Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

Embed Size (px)

Citation preview

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    1/9

    Ariel Urquiza

    http://www.pagina12.com.ar/diario/verano12/subnotas/292879-76727-2016-02-20.html

    Δρόμος δίχως όχθες 

    -Εμένα μου φαίνεται ή το φορτηγάκι κάνει θόρυβο;- ρώτησε ο

    συνοδηγός. 

    - Όχι, είναι αυτός ο σκατόδρομος- απάντησε ο οδηγός. Κοίτα

    πετρομάνι. 

    -Το τέσσερα επί τέσσερα έρχεται χοροπηδώντας- είπε ο

    συνοδηγός κοιτάζοντας από το καθρεφτάκι-. Μοιάζει με

    βατράχι. Είναι παράξενο που σήμερα του έδωσαν του Κογιότε

    το καινούργιο τέσσερα επί τέσσερα. Θα του αλλάξει τον

    αδόξαστο, δεν ξέρει να οδηγάει στα χαλάσματα. Ούτε και στην

    άσφαλτο ξέρει. Και ο Γότα στα σίγουρα δεν τολμάει να του

    ζητήσει το τιμόνι. Είναι χέστης ο Γότα. 

    Ο οδηγός δεν έμοιαζε να τον ακούει. Φαινόταν ενοχλημένος,

    σαν να μισούσε το οδήγημα σε αυτόν τον ατελείωτο δρόμο

    που χώριζε την έρημο στα δυο. Στα αριστερά ένα κοκκινωπό

    και βλογιοκομμένο οροπέδιο. Στα δεξιά μια έκταση ανοιχτή και

    γκρίζα, παρόλο που τα βράχια αντανακλούσαν το φως σε

    διαφορετικούς τόνους. 

    -Πάντα πας εσύ με το τέσσερα επί τέσσερα- είπε ο συνοδηγός-.

    Τι συνέβη αυτή τη φορά; 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    2/9

    -Μου το ζήτησε ο Κογιότε- είπε ο οδηγός και σήκωσε τους

    ώμους-. Για μένα είναι το ίδιο. 

    -Σου έχω πει για εκείνη τη φορά που οδηγούσε ο Κογιότε και

    άρχισε να μας ακολουθεί η Χωροφυλακή; Ήταν στην Βολιβία,

    στην Σάντα Κρούς στην οροσειρά. 

    -Δεν υπάρχει Χωροφυλακή στην Βολιβία- είπε ο οδηγός. 

    -Πως δεν υπάρχει; Στην Σάντα Κρους φυσικά και υπάρχει.

    Πηγαίναμε στην λεωφόρο στο κέντρο της πόλης και οι

    πολισμάνοι μας κατεδίωκαν με μια καμιονέτα. Ο Κογιότεπέρασε έξη-εφτά αυτοκίνητα πριν σταματήσουμε επάνω στο 

    πεζοδρόμιο. Ήμασταν τυχεροί που πηγαίναμε οπλισμένοι ως

    τα δόντια και μπορέσαμε να οχυρωθούμε. Τους γεμίσαμε την

    καμιονέτα μολύβι. 

    Ο οδηγός δεν είπε τίποτα, ξερόβηξε. Άνοιξε το παράθυρο,

    έφτυσε και το έκλεισε ξανά. Κάτι σαν χώμα μπήκε στην

    καμπίνα. Έκανε με το χέρι μια κίνηση, σαν να θέλει να διώξει

    την σκόνη. Αμέσως μετά είδε ότι ο συνοδηγός είχε σκύψει το

    κεφάλι και είχε σκεπάσει το πρόσωπο. Έκλαιγε σιωπηλά. Μόνο

    η σπασμωδική κίνηση των ώμων του αποκάλυπτε ότι έκλαιγε.

    Ο οδηγός ήταν έτοιμος να πει κάτι, αλλά το μετάνιωσε και

    συγκεντρώθηκε στον δρόμο. 

     Όταν κατάφερε να σταματήσει το κλάμα, ο συνοδηγός

    μπόρεσε να κοιτάξει το τοπίο. 

    -Εντάξει, εντάξει. Δεν είναι τίποτα- είπε, μετά από ένα μακρύ

    αναστεναγμό. Κοίτα τους λόφους, τι χρώματα! 

    Ο οδηγός δεν κοίταξε τους λόφους, αλλά τον συνοδηγό. Τον

    κοίταξε λοξά, σοβαρός και έσμιξε τα φρύδια. 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    3/9

    -Αυτός ο δρόμος είναι πιο μακρύς κι από τα σκατά- είπε, στα

    σίγουρα για να πει κάτι και χτύπησε το τιμόνι. 

