8

Click here to load reader

Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

Embed Size (px)

DESCRIPTION

Θέσεις για τα Συνδικάτα και το χαρακτήρα της ΓΣΕΕ

Citation preview

Page 1: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

Για τα Συνδικάτα και τη ΓΣΕΕ

Η μαρξιστική σκέψη είναι συγκεκριμένη, δηλαδή, θεωρεί όλους τους αποφασιστικούς και σημαντικούς παράγοντες σε κάθε δεδομένο ζήτη-μα, όχι μόνο από την άποψη των αμοιβαίων τους σχέσεων αλλά και από την άποψη της εξέλιξής τους. Δεν διαλύει ποτέ τη στιγμιαία κα-τάσταση μέσα στη γενική προοπτική, αλλά μέσω της γενικής προοπτι-κής καθιστά δυνατή μιαν ανάλυση της στιγμιαίας κατάστασης σε όλεςτης τις ιδιομορφίες. Η πολιτική έχει ως σημείο εκκίνησης μια τέτοιου είδους συγκεκριμένη ανάλυση. Ο οπορτουνισμός και η σεκταριστική σκέψη έχουν αυτό το κοινό: αποσπούν από την πολυπλοκότητα των περιστάσεων και δυνάμεων έναν ή δύο παράγοντες που τους φαίνο-νται οι πλέον σημαντικοί (και μερικές φορές σίγουρα είναι) τους απο-μονώνουν από την πολύπλοκη πραγματικότητα, και αποδίδουν σ' αυ-τούς δυνάμεις άνευ ορίων και όρων.(Λ. Τρότσκυ, Αριστεριστές Γενικά και Ανίατοι Αριστεριστές Ειδικά)

Αφορμή για τις γραμμές που ακολουθούν στάθηκαν δύο άρθρα που άνοιξαν μια πολύ απαραί-τητη συζήτηση για τα συνδικαλιστικά μας πράγματα και αν μη τι άλλο προσπαθούν να πάνε κόντραστο ρεύμα της αφασίας των ηγετικών κύκλων του συνδικαλισμού που συνδυάζεται με μια τυφλή, σπασμωδική και εμπειρίστικη αντίσταση όσων αριστερών δυνάμεων αναφέρονται με στοιχειώδη σοβαρότητα στην εργατική υπόθεση. Το ότι άνοιξε μια συζήτηση – πέρα από τις συμφωνίες ή τις διαφωνίες μου με το καθένα από τα άρθρα αυτά – πρέπει να πιστωθεί στους συγγραφείς τους. Το ένα, που εγκαινίασε την συζήτηση, έχει τον τίτλο Συνδικάτα και Συνδικαλιστική Γραφειοκρατία των Ζέττας Μελαμπιανάκη και Παντελή Αυθίνου ενώ το άλλο είναι ένα είδος απάντησης της Δέσποινας Κουτσούμπα στο πρώτο, κάτω μάλιστα από έναν τίτλο στα χνάρια ενός παλιότερου μο-τίβου: Εκτός από το Γραφειοκρατικό, Υπάρχει και ο Εργοδοτικός Συνδικαλισμός. Το πρώτο, ανε-ξάρτητα αν συμφωνεί κανείς με τις θέσεις του, είναι κείμενο –κάτι παραπάνω απ' όσο χρειάζεται – ψυχρής ανατομίας. Το δεύτερο πάλι (συμφωνείς ή όχι μαζί του) αποπνέει την “αισιοδοξία της βού-λησης” και την αγανάκτηση, τη δίκαια αγανάκτηση, για την κατάντια της ΓΣΕΕ. Δυστυχώς, αυτό του το προτέρημα είναι θλιβερά μοναχικό. Το εντυπωσιακό είναι πως και τα δύο άρθρα φαίνονται να συμπίπτουν στο δια ταύτα, αφού και τα δύο υποστηρίζουν το Συντονισμό Πρωτοβάθμιων Σωμα-τείων, έτσι που – «τί δ' μ ν διαφέρει νδρες [και γυναίκες];» – ίσως να θεωὑ ῖ ὦ ἄ ρούσε κανείς σχολα-στικισμό την αντιπαράθεση μεταξύ τους.

Πέρα όμως από το ότι μπορεί κάλλιστα να [εν]διαφέρει η λεπτολόγηση γύρω από αυτό τούτο το ομόφωνο συμπέρασμα, είναι εξίσου ενδιαφέρον, από μεθοδολογική σκοπιά, η αναλογία που μπορεί κανείς να παρατηρήσει ανάμεσα στη ΓΣΕΕ και την αντίφαση που αυτή διαμεσολαβεί μέσα στον καπιταλιστικό σχηματισμό του ελληνικού κράτους από τη μια, και στο Συντονισμό και την αντίφαση που αυτός διαμεσολαβεί μέσα στην αντικαπιταλιστική αριστερά από την άλλη˙ μια ανα-λογία που διαλανθάνει ακόμα και στην άκρη της πένας μας. Πράγματι, το γεγονός ότι η κατακλείδακαι των δύο αυτών αντιπαραθετικών λόγων είναι ο Συντονισμός των Πρωτοβάθμιων Σωματείων δεν σημαίνει άλλο από την ενσωμάτωσή τους σε μια ολότητα που διαμεσολαβεί και καθιστά ικανέςνα συνυπάρξουν μέσα στο πλαίσιό της, τις δύο αυτές, αντιφατικές όπως θα δούμε, περί συνδικάτων απόψεις. Εντυπωσιάζει τέλος η, παρόλα αυτά, επαναλαμβανόμενη δήλωση της Δ.Κ. ότι συμφωνεί με τους Ζ.Μ και Π.Α.

