64

KALAMARI DEC

Embed Size (px)

DESCRIPTION

KALAMARI MAGAGINE

Citation preview

[02]

editorialΕίναι μέρες τώρα, που άρχισα να ζηλεύω τα μικρά παιδιά. Τα ζηλεύω, γιατί στην αθωότητα της ηλικίας τους

πιστεύουν ότι με ένα άνοιξε-κλείσε των ματιών τους θα αλλάξουν τον κόσμο∙ ότι με μια ευχή θα βρεθούν στη χώρα

των θαυμάτων και θα αποκοιμηθούν με τη μαγεία των παραμυθιών.

Κι εγώ ονειρεύομαι να φύγω, να δραπετεύσω από αυτό το θέατρο του παραλόγου, όπου σε κάθε βλέμμα, σε κάθε

δειλό χαμόγελο πλανάται αυτή η ανυπόφορη κατήφεια.

Αποφάσισα, λοιπόν, να εξαργυρώσω τα μεγαλόπνοα σχέδιά μου με τα μικρά και εύθραυστα, με την καθημερινή

επαφή με ανθρώπους που αγαπώ και νοιάζομαι, με την κουβέντα που τόσο μου έχει λείψει.

Και για να μη ξεχνιόμαστε! Χριστούγεννα έρχονται. Εύχομαι η νέα χρόνια να μας δώσει δύναμη και να κρατήσει

ζωντανή τη φλόγα της ελπίδας.

Ερμίνα Συρρή

Γενική Διευθύντρια της Σχολής

τεύχος 11Διανέμεται δωρεάνLa Press Libre

Το απόλυτο τίποτα

Κρουασάν

Παραμύθια της χαλιμάς

Υπάρχει ερώτηση;

Someday

Σαν αχνίσει το παράθυρο

Με/χωρίς

Domino

Τέλοςαρχή

Οχτώ ρόδες, δύο χερούλια, μια σκέψη.

Wrap my words around you

Ο νταλκάς

Δον Ποντίκης

Το ρολόϊ κούκος

Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;

Μποζόνιο

Σοκοφρέτα

Δάσκαλε που δίδασκες

Η ζωή περνά και χάνεται

Ζωή από την αρχή

Επιτυχίες Σχολής

Tο σχήμα που δίνει στα

πράγματα η αγάπη

06

08

10

12

14

16

20

22

24

26

28

30

32

36

39

40

44

48

50

52

54

58

ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΑΜΑΡΙ

Εάν θέλετε και εσείς να μπείτε στο περιοδικο

αποφοίτων της Σχολής Καλαμαρί

Επικοινωνήστε:

Mαρία Φαρδέλλα

Tηλ.: 6972183273

e-mail: [email protected]

Μπείτε στο

http://issuu.com/kmagazineκαι διαβάστε το περιοδικό [k]

σε ηλεκτρονική μορφή.

Σ’αυτό το τεύχος συνεργάστηκαν:Αγγελική Τροκάνα, Ελίζα Ζαρίφη, Γιώργος Φουντέας, Γ.Γ, Δέσποινα Πολυχρονίδου,

Δημήτρης Νάσκος, Ελένη Στεργίου, Θοδωρής Μάρκογλου, Ιωάννα Χατζηανδρέου,

Κωνσταντίνος Καρεμφύλλης, Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου, Νίκος Μαραντίδης, Μ.

Γουγούση, Μαγδαληνή Κωνσταντινίδου, Σάκης Βασιλικούδης, Σπύρος Μπαλτο-

γιάννης, Τζιάννι Κάλλεν, Υβόννη Σγουρού, Φένυ Γιαγτζίδου, Χρήστος Κουλεμάνης.

Διεύθυνση περιοδικού:

Επιμέλεια Ύλης - Σύνταξης:

Σχεδιασμός:

Art Director:

Τυπογραφείο:

Διόρθωση κειμένων:

Γραμματειακή υποστήριξη:

Ερμίνα Συρρή

Μαρία Φαρδέλλα

getAroom

Στέφανος Μιχαηλίδης

GRAFO A.E.

Γιώργος Νιξαρλίδης

Εύα Ολυμπίου

Εξώφυλλο: Στέφανος Μιχαηλίδης, έργο από τη σειρά «NANOGOD3*»

*Tα έργα θα εκτίθενται στο Χριστ/νιάτικο Βazaar της TinT Gallery, Χρ. Σμύρνης 13,

από 4 Δεκεμβρίου 2010 εώς 21 Ιανουρίου 2011.

[06]

Οι Κυριακές του χειμώνα πάντα με δυσκόλευαν.

Ναι θα παίζει η ομαδάρα μας,

ναι θα πάμε για κανένα τσιπουράκι και μετά καφέ,

ναι θα αράξουμε στο σπίτι και θα μαγειρέψουμε,

ναι και πάλι όλα αυτά πόσες φορές ρε μεγάλε να τα κάνεις;

Έτοιμος για το ραντεβού;

Διάβασες τα μαθήματα σου;

Σκούπισες;

Άλλαξες σεντόνια;

Απλώσες τα ρούχα;

Πλήρωσες τη Δ.Ε.Η;

Σου έμειναν λεφτά για τα κοινόχρηστα;

Αυτές οι Κυριακές πολύ με δυσκολέυουν...

Το Απόλυτο Τίποτα

Οι Δευτέρες πάλι έρχονται σαν μαύρα σύννεφα πάνω στο κεφάλι

μου και με πλακώνουν!Να ξέρεις είναι αυτή η ασταμάτητη βροχή

που δεν λέει να σταματήσει εδώ και είκοσι μέρες.. και συνέπεια

αυτού ήταν κι αναθεματισμένη ανάγκη ν’αγοράσω γαλότσες!

Μαύρες, κόκκινες, άσπρες, μωβ, καρό, ριγέ... όλη η πόλη μια

γαλότσα!

Τις Τρίτες συνήθως τραγουδούσες μπροστά στον καθρέφτη

πριν φύγεις για δουλειά, καιρό έχω να σ’ακούσω. Ήρθε η ώρα για

μετακόμιση σου λέω! Και τον Φόντα θα τον αφήσουμε μόνο του

στην πρασιά;

Τετάρτη βράδυ σε περιμένω στο σπίτι να σε κοιμήσω στον καναπέ

μου, τι λέω κι εσύ την εγκατέλειψες την πόλη! Πάμε προς τα κάτω

να δούμε τα φιλαράκια κι άμα σκαλώσουμε και πουθενά τι σε

πειράζει θα κοιμηθείς το μεσημέρι.

Να πάρω καμμιά ταινία να την πέσουμε σπίτι; Δεν είμαστε για έξω,

ο Σάκης είχε εργατικό ατύχημα. Πέμπτη με dvd και pizza, πήγε

περίπατο η δίαιτα!

Σήμερα ό,τι κάνουμε, Παρασκευή είναι παιδιά χαλαρώστε εσένα θα

σε βάλω στις 10, εσένα στις 1μιση, εσένα στις 5μιση, εσένα στις 8.

Λυπάμαι αύριο απεργώ! Το Σάββατο μου θέλω να ‘ναι γεμάτο απ’το

τίποτα!

Κυριακή… κι εκεί που έλεγα δεν θα σταματήσει να βρέχει ποτέ εκεί

βγήκε ένας ήλιος ολοστρόγγυλος… κι εκεί που είπα θα εγκαταλείψω

αυτή την πόλη εκεί αποφάσισα να παραμείνω περιμένοντας το

αναπάντεχο... Μ.Π.

κρουασάν

της Δέσποινας Πολυχρονίδου

Καθώς κατηφορίζουμε την Συγγρού και αφήνουμε

πίσω μας ένα ζευγάρι που τσακώνεται, αναρωτιέμαι

τι μπορεί να συνέβη ανάμεσά τους. Και σκέφτομαι

πως, θα μπορούσαν να είχαν συμβεί τα πάντα. Είναι

λίγο τρομακτικό να σκεφτείς πως όλα είναι πιθανά,

έτσι δεν είναι;

Το να ξέρεις πως όλα μπορούν να αλλάξουν ανά

πάσα στιγμή μπορεί είτε να σε οδηγήσει στην τρέλα,

είτε να σε κάνει απίστευτα ελεύθερο. Και πιστεύω

πως αυτό είναι και χαρακτηριστικό σχέσης -ή δέχεσαι

την κάθε μέρα, χωρίς να τρελαίνεσαι για το αύριο (αν

ξέρεις πώς γίνεται αλήθεια πες μου) ή να σχεδιάζεις

βήμα βήμα το πώς θα την προχωρήσεις (σε αυτή

τη περίπτωση τρελαίνεσαι λίγο παραπάνω όταν τα

πράγματα δεν πάνε όπως τα προέβλεπες). Όποιος

τηλεφωνήσει πρώτος μετά από καυγά, υποχώρησε.

(Αδυναμία -Ή μήπως αυτό θα πρεπε να θεωρείται

δύναμη;) Όποιος φύγει πρώτος, έχει το πάνω χέρι (ή

τελικά δεν κέρδισε τίποτα;)

Αναρωτιέμαι, ποιος από τους δύο έχει τον έλεγχο;

Είναι αυτός που πληγώνει τον άλλο περισσότερο;

Ή είναι αυτός που φεύγει, όταν ο άλλος δεν το

περιμένει; Και τελικά γιατί λειτουργούμε έτσι; Κανείς

φέρεται λες και πρέπει να προλάβει τον άλλο στη

στροφή, ενώ ουσιαστικά πρέπει να πηγαίνει με την

ίδια ταχύτητα.

Και τελικά, αν το καλοσκεφτείς, ο έρωτας δεν

προϋποθέτει το να χάνεις αυτό το ρημάδι το κοντρόλ;

Αλλιώς, why bother?

To πρωί θα τροφοδοτήσω την παρέα με ζεστά

κρουασάν. Πάντα ανεβάζει τη διάθεση.

