20

Ο μαγικοσ κοσμοσ του ονειρου (preview)

Embed Size (px)

DESCRIPTION

 

Citation preview

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

‘Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ’

ELIZABETH DOWNEY

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα φανταστικό δηµιούργηµα. Τα ονόµατα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες και τα περιστατικά είναι προϊόντα της φαντασίας του συγγραφέα ή χρησιµοποιούνται σε φανταστικό πλαίσιο. Οποιαδήποτε οµοιότητα µε πραγµατικά γεγονότα, µέρη ή πρόσωπα, εν ζωή ή όχι, είναι τελείως συµπτωµατική.

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Στη ζωή... που δεν έρχεται ποτέ όπως την

περιµένουµε...

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

Θα ήθελα να ευχαριστήσω την Κατρίν για την αµέριστη προσοχή που µου έδωσε στις ατελείωτες ώρες ανάγνωσής µου και τον Τζωρτζ γιατί πάντα ήταν δίπλα µου. Την Έλεν και τον Τζέικοµπ διότι δεν µε ενόχλησαν καθ'όλη την διάρκεια της συγγραφής αυτού του βιβλίου. Επίσης τον Τζίµµυ για την συµπαράστασή του, τον Νικ για τις γραµµατικές του γνώσεις και την Μέλανι για τις αισιόδοξες προβλέψεις της. Ακόµη την Μόνα και τον Τζον γιατί µε πίστεψαν. Τέλος, τον Ματ γιατί υπήρξε η αστείρευτη πηγή έµπνευσής µου.

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

5

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ‘Όπου δεν έλαβε ποτέ πληγές τις περιγελάει, µα

κοίτα! Σε κείνο το παράθυρο τι φως έχει προβάλλει! Είναι η Ανατολή, κι είναι η Ιουλιέττα ο ήλιος! Έβγα ωραίε ήλιε και θάµπωσε την φθονερή σελήνη, που χλώµιασε κι αρρώστησε κιόλας απ΄ το κακό της, να βλέπει εσένα, την πίστη της, πιο όµορφη απ΄ την ίδια...’

Ρωµαίος, ‘Ρωµαίος και Ιουλιέττα’, Γουίλιαµ Σαίξπηρ

Η αγάπη δεν έχει όρια. Μπορεί να βρεθεί παντού.

Το ίδιο συµβαίνει και µε τον έρωτα. Είναι απρόβλεπτος και σχεδόν πάντα προβληµατικός. Η αγάπη λένε ότι είναι το πιο ανιδιοτελές συναίσθηµα. Ο έρωτας πάλι... Αχ, ο έρωτας. Σε χτυπάει εκεί που δεν το περιµένεις κι έπειτα τρέχεις να κρυφτείς. Δε µπορείς να φανταστείς ότι εκεί που σε χτύπησε το σηµάδι θα µείνει για πάντα. Γιατί ο έρωτας είναι τόσο δυνατός και άγριος όσο και µοναδικός. Ίσως να ερωτευόµαστε πολλές φορές στη ζωή µας αλλά οι ανεκπλήρωτοι έρωτες είναι αυτοί που µένουν για πάντα.

Δεν θα µιλήσω για απωθηµένα. Δεν ξέρω γιατί αλλά αυτή η λέξη δε µου αρέσει καθόλου. Θεωρώ ότι το απωθηµένο δεν έχει καµία σχέση µε τον έρωτα. Το απωθηµένο το έχουµε στο µυαλό µας ως κάτι που πρέπει να γίνει και όταν µας τύχει, όποια στιγµή της ζωής µας, θα αρπάξουµε την ευκαιρία για να το πραγµατοποιήσουµε, ακόµη κι αν το άτοµο που έχουµε απέναντί µας µας είναι πλέον αδιάφορο.

Ο ανεκπλήρωτος ό µως έρωτας ή ο έρωτας που καταλήγει σε αδιέξοδο γιατί έτσι είναι οι συνθήκες, είναι

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

6

τραγικός... Το να µη µπορείς να αλλάξεις την πραγµατικότητα γιατί απλά δε µπορείς. Πολύ απλά γιατί δε µπορείς. Είναι έτσι δοµηµένο το περιβάλλον σου, η ζωή σου, το σύµπαν... που απλά δε µπορείς... δε µπορείς να κάνεις τίποτα.

Κι αυτή είναι η ιστορία...

