Upload
others
View
4
Download
0
Embed Size (px)
Citation preview
τιτλοσ βιβλιου Έτσι για χάρη σουσυγγραφεασ Ναταλία γερμανού
επιμελεια ndash Διορθωση κειμεΝου ευδοξία μπινοπούλουσυΝθεση εΞωφυλλου γιώργος παζάλος
ηλεκτροΝικη σελιΔοποιηση ελένη σταυροπούλουεκτυπωση σταμάτιος κοτσάτος amp σια οε
βιβλιοΔεσια κωνσταντίνα παναγιώτου amp σια οε
copy Ναταλία γερμανού 2013copy φωτογραφίας εξωφύλλου Workbook StockGetty ImagesIdeal Image
copy εκΔοσεισ ΨυΧογιοσ αε αθήνα 2013
πρώτη έκδοση οκτώβριος 2013 6000 αντίτυπα
ιSBN 978-618-01-0446-2
Τυπώθηκε σε χαρτί ελεύθερο χημικών ουσιών προερχόμενο αποκλειστικάκαι μόνο από δάση που καλλιεργούνται για την παραγωγή χαρτιού
το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του ελληνικού Νόμου (Ν21211993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικήςιδιοκτησίας απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής αδείας του εκδότη κατά οποιονδήποτε τρόπο ή μέσοαντιγραφή φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή διανομή εκμίσθωση ή δανεισμός μετάφρασηδιασκευή αναμετάδοση παρουσίαση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική μηχανική ή άλλη) καιη εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου
εκΔοσεισ ΨυΧογιοσ αε PSICHOGIOS PUBLICATIONS SAΈδρα Tατοΐου 121 Head office 121 Tatoiou Str144 52 μεταμόρφωση 144 52 Metamorfossi Greeceβιβλιοπωλείο μαυρομιχάλη 1 Bookstore 1 Mavromichali Str106 79 αθήνα 106 79 αthens Greeceτηλ 2102804800 Tel 2102804800Telefax 2102819550 Telefax 2102819550wwwpsichogiosgr wwwpsichogiosgre-mail infopsichogiosgr e-mail infopsichogiosgr
Στον πατέρα μου που μου έμαθε να ζωκι όχι απλώς να επιβιώνωhellip
θυμάμαι τον εαυτό μου να μπουσουλάει ανάμεσα σε κα-λώδια και κάμερες όταν ο μπαμπάς μου έκανε το Αλάτι καιπιπέρι αντί να είμαι σε ένα αξιοπρεπές καροτσάκι και ναλιάζομαι στο Ζάππειο όπως τα άλλα μωρά
θυμάμαι τη μαμά μου να εγκαταλείπει αριστούχος τοεθνικό θέατρο επειδή τον ερωτεύτηκε
στο πλατό πέρναγα τέλεια Δεν έκλαιγα δεν τσίριζαδεν ενοχλούσα κανέναν απλώς παρακολουθούσα μαγε-μένη την ιεροτελεστία του φρέντυ να παίρνει συνεντεύ-ξεις κι ας μην καταλάβαινα τίποτα
στα δεκαέξι μου τους έσκασα τη βόμβα laquoθέλω να γίνωηθοποιόςraquo η μαμά μου χαμογέλασε σαδιστικά γιατί ωςγνωστόν η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο ομπαμπάς αρκέστηκε σε ένα δημοκρατικό laquoαυτό ξέχνα τοmiddotάλλοraquo
από τα δεκαοχτώ σπούδαζα δημοσιογραφία και δού-λευα σε εφημερίδες και περιοδικά στα δεκαεννιά γνώρισατο ραδιόφωνο και τα φτιάξαμε ndash ο πιο μακροχρόνιος δεσμόςτης ζωής μου κάθε απόγευμα στις έξι ραντεβού στον Sferaκαι τρία χρόνια μετά γνώρισα το αμαρτωλό πάθος που λέ-γεται τηλεόραση πρώτα στον ANT1 μετά στο Mega μετάστον Alpha και τέλος όπως κάθε δολοφόνος που σέβεταιτον εαυτό του φέτος επέστρεψα στον ιερό κι αγαπημένοπρώτο τόπο του εγκλήματος
πάντα έγραφα καλές εκθέσεις στο σχολείο κατrsquo αρχάς
Να σας πω λοιπόν δυο λόγιαhellip
Δεν ήμουν κακή μαθήτρια ούτε το τσακάλι της τάξης αλ-λά έγραφα καλά κι όταν έλεγα μάθημα έβαζα τόσες laquoσάλ-τσεςraquo που ανάθεμα κι αν και ο ίδιος ο καθηγητής κατα-λάβαινε ποτέ αν είχα διαβάσει ή όχι
το Έτσι για χάρη σου ξεκίνησε να γράφεται πολλά χρό-νια πριν είναι μια φανταστική ιστορία ο laquoμάνοςraquo γεν-νήθηκε στο μυαλό μου στα τέλη της δεκαετίας του rsquo90 μεαφορμή έναν μελαγχολικό συμμαθητή μου που πάντοτεείχε μια αύρα μυστηρίου την laquoΈλληraquo τη σκιαγράφησα χω-ρίς κανένα δικό μου στοιχείο ίσως μόνο τη δειλία της χα-ρακτηριστικό που κατάφερα να αποβάλω τα τελευταία πέ-ντε χρόνια οι υπόλοιποι ήρωες περιστρέφονται γύρω τουςμε σκοπό να καταστρέψουν ή να σώσουν αυτή την αγάπηθα τα καταφέρουν
θα δείτεκαι μόνο που κρατάτε αυτό το βιβλίο στα χέρια σας αυ-
τή τη στιγμή εγώ σας ευχαριστώ μου δίνετε μια καινούρ-για ευκαιρία κι αυτό για μένα είναι σπουδαίο Ξέρετε όσοκαλές κακές ή μέτριες εκπομπές κι αν έκανα στην τηλεό-ραση ο φρέντυ πάντοτε μου ζητούσε επίμονα να γράψωβιβλία
του το υποσχέθηκα τρεις μέρες προτού φύγειΊσως να το έκανα έτσι κι αλλιώς το σίγουρο είναι πως
το rsquoγραψα έτσι για χάρη τουεύχομαι να το αγαπήσετεhellip
Ναταλία