[08]

[33][23]

[10]

Συνεχίζω τη μετωπικήν επίθεσην κατά του δαίμονα εαυτού

που έλεγε και ο Τζιμ να ούμε αλλά τι σε νοιάζει;

Και αν νοιάζει εσένα δεν νοιάζει εμένα, ακούς;

Λοιπόν έχω πρόβλημα ηθικόν, ο πόνος μου σκεπάζει την πόλη

σας που έχει πάντα συννεφιά Χριστέ και Πα- Χριστέ και Πα-

ναγιά μου. Με πρόσχημα όλα τα παραπάνω με ευθύνη και

άκρατον σεβασμόν μόνο προς το ατόμων μου, θα προχωρήσω

συναλλασσόμενος με όποιον πιστεύω ότι μπορεί να με βοη-

θήσει να λύσω γρίφους άλυτους μέσα από την καθημερινή

τριβή-διατριβή-εντριβή του με τα τούνελ μέσα στις στοές

του μυαλού-δαίμονα (ούτε εγώ καταλαβαίνω). Το 1939 ο πα-

γκοσμίου φήμης Άγγλο-Σουηδός ναύαρχος Σίγκουρσον (ναι

έπαιξε και δεξί μπάκ στην Έλφσμποργκ) είπε τι σοφή κουβέντα

μετά από πολύ μεστή σκέψη «ΔΕΝ ΜΕ ΝΟΙΑΖΕΙ»... Ναι όταν το

πρωτοδιάβασα είχα την ίδια αντίδραση με εσάς, είπα «πωωώ

τι είπε ο άνθρωπας;;;» (βέβαια η δικιά σας αντίδραση είναι κάτι

που με αφήνει παγερά αδιάφορο).

Την ίδια στιγμή που ο Ναύαρχος έχανε 2 από τα μεγαλύτερα

πλοία του και αυτά περνούσαν στα χέρια των Γουατελματέκων

με εκατοντάδες απώλειες ψυχών η αγαπημένη του Γουότ-

φορντ έχανε με 2-0 απο τη μισητή Σουόνσι .

Λουτρό αίματος έπνιγε τη λαβωμένη του καρδιά, οι μαύροι

βρωμεροί Γουατελματέκοι έκαναν πάρτυ στα καράβια του και

οι καράβλαχοι της Κολοσουόνσι ήταν μπροστά με δυο γκόλ αν

και βέβαια το πρώτο ήτανε καθαρό όφσαϊντ. Οι εχθροί πλέον

έφταναν κοντά στο Ναύαρχο «Θαρρώ ανάμεσα στα κύματα,

ακούω τις στριγγλιές τους» είπε στον πιστό του Γκόντφριντ

και κοίταξε στο κενό ωσάν τον Αγγελόπουλο ενώ το μυαλό

του ήταν στο Vicarage road

εκεί που τα γκολάκια του

σχίζαν την καρδιά...

Το πρόβλημα μου είναι ηθικό και κατ’ επέκτασιν οικονομικό…

Γράφει ο Τζιάννι ΚάλλενΠαραμύθια της χαλιμάς

Με μια απλή ανάγνωση επί του θέματος η σύγκρουση συναισθημάτων του ήρωα είναι εξόφθαλμη (σαν εκείνον με το

μουστάκι στην ΕΡΤ που προλόγιζε κάτι ταινίες ως κοινωνικοπολιτικά δράματα με πινελιές νουάρ) και έλεγες: «Άντε ρε

μπάρμπα άστα σάλια και βάλε την ταινία». Τι σχέση έχει τώρα ο Ναύαρχος από το μακρινό 1939 με το σήμερα, αυτό

το αφήνω στην κρίση σας (αν και η κρίση σας είναι το τελευταίο που με ενδιαφέρει ). Ο Ναύαρχος έχει τα δικά του

ενδιαφέροντα και ΑΥΤΟΣ και μόνον ΑΥΤΟΣ ξέρει τι είναι σημαντικό για τον ίδιο,

άλλοι πάνε για την Δόξα και άλλοι μόλις ακούσουν αυτή την λέξη ξεκινάνε

για Δράμα, το ρητό «ο κόσμος καίγεται, βαρκούλες αρμενίζουν»

τοποθετείται εδώ μόνο στο πλαίσιο της αυτοκριτικής μας.

Κρατήστε τα ταμπελάκια σας λοιπόν, κάντε πράγματα

γι’ αυτό που εσείς οι Αινστάϊν της λογικής θεωρείτε

σημαντικό, γιατί οι Ναύαρχοι γύρω σας είναι

εκατομμύρια και όλοι έχουν και μια ναυαρχίδα

που σας γράφουν όταν τους κρίνεται.

Τι να κάνουμε Ναύαρχοι είναι παλιά

παπούτσια δεν έχουν Ναυαρχίδα έχουν...

Υ.Γ. Θέλω να ευχαριστήσω το Βασιλικό

Πολεμικό Ναυτικό, τον επιστάτη του Vicarage

road και ιδιοκτήτη παρακμιακής πάμπ «Goddfried»

και σίγουρα τον τύπο με το μουστάκι

του οποίου το όνομα μου διαφεύγει!

[11]

[12]

Υπάρχει ερώτηση;

Είναι πολύ δύσκολο λένε να μπορείς να μάθεις τη συνεργασία με άλλους ανθρώ-

πους. Είναι όμως τρομακτικά επώδυνο να αποδεχτείς και τη συνύπαρξη με τον εαυτό

σου. Τα πράγματα γίνονται πολύ πιο εύκολα, όταν ζεις σε ένα ήρεμο περιβάλλον, σε

ένα μικρό χωριό σε ένα βουνό ή σε ένα νησί, όπου ο χρόνος σου δίνει το δικαίωμα για

περισσότερη σκέψη και ηρεμία. Στο μεγάλο αστικό κέντρο τα πράγματα δυσκολεύ-

ουν. Ο χρόνος δεν είναι ο ίδιος... δεν ισχύουν οι ίδιοι κανόνες. Πολλές φορές καλείσαι

να παίρνεις ενστικτωδώς αποφάσεις, να αρκείσαι στην επιφάνεια, να μετράς την

ποσότητα και όχι την ποιότητα. Είναι σημεία των καιρών και του αστικού τοπίου στο

οποίο έχουμε αποφασίσει να ζήσουμε. Είμαστε καταδικασμένοι σε μια απέραντη

ανία, σε μια βασανιστική εσωστρέφεια που δε μας αφήνει να ανασάνουμε, να κοι-

τάξουμε τον ουρανό, να νοιώσουμε το σκοτάδι, τη σιωπή, το τίποτα. Στοιβαγμένοι

ό ένας δίπλα στον άλλο προσπαθούμε αδιάκοπα να αποδείξουμε ότι υπάρχουμε.

Ενοχλούμαστε με τη διαφορετική ματιά του άλλου. Ζούμε για να υπνωτίζουμε

το εγώ μας σε ένα συνεχή αγώνα αυτάρκειας και ανεξαρτησίας. Δε μπορούμε να

είμαστε ελεύθεροι, κανένας δεν υπήρξε και κανένας δεν θα υπάρξει. Αναζητούμε

στα δύσκολα τη δύναμη να εκφραστούμε, να αποτελέσουμε σημείο των καιρών

ψηλαφίζοντας τα συναισθήματα μας. Κραυγές βγάζαμε πριν εκατομμύρια χρόνια,

κραυγές βγάζουμε ακόμη και σήμερα. Η αλλαγή δεν έρχεται με το χρόνο... ίσως να

μην έρθει και ποτέ. Ο αγώνας του τίποτα, ο ιδρώτας της πλήξης. Φαντάζομαι για

ένα λεπτό τον κόσμο, με όλους τους ανθρώπους να πιάνονται χέρι χέρι, παντού...

στα χωριά, στις πόλεις, στα βουνά, στις θάλασσες... να νοιώθαμε την δύναμη του

αγγίγματος. Αυτή είναι η απάντηση στην ερώτηση, αν υπάρχει ερώτηση. Ζούμε...

Υπάρχουμε... δεν αρκεί... είμαστε καταδικασμένοι να δημιουργούμε, να αναζητούμε

και να συνθέτουμε...

γ.γ.

[13]

[14]

[15]

[16]

[18]

[20]

[21]

[22]

[23]

[24]

[25]

[58][26]

[27]

[24]

Οι λέξεις για τον καθένα έχουν τόσο διαφορετική σημασία που καμιά

φορά είναι να απορείς πώς καταφέρνουμε να συνεννοηθούμε. φιλία

και αγάπη-ουσιαστικά. Τι σημαίνουν για σένα; Είσαι σίγουρος πως οι

γύρω σου έχουν την ίδια άποψη; Πώς μπερδεύονται, όταν μιλάς με

τους άλλους;

Όταν οι λέξεις δε σημαίνουν το ίδιο για όλους, τότε πώς λέμε

“σ’αγαπώ” και “συγνώμη”;

“Σ’ αγαπώ” - ρήμα. Έχει την ίδια δυναμική για όλους;

Όταν λέμε “για πάντα” εννοούμε πραγματικά για πάντα;

Όταν λέμε “όχι” εννοούμε όχι ή κατά βάθος είναι ναι;

Όταν λες ότι είσαι ερωτευμένος, είσαι πραγματικά;

Στο μικρόκοσμό του ο καθένας έχοντας στο κέντρο τον εαυτό του,

χτίζει την καθημερινότητά του, τις μέρες του, τις σχέσεις του, τις

σκέψεις του, τις λέξεις του. Και πάνω σε αυτό, φτιάχνει τη ζωή του.

Αυτοί οι μικρόκοσμοι που διαφέρουν τόσο μεταξύ τους, πώς γίνεται

να ενώνονται;

Οι λέξεις έχουν τη δύναμη που τους δίνεις εσύ. Οι λέξεις είναι μέσα

στον μικρόκοσμό σου και φέρονται όπως τις αφήσεις να φερθούν.

Όταν οι λέξεις δε σημαίνουν το ίδιο για τον καθένα μας τότε πώς

περιμένουμε να καθορίζουμε τις σχέσεις;

Ίσως οι μικρόκοσμοί μας, που τους στριμώχνουμε μαζί για λίγο ή για

πολύ, ίσως να είναι έτσι μικροί για να γίνουν μεγάλοι όταν βρεις και

άλλους που μοιάζουν με σένα, και όταν βρεις ανθρώπους που τα

ουσιαστικά τους και τα ρήματά τους μοιάζουν με τα δικά σου. Και

Ίσως τότε να μπορείς να ασχοληθείς και με τα επιρρήματα -όπως

το “για πάντα”.

14 λόγια on love.

Γράφει η Δέσποινα Πολυχρονίδου

[28]

[29]

[30]

Gonjasufi - Πάολα Γιατί ο νταλκάς σύνορα δεν κοιτά...Photo by: Ioanna Chatziandreou

Gonjasufi

REWORKS, Θεσσαλονίκη 2010

[31]

Πάολα

Άστρα, Θεσσαλονίκη 2007

[32]

Μια φορά που λέτε κι έναν καιρό, ο οποίος

ήτανε και χάλια, κρύο, βροχή, αέρας... στα

στενά μιας μικρής και ήσυχης πόλης, μια σκιά

περιφερότανε ταλαιπωρημένη με σκυμμένο το

κεφάλι, η σκιά αυτή άνηκε στον Δον Πον-τίκη,

έναν μικροσκοπικό τοσοδούλη ποντικάκο που

όμως ήτανε τετραπέρατος και πολύ πλούσιος.

