12
2 Τα Νέα της Ε.Ε.Π. Απονομή των Βραβείων Δ. Μπαμπάκου και Κων. Τσιριμώκου 3 Νομικά Ζητήματα Δικηγόροι και προστασία προσωπικών δεδομένων - Δ. Αναστασόπουλος Η επίδραση του νέου δικαίου της Ε.Ε. για την προστασία προσωπικών δεδομένων στην ποινική δίκη - Γ. Τσόλιας Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας - Θ. Σοφός Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενική υπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσεις εφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 §§1, 2β Ν. 2523/1997 - Ι. Μοροζίνης 8 Νομολογία Σχόλιο στο υπ’ αριθμ. 1213/2017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κών Θεσ/κης (νομιμοποί- ηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο) - Ε. Τσαγκαράκη Σχόλιο στην υπ’ αριθμ. 978/2018 απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακ/των Αθηνών (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων «τυχαίων ευρημάτων») - Κ. Ευαγγελάτος 11 Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως σύμφωνα με το Ν. 3251/2004 (Παρατηρήσεις με αφορμή τις υπ’ αριθμ. 56 και 57/2018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών) - Α. Παπαστεριόπουλος / Ι. Τσολάκος Σε αυτό το τεύχος Σημείωμα του εκδότη ριν από δύο χρόνια ένα ελικόπτερο με οκτώ Τούρκους στρατιωτικούς προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Αλε- ξανδρούπολης. Οι επιβαίνοντες ζήτησαν να τους χορηγηθεί άσυλο, ενώ εκ παραλλήλου άνοιξε διαδικασία εκδόσεώς τους με αίτημα της Τουρκίας για αδικήματα που σχετίζονται με την αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος στη γειτονική χώρα. Ο Άρειος Πάγος (αποφάσεις 130, 135 κ.α./2017) γνωμοδό- τησε κατά της εκδόσεως των οκτώ στρατιωτικών, αφού πιθα- νολόγησε, με εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ότι οι εκζητούμενοι θα υποβληθούν σε μεταχείριση αντίθετη προς το άρθρο 3 ΕΣΔΑ καθώς και ότι δεν θα έχουν δίκαιη δίκη. Στην παράλληλη διαδικασία χορηγήσεως ασύλου οι αρμόδιες Επιτροπές, πρόσφατα δε και η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επι- κρατείας, δέχτηκαν ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή αιτούντων στο καθεστώς του πρόσφυγα. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων μας στην υπόθεση των «Οκτώ» συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- κτηρίζεται από πνεύμα προστασίας των ενδιαφερομένων έναντι της απειλούμενης παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων τους σε χώρες που δεν παρέχουν τα εχέγγυα σεβασμού τους (βλ. π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). Η σύλληψη και (ήδη πολύμηνη) κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών από την Τουρκία χωρίς απαγγελία κατηγορίας συνδέεται ευθέως με την υπόθεση των «Οκτώ»: Είναι τα «αντίποινα» της επιθετικής γείτονος για την μη έκδοση των Τούρκων στρατιωτικών. Στην βαρυσήμαντη επιστολή της Ένωσης Ευρωπαίων Ποινικολόγων (ECBA) της 25.6.2018 προς τους επι- κεφαλής του Συμβουλίου της Ευρώπης καθώς και τον Πρόεδρο και τον Υπουργό Δικαιοσύνης της Τουρκίας επισημαίνεται ότι: «Η έκβαση μιας δίκαιης διαδικασίας [των «Δύο»] δεν πρέπει να επηρεαστεί ή διαταραχθεί από εξω- τικούς και άσχετους παράγοντες, όπως οι αιτήσεις χορήγησης ασύλου από τους Τούρκους στρατιωτικούς στην Ελλάδα». Και ακόμη ότι: «Η παραπομπή σε δίκη των δύο στρατιωτικών συνιστά καθ’ εαυτήν παραβίαση της αρχής της καλής γειτονίας [που] απαιτεί να εξεταστεί πρώτα απ’ όλα αν συντρέχει κάποιος λόγος να μην επιστραφούν στην Ελλάδα με αντάλλαγμα, το πολύ, μια συγγνώμη». Πλέον πρόσφατα, η ημέτερη Συντονιστική Επιτροπή των Προ- έδρων των Δικηγορικών Συλλόγων τονίζει στην ανακοίνωση της 7.7.2018 ότι «με ευθύνη της Τουρκικής πλευράς η υπόθεση εκ- φεύγει του νομικού της χαρακτήρα και αποκτά πολιτική διά- σταση» και καλεί όλους τους φορείς να συμπράξουν για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Οι τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία και οι μάλλον ωμές δηλώ- σεις κορυφαίων πολιτικών της δεν δικαιολογούν αισιοδοξία για μια πιθανή «πολιτική» διευθέτηση της υπόθεσης των «Δύο». Την λύση μπορεί να δώσει, ίσως, το Δικαστήριο του Στρα- σβούργου. Ηλίας Γ. Αναγνωστόπουλος Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων No 3 • Ιούλιος 2018 Οι «Οκτώ» και οι «Δύο» Π

NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

  • Upload
    others

  • View
    1

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

2 Τα Νέα της ΕΕΠbull Απονομή των Βραβείων Δ Μπαμπάκου και

Κων Τσιριμώκου3 Νομικά Ζητήματα

bull Δικηγόροι και προστασία προσωπικών δεδομένων - Δ Αναστασόπουλος

bull Η επίδραση του νέου δικαίου της ΕΕ για την προστασία προσωπικών δεδομένων στην ποινική δίκη - Γ Τσόλιας

bull Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας - Θ Σοφός

bull Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενική υπόσταση της φοροδια φυγήςστο εισόδημα σε όσες περιπτώσεις εφαρμόζεταιακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997- Ι Μοροζίνης

8 Νομολογίαbull Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα

του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης (νομιμοποί-ηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολήχρεών προς το Δημόσιο) - Ε Τσαγκαράκη

bull Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018 απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακτων Αθηνών (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo) - Κ Ευαγγελάτος

11 Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψηςbull Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της

αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως σύμφωνα με το Ν 32512004 (Παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)- Α Παπαστεριόπουλος Ι Τσολάκος

Σε αυτό το τεύχος

Σημείωμα του εκδότη

ριν από δύο χρόνια ένα ελικόπτερο με οκτώ Τούρκουςστρατιωτικούς προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Αλε-

ξανδρούπολης Οι επιβαίνοντες ζήτησαν να τους χορηγηθείάσυλο ενώ εκ παραλλήλου άνοιξε διαδικασία εκδόσεώς τουςμε αίτημα της Τουρκίας για αδικήματα που σχετίζονται με τηναιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος στη γειτονική χώρα

Ο Άρειος Πάγος (αποφάσεις 130 135 κα2017) γνωμοδό-τησε κατά της εκδόσεως των οκτώ στρατιωτικών αφού πιθα-νολόγησε με εμπεριστατωμένη αιτιολογία ότι οι εκζητούμενοιθα υποβληθούν σε μεταχείριση αντίθετη προς το άρθρο 3ΕΣΔΑ καθώς και ότι δεν θα έχουν δίκαιη δίκη

Στην παράλληλη διαδικασία χορηγήσεως ασύλου οι αρμόδιεςΕπιτροπές πρόσφατα δε και η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επι-κρατείας δέχτηκαν ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τηνυπαγωγή αιτούντων στο καθεστώς του πρόσφυγα

Οι αποφάσεις των δικαστηρίων μας στην υπόθεση των laquoΟκτώraquoσυνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα-κτηρίζεται από πνεύμα προστασίας των ενδιαφερομένων έναντιτης απειλούμενης παραβίασης θεμελιωδών δικαιωμάτων τουςσε χώρες που δεν παρέχουν τα εχέγγυα σεβασμού τους (βλπχ τις ΑΠ 4472015 1812015 κα)