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
1
Ημυρωδιά του καμένου ξύλου αυτή τον ξύπνησεανοιγόκλεισε τα μάτια του και την είδε μια γόπαμε ζωντανή την καύτρα της ακόμη μισόκαιγε το ξύ-
λο του κομοδίνου ακουμπισμένη εκείτσαντίστηκε θα το rsquoχε πει στον γέρο του και ίσαμε
εκατό φορές να μην ξεχνάει τα τσιγάρα του από δω κιαπό κει καμιά μέρα θα τους έβρισκαν καρβουνιασμένουςκαι τους δύοhellip τι διάολο βενζινάδικο ήταν επικίνδυνοπράγμα
πού να βάλει μυαλό ο γέροςτον κοίταξε έτσι όπως ροχάλιζε βαριά στο σιδερένιο
ράντζο δίπλα του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είχε πα-χύνει οι μπίρες Δεν έκανε πια χωρίς αυτές το ένα κου-τάκι πίσω απrsquo τrsquo άλλο να πιει να ζαλιστεί για να τον πάρειο ύπνος
καλύτερα σκεφτόταν ο μάνος καλύτερα Όσο πιοπολύ κοιμόταν ο πατέρας του τόσο λιγότερο μιλούσανκαι όσο λιγότερο μιλούσαν τόσο λιγότερο τσακώνοντανΈστρεψε το βλέμμα του ακόμα μια φορά στη γέρικη πλάτητου κοιμισμένου άντρα Δεν του άρεσε αυτό το ροχαλητό
σαν ρόγχος ακουγόταν Ήταν κι εκείνο το παλιό άσθμαhellipαδύνατον να βάλεις μυαλό στον κυρ θέμο Έπινε σαν
νεροφίδα και κάπνιζε σαν αράπης κανέναν δεν άκουγεlaquoΌχου μωρέ θα πεθάνω που θα πεθάνωraquo ήταν η αγαπη-μένη του ατάκα laquoας πεθάνω χορτασμένοςraquo
ο μάνος μισόκλεισε τα μάτια του πόσων χρόνων ήτανο πατέρας του Άρχισε τους πρόχειρους υπολογισμούς ημάνα του πέθανε πριν από πέντε χρόνια ήταν πενήντατριών και ο άντρας της την πέρναγε εκεί γύρω στα έντε-κα χρόνια Άραhellip ανατρίχιασε καθώς αναρωτήθηκε αν οπατέρας του θα έφτανε ποτέ τα εβδομήντα τα μάτια τουέτσουξαν τον τσίμπησε η στενοχώρια laquoκαι βέβαια θα ταφτάσειraquo μονολόγησε laquoείναι σκληρό σκαρί ο κυρ θέμοςκαι βέβαια θα τα φτάσει και θα τα περάσει κιόλαςhellipraquo
στο μικρό δωματιάκι η υγρασία σού τρύπαγε τα κόκα-λα είχανε και την ηλεκτρική σομπίτσα βέβαια αλλά τι νασου κάνει κι αυτή βόρεια προάστια στη Νέα ερυθραία οχειμώνας δεν αστειεύεται ο μάνος κοίταξε μέσα από τηντζαμαρία τον σκοτεινό και νοτισμένο δρόμο οι αντλίες τηςβενζίνης με το έντονο κίτρινο χρώμα φώτισαν τη μεταλλι-κή φιγούρα ενός αυτοκινήτου που πλησίασε αργά Ένα σύ-ντομο κορνάρισμα και τα μεγάλα φώτα ενός Lancia έπαι-ξαν προειδοποιητικά
ο μάνος σηκώθηκε πελάτης το πλαστικό ρολογάκιτου κομοδίνου έδειχνε τρεις και είκοσι πέντε τα ξημερώ-ματα το κρύο τσουχτερό φόρεσε το μπουφάν του καιβγήκε
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
Στον πατέρα μου που μου έμαθε να ζωκι όχι απλώς να επιβιώνωhellip
θυμάμαι τον εαυτό μου να μπουσουλάει ανάμεσα σε κα-λώδια και κάμερες όταν ο μπαμπάς μου έκανε το Αλάτι καιπιπέρι αντί να είμαι σε ένα αξιοπρεπές καροτσάκι και ναλιάζομαι στο Ζάππειο όπως τα άλλα μωρά
θυμάμαι τη μαμά μου να εγκαταλείπει αριστούχος τοεθνικό θέατρο επειδή τον ερωτεύτηκε
στο πλατό πέρναγα τέλεια Δεν έκλαιγα δεν τσίριζαδεν ενοχλούσα κανέναν απλώς παρακολουθούσα μαγε-μένη την ιεροτελεστία του φρέντυ να παίρνει συνεντεύ-ξεις κι ας μην καταλάβαινα τίποτα
στα δεκαέξι μου τους έσκασα τη βόμβα laquoθέλω να γίνωηθοποιόςraquo η μαμά μου χαμογέλασε σαδιστικά γιατί ωςγνωστόν η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο ομπαμπάς αρκέστηκε σε ένα δημοκρατικό laquoαυτό ξέχνα τοmiddotάλλοraquo
από τα δεκαοχτώ σπούδαζα δημοσιογραφία και δού-λευα σε εφημερίδες και περιοδικά στα δεκαεννιά γνώρισατο ραδιόφωνο και τα φτιάξαμε ndash ο πιο μακροχρόνιος δεσμόςτης ζωής μου κάθε απόγευμα στις έξι ραντεβού στον Sferaκαι τρία χρόνια μετά γνώρισα το αμαρτωλό πάθος που λέ-γεται τηλεόραση πρώτα στον ANT1 μετά στο Mega μετάστον Alpha και τέλος όπως κάθε δολοφόνος που σέβεταιτον εαυτό του φέτος επέστρεψα στον ιερό κι αγαπημένοπρώτο τόπο του εγκλήματος
πάντα έγραφα καλές εκθέσεις στο σχολείο κατrsquo αρχάς
Να σας πω λοιπόν δυο λόγιαhellip
Δεν ήμουν κακή μαθήτρια ούτε το τσακάλι της τάξης αλ-λά έγραφα καλά κι όταν έλεγα μάθημα έβαζα τόσες laquoσάλ-τσεςraquo που ανάθεμα κι αν και ο ίδιος ο καθηγητής κατα-λάβαινε ποτέ αν είχα διαβάσει ή όχι