Για να είμαι πιο ακριβής η ΔΚ λέει ότι θα συμφωνούσε με τους Ζ.Μ και Π.Α. εάν η ΓΣΕΕ ήταν «γραφειοκρατική» συνδικαλιστική ηγεσία και όχι «εργοδοτική». Η συμφωνία αυτή είναι άλ-λωστε, και για να διασκεδάσουμε λίγο τις εντυπώσεις, μέρος της υποδήλωσης του τίτλου: το μοτίβοτου παλιού γνωστού «εκτός από τον Μαρξ, υπάρχει και η σαρξ» επαναλαμβάνεται στο «εκτός από το Γραφειοκρατικό, Υπάρχει και ο Εργοδοτικός Συνδικαλισμός» για να λοιδορήσει τον πρώτο όρο της σύγκρισης – τον «Μαρξ» ή τον «γραφειοκρατικό συνδικαλισμό» – εξορίζοντας τον ταπεινω-

Page 2: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

μένο στην επικράτεια της Νεφελοκοκκυγίας, ώστε να αρθεί στανικώς στον αντίποδα του εντελώς πραγματικού ο δεύτερος όρος – η σάρκα ή ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, η «συγκεκριμένη ΓΣΕΕ του Γ. Παναγόπουλου». Αυτός ο δεύτερος όρος φαντάζει πια αφοπλιστικά γήινος. Όμως το δίπολο γραφειοκρατικός – εργοδοτικός συνδικαλισμός δεν διαθέτει την προφάνεια του διπόλου Μαρξ – σαρξ˙ η ανύψωση του δευτέρου όρου της σύγκρισης δια της καταβαραθρώσεως του πρώτου χρειάζεται εδώ λίγη βοήθεια. Το ρητορικό εύρημα που θα προσφέρει αυτή τη βοήθεια είναι η πα-τερναλιστική συμφωνία-έγκριση που παρέχει η Δ.Κ. στην ανάλυση των Ζ.Μ. & Π.Α. για τον γρα-φειοκρατικό συνδικαλισμό, μαζί όμως με τον ισχυρισμό της ότι εδώ, δεν πρόκειται περί αυτού: σω-στή ανάλυση μεν, άσχετη δε. Διότι η ΓΣΕΕ είναι, όχι γραφειοκρατικός αλλά εργοδοτικός συνδικα-λισμός, λέει η Δ.Κ. πράγμα που θα προσπαθήσει στη συνέχεια να αποδείξει. Φαίνεται μάλιστα ότι αυτό το «εργοδοτικός» το εννοεί κυριολεκτικά: συνδικαλισμός εργοδοτών ως τέτοιων και όχι με τη συνήθη έννοια των συνδικαλιστών-εντολοδόχων της εργοδοσίας ή των μπροστινών του αφεντικού. Διαβάζουμε αίφνης στο άρθρο της Δ.Κ. την, «καινοφανή μαρξιστικά» όπως ομολογεί, άποψη ότι:

«... η ηγεσία της ΓΣΕΕ (δηλ. η πλειοψηφία που την ελέγχει) δεν ανήκει στη συν-δικαλιστική γραφειοκρατία, ούτε καν στο προδοτικό κομμάτι της, ούτε καν είναι μια προδοτική συνδικαλιστική γραφειοκρατία που βρίσκεται σε επαφή με ένα κομμάτι της αστικής τάξης. Πρόκειται για μια ανοιχτά εργοδοτική Τριτοβάθμια Οργάνωση. Ακόμη χειρότερα: η σημερινή ηγεσία της ΓΣΕΕ ζει και αναπαράγε-ται διαμέσου της λειτουργίας της ΓΣΕΕ ως εργοδότη.»

Ενώ λίγο παρακάτω μας τα εξηγεί αναλυτικότερα: «...η ηγεσία της ΓΣΕΕ «βγάζει το ψωμί της» ως εργοδότης και όχι ως εκπρόσω-πος των εργαζομένων. Προσέξτε: όχι ως εκπρόσωποι του εργοδοτικού συνδικα-λισμού, αλλά ως κανονικοί εργοδότες. Κι επειδή δεν νομίζω ότι είναι και τόσο αντιμαρξιστικό να ψάχνουμε την υλική βάση των πραγμάτων, όταν κάποιος σιτί-ζεται ως εργοδότης, δεν μπορεί να δρα ταυτόχρονα και ως εκπρόσωπος των ερ-γαζομένων, ακόμη και ως γραφειοκράτης εκπρόσωπος.»

Βέβαια είναι αρκετός ο δρόμος (και λόγος δεν μας δίνεται) από το «δεν νομίζω ότι είναι και τόσο αντιμαρξιστικό να ψάχνουμε την υλική βάση των πραγμάτων» μέχρι το χυδαίο υλισμό της επικεφαλί-δας «follow the money» κάτω από την οποία θα βρει κανείς το τελικό χτύπημα:

«Από τη στιγμή που τα χρήματα της ΓΣΕΕ δεν προέρχονται πια από τις εισφορές των εργαζομένων, αλλά από τα πακέτα των ΕΣΠΑ[..] τότε μπορούμε με απλούς υλικούς όρους να καταλάβουμε γιατί η ΓΣΕΕ συμπεριφέρεται ως τμήμα των ερ-γοδοτών κι όχι των εργαζομένων.»

Το πρώτο σημείο λοιπόν της Δ.Κ. είναι αυτό: Η ΓΣΕΕ δεν είναι γραφειοκρατικός συνδικαλισμόςούτε καν κίτρινο συνδικάτο, αλλά κανονικοί εργοδότες.

Θα μπορούσε να υποβάλει κανείς τη θέση αυτή με μια βάσανο συνεπείας. Πράγματι, δυσκο-λεύεται κανείς να φανταστεί πού θα ήταν τα όρια μεταξύ «εργοδοτών» και γραφειοκρατών, δεδο-μένου ότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ (η πλειοψηφία πάντα) δεν είναι ούτε ενιαία ούτε χωρίς έναν ολόκλη-ρο μηχανισμό κατώτερων στελεχών στις ομοσπονδίες, στα εργατικά κέντρα και στα σωματεία. Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί αποτελούν την συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ και κα-νείς βέβαια δεν θα τους έβαζε συλλήβδην την ετικέτα «εργοδοτικά συνδικάτα». Με «απλούς υλικούςόρους» πώς ένα στέλεχος μιας ομοσπονδίας που δεν συμμετέχει στην διαχείριση “ωφελούμενων” θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εργοδότης; Μόνο η υποστήριξη που παρέχει στην ηγεσία της ΓΣΕΕμένει για πειστήριο της ενοχής του, αλλά εδώ κλείνει ο φαύλος κύκλος: υποτίθεται ότι αυτή ακρι-βώς η υποστήριξη και αυτή η πολιτική στάση, επρόκειτο να εξηγηθούν από την «καινοφανή» εν-νοιολογική σύλληψη του «εργοδοτικού τριτοβάθμιου συνδικάτου» και όχι να χρησιμοποιηθούν για να εξηγήσουν την ίδια τους την εξήγηση!