Ζούσε σ’ ένα κάστρο σε κάποιο λόφο πάνω

απ’την πόλη και είχε ό,τι τραβούσε η ψυχή του,

υπηρέτες, λεφτά, αυτοκίνητα, υπολογιστές,

κινητά 3ης γενιάς και όποια άλλη πολυτέλεια

μπορείς να βάλεις στο μυαλό σου!!!

Του έλειπε όμως κάτι βασικό, δεν είχε

γνωρίσει ποτέ του τον έρωτα, άγνωστη

λέξη και συναίσθημα γι’ αυτόν.

Δεν συνήθιζε να κατεβαίνει στην πόλη,

γιατί ήτανε και λίγο σνόμπ ο τύπος.

Μια μέρα όμως αποφάσισε να κατέβει για

να γνωρίσει αυτόν τον ξακουστό έρωτα που

τον άκουγε και τον έβλεπε σε καθημερινά

σήριαλ της τηλεόρασης, αλλά δεν τον είχε

νιώσει ποτέ του.

Δον Πον-τίκηςαπό τον Σάκη Βασιλικούδη

Διαβάστηκε από την εκπομπή

“Μεθυσμένο παραμύθι” της Μάρας Τσικάρας

από τον 95,8 “Σταθμός στον Πολιτισμό”.

Εικονογράφηση: Στέφανος Μιχαηλίδης

[33]

Περπατούσε μέσα στην πόλη και ρωτούσε τους

περαστικούς, “μήπως ξέρετε που μπορώ να βρω τον

έρωτα;” ένας του είπε, “ψάξε ψάξε δε θα τον βρείς”, άλλος

του είπε, “λίγο πιο κάτω έχει έναν καλό ψυχίατρο”,

ένας άλλος πάλι του απάντησε, “αν τον βρείς πες μου κι

εμένα”, στο τέλος ένας άλλος, που φαινότανε και λίγο

μάγκας του λέει με βραχνή φωνή, “σ’ εκείνο το σπιτάκι με

το κόκκινο φως.. εκεί θα τον βρείς”.

Πάει λοιπόν ο Δον προς το σπιτάκι με την σκέψη πως δεν

έχει να χάσει και τίποτα...τακ,τακ,τακ, χτυπάει διστακτικά,

ανοίγει η πόρτα και βγαίνει μια γριά, ξεμαλιασμένη γάτα

και του λέει με φωνή Σπεράντζας, “καλώς τον παίδαρο, τι

θέλεις;” με τρομαγμένη φωνή της λέει αυτός, “ψάχνω να

βρω τον έρωτα”,

“γκελ μπουρντά” του λέει αυτή και κάνει ένα βήμα

μέσα. Στο θέαμα που αντίκρυσε η αλήθεια είναι πως

πανικοβλήθηκε λιγάκι καπνός, φασαρία, μια υποτυπώδης

μουσική και παντού πολλές μικρές ταλαιπωρημένες

ποντικούλες που δεν του δίνανε καμιά αίσθηση του

έρωτα. Με σκυμμένο το κεφάλι λέει στη γριά γάτα,

“θα φύγω, εδώ μέσα δε θα βρω αυτό που ψάχνω, άσε που

βρωμάει κιόλας”, τσατισμένη η γριά γάτα, τον πιάνει απ’

το αυτί και σέρνοντας τον προς την πόρτα, του λέει,

“εσύ βρωμάς, κι αν δε σ’ αρέσει ούστ απ’εδώ”, και μ’ ένα

δυνατό σπρώξιμο τον πετάει έξω.

Συνέχισε όμως να ψάχνει, ρωτούσε, ξαναρωτούσε, καμιά

τύχη. Είχε περάσει η ώρα και άρχισε να πεινάει κιόλας.

Στο βάθος ενός στενού βλέπει ενα μαγαζάκι με μια

φωτεινή ταμπέλα “ΜΙΝΙ ΜΑΡΚΕΤ ΤΣΙΓΑΡΑ ΨΙΛΙΚΑ”.

Μια και δυο πάει προς το μαγαζί και σαν μπαίνει μέσα

ένα ρεύμα διαπερνάει το άδειο απο συναισθήματα κορμί

του.“Καλησπέρα”, ακούει μια γλυκιά φωνούλα, “τι θα

θέλατε;”

[34]

Άφωνος ο Δον, “σας ρώτησα, τι θα θέλατε;” ακούγεται πάλι

η φωνούλα, Αμίλητος ο Δον.

Θα είναι μουγκός,

σκέφτεται η ωραία αρουραία που τη λέγαν Ρέα,

“θα θα θα θα θα ήθελα”.

Αχ μιλάει, σκέφτηκε η Ρέα,

“πει πει πει πεινάω”, κατάφερε να πει ο Δον που δε σταμάτησε

ούτε στιγμή να κοιτάει τα μάτια της ωραίας αρουραίας, που

τη λέγαν Ρέα. Είχε πάθει κάτι που πρώτη φορά το ένιωθε

στη ζωή του, κοπήκανε τα γόνατά του, ένα ταμπούρλο

είχε μπει στο στομάχι του και χτυπούσε σαν σε πανηγύρι,

ζαλιζότανε, θόλωνε, χανότανε, αλλά ταυτόχρονα πεινούσε

κιόλας,

“ένα τέταρτο κασέρι Σοχού”,

είπε κοφτά και με αποφασιστικότητα, η Ρέα που ήταν και

πολύ ωραία αρουραία, του τύλιξε σε μια εφημερίδα “Το

ποντίκι”, το κασέρι και του είπε,“4,25 παρακαλώ”,

Βγάζει ο Δον Πον-τίκης ένα τσαλακωμένο 5ευρο και

δίνοντας του η Ρέα τα ρέστα ακουμπήσανε τα νύχια τους,

στο τσαφ κρατήθηκε και δεν λιποθύμησε, και μαζεύοντας

τα κομμάτια του βγήκε απο το μίνι μάρκετ. Έκανε 5 αργά

βήματα, έστριψε από τη γωνία και ούρλιαξε,

“ΕΙΜΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΟΟΟΣ!!!!!!!!”...έφυγε τροχάδην για το κάστρο του πετώντας πίσω του

το κασέρι Σοχού σε κάτι αλητοπόντικες που καθότανε πιο

‘κει. Πέρασαν μέρες σκεπτόμενος τρόπους να πλησιάσει

τη Ρέα την ωραία αρουραία, μέχρι να αρχίσει το κάπνισμα

σκέφτηκε, για να ‘χει μια αφορμή να ξαναπάει, αλλά μπήκε

σε λειτουργία το πονηρό μέρος του εγκεφάλου του, νομίζω

το αριστερό, και σκέφτηκε, θα στείλω τους υπηρέτες μου

να την απαγάγουν και να μου τη φέρουν, και τους έστειλε.

Πήγαν λοιπόν οι υπηρέτες στη μικρή πόλη, περιμένανε να

πάει 8:30 να κλείσει η Ρέα το μαγαζί και με το γνωστό τρόπο

του χλωροφορμίου, την αναισθητοποιούν, τη βάζουνε σ’

ένα τσουβάλι και την πηγαίνουνε στο κάστρο!

Μόλις ξύπνησε η Ρέα άρχισε να φωνάζει για ΒΟΗΘΕΙΑ

“ησύχασε” της λέει ο Δον Ποντικης, “Δε θα σε πειράξω, σ’

έφερα εδώ γιατί σ’ αγαπάω, στο πρόσωπο σου γνώρισα τον

αληθινό έρωτα, έλα να ζήσουμε μαζί”,

“Όχι”,του είπε με δολοφονικό βλέμμα θύματος, η Ρέα,

“θέλω να με πάς στο μαγαζί μου” είπε η Ρέα σφίγγοντας

τα δόντια, τότε ο Δον άρχισε να την πλησιάζει θέλοντας

να της δώσει ένα φιλί, “Όχι μη”, φώναζε η Ρέα, ”Ναι”, έλεγε

ο Δον, και χωρίς να το καταλάβουν πιαστήκανε στα χέρια.

“Ναι” “Όχι”, “Ναι” “Όχι”, “Ναι”, “ΟΧΙ ΔΕΝ ΘΑ ΚΟΙΜΗΘΕΙΣ ΑΛΛΟ”,

πήγαινε ν’ ανοίξεις το μαγαζί λέει η Ρέα...

Ο Δον Πον-τίκης γυρνάει την κοιτάζει και αντιλαμβάνεται

πως στο κρεβάτι του βρίσκεται η γυναίκα του η Ρέα, η ωραία

αρουραία, που είχε μαζί της 14 ποντικάκια. Σηκώθηκε,την

αγκάλιασε της είπε “Καλημέρα”,

χαμογελαστός

και έφυγε για

το μαγαζί.

Στο δρόμο

σκεφτότανε το

όνειρο που είχε δει

και θυμήθηκε πως αυτό το

συναίσθημα

που είχε νιώσει

στον ύπνο του το

είχε νιώσει κάποτε και για

τη Ρέα, αλλά με το πέρας του

καιρού, που ήτανε και χάλια,

κρύο, βροχή, αέρας, είχε χαθεί

απ’ τη μνήμη του και με αφορμή

το όνειρο, το ξαναέζησε έστω

κι έτσι και ένιωθε πολύ όμορφα!

Πήγε λοιπόν στο μαγαζί,

κοιτάχτηκε στον καθρέφτη,

και είπε στον εαυτό του

“Καλημέρα!!!”

[36]

Πολύχρωμες εικόνες, βγαλμένες από την πρώτη ποίηση της ζωής. Τι έχεις

να θυμάσαι άνθρωπε; Περιπλανήσεις σε μια έρημη χώρα; Κι άραγε η καρδιά

σου πώς νιώθει; Μήπως δεν νιώθει όπως θα έπρεπε;

Στην ανοιξιάτικη Ρώμη, πάλι τι ζητάς, στα μέσα ενός σκληρού Απριλίου;

Εφηβικά κορμιά που ήταν μια φορά, πάντως δε θα βρεις!! Μου φαίνεται

πως τελευταία κάθεσαι, με αδειανό βλέμμα, πολύ ώρα μπροστά σ’ έναν

καθρέπτη γκροτέσκο! Μα δυστυχώς δεν υπάρχει

‘παυσιθάνατο’ χάπι να σου προσφέρω!!

