Upload
others
View
8
Download
0
Embed Size (px)
Citation preview
Αντιμυκητικά φάρμακα:-με στόχο δράσης τις στερόλες-με στόχο δράσης το κυτταρικό τοίχωμα-αναστολείς σύνθεσης νουκλεϊκών οξέων
Αναπλ. Καθ. Γ. ΒρυώνηΕργαστήριο Μικροβιολογίας
Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ
Ζυμομύκητες
Υφομύκητες
Δίμορφοι
CryptococcusCandida
Aspergillus Mucormycetes Dermatophytes
Histoplasma
Επιπολής Δερματοφυτικές σώματος, νυχιών, τριχωτού κεφαλής
Καντιντίαση δέρματος κόλπου-
βλεννογόνων
Συστηματικές (εν τω βάθει) Αφορούν όλο το σώμα, τα
όργανα και το αίμα Αποκτούν όλο και μεγαλύτερο
ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια λόγω αύξησης των ευπαθών ομάδων ασθενών
Μυκητιάσεις
Μεγάλη νοσηρότητα και θνητότητα
Ανάγκη για άμεση αντιμετώπισηΑπαραίτητη η γνώση της τοπικής επιδημιολογίας
για την έναρξη εμπειρικής αγωγής
1. Σημαντικές φυλογενετικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων μυκήτων
2. Οι μύκητες είναι ευκαρυωτικοί οργανισμοί όπως και τα θηλαστικά
3. Ανάγκη για καθορισμό (αναγνώριση) στόχου όπου η βλάβη που θα προκληθεί να μην είναι αναστρέψιμη, αλλά μυκητοκτόνος και να μη βλάπτει το ανθρώπινο κύτταρο.
Δυσκολίες για την παρασκευή του ιδανικού αντιμυκητιακού
Ομάδα Ουσία Τρόπος χορήγησης
Αλλυλαμίνες Ναφτιφίνη,
Τερμπιναφίνη
τοπικά
per os, τοπικά
Αντιμεταβολίτες Φλουκυτοσίνη per os
Αζόλες (ιμιδαζόλες) Μπιφοναζόλη
Βουτοκοναζόλη
Κλοτριμαζόλη
Εκοναζόλη
Κετοκοναζόλη
Μικοναζόλη
Οξικοναζόλη
Σουλκοναζόλη
Τερκοναζόλη
Τιοκοναζόλη
τοπικά
τοπικά
τοπικά
τοπικά
per os, τοπικά
τοπικά
τοπικά
τοπικά
τοπικά
τοπικά
Αζόλες (τριαζόλες) Φλουκοναζόλη
Ιντρακοναζόλη
Βορικοναζόλη
Ποσακοναζόλη
per os, iv
per os, iv, oral suspension
per os, iv
per os, iv
Ισαβουκοναζόληper os και iv
Ομάδα Ουσία Τρόπος χορήγησης
Εχινοκανδίνες Ανιντουλαφουγκίνη
Κασποφουνγκίνη
Μικαφουνγκίνη
iv
iv
iv
Πολυένια Αμφοτερικίνη Β
Λιποσωμιακή αμφοτερικίνη Β
Αμφοτερικίνη lipid complex
Αμφοτερικίνη Β colloidal dispersion
Νυστατίνη
iv, τοπικά
iv
iv
iv
τοπικά, per os
Άλλα Αμορολφίνη
Βουτρεναφίνη HCl
Ciclopiroxolamine
Γκριζεοφουλβίνη
Haloprogin
Tolnaftate
Undercylenate
τοπικά
τοπικά
τοπικά
per os
τοπικά
τοπικά
τοπικά
Το κυτταρικό τοίχωμα των μυκήτων: η σημαντικότερη διαφοροποίηση από τα ζωικά κύτταρα
mannoproteins
b1,6glucans
b1,3
chitin
ergosterol
b1,3 glucansynthase
Cellmembrane
Atlas of fungal Infections, Richard Diamond Ed. 1999; Introduction to Medical Mycology. Merck and Co. 2001
Ποιοί είναι οι στόχοι της αντιμυκητικήςθεραπείας;
Κυτταρική μεμβράνηΟι μύκητες χρησιμοποιούν κυρίως εργοστερόλη αντί της χοληστερόλης
Κυτταρικό τοίχωμαΑντίθετα από τα κύτταρα των θηλαστικών, οι μύκητες έχουν κυτταρικό τοίχωμα.