Αλλά και πέραν της λογικής βασάνου, το μόνο απτό σημείο στήριξης αυτού του πρώτου σημείου της Δ.Κ. είναι πως η ΓΣΕΕ συνάπτει συμβάσεις εργασίας με “ωφελούμενους”. Φυσικά,η Δ.Κ. πα-ραλείπει να μας πει ότι οι εργαζόμενοι αυτοί απασχολούνται στην πραγματικότητα στις περιφερεια-κές αυτοδιοικήσεις και ότι η ΓΣΕΕ κάνει αυτό που κάνουν και διάφοροι άγιοι μητροπολίτες: Δεν

Page 3: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

απασχολεί, αλλά διαχειρίζεται εργαζόμενους ως μεσάζων αμειβόμενη με το κεφάλι. Το νεοφιλελεύ-θερης κοπής κόλπο της παρεμβολής του διαχειριστή των “ωφελούμενων” μεταξύ εργαζομένων και περιφερειακών αυτοδιοικήσεων, νοσοκομείων κλπ, είναι να μην αποκτήσουν οι εργαζόμενοι άμεσηεργασιακή σχέση με τους οργανισμούς ΟΤΑ , να είναι πάμφθηνοι, χωρίς εργασιακά δικαιώματα κλπ. Η ΓΣΕΕ λοιπόν αποκτά πράγματι μια νέα (επαίσχυντη) λειτουργία ως ατζέντης της εργασίας, αλλά πάντως όχι ως εργοδότης. Ένα μέρος της παραγόμενης υπεραξίας του καπιταλιστικού σχημα-τισμού που λέγεται Ελληνικό κράτος, διοχετεύεται με τον τρόπο αυτό προς τη ΓΣΕΕ για τις υπηρε-σίες της.

Υπό την έννοια αυτή, τίποτε νέο δεν συνέβη: πάντοτε ένα μέρος της υπεραξίας διοχετευόταν στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία πράγμα γνωστό από την εποχή του Ένγκελς1. Αυτό που είναι νέο, είναι το γεγονός ότι οι παραδοσιακοί δίαυλοι διοχέτευσης της υπεραξίας προς τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία -κυρίως ως κλάσμα των ασφαλιστικών εισφορών- έχουν πια, με τους 1.500.000 ανέργους και την καθίζηση των μισθών, στερέψει. Όμως, όπως πολύ σωστά λένε οι Ζ.Μ.&Π.Α. καισυμφωνεί και η Δ.Κ., «το εισόδημα και η εργασία του [γραφειοκράτη] δεν εξαρτώνται πια από τα ανεβοκατεβάσματα της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά από την διαιώνιση της θέσης του σαν με-σάζοντας ανάμεσα στους εργάτες και τους καπιταλιστές.» Άρα, οι απώλειες εισοδήματος πρέπει να αναπληρωθούν! Πώς θα γίνει αυτό; Το κράτος όχι μόνο έχει διαλαλημένη ταμειακή στενότητα, αλλά επιπλέον, το κύμα απαξίωσης των συνδικάτων εν γένει, αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτικής απάντησης της μπουρζουαζίας στην κρίση και δεν αφήνει περιθώρια νομοθέτησης κάποιας αύξησης του μέρους των ασφαλιστι-κών εισφορών που καρπώνεται η γραφειοκρατία ή διοχέτευσης νέων πόρων προς αυτή. Το ΕΣΠΑ είναι μια λύση στο πρόβλημά τους. Φυσικά δεν είναι η μοναδική που θα μπορούσε να δοθεί και το ότι επιλέχθηκε αυτή και όχι άλλη, έχει τη σημασία του, που πρέπει να αναζητηθεί στις γενικές στο-χεύσεις του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, όσον αφορά την λεγόμενη αγορά εργασίας. Θα μπορούσε επίσης να αναζητηθεί στο πλαίσιο της ιδεολογικής επίθεσης που προωθεί την εισαγωγή νέων ιδεών για τα συνδικάτα, ιδεών που θα τα ήθελαν όχι μεσάζοντες στην πώληση της εργατικής δύναμης με-ταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, αλλά διαιτητές μεταξύ των εργατών που ανταγωνίζονται για μια θέση στη γαλέρα της μισθωτής σκλαβιάς. Αυτό είναι το καινούργιο στην υπόθεση και φυσικά δεν σημαίνει καθόλου πως η ΓΣΕΕ είναι «τρι-τοβάθμιο συνδικάτο εργοδοτών». Δεν θα ισχυριστώ εδώ ότι το συγκεκριμένο θέμα έχει αναλυθεί και, πολύ λιγότερο, ότι εξαντλείται στους δύο υπαινιγμούς απαντήσεων που παρέθεσα˙ θα ισχυρισ-τώ όμως ότι η ιστορία με τα προγράμματα ΕΣΠΑ της ΓΣΕΕ βρίσκεται στο πλαίσιο της σταθεροποίησης του εισοδήματος των γραφειοκρατών και ότι η απάντηση για τον χαρακτήρα της τελικά δεν μπορεί να αφορά μόνο τους «απλούς υλικούς όρους» της αναπαραγωγής του γραφειο-κρατικού στρώματος, αλλά θα πρέπει να είναι λειτουργικά ενσωματωμένη στην αναπαραγωγή του συνόλου σχέσεων που, σε πολλά επίπεδα, συνέχουν τον παρόντα καπιταλιστικό σχηματισμό. Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, για μια ανάλυση που θα απαντούσε ακόμα και σε αυτό που δεν θίγω καν εδώ, αλλά που είναι ζωτικό για την εκπόνηση μιας λεπτομερέστερα σχεδιασμένης πολιτικής απέναντι στη ΓΣΕΕ και στα συνδικάτα, και μιλώ για το ζήτημα των προοπτικών και της εξέλιξης˙ της κίνη-σης όλων αυτών των σχέσεων. Η απάντηση για το τί είναι αυτή η ΓΣΕΕ δεν μπορεί να εξαντλείται σε μια φράση, ούτε μπορεί να ασκείται συνδικαλιστική πολιτική στη βάση κάποιου γινατιού: «Το κάθαρμα ο Παναγόπουλος δεν απεργεί, δεν θα του περάσει!» κι εκεί να τελειώνουν όλα. Η έλλειψη μιας τέτοιας ανάλυσης νομιμοποιεί απολύτως την έκκληση της Δ.Κ. να μιλήσουμε για την «συγκε-κριμένη ΓΣΕΕ του Παναγόπουλου» και, παρότι και η ίδια αποτυγχάνει να το πράξει, αποτελεί το δί-χως άλλο εύστοχη κριτική στους Ζ.Μ.&Π.Α.

Η Δ.Κ. έκανε όμως – για να παραφράσω ελαφρά το εισαγωγικό απόσπασμα του Τρότσκι – ακρι-βώς αυτό: απέσπασε από την πολυπλοκότητα των περιστάσεων και δυνάμεων έναν παράγοντα που της φάνηκε ο πλέον σημαντικός, τον απομόνωσε από την πολύπλοκη πραγματικότητα, και απέδωσε σ' αυτόν τη δύναμη να χαρακτηρίζει αποκλειστικά τη ΓΣΕΕ, ενώ αντίθετα θα έπρεπε η γενική προο-

1 Φρήντριχ Ένγκελς: Γράμμα στο Μαρξ: https://marxists.anu.edu.au/archive/marx/works/1858/letters/58_10_07.htmκαι πρόλογος του 1885 στην “Κατάσταση των Εργατικών Τάξεων στην Αγγλία”: https://marxists.anu.edu.au/archive/marx/works/1885/03/01.htm

Page 4: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

πτική να καθιστά δυνατή μιαν ανάλυση της στιγμιαίας κατάστασης σε όλες της τις ιδιομορφίες, των συμβάσεων εργασίας που έχει υπογράψει ο Παναγόπουλος με τους λεγόμενους “ωφελούμενους” συμπεριλαμβανομένων.

Αν κάνουμε τώρα ένα βήμα πίσω από αυτό, θα δούμε ότι έτσι ή αλλιώς, η μπουρζουαζία όντως ενδιαφέρεται για την αναπαραγωγή αυτού του γραφειοκρατικού μηχανισμού που είναι η ΓΣΕΕ. Το να σπρώχνει η μπουρζουαζία όμως υπεραξία προς τη ΓΣΕΕ σημαίνει όχι μόνο ότι η ΓΣΕΕ δεν είναι καθόλου ένα επίδοξο εργοδοτικό συνδικάτο, αφού η μπουρζουαζία δεν πετάει λε-φτά στον βρόντο, αλλά και ότι, αντίθετα, σε κάτι της χρησιμεύει. Ακόμα και αν η χρησιμότητά της περιοριζόταν αποκλειστικά και μόνο -που δεν περιορίζεται- να κρατά κίτρινο το χρώμα της ΓΣΕΕ για να μην γίνει κόκκινο, το συμπέρασμα είναι ότι η ΓΣΕΕ εκπροσωπεί εργάτες ή αν θέλετε ποδη-γετεί το συνδικαλιστικό κίνημα, που δεν είναι και τόσο διαφορετικό: κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι οι σχέσεις εκπροσώπησης είναι αυτό που λέμε “αγαπητικές”. Τούτο εδώ είναι ένα προκαταρκτικό αντεπιχείρημα για την δεύτερη θέση της Δ.Κ. όπου θα βρεθούμε μπροστά σε μια παράδοξη κα-τάσταση: η «ηγεσία της ΓΣΕΕ»:

«...προσπαθεί να εκπροσωπεί όλο και λιγότερους πραγματικούς εργαζόμενους, όλο και περισσότερους επαγγελματίες συνδικαλιστές, ώστε να μην διαταράσσο-νται οι συσχετισμοί που οδηγούν στη μοιρασιά της “πίτας”.»

Το δεύτερο λοιπόν σημείο είναι η θέση πως η ΓΣΕΕ όχι μόνο δεν εκπροσωπεί πραγματικά τίπο-τα αλλά ούτε και το επιδιώκει.Μα αν ήταν έτσι για ποιο λόγο οι εργαζόμενοι να κάνουν προτάσεις σαν αυτή που παραθέτει η ίδια η Δ.Κ. :

«εργαζόμενος σε συνέλευση είχε προτείνει κάποτε να γεμίσουμε το χώρο κάτω από την εξέδρα της ΓΣΕΕ και μόλις βγει στο βήμα ο εκπρόσωπος της ΓΣΕΕ να του γυρίσουμε όλοι την πλάτη»

Αν επιτέλους πράγματι μπορεί να εκπροσωπεί τους αστούς ο, ανεπιθύμητος γι' αυτούς, Τσίπρας, γιατί δεν μπορεί να κάνει το ίδιο για τους εργάτες ο λιγότερο ανεπιθύμητος Παναγόπουλος;

Για να φτάσουμε στο τρίτο σημείο όπου, κατά την Δ.Κ. πάντα, η ΓΣΕΕ είναι ουσιαστικά αναίσθητη στις εργατικές πιέσεις. Για το σημείο αυτό η Δ.Κ. δεν διαθέτει στη ρητορική της φα-ρέτρα παρά μερικά γεγονότα, κάποια από αυτά ανεκδοτολογικού τύπου, που μόνο βεβιασμένα θα υποστήριζαν τέτοιον ισχυρισμό:

«οι εργαζόμενοι των Stage έκαναν διαδήλωση μπροστά στο Υπουργείο Εργασίας και ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ μπήκε στο Υπουργείο από την πίσω πόρτα»

Την ευαισθησία της ΓΣΕΕ προς τις εργατικές πιέσεις ,την μετρούν οι γενικές απεργίες που έχει κη-ρύξει τα μνημονιακά χρόνια, και την αναισθησία της στις πιέσεις αυτές, μαρτυρά ο εκτονωτικός χα-ρακτήρας αυτών των απεργιών. Η ΓΣΕΕ οφείλει πάντα να επιδεικνύει τη χρησιμότητά της. «Αν οι γραφειοκράτες περάσουν απόλυτα με την πλευρά της άρχουσας τάξης, τότε χάνουν τελείως την εμπι-στοσύνη των εργατών και άρα το προνόμιο της εργατικής εκπροσώπησης, που αποτελεί την κοινωνι-κή τους δύναμη». Την εκάστοτε αναλογία ευαισθησίας και αναισθησίας στις εργατικές πιέσεις επι-βάλλουν οι τρέχουσα κατάσταση της ταξικής πάλης και η σθεναρή πρόσδεση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας στο έδαφος του καπιταλισμού.

Δεν μένει κατά την Δ.Κ. παρά το ύστατο σημείο: Η ΓΣΕΕ έχει τόσο πολύ κόψει τους δε-σμούς της με την εργατική τάξη ώστε ούτε μια γενική απεργία δεν μπορεί πραγματικά να κη-ρύξει. Έτσι, διαβάζουμε ότι

«Το μόνο που μένει να συνδέει τη ΓΣΕΕ με αυτό που η Ζέττα και ο Παντελής πε-ριγράφουν στο άρθρο τους ως «συνδικαλιστική γραφειοκρατία» είναι ότι στις γε-νικές απεργίες που προκηρύσσουν οι ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, παίρνει μέρος πολύς κόσμος.»

