354
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ Δημήτρης Μαυρέας Γλωσσικός σχεδιασμός: Η περίπτωση της ελληνικής νοηματικής γλώσσας (ΕΝΓ) ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΑΘΗΝΑ 2011

Δημήτρης Μαυρέας Γλωσσικός σχεδιασμός: Η περίπτωση της ...lyk-ekv-ag-parask.att.sch.gr/public_html/[27].pdf4.3 Η επαφή της ΕΝΓ

  • Upload
    others

  • View
    16

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑΣ

Δημήτρης Μαυρέας

Γλωσσικός σχεδιασμός: Η περίπτωση της ελληνικής νοηματικής γλώσσας (ΕΝΓ)

ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

ΑΘΗΝΑ 2011

Δημήτρης Μαυρέας

Γλωσσικός σχεδιασμός: Η περίπτωση της ελληνικής νοηματικής γλώσσας (ΕΝΓ)

ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

Τριμελής επιτροπή: Μ. Κακριδή, επόπτριαΑμ. ΜόζερΧ. Χαραλαμπάκης

i

Περιεχόµενα

Λίστα σχηµάτων και πινάκων ………………………………….………...v

Πρόλογος ……………………………………………………………….vii

Εισαγωγή ………………………………………………………………...1

1. Γλωσσικός σχεδιασµός: Θεωρητικό πλαίσιο …...…………………….7

1. 1 Ο κλάδος του γλωσσικού σχεδιασµού: ιστορικές καταβολές και προοπτικές ….8

1.1.1 Η εξέλιξη του γλωσσικού σχεδιασµού ……………………………….........9

1.1.2 Ορισµοί ..............................................................................................12

1.2 Τα είδη του γλωσσικού σχεδιασµού ……………...………………………15

1.3. Οι διαδικασίες του γλωσσικού σχεδιασµού: Το µοντέλο του Haugen ……….19

1.3.1 Επιλογή …………………………………………………………...…20

1.3.2 Κωδικοποίηση …………………………………………………….....21

1.3.3 Εφαρµογή ……………………………………………………………24

1.3.4 Επεξεργασία …………………………………………………………26

1.4 Οι παράµετροι του γλωσσικού σχεδιασµού: Το µοντέλο του Cooper ……...…29

1.4.1 Φορείς γλωσσικού σχεδιασµού (ποιοι;) …………………………………31

1.4.2 Γλωσσικές συµπεριφορές (τι;) ………………………………………….36

1.4.3 Οι οµιλητές (ποιών ατόµων;) …………………………………………..37

1.4.4 Στόχοι και µέσα γλωσσικού σχεδιασµού (πώς;) …………………………..38

1.4.5 Συνθήκες και διαδικασίες λήψης αποφάσεων γλωσσικού σχεδιασµού (πού;) ....48

1.4.6 Αποτελέσµατα γλωσσικού σχεδιασµού …………………………………...49

1.4.7 Οι παράµετροι του γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ ………………………49

2. Μεθοδολογικά ζητήµατα …………………………………………….52

2.1 Ποιοτική ανάλυση των συνεντεύξεων ……………………………………53

ii

2.2 ∆ιεξαγωγή συνεντεύξεων και δειγµατοληψία …….……………………….54

2.3 Τρόπος παρουσίασης των δεδοµένων …………………………………….61

2.4 Ανακεφαλαίωση………………………………………………………………....63

3. Οι νοηµατιστές της ΕΝΓ …………………………………………….64

3.1 Το προφίλ των νοηµατιστών της ΕΝΓ ……………………………………67

3.1.1 Οι διαφορετικές γλωσσικές εµπειρίες ……………………………………69

3.2 Εκτιµήσεις για τον αριθµό των νοηµατιστών της ΕΝΓ ……………………..75

3.3 Ανακεφαλαίωση………………………………………………………………....83

4. Η κοινωνιογλωσσική κατάσταση της ΕΝΓ: Ένα σύνθετο γλωσσικό

τοπίο …....................................................................................................84

4.1 Οι παράγοντες που διαµορφώνουν τη σύνθετη γλωσσική συµπεριφορά των

νοηµατιστών της ΕΝΓ…………………………………………...………………..86

4.1.1. Η προέλευση των νοηµατικών γλωσσών ………………………………...87

4.1.2 Ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησης των νοηµατικών γλωσσών ……………….91

4.1.3 Η επαφή των νοηµατικών γλωσσών µε τις φθογγογλώσσες ………………...92

4.2 Για το όνοµα της ΕΝΓ ………………………………………………….99

4.2.1 Κινηµατική ή νοηµατική;……………………………………………..………104

4.2.2 Ελληνική νοηµατική γλώσσα (ΕΝΓ)…………………………………………..109

4.3 Η επαφή της ΕΝΓ µε την ελληνική φθογγογλώσσα: Επικοινωνιακές πρακτικές…...111

4.3.1 Οι όροι µεταφρασµένη και µητρική νοηµατική ………………................112

4.3.2 Οι στοµατικές εικόνες (mouthings) ……………………………………124

4.3.3 Το δακτυλικό αλφάβητο ……………………………………………...131

4.4 Η επαφή της ΕΝΓ µε άλλες νοηµατικές γλώσσες …………………….......142

4.4.1 ∆ιεθνής επικοινωνία …………………………………………………….152

4.5 Η γεωγραφική ποικιλία της ΕΝΓ ……………………………………….156

4.5.1 Τα όρια και η χρήση των διαλέκτων στην ΕΝΓ…………………………….…161

4.5.2 Γεωγραφική ποικιλία και γλωσσικός σχεδιασµός…………………………….166

iii

4.6. Η ηλικιακή ποικιλία της ΕΝΓ ………………………………………….168

4.7 Ανακεφαλαίωση………………………………………………………………..174

5. Οι φορείς του γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ……………………178

5.1 Κυβερνητικοί φορείς/υπηρεσίες ………………………………………..180

5.1.1 Η µετάδοση τηλεοπτικών εκποµπών στην ΕΝΓ……………………………….182

5.1.2 Η παροχή υπηρεσιών διερµηνείας στην ΕΝΓ………………………………....185

5.1.3 Άλλες νεότερες εξελίξεις …………………………………………………..….188

5.2 Εκπαιδευτικοί φορείς …………………………………………………191

5.2.1 Τα πρώτα βήµατα στην εκπαίδευση των κωφών στην Ελλάδα…………..……192

5.2.2 Νεότερες εξελίξεις ……………………………………………………………194

5.2.3 Τριτοβάθµια εκπαίδευση και ΕΝΓ ……………………………………………199

5.2.4 Η διάδοση της ΕΝΓ ως δεύτερης/ξένης γλώσσας …………………….………202

5.3 Ηµι-κυβερνητικοί ή µη κυβερνητικοί φορείς …………………………….205

5.4 Μεµονωµένα άτοµα και άλλες οργανώσεις ……………………………...209

5.5 Ανακεφαλαίωση ………………………………………………………….……214

6. Οι στόχοι και τα µέσα του γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ …..….216

6.1 Γλωσσική διάδοση…………………………………………………….217

6.2 Γλωσσικός καθαρισµός…………………………………….………….222

6.3 Γλωσσική διατήρηση…. ………………………………………………227

6.3.1 Ο ρόλος των γλωσσολόγων …………………………………………...234

6.3.2 Ένας άλλου είδους κίνδυνος για την ΕΝΓ ……………………………...…….236

6.4. Γλωσσική µεταρρύθµιση…………………………...………………………….239

6.4.1 Γραφή και ΕΝΓ…………………………………………………………….…240

6.5 Γλωσσική προτυποποίηση ……………………………………………..249

6.5.1 Υποψήφιες νόρµες …………………………………………………...249

6.5.2 Οι αποφάσεις για την προτυποποίηση ………………………………….251

6.5.3 Εργαλεία προτυποποίησης ……………………………………………253

iv

6.6 Γλωσσικός εκσυγχρονισµός……………………………………………267

6.7 Ανακεφαλαίωση …………………………………………………..….271

7. Οι συνθήκες και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων του γλωσσικού

σχεδιασµού της ΕΝΓ ………………………………………………….274

7.1 Εκπαίδευση ………………………………………………………….275

7.2 Νοµοθεσία …………………………………………………………...279

7.3 Μέσα µαζικής ενηµέρωσης ……………………………………………281

7.4 ∆ιερµηνεία …………………………………………………………...283

7.5 Ανακεφαλαίωση ……………………………………………………………….285

8. Συµπεράσµατα: Τα αποτελέσµατα του γλωσσικού σχεδιασµού της

ΕΝΓ …………………………………………………………………....286

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων ………………...295

Παράρτηµα Β: Έντυπο συγκατάθεσης για τη συµµετοχή στην έρευνα ...312

Παράρτηµα Γ: Σύγκριση συστηµάτων γραφής SignWriting, Stokoe,

HamNoSys……………………………………………………………..313

Πηγές-Βιβλιογραφία-∆ιαδικτυογραφία…........………………………..314

v

Σχήµατα Σχήµα 1: Παράµετροι για τη µελέτη του γλωσσικού σχεδιασµού (Cooper

1989:98)……………………………………………………………………………...30

Σχήµα 2: Παράµετροι για τη µελέτη του γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ ………50

Σχήµα 3: Μεταγραφή νοηµατικής γλώσσας µε λέξεις µίας φθογγογλώσσας………242

Σχήµα 4: Μεταγραφή νοηµατικής γλώσσας µε λέξεις µίας φθογγογλώσσας και

εικόνες ……………………………………………………………………………...243

Σχήµα 5: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόηµα ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ (Λογιάδης &

Λογιάδη 1985)………………………………………………………………………257

Σχήµα 6: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόηµα ΖΩΟ (Λογιάδης & Λογιάδη

1985)………………………………………………………………………………...257

Σχήµα 7: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόηµα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ (Λογιάδης &

Λογιάδη 1985)………………………………………………………………………258

Σχήµα 8: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόηµα ΑΘΗΝΑ (Λογιάδης & Λογιάδη

1985)………………………………………………………………………………...258

Σχήµα 9: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόηµα ΠΟΤΑΜΙ (Λογιάδης & Λογιάδη

1985)………………………………………………………………………………...259

Σχήµα 10: ΤΡΑΒΩ ΤΟ ΚΑΖΑΝΑΚΙ ΣΤΗΝ ΤΟΥΑΛΕΤΑ (Brennan 1992: 51-52).261

Πίνακες

Πίνακας 1: Το µοντέλο του Haugen (1983) …………………………………………20

Πίνακας 2: Φορείς γλωσσικού σχεδιασµού …………………………………………32

Πίνακας 3: Στόχοι γλωσσικού σχεδιασµού ………………………………………….40

Πίνακας 4: Οµάδες πληροφορητών της έρευνας ……………………………………56

Πίνακας 5: Προβλήµατα συγκέντρωσης υλικού και τρόποι αντιµετώπισής τους.…..61

Πίνακας 6: Αριθµός κωφών και βαρήκοων µαθητών σε ειδικά σχολεία ……………79

Πίνακας 7: Εκτιµήσεις σχετικά µε τον αριθµό των Κωφών νοηµατιστών της ΕΝΓ...81

Πίνακας 8: Αριθµός υποψηφίων και επιτυχόντων στις εξετάσεις επάρκειας ΕΝΓ της

ΟΜΚΕ ……………………………………………………………………………….83

Πίνακας 9: Συστήµατα χειροκινητικών νοηµάτων…………………………………97

vi

Πίνακας 10: Βασικά χαρακτηριστικά της µεταφρασµένης και µητρικής

νοηµατικής………………………………………………………………………….123

Πίνακας 11: Γεωγραφική ποικιλία της ΕΝΓ και γλωσσικός

σχεδιασµός………………………………………………………………………….166

Πίνακας 12: ∆ελτία ειδήσεων στην ΕΝΓ…………………………………………...184

Πίνακας 13: Κυβερνητικοί φορείς γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ………………191

Πίνακας 14: Εκπαιδευτικοί φορείς γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ……………...204

Πίνακας 15: Ηµι-κυβερνητικοί φορείς και µη κυβερνητικοί φορείς γλωσσικού

σχεδιασµού της ΕΝΓ………………………………………………………………..209

Πίνακας 16: Μεµονωµένα άτοµα και άλλες οργανώσεις που εµπλέκονται στο

γλωσσικό σχεδιασµό της ΕΝΓ……………………………………………………...214

Πίνακας 17: Ενότητες των εξετάσεων επάρκειας ΕΝΓ (Παπασπύρου 2006)……...221

Πίνακας 18: Η παρουσίαση των χειροκινητικών νοηµάτων στο λεξικό των Λογιάδη &

Λογιάδη (1985)……………………………………………………………………..255

vii

Πρόλογος

Η γλωσσολογική έρευνα της ελληνικής νοηµατικής γλώσσας (ΕΝΓ), αν και

παραµένει ελλιπής, φαίνεται ότι έχει σηµειώσει πρόοδο τα τελευταία είκοσι χρόνια.

∆εν έχει ωστόσο ακόµη µελετηθεί συστηµατικά η γλωσσική συµπεριφορά των

νοηµατιστών της. Εξαιτίας µάλιστα νεότερων αλλαγών ως προς την αναγνώριση και

τη χρήση της ΕΝΓ προκύπτουν ζητήµατα γλωσσικού σχεδιασµού που φαίνεται ότι

απασχολούν ολοένα και πιο έντονα τη γλωσσική κοινότητα των Κωφών η οποία

κατεξοχήν χρησιµοποιεί την ΕΝΓ. Η παρούσα µελέτη επιχειρεί να καλύψει το

υπάρχον κενό µε τη συζήτηση σε επιστηµονικό πλαίσιο των παραµέτρων γλωσσικού

σχεδιασµού της ΕΝΓ. Η επιστηµονική τους µελέτη µπορεί να αξιοποιηθεί από τη

γλωσσική κοινότητα η οποία κυρίως εµπλέκεται σε ενέργειες γλωσσικού σχεδιασµού

και να αποτελέσει ένα ιδιαίτερα χρήσιµο εργαλείο για τους νοηµατιστές της. Τέλος, η

µελέτη του γλωσσικού σχεδιασµού της ΕΝΓ παρουσιάζει ιδιαίτερο επιστηµονικό

ενδιαφέρον, καθώς µπορεί να εµπλουτίσει γενικότερα τις γνώσεις µας για τις

ανθρώπινες γλώσσες.

Η επαφή µου µε την ελληνική νοηµατική γλώσσα (ΕΝΓ) ξεκινά το 1996 µέσα

από την επιθυµία µου για την εκµάθηση µιας επιπλέον γλώσσας και αποτελεί µια

απασχόληση στον ελεύθερο χρόνο µου. Η γνωριµία µου όµως µε ορισµένους

ανθρώπους από τη γλωσσική κοινότητα των Κωφών και η ανάγκη να επικοινωνώ

καλύτερα µαζί τους µε κάνει να θέλω να εµβαθύνω περισσότερο τις γνώσεις µου

στην ΕΝΓ προκειµένου να γίνω πιο επαρκής νοηµατιστής. Στη συνέχεια, η

ενασχόλησή µου µε τη γλωσσολογία µε παρακινεί να µελετήσω πιο συστηµατικά την

ΕΝΓ και το επιστηµονικό µου ενδιαφέρον γίνεται ακόµη µεγαλύτερο όσο

περισσότερα µαθαίνω για τις νοηµατικές γλώσσες. Απασχόληση στον ελεύθερο

χρόνο, ανάγκη, επιστηµονικό ενδιαφέρον είναι τα τρία στοιχεία που διαµορφώνουν

τη σχέση µου µε την ΕΝΓ όλα αυτά τα χρόνια και κάποια στιγµή, το 2004 µε οδηγούν

στην εκπόνηση της παρούσας διατριβής. Τα τρία παραπάνω στοιχεία καθορίζουν και

το θέµα της διατριβής: στις προσωπικές επαφές µου µε τους νοηµατιστές της ΕΝΓ

συχνά µας απασχολούν ζητήµατα γλωσσικού σχεδιασµού, εκφράζεται συχνά η

ανάγκη να προταθούν λύσεις για τέτοιους είδους ζητήµατα, τα ζητήµατα αυτά δεν

έχουν µελετηθεί συστηµατικά και παρουσιάζουν µεγάλο επιστηµονικό ενδιαφέρον.

Η εκπόνηση µιας διδακτορικής διατριβής είναι µια µακρά και µοναχική

διαδικασία ακόµη και όταν αφορά τη µελέτη ανθρώπων και της γλωσσικής τους

viii

συµπεριφοράς. Σε ένα επιστηµονικό κείµενο είναι ζητούµενα η ενδελεχής

βιβλιογραφική έρευνα και η προσεκτική ανάλυση των δεδοµένων που θα οδηγήσουν

σε τεκµηριωµένες κρίσεις και σχόλια όπου δε χωρούν αυθόρµητοι συναισθηµατισµοί.

Στο τέλος όµως της διαδικασίας σου δίνεται η ευκαιρία στον πρόλογο της διατριβής

να καταγράψεις όσα δε χωρούν µέσα στο επιστηµονικό της κείµενο, εξηγώντας τους

λόγους που σε οδήγησαν σε αυτήν τη δοκιµασία και ευχαριστώντας τους ανθρώπους

που, µε διαφορετικό τρόπο ο καθένας, συµµετείχαν και συνέβαλαν στην ολοκλήρωση

της διατριβής.

Έτσι λοιπόν, πρώτα ευχαριστώ την κυρία Μάρω Κακριδή-Ferrari, επίκουρη

καθηγήτρια του Τοµέα Γλωσσολογίας και επόπτρια της παρούσας διατριβής, κυρίως

επειδή µε µύησε στο χώρο της κοινωνιογλωσσολογίας ήδη από τα προπτυχιακά µου

µαθήµατα στο τµήµα Φιλολογίας και επειδή µε έµαθε πόσο σηµαντικό είναι να

φροντίζω τον αναγνώστη όταν γράφω ένα κείµενο. Για την παρούσα µελέτη εκτός

από την ουσιαστική επιστηµονική της καθοδήγηση, καθοριστική υπήρξε και η ηθική

της συµπαράσταση στη δύσκολη, µακρά και µοναχική διαδικασία της έρευνας και της

συγγραφής.

Εκφράζω τις θερµές µου ευχαριστίες στον κύριο Χριστόφορο Χαραλαµπάκη,

καθηγητή του Τοµέα Γλωσσολογίας, για τις χρήσιµες υποδείξεις του και ιδιαίτερα για

τις βιβλιογραφικές του παρατηρήσεις.

Ευχαριστώ επίσης θερµά την κυρία Αµαλία Μόζερ, καθηγήτρια του Τοµέα

Γλωσσολογίας, για το έµπρακτο ενδιαφέρον της και για τη θετική της διάθεση η

οποία ήταν ιδιαίτερα σηµαντική στα τελευταία στάδια της συγγραφής της διατριβής.

Την κυρία Μαίρη Σηφιανού, καθηγήτρια του Τµήµατος Αγγλικής Γλώσσας και

Φιλολογίας, ευχαριστώ για τα σχόλιά της στο τελικό κείµενο της διατριβής και τα

ιδιαίτερα θετικά της λόγια κατά τη διαδικασία της υποστήριξής µου.

Ιδιαίτερες ευχαριστίες θα ήθελα να εκφράσω στην κυρία Μαρία Ιακώβου,

επίκουρη καθηγήτρια του Τοµέα Γλωσσολογίας, για το ενδιαφέρον της απέναντι στην

παρούσα µελέτη και την ευαισθησία µε την οποία την προσέγγισε.

Ευχαριστώ θερµά την κυρία Σπυριδούλα Μπέλλα, επίκουρη καθηγήτρια του

Τοµέα Γλωσσολογίας, για τις χρήσιµες υποδείξεις της σε ορισµένα ζητήµατα

ορολογίας και για τα θετικά της σχόλια.

Ευχαριστώ επίσης την κυρία Ελένη Παναρέτου-Τσίρη, αναπληρώτρια

καθηγήτρια του Τοµέα Γλωσσολογίας, για το γενικότερο θετικό της προσανατολισµό

απέναντι στη διατριβή µου και τις τελικές θετικές της αποτιµήσεις.

ix

Καθοριστική για την ολοκλήρωση της παρούσας µελέτης ήταν η

χρηµατοδότηση των σπουδών µου από το Ίδρυµα Κρατικών Υποτροφιών που

ευχαριστώ θερµά.

Απέραντη ευγνωµοσύνη οφείλω στο Χρυσόστοµο Παπασπύρου, διδάκτορα

γλωσσολογίας και διευθυντή του Γενικού Λυκείου Κωφών και Βαρηκόων Αγίας

Παρασκευής, που µε στήριξε σε όλη αυτήν την προσπάθεια ποικιλοτρόπως:

ερευνητικά συζητώντας µαζί µου λύσεις σχετικά µε τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων,

βιβλιογραφικά ενηµερώνοντάς µε και παρέχοντάς µου βιβλία στα οποία δε θα

µπορούσα να έχω αλλιώς πρόσβαση, επιστηµονικά συζητώντας µαζί µου ζητήµατα

ορολογίας και βοηθώντας µε στη βαθύτερη κατανόηση της γραµµατικής δοµής της

ΕΝΓ και κυρίως ηθικά, πιστεύοντας σε µένα και στην αξία της προσπάθειάς µου.

Ανάλογη ευγνωµοσύνη οφείλω και στη φίλη Βίλλυ Τσάκωνα, για τις

επιστηµονικές µας συζητήσεις, τις παροτρύνσεις της, τις υποδείξεις της, τις φιλικές

της συµβουλές και τη διασκεδαστική παρέα της που λειτούργησε καταλυτικά σε

στιγµές που η ολοκλήρωση της παρούσας διατριβής γινόταν προβληµατική.

Απέραντη ευγνωµοσύνη οφείλω και στο Νίκο Γαλάνη πρώτα από όλα για τις

γνώσεις µου στην ΕΝΓ, αλλά και για το κριτικό του βλέµµα απέναντι στα πράγµατα.

Επίσης ευχαριστώ τη Λέττα Ασηµακοπούλου, την Ελένη Βλέτση, το Νίκο

Κωνσταντόπουλο, το Χρήστο Νικολάου, το Βασίλη Τσουκαλά και τη Φωτεινή

Σκαφίδα που µε διαφορετικό τρόπο ο καθένας συνέβαλαν στην προσέγγιση των

πληροφορητών της έρευνας. Το ενδιαφέρον του καθενός για την παρούσα µελέτη

ήταν επίσης πολύ ενθαρρυντικό.

Η παρούσα µελέτη αφιερώνεται στα µέλη της γλωσσικής κοινότητας των

Κωφών και κυρίως στους πληροφορητές της έρευνας που µε µεγάλη προθυµία

δέχτηκαν να συµµετάσχουν και γι’ αυτό το λόγο τους ευχαριστώ θερµά. Εύχοµαι η

ανάλυση των πληροφοριών που µου έδωσαν να αποτελέσει χρήσιµο εργαλείο για το

γλωσσικό σχεδιασµό της γλώσσας τους, της ΕΝΓ, και σε ένα βαθµό να ανταµείψει το

χρόνο που µου διέθεσαν.

Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω και τους ανθρώπους που µε στήριξαν

συναισθηµατικά κατά την εκπόνηση της διατριβής: τους φίλους µου που ανέχτηκαν

τις στιγµές αποµόνωσης κατά το χρόνο της συγγραφής και τη συνεχή µου αγωνία για

τη διατριβή, ιδιαίτερα τους συναδέλφους από το Γυµνάσιο Γαυρίου Άνδρου που

άκουσαν µε προσοχή δοκιµές της τελικής παρουσίασης, την αδελφή µου Μαρία για

το αµέριστο ενδιαφέρον της, τους γονείς µου, Ηλία και Κική, για την οικογενειακή

x

θαλπωρή µε την οποία συνεχίζουν να µε περιβάλλουν και για κάθε είδους στήριξη

που ανιδιοτελώς µου παρέχουν, και την Ελίνα, για περισσότερα από όσα µπορούν να

ειπωθούν αλλά κυρίως για την υποµονή της και την αγάπη της.

1

Εισαγωγή

Ο κλάδος του γλωσσικού σχεδιασμού συνδέεται με την ανάπτυξη της

κοινωνιογλωσσολογίας και κατ’ επέκταση την αμφισβήτηση της κυρίαρχης

γλωσσολογίας. Αντίθετα με τις δομιστικές γλωσσολογικές προσεγγίσεις που

επιχειρούν πρωτίστως να περιγράψουν τη γλώσσα ως σύστημα, για την

κοινωνιογλωσσολογία και τους συναφείς της κλάδους η επιστημονική μελέτη της

γλώσσας οφείλει μεταξύ άλλων να εξετάζει τη σχέση γλώσσας και κοινωνίας, τη

γλωσσική χρήση και τις επιλογές των ομιλητών. Ειδικότερα ο γλωσσικός σχεδιασμός

αναπτύχθηκε ως κλάδος της κοινωνιογλωσσολογίας που επιχειρεί να περιγράψει και

εν μέρει να διαμορφώσει τις πολιτικές που εφαρμόζονται απέναντι στις γλώσσες.

Αρχικά, οι μελετητές περιορίστηκαν στην αναζήτηση των πιθανών λύσεων

των διάφορων επικοινωνιακών προβλημάτων χωρίς να έχουν συνείδηση ότι αυτά

έχουν σχέση με ιδεολογίες και πολιτικές. Ο γλωσσικός σχεδιασμός επιχείρησε να

εντοπίσει τις λύσεις για πρακτικά γλωσσικά προβλήματα που απασχολούν γλωσσικές

κοινότητες σε όλον τον κόσμο, όπως η επιλογή της επίσημης γλώσσας ενός κράτους,

η προτυποποίηση μιας γλώσσας και η διάδοσή της, ο λεξιλογικός της εμπλουτισμός,

παρεμβάσεις στην ορθογραφία και στον τρόπο γραφής μιας γλώσσας. Σταδιακά,

όμως, γύρω από αυτά τα θέματα αναπτύχθηκε ένας θεωρητικός προβληματισμός

σχετικά με τη γλωσσική συμπεριφορά και τις γλωσσικές στάσεις των ομιλητών μιας

γλώσσας, τα γλωσσικά δικαιώματα και τη διατήρηση της γλωσσοποικιλότητας.

Στόχος της παρούσας διατριβής είναι να περιγραφούν οι δραστηριότητες

γλωσσικού σχεδιασμού που αφορούν την ελληνική νοηματική γλώσσα (στο εξής ΕΝΓ).

Μέσα από την ποιοτική ανάλυση ημιδομημένων συνεντεύξεων επιλεγμένων μελών

της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών1 σε συνδυασμό με την εθνογραφική

παρατήρηση και τον κριτικό σχολιασμό της σχετικής βιβλιογραφίας επιχειρείται να

περιγραφεί η γλωσσική συμπεριφορά των μελών της κοινότητας και οι μηχανισμοί

που αναπτύσσουν διάφοροι φορείς (συλλογικοί και ατομικοί), μέσα στην ίδια την

κοινότητα, αλλά και έξω από αυτή, έχοντας διάφορους και διαφορετικούς στόχους

1 Οι έλληνες Κωφοί είναι τα άτομα που κατεξοχήν χρησιμοποιούν την ΕΝΓ. Σε γενικές γραμμές ο όρος Κωφός με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα αναφέρεται στα άτομα που ανήκουν συνειδητά σε μια γλωσσική κοινότητα χρησιμοποιώντας μια νοηματική γλώσσα, ενώ ο όρος κωφός με μικρό το πρώτο γράμμα αναφέρεται στα άτομα με απώλεια ακοής. Σχετικά με τη χρησιμοποίηση του όρου Κωφός, τη διάκριση ανάμεσα σε Κωφούς και κωφούς και τον προβληματισμό σχετικά με τους παραπάνω αλλά και αντίστοιχους όρους βλ. αναλυτικότερα στο κεφάλαιο 3, όπου συζητούνται γενικότερα θέματα σχετικά με τα χαρακτηριστικά των νοηματιστών της ΕΝΓ.

2

απέναντι στην ΕΝΓ. Οι διάφορες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ,

ηθελημένες ή αθέλητες, λαμβάνουν χώρα σε συγκεκριμένους τομείς με σαφή

πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά και συζητούνται τα

υπάρχοντα, αλλά και τα επιδιωκόμενα αποτελέσματά τους.

Απώτερος σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να αξιοποιηθούν τα πορίσματά

της από όσους εμπλέκονται σε ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ προκειμένου

να εξασφαλίσουν τα καλύτερα αποτελέσματα στις παρεμβάσεις που επιχειρούν.

Παράλληλα, μέσα από τη μελέτη της περίπτωσης της ΕΝΓ επιδιώκεται να

ανατροφοδοτηθεί ο θεωρητικός προβληματισμός σχετικά με το γλωσσικό σχεδιασμό

των γλωσσών. Μέχρι πρόσφατα οι νοηματικές γλώσσες είχαν αποκλεισθεί από την

γλωσσολογική έρευνα εξαιτίας των αρνητικών προκαταλήψεων απέναντί τους και της

πεποίθησης ότι δεν αποτελούν γλώσσες ισότιμες με τις φθογγογλώσσες. Αυτό συνέβη

για όλους τους κλάδους της γλωσσολογίας. Με την έρευνα όμως των νοηματικών

γλωσσών διαπιστώθηκε ότι η πεποίθηση πως οι ανθρώπινες γλώσσες έχουν

συγκεκριμένα χαρακτηριστικά επειδή αξιοποιούν το ακουστικόφωνητικό κανάλι

επικοινωνίας είναι αρκετά περιορισμένη. Η επιστημονική ενασχόληση με τις

νοηματικές γλώσσες (βλ. μεταξύ άλλων Johnston & Schembri 2007, Meir & Sandler

2008) έχει αποδείξει ότι μπορεί να συμβάλει στη βαθύτερη κατανόηση συνολικότερα

του γλωσσικού φαινομένου (για παράδειγμα με την επανεξέταση της συμβατικότητας

και της γραμμικότητας του γλωσσικού σημείου, τη διερεύνηση της σχέσης γλώσσας

και χειρονομιών, την εξέταση της δυνατότητας ανάδυσης μίας γλώσσας χωρίς την

παρουσία γλωσσικών μοντέλων). Ανάλογα, η μελέτη του γλωσσικού σχεδιασμού

μιας νοηματικής γλώσσας μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τις γνώσεις μας σχετικά με

το γλωσσικό σχεδιασμό των γλωσσών, επιχειρώντας να εξετάσει ζητήματα όπως

ποιες διεργασίες συντελούνται κατά την επαφή μιας νοηματικής γλώσσας με μια

φθογγογλώσσα και ποιες επικοινωνιακές πρακτικές διαμορφώνονται, πόσο

σημαντικός μπορεί να είναι ο ρόλος των γλωσσολόγων και της γλωσσικής έρευνας

για το γλωσσικό σχεδιασμό μιας γλώσσας, με ποιον τρόπο μπορεί να σχεδιασθεί μία

γλώσσα χωρίς γραφή και ποια άλλα εργαλεία προτυποποίησης μπορεί να αξιοποιήσει,

ποια στοιχεία (κοινωνικά, πολιτισμικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά) είναι σημαντικά

για την έκβαση μίας ενέργειας γλωσσικού σχεδιασμού.

Το πρώτο κεφάλαιο της παρούσας διατριβής αποτελεί το θεωρητικό της

πλαίσιο. Μετά από μία συνοπτική περιγραφή της εξέλιξης του κλάδου του γλωσσικού

σχεδιασμού και τη διατύπωση ενός γενικού του ορισμού, περιγράφονται

3

αναλυτικότερα τα είδη και οι διαδικασίες του γλωσσικού σχεδιασμού, όπως κυρίως

αποτυπώνονται στο μοντέλο του Haugen (1966, 1983), ο οποίος εισήγαγε τον όρο.

Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι παράμετροι του γλωσσικού σχεδιασμού, όπως

περιγράφονται στο μοντέλο του Cooper (1989), πάνω στο οποίο βασίζεται η

παρούσα έρευνα. Η περιγραφή των δύο μοντέλων γίνεται πάντοτε υπό το πρίσμα της

ΕΝΓ που αποτελεί και την υπό εξέταση γλώσσα. Έτσι, στο τέλος του πρώτου

κεφαλαίου προτείνεται ένα σχήμα με βάση το μοντέλο του Cooper (1989) για τη

μελέτη των παραμέτρων του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ.

Στο δεύτερο κεφάλαιο συζητούνται τα μεθοδολογικά ζητήματα της διατριβής.

Περιγράφεται ο τρόπος συλλογής και παρουσίασης των δεδομένων της έρευνας και

αναλύονται οι λόγοι που οδήγησαν στην ποιοτική ανάλυσή τους. Συζητούνται επίσης

τα ζητήματα που ανέκυψαν και αντιμετωπίστηκαν κατά τη διεξαγωγή των

συνεντεύξεων και την επιλογή των πληροφορητών, όπως η στόχευση της έρευνας, η

εξασφάλιση της μεγαλύτερης συμμετοχής των πληροφορητών στην έρευνα και ο

αριθμός των πληροφορητών, αλλά και ορισμένα προβλήματα ως προς τον τρόπο

παρουσίασης των δεδομένων και τη χρησιμοποιούμενη ορολογία. Σε γενικές

γραμμές, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της έρευνας επιλέχτηκε να

υιοθετηθεί στοχευμένη δειγματοληψία (οι πληροφορητές επιλέχτηκαν ανάλογα με τις

προσδοκώμενες γνώσεις τους για το υπό εξέταση θέμα), ενώ ο αριθμός των

πληροφορητών καθορίστηκε εν μέρει και από το πότε επήλθε σημείο κορεσμού στις

συνεντεύξεις. Τα δεδομένα εμπλουτίστηκαν με την αξιοποίηση της εθνογραφικής

παρατήρησης και προστατεύθηκε η ανωνυμία των πληροφορητών για λόγους

δεοντολογίας.

Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζεται η πρώτη παράμετρος του γλωσσικού

σχεδιασμού της ΕΝΓ, οι νοηματιστές της. Σκιαγραφείται το προφίλ των νοηματιστών

της ΕΝΓ, όπως διαμορφώνεται μέσα από τις διαφορετικές γλωσσικές τους εμπειρίες,

και γίνονται εκτιμήσεις σχετικά με τον αριθμό των μελών της γλωσσικής κοινότητας

που χρησιμοποιεί την ΕΝΓ. Άτομα με απώλεια ακοής χρησιμοποιούν συνήθως την

ΕΝΓ, αλλά η απώλεια ακοής δε συνεπάγεται αυτόματα ότι ένα άτομο ανήκει στη

γλωσσική κοινότητα των Κωφών. Επιπλέον, άτομα χωρίς απώλεια ακοής είναι

δυνατό να είναι νοηματιστές της ΕΝΓ και να εμπλέκονται σε ενέργειες για το

γλωσσικό της σχεδιασμό. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι διαφορετικές γλωσσικές

εμπειρίες και ο διαφορετικός τρόπος κατάκτησης της ΕΝΓ έχει ως αποτέλεσμα τη

δημιουργία μιας σύνθετης κοινωνιογλωσσικής κατάστασης για την ΕΝΓ.

4

Αυτή η σύνθετη κοινωνιογλωσσική κατάσταση εξετάζεται στο επόμενο, τέταρτο,

κεφάλαιο. Συζητούνται και σχολιάζονται οι παράγοντες που συμβάλλουν στη

διαμόρφωση της γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών της ΕΝΓ: η σύντομη

ιστορία της, εξαιτίας της απουσίας γραφής/καταγραφής και της πρόσφατης σύστασης

της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών που κατεξοχήν τη χρησιμοποιεί, ο ιδιαίτερος

τρόπος κατάκτησής της, κυρίως στο σχολείο και όχι στο σπίτι, η οπτικοκινητική της

τροπικότητα2 και τα αποτελέσματα που έχει κατά την επαφή της με την κυρίαρχη

φθογγογλώσσα της ακούουσας πλειονότητας. Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για το

όνομα της ΕΝΓ και τις διαφωνίες σχετικά με τις κατά καιρούς προτεινόμενες

ονομασίες, την επαφή της με την ελληνική φθογγογλώσσα και τη διαμόρφωση

ποικίλων επικοινωνιακών πρακτικών, την επαφή της με άλλες νοηματικές γλώσσες

και την ύπαρξη γεωγραφικής και ηλικιακής ποικιλίας. Από τη συζήτηση των

παραπάνω θεμάτων προκύπτει μια σειρά ζητημάτων που αφορούν το γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ και αναλύονται εκτενώς:

(α) Ποια είναι η ορολογία που επικρατεί σχετικά με τις διάφορες ποικιλίες και

πώς προσδιορίζονται τα όρια τους;

(β) Σε ποιο βαθμό ορισμένα αποτελέσματα της γλωσσικής επαφής της ΕΝΓ με

την ελληνική φθογγογλώσσα έχουν ενταχθεί στο γλωσσικό σύστημα της ΕΝΓ και

ποιες είναι οι συνέπειες της ένταξής τους;

(γ) Πώς αντιμετωπίζεται ο δανεισμός από τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας;

(δ) Πόσο έντονη είναι η διαλεκτική διαφοροποίηση της ΕΝΓ; Μπορεί μια

γεωγραφική ποικιλία να αποτελέσει τη νόρμα;

(ε) Πόσο έντονο είναι το αίτημα για την προτυποποίηση της ΕΝΓ και από πού

προέρχεται; Πόσο εφικτή είναι η διαμόρφωση μιας νόρμας και ποιοι λόγοι την

επιταχύνουν ή την καθυστερούν;

(στ) Πώς ερμηνεύεται η διάσταση απόψεων σχετικά με την ποικιλότητα της

γλώσσας τους ανάμεσα στους πληροφορητές;

Στο πέμπτο κεφάλαιο περιγράφονται οι φορείς που εμπλέκονται στο γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ. Με βάση την ομαδοποίηση των Kaplan & Baldauf (1997)

αναλύονται οι κυβερνητικοί, εκπαιδευτικοί, ημι-κυβερνητικοί ή μη-κυβερνητικοί

2 Σε αντίθεση με τις φθογγογλώσσες, που απαρτίζονται από ήχους (φθόγγους) και προσλαμβάνονται με την ακοή, συστατικά των νοηματικών γλωσσών είναι οι κινήσεις των χεριών και του σώματος, που προσλαμβάνονται μέσω της όρασης. Επομένως, οι νοηματικές γλώσσες χαρακτηρίζονται από οπτικοκινητική τροπικότητα.

5

φορείς και τα μεμονωμένα άτομα ή οι άλλες οργανώσεις. Εξαιτίας της υποτίμησης

της ΕΝΓ από την πλειονότητα των ακουόντων, αρκετές από τις σχεδιαστικές

πολιτικές για την ΕΝΓ προέρχονται κυρίως από τη βάση, τους ίδιους τους

νοηματιστές της ΕΝΓ, και όχι τόσο από την κορυφή. Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία

χρόνια παρατηρείται έντονη ενεργοποίηση κυβερνητικών φορέων, που, με μια σειρά

από νομοθετήματα, έχουν λάβει σημαντικές αποφάσεις για το γλωσσικό σχεδιασμό

της ΕΝΓ. Έχουν ψηφιστεί νόμοι που αναγνωρίζουν τη χρήση της ΕΝΓ στην

εκπαίδευση των κωφών μαθητών, επιβάλλουν στους τηλεοπτικούς σταθμούς τη

μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων στην ΕΝΓ και λαμβάνουν μέτρα για την

παροχή υπηρεσιών διερμηνείας στους Κωφούς. Συζητούνται οι δυνατότητες που

παρέχουν οι συγκεκριμένοι νόμοι και ο βαθμός εφαρμογής τους. Στη συνέχεια,

αναλύονται οι δράσεις γλωσσικού σχεδιασμού των εκπαιδευτικών φορέων και των μη

κυβερνητικών φορέων, κυρίως της Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ), για την

έρευνα, διάδοση, προτυποποίηση και εμπλουτισμό της ΕΝΓ. Τέλος, καταγράφονται

αντίστοιχες δράσεις μεμονωμένων ατόμων, κυρίως εκπαιδευτικών, και άλλων

οργανώσεων.

Το έκτο κεφάλαιο αναφέρεται στους στόχους των διάφορων ενεργειών

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ και τα μέσα υλοποίησής τους. Αναλύονται οι

προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για τη διευκόλυνση της διάδοσης της ΕΝΓ και οι

ενέργειες που πρέπει να προωθηθούν για τη θεσμοθέτηση της πιστοποίησής της.

Συζητούνται επίσης ενέργειες που αποσκοπούν στο γλωσσικό καθαρισμό της ΕΝΓ

από ξένα δάνεια, κυρίως από την ελληνική φθογγογλώσσα αλλά και από άλλες

νοηματικές γλώσσες, και ενέργειες που στοχεύουν στη διατήρηση της παράδοσης της

ΕΝΓ. Υπό μία έννοια, γλωσσικός καθαρισμός και γλωσσική διατήρηση φαίνεται να

είναι όψεις του ίδιου νομίσματος, η συζήτηση ωστόσο σχετικά με τη διατήρηση της

παράδοσης της ΕΝΓ επεκτείνεται και σε ζητήματα σχετικά με τα γλωσσικά

δικαιώματα των ελλήνων Κωφών και το μέλλον της ΕΝΓ. Η συζήτηση για τη

γλωσσική μεταρρύθμιση της ΕΝΓ εστιάζει το ενδιαφέρον της στη σχέση της με τη

γραφή και τις μάλλον αποτυχημένες μέχρι σήμερα απόπειρες δημιουργίας

συστημάτων γραφής για τις νοηματικές γλώσσες, ενώ, κάνοντας λόγο για γλωσσική

προτυποποίηση, συζητείται πόσο είναι εφικτή η προτυποποίηση μιας γλώσσας χωρίς

γραφή και ποια άλλα εργαλεία προτυποποίησης μπορούν να αξιοποιηθούν για την

ΕΝΓ. Γίνεται, τέλος, εκτενής αναφορά στις λεξικογραφικές προσπάθειες της ΕΝΓ και

περιγράφονται οι μηχανισμοί γλωσσικού εκσυγχρονισμού που διαθέτει.

6

Στο τελευταίο κεφάλαιο πριν από τα συμπεράσματα, συζητούνται ειδικότερα

ορισμένα σημεία σχετικά με τις συνθήκες και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ. Γίνεται λόγος για τα πεδία στα οποία συνήθως

εντοπίζονται οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ: (α) την εκπαίδευση, (β)

τη νομοθεσία, (γ) τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και (δ) τη διερμηνεία. Σχετικές

αναφορές έχουν ήδη γίνει στα προηγούμενα κεφάλαια της διατριβής, γι’ αυτό η

ανάλυση στο συγκεκριμένο κεφάλαιο επικεντρώνεται κυρίως σε ορισμένα σημεία στα

οποία δεν είχε δοθεί η απαιτούμενη έκταση. Συζητούνται οι δυνατότητες που

δημιουργεί η αναγνώριση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών μαθητών, ορισμένα

προβλήματα στην εφαρμογή της νομοθεσίας, ο ρόλος του ψηφιακού καναλιού

ΠΡΙΣΜΑ+ στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ και ζητήματα σχετικά με την

εκπαίδευση των διερμηνέων ΕΝΓ και τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών

διερμηνείας.

Το τελευταίο, όγδοο, κεφάλαιο αποτελεί τα συμπεράσματα της παρούσας

διατριβής σχετικά με το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ και αναφέρεται στα

αποτελέσματα των πρόσφατων εξελίξεων και των διάφορων ενεργειών γλωσσικού

σχεδιασμού. Παράλληλα παρατίθενται προτάσεις για δράσεις που θα οδηγήσουν σε

νεότερες εξελίξεις και διατυπώνονται ζητήματα που παραμένουν ανοιχτά προς

περαιτέρω επιστημονική διερεύνηση.

7

1. Γλωσσικός σχεδιασμός: Θεωρητικό πλαίσιο

Στο χωριό του πατέρα μου, τα Βουνάρια Μεσσηνίας, ορισμένοι κάτοικοι ανέλαβαν την πρωτοβουλία να συστήσουν έναν πολιτιστικό σύλλογο, τον «Πολιτιστικό Σύλλογο Βουναραίων». Ο δικηγόρος στον οποίο απευθύνθηκαν για τα απαραίτητα νομικά έγγραφα ορθογράφησε με <ε> τη λέξη Βουναρέων. Ο πατέρας μου, προβληματισμένος από την προτεινόμενη ορθογραφία, με ρώτησε: «Ποια είναι η σωστή ορθογραφία,Βουναραίων ή Βουναρέων και γιατί;» Η πρώτη μου σκέψη ήταν να συμβουλευτώ κάποιο λεξικό για να βρω τη σωστή ορθογραφία, αλλά το χωριό μας είναι πολύ μικρό και κανένα λεξικό δεν περιλαμβάνει ως λήμμα τις λέξεις Βουναραίος ή Βουναρέος. Έτσι, βασιζόμενος στους μορφολογικούς κανόνες παραγωγής αντίστοιχων αλλά πιο συχνόχρηστων ονομάτων (π.χ. Αθηναίος, Σερραίος, Λαρισαίος), επέλεξα ως πιο ορθή τη γραφή με <αι>.

«Ποια είναι η σωστή ορθογραφία μιας λέξης;», «Την προφέρω σωστά;», «Τι

σημαίνει;», «Τη χρησιμοποιώ σωστά στις προφορικές μου συνομιλίες ή στα γραπτά

μου κείμενα;». Τέτοιου είδους προβληματισμοί απασχολούν, μάλλον σε καθημερινή

βάση, όλους τους ομιλητές3 κάποιας γλώσσας. Τις απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα

τις βρίσκουμε συνήθως στα λεξικά ή σε κάποιο βιβλίο γραμματικής της γλώσσας που

χρησιμοποιούμε, όπου περιλαμβάνονται οι πρότυποι γλωσσικοί τύποι, αποδεκτοί από

το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, δηλαδή η νόρμα (για την έννοια της νόρμας βλ.

μεταξύ άλλων Καραντζόλα 1996, Ιορδανίδου 1996). Βέβαια, τέτοιου είδους

συζητήσεις δεν περιορίζονται αποκλειστικά στην ιδιωτική ζωή των ανθρώπων.

Ζητήματα σχετικά με τη γλωσσική χρήση γίνονται συχνά αντικείμενα δημόσιου

διαλόγου και ενίοτε έντονης πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης.

Στην Ελλάδα μας έχουν απασχολήσει ιδιαίτερα μεταξύ άλλων ερωτήματα

όπως (α) «Έπρεπε να καταργηθεί το πολυτονικό σύστημα;» (β) «Έπρεπε να

επανέλθει η γλωσσική διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο Γυμνάσιο;» (γ) «Είναι

επικίνδυνος ο δανεισμός από άλλες γλώσσες και κυρίως από την αγγλική;». Ανάλογα

γλωσσικά ζητήματα έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή πολιτικών συζητήσεων και

3 Ο όρος ομιλητές χρησιμοποιείται καταχρηστικά και για τα άτομα που χρησιμοποιούν μια νοηματική γλώσσα. Υπό αυτήν την έννοια, οι νοηματικές γλώσσες μιλιούνται με τα χέρια, ενώ οι υπόλοιπες γλώσσες, οι φθογγογλώσσες, μιλιούνται με το στόμα. Επομένως, στα σημεία όπου συγκρίνονται ή συνεξετάζονται οι φθογγογλώσσες με τις νοηματικές χρησιμοποιείται ο όρος ομιλητές. Εσκεμμένα απέφυγα τον όρο χρήστες γλωσσών επειδή θεωρώ ότι εμφανίζεται κυρίως σε άλλου είδους συνάψεις (π.χ. χρήστες τοξικών ουσιών, χρήστες συσκευών). Στα σημεία ωστόσο όπου έπρεπε να αναφερθώ ειδικότερα στην ελληνική νοηματική γλώσσα (ΕΝΓ) ή σε κάποια άλλη νοηματική γλώσσα επέλεξα τον όρο νοηματιστής, κατά αντιστοιχία με τον αγγλικό όρο signer. Επειδή όμως πρόκειται για νεολογισμό, προσπάθησα παράλληλα, όπου ήταν δυνατό, να αναφέρομαι περιφραστικά στα άτομα που χρησιμοποιούν την ΕΝΓ, προκειμένου να είναι κατανοητή η σημασία του νέου όρου.

8

αποφάσεων σε όλον τον κόσμο. Για παράδειγμα, στη Σιγκαπούρη υπήρξε

προβληματισμός σχετικά με το ποιες θα πρέπει να είναι οι επίσημες γλώσσες του

κράτους, στη Μολδαβία, μετά την απόσχισή της από τη πρώην Σοβιετική Ένωση,

επανέφεραν το λατινικό αλφάβητο για τη γραφή της γλώσσας τους αντί για το

κυριλλικό, που χρησιμοποιούσαν μέχρι τότε, και στην Ευρωπαϊκή Ένωση

αναγνωρίζονται 23 επίσημες γλώσσες (2010), αλλά παράλληλα έχουν ληφθεί

αποφάσεις σχετικά με τα δικαιώματα των γλωσσικών μειονοτήτων που ζουν στα όρια

των κρατών μελών της. Τόσο η ρύθμιση της καθημερινής μας γλωσσικής χρήσης

μέσα από λεξικά και γραμματικές όσο και οι οργανωμένες προσπάθειες που

προαναφέρθηκαν, για ορθογραφικές μεταρρυθμίσεις, τη διδασκαλία των γλωσσών,

την αξιολόγηση της γλωσσικής μεταβολής μέσω του γλωσσικού δανεισμού, την

καθιέρωση μιας γλώσσας ως επίσημης ενός κράτους, τη συστηματοποίηση του

τρόπου γραφής της και τον καθορισμό των λειτουργιών μιας γλώσσας και των

δικαιωμάτων των ομιλητών της, αποτελούν παραδείγματα γλωσσικού σχεδιασμού

(language planning) και αφορούν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο όλες τις

γεωγραφικές περιοχές.

1.1. Ο κλάδος του γλωσσικού σχεδιασμού: ιστορικές καταβολές και προοπτικές

Τον όρο γλωσσικός σχεδιασμός (language planning) τον εισήγαγε στη βιβλιογραφία ο

Einar Haugen το 1959 στη μελέτη του για το σχεδιασμό μιας πρότυπης γλώσσας στη

Νορβηγία (βλ. Hornberger 2006:25) και επρόκειτο να επικρατήσει ανάμεσα σε

διάφορες άλλες προτάσεις (language engineering, language development, language

regulation, language management, βλ. Cooper 1989: 29). Χρησιμοποιείται όταν

αναφερόμαστε στις προσπάθειες που γίνονται από διάφορους φορείς να μετατραπεί η

γλωσσική συμπεριφορά κάποιας κοινότητας για οποιονδήποτε λόγο (Kaplan &

Baldauf 1997). Όπως επισημαίνει η Hornberger (2006), αν και η εμβέλεια του όρου

διευρύνθηκε με την πάροδο των χρόνων, ο Haugen έδωσε εξαρχής το στίγμα του

γλωσσικού σχεδιασμού όπου συνδυάζονται η θεωρία με την πράξη.

Έτσι, παρόλο που ο γλωσσικός σχεδιασμός αποτελεί μια αρκετά διαδεδομένη

πρακτική που έχει τις ρίζες της στους αρχαίους χρόνους,4 άρχισε να μελετάται

συστηματικά και να αποκτά θεωρητικό προβληματισμό μόλις τη δεκαετία του 1960,

4 Η αρχαιότερη σωζόμενη ρυθμιστική γραμματική αποδίδεται στον Ινδό γραμματικό Πανίνι (4ος

αιώνας π.Χ.), ενώ για την αρχαία ελληνική η πρώτη περιγραφή της «νόρμας» γίνεται στην Τέχνη Γραμματική του Διονυσίου του Θρακός (2ος αιώνας π.Χ.).

9

εξαιτίας των πρακτικών προβλημάτων τα οποία προέκυψαν κυρίως στα κράτη της

Ασίας και της Αφρικής: αποκτώντας την ανεξαρτησία τους με την υποχώρηση της

αποικιοκρατίας, αναγκάστηκαν να επιλέξουν κάποια επίσημη γλώσσα.

Για την κυρίαρχη (αυτόνομη) γλωσσολογία,5 που επικράτησε από τις αρχές

του 20ού αιώνα με την καθιέρωση του δομισμού από τον Saussure και τους μαθητές

του, η γλώσσα αποτελείται από μοναδικούς και αμετάβλητους δομικούς και

σημασιολογικούς κανόνες και υπάρχει ως έμφυτη ικανότητα στον άνθρωπο.

Επομένως, αντικείμενο της γλωσσολογίας είναι η περιγραφή των γλωσσικών

μηχανισμών με την όσο το δυνατό μέγιστη περιγραφική επάρκεια και όχι η ρύθμισή

τους μέσα από κανόνες, όπως γινόταν στις παραδοσιακές γραμματικές.

Η έμφαση που είχε δοθεί στην περιγραφική φύση της γλωσσολογίας ως

επιστήμης είχε περιορίσει την ενασχόληση των γλωσσολόγων με ζητήματα

γλωσσικού σχεδιασμού. Η τάση αυτή διαφοροποιείται με την ανάπτυξη της

κοινωνιογλωσσολογίας και την αμφισβήτηση της κυρίαρχης γλωσσολογίας. Ο

γλωσσικός σχεδιασμός αναπτύσσεται ως κλάδος της κοινωνιογλωσσολογίας και

επιχειρεί να δώσει απαντήσεις και λύσεις σε πρακτικά ζητήματα.

Αρκετοί μελετητές κάνουν λόγο για σκόπιμη γλωσσική μεταβολή που εστιάζει

στην επίλυση ενός επικοινωνιακού ή γλωσσικού προβλήματος. Επισημαίνουν ότι ο

γλωσσικός σχεδιασμός είναι εφικτός, όταν οι ομιλητές μιας γλωσσικής κοινότητας

έχουν στη διάθεσή τους εναλλακτικές ποικιλίες. Η αξιολόγηση των διαθέσιμων

ποικιλιών και η επιλογή κάποιας από αυτές από τους ομιλητές αποτελεί πράξη

γλωσσικού σχεδιασμού (Fasold 1984).

1.1.1. Η εξέλιξη του γλωσσικού σχεδιασμού

Ο Ricento (2000), εξετάζοντας την υπάρχουσα βιβλιογραφία για το γλωσσικό

σχεδιασμό, εστιάζει στους παράγοντες που ουσιαστικά διαμορφώνουν το νέο

επιστημονικό κλάδο, καθώς επηρεάζουν τα ερωτήματα που θέτει η έρευνα, τη

μεθοδολογία που υιοθετείται, και τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι παράγοντες αυτοί

μπορούν να αξιοποιηθούν για τη διάκριση φάσεων στην πορεία του γλωσσικού

σχεδιασμού.6 Ο προσανατολισμός όσων εμπλέκονται σε ενέργειες γλωσσικού

5 Συχνά χρησιμοποιείται και ο όρος θεωρητική γλωσσολογία που είναι όμως λανθασμένος, καθώς η θεωρία εμπλέκεται και κατά τη μελέτη της γλώσσας κάτω από άλλες οπτικές (βλ. Kaplan & Baldauf1997).6 Ο Ricento (2000) επισημαίνει ότι είναι πιθανό να υπάρξουν διαφωνίες σχετικά με τις κατηγοριοποιήσεις και τα χρονικά όρια που προτείνει.

10

σχεδιασμού στην επίλυση προβλημάτων και η προσέγγιση του νέου επιστημονικού

κλάδου μέσα από την κάλυψη πρακτικών στόχων χαρακτηρίζει την πρώτη φάση της

πορείας του.

Πράγματι, τη δεκαετία του ’60 η έρευνα καθορίζεται από τη λήξη της

αποικιοκρατίας και τη δημιουργία νέων κρατών, την κυριαρχία του δομισμού στις

κοινωνικές επιστήμες και την πεποίθηση ότι τα γλωσσικά προβλήματα μπορούν να

βρουν επίλυση μέσω προσεκτικού σχεδιασμού, κυρίως στο δημόσιο τομέα. Η

γλωσσική ποικιλία παρουσιάζεται ως εμπόδιο για την ανάπτυξη των νέων κρατών και

η γλωσσική ομοιογένεια συσχετίζεται με τον εκσυγχρονισμό και τη δυτικοποίησή

τους. Ο θετικισμός, ως κυρίαρχη προσέγγιση, οδηγεί τους ερευνητές στην κατασκευή

τυπολογιών και ταξινομήσεων (μοντέλων), οι στόχοι του γλωσσικού σχεδιασμού

προσβλέπουν στην ενοποίηση, τον εκσυγχρονισμό και τον εκδημοκρατισμό των

κοινωνικών ομάδων, και οι γλώσσες που σχεδιάζονται φαίνεται ότι διαχωρίζονται

από το κοινωνικοϊστορικό και οικολογικό τους πλαίσιο (βλ. κυρίως στους

συλλογικούς τόμους των Fishman, Ferguson & Das Gupta 1968 και των Rubin &

Jernudd 1971).

Η δεύτερη φάση του γλωσσικού σχεδιασμού κατά τις δύο επόμενες δεκαετίες

χαρακτηρίζεται από τη συνέχιση της έρευνας στο πλαίσιο της πρώτης φάσης, αλλά

και από μια αυξανόμενη κριτική της ουδετερότητας και της αποτελεσματικότητας του

γλωσσικού σχεδιασμού (βλ. μεταξύ άλλων Cobarrubias & Fishman 1983). Ολοένα

και περισσότερο διαπιστώνεται ότι ο γλωσσικός σχεδιασμός είναι μία αρκετά

περίπλοκη διαδικασία που καθορίζεται από ένα πλήθος συχνά αστάθμητων

παραμέτρων, τις οποίες δεν είναι πάντοτε δυνατό να συμπεριλάβουν οι διάφορες

προτεινόμενες ταξινομήσεις. Επιπλέον, οι γλώσσες δεν εξετάζονται τόσο ως

οντότητες με συγκεκριμένη κοινωνική και λειτουργική κατανομή, αλλά δίνεται

έμφαση στη μελέτη της υπόστασης και των σχέσεων των γλωσσικών κοινοτήτων

όπου μιλιούνται. Κατ’ επέκταση, η γλωσσική συμπεριφορά αντιμετωπίζεται ως

κοινωνική συμπεριφορά που επηρεάζεται από τις πεποιθήσεις και τις στάσεις των

ομιλητών απέναντι στη γλώσσα που χρησιμοποιούν.

Η κριτική που ασκήθηκε στα μοντέλα γλωσσικού σχεδιασμού και η έμφαση

που δόθηκε στη μελέτη των γλωσσικών κοινοτήτων και των στάσεων των ομιλητών

αξιοποιείται στην παρούσα διατριβή, που έχει ως θέμα της το γλωσσικό σχεδιασμό

της ΕΝΓ. Κατά τη συζήτηση του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ προτεραιότητα

δίνεται στην περιγραφή της γλωσσικής συμπεριφοράς όσων την χρησιμοποιούν. Θα

11

ήταν άλλωστε απλουστευτικό να αντιμετωπιστεί ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ

ως ένα πρόβλημα προς επίλυση, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προσδοκίες και ο

ρόλος της γλωσσικής κοινότητας που τη χρησιμοποιεί.

Η τρίτη φάση της πορείας του γλωσσικού σχεδιασμού βρίσκεται υπό

διαμόρφωση σύμφωνα με τον Ricento (2000), γι’ αυτό είναι δύσκολο να

χαρακτηριστεί. Μετά τις δομικές και πραγματιστικές προσεγγίσεις της πρώτης

περιόδου και τις κριτικές θεωρήσεις της δεύτερης, την εποχή της παγκοσμιοποίησης,

με τις γεωγραφικές και πολιτικές αλλαγές που προκαλούν εξελίξεις στις εθνικές και

υπερεθνικές ταυτότητες των ομιλητών (π.χ. διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης,

δημιουργία νέων εθνικών κρατών, σύσταση οικονομικών και πολιτικών οργανισμών)

και τη συνεχιζόμενη δυτική τεχνολογική και πολιτιστική διείσδυση στον

αναπτυσσόμενο κόσμο, δημιουργούνται νέες συνθήκες για τις γλώσσες. Η έρευνα του

γλωσσικού σχεδιασμού ασχολήθηκε με τη γλωσσική συρρίκνωση και τη διατήρηση

της γλωσσοποικιλότητας στον πλανήτη, η οποία συνδέθηκε, όχι χωρίς κριτική, με την

έννοια της βιοποικιλότητας. Αναπτύχθηκε το παράδειγμα της οικολογίας της

γλώσσας, που προωθεί την πολυγλωσσία και κάνει λόγο για ανθρώπινα γλωσσικά

δικαιώματα (βλ. μεταξύ άλλων Skutnabb-Kangas & Phillipson 1994). Μέσα σε αυτό

το πλαίσιο συζητήθηκαν επίσης οι έννοιες της γλωσσικής ιδεολογίας και του

γλωσσικού ηγεμονισμού. Περνάμε, επομένως, από μια τεχνοκρατική αντίληψη του

γλωσσικού σχεδιασμού, που στοχεύει στη λύση προβλημάτων μέσα από τον

εκσυγχρονισμό των κοινωνιών και των γλωσσικών τους συμπεριφορών και συνήθως

κατευθύνεται από την κορυφή προς τη βάση, σε μια σύγχρονη προσέγγιση όπου

δίνεται έμφαση στο ρόλο των ομιλητών, στις γλωσσικές τους επιλογές, στη

διαμόρφωση της ταυτότητάς τους και τη διεκδίκηση των γλωσσικών τους

δικαιωμάτων. Μια τέτοια προσέγγιση αναμφισβήτητα αξιοποιεί έρευνες σε μικρο-

επίπεδο και μπορεί να μας οδηγήσει σε μια πιο ολοκληρωμένη ερμηνεία της

γλωσσικής συμπεριφοράς.

Οι νεότερες εξελίξεις στον κλάδο του γλωσσικού σχεδιασμού καθόρισαν τη

μεθοδολογία της έρευνας στην παρούσα διατριβή, αλλά και το πλαίσιο της συζήτησης

που επιχειρείται. Προκειμένου να δοθεί έμφαση στο μικρο-επίπεδο, η περιγραφή της

γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών της ΕΝΓ προέρχεται από την ποιοτική

ανάλυση συνεντεύξεών τους και την εθνογραφική τους παρατήρηση. Παράλληλα, ο

γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ εξετάζεται μέσα από το παράδειγμα της γλωσσικής

12

οικολογίας και των γλωσσικών δικαιωμάτων, ενώ θίγονται και αναλύονται ζητήματα

γλωσσικής ταυτότητας και γλωσσικής ιδεολογίας.

1.1.2. Ορισμοί

Οι διαφορετικές προσεγγίσεις κατά την εξέλιξη του γλωσσικού σχεδιασμού

διαφαίνονται και στη συζήτηση σχετικά με τους ορισμούς που έχουν κατά καιρούς

προταθεί. Ο Cooper (1989) επισημαίνει ότι σε ορισμένους παλιότερους ορισμούς οι

ερευνητές έδιναν κυρίως έμφαση στις ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού που γίνονται

στο πλαίσιο ενός κράτους και έτσι απέκλειαν από τη διαδικασία γλωσσικού

σχεδιασμού μη κρατικούς φορείς ή ιδιώτες, ενώ παράλληλα δεν προέβλεπαν εκείνες

τις δραστηριότητες γλωσσικού σχεδιασμού που γίνονται σε μικρο-επίπεδο. Ο ίδιος

(1989:38) υποστηρίζει ότι ο γλωσσικός σχεδιασμός δραστηριοποιείται από την

κορυφή προς τη βάση, αλλά και από τη βάση προς την κορυφή, και καταλήγει

δίνοντας τον ακόλουθο γενικό ορισμό (1989: 45):

[Ο] γλωσσικός σχεδιασμός αναφέρεται στις εκούσιες προσπάθειες να

επηρεασθεί η συμπεριφορά των άλλων ως προς την κατάκτηση, τη δομή ή

τη λειτουργική κατανομή των γλωσσικών τους κωδίκων.

Ένα άλλο ζήτημα που απασχολεί τους ερευνητές είναι ότι οι ενέργειες

γλωσσικού σχεδιασμού δεν έχουν αποκλειστικά γλωσσικούς στόχους, αλλά

συνδέονται και με εξωγλωσσικές σκοπιμότητες. Η αντιμετώπιση του γλωσσικού

σχεδιασμού ως επίλυσης επικοινωνιακών προβλημάτων δεν είναι λανθασμένη, αλλά

δεν αποκαλύπτει άλλου είδους κίνητρα που συχνά αποτελούν την κινητήρια δύναμη

για την ανάληψη και επιβολή μιας δραστηριότητας γλωσσικού σχεδιασμού. Η

προώθηση της εβραϊκής ως καθομιλουμένης γλώσσας των Εβραίων της Παλαιστίνης,

για παράδειγμα, δεν επέλυε μόνο το επικοινωνιακό πρόβλημα των αλλόγλωσσων

Εβραίων της περιοχής, αλλά αποτελούσε μέρος μιας γενικότερης πολιτικής και ήταν

συνδεδεμένη με τον εθνικό αγώνα των Εβραίων, που διεκδικούσαν τη δημιουργία

ενός αυτόνομου εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη (Cooper 1989).

Γι’ αυτό, αρκετοί ερευνητές επιλέγουν να χρησιμοποιούν τον όρο γλωσσική

πολιτική (language policy) ως συνώνυμο του γλωσσικού σχεδιασμού προκειμένου να

αναφέρονται σε αυτούς τους γενικότερους γλωσσικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς

στόχους που συνήθως συνυπάρχουν με κάθε δραστηριότητα γλωσσικού σχεδιασμού

13

(Mesthrie κ.α. 2000:384). Κάποιοι χρησιμοποιούν παράλληλα τους όρους language

planning και language policy (Reagan 2001, Hornberger 2006). Μάλιστα η

Hornberger (2006) για λόγους συντομίας καταφεύγει στη χρήση συντομογραφίας για

τους δύο όρους (LPP).

Για την παρούσα διατριβή, ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ θα συζητηθεί

υπό το γενικό πλαίσιο που θέτει ο Cooper (1989), περιλαμβάνει δηλαδή ενέργειες που

προέρχονται τόσο από την κορυφή (από κυβερνητικούς και άλλους φορείς) όσο και

από τη βάση (τα ίδια τα μέλη της κοινότητας) και έχουν ως στόχο τη γλωσσική

συμπεριφορά όσων χρησιμοποιούν την ΕΝΓ. Αφορούν την κατάκτηση, τη

λειτουργία, το κύρος και τη δομή της ΕΝΓ. Οι ενέργειες αυτές δεν έχουν

αποκλειστικά γλωσσικούς στόχους, αλλά μπορεί να υπηρετούν και εξωγλωσσικές

σκοπιμότητες που αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης γλωσσικής πολιτικής. Γι’ αυτό το

λόγο, όποτε γίνεται λόγος για γλωσσικό σχεδιασμό υπονοείται και η αντίστοιχη

γλωσσική πολιτική και το αντίστροφο.7

Επέλεξα την απόδοση γλωσσικός σχεδιασμός και όχι γλωσσικός

προγραμματισμός που απαντά σε ορισμένα κείμενα της ελληνόγλωσσης

βιβλιογραφίας (βλ. π.χ. Κωστούλα-Μακράκη 2001). Θεωρώ ότι με τον όρο

γλωσσικός σχεδιασμός μπορούμε να αναφερθούμε γενικότερα σε όλες τις διαστάσεις

γλωσσικού σχεδιασμού, από όπου και αν προέρχονται, ενώ ο όρος γλωσσικός

προγραμματισμός είναι πιο περιοριστικός και λιγότερο ουδέτερος. Η λέξη σχεδιασμός

είναι μάλλον πιο γενική, επιδέχεται περισσότερες ερμηνείες και απαντά συχνότερα

στη βιβλιογραφία, ενώ η λέξη προγραμματισμός αναφέρεται σε μια ενέργεια πιο

συγκεκριμένη που έχει προσδιοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια. Επιπλέον, μπορούμε

να κάνουμε λόγο για γλωσσικούς σχεδιαστές και να αναφερόμαστε με μεγαλύτερη

σαφήνεια σε εκείνους τους ειδικούς που εμπλέκονται στη διαδικασία γλωσσικού

σχεδιασμού. Ο όρος γλωσσικοί προγραμματιστές μάλλον αποπροσανατολίζει καθώς

παραπέμπει σε άτομα που ασχολούνται με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

Από την παραπάνω συζήτηση μπορεί να προκύψει ο παρακάτω ορισμός για το

γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ:

7 Αποφεύχθηκε η παράλληλη χρήση των όρων γλωσσικός σχεδιασμός και γλωσσική πολιτική και η χρήση συντομογραφιών, που προκρίνεται από διάφορους ερευνητές, γιατί μια τέτοια πρακτική θα προξενούσε δυσχέρειες στην ανάγνωση της παρούσας διατριβής, όπου θα χρησιμοποιηθούν αρκετές συντομογραφίες για τα ονόματα των νοηματικών γλωσσών.

14

Ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ αποτελεί το σύνολο των ενεργειών

που, μέσα από νόμους, κανονισμούς, πεποιθήσεις και γλωσσικές

πρακτικές, επιχειρούν να παρέμβουν στη γλωσσική συμπεριφορά των

νοηματιστών της ΕΝΓ. Οι ενέργειες αυτές προέρχονται από διάφορες

πλευρές, μέσα και έξω από τη γλωσσική κοινότητα, από άτομα και

φορείς, και έχουν ποικίλους στόχους. Αν και ορισμένες φορές φαίνονται

μεμονωμένες ενέργειες, αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης και

συγκεκριμένης γλωσσικής πολιτικής απέναντι στην ΕΝΓ.

Αυτό που αξίζει πάντως να σημειωθεί είναι ότι σήμερα, με τον ένα ή με τον

άλλο τρόπο, παρατηρούνται ολοένα και περισσότερες εφαρμογές γλωσσικού

σχεδιασμού στα περισσότερα κράτη. Ένας ορισμός, όσο πλήρης και αν είναι, δεν

μπορεί να περιλαμβάνει με σαφήνεια όλες τις εκδοχές γλωσσικού σχεδιασμού. Στην

περίπτωση του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ, θα διαπιστώσουμε ότι και η άγνοια

και η αδιαφορία απέναντι στην ΕΝΓ, που εκ πρώτης όψης φαίνονται ακούσιες,

συνιστούν ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τον

ορισμό του Cooper (1989) που υιοθετήσαμε, ο οποίος κάνει λόγο για εκούσιες

προσπάθειες να επηρεασθεί η γλωσσική συμπεριφορά. Δεν είναι όμως πάντοτε

ξεκάθαρο πόσο συνειδητές είναι οι επιδιωκόμενες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού

Αξίζει να σημειωθεί ότι το γλωσσικό φαινόμενο αφορά το σύνολο του

ανθρώπινου πληθυσμού μέσα όμως από διαφορετικές οπτικές. Συνεπώς, ο καθένας,

ανάλογα με την ιδιότητά του, προσεγγίζει τη γλώσσα με διαφορετικό τρόπο,

χρησιμοποιεί διαφορετική ορολογία και έχει διαφορετικές προσδοκίες και αξιώσεις

από πιθανές ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Οι Kaplan & Baldauf (1997:26)

αναφέρουν χαρακτηριστικά το παράδειγμα για το πώς οι διαφορετικοί όροι που

χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν ένα κομμάτι γης μπορούν να

αντιπροσωπεύουν τις διαφορετικές αξίες που έχει για ανθρώπους με διαφορετικές

ιδιότητες. Ένας αγρότης είναι πιο πιθανό να κάνει λόγο για χωράφι, ένας

κτηματομεσίτης για οικόπεδο, ένας στρατιωτικός για πεδίο βολής και ένας μηχανικός

αρδευτικών έργων για καλλιεργήσιμη έκταση. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τη

γλώσσα. Γι’ αυτό το λόγο, στη συνέχεια της διατριβής, θα δίνονται οι απαραίτητες

διευκρινίσεις, όπου κρίνεται σκόπιμο, σχετικά με τη χρησιμοποιούμενη ορολογία και

ειδικότερα, για την απόδοσή της στα ελληνικά.

15

1.2. Tα είδη του γλωσσικού σχεδιασμού

Όπως ανέφερα προηγουμένως, οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με το γλωσσικό

σχεδιασμό ανέπτυξαν διάφορα μοντέλα επιχειρώντας να περιγράψουν τη διαδικασία

του. Βασική υπήρξε η διάκριση που πρώτος επιχείρησε ο γερμανός γλωσσολόγος

Heinz Kloss. Διακρίνοντας ανάμεσα στις ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού που

επιχειρούν να τροποποιήσουν το περιβάλλον στο οποίο χρησιμοποιείται κάποια

γλώσσα και σε εκείνες που επιχειρούν να τροποποιήσουν την ίδια τη γλώσσα έκανε

αντίστοιχα λόγο για σχεδιασμό της γλωσσικής υπόστασης (status planning) και

σχεδιασμό της γλωσσικής ύλης (corpus planning) (Mesthrie κ.α. 2000:384).8

Στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία έχουν προταθεί και άλλες αποδόσεις των

δύο όρων. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι όροι λειτουργικός και δομικός

γλωσσικός σχεδιασμός. Τα δύο είδη γλωσσικού σχεδιασμού διακρίνονται μεταξύ τους

με τη χρήση επιθέτων. Είναι πιθανό όμως να δημιουργηθεί η παρανόηση ότι τα

συγκεκριμένα επίθετα δεν αναφέρονται στο τι κάνουν τα δύο είδη γλωσσικού

σχεδιασμού (ο λειτουργικός σχεδιάζει τις λειτουργίες και συνεπώς την υπόσταση της

γλώσσας, ενώ ο δομικός τη δομή και συνεπώς την ύλη της γλώσσας), αλλά απλά

προσδιορίζουν το γλωσσικό σχεδιασμό (ο λειτουργικός σχεδιασμός είναι ένας

σχεδιασμός που λειτουργεί, ενώ ο δομικός σχεδιασμός ένας σχεδιασμός που έχει

δομή). Το παραπάνω πρόβλημα δεν υφίσταται στους όρους με τη χρήση της γενικής.

Επειδή όμως οι όροι λειτουργικός γλωσσικός σχεδιασμός και δομικός γλωσσικός

σχεδιασμός είναι χρήσιμοι για λόγους εκφραστικής οικονομίας, αν και δε διαθέτουν

την ίδια σημασιολογική διαφάνεια, στην παρούσα διατριβή θα χρησιμοποιηθούν

ταυτόχρονα με τους όρους σχεδιασμός της γλωσσικής υπόστασης και σχεδιασμός της

γλωσσικής ύλης.9

Έτσι, ο λειτουργικός σχεδιασμός αναφέρεται στην κατανομή νέων

λειτουργιών σε μια γλώσσα όπως, για παράδειγμα, το να γίνει η επίσημη γλώσσα

ενός κράτους ή κάποιας επαρχίας ή το να χρησιμοποιηθεί ως μέσο της εκπαίδευσης ή

8 Οι Mesthrie κ.α. (2000:418) παρατηρούν ότι ο Kloss μάλλον χρησιμοποιεί τον όρο status ως συνώνυμο του function (λειτουργία) και όχι ως συνώνυμο των rank, social position (κοινωνική θέση), όπως συνηθίζεται.9 Στο σημείο αυτό θα διαφωνήσω με τη Κωστούλα-Μακράκη (2001:168) που επιλέγει τους όρους λειτουργικός και δομικός γλωσσικός σχεδιασμός επειδή θεωρεί ότι αντανακλούν καλύτερα τις δύο πλευρές (κοινωνικές και γλωσσικές) του γλωσσικού σχεδιασμού. Ειδικά ο όρος λειτουργικός γλωσσικός σχεδιασμός είναι ο πιο προβληματικός και δεν παραπέμπει αυτόματα στην κοινωνική πλευρά της γλώσσας, όπως προσπάθησα να δείξω παραπάνω.

16

ως μέσο επικοινωνίας στον εργασιακό χώρο10 (για τις πιθανές λειτουργίες που μπορεί

να αποκτήσει μία γλώσσα στο κοινωνικό περιβάλλον βλ. αναλυτικότερα Cooper

1989:99-119 και Kaplan & Baldauf 1997:14-25). Ο δομικός σχεδιασμός αναφέρεται

στις ενέργειες που στοχεύουν στην επεξεργασία της ίδιας της γλώσσας όπως, για

παράδειγμα, η κωδικοποίησή της με τη δημιουργία λεξικών και γραμματικών, ο

εκσυγχρονισμός του λεξιλογίου της, η απόκτηση γραφής ή η αλλαγή του

χρησιμοποιούμενου αλφαβήτου.

Η διάκριση, βέβαια, γίνεται περισσότερο για τεχνικούς λόγους. Στην

πραγματικότητα, ο σχεδιασμός της γλωσσικής υπόστασης και ο σχεδιασμός της

γλωσσικής ύλης είναι συνήθως άρρηκτα συνδεδεμένοι και είναι μάλλον αδύνατο να

τους διαχωρίσουμε. Μια θεσμική αλλαγή υπέρ (ή κατά) της λειτουργίας κάποιας

γλώσσας θα έχει αναπόφευκτα επιπτώσεις και στην ίδια τη γλώσσα, με την ανάπτυξη

(ή μείωση) υφολογικών ποικιλιών και τον εμπλουτισμό (ή περιορισμό) του

λεξιλογίου της. Αντίστροφα, οποιαδήποτε αλλαγή στη δομή της γλώσσας μπορεί να

έχει αποτελέσματα στην επέκταση (ή συρρίκνωση) των λειτουργιών της. Η στενή

σύνδεση λειτουργικού και δομικού σχεδιασμού διαφαίνεται στο παρακάτω

παράδειγμα. Η υιοθέτηση της εβραϊκής ως γλώσσας της εκπαίδευσης στα εβραϊκά

σχολεία της Παλαιστίνης τα τέλη του 19ου αιώνα (λειτουργικός σχεδιασμός) είχε ως

αποτέλεσμα τον εμπλουτισμό της κλασικής εβραϊκής (δομικός σχεδιασμός), της

οποίας η χρήση μέχρι τότε περιοριζόταν στη θρησκευτική πρακτική, με νέες λέξεις,

προκειμένου να μπορέσει να αντεπεξέλθει ως γλώσσα διδασκαλίας μαθημάτων της

σύγχρονης εποχής, όπως η χημεία, η φυσική και η βιολογία (βλ. Mesthrie κ.ά. 2000).

Ο επιτυχής εμπλουτισμός της συνέβαλε στην αναβίωση της εβραϊκής και τη χρήση

της ως γλώσσας για την καθημερινή επικοινωνία των Εβραίων της Παλαιστίνης.

Αργότερα, με την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ (1948), η εβραϊκή επιλέχθηκε ως

επίσημη γλώσσα του νεοσύστατου κράτους (λειτουργικός σχεδιασμός).

Κάτι ανάλογο συμβαίνει με την ΕΝΓ. Η αναγνώρισή της το 2000 ως γλώσσας

της εκπαίδευσης των μαθητών με απώλεια ακοής επιτάχυνε το λεξιλογικό της

εμπλουτισμό και έκανε πιο επιτακτικό το αίτημα για την κωδικοποίησή της μέσω της

παραγωγής λεξικών και γραμματικών. Η γλωσσική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί

είναι υπό εξέλιξη. Αρκετά συχνά εφαρμόζονται διαφορετικές, άλλοτε

10 Όταν βέβαια ο γλωσσικός σχεδιασμός αποσκοπεί στη συρρίκνωση μιας γλώσσας, ο λειτουργικός γλωσσικός σχεδιασμός αναφέρεται στην αφαίρεση λειτουργιών από μια γλώσσα (π.χ. μια γλώσσα παύει να είναι επίσημη γλώσσα ενός κράτους, δε χρησιμοποιείται πλέον στην εκπαίδευση κτλ.).

17

αλληλοσυμπληρούμενες, άλλοτε αλληλοσυγκρουόμενες ενέργειες γλωσσικού

σχεδιασμού, ενώ παραμένει ανοιχτό το ερώτημα κατά πόσο και με ποιο τρόπο η ΕΝΓ

θα παγιωθεί σε νέες λειτουργίες.

Πέρα από τη βασική διάκριση ανάμεσα σε λειτουργικό και δομικό σχεδιασμό,

ορισμένοι ερευνητές έκαναν πιο πρόσφατα λόγο για άλλα δύο είδη γλωσσικού

σχεδιασμού: το σχεδιασμό κατάκτησης (acquisition planning) και το σχεδιασμό

κύρους (prestige planning). Ο σχεδιασμός κατάκτησης αναφέρεται στις ενέργειες που

έχουν ως στόχο να δημιουργήσουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις που θα προωθήσουν

για διάφορους λόγους την απόκτηση μιας επιπλέον γλώσσας από ένα τμήμα του

πληθυσμού. Η γλώσσα αυτή μπορεί να είναι είτε μια δεύτερη/ξένη γλώσσα11 είτε μια

γλώσσα που παλιότερα υπήρξε καθομιλουμένη (vernacular) της κοινότητας, αλλά για

διάφορους λόγους περιορίστηκε η χρήση της. Ο σχεδιασμός κατάκτησης έχει

επομένως ως γλωσσικούς στόχους τη γλωσσική διάδοση και τη γλωσσική διατήρηση.

Ο Cooper (1989:157-159) αναφέρει ως παραδείγματα σχεδιασμού

κατάκτησης δύο περιπτώσεις, τη μία από τη Σοβιετική Ένωση και την άλλη από τη

Νέα Ζηλανδία. Στην πρώτη περίπτωση οι γλωσσικοί σχεδιαστές της Σοβιετικής

Ένωσης στόχευαν στην απόκτηση της ρωσικής από τους μη ρωσόφωνους

πληθυσμούς της σοβιετικής επικράτειας. Για να τη διευκολύνουν, επέβαλαν το

κυριλλικό αλφάβητο, που χρησιμοποιεί η ρωσική, στις περισσότερες μειονοτικές

γλώσσες της χώρας και χρησιμοποίησαν ρώσικα πρότυπα για τον εκσυγχρονισμό του

λεξιλογίου τους. Στη Νέα Ζηλανδία, οι αυτόχθονες Μαορί δημιούργησαν στις αρχές

του 1980 τις επονομαζόμενες «γλωσσικές φωλιές» (kohunga reo),

προπαρασκευαστικές δηλαδή τάξεις πριν από το δημοτικό σχολείο. Σε αυτές τις

τάξεις τα παιδιά διδάσκονταν τη γλώσσα της κοινότητας από τους ικανούς ομιλητές

μεγαλύτερης ηλικίας που δούλευαν εκεί εθελοντικά. Αυτή τη γνώση δεν μπορούσαν

να τη μεταφέρουν οι ίδιοι οι γονείς στα παιδιά τους, επειδή είχαν ήδη μετακινηθεί

γλωσσικά στα αγγλικά. Με αυτόν τον τρόπο αυξήθηκε ο αριθμός των παιδιών Μαορί

που, αρχίζοντας το δημοτικό σχολείο, είχαν γνώση της γλώσσας των προγόνων τους

και έτσι ενθαρρύνθηκαν οι γονείς να διεκδικήσουν δίγλωσσα προγράμματα

εκπαίδευσης (στα αγγλικά και στη γλώσσα των Μαορί) για τα παιδιά τους.

Στην περίπτωση της ΕΝΓ (και όλων των νοηματικών γλωσσών), εξαιτίας της

ιδιαιτερότητας της γλωσσικής της κατάκτησης στο ειδικό σχολείο (βλ. αναλυτικότερα

11 Σχετικά με την υπάρχουσα ορολογία δεύτερη/ξένη για την περιγραφή μιας γλώσσας που κατακτάται από έναν ομιλητή πέρα από τη μητρική του βλ. μεταξύ άλλων Μήτσης 1998.

18

4.1.2), ενέργειες σχεδιασμού κατάκτησης μπορεί να περιλαμβάνουν τη δημιουργία

προϋποθέσεων που ευνοούν την εκμάθησή της και από τους ακούοντες γονείς ενός

κωφού παιδιού (π.χ. ειδικά προγράμματα ΕΝΓ για γονείς με κατάλληλους

εκπαιδευτικούς-εμψυχωτές). Με αυτόν τον τρόπο είναι πιθανό να αρθούν οι

αρνητικές προκαταλήψεις των γονέων σχετικά με τη χρήση μιας νοηματικής

γλώσσας, ενώ παράλληλα προωθείται η πρώιμη χρήση της ΕΝΓ στο άμεσο

οικογενειακό περιβάλλον και δεν περιορίζεται η εκμάθησή της στο ειδικό σχολείο.

Ο σχεδιασμός κύρους αναφέρεται στις προσπάθειες που στοχεύουν στη

δημιουργία του κατάλληλου ψυχολογικού κλίματος το οποίο είναι απαραίτητο για

την επιτυχή έκβαση μιας ενέργειας γλωσσικού σχεδιασμού (Haarmann 1990). Οι

Mesthrie κ.ά. (2000) παρατηρούν ότι για την εβραϊκή το υψηλό κύρος της γλώσσας

ως οργάνου της θρησκευτικής εβραϊκής παράδοσης δεν καθιστούσε αναγκαίες

συγκεκριμένες ενέργειες σχεδιασμού κύρους της γλώσσας. Αντίθετα, πιστεύουν ότι

τέτοιου είδους ενέργειες είναι μάλλον απαραίτητες, όταν η προωθούμενη γλώσσα

είχε περιοριστεί σε λειτουργίες χαμηλού γοήτρου, όπως στην περίπτωση της

γλωσσικής διμορφίας (diglossia).12

Μια τέτοια περίπτωση είναι και η ΕΝΓ. Καθώς έχει αμφισβητηθεί η γλωσσική

υπόσταση της ΕΝΓ (και όλων των υπόλοιπων νοηματικών γλωσσών), ενέργειες που

θα στοχεύουν στην αναβάθμιση του κύρους της ΕΝΓ αποτελούν μάλλον

προαπαιτούμενο για το λειτουργικό γλωσσικό της σχεδιασμό. Για παράδειγμα,

προκειμένου να προωθήσουν οι εκπαιδευτικοί τη χρήση της ΕΝΓ στη διδασκαλία

τους σε μαθητές με απώλεια ακοής, θα πρέπει να ενημερωθούν και να πειστούν ότι

αποτελεί γλώσσα ισότιμη με την ελληνική φθογγογλώσσα.

Τα είδη του γλωσσικού σχεδιασμού που περιέγραψα προηγουμένως δε

βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους, αποκλείοντας το ένα το άλλο. Κατά τη γνώμη

μου μάλιστα, ο σχεδιασμός κατάκτησης και ο σχεδιασμός κύρους περιλαμβάνονται

στο λειτουργικό γλωσσικό σχεδιασμό. Σε γενικές γραμμές, σε κάθε ενέργεια

γλωσσικού σχεδιασμού συνυπάρχουν όλα τα είδη γλωσσικού σχεδιασμού. Για

παράδειγμα, η υποχρέωση των τηλεοπτικών σταθμών να μεταδίδουν δελτία στην

12 Ο όρος του Ferguson (1959), που πρώτος περιέγραψε το φαινόμενο της γλωσσικής διμορφίας, έχει αποδοθεί με διάφορους τρόπους στα ελληνικά, ανάμεσά τους ο όρος κοινωνική διγλωσσία, τον οποίο απέφυγα επειδή ο όρος διγλωσσία χρησιμοποιείται και για την απόδοση του όρου bilingualism. Αρχικά ο Ferguson (1959) έκανε λόγο για ποικιλίες μίας γλώσσας που έχουν διαφορετικό κύρος, στη συνέχεια όμως ο ορισμός της γλωσσικής διμορφίας επανεξετάστηκε, για να συμπεριλάβει διαφορετικές γλώσσες(και όχι αποκλειστικά ποικιλίες) που χρησιμοποιούνται από την ίδια κοινότητα, αλλά με διαφορετικό κύρος (Fishman 1971).

19

ΕΝΓ αύξησε το κύρος της, αλλά και ενεργοποίησε το ενδιαφέρον περισσότερων

ακουόντων να μάθουν ΕΝΓ. Η διάδοση της ΕΝΓ ως ξένης γλώσσας δημιούργησε την

ανάγκη για λεξικά και γραμματικές της ΕΝΓ. Οι ίδιοι οι Κωφοί, διδάσκοντας την

ΕΝΓ στους ακούοντες, απέκτησαν μεγαλύτερη μεταγλωσσική ικανότητα για τη

γλώσσα που μέχρι τότε χρησιμοποιούσαν, κυρίως για τη μεταξύ τους επικοινωνία.

Διαπιστώνουμε επομένως ότι μια ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού για τη λειτουργία

της ΕΝΓ είχε αλυσιδωτές αντιδράσεις, επηρεάζοντας τη γλώσσα με διάφορους

τρόπους.

1.3. Οι διαδικασίες του γλωσσικού σχεδιασμού: Το μοντέλο του Haugen

Σχετικά με τα τέσσερα είδη του γλωσσικού σχεδιασμού που αναλύθηκαν

προηγουμένως, ο Baldauf (2004) υποστηρίζει ότι θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν

ως διαφορετικές προσεγγίσεις για την ανάπτυξη συγκεκριμένων στόχων, φανερών ή

συγκαλυμμένων, ως προς την ύλη ή τη λειτουργία της γλώσσας που σχεδιάζεται.

Ανάλογα, τα διάφορα περιγραφικά μοντέλα που έχουν κατά καιρούς προταθεί μάλλον

φωτίζουν με διαφορετικό τρόπο τις διαφορετικές πτυχές του σύνθετου φαινομένου

του γλωσσικού σχεδιασμού, παρά το ερμηνεύουν με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ο

Haugen, εκτός από το ότι εισήγαγε τον όρο γλωσσικός σχεδιασμός, υπήρξε

πρωτοπόρος στο θεωρητικό προβληματισμό γύρω από το συγκεκριμένο επιστημονικό

πεδίο. Το μοντέλο του (Haugen 1966) είναι αρκετά χρήσιμο για να περιγραφούν οι

διαδικασίες του γλωσσικού σχεδιασμού καθώς βασίζεται στη κλασική διάκριση

ανάμεσα σε λειτουργικό και δομικό σχεδιασμό και διακρίνει τέσσερα στάδια κατά τα

οποία συντελούνται οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού.

Διανύοντας διάφορες φάσεις προβληματισμού καταλήγει στο νεότερο,

αναθεωρημένο μοντέλο του (Haugen 1983), που, σύμφωνα με τους Kaplan & Baldauf

(1997), είναι μια πολύ καλή σύνοψη της διαδικασίας ενός ιδεατού γλωσσικού

σχεδιασμού. Ο Haugen βασιζόμενος στη διάκριση ανάμεσα σε κοινωνία και γλώσσα

και σε μορφή και λειτουργία, προτείνει τέσσερα στάδια γλωσσικού σχεδιασμού, που

ονομάζει αντίστοιχα επιλογή (selection), κωδικοποίηση (codification), εφαρμογή

(implementation) και επεξεργασία (elaboration) (βλ. πίνακα 1).

Για τον Haugen (1983), οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού έχουν είτε

κοινωνικό είτε γλωσσικό προσανατολισμό. Στην πρώτη περίπτωση ανήκουν στο

σχεδιασμό της γλωσσικής υπόστασης και είναι εξωτερικές ως προς τη γλώσσα ή την

ποικιλία που σχεδιάζεται. Στη δεύτερη περίπτωση ανήκουν στο σχεδιασμό της

20

γλωσσικής ύλης και στοχεύουν σε εσωτερικές αλλαγές της γλώσσας ή της ποικιλίας

που σχεδιάζεται. Στη συνέχεια, αναλύονται περαιτέρω οι διαδικασίες του γλωσσικού

σχεδιασμού με τη σειρά που παρατίθενται στο μοντέλο, αν και στη πραγματικότητα

δε φαίνεται να εφαρμόζονται πάντοτε με αυτή τη διαδοχική σειρά.

Πίνακας 1: Το μοντέλο του Haugen (1983)

Μορφή Λειτουργία

Κοινωνία

(σχεδιασμός της γλωσσικής

υπόστασης)

1. Επιλογή

(διαδικασίες απόφασης)

α) καθορισμός του προβλήματος

β) κατανομή των πρότυπων

ποικιλιών

3. Εφαρμογή

(διάδοση μέσω εκπαίδευσης)

α) διαδικασίες διόρθωσης

β) αξιολόγηση

Γλώσσα

(σχεδιασμός της γλωσσικής

ύλης)

2) Κωδικοποίηση

(διαδικασίες προτυποποίησης)

α) σύστημα γραφής

β) γραμματική

γ) λεξιλόγιο

4. Επεξεργασία

(λειτουργική επέκταση)

α) εκσυγχρονισμός ορολογίας

β) υφολογική επέκταση

1.3.1. Επιλογή

Έχει ήδη αναφερθεί ότι ο γλωσσικός σχεδιασμός εφαρμόζεται σε μια γλωσσική

κοινότητα για να αντιμετωπιστούν τα επικοινωνιακά προβλήματα που προκαλεί η

ύπαρξη εναλλακτικών γλωσσικών ποικιλιών. Η κοινότητα καλείται να επιλέξει

ανάμεσα στις εναλλακτικές ποικιλίες που διαθέτει και συνήθως αυτή η απόφαση

λαμβάνεται από την πολιτική εξουσία. Τέτοιου είδους αποφάσεις καθορίζουν τη

γλωσσική ποικιλία ή τα γλωσσικά στοιχεία που συνιστούν τη νόρμα της γλωσσικής

κοινότητας. Συνήθως επιλέγεται η γλώσσα ή η ποικιλία με το μεγαλύτερο κύρος. Στη

Γαλλία, για παράδειγμα, η διάλεκτος γύρω από την περιοχή του Παρισιού επικράτησε

σταδιακά των άλλων διαλέκτων της περιφέρειας. Άλλες όμως φορές το πρόβλημα

είναι πιο σύνθετο.

Στις χώρες της Αφρικής και της Ασίας που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους

με τη λήξη της αποικιοκρατίας, για την επιλογή της επίσημης γλώσσας (ή των

επίσημων γλωσσών) των νεοσύστατων κρατών έπρεπε να ληφθούν υπόψη ιστορικά

και ανθρωπογεωγραφικά στοιχεία, θρησκευτικοί παράγοντες και οικονομικά

χαρακτηριστικά (βλ. Kaplan & Baldauf 1997). Τα κριτήρια που έπρεπε να πληροί η

21

υποψήφια επίσημη γλώσσα ήταν διαφορετικά ανά περίπτωση. Οι γλωσσικοί

σχεδιαστές έπρεπε να έχουν στη διάθεση τους κοινωνικές και γλωσσικές πληροφορίες

για να κάνουν την καλύτερη επιλογή.13 Πολύ συχνά το πρόβλημα δεν μπορούσε να

καθοριστεί με ακρίβεια, γεγονός που είχε αρνητικές συνέπειες στη μετέπειτα

εφαρμογή της επιλογής.

Στις Φιλιππίνες, η επιλογή της Τagalog14 ως επίσημης γλώσσας βασίστηκε

στο ότι η συγκεκριμένη γλώσσα είχε την αριθμητική υπεροχή στον πληθυσμό της

χώρας, ενώ ταυτόχρονα ήταν η γλώσσα της πρωτεύουσας και της πολιτικής ελίτ. Η

συγκεκριμένη όμως επιλογή, αν και φάνταζε η ιδανική, συνάντησε τελικά (και

συναντά ακόμη) αντιστάσεις από άλλες γλωσσικές μειονότητες, οι οποίες θεώρησαν

ότι με αυτόν τον τρόπο δίνεται σαφές προβάδισμα για κοινωνική και οικονομική

εξέλιξη στους φυσικούς ομιλητές της Tagalog. Αντίθετα, στην Ινδονησία, αρκετά

χρόνια πριν την ανεξαρτησία, οι εθνικιστές επέλεξαν την Bahasa Indonesia, παρόλο

που η πιο μεγάλη και δυνατή εθνική ομάδα μιλούσε την Javanese. Η Bahasa

Indonesia αποτελούσε μια πιο ουδέτερη πολιτικά και κοινωνικά επιλογή και πράγματι

αυτή η γλώσσα λειτούργησε ενοποιητικά για τους Ινδονήσιους και απέκτησε

συμβολική αξία, αρχικά ως η γλώσσα της αντίστασης ενάντια των αποικιοκρατών

Ολλανδών και στη συνέχεια, όταν το κράτος απέκτησε την ανεξαρτησία του, ως η

επίσημη γλώσσα του κράτους.

Στην περίπτωση της ΕΝΓ η επιλογή αφορά το ποια ποικιλία της ΕΝΓ θα

αποτελέσει το όργανο διεκδίκησης των γλωσσικών δικαιωμάτων των ελλήνων

Κωφών και σε ποιο βαθμό η ποικιλία αυτή θα αποκτήσει επίσημη υπόσταση στα όρια

του ελληνικού κράτους. Για τον καθορισμό του προβλήματος απαιτούνται γλωσσικές

πληροφορίες για την ΕΝΓ, ειδικά για την κατανομή των διάφορων ποικιλιών της,

αλλά και κοινωνικές πληροφορίες για τους νοηματιστές της ΕΝΓ.

1.3.2. Κωδικοποίηση

Αφού καθορισθεί το πρόβλημα και γίνει η επιλογή της γλώσσας ή της ποικιλίας,

πρέπει να ακολουθήσει η κωδικοποίησή της ως νόρμας, δηλαδή η προτυποποίηση

13 Σε αυτή τη φάση του γλωσσικού σχεδιασμού τις αποφάσεις συνήθως λαμβάνουν πολιτικοί ηγέτες και δημόσιοι λειτουργοί. Είναι βέβαια πιθανό γλωσσολόγοι να έχουν συμβουλευτικό ρόλο στη διαδικασία επιλογής, αλλά σπάνια καθορίζουν τις τελικές αποφάσεις.14 Για τα ονόματα των γλωσσών για τις οποίες δεν υπάρχει αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά χρησιμοποιούνται οι ονομασίες τους όπως παρατίθενται στη ξενόγλωσση βιβλιογραφία και γι’ αυτό γράφονται με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα.

22

(standardization)15 της ποικιλίας. Ο Haugen (1983) υποστηρίζει ότι η διαδικασία

κωδικοποίησης αποτελείται από τρία στάδια: η επιλεγμένη γλωσσική ποικιλία αποκτά

γραφή (graphisation), αποφασίζονται οι ισχύοντες κανόνες της γραμματικής της

(grammatication) και γίνεται η επιλογή και η επιμέλεια του λεξιλογίου της

(lexication). Παράγωγα της κωδικοποίησης είναι η ρυθμιστική ορθογραφία, τα βιβλία

γραμματικής και τα λεξικά.

Οι διαδικασίες απόκτησης γραφής δεν αφορούν μόνο προφορικές γλώσσες

χωρίς παλιότερη γραπτή παράδοση. Πέρα από τον εγγραφισμό μιας γλώσσας χωρίς

γραπτή παράδοση, υπάρχει και η διαδικασία του επανεγγραφισμού για μια γλώσσα

που υιοθετεί ένα διαφορετικό τρόπο γραφής. Ο Reagan (2001) αναφέρει

χαρακτηριστικά τις γλώσσες της κεντρικής Ασίας που, ενώ αρχικά γράφονταν με το

αραβικό αλφάβητο, στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης χρησιμοποίησαν το

λατινικό, για να περάσουν στη συνέχεια στο κυριλλικό. Σήμερα, μετά τη διάλυση της

Σοβιετικής Ένωσης, σε ορισμένες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της κεντρικής

Ασίας λαμβάνονται αποφάσεις για επανεγγραφισμό των γλωσσών τους με λατινικό

αλφάβητο. Τέτοιου είδους αλλαγές σχετίζονται με ιδεολογικές και πολιτικές επιλογές

που στη συγκεκριμένη περιοχή άλλαξαν αρκετές φορές στη διάρκεια του

προηγούμενου αιώνα. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε το αραβικό αλφάβητο εξαιτίας της

ισλαμικής παράδοσης των πληθυσμών της περιοχής,16 στη συνέχεια, σύμφωνα με τις

αθεϊστικές αρχές της οκτωβριανής επανάστασης, επικράτησε το λατινικό αλφάβητο

ως πιο κοσμικό, αργότερα, εξαιτίας της ρωσικής ηγεμονίας την οποία προωθούσε το

καθεστώς της Σοβιετικής Ένωσης, χρησιμοποιήθηκε το κυριλλικό αλφάβητο και

σήμερα τα συγκεκριμένα κράτη, επιθυμώντας να αποκτήσουν δυτικό (ευρωπαϊκό)

προσανατολισμό, επαναφέρουν το λατινικό αλφάβητο.

Βέβαια, με το να αντιμετωπίζεται ως στάδιο κωδικοποίησης η απόκτηση

γραφής, αποκλείονται από τη δυνατότητα κωδικοποίησης, χωρίς την απόκτηση

γραφής, οι προφορικές17 αλλά και οι νοηματικές γλώσσες. Ιδιαίτερα για τις

νοηματικές γλώσσες, οι διάφορες απόπειρες για τη γραπτή τους αναπαράσταση δεν

15 Στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία ο όρος απαντά και ως τυποποίηση. 16 Το αραβικό αλφάβητο είναι στενά συνδεδεμένο με το μουσουλμανικό κόσμο καθώς με αυτό είναι γραμμένο το ιερό βιβλίο του Ισλάμ, το Κοράνι.17 Οι προφορικές γλώσσες (oral languages) είναι γλώσσες χωρίς γραφή, που έχουν μόνο προφορική παράδοση. Δεν ταυτίζονται αναγκαστικά με τις φθογγογλώσσες, τις ομιλούμενες γλώσσες που αντιδιαστέλλονται με τις νοηματικές (βλ. υποσημείωση 3). Υπάρχουν φθογγογλώσσες που είναι προφορικές (η πλειονότητά τους) και άλλες που δεν είναι. Υπό αυτήν την έννοια όσο και αν φαίνεται οξύμωρο, όλες οι νοηματικές γλώσσες, καθώς δεν έχουν γραπτή παράδοση, είναι «προφορικές», όσο και αν δεν εκφέρονται προφορικά, με το στόμα.

23

είχαν μέχρι σήμερα τα αναμενόμενα αποτελέσματα (βλ. 6.3.1). Αναμφίβολα, η γραφή

αποτελεί βασικό εργαλείο προτυποποίησης και κωδικοποίησης κάποιας γλώσσας,

χωρίς ωστόσο να είναι και το μοναδικό. Σήμερα, οι δυνατότητες που παρέχουν οι

νέες τεχνολογίες και η εξάπλωση του διαδικτύου προσφέρουν διαφορετικά εργαλεία

«γραφής» στις νοηματικές γλώσσες διότι μπορούν να τις καταγράψουν και να τις

αποθηκεύσουν παρά την οπτικοκινητική τους τροπικότητα.

Ως προς την παραγωγή βιβλίων γραμματικής, οι Kaplan & Baldauf (1997)

παρατηρούν ότι οι γλωσσικοί σχεδιαστές, πέρα από τη δυσκολία καταγραφής μιας

παιδαγωγικής γραμματικής σε ένα βιβλίο, λόγω της πολυπλοκότητας των δομών

οποιασδήποτε γλώσσας και τη μεταβλητότητά της στην ανθρώπινη καθημερινή

επικοινωνία, έχουν να αντιμετωπίσουν προβλήματα όπως η διανομή των βιβλίων

στον πληθυσμό, η επιμόρφωση εκπαιδευτικών για τη χρησιμοποίηση των

γραμματικών και η αναθεωρημένη επανέκδοση και αναδιανομή των βιβλίων σε

συνεχή βάση. Σίγουρα μια τέτοια γλωσσική πολιτική συνεπάγεται μεγάλο οικονομικό

κόστος, ιδιαίτερα δυσβάσταχτο για τα φτωχότερα κράτη.

Η καταγραφή των γραμματικών δομών της ΕΝΓ είναι αρκετά πιο σύνθετη

εξαιτίας της οπτικοκινητικής της τροπικότητας. Οι γλωσσολόγοι που θα εμπλακούν

στην παραγωγή βιβλίων γραμματικής της ΕΝΓ θα έχουν να αντιμετωπίσουν, πέρα

από τους μύθους που αμφισβητούν τη γλωσσική της υπόσταση (βλ. μεταξύ άλλων

Κουρμπέτης 1999), τη δυσκολία στο να περιγράψουν με εύληπτο τρόπο τη χωρική

της διάσταση. Χρήσιμα εργαλεία για να ξεπεραστούν οι παραπάνω δυσκολίες

μπορούν να αποτελέσουν τα αυξανόμενα πορίσματα της γλωσσικής έρευνας των

νοηματικών γλωσσών (βλ. μεταξύ άλλων Baker κ.ά. 2003, Quer 2008) και οι νέες

τεχνολογίες.

Σχετικά με την παραγωγή λεξικών, σήμερα, οι νέες τεχνολογίες και η

δυνατότητα δημιουργίας ολοένα μεγαλύτερων σωμάτων κειμένων (corpora) δίνουν

νέα ώθηση στη λεξικογραφία. Αυτή την εξέλιξη μπορεί να αξιοποιήσει και η ΕΝΓ.

Και σε αυτήν την περίπτωση απαιτούνται υλικοί και ανθρώπινοι πόροι. Δεν είναι

όμως απαραίτητο ότι, ακόμη και όταν υπάρχουν οι απαιτούμενοι πόροι και

ολοκληρώνεται η διαδικασία κωδικοποίησης μιας γλώσσας, θα υπάρξουν τα

αναμενόμενα αποτελέσματα (βλ. 6.5 σχετικά με την προτυποποίηση της ΕΝΓ και τη

λεξικογραφική της παραγωγή). Υπάρχουν αξιόλογες προσπάθειες κωδικοποίησης που

αποτυγχάνουν, επειδή δεν προωθούνται και δεν εφαρμόζονται με τον κατάλληλο

τρόπο στη συνέχεια. Οι διαδικασίες κωδικοποίησης ανήκουν στο δομικό σχεδιασμό

24

και θα πρέπει να απασχολούν τους γλωσσολόγους. Όμως αυτοί που τις εφαρμόζουν

είναι συνήθως πολιτικοί και δημόσιοι λειτουργοί. Άρα δεν είναι απαραίτητο ότι θα

εφαρμοστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνουν αποδεκτές στο μεγαλύτερο δυνατό

βαθμό από τη γλωσσική κοινότητα, επειδή θα ανταποκρίνονται στις πραγματικές της

ανάγκες.

1.3.3. Εφαρμογή

Σύμφωνα με το μοντέλο του Haugen (1983), μετά τις διαδικασίες απόφασης (επιλογή)

και τις διαδικασίες προτυποποίησης (κωδικοποίηση) ακολουθεί η εφαρμογή18 τους. Σε

αυτήν τη φάση δράση αναλαμβάνει κυρίως το εκπαιδευτικό σύστημα με την

παραγωγή βιβλίων και διδακτικού υλικού στην πρότυπη κωδικοποιημένη γλώσσα.

Μπορούν επίσης να διοργανωθούν διαγωνισμοί ορθογραφίας, να βραβευθούν

συγγραφείς που με το έργο τους προωθούν την επιλεγμένη γλωσσική ποικιλία, να

εισαχθεί η χρησιμοποίηση της συγκεκριμένης ποικιλίας σε νέα περιβάλλοντα, όπως

για παράδειγμα στη διδασκαλία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Με αυτούς τους

τρόπους το κράτος επιχειρεί να διαδώσει την πρότυπη ποικιλία και να αποτρέψει τη

μη πρόσβαση ενός τμήματος του πληθυσμού στη σχεδιαζόμενη γλωσσική αλλαγή.

Οι διαδικασίες γλωσσικής διόρθωσης μπορούν να ενισχυθούν και με διάφορες

άλλες τεχνικές. Στο Κεμπέκ του Καναδά δίνονται φορολογικά κίνητρα για τη χρήση

των γαλλικών, στη Μαλαισία η διγλωσσία αποτελεί προαπαιτούμενο για να εργαστεί

κανείς σε υπηρεσίες του δημόσιου τομέα (Kaplan & Baldauf 1997:37). Στο Ισραήλ

για αρκετά χρόνια, το ραδιόφωνο οργάνωνε εκστρατείες προώθησης της

προτυποποιημένης χρήσης της εβραϊκής γλώσσας. Δύο φορές την ημέρα εξέπεμπε

ένα μονόλεπτο σκετς, όπου ο ένας ομιλητής ασκούσε κριτική σε έναν άλλο επειδή

χρησιμοποιούσε μια συγκεκριμένη έκφραση. Την έκφραση αυτή, παρόλο που τη

χρησιμοποιούσαν συχνά οι ομιλητές στην καθημερινή τους επικοινωνία, ο ομιλητής

που ασκούσε κριτική ζητούσε από το συνομιλητή του να την αντικαταστήσει με ένα

εναλλακτικό τύπο της πρότυπης ποικιλίας, που εμφανιζόταν συνήθως μόνο στο

γραπτό λόγο ή σε επίσημες περιστάσεις. Συχνά δικαιολογούσε την προτίμησή του με

παραπομπή σε κάποιο χωρίο της Βίβλου όπου εμφανίζεται ο πρότυπος τύπος (Cooper

1989:63).

18 Για τον όρο implementation έχει προταθεί και ο όρος υλοποίηση.

25

Ανάλογες πρακτικές εφαρμόστηκαν και για τα ελληνικά. Ο Κριαράς σε

ολιγόλεπτες εκπομπές με τίτλο «Η γλώσσα μας» στην τότε ΕΡΤ 1 «ανακοίνωνε

παρατηρήσεις και απόψεις του σε ζητήματα γραμματικά, συντακτικά, ορθογραφικά,

επιλογής λέξεων, νεολογισμών, τονισμού, ύφους κ.ά.» που στόχευαν στη βαθύτερη

ενημέρωση του ευρύτερου κοινού για τη χρήση της δημοτικής γλώσσας. Ο ίδιος

υποστηρίζει ότι στο παρελθόν ανάλογες διαφωτιστικές προσπάθειες από υπέρμαχους

του δημοτικισμού ήταν πολύ πιο έντονες και γι’ αυτό το λόγο αποφάσισε να

δημοσιεύσει τα κείμενα των γλωσσικών εκπομπών του (Κριαράς 1987). Με ανάλογη

πρόθεση, την ενημέρωση του ευρύτερου κοινού για γλωσσικά ζητήματα, αλλά και με

σαφέστερη στόχευση γλωσσικού καθαρισμού, προβλήθηκε από την δημόσια

τηλεόραση η εκπομπή Ομιλείτε Ελληνικά; που είχε μορφή τηλεπαιχνιδιού. Οι

συμμετέχοντες διαγωνίζονταν σε μια σειρά γλωσσικών ασκήσεων (π.χ. εντοπισμός

λαθών, ετυμολογία λέξεων, σωστή ορθογραφία). Παρουσιάστρια του πρώτου κύκλου

ήταν η Λιάνα Κανέλλη και του δεύτερου η Μαρία Χούκλη, δημοφιλείς και

προβεβλημένες δημοσιογράφοι που είχαν απήχηση στο ευρύτερο κοινό. Και στους

δύο κύκλους τη γλωσσολογική επιμέλεια είχε ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, το κύρος

του οποίου νομιμοποιούσε τη γλωσσική ρύθμιση της «ορθής» χρήσης της ελληνικής

γλώσσας που επιχειρούσε η εκπομπή. Συνεπώς, πέρα από το εκπαιδευτικό σύστημα,

σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή μιας ενέργειας γλωσσικού σχεδιασμού μπορούν να

παίξουν οικονομικές παροχές και προωθητικές εκστρατείες που μεταδίδονται από τα

μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Δεν αρκεί ωστόσο η εφαρμογή μιας ενέργειας γλωσσικού σχεδιασμού. Είναι

απαραίτητη η συνεχής αξιολόγηση των διάφορων εφαρμογών και η βελτίωσή τους με

την ανάπτυξη νέων στρατηγικών. Συχνά δεν δίνεται η απαραίτητη προσοχή σε αυτή

την πτυχή του γλωσσικού σχεδιασμού, όπως επίσης παραγνωρίζεται η ανάγκη

κάλυψης των νέων επικοινωνιακών αναγκών. Μια γλωσσική ποικιλία, μετά την

κωδικοποίησή της, καθώς αρχίζει να αποκτά νέες λειτουργίες ύστερα από τις

διαδικασίες της επιλογής και της εφαρμογής, είναι πιθανό να πρέπει να γίνει

αντικείμενο περαιτέρω γλωσσικής επεξεργασίας, προκειμένου να καλύψει τις νέες

επικοινωνιακές ανάγκες που προέκυψαν.

Το γεγονός ότι η ΕΝΓ αναγνωρίστηκε νομικά το 2000 ως γλώσσα της

εκπαίδευσης των μαθητών με απώλεια ακοής δε συνεπάγεται αυτόματα ότι μέχρι

σήμερα ο νόμος εφαρμόζεται πλήρως. Κωλύματα στην εφαρμογή του νόμου

προέρχονται από την έλλειψη πόρων (π.χ. εκπαιδευτικών που να γνωρίζουν την ΕΝΓ,

26

κατάλληλου διδακτικού υλικού, αναλυτικών προγραμμάτων), από την βραδεία

αλλαγή των αντιλήψεων σχετικά με τις δυνατότητες της ΕΝΓ, καθώς και από την

έλλειψη εφαρμοσμένης γλωσσολογικής έρευνας (για αντίστοιχα προβλήματα στην

εφαρμογή των νόμων στη Νότια Αφρική για την αντίστοιχη νοηματική γλώσσα βλ.

Reagan κ.ά. 2006).

1.3.4. Επεξεργασία

Ο Haugen (1983), περιγράφοντας το στάδιο της γλωσσικής επεξεργασίας, αναφέρεται

στον εκσυγχρονισμό της ορολογίας (terminological modernisation) και στην

υφολογική επέκταση (stylistic development) της σχεδιαζόμενης γλώσσας. Η

διαδικασία της επεξεργασίας δεν πρέπει να περιορίζεται στην καταγραφή του

λεξιλογίου. Αυτή έχει ήδη συντελεστεί σε ένα βαθμό κατά την κωδικοποίηση μιας

γλώσσας (Kaplan & Baldauf 1997). Σε αυτή την τελευταία φάση του γλωσσικού

σχεδιασμού είναι σημαντική η ενθάρρυνση της εκδοτικής παραγωγής στην

επιλεγμένη γλώσσα και της χρήσης της σε περισσότερους τομείς (δημόσιες

υπηρεσίες, θρησκεία, λογοτεχνία, μέσα μαζικής ενημέρωσης), ώστε να διευρυνθεί η

χρήση της σε νέα κειμενικά περιβάλλοντα.

Είναι γνωστό ότι, σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της ορολογίας, όλες οι

γλώσσες διαθέτουν μηχανισμούς εμπλουτισμού του λεξιλογίου τους μέσω της

σύνθεσης και παραγωγής νέων λέξεων ή του δανεισμού από άλλες γλώσσες. Οι

μηχανισμοί αυτοί είναι κοινοί σε όλες τις γλώσσες. Μπορούμε να εντοπίσουμε τους

παραπάνω μηχανισμούς στα παρακάτω παραδείγματα για το λεξιλογικό

εκσυγχρονισμό της γλώσσας Hausa της δυτικής Αφρικής:

(α) δανεισμός από άλλες γλώσσες: από τα αγγλικά government>gwamnatì

«κυβέρνηση»,

(β) σημασιολογική επέκταση μιας υπάρχουσας λέξης: jàkaadàa «αγγελιαφόρος

του παλατιού», «πρεσβευτής»

(γ) νεολογισμοί: jirgin samà mài sàukař ūngūlu «ελικόπτερο», κυριολεκτικά

«οχήματος επάνω-μέρος με προσγείωση πτηνό» (Mesthrie κ.α. 2000).

Ως αντίστοιχα παραδείγματα από τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής γλώσσας

ενδεικτικά αναφέρω περιπτώσεις που αφορούν το λεξιλόγιο που είναι σχετικό με τους

ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Έχουμε λοιπόν το δάνειο από τα αγγλικά κομπιούτερ, τη

σημασιολογική επέκταση του ρήματος κατεβάζω στη φράση κατεβάζω αρχεία και το

νεολογισμό διαδίκτυο.

27

Ο προβληματισμός που συνήθως αναπτύσσεται αφορά κυρίως το δανεισμό

από άλλες γλώσσες. Πολλές φορές επικρατούν καθαριστικές πρακτικές.

Προτιμούνται τύποι οι οποίοι παράγονται από ρίζες της ίδιας ή συγγενών γλωσσών.

Η γλωσσική Ακαδημία στο Ισραήλ προτιμά να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή

νέων όρων στην εβραϊκή ρίζες από την εβραϊκή ή από άλλες σημιτικές γλώσσες

(Mesthrie κ.ά. 2000), ενώ για τα ελληνικά θεωρήθηκε προτιμότερος ο νεολογισμός

υπουργός από το δάνειο μινίστρος. Τέτοιου είδους επιλογές δεν έχουν πάντοτε επιτυχή

έκβαση, ιδιαίτερα όταν έχει ήδη καθιερωθεί ένας όρος. Η επικράτηση ή μη

νεολογισμών οφείλεται στην πλήρωση συγκεκριμένων κριτηρίων (βλ. μεταξύ άλλων

Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1986, Κακριδή-Ferrari 2001α, Γούτσος 2004). Στα

ελληνικά, ο νεολογισμός ταχυφαγείο δεν αντικατέστησε τον ξενικής προέλευσης φαστ

φουντ, προφανώς επειδή δεν ήταν συμβατός με τα επίπεδα ύφους και τις

επικοινωνιακές περιστάσεις στις οποίες συνήθως χρησιμοποιείται η λέξη φαστ φουντ

(καθημερινή επικοινωνία κυρίως ανάμεσα σε νέους που συχνάζουν σε φαστ φουντ).

Αντίστοιχα, στις Φιλιππίνες, οι καθαριστές της επίσημης γλώσσας Tagalog δεν

κατόρθωσαν να επιβάλουν τη λέξη salipawpaw, που εγκαταλείφθηκε και επικράτησε

η δάνεια eroplano «αεροπλάνο», η οποία αποτελεί διεθνισμό (Reagan 2001).

Η υφολογική επέκταση της σχεδιαζόμενης γλώσσας ή ποικιλίας αποτελεί μία

παράλληλη διαδικασία για την οποία ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί από τους

σχεδιαστές στην ανάπτυξη νέων κειμενικών ειδών. Πρόσφορο έδαφος για τέτοιου

είδους γλωσσικές ενέργειες αποτελούν η καλλιτεχνική έκφραση και τα μέσα μαζικής

ενημέρωσης. Ειδικότερα ως προς την καλλιτεχνική έκφραση, αξίζει να σχολιαστεί η

περίπτωση της δημοτικής στην Ελλάδα, ώστε να φανεί ο ρόλος της τέχνης στο

γλωσσικό σχεδιασμό. Οι νεοέλληνες λογοτέχνες χρησιμοποίησαν κυρίως τη δημοτική

στα έργα τους (ιδίως οι ποιητές), πολύ πριν καθιερωθεί ως επίσημη ποικιλία του

κράτους. Με αυτόν τον τρόπο η συγκεκριμένη ποικιλία και υπέστη δομική

επεξεργασία από καταξιωμένους συγγραφείς, αλλά και απέκτησε μια ξεχωριστή

συμβολική αξία ως η λογοτεχνική γλώσσα του νεοελληνικού έθνους. Αυτή η

υφολογική επέκταση της δημοτικής συνέβαλε αποφασιστικά στην επικράτησή της

απέναντι στην καθαρεύουσα και τη λύση του γλωσσικού ζητήματος στην Ελλάδα. Ο

ρόλος της τέχνης ως πεδίου γλωσσικού σχεδιασμού αφορά και την ΕΝΓ. Η χρήση της

σε καλλιτεχνικά γεγονότα (θεατρικές παραστάσεις, αποδόσεις τραγουδιών, ποιητικές

βραδιές) αναβαθμίζει το κύρος της και συντελεί στην περαιτέρω επεξεργασία της.

28

Το γιατί τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποτελούν πρόσφορο έδαφος για

ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού είναι προφανές, ειδικά αν ληφθεί υπόψη η εμβέλειά

και η απήχησή τους σε ένα ευρύτερο κοινό και η διεισδυτικότητά τους στις

σύγχρονες κοινωνίες και ιδιαίτερα στις ομάδες των νέων, που έχουν πιο ευμετάβλητη

γλωσσική συμπεριφορά. Ειδικά για την ΕΝΓ, η τηλεόραση και το διαδίκτυο, όπου

κυριαρχεί η εικόνα, δίνουν τη δυνατότητα νέων χρήσεων σε μια γλώσσα που

προσλαμβάνεται μέσω της όρασης.

Συνοψίζοντας, το μοντέλο του Haugen προσφέρει μια αρκετά ικανοποιητική

περιγραφή του τι συμβαίνει σε μια διαδικασία γλωσσικού σχεδιασμού. Η

κωδικοποίηση και η επεξεργασία αφορούν το δομικό σχεδιασμό, ενώ η επιλογή και η

εφαρμογή σχετίζονται με το λειτουργικό σχεδιασμό, το σχεδιασμό κατάκτησης και το

σχεδιασμό κύρους. Οι διαδικασίες μάλλον συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται,

παρά διαδέχεται η μία την άλλη, όπως συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται και

τα είδη του γλωσσικού σχεδιασμού.

Η επεξεργασία της δημοτικής (λεξιλογικός εκσυγχρονισμός και υφολογική

επέκταση) από τους νεοέλληνες λογοτέχνες (δομικός σχεδιασμός) συνέβαλε αρχικά

στην αύξηση του γοήτρου της ως γλώσσας της λογοτεχνίας για τους έλληνες ομιλητές

(σχεδιασμός κύρους), παρόλο που, λόγω της επικρατούσας τότε γλωσσικής διμορφίας,

ήταν η ποικιλία με το χαμηλό γόητρο σε σχέση με την καθαρεύουσα. Ακόμη και την

περίοδο που η καθαρεύουσα ήταν η επιλογή ως γλώσσα για τις επίσημες

επικοινωνιακές περιστάσεις, τουλάχιστον από το επίσημο ελληνικό κράτος

(λειτουργικός σχεδιασμός), η κωδικοποίηση της δημοτικής (π.χ. Νεοελληνική

Γραμματική της δημοτικής Τριανταφυλλίδη 1988) υπήρξε πιο συνεπής από την

κωδικοποίηση της καθαρεύουσας (δομικός σχεδιασμός).19 Το 1974 το ελληνικό

κράτος άλλαξε επιλογή και καθιέρωσε τη δημοτική ως επίσημη γλώσσα του

(λειτουργικός σχεδιασμός),20 ενώ με μια σειρά από νομοθετήματα εφάρμοσε αυτήν την

επιλογή αρχικά στην εκπαίδευση και στη συνέχεια στη διοίκηση (λειτουργικός

19 Αυτό βέβαια οφείλεται και στο γεγονός ότι η καθαρεύουσα ήταν μια υβριδική γλωσσική ποικιλία, χωρίς ενιαία μορφή και κανονικότητα, με αναμεμιγμένα στοιχεία από την αρχαία και τη νέα ελληνική ανάλογα με τις εκάστοτε προτιμήσεις του ομιλητή (βλ. Πετρούνιας 1984, Holton κ.ά. 1999).20 Το σύνταγμα του 1974 ουσιαστικά παρέλειψε τη γλωσσική διάταξη του συντάγματος του 1911 που όριζε ότι «Επίσημος γλώσσα του κράτους είναι εκείνη εις την οποίαν συντάσσεται το πολίτευμα και της ελληνικής νομοθεσίας τα κείμενα». Μια σειρά από νομοθετικά μέτρα που πάρθηκαν από επόμενες κυβερνήσεις (Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1976 και Ανδρέα Παπανδρέου το 1982) ρυθμίστηκαν, εκτός των άλλων, θέματα σχετικά με την ακώλυτη χρήση και τη συστηματική διδασκαλία της δημοτικής γλώσσας. (βλ. Σταυρίδη-Πατρικίου 2001).

29

σχεδιασμός). Παράλληλα, προωθήθηκε η ορθογραφική μεταρρύθμιση του μονοτονικού

συστήματος (δομικός σχεδιασμός).

1.4. Οι παράμετροι του γλωσσικού σχεδιασμού: Το μοντέλο του Cooper

Στο μοντέλο του Haugen, που αναλύθηκε προηγουμένως, δίνεται έμφαση στις

διαδικασίες του γλωσσικού σχεδιασμού. Έχει όμως ήδη αναφερθεί ότι συνήθως μια

ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού έχει παράλληλα γλωσσικούς και εξωγλωσσικούς

στόχους. Στην περίπτωση της ελληνικής γλωσσικής διμορφίας, η προώθηση της μίας

ποικιλίας έναντι της άλλης ως γλώσσας της εκπαίδευσης τον 20ό αιώνα, σχετιζόταν

άμεσα με εξωγλωσσικές ιδεολογικές σκοπιμότητες. Συνήθως με τη δημοτική

ταυτίζονταν οι εκσυγχρονιστικοί, ενώ με την καθαρεύουσα οι συντηρητικότεροι

πολιτικοί κύκλοι.

Είναι, επομένως, περισσότερο χρήσιμο, αντί να εξετάζεται μόνο το τι

συμβαίνει σε μια διαδικασία γλωσσικού σχεδιασμού, να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση

στο πώς συμβαίνει αυτό και να εξεταστούν ποιες είναι συνολικότερα οι παράμετροι

που καθορίζουν μια ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού. Ένα επαρκέστερο σχήμα για

μια τέτοιου είδους συζήτηση παρέχει το μοντέλο του Cooper (1989).

Το μοντέλο του Cooper φωτίζει περισσότερο το ρόλο της κοινωνίας αλλά και

των ατόμων ξεχωριστά στο γλωσσικό σχεδιασμό, εξετάζει ειδικότερα τους στόχους

που εξυπηρετεί μια ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού και αναλύει τις συνθήκες και τα

μέσα με τα οποία πραγματώνεται. Βασιζόμενο σε οκτώ παραμέτρους, παρέχει ένα

επαρκές σχήμα για την περιγραφή του γλωσσικού σχεδιασμού. Οι οκτώ παράμετροι

προκύπτουν ουσιαστικά από τη διατύπωση οκτώ ερωτημάτων. Αυτός ο τρόπος

παρουσίασης έχει τα ακόλουθα θεωρητικά και πρακτικά πλεονεκτήματα. Από

θεωρητική πλευρά το μοντέλο, καθώς δίνει μεγαλύτερη έμφαση στον κοινωνικό

παράγοντα, εντάσσει το γλωσσικό σχεδιασμό καλύτερα στο πλαίσιο που ανήκει.

Επιπλέον είναι πιο αναλυτικό και πιο επεξεργασμένο, άρα μπορεί να καλύψει

κατηγορίες και παράγοντες που πιθανό να μην προκύπτουν εύκολα από το μοντέλο

του Haugen, καλύπτοντας έτσι το εύρος του πεδίου. Από πρακτική πλευρά, το

μοντέλο είναι εμπειρικό και καθημερινό, γεγονός που το καθιστά εύληπτο και

ευμνημόνευτο. Δεν εξαντλείται σε περιττές ταξινομήσεις και ειδική ορολογία. Είναι,

επίσης, ανοιχτό σε τροποποιήσεις, που δεν μπορούν όμως να αλλοιώσουν τη

βαθύτερη φιλοσοφία του. Παραθέτει, τέλος, ένα εύχρηστο σχήμα για κάθε απόπειρα

παρουσίασης του γλωσσικού σχεδιασμού.

30

Για την παρούσα διατριβή, το μοντέλο του Cooper υπήρξε ιδιαίτερα χρήσιμο

εργαλείο, καθώς οι παράμετροί του καθόρισαν τις ερωτήσεις που αποτέλεσαν τον

οδηγό για τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων και παρείχαν το βασικό σχήμα με το οποίο

θα παρουσιαστεί η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας. Άλλωστε, η έρευνα του

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ αποτελεί μια έρευνα που γίνεται σε μικρο-επίπεδο

και εστιάζει στη γλωσσική συμπεριφορά των μελών της γλωσσικής κοινότητας,

επομένως το μοντέλο του Cooper είναι το πλέον κατάλληλο, καθώς δίνει έμφαση

στον ανθρώπινο παράγοντα και εξετάζει γλωσσικές ενέργειες από όπου και αν

προέρχονται (από την κορυφή και από τη βάση).

Πιο αναλυτικά, ο Cooper (1989:97) υποστηρίζει ότι, προκειμένου να κάνουμε

έναν περιγραφικά επαρκή απολογισμό οποιασδήποτε περίπτωσης γλωσσικού

σχεδιασμού, θα πρέπει να έχουμε πληροφορίες, έστω σε ελάχιστο βαθμό, σχετικά με

το ποιοι επιχειρούν να επηρεάσουν ποιες συμπεριφορές, ποιων ατόμων, με ποιους

στόχους, κάτω από ποιες συνθήκες, με ποια μέσα, μέσω ποιών διαδικασιών λήψης

αποφάσεων και με ποια αποτελέσματα (βλ. σχήμα 1).

Σχήμα 1: Παράμετροι για τη μελέτη του γλωσσικού σχεδιασμού (Cooper 1989:98)

1. Ποιοι

2. επιχειρούν να επηρεάσουν ποιες συμπεριφορές

3. ποιών ατόμων

4. με ποιους στόχους

5. κάτω από ποιες συνθήκες

6. με ποια μέσα

7. μέσω ποιων διαδικασιών λήψης αποφάσεων

8. με ποια αποτελέσματα

Από το σχήμα διαφαίνεται ένα από τα βασικότερα πλεονεκτήματα του

συγκεκριμένου μοντέλου. Χρησιμοποιούνται απλοί όροι [ποιοι, συμπεριφορές

(δηλαδή τι), ατόμων, στόχοι, συνθήκες (δηλαδή πού), μέσα (δηλαδή πώς), λήψη

αποφάσεων, αποτελέσματα] για να περιγραφούν οι παράμετροι που καθορίζουν μια

ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού. Κατά τη γνώμη μου, υπάρχει κάποια επικάλυψη

ανάμεσα στην τέταρτη και την έκτη παράμετρο, τους στόχους και τα μέσα και την

πέμπτη και την έβδομη, τις συνθήκες και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, γι’ αυτό

το λόγο στη συνέχεια οι παράμετροι αυτές αναλύονται από κοινού. Μια ενέργεια

31

γλωσσικού σχεδιασμού έχει κάποιο γλωσσικό στόχο (ορισμένες φορές περισσότερους

από έναν) και αξιοποιεί συγκεκριμένα μέσα για την επίτευξή του. Ανάλογα με το

στόχο αξιοποιούνται διαφορετικά μέσα. Σε αυτήν την περίπτωση αυτό που μας

ενδιαφέρει είναι γενικότερα το πώς υλοποιούνται οι ενέργειες γλωσσικού

σχεδιασμού. Οι συνθήκες και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων αναφέρονται στο

πλαίσιο δράσης του γλωσσικού σχεδιασμού, δηλαδή στο πού λαμβάνουν χώρα οι

διάφορες ενέργειές του. Παράλληλα, οι φορείς γλωσσικού σχεδιασμού (ποιοι)

μπορούν να ταυτίζονται με τα ίδια τα μέλη της κοινότητας (ποιών ατόμων), ειδικά

στην περίπτωση του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ, όπου ο γλωσσικός σχεδιασμός

προέρχεται κυρίως από τη βάση. Οι παραπάνω επικαλύψεις δεν αποτελούν

μειονέκτημα του μοντέλου, καθώς με μικρές τροποποιήσεις μπορεί να αποτελέσει το

αναλυτικό πλαίσιο παρουσίασης του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ.

1.4.1. Φορείς γλωσσικού σχεδιασμού (ποιοι;)

Η πρώτη παράμετρος αναφέρεται στους φορείς του γλωσσικού σχεδιασμού. Διάφοροι

ερευνητές αμφισβήτησαν την αποκλειστικότητα των παραδοσιακών φορέων

γλωσσικού σχεδιασμού που προέρχονται από την κορυφή και υποστήριξαν ότι λόγο

σε μια ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού έχουν και τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής

κοινότητας στα οποία στοχεύει ο γλωσσικός σχεδιασμός (Cooper 1989, Kaplan &

Baldauf 1997). Βέβαια, οι γλωσσικές αλλαγές που σχεδιάζονται από την κορυφή

είναι συνήθως εκείνες που έχουν πιο συγκεκριμένους στόχους και χρησιμοποιούν πιο

οργανωμένες μεθόδους απ’ ό,τι αυτές που ξεκινούν από μια αναγκαστικά

ανομοιογενή βάση.

Για την ανάλυση των φορέων που είναι πιθανό να εμπλέκονται σε ενέργειες

γλωσσικού σχεδιασμού ιδιαίτερα χρήσιμη είναι η κατηγοριοποίηση των Kaplan &

Baldauf (1997:5-6) οι οποίοι τους διακρίνουν σε τέσσερις βασικές ομάδες: (α)

κυβερνητικοί φορείς/ υπηρεσίες, (β) εκπαιδευτικοί φορείς, (γ) ημι-κυβερνητικοί ή μη

κυβερνητικοί φορείς, και (δ) άλλες οργανώσεις και μεμονωμένα άτομα (βλ. πίνακα

2).

Αν και αμφισβητήθηκε ότι έχουν την αποκλειστικότητα, συχνά θεωρείται ότι

ο γλωσσικός σχεδιασμός προέρχεται κυρίως από κυβερνητικές δραστηριότητες που

προωθούν συγκεκριμένες γλωσσικές πολιτικές. Οι εμπλεκόμενοι κρατικοί φορείς

είναι τις περισσότερες φορές περισσότεροι από ένας. Αν και συνήθως το βάρος της

κυβερνητικής ευθύνης για ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού αποδίδεται στα

32

υπουργεία Παιδείας, είναι πιθανό σε ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού να

εμπλέκονται και άλλοι κυβερνητικοί φορείς. Για παράδειγμα, στο πρόβλημα της

επιλογής επίσημης γλώσσας για τις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής μετά τη λήξη

της αποικιοκρατίας, εκτός από τους φορείς που ασκούσαν εκπαιδευτική πολιτική,

γλωσσικές αποφάσεις καλούνταν να λάβουν φορείς όπως τα υπουργεία Εμπορίου,

καθορίζοντας τη γλώσσα/ γλώσσες επικοινωνίας των νεοσύστατων κρατών με τον

έξω κόσμο, τα υπουργεία Εξωτερικών, θέτοντας τις προϋποθέσεις για τη γλωσσική

κατάρτιση των υπαλλήλων τους κατά τη στελέχωση των διπλωματικών τους

υπηρεσιών, τα υπουργεία Άμυνας, μεταφράζοντας στη νέα επίσημη γλώσσα

εγχειρίδια για τη χρήση του εισαγόμενου πολεμικού υλικού, που συνήθως

προσφέρονταν στη γλώσσα του κατασκευαστή κτλ. (Kaplan & Baldauf 1997:7) Στην

Ελλάδα, μετά την καθιέρωση της δημοτικής και του μονοτονικού συστήματος, το

υπουργείο Εσωτερικών ήταν επιφορτισμένο να ενημερώσει τους υπαλλήλους του να

μη χρησιμοποιούν την καθαρεύουσα και το πολυτονικό στα δημόσια έγγραφα ενώ

παράλληλα τα προσάρμοζε στη δημοτική και στο μονοτονικό, όπως επίσης και τους

νόμους και τις διάφορες διατάξεις.

Πίνακας 2: Φορείς γλωσσικού σχεδιασμού

κυβερνητικοί φορείς/

υπηρεσίες,

εκπαιδευτικοί φορείς ημι-κυβερνητικοί/

μη κυβερνητικοί φορείς

άλλες οργανώσεις/

μεμονωμένα άτομα

Υπουργεία:

Εμπορίου

Εξωτερικών

Άμυνας

Εσωτερικών

κτλ.

εθνικοί

περιφερειακοί

τοπικοί

Πανεπιστήμια

Ινστιτούτα

Γλωσσικές ακαδημίες

Θρησκευτικοί φορείς:

Εκκλησίες

Ιεραποστολές

Γλωσσικές επιτροπές

Δημόσιες υπηρεσίες

Ιδιωτικές Επιχειρήσεις:

Εταιρείες

Τράπεζες κτλ.

Ιδιώτες:

επιστήμονες

διανοούμενοι

πολικοί ηγέτες κτλ.

Ειδικότερα για μια μειονοτική γλώσσα, όπως είναι η ΕΝΓ, κυβερνητικοί

φορείς είναι πιθανό να ασκούν γλωσσική πολιτική χωρίς να αναλαμβάνουν καμία

δράση απέναντι στη συγκεκριμένη γλώσσα. Όπως αναφέρει ο Cobarrubias (1983:71),

για ορισμένες μειονοτικές γλώσσες μια πολιτική συνύπαρξης με την κυρίαρχη

γλώσσα χωρίς υποστήριξη θα μπορούσε να είναι γλωσσοκτονική. Η μη ανάληψη

33

δράσεων για την υποστήριξη και διατήρηση μιας μειονοτικής γλώσσας ισοδυναμεί με

γλωσσική πολιτική που κατευθύνει τους ομιλητές της μειονοτικής γλώσσας στην

κυρίαρχη γλώσσα της πλειονότητας. Συνεπώς, ορισμένοι κυβερνητικοί φορείς είναι

πιθανό, ακόμη και όταν φαινομενικά δεν εφαρμόζουν γλωσσικό σχεδιασμό, να

ασκούν συγκεκριμένες γλωσσικές πολιτικές.

Οι εκπαιδευτικοί φορείς μπορεί να δρουν σε εθνικό, αλλά και σε περιφερειακό

και τοπικό επίπεδο. Μπορούν να ασκήσουν γλωσσική πολιτική με τους ακόλουθους

τρόπους:

(α) κατασκευάζουν εκπαιδευτικά αναλυτικά προγράμματα και επομένως

αποφασίζουν ποιες γλώσσες θα διδαχθούν, πόσες ώρες, σε ποια γνωστικά

αντικείμενα και ποιο είναι το προσδοκώμενο επίπεδο γλωσσομάθειας,

(β) επιλέγουν το εκπαιδευτικό προσωπικό ορίζοντας τα τυπικά προσόντα που

απαιτούνται,

(γ) κατανέμουν το μαθητικό πληθυσμό επιδιώκοντας παράλληλα τη γονική

και κοινωνική υποστήριξη,

(δ) καθορίζουν τις μεθόδους γλωσσικής διδασκαλίας,

(ε) ορίζουν τις διαδικασίες γλωσσικής αξιολόγησης και πιστοποίησης, και

τέλος,

(στ) στηρίζουν οικονομικά και με ανθρώπινο δυναμικό τις απαιτούμενες

ενέργειες (Kaplan & Baldauf 1997:8-9).

Συνήθως με τη δράση τους απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους, αν και

μπορούν να επηρεάσουν και άλλες ηλικιακές ομάδες του πληθυσμού (τεχνική

εκπαίδευση, εκπαίδευση ενηλίκων και δια βίου εκπαίδευση, εκπαίδευση

μεταναστών). Θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στην πρώτη ομάδα των

κυβερνητικών φορέων, αποτελούν ωστόσο ξεχωριστή κατηγορία εξαιτίας του

ιδιαίτερου ρόλου της εκπαίδευσης στις ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Άλλωστε

δεν είναι πάντοτε κρατικοί μια που ορισμένες φορές βασίζονται στην ιδιωτική

πρωτοβουλία. Για παράδειγμα, σε ορισμένα κράτη τα πανεπιστήμια, που έχουν

πρωτεύοντα ρόλο στη χάραξη γλωσσικής πολιτικής, δεν είναι μόνο κρατικά.

Στην τρίτη κατηγορία ανήκουν οργανώσεις και οργανισμοί που είτε

στηρίζονται σε κάποιο βαθμό από τις κυβερνήσεις διαφόρων κρατών είτε

λειτουργούν αυτόνομα. Από αρκετά κράτη έχουν ιδρυθεί ινστιτούτα για την

προώθηση της επίσημης γλώσσας τους σε άλλες χώρες. Ορισμένα από αυτά, όπως το

Βρετανικό Συμβούλιο για τα αγγλικά (British Council), το Ινστιτούτο Γκαίτε για τα

34

γερμανικά (Goethe Institute), το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο (Istituto Italiano di

Cultura) για τα ιταλικά και το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών για τα γαλλικά (Institut

Français d’ Athènes) δραστηριοποιούνται εδώ και αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, με

ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα στους στόχους τους. Ειδικότερα το τελευταίο

λειτουργούσε, μέχρι πρότινος, και αρκετά παραρτήματα σε όλη τη χώρα.

Στους ημι-κυβερνητικούς φορείς συμπεριλαμβάνονται και οι γλωσσικές

ακαδημίες που έχουν ιδρύσει διάφορα κράτη, οι οποίες με τη δράση τους

συμβάλλουν αποφασιστικά στην προτυποποίηση των γλωσσών με τη συγγραφή

λεξικών και γραμματικών, καθώς και στον εκσυγχρονισμό και τον καθαρισμό τους με

την εισαγωγή νέων όρων και τη μετάφραση ξένων δανείων. Από τις πιο ονομαστές,

αν και όχι η πιο παλιά, είναι η Académie Française (Γαλλική Ακαδημία), που

ιδρύθηκε το 1634 στο Παρίσι από τον καρδινάλιο Richelieu. Για την ελληνική

γλώσσα δραστηριοποιείται η Ακαδημία Αθηνών, ένα από τα ερευνητικά κέντρα της

οποίας, το Κέντρο Ερεύνης Επιστημονικών Όρων και Νεολογισμών, έχει ως σκοπό

και αποστολή του «τον γλωσσικό έλεγχο των νεολογισμών της νεοελληνικής κοινής,

την αποκατάσταση των εσφαλμένων ελληνογενών νεολογισμών, την αντικατάσταση

των ξένων όρων με ελληνικούς, όπου κρίνεται απαραίτητο και εφόσον η χρήση δεν

τους έχει ήδη καθιερώσει, την υπόδειξη για την αποφυγή εσφαλμένων όρων και

εκφράσεων και γενικά τη μέριμνα για την ορθή χρήση της ελληνικής γλώσσας, τη

διατύπωση στην ελληνική γλώσσα επιστημονικής ορολογίας σε νέους κλάδους και

σύμφωνα με τα νέα δεδομένα των επιστημών».21 Από την Ακαδημία Αθηνών

αναμένεται επίσης το νέο Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής το οποίο με τις

καινοτομίες του φιλοδοξεί να καλύψει λεξικογραφικά κενά στη μελέτη της

νεοελληνικής γλώσσας (Χαραλαμπάκης 2007).

Σε αυτήν την κατηγορία πρέπει να συμπεριληφθούν και θρησκευτικοί φορείς.

Σημαντικός υπήρξε ο ρόλος των ιεραποστόλων για την ανάπτυξη συστημάτων

γραφής και την καταγραφή αυτόχθονων γλωσσών. Για παράδειγμα, ο Hans Kristian

Knudsen της ιεραποστολικής εταιρείας του Ρήνου επέλεξε το λατινικό αλφάβητο για

τη γραπτή αναπαράσταση της γλώσσας Nama (της γλωσσικής οικογένειας Khoisan)

στη Ναμίμπια της Αφρικής, ενώ ο επίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας

Άγιος Στέφανος του Περμ πρωτοστάτησε στην προτυποποίηση της γλώσσας Komi

(της φινο-ουγγρικής γλωσσικής οικογένειας), δημιουργώντας ένα καινούργιο

21 Οι παραπάνω πληροφορίες προέρχονται από τον ιστότοπο της Ακαδημίας Αθηνών (βλ. πηγές-βιβλιογραφία).

35

αλφάβητο για την αναπαράσταση της συγκεκριμένης γλώσσας (Mesthrie κ.α.

2000:389).

Οι Kaplan & Baldauf (1997:11) επισημαίνουν ότι στην ανάπτυξη συστημάτων

γραφής για τις αυτόχθονες γλώσσες συνέβαλαν κυρίως οι προτεστάντες

ιεραπόστολοι, επειδή για το προτεσταντικό δόγμα είναι σημαντική η συμμετοχή του

ποιμνίου στην ανάγνωση των ύμνων και του Ευαγγελίου κατά την τέλεση της Θείας

λειτουργίας και, επομένως, έπρεπε οι εκχριστιανισμένοι πληθυσμοί να μάθουν

ανάγνωση και γραφή. Αντίθετα, η διαφορετική πρακτική της καθολικής και της

ελληνορθόδοξης Εκκλησίας συνέβαλε μάλλον στη διατήρηση της λατινικής και της

ελληνιστικής κοινής, που χρησιμοποιούν ακόμη τα δύο δόγματα στις λειτουργικές

πρακτικές τους. Ανάλογα, οι πρακτικές της μουσουλμανικής θρησκείας και η

αντιμετώπιση της κλασικής αραβικής ως ιερής γλώσσας συνετέλεσαν στη διάδοση

της γλώσσας του Κορανίου στον ισλαμικό κόσμο. Ο ρόλος θρησκευτικών φορέων σε

ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού έχει ακόμη πιο βαρύνουσα σημασία, αν σκεφτούμε

ότι σε αρκετές χώρες θρησκευτικές οργανώσεις έχουν υπό την ευθύνη τους τη

λειτουργία σχολείων και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

Αυτή η κατηγορία φορέων των φαίνεται να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον

για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ (βλ. 5.3). Καθώς κρατικοί φορείς δεν έχουν

επιδείξει μεγάλο ενδιαφέρον γενικότερα για την ΕΝΓ (με εξαίρεση ίσως

εκπαιδευτικούς φορείς) και καθώς ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ προέρχεται

πρωτίστως από τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας, σε αυτήν την κατηγορία

βρίσκονται οι πιο δραστήριοι φορείς ως προς το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ.

Στην τελευταία κατηγορία των Kaplan & Baldauf μπορούν να

συμπεριληφθούν οργανώσεις που οι ενέργειες τους, αν και δεν έχουν αμιγώς

γλωσσικούς στόχους, σχεδιάζουν γλωσσικά. Οι Kaplan & Baldauf (1997:12)

αναφέρουν ως παράδειγμα την ταχυδρομική υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών, η

οποία δεν διακινεί αλληλογραφία όταν σε αυτήν χρησιμοποιείται άλλο αλφάβητο

εκτός από το λατινικό. Σκοπός της ταχυδρομικής υπηρεσίας είναι πρωτίστως η ομαλή

διακίνηση της αλληλογραφίας, αλλά με αυτήν της την απόφαση παρεμβαίνει σε ένα

γλωσσικό ζήτημα. Ανάλογα, πολυεθνικές εταιρίες είναι πιθανό να συμβάλλουν στην

προώθηση κάποιας γλώσσας με αποφάσεις σχετικά με το ποια γλώσσα θα

χρησιμοποιούν οι υπάλληλοί τους στο εργασιακό τους περιβάλλον ή με την

οργάνωση γλωσσικών μαθημάτων για τη διευκόλυνση ξενόγλωσσων συνεργατών.