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

7

Άνοιξε τα µάτια της και κοίταξε προς το παράθυρο. Δεν είχε ξηµερώσει ακόµα. Σηκώθηκε αργά αργά και βγήκε από το δωµάτιο. Έφτιαξε πρωινό, πήρε ένα βιβλίο κι άρχισε να διαβάζει. Σε λίγο ο Μάθιου σηκώθηκε, ήρθε από το σαλόνι, της είπε καληµέρα κι έφυγε για τη δουλειά. Ο Μάθιου ήταν ο εδώ και τρία χρόνια σύζυγός της. Ήταν ψηλός, αδύνατος, µε καστανά µαλλιά και µε γαλάζια µάτια. Είχαν παντρευτεί µετά από έξι µήνες σχέσης. Ούτε και οι ίδιοι ήξεραν πως έγινε αυτό. Ούτε η Ρόµπιν, ούτε ο Μάθιου ήταν αυθόρµητοι χαρακτήρες, αλλά ο γάµος τελικά έγινε.

Ήταν Σάββατο και η Ρόµπιν δεν είχε δουλειά, οπότε δεν είχε και πολλά πράγµατα να ασχοληθεί. Στάθηκε µπροστά από το παράθυρο κοιτάζοντας την αγαπηµένη της πλατεία, την Marktplatz, µε το παλιό δηµαρχείο στη µέση. Το χιόνι σιγά σιγά κάλυπτε τα πάντα και το τοπίο ήταν µαγικό. Άκουσε στο βάθος του σπιτιού το τηλέφωνο να χτυπάει. Απάντησε και ακούστηκε η φωνή του Ρος, του αδελφού της ο οποίος έµενε σε µια πόλη βόρεια, τέσσερις ώρες περίπου µε το τρένο.

«Γεια σου Ρος, τι κάνεις?» είπε λίγο νυσταγµένα, «Καλά αδελφούλα, εσύ? Μου έχεις λείψει. Πότε

θα µου έρθεις κατά δω?» της είπε και εκείνη ένιωσε τη λαχτάρα στην φωνή του,

«Συγγνώµη αδελφούλη αλλά δεν βλέπω να γίνεται κάτι τέτοιο προς το παρόν. Πολύ δουλειά στο γραφείο και δεν θέλω να χαλάσω όλη την αδειά που µου έχει µείνει τώρα»

«Καλά» της είπε επιφυλακτικά, «Στο σπίτι όλα είναι εντάξει?»

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

8

«Όλα είναι µια χαρά» του είπε ψέµατα, αλλά όσο πιο πειστικά µπορούσε. Ο Ρος είχε τη δυνατότητα από όταν ήταν παιδιά να διαβάζει πίσω από τις λέξεις της.

«Τέλος πάντων δεν θα επιµείνω» «Ρος σταµάτα. Μπορεί να είσαι ο µεγαλύτερος

µου αδελφός και µοναδικός, αλλά σταµάτα επιτέλους. Σου είπα ότι όλα είναι καλά» Αυτός που σκέφτηκε πως ‘η καλύτερη άµυνα είναι η επίθεση’ έκανε λάθος γιατί η απάντηση του Ρος ήταν...

«Σου είπα πως δεν θα επιµείνω, αλλά κι εσύ µη µε προκαλείς. Ένα θα σου πω και µην το ξεχνάς σε παρακαλώ. Τέσσερις ώρες µε το τρένο δεν είναι και τόσες πολλές. Άλλωστε η µαµά κι ο µπαµπάς είναι δίπλα σου και πριν προλάβεις να µου φέρεις αντιρρήσεις θα σου πω πως µερικές φορές κι αυτοί µπορούν να σε βοηθήσουν... ΑΝ χρειαστεί» της είπε φωναχτά και αµέσως η φωνή του έγινε πιο γλυκιά «Σ΄ αγαπάω αδελφούλα µην το ξεχνάς. Ακόµα κι αν µου πεις πως µε θέλεις δίπλα σου τώρα, θα τη βρω την άκρη και θα έρθω κοντά σου»

«Μια κουβέντα είπα και το κάναµε πάλι θέµα. Εντάξει, εντάξει...» τον έκοψε πριν προλάβει να της πει τίποτε άλλο, «Κι εγώ σ΄ αγαπάω πολύ και το ξέρω πως αν στο ζητήσω θα έρθεις, αλλά πίστεψέ µε όλα είναι καλά. Το ελέγχω ακόµα» του είπε κι έκλεισε τα µάτια της. Ήταν ευγνώµων που εκείνος δε µπορούσε να τη δει.

«Λέγε το και θα το πιστέψεις. Φιλάκια αδελφούλα» της είπε λίγο εκνευρισµένος µε τις απαντήσεις της,

«Φιλάκια αδελφούλη µου» του είπε κι έκλεισε το τηλέφωνο.