Έγινες κιόλας τριάντα χρονών! Το σπιτάκι του κούκου

στον τοίχο δεν χάνει ποτέ τον λογαριασμό!!

Για αυτό καλύτερα να θυμάσαι απόψε εκείνα

τα παιδικά γέλια μέσα στις φωτογραφίες

του τίποτα! Ωραίες εποχές, ε;

Για πες μου τώρα ποιον ρόλο

είχες πάντοτε στα

παραμύθια της, γκόλεμ;

Όχι, όχι δεν ήσουν ο πρωταγωνιστής!

Δεν είχες μέσα της εμβαδόν!

Όμως αλήθεια που να πηγαίνουν οι παλιές

αγάπες και τα γυμνά σώματα που

χόρευαν στους τοίχους;

Τα λόγια που ποτέ δεν

θ’ αναιρέσει η εποχή

της φρόνησης;

Το Ρολόι-Κούκος δείχνει ‘’τριάντα’’!Του Δημήτρη Νάσκου

[37]

‘’μόνο επειδή είσαι εσύ, θα άλλαζα κάτι από τον εαυτό μου αν το

ζητούσες!’’ ,’’Εύχομαι να βρισκόσουν εδώ, τώρα που σκοτεινιάζει

επικίνδυνα σ’ αυτόν τον κρύο και βιαστικό κόσμο!’’. Τα γράμματα που

έλεγαν... ‘’Κάτω από φώτα κόκκινα, κοιμάσαι με λυτά μαλλιά ακόμη;

Κράτησε το πιο μεγάλο ψέμα για μένα, μην απαντάς!’’ ...τα φυλάει άραγε

πια, κάτω από το μαξιλάρι της;

Η ζωή είναι όμορφη ονειροπόλε!! Όμως τα πράγματα δεν γίνονται ξανά όπως πρώτα.

Για δες τώρα έξω από το παράθυρο την όμορφη μέρα! Ο καιρός είναι καλός

για τις πάπιες! Άκου πως τραγουδούν στην λίμνη του χτες!! Και τι

απίστευτο το λυκόφως του Σεπτεμβρίου στις ακρογιαλιές της Χαλκιδικής!!

Αγάπης φως της γης ταξίδια! Ποιος μπορεί όμως να μπει σ’ ένα ταξί και

να γυρίσει τον γαλαξία;

Έγινες κιόλας τριάντα χρονών! Ο κούκος στον τοίχο φαίνεται να το

διασκεδάζει αρκετά που σε βλέπει να παριστάνεις, την στρουθοκάμηλο!!

Δεν μου λες; Τι θα έλεγες να πηγαίναμε κάποτε στα ψηλά βουνά για σκι

και μετά στο Παρίσι; Να δεις τι όμορφο που είναι στην boulevard saint

germain!! Ψιχάλες σαν στιγμές χαμένες στον χρόνο! Σα να μην υπήρξανε ποτέ!

Αλλόκοτοι συνειρμοί απόψε!! Αταίριαστα κομμάτια του πάζλ ξεβράζει, η

γκρίζα θάλασσα μιας επιλεκτικής μνήμης.

Θυμάμαι ήσουν παραγωγός στο ραδιόφωνο, όταν άλλαζε ο αιώνας. Τη νέα

χιλιετία, την υποδέχτηκε το πιο αινιγματικό χαμόγελο μιας τζοκόντας!

Κι αλήθεια τι έκανες στο μιλένιουμ; Πέρα από το ν’ ακούς σε επανάληψη

το lovers in the wind;

Επίσης τότε είχε γίνει μόδα ο άρχοντας των δαχτυλιδιών, μα εσύ

έμοιαζες σαν ένα μικρό και ασήμαντο χόμπιτ, που επέμενε να πετάξει μ’

εκείνη την γυναίκα πάνω απ’ τα σύννεφα. Τι μάταιος κόπος!! Πρέπει

επιτέλους να μάθεις να ξεχωρίζεις ποιος γεννήθηκε με φτερά!!

Ξέρω απόψε έχεις ανάγκη από οξυγόνο. Ξέρω πως την αγαπούσες πολύ, μα

δεν της το είπες κι έχεις μετανιώσει τόσο για αυτό!

[32]

Τώρα όμως έγινες τριάντα χρονών και ακόμη κλείνεσαι μόνος σ’ ένα

δωμάτιο κι αναρωτιέσαι σαν άλλος κούκος-χρονοποιός, ποιος στ’ αλήθεια

είσαι εσύ και που πάς...

Μια λύση μοναχά θα έλεγα πως υπάρχει για σένα αφελή!!

Κοίταξε να συμφιλιωθείς το συντομότερο δυνατόν, με αυτό το παράξενο

πουλί που πετάγεται κάθε χρονο, ίδια ημερομηνία, από το σπιτάκι του

στον τοίχο, μ’ ένα παραπάνω ‘’κούκου’’ στο ρεπερτόριο του!!

(αφιερωμένο στους απόφοιτους του ‘98 που γίνονται φέτος τριάντα χρονών...)

[38]

[39]

Όσο πίσω κι αν γυρίσει κανείς το ρολόι της ζωής του, θα

ανακαλύψει ότι αυτό είναι το πρώτο μεγάλο ερώτημα που

κλήθηκε να απαντήσει. Δε μπορώ να θυμηθώ έστω κι έναν

μεγάλο -έτσι τους λέγαμε τότε- που να μη με ρώτησε «τι θέλεις

να γίνεις όταν μεγαλώσεις;».

Γιατί ρε φίλε εγώ σε ρώτησα πώς θα ήθελες να ήσουν μικρός;

Και σαν να μην έφτανε αυτό, είχε άποψη, ένα σχόλιο για όλα τα

όνειρά μου:

Θέλω να γίνω δικηγόρος! -Ψεύτης δηλαδή; Θέλω να γίνω

τραγουδιστής! -Μα ο δάσκαλος μουσικής δεν ήταν που σε έδιωξε

από τη χορωδία (και μάλιστα από την πρώτη κιόλας στροφή του

τραγουδιού); Θέλω να γίνω μπασκετμπολίστας! -Μα αυτοί είναι

ψηλοί άχαροι και βλάκες. Έτσι είστε, τότε θα γίνω ηλεκτρολόγος

πυραύλων!!! Σε αυτή την απάντηση δεν υπήρχε ποτέ σχόλιο.

Θυμάμαι μόνο που μετά πήγαιναν και μιλούσαν χαμηλόφωνα

στους γονείς μου, «…πολύ παράξενο αυτό το παιδί».

Κι όσο μεγάλωνα ήταν όλο κι εντονότερο. Καθώς η

διαφορετικότητα στις απαντήσεις μου γινόταν συχνότερη,

τόσο γιγαντώνονταν τα τείχη που προσπαθούσαν να υψώσουν

μπροστά μου. Και σήμερα τι; Όλους αυτούς με τις αναστολές

για τα όνειρα μου, ήρθαν να τις αντικαταστήσουν μερικές «νέες

πραγματικότητες», μερικές νέες λέξεις. Κρίση, χρεοκοπία, ΔΝΤ,

βιομηχανία παραγωγής άγχους και ανασφάλειας για το μέλλον.

Κάποια στιγμή ήρθε ένας συμπαθητικός κατά τα άλλα παππούς,

και μου είπε ότι « κάθε νέος άνθρωπος που σέβεται πραγματικά

τον εαυτό του πρέπει να φύγει από αυτόν τον τόπο ». Άσε μας ρε

παππού, δεν πάω πουθενά.

Δηλαδή τι πρέπει να κάνω, να διαγράψω με μιας τα πάντα γύρω

μου και να κλάψω για όλα αυτά πού ήθελα και δεν μπόρεσα ποτέ

να γίνω;

Η ζωή είναι γεμάτη μυρωδιές και γεύσεις, τόσο έντονες που

είναι ικανές να σκεπάσουν τα πάντα. Θέλω μετά από χρόνια να

μπορώ να τραβήξω μια γραμμή (όχι άσπρη), να κάνω απολογισμό

και να μη μετανιώσω για καμία απόφαση που πήρα, είτε αυτή

ήταν σωστή, είτε ήταν λάθος. Θέλω να μπορώ να ονειρεύομαι.

Επιτέλους βρήκα τι ήθελα πάντα να γίνω.

Θέλω να γίνω… ονειροπόλος !!!

Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις; Γράφει ο Χρήστος Κουλεμάνης

[40]

Αγαπητό «Κ»,

Είμαι ένα Μποζόνιο Χιγκς !

Δεν με έχουν ανακαλύψει ακόμα εκεί στο CERN, αλλά

υπάρχω. Βλέπεις, τα επιτεύγματα στην επιστήμη, χτίζονται

το ένα πάνω στο άλλο. Έλα, θα σε ξεναγήσω για λίγο στα

μέρη της…

Ας πούμε ένα βράδυ,

Κοιτώντας τα αστέρια, βλέπεις φως έντονο αλλά και

αμυδρό. Ακολουθείς την καμπύλη μάζας-λαμπρότητας,

τους Κηφείδες, αυτούς τους παλλόμενους μεταβλητούς

αστέρες, με τους Αμυδρούς μπροστά τους να αφήνουν ένα

λεπτό μηνίσκο που φαίνεται ανατολικά ή δυτικά…

Συχνά κοιτώντας το στερέωμα του ουρανού, βλέπεις ένα

παρελθόν, αφού το φως αυτό μπορεί να μην υπάρχει πλέον

όταν φτάνει στα δικά σας μάτια…

Το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στη μια πλευρά του

Ατλαντικού, μπορεί να προκαλέσει τυφώνα στην άλλη…

Για να είναι επιστημονική μια πρόταση πρέπει να μπορεί να

διαψευσθεί.

Ο Αρίσταρχος και ο Κοπέρνικος μίλησαν για έναν ακίνητο

ήλιο και μια κινούμενη γη, κάτι που δεν ενδιέφερε τον

Πόπερ ούτε με τη σημερινή εκδοχή.

Τον ενδιέφερε πρωτίστως η τόλμη της εικασίας. Ήταν

τολμηρή, επειδή ερχόταν σε σύγκρουση με όλες τις

κοινά αποδεκτές απόψεις της εποχής και τα φαινομενικά

δεδομένα των αισθήσεων.

Και ήταν και τολμηρή, επειδή δεν είχε υπόψη της κάποιο

πραγματοποιήσιμο κρίσιμο πείραμα.

Πίνει έναν σκέτο καφέ και μου λέει κάτι αξιοπερίεργο.