Μπορούν παράλληλα να συμμετέχουν στο λεξιλογικό εμπλουτισμό κάποιας

36

γλώσσας. Επίσης, εταιρίες, επιχειρήσεις και οργανισμοί, στην προσπάθεια τους να

βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους και την επικοινωνία τους με τους πελάτες τους,

μπορούν να πάρουν αποφάσεις για γλωσσικά θέματα. Για παράδειγμα, στα αυτόματα

μηχανήματα συναλλαγής διάφορων ελληνικών τραπεζών ο πελάτης μπορεί να

επιλέξει να χρησιμοποιήσει εκτός από τα ελληνικά και άλλες γλώσσες, όπως αγγλικά

και αλβανικά. Σχετικά με την επιλογή των αλβανικών είναι προφανές ότι οι ελληνικές

τράπεζες με αυτόν τον τρόπο προσπαθούν να εξυπηρετήσουν το μεγάλο αριθμό

αλβανόφωνων πελατών τους που ζουν και εργάζονται ως μετανάστες τα τελευταία

χρόνια στην Ελλάδα.

Τέλος, σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν μεμονωμένα πρόσωπα που με τη

δράση τους ασκούν γλωσσική πολιτική.22 Πρόκειται κυρίως για διανοούμενους,

ανθρώπους των γραμμάτων, φιλολόγους και γλωσσολόγους, εκδότες, άτομα με

προσωπικό κύρος, πολιτικούς αρχηγούς. Στην κοινωνιογλωσσική έρευνα συχνά

χρησιμοποιείται ο όρος ιεραπόστολος της γλώσσας όταν αναφερόμαστε σε τέτοια

άτομα που ασκούν μεγαλύτερη επίδραση στην πορεία της γλωσσικής μεταβολής σε

μια κοινότητα (Trudgill 2003, Τσάκωνα 2007). Για την Ελλάδα μπορούμε να

αναφέρουμε ενδεικτικά τον Κοραή, ο οποίος, αν και είχε ως κύρια επαγγελματική του

απασχόληση την ιατρική, υπήρξε εξέχουσα προσωπικότητα του νεοελληνικού

διαφωτισμού, με πλούσιο φιλολογικό και μεταφραστικό έργο, που επηρέασε

αρκετούς με τις ιδέες του για το γλωσσικό ζήτημα, και τον Ψυχάρη, πρωτοπόρο

δημοτικιστή. Η δράση των ιεραποστόλων της γλώσσας είναι πιθανό να έρχεται σε

αντίθεση με τις ενέργειες άλλων φορέων. Για παράδειγμα, σήμερα (2010) σημαντικοί

ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι (π.χ. Άγρα) δεν εφαρμόζουν την ορθογραφική

μεταρρύθμιση του μονοτονικού συστήματος του 1982, αλλά διατηρούν το

πολυτονικό. Για την ΕΝΓ και το γλωσσικό της σχεδιασμό υπήρξε σημαντική η

συμβολή συγκεκριμένων ατόμων, κυρίως εκπαιδευτικών (βλ. 5.4).

1.4.2. Γλωσσικές συμπεριφορές (τι;)

Η δεύτερη παράμετρος του σχήματος του Cooper αναφέρεται στις γλωσσικές

συμπεριφορές των ομιλητών, δηλαδή στο κατεξοχήν πεδίο παρέμβασης του

22 Ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση του Fasold (1984:264) ότι και ο ίδιος με τη συγγραφή του βιβλίου του παίζει το ρόλο ενός γλωσσικού σχεδιαστή, με περιορισμένη βέβαια εξουσία. Υπό αυτήν την έννοια κάθε συγγραφέας με τις γλωσσικές του επιλογές επηρεάζει, έστω σε περιορισμένο βαθμό, τους αναγνώστες του στη γλωσσική τους χρήση. Ο καθένας μας λοιπόν σε μικρο-επίπεδο λειτουργεί ως φορέας γλωσσικού σχεδιασμού.

37

γλωσσικού σχεδιασμού. Η γνώση σχετικά με τη γλωσσική συμπεριφορά της οποίας η

αλλαγή προωθείται αποτελεί προϋπόθεση της παρέμβασης που επιδιώκει τη

γλωσσική αλλαγή. Οι γλωσσικές συμπεριφορές των ομιλητών επηρεάζονται

λειτουργικά και δομικά, δηλαδή αναγκάζουν να αντιμετωπίζονται ζητήματα που

αφορούν τόσο την υπόσταση όσο και την ύλη της γλώσσας.

Στην περίπτωση της ΕΝΓ η γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της

διαμορφώνει ένα αρκετά σύνθετο γλωσσικό τοπίο, η χαρτογράφηση του οποίου

επιχειρείται στην παρούσα διατριβή. Οι παράγοντες που φαίνεται ότι διαμορφώνουν

αυτό το σύνθετο γλωσσικό τοπίο με την έντονη ποικιλότητα είναι η σχετικά

πρόσφατη εμφάνιση της ΕΝΓ, ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησής της και η συνύπαρξη

και η επαφή της με την κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα. Τα παραπάνω ιδιαίτερα

γλωσσικά και κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά της ΕΝΓ εμφανίζονται και στις

υπόλοιπες νοηματικές γλώσσες.

1.4.3. Οι ομιλητές (ποιών ατόμων;)

Η γλωσσική κοινότητα (δηλαδή τα άτομα) στην οποία στοχεύει ο γλωσσικός

σχεδιασμός αποτελεί την τρίτη παράμετρο του σχήματος. Αναφέρθηκε ήδη ότι τα

μέλη της γλωσσικής κοινότητας εκτός από αποδέκτες είναι ταυτόχρονα και φορείς

γλωσσικού σχεδιασμού, γι’ αυτό και κατά τη χαρτογράφηση της γλωσσικής

συμπεριφοράς είναι επιθυμητή η ανατροφοδότηση από την ίδια τη γλωσσική

κοινότητα. Στην περίπτωση της ΕΝΓ, ο κυρίαρχος ρόλος των μελών της γλωσσικής

κοινότητας ως φορέων γλωσσικού σχεδιασμού οδήγησε σε μικρή μεταβολή του

σχήματος που προτείνει ο Cooper κατά την παρουσίαση των ερευνητικών δεδομένων.

Κατά συνέπεια αποφασίστηκε πρώτα να αναλυθούν η τρίτη και η δεύτερη

παράμετρος, τα μέλη δηλαδή της γλωσσικής κοινότητας και η γλωσσική τους

συμπεριφορά και στη συνέχεια να αναλυθούν οι εμπλεκόμενοι φορείς γλωσσικού

σχεδιασμού της ΕΝΓ.

Οι Kaplan & Baldauf (1997:56) παρατηρούν ότι πρέπει να εξετασθούν οι

ευκαιρίες, τα κίνητρα και τα αντικίνητρα που έχουν τα μέλη μιας γλωσσικής

κοινότητας προκειμένου να υιοθετήσουν μια γλωσσική αλλαγή. Σε ορισμένες

περιπτώσεις δίνονται αρνητικά κίνητρα σε μια γλωσσική κοινότητα για να

τροποποιήσει τη γλωσσική της συμπεριφορά. Στην Ουαλία, για παράδειγμα, στα τέλη

του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, όχι μόνο απαιτούνταν από τα παιδιά να

μαθαίνουν αγγλικά στο σχολείο, αλλά και τους απαγορευόταν να χρησιμοποιούν

38

ουαλικά. Αν κάποιος μαθητής, για οποιοδήποτε λόγο, χρησιμοποιούσε ουαλικά,

υποχρεωνόταν να φορέσει μια πλάκα, που κρεμιόταν με ένα δέρμα γύρω από το

λαιμό του, όπου επάνω ήταν γραμμένη η φράση «Όχι ουαλικά» (“Welsh not”). Ο

μαθητής απαλλασσόταν από την πλάκα, όταν κάποιος συμμαθητής του

χρησιμοποιούσε ουαλικά και δεχόταν με τη σειρά του την τιμωρία. Σκοπός της

επιδιωκόμενης αλλαγής ήταν η μη χρησιμοποίηση της ουαλικής από τους μαθητές

και κίνητρο ήταν η αποφυγή της εξευτελιστικής τιμωρίας.

Ανάλογες πρακτικές υιοθετήθηκαν και για τις νοηματικές γλώσσες σχεδόν σε

όλες τις χώρες μετά το 1880 (βλ. μεταξύ άλλων Lane 1992, Fischer & Lane 1993,

Matthews 1996, Ladd 2003). Εκείνο το χρόνο πραγματοποιήθηκε στο Μιλάνο

παγκόσμιο συνέδριο εκπαιδευτικών για άτομα με απώλεια ακοής, όπου επικράτησε η

επιλογή χρήσης της προφορικής μεθόδου. Σύμφωνα με αυτήν τη μέθοδο, τα παιδιά με

απώλεια ακοής μπορούν να εκπαιδευτούν, αν μάθουν να χρησιμοποιούν με τους

αναμενόμενους περιορισμούς το φωνούμενο λόγο του ευρύτερου κοινωνικού τους

περιβάλλοντος. Έτσι, στους μαθητές με απώλεια ακοής που φοιτούσαν στα ειδικά

σχολεία απαγορευόταν να χρησιμοποιούν την εκάστοτε νοηματική γλώσσα. Η

απαγόρευση αυτή είχε σημαντικές κοινωνιογλωσσικές και γλωσσικές επιπτώσεις στις

κοινότητες των Κωφών σχεδόν σε όλο τον κόσμο και συνέβαλε στη διαμόρφωση της

γλωσσικής τους συμπεριφοράς. Οι νοηματικές γλώσσες περιορίστηκαν κυρίως στην

καθημερινή επικοινωνία των Κωφών και σπάνια χρησιμοποιήθηκαν σε επίσημες

επικοινωνιακές περιστάσεις. Έτσι, για αρκετά χρόνια δεν αναπτύχθηκε

επεξεργασμένο λεξιλόγιο στις νοηματικές γλώσσες. Παράλληλα, αρκετά συχνά οι

ίδιοι οι Κωφοί διαμόρφωσαν αρνητικές στάσεις απέναντι στις νοηματικές τους

γλώσσες και επιχείρησαν να προσαρμόσουν τη γλωσσική τους συμπεριφορά

αξιοποιώντας τις φθογγογλώσσες που θεωρήθηκαν ανώτερες.

1.4.4.Στόχοι και μέσα γλωσσικού σχεδιασμού (πώς;)

Στην τέταρτη παράμετρο περιλαμβάνονται οι στόχοι και στην έκτη παράμετρο τα

μέσα του γλωσσικού σχεδιασμού. Κατά τη γνώμη μου, οι δύο παράμετροι

αναφέρονται στο πώς επιδιώκεται να τροποποιηθεί η γλωσσική συμπεριφορά μιας

κοινότητας και στο πώς προωθείται μια ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού. Οι φορείς

του γλωσσικού σχεδιασμού εμπλέκονται σε διάφορες ενέργειες και λαμβάνουν

διαφορετικών ειδών αποφάσεις ανάλογα με τους στόχους τους που έχουν υπόψη τους

και τα μέσα που διαθέτουν. Οι στόχοι καθορίζουν την κατεύθυνση του γλωσσικού

39

σχεδιασμού και τα μέσα τους τρόπους υλοποίησής του. Υπό μια έννοια οι στόχοι

προέρχονται έξω από τη γλώσσα αφού σχετίζονται με τις επιθυμίες και τις

προσδοκίες των φορέων γλωσσικού σχεδιασμού, γι’ αυτό το λόγο αρκετές φορές

συνδέονται και με άλλες μη γλωσσικές σκοπιμότητες. Αντίθετα, τα μέσα αφορούν

την ίδια τη γλώσσα αφού πρόκειται για μηχανισμούς που επιχειρούν να

τροποποιήσουν τη γλωσσική συμπεριφορά. Για αυτό το λόγο οι δύο παράμετροι

μπορούν να εξετασθούν από κοινού. Για την ανάλυσή τους είναι χρήσιμα όσα

συζητήθηκαν προηγουμένως για τις διαδικασίες του γλωσσικού σχεδιασμού.

Σημαντικό ρόλο για την εξέταση αυτών των παραμέτρων έχουν επίσης οι

ιδεολογίες που κρύβονται πίσω από κάθε ενέργεια. Για παράδειγμα, ο γλωσσικός

καθαρισμός, ο οποίος ασχολείται με τη μείωση των ξένων δανείων από κάποια

γλώσσα, πολλές φορές συνδέεται και με άλλες «καθαριστικές» εκδηλώσεις, όπου

αντανακλώνται εθνοκεντρικές ιδεολογίες. Στα νεοσύστατα κράτη που προήλθαν με

τη λήξη της αποικιοκρατίας για παράδειγμα, ο γλωσσικός καθαρισμός μάλλον

αντανακλά τα αντι-αποικιακά συναισθήματα και κινήματα των κατοίκων τους

(Reagan 2001). Στην Τουρκία, η γλωσσική μεταρρύθμιση και η αντικατάσταση του

αραβικού αλφαβήτου με το λατινικό είχε και ιδεολογικό χαρακτήρα, καθώς δήλωνε

για τo σύγχρονο τουρκικό κράτος την αποποίηση του ισλαμικού οθωμανικού

παρελθόντος και τη χάραξη ευρωπαϊκής κοσμικής πορείας (Dogançay-Aktuna 1995).

Για τους στόχους του γλωσσικού σχεδιασμού έχουν προταθεί διάφορες

κατηγοριοποιήσεις, όπου διατυπώνονται και διαφορετικοί όροι (βλ. μεταξύ άλλων

Nahir 1984, Kaplan & Baldauf 1997, Reagan 2001). Συνήθως γίνεται λόγος για

γλωσσικό καθαρισμό, γλωσσική διατήρηση ή γλωσσική αναβίωση, γλωσσική

μεταρρύθμιση, γλωσσική προτυποποίηση, γλωσσικό εκσυγχρονισμό και γλωσσική

διάδοση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάποια επικάλυψη μεταξύ τους (βλ.

πίνακα 3, για ορισμένους στόχους παρατίθενται προτεινόμενες υποκατηγορίες).

40

Πίνακας 3: Στόχοι γλωσσικού σχεδιασμού

Γλωσσικός καθαρισμός (language purification)

Γλωσσική διατήρηση (language maintenance) Γλωσσική αναβίωση (language revival)

Γλωσσική μεταρρύθμιση (language reform)

Γλωσσική προτυποποίηση (language standardization)

προτυποποίηση βοηθητικών κωδίκων (auxiliary code standardization)

Γλωσσικός εκσυγχρονισμός (language modernization)

ενοποίηση της ορολογίας (terminological unification)

Γλωσσική διάδοση (language spread)

διαγλωσσική επικοινωνία (interlingual communication)

Οι παραπάνω στόχοι είναι πιθανό να συνυπάρχουν, καθώς σπάνια κάποια

ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού έχει αποκλειστικά ένα μόνο στόχο. Στο Κεμπέκ του

Καναδά, πρωταρχικός στόχος του γλωσσικού σχεδιασμού υπήρξε η διατήρηση των

γαλλικών, παράλληλα όμως συνυπήρχαν ως δευτερεύοντες στόχοι ο γλωσσικός τους

καθαρισμός και η γλωσσική τους διάδοση. Είναι πιθανό να συνυπάρχουν και στόχοι

που επιδιώκουν αντίθετα αποτελέσματα. Στην Ινδονησία, ενώ το επίσημο κράτος

προωθούσε ως επίσημη γλώσσα τη Bahasa Indonesia (γλωσσική διάδοση, γλωσσική

προτυποποίηση), παράλληλα υποστήριζε τα τοπικά γλωσσικά δικαιώματα των

ομιλητών των υπόλοιπων γλωσσών της χώρας (γλωσσική διατήρηση). Προφανώς,

αυτό έχει να κάνει με το ότι σε πραγματικές συνθήκες γλωσσικού σχεδιασμού

υπάρχουν αντίθετα και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα (Haarmann 1990: 123).

Ο γλωσσικός καθαρισμός είναι μια ρυθμιστική προσπάθεια από τους

γλωσσικούς σχεδιαστές να καθορισθεί η «ορθή» γλωσσική χρήση, που συχνά

βασίζεται σε πεποιθήσεις σχετικά με το τι συνιστά την ιστορικά «καθαρή» ποικιλία

μιας γλώσσας (Reagan 2001). Μπορεί να διακριθεί στον εξωτερικό, που αποσκοπεί

στο να απομακρύνει και να προστατέψει τη γλώσσα από τις ξένες επιδράσεις, και

στον εσωτερικό, που στοχεύει στην ενδυνάμωση της «ορθής» χρήσης της γλώσσας

σύμφωνα με τα υπάρχοντα πρότυπα (Kaplan & Baldauf 1997).

Αυτό που διαφοροποιεί τις δύο περιπτώσεις είναι οι λόγοι που οδηγούν στο

γλωσσικό καθαρισμό. Ενώ ορισμένοι ομιλητές της ελληνικής αισθάνονται ότι η

γλώσσα τους κινδυνεύει από την «ανεξέλεγκτη» επίδραση της αγγλικής στο λεξιλόγιο

και τους εκφραστικούς τρόπους, οι ομιλητές της αγγλικής θεωρούν ότι η γλώσσα

τους «απειλείται» επειδή απομακρύνεται από κάποιο ιδεατό πρότυπο (Μοσχονάς

41

1999, Trudgill 2002). Στην περίπτωση της αγγλικής, πρόκειται για εσωτερικό

καθαρισμό που έχει ως στόχο να ενδυναμώσει την «ορθή», σύμφωνα με την πρότυπη

ποικιλία, χρήση. Μέσα αυτής της πρακτικής αποτελούν μεταξύ άλλων επιφυλλίδες

εφημερίδων όπου περιέχονται σχόλια των ομιλητών, οδηγοί για την «ορθή» χρήση

της γλώσσας, λεξικά, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Για παράδειγμα, η προφορά με

το υψηλότερο κύρος στα αγγλικά της Βρετανίας είναι γνωστή και ως προφορά του

BBC (η βρετανική κρατική ραδιοφωνία και τηλεόραση), γεγονός που υπογραμμίζει

το ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην καθιέρωση της πρότυπης προφοράς.

Στην περίπτωση της ελληνικής απαντούν κυρίως εξωτερικές καθαριστικές

πρακτικές, που επιχειρούν να απαλλάξουν τη γλώσσα από τα ξένα δάνεια (βλ. 1.3.4).

Συναντάμε όμως και ενέργειες εσωτερικού γλωσσικού καθαρισμού, κατά τις οποίες

επισημαίνονται τα λάθη στη χρήση της γλώσσας και προτείνονται «ορθοί» τύποι οι

οποίοι πολλές φορές αντλούνται από παλιότερες φάσεις της ελληνικής γλώσσας (βλ.

μεταξύ άλλων Καρζής 1987, Παπαζαφείρη 1988, Ιορδανίδου 1999 και για σχετικό

σχολιασμό βλ. Δελβερούδη & Μοσχονάς 1997).

Αυτό πάντως που έχει ενδιαφέρον είναι ότι καθαριστικές πρακτικές

εμφανίζονται σχεδόν σε όλες τις γλώσσες ακόμη και σε αυτές με υψηλό οικονομικό

και κοινωνικό κύρος, όπως για παράδειγμα τα γαλλικά, οι ομιλητές των οποίων

αισθάνονται να απειλούνται από τα αγγλικά (βλ. Thody 1995). Οι μόνες ίσως

γλώσσες για τις οποίες οι ομιλητές τους δεν αναπτύσσουν καθαριστικούς

μηχανισμούς είναι όσες πραγματικά κινδυνεύουν να εξαφανισθούν, επειδή

περιορίζεται ο αριθμός των ομιλητών που τις χρησιμοποιούν και βρίσκονται σε

τελικό στάδιο (Τσιτσιπής 1985). Ο καθαριστικός λόγος ενίοτε αξιοποιεί το γεγονός

ότι σήμερα οι ανθρώπινες γλώσσες συρρικνώνονται σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι

συνέβαινε στο παρελθόν (Krauss 1998) για να υποστηρίξει ότι και άλλες γλώσσες

όπως η ελληνική, που δε βρίσκεται σε τελικό στάδιο, «κακοποιούνται» και

«υποβαθμίζονται» κυρίως μέσω του δανεισμού (Μπαμπινιώτης 2006). Σε αυτήν την

περίπτωση η γλωσσική μεταβολή συσχετίζεται με τη γλωσσική συρρίκνωση και γι’

αυτό οι ενέργειες γλωσσικού καθαρισμού θεωρείται ότι ισοδυναμούν με ενέργειες

γλωσσικής διατήρησης. Η ύπαρξη καθαριστικού λόγου αποτελεί από μόνη της ισχυρή

εξασφάλιση για τη διατήρηση μιας γλώσσας (Μαυρέας 2005).

Για την ΕΝΓ οι καθαριστικές πρακτικές συνδέονται κυρίως με τον εξοβελισμό

δάνειων στοιχείων από την κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα, που από ορισμένους

θεωρούνται ότι αλλοιώνουν την οπτικοκινητική της τροπικότητα και δημιουργούν

42

υβριδικές ποικιλίες. Τέτοιου είδους πρακτικές πηγάζουν και από την έντονα αρνητική

στάση αρκετών Κωφών απέναντι στην επαφή της νοηματικής τους γλώσσας με την

κυρίαρχη φθογγογλώσσα, εξαιτίας της απόπειρας γλωσσικής μεταρρύθμισης των

νοηματικών τους γλωσσών με τεχνητά συστήματα επικοινωνίας που εφευρέθηκαν

από ακούοντες εκπαιδευτικούς. Κατά τη δημιουργία αυτών των συστημάτων

αγνοήθηκαν οι γραμματικοί μηχανισμοί των νοηματικών γλωσσών και επιχειρήθηκε

να αποτυπωθεί το λεξιλόγιο και η γραμματική δομή των φθογγογλωσσών με κινήσεις

των χεριών, πράγμα το οποίο προκάλεσε την αντίδραση αρκετών Κωφών ομιλητών.

Η γλωσσική διατήρηση αναφέρεται στις προσπάθειες που επιχειρούν να

στηρίξουν την υπόσταση και τη χρήση γλωσσών που έχουν συρρικνωθεί και όπως

αναφέρθηκε προηγουμένως, σε σχέση με το γλωσσικό καθαρισμό θα μπορούσε να

θεωρηθεί διαφορετική όψη του ίδιου νομίσματος. Ορισμένες φορές πρόκειται για

γλωσσική αναβίωση, καθώς οι σχεδιαζόμενες γλώσσες βρίσκονται σε τελικό στάδιο.

Κλασικό επιτυχημένο παράδειγμα αποτελεί η γλωσσική αναβίωση της εβραϊκής στο

Ισραήλ.23 Αντίθετα, άλλες αντίστοιχες προσπάθειες αναβίωσης γλωσσών δεν

υπήρξαν τόσο επιτυχημένες και εξυπηρετούσαν περισσότερο συμβολικούς και

πολιτιστικούς παρά επικοινωνιακούς λόγους (βλ. μεταξύ άλλων Dorian 1987, Baker

1992).

Συγκρίνοντας το γλωσσικό σχεδιασμό της εβραϊκής στο Ισραήλ με το

γλωσσικό σχεδιασμό των γαελικών στην Ιρλανδία που είχαν διαφορετική έκβαση

διαπιστώνεται ότι ιστορικοί παράγοντες και οικονομικά κίνητρα καθόρισαν το τελικό

αποτέλεσμα (βλ. Cooper 1989). Στο Ισραήλ τα εβραϊκά αντικατέστησαν τις γλώσσες

που χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι της Διασποράς πριν μετοικήσουν στην Παλαιστίνη,

ενώ στην Ιρλανδία τα γαελικά έχασαν ακόμη περισσότερο έδαφος σε σχέση με τα

αγγλικά και ο αριθμός των μονόγλωσσων Ιρλανδών που μιλούν μόνο γαελικά σχεδόν

τείνει να εκλείψει. Όταν ξεκίνησαν οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού στις δύο

περιοχές, στη μεν Παλαιστίνη οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν διάφορες γλώσσες, στη δε

Ιρλανδία οι ομιλητές ήταν ήδη οι περισσότεροι μονόγλωσσοι στα αγγλικά. Επομένως,

οι Εβραίοι χρειάζονταν μια κοινή γλώσσα (lingua franca) όχι όμως και οι Ιρλανδοί.

Επιπλέον, ένα αρκετά μεγάλο τμήμα του πληθυσμού των Εβραίων, πιθανόν η 23 Βέβαια σε αυτές τις περιπτώσεις οι ενέργειες γλωσσικής αναβίωσης δε στοχεύουν τόσο στην παλινόρθωση κάποιας γλώσσας όσο στη μεταμόρφωσή (transformation) της (Bentahila & Davies1993). Για να επιβιώσει μια ήδη συρρικνούμενη γλώσσα πρέπει να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες των ομιλητών της γλωσσικής κοινότητας. Τα εβραϊκά της Βίβλου, χωρίς να εκσυγχρονιστούν και να επεκταθούν υφολογικά, δεν θα ήταν επαρκή για τις επικοινωνιακές ανάγκες των σύγχρονων Εβραίων.

43

πλειονότητα, ήταν ήδη εξοικειωμένο με τη χρήση των εβραϊκών, τουλάχιστον για

θρησκευτικούς λόγους. Κάτι τέτοιο δεν ίσχυε για τους Ιρλανδούς, αφού οι

περισσότεροι έπρεπε να μάθουν τα γαελικά από την αρχή. Επομένως τα εβραϊκά

είχαν ακόμη ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τα γαελικά. Ένας τρίτος λόγος

που ευνοούσε την αναβίωση των εβραϊκών σε σχέση με τα γαελικά ήταν ότι οι

Εβραίοι είχαν πολύ περισσότερα υλικά κίνητρα. Καθώς μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο

Πόλεμο τα εβραϊκά είχαν καθιερωθεί ως η προσφορότερη γλώσσα επικοινωνίας

ανάμεσα στους ετερόγλωσσους Εβραίους της Παλαιστίνης, οι νέοι Εβραίοι

μετανάστες που κατέφθαναν στην περιοχή αναγκάζονταν να μάθουν εβραϊκά

προκειμένου να βρουν δουλειά.24 Αντίθετα, οι Ιρλανδοί δεν είχαν αντίστοιχα υλικά

κίνητρα για να επαναχρησιμοποιήσουν τα γαελικά. Η αναβίωσή τους είχε συμβολικό

χαρακτήρα και στόχευε κυρίως στην ανάκτηση της εθνικής αυτονομίας των

Ιρλανδών.

Από την παραπάνω συζήτηση διαπιστώνεται ότι η επιτυχία του γλωσσικού

σχεδιασμού που στοχεύει στη γλωσσική διατήρηση μιας γλώσσας ή και τη γλωσσική

της αναβίωση, όταν αυτή βρίσκεται σε τελικό στάδιο, δεν εξαρτάται τόσο από τους

πόρους που διατίθενται (υλικούς και ανθρώπινους) όσο από την προθυμία των

ομιλητών της εκάστοτε γλωσσικής κοινότητας (Haberland 1999). Για να

κινητοποιηθούν οι ομιλητές προκειμένου να δράσουν υπέρ της γλώσσας τους που

συρρικνώνεται εκτός από συμβολικά χρειάζονται και αντικειμενικά κίνητρα. Η ΕΝΓ,

αν και αποτελεί μια ανίσχυρη μειονοτική γλώσσα σε σχέση με την κυρίαρχη ελληνική

φθογγογλώσσα της πλειονότητας, για τους έλληνες Κωφούς, εκτός από τη συμβολική

της αξία, που είναι υποκειμενική, έχει εκτεταμένη εργαλειακή χρησιμότητα εξαιτίας

της οπτικοκινητικής της τροπικότητας. Το γεγονός αυτό αναμφίβολα παρέχει

αντικειμενικά κίνητρα στους νοηματιστές της ΕΝΓ για τη διατήρησή της.

Η γλωσσική μεταρρύθμιση αφορά εκείνες τις γλώσσες που χρειάζονται

αλλαγές στην ορθογραφία, το λεξιλόγιο ή και τη γραμματική και τη σύνταξή τους

προκειμένου να διευκολυνθεί η γλωσσική χρήση. Πρόκειται ουσιαστικά για στόχο

του σχεδιασμού επί της ύλης και στο σύγχρονο κόσμο είναι λίγες οι επίσημες

γλώσσες που δεν έχουν υποστεί κάποια γλωσσική μεταρρύθμιση (Kaplan & Baldauf

1997). Οι αλλαγές που προτείνονται αφορούν κυρίως το σύστημα γραφής των

24 Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι και για τα εβραϊκά δεν υπάρχουν περιπτώσεις όπου απέτυχαν οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Οι μηχανικοί αυτοκινήτων, για παράδειγμα, δεν υιοθέτησαν τους προτεινόμενους εβραϊκούς όρους, αφού ήταν ευρέως διαδεδομένοι οι αντίστοιχοί τους αγγλικοί και γερμανικοί (Alloni-Fainberg 1974).

44

διάφορων γλωσσών (για παράδειγμα, λατινικό αλφάβητο για τουρκική, μολδαβική)

και την ορθογραφία τους (απλοποίηση τονικού συστήματος ελληνικής και

ορθογραφική μεταρρύθμιση ολλανδικής, γερμανικής, βλ. σχετικά Καραντζόλα 1999).

Η γλωσσική μεταρρύθμιση, αρκετές φορές επικαλύπτεται με τη γλωσσική

προτυποποίηση και το γλωσσικό εκσυγχρονισμό, στα οποία αναφέρομαι στη

συνέχεια.

Γλωσσική μεταρρύθμιση εφαρμόστηκε σε αρκετές νοηματικές γλώσσες (όχι

όμως τόσο συστηματικά στην ΕΝΓ) με τη δημιουργία τεχνητών συστημάτων

επικοινωνίας που ανέπτυξαν ακούοντες εκπαιδευτικοί. Αυτά τα επικοινωνιακά

συστήματα χρησιμοποιούν δομικά στοιχεία των εκάστοτε νοηματικών γλωσσών αλλά

δεν ταυτίζονται με τις νοηματικές γλώσσες. Γι’ αυτό οι γλωσσικές κοινότητες των

Κωφών ανέπτυξαν καθαριστικές πρακτικές απέναντί τους. Ως απόπειρες γλωσσικής

μεταρρύθμισης των νοηματικών γλωσσών θα πρέπει να θεωρηθούν και τα διάφορα

συστήματα γραφής που έχουν κατά καιρούς επινοηθεί, χωρίς όμως να έχουν

υιοθετηθεί, για διάφορους λόγους, από τα μέλη των κοινοτήτων των Κωφών στην

καθημερινή τους επικοινωνία.

Η γλωσσική προτυποποίηση περιλαμβάνει ενέργειες λειτουργικού σχεδιασμού,

όταν αναφέρεται στην επιλογή μιας μόνο ποικιλίας ως της πρότυπης γλώσσας, αλλά

και δομικού σχεδιασμού, όταν αναφέρεται στην κωδικοποίηση μιας γλώσσας σε μια

ενοποιημένη ποικιλία (Reagan 2001). Στην Τανζανία για παράδειγμα, από όλες τις

διαλέκτους της σουαχίλι επιλέχτηκε η διάλεκτος της Ζανζιβάρης ως η επίσημη

γλώσσα του κράτους (Fasold 1984). Στις ευρωπαϊκές χώρες, η ανάπτυξη πρότυπων

γλωσσών ιστορικά προέκυψε με τον ερχομό της τυπογραφίας και την ανάπτυξη

κεντρικής διοίκησης που κυβερνούσε τη χώρα, οι οποίες απαιτούσαν την

κωδικοποίηση μιας νόρμας. Η νόρμα αυτή συνήθως προήλθε από τις διαλέκτους των

πολιτικών, οικονομικών και εκδοτικών κέντρων (για τη διαμόρφωση των εθνικών

γλωσσών στην Ευρώπη βλ. Wright 2004). Αξίζει να σημειωθεί ότι η γλωσσική

προτυποποίηση είναι μια συνεχής διαδικασία, καθώς οι γλώσσες και οι χρήσεις τους

συνεχώς αλλάζουν. Οι Kaplan & Baldauf (1997) χαρακτηριστικά αναφέρουν ότι κάθε

φορά που εκδίδεται ένα λεξικό ή μια γραμματική, η έκδοσή τους μπορεί να θεωρηθεί

ως μια συμπληρωματική προσπάθεια για γλωσσική προτυποποίηση. Κάτι ανάλογο

αναφέρουν και οι Milroy & Milroy (1991) σημειώνοντας ότι οι ομιλητές μιας

γλώσσας αναμένουν από τα λεξικά και τις γραμματικές να τους υποδείξουν την

45

«ορθή» χρήση της γλώσσας, ακόμη και όταν οι γλωσσολόγοι επιμένουν να τονίζουν

ότι ο ρόλος τους είναι η περιγραφή και όχι η ρύθμιση της γλώσσας.

Ο Nahir (1984:318) κάνει λόγο για προτυποποίηση βοηθητικών κωδίκων

(auxiliary code standardization) και αναφέρεται «στις περιφερειακές και βοηθητικές

όψεις της γλώσσας που πρέπει να τροποποιηθούν, προκειμένου είτε να μειωθεί η

ασάφεια και έτσι να βελτιωθεί η επικοινωνία είτε να καλυφθούν οι κοινωνικές,

πολιτικές ή άλλου είδους ανάγκες και προσδοκίες». Στους βοηθητικούς κώδικες ο

Nahir (1984) συμπεριλαμβάνει τα τοπωνύμια και τον τρόπο επικοινωνίας των

Κωφών, χωρίς όμως να είναι σαφές αν αναφέρεται στις νοηματικές γλώσσες ή στα

τεχνητά συστήματα επικοινωνίας. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι οι νοηματικές γλώσσες

αμφισβητήθηκαν ως γλώσσες και από την επιστημονική κοινότητα, το πιο πιθανό

είναι ότι ο Nahir, κάνοντας λόγο για βοηθητικούς κώδικες, αναφέρεται στις

νοηματικές γλώσσες. Καθώς η νεότερη γλωσσική έρευνα (βλ. ενδεικτικά Valli &

Lucas 2000, Oviedo 2004, Johnston & Schembri 2007, Meir & Sandler 2008) έχει

αποδείξει ότι οι νοηματικές γλώσσες είναι ισότιμες με τις φθογγογλώσσες, άρα δεν

αποτελούν βοηθητικές όψεις της γλώσσας, η παραπάνω θέση του Nahir είναι μάλλον

αστήρικτη. Μπορούμε όμως να δεχτούμε ότι η προτυποποίηση βοηθητικών κωδίκων

αναφέρεται στα τεχνητά συστήματα επικοινωνίας, τα οποία έγιναν προσπάθειες να

επιβληθούν μέσω της εκπαίδευσης στις κοινότητες των Κωφών και σε κάποιο βαθμό

επηρέασαν τις νοηματικές τους γλώσσες. Κάτω από αυτό το πρίσμα, η

προτυποποίηση των βοηθητικών κωδίκων σχετίζεται άμεσα με τη γλωσσική

προτυποποίηση των νοηματικών γλωσσών και αποτελεί υποκατηγορία της.

Ο γλωσσικός εκσυγχρονισμός λαμβάνει χώρα όταν γίνονται προσπάθειες να

αναπτυχθεί το λεξιλόγιο μιας γλώσσας προκειμένου να μπορέσει να εκφράσει τα νέα

τεχνολογικά, πολιτικά, οικονομικά, εκπαιδευτικά και κοινωνικά επιτεύγματα και τις

αντίστοιχες ιδέες (Reagan 2001). Ιδιαίτερα στο σύγχρονο κόσμο με τη γρήγορη

ανάπτυξη της τεχνολογίας, σε κάθε γλώσσα δημιουργούνται συνεχώς λεξιλογικά

κενά για την απόδοση νέων εννοιών.

Όταν βέβαια η τεχνολογία και η επιστημονική γνώση είναι κυρίως

εισαγόμενες, η εισαγωγή νέων όρων είναι μάλλον αναπόφευκτη και συνήθως

αναπτύσσεται μία συγκεκριμένη ρητορική σχετικά με τις επιπτώσεις αυτής της

πρακτικής στην αποδέκτρια γλώσσα. Γίνεται λόγος για τους κινδύνους του δανεισμού

που οδηγούν σε αλόγιστη χρήση ξένων δάνειων τύπων, αδιαφανών σημασιολογικά

και δύσχρηστων για τους γραμματικούς κανόνες (φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη)

46

της αποδέκτριας γλώσσας και την ύπαρξη πολύσημων και συνώνυμων τύπων που

δημιουργούν παρανοήσεις και ανακρίβειες στην επικοινωνία. Το ζήτημα όμως του

δανεισμού θέλει μια πιο επιστημονική προσέγγιση, ουδέτερη από συναισθηματικές

εμπλοκές, που αντιμετωπίζει το δανεισμό όχι ως κίνδυνο αλλά ως δημιουργική

διαδικασία για το λεξιλογικό εμπλουτισμό μιας γλώσσας (βλ. ενδεικτικά

Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1994, Μοσχονάς 1994). Προς αυτήν την κατεύθυνση

ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέταση των οργανωμένων μηχανισμών που

αναπτύσσονται για τον εκσυγχρονισμό του λεξιλογίου της αποδέκτριας γλώσσας (για

την απόδοση της ορολογίας στα ελληνικά βλ. μεταξύ άλλων Κακριδή- Ferrari 2001α,

Κατσογιάννου & Ευθυμίου 2004). Επίσης εξαιτίας της διεθνοποίησης των κοινωνιών

γίνονται προσπάθειες για ενοποίηση της ορολογίας (terminological unification ο όρος

κατά τον Nahir 1984), ιδιαίτερα σε επιστήμες όπως η ιατρική, η χημεία και η

φαρμακευτική.

Οι ενέργειες που απαιτούνται για την επίτευξη του γλωσσικού

εκσυγχρονισμού και της ενοποίησης της ορολογίας ταυτίζονται με τα όσα

συμβαίνουν κατά την τελευταία διαδικασία του γλωσσικού σχεδιασμού, την

επεξεργασία σύμφωνα με το μοντέλο του Haugen (βλ. 1.3.4). Για την ΕΝΓ, η

δημιουργία λεξικών (πολλές φορές και ειδικών) εκτός από την προτυποποίηση μιας

νόρμας συμβάλλει και στο λεξιλογικό εκσυγχρονισμό της γλώσσας, όπως άλλωστε

συμβαίνει και στις φθογγογλώσσες. Ως προς την ενοποίηση της ορολογίας γίνονται

προσπάθειες να χρησιμοποιούνται κοινοί όροι με άλλες νοηματικές γλώσσες (για

παράδειγμα για τις ονομασίες των χωρών).

Η γλωσσική διάδοση είναι ένα φυσικό φαινόμενο που εμφανίζεται κάθε φορά

στην ανθρώπινη ιστορία, όταν δύο πληθυσμοί που δε μιλούν την ίδια γλώσσα

έρχονται σε επαφή (Kaplan & Baldauf 1997). Μπορεί να οδηγήσει μια γλωσσική

κοινότητα σε γλωσσική μετακίνηση (για παράδειγμα, οι Ιρλανδοί) ή να συνδέεται με

ενέργειες γλωσσικής προτυποποίησης επειδή προωθείται μια γλώσσα έναντι κάποιας

άλλης (για παράδειγμα η σουαχίλι στην Τανζανία έναντι των άλλων ομιλούμενων

γλωσσών). Υπάρχουν ωστόσο και μη οργανωμένες προσπάθειες γλωσσικού

σχεδιασμού σε συνθήκες γλωσσικής επαφής, όπως στην περίπτωση των pidgin και

των κρεολών, που αναπτύχθηκαν και διαδόθηκαν για την επικοινωνία αλλόγλωσσων

πληθυσμών σε ιδιαίτερες συνθήκες (για παράδειγμα, σκλάβοι εργάτες ή έμποροι που

δε είχαν κοινή γλώσσα επικοινωνίας).

47

Με τη γλωσσική διάδοση σχετίζεται η διαγλωσσική επικοινωνία, καθώς η

τελευταία πραγματοποιείται με τη διάδοση ξένων γλωσσών (κυρίως της αγγλικής σε

παγκόσμιο επίπεδο και ορισμένων άλλων σε συγκεκριμένες ευρύτερες περιφέρειες).

Περιλαμβάνει όμως και άλλες ενέργειες, όπως τη δημιουργία μιας βοηθητικής

τεχνητής γλώσσας (π.χ. εσπεράντο) και την ανάπτυξη των υπηρεσιών διερμηνείας και

μετάφρασης, μερικές φορές με μηχανική υποστήριξη (Kaplan & Baldauf 1997).

Σχετικά με τη δημιουργία βοηθητικών γλωσσών, τέτοιες απόπειρες

περιορίζονται ολοένα και περισσότερο, ιδιαίτερα μετά την επικράτηση της αγγλικής

ως διεθνούς γλώσσας επικοινωνίας. Σε μικρότερο βαθμό ανάλογο ρόλο ως γλώσσες

διεθνούς επικοινωνίας, για διαφορετικούς βέβαια λόγους η κάθε μία, παίζουν σήμερα

γλώσσες όπως τα αραβικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά και τα κινέζικα. Η

επικράτηση ωστόσο ορισμένων γλωσσών ως οργάνων διαγλωσσικής επικοινωνίας

αποτελεί ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού που διαχωρίζει τις γλώσσες σε «ισχυρές»

και «ασθενείς» (για ένα ενδιαφέρον σχήμα για τη σημερινή κατάσταση των γλωσσών

και των γλωσσικών αναπαραστάσεων βλ. Calvet 2001).

Το ζήτημα της διδασκαλίας και της προώθησης ξένων γλωσσών μπορεί να

συζητηθεί με οικονομικούς όρους, καθώς στη συγκεκριμένη δραστηριότητα

γλωσσικού σχεδιασμού εμπλέκονται παγκόσμιες εμπορικές δραστηριότητες και

μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Ήδη αναφέρθηκε ότι η επιτυχία μιας ενέργειας

γλωσσικού σχεδιασμού, αν δεν καθορίζεται, εξαρτάται στενά από τα υλικά

εμπλεκόμενα κίνητρα και οφέλη (π.χ. εβραϊκά σε αντίθεση με τα γαελικά).

Προφανώς, τα υλικά οφέλη από τη διάδοση μιας «ισχυρής» γλώσσας είναι πολύ

περισσότερα από τα αντίστοιχα για τη διάδοση μιας «ασθενούς».

Καθώς ολοένα αυξάνονται οι ανάγκες για διεθνή συνεργασία και επικοινωνία

(Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών και οι διάφορες αρμοστείες του, Ευρωπαϊκή Ένωση,

άλλοι διακρατικοί οργανισμοί, διεθνείς αθλητικοί αγώνες, πολιτιστικές ανταλλαγές

μεταξύ χωρών, διεθνή φεστιβάλ), αυξάνονται οι ανάγκες για την ανάπτυξη και

βελτίωση των υπηρεσιών διερμηνείας και μετάφρασης. Τίθεται όμως το ζήτημα με

ποιο τρόπο οι παρεχόμενες υπηρεσίες παραμένοντας αποτελεσματικές δεν θα είναι

παράλληλα δαπανηρές. Είναι πιθανό επίσης κατά την αναζήτηση πιο οικονομικών

λύσεων, να παραβιάζονται γλωσσικά δικαιώματα συγκεκριμένων ομιλητών.25

25 Προς αντίθετη κατεύθυνση κινείται η δημιουργία του Babels, ενός εθελοντικού δικτύου μεταφραστών και διερμηνέων, που έχει ως στόχο τη διευκόλυνση της επικοινωνίας στα Κοινωνικά Φόρουμ (βλ. www.babels.org). Το 2006, κατά τη διοργάνωση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ

48

Η γλωσσική διάδοση της ΕΝΓ σε ακούοντες αποτελεί πρόσφορο πεδίο για το

γλωσσικό της σχεδιασμό, καθώς δημιουργεί τις προϋποθέσεις για διάφορες ενέργειες

γλωσσικού σχεδιασμού (π.χ. σχεδιασμός για την αναβάθμιση του κύρους της ΕΝΓ,

γλωσσική προτυποποίηση των διάφορων ποικιλιών της, γλωσσικός εκσυγχρονισμός

για την κάλυψη νέων αναγκών). Μέσω της γλωσσικής της διάδοσης διαμορφώνονται

νέες συνθήκες και νέες ανάγκες για την ΕΝΓ. Επειδή η γλωσσική διάδοση αποτελεί

υπερκείμενο όρο από τον όποιο προκύπτουν οι άλλοι στόχοι του γλωσσικού

σχεδιασμού της ΕΝΓ, στην ανάλυση που θα ακολουθήσει εξετάζεται πρώτη (βλ. 6.1).

Παράλληλα, η διαγλωσσική επικοινωνία απασχολεί και τις κοινότητες των Κωφών,

καθώς σήμερα αναπτύσσονται περισσότερες ευκαιρίες για Κωφούς που προέρχονται

από διάφορες χώρες του κόσμου να συναντηθούν και να συνεργαστούν και, συνεπώς,

να επικοινωνήσουν. Οι ιδιαιτερότητες των νοηματικών γλωσσών επιτρέπουν τη

δημιουργία ενός διεθνούς κώδικα επικοινωνίας που χρησιμοποιούν οι Κωφοί στη

μεταξύ τους επικοινωνία, ο οποίος τυποποιείται και αυτός και εξελίσσεται ολοένα

περισσότερο. Κατά τη διεθνή επικοινωνία έντονη ωστόσο είναι και η παρουσία της

αμερικανικής νοηματικής γλώσσας, όπως είναι αναμενόμενο και από τον παράλληλο

ρόλο της αγγλικής στο τοπίο των φθογγογλωσσών.

1.4.5. Συνθήκες και διαδικασίες λήψης αποφάσεων γλωσσικού σχεδιασμού (πού;)

Η πέμπτη παράμετρος του σχήματος του Cooper (1989) αναφέρεται στις συνθήκες

κάτω από τις οποίες διεξάγεται ο γλωσσικός σχεδιασμός και η έβδομη στη διαδικασία

λήψης αποφάσεων. Οι παράμετροι αυτές αναφέρονται στα πεδία στα οποία

εντοπίζονται ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού, σχετίζονται δηλαδή από κοινού με το

πού διεξάγεται ο γλωσσικός σχεδιασμός, γι’ αυτό άλλωστε και συνεξετάζονται.

Ο Cooper (1989) κάνει λόγο για καταστασιακές, πολιτικές, οικονομικές,

κοινωνικές, πολιτισμικές, περιβαλλοντικές και πληροφοριακές συνθήκες και, κατά τη

γνώμη μου, ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν οι τομείς της εκπαίδευσης (κατεξοχήν πεδίο

γλωσσικού σχεδιασμού), της νομοθεσίας (δηλαδή οι πολιτικές αποφάσεις), των μέσων

μαζικής ενημέρωσης (δηλαδή η διάδοση της πληροφορίας) και τομείς που σχετίζονται

με ιδιαίτερα πολιτισμικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της

γλωσσικής κοινότητας. Στην περίπτωση της ΕΝΓ, ένας τέτοιος χώρος είναι η

διερμηνεία. Ως προς τη λήψη των αποφάσεων, το ενδιαφέρον των ερευνητών

στην Αθήνα, μια ομάδα εθελοντών διερμηνέων ΕΝΓ συμμετείχε ανεπίσημα στις εργασίες του Φόρουμ, παρέχοντας υπηρεσίες διερμηνείας σε Κωφούς.

49

εστιάζεται στην εφαρμογή των προτάσεων (και των αντιπροτάσεων) στους παραπάνω

τομείς και στο βαθμό συμμετοχής των διάφορων φορέων (αλλά και της ίδιας της

γλωσσικής κοινότητας) στις διάφορες ενέργειες.

1.4.6. Αποτελέσματα γλωσσικού σχεδιασμού

Η τελευταία παράμετρος του σχήματος του Cooper (1989) είναι τα αποτελέσματα μιας

ενέργειας γλωσσικού σχεδιασμού, που δεν είναι πάντοτε προβλέψιμα. Δε γνωρίζουμε

ποια θα ήταν η εξέλιξη της γλωσσικής συμπεριφοράς, αν δεν υπήρχε η συγκεκριμένη

παρέμβαση ή αν υπήρχε κάποια άλλη παρέμβαση. Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η

συνεχής αξιολόγηση των διάφορων εφαρμογών. Πολλές φορές τα αποτελέσματα των

ενεργειών γλωσσικού σχεδιασμού, ακόμα και όταν αυτός εφαρμόζεται συστηματικά,

είναι μακροχρόνια και σταδιακά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σήμερα, 28 χρόνια

μετά την κατάργηση του πολυτονικού συστήματος (1982), υπάρχει ακόμη εκδοτική

παραγωγή σε πολυτονικό. Επομένως, οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού (στη

συγκεκριμένη περίπτωση μια ορθογραφική μεταρρύθμιση) δεν είναι απαραίτητο ούτε

ότι θα έχουν άμεση εφαρμογή, ούτε ότι θα έχουν καθολική ισχύ.

1.4.7. Οι παράμετροι του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ

Σύμφωνα με τα παραπάνω, αξιοποιώντας και προσαρμόζοντας το σχήμα των

παραμέτρων του Cooper (βλ. σχήμα 1) μπορούμε να οδηγηθούμε στο ακόλουθο

σχήμα για την εξέταση του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ (σχήμα 2). Σε αυτό, την

πρώτη παράμετρο αποτελεί ο πληθυσμός που χρησιμοποιεί την ΕΝΓ. Η επιλογή αυτή

έγινε επειδή ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ κατευθύνεται κυρίως από τη βάση και

όχι από την κορυφή, από τα ίδια δηλαδή τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας των

ελλήνων Κωφών, στα οποία και δίνεται έμφαση. Στη συνέχεια παρουσιάζεται και

αναλύεται η γλωσσική τους συμπεριφορά, ενώ γίνεται λόγος για τους παράγοντες που

δημιουργούν για την ΕΝΓ ένα αρκετά σύνθετο γλωσσικό τοπίο. Η τρίτη παράμετρος

αφορά τους φορείς του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ. Σε αυτούς περιλαμβάνονται

και τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας. Ακολουθεί η ανάλυση του πώς (με

ποιους στόχους και με ποια μέσα) πραγματώνεται ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ.

Έμφαση δίνεται στους επιδιωκόμενους στόχους των διάφορων ενεργειών. Στη

συνέχεια αναλύεται πού εντοπίζονται οι διάφορες ενέργειες (κάτω από ποιες

συνθήκες και μέσω ποιων διαδικασιών λήψης αποφάσεων). Διαπιστώνεται ότι η

εκπαίδευση, η νομοθεσία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η παροχή υπηρεσιών

50

διερμηνείας αποτελούν τα βασικά πεδία διεξαγωγής γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ.

Τέλος, καταγράφονται τα επιδιωκόμενα και πιθανά αποτελέσματα των διάφορων

ενεργειών. Σε σχέση με το μοντέλο του Cooper, για τους λόγους που συζητήσαμε

παραπάνω, το προτεινόμενο σχήμα για τη μελέτη του γλωσσικού σχεδιασμού της

ΕΝΓ περιλαμβάνει έξι αντί για οκτώ παραμέτρους, ενώ προηγείται η εξέταση των

μελών της γλωσσικής κοινότητας και της γλωσσικής τους συμπεριφοράς από την

εξέταση των φορέων γλωσσικού σχεδιασμού. Το σχήμα που προκύπτει, μαζί με την

ανάλυση που προηγήθηκε αποτελεί το θεωρητικό και αναλυτικό πλαίσιο της έρευνας

της παρούσας διατριβής και της παρουσίασης της.

Σχήμα 2: Παράμετροι για τη μελέτη του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ

1. Ποιών ατόμων (κυρίως των μελών της γλωσσικής κοινότητας των ελλήνων

Κωφών)

2. τη γλωσσική συμπεριφορά (και ποια είναι αυτή)

3. ποιοι επιχειρούν να επηρεάσουν (τα ίδια τα μέλη της κοινότητας και άλλοι φορείς)

4. πώς δηλαδή με ποιους στόχους και μέσα (με διάδοση, καθαρισμό, διατήρηση,

μεταρρύθμιση, προτυποποίηση και εκσυγχρονισμό)

5. πού δηλαδή κάτω από ποιες συνθήκες (κυρίως στην εκπαίδευση, στη νομοθεσία,

στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στη διερμηνεία)

6. και με ποια αποτελέσματα

Κλείνοντας το θεωρητικό πλαίσιο της παρούσας διατριβής, θα ήθελα να κάνω

μια σημαντική επισήμανση. Σε ορισμένα σημεία του κεφαλαίου αναφέρθηκα στην

ισοτιμία ανάμεσα στις φθογγογλώσσες και τις νοηματικές γλώσσες. Μιλώντας για

ισοτιμία αναφέρομαι στο γεγονός ότι οι νοηματικές γλώσσες είναι πράγματι γλώσσες

με χαρακτηριστικά ανάλογα με τις φθογγογλώσσες που διαφοροποιούν τις

ανθρώπινες γλώσσες από άλλα σημειακά συστήματα. Υπό αυτή την έννοια η ΕΝΓ

είναι φυσική και όχι τεχνητή γλώσσα, δεν είναι παντομίμα ακόμη και όταν μοιάζει με

παντομίμα εξαιτίας της οπτικοκινητικής της τροπικότητας, δεν είναι διεθνής παρόλο

που οι νοηματικές γλώσσες έχουν μάλλον κοινή γραμματική δομή, γεγονός που

διευκολύνει σε ένα βαθμό την επικοινωνία μεταξύ νοηματιστών που χρησιμοποιούν

διαφορετικές νοηματικές γλώσσες. Όλα αυτά είναι αυτονόητα για τη βιβλιογραφία

των νοηματικών γλωσσών και της ΕΝΓ (βλ. ενδεικτικά Παπασπύρου 1994, Valli &

51

Lucas 2000, Κουρμπέτης & Χατζοπούλου 2010). Επειδή όμως οι νοηματικές

γλώσσες αμφισβητήθηκαν στο παρελθόν, έχουν διαμορφωθεί μια σειρά από μύθους

σχετικά με την υπόστασή τους που έχουν επηρεάσει όχι μόνο την κοινή γνώμη, αλλά

και την επιστημονική κοινότητα. Δε θα με απασχολήσει εκτενώς η ανασκευή των

συγκεκριμένων μύθων παρά μόνο όσο αυτό σχετίζεται με την ανάλυση που επιχειρώ

στην παρούσα διατριβή. Επειδή όμως αντιλαμβάνομαι ότι απευθύνομαι σε ένα κοινό

που μάλλον δε γνωρίζει επαρκώς τα ιδιαίτερα γλωσσικά χαρακτηριστικά μιας

νοηματικής γλώσσας και είναι εξοικειωμένο μόνο με τις φθογγογλώσσες, θα

προσπαθήσω στο σύνολο της διατριβής να δίνω επεξηγήσεις για εκείνα τα σημεία

που είναι πιθανό να δημιουργήσουν απορίες σχετικά με τη φύση της ΕΝΓ.

52

2. Μεθοδολογικά ζητήματα

Η νομική αναγνώριση της ελληνικής νοηματικής γλώσσας (ΕΝΓ) το 2000 ως

γλώσσας της εκπαίδευσης των κωφών μαθητών δημιούργησε τις προϋποθέσεις για

την ανάπτυξη ενεργειών γλωσσικού σχεδιασμού. Μέχρι τότε κυρίως ίσχυαν

αρνητικές στάσεις σχετικά με τη γλωσσική της υπόσταση και τις δυνατότητές της

(βλ. Μαυρέας 2003), οι οποίες πολλές φορές σχετίζονται με τις αρνητικές στάσεις

απέναντι στους Κωφούς που κατεξοχήν τη χρησιμοποιούν. Οι περισσότερες ενέργειες

γλωσσικού σχεδιασμού που αφορούσαν την ΕΝΓ ήταν αρνητικές απέναντί της και

συνδέονταν ως επί το πλείστον με τους μύθους που την περιβάλλουν, εξαιτίας της

οπτικοκινητικής της τροπικότητας (βλ. αναλυτικότερα Κουρμπέτης 1999) και

αμφισβητούν τη γλωσσική υπόσταση μιας γλώσσας που χρησιμοποιεί ως βασικούς

αρθρωτές τα χέρια αντί για το στόμα.

Οι νέες εξελίξεις δημιούργησαν πρόσφορο έδαφος για τη συστηματικότερη

μελέτη της ΕΝΓ. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια ολοένα περισσότερες μελέτες

βρίσκουν το φως της δημοσιότητας σχετικά με την ΕΝΓ. Αρκετές αφορούν την

εκπαίδευση των κωφών μαθητών (για βιβλιογραφική ανασκόπηση βλ. Παπασπύρου

2003), ορισμένες επιχειρούν να περιγράψουν συγκεκριμένες γραμματικές κατηγορίες

(φωνολογικά στοιχεία η Λαμπροπούλου 1997α, ονοματοποιία οι Kourbetis &

Hoffmeister 2002, άρνηση οι Antzakas & Woll 2002, ρηματικές κατηγορίες του

χρόνου, άποψης και τροπικότητας σε πιθανά βοηθητικά ρήματα η Sapountzaki 2005,

κατάκτηση δεικτικών αντωνυμιών η Hatzopoulou 2008), έχουν γίνει προσπάθειες

καταγραφής και λεξικογράφησης της ΕΝΓ (Ευθυμίου & Κατσογιάννου 2002), ενώ

πολύ λιγότερες μελέτες δίνουν έμφαση στην εξέταση των κοινωνιογλωσσικών

χαρακτηριστικών της ΕΝΓ (Μαυρέας 2003, 2009).

Παρ’ όλα αυτά, η ΕΝΓ παραμένει ακόμη μια μη χαρτογραφημένη περιοχή

ιδίως σε ό, τι αφορά τη γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της και τις

δυνατότητες γλωσσικού σχεδιασμού που παρέχουν οι νεότερες εξελίξεις. Οι

περισσότερες μέχρι τώρα μελέτες αφορούν κυρίως τη γραμματική περιγραφή της

ΕΝΓ και λειτουργούν αρκετά αποσπασματικά. Παράλληλα, απουσιάζει η

συστηματική καταγραφή της ΕΝΓ (Sapountzaki κ.ά. 2007).

Όλα τα παραπάνω καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη μεθοδολογία της παρούσας

έρευνας. Για μια μη χαρτογραφημένη περιοχή θεώρησα ως πιο ενδεδειγμένη τη

διεξαγωγή ημιδομημένων συνεντεύξεων με μέλη της γλωσσικής κοινότητας, διότι

53

δίνει τη δυνατότητα συγκέντρωσης δεδομένων, ενώ παράλληλα επιτρέπει τη

διερεύνηση ενός ανεξερεύνητου πεδίου. Με την ποιοτική ανάλυση των δεδομένων

από τις συνεντεύξεις επιχειρώ αφενός να περιγράψω τη γλωσσική συμπεριφορά της

γλωσσικής κοινότητας και αφετέρου να συζητήσω τους στόχους, τις προσδοκίες,

αλλά και τον προβληματισμό των μελών της κοινότητας σχετικά με το γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ και τη δυναμική που αναπτύσσεται κάτω από τις νέες εξελίξεις.

Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε βασίστηκε εν μέρει και στα συμπεράσματα

προηγούμενης έρευνάς μου σχετικά με τις στάσεις των ελλήνων Κωφών απέναντι

στην ΕΝΓ (Μαυρέας 2003). Σε εκείνη την έρευνα για τη συγκέντρωση δεδομένων

είχα αξιοποιήσει μαζί με τις συνεντεύξεις και ερωτηματολόγια, αλλά διαπίστωσα ότι

οι ημιδομημένες συνεντεύξεις παρείχαν τα πιο έγκυρα και κατάλληλα προς

επεξεργασία δεδομένα.

Θεώρησα, τέλος, σημαντικό να αξιοποιήσω τη συμμετοχή μου στην

κοινότητα προκειμένου να ενισχύσω τα δεδομένα μου, αλλά και επειδή πρόθεσή μου

υπήρξε (και παραμένει) η παρούσα έρευνα να λειτουργήσει για την ενδυνάμωση της

κοινότητας με διάφορους τρόπους (ενημέρωση για τις ενέργειες γλωσσικού

σχεδιασμού απέναντι στην ΕΝΓ, βαθύτερη κατανόηση των διαδικασιών γλωσσικού

σχεδιασμού, κινητοποίηση για τη συμμετοχή σε ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού

προς όφελος της ΕΝΓ, συνειδητοποίηση του ρόλου της γλωσσικής κοινότητας στη

διαμόρφωση γλωσσικής πολιτικής απέναντι στην ΕΝΓ κτλ.). Γι’ αυτό το λόγο

αξιοποιήθηκαν πληροφορίες που προέρχονται από εθνογραφική παρατήρηση.

2.1. Ποιοτική ανάλυση των συνεντεύξεων

Ο γλωσσικός σχεδιασμός μιας γλώσσας αφορά πρωτίστως τους ίδιους τους ομιλητές

της. Η επιτυχία μιας ενέργειας γλωσσικού σχεδιασμού συνήθως κρίνεται από την

εμπλοκή των ίδιων των μελών της γλωσσικής κοινότητας. Ειδικά για μια μικρή

γλωσσική κοινότητα, οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού είναι πιθανό να

προέρχονται κυρίως από τη βάση, δηλαδή από τους ίδιους τους ομιλητές. Για την

ΕΝΓ και το γλωσσικό της σχεδιασμό, επομένως, προείχε να εξετασθεί το πώς τον

αντιμετωπίζουν τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας.

Έχοντας αυτήν την προοπτική δε θα μπορούσα παρά να επιλέξω να αναλύσω

ποιοτικά τα δεδομένα των συνεντεύξεων. Στόχος δεν ήταν να θέσω απλώς ερωτήματα

και να πάρω απαντήσεις. Οι πληροφορητές δεν κλήθηκαν να επιβεβαιώσουν ή να

διαψεύσουν υποθέσεις και μέσα από ποσοτικές μετρήσεις να προβλέψω την

54

κατεύθυνση του γλωσσικού σχεδιασμού και την πιθανή του εξέλιξη, αλλά να

παράσχουν πληροφορίες που θα διαμορφώσουν το πλαίσιο συζήτησης σχετικά με το

για ποιούς, από ποιούς, πώς και πού σχεδιάζεται η ΕΝΓ. Με άλλα λόγια, δε ζητήθηκε

από τους συμμετέχοντες τόσο να δώσουν απαντήσεις όσο να πάρουν μέρος σε μια

συζήτηση και να μοιραστούν μαζί μου τις απόψεις και τις εκτιμήσεις τους σχετικά με

το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ.

Με μια τέτοια μεθοδολογία η γνώση μάλλον κατασκευάζεται ή

ανακατασκευάζεται μέσα από τις συνεντεύξεις παρά εξορύσσεται και ο ερευνητής

λειτουργεί περισσότερο ως ταξιδιώτης παρά ως μεταλλωρύχος (Kvale 1996).

Ανάλογη άλλωστε μεθοδολογία επιλέγεται από αντίστοιχες έρευνες που επιχειρούν

τη μελέτη γλωσσικών στάσεων και γλωσσικών επιλογών (Turner 2004). Έτσι

εξυπηρετείται ο πρακτικός προσανατολισμός της έρευνας και προωθείται η

αξιοποίησή της από τους ίδιους τους πληροφορητές, τους οποίους άλλωστε

κατεξοχήν αφορά το ζήτημα του γλωσσικού σχεδιασμού της γλώσσας τους. Υπό μία

έννοια, η παρούσα έρευνα περιλαμβάνει στοιχεία της ενδυναμωτικής έρευνας

(empowering research),26 η οποία εφαρμόζει διαλογικές/αλληλεπιδραστικές μεθόδους

και γίνεται περί, υπέρ και με [on, for and with] την κοινότητα (βλ. σχετικά Cameron

κ.ά. 1992, Μαντζώρος 1996).

2.2. Διεξαγωγή συνεντεύξεων και δειγματοληψία

Επιλέγοντας την ποιοτική ανάλυση των συνεντεύξεων, έπρεπε να αντιμετωπίσω τρία

βασικά προβλήματα. Το πρώτο αφορούσε το πώς θα εξασφάλιζα τη στόχευση της

έρευνάς μου. Με τη διεξαγωγή ανοικτών συζητήσεων-συνεντεύξεων υπήρχε ο

κίνδυνος να εκτραπεί η συζήτηση από το υπό διερεύνηση θέμα και να διογκωθεί η

παροχή πληροφοριών, που θα καθιστούσε ιδιαίτερα δύσκολη την ανάλυσή τους. Γι’

αυτό το λόγο επέλεξα να πάρω ο ίδιος τις συνεντεύξεις από τους πληροφορητές μου.

Γνωρίζοντας τη συνάφεια των παρεχόμενων πληροφοριών με το θέμα μου, μπορούσα

να κατευθύνω ο ίδιος της συζήτηση.

Προς διευκόλυνση της συζήτησης κατάρτισα ερωτηματολόγια που

αποτέλεσαν τον οδηγό των ημιδομημένων συνεντεύξεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις,

26 Ο Μαντζώρος (1996) αποδίδει τον όρο ως συμμετοχική έρευνα. Απέφυγα αυτή τη μετάφραση επειδή συνήθως παραπέμπει σε έρευνα κατά την οποία ο ίδιος ερευνητής συμμετέχει στην κοινότητα που ερευνά. Εδώ όμως δε μας ενδιαφέρει τόσο η συμμετοχή του ερευνητή στην κοινότητα (που στην παρούσα έρευνα ισχύει), όσο η συμμετοχή των μελών της κοινότητας στην έρευνα προκειμένου να αποκτήσουν τα μεγαλύτερα πιθανά οφέλη, με άλλα λόγια να ενδυναμωθούν.

55

όταν μου ζητήθηκε, μοίρασα τα ερωτηματολόγια στους πληροφορητές για να

προετοιμάσουν τις απαντήσεις τους, επισημαίνοντάς τους ωστόσο ότι το

ερωτηματολόγιο κυρίως αποσκοπούσε στη διευκόλυνση της μεταξύ μας συζήτησης.

Τα ερωτηματολόγια καταρτίστηκαν ύστερα από δοκιμαστικές συνεντεύξεις με τρεις

πληροφορητές και ελέγχτηκαν από έναν τέταρτο πληροφορητή. Ύστερα από κάθε

συνέντευξη αξιολογούσα τις προτεινόμενες ερωτήσεις, επαναδιατυπώνοντας ή

καταργώντας ορισμένες από αυτές και προσθέτοντας κάποιες άλλες. Άλλωστε, σε

κάθε ερωτηματολόγιο είχα προβλέψει να επανέρχομαι περισσότερες από μία φορές

στο ίδιο θέμα, προκειμένου να εξασφαλίσω ότι θα γίνει πράγματι αντικείμενο

συζήτησης με τον εκάστοτε πληροφορητή. Επίσης με αυτόν τον τρόπο ήταν εφικτός ο

αντικειμενικότερος έλεγχος των απαντήσεων, ήμουν δηλαδή σίγουρος ότι ο

πληροφορητής δεν καθοδηγήθηκε αλλά ότι ήθελε πράγματι να δώσει τις

συγκεκριμένες απαντήσεις. Φρόντισα, επίσης, στο τέλος κάθε συνέντευξης να κρατώ

σημειώσεις σχετικά με τα όσα συζήτησα με τους πληροφορητές και τη συνάφειά τους

με το υπό διερεύνηση θέμα, αλλά και σχετικά με διάφορες τεχνικές δυσκολίες που

προέκυψαν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και τις οποίες έπρεπε να λάβω υπόψη

μου κατά την ανάλυση των δεδομένων.

Τα ερωτηματολόγια που χρησιμοποιήθηκαν ανά ομάδα πληροφορητών

παρατίθενται στο παράρτημα Α. Κάθε ερωτηματολόγιο περιλαμβάνει τέσσερις

ομάδες ερωτήσεων. Στην πρώτη ομάδα περιλαμβάνονται ερωτήσεις που στοχεύουν

στη γνωριμία με τον πληροφορητή, στη δεύτερη ερωτήσεις σχετικές με την

υπόσταση, την ποικιλία και της προτυποποίηση της ΕΝΓ, στην τρίτη ερωτήσεις για

τους θεσμούς που σχετίζονται με το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ (εκπαίδευση,

νομοθεσία, διερμηνεία, εργασία, μέσα μαζικής ενημέρωσης) και τέλος, στην τέταρτη

ομάδα, ερωτήσεις σχετικά με τη συμμετοχή του εκάστοτε πληροφορητή στη

γλωσσική κοινότητα των Κωφών και τις δραστηριότητές της. Υπάρχουν κοινές

ερωτήσεις σε όλα τα ερωτηματολόγια, αλλά και επιπλέον ή διαφορετικές ερωτήσεις

ανάλογα με την ομάδα στην οποία ανήκε ο εκάστοτε πληροφορητής.

Το δεύτερο πρόβλημα αφορούσε τον αριθμό των πληροφορητών και τον

τρόπο επιλογής του δείγματος. Σε τέτοιου είδους έρευνες ο αριθμός εξαρτάται από

τους σκοπούς της εκάστοτε έρευνας, αν και είθισται να κυμαίνεται στους 15 ± 10

πληροφορητές όταν αξιοποιούνται ποιοτικά και όχι ποσοτικά στοιχεία των

συνεντεύξεων (Kvale 1992). Σε κάθε περίπτωση πάντως μπορούν να διεξάγονται νέες

συνεντεύξεις μέχρι να επέλθει σημείο κορεσμού, οπότε και περισσότερες

56

συνεντεύξεις δε θα πρόσθεταν ιδιαίτερα νέα γνώση. Ο αριθμός των πληροφορητών

καθορίζεται επίσης από τους υλικούς και χρονικούς περιορισμούς της έρευνας.

Για την παρούσα έρευνα έδωσαν συνέντευξη συνολικά 31 πληροφορητές.

Αρχικά είχε προγραμματιστεί ένας μεγαλύτερος αριθμός συνεντεύξεων. Δυσκολίες

όμως κατά την προσέγγιση των πληροφορητών, αλλά κυρίως το γεγονός ότι επήλθε

σημείο κορεσμού, διαφοροποίησαν τον αρχικό σχεδιασμό που προέβλεπε 50

συνεντεύξεις. Η διαφοροποίηση του αρχικού σχεδιασμού επέτρεψε τη βαθύτερη

ανάλυση του συγκεντρωμένου υλικού. Άλλωστε ο μικρός αριθμός των μελών της

κοινότητας (βλ. συζήτηση στο 3.2) καθιστά αρκετά αντιπροσωπευτικό το δείγμα των

31 πληροφορητών.

Ως προς τη δειγματοληψία, ο σκοπός της έρευνας επέβαλε να είναι

στοχευμένη και όχι τυχαία. Εφόσον στόχος της έρευνας δεν ήταν η γραμματική

περιγραφή της ΕΝΓ, ώστε να είναι απαραίτητοι φυσικοί νοηματιστές που να

κατέχουν σε υψηλό βαθμό επάρκειας την ΕΝΓ (βλ. για παράδειγμα Meir & Sandler

2008), την επιλογή των πληροφορητών καθόρισε κυρίως ο ρόλος και η ιδιότητά τους

στην κοινότητα, αλλά και οι γνώσεις τους σε συγκεκριμένα ζητήματα. Έτσι, οι

πληροφορητές χωρίστηκαν σε 5 ομάδες: (α) δάσκαλοι ΕΝΓ, (β) εκπαιδευτικοί, (γ)

μαθητές- σπουδαστές, (δ) γενικός πληθυσμός, και (ε) διερμηνείς (βλ. πίνακας 4).

Πίνακας 4: Ομάδες πληροφορητών της έρευνας27

Δάσκαλοι ΕΝΓ 13

Εκπαιδευτικοί 6

Μαθητές-σπουδαστές 5

Γενικός πληθυσμός 4

Διερμηνείς ΕΝΓ 3

Σύνολο πληροφορητών 31

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στις δύο πρώτες ομάδες καθώς τα άτομα αυτά έχουν

πρωταρχικό ρόλο σε διάφορες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού: (α) στη διάδοση της

ΕΝΓ ως ξένης γλώσσας σε ακούοντες, (β) στην προτυποποίηση και στον

εκσυγχρονισμό της με τη χρήση της στην εκπαιδευτική πράξη τόσο με τους ακούοντες

όσο και με τους κωφούς μαθητές στο σχολείο και με τη συμμετοχή τους ως βασικοί 27 Με εξαίρεση τους διερμηνείς ΕΝΓ όλοι οι πληροφορητές της έρευνας είναι Κωφοί.

57

πληροφορητές στη δημιουργία λεξικών και εκπαιδευτικών εγχειριδίων, (γ) στη

διατήρησή της με τη μετάδοση σε νεότερους κωφούς μαθητές που μεγαλώνουν σε

περιβάλλον ακουόντων, και (δ) στον καθαρισμό της από την επαφή με την κυρίαρχη

φθογγογλώσσα. Πολλές φορές τα άτομα αυτά θεωρούνται από τους ίδιους, αλλά και

από τα υπόλοιπα μέλη της γλωσσικής κοινότητας, θεματοφύλακες της ΕΝΓ. Επίσης,

πολύ συχνά αρκετά άτομα έχουν παράλληλα και τις δύο ιδιότητες, είναι δηλαδή

δάσκαλοι ΕΝΓ σε σχολές ακουόντων και διδάσκουν σε σχολεία κωφών της

πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Συνολικά έδωσαν συνέντευξη για

τους σκοπούς της παρούσας έρευνας 13 Κωφοί δάσκαλοι ΕΝΓ και 6 Κωφοί

εκπαιδευτικοί. Η διάκριση ανάμεσα στις δύο ομάδες έγινε περισσότερο με βάση ποια

ιδιότητά τους κλήθηκαν να πάρουν μέρος στις συνεντεύξεις. Κατά τη διάρκεια των

συνεντεύξεων διαπιστώθηκε ότι αρκετοί εκπαιδευτικοί έχουν εργαστεί στο παρελθόν

ή εργάζονταν εκείνη τη στιγμή και ως δάσκαλοι ΕΝΓ. Τρεις δάσκαλοι ΕΝΓ

διαπιστώθηκε ότι παράλληλα εργάζονταν σε σχολεία κωφών. Η εμπειρία του

εκάστοτε πληροφορητή αξιοποιήθηκε ανάλογα τη στιγμή της συνέντευξης και όσοι

από τους πληροφορητές είχαν και τις δύο ιδιότητες συζήτησαν και για τις δύο.

Από τον υπόλοιπο πληθυσμό σκόπιμα έγινε η διάκριση της ομάδας των

μαθητών-σπουδαστών. Τα νεαρά άτομα είναι κυρίως αυτά στα οποία στοχεύει ο

γλωσσικός σχεδιασμός. Αντίθετα με τα ηλικιωμένα μέλη της γλωσσικής κοινότητας,

που έχουν συνήθως παγιώσει τη γλωσσική τους χρήση, τα νεαρά άτομα συμμετέχουν

δυναμικά στο γλωσσικό εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ που δίνει τη δυνατότητα για

διευρυμένες γλωσσικές χρήσεις. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι η συμμετοχή των

νεαρών Κωφών στις δραστηριότητες της γλωσσικής κοινότητας και η διεκδίκηση των

γλωσσικών τους δικαιωμάτων γίνεται με νέα μέσα, αλλά και με νέους όρους.

Χρησιμοποιείται ευρύτερα το διαδίκτυο, ενώ πρωταρχικός τους πλέον στόχος δεν

είναι τόσο η διαφοροποίησή τους από τους άλλους όσο η διεκδίκηση της ισότιμης

κοινωνικής τους συμμετοχής και η οικονομική τους επιτυχία στις σύγχρονες

κοινωνίες (βλ. Turner 2004, Μαυρέας 2009). Συνολικά στην έρευνα συμμετείχαν 5

μαθητές-σπουδαστές.

Οι υπόλοιποι 4 πληροφορητές από το γενικό πληθυσμό επιλέχτηκαν κυρίως

εξαιτίας της ιδιότητάς τους και της συμμετοχής τους στις δραστηριότητες και τις

οργανώσεις της κοινότητας των Κωφών (εκπρόσωποι σωματείων, άτομα με

αθλητική, καλλιτεχνική και ακτιβιστική δράση). Τέλος, αν και ως ακούοντες δεν

ανήκουν στον πυρήνα της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών, κρίθηκε απαραίτητο

58

να λάβουν μέρος στην έρευνα διερμηνείς ΕΝΓ, εξαιτίας του ιδιαίτερου ρόλου που

διαδραματίζουν στο γλωσσικό της σχεδιασμό. Συνεπώς, στην έρευνα συμμετείχαν 3

διερμηνείς ΕΝΓ.

Όπως αναφέρθηκε, η στοχευμένη δειγματοληψία επέτρεψε τη συγκέντρωση

δεδομένων ανάλογα με τους σκοπούς της έρευνας. Έμφαση δόθηκε στις ομάδες των

δασκάλων ΕΝΓ και των εκπαιδευτικών λόγω της μεταγλωσσικής τους γνώσης ή/και

εμπειρίας, ενώ γρήγορα επήλθε κορεσμός στις ομάδες των σπουδαστών-μαθητών και

του γενικού πληθυσμού. Αν και ο μεγαλύτερος αριθμός των πληροφορητών προήλθε

από την Αθήνα, όπου διατηρώ τις περισσότερες γνωριμίες με μέλη της κοινότητας

και ήταν ευκολότερο να έρθω σε επαφή με πληροφορητές που θα συμμετείχαν στην

έρευνά μου, έγινε προσπάθεια να γίνουν συνεντεύξεις και με μέλη της γλωσσικής

κοινότητας από άλλα μέρη της Ελλάδας. Από τους 31 πληροφορητές οι 5 διαμένουν

σε περιοχές εκτός Αττικής, (δύο στη Θεσσαλονίκη, δύο στη Λάρισα και ένας στην

Πάτρα). Οι πληροφορητές αυτοί ήταν κυρίως δάσκαλοι ΕΝΓ και άτομα με έντονη

δραστηριότητα στους συλλόγους Κωφών των περιοχών τους. Σχετικά με τη

διαλεκτική διαφοροποίηση της ΕΝΓ, αξιοποιήθηκαν επίσης οι γνώσεις των

πληροφορητών που, αν και διαμένουν στην Αθήνα, κατάγονται από άλλες περιοχές

της Ελλάδας και διατηρούν κάποιες επαφές με Κωφούς που διαμένουν μόνιμα στον

τόπο καταγωγής τους.

Ο μεγαλύτερος όγκος των συνεντεύξεων έγιναν το χρονικό διάστημα του

πρώτου εξαμήνου του 2006. Τον επόμενο χρόνο έγιναν οι περισσότερες συνεντεύξεις

εκτός Αττικής και το 2008 οι συνεντεύξεις με τους διερμηνείς ΕΝΓ. Σε ορισμένες

περιπτώσεις στο τέλος των συνεντεύξεων, ενώ είχε σταματήσει να γράφει η κάμερα,

οι πληροφορητές συνέχιζαν τη συζήτηση σχετικά με τα θέματα που μας είχαν

απασχολήσει. Διαπίστωσα ότι ορισμένα σημεία των συζητήσεών μας παρουσίαζαν

ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εξέταση του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ που

φαίνεται ότι είναι ένα αρκετά καυτό θέμα που απασχολεί συστηματικά τα μέλη της

κοινότητας.

Παράλληλα, από την επαφή μου με μέλη της κοινότητας είχα πάρει μέρος σε

ανάλογες συζητήσεις που σχετίζονταν με γλωσσικά θέματα και την ΕΝΓ ή είχα γίνει

μάρτυρας σχετικών γεγονότων. Γι’ αυτό το λόγο, αποφάσισα, παράλληλα με τον

κύριο όγκο των δεδομένων που προέρχονται από τις βιντεοσκοπημένες συνεντεύξεις

με τους πληροφορητές της έρευνας, να αξιοποιήσω πληροφορίες από την

εθνογραφική παρατήρηση και τη συμμετοχή μου στη γλωσσική κοινότητα των

59

Κωφών, ιδιαίτερα χρήσιμες για την παρουσίαση κυρίως των δράσεων των φορέων

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ (βλ. 5). Ειδικότερα για την ομάδα διερμηνέων ΕΝΓ,

που έχει τη μικρότερη αντιπροσώπευση στο δείγμα των πληροφορητών,

αξιοποιήθηκαν αρκετές πληροφορίες από εθνογραφική παρατήρηση κατά τη

συμμετοχή μου σε διερμηνείες, σεμινάρια για διερμηνείς, μαθήματα εκπαίδευσης

διερμηνέων.

Το τρίτο πρόβλημα αφορούσε το πώς θα επιτύγχανα την όσο ήταν δυνατό

μεγαλύτερη συμμετοχή του εκάστοτε πληροφορητή στη συνέντευξη. Έχει

παρατηρηθεί ότι ένα από τα προβλήματα των κοινωνιογλωσσολογικών ερευνών είναι

πως η παρουσία ξένων στοιχείων προς την περίσταση επικοινωνίας επηρεάζει τους

συμμετέχοντες σε αυτήν, αλλοιώνοντας τη γλωσσική τους συμπεριφορά. Ισχύει

επομένως το παράδοξο ότι, ενώ η παρουσία του παρατηρητή-ερευνητή είναι

υποχρεωτική για τη διεξαγωγή της έρευνας, δυσχεραίνει παράλληλα τη συλλογή των

δεδομένων για την πραγματοποίηση της έρευνας- γνωστό ως το παράδοξο του

παρατηρητή (Labov 1972). Στόχος βέβαια της παρούσας έρευνας δεν ήταν η συλλογή

αβίαστου καθημερινού λόγου, πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι κλασσικές

κοινωνιογλωσσολογικές έρευνες μελετώντας γλωσσικές μεταβλητές και που

επιχείρησαν να το λύσουν με διάφορες τεχνικές (βλ. ενδεικτικά Ντάλτας 1997,

Αρχάκης-Κονδύλη 2002). Έπρεπε παρ’ όλα αυτά οι συμμετέχοντες στην έρευνα να

αισθανθούν άνετα, προκειμένου να μοιραστούν αυθόρμητα μαζί μου τις σκέψεις τους

σχετικά με το υπό διερεύνηση θέμα.28 Η οπτικοκινητική τροπικότητα της ΕΝΓ

επέβαλε μάλιστα τη χρήση κάμερας για τη βιντεοσκόπηση των δεδομένων, ένα

επιπλέον παρείσακτο στοιχείο που ενίσχυε το παράδοξο του παρατηρητή.

Προκειμένου να αισθανθούν πιο άνετα οι πληροφορητές κατά τη διεξαγωγή

των συνεντεύξεων, γεγονός που θα εξασφάλιζε τη θετική τους στάση και διάθεση για

συμμετοχή στην έρευνα, έδωσα ιδιαίτερη έμφαση στον τρόπο προσέγγισης των

πληροφορητών. Αρχικά, αξιοποίησα τις προσωπικές μου επαφές με μέλη της

κοινότητας ζητώντας τους να πάρουν μέρος στην έρευνα, ενώ παράλληλα τους

ζήτησα να με συστήσουν σε άλλους γνωστούς και φίλους τους. Με αυτόν τον τρόπο

28 Οι Cameron κ.ά. (1992) αντιμετωπίζουν κριτικά την έννοια του παράδοξου του παρατηρητή. Θεωρούν ότι τα υποκείμενα της έρευνας αποτελούν ενεργά όντα που αλληλεπιδρούν και δεν μπορούν να μελετηθούν ως άψυχα υλικά αντικείμενα. Ανάλογα, ο παρατηρητής είναι υποκείμενο που φέρει σε κάθε στάδιο της ερευνητικής διαδικασίας τα βιώματα και τις αντιλήψεις του. Η υποκειμενικότητα του παρατηρητή δε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα παράδοξο που πρέπει να εξαλειφθεί προκειμένου να γίνει πιο αντικειμενική η έρευνα, αλλά ως στοιχείο της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης που συμπεριλαμβάνεται στη μελέτη των υποκειμένων.

60

ανέπτυξα ένα δίκτυο πληροφορητών που απαρτιζόταν από δικούς μου φίλους και

γνωστούς, και φίλους και γνωστούς των δικών μου φίλων (ανάλογη μεθοδολογία

ανέπτυξε η Milroy 1980 μελετώντας γλωσσικές μεταβλητές στα κοινωνικά δίκτυα

της εργατικής τάξης της Βόρειας Ιρλανδίας).

Στη συνέχεια, οι πληροφορητές ενημερώθηκαν σε ΕΝΓ για τη διαδικασία της

συνέντευξης (διάρκεια, βιντεοσκόπηση), τους στόχους και τα επιδιωκόμενα

αποτελέσματα της έρευνας και τη διατήρηση της ανωνυμίας των πληροφορητών.

Όσοι δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην έρευνα συμπλήρωσαν ένα έντυπο

συγκατάθεσης για τη συμμετοχή τους στην έρευνα όπου παράλληλα αναφερόταν ότι

το βιντεοσκοπημένο υλικό θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για επιστημονική έρευνα

(το έντυπο συγκατάθεσης παρατίθεται στο παράρτημα Β). Με όλα τα παραπάνω

επεδίωξα να αντιμετωπίσω ζητήματα δεοντολογίας και να διασφαλίσω την ισοτιμία

της σχέσης μεταξύ του ερευνητή και των ερευνωμένων.

Προσπάθησα, επίσης, να δημιουργήσω ένα φιλικό κλίμα στο χώρο που

διεξαγόταν η εκάστοτε συνέντευξη. Έδωσα στους πληροφορητές τη δυνατότητα οι

ίδιοι να επιλέξουν το μέρος και το χρόνο που τους ήταν πιο βολικά για τη διεξαγωγή

της συνέντευξης. Κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, φρόντιζα να υπάρχει ένα

εισαγωγικό μέρος, ενώ κατέγραφε η κάμερα. Σε αυτό νοημάτιζα ο ίδιος πρώτα για

τον εαυτό μου, εστιάζοντας τη συζήτηση στο δικό μου άγχος σχετικά με τον τρόπο

που χρησιμοποιούσα την ΕΝΓ, καθώς δεν είμαι φυσικός νοηματιστής, και με τις

τεχνικές δυσκολίες που αντιμετώπιζα με τη χρήση της βιντεοκάμερας. Συζητώντας τη

δική μου αγωνία, επιχειρούσα ο πληροφορητής να ασχολείται λιγότερο με τη δική

του αγωνία για τη βιντεοσκόπησή του. Πράγματι, αρκετές φορές οι πληροφορητές με

καθησύχαζαν ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα στην επικοινωνία μας και με βοηθούσαν

στο στήσιμο της κάμερας προκειμένου να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή λήψη. Αυτό

βοηθούσε στη δημιουργία ενός φιλικού κλίματος και οι περισσότεροι πληροφορητές

δεν είχαν πρόβλημα να μοιραστούν προσωπικές τους πληροφορίες και απόψεις.

Συνοψίζοντας, τα μεθοδολογικά προβλήματα της έρευνας αφορούσαν τη

στόχευση της έρευνας, τον αριθμό και την επιλογή των πληροφορητών, την

προσέγγιση και τη συμμετοχή τους στην έρευνα, καθώς και τον τρόπο διεξαγωγής

των συνεντεύξεων και καταγραφής και ανάλυσης του υλικού. Χρησιμοποιώντας

ημιδομημένες συνεντεύξεις, επιλέγοντας τους πληροφορητές ανάλογα με το ρόλο

τους, την ιδιότητά τους και τις γνώσεις τους σχετικά με το υπό διερεύνηση θέμα,

στρατολογώντας πληροφορητές από ένα δίκτυο φίλων και γνωστών και φίλων και

61

γνωστών των φίλων, δημιουργώντας ευχάριστο και φιλικό κλίμα στις συνεντεύξεις

και αξιοποιώντας στοιχεία από την εθνογραφική παρατήρηση της κοινότητας, θεωρώ

ότι αντιμετωπίστηκαν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τα διάφορα προβλήματα

συλλογής υλικού και συγκεντρώθηκε το κατάλληλο υλικό για την ανάλυση του

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ (βλ. πίνακα 5).

Πίνακας 5: Προβλήματα συγκέντρωσης υλικού και τρόποι αντιμετώπισής τους

Προβλήματα Τρόποι αντιμετώπισης

η στόχευση της έρευνας

-δοκιμαστικές συνεντεύξεις

-ημιδομημένες συνεντεύξεις

- ερωτηματολόγια που συνεχώς αξιολογούνταν

-εθνογραφική παρατήρηση

η επιλογή των πληροφορητών

-στοχευμένη δειγματοληψία

- πέντε ομάδες πληροφορητών

- εθνογραφική παρατήρηση

η συμμετοχή των πληροφορητών

-πληροφορητές φίλοι φίλων

-ανωνυμία των πληροφορητών

-τόπος και χρόνος διεξαγωγής των συνεντεύξεων

σύμφωνα με τις προτιμήσεις των πληροφορητών

-δημιουργία ευχάριστου κλίματος στις συνεντεύξεις

2.3. Τρόπος παρουσίασης των δεδομένων

Εκτός από τον τρόπο συγκέντρωσης και ανάλυσης του υλικού προέκυψαν διάφορα

μεθοδολογικά ζητήματα και σχετικά με την παρουσίαση των δεδομένων. Ο κύριος

όγκος των δεδομένων που αναλύονται προέρχονται από τις συνεντεύξεις. Τα

αποσπάσματα που παραθέτω μετέφρασα ο ίδιος στην ελληνική φθογγογλώσσα.

Προσπάθησα να μεταφράσω όσο πιο πιστά γινόταν τα αποσπάσματα που

παρατίθενται. Μέσα σε αγκύλες βρίσκονται επεξηγήσεις απαραίτητες για την

κατανόηση και το σχολιασμό ορισμένων αποσπασμάτων. Οι συνεντεύξεις με τους

διερμηνείς ΕΝΓ έγιναν στην ελληνική φθογγογλώσσα (με τη χρήση όμως

βιντεοκάμερας για να καταγράφεται η ΕΝΓ, όποτε ήταν απαραίτητο) και τα

αποσπάσματα που αναλύονται απλώς μεταγράφηκαν στα ελληνικά. Όπου θεωρήθηκε

62

απαραίτητο ζητήθηκε η συνδρομή άλλων διερμηνέων ΕΝΓ ή δόθηκαν διευκρινίσεις

από τους ίδιους τους πληροφορητές.

Για τη διευκόλυνση του αναγνώστη, δόθηκαν ψευδώνυμα σε ορισμένους

πληροφορητές των οποίων τα λεγόμενα συζητούνται σε περισσότερα σημεία της

διατριβής. Έγινε προσπάθεια να προστατευθεί όσο γίνεται περισσότερο η ανωνυμία

των πληροφορητών. Γι’ αυτό το λόγο, εκτός από τα ψευδώνυμα, σε ορισμένες

περιπτώσεις διαφοροποιήθηκαν ελαφρώς τα στοιχεία των πληροφορητών τα οποία

δεν ήταν απαραίτητα για την επιχειρούμενη ανάλυση (π.χ. φύλο, ηλικία, τόπος

καταγωγής). Κάτι τέτοιο θεωρήθηκε απαραίτητο, καθώς εξαιτίας του μικρού αριθμού

των μελών της κοινότητας, είναι πιθανό ορισμένα στοιχεία να αποκαλύπτουν την

ταυτότητα του πληροφορητή. Σε κάθε πάντως περίπτωση δίνονται κάθε φορά μόνο τα

απαραίτητα για την ανάλυση στοιχεία σχετικά με την ταυτότητα των πληροφορητών.

Σχετικά με το όνομα της ΕΝΓ και τους προτεινόμενους όρους ακολουθεί

εκτενέστερη ανάλυση σε άλλο σημείο της διατριβής (βλ. 4.2.), ωστόσο, σε γενικές

γραμμές, χρησιμοποιήθηκε ο όρος νοηματική, όρο που χρησιμοποίησε η πλειοψηφία

των πληροφορητών και κυρίως το ακρώνυμο ΕΝΓ.29 Απέφυγα όμως τη συχνή χρήση

ακρωνύμων για άλλες νοηματικές γλώσσες, προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν

παρανοήσεις (π.χ. ΙΝΓ για την ιταλική ή για την ισραηλινή νοηματική γλώσσα;),

χρησιμοποιώντας τα μόνο στα σημεία όπου γινόταν συχνή αναφορά σε κάποια

νοηματική γλώσσα (κυρίως για την αμερικανική νοηματική γλώσσα

χρησιμοποιήθηκε το ακρώνυμο ΑΝΓ).

Για τις ελάχιστες σημασιολογικές μονάδες της ΕΝΓ (signs), προκειμένου να

αποφευχθεί η δισημία του όρου νόημα (1. σημασία, 2. νεύμα), χρησιμοποιήθηκε ο

όρος χειροκινητικό νόημα. Σύμφωνα με την επιστημονική σύμβαση που εφαρμόζεται

στη διεθνή βιβλιογραφία, την οποία και υιοθετώ, κάθε χειροκινητικό νόημα που

σχολιάζεται αναφέρεται με την αντίστοιχη μετάφραση (όσο το δυνατό πιο πιστή) σε

λέξη της φθογγογλώσσας (για την παρούσα εργασία της ελληνικής), που γράφεται με

κεφαλαία γράμματα. Έτσι, το χειροκινητικό νόημα της ΕΝΓ που σημαίνει «λύπη»

αναφέρεται ως ΛΥΠΗ.30 Στην περίπτωση που δεν είναι εφικτή η μετάφραση ενός

29 Η χρήση του ακρώνυμου ΕΝΓ, παρόλο που δε χρησιμοποιείται στην καθημερινή πρακτική, θεωρήθηκε η καταλληλότερη για ένα γραπτό επιστημονικό κείμενο, όπως είναι η παρούσα διατριβή. Αντίθετα, στα αποσπάσματα των συνεντεύξεων με τους πληροφορητές της έρευνας μου χρησιμοποίησα περισσότερο τον όρο νοηματική.30 Σε προηγούμενη εργασία μου (Μαυρέας 2003) προκειμένου να αποφευχθεί η σύγχυση νοήματος (=σημασία) και νοήματος (=χειροκινητικό νόημα) είχα επιλέξει την πρακτική να χρησιμοποιώ κεφαλαία γράμματα (ΝΟΗΜΑ) κάθε φορά που αναφερόμουν σε χειροκινητικό νόημα σε αντιστοιχία

63

χειροκινητικού νοήματος με μία λέξη της φθογγογλώσσας χρησιμοποιούνται

περισσότερες λέξεις που συνδέονται μεταξύ τους με παύλες π.χ. ΔΙΚΟ-ΣΟΥ ή

δίνονται και άλλες διευκρινίσεις π.χ. ΠΟΤΗΡΙ-ΜΠΥΡΑΣ- (με αφρό).

Δύο άλλες επιστημονικές συμβάσεις που υιοθέτησα είναι ο τρόπος απόδοσης

των σύνθετων χειροκινητικών νοημάτων με το σύμβολο ανάμεσα στα χειροκινητικά

νοήματα που σχηματίζουν το σύνθετο (π.χ. ΑΝΤΡΑΣΠΑΙΔΙ=ΑΓΟΡΙ) και ο τρόπος

απόδοσης του δακτυλικού αλφαβήτου, δηλαδή της αναπαράστασης της ορθογραφίας

μιας φθογγογλώσσας με χειρομορφές (βλ. αναλυτικότερα 4.3.3), με κεφαλαία

γράμματα που χωρίζονται μεταξύ τους με παύλες (π.χ. Δ-Η-Μ-Η-Τ-Ρ-Η-Σ, όταν

χρησιμοποιώ δακτυλικό αλφάβητο για να αναφερθώ στο όνομά μου).

2.4. Ανακεφαλαίωση

Η έλλειψη μελετών, ιδίως με κοινωνιογλωσσολογική οπτική, της ΕΝΓ με οδήγησε

στο να επιλέξω την ποιοτική ανάλυση ημιδομημένων συνεντεύξεων ως βασική

μέθοδο για τη διερεύνηση του θέματος της παρούσας διατριβής. Παράλληλα όμως,

αξιοποίησα και δεδομένα από την εθνογραφική παρατήρηση προκειμένου να

ενισχύσω και να διευρύνω τη συζήτηση σχετικά με το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ.

Τα βασικά μεθοδολογικά ζητήματα σχετικά με τη συλλογή του υλικού, τη στόχευση

της έρευνας και την παρουσίαση των δεδομένων τα αντιμετώπισα αξιοποιώντας

τεχνικές ανάλογων κοινωνιογλωσσολογικών μελετών που προσάρμοσα στις ανάγκες

και τους περιορισμούς της παρούσας έρευνας.

με την επιστημονική σύμβαση για χρήση κεφαλαίων για την απόδοση των χειροκινητικών νοημάτων στο γραπτό λόγο. Πιστεύω όμως ότι ο περιφραστικός όρος χειροκινητικό νόημα που υιοθετώ στην παρούσα διατριβή είναι λιγότερο προβληματικός.

64

3. Οι νοηματιστές της ΕΝΓ

Ένα βράδυ Παρασκευής μια παρέα διερμηνέων ΕΝΓ βρισκόμαστε στην Ένωση Κωφαλάλων Ελλάδος, το πρώτο σωματείο Κωφών στην Ελλάδα, που σήμερα στεγάζεται στο κέντρο της Αθήνας. Καθόμαστε γύρω από ένα τραπέζι και νοηματίζουμε. Μαζί μας βρίσκονται δύο Κωφοί. Σε ένα τραπέζι λίγο πιο κάτω κάθονται δύο γυναίκες, η μια μεγάλης ηλικίας και η άλλη λίγο πάνω από 30. Η παρέα μου συνήθως νοηματίζει, αλλά μερικές φορές οι ακούοντες επικοινωνούμε στα ελληνικά μεταξύ μας. Κάποια στιγμή παρατηρώ ότι η νεαρή γυναίκα που βρίσκεται στο διπλανό τραπέζι μας κοιτάζει έντονα. Σηκώνεται και έρχεται προς το μέρος μας και με ρωτάει: «Ακούς;». Από τον τρόπο που προφέρει τη λέξη συνειδητοποιώ ότι είναι κωφή και αρχίζω να της νοηματίζω. Με κοιτάζει με απορία και αντιλαμβάνομαι ότι δε γνωρίζει ΕΝΓ. Αισθάνομαι αμήχανα. Η γυναίκα φαίνεται ότι θέλει παρέα, αλλά δεν μπορεί να καθίσει μαζί μας και να παρακολουθήσει τη συζήτησή μας σε ΕΝΓ. Μέσω της πιο ηλικιωμένης γυναίκας, που είναι η μητέρα της, ανταλλάσουμε τηλέφωνα δίνοντας ένα αόριστο ραντεβού για επικοινωνία κάποια στιγμή. Διαισθάνομαι ότι η νεαρή γυναίκα έχει μεγάλη διάθεση για επικοινωνία, νιώθει όμως αμήχανα με τους άλλους Κωφούς που γνωρίζουν την ΕΝΓ. Αντίθετα, δείχνει πιο εξοικειωμένη να επικοινωνεί με ακούοντες. Ωστόσο, οι λέξεις που προφέρει δε γίνονται εύκολα αντιληπτές, ακόμη και από ανθρώπους που έχουν εξοικειωθεί να επικοινωνούν με άτομα με απώλεια ακοής. Μοιράζομαι την αμηχανία μου με έναν από τους Κωφούς που βρίσκεται στην παρέα μας. Με πληροφορεί ότι δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο γυναίκες επισκέπτονται το σωματείο. Όπως και εκείνη την Παρασκευή, κάθονται συνήθως μόνες τους σε ένα τραπέζι, χωρίς να επικοινωνούν μεταξύ τους και χωρίς να προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τους άλλους. Οι Κωφοί που βρίσκονται στο σωματείο δεν είναι αρνητικοί με άτομα που δε γνωρίζουν την ΕΝΓ, αρκεί αυτά να είναι διατεθειμένα να προσπαθήσουν σταδιακά να τη χρησιμοποιήσουν για τη μεταξύ τους επικοινωνία. Ο Κωφός συνομιλητής μου σχολιάζει ότι, όσο η νεαρή γυναίκα συνοδεύεται από τη μητέρα της στο σωματείο και δεν αυτονομείται, δε θα καταφέρει ποτέ να βρει την επικοινωνία που τόσο επιθυμεί.31

Πρώτη ύλη των ανθρώπινων γλωσσών αποτελούν συνήθως ήχοι (φθόγγοι) που

συνδυάζονται μεταξύ τους συγκροτώντας λεξικές μονάδες. Αυτές διέπονται από μια

σειρά από κανόνες (φωνολογικούς, μορφολογικούς, σημασιολογικούς και

συντακτικούς) αποτελώντας τα συστατικά σημειακών συστημάτων. Σημειακά

31 Περιστατικά που αφηγούμαι στην αρχή κεφαλαίων και υποκεφαλαίων προέρχονται από εθνογραφική παρατήρηση και συνήθως αποτελούν την αφορμή για τη συζήτηση και το σχολιασμό ενός θέματος. Προέρχονται κυρίως από τη συμμετοχή μου σε μαθήματα εκμάθησης ΕΝΓ και τις συζητήσεις μου με δασκάλους ΕΝΓ και Κωφούς συμμαθητές μου, από τη συναναστροφή μου με Κωφούς σε διάφορες δραστηριότητες της κοινότητας, από διερμηνείες σε ΕΝΓ και συζητήσεις με συναδέλφους διερμηνείς, από συζητήσεις με τους πληροφορητές μου στο περιθώριο των συνεντεύξεων ενώ δεν κατέγραφε η κάμερα, αλλά και από τυχαία περιστατικά που προέκυψε να σχετίζονται με το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ.

65

συστήματα επικοινωνίας είναι επομένως οι ανθρώπινες γλώσσες, ικανές να

μεταδίδουν πληροφορίες, να περιγράφουν πράγματα και καταστάσεις, να αποδίδουν

συναισθήματα, να ερμηνεύουν σχέσεις και λειτουργίες, να μεταβάλλονται με το

πέρασμα των χρόνων, να μεταδίδονται από γενιά σε γενιά (για τα μοναδικά

χαρακτηριστικά των ανθρώπινων γλωσσών και τη σύγκρισή τους με άλλα σημειακά

συστήματα βλ. μεταξύ άλλων Yule 1996, Valli & Lucas 2000).

Η έρευνα των νοηματικών γλωσσών κατέδειξε ότι ως πρώτη ύλη των

ανθρώπινων γλωσσών, εκτός από τους ήχους, μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι

κινήσεις των χεριών και του σώματος. Όπως οι φθογγογλώσσες προσλαμβάνονται

μέσω της ακοής, οι νοηματικές γλώσσες προσλαμβάνονται μέσω της όρασης. Οι

φθογγογλώσσες διαφοροποιούνται από τις νοηματικές γλώσσες ως προς το υλικό

τους υπόστρωμα και την τροπικότητα που αξιοποιούν. Οι φθογγογλώσσες είναι

ακουστικοφωνητικές, ενώ οι νοηματικές είναι οπτικοκινητικές (βλ. μεταξύ άλλων

Bellugi & Klima 1991). Τα εμφανή πλεονεκτήματα του ακουστικοφωνητικού

υποστρώματος (επικοινωνία και κατά τη νύχτα, ταυτόχρονη πληροφόρηση σε

πολλούς συντρόφους και σε σχετικά μεγάλες αποστάσεις, ελευθερία των χεριών στην

ενασχόλησή τους με άλλες δραστηριότητες) οδήγησαν τον προϊστορικό άνθρωπο να

αναπτύξει κυρίως τις φθογγογλώσσες (Παπασπύρου 1994). Υπήρξαν ωστόσο και

κοινωνικές ομάδες που για διάφορους λόγους (επικοινωνιακούς, κοινωνικούς,

θρησκευτικούς) ανέπτυξαν παράλληλα και νοηματικές γλώσσες (βλ. Woll κ.ά. 2001).

Τα άτομα όμως που κατεξοχήν ανέπτυξαν νοηματικές γλώσσες είναι οι

Κωφοί. Οι Κωφοί, εξαιτίας της απώλειας της ακοής τους, επικοινωνούν μεταξύ τους

με κάποια νοηματική γλώσσα και συνιστούν μια ιδιαίτερη πολιτισμική ομάδα.

Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφική πρακτική, ο όρος χρησιμοποιείται με κεφαλαίο

το πρώτο γράμμα για να γίνεται η διάκριση με τα άτομα που κλινικά χαρακτηρίζονται

ως άτομα με απώλεια ακοής (βλ. Parasnis 1998). Ένας κωφός απλά δεν ακούει σε

κάποιο βαθμό και η κώφωσή του αφορά την ακοή του, ενώ ένας Κωφός είναι μέλος

μιας γλωσσικής κοινότητας που χρησιμοποιεί μια νοηματική γλώσσα και η Κώφωσή

του αναφέρεται στη συμμετοχή του σε μια κοινωνική ομάδα. 32 Συνήθως ένας Κωφός

είναι και κωφός, αλλά δεν είναι Κωφοί όλοι οι κωφοί.

32 Δεν συμφωνούν όλοι οι ερευνητές με αυτήν την πρακτική. Παρόλο που η διάκριση ανάμεσα σε κωφούς και Κωφούς είναι χρήσιμη, πολύ συχνά είναι αυθαίρετη καθώς τα όρια είναι δυσδιάκριτα. Ορισμένοι ερευνητές επιλέγουν σε σύνθετες περιπτώσεις να χρησιμοποιούν ταυτόχρονα και τους δύο όρους (βλ. Monaghan κ.ά. 2003).

66

Στην παρούσα διατριβή χρησιμοποιείται κυρίως ο όρος Κωφός γιατί τα

θέματα που συζητούνται σχετίζονται με τη συμμετοχή των νοηματιστών στη

γλωσσική κοινότητα, τα γλωσσικά τους δικαιώματα, τα συλλογικά τους όργανα που

είναι φορείς για την προβολή της ιδιαίτερης πολιτισμικής τους ταυτότητας, αφορούν

με άλλα λόγια κυρίως τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της κώφωσης. Η κώφωση δεν

αντιμετωπίζεται ως αναπηρία, μειονέκτημα που πρέπει να θεραπευτεί, αλλά ως

διαφορετικότητα που προσφέρει μια επιπλέον γλωσσική ικανότητα (Krausneker

2006).33 Η χρήση του όρου Κωφός βέβαια γίνεται μάλλον γενικευτικά, χωρίς να

εξετάζεται κάθε φορά ο βαθμός συμμετοχής ενός ατόμου στη γλωσσική κοινότητα

και η ανάπτυξη μιας ιδιαίτερης πολιτισμικής ταυτότητας. Μεγαλύτερη έμφαση

δίνεται στο ρόλο των Κωφών ως νοηματιστών της ΕΝΓ. Σπανιότερα χρησιμοποιείται

εδώ ο όρος κωφός, όταν έμφαση δίνεται στην απώλεια της ακοής ενός ατόμου και

κυρίως όταν γίνεται λόγος για την εκπαίδευση των κωφών μαθητών και ειδικότερα

για άτομα που βρίσκονται έξω από τη γλωσσική κοινότητα των Κωφών (όπως η

νεαρή γυναίκα του περιστατικού που αφηγήθηκα στην αρχή του κεφαλαίου).

Σχετικά με την εκπαίδευση των κωφών μαθητών, αξίζει να σημειωθεί ότι,

ακόμη και όταν τα σχολεία εμφυσούν στους μαθητές τους αξίες των κοινοτήτων των

Κωφών που στηρίζονται στην ύπαρξη μιας κοινής πολιτισμικής ταυτότητας, δεν

έχουν οργανωθεί με στόχο την κατασκευή ταυτότητας Κωφού (Monaghan κ.ά. 2003).

Πρωταρχικός τους στόχος είναι η εκπαίδευση παιδιών με διάφορους βαθμούς

ακουστικής απώλειας. Επιπλέον, τα κωφά παιδιά φοιτούν στα ειδικά σχολεία εξαιτίας

της ακουστικής τους απώλειας και όχι εξαιτίας μιας ξεχωριστής πολιτισμικής

ταυτότητας.34 Τα ειδικά σχολεία αποτέλεσαν βέβαια τους πυρήνες για τη

διαμόρφωση των κοινοτήτων των Κωφών και σχεδόν όλοι οι μαθητές που φοιτούν σε

αυτά θα ενταχθούν στη συνέχεια στην κοινότητα των Κωφών, όπως έχει δείξει μέχρι

τώρα η εμπειρία.

Ο Παπασπύρου (2003), θέλοντας να αποφύγει τις αρνητικές συνυποδηλώσεις

του όρου κωφός, που -πέρα από την απώλεια ακοής- μπορεί να αναφέρεται ή να

33 Το ιατροπαθολογικό μοντέλο αντιμετώπισης της κώφωσης ως αναπηρίας κυριαρχεί στην κοινωνία με αρνητικά αποτελέσματα για την αναγνώριση των νοηματικών γλωσσών και των γλωσσικών δικαιωμάτων των Κωφών. Η αναπηρία ωστόσο των Κωφών μάλλον συνίσταται στα προβλήματα επικοινωνίας που αντιμετωπίζουν και τους διαφοροποιεί από άλλες ομάδες ατόμων με αναπηρία.34 Αντίστοιχα, το ακούον παιδί Κωφών γονέων, φυσικός νοηματιστής της ΕΝΓ και με συμμετοχή στις διάφορες δραστηριότητες της κοινότητας εξαιτίας των γονέων του, θα φοιτήσει σε ένα σχολείο ακουόντων και όχι σε ένα σχολείο κωφών. Το σχολείο φοίτησής του το καθορίζει η κατάσταση της ακοής του και όχι η γνώση της ΕΝΓ.

67

αναφερόταν στο παρελθόν και στις ενδεχομένως περιορισμένες νοητικές ικανότητες

του συγκεκριμένου ατόμου, προτείνει τον όρο ανήκοος ως πιο ουδέτερο

σημασιολογικά και πιο κατάλληλο για τον επιστημονικό λόγο. Θεωρώ ωστόσο ότι,

παρά τα προβλήματά του, ο όρος Κωφός με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα είναι ο πιο

κατάλληλος για να δηλωθεί η ύπαρξη μια ξεχωριστής ταυτότητας. Η χρήση του

κεφαλαίου γράμματος συμβολίζει άλλωστε την ύπαρξη ενός παγκόσμιου κινήματος

για αναγνώριση των γλωσσικών δικαιωμάτων των Κωφών και την ανάπτυξη ενός

αισθήματος υπερηφάνειας που απορρέει από τη συμμετοχή στην κοινότητα και τη

χρήση μιας νοηματικής γλώσσας η οποία έχει ενοποιητικό ρόλο για τα μέλη της

κοινότητας.

3.1. Το προφίλ των νοηματιστών της ΕΝΓ

Η απώλεια ακοής οδηγεί τα κωφά άτομα στο να προσαρμόσουν τις επικοινωνιακές

τους ανάγκες αξιοποιώντας την οπτικοκινητική τροπικότητα μιας νοηματικής

γλώσσας. Ωστόσο, αν και η απώλεια ακοής είναι ένας βασικός παράγοντας, δεν είναι

ο μόνος ούτε και ο πιο σημαντικός που καθορίζει τη συμμετοχή ενός κωφού ατόμου

στην κοινότητα των Κωφών. Τα άτομα που είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιήσουν μια

νοηματική γλώσσα ως βασική γλώσσα επικοινωνίας είναι συνήθως άτομα με μεγάλο

βαθμό ακουστικής απώλειας (άνω των 70 dB)35 από μικρή ηλικία, που δεν μπορούν

να κατακτήσουν με φυσικό τρόπο μια φθογγογλώσσα και να τη χειριστούν στην

καθημερινή τους επικοινωνία. Διαπιστώνεται επομένως ότι ιδιαίτερη σημασία έχει ο

βαθμός απώλειας ακοής και κυρίως η ηλικία απώλειάς της. Άτομα που έχασαν την

ακοή τους σε μεγάλη ηλικία, έχοντας ήδη κατακτήσει μια φθογγογλώσσα

(μεταγλωσσικά κωφά άτομα), είναι μάλλον απίθανο να αρχίσουν να επικοινωνούν με

μια νοηματική γλώσσα συμμετέχοντας στις δραστηριότητες της κοινότητας των

Κωφών. Θα παραμείνουν επομένως κωφοί. Αντίθετα, άτομα που γεννήθηκαν κωφοί ή

έχασαν την ακοή τους σε προγλωσσική ηλικία, προτού δηλαδή αναπτύξουν

φθογγογλώσσα (προγλωσσικά κωφά άτομα), είναι πιθανό να αισθάνονται πιο άνετα

να επικοινωνούν με μια νοηματική γλώσσα για όλη τους τη ζωή, να γίνουν δηλαδή

Κωφοί.

35 Υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις ως προς τους βαθμούς ακουστικής απώλειας. Οι περισσότεροι ωστόσο συμφωνούν ότι μια σοβαρή ακουστική απώλεια (άνω των 70dB) δημιουργεί προβλήματα στη φυσική κατάκτηση μιας φθογγογλώσσας.

68

Αλλά και για αυτά τα άτομα υπάρχουν διαβαθμίσεις ως προς τη συμμετοχή

τους στην κοινότητα των Κωφών και τη χρήση μιας νοηματικής γλώσσας. Τα κωφά

παιδιά με ενήλικες Κωφούς στο οικογενειακό τους περιβάλλον (κυρίως γονείς, αλλά

και θείους, θείες, παππούδες και γιαγιάδες) το πιο πιθανό είναι ότι θα ενσωματωθούν

φυσικά στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών και θα είναι φυσικοί νοηματιστές μιας

νοηματικής γλώσσας. Αντίθετα, για τα κωφά παιδιά που μεγαλώνουν σε οικογενειακό

περιβάλλον ακουόντων, σημαντικό ρόλο για τη μετέπειτα συμμετοχή τους στη

γλωσσική κοινότητα των Κωφών παίζει η εκπαίδευσή τους.

Αρκετές φορές, επειδή η εκπαίδευση των κωφών αποσκοπεί στη θεραπευτική

αντιμετώπιση της κώφωσης (με κοχλιακά εμφυτεύματα και άλλα ακουστικά

βοηθήματα) και στην κατάκτηση μια φθογγογλώσσας ως βασικής μεθόδου

επικοινωνίας, προγλωσσικά κωφά άτομα δεν έρχονται από νωρίς σε επαφή με μια

νοηματική γλώσσα. Κάποια από αυτά τα άτομα, κατά την ενηλικίωσή τους,

επιδιώκουν να ενταχθούν στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών μαθαίνοντας τη

νοηματική της γλώσσα, κάποια άλλα μένουν για το υπόλοιπο της ζωής τους σε

απόσταση από την κοινότητα των Κωφών. Τα άτομα που θα επιδιώξουν να

ενταχθούν στην κοινότητα των Κωφών δεν είναι απαραίτητο ότι θα υιοθετήσουν

αποκλειστικά τη νοηματική γλώσσα της κοινότητας στη μεταξύ τους επικοινωνία. Το

πιο πιθανό είναι ότι θα διαμορφώσουν ένα πλήθος επικοινωνιακών πρακτικών.

Σε προηγούμενη εργασία μου (Μαυρέας 2009) διαπίστωσα ότι οι γλωσσικές

επιλογές των ελλήνων Κωφών φαίνεται να καθορίζονται από μια σειρά παραμέτρων:

(α) τον βαθμό της επάρκειας του συνομιλητή τους στις διάφορες ποικιλίες της ΕΝΓ,

(β) τις στάσεις τους απέναντι σε κάθε ποικιλία και τη δήλωση της ταυτότητας τους,

(γ) την κατάσταση της ακοής του συνομιλητή τους, και (δ) την εκάστοτε

επικοινωνιακή περίσταση. Οι γλωσσικές επιλογές των νοηματιστών δεν είναι

απόλυτες, αλλά προκύπτουν ανά περίπτωση. Μάλιστα ορισμένοι, ακόμη και όταν

δηλώνουν την προτίμησή τους απέναντι σε κάποια ποικιλία, δε σημαίνει ότι και την

υιοθετούν αποκλειστικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η γλωσσική συμπεριφορά των

νοηματιστών της ΕΝΓ να διαμορφώνει ένα αρκετά σύνθετο γλωσσικό τοπίο, με

έντονη ποικιλότητα (βλ. αναλυτικότερα κεφάλαιο 4, όπου αναλύεται η γλωσσική

συμπεριφορά των νοηματιστών της ΕΝΓ). Στον τρόπο που κάθε νοηματιστής

χρησιμοποιεί την ΕΝΓ αποτυπώνεται πολλές φορές η προσωπική του διαδρομή

απέναντί της.

69

3.1.1. Οι διαφορετικές γλωσσικές εμπειρίες

Δε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται η γλωσσική κοινότητα των Κωφών ως ενιαίο

σύνολο, γιατί έτσι δε γίνεται αντιληπτή η ποικιλομορφία που τη χαρακτηρίζει, η

οποία προέρχεται από τις διαφορετικές γλωσσικές εμπειρίες των μελών της (βλ.

Monaghan κ.ά. 2003, Breivik 2005). Αν και τα περισσότερα μέλη της γλωσσικής

κοινότητας των Κωφών είναι άτομα που έχασαν την ακοή τους σε προγλωσσική

ηλικία, υπάρχουν κωφοί οι οποίοι, παρόλο που έχασαν την ακοή τους όταν ήταν

ενήλικες, επιχείρησαν να μάθουν την ΕΝΓ και να ενταχθούν στη γλωσσική κοινότητα

των Κωφών. Ιδιαίτερα για νεαρά άτομα, η επαφή με την ΕΝΓ μπορεί να τα βοηθήσει

να αντιμετωπίσουν θετικά τη νέα τους οδυνηρή κατάσταση, καθώς τους προσφέρει

ένα νέο τρόπο επικοινωνίας στον οποίο έχουν πρόσβαση παρά την απώλεια ακοής

τους. Αποτελεί επίσης τη δίοδο για τη συναναστροφή με άτομα που μοιράζονται την

ίδια απώλεια με τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν κοινωνικές σχέσεις.

Ο Γιώργος που έχασε σταδιακά την ακοή του στην ηλικία μετά το σχολείο

αναφέρει σχετικά με την επαφή του με την ΕΝΓ:

(1)

Όταν έχασα την ακοή μου, επισκέφτηκα διάφορους γιατρούς στο εξωτερικό για να

αντιμετωπίσω το πρόβλημα. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα δεν ήξερα τι να κάνω. Η ζωή

μου, οι φίλοι μου, οι συνήθειές μου, τα χόμπι μου… παλιά μάθαινα μουσική… όλα

ξαφνικά άλλαξαν ραγδαία. Δεν ήθελα να μένω σπίτι χωρίς να δουλεύω. Τυχαία

ανακάλυψα ένα επιδοτούμενο πρόγραμμα του ΟΑΕΔ για επιμόρφωση Κωφών στους

υπολογιστές στο Γαλάτσι. Γράφτηκα και εκεί για πρώτη φορά ήρθα σε επαφή με την

νοηματική. Παλιότερα είχα δει μόνο στα δελτία ειδήσεων αλλά δεν είχα άλλη επαφή με

την νοηματική. Στη συνέχεια πήγα σε μια σχολή ΕΝΓ γιατί ήθελα να επικοινωνώ με

τους συμμαθητές μου στον ΟΑΕΔ και έμαθα να τη χρησιμοποιώ… Ερχόμενος σε επαφή

με τη νοηματική ανακάλυψα μια άλλη πλευρά του κόσμου.

Για τον Γιώργο η επαφή του με την ΕΝΓ τον έφερε σε επαφή με μια άλλη διάσταση

του κόσμου που του είναι σημαντική εξαιτίας της απώλειας της ακοής του.

Διαφορετικές είναι οι εμπειρίες της Αμαλίας. Ήρθε σε επαφή με την ΕΝΓ

όταν ήταν παιδί και πήγε για πρώτη φορά στο ειδικό σχολείο κωφών. Μιλώντας για

αυτήν την εμπειρία, περιγράφει πόσο την ξένισε αρχικά αυτός ο διαφορετικός τρόπος

επικοινωνίας:

70

(2)

Θυμάμαι την πρώτη μέρα στο σχολείο. Είχα άγχος, δεν ήξερα πώς να επικοινωνήσω,

Κοιτούσα τη μητέρα μου και τη ρωτούσα «Τι συμβαίνει εδώ;». Έβλεπα τα παιδιά να

νοηματίζουν και δεν μπορούσα να καταλάβω, αλλά σιγά σιγά συνήθισα. Στο σπίτι με

τους ακούοντες γονείς μου επικοινωνούσαμε κυρίως προφορικά κάνοντας ελάχιστα

νεύματα όπως «έλα εδώ».

Η πρώτη εμπειρία με την ΕΝΓ, συνήθως στο ειδικό σχολείο, είναι ένα γεγονός για το

οποίο μίλησαν στις συνεντεύξεις τους οι περισσότεροι πληροφορητές. Συνήθως

ανακάλεσαν τα έντονα συναισθήματα που βίωσαν εκείνη τη στιγμή (φόβος,

αμηχανία, άγχος) και επεσήμαναν το ρόλο των συμμαθητών τους στο να αποδεχτούν

και να αρχίσουν να χρησιμοποιούν αυτό το νέο τρόπο επικοινωνίας. Σε προηγούμενη

εργασία μου, ένας ηλικιωμένος πληροφορητής, νοηματίζοντας για την πρώτη του

μέρα στο ειδικό σχολείο, είχε χαρακτηριστικά αναφέρει :

«Την πρώτη φορά που πήγα στο σχολείο Κωφών, περίπου έξι χρονών,

έβαλα τα κλάματα και δεν ήθελα να μείνω. Όταν ξαναπήγα περίπου μετά

από ένα χρόνο, ο διευθυντής με πήρε από το χέρι και με πήγε στην αυλή

όπου συνάντησα άλλα κωφά παιδιά. Τότε με βάφτισαν με το νοηματικό

μου όνομα. Εκείνη τη στιγμή ανακάλυψα ότι είμαι Κωφός». (Μαυρέας

2003:65)

Για την Αμαλία όμως, η επαφή με την ΕΝΓ θα διακοπεί κατά τη διάρκεια της

μέσης εκπαίδευσης επειδή θα φοιτήσει σε γυμνάσιο και λύκειο ακουόντων.36 Στο

σχολείο ακουόντων θα αισθανθεί ξανά διαφορετική και μάλλον αυτή τη φορά θα της

είναι πιο δύσκολο να συνηθίσει στο νέο περιβάλλον:

(3)

Μικρή δεν καταλάβαινα τι σημαίνει νοηματική, τι σημαίνει Κωφός. Μόλις όμως

έφτασα στην πρώτη γυμνασίου στο σχολείο ακουόντων συνειδητοποίησα τι σημαίνει

36 Ακόμη και μετά τη θεσμοθέτηση της ειδικής αγωγής στην Ελλάδα το 1982 (βλ. αναλυτικότερα 5.2), η εκπαίδευση των ατόμων με απώλεια ακοής ποικίλλει εξαιτίας διάφορων παραγόντων. Το ελλιπές μέχρι πρότινος θεσμικό πλαίσιο, η μη στελέχωση των ειδικών σχολείων με το κατάλληλο εκπαιδευτικό προσωπικό, οι αρνητικές προκαταλήψεις σχετικά με την παρεχόμενη εκπαίδευση στα ειδικά σχολεία και η απουσία ειδικής εκπαίδευσης σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές της χώρας έχει ως αποτέλεσμα αρκετοί μαθητές με απώλεια ακοής να φοιτούν, ακόμη και σήμερα, σε συμβατικά σχολεία, πολλές φορές χωρίς τα απαιτούμενα αντισταθμιστικά προγράμματα που επιχειρούν να εξασφαλίσουν την ισότιμη συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η επιτυχής ολοκλήρωση των σπουδών τους βασίζεται κυρίως στην προσωπική τους θέληση και μόχθο και στη στήριξη που έχουν στο σπίτι από το οικογενειακό τους περιβάλλον.

71

Κωφός [νοηματίζει την τελευταία φράση ενώ παράλληλα δείχνει με την έκφραση του

προσώπου της ότι η ανακάλυψη που έκανε δεν της ήταν πολύ ευχάριστη]

Μια φορά το χρόνο πήγαινα στο ειδικό σχολείο στην Αργυρούπολη για να συναντήσω

τους παλιούς συμμαθητές μου και νοηματίζαμε. Μερικές φορές στο σπίτι, αν είχα

χρόνο, καθόμουν μόνη μου μπροστά στον καθρέφτη και νοημάτιζα … ό, τι μπορούσα

να θυμηθώ από το δημοτικό. Μου έλειπε πάρα πολύ η νοηματική

Οι παιδικές της αναμνήσεις από την ΕΝΓ και η επιστροφή της στο ειδικό σχολείο στο

τέλος της τρίτης λυκείου, για να έχει το δικαίωμα να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο

χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις, θα αποκαταστήσουν σταδιακά την επαφή της με την

ΕΝΓ και θα την επανεντάξουν στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών.

Η Σοφία ήρθε σε επαφή με την ΕΝΓ ακόμη πιο νωρίς. Καθώς μεγάλωσε σε

οικογενειακό περιβάλλον Κωφών (γονείς Κωφοί, παππούς και γιαγιά Κωφοί, θείοι

και θείες Κωφοί), η ΕΝΓ είναι η φυσική της γλώσσα, την οποία άρχισε να κατακτά

σταδιακά ήδη από τη βρεφική της ηλικία. Για αυτήν, το διαφορετικό είναι να

επικοινωνεί με κωφά άτομα που δε γνωρίζουν την ΕΝΓ, όπως ορισμένοι συμμαθητές

της στο ειδικό σχολείο, που έχουν προηγουμένως φοιτήσει σε σχολεία ακουόντων:

(4)

Με ορισμένους συμμαθητές μου υπάρχει δυσκολία στην επικοινωνία, κυρίως με όσους

έχουν φοιτήσει σε σχολεία ακουόντων. Δε γνωρίζουν νοηματική. Τη μαθαίνουν με

ιδιαίτερα μαθήματα. Για να επικοινωνήσω μαζί τους, αναγκάζομαι να χρησιμοποιώ

παράλληλα προφορικά ελληνικά.

Ο τρόπος και η ηλικία που ο Γιώργος, η Αμαλία και η Σοφία ήρθαν σε επαφή

με την ΕΝΓ ποικίλλουν. Για τη Σοφία η ΕΝΓ αποτελεί φυσική κατάσταση, για την

Αμαλία ένας διαφορετικός τρόπος επικοινωνίας που αρχικά της έφερε αμηχανία,

γρήγορα όμως τον συνήθισε και τον αναζήτησε, όταν για κάποιο διάστημα

απομακρύνθηκε από τους κωφούς συμμαθητές της, ενώ για τον Γιώργο μια άλλη

διάσταση του κόσμου, που τον βοήθησε να αντιμετωπίσει μια σημαντική αλλαγή

στην ενήλικη ζωή του. Όπως αναμένεται, ανάλογα με τις εμπειρίες τους

διαμορφώνεται και ο τρόπος που χρησιμοποιούν την ΕΝΓ. Ο Γιώργος και η Αμαλία

αισθάνονται αρκετά ανασφαλείς ως προς την επάρκειά τους στην ΕΝΓ, κάτι που δεν

ισχύει για τη Σοφία, παρά το νεαρότερο της ηλικίας της.

72

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ακόμη και όταν ορισμένοι νοηματιστές φαίνεται να

έχουν ανάλογες εμπειρίες, διαμορφώνει ο καθένας τη δική του προσωπική πορεία

απέναντι στην ΕΝΓ. Ο Κώστας ήρθε σε επαφή με την ΕΝΓ στις πρώτες τάξεις του

δημοτικού σχολείου. Προερχόμενος από μια περιοχή της Ελλάδας όπου δεν υπήρχε

ειδικό σχολείο κωφών, εγκαταστάθηκε μαζί με τη μητέρα του στην Αθήνα, για να

φοιτήσει στο ειδικό σχολείο για τέσσερα χρόνια. Όπως συνέβη και στην Αμαλία, η

επαφή με την ΕΝΓ διακόπηκε στη συνέχεια. Ο Κώστας επέστρεψε μαζί με τη μητέρα

του στον τόπο καταγωγής του, φοίτησε σε σχολείο ακουόντων και απομακρύνθηκε

από την ΕΝΓ. Ο τρόπος όμως με τον οποίο αποκατέστησε την επαφή του με την ΕΝΓ

διαφέρει από τον τρόπο της Αμαλίας.

Επιστρέφοντας στην Αθήνα για σπουδές, άργησε να ξαναέρθει σε επαφή με

την ΕΝΓ. Ένα τυχαίο γεγονός, η γνωριμία με μια συμφοιτήτριά του που είχε μια φίλη

Κωφή, αποκατέστησε σταδιακά τις σχέσεις του με την κοινότητα των Κωφών. Ένα

άλλο γεγονός, η συμμετοχή του σε ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα (HORIZON)

ισχυροποίησε τη σχέση του με την ΕΝΓ. Στο πρόγραμμα αυτό, που υλοποιήθηκε σε

συνεργασία με το Δήμο Αργυρούπολης, το Πανεπιστήμιο Πατρών, το Κέντρο Ολικής

Επικοινωνίας της Δανίας και το Πανεπιστήμιο του Durham της Μ. Βρετανίας

εκπαιδεύτηκαν οι πρώτοι 10 Κωφοί δάσκαλοι ΕΝΓ:

(5)

Ήμουν πολύ τυχερός που συμμετείχα στο πρόγραμμα HORIZON. Έγιναν είκοσι

αιτήσεις και θα επιλέγονταν δέκα άτομα που θα συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Όταν

πήγα στη συνέντευξη για τη συμμετοχή μου στο πρόγραμμα, κάποια άτομα μου είπαν:

«Αποκλείεται να σε πάρουν. Είσαι βαρήκοος, χρησιμοποιείς πολύ προφορικά, σίγουρα

δε θα είσαι ανάμεσα σε αυτούς που θα επιλεγούν». Αλλά τελικά επιλέχτηκα και

επιμορφώθηκα ως δάσκαλος ΕΝΓ και ασκώ αυτό το επάγγελμα μέχρι σήμερα.

Οι έλληνες Κωφοί έχουν διαφορετικές γλωσσικές εμπειρίες όχι μόνο ως προς

την επαφή τους με την ΕΝΓ, αλλά και ως προς τη σχέση τους με την ελληνική

φθογγογλώσσα. Καθώς δεν έχουν πρόσβαση στην ακουστικόφωνητική τροπικότητα

της ελληνικής φθογγογλώσσας, η ανάπτυξη των αναγνωστικών δεξιοτήτων των

κωφών μαθητών είναι πολύ σημαντική για την απόκτησή της. Αυτό αναγνωρίζεται

από τη δίγλωσση εκπαίδευση των κωφών, στόχος της οποίας είναι στη διδασκαλία να

χρησιμοποιούνται παράλληλα η εκάστοτε νοηματική και η φθογγογλώσσα. Η

απόκτηση της φθογγογλώσσας γίνεται μέσω της γραφής και όχι μέσω της ομιλίας

73

όπως επιτάσσει η παλιότερη προφορική μέθοδος. Παρά τις σημαντικές εξελίξεις σε

αρκετές χώρες προς τη δίγλωσση εκπαίδευση των κωφών, υπάρχουν αρκετές

αντιστάσεις και καθυστέρηση στην εφαρμογή δίγλωσσων εκπαιδευτικών

προγραμμάτων (βλ. Gibson κ.ά. 1997).

Λόγω της προβληματικής εκπαίδευσης των κωφών (βλ. αναλυτικότερα 5.2),

αρκετοί ηλικιωμένοι Κωφοί είναι μονόγλωσσοι στην ΕΝΓ και δε γνωρίζουν γραφή

και ανάγνωση της ελληνικής φθογγογλώσσας. Αλλά και νεότεροι Κωφοί που

φοίτησαν σε ελληνικά σχολεία και διδάχτηκαν την ελληνική φθογγογλώσσα, σε ένα

μόνο βαθμό μπορούν να θεωρηθούν δίγλωσσοι, καθώς δε τη γνωρίζουν επαρκώς και

έχουν μειωμένες δεξιότητες γραμματισμού (ορισμένοι μάλιστα είναι λειτουργικά

αναλφάβητοι).37

Ο βαθμός διγλωσσίας ενός Κωφού στην ελληνική φθογγογλώσσα είναι πιθανό

να επιδρά στη γλωσσική του συμπεριφορά και στην ΕΝΓ. Για παράδειγμα,

αποδίδονται συχνά στην ΕΝΓ με το ίδιο χειροκινητικό νόημα λέξεις με

σημασιολογική συγγένεια όπως ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ, ΚΑΝΟΝΑΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ,

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ, επειδή δε γίνεται αντιληπτή η σημασιολογική τους διαφοροποίηση.

Εξαιτίας της προβληματικής τους εκπαίδευσης ορισμένοι Κωφοί δεν κατανοούν την

πραγματική έννοια όλων αυτών των λέξεων. Άλλες φορές επιχειρούν να μαντέψουν

τη σημασία τους χωρίς να έχουν ολοκληρώσει την ανάγνωσή τους και οδηγούνται σε

παρερμηνείες. Αυτό έχει άμεση συνέπεια στις διαδικασίες λεξιλογικού εμπλουτισμού

της ΕΝΓ.

Μέχρι αυτό το σημείο, έμφαση δόθηκε στους κωφούς νοηματιστές της ΕΝΓ.

Διαπιστώθηκε ότι η ηλικία της ακουστικής τους απώλειας, η ύπαρξη άλλων

νοηματιστών στο οικογενειακό τους περιβάλλον και η εκπαίδευσή τους καθορίζουν

το βαθμό συμμετοχής τους στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών. Κάθε Κωφός

νοηματιστής έχει βιώσει διαφορετικές, πολλές φορές και μοναδικές, γλωσσικές

εμπειρίες και έχει αναπτύξει διαφορετική ταυτότητα. Ο γραμματισμός του και η

επαφή του με την ελληνική φθογγογλώσσα επιδρούν καταλυτικά στη γλωσσική του

συμπεριφορά. Η απώλεια ακοής δεν αποτελεί ούτε το μόνο ούτε το πιο βασικό

κριτήριο για την ένταξη ενός ατόμου στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών. Δεν

πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι υπάρχουν και άτομα χωρίς απώλεια ακοής

37 Ακόμη και άτομα που μόλις αποφοίτησαν από το σχολείο ή και από ανώτερες σχολές έχουν αδυναμίες ιδίως στην παραγωγή γραπτού λόγου στα ελληνικά, πόσο μάλλον άτομα που δεν ολοκλήρωσαν τη μέση εκπαίδευση.

74

που -για διάφορους λόγους- έχουν ενταχθεί στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών, για

παράδειγμα ακούοντα παιδιά Κωφών γονιών, ακούοντες γονείς κωφών παιδιών,

επαγγελματίες στο χώρο της κώφωσης όπως εκπαιδευτικοί, διερμηνείς κτλ.,

εθελοντές κ.ά.

Η Άννα, αν και γεννήθηκε ακούουσα, μεγάλωσε σε ένα οικογενειακό

περιβάλλον με αρκετούς Κωφούς, όπου κυριαρχούσε η ΕΝΓ:

(6)

Είχα θείους, συγγενείς της Κωφής γιαγιάς μου, οι οποίοι ήταν Κωφοί και ήταν όλη

μέρα σπίτι μας. Είχε και ο Κωφός πατέρας μου Κωφούς φίλους από τη γειτονιά που μας

επισκέπτονταν. Κάθε απόγευμα, θυμάμαι, μαζεύονταν σπίτι μας πέντε με εφτά Κωφοί

που συζητούσαν με τις ώρες. Από τότε που κατάλαβα τον εαυτό μου μιλούσα τη

νοηματική. Πιστεύω ότι την κατέκτησα ταυτόχρονα με την ελληνική φθογγογλώσσα, αν

και νιώθω ότι το οπτικό μου πεδίο είναι πιο ισχυρό. Οι γονείς μου και ειδικά η γιαγιά

μου πολλές φορές μου αφηγήθηκαν ότι γέλαγαν με τον τρόπο που νοημάτιζα ορισμένα

από τα πρώτα μου χειροκινητικά νοήματα. Όπως ένα μικρό παιδί δυσκολεύεται να

προφέρει σωστά όλους τους φθόγγους στις πρώτες τους λέξεις, έτσι και εγώ δε

νοημάτιζα με ακρίβεια. Για παράδειγμα, νοημάτιζα με διαφορετικό τρόπο ΓΑΛΑ [μου

δείχνει ότι αντί να ανοιγοκλείνει παράλληλα τα δύο της χέρια σα να αρμέγει όπως

είναι το σωστό στην ΕΝΓ, έκανε την ίδια κίνηση βάζοντας όμως το ένα χέρι πάνω

στο άλλο]. Θυμάμαι το συγκεκριμένο χειροκινητικό νόημα γιατί προξενούσε το γέλιο

και το ενδιαφέρον των μεγαλύτερων και το συζητούσαν μεταξύ τους… Όταν μεγάλωσα

συνειδητοποίησα ότι είχα στη διάθεση μου μια γλώσσα. Δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι

χρειάζεται να κάνω αγώνα για να μάθω να χρησιμοποιώ τη νοηματική, απλά τη

μιλούσα. Μεγαλώνοντας αποφάσισα να δουλέψω πάνω σε αυτό και να γίνω

διερμηνέας.

Η Άννα από μικρή είχε στενές σχέσεις με μέλη της γλωσσικής κοινότητας των

Κωφών. Κατέκτησε την ΕΝΓ φυσικά, παράλληλα με την ελληνική φθογγογλώσσα.

Έχει ενδιαφέρον το πώς η ίδια σχολιάζει τα λάθη που έκανε στα πρώτα της

χειροκινητικά νοήματα, συγκρίνοντάς τα με τα λάθη που κάνουν όλα τα παιδιά όταν

αρχίζουν να μιλούν μια φθογγογλώσσα. Αν και η ίδια δεν είναι κωφή, ανήκει στη

γλωσσική κοινότητα των Κωφών. Η ΕΝΓ δεν είναι η πρώτη της γλώσσα για την

καθημερινή της επικοινωνία, αλλά τη χρησιμοποιεί μάλλον καθημερινά με τους

Κωφούς συγγενείς της και στον επαγγελματικό της βίο ως διερμηνέας.

75

Ο γλωσσικός σχεδιασμός της ΕΝΓ αφορά το σύνολο των νοηματιστών της

ΕΝΓ, ανεξάρτητα από το αν είναι κωφοί ή ακούοντες. Βέβαια μέχρι πρότινος, οι

ακούοντες νοηματιστές περιορίζονταν κυρίως σε όσους κατακτούσαν την ΕΝΓ

φυσικά επειδή μεγάλωναν σε οικογενειακό περιβάλλον με Κωφούς ενήλικες. Η

κατάσταση φαίνεται να διαφοροποιείται σημαντικά τα τελευταία δέκα χρόνια. Με την

αναγνώριση της ΕΝΓ το 2000 ως γλώσσας των κωφών μαθητών στην εκπαίδευση,

αυξήθηκε ο αριθμός των ακουόντων, που, χωρίς να έχουν Κωφούς στο συγγενικό

τους περιβάλλον, ενδιαφέρθηκαν και για επαγγελματικούς λόγους (διερμηνείς, ειδικοί

εκπαιδευτικοί) να μάθουν την ΕΝΓ ως ξένη γλώσσα. Η γλωσσική διάδοση της ΕΝΓ

σε περισσότερους νοηματιστές αλλάζει τα δεδομένα για την ίδια τη γλώσσα και

επιβάλλει την επιθυμία για τη γλωσσική της προτυποποίηση και τον γλωσσικό της

εκσυγχρονισμό. Είναι ωστόσο πιθανό τέτοιου είδους ενέργειες να προέρχονται και

από το εξωτερικό της γλωσσικής κοινότητας, η γλώσσα της οποίας, κατά παράδοξο

τρόπο, είχε προστατευθεί εξαιτίας της απομόνωσής της από τον έξω κόσμο. Όπως

επισημαίνουν οι Σαπουντζακη, Ευθμίου & Φωτεινέα (Sapountzaki κ.α. 2007), πλέον,

σε ορισμένες περιπτώσεις, η χρήση της ΕΝΓ προέρχεται με δυσανάλογο ποσοτικά

τρόπο από ακούοντες μη φυσικούς νοηματιστές της ΕΝΓ, γεγονός που πιέζει τα όρια

της ΕΝΓ. Παράλληλα, η εφαρμογή γλωσσικών πολιτικών υπέρ της ΕΝΓ (όπως η

αναγνώρισή της), χωρίς όμως αντίστοιχη γλωσσολογική έρευνα για την ΕΝΓ

δημιουργεί κενά που είναι πιο πιθανό να βλάψουν παρά να ωφελήσουν τη γλώσσα

μια που δεν λαβαίνουν υπόψη τους τις ανάγκες της κοινότητας και στηρίζονται

περισσότερο σε εμπειρικά δεδομένα παρά σε επιστημονική τεκμηρίωση. Τα κενά

στην καταγραφή της ΕΝΓ δεν εντοπίζονται μόνο στη χαρτογράφηση της γλωσσικής

συμπεριφοράς των νοηματιστών, αλλά και στις εκτιμήσεις σχετικά με τον πιθανό

αριθμό τους.

3.2. Εκτιμήσεις για τον αριθμό των νοηματιστών της ΕΝΓ

Πολύ λίγες χώρες έχουν ικανοποιητικά δεδομένα που να εκτείνονται σε διάστημα

δεκαετιών σχετικά με τον αριθμό των ατόμων με ακουστική απώλεια. Ακόμη όμως

και αν υπάρχουν τέτοιου είδους στατιστικά στοιχεία, δεν βοηθούν πάντοτε στον

υπολογισμό του μεγέθους της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών σε μια χώρα. Όπως

αναλύθηκε προηγουμένως, η ακουστική απώλεια ενός ατόμου δεν τον καθιστά

αυτόματα νοηματιστή μιας νοηματικής γλώσσας. Ο Johnston (2004), επιχειρώντας να

76

υπολογίσει τον πληθυσμό της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών στην Αυστραλία,

λαμβάνει υπόψη του μια σειρά από στοιχεία:

(α) εκτιμήσεις που βασίζονται στις εγγραφές των συνδρομητών στα

ενημερωτικά δελτία της κοινότητας των Κωφών της Βικτώριας (μία από τις πολιτείες

της Αυστραλίας),

(β) στην ευρύτερα αποδεκτή από τη διεθνή βιβλιογραφία εκτίμηση ότι στις

αναπτυγμένες χώρες 1 άτομο στα 1.000 (0,1%) εμφανίζει μεγάλο βαθμό ακουστικής

απώλειας (άνω των 70dB) στην παιδική ηλικία,38

(γ) στατιστικά στοιχεία σχετικά με την παροχή ακουστικών βοηθημάτων σε

άτομα κάτω από την ηλικία των δεκαοκτώ ετών,

(δ) δημογραφικά δεδομένα από απογραφές της στατιστικής υπηρεσίας που

παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των κωφών ή των ατόμων που

χρησιμοποιούν για την επικοινωνία τους μια νοηματική γλώσσα, και

(ε) την εγγραφή μαθητών στα ειδικά σχολεία κωφών.

Δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των κωφών

ατόμων στην Ελλάδα ούτε για τη γλωσσική χρήση της ΕΝΓ. Εκτιμήσεις σχετικά με

το μέγεθος της γλωσσικής κοινότητας μπορούν να γίνουν με βάση:

(α) τις διεθνείς στατιστικές για τον αριθμό των ατόμων με απώλεια ακοής από

την παιδική ηλικία,

(β) στοιχεία της Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος (στο εξής ΟΜΚΕ), και

(γ) δημογραφικά δεδομένα σχετικά με τον αριθμό των μαθητών με απώλεια

ακοής που φοιτούν στα ειδικά δημόσια και ιδιωτικά σχολεία.

Λαμβάνοντας υπόψη τις διεθνείς στατιστικές και το ποσοστό του 0,1% επί του

γενικού πληθυσμού, ο αριθμός των ατόμων που αντιμετωπίζουν σε τέτοιο βαθμό

απώλεια ακοής από την παιδική ηλικία, ώστε να μην μπορούν να κατακτήσουν την

ελληνική φθογγογλώσσα, εκτιμάται στα 11.000 άτομα στο σύνολο του γενικού

πληθυσμού των περίπου 11.000.000. Το πρόβλημα ωστόσο αυτής της εκτίμησης είναι

38 Ο Oviedo (2004) αναφερόμενος στον πληθυσμό των νοηματιστών της νοηματικής γλώσσας της Βενεζουέλας κάνει λόγο για ένα μεγαλύτερο αντίστοιχο ποσοστό (0,2%) και παραπέμπει στην Schmaling (2000), που εξετάζει τη νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιούν οι Κωφοί στη βόρεια Νιγηρία. Η Ομοσπονδία Κωφών της Βενεζουέλας αμφισβητεί και αυτό το ποσοστό, θεωρώντας ότι θα πρέπει να είναι ακόμη μεγαλύτερο για τις αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Βενεζουέλα, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κωφών (WFD), το 80% των Κωφών σε όλο τον κόσμο ζει στις αναπτυσσόμενες χώρες. Προφανώς, τα ποσοστά κώφωσης στην παιδική ηλικία διαφοροποιούνται ανάλογα με τις οικονομικές και υγειονομικές συνθήκες που επικρατούν στις διάφορες χώρες.

77

ότι η απώλεια ακοής από την παιδική ηλικία δε συνεπάγεται αυτόματα τη χρήση της

ΕΝΓ.

Φαίνεται ωστόσο ότι και η ΟΜΚΕ υιοθετεί την παραπάνω εκτίμηση ως προς

τον αριθμό των Κωφών στην Ελλάδα. Στον ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Κωφών (βλ. πηγές-βιβλιογραφία), μέλος της οποίας είναι η ΟΜΚΕ, γίνεται λόγος για

12.000 Κωφούς που ζουν στην Ελλάδα. Σύμφωνα με υπολογισμούς της ΟΜΚΕ, το

70% του παραπάνω αριθμού (δηλ. 8.400 άτομα) χρησιμοποιούν την ΕΝΓ ως βασική

γλώσσα επικοινωνίας. Παρ’ όλα αυτά, δεν αναφέρεται σε ποια κριτήρια βασίζονται

αυτοί οι υπολογισμοί. Επιπλέον, γίνεται λόγος για 2.500 εγγεγραμμένα μέλη στα

σωματεία που ανήκουν στην ΟΜΚΕ.

Διαπιστώνεται επομένως ότι, σύμφωνα με την ΟΜΚΕ, υπάρχει μεγάλη

διάσταση (γύρω στα 6.000 άτομα) ανάμεσα στον αριθμό των πιθανών νοηματιστών

της ΕΝΓ και των μελών των σωματείων, που προφανώς συμμετέχουν στις

δραστηριότητες της γλωσσικής κοινότητας. Ο αριθμός όμως των εγγεγραμμένων

μελών των σωματείων δεν είναι αρκετά ασφαλής για να εξαχθούν ακριβή

συμπεράσματα. Υπάρχουν Κωφοί, κυρίως στην επαρχία, που δεν είναι μέλη

σωματείων επειδή δεν υπάρχουν σωματεία στην περιοχή τους. Για παράδειγμα ένας

πληροφορητής ανέφερε:

(7)

Είχα επισκεφτεί την Κέρκυρα, όπου συνάντησα 14 Κωφούς. Στο παρελθόν είχαν

φοιτήσει σε ειδικά σχολεία άρα γνωρίζουν νοηματική. Παρόλο που δεν υπάρχει

σωματείο στο νησί συναντιούνται σε άλλα σημεία μια φορά την εβδομάδα.