    -Εμένα μου αρέσει η έρημος- είπε ο συνοδηγός-. Θυμάμαι,

    τότε που ήμασταν βοσκοί, όταν με τα αδέλφια μου κάναμε

    μαλακίες, η γιαγιά μου, μας έλεγε ότι θα μας αφήσει στην

    έρημο, για να καθαρίσει ο ήλιος τις αμαρτίες μας. Φαντάσου,

    πόσο ήλιο χρειάζομαι εγώ τώρα στην κατάστασή μου. 

    Ο οδηγός έβγαλε το χέρι από τις ταχύτητες και έσπρωξε πίσω

    το κάθισμα για να έχει περισσότερο χώρο. Όταν βολεύτηκε

    άνοιξε το ραδιόφωνο, αλλά δεν κατάφερε να συντονιστεί σε

    κάποιον σταθμό. 

    -Αυτή η παπαριά, πάνε δυο χρόνια που χάλασε και ακόμα να

    το φτιάξουν-είπε. Όμως συνέχιζε να γυρίζει το κουμπί από την

    μια άκρη της μπάντας στην άλλη, μέχρι που μη έχοντας άλλη

    επιλογή, το έκλεισε. 

    -Φτωχή γιαγιά- είπε ο συνοδηγός, χωρίς να δώσει χρόνο στην

    σιωπή να μεγαλώσει-.- Όταν γέρασε, καθόταν στην μπασιά της

    πόρτας και εκεί έμενε όλη μέρα. Έρχεται μια στιγμή που η ζωή

    δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από αναμνήσεις και τι λίγο πράγμα

    που είναι οι αναμνήσεις. 

    -Γιατί μου τα λες αυτά;- ρώτησε ο οδηγός. 

    -Δεν ξέρω, έτσι για να κάνουμε κουβέντα. Δεν ξέρω. Η αλήθεια

    είναι ότι δεν ξέρω. Ακούς; Κάνει θόρυβο η κοιλιά μου. 

    -Θα παραγγείλουμε ένα καλό δείπνο, όταν φτάσουμε στο

    Οράν- είπε ο οδηγός. 

    - Όχι, μα δεν πεινάω. Δεν ξέρω γιατί κάνει θόρυβο η κοιλιά

    μου. Άλλωστε αργούμε ακόμα. 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    4/9

    -Ναι, αργούμε. 

    Το τέσσερα επί τέσσερα που τους ακολουθούσε, μπλε

    μεταλλικό χρώμα, κάποιες στιγμές πλησίαζε και έμοιαζε να

    θέλει να τους προσπεράσει, αλλά τότε έκοβε ταχύτητα και

    καθυστερούσε, μέχρι που να γίνεται μια ζωηρή κουκίδα στο

    καθρεφτάκι. 

    -Και να σκεφτεί κανείς ότι πάνε χρόνια που δουλεύουμε μαζί-

    είπε ο συνοδηγός-αλλά ζήτημα να έχουμε συνομιλήσει μια-

    δυο φόρες. Όχι; 

    Ο οδηγός δεν απάντησε· κανένας μυς του προσώπου του δεν

    κουνήθηκε. Μόνο τα μάτια του κουνιόντουσαν που και που,

    για να ψάξουν το τέσσερα επί τέσσερα στο καθρεφτάκι. 

    -Δεν τα λέω καλά;- ρώτησε ο συνοδηγός. 

    - Έχουμε μιλήσει μερικές φορές. Πως όχι; 

    -Αλλά πάντα μπροστά σε άλλους. Μόνοι, πολύ λίγες φορές.

    Ούτε και ξέρω από πού είσαι. Από την προφορά, πρέπει να

    είσαι λιμανίσιος, από το Μπουένος Άιρες. 

    -Γεννήθηκα στο Βενάδο Τουέρτο- είπε ο οδηγός. 

    -Που είναι αυτό; 

    -Στα νότια της Σάντα Φε. 

    -Λοιπόν, δεν λάθεψα και πολύ- είπε ο συνοδηγός. Εγώ είμαι

    Σανχουανίνος. 

    -Φυσικά. 

    -Το ήξερες λοιπόν; 

    - Όλος ο κόσμος ξέρει ότι είσαι Σανχουανίνος. 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    5/9

    - Όλος ο κόσμος, όχι. Ο πρόεδρος το ξέρει. Δεν νομίζω να το

    ξέρει το αφεντικό. 

    -Πως όχι; Αυτός πρέπει να το ξέρει. 

    -Τι να ξέρει κι αυτός- είπε ο συνοδηγός, κοιτάζοντας από το

    παράθυρο. Έμεινε απορροφημένος, παραδομένος να κοιτάζει

    το τοπίο. Τα χείλη ίσα να χωρίζουν, άφηναν να φανεί μια

    υποψία χαμόγελου. Στην μέση τόσης ερήμου, μια πράσινη

    λουρίδα εμφανίστηκε στον ορίζοντα και όσο πλησίαζαν

    απλωνότανε, σαν ένα κάθετο μονοπάτι πάνω στο χώμα και στα

    χαλάσματα. 