Η σύλληψη και (ήδη πολύμηνη) κράτηση των δύο Ελλήνωνστρατιωτικών από την Τουρκία χωρίς απαγγελία κατηγορίαςσυνδέεται ευθέως με την υπόθεση των laquoΟκτώraquo Είναι τα laquoαντίποιναraquo της επιθετικής γείτονος για την μη έκδοση τωνΤούρκων στρατιωτικών

Στην βαρυσήμαντη επιστολή της Ένωσης ΕυρωπαίωνΠοινικολόγων (ECBA) της 2562018 προς τους επι-κεφαλής του Συμβουλίου της Ευρώπης καθώς καιτον Πρόεδρο και τον Υπουργό Δικαιοσύνης τηςΤουρκίας επισημαίνεται ότι laquoΗ έκβαση μιας δίκαιης διαδικασίας[των laquoΔύοraquo] δεν πρέπει να επηρεαστεί ή διαταραχθεί από εξω-τικούς και άσχετους παράγοντες όπως οι αιτήσεις χορήγησηςασύλου από τους Τούρκους στρατιωτικούς στην Ελλάδαraquo

Και ακόμη ότι laquoΗ παραπομπή σε δίκη των δύο στρατιωτικώνσυνιστά καθrsquo εαυτήν παραβίαση της αρχής της καλής γειτονίας[που] απαιτεί να εξεταστεί πρώτα απrsquo όλα αν συντρέχει κάποιοςλόγος να μην επιστραφούν στην Ελλάδα με αντάλλαγμα τοπολύ μια συγγνώμηraquo

Πλέον πρόσφατα η ημέτερη Συντονιστική Επιτροπή των Προ-έδρων των Δικηγορικών Συλλόγων τονίζει στην ανακοίνωση της772018 ότι laquoμε ευθύνη της Τουρκικής πλευράς η υπόθεση εκ-φεύγει του νομικού της χαρακτήρα και αποκτά πολιτική διά-στασηraquo και καλεί όλους τους φορείς να συμπράξουν για τηνπροάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου

Οι τελευταίες εξελίξεις στην Τουρκία και οι μάλλον ωμές δηλώ-σεις κορυφαίων πολιτικών της δεν δικαιολογούν αισιοδοξία γιαμια πιθανή laquoπολιτικήraquo διευθέτηση της υπόθεσης των laquoΔύοraquo

Την λύση μπορεί να δώσει ίσως το Δικαστήριο του Στρα-σβούργου

Ηλίας Γ Αναγνωστόπουλος Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων

No 3 bull Ιούλιος 2018

Οι laquoΟκτώraquo και οι laquoΔύοraquo

Π

Τ Α Ν Ε Α Τ Η Σ Ε Ε Π

Στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Δικηγορικού Συλλόγου

Αθηνών laquoΜιχάλης Ζαφειρόπουλοςraquo έγινε την 5η Ιουλίου 2018

η τελετή απονομής των Βραβείων Δημ Μπαμπάκου και Κων

Τσιριμώκου Τα βραβεία τα οποία έχει θεσμοθετήσει η Ένωση

Ελλήνων Ποινικολόγων στη μνήμη των ιδρυτών και ευεργετών

της απονέμονται σε νέους ποινικολόγους που διακρίνονται

για το ήθος τους στην άσκηση του λειτουργήματος και τη

συμβολή τους στην προαγωγή των ποινικών επιστημών

Οι βραβευθέντες Ιωάννης Μοροζίνης Σταύρος Τόγιας και Νικόλαος

Βιτώρος έλαβαν δια χειρός του Χριστόφορου Αργυρόπουλου τις

περγαμηνές του Βραβείου Μπαμπάκου (για το 2017 και το2018) και του Βραβείου Τσιριμώκου αντιστοίχως

Τους βραβευθέντες και το έργο τους παρουσίασαν στην εκδήλωση οι Αριστομένης Τζαννετής Πολυχρόνης Τσιρίδης καιΑναστάσιος Τριανταφύλλου ενώ στην εισαγωγική ομιλία του οΗλίας Αναγνωστόπουλος επισήμανε τη σημασία και την αξία τωνΒραβείων στη μακρά και λαμπρά παράδοση της ποινικολογίαςστην Ελλάδα

Ακολούθησαν οι εξαιρετικές κατά γενική ομολογία αντιφωνή-σεις των τιμηθέντων και δεξίωση στους χώρους του ΔΣΑ

NOVA CRIMINALIA No 3 2

Βραβεία Δημητρίου Μπαμπάκου και Κωνσταντίνου Τσιριμώκου

Οι βραβευθέντες τα μέλη της Επιτροπής Βραβείων (Χ Αργυρόπουλος ΠΤσιρίδης Π Καζής Αρ Τζαννετής Αν Τριανταφύλλου) και ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων Η Αναγνωστόπουλος

Ν Βιτώρος Χ Αργυρόπουλος

Ι Μοροζίνης Χ Αργυρόπουλος Σ Τόγιας Χ Αργυρόπουλος

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Δικηγόροι και προστασία προσωπικών δεδομένωνΔημήτρης Χρ Αναστασόπουλος Δικηγόρος Πρόεδρος ΕΕΝe-Θέμις Σύμβουλος ΔΣΑ

πό τις 25 Μαΐου 2018 ισχύει και στην Ελλάδα όπως και σε όλες τις χώρες της

ΕΕ ο Κανονισμός 2016679 (ΓΚΠΔ) για τηνlaquoπροστασία των φυσικών προσώπων έναντι τηςεπεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και γιατην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτώνraquo που στόχοέχει την ευρύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία τωνπροσωπικών δεδομένων των πολιτών της ΕΕ Πρόκειται γιαένα νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται στον τομέα της προ-στασίας των προσωπικών δεδομένων με ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον και για το χώρο ημών των δικηγόρων για δύο κυρίως λόγους πρώτον γιατί ο Κανονισμός επιβάλλει τη συμ-μόρφωση όλων όσων επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα

με τις διατάξεις του κάτι που συνιστάκατά κύριο λόγο νομική εργασία Συνεπώς απαιτείται η εξειδίκευση καιη συστηματική ενασχόληση συναδέλ-φων με τον ειδικότερο αυτό τομέα δικαίου Και δεύτερον γιατί δεν εξαι-ρούμαστε ούτε εμείς οι δικηγόροιαπό τις προβλέψεις του ΚανονισμούΣτον ΔΣΑ εγκαίρως επιδιώξαμε ναπαράσχουμε σε όλους τους συναδέλ-φους τη δυνατότητα επιμόρφωσηςμέσω της διοργάνωσης ειδικού σεμι-ναρίου σαράντα ωρών σε συνερ -

γασία και με την ΑΠΔΠΧ (βλ αναλυτικότερα σεwwwgdprdsagr) το οποίο μέχρι σήμερα έχουν παρακολου-θήσει περισσότεροι από πεντακόσιοι δικηγόροι

Βασικό λοιπόν ερώτημα που μας απασχολεί είναι αν και σε τιέκταση ο Κανονισμός επηρεάζει τη δικηγορική μας καθημερι-νότητα Ήδη απαντήθηκε ότι ο Κανονισμός δεν μας εξαιρείαπό το πεδίο εφαρμογής του όπως άλλωστε δεν εξαιρεί καικανέναν άλλον επαγγελματικό κλάδο Συνεπώς αυτό που απο-μένει προς συζήτηση είναι σε τι έκταση και σε ποιες κατευθύν-σεις μας επηρεάζει Ο γράφων υποστήριξε από την πρώτηστιγμή ότι οι δικηγόροι θα έπρεπε να απολαμβάνουμε αν όχιρητής και πλήρους πάντως ευρύτερων εξαιρέσεων από τιςπροβλέψεις του Κανονισμού καθώς υφίσταται ούτως ή άλλωςένα ισχυρό πλέγμα διατάξεων που μας επιβάλλει την προστα-σία των προσωπικών δεδομένων των εντολέων μας Ειδικό-τερα και τουλάχιστον σε ότι αφορά τους εντολείς μας τοδικηγορικό απόρρητο όπως αυτό προβλέπεται στο άρθρο 38του Κώδικα Δικηγόρων (Ν41942013) και στα άρθρα 32 και36 του Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήμα-τος επιβάλλει την προστασία των προσωπικών τους δεδομέ-νων και μάλιστα σε ένα πλαίσιο ευρύτερο και αυστηρότεροακόμα και από τον Κανονισμό δεδομένου ότι και η έννοια του