Επίσης, το σωματείο Κωφών που εδρεύει στην Πάτρα έχει την επωνυμία Σωματείο

Κωφών και Βαρηκόων Νοτιοδυτικής Ελλάδος. Αυτό υποδηλώνει ότι απευθύνεται

στους Κωφούς όχι μόνο του νομού Αχαΐας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής

(Μεσσηνία, Ηλεία και Αιτωλοακαρνανία), δε σημαίνει όμως ότι όλοι οι Κωφοί των

συγκεκριμένων περιοχών είναι και εγγεγραμμένα μέλη του σωματείου. Το πιο πιθανό

είναι ότι θα έχουν οργανώσει άτυπες συναντήσεις, ανάλογες με εκείνες που

περιέγραψε ο παραπάνω πληροφορητής για τους Κωφούς της Κέρκυρας. Έχει επίσης

ενδιαφέρον, ότι, όταν πήρα συνέντευξη από τον πρόεδρο της ΟΜΚΕ το 2006, είχε

κάνει λόγο για 19 σωματεία μέλη της ομοσπονδίας. Το 2009 υπήρχαν 20 σωματεία,

καθώς έχει προστεθεί ο Εκπολιτιστικός Σύλλογος Κωφών-Βαρηκόων Τρικάλων. Οι

Κωφοί των Τρικάλων δεν ήταν απαραίτητο να ήταν εγγεγραμμένα μέλη κάποιου

78

άλλου σωματείου, προτού οι ίδιοι συστήσουν σωματείο στην πόλη τους. Είναι πιθανό

στα επόμενα χρόνια να ενεργοποιηθούν και άλλοι Κωφοί, εκτός κέντρου, και να

συστήσουν σωματεία στην περιοχή τους.

Επιπλέον, στον αριθμό των εγγεγραμμένων μελών των σωματείων Κωφών δε

συμπεριλαμβάνονται οι κωφοί μαθητές. Αποτελεί βέβαια ένα ζήτημα το κατά πόσο

όλοι οι κωφοί μαθητές είναι και νοηματιστές της ΕΝΓ. Ο προηγούμενος

πληροφορητής ανέφερε χαρακτηριστικά:

(8)

Στα Γιάννενα πριν επτά χρόνια υπήρχε ένα τμήμα ένταξης με 8-9 κωφά παιδιά σε ένα

δημοτικό σχολείο. Τα παιδιά αυτά δεν είχαν καμία επαφή με άλλους Κωφούς ενήλικες,

έφτιαξαν όμως τη δική τους γλώσσα για να επικοινωνούν μεταξύ τους στα διαλείμματα.

Η ανάγκη τους έκανε να φτιάξουν δικά τους χειροκινητικά νοήματα.

Οι παραπάνω μαθητές δεν είναι νοηματιστές της ΕΝΓ. Επειδή όμως χρησιμοποιούν

χειροκινητικά νοήματα στη μεταξύ τους επικοινωνία, είναι πιθανό μεγαλώνοντας να

ενταχθούν στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών.

Οι κωφοί μαθητές πάντως που φοιτούν σε ειδικά σχολεία χρησιμοποιούν

μάλλον σε κάποιο βαθμό την ΕΝΓ (ή μια μορφή νοηματικής γλώσσας) για την

καθημερινή τους επικοινωνία. Σύμφωνα με τη Ελληνική Στατιστική Αρχή (βλ. πηγές-

βιβλιογραφία), κατά τα σχολικά έτη 2000-2001 έως 2005-2006 φοίτησαν σε ειδικά

σχολεία (δημόσια και ιδιωτικά) όλων των βαθμίδων περίπου 500 άτομα το χρόνο

κατά μέσο όρο (βλ. πίνακα 6).39 Υπάρχουν ωστόσο και αρκετοί κωφοί μαθητές, για

τους οποίους δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, που φοιτούν στη γενική εκπαίδευση σε

κοινές τάξεις, οι οποίοι ως επί το πλείστον δεν έχουν καμία επαφή με την ΕΝΓ. Παρ’

όλα αυτά, αρκετοί από αυτούς είναι πιθανό στη συνέχεια να προσεγγίσουν τη

γλωσσική κοινότητα των Κωφών και να μάθουν την ΕΝΓ.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι στον αριθμό των 2500 εγγεγραμμένων

μελών στα σωματεία Κωφών θα πρέπει να προστεθούν τουλάχιστον άλλοι 500 κωφοί

μαθητές που φοιτούν στα ειδικά σχολεία και χρησιμοποιούν την ΕΝΓ. Αν ληφθούν

υπόψη: (α) οι νοηματιστές που δεν είναι εγγεγραμμένα μέλη στα σωματεία Κωφών,

όπως για παράδειγμα οι Κωφοί από την Κέρκυρα, οι οποίοι δεν είναι λίγοι, ιδιαίτερα

39 Σύμφωνα όμως με στοιχεία του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (βλ. πηγές-βιβλιογραφία), τον Ιούνιο του 2005 στα ειδικά σχολεία φοιτούσαν 529 μαθητές με προβλήματα ακοής.Υπάρχει επομένως διαφοροποίηση προς τα πάνω σε σύγκριση με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

79

εκτός Αθηνών, (β) οι κωφοί μαθητές, όπως για παράδειγμα η Αμαλία και ο Κώστας,

που μετά από κάποια χρόνια φοίτησης στο ειδικό δημοτικό σχολείο συνέχισαν τη

φοίτησή τους σε σχολεία ακουόντων, γνωρίζοντας ωστόσο σε κάποιο βαθμό την

ΕΝΓ, (γ) άτομα που, όπως ο Γιώργος, έχασαν την ακοή τους σε μεγάλη ηλικία και

άρχισαν να έχουν επαφές με τη γλωσσική κοινότητα και σταδιακά εξελίσσονται σε

νοηματιστές της ΕΝΓ, και (δ) κωφοί μαθητές που φοιτούν στη γενική εκπαίδευση

χωρίς καμία επαφή με την ΕΝΓ, που έχουν όμως αναπτύξει μια μορφή νοηματικής

γλώσσας, όπως οι μαθητές στο τμήμα ένταξης στο δημοτικό σχολείο των Ιωαννίνων,

ο πιθανός αριθμός των νοηματιστών της ΕΝΓ μπορεί να προσεγγίζει (χωρίς όμως να

φτάνει) την εκτίμηση στον ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κωφών για

περισσότερους από 8.000 νοηματιστές.

Πίνακας 6: Αριθμός κωφών και βαρήκοων μαθητών σε ειδικά σχολεία (Πηγή:

Ελληνική Στατιστική Αρχή)

Σχολικό έτος Αριθμός μαθητών (δημόσια +ιδιωτικά σχολεία)

2000-2001 582 (535+47)

2001-2002 484 (461+23)

2002-2003 526 (462+64)

2003-2004 483 (463+20)

2004-2005 463 (436+27)

2005-2006 470 (441+29)

Ο Άντζακας (Antzakas 2006), επικαλούμενος στοιχεία της ΟΜΚΕ και

επισημαίνοντας την απουσία επίσημων στατιστικών στοιχείων, κάνει λόγο για

περίπου 3.000 νοηματιστές της ΕΝΓ. Σύμφωνα με όσα συζητήθηκαν προηγουμένως,

η εκτίμησή του φαίνεται να κινείται σε σωστή βάση, περιορίζεται ωστόσο αρκετά

στον αριθμό των εγγεγραμμένων μελών στα σωματεία, χωρίς να αξιοποιεί τις

εκτιμήσεις της ΟΜΚΕ που κάνουν λόγο για μεγαλύτερο αριθμό νοηματιστών.

Η Σαπουντζάκη (Sapountzaki 2005) πάλι κάνει λόγο για 42.600 άτομα από τα

οποία 12.600 είναι κωφοί μαθητές και περίπου 30.000 ενεργοί ενήλικες νοηματιστές,

αντλώντας πληροφορίες από τη βάση δεδομένων του Summer Institute of Linguistics

(SIL International) που παρέχεται στο διαδίκτυο (βλ. πηγές- βιβλιογραφία).40 Αυτός ο

40 Η βάση δεδομένων παραπέμπει για τα συγκεκριμένα στοιχεία στον Van Cleve (1987).

80

κατά πολύ μεγαλύτερος αριθμός νοηματιστών μάλλον προέρχεται από παλιότερες

εκτιμήσεις της ΟΜΚΕ και την πάγια θέση της να αναφέρει περισσότερα άτομα ως

μέλη της γλωσσικής κοινότητας κατά τις επαφές της με κρατικούς φορείς,

προκειμένου να είναι πιο ισχυρή στις διεκδικήσεις της. Σε αυτά τα άτομα προφανώς

περιλαμβάνονται και αρκετοί βαρήκοοι που δε χρησιμοποιούν την ΕΝΓ ως βασική

γλώσσα επικοινωνίας.

Ο υπολογισμός του αριθμού των νοηματιστών μιας νοηματικής γλώσσας είναι

ένα ζήτημα που απασχολεί τις κοινότητες των Κωφών, αλλά και τον ερευνητικό

κόσμο. Υπάρχουν ερευνητές που διαπιστώνουν ότι ορισμένες παλιότερες εκτιμήσεις

χρειάζονται επανεξέταση μέσα από πιο λεπτομερή δημογραφικά δεδομένα (βλ.

μεταξύ άλλων Johnston 2004 για την αυστραλιανή νοηματική γλώσσα και Mitchell

κ.ά. 2006 για την αμερικανική νοηματική γλώσσα).

Κάτι ανάλογο ισχύει και για την περίπτωση της ΕΝΓ. Για έναν πιο ακριβή

υπολογισμό του αριθμού των νοηματιστών της ΕΝΓ είναι απαραίτητα δημογραφικά

δεδομένα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή που να σχετίζονται με την απώλεια

ακοής του πληθυσμού, ιδίως στην παιδική ηλικία, αλλά και τη χρήση της ΕΝΓ.

Παράλληλα η ΟΜΚΕ θα πρέπει να επεξεργαστεί περισσότερο τα στοιχεία της

σχετικά με τους πιθανούς νοηματιστές που δεν είναι εγγεγραμμένα μέλη των

σωματείων της. Επίσης, θα πρέπει να είναι πιο συστηματική η καταγραφή όχι μόνο

των κωφών μαθητών που φοιτούν στα ειδικά σχολεία, αλλά και όσων φοιτούν στα

γενικά σχολεία. Στον πίνακα 7 παρατίθενται οι διάφορες εκτιμήσεις και η προέλευσή

τους μαζί με τα προβλήματα που έχει η καθεμία από αυτές. Πιο αναλυτική είναι η

εκτίμηση που παρατίθεται στον ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κωφών, ωστόσο

μάλλον προβλέπει περισσότερους νοηματιστές από όσους πραγματικά υπάρχουν, ενώ

πιο ρεαλιστική φαίνεται η εκτίμηση του Άντζακα (Antzakas 2006).

81

Πίνακας 7: Εκτιμήσεις σχετικά με τον αριθμό των Κωφών νοηματιστών της ΕΝΓ

Πηγές

Ποσοστά

ακουστικής

απώλειας στην

παιδική ηλικία επί

του γενικού

πληθυσμού

Ευρωπαϊκή

Ένωση Κωφών

Antzakas

(2006)

Sapountzaki (2005)

[προέρχεται από τη

βάση δεδομένων του

SIL International στο

διαδίκτυο]

Αριθμητικά

δεδομένα

Johnston (2004)

0,1%=11.000

12.000 Κωφοί

το 70%(=8400)

νοηματιστές

2.500 μέλη

σωματείων

περίπου

3.000

νοηματιστές

42.600 νοηματιστές

από τους οποίους:

12.600 μαθητές και

30.000 ενήλικες

Schmaling (2000),

Oviedo (2004)

0,2% = 22.000

Προβλήματα

- Διχογνωμία ως

προς το ακριβές

ποσοστό, αν και το

ποσοστό 0,2 %

είναι μάλλον

υπερβολικά υψηλό,

ειδικά για μια

αναπτυγμένη χώρα

όπως η Ελλάδα.

-Η απώλεια ακοής

δε συνεπάγεται

αυτόματα τη χρήση

νοηματικής

γλώσσας .

-Η πιο αναλυτική

εκτίμηση, αλλά

μάλλον προβλέπει

πιο πολλούς

νοηματιστές από

όσους πραγματικά

υπάρχουν.

-Αν και σε

σωστή βάση

περιορίζεται

κυρίως στα

εγγεγραμμένα

μέλη των

σωματείων .

-Υπερβολική εκτίμηση

ειδικά ως προς τον

αριθμό των μαθητών.

-Προέρχεται μάλλον

από τη θέση της

ΟΜΚΕ να κάνει λόγο

για περισσότερα μέλη

προκειμένου να είναι

πιο ισχυρή στις

διεκδικήσεις της.

82

Οι παραπάνω εκτιμήσεις αφορούν κυρίως τους κωφούς νοηματιστές της ΕΝΓ

που τη χρησιμοποιούν ως γλώσσα για τη βασική τους επικοινωνία. Όπως όμως

αναφέρθηκε, ειδικά τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των

ακουόντων που μαθαίνουν την ΕΝΓ ως δεύτερη/ξένη γλώσσα.41 Ήδη το σχολικό έτος

1999-2000 φοιτούσαν μόνο στη σχολή ΕΝΓ της ΟΜΚΕ 149 σπουδαστές, ενώ

παράλληλα λειτουργούσαν σχολές εκμάθησης της ΕΝΓ και από άλλους φορείς, με

αποτέλεσμα να είναι τουλάχιστον διπλάσιος ο συνολικός αριθμός των σπουδαστών

ΕΝΓ (Sapountzaki 2005).

Τη στιγμή που γράφεται η παρούσα μελέτη, ο αριθμός των ακουόντων που

μαθαίνουν την ΕΝΓ είναι ακόμη μεγαλύτερος. Λειτουργούν περισσότερες σχολές

ΕΝΓ και σε άλλες περιοχές εκτός από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη (βλ.

αναλυτικότερα κεφάλαιο 5). Το σχολικό έτος 2008-2009 φοιτούσαν στη σχολή ΕΝΓ

της ΟΜΚΕ 216 σπουδαστές, αρκετά περισσότεροι από όσους φοιτούσαν στην ίδια

σχολή σχεδόν πριν από μία δεκαετία. Είναι βέβαια πιθανό ότι αρκετοί από τους

ακούοντες σπουδαστές δε θα ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στην ΕΝΓ και η

εκμάθηση της ΕΝΓ θα περιοριστεί σε ένα αρχικό και βασικό στάδιο. Παρ’ όλα αυτά,

στις εξετάσεις πιστοποίησης επάρκειας της ΕΝΓ που διοργανώθηκαν από την

ΟΜΚΕ42 από το 2005 έως το 2009 συμμετείχαν περίπου 200 άτομα ανά έτος κατά

μέσο όρο και συνολικά 291 κρίθηκαν επιτυχόντες (βλ. πίνακα 8). Με άλλα λόγια, το

συγκεκριμένο διάστημα σχεδόν άλλα 300 άτομα προστέθηκαν στον αριθμό των

επαρκών νοηματιστών της ΕΝΓ, ενώ πολύ περισσότερα άτομα είναι σε θέση να τη

χρησιμοποιήσουν σε κάποιο ικανοποιητικό βαθμό. Δεδομένου του σχετικά μικρού

αριθμού των κωφών νοηματιστών, ο παραπάνω αριθμός των ακουόντων επαρκών

41 Η εκμάθηση της ΕΝΓ από ακούοντες γίνεται συνήθως σε ένα περιβάλλον όπου οι ευκαιρίες για χρήση της ΕΝΓ περιορίζονται στην αίθουσα διδασκαλίας κατά συνέπεια οι συνθήκες εκμάθησης της ΕΝΓ αντιστοιχούν με τις συνθήκες εκμάθησης μιας ξένης φθογγογλώσσας, όπως για παράδειγμα η γαλλική ή η γερμανική. Από την άλλη όμως μεριά η ΕΝΓ δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ξένη επειδή χρησιμοποιείται από έλληνες Κωφούς. Επιπλέον, ορισμένοι ακούοντες που επιχειρούν να μάθουν την ΕΝΓ είναι πιθανό για επαγγελματικούς ή προσωπικούς λόγους να τη χρειάζονται για να επικοινωνήσουν σε καθημερινή βάση με Κωφούς νοηματιστές. Σε αυτήν την περίπτωση ίσως θα ήταν ορθότερη η χρήση του όρου δεύτερη για την ΕΝΓ. Γι’ αυτούς τους λόγους, χρησιμοποιώ παράλληλα τους όρους δεύτερη/ξένη για τους ακούοντες που κατακτούν την ΕΝΓ ως ένα νέο κώδικα επικοινωνίας μεταγενέστερο της μητρικής (ή πρώτης) τους γλώσσας.42 Αν και η νομοθεσία προβλέπει τη σύσταση εθνικού φορέα πιστοποίησης της επαρκούς γνώσης της ΕΝΓ, δεν έχει ακόμη ενεργοποιηθεί η παραπάνω διάταξη (βλ. αναλυτικότερα 5.2). Έτσι, εξαιτίας της απουσίας ενός κρατικού φορέα που θα αναλάβει την διοργάνωση εξετάσεων πιστοποίησης της επάρκειας της ΕΝΓ, οι εξετάσεις που διοργανώνει η ΟΜΚΕ, για τις οποίες κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί διάφορες ενστάσεις, θεωρούνται οι μόνες που παρέχουν πιστοποίηση επάρκειας της ΕΝΓ. Οι εξετάσεις που επιχείρησε να θεσμοθετήσει το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών από το 2003 δεν είχαν την απαιτούμενη συνέχεια.

83

νοηματιστών είναι αρκετά σημαντικός για την εξέλιξη της ΕΝΓ, ειδικά αν λάβουμε

υπόψη ότι ορισμένοι από τους επιτυχόντες στις εξετάσεις επάρκειας της ΕΝΓ,

εξαιτίας της επαγγελματικής τους ιδιότητας (π.χ. ειδικοί εκπαιδευτικοί), λαμβάνουν

μέρος σε ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού τόσο λειτουργικού όσο και δομικού.

Πίνακας 8: Αριθμός υποψηφίων και επιτυχόντων στις εξετάσεις επάρκειας ΕΝΓ της

ΟΜΚΕ43

ΕΤΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ

ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ

ΕΠΙΤΥΧΟΝΤΩΝ

2005 104 42

2006 209 79

2007 226 71

2008 314 63

2009 208 36

3.3. Ανακεφαλαίωση

Οι νοηματιστές της ΕΝΓ δεν αποτελούν μια ομοιογενή ομάδα. Το προφίλ των μελών

της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά, ανάλογα με

τις γλωσσικές εμπειρίες του εκάστοτε μέλους. Επιπλέον η απουσία επίσημων

στατιστικών στοιχείων επιτρέπει μόνο εκτιμήσεις σχετικά με τον αριθμό των

νοηματιστών της ΕΝΓ, ορισμένες από τις οποίες διαφοροποιούνται σημαντικά μεταξύ

τους. Αναμφισβήτητο ωστόσο γεγονός αποτελεί το αυξανόμενο ενδιαφέρον για

εκμάθηση της ΕΝΓ ως δεύτερης/ξένης γλώσσας από ακούοντες νοηματιστές. Το

γεγονός αυτό αλλάζει τα μέχρι πρόσφατα ισχύοντα δεδομένα σχετικά με τη χρήση της

ΕΝΓ και τη γλωσσική πολιτική που εφαρμόζεται απέναντί της.

43 Οι εξετάσεις επάρκειας της ΟΜΚΕ διεξάγονται δύο φορές το χρόνο (Ιούλιο και Νοέμβριο). Για το 2009, τα στοιχεία που παρατίθενται αφορούν τους υποψήφιους και τους επιτυχόντες μόνο των εξετάσεων του Ιουλίου επειδή όταν ενημερώθηκα από την ΟΜΚΕ για τα παραπάνω στοιχεία, δεν είχαν ακόμη διεξαχθεί οι εξετάσεις του Νοεμβρίου.

84

4. Η κοινωνιογλωσσική κατάσταση της ΕΝΓ: Ένα σύνθετο γλωσσικό

τοπίο

Στο προηγούμενο κεφάλαιο (κεφάλαιο 3) περιγράφηκε ο πληθυσμός που

χρησιμοποιεί την ΕΝΓ και διαπιστώθηκε, ότι παρά τον ενοποιητικό ρόλο που έχει η

ΕΝΓ για τα μέλη της κοινότητας, παρατηρείται γλωσσική ανομοιογένεια στους

έλληνες Κωφούς. Η γλωσσική τους συμπεριφορά είναι πιθανό να διαφοροποιείται

ανάλογα με το χρόνο και τον τρόπο της επαφής τους με την ΕΝΓ και τα υπόλοιπα

μέλη της κοινότητας. Επιπλέον, το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται

και χρησιμοποιείται η ΕΝΓ φαίνεται να παίζει μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση της

γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών της. Παρόλο που για τα περισσότερα

μέλη της κοινότητας η ΕΝΓ αποτελεί τη βασικότερη στην επικοινωνία τους γλώσσα,

οι έλληνες Κωφοί αποτελούν μία γλωσσική μειονότητα44 που συνυπάρχει με την

ακούουσα πλειονότητα και χρησιμοποιεί κυρίως την ελληνική φθογγογλώσσα.45

Ακόμη και τα άτομα που ανήκουν στο στενό πυρήνα της κοινότητας, έχουν

κοινωνικές συναναστροφές κυρίως με Κωφούς και έχουν, εξαιτίας κληρονομικής

κώφωσης, αρκετούς Κωφούς συγγενείς στο οικογενειακό τους περιβάλλον, έρχονται

καθημερινά (στο πανεπιστήμιο, στο χώρο εργασίας, στη γειτονιά, σε αγοροπωλησίες,

σε συναλλαγές με υπηρεσίες) σε επαφή με άτομα από την ακούουσα πλειονότητα που

δε γνωρίζουν ΕΝΓ. Έτσι, αρκετοί έλληνες Κωφοί, τουλάχιστον οι νεότεροι σε ηλικία,

είναι δίγλωσσοι και χρησιμοποιούν παράλληλα με την ΕΝΓ την ελληνική

φθογγογλώσσα είτε προφορικά είτε γραπτά, με διαφορετικό βέβαια βαθμό επάρκειας

ο καθένας.

44 Δεν θα με απασχολήσει η υπάρχουσα ρητορική σχετικά με τη διασαφήνιση των όρων μειονοτική γλώσσα και γλωσσική μειονότητα. Παραπέμπω ωστόσο στα κριτήρια που σύμφωνα με τον Eric Allardt(1992) καθορίζουν την ύπαρξη μιας γλωσσικής μειονότητας: (α) τον αυτοπροσδιορισμό, (β) την κοινή καταγωγή (πραγματική ή φαντασιακή), (γ) τα σχετικά με τη γλώσσα ιστορικο-πολιτιστικά χαρακτηριστικά, και (δ) την κοινωνική οργάνωση της ομάδας και την αλληλεπίδρασή της με τις άλλες ομάδες (βλ. Τσιτσελίκης 1996). Τα παραπάνω κριτήρια αναμφισβήτητα αφορούν και την κοινότητα των Κωφών.45 Στα όρια του ελληνικού κράτους η ελληνική φθογγογλώσσα είναι αυτή που έχει το κυρίαρχο θεσμικό κύρος (επίσημη γλώσσα του κράτους). Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η ακούουσα πλειονότητα είναι αποκλειστικά μονόγλωσση. Τα τελευταία χρόνια, με την έλευση αρκετών μεταναστών επεκτείνονται οι μειονοτικές γλώσσες (υπό την έννοια ότι τις μιλούν μειονότητες γιατί οι γλώσσες των μεταναστών διακρίνονται από τις μειονοτικές γλώσσες) που χρησιμοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι, για το κωφό παιδί μίας οικογένειας ακουόντων μεταναστών που φοιτά στο ελληνικό ειδικό σχολείο, γνωρίζει ΕΝΓ και συμμετέχει στις δραστηριότητες της κοινότητας, ως γλώσσες της ακούουσας πλειονότητας μπορούν να θεωρηθούν τόσο η φθογγογλώσσα του άμεσου οικογενειακού του περιβάλλοντος, όσο και η ελληνική φθογγογλώσσα του ευρύτερου πληθυσμού.

85

Σε αυτό το κεφάλαιο, μέσα από την παρουσίαση των ερευνητικών δεδομένων

που συμπληρώνεται από την κριτική θεώρηση της βιβλιογραφίας, θα εξεταστεί

αναλυτικότερα η γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της ΕΝΓ. Οι διαφορετικές

συνθήκες κατάκτησης της ΕΝΓ από τους έλληνες Κωφούς και το γεγονός ότι είναι,

τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, δίγλωσσοι συντελούν στη διαμόρφωση ενός αρκετά

σύνθετου γλωσσικού τοπίου. Η ύπαρξη ωστόσο ενός φάσματος από γλωσσικές

ποικιλίες δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχει σύστημα της ΕΝΓ. Η συγκεκριμένη

διευκρίνιση είναι απαραίτητη επειδή, λόγω της υποτίμησης της γλωσσικής

υπόστασης της ΕΝΓ, η συζήτηση που θα ακολουθήσει σχετικά με τις γλωσσικές της

ποικιλίες είναι πιθανό να οδηγήσει στην παρανόηση ότι η ΕΝΓ δεν είναι γλωσσικό

σύστημα. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Όπως ανέφερα και στο θεωρητικό πλαίσιο (βλ.

1.4.7), η ΕΝΓ είναι φυσική γλώσσα. Η οπτική όμως της παρούσας διατριβής είναι

κοινωνιογλωσσική και η έμφαση δίνεται στη χρήση της γλώσσας, δηλαδή στη

γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών (το τι του Cooper 1989), και όχι στο

σύστημά της.

Αρχικά λοιπόν, θα συζητηθούν οι παράγοντες που διαμορφώνουν αυτή τη

σύνθετη κοινωνιογλωσσική κατάσταση της ΕΝΓ με έμφαση κυρίως στα ιδιαίτερα

χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών. Ιδιαίτερη αναφορά θα γίνει στο όνομά

της επειδή έχει απασχολήσει αρκετά την ελληνική επιστημονική κοινότητα, αλλά και

επειδή σχετίζεται άμεσα με την υπόσταση της ΕΝΓ, ζήτημα που κατεξοχήν αφορά το

γλωσσικό σχεδιασμό. Στη συνέχεια, θα δοθεί έμφαση στην περιγραφή των επιμέρους

επικοινωνιακών πρακτικών που χρησιμοποιούν οι έλληνες Κωφοί και οι οποίοι

ευθύνονται για τη διαμόρφωση γλωσσικών ποικιλιών (φυσικών ή τεχνητών) που

σχετίζονται με την επαφή/συνύπαρξη της ΕΝΓ και της ελληνικής φθογγογλώσσας,

ενώ επίσης θα συζητηθεί η επαφή της ΕΝΓ με άλλες νοηματικές γλώσσες.

Παράλληλα με τις επικοινωνιακές πρακτικές των ελλήνων Κωφών, η συζήτηση θα

επεκταθεί στο δανεισμό της ΕΝΓ από άλλες γλώσσες (τόσο την ελληνική

φθογγογλώσσα όσο και άλλες νοηματικές) και στον τρόπο που τον αντιμετωπίζουν τα

μέλη της κοινότητας, αναπτύσσοντας συχνά καθαριστικό λόγο. Η συζήτηση σχετικά

με την ποικιλότητα της ΕΝΓ θα ολοκληρωθεί με την περιγραφή και το σχολιασμό και

των υπόλοιπων διαστάσεών της, που μπορούν να συσχετιστούν με την αντίστοιχη

κοινωνιογλωσσική έρευνα για τις φθογγογλώσσες. Θα εξεταστούν, ειδικότερα, η

γεωγραφική διαλεκτική διαφοροποίηση της ΕΝΓ και η ποικιλία που σχετίζεται με την

ηλικία των νοηματιστών.

86

Τα ζητήματα της ποικιλομορφίας της ΕΝΓ συνδέονται άμεσα με την ανάγκη

γλωσσικού σχεδιασμού, ειδικότερα όσον αφορά την προτυποποίησή της. Οι νεότερες

εξελίξεις ως προς την υπόσταση της ΕΝΓ (π.χ. η θεσμική αναγνώριση της ΕΝΓ ως

γλώσσας της εκπαίδευσης των κωφών μαθητών) φαίνεται ότι διαμορφώνουν νέα

δεδομένα σχετικά με το σύνθετο γλωσσικό τοπίο που χαρακτηρίζει τη γλωσσική

κοινότητα των Κωφών. Καινούργιες ανάγκες επιβάλλουν δράσεις και ενέργειες που

έχουν κάθε φορά διαφορετικές κατευθύνσεις και διαφορετική δυναμική.

4.1. Οι παράγοντες που διαμορφώνουν τη σύνθετη γλωσσική συμπεριφορά των

νοηματιστών της ΕΝΓ

Πολλές φορές η ύπαρξη ποικιλίας θεωρείται πρόβλημα που πρέπει να ρυθμιστεί για

λόγους πρωτίστως επικοινωνιακούς, και κατ’ επέκταση κοινωνικούς, οικονομικούς,

εκπαιδευτικούς. Άλλωστε, κατά τις πρώτες φάσεις του ο γλωσσικός σχεδιασμός

συνδέθηκε κυρίως με την «επίλυση προβλημάτων». Προς αυτήν την κατεύθυνση

κινούνται ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού, είτε προέρχονται από την κορυφή είτε

από τη βάση, επιχειρώντας να παρέμβουν στη γλωσσική συμπεριφορά με στόχο

κυρίως τη δημιουργία πρότυπης γλώσσας και τη μείωση της γλωσσικής ποικιλίας.

Κάτι τέτοιο φαίνεται να είναι επιθυμητό στο βαθμό που η μείωση της ποικιλότητας

εξασφαλίζει καλύτερη επικοινωνία μεταξύ των μελών της γλωσσικής κοινότητας.

Όπως όλες οι γλώσσες, έτσι και οι νοηματικές γλώσσες χαρακτηρίζονται από

ποικιλότητα. Είναι μάλιστα πιθανό να παρατηρείται αυξημένη ποικιλότητα, ανάλογη

με εκείνη που εμφανίζουν όχι τόσο οι «ισχυρές», όσο οι μειονοτικές φθογγογλώσσες

και κυρίως όσες δεν έχουν προτυποποιηθεί συστηματικά, δεν έχουν χρησιμοποιηθεί

στην εκπαίδευση, έχουν δεχτεί την υποτίμηση ακόμη και από τους ίδιους τους

ομιλητές τους και δεν έχουν γραφή.

Στην περίπτωση όμως των νοηματικών γλωσσών (συνεπώς και της ΕΝΓ),

υπάρχουν επιπλέον παράγοντες που ευθύνονται για την ύπαρξη ποικιλιών, τα όρια

των οποίων είναι αρκετές φορές δυσδιάκριτα. Οι παράγοντες αυτοί σχετίζονται με

ειδικότερα χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών:

(α) το γεγονός ότι πρόκειται για γλώσσες με πρόσφατη (τουλάχιστον γνωστή

και καταγεγραμμένη) ιστορία,

(β) το γεγονός ότι ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησής τους ποικίλλει ανάμεσα

στους νοηματιστές, και

87

(γ) το γεγονός ότι η συστηματική επαφή τους με τις κυρίαρχες φθογγογλώσσες

διαμορφώνει ένα συνεχές ποικιλιών και ένα πλήθος γλωσσικών επιλογών για τους

νοηματιστές.

4.1.1 Η προέλευση των νοηματικών γλωσσών

Διερμηνείς ΕΝΓ μαζί με δάσκαλο ΕΝΓ παρακολουθούμε βίντεο από εκδήλωση ενός σωματείου Κωφών της Αθήνας από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Μαζί μας βρίσκεται Κωφός μαθητής Γυμνασίου, του οποίου οι γονείς είναι Κωφοί και γνωρίζει πολύ καλά την ΕΝΓ. Οι περισσότεροι διερμηνείς δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε πλήρως και με ακρίβεια τα χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούν ορισμένοι από τους Κωφούς στο βίντεο. Αυτό δεν οφείλεται πάντοτε στην ανεπάρκεια και στην έλλειψη εξάσκησης των διερμηνέων. Στην ανάλυση που ακολουθεί διαπιστώνουμε ότι χρησιμοποιείται ένα διαφοροποιημένο χειροκινητικό νόημα ΑΔΕΛΦΟΣ. Στο παλιό χειροκινητικό νόημα, μπροστά από το σώμα του νοηματιστή οι δείκτες των δύο χεριών δείχνοντας προς τα έξω κινούνται εναλλάξ (το ένα χέρι κινείται προς το σώμα και το άλλο προς τα έξω). Αντίθετα, το σημερινό χειροκινητικό νόημα γίνεται μόνο με το ένα χέρι το οποίο παραμένει σταθερό σε γροθιά μπροστά από το σώμα του νοηματιστή, ενώ ο δείκτης και ο μέσος δείχνοντας προς τα έξω κινούνται εναλλάξ πάνω κάτω. Το παλιό χειροκινητικό νόημα δε γίνεται αντιληπτό ούτε από τον Κωφό μαθητή, εκπρόσωπο της νέας γενιάς.

Το παραπάνω περιστατικό είναι ενδεικτικό της πρόσφατης ιστορίας της ΕΝΓ και των

αλλαγών που υφίσταται. Η γλωσσική ρευστότητα που παρατηρείται στην ΕΝΓ μέσα

σε διάστημα λιγότερο από είκοσι χρόνια είναι εμφανής. Υπάρχει διαφοροποίηση σε

ένα χειροκινητικό νόημα του βασικού λεξιλογίου (βλ. σχετικά Γούτσος 2006). Η

διαφοροποίηση είναι πιθανό να σχετίζεται με ενδογενείς μηχανισμούς γλωσσικής

αλλαγής της ΕΝΓ. Από ένα χειροκινητικό νόημα που γίνεται με τα δύο χέρια και με

μεγαλύτερη κίνηση περνάμε σε ένα πιο σύντομο που γίνεται με το ένα χέρι.46

Οι περισσότερες νοηματικές γλώσσες είναι γλώσσες με νεαρή ηλικία, ίσως

και μικρότερη από εκατό χρόνια. Λόγω της απουσίας γραπτού κώδικα δεν είμαστε

πάντοτε σε θέση να εντοπίσουμε με σαφήνεια τις απαρχές τους ως γλωσσικών

συστημάτων. Πάντως, πρόσφορες συνθήκες που επέτρεψαν την ανάπτυξή τους

προέκυψαν τα τελευταία τριακόσια με διακόσια χρόνια κυρίως στο δυτικό κόσμο,

ενώ σε ορισμένες άλλες γεωγραφικές περιοχές οι συνθήκες αυτές είναι αρκετά πιο

46 Για ανάλογους μηχανισμούς σε άλλες νοηματικές γλώσσες βλ. Kyle & Woll (1985), Valli & Lucas(2000), Meir & Sandler (2008). Το θέμα της γλωσσικής αλλαγής στην ΕΝΓ έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και χρήζει μεγαλύτερης διερεύνησης, βρίσκεται όμως έξω από τους στόχους της παρούσας διατριβής.

88

πρόσφατες. Η προέλευση των νοηματικών γλωσσών συνδέεται με την ίδρυση

εκπαιδευτικών ιδρυμάτων για κωφούς, τα οποία αποτέλεσαν τους πυρήνες

δημιουργίας των κοινοτήτων τους,47 και με την αύξηση του αστικού πληθυσμού,

γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις κωφών στα αστικά

κέντρα οι οποίοι μέχρι τότε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ζούσαν απομονωμένοι ο ένας

από τον άλλο σε αγροτικές περιοχές (Woll κ.ά. 2001).

Οι εξαιρέσεις αφορούν περιοχές όπου εμφανίστηκαν κωφοί σε μεγαλύτερη

πυκνότητα από το συνηθισμένο και δημιουργήθηκαν με αυτόν τον τρόπο «φυσικά»

(χωρίς δηλαδή τη μετακίνηση κωφών ατόμων στα αστικά κέντρα και στα ειδικά

σχολεία) οι συνθήκες για την ανάπτυξη νοηματικών γλωσσών. Αυτό συνέβη κυρίως

εξαιτίας της απομόνωσης ορισμένων περιοχών και της ύπαρξης κληρονομικής

κώφωσης στους κατοίκους τους. Η γεωγραφική ή πολιτισμική απομόνωση των

περιοχών αυτών ενίσχυσαν την ενδογαμία μεταξύ των κατοίκων τους και συνεπώς τη

διαιώνιση των γονιδίων που ήταν υπεύθυνα για την κώφωση. Η ύπαρξη μεγάλου

ποσοστού κωφών ατόμων στις συγκεκριμένες περιοχές διαμόρφωσε δίγλωσσες

κοινότητες όπου οι νοηματικές γλώσσες χρησιμοποιούνταν από κοινού ανάμεσα σε

κωφούς και ακούοντες.

Αν και τέτοιες περιπτώσεις είναι σπάνιες, έχουν γίνει αντικείμενο αξιόλογης

μελέτης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μεγάλο ποσοστό κωφών στο νησί Martha’s

Vineyard ανοιχτά της Μασαχουσέτης το 18ο και 19ο αιώνα (βλ. Groce 1985). Η

ανθρωπολογική έρευνα της Groce οδήγησε και άλλους ερευνητές στην αναζήτηση

ανάλογων περιστατικών (βλ. Johnson 1994 για ένα χωριό Μάγια στο Μεξικό,

Marsaja 2008 για το «Κωφό χωριό» στο Μπαλί της Ινδονησίας και στον ιστότοπο του

Sign Language Research Laboratory του Πανεπιστημίου της Χάιφα (βλ. πηγές-

βιβλιογραφία) για την έρευνα των Aronnof, Meir, Sandler και Padden σε ένα χωριό

Βεδουίνων στο Ισραήλ). Είναι πιθανό, λόγω της γεωγραφίας της Ελλάδας (ορεινοί

όγκοι, διάσπαρτα νησιά), να υπήρξαν ανάλογα περιστατικά και στον ελλαδικό χώρο.

Κάποιος μάλιστα από τους πληροφορητές της έρευνας αναφέρθηκε στη φήμη ότι στο

νησί της Αμοργού ζούσαν αρκετά κωφά άτομα. Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, με

βάση τις προηγούμενες αντίστοιχες έρευνες, να διερευνηθεί με επιστημονικά

47 Στα περισσότερα από αυτά τα εκπαιδευτικά ιδρύματα λειτουργούσαν οικοτροφεία για να διαμένουν οι κωφοί μαθητές (συνήθως από τις πιο απομακρυσμένες περιοχές) Ο ρόλος των οικοτροφείων (residential schools) υπήρξε καθοριστικός στην ανάπτυξη των νοηματικών γλωσσών, αλλά και στην καθιέρωση εθνικών νοηματικών γλωσσών σε όλο τον κόσμο (βλ. ενδεικτικά Pinna κ.ά. 1993, Kegl κ.ά. 1999).

89

εργαλεία κατά πόσο αληθεύει η συγκεκριμένη φήμη και να εξεταστεί η πιθανότητα

να είχε αναπτυχθεί εκεί μία ξεχωριστή νοηματική γλώσσα.

Στην Ελλάδα, η καθυστέρηση της αστικοποίησης του ελληνικού πληθυσμού και

το γεγονός ότι οι πρωτοβουλίες για την οργάνωση της εκπαίδευσης των κωφών

ανάγονται μόλις στις αρχές του προηγούμενου αιώνα (βλ. 5.2), μας οδηγούν στο

συμπέρασμα ότι η ΕΝΓ έχει αρκετά σύντομη ιστορία. Σε μια νεαρή γλώσσα οι

αλλαγές, ειδικά στο λεξιλόγιο, είναι κυρίαρχες και αναμενόμενες (κάτι που άλλωστε

φάνηκε στο περιστατικό που παρατίθεται στην αρχή του υποκεφαλαίου). Μέσα σε

σύντομο χρονικό διάστημα η γλωσσική κοινότητα πρέπει να έχει αναπτύξει λεξιλόγιο

ώστε να μπορεί να καλύψει τις επικοινωνιακές της ανάγκες. Στις συνεντεύξεις με

τους πληροφορητές, αρκετές φορές προέκυψε να συζητηθεί η προέλευση και η

διαδρομή ορισμένων χειροκινητικών νοημάτων. Κάποιες φορές οι πληροφορητές

γνώριζαν ότι χειροκινητικά νοήματα όπως ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ, ΕΛΛΕΙΨΗ, ΜΕΘΟΔΟΣ

είναι σχετικά πρόσφατα, ενώ υπήρξαν και περιπτώσεις για τις οποίες οι

πληροφορητές γνώριζαν και ανάφεραν το δημιουργό τους.

Η πρόσφατη επομένως εμφάνιση γενικότερα των νοηματικών γλωσσών

φαίνεται να ενισχύει την ποικιλότητα και τη γλωσσική τους ρευστότητα. Καθώς οι

περισσότερες φθογγογλώσσες είτε είναι αρκετά παλιές είτε είναι αποτέλεσμα

σταδιακής εξέλιξης παλιότερων γλωσσών, δεν μπορούμε να έχουμε απτά στοιχεία

σχετικά με τα πρώτα τους βήματα.48 Χρήσιμες ωστόσο πληροφορίες μας παρέχουν οι

pidgin και οι κρεολές γλώσσες, οι οποίες είναι φθογγογλώσσες αλλά γνωρίζουμε τον

τρόπο προέλευσής τους και τις συνθήκες διαμόρφωσής τους, καθώς είναι αποτέλεσμα

της γλωσσικής επαφής ομιλητών διαφορετικών γλωσσών που, χωρίς να έχουν μία

κοινή γλώσσα, είναι υποχρεωμένοι να επικοινωνήσουν μεταξύ τους.49 Οι γλώσσες

αυτές προέκυψαν κυρίως σε συνθήκες δουλείας και σε εμπορικούς σταθμούς (βλ.

αναλυτικότερα Sebba 1997). Αρχικά αναπτύχθηκαν pidgin γλώσσες, οι οποίες

σταδιακά παγιώθηκαν σε κρεολές γλώσσες, όταν οι επόμενες γενιές κατέκτησαν ως

μητρική τους γλώσσα τις αντίστοιχες pidgin. Στις pidgin και στις κρεολές (κατά τα

48 Υπάρχουν όμως διάφορες θεωρίες σχετικά με την καταγωγή και την εξέλιξη της ανθρώπινης γλώσσας που παρουσιάζει εύστοχα η Aitchison (1996).49 Η γλωσσική επαφή επηρεάζει όλες τις γλώσσες μέσω του δανεισμού. Η νέα ελληνική αποτελεί μεν σταδιακή εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής (μέσω της ελληνιστικής κοινής και της μεσαιωνικής ελληνικής), αλλά η σημερινή της μορφή είναι αποτέλεσμα και της γλωσσικής της επαφής, κυρίως σε λεξιλογικό επίπεδο, και με άλλες γλώσσες (βλ. Χριστίδης 1999). Οι pidgin όμως και οι κρεολές γλώσσες προέκυψαν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα από την υποχρεωτική επαφή αλλόγλωσσων ομιλητών.

90

πρώτα στάδια τους) παρατηρείται αρκετή γλωσσική ρευστότητα τόσο σε λεξιλογικό

όσο και σε γραμματικό επίπεδο και χαρακτηρίζονται για τη μη σύνθετη γραμματική

τους δομή (DeGraff 1999, Meir & Sandler 2008).

Οι νοηματικές γλώσσες, αν και εμφανίζονται σε διαφορετικές ιστορικές και

πολιτισμικές συνθήκες, συσχετίζονται με τις pidgin και τις κρεολές γλώσσες, με τις

οποίες έχουν κοινά γλωσσικά χαρακτηριστικά κυρίως εξαιτίας της νεαρής τους

ηλικίας. Ενδεικτικά, η Deuchar (1987 στον Sebba 1997:271-272) αναφέρει πέντε

κοινά χαρακτηριστικά ανάμεσα στις κρεολές και τις νοηματικές γλώσσες:

(α) η άποψη (aspect) δηλώνεται πλησιέστερα στο ρήμα, ακολουθεί η

τροπικότητα (modality) και τέλος ο χρόνος (tense),

(β) η ύπαρξη και η κτήση δηλώνονται από τα ίδια λεξιλογικά στοιχεία,

(γ) απουσιάζουν τα συνδετικά ρήματα (copula),

(δ) τα επίθετα συμπεριφέρονται σαν ρήματα, και

(ε) δεν υπάρχει παθητική φωνή.

Στις παραπάνω βέβαια θέσεις μπορεί να ασκηθεί κριτική, καθώς αρκετά από τα

παραπάνω χαρακτηριστικά που αναφέρει η Deuchar (1987) εντοπίζονται και σε

ορισμένες μη κρεολές γλώσσες. Για παράδειγμα, στα τουρκικά η δήλωση της

ύπαρξης και της κτήσης γίνεται από τα ίδια λεξιλογικά στοιχεία και στο τρίτο

πρόσωπο μπορεί να απουσιάζει το συνδετικό ρήμα, το οποίο δεν είναι συνήθως

ανεξάρτητο λέξημα, αλλά προσαρτάται ως κατάληξη στο όνομα. Επιπλέον, δεν

υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους ερευνητές σχετικά με τη γένεση των κρεολών

γλωσσών και, κατά συνέπεια, την ερμηνεία των ομοιοτήτων τους. Ορισμένοι τις

αποδίδουν στην κοινή καταγωγή των ιθαγενών γλωσσών που αποτελούν το

υπόστρωμα των κρεολών (οι περισσότερες αφρικανικές). Άλλοι, ωστόσο,

υποστηρίζουν ότι η ομοιότητα των δομικών τους χαρακτηριστικών οφείλεται στα

γλωσσικά καθολικά (universals). Την άποψη αυτή έχει υποστηρίξει κυρίως ο

Bickerton (1981, 1984) με την υπόθεση του γλωσσικού βιοπρογράμματος (language

bioprogram), ενός δηλαδή έμφυτου προσχέδιου που διαθέτει το παιδί και από το

οποίο αντλεί γλωσσικούς κανόνες για να επεκτείνει τις ελλείψεις των pidgin του

περιβάλλοντός του, κατασκευάζοντας ως μητρική του γλώσσα μία νέα κρεολή

γλώσσα που διαθέτει πιο σταθερούς γλωσσικούς κανόνες από την pidgin. Η

συγκεκριμένη υπόθεση έχει δεχτεί μεγάλη κριτική σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά και

εξαιτίας της ύπαρξης αρκετών αντιπαραδειγμάτων (βλ. Sebba 1997:179-180).

91

Ανεξάρτητα πάντως από τις διάφορες ερμηνείες που έχουν δοθεί, αυτό που μας

ενδιαφέρει είναι ότι τόσο στις pidgin και στις κρεολές γλώσσες όσο και στις

νοηματικές γλώσσες, λόγω της πρόσφατης προέλευσής τους, παρατηρείται γλωσσική

ρευστότητα και εντοπίζονται γραμματικές δομές που εκλαμβάνονται ως απλούστερες

σε σχέση με άλλες γλώσσες. Για την ΕΝΓ, η γλωσσική ρευστότητα που προκύπτει

εξαιτίας της πρόσφατης προέλευσής της είναι πιθανό να συμβάλλει και αυτή στη

σύνθετη γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της. Όσο για την ύπαρξη

απλούστερων γραμματικών δομών, αυτή μπορεί να αποδοθεί επίσης και στον

ιδιαίτερο τρόπο κατάκτησης της ΕΝΓ, ανάλογο με τον τρόπο κατάκτησης όλων των

νοηματικών γλωσσών.

4.1.2 Ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησης των νοηματικών γλωσσών

Ήδη αναφέρθηκε ότι η ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων για κωφούς συνετέλεσε

καθοριστικά στην ανάπτυξη των νοηματικών γλωσσών. Σε αντίθεση με τις

φθογγογλώσσες, οι νοηματικές κατακτώνται από το μεγαλύτερο ποσοστό των Κωφών

στο ειδικό σχολείο και όχι στο σπίτι. Καθώς περισσότερο από το 90% των Κωφών

έχει ακούοντες γονείς που δε γνωρίζουν νοηματική γλώσσα, οι περισσότεροι Κωφοί

μαθαίνουν τη νοηματική γλώσσα στο ειδικό σχολείο.50

Λόγω του αποκλεισμού των νοηματικών γλωσσών από την εκπαίδευση κατά το

παρελθόν, τα γλωσσικά μοντέλα για την εκμάθηση των νοηματικών γλωσσών δεν

ήταν ενήλικες, αλλά κωφά παιδιά που ήδη φοιτούσαν στο ειδικό σχολείο (με

εξαίρεση τους Κωφούς βοηθούς και φύλακες των οικοτροφείων). Αυτό βέβαια άρχισε

να διαφοροποιείται τα τελευταία χρόνια, με την ενεργότερη συμμετοχή Κωφών

εκπαιδευτικών (αλλά και άλλων Κωφών εργαζομένων) στα ειδικά σχολεία και την

εφαρμογή δίγλωσσων προγραμμάτων, αφορά όμως τις νεότερες γενιές Κωφών

ατόμων. Ωστόσο και πάλι, αρκετά κωφά παιδιά αργούν να έρθουν σε επαφή με τα

μέλη της κοινότητας των Κωφών και τη νοηματική τους γλώσσα, γιατί φοιτούν στα

γενικά σχολεία (πλέον ολοένα και περισσότερα, σύμφωνα με τον Johnston 2004).

Συνεπώς, μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός νοηματιστών (κυρίως τα Κωφά παιδιά από

Κωφούς γονείς) έχει, ακόμη και σήμερα, πρώιμη και συχνή πρόσβαση σε νοηματική

γλώσσα από επαρκείς και φυσικούς νοηματιστές.

50 Το ποσοστό προέρχεται από δημογραφικές έρευνες κυρίως στις Η.Π.Α., αν και σε γενικές γραμμές επιβεβαιώνεται από ερευνητές και σε άλλες χώρες (Oviedo 2004).

92

Γνωρίζουμε ότι, όταν η απόκτηση των φθογγογλωσσών από ακούοντα παιδιά

καθυστερεί και γίνεται σε μεγαλύτερη ηλικία από ό,τι συνήθως, εμφανίζονται

προβλήματα στο βαθμό επάρκειας κατάκτησης της γλώσσας. Ορισμένες από αυτές

τις περιπτώσεις παιδιών έχουν γίνει αντικείμενο επιστημονικής και δημοσιογραφικής

μελέτης, για παράδειγμα το «άγριο» παιδί από το Aveyron της Γαλλίας (Lane 1976)

και η Genie από το Λος Άντζελες των ΗΠΑ (Rymer 1993). Το γεγονός ότι, επιπλέον,

τα κωφά παιδιά μαθαίνουν τη νοηματική τους γλώσσα από μια ποικιλία ανθρώπων,

των οποίων η γνώση της νοηματικής διαφοροποιείται σημαντικά (Κωφοί

συνομήλικοι, Κωφοί ενήλικες, ακούοντες ενήλικες), έχει ως αποτέλεσμα να

υπάρχουν αρκετές διαβαθμίσεις ως προς τον τρόπο κατάκτησης της νοηματικής

γλώσσας. Είναι πιθανό ορισμένες φορές να αποκτάται μια απλουστευμένη ποικιλία

της νοηματικής γλώσσας, κάτι που ενδεχομένως ερμηνεύει τη γενικότερη ύπαρξη

απλούστερων γραμματικών δομών στις νοηματικές γλώσσες.51

Έτσι, παράλληλα με τις ποικιλίες που διαφοροποιούνται ανάλογα με το φύλο,

την ηλικία, την κοινωνική τάξη των ομιλητών, στην περίπτωση των νοηματικών

γλωσσών διαμορφώνονται ποικιλίες ανάλογα με την εκπαίδευση και τον τρόπο της

γλωσσικής τους κατάκτησης, στις οποίες στο εξής θα αναφέρομαι με τον όρο

εκπαιδευτικές ποικιλίες. Αναμφισβήτητα η μόρφωση και η καλλιέργεια δημιουργεί

ποικιλίες και στις φθογγογλώσσες. Πρόκειται κυρίως για λειτουργικές ποικιλίες που

σχετίζονται με την παραγωγή διαφορετικών κειμενικών ειδών και αφορούν κυρίως το

γραπτό λόγο. Στην περίπτωση όμως των νοηματικών γλωσσών, οι εκπαιδευτικές

ποικιλίες, όπως θα γίνει λόγος στη συνέχεια, έχουν ένα ξεχωριστό ρόλο στη

διαμόρφωση του σύνθετου γλωσσικού τοπίου.

4.1.3 Η επαφή των νοηματικών γλωσσών με τις φθογγογλώσσες

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των νοηματικών γλωσσών, που συντελεί στην έντονη

ποικιλότητά τους, σχετίζεται με την οπτικοκινητική τους τροπικότητα και τη

συστηματική επαφή τους με τις κυρίαρχες φθογγογλώσσες. Η διαφορά τροπικότητας

ανάμεσα σε νοηματικές και φθογγογλώσσες (οπτικοκινητική↔ ακουστικοφωνητική)

έχει ως αποτέλεσμα μοναδικά αποτελέσματα κατά τη γλωσσική τους επαφή. Στο

51 Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι, καθώς η γλωσσική έρευνα των νοηματικών γλωσσών, παρά τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων χρόνων, βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι πιθανό να μην κατανοούμε ακόμη σε βάθος μηχανισμούς τους που σχετίζονται με τη χρήση του οπτικοκινητικού υλικού υποστρώματος. Είναι πιθανό ορισμένα γλωσσικά χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών που τις διαφοροποιούν από τις φθογγογλώσσες να εκλαμβάνονται ως απλούστερες γραμματικές δομές.

93

παρελθόν, η αδυναμία κατανόησης των γλωσσικών μηχανισμών των νοηματικών

γλωσσών, οι οποίες αξιοποιούν γραμματικά το χώρο και τις κινήσεις του προσώπου

και του σώματος, είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση, κυρίως από ακούοντες

εκπαιδευτικούς, τεχνητών συστημάτων επικοινωνίας, που συνήθως χρησιμοποιούν

χειροκινητικά νοήματα με τη δομική όμως σειρά μίας φθογγογλώσσας (Reagan

2001). Κάτι τέτοιο αναμφισβήτητα ισοδυναμεί με ενέργεια γλωσσικής

μεταρρύθμισης των νοηματικών γλωσσών και, εξαιτίας της προέλευσής της από τους

ακούοντες, συνάντησε και συναντά την αντίδραση των μελών των κοινοτήτων των

Κωφών (Burns κ.ά. 2001). Εξαιτίας όμως της κυριαρχίας των ακουόντων στην

εκπαίδευση των κωφών και τον αποκλεισμό των φυσικών νοηματικών γλωσσών από

την εκπαίδευσή τους, σε ορισμένες χώρες τα συστήματα αυτά επηρέασαν τη

γλωσσική συμπεριφορά μελών της κοινότητας των Κωφών.

Στην Ελλάδα, αν και δε χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά αντίστοιχα τεχνητά

συστήματα επικοινωνίας (Κουρμπέτης 1999), ο αποκλεισμός της ΕΝΓ από την

εκπαίδευση των κωφών και η προτεραιότητα που δόθηκε στην εκμάθηση και τη

χρήση της ελληνικής φθογγογλώσσας επηρέασε τη γλωσσική συμπεριφορά των

ελλήνων Κωφών. Βέβαια, τα κίνητρα που καθορίζουν τις γλωσσικές επιλογές των

μελών μίας κοινότητας επηρεάζονται από ένα πλήθος παραγόντων. Οι Κωφοί πολύ

συχνά διαμορφώνουν τις επιλογές τους από γλωσσικές ποικιλίες, που

διαμορφώνονται με τη σειρά τους από παράγοντες που σχετίζονται με τις γλωσσικές

δεξιότητες των συνομιλητών τους, ιδεολογικά ζητήματα σχετικά με στάσεις,

κατασκευή ταυτότητας, αλλά και πρακτικά ζητήματα που αφορούν την επίτευξη της

επικοινωνίας (Μαυρέας 2009). Αυτό που έχει σημασία για την παρούσα συζήτηση

είναι ότι πολύ συχνά κατά την επικοινωνιακή διαδικασία αναπτύσσεται ένας

συγκερασμός από χαρακτηριστικά των δύο γλωσσών (νοηματικής και

φθογγογλώσσας) που μοιάζει με τα τεχνητά συστήματα επικοινωνίας. Άλλοτε είναι

μία μικτή γλώσσα που δεν είναι ούτε φθογγογλώσσα ούτε νοηματική, ορισμένες

όμως φορές η συμβολή αποτελεί ποικιλία της εκάστοτε νοηματικής γλώσσας.

Το φαινόμενο παρατηρείται στις περισσότερες νοηματικές γλώσσες, όπου

γίνεται ανάλογα λόγος για Pidgin Sign English στις Η.Π.Α (Woodward 1973), Signed

Hebrew στο Ισραήλ (Meir & Sandler 2008), Nihongo-taiō-shuwa «νοηματική που

αντιστοιχεί στην ιαπωνική φθογγογλώσσα» στην Ιαπωνία (Nakamura 2006),

μεταφρασμένη νοηματική στην Ελλάδα. Η ρευστότητα των συγκεκριμένων ποικιλιών

94

επαφής και η μη συστηματική μελέτη τους μέχρι πρόσφατα52 έχει ως αποτέλεσμα τη

χρήση διάφορων όρων προκειμένου να ονομαστούν οι συγκεκριμένες ποικιλίες. Η

υβριδικότητα των ποικιλιών επαφής δημιουργεί δυσκολίες στην εύρεση ενός όρου

και για τους ξένους μελετητές.

Για την αμερικανική νοηματική γλώσσα χρησιμοποιήθηκε ο όρος Pidgin Sign

English (Woodward 1973), όπου συσχετίστηκε η ποικιλία επαφής νοηματικής

γλώσσας και φθογγογλώσσας με τις pidgin. Στη θέση αυτή άσκησε κριτική ο Cokely

(1983) ο οποίος υποστήριξε ότι μάλλον διαμορφώνεται ένα συνεχές γλωσσικών

ποικιλιών, ανάλογα με τη γνώση της γραμματικής κάθε ποικιλίας (νοηματική

γλώσσα, ενδιάμεσες ποικιλίες, φθογγογλώσσα) που έχουν οι νοηματιστές, αφού στην

περίπτωση των νοηματικών γλωσσών δεν ισχύουν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες

αναπτύσσονται οι pidgin. Το γλωσσικό συνεχές θυμίζει μάλλον τα απλοποιημένα

επίπεδα ύφους (register) που χρησιμοποιούνται όταν επικοινωνούν μεταξύ τους

αλλόγλωσσοι ομιλητές (foreigner talk).

Παράλληλα με τον όρο Pidgin Sign English, ο Stokoe (1969) επιχείρησε να

περιγράψει τη γλωσσική συμπεριφορά της κοινότητας των Κωφών των ΗΠΑ με

όρους γλωσσικής διμορφίας (diglossia). Και σε αυτήν όμως τη θέση άσκησε κριτική

η Lee (1982), που υποστήριξε ότι το σύνθετο γλωσσικό τοπίο με τις υβριδικές

ποικιλίες που συνήθως χαρακτηρίζει μια κοινότητα Κωφών σχετίζεται περισσότερο

με εναλλαγή κωδίκων και ύφους παρά με μια κατάσταση γλωσσικής διμορφίας. Οι

γλωσσικές επιλογές μάλιστα των νοηματιστών φαίνεται να επηρεάζονται από την

κατάσταση ακοής του συνομιλητή τους και την επιθυμία τους να προσδώσουν κύρος

σε όσα λένε.

Οι Lucas & Valli (1992) επεσήμαναν ότι, εξαιτίας της διαφορετικής

τροπικότητας νοηματικής γλώσσας και φθογγογλώσσας, στην ποικιλία επαφής που

προκύπτει μπορούν ταυτόχρονα να χρησιμοποιηθούν γλωσσικά χαρακτηριστικά και

από τις δύο γλώσσες. Αντίθετα, κατά τη γλωσσική επαφή των φθογγογλωσσών η

εναλλαγή κωδίκων είναι διαδοχική. Έτσι, είναι αρκετά δύσκολο σε μια ποικιλία

επαφής να καθοριστεί αν ο νοηματιστής εναλλάσσει τους δύο κώδικες (νοηματική

και φθογγογλώσσα) ή απλά δανείζεται στοιχεία από τη μία γλώσσα και τα

52 Αρχικά, η έρευνα των νοηματικών γλωσσών, επιχειρώντας να αποδείξει ότι οι νοηματικές γλώσσες είναι φυσικές γλώσσες, εστίασε την προσοχή της στην καταγραφή των ομοιοτήτων τους με τις φθογγογλώσσες, παραμελώντας την εξέταση των μοναδικών τους χαρακτηριστικών όπως η δημιουργία μικτών ποικιλιών εξαιτίας της συμβολής φθογγογλώσσας και νοηματικής, η οποία επιτρέπεται λόγω της διαφορετικής τους τροπικότητας.

95

χρησιμοποιεί στην άλλη. Για αυτόν το λόγο κατέληξαν σε ένα νέο όρο τον contact

signing (νοηματική επαφής) για να περιγράψουν το αποτέλεσμα επαφής των δύο

γλωσσών.53

Βέβαια, το αποτέλεσμα που προκύπτει από την επαφή δύο γλωσσών είναι

μοναδικό κάθε φορά. Σύμφωνα με τους Valli & Lucas (2000:188-189), διαφορετική

θα είναι η ποικιλία επαφής που θα χρησιμοποιήσει ένας δίγλωσσος Κωφός φυσικός

νοηματιστής και διαφορετική αυτή που θα χρησιμοποιήσει ένας δίγλωσσος ακούων

φυσικός ομιλητής μιας φθογγογλώσσας. Είναι επίσης πιθανό οι νοηματιστές να

εναλλάσσουν τους διάφορους κώδικες (από τη φυσική νοηματική σε μια ποικιλία

επαφής και το αντίθετο). Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Quinto-Pozos (2007), τα

φαινόμενα γλωσσικής επαφής είναι τόσο σύνθετα όσο και τα γλωσσικά ρεπερτόρια

και οι κοινωνικές συνθήκες των ατόμων ή των κοινοτήτων που βρίσκονται σε

γλωσσική επαφή.

Ακόμα όμως και όταν δεν είναι προβλέψιμα τα χαρακτηριστικά της νοηματικής

επαφής που θα χρησιμοποιήσει ο «μέσος» νοηματιστής σε κάθε περίσταση, υπάρχουν

ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά των υβριδικών ποικιλιών σε λεξιλογικό,

μορφολογικό και συντακτικό επίπεδο που αποτελούν σε ένα βαθμό ένα προβλέψιμο,

συνεπές σύστημα, κατανοητό από όσους το χρησιμοποιούν. Σύμφωνα με τον Turner

(1999:147), το σύστημα αυτό, τηρουμένων των αναλογιών εμφανίζεται σε διάφορες

νοηματικές γλώσσες, πέρα από την αμερικανική νοηματική γλώσσα για την οποία

έχει γίνει και η μεγαλύτερη έρευνα (για μια πιο λεπτομερή βιβλιογραφική

ανασκόπηση σχετικά με την έρευνα της γλωσσικής επαφής νοηματικών γλωσσών και

φθογγογλώσσας βλ. Quinto-Pozos 2007). Στην παρούσα διατριβή θα χρησιμοποιηθεί

ο όρος μεταφρασμένη νοηματική, που άλλωστε χρησιμοποιείται και από τα ίδια τα

μέλη της κοινότητας, ως σημείο αναφοράς γενικότερα για όλες αυτές τις υβριδικές

γλωσσικές ποικιλίες, όπου είναι εμφανής η επαφή ΕΝΓ και ελληνικής

φθογγογλώσσας.

Ο επιστημονικός προβληματισμός σχετικά με την ορολογία που θα

χρησιμοποιηθεί για την ονομασία των διάφορων ποικιλιών επαφής επιβεβαιώνει την

ύπαρξη ενός σύνθετου γλωσσικού τοπίου στις κοινότητες των Κωφών. Οι Johnston &

Schembri (2007), αναφερόμενοι στην αυστραλιανή νοηματική γλώσσα (στο εξής

Auslan), παρατηρούν ότι, αν και η Auslan δεν ισοδυναμεί με την αγγλική

53 Ενδεχομένως η εναλλαγή κωδίκων μπορεί να είναι πιο εμφανής κατά τη γλωσσική επαφή δύο νοηματικών γλωσσών που έχουν την ίδια τροπικότητα.

96

φθογγογλώσσα, που, αντί να εκφωνείται, νοηματίζεται, πολλές φορές η επικοινωνία

με χειροκινητικά νοήματα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αναπαράσταση της

φθογγογλώσσας που χρησιμοποιεί η κοινότητα των ακουόντων. Έτσι, παράλληλα (α)

με το τεχνητό σύστημα επικοινωνίας (Australasian Signed English) που

χρησιμοποιήθηκε στην εκπαίδευση και για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις ότι επηρέασε

το λεξικό της Auslan, (β) το επίσης τεχνητό δακτυλικό αλφάβητο (fingerspelling)54,(γ)

την ίδια την Auslan (δηλαδή τη φυσική νοηματική γλώσσα) χρησιμοποιούνται (δ)

ποικιλίες που είναι αποτέλεσμα της επαφής της νοηματικής γλώσσας και της

φθογγογλώσσας. Οι δύο συγγραφείς εντάσσουν τις συγκεκριμένες ποικιλίες στα

φυσικά συστήματα χειροκινητικών νοημάτων, γιατί χρησιμοποιούνται αυθόρμητα

από τους Κωφούς. Κάνουν λόγο για αγγλικά που νοηματίζονται (signing in English)

και χρησιμοποιούνται κυρίως για την απόδοση γραπτών κειμένων με χειροκινητικά

νοήματα και νοηματική επαφής (contact signing), ποικιλία στην οποία είναι ισχυρός ο

δανεισμός από την αγγλική φθογγογλώσσα. Στον πίνακα 9 καταγράφονται οι

διάφορες κατηγορίες γλωσσικών ποικιλιών στις οποίες χρησιμοποιούνται

χειροκινητικά νοήματα και δίνονται παραδείγματα από την ξένη βιβλιογραφία, καθώς

και οι αντιστοιχίες κάθε κατηγορίας στην ελληνική πραγματικότητα. Στο ένα άκρο

βρίσκονται τα διάφορα τεχνητά συστήματα επικοινωνίας και στο άλλο οι φυσικές

νοηματικές γλώσσες. Ανάμεσά τους βρίσκονται το δακτυλικό αλφάβητο και οι

ενδιάμεσες ποικιλίες επαφής.

54 Το δακτυλικό αλφάβητο, όπως θα δούμε αναλυτικότερα στη συνέχεια (4.3.3), εκτός από το ότι αποτελεί αρκετά συνηθισμένη επικοινωνιακή πρακτική για τις κοινότητες των Κωφών στις περισσότερες νοηματικές γλώσσες, άλλοτε περισσότερο άλλοτε λιγότερο, συμβάλλει στην κατασκευή νέων χειροκινητικών νοημάτων.

97

Πίνακας 9: Συστήματα χειροκινητικών νοημάτων

Τεχνητά συστήματα

επικοινωνίας

Δακτυλικό

αλφάβητο

Ποικιλίες επαφής

Ενδιάμεσες ποικιλίες

Φυσικές νοηματικές

γλώσσες

Paget-Gorman,

συστήματα

υποβοηθούμενης ομιλίας

(cued speech),

Seeing Essential English

(SEE-I),

Signing Exact English

(SEE-II),

Linguistics of Visual

English (LOVE)

Australasian Signed

English

με το ένα χέρι, όπως

στην αμερικανική

νοηματική γλώσσα,

ή και με τα δύο,

όπως στη βρετανική

νοηματική γλώσσα

Signed English,

Pidgin Sign English

(PSE),

Signing in English,

Signed Hebrew,

Nihongo-taiō-shuwa,

contact signing

ASL (αμερικανική

νοηματική γλώσσα),

BSL (βρετανική

νοηματική γλώσσα),

Auslan (αυστραλιανή

νοηματική γλώσσα),

LIBRAS (νοηματική

γλώσσα της Βραζιλίας),

Nihon Shuwa

(ιαπωνική νοηματική

γλώσσα)

Δεν χρησιμοποιούνται

συστηματικά στην Ελλάδα

Δακτυλικό αλφάβητο

με το ένα χέρι

Μεταφρασμένη

νοηματική

ΕΝΓ (ελληνική

νοηματική γλώσσα)

Από την παραπάνω συζήτηση έγινε νομίζω σαφές ότι, εκτός από τα τεχνητά

συστήματα επικοινωνίας που κατασκευάστηκαν από ακούοντες εκπαιδευτικούς και

χρησιμοποιήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά στην εκπαίδευση, και τις φυσικές

νοηματικές γλώσσες, που αναπτύχθηκαν και κυρίως χρησιμοποιούνται από τις

κοινότητες των Κωφών, η επικοινωνία μέσα από υβριδικές ποικιλίες ως αποτέλεσμα

γλωσσικής επαφής χαρακτηρίζει γενικότερα τις κοινότητες των Κωφών, καθώς

συμβιώνουν με την ακούουσα πλειονότητα που δε γνωρίζει νοηματικές γλώσσες. Οι

Κωφοί, λόγω της απώλειας ακοής τους, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν

αποκλειστικά τις φθογγογλώσσες για την επικοινωνία τους. Ακόμη και όταν οι ίδιοι

γνωρίζουν την αντίστοιχη φθογγογλώσσα και έχουν εκπαιδευτεί μέσω

λογοθεραπείας55 να την ομιλούν, οι νοηματικές γλώσσες, εξαιτίας της

οπτικοκινητικής τους τροπικότητας, είναι οι μόνες στις οποίες έχουν απρόσκοπτη

πρόσβαση. Αυτό τους υποχρεώνει σε μία συνεχή προσπάθεια για επικοινωνία με την

αξιοποίηση όλων των γλωσσικών πόρων που έχουν στη διάθεσή τους. Τα γλωσσικά

χαρακτηριστικά των ποικιλιών επαφής βρίσκονται υπό συνεχή διαμόρφωση, ανάλογα

55 Από ορισμένους χρησιμοποιείται αντίστοιχα ο όρος λογοπαιδική.

98

με τις επικοινωνιακές (και όχι μόνο) ανάγκες των νοηματιστών, που αξιοποιούν

γλωσσικούς μηχανισμούς τόσο των νοηματικών γλωσσών όσο και των

φθογγογλωσσών. Κάτι τέτοιο αναπόφευκτα συντελεί στην διεύρυνση της

ποικιλότητας των νοηματικών γλωσσών.

Πρέπει ωστόσο να τονισθεί ότι η έντονη ποικιλότητα των νοηματικών γλωσσών

εξαιτίας και της συστηματικής τους επαφής με τις κυρίαρχες φθογγογλώσσες δεν

αναιρεί τη γλωσσική τους υπόσταση ως αυθύπαρκτων γλωσσών ούτε υποδηλώνει ότι

οι νοηματικές γλώσσες είναι αποκλειστικά αποτέλεσμα γλωσσικής επαφής. Επιπλέον,

η ενασχόληση με την πολυπλοκότητα των γλωσσικών πραγματώσεων των

νοηματιστών, της γλωσσικής τους δηλαδή συμπεριφοράς, δεν αμφισβητεί τη

γλωσσική τους ικανότητα.56 Θεωρώ ότι η ενασχόληση με τις γλωσσικές

πραγματώσεις των ομιλητών μιας γλώσσας συμβάλλει στη βαθύτερη κατανόηση του

γλωσσικού φαινομένου. Η θέση αυτή άλλωστε αποτελεί κινητήρια δύναμη για την

εξέλιξη της κοινωνιογλωσσολογίας, που αμφισβητεί τις θέσεις της κυρίαρχης

γλωσσολογίας, σύμφωνα με την οποία, οι γλωσσικές πραγματώσεις των ομιλητών

περνούν σε δεύτερη μοίρα. Στην περίπτωση μάλιστα των νοηματικών γλωσσών, λόγω

της οπτικοκινητικής τους τροπικότητας και του ιδιαίτερου τρόπου κατάκτησής τους,

η κατανόηση της πολυπλοκότητας της γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών

αποτελεί ενδεχομένως προϋπόθεση για τη βαθύτερη κατανόησή τους ως γλωσσών.

Συνοψίζοντας, στις νοηματικές γλώσσες (συνεπώς και στην ΕΝΓ) εντοπίζεται η

αναμενόμενη ποικιλότητα εξαιτίας του ότι αποτελούν μειονοτικές γλώσσες που δεν

έχουν τυποποιηθεί συστηματικά. Επιπλέον όμως, η πρόσφατη προέλευση των

νοηματικών γλωσσών, ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησής τους και η συστηματική

επαφή τους με τις κυρίαρχες φθογγογλώσσες, που διαθέτουν διαφορετική

τροπικότητα, αυξάνει τη γλωσσική τους ρευστότητα. Οι παραπάνω παράγοντες που

διαμορφώνουν ένα αρκετά σύνθετο γλωσσικό τοπίο, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη σε

μια ενδεχόμενη ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού και ιδιαίτερα στη γλωσσική

προτυποποίηση της ΕΝΓ.

Οι ίδιοι πάντως οι νοηματιστές της ΕΝΓ έχουν συναίσθηση της ποικιλότητας

της γλώσσας τους. Χαρακτηριστικά, μία δασκάλα ΕΝΓ αναφέρει:

56 Η διάκριση ανάμεσα σε γλωσσική ικανότητα και γλωσσική πραγμάτωση γίνεται σύμφωνα με τη δομική γλωσσολογία και τη γενετική μετασχηματιστική θεωρία του Chomsky.

99

(9)

Υπάρχουν μεγάλες διαφορές στον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν τα κωφά άτομα.

Εξαρτάται πάντοτε από ποιον έχεις απέναντί σου. Κάποιος που είναι μεγάλης ηλικίας

χρησιμοποιεί μητρική νοηματική, την οποία εγώ μπορώ να αντιληφθώ αλλά δεν μπορώ

να αποδώσω άνετα. Αν βέβαια έχω συχνή επαφή μαζί του μπορώ να μάθω τη γλώσσα

που χρησιμοποιεί, τη μητρική νοηματική. Ο ένας χρησιμοποιεί κανονική νοηματική, ο

άλλος μεταφρασμένη, κάποιος τρίτος μια διαφορετική ποικιλία… Τα τελευταία χρόνια

πολλά κωφά παιδιά διαφοροποιούνται αρκετά ως προς τη νοηματική τους και αυτό

συμβαίνει επειδή φοιτούν σε διαφορετικά σχολεία και κάθε παρέα έχει τη δική της

νοηματική. Αυτό καθιστά λίγο δύσκολη την επικοινωνία. Όπως επίσης υπάρχουν και

διαφορές ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και την Κρήτη.

Στο παραπάνω απόσπασμα η πληροφορήτρια εντοπίζει γλωσσική ποικιλία στην ΕΝΓ

ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή (Θεσσαλονίκη, Κρήτη), την ηλικία (μητρική

νοηματική από Κωφούς μεγάλης ηλικίας), τον τρόπο εκπαίδευσης (η φοίτηση σε

διαφορετικά σχολεία), την επαφή με τη φθογγογλώσσα (μεταφρασμένη νοηματική).

Όλες οι παραπάνω ποικιλίες καθώς και οι διάφορες επικοινωνιακές πρακτικές που

αξιοποιούν οι νοηματιστές της ΕΝΓ θα συζητηθούν εκτενέστερα στη συνέχεια.

Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πώς ομιλητές που εκδηλώνουν μία τόσο

σύνθετη και ποικιλόμορφη γλωσσική συμπεριφορά θα αντιδράσουν σε μία

ενδεχόμενη ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού, που θα επιχειρήσει να εξομαλύνει την

υπάρχουσα ποικιλότητα. Η αυξανόμενη αναγνώριση και αποδοχή της ΕΝΓ θέτει

διάφορα σχεδιαστικά ζητήματα τόσο ως προς την υπόστασή της (επιλογή νόρμας,

εφαρμογή και διάδοσή της) όσο και ως προς τη δομή της (κωδικοποίηση,

προτυποποίηση, λεξιλογικός εμπλουτισμός της ΕΝΓ). Ένα από τα κεντρικά ζητήματα

ως προς την υπόσταση της ΕΝΓ είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για το όνομά της,

όπως θα δούμε παρακάτω.

4.2. Για το όνομα της ΕΝΓ

Όπως επισημαίνει ο Ρολάν Μπαρτ στη γνωστή ρήση, «η γλώσσα δεν είναι ποτέ αθώα

και οι λέξεις έχουν μια δεύτερη μνήμη που μυστηριωδώς επιζεί στη μέση νέων

σημασιών» (βλ. Φραγκουδάκη 1987:23). Τα ονόματα πολύ συχνά αναφέρονται στις

100

ιδιότητες (θετικές ή αρνητικές) όσων ονομάζουν, φέρουν μνήμες των άλλων και

αντικατοπτρίζουν στάσεις και αντιλήψεις.57

Κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί στην περίπτωση των νοηματικών γλωσσών από

τον υπερβάλλοντα ζήλο των ερευνητών να τους αποδώσουν διαφορετικά ονόματα.

Είναι δηλαδή πιθανό ο «νονός» να επιβάλλει όχι μόνο το όνομα του «βαφτιστηριού»,

αλλά και να καθορίζει τα όρια του και την ίδια του την ύπαρξη. Είναι πιθανό τα

ονόματα που έχουν κατά καιρούς αποδοθεί στις νοηματικές γλώσσες να αντανακλούν

αντιλήψεις σχετικά με αυτές. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να εξετάζεται ποιος

ονομάζει τι και γιατί.

Όπως παρατηρούν οι Woll κ.ά. (2001:16), η ονοματολογία των διάφορων

νοηματικών γλωσσών ξεκίνησε από τις ενέργειες των γλωσσολόγων. Προηγουμένως

οι νοηματιστές αποκαλούσαν απλώς τις γλώσσες τους «χειροκινητικά νοήματα»

(signs) ή «γλώσσα των Κωφών» (Deaf language). Η ανάγκη για ταυτοποίηση και

περιγραφή των διάφορων μορφών νοηματικών γλωσσών οδήγησε στην απόδοση

διαφορετικών ονομασιών. Οι γλωσσολόγοι στην προσπάθεια τους να αποδείξουν τη

γλωσσική υπόσταση των νοηματικών γλωσσών, χρησιμοποίησαν όρους προκειμένου

να διαφοροποιήσουν τις φυσικές νοηματικές γλώσσες από τα τεχνητά συστήματα

επικοινωνίας.

Πολλοί Κωφοί, που χρησιμοποιούσαν μια νοηματική γλώσσα σε όλη τους τη

ζωή και είχαν πειστεί ότι τα χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούσαν δεν ήταν

γλώσσα ισότιμη με τη φθογγογλώσσα της ακούουσας πλειονότητας, οδηγήθηκαν σε

σύγχυση με τους νέους όρους και τη σχέση που είχαν με τη νοηματική τους γλώσσα.

Ο όρος Auslan, που δημιουργήθηκε για τη νοηματική γλώσσα της Αυστραλίας, για

παράδειγμα, αρχικά προβλημάτισε τα μέλη της εκεί κοινότητας των Κωφών. Δεν

μπορούσαν να αντιληφθούν ότι ο όρος Auslan δεν αναφερόταν σε μια νέα γλώσσα,

αλλά στη νοηματική γλώσσα που οι ίδιοι χρησιμοποιούσαν. Ακόμη και σήμερα

επικρατεί ανάλογη σύγχυση σχετικά με τον όρο Auslan ανάμεσα στα πιο ηλικιωμένα

μέλη της κοινότητας (Hyde κ.ά. 2006).

Παράλληλα, ορισμένες φορές θεωρήθηκαν γλωσσικές ποικιλίες που δεν

υπήρξαν ποτέ διακριτές ούτε χρησιμοποιήθηκαν από γλωσσικές κοινότητες, έγιναν

57 «Η ονοματολογία δεν είναι μια καθόλου τυχαία ιστορία. Πολλές φορές υποδηλώνει- ιδίως όταν επιβάλλεται- τη σχέση εξουσίας ανάμεσα στο «νονό» και το «βαφτιστήρι». Αλλά με τον ίδιο τρόπο που επιβάλλεται η εξουσία μέσω του «νονού» έτσι ακριβώς λησμονείται, από την ιστορία, το προ βάφτισης καθεστώς» (Καμπύλης 2007α).

101

όμως αντικείμενο επιστημονικής έρευνας (π.χ. Old Kentish Sign Language,

Rennellese Sign Language). Στη βάση δεδομένων του Summer Institute of Linguistics

(βλ. Lewis 2009) που παρέχεται στο διαδίκτυο και χρησιμοποιείται ως πηγή58 σχετικά

με τον αριθμό των ζωντανών γλωσσών οι οποίες χρησιμοποιούνται σήμερα στον

πλανήτη, περιέχονται και 130 νοηματικές γλώσσες Κωφών59 ανάμεσα στις οποίες

περιλαμβάνεται και η ΕΝΓ.

Για το όνομα της ΕΝΓ «νονοί» υπήρξαν πολλές φορές άτομα από την

ακούουσα πλειονότητα. Ο Παπασπύρου (2003), εξετάζοντας κάποιες από τις

προτεινόμενες ονομασίες όπως παντομίμα, μιμική γλώσσα, γλώσσα του σώματος,

νεύματα και γλώσσα των κωφαλάλων, παρατηρεί ότι όλες τους είναι παραπλανητικές

επειδή δεν αναδεικνύουν τη διπλή άρθρωση της ΕΝΓ, που χαρακτηρίζει συνολικά τις

ανθρώπινες γλώσσες, ενώ ορισμένες είναι και ιδεολογικά φορτισμένες. Οι

συγκεκριμένοι όροι ουσιαστικά γεννούν παραπλανητικές εντυπώσεις σχετικά με τη

γλωσσική υπόσταση της ΕΝΓ. Είτε την ανάγουν σε μία μορφή τέχνης (παντομίμα,

μιμική γλώσσα) που αξιοποιεί τις κινήσεις των χεριών, του προσώπου και του

σώματος είτε την ταυτίζουν με άλλους εξωγλωσσικούς κώδικες επικοινωνίας

(γλώσσα του σώματος, νεύματα) είτε τη συνδέουν αποκλειστικά με την κώφωση και

τα κωφά άτομα (γλώσσα των κωφαλάλων). Ως προς τα παραπάνω επιχειρήματα

θεωρώ ότι ο Παπασπύρου (2003) έχει δίκιο, διότι διαπιστώθηκε ότι αρκετοί από τους

μύθους σχετικά με την ΕΝΓ αναφέρονται σε αντιλήψεις που αποτυπώνονται στους

παραπάνω όρους: «η ΕΝΓ είναι παντομίμα», «όσοι τη χρησιμοποιούν κάνουν

μορφασμούς σα να μιμούνται κάτι», «είναι νεύματα χωρίς γραμματική δομή», «είναι

χειρονομίες που χρησιμοποιούν αποκλειστικά οι κωφάλαλοι» (βλ. Κουρμπέτης

58 Η βάση δεδομένων ανανεώνεται συνεχώς με νέες πληροφορίες και περιέχει έναν κατάλογο από 6909ζωντανές γλώσσες (σύμφωνα με την τελευταία 16η έκδοση, Lewis 2009). Η αξιοπιστία ωστόσο της συγκεκριμένης πηγής δε θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Ήδη αναφέρθηκαν οι προβληματικές εκτιμήσεις που παρατίθενται σχετικά με τον αριθμό των νοηματιστών της ΕΝΓ (βλ. 3.2). Ως προς τον αριθμό των υπαρχουσών γλωσσών, μπορούν να προκύψουν αντιρρήσεις, εξαιτίας της δυσκολίας διάκρισης των ορίων μιας γλώσσας. Στην περίπτωση της Ελλάδας, για παράδειγμα, τα ποντιακά και τα τσακώνικα αναφέρονται στη συγκεκριμένη βάση δεδομένων ως ξεχωριστές γλώσσες και όχι ως διάλεκτοι της ελληνικής. 59 Στην προηγούμενη έκδοση (2005), στη βάση δεδομένων οι νοηματικές γλώσσες των Κωφών διαφοροποιούνταν από τις νοηματικές γλώσσες που χρησιμοποιούν πληθυσμοί ακουόντων (νοηματικές γλώσσες που χρησιμοποιούν οι Αβορίγινες της Αυστραλίας και οι Ινδιάνοι της Βόρειας Αμερικής κυρίως για επικοινωνιακούς λόγους και η νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιούν μοναστικά τάγματα της Ευρώπης και χρησιμοποιείται όταν οι μοναχοί κάνουν όρκους σιωπής). Αυτές οι νοηματικές γλώσσες αποτελούν συνήθως δεύτερες γλώσσες των ακουόντων, που τις χρησιμοποιούν σε συγκεκριμένες περιστάσεις. Έχουν αναπτυχθεί ανεξάρτητα από τις κοινότητες των Κωφών, η ύπαρξή τους όμως παρουσιάζει ενδιαφέρον, γιατί αποδεικνύει ότι η χρήση των νοηματικών γλωσσών δεν περιορίζεται αποκλειστικά σε πληθυσμούς Κωφών (βλ. Woll κ.ά. 2001).

102

1999). Επομένως, οι όροι αυτοί περιθωριοποιούν την ΕΝΓ και ενισχύουν την

αμφισβήτησή της.

Το όνομα βέβαια της ΕΝΓ στην ίδια την ΕΝΓ είναι κοινά αποδεκτό. Όλοι οι

έλληνες Κωφοί χρησιμοποιούν το ίδιο χειροκινητικό νόημα, όπου τα δύο χέρια με

ανοιχτές παλάμες βρίσκονται το ένα απέναντι στο άλλο, σα να είναι έτοιμα να

χτυπήσουν παλαμάκια, και κινούνται περιστροφικά και εναλλάξ. Το πρόβλημα

εντοπίζεται στην απόδοση του ονόματος της ΕΝΓ στην ελληνική φθογγογλώσσα.

Εκεί υπάρχει διάσταση απόψεων σχετικά με το ποιος είναι ο καταλληλότερος όρος.

Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι οι όροι που προτείνονται δεν αποτελούν απλώς

διαφορετικά ονόματα που θα χρησιμοποιηθούν σε κάποια άλλη γλώσσα, κάτι δηλαδή

ανάλογο με τις διαφορετικές ονομασίες σε διάφορες γλώσσες για τη γερμανική

γλώσσα (German στα αγγλικά, Allemand στα γαλλικά, Deutsch στα γερμανικά).

Αποτελούν το όνομα της ΕΝΓ για να γίνει γνωστή και αντιληπτή στην ακούουσα

πλειονότητα μέσω της ελληνικής φθογγογλώσσας, αλλά το όνομα θα χρησιμοποιηθεί

στο γραπτό λόγο, καθώς η ίδια η ΕΝΓ δεν έχει δική της γραφή. Επομένως, για το

γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ η απόδοση του ονόματός της στην ελληνική

φθογγογλώσσα αποτελεί ένα κεντρικό ζήτημα.60

Το ότι το ζήτημα ονομασίας της γλώσσας δεν αφορά τόσο την ίδια την ΕΝΓ

όσο την ελληνική φθογγογλώσσα φαίνεται χαρακτηριστικά στο παρακάτω

απόσπασμα από τις συνεντεύξεις:

(10)

Οι ίδιοι οι Κωφοί μπορεί να μη γνωρίζουν τι πραγματικά σημαίνει στα ελληνικά

κάποιος όρος. Ας αφήσουμε όμως τα ελληνικά. Το συγκεκριμένο χειροκινητικό νόημα

[νοηματίζει ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ και δείχνει τα χέρια του] είναι ο σωστός όρος στη

νοηματική. Το πώς όμως θα μεταφραστεί στα ελληνικά και ποια λέξη θα

χρησιμοποιηθεί είναι πρόβλημα των ελληνικών.

Ανάλογα, κάποιος άλλος πληροφορητής επισημαίνει ότι τις περισσότερες φορές η

ορολογία προέρχεται από τα ελληνικά. Η ΕΝΓ δανείζεται ορολογία από τα ελληνικά

και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει μάλλον κάτι τέτοιο:

60 Εξίσου σημαντικό, για άλλους λόγους, θεμελίωσης εθνικής ταυτότητας, είναι η διάθεση ορισμένων ομιλητών οι φθογγογλώσσες τους να έχουν το όνομα του κράτους τους (βλ. Calvet 1999).

103

(11)

Οι επιστήμονες ψάχνουν τη σωστή λέξη με την οποία θα αποδώσουν την έννοια της

νοηματικής. Υπάρχει διχογνωμία σχετικά με την ορολογία ανάμεσα σε διάφορους

ερευνητές. Η κοινότητα των Κωφών δεν έχει τους δικούς της επιστήμονες που θα

βαφτίσουν νέους όρους. Επομένως, αναγκαστικά υπάρχει συνεργασία με τα ελληνικά

και δανειζόμαστε από τα ελληνικά τους όρους που χρειαζόμαστε ανάλογα, με το τι μας

ταιριάζει.

Στο (11) φαίνεται πόσο σημαντική είναι η κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα

μέσω των ακουόντων επιστημόνων, αλλά και του γραπτού λόγου ακόμη και για την

ίδια την επιστημονική έρευνα της ΕΝΓ. Οι Κωφοί συνήθως υιοθετούν τις προτάσεις

της επιστημονικής κοινότητας σχετικά με την ορολογία, καθώς οι ίδιοι δε διαθέτουν,

τουλάχιστον μέχρι πρότινος, το ανθρώπινο δυναμικό που θα αναλάβει ανάλογες

πρωτοβουλίες.61 Οι περισσότερες άλλωστε από τις προτεινόμενες ονομασίες σχετικά

με την ΕΝΓ προήλθαν από άτομα ακούοντα, που είχαν κάποια επαφή με την

κοινότητα των Κωφών και προσπάθησαν να καταγράψουν και να περιγράψουν, χωρίς

απαραίτητα να έχουν γλωσσολογικές βάσεις, τον τρόπο επικοινωνίας των μελών της

κοινότητας (Λαζανάς 1968: μιμική γλώσσα, Τριανταφυλλίδης 1987: νεύματα),

προήλθαν δηλαδή έξω από την κοινότητα και όχι από τα ίδια της τα μέλη.62

Ένας από τους επιμέρους στόχους της παρούσας έρευνας υπήρξε να εντοπισθεί

κατά πόσο τα ίδια τα μέλη της κοινότητας και ειδικότερα οι δάσκαλοι ΕΝΓ, οι οποίοι

έχουν κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση της εκάστοτε γλωσσικής πολιτικής,

ενδιαφέρονται για το θέμα της ονομασίας της ΕΝΓ και ποιες είναι οι απόψεις τους

σχετικά με το θέμα. Οι περισσότεροι από τους πληροφορητές της έρευνας στην

ερώτηση σχετικά με το ποιο είναι το όνομα της ΕΝΓ, αυθόρμητα έκαναν το

χειροκινητικό νόημα με τις ανοιχτές παλάμες που περιγράφηκε προηγουμένως.

61 Έχει ενδιαφέρον ότι, ανάλογα, οι περισσότεροι από τους ελληνικούς όρους της επιστημονικής και τεχνικής ορολογίας αποτελούν μεταφραστικά ισοδύναμα ξένων όρων (βλ. σχετικά μεταξύ άλλων Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1997, Κακριδή–Ferrari 2001α). 62 Αναγνώστης (που δεν είναι Κωφός) σε επιστολή του στην Καθημερινή (7/6/2006) υποστηρίζει ότι «χαρακτηριστικό αυτής της μορφής επικοινωνίας [της νοηματικής] δεν είναι η χρήση νοημάτων [δηλαδή σημασιών]- αυτό αποτελεί κοινό γνώρισμα όλων των γλωσσών- αλλά νευμάτων, τουτέστιν χειρονομιών και άλλων οπτικών εκφραστικών σημάτων, αντί για φωνητικούς φθόγγους». Ο επιστολογράφος καταλήγει σε μια άλλη πρόταση, τον όρο νευματική γλώσσα, θεωρώντας ότι η επιβολή αδόκιμων ή απλώς άστοχων εκφράσεων από φορείς με κύρος ή εξουσία εκφυλίζουν τη γλώσσα (στην προκειμένη περίπτωση την ελληνική φθογγογλώσσα), καθώς δεν αποδίδουν ορθά μια έννοια.Διαπιστώνουμε, για άλλη μια φορά, ότι το ζήτημα του ονόματος της ΕΝΓ είναι πρωτίστως μεταφραστικό και ιδεολογικό και ότι η πρόταση νευματική προέρχεται έξω από την κοινότητα. Τα χειροκινητικά νοήματα όμως δεν είναι απλώς νεύματα.

104

Κάποιοι από αυτούς παράλληλα πρόφεραν τη λέξη νοηματική. Ορισμένοι μάλιστα

εξέφρασαν την έκπληξή τους σχετικά με το συγκεκριμένο ερώτημα, θεωρώντας

αυτονόητη την απάντηση.

Ο Παπασπύρου (2003:26-33), παράλληλα με την κριτική που ασκεί σε άλλες

προτεινόμενες ονομασίες (παντομίμα, μιμική γλώσσα, γλώσσα του σώματος, νεύματα

και γλώσσα των κωφαλάλων), θεωρεί ότι και ο όρος νοηματική δεν μπορεί να είναι

δόκιμος, παρόλο που έχει ευρύτατα διαδοθεί. Τα προβλήματα του όρου υποστηρίζει

ότι είναι καθαρά σημασιολογικά. Με την κυριολεκτική της σημασία στην ελληνική

φθογγογλώσσα, η λέξη νόημα αναφέρεται στη νόηση, τη σκέψη. Αν δεχτούμε ότι

κάθε γλώσσα είναι τρόπος σκέψης, άρα και νοηματική (δηλαδή με

νόημα=σημασία)63, ο όρος είναι ταυτολογικός. Από την άλλη πλευρά, η μεταφορική

χρήση της λέξης νόημα παραπέμπει στο νεύμα, επομένως, κατά τον Παπασπύρου, ο

όρος νοηματική έχει ανάλογα προβλήματα με τον όρο νεύματα, που συζητήθηκαν

προηγουμένως. Ένα επιπλέον πρόβλημα είναι ότι ο όρος δεν αναφέρεται στην

οπτικοκινητική τροπικότητα, που διαφοροποιεί τις νοηματικές γλώσσες από τις

φθογγογλώσσες. Γι’ αυτούς τους λόγους, ο ίδιος από το 1992 χρησιμοποιεί τον όρο

κινηματική, καλώντας παράλληλα την επιστημονική κοινότητα σε άλλες προτάσεις

και σε γόνιμο διάλογο, προκειμένου να επικρατήσει ο καταλληλότερος επιστημονικός

όρος.

4.2.1 Κινηματική ή νοηματική;

Κατά τη έρευνά μου επιχείρησα να ελέγξω τις γνώμες των ίδιων των Κωφών για τους

προτεινόμενους όρους. Η επικράτηση του όρου νοηματική είναι προφανής. Όπως

ανέφερα, αποτέλεσε την αυθόρμητη απάντηση όλων σχεδόν των πληροφορητών της

έρευνας. Οι δάσκαλοι της ΕΝΓ, ως πιο ενημερωμένοι, ρωτήθηκαν ειδικότερα αν

63 Ο όρος νοηματική έχει χρησιμοποιηθεί και για άλλες παρανοήσεις. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι, σε αντίθεση με τις άλλες γλώσσες που είναι «σημειολογικές», η αρχαία ελληνική φθογγογλώσσα είναι η μόνη «νοηματική», γι’ αυτό και είναι η πλουσιότερη γλώσσα στον κόσμο και χρησιμοποιείται σήμερα για να προγραμματίζονται ηλεκτρονικοί υπολογιστές! Η παρανόηση προκύπτει από την υιοθέτηση της θέσης ότι για τα ελληνικά δεν είναι συμβατική η σχέση ανάμεσα σε σημαίνον και σημαινόμενο. Τέτοιες απόψεις, που κυκλοφορούν σε διάφορες ιστοσελίδες, ακούστηκαν και σε ομιλία του τότε υπουργού Παιδείας Ευριπίδη Στυλιανίδη στον τελικό αγώνων επιχειρηματολογίας που έγιναν στην Παλαιά Βουλή, υιοθετήθηκαν επομένως, έστω από αστοχία, από άτομα με θεσμικό ρόλο στην άσκηση γλωσσικής πολιτικής. Αντιρρήσεις για αυτήν την τοποθέτηση έχουν εκφραστεί από διάφορους ερευνητές και όπως, ιδιαίτερα καυστικά, σχολιάζει η Βάσω Κιντή (2008) το παράδειγμα που χρησιμοποιήθηκε στην ομιλία του υπουργού για να δείξει την «πρωτογενή σχέση» ανάμεσα σε σημαίνον και σημαινόμενο στη «νοηματική» ελληνική γλώσσα ήταν η λέξη «έντερο» που σημαίνει«εντός ρέω». Η ίδια θεωρεί ότι «η σύγχυση σχετικά με την ετυμολογία, τη σημασιολογία, τη σημειολογία, κ.λπ. είναι προφανής» και πράγματι οι παραπάνω θέσεις δεν έχουν επιστημονική βάση.

105

γνώριζαν τις άλλες προτεινόμενες ονομασίες. Οι περισσότεροι γνώριζαν τον όρο

κινηματική, ενώ αρκετά λιγότεροι αναφέρθηκαν στους όρους νεύματα και

παντομίμα.64 Αρκετοί διατύπωσαν ανοιχτά τη διαφωνία τους με άλλες προτάσεις και

ειδικότερα με τον όρο κινηματική. Τα επιχειρήματά τους προέρχονταν μάλλον από

προσωπικές εντυπώσεις και συναισθηματικές κρίσεις «δε μου αρέσει, γιατί θυμίζει

πολιτικό κίνημα», «η κίνηση έχει σχέση με τα πόδια, με το περπάτημα και όχι με τα

χέρια» είναι όμως ενδεικτικά για την αποτυχία διάδοσης του όρου. Κάποιοι άλλοι

επεσήμαναν την παράδοση χρησιμοποίησης του όρου νοηματική, γεγονός που μάλλον

είναι ένα επιπλέον πλεονέκτημα για την επικράτηση του όρου.

Ακόμη και όσοι βρήκαν θετικά στοιχεία στον όρο κινηματική θεωρούν ότι και

οι δύο όροι έχουν προβλήματα και αναφέρονται στην ανάγκη δημιουργίας ενός

καινούργιου όρου:

(12)

Ο όρος νοηματική είναι σωστός γιατί κάθε χειρομορφή έχει κάποια κίνηση και

καταλήγει σε κάποιο νόημα, δηλαδή σημασία. Από την άλλη πλευρά, και ο όρος

κινηματική είναι σωστός, καθώς βασικό συστατικό της νοηματικής είναι η κίνηση.

Πιστεύω ότι χρειαζόμαστε έναν καινούργιο όρο που θα εμπεριέχει και τις δύο έννοιες,

αφού και οι δύο όροι έχουν ελλείψεις.

Τα όποια επομένως θετικά στοιχεία του όρου κινηματική δεν τον καθιστούν ικανό να

αντικαταστήσει τον όρο νοηματική. Προφανώς έχει και ο ίδιος ανάλογα προβλήματα.

Μόνο ένας πληροφορητής επέλεξε ως καλύτερο τον όρο κινηματική. Η

απάντηση του δεν ήταν αυθόρμητη, αλλά προέκυψε μέσα από εκτενέστερη συζήτηση

σχετικά με τους δύο όρους όπου επισήμανε την καταλληλότητα του όρου κινηματική

σε επιστημονικό επίπεδο. Διατύπωσε όμως παράλληλα τις επιφυλάξεις του σχετικά

με την αντίδραση που θα είχαν οι υπόλοιποι Κωφοί, αν χρησιμοποιούσε το

συγκεκριμένο όρο. Κατέληξε λέγοντας ότι, παρόλο που βρίσκει τον όρο κινηματική

πιο επιτυχή, αναγνωρίζει ότι πλέον έχει επικρατήσει ο όρος νοηματική και θεωρεί ότι

ο όρος κινηματική δεν έχει περιθώρια επιτυχίας.

Πολλές φορές, η γλωσσολογία δεν μπορεί να εξηγήσει επαρκώς γιατί ορισμένοι

όροι παρά τα προβλήματά τους επιτυγχάνουν. Κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορα

64 Η γνώση των άλλων ονομασιών φαίνεται να εξαρτάται από την εμπειρία των δασκάλων ΕΝΓ. Είναι επίσης πιθανό με τον όρο κινηματική να είναι πιο εξοικειωμένοι όσοι από τους νεαρότερους Κωφούς φοίτησαν στο ειδικό σχολείο Κωφών και Βαρηκόων της Αγίας Παρασκευής στο οποίο εργάζεται από το 1984 ο Παπασπύρου.

106

κριτήρια σχετικά με τη δημιουργία νέων όρων. Η Τσάκωνα (2007), συνοψίζοντας την

υπάρχουσα βιβλιογραφία, αναφέρει τα παρακάτω κριτήρια: (α) ορθός σχηματισμός

με βάση τους κανόνες του συστήματος, (β) οικονομικός σχηματισμός, (γ)

σημασιολογική διαφάνεια, ακριβολογία και σαφήνεια, (δ) αποφυγή της συνωνυμίας,

πολυσημίας και των αταίριαστων συνδηλώσεων, και (ε) αντιστρεψιμότητα. Έχει

ενδιαφέρον ότι ο όρος κινηματική επιχειρεί να είναι πιο σημασιολογικά ακριβής

(αναφερόμενος στην οπτικοκινητική τροπικότητα των νοηματικών γλωσσών), δεν

καταφέρνει όμως να αποφύγει αταίριαστες συνδηλώσεις (ορισμένες από αυτές

αναφέρθηκαν από τους πληροφορητές της έρευνας π.χ. πολιτικό κίνημα, η κίνηση ως

περπάτημα). Από την άλλη μεριά, ο όρος νοηματική δεν αποφεύγει τη πολυσημία

(νόημα= νεύμα και σημασία) ούτε έχει σημασιολογική διαφάνεια (δεν αναδεικνύει τα

οπτικοκινητικά χαρακτηριστικά της ΕΝΓ, ενώ παράλληλα είναι ταυτολογικός καθώς

κάθε γλώσσα είναι φορέας νοημάτων-σημασιών). Εκ πρώτης όψεως ο όρος

κινηματική φαίνεται ότι παραβιάζει λιγότερο τα κριτήρια που φαίνεται να ισχύουν

στην επιλογή ενός νέου όρου.

Κοιτώντας όμως πιο προσεκτικά, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν συγκεκριμένοι

λόγοι που μπορούν να εξηγήσουν την επικράτηση του όρου νοηματική. Πρώτον,

μπορεί η πολυσημία της λέξης νόημα να οδηγεί σε παρανοήσεις και στη

προβληματική της χρήση65, ωστόσο οι διαφορετικές σημασίες δεν απομακρύνονται

αρκετά μεταξύ τους. Πιο συγκεκριμένα, στο λεξικό Μπαμπινιώτη (2005)66 στο λήμμα

νόημα διακρίνονται τέσσερις σημασίες:

1. το ουσιαστικό περιεχόμενο που δίνει λογική συνοχή σε λόγο ή πράξη

2. το σημασιολογικό περιεχόμενο που προκύπτει από τον συνδυασμό

περισσοτέρων σημασιολογικών μονάδων

3. ο σκοπός, ο λόγος ή η πρόθεση για την οποία λέγεται ή γίνεται κάτι

4. η κίνηση του κεφαλιού, των ματιών ή των χεριών, με την οποία εκφράζεται

ή δίνεται έμφαση σε ιδέα, συναίσθημα ή γενικότερη συμπεριφορά, το νεύμα

65 Το συγκεκριμένο ζήτημα, όπως αναφέρθηκε στο 2.3, αποτέλεσε ένα από τα προβλήματαδιατύπωσης της ορολογίας της διατριβής, στο οποίο δόθηκε η λύση να αποφεύγεται όσο γίνεται περισσότερο η χρήση της λέξης νόημα με την κυρίαρχη σημασία της (ως σημασία, περιεχόμενο) και να χρησιμοποιείται το φραστικό σύνολο χειροκινητικό νόημα όταν γίνεται λόγος για την ελάχιστη σημασιολογική μονάδα μιας νοηματικής γλώσσας. 66 Αξιοποιήθηκε κυρίως το λεξικό Μπαμπινιώτη (2005), επειδή, σε σχέση με άλλα λεξικά της ελληνικής γλώσσας, αναφέρει τους περισσότερους ορισμούς, κάτι που εξυπηρετούσε περισσότερο τη σύγκριση των λημμάτων νόημα και κίνημα που επιχειρείται στο συγκεκριμένο σημείο.

107

Ο όρος νοηματική γλώσσα ουσιαστικά αξιοποιεί μόνο την τέταρτη σημασία της λέξης

νόημα, ωστόσο δεν αποκλείει τους υπόλοιπους ορισμούς. Τα χειροκινητικά νοήματα

της νοηματικής γλώσσας έχουν παράλληλα λογική συνοχή και συνιστούν λόγο, έχουν

σημασιολογικό περιεχόμενο και αναμφισβήτητα έχουν συγκεκριμένη πρόθεση

(συνήθως επικοινωνιακή).

Στο λήμμα κίνημα, που συνδέεται με τον όρο κινηματική, στο λεξικό

Μπαμπινιώτη (2005) αναφέρονται πέντε σημασίες:

1. η κίνηση (επισημαίνεται όμως ότι η σημασία αυτή είναι σπάνια)

2. η στιγμιαία αυθόρμητη αντίδραση σε ερεθίσματα των αισθήσεων

3. η συλλογική και μεθοδευμένη πολιτική ενέργεια

4. περιληπτικά, το σύνολο των προσώπων και των οργανώσεων που

δραστηριοποιούνται για την εξυπηρέτηση ή την επίτευξη κοινού σκοπού

5. το πολιτιστικό ή ιδεολογικό ρεύμα που διέπεται από κοινούς κανόνες και

αρχές έκφρασης και έχει κοινούς εκπροσώπους

Διαπιστώνεται επομένως ότι μόνο μία περιθωριακή και σπάνια σημασία της λέξης

κίνημα συνηγορεί υπέρ της χρήσης της και για τις νοηματικές γλώσσες. Στο Λεξικό

της Κοινής Νεοελληνικής (1998) μάλιστα δεν αναφέρεται καθόλου η συγκεκριμένη

σημασία. Αντίθετα, με τη λέξη νόημα, η οποία όταν αναφέρεται στη σημασιολογική

μονάδα μιας νοηματικής γλώσσας (το χειροκινητικό νόημα) έχει κάποια

σημασιολογική συνάφεια με τις υπόλοιπες σημασίες της λέξης, η χρήση της λέξης

κίνημα για τις νοηματικές γλώσσες δε μπορεί να συσχετιστεί ούτε με μια αυθόρμητη

αντίδραση (η νοηματική γλώσσα είναι αποτέλεσμα λογικής σκέψης), ούτε με μια

πολιτική ενέργεια ή πολιτική ομάδα, ούτε με ένα πολιτιστικό ή ιδεολογικό ρεύμα.

Επομένως, ο όρος νοηματική, παρά την πολυσημία του, καταλήγει να είναι πιο

διαφανής σημασιολογικά σε σχέση με τον όρο κινηματική.

Ένας άλλος λόγος που εξηγεί την επικράτηση του όρου νοηματική σε σχέση με

τον όρο κινηματική είναι ότι ο δεύτερος δεν πληροί ένα άλλο κριτήριο για τη

δημιουργία νέων όρων, ισχυρότερο ενδεχομένως από όσα αναφέρθηκαν

προηγουμένως. Η Τσάκωνα (2007:xvi) αναφέρεται στο κριτήριο της παγίωσης (το

γνωστό κριτήριο της χρήσης) που «πέρα από στόχο στο χώρο της θεωρίας της

ορολογίας, μπορεί να αποτελέσει και κριτήριο για την επιλογή ανάμεσα σε

108

διαφορετικούς υπάρχοντες όρους». Ο όρος κινηματική (ο οποίος δεν είναι ο ίδιος

απαλλαγμένος από προβλήματα) έρχεται ως καινούργιος όρος να αντικαταστήσει

έναν ήδη γνωστό και διαδεδομένο όρο. Η διάδοση του όρου νοηματική διαφάνηκε

στις απαντήσεις των πληροφορητών της έρευνας, οι οποίοι, ακόμη και όταν

αναγνωρίζουν τα προβλήματα του όρου νοηματική, διστάζουν να τον

αντικαταστήσουν. Χαρακτηριστικά μια από τις πληροφορήτριες της έρευνας

αναφέρει:

(13)

Ο όρος νοηματική είναι ένας όρος που γνωρίζαμε, που είχαμε συνηθίσει, σε αντίθεση

με τον όρο κινηματική που είναι κατασκευασμένος.

Η αναγνώριση του όρου δεν περιορίζεται πλέον στο πλαίσιο της κοινότητας,

καθώς με την αναγνώριση της ΕΝΓ από κυβερνητικούς και άλλους φορείς η χρήση

του επεκτείνεται ακόμη περισσότερο (νομικά κείμενα, μέσα μαζικής ενημέρωσης,

εκπαιδευτικά υλικά, επιστημονικά άρθρα). Είναι ενδεικτικό ότι, όταν ξεκίνησα το

1996 να μαθαίνω την ΕΝΓ στο σύλλογο Κωφών «Ο Προφήτης Ζαχαρίας» και

πληροφορούσα ακούοντες για τα μαθήματα που έκανα, έπρεπε αρκετές φορές να

αναφέρω ότι η νοηματική είναι η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι έλληνες Κωφοί.

Σήμερα χρειάζεται σπανιότερα να κάνω αυτήν τη διευκρίνιση. Η άποψη αυτή, αν και

βασίζεται στην προσωπική μου εμπειρία, δεν είναι αποκλειστικά δική μου εκτίμηση.

Στο επόμενο κεφάλαιο (κεφάλαιο 5), όπου θα γίνει ειδικότερα λόγος για τους φορείς

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ, θα αναφερθώ πιο συγκεκριμένα στις αλλαγές ως

προς την υπόσταση της ΕΝΓ που έχουν συντελεστεί τα τελευταία περίπου είκοσι

χρόνια. Οι αλλαγές αυτές έγιναν ως επί το πλείστον με τον όρο νοηματική και όχι με

τον όρο κινηματική.

Ο Παπασπύρου, κατά τη γνώμη μου, στην προσπάθεια του να δημιουργήσει

έναν όρο με μεγαλύτερη σημασιολογική ακρίβεια, υποτίμησε τη σημασία του

κριτηρίου της παγίωσης στην επικράτηση ενός νέου όρου. Σε κάποιο άλλο σημείο

(Παπασπύρου 2003:28) σχολιάζοντας τον όρο σημειακή γλώσσα (που δεν αναφέρθηκε

όμως από τους πληροφορητές μου), πιστή μετάφραση του αγγλόφωνου όρου sign

language, αναφέρει ότι ο όρος sign language έχει ατυχώς επικρατήσει, καθώς είναι

ταυτολογικός «επειδή κάθε γλώσσα –και γενικότερα, κάθε επικοινωνιακό σύστημα-

είναι πάντοτε και χωρίς εξαίρεση σημειακό σύστημα». Κανένας όμως δε θα

σκεφτόταν να αντικαταστήσει τον παγιωμένο στη διεθνή βιβλιογραφία όρο sign

109

language, παρά τα προβλήματα που δημιουργεί εξαιτίας της συνωνυμίας με τα

γλωσσικά σημεία (signs) της ανάλυσης του Saussure. Για την παρούσα διατριβή

επομένως, επιλέχτηκε ο όρος νοηματική γλώσσα, τον οποίο φαίνεται να αποδέχεται

και η πλειονότητα των ελλήνων Κωφών.

4.2.2 Ελληνική νοηματική γλώσσα (ΕΝΓ)

Η επιλογή του ονόματος ελληνική νοηματική γλώσσα (και για λόγους συντομίας του

ακρώνυμου ΕΝΓ) έγινε και για έναν άλλο λόγο. Η διάκριση της ΕΝΓ από τις άλλες

νοηματικές γλώσσες με τη χρήση του επιθέτου «ελληνική» κρίνεται απαραίτητη και

για να αντιμετωπισθεί ο μύθος που θεωρεί τη νοηματική γλώσσα διεθνή και κοινή για

τους Κωφούς σε όλον τον κόσμο. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα ανέφερε ένας

δάσκαλος ΕΝΓ:

(14)

Κατά τη γνώμη μου δε χρειάζεται να χρησιμοποιούμε τον όρο ελληνική νοηματική,

αρκεί ο όρος νοηματική. Εφόσον ζούμε στην Ελλάδα η νοηματική μας γλώσσα είναι

ελληνική. Τι γίνεται όμως; Πολλοί ακούοντες νομίζουν ότι η νοηματική είναι μία ξένη

γλώσσα. Πολλοί νομίζουν ότι η νοηματική έχει έρθει από το εξωτερικό και ότι έχει

αρκετά δάνεια στοιχεία. Όμως στην Ελλάδα υπάρχει μια ξεχωριστή νοηματική γλώσσα,

διαφορετική από τις νοηματικές γλώσσες σε άλλες χώρες. Επομένως κάνουμε λόγο για

ελληνική νοηματική γλώσσα, για να γίνεται κατανοητό ότι πρόκειται για μία

διαφορετική γλώσσα.

Η χρήση ακρώνυμων για τις νοηματικές γλώσσες συνηθίζεται στη διεθνή

επιστημονική πρακτική, δημιουργεί ωστόσο άλλα προβλήματα, παρανοήσεων για τα

οποία έγινε ήδη λόγος (βλ. 2.3) Το ακρώνυμο όμως ΕΝΓ δε φαίνεται να έχει ανάλογη

απήχηση με ακρώνυμα άλλων νοηματικών γλωσσών και μάλλον περιορίζεται στο

γραπτό λόγο και κυρίως στα επίσημα επιστημονικά κείμενα.

Σε άλλες κοινότητες Κωφών, όπως για παράδειγμα των Η.Π.Α., είναι πιο

διαδεδομένη η χρήση του ακρώνυμου ASL (American Sign Language) που

δηλώνεται με δακτυλικό αλφάβητο για να δηλωθεί η νοηματική γλώσσα της

κοινότητας. Η χρήση αυτού του ακρώνυμου υιοθετήθηκε και από τη φθογγογλώσσα,

την αγγλική, όπου προφέρονται συνεχόμενα τα τρία γράμματα από τα οποία

αποτελείται. Όπως όμως επισημαίνουν οι Kegl κ.ά. (1999) για τις διάφορες μορφές

της νοηματικής γλώσσας της Νικαράγουας, τα προτεινόμενα ακρώνυμα LSN

110

(Lenguaje de Seňas Nikaragüense) και ISN (Idioma de Seňas Nikaragüense) δεν είναι

ανεκτά από τους φωνολογικούς νόμους της ισπανικής φθογγογλώσσας. Έτσι, επειδή

στα ισπανικά της Νικαράγουας προτιμώνται ακρώνυμα που να μπορούν να

προφερθούν ενιαία, δεν είναι εύκολο να χρησιμοποιηθούν τα LSN και ISN, τα οποία

περιορίζονται κυρίως σε επιστημονικά κείμενα. Στην ελληνική φθογγογλώσσα ισχύει

κάτι ανάλογο, αφού επικρατούν συνήθως ακρώνυμα που προφέρονται ως ενιαίες

λέξεις και όχι εκείνα των οποίων τα γράμματα προφέρονται ξεχωριστά (για

παράδειγμα ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ σε αντιδιαστολή με ΝΔ, το οποίο κατέληξε σε

ΝουΔου). Για αυτό το λόγο, το ακρώνυμο ΕΝΓ δεν προφέρεται στα ελληνικά, αλλά

αναλύεται στα συστατικά του και εκφέρεται ως «ελληνική νοηματική γλώσσα».

Παράλληλα, οι ίδιοι οι Κωφοί δε φαίνεται να χρησιμοποιούν το δακτυλικό αλφάβητο

Ε-Ν-Γ για να αναφερθούν στην ΕΝΓ.67 Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στην καθημερινή

πρακτική τόσο ακούοντες όσο και Κωφοί να χρησιμοποιούν την ελληνική λέξη

νοηματική68 ή το χειροκινητικό νόημα ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ για να αναφερθούν στην ΕΝΓ.

Συνοψίζοντας, μέσα από την παρουσίαση ερευνητικών δεδομένων

διαπιστώθηκε ότι το όνομα που χρησιμοποιούν οι έλληνες Κωφοί στην καθημερινή

τους επικοινωνία για να αναφερθούν στη γλώσσα τους είναι κυρίως νοηματική

(γλώσσα). Οι ίδιοι οι πληροφορητές της έρευνας σχολίασαν ότι το πρόβλημα σχετικά

με την ονομασία της ΕΝΓ αφορά την απόδοση του χειροκινητικού νοήματος

ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ στην ελληνική φθογγογλώσσα. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα

πρόβλημα μεταφραστικό, για το οποίο έχουν προταθεί διάφοροι όροι, οι οποίοι όμως

παρουσιάζουν διάφορα προβλήματα. Ακόμη και η πρόταση κινηματική γλώσσα, που

επιχειρούσε να αντικαταστήσει τον όρο νοηματική με έναν πιο ακριβή σημασιολογικά

όρο, δεν ήταν απαλλαγμένη από προβλήματα και δεν μπόρεσε να επικρατήσει έναντι

του ήδη διαδεδομένου όρου νοηματική.

Αν η αναφορά στο όνομα της ΕΝΓ υπήρξε αρκετά εκτεταμένη, αυτό συνέβη

γιατί αφενός το συγκεκριμένο θέμα έχει απασχολήσει αρκετά την επιστημονική

κοινότητα και αφετέρου αποτελεί κεντρικό ζήτημα για το σχεδιασμό μιας γλώσσας το

67 Αυτό πρέπει να σχετίζεται με τη μικρότερη εκπαιδευτική, αλλά και πολιτισμική παράδοση στη χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου από τους έλληνες Κωφούς (βλ. 4.3.3). Η πρακτική πάντως να χρησιμοποιείται το δακτυλικό αλφάβητο για να αναφερθούν οι Κωφοί στη νοηματική τους γλώσσαεκτός από τις Η.Π.Α απαντά και σε κοινότητες Κωφών άλλων χωρών. Για παράδειγμα, ορισμένοι νεαροί Κωφοί στη Βενεζουέλα χρησιμοποιούν το δακτυλικό αλφάβητο L-S-V για να αναφερθούν στη νοηματική γλώσσα της Βενεζουέλας (Lengua de Seňas Venezolana) (Oviedo 2004).68 Στα ελληνικά ορισμένες φορές κάποια επίθετα ουσιαστικοποιούνται και από μόνο του το επίθετο δηλώνει ένα φραστικό σύνολο π.χ. δημοτικό (σχολείο), λαϊκή (αγορά), αντίστοιχα επομένως νοηματική (γλώσσα).

111

πώς αυτή ονομάζεται, όχι μόνο από την κοινότητα που τη χρησιμοποιεί, αλλά και από

την κυρίαρχη πλειονότητα, πόσο μάλλον όταν η πλειονότητα διαθέτει και τη γλώσσα

του γραπτού λόγου.

4.3 Η επαφή της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα: Επικοινωνιακές

πρακτικές

Στην αρχή του κεφαλαίου (4.1) έγινε λόγος για τους παράγοντες που διαμορφώνουν

μια σύνθετη κοινωνιογλωσσική κατάσταση για την ΕΝΓ (αλλά και για όλες τις

νοηματικές γλώσσες). Έμφαση δόθηκε στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των

νοηματικών γλωσσών, τα οποία ευθύνονται για τη διαμόρφωση της σύνθετης

γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών της ΕΝΓ. Διαπιστώθηκε ότι η πρόσφατη

προέλευση των νοηματικών γλωσσών, ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησής τους και

κυρίως η συστηματική επαφή τους με τις φθογγογλώσσες διαμορφώνουν υβριδικές

γλωσσικές ποικιλίες που αποκαλούνται γενικότερα μεταφρασμένη νοηματική και

συνυπάρχουν στο γλωσσικό ρεπερτόριο των ελλήνων Κωφών με τη φυσική ΕΝΓ και

την ελληνική φθογγογλώσσα. Στις υβριδικές ποικιλίες υπάρχει ωστόσο

συστηματικότητα και συνήθως παρατηρείται μείωση των μη χειρονομικών

στοιχείων,69 απλοποίηση της μορφολογίας, έντονος δανεισμός από τη φθογγογλώσσα

με αυξανόμενη τη χρήση του στόματος και του δακτυλικού αλφαβήτου,

διαφοροποίηση στη συντακτική σειρά των όρων και ασυνέπεια στη χρήση του χώρου

που για τις νοηματικές γλώσσες είναι ιδιαίτερα σημαντικός, εξαιτίας του ότι αποτελεί

το μέσο για τη δήλωση γραμματικών και συντακτικών πληροφοριών (βλ. μεταξύ

άλλων Lucas & Valli 1989, Turner 1995).

Για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να

εξεταστεί πώς τα μέλη της κοινότητας χρησιμοποιούν τη μεταφρασμένη νοηματική

ως όρο (δηλαδή ποιο περιεχόμενο της αποδίδουν), αλλά και ως επικοινωνιακή

πρακτική (δηλαδή σε ποιες περιστάσεις την αξιοποιούν). Η αναλυτική περιγραφή των

υβριδικών ποικιλιών που αξιοποιούν οι νοηματιστές της ΕΝΓ είναι απαραίτητη για τη

βαθύτερη κατανόηση της γλωσσικής τους συμπεριφοράς η οποία εξετάζεται στο

παρόν κεφάλαιο. Επιπλέον, η χρήση του στόματος και του δακτυλικού αλφαβήτου 69 Οι νοηματικές γλώσσες (συνεπώς και η ΕΝΓ) εκτός από τις κινήσεις των χεριών αξιοποιούν τις εκφράσεις του προσώπου, τις κινήσεις και τη στάση του κεφαλιού και του σώματος για τη δήλωση ορισμένων γραμματικών και λεξιλογικών μονάδων (βλ. αναλυτικότερα στη συνέχεια του κεφαλαίου). Όλα αυτά τα στοιχεία που δεν προέρχονται από τα χέρια ονομάζονται μη χειρονομικά στοιχεία. Υπό μια έννοια μοιάζουν με τα παραγλωσσικά στοιχεία των φθογγογλωσσών (π.χ. επιτονισμός, χειρονομίες), συμμετέχουν όμως πιο ενεργά στο γραμματικό σύστημα των νοηματικών γλωσσών.

112

εκτός από το ότι συντελούν στη διαμόρφωση της μεταφρασμένης νοηματικής,

εμπλέκονται σε σχεδιαστικά ζητήματα καθώς αξιοποιούνται συστηματικά για τη

διευκρίνιση χειροκινητικών νοημάτων και για τον εμπλουτισμό της ΕΝΓ (όχι πάντοτε

επιτυχημένα) με νέες λέξεις (ειδικότερα για επιστημονική και τεχνική ορολογία). Με

άλλα λόγια, μέσα από τη γλωσσική τους συμπεριφορά οι νοηματιστές της ΕΝΓ

θέτουν ζητήματα σχετικά με το γλωσσικό της σχεδιασμό, ενώ παράλληλα

εμπλέκονται σε ανάλογες ενέργειες τόσο ως προς το λειτουργικό της σχεδιασμό (π.χ.

διαφορετικές προτιμήσεις και επιλογές ανάμεσα στη φυσική ΕΝΓ και τη

μεταφρασμένη νοηματική) όσο και ως προς το δομικό της σχεδιασμό (π.χ.

εμπλουτισμός και επεξεργασία του λεξιλογίου της).

4.3.1 Οι όροι μεταφρασμένη και μητρική νοηματική

Σε μια ιδιωτική σχολή ΕΝΓ, ο Κωφός ιδιοκτήτης επικοινωνεί με ένα δάσκαλο της σχολής. Και οι δύο νοηματίζουν. Δίπλα στους δύο Κωφούς βρίσκεται η ακούουσα γραμματέας της σχολής που είναι και διερμηνέας, η οποία θέτει μια ερώτηση σε ΕΝΓ προς τον ιδιοκτήτη της σχολής. Αυτός της αποκρίνεται σε νοηματική, αρχίζει ωστόσο, ενώ νοηματίζει, να προφέρει παράλληλα ελληνικές λέξεις. Της ζητά να καλέσει κάποιον στον τηλέφωνο και να διερμηνεύσει γι’ αυτόν. Κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής διερμηνείας, η διερμηνέας χρησιμοποιεί σχεδόν αποκλειστικά ΕΝΓ, ενώ ο Κωφός, αν και νοηματίζει με τα χέρια, εκφέρει παράλληλα με το στόμα τις αντίστοιχες προτάσεις στην ελληνική φθογγογλώσσα. Τα νοήματά του δεν υπάγονται στους συντακτικούς κανόνες της ΕΝΓ, αλλά ακολουθούν τη δομική σειρά των ελληνικών όρων που προφέρονται παράλληλα. Με άλλα λόγια, ο Κωφός χρησιμοποιεί νοηματική που είναι αποτέλεσμα της επαφής με την ελληνική φθογγογλώσσα, την οποία οι Κωφοί ονομάζουν μεταφρασμένη νοηματική. Μερικές μάλιστα φορές ο Κωφός δε χρησιμοποιεί καθόλου χειροκινητικά νοήματα και επικοινωνεί προφέροντας αποκλειστικά ελληνικές λέξεις. Ωστόσο, όταν στρέφεται στον άλλο Κωφό για να διευθετήσει κάποιο ζήτημα, χρησιμοποιεί χειροκινητικά νοήματα εφαρμόζοντας πιστότερα τους συντακτικούς κανόνες της ΕΝΓ και δεν προφέρει τόσο συχνά ελληνικές λέξεις.

Αν και συνήθως θεωρείται ότι η μεταφρασμένη νοηματική χρησιμοποιείται από

άτομα που δε γνωρίζουν καλά την ΕΝΓ, επειδή είναι βαρήκοοι ή μεταγλωσσικά

κωφοί χωρίς μεγάλο βαθμό συμμετοχής στην κοινότητα των Κωφών ή επειδή είναι

ακούοντες που έχουν αρχίσει να μαθαίνουν ΕΝΓ, η κατάσταση είναι μάλλον πιο

περίπλοκη. Η Σαπουντζάκη (Sapountzaki 2005:77) επισημαίνει ότι υπάρχουν ομάδες

που χρησιμοποιούν μια συγκεκριμένη ποικιλία (lect) που έχει δεχτεί, περισσότερο ή

λιγότερο, επιδράσεις από την ελληνική φθογγογλώσσα και οι ομάδες αυτές κατά την

113

επικοινωνία τους εναλλάσσουν τους δύο κώδικες, ΕΝΓ και ελληνική φθογγογλώσσα

(όπως ο Κωφός ιδιοκτήτης της σχολής ΕΝΓ στο περιστατικό που προαναφέρθηκε).

Βέβαια ο όρος μεταφρασμένη νοηματική δε φαίνεται να χρησιμοποιείται από

όλους με το ίδιο περιεχόμενο, ούτε αξιολογείται πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Η επαφή

της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα δημιουργεί διάφορες γλωσσικές ποικιλίες.

Σε ορισμένες κυριαρχούν στοιχεία από τη φθογγογλώσσα, σε κάποιες άλλες η ΕΝΓ

απλά δανείζεται κάποια στοιχεία από τα ελληνικά. Οι περισσότεροι πάντως θα

συμφωνούσαν με τον παρακάτω ορισμό της μεταφρασμένης νοηματικής, που δίνει

ένας πληροφορητής, δάσκαλος ΕΝΓ:

(15)

Μεταφρασμένη νοηματική είναι η απόδοση με χειροκινητικά νοήματα ελληνικών

προτάσεων, η υιοθέτηση δηλαδή της δομικής σειράς της ελληνικής φθογγογλώσσας

κατά τη χρησιμοποίηση νοηματικής. Ως συνέπεια, χρησιμοποιούνται χειροκινητικά

νοήματα για να αποδοθούν ελληνικές λέξεις, όπως για παράδειγμα «είμαι», «όταν»,

«ή», «και» [ενώ στην ΕΝΓ οι γραμματικές πληροφορίες των παραπάνω λέξεων

(συνδετικό ρήμα, χρονικός σύνδεσμος, διαζευκτικός σύνδεσμος, συμπλεκτικός

σύνδεσμος) αποδίδονται συνήθως μέσα από άλλους γραμματικούς μηχανισμούς και

όχι με αυτόνομα λεξήματα].

Ουσιαστικά πρόκειται για μια μορφή επικοινωνίας με ταυτόχρονη χρήση και των δύο

γλωσσών ή μάλλον στοιχείων και από τις δύο γλώσσες (ΕΝΓ και ελληνικής

φθογγογλώσσας), ανάλογη με την ποικιλία αγγλικά που νοηματίζονται (signing in

English) που αναφέρουν οι Johnston & Schembri (2007) για την περίπτωση των

Κωφών της Αυστραλίας.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό της μεταφρασμένης νοηματικής, με το οποίο

συμφωνούν οι περισσότεροι πληροφορητές, είναι η αυξημένη χρήση του στόματος,

καθώς, παράλληλα με τα χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ, προφέρονται οι

αντίστοιχες λέξεις της ελληνικής φθογγογλώσσας. Η γλωσσική έρευνα έχει αποδείξει

ότι στις νοηματικές γλώσσες, σε άλλες λιγότερο σε άλλες περισσότερο, ρόλο

αρθρωτή δεν έχουν μόνο τα χέρια και οι εκφράσεις του προσώπου, αλλά και το ίδιο

το στόμα (βλ. μεταξύ άλλων Boyes-Braem & Sutton-Spence 2001). Οι στοματικές

114

εικόνες (mouthings),70 αποτέλεσμα της γλωσσικής επαφής νοηματικής γλώσσας και

φθογγογλώσσας δεν πρέπει να συγχέονται με τα μη χειρονομικά στοιχεία που

γίνονται με το στόμα (mouth gestures), που δε φαίνονται να σχετίζονται με την

άρθρωση των λέξεων της φθογγογλώσσας. Για παράδειγμα, το χειροκινητικό νόημα

με αρνητική σημασία ΥΠΑΡΧΕΙ-ΔΕΝ συνήθως συνοδεύεται από μια κίνηση του

στόματος κατά την οποία το στόμα ανοίγει όπως όταν προφέρει το [a], χωρίς όμως να

παράγει ήχο και στη συνέχεια τα χείλη κλείνουν παράγοντας συνήθως (αλλά όχι

πάντα) ένα [p] (Άντζακας 2003).

Όταν ένας νοηματιστής χρησιμοποιεί στοματικές εικόνες παράλληλα με το

χειροκινητικό νόημα που νοηματίζει με τα χέρια, είτε προφέρει τη λέξη στα ελληνικά

είτε απλά τη σχηματίζει με το στόμα του, χωρίς όμως να βγάζει ήχο. Η χρήση

στοματικών εικόνων αποτελεί ένα από τα μοναδικά χαρακτηριστικά που

εμφανίζονται κατά τη γλωσσική επαφή των νοηματικών γλωσσών με τις

φθογγογλώσσες, αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα των ποικιλιών επαφής,

εντοπίζεται ωστόσο και στη φυσική ΕΝΓ. Για ορισμένους οι στοματικές εικόνες

αποτελούν μέρος, άλλοτε υποχρεωτικό άλλοτε προαιρετικό, ενός χειροκινητικού

νοήματος. Φαίνεται τελικά ότι στην ΕΝΓ μάλλον υπάρχει ένα φάσμα στοιχείων που

γίνονται με το στόμα, άλλα είναι μη χειρονομικά στοιχεία απαραίτητα για τη δήλωση

γραμματικών ή λεξιλογικών πληροφοριών, άλλα στοματικές εικόνες αποτέλεσμα

γλωσσικής επαφής. Στη δεύτερη περίπτωση υπάρχουν στοματικές εικόνες που είναι

υποχρεωτικές και εντοπίζονται και στη φυσική ΕΝΓ, ενώ κάποιες άλλες προαιρετικές

και αυτό εξαρτάται από την υβριδική ποικιλία που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε

νοηματιστής. Στην περίπτωση της μεταφρασμένης νοηματικής μπορεί να

χρησιμοποιούνται στοματικές εικόνες, αλλά μπορεί και να προφέρονται ολόκληρες

ελληνικές προτάσεις. Στο θέμα των στοματικών εικόνων θα επανέλθω στη συνέχεια

(βλ. 4.3.2), ειδικότερα αναφορικά με το ρόλο τους στη διαμόρφωση του λεξιλογίου

της ΕΝΓ.

70 Ο Άντζακας (2003) αποδίδει τον όρο mouthings ως λεκτικές προφορές και κάνει λόγο επίσης για λεξικές εικόνες (word pictures), όταν ο νοηματιστής σχηματίζει με το στόμα στοιχεία ή μέρη (συνδυασμούς φωνηέντων και συμφώνων και συνήθως την πρώτη συλλαβή) της προφερόμενης (με ή χωρίς ήχο) λέξης. Στην παρούσα διατριβή χρησιμοποιείται γενικότερα ο όρος mouthings είτε πρόκειται για ολόκληρη τη λέξη είτε απλά για τμήματά της και επιλέχτηκε να αποδοθεί ως στοματικές εικόνες. Σε αντίθεση με τον όρο λεκτικές προφορές, ο όρος στοματικές εικόνες δηλώνει ρητά το ρόλο του στόματος για την παραγωγή του συγκεκριμένου φαινομένου και επισημαίνει ότι η πρόσληψή του γίνεται οπτικά (ως εικόνα), αφού ο ήχος της προφερόμενης λέξης μπορεί και να απουσιάζει και σίγουρα δε γίνεται αντιληπτός από τους Κωφούς.

115

Αυτό που έχει σημασία είναι ότι στη μεταφρασμένη νοηματική κυριαρχεί η

υιοθέτηση χαρακτηριστικών από την ελληνική φθογγογλώσσα, γι’ αυτό και

περισσότεροι πληροφορητές αξιολογούν μάλλον αρνητικά τη χρησιμοποίησή της,

ιδιαίτερα την παράλληλη εκφορά χειροκινητικών νοημάτων και ελληνικών λέξεων.

Περισσότερο επικριτικοί εμφανίζονται οι δάσκαλοι ΕΝΓ και οι Κωφοί μεγαλύτερης

ηλικίας. Επισημαίνουν πόσο κουραστική είναι η μεταφρασμένη νοηματική, πόσο

δύσκολη γίνεται η κατανόηση ενός εκφωνήματος, πόσο αταίριαστη είναι η μείξη της

ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα:

(16)

Η μεταφρασμένη νοηματική δε μου αρέσει, είναι πολύ βαρετή. Σε πιάνει πονοκέφαλος.

Δεν μπορείς να καταλάβεις τα βασικά σημεία μιας πρότασης…

Με πιάνει ύπνος με τη μεταφρασμένη νοηματική…

Όταν παρακολουθώ μεταφρασμένη νοηματική είναι σα να βλέπω προτάσεις στα

ελληνικά και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί είναι τελείως διαφορετικές οι δύο γλώσσες.

Άμα δεν θέλεις τη νοηματική καλύτερα να επικοινωνήσεις αποκλειστικά με τα ελληνικά

και να μην ανακατεύεις τις δύο γλώσσες…

Για μένα αυτή δεν είναι σωστή νοηματική γιατί είναι πολύ κουραστική για τον Κωφό…

Ταυτόχρονα όμως, ορισμένοι παραδέχονται ότι χρησιμοποιούν παράλληλα τις

δύο γλώσσες, είτε επειδή έτσι έμαθαν να κάνουν στο σχολείο, είτε επειδή βρέθηκαν

σε περιβάλλον ακουόντων και επηρεάστηκαν. Καθοριστικό ρόλο στη χρησιμοποίηση

μεταφρασμένης νοηματικής φαίνεται να παίζει επίσης ο συνομιλητής που έχουν

απέναντι τους. Με έναν Κωφό συνήθως περιορίζουν αυτή τη συνήθεια, να προφέρουν

δηλαδή παράλληλα ελληνικές λέξεις ενώ νοηματίζουν. Αντίθετα, με έναν ακούοντα

χρησιμοποιούν συχνότερα μεταφρασμένη νοηματική. Αν και οι περισσότεροι

πληροφορητές διαφωνούν με την προφορά ελληνικών λέξεων παράλληλα με τη

χρήση χειροκινητικών νοημάτων, γιατί θεωρούν ότι μια τέτοια μείξη μειώνει το

επίπεδο της ΕΝΓ που χρησιμοποιούν, υπήρξαν πληροφορητές που αναφέρθηκαν στη

σημασία της χρήσης της μεταφρασμένης νοηματικής.

Μια διερμηνέας ΕΝΓ, επιχειρώντας να ερμηνεύσει αυτήν την αντίφαση, ότι

δηλαδή, ενώ οι περισσότεροι πληροφορητές έχουν αρνητικές στάσεις απέναντι στη

μεταφρασμένη νοηματική, αρκετοί παραδέχονται ότι τη χρησιμοποιούν, αναφέρθηκε

στην καταπίεση που έχουν δεχτεί τα Κωφά άτομα από την κυριαρχία της ελληνικής

116

φθογγογλώσσας της ακούουσας πλειονότητας. Εξαιτίας αυτής της καταπίεσης

ορισμένοι Κωφοί έχουν υιοθετήσει μια «ακούουσα» νοοτροπία, προφέροντας

ελληνικές λέξεις ακόμη και όταν συνομιλούν με άλλους Κωφούς. Η ίδια διερμηνέας

ωστόσο παραδέχτηκε ότι ορισμένες φορές η χρήση της μεταφρασμένης νοηματικής

είναι απαραίτητη και επιβάλλεται από συγκεκριμένες πρακτικές δυσκολίες.

Ενδεικτικά αναφέρω ορισμένες περιπτώσεις που ανάφεραν οι ίδιοι οι πληροφορητές,

όπως η επικοινωνία με ακούουσα που δε γνωρίζει καλά ΕΝΓ ή με Κωφή

συμμαθήτρια που φοιτούσε μέχρι πρότινος σε σχολείο ακουόντων ή η διερμηνεία σε

ένα απαιτητικό μάθημα στο πανεπιστήμιο στο οποίο η φοιτήτρια θα εξεταστεί στα

γραπτά ελληνικά, επομένως πρέπει να γνωρίζει τις ελληνικές λέξεις.71 Σε όλες τις

παραπάνω περιπτώσεις οι πληροφορητές παραδέχτηκαν ότι η χρήση μεταφρασμένης

νοηματικής εξυπηρετούσε τους επικοινωνιακούς στόχους της εκάστοτε

επικοινωνιακής περίστασης.

Ενδεικτικό της αναγκαιότητας χρήσης της μεταφρασμένης νοηματικής είναι το

παρακάτω σχόλιο ενός δασκάλου ΕΝΓ:

(17)

Όταν κάποιος νοηματίζει με τρόπο που δεν τον καταλαβαίνουμε, δε σημαίνει ότι η

νοηματική του είναι «βαθιά». Όταν κάποιος δε νοηματίζει καθαρά, τότε σημαίνει ότι

δεν ξέρει καλά νοηματική. Όταν κάποιος γνωρίζει καλά νοηματική, μπορεί να

χρησιμοποιεί και μητρική και μεταφρασμένη. Εξαρτάται τι θέλει να πει. Εγώ ξέρω πολύ

καλά νοηματική, ορισμένες όμως φορές χρειάζεται για ορισμένα θέματα να κάνω

μεταφρασμένη. Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν γνωρίζω νοηματική; Η γνώση της νοηματικής

δε σχετίζεται με το αν κάποιος κάνει ή όχι μεταφρασμένη νοηματική.

Στο παραπάνω απόσπασμα ο πληροφορητής αμφισβητεί την άποψη ότι όσοι

χρησιμοποιούν μεταφρασμένη νοηματική δε γνωρίζουν σε βάθος την ΕΝΓ. Υπάρχει η

ΕΝΓ, η οποία έχει συγκεκριμένους κανόνες. Το να χρησιμοποιεί όμως ένας

νοηματιστής στοιχεία που προέρχονται από την ελληνική φθογγογλώσσα, όπως

71 Στις παραπάνω επικοινωνιακές περιστάσεις κάλλιστα μπορεί να συμμετέχει ένας ακούων, ένας κωφός συμμαθητής ή ένας φοιτητής. Εσκεμμένα ωστόσο επιλέχτηκε το θηλυκό γένος που σε αυτήν την περίπτωση χρησιμοποιείται με γενικευτική αναφορά. Ανάλογη πρακτική υιοθετούν ερευνητές όπως οι Cameron κ.ά. (1992) σε μία προσπάθεια για λιγότερο σεξιστική γλώσσα. Όποτε ήταν δυνατό, προέκρινα τη χρήση του θηλυκού γένους με γενικευτική αναφορά και σε άλλα σημεία της διατριβής αποφεύγοντας διπλούς τύπους που θα κούραζαν τον αναγνώστη (π.χ. νοηματιστές/ριες, πληροφορητές/τριες). Στο σύνολο όμως της διατριβής επικρατούν οι περιπτώσεις στις οποίες το αρσενικό γένος έχει γενικευτική αναφορά.

117

στοματικές εικόνες και δακτυλικό αλφάβητο, δεν αναιρεί το γεγονός ότι γνωρίζει την

ΕΝΓ. Είναι μάλιστα πιθανό για την απόδοση ενός κειμένου γραμμένου στα ελληνικά

να αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει -σε μικρότερες φράσεις- χειροκινητικά νοήματα

της ΕΝΓ, ακολουθώντας το συντακτικό της ελληνικής φθογγογλώσσας. Σε αυτήν την

περίπτωση χρησιμοποιεί μεταφρασμένη νοηματική, που μπορεί να αξιοποιηθεί σε

περιστάσεις επικοινωνίας όπου είναι απαραίτητο ένα πιο απαιτητικό λεξιλόγιο, με

όρους που απουσιάζουν από την ΕΝΓ (π.χ. δελτία ειδήσεων, επιστημονικά συνέδρια).

Κατακριτέα φαίνεται να είναι μάλλον η αποκλειστική χρησιμοποίηση μεταφρασμένης

νοηματικής. Η τάση για αλλαγή μέσω της επαφής, όπως θα δούμε στη συνέχεια,

χαρακτηρίζει περισσότερο τις νεότερες γενιές, γι’ αυτό και συνήθως οι μεγαλύτεροι

σε ηλικία σχολιάζουν αρνητικά τη χρήση στοιχείων της ελληνικής φθογγογλώσσας

στη νοηματική που χρησιμοποιούν οι νέοι (για ανάλογες αρνητικές στάσεις στη

γλωσσική συμπεριφορά των νέων στις φθογγογλώσσσες βλ. μεταξύ άλλων

Iordanidou & Androutsopoulos 1997, Βελούδης 2001).

Ο παραπάνω προβληματισμός συνδέεται με τις στάσεις των ομιλητών όλων

των γλωσσών απέναντι στο φαινόμενο του δανεισμού. Ο δανεισμός είναι ένα αρκετά

συχνό φαινόμενο που συμβαίνει σε όλες τις γλώσσες από τη στιγμή που οι ομιλητές

κάποιας γλώσσας έρχονται σε επαφή με τους ομιλητές κάποιας άλλης. Κυρίως αφορά

το λεξιλόγιο μιας γλώσσας, αλλά και μορφολογικά στοιχεία, φθόγγους και

συντακτικές δομές (για την έννοια, τα αίτια και τα είδη του δανεισμού βλ. μεταξύ

άλλων Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1986). Ο όρος βέβαια δανεισμός, αν και

χρησιμοποιείται ευρύτερα από τη γλωσσολογία, είναι μάλλον παραπλανητικός. Το

λεξιλόγιο και τις γραμματικές δομές που δανείζεται μια γλώσσα από κάποια άλλη δεν

πρόκειται να τα επιστρέψει (Sebba 1997:11), ούτε τα αφαιρεί από τη δανείστρια

γλώσσα, όπως τα χρήματα ή άλλα υλικά αγαθά. Θα ήταν μάλλον ορθότερο να πούμε

ότι τα υιοθετεί (σχετικά με την προβληματική των όρων δανεισμός/δάνειο βλ.

Σαββίδου 2009 όπου παρατίθεται ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας). Ο όρος

δανεισμός υποδηλώνει επίσης ότι υπάρχει μια σχέση υπεροχής και εξάρτησης μεταξύ

δανείστριας και αποδέκτριας γλώσσας που αντανακλά τους μύθους σχετικά με

πλούσιες και φτωχές γλώσσες (για την αντιεπιστημονική βάση των συγκεκριμένων

μύθων βλ. Κακριδή-Ferrari 2001β).

Στην περίπτωση όμως της ΕΝΓ τα στοιχεία που υιοθετούνται από την

ελληνική φθογγογλώσσα δεν μπορούν εύκολα να προσαρμοστούν στο σύστημά της

λόγω διαφορετικής τροπικότητας. Μια νοηματική γλώσσα δεν μπορεί να δανειστεί

118

λέξεις ή μορφήματα της φθογγογλώσσας αφού δεν μπορεί να δανειστεί ήχους.72

Μπορεί όμως να δανειστεί τη στοματική εικόνα της προφοράς μιας λέξης, την

αναπαράσταση της γραφής μιας λέξης με το δακτυλικό αλφάβητο, μορφολογικές

καταλήξεις που θα γίνουν όμως πάλι με δακτυλικό αλφάβητο, τη συντακτική σειρά

των όρων της φθογγογλώσσας που θα γίνουν όμως με χειροκινητικά νοήματα.73Δεν

είναι επίσης εύκολο να γίνει διάκριση σχετικά με το πότε έχουμε εναλλαγή κωδίκων

και πότε δανεισμό (Lucas & Valli 1992).74 Έτσι, τα δάνεια στοιχεία της ΕΝΓ από την

ελληνική φθογγογλώσσα μοιάζουν πάντοτε ξένα σε σχέση με την οπτικοκινητική της

τροπικότητα. Το ερώτημα που τέθηκε και από τον πληροφορητή στο (17) αφορά το

βαθμό που η ΕΝΓ δανείζεται στοιχεία από την ελληνική φθογγογλώσσα. Μπορεί ένας

νοηματιστής να αξιοποιεί στις γλωσσικές του πραγματώσεις δάνεια στοιχεία από την

ελληνική φθογγογλώσσα, μπορεί όμως και να χρησιμοποιεί μια αρκετά διακριτή

μεικτή ποικιλία διαφορετική από την ΕΝΓ. Το ερώτημα μάλλον παραμένει σε ένα

βαθμό ανοιχτό και αντιστοιχεί με τη συζήτηση στις φθογγογλώσσες σχετικά με το

πόσο εύκολο είναι να σύρουμε τα όρια μεταξύ των γλωσσών ανάμεσα στο «οικείο»

και το «ξένο», ειδικά στην περίπτωση των σημασιολογικών και μεταφραστικών

δανείων (βλ. Μοσχονάς 2002).75

Το φαινόμενο του δανεισμού θα με απασχολήσει και στη συνέχεια καθώς

αποτελεί ένα από τα κεντρικά ζητήματα στο γλωσσικό σχεδιασμό μιας γλώσσας, είτε

επειδή επιχειρείται ο λεξιλογικός της εμπλουτισμός με την αξιοποίηση δάνειων

λέξεων από άλλες γλώσσες είτε επειδή αναπτύσσονται καθαριστικές τάσεις

προκειμένου να μειωθούν οι δάνειες λέξεις (τουλάχιστον εκείνες των οποίων η ξένη

προέλευση είναι εμφανής) από τις οποίες υποτίθεται ότι κινδυνεύει η αποδέκτρια

γλώσσα.