Κεπλερ, Αϊνστάιν, Νεύτωνας, δεν κατάφεραν ποτέ να

εκπληρώσουν το επιστημονικό τους όνειρο. Ή έστω το

μεταφυσικό.

Μέχρι το τέλος της ζωής τους εξακολουθούσαν να

εργάζονται για το όραμά τους.

Εγώ, μου λέει ο Πόπερ, είμαι ταγμένος στην τόλμη των

προβλέψεων, των ποικίλων πλευρών του κόσμου.

Εκείνης της τόλμης που διακινδυνεύει πραγματικά κάτι, να

υποβληθεί σε δοκιμασία, να αναιρεθεί ίσως, να συγκρουστεί

με την πραγματικότητα.

Μποζόνιο*Γράφει η Μαγδαληνή Β. Κωνσταντινίδου

[41]

Στη φυσική, τα W και Z μποζόνια είναι τα στοιχειώδη σωμάτια που μεταδίδουν την

ασθενή αλληλεπίδραση. Η ανακάλυψή τους στο CERN το 1983 αντιμετωπίστηκε ως

μια σπουδαία επιτυχία του καθιερωμένου μοντέλου της σωματιδιακής φυσικής. Το

σωμάτιο W ονομάστηκε έτσι από την ασθενή (weak) πυρηνική δύναμη. Το σωμάτιο

Z πήρε το όνομά του με χιουμοριστικό τρόπο, καθώς θεωρούνταν το τελευταίο

σωματίδιο που έμενε να ανακαλυφθεί. Μια άλλη εξήγηση έγκειται στο ότι το σωμάτιο

Ζ πήρε το όνομά του από το γεγονός ότι έχει μηδενικό (zero) ηλεκτρικό φορτίο.

*

[42]

Αγαπητό μου -Κ-,

Ανεβαίνω τώρα στο μύθο χιλιάδων ετών με τον αέρα,

το νερό και τη φωτιά και την οσμή εκείνης της αιθέριας

ουσίας που περιβάλλει τα πάντα.

Με το ιπτάμενο χαλί, προσπερνώ τον Μπέικον, τη

θερμότητα και το θειάφι, τις αναθυμιάσεις και τον Ερνστ

Σταλ, το φλογιστόν και ένα κερί που βέβαια δεν καίει στο

κενό…

Κάνω μια στάση εκ νέου στην Αφρική με τα μάτια των

θεών, στα είδωλα της φυλής.

Μα τι θέλεις να πεις; ρωτώ τον Φράνσις Μπέικον.

Ας πούμε ότι τα αίτια μπορούν να αποκαλυφθούν

επαγωγικά… Καλύτερα να τεμαχίζουμε τη φύση σε μέρη

παρά να την αναλύουμε σε αφηρημένες έννοιες.

Η βραδύτητα, η ανεπάρκεια, οι πλάνες των αισθήσεων…

Και ο Φέινμαν να προσπαθεί να καταλάβει, γιατί ο χρόνος

περνά από το παρελθόν και όχι αντίστροφα

Κάποτε, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, μου διηγήθηκε ότι ενώ

εργαζόταν στο Μιλάνο, κάποιοι χωρικοί του έφεραν ένα

σακί με όστρακα και κοράλλια που είχαν βρει στα βουνά

της Παρμας και της Πλακεντίας.

Μετά από πολλή σκέψη κατέληξε ότι ήταν λείψανα

θαλασσίων πλασμάτων και όχι φάρσα της φύσης.

Εξαιρετική επιστημονικότητα σε μια μη επιστημονική

εποχή! Χαμογελά έως και η Μόνα Λίζα!

Θαλάσσιες άργιλοι, όστρακα στη Λομβαρδία, Λάριο Κόμο

και Γκολφολίνα, Κατακλυσμός του Νώε…

Μα που πήγε τόσο νερό;

Εξατμίστηκε;

Πρέπει να επισκεφτώ επειγόντως τα Γκαλάπαγκος.

Εκεί παραθερίζει ο Δαρβίνος.

Άθεος πάντως δεν υπήρξε.

Αγνωστικιστής ίσως...

Συναντώ τυχαία τον Μάξγουελ, τον γλυκοφιλώ και

αναπτύσσουμε συζητήσιμες θεωρίες... Μου μιλά για τη

σκλαβιά και την ελευθερία σε κάθε επίπεδο.

Ακόμα και στον αθέατο κόσμο υγρών και αερίων

Μα και εκεί; Τον ρωτώ.

Ναι μου λέει. Κοίτα πως έχει το ζήτημα

Στο αέριο κάθε μόριο περνά τον ελεύθερο χρόνο του

διαγράφοντας ελεύθερη πορεία και για πολύ λίγο έρχεται

σε επαφή με άλλα μόρια.

Ενώ στα υγρά, ένα μόριο, δεν κινείται σχεδόν ποτέ

ελεύθερα, και βρίσκεται πάντα σε επαφή με άλλα μόρια

Ουααααου!! Αέρας θα θελα να μαι!! σκέφτομαι.

Άφθαρτες και οι ακτίνες Μπεκερέλ.

Αποτυπώνουν φωτογραφικά την ουσία που τις εκπέμπει.

Το φως που βγάζει τη φωτογραφία, έλαμπε στη χαραυγή

της Δημιουργίας και θα λάμπει μέχρι να ξημερώσει και η

τελευταία μέρα της κρίσης.

Η κυρία Κιουρί μου αναλύει το Ράδιο και τα κύματα.

Ξεκουράζομαι στους παλλόμενους ρυθμούς τους.

Πρέπει να ξαποστάσω και λέω να το κάνω σε μελλοντικό

παρελθόν. Πρέπει να πιαστώ πίσω από ένα μόριο

αμμωνίας, πιο γρήγορα θα φτάσω στο Μεγάλο Νεφέλωμα

της Ανδρομέδας.

Ένα μακρινό νησιωτικό σύμπαν που βρίσκεται τόσο μακριά,

ώστε χρειάζεται το φως ένα εκατομμύριο χρόνια για να

φτάσει στη γη!!

Δηλαδή, βλέπουμε το νεφέλωμα όπως ήταν ένα

εκατομμύριο έτη πριν!!!

Ταξινομώ από εκεί επάνω τα αστέρια.

Έφτασα κάπως εξουθενωμένο.

Χρειάζομαι νερό από τον Γαλάζιο Πλανήτη.

Ακούω φωνές και τι να δω. Τον Σιμπλίκιο να μιλά δυνατά

με τον Σαλβιάτι:

-Σας παρακαλώ Σαλβιάτι να μιλάτε με περισσότερο

σεβασμό για τον Αριστοτέλη

-Σιμπλίκιε, κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση, για να

διερευνήσουμε κάποιες αλήθειες.

-Μα θέλετε να ανατρέψετε όλη τη φυσική φιλοσοφία!

-Μην ανησυχείτε αγαπητέ μου για τον ουρανό και τη γη,

ούτε να φοβάστε για καταστροφή της φιλοσοφίας

πρέπει να εξετάσουμε εξίσου Πτολεμαίο και Κοπέρνικο

-Πολύ καλά, ας μιλήσουμε για τη βαρύτητα

[43]

Α!!! σκέφτηκα, ήρθα ως εδώ για να αισθάνομαι βαρύτητα;

Θα φύγω, θα τους αφήσω να ονειρεύονται μήλα που

πέφτουν

Θα βρω έναν σκεπτικιστή χημικό. Πάντως όχι τον Χιουμ.

Θα πρέπει να αναζητήσω τον Θεμίστιο, να μου αναπτύξει

τον Ρ.Μπουλ

Μου φαίνεται μάλιστα ότι πρέπει πρωτίστως να αγοράσω

ένα κύπελλο, να αναμείξω χρυσό και μόλυβδο στην ένταση

της φωτιάς, να διαχωρίζονται καθαρά και να λάμπουν

I love αλχημεία σε Παράκελσου γκραβούρες

Πρέπει να δω την αλληλογραφία μου. Φλεβάρης του

1672. Η επιστολή είναι του Νεύτωνα, προς τον Χενρυ

Όλντενμπουργκ.

Κύριε, το φως κινείται σε ευθεία γραμμή.

Δεύτερη επιστολή, του Χουκ αυτή τη φορά προς τον ίδιο

παραλήπτη.

Το φως κινείται ως κύμα

Ανταπαντά ο Νεύτωνας

Αλλά δεν μπορεί να είναι κύμα

…………………….

Θυμήθηκα τα λόγια της φίλης μου Μαρίας Κιουρί

Μακριά από διενέξεις και με ελάχιστα μέσα, έζησε

ευτυχισμένα χρόνια κάτω από ένα υπόστεγο με μόνο

στόχο την έρευνά της

Δουλειά λεπτεπίλεπτης κλασματικής κρυστάλλωσης σε

μια προσπάθεια συγκέντρωσης του Ραδίου

Ειδικά τις νύχτες

Οι λαμπυρίζοντες σωλήνες έμοιαζαν με αχνά παραμυθένια

Φώτα

Εκείνο το φως που σε ελκύει στο τούνελ

Ήξερε, ότι κινδυνεύει

Αγαπητέ Γαλιλαίε, αναφέρει κάπου ο Κέπλερ, δέχομαι

ότι οι κηλίδες είναι θάλασσες, δέχομαι ότι οι φωτεινές

περιοχές είναι ξηρά

…………..

Ω!! θεωρία της Σχετικότητας. Ω!! Ράσελ πες μου…

«Μελετώντας τους ουρανούς, στερηθήκαμε όλες μας

τις αισθήσεις εκτός από την όραση. Δεν μπορούμε να

αγγίξουμε τον ήλιο, να εφαρμόσουμε τον κανόνα μήκους

στις Πλειάδες, να βαδίσουμε γύρω από το φεγγάρι».

Νεύτωνα, Συγχώρεσε με

Κβάντα της Δράσης, Πλανκ, είναι ο θυρεός που κοσμεί

την πύλη εισόδου σε έναν καινούριο κόσμο και οδήγησε

τον Αϊνστάιν στο συμπέρασμα ότι το φως είναι και

σωματιδιακό!

