουν για να ξεχαστούν .Στη δουλειά

κάθομαι στο γραφείο ,δεν νιώθω τίποτα για την δουλειά μου ποια ,ούτε απέχθεια ,απλά

τίποτα.

Γυρίζω στο σπίτι. Μπαίνω στον υπολογιστή και δεν βρίσκω κανέναν online.Ποιον

κοροϊδεύω ,δεν έμαθα ποτέ να επικοινωνώ με τους ανθρώπους και έτσι σιγά σιγά όλοι

έφυγαν και εγώ βυθίστηκα στην μοναξιά .Η δίψα για επαφή με οδήγησε στο διαδίκτυο,

αλλά είναι τόσο απρόσωπο, τόσο ψεύτικο .Βγάζω μια κραυγή. Πετώ τον υπολογιστή κάτω

και τον ποδοπατώ ,ουρλιάζω ,καταστρέφω ό,τι βρω μπροστά μου.

Όχι άλλη μοναξιά!!

Δεν είναι ζωή αυτό

Ούτε θάνατος

Είναι το απόλυτο μηδέν!!!

Παίρνω τηλέφωνο την τελευταία και πρώτη γυναίκα που είχα στην ζωή μου και δεν ήταν

πόρνη. Το σηκώνει.

Σε αγαπώ, πάντα θα σε αγαπώ!!!!

Και ,τι με νοιάζει, ξεκόλλα ,μια νύχτα ήταν .Μην ξαναπάρεις σε παρακαλώ.

Κλείνει το ακουστικό .Βγαίνω έξω. Περπατώ ,τα βήματα μου με οδηγούν μόνα τους. Φτάνω

στην παλιά γέφυρα. Πάω στην άκρη .Κοιτάζω κάτω. Ο θάνατος θα ταν μια λύση. Στα αυτιά

μου ακούω το love on the real train,πλέον η μελωδία έχει υπόσταση, έχει όνομα……..

Περιπατάω ,έφτασα στο τέλος. Δεν υπάρχει κανένα νόημα στην ζωή .Δεν υπάρχει ελπίδα

,ούτε πόνος, μόνο η απόλυτη μοναξιά της ψυχής .Αλλά θα ζήσω ,μια άθλια και αισχρή ζωή

χωρίς κάποιο λόγο ,αλλά θα ζήσω .Αποδέχτηκα την μοίρα μου, δεν υπάρχουν πλέον

αυταπάτες, είμαι μόνος, αιώνια…..

Το Ανθρωπάκι σηκώνεται .Κοιτάζει το στιλέτο και το πετά. Ακούει μια φωνή .Ελπίδα.

Δεν Με νοιάζει η ελπίδα ,η απελπισία είναι πολύ ισχυρή ώστε να τελειώσουν όλα έτσι.

Συνεχίζει μέσα στην ατέλειωτη έρημο αναζητώντας το τίποτα μέσα στο πουθενά…..

Στις χαμένες ψυχές….

Page 71: Τα κόκκινα κεράσια

Οι εργάτες των δρόμων

Άλλη μια μέρα στον δρόμο ,φοράω την στολή με το λόγκο της εταιρίας και μοιράζω την

τσάμπα φυλλάδα της στα αυτοκίνητα. Είμαι ένας από τους πολλούς που δουλεύουν εδώ

στον δρόμο. Κάτω από τον ουρανό που άλλοτε είναι ηλιόλουστος ,άλλοτε συννεφιασμένος

και άλλοτε βροχερός, περνούν χιλιάδες αυτοκίνητα. Χιλιάδες πρόσωπα που ίσως δεν

ξαναδώ ποτέ, χέρια που απλώνομαι για να πάρουν εφημερίδα, χαμόγελα, βρισιές,

απαξίωση από μικροαστούλιδες που βρήκαν έμενα για να εκτονώσουν την μικρότητα τους.

Όμορφες κοπέλες, νέοι και γέροι άνθρωποι. Ο δρόμος είναι το εργοτάξιο όπου εγώ

δουλεύω, διανύω χιλιόμετρα τρέχοντας ή περπατώντας πάνω κάτω στο ίδιο σημείο ,στο

αφτί μου ηχεί μουσική κάθε είδους και μου δίνει ρυθμό ,Dowtempo, Metal, Κλασική,

Αντάρτικα, όλα μου δίνουν φτερά και μετατρέπουν την δουλειά που δεν έχει κανένα πλέον

ενδιαφέρον σε έργο θεάτρου, αγαπώ την μουσική ,ένας κόσμος χωρίς μουσική θα ήταν

σκοτεινός και γεμάτος δυστυχία.

Και όταν η μπαταρία σβήνει και εγώ είμαι ακόμα εκεί, τότε είναι μια ευκαιρία να σκεφτώ

και να συνομιλήσω με μένα όπως ο Μάρκος Αυρήλιος εκεί στα δάση της Γερμανίας. Εδώ

στοχάστηκα πολλά, για τον έρωτα ,την απώλεια, τον πόνο, την χαρά, για το βράδυ του

Σαββάτου, κανόνισα ραντεβού με το Έρωτα, είδα πράγματα που όποιος δεν δουλεύει στον

δρόμο δεν θα τα δει ποτέ και δεν θα καταλάβει.

Και δεν είμαι μόνος εκεί στον δρόμο, είμαστε πολλοί οι Εργάτες των δρόμων ,των

λεωφόρων που διανύουν την Πόλη ,το Σπίτι μας φτιαγμένο από τσιμέντο, ατσάλι και γυαλί,

εκεί όπου χτυπάει μια καρδιά ζεστή παρά το ψυχρό περίβλημα της .Η πόλη μας είναι

ζωντανή όπως ζωντανοί είναι οι δρόμοι της.

Οι αιώνιοι σύντροφοι μου στην δουλειά δεν είναι οι συνάδελφοι, καλοί ή κακοί, είναι οι

Πακιστανοί ,οι Μπαγκλαδεσιανοί ,οι Ινδοί. Παιδιά οχι πολύ μεγαλύτερα από μένα ,παιδιά

που ήρθαν από μακριά, από τόπους με άλλα ήθη, άλλες γλώσσες, άλλη θρησκεία. Και όμως

στον δρόμο είμαστε όλοι αδέλφια, ο Μπαγλαδεσιανός που τραγουδάει χαρούμενα άσματα

στην Μπεγγάλι ,χαμογελαστός ,με τα μόνα ελληνικά του να είναι το φίλε,, το παλικάρι από

το Πακιστάν που πλένει τζάμια και που μου έδωσε να πιω αναψυκτικό μέσα στην

αποπνικτική ζέστη όταν ο ήλιος και ο έρωτας με έκαιγαν απ έξω και από μέσα. Ο

Γυαλοκαθαριστής που μου βρήκε χωρίς να τον ρωτήσω μια πέτρα για να την βάλω πάνω

στις εφημερίδες. Ο Ινδός που πουλάει μπανάνες και που η οικογένεια του έχει να τον δει

δυο χρόνια. Ο Πακιστανός που μιλάει με έναν Νιγηριανό φίλο του στα Ελληνικά στο κινητό

ένα υπέροχο δείγμα για το πώς τα ελληνικά ,όπως κάποτε, ενώνουν ανθρώπους που καμιά

σχέση δεν έχουν μεταξύ τους ..

Και μέσα σε όλα ο Καμί από το Κασμίρ, ένας από τους χιλιάδες που έφυγαν από το χωριό

τους και από τους αγαπημένους τους για να βρουν έναν άλλον, καλύτερο κόσμο .Ήθελε να

γίνουμε φίλοι, δεν ήθελα, ανήκουμε σε πολύ διαφορετικούς κόσμους εκτός του δρόμου.

Συζητούσαμε συχνά όμως ,για την αρραβωνιαστικιά του που τον περιμένει κάπου εκεί

στους πρόποδες των Ιμαλάϊων ,για την ζωή εκεί και για πολλά άλλα.

Page 72: Τα κόκκινα κεράσια

Κατά βάθος όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι δεν έχει σημασία το χρώμα ,η η φυλή, δεν έχει

σημασία αν ο Έρωτας είναι χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά η αν απλά μας χωρίζει ένας δρόμος

η μια θάλασσα. Σημασία έχει πως δεν είναι εδώ, δίπλα μας. Κάτω από το μαύρο δέρμα

χτυπάει μια καρδιά ικανή για αγάπη και για μίσος όπως και η δική μου. Μα μια μέρα ΔΕΝ

ΕΜΦΑΝΙΣΤΙΚΕ ,δεν έμαθα τι έγινε, έφυγε στην Δύση ,τον συνέλαβε η αστυνομία, τον

σκότωσαν ,δεν θα ξέρω ποτέ σίγουρα ,ίσως γύρισε εκεί που ανήκει στους αγαπημένους του

και τώρα αγκαλιάζει την μητέρα του και παντρεύεται την αρραβωνιαστικιά του, μακάρι.

Το προηγούμενο βράδυ οι φασίστες έσφαξαν κάποιον εκεί στο Γκέτο, στην καρδιά της

Άρρωστης πόλης μας που ξέρει να ναι όμορφη αλλά και απαίσια .Πολλές φόρες γίνετε ένα

άψυχο τέρας που καταπίνει ζωές Ελλήνων και Μεταναστών ,ανελέητα ως σφάγια για έναν

θεό με καρδιά από χρήμα.

Μακάρι να μην ήταν αυτός.

Αφιερωμένο στους Εργάτες των δρόμων. Είμαστε και εμείς εδώ.

Page 73: Τα κόκκινα κεράσια

Σταυρός και Ρόδο

Δρόμος με μαραμένα ρόδα σπαρμένος

Μα τα αγκάθια τους τα πόδια πληγώνουν

Κάθε βήμα μια βελόνα πηγμένη στην καρδιά

Το αίμα τον κήπο της απομόνωσης

Από γρανίτη σμιλεμένο ποτίζει

Όπου και να πάω η Ελλάδα με πληγώνει

Όπως του Σεφέρη η πένα είχε γράψει

Μνήμες ελπίδων που διαψεύστηκαν

Όνειρα που κάτω σε γκρεμίζουν υπό το βάρος μιας διάψευσης σκληρής

Μύθοι που για αλήθεια ο ανόητος πήρε

Στο βάραθρο της συνειδητοποίησης το απύθμενο για να βουτήξει με το κεφάλι

Όλα τα παραπάνω καρφιά που η μούσα της Κωμωδίας στα άκρα μπήγει

Και στον σταυρό με καρφώνει

Και ο Σταυρός η μέγιστη αυταπάτη

Η ελπίδα μιας ανθρώπινης ζωής σε έναν κόσμο απάνθρωπο που εσένα δεν θέλει να δεχτεί

Η προβειά που έμαθες να φοράς

Ο μικρός ήρωας που λησμόνησες πως είσαι και εσύ

Μηνύματα και ερωτήματα που δεν απαντήθηκαν ποτέ

Έρωτες που ξεψύχησαν στην πορεία

Ακάνθινο στεφάνι που το κεφάλι στολίζει

Το δικό σου κεφάλι βασιλιά της θλίψης Παλιάτσε και μαριονέτα από επιλογή

Και μπροστά σου οδοιπόρε το φως και το σκοτάδι ,της ζωής το κρυφό και απλοϊκό μυστικό

σε καρτερά

Εσένα να καταπιεί ένα με την σκληρότητα και την ομορφιά του κόσμου να κάνει

Page 74: Τα κόκκινα κεράσια

Η ΕΛΕΓΕΙΑ ΕΝΟΣ ΔΟΥΛΟΥ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΕΓΩ ΠΙΣΤΟΣ ΤΩΝ ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ ΜΟΥ Ο ΔΟΥΛΟΣ

ΣΑΝ ΣΚΥΛΟΣ ΑΦΟΣΙΩΜΕΝΟΣ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΚΑΛΟ ΑΠ ΤΟ ΣΤΟΜΑ ΜΟΥ ΑΡΠΑΖΟΥΝ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΑΙ ΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ ΜΕ ΜΑΣΤΙΓΙΟ ΠΟΥ ΤΗΝ ΑΘΛΙΑ ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΑΡΩΝΕΙ ΜΕ ΧΤΥΠΟΥΝ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΓΙΣΜΕΝΟ ΚΟΠΑΔΙ ΑΠΟ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΠΟΥ ΣΤΗΝ ΣΦΑΓΗ ΟΔΗΓΟΥΝ

ΣΕ ΠΡΟΒΑΤΑ ΜΕ ΞΥΛΟ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟ ΝΑ ΜΕΤΑΒΑΛΩ ΠΡΟΣΠΑΘΩ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΛΑΣΜΕΝΩΝ ΣΕ ΟΡΓΗ ΚΑΙ ΜΙΣΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΩ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΟΥΦΟΣ ,ΤΥΦΛΟΣ ΚΑΙ ΑΝΟΗΤΟΣ ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ

ΑΦΟΥ ΤΗΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΟΥ ΜΕ ΠΕΙΘΑΡΧΕΙΑ ΒΛΑΚΩΔΗ ΣΤΡΑΓΓΑΛΙΣΑ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΑΙ ΠΕΙΝΑ ,ΜΙΣΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ ΚΕΡΔΙΖΩ

ΥΠΗΡΕΤΩ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΕΝΟΧΗ ΚΑΙ ΜΕ ΑΓΡΙΑ ΧΑΡΑ ΧΤΗΠΩ

ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΖΩ ΚΑΙ ΣΚΟΤΩΝΩ

ΣΕ ΨΥΧΕΣ ΤΟΝ ΦΟΒΟ ΝΑ ΣΠΕΙΡΩ ΠΡΟΣΠΑΘΩ

ΑΛΛΑ ΕΓΩ ΑΘΩΟΣ ΕΙΜΑΙ

ΑΠΛΑ ΥΠΗΡΕΤΩ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΜΕ ΒΛΑΚΩΔΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΑΝ ΕΙΔΩΛΑ ΚΟΙΤΩ

ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΕ ΕΝΑΝ ΣΩΡΟ ΑΠΟ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΞΕΨΥΧΩ ΑΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ

ΠΟΥ ΚΡΕΑΣ ΣΕ ΣΦΑΓΕΙΟ ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΜΕ ΚΑΝΟΥΝ

ΚΑΙ ΦΩΝΗ ΔΕΝ ΒΓΑΖΩ ΑΦΟΥ ΟΤΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΠΡΤΕΠΕ ΝΑ ΦΑΝΩ ΕΓΩ ΜΟΝΟ

ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΑΠΛΗ ΕΙΧΑ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ

ΥΠΗΡΕΤΩ

Page 75: Τα κόκκινα κεράσια

Η κόκκινη σημαία

Η εξέγερση τελειώνει ,σβήνει σιγά σιγά .Ο στρατός αποκατέστησε την τάξη ,τον νόμο και

την δημοκρατία. Οι στρατιώτες σφάζουν ανελέητα για ένα κομμάτι ψωμί τα αδέλφια τους

.Το έγκλημα τους; Είχαν το θράσος να σπάσουν τις αλυσίδες και να πετάξουν εκεί ψηλά

στον ουρανό .Εκεί στο βασίλειο της ελευθερίας όπου η μοίρα θα τους έδινε όσα τους

ανήκουν, ψωμί ,δικαιοσύνη ,ελευθερία, παιδία ,υγεία .Μα και ο Ίκαρος πέταξε στα ουράνια

και γκρεμίστηκε στα κύματα.

Στο τελευταίο οδόφραγμα ο τελευταίος Επαναστάτης μένει μόνος .Μόνος χωρίς

συντρόφους ,χωρίς σφαίρες. Ορμάει μπροστά με την ξιφολόγχη και οι σφαίρες τον

γαζώνουν κάτω από τα γέλια ενός αξιωματικού.

Στην πλατεία ,την κεντρική πλατεία της πόλης ένας σωρός από πώματα, μαχητές μα και

αθώους για την δικαιοσύνη των τυράννων. Παιδιά, γυναίκες ,γέροι. Και πάνω στον σορό

κυματίζει μια κόκκινη σημαία.

Στα παλάτια που χριστήκαν με τον ιδρώτα αυτών που τώρα πεθαίνουν οι τύραννοι της

Πόλης γιορτάζουν με σαμπάνια και χαβιάρι τον θρίαμβο τους.

Σε έναν τοίχο οδηγούν Εσένα ,έναν από τους πολλούς .Είσαι νέος ,πολύ νέος για να

πεθάνεις ,πολύ γέρος για να ζήσεις. Πριν το εκτελεστικό απόσπασμα οδηγήσει την ζωή σου

μακριά εσύ σκέπτεσαι την γυναίκα που αγάπησες ,το παιδί που δεν θα δεις ποτέ. Οι

σφαίρες ανατινάζουν το νήμα της ζωής ,δεν το κόβουν απλά .Πέφτεις νεκρός.

Θάνατος, κόκκινη σημαία.

Θάνατος και ζωή

Ζωή και Θάνατος

Ζωή

Κόκκινη σημαία ίσον ζωή

Κάπου εκεί μέσα στην πόλη ένα παιδί μόλις γεννήθηκε ,ένα παιδί χωρίς πατέρα, ένα παιδί

της τάξης του .Και η κραυγή της ζωής σκίζει τον αέρα σαν μια ηλιαχτίδα το σκοτάδι……

Αφιερωμένο στο μέλλον μας τον σοσιαλισμό-κομμουνισμό, στην ζωή και σε όσους έπεσαν

για αυτή.

17/7/2012 Αθήνα έμπνευση από το Αγκίστρι