72 Αντίθετα, μια νοηματική γλώσσα μπορεί να δανειστεί λέξεις από μια άλλη νοηματική γλώσσα. Για το δανεισμό της ΕΝΓ χειροκινητικών νοημάτων από άλλες νοηματικές γλώσσες θα γίνει εκτενέστερα λόγος στο 4.4.73 Συνήθως οι «ισχυρές» γλώσσες δανείζουν τις «ασθενείς». Στην περίπτωση επομένως της ΕΝΓ είναι λογικό αυτή να δανείζεται από την ελληνική φθογγογλώσσα η οποία είναι η γλώσσα της πλειονότητας ενώ επίσης διαθέτει γραφή και έχει θεσμική υπόσταση στο ελληνικό κράτος. Πολλές φορές όμως και οι «ισχυρές» γλώσσες δανείζονται λέξεις από «ασθενέστερες» γλώσσες (π.χ. τα αγγλικά από αφρικανικές γλώσσες της Νότιας Αφρικής για να περιγράψουν το φυσικό τοπίο και τα τοπικά έθιμα της χώρας Mesthrie κ.ά. 2000:250). Μένει ωστόσο ανοιχτό το ερώτημα κατά πόσο μια φθογγογλώσσα μπορεί να δανειστεί στοιχεία από μια νοηματική γλώσσα, εφόσον δεν μπορεί να δανειστεί κινήσεις των χεριών. 74 Για τη διάκριση ανάμεσα σε δανεισμό και εναλλαγή κωδίκων στις φθογγογλώσσες βλ. Μακρή-Τσιλιπάκου 1999α.75 Για μια αναλυτική περιγραφή των μεταφραστικών δανείων της νέας ελληνικής από ευρωπαϊκές γλώσσες βλ Χαραλαμπάκης 1992.

119

Όπως φάνηκε στο (17), η μεταφρασμένη νοηματική συχνά αντιδιαστέλλεται με

τη μητρική νοηματική. Οι Κωφοί με τον όρο μητρική νοηματική αναφέρονται σε μια

ποικιλία που χρησιμοποιούν συνήθως οι Κωφοί μεγαλύτερης ηλικίας και

χαρακτηρίζεται για την πυκνότητά της.76 Αναφέρεται στην παράδοση της κοινότητας

και δε φαίνεται να έχει επηρεαστεί συστηματικά από την ελληνική φθογγογλώσσα

ούτε στο λεξιλόγιο ούτε στη σύνταξη.

Το ερώτημα που γεννάται είναι κατά πόσο η ποικιλία που ονομάζεται μητρική

νοηματική αποτελεί πράγματι μια διακριτή ποικιλία της ΕΝΓ ή είναι απλώς μια

ιδεατή ποικιλία, απόσταγμα των γλωσσικών αξιών της κοινότητας, χωρίς σαφώς

προσδιορισμένα γλωσσικά χαρακτηριστικά που να τη διακρίνουν από τις ποικιλίες

της ΕΝΓ. Μάλλον η απάντηση βρίσκεται κάπου στη μέση. Είναι δηλαδή πιθανό ο

όρος μητρική νοηματική να έχει ιδεολογικό βάρος, να αποτυπώνει την επιθυμία της

κοινότητας για την ύπαρξη μιας «καθαρής» νοηματικής χωρίς προσμείξεις, και η

οριοθέτησή της να μη γίνεται αποκλειστικά με γλωσσικά κριτήρια, αλλά σύμφωνα με

την ταυτότητα των νοηματιστών. Ένας Κωφός χρησιμοποιεί μητρική νοηματική

επειδή έχει ταυτότητα Κωφού, συμμετέχει στις δραστηριότητες της κοινότητας,

υποδηλώνει τις διαφορετικές στάσεις και αντιλήψεις του από τη νεότερη γενιά που

χρησιμοποιεί συχνότερα μεταφρασμένη νοηματική, γνωρίζει πολύ καλά ΕΝΓ και τη

διακρίνει συνειδητά από την ελληνική φθογγογλώσσα. Ουσιαστικά μητρική

νοηματική είναι η «αυθεντική» ΕΝΓ και ονομάζεται έτσι επειδή βρίσκεται σε

αντιδιαστολή με τις ποικιλίες επαφής, γι’ αυτό άλλωστε η μητρική νοηματική

αξιολογείται θετικά, ενώ η μεταφρασμένη νοηματική αξιολογείται αρνητικά από τους

περισσότερους πληροφορητές. Η μητρική νοηματική είναι συνήθως περισσότερο

δυσνόητη για όσους (ακούοντες ή Κωφούς) δεν έχουν την ΕΝΓ ως πρώτη γλώσσα

και την έμαθαν σε μεγαλύτερη ηλικία. Στην έρευνα μόνο ορισμένοι διερμηνείς ΕΝΓ ή

Κωφοί που εντάχθηκαν ως ενήλικες στην κοινότητα δήλωσαν ότι δεν μπορούν να

κατανοήσουν πλήρως κάποια Κωφά άτομα επειδή χρησιμοποιούν μητρική

νοηματική.

76 Η χρήση του όρου μητρική από τους έλληνες Κωφούς για να αναφερθούν στην «αυθεντική» χωρίς μείξεις ΕΝΓ είναι μάλλον παράδοξη, καθώς, όπως αναφέρθηκε στο κεφάλαιο 4.1.2, το 90% των Κωφών έχουν ακούοντες γονείς και κατακτούν την ΕΝΓ στο σχολείο από τους συμμαθητές τους και όχι στο σπίτι από τους γονείς τους. Παρ’ όλα αυτά, ο όρος μητρική ίσως σημαίνει ότι οι έλληνες Κωφοί ταυτίζονται τελικά καλύτερα με αυτή. Ως προς την πυκνότητα της μητρικής ΕΝΓ, ο χαρακτηρισμός αναφέρεται στην έλλειψη στοματικών εικόνων και μορφολογικών καταλήξεων που προέρχονται από την επαφή με τη φθογγογλώσσα και στην απουσία ανάλυσης με όρους σύνταξης της φθογγογλώσσας. Γι’ αυτό άλλωστε, οι πληροφορητές κάνουν λόγο και για βαθιά νοηματική.

120

Αντίστοιχη διάκριση γίνεται στις περισσότερες κοινότητες Κωφών ανά τον

κόσμο. Στην Ιαπωνία, όπως αναφέρει η Nakamura (2006:14-15), ο όρος παραδοσιακή

νοηματική (dentōteki-shuwa) σχηματίστηκε για να φανεί η αντίθεση με τη νοηματική

που γίνεται ταυτόχρονα με τη φθογγογλώσσα (dōjihōteki-shuwa). Αν και οι

περισσότεροι δεν ικανοποιούνται με τον όρο παραδοσιακή νοηματική, γιατί

υποδηλώνει ότι η γλώσσα βρίσκεται σε μουσείο, είναι ο συχνότερος όρος για το είδος

της νοηματικής που χρησιμοποιεί η μεγαλύτερη γενιά Κωφών, καθώς και ορισμένοι

από τους νεότερους που προσπαθούν να ανακτήσουν τις παραδόσεις τους. Ανάλογα,

ο Turner (1999), συζητώντας για τις αλλαγές στη βρετανική νοηματική γλώσσα

εξαιτίας της επαφής της με την αγγλική φθογγογλώσσα, αναφέρεται στη σημασία της

διατήρησης της κληρονομημένης νοηματικής γλώσσας (heritage signed language).

Παράλληλα όμως, λόγω της ρευστότητας της ΕΝΓ εξαιτίας της πρόσφατης

εμφάνισής της και του τρόπου κατάκτησής της, οι γλωσσικές πραγματώσεις

ορισμένων Κωφών διαφοροποιούνται. Είναι πιθανό ως μητρική νοηματική να

αποκαλούνται τα χειροκινητικά τους νοήματα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν

παραδοσιακά και ορισμένες φορές αντανακλούν μια παλιότερη μορφή της ΕΝΓ.

Τέτοια χειροκινητικά νοήματα δεν έχουν πάντοτε υψηλό κύρος, τουλάχιστον όχι για

όλα τα μέλη της κοινότητας, γιατί συνδέονται με εποχές κατά τις οποίες οι Κωφοί

υπήρξαν αποκλεισμένοι από την ευρύτερη κοινωνία και χωρίς εκπαίδευση. Η

πυκνότητα της μητρικής νοηματικής που χρησιμοποιούν είναι πιθανό να ισοδυναμεί

με ασάφεια που προέρχεται από την άγνοια των κανόνων της ΕΝΓ. Η άγνοια αυτή

είναι πιθανό με τη σειρά της να προέρχεται από τον ιδιαίτερο τρόπο κατάκτησης της

ΕΝΓ και από την ύπαρξη εκπαιδευτικών ποικιλιών με πιο απλουστευμένες και

ασαφείς γραμματικές δομές. Σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει και αρνητική

αξιολόγηση για τη μητρική νοηματική.

Άλλωστε, η απουσία γραφής και η μη συστηματική μελέτη και διδασκαλία της

ΕΝΓ δεν έχουν προωθήσει την προτυποποίησή της, ώστε να υπάρχει οριοθετημένη

κάποια νόρμα. Συνήθως θεωρείται νόρμα της ΕΝΓ η ποικιλία που γίνεται με κλειστό

το στόμα, δεν έχει δεχτεί αρκετές προσμείξεις από άλλες νοηματικές και από την

ελληνική φθογγογλώσσα και έχει χαρακτηριστικά από τη «βαθιά» νοηματική77, που

χρησιμοποιούν περισσότερο οι ηλικιωμένοι Κωφοί. Ωστόσο, η ύπαρξη κάποιας

νόρμας είναι μάλλον άτυπη, αναπροσαρμόζεται ανάλογα με την εμπειρία και το

77 Οι πληροφορητές κάνουν επίσης λόγο για «βαριά» νοηματική, όταν αναφέρονται στη συγκεκριμένη ποικιλία.

121

υπόβαθρο κάθε νοηματιστή και δεν είναι εύκολο να οριοθετηθεί αποκλειστικά με

γλωσσικά κριτήρια. Η εμπειρία ενός ατόμου φαίνεται να είναι καθοριστική για τη

γλωσσική του συμπεριφορά και για την οριοθέτηση αυτής της άτυπης νόρμας.

Πληροφορητές και πληροφορήτριες με μεγάλη εμπειρία στην ΕΝΓ εξαιτίας της

συμμετοχής τους στις δραστηριότητες της κοινότητας (σωματεία Κωφών, Θέατρο

Κωφών), του ρόλου τους (δάσκαλοι ΕΝΓ), της επαφής τους με Κωφούς διάφορων

ηλικιών από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, του οικογενειακού τους περιβάλλοντος

(Κωφοί γονείς ή άλλοι στενοί συγγενείς) παραδέχτηκαν ότι η εμπειρία τους είναι

αυτή που τους βοηθά να επικοινωνήσουν με τους περισσότερους Κωφούς. Αυτό

προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι, καθώς η ΕΝΓ σπάνια κατακτάται από τους

Κωφούς μέσα από συστηματική διδασκαλία επειδή είχε αποκλεισθεί από την

εκπαίδευσή τους78 ή ως πρώτη γλώσσα από τους Κωφούς γονείς τους, στη βαθύτερη

γνώση της ΕΝΓ συντελεί η επαφή και η επικοινωνία ενός Κωφού με τα υπόλοιπα

μέλη της κοινότητας.

Ένας πληροφορητής μεγαλύτερης ηλικίας ανέφερε σχετικά:

(18)

Υπάρχουν αγράμματοι Κωφοί που κάνουν πάρα πολύ καλή νοηματική, πολύ πλούσια

νοηματική, που είναι πολύ εύκολο να την αντιληφθείς. Υπάρχουν άτομα που δεν έχουν

τελειώσει το σχολείο, χρησιμοποιούν πολύ λίγο το στόμα τους, αλλά τα χειροκινητικά

τους νοήματα είναι πολύ εκφραστικά. Μου κάνει εντύπωση το ότι, ενώ δε

χρησιμοποιούν καθόλου το στόμα, μπορώ να καταλάβω όσα μου λένε. Όμως ορισμένοι

Κωφοί που προέρχονται από χωριά και δεν έχουν επαφή με άλλους Κωφούς

χρησιμοποιούν δικά τους, σπιτικά χειροκινητικά νοήματα, που δεν μπορώ να τα

καταλάβω. Παραδέχομαι ότι μαζί τους δεν μπορώ να επικοινωνήσω.

Στο παραπάνω απόσπασμα, βασική προϋπόθεση για τη γνώση της ΕΝΓ είναι η

φοίτηση στο ειδικό σχολείο, αλλά και γενικότερα η επαφή με άλλους Κωφούς. Είναι

πιθανό ένας Κωφός που δεν έχει ολοκληρώσει τη βασική εκπαίδευση να έχει άριστη

γνώση της ΕΝΓ. Προϋπόθεση αυτής της γνώσης είναι η συμμετοχή του στην

κοινότητα και η εμπειρία του στην επικοινωνία με άλλους Κωφούς. Ο προηγούμενος

πληροφορητής ανέφερε ως παράδειγμα για τη σημασία που έχει η εμπειρία και οι

επαφές ενός Κωφού για τη γνώση της ΕΝΓ το παρακάτω περιστατικό. Κάποτε

78 Η μη συστηματική διδασκαλία της ΕΝΓ έχει καθυστερήσει τη συστηματοποίηση της νόρμας της.

122

συνάντησε κάποιον Κωφό που είχε έρθει από χωριό και δεν είχε επαφή με άλλους

Κωφούς, ο οποίος στην επικοινωνία τους χρησιμοποίησε ένα πολύ παράξενο

χειροκινητικό νόημα για το ΚΡΕΜΜΥΔΙ, που γινόταν με κίνηση της γλώσσας. Ο

πληροφορητής γνώριζε ότι, εκτός από το χειροκινητικό νόημα που χρησιμοποιούν οι

περισσότεροι Κωφοί, το οποίο παραπέμπει στην κίνηση που γίνεται όταν κόβουμε το

κρεμμύδι, ορισμένοι Κωφοί χρησιμοποιούν ένα άλλο χειροκινητικό νόημα, που

παραπέμπει στα δάκρυα. Ο πληροφορητής μπορούσε να καταλάβει αυτά τα δύο

χειροκινητικά νοήματα και τη σημασία τους, δεν ήταν όμως καθόλου εξοικειωμένος

με το χειροκινητικό νόημα που χρησιμοποίησε ο Κωφός από το χωριό με κίνηση της

γλώσσας. Κατά τη γνώμη του, ο συγκεκριμένος Κωφός δε γνώριζε την ΕΝΓ, τα

χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούσε ήταν μεμονωμένα, δεν ανήκαν στο

λεξικό της ΕΝΓ, γι’ αυτό και δεν μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί του σε βάθος.

Η ύπαρξη όρων για την περιγραφή των ποικιλιών της ΕΝΓ (στον πίνακα 10

συνοψίζονται τα βασικά χαρακτηριστικά μεταφρασμένης και μητρικής νοηματικής)

και το γεγονός ότι δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία ως προς το περιεχόμενο και τη

χρήση τους επιβεβαιώνει τη ρευστότητα στην ΕΝΓ. Ακόμη και όταν οι πληροφορητές

δήλωσαν ότι αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η ΕΝΓ και αδιαφορούν για το πώς

ονομάζεται η εκάστοτε ποικιλία της νοηματικής που χρησιμοποιεί ο συνομιλητής

τους, επιβεβαίωσαν ότι υπάρχει διαφοροποίηση στον τρόπο που επικοινωνούν

ορισμένα άτομα. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις τα σχόλια των πληροφορητών

υπήρξαν αντιφατικά μεταξύ τους. Θεωρώ ότι τέτοιου είδους αντιφάσεις μπορούν να

συσχετιστούν με την άγνοια αρκετών Κωφών της γραμματικής της ΕΝΓ εξαιτίας της

μη συστηματικής μελέτης και καταγραφής της και της ελλιπούς χρήσης της στην

εκπαίδευση.

123

Πίνακας 10: Βασικά χαρακτηριστικά μεταφρασμένης και μητρικής νοηματικής

μεταφρασμένη νοηματική μητρική νοηματική

ποικιλία επαφής άτυπη νόρμα

υβριδική ποικιλία ιδεατή ποικιλία

βαθιά, βαριά, πυκνή νοηματική

παλιότερη μορφή ΕΝΓ,

δομική σειρά όρων της φθογγογλώσσας

αυξημένος ο ρόλος του στόματος

(στοματικές εικόνες, προφορά λέξεων)

δανεισμός από φθογγογλώσσες

(γραμματικές λέξεις, δακτυλικό

αλφάβητο)

χωρίς ιδιαίτερες επιρροές από τη

φθογγογλώσσα

σε λεξιλογικό

και συντακτικό επίπεδο

χρησιμοποιείται εναλλακτικά από τους

νέους για λόγους επικοινωνιακής

ευελιξίας

χρησιμοποιείται κυρίως από

ηλικιωμένους

αρνητική αξιολόγηση από την κοινότητα

παρ’ όλα αυτά αναγκαία σε ορισμένες

περιστάσεις

θετική αξιολόγηση από την κοινότητα

εκτός εάν συνδέεται με τις εκπαιδευτικές

ποικιλίες

Συνεπώς, σε μια ενδεχόμενη ενέργεια γλωσσικού σχεδιασμού ιδιαίτερη μέριμνα

θα πρέπει να δοθεί στην περαιτέρω διερεύνηση της επαφής της ΕΝΓ με την ελληνική

φθογγογλώσσα. Σε μια ενέργεια προτυποποίησης, αναπόφευκτα θα υπάρξουν

επιλογές που θα γίνουν σε βάρος κάποιων ποικιλιών. Θα ήταν όμως επιθυμητό οι

επιλογές να μη γίνουν αναγκαστικά προς την κατεύθυνση της κυριαρχίας της

ελληνικής φθογγογλώσσας, αλλά να ληφθούν υπόψη οι σχέσεις και οι αξιολογήσεις

των μελών της κοινότητας, όπως παρουσιάστηκαν εδώ. Οι διαφωνίες ανάμεσα στα

ίδια τα μέλη της κοινότητας θα πρέπει να αντιμετωπιστούν γόνιμα, προκειμένου να

αξιοποιηθεί η δυναμική της ΕΝΓ και των νοηματιστών της. Προς αυτήν την

κατεύθυνση κινείται η αναλυτικότερη εξέταση που θα ακολουθήσει, των δύο

μοναδικών φαινομένων τα οποία εμφανίζονται κατά την επαφή μιας νοηματικής

124

γλώσσας με μια φθογγογλώσσα, των στοματικών εικόνων και του δακτυλικού

αλφαβήτου.

4.3.2 Οι στοματικές εικόνες (mouthings)

Παρακολουθώ μάθημα διερμηνέων ΕΝΓ. Συζητάμε πόσο χρειάζεται να χρησιμοποιούμε στοματικές εικόνες, όταν αναφερόμαστε σε λέξεις για τις οποίες δεν υπάρχει αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα στην ΕΝΓ. Το μάθημά μας παρακολουθεί ένας νεαρός Κωφός, ο οποίος υποστηρίζει ότι, όταν επικοινωνεί με ακούοντες φίλους του που γνωρίζουν ΕΝΓ, θέλει να χρησιμοποιούν παράλληλα προφορικά ελληνικά. Με αυτόν τον τρόπο εξασκεί καλύτερα την ελληνική φθογγογλώσσα και μπορεί καλύτερα να επικοινωνεί με τους συμφοιτητές του στο πανεπιστήμιο, οι οποίοι δεν γνωρίζουν την ΕΝΓ. Ο δάσκαλος ΕΝΓ διαφωνεί με τον Κωφό φοιτητή. Θεωρεί ότι η χρήση στοματικών εικόνων περισσότερο δυσκολεύει παρά βοηθάει την επικοινωνία, ακόμη και όταν δεν υπάρχει αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα στην ΕΝΓ. Για να αποδείξει τα λεγόμενά του, σηκώνει στον πίνακα τον Κωφό φοιτητή και χρησιμοποιεί στοματικές εικόνες για τις λέξεις «κατοχύρωση», «λεοπάρδαλη» και «ιμπεριαλισμός», για τις οποίες δεν υπάρχουν χειροκινητικά νοήματα. Ο φοιτητής δεν αντιλαμβάνεται τις παραπάνω λέξεις. Ο δάσκαλος ΕΝΓ θεωρεί ότι, εφόσον δεν υπάρχουν αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα, είναι προτιμότερο να εξηγήσει κανείς νοηματίζοντας τι σημαίνουν αυτές οι λέξεις χωρίς να χρησιμοποιεί στοματικές εικόνες.

Όπως φαίνεται στο παραπάνω περιστατικό, για τη χρήση στοματικών εικόνων

υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις. Πολλές φορές οι στοματικές εικόνες

χρησιμοποιούνται από ακούοντες που χρησιμοποιούν την ΕΝΓ εξαιτίας της

ανασφάλειας τους στην επικοινωνία τους με Κωφούς. Ανάλογα, είναι πιθανό οι

Κωφοί, όταν επικοινωνούν με ακούοντες, να χρησιμοποιούν συχνότερα στοματικές

εικόνες, για να διευκολύνουν την επικοινωνία. Είδαμε επίσης ότι η χρήση

στοματικών εικόνων γίνεται πιο έντονη όταν χρησιμοποιείται μεταφρασμένη

νοηματική. Παρ’ όλα αυτά, οι στοματικές εικόνες μπορούν να θεωρηθούν ότι μερικές

φορές αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός χειροκινητικού νοήματος της ΕΝΓ.

Το ζήτημα των στοματικών εικόνων έχει απασχολήσει και την ξένη

βιβλιογραφία. Οι Ebbinghaus & Hessmann (1990) παρατηρούν ότι πολλές φορές σε

μια νοηματική γλώσσα η επικοινωνία γίνεται μέσα από ένα πολυδιάστατο κανάλι

όπου αλληλεπιδρούν διαφορετικοί τύποι σημασιολογικών μονάδων. Εκτός από τις

χειρονομικές μονάδες που αποτελούν τις κεντρικές μονάδες μιας νοηματικής

γλώσσας και τις μη χειρονομικές μονάδες (όπως οι εκφράσεις του προσώπου), που

αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της γραμματικής τους, οι ερευνητές υποστηρίζουν

125

ότι στη γερμανική νοηματική γλώσσα, την οποία μελετούν, θα πρέπει να

αναγνωριστεί ένας τρίτος τύπος σημασιολογικής μονάδας, κάτι που οι ίδιοι

αποκαλούν προφορική μονάδα (oral unit). Ως τέτοια δεν ορίζεται οτιδήποτε γίνεται με

το στόμα. Άλλωστε, πολλές φορές το στόμα χρησιμοποιείται ως μη χειρονομικό

στοιχείο (π.χ. κινήσεις των χειλιών, άνοιγμα του στόματος σε συνδυασμό με

εκφράσεις του προσώπου).79 Οι προφορικές μονάδες αναφέρονται στις κινήσεις που

κάνουν το στόμα και η γλώσσα και μοιάζουν με τις αντίστοιχες κινήσεις τους, όταν

προφέρονται λέξεις σε μια φθογγογλώσσα. Αυτές οι προφορικές μονάδες, δηλαδή οι

στοματικές εικόνες, δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύονται από την παραγωγή ήχου.

Οι Ebbinghaus & Hessmann (1990:110) θεωρούν ότι οι γερμανικές λέξεις που

ενσωματώνονται ως στοματικές εικόνες σε εκφωνήματα γερμανικής νοηματικής

γλώσσας δε λειτουργούν πάντοτε αυτόνομα ως μονάδες μιας ξένης γλώσσας (δεν

πρόκειται δηλαδή για εναλλαγή κωδίκων) ούτε είναι αναγκαστικά συνέπεια της

μείξης των δύο γλωσσών (δε δημιουργούν δηλαδή μια ποικιλία επαφής).80 Μάλλον η

γερμανική νοηματική γλώσσα αφομοιώνει στοιχεία από τη γερμανική φθογγογλώσσα

εξυπηρετώντας δικούς της σκοπούς, γι’ αυτό, άλλωστε, οι στοματικές εικόνες θα

πρέπει να αντιμετωπιστούν ως αναπόσπαστο κομμάτι μιας νοηματικής γλώσσας (κάτι

ανάλογο με τα αφομοιωμένα δάνεια στις φθογγογλώσσες που έχουν πλήρως ενταχθεί

στο γραμματικό σύστημα της αποδέκτριας γλώσσας π.χ. βάρκα, σπίτι στα νέα

ελληνικά). Η χρήση τους φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αυξημένη σε αναφορικές

προτάσεις, αντωνυμίες κλπ., ενώ χρησιμοποιούνται συστηματικά και για τη

σημασιολογική διάκριση ορισμένων χειροκινητικών νοημάτων. Τέλος, οι Ebbinghaus

& Hessmann (1990) θεωρούν ότι μια ανάλογη πρακτική χαρακτηρίζει αρκετές

ευρωπαϊκές νοηματικές γλώσσες και επισημαίνουν την ανάγκη για μεγαλύτερη

εμπειρική έρευνα.81

Οι Meir & Sandler (2008) επιβεβαιώνουν ότι η χρήση στοματικών εικόνων

είναι αρκετά συχνή στην ισραηλινή νοηματική γλώσσα και σε αρκετές ευρωπαϊκές

νοηματικές γλώσσες, σε αντίθεση με την αμερικανική νοηματική γλώσσα (ΑΝΓ).

79 Για παράδειγμα, το μη χειρονομικό στοιχείο του στόματος (mouth gesture) που συνοδεύει χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ με αρνητική σημασία (βλ. 4.3.1).80 Σε ορισμένες ωστόσο περιπτώσεις είναι πιθανό η χρήση στοματικών εικόνων να είναι αποτέλεσμα εναλλαγής κωδίκων και να επηρεάζει τη σειρά των όρων μιας νοηματικής γλώσσας προς την κατεύθυνση της σειράς των όρων της φθογγογλώσσας, να οδηγεί δηλαδή σε ένα κατεξοχήν χαρακτηριστικό της μεταφρασμένης νοηματικής (Boyes-Braem & Sutton –Spence, 2001).81 Αντίστοιχες έρευνες για τις στοματικές εικόνες στην ολλανδική νοηματική γλώσσα και στη νορβηγική νοηματική γλώσσα βρίσκονται στο συλλογικό τόμο των Stokoe & Volterra (1985) και για τη φιλανδική νοηματική γλώσσα στην εργασία της Pimiä (1990).

126

Έχει υποστηριχθεί ότι αυτό οφείλεται στα εκπαιδευτικά συστήματα και τις

κοινωνικές νόρμες που αναπτύχθηκαν στις διάφορες κοινότητες. Αναμφισβήτητα, η

παράδοση της προφορικής εκπαίδευσης υπήρξε ισχυρότερη σε αρκετές ευρωπαϊκές

χώρες, ιδιαίτερα στη Γερμανία.82 Παράλληλα στην ΑΝΓ υπάρχει μεγαλύτερη

παράδοση στη χρήση δακτυλικού αλφαβήτου, που χρησιμοποιείται συστηματικότερα

για το δανεισμό από την αγγλική φθογγογλώσσα. Στις ευρωπαϊκές νοηματικές

γλώσσες, όπου δεν υπάρχει παράδοση στη χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου, ο

δανεισμός γίνεται με τη χρήση στοματικών εικόνων.

Η ΕΝΓ μάλλον συμπεριφέρεται με ανάλογο τρόπο με τις άλλες ευρωπαϊκές

νοηματικές γλώσσες ως προς τις στοματικές εικόνες. Επιπλέον, στην ΕΝΓ δε

φαίνεται να υπάρχει μεγάλη παράδοση στη χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου (βλ.

αναλυτικότερα 4.3.3). Πολύ συχνά οι νοηματιστές επιλέγουν να νοηματίσουν σε

δακτυλικό αλφάβητο μόνο το πρώτο γράμμα (ή κάποια από τα πρώτα γράμματα) της

αντίστοιχης ελληνικής λέξης και να ολοκληρώσουν το χειροκινητικό νόημα με

στοματική εικόνα. Η πρακτική αυτή συνηθίζεται για κύρια ονόματα και για λέξεις για

τις οποίες δεν υπάρχουν αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα στην ΕΝΓ. Σε μία από τις

συνεντεύξεις ένας πληροφορητής, αναφερόμενος στην αιτία που του προκάλεσε

κώφωση, έδωσε την πληροφορία ότι αρρώστησε από μηνιγγίτιδα και έχασε την ακοή

του. Δεν υπάρχει στην ΕΝΓ χειροκινητικό νόημα για τη «μηνιγγίτιδα». Έτσι ο Κωφός

νοημάτισε το Μ του δακτυλικού αλφαβήτου και παράλληλα χρησιμοποίησε τη

στοματική εικόνα της ελληνικής λέξης «μηνιγγίτιδα».

Με έναν άλλο πληροφορητή, όταν συζητούσαμε την ύπαρξη δύο

χειροκινητικών νοημάτων στην ΕΝΓ για το ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΣ, με πληροφόρησε

ότι το ένα από αυτά είναι δάνειο από την ΑΝΓ. Για τον πληροφορητή, το δάνειο της

ΑΝΓ θα μπορούσε να αντιστοιχεί με την επίσης δάνεια λέξη «γκέι», ενώ το ελληνικό

χειροκινητικό νόημα με τη λέξη «ομοφυλόφιλος». Για να αναφερθεί στις δύο λέξεις

χρησιμοποίησε δακτυλικό αλφάβητο για όλα τα γράμματα της λέξης «γκέι» (Γ-Κ-Ε-

Ι), αλλά μόνο για τα τρία πρώτα της λέξης «ομοφυλόφιλος» (Ο-Μ-Ο), όπου

παράλληλα χρησιμοποίησε στοματική εικόνα. Αμέσως μετά σχολίασε:

(19)

Βλέπεις; Βαριέμαι να χρησιμοποιήσω δακτυλικό αλφάβητο για μια τόσο μεγάλη λέξη.

Σε αυτήν την περίπτωση είναι προτιμότερο να χρησιμοποιήσω στοματική εικόνα.

82 Οι Ebbinghaus & Hessmann (1990) σχολιάζουν ότι μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι η προφορική μέθοδος εκπαίδευσης των Κωφών υπήρξε κάποτε γνωστή ως «γερμανική μέθοδος».

127

Από τα παραπάνω παραδείγματα φάνηκε ότι και στην ΕΝΓ είναι αρκετά ισχυρή

η παράδοση χρήσης στοματικών εικόνων, τουλάχιστον σε σχέση με το δακτυλικό

αλφάβητο. Όταν οι νοηματιστές πρέπει να δανειστούν μία λέξη από τα ελληνικά,

επειδή δεν υπάρχει αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα, προτιμούν να χρησιμοποιούν

στοματικές εικόνες παρά δακτυλικό αλφάβητο. Επιπλέον, όταν χρειάζεται να δώσουν

μια επεξήγηση σχετικά με μια ελληνική λέξη, προτιμούν και πάλι να χρησιμοποιούν

στοματικές εικόνες αντί του δακτυλικού αλφαβήτου, ειδικά όταν πρόκειται για

πολυσύλλαβη λέξη.

Οι στοματικές εικόνες χρησιμοποιούνται επίσης για τη διευκρίνιση κύριων

ονομάτων. Για παράδειγμα, υπάρχουν ξεχωριστά χειροκινητικά νοήματα για τις

λεωφόρους ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ, ΠΑΤΗΣΙΩΝ, ΚΗΦΙΣΙΑΣ, ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ,

ΒΑΣΣΙΛΙΣΗΣ ΣΟΦΙΑΣ. Αντίθετα για τις λεωφόρους Μεσογείων, Συγγρού, Αχαρνών

χρησιμοποιείται το χειροκινητικό νόημα ΛΕΩΦΟΡΟΣ και η διάκριση γίνεται με τη

χρήση στοματικών εικόνων. Κάποιες άλλες φορές, οι στοματικές εικόνες

χρησιμοποιούνται και για την ταυτοποίηση της σημασίας ορισμένων χειροκινητικών

νοημάτων. Στην ΕΝΓ τα χειροκινητικά νοήματα ΑΝΤΡΑΣ, ΜΠΑΜΠΑΣ

νοηματίζονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Η διάκρισή τους γίνεται με τη χρήση

στοματικών εικόνων. Με τα παραπάνω χειροκινητικά νοήματα πολύ συχνά συμπίπτει

και το χειροκινητικό νόημα ΑΓΟΡΙ. Μια πληροφορήτρια ωστόσο επεσήμανε ότι, αντί

να γίνεται η διάκριση με τη χρήση στοματικής εικόνας, θα ήταν προτιμότερο να

χρησιμοποιείται το σύνθετο χειροκινητικό νόημα ΑΝΤΡΑΣΠΑΙΔΙ.

Η χρήση στοματικών εικόνων για τη διάκριση κοινών ουσιαστικών συνηθίζεται

και σε άλλες νοηματικές γλώσσες. Στην ισραηλινή νοηματική γλώσσα είναι

αμφίσημα τα χειροκινητικά νοήματα ΑΔΕΛΦΟΣ, ΑΔΕΛΦΗ∙ ΠΑΠΠΟΥΣ, ΓΙΑΓΙΑ∙

ΘΕΙΟΣ, ΘΕΙΑ και η διάκριση του γένους στα παραπάνω ζεύγη γίνεται με τη χρήση

στοματικών εικόνων (Meir & Sandler 2008). Στην ΕΝΓ τα ζεύγη ΑΔΕΛΦΟΣ,

ΑΔΕΛΦΗ∙ ΘΕΙΟΣ, ΘΕΙΑ διακρίνονται με τη χρήση ως δεύτερου συνθετικού των

χειροκινητικών νοημάτων ΑΝΤΡΑΣ και ΓΥΝΑΙΚΑ αντίστοιχα. Αντίθετα, στο ζεύγος

ΠΑΠΠΟΥΣ, ΓΙΑΓΙΑ, αν και υπάρχει μια μικρή διαφοροποίηση στη θέση του

χειροκινητικού νοήματος από ορισμένους νοηματιστές, η διάκριση γίνεται μάλλον με

στοματικές εικόνες. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι ακόμη και όταν επιχειρείται

να υπάρξει μέσα από άλλες διαδικασίες (σύνθετα χειροκινητικά νοήματα,

128

διαφοροποίηση ως προς κάποια παράμετρο, συνήθως την κίνηση ή τη θέση) διάκριση

ορισμένων αμφίσημων χειροκινητικών νοημάτων, η πρακτική που φαίνεται να

κυριαρχεί είναι η χρήση στοματικών εικόνων ακόμη και για λέξεις του βασικού

λεξιλογίου. Αυτό ενδεχομένως είναι ενδεικτικό για την τάση που επικρατεί στην ΕΝΓ

για μεγαλύτερη γλωσσική επαφή με την ελληνική φθογγογλώσσα.

Έτσι, παρόλο που οι στοματικές εικόνες λόγω συμβολής των δύο γλωσσών

έχουν καταστεί εκ των πραγμάτων δομικά στοιχεία της ΕΝΓ, χωρίς όμως να είναι

«αυθεντικά»,83 ορισμένοι πληροφορητές εκφράζουν τον προβληματισμό τους κατά

πόσο αυτή η πρακτική είναι πάντοτε η πλέον κατάλληλη. Μια Κωφή εκπαιδευτικός

παρατήρησε ότι η ύπαρξη χειροκινητικών νοημάτων με περισσότερες από μία

σημασίες, η διάκριση των οποίων γίνεται με τη χρήση των στοματικών εικόνων,

μπορεί να υποδηλώνει ότι κατά βάθος ορισμένοι Κωφοί δεν κατανοούν τις

σημασιολογικές αποχρώσεις των διάφορων ελληνικών λέξεων που νοηματίζονται με

τον ίδιο τρόπο. Τόνισε την ανάγκη δημιουργίας ξεχωριστών χειροκινητικών

νοημάτων, που θα αποδίδουν τις διάφορες σημασίες χωρίς να είναι απαραίτητη η

χρήση στοματικών εικόνων.

Δανεισμός γραμματικών στοιχείων που θα επέφερε δομικές αλλαγές στη

αποδέκτρια γλώσσα δεν εντοπίζεται στην ελληνική φθογγογλώσσα. Για παράδειγμα,

το επίθημα –αρω από το οποίο προέρχονται αρκετοί νεολογισμοί της νέας ελληνικής

αποτέλεσε αρχικά δάνειο από τις αντίστοιχες καταλήξεις ρημάτων της ιταλικής σε –

are/-ire και της γαλλικής σε er-/ir, αλλά στη συνέχεια έγινε παραγωγικό επίθημα της

νέας ελληνικής. Επομένως, ο δανεισμός ενός γραμματικού στοιχείου δεν επέφερε

αλλαγή στο κλιτικό σύστημα των ρημάτων της νέας ελληνικής (Αναστασιάδη-

Συμεωνίδη 1994). Κυρίως άλλωστε απαντά ο λεξιλογικός δανεισμός που επειδή είναι

πιο αναγνωρίσιμος δέχεται και τη μεγαλύτερη επίκριση ως φθορά για την ελληνική

φθογγογλώσσα. Για την ΕΝΓ όμως, λόγω διαφορετικής τροπικότητας, ο δανεισμός

από την ελληνική φθογγογλώσσα προϋποθέτει και δομικές αλλαγές, γεγονός που

ίσως ερμηνεύει την επιφυλακτικότητα της Κωφής εκπαιδευτικού απέναντι στη χρήση

στοματικών εικόνων.

83 Η μελέτη των στοματικών εικόνων ως στοιχείου δεύτερης άρθρωσης της ΕΝΓ παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά και αρκετά προβλήματα. Η σύγχρονη τάση στην έρευνα των νοηματικών γλωσσών είναι να συνεξετάζονται τόσο τα γλωσσικά τους χαρακτηριστικά που είναι μοναδικά όσο και εκείνα που είναι κοινά με τις φθογγογλώσσες. Η άρθρωση των στοματικών εικόνων έχει κοινά χαρακτηριστικά με την άρθρωση των φθογγογλωσσών, η πρόσληψή τους όμως είναι οπτική. Η συστηματικότερη μελέτη τους είναι απαραίτητη για τη βαθύτερη κατανόηση των νοηματικών γλωσσών βρίσκεται ωστόσο έξω από τους στόχους της παρούσας διατριβής.

129

Παρόλο που κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων όλοι σχεδόν οι πληροφορητές

μου χρησιμοποίησαν στοματικές εικόνες (ενδεχομένως μαζί μου σε μεγαλύτερο

βαθμό από όσο θα χρησιμοποιούσαν με έναν Κωφό ερευνητή), αρκετοί ήταν εκείνοι

που εξέφρασαν ανοιχτά τις επιφυλάξεις τους για την υιοθέτηση μιας τέτοιας

πρακτικής. Ένας Κωφός από τη Θεσσαλονίκη σχολίασε αρνητικά το γεγονός ότι στην

Αθήνα υπάρχουν περισσότεροι Κωφοί που χρησιμοποιούν στοματικές εικόνες, όταν

νοηματίζουν, ακόμα και όταν επικοινωνούν με άλλους Κωφούς. Δήλωσε ότι του ήταν

αδύνατο να κατανοήσει την αιτία μιας τέτοιας επιλογής.

Από την άλλη μεριά, μια Κωφή φοιτήτρια στο διάλειμμα μιας διερμηνείας σε

ένα πανεπιστημιακό μάθημα με παρακάλεσε στην επικοινωνία μας και ειδικότερα

όταν διερμηνεύω, να χρησιμοποιώ συχνότερα στοματικές εικόνες. Η ίδια, αργότερα,

σε μια συζήτησή μας σχετικά με το μέλλον της ΕΝΓ, υποστήριξε ότι κατά τη γνώμη

της η ΕΝΓ αντιμετωπίζει διάφορους κινδύνους και πρέπει να προστατευτεί. Όταν

σχολίασα το γεγονός ότι η ίδια θέλει στην επικοινωνία μας να χρησιμοποιούμε

στοματικές εικόνες, πράγμα που αντίκειται στην παράδοση της ΕΝΓ, μου απάντησε

αφοπλιστικά: «Ποιος είπε ότι η ΕΝΓ παράγεται μόνο από τα χέρια;».

Οι παραπάνω διχογνωμίες είναι ενδεικτικές για τη δυναμική που αναπτύσσεται

στη γλωσσική κοινότητα των ελλήνων Κωφών. Όπως έγινε με την περίπτωση της

μεταφρασμένης νοηματικής, που αξιολογήθηκε αρνητικά από ορισμένους

πληροφορητές, επειδή αποτελεί ποικιλία επαφής με την ελληνική φθογγογλώσσα,

έτσι και οι στοματικές εικόνες, ως αποτέλεσμα επαφής με τα ελληνικά, δεν

αντιμετωπίζονται πάντοτε με θετικό τρόπο. Τις αρνητικές στάσεις απέναντι στα

στοιχεία επαφής των δύο γλωσσών συμμερίζονται λιγότερο οι νεότεροι σε ηλικία.

Αυτοί άλλωστε φαίνεται ότι χρησιμοποιούν συχνότερα στοματικές εικόνες σε σχέση

με τους μεγαλύτερους σε ηλικία:

(20)

Η χρήση στοματικών εικόνων σχετίζεται με την εκπαίδευση των Κωφών. Στόχος της

υπήρξε οι Κωφοί να αποκτήσουν επάρκεια στα ελληνικά. Η νοηματική δε διδασκόταν,

επομένως αρκετοί Κωφοί έμαθαν να χρησιμοποιούν στοματικές εικόνες. Ορισμένοι

Κωφοί μεγαλώνοντας τις χρησιμοποιούν σπανιότερα, αλλά και πάλι οι επιλογές τους

σχετίζονται με το βαθμό που ο καθένας αποδέχεται τη νοηματική. Η μητέρα μου [που

είναι Κωφή] πότε δε χρησιμοποιεί στοματική εικόνα όταν νοηματίζει ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ.

Αντίθετα, οι νεότεροι Κωφοί μπορεί στην αρχή της πρότασής τους να χρησιμοποιούν

στοματική εικόνα παράλληλα με το χειροκινητικό νόημα ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ και στη

130

συνέχεια να συνεχίζουν την πρότασή τους χωρίς να παράγουν πλέον στοματικές

εικόνες.

Στο παραπάνω απόσπασμα ο πληροφορητής επισημαίνει το ρόλο της εκπαίδευσης

στη χρησιμοποίηση στοματικών εικόνων, καθώς και το ρόλο της γλωσσικής

ταυτότητας που διαμορφώνει κάθε νοηματιστής. Οι νεότεροι σε ηλικία, εξαιτίας της

μεγαλύτερης επαφής τους με την ελληνική φθογγογλώσσα, χρησιμοποιούν συχνότερα

στοματικές εικόνες.

Αυτό βέβαια δεν απαγορεύει και σε άλλους Κωφούς να χρησιμοποιούν

στοματικές εικόνες σε ορισμένες επικοινωνιακές περιστάσεις. Ο προηγούμενος

πληροφορητής σε κάποιο άλλο σημείο της συνέντευξης σχολίασε, ότι επειδή είμαι

ακούων χρησιμοποιεί μαζί μου στοματικές εικόνες για να διευκολύνει την

επικοινωνία μας. Μου έδωσε ένα παράδειγμα. Νοημάτισε κάτι και εγώ κατάλαβα ότι

με ρώτησε κάτι σχετικό με ένα κορνάρισμα. Επανέλαβε τη φράση του. Διαπίστωσα

το λάθος μου. Αυτό που με ρωτούσε ήταν για ποιο λόγο κουνούσα συνεχώς κατά τη

διάρκεια της συνέντευξης το κεφάλι μου μπρος πίσω. Δεν μπόρεσα να αντιληφθώ εξ

αρχής την ερώτησή του, γιατί δε διέκρινα ανάμεσα στα χειροκινητικά νοήματα

ΚΟΡΝΑ και ΚΕΦΑΛΙ-ΚΟΥΝΑΩ-ΜΠΡΟΣ-ΠΙΣΩ, τα οποία μοιάζουν μεταξύ τους.

Ο πληροφορητής μετά την αποκατάσταση της επικοινωνίας μας σχολίασε:

(21)

Αν χρειάζεται να επαναλάβω δεύτερη και τρίτη φορά τη φράση μου για να με

καταλάβεις, χάνουμε χρόνο στην επικοινωνία μας. Στην φράση που χρησιμοποίησα ως

παράδειγμα, θα ήταν προτιμότερο από την αρχή μαζί με τα χειροκινητικά νοήματα να

είχα χρησιμοποιήσει τη στοματική εικόνα της λέξης «κεφάλι», για να γίνω πιο εύκολα

αντιληπτός.

Συνοψίζοντας, η χρήση των στοματικών εικόνων δεν είναι πια απλώς μια

επικοινωνιακή πρακτική αλλά συστατικό της ΕΝΓ. Αν και αποτελεί αποτέλεσμα της

συμβολής της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα, ενίοτε φαίνεται να έχει ενταχθεί

στο σύστημα της ΕΝΓ. Οι στοματικές εικόνες χρησιμοποιούνται πολύ συχνότερα από

το δακτυλικό αλφάβητο για το δανεισμό λέξεων, αντίστοιχα με αρκετές ευρωπαϊκές

νοηματικές γλώσσες και σε αντίθεση με την ΑΝΓ. Παράλληλα, χρησιμοποιούνται για

τη διευκρίνιση ονομάτων, κύριων αλλά και κοινών. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι όλα

τα χειροκινητικά νοήματα συνοδεύονται από στοματικές εικόνες. Σε κάποια η

131

παρουσία στοματικών εικόνων είναι υποχρεωτική, σε κάποια προαιρετική και αυτό

εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του ίδιου του νοηματιστή (πώς αισθάνεται με την

ΕΝΓ, σε τι επίπεδο την κατέχει, πώς έχει επηρεαστεί από την εκπαίδευσή του, ποια

είναι η ηλικία του) και την περίσταση επικοινωνίας (με ποιον συνομιλεί, ποιο είναι το

θέμα και το πλαίσιο τη συζήτησης).

Στην περίπτωση που η χρήση στοματικών εικόνων είναι προαιρετική, είναι

πιθανό η χρήση τους να παραπέμπει στην υιοθέτηση μεταφρασμένης νοηματικής,

καθώς η χρήση στοματικών εικόνων φαίνεται να επηρεάζει τη σειρά των όρων της

ΕΝΓ προς την κατεύθυνση της σειράς των όρων της ελληνικής φθογγογλώσσας.

Παράλληλα, για ορισμένους νοηματιστές τίθεται το ζήτημα σε ποιο βαθμό οι

στοματικές εικόνες μπορούν να συμμετέχουν στο δανεισμό και στην κατασκευή νέων

χειροκινητικών νοημάτων, όταν δεν αξιοποιούνται άλλοι πιο «αυθεντικοί» γλωσσικοί

μηχανισμοί της ΕΝΓ (π.χ. σύνθετα χειροκινητικά νοήματα). Σε αυτήν την περίπτωση

είναι πιθανό να αναπτύσσονται ενέργειες γλωσσικού καθαρισμού με στόχο την

προστασία της παραδοσιακής κληρονομημένης ΕΝΓ, όπου η παρουσία στοματικών

εικόνων είναι περιορισμένη. Η γλωσσική αλλαγή της ΕΝΓ προς την αντίθετη

κατεύθυνση σε σχέση με το παρελθόν και την ιστορία της εκλαμβάνεται από τους

νοηματιστές της ως απειλή. Για όλες άλλωστε τις γλώσσες, η απομάκρυνσή τους από

το παρελθόν τους και η αποκοπή τους από τις ρίζες τους θεωρούνται ότι οδηγούν σε

φθορά/παρακμή (βλ. Κακριδή- Ferrari 2007α όπου αναλύονται οι μύθοι για τη

γλώσσα στην ελληνική εκδοχή τους). Τέτοιου είδους πεποιθήσεις ενισχύονται από τη

διαδεδομένη μεταφορά που παρομοιάζει μια γλώσσα με δέντρο (βλ. μεταξύ άλλων

Φραγκουδάκη 1987)84 και ένα δέντρο που χάνει τις ρίζες του κινδυνεύει (βλ. όμως

και 6.3 όπου γίνεται λόγος για τη γλωσσική διατήρηση της ΕΝΓ).

4.3.3 Το δακτυλικό αλφάβητο

Συζητώ με μια Κωφή για την απόδοση του χειροκινητικού νοήματος ΚΥΨΕΛΗ (η περιοχή της Αθήνας). Η ίδια δεν μπορεί να καταλάβει γιατί το χειροκινητικό νόημα γίνεται με ανοδική κίνηση του δείκτη στον ουδέτερο χώρο μπροστά από το σώμα. Προκειμένου να μη γίνεται παρανόηση με το χειροκινητικό νόημα που αναφέρεται στο αντρικό γεννητικό όργανο και γίνεται με παρόμοιο τρόπο, η ίδια προτιμά να χρησιμοποιεί τη χειρομορφή Κ του δακτυλικού αλφαβήτου, να κάνει δηλαδή ένα αρχικοποιημένο χειροκινητικό νόημα (για περαιτέρω

84 Η αντιμετώπιση της γλώσσας ως βιολογικού οργανισμού έχει συγκεκριμένα όρια. Διαφορετικά οδηγεί σε παρανοήσεις σχετικά με την πραγματική φύση της γλώσσας. Οι γλώσσες δεν πεθαίνουν από φυσικά αίτια ούτε γερνούν (βλ. μεταξύ άλλων Skutnabb- Kangas 1999).

132

επεξήγηση του όρου βλ. παρακάτω στο παρόν κεφάλαιο). Υπάρχει όμωςιστορική εξήγηση για την προέλευση του χειροκινητικού νοήματος ΚΥΨΕΛΗ, που κανονικά γίνεται με ανοδική κίνηση του δείκτη πάνω στο μέτωπο. Παλιότερα, στην πλατεία Κυψέλης υπήρχε μια τεχνητή λίμνηόπου υπήρχε ένα παιχνίδι. Με καλάμια μπορούσες να ψαρέψεις πλαστικά ψάρια από τη λίμνη. Οι Κωφοί έδιναν ραντεβού στην πλατεία κάνοντας το χειροκινητικό νόημα για το ΨΑΡΕΜΑ, που σταδιακά εξελίχτηκε στο σημερινό χειροκινητικό νόημα ΚΥΨΕΛΗ. Οι πιο νεαροί όμως Κωφοίνοηματίζουν με ανοδική κίνηση του δείκτη στον ουδέτερο χώρο και όχι στο μέτωπο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται παρανοήσεις, γι’ αυτό ορισμένοι νοηματιστές αποφεύγουν το χειροκινητικό νόημα με το δείκτη, που μπορεί να τους φέρει σε άβολη θέση, και επιλέγουν το αρχικοποιημένο χειροκινητικό νόημα με το Κ του δακτυλικού αλφαβήτου. Η Κωφή μου είχε εκφράσει προηγουμένως το σεβασμό της στην παράδοση της ΕΝΓ. Όταν της αφηγήθηκα την προέλευση του ΚΥΨΕΛΗ με το δείκτη, κάτι που δε γνώριζε η ίδια, μου δήλωσε ότι στο εξής δε θα χρησιμοποιούσε το αρχικοποιημένο χειροκινητικό νόημα και θα υιοθετούσε το παραδοσιακό χειροκινητικό νόημα της ΕΝΓ, που αφενός δε θα την έφερνε σε δύσκολη θέση, αλλά κυρίως είχε συμβολική αξία για την ίδια.

Κατά την ταξινόμηση των συστημάτων χειροκινητικών νοημάτων (βλ. πίνακας 9), το

δακτυλικό αλφάβητο τοποθετήθηκε πιο κοντά στα τεχνητά συστήματα επικοινωνίας

σε σχέση με τις φυσικές νοηματικές γλώσσες. Η επιλογή αυτή δεν έγινε τυχαία.

Κανένας νοηματιστής σε καμία νοηματική γλώσσα δε χρησιμοποιεί αποκλειστικά το

δακτυλικό αλφάβητο για να επικοινωνήσει. Το δακτυλικό αλφάβητο έχει μάλλον

τεχνητή προέλευση και συνήθως χρησιμοποιείται παράλληλα με μια φυσική

νοηματική γλώσσα, ως βοηθητική επικοινωνιακή πρακτική που έχει στόχο να

αναπαραστήσει στον αέρα τη γραφή κύριων ονομάτων και λέξεων της

φθογγογλώσσας για τις οποίες δεν υπάρχουν αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα,

κυρίως με τη χρήση χειρομορφών που γίνονται με το ένα ή και με τα δύο χέρια.

Οι Johnston & Schembri (2007) αναφέρουν ότι ενδείξεις για τη χρήση του

σώματος και των χεριών για την αναπαράσταση των γραμμάτων του αλφαβήτου

υπάρχουν ήδη από την εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας. Η προέλευση του

δακτυλικού αλφαβήτου με το ένα χέρι μάλλον ανάγεται σε κώδικα που

χρησιμοποιούσαν οι μοναχοί σε περιόδους τελετουργικής σιωπής και προσευχής, ενώ

το δακτυλικό αλφάβητο που γίνεται με τα δύο χέρια ίσως αναπτύχθηκε για τη

μυστική επικοινωνία μεταξύ κατασκόπων.85 Αργότερα, τα δύο αυτά συστήματα

χρησιμοποιήθηκαν στην εκπαίδευση των Κωφών. Μάλιστα το δακτυλικό αλφάβητο

85 Οι Johnston & Schembri (2007) για τις παραπάνω πληροφορίες παραπέμπουν στις Sutton-Spence & Woll (1993) και Padden & Gunsauls (2003).

133

με το ένα χέρι φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Jean Pablo

Bonet για να διδάξει γραφή και ανάγνωση σε κωφούς στις αρχές του 17ου αιώνα.

Επομένως, το δακτυλικό αλφάβητο αποτελεί ένα κατασκευασμένο σύστημα

που αρχικά χρησιμοποιήθηκε από ακούοντες για διάφορους λόγους και, στη

συνέχεια, υιοθετήθηκε από τις κοινότητες των Κωφών. Οι Branson κ.ά. (1995) έχουν

ωστόσο διαφορετική άποψη, θεωρώντας ότι το δακτυλικό αλφάβητο με τα δύο χέρια,

που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα σε ορισμένες κοινότητες Κωφών (για

παράδειγμα στη Μεγάλη Βρετανία και την Αυστραλία), αναπτύχθηκε μέσα από τις

κοινότητες των Κωφών και τη νοηματική τους γλώσσα, ως ένα σύστημα

χειροκινητικών νοημάτων που χρησιμοποιεί τα χέρια για να αποδώσει τη γραφή της

φθογγογλώσσας. Παράλληλα, αναφέρουν ότι, όπως τον 18ο αιώνα το δακτυλικό

αλφάβητο με το ένα χέρι άρχισε σταδιακά να αντικαθιστά δακτυλικά αλφάβητα και

με τα δύο χέρια σε διάφορες κοινότητες Κωφών της Ευρώπης, έτσι και σήμερα το

δακτυλικό αλφάβητο με το ένα χέρι φαίνεται να επικρατεί στην Ασία και την Αφρική,

ορισμένες φορές αντικαθιστώντας δακτυλικά αλφάβητα με τα δύο χέρια, όπως στην

Ινδία και την Ινδονησία.86

Πάντως, ανεξάρτητα από το είδος του δακτυλικού αλφαβήτου87 και την

προέλευσή του, ορισμένες κοινότητες Κωφών (για παράδειγμα στις ΗΠΑ και στην

Αυστραλία) έχουν μεγάλη παράδοση στη χρήση δακτυλικού αλφαβήτου που έχει

ενσωματωθεί στις φυσικές νοηματικές γλώσσες ως αναπόσπαστο μέρος τους για την

αναπαράσταση της γραφής των φθογγογλωσσών. Επιπλέον, αποτελεί πηγή για

λεξικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα (lexicalized fingerspelling), χρησιμοποιείται

δηλαδή για το δανεισμό από τις φθογγογλώσσες.88

Σε αυτήν την περίπτωση, αν και χρησιμοποιείται το δακτυλικό αλφάβητο, τα

χειροκινητικά νοήματα που προκύπτουν έχουν υποστεί ορισμένες αλλαγές, ώστε να

υπακούουν περισσότερο στους περιορισμούς μιας νοηματικής γλώσσας και έτσι να

ενσωματώνονται περισσότερο στο γραμματικό της σύστημα, μοιάζοντας με τα

86 Έχει ενδιαφέρον να εξεταστεί αν η σταδιακά μεγαλύτερη αποδοχή του δακτυλικού αλφαβήτου που γίνεται με το ένα χέρι οφείλεται στο ότι είναι καλύτερο ή στο ότι θεωρείται πιο μοντέρνο, επειδή σχετίζεται με το διεθνές δακτυλικό αλφάβητο και το δακτυλικό αλφάβητο της ΑΝΓ.87 Εκτός από τα δακτυλικά αλφάβητα που γίνονται με το ένα ή με τα δύο χέρια, υπάρχουν συστήματα χειροκινητικών νοημάτων που αναπαριστούν τους χαρακτήρες της γραφής φθογγογλωσσών που δεν έχουν αλφαβητικά συστήματα γραφής, όπως η κινεζική και η ιαπωνική (βλ. Ann 1998 για τη νοηματική γλώσσα της Ταϊβάν).88 Ο δανεισμός, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, δεν ισχύει με την κλασική του έννοια. Η νοηματική γλώσσα δανείζεται από τη φθογγογλώσσα τη γραπτή αναπαράσταση της λέξης και την αποδίδει με δακτυλικό αλφάβητο.

134

υπόλοιπα χειροκινητικά νοήματα (βλ. μεταξύ άλλων Battison 1978). Ουσιαστικά

δηλαδή συμβαίνει κάτι ανάλογο με τις δάνειες λέξεις στις φθογγογλώσσες, που έχουν

την τάση να προσαρμόζονται στους φωνολογικούς και μορφολογικούς κανόνες της

αποδέκτριας γλώσσας, ώστε να φαίνεται λιγότερο η ξένη καταγωγή τους

(Αποστόλου-Πανάρα 1999).

Ορισμένες φορές δε χρησιμοποιείται το δακτυλικό αλφάβητο για την

αναπαράσταση της γραφής ολόκληρης της λέξης, αλλά για τμήματα της λέξης.

Γίνεται τότε λόγος για αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα (initialized signs). Η

χειρομορφή για το γράμμα του δακτυλικού αλφαβήτου που αναπαριστά το πρώτο

γράμμα της αντίστοιχης λέξης της φθογγογλώσσας γίνεται η χειρομορφή του

χειροκινητικού νοήματος (και σε αυτό το σημείο έγκειται ο δανεισμός), ενώ η θέση

και η κίνηση του χειροκινητικού νοήματος προέρχονται από τη νοηματική γλώσσα. Η

χρήση αρχικοποιημένων χειροκινητικών νοημάτων φαίνεται να είναι συχνότερη σε

κοινότητες που έχουν παράδοση στη χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου,89

εφαρμόζεται ωστόσο και σε άλλες νοηματικές γλώσσες (για παράδειγμα στην

ισραηλινή νοηματική γλώσσα βλ. Meir & Sandler 2008).

Η ΕΝΓ δε φαίνεται να έχει μεγάλη παράδοση στη χρήση του δακτυλικού

αλφαβήτου, ειδικά αν κρίνουμε από την αρκετά πρόσφατη ιστορία του.

Πληροφορητές από την Αθήνα, μεγαλύτερης ηλικίας, τοποθέτησαν την πρώτη

εμφάνισή του στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Είναι πιθανό η γνώση του αρχικά να

αφορούσε κυρίως τους Κωφούς που γνώριζαν την ελληνική φθογγογλώσσα και ήταν

δίγλωσσοι σε κάποιο βαθμό. Φαίνεται ότι η προέλευσή του σχετίζεται με αντίστοιχα

δακτυλικά αλφάβητα με το ένα χέρι που χρησιμοποιούν κοινότητες Κωφών στο

εξωτερικό, τα οποία προσαρμόστηκαν σταδιακά στο ελληνικό αλφάβητο.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της σταδιακής προσαρμογής είναι η ποικιλία που

παρατηρείται ακόμη και σήμερα στην απόδοση του Λ. Η επίσημη εκδοχή του

ελληνικού δακτυλικού αλφαβήτου χρησιμοποιεί μια χειρομορφή που μοιάζει

περισσότερο στο ελληνικό γράμμα, υπάρχουν όμως ακόμη αρκετοί Κωφοί, κυρίως

στη Θεσσαλονίκη, που επιλέγουν τη χειρομορφή L του αμερικανικού δακτυλικού

αλφαβήτου. Ένας πληροφορητής συμμετείχε ο ίδιος στις ενέργειες της Ομοσπονδίας

Κωφών Ελλάδας για τη διάδοση και παγίωση του ελληνικού δακτυλικού αλφαβήτου

και ανέφερε ότι παλιότερα. για ορισμένα γράμματα, όπως το Σ, με την άκρη του

89 Για παράδειγμα, στην ΑΝΓ σχεδόν όλα τα χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούν τις χειρομορφές του δακτυλικού αλφαβήτου D, E, R, T και W είναι αρχικοποιημένα (βλ. Battison 1978).

135

δείκτη σχεδιαζόταν το σχήμα τους στον αέρα, αλλά τελικά επικράτησε όλα τα

γράμματα να αποδίδονται με διαφορετικές χειρομορφές.

Παράλληλα, ένας Κωφός από τη Θεσσαλονίκη ανέφερε:

(22)

Στη Θεσσαλονίκη πριν το 1982-83 δεν υπήρχε δακτυλικό αλφάβητο. Ως βοήθημα για

την επικοινωνία χρησιμοποιούνταν χειρονομίες κοντά στο στόμα [κάποιο σύστημα

υποβοηθούμενης ομιλίας κοντά στο στόμα, όπου με χειρονομίες διακρίνονται οι

διάφοροι ήχοι και διευκολύνεται η χειλεανάγνωση]. Εκείνη την εποχή κάποιος Κωφός

έφερε στο σχολείο ένα χαρτάκι με το δακτυλικό αλφάβητο. Όταν το είδαν οι δάσκαλοι,

είπαν ότι απαγορευόταν να το χρησιμοποιούμε και μάλιστα ήταν πολύ αυστηροί μαζί

μας. Εμείς όμως το χρησιμοποιούσαμε κρυφά, κρύβαμε επάνω μας το χαρτάκι και

προσπαθούσαμε να εξασκούμαστε μόνοι μας στο δακτυλικό αλφάβητο. Για μας ήταν

πολύ σημαντικό για να αποδείξουμε, ότι έχουμε το δικό μας τρόπο επικοινωνίας,

χρησιμοποιώντας χειροκινητικά νοήματα. Μετά από δυο χρόνια το δακτυλικό

αλφάβητο είχε πια διαδοθεί και άρχισε να χρησιμοποιείται συστηματικά. Πολλοί Κωφοί

πια γνώριζαν το δακτυλικό αλφάβητο. Βοήθησε στην αύξηση της αυτοπεποίθησής μας,

αλλά και ως γέφυρα επικοινωνίας με τους ακούοντες.

Από το παραπάνω απόσπασμα επιβεβαιώνεται η πρόσφατη προέλευση του

δακτυλικού αλφαβήτου. Φαίνεται μάλιστα ότι στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας

η διάδοση του δακτυλικού αλφαβήτου χρονολογείται σε διάστημα λιγότερο από 30

χρόνια. Αυτό που έχει επίσης ενδιαφέρον είναι ότι το ελληνικό δακτυλικό αλφάβητο

προέκυψε μάλλον ως αποτέλεσμα γλωσσικού σχεδιασμού από τη βάση, μέσα από την

ίδια την κοινότητα, παρά επιβλήθηκε από την κορυφή, από τους ακούοντες

εκπαιδευτικούς. Καθώς αποτελεί σύστημα χειροκινητικών νοημάτων, βρίσκεται πιο

κοντά στη φυσική ΕΝΓ από τις μεθόδους επικοινωνίας που υιοθετούσε το κυρίαρχο

σύστημα εκπαίδευσης εκείνης της εποχής. Η χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου

διαδόθηκε στην κοινότητα κυρίως μέσα από τα σωματεία όπου μοιραζόταν σε

χαρτάκια ή ήταν αναρτημένο σε αφίσες. Για την επίσημη εκπαίδευση των κωφών, ως

σύστημα χειροκινητικών νοημάτων, υπήρξε απαγορευμένο, όπως και η φυσική ΕΝΓ.

Κυκλοφορούσε άτυπα στα ειδικά σχολεία, κερδίζοντας όμως συνεχώς έδαφος στους

έλληνες Κωφούς.

Στη σύντομη πάντως ιστορία του δε φαίνεται ότι κατόρθωσε να αντιμετωπιστεί

από τα μέλη της κοινότητας ως κάτι περισσότερο από ένα βοήθημα, κυρίως για την

136

επικοινωνία με τους ακούοντες. Ένας Κωφός, παιδί Κωφών γονιών, παραδέχτηκε ότι,

αν και γνώριζε από παιδί το ελληνικό δακτυλικό αλφάβητο, καθώς σύχναζε στα

σωματεία με τους γονείς του, άρχισε να το χρησιμοποιεί συστηματικά, όταν άρχισε

να διδάσκει σε ακούοντες την ΕΝΓ. Έτσι, το δακτυλικό αλφάβητο φαίνεται ότι έχει

κυρίως επικουρικό ρόλο και δε χρησιμοποιείται συστηματικά κατά την επικοινωνία

σε ΕΝΓ μεταξύ Κωφών. Οι περισσότεροι πληροφορητές το αντιμετωπίζουν ως

εργαλείο, ως βοήθημα. Οι νεότερες γενιές φαίνεται να είναι πιο εξοικειωμένες με τη

χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου.90 Χρησιμοποιείται κυρίως για κύρια ονόματα και

για λέξεις για τις οποίες δεν υπάρχουν αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα. Αρκετοί

μάλιστα επεσήμαναν ότι δεν πρέπει να συγχέεται με τη φυσική ΕΝΓ και τόνισαν ότι,

σε αντίθεση με άλλες νοηματικές γλώσσες (χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΑΝΓ), το

δακτυλικό αλφάβητο δεν ανήκει στην παράδοση της ΕΝΓ. Περιορίζεται στην

απόδοση λέξεων και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ολόκληρων

φράσεων και προτάσεων.91

Παρουσιάζει μάλιστα ενδιαφέρον το γεγονός ότι, ακόμη και όταν πρόκειται για

την απόδοση κύριων ονομάτων, δε γίνεται αποκλειστική χρήση του δακτυλικού

αλφαβήτου. Αρκετοί πληροφορητές κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων

χρησιμοποίησαν το δακτυλικό αλφάβητο για τοπωνύμια για τα οποία δεν υπάρχουν

αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα ή για να με διευκολύνουν, επειδή δε τα γνώριζα.

Ορισμένοι, όμως, παράλληλα με το δακτυλικό αλφάβητο χρησιμοποίησαν και

διάφορες άλλες πρακτικές, όπως στοματικές εικόνες, περιγραφή, σύνθετα

χειροκινητικά νοήματα και λογοπαίγνια.

Πιο συγκεκριμένα, κάποιος πληροφορητής που κατάγεται από το Άργος, όταν

αναφέρθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αρχικά νοημάτισε ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ και

ΑΡΓΩ, ενώ παράλληλα παρήγαγε τη στοματική εικόνα της λέξης «Άργος». Αμέσως

μετά έκανε με δακτυλικό αλφάβητο Α-Ρ-Γ-Ο-Σ, δείχνοντας ταυτόχρονα πάνω στο

χειροκινητικό νόημα ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ το σημείο που βρίσκεται η πόλη του

Άργους και στη συνέχεια νοημάτισε ΚΟΝΤΑ ΝΑΥΠΛΙΟ. Επειδή για το τοπωνύμιο

90 Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Αυστραλία συμβαίνει το αντίθετο. Εκεί τα πιο ηλικιωμένα μέλη της κοινότητας χρησιμοποιούν περισσότερο το δακτυλικό αλφάβητο, κάτι που σχετίζεται με τη μέθοδο που υιοθετήθηκε για την εκπαίδευσή τους (βλ. Johnston & Schembri 2007). Η διαφορά αυτή αποδεικνύει ότι για την εξέλιξη της γλωσσικής συμπεριφοράς μιας κοινότητας Κωφών καθοριστικό ρόλο παίζουν οι εκάστοτε εκπαιδευτικές μέθοδοι.91 Η χρήση δακτυλικού αλφαβήτου προϋποθέτει τη διγλωσσία των νοηματιστών της ΕΝΓ. Όπως όμως αναφέρθηκε στο 3.1.1 δεν είναι όλοι οι έλληνες Κωφοί δίγλωσσοι στην ΕΝΓ και στην ελληνική φθογγογλώσσα.

137

«Άργος» δεν υπάρχει αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα, ο πληροφορητής αρχικά

επέλεξε να νοηματίσει ένα χειροκινητικό νόημα (ΑΡΓΩ) που αντιστοιχεί σε μια

ελληνική λέξη που ηχεί παρόμοια με το τοπωνύμιο «Άργος». Η πρακτική αυτή

συνηθίζεται, όταν οι Κωφοί κατασκευάζουν χειροκινητικά νοήματα για ορισμένα

τοπωνύμια που μοιάζουν με λογοπαίγνια. Κάποιος άλλος πληροφορητής ανέφερε ότι

επειδή δεν υπάρχει χειροκινητικό νόημα για τη Χαλκηδόνα, στο στενό οικογενειακό

του περιβάλλον χρησιμοποιεί το χειροκινητικό νόημα ΧΕΛΙΔΟΝΙ παράγοντας τη

στοματική εικόνα της λέξης «Χαλκηδόνα».92 Διαπιστώνουμε επομένως ότι ο

πληροφορητής από το Άργος προτίμησε πρώτα να χρησιμοποιήσει στοματική εικόνα

και κάποιο λογοπαίγνιο, προτού επιλέξει ως επικοινωνιακή πρακτική το δακτυλικό

αλφάβητο. Παράλληλα τοποθέτησε στο χώρο το σημείο όπου βρίσκεται η πόλη του

Άργους πάνω στο χάρτη δίνοντας και άλλες γεωγραφικές διευκρινίσεις (ότι δηλαδή

βρίσκεται κοντά στο Ναύπλιο). Άρα η χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου δεν υπήρξε

η πρώτη του επιλογή.

Μια άλλη πληροφορήτρια αναφερόμενη στην Κεφαλονιά χρησιμοποίησε το

χειροκινητικό νόημα που εγώ γνώριζα ότι σημαίνει ΖΑΚΥΝΘΟΣ (και μοιάζει με το

ΣΕΙΣΜΟΣ). Όταν ζήτησα διευκρινίσεις, επειδή δεν κατάλαβα το χειροκινητικό

νόημα που χρησιμοποιούσε, αντί να χρησιμοποιήσει δακτυλικό αλφάβητο νοημάτισε

ΚΕΦΑΛΙ παράγοντας στοματική εικόνα για την «Κεφαλονιά» και στη συνέχεια

νοημάτισε το Κ του δακτυλικού αλφαβήτου και μετά ΝΗΣΙ. Η πληροφορήτρια

επομένως προτίμησε αρχικά να δώσει διευκρινίσεις με στοματική εικόνα και με

λογοπαίγνιο (ΚΕΦΑΛΙ) και, όταν χρησιμοποίησε δακτυλικό αλφάβητο, περιορίστηκε

στο πρώτο γράμμα της λέξης (το Κ). Επίσης, στη Θεσσαλονίκη ορισμένα τοπωνύμια

για τα οποία δεν υπάρχουν χειροκινητικά νοήματα δηλώνονται με τους αριθμούς των

αστικών λεωφορείων που εξυπηρετούν τις συγκεκριμένες περιοχές (για παράδειγμα 9

για το Κορδελιό και 21 για τον Εύοσμο) και δεν χρησιμοποιείται δακτυλικό

αλφάβητο.

Αναφέρθηκε ήδη ότι, ειδικά για πολυσύλλαβες λέξεις, οι νοηματιστές επιλέγουν

άλλους τρόπους για να διευκρινίσουν ορισμένα χειροκινητικά νοήματα και δεν

καταφεύγουν αποκλειστικά στο δακτυλικό αλφάβητο, το οποίο βρίσκουν

92 Η πρακτική αυτή, να σχηματίζονται δηλαδή χειροκινητικά νοήματα που βασίζονται σε λογοπαίγνια των ηχητικών μοτίβων των λέξεων της φθογγογλώσσας, συνηθίζεται και σε άλλες νοηματικές γλώσσες. Στην Auslan το χειροκινητικό νόημα για το προάστιο του Σύδνεϋ LEICHHARDT είναι το σύνθετο LIEHARD, επειδή προφανώς οι αγγλικές λέξεις lie και hard όταν προφερθούν μαζί παραπέμπουν στον ήχο του τοπωνύμιου Leichhardt (Johnston & Schembri 2007).

138

κουραστικό.93 Κάποιος πληροφορητής μιλώντας για την Ομοσπονδία Κωφών

Ελλάδας ανέφερε ότι αποτελεί το συνδικαλιστικό φορέα των Κωφών. Επειδή δεν

κατάλαβα το χειροκινητικό νόημα ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΣ, ζήτησα διευκρινίσεις. Ο

πληροφορητής νοημάτισε ξανά ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΣ, χρησιμοποιώντας παράλληλα

στοματική εικόνα και στη συνέχεια Σ-Υ από το δακτυλικό αλφάβητο και αμέσως

μετά ΦΟΡΕΑΣ, ΦΩΝΑΖΩ, ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ. Όταν διαπίστωσε ότι είχα καταλάβει το

χειροκινητικό νόημα ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΣ, συνέχισε τη φράση του. Το παραπάνω

παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό για τις πρακτικές που αξιοποιούν οι Κωφοί για την

επίτευξη της επικοινωνίας.

Από την παραπάνω συζήτηση διαπιστώνουμε ότι ο δανεισμός μέσω του

δακτυλικού αλφαβήτου δεν κυριαρχεί στις γλωσσικές επιλογές των νοηματιστών της

ΕΝΓ, ίσως επειδή κυριαρχούν άλλοι μηχανισμοί ακόμη και για την απόδοση κύριων

ονομάτων για τα οποία και συνήθως χρησιμοποιείται το δακτυλικό αλφάβητο.

Φαίνεται ωστόσο να προτιμάται προκειμένου να αποφευχθούν οι στοματικές εικόνες.

Μια πληροφορήτρια ανέφερε χαρακτηριστικά ότι είναι χρήσιμο για τη διάκριση

λέξεων που δεν μπορούν εύκολα να διακριθούν με τη χρήση στοματικών εικόνων

δίνοντας ως παράδειγμα τα τοπωνύμια ΣΚΥΡΟΣ και ΣΥΡΟΣ.94 Αναμφισβήτητα το

δακτυλικό αλφάβητο αποτελεί, όπως και οι στοματικές εικόνες, αποτέλεσμα της

γλωσσικής επαφής της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα, είναι όμως πιθανό να

αξιολογείται θετικότερα από ορισμένους επειδή γίνεται με τα χέρια και όχι με το

στόμα.

Για το λεξιλογικό εμπλουτισμό της ΕΝΓ έχει σημασία ποια μπορεί να είναι η

μελλοντική εξέλιξη σχετικά με τη χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου. Συνήθως

αξιολογούνται περισσότερο αρνητικά τα δάνεια που δεν οφείλονται σε λογική ανάγκη

(δάνεια ανάγκης ή δηλωτικά δάνεια), αλλά που οφείλονται σε συναισθηματική

ανάγκη, δηλ. σε ψυχολογικούς λόγους (δάνεια πολυτελείας ή συνυποδηλωτικά

δάνεια) (βλ. Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1994, Σαββίδου 2009). Σε αυτήν την

περίπτωση φαίνεται ότι ο δανεισμός υπερβαίνει τις «πραγματικές» ανάγκες της

γλώσσας και οι ξένες μονάδες αντικαθιστούν προϋπάρχουσες της αποδέκτριας

93 Κάτι τέτοιο φάνηκε στο απόσπασμα (19), όπου ο πληροφορητής προτίμησε να χρησιμοποιήσει στοματική εικόνα αντί για δακτυλικό αλφάβητο, για να διευκρινίσει το χειροκινητικό νόημα ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΣ (βλ. 4.3.2).94 Πρόσφατα, ωστόσο, έμαθα ότι υπάρχει το χειροκινητικό νόημα ΣΥΡΟΣ, που παραπέμπει στους δύο λόφους πάνω στους οποίους είναι χτισμένες η Άνω Σύρος και η Ερμούπολη. Δε γνωρίζω πόσο διαδεδομένο είναι το συγκεκριμένο χειροκινητικό νόημα και προφανώς δεν το γνώριζε η πληροφορήτριά μου τη στιγμή της συνέντευξης.

139

γλώσσας (Μακρή-Τσιλιπάκου 1999β), γι’ αυτό άλλωστε τα συγκεκριμένα δάνεια

θεωρούνται περιττά και αποδίδονται στη ξενομανία, ορισμένες φορές και σε μόδα

(Πετρούνιας 2007).

Έτσι εκφράζονται αντιρρήσεις για αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα, για

τα οποία έγινε λόγος προηγουμένως, τα οποία απαντούν και στην ΕΝΓ, για

παράδειγμα το ΚΟΙΝΩΝΙΑ, που νοηματίζεται με τη χειρομορφή Κ του δακτυλικού

αλφαβήτου. Ο Κουρμπέτης (1999) θεωρεί ότι ο δανεισμός με αρχικοποιημένα

χειροκινητικά νοήματα θα πρέπει να γίνεται «μόνο όταν έχουν εξαντληθεί οι

μηχανισμοί λεξικοποίησης, από τους οποίους διαθέτει πολύ μεγάλη ποικιλία η

γλώσσα» και αναφέρει ότι η τάση να χρησιμοποιούνται αρχικοποιημένα

χειροκινητικά νοήματα για κύρια ονόματα (για παράδειγμα ΛΑΡΙΣΑ με δύο

παραλλαγές χειροκινητικών νοημάτων -το ένα είναι αρχικοποιημενό με τη

χειρομορφή Λ), όταν ήδη υπάρχουν άλλα για τα αντίστοιχα τοπωνύμια, αποτελεί

λανθασμένη πρακτική. Μια πληροφορήτρια άσκησε αντίστοιχη κριτική στη χρήση

ενός αρχικοποιημένου χειροκινητικού νοήματος για το ΣΑΜΟΣ που επιχειρεί να

αντικαταστήσει το παλιότερο χειροκινητικό νόημα, ενώ είδαμε ποια ήταν η κατάληξη

της συζήτησης σχετικά με το ΚΥΨΕΛΗ (το παραδοσιακό χειροκινητικό νόημα

υιοθετήθηκε από την ομιλήτρια απέναντι στο αρχικοποιημένο).

Το ζήτημα των αρχικοποιημένων χειροκινητικών νοημάτων φαίνεται ότι

απασχολεί αρκετά τα μέλη της κοινότητας. Οι περισσότεροι πληροφορητές υπήρξαν

διστακτικοί ως προς την υιοθέτηση της συγκεκριμένης πρακτικής δανεισμού. Μια

πληροφορήτρια αναφέρθηκε στην οπτική διάσταση της ΕΝΓ, τονίζοντας ότι

χειροκινητικά νοήματα που προέρχονται από το δακτυλικό αλφάβητο έρχονται σε

αντίθεση με αυτήν τη διάσταση που αποτελεί τη βαθύτερη φύση της και καθιστούν

προβληματική και κουραστική την επικοινωνία.95 Όσοι υποστήριξαν τη δυνατότητα

δανεισμού μέσω του δακτυλικού αλφαβήτου, τόνισαν ότι πρέπει να γίνεται υπό

προϋποθέσεις. Συχνά τα αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα αντιμετωπίζονται ως

πρόχειρες επικοινωνιακές λύσεις που δεν μπορούν εύκολα να ενσωματωθούν στο

λεξικό της ΕΝΓ επειδή δεν πληρούν συγκεκριμένους γραμματικούς περιορισμούς του

οπτικοκινητικού καναλιού. Ορισμένες όμως φορές τέτοιες πρόχειρες λύσεις

παγιώνονται, δημιουργώντας διάφορα προβλήματα. Όσο και αν υπάρχει και για την

95 Οι πληροφορητές χαρακτήρισαν κουραστική και τη μεταφρασμένη νοηματική. Η συχνή χρήση αρκετών δάνειων στοιχείων από την ελληνική φθογγογλώσσα (π.χ. δακτυλικό αλφάβητο, στοματικές εικόνες) σε μια υβριδική ποικιλία μάλλον την καθιστά σχεδόν ξένη γλώσσα για τους νοηματιστές της ΕΝΓ, γι’ αυτό και κουραστική.

140

ΕΝΓ καθαριστικός λόγος από τους νοηματιστές της ενάντια στα δάνεια στοιχεία που

την αποκόπτουν από την ιστορία της, η αναφορά στην ανάγκη διατήρηση της

οπτικοκινητικής της παράδοσης ίσως δεν είναι απλά ένα μύθευμα ανάλογο με εκείνα

που αφορούν την ελληνική φθογγογλώσσα και ανήκουν στο χώρο της ιδεολογίας (βλ.

Χριστίδης 1999, Κακριδή- Ferrari 2007α), αλλά έχει πραγματικά γλωσσική βάση.

Είναι πιθανό να προκύψουν τα ίδια αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα για

διαφορετικές σημασίες. Για τα ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ, ΡΩΣΙΑ, ΡΗΜΑ χρησιμοποιείται η

χειρομορφή Ρ του δακτυλικού αλφαβήτου. Όταν δεν διαφοροποιείται η κίνηση,

παράγονται χειροκινητικά νοήματα που μοιάζουν μεταξύ τους και διακρίνονται με τη

χρήση στοματικών εικόνων. Όταν συζητήθηκε το θέμα κατά τη διάρκεια των

συνεντεύξεων, τρεις από τους πληροφορητές έκαναν τις δικές τους προτάσεις για το

χειροκινητικό νόημα του ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ. Οι δύο πρώτοι κατασκεύασαν σύνθετα

χειροκινητικά νοήματα από τη χειρομορφή Ρ και τα ΜΑΥΡΟ και ΟΧΙ αντίστοιχα. Ο

πληροφορητής της δεύτερης πρότασης, όταν ρωτήθηκε να σχολιάσει την πρόταση

ΡΜΑΥΡΟ, απάντησε ότι ο ρατσισμός δεν αφορά μόνο τους μαύρους. Κατά τη

γνώμη του, η δική του πρόταση βρίσκεται πιο κοντά στη σημασία του ρατσισμού,

καθώς υποδηλώνει την άρνηση (δηλαδή το ΟΧΙ) αποδοχής που χαρακτηρίζει μια

ρατσιστική συμπεριφορά. Ο τρίτος πληροφορητής πρότεινε ένα χειροκινητικό νόημα

που γίνεται και με τα δύο χέρια. Το ένα χέρι, που είναι το ενεργητικό σχηματίζει, τη

χειρομορφή Ρ πάνω στο άλλο χέρι, που είναι το παθητικό και σχηματίζει μια κλειστή

παλάμη.96 Η κίνηση της χειρομορφής Ρ πάνω στο παθητικό χέρι θυμίζει την κίνηση

του επίσης αμφίχειρου χειροκινητικού νοήματος ΔΙΩΧΝΩ (η διαφορά έγκειται στο

ότι το ενεργητικό χέρι έχει άλλη χειρομορφή).

Τα τρία προτεινόμενα χειροκινητικά νοήματα ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ δεν αξιοποιούν όλα

με τον ίδιο τρόπο το δανεισμό από το δακτυλικό αλφάβητο. Κατά τη γνώμη μου, η

πρόταση του τρίτου πληροφορητή είναι μάλλον πιο λειτουργική και πιο συνεπής με

τους γλωσσικούς κανόνες της ΕΝΓ. Φαίνεται ότι επιχειρεί να εντάξει τη χειρομορφή

96 Τα χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ μπορούν να γίνουν με το ένα χέρι ή και με τα δύο χέρια (αμφίχειρα χειροκινητικά νοήματα). Στα χειροκινητικά νοήματα που γίνονται με τα δύο χέρια, η κίνηση των δύο χεριών είναι είτε συμμετρική ανάμεσά τους ως προς ένα επίπεδο (π.χ. ΣΕΙΣΜΟΣ «τα δύο χέρια σε μπουνιά κινούνται ταυτόχρονα μακριά από το σώμα του νοηματιστή και προς το σώμα του νοηματιστή») ή ως προς ένα κέντρο (π.χ. ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ βλ. 4.2) είτε ασύμμετρη (π.χ. ΚΕΝΤΡΟ «το μεσαίο δάκτυλο του ενεργητικού χεριού κατεβαίνει απότομα και ακουμπά στο εσωτερικό της κλειστής παλάμης του παθητικού χεριού»), όπου το ενεργητικό χέρι κάνει την κίνηση του χειροκινητικού νοήματος, ενώ το παθητικό εμφανίζεται σε ουδέτερη θέση μπροστά από το σώμα. Σε άλλες νοηματικές γλώσσες (π.χ βρετανική νοηματική γλώσσα) υπάρχουν συγκεκριμένοι περιορισμοί στις πιθανές χειρομορφές που μπορεί να έχει το παθητικό χέρι (βλ. Kyle & Woll 1985.)

141

Ρ μέσα σε ένα χειροκινητικό νόημα που μοιάζει με τα αμφίχειρα χειροκινητικά

νοήματα της ΕΝΓ. Αντίθετα, οι προτάσεις για τα σύνθετα ΡΜΑΥΡΟ, ΡΟΧΙ, εκτός

από τα επιμέρους σημασιολογικά προβλήματα του ΡΜΑΥΡΟ δεν είναι αρκετά

φυσικές στην ΕΝΓ, καθώς σύνθετα χειροκινητικά νοήματα μάλλον προκύπτουν από

την ένωση δύο ήδη αυτόνομων χειροκινητικών νοημάτων στην ΕΝΓ. Η χειρομορφή

όμως Ρ δεν αποτελεί από μόνη της χειροκινητικό νόημα της ΕΝΓ. Ωστόσο, τα ίδια τα

μέλη της κοινότητας που χρησιμοποιούν την ΕΝΓ ως πρωταρχικό μέσο για την

επικοινωνία τους είναι εκείνα που θα επιλέξουν τον τύπο που θα επικρατήσει.

Διαπιστώνουμε ότι συχνά, τα παραγόμενα αρχικοποιημένα χειροκινητικά

νοήματα είναι πιθανό να δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα από εκείνα που

επιχειρούν να λύσουν (για την αποδοχή των αρχικοποιημένων χειροκινητικών

νοημάτων και σε άλλες νοηματικές γλώσσες βλ. Machabée & Dubuisson 1995 για τη

νοηματική γλώσσα του Κεμπέκ του Καναδά, Meir & Sandler 2008 για την ισραηλινή

νοηματική γλώσσα). Η σημασιολογική διαφάνεια ενός αρχικοποιημένου

χειροκινητικού νοήματος είναι μεγαλύτερη, όταν για το σχηματισμό του λαμβάνεται

υπόψη η γραμματική της ΕΝΓ και η οπτικοκινητική της τροπικότητα. Παρ’ όλα αυτά,

η επικράτηση ενός τύπου δεν εξαρτάται αναγκαστικά από τη γραμματική του

καταλληλότητα, αλλά επηρεάζεται και από τη δημοφιλία και το ρόλο του εισηγητή

του στην κοινότητα, όπως ξέρουμε καλά από τη γενικότερη συζήτηση του γλωσσικού

σχεδιασμού (βλ. 1.4.1 για τους ιεραποστόλους της γλώσσας). Αυτό πάντως που έχει

ενδιαφέρον είναι ότι τα αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα που προτείνονται

πολλές φορές δεν είναι αποτέλεσμα μιας επεξεργασμένης πρότασης που προέρχεται

από τη σύνθεση διαφόρων απόψεων. Αποτελούν συνήθως πρόχειρες ατομικές λύσεις,

γι’ αυτό άλλωστε δεν έχουν και ευρύτερη αποδοχή, όπως άλλωστε συμβαίνει και στις

φθογγογλώσσες για νεολογισμούς που τελικά δεν επικρατούν.

Συνοψίζοντας, το ελληνικό δακτυλικό αλφάβητο αποτελεί μια αρκετά χρήσιμη

επικοινωνιακή πρακτική, που χρησιμοποιείται κυρίως για την απόδοση κύριων

ονομάτων. Φαίνεται ότι προήλθε από την επεξεργασία αντίστοιχων δακτυλικών

αλφαβήτων άλλων νοηματικών γλωσσών, μέσα από πρωτοβουλίες των ίδιων των

Κωφών. Επειδή όμως δε χρησιμοποιήθηκε στην εκπαίδευση και η εμφάνισή του είναι

σχετικά πρόσφατη, δεν χρησιμοποιείται συστηματικά από όλους τους Κωφούς και

δεν έχει ενσωματωθεί ως δομικό στοιχείο στην ΕΝΓ, τουλάχιστον στο βαθμό που

κάτι τέτοιο έχει συμβεί σε άλλες νοηματικές γλώσσες. Ακόμη και για τα κύρια

142

ονόματα δε χρησιμοποιείται αποκλειστικά το δακτυλικό αλφάβητο, αλλά

αξιοποιούνται διάφορες επικοινωνιακές πρακτικές και, συνηθέστερα, ένας

συνδυασμός αυτών των πρακτικών. Επίσης, το ελληνικό δακτυλικό αλφάβητο δε

φαίνεται να χρησιμοποιείται συστηματικά για τη λεξικοποίηση αρχικοποιημένων

χειροκινητικών νοημάτων κατά το δανεισμό από την ελληνική φθογγογλώσσα. Η

«αλόγιστη» χρήση του θεωρείται μάλιστα ότι δε συνάδει με την παράδοση και τους

γραμματικούς κανόνες της ΕΝΓ και ορισμένες φορές ενεργοποιούνται καθαριστικές

πρακτικές από ορισμένα μέλη της κοινότητας. Τα πιο νεαρά μέλη, ωστόσο, φαίνεται

ότι το χρησιμοποιούν συχνότερα. Βέβαια, η χρήση του υπολείπεται σε σχέση με το

άλλο αποτέλεσμα της γλωσσικής επαφής της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα,

τη χρήση στοματικών εικόνων. Παρουσιάζει ενδιαφέρον το αν και πώς η

συστηματικότερη χρήση του θα συμβάλει στη γλωσσική αλλαγή της ΕΝΓ. Αρκετοί

επισημαίνουν την ανάγκη για λεξιλογικό εμπλουτισμό της ΕΝΓ που θα επιχειρεί να

καλύψει τις νέες ανάγκες λαμβάνοντας όμως υπόψη τη γραμματική και την παράδοση

της ΕΝΓ.

4.4 Η επαφή της ΕΝΓ με άλλες νοηματικές γλώσσες

Η Trude Schermer, ολλανδή γλωσσολόγος προσκεκλημένη στο Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου στην Αθήνα, μόλις έχει τελειώσει την ομιλία της σχετικά με τη μεθοδολογία καταγραφής και τεκμηρίωσης νέου λεξιλογίου που εφαρμόζεται στο Κέντρο Ολλανδικής Νοηματικής Γλώσσας το οποίο διευθύνει. Η ομιλία της αποτελεί μέρος ενός σεμιναρίου (24-11-2007) στο πλαίσιο του προγράμματος «Πολιτική Ζωή με Νόημα» της Βουλής των Ελλήνων, που παρακολουθούν δάσκαλοι και διερμηνείς ΕΝΓ. Η Schermer θέλει να επιβεβαιώσει αν τα χειροκινητικά νοήματα που έχουν συμπεριληφθεί στο λεξικό του ολλανδικού κέντρου για την «Αθήνα» και την «Ελλάδα» είναι πράγματι αυτά που χρησιμοποιούνται στην ΕΝΓ. Εξηγεί ότι υπάρχει η τάση στην ολλανδική νοηματική γλώσσα (ΟΝΓ) να δανείζονται για ξένα τοπωνύμια τα χειροκινητικά νοήματα των εκάστοτε νοηματικών γλωσσών. Το γεγονός ότι βρίσκεται στην Αθήνα είναι μια καλή ευκαιρία να ελέγξει την ορθότητα των ελληνικών δάνειων χειροκινητικών νοημάτων της ΟΝΓ για την «Αθήνα» και την «Ελλάδα».

Η συζήτηση ανάβει. Προκύπτουν διάφορα ζητήματα. Το χειροκινητικό νόημα της ΕΝΓ για την «Αθήνα» δε διαφοροποιείται από τα χειροκινητικά νοήματα για την «πόλη» και την «πρωτεύουσα». Το χειροκινητικό νόημα της ΟΝΓ για την «Ελλάδα» είναι λίγο διαφορετικό(αλλάζει ο προσανατολισμός της παλάμης) από το αντίστοιχο της ΕΝΓ,αλλά μάλλον είναι αυτό που χρησιμοποιείται στη Θεσσαλονίκη. Ένας δάσκαλος ΕΝΓ παρεμβαίνει και αναρωτιέται κατά πόσο αυτή η τάση που εμφανίζεται και σε άλλες νοηματικές γλώσσες, συνεπώς και στην ΕΝΓ, να δανείζονται δηλαδή για ξένα τοπωνύμια τα χειροκινητικά νοήματα των

143

εκάστοτε νοηματικών γλωσσών, πρέπει να επικρατεί ακόμη και ότανυπάρχουν ήδη στην ΕΝΓ χειροκινητικά νοήματα για κάποια τοπωνύμια. Θεωρεί ότι ο «ανεξέλεγκτος» δανεισμός έρχεται σε αντίθεση με την παράδοση κάθε νοηματικής γλώσσας. Η συζήτηση των συμμετεχόντων επεκτείνεται σχετικά κα σε άλλα τοπωνύμια.

Έχοντας ήδη εξετάσει τα αποτελέσματα της γλωσσικής επαφής της ΕΝΓ με την

ελληνική φθογγογλώσσα και τα διάφορα ζητήματα που προκύπτουν ως προς το

γλωσσικό της σχεδιασμό, έχει ενδιαφέρον να εξεταστεί η επαφή της ΕΝΓ με άλλες

νοηματικές γλώσσες. Σήμερα, εξαιτίας της ολοένα αυξανόμενης επαφής των ελλήνων

Κωφών με Κωφούς από άλλες χώρες για ακτιβιστικούς, επιστημονικούς, αθλητικούς,

καλλιτεχνικούς και τουριστικούς λόγους είναι περισσότερο εμφανείς οι επαφές της

ΕΝΓ με άλλες νοηματικές γλώσσες. Φαίνεται ωστόσο ότι η ΕΝΓ από τα πρώτα της

βήματα δέχτηκε επιδράσεις από άλλες νοηματικές γλώσσες.97

Αν και δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία, ανεπίσημες πληροφορίες

αναφέρουν ότι η ΕΝΓ έχει τις ρίζες της στην γαλλική νοηματική γλώσσα και την

αμερικανική νοηματική γλώσσα. Η Σαπουντζάκη (Sapountzaki 2005) παραπέμπει

στη βάση δεδομένων του Summer Institute of Linguistics (βλ. πηγές-βιβλιογραφία),

όπου αναφέρεται ότι, σύμφωνα με έρευνες του πανεπιστημίου του Gallaudet, η ΕΝΓ

προέρχεται από την ΑΝΓ, τη γαλλική νοηματική γλώσσα και αυτόχθονες νοηματικές

γλώσσες που ήρθαν σε επαφή τη δεκαετία του 1950 στον ελλαδικό χώρο.

Οι επιδράσεις από την ΑΝΓ και τη γαλλική νοηματική γλώσσα δικαιολογούνται

από στοιχεία σχετικά με την ιστορία της εκπαίδευσης των κωφών και μάλλον

συνέβησαν νωρίτερα από τη δεκαετία του 1950. Υπάρχουν πληροφορίες ότι η

εκπαίδευση των κωφών στη Μικρά Ασία ακολουθούσε το γαλλικό εκπαιδευτικό

σύστημα. Τη δεκαετία του 1920 κωφοί μαθητές, οι οποίοι προφανώς αποτέλεσαν τον

αρχικό πυρήνα της κοινότητας, μεταφέρθηκαν από τη Μικρά Ασία αρχικά στη Σύρο

και στη συνέχεια στην Αθήνα. Παράλληλα, ορισμένοι από τους πρώτους

εκπαιδευτικούς επιμορφώθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και προφανώς,

97 Η χρήση νοηματικής γλώσσας στον ελλαδικό χώρο αναφέρεται ήδη από την αρχαία εποχή. Στον πλατωνικό διάλογο Κρατύλος γίνεται λόγος για τις χειρονομίες που χρησιμοποιούν οι κωφοί για να επικοινωνούν μεταξύ τους (Λαμπροπούλου 1999, Παπασπύρου 2009). Είναι ωστόσο αμφίβολο και δύσκολο να διερευνηθεί κατά πόσο οι κοινότητες των Κωφών που δημιουργήθηκαν σε διάφορες εποχές και οι νοηματικές τους γλώσσες μπόρεσαν, εξαιτίας των προκαταλήψεων σε βάρος τους, να διατηρήσουν τη συνοχή τους και την ιστορική τους συνέχεια με το πέρασμα των αιώνων. Επομένως, κάνοντας λόγο για ΕΝΓ μάλλον μιλάμε για μια γλώσσα που δημιουργήθηκε τον τελευταίο κυρίως αιώνα, όπου οι συνθήκες ήταν πιο πρόσφορες για την ανάπτυξη και την εξέλιξή της (βλ. 4.1.1).

144

επιστρέφοντας στην Ελλάδα, χρησιμοποίησαν με τους μαθητές τους χειροκινητικά

νοήματα της ΑΝΓ (Λαμπροπούλου 1999).

Η απουσία συστηματικών μελετών της ΕΝΓ από τα πρώτα χρόνια ανάπτυξής

της, στις αρχές του 20ού αιώνα, δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων

για το μέγεθος και τη σημασία αυτών των επιδράσεων στην εξέλιξη της ΕΝΓ. Τη

μόνη πηγή για αυτές τις επιδράσεις αποτελούν ανέκδοτες και ανεπίσημες

πληροφορίες των ίδιων των Κωφών. Η επίδραση της γαλλικής νοηματικής γλώσσας

στα πρώτα βήματα της ΕΝΓ επιβεβαιώθηκε πάντως από αρκετούς από τους

πληροφορητές της έρευνας. Ένας πληροφορητής έδωσε τις παρακάτω πληροφορίες,

που άντλησε ο ίδιος από άλλους Κωφούς, μεγαλύτερης ηλικίας:

(23)

Πρόσφατα μίλησα με ορισμένους Κωφούς και από αυτά που συζητήσαμε κατάλαβα ότι

η νοηματική μάλλον άρχισε να χρησιμοποιείται γύρω στο 1910, ίσως και νωρίτερα.

Υπάρχουν ουσιαστικά δύο δρόμοι από τους οποίους προήλθε η νοηματική. Το 1920

κάποιος ακούων από την Αμερική συγκέντρωσε τα κωφά παιδιά στο νησί της Σύρου και

έφτιαξε ένα σχολείο. Νωρίτερα όμως, όπως μου είπε ένας Κωφός, το 1914 ή το 1915,

όταν ήταν δώδεκα χρονών, γνώρισε μια παρέα Κωφών περίπου δεκαπέντε άτομα που

ήταν μεγαλύτεροι στην ηλικία [η παρέα αυτή ζούσε στην Αθήνα]. Τα άτομα αυτά ήταν

πάνω από είκοσι χρονών, χρησιμοποιούσαν νοηματική και ο ένας από αυτούς ήταν από

τη Γαλλία. Επομένως η νοηματική είναι πιθανό να υπήρχε ήδη από το 1900.

Από το παραπάνω απόσπασμα προκύπτει ότι ο πρώτος πυρήνας της κοινότητας

των Κωφών ανάγεται στις αρχές του 20ού αιώνα και προϋπήρχε της δημιουργίας

ειδικού σχολείου και της οργάνωσης της εκπαίδευσης των κωφών, που φαίνεται ότι

αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1920 με αμερικανική πρωτοβουλία. Βέβαια, καθώς η

παραπάνω πληροφορία βασίζεται σε αφηγήσεις άλλων προσώπων και δεν προέρχεται

από την προσωπική μαρτυρία του ίδιου του πληροφορητή θα πρέπει να

αντιμετωπιστεί με επιφύλαξη. Ο πληροφορητής δεν είναι αρκετά συγκεκριμένος ως

προς τις χρονολογίες που αναφέρει. Πολλές φορές οι αφηγήσεις που αναφέρονται στη

γένεση μιας κοινότητας αποκτούν μυθικές διαστάσεις, στην προσπάθεια των μελών

της κοινότητας να ενδυναμώσουν το κύρος και την αυτοπεποίθηση της ομάδας στην

οποία ανήκουν. Είναι πιθανό οι έλληνες Κωφοί, παρουσιάζοντας την ιστορία τους να

επιχείρησαν να τοποθετήσουν το ξεκίνημά της βαθύτερα στο χρόνο, διαμορφώνοντας

γλωσσικές ιδεολογίες σχετικά με την προέλευση της γλώσσας τους. Χαρακτηριστικά,

145

μια πληροφορήτρια με έμφαση και υπερηφάνεια τοποθέτησε τις καταβολές της ΕΝΓ

πριν από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, προφανώς επικαλούμενη την πηγή

από τον Πλάτωνα.98

Παρ’ όλα αυτά, η επίδραση της γαλλικής νοηματικής γλώσσας στο ξεκίνημα

της ΕΝΓ επιβεβαιώνεται και από άλλες μαρτυρίες, αλλά και από ενδείξεις στη

σημερινή κατάσταση της ΕΝΓ. Σχετικά με τον γάλλο Κωφό και τον καθοριστικό του

ρόλο στην εξέλιξη της ΕΝΓ μια άλλη πληροφορήτρια ανέφερε:

(24)

Υπάρχει η φήμη ότι δύο από τα ιδρυτικά μέλη του θρησκευτικού σωματείου «Προφήτης

Ζαχαρίας» πρωτοστάτησαν στη διάδοση της νοηματικής. Παλιότερα υπήρχαν

διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα για ορισμένες έννοιες και κάποια από αυτά ήταν

ντροπιαστικά. Για παράδειγμα το ΤΟΥΑΛΕΤΑ παρέπεμπε σε μια κίνηση όπου ο

νοηματιστής έδειχνε ότι κατεβάζει το βρακί του. Οι δύο αυτοί Κωφοί είχαν έναν φίλο

που πήγε στη Γαλλία και έμαθε τη νοηματική. Πήγε σχολείο; Δούλεψε; Παντρεύτηκε;

Δε γνωρίζω ακριβώς. Πάντως, όταν επέστρεψε και είδε τα χειροκινητικά νοήματα που

έκαναν οι Κωφοί εδώ στην Ελλάδα τους είπε: «Είναι βλάχικος ο τρόπος που

νοηματίζετε. Πρέπει να τον αλλάξετε.» Και έτσι οι άλλοι Κωφοί υιοθέτησαν τα

χειροκινητικά νοήματα που τους πρότεινε, όπως για παράδειγμα για τις μέρες της

εβδομάδας, που προέρχονται από τη γαλλική νοηματική γλώσσα.

Στο παραπάνω απόσπασμα δε διευκρινίζεται ποια ήταν ακριβώς η σχέση αυτού του

Κωφού με τη Γαλλία ούτε αν πράγματι ήταν Γάλλος, αναφέρεται όμως ότι βοήθησε

τα υπόλοιπους Κωφούς να επεκτείνουν και να βελτιώσουν το λεξιλόγιο της

νοηματικής γλώσσας που χρησιμοποιούσαν, εισάγοντας γαλλικά χειροκινητικά

νοήματα. Φαίνεται ότι αρκετά από τα παλιότερα χειροκινητικά νοήματα που

χρησιμοποιούσαν αρχικά οι έλληνες Κωφοί ήταν εικονικά και έμοιαζαν με

παντομίμα, γι’ αυτό και αντιμετωπίστηκαν υποτιμητικά. Η τάση κατά την εξέλιξη της

ΕΝΓ είναι τα χειροκινητικά νοήματα να γίνονται πιο σύντομα και πιο συμβατικά.99

Προς αυτήν την κατεύθυνση βοήθησε η επαφή με πιο εξελιγμένες νοηματικές

γλώσσες, όπως η γαλλική νοηματική γλώσσα. 98 Η προέλευση της ΕΝΓ δεν αποτελεί πρωταρχικό στόχο της παρούσας έρευνας. Προκειμένου όμως να περιγραφεί η εξέλιξή της, που σε αρκετές περιπτώσεις ερμηνεύει και την ποικιλομορφία της, κρίθηκε σκόπιμο να αξιοποιηθούν σχετικές πληροφορίες οι οποίες προέκυψαν κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων. 99 Ανάλογη τάση χαρακτηρίζει την εξέλιξη και άλλων νοηματικών γλωσσών (βλ. ενδεικτικά για την ισραηλινή νοηματική γλώσσα Meir & Sandler 2008).

146

Αρκετοί πληροφορητές, μιλώντας για την εξέλιξη της ΕΝΓ ανέφεραν ως

παράδειγμα την αντικατάσταση των παλιών χειροκινητικών νοημάτων για τις μέρες

της εβδομάδας, που είχαν μάλλον εικονική προέλευση, με αρχικοποιημένα

χειροκινητικά νοήματα από τη γαλλική νοηματική γλώσσα. Τα παλιά χειροκινητικά

νοήματα παρέπεμπαν σε συνήθειες που γίνονταν τις συγκεκριμένες μέρες της

εβδομάδας. Για παράδειγμα η Τετάρτη παρέπεμπε στο ζύμωμα του ψωμιού, το

Σάββατο στο μπάνιο που έκαναν, η Παρασκευή στη λαϊκή αγορά, η Κυριακή στην

εκκλησία. Αντίθετα, σήμερα χρησιμοποιούνται για τις ημέρες της εβδομάδας

αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα από τις γαλλικές λέξεις. Για παράδειγμα,

χρησιμοποιείται η χειρομορφή L για τη Δευτέρα (Lundi), η M για την Τρίτη (Mardi),

η V για την Παρασκευή (Vendredi).

Επομένως, η ΕΝΓ, όπως και οι περισσότερες νοηματικές γλώσσες στον

κόσμο,100 αναδύθηκε από τον συνδυασμό (α) των χειροκινητικών νοημάτων μιας

ομάδας ατόμων που ζούσε στα αστικά κέντρα, (β) των σπιτικών χειροκινητικών

νοημάτων που αναπτύχθηκαν περαιτέρω στο ειδικό σχολείο με τις αλληλεπιδράσεις

των κωφών μαθητών, (γ) των χειροκινητικών νοημάτων που χρησιμοποίησαν και

κατασκεύασαν οι εκπαιδευτικοί, αλλά και (δ) της επαφής με άλλες νοηματικές

γλώσσες. Υπήρξαν πληροφορητές που παραδέχτηκαν ότι δεν έχουν όλα τα

χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ ελληνική προέλευση. Ανεπίσημες παρατηρήσεις των

ίδιων των Κωφών αναφέρουν επίσης επιδράσεις στην ΕΝΓ από νοηματικές γλώσσες

στα Βαλκάνια και την Τουρκία (Antzakas 2006).

Σχετικά με τους ιστορικούς δεσμούς ανάμεσα στις διάφορες νοηματικές

γλώσσες έχουν γίνει διάφορες μελέτες. Ο Anderson (1979) υπήρξε ένας από τους

λίγους γλωσσολόγους που επιχείρησε να ταξινομήσει τις νοηματικές γλώσσες σε

οικογένειες, κατασκευάζοντας δενδροδιαγράμματα αντίστοιχα με τις φθογγογλώσσες.

Ομαδοποίησε τις νοηματικές γλώσσες συγκρίνοντας χειροκινητικά νοήματα και τα

δακτυλικά τους αλφάβητα (βλ. Woll κ.ά. 2001). Άλλοι ερευνητές αξιοποίησαν τη

μέθοδο της γλωσσοχρονολογίας (glottochronology) (Gudschinsky 1956), η οποία

βασίζεται στην αρχή ότι οι γλώσσες αλλάζουν με ένα συγκεκριμένο ρυθμό.

Μετρώντας επομένως τα ποσοστά των κοινών λέξεων του βασικού λεξιλογίου δύο

γλωσσών, μπορούμε να διαπιστώσουμε (α) αν έχουν ιστορική συγγένεια, (β) το

βαθμό που σχετίζονται μεταξύ τους και (γ) το πότε απομακρύνθηκε η μια γλώσσα

100 Για ανάλογη πορεία της Auslan βλ. Johnston & Schembri 2007.

147

από την άλλη. Ως πιο γνωστό εργαλείο της γλωσσοχρονολογίας θεωρείται η λίστα

λέξεων του Swadesh (1972) που περιλαμβάνει 100 αντικείμενα τα οποία είναι μάλλον

κοινά σε όλες τις κοινωνίες. Οι ερευνητές που επιχείρησαν να εφαρμόσουν τη μέθοδο

της γλωσσοχρονολογίας στις νοηματικές γλώσσες (βλ. μεταξύ άλλων Woodward

1978, Kyle & Woll 1985, McKee & Kennedy 2000) έπρεπε να προσαρμόσουν τη

λίστα λέξεων του Swadesh στις κουλτούρες των κοινοτήτων των Κωφών στον

αναπτυγμένο κόσμο και να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα ότι η ομοιότητα ορισμένων

χειροκινητικών νοημάτων των συγκρινόμενων νοηματικών γλωσσών ενδεχομένως

οφείλεται στην εικονική τους προέλευση και όχι στην ιστορική συγγένεια των

νοηματικών γλωσσών.

Δυστυχώς δεν υπάρχουν αντίστοιχες έρευνες για τη σύγκριση της ΕΝΓ με

άλλες νοηματικές γλώσσες. Η απουσία συστηματικής λεξικογράφησης (Μερτζάνη

2005) και η ελλιπής καταγραφή της ΕΝΓ δεν διευκολύνει τη διεξαγωγή τέτοιων

μελετών. Αναπόφευκτα, τα όποια συμπεράσματα, όσον αφορά τη σχέση της ΕΝΓ με

άλλες νοηματικές γλώσσες, μπορούν να εξαχθούν, όπως αναφέρθηκε, μόνο από τις

ανεπίσημες παρατηρήσεις των ίδιων των νοηματιστών, γι’ αυτό και είναι

περιορισμένα. Επίσης, είναι πιθανό σήμερα αρκετοί νοηματιστές να μη γνωρίζουν

την ξενική προέλευση των χειροκινητικών νοημάτων που χρησιμοποιούν. Επομένως,

κάποια στιγμή μια δάνεια λέξη, ανάλογα με την παλαιότητα της και την ένταξή της

στο σύστημα της αποδέκτριας γλώσσας, παύει να θεωρείται ξένη και γίνεται

αναπόσπαστο τμήμα της γλώσσας που τη δανείστηκε (Mesthrie κ.ά. 2000).101

Υπάρχουν ωστόσο ενδείξεις ότι τα τελευταία χρόνια η ΕΝΓ δανείζεται ολοένα

περισσότερο χειροκινητικά νοήματα από νοηματικές γλώσσες με αυξημένο κύρος,

των οποίων η επιστημονική έρευνα βρίσκεται σε πιο προχωρημένο στάδιο και,

κυρίως, από την ΑΝΓ, της οποίας το κύρος αναγνωρίζεται διεθνώς (Johnston &

Schembri 2007). Τέτοιες επιδράσεις ευνοούνται από τις συχνότερες επαφές των

ελλήνων Κωφών με άλλους Κωφούς, κυρίως από την Ευρώπη, με τη συμμετοχή τους

σε διεθνείς οργανώσεις, επιστημονικά συνέδρια, αθλητικές και καλλιτεχνικές

εκδηλώσεις. Επιπλέον, τις τελευταίες δεκαετίες ορισμένα μέλη της κοινότητας με

επιρροή βρέθηκαν για σπουδές και/ή για επαγγελματικούς λόγους στο εξωτερικό 101 Για την ελληνική φθογγογλώσσα δάνειες λέξεις από παλιότερες φάσεις της ιστορίας της, π.χ. από τα εβραϊκά και τα λατινικά, δεν προδίδουν τη ξενική τους προέλευση, γι’ αυτό και δε στιγματίζονται αρνητικά. Η αναγνώρισή τους ως ξένες προϋποθέτει εξειδικευμένες γλωσσολογικές γνώσεις (Τομπαΐδης 1985) και έτσι δεν αμφισβητείται η αδιάκοπη συνέχεια και το γόητρο της ελληνικής γλώσσας που αποτελούν βασικά ιδεολογήματα για την ελληνική φθογγογλώσσα (βλ. Χριστίδης 2001α).

148

(κυρίως σε Η.Π.Α, Γερμανία και Μεγάλη Βρετανία) και, επιστρέφοντας στην

Ελλάδα, μετέφεραν χειροκινητικά νοήματα από τις αντίστοιχες νοηματικές γλώσσες,

εμπλουτίζοντας το λεξιλόγιο της ΕΝΓ. Με άλλα λόγια υπάρχουν περισσότεροι

δίγλωσσοι ομιλητές στην ΕΝΓ και σε κάποια άλλη νοηματική γλώσσα που εισάγουν

δάνεια στην ΕΝΓ. Θα είχε ενδιαφέρον να μελετηθούν συστηματικότερα το εύρος και

η λειτουργία αυτών των πρόσφατων επιδράσεων.

Φαίνεται ότι, ανάλογα με άλλες νοηματικές γλώσσες,102 η ΕΝΓ έχει την τάση

να δανείζεται για τα ονόματα των ξένων χωρών τα αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα

που χρησιμοποιούνται σε αυτές τις χώρες. Αυτό δε συμβαίνει μόνο όταν δεν

υπάρχουν χειροκινητικά νοήματα για τις αντίστοιχες χώρες, για παράδειγμα ΠΕΡΟΥ,

αλλά και για να αντικατασταθούν χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ που θεωρούνται

προσβλητικά, όπως για παράδειγμα το παλιό χειροκινητικό νόημα ΚΙΝΑ, που

παραπέμπει στα σχιστά μάτια των Κινέζων.103 Βέβαια, όπως φάνηκε στο περιστατικό

στην αρχή του υποκεφαλαίου, ακόμη και αυτή η τακτική που φαίνεται να έχει

ευρύτερη αποδοχή δεν γίνεται καθολικά αποδεκτή, λόγω κυρίως της υπάρχουσας

ποικιλότητας στη χρήση της ΕΝΓ από τους έλληνες Κωφούς.

Ορισμένοι εκφράζουν τον προβληματισμό τους σχετικά με τον υπερβολικό

δανεισμό από άλλες νοηματικές γλώσσες, ειδικά όταν τα δάνεια αντικαθιστούν

υπάρχοντα χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ. Χαρακτηριστικά η Κωνσταντίνα104

ανέφερε:

(25)

Αυτή τη στιγμή οι περισσότεροι δανείζονται ξένα χειροκινητικά νοήματα. Εγώ διαφωνώ

με αυτήν την τακτική. Εφόσον υπάρχουν αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα στην ΕΝΓ

τότε δεν υπάρχει λόγος να δανειζόμαστε ξένα. Από την άλλη μεριά, αν για κάποια λέξη

δεν υπάρχει αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα, τότε μπορούμε να δανειστούμε το πιο

ταιριαστό από κάποια ξένη νοηματική γλώσσα. Για την απόδοση των ονομάτων χωρών

για τις οποίες δεν υπάρχουν ελληνικά χειροκινητικά νοήματα μπορούμε να δανειστούμε

102 Αναφέρθηκε ότι ανάλογη πρακτική έχει η ολλανδική νοηματική γλώσσα και οι Valli & Lucas(2000) παραθέτουν ανάλογα παραδείγματα από την ΑΝΓ.103 Ορισμένες δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμοί του ελληνικού κράτους έχουν προβεί σε αντίστοιχες ενέργειες για αλλαγή της διεθνούς ονομασίας της Ελλάδας (Hellas αντί Greece) επιχειρώντας ουσιαστικά γλωσσικό σχεδιασμό στην αγγλική γλώσσα! Με αφορμή τις αναγγελίες “Welcome toHellas” της Ολυμπιακής Αεροπορίας, ο Βατόπουλος (1997) σχολιάζει ιδιαίτερα καυστικά τη συγκεκριμένη τακτική που αντανακλά αντιλήψεις εθνικής καθαρότητας και ανωτερότητας των Ελλήνων, οι οποίες προφανώς ανάγονται στη σφαίρα του εθνικού μας μύθου.104 Όπως αναφέρθηκε στο 2.3, για τη διευκόλυνση του αναγνώστη χρησιμοποιούνται ψευδώνυμα για ορισμένους πληροφορητές, σχόλια των οποίων αναλύονται εκτενέστερα σε περισσότερα σημεία της διατριβής.

149

εκείνα που χρησιμοποιούν οι εκεί κοινότητες των Κωφών. Για ποιον όμως λόγο πρέπει

να δανειστούμε το χειροκινητικό νόημα DVD από την ΑΝΓ τη στιγμή που υπάρχει ήδη

ένα άλλο στην ΕΝΓ; Ή γιατί να χρησιμοποιούμε το αμερικανικό χειροκινητικό νόημα

ΑΛΚΟΟΛ εφόσον υπάρχει αντίστοιχο ελληνικό εδώ και χρόνια; Επειδή κάποιος έκανε

πολλά ταξίδια στην Αμερική, το έμαθε και το υιοθέτησε, πρέπει να το διαδώσουμε;

Σημασία έχει ότι η πλειονότητα των Κωφών χρησιμοποιεί το ελληνικό χειροκινητικό

νόημα. Το αν κάποιος θέλει να χρησιμοποιεί το αμερικανικό στην παρέα του είναι δικό

του θέμα. Τι δηλαδή, θα πετάξουμε τα ελληνικά χειροκινητικά νοήματα στα σκουπίδια;

Στο παραπάνω απόσπασμα η Κωνσταντίνα θέτει διάφορα ζητήματα σχετικά με

το δανεισμό ξένων χειροκινητικών νοημάτων. Φαίνεται ότι και για την ΕΝΓ

αναπτύσσεται καθαριστικός λόγος σε σχέση με το δανεισμό από ξένες γλώσσες. Ο

γλωσσικός δανεισμός αντιμετωπίζεται αρνητικά, ενεργοποιεί αμυντικά

αντανακλαστικά της νοηματίστριας και θεωρείται επικίνδυνος για το μέλλον της

ΕΝΓ. Πολλές φορές, όπως επισημαίνει ο Μοσχονάς (1999), τέτοιες καθαριστικές

απόψεις «δε συγκροτούν επιχειρήματα αλλά μυθολογίες που παρουσιάζονται ως

γνωστικές και πολιτισμικές συμβάσεις, ως αυτονόητες και αδιαμφισβήτητες παραδοχές

για τη φύση της γλώσσας», γι’ αυτό άλλωστε δεν είναι εύκολο να ανασκευαστούν

λογικά. Είναι πιθανό ο καθαριστικός λόγος που κινδυνολογεί για το μέλλον μιας

γλώσσας να μην είναι αποκλειστικά ένας λόγος για τη γλώσσα, αλλά ένας λόγος που

εμπεριέχει και άλλου είδους ιδεολογίες και αντιλήψεις (Μοσχονάς 2005).105 Γι’ αυτό

το λόγο θα επιχειρήσω στη συνέχεια να αναλύσω προσεκτικά τα παραπάνω σχόλια

της Κωνσταντίνας εστιάζοντας κυρίως στις απαντήσεις των παρακάτω ερωτημάτων:

(α) Σε ποιο βαθμό οι παρατηρήσεις και τα σχόλια της πληροφορήτριας

αντανακλούν την πραγματική κατάσταση;

(β) Σε τι ακριβώς συνίσταται η διαφωνία της πληροφορήτριας σχετικά με την

πρακτική του δανεισμού;

(γ) Πόσο συμμερίζονται τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας ανάλογες απόψεις;

Η λέξη DVD αναφέρεται σε μια πρόσφατη τεχνολογική εφεύρεση, τους

ψηφιακούς δίσκους βίντεο, και αποτελεί αγγλικό ακρώνυμο, το οποίο δανείστηκε

αυτούσιο και η ελληνική φθογγογλώσσα. Το ελληνικό χειροκινητικό νόημα DVD για

το οποίο κάνει λόγο η Κωνσταντίνα δεν είναι ένα αρκετά παλιό χειροκινητικό νόημα,

105 Για τις φθογγογλώσσες ανάλογες ιδεολογίες αφορούν την κατασκευή εθνικής ταυτότητας των ομιλητών τους.

150

όπως υποστηρίζει, αλλά πρόκειται ουσιαστικά για ένα λεξικοποιημένο χειροκινητικό

νόημα με δακτυλικό αλφάβητο του αμερικανικού δακτυλικού αλφαβήτου (d-v-d) και

γίνεται με το ένα χέρι.106 Το αμερικανικό χειροκινητικό νόημα χρησιμοποιεί τα δύο

χέρια που σχηματίζουν τη χειρομορφή D (ή Δ) και διασταυρώνονται μεταξύ τους

σχηματίζοντας ένα V. Είναι πιθανό τα δύο χειροκινητικά νοήματα να εισήχθησαν

παράλληλα στο λεξικό της ΕΝΓ και ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο ποιο θα επικρατήσει

(αυτή τη στιγμή χρησιμοποιούνται μάλλον ισόποσα και τα δύο). Επίσης, είναι πιθανό

το χειροκινητικό νόημα που γίνεται με το ένα χέρι και το οποίο η Κωνσταντίνα

θεωρεί ελληνικό στις συνειδήσεις ορισμένων νοηματιστών να φαντάζει εξίσου ξένο

γιατί αποτελεί ένα λεξικοποιημένο χειροκινητικό νόημα με δακτυλικό αλφάβητο (και

μάλιστα το αμερικανικό).

Όσον αφορά το χειροκινητικό νόημα ΑΛΚΟΟΛ, η ελληνική παραλλαγή είναι

παρόμοια με το χειροκινητικό νόημα ΠΙΝΩ και η διάκριση τους γίνεται μάλλον με τη

χρήση στοματικής εικόνας. Είναι επομένως πιθανό ο νοηματιστής που δανείστηκε το

αμερικανικό χειροκινητικό νόημα (στο οποίο δεν είναι απαραίτητη η χρήση

στοματικής εικόνας) να ήθελε να αποφύγει αυτήν την αμφισημία.

Η αθρόα εισαγωγή ορολογίας στους τομείς κυρίως της τεχνολογίας και των

επιστημών συνηθίζεται σε κοινωνίες στις οποίες απουσιάζει η παραγωγή τεχνολογίας

ή επιστημονικής γνώσης (Κακριδή-Ferrari 2001α). Στην ελληνική φθογγογλώσσα

υπάρχουν παραλλαγές τύπων (variants) για το ίντερνετ (διαδίκτυο) και το μέιλ

(ηλεκτρονικό ταχυδρομείο), επειδή τα μεταφραστικά δάνεια δεν κατόρθωσαν να

αντικαταστήσουν τους καθιερωμένους ξένους όρους.107 Στην ΕΝΓ, όπως συμβαίνει

για το DVD, έτσι και για τα χειροκινητικά νοήματα CD, ΙΝΤΕΡΝΕΤ, ΜΕΙΛ

υπάρχουν παραλλαγές τύπων, που ορισμένες φορές είναι περισσότερες από δύο.

Αυτό μάλλον συμβαίνει, γιατί, για καινούργιες έννοιες, στην ΕΝΓ είτε παράλληλα

κατασκευάζονται είτε εισάγονται ως προϊόντα δανεισμού από άλλες νοηματικές (ή

και από άλλες φθογγογλώσσες) περισσότεροι τύποι. Μέχρι να επικρατήσει ο ένας

τύπος, οι παραλλαγές συνυπάρχουν. Ορισμένες μάλιστα φορές κάποιες παραλλαγές

τύπων έχουν συγκεκριμένα κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται

σε συγκεκριμένες ποικιλίες, όπως και στις φθογγογλώσσες (για παράδειγμα

106 Η χειρομορφή βέβαια D ταυτίζεται με τη χειρομορφή Δ του ελληνικού δακτυλικού αλφαβήτου, αλλά δεν υπάρχει η χειρομορφή V στο ελληνικό δακτυλικό αλφάβητο.107 Τα μεταφραστικά δάνεια διαδίκτυο και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο φαίνεται ότι χρησιμοποιούνται κυρίως σε συγκεκριμένα επίπεδα ύφους (για παράδειγμα σε γραπτά κείμενα) (βλ. Πάντου-Κίκκου2006).

151

χρησιμοποιείται διαφορετική παραλλαγή του χειροκινητικού νοήματος ΙΝΤΕΡΝΕΤ

σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη). Εξαιτίας όμως της απουσίας προτυποποίησης της ΕΝΓ,

της μη συστηματικής της διδασκαλίας και της μη δραστηριοποίησης ενός επίσημου

φορέα στην απόδοση ορολογίας για την ΕΝΓ (με εξαίρεση περιορισμένες και

αποσπασματικές δράσεις κυρίως από την ΟΜΚΕ), καθυστερεί η επικράτηση ενός

μόνο τύπου.

Αν και τα παραδείγματα που παραθέτει η Κωνσταντίνα δεν είναι ιδιαίτερα

επιτυχημένα και εξασθενίζουν τα επιχειρήματά της, με τον καθαριστικό της λόγο

φαίνεται ότι προβάλλει το αίτημα για προτυποποίηση της ΕΝΓ, η οποία μάλλον

καθυστερεί. Διαφωνεί με την τάση που επικρατεί κάθε παρέα νοηματιστών να

χρησιμοποιεί τα δικά της χειροκινητικά νοήματα για ορισμένες έννοιες. Ασκεί

κριτική στην υιοθέτηση χειροκινητικών νοημάτων από ξένες νοηματικές γλώσσες για

λόγους μόδας. Τα συνυποδηλωτικά όμως δάνεια (δάνεια πολυτελείας), αν και

χαρακτηρίζονται ως δάνεια μόδας επειδή δε στοχεύουν στην συμπλήρωση ενός

πραγματικού λεξιλογικού κενού της αποδέκτριας γλώσσας, πολύ συχνά καλύπτουν

πραγματικές ανάγκες καθώς αξιοποιούνται για τη σημασιολογική (π.χ. τετράγωνο-

καρό) ή υφολογική (π.χ. φάτσα-πρόσωπο) διάκριση σε σχέση με την προϋπάρχουσα

λεξική μονάδα, για τη χρήση σε ειδικό λεξιλόγιο (π.χ. μπετόν-σκυρόδεμα) ή για τη

διαφοροποίηση ανάλογα με την επικοινωνιακή περίσταση (βλ. Αναστασιάδη-

Συμεωνίδη 1994, Σαββίδου 2009). Ανάλογα, οι παραλλαγές χειροκινητικών

νοημάτων που προκύπτουν από το δανεισμό της ΕΝΓ από ξένες νοηματικές γλώσσες

φαίνεται ότι μάλλον εξυπηρετούν τις παραπάνω ανάγκες (ιδίως την τελευταία).

Τις απόψεις ωστόσο της Κωνσταντίνας συμμερίζονται και άλλα μέλη της

κοινότητας. Μια νεαρή Κωφή, η Σοφία, σχολίασε σχετικά με το δανεισμό από άλλες

νοηματικές γλώσσες:

(26)

Παρατηρώ ότι αρκετοί Κωφοί χρησιμοποιούν σήμερα μια παραλλαγή για το

χειροκινητικό νόημα ΠΡΟΒΛΗΜΑ, η οποία είναι δάνειο από κάποια άλλη νοηματική

γλώσσα, την οποία όμως δε θυμάμαι αυτή τη στιγμή [προέρχεται από την ΑΝΓ]. Η

χρήση αυτής της παραλλαγής δε γίνεται μόνο στο σχολείο, αλλά και από άλλα μέλη της

κοινότητας. Δεν αποδέχομαι αυτή την αλλαγή. Θα ήθελα να διατηρήσουμε το παλιό

χειροκινητικό νόημα. Αυτό δεν το κάνω τόσο επειδή σέβομαι την παράδοση. Η παλιά

νοηματική είναι απαίσια, είναι τελείως διαφορετική ενώ η καινούργια νοηματική είναι

πιο μοντέρνα. Όμως δεν μου αρέσουν τα δάνεια από μια ξένη νοηματική γλώσσα. Θα

152

ήθελα η αλλαγή να είναι σταδιακή, γιατί, αν η αλλαγή είναι πολύ γρήγορη, δεν θα

μπορέσουν όλοι να μάθουν τα καινούργια χειροκινητικά νοήματα και είναι πιθανό να

υπάρχουν δυσκολίες στην επικοινωνία.

Στο παραπάνω απόσπασμα η Σοφία θεωρεί ότι ορισμένοι Κωφοί σήμερα υιοθετούν

«άκριτα» ξένα χειροκινητικά νοήματα, αντικαθιστώντας υπάρχοντα ελληνικά. Μια

τέτοια πρακτική δεν τη βρίσκει σύμφωνη, γιατί είναι πιθανό να συμβάλει στη

γρήγορη γλωσσική αλλαγή, που κατά την εκτίμησή της θα δυσχεράνει την

επικοινωνία. Η πρακτική αυτή έρχεται επίσης σε αντίθεση με την παράδοση της ΕΝΓ,

η οποία μάλλον αποτελεί το συνεκτικό δεσμό των μελών της κοινότητας και συντελεί

στη διαμόρφωση μιας κοινής ταυτότητας. Μπορεί η Σοφία να εκφράζει τη διαφωνία

της πιο μετρημένα σε σχέση με την Κωνσταντίνα, παραδέχεται ωστόσο και η ίδια ότι

υπάρχει ένα ζήτημα σχετικά με το δανεισμό της ΕΝΓ. Ανάλογους προβληματισμούς

εξέφρασαν και άλλοι πληροφορητές της έρευνας.

Είναι αναμενόμενο ότι, ανάλογα με άλλες γλώσσες, έτσι και για την ΕΝΓ

αναπτύσσεται καθαριστικός λόγος που στοχεύει στην προστασία της από το δανεισμό

από άλλες γλώσσες, φθογγογλώσσες ή νοηματικές. Η ύπαρξη βέβαια καθαριστικού

λόγου και διορθωτικών μηχανισμών επιβεβαιώνει το σθένος μιας γλώσσας, διότι

σημαίνει ότι οι ομιλητές της νοιάζονται γι’ αυτή, άρα δεν πρόκειται να εκλείψει

(Τσιτσιπής 1985, Haberland 1999, Μαυρέας 2005), ενώ παράλληλα ανάγεται στη

σφαίρα των γλωσσικών μυθολογιών (για κριτική σε διαδεδομένες γλωσσικές

μυθολογίες βλ. μεταξύ άλλων Bauer & Trudgill 1998, Wardhaugh 1999, Χάρης 2001,

Κακριδή- Ferrari 2007α) που εξυπηρετούν στη διαμόρφωση ταυτοτήτων (κυρίως

εθνικών).

4.4.1 Διεθνής επικοινωνία

Στο διάλειμμα ενός φεστιβάλ ανεξάρτητων θεατρικών ομάδων στο οποίο συμμετέχω ως διερμηνέας ΕΝΓ μιας θεατρικής παράστασης, συνομιλώ με τους παριστάμενους Κωφούς που έχουν έρθει να παρακολουθήσουν το φεστιβάλ. Τους περισσότερους τους γνωρίζω προσωπικά. Ένα νεαρό τον συναντώ για πρώτη φορά. Ο τρόπος που νοηματίζει είναι λίγο διαφορετικός, παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε πρόβλημα στην επικοινωνία. Στην πορεία ανακαλύπτω ότι προέρχεται από τη Ρωσία. Βρίσκεται στην Ελλάδα τους τελευταίους 6 με 7 μήνες και έχει κάνει ορισμένα μαθήματα ΕΝΓ στο Εθνικό Ίδρυμα Κωφών. Όταν σχολιάζω με έκπληξη την πρόοδό του στην ΕΝΓ, ένας δάσκαλος ΕΝΓ που βρίσκεται κοντά μας σχολιάζει ότι κάτι τέτοιο δεν πρέπει να μου προξενεί εντύπωση, καθώς το

153

συγκεκριμένο άτομο έχει πάει σε σχολείο κωφών στη Ρωσία και γνωρίζει πολύ καλά τη ρωσική νοηματική γλώσσα.

Έχει παρατηρηθεί ότι Κωφοί που δε γνωρίζουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου θα

κατορθώσουν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους σε μεγαλύτερο βαθμό από όσο θα

μπορούσαν δύο ξένοι ακούοντες που δε μιλούν την ίδια γλώσσα. Αυτό δεν οφείλεται

στο γεγονός ότι υπάρχει μια διεθνής νοηματική γλώσσα, αλλά σε μια σειρά από

λόγους που σχετίζονται με κοινά χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών και με

κοινές πρακτικές των Κωφών ανά τον κόσμο.

Πρώτα απ’ όλα, όπως επισημαίνουν οι Kyle & Woll (1985), οι περισσότεροι

Κωφοί έχουν αποκτήσει την εμπειρία να αξιοποιούν την παντομίμα και τις

χειρονομίες προκειμένου να επικοινωνούν με τους ακούοντες που δε γνωρίζουν τη

νοηματική τους γλώσσα αναπτύσσοντας ένας είδος διαγλώσσας (interlanguage). Όταν

ο ξένος με τον οποίο συνομιλούν είναι και ο ίδιος Κωφός, η διαδικασία της

επικοινωνίας επιταχύνεται. Στην περίπτωση μάλιστα που οι δύο νοηματιστές

χρησιμοποιούν νοηματικές γλώσσες που έχουν κοινά χαρακτηριστικά λόγω ιστορικής

συγγένειας ή συστηματικής επαφής, η επικοινωνία διευκολύνεται ακόμη

περισσότερο. Συνήθως πάντως, η επικοινωνία περιορίζεται σε βασικές ανταλλαγές με

ερωτήσεις των οποίων η σημασία είναι προφανής.

Ένας δεύτερος λόγος που διευκολύνει την επικοινωνία είναι ότι οι νοηματιστές

μπορούν να αξιοποιούν χειρονομίες που χρησιμοποιούνται και από τους ακούοντες,

ευρύτερων γεωγραφικών περιοχών με κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, εξαιτίας της εικονικής τους προέλευσης η σημασία ορισμένων

χειροκινητικών νοημάτων μπορεί να είναι πιο διαφανής σε ένα συγκεκριμένο

συνομιλιακό περιβάλλον.

Ένας τρίτος λόγος, που ενδεχομένως ερμηνεύει και τη γρήγορη εκμάθηση της

ΕΝΓ από το ρώσο συνομιλητή μου στο περιστατικό που περιέγραψα προηγουμένως,

είναι ότι όλες οι νοηματικές γλώσσες, εξαιτίας της οπτικοκινητικής τους

τροπικότητας, έχουν κοινά δομικά χαρακτηριστικά (για παράδειγμα, η λειτουργία των

μη χειρονομικών στοιχείων και η αξιοποίηση του χώρου για τη δήλωση ορισμένων

γραμματικών κατηγοριών). Επιπλέον, όλες έχουν σχετικά πρόσφατη προέλευση,

γεγονός που επίσης εξηγεί ορισμένα κοινά τους χαρακτηριστικά.108 Επομένως

108 Ήδη αναφέρθηκε (βλ. 4.1.1) ότι όλες οι γλώσσες με σχετικά πρόσφατη προέλευση μοιράζονται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, γι’ αυτό άλλωστε οι νοηματικές γλώσσες συσχετίστηκαν με τις pidgin και κρεολές γλώσσες.

154

φαίνεται ότι όλες οι νοηματικές γλώσσες, ακόμη και όταν δεν έχουν ιστορικούς ή

γεωγραφικούς δεσμούς (δεν έχουν δηλαδή κοινή καταγωγή ούτε έχουν βρεθεί σε

επαφή μεταξύ τους) ανήκουν στον ίδια τυπολογική κατηγορία γλωσσών, (Meir &

Sandler 2008).109

Σε περιστάσεις που δύο Κωφοί θα επιχειρήσουν να επικοινωνήσουν χωρίς να

γνωρίζει ο ένας τη νοηματική γλώσσα του άλλου το πιο πιθανό είναι ότι θα

οδηγηθούν σε επιτόπιες αμοιβαίες συνεννοήσεις ανταλλάσσοντας χειροκινητικά

νοήματα ο ένας από τη γλώσσα του άλλου. Άλλωστε το λεξιλόγιο των νοηματικών

γλωσσών είναι συνήθως αυτό που διαφοροποιείται. Αναπόφευκτα, ο ρυθμός της

επικοινωνίας δε θα είναι ιδιαίτερα γρήγορος και δε θα μπορούν να αποδοθούν οι

λεπτομέρειες ενός μηνύματος. Έχουν γίνει προσπάθειες να τυποποιηθεί ένα

συγκεκριμένο λεξιλόγιο αυτού του κώδικα επικοινωνίας που είναι γνωστός ως

Διεθνής Νοηματική Γλώσσα (ή Gestuno). Οι προσπάθειες αυτές αποσκοπούν στη

χρήση ενός πιο σταθερού λεξιλογίου σε διεθνείς συναντήσεις Κωφών, το οποίο

δανείζεται χειροκινητικά νοήματα κυρίως από την ΑΝΓ και ορισμένες ευρωπαϊκές

νοηματικές γλώσσες, ενώ η Διεθνής Νοηματική επιχειρεί να μεταδώσει την

πληροφορία με όσο πιο οπτικό τρόπο γίνεται, αξιοποιώντας τα κοινά δομικά

χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών. Δεν είναι ωστόσο σίγουρο κατά πόσο

Κωφοί από την Αφρική και από περιοχές της Ασίας κατανοούν αυτό το βασικό

λεξιλόγιο. Υπάρχει επίσης η τάση να θεωρείται ως πιο «διεθνές» το λεξιλόγιο της

ΑΝΓ εξαιτίας του γοήτρου που έχει η συγκεκριμένη νοηματική γλώσσα σε σχέση με

τις άλλες (Johnston & Schembri 2007).

Σχετικά με τα παραπάνω, όλοι σχεδόν οι πληροφορητές της έρευνας τόνισαν τη

διαφορά της ΕΝΓ από τη Διεθνή Νοηματική. Η στάση τους απέναντί της εξαρτάται

μάλλον από την εξοικείωσή τους σε επαφές με Κωφούς από άλλες χώρες και την

επιθυμία τους για τέτοιου είδους επαφές. Ένας πληροφορητής ανέφερε ότι δανείζεται

το χειροκινητικό νόημα ΕΓΚΡΙΣΗ από τη Διεθνή Νοηματική και αρκετοί νεαροί

Κωφοί εξέφρασαν την επιθυμία τους να μάθουν να τη χρησιμοποιούν ή να τους

δοθούν περισσότερες ευκαιρίες για να τη βελτιώσουν. Οι νεαροί έλληνες Κωφοί,

προφανώς σε σχέση με τους μεγαλύτερους, αισθάνονται πιο πολύ «πολίτες του

κόσμου» και επιθυμούν να συμμετέχουν στην ευρύτερη μεταμοντέρνα κοινωνία,

109 Αυτό βέβαια δεν αναιρεί το γεγονός ότι όπως οι φθογγογλώσσες σχηματίζουν οικογένειες ανάλογα με την ιστορική τους συγγένεια, έτσι και ορισμένες νοηματικές γλώσσες σχηματίζουν επιμέρους οικογένειες, όπως για παράδειγμα οι νοηματικές γλώσσες της Μεγάλης Βρετανίας, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας (Johnston & Schembri 2007).

155

έχοντας να επιλέξουν από ένας πλήθος (γλωσσικών και μη) επιλογών που θα τους

εξασφαλίζει οικονομική και κοινωνική επιτυχία (βλ. αντίστοιχα για τις γλωσσικές

επιλογές νεαρών Κωφών στη Μεγάλη Βρετανία Turner 2004). Μια νεαρή Κωφή

μάλιστα σχολίασε ότι, όταν επικοινωνεί σε Διεθνή Νοηματική, αισθάνεται πως η

νοηματική που χρησιμοποιεί είναι πιο ζωντανή. Η ίδια δήλωσε ότι ίσως αυτό να

οφείλεται στο γεγονός ότι η επικοινωνία σε Διεθνή Νοηματική είναι μια καινούργια

εμπειρία για αυτήν και επιπλέον, επειδή δεν ξέρει πολύ καλά αγγλικά, όταν

νοηματίζει σε Διεθνή Νοηματική, η νοηματική της επηρεάζεται λιγότερο από τη

φθογγογλώσσα (το αντίθετο συμβαίνει όταν χρησιμοποιεί ΕΝΓ). Από την άλλη μεριά,

υπήρξαν ορισμένοι οι οποίοι, παρόλο που γνωρίζουν Διεθνή Νοηματική, δήλωσαν ότι

σε διεθνείς συναντήσεις θα προτιμούσαν να έχουν μαζί τους ένα διερμηνέα ΕΝΓ που

θα μπορούσε να τους μεταφέρει με μεγαλύτερη πληρότητα τα διάφορα μηνύματα.

Επίσης σχολίασαν ότι σε ένα μεγάλο βαθμό η Διεθνής Νοηματική συμπίπτει με την

ΑΝΓ.

Από όσα συζητήθηκαν προηγουμένως προκύπτει ότι η ΕΝΓ δεν περιορίζεται

στην επαφή της με την ελληνική φθογγογλώσσα αλλά δέχεται τις επιδράσεις και από

άλλες νοηματικές γλώσσες. Φαίνεται μάλιστα ότι δεν είναι μια «ασθενής» γλώσσα

μόνο απέναντι στην κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα (όπως άλλωστε είναι

αναμενόμενο), αλλά και απέναντι σε ορισμένες νοηματικές γλώσσες (και κυρίως την

ΑΝΓ) οι οποίες στη διεθνή κοινότητα των Κωφών εμφανίζονται πιο «ισχυρές».

Βέβαια, σε σχέση με το δανεισμό από τις φθογγογλώσσες, ο δανεισμός της ΕΝΓ από

άλλες νοηματικές γλώσσες μπορεί να θεωρηθεί πιο φυσικός, καθώς οι γλώσσες αυτές

μοιράζονται την ίδια τροπικότητα. Επιπλέον η ΕΝΓ, στο βαθμό που μας επιτρέπουν

να το γνωρίζουμε ανεκδοτολογικές πληροφορίες και οι ανεπίσημες παρατηρήσεις των

ίδιων των νοηματιστών, αντλεί την καταγωγή της από άλλες νοηματικές γλώσσες και

κυρίως την γαλλική νοηματική γλώσσα. Αυτό ωστόσο δεν εμπόδισε την ΕΝΓ να

αναπτυχθεί αυτόνομα και να αποτελεί μια ξεχωριστή νοηματική γλώσσα, παρά τις

όποιες επιδράσεις. Οι νοηματιστές της έχουν συναίσθηση της διαφορετικότητας της

γλώσσας τους και αναπτύσσουν καθαριστικό λόγο απέναντι στον υπέρμετρο

δανεισμό. Όσο αναπτύσσεται καθαριστικός λόγος, δε φαίνεται η ΕΝΓ να υφίσταται

ραγδαία γλωσσική αλλαγή, προβάλλει ωστόσο ένα γενικότερο αίτημα για την ανάγκη

προτυποποίησης της γλώσσας.

156

4.5 Η γεωγραφική ποικιλία της ΕΝΓ

Μόλις έχω μπει σε ένα από τα σωματεία Κωφών της Θεσσαλονίκης, όπου πρόκειται να πάρω συνέντευξη από δύο δασκάλους ΕΝΓ. Ο Μάνος έχει αργήσει και τον περιμένουμε, για να συζητήσουμε σχετικά με τη διαδικασία των συνεντεύξεων. Στην παρέα μας συμμετέχουν και άλλοι Κωφοί και η Παρασκευή, ακούουσα μαθήτρια, που λειτούργησε ως σύνδεσμος για αυτήν τη συνάντηση. Γνωρίζω τον άλλο πληροφορητή μου, τον Δημήτρη, που βρίσκεται ήδη εκεί, και για να σπάσει ο πάγος και με τα υπόλοιπα άτομα της παρέας ξεκινάμε να κουβεντιάζουμε για διάφορα θέματα. Είναι η πρώτη φορά που βρίσκομαι μαζί με αρκετούς Κωφούς από τη Θεσσαλονίκη και μάλιστα στο χώρο τους, όπου μπορώ να παρατηρήσω τις μεταξύ τους συνομιλίες. Γρήγορα διαπιστώνω ότι μπορώ πολύ άνετα να κατανοήσω τους συνομιλητές μου και σχολιάζω στο Δημήτρη: «Τελικά δεν είναι τόσο μεγάλη η διαφορά ανάμεσα στη νοηματική που χρησιμοποιείται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ερχόμενος εδώ ανησυχούσα μήπως έχω πρόβλημα επικοινωνίας, αλλά τελικά διαπιστώνω ότι μπορώ να κατανοήσω τα περισσότερα από όσα νοηματίζονται». Εκείνος όμως μου απαντά: «Υπάρχουν διαφορές, αλλά, επειδή βρίσκεσαι εσύ στην παρέα μας, αλλάζουμε λίγο τη νοηματική μας, προσαρμόζοντάς την στην ποικιλία της Αθήνας που γνωρίζεις».

Έχει ήδη γίνει σαφές ότι η ΕΝΓ χαρακτηρίζεται από έντονη ποικιλότητα. Ειδικά η

επαφή της με την κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα αλλά και ορισμένες νοηματικές

γλώσσες δημιουργεί ένα σύνθετο γλωσσικό τοπίο και θέτει διάφορα ζητήματα ως

προς τη γλωσσική της προτυποποίηση. Εκτός όμως από την επαφή, υπάρχουν και

άλλοι παράγοντες που αποτελούν εξίσου σημαντικές διαστάσεις γλωσσικής

ποικιλότητας της ΕΝΓ και θέτουν ανάλογα σχεδιαστικά ζητήματα. Ένας από αυτούς

είναι η ύπαρξη ποικιλότητας ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή.

Όπως κάθε φυσική γλώσσα, έτσι και η ΕΝΓ αναπτύχθηκε εξαιτίας της έμφυτης

ανθρώπινης γλωσσικής ικανότητας και των επικοινωνιακών αλληλεπιδράσεων στο

πλαίσιο μιας γλωσσικής κοινότητας. Οι συνθήκες για τη διαμόρφωση της κοινότητας,

συνεπώς και για την ανάπτυξη της ΕΝΓ, φαίνεται ότι δημιουργήθηκαν στις αρχές του

20ού αιώνα, με τον πρώτο πυρήνα να αναπτύσσεται στην Αθήνα. Σημαντική για την

ανάπτυξη της κοινότητας υπήρξε η δημιουργία ειδικού σχολείου, που συνέβαλε στη

δημιουργία συνεκτικότερων δεσμών ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας. Το Εθνικό

Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ), που άρχισε να λειτουργεί τη δεκαετία του 1930 στην Αθήνα,

υπήρξε πόλος έλξης για αρκετά κωφά παιδιά από διάφορες περιοχές της Ελλάδας.110

Ορισμένοι από τους μαθητές, όταν αποφοιτούσαν, επέστρεφαν στις ιδιαίτερες 110 Τα παιδιά που προέρχονταν εκτός Αθηνών διέμεναν σε οικοτροφείο. Στο ΕΙΚ λειτουργεί ακόμη και σήμερα οικοτροφείο για τους μαθητές από μακρινές περιοχές. Η συνύπαρξη κωφών μαθητών για μεγάλο χρονικό διάστημα στο οικοτροφείο συνέβαλε στην εξέλιξη της ΕΝΓ (βλ. επίσης 4.1.1).