Πράγμα απατηλό, θα ισχυριστεί στη συνέχεια, γιατί όσοι μαζεύονται στις γενικές απεργίες θεωρούνπως η απεργιακή πρόσκληση της ΓΣΕΕ είναι

«κάτι σαν ένα «σύνθημα» για να βγούμε στους δρόμους εργαζόμενοι, άνεργοι,

Page 5: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

συνταξιούχοι, φοιτητές.»ενώ επιπλέον το «σύνθημα» δεν αφορά αποκλειστικά τους εργάτες, καθώς

«Οι διαδηλώσεις της 4ης Φλεβάρη [2016], που στην επαρχία είχαν ιδιαίτερα υψηλή μαζικότητα, συγκέντρωσαν όχι μόνο απεργούς, αλλά αγρότες, ελευθεροε-παγγελματίες, συνταξιούχους. Όχι επειδή τους κάλεσε η ΓΣΕΕ, προφανώς.»

Μα ακριβώς αυτό είναι αντεπιχείρημα: Αν ακόμα και οι αγρότες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες πε-ριμένουν το σύνθημα της ΓΣΕΕ, αυτό σημαίνει ότι η ΓΣΕΕ μόνη μπορεί να κηρύξει γενική απερ-γία, και ότι αυτή της η δύναμη αναγνωρίζεται από το σύνολο της κοινωνίας. Αν, όπως ισχυρίζεται ηΔ.Κ., η κήρυξη μιας γενικής απεργίας είναι ένα απλό «σύνθημα» (κενό σημαίνον που λένε και οι στρουκτουραλιστές) τότε ας δοκιμάσει και κάποιος άλλος να ρίξει αυτό το «σύνθημα», κενό ή πα-ραγεμισμένο, για να δούμε τι ψάρια θα πιάσει! Η Δ.Κ. όμως είναι φανερά γαντζωμένη από την πρώτη της θέση που την θεωρεί ισχυρή μια και υποστηρίζεται από φωτοτυπίες συμβάσεων εργασίας με την υπογραφή Παναγόπουλου, φαρδιά πλατιά. Αντίθετα, τα τρία τελευταία σημεία δεν φαίνεται να τα πολυπιστεύει ούτε η ίδια. Αλλιώς δεν θα πρότεινε

«Να ανοίξουμε ανηλεή πόλεμο με όλα τα μέσα (δημοσιοποίηση, κυνήγι των προ-γραμμάτων όπου ξεφυτρώνουν κλπ). Να προσπαθήσουμε με κάθε τρόπο να κοπείη λειτουργία της ΓΣΕΕ ως εργοδοτικής οργάνωσης και να σταματήσουν οι οικο-νομικές απολαβές (πάνω ή κάτω από το τραπέζι) των συνδικαλιστών της ΓΣΕΕ, μέσω των χρημάτων του ΕΣΠΑ, των χρημάτων της Εργατικής Εστίας, των κον-δυλίων των κοινωνικών εταίρων και τα παρόμοια.»

Να καταγγείλουμε δηλαδή την ΓΣΕΕ που υποτίθεται ότι δεν ιδρώνει το αφτί της από καταγγελίες ούτε καν μπροστά στον κίνδυνο να της «έρθει μια πικέτα στο κεφάλι», την ΓΣΕΕ που «[ο]ύτως ή άλλως, εδώ και καιρό έχει πάψει να ακούει» τους εργάτες, να την καταγγείλουμε λοιπόν, σε ποιους; στους εργάτες. Να καταγγείλουμε στους εργάτες που τη θεωρούν ήδη «εντελώς ανυπόληπτη» ότι η ΓΣΕΕ είναι «εντελώς ανυπόληπτη»! Όχι˙ η Δ.Κ. δεν πιστεύει τα ίδια της τα επιχειρήματα. Κι αν πρέπει «να ακούσουμε τον Λένιν, που λέει ότι χρειάζεται συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» τότε πρέπει να ξεφύγουμε από τη γραμμική λογική του follow the money.

Αυτό που συμβαίνει στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία είναι πως το μεταπολεμικό κοινωνικ-ό συμβόλαιο που την έκανε απαραίτητη διερράγη. Από τη μια είναι οι καπιταλιστές που δεν προτί-θενται σε συνθήκες μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης να κάνουν κανέναν οικονομικό συμβιβασμό με το προλεταριάτο, αχρηστεύοντας έτσι τα συνδικάτα. Από την άλλη είναι οι εργάτες που βλέπουν την ικανότητα διαπραγμάτευσης με τους αστούς που είχαν οι συνδικαλιστικές τους ηγεσίες, να συ-ντρίβεται πάνω στην αδιαλλαξία των αστών. Στη μέση στέκεται μια αξιολύπητη ΓΣΕΕ που αποστε-ρημένη από τον μεσολαβητικό της ρόλο ως διαπραγματευτή των όρων πώλησης της εργατικής δύ-ναμης, προσπαθεί να κάνει ό,τι έκανε πάντα: αν δεν μπορεί πλέον να μεσολαβήσει, μπορεί πάντως να συνεχίσει να παίρνει το «μισθό» της, να δωροδοκείται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από την μπουρζουαζία.

Η ΓΣΕΕ κοιμάται συνδικαλιστικά διότι, ρεφορμιστική από τη φύση της, δεν μπορεί να διαβεί τα όρια του καπιταλισμού και θα ήταν αφέλεια να περιμένει κανείς να το κάνει. Η ενσωματωμένη στο κράτος ΓΣΕΕ ποτέ δεν θα γίνει επαναστατική2 . Αυτό είναι που η η Δ.Κ. δεν θέλει να καταλάβει. Η ΓΣΕΕ όμως δεν είναι απλός μεσολαβητής μεταξύ των αντισυμβαλλομένων μερών μιας κάποιας οιασδήποτε αγοραπωλησίας. Πρόκειται για την αγοραπωλησία της εργατικής δύναμης. Ούτε είναι αυτό ο μόνος της ρόλος: είναι και ο τοποτηρητής της εργασιακής πειθαρχίας του προλεταριάτου.

2 «Ο συνδικαλισμός αποκαλύφθηκε ως μια απλή μορφή της καπιταλιστικής κοινωνίας και όχι ως ένα δυνάμει ξε-πέρασμα της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ο συνδικαλισμός οργανώνει τους εργάτες, όχι ως παραγωγούς, αλλά ως μι-σθωτούς, δηλαδή ως δημιουργήματα του καπιταλιστικού καθεστώτος της ατομικής ιδιοκτησίας· ως πωλητές του εμπορεύματος-εργασία. Ο συνδικαλισμός συνενώνει τους εργάτες κατά τα εργαλεία της δουλειάς τους ή κατά το υλικό που μεταποιούν, που σημαίνει ότι ο συνδικαλισμός συνενώνει τους εργάτες με βάση τις μορφές που επιβάλ-λει το καπιταλιστικό καθεστώς, το καθεστώς του οικονομικού ατομικισμού.» (A. Gramsci, «Συνδικαλισμός και Συμβούλια», http://paranagnostis.blogspot.gr/2012/04/blog-post_1198.html)

Page 6: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

Είναι λοιπόν αναπόσπαστο μέρος της διαμεσολάβησης της αντίφασης κεφαλαίου και εργασίας και ακριβώς ως τέτοια συντηρείται από το κεφάλαιο που συνεχίζει να διοχετεύει κανονικά μέρος της υπεραξίας προς μια ενσωματωμένη στο κράτος συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Κατά τον ίδιο συμμετρικά, τρόπο γίνεται αντιληπτή και από τους εργάτες, που της αναγνωρίζουν το αποκλειστικόπρονόμιο3 να κηρύσσει Γενική Απεργία˙ προνόμιο που δεν μπορεί να αποσπάσει από αυτήν κανένας συντονισμός και κανένα «κέντρο αγώνα».