είναι ευρύτερη από εκείνη των προσωπικών δεδομένων Πα-ράλληλα δε ισχύει και μια σειρά ακόμα σχετικών διατάξεωνόπως είναι το άρθρο 371 ΠΚ για την παραβίαση της επαγγελ-ματικής εχεμύθειας και το άρθρο 212 ΚΠΔ για το επαγγελμα-τικό απόρρητο των μαρτύρων που καθιστούν ακόμα πιοαυστηρό το πλαίσιο προστασίας των προσωπικών δεδομένωντων εντολέων μας Και τα ανωτέρω άλλωστε έχοντας υπόψητου ο νομοθέτης είχε προβλέψει ρητώς την εξαίρεση των δι-κηγόρων από τις υποχρεώσεις που επέβαλε ο Ν24721997(άρθρο 7Α στοιχεrsquo)

Πέραν όμως των δεδομένων του εντολέα του ο δικηγόροςσυλλέγει και επεξεργάζεται δεδομένα και άλλων προσώπωνόπως του αντιδίκου του εντολέα του μαρτύρων τουτων δικηγόρων του αντιδίκου συνεργατών του δικηγόρων δικαστι-κών επιμελητών συμβολαιογράφων εξωτερικών συνεργατώνπρομηθευτών κα Οφείλει λοιπόν ως προς αυτά να σέβεταιτις αρχές και τις προβλέψεις του Κανονισμού και δη ως προςτη νομιμότητα της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένωνβάσει των προβλεπόμενων νομιμοποιητικών βάσεων σταάρθρα 6 και 9 του Κανονισμού Θα πρέπει πχ η όποια επε-ξεργασία των δεδομένων να εξυπηρετεί την εκτέλεση της σύμ-βασης μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του να έχειληφθεί η συγκατάθεση για την επεξεργασία βάσει όσων προ-βλέπονται στα άρθρα 6 7 και 9 του Κανονισμού όταν η επε-ξεργασία αφορά σκοπούς που δεν εντάσσονται στηνεκπλήρωση των αμοιβαίων υποχρεώσεων που απορρέουν απότη σύμβαση εντολής και η υποχρέωση επεξεργασίας προσω-πικών δεδομένων να προβλέπεται σε νόμο

Η αλήθεια πάντως είναι ότι πολλές από τις προβλέψεις-αρχέςγια την προστασία των προσωπικών δεδομένων που επεξερ-γαζόμαστε ίσχυαν ήδη Υφίστανται ωστόσο και νέες υποχρε-ώσεις όπως αυτή για την τήρηση αρχείων επεξεργασίαςσύμφωνα με το άρθρο 30 του Κανονισμού Καίτοι έχουν υπο-στηριχθεί και οι δύο απόψεις με εύλογα επιχειρήματα ήτοι

και η άποψη ότι δεν έχουμε οι δικη-γόροι υποχρέωση για τήρηση αρ-χείου επεξεργασίας και η αντίθετηάποψη ωστόσο οι προϋποθέσειςπου τίθενται στην παρ5 του ως άνωάρθρου και δη εκείνη περί μη περι-στασιακής επεξεργασίας συνηγο-ρούν υπέρ της υποχρεωτικότηταςκαι για τους δικηγόρους (σημειώνε-ται ότι η ΑΠΔΠΧ έχει δημοσιεύσειστην ιστοσελίδα της πρότυπο αρ-χείου επεξεργασίας)

Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κανονισμού κάθε υπεύ-θυνος επεξεργασίας οφείλει να εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικάκαι οργανωτικά μέτρα ασφαλείας ώστε να διασφαλίζει laquoκαι ναμπορεί να αποδεικνύειraquo ότι η επεξεργασία γίνεται σύμφωναμε τον Κανονισμό Βεβαίως κάθε δικηγορικό γραφείο όπωςκαι κάθε δικηγορική εταιρεία θα πρέπει να λαμβάνει κατάλληλαμέτρα ανάλογα κάθε φορά με το μέγεθος και τις ανάγκες του

Α

NOVA CRIMINALIA No 3 3

ldquoένα νέο περιβάλλον

διαμορφώνεταιστον τομέα τηςπροστασίας των

προσωπικών δεδομένων με

ιδιαίτερα έντονοενδιαφέρον και

για το χώρο ημώντων δικηγόρωνrdquo

ldquoκάθε δικηγορικόγραφείο όπως και

κάθε δικηγορικήεταιρεία θα

πρέπει να λαμβάνεικατάλληλα μέτρα

ανάλογα κάθεφορά με το

μέγεθος και τιςανάγκες τουrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Κάποια βασικά τέτοια μέτρα που μπορούμε να λάβουμεάμεσα με καθόλου ή με ελάχιστο κόστος είναι ορισμένα εξόσων απορρέουν από τη διεθνώς αναγνωρισμένη laquoclean deskpolicyraquo ήτοι να κλειδώνουμε με ασφάλεια τον υπολογιστή μαςστο τέλος της ημέρας να εγκαθιστούμε κωδικούς σε κάθευπολογιστή ή φορητή μονάδα αρχείων (usb) να προτιμάμεασφαλείς providers για την ηλεκτρονική μας επικοινωνία να

καταστρέφουμε αρχεία που δεν χρειαζόμαστε πλέον κά Ο ΔΣΑ έχει εκδώσει ένα πρώτο εγχειρίδιο οδηγιών πουωστόσο αποτελεί μόνο μια πρώτη προσέγγιση στα ζητήματαπου θα μας απασχολήσουν Πολλά εξ αυτών θα τα επιλύσει ηίδια η πράξη η ΑΠΔΠΧ σε βάθος χρόνου ενώ το επόμενοδιάστημα θα επιχειρηθεί εξ ημών η έκδοση ενός αναλυτικότε-ρου οδηγού για τους δικηγόρους

NOVA CRIMINALIA No 3 4

Η επίδραση του νέου δικαίου τηςΕΕ για την προστασία προσωπικώνδεδομένων στην ποινική δίκη(Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων 2016679 και Οδηγία 2016680)

Γρηγόρης Β Τσόλιας Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικών ΕπιστημώνΜέλος (αν) Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ)

Ι Η εφαρμογή της Οδηγίας 9546ΕΚ (ν 247296)για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνκατέστη ξεπερασμένη λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων (διαδίκτυο υπολογιστικό νέφος κλπ)και αναποτελεσματική λόγω του μοντέλου συμμόρφωσης πουείχε επιλεγεί και το οποίο παρουσίαζε από τη μια χαρακτηρι-στικά πρόληψης ή προεκτίμησης μιας παράνομης ή επικίνδυ-νης επεξεργασίας (Γνωστοποίηση σύστασης αρχείου ή αίτησηΑδειοδότησης επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προς τηνΑΠΔΠΧ) και από την άλλη χαρακτηριστικά καταστολής ή έγκρισης της επεξεργασίας (Αδειοδότηση ή επιβολή κύρωσηςαπό την ΑΠΔΠΧ)

Υπό το νέο μοντέλο συμμόρφωσης που εισάγεται με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) υπrsquo αρ6792016 και την Οδηγία 6802016 για την προστασία προ-σωπικών δεδομένων που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς πρόληψης διερεύνησηςδιακρίβωσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων αφενός ουδείςεξαιρείται πλέον της εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίαςαφετέρου το βάρος και η πρωτοβουλία συμμόρφωσης μετα-φέρεται από την ΑΠΔΠΧ στον υπεύθυνο και εκτελούντα τηνεπεξεργασία