157

πατρίδες τους συστήνοντας κοινότητες Κωφών και σε άλλες μεγάλες πόλεις της

Ελλάδας. Εφόσον όλοι οι μαθητές αρχικά φοιτούσαν στο ίδιο σχολείο, η ΕΝΓ που θα

χρησιμοποιούσαν ως ενήλικες δε θα είχε μεγάλες διαλεκτικές διαφοροποιήσεις.

Φαίνεται ωστόσο ότι οι κοινότητες και σε άλλες μεγάλες πόλεις έκτος από την Αθήνα

διαμορφώθηκαν κυρίως με την ίδρυση παραρτημάτων του ΕΙΚ στην Θεσσαλονίκη,

τις Σέρρες, την Πάτρα και την Κρήτη από τη δεκαετία του 1950 και μετά (βλ. 5.2). Η

φοίτηση των μαθητών σε διαφορετικά σχολεία συνέβαλε στην ενίσχυση των

διαλεκτικών διαφορών. Ένας άλλος παράγοντας που ενίσχυσε τη γεωγραφική

ποικιλία της ΕΝΓ ήταν η δύσκολη οικονομική κατάσταση των Κωφών τα παλιότερα

χρόνια, που εμπόδιζε τις συχνές επαφές μεταξύ Κωφών από διαφορετικές

γεωγραφικές περιοχές και την ανταλλαγή και προτυποποίηση χειροκινητικών

νοημάτων.

Σχετικά με την ύπαρξη διαλέκτων στην ΕΝΓ, οι πληροφορίες προέρχονται

συνήθως από ανεπίσημες παρατηρήσεις των ίδιων των νοηματιστών. Ο Άντζακας

(Antzakas 2006) υποστηρίζει ότι μέσα από παρατήρηση μπορεί να επιβεβαιωθεί η

ύπαρξη διαλέκτων στην περιοχή της Ηπείρου και στην Κύπρο και αναφέρει ότι οι

Κωφοί αντιλαμβάνονται ως διάλεκτο την ποικιλία που χρησιμοποιείται στη βόρεια

Ελλάδα, ο ίδιος ωστόσο αμφισβητεί ότι χρησιμοποιείται διάλεκτος της ΕΝΓ στη

βόρεια Ελλάδα. Γενικότερα πάντως, δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία που να

επιβεβαιώνουν τις παραπάνω πληροφορίες, γι’ αυτό επιχειρήθηκε μέσα από την

παρούσα έρευνα να ελεγχθεί σε ένα βαθμό η αίσθηση για την ύπαρξη και τα όρια

διαλέκτων στην ΕΝΓ μέσα από τις παρατηρήσεις και τα σχόλια των πληροφορητών.

Οι περισσότεροι βέβαια πληροφορητές προέρχονται από την Αθήνα, όπου άλλωστε

διαμένει και ο μεγαλύτερος αριθμός ελλήνων Κωφών. Στην έρευνα ωστόσο

συμμετείχαν και πληροφορητές από άλλες περιοχές της Ελλάδας (Θεσσαλονίκη,

Λάρισα, Πάτρα), ενώ ορισμένοι πληροφορητές από την Αθήνα κατάγονταν από άλλες

γεωγραφικές περιοχές (π.χ. Κρήτη) και μπορούσαν να δώσουν πληροφορίες για τη

γλωσσική συμπεριφορά των Κωφών που κατοικούν εκεί.

Προκειμένου να διερευνηθούν περισσότερο οι διάλεκτοι της ΕΝΓ, ζητήθηκε

από τους πληροφορητές να αναφέρουν τις διαφορές ανάμεσα στις ποικιλίες Αθήνας

και Θεσσαλονίκης.111 Συγκεντρώθηκε ένας αριθμός περίπου είκοσι χειροκινητικών

111 Η καταμέτρηση και η ακριβής καταγραφή των διαλεκτικών διαφορών της ΕΝΓ δεν αποτελούν στόχο της έρευνας. Επιχειρείται απλώς ο σχολιασμός των παραλλαγών που προέκυψαν κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων.

158

νοημάτων που διαφοροποιούνται στις δύο περιοχές. Αυτό δε σημαίνει ότι είναι μόνο

τόσοι οι εναλλασσόμενοι τύποι, όμως δεν πρέπει να είναι πάρα πολλοί ώστε να

καθιστούν έντονη τη διαλεκτική διαφοροποίηση. Η πιο μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις

δύο ποικιλίες αφορά μια ευρύτερη γραμματική κατηγορία και πρόκειται για ορισμένα

χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούνται για τους αριθμούς, ενώ το κλασικό

παράδειγμα που ανέφεραν οι περισσότεροι είναι μια λεξιλογική διαφοροποίηση για

το χειροκινητικό νόημα ΜΑΓΑΖΙ. Σε συντακτικό επίπεδο δεν υπάρχει

διαφοροποίηση, γεγονός που ίσως οφείλεται και στην κοινή γραμματική δομή όλων

ανεξαιρέτως των νοηματικών γλωσσών, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν ιστορική

συγγένεια μεταξύ τους.

Μεγαλύτερη διαφοροποίηση φαίνεται να υπάρχει στη νοηματική ποικιλία που

χρησιμοποιείται στην Κύπρο και επιβεβαιώθηκε και από τους πληροφορητές της

έρευνας. Ένας πληροφορητής από την Αθήνα ανέφερε ότι το χειροκινητικό νόημα της

ΕΝΓ ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ στην Κύπρο έχει τη σημασία ΜΑΘΗΤΗΣ. Με αυτόν τον τρόπο

ήθελε να δείξει ότι η διαφορά είναι μεγαλύτερη, όταν νοηματιστές διαφορετικών

περιοχών χρησιμοποιούν όχι μόνο διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα για την ίδια

σημασία, αλλά και όταν χρησιμοποιούν τα ίδια χειροκινητικά νοήματα με εντελώς

διαφορετική σημασία. Η μεγάλη γεωγραφική απόσταση που περιορίζει τις συχνές

επαφές μεταξύ των Κωφών ανάμεσα σε Ελλάδα και Κύπρο και η ύπαρξη

διαφορετικών κρατών, που καθορίζουν με διαφορετικό τρόπο την εκπαιδευτική

πολιτική απέναντι στα κωφά παιδιά και την αναγνώριση των γλωσσικών

δικαιωμάτων των Κωφών, δικαιολογεί τη διαφορετική εξέλιξη της νοηματικής

γλώσσας που χρησιμοποιείται στην Κύπρο. Από την άλλη όμως μεριά, αρκετοί

κύπριοι Κωφοί φοίτησαν και φοιτούν σε ελληνικά σχολεία, τα σωματεία και οι

οργανώσεις των ελλήνων Κωφών και μεμονωμένα έλληνες Κωφοί στήριξαν και

στηρίζουν τους κύπριους Κωφούς στην οργάνωσή τους, στη διεκδίκηση των

γλωσσικών τους δικαιωμάτων και στην γλωσσική έρευνα της νοηματικής τους

γλώσσας. Η ύπαρξη κοινής φθογγογλώσσας, των ελληνικών, και κοινών

πολιτισμικών χαρακτηριστικών αποτελούν επιπλέον παράγοντες για τη γλωσσική

συγγένεια των νοηματικών ποικιλιών που χρησιμοποιούνται σε Ελλάδα και Κύπρο

και διευκολύνουν ακόμη περισσότερο την επικοινωνία ανάμεσα στους νοηματιστές

των δύο χωρών.

159

Γίνεται ωστόσο λόγος για κυπριακή νοηματική γλώσσα (ξεχωριστή δηλαδή

γλώσσα) (Timmermans 2005, Χατζηκακού 2007, Παπασπύρου 2009).112 Η

Timmermans (2005:37-38) αναφέρει ότι

«η κυπριακή νοηματική γλώσσα βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο,

δέχτηκε και συνεχίζει να δέχεται επιδράσεις από την ΑΝΓ και την ΕΝΓ,

ενώ συνεχώς εμπλουτίζεται και αναβαθμίζεται γλωσσικά. Αν και δεν

αποτελεί ακόμη μια πλήρως αναπτυγμένη γλώσσα, φαίνεται ότι έχει τη

δυναμική να γίνει ο αποτελεσματικός τρόπος επικοινωνίας, ειδικά των

ενήλικων Κωφών, και κεντρικό συστατικό της αναδυόμενης ταυτότητας

και κουλτούρας τους».

Προφανώς η διάκριση ανάμεσα σε ΕΝΓ και κυπριακή νοηματική γλώσσα πηγάζει

από τον γενικό κανόνα που θέλει οι διάφορες νοηματικές γλώσσες να ονομάζονται

και να διακρίνονται από τις άλλες ανάλογα με τα κράτη στα οποία χρησιμοποιούνται

(βλ. Calvet 1999).113

Ο κανόνας αυτός ωστόσο δε βρίσκει πάντοτε εφαρμογή. Στο Βέλγιο για

παράδειγμα διακρίνεται η νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιείται στις γαλλόφωνες

περιοχές από τη νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιείται στις φλαμανδόφωνες

περιοχές και στην Ισπανία γίνεται διάκριση ανάμεσα στην ισπανική νοηματική

γλώσσα και την καταλανική νοηματική γλώσσα. Στις παραπάνω περιπτώσεις η

διάκριση ανάμεσα σε διαφορετικές νοηματικές γλώσσες μέσα στα όρια του κράτους

πιθανόν σχετίζεται με τη λειτουργία διαφορετικών σχολείων για Κωφούς στις

αλλόφωνες περιοχές, αλλά μάλλον αντανακλά τους εθνογλωσσικούς διαχωρισμούς

της ακούουσας πλειονότητας που διατήρησαν και οι Κωφοί. 112 Αναφέρομαι αποκλειστικά στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η γλωσσική κατάσταση στη βόρεια Κύπρο μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και τη δημιουργία εκεί ενός κράτους που δεν έχει αναγνωριστεί διεθνώς παρά μόνο από την Τουρκία πρέπει να είναι διαφορετική όχι μόνο για την ακούουσα πλειονότητα, αλλά και για την κοινότητα των Κωφών. Μάλιστα, η διεθνής απομόνωση του βόρειου μέρους του νησιού φαίνεται ότι έχει λειτουργήσει αρνητικά για την ανάπτυξη της κοινότητας των Κωφών στις τουρκοκρατούμενες περιοχές (Νίκος Γαλάνης, προσωπική επικοινωνία). Αντίθετα, η πρόσφατη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αύξησε το ενδιαφέρον του κράτους για τη νοηματική γλώσσα των Κωφών που ζουν στις ελεύθερες περιοχές και τις δράσεις του για τη στήριξή της.113 Η πρακτική αυτή, να αναλογεί δηλαδή μία νοηματική γλώσσα για κάθε κράτος, είναι πιθανό να συνδέεται με την πεποίθηση ότι κάθε έθνος μιλάει τη δική του γλώσσα, που είναι αρκετά ισχυρή,τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο. Η πεποίθηση αυτή άλλωστε οδήγησε και στην εξέλιξη των ευρωπαϊκών γλωσσών με την προτυποποίηση συνήθως μίας ισχυρής διαλέκτου, που αποτέλεσε το όχημα των εθνικισμών των λαών και τον παραμερισμό των υπόλοιπων διαλέκτων και άλλων μειονοτικών γλωσσών εντός του εκάστοτε κράτους (βλ. μεταξύ άλλων Wright 2004).

160

Ειδικότερα για την καταλανική νοηματική γλώσσα και τη σχέση της με την

ισπανική νοηματική γλώσσα, η έρευνα των Parkhurst (2007) επιβεβαίωσε ότι η

νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιείται στην Καταλονία είναι η πιο διακριτή

ποικιλία σε σχέση με τις υπόλοιπες νοηματικές που χρησιμοποιούνται στην

επικράτεια του ισπανικού κράτους, κάτι που αναγνωρίζουν και οι υπόλοιποι

νοηματιστές της ισπανικής νοηματικής γλώσσας. Πιο απόλυτοι σε αυτό το ζήτημα

φαίνεται να είναι οι Κωφοί της Καταλονίας, αντανακλώντας ενδεχομένως τις

παρόμοιες αποσχιστικές τάσεις των ακουόντων. Από την άλλη μεριά, όπως

υπογραμμίζει ο Quer (προσωπική επικοινωνία), στη Χώρα των Βάσκων και στη

Γαλικία, όπου υπάρχουν και ξεχωριστές επίσημες φθογγογλώσσες και ξεχωριστή

εθνικιστική συνείδηση, η νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιείται δε διακρίνεται από

την ισπανική νοηματική γλώσσα. Παράλληλα, σε άλλες περιοχές όπου μιλιούνται τα

καταλανικά (Βαλένθια, Βαλεαρίδες νήσοι) δε γίνεται λόγος για καταλανική

νοηματική γλώσσα αλλά για ισπανική νοηματική γλώσσα, αν και, τουλάχιστον οι

Κωφοί της Βαλένθιας, θεωρούν ότι η νοηματική γλώσσα που χρησιμοποιείται στη

Βαρκελόνη είναι πιο κοντά στη δική τους νοηματική από τη νοηματική που

χρησιμοποιείται στη Μαδρίτη. Διαπιστώνεται επομένως, ότι ακόμη και οι εξαιρέσεις

στον κανόνα «μια νοηματική γλώσσα για κάθε κράτος» δεν μπορούν πάντοτε να

ερμηνευθούν με τον ίδιο τρόπο.

Αυτό που έχει σημασία για την παρούσα ανάλυση είναι ότι ανεξάρτητα από το

αν η ΕΝΓ και η κυπριακή νοηματική γλώσσα αποτελούν ποικιλίες της ίδιας

νοηματικής γλώσσας ή δύο ανεξάρτητες νοηματικές γλώσσες (για τα όρια γλώσσας

και διαλέκτου βλ. Δελβερούδη 2001 και αμέσως μετά στο 4.5.1), το οποίο θα ήθελε

περαιτέρω εξέταση και των δύο συστημάτων, δε θα με απασχολήσει περαιτέρω η

περίπτωση της νοηματικής ποικιλίας/γλώσσας της Κύπρου και ο γλωσσικός της

σχεδιασμός, γιατί αφορά ένα διαφορετικό κράτος, που ασκεί μια διαφορετική

γλωσσική πολιτική, και μια διαφορετική κοινότητα, που αναπτύσσει ξεχωριστές

δράσεις και έχει τη δική της δυναμική. Άλλωστε, η παρούσα διατριβή εξετάζει τη

γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της ΕΝΓ, δηλαδή τη γλωσσική τους χρήση,

και όχι το σύστημα της ΕΝΓ.

161

4.5.1 Τα όρια και η χρήση των διαλέκτων της ΕΝΓ

Στον ελλαδικό χώρο, σε γενικές γραμμές φαίνεται να διαμορφώνονται δύο διαλεκτικά

συνεχή.114 Το ένα εκτείνεται στη νότια Ελλάδα και έχει ως κέντρο του την Αθήνα και

το άλλο περιλαμβάνει τη βόρεια Ελλάδα και έχει ως κέντρο του τη Θεσσαλονίκη. Ο

Πέτρος, δάσκαλος ΕΝΓ από την Αθήνα, ανέφερε ότι στην Αθήνα, την Πάτρα και την

Κρήτη χρησιμοποιείται η ίδια νοηματική. Οι ποικιλίες της Πάτρας και της Κρήτης

είναι πιο απλές σε σχέση με την ποικιλία της Αθήνας, κάτι που μάλλον σχετίζεται με

την εκπαίδευση (αποτελούν δηλαδή κατά κάποιο τρόπο εκπαιδευτικές ποικιλίες, βλ.

4.1.2). Οι Κωφοί στην Αθήνα είχαν μεγαλύτερες εκπαιδευτικές ευκαιρίες (ιδιωτικά

σχολεία, ειδικά γυμνάσια και λύκεια), ενώ όσοι από τους Κωφούς της Πάτρας και της

Κρήτης ήθελαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους βρέθηκαν στην Αθήνα και αρκετοί

από αυτούς παρέμειναν στην πρωτεύουσα. Αντίθετα, η ποικιλία της Θεσσαλονίκης

είναι πιο διακριτή, βρίσκεται σε ανταγωνιστική σχέση με την ποικιλία της Αθήνας

και εμφανίζει κυρίως λεξιλογικές διαφορές. Ως σημαντική αιτία διαλεκτικής

διαφοροποίησης αναφέρονται οι επιδράσεις που έχει δεχτεί η διάλεκτος της

Θεσσαλονίκης από άλλες βαλκανικές νοηματικές γλώσσες. Μια πληροφορήτρια

χαρακτηριστικά ανέφερε:

(27)

Η ποικιλία της Θεσσαλονίκης έχει δάνεια στοιχεία γενικότερα από τα Βαλκάνια και

άλλες ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες, γιατί αρκετοί Ουκρανοί, Ούγγροι, Πολωνοί,

Ρουμάνοι, Βούλγαροι έχουν έρθει στη Θεσσαλονίκη που βρίσκεται στα βόρεια σύνορα

και έχουν κάνει γάμους με έλληνες Κωφούς. Στην Αθήνα κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

Σχετικά με τα όρια των διαλέκτων, ο Πέτρος τοποθέτησε το ισόγλωσσο των

διαλέκτων βορρά-νότου στην περιοχή της Λάρισας, σχολιάζοντας:

(28)

Η Θεσσαλονίκη φαίνεται να είναι το κέντρο για τον Βορρά, που έχει επηρεάσει τη

νοηματική που χρησιμοποιείται σε όλη την Μακεδονία. Δε νομίζω ότι υπάρχουν

σημαντικές διαφορές στη νοηματική που χρησιμοποιείται σε αυτήν την ευρύτερη

περιοχή. Τα όρια της βόρειας διαλέκτου φτάνουν μέχρι τη Λάρισα. Εκεί νομίζω ότι

114 Γίνεται λόγος για διαλεκτικά συνεχή, αφού φαίνεται ότι η διάλεκτος της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης διαμορφώνουν με τη σειρά τους περαιτέρω ποικιλίες, η μεν της νότιας Ελλάδας η δε της βόρειας. Άλλωστε η γλωσσική οντότητα, ακόμα και όταν πρόκειται για πρότυπη γλώσσα, δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί συμπαγής και ενιαία σε μια ευρύτερη γεωγραφική περιοχή.

162

χρησιμοποιείται η νοηματική της Θεσσαλονίκης. Αντίθετα στο Βόλο, νομίζω ότι η

νοηματική μοιάζει πιο πολύ με τη νοηματική της Αθήνας. Παλιότερα η νοηματική της

Λάρισας βρισκόταν κάπου ανάμεσα στις δύο διαλέκτους αλλά τα τελευταία χρόνια,

ολοένα και περισσότερο, η νοηματική της Λάρισας επηρεάζεται από τη νοηματική της

Θεσσαλονίκης και μειώνεται η επίδραση που ασκεί η νοηματική της Αθήνας, επειδή οι

δάσκαλοι ΕΝΓ της Λάρισας συνεργάζονται με τους δασκάλους ΕΝΓ της Θεσσαλονίκης.

Στα όρια των διαλέκτων παρατηρούνται, όπως αναμένεται, κοινοί τύποι. Φαίνεται

επίσης ότι οι δύο ποικιλίες ανταγωνίζονται η μια την άλλη για το ποια θα επικρατήσει

στην περιοχή της Λάρισας. Για τον Πέτρο καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση

κάποιας ποικιλίας έχουν οι δάσκαλοι ΕΝΓ. Πράγματι, μετά την αναγνώριση της ΕΝΓ

το 2000 προωθήθηκε η διάδοση της ΕΝΓ σε ακούοντες με τη δημιουργία σχολών σε

αρκετές μεγάλες ελληνικές πόλεις. Η νέα αυτή εξέλιξη, σε συνδυασμό με τη χρήση

της ΕΝΓ σε νέα περιβάλλοντα και το σχετικά αυξημένο ενδιαφέρον για την

καταγραφή της ΕΝΓ, έδωσαν το έναυσμα για μια πιο εκτενή συζήτηση σχετικά με τις

υπάρχουσες διαλεκτικές διαφορές της ΕΝΓ και την ανάγκη ύπαρξης μιας πρότυπης

γλώσσας μέσα από τη σύγκλιση των διάφορων διαλέκτων. Ο ρόλος των δασκάλων

ΕΝΓ σε αυτή τη διαδικασία είναι σημαντικός όχι μόνο για τις αποφάσεις που

λαμβάνουν σχετικά με τη χρήση συγκεκριμένων γλωσσικών τύπων, αλλά και για το

ειδικό βάρος που έχουν στη διάδοσή τους στους ακούοντες μαθητές τους. Για τον

Πέτρο η μικρότερη χιλιομετρική απόσταση Λάρισας- Θεσσαλονίκης διευκολύνει τη

συνεργασία των δασκάλων ΕΝΓ και συνεπώς αυξάνει την επίδραση της ποικιλίας της

Θεσσαλονίκης στους νοηματιστές της Λάρισας.

Εξαιτίας όμως της ιδιαιτερότητας κατάκτησης της ΕΝΓ, αυτό που φαίνεται ότι

έχει τη μεγαλύτερη σημασία για την ποικιλία που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε

νοηματιστής δεν είναι τόσο ο τόπος διαμονής του όσο το ατομικό του υπόβαθρο

(περιοχή του σχολείου φοίτησης, επαφές με άλλα Κωφά άτομα από συγκεκριμένες

περιοχές). Από τους δύο πληροφορητές από τη Λάρισα που συμμετείχαν στην

έρευνα, ο ένας είχε πάει σχολείο στην Αθήνα, άρα εκεί βρίσκονται οι περισσότερες

επαφές και γνωριμίες του, ενώ ο άλλος είχε φοιτήσει σε σχολείο της Θεσσαλονίκης.

Ανάλογα επομένως διαφοροποιούνται και ως προς την ποικιλία της ΕΝΓ που

χρησιμοποιούν. Οι πληροφορητές από τη Θεσσαλονίκη επιβεβαίωσαν τις παραπάνω

πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη δύο διακριτών ποικιλιών της ΕΝΓ, τα όρια των

163

οποίων βρίσκονται στη Λάρισα, ενώ οι περισσότεροι πληροφορητές τόνισαν τη

σημασία του σχολείου στη διαμόρφωση των διαλεκτικών διαφορών.

Τίθεται ωστόσο ένα ερώτημα ανάλογο με αυτό που θέτει ο Άντζακας (Antzakas

2006), κατά πόσο πρόκειται πραγματικά για ξεχωριστές ποικιλίες ή απλώς για

περιορισμένες διαφορές μεταξύ χειροκινητικών νοημάτων σε συγκεκριμένες

γεωγραφικές περιοχές. Εφόσον η σύγκριση των ποικιλιών δε γίνεται με βάση

γλωσσικά στοιχεία αλλά τις μεταγλωσσικές παρατηρήσεις των πληροφορητών, θα

πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στην εξαγωγή συμπερασμάτων. Είναι

πιθανό ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην ποικιλία Αθήνας και Θεσσαλονίκης στην

περιοχή της Λάρισας, για την οποία έκανε λόγο στο (28) ο Πέτρος, να μην είναι

ανταγωνισμός γλωσσικών ποικιλιών αλλά ανταγωνισμός νοηματιστών.

Για τον εντοπισμό των ορίων μεταξύ γλώσσας και διαλέκτου έχουν διατυπωθεί

διάφορα κριτήρια που αφορούν είτε τη σχέση της μορφής των γλωσσικών ποικιλιών

είτε τη λειτουργία τους στο πλαίσιο μιας γλωσσικής κοινότητας (βλ. Haugen 1972,

Hudson 1980, Δελβερούδη 2001). Σύμφωνα με τη δομική χρήση των όρων δύο

ποικιλίες είναι διάλεκτοι μιας γλώσσας επειδή έχουν συγγενική σχέση και μια κοινή

καταγωγή. Η γλώσσα είναι μια μάλλον αφηρημένη υπερκείμενη έννοια υποδιαιρέσεις

της οποίας είναι ένα σύνολο διαλέκτων.115 Σύμφωνα με τη λειτουργική χρήση των

όρων γλώσσα είναι η πρότυπη γλώσσα, η ποικιλία με κύρος, η οποία έχει

διαφορετικές κοινωνικές λειτουργίες σε σχέση με τις διαλέκτους και χρησιμοποιείται

κυρίως στο γραπτό λόγο.116

Ένα κριτήριο για να δοθεί μια απάντηση στο ερώτημα σχετικά με το πόσες

διάλεκτοι περικλείονται στην υπερκείμενη ενότητα γλώσσα και ποια είναι τα όρια

αυτής της υπερκείμενης γλώσσας είναι αυτό της αμοιβαίας κατανόησης των

νοηματιστών από διαφορετικές περιοχές. Θα πρέπει ωστόσο να χρησιμοποιείται με

σκεπτικισμό αφού και για τις φθογγογλώσσες το συγκεκριμένο κριτήριο δεν είναι

πάντοτε αξιόπιστο. Οι ομιλητές των δανικών, των νορβηγικών και των σουηδικών, αν

και κατανοούνται μεταξύ τους, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, θεωρούν ότι μιλούν

διαφορετικές γλώσσες και όχι διαλέκτους της ίδιας γλώσσας. Αντίστροφα, οι

ομιλητές της Cantonese και της Mandarin θεωρούν ότι μιλούν διαλέκτους της 115 Για τη νέα ελληνική γλώσσα υπάρχει ένα σύνολο διαλέκτων (π.χ. κυπριακή, ποντιακή) και η κοινή ελληνική (η πρότυπη γλώσσα) είναι μια διάλεκτος με ιδιαίτερο κύρος και γενικευμένη χρήση (Δελβερούδη, ό.π.).116 Υπό αυτό το πρίσμα γλώσσα είναι η διάλεκτος που διαθέτει στρατό και ναυτικό (Sebba 1997), με άλλα λόγια η ποικιλία που εξαιτίας ιστορικών συγκυριών καθιερώθηκε ως πρότυπη γλώσσα μεταξύ άλλων ποικιλιών.

164

κινεζικής και όχι διαφορετικές γλώσσες, παρόλο που δεν αλληλοκατανοούνται παρά

μόνο γραπτά (Chambers & Trudgill 1980). Στην περίπτωση αυτή, πίσω από τα

διαφορετικά ονόματα γλωσσικών ποικιλιών αρκετά όμοιων μεταξύ τους βρίσκεται η

δήλωση μίας ξεχωριστής εθνικής ταυτότητας και της ύπαρξης ενός διαφορετικού

κράτους με προτυποποιημένη γλώσσα (βλ. επίσης τη χρήση της γλώσσας ως «όπλου»

για το διαχωρισμό των εθνοτήτων στην πρώην Γιουγκοσλαβία Jakšić 1999, Bugarski

1999). Επιπλέον, στην περίπτωση των νοηματικών γλωσσών, η κοινή τους

οπτικοκινητική τροπικότητα δημιουργεί περαιτέρω δυσχέρειες στην αξιοποίηση του

κριτηρίου. Αναφέρθηκε (4.4.1) ότι για διάφορους λόγους είναι δυνατή η επικοινωνία

μεταξύ νοηματιστών που χρησιμοποιούν διαφορετικές νοηματικές γλώσσες.

Σε μια έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κωφών (Kyle & Allsop 1997) Κωφοί

από διάφορες χώρες, ανάμεσα τους και η Ελλάδα, ρωτήθηκαν αν κατανοούν πάντοτε

κάποιον ή κάποια που προέρχεται από μια πόλη που βρίσκεται 100 χιλιόμετρα μακριά

από τη δική τους. Μόνο το 42% των ελλήνων Κωφών που συμμετείχαν στην έρευνα

απάντησε θετικά, γεγονός που είναι ενδεικτικό για την ύπαρξη διαλεκτικής

διαφοροποίησης στην ΕΝΓ. Ωστόσο, όπως σχολιάζουν οι Woll κ.ά. (2001), είναι

πιθανό ορισμένοι από τους ερωτώμενους να απάντησαν αρνητικά για περιπτώσεις

στις οποίες κατανοούν το συνομιλητή τους σε ένα βαθμό ή και να υποτιμούν την

ικανότητά τους να κατανοήσουν τις διάφορες διαλέκτους. Από την άλλη μεριά, είναι

πιθανό ορισμένοι από όσους απάντησαν θετικά να εκφράστηκαν υπό μια γενική

έννοια, επειδή δεν έχουν συχνά επαφές με Κωφούς από τόσο μακρινές περιοχές,

χωρίς έτσι να αποκλείουν την ύπαρξη έντονης γεωγραφικής ποικιλίας. Επομένως, τα

σχόλια και οι παρατηρήσεις των ίδιων των ομιλητών μιας γλώσσας δεν μπορούν να

μας δώσουν πλήρεις και ακριβείς πληροφορίες για τα όριά της.

Η παραπάνω ανάλυση αναιρεί σε ένα βαθμό το σχόλιο του Δημήτρη από τη

Θεσσαλονίκη, που αναφέρθηκε στην αρχή του υποκεφαλαίου, ότι δηλαδή οι

συνομιλητές μου προσάρμοζαν τα χειροκινητικά τους νοήματα τους ώστε να μου

γίνονται πιο κατανοητοί επειδή προερχόμουν από την Αθήνα. Οι προσαρμογές που

έκαναν ενδεχομένως αφορούσαν τις προσαρμογές που θα έκαναν και Κωφοί από την

Αθήνα τους οποίους θα συναντούσα για πρώτη φορά, προκειμένου να με

διευκολύνουν επειδή είμαι ακούων. Ωστόσο, στην αρχή της συνέντευξης με το Μάνο,

τον άλλο πληροφορητή από τη Θεσσαλονίκη, όταν μου ανέφερε ότι γεννήθηκε στις

Σέρρες, χρησιμοποίησε ένα χειροκινητικό νόημα της Θεσσαλονίκης. Όταν ζήτησα

165

διευκρινίσεις, επειδή δεν κατανόησα το συγκεκριμένο χειροκινητικό νόημα, αφού

μου εξήγησε τη σημασία του, σχολίασε:

(29)

Συγγνώμη. Θα προσπαθήσω στη συνέχεια να προσαρμόσω τη νοηματική μου και

να χρησιμοποιώ χειροκινητικά νοήματα της Αθήνας για να με καταλαβαίνεις.

Χωρίς να μπορούμε να καταλήξουμε για το εύρος των διαλεκτικών διαφορών

ανάμεσα στην ποικιλία της Αθήνας και την ποικιλία της Θεσσαλονίκης, αυτό που έχει

ενδιαφέρον ως προς το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ είναι ότι υφίσταται γεωγραφική

γλωσσική διαφοροποίηση, η οποία, αν και δεν είναι μεγάλη ώστε να δυσχεραίνει την

επικοινωνία μεταξύ των νοηματιστών, αποτελεί ένα ζήτημα που απασχολεί τους

έλληνες Κωφούς. Αν και οι περισσότεροι πληροφορητές εκφράζονται θετικά ως προς

τη διατήρηση της γεωγραφικής ποικιλίας, η ύπαρξή της φαίνεται να απασχολεί

περισσότερο τους δασκάλους ΕΝΓ, που γίνονται αποδέκτες παραπόνων των

ακουόντων μαθητών τους για την ύπαρξη διαφορετικών χειροκινητικών νοημάτων

ανά περιοχή. Τα συγκεκριμένα όμως παράπονα των μαθητών μπορεί να σχετίζονται

με την αδυναμία τους να κατανοήσουν ότι, όπως όλες οι γλώσσες, έτσι και η ΕΝΓ θα

έχει ποικιλίες (γεωγραφικές και άλλου είδους) και ότι κάποια που μαθαίνει μια

γλώσσα ως δεύτερη/ξένη θα πρέπει να μπορεί να αναγνωρίζει και να κατανοεί

ορισμένες από τις ποικιλίες μιας γλώσσας, για να θεωρείται ότι τη γνωρίζει σε ένα

ικανοποιητικό επίπεδο.

Πάντως, η έντονη ποικιλότητα που χαρακτηρίζει την ΕΝΓ, εξαιτίας ενός

πλήθους άλλων παραγόντων (βλ. 4.1) ενδεχομένως διευρύνει τα όρια της υπάρχουσας

γεωγραφικής ποικιλίας. Με άλλα λόγια, ορισμένα διαφορετικά χειροκινητικά

νοήματα αποτελούν απλώς παραλλαγές τύπων που δε συνδέονται αναγκαστικά με μια

συγκεκριμένη περιοχή. Για παράδειγμα, για την παραλλαγή του χειροκινητικού

νοήματος ΣΚΥΛΟΣ κάποιος πληροφορητής ανέφερε ότι προέρχεται από την Κρήτη,

ενώ κάποια άλλη πληροφορήτρια ότι προέρχεται από τη Θεσσαλονίκη. Ταυτόχρονα

όμως έχω παρατηρήσει να χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη παραλλαγή και Κωφοί

από την Αθήνα.

Η αδυναμία ταυτοποίησης της προέλευσης ορισμένων διαφορετικών

χειροκινητικών νοημάτων ενδεχομένως οφείλεται και στο ότι πλέον, ιδιαίτερα οι νέοι,

υιοθετούν ορισμένα χειροκινητικά νοήματα από άλλες περιοχές εξαιτίας των

166

συχνότερων επαφών που έχουν με Κωφούς μακριά από τον τόπο διαμονής τους και

γενικότερα της μεγαλύτερης κινητικότητας της σημερινής ελληνικής κοινωνίας.117

Μια μαθήτρια από την Αθήνα παρατήρησε ότι την παραλλαγή του χειροκινητικού

νοήματος ΡΕΖΙΛΙ, για την οποία εγώ θεωρούσα ότι είχε προέλευση από τη

Θεσσαλονίκη, χρησιμοποιούσαν και συμμαθητές της. Γι’ αυτήν, οι δύο παραλλαγές

για το ΡΕΖΙΛΙ αποτελούσαν εναλλασσόμενους τύπους που δεν είχαν γεωγραφική

προέλευση.

Εξαιτίας της απουσίας προτυποποίησης της ΕΝΓ και της μη συστηματικής της

διδασκαλίας, οι παραλλαγές χειροκινητικών νοημάτων στις διαφορετικές

γεωγραφικές περιοχές σχετίζονται με τον τρόπο κατάκτησης της ΕΝΓ στο ειδικό

σχολείο. Κωφοί που φοίτησαν σε διαφορετικά σχολεία είναι πιθανό να

διαφοροποιούνται ως προς ορισμένα χειροκινητικά νοήματα. Κάτι τέτοιο μπορεί να

συμβαίνει ακόμη και μέσα στα όρια της ίδιας της γεωγραφικής περιοχής.

4.5.2 Γεωγραφική ποικιλία και γλωσσικός σχεδιασμός

Ως προς το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ, η ύπαρξη γεωγραφικής ποικιλίας φαίνεται

να εμπλέκεται στα παρακάτω προβλήματα (βλ. πίνακας 11).

Πίνακας 11: Γεωγραφική ποικιλία της ΕΝΓ και γλωσσικός σχεδιασμός

Η επιλογή μιας ποικιλίας ως νόρμας δημιουργεί αντιδράσεις

Απουσιάζει η συστηματική καταγραφή και λεξικογράφηση της ΕΝΓ

Η γεωγραφική ποικιλία διαπλέκεται με άλλες ποικιλίες

Η προτυποποίηση αποτελεί αίτημα των ακουόντων και η γεωγραφική ποικιλία δεν

αποτελεί επικοινωνιακό πρόβλημα για την κοινότητα των Κωφών

Πρώτον, ο γλωσσικός σχεδιασμός των φθογγογλωσσών έχει καταδείξει ότι η

επιλογή μιας διαλέκτου ως της μόνης υποψήφιας πρότυπης γλώσσας είναι συχνά

ανεπιτυχής, επειδή οι ομιλητές των υπόλοιπων διαλέκτων αντιδρούν στο να

αποδεχτούν την επιβολή μιας άλλης διαλέκτου από εκείνης που χρησιμοποιούν οι

117 Ένας πληροφορητής από τη Λάρισα επεσήμανε τη δυναμική της νέας γενιάς Κωφών από την πόλη του να εμπλουτίζουν το λεξιλόγιο της ΕΝΓ με τη συχνότερη επαφή τους με Κωφούς από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Αντίθετα, οι μεγαλύτερης ηλικίας Κωφοί, λόγω δυσχερών οικονομικών συνθηκών και της δυσκολίας μετακίνησης εξαιτίας της έλλειψης ιδιωτικών μεταφορικών μέσων, δεν είχαν συχνές επαφές με μέλη της κοινότητας από άλλες περιοχές της Ελλάδας και υπήρξαν πιο συντηρητικοί στην εξέλιξη της ποικιλίας που χρησιμοποιούσαν (δηλαδή στην προτυποποίηση, τον εμπλουτισμό και την επεξεργασία της).

167

ίδιοι (Kaplan & Baldauf 1997). Στην περίπτωση των νοηματικών γλωσσών υπάρχουν

αρκετά παραδείγματα όπου ορισμένα από τα μέλη της κοινότητας απέρριψαν λεξικά

των νοηματικών τους γλωσσών, επειδή δεν είχαν συμπεριλάβει διαλεκτικά

χειροκινητικά νοήματα της περιοχής τους (Schermer 2003). Επομένως, είναι ένα

ζήτημα κατά πόσο συγκεκριμένες γεωγραφικές ποικιλίες μπορούν να αποτελέσουν τις

υποψήφιες νόρμες κατά τη διαδικασία προτυποποίησης της ΕΝΓ και μάλλον

απαιτείται ο συνδυασμός των ποικιλιών για τη δημιουργία μιας πρότυπης γλώσσας,

χωρίς όμως να θεωρείται δεδομένη η επιτυχία μιας τέτοιας ενέργειας (για ανάλογη

συζήτηση για τις φθογγογλώσσες βλ. Holmes 1992)

Δεύτερον, οι απόπειρες λεξικογράφησης της ΕΝΓ, πέρα από το ότι είναι

περιορισμένες, αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα: (α) δεν παρέχουν συστηματική

πληροφόρηση για παραλλαγές, διαλεκτικές και μη, (β) βασίζονται σε λίγους, πολλές

φορές και σε έναν πληροφορητή, (γ) δε γίνονται ευρύτερα αποδεκτές από την

κοινότητα. Συνήθως αγνοούν τη γεωγραφική ποικιλία και, όταν την περιλαμβάνουν,

το κάνουν αποσπασματικά. Έτσι, η γνώση μας σχετικά με τη γεωγραφική ποικιλία

της ΕΝΓ βασίζεται σε περιορισμένα γλωσσικά στοιχεία και κυρίως στις

παρατηρήσεις και τα σχόλια των ίδιων των νοηματιστών, που δεν είναι πάντοτε

αξιόπιστα για την εγκυρότητά τους. Συνεπώς, αποτελεί ένα δεύτερο ζήτημα ο τρόπος

που θα οργανωθεί η λεξικογράφηση της ΕΝΓ.

Τρίτον, η γεωγραφική ποικιλία συνυπάρχει, πολλές φορές μάλιστα διαπλέκεται

με άλλου είδους ποικιλίες (ποικιλίες επαφής, εκπαιδευτικές ποικιλίες, ηλικιακές

ποικιλίες). Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα προηγουμένως σε εκείνα τα παραδείγματα

παραλλαγών χειροκινητικών νοημάτων για τη γεωγραφική προέλευση των οποίων οι

πληροφορητές δε συμφωνούσαν μεταξύ τους. Άρα, μια ενέργεια γλωσσικού

σχεδιασμού δεν μπορεί να αφορά αποκλειστικά τη γεωγραφική ποικιλία, αλλά το

σύνολο των ποικιλιών της ΕΝΓ.

Τέλος, η ύπαρξη γεωγραφικής ποικιλίας δεν αποτελεί πρόβλημα για τους

έλληνες Κωφούς και φαίνεται ότι δε δυσχεραίνει τη μεταξύ τους επικοινωνία. Το

αίτημα ωστόσο για προτυποποίηση συνδέεται με τις νέες συνθήκες που

αναπτύσσονται για την ΕΝΓ μετά την αναγνώρισή της και τη χρήση της σε νέα

επικοινωνιακά περιβάλλοντα και προέρχεται μάλλον από τους ακούοντες, που τη

μαθαίνουν ως δεύτερη/ξένη γλώσσα, αλλά και από τους επίσημους φορείς που

θεωρούν την προτυποποίηση προϋπόθεση για ζητήματα όπως η πιστοποίηση της

γνώσης της ΕΝΓ (βλ. ανάλογα για την ολλανδική νοηματική γλώσσα, Schermer

168

2003). Αποτελεί επομένως ένα τέταρτο ζήτημα το κατά πόσο τα μέλη της κοινότητας

θα συμβάλουν στην προτυποποίηση της ΕΝΓ με την ενσωμάτωση ή την εξομάλυνση

της γεωγραφικής ποικιλίας.

Συνοψίζοντας όσα συζητήθηκαν προηγουμένως, διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν

γεωγραφικές ποικιλίες στην ΕΝΓ, όπως άλλωστε σε όλες τις γλώσσες. Αν και

μπορούν να γίνουν υποθέσεις σχετικά με τα όρια των διαλέκτων και το εύρος των

διαφορών μέσα από τις παρατηρήσεις και τα σχόλια των ίδιων των νοηματιστών,

είναι απαραίτητη η συστηματική καταγραφή των γεωγραφικών ποικιλιών της ΕΝΓ.

Οι διαφορές ανάμεσα στις γεωγραφικές ποικιλίες φαίνεται ότι δεν είναι αρκετά

μεγάλες ώστε να δυσχεραίνεται η επικοινωνία και είναι κυρίως λεξιλογικές. Η

ύπαρξη αυτών των διαφορών δεν προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση στους πληροφορητές

και αρκετοί παραπέμπουν σε ανάλογες διαφοροποιήσεις (διαλέκτους και ιδιώματα)

που αφορούν την ελληνική φθογγογλώσσα. Ενδεχομένως, στη διευκόλυνση της

επικοινωνίας συμβάλλουν η κοινή φθογγογλώσσα και κατ’ επέκταση η χρήση κοινών

στοματικών εικόνων και μεταφρασμένης νοηματικής, αλλά και τα πολιτισμικά

χαρακτηριστικά που μοιράζονται οι Κωφοί από όλες τις περιοχές της Ελλάδας μεταξύ

τους, αλλά και με όλους τους υπόλοιπους Έλληνες. Ωστόσο, με τη γεωγραφική

ποικιλία της ΕΝΓ σχετίζεται μια σειρά αρκετά σημαντικών προβλημάτων που

αφορούν το γλωσσικό της σχεδιασμό, ανάλογων εν πολλοίς με αυτά που απαντούν

στην προτυποποίηση των φθογγογλωσσών.

4.6 Η ηλικιακή ποικιλία της ΕΝΓ

Ένας άλλος παράγοντας που φαίνεται να οδηγεί σε γλωσσική διαφοροποίηση την

ΕΝΓ είναι η ηλικία. Διαφορετικές γενιές νοηματιστών, ειδικά όταν αυτοί έχουν

φοιτήσει στο ίδιο σχολείο, διαφοροποιούνται ως προς ορισμένα χειροκινητικά

νοήματα που χρησιμοποιούν. Έτσι, η ποικιλία των πιο ηλικιωμένων χαρακτηρίζεται

πιο «καθαρή», χωρίς προσμείξεις από την επαφή της με την ελληνική φθογγογλώσσα,

συνεπώς χωρίς μεγάλη χρήση στοματικών εικόνων και δακτυλικού αλφαβήτου, αλλά

και χωρίς πολλά δάνεια χειροκινητικά νοήματα από ξένες νοηματικές γλώσσες.

Παράλληλα όμως, συνδέεται περισσότερο με την παντομίμα, εξαιτίας της εικονικής

φύσης αρκετών χειροκινητικών νοημάτων, χαρακτηρίζεται πιο «βαριά», με την

έννοια ότι οι νοηματιστές νοηματίζουν σε μεγαλύτερο χώρο και οι κινήσεις τους

έχουν μεγαλύτερη έκταση, ενώ γίνεται εντονότερη χρήση των μη χειρονομικών

στοιχείων.

169

Η ποικιλία που χρησιμοποιούν οι νεότεροι σε ηλικία χρησιμοποιεί

περισσότερο στοματικές εικόνες και δακτυλικό αλφάβητο και αξιοποιεί περισσότερο

δάνειες λέξεις από ξένες νοηματικές γλώσσες, σε σημείο που να θεωρείται ότι

απομακρύνεται από την παράδοση της ΕΝΓ και τους γλωσσικούς της μηχανισμούς,

γι’ αυτό και συσχετίζεται με τις υβριδικές ποικιλίες που προκύπτουν από την επαφή

της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα. Παράλληλα όμως, η ποικιλία που

χρησιμοποιούν οι νεότεροι θεωρείται πιο εκλεπτυσμένη, χωρίς αδρές κινήσεις, με πιο

πλούσιο λεξιλόγιο.

Πιο συγκεκριμένα, εξαιτίας της πρόσφατης προέλευσης της ΕΝΓ στην ποικιλία

που χρησιμοποιούν τα νεότερα άτομα απεικονίζεται η εξέλιξη της ΕΝΓ. Από εικονικά

χειροκινητικά νοήματα περνάμε σε πιο συμβατικά. Παρατηρείται μια σειρά από

αλλαγές στις μονάδες της δεύτερης άρθρωσης που κάνει πιο εύκολη την παραγωγή

και την πρόσληψη των νεότερων χειροκινητικών νοημάτων. Η μείωση των κινήσεων

των χειροκινητικών νοημάτων, η τάση που έχουν αρκετά χειροκινητικά νοήματα να

νοηματίζονται πιο κοντά στο κέντρο, μπροστά από το σώμα του νοηματιστή, και το

σταδιακό πέρασμα από χειροκινητικά νοήματα που γίνονταν με κινήσεις άλλων

μερών του σώματος (ώμοι, κεφάλι, κορμός) σε χειροκινητικά νοήματα που γίνονται

μόνο με τα χέρια οδηγεί στον περιορισμό του χώρου του νοηματιστή και τη μείωση

της συμμετοχής των αρθρωτών118 γεγονός που διευκολύνει την πρόσληψη των

χειροκινητικών νοημάτων. Η τάση για σχηματισμό πιο συμμετρικών χειροκινητικών

νοημάτων, που γίνονται με το ένα χέρι, διευκολύνει την παραγωγή τους. Αρκετές από

τις παραπάνω αλλαγές εντοπίστηκαν στο περιστατικό σχετικά με την εξέλιξη του

χειροκινητικού νοήματος ΑΔΕΛΦΟΣ (βλ. 4.1.1).

Συμβαίνει επομένως η ποικιλία που χρησιμοποιούν οι πιο ηλικιωμένοι Κωφοί

να αξιολογείται αρνητικά, να θεωρείται παρωχημένη και να έχει μικρές πιθανότητες

διατήρησης σε μια ενέργεια γλωσσικής προτυποποίησης. Πράγματι, κάποιος

πληροφορητής μέσης ηλικίας κάνοντας λόγο για τα χειροκινητικά νοήματα που

χρησιμοποιούν οι πιο ηλικιωμένοι ανέφερε:

(30)

Οι ηλικιωμένοι Κωφοί, αντί για το σημερινό χειροκινητικό νόημα ΓΥΝΑΙΚΑ που

γίνεται στο μάγουλο, χρησιμοποιούν ένα χειροκινητικό νόημα με τα δύο χέρια πάνω στο

118 Βασικοί αρθρωτές της ΕΝΓ είναι τα χέρια που σχηματίζουν τα χειροκινητικά νοήματα. Αξιοποιούνται όμως και οι εκφράσεις του προσώπου, το κεφάλι, οι ώμοι και ο κορμός του νοηματιστή για τη δήλωση μη χειρονομικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο δομικό στοιχείο μιας νοηματικής γλώσσας (βλ.4.3.1).

170

στήθος ή, για να αναφερθούν στην ΕΚΚΛΗΣΙΑ, κάνουν μια κίνηση παντομίμας σα να

σβήνουν ένα κερί. Πρόκειται ουσιαστικά για εικονικά χειροκινητικά νοήματα. Οι

νοηματιστές απεικονίζουν με τα χέρια τους αυτό που βλέπουν, γι’ αυτό το λόγο μάλιστα

θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρησιμοποιούν νεύματα που δεν αποτελούν απαραίτητα

μια γλώσσα με τη δική της γραμματική δομή. Επιπλέον, οι ηλικιωμένοι Κωφοί δε

χρησιμοποιούν το δακτυλικό αλφάβητο… Παλιότερα η ΕΝΓ δεν ήταν επίσημη, ούτε

αναγνωρισμένη, ήταν πιο περιορισμένη και αρκετές φορές οι ακούοντες κορόιδευαν

τους Κωφούς που τη χρησιμοποιούσαν.

Σύμφωνα με τον πληροφορητή, τα παλιότερα χειροκινητικά νοήματα παραπέμπουν

αρκετά σε παντομίμα, σε σημείο που να αμφισβητείται ότι συνιστούν μια ξεχωριστή

γλώσσα. Ίσως ο συγκεκριμένος πληροφορητής με αυτόν τον τρόπο επιχειρεί να

τονίσει ότι η ΕΝΓ είναι μια γλώσσα με ραγδαία εξέλιξη, η οποία, από εικονικά

νεύματα, έχει εξελιχθεί σε μια γλώσσα από χειροκινητικά νοήματα που έχουν

ξεχωριστή γραμματική και συντακτικό. Η ενδυνάμωση της κοινότητας με τη

διεκδίκηση των γλωσσικών της δικαιωμάτων και η αναγνώριση της ΕΝΓ συνέβαλαν

στην περαιτέρω εξέλιξη της ΕΝΓ τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια. Η ΕΝΓ έχει

εμπλουτιστεί, οι Κωφοί έχουν εκπαιδευτεί πιο συστηματικά και συνεπώς μπορούν να

αναπτύξουν περισσότερο τη γλώσσα τους, ενώ διαφορετικό είναι το κύρος της ΕΝΓ

σήμερα. Έχει εν μέρει επίσημα αναγνωριστεί και έχουν μειωθεί οι αρνητικές στάσεις

απέναντί της.119 Οι αλλαγές αυτές εμφανίζονται κυρίως στην ποικιλία που

χρησιμοποιούν οι νέοι και μεσήλικες Κωφοί.

Η νεαρή Σοφία στο (26) υπήρξε πιο κατηγορηματική απέναντι στην ποικιλία

που χρησιμοποιούν οι πιο ηλικιωμένοι, χαρακτηρίζοντάς την «απαίσια», σε αντίθεση

με τη μοντέρνα ποικιλία των νεότερων Κωφών. Σε κάποιο άλλο σημείο έδωσε

παραδείγματα για τη διαφορά των δύο ποικιλιών:

(31)

Δε μου αρέσει η νοηματική που χρησιμοποιούν ορισμένοι ηλικιωμένοι, είναι λίγο

παράξενη. Για παράδειγμα για το ΚΟΚΚΙΝΟ συνήθως χρησιμοποιείται το

χειροκινητικό νόημα όπου μια κλειστή γροθιά κινείται πάνω το μάγουλο. Ορισμένοι

119 Η μείωση των αρνητικών στάσεων σχετίζεται σε ένα βαθμό και με το γεγονός ότι τα σημερινά χειροκινητικά νοήματα είναι λιγότερο εικονικά και γίνονται με μικρότερες κινήσεις. Ορισμένες μάλιστα φορές αλλάζει η χειρομορφή ενός χειροκινητικού νοήματος όταν αυτή συμπίπτει με μία προσβλητική χειρονομία που κάνουν και οι ακούοντες (για παράδειγμα η αντικατάσταση της χειρομορφής με το λύγισμα του μεσαίου δακτύλου στα χειροκινητικά νοήματα ΑΚΟΥΩΝ και ΓΚΟΛ).

171

όμως ηλικιωμένοι Κωφοί νοηματίζουν ΚΟΚΚΙΝΟ ακουμπώντας το δείκτη τους στα

χείλη. Για μένα αυτό το χειροκινητικό νόημα σημαίνει ΝΤΟΜΑΤΑ και δε μου αρέσει να

χρησιμοποιείται για το ΚΟΚΚΙΝΟ. Η νοηματική των νεότερων είναι λίγο διαφορετική

σε σχέση με τη νοηματική των μεγαλύτερων.

Το παράδειγμα για το ΚΟΚΚΙΝΟ επιβεβαιώνει ότι αρκετά παλιά χειροκινητικά

νοήματα είχαν την τάση να είναι εικονικά. Το σημείο που είναι κόκκινο πάνω στο

ανθρώπινο σώμα είναι τα χείλη. Είναι πιθανό το συγκεκριμένο χειροκινητικό νόημα

να χρησιμοποιούνταν για οτιδήποτε κόκκινο, όπως η ντομάτα. Σταδιακά στένεψε η

σημασία του παλιού χειροκινητικού νοήματος με το δείκτη στα χείλη και πλέον

σημαίνει ΝΤΟΜΑΤΑ, ενώ δημιουργήθηκε ένα άλλο χειροκινητικό νόημα για το

ΚΟΚΚΙΝΟ, το οποίο αναφέρεται αποκλειστικά στο κόκκινο χρώμα, παραπέμποντας

προφανώς στο κόκκινο χρώμα που έχουν τα ανθρώπινα μάγουλα.120 Ανάλογες

σημασιολογικές αλλαγές έχουν παρατηρηθεί και σε άλλες νοηματικές γλώσσες (όπως

στην ισραηλινή νοηματική γλώσσα, βλ. Meir & Sandler 2008) και μαζί με το

δανεισμό, την αρχικοποίηση (τη χρήση δηλαδή δακτυλικού αλφαβήτου για την

παραγωγή χειροκινητικών νοημάτων βλ.4.3.3) και τη σύνθεση συμβάλλουν στον

εμπλουτισμό του λεξιλογίου της εκάστοτε νοηματικής γλώσσας.

Ενώ όμως οι περισσότεροι πληροφορητές εκφράστηκαν θετικά για την εξέλιξη

της ΕΝΓ, που εντοπίζεται στις ποικιλίες που χρησιμοποιούν οι νεότεροι, αρκετοί ήταν

εκείνοι που ταυτόχρονα εξέφρασαν τον προβληματισμό τους σχετικά με αυτήν την

εξέλιξη. Μπορεί ορισμένα από τα χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούν οι

ηλικιωμένοι να χαρακτηρίζονται παρωχημένα, παράξενα, αρκετά εικονικά και αδέξια,

κριτική όμως δέχεται και η γλωσσική συμπεριφορά των πιο νεαρών Κωφών (κυρίως

των εφήβων), όταν κατασκευάζουν καινούργια χειροκινητικά νοήματα, συχνά

αξιοποιώντας στοιχεία από τη γλωσσική επαφή με την ελληνική φθογγογλώσσα,

όπως το δακτυλικό αλφάβητο και οι στοματικές εικόνες, χωρίς να σέβονται την

παράδοση της ΕΝΓ (βλ. 4.3). Χαρακτηριστικά ένας πληροφορητής ανέφερε:

(32)

Όλοι εμείς οι μεγάλοι κάνουμε την ίδια νοηματική. Αλλά οι νέοι χρησιμοποιούν

διαφορετικά κάποια χειροκινητικά νοήματα, φτιάχνοντας καινούργια. Ορισμένα είναι

120 Το γεγονός ότι υπάρχει η τάση τα χειροκινητικά νοήματα να γίνονται πιο συμβατικά δεν αναιρεί το γεγονός ότι και σήμερα αρκετά χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ έχουν εικονική προέλευση, λιγότερο ή περισσότερο εμφανή.

172

καλά και τα αποδέχομαι αλλά κάποια άλλα δεν τα αποδέχομαι καθόλου. Δεν ταιριάζουν

καθόλου στη νοηματική, τα έφτιαξαν γιατί δεν τους αρέσουν τα παλιά χειροκινητικά

νοήματα. Εμένα μία τέτοια τακτική δεν μου αρέσει.

Αν και είναι πιθανό στο παραπάνω απόσπασμα να εκφράζονται οι συνήθεις ενστάσεις

για τη γλώσσα των νέων, η οποία θεωρείται ότι οδηγεί σε φθορά μια γλώσσα (βλ.

ενδεικτικά Iordanidou & Androutsopoulos 1997, Βελούδης 2001), ο πληροφορητής

επισημαίνει την απουσία προτυποποίησης στην ΕΝΓ, η οποία επιτρέπει τη

δημιουργία νέων χειροκινητικών νοημάτων, τα οποία μάλιστα έρχονται να

αντικαταστήσουν ήδη υπάρχοντα και μάλιστα χωρίς να συνάδουν με τους

γλωσσικούς μηχανισμούς της ΕΝΓ.

Στο ίδιο κλίμα, ένας άλλος πληροφορητής εξέφρασε τον προβληματισμό του

για την τάση των νέων να χρησιμοποιούν συνεχώς νέα χειροκινητικά νοήματα

κάνοντας λόγο για την ανάγκη σύνθεσης των γλωσσικών χαρακτηριστικών που

προέρχονται από διαφορετικές ποικιλίες:

(33)

Παλιότερα μου άρεσε πιο πολύ η ποικιλία που χρησιμοποιούσαν οι νέοι γιατί ήταν πιο

πλούσια, πιο εκτεταμένη. Τελευταία όμως έχω αρχίσει να παρατηρώ με μεγαλύτερη

προσοχή την ποικιλία των ηλικιωμένων, που έχουν ιστορία και κουλτούρα. Πρέπει να

σεβαστούμε ορισμένα χαρακτηριστικά της ποικιλίας τους. Οι νέοι κάθε πέντε χρόνια

μπορεί να αλλάζουν χειροκινητικά νοήματα, ενώ οι ηλικιωμένοι έχουν διατηρήσει τη

νοηματική τους. Αυτό κάτι σημαίνει. Είναι καλό που οι νέοι χρησιμοποιούν συνεχώς

νέα χειροκινητικά νοήματα, μπορούμε όμως να αντικαθιστούμε κάθε δύο χρόνια

ορισμένα χειροκινητικά νοήματα;

Στο παραπάνω απόσπασμα ο πληροφορητής αποδέχεται ότι οι γλώσσες εξελίσσονται

και δεν διαφωνεί με την αλλαγή στην ΕΝΓ. Θεωρεί μάλιστα θετικό το λεξιλογικό

εμπλουτισμό που χαρακτηρίζει περισσότερο την ποικιλία των νέων. Καταθέτει

ωστόσο τον προβληματισμό του για την απουσία προτυποποίησης της ΕΝΓ. Η

προτυποποίηση είναι κατ’ αυτούς προτιμότερο να προκύψει μέσα από την

αξιοποίηση γλωσσικών χαρακτηριστικών από τις ποικιλίες που χρησιμοποιούν

διαφορετικές γενιές. Η ΕΝΓ είναι σχετικά πρόσφατη γλώσσα. Για αρκετούς όμως

πληροφορητές υπάρχουν χειροκινητικά νοήματα που προέρχονται από παλιά, έχουν

δοκιμαστεί στο χρόνο, έχουν μια ιδιαίτερη βαρύτητα για την ιστορία και την

173

κουλτούρα της κοινότητας και δεν πρέπει να αντικαθίστανται αψήφιστα και με

ευκολία, όπως θεωρούν ότι συμβαίνει.

Στο παρελθόν, η σύνθεση των χειροκινητικών νοημάτων που χρησιμοποιούσε

κάθε γενιά (ένα είδος άτυπης προτυποποίησης, καθοριστικής για την εξέλιξη της

σημερινής ΕΝΓ) προέκυπτε από τη συναναστροφή Κωφών διαφορετικών ηλικιών

στα σωματεία Κωφών. Τα τελευταία όμως χρόνια παρατηρείται μείωση των

επισκέψεων, ειδικά των νέων, στα σωματεία της κοινότητας. Σε αυτό συμβάλλουν

διάφοροι παράγοντες, όπως: (α) η εκπαίδευση αρκετών κωφών μαθητών σε τμήματα

ένταξης στη γενική εκπαίδευση και όχι στα ειδικά σχολεία, που λειτουργεί

ανασταλτικά στη συσπείρωση Κωφών ατόμων, (β) η μεγαλύτερη κινητικότητα των

σύγχρονων κοινωνιών ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, Αθήνα και Θεσσαλονίκη,

που μειώνει τη συνεκτικότητα των δικτύων η οποία είναι σημαντική για την

προτυποποίηση της γλώσσας μιας ολιγάριθμης κοινότητας, (γ) περισσότερες

ευκαιρίες για επικοινωνία ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας, ειδικά με τη χρήση του

κινητού τηλεφώνου121 σε συνδυασμό με (δ) τη μεγαλύτερη αναζήτηση ιδιωτικότητας

που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες κοινωνίες και ειδικά τους νέους, ενδεχομένως και (ε)

τα οργανωτικά προβλήματα και η έλλειψη δραστηριοτήτων που απομάκρυναν από τα

σωματεία ορισμένα Κωφά άτομα.122 Οι νέες αυτές συνθήκες, σε συνδυασμό με τις

νέες ανάγκες που έχουν διαμορφωθεί για την ΕΝΓ τα τελευταία χρόνια, επιβάλλουν

την ανάπτυξη διαφορετικών μηχανισμών, που θα επιτρέψουν τη συνέχιση της

σύνθεσης ανάμεσα στις ποικιλίες κάθε γενιάς.

Συνοψίζοντας, υπάρχει γλωσσική διαφοροποίηση στην ΕΝΓ ανάλογα με την

ηλικία. Ορισμένα από τα χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούν οι πιο

ηλικιωμένοι διαφέρουν αρκετά από εκείνα που χρησιμοποιούν οι περισσότεροι.

Σήμερα από την άλλη μεριά, τα πιο νεαρά μέλη της κοινότητας (κυρίως οι έφηβοι)

διακρίνονται για την καινοτομία τους στην κατασκευή νέων χειροκινητικών

νοημάτων. Αυτά είναι ευπρόσδεκτα, όταν συμβάλλουν στο λεξιλογικό εμπλουτισμό

της ΕΝΓ, παρ’ όλα αυτά σχολιάζονται αρνητικά, ειδικά όταν αποτελούν αποτέλεσμα

της επαφής με την ελληνική φθογγογλώσσα. Συνήθως προβάλλεται το αίτημα για

121 Παλιότερα τα σωματεία λειτουργούσαν σε μεγαλύτερο βαθμό από σήμερα ως τόπος συνάντησης για ένα προκαθορισμένο ραντεβού όπου κάθε Κωφός γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα βρει παρέα. Σήμερα υπάρχει η τάση για συναναστροφή σε μικρότερες ομάδες εκτός σωματείων. 122 Σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη παρατηρείται πολυδιάσπαση σωματείων (για παράδειγμα στην περιοχή του κέντρου της Αθήνας λειτουργούν τρία σωματεία), γεγονός που μάλλον αποδυναμώνει αρκετές αξιόλογες προσπάθειες και δράσεις.

174

προτυποποίηση της ΕΝΓ, που θα λαμβάνει όμως υπόψη της και θα αξιοποιεί την

παράδοσή της.

4.7 Ανακεφαλαίωση

Η γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της ΕΝΓ, που εξετάστηκε στο παρόν

κεφάλαιο, αποτελεί ένα μάλλον σύνθετο γλωσσικό τοπίο. Πέρα από τη μη

συστηματική προτυποποίηση της ΕΝΓ λόγω της απαγόρευσής της από την

εκπαίδευση των Κωφών, οι παράγοντες που ευθύνονται για την διαμόρφωση του

συγκεκριμένου τοπίου σχετίζονται με τη σύντομη ιστορία της ΕΝΓ (λιγότερο από

εκατό χρόνια), τον ιδιαίτερο τρόπο κατάκτησής της (κυρίως στο ειδικό σχολείο με

συνομήλικους μαθητές ως γλωσσικά πρότυπα) και την επαφή της με την κυρίαρχη

ελληνική φθογγογλώσσα.

Σχετικά με το όνομά της έχουν προταθεί στα ελληνικά διάφοροι όροι που

ενίοτε αντανακλούν αρνητικές στάσεις απέναντί της και την αμφισβήτηση της

γλωσσικής της υπόστασης. Οι ίδιοι οι νοηματιστές της ΕΝΓ δηλώνουν ξεκάθαρα ότι

το ζήτημα του ονόματος της γλώσσας της είναι ένα μεταφραστικό ζήτημα των

ελληνικών και δεν αφορά την ίδια τους τη γλώσσα. Για το γλωσσικό σχεδιασμό όμως

της ΕΝΓ, το συγκεκριμένο ζήτημα έχει μάλλον ιδιαίτερη σημασία, καθώς η ελληνική

φθογγογλώσσα είναι η γλώσσα γραφής για τους έλληνες Κωφούς. Φαίνεται ωστόσο

ότι έχει επικρατήσει ο όρος ελληνική νοηματική γλώσσα (ΕΝΓ).

Η επαφή της ΕΝΓ με την ελληνική φθογγογλώσσα διαμορφώνει υβριδικές

ποικιλίες (μεταφρασμένη νοηματική). Χαρακτηριστικό αυτών των ποικιλιών είναι ο

έντονος δανεισμός τους από την ελληνική φθογγογλώσσα. Λόγω όμως διαφορετικής

τροπικότητας ΕΝΓ και ελληνικής φθογγογλώσσας, ο δανεισμός της ΕΝΓ από τα

ελληνικά δεν μπορεί να ισχύει με την κλασική του έννοια. Η ΕΝΓ δεν μπορεί να

δανείζεται ήχους από τα ελληνικά. Γι’ αυτό άλλωστε, αναπτύσσονται μοναδικά

φαινόμενα δανεισμού κατά την επαφή των δύο γλωσσών, όπως οι στοματικές εικόνες

και το δακτυλικό αλφάβητο. Σε γενικές γραμμές, παρόλο που η μεταφρασμένη

νοηματική θεωρείται απαραίτητη σε συγκεκριμένες επικοινωνιακές περιστάσεις

(ιδίως όταν απαιτείται ειδικό λεξιλόγιο που απουσιάζει από την ΕΝΓ), η συστηματική

της χρήση με τον έντονο δανεισμό της από τη φθογγογλώσσα αξιολογείται αρνητικά

από τους νοηματιστές της ΕΝΓ. Οι ίδιοι, αντίθετα, προκρίνουν μια ποικιλία, την

οποία αποκαλούν συνήθως μητρική νοηματική, που μάλλον ταυτίζεται με τη φυσική

ΕΝΓ και δεν έχει μεγάλες προσμείξεις από τα ελληνικά.

175

Πάντως δάνεια στοιχεία εντοπίζονται και στη φυσική ΕΝΓ. Απέναντί τους

αναπτύσσεται η ανάλογη ρητορεία που ισχύει και για το δανεισμό των

φθογγογλωσσών. Ο δανεισμός θεωρείται φθορά και παρακμή για την αποδέκτρια

γλώσσα, δηλώνει σχέση εξάρτησης και υποταγής της αποδέκτριας γλώσσας με τη

δανείστριά της, εντοπίζεται περισσότερο στη γλωσσική χρήση των νεαρότερων

ομιλητών, γι’ αυτό άλλωστε εκλαμβάνεται ως απειλή και αποκοπή από την παράδοση

της αποδέκτριας γλώσσας. Αυτό που μάλλον συμβαίνει είναι ότι και για την ΕΝΓ

αναπτύσσεται καθαριστικός λόγος, που επιδιώκει την καθυστέρηση της γλωσσικής

αλλαγής και τη διατήρηση της γλωσσικής παράδοσης. Η πρόθεση των νοηματιστών

για τη διατήρηση αυτής της παράδοσης αντανακλά προφανώς την ύπαρξη μιας κοινής

ταυτότητας για τα μέλη της κοινότητας, η οποία αντλεί τη συνοχή της από την

ύπαρξη ενός κοινού γλωσσικού παρελθόντος.

Παρόλο που οι παραπάνω θέσεις πηγάζουν από μύθους και ιδεολογίες

άσχετες με την πραγματική φύση της γλώσσας, για την ΕΝΓ ο δανεισμός από τα

ελληνικά ενδεχομένως να αντανακλά ένα πραγματικό κίνδυνο, την απώλεια

ορισμένων οπτικοκινητικών της χαρακτηριστικών. Γι’ αυτό, παρόλο που οι

νοηματιστές χρησιμοποιούν στοματικές εικόνες και δακτυλικό αλφάβητο, αξιολογούν

αρνητικά την υπερβολική τους χρήση. Ο δανεισμός μέσω στοματικών εικόνων

φαίνεται ότι κυριαρχεί στην ΕΝΓ σε σχέση με το δακτυλικό αλφάβητο κατά

αντιστοιχία με άλλες ευρωπαϊκές νοηματικές γλώσσες και σε αντίθεση με την ΑΝΓ.

Η διαφορά αυτή μάλλον οφείλεται στις διαφορετικές εκπαιδευτικές μεθόδους που

εφαρμόστηκαν σε Ευρώπη και Αμερική. Σε ένα βαθμό οι στοματικές εικόνες

φαίνεται ότι έχουν ενταχθεί στο σύστημα της ΕΝΓ, αλλά το ζήτημα απαιτεί

μεγαλύτερη διερεύνηση. Σχετικά με το δακτυλικό αλφάβητο, αν και δε

χρησιμοποιείται συστηματικά, φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος στις νεότερες γενιές

Κωφών, ιδίως για την απόδοση κύριων ονομάτων, και αξιολογείται ορισμένες φορές

θετικότερα σε σχέση με τις στοματικές εικόνες, ίσως επειδή γίνεται με τα χέρια και

όχι με το στόμα. Επίσης, η αξιοποίησή του για τη δημιουργία αρχικοποιημένων

χειροκινητικών νοημάτων φαίνεται ότι υιοθετείται ολοένα πιο συχνά από τους

νοηματιστές της ΕΝΓ για το λεξιλογικό της εμπλουτισμό, όχι όμως χωρίς κριτική.

Αυτή είναι εντονότερη, κυρίως, όταν τα δάνεια επιχειρούν να αντικαταστήσουν ήδη

υπάρχοντα χειροκινητικά νοήματα.

Η ελλιπής καταγραφή και λεξικογράφηση της ΕΝΓ δυσχεραίνει τον

εντοπισμό των επιρροών από άλλες νοηματικές γλωσσικές. Από ανεκδοτολογικές

176

πληροφορίες γνωρίζουμε ότι σημαντικές υπήρξαν οι επιδράσεις από τη γαλλική

νοηματική γλώσσα. Τα παλαιότερα δάνεια δεν εντοπίζονται εύκολα από τους

νοηματιστές, γι’ αυτό άλλωστε είναι ευρέως αποδεκτά. Το αντίθετο συμβαίνει με

νεότερα δάνεια, που προέρχονται κυρίως από την ΑΝΓ, και για τα οποία

αναπτύσσεται καθαριστικός λόγος, είναι όμως σημαντικά για το λεξιλογικό

εμπλουτισμό της ΕΝΓ. Τέτοιου είδους επιδράσεις αυξάνονται σήμερα, ολοένα

περισσότερο, λόγω της μεγαλύτερης κινητικότητας των ελλήνων Κωφών και της

ύπαρξης περισσότερων δίγλωσσων Κωφών στην ΕΝΓ και σε άλλη νοηματική

γλώσσα.

Ως προς τη γεωγραφική διαφοροποίηση της ΕΝΓ, δεν υπάρχουν

ικανοποιητικά στοιχεία για την περιγραφή των διαλέκτων της ΕΝΓ. Δεν είμαστε

σίγουροι για το εύρος της διαφοροποίησης των ποικιλιών ΕΝΓ που χρησιμοποιούνται

αντίστοιχα στη νότια Ελλάδα (με κέντρο την Αθήνα) και τη βόρεια Ελλάδα (με

κέντρο τη Θεσσαλονίκη). Με άλλα λόγια, δε γνωρίζουμε αν μπορούμε να μιλάμε για

διαλέκτους ή για λεξιλογικές διαφορές που περιορίζονται σε ορισμένα χειροκινητικά

νοήματα. Ανεξάρτητα πάντως από το αν υπάρχουν διακριτές γεωγραφικές διάλεκτοι

στην ΕΝΓ ή όχι, εφόσον η ΕΝΓ δεν έχει προτυποποιηθεί συστηματικά, δεν υπάρχει

μια πρότυπη ποικιλία με υψηλότερο κύρος, η οποία να θεωρείται γλώσσα και να

αντιδιαστέλλεται από τις επιμέρους γεωγραφικές (και όχι μόνο) ποικιλίες. Το αίτημα

για προτυποποίηση γίνεται εντονότερο σήμερα που η ΕΝΓ διαδίδεται με γοργούς

ρυθμούς ως δεύτερη/ξένη γλώσσα στους ακούοντες. Αυτή η εξέλιξη κάνει

επιτακτικότερη την ανάγκη για μια πιο συστηματική καταγραφή της ΕΝΓ που θα

λαμβάνει όμως υπόψη της και τις ποικιλίες της.

Η ΕΝΓ είναι μια γλώσσα με ραγδαία εξέλιξη γεγονός που διαφαίνεται από τη

διαφοροποίηση της γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών που ανήκουν σε

διαφορετικές γενιές. Τα χειροκινητικά νοήματα των πιο ηλικιωμένων φαίνεται ότι

μαρτυρούσαν εντονότερα την εικονική τους προέλευση σε σχέση με τα χειροκινητικά

νοήματα που χρησιμοποιούν οι νεότερες γενιές. Παράλληλα, για τη γλωσσική

συμπεριφορά των νεαρότερων μελών της κοινότητας διατυπώνονται ενστάσεις οι

οποίες μάλλον απηχούν τις γενικότερες αρνητικές στάσεις απέναντι στη γλώσσα των

νέων. Παρά την απουσία προτυποποίησης της ΕΝΓ, έχει διαμορφωθεί μια άτυπη

νόρμα η οποία βασίζεται στην ανταλλαγή χειροκινητικών νοημάτων ανάμεσα στις

γενιές Κωφών. Οι σύγχρονοι ρυθμοί ζωής στις μεγάλες πόλεις φαίνεται ότι

177

δυσχεραίνουν αυτήν την ανταλλαγή και κάνουν ακόμη πιο επιτακτική την

ενεργοποίηση άλλων μηχανισμών για την προτυποποίηση της ΕΝΓ.

178

5. Οι φορείς του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ

Έχω ραντεβού με μία ωτορινολαρυγγολόγο στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός». Περιμένω τη σειρά μου για ένα πρόβλημα που με ταλαιπωρεί στη μύτη μου. Δίπλα μου βρίσκονται δύο νεαρές κοπέλες. Έχουν αρκετά ευχάριστη διάθεση, πειράζει η μία την άλλη, αλλά δεν ακούγονται συνομιλίες μεταξύ τους. Κάποια στιγμή βγαίνει η γιατρός και ρωτάει ποιος περιμένει για ακουόγραμμα. Απαντάει η μία κοπέλα λέγοντας ότι το χρειάζεται η αδελφή της και ότι έχει έρθει και η ίδια μαζί της, για να τη βοηθήσει στην επικοινωνία. Η αδελφή της χρειάζεται μια βεβαίωση που θα αποδεικνύει ότι είναι κωφή, για να καταθέσει κάποια δικαιολογητικά. Η γιατρός επιχειρεί να επικοινωνήσει με την άλλη κοπέλα που δεν ακούει, όμως η αδελφή της την ενημερώνει ότι δε γνωρίζει χειλεανάγνωση. Μπαίνουν και οι τρεις στο ιατρείο αλλά η πόρτα μένει μισάνοιχτη και ακούω τη γιατρό να σχολιάζει. «Δεν έχω μηχάνημα για να κάνω ακουόγραμμα. Θα της υπογράψω μόνο τη βεβαίωση. Να της πεις όμως ότι πρέπει να μάθει χειλεανάγνωση. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορεί να επικοινωνεί με όλους. Δε γνωρίζουν όλοι νοηματική, ενώ όλοι μπορούν να επικοινωνήσουν στα ελληνικά με χειλεανάγνωση μαζί της». Η γιατρός ζητάει ορισμένες πληροφορίες και, χωρίς να βλέπω, υποθέτω ότι μέσα στο ιατρείο εξελίσσεται μία άτυπη διερμηνεία ανάμεσα στις δύο αδελφές.

Μέχρι αυτό το σημείο δόθηκε έμφαση στην περιγραφή των ατόμων που

χρησιμοποιούν την ΕΝΓ και της γλωσσικής τους συμπεριφοράς. Διαπιστώθηκε ότι το

προφίλ των νοηματιστών καθορίζεται από τις διαφορετικές γλωσσικές τους εμπειρίες

και η γλωσσική τους συμπεριφορά επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, αρκετοί

από τους οποίους σχετίζονται με τις ιδιαιτερότητες των νοηματικών γλωσσών. Αυτό

που έχει ενδιαφέρον είναι ότι στην περίπτωση της ΕΝΓ διαμορφώνεται ένα σύνθετο

γλωσσικό τοπίο, που επιβάλλει ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Οι ενέργειες αυτές

έχουν διαφορετικούς στόχους και διαφορετικές δυναμικές και προέρχονται από

διάφορους φορείς, θεσμικούς και μη θεσμικούς, τόσο μέσα από την ίδια τη γλωσσική

κοινότητα όσο και έξω από αυτή. Στο παραπάνω περιστατικό η ΕΝΓ αξιολογείται

αρνητικά από τη γιατρό, η οποία, έχοντας ένα θεσμικό ρόλο, αντιμετωπίζει την Κωφή

ως ένα άτομο με απώλεια ακοής και όχι ως μέλος μιας γλωσσικής κοινότητας με

γλωσσικά δικαιώματα. Δεν αναγνωρίζει το δικαίωμά της να χρησιμοποιεί την ΕΝΓ

και μέσω διερμηνείας να έχει πρόσβαση στην ακούουσα πλειονότητα και της

προτείνει να επικοινωνεί μέσω χειλεανάγνωσης χρησιμοποιώντας της ελληνική

φθογγογλώσσα. Παράλληλα όμως και η Κωφή, χωρίς η ίδια να έχει κάποιο θεσμικό

ρόλο, φαίνεται να έχει ελλιπή ενημέρωση σχετικά με τα γλωσσικά της δικαιώματα.

Προκειμένου να επικοινωνήσει με τη γιατρό, καταφεύγει σε μία άτυπη διερμηνεία

179

που της παρέχει ένα μέλος του οικογενειακού της περιβάλλοντος, αντί να έχει

εξασφαλίσει μία επαγγελματική διερμηνεία. Αυτό που πρωτίστως την ενδιαφέρει

είναι η απόδειξη της αναπηρίας της και όχι η διεκδίκηση των γλωσσικών της

δικαιωμάτων.123

Γι’ αυτό το λόγο, στη συνέχεια εξετάζονται αναλυτικότερα οι φορείς από τους

οποίους πηγάζουν οι διάφορες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ. Έχει ήδη

επισημανθεί ότι φορείς γλωσσικού σχεδιασμού μπορεί να είναι διάφοροι θεσμοί ή

άτομα. Αν και αρχικά οι πρακτικές του γλωσσικού σχεδιασμού συνδέθηκαν κυρίως

με ενέργειες θεσμικών φορέων, που επεμβαίνουν εκ των άνω, σύντομα διαπιστώθηκε

ότι αφενός χρήζουν ιδιαίτερης ανάλυσης και οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού που

εφαρμόζονται σε μικρο-κλίμακα, αφετέρου οι εκ των άνω ενέργειες υπαγορεύονται

από τη βάση πολλές φορές. Μάλιστα, πολύ συχνά, ο γλωσσικός σχεδιασμός που

προέρχεται από τη βάση, δηλαδή από τους ομιλητές μιας γλώσσας, δεν είναι διόλου

αμελητέος. Θα ήταν όμως απλουστευτικό στο ερώτημα «Ποιος σχεδιάζει την

ελληνική νοηματική γλώσσα;» να δοθεί η απάντηση «Καθένας που τη χρησιμοποιεί».

Στην περίπτωση μάλιστα της ΕΝΓ σημαντικό ρόλο στο γλωσσικό σχεδιασμό έπαιξαν

(και παίζουν) άτομα που όχι μόνο δεν τη γνωρίζουν και δεν τη χρησιμοποιούν, αλλά

αμφισβητούν τις δυνατότητες και το κύρος της (όπως η γιατρός στο παραπάνω

περιστατικό). Όπως άλλωστε ήδη αναφέρθηκε (βλ. 1.4.1), η φαινομενική απουσία

γλωσσικής πολιτικής συνιστά τελικά είδος γλωσσικής πολιτικής. Για παράδειγμα, η

έλλειψη ενδιαφέροντος από κρατικούς φορείς για μία μειονοτική γλώσσα και η μη

ανάληψη πρωτοβουλιών για τη στήριξή της είναι πιθανό να δυσχεράνει τη γλωσσική

της διατήρηση και να οδηγήσει στη γλωσσική της συρρίκνωση.

Προκειμένου να περιγράψω με μεγαλύτερη επάρκεια τους διάφορους φορείς

που εμπλέκονται στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ, θα αξιοποιήσω την

ομαδοποίηση των Kaplan & Baldauf (1997:5-6) που αναλύθηκε στο πρώτο κεφάλαιο

σε: (α) κυβερνητικούς φορείς/ υπηρεσίες, (β) εκπαιδευτικούς φορείς, (γ) ημι-

κυβερνητικούς ή μη κυβερνητικούς φορείς, και δ) άλλες οργανώσεις και μεμονωμένα

123 Ασφαλώς έχουν άλλη βαρύτητα οι δύο αρνητικές αξιολογήσεις απέναντι στην ΕΝΓ. Μεγαλύτερη επιρροή ασκεί η γιατρός εξαιτίας του θεσμικού της ρόλου. Επίσης, δε γνωρίζουμε σε βάθος τις αιτίες που οδήγησαν την Κωφή στην επιλογή της άτυπης διερμηνείας. Υπάρχουν Κωφοί που, αν και έχουν αγωνιστεί για την αναγνώριση των γλωσσικών τους δικαιωμάτων και τη στήριξη της ΕΝΓ, πολύ συχνά στην καθημερινή τους ζωή καταφεύγουν σε άτυπες διερμηνείες, προκειμένου να συνεννοηθούν με την ευρύτερη πλειονότητα, επειδή δεν μπορούν να εξασφαλίσουν διερμηνεία επαγγελματικού επιπέδου. Το κράτος παρέχει μέσω της Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ) μόνο 30 ώρες δωρεάν διερμηνείας το χρόνο στα άτομα που είναι μέλη των σωματείων Κωφών-μελών της ΟΜΚΕ και έχουν τακτοποιήσει τις ετήσιες συνδρομές τους (βλ. πηγές-βιβλιογραφία).

180

άτομα. Έμφαση θα δοθεί στην κατάσταση που επικρατεί κυρίως τις δύο τελευταίες

δεκαετίες, κατά τις οποίες οι έλληνες Κωφοί, αξιοποιώντας ανάλογες ενέργειες του

κινήματος των Κωφών στο εξωτερικό (κυρίως σε Η.Π.Α. και Ευρώπη),124 προωθούν

μέτρα για την αναγνώριση των γλωσσικών τους δικαιωμάτων. Υπογραμμίζεται ότι

πολύ συχνά οι διάφοροι φορείς διαπλέκονται μεταξύ τους, άλλοτε

αλληλοσυμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο, άλλοτε προτρέποντας σε αντικρουόμενες

μεταξύ τους ενέργειες. Επιπλέον, ανάλογα με το κύρος, τον ρόλο, αλλά και τη

δυναμική του εκάστοτε φορέα αναμένονται και διαφορετικά αποτελέσματα στις

εκάστοτε ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού, χωρίς ωστόσο να είναι πάντοτε

προβλέψιμη η έκβασή τους.

5.1. Κυβερνητικοί φορείς/ υπηρεσίες125

Πριν από τη δεκαετία του ’80 οι κυβερνητικοί φορείς δεν είχαν ασχοληθεί ιδιαίτερα

με την ΕΝΓ. Οι διατάξεις που αφορούσαν τους Κωφούς ανήκαν στο γενικότερο

πλαίσιο αντιμετώπισης των ατόμων με αναπηρία και δε γινόταν ιδιαίτερη μνεία για τα

γλωσσικά τους δικαιώματα μέσω της χρήσης ΕΝΓ. Το Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας

Κωφαλάλων (σημερινό Εθνικό Ίδρυμα Κωφών), που είχε ήδη ιδρυθεί με το νόμο

726/37, ήταν επιφορτισμένο με την εκπαίδευση και τη στήριξη των κωφών αλλά,

όπως φαίνεται και από την ονομασία του, είχε χαρακτήρα πρόνοιας και λειτουργούσε

χωρίς κάποια ειδική μέριμνα για την ΕΝΓ. Γι’ αυτό το λόγο υπαγόταν στα υπουργεία

Υγείας και Πρόνοιας. Η κατάσταση αυτή αντανακλά την τάση που επικρατούσε και

στο διεθνή χώρο, όπου οι νοηματικές γλώσσες αξιολογούνταν αρνητικά. Οι Κωφοί

αντιμετωπίζονταν ως ανάπηρη ομάδα χωρίς ιδιαίτερα γλωσσικά δικαιώματα. Η ΕΝΓ

περιοριζόταν στις κοινωνικές εκδηλώσεις των Κωφών και στις μεταξύ τους

συναναστροφές στα σωματεία και στις παρέες τους και η χρήση της δεν

αναγνωριζόταν από το κράτος. Για το σύνολο των κυβερνητικών φορέων η ΕΝΓ

αντιμετωπιζόταν απλά ως ένα σύνολο χειρονομιών που χρησιμοποιούν οι Κωφοί στη

μεταξύ τους επικοινωνία και δε γινόταν αποδεκτό ότι η ΕΝΓ αποτελεί ξεχωριστή

γλώσσα.

124 Ενδεικτικά αναφέρω το πρώτο διεθνές Φεστιβάλ Deaf Way που διοργανώθηκε το 1989 στο πανεπιστήμιο Gallaudet των Η.Π.Α. (βλ. Lucas 2000) και το τρίτο ευρωπαϊκό συνέδριο για την έρευνα των νοηματικών γλωσσών που έγινε το 1989 στο Αμβούργο της Γερμανίας (βλ. Prillwitz & Vollhaber1990), όπου υπήρχε και ελληνική συμμετοχή.125 Σε αυτό το κεφάλαιο εξετάζονται επίσης και οι ενέργειες φορέων ή ατόμων που δεν εργάζονται για το κράτος, αλλά οι δράσεις τους προέκυψαν ως συνέπεια της κρατικής πρωτοβουλίας και νομοθεσίας.

181

Από τα μέσα όμως της δεκαετίας του ’80, διαφαίνεται και στην Ελλάδα ο

αντίκτυπος των διεθνών αλλαγών ως προς την αντιμετώπιση των νοηματικών

γλωσσών, αλλά και γενικότερα των μειονοτικών γλωσσών. Η γλωσσολογική έρευνα

των νοηματικών γλωσσών, αρχικά στις Η.Π.Α και στις σκανδιναβικές χώρες (για μία

ανασκόπηση της έρευνας βλ. Gibson κ.ά. 1997), και η ανάπτυξη ενός διεθνούς

κινήματος για την αναγνώριση των γλωσσικών δικαιωμάτων των Κωφών ως

γλωσσικών μειονοτήτων οδήγησαν σε ανάλογες εξελίξεις και ως προς την ΕΝΓ. Ο

Παπασπύρου (2003:45-47), επιχειρώντας μία ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά

με την ΕΝΓ, διαπιστώνει πράγματι ότι από τα τέλη της δεκαετίας του ’80

παρατηρείται άνθιση στην έρευνα και τη μελέτη της ΕΝΓ μέσα από λεξικογραφικά

έργα (Λογιάδης & Λογιάδη 1985, Τριανταφυλλίδης 1987, Παπασπύρου 1994β,

Κουρμπέτης 2001), διδακτικά βοηθήματα (Ταγκάλου 1988, Κωνσταντινίδου 1989),

πολυμέσα (Παπασπύρου 1997, 2000α), περιγραφές γραμματικών φαινομένων

(Λαμπροπούλου 1997α, Τριανταφυλλίδης 1997, Παπασπύρου 2003). Παράλληλα,

έλληνες Κωφοί μεταφέρουν τις εμπειρίες τους από τη συμμετοχή τους σε διεθνή

συνέδρια και πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις και κινητοποιούνται σε δράσεις

υπέρ της ΕΝΓ.126

Σημείο σταθμό για την ενεργοποίηση κυβερνητικών υπηρεσιών ως προς το

λειτουργικό γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ αποτέλεσε το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου στις 17 Ιουνίου 1988 (Καλαϊτζάκης 1998), το οποίο αναγνώρισε τις

νοηματικές γλώσσες και τις κοινότητες των Κωφών ως γλωσσικές μειονότητες και

πρότεινε ορισμένα μέτρα για την αναβάθμισή τους (μεταξύ άλλων: (α) αναγνώριση

της νοηματικής γλώσσας που χρησιμοποιούν οι Κωφοί σε κάθε κράτος μέλος από τα

αντίστοιχα κοινοβούλια, (β) παροχή και εκπαίδευση διερμηνέων νοηματικής

γλώσσας, (γ) τηλεοπτικά προγράμματα σε νοηματική γλώσσα, (δ) προγράμματα

διδασκαλίας νοηματικής γλώσσας, και (ε) υποστήριξη και χρηματοδότηση της

έρευνάς τους). Η λήψη μέτρων ωστόσο με την ψήφιση των απαραίτητων νόμων από

την ελληνική κυβέρνηση σύμφωνα με τις παραπάνω οδηγίες τους Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου έγινε με αρκετή καθυστέρηση.

Έπρεπε να περάσει σχεδόν μία δεκαετία προτού ψηφιστούν οι πρώτοι νόμοι

σχετικά με την ΕΝΓ. Αρχικά δόθηκε έμφαση στην τηλεοπτική μετάδοση ειδήσεων

126 Για μία ενδιαφέρουσα και ίσως τη μοναδική, αν και όχι αρκετά συστηματική, απόπειρα ιστορικής ανασκόπησης των δραστηριοτήτων ελλήνων Κωφών βλ. Καλαϊτζάκης (1998).

182

στην ΕΝΓ. Έτσι, με το νόμο 2328/1995 (ΦΕΚ 159/ 3-8-1995, άρθρο 3, παρ. 20-21)127

οι τηλεοπτικοί σταθμοί υποχρεούνται να περιλαμβάνουν καθημερινά στο πρόγραμμά

τους πεντάλεπτα δελτία ειδήσεων στην ΕΝΓ με ταυτόχρονη αναγραφή υποτίτλων,

καθώς και δεκαπενθήμερα ενημερωτικά ή ψυχαγωγικά ή εκπαιδευτικά προγράμματα

ημίωρης τουλάχιστον διάρκειας στην ΕΝΓ. Λίγα χρόνια αργότερα, ο νόμος

2817/2000 (ΦΕΚ 78/ 14-3-2000) για την ειδική αγωγή ήρθε να αναγνωρίσει την ΕΝΓ

στην εκπαίδευση των Κωφών.

Οι παραπάνω νόμοι είναι αρκετά σημαντικοί για το γλωσσικό σχεδιασμό της

ΕΝΓ. Είναι η πρώτη φορά που το ελληνικό κράτος ασχολείται νομικά με τη γλώσσα

που χρησιμοποιεί η κοινότητα των Κωφών, ενώ παράλληλα δημιουργούνται οι

προϋποθέσεις για περαιτέρω δράσεις. Με την εφαρμογή των νόμων βελτιώνεται

σταδιακά η γλωσσική υπόσταση της ΕΝΓ. Μέσω των δελτίων ειδήσεων αυξάνεται το

κύρος της ΕΝΓ και με τη χρήση της στην εκπαίδευση των κωφών μαθητών δίνονται

κίνητρα για τη διάδοσή της σε αρκετούς ακούοντες. Παράλληλα, η χρήση της στα

μέσα μαζικής ενημέρωσης και στην εκπαίδευση προωθεί το αίτημα για τη γλωσσική

της προτυποποίηση και το γλωσσικό της εκσυγχρονισμό. Για τη δράση των

εκπαιδευτικών φορέων στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ και την εφαρμογή του

νόμου για τη χρήση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών μαθητών θα γίνει

αναλυτικότερα λόγος στη συνέχεια (βλ. 5.2), όπου εξετάζονται διεξοδικότερα οι

εκπαιδευτικοί φορείς. Στην εκπαίδευση άλλωστε εντοπίζονται συνήθως οι

περισσότερες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Όπως όμως ήδη αναφέρθηκε (βλ.

1.4.1), είναι πιθανό στο γλωσσικό σχεδιασμό μίας γλώσσας να εμπλέκονται φορείς

και υπηρεσίες που δε σχετίζονται με την εκπαίδευση.

5.1.1 Η μετάδοση τηλεοπτικών εκπομπών στην ΕΝΓ

Σχετικά με τη μετάδοση των τηλεοπτικών εκπομπών στην ΕΝΓ, πέρα από την

ψήφιση νόμων είναι αρκετά σημαντική και η εφαρμογή τους (για τη σημασία της

εφαρμογής των επιλογών του γλωσσικού σχεδιασμού βλ. Haugen 1983 καθώς και

1.3.3). Γι’ αυτό το λόγο οι κυβερνητικοί φορείς που εμπλέκονται στην εύρυθμη και

σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις λειτουργία των μέσων μαζικής ενημέρωσης, όπως

το Υπουργείο Τύπου και το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (ΕΡΣ), μπορούν να

πάρουν μέρος στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Με τις αποφάσεις τους ασκούν

127 Γενικότερα για τους νόμους, τα προεδρικά διατάγματα και τις υπουργικές αποφάσεις που αφορούν τα Κωφά και Βαρήκοα άτομα, βλ. στον ιστότοπο της ΟΜΚΕ (βλ. πηγές-βιβλιογραφία).

183

πίεση για την εφαρμογή των νόμων και έτσι μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση

των εκπομπών στην ΕΝΓ.

Στον πρώτο νόμο για τη μετάδοση τηλεοπτικών εκπομπών στην ΕΝΓ υπήρξαν

ασάφειες, που οδήγησαν σε παρερμηνείες ή σε μη αποτελεσματική τους εφαρμογή.

Γι’ αυτό το λόγο έγιναν ορισμένες διορθωτικές κινήσεις. Ο νόμος 3021/2002 (ΦΕΚ

143/19-6-2002, άρθρο 7, παρ.3) έθεσε τον περιορισμό στους τηλεοπτικούς σταθμούς

να μεταδίδουν ενημερωτικά δελτία στην ΕΝΓ μεταξύ των ωρών 16:00 και 22:00

ορίζοντας ως ελάχιστη διάρκειά τους τα επτά λεπτά.128 Ο νεότερος νόμος διόρθωσε

επίσης τον προηγούμενο και ως προς την επιλογή των παρουσιαστών ΕΝΓ, ορίζοντας

ότι η επιλογή γίνεται από τους τηλεοπτικούς σταθμούς μετά από πρόταση (και όχι

απλώς γνώμη, όπως προέβλεπε ο προηγούμενος νόμος) της ΟΜΚΕ. Υπογραμμίστηκε

επομένως η αξία και η σημασία του συμβουλευτικού ρόλου των ίδιων των Κωφών

μέσω των εκπροσώπων τους (την ΟΜΚΕ) στην παρουσίαση των τηλεοπτικών

δελτίων.

Παρ’ όλα αυτά, και πάλι οι εκπομπές στην ΕΝΓ δεν αντιμετωπίζονται με την

απαιτούμενη προσοχή. Παρά την κυβερνητική νομοθεσία, οι τηλεοπτικοί σταθμοί

περιορίζονται κυρίως στη μετάδοση ολιγόλεπτων δελτίων ειδήσεων στην ΕΝΓ και

δεν έχουν προγραμματίσει μεγαλύτερης διάρκειας εκπομπές. Ένας μεγάλος σταθμός

εθνικής εμβέλειας, ο ΣΚΑΪ, συμπεριέλαβε μόλις πρόσφατα (2009) στο πρόγραμμά

του δελτίο ειδήσεων στην ΕΝΓ, ενώ στο απογευματινό δελτίο του MEGA, για ένα

διάστημα, αν και υπήρχε διερμηνέας ΕΝΓ σε ειδικό παράθυρο, εμφανιζόταν μόνο

κατά τη διάρκεια της εκφώνησης των ειδήσεων από την κεντρική παρουσιάστρια129

και εξαφανιζόταν κατά την προβολή των ρεπορτάζ, που αποτελούν όμως και τον

κύριο όγκο των ειδήσεων.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΟΜΚΕ, το 2009, 17 τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής

και περιφερειακής εμβέλειας μετέδιδαν καθημερινά (ορισμένοι και το

Σαββατοκύριακο) δελτία ειδήσεων στην ΕΝΓ (βλ. πίνακα 12), υπάρχει ωστόσο

μεγάλη διχογνωμία στα μέλη της κοινότητας των Κωφών ως προς την ποιότητα και

τις προοπτικές των δελτίων. Οι περισσότεροι πληροφορητές επεσήμαναν ως κύριο

μειονέκτημά τους τον περιορισμένο χρόνο των δελτίων, τονίζοντας ότι γι’ αυτό το

128 Προηγουμένως, ορισμένοι τηλεοπτικοί σταθμοί είχαν προγραμματίσει τα ενημερωτικά δελτία στην ΕΝΓ σε ζώνες χαμηλής τηλεθέασης, για παράδειγμα πολύ νωρίς το πρωί, γεγονός που δεν εξυπηρετούσε την ουσιαστική ενημέρωση των Κωφών πολιτών, το λόγο δηλαδή για τον οποίο είχε ψηφιστεί ο σχετικός νόμος.129 Το θηλυκό γένος χρησιμοποιείται γενικευτικά (βλ. 4.3.1).

184

λόγο επιλέγουν συχνά να ενημερώνονται από άλλες πηγές (εφημερίδες, διαδίκτυο).

Ορισμένοι αξιολόγησαν αρνητικά και την ποιότητα της διερμηνείας των

παρουσιαστών των δελτίων επειδή συχνά χρησιμοποιούσαν μεταφρασμένη

νοηματική, παρέλειπαν την απόδοση σημαντικών πληροφοριών, η νοηματική που

χρησιμοποιούσαν δεν ήταν κατάλληλη με την περίσταση της επικοινωνίας κτλ.

Πίνακας 12: Δελτία ειδήσεων στην ΕΝΓ130

Κανάλι Ώρα μετάδοσης

ALPHA 16:58 Δευτέρα-Παρασκευή

18:45 Σάββατο

17:45 Κυριακή

ALTER 16:00 Δευτέρα-Παρασκευή

ANT-1 17:40 Δευτέρα-Παρασκευή

17:40-18:00 Σαββατοκύριακα

MEGA CHANNEL 17:05 Δευτέρα-Παρασκευή

NET 18:55 Δευτέρα-Παρασκευή

18:30 Σαββατοκύριακα

STAR CHANNEL 18:45 Δευτέρα-Παρασκευή

17:45 Σαββατοκύριακα

ΤΕΛΕΑΣΤΥ 16:45 Δευτέρα-Παρασκευή

‘902’ 16:30 Δευτέρα-Παρασκευή

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ μετά το δελτίο των 17:00 Δευτέρα-Παρασκευή

CHANNEL 9 19:40 Δευτέρα-Παρασκευή

21:40 Σαββατοκύριακα

ΠΡΙΣΜΑ+ 15:00 Δευτέρα-Παρασκευή (5΄)

21:00 Δευτέρα- Κυριακή (60΄)

BLUE SKY 19:00 Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή

22:00 Τετάρτη

ET 3 17:55 Δευτέρα-Παρασκευή

TV 100 19:20 Δευτέρα- Κυριακή

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ TV 19:45Δευτέρα-Παρασκευή

BEST 18:45 Δευτέρα-Κυριακή

ΚΥΔΩΝ 18:40 Δευτέρα- Σάββατο

Η δημιουργία του ειδικού ψηφιακού καναλιού από τη δημόσια τηλεόραση

(ΠΡΙΣΜΑ+), το πρόγραμμα του οποίου είναι φιλικό προς τα Κωφά άτομα είτε με την

130 Τα στοιχεία προέρχονται από τον ιστότοπο της ΟΜΚΕ (βλ. πηγές -βιβλιογραφία).

185

παροχή διερμηνείας στην ΕΝΓ είτε με υπότιτλους, διαμόρφωσε νέα δεδομένα για το

γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Μέσω της πλατφόρμας του ΠΡΙΣΜΑ+ διερμηνεύεται

καθημερινά το κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΝΕΤ, που διαρκεί μία ώρα. Παράλληλα,

παρέχεται διερμηνεία στην ΕΝΓ σημαντικών ενημερωτικών εκπομπών, όπως για

παράδειγμα οι τηλεοπτικές τηλεμαχίες των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων πριν

τις εκλογές. Κατά τη διεξαγωγή του μεγαλύτερου όγκου των συνεντεύξεων της

παρούσας έρευνας, το ΠΡΙΣΜΑ+ μόλις είχε αρχίσει τη λειτουργία του. Αρκετοί από

τους πληροφορητές δεν το είχαν παρακολουθήσει συστηματικά, καθώς δε διέθεταν

τον απαραίτητο αποκωδικοποιητή για τη λήψη του ψηφιακού σήματος, επομένως δεν

μπορούσαν να εκφέρουν γνώμη για την ποιότητα των εκπομπών του. Όσοι είχαν

ξεκινήσει να παρακολουθούν τις ειδικές εκπομπές του ήταν επιφυλακτικοί στην

αξιολόγησή τους, δίνοντας στο κανάλι ένα περιθώριο χρόνου για περαιτέρω

βελτιώσεις. Ανεξάρτητα πάντως από τη λειτουργία του μέχρι σήμερα, το

συγκεκριμένο κανάλι αποτελεί ένα αρκετά πρόσφορο πεδίο τόσο για το λειτουργικό

όσο και για το δομικό γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ (βλ. αναλυτικότερα 7.3).

5.1.2 Η παροχή υπηρεσιών διερμηνείας στην ΕΝΓ

Αν και εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράξενο, σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση

γλωσσικής πολιτικής απέναντι στην ΕΝΓ έχει το υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής

Αλληλεγγύης. Αναφέρθηκε ήδη ότι στο συγκεκριμένο υπουργείο υπάγεται ο πρώτος

και για αρκετά χρόνια ο μοναδικός δημόσιος φορέας για τη στήριξη των Κωφών, το

Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ). Η αντιμετώπιση των Κωφών πρωτίστως ως αναπήρων,

όπου η έμφαση δίνεται στην απώλεια της ακοής τους, και όχι ως γλωσσικής

μειονότητας, όπου η έμφαση δίνεται στη χρήση μιας νοηματικής γλώσσας (για τη

διάκριση ανάμεσα σε ιατροπαθολογικό και κοινωνικό μοντέλο για τον ορισμό ενός

ατόμου με απώλεια ακοής, βλ. μεταξύ άλλων Krausneker 2006), έχει συχνά ως

αποτέλεσμα τα περισσότερα κυβερνητικά μέτρα εκ μέρους του υπουργείου Υγείας

και Κοινωνικής Αλληλεγγύης να αφορούν πρωτίστως τη χορήγηση αντισταθμιστικών

επιδομάτων και την κάλυψη δαπανών για την αντιμετώπιση της κώφωσής τους μέσω

ακουστικών βοηθημάτων και ιατρικών επεμβάσεων (κοχλιακά εμφυτεύματα). Δίνεται

επομένως προτεραιότητα στην αποκατάσταση της κώφωσης, έστω σε κάποιο βαθμό,

και πολύ λιγότερη έμφαση στην αναγνώριση των γλωσσικών δικαιωμάτων των

Κωφών και την υποβοήθηση της επικοινωνίας τους με τους ακούοντες μέσω της

παροχής διερμηνέων ΕΝΓ.

186

Η υποτίμηση της ΕΝΓ καθυστέρησε την ανάπτυξη επαγγελματικών

υπηρεσιών διερμηνείας. Στο παρελθόν το ρόλο του διερμηνέα για την επικοινωνία

ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας των Κωφών και την ακούουσα πλειονότητα

επωμίζονταν κυρίως εθελοντικά οι ακούοντες συγγενείς των Κωφών (γονείς,

αδέλφια, παιδιά), βαρήκοοι που μπορούσαν να επικοινωνήσουν σε ικανοποιητικό

βαθμό στην ελληνική φθογγογλώσσα και ακούοντες που είχαν επαφή με τους

Κωφούς, είτε επειδή εργάζονταν στα ειδικά σχολεία και στα οικοτροφεία είτε επειδή

συμμετείχαν στα σωματεία τους. Οι διερμηνείες ήταν άτυπες χωρίς να βασίζονται σε

κανόνες και αρχές δεοντολογίας, και είχαν μάλλον φιλανθρωπικό χαρακτήρα.

Στα τέλη όμως της δεκαετίας του ’80, ο διεθνής αντίκτυπος των εξελίξεων ως

προς την αναγνώριση των νοηματικών (και άλλων μειονοτικών) γλωσσών και η

ολοένα αυξανόμενη διασύνδεση των ελλήνων Κωφών με το παγκόσμιο κίνημα των

Κωφών για αναγνώριση των γλωσσικών τους δικαιωμάτων δημιούργησαν τις

προϋποθέσεις για την εμφάνιση των πρώτων επαγγελματιών διερμηνέων και στην

Ελλάδα. Το ρόλο αυτό τον ανέλαβαν αρχικά κυρίως ακούοντα παιδιά Κωφών γονέων

χωρίς συστηματική εκπαίδευση.131 Στη συνέχεια, στο πλαίσιο διδασκαλίας της ΕΝΓ

από Κωφούς σε όλη την ελληνική επικράτεια, οι οποίοι λειτουργούν είτε σε

συνεργασία με την ΟΜΚΕ, το ΕΙΚ και ορισμένους δήμους είτε ως ιδιώτες και είναι οι

περισσότεροι αυτοδίδακτοι (βλ. Παπασπύρου 2003), οργανώθηκαν και τμήματα για

την εκπαίδευση διερμηνέων ΕΝΓ. Παράλληλα, άρχισαν να διενεργούνται εξετάσεις

πιστοποίησης των διερμηνέων κυρίως από την ΟΜΚΕ, χωρίς όμως να είναι τακτικές

και συστηματικές.132 Η εκπαίδευση των διερμηνέων που παρέχεται ακόμη και

σήμερα δεν προέρχεται μέσω ενός πλήρους ακαδημαϊκού προγράμματος που θα είναι

σε θέση να εξασφαλίσει την υψηλή κατάρτιση των εκπαιδευομένων.

Οι αυξανόμενες ανάγκες που προέκυψαν από το νόμο για την υποχρεωτική

τηλεοπτική μετάδοση ειδήσεων σε ΕΝΓ συνέβαλαν στην καθιέρωση επαγγελματιών

διερμηνέων, που δεν ήταν αρκετά επαρκείς ούτε είχαν εκπαιδευτεί κατάλληλα. Παρ’

όλα αυτά, έχουν γίνει ελάχιστες προσπάθειες επιμόρφωσης των διερμηνέων που ήδη

ασκούν το επάγγελμα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει σήμερα ένας μικρός

131 Ανάλογη ήταν η εξέλιξη των διερμηνέων νοηματικών γλωσσών στις περισσότερες χώρες του κόσμου (για μία ιστορική ανασκόπηση της εξέλιξης του επαγγέλματος του διερμηνέα με έμφαση στις Η.Π.Α., βλ. Moody 2007).132 Ενδεικτικό της έλλειψης συστηματικότητας στις εξετάσεις πιστοποίησης διερμηνέων ΕΝΓ είναι το γεγονός ότι το ΕΙΚ διενήργησε για πρώτη φορά αντίστοιχες εξετάσεις το 2006, αλλά αυτή η προσπάθεια δεν είχε μέχρι σήμερα κάποια συνέχεια (για ανάλογη έλλειψη συστηματικότητας των εξετάσεων πιστοποίησης επαρκούς γνώσης της ΕΝΓ που διενεργεί το ΕΙΚ βλ. 3.2).

187

αριθμός διερμηνέων ΕΝΓ και ένας πολύ μικρότερος αριθμός διερμηνέων ΕΝΓ με

υψηλή κατάρτιση, που δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών των Κωφών.

Παράλληλα, παρά τις όποιες προσπάθειες, το επάγγελμα του διερμηνέα ΕΝΓ δεν έχει

ακόμη την κατάλληλη νομική αναγνώριση.

Τα τελευταία βέβαια χρόνια το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής

Αλληλεγγύης έχει δραστηριοποιηθεί με νόμους σχετικούς με την οργάνωση

υπηρεσιών διερμηνείας ΕΝΓ. Ο νόμος 3106/2003 (ΦΕΚ 30/10-2-2003) προέβλεπε ότι

με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας μπορεί να ανατίθεται

στην ΟΜΚΕ η εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων για την παροχή διερμηνείας

σε Κωφούς.133 Η υπουργική ωστόσο απόφαση για την ενεργοποίηση του νόμου

καθυστέρησε τρία χρόνια.134 Έτσι, με την απόφαση του υπουργείου Υγείας και

Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΦΕΚ1808Β/12-10-2006) ορίστηκε η διαδικασία

εφαρμογής προγραμμάτων διερμηνείας στη νοηματική γλώσσα από τον φορέα

υλοποίησης. Στην απόφαση αναφέρονται οι δαπάνες για την εφαρμογή των

προγραμμάτων, οι οποίες περιλαμβάνουν και την επιμόρφωση των διερμηνέων, και

ορίζονται κριτήρια για τον υπολογισμό των δαπανών και τις αμοιβές των

επαγγελματιών διερμηνέων οι οποίοι εντάσσονται σε μητρώο το οποίο τηρεί ο

φορέας υλοποίησης των προγραμμάτων.

Οι περισσότεροι από τους πιστοποιημένους διερμηνείς ΕΝΓ είναι σήμερα

οργανωμένοι σε σωματείο, το οποίο δραστηριοποιείται σε εθνικό και σε διακρατικό

επίπεδο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με τις αντίστοιχες τάσεις και σε άλλες

χώρες. Για την παροχή υπηρεσιών διερμηνείας το σωματείο συνεργάζεται με την

ΟΜΚΕ, η οποία χρηματοδοτείται από το κράτος για να καλύπτει τις ανάγκες των

Κωφών με διερμηνείς ΕΝΓ.135 Η χρηματοδότηση είναι αρκετά περιορισμένη για να

μπορέσει να καλύψει συνολικά τις ανάγκες των Κωφών (βλ. και προηγουμένως στην

αρχή του 5.1). Η καθυστέρηση εφαρμογής των νόμων και το ασαφές νομοθετικό

πλαίσιο, η ελλιπής κρατική χρηματοδότηση, η απουσία οργάνωσης τακτικής και

ακαδημαϊκού επιπέδου εκπαίδευσης διερμηνέων ΕΝΓ και η αδυναμία συντονισμού

133 Στο νόμο δε γίνεται λόγος για ελληνική νοηματική γλώσσα αλλά για νοηματική γλώσσα, υπάρχει επομένως ασάφεια ως προς τη χρησιμοποιούμενη ορολογία.134 Η καθυστέρηση αυτή, μαζί και με το αίτημα για αναβάθμιση των υπηρεσιών του ΕΙΚ, θα οδηγήσει τους Κωφούς για πρώτη φορά σε αυτόνομη διαδήλωση (μέχρι τότε οι διεκδικήσεις τους ήταν ενταγμένες στο ευρύτερο αναπηρικό κίνημα) σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη στις 28 Ιουνίου του 2005 (το θέμα κάλυψε με ρεπορτάζ ο ημερήσιος τύπος βλ. ενδεικτικά Σκορδίλης 2005).135 Η ΟΜΚΕ δεν είναι κυβερνητικός φορέας, αλλά χρηματοδοτείται από το ελληνικό κράτος για την παροχή διερμηνείας στους Κωφούς. Ανάλογα, οι διερμηνείς ΕΝΓ δεν είναι κρατικοί υπάλληλοι, αλλά πληρώνονται (και) από το κράτος για να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στους έλληνες Κωφούς.

188

όλων των εμπλεκομένων δημιουργεί αρκετές δυσλειτουργίες και προβλήματα στην

οργάνωση και παροχή των κατάλληλων υπηρεσιών διερμηνείας, παρά τις διάφορες

αξιόλογες προσπάθειες.

Όλες οι παραπάνω εξελίξεις παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον για το

γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ, καθώς ο ρόλος των διερμηνέων είναι ιδιαίτερα

σημαντικός στη διεύρυνση της χρήσης της ΕΝΓ σε νέα περιβάλλοντα (π.χ.

επιστημονικές διαλέξεις, επιμορφωτικά σεμινάρια για ιατρικά και κοινωνικά θέματα,

ειδησεογραφική ενημέρωση, θεατρικές παραστάσεις, μουσικές εκδηλώσεις) και κατά

συνέπεια στον λεξιλογικό εμπλουτισμό και την υφολογική επέκταση της ΕΝΓ. Οι

διερμηνείς ΕΝΓ είναι βέβαια οι γέφυρες επικοινωνίας των Κωφών με την ακούουσα

πλειονότητα και πρώτιστο μέλημά τους είναι η επικοινωνία τους με τους Κωφούς

πελάτες τους και όχι η βελτίωση της ΕΝΓ. Πολύ συχνά όμως καλούνται να πάρουν

αποφάσεις που αφορούν το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ:

(α) Θα χρησιμοποιήσουν στις διερμηνείες τους μεταφρασμένη ή μητρική

νοηματική και ποιες αιτίες θα καθορίσουν τις επιλογές τους;

(β) Σε τι βαθμό θα χρησιμοποιήσουν στοματικές εικόνες και δακτυλικό

αλφάβητο για να διευκρινίσουν ή και να κατασκευάσουν χειροκινητικά νοήματα;

(γ) Πώς θα αντιμετωπίσουν τη γεωγραφική ποικιλία και τους δάνειους τύπους

από άλλες νοηματικές γλώσσες;

(δ) Τι είδους επιλογές θα κάνουν για έννοιες για τις οποίες δεν υπάρχουν

αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα;

(ε) Προκειμένου να πάρουν τις γλωσσικές τους αποφάσεις, πόσο

ικανοποιητικά γνωρίζουν τη γραμματική, το λεξιλόγιο και την ποικιλότητα της ΕΝΓ

και σε τι βαθμό είναι εξοικειωμένοι με την παράδοση της ΕΝΓ; (βλ. αναλυτικότερα

7.4).

5.1.3 Άλλες νεότερες εξελίξεις

Ένας άλλος κρατικός φορέας που δραστηριοποιήθηκε πρόσφατα στο γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ είναι η Βουλή των Ελλήνων. Με την έγκριση και χρηματοδότησή

της υλοποιείται από το Φεβρουάριο του 2007, σε συνεργασία με το Παιδαγωγικό

Ινστιτούτο και την ΟΜΚΕ, το πρόγραμμα «Πολιτική Ζωή με Νόημα», που έχει ως

στόχο τη συστηματική καταγραφή των πολιτικών όρων στην ΕΝΓ. Στις εθνικές

εκλογές στις 16 Σεπτεμβρίου του 2007 προέκυψε μία νέα εξέλιξη, που ενίσχυσε τις

δραστηριότητες της Βουλής των Ελλήνων στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Η

189

Δήμητρα Αράπογλου, εκπροσωπώντας το κόμμα του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού

(ΛΑ.Ο.Σ), εκλέχτηκε στη Β΄ εκλογική περιφέρεια Πειραιά ως η πρώτη Κωφή

βουλευτής στο ελληνικό κοινοβούλιο. Η Βουλή των Ελλήνων έπρεπε να εξασφαλίσει

διερμηνείς ΕΝΓ για να μπορεί η Κωφή βουλευτής να συμμετέχει στις

κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Η νέα εξέλιξη επανέφερε στο προσκήνιο το μικρό

αριθμό των κατάλληλα καταρτισμένων διερμηνέων που θα μπορούσαν να φέρουν σε

πέρας διερμηνείες υψηλού επιπέδου.

Η εκλογή της Αράπογλου στο ελληνικό κοινοβούλιο προκάλεσε παράλληλα

το ενδιαφέρον του Τύπου γενικότερα για τους Κωφούς και την ΕΝΓ, με

δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο. Δόθηκε έμφαση στην ανάγκη εμπλουτισμού του

λεξιλογίου της ΕΝΓ, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο νέο επικοινωνιακό

περιβάλλον. Μία διερμηνέας που ανέλαβε να διερμηνεύει στο ελληνικό κοινοβούλιο

ανέφερε χαρακτηριστικά:

«Οι πολιτικοί αρέσκονται στα λογοπαίγνια, στην αρχαΐζουσα, ενώ ο

λόγος του Κοινοβουλίου είναι συχνά πυκνός. Η μετάφραση μιας μόνο

λέξης ενός δευτερολέπτου είναι στην πράξη πολύ περισσότερος χρόνος.

Χρειάζονται ολόκληρες φράσεις για να μεταφραστούν τα έωλα

επιχειρήματα, η βιοκλιματική αρχιτεκτονική, η αβελτηρία και η εθνικιστική

καπηλεία» (Μαρούγκα & Κοντός 2007).

Έχει ενδιαφέρον να δούμε κατά πόσο η προβολή και η παρουσία μίας Κωφής

στη Βουλή θα εγκαινιάσει σε βάθος χρόνου μία νέα εποχή γλωσσικής πολιτικής για

την ΕΝΓ εκ μέρους των κυβερνητικών υπηρεσιών, με μακροπρόθεσμες δράσεις υπέρ

της ΕΝΓ. Τα δύο χρόνια παρουσίας της Αράπογλου στο ελληνικό κοινοβούλιο136 δεν

προωθήθηκαν νομοθετικές ρυθμίσεις για κομβικά ζητήματα σχετικά με το σχεδιασμό

της ΕΝΓ (χρηματοδότηση της καταγραφής και της μελέτης της ΕΝΓ, θεσμοθέτηση

της πιστοποίησης της ΕΝΓ, οργάνωση ακαδημαϊκής εκπαίδευσης των διερμηνέων

ΕΝΓ). Αναμφίβολα όμως η παρουσία της ΕΝΓ στο ελληνικό κοινοβούλιο άμβλυνε τις

αρνητικές πεποιθήσεις για την ΕΝΓ και εξοικείωσε την ακούουσα πλειονότητα με την

ΕΝΓ. Η αλλαγή αυτή διαφαίνεται και από το ότι πλέον τα περισσότερα κόμματα

μεριμνούν για την ύπαρξη διερμηνείας στις προεκλογικές τους συγκεντρώσεις.

136 Η Αράπογλου δεν κατάφερε να επανεκλεγεί στις επόμενες εθνικές εκλογές στις 4/10/2009.

190

Τέλος, ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ εκ μέρους κυβερνητικών

φορέων είναι πιθανό να προέρχονται από το Υπουργείο Πολιτισμού με τη

χρηματοδότηση (ή τη μη χρηματοδότηση) πολιτιστικών και αθλητικών εκδηλώσεων

των Κωφών (Θέατρο Κωφών, Φεστιβάλ Κωφών, αθλητικοί αγώνες). Τέτοιες

ενέργειες συμβάλλουν στην προβολή της ΕΝΓ, στην αύξηση του κύρους της και στην

διεύρυνσή της σε νέα περιβάλλοντα (θέατρο, ποίηση, λογοτεχνία, αθλητική

ορολογία). Το 2013 πρόκειται να πραγματοποιηθούν στην Αθήνα οι Ολυμπιακοί

Αγώνες Κωφών (deaflympics) γεγονός που ενδεχομένως αποτελέσει ορόσημο για την

προβολή της κοινότητας των ελλήνων Κωφών και της ΕΝΓ.137

Συνοψίζοντας, εκτός από τους εκπαιδευτικούς φορείς για τους οποίους θα

γίνει λόγος στη συνέχεια, οι κυβερνητικοί φορείς που σχετίζονται με το γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ (βλ. πίνακα 13) υπάγονται κυρίως στα υπουργεία Τύπου

(εποπτεία των τηλεοπτικών προγραμμάτων στην ΕΝΓ), Υγείας και Κοινωνικής

Αλληλεγγύης (στήριξη υπηρεσιών διερμηνείας ΕΝΓ, πρόνοια Κωφών) και

Πολιτισμού (στήριξη εκδηλώσεων Κωφών). Είναι βέβαια εύλογο ότι οι διάφορες

ενέργειες δέχονται (ή δε δέχονται, λόγω ελλιπούς χρηματοδότησης) την αρωγή του

υπουργείου Οικονομικών. Διαπιστώθηκε ότι οι πρωτοβουλίες εκ μέρους των

κυβερνητικών φορέων δεν είναι ιδιαίτερα δυναμικές. Αν και δε λαμβάνονται

κεντρικές αποφάσεις χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση από τα μέλη της κοινότητας

και τους εκπροσώπους τους, διαπιστώθηκε ότι ο σχεδιασμός ορισμένων ενεργειών

είναι ελλιπής και οδηγεί σε ασάφειες και δυσλειτουργίες ως προς τη λήψη

αποφάσεων.

137 Κάτι ανάλογο συνέβη και σε άλλες χώρες, όπως η Αυστραλία, όπου το 2005 στη Μελβούρνη πραγματοποιήθηκαν οι 20οί Ολυμπιακοί Αγώνες Κωφών (Carty 2006).

191

Πίνακας 13: Κυβερνητικοί φορείς γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ

Φορείς ΔράσειςΥπουργείο Τύπου (Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, ΕΡΤ)

-τηλεοπτικά προγράμματα στην ΕΝΓ

Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης(Εθνικό Ίδρυμα Κωφών)

-παροχή υπηρεσιών διερμηνείας ΕΝΓ-πρόνοια Κωφών

Πολιτισμού(Γενική Γραμματεία Αθλητισμού)

-διοργάνωση και στήριξη πολιτιστικών και αθλητικών εκδηλώσεων των Κωφών

Οικονομικών -χρηματοδότηση διάφορων προγραμμάτων

Βουλή των Ελλήνων -απόδοση πολιτικής ορολογίας σε ΕΝΓ -διερμηνεία για Κωφούς πολιτικούς

5.2. Εκπαιδευτικοί φορείς

Αναμφισβήτητα ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι σημαντικός στο σχεδιασμό μιας

γλώσσας, πόσο μάλλον μιας νοηματικής, καθώς η πλειοψηφία των Κωφών που τη

χρησιμοποιούν, έχοντας ακούοντες γονείς, την κατακτούν συνήθως στο ειδικό

σχολείο κατά τη συναναστροφή τους με τους άλλους κωφούς συμμαθητές τους. Στο

παρελθόν στα ειδικά σχολεία λειτουργούσαν και οικοτροφεία που φιλοξενούσαν τους

μαθητές από μακρινές περιοχές. Οικοτροφεία για τη φιλοξενία των κωφών μαθητών

των οποίων οι γονείς διαμένουν σε περιοχές όπου δεν υπάρχουν ειδικά σχολεία ή

ειδικές τάξεις λειτουργούν και σήμερα, ωστόσο η τάση είναι να φιλοξενούνται σε

αυτά ολοένα και λιγότεροι μαθητές. Προκειμένου να αποφευχθεί η ιδρυματοποίηση

των μαθητών, προωθούνται προγράμματα φιλοξενίας σε σπίτια και επιδιώκεται οι

μαθητές να επισκέπτονται τις οικογένειες τους όσο συχνότερα γίνεται. Έχει γίνει

προσπάθεια αποκέντρωσης των μεγάλων ειδικών σχολικών μονάδων της Αθήνας και

της Θεσσαλονίκης με τη δημιουργία ειδικών τάξεων στην περιφέρεια. Άλλωστε

ολοένα περισσότερο κωφοί μαθητές φοιτούν σε κοινές τάξεις μαζί με τους ακούοντες

μαθητές,138 γεγονός που προβληματίζει τους Κωφούς για τις πιθανές του επιπτώσεις

στη συνοχή της γλωσσικής τους κοινότητας και τη διάδοση της ΕΝΓ (βλ. 3.2 και 4.6).

Αναφέρθηκε και σε άλλα σημεία η σημασία του οικοτροφείου για την εξέλιξη

της ΕΝΓ (βλ. 4.1.2 και 4.5). Εκεί η συναναστροφή των κωφών μαθητών δεν

138 Σε αυτήν την περίπτωση η εκπαίδευση των κωφών μαθητών (τουλάχιστον τα νεότερα χρόνια) συνήθως στηρίζεται από έναν κατάλληλα επιμορφωμένο εκπαιδευτικό που συμμετέχει ως παράλληλη στήριξη στην εκπαιδευτική διαδικασία.

192

περιορίζεται την ώρα του σχολείου (στα μαθήματα και στα διαλείμματα), αλλά

επεκτείνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Η σημασία του φαίνεται και στο

παρακάτω απόσπασμα:

(34)

Παρόλο που οι γονείς μου έμεναν στην Αθήνα προτιμούσα τις καθημερινές να μένω στο

οικοτροφείο, γιατί οι γείτονές μας ήταν ακούοντες και δεν υπήρχαν παιδιά να παίξω

στη γειτονιά μου. Αντίθετα, στο οικοτροφείο είχα συναναστροφή με άλλα παιδιά και

περνούσα ευχάριστα κάνοντας παρέα μαζί τους… Τα περισσότερα κωφά παιδιά

προέρχονταν από την επαρχία γι’ αυτό και υπήρχε οικοτροφείο στο σχολείο. Βέβαια

υπήρχαν και παιδιά από την Αθήνα, τα οποία όμως επέστρεφαν το μεσημέρι στο σπίτι

τους. Οι γονείς τους ήταν συνήθως ακούοντες και δεν ήθελαν τα παιδιά τους να μείνουν

περισσότερο στο χώρο του σχολείου, για να μην επηρεαστούν και αρχίσουν να

χρησιμοποιούν χειροκινητικά νοήματα εγκαταλείποντας την ομιλούμενη γλώσσα.

Στο παραπάνω απόσπασμα ο Παντελής, περίπου 50 χρονών σήμερα, είχε

παρακαλέσει τους Κωφούς γονείς του να φιλοξενείται στο οικοτροφείο τις

καθημερινές και αναφέρει ότι το οικοτροφείο αποτελούσε το πρόσφορο έδαφος για

την ανάπτυξη της ΕΝΓ, ειδικά για όσους μαθητές δεν τη γνώριζαν στο σπίτι. Γι’ αυτό

το λόγο, ορισμένοι ακούοντες γονείς επιχειρούσαν να αποκλείσουν τα κωφά παιδιά

τους από αυτό το διαφορετικό περιβάλλον προκειμένου να τα εμποδίσουν από το να

υιοθετήσουν αυτόν το διαφορετικό τρόπο επικοινωνίας, προτιμώντας να

επικοινωνούν μαζί τους με χειλεανάγνωση.

5.2.1 Τα πρώτα βήματα στην εκπαίδευση των κωφών στην Ελλάδα

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι πρώτες προσπάθειες για την οργάνωση της

εκπαίδευσης των κωφών στην Ελλάδα χρονολογούνται το 1907 και προήλθαν από

ιδιωτικές πρωτοβουλίες κυρίως φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Μέσα από αυτές τις

ενέργειες το κράτος άρχισε να δείχνει ενδιαφέρον για την οργάνωση της εκπαίδευσης

των κωφών και το 1932 συνέστησε φιλανθρωπικό ίδρυμα με την επωνυμία «Εθνικός

Οίκος Κωφαλάλων», με έδρα την Αθήνα και υπό τον άμεσο έλεγχο και εποπτεία του

τότε υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας και Αντιλήψεως. Στο σχολείο που ιδρύθηκε

φιλοξενούνταν μαθητές που είχαν μεταφερθεί από τη Σύρο, αλλά και νέοι μαθητές. Η

λειτουργία του σχολείου (κοντά στους στύλους του Ολυμπίου Διός) αντιμετώπιζε

δυσκολίες λόγω της έλλειψης οικονομικών πόρων. Το 1937, όμως, με την αξιοποίηση

193

του κληροδοτήματος Σπηλιόπουλου το παραπάνω σχολείο πήρε την ονομασία

«Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας Κωφαλάλων» η και από το 1938 μεταφέρθηκε σε

καινούργιο, ιδιόκτητο κτήριο στους Αμπελόκηπους (Ζαχάρωφ 1), όπου λειτουργεί

μέχρι και σήμερα, πλέον ως Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ) (Λαμπροπούλου 1999).

Το κτήριο του ΕΙΚ επιτάχθηκε κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου

και χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1960 ως Γενικό Νοσοκομείο. Εκείνο το διάστημα το

σχολείο μεταφέρθηκε σε ένα μικρό κτήριο στην Ακρόπολη. Από το 1960

εγκαταστάθηκε και πάλι στους Αμπελόκηπους και στο διάστημα από το 1956 μέχρι

και το 1970 δημιούργησε παραρτήματα και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.

Δεδομένα από την έρευνα έδειξαν ότι τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του το

ΕΙΚ μάλλον δεν επαρκούσε για να καλύψει τις υπάρχουσες ανάγκες γι’ αυτό το λόγο

ιδρύθηκαν ιδιωτικά σχολεία, για να καλύψουν τις ανάγκες που δεν μπορούσε να

ικανοποιήσει. Μια Κωφή, μαθήτρια του ΕΙΚ μετά τον πόλεμο, αναφέρει:

(35)

Πήγα σχολείο στο ίδρυμα στην Ακρόπολη μέχρι την τετάρτη δημοτικού. Ήθελα για να

τελειώσω ακόμη δύο χρόνια μέχρι την έκτη δημοτικού, αλλά το σχολείο ήταν πλήρες

λόγω του ότι υπήρχαν πολλά κωφά παιδιά και αναγκαστικά επέστρεψα στο σπίτι μου.

Έμαθα ότι ένα χρόνο μετά άνοιξε ένα καινούργιο σχολείο στην Καλλιθέα και θα

μπορούσα να ολοκληρώσω την έκτη δημοτικού, αλλά δεν μπόρεσα να έρθω πίσω στην

Αθήνα, γιατί οι γονείς μου δε με άφησαν.

Η βιβλιογραφία αναφέρει ότι το πρώτο ιδιωτικό σχολείο ιδρύθηκε το 1956139 στην

Καλλιθέα (Λαμπροπούλου 1999). Διευθύντρια και ιδιοκτήτριά του ήταν η Αμαλία

Μαρτίνου, ενώ στις αρχές του 1970 ένα άλλο ιδιωτικό σχολείο δημιουργήθηκε στη

Φιλοθέη με το όνομα «Ίδρυμα Πρόνοιας Κωφών και Βαρηκόων Ελλάδος».

Όπως επιβεβαιώθηκε και από τις συνεντεύξεις της έρευνας, στα σχολεία

κωφών (δημόσια και ιδιωτικά) η χρήση της ΕΝΓ υπήρξε απαγορευμένη. Κατά τα

διεθνή πρότυπα είχε υιοθετηθεί η προφορική μέθοδος διδασκαλίας σύμφωνα με την

οποία προϋπόθεση για την εκπαίδευση ενός κωφού παιδιού είναι η απόκτηση της

κυρίαρχης φθογγογλώσσας (Παπασπύρου 2000β). Οι μεγαλύτεροι πληροφορητές

ανέφεραν ότι μέχρι τη δεκαετία του ’80 η χρήση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των

139 Για την ίδρυση του σχολείου σημαντική υπήρξε η συμβολή του βουλευτή Ανδρέα Κοκέβη και της συζύγου του Ηρώς, γονέων κωφού παιδιού.

194

κωφών υπήρξε περιορισμένη στα διαλείμματα και τον ελεύθερο χρόνο και ήταν

απαγορευμένη από την εκπαιδευτική διαδικασία:

(36)

Μετά το 1980 άρχισε να χρησιμοποιείται η ΕΝΓ στα σχολεία και αυτό βέβαια έγινε

σταδιακά και με πολύ δειλά βήματα. Προηγουμένως η διδασκαλία γινόταν

αποκλειστικά με τη χρησιμοποίηση της ομιλούμενης γλώσσας. Το πρόβλημα βέβαια

υπήρξε με εκείνους τους εκπαιδευτικούς που δε μιλούσαν αρκετά καθαρά ώστε να είναι

κατανοητοί. Όλοι οι δάσκαλοι επέμεναν στο να μάθουμε να χρησιμοποιούμε την

ομιλούμενη γλώσσα. Να φανταστείς υπήρχε μάθημα όπου βαθμολογούμασταν για την

απόδοση μας στα προφορικά… Με τους συμμαθητές μου επικοινωνούσαμε κρυφά με

χειροκινητικά νοήματα, αλλά η απόδοση μας στην ΕΝΓ δεν ήταν πολύ καλή, γιατί

επικρατούσε μία σύγχυση στο μυαλό μας εξαιτίας της έμφασης της διδασκαλίας στην

ομιλούμενη γλώσσα.

Ο Παντελής προηγουμένως είχε αναφέρει ότι αρκετοί ακούοντες γονείς έκαναν ό,τι

μπορούσαν για να αποτρέψουν τα κωφά παιδιά τους από το να μάθουν την ΕΝΓ.

Παρ’ όλο όμως που τα ειδικά σχολεία στην επίσημη λειτουργία τους ως

εκπαιδευτικοί φορείς δρούσαν ενάντια στην ΕΝΓ, αποτελούσαν παράλληλα τους

χώρους στους οποίους κατεξοχήν αναπτύχθηκε η ΕΝΓ. Οι κωφοί μαθητές είχαν εκεί

την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους, αλλά και με κωφά παιδιά Κωφών

γονιών που γνώριζαν την ΕΝΓ, και να αρχίσουν να νοηματίζουν σε κάποιο βαθμό.

5.2.2. Νεότερες εξελίξεις

Για να φανούν οι δυνατότητες των εκπαιδευτικών να λειτουργήσουν ως φορείς

γλωσσικού σχεδιασμού χρειάζεται να δούμε λεπτομερέστερα το νομοθετικό

καθεστώς κάτω από το οποίο δημιουργήθηκαν και λειτουργούν. Όπως εντοπίστηκε

από την εθνογραφική παρατήρηση, η κατάσταση μεταβλήθηκε τη δεκαετία του ’80,

οπότε άρχισε να αλλάζει σταδιακά και η επίσημη στάση απέναντι στην ΕΝΓ των

εκπαιδευτικών φορέων που δραστηριοποιούνταν στην εκπαίδευση των κωφών. Με τη

θεσμοθέτηση της ειδικής αγωγής ιδρύθηκαν το 1982 τα πρώτα σχολεία κωφών που

υπάγονται στο υπουργείο Παιδείας και η εκπαίδευση των κωφών άρχισε να αποκτά

δημόσιο χαρακτήρα και στην Ελλάδα. Τα σχολεία κωφών του ΕΙΚ αρχικά υπάγονταν

στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας. Ακόμη και σήμερα το ΕΙΚ αποτελεί φορέα που

εποπτεύεται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αλλά τα

195

τελευταία χρόνια οι σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής (στο εξής ΣΜΕΑΕ) που

λειτουργούν στο ΕΙΚ και τα παραρτήματά του ανήκουν πλέον στο Υπουργείο

Παιδείας. Παράλληλα, άρχισαν να λειτουργούν ειδικές τάξεις για κωφούς μαθητές σε

σχολεία ακουόντων. Η βιβλιογραφία αναφέρει ότι το 1986 το ιδιωτικό σχολείο της

Μαρτίνου δημοσιοποιήθηκε και αποτέλεσε τη βάση για τα σχολεία Κωφών και

Βαρηκόων στην Αργυρούπολη. Κάτι ανάλογο συνέβη με το ιδιωτικό σχολείο της

Φιλοθέης, που μετεξελίχθηκε στα σχολεία Κωφών και Βρηκόων της Αγίας

Παρασκευής (Λαμπροπούλου 1999).

Οι παραπάνω αλλαγές είχαν αντίκτυπο στον τρόπο που αντιμετωπίζεται πλέον

η ΕΝΓ στην εκπαιδευτική πρακτική:

(37)

Τα πρώτα χρόνια που φοιτούσα στο σχολείο της Μαρτίνου πιο πολύ χρησιμοποιούσαμε

την ομιλούμενη ελληνική γιατί η ΕΝΓ απαγορευόταν. Όταν έκλεισε και πήγα στο

σχολείο της Αργυρούπολης, νοηματίζαμε πλέον ελεύθερα. Γιατί πώς αλλιώς

μπορούσαμε να επικοινωνούμε χωρίς να χρησιμοποιούμε τα χέρια μας; Δεν ήταν

δυνατό να κρατάμε μέσα μας αυτό που θέλαμε να πούμε και έτσι νοηματίζαμε.

Καθώς όμως δεν υπήρχαν συγκεκριμένες νομικές διατάξεις, η χρησιμοποίηση

ΕΝΓ ήταν άτυπη και εξαρτιόταν από τη φιλοσοφία των εκπαιδευτικών που

εργάζονταν στα ειδικά σχολεία. Η ΕΝΓ δεν απαγορευόταν πια, αλλά, καθώς αρκετοί

εκπαιδευτικοί δεν τη γνώριζαν ικανοποιητικά, δεν μπορούσαν να τη

χρησιμοποιήσουν συστηματικά (βλ. Λαμπροπούλου 1997β).140 Τα χειροκινητικά

νοήματα που χρησιμοποιούνταν στα διάφορα σχολεία διαφοροποιούνταν και είναι

πιθανό να ευθύνονται σε ένα βαθμό για την ποικιλότητα της ΕΝΓ. Στο παρακάτω

απόσπασμα μάλιστα ο Κωφός πληροφορητής αναφέρει ότι η ΕΝΓ που

χρησιμοποιούσε κάθε Κωφός μπορούσε να συσχετιστεί με το σχολείο στο οποίο είχε

φοιτήσει:

(38)

Κατά τις επαφές μου με Κωφούς στα σωματεία μπορούσα να καταλάβω τη διαφορά. Οι

Κωφοί που είχαν φοιτήσει στο σχολείο της Μαρτίνου είχαν διαφορετική απόδοση στην

ΕΝΓ από τους Κωφούς που ήταν μαθητές του ΕΙΚ.

140 Η μη προτυποποίηση της ΕΝΓ δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχει σύστημα της ΕΝΓ (βλ. συζήτηση 1.4.7 και 4).

196

Το νομικό κενό ως προς τη χρήση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών

επιχείρησε να καλύψει ο νόμος 2817/2000 (ΦΕΚ 78/ 14-3-2000). Ο νόμος

αναγνωρίζει ως γλώσσα των κωφών και βαρήκοων μαθητών την ΕΝΓ και θέτει ως

προϋπόθεση για την τοποθέτηση εκπαιδευτικού και ειδικού εκπαιδευτικού

προσωπικού στις ΣΜΕΑΕ για άτομα με απώλεια ακοής τη γνώση της ΕΝΓ. Ο νόμος

ωστόσο έχει ελλείψεις, καθώς δεν προβλέπει με ποια διαδικασία θα πιστοποιείται η

γνώση της ΕΝΓ, ούτε λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την προώθηση και στήριξη

της ΕΝΓ. Οι ασάφειες του νόμου οδηγούν στην καθυστέρηση της εφαρμογής

δίγλωσσων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

Παρά όμως τις όποιες δυσκολίες, η νομική αναγνώριση της ΕΝΓ στην

εκπαίδευση των κωφών ενέτεινε τις προσπάθειες για τη δημιουργία αναλυτικών

προγραμμάτων, την κατασκευή εκπαιδευτικού υλικού και τη στελέχωση των ΣΜΕΑΕ

κωφών με εκπαιδευτικούς με πιστοποιημένη γνώση της ΕΝΓ. Ως προς τα αναλυτικά

προγράμματα έχουν γίνει προτάσεις τόσο για τη διδασκαλία της ΕΝΓ στο δημοτικό

και το γυμνάσιο (Λαμπροπούλου 2004), όσο και για τη διδασκαλία της ΕΝΓ ως

δεύτερης/ξένης γλώσσας (Παπασπύρου & Ταγκάλου 2007). Έχουν υπάρξει

πειραματικές εφαρμογές για τη διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων μέσω

δίγλωσσης μεθόδου διδασκαλίας (για παράδειγμα, Πανσεληνά 2001). Υπάρχουν

επίσης προτάσεις για τη θεσμική πιστοποίηση της γνώσης και της διδακτικής

ικανότητας στην ΕΝΓ (Παπασπύρου 2006).

Το σχολικό έτος 2006-2007 λειτουργούσαν 46 συνολικά ΣΜΕΑΕ ειδικά για

κωφούς μαθητές σε όλη την ελληνική επικράτεια. Εκτός από το ΕΙΚ στην Αθήνα και

τα παραρτήματά του στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στις Σέρρες και στον Κίσσαμο

Χανίων,141 ΣΜΕΑΕ για κωφούς λειτουργούσαν ακόμη στην Ξάνθη, την Κατερίνη, τα

Ιωάννινα, την Καρδίτσα, τη Λάρισα, το Βόλο, τη Χαλκίδα, την Καλαμάτα, το

Ηράκλειο και τη Ρόδο (αδημοσίευτα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, Φωτεινή

Σκαφίδα προσωπική επικοινωνία). Οι υφιστάμενες ΣΜΕΑΕ ανήκουν είτε στην

πρωτοβάθμια (νηπιαγωγείο, δημοτικό), είτε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

(γυμνάσιο, λύκειο, ΤΕΕ-ΕΠΑΛ) και είτε αποτελούν αυτόνομα σχολεία, είτε ειδικές

τάξεις σε σχολεία ακουόντων. Στις ΣΜΕΑΕ πολύ συχνά φοιτούν παιδιά όχι μόνο με

κώφωση, αλλά και με πολλαπλές αναπηρίες. Στο πλαίσιο της φιλοσοφίας της

141 Ειδικότερα για το ιστορικό και τη λειτουργία του παραρτήματος του ΕΙΚ στην Κρήτη, βλ. Καλαϊτζάκης (1998).

197

συνεκπαίδευσης142 των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αρκετοί κωφοί

μαθητές φοιτούν στο γενικό σχολείο τα τελευταία χρόνια, χωρίς όμως να λαμβάνεται

κάποια ειδική μέριμνα υπέρ της ΕΝΓ. Αρκετοί πληροφορητές έκαναν λόγο για τον

ολοένα μειούμενο πληθυσμό των μαθητών στις ΣΜΕΑΕ κωφών και την υποβάθμισή

τους. Ισχύει επομένως το εξής παράδοξο: σήμερα, που στις ΣΜΕΑΕ κωφών η ΕΝΓ

δεν είναι απαγορευμένη, αλλά αναγνωρίζεται η αξία της και η συμβολή της για την

εκπαίδευση των κωφών μαθητών, αρκετοί κωφοί μαθητές δε φοιτούν στο ειδικό

σχολείο.

Ο πρόσφατος νόμος για την ειδική αγωγή 3699/2008 (ΦΕΚ 199/ 2-10-2008)

επιχειρεί να αντιμετωπίσει τις ασάφειες του παλαιότερου και να θέσει πιο

ουσιαστικές βάσεις για την καθιέρωση δίγλωσσης εκπαίδευσης και την προώθηση

της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών. Πράγματι, με το νέο νόμο η ΕΝΓ

αναγνωρίζεται ως πρώτη γλώσσα των κωφών και βαρήκοων μαθητών και η ελληνική

φθογγογλώσσα ορίζεται ως δεύτερη γλώσσα, η οποία προσλαμβάνεται μέσω της

γραφής. Η προφορική αντίληψη και έκφραση της ελληνικής φθογγογλώσσας

αποτελεί επιλογή για τον κωφό μαθητή και δεν είναι υποχρεωτική η διδασκαλία της.

Συνεπώς, στόχος της εκπαίδευσης του κωφού μαθητή αποτελεί η απόκτηση

δεξιοτήτων στην ΕΝΓ και στη γραπτή μορφή της ελληνικής φθογγογλώσσας, οι

οποίες θεωρούνται ισότιμες. Οι εκπαιδευτικοί και το ειδικό επιστημονικό προσωπικό

που στελεχώνουν τις ΣΜΕΑΕ κωφών πρέπει να έχουν πιστοποιημένη γνώση της

ΕΝΓ.

Προς αυτή την κατεύθυνση στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και

Θρησκευμάτων προβλέπεται να θεσπιστεί εθνικός φορέας πιστοποίησης (επιτροπή)

της επαρκούς γνώσης της ΕΝΓ με αρμοδιότητες την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών

της ειδικής αγωγής στην ΕΝΓ, την πιστοποίηση της επαρκούς γνώσης της ΕΝΓ στους

ήδη γνώστες, την αξιολόγηση όλων των εκπαιδευτικών υλικών που παράγονται στην

ΕΝΓ πριν την ενσωμάτωσή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και τη

συνεργασία με επιστημονικούς φορείς και οργανώσεις του εσωτερικού και του

εξωτερικού και με εξειδικευμένους επιστήμονες σε εκπαιδευτικά θέματα κωφών. Η

επιτροπή αυτή θα απαρτίζεται από εκπρόσωπο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου,

142 Ο όρος αναφέρεται στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες από κοινού με τον υπόλοιπο μαθητικό πληθυσμό. Υπάρχει ωστόσο ποικιλία ως προς την ορολογία που χρησιμοποιείται, τόσο στην ελληνική όσο και στην ξένη βιβλιογραφία: ένταξη (integration), ενσωμάτωση(mainstreaming), συμμετοχή (inclusion) (Λαμπροπούλου 1997β).