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

9

Ο Ρος ήταν απίστευτος. Κάποια στιγµή στο µέλλον θα µάθαινε να του λέει ψέµατα και λίγο πιο γενικά θα µάθαινε να λέει ψέµατα. Μερικές φορές χρειάζονταν τελικά κι εκείνη ήταν η πιο άθλια ψεύτρα που υπήρχε στον κόσµο. Όταν έλεγε ψέµατα έχανε τα λόγια της, κοκκίνιζε, κοιτούσε αλλού για αλλού µη µπορώντας να αντικρίσει τον άλλο και το πιο σηµαντικό δεν θυµόταν τι ψέµα είχε πει, µε αποτέλεσµα ποτέ να µη µπορεί να πει δυο φορές το ίδιο πράγµα.

Τελείωσε το κεφάλαιο που διάβαζε και πήγε να ντυθεί. Ο καιρός αυτός ήταν ο αγαπηµένος της και δε µπορούσε να µην αδράξει την ευκαιρία για να τον απολαύσει. Μόλις ετοιµάστηκε κατέβηκε στο δρόµο και κατευθύνθηκε προς την αγαπηµένη της σοκολατερί που ήταν σίγουρη πως εκεί θα ήταν η Άννα, η κολλητή της και θα διάβαζε την εφηµερίδα της. Η Άννα ήταν στην ηλικία της Ρόµπιν, περίπου τριάντα χρονών δηλαδή, ψηλή, αδύνατη, µε υπέροχα µακριά καστανά µαλλιά και πράσινα µάτια. Ήταν πανέµορφη και µόνη, σχεδόν. Θεωρούσε το γάµο µια πράξη που δεν πρέπει να γίνεται παρά µόνον όταν τον άλλο τον ξέρεις πάρα πολύ καλά και όταν δεν έχεις δεύτερη επιλογή. Ήθελε να γίνει µάνα, αλλά την εµπόδιζε το θέµα του γάµου σε τέτοιο βαθµό που είχε αφήσει το µητρικό της ένστικτο σε δεύτερη µοίρα.

Πλησιάζοντας στην σοκολατερί την είδε να κάθεται στο αγαπηµένο τους τραπεζάκι, στη γωνία του µαγαζιού που κοιτάζει στον δρόµο. Εκεί καθόντουσαν από τότε που θυµόντουσαν τους εαυτούς τους. Αυτή η σοκολατερί είχε έναν ζεστό χαρακτήρα και ανέδιδε µια υπέροχη µυρωδιά. Εκεί είχαν κλάψει, είχαν γελάσει, είχαν περάσει τις πιο άσχηµες και ό µορφες στιγµές της ζωής

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

10

τους µε αποτέλεσµα να µην την αλλάζουν µε τίποτα. Όπως απαντούσαν µεταξύ σοβαρού κι αστείου και οι ίδιες όταν τους ρωτούσαν γιατί δεν πάνε πουθενά αλλού «που να τρέχουµε τώρα? Είναι και δίπλα από τα σπίτια µας...»

Μόλις µπήκε, η Άννα την χαιρέτησε και της έκανε νόηµα να πλησιάσει. Η Ρόµπιν το ήξερε καλά αυτό το ύφος που πρόδιδε πολλά. Κάθισε, παράγγειλε την αγαπηµένη της ζεστή, πηχτή σοκολάτα και κοίταξε την Άννα.

«Λοιπόν το πήρα απόφαση» είπε η Άννα πληµµυρισµένη από χαρά. «Τον άλλο µήνα θα πάρουµε και οι δύο άδεια από το γραφείο και θα φύγουµε για δέκα µέρες. Ακόµα και ο Μάθιου θα συµφωνήσει. Άλλωστε αυτός µας είπε ότι σε αυτά τα µέρη βαριέται απίστευτα και καλά θα κάνουµε αν θέλουµε να τα δούµε, να πάµε µόνες µας. Για την ακρίβεια είπε ότι µπορείς να πας µόνη σου, αλλά όπως πολύ καλά ξέρεις, εγώ δε σε αφήνω να πας πουθενά σαν την καλαµιά στον κάµπο. Αν είναι δυνατόν. Αυτό το µέρος το θαυµάζουµε από µικρά παιδάκια. Το βλέπουµε και το ξαναβλέπουµε, όλο το κανονίζουµε και τελικά δεν το έχουµε επισκεφτεί ακόµη. Κοντεύουµε να δούµε όλον τον κόσµο και απορώ πως δεν έχουµε πάει εκεί. Βέβαια ξέρω γιατί. Περίµενες να πας µε τον έρωτα της ζωής σου και τελικά αυτός δεν θέλει να πάει» αυτό το τελευταίο το είπε µε µισή καρδιά αν και η Ρόµπιν ξεχώρισε ένα πολύ µικρό ειρωνικό γελάκι στα χείλια της. Η Άννα είχε κοκκινίσει. Όλα αυτά τα είπε µε µια ανάσα και τώρα κοιτούσε την Ρόµπιν µε ένα βλέµµα που ήταν ταυτόχρονα παρακλητικό και απολογητικό.