DNA σύνθεσηΟρισμένα φάρμακα ενεργοποιούνται επιλεκτικά από τους μύκητες , αναστέλλοντας την σύνθεση του DNA.
Atlas of fungal Infections, Richard Diamond Ed. 1999Introduction to Medical Mycology. Merck and Co. 2001
Αντιμυκητικά με δράση στην κυτταρική μεμβράνη Κυτταρική μεμβράνη
Polyene antibiotics- Amphotericin B, lipid
formulations- Nystatin (topical)
Azole antifungals- Ketoconazole- Itraconazole- Fluconazole- Voriconazole- Posaconazole, - Isavuconazole- Miconazole, clotrimazole
(κλπ. τοπικής χρήσης)Allylamines
- terbinafineAtlas of fungal Infections, Richard Diamond Ed. 1999Introduction to Medical Mycology. Merck and Co. 2001
Απομονώθηκε από τονStreptomyces nodosus
Μη υδροδιαλυτή Διαλυτή σε δεοξυχολικό
νάτριο Διαθέσιμη για IV χρήση ως
δεοξυχολικήαμφοτερικίνη B(Fungizone®)
Πολυένια - αμφοτερικίνη Β
Φάρμακο εκλογής για: Κρυπτοκοκκική μηνιγγίτιδα Μουκορμύκωση (ζυγομύκωση) Διεισδυτικές μυκητιάσεις που δεν ανταποκρίνονται σε
άλλα φάρμακα
Δράση της αμφοτερικίνης Β
Ergosterol
Amphotericin B
Cell Wall
Συνδέεται με την εργοστερόλη της
κυτταρικής μεμβράνης του
μύκητα.
Εκπόλωση μεμβράνης και σχηματισμός
πόρων.
Διαρροή ενδοκυττάριου περιεχομένου
Δράση στην μεμβράνη των κυττάρων των θηλαστικών
Cholesterol
Amphotericin BThis can resultin a toxic effect of the host cells. AmB can damage host cellsparticularly in the kidneys.
Πρόβλημα δεοξυχολικής ΑΜΒ:Τοξικότητα
Άμεσες ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται κατά ή λίγο μετά την έγχυση πυρετός, ρίγη, ανορεξία, ναυτία, έμετοι, κεφαλαλγία σπανιότερα υπόταση, ερύθημα, αιθουσαίες διαταραχές,
αρρυθμία κ.α.
Ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται μετά την έγχυση Τοπικά συμπτώματα, θρομβοφλεβίτιδα (συχνή) Νεφροτοξικότητα (συχνή) Νεφρική ανεπάρκεια Νεφροσωληναριακή οξέωση Βλάβη νεφρικής συμπύκνωσης Υποκαλιαιμία και απώλεια καλίου από τους νεφρούς Άλλες ηλεκτρολυτικές διαταραχές
Αιματολογικές Αναιμία (συχνή) Θρομβοπενία, ηωσινοφιλία, ακοκκιοκυτταραιμία (σπάνια)
Η οξεία νεφρική ανεπάρκεια που προκαλεί η ΑΜΒ αποτελεί το κυριότερο πρόβλημα στους βαρέως πάσχοντες ασθενείς
Πρόβλημα δεοξυχολικής ΑΜΒ:Τοξικότητα
Άμεσες ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται κατά ή λίγο μετά την έγχυση πυρετός, ρίγη, ανορεξία, ναυτία, έμετοι, κεφαλαλγία σπανιότερα υπόταση, ερύθημα, αιθουσαίες διαταραχές,
αρρυθμία κ.α.
Πρόβλημα δεοξυχολικής ΑΜΒ:Τοξικότητα
Άμεσες ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται κατά ή λίγο μετά την έγχυση πυρετός, ρίγη, ανορεξία, ναυτία, έμετοι, κεφαλαλγία σπανιότερα υπόταση, ερύθημα, αιθουσαίες διαταραχές,
αρρυθμία κ.α.
Ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται μετά την έγχυση Τοπικά συμπτώματα, θρομβοφλεβίτιδα (συχνή) Νεφροτοξικότητα (συχνή) Νεφρική ανεπάρκεια Νεφροσωληναριακή οξέωση Βλάβη νεφρικής συμπύκνωσης Υποκαλιαιμία και απώλεια καλίου από τους νεφρούς Άλλες ηλεκτρολυτικές διαταραχές
Αιματολογικές Αναιμία (συχνή) Θρομβοπενία, ηωσινοφιλία, ακοκκιοκυτταραιμία (σπάνια)
Πρόβλημα δεοξυχολικής ΑΜΒ:Τοξικότητα
Άμεσες ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται κατά ή λίγο μετά την έγχυση πυρετός, ρίγη, ανορεξία, ναυτία, έμετοι, κεφαλαλγία σπανιότερα υπόταση, ερύθημα, αιθουσαίες διαταραχές,
αρρυθμία κ.α.
Ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται μετά την έγχυση Τοπικά συμπτώματα, θρομβοφλεβίτιδα (συχνή) Νεφροτοξικότητα (συχνή) Νεφρική ανεπάρκεια Νεφροσωληναριακή οξέωση Βλάβη νεφρικής συμπύκνωσης Υποκαλιαιμία και απώλεια καλίου από τους νεφρούς Άλλες ηλεκτρολυτικές διαταραχές
Αιματολογικές Αναιμία (συχνή) Θρομβοπενία, ηωσινοφιλία, ακοκκιοκυτταραιμία (σπάνια)
Η οξεία νεφρική ανεπάρκεια που προκαλεί η ΑΜΒ αποτελεί το κυριότερο πρόβλημα στους βαρέως πάσχοντες ασθενείς
Amphotericin B – Συνέργειες φαρμάκων
Ενίσχυση νεφροτοξικότητας Νεφροτοξικά φάρμακα Cyclosporine, aminoglycosides, foscarnet,
pentamidine Αντινεοπλασματικοί παράγοντες Cisplatin, nitrogen mustards
Λιπιδιακές μορφές αμφοτερικίνης Β
Ribbon-like particlesCarrier lipids: DMPC, DMPGParticle size (µm): 1.6-11
Abelcet ® ABLC Amphotec ® ABCD Ambisome ® L-AMB
Disk-like particlesCarrier lipids: Cholesteryl sulfateParticle size (µm): 0.12-0.14
Unilaminar liposomeCarrier lipids: HSPC, DSPG, cholesterolParticle size (µm) : 0.08
DMPC-Dimyristoyl phospitidylcholineDMPG- Dimyristoyl phospitidylcglycerol
HSPC-Hydrogenated soy phosphatidylcholineDSPG-Distearoyl phosphitidylcholine
λιπιδικό σύμπλεγμα με φωσφολιπίδια
1. Adapted from Hiemenz JW, et al. Clin Infect Dis. 1996;22(suppl 2):S133-S144.2. Adler-Moore J, et al. J Antimicrob Chemother. 2002;49(suppl 1):21-30.3. Boswell GW, et al. J Clin Pharmacol. 1998;38:583-592.
Η αμφοτερικίνη B ενσωματώνεται σε διπλοστιβάδα φωσφολιπιδίων 1
Αρνητικά φορτισμένη εξωτερική επιφάνεια αυξάνει την χημική συγγένεια για τα κύτταρα των μυκήτων
Μόρια αμφοτερικίνης B παραμένουν εντός της λιποσωμικής διπλοστιβάδας παρά ελεύθερα
Η ελαττωμένη έκθεση στην ελεύθερη αμφοτερικίνη B εξηγεί, κατά ένα μέρος την χαμηλότερη τοξικότητα, του AmBisome2,3
Μόρια αμφοτερικίνης
Διπλοστοιβάδα φωσφολιπιδίων
ΕΓΚΑΡΣΙΑ ΤΟΜΗ ΛΙΠΟΣΩΜΑΤΟΣ
• Άμεσες ανεπιθύμητες ενέργειες, που εμφανίζονται κατά ή λίγο μετά την έγχυση
– φρίκια, ρίγος, πυρετός, φλεβίτιδα, υπόταση, αρρυθμία– Ανάλογα με τη σύνθεση
• Αθροιστική δοσοεξαρτώμενη τοξικότητα:– K & Mg υπερκατανάλωση, αρρυθμία, αναιμία, νεφρική
ανεπάρκεια
• Παρόλα αυτά, σίγουρα πιό ασφαλή από AmB-D
Ούτε οι λιπιδιακές μορφές ΑΜ Βείναι χωρίς προβλήματα
AmB-D > ABCD > ABLC > LAMB
AmB-D > ABCD > ABLC > LAMB
Abelcet ® ABLC Amphotec ® ABCD Ambisome ® L-AMB
Τα σκευάσματα αμφοτερικίνης Β έχουν το ευρύτερο φάσμα από όλα τα αντιμυκητιακά
Οι λιπιδιακές μορφές αμφοτερικίνης Β αποτελούν σημαντικά φάρμακα στη φαρέτρα κατά των συστηματικών μυκητιάσεων
Τα Αmbisome και το Abelcet είναι οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενες μορφές
Η δραστικότητα και ασφάλεια τους έχει μελετηθεί εκτενώς στην εμπύρετη ουδετεροπενία
Συνοπτικά ...