    -Και τώρα γιατί γελάς;- τον ρώτησε ο οδηγός. 

    -Τίποτα, δεν ξέρω. Για την ζωή. 

    Ο οδηγός τον κοίταξε για μια στιγμή και έστρεψε το βλέμμα

    του στον δρόμο. Περισσότερο από σοβαρός, έμοιαζε

    δυσαρεστημένος. 

    -Για την ζωή;- επανέλαβε ο συνοδός. 

    -Δεν βλέπω την ώρα να φτάσουμε στο Οράν- είπε ο οδηγός. 

    -Δεν γαμιέται το Οράν. Και οι δυο ξέρουμε ότι δεν πάμε στο

    Οράν. 

    -Μπα, όχι; Και που πάμε; 

    Ο συνοδηγός δεν απάντησε. 

    -Είναι πάνω από μια εβδομάδα, που θα έπρεπε να είμαστε

    εκεί- είπε ο οδηγός-. Δεν νομίζω να είναι πολύ ευχαριστημένοι. 

    -Εντάξει, αφού το λες εσύ… 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    6/9

    Ο οδηγός είδε από το καθρεφτάκι, ότι το τέσσερα επί τέσσερα

    είχε μείνει πολύ πίσω και έτσι ελάττωσε λίγο την ταχύτητα.

    Δεν ερχόταν άλλο αυτοκίνητο σ’ αυτόν τον δρόμο 

    -Μην το πεις στους άλλους- είπε ο συνοδηγός. 

    -Τι πράγμα; 

    -Τι πράγμα; Που μου τρέξανε οι μύξες. 

    -Μην το σκέφτεσαι 

    -Ποτέ να μη τους το πεις. Ούτε τώρα, ούτε ποτέ. 

    -Δεν θα τους πω τίποτα. 

    -Ευχαριστώ. Ακόμα θέλω να ξέρεις, ότι δεν είμαι θυμωμένος

    μαζί σου. 

    Ο οδηγός βολεύτηκε στο κάθισμα. 

    Θυμωμένος;- είπε-. Γιατί; 

    - Άστο, τίποτα. Απλώς ήθελα να το ξέρεις. 

     Έμειναν σιωπηλοί, ακούγοντας τον θόρυβο από τις πέτρες που

    χτυπούσαν πάνω στο σασί. 

    -Είχε δίκιο η γιαγιά μου. Τι λίγο πράγμα είναι οι αναμνήσεις-

    είπε ο συνοδηγός και έψαξε κάτι στην τσέπη του. Ο οδηγός

    πήρε το βλέμμα του από τον δρόμο και τον κοίταξε σε

    κατάσταση συναγερμού, μέχρι που τον είδε να βγάζει ένα

    πορτοφόλι και από το πορτοφόλι, μια φωτογραφία. 

    -Κοίτα τι όμορφη που είναι- είπε ο συνοδηγός, πλησιάζοντας

    την φωτογραφία στον οδηγό. 

    -Τι είναι αυτό; 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    7/9

    -Είναι η μεγάλη μου κόρη, είναι οκτώ χρόνων. 

    -Κόφτο, μπορείς; Κόφτο, σου λέω! 

    -Και τώρα τι σου συμβαίνει, δεν μπορώ ούτε να σου δείξω μιαφωτογραφία της κόρης μου; 

    Ο οδηγός κούνησε αρνητικά το κεφάλι, σαν να μην μπορεί να

    πιστέψει αυτό που του συνέβαινε. 

    -Συγχώρα με- είπε ο συνοδηγός- δεν το έκανα από κακό.

     Ήθελα να μοιραστώ κάτι. Υπάρχουν πράγματα που σου

    περνούν από το μυαλό τέτοιες στιγμές, ξέρεις εσύ. 

    -Ανάθεμα, αν καταλαβαίνω ένα πούτσο, από αυτά που μου

    λες. 

    -Μην μου το παίζεις, ότι δεν ξέρεις. 

    -Αφού σου περνάνε από το μυαλό τόσα πράγματα, γιατί δεν το

    βουλώνεις έστω για λίγο; 

    -Γι’ αυτό ακριβώς, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να στο εξηγήσω.  

    Το τέσσερα επί τέσσερα άρχισε να τους κάνει σινιάλα με τα

    φώτα. Και πάλι το ίδιο. Παρόλο που ο ήλιος κυριαρχούσε στην

    έρημο, κι οι δυο τους μπορούσαν να δουν τα φώτα, κοίταζαν

    από τα καθρεφτάκια και τα έβλεπαν. 