«Να σου πω την αλήθεια» ξεκίνησε η Ρόµπιν πολύ διστακτικά, «Δε νοµίζω ότι µπορώ. Δεν θα µου δώσουν

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

11

άδεια τώρα και δε ξέρω αν µπορώ να αφήσω τον Μάθιου µόνο του. Έχεις δίκιο, αυτός το πρότεινε αλλά κατά βάθος έχω την εντύπωση ότι δεν το εννοεί. Εξάλλου µόλις µπήκε ο χειµώνας. Δεν ξέρω αν είναι η κατάλληλη εποχή. Δεν θα έχει και κόσµο...»

«Μα αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός. Να µην έχει κόσµο. Αν θέλαµε να έχει κόσµο θα σου έλεγα να πάµε το καλοκαίρι, ενώ τώρα είναι τέλεια. Δεν θα σε πιέσω όµως αν δεν θέλεις» είπε η Άννα και συνέχισε να διαβάζει την εφηµερίδα της.

Η Ρόµπιν δεν είπε τίποτα. Ήξερε πως η Άννα σε καµία περίπτωση δεν είχε νευριάσει και δεν της κρατούσε κακία που για άλλη µια φορά είχε ακυρώσει αυτό τους το ταξίδι πριν καν αρχίσει.

Η ώρα περνούσε και άρχισαν να µιλάνε περί ανέµων και υδάτων. Οι ντόπιοι που της κοιτούσαν να µιλάνε κάθε φορά µε τις ώρες, απορούσαν τι µπορεί να λένε µετά από τόσα χρόνια. Συναντιόντουσαν κάθε µέρα, στη δουλειά ήταν µαζί και τα βράδια πήγαιναν σε ένα µικρό µπαρ για να απολαύσουν τα γευστικά κρασιά του. Όταν βρισκόντουσαν γελούσαν πάρα πολύ και µε δυσκολία αποχαιρετούσαν η µια την άλλη. Ήταν πολύ ευχάριστες οι κοινές τους ώρες. Ο τρίτος της παρέας ήταν ο Χάρρυ, συµµαθητής τους, ψηλός, µελαχρινός µε καταγάλανα µάτια και φοβερό χιούµορ. Ο Χάρρυ λόγω δουλειάς, δούλευε στην ίδια εταιρεία δηµοσίων σχέσεων µε τα κορίτσια, ταξίδευε πολύ τα τελευταία χρόνια, µε αποτέλεσµα να τον βλέπουν λιγότερο. Κάθε φορά ό µως που επέστρεφε συναντιόντουσαν σα να µην είχε περάσει µια µέρα. Τώρα βρισκόταν στο Παρίσι και τον περίµεναν

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

12

να επιστρέψει την ερχόµενη εβδοµάδα µε τα καινούρια νέα του και τις καινούριες του κατακτήσεις.

Όταν πια κοίταξαν το ρολόι τους ήταν µεσηµέρι και η Ρόµπιν έπρεπε να επιστρέψει σπίτι για να µαγειρέψει. Η Άννα την αποχαιρέτισε µε την υπόσχεση πως το βράδυ θα πήγαιναν να πιουν ένα καινούριο κρασί Βουργουνδίας που µόλις είχε φέρει ο Τοµ, ο οινοπώλης.