Αζόλες για συστηματικές λοιμώξεις
Ketoconazole (Nizoril) Itraconazole (Sporanox) Fluconazole (Diflucan) Voriconazole (Vfend)
Imidazole
Triazoles
“2η γενιά τριαζόλης”
Fluconazole Ketoconazole
ιμιδαζόλες 2 άτομα N, τριαζόλες 3 άτομα Ν
Χημική δομή:πενταμερής αζολικόςδακτύλιος που συνδέεται με δεσμό C ή N με άλλους αρωματικούς δακτυλίους
Azoles – Μηχανισμός δράσης
• Στους μύκητες, το ένζυμο του κυτοχρώματος CYP51A1 (family P450) απομεθυλάση 14-a της λανοστερόλης (lanosterol 14-a demethylase) μετατρέπει τη λανοστερόλη σε εργοστερόλη
Οι αζόλες συνδέονται με τo ένζυμο απομεθυλάση 14-a
της λανοστερόλης εμποδίζοντας την παραγωγή
εργοστερόλης
Ergosterol
Cell Wall
Οι Αζόλες παρεμβαίνουν στη βιοσύνθεση της Εργοστερόλης
Υπάρχει ένας βαθμός διασταυρούμενης αντίδρασης με ένζυμα του κυτοχρώματος p450 των θηλαστικών
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακαΠαρεμπόδιση της στεροειδογένεσης(ketoconazole, itraconazole)
Fluconazole
Καλά ανεκτή IV/PO formulations Καλή φαρμακοκινητική
μυκοστατικό Ανερχόμενη αντοχή Στενό φάσμα Αλληλεπιδράσεις με
άλλα φάρμακα (Drug interactions)
Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα
Fluconazole – φάσμα
Καλή δράση εναντίον C. albicans και C. neoformans Non-albicans πιθανόν ανθεκτικά Δερματόφυτα (π.χ. Trichophyton spp) Δίμορφοι μύκητες
C. krusei > C. glabrata > C. parapsilosisC. tropicalisC. kefyr
Πάντα ανθεκτικόΕνδογενής αντοχή
Μερικές φορές ανθεκτικό
In vitro δραστικότητα και κατά των ανθεκτικών στη φλουκοναζόλη Candida spp., περιλαμβάνοντας και την C. krusei, καθώς και κατά Aspergillus spp, Fusarium spp και Talaromyces (Penicillium) marneffei
Δεν είναι δραστική έναντι ζυγομυκήτων
Ενδείξεις χορήγησης Σε συστηματική ασπεργίλλωση Σε διηθητικές λοιμώξεις από είδη Candida
ανθεκτικά στη φλουκοναζόλη Σε σοβαρές λοιμώξεις από Scedosporium spp.
και Fusarium spp.
Βορικοναζόλη
ΒορικοναζόληΑνεπιθύμητες ενέργειες
Αναστρέψιμες διαταραχές οράσεως Διαταραχή ηπατικών ενζύμων Η μακροχρόνια χρήση της για χημειοπροφύλαξη
συνδέθηκε με εμφάνιση επιλοιμώξεων από ζυγομύκητες
Itraconazole
Ευρύτερο φάσμα από τη φλουκοναζόλη
δραστική έναντι ασπεργίλλων,δερματοφύτωνhistoplasma
Itraconazole - ανεπιθύμητες ενέργειες
Διαταραχές γεύσης Ναυτία-έμετοι Οσμωτική διάρροια (ιδίως σε δόσεις > 400 mg/ημέρα) Μακροχρόνια συμμόρφωση δύσκολη
Ποσακοναζόλη
Χημική δομή: Παράγωγο της ιτρακοναζόλης
F
NN
N
F
O
ON NNNN
O
OH
H3C
H
H3C
•Οι διαφορές της δομής του μορίου με τις άλλες αζόλεςπροσδίδουν σταθερότητα στο μεταβολισμό λόγω ενισχυμένης σύνδεσης με τον υποδοχέα
Eλάχιστα υδατοδιαλυτή
Διαθέσιμη σε από του στόματος μορφή Πρόσφατα και iv μορφή
Πολύ ευρύ φάσμα δραστικότητας που καλύπτει ποικίλους ζυμομύκητες και υφομύκητες, όπως Candida spp, Aspergillus spp, Fusarium spp, Scedosporium spp, Bipolaris, και Zygomycetes
Λιγότερες αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα σε σχέση με τις άλλες αζόλες
Δεν έχει δοκιμαστεί εκτεταμένα στις καντιντιάσεις
Ποσακοναζόλη
Ποσακοναζόλη: Eνδείξεις χορήγησης
Διηθητική Ασπεργίλλωση σε ενήλικες ασθενείς με νόσο ανθεκτική στην Αμφοτερικίνη Β ή την Ιτρακοναζόλη ή σε ασθενείς οι οποίοι είναι δυσανεκτικοί σε αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα
Φουσαρίωση σε ενήλικες ασθενείς με νόσο ανθεκτική στην Αμφοτερικίνη Β ή σε ασθενείς οι οποίοι είναι δυσανεκτικοί στην Αμφοτερικίνη Β
Για στοματοφαρυγγική καντιντίαση
Μια νέα ευρέως φάσματος τριαζόλη έναντι Ζυμομυκήτων Υφομυκήτων και Δίμορφων μυκήτων.