198

υπαλλήλους του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, έναν πανεπιστημιακό και

εκπροσώπους της Εθνικής Συνομοσπονδίας των Ατόμων με Αναπηρία.143

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο νέος νόμος είναι αρκετά ξεκάθαρος

σχετικά με το ρόλο που πρέπει να έχει η ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών και

καθορίζεται με σαφήνεια επιτροπή επιφορτισμένη για την πιστοποίηση της γνώσης

της ΕΝΓ. Στην επιτροπή προβλέπεται η συμμετοχή μέλους της γλωσσικής κοινότητας

των Κωφών. Θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της επιτροπής και λεπτομέρειες για

τη διαδικασία και τη μεθοδολογία πιστοποίησης της ΕΝΓ (ακόμη και για τους

δασκάλους και τους διερμηνείς ΕΝΓ), κατά τα πρότυπα του Κρατικού

Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας, θα ρυθμιστούν με περαιτέρω υπουργικές

αποφάσεις. Ενώ όμως έχουν γίνει σημαντικά βήματα λειτουργικού γλωσσικού

σχεδιασμού (κυρίως ως προς την επιλογή με την αναγνώριση της ΕΝΓ και την

ψήφιση νόμου για την ειδική αγωγή που συμβάλλουν στη διάδοσή της), φαίνεται ότι

καθυστερεί σημαντικά η εφαρμογή των νομοθετικών ρυθμίσεων, καθώς και ενέργειες

δομικού γλωσσικού σχεδιασμού. Η απαρίθμηση των εκπαιδευτικών φορέων που

επιχειρήθηκε προηγουμένως έχει ως στόχο την καταγραφή τους προκειμένου να

φανεί το τοπίο πιθανών δράσεων προτυποποίησης, εκσυγχρονισμού και υφολογικής

επέκτασης της ΕΝΓ

Για την υλοποίηση δίγλωσσων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, εκτός από το

νομοθετικό πλαίσιο απαιτούνται κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό και κατάλληλα

καταρτισμένοι εκπαιδευτικοί, με επαρκή γνώση ΕΝΓ. Υπάρχουν θετικές

πρωτοβουλίες, όπως η περίπτωση του 1ου ΤΕΕ Αλμυρού Βόλου, όπου για να

στηριχθεί ο κωφός μαθητής Δαμιανός Ραμαντάκης φτιάχτηκε με τη συνδρομή

καθηγητών, συμμαθητών, του Εθνικού Ιδρύματος Νεότητας (πρόγραμμα

«Δαίδαλος») και της ΟΜΚΕ ένα dvd με 300 βασικές λέξεις στην ΕΝΓ (βλ. Σάλτου

2007). Θα έχουν άραγε συνέχεια ανάλογες ενέργειες ή οι εγγενείς δυσκολίες που

χαρακτηρίζουν συνολικότερα το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και πηγάζουν από

τη γραφειοκρατική του οργάνωση και την ελλιπή του χρηματοδότηση θα

αποτελέσουν ανασταλτικό παράγοντα για την ουσιαστική εφαρμογή του νέου

νόμου;144

143 Η επιτροπή αυτή, με την επωνυμία ΕΝΟΡΑΣΙΣ, θα είναι παράλληλα επιφορτισμένη και για την πιστοποίηση της γνώσης της γραφής Braille που χρησιμοποιούν οι τυφλοί.144 Η στελέχωση των ΣΜΕΑΕ κωφών με Κωφούς εκπαιδευτικούς είναι πολύ σημαντική, γιατί οι Κωφοί εκπαιδευτικοί εκτός από την εκπαιδευτική τους ιδιότητα, μπορούν να αποτελέσουν γλωσσικά και κοινωνικά πρότυπα για τους κωφούς μαθητές. Το κράτος δίνει προτεραιότητα στη στελέχωση των

199

5.2.3 Τριτοβάθμια εκπαίδευση και ΕΝΓ145

Ως προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι εξελίξεις σχετικά με την ΕΝΓ και τους

Κωφούς προχωρούν με μεγαλύτερη καθυστέρηση. Σε αντίθεση με άλλες χώρες στην

Ελλάδα δεν έχουν λειτουργήσει ακόμα αυτόνομα πανεπιστημιακά τμήματα σπουδών

κώφωσης (Deaf Studies) ή ΕΝΓ. Υπάρχουν αξιόλογες προσπάθειες για την ένταξη

της ΕΝΓ σε πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών (προπτυχιακά ή μεταπτυχιακά),

έχουν όμως όλες προσανατολισμό τις επιστήμες της (ειδικής) αγωγής, γεγονός που

δεν προωθεί μια πιο εμπεριστατωμένη γλωσσολογική έρευνα της ΕΝΓ.146

Παρ’ όλα αυτά, στα Μαράσλεια Διδασκαλεία Δημοτικής Εκπαίδευσης και

Νηπιαγωγών του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο πλαίσιο της επιμόρφωσης των

δασκάλων για τη στελέχωση των ΣΜΕΑΕ, διεξάγονται επίσημα θεωρητικά και

πρακτικά σεμινάρια διδασκαλίας ελληνικής νοηματικής γλώσσας (Παπασπύρου

2003). Στο Πανεπιστήμιο Πατρών λειτουργεί η Μονάδα Αγωγής Κωφών που ανήκει

στο Εργαστήριο Παιδαγωγικής Έρευνας του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής

Εκπαίδευσης (ΠΤΔΕ) (βλ. πηγές-βιβλιογραφία). Η εξειδίκευση των φοιτητών του

ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Πατρών σε θέματα κώφωσης παρέχεται τόσο σε

προπτυχιακό όσο και σε μεταπτυχιακό επίπεδο σπουδών και, ειδικότερα για την ΕΝΓ,

προσφέρεται προπτυχιακό μάθημα «Γλωσσολογία Νοηματικής Γλώσσας και

Εκπαίδευση». Η Μονάδα Αγωγής Κωφών έχει επιπλέον εκπονήσει διάφορα

προγράμματα ως προς τη γλωσσολογική έρευνα της ΕΝΓ, την παραγωγή υλικού

(εκπαιδευτικού και λεξικογραφικού), την κατάρτιση και την επιμόρφωση των

δασκάλων ΕΝΓ και έχει διοργανώσει διάφορα επιστημονικά συνέδρια και

επιμορφωτικά σεμινάρια (π.χ. Λαμπροπούλου 2005). Τέλος, στο πρόγραμμα

σπουδών του τμήματος Ειδικής Αγωγής που λειτουργεί στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

από το 1998 (βλ. πηγές-βιβλιογραφία) προβλέπονται εργαστήρια στην ΕΝΓ που

έχουν ως σκοπό την απόκτηση βασικών γνώσεων ΕΝΓ (γραμματική, συντακτικό,

ΣΜΕΑΕ με εκπαιδευτικούς με αναπηρία, δε στηρίζει ωστόσο την κατάρτιση και την επιμόρφωσή τους. Για παράδειγμα, δεν προβλέπεται παροχή διερμηνείας για την εισαγωγική επιμόρφωση (που είναι και υποχρεωτική) των νεοδιόριστων Κωφών εκπαιδευτικών για την οποία είναι επιφορτισμένα τα περιφερειακά επιμορφωτικά κέντρα (ΠΕΚ).145 Για την ανάλυση που ακολουθεί αξιοποιήθηκαν στοιχεία από διαδίκτυο (ιστότοποι πανεπιστημιακών ιδρυμάτων), την εθνογραφική παρατήρηση (κυρίως με τη συμμετοχή μου σεημερίδες και συνέδρια) και τον ημερήσιο τύπο.146 Μάλιστα, στο τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, όπου υπάρχει κατεύθυνση Εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, το προσφερόμενο μάθημα που αφορά την εκπαίδευση των ατόμων με απώλεια ακοής εστιάζει την οπτική του κυρίως στην αποκατάσταση των προβλημάτων λόγου και την ανάπτυξη ομιλίας, χωρίς να αναφέρεται εκτενώς στην ΕΝΓ (βλ. πηγές-βιβλιογραφία). Με άλλα λόγια, το άτομο με απώλεια ακοής αντιμετωπίζεται κυρίως μέσω του ιατροπαθολογικού μοντέλου.

200

ιδιωματικές εκφράσεις και διαλεκτικοί τύποι της γλώσσας). Όλα βέβαια τα παραπάνω

προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα αφορούν την κατάρτιση εκπαιδευτικών

που θα εργαστούν αποκλειστικά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Αντίθετα με τα υπάρχοντα προγράμματα για την επιμόρφωση των

εκπαιδευτικών με εξειδίκευση στην κώφωση και την ΕΝΓ, απουσιάζει μια

πανεπιστημιακών προδιαγραφών εκπαίδευση των διερμηνέων ΕΝΓ, οι οποίοι όπως

αναφέρθηκε, είτε είναι αυτοδίδακτοι είτε προέρχονται από άτυπα εκπαιδευτικά

σχήματα. Η απουσία των διερμηνέων ΕΝΓ από την τριτοβάθμια εκπαίδευση γίνεται

ακόμη πιο εμφανής στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κωφοί φοιτητές.147 Πέρα

από την απουσία κονδυλίων για την κάλυψη των αναγκών τους για διερμηνείς ΕΝΓ,

ορισμένες φορές οι φοιτητές πρέπει να αντιμετωπίσουν και την αρνητική στάση

ορισμένων καθηγητών. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω δημοσίευμα στον

ημερήσιο τύπο:

«Πριν από λίγες ημέρες μία φοιτήτρια στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο

ζήτησε να φέρει έναν διερμηνέα στο αμφιθέατρο ώστε να τη βοηθάει να

παρακολουθεί τα μαθήματα. Δυστυχώς συνάντησε την άρνηση ενός

καθηγητή. Όπως της είπε, δεν γίνεται. Οι φοιτητές θα παρακολουθούν τον

διερμηνέα και όχι εμένα» (Χαραλαμπάκης, 2007).

Οι κωφοί φοιτητές εισάγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς εξετάσεις,

όπως όλα τα άτομα με αναπηρία, στο 5% του συνόλου των εισακτέων σε Ανώτατα

Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ) και Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ). Οι

ευνοϊκές ρυθμίσεις όμως για τους κωφούς φοιτητές περιορίζονται στην εισαγωγή

τους, αφού σπάνια τα πανεπιστημιακά τμήματα στα οποία φοιτούν κωφοί λαμβάνουν

ειδική μέριμνα για τους φοιτητές τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα περιστατικά όπως

το παρακάτω που περιγράφει στον Τάκη Καμπύλη η Θάλεια Δραγώνα, καθηγήτρια

στο τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Πανεπιστημίου

Αθηνών και τέως βουλευτής επικρατείας του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού

Κινήματος:

147 Υπάρχουν κωφοί φοιτητές που δεν έχουν ακόμη αποκτήσει ταυτότητα Κωφού, επειδή, παρά την ακουστική τους απώλεια δεν έχουν φοιτήσει (συστηματικά) σε ειδικό σχολείο και δε γνωρίζουν (σε ικανοποιητικό βαθμό) την ΕΝΓ. Επειδή, αν και ενήλικες, οι κωφοί φοιτητές βρίσκονται ακόμη σε μια ηλικία όπου μέσα από τη συμμετοχή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση διαμορφώνουν την ταυτότητά τους, επέλεξα να δώσω έμφαση στην ακουστική τους απώλεια και να χρησιμοποιήσω τον όρο κωφός αντί για Κωφός. Είναι βέβαια πιθανό ότι ορισμένοι κωφοί φοιτητές αποτελούν δυναμικά και δραστήρια μέλη της κοινότητας των Κωφών.

201

«Είμαι κουφός, έγραψε τον περασμένο Σεπτέμβριο ένας φοιτητής στην

κόλλα του και την παρέδωσε στον εξεταστή. O φοιτητής αυτός μπήκε,

όπως όλοι οι νέοι με ειδικές ανάγκες, χωρίς εξετάσεις, όμως όχι για να

βοηθηθεί πραγματικά, αλλά για να μην τον έχουμε βάρος στη συνείδησή

μας. Απόδειξη, ότι μόλις βρέθηκε στο πανεπιστήμιο δεν υπήρχε ούτε

διδασκαλία στη νοηματική ούτε τίποτα. Δεν υπήρχε χώρος γι’ αυτόν. Από

λύπηση μπήκε και στη λύπηση αφέθηκε. Αυτή λοιπόν έμαθε να

χρησιμοποιεί γράφοντας είμαι κουφός. Για το χαρτί» (Καμπύλης 2007β).

Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και τα Κωφά και Βαρήκοα άτομα ήταν το θέμα

ημερίδας που διοργανώθηκε στις 16 Μαρτίου 2006 στο ΤΕΙ Αθήνας. Το ΤΕΙ Αθήνας,

λόγω και του μεγάλου αριθμού φοίτησης κωφών φοιτητών, ήταν το πρώτο που

επιχείρησε να παράσχει διερμηνεία ΕΝΓ στους κωφούς φοιτητές του. Η Φωτεινή

Σαρινοπούλου, υπεύθυνη κοινωνική λειτουργός του προγράμματος εκπαίδευσης-

ευαισθητοποίησης βοηθών για Κωφούς-Βαρήκοους φοιτητές, στην εισήγησή της

στην ημερίδα περιέγραψε το έργο που έχει αναλάβει η Κοινωνική Συμβουλευτική

Υπηρεσία του ΤΕΙ Αθήνας ως προς αυτήν την κατεύθυνση από το 1998. Ανέφερε ότι

η έλλειψη αναγνώρισης της ΕΝΓ και ο μικρός αριθμός των διερμηνέων ΕΝΓ που

υπήρχε στην αρχική φάση του προγράμματος δεν επέτρεπε την πρόσληψη

διερμηνέων ΕΝΓ. Γι’ αυτό τον λόγο έμφαση δόθηκε στην ανάπτυξη του θεσμού

βοηθών σπουδών που ήταν ακούοντες σπουδαστές που θα αναλάμβαναν να

ενημερώνουν τους κωφούς συμφοιτητές τους και να τους παρέχουν σημειώσεις. Στην

πορεία, όμως, διαπιστώθηκε ότι οι βοηθοί σπουδών ολοκλήρωναν ταχύτερα από τους

κωφούς τις σπουδές τους και η παροχή διερμηνέων στην εκπαιδευτική διαδικασία

ήταν η καλύτερη λύση για τη βελτίωση της απόδοσης των κωφών σπουδαστών.

Το ΤΕΙ Αθήνας, για να καλύψει τις ανάγκες των κωφών σπουδαστών

προώθησε την εθελοντική προσφορά διερμηνείας από σπουδαστές σχολών

εκμάθησης ΕΝΓ και διερμηνείς που συμμετείχαν σε πρόγραμμα του Πανεπιστημίου

Πατρών και έκαναν την πρακτική τους άσκηση. Η λύση αυτή όμως δεν εξασφαλίζει

στους κωφούς σπουδαστές υπηρεσίες διερμηνείας υψηλής ποιότητας, ειδικότερα αν

ληφθούν υπόψη οι αυξημένες απαιτήσεις των πανεπιστημιακών παραδόσεων

(ακαδημαϊκό λεξιλόγιο, επιστημονική και τεχνική ορολογία, εξειδικευμένες γνώσεις).

Η παρουσία επομένως των διερμηνέων ΕΝΓ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί

202

επιτακτική ανάγκη για την ισότιμη ένταξη των κωφών φοιτητών στο ελληνικό

πανεπιστήμιο και ενδεχομένως να αποτελέσει ένα ισχυρό κίνητρο για την

προτυποποίηση, αλλά και το λεξιλογικό εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ (βλ. Χατζοπούλου

2005).

5.2.4 Η διάδοση της ΕΝΓ ως δεύτερης/ξένης γλώσσας

Σημαντικό ρόλο, τέλος στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ και κυρίως για τη διάδοση

της ΕΝΓ έχουν οι φορείς που δραστηριοποιούνται στη διδασκαλία της ΕΝΓ σε

ακούοντες. Αρχικά, μαθήματα προσφέρονταν στο ΕΙΚ, στη σχολή της ΟΜΚΕ και σε

ορισμένα σωματεία Κωφών, κυρίως της Αθήνας. Με την αναγνώριση όμως της ΕΝΓ

ως γλώσσας εκπαίδευσης των κωφών και το αυξανόμενο ενδιαφέρον από

περισσότερους ακούοντες για την εκμάθηση της ΕΝΓ άρχισαν να

δραστηριοποιούνται περισσότεροι φορείς. Κύκλους μαθημάτων ΕΝΓ προσφέρουν

πλέον αρκετές ιδιωτικές σχολές σε όλη την Ελλάδα (εργαστήρια ελευθέρων σπουδών,

κέντρα εκμάθησης, κοινωφελείς δημοτικές επιχειρήσεις, σύλλογοι και σωματεία

Κωφών). Η ΟΜΚΕ αναγνωρίζει 21 κέντρα διδασκαλίας ΕΝΓ, τα οκτώ λειτουργούν

στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας (το ένα από αυτά έχει παράλληλα παραρτήματα

σε Πειραιά και Λάρισα), τέσσερα κέντρα στη Θεσσαλονίκη, τρία στην Πάτρα και από

ένα σε Ιωάννινα, Λάρισα, Σέρρες, Τρίκαλα, Ηράκλειο και Ρέθυμνο.148 Ορισμένες

σχολές εκτός από τη διδασκαλία της ΕΝΓ διοργανώνουν διάφορες εκδηλώσεις που

έχουν στόχο την προβολή της ΕΝΓ (π.χ. 1ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ για την Ελληνική

Νοηματική Γλώσσα, Αθήνα 22 & 23/9/2007, από το Ελληνικό Ινστιτούτο Νοηματικής

Γλώσσας) και την επιμόρφωση των μαθητών τους σχετικά με την ΕΝΓ (π.χ. Ημερίδα

με θέμα: Η Μαγεία της Επικοινωνίας, Αθήνα 6/5/2006, από το Εργαστήριο

Ελευθέρων Σπουδών Σχοιναράκη). Τέλος, οι Κωφοί που ασχολούνται με τη

διδασκαλία της ΕΝΓ το 2006 συνέστησαν επαγγελματικό σωματείο, τον Σύλλογο

Δασκάλων Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας. Η οργάνωσή τους σε σύλλογο μπορεί

148 Σε νεότερη εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας (82529/Γ6/12-7-2010) για την πρόσκληση υποψηφίων εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης για ένταξη στους ενιαίους πίνακες αναπληρωτών και ωρομισθίων, για το διδακτικό έτος 2010-2011, αναφέρονται 24 πλέον αναγνωρισμένα κέντρα διδασκαλίας ΕΝΓ, ενώ μόνο η ΟΜΚΕ είναι υπεύθυνη για την πιστοποίηση της επάρκειας στην ΕΝΓ. Οι Κουρμπέτης & Χατζοπούλου (2010) πάλι αναφέρουν 33 σχολές σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας όπου παραδίδονται μαθήματα ΕΝΓ. Η δημιουργία νέων κέντρων διδασκαλίας είναι ενδεικτική του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για την εκμάθηση της ΕΝΓ.

203

να συμβάλει στη δημιουργία Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας και για την

ΕΝΓ.

Συνοψίζοντας, δημόσιοι και ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί φορείς εμπλέκονται ή

είναι δυνατό να εμπλακούν στο σχεδιασμό της ΕΝΓ σε εθνικό και σε

περιφερειακό/τοπικό επίπεδο (βλ. πίνακα 14). Στο παρελθόν τα σχολεία κωφών είχαν

μάλλον ιδρυματικό χαρακτήρα, ενώ λειτουργούσαν και οικοτροφεία για τους μαθητές

από μακρινές περιοχές της Ελλάδας. Παρά την απαγόρευση της ΕΝΓ στα σχολεία

κωφών, η ύπαρξή τους βοήθησε στη σύσταση κοινοτήτων Κωφών στα μεγάλα αστικά

κέντρα. Από τη δεκαετία του ’80 έγιναν δημόσια τα σχολεία για κωφούς, ενώ

παράλληλα δημιουργήθηκαν ΣΜΕΑΕ κωφών σε περισσότερες περιοχές της χώρας.

Στις ΣΜΕΑΕ κωφών, που λειτουργούν σε όλες τις βαθμίδες, αναγνωρίζεται πλέον η

ΕΝΓ. Παράλληλα, όμως, προωθείται η ένταξη των κωφών μαθητών στη γενική

εκπαίδευση. Το γεγονός αυτό, αν και συνέβαλε στη βελτίωση του επιπέδου

εκπαίδευσης ορισμένων Κωφών, ενδέχεται να αποδυνάμωσε την κοινότητα των

Κωφών από νέα μέλη με καλή γνώση ΕΝΓ.149 Επιπλέον, αν και έχουν γίνει θετικά

βήματα για την ένταξη της ΕΝΓ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση τόσο ως επιστημονικό

αντικείμενο όσο και ως εργαλείο διευκόλυνσης της φοίτησης των κωφών φοιτητών,

σε αρκετά πανεπιστημιακά τμήματα είναι κυρίαρχο το ιατροπαθολογικό μοντέλο

αντιμετώπισης των ατόμων με απώλεια ακοής, γεγονός που δίνει έμφαση στην

εξέταση των υπαρχουσών θεραπευτικών και εκπαιδευτικών παρεμβάσεων και όχι στη

μελέτη της ΕΝΓ.

149 Το συγκεκριμένο θέμα και τα ερωτήματα που εγείρει σχετικά με το μέλλον των κοινοτήτων των Κωφών και των νοηματικών τους γλωσσών απασχολεί έντονα την επιστημονική κοινότητα. Με αφορμή την αναθεώρηση δημογραφικών δεδομένων από την κοινότητα των Κωφών της Αυστραλίας, ο Johnston (2004) εξέφρασε το προβληματισμό του για το μέλλον της Auslan. Το άρθρο του αποτέλεσε αφορμή ενός δημόσιου διαλόγου που φιλοξενήθηκε στο τεύχος 6 (2) του περιοδικού Sign LanguageStudies (2006).

204

Πίνακας 14: Εκπαιδευτικοί φορείς γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ

Φορείς Δράσεις

Εθνικοί:-υπουργείο Παιδείας

-Εθνικό Ίδρυμα Κωφών (ΕΙΚ)

Τριτοβάθμια εκπαίδευση:-Πανεπιστήμιο Αθηνών Μαράσλεια Διδασκαλεία-Πανεπιστήμιο Πατρών Μονάδα Αγωγής Κωφών-Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Ειδικής Αγωγής-ΤΕΙ Αθήνας Κοινωνική Συμβουλευτική Υπηρεσία

-λειτουργία ΣΜΕΑΕ, -αναλυτικά προγράμματα -εκπαιδευτικό υλικό σε ΕΝΓ

-λειτουργία σχολείων, οικοτροφείων -διάδοση ΕΝΓ

-προπτυχιακά και μεταπτυχιακά μαθήματα σχετικά με την ΕΝΓ -επιστημονική μελέτη ΕΝΓ -εκμάθηση ΕΝΓ -παροχή διερμηνέων σε κωφούς φοιτητές -εκσυγχρονισμός και προτυποποίηση ΕΝΓ

Περιφερειακοί και Τοπικοί:-ΣΜΕΑΕ-κέντρα διδασκαλίας ΕΝΓ-σύλλογος δασκάλων ΕΝΓ

διδασκαλία σε ΕΝΓ διάδοση ΕΝΓ προβολή ΕΝΓ πιστοποίηση ΕΝΓ

Το αυξανόμενο ενδιαφέρον των ακουόντων για την ΕΝΓ εξαιτίας των

νεότερων εξελίξεων ενδυναμώνει το κύρος της ΕΝΓ. Πλέον λειτουργούν σε αρκετές

περιοχές της Ελλάδας κέντρα εκμάθησης ΕΝΓ, ορισμένα από τα οποία

αναλαμβάνουν και άλλες δράσεις για την προβολή και την διερεύνηση της ΕΝΓ. Ως

προς τους νόμους, αν και έχουν γίνει σημαντικά βήματα με αφετηρία την αναγνώριση

της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των Κωφών με το νόμο 2817/2000 και το νεότερο νομικό

πλαίσιο για την ειδική αγωγή του 2008, υπάρχουν ακόμη ελλείψεις, κυρίως στην

εφαρμογή του και ιδιαίτερα σε σχέση με την τριτοβάθμια εκπαίδευση, τη λειτουργία

των διερμηνέων στην εκπαίδευση και ζητήματα πιστοποίησης της ΕΝΓ. Το

αυξανόμενο ενδιαφέρον των ακουόντων για την εκμάθηση της ΕΝΓ καθιστά ακόμη

πιο επιτακτική την ανάγκη θεσμοθέτησης και καθορισμού της λειτουργίας των

κέντρων διδασκαλίας ΕΝΓ.

Οι εκπαιδευτικοί φορείς φαίνεται να έχουν σημαντικό ρόλο σε δράσεις που

αφορούν κυρίως το λειτουργικό σχεδιασμό (αύξηση και προβολή του κύρους της

ΕΝΓ, διάδοσή της, εφαρμογή της νομοθεσίας για την ΕΝΓ). Παράλληλα όμως

205

προωθούν δράσεις για το δομικό της σχεδιασμό (καταγραφή και περιγραφή της ΕΝΓ

σε εκπαιδευτικά εργαλεία, προώθηση του αιτήματος για προτυποποίηση, λεξιλογικός

εκσυγχρονισμός).

5.3. Ημι-κυβερνητικοί ή μη κυβερνητικοί φορείς150

Καθώς κρατικοί φορείς δεν έχουν επιδείξει μεγάλο ενδιαφέρον γενικότερα για την

ΕΝΓ (με εξαίρεση ίσως ορισμένους εκπαιδευτικούς φορείς), και καθώς ο γλωσσικός

σχεδιασμός της ΕΝΓ προέρχεται πρωτίστως από τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής

κοινότητας, οι φορείς που ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία είναι μάλλον οι πιο

δραστήριοι σε δράσεις όσον αφορά το γλωσσικό της σχεδιασμό σε διάφορα επίπεδα

(επί της υπόστασης και επί της ύλης). Πρόκειται για οργανώσεις και οργανισμούς που

είτε στηρίζονται μερικώς από το κράτος είτε λειτουργούν αυτόνομα.

Η ΟΜΚΕ έχει τον πιο σημαντικό ρόλο σε αυτήν την κατηγορία. Αποτελεί μία

δευτεροβάθμια οργάνωση, η οποία αντιπροσωπεύει όλους τους Κωφούς στην Ελλάδα

μέσω των 20 σωματείων που είναι μέλη της. Ιδρύθηκε το 1968 και εδρεύει στην

Αθήνα. Σύμφωνα με το καταστατικό της, σκοπός της είναι «ο συντονισμός των

ενεργειών όλων των σωματείων κωφών και βαρήκοων της χώρας για την

αποτελεσματικότερη μελέτη, προβολή και σωστή αντιμετώπιση των προβλημάτων

που απασχολούν τους κωφούς και τους βαρήκοους αλλά και όλα τα άτομα με

αναπηρία». (βλ. πηγές-βιβλιογραφία). Γι’ αυτό το λόγο συνεργάζεται με διάφορους

εθνικούς φορείς (τοπική αυτοδιοίκηση, μη κυβερνητικές οργανώσεις, άλλους

συλλόγους) και με διεθνείς οργανώσεις Κωφών (Ευρωπαϊκή Ένωση Κωφών, Παγκόσμια

Ομοσπονδία Κωφών). Ιδιαίτερη μέριμνα δίνεται στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης και

της επαγγελματικής αποκατάστασης των Κωφών και στην ανάπτυξη, έρευνα και

διάδοση της ΕΝΓ. Η ΟΜΚΕ διοργανώνει εξετάσεις πιστοποίησης επάρκειας της ΕΝΓ

και εποπτεύει ένα από τα υπάρχοντα κέντρα διδασκαλίας ΕΝΓ. Παράλληλα μέσα από

διάφορες δράσεις προωθεί την ανάπτυξη, ανάδειξη και κατοχύρωση της ΕΝΓ:

διοργάνωση συνεδρίων (ενδεικτικά: ΟΜΚΕ 1985, 1987), συμμετοχή σε ερευνητικά

προγράμματα για την ΕΝΓ (ενδεικτικά: Κουρμπέτης 2001), διοργάνωση πολιτιστικών

και αθλητικών εκδηλώσεων (π.χ. 1ο Φεστιβάλ Κωφών στο Ζάππειο το Σεπτέμβριο

του 1999). Αποτελεί το φορέα υλοποίησης που χρηματοδοτείται από το κράτος για

την παροχή υπηρεσιών διερμηνείας στους Κωφούς. Εκπροσωπεί τους Κωφούς στις

150 Οι φορείς αναλύονται με βάση στοιχεία που προέρχονται κυρίως από εθνογραφική παρατήρηση και διαδικτυακές πηγές.

206

επαφές με κυβερνητικούς εκπροσώπους, αλλά και τους κινητοποιεί σε διεκδικήσεις

των γλωσσικών (και όχι μόνο) δικαιωμάτων τους. Από το 1986 η ΟΜΚΕ

εκπροσωπείται επίσημα στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΙΚ. Τέλος, για κάποιο

διάστημα διατηρούσε επιτροπή Νοηματικής που είχε ως στόχο την προστασία και την

προτυποποίηση της ΕΝΓ (για ανάλογες ενέργειες και σε άλλες κοινότητες Κωφών,

π.χ. στην Ιαπωνία, βλ. Nakamura 2006, όπου περιγράφονται οι προκλήσεις και οι

διχογνωμίες των μελών της κοινότητας σχετικά με το ζήτημα κατασκευής νέων

χειροκινητικών νοημάτων).

Από όλα τα σωματεία-μέλη της ΟΜΚΕ ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει σε

δύο από αυτά, λόγω της ιστορίας τους και της ξεχωριστής τους δράσης.151 Η Ένωση

Κωφαλάλων Ελλάδος (ΕΚΕ) ιδρύθηκε το 1948 και ήταν το πρώτο σωματείο Κωφών.

Η ΕΚΕ ήταν η πρώτη οργάνωση που το 1956 άρχισε να εκδίδει εφημερίδα με το

όνομα «Εφημερίς των Κωφαλάλων». Το σωματείο Φίλοι των Κωφών «Ο Προφήτης

Ζαχαρίας» ιδρύθηκε το 1963 με τη στήριξη του Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας

Νικοδήμου και είναι το θρησκευτικό σωματείο των ελλήνων Κωφών. Εκτός από το

θρησκευτικό και κοινωνικό του έργο, έχει συμβάλει στο γλωσσικό σχεδιασμό της

ΕΝΓ μέσω της οργάνωσης μαθημάτων, της επανέκδοσης λεξικού της ΕΝΓ (Λογιάδης

& Λογιάδη 1985), αλλά και με την τέλεση Θείας Λειτουργίας σε ΕΝΓ. Με άλλα

λόγια σχετίζεται με δράσεις για τη διάδοση, τη λεξικογράφηση και την υφολογική

επέκταση της ΕΝΓ. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ορισμένα από τα σωματεία,

κυρίως στην περιφέρεια, δραστηριοποιούνται επίσης στη διδασκαλία της ΕΝΓ και

στη γλωσσική της διάδοση (π.χ. σωματείο Κωφών Ν. Ηρακλείου «Κάντια»,

Πολιτιστικός-Επιμορφωτικός Σύλλογος Κωφών και Βαρηκόων Λάρισας).

Ένας άλλος ανεξάρτητος φορέας που έχει δραστηριοποιηθεί σε ενέργειες

γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ τα τελευταία χρόνια, κυρίως ως προς την

καταγραφή και τη λεξικογράφησή της, είναι το Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου

(ΙΕΛ). Με τη συνεργασία της ΟΜΚΕ έχει κατασκευάσει λεξικογραφικά και

εκπαιδευτικά λογισμικά σχετικά με την ΕΝΓ (σειρά ΝΟΗΜΑ -Λεξικά της ΕΝΓ,

ΔΙΟΛΚΟΣ- ορολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών σε ΕΝΓ, «Μαθαίνω τα Νοήματα» -

διδασκαλία λεξιλογίου ΕΝΓ για το νηπιαγωγείο και τις πρώτες τάξεις του δημοτικού,

βλ. πηγές-βιβλιογραφία). Σε ενημερωτική ημερίδα «Σχεδίαση για όλους: Γλωσσικές

151 Υπήρξαν πληροφορητές που παρέπεμψαν στα μεγαλύτερης ηλικίας μέλη αυτών των δύο σωματείων για πληροφορίες σχετικά με την προέλευση ορισμένων χειροκινητικών νοημάτων της ΕΝΓ και την ιστορία της κοινότητας των ελλήνων Κωφών (βλ. 4.4).

207

Υποστηρικτικές Τεχνολογίες», που έγινε στο πλαίσιο της έκθεσης για την τεχνολογία

και τον πολιτισμό της αναπηρίας «Αυτονομία 2007» (Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, 18-

5-2007), η Ελένη Ευθυμίου (από το τμήμα Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας του ΙΕΛ)

ανέφερε ότι μία από τις προτεραιότητες κατά την ανάπτυξη γλωσσικών

υποστηρικτικών τεχνολογιών από το ΙΕΛ είναι η συγκέντρωση γλωσσικών πόρων σε

ΕΝΓ και η αξιοποίησή τους για την παραγωγή λογισμικών.

Στην καλλιέργεια της ΕΝΓ ιδιαίτερη είναι η συμβολή της δραματουργικής

τέχνης. Έτσι διευρύνεται η χρήση της ΕΝΓ σε περισσότερα κειμενικά είδη και

επιτυγχάνεται η λεξιλογική της επεξεργασία. Η Κατερίνα Ταγκάλου και η Νέλλη

Καρρά έθεσαν τις βάσεις για τη δημιουργία του Θεάτρου Κωφών Ελλάδας, που

αποτελεί και τον φορέα της δραματουργικής έκφρασης στην ΕΝΓ. Παρά την ελλιπή

κατά καιρούς χρηματοδότησή του, έχει ανεβάσει αρκετές παραστάσεις με μεγάλη

επιτυχία (ενδεικτικά αναφέρονται Ο ποντικός και η θυγατέρα του, Ένας ακούων στη

χώρα των Κωφών, Άγρια Δύση, Με δύναμη από την Κηφισιά) και έχει συμμετάσχει σε

αρκετά διεθνή φεστιβάλ (για τα πρώτα βήματα του Θεάτρου Κωφών Ελλάδας βλ.

Καλαϊτζάκης 1998 και Παπασπύρου 2003). Εκτός από την καλλιέργεια της ΕΝΓ, το

Θέατρο Κωφών Ελλάδας έχει συμβάλει στην προβολή και στην αύξηση του κύρους

της. Απόδειξη αποτελεί ότι το 2002 ο τότε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας,

Κωστής Στεφανόπουλος είχε παρακολουθήσει την παράσταση Άγρια Δύση, γεγονός

που καλύφθηκε εκτενώς από τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Αξιόλογες είναι

επίσης οι προσπάθειες δραματικής έκφρασης κωφών μαθητών ειδικών σχολείων152 σε

Πανελλήνιους Μαθητικούς Θεατρικούς Αγώνες, με αρκετές τιμητικές διακρίσεις. Το

2003 η θεατρική ομάδα του Γυμνασίου, του Λυκείου και του ΤΕΕ Κωφών &

Βαρηκόων Αγίας Παρασκευής ανέβασε την αρχαία ελληνική τραγωδία Αντιγόνη του

Σοφοκλή αποσπώντας βραβεία και τιμητικές διακρίσεις.

Τέλος, στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ εμπλέκονται σύλλογοι γονέων και

κηδεμόνων κωφών παιδιών με τη δράση τους υπέρ (ή και κατά) της ΕΝΓ, μη

κυβερνητικές οργανώσεις που στηρίζουν τα δικαιώματα των αναπήρων και το

σωματείο διερμηνέων ΕΝΓ. Η Δρω, μη κυβερνητική οργάνωση για την ανάπτυξη της

ποιότητας ζωής των εμποδιζόμενων ατόμων, λειτουργεί με τις προσπάθειες Κωφών

ατόμων και έχει ως στόχο μεταξύ άλλων την προώθηση των γλωσσικών δικαιωμάτων

των Κωφών και τη στήριξη της ΕΝΓ. Προς αυτήν την κατεύθυνση στις 18

152 Άλλωστε ο πυρήνας του Θεάτρου Κωφών Ελλάδας προήλθε από μαθητές του Ειδικού Γυμνασίου και Λυκείου Κωφών και Βαρηκόων Αγίας Παρασκευής.

208

Δεκεμβρίου 2006 διοργάνωσε ημερίδα γνωριμίας. Έκτοτε έχει εμπλακεί στην

οργάνωση διερμηνειών για θεατρικές παραστάσεις, στη στήριξη με υπηρεσίες

διερμηνείας διάφορων εκδηλώσεων, στην παραγωγή τηλεοπτικών εκπομπών στην

ΕΝΓ και γενικότερα στην προβολή της ΕΝΓ. Το σωματείο διερμηνέων ΕΝΓ, με

δράσεις κυρίως όσον αφορά την επαγγελματική κατοχύρωση και τον κώδικα

δεοντολογίας των διερμηνέων (ΣΔΕΝΓ 1992), θα μπορούσε να προσφέρει

περισσότερα στην προβολή, την προτυποποίηση και τον εμπλουτισμό της ΕΝΓ,

κυρίως μέσω της επιμόρφωσης των διερμηνέων, της προώθησης της συνεργασίας σε

εθνικό επίπεδο και της περαιτέρω ανταλλαγής εμπειριών σε διακρατικό επίπεδο (ήδη

συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό Φόρουμ Διερμηνέων Νοηματικών Γλωσσών, βλ. πηγές-

βιβλιογραφία).

Συνοψίζοντας, στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ συμμετέχουν αρκετοί ημι-

κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί φορείς (βλ. πίνακα 15). Πρόκειται για οργανώσεις

που προέρχονται κυρίως από Κωφά άτομα και με μερική κρατική χρηματοδότηση

επιχειρούν να αναλάβουν δράσεις για την προβολή και τη μελέτη της ΕΝΓ,

συμμετέχοντας έτσι στο γλωσσικό σχεδιασμό τόσο της υπόστασης όσο και της ύλης

της ΕΝΓ. Κεντρικό ρόλο έχει η ΟΜΚΕ με τα 20 σωματεία της. Συχνά βρίσκει αρωγή

στις προσπάθειες της από ερευνητικά κέντρα όπως το ΙΕΛ. Σημαντικός για την

καλλιέργεια και την προβολή της ΕΝΓ είναι ο ρόλος του Θεάτρου Κωφών Ελλάδας

και άλλων θεατρικών ομάδων που σχετίζονται με εκπαιδευτικούς φορείς. Το

τελευταίο διάστημα, στο πλαίσιο της «κοινωνίας των πολιτών», έλληνες Κωφοί μέσα

από μη κυβερνητικές οργανώσεις αναλαμβάνουν δράσεις για την υπεράσπιση και

προώθηση των γλωσσικών τους δικαιωμάτων. Η ΔΡΩ έχει επιδείξει έντονη

δραστηριότητα, με την ανάληψη διάφορων πρωτοβουλιών κυρίως στο χώρο της

διερμηνείας. Ιδιαίτερης σημασίας είναι και η εμπλοκή στο γλωσσικό σχεδιασμό της

ΕΝΓ των ακουόντων που βρίσκονται στις παρυφές της κοινότητας των Κωφών, των

επαγγελματιών διερμηνέων ΕΝΓ κυρίως μέσω των γλωσσικών τους επιλογών όταν

διερμηνεύουν και των γονέων των κωφών μαθητών κυρίως με τις στάσεις τους

απέναντι στην ΕΝΓ.

209

Πίνακας 15: Ημι-κυβερνητικοί φορείς και μη κυβερνητικοί φορείς γλωσσικού

σχεδιασμού της ΕΝΓ

Φορείς ΔράσειςΟμοσπονδία Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ)σωματεία Κωφών

δράσεις υπέρ των γλωσσικών δικαιωμάτων των Κωφών διδασκαλία ΕΝΓέρευνα ΕΝΓπροτυποποίηση ΕΝΓ

Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου (ΙΕΛ) λεξικογράφηση, εκπαιδευτικά υλικά ΕΝΓ

Θέατρο Κωφών Ελλάδοςμαθητικές θεατρικές ομάδες

καλλιέργεια, προβολή ΕΝΓ

μη κυβερνητικές οργανώσειςΔΡΩ

προβολή ΕΝΓστήριξη υπηρεσιών διερμηνείας

σωματείο Διερμηνέων ΕΝΓ προτυποποίηση, εμπλουτισμός ΕΝΓ

σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων κωφών μαθητών

αποδοχή (ή άρνηση) ΕΝΓ

5.4 Μεμονωμένα άτομα και άλλες οργανώσεις

Όπως αναφέρθηκε (βλ. 5.2), οι πρώτες προσπάθειες για την οργάνωση της

εκπαίδευσης των κωφών παιδιών προήλθαν κυρίως από ιδιωτικές πρωτοβουλίες που

είχαν φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Τέτοιες ενέργειες υπήρξαν καθοριστικές για τη

σύσταση της κοινότητας των Κωφών και την εξέλιξη της ΕΝΓ. Αρχικά, ο

Χαράλαμπος Σπηλιόπουλος, πλούσιος κτηματίας, επιχείρησε το 1907 να

δημιουργήσει ίδρυμα με την ονομασία «Εθνικός Οίκος Κωφαλάλων Χαραλάμπους

και Ελένης Σπηλιοπούλου». Η προσπάθεια αυτή δεν τελεσφόρησε, κυρίως για

γραφειοκρατικούς λόγους, που σχετίζονταν με τη διαθήκη του Σπηλιόπουλου. Στο

κτήμα όμως που δώρισε ο Σπηλιόπουλος θα κατασκευαστεί το κτήριο όπου από το

1938 θα λειτουργήσει το Εθνικό Ίδρυμα Προστασίας Κωφαλάλων (σημερινό ΕΙΚ)

(Λαμπροπούλου 1999).

Το 1922 η αμερικάνικη φιλανθρωπική οργάνωση Near East Relief

ενδιαφέρθηκε για την εκπαίδευση δέκα κωφών ορφανών παιδιών από τη Μικρά

Ασία. Η δασκάλα Ελένη Παλατίδου στάλθηκε για μετεκπαίδευση στην Αμερική, στο

Clark School for the Deaf της Μασσαχουσέτης και ανέλαβε την εκπαίδευση των

210

κωφών ορφανών, αρχικά στη Σύρο και αργότερα σε ένα μικρό σχολείο κοντά στους

στύλους του Ολυμπίου Διός. Άλλοι εκπαιδευτικοί που με τη δράση τους συνέβαλαν

στην οργάνωση της εκπαίδευσης των κωφών υπήρξαν η Ελένη Βαρυτιμίδου,

διευθύντρια του σχολείου και του οικοτροφείου του ΕΙΚ, ο Βασίλης Λαζανάς,

διοικητικός διευθυντής του ΕΙΚ, η Αμαλία Μαρτίνου, αρχικά δασκάλα του ΕΙΚ και

στη συνέχεια διευθύντρια και ιδιοκτήτρια του πρώτου ιδιωτικού σχολείου κωφών και

η Βικτωρία Δαούση, διευθύντρια του ιδιωτικού σχολείου «Ίδρυμα Πρόνοιας Κωφών

και Βαρηκόων Ελλάδος» στη Φιλοθέη. Οι παραπάνω εκπαιδευτικοί, αν και

υιοθέτησαν κυρίως την προφορική μέθοδο στη διδασκαλία των κωφών, που

απαγόρευε την ΕΝΓ, οργάνωσαν τα πρώτα σχολεία για κωφούς στην Ελλάδα που

αποτέλεσαν εστίες ανάπτυξης της ΕΝΓ και τους πυρήνες για τη σύσταση της

κοινότητας των Κωφών. Η Ελένη Βαρυτιμίδου μάλιστα βοήθησε τους αποφοίτους

Κωφούς να οργανωθούν και να ιδρύσουν το 1948 την ΕΚΕ, το πρώτο σωματείο

Κωφών (Λαμπροπούλου 1999).

Τα άτομα που προαναφέρθηκαν ήταν αποκλειστικά ακούοντες. Τα τελευταία

όμως χρόνια, με την ενδυνάμωση του κινήματος των Κωφών στον διεθνή και

ελλαδικό χώρο, ορισμένοι Κωφοί, πέρα από απλοί νοηματιστές της ΕΝΓ, είτε

συμμετέχοντας στους συλλογικούς φορείς που αναφέρθηκαν προηγουμένως είτε

δρώντας μεμονωμένα, επέδειξαν ξεχωριστό διδακτικό, επιστημονικό και

καλλιτεχνικό έργο, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στο γλωσσικό σχεδιασμό της

ΕΝΓ. Η Κατερίνα Ταγκάλου, απόφοιτος της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών,

υπήρξε η πρώτη Κωφή εκπαιδευτικός που εργάστηκε σε σχολείο κωφών και

πρωτοπόρος στην κοινωνική και γλωσσική αφύπνιση των ελλήνων Κωφών, με

σημαντική συμβολή στην εδραίωση της έρευνας της ΕΝΓ και κυρίως στην ανάπτυξη

του Θεάτρου Κωφών Ελλάδος (βλ. ενδεικτικά Ταγκάλου 1985, 1988, Tangalou

1989). Ο Χρυσόστομος Παπασπύρου, με πλούσιο διδακτικό και ερευνητικό έργο

στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (βλ. ενδεικτικά Παπασπύρου 2003), με έμφαση

κυρίως στη γλωσσολογία της ΕΝΓ, είναι ο πρώτος Κωφός γλωσσολόγος στην

Ευρώπη153 και ο πρώτος Κωφός διευθυντής του σχολείου Κωφών-Βαρηκόων της

Αγίας Παρασκευής. Ο Νίκος Γαλάνης, από τους πρώτους δασκάλους ΕΝΓ, έχει

επιδείξει έντονη δράση για την αναγνώριση των γλωσσικών δικαιωμάτων των

153 Ο Χρυσόστομος Παπασπύρου, απόφοιτος του τμήματος Χημείας του Πανεπιστημίου Αθηνών,εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με τίτλο «Κινηματική Γλώσσα και καθολική γλωσσική θεωρία» στο Κέντρο Γερμανικής Κινηματικής Γλώσσας και Επικοινωνίας Κωφών της Σχολής Γλωσσικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Αμβούργου (βλ. Παπασπύρου 1998).

211

ελλήνων Κωφών, την εκπαίδευση των διερμηνέων ΕΝΓ (βλ. Ανδρικοπούλου &

Γαλάνης 2001) και έχει συμμετάσχει ως πληροφορητής και αφηγητής ιστοριών ΕΝΓ

για την παραγωγή λεξικογραφικού και εκπαιδευτικού υλικού. Αξίζει επίσης να

αναφερθεί ο εκλιπών Γιάννης Διαμαντής, ηθοποιός του Θεάτρου Κωφών Ελλάδος,

που υπήρξε ο πρώτος Κωφός που συμμετείχε σε ελληνική κινηματογραφική ταινία με

ακούοντες ηθοποιούς, την Αληθινή ζωή, σε σκηνοθεσία Πάνου Κούτρα (2004).

Ο ιατρικός κόσμος (ιατροί κυρίως ωτορινολαρυγγολόγοι, εταιρείες

ακουστικών βοηθημάτων, λογοθεραπευτές) συνδέεται επίσης με τον γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ, αλλά συνήθως με αρνητικό τρόπο. Η αντιμετώπιση της

κώφωσης ως αναπηρίας, που πρέπει να αποκατασταθεί μέσω ακουστικών

βοηθημάτων και κοχλιακών εμφυτευμάτων, οδήγησε σε υποτίμηση της ΕΝΓ, η οποία

θεωρήθηκε ως η έσχατη λύση για τους Κωφούς που δεν κατόρθωναν να επιτύχουν

στη χρήση της φθογγογλώσσας (oral failures). Ο Lane (1992) συζητά την προώθηση

από τον ιατρικό κόσμο των κοχλιακών εμφυτευμάτων, που θεωρούνται ότι

επαναφέρουν τη χαμένη ακοή, σχολιάζοντας καυστικά τη μασκαρεμένη

φιλανθρωπική αντιμετώπιση (the mask of benevolence) των Κωφών από τους

ακούοντες.

Αν και σήμερα υπάρχουν γιατροί και λογοθεραπευτές που αναγνωρίζουν την

σημασία της ΕΝΓ στην εκπαίδευση του κωφού παιδιού (παλιότερα την απαγόρευαν

επειδή θεωρούσαν ότι καθυστερούσε τη γλωσσική του ανάπτυξη στην

φθογγογλώσσα), την αντιμετωπίζουν κυρίως ως μέσο παρέμβασης για τη θεραπεία

των κωφών και όχι ως αυτόνομη και ισότιμη γλώσσα. Επιτρέπουν δηλαδή τη χρήση

χειροκινητικών νοημάτων για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας του Κωφού παιδιού

μόνο ως μέσο για τη βελτίωση της χρήσης της φθογγολώσσας. Η περαιτέρω

καλλιέργεια της ΕΝΓ δεν αποτελεί στόχο της εκπαιδευτικής διαδικασίας που

συνιστούν.

Στο συνέδριο «Η συμμετοχή των Κωφών στην Εκπαίδευση και την Κοινωνία:

Διεθνείς Προοπτικές» που διοργανώθηκε στο Πανεπιστήμιο Πατρών (21-22 Μαρτίου

2003), ο Θωμάς Νικολόπουλος, ωτορινολαρυγγολόγος, υποστήριξε ότι τα επιτυχή

αποτελέσματα ενός κοχλιακού εμφυτεύματος εξαρτώνται από την παρέμβαση του

ειδικού εκπαιδευτικού η οποία θα ακολουθήσει:

«Η κοχλιακή εμφύτευση ίσως αποτελεί τη μόνη χειρουργική επέμβαση

για την οποία, εκτός των χειρουργών και των γονιών, πρέπει να

212

λαμβάνεται υπόψη και η γνώμη των εκπαιδευτικών και των

λογοθεραπευτών» (Νικολόπουλος 2005).

Κατά τη γνώμη μου όμως γεννάται το ερώτημα γιατί να υποστεί ένα κωφό παιδί ένα

χειρουργείο, όταν είναι αμφίβολα τα αποτελέσματα της επέμβασης χωρίς την

κατάλληλη ειδική εκπαιδευτική παρέμβαση; Γιατί το μόνο μέσο αντιμετώπισης της

κώφωσης είναι η αποκατάστασή της (που όμως δεν είναι εξασφαλισμένη) και όχι η

ενεργοποίηση ενός διαφορετικού μηχανισμού γλωσσικής επικοινωνίας, της ΕΝΓ (που

είναι εφικτή και προσφέρει τη δυνατότητα συμμετοχής σε μια ομάδα ατόμων η οποία

μοιράζεται τα ίδια βιώματα και την ίδια απώλεια); Δημιουργούνται έτσι επιφυλάξεις

για τις προθέσεις του ιατρικού κόσμου.

«[Η] τεράστια επένδυση σε προσοχή, προφυλάξεις και μόχθο που

απαιτείται στην μετέπειτα αγωγή και εκπαίδευση των παιδιών αυτών -με

όχι επαρκώς ενθαρρυντικά αποτελέσματα προς το παρόν- σε συνδυασμό

με το δυσανάλογα υψηλό οικονομικό κόστος της επεμβάσεως δείχνει ότι

τα έμπρακτα αποτελέσματα της τοποθετήσεως κοχλιακού εμφυτεύματος

δεν ανταποκρίνονται στις αρχικές προσδοκίες… Το παράδοξο εδώ είναι

ακριβώς ότι, προσπαθώντας να αποκαταστήσει την ακοή -με την

υποφώσκουσα μέσα στην προκατάληψη- ελπίδα να αποτρέψει την

υποτιθέμενη ψυχική πάθηση, η ιατρική επιτυγχάνει ακριβώς το αντίθετο,

πράγμα που, σε τελευταία ανάλυση, τουλάχιστον ξεσκεπάζει ένα

αμφίβολο ιατρικό ήθος που αποβαίνει σε βάρος μερίδας της κοινωνίας

μας» (Παπασπύρου 2003: 58).

Τα ισχυρά πάντως ερείσματα του ιατρικού κόσμου στα μέσα μαζικής

ενημέρωσης οδηγούν στην προβολή τέτοιων απόψεων, που προκρίνουν τη χρήση των

κοχλιακών εμφυτευμάτων στην αντιμετώπιση της κώφωσης, συχνά χωρίς να

αναφέρονται παράλληλα οι δυνατότητες επικοινωνίας που προσφέρει στους Κωφούς

η χρήση της ΕΝΓ. Χαρακτηριστικά, στο πρώτο επεισόδιο της τηλεοπτικής εκπομπής

3 ευχές στο τηλεοπτικό κανάλι του Alpha με παρουσιάστρια τη Ρούλα Κορομηλά,

φιλοξενήθηκε η ιατρική περιπέτεια ενός παιδιού με κώφωση και η αγωνία της

οικογένειάς του για την έκβαση της επέμβασης του κοχλιακού εμφυτεύματος. Η

παρουσίαση της κώφωσης ως αναπηρίας στην εκπομπή, και μάλιστα με

213

μελοδραματικό τρόπο, χωρίς καμία αναφορά στην ΕΝΓ, καθώς και η ύπαρξη άλλων

παρόμοιων τηλεοπτικών εκπομπών επιτείνουν την προώθηση μύθων για τις

δυνατότητες της ΕΝΓ και συμβάλλουν στην υποτίμησή της.

Αντίθετα με τον ιατρικό κόσμο, υπάρχουν εταιρίες και οργανώσεις, που,

χωρίς να έχουν αμιγώς γλωσσικούς στόχους, αναλαμβάνουν δράσεις υπέρ της ΕΝΓ.

Τράπεζες και εμπορικά καταστήματα έχουν κατά καιρούς επιχειρήσει να

εξασφαλίσουν υπηρεσίες επαγγελματικής διερμηνείας ΕΝΓ στους Κωφούς πελάτες

τους. Τέτοιες ενέργειες αναγνωρίζουν τα γλωσσικά δικαιώματα των Κωφών και

συμβάλλουν στην αύξηση του κύρους της ΕΝΓ. Προς ανάλογη κατεύθυνση κινούνται

οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί με τα ενημερωτικά δελτία ειδήσεων σε ΕΝΓ, για τα

οποία έγινε ήδη λόγος (βλ. 5.1.1) και οι ακτοπλοϊκές και αεροπορικές εταιρίες (για

παράδειγμα Hellenic Seaways, Ολυμπιακές Αερογραμμές), οι οποίες, στις οδηγίες

έκτακτης ανάγκης που προβάλλονται σε οθόνες πριν την έναρξη του ταξιδιού, έχουν

προβλέψει σε ειδικό παράθυρο τη διερμηνεία των οδηγιών στην ΕΝΓ για την

ενημέρωση και των Κωφών επιβατών.

Αξιοσημείωτος είναι και ο ρόλος των εταιρειών κινητής και σταθερής

τηλεφωνίας, οι οποίες με την προώθηση δικτύων και συσκευών εξελιγμένης

τεχνολογίας, για καθαρά εμπορικούς λόγους βέβαια, επιτρέπουν τις βιντεοκλήσεις,

παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο για πρώτη φορά τη δυνατότητα στους Κωφούς (αλλά

και γενικότερα στους χρήστες ΕΝΓ) να επικοινωνούν από απόσταση

χρησιμοποιώντας την ΕΝΓ. Στο παρελθόν κάτι τέτοιο ήταν δυνατό μόνο μέσω της

γραπτής μορφής της ελληνικής φθογγογλώσσας, με τη χρήση κειμενοτηλεφώνων,

φαξ και γραπτών μηνυμάτων στα κινητά τηλέφωνα (sms). Ίσως τέτοιου είδους

τεχνολογικές εξελίξεις μπορούν να αποτελέσουν διαφορετικά εργαλεία διάδοσης και

προτυποποίησης για την ΕΝΓ, που δε διαθέτει γραφή, γιατί επιτρέπουν την ακριβή

απεικόνιση των οπτικοκινητικών της χαρακτηριστικών (βλ. 6.4.3).

Στον πίνακα 16 παρατίθενται τα μεμονωμένα άτομα και οι άλλες οργανώσεις

που εμπλέκονται στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Τα μεμονωμένα άτομα είναι

κυρίως οι πρωτοπόροι της εκπαίδευσης των κωφών παιδιών, οι οποίοι, παρόλο που

δεν παραδέχονταν σε γενικές γραμμές την αξία της ΕΝΓ, συνέβαλαν στη διαμόρφωση

της κοινότητας των Κωφών, καθώς και οι Κωφοί (αλλά και ορισμένοι ακούοντες)

που με το διδακτικό, επιστημονικό και καλλιτεχνικό τους έργο έχουν συμβάλει στην

προβολή, τη μελέτη και την καλλιέργεια της ΕΝΓ. Υπάρχουν όμως και άτομα,

προερχόμενα κυρίως από τον ιατρικό χώρο, που διατηρούν τις αρνητικές

214

προκαταλήψεις σε βάρος της ΕΝΓ, καθώς δεν αναγνωρίζουν τα γλωσσικά

δικαιώματα των Κωφών και τους αντιμετωπίζουν ως ανάπηρους «οι οποίοι πρέπει να

θεραπευθούν με την αποκατάσταση της ακοής τους». Οι υπόλοιποι φορείς που

εμπλέκονται στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ είναι κυρίως εταιρίες, που για

εμπορικούς σκοπούς, έχουν αναλάβει θετικές πρωτοβουλίες υπέρ της ΕΝΓ.

Πίνακας 16: Μεμονωμένα άτομα και άλλες οργανώσεις που εμπλέκονται στο

γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ

Φορείς ΔράσειςΜεμονωμένα άτομα:-εκπαιδευτικοί Κωφών

-Κωφοί εκπαιδευτικοί, επιστήμονες, καλλιτέχνες

-επαγγελματίες του ιατρικού χώρου

σύσταση σχολείων και οικοτροφείων για Κωφούς

διδασκαλία, έρευνα, καλλιέργεια ΕΝΓ

υποτίμηση ΕΝΓ

Άλλες οργανώσεις:-τράπεζες, εμπορικά καταστήματα

-εταιρίες κινητής και σταθερής τηλεφωνίας

παροχή υπηρεσιών διερμηνείας ΕΝΓ

τεχνολογικές καινοτομίες

5.5. Ανακεφαλαίωση

Υπάρχουν διάφοροι φορείς που εμπλέκονται στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ,

θετικά ή αρνητικά. Οι κυβερνητικοί φορείς, αν και στο παρελθόν υπήρξαν ιδιαίτερα

αδρανείς ως προς ενέργειες σχεδιασμού σχετικά με την ΕΝΓ, τα τελευταία χρόνια

δραστηριοποιούνται με διάφορες τρόπους. Το ρόλο αυτό αναλαμβάνουν κυρίως

εκπαιδευτικοί φορείς είτε σε εθνικό είτε σε τοπικό επίπεδο. Κεντρική είναι η

παρουσία του ΕΙΚ και των παραρτημάτων του.

Αντίθετα οι περισσότερες πρωτοβουλίες γλωσσικού σχεδιασμού προέρχονται

από τα ίδια τα μέλη της κοινότητας των ελλήνων Κωφών. Μέσω της ΟΜΚΕ, των

σωματείων τους, άλλων οργανώσεων αλλά και μεμονωμένα ως άτομα

δραστηριοποιούνται, ιδιαίτερα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, με ενέργειες που

αφορούν αλλαγές τόσο την υπόσταση της ΕΝΓ (νομική αναγνώριση, θεσμοθέτηση

δομών για την έρευνα και τη στήριξή της, προβολή και αύξηση του κύρους της,

215

παροχή υπηρεσιών διερμηνείας), όσο και τη δομή της (λεξικογράφηση,

προτυποποίηση, καλλιέργεια και υφολογική επέκταση). Σε αυτές τις προσπάθειες

βρίσκουν ενίοτε αρωγούς ερευνητικά κέντρα (ΙΕΛ), την τριτοβάθμια εκπαίδευση

(Πανεπιστήμια Αθηνών, Πατρών και Θεσσαλίας), εταιρίες (τηλεοπτικοί σταθμοί,

τράπεζες, εταιρίες τηλεφωνίας) και ιδιώτες (διερμηνείς ΕΝΓ). Η ανάπτυξη ενός

κινήματος για την αναγνώριση των γλωσσικών δικαιωμάτων των Κωφών οδηγεί σε

μία ευρύτερη εμπλοκή της ελληνικής κοινωνίας στο σχεδιασμό της ΕΝΓ, ακόμη και

από φορείς που δεν έχουν αμιγώς γλωσσικούς στόχους. Ενδεικτικό αυτού του

ενδιαφέροντος είναι ότι πλέον στις εθνικές εκλογές τα περισσότερα κόμματα

παρέχουν υπηρεσίες διερμηνείας σε ΕΝΓ στις μεγάλες τους προεκλογικές

συγκεντρώσεις, ενισχύοντας έτσι τη γνωριμία του ευρύτερου κοινού με την ύπαρξή

της με ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο.

216

6. Οι στόχοι και τα μέσα του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ

Σε μάθημα διερμηνέων το οποίο παρακολουθούν κωφοί μαθητές Λυκείουσυζητάμε για την απόδοση του χειροκινητικού νοήματος ΑΓΩΓΗ στην ΕΝΓ. Ο δάσκαλος νοηματικής εκφράζει τις ενστάσεις του σχετικά με το ισχύον χειροκινητικό νόημα που συμπίπτει με το χειροκινητικό νόημαΣΚΩΤΙΑ. Προτείνει στους μαθητές του τμήματος και στους επισκέπτες του μαθήματος να σκεφτούν ένα νέο χειροκινητικό νόημα το οποίο και θα υιοθετήσουν, ακούοντες και κωφοί για την έννοια αγωγή. Ορισμένοι εκφράζουν τον προβληματισμό τους σχετικά με τις διαφωνίες που είναι πιθανό να προκύψουν από τα άλλα μέλη της κοινότητας. Εφόσον υπάρχει ήδη ένα χειροκινητικό νόημα δε θεωρούν σκόπιμο να το αλλάξουν. Ένας κωφός μαθητής δε δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην υιοθέτηση του καινούργιου χειροκινητικού νοήματος σχολιάζοντας ότι του είναι πιο σημαντικό να θυμάται τι πραγματικά σημαίνει αγωγή στα ελληνικά και δεν τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα πώς θα αποδώσει τη συγκεκριμένη έννοια στην ΕΝΓ. Μια άλλη κωφή μαθήτρια, αν και συμφωνεί με το δάσκαλο νοηματικής, ότι δηλαδή χρειάζεται ένα χειροκινητικό νόημα που θα αποδίδει αποκλειστικά τη σημασία της έννοιας αγωγή, είναι σίγουρη ότι θα το ξεχάσει γιατί δε χρησιμοποιεί αυτή τη λέξη στο καθημερινό της λεξιλόγιο. Ως αντιπαράδειγμα αναφέρει ότι η ίδια γνωρίζει διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα που χρησιμοποιούν οι Κωφοί για τα GOODY’S ή για το ίντερνετ και αυτό γιατί της είναι απαραίτητο αφού συχνάζει στα GOODY’S με τους φίλους της και μιλάει μαζί τους για το ίντερνετ.

Κατά την ανάλυση των προηγούμενων παραμέτρων, συζητήθηκαν εκτενώς το προφίλ

των νοηματιστών της ΕΝΓ, η κοινωνιογλωσσική της κατάσταση και οι φορείς που

εμπλέκονται στο γλωσσικό της σχεδιασμό. Επιχειρήθηκε να διερευνηθούν οι ανάγκες

της κοινότητας των Κωφών για γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ και τα ζητήματα που

ανακύπτουν σχετικά με τις διάφορες ενέργειες που προτείνονται και υιοθετούνται από

διάφορους φορείς, δηλαδή συζητήθηκε το τι καλούνται να αντιμετωπίσουν οι

ενέργειες του γλωσσικού σχεδιασμού και το ποιοι εμπλέκονται σε αυτές τις ενέργειες.

Διαπιστώθηκε ότι στην περίπτωση της ΕΝΓ έχει διαμορφωθεί ένα αρκετά σύνθετο

γλωσσικό τοπίο και ότι οι δράσεις σχετικά με την ΕΝΓ προέρχονται κυρίως από τα

μέλη της ίδιας της κοινότητας, πρόκειται δηλαδή για δράσεις κυρίως από τη βάση.

Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια έχουν δραστηριοποιηθεί στο γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ κυβερνητικοί φορείς με δράσεις και από την κορυφή.

Σε αυτό το κεφάλαιο θα δοθεί έμφαση στους στόχους που έχουν οι διάφορες

ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ και τα μέσα με τα οποία υλοποιούνται. Με

άλλα λόγια, μετά το τι και το ποιοι θα αναλυθεί το πώς διεξάγεται ο γλωσσικός

σχεδιασμός. Έχει ήδη αναφερθεί (βλ. 1.4.4) ότι αρκετές ενέργειες γλωσσικού

σχεδιασμού έχουν παράλληλα περισσότερους στόχους. Στο παραπάνω περιστατικό η

217

συζήτηση ανάμεσα στον δάσκαλο ΕΝΓ και τους κωφούς μαθητές αφορά το γλωσσικό

εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ κατά τον οποίο είναι πιθανό να υπάρξουν ταυτόχρονα

περισσότερα από ένα χειροκινητικά νοήματα για την ίδια έννοια και έτσι να προκύψει

το εξής δίλημμα: χειροκινητικά νοήματα με μεγαλύτερη ακρίβεια ή σύμφωνα με την

καθιερωμένη χρήση; Ανάλογα διλήμματα προκύπτουν πολλές φορές και στις

φθογγογλώσσες, αλλά η διαφορά στην ΕΝΓ είναι ότι επειδή δεν έχει πολύ μεγάλη

ιστορία, η προτυποποίησή της μπορεί να υπερκεράσει τη χρήση προς όφελος της

ακρίβειας ή της εκφραστικότητας ενός χειροκινητικού νοήματος. Στο παραπάνω

πάντως περιστατικό, με αφορμή το συγκεκριμένο δίλημμα αναπτύσσεται διάλογος

μεταξύ των νοηματιστών της ΕΝΓ σχετικά με τις διαδικασίες με τις οποίες «πρέπει»

να εκσυγχρονίζεται το λεξιλόγιο της ΕΝΓ, με άλλα λόγια ενεργοποιούνται ενέργειες

γλωσσικού καθαρισμού απέναντι σε χειροκινητικά νοήματα που θεωρούνται «ξένα»

ως προς την παράδοση της ΕΝΓ. Φαίνεται ότι τα μέλη της κοινότητας επιθυμούν την

ύπαρξη μιας νόρμας για την ΕΝΓ, παραβλέπουν όμως το γεγονός ότι η νόρμα μπορεί

επίσης να χαρακτηρίζεται από ποικιλότητα (π.χ. υφολογική).

Η γλωσσική διάδοση της ΕΝΓ στους ακούοντες, αλλά και σε νέα

επικοινωνιακά περιβάλλοντα είναι μάλλον η εξέλιξη η οποία πυροδοτεί τέτοιου

είδους διλήμματα σχετικά με το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Εξαιτίας της

γλωσσικής διάδοσης της ΕΝΓ προκύπτουν ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού με

στόχο τον καθαρισμό, την προτυποποίηση, τον εκσυγχρονισμό της κτλ. Γι’ αυτό το

λόγο αναλύονται πρώτα οι ενέργειες που αφορούν τη διάδοσή της (βλ. 6.1) και στη

συνέχεια οι ενέργειες οι οποίες σχετίζονται με τους υπόλοιπους στόχους (βλ. 6.2, 6.3,

6.4, 6.5 και 6.6).

6.1. Γλωσσική διάδοση

Η γλωσσική διάδοση της ΕΝΓ αποτελεί το μέσο για την αναβάθμιση του κύρους της,

για ενέργειες γλωσσικής προτυποποίησης, που προκύπτουν κυρίως ως αίτημα των

ακουόντων μαθητών, και για τη γλωσσική της διατήρηση, καθώς η ΕΝΓ αυξάνει τον

αριθμό των νοηματιστών της. Η διάδοσή της σε νέους πληθυσμούς αναπτύσσει

καθαριστικούς μηχανισμούς από ορισμένους νοηματιστές οι οποίοι θεωρούν ότι

πρέπει να διατηρηθούν παραδοσιακές ποικιλίες της ΕΝΓ. Παράλληλα, η διεύρυνσή

της σε νέα περιβάλλοντα αυξάνει τις ανάγκες για το γλωσσικό της εκσυγχρονισμό.

Επομένως, η γλωσσική διάδοση με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο συνδέεται άμεσα με

τους γλωσσικούς στόχους για τους οποίους θα γίνει λόγος στη συνέχεια.

218

Η διάδοση της ΕΝΓ είναι επίσης ο στόχος για τον οποίο δραστηριοποιούνται

οι περισσότεροι εμπλεκόμενοι φορείς. Η ίδια η ΟΜΚΕ, αν και έχει δείξει αδράνεια σε

ενέργειες γλωσσικής προτυποποίησης και γλωσσικού εκσυγχρονισμού, είναι

ιδιαίτερα δυναμική στη διάδοση της ΕΝΓ, με τη σύσταση σχολής εκμάθησης ΕΝΓ

και τη διενέργεια εξετάσεων επάρκειας ΕΝΓ δύο φορές το χρόνο. Προηγουμένως (βλ.

κυρίως 5.2.4), συζητήθηκαν εκτενώς οι φορείς που δραστηριοποιούνται για τη

διάδοση της ΕΝΓ. Κάνοντας βέβαια λόγο για διάδοση της ΕΝΓ, αν και κυρίως

αναφερόμαστε στη διάδοσή της σε μη φυσικούς νοηματιστές (κυρίως σε ακούοντες)

ως δεύτερης/ξένης γλώσσας, δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι είναι εξίσου

σημαντική και η διάδοσή της στα κωφά άτομα που γίνονται φυσικοί νοηματιστές στο

σχολείο. Εξαιτίας του τρόπου κατάκτησης της ΕΝΓ στο σχολείο και όχι στο σπίτι

(επειδή η πλειοψηφία των κωφών παιδιών έχει ακούοντες γονείς βλ. 4.1.2), είναι

ιδιαίτερα σημαντική η συστηματική διδασκαλία της ΕΝΓ στο σχολείο. Αυτό μπορεί

να γίνει τόσο με τη χρήση της ως οργάνου επικοινωνίας δασκάλων και μαθητών και

διδασκαλίας των διαφόρων μαθημάτων όσο και με τη διδασκαλία της ως ξεχωριστού

μαθήματος. Με αυτόν τον τρόπο οι κωφοί μαθητές μπορούν να αποκτήσουν

επίγνωση και γλωσσική συνείδηση της ΕΝΓ, που είναι ιδιαίτερα σημαντικές και για

το γλωσσικό της εκσυγχρονισμό (βλ. 6.6).

Μια άλλη διάσταση της γλωσσικής διάδοσης που πρέπει να προσεχθεί

ιδιαίτερα είναι ότι με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα συνδέονται ίσως τα πιο

σημαντικά οικονομικά κίνητρα για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Οι Κωφοί

απασχολούνται επαγγελματικά ως δάσκαλοι ΕΝΓ και οι ακούοντες μαθητές

επιδιώκουν να αποκτήσουν ένα επιπλέον εφόδιο που θα τους βοηθήσει για την

επαγγελματική τους αποκατάσταση (εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής,152 διερμηνείς

ΕΝΓ).

Σε γενικές γραμμές πάντως φαίνεται ότι για τη γλωσσική διάδοση της ΕΝΓ

καθοριστικό ρόλο παίζουν οι παρακάτω παράγοντες:

(α) οι δάσκαλοι ΕΝΓ και η διδακτική τους επάρκεια,

(β) η πιστοποίηση επαρκούς γνώσης της ΕΝΓ, και

(γ) το εκπαιδευτικό υλικό.

Σχετικά με τον πρώτο παράγοντα, οι δάσκαλοι ΕΝΓ είναι τα άτομα που

πρωτοστατούν στη μετάδοση γνώσης για την ΕΝΓ στους ακούοντες. Πολλοί από τους

152Η πιστοποιημένη γνώση της ΕΝΓ είναι προαπαιτούμενο για όσους εκπαιδευτικούς επιθυμούν να εργαστούν στην ειδική αγωγή σε σχολεία Κωφών (βλ. παραπάνω στο 5.2.1).

219

πληροφορητές επεσήμαναν μάλιστα το κεντρικό ρόλο των δασκάλων ΕΝΓ όχι μόνο

στη διάδοσή της, αλλά και σε άλλες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Οι δάσκαλοι

ΕΝΓ δραστηριοποιούνται κυρίως στα κέντρα διδασκαλίας ΕΝΓ τα οποία αναγνωρίζει

η ΟΜΚΕ. Τα τελευταία χρόνια τα κέντρα αυτά δε βρίσκονται μόνο σε Αθήνα και

Θεσσαλονίκη, αλλά και στην περιφέρεια της χώρας, εξαιτίας του αυξημένου

ενδιαφέροντος από τους ακούοντες για την εκμάθηση της ΕΝΓ. Τα άτομα που

δραστηριοποιούνται στη διδασκαλία της ΕΝΓ έχουν συστήσει από το 2006

επαγγελματικό σωματείο, το Σύλλογο Δασκάλων ΕΝΓ, επιχειρώντας με αυτόν τον

τρόπο έναν καλύτερο συντονισμό των ενεργειών τους.

Υπάρχουν όμως ακόμη ελλείψεις στην κατοχύρωση της διδακτικής επάρκειας

των δασκάλων ΕΝΓ και στην επιμόρφωσή τους. Όπως επισημαίνει ο Παπασπύρου

(2006), οι δάσκαλοι ΕΝΓ είναι μάλλον αυτοδίδακτοι και, παρά τη συσσωρευμένη

πείρα τους, που συμβάλλει στη βελτίωση των διδακτικών τους δεξιοτήτων και την

κατά καιρούς παρακολούθηση σεμιναρίων επιμόρφωσης και ειδίκευσης, κανένας δε

έχει την τυπική κατοχύρωση. Είναι επομένως πολύ σημαντική η θεσμοθέτηση

εξετάσεων πιστοποίησης διδακτικής επάρκειας της ΕΝΓ. Ο Παπασπύρου (ό.π.)

καταθέτει μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση για τον τρόπο διεξαγωγής των

συγκεκριμένων εξετάσεων για τη χορήγηση πιστοποιητικού διδακτικής επάρκειας153

και το θεσμικό πλαίσιο που μπορεί να στηρίξει μια τέτοια προσπάθεια.154 Σχετικά με

το υπαρκτό δίλημμα αν μπορούν να ασχοληθούν με τη διδασκαλία της ΕΝΓ μόνο

Κωφοί, θεωρεί ότι εξαιτίας της έλλειψης προτυποποίησης της ΕΝΓ «η διδασκαλία

των ατόμων που έχουν αποκτήσει την ΕΝΓ με βιωματικό, φυσιολογικό τρόπο

[δηλαδή οι Κωφοί] σαφώς πλεονεκτεί από ψυχογλωσσολογική άποψη έναντι της

διδασκαλίας εκ μέρους ατόμων που την έχουν απλά εκμάθει». Παρ’ όλα αυτά, τονίζει

ότι νομικά δεν μπορούν οι ακούοντες (μη φυσικοί νοηματιστές) να αποκλειστούν από

τη διαδικασία των εξετάσεων πιστοποίησης της διδακτικής επάρκειας, όπως άλλωστε

153 Προϋπόθεση συμμετοχής στις εξετάσεις ορίζει την κατοχή πιστοποιητικού γλωσσικής επάρκειας ΕΝΓ Δ επιπέδου και περιγράφει 4 ενότητες εξέτασης (γραπτή κατ’ οίκον εργασία, γραπτό δοκίμιο, πρακτική εξέταση γλωσσικής διδασκαλίας, συνέντευξη).154 Προτείνει την ίδρυση ενός μικρού πιλοτικού Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ) με τη σύμπραξη της ΟΜΚΕ, του Εθνικού Ιδρύματος Κωφών και του Συλλόγου Δασκάλων Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας. Σε αυτό το ΙΕΚ θα μπορούσαν να καταρτισθούν ταχύρρυθμα όσοι ήδη δραστηριοποιούνται στη διδασκαλία της ΕΝΓ.

220

συμβαίνει και με τις φθογγογλώσσες τη διδασκαλία των οποίων συνήθως

αναλαμβάνουν μη μητρικοί τους ομιλητές.155

Ο δεύτερος παράγοντας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τον προηγούμενο

και αφορά την πιστοποίηση επαρκούς γνώσης της ΕΝΓ. Μέχρι την ώρα που γράφεται

η παρούσα μελέτη, η ΟΜΚΕ διενεργεί δύο φορές το χρόνο εξετάσεις επάρκειας

αξιολογώντας τους υποψηφίους σε τρία πεδία (δύο κείμενα, δύο εικόνες και δύο

βίντεο).156 Υπήρξαν ωστόσο πληροφορητές που δήλωσαν ότι δεν είναι

ικανοποιημένοι από τον τρόπο διενέργειας των εξετάσεων. Υποστήριξαν ότι ο τρόπος

εξέτασης δεν μπορεί να αξιολογήσει επαρκώς τη γλωσσική επάρκεια των υποψηφίων

στην ΕΝΓ. Ο Παπασπύρου (2006) τονίζει ότι «η απουσία ενός έγκυρου συστήματος

της γλωσσικής επάρκειας στην ΕΝΓ συνεπάγεται ένα κλίμα αβεβαιότητας, σύγχυσης

και έλλειψης εμπιστοσύνης». Το ενδιαφέρον των ακουόντων για την εκμάθηση της

ΕΝΓ υπήρξε αυτό που κυρίως άλλαξε τα δεδομένα σχετικά με όλες τις ενέργειες για

το γλωσσικό της σχεδιασμό (μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη διδασκαλία της ΕΝΓ,

εντονότερο αίτημα για την καταγραφή και την προτυποποίηση της ΕΝΓ, ενέργειες

λεξιλογικού εμπλουτισμού για την κάλυψη νέων αναγκών). Είναι επομένως

απαραίτητο να διατηρηθεί αυτό το ενδιαφέρον μέσω ενός έγκυρου και

θεσμοθετημένου συστήματος που θα πιστοποιεί την επαρκή γνώση στην ΕΝΓ.

Υπάρχει το κατάλληλο νομικό πλαίσιο στα πρότυπα του Κρατικού Πιστοποιητικού

Γλωσσομάθειας. Ο Παπασπύρου (2006) μάλιστα κάνει μια πολύ συγκεκριμένη

πρόταση για το πώς μπορούν να ελεγχθούν οι επαρκείς γνώσεις των υποψηφίων στο

λεξιλόγιο και τη γραμματική της ΕΝΓ και η επαρκή τους πραγματολογική ικανότητα,

τόσο σε επίπεδο πρόσληψης όσο και σε επίπεδο έκφρασης (βλ. πίνακα 17). Απομένει

να υπάρξει εκδήλωση ενδιαφέροντος εκ μέρους ενός πανεπιστημιακού φορέα157 που

θα συνεργαστεί με τα άτομα που δραστηριοποιούνται στη διδασκαλία της ΕΝΓ και θα

θεσμοθετήσουν μια τέτοιου είδους εξέταση.

155 Από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω μόνο ένας ακούων δραστηριοποιείται ως δάσκαλος ΕΝΓ σε κάποιο από τα αναγνωρισμένα κέντρα εκμάθησης της ΕΝΓ. Είναι όμως φυσικός νοηματιστής ως παιδί Κωφών γονέων.156 Το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών έχει διενεργήσει ανάλογες εξετάσεις επάρκειας κατά το χρονικό διάστημα 2003-2006, που δεν είχαν όμως την αναμενόμενη συνέχεια.157 Ο σχεδιασμός, η προετοιμασία και η εποπτεία των εξετάσεων του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας έχει ανατεθεί από το Υπουργείο Παιδείας στα Τμήματα Ξένων Γλωσσών και Φιλολογιών των Πανεπιστημίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης.

221

Πίνακας 17: Ενότητες των εξετάσεων επάρκειας ΕΝΓ (Παπασπύρου 2006)158

1. κατανόηση κειμένου με άμεση εκφορά 1.α. άγνωστο κείμενο

1. β. συνέντευξη κατανόησης

2. παραγωγή κειμένου με άμεση εκφορά 2.α. ανάληψη ρόλου

2.β. συνέντευξη παραγωγής

3. κατανόηση κειμένου με αποστασιοποιημένη

εκφορά

3.α. άγνωστο κείμενο

3.β. λεξιλόγιο-γραμματική

4. παραγωγή κειμένου με αποστασιοποιημένη

εκφορά

4.α. γνωστό κείμενο

4.β. μετάφραση

Τέλος, σημαντικός παράγοντας για τη διευκόλυνση της διδασκαλίας της ΕΝΓ

είναι η παραγωγή του κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού (για μία χρήσιμη

επισκόπηση του εκπαιδευτικού υλικού για κωφούς μαθητές: λεξικών, ιστοριών σε

ΕΝΓ, βοηθημάτων για τη διδασκαλία διάφορων γνωστικών αντικειμένων μέσω της

ΕΝΓ κτλ. βλ. Κουρμπέτης & Χατζοπούλου 2010). Ορισμένα από αυτά (γραμματικές

και λεξικά) θα προκύψουν μέσα από άλλες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού

(γλωσσική προτυποποίηση, γλωσσικός εκσυγχρονισμός). Ο ένας μόνος τίτλος

ηλεκτρονικού λεξικού ΕΝΓ (Κουρμπέτης 2001) δε χρησιμοποιείται συστηματικά από

τους δασκάλους ΕΝΓ, που θεωρούν ότι το καταλληλότερο πρότυπο για την εκμάθηση

της ΕΝΓ από τους μαθητές τους είναι ο εαυτός τους και η ζωντανή παραγωγή ΕΝΓ

(βλ. αναλυτικότερα 6.5.3). Πολλές φορές τα μαθήματα της ΕΝΓ πραγματοποιούνται

χωρίς στοχοθεσία και συγκεκριμένο αναλυτικό πρόγραμμα, χωρίς τη χρήση

οπτικοακουστικών μέσων και χωρίς συγκεκριμένη μέθοδο διδασκαλίας (Μερτζάνη

2005). Εξαιτίας του αυξημένου ενδιαφέροντος από τους ακούοντες για την εκμάθηση

της ΕΝΓ, όσοι δραστηριοποιούνται στη διδασκαλία της ΕΝΓ προβληματίζονται για

την απουσία υλικού σε ΕΝΓ, που είναι ιδιαίτερα χρήσιμο, ειδικά για τους μαθητές

ανώτερων επιπέδων. Χρήσιμο σχετικά με τη στοχοθεσία και τον προγραμματισμό της

διδασκαλίας της ΕΝΓ είναι το αναλυτικό πρόγραμμα για τη διδασκαλία της ΕΝΓ ως

δεύτερης/ξένης γλώσσας που κατάρτισαν οι Παπασπύρου & Ταγκάλου (2007). Όπως

158 Διακρίνονται τέσσερις ενότητες και οκτώ υποενότητες (δύο η κάθε ενότητα), που εξετάζονται ανάλογα με τα τέσσερα επίπεδα γλωσσικής επάρκειας. Η διάκριση ανάμεσα σε άμεση εκφορά και αποστασιοποιημένη εκφορά γίνεται για να αντισταθμισθεί η απουσία γραφής για την ΕΝΓ. Ο εξεταζόμενος κατά την αποστασιοποιημένη εκφορά έχει χρόνο για να προετοιμάσει τις απαντήσεις του, ενώ κατά την άμεση εκφορά απαντά άμεσα. Μόνο στο Δ επίπεδο εξετάζονται και οι 8 υποενότητες, στα επίπεδα Β και Γ εξετάζονται οι 7, ενώ στο επίπεδο Α οι 5.

222

επισημαίνουν οι δημιουργοί του, αν τύχει ευρείας εφαρμογής, μπορεί να

ανατροφοδοτήσει τις προσπάθειες που γίνονται για τη διάδοση της ΕΝΓ.

6.2. Γλωσσικός καθαρισμός

Αρκετοί πληροφορητές μιλώντας για την ΕΝΓ ανέφεραν ότι αποτελεί ένα «θησαυρό»

εξαιτίας κυρίως της παράδοσης από την οποία προέρχεται. Η Κωνσταντίνα, η οποία

σε αρκετά σημεία της συνέντευξης εξέφρασε τις καθαριστικές της προθέσεις,

ανέφερε χαρακτηριστικά:

(39)

Πρέπει να προστατευθεί η νοηματική και δεν πρέπει να την πουλήσουμε. Όλοι οι Κωφοί

θα πρέπει να την προστατεύσουν, γιατί αποτελεί θησαυρό παράδοσης.

Οι ομιλητές μιας γλώσσας που θεωρούν ότι η γλώσσα τους είναι κάτι πολύτιμο, ένας

θησαυρός, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αναπτύξουν ενέργειες γλωσσικού καθαρισμού

προκειμένου να τη διαφυλάξουν από στοιχεία που θεωρούν ότι την αλλοιώνουν.

Οι ενέργειες αυτές θα αφορούν (α) τον εξωτερικό της καθαρισμό από ξένες

επιδράσεις και (β) τον εσωτερικό της καθαρισμό από στοιχεία που την απομακρύνουν

από το ιδεατό πρότυπο και την παράδοσή της. Για την περίπτωση της ΕΝΓ, οι

ενέργειες εξωτερικού καθαρισμού μπορούν να αφορούν δάνεια από την ελληνική

φθογγογλώσσα (δακτυλικό αλφάβητο, στοματικές εικόνες, μεικτές ποικιλίες) και από

άλλες νοηματικές γλώσσες (δάνεια χειροκινητικά νοήματα), ενώ οι ενέργειες

εσωτερικού καθαρισμού στοιχεία που δεν ανήκουν στην άτυπη νόρμα (γεωγραφικές

και άλλου είδους ποικιλίες) και δε συνάδουν με την παραδοσιακή νοηματική την

οποία χρησιμοποιούν οι πιο ηλικιωμένοι (νεολογισμοί).

Οι καθαρολόγοι είναι αρνητικοί απέναντι σε κάθε νεωτερισμό (βλ.

Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 1986) και ειδικά για την περίπτωση του δανεισμού

αναπτύσσουν αρνητικές στάσεις τόσο απέναντι στο ίδιο το φαινόμενο όσο και

απέναντι στα προϊόντα του, χωρίς όμως απαραίτητα να ταυτίζονται οι δύο

αξιολογήσεις (Σαββίδου 2009). Αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει πάντοτε

αντιστοιχία ανάμεσα στις γλωσσικές στάσεις και στη γλωσσική συμπεριφορά

(Κακριδή-Ferrari 2007β). Είδαμε προηγουμένως (βλ. 4.3.1) ότι, αν και οι

περισσότεροι πληροφορητές εκφράστηκαν αρνητικά απέναντι στη μεταφρασμένη

νοηματική, παραδέχτηκαν ότι τη χρησιμοποιούν. Ενώ δηλαδή έχουν αρνητικές

στάσεις απέναντι στις μεικτές ποικιλίες επαφής, κατά τη γλωσσική τους συμπεριφορά

223

δεν αποκλείουν τα προϊόντα αυτής της επαφής. Αυτό βέβαια κάθε φορά εξαρτάται

και από τα χαρακτηριστικά αυτών των προϊόντων. Φαίνεται ότι οι νοηματιστές είναι

πιο αρνητικοί στα προϊόντα επαφής για τα οποία αισθάνονται ότι έρχονται σε

αντίθεση με τα οπτικοκινητικά χαρακτηριστικά της ΕΝΓ. Το συμπέρασμα είναι ότι οι

γλωσσικές στάσεις των νοηματιστών καθορίζουν, τουλάχιστον σε ένα βαθμό, τις

γλωσσικές τους πραγματώσεις, γι’ αυτό είναι σημαντικό να ιεραρχηθεί το κύρος

μεταξύ των διάφορων ποικιλιών ή τύπων. Είναι προφανές ότι καθαριστικές πρακτικές

αναπτύσσονται για τα στοιχεία με το χαμηλότερο κύρος. Επειδή όμως η ΕΝΓ δεν έχει

προτυποποιηθεί συστηματικά, προκειμένου να περιγραφούν τα στοιχεία με χαμηλό

κύρος στα οποία στοχεύουν οι καθαρολόγοι, θα πρέπει πρώτα να καταγραφούν ποια

στοιχεία της ΕΝΓ έχουν το υψηλότερο κύρος, ανήκουν με άλλα λόγια στην άτυπη

νόρμα.

Σε προηγούμενο σημείο (βλ. 4.6) αναφέρθηκε ότι ένας από τους παράγοντες

γλωσσικής ποικιλίας στην ΕΝΓ είναι η ηλικία των νοηματιστών. Διαφορετικές γενιές

Κωφών διαφοροποιούνται συνήθως ως προς ορισμένα χειροκινητικά νοήματα που

χρησιμοποιούν. Αρκετοί πληροφορητές επεσήμαναν ότι η νοηματική των πιο

ηλικιωμένων βρίσκεται πιο κοντά στην παράδοση της ΕΝΓ, με άλλα λόγια θεωρείται

ότι αποτελεί την ιστορικά «καθαρή» ποικιλία, όπου διαφαίνεται η «ορθότερη» χρήση

της ΕΝΓ, γι’ αυτό και έχει μία ιδιαίτερη αξία, που πρέπει να διαφυλαχθεί. Αν και δεν

υπάρχει απόλυτη ομοφωνία σχετικά με το τι συνιστά την «καθαρή» ποικιλία και την

«ορθή» χρήση, οι ηλικιωμένοι Κωφοί θεωρούνται θεματοφύλακες αυτής της

παράδοσης, που μάλλον κινδυνεύει:

(40)

Δεν υπάρχει κάποιος που να κάνει τέλεια νοηματική. Παραδέχομαι ωστόσο τους

ηλικιωμένους Κωφούς που ήταν πολύ δυνατοί στη νοηματική. Δυστυχώς αρκετοί από

αυτούς πεθαίνουν και έτσι πολύ φοβάμαι ότι η νοηματική αρχίζει και χάνεται…

φθείρεται.

Αρκετοί πληροφορητές εξέφρασαν τον θαυμασμό τους για τους ηλικιωμένους

Κωφούς οι οποίοι, παρόλο που δεν έτυχαν συστηματικής εκπαίδευσης,

χρησιμοποιούν μια αρκετά «πλούσια» νοηματική, που θεωρείται καθαρή από

προσμείξεις. Αντίθετα οι νεότεροι, λόγω της εκπαίδευσής τους μέσω της ελληνικής

φθογγογλώσσας, συνηθίζουν να χρησιμοποιούν συχνότερα μεικτές ποικιλίες. Ο

Αποστόλης αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στις πολλές επιδράσεις από την ελληνική

224

φθογγογλώσσα που έχει δεχτεί η ποικιλία της Αθήνας και, παρόλο που ο ίδιος ζει και

πήγε σχολείο στην Αθήνα, εκφράζεται θετικά για την ποικιλία της Θεσσαλονίκης, για

την οποία υποστηρίζει ότι έχει δεχτεί πολύ λιγότερες προσμείξεις και είναι πιο

«καθαρή» ποικιλία:

(41)

Στη Θεσσαλονίκη η νοηματική που χρησιμοποιούν είναι τέλεια, είναι μητρική [δηλαδή

αυθεντική], ενώ η νοηματική εδώ στην Αθήνα δε με ικανοποιεί. Αυτό συμβαίνει επειδή

αρκετοί που έχουν σπουδάσει στο πανεπιστήμιο νομίζουν ότι, αν χρησιμοποιήσουν

ελληνικά, θα φανούν σπουδαίοι. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χρησιμοποιούν πιο

χαλαρή νοηματική. Αντίθετα, στη Θεσσαλονίκη έχουν τη δική τους νοηματική και αυτό

μου αρέσει πολύ.

Μπορεί η ποικιλία της Θεσσαλονίκης να είναι πιο «καθαρή» από επιδράσεις

της ελληνικής φθογγογλώσσας, έχει όμως δεχτεί επιρροές από τις νοηματικές

γλώσσες άλλων βαλκανικών χωρών (βλ. (27) στο 4.5.1). Όπως ήδη έχει γίνει λόγος

(βλ. 4.4), ορισμένοι πληροφορητές υπήρξαν επικριτικοί όχι μόνο για το δανεισμό από

την ελληνική φθογγογλώσσα, αλλά και από άλλες νοηματικές γλώσσες. Για τον

Αποστόλη, ωστόσο, στο (41) φαίνεται ότι είναι πιο σημαντική η διαφύλαξη της

καθαρότητας της ΕΝΓ από την ελληνική φθογγογλώσσα παρά από άλλες νοηματικές

γλώσσες. Έτσι, οι Κωφοί που είχαν λιγότερες πιθανότητες να έρθουν σε επαφή με την

ελληνική φθογγογλώσσα είχαν και τις μεγαλύτερες πιθανότητες να διατηρήσουν την

ΕΝΓ που χρησιμοποιούν ανέπαφη από ανάλογες προσμείξεις. Αυτό θεωρείται ότι

συνέβη περισσότερο στους ηλικιωμένους Κωφούς και τους Κωφούς της περιφέρειας.

Σε γενικές γραμμές, η εντύπωση που επικρατεί στην κοινότητα είναι ότι οι

ηλικιωμένοι Κωφοί χρησιμοποιούν πιο «ορθά» την ΕΝΓ, με λιγότερες προσμείξεις

από την ελληνική φθογγογλώσσα. Η ποικιλία που χρησιμοποιούν φαίνεται να

βρίσκεται πιο κοντά στο ιδεατό πρότυπο της ΕΝΓ και είναι αναμενόμενο να

αναπτύσσονται καθαριστικές πρακτικές απέναντι στη γλωσσική χρήση των νέων:

(42)

Οι νέοι σίγουρα θα αλλάξουν τη νοηματική τους όταν θα μπουν στα σωματεία και θα

έρθουν σε επαφή με μεγαλύτερους σε ηλικία Κωφούς, επειδή θα ντρέπονται για τα

καινούργια χειροκινητικά νοήματα που μόνο οι ίδιοι χρησιμοποιούν. Θα τους ρωτήσει

κάποιος «Πού βρήκες αυτό το χειροκινητικό νόημα; Εγώ δεν το γνωρίζω».

225

Στο παραπάνω απόσπασμα, εκτός από την κριτική που ασκείται στη γλωσσική

ποικιλία των νέων, διαφαίνεται και ο προβληματισμός του πληροφορητή σχετικά με

τη δημιουργία νέων χειροκινητικών νοημάτων. Ανάλογο προβληματισμό έχουν

εκφράσει νοηματιστές και άλλων νοηματικών γλωσσών και μάλιστα σε αρκετά

παλιότερες εποχές. Όπως αναφέρει ο Gannon (1981:362), ήδη το 1889 ο William H.

Weeks από το Κονέκτικατ απευθυνόμενος στο συνέδριο της Εθνικής Ένωσης Κωφών

των ΗΠΑ σχολίαζε:

«Πρέπει να διατηρήσουμε την αυθεντική αγνότητα και δύναμη των

χειροκινητικών νοημάτων μας. Υπάρχει τάση να εφευρίσκονται νέα

χειροκινητικά νοήματα, ορισμένα από τα οποία δε σημαίνουν τίποτα.

Αρκετά από τα καλά παλιά χειροκινητικά νοήματα έχουν αλλάξει και

έχουν διαφοροποιηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν χάσει αρκετή από

την αυθεντική τους δύναμη…».159

Είναι συνηθισμένη η αντίσταση των ομιλητών μίας γλώσσας στους διάφορους

νεολογισμούς. Ανάλογο είναι το σχόλιο ενός πληροφορητή σχετικά με τα νέα

χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ, ειδικά όταν αυτά έρχονται να αντικαταστήσουν ήδη

υπάρχοντα:

(43)

Ποτέ δε φτιάχνω δικά μου χειροκινητικά νοήματα. Σέβομαι την κοινότητα των Κωφών

και αποδέχομαι την παραδοσιακή νοηματική. Αν χρειαστεί να αναφερθώ σε μία έννοια

για την οποία δεν υπάρχει αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα, θα προσπαθήσω να την

αποδώσω με άλλο τρόπο, όχι όμως κατασκευάζοντας ένα καινούργιο.

Μπορεί η διστακτικότητα των πληροφορητών για τη δημιουργία νεολογισμών

να σχετίζεται με την επιθυμία διατήρησης της «καθαρότητας» της ΕΝΓ και

καθαριστικές ιδεολογίες, σύμφωνα με τις οποίες ό,τι παλιότερο είναι και πιο

αυθεντικό, είναι ωστόσο πιθανό και να συνδέεται με το γενικότερο αίτημα για

γλωσσική προτυποποίηση της ΕΝΓ. Όσο οι νεολογισμοί προκύπτουν από ατομικές

και μεμονωμένες προσπάθειες και δεν τυγχάνουν ευρύτερης αποδοχής τόσο

δυσκολότερη θα είναι η διάδοση και η καθιέρωσή τους για το σύνολο της γλωσσικής

159 Ο Weeks έκανε κυριολεκτικά λόγο για «πελέκημα» και «ψαλίδισμα» των παλιών χειροκινητικών νοημάτων (the good old signs have been chopped and clipped), προφανώς αναφερόμενος στην τάση περιορισμού των παλιότερων χειροκινητικών νοημάτων, που όμως, όπως έχει αναφερθεί, είναι χαρακτηριστικό της γλωσσικής αλλαγής των νοηματικών γλωσσών (βλ. 4.1.1 και 4.4.1).

226

κοινότητας.160 Στο μυαλό των νοηματιστών υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να

αποκόψουν την ΕΝΓ από την παράδοσή της. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ενέργειες

γλωσσικού καθαρισμού αποσκοπούν στη γλωσσική διατήρηση της παράδοσης της

ΕΝΓ (βλ. αναλυτικότερα 6.3).

Αν και η καθαριστική κριτική αφορά κυρίως τις επιδράσεις της ΕΝΓ από την

ελληνική φθογγογλώσσα, δε λείπουν καθαριστικές πρακτικές που αφορούν δάνεια

χειροκινητικά νοήματα από άλλες νοηματικές γλώσσες. Ένας άλλος πληροφορητής,

κάνοντας πάλι λόγο για την ποικιλία της Θεσσαλονίκης, ανέφερε:

(44)

Στη Θεσσαλονίκη χρησιμοποιείται ένα διαφορετικό από την Αθήνα χειροκινητικό

νόημα για το ΧΙΛΙΑ. Τώρα όμως αρχίζουν να το διορθώνουν και να χρησιμοποιούν το

χειροκινητικό νόημα της Αθήνας, γιατί το παλιότερο χειροκινητικό νόημα ήταν ένα

δάνειο από τη Γιουγκοσλαβία, δηλαδή μία ξένη επίδραση στην ποικιλία της

Θεσσαλονίκης, που σήμερα οι Θεσσαλονικείς Κωφοί προσπαθούν να αποφύγουν.

Τέτοιου είδους σχόλια συνδέονται σε ένα βαθμό και με την ανάγκη των ελλήνων

Κωφών να τονίσουν ότι η ΕΝΓ είναι μια ξεχωριστή γλώσσα διαφορετική από τις

υπόλοιπες νοηματικές γλώσσες (βλ. 4.2.2).

Τέλος, εκτός από τους μεγαλύτερους σε ηλικία Κωφούς, θεματοφύλακες της

παράδοσης της ΕΝΓ θεωρούνται επίσης οι Κωφοί που εξαιτίας οικογενειακής

παράδοσης συμμετέχουν από μικροί στη γλωσσική κοινότητα των Κωφών:

(45)

Πιο ισχυρός στη νοηματική είναι ένας Κωφός που έχει οικογενειακή παράδοση στη

χρήση της. Για παράδειγμα, η μητέρα μου ήταν Κωφή, άρα πήρα στοιχεία από τη

νοηματική της, φοίτησα σε σχολείο Κωφών, άρα έμαθα και από εκεί χειροκινητικά

νοήματα, η κόρη μου είναι Κωφή, άρα έμαθα και από αυτήν, διευρύνοντας έτσι τη

νοηματική μου γλώσσα. Αντίθετα, ένα κωφό παιδί που έχει ακούοντες γονείς δε θα έχει

τόσο αναπτυγμένη νοηματική. Ο Σπύρος, καθώς προέρχεται από οικογένεια στην οποία

εδώ και έξι γενιές υπάρχουν Κωφά άτομα, είναι αναμενόμενο να χρησιμοποιεί μια πιο

πλούσια νοηματική.

160 Ενδεχομένως οι νεολογισμοί πάντα να είναι ατομικές προτάσεις, σε μεγαλύτερες όμως γλωσσικές κοινότητες, αυτό δεν είναι τόσο αισθητό.

227

Για την πληροφορήτρια στο παραπάνω απόσπασμα η επάρκεια ενός νοηματιστή

εξαρτάται από την εμπειρία του στη χρήση της ΕΝΓ. Όσο περισσότεροι Κωφοί

υπάρχουν στο οικογενειακό του περιβάλλον τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχει να

γίνει επαρκέστερος νοηματιστής, όπως συμβαίνει με το Σπύρο. Λόγω των

ιδιαιτεροτήτων κατάκτησης των νοηματικών γλωσσών (βλ. 4.1.2), τα κωφά παιδιά

Κωφών γονέων είναι οι μόνοι φυσικοί νοηματιστές μίας νοηματικής γλώσσας και

πολύ συχνά αποτελούν τους πληροφορητές των γλωσσολόγων που παρέχουν

«έγκυρα» δεδομένα για την έρευνα των νοηματικών γλωσσών (Johnston 2004). Αν

και τα συγκεκριμένα άτομα αποτελούν μόνο ένα μικρό τμήμα της γλωσσικής

κοινότητας των Κωφών, πολύ συχνά έχουν ιδιαίτερο ρόλο στο γλωσσικό καθαρισμό

της ΕΝΓ, εξαιτίας της ισχυρής σύνδεσής τους με την παράδοση της ΕΝΓ, ενώ

παράλληλα αρκετοί από αυτούς δραστηριοποιούνται σε σημαντικούς τομείς για το

γλωσσικό της σχεδιασμό (δάσκαλοι ΕΝΓ, δραστήρια μέλη σωματείων, πληροφορητές

για την παραγωγή λεξικών και εκπαιδευτικών υλικών), με άλλα λόγια φαίνεται ότι

για την ΕΝΓ έχουν το ρόλο των ιεραποστόλων της γλώσσας ασκώντας τη μεγαλύτερη

επίδραση στα υπόλοιπα μέλη της γλωσσικής κοινότητας (βλ. 1.4.1).

6.3. Γλωσσική διατήρηση

Όταν οι ομιλητές μιας γλώσσας φοβούνται μην τη χάσουν, προφανώς ενδιαφέρονται

πάρα πολύ για αυτή, πράγμα που από μόνο του αποτελεί μια καλή εξασφάλιση

ενάντια στην απώλειά της (Haberland 1999). Το γεγονός επομένως ότι οι έλληνες

Κωφοί ενδιαφέρονται για την ΕΝΓ και αναπτύσσουν καθαριστικούς μηχανισμούς για

τη διατήρηση της παράδοσής της πιστοποιεί ότι η ΕΝΓ δεν κινδυνεύει άμεσα.161

Παρ’ όλα αυτά, η ΕΝΓ δεν παύει να είναι μια μειονοτική γλώσσα που δέχεται

πιέσεις κυρίως από τη γλώσσα της ακούουσας πλειονότητας, την ελληνική

φθογγογλώσσα. Οι ομιλητές μιας γλωσσικής μειονότητας έχουν μεγάλες πιθανότητες

να μετακινηθούν γλωσσικά προς την κυρίαρχη γλώσσα, προκειμένου να

εξασφαλίσουν υλικά οφέλη, επειδή συνήθως η γλώσσα της πλειονότητας δίνει

πρόσβαση στην ανώτερη εκπαίδευση, αποτελεί εφόδιο για ευνοϊκότερη

161 Πέρα από την έλλειψη καθαριστικών μηχανισμών, άλλα κοινωνιογλωσσικά συμπτώματα μίαςθνήσκουσας γλώσσας είναι η υποτίμησή της από τους ίδιους τους ομιλητές της και ο περιορισμός των υφολογικών της ποικιλιών σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που να αποκτά κρυπτολαλική λειτουργία ως ιδιωτικό «αστείο» ή «παιχνίδι» (βλ. Κατσογιάννου 1999, Μαυρέας 2005). Οι περισσότεροι όμως νοηματιστές αισθάνονται περήφανοι για την ΕΝΓ, ενώ τα τελευταία χρόνια διευρύνονται τα επικοινωνιακά περιβάλλοντα στα οποία χρησιμοποιείται ενισχύοντας την άποψη ότι η ΕΝΓ δεν κινδυνεύει άμεσα.

228

επαγγελματική αποκατάσταση και είναι απαραίτητη για τις συναλλαγές με τις

κρατικές υπηρεσίες. Παράλληλα, η γλώσσα της πλειονότητας εξασφαλίζει ευρύτερη

κοινωνική αποδοχή και επιτρέπει την πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας. Ακόμη και

όταν μια μειονοτική γλώσσα διατηρεί τη συμβολική της αξία για τα μέλη της

μειονότητας, είναι πιθανό οι πιέσεις για υλικά οφέλη και κοινωνική αναγνώριση να

οδηγήσουν στην υποχώρηση της μειονοτικής γλώσσας, αν όχι σε όλα, σε αρκετά

επικοινωνιακά περιβάλλοντα. Για τη γλωσσική όμως κοινότητα των ελλήνων

Κωφών, ενώ ισχύουν ανάλογες πιέσεις από την ελληνική φθογγογλώσσα, που είναι η

γλώσσα της πλειονότητας, είναι σχεδόν αδύνατο οι πιέσεις αυτές να οδηγήσουν στην

υποχώρηση της ΕΝΓ.

Αυτό συμβαίνει γιατί η ΕΝΓ δεν έχει μόνο συμβολική αξία ως γλώσσα της

μειονότητας. Η ΕΝΓ αποτελεί βέβαια σύμβολο της ενότητας, της προέλευσης, των

κοινών βιωμάτων και προσδοκιών των ελλήνων Κωφών και παρά τις σκληρές

απαγορεύσεις του παρελθόντος και τη συνεχή υποτίμησή της, κατάφερε να επιβιώσει

και να εξελιχθεί ως γλώσσα επικοινωνίας των ελλήνων Κωφών. Δεν ήταν όμως η

συμβολική της αξία που την κατέστησε πρώτιστο μέσο επικοινωνίας της γλωσσικής

κοινότητας των Κωφών, αλλά η εργαλειακή της χρησιμότητα. Λόγω της

οπτικοκινητικής της τροπικότητας αποτελεί απαραίτητο εργαλείο που επιτρέπει σε

άτομα με απώλεια ακοής την απρόσκοπτη χρήση της στην καθημερινή τους

επικοινωνία. Όλοι οι πληροφορητές εξέφρασαν την άνεσή τους στο να

χρησιμοποιούν την ΕΝΓ, επειδή εκφέρεται με τα χέρια και προσλαμβάνεται με την

όραση και δεν εκφέρεται από το στόμα και προσλαμβάνεται με την ακοή, όπως η

ελληνική φθογγογλώσσα.

Αρκετοί μάλιστα τόνισαν το γεγονός ότι η ΕΝΓ είναι η γλώσσα τους, για την

οποία είναι περήφανοι, και, όπως οι ακούοντες χρησιμοποιούν τα φωνητήρια όργανά

τους για την ελληνική φθογγογλώσσα, αντίστοιχα και αυτοί χρησιμοποιούν τα χέρια

και το σώμα τους για την ΕΝΓ:

(46)

Πώς να νιώθω που χρησιμοποιώ τη νοηματική; Μια χαρά. Μεγάλωσα με τη νοηματική.

Πώς νιώθει ένας ακούων που μιλάει τα ελληνικά; Μια χαρά νιώθει και αυτός. Το ίδιο

συμβαίνει και με μένα.

Είναι μάλλον απίθανο οι έλληνες Κωφοί να εγκαταλείψουν την ΕΝΓ και να

αρχίσουν να χρησιμοποιούν αποκλειστικά την ελληνική φθογγογλώσσα, διότι

229

απλούστατα δε θα μπορούσαν. Η οπτικοκινητική τροπικότητα της ΕΝΓ την καθιστά

απαραίτητη στην επικοινωνία των Κωφών που, λόγω της απώλειας της ακοής τους

δεν έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στο ακουστικοφωνητικό κανάλι επικοινωνίας. Ο

Χαράλαμπος υπογράμμισε με πάθος:

(47)

Όσο υπάρχουν Κωφοί δεν κινδυνεύει η ΕΝΓ. Είναι η γλώσσα μας!

Υπό αυτή την έννοια η ΕΝΓ δε φαίνεται να διατρέχει τον κίνδυνο που διατρέχουν

άλλες μειονοτικές γλώσσες να υποχωρήσουν κάτω από την πίεση της κυρίαρχης

γλώσσας.

Ειδικά μετά την ψήφιση νόμων που αναγνωρίζουν τη χρήση της ΕΝΓ στην

εκπαίδευση των κωφών μαθητών και υποχρεώνουν τους τηλεοπτικούς σταθμούς για

παροχή ενημέρωσης και στην ΕΝΓ, φαίνεται ότι έχει αναβαθμιστεί το κύρος της

ΕΝΓ, τείνουν να εκλείψουν οι απαγορεύσεις του παρελθόντος και έχει προωθηθεί η

διάδοσή της και σε άτομα έξω από τη γλωσσική κοινότητα των Κωφών, που μέχρι

πρότινος τη χρησιμοποιούσαν σχεδόν αποκλειστικά. Είναι γεγονός ότι οι θετικές

εξελίξεις υπέρ της ΕΝΓ την τοποθετούν σε καλύτερη μοίρα σε σχέση με το παρελθόν.

Η Παναγιώτα, αναφερόμενη σε αυτές τις εξελίξεις, θεωρεί ότι σήμερα η ΕΝΓ

βρίσκεται εκτός κινδύνου:

(48)

Παλιότερα κινδύνευε η νοηματική, σήμερα όμως δεν πιστεύω ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Παλιότερα απαγορευόταν, ενώ σήμερα επιτρέπεται ελεύθερα. Υπάρχουν πολλές σχολές

νοηματικής, δε νομίζω ότι υπάρχει κίνδυνος.

Επομένως, εφόσον η ΕΝΓ, λόγω της σημασίας της οπτικοκινητικής της

τροπικότητας για τα άτομα με απώλεια ακοής, τα οποία κατεξοχήν τη χρησιμοποιούν,

δεν κινδυνεύει να αντικατασταθεί από την κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα, που

έχει ακουστικοφωνητική τροπικότητα, προκύπτουν τα παρακάτω ερωτήματα:

(α) Καθώς η ΕΝΓ δε φαίνεται να κινδυνεύει, ειδικά σήμερα που δεν βρίσκεται

υπό θεσμική απαγόρευση όπως στο παρελθόν, πόσο μπορούμε να κάνουμε λόγο για

ενέργειες που έχουν στόχο τη γλωσσική της διατήρηση και τι είναι αυτό που «πρέπει»

να διατηρηθεί;

230

(β) Μήπως τελικά η γλωσσική διατήρηση της ΕΝΓ είναι ταυτόσημη με το

γλωσσικό της καθαρισμό;

(γ) Ή μήπως υπάρχουν άλλοι κίνδυνοι για την ΕΝΓ;

(δ) Πόσο πιθανό είναι η ΕΝΓ τελικά να κινδυνεύει εξαιτίας μάλιστα των

θετικών εξελίξεων, όπως η διάδοση και η θεσμοθέτησή της, για τις οποίες έκανε λόγο

στο (48) η Παναγιώτα;

(ε) Ποια είναι η στάση της κοινότητας απέναντι στις νεότερες εξελίξεις και

ποιος ο ρόλος των γλωσσολόγων στη διατήρηση της ΕΝΓ;

Υπάρχουν ορισμένοι που αμφισβητούν τη μονιμότητα των θετικών εξελίξεων

και θεωρούν ότι υπάρχει στασιμότητα:

(49)

Η νοηματική είναι αναγνωρισμένη, αλλά αυτή η αναγνώριση αφορά μόνο την

εκπαίδευση, δεν είναι δηλαδή μια συνολική αναγνώριση. Εύκολα μπορεί να βγει η

διάταξη που αφορά την αναγνώριση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών μαθητών

από το νόμο του 2000. Μπορεί, για παράδειγμα, κάποιος γονέας να διαμαρτυρηθεί για

αυτή τη διάταξη και να τροποποιηθεί ο νόμος. Επίσης από το 2000 και τη συγκεκριμένη

νομοθετική ρύθμιση τα πράγματα παραμένουν στάσιμα μέχρι σήμερα [2006], χωρίς

κάποια ουσιαστική εξέλιξη.

Τέτοιου είδους θέσεις μάλλον αντανακλούν γενικότερα την ανασφάλεια των ελλήνων

Κωφών εξαιτίας των απαγορεύσεων και των αρνητικών στάσεων του παρελθόντος

απέναντι στην ΕΝΓ.

Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί πληροφορητές επισημαίνουν ότι ακόμη και σήμερα

υπάρχουν κίνδυνοι για την ΕΝΓ και υποστήριξαν ότι είναι αναγκαίες δράσεις που θα

συμβάλουν στη διατήρηση της παράδοσης της ΕΝΓ, θεωρώντας ότι είναι απαραίτητη

η συνεργασία ανάμεσα στις γενιές των ελλήνων Κωφών. Οι νεότερες εξελίξεις για

την ΕΝΓ δε σχετίζονται μόνο με τη νομική της αναγνώριση και τη διεύρυνση της

χρήσης της, αλλά και με αλλαγές μέσα στα όρια της κοινότητας των Κωφών. Καθώς

αυξάνεται η επαφή τους με τον έξω κόσμο και τους παρέχονται νέες δυνατότητες

επικοινωνίας μέσα από νέα τεχνολογικά μέσα (διαδίκτυο, κινητά τηλέφωνα)

μειώνονται οι κατά πρόσωπο επαφές τους στα σωματεία, που στο παρελθόν

αποτελούσαν καθοριστικούς χώρους για τη μετάδοση και εξέλιξη της ΕΝΓ. Επιπλέον

η σύγχρονη τάση για συνεκπαίδευση των κωφών μαθητών με ακούοντες μαθητές σε

231

γενικά σχολεία οδηγεί σε συρρίκνωση του μαθητικού πληθυσμού των ειδικών

σχολείων, έναν άλλο καθοριστικό χώρο για την κατάκτηση της ΕΝΓ (βλ. 4.1.2).

Πάντως όταν οι νοηματιστές αναφέρονται στη συνεργασία μεταξύ των γενεών

της γλωσσικής κοινότητας των ελλήνων Κωφών, συνήθως διατυπώνουν τις αρνητικές

τους στάσεις απέναντι στη γλωσσική αλλαγή και τα σχόλιά τους για γλωσσική

διατήρηση της ΕΝΓ μάλλον ισοδυναμούν με γλωσσικό καθαρισμό. Σχετικά με το

θέμα η Μαρία ανέφερε:

(50)

Για μένα πρέπει να υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στις γενιές. Το πρόβλημα είναι ότι δεν

έχει ακόμη καταγραφεί τίποτα σχετικό με την ιστορία, με την παράδοση της νοηματικής.

Η παράδοση όμως είναι πολύ σημαντική, για να γνωρίζουμε από πού προήλθε κάθε

λέξη στη νοηματική. Πολλές φορές οι ηλικιωμένοι Κωφοί γνωρίζουν πράγματα και

εμείς πρέπει να τα μάθουμε και να τα μεταδώσουμε στις επόμενες γενιές. Όσο όμως δεν

καταγράφονται αυτές οι πληροφορίες, κινδυνεύουν να χαθούν. Και δεν θα πρέπει να

υποτιμούμε τους ηλικιωμένους Κωφούς, γιατί πράγματι είναι πολύ σημαντική η

παράδοσή τους.

Η Μαρία στο παραπάνω απόσπασμα μάλλον διατυπώνει ανάλογα στερεότυπα που

ισχύουν και για την ελληνική φθογγογλώσσα. Υπάρχει η πεποίθηση ότι η γνώση για

την ιστορία της γλώσσας συμβάλει στην «ορθή» χρήση της γλώσσας. Για να μιλήσει

κάποια «σωστά» ελληνικά θεωρείται ότι πρέπει να γνωρίζει την ιστορία/ετυμολογία

των λέξεων. Γι’ αυτό, άλλωστε, είναι απαραίτητη η διδασκαλία προγενέστερων

σταδίων της ελληνικής φθογγογλώσσας (κυρίως της αρχαίας ελληνικής). Όμως «η

γνώση προγενέστερων σταδίων προσθέτει γνώσεις για τη μητρική γλώσσα αλλά δεν

αποτελεί όρο γνώσης/απόκτησης της μητρικής γλώσσας» (Χριστίδης 2001β:41).

Ανάλογα η γνώση της προέλευσης των χειροκινητικών νοημάτων δεν αποτελεί

προϋπόθεση για τη γνώση της ΕΝΓ.

Σχετικά με τη γλωσσική αλλαγή έχουν ενδιαφέρον όσα παρατηρούσε ο James

L. Smith από τη Μινεσότα το 1904 στο συνέδριο της Εθνικής Ένωσης Κωφών των

ΗΠΑ για την ΑΝΓ:

«Οι πιο επικίνδυνοι εχθροί της νοηματικής γλώσσας βρίσκονται ανάμεσα

στους φίλους της, στα άτομα που την κακομεταχειρίζονται και την

κακοποιούν με το να τη χρησιμοποιούν λανθασμένα. Η ορθά

χρησιμοποιούμενη νοηματική γλώσσα είναι μια γλώσσα με χάρη,

232

ομορφιά και δύναμη. Όταν όμως χρησιμοποιείται απρόσεκτα και χωρίς

γνώση μπορεί να γίνει άχαρη, αποκρουστική και δυσνόητη» (Gannon,

1981:363).

Ο Smith, σε μια εποχή όπου ακόμα δεν είχε αναγνωριστεί ότι οι νοηματικές γλώσσες

είναι ισότιμες με τις φθογγογλώσσες, επεσήμαινε τους κινδύνους που προέρχονται

από την «λανθασμένη» χρήση μιας νοηματικής γλώσσας και την άγνοια του τρόπου

λειτουργίας της. Επίσης υπογράμμιζε ότι μια νοηματική γλώσσα κινδυνεύει

περισσότερο από όσους τη χρησιμοποιούν και λιγότερο από όσους την απορρίπτουν.

Το μέλλον των γλωσσών είναι ένα ζήτημα που απασχολεί την κοινή γνώμη,

αλλά και την επιστημονική κοινότητα. Μάλιστα η συζήτηση για τη γλωσσική τους

διατήρηση εγείρει διαφωνίες (βλ. Μπαμπινιώτης 2006, Βελούδης 2006) εξαιτίας

μάλλον της ισχυρής πεποίθησης ότι η γλωσσική μεταβολή ισοδυναμεί με την

κακοποίηση και αποδυνάμωση μιας γλώσσας. Ωστόσο είναι κοινές γλωσσολογικά

παραδοχές ότι (α) όταν ένας τύπος ή μορφή χάνεται μέσα στο χρόνο, αναπληρώνεται

κατά κανόνα από κάποιον άλλο, (β) τέτοιες αλλαγές αφορούν όλες τις γλώσσες και

όχι τη συγκεκριμένη γλώσσα που θεωρείται ότι πλήττεται και (γ) οι παράγοντες που

καθορίζουν την υποχώρηση και εξαφάνιση των γλωσσών είναι μη γλωσσικοί

(Βελούδης 2006).

Ο Smith προφανώς δε λαμβάνει υπόψη του τις παραπάνω παραδοχές και

θεωρεί ότι η γλωσσική μεταβολή της ΑΝΓ, για την οποία μιλάει, ισοδυναμεί με την

κακοποίησή της. Είναι όμως πιθανό οι παρατηρήσεις του εκτός από αρνητικές

στάσεις για τη γλωσσική αλλαγή να εμπεριέχουν μία σημαντική αλήθεια. Αν μια

νοηματική γλώσσα αλλάζοντας χάνει ορισμένα οπτικοκινητικά της χαρακτηριστικά,

χάνει και την εργαλειακή της χρησιμότητα και έτσι γίνεται, αν όχι «άχαρη» και

«αποκρουστική» σίγουρα «δυσνόητη», δηλαδή κουραστική.162

Οι παρατηρήσεις του Smith είναι αρκετά επίκαιρες σε σχέση με τη σημερινή

κατάσταση της ΕΝΓ και γεννούν ένα ανάλογο προβληματισμό. Παρ’ όλο που

σήμερα, όπως ανέφερε η Παναγιώτα στο (48), η ΕΝΓ βρίσκεται θεωρητικά σε ένα πιο

προστατευμένο περιβάλλον (ως προς τη νομική της αναγνώριση, ως προς τη

διεύρυνση της χρήσης της και ως προς τη μεγαλύτερη διάδοσή της), παράλληλα ίσως

θεωρηθεί ότι κινδυνεύει εξαιτίας των θετικών εξελίξεων υπέρ της. Δεν κινδυνεύει να

162 Ανάλογοι χαρακτηρισμοί διατυπώθηκαν από τους πληροφορητές της παρούσας έρευνας για τη μεταφρασμένη νοηματική (βλ. 4.3.1) και το δακτυλικό αλφάβητο (βλ. 4.3.3).

233

συρρικνωθεί, αλλά να αποκοπεί από την οπτικοκινητική της παράδοση. Στο

παρελθόν, η ΕΝΓ παρά τις απαγορεύσεις χρησιμοποιούνταν από μια κλειστή

κοινότητα σε ένα «ασφαλές» και «προστατευμένο» περιβάλλον και μεταδιδόταν

σταθερά από γενιά σε γενιά, κυρίως μέσα από τη φυσική επαφή των νοηματιστών στα

ειδικά σχολεία και τα σωματεία Κωφών. Αντίθετα, σήμερα, εξαιτίας των θετικών

εξελίξεων, η χρήση της ΕΝΓ προέρχεται σε μεγάλο βαθμό και από μη επαρκείς

ακούοντες νοηματιστές, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός των διερμηνέων ΕΝΓ

που δεν έχουν συγγενικές σχέσεις με την κοινότητα των Κωφών.163 Οι εξελίξεις αυτές

είναι πιθανό να δημιουργούν προϋποθέσεις «κρεολοποίησης» της ΕΝΓ, ασκώντας της

πιέσεις με τη δημιουργία μεικτών ποικιλιών κατά την επαφή της με την ελληνική

φθογγογλώσσα (Sapountzaki κ.α. 2007).

Όπως παρατηρεί ο Turner (1999) ακόμη και σε ένα απλό εκφώνημα μιας

νοηματικής γλώσσας όπως «Διέσχισαν το δρόμο» είναι πιθανό να περιλαμβάνονται

οπτικές πληροφορίες σχετικά με το πόσοι άνθρωποι διέσχισαν το δρόμο, το προς ποια

κατεύθυνση και με ποιον τρόπο μετακινήθηκαν, την οπτική γωνία του ομιλητή. Όλες

αυτές οι πληροφορίες μπορεί να παραλειφθούν σε μια μεικτή ποικιλία, επηρεασμένη

από την φθογγογλώσσα. Όταν μια φθογγογλώσσα έρχεται σε επαφή με κάποια άλλη

μπορούν να αντικατασταθούν ορισμένα λεξήματα με κάποια άλλα ή ορισμένοι

γραμματικοί τύποι με κάποιους άλλους. Αντίθετα όταν μια νοηματική γλώσσα δε

διατηρεί τους οπτικούς μηχανισμούς της κληρονομημένης παράδοσής της (βλ. για

παράδειγμα στο 6.5.3 για το παραγωγικό λεξικό των νοηματικών γλωσσών) αλλάζει

τροπικότητα, το οποίο δε φαίνεται να εξυπηρετεί τη γλωσσική κοινότητα των

Κωφών. Η απώλεια των οπτικοκινητικών χαρακτηριστικών της ΕΝΓ ίσως της

στερήσει την εργαλειακή της χρησιμότητα που για τους έλληνες Κωφούς είναι

μάλλον το πιο ισχυρό κίνητρο για τη διατήρηση της ΕΝΓ.

Διαπιστώνεται επομένως ότι, ενώ εκ πρώτης όψης η ΕΝΓ δε φαίνεται να

κινδυνεύει στο βαθμό (ή με τον τρόπο) που κινδυνεύουν άλλες μειονοτικές γλώσσες

στα όρια της ελληνικής επικράτειας (π.χ. αρβανίτικα, βλάχικα, πομάκικα βλ.

163 Οι πρώτοι διερμηνείς ΕΝΓ υπήρξαν πρωτίστως τα ακούοντα παιδιά Κωφών γονέων που ήταν φυσικοί νοηματιστές. Αντίθετα, σήμερα, μετά την αναγνώριση της ΕΝΓ, ένα μεγάλο ποσοστό ακούοντων που μαθαίνουν την ΕΝΓ ως δεύτερη γλώσσα, όταν έχουν ήδη ενηλικιωθεί, αποφασίζουν να εκπαιδευτούν και να εργαστούν ως διερμηνείς ΕΝΓ (βλ. 5.1.2). Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι διερμηνείς έχουν καθοριστικό ρόλο στο γλωσσικό της σχεδιασμό της ΕΝΓ, ιδίως κατά τη μετάδοση δελτίων ειδήσεων στην τηλεόραση (βλ. 7.3 και 7.4).

234

Μπαλτσιώτης κ.ά. 2001)164, αρκετοί νοηματιστές αισθάνονται ότι η ΕΝΓ χρειάζεται

προστασία. Η γλωσσική διατήρηση της ΕΝΓ αφορά την οπτικοκινητική της

τροπικότητα που είναι η προϋπόθεση για την εργαλειακή της χρησιμότητα.

6.3.1 Ο ρόλος των γλωσσολόγων

Για τη διατήρηση της παράδοσης της ΕΝΓ εκτός από την ίδια την κοινότητα είναι

σημαντικός και ο ρόλος των γλωσσολόγων. Σε ζητήματα γλωσσικής διατήρησης έχει

μεγάλη αξία η πολιτική ουδετερότητα του ερευνητή και ο σεβασμός των επιλογών

των μελών της κοινότητας των Κωφών, που άλλωστε αποτελούν τους κατεξοχήν

νοηματιστές της ΕΝΓ. Είναι όμως πιθανό οι γλωσσικές επιλογές των νοηματιστών

της ΕΝΓ να είναι αποτέλεσμα ελλιπούς πληροφόρησης σχετικά με την ΕΝΓ, την

παράδοσή της, την οπτικοκινητική της τροπικότητα και τη σχέση της με τις άλλες

γλώσσες και γι’ αυτήν την κατάσταση έχουν ευθύνη και οι γλωσσολόγοι (Turner

1999).

Είναι επομένως επιτακτική ανάγκη η ενημέρωση της κοινότητας των Κωφών

για τα πορίσματα της γλωσσολογικής έρευνας σχετικά με τις νοηματικές γλώσσες,

καθώς είναι πιθανό ορισμένα μέλη της να μη γνωρίζουν σε βάθος τα ιδιαίτερα

γλωσσικά και κοινωνιογλωσσικά χαρακτηριστικά της νοηματικής τους γλώσσας. Τα

τελευταία χρόνια, αν και παρατηρείται αυξανόμενη επιστημονική ενασχόληση με την

ΕΝΓ (τη γραμματική της δομή, το λεξιλόγιό της, τη γλωσσική συμπεριφορά των

νοηματιστών της), υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στη διάδοση της παραγόμενης

γνώσης στα μέλη της κοινότητας. Αυτή η καθυστέρηση οφείλεται στους παρακάτω

λόγους. Απουσιάζει ένας επιστημονικός φορέας (π.χ. πανεπιστημιακό τμήμα,

ινστιτούτο, ίδρυμα, εταιρεία, δίκτυο) που θα αναλάβει συστηματικά το συντονισμό

των διάφορων επιστημονικών προσπαθειών και θα αποτελεί σημείο αναφοράς για

όσους επιστήμονες ασχολούνται με την ΕΝΓ. Μέχρι σήμερα, υπάρχουν αξιόλογες

αλλά διάσπαρτες επιστημονικές εργασίες σχετικά με την ΕΝΓ, γεγονός που

δυσχεραίνει την πρόσβαση επιστημόνων και μη στην παραγόμενη γνώση και

αποθαρρύνει νέους επιστήμονες να ασχοληθούν με το αντικείμενο. Επιπλέον, φορείς

της ίδιας της κοινότητας (π.χ. ΟΜΚΕ, σωματεία Κωφών) δεν επιδεικνύουν την

απαιτούμενη δραστηριότητα στη διοργάνωση ενημερωτικών συναντήσεων των

επιστημόνων με τα μέλη της κοινότητας. Υπήρξαν πληροφορητές που, αν και

164 Οι συνθήκες ευνοούν βέβαια την ΕΝΓ γιατί δεν εμπλέκεται σε εθνικά θέματα και θέματα εξωτερικής πολιτικής, όπως άλλες μειονοτικές γλώσσες στον ελλαδικό χώρο.

235

γνώριζαν την ενασχόληση συγκεκριμένων επιστημόνων με την ΕΝΓ, δε είχαν

λεπτομερέστερη ενημέρωση σχετικά με την πορεία και τα αποτελέσματα της

εργασίας τους.

Σημαντική είναι επίσης η εμπλοκή στην επιστημονική μελέτη της ΕΝΓ των

ίδιων των μελών της κοινότητας. Η εμπλοκή των μελών της κοινότητας δε θα πρέπει

να περιορίζεται απλά στην πληροφόρηση των ερευνητών με την παροχή εμπειρικών

δεδομένων. Τα μέλη της κοινότητας που το επιθυμούν, θα μπορούσαν με την

κατάλληλη εκπαίδευση να αναλάβουν από μόνα τους να διεκπεραιώσουν με επιτυχία

εργασίες σχετικά με την ΕΝΓ. Αν και υπάρχουν σημαντικές εξαιρέσεις, η πλειοψηφία

των ερευνητών που έχουν ασχοληθεί με τη γλωσσολογική έρευνα της ΕΝΓ

προέρχονται από την ακούουσα πλειονότητα, όπως άλλωστε συμβαίνει και στη

μελέτη άλλων μειονοτικών γλωσσών.

Τέλος, είναι απαραίτητη η καταγραφή της ΕΝΓ. Προς αυτήν την κατεύθυνση

κινήθηκε το Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου, με τη δημιουργία ενός βιντεοσώματος

κειμένων της ΕΝΓ στο πλαίσιο του προγράμματος ΔΙΑΝΟΗΜΑ (Efthimiou &

Fotinea 2007). Η ανάπτυξη του βιντεοσώματος υπήρξε το προαπαιτούμενο για την

οπτική ανάλυση και την αναγνώριση χειρονομιών της ΕΝΓ και τη γλωσσική

μοντελοποίησή τους, προκειμένου να αναπτυχθούν τεχνολογικές εφαρμογές για

επικοινωνία και τηλεχειρισμό ρομπότ. Απομένει να αποδειχθεί κατά πόσο το

παραγόμενο βιντεοσώμα κειμένων και η συγκέντρωση γλωσσικών πόρων μπορεί να

αξιοποιηθεί για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Είναι πιθανό, επειδή η στόχευση

αφορούσε τη γλωσσική μοντελοποίηση απλών εκφωνημάτων, που θα αποτελούν τις

εντολές για την επικοινωνία με τον υπολογιστή και την αυτόματη πλοήγηση

ρομποτικών οχημάτων, η συγκέντρωση των γλωσσικών πόρων να περιορίστηκε στο

βασικό λεξιλόγιο της ΕΝΓ. Συνεπώς, η αξιοποίηση του συγκεκριμένου

βιντεοσώματος κειμένων για τη διερεύνηση της ποικιλίας της ΕΝΓ, τον

εκσυγχρονισμό και την επεξεργασία του λεξιλογίου της και την προτυποποίησή της

είναι μάλλον περιορισμένη.

Κατά συνέπεια, οι γλωσσολόγοι έχουν σημαντικό ρόλο στην καταγραφή και

μελέτη της ΕΝΓ, στη διάχυση της πληροφορίας και στη μεγαλύτερη εμπλοκή της

ίδιας της κοινότητας στη μελέτη της ΕΝΓ. Η τελική επιλογή της μελλοντικής

εξέλιξης της ΕΝΓ βαρύνει βέβαια τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας, είναι

ωστόσο σημαντικό να έχουν γνώση της σημασίας των οπτικοκινητικών

χαρακτηριστικών της ΕΝΓ.

236

6.3.2 Ένας άλλου είδους κίνδυνος για την ΕΝΓ

Μέχρι αυτό το σημείο διαπιστώθηκε ότι η ΕΝΓ δε φαίνεται να κινδυνεύει, επειδή

είναι αρκετά σημαντική για τους Κωφούς που τη χρησιμοποιούν. Δέχεται ωστόσο

πιέσεις από την ελληνική φθογγογλώσσα, κινδυνεύοντας να χάσει σημαντικά

οπτικοκινητικά της χαρακτηριστικά, που έχουν κληρονομηθεί μέσα από την

παράδοση χρόνων. Η καταγραφή της ΕΝΓ, η διάχυση των επιστημονικών

πορισμάτων της γλωσσολογικής της έρευνας και η μεγαλύτερη εμπλοκή των ίδιων

των μελών της κοινότητας στην επιστημονική έρευνα της ΕΝΓ ίσως συμβάλουν στην

αποτροπή μιας τέτοιας απώλειας. Υπάρχει, ωστόσο, ένας άλλου είδους κίνδυνος για

την ΕΝΓ, που, αν και δεν φαίνεται να την απειλεί άμεσα, απασχολεί ολοένα

εντονότερα τα μέλη της κοινότητας των Κωφών, ίσως επειδή δεν μπορούν να

παρέμβουν ουσιαστικά για να τον αποτρέψουν. Ο κίνδυνος αυτός δε σχετίζεται με τα

γλωσσικά χαρακτηριστικά της ΕΝΓ, αλλά εγείρει ηθικά διλήμματα που, αν και δεν

αφορούν την ΕΝΓ, είναι πιθανό να την επηρεάσουν.

Παρά την αναγνώριση της ΕΝΓ και σε ένα βαθμό των γλωσσικών

δικαιωμάτων των ελλήνων Κωφών, κυριαρχεί, ιδίως από τον ιατρικό κόσμο, το

ιατροπαθολογικό μοντέλο αντιμετώπισης των Κωφών, σύμφωνα με το οποίο οι

Κωφοί είναι άτομα με αναπηρία, που πρέπει να θεραπευθούν με την αποκατάσταση

της ακοής τους. Τα κοχλιακά εμφυτεύματα προωθούνται σε ολοένα μικρότερες

ηλικίες. Αρκετοί γονείς πείθονται ότι ένα κοχλιακό εμφύτευμα θα βοηθήσει

περισσότερο το ανάπηρο παιδί τους. Όπως αναφέρθηκε (βλ. 5.4), η επιτυχία των

κοχλιακών εμφυτευμάτων στην πλήρη αποκατάσταση της ακοής ενός προγλωσσικά

κωφού παιδιού είναι αρκετά μειωμένη, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τις απαιτήσεις

και τη διάρκεια της θεραπείας (χειρουργείο σε ευαίσθητο σημείο του εγκεφάλου,

πολύπλοκα και ενίοτε δύσχρηστα μηχανήματα, που χρειάζονται ειδική φροντίδα από

τους γονείς και το παιδί, λογοθεραπεία για την εκμάθηση ομιλίας). Ακόμη και αν

αργότερα το κωφό παιδί με κοχλιακό εμφύτευμα φοιτήσει σε ειδικό σχολείο και

μάθει να χρησιμοποιεί την ΕΝΓ, είναι μάλλον αμφίβολη η πλήρης ένταξή του στην

κοινότητα των Κωφών. Έτσι συρρικνώνεται η κοινότητα των Κωφών και οι

μελλοντικοί νοηματιστές της ΕΝΓ:

(51)

Ένας καινούργιος κίνδυνος είναι τα κοχλιακά εμφυτεύματα. Ο ιατρικός κόσμος υποτιμά

την ΕΝΓ και ο στόχος είναι να βρεθούν τα περισσότερα κωφά άτομα στον κόσμο των

ακουόντων και να συρρικνωθεί η κοινότητα των Κωφών.

237

Όπως άλλωστε είχε αναφέρει ο Χαράλαμπος στο (47), όσο υπάρχουν Κωφοί

θα υπάρχει και ΕΝΓ. Επομένως, όσο περιορίζονται τα κωφά άτομα τόσο θα

κινδυνεύει η ΕΝΓ. Βέβαια, αρκετοί πληροφορητές απέκλεισαν το γεγονός να μην

υπάρχουν κωφά άτομα στο μέλλον. Ορισμένοι μάλιστα επεσήμαναν ότι, εξαιτίας

νέων συνηθειών (ακουστικά για μουσική και τηλεφωνική συνομιλία) καθώς και της

αυξανόμενης ηχορύπανσης στα σύγχρονα αστικά κέντρα, αυξάνονται οι πιθανότητες

για απώλεια ακοής από το γενικό πληθυσμό. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι άλλοι

πληροφορητές προέβλεψαν ότι οι έρευνες στο ανθρώπινο DNA και η ανακάλυψη των

γονιδίων που είναι υπεύθυνα για την κώφωση είναι πιθανό στο μέλλον να οδηγήσουν

στην εξάλειψη της κληρονομημένης κώφωσης. Μπορεί να αυξάνονται οι πιθανότητες

να χάσει κάποιος την ακοή του κατά τη διάρκεια της ζωής του, αλλά μάλλον

μειώνονται οι πιθανότητες να γεννηθεί με κώφωση. Τα διλήμματα που θέτουν

τέτοιου είδους ανακαλύψεις κατά τον προγεννητικό έλεγχο ενός εμβρύου έχουν,

νομίζω, ηθική βάση και δεν μπορούν να απαντηθούν στο πλαίσιο μιας συζήτησης για

το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ. Παραθέτω ωστόσο το μάλλον ρητορικό ερώτημα

της Ζωής σχετικά με το μέλλον της ΕΝΓ:

(52)

Δε σου κρύβω βέβαια ότι, αν πραγματικά στο μέλλον χαθεί η νοηματική, θα

στεναχωρηθώ, γιατί είναι σημαντικά όλα τα χρώματα για την κοινωνία μας. Γιατί

πρέπει να υπάρχει μόνο μια γλώσσα, τα ελληνικά;

Είναι τελικά η ΕΝΓ ένα διαφορετικό χρώμα που, αν χαθεί, θα χάσουμε κάτι; Το

ερώτημα παραμένει ανοιχτό.

Από την παραπάνω συζήτηση προκύπτει ότι υπάρχουν διάφορα κίνητρα για

τη διατήρηση της ΕΝΓ. Για τη γλωσσική κοινότητα των Κωφών, η ΕΝΓ έχει

εργαλειακή χρησιμότητα. Ως οπτικοκινητική γλώσσα είναι η πλέον κατάλληλη για

άτομα με απώλεια ακοής. Γι’ αυτό το λόγο είναι σημαντικό να μη χάσει την

οπτικοκινητική της τροπικότητα και να διατηρήσει την παράδοσή της, όπως

εξελίχθηκε στα χέρια ανθρώπων που εκφράζονταν γλωσσικά μέσω του οπτικού

καναλιού επικοινωνίας. Η ΕΝΓ, περνώντας από γενιά σε γενιά, έχει προσαρμοστεί να

εκφράζει τα βιολογικά χαρακτηριστικά της κοινότητας των Κωφών και γι’ αυτό έχει

διαμορφώσει ιδιαίτερα γλωσσικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά που πρέπει να

διατηρηθούν (Turner 1999).

238

Παράλληλα η ΕΝΓ έχει συμβολική αξία για τους έλληνες Κωφούς, καθώς

αποτελεί τη γλώσσα που τους συνέχει, εκφράζει τα κοινά τους βιώματα (διάκριση

από την ακούουσα πλειονότητα, φοίτηση στο ειδικό σχολείο, σωματεία και

οργανώσεις που εκφράζουν μία ιδιαίτερη κουλτούρα). Για τους μεγαλύτερους

συνδέεται, επίσης, με τις παλιότερες απαγορεύσεις, αποτελεί σύμβολο της αντίστασης

στην καταπίεση της ακούουσας πλειονότητας και των αγώνων τους για τη διεκδίκηση

των γλωσσικών (και όχι μόνο) δικαιωμάτων τους.

Τέλος, η γνωστική της αξία δεν αφορά μόνο την κοινότητα των Κωφών, αλλά

και την ευρύτερη πλειονότητα. Η έρευνα των νοηματικών γλωσσών διευρύνει τη

γνώση μας για την ανθρώπινη γλώσσα και τον τρόπο λειτουργίας του ανθρώπινου

εγκεφάλου:

(53)

Μπορεί η νοηματική κάποια στιγμή να εξαφανιστεί [εξαιτίας των κοχλιακών

εμφυτευμάτων και του γονιδιακού ελέγχου], αυτό όμως που έχει αξία να προστατευθεί

είναι η ιστορία της νοηματικής, να υπάρχει καταγεγραμμένο ότι κάποτε υπήρξε. Είναι

σημαντικό να μείνει στη μνήμη μας, γιατί, πού ξέρεις, μπορεί κάποια στιγμή οι

ακούοντες να χρειαστεί να τη χρησιμοποιήσουν. Ποτέ δεν ξέρεις. Εξάλλου η νοηματική

βοηθάει στην ανάπτυξη της λειτουργίας του εγκεφάλου. Κάθε τμήμα του εγκεφάλου

είναι υπεύθυνο για διαφορετικές λειτουργίες, άλλο είναι υπεύθυνο για τη μνήμη, άλλο

για την οπτική αντίληψη, άλλο για τη γραφή, άλλο για τον προσανατολισμό στο χώρο.

Συνήθως οι ακούοντες χρησιμοποιούν το τμήμα του εγκεφάλου τους που είναι υπεύθυνο

για την φθογγογλώσσα και τη γραφή και παραμελούν το τμήμα που είναι υπεύθυνο για

τον προσανατολισμό. Επομένως, η νοηματική θα μπορούσε να βοηθήσει για την υγεία

του εγκεφάλου, για όλους τους ανθρώπους, ακούοντες και Κωφούς.

Ανεξάρτητα από το κατά πόσο είναι ακριβή τα στοιχεία που παραθέτει ο παραπάνω

πληροφορητής σχετικά με τη λειτουργία του εγκεφάλου,165 έχει δίκιο στο ότι οι

νοηματικές γλώσσες αποτελούν μια άλλη οπτική (μια οπτική οπτική) του κόσμου μας

και γι’ αυτό είναι σημαντικό να διατηρηθούν, όσο βέβαια υπάρχουν κοινότητες που

τις θέλουν.

165 Διάφορες έρευνες κατέδειξαν ότι, παρά τη διαφορετική τους τροπικότητα, οι νοηματικές γλώσσες ελέγχονται από τα κέντρα του εγκεφάλου που ελέγχουν και τις φθογγογλώσσες (βλ. μεταξύ άλλων Bellugi & Klima 1991). Παρ’ όλα αυτά, οι Κωφοί εξαιτίας της απώλειας ακοής τους έχουν συνήθως πιο οξυμένη και διορατική οπτική αντίληψη.

239

6.4. Γλωσσική μεταρρύθμιση

Η γλωσσική μεταρρύθμιση περιλαμβάνει ενέργειες που στοχεύουν σε αλλαγές στη

γραπτή αναπαράσταση μιας γλώσσας ή στο λεξιλόγιο, τη γραμματική και το

συντακτικό της, προκειμένου να διευκολυνθεί η γλωσσική χρήση. Έμφαση συνήθως

δίνεται στις αλλαγές που αφορούν το σύστημα γραφής μιας γλώσσας, καθώς αλλαγές

στο λεξιλόγιο, τη γραμματική και το συντακτικό περιλαμβάνονται και σε άλλες

ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού, όπως η γλωσσική προτυποποίηση και ο γλωσσικός

εκσυγχρονισμός.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση γλωσσική μεταρρύθμιση μπορεί να θεωρηθεί η

κατασκευή συστημάτων χειροκινητικών νοημάτων για να αποδοθεί η φθογγογλώσσα.

Αυτά τα τεχνητά συστήματα επικοινωνίας χρησιμοποιήθηκαν (και χρησιμοποιούνται)

συστηματικά στην εκπαίδευση των μαθητών με απώλεια ακοής και ενίοτε επηρέασαν

την εξέλιξη των φυσικών νοηματικών γλωσσών (βλ. 4.1.3). Βέβαια, αν και

αποτελούν διεθνές φαινόμενο, τέτοια συστήματα επικοινωνίας αναπτύχθηκαν κυρίως

στις Η.Π.Α., όπου χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα (Reagan 2001). Ανάλογα με

την εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόστηκε, τα συστήματα αυτά επηρέασαν σε

διαφορετικό κάθε φορά βαθμό τις αντίστοιχες φυσικές νοηματικές γλώσσες (για την

Auslan βλ. Johnston & Schembri 2007). Αντίθετα στην Ελλάδα, παρά την

απαγόρευση της χρήσης της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των μαθητών με απώλεια ακοής,

δε χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά τεχνητά συστήματα επικοινωνίας στο βαθμό που

να μπορούμε να κάνουμε λόγο για γλωσσική μεταρρύθμιση. Οι επιδράσεις της

ελληνικής φθογγογλώσσας στην ΕΝΓ προέρχονται από την επαφή των δύο γλωσσών

και όχι εξαιτίας της εφαρμογής στην εκπαιδευτική πράξη συγκεκριμένων τεχνητών

συστημάτων χειροκινητικών νοημάτων. Γι’ αυτό άλλωστε και οι πληροφορητές της

έρευνας παρείχαν περιορισμένες πληροφορίες για την ύπαρξη και τη χρήση τέτοιων

συστημάτων και έδωσαν κυρίως έμφαση στα δάνεια στοιχεία της ΕΝΓ εξαιτίας της

επαφής της με την ελληνική φθογγολώσσα (μεταφρασμένη νοηματική, στοματικές

εικόνες, δακτυλικό αλφάβητο). Επομένως, δε θα συζητηθούν περαιτέρω οι απόπειρες

γλωσσικής μεταρρύθμισης νοηματικών γλωσσών με τη δημιουργία τεχνητών

συστημάτων επικοινωνίας.

Αντίθετα, έχει ενδιαφέρον να εξεταστούν διεξοδικά οι ενέργειες γλωσσικής

μεταρρύθμισης που αφορούν τη γραπτή αναπαράσταση των νοηματικών γλωσσών.

Παρόλο που για την ΕΝΓ δεν υπάρχουν σημαντικές δράσεις για την ανάπτυξη ενός

συστήματος γραφής, όπως για άλλες νοηματικές γλώσσες, έχει μεγάλη σημασία να

240

διερευνηθεί γενικότερα η σχέση νοηματικών γλωσσών και γραφής, καθώς η γραφή

αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέσα για την προτυποποίηση μιας γλώσσας.

6.4.1. Γραφή και ΕΝΓ

Η γραφή είναι η σταθεροποίηση της γλώσσας στον χώρο και στο χρόνο. Οι γλώσσες

που διαθέτουν γραφή μπορούν να αποτυπωθούν στο χώρο σε διάφορα υλικά (στον

πάπυρο, στο χαρτί κτλ.) και να διατηρηθούν στο χρόνο μέσα από παλιότερα κείμενα.

Γραπτός και προφορικός λόγος διέπονται από διαφορετικές συνθήκες παραγωγής και

βασική τους διαφορά είναι ότι ο γραπτός λόγος εκφέρεται αποστασιοποιημένα, ενώ ο

προφορικός λόγος άμεσα. Για τη νεότερη γλωσσολογία ο προφορικός λόγος έχει

προτεραιότητα χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι υποτιμάται η σημασία της γραφής

στην προτυποποίηση μιας γλώσσας (Μοσχονάς 2001).

Από τότε που οι νοηματικές γλώσσες θεωρήθηκαν ισότιμες με τις

φθογγογλώσσες και άρχισαν να μελετώνται συστηματικά, έχουν κατά καιρούς

αναπτυχθεί διάφορα συστήματα για τη γραπτή τους αναπαράσταση. Γεννάται βέβαια

το ερώτημα κατά πόσο μια νοηματική γλώσσα μπορεί να θεωρηθεί γραπτή γλώσσα

εξαιτίας της ύπαρξης αυτών των συστημάτων γραφής.166 Οι γνώμες διίστανται καθώς

ορισμένοι υποστηρίζουν ότι τα συγκεκριμένα συστήματα έχουν αναπτυχθεί κυρίως

από ερευνητές με στόχο τη γλωσσική τους ανάλυση και σπάνια έχουν υιοθετηθεί από

τις κοινότητες των Κωφών για την αυθόρμητη καταγραφή των νοηματικών τους

γλωσσών. Υπάρχουν ωστόσο ορισμένοι που θεωρούν ότι κάποια από τα

προτεινόμενα συστήματα γραφής, ακόμη και αν προέρχονται έξω από την κοινότητα,

μπορούν να αξιοποιηθούν από τις κοινότητες των Κωφών με ευεργετικά για αυτές

αποτελέσματα.167

166 Το συγκεκριμένο ερώτημα αποτέλεσε την αφορμή για μια ενδιαφέρουσα ηλεκτρονική συζήτηση (26 Ιανουαρίου-4 Φεβρουαρίου 2006) μέσω μίας λίστας γλωσσολόγων (slling-l) που ενδιαφέρονται για τις νοηματικές γλώσσες ([email protected]). Σε αυτή τη συζήτηση κατατέθηκαν διάφορες απόψεις σχετικά με τη σχέση νοηματικών γλωσσών και γραφής ορισμένες από τις οποίες θα αξιοποιήσω για τη συζήτηση που επιχειρώ σε αυτό το σημείο.167 Ο Dan Parvaz στην ηλεκτρονική συζήτηση στη λίστα slling-l σχολιάζει άλλωστε ότι τα περισσότερα συστήματα γραφής και για τις φθογγογλώσσες προήλθαν έξω από την εκάστοτε γλωσσική κοινότητα και για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά από μία μικρή, αλλά πολιτικά και οικονομικά ισχυρή ελίτ. Έτσι, για παράδειγμα, τα αγγλικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο που δανείστηκαν από τους Ρωμαίους, οι οποίοι το πήραν από τους Έλληνες, οι οποίοι με τη σειρά τους το πήραν από τους Φοίνικες, κάνοντας ορισμένες αλλαγές για την αναπαράσταση των φωνηέντων. Η γραφή δεν κατακτάται φυσικά, αλλά μαθαίνεται. Πολλοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι η απόκτηση γραφής για τη γλώσσα μιας κοινότητας αποτελεί μετάβαση σε ένα άλλο είδος πολιτισμού, σε ένα άλλο είδος σκέψης. Από ένα προφορικό πολιτισμό περνάει σε έναν πολιτισμό εγγραμματοσύνης (βλ. ενδεικτικά Ong 1997).

241

Σύμφωνα με τον Hopkins (2008), τα συστήματα γραπτής αναπαράστασης των

νοηματικών γλωσσών μπορούν να ομαδοποιηθούν σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη

κατηγορία περιλαμβάνει συστήματα που χρησιμοποιούν έναν τύπο γραμμικού

αλφαβητικού συστήματος έτσι προσαρμοσμένου, ώστε να προβλέπει σύμβολα που να

υποδηλώνουν τα διάφορα οπτικά γνωρίσματα ενός χειροκινητικού νοήματος π.χ.

PBbxf για το χειροκινητικό νόημα I-DON’T-KNOW της ΑΝΓ σύμφωνα με το

σύστημα του Stokoe. Η άλλη κατηγορία συστημάτων, αντί για φωνητικά σύμβολα,

χρησιμοποιεί εικόνες ή σχήματα για να αναπαραστήσει τα ίδια οπτικοκινητικά

γνωρίσματα ενός χειροκινητικού νοήματος, π.χ. για το χειροκινητικό νόημα

ΤΡΕΙΣ στην ΑΝΓ σύμφωνα με το σύστημα SignWriting

Τα υπάρχοντα συστήματα γραφής για τις φθογγογλώσσες είναι οπτικές

αναπαραστάσεις γλωσσών που ως επί το πλείστον μεταδίδονται γραμμικά και δεν

επαρκούν για τα οπτικοκινητικά χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών, που

έχουν χωρική διάσταση. Γι’ αυτό το λόγο, τα συστήματα γραφής των νοηματικών

γλωσσών πρέπει να αποτελούν οπτικές αναπαραστάσεις γλωσσών με οπτικοκινητική

τροπικότητα, με άλλα λόγια πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικές με τη

χειρομορφή, τον προσανατολισμό της παλάμης, το χώρο της άρθρωσης, την κίνηση

και τα μη χειρονομικά στοιχεία ενός χειροκινητικού νοήματος. Ο χώρος της

άρθρωσης δεν αφορά μόνο τη θέση όπου νοηματίζεται ένα χειροκινητικό νόημα. Για

την αναλυτική περιγραφή ενός χειροκινητικού νοήματος χρειάζονται επιπλέον

πληροφορίες σχετικά με τα σημεία επαφής των αρθρωτών (δακτύλων και χεριών) και

το είδος της επαφής (άγγιγμα, τρίψιμο, γράπωμα) ενός χειροκινητικού νοήματος.

Στην προσπάθεια των δημιουργών τους να κατασκευαστούν συστήματα που

θα δίνουν όλες τις απαραίτητες οπτικοκινητικές πληροφορίες μιας νοηματικής

γλώσσας, προκύπτουν αρκετά περίπλοκα συστήματα, που χρησιμοποιούν αρκετά

δυσνόητα σύμβολα. Τα περισσότερα συστήματα γραφής για τις νοηματικές γλώσσες

στοχεύουν άλλωστε στην περιγραφή των νοηματικών γλωσσών από γλωσσολόγους.

Με άλλα λόγια, αποτελούν κυρίως σημειογραφικά συστήματα, που επιχειρούν να

περιγράψουν μια νοηματική γλώσσα και όχι συστήματα γραφής που

χρησιμοποιούνται ως μέσα επικοινωνίας για μια νοηματική γλώσσα. Τα πιο γνωστά

είναι το σημειογραφικό σύστημα του Stokoe, που βασίζεται στη φωνολογία168 της

168 Ο όρος χρησιμοποιείται καταχρηστικά, μια που δεν έχουμε να κάνουμε με «φωνήματα», αλλά με κινήσεις των χεριών και του σώματος που ως μονάδες δεύτερης άρθρωσης σχηματίζουν χειροκινητικά νοήματα (μονάδες πρώτης άρθρωσης με σημασία).

242

ΑΝΓ και ήταν το πρώτο σύστημα μεταγραφής μίας νοηματικής γλώσσας (για την

περιγραφή του βλ. Stokoe κ.ά. 1976), και το σύστημα HamNoSys, που

δημιουργήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Αμβούργου, επιχειρώντας να

αξιοποιήσει την εμπειρία από τη μελέτη και άλλων νοηματικών γλωσσών εκτός της

ΑΝΓ (Prillwitz κ.ά. 1989).

Για τη μεταγραφή μιας νοηματικής γλώσσας χρησιμοποιείται επίσης η

πρακτική σύμφωνα με την οποία κάθε χειροκινητικό νόημα αποδίδεται με λέξεις της

αντίστοιχης φθογγογλώσσας που γράφονται όμως με κεφαλαία γράμματα (βλ. 2.3).

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των νοηματικών γλωσσών όπως μη χειρονομικά στοιχεία,

αντωνυμίες και κινήσεις αποδίδονται με διάφορες συμβάσεις. Στο σχήμα 3 τα

χειροκινητικά νοήματα του εκφωνήματος της Auslan «Από όλες τις γεύσεις παγωτού,

περισσότερο μ’ αρέσει η μπανάνα» αποδίδονται με τις αντίστοιχες λέξεις της

αγγλικής φθογγογλώσσας (το παράδειγμα προέρχεται από τους Johnston & Schembri

2007:210).

Σχήμα 3: Μεταγραφή νοηματικής γλώσσας με λέξεις μίας φθογγογλώσσας

br

ICE-CREAM FLAVOUR, PRO-1 PREFER BANANA

As for ice cream flavours, I prefer banana

Το πρώτο πρόσωπο της προσωπικής αντωνυμίας αποδίδεται με PRO-1 και η ένδειξη

br (brow raise), που υπάρχει πάνω από τη γραμμή η οποία βρίσκεται πάνω από τις

λέξεις με κεφαλαία γράμματα, υποδηλώνει το σημείο του εκφωνήματος όπου έχουμε

ανασήκωμα των φρυδιών,169 χαρακτηριστικό μη χειρονομικό στοιχείο της εστίασης

που έχει το συγκεκριμένο εκφώνημα.

Αυτή η πρακτική έχει το πλεονέκτημα ότι γίνεται εύκολα κατανοητή και

γράφεται γρήγορα, γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιείται ευρέως από τους ακαδημαϊκούς

κύκλους για την περιγραφή μιας νοηματικής γλώσσας, όχι όμως και για την

παραγωγή λογοτεχνίας (π.χ. θέατρο, ποίηση) σε νοηματικές γλώσσες. Αποτελεί

μάλλον μετάφραση μιας νοηματικής γλώσσας και όχι ένα σύστημα γραφής για την

απόδοση του μηνύματος στην ίδια τη γλώσσα. Είναι λάθος να θεωρείται ότι υπάρχει

αντιστοιχία ένα προς ένα ανάμεσα στις λέξεις μίας φθογγογλώσσας και τα

169 Ο νοηματιστής ανασηκώνει τα φρύδια ενώ νοηματίζει τα χειροκινητικά νοήματα ICE-CREAM και FLAVOUR της Auslan.

243

χειροκινητικά νοήματα μίας νοηματικής. Επιπλέον, το βασικό μειονέκτημα αυτής της

πρακτικής είναι ότι ο αναγνώστης δεν μπορεί να δει τον τρόπο με τον οποίο

νοηματίζεται ένα χειροκινητικό νόημα, γι’ αυτό το λόγο πολλές φορές η μεταγραφή

των χειροκινητικών νοημάτων με λέξεις της φθογγογλώσσας συνοδεύεται από

εικόνες ή σχήματα.

Στο σχήμα 4 οι δύο ανθρώπινες φιγούρες προέρχονται από το έργο των Meir

& Sandler (2008:45) για την καταγραφή της ισραηλινής νοηματικής γλώσσας. Το

χειροκινητικό νόημα που απεικονίζεται είναι το ΣΥΝΟΜΙΛΟΥΝ,170 ωστόσο οι δύο

εικόνες επιχειρούν να δείξουν τη διαφοροποίηση της σημασίας του χειροκινητικού

νοήματος, όταν διαφοροποιείται η κίνηση των δύο χεριών. Στην πρώτη περίπτωση,

όπου τα χέρια κινούνται εναλλασσόμενα, το χειροκινητικό νόημα παραπέμπει σε

άτομα που συνομιλούν με επιτυχία, ανταλλάσσοντας εκφωνήματα πότε ο ένας και

πότε ο άλλος. Αντίθετα, στη δεύτερη περίπτωση, που τα χέρια κινούνται συμμετρικά,

το χειροκινητικό νόημα παραπέμπει σε άτομα που μιλούν ταυτόχρονα, χωρίς να

προσέχει ο ένας τον άλλο. Διαπιστώνεται επομένως ότι η σημασία του

συγκεκριμένου χειροκινητικού νοήματος δεν μπορεί να αποδοθεί πάντοτε με ακρίβεια

μόνο με μία λέξη μιας φθογγογλώσσας, γι’ αυτό το λόγο χρειάζονται οι επεξηγήσεις

στην παρένθεση στη δεύτερη εικόνα. Επιπλέον, η χρήση των εικόνων δίνει μία ιδέα

στον αναγνώστη για τα οπτικοκινητικά γνωρίσματα του χειροκινητικού νοήματος

(χειρομορφές, κινήσεις των χεριών, χώρος άρθρωσης, εκφράσεις προσώπου), ενώ τα

βέλη επιχειρούν να επεξηγήσουν περισσότερο την τρισδιάστατη κίνηση του

χειροκινητικού νοήματος.

Σχήμα 4: Μεταγραφή νοηματικής γλώσσας με λέξεις μίας φθογγογλώσσας και

εικόνες

170 Αντίστοιχο χειροκινητικό νόημα με την ίδια σημασία υπάρχει και στην ΕΝΓ.

244

Το σύστημα γραφής πάντως που φαίνεται να χαίρει της μεγαλύτερης

εκτίμησης και από μέλη κοινοτήτων Κωφών είναι το SignWriting (βλ. πηγές-

βιβλιογραφία) που επινοήθηκε από τη Valerie Sutton το 1974. Πρόκειται για ένα μη

γραμμικό σύστημα που μέσω ενός μεγάλου αριθμού εικόνων και συμβόλων επιχειρεί

να αναπαραστήσει τα χειροκινητικά νοήματα όπως είναι. Αν και προέρχεται και αυτό

έξω από την κοινότητα,171 έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες σε διάφορες χώρες για

την υιοθέτησή του από μέλη της κοινότητας των Κωφών για την καταγραφή της

νοηματικής τους γλώσσας. Φαίνεται να είναι πιο εικονικό σε αντίθεση με τα

σημειογραφικά συστήματα για τα οποία έγινε λόγος προηγουμένως, γι’ αυτό και από

ορισμένα μέλη της κοινότητας των Κωφών, κυρίως στις Η.Π.Α., θεωρείται ως το πιο

κατάλληλο σύστημα μέχρι τώρα.172

Ο Hopkins (2008) επιχειρεί να εντοπίσει τους παράγοντες που επηρεάζουν

την αποδοχή και τη χρήση των διάφορων συστημάτων γραφής για τις νοηματικές

γλώσσες, αξιοποιώντας (i) τις αρχές του Smalley (1963) σχετικά με τη δημιουργία

και την αποδοχή ενός νέου συστήματος γραφής, (ii) τα κριτήρια του Haugen (1971)

για την υιοθέτηση μίας γλώσσας, και (iii) τις λειτουργίες των γλωσσικών επιλογών

σύμφωνα με τον Garvin (1973). Για την επιτυχία ενός συστήματος γραφής μιας

νοηματικής γλώσσας είναι σημαντικοί οι παρακάτω παράγοντες που ισχύουν και για

τις φθογγογλώσσες: (α) ο βαθμός αναπαράστασης της νοηματικής γλώσσας στο

σύστημα γραφής, (β) η ευκολία εκμάθησής του, (γ) η ευκολία αναπαραγωγής του, (δ)

ο βαθμός συμβατότητάς του με άλλα συστήματα γραφής, (ε) τα κίνητρα για την

εκμάθηση του συστήματος γραφής από τους νοηματιστές, και (στ) ο συμβολικός του

ρόλος για τα μέλη της κοινότητας των Κωφών. Τα περισσότερα υπάρχοντα

συστήματα γραφής δε φαίνεται να ικανοποιούν επαρκώς και αποτελεσματικά τους

τέσσερις πρώτους παράγοντες. Δεν επιτυγχάνουν πάντοτε να αποδώσουν τα

οπτικοκινητικά γνωρίσματα των χειροκινητικών νοημάτων και, στην προσπάθειά

τους να το επιτύχουν, είναι αρκετά σύνθετα γεγονός που καθιστά δυσχερή την

171 Το σύστημα SignWriting προήλθε ως εξέλιξη του συστήματος DanceWriting της Sutton, που επιτρέπει την ανάγνωση και την καταγραφή μίας οποιαδήποτε χορευτικής κίνησης.172 Στο παράρτημα Γ παρατίθεται πίνακας όπου συγκρίνονται το σημειογραφικό σύστημα του Stokoeκαι το HamNoSys με το σύστημα SignWriting. Τα τρία συστήματα γραφής αποδίδουν την εισαγωγή της αφήγησης του παραμυθιού «Η Χρυσομαλλούσα και οι τρεις αρκούδες» σε ΑΝΓ από την DarlineClark Gunsauls. Παρόλο που και τα τρία αποτελούνται από περίπλοκα σύμβολα, το σύστημα SignWriting είναι μάλλον πιο εύληπτο, επειδή υιοθετεί τη δομή των χειροκινητικών νοημάτων (χρησιμοποιούνται απλοποιημένα σχήματα των χειρομορφών και των μη χειρονομικών στοιχείων και με σύμβολα αποδίδονται οι κινήσεις).

245

εκμάθηση, αλλά και την αναπαραγωγή τους.173 Επίσης, πολλά συστήματα γραφής

χρησιμοποιούν με διαφορετικό τρόπο τα ίδια σύμβολα γεγονός που έχει ως

αποτέλεσμα η γνώση ενός συστήματος γραφής να μη διευκολύνει την εκμάθηση ενός

άλλου. Τα περισσότερα συστήματα, ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιούν φωνητικά

σύμβολα του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου IPA ή εικόνες και σχήματα, είναι

μάλλον ανεπαρκή για καθημερινό γράψιμο.

Η ανεπάρκεια των συστημάτων γραφής αποτελεί επομένως έναν ανασταλτικό

παράγοντα για τη χρήση τους από τις κοινότητες των Κωφών, αλλά δεν είναι ο μόνος.

Τα συστήματα γραφής των νοηματικών γλωσσών έχουν να ανταγωνιστούν τα γραπτά

συστήματα για τις φθογγογλώσσες και τις νέες δυνατότητες με τη χρήση του βίντεο

και του διαδικτύου. Αρκετοί Κωφοί γνωρίζουν να γράφουν και να διαβάζουν σε

κάποιο βαθμό την κυρίαρχη φθογγογλώσσα. Μπορεί για τους Κωφούς η

φθογγογλώσσα της πλειονότητας να αποτελεί δεύτερη/ξένη γλώσσα, αποτελεί

ωστόσο και το μέσο για την επαφή τους με τον έξω κόσμο. Η κυρίαρχη

φθογγογλώσσα έχει συνήθως μια αρκετά ισχυρή γραπτή παράδοση και συνεπώς ένα

πολύ μεγάλο όγκο γραπτών κειμένων. Επομένως ένας Κωφός, αντί να δαπανήσει

χρόνο και ενέργεια για την εκμάθηση ενός περίπλοκου συστήματος γραφής για τη

νοηματική του γλώσσα, το οποίο δεν του επιτρέπει την επαφή με τον έξω κόσμο,

επειδή έχει χρησιμοποιηθεί σε ένα περιορισμένο αριθμό κειμένων, έχει πολύ

ισχυρότερα κίνητρα να καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να βελτιώσει τις γνώσεις

του στο σύστημα γραφής της κυρίαρχης φθογγογλώσσας, παρά το γεγονός ότι δεν

είναι η πρώτη του γλώσσα.

Επιπλέον, για τους περισσότερους Κωφούς η κάμερα θεωρείται βασικό

εργαλείο για την καταγραφή μιας νοηματικής γλώσσας. Ο Hopkins (2008:86)

αναφέρει ότι μία από τις πιο κοινές απαντήσεις των Κωφών, όταν ρωτούνται σχετικά

με τα συστήματα γραφής των νοηματικών γλωσσών, είναι «Γιατί να παιδεύομαι αφού

μπορώ να χρησιμοποιήσω κάμερα;». Ανάλογες ήταν και οι απαντήσεις των

πληροφορητών της έρευνας στο αντίστοιχο ερώτημα:

173 Δεν υπάρχει πάντοτε το κατάλληλο υποστηρικτικό λογισμικό για τα διάφορα συστήματα γραφής των νοηματικών γλωσσών. Αυτό το γεγονός οδήγησε τον David Peterson στη δημιουργία ενός συστήματος για τη μεταγραφή των νοηματικών γλωσσών (SLIPA, βλ πηγές-βιβλιογραφία) ανάλογου με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο IPA για τις φθογγογλώσσες. Χρησιμοποίησε αποκλειστικά Unicodeχαρακτήρες, το αποτέλεσμα είναι όμως επίσης αρκετά σύνθετο. Ο Hopkins (2008:78) αναφέρει για παράδειγμα ότι το χειροκινητικό νόημα TEACH της ΑΝΓ αποδίδεται ως εξής: (ear[b(s)]XYd)+(ear[b(s)]XYd).

246

(54)

Είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει ένας γραπτός τρόπος απόδοσης της νοηματικής. Έχω

δει διάφορες προσπάθειες, αλλά δε νομίζω ότι μου ταιριάζουν. Μπορεί να ευθύνεται ο

τρόπος που μεγάλωσα. Ποτέ δεν εξασκήθηκα στο να προσπαθώ να αποδώσω γραπτά τη

νοηματική, ήξερα να τη χρησιμοποιώ μόνο νοηματίζοντας με τα χέρια. Για μένα η

καταγραφή μέσω κάμερας είναι ο πιο ταιριαστός τρόπος για την καταγραφή της

νοηματικής.

Όσο αυξάνεται η πρόσβαση των νοηματιστών στις νέες τεχνολογίες και όσο αυτές

επιτρέπουν ολοένα μεγαλύτερες εφαρμογές, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες για τη

διάδοση ενός συστήματος γραφής για την ΕΝΓ. Η χρήση των πολυμέσων επιτρέπει

σήμερα τη δημιουργία γραμματικών και λεξικών για την ΕΝΓ χωρίς να είναι

απαραίτητη η μεταγραφή της με περίπλοκα σημειογραφικά συστήματα. Έτσι ενώ το

Λεξικό νοηματικής γλώσσας (Λογιάδης & Λογιάδη 1985) ήταν τυπωμένο βιβλίο που

περιλάμβανε φωτογραφίες και επεξηγήσεις των χειροκινητικών νοημάτων, το αρκετά

μεταγενέστερο Νόημα. Λεξικό της ελληνικής νοηματικής γλώσσας (Κουρμπέτης 2001)

κυκλοφόρησε σε μορφή dvd-rom που περιλάμβανε βίντεο των χειροκινητικών

νοημάτων. Επίσης η χρήση βίντεο στο διαδίκτυο επιτρέπει την επικοινωνία μέσω της

ΕΝΓ χωρίς να είναι απαραίτητη η μεταγραφή της σε γραπτό λόγο.

Ο μόνος παράγοντας που ευνοεί την ανάπτυξη ενός συστήματος γραφής για

τις νοηματικές γλώσσες είναι ο συμβολικός ρόλος που πιθανόν διαθέτει για τη

δήλωση μίας κοινής ταυτότητας μεταξύ των μελών των κοινοτήτων των Κωφών. Από

τα υπάρχοντα συστήματα γραφής το μόνο που φαίνεται να έχει αποκτήσει έναν τέτοιο

ρόλο είναι το σύστημα γραφής SignWriting. Ορισμένα από τα άτομα που το

χρησιμοποιούν θεωρούν ότι το συγκεκριμένο σύστημα γραφής τους διακρίνει από την

πλειονότητα των ακουόντων, ενώ τους τοποθετεί συγχρόνως σε ισότιμη βάση, μια

που και οι νοηματικές γλώσσες έχουν γραφή. Όπως οι φθογγλώσσες διαθέτουν

συστήματα γραφής, έτσι και οι νοηματικές γλώσσες μπορούν να διαθέτουν το δικό

τους. Κατά συνέπεια, οι Κωφοί δε χρειάζεται, για να επικοινωνήσουν μέσω του

γραπτού λόγου, να καταφεύγουν στην κυρίαρχη φθογγογλώσσα, αλλά μπορούν να

αποδώσουν γραπτά τη δική τους νοηματική γλώσσα.

Το σύστημα γραφής SignWriting διαθέτει την απαιτούμενη ακρίβεια για τη

δήλωση των οπτικοκινητικών γνωρισμάτων των νοηματικών γλωσσών και είναι το

μόνο που έχει χρησιμοποιηθεί σε ένα πλήθος κειμένων, χωρίς να περιορίζεται στην

247

επιστημονική περιγραφή των νοηματικών γλωσσών. Η Valerie Sutton στην

ηλεκτρονική συζήτηση στη λίστα slling-l (βλ. παραπάνω) υποστηρίζει ότι γνωρίζει

εκατοντάδες άτομα στις Η.Π.Α. και χιλιάδες παγκοσμίως που διαβάζουν και γράφουν

χειροκινητικά νοήματα καθημερινά. Αναφέρει, για παράδειγμα, ότι στην πολιτεία του

Μίτσιγκαν υπάρχει μια εκκλησία Κωφών με περίπου 100 μέλη, ορισμένα από τα

οποία δυσκολεύονται στην ανάγνωση των αγγλικών, αλλά διαβάζουν κείμενα της

Βίβλου σε ΑΝΓ γραμμένα με SignWriting. Εκτός από την ΑΝΓ, το SignWriting έχει

χρησιμοποιηθεί και για άλλες νοηματικές γλώσσες και έχει διαπιστωθεί ότι

συμβάλλει στη βελτίωση της αναγνωστικής ικανότητας στην κυρίαρχη

φθογγογλώσσα.174 Ωστόσο παρά τις αναθεωρήσεις και τις διορθώσεις του, είναι

δύσκολο και χρονοβόρο, ενώ παράλληλα παρουσιάζονται δυσκολίες στη χρήση του

με σύγχρονη τεχνολογία, λόγω της έλλειψης του κατάλληλου λογισμικού. Μπορεί

όμως στο μέλλον το σύστημα γραφής SignWriting να απλοποιηθεί, όπως συνέβη με

ορισμένα συστήματα γραφής για φθογγογλώσσες (π.χ. αιγυπτιακά ιερογλυφικά,

κινέζικα ιδεογράμματα). Άλλωστε, και για τις φθογγογλώσσες τα συστήματα γραφής

δεν καταγράφουν με απόλυτη ακρίβεια το φωνούμενο λόγο, παραλείποντας

ορισμένες πληροφορίες (π.χ. προφορά φθόγγων, επιτονισμός). Ανάλογα, ένα

σύστημα γραφής για τις νοηματικές γλώσσες ίσως δεν είναι απαραίτητο να

καταγράφει με εξαντλητική λεπτομέρεια όλα τα οπτικοκινητικά τους χαρακτηριστικά,

παρά μόνο όσα έχουν διακριτική λειτουργία. Στην ίδια ηλεκτρονική συζήτηση η

Sonja Erlenkamp από τη Νορβηγία θεωρεί ότι χρειάζεται χρόνος για να καθιερωθεί

ένα σύστημα γραφής και για να γίνει αποδεκτό, ακόμη και αν πληροί όλες τις

προϋποθέσεις ενός καλού συστήματος.

Ειδικά για την ΕΝΓ το σύστημα γραφής SignWriting έχει χρησιμοποιηθεί

μόνο για ερευνητικούς σκοπούς από το Πανεπιστήμιο της Μακεδονίας και το

Ινστιτούτο Πληροφορικής και Τηλεματικής στη Θεσσαλονίκη και δε φαίνεται να έχει

χρησιμοποιηθεί από μέλη της κοινότητας των Κωφών. Κανένας από τους

πληροφορητές της έρευνας δε γνώριζε να το χρησιμοποιεί και μάλλον τα

περισσότερα μέλη της κοινότητας των Κωφών δεν ενστερνίζονται την ανάγκη ενός

συστήματος γραφής για την ΕΝΓ. Για τους περισσότερους η ΕΝΓ είναι μια

προφορική γλώσσα χωρίς γραπτή παράδοση. Η δήλωση της ξεχωριστής ταυτότητας

174 Η Sutton στην ίδια ηλεκτρονική συζήτηση αναφέρει ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα από τη Γερμανία και μία μελέτη από τη Σαουδική Αραβία που συσχετίζουν τις αναγνωστικές δεξιότητες στη φθογγογλώσσα με τη χρήση του συστήματος γραφής SignWriting για τη γραπτή απόδοση της νοηματικής.

248

γίνεται με τη χρήση της στη διαπροσωπική επικοινωνία. Αντίθετα, ο γραπτός λόγος

σχετίζεται με την κυρίαρχη ελληνική φθογγογλώσσα. Προς το παρόν επομένως, το

κριτήριο της συμβολικής αξίας ενός συστήματος γραφής της ΕΝΓ δε φαίνεται να

ισχύει.

Ίσως ένα διαφορετικό εργαλείο γραφής για την ΕΝΓ μπορεί να προκύψει από

τις δυνατότητες που παρέχουν οι νέες τεχνολογίες (βίντεο, πολυμέσα, διαδίκτυο).

Βέβαια ο Παπασπύρου (2003:49) τονίζει ότι «η γραφή συμβάλλει αποφασιστικά στη

διαμόρφωση γλωσσικής συνείδησης και καθιστά δυνατή την αποστασιοποίηση του

εκπαιδευόμενου ατόμου από τη γλώσσα του». Υπό αυτή την έννοια η οπτική

μαγνητοσκόπηση της νοηματικής γλώσσας δεν μπορεί να υποκαθιστά τη γραφή,

καθώς δεν παρέχει την απαιτούμενη αποστασιοποίηση που χαρακτηρίζει το γραπτό

λόγο, σε αντίθεση με τον προφορικό λόγο που χαρακτηρίζεται από εμπλοκή (βλ.

μεταξύ άλλων Chafe 1982). Σύμφωνα με τον Παπασπύρου (ό.π.), μία εναλλακτική

λύση για να επιτευχθεί η απαιτούμενη αποστασιοποίηση και, κατ’ επέκταση, να

διαμορφωθεί γλωσσική συνείδηση από τους νοηματιστές της ΕΝΓ είναι η τέχνη και

ειδικά το θέατρο. Σε αυτήν την περίπτωση, ο νοηματιστής όταν νοηματίζει ως ρόλος

μπορεί να παρατηρεί το παραγόμενα εκφωνήματά του από απόσταση και να τα

επιμελείται όπως κάνει και όταν παράγει γραπτό λόγο. Η παραγωγή δε γίνεται εδώ

και τώρα, δηλαδή άμεσα, αλλά μπορεί να διατηρηθεί στο χρόνο και με τη χρήση

κάμερας και στο χώρο.

Πράγματι, ποίηση, αφηγήσεις και θέατρο στην ΕΝΓ μπορούν να παίξουν το

ρόλο μίας γραμματείας χωρίς γραφή, κατ’ αντιστοιχία με τη γραμματεία μίας

φθογγογλώσσας. Η χρήση βίντεο επιτρέπει την καταγραφή της συγκεκριμένης

γλωσσικής παραγωγής και της περαιτέρω ανάλυσής της (για την ανάλυση ποίησης σε

νοηματική γλώσσα βλ. Sutton-Spence 2005). Η χρήση του διαδικτύου με τη σειρά της

επιτρέπει την ανάρτηση και τη γρήγορη διάδοση βίντεο με αφηγήσεις, ανέκδοτα,

ποιήματα και τραγούδια σε νοηματική γλώσσα, τακτική που συνηθίζεται σε αρκετές

νοηματικές γλώσσες, ιδίως την ΑΝΓ. Για την ΕΝΓ τέτοιου είδους αναρτήσεις

περιορίζονται κυρίως στην απόδοση ελληνικών τραγουδιών σε ΕΝΓ που

αναλαμβάνουν κυρίως ακούοντες που μαθαίνουν την ΕΝΓ, ενώ δεν έχει γίνει ακόμη,

τουλάχιστον όσο γνωρίζω, συστηματική προσπάθεια να καταγραφεί, να

συγκεντρωθεί, να προβληθεί και ενδεχομένως να διευρυνθεί η παραγωγή ποίησης και

αφηγήσεων (παραμύθια, ανέκδοτα, αστικοί μύθοι κτλ.) στην ΕΝΓ. Ίσως έχει έρθει η

κατάλληλη στιγμή που θα διοργανωθούν οι κατάλληλες εκδηλώσεις, προκειμένου

249

τέτοιου είδους αφηγήσεις να μην περιορίζονται στις παρέες των Κωφών και τις

ιδιωτικές τους συναντήσεις και να μπορούν να εξελιχθούν σε παραστατική τέχνη.

Μία τέτοια εξέλιξη θα έχει σημαντικές επιδράσεις στη γλωσσική προτυποποίηση και

το λεξιλογικό εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ.

6.5. Γλωσσική προτυποποίηση

Στο τέταρτο κεφάλαιο εξετάστηκε διεξοδικά η ποικιλότητα της ΕΝΓ και

διαπιστώθηκε ότι εξαιτίας διάφορων παραγόντων είναι αρκετά έντονη. Το γεγονός

αυτό, σε συνδυασμό με τις νεότερες εξελίξεις για την ΕΝΓ, τη νομική της

αναγνώριση και το αυξανόμενο ενδιαφέρον από την πλειονότητα των ακουόντων,

κάνει πιο επιτακτικό το αίτημα για τη δημιουργία μιας πρότυπης ποικιλίας. Το

συγκεκριμένο ζήτημα φαίνεται να έχει απασχολήσει και να απασχολεί ερευνητές από

διάφορες γεωγραφικές περιοχές. Ο Gong Qunhu σε μία ηλεκτρονική συζήτηση στη

λίστα γλωσσολόγων slling-l (27 Ιουλίου-5 Αυγούστου 2005), εκθέτοντας τον

προβληματισμό του σχετικά με τις ενέργειες προτυποποίησης της κινεζικής

νοηματικής γλώσσας, έθεσε το ερώτημα για ανάλογες ενέργειες σε άλλες νοηματικές

γλώσσες. Η μεγάλη ανταπόκριση και συμμετοχή στην ηλεκτρονική συζήτηση

ερευνητών από διάφορες περιοχές του κόσμου αποδεικνύουν το πόσο σημαντικό

είναι το συγκεκριμένο ζήτημα. Εκτός από τις πληροφορίες που παρείχαν οι ερευνητές

σχετικά με την κατάσταση της νοηματικής γλώσσας στις χώρες τους, ορισμένοι

έθεσαν ερωτήματα σχετικά με την επιλογή της νόρμας.

Ανάλογα ερωτήματα έθεσαν και οι πληροφορητές της παρούσας έρευνας. Σε

γενικές γραμμές, προκύπτουν τα παρακάτω ερωτήματα σχετικά με την

προτυποποίηση της ΕΝΓ τα οποία και θα με απασχολήσουν αναλυτικότερα στη

συνέχεια:

(α) Ποια ποικιλία θα επιλεγεί ως νόρμα και με ποια κριτήρια;

(β) Ποιοι θα συμμετέχουν σε μία τέτοια απόφαση;

(γ) Πόσο εφικτή είναι η προτυποποίηση της ΕΝΓ και με ποια εργαλεία μπορεί

να υλοποιηθεί;

6.5.1. Υποψήφιες νόρμες

Σε κάθε διαδικασία προτυποποίησης μίας γλώσσας η πρότυπη ποικιλία αποτελεί την

γλωσσική ποικιλία ομάδων που για διάφορους λόγους έχουν πολιτική και οικονομική

ή πολιτιστική δύναμη απέναντι σε άλλες ομάδες. Μέσω γραμματικών και λεξικών η

250

πρότυπη ποικιλία είναι η νομιμοποιημένη από το κράτος ποικιλία που επιβάλλεται ως

ορθή και περιβάλλεται με κύρος (Ιορδανίδου 1996). Έτσι, συνήθως η γλωσσική

ποικιλία των ισχυρότερων ομάδων γίνεται η νόρμα175 της ευρύτερης κοινότητας σε

βάρος ποικιλιών ασθενέστερων ομάδων. Επομένως δεν τίθεται το ερώτημα αν θα

περιθωριοποιηθούν οι ποικιλίες ορισμένων ομάδων, αλλά ποιες ποικιλίες θα

περιθωριοποιηθούν.

Στη συζήτηση που προηγήθηκε σχετικά με τις ενέργειες γλωσσικού

καθαρισμού της ΕΝΓ (βλ. 6.2) διαπιστώθηκε ότι δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρο ποιο

είναι το ιδεατό πρότυπο της ΕΝΓ. Παρατηρείται επίσης αρκετή ρευστότητα στο

γλωσσικό ρεπερτόριο των νοηματιστών, που καθορίζεται ανάλογα με τις αντίστοιχες

επικοινωνιακές συνθήκες. Είναι πιθανό να υπάρχει διάσταση ανάμεσα στο τι

θεωρείται από τους νοηματιστές νόρμα της ΕΝΓ και στο τι πραγματικά

χρησιμοποιείται ως νόρμα σε επίσημες περιστάσεις.

Η νόρμα συνήθως συνδέεται με την εκπαιδευμένη ελίτ, έχει κωδικοποιηθεί σε

ένα βαθμό και χρησιμοποιείται σε επίσημα επικοινωνιακά περιβάλλοντα, γι’ αυτό

άλλωστε έχει ορισμένο κύρος. Στην περίπτωση όμως της ΕΝΓ, που μέχρι πρόσφατα

υπήρξε απαγορευμένη από την εκπαίδευση, περιοριζόταν στην ανεπίσημη

καθημερινή επικοινωνία μεταξύ των Κωφών, οι οποίοι σε ένα μεγάλο βαθμό είχαν

χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, και δεν έχει ακόμη κωδικοποιηθεί συστηματικά, είναι

μάλλον παρακινδυνευμένο να θεωρήσουμε ότι έχει διαμορφωθεί μία νόρμα. Τα όρια

άλλωστε μεταξύ των διάφορων ποικιλιών είναι δυσδιάκριτα. Ήδη αναφέρθηκε (βλ.

4.5) ότι υπάρχει διαπλοκή γεωγραφικής ποικιλίας με άλλου είδους ποικιλίες. Έτσι

κατά τη διαδικασία προτυποποίησης της ΕΝΓ, που φαίνεται ότι μάλλον βρίσκεται σε

εξέλιξη, η νόρμα θα διαμορφωθεί με στοιχεία από διάφορες ποικιλίες.

Για τον καθορισμό της νόρμας της ΕΝΓ είναι απαραίτητη η κωδικοποίησή

της. Τα κριτήρια της τελικής επιλογής δεν είναι προβλέψιμα. Μπορούν ωστόσο να

γίνουν προβλέψεις σχετικά με το ποιες ποικιλίες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να

επικρατήσουν. Έτσι, διαφορετικό είναι το κύρος της γλωσσικής ποικιλίας των

ηλικιωμένων Κωφών σε σχέση με τη γλωσσική ποικιλία των νέων, των Κωφών που

προέρχονται από οικογένειες με μεγάλα ποσοστά Κωφών σε σχέση με τη γλωσσική 175 Η Ιορδανίδου (1996) κάνει τη διάκριση ανάμεσα σε πρότυπη ποικιλία (standard) και νόρμα. Η πρότυπη ποικιλία κωδικοποιείται και επιβάλλεται με τη διάδοσή της από φορείς όπως η εκπαίδευση και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ενώ η νόρμα συνδέεται με τη χρήση της γλώσσας που θεωρείται ορθή και έχει κύρος. Δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζονται απόλυτα πρότυπη ποικιλία και νόρμα. Είναι πιθανό η γλωσσική χρήση να διαφοροποιείται από την κωδικοποιημένη πρότυπη ποικιλία. Για την ΕΝΓ όμως εξαιτίας της απουσίας συστηματικής κωδικοποίησής της κάνω λόγο κυρίως για νόρμα.

251

ποικιλία των Κωφών που μεγάλωσαν σε περιβάλλον ακουόντων, των Κωφών των

μεγάλων αστικών κέντρων, ιδίως της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, σε σχέση με τη

γλωσσική ποικιλία Κωφών που ζουν περισσότερο απομονωμένοι σε αγροτικές

περιοχές. Η στάση βέβαια που θα διαμορφώσει κάθε νοηματιστής απέναντι στις

διάφορες ποικιλίες εξαρτάται πάντοτε από την ταυτότητά του ως Κωφού, αλλά και

από τις επιθυμίες και τις ανάγκες του για ένταξη στη σύγχρονη τοπική ή ευρύτερη

κοινωνία.

Ως προς τις γεωγραφικές ποικιλίες, η ποικιλία της Αθήνας βρίσκεται μάλλον

σε πλεονεκτική θέση, εξαιτίας του μεγέθους της κοινότητας των Κωφών στην

πρωτεύουσα, τον κυρίαρχο οικονομικό, πολιτιστικό, εκπαιδευτικό και πολιτικό ρόλο

της Αθήνας για την ευρύτερη ελληνική κοινωνία, αλλά και του γεγονότος ότι εκεί

διαμορφώθηκε ο πρώτος πυρήνας της γλωσσικής κοινότητας των ελλήνων Κωφών,

από όπου εξελίχθηκε με την πάροδο των χρόνων η ΕΝΓ. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι

πρέπει να υποτιμηθεί η δυναμική της ποικιλίας της Θεσσαλονίκης. Ανάλογα,

διαφαίνεται ότι είναι πιο πιθανό να προτιμηθούν στοιχεία από τη παραδοσιακή

νοηματική των ηλικιωμένων και να εξοβελιστούν δάνεια στοιχεία από την ελληνική

φθογγογλώσσα ή άλλες νοηματικές γλώσσες, λόγω των αρνητικών στάσεων που

είδαμε προηγουμένως.

6.5.2. Οι αποφάσεις για την προτυποποίηση

Η ανάγκη για τη δημιουργία μίας νόρμας για την ΕΝΓ προέκυψε εξαιτίας των

νεότερων εξελίξεων, της χρήσης της σε επίσημα περιβάλλοντα, στην εκπαίδευση και

στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και της διάδοσής της ως δεύτερης/ξένης γλώσσας

στους ακούοντες. Προηγουμένως δε φαίνεται να είχε απασχολήσει τα μέλη της

γλωσσικής κοινότητας των Κωφών η ανάγκη προτυποποίησης της ΕΝΓ. Η ύπαρξη

ποικιλότητας μάλλον χαρακτηρίζει την κουλτούρα της κοινότητας των Κωφών και δε

φαίνεται να εμποδίζει την επικοινωνία μεταξύ των μελών της, χωρίς βέβαια αυτό να

σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και οι αντίθετες απόψεις (βλ. 4.3.1). Ένας δάσκαλος ΕΝΓ

έχοντας κάνει λόγο για τις διαφορετικές γλωσσικές επιλογές των νοηματιστών

καταλήγει:

(55)

Δε θα έλεγα ότι η επικοινωνία δυσχεραίνεται εξαιτίας της ύπαρξης ποικιλιών. Κάθε

Κωφός που συναντά κάποιον άλλο Κωφό μπορεί να αλλάξει τον τρόπο επικοινωνίας

του ανάλογα με το ποιον έχει απέναντί του. Το πρόβλημα υπάρχει με τους ακούοντες

252

που αναστατώνονται με την ύπαρξη πολλών χειροκινητικών νοημάτων. Αναρωτιούνται

«πόσα χειροκινητικά νοήματα υπάρχουν για την ίδια έννοια;» Για εμένα που είμαι

δάσκαλος ΕΝΓ και διδάσκω τους ακούοντες αυτό το πράγμα είναι προβληματικό.

Φαίνεται λοιπόν ότι το αίτημα για προτυποποίηση της ΕΝΓ είναι ένα

σύγχρονο αίτημα και προέρχεται κυρίως έξω από τη γλωσσική κοινότητα των

Κωφών. Κάτι ανάλογο συνέβη και σε άλλες χώρες, όπως στην Ολλανδία, όπου η

κυβέρνηση, προκειμένου να αναγνωρίσει νομικά την ολλανδική νοηματική γλώσσα

και να χρηματοδοτήσει τη λεξικογραφική της έρευνα, ζήτησε από τους ερευνητές του

κέντρου ολλανδικής νοηματικής γλώσσας να εργαστούν για την προτυποποίησή της

(Schermer 2003).

Η προέλευση του αιτήματος για προτυποποίηση των νοηματικών γλωσσών

κάνει ορισμένους Κωφούς επιφυλακτικούς απέναντι στις επιχειρούμενες προσπάθειες

προτυποποίησης, γιατί παραπέμπει σε παλιότερες απόπειρες γλωσσικής

μεταρρύθμισης των νοηματικών γλωσσών με τη δημιουργία τεχνητών συστημάτων

επικοινωνίας από ακούοντες εκπαιδευτικούς, που υποτιμούσαν τη σημασία των

οπτικοκινητικών γνωρισμάτων των νοηματικών γλωσσών. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα οι

Κωφοί που δραστηριοποιούνται στη διάδοση της ΕΝΓ στους ακούοντες

διαπιστώνουν ότι η ποικιλότητα προκαλεί αναστάτωση στους μαθητές τους και

εκδηλώνουν ενδιαφέρον προκειμένου να συνεργαστούν για την προτυποποίηση της

ΕΝΓ:

(56)

Εγώ νομίζω ότι τουλάχιστον εμείς οι δάσκαλοι νοηματικής μπορούμε να πάρουμε

κάποιες αποφάσεις. Τουλάχιστον να συζητήσουμε, να βιντεοσκοπήσουμε τις αποφάσεις

μας και στη συνέχεια να τις διαδώσουμε σε όλη την Ελλάδα. Ο σύλλογος διδασκόντων

ΕΝΓ μπορεί να στηρίξει αυτή την προσπάθεια.

Το βάρος της γλωσσικής προτυποποίησης φαίνεται να πέφτει κυρίως στους

δασκάλους ΕΝΓ, οι οποίοι άλλωστε αντιμετωπίζουν πρόβλημα με την ποικιλότητα

της ΕΝΓ κατά τη διδασκαλία της ως δεύτερης/ξένης γλώσσας σε ακούοντες. Η

μεταξύ τους συνεργασία κρίνεται από όλους απαραίτητη. Είναι σημαντικό οι

ενέργειες προτυποποίησης να προέρχονται από το εσωτερικό της γλωσσικής

κοινότητας, διαφορετικά τα μέλη της μπορούν να αισθανθούν ότι τους επιβάλλεται

κάτι ξένο. Βέβαια ένα τέτοιο εγχείρημα φαντάζει δύσκολο, εξαιτίας του χρόνου και

253

της δουλειάς που απαιτείται. Προσωπικές αντιδικίες και η απουσία ενός κεντρικού

φορέα που θα αναλάβει ένα τέτοιο εγχείρημα δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο

απόπειρες συνεργασίας για την προτυποποίηση της ΕΝΓ. Οι δάσκαλοι ΕΝΓ

χρειάζονται επιπλέον στήριξη (που να προέρχεται και έξω από την κοινότητα),

προκειμένου να εμπλακούν σε διαδικασίες προτυποποίησης που θα έχουν θετικά

επακόλουθα. Οι απόπειρες προτυποποίησης γλωσσών μπορούν να στεφθούν με

επιτυχία ή με αποτυχία και η προτυποποίηση της ΕΝΓ, εκτός από το να παρέχει

ευκαιρίες για τη γλωσσική κοινότητα των Κωφών, μπορεί να κρύβει και κινδύνους.

Πρέπει οι διάφορες ενέργειες να γίνουν με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλιστεί η

μεγαλύτερη κοινωνική συναίνεση. Χρήσιμα μπορούν να φανούν παραδείγματα

προτυποποίησης άλλων γλωσσών.

Αυτό που προέχει είναι η διερεύνηση και η περιγραφή των ποικιλιών της ΕΝΓ

σε φωνολογικό, μορφολογικό, συντακτικό και σημασιολογικό επίπεδο. Η στατιστική

ανάλυση και ο έλεγχος αξιοπιστίας των δειγμάτων, ο έλεγχος των ομοιοτήτων και

των διαφορών μεταξύ των διάφορων ποικιλιών και η παραγωγή γραμματικών και

λεξικών της ΕΝΓ αποτελούν βασικά εργαλεία για την προτυποποίησή της.

6.5.3. Εργαλεία προτυποποίησης

Σε αρκετά σημεία της διατριβής έχω επισημάνει την απουσία καταγραφής της ΕΝΓ

(βλ. ενδεικτικά 4.5 και 6.1). Από τη μέχρι τώρα συζήτηση έχει γίνει νομίζω σαφές ότι

προϋπόθεση για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ είναι η κωδικοποίησή της, με τη

δημιουργία (α) γραμματικών και (β) λεξικών. Στη συνέχεια, θα επιχειρήσω μία

σύντομη παρουσίαση της κωδικοποίησης της ΕΝΓ (με τη δημιουργία κυρίως

λεξικών), των προβλημάτων της και των προοπτικών της ως εργαλείου

προτυποποίησης.

Από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, δεν έχει γίνει ακόμη μία συστηματική

απόπειρα παρουσίασης της γραμματικής δομής της ΕΝΓ. Έχουν γίνει διάφορες

προσπάθειες να παρουσιαστεί η γλωσσική υπόσταση της ΕΝΓ και να ανασκευαστούν

οι μύθοι που τη συνοδεύουν (Παπασπύρου 1994α, Κουρμπέτης 1999), έχουν

μελετηθεί ορισμένα γραμματικά φαινόμενα της ΕΝΓ (Άντζακας 2003, Sapountzaki

2005, Χατζοπούλου 2007), απουσιάζει όμως από τη βιβλιογραφία ένα έργο που θα

επιχειρεί να παρουσιάσει συνολικά και με λεπτομέρεια τη γραμματική δομή της ΕΝΓ,

αντίστοιχο με έργα για άλλες νοηματικές γλώσσες (για παράδειγμα για την ιρλανδική

νοηματική γλώσσα Ó Baoil & Matthews 2000, για την ισραηλινή νοηματική γλώσσα

254

Meir & Sandler 2008, για την κυπριακή νοηματική γλώσσα Παπασπύρου 2009).176

Ένα τέτοιο έργο, που θα μπορούσε να αναγνωσθεί από ένα ευρύτερο κοινό, θα

συνέβαλλε στη βαθύτερη κατανόηση της ΕΝΓ και θα αποτελούσε οδηγό για την

προτυποποίησή της.

Ως προς τη λεξικογράφηση της ΕΝΓ τα πράγματα είναι μάλλον καλύτερα. Οι

Λογιάδης & Λογιάδη (1985) επιχείρησαν την πρώτη λεξικογράφηση της ΕΝΓ. Στην

αρχή του λεξικού παρουσιάζονται 26 βασικές χειρομορφές (βασικά σχήματα χεριού)

της ΕΝΓ. Οι χειρομορφές διακρίνονται σε πέντε ομάδες: τις χειρομορφές με κλειστά

τα δάκτυλα σε γροθιά (ομάδα Α), τις χειρομορφές με τα πέντε δάκτυλα τεντωμένα

(ομάδα Β), τις χειρομορφές που προβάλλουν ένα ή δύο δάχτυλα λυγισμένα ή σε

κάμψη και έχουν τα άλλα κλειστά (ομάδα Γ), τις χειρομορφές που προβάλλουν

τεντωμένα ένα, δύο ή τρία δάχτυλα και έχουν τα άλλα κλειστά (ομάδα Δ) και τις

χειρομορφές με τέσσερα ή πέντε δάχτυλα λυγισμένα ή σε κάμψη (ομάδα Ε). Για κάθε

χειρομορφή δίνονται ορισμένες πληροφορίες για το σχηματισμό τους (π.χ. η

χειρομορφή Α1177 σχηματίζεται με δάχτυλα κλειστά σε γροθιά και τον αντίχειρα να

ακουμπά πάνω στο κλειστό δείκτη και η χειρομορφή Δ7178 σχηματίζεται με όλα τα

δάκτυλα κλειστά εκτός από τον αντίχειρα και το μικρό δάχτυλο που προβάλλουν

τεντωμένα). Παρατηρούμε ότι γίνεται μία ικανοποιητική προσπάθεια να

παρουσιαστούν με ακρίβεια οι βασικές χειρομορφές της ΕΝΓ και να ομαδοποιηθούν

σε κατηγορίες. Επίσης, δίνονται ορισμένες γενικές πληροφορίες για τις υπόλοιπες

παραμέτρους ενός χειροκινητικού νοήματος, τη θέση, τον προσανατολισμό της

παλάμης, την κίνηση και τις εκφράσεις του προσώπου.

Στο κύριο μέρος του λεξικού παρουσιάζονται οι φωτογραφίες 535

χειροκινητικών νοημάτων. Στις φωτογραφίες διασαφηνίζονται κυρίως οι χειρομορφές

των χειροκινητικών νοημάτων, γι’ αυτό δίνονται επιπλέον πληροφορίες για τις

υπόλοιπες παραμέτρους. Επειδή οι φωτογραφίες είναι στατικές απεικονίσεις, δίνονται

επεξηγήσεις με σύμβολα για την κίνηση κάθε χειροκινητικού νοήματος. Τα

χειροκινητικά νοήματα δεν παρουσιάζονται αλφαβητικά, αλλά ομαδοποιούνται σε 17

θεματικές ενότητες (βλ. πίνακα 17).

176 Στο πρόσφατο έργο των Κουρμπέτη & Χατζοπούλου (2010), η γραμματική περιγραφή της ΕΝΓ που επιχειρείται δεν είναι ιδιαίτερα λεπτομερής και συστηματική, έρχεται όμως να καλύψει σε ένα βαθμό το βιβλιογραφικό κενό για την ΕΝΓ. 177 Η συγκεκριμένη χειρομορφή ταυτίζεται με τη χειρομορφή που χρησιμοποιείται στο δακτυλικό αλφάβητο για να δηλώσει το Α.178 Η συγκεκριμένη χειρομορφή ταυτίζεται με τη χειρομορφή που χρησιμοποιείται στο δακτυλικό αλφάβητο για να δηλώσει το Υ.

255

Πίνακας 18: Η παρουσίαση των χειροκινητικών νοημάτων στο λεξικό των Λογιάδη &

Λογιάδη (1985)

Θεματικές ενότητες Αριθμός χειροκινητικών νοημάτων

Άνθρωποι και ανθρώπινες σχέσεις 39

Προσωπικότητα και συναισθήματα 27

Μάθηση 26

Ζωή και Υγεία 29

Φαγητά και ποτά 32

Περιβάλλον-Καιρός-Ζώα-Φυτά 39

Χρόνος και Εποχές 53

Χώρες-Πόλεις 27

Θρησκεία 26

Πολιτική-Διοίκηση-Δικαιοσύνη-Σωματεία 25

Εργασία-Εμπόριο 22

Αθλητισμός-Ψυχαγωγία 22

Αριθμοί 20

Ταξίδια-Μεταφορές 18

Ένοπλες Δυνάμεις 8

Κατοικία 16

Διάφορες χρήσιμες λέξεις 106

Σύνολο 535

Ο τρόπος παρουσίασης των χειροκινητικών νοημάτων, αλλά και ο

περιορισμένος αριθμός των λημμάτων υποδηλώνει ότι το συγκεκριμένο έργο μάλλον

αποτελεί έναν οδηγό επικοινωνίας για όσους μαθαίνουν ΕΝΓ ή θέλουν να

προσπαθήσουν να επικοινωνήσουν με κάποιον Κωφό χρησιμοποιώντας βασικά

χειροκινητικά νοήματα στην επικοινωνία τους. Οι ίδιοι άλλωστε οι συντάκτες του

λεξικού κάνουν λόγο ότι για την εκμάθηση της ΕΝΓ «πέρα από τη συναναστροφή με

Κωφούς χρειάζεται κάποιο βοήθημα (η έμφαση με τα πλάγια δική μου) για βάση,

όπως και για οποιαδήποτε ξένη γλώσσα» (Λογιάδης & Λογιάδη 1985:12). Η

τοποθέτηση ορισμένων χειροκινητικών νοημάτων σε διάφορες θεματικές ενότητες δε

στηρίζεται σε λεξιλογικά κριτήρια και μάλλον σχετίζεται με προσωπικές επιλογές

των συντακτών. Για παράδειγμα, είναι αξιοπερίεργο γιατί το χειροκινητικό νόημα

ΠΥΡΑΥΛΟΣ εντάσσεται στη θεματική ενότητα «Περιβάλλον-Καιρός-Ζώα-Φυτά»

και όχι στην ενότητα «Ένοπλες Δυνάμεις». Το πρόβλημα ένταξης των

256

χειροκινητικών νοημάτων σε θεματικές ενότητες αποδεικνύεται επίσης από το

γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των χειροκινητικών νοημάτων (106, δηλαδή σχεδόν το

1/5 του συνόλου των λημμάτων) δεν εντάσσεται σε κάποια θεματική ενότητα, αλλά

παρουσιάζεται στο δέκατο έβδομο κεφάλαιο σε μία γενική κατηγορία που

τιτλοφορείται «Διάφορες χρήσιμες λέξεις».

Παρά τον αρκετά περιορισμένο αριθμό λημμάτων του λεξικού, έχει

ενδιαφέρον ότι γίνεται προσπάθεια να περιγραφεί η ποικιλία της ΕΝΓ. Οι συντάκτες

τονίζουν πως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για τη σύνταξη του σύντομου

λεξικού τους είναι ότι οι Κωφοί σε διάφορες περιοχές της χώρας, αλλά και μέσα στην

ίδια πόλη, χρησιμοποιούν διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα.179 Γι’ αυτό το λόγο

αναθεωρήθηκαν τα κεφάλαια που παρουσιάζουν τα χειροκινητικά νοήματα ανά

θεματικές ενότητες και σε ένα δέκατο όγδοο κεφάλαιο παρουσιάζονται 81

παραλλαγές χειροκινητικών νοημάτων. Υπάρχουν δηλαδή παραλλαγές σχεδόν για το

15% του συνόλου των λημμάτων του λεξικού. Αξίζει να σχολιάσουμε ορισμένες από

αυτές τις παραλλαγές.

Υπάρχουν παραλλαγές που αποτελούν διαφορετικές χειροκινητικές

πραγματώσεις. Για παράδειγμα, υπάρχει το χειροκινητικό νόημα ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ (1)

που νοηματίζεται με το δείκτη και τον αντίχειρα του δεξιού χεριού σε σχήμα

ανοιχτού πετάλου να χαράζουν μια ταινία στον καρπό του αριστερού χεριού και ένα

άλλο (2) που νοηματίζεται με το δείκτη και τον αντίχειρα του δεξιού χεριού να

σχηματίζουν κύκλο και να ακουμπούν στη μέση του μετώπου (2) (βλ. σχήμα 5). Η

δεύτερη παραλλαγή (2) φαίνεται να έχει επικρατήσει σήμερα, ίσως επειδή είναι πιο

ξεκάθαρη η εικονική προέλευση του χειροκινητικού νοήματος από το εθνόσημο στο

καπέλο ενός αστυνομικού. Για το χειροκινητικό νόημα ΖΩΟ η πρώτη παραλλαγή (3)

γίνεται με τους δείκτες των δύο χεριών που προβάλλουν προς τον κρόταφο και

διαγράφουν κύκλους, ενώ στη δεύτερη (4) τα δύο χέρια ακουμπούν με τους

αντίχειρες στον κρόταφο και με τα μικρά δάκτυλα ανοιχτά στρέφονται έτσι ώστε οι

αντίχειρες να δείχνουν προς τα εμπρός και τα μικρά δάχτυλα προς τα πίσω (βλ. σχήμα

6). Και οι δύο παραλλαγές έχουν την ίδια εικονική προέλευση και παραπέμπουν στα

κέρατα ενός ζώου. Σήμερα έχει επικρατήσει η δεύτερη παραλλαγή (4), ενώ η πρώτη

(3) χρησιμοποιείται για να δηλωθεί η σημασία «πρόβατο», δηλαδή ένα υπώνυμο της

179 Στην εισαγωγή του λεξικού οι συντάκτες επισημαίνουν ότι αυτή η ποικιλότητα εντοπίζεται και σε άλλες νοηματικές γλώσσες, αλλά δεν αποτελεί πρόβλημα για την επικοινωνία των Κωφών μεταξύ τους.

257

σημασίας «ζώο». Το χειροκινητικό νόημα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ συμπίπτει με το

χειροκινητικό νόημα ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ (5) όπου ο αντίχειρας και ο δείκτης του

αριστερού χεριού σχηματίζουν ανοιχτό πέταλο προς τα κάτω και ο τεντωμένος

δείκτης του δεξιού χεριού χτυπά το πέταλο αριστερά δεξιά όπως στα κάλαντα,

υπάρχει όμως και η παραλλαγή με το σύνθετο χειροκινητικό νόημα

ΧΡΙΣΤΟΣΓΕΝΝΗΣΗ (6) (βλ. σχήμα 7).

Σχήμα 5: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόημα ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ (Λογιάδης &

Λογιάδη 1985)

(1) (2)

Σχήμα 6: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόημα ΖΩΟ (Λογιάδης & Λογιάδη 1985)

(3) (4)

258

Σχήμα 7: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόημα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ (Λογιάδης &

Λογιάδη 1985)

(5) (6)

Κάποιες άλλες παραλλαγές διαφοροποιούνται μόνο ως προς ορισμένα

χαρακτηριστικά τους. Το χειροκινητικό νόημα ΑΘΗΝΑ (η πόλη Αθήνα)

νοηματίζεται με τα δάχτυλα του δεξιού χεριού κλειστά εκτός από τον αντίχειρα που

τεντωμένος ακουμπά στο εσωτερικό της αριστερής παλάμης που κοιτά προς τα πάνω

(7). Υπάρχει όμως παραλλαγή (8) που και το μικρό δάχτυλο του δεξιού χεριού είναι

τεντωμένο (βλ. σχήμα 8). Το χειροκινητικό νόημα ΠΟΤΑΜΙ νοηματίζεται είτε με τις

δύο παλάμες να κινούνται παράλληλα προς τα μπρος κάνοντας ζιγκ ζαγκ (9) είτε με

το δείκτη και το μέσο κάθε χεριού σταυρωμένα μεταξύ τους να κινούνται προς τα

μπρος κάνοντας ζιγκ ζαγκ (10) (βλ. σχήμα 9).

Σχήμα 8: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόημα ΑΘΗΝΑ (Λογιάδης & Λογιάδη

1985)

(7) (8)

259

Σχήμα 9: Παραλλαγές για το χειροκινητικό νόημα ΠΟΤΑΜΙ (Λογιάδης & Λογιάδη

1985)

(9) (10)

Όπως παρατηρεί η Brennan (1992), το λεξιλόγιο της βρετανικής νοηματικής

γλώσσας είναι αρκετά πλούσιο, καθώς προκύπτει από το συνδυασμό σημασιολογικών

μονάδων με πολυάριθμους και διαφορετικούς τρόπους. Και για την ΕΝΓ

διαπιστώσαμε ότι οι παραλλαγές των χειροκινητικών νοημάτων ΖΩΟ και

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ μπορούν να συμβάλουν στο λεξιλογικό εμπλουτισμό της ΕΝΓ.

Για το χειροκινητικό νόημα ΖΩΟ αξιοποιήθηκε διαφορετικά ο εικονικός συσχετισμός

για τα κέρατα και η μια παραλλαγή συνδέθηκε με ένα συγκεκριμένο ζώο, το πρόβατο,

ενώ για το χειροκινητικό νόημα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, εκτός από την παραλλαγή όπου

το ίδιο χειροκινητικό νόημα έχει δύο σημασίες, προέκυψε μέσω σύνθεσης ένα νέο

χειροκινητικό νόημα.

Δεν είναι όμως μόνο τα καθιερωμένα χειροκινητικά νοήματα που συνιστούν

το λεξικό μίας νοηματικής γλώσσας. Γενικότερα, για όλες τις νοηματικές γλώσσες,

λόγω της οπτικοκινητικής τους τροπικότητας, οι νοηματιστές τους δεν έχουν στη

διάθεσή τους μόνο ένα καθιερωμένο λεξιλόγιο όπου ένα χειροκινητικό νόημα έχει μία

συγκεκριμένη σημασία. Ο φυσικός νοηματιστής μιας νοηματικής γλώσσας

χρησιμοποιεί παράλληλα ένα παραγωγικό λεξικό, όπου οι λέξεις προκύπτουν μέσα

από συνδυασμούς χειρονομιών που είναι πιθανό να μην έχουν ξαναχρησιμοποιηθεί,

αλλά είναι κατανοητές και έχουν συγκεκριμένη σημασία επειδή διέπονται από

συγκεκριμένες αρχές και κανόνες. Με άλλα λόγια, όταν ένας φυσικός νοηματιστής

επικοινωνεί σε μια νοηματική γλώσσα, ειδικά σε περιστάσεις όπου αφηγείται μία

ιστορία ή λέει ένα ανέκδοτο, χρησιμοποιεί ορισμένα μοναδικά χειροκινητικά

νοήματα που δημιουργεί εκείνη τη στιγμή, ανάλογα με τις ανάγκες της αφήγησής

του, τα οποία όμως γίνονται με ένα συστηματικό τρόπο, δηλαδή προκύπτουν μέσα

260

από το σύστημα της γλώσσας, και όχι σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία του (Brennan

1992). Χειρομορφές που αναφέρονται στο είδος, στο σχήμα, το μέγεθος, το χειρισμό,

το άγγιγμα, την κίνηση έμβιων όντων (ανθρώπων, ζώων κτλ.) και άψυχων

αντικειμένων (εργαλείων, οχημάτων κτλ.) χρησιμοποιούνται για να ταξινομήσουν σε

κατηγορίες τα άτομα ή τα αντικείμενα στα οποία αναφέρονται και αξιοποιούνται για

την παραγωγή χειροκινητικών νοημάτων που σχετίζονται με την πραγματικότητα της

συγκεκριμένης αφήγησης. Οι χειρομορφές που αξιοποιούνται για την παραγωγή

τέτοιου είδους χειροκινητικών νοημάτων αναφέρονται συχνά στη βιβλιογραφία ως

ταξινομητές (classifiers), αν και υπάρχει ενδιαφέρουσα συζήτηση και αντιπαράθεση

σχετικά με τη φύση και τη λειτουργία των συγκεκριμένων μονάδων στις νοηματικές

γλώσσες (βλ. ενδεικτικά Emmorey 2003).

Ο Παπασπύρου (2009) αντί για τον όρο ταξινομητές κάνει λόγο για κλιτά

χειροκινητικά νοήματα με μεταβλητή ρίζα. Η μεταβολή της ρίζας των συγκεκριμένων

χειροκινητικών νοημάτων αξιοποιείται για την περιγραφή στατικών και δυναμικών

καταστάσεων. Στην πρώτη περίπτωση τα χειροκινητικά νοήματα χρησιμοποιούνται

«για να αναπαραστήσουν λεπτομερειακά σχήματα, στατικές εικόνες, μοντέλα,

διαμορφώσεις αντικειμένων καθώς επίσης και την έκταση και το μέγεθος

αντικειμένων και επιφανειών» π.χ. ΟΘΟΝΗ-ΠΛΑΣΜΑ, ενώ στη δεύτερη περίπτωση

«για να αναπαραστήσουν λεπτομερειακά διάφορα σώματα σε κίνηση ή διάφορους

συσχετισμούς κινούμενων σωμάτων, καθώς επίσης και το χειρισμό διαφόρων

αντικειμένων από τον ίδιο τον άνθρωπο π.χ. ΠΕΡΙΣΤΡΟΦΗ-ΓΗΣ-ΓΥΡΩ-ΑΠΟ-ΤΟΝ-

ΗΛΙΟ. Οι Κουρμπέτης & Χατζοπούλου (2010:109) αναφέρουν ότι με μια γρήγορη

απάντηση οι ταξινομητές μπορούν να θεωρηθούν ως «ένα είδος ρήματος ή ρηματικής

φράσης που αποτελεί το κατηγόρημα μιας πρότασης, ειδικές αντωνυμίες, σύμβολα

ομαδοποίησης αντικειμένων» και ότι η κατανόησή τους δεν είναι εύκολη. Εξαιτίας

της προβληματικής και της ασάφειας του όρου δε θα τον χρησιμοποιήσω στην

παρούσα εργασία.

Έτσι, σχετικά με το παραγωγικό λεξικό μιας νοηματικής γλώσσας, ένας

νοηματιστής μπορεί να διαφοροποιήσει το χειροκινητικό νόημα που χρησιμοποιεί για

να περιγράψει το καζανάκι της τουαλέτας ανάλογα με το είδος του κάθε φορά.

Μπορεί να χρησιμοποιεί εντελώς διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα με την ίδια

όμως σημασία ανάλογα με το είδος που έχει το καζανάκι στο οποίο αναφέρεται

(τραβάει αλυσίδα προς τα κάτω (α), τραβάει προς τα πάνω ένα μοχλό (β), πατάει

κουμπί (γ), πιέζει με την παλάμη ένα μοχλό (δ) βλ. σχήμα 10). Αυτό έχει ως

261

αποτέλεσμα οι νοηματικές γλώσσες να χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερο βαθμό

εικονικότητας σε σχέση με τις φθογγογλώσσες, χωρίς όμως να είναι παντομίμα (βλ.

επισήμανση στο 1.4.7). Για παράδειγμα, ένας νοηματιστής όταν αναφέρεται σε έναν

άνθρωπο που μετακινείται μέσα από διάφορους χώρους, μπορεί να δώσει επιπλέον

πληροφορίες σχετικά με το είδος της πόρτας μέσα από την οποία διέρχεται κάθε

φορά. Μάλλον αυτόματα και πολύ φυσικά θα μας πληροφορήσει αν πρόκειται για τη

συρόμενη πόρτα σε ένα βαγόνι του μετρό, την περιστρεφόμενη ή την αυτόματη

πόρτα στην είσοδο μίας τράπεζας, τη δίφυλλη πόρτα στην είσοδο ενός καταστήματος,

μια πόρτα χωρίς χερούλια σε ένα εστιατόριο, μια πόρτα με στρογγυλό χερούλι ή μια

πόρτα με μακρύ χερούλι ενός δωματίου. Αντίθετα στον ομιλητή μιας φθογγογλώσσας

θα φαινόταν παράξενο να εισαγάγει στο εκφώνημά του τέτοιου είδους πληροφορίες

και θα το έκανε μόνο αν το θεωρούσε αναγκαίο.

Σχήμα 10: ΤΡΑΒΩ ΤΟ ΚΑΖΑΝΑΚΙ ΣΤΗΝ ΤΟΥΑΛΕΤΑ (Brennan 1992: 51-52)

(α) (β) (γ) (δ)

Σχετικά με τα παραπάνω, έχουν ενδιαφέρον τα σχόλια που έκαναν δύο από

τους διερμηνείς που συμμετείχαν στην έρευνα. Ο ένας μετέφερε την εμπειρία του από

την προετοιμασία ενός λεξικού που απευθύνεται σε παιδιά, κωφούς μαθητές

νηπιαγωγείου και των πρώτων τάξεων του δημοτικού, για διδακτικούς και

επικοινωνιακούς σκοπούς. Του ζητήθηκε να ελέγξει ορισμένα λήμματα. Ο

διερμηνέας παρατήρησε ότι για το λήμμα ΑΝΕΒΑΙΝΩ το χειροκινητικό νόημα δεν

αντιστοιχούσε με την εικόνα που συνόδευε το λήμμα. Ο νοηματιστής του λεξικού

νοημάτιζε ΑΝΕΒΑΙΝΩ (ευθύγραμμη σκάλα) κάνοντας μία ευθύγραμμη κίνηση, ενώ

το αντίστοιχο σκίτσο έδειχνε μία περιστρεφόμενη σκάλα.180 Στην ΕΝΓ μπορούν να

180 Σε αυτήν την περίπτωση το χειροκινητικό νόημα θα αποκτούσε μια σπειροειδή κίνηση.

262

υπάρχουν διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα για την έννοια ανεβαίνω αναλόγως με

το ποιος είναι το υποκείμενο του ρήματος (άνθρωπος, ζώο), τον τρόπο που ανεβαίνει

(με το ένα πόδι, τρέχοντας, αργά, χοροπηδώντας),181 τη διαδρομή που διανύει (το

μήκος της σκάλας, το είδος της). Η άγνοια επομένως των γραμματικών μηχανισμών

της ΕΝΓ οδήγησε στη δημιουργία ενός προβληματικού λήμματος.182 Ο άλλος

διερμηνέας, μιλώντας για το παραγωγικό λεξικό της ΕΝΓ και την προσωπική του

εμπειρία σχετικά με την κατανόησή του, σχολίασε:

(57)

Παλιά στεκόμουνα τόσο πολύ στις λέξεις, ήθελα να μεταφράσω ό,τι άκουγα, πώς

λέγεται αυτό;… αχ πώς θα πω αυτή τη λέξη για την οποία δεν υπάρχει [χειροκινητικό]

νόημα. Σταδιακά συνειδητοποίησα ότι υπάρχει τρόπος να αναφερθείς σε κάτι και να σε

καταλάβει ο άλλος ακόμη κι αν δεν ξέρεις τη λέξη. Αλλά κολλάμε τόσο πολύ στις λέξεις.

Από όλα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως προκύπτει ότι σε ένα λεξικό μίας

νοηματικής γλώσσας δεν αρκεί να δοθούν τα μεταφραστικά ισοδύναμα ενός

χειροκινητικού νοήματος. Άλλωστε είναι πιθανό να μην υπάρχει αντιστοιχία ένα προς

ένα ανάμεσα σε χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ και σε λέξεις της ελληνικής

φθογγογλώσσας και ένα χειροκινητικό νόημα να μπορεί να μεταφραστεί με

περισσότερες ελληνικές λέξεις (ή το αντίθετο).

Εκτός από τη χρήση ενός παραγωγικού λεξικού, οι νοηματιστές μπορούν

επίσης να αξιοποιήσουν το χώρο ως πηγή δημιουργικότητας ακόμη και για τα

καθιερωμένα χειροκινητικά νοήματα. Μετατρέποντάς τα στο χώρο μπορούν να τους

δώσουν νέες σημασιολογικές διαστάσεις (ιδίως με τη χρήση μη χειρονομικών

χαρακτηριστικών).

Σύμφωνα με τη Brennan (1992), κάτω από αυτό το πρίσμα η έννοια «νέο»

είναι μάλλον προβληματική. Οι νοηματιστές έχουν στη διάθεση τους ένα πλήθος

επιλογών για να διευρύνουν το λεξιλόγιο των νοηματικών τους γλωσσών:

(α) τα καθιερωμένα χειροκινητικά νοήματα τα οποία ενίοτε μπορούν να

τροποποιούν,

(β) χειροκινητικά νοήματα με μεταβλητή ρίζα για την περιγραφή στατικών

και δυναμικών καταστάσεων,

181 Κατά κάποιο τρόπο τα επιρρήματα εντάσσονται στα χειροκινητικά νοήματα και τα διαφοροποιούν.182 Κατά τον πληροφορητή δεν ήταν το μόνο.

263

(γ) λεξιλογικές μονάδες που μπορούν να συνδυάζουν για τη δημιουργία νέων

τύπων με διαφορετικές σημασίες, και

(δ) δάνεια στοιχεία από άλλες νοηματικές γλώσσες ή την κυρίαρχη

φθογγογλώσσα.

Κατά συνέπεια είναι δύσκολο για ένα λεξικογράφο μίας νοηματικής γλώσσας

να καθορίσει τι πρέπει να συμπεριλάβει στο λεξικό μιας νοηματικής γλώσσας.

Προφανώς δεν αρκεί να αναφέρει μόνο τα καθιερωμένα χειροκινητικά νοήματα με τις

καθιερωμένες σημασίες, αλλά οφείλει να περιγράψει και τις παραγωγικές διαδικασίες

που συντελούν στο λεξιλογικό εμπλουτισμό των νοηματικών γλωσσών. Για τις

φθογγογλώσσες αυτή η αέναη δημιουργικότητα εντοπίζεται περισσότερο στο επίπεδο

της σύνταξης με τις λεξιλογικές συνάψεις, για τις νοηματικές όμως γλώσσες η ίδια η

δημιουργία των λέξεων είναι μια αρκετά παραγωγική διαδικασία. Συνήθως όσοι

διδάσκουν, αλλά και όσοι μαθαίνουν μία νοηματική γλώσσα, δίνουν έμφαση στα

καθιερωμένα χειροκινητικά νοήματα, για τα οποία υπάρχει ένα μεταφραστικό

ισοδύναμο της αντίστοιχης φθογγογλώσσας. Με αυτόν όμως τον τρόπο υποτιμούν

την αξία των ιδιαίτερων οπτικοκινητικών χαρακτηριστικών των νοηματικών

γλωσσών, που είναι αρκετά χρήσιμα για την επέκταση του λεξιλογίου τους. Η

λεξικογράφηση της ΕΝΓ μπορεί να γίνει ένα αρκετά χρήσιμο εργαλείο για την

προτυποποίησή της, αρκεί να λάβει υπόψη της αυτή την παράμετρο. Θα περίμενε

κανείς ότι αυτό θα συνέβαινε σε μία επόμενη απόπειρα λεξικογράφησης της ΕΝΓ

μετά το λεξικό των Λογιάδη & Λογιάδη (1985).

Πράγματι, το λεξικό που προέκυψε στο πλαίσιο του έργου ΝΟΗΜΑ

(Κουρμπέτης 2001) υπήρξε αποτέλεσμα μίας πιο εμπεριστατωμένης επιστημονικής

έρευνας και επιχείρησε να αντιμετωπίσει την ΕΝΓ ως αυτόνομο επικοινωνιακό

σύστημα και όχι ως υποκατάστατο της ελληνικής φθογγογλώσσας. Βασικά

προβλήματα για τη δημιουργία του λεξικού υπήρξαν η έλλειψη κατάλληλου σώματος

κειμένων και η δυσκολία ορισμού της έννοιας του βασικού λεξιλογίου. Οι συντάκτες

του λεξικού επιχείρησαν να αντιμετωπίσουν τα συγκεκριμένα προβλήματα με τη

σύσταση ενός βασικού λημματολογίου, συγκρίνοντάς το με τα λημματολόγια λεξικών

άλλων γλωσσών και με δύο καταλόγους λέξεων: ο πρώτος προερχόταν από σώμα

κειμένων που είχε ήδη βιντεοσκοπηθεί και λημματοποιηθεί από την ΟΜΚΕ και ο

δεύτερος περιελάμβανε τις συχνότερες λέξεις από τον Ελληνικό Θησαυρό Ελληνικής

Γλώσσας, που αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου (Ευθυμίου &

Κατσογιάννου 2002). Με αυτόν τον τρόπο συγκεντρώθηκε ένα σύνολο 2800 εννοιών

264

(και όχι λέξεων) που δόθηκε στην ΟΜΚΕ για σχολιασμό και επεξεργασία. Το

αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία ενός αμφίδρομου λεξικού ελληνικής φθογγογλώσσας

– ΕΝΓ που περιλαμβάνει 3000 λήμματα.

Σε σχέση με τον αριθμό των λημμάτων που περιλαμβάνει το λεξικό των

Λογιάδη & Λογιάδη (1985), η διαφορά των δύο λεξικών είναι αξιοσημείωτη. Βέβαια,

παρά τις προσπάθειες για μια πιο επεξεργασμένη ανάλυση των λημμάτων, όπως

περιγράφηκε προηγουμένως, οι Ευθυμίου & Κατσογιάννου (2002) επισημαίνουν ότι

«δεν μπορεί να γίνεις επαρκής λεξικογράφηση της ΕΝΓ, αν δεν προηγηθεί ανάλυση

και ερμηνεία των γραμματικών της δομών». Σε ένα δίγλωσσο λεξικό ελληνικής

φθογγογλώσσας και ΕΝΓ η αντιστοιχία ένα προς ένα μεταξύ λέξης και

χειροκινητικού νοήματος είναι μάλλον προβληματική,183 καθώς χάνεται το φάσμα

των χειροκινητικών νοημάτων που διαθέτει η ΕΝΓ για έννοιες όπως για παράδειγμα

καλάθι ή πέφτω. Η έννοια καλάθι αποδίδεται ανάλογα με το σχήμα και το μέγεθος του

συγκεκριμένου καλαθιού και η έννοια πέφτω αποδίδεται ανάλογα με το υποκείμενο

της ρηματικής ενέργειας (π.χ. άνθρωπος, ζώο, δέντρο κτλ.). Έννοιες όπως κοντά

μαλλιά, αντιπροσωπεύονται από ένα διαφορετικό χειροκινητικό νόημα, που δεν

μπορεί να προκύψει από τη σύνθεση των χειροκινητικών νοημάτων για τις έννοιες

κοντός και μαλλιά. Επίσης υπάρχουν χειροκινητικά νοήματα της ΕΝΓ για τα οποία

δεν υπάρχουν αντίστοιχα λήμματα της ελληνικής φθογγογλώσσας (για την έκφραση

π.χ. θαυμασμού, επιβράβευσης, άρνησης κτλ.).

Πάντως, στο λεξικό ΝΟΗΜΑ έγινε προσπάθεια, όσο ήταν δυνατό, να

παρουσιαστούν μηχανισμοί της ΕΝΓ που επιδρούν στην παραγωγή λεξικών μονάδων

και στη λειτουργία τους στο λόγο. Γι’ αυτό το λόγο κάθε λήμμα-χειροκινητικό νόημα

συνοδεύεται από ερμήνευμα που περιλαμβάνει μεταφραστικό ισοδύναμο και, αν

χρειάζεται, ερμηνεία στην ελληνική φθογγογλώσσα Όταν η λέξη της ελληνικής

φθογγογλώσσας αναλογεί σε πολλά χειροκινητικά νοήματα, δίνονται επεξηγήσεις σε

παρενθέσεις, για παράδειγμα για το ρήμα πέφτω, που διαφοροποιείται ανάλογα με το

υποκείμενο πέφτω (άνθρωπος), πέφτω (ζώο) κτλ. Περιλαμβάνονται επίσης 1.000

επεξηγηματικές φωτογραφίες, ενώ δίνονται συνώνυμα και αντώνυμα στην ΕΝΓ. Με

αυτόν τον τρόπο το λεξικό γίνεται πιο χρηστικό για τους χρήστες που δεν γνωρίζουν

ΕΝΓ και μπορούν έτσι να κατανοήσουν την έννοια των χειροκινητικών νοημάτων,

183 Αυτό οφείλεται αφενός στις δυνατότητες της διαφορετικής τροπικότητας, αφετέρου όμως και στη διαφορετική αντίληψη της πραγματικότητας (βλ. για παράδειγμα τις διαφορές ανάμεσα σε ινδοευρωπαϊκές γλώσσες και τις πολύ διαφορετικές τους αμερινδιάνικες κτλ.)

265

αλλά και για τους φυσικούς νοηματιστές της ΕΝΓ, που μπορούν έτσι να

εμπλουτίσουν το λεξιλόγιο τους στην ελληνική φθογγογλώσσα.

Το λεξικό αξιολογήθηκε σε δύο φάσεις από ομάδες φυσικών νοηματιστών της

ΕΝΓ. Κατά την πρώτη φάση, νοηματιστές διάφορων ηλικιών, αφού τους ζητήθηκε να

χρησιμοποιήσουν το λεξικό στο σχολείο, στη δουλειά και στο σπίτι, συμπλήρωσαν

ερωτηματολόγια που περιελάμβαναν κριτήρια αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα της

αξιολόγησης λήφθηκαν υπόψη προκειμένου να γίνουν βελτιώσεις για το τελικό

προϊόν. Η ίδια μεθοδολογία αξιοποιήθηκε προκειμένου να πιστοποιηθεί η αποδοχή

του προϊόντος από την κοινότητα των ελλήνων Κωφών (Efthimiou κ.ά. 2004).

Φαίνεται, ωστόσο, ότι το τελικό προϊόν δεν έχει την αναμενόμενη αποδοχή.

Αρκετοί πληροφορητές διατύπωσαν ενστάσεις σχετικά με την εγκυρότητα του

τελικού προϊόντος:

(58)

Σχετικά με το συγκεκριμένο λεξικό υπάρχουν αρκετά λάθη και πρέπει να γίνουν

ορισμένες διορθώσεις. Το πρόβλημα προέκυψε γιατί υπήρχε μόνο ένας πληροφορητής,

θα έπρεπε να υπάρχουν περισσότεροι. Από πού προέρχονται τα λάθη; Προέρχονται

επειδή ο πληροφορητής δε γνώριζε καλά τη λέξη; Δεν υπήρχε για μία έννοια

χειροκινητικό νόημα στην ΕΝΓ; Τέτοιου είδους προβλήματα θα είχαν αντιμετωπιστεί

αν είχαν ρωτηθεί και άλλοι νοηματιστές.

Πράγματι, υπάρχουν λάθη στο τελικό αποτέλεσμα, που προέρχονται είτε από τη

λανθασμένη σύνδεση των βιντεοσκοπημένων λημμάτων με τα ορθά μεταφραστικά

τους ισοδύναμα είτε από τη λανθασμένη παραγωγή χειροκινητικών νοημάτων από

τον ένα Κωφό πληροφορητή του λεξικού. Τα προβλήματα αυτά φαίνεται να

προέκυψαν κυρίως εξαιτίας της έλλειψης συντονισμού και οργάνωσης μεταξύ των

συνεργαζόμενων φορέων. Η ΟΜΚΕ επιχείρησε να αντιμετωπίσει τις διάφορες

αντιδράσεις προτείνοντας διορθώσεις, έχουν όμως μάλλον αδρανήσει οι προσπάθειες

για τη βελτίωση του τελικού προϊόντος. Το αποτέλεσμα είναι αρκετοί Κωφοί να

δυσπιστούν απέναντι στις μέχρι τώρα απόπειρες λεξικογράφησης της ΕΝΓ.

Ειδικά από τους δασκάλους ΕΝΓ, ελάχιστοι χρησιμοποιούν το ηλεκτρονικό

λεξικό ΝΟΗΜΑ συστηματικά στη διδασκαλία τους, παρόλο που η Μερτζάνη (2005)

έχει επισημάνει τη χρησιμότητα των ηλεκτρονικών λεξικών στη διδασκαλία της ΕΝΓ

266

ως δεύτερης/ξένης γλώσσας.184 Οι περισσότεροι φαίνεται να εμπιστεύονται

περισσότερο τον εαυτό τους ως ζωντανό και έγκυρο λεξικό της ΕΝΓ.

Οι μέχρι τώρα απόπειρες λεξικογράφησης δε φαίνεται να έχουν κερδίσει την

αποδοχή της κοινότητας των Κωφών. Οι διάφορες προσπάθειες δεν αξιοποιήθηκαν

όπως έπρεπε, προκειμένου να αποτελέσουν αφετηρία για μεγαλύτερη και πιο

συστηματική μελέτη της ΕΝΓ. Ένας πληροφορητής αναφέρθηκε στο περιορισμένο

αριθμό των λημμάτων των διάφορων λεξικών:

(59)

Υπάρχουν λεξικά της ΕΝΓ. Το πρόβλημα τους όμως είναι ότι αφορούν τη βασική

καθημερινή επικοινωνία. Θα ήθελα να δημιουργηθούν πιο αναλυτικά λεξικά, ώστε να

μην επαρκούν μόνο για τους μαθητές του πρώτου επιπέδου. Να περιλαμβάνουν δηλαδή

πιο δύσκολες έννοιες, προκειμένου οι μαθητές να μάθουν χειροκινητικά νοήματα που

δε γνωρίζουν.

Πώς όμως θα ολοκληρωθεί ένα τέτοιο εγχείρημα χωρίς τον κατάλληλο συντονισμό,

αλλά και τη συνεργασία των ίδιων των μελών της κοινότητας των Κωφών; Χρήσιμο

οδηγό για ένα τέτοιο εγχείρημα μπορούν να αποτελέσουν οι παράμετροι που,

σύμφωνα με τη Μερτζάνη (2005), πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη δημιουργία

λεξικών της ΕΝΓ:

(α) ένα λεξικό της ΕΝΓ είναι το λεξικό μιας γλωσσικής μειονότητας και

πρέπει να συμπεριλάβει πληροφορίες για την κουλτούρα και την ιστορία της

κοινότητας των Κωφών,

(β) ένα λεξικό της ΕΝΓ, μίας γλώσσας με σημαντική ποικιλότητα, πρέπει να

λάβει υπόψη του τη γλωσσική της ποικιλία,

(γ) ένα λεξικό της ΕΝΓ οφείλει να αξιοποιήσει τα πορίσματα της έρευνας της

γραμματικής της ΕΝΓ, και

(δ) ένα λεξικό της ΕΝΓ δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο λεξικογράφων,

αλλά συντονισμένης ενέργειας ειδικών και μελών της γλωσσικής κοινότητας.

Ίσως η τελευταία παράμετρος να είναι και η πιο σημαντική. Οι τεχνολογίες

του διαδικτύου και της δημιουργίας βάσεων δεδομένων σε υπολογιστή παρέχουν νέες 184 Ενδεικτικά αναφέρω ορισμένους από τους στόχους που, σύμφωνα με τη Μερτζάνη (2005), μπορούν να επιτευχθούν μέσω της προσέγγισης της διδασκαλίας της ΕΝΓ με τη χρήση ηλεκτρονικών λεξικών: (α) η άσκηση των μαθητών στη χρήση της γλώσσας από διαφορετικά πρότυπα-ενηλίκων Κωφών, (β) η κατανόηση των γραμματικών χαρακτηριστικών της ΕΝΓ που είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την παραγωγή λέξεων, (γ) η διάκριση των χειροκινητικών νοημάτων μεταξύ τους και με βάση τις διάφορες παραμέτρους τους κτλ.

267

δυνατότητες για τη λεξικογράφηση των νοηματικών γλωσσών (Capovilla κ.ά. 2003,

Schermer 2006) και έχουν αξιοποιηθεί για ορισμένες από αυτές (για παράδειγμα για

την ολλανδική νοηματική γλώσσα βλ. www.gebarencentrum.nl και για την Auslan

βλ. www.auslan.org.au). Επιτρέπουν επίσης μια πιο ενεργή συμμετοχή των μελών

μιας γλωσσικής κοινότητας Κωφών στη λεξικογράφηση και ιδιαίτερα στο λεξιλογικό

εκσυγχρονισμό της νοηματικής τους γλώσσας.

6.6. Γλωσσικός εκσυγχρονισμός

Όπως έχει ήδη αναφερθεί (1.4.4), ο γλωσσικός εκσυγχρονισμός μίας γλώσσας

σχετίζεται με τις προσπάθειες να αναπτυχθεί το λεξιλόγιο της, προκειμένου να

εκφράσει νέα επιτεύγματα και ιδέες και να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε νέα

περιβάλλοντα. Στο παρελθόν η ΕΝΓ περιοριζόταν λόγω των συνθηκών στις

κοινωνικές καθημερινές συναναστροφές των Κωφών μεταξύ τους, που ως επί το

πλείστον είχαν ελλιπή εκπαίδευση και ασχολούνταν κυρίως με χειρωνακτικά

επαγγέλματα. Η σταδιακή βελτίωση της εκπαίδευσης των Κωφών, η ενασχόλησή

τους με περισσότερα και διαφορετικά επαγγέλματα, η αυξανόμενη συμμετοχή τους

στον κόσμο των ακουόντων και η αναγνώριση της ΕΝΓ δημιούργησαν τις

προϋποθέσεις για τη χρήση της σε νέα περιβάλλοντα, γεγονός που προκάλεσε νέες

ανάγκες:

(60)

Ποτέ δε θα είναι πλήρης η ΕΝΓ, πάντα θα έχει κενά που θα πρέπει να καλύψουμε, θα

πρέπει να προσθέσουμε καινούργια χειροκινητικά νοήματα για να καλύψουμε τις

ανάγκες. Επίσης οι ανάγκες έχουν σχέση με την εξέλιξη των ελληνικών. Στα ελληνικά

προκύπτουν καινούργιες λέξεις και εμείς πρέπει να ακολουθήσουμε τα ελληνικά, να

φτιάξουμε αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα και για την ΕΝΓ.

Αν και όλοι σχεδόν οι πληροφορητές συμφωνούν ότι οι νέες εξελίξεις

δημιουργούν νέες ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν, δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία

μεταξύ τους σχετικά με το ποιες είναι οι καταλληλότερες προϋποθέσεις κάτω από τις

οποίες θα πρέπει να πραγματοποιηθεί ένα τέτοιο εγχείρημα. Αρκετοί πληροφορητές

τόνισαν την ανάγκη συνεργασίας των μελών της κοινότητας και της ευρύτερης

αποδοχής των προτεινόμενων χειροκινητικών νοημάτων από την κοινότητα των

Κωφών:

268

(61)

Ως προς ένα μεγάλο ποσοστό η ΕΝΓ είναι επαρκής. Για ορισμένες όμως έννοιες

υπάρχουν ελλείψεις. Πρέπει να φτιάξουμε εμείς χειροκινητικά νοήματα, να

ερευνήσουμε τις λέξεις τι ακριβώς σημαίνουν και να βρούμε τα χειροκινητικά νοήματα

που τους ταιριάζουν. Αλλά αυτό δε θα το κάνω μόνη μου. Θα πρέπει να το κάνουν όλοι

οι Κωφοί. Μια ομάδα δασκάλων ΕΝΓ θα πρέπει να ανταλλάξει απόψεις, να

συμφωνήσει και να οδηγηθεί στην παραγωγή νέων χειροκινητικών νοημάτων.

Υπήρξαν όμως και πληροφορητές που θεωρούν ότι τα μέλη της κοινότητας

των Κωφών χαρακτηρίζονται από αδράνεια ως προς το συγκεκριμένο θέμα,

επαναπαύονται στην παράδοση της ΕΝΓ, αδιαφορώντας ουσιαστικά για την εξέλιξή

της. Το γεγονός ότι κάποιος συμμετέχει στην κοινότητα των Κωφών δε συνεπάγεται

αυτόματα ότι γνωρίζει σε βάθος τους μηχανισμούς παραγωγής νέων λέξεων και

μπορεί να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό της:

(62)

Στον εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ μπορούν να πάρουν μέρος και οι ακούοντες που

ενδιαφέρονται για αυτήν. Μπορούν να βοηθήσουν και τους χρειαζόμαστε. Πολλές

φορές οι Κωφοί δεν είναι ιδιαίτερα δραστήριοι ώστε να λαμβάνουν τα μέτρα που

απαιτούνται. Πιστεύω ότι με τη συνεργασία των ακουόντων η ΕΝΓ μπορεί να

βελτιωθεί. Οι ακούοντες μπορούν να λειτουργήσουν προσθετικά. Χρειαζόμαστε άτομα

με εμπειρία στην ΕΝΓ και ας είναι ακούοντες. Δεν έχουμε για παράδειγμα πολλούς

Κωφούς επιστήμονες.

Κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα προκύπτει μάλλον από τις ελλιπείς μας

γνώσεις για τους μηχανισμούς της ΕΝΓ. Σε μία συνέντευξη συζητώ με μια

πληροφορήτρια για την απόδοση των εννοιών φιλοσοφία, φιλολογία, επιστήμονας.

Λανθασμένα θεωρώ ότι αποδίδονται με χειροκινητικά νοήματα που γίνονται δίπλα

στον κρόταφο με παρόμοια χειρομορφή (τα πέντε δάχτυλα λυγισμένα αραιά σε σχήμα

τρούλου) και με μια παρόμοια κυκλική κίνηση. Διαφοροποιώ τα τρία χειροκινητικά

νοήματα χρησιμοποιώντας στοματικές εικόνες. Παρατηρώ όμως ότι η

πληροφορήτρια μου νοηματίζει τρία διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα. Όλα

νοηματίζονται στον ίδιο χώρο, αλλά για το ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ χρησιμοποιεί μια

διαφορετική χειρομορφή από το ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ και για το ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ η κίνηση

δεν είναι κυκλική, αλλά μάλλον σπειροειδής προς τα πάνω. Η ίδια σχολιάζει:

269

(63)

Έχεις δίκιο. Τα συγκεκριμένα χειροκινητικά νοήματα έχουν πολύ μικρή διαφορά και

πρέπει να γίνει μεγαλύτερη η διαφοροποίησή τους. Λίγο, όχι πολύ. Το πρόβλημα όμως

είναι ότι οι ίδιοι οι Κωφοί δε δίνουν σημασία. Δεν ενδιαφέρονται για τη διάκριση των

χειροκινητικών νοημάτων μεταξύ τους. Δεν είναι κάτι για αυτούς η φιλοσοφία, η

φιλολογία. Είναι ευθύνη της κοινότητας των Κωφών που πρέπει να ανοίξει τους

ορίζοντές της.

Διαπιστώνουμε επομένως ότι πολλές φορές το αίτημα για καινούργια χειροκινητικά

νοήματα προέρχεται από την αδυναμία των ακουόντων να κατανοήσουν σε βάθος τις

λεπτές σημασιολογικές αποχρώσεις που μπορούν να προκύψουν από μία μικρή

διαφοροποίηση των χειροκινητικών νοημάτων. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα το

γεγονός ότι τα τρία χειροκινητικά νοήματα παράγονται δίπλα στον κρόταφο είναι

πιθανό να οδηγήσει στην παρερμηνεία ότι πρόκειται ουσιαστικά για τα ίδια

χειροκινητικά νοήματα. Διαφοροποιούνται όμως ως προς άλλες παραμέτρους

(χειρομορφή, κίνηση) που γνωρίζουμε ότι αποτελούν δομικά στοιχεία ενός

χειροκινητικού νοήματος. Οι Κωφοί είναι πιθανό να μην αντιλαμβάνονται την

ύπαρξη των τριών διαφορετικών χειροκινητικών νοημάτων, επειδή ταυτίζουν τις

τρεις έννοιες μεταξύ τους και καταλήγουν να νοηματίζουν τις τρεις έννοιες με τον

ίδιο τρόπο. Προς το παρόν δεν φαίνεται να τους ενδιαφέρει η παραπάνω διάκριση.

Αυτό ίσως συμβεί αργότερα όταν αρχίσουν να ασχολούνται με αυτά ως επιστήμονες.

Είναι επίσης πιθανό, λόγω ελλιπούς επίγνωσης της ίδιας τους της γλώσσας,185

να επιλέγουν για το λεξιλογικό εμπλουτισμό της ΕΝΓ μηχανισμούς που δεν

προέρχονται από την παράδοση της ΕΝΓ. Η Άννα, διερμηνέας και φυσική

νοηματίστρια της ΕΝΓ, σχολίασε σχετικά:

(64)

Πολλοί Κωφοί δεν έχουν επίγνωση της γλώσσας τους γιατί απλά δεν την έχουν

σπουδάσει, δεν έχουν εμβαθύνει σε αυτή. Ειδικά στο θέμα της ονοματολογίας πολλοί

Κωφοί νομίζουν ότι ο δανεισμός ενός αρχικοποιημένου χειροκινητικού νοήματος τους

185 Η ελλιπής επίγνωση οφείλεται στον τρόπο κατάκτησης της ΕΝΓ από τους περισσότερους Κωφούς (στο σχολείο και όχι στο σπίτι) και της μη συστηματικής διδασκαλίας της στο σχολείο λόγω της μέχρι πρότινος απαγόρευσής της από την εκπαίδευση των Κωφών. Η γλωσσική επίγνωση δεν αποτελεί προϋπόθεση για τη γνώση της γλώσσας από ένα φυσικό ομιλητή, μπορεί όμως να συμβάλει στην ανάπτυξη των γλωσσικών του ικανοτήτων στα ανώτερα επίπεδα (βλ. Μπουτουλούση 2001), πόσο μάλλον στην περίπτωση της ΕΝΓ που κατακτάται με ένα ιδιαίτερο τρόπο κυρίως στο ειδικό σχολείο (βλ. 4.1.2).

270

αναβαθμίζει, ενώ ουσιαστικά για μένα τους υποβιβάζει. Για μένα, είναι υποβιβασμένη

η γλώσσα, φτωχαίνει όταν λειτουργεί με τα αρχικοποιημένα χειροκινητικά νοήματα,

ενώ εμπλουτίζεται όταν λειτουργεί με χειροκινητικά νοήματα αυτούσια, που βγαίνουν

μέσα από τις συμπεριφορές.

Αν και το σχόλιο της Άννας έχει καθαριστική πρόθεση είναι παράλληλα ενδεικτικό

για την αξία της παράδοσης της ΕΝΓ για το λεξιλογικό της εμπλουτισμό (βλ. 6.3).

Ανάλογα σχόλια έκαναν και άλλοι πληροφορητές, τονίζοντας τη σημασία να

αξιοποιηθούν οι γλωσσικοί μηχανισμοί της ΕΝΓ για την παραγωγή νέων

χειροκινητικών νοημάτων. Ένας πληροφορητής ανέφερε το πόσο σημαντικό είναι να

διαδοθούν χειροκινητικά νοήματα που προκύπτουν αυθόρμητα, επειδή αξιοποιούν

αυτούς τους μηχανισμούς. Στη φράση ΑΥΤΟΣ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΛΕΦΤΑ (αυτός

σκέφτεται μόνο τα λεφτά) αντί να παραχθούν τρία διαφορετικά χειροκινητικά νοήματα

μπορεί η ίδια σημασία να αποδοθεί νοηματίζοντας ΛΕΦΤΑ πίσω από το κεφάλι. Με

αυτόν τον τρόπο προκύπτει ένας νεολογισμός που μπορεί να παγιωθεί ως ένα

καινούργιο χειροκινητικό νόημα με τη σημασία ΦΙΛΑΡΓΥΡΟΣ. Ανάλογες

συμπυκνώσεις που προκύπτουν κατά την αυθόρμητη επικοινωνία των Κωφών

μπορούν να συμβάλουν στο λεξιλογικό εμπλουτισμό της ΕΝΓ. Σε άλλες περιπτώσεις

ίσως είναι πιο χρήσιμη η μέθοδος της ανάλυσης μίας έννοιας σε περισσότερα

χειροκινητικά νοήματα. Για την απόδοση του όρου οπορτουνισμός μία

πληροφορήτρια ανέφερε ότι μπορεί να φανεί αρκετά χρήσιμη η χρησιμοποίηση του

χειροκινητικού νοήματος ΕΥΚΑΙΡΙΑ που παραπέμπει στη ξένη λέξη από την οποία

προέρχεται ο όρος. Αυτό που απομένει είναι να υπάρξουν συντονισμένες

προσπάθειες για τη διάδοση και καθιέρωση των νέων χειροκινητικών νοημάτων:

(65)

Είναι σημαντικό οι Κωφοί που σπουδάζουν πάνω σε διάφορα γνωστικά αντικείμενα,

για παράδειγμα πληροφορική, να μεταφέρουν στους δασκάλους ΕΝΓ τα χειροκινητικά

νοήματα που δημιουργούν για να αποδώσουν έννοιες με τις οποίες έρχονται σε επαφή

κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Με τη σειρά τους, οι δάσκαλοι ΕΝΓ θα διαδώσουν

τα νέα χειροκινητικά νοήματα.

Όπως προκύπτει, για άλλη μια φορά το ζητούμενο είναι ο κατάλληλος συντονισμός

και η μεγαλύτερη κινητικότητα και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μελών της

κοινότητας.

271

Αρκετά χρήσιμες για το γλωσσικό εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ μπορούν επίσης

να φανούν η δημιουργία ειδικών λεξικών και η χρήση των νέων τεχνολογιών. Η

Γεωργία, αναφερόμενη σε ένα λεξικό ΕΝΓ που επιχειρεί να καταγράψει όρους για τα

λουλούδια και τα φυτά, παρατήρησε:

(66)

Δεν έχω γνώσεις ειδικά για τα λουλούδια και τον κόσμο των φυτών. Υπάρχει ένα cd με

λεξιλόγιο στην ΕΝΓ για τα λουλούδια και τα φυτά. Δε γνώριζα τόσες πολλές

λεπτομέρειες. Η ίδια έχω έλλειψη ως προς τον κόσμο των λουλουδιών. Οι Κωφοί δεν

χρησιμοποιούμε συχνά αυτό το λεξιλόγιο, αν όμως το κάναμε, η γλώσσα μας θα γινόταν

πιο πλούσια.

Ένας άλλος πληροφορητής έκανε επίσης λόγο για την αύξηση των δάνειων

χειροκινητικών νοημάτων από άλλες νοηματικές γλώσσες, εξαιτίας της μεγαλύτερης

επικοινωνίας μέσω διαδικτύου μεταξύ ελλήνων Κωφών και Κωφών από άλλες χώρες,

που ευνοεί την ανταλλαγή χειροκινητικών νοημάτων.

Η αναγνώριση της ΕΝΓ και οι νέες εξελίξεις με τη χρήση της σε πρωτόγνωρα

για αυτή περιβάλλοντα (μέσα μαζικής ενημέρωσης, Ελληνικό Κοινοβούλιο,

πανεπιστημιακά ιδρύματα, επιστημονικά συνέδρια) έχουν διαμορφώσει τις

προϋποθέσεις για το γλωσσικό της εκσυγχρονισμό. Οι νέες ανάγκες πιέζουν για τη

δημιουργία νέων χειροκινητικών νοημάτων. Δεν είναι όμως πάντοτε αυτό το

ζητούμενο. Αρκετοί πληροφορητές δήλωσαν ότι δεν είναι ακόμη ικανοποιημένοι από

τα βήματα που έχουν γίνει για την έρευνα και την καταγραφή της ΕΝΓ που μπορεί να

συμβάλει, όπως είδαμε, και στο γλωσσικό της εκσυγχρονισμό. Προς αυτήν την

κατεύθυνση θεωρούν ότι πρέπει να στρέψουν τις προσπάθειες τους όσοι εργάζονται

για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ.

6.7. Ανακεφαλαίωση

Οι διάφορες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ καθορίζονται από τους

στόχους και τα μέσα εξαιτίας/μέσω των οποίων υλοποιούνται. Οι ενέργειες που έχουν

ως στόχο τη διάδοση της ΕΝΓ διαμορφώνουν ένα πρόσφορο πεδίο και για άλλες

ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού με διαφορετική στοχοθεσία. Ο ρόλος των

δασκάλων ΕΝΓ είναι μάλλον ιδιαίτερης σημασίας για την ανάληψη τέτοιου είδους

ενεργειών. Υπάρχουν ωστόσο ελλείψεις ως προς την κατοχύρωση της διδακτικής

επάρκειας των δασκάλων ΕΝΓ και τη δημιουργία διδακτικού υλικού, όπως και

272

καθυστερήσεις ως προς τη θεσμοθέτηση της πιστοποίησης της γνώσης της ΕΝΓ που

αν αντιμετωπιστούν μπορούν να προωθήσουν τη διάδοση της ΕΝΓ.

Οι θετικές εξελίξεις, που προέκυψαν για την ΕΝΓ εξαιτίας της νομικής της

αναγνώρισης, της ευρύτερης διάδοσης της σε νέους πληθυσμούς και της χρήσης της

σε νέα περιβάλλοντα, αναπτύσσουν καθαριστικούς μηχανισμούς που εκφράζονται

από μέλη της κοινότητας με ιδιαίτερη επιρροή. Τα άτομα αυτά θεωρούν ότι η ΕΝΓ

χρειάζεται προστασία. Ο κίνδυνος εντοπίζεται κυρίως στην απομάκρυνση από την

ποικιλία που χρησιμοποιούν οι πιο ηλικιωμένοι, η οποία είναι «προφυλαγμένη» από

προσμείξεις με την ελληνική φθογγογλώσσα και προβάλλεται ως «καθαρή» ποικιλία

και άτυπη νόρμα. Τέτοιου είδους αντιλήψεις μάλλον συνδέονται με τη διαδεδομένη

αντίληψη και στους ομιλητές των φθογγογλωσσών ότι η γλωσσική αλλαγή και ο

δανεισμός είναι ενδείξεις φθοράς και παρακμής για μια γλώσσα.

Η ύπαρξη βέβαια τέτοιων καθαριστικών μηχανισμών μάλλον πιστοποιεί ότι

δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για υποχώρηση της ΕΝΓ. Επιπλέον, η ΕΝΓ λόγω

της οπτικοκινητικής της τροπικότητας έχει για τους έλληνες Κωφούς μια σημαντική

εργαλειακή χρησιμότητα η οποία αποτελεί ένα αρκετά ισχυρό κίνητρο για τη

γλωσσική της διατήρηση. Η ανασφάλεια ορισμένων νοηματιστών για το μέλλον της

ΕΝΓ και η έκκληση για την ανάγκη διατήρησής της ισοδυναμούν σε ένα βαθμό με

τον καθαριστικό λόγο. Όταν όμως κατά τη γλωσσική της αλλαγή η ΕΝΓ χάνει

ορισμένα οπτικοκινητικά της χαρακτηριστικά, αναπόφευκτα χάνει ένα μέρος της

εργαλειακής της χρησιμότητας και υπό αυτήν την έννοια είναι σημαντική η γλωσσική

διατήρηση της παραδοσιακά κληρονομημένης ΕΝΓ. Προς αυτήν την κατεύθυνση

μπορεί να συμβάλει η επαρκέστερη καταγραφή και η βαθύτερη μελέτη της ΕΝΓ, γι’

αυτό άλλωστε έχει ιδιαίτερη σημασία ο ρόλος των γλωσσολόγων οι οποίοι μπορούν

να πληροφορήσουν τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας των ελλήνων Κωφών για τα

ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ΕΝΓ.

Η γλωσσική διατήρηση της ΕΝΓ συνδέεται επίσης με ένα ηθικό δίλημμα που

δεν έχει γλωσσική βάση. Τα άτομα που κατεξοχήν χρησιμοποιούν την ΕΝΓ είναι

άτομα με απώλεια ακοής. Οι εξελίξεις της ιατρικής ως προς την αποκατάσταση της

κώφωσης και το γονιδιακό προγεννητικό έλεγχο είναι πιθανό να οδηγήσουν στη

μείωση των ατόμων για τα οποία η οπτικοκινητική τροπικότητα της ΕΝΓ είναι

εργαλειακά χρήσιμη. Είναι αμφίβολο ποιο θα είναι το μέλλον της ΕΝΓ ύστερα από

μια τέτοια εξέλιξη.

273

Σε αντίθεση με άλλες νοηματικές γλώσσες, για την ΕΝΓ φαίνεται ότι δεν

έγιναν σημαντικές προσπάθειες για τη γλωσσική της μεταρρύθμιση. Δεν

κατασκευάστηκαν τεχνητά συστήματα επικοινωνίας από τους ακούοντες

εκπαιδευτικούς, ούτε έγιναν συστηματικές προσπάθειες για τη δημιουργία ενός

συστήματος γραπτής αναπαράστασης της ΕΝΓ. Η γραφή αποτελεί καθοριστικό

εργαλείο για την προτυποποίηση μιας γλώσσας, όμως τα συστήματα γραφής που

έχουν κατά καιρούς προταθεί για τις νοηματικές γλώσσες δεν πληρούν ορισμένα

κριτήρια που θα εξασφαλίσουν τη διάδοση και την καθιέρωσή τους. Ακόμη και ο

συμβολικός ρόλος που έχει το σύστημα SignWriting για ορισμένους νοηματιστές της

ΑΝΓ δεν έχει ανάλογη επιρροή σους νοηματιστές της ΕΝΓ, οι οποίοι θεωρούν ότι

κυρίως οι νέες τεχνολογίες μπορούν να αποτελέσουν διαφορετικά εργαλεία γραφής

για την ΕΝΓ. Τα εργαλεία αυτά μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία μίας

γραμματείας από κείμενα σε ΕΝΓ, γεγονός που μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο για

την προτυποποίηση και τον εκσυγχρονισμό της.

Η προτυποποίηση της ΕΝΓ βρίσκεται σήμερα σε εξέλιξη και συνδέεται άμεσα

με τη διάδοσή της στους ακούοντες. Για τον καθορισμό της νόρμας είναι απαραίτητη

η περαιτέρω κωδικοποίησή της για την οποία υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις.

Μεγαλύτερες είναι οι ελλείψεις στη γραμματική περιγραφή της ΕΝΓ, ενώ έχουν γίνει

ορισμένες προσπάθειες για τη λεξικογράφησή της. Το λεξικό ΝΟΗΜΑ (Κουρμπέτης

2001) προσπάθησε μάλιστα να συμπεριλάβει βασικές γραμματικές πληροφορίες

σχετικά με τη δημιουργία του παραγωγικού λεξικού μιας νοηματικής γλώσσας. Οι

προσπάθειες όμως αυτές φαίνεται ότι δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα ούτε

έτυχαν ιδιαίτερα θετική αντιμετώπιση από τα μέλη της κοινότητας. Εκκρεμεί λοιπόν

η παραγωγή ενός πληρέστερου λεξικού της ΕΝΓ. Οι νέες τεχνολογίες και τα έργα

λεξικογράφησης άλλων νοηματικών γλωσσών μπορούν να στηρίξουν μια τέτοια

προσπάθεια.

Τέλος, οι εξελίξεις ως προς τη διάδοση της ΕΝΓ διαμορφώνουν νέες ανάγκες

για τη γλώσσα οι οποίες γίνεται προσπάθεια να καλυφθούν με το λεξιλογικό της

εκσυγχρονισμό. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διερευνηθούν εκτενέστερα οι τρόποι

που τα μέλη της κοινότητας επιλέγουν να καλύψουν τις νέες ανάγκες. Υπάρχουν

ορισμένοι που δεν είναι ικανοποιημένοι από τις εξελίξεις ως προς αυτό το ζήτημα και

επισημαίνουν για ακόμη μια φορά την επιτακτική ανάγκη μεγαλύτερης

επιστημονικής μελέτης της ΕΝΓ.

274

7. Οι συνθήκες και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων του γλωσσικού

σχεδιασμού της ΕΝΓ

Στο 1ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ για την ελληνική νοηματική γλώσσα (22 & 23 Σεπτεμβρίου 2007) μια Κωφή, περιγράφοντας τις νοηματικές γλώσσες των Κωφών ως μειονοτικές γλώσσες και μεταφέροντας την εμπειρία της από την Ευρωπαϊκή Ένωση Κωφών, αναφέρθηκε κάποια στιγμή σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα. Νοημάτισε ΠΙΛΟΤΟΣ και ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Ο πιλότος μας οδηγεί και εμείς ακολουθούμε, κατ’ επέκταση ένα πιλοτικό πρόγραμμα είναι μια δοκιμαστική εφαρμογή που συμβάλει στη βελτίωση και την ολοκλήρωση του τελικού προϊόντος. Το χειροκινητικό νόημα ΠΙΛΟΤΟΣ γίνεται με την κλειστή παλάμη του δεξιού χεριού να ακουμπά πάνω στον καρπό του αριστερού χεριού, παραπέμποντας προφανώς στα διακριτικά που έχει ένας πιλότος στο μανίκι του. Έχει όμως το χειροκινητικό νόημα της ΕΝΓ την αντίστοιχη μεταφορική σημασία της ελληνικής λέξης πιλότος; Σε ποιο βαθμό η Κωφή έγινε κατανοητή από τους υπόλοιπους Κωφούς που παρακολουθούσαν την παρέμβασή της;

Συζήτησα το παραπάνω περιστατικό με έναν από τους διερμηνείς που συμμετείχαν

στην έρευνα. Ο διερμηνέας θεώρησε ότι η συγκεκριμένη επιλογή επιβάλλεται από το

γεγονός ότι η ΕΝΓ είναι μία καταπιεσμένη γλώσσα. Για το διερμηνέα, η Κωφή, αν

και φυσική νοηματίστρια της ΕΝΓ, δεν επέλεξε ένα χειροκινητικό νόημα το οποίο θα

απέδιδε πιο ξεκάθαρα για τους Κωφούς που την παρακολουθούσαν τη σημασία όσων

ήθελε να πει.186 Με την επιλογή της, προφανώς υποσυνείδητα, διεκδίκησε την

καταξίωση που προσφέρει η χρήση ενός όρου από την κυρίαρχη γλώσσα, που

μεταφέρει και την ευρωπαϊκή της εμπειρία. Ο διερμηνέας τόνισε ότι η επιλογή της

Κωφής θα ήταν μάλλον διαφορετική, αν απευθυνόταν σε ένα αμιγές Κωφό

ακροατήριο σε κάποιο σωματείο. Στη συγκεκριμένη διάλεξη παρευρίσκονταν και

αρκετοί ακούοντες, γι’ αυτό άλλωστε υπήρχε διερμηνέας για να μεταφέρει στην

ελληνική φθογγογλώσσα όσα νοηματίζονταν, ο οποίος πολύ σωστά διερμήνευσε

πιλοτικό πρόγραμμα.

Η τελευταία παράμετρος του σχήματος 2 (βλ. 1.4.7),187 που αποτελεί το

θεωρητικό πλαίσιο της παρούσας διατριβής (με βάση το σχήμα του Cooper 1989),

εξετάζει τα πεδία στα οποία εντοπίζονται οι ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού. Η

186 Αν, αντί για το μεταφραστικό δάνειο ΠΙΛΟΤΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ, η Κωφή είχε χρησιμοποιήσει ένα συνδυασμό των χειροκινητικών νοημάτων ΠΡΩΤΑ ΒΛΕΠΩ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ-ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ίσως τα όσα νοημάτιζε είχαν μεγαλύτερη σημασιολογική διαφάνεια και παρέπεμπαν στο δοκιμαστικό, πιλοτικό χαρακτήρα του προγράμματος.187 Δε λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα του γλωσσικού σχεδιασμού, που θα συζητηθούν στο τελευταίο κεφάλαιο μαζί με τα συμπεράσματα της διατριβής.

275

διερμηνεία, όπως φαίνεται από το παραπάνω περιστατικό, αλλά και από άλλα σημεία

της διατριβής, αποτελεί ένα από αυτά τα πεδία. Κατά την ανάλυση όλων των

προηγούμενων παραμέτρων διαπιστώθηκε ότι εκτός από τη διερμηνεία (γλωσσικές

επιλογές των διερμηνέων, επιμόρφωση και αξιολόγηση των διερμηνέων), οι τομείς

στους οποίους λαμβάνονται αποφάσεις για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ είναι η

εκπαίδευση (κατάκτηση ΕΝΓ στο σχολείο, απαγόρευση ΕΝΓ ή αποδοχή και

δίγλωσση εκπαίδευση, διάδοση ΕΝΓ σε ακούοντες, πιστοποίηση της επάρκειας της

ΕΝΓ), η νομοθεσία (αναγνώριση της ΕΝΓ, επιβολή στα ΜΜΕ να μεταδίδουν

προγράμματα σε ΕΝΓ, παροχή υπηρεσιών διερμηνείας) και τα μέσα μαζικής

ενημέρωσης (οργάνωση και παρουσίαση των τηλεοπτικών προγραμμάτων σε ΕΝΓ).

7. 1. Εκπαίδευση

Η αναγνώριση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των μαθητών με απώλεια ακοής άλλαξε το

τοπίο σε ένα χώρο όπου για αρκετά χρόνια η ΕΝΓ υπήρξε απαγορευμένη γλώσσα.

Πλέον, όσοι εκπαιδευτικοί και ειδικό προσωπικό (κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι

κτλ.) εργάζονται σε ΣΜΕΑΕ κωφών οφείλουν να έχουν πιστοποιημένη γνώση της

ΕΝΓ. Μια θετική εξέλιξη για τη χρήση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών

μαθητών είναι ότι ολοένα περισσότεροι Κωφοί εκπαιδευτικοί εργάζονται στις

ΣΜΕΑΕ κωφών. Μετά την Ταγκάλου, που υπήρξε η πρώτη Κωφή εκπαιδευτικός που

εργάστηκε σε σχολείο κωφών (βλ. αναλυτικότερα 5.4), σήμερα εργάζονται στις

ΣΜΕΑΕ Κωφοί εκπαιδευτικοί διάφορων ειδικοτήτων. Αρκετοί είναι δάσκαλοι και

νηπιαγωγοί, αλλά ολοένα περισσότεροι Κωφοί εκπαιδευτικοί εργάζονται και στη

δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σε σχολεία για μαθητές με απώλεια ακοής. Η συμβολή

αυτών των εκπαιδευτικών στη μετάδοση των γνώσεων και της εμπειρίας τους σχετικά

με την ΕΝΓ στους κωφούς μαθητές τους είναι πολύ σημαντική για το γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ, αλλά και για την ίδια την κοινότητα των ελλήνων Κωφών:

(67)

Τα τελευταία δύο με δυόμισι χρόνια άρχισε να αυξάνεται ο αριθμός των Κωφών

δασκάλων στο σχολείο. Δε μιλώ για τους δασκάλους ΕΝΓ, μιλώ για τους Κωφούς

δασκάλους στο σχολείο. Είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα γιατί έτσι άρχισε μεγαλύτερη

ανταλλαγή λέξεων μεταξύ μας. Παλιότερα οι Κωφοί δάσκαλοι στα σχολεία κωφών

υπήρξαν απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο γιατί ήταν λίγοι. Τώρα όμως που είναι

περισσότεροι μπορούν να συνεργαστούν καλύτερα μεταξύ τους. Εμείς εδώ που είμαστε

αρκετοί μπορούμε να βιντεοσκοπήσουμε κάποιο χειροκινητικό νόημα και να το

276

κρατήσουμε στο αρχείο μας, ενώ γίνεται προσπάθεια να συνεργαστούμε και με τα άλλα

σχολεία.

Ο συντονισμός μεταξύ των ΣΜΕΑΕ κωφών και της κοινότητας των Κωφών

είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την προτυποποίηση της ΕΝΓ. Παρατηρείται ότι

ορισμένες παραλλαγές χειροκινητικών νοημάτων, όπως για το ΠΑΠΟΥΤΣΙ (έρχονται

σε επαφή οι δύο παλάμες ή μόνο οι δείκτες και οι μέσοι των δύο χεριών), οφείλονται

στη διαφορετική χρήση σε διαφορετικά σχολεία κωφών. Ένας Κωφός μεγαλύτερης

ηλικίας που φοίτησε στο Εθνικό Ίδρυμα Κωφών στην Αθήνα στα πρώτα χρόνια

λειτουργίας του σχολίασε ότι, σε σχέση με το παρελθόν, σήμερα υπάρχουν πολύ

περισσότερα ειδικά σχολεία σε όλη τη χώρα που δεν έχουν επικοινωνία μεταξύ τους

ούτε με την κοινότητα των Κωφών. Η ύπαρξη ενός φορέα που θα συντόνιζε τις

ενέργειες ανταλλαγής χειροκινητικών νοημάτων θα μπορούσε να φανεί ιδιαίτερα

χρήσιμη για την προτυποποίηση της ΕΝΓ.

Με την αναγνώριση της ΕΝΓ δημιουργήθηκαν επίσης οι προϋποθέσεις για τη

διδασκαλία της στα σχολεία κωφών. Το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών για την ΕΝΓ

(Λαμπροπούλου 2004) εισάγει τη διδασκαλία της γραμματικής της ΕΝΓ, έστω και αν

δεν υπάρχει συστηματική της καταγραφή (βλ. 6.5.3), σύμφωνα άλλωστε με εκείνες

τις γλωσσολογικές θεωρίες, που υποστηρίζουν ότι έχει σημαντική εκπαιδευτική αξία

και πρέπει να επανέρθει η διδασκαλία της γραμματικής και για την πρώτη και για τη

δεύτερη γλώσσα (βλ. ενδεικτικά Φιλιππάκη-Warburton 2000). Αρκετοί από τους

Κωφούς εκπαιδευτικούς που συμμετείχαν στην έρευνα επεσήμαναν πόσο σημαντική

είναι η διδασκαλία της «ορθής» χρήσης και της ΕΝΓ (και όχι μόνο της ελληνικής

φθογγογλώσσας) στους κωφούς μαθητές. Μία Κωφή δασκάλα σε ΣΜΕΑΕ κωφών

αναφέρθηκε στη σημασία της διδασκαλίας των κανόνων της ΕΝΓ:

(68)

Όπως όταν κάποιος μαθαίνει αγγλικά μαθαίνει τους κανόνες της γλώσσας, το ίδιο

πρέπει να συμβαίνει με την ΕΝΓ. Για παράδειγμα, στην ΕΝΓ η άρνηση μπαίνει

συνήθως στο τέλος, είναι ένας κανόνας της. Πρέπει όλοι οι Κωφοί να μάθουν τους

κανόνες της ΕΝΓ. Τώρα όμως ο καθένας νοηματίζει όπως θέλει. Αυτό όμως δεν είναι

δική μου δουλειά. Θα πρέπει να υπάρχει ένα ειδικό πρόγραμμα. Εγώ έχω άλλη δουλειά.

Φέτος διδάσκω στην πρώτη δημοτικού και είναι πολύ καλή ευκαιρία για να ξεκαθαρίσω

στα παιδιά κάποια πράγματα για την ΕΝΓ. Μέχρι πρότινος δούλευα με μεγαλύτερες

τάξεις και μου ήταν πολύ δύσκολο να διορθώσω τα λάθη που έκαναν οι μαθητές όταν

νοημάτιζαν.

277

Υπάρχουν ωστόσο προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση της ΕΝΓ, όπως

ανέφερα ήδη (βλ. 6.1). Ένας πληροφορητής είπε σχετικά:

(69)

Φέτος [2006] μία καθηγήτρια έδειξε ένα παλιό πιστοποιητικό ΕΝΓ. Το αποτέλεσμα

ήταν να αρχίσει να εργάζεται σε ΣΜΕΑΕ κωφών. Δεν μπορούσε όμως να

επικοινωνήσει καθόλου με τους μαθητές, χρησιμοποιούσε συνεχώς τον προφορικό

λόγο. Έγιναν πάρα πολλά παράπονα, υπήρξε μία αναστάτωση και το υπουργείο

αποφάσισε ότι πρέπει να παρακολουθήσει ξανά μαθήματα ΕΝΓ.

Όσο δεν υπάρχει ένα έγκυρο πιστοποιητικό επάρκειας στην ΕΝΓ κατά τα πρότυπα

του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας, δεν είναι απαραίτητο ότι οι

εκπαιδευτικοί που διαθέτουν κάποιο πιστοποιητικό είναι αυτόματα και επαρκείς στην

ΕΝΓ. Όπως άλλωστε ανέφερε ο πληροφορητής στο (69), σημαντικός είναι και ο

χρόνος κτήσης του αντίστοιχου πιστοποιητικού. Είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί με

σαφήνεια το πώς θα πιστοποιεί ένας εκπαιδευτικός την επάρκεια του στην ΕΝΓ

προκειμένου να είναι σε θέση να εργαστεί σε ΣΜΕΑΕ κωφών. Ο νέος νόμος για την

ειδική αγωγή 3699/2008 είναι πιο ξεκάθαρος ως προς αυτό το σημείο. Δεν έχει όμως

ακόμη συσταθεί ο φορέας για την πιστοποίηση της γνώσης ΕΝΓ που προβλέπεται

από το νέο νόμο.

Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα οι ΣΜΕΑΕ κωφών να μη είναι πάντοτε

στελεχωμένες από εκπαιδευτικούς με επαρκή γνώση της ΕΝΓ. Μόνο τότε όμως

μπορούν να εφαρμοστούν προγράμματα δίγλωσσης εκπαίδευσης. Μπορεί να

υπάρχουν τα αναλυτικά προγράμματα για τη διδασκαλία της ΕΝΓ στο δημοτικό και

το γυμνάσιο (Λαμπροπούλου 2004), δεν εφαρμόζονται όμως πάντοτε στην πράξη,

γιατί υπάρχουν ελλείψεις ως προς το κατάλληλο εκπαιδευτικό προσωπικό και ως

προς το κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό. Μία Κωφή καθηγήτρια αναφέρθηκε στην

προσπάθεια να εισαχθεί η διδασκαλία της ΕΝΓ στο σχολικό πρόγραμμα στο

γυμνάσιο Κωφών-Βαρηκόων της Αργυρούπολης, που δεν είχε όμως την απαιτούμενη

συνέχεια:

(70)

Νομίζω ότι πριν από δύο χρόνια [το 2004] είχε γίνει μία προσπάθεια από το υπουργείο

Παιδείας να ενταχθεί δοκιμαστικά στο πρόγραμμα διδασκαλίας, δύο ώρες την

εβδομάδα, η ΕΝΓ ως ξεχωριστό μάθημα, αλλά αυτό το πείραμα δεν προχώρησε. Δεν

είχε επιτυχία; Δε γνωρίζω. Κωφοί καθηγητές κλήθηκαν να διδάξουν το συγκεκριμένο

278

μάθημα στην πρώτη γυμνασίου. Ανέλαβαν την ευθύνη οι εκπαιδευτικοί, προσπάθησαν

να βελτιώσουν τη νοηματική των μαθητών, γιατί πραγματικά ορισμένοι από αυτούς

έχουν πολλές ελλείψεις.

Πιθανές αιτίες που δυσχεραίνουν την εισαγωγή της διδασκαλίας της ΕΝΓ ως

ξεχωριστού μαθήματος στο σχολικό πρόγραμμα στα σχολεία κωφών είναι η έλλειψη

του κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού και του ειδικά επιμορφωμένου εκπαιδευτικού

προσωπικού που θα αναλάβει τη συγκεκριμένη διδασκαλία, αλλά και το αρκετά

πιεσμένο με άλλα γνωστικά αντικείμενα σχολικό ωρολόγιο πρόγραμμα τόσο στην

πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Μία πιθανή λύση για να βελτιωθεί η ποιότητα της εκπαίδευσης των κωφών

μαθητών και να αντιμετωπιστεί το γλωσσικό μειονέκτημα που έχει η πλειονότητα

των κωφών μαθητών όταν εισέρχεται στο σχολείο, όχι μόνο στην ελληνική

φθογγογλώσσα (στην οποία άλλωστε δεν έχει πρόσβαση λόγω της απώλειας ακοής),

αλλά και στην ΕΝΓ (εξαιτίας του ιδιαίτερου τρόπου κατάκτησης της ΕΝΓ κυρίως στο

σχολείο και όχι στο σπίτι), είναι ενδεχομένως η παράταση της διάρκειας της σχολικής

φοίτησης για τους μαθητές με απώλεια ακοής. Ένας Κωφός δάσκαλος ανέφερε

χαρακτηριστικά:

(71)

Πιστεύω ότι είναι αρνητικό το γεγονός ότι ένα κωφό παιδί με το που τελειώνει την έκτη

δημοτικού βρίσκεται κατευθείαν στην πρώτη γυμνασίου και μετά στη δευτέρα. Δεν

μπορεί να αφομοιώσει όλες τις πληροφορίες που παρέχονται στο γυμνάσιο. Θεωρώ ότι

χρειάζεται παράταση ενός ή και δύο χρόνων στη διάρκεια της σχολικής φοίτησης ενός

κωφού παιδιού στο δημοτικό… Η πίεση ενός κωφού παιδιού προκειμένου να

ανταποκριθεί στις αυξανόμενες σχολικές απαιτήσεις μπορεί να λειτουργήσει θετικά,

αλλά μπορεί να έχει και απρόβλεπτες αρνητικές συνέπειες. Οι ακούοντες καθημερινά

ακούν λεξιλόγιο και μπορούν να αφομοιώσουν λέξεις, ενώ ένα κωφό παιδί

αναγκαστικά θα έχει μία καθυστέρηση στη γλωσσική του ανάπτυξη. Ένα κωφό παιδί

επιστρέφοντας από το ειδικό σχολείο στο σπίτι δε θα έχει απαραίτητα επικοινωνία σε

ΕΝΓ… Η αδελφή μου, για παράδειγμα, που είναι Κωφή, τελείωσε το δημοτικό με

καθυστέρηση, όταν ήταν 15 χρονών, αλλά ήταν πάρα πολύ δυνατή ως προς τις γνώσεις

της. Μπόρεσε μετά να συνεχίσει στο γυμνάσιο. Τώρα ένας μαθητής 12-13 χρονών που

πηγαίνει στο γυμνάσιο έχει αρκετές ελλείψεις. Πώς μπορεί να ανταπεξέλθει στις

απαιτήσεις του γυμνασίου; Θεωρώ ότι είναι αρνητική η πίεση που υφίστανται τα κωφά

279

παιδιά να τελειώσουν γρήγορα το δημοτικό σχολείο και να συνεχίσουν τη φοίτησή τους

στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Μία άλλη εξέλιξη που μπορεί να συμβάλλει θετικά στο γλωσσικό σχεδιασμό

της ΕΝΓ είναι η μεγαλύτερη δραστηριοποίηση πανεπιστημιακών ιδρυμάτων της

τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε σχέση με την ΕΝΓ. Έτσι θα μπορέσουν να προωθηθούν

η πιστοποίηση απλής και διδακτικής επάρκειας της ΕΝΓ, η επιμόρφωση των

εκπαιδευτικών των ΣΜΕΑΕ κωφών σχετικά με την ΕΝΓ, η έρευνα και η καταγραφή

της ΕΝΓ και η εκπαίδευση και η επιμόρφωση των διερμηνέων ΕΝΓ (βλ.

αναλυτικότερα 5.1.2, 5.2.2 και 6.1).

7.2. Νομοθεσία

Μετά το 2000 και την αναγνώριση της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των ατόμων με

απώλεια ακοής φαίνεται να έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την

προώθηση των γλωσσικών δικαιωμάτων των ελλήνων Κωφών. Όπως αναφέρθηκε

αναλυτικότερα προηγουμένως (βλ. 5.1.1 για τη μετάδοση τηλεοπτικών

προγραμμάτων, 5.1.2 για την παροχή υπηρεσιών διερμηνείας και 5.2 για τη χρήση

της ΕΝΓ στην εκπαίδευση των κωφών), υπήρξαν ορισμένες φορές και βελτιώσεις σε

νόμους που αφορούσαν την ΕΝΓ. Ωστόσο, αν και φαίνεται να έχει δημιουργηθεί το

κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο για την προστασία των γλωσσικών δικαιωμάτων των

ελλήνων Κωφών και τη στήριξη της ΕΝΓ, εντοπίζονται προβλήματα κυρίως στην

εφαρμογή της νομοθεσίας:

(72)

Η ΕΝΓ είναι αναγνωρισμένη, όμως ο νόμος δε φτάνει. Πρέπει εμείς να δουλέψουμε για

τη βελτίωση της κατάστασης. Στις Η.Π.Α. η ΑΝΓ δεν είναι αναγνωρισμένη, παρ’ όλα

αυτά υπάρχουν για αυτή πανεπιστήμια, μεταπτυχιακά κτλ. Ενώ εμείς εδώ τι κάναμε;

Αναγνωρίσαμε την ΕΝΓ, αλλά υπάρχουν ακόμη πάρα πολλές ελλείψεις.

Αρκετοί πληροφορητές διαπίστωσαν ότι, αντίθετα με ό,τι ανέμεναν μετά το

2000, υπήρξε στασιμότητα ως προς την έρευνα και την καταγραφή της ΕΝΓ, την

οργάνωση της πιστοποίησής της, την προώθηση της δίγλωσσης εκπαίδευσης και τη

βελτίωση των υπηρεσιών παροχής διερμηνείας:

280

(73)

Η ΕΝΓ αναγνωρίστηκε το 2000 αλλά απ’ ό,τι βλέπω τα πράγματα έχουν μείνει ακόμη

στάσιμα. Υπάρχει βέβαια μια μικρή εξέλιξη, όπως το ότι ιδρύθηκαν σχολές ΕΝΓ,

άρχισαν λίγο να δραστηριοποιούνται οι δάσκαλοι ΕΝΓ, αλλά ακόμη δεν έχουμε φτάσει

στο απαιτούμενο σημείο που είναι η αύξηση της εκδοτικής παραγωγής σχετικά με την

ΕΝΓ. Δεν υπάρχει ακόμη τίποτα. Δεν είμαι αρκετά ικανοποιημένη. Το κράτος θα

μπορούσε να στηρίξει την ΕΝΓ και τη διδασκαλία της χρηματοδοτώντας ανάλογες

προσπάθειες.

Η ελλιπής κρατική χρηματοδότηση και μερικές φορές ο κατακερματισμός της

σχετικής νομοθεσίας δε βοήθησαν ώστε να συντελεστούν ουσιαστικές αλλαγές για

ορισμένα θέματα. Ένας πληροφορητής σχολίασε επίσης το γεγονός ότι, μετά τη

νομική αναγνώριση της ΕΝΓ, ενδεχομένως να επαναπαύτηκε και η κοινότητα των

Κωφών που δε συνέχισε να είναι ιδιαίτερα δυναμική στις διεκδικήσεις της. Η νομική

αναγνώριση της ΕΝΓ μπορεί να υπήρξε πρωταρχικός στόχος της κοινότητας των

Κωφών, η επίτευξή της όμως δεν εξασφαλίζει απόλυτα τα γλωσσικά δικαιώματα των

ελλήνων Κωφών. Κατά τη γνώμη μου, υπάρχει ένα αρκετά επαρκές νομικό πλαίσιο

και χρειάζεται να δοθεί έμφαση κυρίως στην εφαρμογή της νομοθεσίας, υπήρξαν

ωστόσο πληροφορητές που διατύπωσαν την άποψη ότι θετική θα ήταν η συμβολή

μίας συνταγματικής αναγνώρισης της ΕΝΓ.188

Τέλος, σε άμεση συνάρτηση με τη νομική αναγνώριση των γλωσσικών

δικαιωμάτων των ελλήνων Κωφών βρίσκεται η γενικότερη αντιμετώπισή τους από

την ελληνική νομοθεσία. Αρκετοί πληροφορητές δήλωσαν ότι αισθάνονται ότι οι

ελληνική νομοθεσία δεν τους αντιμετωπίζει ισότιμα με τους ακούοντες. Ο

Παπασπύρου (2003) αναφέρει ένα περιστατικό, όπου σε έναν Κωφό, κατηγορούμενο

για ανθρωποκτονία από πρόθεση, επιβλήθηκε από ελληνικό δικαστήριο μειωμένη

κάθειρξη με βάση μία ευνοϊκή διάταξη του Ποινικού Κώδικα. Τέτοιου είδους

ευνοϊκές ρυθμίσεις είναι τελικά απαξιωτικές για τους Κωφούς και σχετίζονται με την

υποτίμηση των πνευματικών τους ικανοτήτων. Συνδέονται με το ιατροπαθολογικό

μοντέλο αντιμετώπισης της κώφωσης ως αναπηρίας που, στη συγκεκριμένη

περίπτωση, εκτός από σωματική θεωρείται και πνευματική και τη μη αποδοχή των

188 Κάτι τέτοιο είναι μάλλον απίθανο να συμβεί, επειδή η ελληνική πολιτεία εμφανίζεται αρκετά διστακτική στην αναγνώριση επιπλέον γλωσσικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων, επειδή κατά καιρούς ανάλογα αιτήματα έχουν συνδεθεί με την αμφισβήτηση της εδαφικής κυριαρχίας του ελληνικού κράτους για ορισμένες γεωγραφικές περιοχές της ελληνικής επικράτειας.

281

κοινωνικών/πολιτισμικών χαρακτηριστικών της Κώφωσης (βλ. 3). Το ζητούμενο

όμως δεν είναι η νομοθεσία να αντιμετωπίζει τους Κωφούς με φιλανθρωπική

διάθεση, που συντηρεί τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις για τη νοητική τους

κατωτερότητα, αλλά με ουσιαστική αναγνώριση και στήριξη των γλωσσικών τους

δικαιωμάτων.

7.3. Μέσα μαζικής ενημέρωσης

Η νομοθεσία του ελληνικού κράτους προβλέπει ότι οι τηλεοπτικοί σταθμοί

υποχρεούνται να περιλαμβάνουν καθημερινά στο πρόγραμμά τους ενημερωτικά

δελτία ειδήσεων στην ΕΝΓ διάρκειας τουλάχιστον επτά λεπτών, καθώς και

δεκαπενθήμερα ενημερωτικά ή ψυχαγωγικά ή εκπαιδευτικά προγράμματα στην ΕΝΓ

ημίωρης τουλάχιστον διάρκειας. Όπως όμως αναφέρθηκε αναλυτικότερα (βλ. 5.1.1),

οι τηλεοπτικοί σταθμοί δεν εφαρμόζουν πάντοτε τη νομοθεσία. Παράλληλα,

αναπτύσσεται προβληματισμός σχετικά με την ποιότητα των παρεχόμενων

προγραμμάτων. Αναμφισβήτητα πάντως, σε σχέση με το παρελθόν έχει αυξηθεί ο

χρόνος που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εκπέμπουν στην ΕΝΓ, γεγονός που έχει

συμβάλει θετικά στην αύξηση του κύρους της στο γενικότερο πληθυσμό.

Μια ιδιαίτερα θετική εξέλιξη για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ ήταν η

δημιουργία του ψηφιακού καναλιού ΠΡΙΣΜΑ+ από τη δημόσια τηλεόραση που έχει,

μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας, τη δυνατότητα να εκπέμπει ένα πρόγραμμα φιλικό

προς τους έλληνες Κωφούς, με την παροχή διερμηνείας και υποτιτλισμού. Κατά τη

διάρκεια διεξαγωγής των συνεντεύξεων, το ψηφιακό κανάλι είχε ακόμη δοκιμαστικό

χαρακτήρα, γι’ αυτό οι περισσότεροι πληροφορητές δε γνώριζαν αρκετά για τη

λειτουργία του. Ορισμένοι δεν είχαν ακόμη παρακολουθήσει συστηματικά εκπομπές

του είτε επειδή δεν είχαν προμηθευτεί τους απαιτούμενους αποκωδικοποιητές είτε

επειδή το σήμα της ψηφιακής τηλεόρασης δεν εξέπεμπε στην περιοχή τους. Επιπλέον,

ο δοκιμαστικός χαρακτήρας του καναλιού επέτρεπε λάθη και αβλεψίες σχετικά με

την παραγωγή των τηλεοπτικών προγραμμάτων.

Αυτό πάντως που έχει ενδιαφέρον είναι ότι το ψηφιακό κανάλι αποτελεί ένα

πεδίο για νέες χρήσεις της ΕΝΓ. Ένας πληροφορητής σχολίασε το γεγονός ότι πλέον

ηλικιωμένοι Κωφοί στα σωματεία μπορούν να παρακολουθούν για πρώτη φορά

εκπομπές σε ΕΝΓ με ποικίλη θεματολογία. Ο ίδιος ο πληροφορητής είχε εργαστεί στο

ψηφιακό κανάλι για την παραγωγή εκπομπών όπου παρουσιάζονταν παραμύθια για

παιδιά σε ΕΝΓ. Τέτοιου είδους εκπομπές, πέρα από το ψυχαγωγικό και παιδευτικό

282

τους ρόλο, μπορούν να αξιοποιηθούν ως εργαλεία για την εκμάθηση της ΕΝΓ στο

σπίτι, αλλά και στο σχολείο. Χαρακτηριστικά, όταν επισκέφτηκα ένα δημοτικό

σχολείο κωφών για να κανονίσω τις συνεντεύξεις μου με τους Κωφούς

εκπαιδευτικούς, οι μαθητές του σχολείου ήταν συγκεντρωμένοι στην αίθουσα

προβολών παρακολουθώντας ένα πρόγραμμα από το ψηφιακό κανάλι.

Έτσι, η ΕΝΓ, που μέχρι πρότινος περιοριζόταν για την καθημερινή

επικοινωνία των ελλήνων Κωφών, κυρίως στις μεταξύ τους συναναστροφές,

διευρύνεται σε πρωτόγνωρα περιβάλλοντα. Μέσα από το ΠΡΙΣΜΑ+ έχουν κατά

καιρούς μεταδοθεί στην ΕΝΓ εκπομπές με ιστορικό περιεχόμενο, κινούμενα σχέδια

για παιδιά, ιατρικές εκπομπές, ντοκιμαντέρ, ταξιδιωτικές εκπομπές, πολιτιστικά

μαγκαζίνο κτλ. Προκύπτει έτσι η ανάγκη για διεύρυνση του λεξιλογίου της σε

διάφορες θεματικές ενότητες και δημιουργία ειδικής ορολογίας. Παράλληλα, μέσω

της τηλεοπτικής μετάδοσης σε πανελλήνια εμβέλεια διευκολύνεται η διάδοση των

νέων γλωσσικών τύπων και η ενοποίηση του λεξιλογίου στις διάφορες γεωγραφικές

περιοχές. Κάτι άλλο που συμβαίνει είναι ότι διευρύνονται τα υφολογικά επίπεδα της

ΕΝΓ. Επίσης δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση μίας πρότυπης

ποικιλίας με διαφορετικό κύρος από την ΕΝΓ που χρησιμοποιείται στις καθημερινές

περιστάσεις. Μία πληροφορήτρια ανέφερε χαρακτηριστικά:

(74)

Η νοηματική που χρησιμοποιούμε στην παρέα μας είναι ένα άλλο θέμα. Μπορεί να

κάνει ο καθένας ό,τι θέλει, αλλά η ΕΝΓ πρέπει να είναι σε όλη την Ελλάδα η ίδια και να

χρησιμοποιείται στην τηλεόραση, σε διαλέξεις, στα σχολεία, όπως το ίδιο συμβαίνει με

την ελληνική φθογγογλώσσα. Για παράδειγμα, στην τηλεόραση μερικές φορές οι

διερμηνείς κάνουν το εξής λάθος: σε μία δημοσιογραφική εκπομπή ο δημοσιογράφος

χρησιμοποιεί ένα πολύ πλούσιο λεξιλόγιο, δε μιλάει πολύ γρήγορα, χρησιμοποιεί

δύσκολες λέξεις, πυκνή σύνταξη, συμμετέχει σε μία επίσημη περίσταση επικοινωνίας

όπου χρησιμοποιεί δημοσιογραφική γλώσσα. Στην παρέα του όμως, έξω από το χώρο

της τηλεόρασης, θα χρησιμοποιήσει εντελώς διαφορετική γλώσσα. Το ίδιο θα πρέπει να

συμβαίνει με τους διερμηνείς. Όταν ένας διερμηνέας διερμηνεύει στην τηλεόραση θα

πρέπει να χρησιμοποιεί πιο προσεγμένη ΕΝΓ, χωρίς έντονες κινήσεις, που θα είναι

πλούσια σε λεξιλόγιο. Αντίθετα κατά την επικοινωνία του σε μία παρέα με Κωφούς

μπορεί να επικοινωνεί όπως επιθυμεί.

283

Η πληροφορήτρια στο παραπάνω απόσπασμα επιχειρεί να περιγράψει την ανάγκη

διαμόρφωσης μίας ποικιλίας της ΕΝΓ που θα διαφοροποιείται από τις ποικιλίες που

χρησιμοποιούνται στις καθημερινές περιστάσεις και θα είναι πιο κατάλληλη για μία

επίσημη περίσταση επικοινωνίας, όπως η μετάδοση ενός τηλεοπτικού προγράμματος.

Εφόσον βέβαια για τη μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων στην ΕΝΓ

απασχολούνται κυρίως διερμηνείς ΕΝΓ, η θετική λειτουργία του καναλιού ΠΡΙΣΜΑ+

και η βελτίωση των προγραμμάτων του σε ΕΝΓ σχετίζεται και με τη βελτίωση της

ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών διερμηνείας ΕΝΓ (επιμόρφωση και

αξιολόγηση των υφιστάμενων διερμηνέων ΕΝΓ, εκπαίδευση, εξειδίκευση και

πιστοποίηση νέων διερμηνέων ΕΝΓ).

7.4. Διερμηνεία

Στο Διεθνές Συμπόσιο «Αρχαίο Δράμα. Σύγχρονες προσεγγίσεις και εκπαίδευση» που διοργάνωσε το Πανελλήνιο Δίκτυο για το Θέατρο στην Εκπαίδευση (Αθήνα, 26-30 Μαρτίου 2010) συμμετείχε και Κωφός εκπαιδευτικός. Καθ’ όλη τη διάρκεια του συμποσίου διερμηνείς διερμήνευαν σε ΕΝΓ τις εισηγήσεις και τα βιωματικά εργαστήρια. Στο συμπόσιο αναλύθηκαν θέματα σχετικά με τη δραματουργική ανάλυση έργων του αρχαίου δράματος, τον παιδευτικό του χαρακτήρα και τις δυνατότητες και τις δυσκολίες του ως σύγχρονης θεατρικής παράστασηςστη σκηνή (σκηνοθεσία, αντιμετώπιση του Χορού, μουσική επένδυση, ενδυματολογικές και σκηνικές επιλογές). Τα υπό συζήτηση θέματα περιελάμβαναν έννοιες και όρους για τους οποίους δεν υπάρχουν αντίστοιχα χειροκινητικά νοήματα. Οι διερμηνείς ωστόσο έπρεπε να εφεύρουν τρόπους για να περάσουν τα μηνύματα των εισηγητών/ εμψυχωτών στον Κωφό αποδέκτη.

Σε διάφορα σημεία της παρούσας διατριβής αναφέρθηκε ότι οι διερμηνείς ΕΝΓ, εκτός

από γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ των ελλήνων Κωφών και της πλειονότητας των

ακουόντων, λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ.