Εισέρχομαι της Πύλης

Και θυμάμαι τα παραδείγματα του Kuhn. Την κάθε αλλαγή

που συνοδεύει η δυσφορία όλης της επιστημονικής

κοινότητας

Η επιστήμη παρά τις επαναστάσεις της θα είναι πάντα

συντηρητική

Και κανείς ποτέ δεν θα κατακτήσει τη γνώση σε μεγάλο

βαθμό

Όλοι όμως μαζί θα κατέχουμε όλο και περισσότερη

γνώση

Το Σύμπαν που μας περιβάλλει

Η θάλασσα που μας περιζώνει

Η Κόκκινη Βασίλισσα στην Αλίκη λέει:

Χρειάζεται να τρέξεις όσο πιο γρήγορα μπορείς για να

μείνεις στο ίδιο σημείο

Τα μάτια μου στο όρος Πάλομαρ

………………..

Αγαπητό περιοδικό –Κ-

Στον αιώνα που ζούμε, η πραγματικότητα δεν αστειεύεται

Με εκτίμηση και θαυμασμό στην επιστήμη και τον

Άνθρωπο

Μποζονιο Χιγκς

Και για την αντιγραφή, Μπέρτολτ Μπρέχτ

Η ζωή του Γαλιλαίου

«Η επιστήμη γνωρίζει μία και μόνο εντολή: να συμβάλλεις

στην επιστήμη»

[44]

Ο φούρνος μικροκυμάτων το δήλωσε απερίφραστα, δεν με

αγαπά, με εγκατέλειψε με μια κύκνεια θεατρικότητα μια νύχτα

που πεινούσα και τον έβαλα σε δοκιμασία να καταπιεί μια

ληγμένη σοκοφρέτα. Κάρβουνο την ήθελα για να κορεστώ από

τις ξεφτελισμένες μου ανάγκες για όλα όσα δεν είμαι δίχως εκείνη

τη συνύπαρξη. Ανατινάχτηκε στη γωνιά του, σεβάστηκε όμως

το αλκοόλ που στοιβάζω πλησίον του σε κάβα περισπούδαστη,

ο φούρνος υποκλίθηκε στο αψέντι που μου σβήνει τον πόνο

του ανικανοποίητου. Έμεινα πεινασμένη και είπα στο χάρο να

ξαναέρθει όταν θα έχω χορτάσει από έρωτα. Ο άντρας που είχα

στα τωρινά κοιμόταν στο δικό του σπίτι, καρφί δεν του καιγόταν

αν το επερχόμενο πρωινό θα έφερα παραμόρφωση στο μούτρο

πέραν του θυμικού μου. Πήρα τα λείψανα της συσκευής και

ξεκίνησα βουρκωμένη για το ξένο σπίτι, ήλπιζα θα μου αγοράσει

άλλο, καλόβολο, για να με στεφανωθεί και να αποκτήσω

νοικοκυροσύνη. Αγάπη, για τους ανίδεους.

[45]

Εκεί, κοντά στον άντρα, υπάρχει ένα

περίπτερο, γωνία Διομείας και Περικλέους,

που αρσενικό μονάχο του από επιλογή,

πωλεί σοκοφρέτες λαχταριστές, γλυκάκι

συνυφασμένο με εραστές. Κάθε φορά

στο διάβα μου τρέχω παιδιάστικα να

μπουκωθώ και μιλώ με στόμα όλο

γλύκα για αγάπες που θα ‘ρθουν, ενίοτε

πίνοντας καφέ κερασμένο από τον

τρελούτσικο περιπτερά που καρτερικά

περιμένει ανάμεσα στην πραμάτεια του

να χαμογελάσει στον επόμενο μοναχικό

πελάτη, κρεβάτι λαχταρά ο δόλιος και η

σοκοφρέτα πάει και έρχεται στα ανέγγιχτα

στόματα της πόλης. Δεν πάει καιρός,

που στα πρωτοβρόχια πάνω εκείνου

του συφοριασμένου πρωινού– όταν τα

πατώματα και τα πατουσάκια είναι ακόμα

άμαθα και μαλωμένα, γλίστρησα, και

λίγο πριν με εναποθέσει η συνήθεια της

επίσκεψης για γλυκό φαγοπότι στο ράφι

του περιπτέρου, σιμά στα ανέραστα

πολιτικά αναγνώσματα, ένας εραστής μού

χαμογέλασε και με ρώτησε στοργικά:

Πόνεσες; Είμαι ο άντρας που περιμένεις,

ξέρω να γιατρεύω τον πόνο, χρόνια μόνος

και τριγυρνώ σε περίπτερα να ψωνιστώ,

αγοράζω έρωτα, αλλά ποτέ αυτή την

αηδία που μπουκώνεσαι. Σου είπα καλό

βράδυ? Αύριο θα σε παντρευτώ.

[46]

Δεν απόκαμα να απαντήσω στο ερωτικό κάλεσμα αυτού του

μήνα, πονούσε φρικτά το γόνατό μου, άλλωστε έκαστος

μήνας είναι μια αποτυχία για τα ημερολόγια μιας ανυπαρξίας

που διανύει τριήμερους έρωτες, την επόμενη μέρα τον

στεφανώθηκα. Πήρα κλειδιά σπιτιού, έδωσα παλτό να με

μυρίζει στις αποστάσεις μας, του έκανα μικροδουλειές και

καθήκοντα κρεβατιού. Στο σόι μου ανακοίνωσα ότι είναι

έρως μοναδικός, τον δέχτηκαν με τα σπουδάγματά του

και τα προικιά της κραιπάλης από την πρώτη του νιότη,

αναμφιβόλως από ερωτική γενιά ταχταρισμένος, τον πρώτο

καιρό με τραπέζωνε με σκοπό πονηρό, να απαρνηθώ τον

κόσμο και τα ιμάτια μου, να μπω στο παραμύθι του και να

του μιλώ για τον εαυτό του, ξεχνώντας τον ανόητο εθισμό

μου για τα ευτελή γλυκάκια. Όντως, είχα μάθει πλέον να

θαμπώνομαι από κοτοπουλίστικα φιλιά, αυτά που στο

συνεχές τους ηχούν ως κραυγές νεοσσών, το κατάφερε και

όλα ωχριούσαν, ακόμα και το γλυκάκι.

Σε αγαπώ. Θα πεταχτώ ταξίδι στο σοκολατένιο Βέλγιο για

να το σιγουρέψω. Αν φάω γλυκάκι, θα επιστρέψω για να με

καταραστείς. Είναι η πρώτη φορά από την ημέρα που σε

ερωτεύτηκα, που φεύγω μακριά σου, ετοιμάσου για γιορτές

στον αναίσχυντο μικρόκοσμο του κέντρου της πόλης,

μονάχα μην πλησιάσει-ς το περίπτερο και πονέσεις που δεν

θα με βρεις. Τυχαία φεύγω, να ξεμυαλιστώ αποζητώ, δεν

μου θύμωσες για κάποια ανοησία μου, αν και θα ήθελα να

με μαλώσεις μετά από τέσσερα άνυδρα χρόνια μοναξιάς,

όταν ξαπλώνω σε αγκαλιές κάνω σαν παιδί σε υποκοριστικό

σύμπαν, στη δική σου τη μονάκριβη κρύβω το βλέμμα μου

και αρνούμαι τα φιλιά, σωπαίνεις για να μου δώσεις τόπο

και αναπνοές να οργάζομαι από έρωτα στο τέλος των

αγγιγμάτων. Μην σταματήσεις ποτέ.

Σταμάτησε ευθύς μόλις επέστρεψα, ανακάλυψε την

δεδομένη παρασπονδία μου και εγώ τις βαριές κουβέντες

του. Αυτό το πλάσμα διέθετε έναν ελιτισμό στον έρωτά

του, αρκεί τελικά να χτυπάει δυσλειτουργικά η καρδία σου

γρηγορότερα από των υπολοίπων για να διακρίνεσαι ως

εκλεκτός στα πέριξ των περιπτέρων. Μου έκανε γνωστό ότι

φούρνο δεν θα αγόραζε, ο υποκριτής, με ύφος περίτρανο

από γινάτι έδωσε οδηγίες για το δικό του αμέτοχο των

ερωτικών μας συνευρέσεων, έτσι είχε μεγαλώσει με

πατρική συμβουλή να τιμωρεί, τσιμουδιά δεν έβγαλα,

ένιωθα κόπωση για τα επερχόμενα και τη γεύση μιας γλύκας

στο στόμα, με τσάκισε όταν ένιωσα ότι είμαι μήτρα κακών

και ολάκερη σαν υπερχείλης απώλεια, από γλυκόλογα δεν

έπαιρνε και βαρέθηκα ακόμα έναν άντρα, όπως πλείστοι στα

παρελθόντα μου. Βαρέθηκα, σαν τόσα άλλα στόματα μέσα

στην πόλη που περπατούν μπουκωμένα και ερωτοτροπούν

με γλυκάκια περιπτέρου, αποφάσισα να εγκαταλείψω

τον άντρα και τον εαυτό του και να δώσω λόγο στους

διαφημιστές να καμώνονται έτερες πραγματικές ιστορίες

αγάπης με πρωταγωνίστρια μια λαχταριστή σοκοφρέτα.

Έκτοτε, έφθασε ο Νοέμβρης, άνυδρος, πήγα ξανά στο

περίπτερο για το γλυκάκι του μήνα, στο περίπτερο δεν

ψωνίζεις έρωτα παρά μόνο σοκοφρέτα, όλα ήταν όπως τα

είχα αφήσει, ξυπνούσα όμως με μια φρέσκια αναπνοή ότι

έρως εστί αναμφίβολα άνευρος άνευ γλυκού, ανύπαρκτος

άνευ ατυχήματος. Όλοι φαίνονταν διαφορετικοί στα πέριξ.

[48]

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010

ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΑΠΘ

«Τίποτα δεν μάθατε στο Λύκειο».

Ήταν μερικά από τα πρώτα λόγια του κ. Δ

και της κας C.E. που άκουσα στο αμφιθέατρο!

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ:

Κοκκίνισα, κοίταξα με απορία τη διπλανή μου και

κάτι παιδιά πίσω μου που γελούσαν και μετά…

ανακάλεσα στη μνήμη μου μερικά από όσα έμαθα

τα τελευταία χρόνια του Λυκείου.

Γράφει η Μ. Γουγούση

[49]

Ο κύριος Δ. συνέχισε να παραδίδει ερήμην μου.

Η σκέψη έτρεχε στο σχολείο

Δεν μπορώ να πω...καλός και ο Αριστοτέλης, καλό και

το θεώρημα Lagrange, καλή και η αρχή διατήρησης

ενέργειας αλλά τίποτα καλύτερο από τις αξίες και τα

ιδανικά. Και αν δεν θυμάμαι τώρα πλέον ακριβώς τι είπε

ο Πλάτωνας και τα λόγια του Σωκράτη δεν πειράζει. Θα

πείραζε, όμως, αν δε με πότιζαν οι ιδέες και οι αξίες.