το Έτσι για χάρη σου ξεκίνησε να γράφεται πολλά χρό-νια πριν είναι μια φανταστική ιστορία ο laquoμάνοςraquo γεν-νήθηκε στο μυαλό μου στα τέλη της δεκαετίας του rsquo90 μεαφορμή έναν μελαγχολικό συμμαθητή μου που πάντοτεείχε μια αύρα μυστηρίου την laquoΈλληraquo τη σκιαγράφησα χω-ρίς κανένα δικό μου στοιχείο ίσως μόνο τη δειλία της χα-ρακτηριστικό που κατάφερα να αποβάλω τα τελευταία πέ-ντε χρόνια οι υπόλοιποι ήρωες περιστρέφονται γύρω τουςμε σκοπό να καταστρέψουν ή να σώσουν αυτή την αγάπηθα τα καταφέρουν
θα δείτεκαι μόνο που κρατάτε αυτό το βιβλίο στα χέρια σας αυ-
τή τη στιγμή εγώ σας ευχαριστώ μου δίνετε μια καινούρ-για ευκαιρία κι αυτό για μένα είναι σπουδαίο Ξέρετε όσοκαλές κακές ή μέτριες εκπομπές κι αν έκανα στην τηλεό-ραση ο φρέντυ πάντοτε μου ζητούσε επίμονα να γράψωβιβλία
του το υποσχέθηκα τρεις μέρες προτού φύγειΊσως να το έκανα έτσι κι αλλιώς το σίγουρο είναι πως
το rsquoγραψα έτσι για χάρη τουεύχομαι να το αγαπήσετεhellip
Ναταλία
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
1
Ημυρωδιά του καμένου ξύλου αυτή τον ξύπνησεανοιγόκλεισε τα μάτια του και την είδε μια γόπαμε ζωντανή την καύτρα της ακόμη μισόκαιγε το ξύ-
λο του κομοδίνου ακουμπισμένη εκείτσαντίστηκε θα το rsquoχε πει στον γέρο του και ίσαμε
εκατό φορές να μην ξεχνάει τα τσιγάρα του από δω κιαπό κει καμιά μέρα θα τους έβρισκαν καρβουνιασμένουςκαι τους δύοhellip τι διάολο βενζινάδικο ήταν επικίνδυνοπράγμα
πού να βάλει μυαλό ο γέροςτον κοίταξε έτσι όπως ροχάλιζε βαριά στο σιδερένιο
ράντζο δίπλα του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είχε πα-χύνει οι μπίρες Δεν έκανε πια χωρίς αυτές το ένα κου-τάκι πίσω απrsquo τrsquo άλλο να πιει να ζαλιστεί για να τον πάρειο ύπνος
καλύτερα σκεφτόταν ο μάνος καλύτερα Όσο πιοπολύ κοιμόταν ο πατέρας του τόσο λιγότερο μιλούσανκαι όσο λιγότερο μιλούσαν τόσο λιγότερο τσακώνοντανΈστρεψε το βλέμμα του ακόμα μια φορά στη γέρικη πλάτητου κοιμισμένου άντρα Δεν του άρεσε αυτό το ροχαλητό
σαν ρόγχος ακουγόταν Ήταν κι εκείνο το παλιό άσθμαhellipαδύνατον να βάλεις μυαλό στον κυρ θέμο Έπινε σαν
νεροφίδα και κάπνιζε σαν αράπης κανέναν δεν άκουγεlaquoΌχου μωρέ θα πεθάνω που θα πεθάνωraquo ήταν η αγαπη-μένη του ατάκα laquoας πεθάνω χορτασμένοςraquo
ο μάνος μισόκλεισε τα μάτια του πόσων χρόνων ήτανο πατέρας του Άρχισε τους πρόχειρους υπολογισμούς ημάνα του πέθανε πριν από πέντε χρόνια ήταν πενήντατριών και ο άντρας της την πέρναγε εκεί γύρω στα έντε-κα χρόνια Άραhellip ανατρίχιασε καθώς αναρωτήθηκε αν οπατέρας του θα έφτανε ποτέ τα εβδομήντα τα μάτια τουέτσουξαν τον τσίμπησε η στενοχώρια laquoκαι βέβαια θα ταφτάσειraquo μονολόγησε laquoείναι σκληρό σκαρί ο κυρ θέμοςκαι βέβαια θα τα φτάσει και θα τα περάσει κιόλαςhellipraquo
στο μικρό δωματιάκι η υγρασία σού τρύπαγε τα κόκα-λα είχανε και την ηλεκτρική σομπίτσα βέβαια αλλά τι νασου κάνει κι αυτή βόρεια προάστια στη Νέα ερυθραία οχειμώνας δεν αστειεύεται ο μάνος κοίταξε μέσα από τηντζαμαρία τον σκοτεινό και νοτισμένο δρόμο οι αντλίες τηςβενζίνης με το έντονο κίτρινο χρώμα φώτισαν τη μεταλλι-κή φιγούρα ενός αυτοκινήτου που πλησίασε αργά Ένα σύ-ντομο κορνάρισμα και τα μεγάλα φώτα ενός Lancia έπαι-ξαν προειδοποιητικά
ο μάνος σηκώθηκε πελάτης το πλαστικό ρολογάκιτου κομοδίνου έδειχνε τρεις και είκοσι πέντε τα ξημερώ-ματα το κρύο τσουχτερό φόρεσε το μπουφάν του καιβγήκε
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
θυμάμαι τον εαυτό μου να μπουσουλάει ανάμεσα σε κα-λώδια και κάμερες όταν ο μπαμπάς μου έκανε το Αλάτι καιπιπέρι αντί να είμαι σε ένα αξιοπρεπές καροτσάκι και ναλιάζομαι στο Ζάππειο όπως τα άλλα μωρά
θυμάμαι τη μαμά μου να εγκαταλείπει αριστούχος τοεθνικό θέατρο επειδή τον ερωτεύτηκε
στο πλατό πέρναγα τέλεια Δεν έκλαιγα δεν τσίριζαδεν ενοχλούσα κανέναν απλώς παρακολουθούσα μαγε-μένη την ιεροτελεστία του φρέντυ να παίρνει συνεντεύ-ξεις κι ας μην καταλάβαινα τίποτα
στα δεκαέξι μου τους έσκασα τη βόμβα laquoθέλω να γίνωηθοποιόςraquo η μαμά μου χαμογέλασε σαδιστικά γιατί ωςγνωστόν η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο ομπαμπάς αρκέστηκε σε ένα δημοκρατικό laquoαυτό ξέχνα τοmiddotάλλοraquo