Ως μέρος τέλος αυτής της διαμεσολάβησης και η ίδια η ΓΣΕΕ, τοποθετείται μεν κατά των μνημονίων, ψηφίζει δε, μαζί με όλο το «έθνος», ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του Ιουλίου χωρίς να είναι περισσότερο αντιφατική, από την ίδια την αντίφαση την οποία διαμεσολαβεί: δεν φταίει αυτή που δεν μπορεί πλέον να συγκαλύψει την αντίφαση˙ φταίει η ίδια η βασική αντίφαση του καπιταλισμού που παροξύνεται αφήνοντας τη γύμνια της να φανεί. Αυτή η διαμεσολάβηση είναι εκείνο που η Δ.Κ. δεν βλέπει στη ΓΣΕΕ, ενώ την ίδια στιγμή, στην άκρη της πένας της βρίσκεται η διαμεσο-λάβηση του Συντονισμού των Πρωτοβάθμιων (και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που τον υποστηρίζει) ανάμεσα στις απόψεις των δύο άρθρων οι οποίες προφανώς αντανακλούν αντιφατικές συνειδήσεις μέσα στην εργατική τάξη, και οι οποίες χωρίς τον Συντονισμό να διαμεσολαβεί, θα βρίσκονταν σε μετωπική σύγκρουση μεταξύ τους.

Ας κάνουμε όμως κι άλλο ένα βήμα προς τα πίσω, για να βάλουμε μαζί όλες τις θέσεις της Δ.Κ. και να αναρωτηθούμε για το συμπέρασμα που προκύπτει. Έχουμε και λέμε:

1. Η ΓΣΕΕ δεν είναι γραφειοκρατικός συνδικαλισμός ούτε καν κίτρινο συνδικάτο, αλλά κανο-νικοί εργοδότες

2. Η ΓΣΕΕ όχι μόνο δεν εκπροσωπεί πραγματικά τίποτα αλλά ούτε και το επιδιώκει.3. Η ΓΣΕΕ είναι ουσιαστικά αναίσθητη στις εργατικές πιέσεις.4. Η ΓΣΕΕ έχει τόσο πολύ κόψει τους δεσμούς της με την εργατική τάξη ώστε κάθε γενική

απεργία που κηρύσσει είναι ένα κενό σημαίνον που άλλοι – ο Συντονισμός (;)– του δίνουν περιεχόμενο.

5. Πάσα προσπάθεια ανακατάληψης της ΓΣΕΕ ματαία. Με τα λόγια της Δ.Κ. «Σε αυτή τη ΓΣΕΕ δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει καμία «ανακατάληψη» από εργατικές δυνάμεις, αν δεν σταματήσει να υπάρχει υλικό/οικονομικό κέρδος για την όποια ηγεσία της».

Ε, λοιπόν ποιο είναι το προφανές συμπέρασμα από όλα αυτά μαζί; Μα τι άλλο από μια ξεχωριστή κόκκινη ΓΣΕΕ. Και στην ουσία, αν κοιτάξουμε τη ρητορική κατάματα, αυτό προτείνεται και μάλιστα όχι αποκλειστικά από τη μεριά της Δ.Κ. Αλλά επειδή στην Αριστερά, τον Λένιν πολλοί εμίσησαν, τον «Αριστερισμό» του όμως ουδείς, ποιος θα τολμούσε να ξεστομίσει ανοιχτά μια τέτοια υπεραριστερή κορώνα αν δεν ήθελε να του θυμίσουν ότι οι μπολσεβίκοι συμμετείχαν ακόμα και στα «σωματεία» του Ζουμπάτωφ: «Κάτω από τον τσαρισμό δεν είχαμε καμιά «νόμιμη ευκαιρία» [συνδικαλισμού] μέχρι το 1905.Όταν όμως ο Ζουμπάτωφ, πράκτορας της μυστικής αστυνομίας, οργάνωσε Μαυροεκατονταρχίτικες συνελεύσεις εργατών και εργατικούς ομίλους με σκοπό να παγιδεύσει και να καταπολεμήσει τους επαναστάτες, στείλαμε μέλη του κόμματός μας στις συνελεύσεις και τους ομίλους αυτούς (θυμάμαι προσωπικά έναν από αυτούς τον σ. Μπαμπούσκιν έναν ηγέτη εργοστασιακό εργάτη της Πετρούπολης, που τουφεκίστηκε κατά διαταγή των τσαρικών στρατηγών το 1906). Έπιασαν επαφές με τις μάζες, κατάφεραν να διεκπεραιώσουν την αγκιτάτσιά τους και πέτυχαν να αποσπάσουν εργάτες από την επιρροή των πρακτόρων του Ζουμπάτωφ».(Β.Ι. Λένιν, « “ Αριστερός Κομμουνισμός”, μια Παιδική Ασθένεια)Αν οι μπολσεβίκοι μπήκαν στα σωματεία του Ζουμπάτωφ, εμάς μας ξίνισε ο Παναγόπουλος; Γι' αυτό και η Δ.Κ. αισθάνεται την ανάγκη να δηλώσει ότι

«Σε κάθε περίπτωση, η συγκέντρωση σε άλλο σημείο στην απεργία, δεν σημαίνει

3 Για να προλάβω ενστάσεις, το προνόμιο της κήρυξης γενικής απεργίας, προφανώς απονέμεται από το κράτος στη ΓΣΕΕ και ως τέτοιο αναγνωρίζεται από τους εργάτες. Αλλά ποιος είπε ότι οι εργάτες δεν κουβαλούν τις αστικές προκαταλήψεις τους ή ότι μπορούμε να ξεμπερδεύουμε με αυτές στο έδαφος του καπιταλισμού. Με αυτές πάλευε οΛένιν ακόμα και μετεπαναστατικά, το 1920 που έγραψε τον «Αριστερισμό» του: «μια ορισμένη αντιδραστικότητα μέσα στα συνδικάτα είναι αναπόφευκτη κάτω από την δικτατορία του προλεταριάτου» Β.Ι. Λένιν, « “ Αριστερός Κομμουνισμός”, μια Παιδική Ασθένεια (Στα ελληνικά κυκλοφορεί υπό τον τίτλο «Ο Αριστερισμός Παιδική Αρ-ρώστια του Κομμουνισμού»)

Page 7: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

ότι υιοθετούμε και τη λογική της «φυγής από τα συνδικάτα» ή του ανεξάρτητου κέντρου αγώνα που βρίσκεται εκτός του συνδικαλιστικού κινήματος.»