Μόλις µπήκε στο σπίτι η Ρόµπιν το ένιωσε να την πλακώνει τόσο άδειο που ήταν. Πήγε στην κουζίνα, έβαλε το φαγητό να ετοιµάζεται, πήρε το βιβλίο της και συνέχισε το διάβασµα που είχε σταµατήσει πριν για να συναντήσει την Άννα. Τα βιβλία ήταν η αγαπηµένη της ασχολία από µικρή. Ο πατέρας της της διάβαζε πάντοτε παραµύθια πριν να κοιµηθεί κι έπειτα εκείνη συνέχισε την παράδοσή τους διαβάζοντας ό, τι έβρισκε µπροστά της. Το αγαπηµένο της ήταν το «Περηφάνια και Προκατάληψη» της Τζέιν Ώστεν, το οποίο της το είχαν αγοράσει η γονείς της από ένα παλιό βιβλιοπωλείο στο Λονδίνο όταν εκείνη ήταν έξι ετών. Από τότε το είχε διαβάσει αµέτρητες φορές και ήταν το µοναδικό βιβλίο που είχε πάντοτε µαζί της. Σε κάθε της ταξίδι, στη δουλειά, στην εξοχή, ήταν πάντα µέσα στη βαλίτσα, στην τσάντα ή στο αυτοκίνητό της. Το λάτρευε αυτό το βιβλίο. Μια ζωή ονειρευόταν ότι είναι η Ελίζαµπεθ, αλλά η ζωή τα έφερε έτσι που τελικά ήταν η πλέον η Σάρλοτ. Αν και αυτό δεν της άρεσε καθόλου, είχε βυθιστεί µε τόσο πάθος στην άβυσσο του ρόλου της, που της ήταν αρκετά δύσκολο να αναδυθεί στην επιφάνεια και να ξαναβρεί τον ήλιο που έχασε.

Κατά το απόγευµα η πόρτα άνοιξε και µπήκε ο Μάθιου. Την φίλησε και κάθισε στο τραπέζι για το φαγητό. Ο Μάθιου ήταν από τους ανθρώπους που δε

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

13

µιλάνε πολύ. Άλλωστε κατά τη διάρκεια του φαγητού η συνήθειά τους τους επέβαλλε να βλέπουν τηλεόραση χωρίς να µιλάνε. Το µόνο που συζητούσαν µεταξύ τους ήταν τα νέα της ηµέρας περιληπτικά κι έπειτα ο Μάθιου ξαναγυρνούσε στην οικογενειακή επιχείρηση, ένα εργοστάσιο χαρτιού, το οποίο βρισκόταν σε απόσταση µισής ώρας από το σπίτι τους. Εκείνος όντας µοναχοπαίδι, είχε πλέον αναλάβει την επιχείρηση αν και ήταν µόνο τριάντα ετών. Οι γονείς του είχαν αποσυρθεί τρία χρόνια νωρίτερα και εκείνος µε τον ενθουσιασµό της νιότης του, καθώς και µε την επιθυµία να εργαστεί όσο το δυνατόν περισσότερο µε σκοπό την ανάπτυξη της επιχείρησης είχε αφοσιωθεί ολοκληρωτικά σε αυτήν. Λίγο πριν γίνει αυτό είχε γνωριστεί µε τη Ρόµπιν. Δεν θα έλεγες ότι ήταν έρωτας µε την πρώτη µατιά, αλλά παρ΄όλ΄αυτά είχαν ταιριάξει αµέσως σε όλα. Η σεξουαλική τους ζωή ήταν ικανοποιητική και ο καθένας ζούσε τη ζωή του όπως την ήθελε, χωρίς να ενοχλεί τον άλλο.

Έτσι µετά το φαγητό ο Μάθιου ξαναέφευγε και γυρνούσε αργά το βράδυ. Η µόνη κενή του ηµέρα ήταν η Κυριακή κι έτσι την εκµεταλλευόντουσαν όσο τους ήταν επιτρεπτό για να πάνε κάπου έξω για φαγητό ή για να συναναστραφούν µαζί τους κοινούς τους φίλους.

Μόλις έφυγε ο άντρας της η Ρόµπιν έκατσε στην αγαπηµένη της πολυθρόνα και κοίταξε την πλατεία που ήταν πλέον σκεπασµένη µε χιόνι. Γέλασε µε την ιδέα ότι ζούσε σε ένα µέρος το οποίο ήταν καλυµµένο µε χιόνι σχεδόν έξι µήνες τον χρόνο και η ίδια δεν µπορούσε να κάνει σκι. Το ατύχηµα που είχε πάθει στα πέντε της την είχε αναγκάσει να συνδυάσει το σκι µε το σαλέ και τη ζεστή σοκολάτα. Κατέβαινε µε τον πατέρα της µια µικρή

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

14

πλαγιά µε σχετικά µικρή ταχύτητα, όταν ξαφνικά του γλίστρησε µέσα από τα χέρια και έµεινε µόνη της, φορώντας τα σκι της, να τσουλάει. Το αποτέλεσµα παραλίγο να είναι τραγικό, αλλά τελικά την γλίτωσε µε δύο σπασµένα χέρια κι ένα σπασµένο πόδι. Το τι είχε περάσει τότε στη διάρκεια της αποθεραπείας την έκανε να µην θέλει ο ύτε καν να ξαναπροσπαθήσει να βάλει τα πέδιλα του σκι στα πόδια της. Πολλούς µήνες µετά το ατύχηµα ταϊζόταν από τους γονείς της ή τον αδελφό της και οι στιγµές του ντυσίµατός της ήταν κωµικοτραγικές. Το χειρότερο όµως ήταν η ώρα του µπάνιου. Κανείς δεν καταλάβαινε τι περνούσε και όντας από µικρή λίγο υποχόνδρια και ντροπαλή, το να εξαρτάται από όλους τους άλλους την καταρράκωνε ψυχολογικά. Ο πατέρας της της είχε φτιάξει έναν αυτοσχέδιο µηχανισµό για να µπορεί να διαβάζει µόνη της και αυτό είχε καταφέρει να της ανεβάσει αρκετά την διάθεση.