από τα δεκαοχτώ σπούδαζα δημοσιογραφία και δού-λευα σε εφημερίδες και περιοδικά στα δεκαεννιά γνώρισατο ραδιόφωνο και τα φτιάξαμε ndash ο πιο μακροχρόνιος δεσμόςτης ζωής μου κάθε απόγευμα στις έξι ραντεβού στον Sferaκαι τρία χρόνια μετά γνώρισα το αμαρτωλό πάθος που λέ-γεται τηλεόραση πρώτα στον ANT1 μετά στο Mega μετάστον Alpha και τέλος όπως κάθε δολοφόνος που σέβεταιτον εαυτό του φέτος επέστρεψα στον ιερό κι αγαπημένοπρώτο τόπο του εγκλήματος
πάντα έγραφα καλές εκθέσεις στο σχολείο κατrsquo αρχάς
Να σας πω λοιπόν δυο λόγιαhellip
Δεν ήμουν κακή μαθήτρια ούτε το τσακάλι της τάξης αλ-λά έγραφα καλά κι όταν έλεγα μάθημα έβαζα τόσες laquoσάλ-τσεςraquo που ανάθεμα κι αν και ο ίδιος ο καθηγητής κατα-λάβαινε ποτέ αν είχα διαβάσει ή όχι
το Έτσι για χάρη σου ξεκίνησε να γράφεται πολλά χρό-νια πριν είναι μια φανταστική ιστορία ο laquoμάνοςraquo γεν-νήθηκε στο μυαλό μου στα τέλη της δεκαετίας του rsquo90 μεαφορμή έναν μελαγχολικό συμμαθητή μου που πάντοτεείχε μια αύρα μυστηρίου την laquoΈλληraquo τη σκιαγράφησα χω-ρίς κανένα δικό μου στοιχείο ίσως μόνο τη δειλία της χα-ρακτηριστικό που κατάφερα να αποβάλω τα τελευταία πέ-ντε χρόνια οι υπόλοιποι ήρωες περιστρέφονται γύρω τουςμε σκοπό να καταστρέψουν ή να σώσουν αυτή την αγάπηθα τα καταφέρουν
θα δείτεκαι μόνο που κρατάτε αυτό το βιβλίο στα χέρια σας αυ-
τή τη στιγμή εγώ σας ευχαριστώ μου δίνετε μια καινούρ-για ευκαιρία κι αυτό για μένα είναι σπουδαίο Ξέρετε όσοκαλές κακές ή μέτριες εκπομπές κι αν έκανα στην τηλεό-ραση ο φρέντυ πάντοτε μου ζητούσε επίμονα να γράψωβιβλία
του το υποσχέθηκα τρεις μέρες προτού φύγειΊσως να το έκανα έτσι κι αλλιώς το σίγουρο είναι πως
το rsquoγραψα έτσι για χάρη τουεύχομαι να το αγαπήσετεhellip
Ναταλία
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
1
Ημυρωδιά του καμένου ξύλου αυτή τον ξύπνησεανοιγόκλεισε τα μάτια του και την είδε μια γόπαμε ζωντανή την καύτρα της ακόμη μισόκαιγε το ξύ-
λο του κομοδίνου ακουμπισμένη εκείτσαντίστηκε θα το rsquoχε πει στον γέρο του και ίσαμε
εκατό φορές να μην ξεχνάει τα τσιγάρα του από δω κιαπό κει καμιά μέρα θα τους έβρισκαν καρβουνιασμένουςκαι τους δύοhellip τι διάολο βενζινάδικο ήταν επικίνδυνοπράγμα
πού να βάλει μυαλό ο γέροςτον κοίταξε έτσι όπως ροχάλιζε βαριά στο σιδερένιο
ράντζο δίπλα του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είχε πα-χύνει οι μπίρες Δεν έκανε πια χωρίς αυτές το ένα κου-τάκι πίσω απrsquo τrsquo άλλο να πιει να ζαλιστεί για να τον πάρειο ύπνος
καλύτερα σκεφτόταν ο μάνος καλύτερα Όσο πιοπολύ κοιμόταν ο πατέρας του τόσο λιγότερο μιλούσανκαι όσο λιγότερο μιλούσαν τόσο λιγότερο τσακώνοντανΈστρεψε το βλέμμα του ακόμα μια φορά στη γέρικη πλάτητου κοιμισμένου άντρα Δεν του άρεσε αυτό το ροχαλητό
σαν ρόγχος ακουγόταν Ήταν κι εκείνο το παλιό άσθμαhellipαδύνατον να βάλεις μυαλό στον κυρ θέμο Έπινε σαν
νεροφίδα και κάπνιζε σαν αράπης κανέναν δεν άκουγεlaquoΌχου μωρέ θα πεθάνω που θα πεθάνωraquo ήταν η αγαπη-μένη του ατάκα laquoας πεθάνω χορτασμένοςraquo
ο μάνος μισόκλεισε τα μάτια του πόσων χρόνων ήτανο πατέρας του Άρχισε τους πρόχειρους υπολογισμούς ημάνα του πέθανε πριν από πέντε χρόνια ήταν πενήντατριών και ο άντρας της την πέρναγε εκεί γύρω στα έντε-κα χρόνια Άραhellip ανατρίχιασε καθώς αναρωτήθηκε αν οπατέρας του θα έφτανε ποτέ τα εβδομήντα τα μάτια τουέτσουξαν τον τσίμπησε η στενοχώρια laquoκαι βέβαια θα ταφτάσειraquo μονολόγησε laquoείναι σκληρό σκαρί ο κυρ θέμοςκαι βέβαια θα τα φτάσει και θα τα περάσει κιόλαςhellipraquo
στο μικρό δωματιάκι η υγρασία σού τρύπαγε τα κόκα-λα είχανε και την ηλεκτρική σομπίτσα βέβαια αλλά τι νασου κάνει κι αυτή βόρεια προάστια στη Νέα ερυθραία οχειμώνας δεν αστειεύεται ο μάνος κοίταξε μέσα από τηντζαμαρία τον σκοτεινό και νοτισμένο δρόμο οι αντλίες τηςβενζίνης με το έντονο κίτρινο χρώμα φώτισαν τη μεταλλι-κή φιγούρα ενός αυτοκινήτου που πλησίασε αργά Ένα σύ-ντομο κορνάρισμα και τα μεγάλα φώτα ενός Lancia έπαι-ξαν προειδοποιητικά
ο μάνος σηκώθηκε πελάτης το πλαστικό ρολογάκιτου κομοδίνου έδειχνε τρεις και είκοσι πέντε τα ξημερώ-ματα το κρύο τσουχτερό φόρεσε το μπουφάν του καιβγήκε
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
Δεν ήμουν κακή μαθήτρια ούτε το τσακάλι της τάξης αλ-λά έγραφα καλά κι όταν έλεγα μάθημα έβαζα τόσες laquoσάλ-τσεςraquo που ανάθεμα κι αν και ο ίδιος ο καθηγητής κατα-λάβαινε ποτέ αν είχα διαβάσει ή όχι