Έγκριση για θεραπεία Διεισδυτικής ασπεργίλλωση Μουκορμύκωσης
Πλεονεκτήματα: Διαθεσιμότητα ως υδατοδιαλυτή iv φόρμουλα Εξαιρετική βιοδιαθεσιμότητα η per os χορήγηση Προβλέψιμη φαρμακοκινητική
Isavuconazole: ευρέως φάσματος τριαζόλη
Allylamines – Terbinafine
Αναστέλλουν τη σύνθεση της εργοστερόλης ουσίας απαραίτητης γιατην κυτταρική μεμβράνη των μυκήτων(μυκητοστατική δράση)
Προκαλούν συσσώρευση του σκουαλενίου που είναι άμεσα τοξικό γιατους μύκητες (μυκητοκτόνος δράση)
Αλλυλαμίνες (τερμπιναφίνη)
αναστολή της σύνθεσης της εργοστερόλης καλή απορρόφηση από το ΓΕΣ, συνδέεται σε υψηλό ποσοστό
στις πρωτεΐνες του πλάσματος και συγκεντρώνεται στο λιπώδη ιστό στο δέρμα, στα νύχια και στο σμήγμα.
Δεν εκκρίνεται με τον ιδρώτα, έχει ηπατικό μεταβολισμό και οι μεταβολίτες απεκκρίνονται με τα ούρα
Χρήση: σε δερματο- και ονυχο- μυκητιάσεις δεν αναφέρεται αντοχή ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες αλλά έχει αναφερθεί
σύνδρομο Stevens-Johnson και χολοστατική ηπατίτιδα χορήγηση per os και τοπικά
Δερματοφυτίες τριχωτού κεφαλής
Μικρόσπορα – εξώτριχα στελέχη Γκριζεοφουλβίνη 1η επιλογή: ιτρακοναζόλη 2η επιλογή: φλουκοναζόλη
(περιορισμένη εμπειρία) 3η επιλογή: τερμπιναφίνη (πρέπει να
χορηγείται?)
Τριχόφυτα – ενδότριχα στελέχη Γκριζεοφουλβίνη 1η επιλογή: τερμπιναφίνη,
ιτρακοναζόλη, φλουκοναζόλη
Δερματοφυτίες τριχωτού κεφαλής
Μικρόσπορα – εξώτριχα στελέχη Γκριζεοφουλβίνη 1η επιλογή: ιτρακοναζόλη 2η επιλογή: φλουκοναζόλη
(περιορισμένη εμπειρία) 3η επιλογή: τερμπιναφίνη (πρέπει να
χορηγείται?)
Τριχόφυτα – ενδότριχα στελέχη Γκριζεοφουλβίνη 1η επιλογή: τερμπιναφίνη,
ιτρακοναζόλη, φλουκοναζόλη
Αντιμυκητιακά με δράση στη σύνθεση DNA/RNA
Cell membrane• Polyene antibiotics• Azole antifungals
DNA/RNA synthesis• Pyrimidine analogues- Flucytosine (Ancotil)
Cell wall• Echinocandins-Caspofungin acetate (Cancidas)
Fluorinated pyrimidineΣχετίζεται με την φθοριο-Ουρακίλη (fluοrouracil)
Flucytosine
The drug is selectively toxic to fungi because mammalian cells lack cytosine deaminase.