Υποχρέωση του δασκάλου δεν είναι μόνο η 45λεπτη

παράδοση του μαθήματος αλλά και η απρόσκοπτη

μεταλαμπάδευση αξιών, ιδανικών, προτύπων, τα οποία

πρέπει να διέπουν όλη μας τη ζωή.

ΠΟΥ ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΤΑΛΗΞΩ;

Οι γνώσεις με τις οποίες μας εφοδιάζουν τα αναλυτικά

προγράμματα και τα βιβλία, σαφώς και δεν αρκούν

για τη ζωή μετά τα 18. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι

δασκάλους με Δ κεφαλαίο, όχι ως επαγγελματίες αλλά

ως άνθρωποι με ολοκληρωμένες προσωπικότητες, με

μεράκι και πάθος για τη δουλειά τους. Δεν θέλουμε

απλώς απρόσωπες φιγούρες που κουνούν επιδεικτικά

το χέρι τους σε μαθητές που τρέμουν από φόβο.

Ως απόφοιτος, πλέον, μπορώ να πω τώρα πια

πως είχα δίπλα μου καθηγητές άξιους του τίτλου

ΔΑΣΚΑΛΟΣ που πέρα από τις «υποχρεωτικές» γνώσεις,

μου μετέδωσαν αξίες, που μ’ έκαναν με τα λεγόμενά

τους να προβληματίζομαι. Πάνω απ’ όλα είχα δίπλα

μου ανθρώπους που με κατανοούσαν και μου

συμπαραστέκονταν… γιατί όπως και να το κάνουμε ήταν

μία δύσκολη και απαιτητική χρονιά (μην κρυβόμαστε

πίσω από το δάχτυλό μας).

Σας ευχαριστώ πολύ για όλα αυτά που ΕΜΑΘΑ!

Γι’ αυτά που ΔΕΝ ΕΜΑΘΑ.

Γι’ αυτά που πρόκειται να μάθω φροντίστε εσείς κύριοι

καθηγητές του πανεπιστημίου! Εσείς είστε οι άνθρωποι

που μας «μαθαίνετε» το επάγγελμά μας ! Με τη βοήθειά

σας θα μάθουμε και εμείς περισσότερα!

Μην κάθεστε απέναντι μας σαν απρόσωπες μορφές ...

Βοηθείστε μας λίγο για να προσφέρουμε και εμείς

πολλά στην κοινωνία αύριο μεθαύριο …

Η ζωή περνά. Και χάνεται(;)Γράφει η Φένυ Τ. Γιαγτζίδου

Kάποτε όμως -ευτυχώς- όλα επιστρέφουν,

σαν μια αίσθηση κυκλικού χρόνου,

Tα Χριστούγεννα,

μοιάζουν μεταξύ τους.

Έρχονται και γυρνάνε σε ζεστά σαλόνια,

σε μπαλκόνια ολόφωτα.

Στο πατρικό,

σαν τεύχος συλλεκτικό που ξανανοίγεις,

με το τραπέζι στρωμένο

να σβήνει όλες τις ρυτίδες.

Ίσως να αξίζουν όλα

για κάποιες μόνο στιγμές:

Κυκλοφορείς στο σπίτι

με τη φόρμα και τα πιο δυνατά σκουλαρίκια

και ξαναβάζεις το “Cinema Paradiso” ή το “Ρέκβιεμ”

-ό,τι αντέχει στην επανάληψη και έχει γίνει “εγώ”.

Στέκεσαι μπροστά στο παιδί σαν αδιάβαστη∙

έτσι δεν είμαστε μπροστά στο θαύμα;

Για κείνη την ελάχιστη στιγμή που υπάρχουμε αληθινοί

πάνω από το χρόνο, έξω από τον κόσμο, απέναντι, στο μέσα της αγάπης.

Για τότε που σηκώνεσαι

μόνο για να μείνεις εσύ και τα φωτάκια στο δέντρο,

όταν όλοι ασφαλώς κοιμούνται.

Για κείνη τη στιγμή που απλώνονται τα χέρια γυμνά

πάνω στο χαρτί, στο τραπέζι, σε άλλο χέρι.

Καλά Χριστούγεννα

Υ.Γ. Μη δακρύζεις, γιατί θα λιώσουν γρηγορότερα τα έλατα του χειμώνα.

Μ’ αρέσει ο καιρός πριν τα Χριστούγεννα. Το διάστημα της

ετοιμασίας. Η αναμονή που μετατρέπεται σε αδημονία. Το

παιδί που χοροπηδάει από χαρά μπροστά στο δέντρο. Το

τραινάκι που κουβαλάει χρωματιστές πέτρες. Τα σχέδια και

πιθανόν οι ανοιχτοί χάρτες. Η καινούργια ζάλη. Το φως της

οθόνης του υπολογιστή, με πιθανούς προορισμούς στην

περιοχή αναζήτησης. Οι κατάλογοι με τα δώρα (λιγοστά

φέτος). Αυτά, τα σενάρια και οι σκηνοθεσίες της ζωής που

τόσο έχουν λείψει. Το δικαίωμα να ονειρεύεσαι. Οι φωτο-

σωλήνες τις νύχτες. Έλκηθρα από χώρες του Βορρά και

κατάλογοι με βιβλία που θα ήθελες να διαβάσεις. Οι πωλη-

τές χριστουγεννιάτικων δέντρων από το Χολομώντα και η

φωτιά που ανάβουν σε βαρέλια για να ζεσταθούν. Μ’ αρέ-

σουν οι μέρες όπου όλους τους έχει καταλάβει μια γλυκιά

ανησυχία.

Θα είναι δύσκολα φέτος. Το βλέπεις στα πρόσωπα και τις

κινήσεις. Σαν κάτι να έχει γραπωθεί στην καρδιά και να μην

την αφήνει να χαρεί. Αλλά πάλι, ήταν και άλλοτε δύσκολα.

Ή ακόμη, ίσως να είναι μια ευκαιρία, για να πάρεις κάποια

πράγματα από την αρχή. Όταν χαθείς επιστρέφεις εκεί απ’

όπου χάθηκες και κοιτάς ξανά τα δεδομένα. Τις ονομασίες

των δρόμων και τα σημάδια. Υπάρχει το ταξίδι και ο

προορισμός. Και η ζωή, που εξακολουθεί

να είναι όμορφη.

Μ’ αρέσει η ανησυχία της Παραμονής των Χριστουγέννων.

Είναι όλοι έξω. Κι αν δεν είναι, κάποια στιγμή θα βγουν. Ένα

πολύχρωμο, πολύβουο μελίσσι που χαίρεται: από την πο-

λυκοσμία, από την αργία, από την ξένοιαστη ζωή, από τη

μέρα, από τους καφέδες, από τις κουβέντες, από τα ψώνια,

από τα δώρα, από αυτό το μοίρασμα της χαράς. Οι βόλ-

τες χωρίς σκοπό και χωρίς τίποτα στο κεφάλι, παρά μόνο

το τώρα, λίγο το αύριο και λίγο που έχει ο Θεός. Τα παιδιά

για τα κάλαντα: αυτή η αμήχανη παραφωνία. Οι πόρτες των

πολυκατοικιών είναι απρόσωπες πια. Και έχουν και ματάκια.

Και το φως του διαδρόμου σβήνει στα 50 δεύτερα κι είναι

μοναξιά να μη σου ανοίγουν.

Παραμονή στο χωριό, παραμονή στην πόλη και παραμονή

στις πόλεις του κόσμου. Οι εκδοχές και οι δυνατότητες της

ζωής. Στα χωριά τα πράγματα είναι ήσυχα. Παίρνεις το αυ-

τοκίνητο και πηγαίνεις σε κάποιο βουνό, στη θάλασσα ή σε

κανένα ποτάμι, με σοκολάτα στην τσέπη και κανένα μικρό

βιβλίο. Συμφιλιώνεσαι. Στην πόλη παροξυσμός. Μετέχεις

στο πανηγύρι, γυρίζεις στο κέντρο, χαίρεσαι τα φώτα, την

οχλαγωγία, τις βιτρίνες και γελάς. Θυμάσαι την αγάπη, που

τόσο την πλήγωσες. Στις πόλεις του κόσμου, απλώς ονει-

ρεύεσαι. Με μάτια ανοιχτά. Σκέφτεσαι πώς είναι η ζωή σου

και πώς θα έπρεπε να είναι. Και ξαναπαίρνεις τη ζωή σου απ’

την αρχή. Κερδίζεις χρόνο.

Μ’ αρέσουν οι άνθρωποι την παραμονή των Χριστουγέννων.

Δεν είναι μίζεροι και αγαπούν λίγο περισσότερο.

[52]

ζωή από την αρχήγράφει ο Κωνσταντίνος Καρεμφύλλης

[53]

Μ’ αρέσουν τ’ απομεσήμερα των Χριστου-

γέννων. Στο σπίτι μια απολαυστική ηρεμία.

Ακόμη και τα λαμπάκια στο δέντρο επιμέ-

νουν μονότονα στο πολύχρωμο lento της

ζωής. Έξω κάποιος ήχος από το κόψιμο ξύ-

λων ή από κανένα περαστικό αυτοκίνητο. Οι

περισσότεροι κοιμούνται βαθιά, ζαλισμένοι

από το κρασί. Η αγάπη ανασαίνει βαριά στα

ζεστά δωμάτια. Τώρα ησύχασε. Η ζωή σου

είναι σε κίνδυνο έτσι και αλλιώς. Τι ωφελεί

να ανησυχείς, τη στιγμή που δεν μπορείς να

κάνεις τίποτα για το απρόοπτο και την «πε-

ριπέτεια»; Σήμερα είσαι αύριο δεν είσαι. Είχε

κανείς τρομερότερη βεβαιότητα; Κοίταξε

και αυτούς που τα απέκτησαν όλα και όλα

ήθελαν να τα έχουν υπό έλεγχο. Το παιδί

τους δεν τους μιλάει και η επιχείρηση φα-

λίρισε. Λοιπόν; Λοιπόν απόλαυσε το χαοτι-

κό και κοίτα να επωφεληθείς από την ουσία

του: το επιθυμητό δεν είναι παρά η προσω-

πίδα του πραγματικού. Το ιδεατό θα είναι, η

επιθυμία να δώσει τη μορφή στο πραγματι-

κό. Η αίρεση, το πραγματικό που μπορεί να

δώσει μορφή στην επιθυμία. Και τότε δεν

έχεις παρά να αποφασίσεις αν θα επιθυμείς

μόνο αυτά που μπορείς ή αν θα εξακολου-

θείς να επιθυμείς, δίχως να δίνεις δεκάρα

για το τι μπορείς και τι όχι. Πείσμων

και γενναίος, μέχρι το τέλος του

κόσμου. Μπορεί να ονειρεύεσαι

και ξύπνιος. Αυτό είναι μια

πραγματικότητα.

Μ’ αρέσει η λειτουργία των Χριστουγέν-

νων στις μικρές εκκλησίες. Τα βήματα

που αντηχούν μέσα στη νύχτα, πριν τα

χαράματα. Το πρωινό κρύο. Η ομίχλη

και η υγρασία στις θαμπές λάμπες. Τα

βαριά παλτά. Οι ψάλτες οι ντυμένοι με

μαύρα κουστούμια από άλλες εποχές,

κάποιο παλιομοδίτικο μουστάκι και το

βλέμμα το άγρυπνο για τα νεύματα του

παπά. Η μυρωδιά από το θυμιατό. Ο λι-

γοστός κόσμος. Ένα στασίδι που χτυ-

πάει μέσα στην ησυχία, μια ασυμμετρία

στη συλλογική κατάνυξη. Και μια χαρά

για όσους απέμειναν να πιστεύουν. Χρι-

στός γεννάται δοξάσατε. Πού χάθηκαν

όλα αυτά; Έξω ξημερώνει. Μεγάλο μυ-

στήριο το φως, η αυγή, τα πρωινά του

κόσμου και η ελπίδα. Το αντίδωρο στο

χέρι και ο μέσα καταυγασμός. Μ’ αρέ-

σουν οι μικρές εκκλησίες των χαμένων

στο πουθενά χωριών, όπου ξαναπαίρ-

νει κανείς τη ζωή του απ’ την αρχή.

Ανανεώνει το χρόνο.

Μ’ αρέσουν τα απογεύματα των Χρι-

στουγέννων, τότε που ο ροοστάτης

του κόσμου σβήνει σιγά, για την έλευ-

ση μιας τρυφερής νύχτας. Θα ανοίξεις

την πόρτα και θα βγεις έξω. Ένας κρύ-

ος αέρας θα παγώσει το πρόσωπο. Θα

περπατήσεις για ώρα μέσα στους ήσυ-

χους δρόμους.

Και θα σκεφτείς ότι η λεγόμενη «γαλή-

νη» είναι πάντα ο εντοπισμός της θέ-

σης σου στη γεωγραφία του κόσμου.

[54]

[56]

[58]

Από τον Σπύρο Μπαλτογιάννη

Ο ιστορικός Γιάννης Σβορώνος είπε για

την ομορφιά.Με αυτή την έννοια νοιώ-

θω ότι είμαστε, στο σύνολο, έμπλεοι

αγάπης σε ένα ωκεανό ομορφιάς.

Στην ονειρική αυτή βραδιά, μας απο-

τρέπει να ονειροβατούμε η ηφαιστεια-

κή σκόνη μιας απρόσωπης εκρηκτικής

εκδίκησης.

«Συγκλονισμένοι από τα σπασμωδικά

νοήματα*» των οικονομικών αναλύσε-

ων, υφιστάμενοι των καλεσμένων της

πρωινής και βραδινής ζώνης, ανεχό-

μαστε την αισθητική απρέπεια και τους

αποπνικτικούς συναισθηματισμούς των

μεσημεριανών καταιγίδων και δεχόμα-

στε τη σκόνη ως τιμωρία μιας εθνικής

μωρίας και ως πέπλο που αποπειράται

να σκιάσει τη λάμψη αυτής της βρα-

διάς.

Κανείς δεν μπορεί να είναι ευτυχής σ’

αυτόν τον τόπο.

Σχεδόν κανείς δεν είναι αισιόδοξος.

Δικαιούται απλώς να ελπίζει όταν μά-

χεται.

Ελπίζουμε, γιατί δίνουμε καθημερινά

μάχες χωρίς ιαχές πολέμου ακριβώς

όπως το έθεσε ο Καμί: «αληθινή γενναι-

οδωρία απέναντι στο μέλλον είναι να

τα δίνεις όλα στο παρόν»

«Περνούμε πάντοτε τη μέρα που έφυ-

γε στη στήλη των τρανών απωλειών**»

όπως προστάζουν οι ποιητές.

Η διαλεκτική σχέση του χτες με το αύ-

ριο είναι ίσως και η ειδοποιός διαφορά

του χώρου αυτού με το περιβάλλον

στο οποίο καλείστε να ζήσετε από δω

και πέρα. Καλείστε να ζήσετε δυστυ-

χώς στη μονοδιάστατη χρονική εκδοχή

του σκοτεινού σήμερα.

Ως δάσκαλοι νομίζουμε ότι ξέρουμε να

περιγράφουμε ελκυστικά το παρελ-

θόν, να προκαλούμε πόνο για ότι χά-

θηκε οριστικά. Η λυτρωτική αυτή απο-

δοχή του πένθους είναι το κλειδί της

ανάλυσης. Η ικανότητα της ανάλυσης

είναι η απαραίτητη προϋπόθεση της

σύνθεσης. Η σύνθεση δεν εξασφαλίζει

πρόβλεψη του μέλλοντος αλλά δίνει

ένα στέρεο παρόν για να στηριχτεί το

μέλλον.

Ως δάσκαλοι,

Δε θα κριθούμε για αυτά που είπαμε ότι

θα κάνουμε.

Δε θα κριθούμε για αυτά που λέμε ότι

κάναμε.

Δε θα κριθούμε τώρα για την εικόνα

που έχουμε στο χώρο της εκπαιδευτι-

κής κοινότητας.

Δε θα κριθούμε συνολικά ούτε και από

αυτό το μέγεθος της εμπιστοσύνης

που απολαμβάνουμε.

Ταπεινά με ή χωρίς αυταπάτες προ-

σβλέπουμε οι μετέχοντες της παιδείας

στο χώρο αυτό να συμβάλλουν στην

αλλαγή του κόσμου και είμαστε έτοι-

μοι να κριθούμε γι’ αυτή την προσδο-

κία μας

Ακούσαμε πολλές φορές: «Δάσκαλε

αυτά που λέτε δεν έχουν καμία σχέση

με την πραγματικότητα». Ο Χέγκελ με

το ειδικό του βάρος σε αντίστοιχη πρό-

κληση απάντησε: «Τόσο το χειρότερο

για την πραγματικότητα». Με όποιον

λοιπόν κίνδυνο εγωιστικής συνάφειας

ελλοχεύει υιοθετούμε την απάντηση.

Διότι πως μπορεί να ταυτιστεί κανείς

με μια πραγματικότητα που αποδέχε-

ται έναν περιορισμένης ηθικής νόμο

ή ακόμα χειρότερα αποδέχεται τη θε-

σμοθέτηση της ανηθικότητας;

Βλέπετε πως η σκουριά της καθημερι-

νής μας οξείδωσης θαμπώνει και την

ξεχωριστή αυτή στιγμή που έπρεπε

όλα να φωτίζονται από τη λάμψη των

δικών σας άστρων;

Παρασέρνεται κανείς στις ασάφειες

του μέλλοντος αντί να περιγράφει με

σαφήνεια την ελπίδα που διαγράφεται

από τη λαμπερή παρουσία σας.

Σας διαβεβαιώνω ότι φέρετε μαζί σας

τις ταπεινές μας προσδοκίες, περισσό-

τερο σαν παράσημο και λιγότερο σαν

άδικο τοκοχρεολύσιο μιας χαμένης

γενιάς. Πρέπει να έχετε επίγνωση ότι

στις ολισθηρές ατραπούς της ορεινής

βαλκανικής, στις πλινθόκτιστες συν-

θέσεις με τις χάρτινες ευρωπαϊκές

προσόψεις, σε μια θύελλα από χωρο-

χρονικά Vertigo, είναι λίγοι αυτοί που

μπορούμε να τους εμπιστευτούμε ένα

φυλαχτό σαν αυτό που κρατάτε.

Περνώντας την πύλη δε χρειάζεται να

ψαχουλέψετε το φυλαχτό για να ανι-

χνεύσετε τη σύστασή του.

Σας το λέμε από τώρα:

το φυλαχτό έχει κρυμμένη μέσα του

την ΕΛΠΙΔΑ.

*Γ. Σεφέρης** Κ. Δημουλά

Το κείμενο αύτο διαβάστηκε στην Τελετή Αποφοίτησης τον Ιούνιο 2010

Tο σχήμα που δίνει στα πράγματα η αγάπη

[59]

Περνώντας την πύλη δε χρειάζεται

να ψαχουλέψετε το φυλαχτό για να

ανιχνεύσετε τη σύστασή του.

Σας το λέμε από τώρα:

το φυλαχτό έχει κρυμμένη μέσα του

την ΕΛΠΙΔΑ.

[60]

Σημεία διανομής:Café: spirto - 33 Π.Μελά & Ζεύξιδος(πεζόδρομος) • Pasta flo-

ra darling - Ζεύξιδος 6(πεζόδρομος) • Θερμαϊκός- Λεωφόρος

Νίκης 21 • Social - Κούσκουρα 2 • Local - Π. Πατρών Γερμανού

17 & Ζεύξιδος • Allos mondo - Στρατηγού Καλλάρη 6 • Don’t

tell mama - Στρ. Καλλάρη 9 • Melia - Μητροπόλεως 79 &Μητρ.

Ιωσήφ • Chocolat - Ικτίνου 4 • Art house - Βογατσικού 4 •

Ερμής εστιατόριο – Ρογκότη 4 • De facto – Π.Μελά 19 • Par-

tisan - Βαλαωρίτου 29 • Elvis - Βαλαωρίτου 31

Other: Core - Π. Πατρών Γερμανού 17 • Camarini - Ιμέρας

8,πεζόδρομος Καλαμαριάς • Fena fresh – Π.Μελά 8 • Ιανός

- Αριστοτέλους 7 • Seven spot – Β.Όλγας 93 • Seven gal-

lery – Αλ.Σβώλου 45 • Αντικατζίδης οπτικά - Χρυσ.Σμύρνης

7 & Προξ.Κορομηλά • Tatooligans - Γεωργίου Θεοχάρη 5-7 •

Kitchen 29ο - Ισάβρων 6 • TinT Gallery - Χρ. Σμύρνης 13

www.kalamari.gr

Μπείτε στο http://issuu.com/kmagazine

και διαβάστε το περιοδικό [k] σε ηλεκτρονική μορφή.