το Έτσι για χάρη σου ξεκίνησε να γράφεται πολλά χρό-νια πριν είναι μια φανταστική ιστορία ο laquoμάνοςraquo γεν-νήθηκε στο μυαλό μου στα τέλη της δεκαετίας του rsquo90 μεαφορμή έναν μελαγχολικό συμμαθητή μου που πάντοτεείχε μια αύρα μυστηρίου την laquoΈλληraquo τη σκιαγράφησα χω-ρίς κανένα δικό μου στοιχείο ίσως μόνο τη δειλία της χα-ρακτηριστικό που κατάφερα να αποβάλω τα τελευταία πέ-ντε χρόνια οι υπόλοιποι ήρωες περιστρέφονται γύρω τουςμε σκοπό να καταστρέψουν ή να σώσουν αυτή την αγάπηθα τα καταφέρουν
θα δείτεκαι μόνο που κρατάτε αυτό το βιβλίο στα χέρια σας αυ-
τή τη στιγμή εγώ σας ευχαριστώ μου δίνετε μια καινούρ-για ευκαιρία κι αυτό για μένα είναι σπουδαίο Ξέρετε όσοκαλές κακές ή μέτριες εκπομπές κι αν έκανα στην τηλεό-ραση ο φρέντυ πάντοτε μου ζητούσε επίμονα να γράψωβιβλία
του το υποσχέθηκα τρεις μέρες προτού φύγειΊσως να το έκανα έτσι κι αλλιώς το σίγουρο είναι πως
το rsquoγραψα έτσι για χάρη τουεύχομαι να το αγαπήσετεhellip
Ναταλία
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
1
Ημυρωδιά του καμένου ξύλου αυτή τον ξύπνησεανοιγόκλεισε τα μάτια του και την είδε μια γόπαμε ζωντανή την καύτρα της ακόμη μισόκαιγε το ξύ-
λο του κομοδίνου ακουμπισμένη εκείτσαντίστηκε θα το rsquoχε πει στον γέρο του και ίσαμε
εκατό φορές να μην ξεχνάει τα τσιγάρα του από δω κιαπό κει καμιά μέρα θα τους έβρισκαν καρβουνιασμένουςκαι τους δύοhellip τι διάολο βενζινάδικο ήταν επικίνδυνοπράγμα
πού να βάλει μυαλό ο γέροςτον κοίταξε έτσι όπως ροχάλιζε βαριά στο σιδερένιο
ράντζο δίπλα του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είχε πα-χύνει οι μπίρες Δεν έκανε πια χωρίς αυτές το ένα κου-τάκι πίσω απrsquo τrsquo άλλο να πιει να ζαλιστεί για να τον πάρειο ύπνος
καλύτερα σκεφτόταν ο μάνος καλύτερα Όσο πιοπολύ κοιμόταν ο πατέρας του τόσο λιγότερο μιλούσανκαι όσο λιγότερο μιλούσαν τόσο λιγότερο τσακώνοντανΈστρεψε το βλέμμα του ακόμα μια φορά στη γέρικη πλάτητου κοιμισμένου άντρα Δεν του άρεσε αυτό το ροχαλητό
σαν ρόγχος ακουγόταν Ήταν κι εκείνο το παλιό άσθμαhellipαδύνατον να βάλεις μυαλό στον κυρ θέμο Έπινε σαν
νεροφίδα και κάπνιζε σαν αράπης κανέναν δεν άκουγεlaquoΌχου μωρέ θα πεθάνω που θα πεθάνωraquo ήταν η αγαπη-μένη του ατάκα laquoας πεθάνω χορτασμένοςraquo
ο μάνος μισόκλεισε τα μάτια του πόσων χρόνων ήτανο πατέρας του Άρχισε τους πρόχειρους υπολογισμούς ημάνα του πέθανε πριν από πέντε χρόνια ήταν πενήντατριών και ο άντρας της την πέρναγε εκεί γύρω στα έντε-κα χρόνια Άραhellip ανατρίχιασε καθώς αναρωτήθηκε αν οπατέρας του θα έφτανε ποτέ τα εβδομήντα τα μάτια τουέτσουξαν τον τσίμπησε η στενοχώρια laquoκαι βέβαια θα ταφτάσειraquo μονολόγησε laquoείναι σκληρό σκαρί ο κυρ θέμοςκαι βέβαια θα τα φτάσει και θα τα περάσει κιόλαςhellipraquo
στο μικρό δωματιάκι η υγρασία σού τρύπαγε τα κόκα-λα είχανε και την ηλεκτρική σομπίτσα βέβαια αλλά τι νασου κάνει κι αυτή βόρεια προάστια στη Νέα ερυθραία οχειμώνας δεν αστειεύεται ο μάνος κοίταξε μέσα από τηντζαμαρία τον σκοτεινό και νοτισμένο δρόμο οι αντλίες τηςβενζίνης με το έντονο κίτρινο χρώμα φώτισαν τη μεταλλι-κή φιγούρα ενός αυτοκινήτου που πλησίασε αργά Ένα σύ-ντομο κορνάρισμα και τα μεγάλα φώτα ενός Lancia έπαι-ξαν προειδοποιητικά
ο μάνος σηκώθηκε πελάτης το πλαστικό ρολογάκιτου κομοδίνου έδειχνε τρεις και είκοσι πέντε τα ξημερώ-ματα το κρύο τσουχτερό φόρεσε το μπουφάν του καιβγήκε
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
1
Ημυρωδιά του καμένου ξύλου αυτή τον ξύπνησεανοιγόκλεισε τα μάτια του και την είδε μια γόπαμε ζωντανή την καύτρα της ακόμη μισόκαιγε το ξύ-
λο του κομοδίνου ακουμπισμένη εκείτσαντίστηκε θα το rsquoχε πει στον γέρο του και ίσαμε
εκατό φορές να μην ξεχνάει τα τσιγάρα του από δω κιαπό κει καμιά μέρα θα τους έβρισκαν καρβουνιασμένουςκαι τους δύοhellip τι διάολο βενζινάδικο ήταν επικίνδυνοπράγμα
πού να βάλει μυαλό ο γέροςτον κοίταξε έτσι όπως ροχάλιζε βαριά στο σιδερένιο
ράντζο δίπλα του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο είχε πα-χύνει οι μπίρες Δεν έκανε πια χωρίς αυτές το ένα κου-τάκι πίσω απrsquo τrsquo άλλο να πιει να ζαλιστεί για να τον πάρειο ύπνος