5-fluorouridylic acid
5-fluorodeoxyuridine monophosphate (FdUMP)-- DNA synthesis inhibitor (via inhibtion of thymidylate synthase)
Flucytosine Περιορισμένο φάσμα
Candida εκτός C. krusei Cryptococcus neoformans Aspergillus species
Συνέργεια με amphotericin B
Ανάπτυξη αντοχής όταν χορηγείται σαν μονοθεραπείαΑπαραίτητος ο συνδυασμός
Ανεπιθύμητες ενέργειες:• Όχι συχνές • Γαστρεντερικές διαταραχές• Αιματολογικές διαταραχές• παθολογικές ηπατικές εξετάσεις
Cell membrane• Polyene antibiotics• Azole antifungals
DNA/RNA synthesis• Pyrimidine analogues- Flucytosine
Cell wall• Echinocandins-Caspofungin acetate (Cancidas)
Ατιμυκητιακά με δράση στο κυτταρικό τοίχωμα
Κανδίνες(Εχινοκανδίνες-Πνευμοκανδίνες)
Αποτελούν μια νέα ομάδα αντιμυκητιακών Αναστολείς της συνθετάσης της γλυκάνης Στόχος που δεν υπάρχει στα κύτταρα των θηλαστικών
Μοναδικός μηχανισμός δράσης ώστε να μη παρατηρείται διασταυρούμενη αντοχή με τις αζόλες και τα πολυένια ,με τα οποία δυνητικά εμφανίζει συνέργεια
• Γνωστές και ως πνευμοκανδίνες λόγω της δραστικότητας τους και κατά της Pneumocystis jirovecii
Εχινοκανδίνες
Φάσμα Είδη Candida + non-albicans ανθεκτικά στη φλουκοναζόλη Aspergillus spp. (όχι Fusarium, ζυγομύκητες κλπ. υφομύκητες) Όχι Cryptococcus neoformans
Ergosterol
Η συνθετάση της γλυκάνης βρίσκεται στην κυτταρική μεμβράνη και ευθύνεται για την
παραγωγή της β-(1,3)-D-γλυκάνης του τοιχώματος των μυκήτων
ΚανδίνεςΜηχανισμός Δράσης
Αναστολή της δράσης του ενζύμου συνθετάση της γλυκάνης (B-1,3 –D glucan synthase), το οποίο σχηματίζει πολυμερή στο κυτταρικό τοίχωμα. Αποτέλεσμα: λέπτυνση του κυτταρικού τοιχώματος και καταστροφή του κυττάρου.
Εχινοκανδίνες
Candida albicansC. glabrataC. guillermondiiC. kruseiC. parapsilosisC. pseudotropicalisC. tropicalisC. lusitaniae
Aspergillus sppHistoplasma capsulatumParacoccidiodes spCoccidiodes immitisPneumocystis jirovecii (πρώην carinii)
Φάσμα
Ιn vitro μελέτες έδειξαν δραστικότητα των κανδινών έναντι δημιουργίας βιομεμβρανών
(biofilms)Πιθανή προληπτική και θεραπευτική
ικανότητα των κανδινών στις καντιντιασικές λοιμώξεις που σχετίζονται με καθετήρα
Anidulafungin
ChemicalDegradation
HepaticMetabolism
Micafungin*
EnzymaticBiotranformation
Renal Elimination
Caspofungin
Hepatic Metabolism
ChemicalDegradation
1. ECALTA® SPC.2. Cancidas for Injection [package insert]. Whitehouse Station, NJ:
Merck & Co, Inc. February 2005.3. Mycamine for Injection [package insert]. Tokyo, Japan: Astellas
Pharma, Inc. June 2006.4. Balani S.K., Xu X., Arison B.H. et alDrug Metab Dispos.
2000;28:1274-1278.5. Raasch RH. Expert Rev Anti Infect Ther. 2004;2:499-508.
Φαρμακοκινητικό προφίλ των εχινοκανδινών
Εχινοκανδίνες – ανεπιθύμητες ενέργειες
Γενικά καλά ανεκτές Φλεβίτιδα, γαστρεντερικές διαταραχές, υποκαλιαιμία Παθολογικές ηπατικές εξετάσεις Caspofungin Συχνότερα παθολογικές ηπατικές εξετάσεις Συχνότερα πόνος και φλεβίτιδα κατά την έγχυση.