Συχνά καλούνται να σχηματίσουν χειροκινητικά νοήματα για έννοιες για τις οποίες

δεν υπάρχουν αντίστοιχα στην ΕΝΓ, με άλλα λόγια συμβάλλουν στο λεξιλογικό της

εκσυγχρονισμό. Παράλληλα, οι γλωσσικές τους επιλογές συντελούν στη διαμόρφωση

της νόρμας της ΕΝΓ, εξαιτίας της αυξημένης προβολής τους σε διερμηνείες σε

επίσημες περιστάσεις (επιστημονικά συνέδρια, πολιτικές ομιλίες, πανεπιστημιακά

μαθήματα) και κυρίως στα τηλεοπτικά προγράμματα (δελτία ειδήσεων, παραγωγές

του ψηφιακού καναλιού ΠΡΙΣΜΑ+). Με άλλα λόγια, σε ένα βαθμό κατευθύνουν τη

γλωσσική προτυποποίηση της ΕΝΓ.

284

Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο οι διερμηνείς είναι εκπαιδευμένοι

προκειμένου να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε τέτοιου είδους απαιτήσεις. Η

απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Όσο η εκπαίδευσή τους δεν αποκτά ακαδημαϊκά

χαρακτηριστικά, είναι μάλλον αδύνατο να έχουν τις εξειδικευμένες γνώσεις σχετικά

με τη γραμματική της ΕΝΓ, ώστε να μπορούν κατά τις γλωσσικές τους επιλογές να

λαμβάνουν υπόψη τους τη διατήρηση των οπτικοκινητικών της χαρακτηριστικών.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι ορισμένοι διερμηνείς ΕΝΓ δε συμμερίζονται την

αγωνία μελών της κοινότητας σχετικά με την εξέλιξη της ΕΝΓ:

(75)

Έτυχε αυτή τη βδομάδα να συναντήσω Κωφούς εφήβους, 16-17 χρονών. Αυτοί

θεωρούν ότι μιλάνε νοηματική, αλλά μάλλον χρησιμοποιούν μία ποικιλία που δεν έχει

ταυτότητα, δεν είναι ούτε ελληνικά ούτε νοηματική. Άμα όμως το δει ένας ακούων που

δεν ξέρει θα πει « Είναι ένα Κωφός, κουνάει τα χέρια του, άρα μιλάει νοηματική». Δεν

είναι όμως νοηματική για μένα που έχω δει μεγαλύτερους Κωφούς. Αν όμως εκλείψουν

όλοι οι μεγαλύτερης ηλικίας Κωφοί, πώς θα εξελιχθεί η ΕΝΓ;

Στο παραπάνω απόσπασμα η διερμηνέας εμφανίζεται ιδιαίτερα επικριτική απέναντι

στις ποικιλίες των νεαρότερων Κωφών. Καθαριστικές προθέσεις εκφράζει και μία

άλλη διερμηνέας σχετικά με το δανεισμό της ΕΝΓ από την ελληνική φθογγογλώσσα:

(76)

Είναι αφύσικο το να δέχεται [η ΕΝΓ] μεγαλύτερη επιρροή από το δανεισμό άλλης

γλώσσας [από τα ελληνικά] παρά από την ίδια τη γλώσσα [αξιοποιώντας τους δικούς

της γλωσσικούς μηχανισμούς]. Αυτό δε σημαίνει ότι είμαι αντίθετη στη γλωσσική

αλλαγή. Δέχομαι όμως τη μεταβολή που προέρχεται από την ίδια τη γλώσσα, γιατί αυτά

τα στοιχεία αποτελούν φυσική νοηματική γλώσσα.

Αντίστοιχα με άλλες χώρες του κόσμου, οι πρώτοι διερμηνείς προήλθαν από

τα ακούοντα παιδιά Κωφών γονέων που γνώριζαν την ΕΝΓ ως πρώτη γλώσσα

(Moody 2007). Οι εξελίξεις σχετικά με την αναγνώριση της ΕΝΓ και την προβολή

τηλεοπτικών ειδήσεων οδήγησαν στη γρήγορη κάλυψη αναγκών με άτομα που δεν

είχαν πάντοτε συστηματική εκπαίδευση. Όπως έχω αναφέρει επανειλημμένα (βλ.

κυρίως 5.1.2), έχουν γίνει κατά καιρούς προσπάθειες για τη βελτίωση της

παρεχόμενης εκπαίδευσης στους διερμηνείς ΕΝΓ και της επιμόρφωσής τους από την

ΟΜΚΕ, το Εθνικό Ίδρυμα Κωφών, σχολές εκμάθησης ΕΝΓ, τη Μονάδα Αγωγής

Κωφών του Πανεπιστημίου Πατρών δεν έχουν όμως πάντοτε την απαιτούμενη

διάρκεια και συνέπεια. Φλέγον θέμα αποτελεί η θεσμοθέτηση εξετάσεων επάρκειας

285

και για τους διερμηνείς ΕΝΓ. Μία θετική εξέλιξη προς αυτήν την κατεύθυνση θα

δημιουργήσει νέες προοπτικές για το επάγγελμα του διερμηνέα ΕΝΓ και τη βελτίωση

των παρεχόμενων υπηρεσιών διερμηνείας. Θα αλλάξει, επίσης, τα δεδομένα ως προς

διάφορες ενέργειες γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ.

7.5 Ανακεφαλαίωση

Αφού ανέλυσα το προφίλ των νοηματιστών της ΕΝΓ, τη γλωσσική τους

συμπεριφορά, του φορείς που εμπλέκονται στο γλωσσικό της σχεδιασμό και τους

στόχους και τα μέσα εξαιτίας/μέσω των οποίων υλοποιούνται οι διάφορες αντίστοιχες

ενέργειες, εστίασα την προσοχή μου στα τέσσερα πεδία όπου κυρίως εφαρμόζονται οι

παραπάνω ενέργειες και λαμβάνονται οι ανάλογες αποφάσεις. Η εκπαίδευση αποτελεί

καθοριστικό πεδίο για τη διάδοση, αλλά και την προτυποποίηση και τον

εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ. Αν και υπάρχουν θετικές εξελίξεις, φαίνεται ότι

παρατηρούνται καθυστερήσεις κυρίως ως προς την εφαρμογή της ισχύουσας

νομοθεσίας. Το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο ευνοεί θετικές δράσεις υπέρ της ΕΝΓ,

παρατηρείται όμως στασιμότητα μετά τη νομική της αναγνώρισης το 2000 που

οφείλεται κυρίως στην ελλιπή κρατική χρηματοδότηση, αλλά και στη μη ανάληψη

δράσεων από τα ίδια τα μέλη της κοινότητας. Αναμφισβήτητα η σημαντικότερη

θετική εξέλιξη για το κύρος και την υπόσταση της ΕΝΓ υπήρξε η αυξανόμενη

προβολή της στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η δημιουργία του ψηφιακού καναλιού

ΠΡΙΣΜΑ+ φαίνεται ότι προωθεί ακόμη περισσότερο αυτήν την εξέλιξη και

συμβάλλει αποφασιστικά στην υφολογική επέκταση της ΕΝΓ. Ιδιαίτερα σημαντικός

είναι και ο ρόλος των διερμηνέων στην ΕΝΓ οι οποίοι, όπως έχει αναφερθεί σε

αρκετά σημεία της διατριβής, λαμβάνουν καίριες αποφάσεις για τον καθαρισμό, την

προτυποποίηση και το λεξικό εκσυγχρονισμό της ΕΝΓ.

286

8. Συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα του γλωσσικού σχεδιασμού της

ΕΝΓ

Έχοντας ως βάση το σχήμα του Cooper (1989) επιχείρησα να περιγράψω τις

παραμέτρους του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ. Για την περιγραφή τους

αξιοποίησα δεδομένα από τη σχετική ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία, από

ημιδομημένες συνεντεύξεις με επιλεγμένα μέλη της κοινότητας των Κωφών και

στοιχεία από την εθνογραφική παρατήρηση της γλωσσικής κοινότητας που άντλησα

συμμετέχοντας σε μαθήματα ΕΝΓ, διερμηνεύοντας για Κωφούς, λαμβάνοντας μέρος

σε δραστηριότητες της κοινότητας και έχοντας κοινωνικές συναναστροφές με τα

μέλη της.

Η ΕΝΓ αποτελεί μία σχεδόν ανεξερεύνητη περιοχή: (α) υπάρχουν ελλιπή

στοιχεία ως προς τον ακριβή αριθμό των νοηματιστών της και την ιστορία της

γλωσσικής κοινότητας των ελλήνων Κωφών που κατεξοχήν τη χρησιμοποιεί, (β)

είναι ελλιπής η καταγραφή της γραμματικής της δομής και του λεξιλογίου της,

δηλαδή του συστήματος της ΕΝΓ, και δεν έχει περιγραφεί συστηματικά και

λεπτομερώς η γλωσσική συμπεριφορά των νοηματιστών της, δηλαδή η χρήση της

ΕΝΓ.

Από την ανάλυση των διάφορων εκτιμήσεων σχετικά με τον πληθυσμό της

γλωσσικής κοινότητας των ελλήνων Κωφών και τη συζήτηση των προβλημάτων που

έχει καθεμιά από αυτές, διαπίστωσα ότι επείγει η συγκέντρωση πληρέστερων

δημογραφικών δεδομένων που θα επιτρέψουν τον ακριβέστερο προσδιορισμό του

αριθμού των νοηματιστών της ΕΝΓ.

Σχετικά με το ερώτημα ποια είναι η ΕΝΓ, η κοινωνιογλωσσική στόχευση της

παρούσας μελέτης δεν αποσκοπούσε στην περιγραφή του συστήματος της ΕΝΓ, αλλά

στην περιγραφή της γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών της. Γι’ αυτό το

λόγο επιχείρησα μέσω της περιγραφής των γλωσσικών τους πρακτικών να

καταγράψω ποια γλώσσα προκύπτει και διαπίστωσα ότι υπάρχουν συγκεκριμένοι

παράγοντες που ευθύνονται για την έντονη ποικιλομορφία της ΕΝΓ: (α) η σχετικά

πρόσφατη ιστορία της σε συνδυασμό με την αδυναμία μας, λόγω της απουσίας

γραπτού κώδικα, να εντοπίσουμε τις απαρχές της, (β) ο ιδιαίτερος τρόπος κατάκτησής

της από την πλειονότητα των νοηματιστών στο σχολείο από συνομήλικους ή λίγο

μεγαλύτερους συμμαθητές και όχι στο σπίτι από τους γονείς ή άλλους ενήλικες, (γ) η

287

συνύπαρξή της ως μειονοτικής γλώσσας με την ελληνική φθογγογλώσσα της

πλειονότητας, και (δ) η απουσία προτυποποίησής της.

Ιδιαίτερα η συνύπαρξη ΕΝΓ και ελληνικής φθογγογλώσσας διαμορφώνει

υβριδικές ποικιλίες, όπου συνδυάζονται με διάφορους τρόπους οι δύο κώδικες. Η

διαφορετική τους τροπικότητα επιτρέπει το συγκερασμό στοιχείων ταυτόχρονα και

από τις δύο γλώσσες και τη δημιουργία ποικιλιών γλωσσικής επαφής όπου είναι

εμφανής η συμβολή των δύο γλωσσών. Αν και το αποτέλεσμα αυτής της επαφής είναι

μοναδικό ανάλογα με τον εκάστοτε νοηματιστή, τις γλωσσικές του εμπειρίες και την

επικοινωνιακή περίσταση, υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά αυτής της νοηματικής

επαφής, που συνήθως αποκαλείται μεταφρασμένη νοηματική: (α) υιοθετούνται δομικά

χαρακτηριστικά της ελληνικής φθογγογλώσσας, (β) είναι αυξημένος ο ρόλος του

στόματος με την εκφορά όχι μόνο στοματικών εικόνων, αλλά και ολόκληρων

προτάσεων στην ελληνική φθογγογλώσσα, και (γ) χρησιμοποιείται συχνά το

δακτυλικό αλφάβητο, ακόμη και για την παραγωγή χειροκινητικών νοημάτων.

Φαίνεται ωστόσο ότι η χρήση στοματικών εικόνων υιοθετείται συχνότερα από τους

νοηματιστές της ΕΝΓ σε σχέση με τη χρήση του δακτυλικού αλφαβήτου, που είναι

πιο περιορισμένη.

Ως προς τη γεωγραφική ποικιλία, η έρευνα έδειξε ότι δεν υπάρχει έντονη

διαλεκτική διαφοροποίηση στην ΕΝΓ, όση τουλάχιστον ισχυρίζονται ορισμένοι. Η

διαλεκτική διαφοροποίηση της ΕΝΓ μεταξύ βορρά και νότου, με αντίστοιχα κέντρα

τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, περιορίζεται σε ένα μάλλον μικρό αριθμό

διαφορετικών χειροκινητικών νοημάτων, σε λεξιλογικό κυρίως επίπεδο, και δε

φαίνεται να δυσχεραίνει ιδιαίτερα την αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των νοηματιστών.

Η αλληλοκατανόηση βέβαια των νοηματιστών διαφορετικών διαλέκτων, ακόμη και

διαφορετικών νοηματικών γλωσσών, ευνοείται από διάφορους παράγοντες όπως η

κοινή γραμματική δομή των νοηματικών γλωσσών, η εικονική προέλευση αρκετών

χειροκινητικών νοημάτων και η αυξημένη εμπειρία των Κωφών να επικοινωνούν με

παντομίμα και χειρονομίες και συνεπώς να μπορούν να επικοινωνούν με

αλλόγλωσσους συνομιλητές. Μεγαλύτερη διαφοροποίηση φαίνεται ότι υπάρχει

μεταξύ της ΕΝΓ και της νοηματικής γλώσσας που χρησιμοποιείται στην Κύπρο, σε

σημείο που να γίνεται λόγος για ξεχωριστή κυπριακή νοηματική γλώσσα. Η διάκριση

όμως μεταξύ ΕΝΓ και κυπριακής νοηματικής γλώσσας ενδεχομένως οφείλεται στην

ύπαρξη δύο διαφορετικών κρατών, που μπορούν να καθορίζουν και διαφορετικές

γλωσσικές πολιτικές.

288

Ο αποκλεισμός της ΕΝΓ από την εκπαίδευση των κωφών (τουλάχιστον από το

επίσημο σχολικό πρόγραμμα) και η υποτίμησή της από την ακούουσα πλειονότητα

καθόρισαν τη γλωσσική συμπεριφορά των ελλήνων Κωφών δημιουργώντας ένα

σύνθετο γλωσσικό τοπίο με έντονη ποικιλομορφία. Παράλληλα, όμως, σε αρκετές

περιπτώσεις ισχυροποίησαν τους δεσμούς μεταξύ των μελών της κοινότητας και

δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός κινήματος για την

αναγνώριση των γλωσσικών δικαιωμάτων των Κωφών. Η αναγνώριση της ΕΝΓ το

2000 στην εκπαίδευση των κωφών αποτέλεσε μια πρώτη δικαίωση αυτού του

κινήματος και έδωσε ώθηση για την ενεργοποίηση δράσεων γλωσσικού σχεδιασμού

της ΕΝΓ από διάφορους φορείς. Ενίσχυσε επίσης το αίτημα για προτυποποίηση της

ΕΝΓ, κυρίως εξαιτίας των αναγκών που προέκυψαν από τη διδασκαλία της στους

ακούοντες και τη διοργάνωση εξετάσεων για την πιστοποίηση της επάρκειάς της. Το

αίτημα για προτυποποίηση της ΕΝΓ φαίνεται να απασχολεί λιγότερο τα μέλη της

κοινότητας και κυρίως προέρχεται από άτομα και φορείς έξω από αυτή. Ο δανεισμός

από την ελληνική φθογγογλώσσα και από άλλες νοηματικές γλώσσες, εκτός από τις

καθαριστικές πρακτικές που ενεργοποιεί, προβάλλει την ανάγκη προτυποποίησης της

ΕΝΓ. Όσο οι νέες ανάγκες της ΕΝΓ με την αυξημένη της χρήση σε επίσημα

περιβάλλοντα και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα επιβάλλουν το λεξιλογικό της

εκσυγχρονισμό, τόσο πιο έντονη θα γίνεται η ανάγκη για προτυποποίηση των

παραγόμενων χειροκινητικών νοημάτων. Η διαμόρφωση μίας νόρμας δεν μπορεί να

προκύψει μέσα από μία συγκεκριμένη ποικιλία, αλλά μάλλον με το συνδυασμό των

διάφορων ποικιλιών. Υπάρχουν βέβαια ενδείξεις ότι ορισμένες ποικιλίες έχουν

μεγαλύτερες πιθανότητες να επικρατήσουν, εξαιτίας όμως της ελλιπούς

κωδικοποίησης της ΕΝΓ είναι αδύνατο να εξαχθούν ασφαλείς προβλέψεις.

Η θεσμική αναγνώριση της ΕΝΓ υπήρξε μια σημαντική εξέλιξη για το

γλωσσικό της σχεδιασμό. Οι ανάγκες που έχουν προκύψει για λεξιλογικό

εμπλουτισμό και υφολογική επέκταση της ΕΝΓ εξαιτίας της μεγαλύτερης αποδοχής

της από την ακούουσα πλειονότητα ωθούν τους νοηματιστές της ΕΝΓ σε γλωσσικές

επιλογές που δε συμβαδίζουν πάντοτε με την παράδοση της ΕΝΓ και τους κανόνες

που επιβάλλει η οπτικοκινητική της τροπικότητα. Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις

μεταξύ των μελών της γλωσσικής κοινότητας σχετικά με τη χρήση στοματικών

εικόνων και τη δημιουργία αρχικοποιημένων χειροκινητικών νοημάτων με τη χρήση

του δακτυλικού αλφαβήτου για το λεξιλογικό εμπλουτισμό της ΕΝΓ. Παρά την

αυξανόμενη γλωσσολογική μελέτη της, υπάρχουν ακόμη ελλείψεις ως προς τη

289

γραμματική και λεξιλογική της περιγραφή. Τα ίδια τα μέλη της γλωσσικής

κοινότητας των Κωφών έχουν ορισμένες φορές άγνοια για τη γραμματική λειτουργία

της ΕΝΓ και τη χωρική της διάσταση, επειδή μέχρι πρόσφατα η ΕΝΓ δεν είχε

χρησιμοποιηθεί συστηματικά στην εκπαίδευσή τους ούτε είχε γίνει αντικείμενο

εκτενούς διδασκαλίας.

Πάντως, οι νοηματιστές της ΕΝΓ παρά τις διχογνωμίες και τις αντιφατικές

γλωσσικές τους επιλογές δηλώνουν απερίφραστα ότι επιθυμούν την προστασία της

ΕΝΓ. Για ένα θετικό αποτέλεσμα του γλωσσικού σχεδιασμού της ΕΝΓ (θετικό υπό

την έννοια ότι έχει τη μεγαλύτερη αποδοχή από τη γλωσσική κοινότητα) φαίνεται

πως είναι απαραίτητη η μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ όλων των μελών της

κοινότητας, από όλες τις γεωγραφικές περιοχές του ελληνικού κράτους, από όλες τις

ηλικιακές ομάδες, με τις διαφορετικές γλωσσικές εμπειρίες. Ιδιαίτερα η επίτευξη

συνεργασίας μεταξύ των διάφορων γενιών των ελλήνων Κωφών αποτελεί ένα μάλλον

κρίσιμο σημείο. Σε αντίθεση με το παρελθόν, που συνέβαινε ένα είδος άτυπης

προτυποποίησης, καθοριστικής για την εξέλιξη της σημερινής ΕΝΓ, με τη

συναναστροφή Κωφών διαφορετικών ηλικιών στα σωματεία Κωφών, σήμερα οι

νεότεροι Κωφοί επιδεικνύουν μεγαλύτερη κινητικότητα και επιδιώκουν μεγαλύτερη

επικοινωνιακή ευελιξία, που τους εξασφαλίζει μεγαλύτερη συμμετοχή και

κινητικότητα στην ευρύτερη κοινωνία. Η απομάκρυνση των νεαρότερων μελών της

κοινότητας από τα σωματεία Κωφών, όπου συχνάζουν οι πιο ηλικιωμένοι Κωφοί

είναι πιθανό να απομακρύνει τους νέους Κωφούς από τις ποικιλίες που

χρησιμοποιούν οι πιο ηλικιωμένοι. Μπορεί οι νεότεροι Κωφοί να χαρακτηρίζονται

για την καινοτομία τους ως προς τη δημιουργία νέων χειροκινητικών νοημάτων,

θεωρείται, ωστόσο, σημαντικό για την ομαλή εξέλιξη της ΕΝΓ να μην αποκοπούν

πλήρως από την οπτικοκινητική της παράδοση. Θεματοφύλακες αυτής της

παράδοσης θεωρούνται σε γενικές γραμμές οι Κωφοί μεγαλύτερης ηλικίας και όσοι

εξαιτίας οικογενειακής παράδοσης έχουν ποικίλες γλωσσικές εμπειρίες. Συνήθως

αναπτύσσονται καθαριστικοί μηχανισμοί απέναντι στις γλωσσικές επιλογές που δε

συμβαδίζουν με τη συγκεκριμένη παράδοση.

Η ΕΝΓ είναι μια μειονοτική γλώσσα, η διατήρησή της οποίας δεν είναι

σημαντική μόνο για συμβολικούς και πολιτισμικούς λόγους. Η οπτικοκινητική της

τροπικότητα την καθιστά χρήσιμο εργαλείο για την επικοινωνία των Κωφών καθώς

λόγω της τροπικότητας αυτής είναι μια γλώσσα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί

απρόσκοπτα από άτομα με απώλεια ακοής. Αν λοιπόν χάσει τα οπτικοκινητικά της

290

χαρακτηριστικά, που έχουν κληρονομηθεί μέσα από την παράδοση χρόνων,

κινδυνεύει να απολέσει την εργαλειακή της χρησιμότητα. Η διατήρηση της ΕΝΓ είναι

σημαντική και για ένα επιπλέον λόγο. Ως νοηματική γλώσσα μπορεί να συμβάλει στη

διεύρυνση των γνώσεών μας για το σύνθετο τρόπο λειτουργίας της ανθρώπινης

γλώσσας και, κατ’ επέκταση, του ανθρώπινου εγκεφάλου.

Στην παρούσα συγκυρία, τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας των Κωφών

έχουν να αντιμετωπίσουν μία επιπλέον εξέλιξη. Η ΕΝΓ στο παρελθόν, παρά την

απαγόρευση και την υποτίμησή της, παρέμεινε παράλληλα «προφυλαγμένη» από

ξένες γλωσσικές επιρροές, ως όργανο επικοινωνίας μίας σχετικά κλειστής γλωσσικής

κοινότητας. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον των ακουόντων για την εκμάθηση της ΕΝΓ

αλλάζει τα αριθμητικά δεδομένα των νοηματιστών της ΕΝΓ. Δεν είναι βέβαια

αυτονόητο ότι οι ακούοντες που θα αποφασίσουν να ξεκινήσουν μαθήματα ΕΝΓ θα

γίνουν επαρκείς νοηματιστές ολοκληρώνοντας τη φοίτηση τους σε διδασκαλεία

εκμάθησης της ΕΝΓ και επιτυγχάνοντας σε απαιτητικές και αξιόπιστες εξετάσεις

επάρκειας, που ακόμη δεν έχουν οργανωθεί συστηματικά. Το αυξανόμενο όμως

ενδιαφέρον των ακουόντων για την ΕΝΓ αποτελεί σημαντική εξέλιξη για το

γλωσσικό της σχεδιασμό, καθώς αρκετοί από τους ακούοντες γνώστες της είναι

πιθανό να βρεθούν σε καθοριστικές θέσεις, ως εκπαιδευτικοί σε σχολεία κωφών και

ως διερμηνείς ΕΝΓ.

Η εξέταση της γλωσσικής συμπεριφοράς των νοηματιστών της ΕΝΓ κατέδειξε

ότι ο γλωσσικός της σχεδιασμός είναι ένα θέμα που απασχολεί ολοένα περισσότερο

τα μέλη της γλωσσικής κοινότητας. Τα τελευταία είκοσι χρόνια αυξημένο είναι το

ενδιαφέρον για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ και από φορείς έξω από την

κοινότητα, που μέχρι πρότινος είτε αδιαφορούσαν για τη στήριξη των γλωσσικών

δικαιωμάτων των Κωφών είτε αμφισβητούσαν τη γλωσσική υπόσταση της ΕΝΓ.

Σύμφωνα με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών εξελίξεων,

σχετικά με την ενίσχυση του κύρους των νοηματικών γλωσσών ψηφίστηκαν νόμοι,

με σημαντική βέβαια καθυστέρηση, που αποσκοπούσαν στην προβολή τηλεοπτικών

εκπομπών στην ΕΝΓ και στην αναγνώριση της χρήσης της στην εκπαίδευση των

κωφών.

Παρά τις όποιες ασάφειες των νόμων για την τηλεοπτική μετάδοση εκπομπών

στην ΕΝΓ και την απροθυμία ορισμένων τηλεοπτικών σταθμών για την πιστή

εφαρμογή τους, σήμερα σχεδόν όλοι οι ελληνικοί τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής

εμβέλειας μεταδίδουν τηλεοπτικά προγράμματα στην ΕΝΓ. Η δημιουργία του

291

ψηφιακού καναλιού ΠΡΙΣΜΑ+ από τη δημόσια τηλεόραση προσφέρει νέες

δυνατότητες για τη διεύρυνση της θεματολογίας των συγκεκριμένων εκπομπών, την

αύξηση του χρόνου εκπομπής τους και τη βελτίωση της ποιότητάς τους.

Σε αντίθεση με το παρελθόν, οι εκπαιδευτικοί φορείς όλων των βαθμίδων

σήμερα αποδέχονται τη χρήση της ΕΝΓ και συμμετέχουν σε διάφορες ενέργειες που

στοχεύουν κυρίως στη διάδοση της ΕΝΓ σε κωφούς και ακούοντες. Πάντως, αν και

έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες για την έρευνα και την επιστημονική μελέτη της

ΕΝΓ, παρατηρείται ότι οι φορείς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν έχουν ακόμη

δραστηριοποιηθεί συστηματικά και με συνέπεια στο γλωσσικό της σχεδιασμό.

Υπάρχουν ακόμη ελλείψεις ως προς την οργάνωση της γραμματικής και λεξιλογικής

έρευνας της ΕΝΓ, της πιστοποίησης της επάρκειας (απλής και διδακτικής) της ΕΝΓ

και της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης των διερμηνέων ΕΝΓ. Οι παραπάνω δράσεις

μπορούν να υλοποιηθούν μόνο με μία πιο ενεργή συμμετοχή της τριτοβάθμιας

εκπαίδευσης.

Ίσως από τη μεριά γενικότερα των κρατικών υπηρεσιών οι μεγαλύτερες

δυσχέρειες προέρχονται αφενός από την αδυναμία αντιμετώπισης της

γραφειοκρατίας, που ενίοτε καθυστερεί την έγκαιρη εφαρμογή των νομικών

διατάξεων, και αφετέρου από την ασυνεπή και προβληματική χρηματοδότηση, που

δεν επιτρέπει την υλοποίηση των προτεινόμενων δράσεων. Τέτοιου είδους δυσχέρειες

επηρεάζουν και τους φορείς που μάλλον εμπλέκονται περισσότερο στο γλωσσικό

σχεδιασμό της ΕΝΓ και προέρχονται από την ίδια τη γλωσσική κοινότητα των

Κωφών. Πρόκειται κυρίως για τα σωματεία και τις ενώσεις των ελλήνων Κωφών,

ανώτερο όργανο των οποίων αποτελεί η Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ).

Παρά τις διάφορες δυσκολίες που αντιμετωπίζει στο έργο της, η ΟΜΚΕ έχει

αναπτύξει σημαντικές δράσεις κυρίως για τη διάδοση και την προβολή της ΕΝΓ.

Ίσως η εμπλοκή της στην έρευνα, την προτυποποίηση και τον εκσυγχρονισμό της

ΕΝΓ δε συντονίστηκε πάντοτε κατάλληλα, γι’ αυτό και δεν υπήρχαν τα αναμενόμενα

αποτελέσματα ως προς αυτές τις δράσεις.

Καθώς οι περισσότερες ενέργειες του γλωσσικού σχεδιασμού προέρχονται

κυρίως από τη βάση, είναι σημαντικές και οι δράσεις μεμονωμένων ατόμων που

εμπλέκονται στο γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ: (α) δάσκαλοι ΕΝΓ με σημαντικό

διδακτικό έργο που εργάζονται για τη διάδοση της ΕΝΓ, (β) Κωφοί και ακούοντες

εκπαιδευτικοί που προωθούν τη χρήση της στην εκπαίδευση των κωφών, (γ) Κωφοί

καλλιτέχνες που συμβάλλουν στην καλλιέργεια και τον εμπλουτισμό της ΕΝΓ, (δ)

292

Κωφοί και ακούοντες επιστήμονες που διευρύνουν τις γνώσεις μας για την ΕΝΓ με το

λεξικογραφικό και γλωσσολογικό τους έργο, και (ε) διερμηνείς ΕΝΓ που

πρωτοστατούν στη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών διερμηνείας.

Ο ρόλος των δασκάλων ΕΝΓ είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη διάδοση της

ΕΝΓ. Παρατηρούνται ωστόσο σημαντικές ελλείψεις ως προς την οργάνωση της

διδασκαλίας της ΕΝΓ, κυρίως στην παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού και τη

διοργάνωση εξετάσεων πιστοποίησης της επάρκειας στην ΕΝΓ. Οι εξετάσεις

επάρκειας που διενεργεί η ΟΜΚΕ θεωρούνται ανεπαρκείς. Ο νέος νόμος για την

ειδική αγωγή του 2008 έχει διαμορφώσει το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, απομένει

ωστόσο να γίνει πράξη ένα έγκυρο σύστημα εξετάσεων που, κατά τα πρότυπα του

Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας, θα πιστοποιεί την επάρκεια στην ΕΝΓ σε

νοηματιστές, δασκάλους και διερμηνείς ΕΝΓ. Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι αρκετά

επείγον, λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος των ακουόντων για την εκμάθηση της

ΕΝΓ, αλλά και για να διατηρήσει η ΕΝΓ το κύρος και την αναγνωρισιμότητα που έχει

αποκτήσει τα τελευταία χρόνια.

Ένα από τα ερωτήματα που με απασχόλησαν στο σύνολο της διατριβής ήταν

το κατά πόσο μία γλώσσα χωρίς γραφή μπορεί να προτυποποιηθεί και μέσα από

ποιους μηχανισμούς μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Έχουν γίνει διάφορες απόπειρες

δημιουργίας συστημάτων γραφής για τις νοηματικές γλώσσες, που κυρίως

αποσκοπούν στην καταγραφή τους για επιστημονικούς λόγους, κανένα όμως,

τουλάχιστον για την ΕΝΓ, δε χρησιμοποιείται συστηματικά από τους έλληνες

Κωφούς για την αυθόρμητη καταγραφή της ΕΝΓ. Έτσι η ΕΝΓ παραμένει μία γλώσσα

χωρίς γραφή. Υπάρχουν ωστόσο χρήσεις της ΕΝΓ που θα μπορούσαν να θεωρηθούν

ότι συγγενεύουν με τα γραπτά κείμενα των φθογγογλωσσών, καθώς χαρακτηρίζονται

από αποστασιοποίηση ανάλογη με εκείνη που εντοπίζεται στο γραπτό λόγο, παρά

εμπλοκή, που αποτελεί γνώρισμα του προφορικού. Τέτοιου είδους χρήσεις είναι η

ποίηση, οι αφηγήσεις και το θέατρο στην ΕΝΓ και η αξιοποίησή τους είναι αρκετά

σημαντική για το γλωσσικό της σχεδιασμό. Η απουσία γραπτού κώδικα φαίνεται ότι

μπορεί σε ένα βαθμό να αντισταθμιστεί με τις δυνατότητες που παρέχουν οι νέες

τεχνολογίες, η χρήση βίντεο και το διαδίκτυο, ειδικά για την κωδικοποίηση της ΕΝΓ.

Σημαντικό εργαλείο για την προτυποποίηση των γλωσσών είναι η

κωδικοποίησή τους με την παραγωγή λεξικών και γραμματικών. Η ΕΝΓ όμως

παραμένει μια γλώσσα που δεν έχει ακόμη κωδικοποιηθεί συστηματικά. Τα

υπάρχοντα λεξικά φαίνεται ότι δεν είναι σε θέση να καλύψουν συνολικά τις ανάγκες

293

για την προτυποποίηση της ΕΝΓ γιατί, πέρα από τις άλλες τους αδυναμίες, δε

συνοδεύονται παράλληλα από γραμματικές της περιγραφές που θα λαμβάνουν υπόψη

τους την οπτικοκινητική της τροπικότητα. Για παράδειγμα, οι νοηματικές γλώσσες,

συνεπώς και η ΕΝΓ, πέρα από το καθιερωμένο λεξιλόγιό τους με συγκεκριμένες

σημασίες διαθέτουν και ένα παραγωγικό λεξικό που προκύπτει από συνδυασμούς

χειρονομιών που νοηματίζονται εν δυνάμει, ανάλογα με τις ανάγκες του εκάστοτε

εκφωνήματος. Αυτοί οι συνδυασμοί χειρονομιών δε γίνονται τυχαία, αλλά διέπονται

από συγκεκριμένες αρχές και κανόνες. Ένα λεξικό που θα έχει συμπεριλάβει μόνο το

καθιερωμένο λεξιλόγιο της ΕΝΓ και δε θα έχει επιχειρήσει να περιγράψει το

παραγωγικό της λεξικό είναι ένα ελλιπές λεξικό. Συνεπώς για την προτυποποίηση της

ΕΝΓ είναι απαραίτητη μία πιο συνεπής κωδικοποίησή της που θα επιχειρεί να

περιγράψει τους γραμματικούς της μηχανισμούς. Τα άτομα που φαίνεται να έχουν

κυρίως επιφορτιστεί με την ευθύνη για τη γλωσσική προτυποποίηση της ΕΝΓ είναι οι

δάσκαλοι ΕΝΓ.

Οι τομείς, τέλος, στους οποίους λαμβάνονται κυρίως αποφάσεις για το

γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ είναι η εκπαίδευση, η νομοθεσία, τα μέσα μαζικής

ενημέρωσης και η διερμηνεία. Διαπιστώθηκε ότι σε όλους τους τομείς έχουν γίνει

θετικά βήματα υπέρ της ΕΝΓ. Σε σχέση με το παρελθόν η ΕΝΓ και οι Κωφοί που τη

χρησιμοποιούν βρίσκονται πλέον σε διαφορετική θέση αποδοχής από την ευρύτερη

κοινωνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εκλογή το 2007 της πρώτης Κωφής στις

εθνικές εκλογές που εισήγαγε δυναμικά την ΕΝΓ στις διαδικασίες του ελληνικού

κοινοβουλίου.

Παρατηρούνται ωστόσο και αρκετές ελλείψεις. Παρά τις θετικές εξελίξεις,

υπάρχουν ζητήματα ως προς το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ που αναμένουν,

ορισμένα άμεσα, λύσεις. Η παρούσα διατριβή επιχείρησε να καταγράψει τις

υπάρχουσες ανάγκες, να εξετάσει τα διάφορα προβλήματα και να αναλύσει τις

δυνατότητες επίλυσής τους. Οι τελικές βέβαια λύσεις και αποφάσεις θα παρθούν σε

βάθος χρόνου από τους ίδιους τους νοηματιστές της ΕΝΓ.

Ως προς τις πιθανές μελλοντικές δράσεις, η ΟΜΚΕ, θα πρέπει να διεκδικήσει

εντονότερη συνεργασία και με άλλους φορείς, προκειμένου να βελτιώσει τις

εξετάσεις πιστοποίησης επάρκειας που διενεργεί δύο φορές το χρόνο και την παροχή

των υπηρεσιών διερμηνείας που έχει αναλάβει και να συμβάλει στην περαιτέρω

έρευνα της ΕΝΓ. Οι διερμηνείς ΕΝΓ και το σωματείο τους θα πρέπει επίσης να

διεκδικήσουν την επαγγελματική τους κατοχύρωση και τη βελτίωση των συνθηκών

294

εκπαίδευσης και επιμόρφωσής τους. Τέλος, είναι σημαντική η προώθηση της

διδασκαλίας της ΕΝΓ σε κωφούς μαθητές, αλλά και σε Κωφούς ενήλικες.

Ως προς την έρευνα, επείγει η λεπτομερέστερη γραμματική περιγραφή της

ΕΝΓ και η καταγραφή του λεξιλογίου της. Για το γλωσσικό σχεδιασμό της ΕΝΓ, η

διερεύνηση των ορίων και του εύρους των διαφορών των διαλέκτων της είναι αρκετά

σημαντική, κυρίως επειδή πολύ συχνά η γεωγραφική ποικιλία διαπλέκεται με άλλες

ποικιλίες. Γι’ αυτό το λόγο, είναι απαραίτητο οι λεξικογραφικές απόπειρες της ΕΝΓ

να συμπεριλαμβάνουν συστηματικές πληροφορίες και για τη διαλεκτική της

διαφοροποίηση. Για μία πληρέστερη κατανόηση της ΕΝΓ αρκετά χρήσιμη μπορεί,

επίσης, να αποβεί η διερεύνηση της εξέλιξής της με τον εντοπισμό των απαρχών και

των επιρροών της, η εξέταση της γλωσσικής αλλαγής/μεταβολής της και η

τυπολογική σύγκρισή της με άλλες νοηματικές γλώσσες. Τέλος, ενδιαφέρον

παρουσιάζει η μεγαλύτερη σε βάθος μελέτη της γλωσσικής συμπεριφοράς των

ακουόντων νοηματιστών της ΕΝΓ.

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 295

Ερωτηµατολόγιο 1 Οµάδα: δάσκαλοι ΕΝΓ

Α. ΓΝΩΡΙΜΙΑ 1. Πώς σε λένε; 2. Πού γεννήθηκες; Πού µεγάλωσες; 3. Πότε; Πόσων χρόνων είσαι; 4. Άλλα Κωφά άτοµα στην οικογένεια. 5. Αιτία κώφωσης. 6. Σε ποιο σχολείο πήγαινες; (τύπος σχολείου, επικοινωνία µε συµµαθητές, µε

δασκάλους, ανάλογα µε την περίσταση επικοινωνίας) 7. Επίπεδο εκπαίδευσης. 8. Εργασία. 9. Επαφή µε τη νοηµατική.

Πότε την έµαθες; Πού; Πόσο καλά την ξέρεις;

10. Ξέρεις ελληνικά; Άλλες γλώσσες; (προφορικά, γραπτά) Θεωρείς τον εαυτό σου δίγλωσσο/πολύγλωσσο άτοµο;

Β. ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ i. Υπόσταση 1. Πώς ονοµάζεις τη γλώσσα που χρησιµοποιείς; 2. Υπάρχουν διαφωνίες σχετικά µε τις προτεινόµενες ονοµασίες; Τις γνωρίζεις; 3. Πώς κατά την γνώµη σου θα έπρεπε να ονοµάζεται η νοηµατική; Θα έπρεπε να

χρησιµοποιείται το δακτυλικό αλφάβητο για την επίσηµη ονοµασία της; 4. Επικοινωνείς µε όλους τους Κωφούς µε τον ίδιο τρόπο; Πώς ονοµάζεις κάθε

φορά την επικοινωνία σας; 5. Τι είναι µεταφρασµένη νοηµατική; 6. Υπάρχουν τεχνητά συστήµατα επικοινωνίας µεταξύ κωφών και µεταξύ κωφών

και ακουόντων; Τα χρησιµοποιείς; 7. Τι πιστεύεις για τις δυνατότητές της; Θεωρείς ότι ανταποκρίνεται πλήρως στις

επικοινωνιακές ανάγκες ή παρουσιάζει ελλείψεις; 8. Πότε άρχισε να χρησιµοποιείται; 9. Έχει διαφορές µε τα ελληνικά; Ποιες; 10. Τελικά είναι µια γλώσσα όπως όλες οι άλλες; 11. Πώς αισθάνεσαι για τη νοηµατική; Ποια αξία έχει για σένα; 12. Τι σηµασία έχει για σένα σε σχέση µε τα ελληνικά; 13. Πότε και γιατί χρησιµοποιείς δακτυλικό αλφάβητο (αν χρησιµοποιείς); Πότε το

έµαθες; 14. Πόσο χρήσιµο είναι στην κατασκευή νέων νοηµάτων; 15. Όταν νοηµατίζεις, µιλάς ταυτόχρονα; Κουνάς τα χείλη σου; Γιατί; Έχει διαφορά

αυτό από το να µιλάς ελληνικά; 16. Χρησιµοποιείς ξένα/δάνεια νοήµατα από άλλες νοηµατικές γλώσσες; Ξέρεις

από πού προέρχονται; ∆ώσε παραδείγµατα. ii. Ποικιλία 1. Μπορείς και επικοινωνείς πάντοτε άνετα µε όλους τους Κωφούς; Από την

περιοχή σου; Από όλη την Ελλάδα; (Από άλλες πόλεις; Ποιες; Σε ποια απόσταση;) Από ξένες χώρες;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 296

2. Γιατί τους καταλαβαίνεις/ δεν τους καταλαβαίνεις; Τι διευκολύνει/ δυσκολεύει την επικοινωνία σας;

3. Κάθε περιοχή έχει τη δική της νοηµατική; ∆ώσε παραδείγµατα διαφορών. Σηµασιολογία (λεξιλόγιο), γραµµατική (φωνολογία, µορφολογία, σύνταξη). Γνωρίζεις ∆ιεθνή Νοηµατική ή ξένες νοηµατικές; Έχουν επηρεάσει τη νοηµατική που χρησιµοποιείς;

4. Θεωρείς ότι πρέπει να υπάρξει κάποια συµφωνία ώστε να χρησιµοποιούν όλοι τα ίδια νοήµατα για τις ίδιες σηµασίες; Ποιος θα πρέπει να αποφασίσει γι’ αυτό; Θα δεχτείς να υιοθετήσεις κάποιες αλλαγές;

5. Θα συµµετείχες σε µια επιτροπή που θα αποφάσιζε κάτι τέτοιο; iii. Προτυποποίηση 1. Ποιος χρησιµοποιεί καλύτερη νοηµατική; Ποιος την ξέρει καλύτερα; 2. Χρειάζεται προστασία η νοηµατική; Από ποιον; Ποιος θα την προστατέψει;

Πώς; 3. Σ’ αρέσει η νοηµατική που χρησιµοποιούν οι νεότεροι; Γιατί; 4. Πιστεύεις ότι η νοηµατική µένει πάντα σταθερή; 5. Εσύ την αλλάζεις; Γιατί; 6. Χρησιµοποιούν διαφορετική νοηµατική; (άντρες-γυναίκες, νέοι-ηλικιωµένοι,

Κωφοί µε εµπειρίες στο εξωτερικό-Κωφοί που έζησαν µόνο στην Ελλάδα). ∆ώσε παραδείγµατα.

7. Υπάρχουν λεξικά της ΕΝΓ; Ποια γνωρίζεις; Πόσο χρήσιµα είναι για τη δουλειά σου; Τι τους λείπει;

8. Υπάρχει γραµµατική της ΕΝΓ; Θα ήθελες να υπάρχει; Θα τη δίδασκες στην τάξη;

9. Υπάρχουν νοήµατα που αποφεύγεις, που θα ήθελες να αντικατασταθούν; Γιατί; Με τι; ∆ώσε παραδείγµατα.

10. Θα προτιµούσες να έπαυαν να χρησιµοποιούνται κάποια ξένα/δάνεια νοήµατα. ∆ώσε παραδείγµατα.

11. Φτιάχνεις δικά σου νοήµατα; Ποιος θα έπρεπε να φτιάχνει νοήµατα; ∆ώσε παραδείγµατα.

12. Χρειάζεται βελτίωση η νοηµατική; Πού; Πώς; 13. Ποιες ανάγκες πρέπει να καλυφθούν; 14. Τι θα µπορούσες να κάνεις γι’ αυτό; Ποιος θα έπρεπε να έχει την ευθύνη; 15. Χρησιµοποιείς κάµερα για να κρατάς σηµειώσεις σε νοηµατική; 16. Μπορεί/θες να αποκτήσει η ΕΝΓ τη δική της γραφή; Τι θα σήµαινε για την

κοινωνία µία γραφή της νοηµατικής; 17. Πώς µπορούν να βοηθήσουν οι νέες τεχνολογίες στη διάδοση της νοηµατικής; 18. Υπάρχουν εξετάσεις που να πιστοποιούν τη γνώση της ΕΝΓ; Είσαι

ικανοποιηµένος από το επίπεδο των εξετάσεων; Γ. ΘΕΣΜΟΙ i. Εκπαίδευση 1. Είσαι ικανοποιηµένος από την εκπαίδευσή σου (επικοινωνία, δάσκαλοι,

αναλυτικό πρόγραµµα, τρόπος διδασκαλίας); 2. Σε βοήθησε το σχολείο να µάθεις νοηµατική; 3. Σε ποιους διδάσκεις νοηµατική; (ακούοντες, κωφοί, επίπεδο) 4. Ποιος πιστεύεις ότι πρέπει να διδάσκεται νοηµατική; 5. Ποιος πιστεύεις ότι πρέπει/ µπορεί να διδάσκει νοηµατική;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 297

6. Αν ήθελες να κάνεις αυτοκριτική, πώς θα θεωρούσες τον εαυτό σου ως δάσκαλο νοηµατικής; Είσαι ικανοποιηµένος/-η από την απόδοσή σου;

7. Θα συµµετείχες σε σεµινάρια για να βελτιώσεις τις µεθόδους διδασκαλίας σου; Ποιος θα έπρεπε να τα οργανώσει;

8. Υπάρχει πανεπιστηµιακή εκπαίδευση για τη διδασκαλία της ΕΝΓ; Είναι κάτι τέτοιο εφικτό; Θα φοιτούσες σε ένα τέτοιο τµήµα;

9. Χρησιµοποιείς τις νέες τεχνολογίες στη διδασκαλία της νοηµατικής; 10. Χρησιµοποιείς λεξικά και γραµµατική της ΕΝΓ στη διδασκαλία; 11. Είσαι ικανοποιηµένος από τη µελέτη της ΕΝΓ; Πιστεύεις ότι την γνωρίζουµε

πια καλά ή αγνοούµε ακόµη ορισµένα βασικά της σηµεία; 12. Ποια είναι τα µεγαλύτερα προβλήµατα που αντιµετωπίζεις όταν διδάσκεις ΕΝΓ; 13. Πότε κάποιος είναι επαρκής στην ΕΝΓ; Μπορεί να το πιστοποιήσουν οι

εξετάσεις που διεξάγονται; 14. Πώς πρέπει κάποιος να πιστοποιεί τη γνώση που έχει στην ΕΝΓ; ii. Νόµοι 1. Πιστεύεις ότι οι Κωφοί αντιµετωπίζονται ισότιµα από το κράτος σε σχέση µε

τους ακούοντες; Γιατί; 2. Η νοµοθεσία θεωρεί τους κωφούς ανάπηρους; Οι Κωφοί είναι ανάπηροι; Ποια

είναι τα σχόλιά σου για το σηµερινό νοµοθετικό καθεστώς της αναπηρίας; 3. Πόσο το κράτος ζητά τη γνώµη των Κωφών όταν νοµοθετεί γι’ αυτούς; 4. Πόσο στηρίζει το κράτος τη νοηµατική; 5. Η νοηµατική είναι επίσηµα αναγνωρισµένη από το ελληνικό κράτος; Πότε

ακριβώς; Τι άλλαξε από τότε; 6. Είσαι ικανοποιηµένος/-η µε τον τρόπο που το επίσηµο κράτος αντιµετωπίζει την

νοηµατική; Τι θα έπρεπε να αλλάξει; 7. Πιστεύεις ότι η νοµοθεσία προωθεί/ βοηθά τη διδασκαλία της ΕΝΓ; 8. Υπάρχουν ελλείψεις στη νοµοθεσία σχετικά µε τη διδασκαλία, πιστοποίηση της

γνώσης της ΕΝΓ; Ποιες είναι αυτές;

iii. ∆ιερµηνεία 1. Έχεις πάντοτε διερµηνέα;

Πότε; πάντα, γιατρός/νοσοκοµείο, δουλειά, σχολείο/πανεπιστήµιο, µαθήµατα/ επιµόρφωση, δικηγόρος/δικαστήριο, δηµόσιες υπηρεσίες, εκκλησία, αγορές/ψώνια, διασκέδαση, άλλο, ποτέ

Ποιον;φίλος, συγγενής, επίσηµος διερµηνέας

Πώς; νοηµατική, προφορικά/χειλεανάγνωση, δακτυλικό

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 298

2. Ποιος είναι υπεύθυνος να ενηµερώσει τους Κωφούς για τη δουλειά και τους κανόνες συµπεριφοράς των διερµηνέων;

3. Μπορεί κάποιος που έχει καλή γνώση νοηµατικής να γίνει διερµηνέας; Χρειάζεται ειδική εκπαίδευση;

4. Πώς θα έπρεπε να πιστοποιείται η επάρκεια στην διερµηνεία; 5. Είσαι ικανοποιηµένος από την απόδοση νοηµατικής των διερµηνέων; Πώς

µπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση; 6. Είσαι ικανοποιηµένος από την παροχή υπηρεσιών διερµηνείας; Πώς µπορεί να

βελτιωθεί η κατάσταση; iv. Εργασία 1. Γιατί έγινες δάσκαλος νοηµατικής; 2. Υπάρχει συνεργασία µε τους άλλους δασκάλους νοηµατικής; Σε τι είδους

θέµατα; 3. Ποιο είναι το όραµά σου για την εργασία σου ως δασκάλου νοηµατικής; v. Μέσα ενηµέρωσης 1. Παρακολουθείς εκποµπές σε νοηµατική στην τηλεόραση; Είσαι

ικανοποιηµένος; (χρόνος, οργάνωση, απόδοση νοηµατικής) 2. Ξέρεις τις ώρες προβολής τους; 3. Με ποιους άλλους τρόπους ενηµερώνεσαι; 4. Πότε ξεκίνησαν να προβάλλονται δελτία ειδήσεων, εκποµπές στην ΕΝΓ; 5. Πώς µπορούν να βελτιωθούν οι υπάρχουσες εκποµπές στην τηλεόραση σε ΕΝΓ; 6. Πόσο συµµετέχουν οι Κωφοί στην παραγωγή και οργάνωση εκποµπών σε

νοηµατική; Είναι ικανοποιητική η συµµετοχή τους; 7. Χρειάζονται ειδικά κανάλια; Τι γνωρίζεις για το νέο κανάλι Πρίσµα+ της

ψηφιακής ΕΡΤ; 8. Γνωρίζεις αν υπήρξαν/υπάρχουν έντυπα ειδικά για τους Κωφούς; 9. Θα ήθελες να υπάρχουν; ∆. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ 1. Συµµετέχεις στις εκδηλώσεις της κοινότητας; Σε ποιες; 2. Πόσο συχνά πηγαίνεις στα σωµατεία Κωφών; Ποιους συναντάς εκεί; 3. Πόσο συχνά χρησιµοποιείς τη νοηµατική; Με ποιους; 4. Πόσο σηµαντική είναι η νοηµατική για τους Κωφούς;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 299

Ερωτηµατολόγιο 2 Οµάδα: Κωφοί εκπαιδευτικοί

Α. ΓΝΩΡΙΜΙΑ 1. Πώς σε λένε; 2. Πού γεννήθηκες; Πού µεγάλωσες; 3. Πότε; Πόσων χρόνων είσαι; 4. Άλλα Κωφά άτοµα στην οικογένεια. 5. Αιτία κώφωσης. 6. Σε ποιο σχολείο πήγαινες; (τύπος σχολείου, επικοινωνία µε συµµαθητές, µε

δασκάλους, ανάλογα µε την περίσταση επικοινωνίας) 7. Επίπεδο εκπαίδευσης. 8. Εργασία. 9. Επαφή µε τη νοηµατική.

Πότε την έµαθες; Πού; Πόσο καλά την ξέρεις;

10. Ξέρεις ελληνικά; Άλλες γλώσσες; (προφορικά, γραπτά) Θεωρείς τον εαυτό σου δίγλωσσο/πολύγλωσσο άτοµο;

Β. ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ i. Υπόσταση 1. Πώς ονοµάζεις τη γλώσσα που χρησιµοποιείς; 2. Επικοινωνείς µε όλους τους Κωφούς µε τον ίδιο τρόπο; Πώς ονοµάζεις κάθε

φορά την επικοινωνία σας; 3. Τι είναι µεταφρασµένη νοηµατική; 4. Υπάρχουν τεχνητά συστήµατα επικοινωνίας µεταξύ κωφών και µεταξύ κωφών

και ακουόντων; Τα χρησιµοποιείς; Πόσο βοηθούν στην εκπαιδευτική διαδικασία;

5. Τι πιστεύεις για τις δυνατότητές της; Θεωρείς ότι ανταποκρίνεται πλήρως στις επικοινωνιακές ανάγκες ή παρουσιάζει ελλείψεις;

6. Έχει διαφορές µε τα ελληνικά; Ποιες; 7. Τελικά είναι µια γλώσσα όπως όλες οι άλλες; 8. Πώς αισθάνεσαι για τη νοηµατική; Ποια αξία έχει για σένα; 9. Τι σηµασία έχει για σένα σε σχέση µε τα ελληνικά; 10. Τι χρησιµοποιείς περισσότερο στην τάξη; 11. Πότε και γιατί χρησιµοποιείς δακτυλικό αλφάβητο (αν χρησιµοποιείς); Πότε το

έµαθες; 12. Πόσο χρήσιµο είναι στην κατασκευή νέων νοηµάτων; Το χρησιµοποιείς στην

τάξη; Βοηθά τους µαθητές σου; 13. Όταν νοηµατίζεις, µιλάς ταυτόχρονα; Κουνάς τα χείλη σου; Γιατί; Έχει

διαφορά αυτό από το να µιλάς ελληνικά; 14. ∆ιδάσκεις τους µαθητές σου µε χειλεανάγνωση; 15. Χρησιµοποιείς ξένα νοήµατα από άλλες νοηµατικές γλώσσες; Γιατί; ii. Ποικιλία 1. Μπορείς και επικοινωνείς πάντοτε άνετα µε όλους τους Κωφούς; Από την

περιοχή σου; Από όλη την Ελλάδα; (Από άλλες πόλεις; Ποιες; Σε ποια απόσταση;) Από ξένες χώρες;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 300

2. Γιατί τους καταλαβαίνεις/ δεν τους καταλαβαίνεις; Τι διευκολύνει/ δυσκολεύει την επικοινωνία σας;

3. Αντιµετωπίζεις δυσκολίες να καταλάβεις κάποιους από τους µαθητές σου; Γιατί;

4. Κάθε περιοχή έχει τη δική της νοηµατική; ∆ώσε παραδείγµατα διαφορών. 5. Θεωρείς ότι πρέπει να υπάρξει κάποια συµφωνία ώστε να χρησιµοποιούν όλοι

τα ίδια νοήµατα για τις ίδιες σηµασίες; Ποιος θα πρέπει να αποφασίσει γι’ αυτό; Θα δεχτείς να υιοθετήσεις κάποιες αλλαγές;

6. Οι µαθητές σου θα αποδέχονταν µια τέτοια συµφωνία; Θα ήταν εύκολο να τους πείσεις;

iii. Προτυποποίηση 1. Ποιος χρησιµοποιεί καλύτερη νοηµατική; Ποιος την ξέρει καλύτερα; 2. Χρειάζεται προστασία η νοηµατική; Από ποιον; Ποιος θα την προστατέψει;

Πώς; 3. Σ’ αρέσει η νοηµατική που χρησιµοποιούν οι νεότεροι; Γιατί; 4. Πιστεύεις ότι η νοηµατική µένει πάντα σταθερή; 5. Εσύ την αλλάζεις; Γιατί; 6. Υπάρχουν λεξικά της ΕΝΓ; Ποια γνωρίζεις; Πόσο χρήσιµα είναι για τη δουλειά

σου; Τι τους λείπει; 7. Υπάρχει γραµµατική της ΕΝΓ; Θα ήθελες να υπάρχει; Θα τη δίδασκες στην

τάξη; 8. Υπάρχουν νοήµατα που αποφεύγεις, που θα ήθελες να αντικατασταθούν; Γιατί;

Με τι; ∆ώσε παραδείγµατα. 9. Φτιάχνεις δικά σου νοήµατα; Ποιος θα έπρεπε να φτιάχνει νοήµατα; ∆ώσε

παραδείγµατα. 10. Χρειάζεται βελτίωση η νοηµατική; Πού; Πώς; 11. Ποιες ανάγκες πρέπει να καλυφθούν; Το έχεις αντιµετωπίσει στην τάξη; 12. Τι θα µπορούσες να κάνεις γι’ αυτό; Ποιος θα έπρεπε να έχει την ευθύνη; 13. Πόσο χρησιµοποιείς στην τάξη τις νέες τεχνολογίες; Υπάρχουν τα κατάλληλα

εκπαιδευτικά υλικά; Ανάφερε συγκεκριµένα υλικά. 14. Πόσο ικανοποιητική είναι η απόδοση της νοηµατικής σε αυτά τα υλικά; 15. Χρησιµοποιείς κάµερα για να κρατάς σηµειώσεις σε νοηµατική; 16. Μπορεί/θες να αποκτήσει η ΕΝΓ τη δική της γραφή; Τι θα σήµαινε για την

κοινωνία µία γραφή της νοηµατικής; Γ. ΘΕΣΜΟΙ i. Εκπαίδευση 1. Είσαι ικανοποιηµένος από την εκπαίδευσή σου (επικοινωνία, δάσκαλοι,

αναλυτικό πρόγραµµα, τρόπος διδασκαλίας); 2. Ποια ήταν τα µεγαλύτερα προβλήµατα που αντιµετώπισες κατά την

πανεπιστηµιακή σου εκπαίδευση; 3. Τι λύσεις θα είχες να προτείνεις; 4. Σε βοήθησε το σχολείο να µάθεις νοηµατική; 5. Ποια µέθοδος θεωρείς ότι είναι προτιµότερη για την εκπαίδευση των κωφών

παιδιών; Εσύ ποια χρησιµοποιείς; (προφορική µέθοδος, δίγλωσση εκπαίδευση, ολική επικοινωνία)

6. Ποιο είναι το µεγαλύτερο πρόβληµα που αντιµετωπίζεις στη σχολική τάξη; 7. Θα ήθελες να υπάρχει στο σχολικό πρόγραµµα µάθηµα ΕΝΓ; Θα βοηθούσε

τους µαθητές;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 301

8. Πώς εξετάζεις τους µαθητές σου; (προφορικά ελληνικά, γραπτά ελληνικά, νοηµατική)

9. Πόσο καλά γνωρίζουν νοηµατική οι µαθητές σου; 10. Μαθαίνεις νοηµατική από τους µαθητές σου ή µάλλον συµβαίνει το αντίθετο; 11. Νιώθεις επαρκής στη νοηµατική όταν διδάσκεις; Υπάρχουν σηµεία, στα οποία

θα µπορούσες να ενισχύσεις την απόδοσή σου; 12. Θα βοηθούσε τη διδασκαλία σου αν χρησιµοποιούσες την νοηµατική

συστηµατικότερα; Θα συµµετείχες σε σεµινάρια για να καταρτισθείς σχετικά; 13. Πόσο ικανοποιηµένος είσαι από την εκπαίδευση που παρέχεται στα κωφά

παιδιά; Από το επίπεδο των µαθητών; Ποια πιστεύεις ότι είναι τα σηµαντικότερα αίτια σχολικής αποτυχίας;

14. Είναι αρκετή η διάρκεια της σχολικής εκπαίδευσης για κωφούς µαθητές; Θα ήταν ευεργετικό να παραταθεί σε σχέση µε τη διάρκεια της γενικής σχολικής εκπαίδευσης;

15. Θα πρέπει η σχολική εκπαίδευση των κωφών, κατά την γνώµη σου, να είναι ίδια µε τη γενική σχολική εκπαίδευση, ή να διαφοροποιείται από αυτήν; Γιατί; Σε ποιά σηµεία;

16. Ποιος πρέπει/µπορεί να διδάσκει τη νοηµατική; Γιατί; ii. Νόµοι 1. Πιστεύεις ότι οι Κωφοί αντιµετωπίζονται ισότιµα από το κράτος σε σχέση µε

τους ακούοντες; Γιατί; 2. Η νοµοθεσία θεωρεί τους κωφούς ανάπηρους; Οι Κωφοί είναι ανάπηροι; Ποια

είναι τα σχόλιά σου για το σηµερινό νοµοθετικό καθεστώς της αναπηρίας; 3. Πόσο το κράτος ζητά τη γνώµη των Κωφών όταν νοµοθετεί γι’ αυτούς; 4. Πόσο στηρίζει το κράτος τη νοηµατική; 5. Η νοηµατική είναι επίσηµα αναγνωρισµένη από το ελληνικό κράτος; Πότε

ακριβώς; Τι άλλαξε από τότε; 6. Είσαι ικανοποιηµένος/-η µε τον τρόπο που το επίσηµο Κράτος αντιµετωπίζει

την νοηµατική; Τι θα έπρεπε να αλλάξει; 7. Πιστεύεις ότι η νοµοθεσία προωθεί/ βοηθά τη διδασκαλία της ΕΝΓ; iii. ∆ιερµηνεία 1. Έχεις πάντοτε διερµηνέα;

Πότε; πάντα, γιατρός/νοσοκοµείο, δουλειά, σχολείο/πανεπιστήµιο, µαθήµατα/ επιµόρφωση, δικηγόρος/δικαστήριο, δηµόσιες υπηρεσίες, εκκλησία, αγορές/ψώνια, διασκέδαση, άλλο, ποτέ

Ποιον;φίλος, συγγενής, επίσηµος διερµηνέας

Πώς; νοηµατική, προφορικά/χειλεανάγνωση, δακτυλικό

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 302

2. Υπάρχει στο σχολείο, στο πανεπιστήµιο διερµηνέας; Θα ήθελες να υπάρχει; 3. Τι γνωρίζεις για τον εκπαιδευτικό διερµηνέα; Πώς µπορεί να συµβάλλει µε τον

καλύτερο τρόπο στην εκπαιδευτική διαδικασία; 4. Έχεις ενηµερωθεί για τη δουλειά των διερµηνέων και τους κανόνες

συµπεριφοράς τους; Από ποιον; Πού; 5. Είσαι ικανοποιηµένος από την απόδοση νοηµατικής των διερµηνέων; Πώς

µπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση; 6. Είσαι ικανοποιηµένος από την παροχή υπηρεσιών διερµηνείας; Πώς µπορεί να

βελτιωθεί η κατάσταση; iv. Εργασία 1. Γιατί έγινες εκπαιδευτικός; 2. Πώς είναι η επικοινωνία µε τους άλλους εκπαιδευτικούς στο σχολείο που

εργάζεσαι; 3. Ποιο είναι το όραµά σου για την εργασία σου ως εκπαιδευτικού; v. Μέσα ενηµέρωσης 1. Παρακολουθείς εκποµπές σε νοηµατική στην τηλεόραση; Είσαι

ικανοποιηµένος; (χρόνος, οργάνωση, απόδοση νοηµατικής) 2. Ξέρεις τις ώρες προβολής τους; 3. Με ποιους άλλους τρόπους ενηµερώνεσαι; 4. Υπάρχουν ειδικές τηλεοπτικές εκποµπές που µπορούν να βοηθήσουν στην

εκπαιδευτική διαδικασία; Τι γνωρίζεις για τις δυνατότητες του νέου καναλιού Πρίσµα+ της ψηφιακής ΕΡΤ;

5. Γνωρίζεις αν υπήρξαν/υπάρχουν έντυπα ειδικά για τους Κωφούς; Εκδίδει το σχολείο στο οποίο εργάζεσαι κάποιο ειδικό έντυπο;

6. Θα ήθελες να υπάρχουν; Θα βοηθούσε τους µαθητές σου; ∆. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ 1. Συµµετέχεις στις εκδηλώσεις της κοινότητας; Σε ποιες; 2. Πόσο συχνά πηγαίνεις στα σωµατεία Κωφών; Ποιους συναντάς εκεί; 3. Πόσο συχνά χρησιµοποιείς τη νοηµατική; Με ποιους; 4. Πόσο σηµαντική είναι η νοηµατική για τους Κωφούς;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 303

Ερωτηµατολόγιο 3 Οµάδα: µαθητές -φοιτητές (νέοι Κωφοί)

Α. ΓΝΩΡΙΜΙΑ 1. Πώς σε λένε; 2. Πού γεννήθηκες; Πού µεγάλωσες; 3. Πότε; Πόσων χρόνων είσαι; 4. Άλλα Κωφά άτοµα στην οικογένεια. 5. Αιτία κώφωσης. 6. Σε ποιο σχολείο πας /πήγαινες; (τύπος σχολείου, επικοινωνία µε συµµαθητές,

µε δασκάλους, ανάλογα µε την περίσταση επικοινωνίας) 7. Επαφή µε τη νοηµατική.

Πότε την έµαθες; Πού; Πόσο καλά την ξέρεις;

8. Ξέρεις ελληνικά; Άλλες γλώσσες; (προφορικά, γραπτά) Θεωρείς τον εαυτό σου δίγλωσσο/πολύγλωσσο άτοµο;

Β. ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ i. Υπόσταση 1. Πώς ονοµάζεις τη γλώσσα που χρησιµοποιείς; 2. Επικοινωνείς µε όλους τους Κωφούς µε τον ίδιο τρόπο; Πώς ονοµάζεις κάθε

φορά την επικοινωνία σας; 3. Πώς αισθάνεσαι για τη νοηµατική; 4. Τι πιστεύεις για τις δυνατότητές της; Σε καλύπτει γλωσσικά; 5. Τι σηµασία έχει για σένα σε σχέση µε τα ελληνικά; 6. Πότε και γιατί χρησιµοποιείς δακτυλικό αλφάβητο (αν χρησιµοποιείς); Πότε το

έµαθες; 7. Όταν νοηµατίζεις, µιλάς ταυτόχρονα; Κουνάς τα χείλη σου; Γιατί; 8. Χρησιµοποιείς ξένα νοήµατα από άλλες νοηµατικές γλώσσες; Γιατί; ii. Ποικιλία 1. Μπορείς και επικοινωνείς πάντοτε άνετα µε όλους τους Κωφούς; Από την

περιοχή σου; Από όλη την Ελλάδα; (Από άλλες πόλεις; Ποιες; Σε ποια απόσταση;) Από ξένες χώρες;

2. Γιατί τους καταλαβαίνεις/ δεν τους καταλαβαίνεις; Τι διευκολύνει/ δυσκολεύει την επικοινωνία σας;

3. Κάθε περιοχή έχει τη δική της νοηµατική; ∆ώσε παραδείγµατα διαφορών. 4. Θέλεις να υπάρξει κάποια συµφωνία ώστε να χρησιµοποιούν όλοι τα ίδια

νοήµατα για τις ίδιες σηµασίες; Ποιος θα πρέπει να αποφασίσει γι’ αυτό; Θα δεχτείς να υιοθετήσεις κάποιες αλλαγές;

iii. Προτυποποίηση 1. Ποιος χρησιµοποιεί καλύτερη νοηµατική; Ποιος την ξέρει καλύτερα; 2. Χρειάζεται προστασία η νοηµατική; Από ποιον; Ποιος θα την προστατέψει; 3. Σ’ αρέσει η νοηµατική που χρησιµοποιούν οι µεγαλύτεροι; Γιατί; 4. Σ’ έχουν βοηθήσει µεγαλύτεροι Κωφοί να µάθεις καλύτερα νοηµατική; Ποιοι; 5. Υπάρχουν νοήµατα που αποφεύγεις, που θα ήθελες να αντικατασταθούν; 6. Φτιάχνεις δικά σου νοήµατα; Ποιος θα έπρεπε να φτιάχνει νοήµατα;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 304

Γ. ΘΕΣΜΟΙ i. Εκπαίδευση 1. Είσαι ικανοποιηµένος από την εκπαίδευσή σου (επικοινωνία, δάσκαλοι,

αναλυτικό πρόγραµµα, τρόπος διδασκαλίας); 2. Σε βοηθάει/ βοήθησε το σχολείο να µάθεις νοηµατική; Ποιος σε βοήθησε

περισσότερο να την µάθεις; 3. Χρησιµοποιείς λεξικά ΕΝΓ; Πότε; 4. Πόσο χρησιµοποιείται η νοηµατική στην εκπαίδευση; Είσαι ικανοποιηµένος; 5. Σε ποια µαθήµατα µπορεί να βοηθήσει, σε ποια όχι; 6. Θα ήθελες να διδάσκεσαι σε ξεχωριστό µάθηµα νοηµατική όπως για

παράδειγµα διδάσκεσαι νέα ελληνικά ή αγγλικά; Το θεωρείς απαραίτητο ή χάσιµο χρόνου;

7. Θα υπήρχαν εξετάσεις σε αυτό το µάθηµα; 8. Πιστεύεις ότι έχει την ίδια δυσκολία να εξετάζεσαι προφορικά µε νοηµατική µε

το να εξετάζεσαι γραπτά; Τι προτιµάς; Γιατί; Θεωρείς ότι θα πρέπει να θεωρούνται ισοδύναµοι οι δύο τρόποι εξέτασης;

9. Ποια είναι η µεγαλύτερη έλλειψη των δασκάλων/ καθηγητών; 10. Θα ήθελες να υπάρχει ένα πανεπιστηµιακό τµήµα ειδικά για την ΕΝΓ; Θα

φοιτούσες σε ένα τέτοιο τµήµα; 11. Ποιος πρέπει να µαθαίνει νοηµατική; Από ποιον; ii. Νόµοι 1. Πιστεύεις ότι οι Κωφοί αντιµετωπίζονται ισότιµα από το κράτος σε σχέση µε

τους ακούοντες; Γιατί; 2. Πόσο στηρίζει το κράτος τη νοηµατική; 3. Η ΕΝΓ είναι επίσηµα αναγνωρισµένη από το ελληνικό κράτος; iii. ∆ιερµηνεία 1. Έχεις πάντοτε διερµηνέα;

Πότε; πάντα, γιατρός/νοσοκοµείο, δουλειά, σχολείο/πανεπιστήµιο, µαθήµατα/ επιµόρφωση, δικηγόρος/δικαστήριο, δηµόσιες υπηρεσίες, εκκλησία, αγορές/ψώνια, διασκέδαση, άλλο, ποτέ

Ποιον;φίλος, συγγενής, επίσηµος διερµηνέας

Πώς; νοηµατική, προφορικά/χειλεανάγνωση, δακτυλικό

2. Υπάρχει στο σχολείο, στο πανεπιστήµιο διερµηνέας; Θα ήθελες να υπάρχει; 3. Έχεις ενηµερωθεί για τη δουλειά των διερµηνέων και τους κανόνες

συµπεριφοράς τους; Από ποιον; Πού;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 305

iv. Εργασία 1. Τι επάγγελµα θα ήθελες να ακολουθήσεις; Γιατί; v. Μέσα ενηµέρωσης 1. Παρακολουθείς εκποµπές σε νοηµατική στην τηλεόραση; Είσαι

ικανοποιηµένος; (χρόνος, οργάνωση, απόδοση νοηµατικής) 2. Ξέρεις τις ώρες προβολής τους; 3. Με ποιους άλλους τρόπους ενηµερώνεσαι; 4. Εκδίδει το σχολείο σου, το πανεπιστήµιο κάποιο ειδικό έντυπο; Συµµετέχεις;

Θα ήθελες να υπάρχει ειδική αναφορά σε θέµατα για Κωφούς; 5. Υπάρχει στο σχολείο/πανεπιστήµιο κάποια ειδική ενηµερωτική/συµβουλευτική

υπηρεσία για την υποστήριξή σου; ∆. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ 1. Συµµετέχεις στις εκδηλώσεις της κοινότητας; Σε ποιες; 2. Έχεις επισκεφτείς σωµατεία Κωφών; Ποιους συνάντησες εκεί; Πώς πέρασες;

Θα ήθελες να ξαναπάς; 3. Πόσο συχνά χρησιµοποιείς τη νοηµατική; Με ποιους; 4. Πόσο σηµαντική είναι η νοηµατική για τους Κωφούς;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 306

Ερωτηµατολόγιο 4 Οµάδα: Κωφοί (γενικός πληθυσµός άνω των 30)

Α. ΓΝΩΡΙΜΙΑ 1. Πώς σε λένε; 2. Πού γεννήθηκες; Πού µεγάλωσες; 3. Πότε; Πόσων χρόνων είσαι; 4. Άλλα Κωφά άτοµα στην οικογένεια. 5. Αιτία κώφωσης. 6. Σε ποιο σχολείο πήγαινες; (τύπος σχολείου, επικοινωνία µε συµµαθητές, µε

δασκάλους, ανάλογα µε την περίσταση επικοινωνίας) 7. Επίπεδο εκπαίδευσης. 8. Εργασία. 9. Επαφή µε τη νοηµατική.

Πότε την έµαθες; Πού; Πόσο καλά την ξέρεις;

10. Ξέρεις ελληνικά; Άλλες γλώσσες; (προφορικά, γραπτά) Θεωρείς τον εαυτό σου δίγλωσσο/πολύγλωσσο άτοµο;

Β. ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ i. Υπόσταση 1. Πώς ονοµάζεις τη γλώσσα που χρησιµοποιείς; 2. Επικοινωνείς µε όλους τους Κωφούς µε τον ίδιο τρόπο; Πώς ονοµάζεις κάθε

φορά την επικοινωνία σας; 3. Πώς αισθάνεσαι για τη νοηµατική; 4. Τι πιστεύεις για τις δυνατότητές της; Σε καλύπτει γλωσσικά; 5. Τι σηµασία έχει για σένα σε σχέση µε τα ελληνικά; 6. Πότε και γιατί χρησιµοποιείς δακτυλικό αλφάβητο (αν χρησιµοποιείς); Πότε το

έµαθες; 7. Όταν νοηµατίζεις, µιλάς ταυτόχρονα; Κουνάς τα χείλη σου; Γιατί; 8. Χρησιµοποιείς ξένα νοήµατα από άλλες νοηµατικές γλώσσες; Γιατί; ii. Ποικιλία 1. Μπορείς και επικοινωνείς πάντοτε άνετα µε όλους τους Κωφούς; Από την

περιοχή σου; Από όλη την Ελλάδα; (Από άλλες πόλεις; Ποιες; Σε ποια απόσταση;) Από ξένες χώρες;

2. Γιατί τους καταλαβαίνεις/ δεν τους καταλαβαίνεις; Τι διευκολύνει/ δυσκολεύει την επικοινωνία σας;

3. Κάθε περιοχή έχει τη δική της νοηµατική; ∆ώσε παραδείγµατα διαφορών. 4. Θέλεις να υπάρξει κάποια συµφωνία ώστε να χρησιµοποιούν όλοι τα ίδια

νοήµατα για τις ίδιες σηµασίες; Ποιος θα πρέπει να αποφασίσει γι’ αυτό; Θα δεχτείς να υιοθετήσεις κάποιες αλλαγές;

iii. Προτυποποίηση 1. Ποιος χρησιµοποιεί καλύτερη νοηµατική; Ποιος την ξέρει καλύτερα; 2. Χρειάζεται προστασία η νοηµατική; Από ποιον; Ποιος θα την προστατέψει; 3. Σ’ αρέσει η νοηµατική που χρησιµοποιούν οι νεότεροι; Γιατί; 4. Υπάρχουν νοήµατα που αποφεύγεις, που θα ήθελες να αντικατασταθούν;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 307

5. Φτιάχνεις δικά σου νοήµατα; Ποιος θα έπρεπε να φτιάχνει νοήµατα; Γ. ΘΕΣΜΟΙ i. Εκπαίδευση 1. Είσαι ικανοποιηµένος από την εκπαίδευσή σου (επικοινωνία, δάσκαλοι,

αναλυτικό πρόγραµµα, τρόπος διδασκαλίας); 2. Σε βοήθησε το σχολείο να µάθεις νοηµατική; 3. Θα ξαναπήγαινες σχολείο για να µάθεις καλύτερα νοηµατική; 4. Ποιος πρέπει/µπορεί να διδάσκει τη νοηµατική; Γιατί; ii. Νόµοι 1. Πιστεύεις ότι οι Κωφοί αντιµετωπίζονται ισότιµα από το κράτος σε σχέση µε

τους ακούοντες; Γιατί; 2. Το κράτος έχει ζητήσει τη γνώµη των Κωφών για θέµατα που τους αφορούν; 3. Πόσο στηρίζει το κράτος τη νοηµατική; 4. Η νοηµατική είναι επίσηµα αναγνωρισµένη από το ελληνικό κράτος; 5. Πόσο είσαι ενηµερωµένος για τη νοµοθεσία σχετικά µε τους Κωφούς; Ποιος

πρέπει να σε ενηµερώνει; iii. ∆ιερµηνεία 1. Έχεις πάντοτε διερµηνέα;

Πότε; πάντα, γιατρός/νοσοκοµείο, δουλειά, σχολείο/πανεπιστήµιο, µαθήµατα/ επιµόρφωση, δικηγόρος/δικαστήριο, δηµόσιες υπηρεσίες, εκκλησία, αγορές/ψώνια, διασκέδαση, άλλο, ποτέ

Ποιον;φίλος, συγγενής, επίσηµος διερµηνέας

Πώς; νοηµατική, προφορικά/χειλεανάγνωση, δακτυλικό

2. Έχεις ενηµερωθεί για τη δουλειά των διερµηνέων και τους κανόνες συµπεριφοράς τους; Από ποιον; Που;

3. Ποιος πληρώνει για την παροχή υπηρεσιών διερµηνείας; Ποιος πρέπει να πληρώνει;

4. Είσαι ικανοποιηµένος από την απόδοση νοηµατικής των διερµηνέων; 5. Είσαι ικανοποιηµένος από την παροχή υπηρεσιών διερµηνείας; iv. Εργασία 1. Ποια προβλήµατα αντιµετωπίζεις στην εργασία σου; 2. Πώς είναι η επικοινωνία µε τον προϊστάµενο, τους συναδέλφους σου, τους

υφιστάµενους; 3. Οι Κωφοί είναι ικανοί µόνο για ορισµένα επαγγέλµατα;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 308

v. Μέσα ενηµέρωσης 1. Παρακολουθείς εκποµπές σε νοηµατική στην τηλεόραση; Είσαι

ικανοποιηµένος; (χρόνος, οργάνωση, απόδοση νοηµατικής) 2. Ξέρεις τις ώρες προβολής τους; 3. Με ποιους άλλους τρόπους ενηµερώνεσαι; 4. Θα ήθελες να υπάρχουν ειδικά έντυπα για Κωφούς; ∆. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ 1. Συµµετέχεις στις εκδηλώσεις της κοινότητας; Σε ποιες; 2. Πόσο συχνά πηγαίνεις στα σωµατεία Κωφών; Ποιους συναντάς εκεί; 3. Πόσο συχνά χρησιµοποιείς τη νοηµατική; Με ποιους; 4. Πόσο σηµαντική είναι η νοηµατική για τους Κωφούς;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 309

Eρωτηµατολόγιο 5 Οµάδα: διερµηνείς

Α. ΓΝΩΡΙΜΙΑ 1. Πώς σε λένε; (νοηµατικό όνοµα) 2. Πού γεννήθηκες; Πού µεγάλωσες; 3. Πότε; Πόσων χρόνων είσαι; 4. Άλλα Κωφά άτοµα στην οικογένεια. 5. Επίπεδο εκπαίδευσης. 6. Επαφή µε τη νοηµατική. (φυσικός οµιλητής/ δεύτερη γλώσσα)

Πότε την έµαθες; Πού; Γιατί; Πόσο καλά την ξέρεις;

7. Ξέρεις άλλες γλώσσες; Θεωρείς τον εαυτό σου δίγλωσσο/πολύγλωσσο άτοµο; Β. ΝΟΗΜΑΤΙΚΗ i. Υπόσταση 1. Επικοινωνείς µε όλους τους Κωφούς µε τον ίδιο τρόπο; Πώς ονοµάζεις κάθε

φορά την επικοινωνία σας; 2. Τι είναι µεταφρασµένη νοηµατική; Τι γνωρίζεις για τα τεχνητά συστήµατα

επικοινωνίας; Πόσο τα χρησιµοποιείς; 3. Τι πιστεύεις για τις δυνατότητές της νοηµατικής; Ανταποκρίνεται στις γενικές

γλωσσικές προδιαγραφές που είναι σήµερα αποδεκτές; 4. Πότε και γιατί χρησιµοποιείς δακτυλικό αλφάβητο (αν χρησιµοποιείς); 5. Πόσο χρήσιµο είναι στη διερµηνεία; Το γνωρίζουν/αποδέχονται όλοι οι Κωφοί;

Πόσο χρήσιµο είναι στην κατασκευή νέων νοηµάτων; 6. Όταν νοηµατίζεις, µιλάς ταυτόχρονα; Κουνάς τα χείλη σου; Γιατί; 7. Χρησιµοποιείς ξένα νοήµατα από άλλες νοηµατικές γλώσσες; Γιατί; ii. Ποικιλία 1. Μπορείς και επικοινωνείς πάντοτε άνετα µε όλους τους Κωφούς; Από την

περιοχή σου; Από όλη την Ελλάδα; (Από άλλες πόλεις; Ποιες; Σε ποια απόσταση;) Από ξένες χώρες;

2. Γιατί τους καταλαβαίνεις/ δεν τους καταλαβαίνεις; Τι διευκολύνει/ δυσκολεύει την επικοινωνία σας;

3. Κάθε περιοχή έχει τη δική της νοηµατική; ∆ώσε παραδείγµατα διαφορών. 4. Γνωρίζεις ∆ιεθνή Νοηµατική ή ξένες νοηµατικές; Έχουν επηρεάσει τη

νοηµατική που χρησιµοποιείς; 5. Έχεις εκπαιδευτεί ικανοποιητικά για να αντιµετωπίζεις αυτήν την ποικιλία; 6. Θεωρείς ότι πρέπει να υπάρξει κάποια συµφωνία ώστε να χρησιµοποιούν όλοι

τα ίδια νοήµατα για τις ίδιες σηµασίες; Ποιος θα πρέπει να αποφασίσει γι’ αυτό; Θα δεχτείς να υιοθετήσεις κάποιες αλλαγές;

7. Πόσο θα επηρεάσει κάτι τέτοιο τη διερµηνεία; iii. Προτυποποίηση 1. Ποιος χρησιµοποιεί καλύτερη νοηµατική; Ποιος την ξέρει καλύτερα; 2. Χρειάζεται προστασία η νοηµατική; Από ποιον; Ποιος θα την προστατέψει; 3. Πιστεύεις ότι η νοηµατική µένει πάντα σταθερή; 4. Εσύ την αλλάζεις; Με τι κριτήρια; Γιατί;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 310

5. Ποιος διορθώνει τους διερµηνείς; Υπάρχει κάποιος φορέας; Θα έπρεπε να υπάρχει; Θα δεχόσουν τη σύσταση µιας επιτροπής που θα αξιολογούσε την απόδοση των διερµηνέων;

6. Υπάρχουν λεξικά της ΕΝΓ; Ποια γνωρίζεις; Πόσο χρήσιµα είναι για τη δουλειά σου; Τι τους λείπει;

7. Υπάρχουν νοήµατα που αποφεύγεις, που θα ήθελες να αντικατασταθούν; Γιατί; Με τι; ∆ώσε παραδείγµατα.

8. Φτιάχνεις δικά σου νοήµατα; Ποιος θα έπρεπε να φτιάχνει νοήµατα; ∆ώσε παραδείγµατα.

9. Χρειάζεται βελτίωση η νοηµατική; Πού; Πώς; 10. Ποιες ανάγκες αποµένουν ακόµα να καλυφθούν; 11. Τι θα µπορούσες να κάνεις γι’ αυτό; Ποιος θα έπρεπε να έχει την ευθύνη; Γ. ΘΕΣΜΟΙ i. Εκπαίδευση 1. Είσαι ικανοποιηµένος /η από την εκπαίδευσή σου στη νοηµατική; 2. Ποιες ήταν οι µεγαλύτερες δυσκολίες που αντιµετώπισες όταν µάθαινες

νοηµατική; 3. Ποιος πρέπει/µπορεί να διδάσκει τη νοηµατική; Γιατί; 4. Τι σε βοήθησε περισσότερο στην εκµάθηση της νοηµατικής; 5. Είναι απλό να γίνει κάποιος διερµηνέας; 6. Μπορεί κάποιος που έχει καλή γνώση νοηµατικής να γίνει διερµηνέας;

Χρειάζεται ειδική εκπαίδευση; 7. Πιστεύεις ότι η εκπαίδευση σου ήταν ικανοποιητική προκειµένου να γίνεις

διερµηνέας; 8. Θα δεχόσουν να επιµορφωθείς προκειµένου να βελτιώσεις την απόδοσή σου

στη νοηµατική; Ποιος θα έπρεπε να αναλάβει την επιµόρφωσή σου; Πώς; 9. Υπάρχει εκπαίδευση διερµηνέων σε πανεπιστηµιακό επίπεδο; Σε τι είδους

βάσεις πρέπει να οργανωθεί ως προς τη διδασκαλία της ΕΝΓ; ii. Νόµοι 1. Το επάγγελµα του διερµηνέα ΕΝΓ αναγνωρίζεται από την ελληνική νοµοθεσία; 2. Είσαι ικανοποιηµένος από την ισχύουσα νοµοθεσία, τους κανόνες λειτουργίας;

Τι πρέπει να αλλάξει; 3. Πόσο ενηµερωµένοι είναι οι Κωφοί ως προς τους νόµους που τους αφορούν; Οι

διερµηνείς; 4. Πόσο στηρίζει το κράτος την ΕΝΓ και το επάγγελµα του διερµηνέα; 5. Η ΕΝΓ είναι επίσηµα αναγνωρισµένη από το ελληνικό κράτος; Πότε; Τι άλλαξε

από τότε; iii. ∆ιερµηνεία 1. Με ποιον τρόπο διερµηνεύεις; (ΕΝΓ, µεταφρασµένη, τεχνητά συστήµατα

επικοινωνίας, χειλεανάγνωση) 2. Ποια είναι τα µεγαλύτερα προβλήµατα που αντιµετωπίζει το επάγγελµα του

διερµηνέα; 3. Επηρεάζεται η διερµηνευτική σου λειτουργία από την διαλεκτολογική

ποικιλοµορφία της ΕΝΓ; Τι κάνεις για να ξεπεράσεις τις δυσκολίες; 4. Πόσο ικανοποιηµένοι είναι οι Κωφοί από την παροχή υπηρεσιών διερµηνείας;

Γιατί; 5. Πόσο ικανοποιηµένος είσαι από τις συνθήκες εργασίας σου; Γιατί;

Παράρτηµα Α: Τα ερωτηµατολόγια των συνεντεύξεων 311

6. Πώς µπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση; 7. Είναι επαρκής ο κώδικας δεοντολογίας των διερµηνέων; Τι πρέπει να αλλάξει; 8. Ποιος πληρώνει για την παροχή υπηρεσιών διερµηνείας; Ποιος πρέπει να

πληρώνει; 9. Είσαι ικανοποιηµένος από την απόδοση νοηµατικής των διερµηνέων; 10. Είσαι ικανοποιηµένος από την επιµόρφωση των διερµηνέων; 11. Χρειάζεται εξειδίκευση στη διερµηνεία; Ανάφερε παραδείγµατα. 12. Υπάρχουν εξειδικευµένοι διερµηνείς; iv. Μέσα ενηµέρωσης 1. Πόσο ικανοποιηµένος είσαι από τις εκποµπές ΕΝΓ στην τηλεόραση; (διάρκεια

εκποµπών, ώρες προβολής, συνθήκες εργασίας- συνεργασία, τεχνικές δυσκολίες, ανταπόκριση των Κωφών, απόδοση νοηµατικής)

2. Πώς θα βελτιωνόταν η κατάσταση; 3. Ποιες νέες δυνατότητες δίνει η ψηφιακή τηλεόραση; (κανάλι Πρίσµα+ ΕΡΤ) 4. Κωφοί παρουσιαστές ειδήσεων ∆. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ 1. Συµµετέχεις στις εκδηλώσεις της κοινότητας; Σε ποιες; 2. Πόσο συχνά πηγαίνεις στα σωµατεία Κωφών; Ποιους συναντάς εκεί; 3. Είναι απαραίτητο για ένα διερµηνέα να έχει προσωπικές σχέσεις µε την

κοινότητα; Πόσο αυτό διευκολύνει/δυσκολεύει το επάγγελµα; Πόσο βοηθάει την απόδοσή του στη νοηµατική;

4. Πόσο συχνά χρησιµοποιείς τη νοηµατική; Με ποιους; 5. Πόσο σηµαντική είναι η νοηµατική για τους Κωφούς; 6. Πόσο σηµαντική είναι η νοηµατική για σένα-πέρα από την επαγγελµατική

χρήση;

Παράρτηµα Β: Το έντυπο συγκατάθεσης για τη συµµετοχή στην έρευνα 312

(ηµεροµηνία)……………………………………………………….

Σας ευχαριστώ που συµµετέχετε στην έρευνά µου και

δέχεστε να βιντεοσκοπηθεί η συνέντευξη. Οι συνεντεύξεις

αποτελούν µέρος της διδακτορικής µου διατριβής που

εκπονείται στο Πανεπιστήµιο Αθηνών.

Στόχος της έρευνάς µου είναι να περιγραφούν γλωσσικά

θέµατα που αφορούν την ελληνική κοινότητα των Κωφών και

την Ελληνική Νοηµατική Γλώσσα. Το βιντεοσκοπηµένο υλικό

θα χρησιµοποιηθεί αποκλειστικά για την επιστηµονική µου

έρευνα και θα διατηρηθεί η ανωνυµία όσων συµµετέχουν σε

αυτήν.

∆ηµήτρης Μαυρέας

Συµφωνώ να συµµετέχω στην έρευνα

(ονοµατεπώνυµο και υπογραφή πληροφορητή)………………

Παράρτημα Γ: Σύγκριση συστημάτων γραφής SignWriting, Stokoe, HamNoSys 313

Φωτογραφίες από τα

χειροκινητικά νοήματα σε ΑΝΓ

SignWriting

Το σημειογραφικό σύστημα του

Stokoe

Το σημειογραφικό σύστημαHamNoSys

what? (τι)

quote(εισαγωγικά)

three(τρεις)

bears(αρκούδες)

Goldilocks(η Χρυσομαλλούσα)

314

Πηγές-Βιβλιογραφία-Διαδικτυογραφία

Πηγές

Ακαδημία Αθηνών.

http://www.academyofathens.gr/ecportal.asp?id=63&nt=109&lang=1

(τελευταία πρόσβαση: Μάιος 2010).

Ελληνική Στατιστική Αρχή. http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ver-

1/ESYE/BUCKET/A1404/Other/A1404_SED41_TS_AN_00_2000_00_2005

_09L_F_BI.pdf (τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβριος 2010).

Ευρωπαϊκή Ένωση Κωφών (European Union of the Deaf).

http://www.eud.eu/Greece-i-205-html (τελευταία πρόσβαση: Ιούλιος 2009).

Ευρωπαϊκό Φόρουμ Διερμηνέων Νοηματικών Γλωσσών (European Forum of Sign

Language Intetrpreters) http://www.efsli.org (τελευταία πρόσβαση:

Αύγουστος 2009)

Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου (ΙΕΛ) http://www.ilsp.gr (τελευταία πρόσβαση:

Αύγουστος 2009).

Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ) (α) για το καταστατικό της

http://omke.gr/files/uploads/1.pdf (τελευταία πρόσβαση: Αύγουστος 2009),

(β) για το πρόγραμμα διερμηνείας στη ΕΝΓ

http://www.omke.gr/files/uploads/programma_diermineia_sth_nohmatiki_gles

sa_gia_kwfa_atoma.pdf (τελευταία πρόσβαση: Αύγουστος 2009).

(γ) νόμοι, προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις

http://www.omke.gr/files/uploads/katastash_nomwn.pdf (τελευταία

πρόσβαση: Αύγουστος 2009).

(δ) για τα δελτία ειδήσεων στην ΕΝΓ

http://www.omke.gr/files/uploads/katastash_deltio_eng.pdf (τελευταία

πρόσβαση: Ιανουάριος 2009).

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Ειδικής Αγωγής http://www.sed.uth.gr (τελευταία

πρόσβαση: Αύγουστος: 2009).

315

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής

http://www.uom.gr/index.php?tmima=7&categorymenu=2 (τελευταία

πρόσβαση: Αύγουστος 2009).

Πανεπιστήμιο Πατρών, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Εργαστήριο

Παιδαγωγικής Έρευνας, Μονάδα Αγωγής Κωφών

http://www.deaf.elemedu.upatras.gr (τελευταία πρόσβαση: Αύγουστος 2009).

Sign Language Research Laboratory. The University of Haifa.

http://sandlersignlab.haifa.ac.il/html/html_eng/al_sayyid.html (τελευταία

πρόσβαση: Ιούλιος 2009).

SignWriting. http://www.signwriting.org (τελευταία πρόσβαση: Απρίλιος: 2010)

SLIPA: An IPA for Signed Languages. http://dedalvs.com/slipa.html (τελευταία

πρόσβαση: Απρίλιος: 2010)

Summer Institute of Linguistics (SIL International). Ethnologue: Languages of the

World. http://www.ethnologue.com/show_language.asp?code=gss (τελευταία

πρόσβαση: Ιούλιος 2009).

Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων

http://www.ypepth.gr/ktp/download/amea/amea_students_teachers_1_5_2005.

xls.pdf (τελευταία πρόσβαση: Ιούλιος 2009).

Βιβλιογραφία-Διαδικτυογραφία

Aitchison, J. 1996. The Seeds of Speech. Language Origin and Evolution. Cambridge:

Cambridge University Press.

Allardt, E. 1992. Qu’ est-ce qu’ une langue minoritaire? Les minorités en Europe. Στο

H. Giordan (επιμ.), Les minorités en Europe, Droits linguisitques et droits de l’

homme. Paris: Kimé.

Alloni-Fainberg Y. 1974. Official Hebrew terms for parts of the car: Α study of

knowledge, usage and attitudes. Στο J. Fishman (επιμ.), Advances in Language

Planning. The Hague: Mouton, 493-517.

316

Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Ά. 1986. Η νεολογία στην κοινή νεοελληνική. Επιστημονική

Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου

Θεσσαλονίκης Αρ. 65. Θεσσαλονίκη.

Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Ά. 1994. Νεολογικός δανεισμός της νεοελληνικής: Άμεσα

δάνεια από τη γαλλική και αγγλοαμερικανική. Μορφοφωνολογική ανάλυση.

Θεσσαλονίκη: Επιτροπή Δημοσιευμάτων Α.Π.Θ.

Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Ά. 1997. Διαδικασίες κατά τη δημιουργία όρων. Στο

Ελληνική γλώσσα και ορολογία. Ανακοινώσεις 1ου συνεδρίου, 30 Οκτωβρίου- 1

Νοεμβρίου 1997. Αθήνα, 77-87.

Anderson, L. 1979. A comparison of some American, British, Australian and Swedish

Signs: Evidence on historical changes in signs and some family relationships of

sign languages. Paper presented at First International Symposium on Sign

Language, Stockholm, June.

Ανδρικοπούλου, Ε. & Ν. Γαλάνης 2001. Η αναγνώριση της ελληνικής νοηματικής

γλώσσας και οι συνέπειές της στην εκπαίδευση και τη ζωή των κωφών. Θέματα

Ειδικής Αγωγής 12, 77-82.

Ann, J. 1998. Contact between a sign language and a written language: Character

Signs in Taiwan Sign Language. Στο C. Lucas (επιμ.), Pinky Extension and Eye

Gaze: Language Use in Deaf Communities. Washington, DC: Gallaudet

University Press, 59-99.

Άντζακας, Κ. 2003. Στοιχεία άρνησης στην ελληνική νοηματική γλώσσα. Μελέτες για

την ελληνική γλώσσα 23, 605-613.

Antzakas, K. 2006. The use of negative head movements in Greek Sign Language.

Στο U. Zeshan (επιμ.), Interrogative and Negative Constructions in Sign

Language. Nijmegen: Ishara Press, 258-269.

Antzakas, K. & B. Woll 2002. Head movements and negation in Greek Sign

Language. Στο I. Wachsmuth & T. Sowa (επιμ.), Gesture and Sign Language in

Human-Computer Interaction. Berlin: Springer, 193-196.

317

Αποστόλου-Πανάρα, Α. 1999. Γλωσσική μεταρρύθμιση και εξωτερικός δανεισμός: Η

περίπτωση της Νέας Ελληνικής. Στο Πρακτικά Συνεδρίου για την ελληνική

γλώσσα: «1976-199. Είκοσι χρόνια από την καθιέρωση της Νεοελληνικής

(Δημοτικής) ως επίσημης γλώσσας». Αθήνα, 29 Νοεμβρίου- 1 Δεκεμβρίου 1996.

Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών (Τομέας Γλωσσολογίας) και η Εν Αθήναις

Γλωσσική Εταιρεία, 333-341.

Baker, A., B. van den Bogaerde & O. Crasborn (επιμ.) 2003. Cross-Linguistic

Perspectives in Sign Language Research: Selected Papers from TISLR 2000.

Hamburg: Signum.

Baker, C. 1992. Attitudes and Language. Clevedon: Multilingual Matters.

Βατόπουλος, Ν. 1997. Καλώς ήλθατε στην Ελλάδα. Άρθρο στην Καθημερινή,

3/6/1997.

Battison, R. 1978. Lexical Borrowing in American Sign Language. Silver Spring,

MD: Linstok Press.

Bauer, L. & P. Trudgill (επιμ.) 1998. Language Myths. London: Penguin Books.

Baldauf, R. 2004. Issues of prestige and image in language-in-education planning in

Australia. Current Issues in Language Planning 5 (4), 376-388.

Bellugi, U. & E. Klima, 1991. Properties of visual spatial languages. Στο S. Prillwitz

& T. Vollhaber (επιμ.), Sign Language Research and Application. Proceedings

of the International Congress, Hamburg March 23-25, 1990. Hamburg:

Signum, 115-143.

Βελούδης, Γ. 2001. Άνισες εξισώσεις: Η γλώσσα των νέων. Στο Γ. Χάρης (επιμ.),

Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 73-82.

Βελούδης, Γ. 2006. Γλωσσολογικά πλην του «Μεγάρου συν» (Megaron Plus).

Σύγχρονα Θέματα 92, 9-11.

Bentahila, A. & E. Davies 1993. Language revival: Restoration or transformation.

Journal of Multilingual and Multicultural Development 14, 355-374.

318

Bickerton, D. 1981. Roots of Language. Ann Arbor, Mich.: Karoma Press.

Bickerton, D. 1984. The Language Bioprogram Hypothesis. The Behavioural and

Brain Sciences 7, 173-221.

Boyes-Braem, P. & R. Sutton-Spence (επιμ.) 2001. The Hands Are the Head of the

Mouth: The Mouth as Articulator in Sign Languages. Hamburg: Signum.

Branson, J., J. Toms, B. Bernal & D. Miler 1995. The history and role of

fingerspelling in Auslan. Στο H. Bos & T. Schermer (επιμ.), Sign Language

Research 1994. Proceedings of the 4th European Congress on Sign Language

Research, Munich, September1-3, 1994. Hamburg: Signum, 53-67.

Breivik, J.-K. 2005. Deaf Identities in the Making: Local Lives, Transnational

Connections. Washington, DC: Gallaudet University Press.

Brennan, M. 1992. The visual world of British Sign Language: An introduction. Στο

D. Brien (επιμ.), Dictionary of British Sign Language/English. London: Faber &

Faber, 1-118.

Bugarski, R. 1999. Γλώσσα και εθνικισμός στη Γιουγκοσλαβία. Στο Α.-Φ. Χριστίδης

(επιμ.), «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του

γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, 26-28 Μαρτίου 1997.

Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 599-607.

Burns, S., P. Matthews & E. Nolan-Conroy 2001. Language attitudes. Στο C. Lucas

(επιμ.), The Sociolinguistics of Sign Languages. Cambridge: Cambridge

University Press, 181-215.

Γούτσος, Δ. 2004. Προβλήματα μετάφρασης του επιστημονικού και τεχνικού λόγου.

Στο Μ. Κατσογιάννου & Ε. Ευθυμίου (επιμ.), Ελληνική ορολογία: έρευνα και

εφαρμογές. Αθήνα: Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου, Καστανιώτης, 89-114.

Γούτσος, Δ. 2006. Ανάπτυξη λεξιλογίου-Από το βασικό στο προχωρημένο επίπεδο.

Στο Σ. Μοσχονάς (επιμ.), Η ελληνική ως ξένη γλώσσα: Από τις λέξεις στα

κείμενα. Αθήνα: Πατάκης, 13-92.

319

Calvet, L.-J. 1999. Όταν οι γλωσσικές αναπαραστάσεις επινοούν τις γλώσσες. Στο

Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή

Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, 26-28

Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 129-137.

Calvet, L.-J. 2001. Περιφερειακές γλώσσες: Αυτές που τις μιλάμε και αυτές για τις

οποίες μιλάμε. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), Γλώσσα, Γλώσσες στην Ευρώπη.

Αθήνα: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας και Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και

Θρησκευμάτων, Διεύθυνση Διεθνών Εκπαιδευτικών Σχέσεων, 19-24.

Cameron, D., E. Frazer, P. Harvey, M.B.H. Rampton & K. Richardson 1992.

Researching Language: Issues of Power and Method. London: Routledge.

Capovilla, F., M. Duduchi, W. Raphael, R. Luz, D. Rozados, A. Capovilla & E.

Macedo 2003. Brazilian Sign Language lexicography and technology:

dictionary, digital encyclopedia, chererme-based sign retrieval and quadriplegic

Deaf communication systems. Sign Language Studies 3 (4), 393-430.

Carty, B. 2006. Comments on “W(h)ither the Deaf Community?” Sign Language

Studies 6 (2), 181-189.

Chafe, W. 1985. Linguistic differences between speaking and writing. Στο R. Olson,

N. Torrance & A. Hildyard (επιμ.), Literacy, Language, and Learning. The

Nature and Consequences of Reading and Writing. Cambridge: Cambridge

University Press, 105-123.

Chambers, J. K. & P. Trudgill. 1980. Dialectology. Cambridge: Cambridge University

Press.

Cobarrubias, J. 1983. Ethical issues in status planning. Στο J. Cobarrubias & J.

Fishman (επιμ.), Progress in Language Planning. The Hague: Mouton

Publishers, 41-85.

Cobarrubias, J. & J. Fishman (επιμ.) 1983. Progress in Language Planning. Berlin:

Mouton.

320

Cokely, D. 1983. When is a pidgin not a pidgin? An alternative analysis of the ASL-

English contact situation. Sign Language Studies 38, 1-24.

Cooper, R. 1989. Language Planning and Social Change. Cambridge: Cambridge

University Press.

DeGraff, Μ. (επιμ.) 1999. Language Creation and Language Change: Creolization,

Diachrony and Development. Cambridge, MA: MIT Press.

Δελβερούδη, Ρ. 2001. Γλώσσα και διάλεκτος. Στο Α.-Φ. Χριστίδη (επιμ.),

Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 50-53.

Δελβερούδη, Ρ. & Σ. Μοσχονάς 1997. Ο καθαρισμός της γλώσσας και η γλώσσα του

καθαρισμού. Σύγχρονα Θέματα 62, 79-91.

Deuchar, M. 1987. Sign languages as creoles and Chomsky’s notion of universal

grammar. Στο S. Modgil & C. Modgil (επιμ.), Noam Chomsky: Consensus and

Controversy. Brighton: Falmer Press.

Dogançay-Aktuna, S. 1995. An evaluation of the Turkish language reform after 60

years. Language Problems and Language Planning 19, 221-249.

Dorian, N. 1987. The value of language maintenance efforts which are unlikely to

succeed. International Journal of the Sociology of Language 68, 57-67.

Ebbinghaus, H. & J. Hessmann 1990. German words in German Sign Language:

Theoretical considerations prompted by an empirical finding. Στο S. Prillwitz &

T. Vollhaber (επιμ.), Current Trends in European Sign Language Research.

Proceedings of the Third European Congress on Sign Language Research,

Hamburg July 26-29, 1989. Hamburg: Signum, 97-112.

Efthimiou E. & S. Fotinea 2007. GLSC: Creation and annotation of a Greek Sign

Language Corpus for HCI. Ανακοίνωση στο 4th International Conference on

321

Universal Access in Human-Computer Interaction (UAHCI 2007), July 2007,

Beijing, China.

http://dianoema.zenon.gr/documents/publications/HCII07FORMATTED_final.

pdf (τελευταία πρόσβαση: Αύγουστος 2009)

Efthimiou, E., A. Vacalopoulou, S. Fotinea & G. Steinhauer 2004. Multipurpose

design and creation of GSL dictionaries. Στο Proceeding of the Workshop on

the Representation and Processing of Sign Languages “From SignWriting to

Image Processing. Information techniques and their implications for teaching,

documentation and communication”, Satellite Workshop to LREC-2004

Conference, 30 May 2004. Lisbon, Portugal.

http://www.ilsp.gr/docs/amea/LREC04.pdf (τελευταία πρόσβαση: Αύγουστος

2009)

Emmorey, K. 2003. Perspectives on Classifier Constructions in Sign Language.

Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum.

Ευθυμίου Ε. & M. Κατσογιάνου 2002. Από την έρευνα για την ελληνική νοηματική

γλώσσα (ΕΝΓ): Μελέτη του λεξιλογίου και δημιουργία λεξικού. Μελέτες για

την ελληνική γλώσσα 22, 42-50.

Fasold, R. 1984. The Sociolinguistics of Society. Oxford: Blackwell.

Ferguson, C. 1959. Diglossia. Word 15, 325-340.

Fischer, R. & H. Lane (επιμ.) 1993. Looking Back: A Reader on the History of Deaf

Communities and their Sign Languages. Hamburg: Signum.

Fishman, J. 1971. Advances in the Sociology of Language. The Hague: Mouton.

Fishman, J., C. Ferguson & J. Das Gupta (επιμ.) 1968. Language Problems of

Developing Nations. New York: John Wiley & Sons.

Gannon, J. 1981. Deaf Heritage: A narrative history of deaf America. Silver Spring,

MD: National Association of the Deaf.

322

Garvin, P. 1973. Some comments on language planning. Στο J. Rubin & R. Shuy

(επιμ.), Language Planning: Current Issues and Research. Washington, DC:

Georgetown University Press, 24-33.

Gibson, H., A. Small & D. Mason 1997. Deaf Bilingual Bicultural Education. Στο J.

Cummins & D. Corson (επιμ.), Encyclopedia of Language and Education.

Bilingual Education. Volume 5. Dordrecht: Kluwer Academic Publishers, 231-

240.

Groce, N. 1985. Everyone Here Spoke Sign Language. Cambridge, MA: Harvard

University Press.

Gudschinsky, S. 1956. The ABC’s of lexicostatistics (glottochronology). Word 12,

175-210.

Haarmann, H. 1990. Language planning in the light of a general theory of language:

A methodological framework. International Journal of the Sociology of

Language 86, 103-126.

Haberland, H. 1999. Μικρές και απειλούμενες γλώσσες: Απειλή για τη γλώσσα ή για

τον ομιλητή; Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες

στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά διεθνούς

συνεδρίου, 26-28 Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας,

11-19.

Hatzopoulou, M. 2008. Acquisition of Reference to Self and Others in Greek Sign

Language. From Pointing Gesture to Pronominal Pointing Signs. Stockholm:

Stockholm University.

Haugen, E. 1959. Planning for a standard language in Norway. Anthropological

Linguistics 1 (3), 8-21.

Haugen, E. 1966. Language Planning and Language Conflict: The Case of Modern

Norwegian. Cambridge, MA: Harvard University Press.

323

Haugen, E. 1971. Linguistics and language planning. Στο W. Bright (επιμ.),

Sociolinguistics Proceedings of the UCLA Sociolinguistics Conference 1964.

The Hague: Mouton, 50-67.

Haugen, E. 1972. Dialect, language, nation. Στο J. B. Pride & J. Holmes (επιμ.),

Sociolinguistics: Selected Readings. London: Penguin Books, 97-111.

Haugen, E. 1983. The implementation of corpus planning: Theory and practice. Στο J.

Cobarrubias & J. Fishman (επιμ.), Progress in Language Planning. Berlin:

Mouton, 269-289.

Holmes, J. 1992. An Introduction to Sociolinguistics. London and New York:

Longman.

Holton, D., P. Mackridge & E. Φιλιππάκη-Warburton 1999. Γραμματική της ελληνικής

γλώσσας. Μετάφραση: Β. Σπυρόπουλος. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Hornberger, N. 2006. Frameworks and models in language policy and planning. Στο

T. Ricento (επιμ.), An Introduction to Language Policy. Theory and Method.

Malden, MA: Blackwell, 24-41.

Hopkins, J. 2008. Choosing how to write sign language: A sociolinguistic perspective.

International Journal of the Sociology of Language 192, 75-89.

Hudson, R. A. 1980. Sociolinguistics. Cambridge: Cambridge University Press.

Hyde, M., D. Power & K. Lloyd 2006. Comments on “W(h)ither the Deaf

Community?”. Sign Language Studies 6 (2), 190-201.

Ιορδανίδου, Α. 1996. Standard κοινή νεοελληνική: Απόπειρα καθορισμού. Στο

«Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του

γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά ημερίδας, 25 Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη:

Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 139-147.

Ιορδανίδου, Α. 1999. Οδηγός της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Iordanidou, A. & Androutsopoulos I. 1997. Teenage slang in Modern Greek. Στο G.

Drachman, A. Malikouti-Drachman, G. Fykias & C. Klidi (επιμ.), Greek

324

Linguistics ’95. Proccedings of the 2nd International Conference on Greek

linguistics. University of Salzburg, 267-276.

Jakšić, B. 1999. Εθνικισμός και γλώσσα: Μια βαλκανική εμπειρία. Στο Α.-Φ.

Χριστίδης (επιμ.), «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση:

Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, 26-28

Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 616-623.

Johnson, R. 1994. Sign language and the concept of deafness in a traditional Yucatec

Mayan village. Στο C. Erting, R. Johnson, D. Smith & B. Snider (επιμ.), The

Deaf Way: Perspectives from the International Conference on Deaf Culture.

Washington, DC: Gallaudet University Press, 102-109.

Johnston, T. 2004. W(h)ither the Deaf Community? Population, genetics, and the

Future of Australian sign language. American Annals of the Deaf 148 (5), 358-

375.

Johnston, T. & A. Schembri 2007. Australian Sign Language: An Introduction to Sign

Language Linguistics. Cambridge: Cambridge University Press.

Κακριδή-Ferrari, Μ. 2001α. Μετάφραση ξένων όρων.

http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Odigos/thema_d12/d_12_thema.htm

(τελευταία πρόσβαση: Αύγουστος 2009)

Κακριδή-Ferrari, Μ. 2001β. Πλούσιες και φτωχές γλώσσες. Στο Γ. Χάρης (επιμ.),

Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 103-110.

Κακριδή-Ferrari, M. 2007α. Μύθοι για τη γλώσσα στην ελληνική εκδοχή τους:

Ιδιαιτερότητες, αντοχές, επανερμηνείες. Στο Μύθοι και Ιδεολογήματα στη

σύγχρονη Ελλάδα (Επιστημονικό συμπόσιο αφιερωμένο στη μνήμη του Τάσου

Χριστίδη, 23 & 24 Νοεμβρίου 2005). Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού

Πολιτισμού & Γενικής Παιδείας, Σχολή Μωραΐτη, 199-223.

325

Κακριδή-Ferrari 2007β. Στάσεις απέναντι στη γλώσσα.

http://www.greek-language.gr/greekLang/studies/history/thema_03/index.html

(τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβρης 2010)

Καλαϊτζάκης, Α. (επιμ.) 1998. Εισαγωγή στην ιστορία του κωφού ατόμου και της

νοηματικής γλώσσας. Χανιά: Σύνδεσμος Κωφών Κρήτης.

Καμπύλης, Τ. 2007α. Ενστάσεις. Greece εναντίον Hellas (ιστορίες με ονόματα).

Άρθρο στην Καθημερινή, 21/10/2007.

Καμπύλης, Τ. 2007β. Βαλ’ του ένα «πέντε», να τελειώνουμε. Τα μπαι-πας της

μεταρρύθμισης στα δημόσια πανεπιστήμια και οι πτυχιούχοι δύο ταχυτήτων.

Άρθρο στην Καθημερινή, 25/11/2007.

Kaplan, R. & R. Baldauf 1997. Language Planning: From Practice to Theory.

Clevedon: Multilingual Matters.

Καραντζόλα, Ε. 1996. Γλωσσική ρύθμιση και «εθνική» γραμματική. Στο «Ισχυρές»

και «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού

ηγεμονισμού. Πρακτικά ημερίδας, 25 Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας, 129-137.

Καραντζόλα, Ε. 1999. Ορθογραφική ρύθμιση στις «ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες

της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), «Ισχυρές» και

«ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού.

Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, 26-28 Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας, 815-824.

Καρζής, Θ. 1987. Τα σωστά ελληνικά. Αθήνα: Εκδόσεις Φιλιππότη.

Κατσογιάννου, Μ. 1999. Ελληνικά της Κάτω Ιταλίας: Η κοινωνιογλωσσική άποψη.

Στο Α. Μόζερ (επιμ.), Ελληνική Γλωσσολογία, Πρακτικά του Γ΄ Διεθνούς

Γλωσσολογικού Συνεδρίου για την Ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Ελληνικά

Γράμματα, 605-613.

Κατσογιάννου, Μ. & Ε. Ευθυμίου (επιμ.) 2004. Ελληνική ορολογία: Έρευνα και

εφαρμογές. Αθήνα: Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου, Εκδόσεις Καστανιώτη.

326

Kegl J., A. Senghas & M. Coppola 1999. Creation through contact: Sign language

emergence and sign language change in Nicaragua. Στο M. DeGraff (επιμ.),

Language Creation and Language Change: Creolization, Diachrony and

Development. Cambridge, MA: MIT Press, 179-237.

Κιντή, Β. 2008. Ρέοντας εντός του εντέρου. Άρθρο στην εφημερίδα Τα Νέα,

1/2/2008.

Κουρμπέτης, Β. 1999. Ελληνική νοηματική γλώσσα: Μύθοι και πραγματικότητα. Στο

Β. Κουρμπέτης (επιστημονικός υπεύθυνος), Νόημα στην εκπαίδευση: Η

ελληνική νοηματική γλώσσα και η διδασκαλία της στα σχολεία Κωφών.

Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.

Κουρμπέτης, Β. 2001. Νόημα. Λεξικό ελληνικής νοηματικής γλώσσας. Εκπαιδευτικό

υλικό σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Επεξεργασίας Λόγου και την

Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος. Αθήνα: Καστανιώτης.

Kourbetis, V. & R. Hoffmeister 2002. Name signs in Greek sign language. American

Annals of the Deaf 147 (3), 35-43.

Κουρμπέτης, Β. & Χατζοπούλου Μ. 2010. Μπορώ και με τα μάτια μου. Εκπαιδευτικές

προσεγγίσεις και πρακτικές για κωφούς μαθητές. Αθήνα: Καστανιώτης.

Krausneker, V. 2006. Report on the Protection and Promotion of Sign Languages and

the Rights of their Users in Council of Europe Member States: Need Analysis.

Council of Europe.

Krauss, M. 1992. The world’s languages in crisis. Language 68: 4-10.

Κριαράς, Ε. 1987. Τα πεντάλεπτά μου στην ΕΡΤ και άλλα γλωσσικά. Θεσσαλονίκη:

Μάλλιαρης-Παιδεία.

Kvale, S. 1996. InterViews: An Introduction to Qualitative Research Interviewing.

London: Sage.

Kyle, J. & L. Allsop 1997. Sign in Europe: A Study of Deaf People and Sign

Language in the European Union. Bristol: Centre for Deaf Studies, University

of Bristol.

327

Kyle, J. & B. Woll 1985. Sign Language: The Study of Deaf People and their

Language. Cambridge: Cambridge University Press.

Κωνσταντινίδου, Μ. 1989. Το πρώτο μου βιβλίο στην νοηματική γλώσσα. Αθήνα:

Ελληνικά Γράμματα.

Κωστούλα-Μακράκη, Ν. 2001. Γλώσσα και κοινωνία. Αθήνα: Μεταίχμιο.

Ladd, P. 2003. Understanding Deaf Culture: In Search of Deafhood. Clevedon:

Multilingual Matters.

Λαζανάς, Β. 1968. Η «μιμική γλώσσα» και οι Κωφάλαλοι. Αθήνα.

Labov, W. 1972. Some principles of linguistic methodology. Language in Society 1,

97-120.

Λαμπροπούλου, Β. 1997α. Η έρευνα της ελληνικής νοηματικής γλώσσας:

Παρατηρήσεις φωνολογικής ανάλυσης. Γλώσσα 43, 50-72.

Λαμπροπούλου, Β. 1997β. Οι απόψεις και οι εμπειρίες των κωφών μαθητών από τη

φοίτησή τους σε σχολεία γενικής και ειδικής εκπαίδευσης. Σύγχρονη

Εκπαίδευση 93, 60-69.

Λαμπροπούλου, Β. (επιστημονική υπεύθυνη) 1999. Επιμόρφωση εκπαιδευτικών και

ειδικών επιστημόνων ΣΜΕΑ Κωφών και βαρηκόων. 4 Εκπαιδευτικά πακέτα

επιμόρφωσης με θεματικές ενότητες: Η κοινωνία και οι Κωφοί, Κοινότητα και

κουλτούρα Κωφών, Εκπαίδευση και κωφό παιδί, Γλωσσική ανάπτυξη και κωφό

παιδί. Πρόγραμμα Ε.Π.Ε.Α.Ε.Κ.-ΥΠ.Ε.Π.Θ. Μονάδα Αγωγής Κωφών,

Π.Τ.Δ.Ε, Πανεπιστήμιο Πατρών.

Λαμπροπούλου, Β. (επιστημονική υπεύθυνη) 2004. Αναλυτικά προγράμματα σπουδών

για μαθητές με προβλήματα ακοής-Νοηματική. Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και

Θρησκευμάτων, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Τμήμα Ειδικής Αγωγής.

Λαμπροπούλου, Β. (επιμ.) 2005. Η συμμετοχή των Κωφών στην εκπαίδευση και την

κοινωνία: Διεθνείς πρακτικές. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου (21-23 Μαρτίου

328

2003). Πανεπιστήμιο Πατρών, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης,

Μονάδα Αγωγής Κωφών.

Lane, H. 1976. The Wild Boy of Aveyron: A History of the Education of Retarded,

Deaf and Hearing Children. Cambridge, MA: Harvard University Press.

Lane, H. 1992. The Mask of Benevolence: Disabling the Deaf Community. New York:

Alfred A. Knopf.

Lee, D. 1982. Are there really signs of diglossia? Reexamining the situation. Sign

Language Studies 35, 127-152.

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής 1998. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα Μανόλη

Τριανταφυλλίδη.

Lewis, P. (επιμ.) 2009. Ethnologue. Dallas, Texas: SIL International. [Δέκατη έκτη

έκδοση] Διαδικτυακή έκδοση: http://www.ethnologue.com (τελευταία

πρόσβαση: Αύγουστος 2009).

Λογιάδης, Ν & Μ. Λογιάδη 1985. Λεξικό Νοηματικής Γλώσσας. Αθήνα: Φίλοι των

Κωφών «Ο προφήτη Ζαχαρίας» [Δεύτερη Έκδοση].

Lucas, C. 2000. Sociolinguistics in Deaf Communities: Where have we been and

where are we going? Στο J. K. Peyton, P. Griffin, W. Wolfram & R. Fasold

(επιμ.), Language in Action: New Studies of Language in Society. Essays in

Honor or Roger W. Shuy. Cresskill, NJ: Hampton Press, 40-51.

Lucas, C. & C. Valli 1989. Language contact in the American Deaf Community. Στο

C. Lucas (επιμ.), The Sociolinguistics of the Deaf Community. San Diego, CA:

Academic Press, 11-40.

Lucas, C. & C. Valli 1992. Language Contact in the American Deaf Community. San

Diego, CA: Academic Press.

Machabée, D. & C. Dubuisson 1995. Initialized signs in (or outside of?) Quebec Sign

Language. Στο H. Bos & T. Schermer (επιμ.), Sign Language Research 1994.

329

Proceedings of the 4th European Congress on Sign Language Research,

Munich, September1-3, 1994. Hamburg: Signum, 69-83.

Μακρή-Τσιλιπάκου, Μ. 1999α. Νεοελληνική και ξενόγλωσσες μονάδες: Δανεισμός ή

αλλαγή κώδικα. Στο Α. Μόζερ (επιμ.), Ελληνική Γλωσσολογία, Πρακτικά του Γ΄

Διεθνούς Γλωσσολογικού Συνεδρίου για την Ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Ελληνικά

Γράμματα, 575-585.

Μακρή-Τσιλιπάκου, Μ. 1999β. Ερώτ.: Χρησιμοποιείτε ξένες λέξεις όταν μιλάτε;

Απάντ.: Never! (Γέλια). Στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), «Ισχυρές» και «ασθενείς»

γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά

διεθνούς συνεδρίου, 26-28 Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής

Γλώσσας, 439-447.

Μαντζώρος, Φ. 1996. Επιτόπια γλωσσική έρευνα: Ο ερευνητής και η κοινότητα. Στο

«Ισχυρές»- «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση: Όψεις του γλωσσικού

ηγεμονισμού. Πρακτικά ημερίδας, 25 Απριλίου 1996. Θεσσαλονίκη: Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας, 53-57.

Μαρούγκα, Μ & Γ. Κοντός, 2007. Μια αλλιώτικη «φωνή» στη Βουλή. Ρεπορτάζ

στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος, 3/10/2007.

Marsaja, G. 2008. Desa Kolok: A Deaf Village and its Sign Language in Bali,

Indonesia. Nijmegen: Ishara Press.

Matthews, P. 1996. The Irish Deaf Community: Survey Report, History of Education,

Language and Culture. Dublin: The Linguistics Institute of Ireland.

Μαυρέας, Δ. 2003. Νοηματικές γλώσσες: Δομή, λειτουργία, στάσεις απέναντί τους.

Αδημοσίευτη μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Τομέας Γλωσσολογίας,

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Μαυρέας, Δ. 2005. Πόσο κινδυνεύουν τα ελληνικά; Στα Πρακτικά της 2ης Συνάντησης

Εργασίας Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Τμήματος Φιλολογίας του

Πανεπιστημίου Αθηνών (14-16 Μαρτίου 2003). Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών,

177-186.

330

Μαυρέας, Δ. 2009. Γλωσσικές επιλογές των ελλήνων Κωφών. Στα Πρακτικά της 4ης

Συνάντησης Εργασίας Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Τμήματος Φιλολογίας του

Πανεπιστημίου Αθηνών (1-3 Ιουνίου 2007). Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών,

217-226.

McKee, D. & G. Kennedy 2000. Lexical comparison of signs from American,

Australian, British and New Zealand sign languages. Στο K. Emmorey & H.

Lane (επιμ.), The Signs of Language Revisited: An Anthology to Honor Ursula

Bellugi and Edward Klima. London: Lawrence Erlbaum Associates.

Meir, I. & W. Sandler 2008. A Language in Space: The Story of Israeli Sign

Language. New York: Lawrence Erlbaum.

Μερτζάνη, Μ. 2005. Τα λεξικά της ελληνικής νοηματικής γλώσσας (ΕΝΓ) και η

σημασία τους στη διδασκαλία της ως δεύτερης/ξένης γλώσσας στους

ακούοντες. Μελέτες για την ελληνική γλώσσα 25, 387-395.

Mesthrie, R., J. Swan, A. Deumert & W. L. Leap 2000. Introducing Sociolinguistics.

Edinburgh: Edinburgh University Press.

Μήτσης, Ν. 1998. Στοιχειώδεις αρχές και μέθοδοι της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας.

Εισαγωγή στη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης (ή ξένης) γλώσσας. Αθήνα:

Gutenberg.

Milroy, L. 1980. Language and Social Networks. Oxford: Blackwell.

Milroy, J. & L. Milroy 1991. Authority in Language (Investigating Standard English).

London & New York: Routledge. [Τρίτη έκδοση].

Mitchell, R., T. Young. B. Bachleda & M. Karchmer 2006. How many people use

ASL in the United States? Why estimates need updating? Sign Language

Studies 6 (3), 306-335.

Monaghan, L., C. Schmaling, K. Nakamura & G. Turner (επιμ.) 2003. Many Ways to

Be Deaf: International Variation in Deaf Communities. Washington, DC:

Gallaudet University Press.

Moody, B. 2007. Literal vs liberal: What is a faithful interpretation? The Sign

Language Translator and Interpreter 1 (2), 179-220.

331

Μοσχονάς, Σ. 1994. Δάνειος πολιτισμός, δάνεια γλώσσα. Μελέτη της Ά.

Αναστασιάδη- Συμεωνίδη. Άρθρο στην Καθημερινή, 4/10/1994.

Μοσχονάς, Σ. 1999. Σύγχρονες μυθολογίες για τη γλώσσα. Ο Πολίτης 70, 57-61.

Μοσχονάς, Σ. 2001. Η προτεραιότητα του προφορικού λόγου. Στο Γ. Χάρης (επιμ.),

Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 93-101.

Μοσχονάς, Σ. 2002. Στα όρια μεταξύ γλωσσών. Άρθρο στην Καθημερινή, 17/3/2002.

Μοσχονάς, Σ. 2005. Ιδεολογία και γλώσσα. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Μπαλτσιώτης, Λ., Ε. Καρατζόλα, Α. Ιωαννίδου, Λ. Εμπειρίκος, Σ. Μπέης (επιμ.)

2001. Γλωσσική ετερότητα στην Ελλάδα: Αρβανίτικα, βλάχικα, γλώσσες της

μειονότητας της Δ. Θράκης, σλαβικές διάλεκτοι της Μακεδονίας. Αθήνα:

Αλεξάνδρεια.

Μπαμπινιώτης, Γ. 2005. Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο

Λεξικολογίας.

Μπαμπινιώτης, Γ. 2006. Η εναλλακτική πρόταση για τη σωτηρία των γλωσσών.

Άρθρο στο Βήμα, 22/1/2006.

Μπουτουλούση, Ε. 2001. Γλωσσική επίγνωση.

http://www.greek-language.gr/greekLang/studies/guide/thema_e4/index.html

(τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβριος 2010).

Nahir, M. 1984. Language planning goals: A classification. Language Problems and

Language Planning 9, 294-327.

Nakamura, K. 2006. Deaf in Japan: Signing and the Politics of Identity. Ithaca:

Cornell University Press.

Νικολόπουλος, Θ. 2005. Κοχλιακή εμφύτευση στα παιδιά: Είναι απαραίτητη η

συνεργασία χειρούργου και εκπαιδευτικού; Στο Λαμπροπούλου, Β. (επιμ.), Η

συμμετοχή των Κωφών στην εκπαίδευση και την κοινωνία: Διεθνείς πρακτικές.

Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου (21-23 Μαρτίου 2003). Πανεπιστήμιο Πατρών,

Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Μονάδα Αγωγής Κωφών.

332

Ντάλτας, Π. 1997. Κοινωνιογλωσσική μεταβλητότητα: Θεωρητικά υποδείγματα και

μεθοδολογία της έρευνας. Αθήνα: Επικαιρότητα.

Ó Baoil, D. & P. Matthews 2000. The Irish Deaf Community: The Structure of Irish

Sign Language. Dublin: The Linguistics Institute of Ireland.

ΟΜΚΕ 1985. Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου για το Κωφό Άτομο. Αθήνα:

Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος.

ΟΜΚΕ 1987. Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου για την Εκπαίδευση του Κωφού

Παιδιού. Αθήνα: Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος.

Ong, W. J. 1997. Προφορικότητα και εγγραμματοσύνη. Η εκτεχνολόγηση του λόγου.

Μετάφραση: Κ. Χατζηκυριάκου. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις

Κρήτης.

Oviedo, A. 2004. Classifiers in Venezuelan Sign Language. Hamburg: Signum.

Padden, C. & C. Gunsauls 2003. How the alphabet came to be used in a sign

language. Sign Language Studies 4 (1), 10-33.

Πανσεληνά, Μ. 2001. Δίγλωσσο μοντέλο διδασκαλίας της χημείας σε κωφούς μαθητές

γυμνασίου. Εκπαιδευτικό υλικό σε μορφή cd-rom. Πανεπιστήμιο Αθηνών,

Φυσικομαθηματική Σχολή, Τμήμα Χημείας, Πρόγραμμα ΔιΧηΝΕΤ.

Πάντου-Κίκκου, Ε. 2006. Η ορολογία της πληροφορικής: PC, υπολογιστής ή

κομπιούτερ; Στο Ε. Λεονταρίδη, Κ. Σπανοπούλου, Α. Γεωργούντζου, Σ.

Ευαγγελίδου, Μ. Ιέλο, Ν. Τασσοπούλου & Ε. Τσίτου (επιμ.), 1ο Διεθνές

συνέδριο «Η γλώσσα σε έναν κόσμο που αλλάζει». Πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα,

9-11 Δεκεμβρίου 2005. Διδασκαλείο Ξένων Γλωσσών, Εθνικό και

Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 403-409

Παπαζαφείρη, Ι. 1988. Λάθη στη χρήση της γλώσσας. Αθήνα: Σμίλη.

Παπασπύρου, Χ. 1994α. Κινηματική γλώσσα. Γλώσσα 32, 18-44.

333

Παπασπύρου, Χ. 1994β. Πρότυπο εννοιολογικό λεξικό ελληνικής κινηματικής

γλώσσας. Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών, Φιλοσοφική Σχολή (μη δημοσιευμένο

ερευνητικό έργο).

Παπασπύρου, Χ. 1997. Ανακαλύπτω τη γλώσσα των χεριών. Εκπαιδευτικό υλικό

εκμαθήσεως ελληνικής κινηματικής γλώσσας σε μορφή cd-rom. Αθήνα, ΚΕΚ-

ΜΙΤ.

Παπασπύρου, Χ. 2000α. Μαθαίνω να γράφω σωστά. Εκπαιδευτικό υλικό εκμαθήσεως

ελληνικής φθογγογλώσσας σε μορφή cd-rom. Αθήνα: ΚΕΚ-ΜΙΤ.

Παπασπύρου, Χ. 2000β. Ένταξη κωφών στη γενική εκπαίδευση: Επίλυση του

γλωσσικού προβλήματος. Στο Α. Ζώνιου- Σιδερή (επιμ.), Ένταξη: Ουτοπία ή

Πραγματικότητα. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 169-212.

Παπασπύρου, Χ. 2003. Διαδρομές στους γλωσσικούς ρυθμούς: Μελετήματα για την

κινηματική γλώσσα και την εκπαίδευση των ανηκόων. Αθήνα: Ατραπός.

Παπασπύρου, Χ. 2006. Γλωσσική επάρκεια και διδακτική επάρκεια. Μια

ολοκληρωμένη πρόταση για αναγνωρισμένη θεσμική πιστοποίηση της

γλωσσικής γνώσης και της διδακτικής ικανότητας στην ελληνική κινηματική

γλώσσα. Θέματα Ειδικής Αγωγής 31, 11-28.

Παπασπύρου, Χ. (επιστημονικός υπεύθυνος) 2009. Έργο καταγραφής της κυπριακής

νοηματικής γλώσσας. Γραμματική παραδοσιακού τύπου. Λευκωσία: Υπουργείο

Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου.

Παπασπύρου, Χ. & Κ. Ταγκάλου 2007. Ολοκληρωμένο αναλυτικό πρόγραμμα για τη

διδασκαλία της ελληνικής κινηματικής γλώσσας ως δεύτερης (ξένης) γλώσσας.

Θέματα Ειδικής Αγωγής 38, 122-146.

Parasnis, I. (επιμ.) 1998. Cultural and Language Diversity and the Deaf Experience.

Cambridge: Cambridge University Press.

Parkhurst, S. & D. Parkhurst. 2007. Spanish sign language survey. SIL Electronic

Survey Reports 2007-2008.

http://www.sil.org/silesr/abstract.asp?ref=2007-008 (τελευταία πρόσβαση:

Ιούλιος 2009).

334

Πετρούνιας, Ε. 1984. Νεοελληνική γραμματική και συγκριτική («αντιπαραθετική»)

ανάλυση. Μέρος Α΄ Θεωρία. Θεσσαλονίκη: University Studio Press.

Πετρούνιας, Ε. 2007. Νεοκαθαρεύουσα και εξαγγλισμός της ελληνικής. Μελέτες για

την ελληνική γλώσσα 27, 348-360.

Pimiä, P. 1990. Semantic features of some mouth patterns in Finnish sign language.

Στο S. Prillwitz & T. Vollhaber (επιμ.), Current Trends in European Sign

Language Research. Proceedings of the Third European Congress on Sign

Language Research, Hamburg July 26-29, 1989. Hamburg: Signum, 115-118.

Pinna, P., L. P. Rampelli, P. Rossini & V. Volterra 1993. Written and unwritten

records from a residential school for the Deaf in Rome. Στο R. Fischer & H.

Lane. (επιμ.), Looking Back: A Reader on the History of Deaf Communities and

their Sign Languages. Hamburg: Signum Press, 349-368.

Prillwitz, S. & T. Vollhaber (επιμ.) 1990. Current Trends in European Sign Language

Research. Proceedings of the Third European Congress on Sign Language

Research, Hamburg July 26-29, 1989. Hamburg: Signum.

Prillwitz, S., R. Leven, H. Zienert, T. Hanke & J. Henning 1989. HamNoSys Version

2.0, Hamburg Notation System for Sign Languages. An Introductory Guide.

Hamburg: Signum Press.

Quer, J. (επιμ.) 2008. Signs of the Time: Selected Papers from TISLR 8. Hamburg:

Signum.

Quinto-Pozos, D (επιμ.) 2007. Sign Languages in Contact. Washington, DC:

Gallaudet University Press.

Reagan, T. 2001. Language planning and policy. Στo C. Lucas (επιμ.), The

Sociolinguistics of Sign Languages. Cambridge: Cambridge University Press,

145-180.

335

Reagan, T., C. Penn & D. Ogilvy 2006. From policy to practice: Sign language

developments in post-apartheid South Africa. Language Policy 5 (2), 187-208.

Ricento, T. 2000. Historical and theoretical perspectives in language policy and

planning. Journal of sociolinguistics 4 (2), 196-213.

Rubin, J. & B. Jernudd (επιμ.) 1971. Can Language Be Planned? Sociolinguistic

Theory and Practice for Developing Nations. Honolulu: University of Hawaii

Press.

Rymer, R. 1993. Genie: A Scientific Tragedy. New York: HarperCollins.

Σαββίδου, Π. 2009. Το φαινόμενο του δανεισμού στη νέα ελληνική: Στάσεις,

πραγματική φύση και διευθέτηση. Αδημοσίευτη μεταπτυχιακή εργασία, Τομέας

Γλωσσολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Σάλτου, Ε. 2007. «Μάθαμε τη γλώσσα του Δαμιανού». Μαθητές έφτιαξαν DVD για

να επικοινωνούν με κωφό συμμαθητή τους. Ρεπορτάζ στην εφημερίδα Τα Νέα

21/3/2007.

Sapountzaki, G. 2005. Free Functional Elements of Tense, Aspect, Modality and

Agreement as Possible Auxiliaries in Greek Sign Language. Unpublished Ph. D.

dissertation, Centre of Deaf Studies, University of Bristol.

Sapountzaki, G., E. Efthmiou & S.-E. Fotinea 2007. Greek Sign Language

documentation: Theoretical implications and practical considerations. Στο P.

Austin, O. Bond & D. Nathan (επιμ.), Proceedings of Conference on Language

Documentation and Linguistic Theory. London: SOAS.

www.hrelp.org/eprints/ldlt_25.pdf (τελευταία πρόσβαση: Ιούλιος 2009).

Schermer, T. 2003. From variant to standard: An overview of the standardization

process of the lexicon of Sign Language of the Netherlands over Two Decades.

Sign Language Studies 3 (4), 469-486.

Schermer, T. 2006. Sign Language lexicography. Στο K. Brown (επιμ.), Encyclopedia

of Language and Linguistics, 321-324. [Δεύτερη έκδοση].

336

Schmaling, C. 2000. Maganar hannu. Language of the Hands: A descriptive analysis

of Hausa Sign Language. Hamburg: Signum.

ΣΔΕΝΓ 1997. Ο ρόλος των διερμηνέων νοηματικής γλώσσας. Ενημερωτικό φυλλάδιο

του Σωματείου Διερμηνέων Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας. Αθήνα.

Sebba, M. 1997. Contact Languages: Pidgins and Creoles. London: Macmillan.

Skutnabb-Kangas, T. & R. Phillipson (επιμ.) 1994. Linguistic Human Rights:

Overcoming Linguistic Discrimination. Berlin: Mouton.

Σκορδίλης, Α. 2005. Μίλησε η σιωπή. Ρεπορτάζ στην Ελευθεροτυπία 29/6/2005.

Skutnabb- Kangas T. 1999. Γλωσσική φθορά, γλωσσικός θάνατος, γλωσσική

δολοφονία: Διαφορετικά γεγονότα ή διαφορετικές ιδεολογίες; Στο Α.-Φ.

Χριστίδης (επιμ.), «Ισχυρές» και «ασθενείς» γλώσσες στη Ευρωπαϊκή Ένωση:

Όψεις του γλωσσικού ηγεμονισμού. Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου, 26-28

Μαρτίου 1997. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 74-90.

Smalley, W. 1963. Writing systems and their characteristics. Στο W. Smalley (επιμ.),

Orthography Studies Articles on New Writing Systems. London: United Bible

Societies, 1-17.

Σταυρίδη-Πατρικίου, Ρ. 2001. Γλωσσικό ζήτημα.

http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Odigos/thema_d2/d_2_thema.htm (τελευταία

πρόσβαση: Μάρτιος 2009)

Stokoe, W. 1969. Sign Language diglossia. Studies in Linguistics 21, 27-41.

Stokoe, W., D. Casterline & C. Croneberg 1976. Introduction to a dictionary of

American Sign Language. Στο W. Stokoe, D. Casterline & C. Croneberg, Α

Dictionary of American Sign Language. Silver Spring, MD: Linstok Press, vii-

xxxi. [Δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση].

Stokoe, W.& V. Volterra (επιμ.) 1985. International Symposium on Sign Language

Research. Rome: Silver Spring.

337

Sutton-Spence, R. & B. Woll 1993. The status and functional role of fingerspelling in

BSL. Στο M. Marschark & D. Clark (επιμ.), Psychological Perspecitves on

Deafness. Hillsdale, NJ: Lawrence Erlbaum, 185-207.

Sutton-Spence, R. (with P. Ladd & G. Rudd) 2005. Analyzing Sign Language Poetry.

New York: Palgrave Macmillan.

Swadesh, M. 1972. The Origin and Diversification of Language. London: Routledge

and Kegan Paul.

Ταγκάλου, Κ. 1985. Νοηματική, η γλώσσα των Κωφών. Στο Πρακτικά Πανελληνίου

Συνεδρίου για το Κωφό Άτομο. Αθήνα: Εκδόσεις Ομοσπονδίας Κωφών

Ελλάδος, 166-168,

Ταγκάλου, Κ. 1988. Χρώματα και αριθμοί. Αθήνα: Εκδόσεις Interamerican.

Tangalou, C. 1989. The role of Sign Language theatre for the culture of the Sign

Language Community. Μαγνητοσκοπημένη εισήγηση στο International

Workshop for Deaf Researchers, Αμβούργο, 21-24 Ιουλίου 1989. Αμβούργο:

Universität Hamburg, Zentrum für Deutsche Gebärdensprache und

Kommunikation Gehörloser & Signum Verlag.

Thoddy, P. 1995. Le Franglais: Forbidden English, Forbidden American. New York:

Athlone Press.

Timmermans, N. 2005. The Status of Sign Languages in Europe. Strasbourg: Council

of Europe.

Τομπαΐδης, Δ. 1985. Γλωσσογραφία. Μελέτες και άρθρα για τη γλώσσα. Αθήνα:

Επικαιρότητα.

Τριανταφυλλίδης, Γ. 1987. Σύστημα ελληνικών νευμάτων. Θεσσαλονίκη: Φίλοι των

Κωφαλάλων Θεσσαλονίκης.

Τριανταφυλλίδης, Γ. 1997. Ο λόγος των νευμάτων. Θεσσαλονίκη: Φίλοι των

Κωφαλάλων Θεσσαλονίκης.

338

Τριανταφυλλίδης, Μ. 1988. Νεοελληνική γραμματική της δημοτικής. Ανατύπωση της

έκδοσης του ΟΕΣΒ (1941) με διορθώσεις. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα

Μανόλη Τριανταφυλλίδη.

Τσάκωνα, Β. (επιμ.) 2007. Εισαγωγή. Στο Γλωσσάρι κοινωνιογλωσσολογίας:

Διγλωσσοποίηση του A Glossary of Sociolinguistics του Peter Trudgill. Αθήνα:

ΔΠΜΣ «Θεωρία Λεξικογραφίας και Εφαρμογές, Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και

Φιλολογίας, Τμήμα Γερμανική Γλώσσας και Φιλολογίας, Εθνικό και

Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, vii-xxiv.

Τσιτσελίκης, Κ. 1996. Το διεθνές και ευρωπαϊκό καθεστώς προστασίας των

γλωσσικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων και η ελληνική έννομη τάξη. Αθήνα:

Σάκκουλας.

Τσιτσιπής, Λ. 1985. Δομικά και λειτουργικά προβλήματα γλωσσικής συρρίκνωσης: Η

ελληνοαλβανική διάλεκτος και άλλες περιπτώσεις. Στο Μελέτες για την

ελληνική γλώσσα 5, 259-273.

Trudgill, P. 2002. Sociolinguistic variation and change. Edinburgh: Edinburgh

University Press.

Trudgill, P. 2003. A Glossary of Sociolinguistics. Edinburgh: Edinburgh University

Press.

Turner, G. 1995. Contact signing and language shift. Στο H. Bos & T. Schermer

(επιμ.), Sign Language Research 1994. Proceedings of the 4th European

Congress on Sign Language Research, Munich, September1-3, 1994. Hamburg:

Signum, 211-229.

Turner, G. 1999. “Ungraceful, repulsive, difficult to comprehend”: Sociolinguistic

consideration of shifts in signed languages. Issues in Applied Linguistics 10,

131-152.

Turner, G. 2004. Exploring British experiences of language and Deafhood in hyper-

modernity. Στο M. Van Herreweghe & M. Vermeerbergen (επιμ.), To the

Lexicon and Beyond: Sociolinguistics in European Deaf Communities, 248-263.

339

Φιλιππάκη-Warburton, Ε. 2000. Γραμματική και σχολική παιδεία. Γλωσσικός

Υπολογιστής 2 , Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

http://www.komvos.edu.gr/periodiko/periodiko2nd/default.htm (τελευταία

πρόσβαση: Ιούνιος 2009)

Φραγκουδάκη, Α. 1987. Γλώσσα και ιδεολογία: Κοινωνιολογική προσέγγιση της

ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Οδυσσέας.

Valli, C. & C. Lucas 2000. Linguistics of American Sign Language. An Introduction.

Washington, DC: Gallaudet University Press. [Τρίτη Έκδοση].

Van Cleve, J. (επιμ.) 1987. The Gallaudet Encyclopedia of Deaf People and

Deafness. New York: McGraw-Hill.

Χαραλαμπάκης, Μ. 2007. Το κράτος είναι …κωφό. Ζωή μετ’ εμποδίων για τους

ανθρώπους με προβλήματα ακοής. Ρεπορτάζ στην εφημερίδα Τα Νέα,

2/10/2007.

Χαραλαμπάκης, Χ. 1992. Νεοελληνικός λόγος. Μελέτες για τη γλώσσα, τη λογοτεχνία

και το ύφος. Αθήνα: Εκδόσεις Νεφέλη.

Χαραλαμπάκης, Χ. 2007. Το νέο χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής της Ακαδημίας

Αθηνών.

http://www.linguist-uoi.gr/cd_web/docs/greek/049_charalambakisICGL8.pdf

(τελευταία πρόσβαση Δεκέμβριος 2010)

Χάρης, Γ. (επιμ.) 2001. Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα. Αθήνα: Εκδόσεις

Πατάκη.

Χατζηκάκου, Κ. 2007. Διερμηνεία της Θείας Λειτουργίας στην κυπριακή νοηματική

γλώσσα: Διερευνώντας τις απόψεις των εμπλεκομένων. Στα Πρακτικά του

πανελλήνιου συνεδρίου με διεθνή συμμετοχή «Οι Κωφοί στην Ελληνική

Πραγματικότητα», 7-9 Σεπτεμβρίου 2007. Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πατρών.

Χατζοπούλου Μ. 2005. Ο ρόλος των διερμηνέων ελληνικής νοηματικής γλώσσας για

τους κωφούς φοιτητές στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Στο Ε. Σοφιανίδου, Φ.

Μπακομήτρου & Α. Καλαντζή-Αζίζι (επιμ.), Πανεπιστήμιο για όλους, Όροι και

340

προϋποθέσεις πλήρους ένταξης των φοιτητών με αναπηρία στην ακαδημαϊκή

ζωή. Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Χατζοπούλου, Μ. 2007. Η εμφάνιση της αναφοράς στον εαυτό και στους άλλους με

τη χρήση του ΔΕΙΚΤΗ από το κωφό παιδί κωφών γονέων που βρίσκεται σε

περιβάλλον Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας. Στα Πρακτικά του πανελλήνιου

συνεδρίου με διεθνή συμμετοχή «Οι Κωφοί στην Ελληνική Πραγματικότητα», 7-9

Σεπτεμβρίου 2007. Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πατρών.

Χριστίδης, Α.-Φ. 1999. Γλώσσα, Πολιτική, Πολιτισμός. Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.

Χριστίδης, Α.-Φ. 2001α. Ιστορίες της ελληνικής γλώσσας. Στο Α.-Φ. Χριστίδης

(επιμ.), Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη

αρχαιότητα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας και Ινστιτούτο

Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη], 3-18.

Χριστίδης, Α.-Φ. 2001β. Η αρχαία και η νεότερη ελληνική γλώσσα: Η αυτονομία της

δημοτικής. Στο Γ. Χάρης (επιμ.), Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα. Αθήνα:

Εκδόσεις Πατάκη, 35-44.

Wardhaugh, R. 1999. Proper English: Myths and Misunderstandings about

Language. Oxford: Blackwell.

Woll, B., R. Sutton-Spence & F. Elton 2001. Multilingualism: The global approach to

sign languages. Στο C. Lucas (επιμ.), The Sociolinguistics of Sign Languages.

Cambridge: Cambridge University Press, 8-32.

Woodward, J. 1973. Some characteristics of Pidgin Sign English. Sign Language

Studies 3, 39-46.

Woodward, J. 1978. Historical bases of American Sign Language. Στο P. Siple

(επιμ.), Understanding Language through Sign Language Research. New York:

Academic Press, 333-348.

Wright, S. 2004. Language Policy and Language Planning: From Nationalism to

Globalisation. New York: Palgrave Macmillan.

341

Yule, G. 1996. The Study of Language. Cambridge: Cambridge University Press.

[Δεύτερη έκδοση].