καλύτερα σκεφτόταν ο μάνος καλύτερα Όσο πιοπολύ κοιμόταν ο πατέρας του τόσο λιγότερο μιλούσανκαι όσο λιγότερο μιλούσαν τόσο λιγότερο τσακώνοντανΈστρεψε το βλέμμα του ακόμα μια φορά στη γέρικη πλάτητου κοιμισμένου άντρα Δεν του άρεσε αυτό το ροχαλητό
σαν ρόγχος ακουγόταν Ήταν κι εκείνο το παλιό άσθμαhellipαδύνατον να βάλεις μυαλό στον κυρ θέμο Έπινε σαν
νεροφίδα και κάπνιζε σαν αράπης κανέναν δεν άκουγεlaquoΌχου μωρέ θα πεθάνω που θα πεθάνωraquo ήταν η αγαπη-μένη του ατάκα laquoας πεθάνω χορτασμένοςraquo
ο μάνος μισόκλεισε τα μάτια του πόσων χρόνων ήτανο πατέρας του Άρχισε τους πρόχειρους υπολογισμούς ημάνα του πέθανε πριν από πέντε χρόνια ήταν πενήντατριών και ο άντρας της την πέρναγε εκεί γύρω στα έντε-κα χρόνια Άραhellip ανατρίχιασε καθώς αναρωτήθηκε αν οπατέρας του θα έφτανε ποτέ τα εβδομήντα τα μάτια τουέτσουξαν τον τσίμπησε η στενοχώρια laquoκαι βέβαια θα ταφτάσειraquo μονολόγησε laquoείναι σκληρό σκαρί ο κυρ θέμοςκαι βέβαια θα τα φτάσει και θα τα περάσει κιόλαςhellipraquo
στο μικρό δωματιάκι η υγρασία σού τρύπαγε τα κόκα-λα είχανε και την ηλεκτρική σομπίτσα βέβαια αλλά τι νασου κάνει κι αυτή βόρεια προάστια στη Νέα ερυθραία οχειμώνας δεν αστειεύεται ο μάνος κοίταξε μέσα από τηντζαμαρία τον σκοτεινό και νοτισμένο δρόμο οι αντλίες τηςβενζίνης με το έντονο κίτρινο χρώμα φώτισαν τη μεταλλι-κή φιγούρα ενός αυτοκινήτου που πλησίασε αργά Ένα σύ-ντομο κορνάρισμα και τα μεγάλα φώτα ενός Lancia έπαι-ξαν προειδοποιητικά
ο μάνος σηκώθηκε πελάτης το πλαστικό ρολογάκιτου κομοδίνου έδειχνε τρεις και είκοσι πέντε τα ξημερώ-ματα το κρύο τσουχτερό φόρεσε το μπουφάν του καιβγήκε
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
σαν ρόγχος ακουγόταν Ήταν κι εκείνο το παλιό άσθμαhellipαδύνατον να βάλεις μυαλό στον κυρ θέμο Έπινε σαν
νεροφίδα και κάπνιζε σαν αράπης κανέναν δεν άκουγεlaquoΌχου μωρέ θα πεθάνω που θα πεθάνωraquo ήταν η αγαπη-μένη του ατάκα laquoας πεθάνω χορτασμένοςraquo
ο μάνος μισόκλεισε τα μάτια του πόσων χρόνων ήτανο πατέρας του Άρχισε τους πρόχειρους υπολογισμούς ημάνα του πέθανε πριν από πέντε χρόνια ήταν πενήντατριών και ο άντρας της την πέρναγε εκεί γύρω στα έντε-κα χρόνια Άραhellip ανατρίχιασε καθώς αναρωτήθηκε αν οπατέρας του θα έφτανε ποτέ τα εβδομήντα τα μάτια τουέτσουξαν τον τσίμπησε η στενοχώρια laquoκαι βέβαια θα ταφτάσειraquo μονολόγησε laquoείναι σκληρό σκαρί ο κυρ θέμοςκαι βέβαια θα τα φτάσει και θα τα περάσει κιόλαςhellipraquo
στο μικρό δωματιάκι η υγρασία σού τρύπαγε τα κόκα-λα είχανε και την ηλεκτρική σομπίτσα βέβαια αλλά τι νασου κάνει κι αυτή βόρεια προάστια στη Νέα ερυθραία οχειμώνας δεν αστειεύεται ο μάνος κοίταξε μέσα από τηντζαμαρία τον σκοτεινό και νοτισμένο δρόμο οι αντλίες τηςβενζίνης με το έντονο κίτρινο χρώμα φώτισαν τη μεταλλι-κή φιγούρα ενός αυτοκινήτου που πλησίασε αργά Ένα σύ-ντομο κορνάρισμα και τα μεγάλα φώτα ενός Lancia έπαι-ξαν προειδοποιητικά
ο μάνος σηκώθηκε πελάτης το πλαστικό ρολογάκιτου κομοδίνου έδειχνε τρεις και είκοσι πέντε τα ξημερώ-ματα το κρύο τσουχτερό φόρεσε το μπουφάν του καιβγήκε
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
2
Ηταν πολύ ωραίο αγόρι ο μάνος ο ίδιος δεν το είχεπάρει χαμπάρι Ίσως γιrsquo αυτό να φαινόταν ωραίοςΨηλός καστανόξανθος μrsquo ένα κορμί δυνατό σαν
άγαλμα μάτια μεγάλα βαθιά στο χρώμα της ελιάς καιένα στόμα κάτι χείλια που τις λίγες φορές που χαμογελού-σαν φώτιζαν όλο το πρόσωπό του ο πατέρας του κρυφο-γέλαγε καμιά φορά βλέποντας τα κορίτσια να κοιτάζουντον γιο του αναψοκοκκινισμένα την ώρα που έβαζε βενζί-νη στο αυτοκίνητό τους Έπιανε ο κυρ θέμος τα λιγωμέναβλέμματα τα γλειψίματα των χειλιών τα γελάκια τουςhellip
ο μάνος άσχετος με τον φόνο laquoκαλημέρα καλησπέ-ρα τα λάδια σας είναι εντάξει να τα ρέστα σας δεσποινίςαντίο και καλό δρόμοraquo
ανυποψίαστος αγνός καλό πλάσμα ο μανολάκηςτου ο μοναχογιός τουhellip
Δεν τα πήγαιναν ποτέ πολύ καλά οι δυο τους αυτό ναιΌσο ζούσε η γυναίκα του η φωτεινή κοίταζε να συμβι-βάζει τα πράγματα γλύκαινε την ατμόσφαιρα μες στο σπί-τι πριν από πέντε χρόνια τη χάσανε λευχαιμία πώς νατα βάλεις με το κακό