    Είναι όμορφα εδώ- είπε ο συνοδηγός-. Αυτό ειδικά το μέρος.

    Μοιάζει με πίνακα, κοίτα. 

    -Δεν μου αρέσει η έρημος, στο έχω πει. 

    Από το τέσσερα επί τέσσερα, τώρα τους χτυπούσαν την κόρνα. 

    -Ο αρχηγός δεν με ξέρει, δεν ξέρει τι τύπος είμαι- είπε ο

    συνοδηγός-. Το μόνο μου πρόβλημα είναι ότι είμαι πολύ

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    8/9

    εύπιστος. Εμπιστεύτηκα τον Καρράσκο και όπως φαίνεται δεν

    μπορείς να εμπιστευτείς κανένα. 

    Ο οδηγός δεν του έδινε σημασία. Ελάττωσε ταχύτητα, μέχρι

    που σταμάτησε στην άκρη του δρόμου. Το τέσσερα επί

    τέσσερα σταμάτησε ακριβώς πίσω τους 

    -Νομίζω ότι ο Κογιότε θέλει να σου μιλήσει- είπε ο οδηγός-.

    Γιατί δεν κατεβαίνεις, να δεις τι θέλει; 

    -Εγώ δεν νομίζω, ότι έχει τίποτα να μου πει. Τον γνωρίζω καλά

    τον Κογιότε. Κανένας από αυτό το αμάξι δεν πρόκειται νακατέβει. Ούτε αυτός, ούτε ο Γότα. 

    Για πρώτη φορά σε όλο το ταξίδι, ο οδηγός κοίταξε τον

    συνοδηγό κατ’ ευθείαν στα μάτια. 

    -Κατέβα- είπε. 

    -Μπορώ να αφήσω το πορτοφόλι μου; Πιο πολύ γι’ αυτές τις

    φωτογραφίες κι αυτά τα πράγματα, προτιμώ να μείνουν εδώ

    πέρα. 

    Ο οδηγός συμφώνησε. Ο συνοδηγός έβγαλε μερικές

    φωτογραφίες από το πορτοφόλι και τις φίλησε μια-μια. Μετά

    τις έβαλε πάλι μέσα. 

    -Τι με κοιτάζεις έτσι;- είπε-. Σαν να μην ξέρεις ότι είμαι άοπλος. 

    -Εμπρός, να βγαίνουμε σιγά-σιγά. 

    Κατέβηκαν. Οι άλλοι έμειναν στο τέσσερα επί τέσσερα και

    σταμάτησαν να τους κάνουν σινιάλα. 

    -Να απομακρυνθούμε λίγο από τον δρόμο- είπε ο οδηγός και

    έδειξε με το κεφάλι προς την έρημο. 

  • 8/19/2019 Ariel Urquiza-Δρόμος Δίχως Όχθες

    9/9

    Περπάτησαν επάνω στην κοκκινωπή επιφάνεια, ένα μείγμα

    πηλού και ψιλής άμμου. Κάθε λίγο ο συνοδηγός άπλωνε τα

    χέρια και ο ξερός, κρύος άνεμος του φούσκωνε το πουκάμισο.

    Ο οδηγός πήγαινε λίγο πιο πίσω. Που και που εξέταζε τηνστενή και κάπως καμπουριασμένη πλάτη του συνοδηγού,

    κάποιες στιγμές έσκυβε το κεφάλι για να δει αν η λάσπη του

    βρώμιζε τις μπότες. 

     Όταν ο οδηγός σταμάτησε να περπατά, ο συνοδηγός γύρισε

    μισή στροφή και έμεινε να τον κοιτάζει. 

    -Συνέχισε να περπατάς- του είπε ο οδηγός-λίγο ακόμα, πάμε. 

    -Συγχώρα με, αν σε έφερα σε δύσκολη θέση- είπε ο

    συνοδηγός-. Δεν είναι εύκολο να είναι κανείς στην θέση σου.  

    -Εντάξει, προχώρα. 

    -Είναι γιατί δεν θέλω να κουραστώ. 

    Κόψε τις μαλακίες. 

    - Ήθελα να σου το κάνω πιο εύκολο, αλλά όπως θέλεις- είπε ο

    συνοδηγός καθώς απομακρυνότανε. 

    Αμέσως μετά ο οδηγός τράβηξε το πιστόλι του και έβγαλε την

    ασφάλεια. Για μια στιγμή ακολούθησε με το βλέμμα του τον

    συνοδηγό, σαν κάποιος που ψάχνει την κατάλληλη στιγμή γιανα βγάλει μια φωτογραφία. Τον είδε να περπατά αργά,

    γυρίζοντας την πλάτη στον ήλιο, καταδιώκοντας την σκιά του

    ως το πυκνό πέπλο της ερήμου.