Η συγκέντρωση σε άλλο χωρικό σημείο φυσικά, δεν σημαίνει από μόνη της τέτοιο πράγμα, μόνο που εδώ, όχι μόνο προτείνεται τελείως χωριστή, διαφορετική, συγκέντρωση αλλά και επιπλέον:

«προσπαθούμε να συγκροτήσουμε έναν πραγματικό συντονισμό σωματείων της βάσης, που να μπορεί να σχεδιάζει την ταξική αλληλεγγύη και να υλοποιεί με αξιώσεις έναν σχεδιασμό πραγματικής σύγκρουσης, για να μπορέσουν οι εργα-ζόμενοι να πιστέψουν ξανά στη δύναμη των αγώνων τους»

Τι άλλο σημαίνει αυτό από μια καθαρή κι ωραία φυγή από τη ΓΣΕΕ, ένα κάλεσμα για μια “καθα-ρή”, “ταξική” αντι-ΓΣΕΕ; Αν βάλουμε στο λογαριασμό και τον προτεινόμενο χρονικό ορίζοντα αυ-τής της αντι-ΓΣΕΕ, έως ότου δηλαδή «σταματήσει να υπάρχει υλικό κέρδος για την ηγεσία», τότε η αντι-ΓΣΕΕ περνά εκείθεν του ορατού μέλλοντος, μια και το «υλικό κέρδος» είναι στη φύση της γραφειοκρατίας, και πάντως δεν θα παραιτηθεί από το εισόδημά της η εντελώς αναίσχυντη πόρνη του κεφαλαίου που είναι η ΓΣΕΕ, επειδή κάποιοι την καταγγέλλουν,

«Ως τότε [λοιπόν] ο πολιτικός διαχωρισμός από την ανοιχτά εργοδοτική ΓΣΕΕ πρέπει να είναι έντονος και έμπρακτος...»

Αλλά εδώ τίθεται εκ των πραγμάτων το ζήτημα των ορίων του Συντονισμού. Αν πρόκειται να αντι-κρίσουμε τον συγκεκριμένο Συντονισμό στα μάτια, θα δούμε ότι αποτελείται από σωματεία που διοικούνται από πλειοψηφίες της επαναστατικής αριστεράς αφενός και από αντιπροσώπους μειοψηφιών από άλλα σωματεία αφετέρου. Ακόμα κι αν μια γενική συνέλευση σωματείου έχει αποφασίσει τη συμμετοχή στο Συντονισμό, αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι ψήφισε τη συμμετοχή σε ένα όργανο που «σχεδιάζει και υλοποιεί μια πραγματική σύγκρουση», ούτε ότι δεν υπάρχει μια επιφυλακτική απέναντι σε αυτή τη δέσμευση μερίδα, έστω και μειοψηφική, μέσα στα σωματεία αυτά. Κινδυνεύουμε λοιπόν, αναγορεύοντας τον Συντονισμό σε αντι-ΓΣΕΕ να προκαλέσουμε σχί-σματα στα υπάρχοντα σωματεία, κινδυνεύουμε να βρεθούμε με ένα κακέκτυπο του κάκιστου ΠΑΜΕ στα χέρια. Και κάπου εδώ πρέπει να μπει και το ζήτημα της δημοκρατίας στα συνδικάτα. Τομέσον ελέγχου των συνδικάτων από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν είναι αορίστως το χρή-μα που συνεισφέρει η μπουρζουαζία, αλλά η κατάργηση της δημοκρατίας μέσα στα συνδικάτα για την οποία οι Παναγόπουλοι βρίσκουν πρόθυμους τους απαραίτητους αρωγούς μέσω του χρήματος που διαθέτουν. Τα σωματεία σφραγίδες και οι ανύπαρκτοι “ψηφίσαντες” στις αρχαιρεσίες μπορεί να είναι τα πιο εξόφθαλμα παραδείγματα αντιδημοκρατίας, αλλά και το καπέλωμα ή η εν ονόματι της βάσης παράκαμψη της βάσης, είναι ίσως πιο ύπουλοι εχθροί. Και αυτό το χούι μπορεί να είναι εμβληματικό του σιγονταρίσματος της γραφειοκρατίας από το ΚΚΕ, αλλά δεν είναι και αποκλειστικότητά του: Στους κάθε λογής Συντονισμούς μπαίνουν ζητήματα δημοκρατίας και είναι οικείο σε όλους το αμάρτημα του να περνάς θέσεις ερήμην της μάζας. Η φόλα στους Πανα-γόπουλους λέγεται “δημοκρατία”, την οποία είναι δυνατόν (αλλά όχι και εύκολο) να επιβάλεις˙ δεν είναι το σταμάτημα «του υλικού κέρδους της γραφειοκρατίας», το οποίο δεν μπορείς (παρεκτός κι αν μιλάμε εδώ για μια νέα “αριστερή” κυβέρνηση) να επιβάλεις. Ή, όπως το έθεσε ο Amilcar Cabral4:

«Μην κρύβεις τίποτε από τις μάζες [...] Μη λες ψέματα. Ξεμπρόστιασε τα ψέματα από όποιον κι αν λέγονται, μη μασκαρεύεις τις δυσκολίες, μην κυνη-γάς εύκολες νίκες...»