Κοίταξε το ρολόι πάνω από το τζάκι. Η ώρα ήταν περασµένες οχτώ. Σήκωσε το ακουστικό και πήρε την Άννα. Αφού κανόνισαν να συναντηθούν σε καµιά ώρα, ξανασήκωσε το ακουστικό. Αυτή την φορά τηλεφώνησε στον Μάθιου. Χτύπησε αρκετές φορές µέχρι να το σηκώσει. Την ώρα που πήγε να το κλείσει άκουσε την φωνή του από την άλλη µεριά της γραµµής.

«Γεια σου αγάπη µου, τι κάνεις?» του είπε γλυκά. «Καλά αγάπη µου» της απάντησε. «Θέλεις κάτι?» «Κανόνισα µε την Άννα να πάµε για ένα κρασί.

Θα ήθελες να περάσεις απ΄του Τοµ όταν τελειώσεις?» «Δεν ξέρω ακόµα τι ώρα θα τελειώσω. Παρ΄όλα

αυτά πηγαίνετε εσείς και καλά να περάσετε. Θα τα πούµε

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

15

στο σπίτι. Γεια. Φιλιά» της είπε έτοιµος να κλείσει το τηλέφωνο.

«Εντάξει τότε, µην ανησυχείς. Φιλάκια» του ε ίπε κι έκλεισε το τηλέφωνο. Είχε λιγότερη από µία ώρα για να ετοιµαστεί, αλλά ευτυχώς ο Τοµ ήταν µόλις δύο τετράγωνα µακριά από την πλατεία. Η Άννα θα περνούσε να την πάρει. Ήταν τόσο αστείο. Το σπίτι της Άννας ήταν στην άλλη είσοδο της πλατείας Marktplatz, αλλά λόγο του επιβλητικού παλιού δηµαρχείου που βρισκόταν ακριβώς στη µέση δε µπορούσε ποτέ η µία να αντικρίσει την άλλη από τα σπίτια τους. Έµεναν και οι δύο στα πατρικά τους αφότου οι γονείς τους µετακόµισαν στην εξοχή του τόπου τους.

Το σπίτι της Ρόµπιν ήταν πράσινο σκούρο µε κόκκινα κεραµίδια και µπρούτζινο τελείωµα. Πριν µπεις στην πλατεία το έβλεπες, είχε πέντε παράθυρα και ένα αναρριχώµενο φυτό που έφτανε µέχρι τα κεραµίδια. Για να µπεις στην πλατεία περνούσες από κάτω από την καµάρα του και µόλις έµπαινες έβλεπες ακόµα πέντε παράθυρα στην µέση και από δύο στις προεξοχές που κοίταζαν και αυτά προς την πλατεία. Στην απέναντι πλευρά της πλατείας βρισκόταν το σπίτι της οικογένειας της Άννας, το οποίο ήταν ακριβώς το ίδιο, αλλά το χρώµα του ήταν ένα πολύ απαλό ροζ.

Καθώς έκανε µπάνιο θυµήθηκε τι σκαρφιζόντουσαν παλιότερα για να δουν η µία την άλλη χωρίς να χρειαστεί να βγουν στο κρύο. Γέλασε µόνη της θυµούµενη µια φορά που ήταν δέκα χρονών και είχαν δώσει ραντεβού το βράδυ στα κεραµίδια, η καθεµιά του σπιτιού της, νοµίζοντας πως θα τα κατάφερναν τελικά. Τελευταία στιγµή τις πρόλαβαν οι γονείς τους, τις έντυσαν

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

16

µε ζεστά ρούχα και τις έστειλαν γρήγορα να συναντηθούν στην πλατεία. Ο κίνδυνος να γκρεµοτσακιστούν ήταν µεγάλος, αλλά το νεαρό της ηλικίας τους δεν τις άφηνε να τον δουν.