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
ο μάνος ήταν τότε στα είκοσι δύο είχε τελειώσει απόφαντάρος και ετοιμαζόταν να φύγει στην αμερική να ψα-χτεί εκεί να δουλέψει να βγάλει λεφτά να τελειώσει φω-τογραφία το μεράκι του τι ετοιμαζόταν δηλαδή που δενκρατιόταν ο θάνατος της μάνας του τον γονάτισε τονγέρασε πριν από την ώρα του πάνε τα σχέδια πάει η αμε-ρική Έμεινε εδώ πού να τον αφήσει τον πατέρα του γέ-ρο άνθρωπο ολομόναχο και με άσθμα και το βενζινάδικοπώς να το δουλέψει μονάχος ο κυρ θέμος χωρίς τη φω-τεινούλα του που τον τάιζε τον κοίμιζε του rsquoψηνε και τοκαφεδάκι του laquoτου σούρουπουraquo
γιατί αυτός ήταν ο αγαπημένος του καφέςmiddot laquoτου σού-ρουπουraquo εκεί πάνω που έδυε ο ήλιος ερχότανε η φωτει-νή με τον δίσκο και το φλιτζανάκι που άχνιζε κάτι το καϊ-μάκι κάτι το γέλιο της φωτεινής που πιο λαμπερό δεν εί-χε δει στη ζωή του τέλειωνε όμορφα η μέρα για τον κυρθέμο τότε τώραhellip
η ανάσα του βάρυνε Δεν έκανε να στενοχωριέται Έβα-λε φωνή στον γιο του laquoμανόληraquo
ο μικρός σήκωσε το κεφάλι του από τις σαπουνάδεςενός μαύρου Golf laquoΈλα πατέραraquo
laquoτο τελευταίο πλένεις για έχεις κι άλλοraquolaquoτο τελευταίο τι θεςraquolaquoτίποτα τίποταhellipraquoο μάνος πέταξε το σφουγγάρι μέσα στον κουβά με τη
σαπουνάδα και σκούπισε τα χέρια του στη φόρμα πλη-σίασε απορημένος laquoτι είναι πατέρα τι θέλειςraquo
laquoΌχου μωρέ αφού σου είπα τίποτα έτσι ρώτησα ναδω πόσα αμάξια έπλυνες σήμεραraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoγιατί έχω μπόνουςraquolaquoΈλα πολλά λες Άντε τελείωνε και σουρουπώνειhellipraquoο μάνος χαμογέλασε Ώστε αυτό ήταν ο καφές laquoτου
σούρουπουraquo πώς τον νοσταλγούσε ο καημένος ο γέροςlaquoπατέρα μπας και θες κανένα καφεδάκιraquo
τρεμόπαιξαν τα βλέφαρά του laquoπουφ από ποιον μω-ρέ εσύ δεν ξέρεις ούτε να βράσεις το νερό ο καφές σε μά-ρανε τρομάρα σουraquo
laquoπάω να σου τον φτιάξωraquoσε πέντε λεπτά ο καφές laquoτου σούρουπουraquo είχε ψηθεί
τον έβαλε στον δίσκο και πλησίασε τον πατέρα του χαμο-γελώντας
αχ το χαμόγελο το χαμόγελο της φωτεινής ίδιο κιαπαράλλαχτο
laquoτι είναι αυτό Χωρίς καϊμάκι χωρίς φουσκάλες καφέςείναι αυτό το μαυροζούμι α πα πα δεν τον πίνω χύσrsquo τονπέτα τονhellipraquo
ο μάνος ακούμπησε τον δίσκο στο πλαστικό τραπε-ζάκι και ξαναγύρισε στο μισοπλυμένο Golf κρυφοκοίτα-ξε τον γέρο
σιγά μη δεν τον έπινε
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
3
ΗΈλλη έβαλε το πόδι της μες στο νερό ως τον αστρά-γαλο για να το δοκιμάσει καυτό ωραία αυτό ακρι-βώς χρειαζόταν Χώθηκε μέσα στους αχνιστούς
αφρούς και στερέωσε τον μεγεθυντικό καθρέφτη ανάμε-σα στα γόνατά της με το τσιμπιδάκι αφαίρεσε δυο τρειςτριχούλες που περίσσευαν από τα φρύδια της και αφο-σιώθηκε στο να κοιτάζει το είδωλό της
laquoαχ Έλλη Έλληraquo μονολόγησε laquoσαν να γερνάς μουφαίνεταιraquo
ε εντάξει δεν ήταν πια δεκαεννιά χρόνων μόλις πέ-ρασε τα τριάντα Όσο μεγάλωνε τόσο ομόρφαινε βέβαιααλλά άντε να την πείσεις γιrsquo αυτό Ξανακοίταξε τον εαυτότης στον μεγεθυντικό καθρέφτη laquoθα rsquoθελα να rsquoχα γαλάζιαμάτιαraquo σχολίασε μονάχη της πρόσεξε τις μικρές γραμ-μούλες γύρω τους Ήταν από τα χρόνια της ανεμελιάς τηςπου γέλαγε συνέχεια που ήταν ένα χαρούμενο καλομα-θημένο κορίτσι το οποίο τριγύριζε στο λονδίνο ndash δήθενγια να σπουδάσει
Χάιδεψε το σώμα της κάτω απrsquo τους αφρούς Άσrsquo τουςνα λένε για γυμναστικές και διατροφές αυτή το rsquoχε το κα-
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
λοφτιαγμένο σώμα από γεννησιμιού της ωραίο σκαρί απόκούνια τι να ψάχνουμε τώρα η Έλλη το πλουσιοκόριτσοαπό την κηφισιά με τα καστανά μάτια της ελαφίνας καιτα σκούρα κοντοκομμένα μαλλιά
μια σκορπίνα με ωροσκόπο σκορπιό η αστρολόγοςτης είχε ανατριχιάσει την πρώτη φορά που της έφτιαξε τοναστρολογικό της χάρτη laquoτι είσαι συ τι είσαι συ τι δαίμο-νας είσαιhellipraquo μουρμούριζε πάνω απrsquo το λάπτοπ της
η Έλλη γελούσε laquoελένη τι θες τώρα εμείς οι σκορπί-νες είμαστε όλες εγκληματικές δεν το ξέρειςraquo
είχε μανία με τα ζώδια συνέχεια ρωτούσε μάθαινεασχολιόταν η Έλλη ήθελε να ξέρει τι θα της συμβεί γιανα το υποδεχτεί καλύτερα Ή για να το αντέξει καλύτεραΉθελε να τα ξέρει όλα