ΙI Με το άρθρο 7A παρ 1 εδ εrsquo Ν 24721997 οι δικηγόροι(ως υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων) απαλλάσσονταν τηςυποχρέωσης υποβολής δήλωσης Γνωστοποίησης συλλογήςκαι έναρξης λειτουργίας αρχείου των πελατών τους προς τηνΑΠΔΠΧ εφόσον δεσμεύονταν από υποχρέωση τήρησηςαπορρήτου με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι απαλλάσσονταν εν γένει της εφαρμογής της σχε-τικής νομοθεσίας

Η εσφαλμένη αυτή εντύπωση ενισχύθηκε από την ρητή αναφορά της προαναφερόμενης διάταξης σε δικηγορικό

απόρρητο και συνεχίζεται να υποστηρίζεται μεμονωμένα κατόπιν της θέσης σε εφαρμογή του ΓΚΠΔ Η θέση αυτή παραβλέπει το σκοπό και τη νομική φύση του απορρήτου μεταξύ εντολέα και δικηγόρου (που αφορά μόνο όσα εμπι-στεύθηκε [ή] ως απόρρητα ο εντολέας στον δικηγόρο) ηοποία μεταφερόμενη στο δίκαιο περί προστασίας προσωπικώνδεδομένων αντιστοιχεί σε ένα μόνο τμήμα της αρχής της νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων και σε ένα μόνο τμήματης υποχρέωσης για την ασφάλεια των δεδομένων

Η βασιμότητα της θέσης μας προκύπτει και από το άρθρο 90του ΓΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει ειδικούς κανόνες για τον καθορισμό τωνελεγκτικών εξουσιών της ΑΠΔΠΧ έναντι υπευθύνων ή εκτελούν-των την επεξεργασία δεδομένων που δεσμεύονται από υπο-χρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σε σχέσημε δεδομένα που έλαβαν στο πλαίσιο της επαγγελματικής δρα-στηριότητας που καλύπτεται από την εν λόγω υποχρέωσηαπορρήτου (πχ δικηγόροι ιατροί) Επομένως ενώ η επίκλησητου δικηγορικού απορρήτου για την μείωση των υποχρεώσεωνσυμμόρφωσης (όχι όμως για την καθrsquo ολοκληρίαν εξαίρεσηαπό αυτές) έβρισκε έρεισμα στο προηγούμενο μοντέλο συμμόρφωσης (καθώς η υποχρέωση Γνωστοποίησης στην

ΑΠΔΠΧ laquoυποκαταστάθηκεraquo απότην υποχρέωση τήρησης απορρή-του) πλέον στο νέο μοντέλο συμμόρφωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας η επίκληση του επαγ-γελματικού απορρήτου δεν αρκείγια να laquoυποκαταστήσειraquo τις υποχρε-ώσεις συμμόρφωσης Αντιθέτως τοδικηγορικό απόρρητο μπορεί νααποτελέσει λόγω απόρριψης κατrsquoαρ 15 παρ 4 ΓΚΠΔ τυχόν αιτήμα-τος πρόσβασης και λήψης αντιγρά-φου εκ της δικογραφίας που τηρείο δικηγόρος

IIΙ Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ 2 εδ βrsquo ν 24721997 ηνομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνδεν εφαρμόζεται από τις δικαστικές ndash εισαγγελικές αρχές καιτις υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τουςστο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης ή για την εξυπη-ρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους με σκοπό τη βεβαίωση εγκλημάτων

ldquoΥπό το νέο νομικό πλαίσιο καιιδίως τις διατάξεις

της Οδηγίας6802016 οι αρμό-

διες δικαστικές εισαγγελικές καιπροανακριτικές

Αρχές οφείλουνπλέον να συμμορ-

φώνονται στις υπο-χρεώσεις τήρησηςτης νομοθεσίαςrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Υπό το νέο νομικό πλαίσιο και ιδίως τις διατάξεις της Οδηγίας6802016 οι αρμόδιες δικαστικές εισαγγελικές και προανακρι-τικές Αρχές οφείλουν πλέον να συμμορφώνονται στις υποχρε-ώσεις τήρησης της νομοθεσίας και να επεξεργάζονται ταπροσωπικά δεδομένα των υποκειμένων (υπόπτων κατηγορου-μένων μαρτύρων πραγματογνωμόνων κλπ) τηρώντας τιςαρχές επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και λαμβάνονταςτα αναγκαία μέτρα για την ικανοποίηση των δικαιωμάτων τους(ενημέρωσης πρόσβασης διόρθωσης διαγραφής) υπό τουςαναγκαίους βεβαίως περιορισμούς προκειμένου να αποφευχθείη διακινδύνευση των σκοπών της ανάκρισης καθώς και η παρα -κώλυση ή παρεμπόδιση των σχετικών ερευνών και διαδικασιώνΈτσι ενώ μέχρι σήμερα η πρόσβαση στα στοιχεία ενός φακέ-λου ή αρχείου που τηρούσε η Αστυνομία (πχ δακτυλικών απο-τυπωμάτων) ή η δικαστική Αρχή (πχ δικογραφία στηνανάκριση) ρυθμιζόταν αποκλειστικά από τις διατάξεις του ΚΠΔπλέον δημιουργείται η υποχρέωση (υπό περιορισμούς βεβαίως) ικανοποίησης των προαναφερόμενων δικαιωμάτωντων υποκειμένων με βάση την ειδική ενωσιακή νομοθεσία Στηντελευταία αυτή περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα προσφυγήςσε ανώτερο όργανο όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας (πχΑστυνομία Ανακριτής) δεν ικανοποιεί το ασκούμενο δικαίωμακαι το υποκείμενο θεωρεί ότι παραβιάζεται το δικαίωμα στηνπροστασία των προσωπικών του δεδομένων Στην τελευταίααυτή περίπτωση διαπιστώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας μιαςlaquoπαράλληλης δικονομίαςraquo για την άσκηση των δικαιωμάτων γιατην προστασία των προσωπικών δεδομένων κάθε υποκειμένου

IV Η εφαρμογή του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας 6802016 συνε-πάγεται και την υποχρέωση αυξημένης προστασίας των δεδο-μένων κάθε προσώπου σε βάρος του οποίου ασκήθηκεποινική δίωξη ή καταδικάσθηκε Σε αυτή την κατεύθυνση ελέγ-χεται ως προβληματική η ηλεκτρονική ανάρτηση εκθεμάτωνποινικών δικαστηρίων που περιλαμβάνει τα ονόματα των κατηγορουμένων και το έγκλημα για το οποίο παραπέμπονταινα δικασθούν ή καταδικάσθηκαν η laquoθυροκόλλησηraquo της κλή-σης σε ποινικό δικαστήριο ή του παραπεμπτικού βουλεύματοςή κλητηρίου θεσπίσματος στις εισόδους των πολυκατοικιώντων δικηγορικών γραφείων όπου ο κάθε διερχόμενος μπορείνα λάβει γνώση (ακόμη και να φωτογραφίσει) το περιεχόμενοαυτού η παροχή βεβαίωσης από τη γραμματεία του δικαστη-ρίου για την παράσταση του δικηγόρου προς υπεράσπιση κα-τηγορουμένου όπου αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία του(ενίοτε και το έγκλημα για το οποίο δικάζεται) προκειμένου ναπροσκομισθούν σε άλλο δικαστήριο προς υποστήριξη αιτή-ματος αναβολής λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγό-ρου υπεράσπισης Ήδη το Δικαστήριο της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την υπrsquo αρ 9629-6-2018 ανακοίνωσήτου για την ανωνυμοποίηση των προσωπικών στοιχείων τωνφυσικών προσώπων που μετέχουν στη διαδικασία επί προδι-καστικών υποθέσεων

V Όπως οι αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές Αρχές επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα κατά την διενέργεια