Βγήκε από το µπάνιο, ντύθηκε µε ένα τζιν, µια σατέν µπλούζα µε όχι πολύ ανοιχτό ντεκολτέ, βάφτηκε ελαφριά, πήρε το παλτό της, το φουλάρι της και τα γάντια της και κατέβηκε στην είσοδο που µόλις είχε χτυπήσει το κουδούνι.

Η Άννα την περίµενε εκεί πανέµορφη όπως πάντα. Ήταν λίγο πιο ψηλή από την Ρόµπιν, αλλά κατά τ΄άλλα έµοιαζαν πολύ. Πιάστηκαν αγκαζέ και κατευθύνθηκαν προς του Τοµ.

Όταν έφτασαν εκεί το τραπέζι τους τις περίµενε µε το άρτι αφιχθέν κόκκινο κρασί Βουργουνδίας που τους είχε προτείνει ήδη ο Τοµ. Σερβιρίστηκαν, έκαναν την πλέον κλασική τους πρόποση «Στη ζωή µας, σε µας» και δοκίµασαν το πολυδιαφηµισµένο κρασί. Ήταν ένα pinot noir µε υπέροχο άρωµα και γεύση που απλά δεν ήθελες να την αφήσεις να εξαφανιστεί ποτέ. Ήπιαν το µπουκάλι και παράγγειλαν άλλο ένα συζητώντας για τη δουλειά τους. Συνάντησαν διάφορους γνωστούς οι οποίοι έρχονταν και παρέρχονταν µέχρι που το ρολόι χτύπησε µεσάνυχτα και καληνύχτισαν τους παρευρισκόµενους αφήνοντας το υπόλοιπο κρασί για µία άλλη φορά. Στον δρόµο η Ρόµπιν ήταν σκεφτική αλλά δε µιλούσε. Η Άννα πάλι ήθελε να µιλήσει για τα πάντα.

«Σκέφτηκα να πάω µε τον Χάρρυ στο επόµενο ταξίδι του. Νοµίζω πως θα πάει στην Ζυρίχη. Δεν έχω πάει ποτέ και δεν είναι και ιδιαίτερα µακριά. Ίσως για τις

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

17

γιορτές δεν ξέρω. Καλή ιδέα δεν είναι?» ρώτησε την Ρόµπιν.

«Νοµίζω πως ναι. Θα του αρέσει. Τόσα ταξίδια µόνος του και πόσες µοναχικές υπάρξεις να θέλει να βρει πια? Δεν πειράζει αν σε ένα ταξίδι βρει µόνο την φίλη του. Θα του κάνει καλό να µιλήσει κιόλας εκτός όλων των άλλων» κοιτάχτηκαν και ξέσπασαν σε γέλια.

«Θα του το πω την άλλη εβδοµάδα που θα γυρίσει, αλλά θέλω να είσαι κι εσύ µπροστά»

«Αυτό εννοείται. Θα φέρω και την κάµερα µαζί. Αυτή η σκηνή πρέπει να υπάρχει στο αρχείο µου»

«Ρόµπιν σταµάτα...» είπε η Άννα. «Τα έχουµε πει αυτά. Με τον Χάρρυ είµαστε φίλοι και τίποτε άλλο. Έχουν περάσει τόσα χρόνια πια»

«Το ξέρω αλλά έχει τόση πλάκα να σε βλέπω να κοκκινίζεις όταν σου το λέω που δε µπορώ να αντισταθώ» είπε η Ρόµπιν και προχώρησε.

Αφού έφτασαν στο δηµαρχείο της πλατείας, πάντα εκεί χωρίζονταν, στη µέση απόσταση από τα σπίτια τους, καληνύχτισε η µία την άλλη και χωρίστηκαν.

Πηγαίνοντας προς το σπίτι η Ρόµπιν παρατήρησε ότι δεν υπήρχε φως. ‘Οπότε ο Μάθιου δεν έχει γυρίσει ακόµη’, σκέφτηκε. Άλλαξε και ξάπλωσε στον καναπέ για να παρακολουθήσει λίγο τηλεόραση ώσπου την πήρε ο ύπνος. Δεν κατάλαβε πόση ώρα µετά ήρθε ο Μάθιου και την σκούντησε για να σηκωθεί και να πάνε στο δωµάτιο τους.

@@@@@@@ Την εποµένη η Ρόµπιν σηκώθηκε και έφτιαξε

πρωινό. Ξύπνησε τον Μάθιου και τον περίµενε στο τραπέζι της κουζίνας.

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

18

«Καληµέρα αγάπη µου» της είπε. «Καληµέρα αγάπη µου. Φιλάκι?» του είπε κι

έγειρε προς το µέρος του. Την φίλησε όπως την φιλούσε πάντα. Για την

ακρίβεια όπως την φιλούσε ο Ρος, ο αδελφός της, απλά ο Μάθιου προτιµούσε το στόµα. Έκατσε στην απέναντι καρέκλα και άρχισε να τρώει το πρόγευµά του.

«Ξέρεις» ξεκίνησε η Ρόµπιν «Νοµίζω πως σε δυο εβδοµάδες θα µπορώ να πάρω µερικές µέρες άδεια. Έχω δηλαδή ένα µήνα, αλλά σκεφτόµουν πως ίσως αν πηγαίναµε κάπου µια βδοµάδα, δέκα µέρες θα ήταν πιο εύκολο και για σένα»

«Ναι αµέ. Κανόνισε το και πες µου τι κανόνισες. Αν χρειαστείς κάτι µε ενηµερώνεις. Συγγνώµη, αλλά πρέπει να πάω µέσα, στο γραφείο µου, γιατί άφησα χθες κάποιες δουλειές ατελείωτες. Θα κάνουµε κάτι σήµερα?» της είπε και σηκώθηκε από το τραπέζι.

«Έλεγα να πάµε για φαγητό µε τον Βίκτορ και την Λίντα στο Lemic, τι λες?» του είπε κρεµάµενη από τα χείλη του.

«Εντάξει, αλλά να µην αργήσουµε πολύ γιατί έχω λίγο δουλίτσα ακόµη» είπε και βγήκε από την κουζίνα.

Μαζεύοντας τα αποµεινάρια τ ου φαγητού, η Ρόµπιν δεν ήθελε να σκεφτεί τίποτα. Κι εκείνη είχε καριέρα, αλλά είχε και οικογένεια, έναν άντρα τουλάχιστον, γιατί παιδί δεν είχαν από κοινή τους απόφαση. Για έναν ανεξήγητο λόγο τα είχαν βρει σε αυτό. Κανείς τους δεν είχε την ανάγκη ενός παιδιού, προς το παρόν τουλάχιστον. Αφού καθάρισε πήρε την Λίντα και κανόνισαν την ώρα και το µέρος του µεσηµεριανού.

Ο ΜΑΓΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ

19

Μετά από µερικές ώρες ο Μάθιου βγήκε από το γραφείο του και την βρήκε στην αγαπηµένη της πολυθρόνα. Έκατσε στον καναπέ και άνοιξε την τηλεόραση. Η Ρόµπιν άφησε στο τραπεζάκι το βιβλίο της και πήγε να κάτσει δίπλα του. Τον αγκάλιασε και εκείνος της είπε ότι της έλεγε πάντα ‘Όχι τώρα αγάπη µου σε λίγο’, του έπιασε το χέρι και κοίταξε την τηλεόραση κι εκείνος της είπε ‘έλα τώρα αγάπη µου κρατιόµαστε από τα χεράκια µας µέσα στο σπίτι’. Του άφησε το χέρι και σκέφτηκε ενώ δεν ήθελε να σκεφτεί πως όταν ήταν έξω και του έπιανε το χέρι της έλεγε σχεδόν το ίδιο ‘έλα βρε αγάπη µου τώρα, να κρατάµε χεράκι µέσα στον κόσµο λες και είµαστε παιδάκια. Ντροπή’.

Έτσι η Ρόµπιν σηκώθηκε και πήγε να ντυθεί. Μετά από λίγο ακολούθησε και ο Μάθιου. Αφότου ετοιµάστηκαν έφυγαν. Όταν έφτασαν στο Lemic, οι φίλοι τους τους περίµεναν ήδη εκεί. Έφαγαν και γέλασαν µε την ψυχή τους. Αφού τελείωσαν πήγαν στην σοκολατερί για έναν καφέ και µετά αποχαιρετίστηκαν.

Στο σπίτι τους πια, καθισµένοι στον καναπέ η Ρόµπιν αγκάλιασε τον Μάθιου, άρχισε να του χαϊδεύει τα µαλλιά και να του φιλάει το πρόσωπο. Τότε εκείνος την έσπρωξε ελαφριά λέγοντάς της πως µετά το φαγητό δεν νιώθει άνετα και την κάλεσε να δουν τηλεόραση. Εκείνη σηκώθηκε και πήγε στην πολυθρόνα.

«Τι έπαθες τώρα?» την ρώτησε ο Μάθιου, «Τίποτα... αλήθεια, αλλά δεν θέλω να δω

τηλεόραση, προτιµώ να διαβάσω λίγο» του είπε η Ρόµπιν και άρχισε το διάβασµα. Κάποια στιγµή τον είδε που σηκώθηκε και πήγε στο γραφείο του χωρίς να πει κουβέντα.