Ασφάλεια των εχινοκανδινών
Οι Εχινοκανδίνες έχουν πλεονεκτικό προφίλ ανοχής Η ανιντουλαφουγκίνη , η κασποφουγκίνη και η
μικαφουγκίνη προκαλούν παρόμοιες ή λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από το φάρμακο σύγκρισης1-3
1. Reboli AC, et al. N Eng J Med. 2007; 356: 2472-2482.2. Mora-Duarte J, et al. N Eng J Med. 2002; 347: 2020-2029.3. Kuse ER, et al. Lancet. 2007; 369: 1519-1527.
Κανδίνες - ΣυμπέρασμαΗ ασφάλεια και η καλή ανοχή οι σχετικά λίγες αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα η συνεργική τους δράση με άλλα αντιμυκητιακά
τις καθιστούν ελκυστική επιλογή στη θεραπεία των συστηματικών μυκητιάσεων τόσο μόνες τους όσο και σε συνδυασμό με αζόλες ή αμφοτερικίνη Β
Γκριζεοφουλβίνη βενζολικό κυκλοεξάνιο που παράγεται
από Penicillium μηχανισμός δράσης: σύνδεση με τους
μικροσωληνίσκους και με τις σχετιζόμενες με αυτούς πρωτεΐνες και αναστολή της μίτωσης
δραστική στις τριχοφυτίες, στις δερματοφυτίες και στις ονυχομυκητιάσεις (στις τελευταίες προτιμώνται πιο δραστικά φάρμακα όπως η τερβιναφίνη και η ιτρακοναζόλη)
έχει καλή απορρόφηση από το ΓΕΣ παρουσία λιπαρής τροφής.
Συγκεντρώνεται στην κεράτινη στιβάδα, μεταβολίζεται στο ήπαρ και απεκκρίνεται με τους νεφρούς
ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες χορήγηση per os
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΠΙΠΟΛΗ ΜΥΚΗΤΙΑΣΕΩΝ
ΜΥΚΗΤΑΣΦΑΡΜΑΚΟ
Δερματόφυτα Candida Malassezia(Pityrospora)
Ιτρακοναζόλη + + +
Τερμπιναφίνη + +-
-
Φλουκοναζόλη + + +
Αντοχή στα αντιμυκητικά
Αντίθετα με τα βακτήρια, στους μύκητες δεν έχουν περιγραφεί πλασμίδια ή transposons που να ενισχύουν την αντοχή στα αντιμυκητικά.
Kanafani & Perfect, CID 2008, 46: 120-128
Αντοχή στη φλουκυτοσίνη παρατηρείται σε ασθενείς με εν τω βάθει καντιντίαση ή κρυπτοκόκκωση και μονοθεραπεία.
Αντοχή στις εχινοκανδίνες αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια θεραπείας και είχε σχέση με θεραπευτική αποτυχία. C.parapsilosis και C.guilliermondii έχουν ελαττωμένη ευαισθησία λόγω πολυμορφισμού της περιοχής Fks1p hotspot . Οι ίδιες μεταλλαγές και σε άλλα είδη μυκήτων.
Αντοχή στην αμφοτερικίνηΒ είναι σπάνια. Πρόσφατες αναφορές αυξανόμενων MICs σε στελέχη C. krusei και C. glabrata.Ενδογενής αντοχή συχνά παρατηρείται σε C. lusitaniae καιTrichosporon asahii.
Συχνότητα αντοχής
Σημαντική αντοχή στις αζόλες αναπτύχθηκε από στελέχη ασθενών με χρόνια στοματοφαρυγγική καντιντίαση και μακροχρόνια θεραπεία. Γενικά, αντοχή της C. albicans στις αζόλες είναι ασυνήθιστη σε άλλες καταστάσεις, όπως κολπική καντιντίαση ή καντινταιμία.
Αντοχή στην amphotericin B
Ελάττωση σύνδεσης με την εργοστερόλη λόγω: Ελάττωσης της συγκέντρωσης της εργοστερόλης Τροποποίησης του μορίου-στόχου
Aspergillus terreus: amphotericin B υψηλή θνητότητα
1. White et al. Clinical Microbiology Reviews, April 1998, p. 382-402, Vol. 11, No. 22. Pfaller MA 2006, Clinical Microbiology Reviews, 19 (2): 435-447.