ανακριτικών πράξεων (πχ άρση απορρήτου επικοινωνιών εξέταση DNA κλπ) έτσι και οι δικηγόροι προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπεράσπισης ενός κατηγορουμένουπροβαίνουν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ιδίωςαυτών που υπάγονται στην ειδική κατηγορία του άρθρου 9(πρώην laquoευαίσθητων δεδομένωνraquo) Έτσι η υποβολή ενός αυτοτελούς ισχυρισμού περί πχ μειωμένου καταλογισμού ήαναγνώρισης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ιδιότη-τας του τοξικομανούς συνοδεύεται και από την σχετική έγγραφη τεκμηρίωση με βεβαιώσεις που περιλαμβάνουν δεδομένα υγείας και τα οποία παρέχονται από τα ίδια τα υπο-κείμενα των δεδομένων ή λαμβάνονται από τρίτους κατόπινεξουσιοδότησής τους

Αντίστοιχα η τυχόν επίκληση καταδικαστικών αποφάσεωναπό τον πολιτικώς ενάγοντα σε βάρος του κατηγορουμένουπροκειμένου να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του περί πχ κατrsquoεπάγγελμα τέλεσης του εγκλήματος συνιστά επεξεργασίαπροσωπικών δεδομένων του άρθρου 10 ΓΚΠΔ Παρά το ότι έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι ο ΓΚΠΔ και

η Οδηγία 6802016 απαγορεύουντην επεξεργασία προσωπικών δε-δομένων από τους δικηγόρους καιτα δικαστήρια η αλήθεια είναι ακρι-βώς η αντίθετη Με τον ΓΚΠΔ διευρύνεται η δυνατότητα επεξερ-γασίας των προσωπικών δεδομέ-νων ακόμη και στις περιπτώσειςπου ενδεχομένως δημιουργείται ηεντύπωση ότι η συναφής επεξεργα-σία αγγίζει τον πυρήνα του ατομι-κού δικαιώματος (πχ διερεύνησηεγκλήματος με βάση profiling με γε-νετικά ή με βιομετρικά δεδομένα)υπό την αυτονόητη προϋπόθεσητης τήρησης των λεπτο μερειακώνκανόνων και προϋποθέσεων επε-ξεργασίας των δεδομένων

Η συμμόρφωση των δικηγόρων που ασχολούνται με υποθέ-σεις ποινικού δικαίου είναι επιβεβλημένη για τον επιπλέον λόγοότι επεξεργάζονται δεδομένα που αφορούν ποινικές διώξειςκαι καταδίκες του άρθρου 10 ΓΚΠΔ καθώς και της Οδηγίας6802016 προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπερά-σπισης που έλαβαν από τον εντολέα τους Έτσι νομική βάσηεπεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων των κατηγορουμένωνδεν θα είναι η παροχή συγκατάθεσης όπως εσφαλμένα υπο-στηρίζεται αλλά η εκτέλεση της εντολής ενώ η επεξεργασίαδεδομένων τρίτων προσώπων μπορεί να βασισθεί στην ανάγκηθεμελίωσης άσκησης ή υποστήριξης νομικών αξιώσεων (ldquode-fence of legal claimsrdquo) ανάλογα βεβαίως και με τις επιλογέςτου εθνικού νομοθέτη

[ΤΕΛΟΣ Αrsquo ΜΕΡΟΥΣ]

NOVA CRIMINALIA No 3 5

ldquoΗ συμμόρφωσητων δικηγόρων που

ασχολούνται μευποθέσεις ποινικούδικαίου είναι επιβε-

βλημένη για τονεπιπλέον λόγο

ότι επεξεργάζονταιδεδομένα που

αφορούν ποινικέςδιώξεις και καταδί-κες του άρθρου 10

ΓΚΠΔ καθώς καιτης Οδηγίας

6802016rdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας(Ν 41742013 όπως συμπληρώθηκε με τους Ν 42542014 Ν 43372015 Ν 45092017)

Θεμιστοκλής Ι Σοφός ΔΝ - Δικηγόρος παρ΄Αρείω ΠάγωΑντιπρόεδρος ΔΣΑ

Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ με το Ν 41742013 (ΦΕΚ

Α 17026-07-2013) τροποποιηθείς με το Ν42542014 Ν 43372015 (ΦΕΚ Α 12917-10-2015 κωδικοποιηθείς ήδη με την ΠΝΠ της 24-12-2015)και το Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017) που ισχύειαπό 01-01-2018 καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού καιείσπραξης των εσόδων του Δημοσίου καθώς και τις διοικη-τικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομο-θεσία η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά

Υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δενπροβλέπεται καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ήδικαστικού συμβιβασμού Με την διάταξη της παραγράφου 44του άρθρου 66 Ν 41742013 ορίσθηκε ότι από την έναρξηισχύος του laquoκάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση γιαδιοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό θεωρείται απαράδεκτο καιδεν εξετάζεται Με το άρθρο 71 του Κώδικα ορίζεται ρητά ότικαταργούνται τα άρθρα 17 18 19 20 και 21 του Ν

25231997 Όπου στην κείμενη νομο-θεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμί-σεις του ν 25231997 (άρθρα 17 έως21) εννοούνται πλέον οι αντίστοιχεςρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων66 έως 70

Με το υπ αριθμ πρωτ ΔΕΛΒ1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενι-κής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδωντου Υπουργείου Οικονομικών ζητή-θηκε η γνώμη του Εισαγγελέως του

Αρείου Πάγου περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ 2του Ν 25231997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέσησε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν41742013) καθώς επίσης και περί της επίδρασης ή μη τουιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ2 του Ν 25231997 και τιςεξ αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών γιατην δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής Το ερώτημα αυτό πρέ-πει να αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τις μετέπειτα επιλογέςτου νομοθέτη του Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017)που ισχύει από 01-01-2018 να καθορίσει τις πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου αναγόμενες σε χρήσεις έως καιτην 31122013

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρ 72 παρ 17 Ν 41742013 για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούνεν γένει φορολογικές υποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υπο-θέσεις έως και τις 31122013 επιβάλλεται αντί του πρόσθετουφόρου του άρθρου 1 του ν 25231997 πρόστιμο που ισούταιμε το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 58Α παρά-γραφος 2 ή 59 του Ν 45092017 κατά περίπτωση πλέον τουτόκου του άρθρου 53 του Ν 45092017 ο οποίος υπολογί-ζεται από την 112014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστούτίτλου εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου Εκ της διατάξεως αυτής παρέπεται ότι υπερι-σχύει ο επιεικέστερος υπολογισμός φόρου σε πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε εν γένει φορολογικέςυποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υποθέσεις έως και την311220131

Περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 49του Ν45092017 οι διατάξεις της παρ 17 του άρθρου 72 τουΝ41742013 όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1του άρθρου 49 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά τηνέναρξη ισχύος του Ν45092017 υποθέσεων δηλαδή και επίτων εκκρεμών υποθέσεων την 22-12-20172

Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ορίζεται ρητάστο άρ 34 Ν 41742013 όπου η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρ-θωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου διοικητικούεκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου εφόσοναπό τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμε-νος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος Συνιστά κατ΄ουσίαν ανάκληση από τη Φορολογική Διοίκηση τηςπρογενέστερης πράξης προσδιορισμού φόρου και με την αποδοχήτου από το φορολογούμενο συνεπάγεται τον οριστικό κατα-λογισμό του τελικώς ισχύοντος φόρου και πρόκειται για τηνίδια φύση ανάκλησης προηγούμενης διοικητικήςφορολογικήςπράξης όπως και επί του προισχύσαντος διοικητικού συμβι-βασμού με τον οποίον η Φορολογική Διοίκηση ανακαλεί τηνπροηγούμενη πράξη προσδιορισμού φόρου και προβαίνει σενέο υπολογισμό τον οποίον αποδέχεται ο φορολογούμενος