Ακόμη περισσότερο, εάν πράγματι ο Συντονισμός μπορεί να υλοποιεί τους σχεδιασμούς του, τι μαςκάνει να πιστέψουμε ότι οι κίτρινοι συνδικαλιστές είναι τόσο αδέξιοι πολιτικά ώστε να μην συ-μπλεύσουν πάραυτα και ίσως για κάποιο διάστημα όχι απλώς σε ρητορικό επίπεδο, με την αγωνι-στική πλειοψηφία, εν ανάγκη θυσιάζοντας σαν Ιφιγένεια τον Παναγόπουλο; Για να μπορεί πάλι ο Συντονισμός να «υλοποιεί σχεδιασμούς πραγματικής σύγκρουσης», παναπεί πως θα έχει και την πλειοψηφία της εργατικής τάξης πίσω του. Πώς λοιπόν υπό αυτές τις συνθήκες δεν θα μπορεί να ανακαταληφθεί και τυπικά η ΓΣΕΕ ή τουλάχιστον τα πρωτοβάθμια και κάμποσες

4 Amilcar Cabral, «Revolution in Guinea: Selected Texts» 1970 Monthly Review Press

Page 8: Για Τα Συνδικάτα Και Τη ΓΣΕΕ

ομοσπονδίες και εργατικά κέντρα ώστε να σέρνεται η ΓΣΕΕ από τη μύτη5; Τι να τον κάνουμε τότε τον Συντονισμό όταν έχουμε τη ΓΣΕΕ στο πιάτο;

Ακόμα χειρότερα: Αν έχεις καταφέρει να κρατήσεις την «καθαρότητα» μιας τέτοιας εργατικής (συνδικαλιστικής) οργάνωσης η οποία ταυτόχρονα συγκεντρώνει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, που σήμερα εμφορείται από αστικές ιδέες, αυτό προϋποθέτει μια τεράστια άνοδο – με κάποιο μαγικό το δίχως άλλο τρόπο – στην ταξική συνείδηση της εργατικής τάξης. Γιατί λοιπόν μιατέτοια εργατική τάξη θα έθετε στον εαυτό της καθήκοντα σχετικά με οικονομικές διεκδικήσεις και σωματεία, αντί να ριχτεί στο επείγον: να οικοδομήσει θεσμούς δυαδικής εξουσίας – με τους οποίους θα συνδέσεις και τα σωματεία της– για να κάνει σοσιαλιστική επανάσταση;Κι αν υποθέσουμε παρόλα αυτά ότι όλο αυτό, που ο Λένιν το χαρακτήριζε “γελοιότητες” και “παι-διάστικες ανοησίες”6, πετύχαινε και ότι όντως έχει στηθεί μια τέτοια αντι-ΓΣΕΕ που πραγματικά «υλοποιεί με αξιώσεις έναν σχεδιασμό πραγματικής σύγκρουσης» μαζεύοντας προφανώς γύρω της τημεγάλη μάζα της εργατικής τάξης, τότε ποιο το νόημα του χρονικού ορίζοντα; Γιατί στο καλό να ξαναγυρίσουμε, όταν πια δεν θα υπάρχει «υλικό κέρδος για την ηγεσία», σε μια αποψιλωμένη από εργάτες πια ΓΣΕΕ; Ούτως εχόντων των πραγμάτων τα λενινιστικά προσχήματα δεν σώζονται, ούτε από μελλοντικές φανταστικές ανακαταλήψεις της ΓΣΕΕ, ούτε και με την επίκληση ενός Συντονισμού «που θα ήταν αναγκαίο[ς] ακόμη κι αν η ΓΣΕΕ ήταν πράγματι μια “συνδικαλιστική γραφειοκρατία”.» Γιατί αυτόςο Συντονισμός που πράγματι χρειάζεται τώρα, επειδή όντως η ΓΣΣΕ είναι μια “συνδικαλιστική γραφειοκρατία”, δεν είναι παρά το ισοδύναμο μιας οριζόντιας συνεννόησης υπαρκτών ταξικά προ-σανατολισμένων σωματείων, αποκλειστικά ως μοχλός παρέμβασης προς τη ΓΣΕΕ, για να συρθεί σε πιο αγωνιστικές πρακτικές, ή ακόμα και στην αποβολή των ξεφωνημένων κίτρινων συνδικαλι-στών. Και τούτο κρατώντας καλά στο μυαλό μας ότι ο σκοπός της δράσης μας – σε τελευταία ανάλυση – δεν είναι άλλος από την άνοδο της συνείδησης της εργατικής τάξης και ότι, πάντως, δεν έχει ως οροφή την επιτυχία του ενός ή του άλλου οικονομικού εργατικού αγώνα.

Οι Ζ.Μ.&Π.Α. βλέπουν πράγματι τον Συντονισμό ως εργαλείο πίεσης προς τη ΓΣΕΕ και ουσιαστι-κής της ανακατάληψης : «Ο συνδυασμός αυτών των μεθόδων πρέπει να έχει σαν στόχο την ανακατάληψη των συνδικάτων -της ίδιας της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ- από ένα πλατύ μαζικό κίνημα βάσης. Μια ανακατάληψη που δενπρέπει να την αντιλαμβανόμαστε σαν ένα ζήτημα που περνάει αποκλειστικά από την «ανατροπή των συσχετισμών» στις διοικήσεις των συνδικάτων -δηλαδή κυρίως μέσα από την εκλογική διαδικασία. Αντίθετα βασικό πεδίο ανάπτυξης αυτού του κινήματος ανακατάληψης είναι οι ίδιες οι κινητοποιή-σεις που διοργανώνει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία.» Αντίθετα η Δ.Κ. βλέπει τον Συντονισμό ακριβώς σαν υποκατάστατο της ΓΣΕΕ, ακριβώς με όρους «ανατροπής συσχετισμών» στο απώτατο και άδηλο μέλλον. Είναι φανερό πλέον ότι η αποστροφή της Δ.Κ.

«Ε, η διαφωνία μου είναι ακριβώς εδώ: ότι η ηγεσία της ΓΣΕΕ σήμερα δεν εί-ναι “συνδικαλιστική γραφειοκρατία”»

αφορά μια μάλλον επουσιώδη ή καλύτερα προσχηματική διαφωνία. Η πραγματική διαφωνία βρί-σκεται στον τρόπο με τον οποίο το καθένα από τα δύο άρθρα βλέπει τον “Συντονισμό”.

Κι εμείς από τη μεριά μας βλέπουμε καθαρά πια, το γιατί ο Συντονισμός των Πρωτοβάθμιων Σωματείων μπορεί, στο πλαίσιο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, να διαμεσολαβεί μεταξύ των δύο αντιφατικών απόψεων που εκφράζονται στα δύο κείμενα: Είναι γιατί οι μεν τον βλέπουν “από κάτω” ως «πλατύ μαζικό κίνημα βάσης» και η δε “από πάνω” ως αντι-ΓΣΕΕ.

5 Ακόμα κι αν ο κάθε Τσίπρας ήθελε αίφνης να μιμηθεί το Βενιζέλο, εμπνευστή της κρατικοποίησης της ΓΣΕΕ, που μπουζούριασε καμπόσους συνέδρους, παραμονές των εκλογών της διοίκησης.

6 Β.Ι. Λένιν «Αριστερός Κομμουνισμός...»