Αντοχή στις αζόλες - Μηχανισμοί 1) Point mutations στο γονίδιο ERG11που κωδικοποιεί το CYP51A1
•Αλλαγή στην ποιότητα ή ποσότητα του ενζύμου•Ελαττωμένη πρόσβαση του φαρμάκου στο στόχο•Συνδυασμός
Ελαττωμένη συγγένεια (affinity) για αζόλες
2) Ενεργή απομάκρυνση της αζόληςμε την ενεργοποίηση δυο ειδών μεταφορέων (multidrug efflux transporters): Αυτούς που κωδικοποιούνται από τα MDR γονίδια (φλουκοναζόλη)και αυτούς της ATP-binding cassette superfamily που κωδικοποιούνται από τα CDR γονίδια (διάφορες αζόλες).
12 2
Αντοχή του Aspergillus fumigatus στις αζόλες
Αντικαταστάσεις αμινοξέων στο γονίδιο cyp51A.
Ελάττωση της εργοστερόληςστην κυτταρική μεμβράνη.
Αντοχές Aspergillus
Ανερχόμενη αντοχή στις αζόλες: UK (Manchester) και Ολλανδία.
Dutch study: 2000 isolates A. fumigatus over 14 y32 R in all azoles30 the same dominant mechanism: single aminoacid change in cyp51A gene
Snelders et al. 2008, PLoS Med. 5: e219
Υπερβολική χρήση αζολών στη γεωργία
Μηχανισμοί αντοχήςεχινοκανδίνες
1. Επίκτητες μεταλλαγές στα FKS1και FKS2 γονίδια σε είδη Candida και A. fumigatus
2. Ενεργοποίηση αντισταθμιστικών μηχανισμών (π.χ. PKC cell integrity pathway) με αύξηση της χιτίνης
Επίκτητη αντοχή και CandidaΟυσία
Στόχος
Μετάλλαξηγονιδίου-στόχου (απώλεια affinity)
Up-regulation στόχου(ανταγωνισμόςφαρμάκου και στόχου)
Αντλίες εκροής(μειωμένη ενδοκυττάρια συγκέντρωση φαρμάκου)
Αζόλες
P450 demethylase
Candida Candida Candida
Εχινοκανδίνες
Glucan synthase
Candida
Επίκτητη αντοχή και CandidaΟυσία
Στόχος
Μετάλλαξηγονιδίου-στόχου (απώλεια affinity)
Up-regulation στόχου(ανταγωνισμόςφαρμάκου και στόχου)
Αντλίες εκροής(μειωμένη ενδοκυττάρια συγκέντρωση φαρμάκου)
Αζόλες
P450 demethylase
Candida Candida Candida
Εχινοκανδίνες
Glucan synthase
Candida
Αντοχή σε αζόλες και κανδίνες συγχρόνως είναι ασυνήθιστη
Η C. glabrata: είδος Candida στο οποίο παρατηρήθηκε αντοχή σε αζόλες και κανδίνεςσυγχρόνως
…. Και ΌΧΙ μόνο…
Pfaller et al. Int J Antimicrob Agents. 2011 Apr 21.
Μηχανισμοί αντοχής
Candida auris
Νέο είδος Candida
Candida auris
Νέο είδος Candida
Συνήθως αντοχή σε FLU Υψηλές MIC σε VRC, ΑΜΒ, CAS Αντοχή στις 3 κυριότερες ομάδες αντιμυκητικών:
αζόλες, εχινοκανδίνες, ΑΜΒ
• Το είδος του μύκητα• Η τοπική επιδημιολογία• Προηγηθείσα αντιμυκητιακή αγωγή• Σοβαρότητα της λοίμωξης• Η ανοσολογική κατάσταση • Η ικανότητα του φαρμάκου να φτάνει επιθυμητά επίπεδα• Η εντόπιση και έλεγχος της λοίμωξης• Η ταχύτητα της κλινικής ανταπόκρισης• Η συνέπειες της υποτροπής• Η ασφάλεια/τοξικότητα του φαρμάκου• Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα• Μέγεθος/είδος αντοχής• Κόστος
Τι πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν για την επιλογή του κατάλληλου αντιμυκητικού
Σύνοψη
Διατίθενται αρκετά αποτελεσματικά αντιμυκητικάΤα παλαιότερα χαρακτηρίζονται από μεγάλη τοξικότηταΤα νεότερα είναι λιγότερο τοξικά και έχουν ευρύ φάσμαΑναπτύσσεται αντοχή, αλλά όχι όπως στα βακτήρια.Για τον έλεγχο των διεισδυτικών λοιμώξεων είναι
απαραίτητη η μελέτη της τοπικής επιδημιολογίαςΑνάγκη για νέα φάρμακα Απαραίτητες περισσότερες κλινικές μελέτες