Ανεξάρτητα από τον εάν εξοφληθεί ή όχι η πράξη διορθωτι-κού προσδιορισμού φόρου παραμένει ο τελευταίος σε ισχύκαι ομοίως συμβαίνει στην περίπτωση του καταρτισθέντος διοικητικού συμβιβασμού δηλαδή ανεξάρτητα από την εκπλή-ρωση ή μη της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης παρα-μένει μόνον αυτή η (τελευταία) πράξη προσδιορισμού φόρουισχυρή επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17 18 και 19

Ο

NOVA CRIMINALIA No 3 6

ldquoΥπό την ισχύ του νέου Κώδικα

Φορολογικής Διαδικασίας δεν

προβλέπεται καμίαδιαδικασία διοικητι-

κής επίλυσης τηςδιαφοράς ή δικαστι-κού συμβιβασμούrdquo

1 Η παράγραφος 17 του Ν42742013 τέθηκε όπως αντικατα -στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν45092017σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 49

2 Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούνενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοι-κητικών δικαστηρίων ενώ οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του Ν45092017 εφαρμόζονται και στην περίπτωσηπου ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή τηνεξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 2: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Τ Α Ν Ε Α Τ Η Σ Ε Ε Π

Στην Αίθουσα Εκδηλώσεων του Δικηγορικού Συλλόγου

Αθηνών laquoΜιχάλης Ζαφειρόπουλοςraquo έγινε την 5η Ιουλίου 2018

η τελετή απονομής των Βραβείων Δημ Μπαμπάκου και Κων

Τσιριμώκου Τα βραβεία τα οποία έχει θεσμοθετήσει η Ένωση

Ελλήνων Ποινικολόγων στη μνήμη των ιδρυτών και ευεργετών

της απονέμονται σε νέους ποινικολόγους που διακρίνονται

για το ήθος τους στην άσκηση του λειτουργήματος και τη

συμβολή τους στην προαγωγή των ποινικών επιστημών

Οι βραβευθέντες Ιωάννης Μοροζίνης Σταύρος Τόγιας και Νικόλαος

Βιτώρος έλαβαν δια χειρός του Χριστόφορου Αργυρόπουλου τις

περγαμηνές του Βραβείου Μπαμπάκου (για το 2017 και το2018) και του Βραβείου Τσιριμώκου αντιστοίχως

Τους βραβευθέντες και το έργο τους παρουσίασαν στην εκδήλωση οι Αριστομένης Τζαννετής Πολυχρόνης Τσιρίδης καιΑναστάσιος Τριανταφύλλου ενώ στην εισαγωγική ομιλία του οΗλίας Αναγνωστόπουλος επισήμανε τη σημασία και την αξία τωνΒραβείων στη μακρά και λαμπρά παράδοση της ποινικολογίαςστην Ελλάδα

Ακολούθησαν οι εξαιρετικές κατά γενική ομολογία αντιφωνή-σεις των τιμηθέντων και δεξίωση στους χώρους του ΔΣΑ

NOVA CRIMINALIA No 3 2

Βραβεία Δημητρίου Μπαμπάκου και Κωνσταντίνου Τσιριμώκου

Οι βραβευθέντες τα μέλη της Επιτροπής Βραβείων (Χ Αργυρόπουλος ΠΤσιρίδης Π Καζής Αρ Τζαννετής Αν Τριανταφύλλου) και ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων Η Αναγνωστόπουλος

Ν Βιτώρος Χ Αργυρόπουλος

Ι Μοροζίνης Χ Αργυρόπουλος Σ Τόγιας Χ Αργυρόπουλος

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Δικηγόροι και προστασία προσωπικών δεδομένωνΔημήτρης Χρ Αναστασόπουλος Δικηγόρος Πρόεδρος ΕΕΝe-Θέμις Σύμβουλος ΔΣΑ

πό τις 25 Μαΐου 2018 ισχύει και στην Ελλάδα όπως και σε όλες τις χώρες της

ΕΕ ο Κανονισμός 2016679 (ΓΚΠΔ) για τηνlaquoπροστασία των φυσικών προσώπων έναντι τηςεπεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και γιατην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτώνraquo που στόχοέχει την ευρύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία τωνπροσωπικών δεδομένων των πολιτών της ΕΕ Πρόκειται γιαένα νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται στον τομέα της προ-στασίας των προσωπικών δεδομένων με ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον και για το χώρο ημών των δικηγόρων για δύο κυρίως λόγους πρώτον γιατί ο Κανονισμός επιβάλλει τη συμ-μόρφωση όλων όσων επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα

με τις διατάξεις του κάτι που συνιστάκατά κύριο λόγο νομική εργασία Συνεπώς απαιτείται η εξειδίκευση καιη συστηματική ενασχόληση συναδέλ-φων με τον ειδικότερο αυτό τομέα δικαίου Και δεύτερον γιατί δεν εξαι-ρούμαστε ούτε εμείς οι δικηγόροιαπό τις προβλέψεις του ΚανονισμούΣτον ΔΣΑ εγκαίρως επιδιώξαμε ναπαράσχουμε σε όλους τους συναδέλ-φους τη δυνατότητα επιμόρφωσηςμέσω της διοργάνωσης ειδικού σεμι-ναρίου σαράντα ωρών σε συνερ -

γασία και με την ΑΠΔΠΧ (βλ αναλυτικότερα σεwwwgdprdsagr) το οποίο μέχρι σήμερα έχουν παρακολου-θήσει περισσότεροι από πεντακόσιοι δικηγόροι

Βασικό λοιπόν ερώτημα που μας απασχολεί είναι αν και σε τιέκταση ο Κανονισμός επηρεάζει τη δικηγορική μας καθημερι-νότητα Ήδη απαντήθηκε ότι ο Κανονισμός δεν μας εξαιρείαπό το πεδίο εφαρμογής του όπως άλλωστε δεν εξαιρεί καικανέναν άλλον επαγγελματικό κλάδο Συνεπώς αυτό που απο-μένει προς συζήτηση είναι σε τι έκταση και σε ποιες κατευθύν-σεις μας επηρεάζει Ο γράφων υποστήριξε από την πρώτηστιγμή ότι οι δικηγόροι θα έπρεπε να απολαμβάνουμε αν όχιρητής και πλήρους πάντως ευρύτερων εξαιρέσεων από τιςπροβλέψεις του Κανονισμού καθώς υφίσταται ούτως ή άλλωςένα ισχυρό πλέγμα διατάξεων που μας επιβάλλει την προστα-σία των προσωπικών δεδομένων των εντολέων μας Ειδικό-τερα και τουλάχιστον σε ότι αφορά τους εντολείς μας τοδικηγορικό απόρρητο όπως αυτό προβλέπεται στο άρθρο 38του Κώδικα Δικηγόρων (Ν41942013) και στα άρθρα 32 και36 του Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήμα-τος επιβάλλει την προστασία των προσωπικών τους δεδομέ-νων και μάλιστα σε ένα πλαίσιο ευρύτερο και αυστηρότεροακόμα και από τον Κανονισμό δεδομένου ότι και η έννοια του

είναι ευρύτερη από εκείνη των προσωπικών δεδομένων Πα-ράλληλα δε ισχύει και μια σειρά ακόμα σχετικών διατάξεωνόπως είναι το άρθρο 371 ΠΚ για την παραβίαση της επαγγελ-ματικής εχεμύθειας και το άρθρο 212 ΚΠΔ για το επαγγελμα-τικό απόρρητο των μαρτύρων που καθιστούν ακόμα πιοαυστηρό το πλαίσιο προστασίας των προσωπικών δεδομένωντων εντολέων μας Και τα ανωτέρω άλλωστε έχοντας υπόψητου ο νομοθέτης είχε προβλέψει ρητώς την εξαίρεση των δι-κηγόρων από τις υποχρεώσεις που επέβαλε ο Ν24721997(άρθρο 7Α στοιχεrsquo)

Πέραν όμως των δεδομένων του εντολέα του ο δικηγόροςσυλλέγει και επεξεργάζεται δεδομένα και άλλων προσώπωνόπως του αντιδίκου του εντολέα του μαρτύρων τουτων δικηγόρων του αντιδίκου συνεργατών του δικηγόρων δικαστι-κών επιμελητών συμβολαιογράφων εξωτερικών συνεργατώνπρομηθευτών κα Οφείλει λοιπόν ως προς αυτά να σέβεταιτις αρχές και τις προβλέψεις του Κανονισμού και δη ως προςτη νομιμότητα της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένωνβάσει των προβλεπόμενων νομιμοποιητικών βάσεων σταάρθρα 6 και 9 του Κανονισμού Θα πρέπει πχ η όποια επε-ξεργασία των δεδομένων να εξυπηρετεί την εκτέλεση της σύμ-βασης μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του να έχειληφθεί η συγκατάθεση για την επεξεργασία βάσει όσων προ-βλέπονται στα άρθρα 6 7 και 9 του Κανονισμού όταν η επε-ξεργασία αφορά σκοπούς που δεν εντάσσονται στηνεκπλήρωση των αμοιβαίων υποχρεώσεων που απορρέουν απότη σύμβαση εντολής και η υποχρέωση επεξεργασίας προσω-πικών δεδομένων να προβλέπεται σε νόμο

Η αλήθεια πάντως είναι ότι πολλές από τις προβλέψεις-αρχέςγια την προστασία των προσωπικών δεδομένων που επεξερ-γαζόμαστε ίσχυαν ήδη Υφίστανται ωστόσο και νέες υποχρε-ώσεις όπως αυτή για την τήρηση αρχείων επεξεργασίαςσύμφωνα με το άρθρο 30 του Κανονισμού Καίτοι έχουν υπο-στηριχθεί και οι δύο απόψεις με εύλογα επιχειρήματα ήτοι

και η άποψη ότι δεν έχουμε οι δικη-γόροι υποχρέωση για τήρηση αρ-χείου επεξεργασίας και η αντίθετηάποψη ωστόσο οι προϋποθέσειςπου τίθενται στην παρ5 του ως άνωάρθρου και δη εκείνη περί μη περι-στασιακής επεξεργασίας συνηγο-ρούν υπέρ της υποχρεωτικότηταςκαι για τους δικηγόρους (σημειώνε-ται ότι η ΑΠΔΠΧ έχει δημοσιεύσειστην ιστοσελίδα της πρότυπο αρ-χείου επεξεργασίας)

Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κανονισμού κάθε υπεύ-θυνος επεξεργασίας οφείλει να εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικάκαι οργανωτικά μέτρα ασφαλείας ώστε να διασφαλίζει laquoκαι ναμπορεί να αποδεικνύειraquo ότι η επεξεργασία γίνεται σύμφωναμε τον Κανονισμό Βεβαίως κάθε δικηγορικό γραφείο όπωςκαι κάθε δικηγορική εταιρεία θα πρέπει να λαμβάνει κατάλληλαμέτρα ανάλογα κάθε φορά με το μέγεθος και τις ανάγκες του

Α

NOVA CRIMINALIA No 3 3

ldquoένα νέο περιβάλλον

διαμορφώνεταιστον τομέα τηςπροστασίας των

προσωπικών δεδομένων με

ιδιαίτερα έντονοενδιαφέρον και

για το χώρο ημώντων δικηγόρωνrdquo

ldquoκάθε δικηγορικόγραφείο όπως και

κάθε δικηγορικήεταιρεία θα

πρέπει να λαμβάνεικατάλληλα μέτρα

ανάλογα κάθεφορά με το

μέγεθος και τιςανάγκες τουrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Κάποια βασικά τέτοια μέτρα που μπορούμε να λάβουμεάμεσα με καθόλου ή με ελάχιστο κόστος είναι ορισμένα εξόσων απορρέουν από τη διεθνώς αναγνωρισμένη laquoclean deskpolicyraquo ήτοι να κλειδώνουμε με ασφάλεια τον υπολογιστή μαςστο τέλος της ημέρας να εγκαθιστούμε κωδικούς σε κάθευπολογιστή ή φορητή μονάδα αρχείων (usb) να προτιμάμεασφαλείς providers για την ηλεκτρονική μας επικοινωνία να

καταστρέφουμε αρχεία που δεν χρειαζόμαστε πλέον κά Ο ΔΣΑ έχει εκδώσει ένα πρώτο εγχειρίδιο οδηγιών πουωστόσο αποτελεί μόνο μια πρώτη προσέγγιση στα ζητήματαπου θα μας απασχολήσουν Πολλά εξ αυτών θα τα επιλύσει ηίδια η πράξη η ΑΠΔΠΧ σε βάθος χρόνου ενώ το επόμενοδιάστημα θα επιχειρηθεί εξ ημών η έκδοση ενός αναλυτικότε-ρου οδηγού για τους δικηγόρους

NOVA CRIMINALIA No 3 4

Η επίδραση του νέου δικαίου τηςΕΕ για την προστασία προσωπικώνδεδομένων στην ποινική δίκη(Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων 2016679 και Οδηγία 2016680)

Γρηγόρης Β Τσόλιας Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικών ΕπιστημώνΜέλος (αν) Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ)

Ι Η εφαρμογή της Οδηγίας 9546ΕΚ (ν 247296)για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνκατέστη ξεπερασμένη λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων (διαδίκτυο υπολογιστικό νέφος κλπ)και αναποτελεσματική λόγω του μοντέλου συμμόρφωσης πουείχε επιλεγεί και το οποίο παρουσίαζε από τη μια χαρακτηρι-στικά πρόληψης ή προεκτίμησης μιας παράνομης ή επικίνδυ-νης επεξεργασίας (Γνωστοποίηση σύστασης αρχείου ή αίτησηΑδειοδότησης επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προς τηνΑΠΔΠΧ) και από την άλλη χαρακτηριστικά καταστολής ή έγκρισης της επεξεργασίας (Αδειοδότηση ή επιβολή κύρωσηςαπό την ΑΠΔΠΧ)

Υπό το νέο μοντέλο συμμόρφωσης που εισάγεται με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) υπrsquo αρ6792016 και την Οδηγία 6802016 για την προστασία προ-σωπικών δεδομένων που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς πρόληψης διερεύνησηςδιακρίβωσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων αφενός ουδείςεξαιρείται πλέον της εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίαςαφετέρου το βάρος και η πρωτοβουλία συμμόρφωσης μετα-φέρεται από την ΑΠΔΠΧ στον υπεύθυνο και εκτελούντα τηνεπεξεργασία

ΙI Με το άρθρο 7A παρ 1 εδ εrsquo Ν 24721997 οι δικηγόροι(ως υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων) απαλλάσσονταν τηςυποχρέωσης υποβολής δήλωσης Γνωστοποίησης συλλογήςκαι έναρξης λειτουργίας αρχείου των πελατών τους προς τηνΑΠΔΠΧ εφόσον δεσμεύονταν από υποχρέωση τήρησηςαπορρήτου με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι απαλλάσσονταν εν γένει της εφαρμογής της σχε-τικής νομοθεσίας

Η εσφαλμένη αυτή εντύπωση ενισχύθηκε από την ρητή αναφορά της προαναφερόμενης διάταξης σε δικηγορικό

απόρρητο και συνεχίζεται να υποστηρίζεται μεμονωμένα κατόπιν της θέσης σε εφαρμογή του ΓΚΠΔ Η θέση αυτή παραβλέπει το σκοπό και τη νομική φύση του απορρήτου μεταξύ εντολέα και δικηγόρου (που αφορά μόνο όσα εμπι-στεύθηκε [ή] ως απόρρητα ο εντολέας στον δικηγόρο) ηοποία μεταφερόμενη στο δίκαιο περί προστασίας προσωπικώνδεδομένων αντιστοιχεί σε ένα μόνο τμήμα της αρχής της νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων και σε ένα μόνο τμήματης υποχρέωσης για την ασφάλεια των δεδομένων