Άφησε τον καθρέφτη στο πάτωμα και χώθηκε ολόκλη-ρη κάτω από τη σαπουνάδα laquoγαμώτο μου θέλω να ερω-τευτώhellipraquo
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
4
Λέγετεraquo έκανε ο μάνος αρπάζοντας το ακουστικόlaquoΈλα ρε όμορφεraquolaquoΈλα ανδρέαraquo
laquoαπογοητευμένο σε ακούω περίμενες τηλέφωνοraquolaquoαπό ποιονraquolaquoΞέρω γω εσύ rsquoσαι και μυστήριος να πούμε δε μας τα
λες και όλαraquolaquoμαλακίεςraquolaquoκαλά καλάhellip πάμε για κανένα ποτόraquolaquoΔεν μπορώ ρε συ δουλεύω απόψεraquolaquoπάλι κλείστε το μια φορά το ρημάδι στις οχτώraquolaquoΔε γίνεται αφού ξέρεις φωνάζει ο ιδιοκτήτηςraquolaquoΆσε τον πατέρα σου στο μαγαζίraquolaquoτρελός είσαι ρε δεν τον αφήνω μονάχο τουraquolaquoΈλα ρε μάνο θέλει να σε δει καιhellip το άτομοraquolaquoποιοςraquolaquoποιος λέει ο μαλάκας η βάνα ρε συraquolaquoα ναι η βάναraquolaquoΝαι η βάνα την ξέχασες την αιώνια καψούρα σουraquolaquoτο είχα ξεχάσειraquo
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoΆμα λέω εγώ ότι δεν πας καλά λοιπόν θα πάμε στομπαράκιraquo
laquoανδρέα σου είπα δε γίνεται μην επιμένεις άσrsquo το άλ-λη φοράraquo
laquoΆντε καλά καλές δουλειές απόψε το πολύ φιλότιμοθα σε φάει εσέναhellipraquo
Έκλεισε το τηλέφωνο και βγήκε έξω η ασημιά Mercedesήταν σταματημένη εδώ και αρκετά λεπτά μπροστά απrsquo τηναντλία με τη σούπερ αμόλυβδη
laquoΆμα είναι να περιμένουμε να μιλάτε και στο τηλέφω-νο για να εξυπηρετηθούμε να μας το πείτε να πάμε αλλούνα βάλουμε βενndashraquo
laquoΝα το φουλάρωraquolaquoΝα το γεμίσεις και να μη με διακόπτεις όταν σου κά-
νω επίπληξη κανένας σεβασμός πλέον η νέα γενιάhellipraquoλοξοκοίταξε τον γέρο που γκρίνιαζε καλοστεκούμε-
νος όχι πάνω από εξήντα γκρίζα μαλλιά γκρίζο κοστού-μι γκρίζα και η Mercedes η απόλυτη συμφωνία του γκριτο μόνο που έσπαγε κάπως τη μονοτονία ήταν η γυναίκαδίπλα του εντυπωσιακή γύρω στα σαράντα πέντε τηνυπολόγισε φόραγε μαύρη γυαλιστερή καμπαρντίνα κιένα κόκκινο φουλάρι δεμένο γύρω απrsquo τον λαιμό της κόκ-κινο της φωτιάς σαν το κραγιόν της
ο μάνος την κοίταξε αλλά τράβηξε βιαστικά το βλέμ-μα όταν είδε πόσο επίμονα τον παρατηρούσε η όμορφηκυρία είχε κολλήσει πάνω του τα γαλάζια μάτια της σανδιάφανες αστραπές
τώρα τι ήθελε να του πει μrsquo αυτό το βλέμμαο κύριος στο τιμόνι συνέχιζε να μουρμουράει για τον
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
κατήφορο που είχε πάρει η νέα γενιά ο μάνος ακούμπη-σε το πιγούνι του στον αγκώνα του και κρυφοκοίταξε ξα-νά τη συνοδηγό τι μάτια ήταν αυτά τι να του ήταν άρα-γε του γέρου Να ήταν γυναίκα του ανιψιά του γκόμεναφίλη
τα κόκκινα χείλη σφίχτηκαν σε μια γκριμάτσα πουέμοιαζε με χαμόγελο του χαμογελούσε
ανταπέδωσε το χαμόγελο όσο πιο βιαστικά μπορούσεκαι έσκυψε στον γέρο laquoεξήντα ευρώ παρακαλώraquo
laquoορίστε εξήντα ακριβώςmiddot αν περίμενες πουρμπουάρλυπούμαι αλλά κι εγώ περίμενα μια ώρα να τελειώσεις τοτηλεφώνημά σου μέσα οπότε δενndashraquo
laquoκαληνύχτα σας κύριε και κυρίαhellipraquoη κυρία τού έστειλε μια τελευταία γαλανή ματιά την
ώρα ακριβώς που η Mercedes έβγαινε από το βενζινάδικοο μάνος γέλασε μόνος του και μπήκε στο δωματιάκιο κυρ θέμος παρακολουθούσε τα δρώμενα πίσω από
την τζαμαρία laquoΈχεις και κατακτήσεις ρε τσογλάνι πανά-θεμά σεraquo
laquoσιγά τις κατακτήσειςraquolaquoΝαι καλά δε βλέπω εγώ νομίζειςraquolaquoτι βλέπεις δηλαδή ρε πατέραraquolaquoτις θηλυκές πώς σε κοιτάνε πώς σε λιγουρεύονται
μονάχα εσύ δεν παίρνεις χαμπάριraquolaquoΔεν είμαι για γκομενιλίκια εγώ τώραraquolaquoγιατί πούστης θα μου γίνειςraquolaquoπατέραraquolaquoκαλά λέω είκοσι εφτά χρονών είσαι παίδαρος δες
πλατάρες είσαι και ψηλόςraquo
ΕΤΣΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΣΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ
laquoαφού από σένα πήραraquolaquoαπό μένα τότε γιατί τώρα σκέβρωσα σαν νάνος έχω
γίνει πανάθεμά με λες και η πλάτη μου έσκυψε από μόνητης να rsquoρθει ίσα με τη φωτεινήhellipraquo
παύση Δε μίλησε κανείς από τους δύο το όνομα τηςμάνας του έφερνε πάντα σιωπή ανάμεσά τους
ΝΑΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΟΥ