6
STEPHENIE MEYER

ΤΟ ΣΩΜΑ

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Stephenie Meyer

Citation preview

PLATYPUSΕ Κ Δ Ο Τ Ι Κ Η

Αρτέμιδος 1β’, 15342 Αγία Παρασκευή, ΑθήναΤηλ. 210 6002605, Fax: 210 [email protected]

S T E P H E N I E M E Y E R

Το όνομα του Θεραπευτή ήταν Διασχίζει Βαθιά Νερά. Επειδή ήταν ψυχή, ήταν από τη φύση του πολύ καλός: συμπονε-

τικός, υπομονετικός, ειλικρινής, ενάρετος, και γεμάτος αγάπη. Η αγωνία ήταν ένα ασυνήθιστο συναίσθημα για τον Διασχίζει Βαθιά Νερά.

Ο εκνευρισμός ήταν ακόμη πιο σπάνιος. Ωστόσο, επειδή ο Διασχίζει Βαθιά Νερά ζούσε μέσα σε ένα ανθρώπινο σώμα, ο εκνευρισμός ήταν μερικές φορές αναπόφευκτος.

Ενώ οι ψίθυροι των φοιτητών Θεραπείας δημιουργούσαν ένα βουητό στην άλλη άκρη του χειρουργείου, τα χείλη του είχαν σφιχτεί σε μια λε-πτή γραμμή. Η έκφραση έμοιαζε ανάρμοστη σε ένα πρόσωπο που πιο συχνά χαμογελούσε.

Ο Ντάρεν, ο τακτικός βοηθός του, είδε τη γκριμάτσα και χάιδεψε τον ώμο του.

«Απλά είναι περίεργοι, Διασχίζει», είπε ήσυχα. «Μια εμφύτευση δεν είναι μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ή προκλητική

διαδικασία. Η οποιαδήποτε ψυχή θα μπορούσε να την πραγματοποιήσει σε κατάσταση ανάγκης. Δεν έχουν να μάθουν τίποτα παρατηρώντας σή-μερα». Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά αιφνιδιάστηκε όταν άκουσε τον έντονα δηκτικό τόνο να παραμορφώνει τη συνήθως ήρεμη φωνή του.

«Πρώτη φορά βλέπουν ενήλικα άνθρωπο», είπε ο Ντάρεν.Το ένα φρύδι του Διασχίζει Βαθιά Νερά σηκώθηκε. «Είναι τυφλοί και

δε βλέπουν ο ένας το πρόσωπο του άλλου; Δεν έχουν καθρέφτες;»

Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Είσοδος

4 S T E P H E N I E M E Y E R

«Ξέρεις τι εννοώ –έναν άγριο άνθρωπο. Χωρίς ψυχή ακόμα. Κάποιον από τους στασιαστές».

Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά κοίταξε το αναίσθητο σώμα του κοριτσιού το οποίο ήταν ξαπλωμένο μπρούμυτα πάνω στο τραπέζι του χειρουργείου. Ένα κύμα οίκτου πλημμύρισε την καρδιά του καθώς θυμήθηκε την κατά-σταση στην οποία βρισκόταν το άμοιρο, τσακισμένο σώμα της όταν οι Ανιχνευτές την έφεραν στην εγκατάσταση Θεραπείας. Πόσο πόνο είχε υπομείνει…

Φυσικά τώρα ήταν τέλεια –τελείως θεραπευμένη. Το είχε φροντίσει ο Διασχίζει Βαθιά Νερά.

«Μοιάζει το ίδιο με όλους», μουρμούρισε ο Διασχίζει Βαθιά Νερά στον Ντάρεν. «Όλοι μας έχουμε ανθρώπινα πρόσωπα. Και όταν ξυπνήσει, θα είναι μια από εμάς».

«Απλά είναι συναρπαστικό γι’ αυτούς, αυτό είναι όλο».«Η ψυχή που θα εμφυτεύσουμε σήμερα αξίζει περισσότερο σεβασμό

από το να κοιτάνε σαν χαζοί το σώμα του ξενιστή της. Ήδη θα έχει πάρα πολλά να αντιμετωπίσει καθώς θα εγκλιματίζεται. Δεν είναι δίκαιο να την αναγκάσουμε να περάσει και αυτό». Με τη λέξη “αυτό” δεν εννοού-σε ότι θα την κοιτούσαν σαν χαζοί. Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά άκουσε τον έντονα δηκτικό τόνο να επιστρέφει στη φωνή του.

Ο Ντάρεν τον χτύπησε ξανά ελαφρά. «Όλα θα πάνε καλά. Η Ανιχνεύ-τρια χρειάζεται πληροφορίες και–»

Στη λέξη Ανιχνεύτρια, ο Διασχίζει Βαθιά Νερά έριξε στον Ντάρεν ένα βλέμμα το οποίο μονάχα βλοσυρό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Ο Ντάρεν βλεφάρισε ταραγμένος.

«Λυπάμαι», απολογήθηκε αμέσως ο Διασχίζει Βαθιά Νερά. «Δεν ήθελα να αντιδράσω τόσο αρνητικά. Μόνο που φοβάμαι γι’ αυτή την ψυχή».

Τα μάτια του κινήθηκαν στο δοχείο ψύξης που βρισκόταν πάνω στη βάση του, δίπλα στο τραπέζι. Το φως ήταν ένα σταθερό, μουντό κόκκινο, που έδειχνε ότι ήταν κατειλημμένο και σε κατάσταση νάρκης.

«Αυτή η ψυχή επιλέχθηκε συγκεκριμένα για την αποστολή», είπε με ήρεμη φωνή ο Ντάρεν. «Είναι σπάνια στο είδος μας –πιο γενναία από τους περισσότερους. Οι ζωές της μιλούν από μόνες τους. Νομίζω ότι θα γινόταν εθελόντρια, αν ήταν δυνατό να τη ρωτήσουμε».

«Ποιος από εμάς δε θα δεχόταν να γίνει εθελοντής αν μας είχε ζητη-θεί να κάνουμε κάτι για το γενικότερο καλό; Αλλά πράγματι ισχύει κάτι τέτοιο τώρα; Άραγε αυτό εξυπηρετεί το γενικότερο καλό; Το ζήτημα δεν

5 Τ Ο Σ Ω Μ Α

είναι η προθυμία της, αλλά τι είναι σωστό να ζητήσουμε από κάθε ψυχή να υπομείνει».

Οι φοιτητές Θεραπείας συζητούσαν κι εκείνοι για τη ναρκωμένη ψυχή. Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά άκουγε καθαρά τους ψιθύρους. οι ενθουσια-σμένες τους φωνές είχαν αρχίσει τώρα να υψώνονται, να γίνονται πιο δυνατές.

«Έχει ζήσει σε έξι πλανήτες».«Εγώ άκουσα ότι ήταν εφτά».«Άκουσα ότι ποτέ δεν έζησε δυο περιόδους στο ίδιο είδος ξενιστή».«Γίνεται αυτό;»«Έχει υπάρξει σχεδόν τα πάντα. Λουλούδι, Αρκούδα, Αράχνη…» «Φύκι, Νυχτερίδα…»«Ακόμα και Δράκος!»«Δεν το πιστεύω –όχι εφτά πλανήτες».«Τουλάχιστον εφτά. Ξεκίνησε από την Πηγή».«Αλήθεια; Την Πηγή;»«Ησυχία παρακαλώ!» τους διέκοψε ο Διασχίζει Βαθιά Νερά. «Αν δεν

μπορείτε να παρατηρήσετε με επαγγελματικότητα και ησυχία, τότε θα αναγκαστώ να σας ζητήσω να απομακρυνθείτε».

Αμήχανοι, οι έξι φοιτητές απόμειναν σιωπηλοί και απομακρύνθηκαν ο ένας από τον άλλον.

«Ας τελειώνουμε λοιπόν, Ντάρεν».Τα πάντα ήταν έτοιμα. Δίπλα στο κορίτσι ήταν αραδιασμένα τα κα-

τάλληλα φάρμακα. Τα μακριά σκούρα μαλλιά της μαζεύτηκαν κάτω από ένα χειρουργικό σκούφο, αποκαλύπτοντας το λεπτοκαμωμένο λαιμό της. Βαθιά ναρκωμένη, ανάσαινε αργά. Το μαυρισμένο από τον ήλιο δέρμα της δεν είχε σχεδόν κανένα σημάδι που να μαρτυρά το… ατύχημά της.

«Ξεκίνα την αλληλουχία τήξης τώρα, σε παρακαλώ, Ντάρεν».Ο γκριζομάλλης βοηθός περίμενε ήδη δίπλα στο δοχείο ψύξης, με το

χέρι του να ακουμπά το πληκτρολόγιο. Έστριψε το διακόπτη ασφαλεί-ας και τα δάχτυλά του άρχισαν να κινούνται γρήγορα πάνω στο πλη-κτρολόγιο. Το κόκκινο φως πάνω στο μικρό γκρίζο κύλινδρο άρχισε να πάλλεται, αναβοσβήνοντας όλο και πιο γρήγορα καθώς περνούσαν τα δευτερόλεπτα, αλλάζοντας χρώμα.

Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά συγκεντρώθηκε στο αναίσθητο σώμα. έσπρω-ξε το νυστέρι μέσα από το δέρμα στη βάση του κρανίου, με μικρές, ακρι-βείς κινήσεις, και, πριν πλατύνει τη σχισμή, ψέκασε το φάρμακο που στα-

6 S T E P H E N I E M E Y E R

ματούσε την περίσσεια ροή αίματος. Το νυστέρι σκάλιζε με λεπτότητα κάτω από τους μύες του λαιμού, με προσοχή για να μην τους κάνει ζημιά, αποκαλύπτοντας τα ωχρά οστά στην κορυφή της σπονδυλικής στήλης.

«Η ψυχή είναι έτοιμη, Διασχίζει», τον πληροφόρησε ο Ντάρεν. «Κι εγώ το ίδιο. Φέρ’ την».Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά ένιωσε τον Ντάρεν δίπλα του, και ήξερε χωρίς

να κοιτάξει ότι ο βοηθός του θα ήταν έτοιμος και θα περίμενε με το χέρι του τεντωμένο. δούλευαν μαζί εδώ και πολλά χρόνια. Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά κρατούσε την οπή ανοιχτή.

«Στείλ’ τη σπίτι», ψιθύρισε.Το χέρι του Ντάρεν φανερώθηκε, με την ασημένια λάμψη μιας ψυχής

που ανακτούσε τις αισθήσεις της στη χούφτα του.Κάθε φορά που ο Διασχίζει Βαθιά Νερά έβλεπε μια εκτεθειμένη ψυχή,

έμενε κατάπληκτος από την ομορφιά της. Η ψυχή έλαμπε στα λαμπερά φώτα του χειρουργείου, πιο φωτεινή από

το ασημένιο εργαλείο που κρατούσε στο χέρι του και το οποίο αντα-νακλούσε το φως. Σαν μια ζωντανή κορδέλα, σφάδαζε και αναδευόταν, τεντωνόταν, χαρούμενη που είχε απελευθερωθεί από το δοχείο ψύξης. Τα λεπτά, φτερωτά προσαρτήματά της, σχεδόν χίλια, κυμάτιζαν απαλά σαν ανοιχτόχρωμα ασημένια μαλλιά αγγέλου. Παρόλο που όλες τους ήταν όμορφες, αυτή φάνηκε ιδιαίτερα χαριτωμένη στον Διασχίζει Βαθιά Νερά.

Δεν ήταν ο μόνος που αντέδρασε έτσι. Άκουσε τον απαλό αναστεναγ-μό του Ντάρεν, άκουσε τα μουρμουρητά θαυμασμού των φοιτητών.

Απαλά, ο Ντάρεν τοποθέτησε το μικρό, γυαλιστερό πλάσμα μέσα στη σχισμή που είχε ανοίξει ο Διασχίζει Βαθιά Νερά στο λαιμό του ανθρώ-που. Η ψυχή γλίστρησε απαλά μέσα στο άνοιγμα, και άρχισε να ελίσσεται προσπαθώντας να προσαρμοστεί μέσα στην ξένη ανατομία. Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά θαύμασε την επιδεξιότητα με την οποία έγινε κυρίαρχος του νέου της σπιτιού. Τα προσαρτήματά της πλέχτηκαν γύρω από τα νευρικά κέντρα, ενώ άλλα επιμηκύνθηκαν φτάνοντας πιο βαθιά απ’ όσο μπορού-σε να δει, πάνω και κάτω από τον εγκέφαλο, τα οπτικά νεύρα, τα κανάλια του αυτιού. Ήταν πολύ γρήγορη, πολύ αποφασιστική στις κινήσεις της. Σύντομα, μονάχα ένα μικρό τμήμα του γυαλιστερού της σώματος ήταν ορατό.

«Μπράβο», της ψιθύρισε, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσε να τον ακού-σει. Το κορίτσι ήταν εκείνο που είχε τα αυτιά, και ακόμα κοιμόταν βα-

7 Τ Ο Σ Ω Μ Α

θιά. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας ήταν υπόθεση ρουτίνας. Καθάρισε και

θεράπευσε την πληγή, εφάρμοσε την αλοιφή που σφράγιζε την τομή που είχε κλείσει μετά την τοποθέτηση της ψυχής, και μετά πασπάλισε σκόνη πάνω στη γραμμή που είχε αφήσει στο λαιμό της, για να μαλακώσει η ουλή.

«Τέλειο, ως συνήθως», είπε ο βοηθός ο οποίος, για κάποιο λόγο που ο Διασχίζει Βαθιά Νερά δεν μπορούσε να φανταστεί, ποτέ δεν άλλαξε το όνομα του ανθρώπινου ξενιστή του, του Ντάρεν.

Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά αναστέναξε. «Λυπάμαι για τη σημερινή δου-λειά».

«Κάνεις το καθήκον σου ως Θεραπευτής». «Αυτή είναι μια σπάνια περίπτωση που η Θεραπεία δημιουργεί τραύ-

μα».Ο Ντάρεν άρχισε να καθαρίζει το χώρο εργασίας. Έδειχνε να μην ξέρει

πώς να απαντήσει. Ο Διασχίζει Βαθιά Νερά εκτελούσε το Κάλεσμά του. Αυτό ήταν αρκετό για τον Ντάρεν.

Αλλά δεν ήταν αρκετό για τον Διασχίζει Βαθιά Νερά, ο οποίος ήταν αληθινός Θεραπευτής μέχρι και το τελευταίο του κύτταρο. Κοίταξε με αγωνία το σώμα της γυναίκας, βυθισμένο σε ένα γαλήνιο ύπνο, γνωρί-ζοντας ότι αυτή η γαλήνη θα κατέρρεε αμέσως όταν θα ξυπνούσε. Η αθώα ψυχή που είχε μόλις τοποθετηθεί μέσα της θα ήταν αναγκασμένη να υπομείνει όλον εκείνο τον τρόμο του θανάτου της νεαρής γυναίκας.

Έγειρε πάνω από τη γυναίκα, ψιθυρίζοντας στο αυτί της, ενώ ευχόταν μέσα από την καρδιά του ότι η ψυχή μέσα της θα μπορούσε να τον ακού-σει τώρα.

«Καλή τύχη, μικρή περιπλανήτρια, καλή τύχη. Πόσο πολύ εύχομαι να μην την είχες ανάγκη».