Η βασιμότητα της θέσης μας προκύπτει και από το άρθρο 90του ΓΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει ειδικούς κανόνες για τον καθορισμό τωνελεγκτικών εξουσιών της ΑΠΔΠΧ έναντι υπευθύνων ή εκτελούν-των την επεξεργασία δεδομένων που δεσμεύονται από υπο-χρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σε σχέσημε δεδομένα που έλαβαν στο πλαίσιο της επαγγελματικής δρα-στηριότητας που καλύπτεται από την εν λόγω υποχρέωσηαπορρήτου (πχ δικηγόροι ιατροί) Επομένως ενώ η επίκλησητου δικηγορικού απορρήτου για την μείωση των υποχρεώσεωνσυμμόρφωσης (όχι όμως για την καθrsquo ολοκληρίαν εξαίρεσηαπό αυτές) έβρισκε έρεισμα στο προηγούμενο μοντέλο συμμόρφωσης (καθώς η υποχρέωση Γνωστοποίησης στην

ΑΠΔΠΧ laquoυποκαταστάθηκεraquo απότην υποχρέωση τήρησης απορρή-του) πλέον στο νέο μοντέλο συμμόρφωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας η επίκληση του επαγ-γελματικού απορρήτου δεν αρκείγια να laquoυποκαταστήσειraquo τις υποχρε-ώσεις συμμόρφωσης Αντιθέτως τοδικηγορικό απόρρητο μπορεί νααποτελέσει λόγω απόρριψης κατrsquoαρ 15 παρ 4 ΓΚΠΔ τυχόν αιτήμα-τος πρόσβασης και λήψης αντιγρά-φου εκ της δικογραφίας που τηρείο δικηγόρος

IIΙ Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ 2 εδ βrsquo ν 24721997 ηνομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνδεν εφαρμόζεται από τις δικαστικές ndash εισαγγελικές αρχές καιτις υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τουςστο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης ή για την εξυπη-ρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους με σκοπό τη βεβαίωση εγκλημάτων

ldquoΥπό το νέο νομικό πλαίσιο καιιδίως τις διατάξεις

της Οδηγίας6802016 οι αρμό-

διες δικαστικές εισαγγελικές καιπροανακριτικές

Αρχές οφείλουνπλέον να συμμορ-

φώνονται στις υπο-χρεώσεις τήρησηςτης νομοθεσίαςrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Υπό το νέο νομικό πλαίσιο και ιδίως τις διατάξεις της Οδηγίας6802016 οι αρμόδιες δικαστικές εισαγγελικές και προανακρι-τικές Αρχές οφείλουν πλέον να συμμορφώνονται στις υποχρε-ώσεις τήρησης της νομοθεσίας και να επεξεργάζονται ταπροσωπικά δεδομένα των υποκειμένων (υπόπτων κατηγορου-μένων μαρτύρων πραγματογνωμόνων κλπ) τηρώντας τιςαρχές επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και λαμβάνονταςτα αναγκαία μέτρα για την ικανοποίηση των δικαιωμάτων τους(ενημέρωσης πρόσβασης διόρθωσης διαγραφής) υπό τουςαναγκαίους βεβαίως περιορισμούς προκειμένου να αποφευχθείη διακινδύνευση των σκοπών της ανάκρισης καθώς και η παρα -κώλυση ή παρεμπόδιση των σχετικών ερευνών και διαδικασιώνΈτσι ενώ μέχρι σήμερα η πρόσβαση στα στοιχεία ενός φακέ-λου ή αρχείου που τηρούσε η Αστυνομία (πχ δακτυλικών απο-τυπωμάτων) ή η δικαστική Αρχή (πχ δικογραφία στηνανάκριση) ρυθμιζόταν αποκλειστικά από τις διατάξεις του ΚΠΔπλέον δημιουργείται η υποχρέωση (υπό περιορισμούς βεβαίως) ικανοποίησης των προαναφερόμενων δικαιωμάτωντων υποκειμένων με βάση την ειδική ενωσιακή νομοθεσία Στηντελευταία αυτή περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα προσφυγήςσε ανώτερο όργανο όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας (πχΑστυνομία Ανακριτής) δεν ικανοποιεί το ασκούμενο δικαίωμακαι το υποκείμενο θεωρεί ότι παραβιάζεται το δικαίωμα στηνπροστασία των προσωπικών του δεδομένων Στην τελευταίααυτή περίπτωση διαπιστώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας μιαςlaquoπαράλληλης δικονομίαςraquo για την άσκηση των δικαιωμάτων γιατην προστασία των προσωπικών δεδομένων κάθε υποκειμένου

IV Η εφαρμογή του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας 6802016 συνε-πάγεται και την υποχρέωση αυξημένης προστασίας των δεδο-μένων κάθε προσώπου σε βάρος του οποίου ασκήθηκεποινική δίωξη ή καταδικάσθηκε Σε αυτή την κατεύθυνση ελέγ-χεται ως προβληματική η ηλεκτρονική ανάρτηση εκθεμάτωνποινικών δικαστηρίων που περιλαμβάνει τα ονόματα των κατηγορουμένων και το έγκλημα για το οποίο παραπέμπονταινα δικασθούν ή καταδικάσθηκαν η laquoθυροκόλλησηraquo της κλή-σης σε ποινικό δικαστήριο ή του παραπεμπτικού βουλεύματοςή κλητηρίου θεσπίσματος στις εισόδους των πολυκατοικιώντων δικηγορικών γραφείων όπου ο κάθε διερχόμενος μπορείνα λάβει γνώση (ακόμη και να φωτογραφίσει) το περιεχόμενοαυτού η παροχή βεβαίωσης από τη γραμματεία του δικαστη-ρίου για την παράσταση του δικηγόρου προς υπεράσπιση κα-τηγορουμένου όπου αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία του(ενίοτε και το έγκλημα για το οποίο δικάζεται) προκειμένου ναπροσκομισθούν σε άλλο δικαστήριο προς υποστήριξη αιτή-ματος αναβολής λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγό-ρου υπεράσπισης Ήδη το Δικαστήριο της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την υπrsquo αρ 9629-6-2018 ανακοίνωσήτου για την ανωνυμοποίηση των προσωπικών στοιχείων τωνφυσικών προσώπων που μετέχουν στη διαδικασία επί προδι-καστικών υποθέσεων

V Όπως οι αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές Αρχές επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα κατά την διενέργεια

ανακριτικών πράξεων (πχ άρση απορρήτου επικοινωνιών εξέταση DNA κλπ) έτσι και οι δικηγόροι προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπεράσπισης ενός κατηγορουμένουπροβαίνουν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ιδίωςαυτών που υπάγονται στην ειδική κατηγορία του άρθρου 9(πρώην laquoευαίσθητων δεδομένωνraquo) Έτσι η υποβολή ενός αυτοτελούς ισχυρισμού περί πχ μειωμένου καταλογισμού ήαναγνώρισης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ιδιότη-τας του τοξικομανούς συνοδεύεται και από την σχετική έγγραφη τεκμηρίωση με βεβαιώσεις που περιλαμβάνουν δεδομένα υγείας και τα οποία παρέχονται από τα ίδια τα υπο-κείμενα των δεδομένων ή λαμβάνονται από τρίτους κατόπινεξουσιοδότησής τους

Αντίστοιχα η τυχόν επίκληση καταδικαστικών αποφάσεωναπό τον πολιτικώς ενάγοντα σε βάρος του κατηγορουμένουπροκειμένου να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του περί πχ κατrsquoεπάγγελμα τέλεσης του εγκλήματος συνιστά επεξεργασίαπροσωπικών δεδομένων του άρθρου 10 ΓΚΠΔ Παρά το ότι έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι ο ΓΚΠΔ και

η Οδηγία 6802016 απαγορεύουντην επεξεργασία προσωπικών δε-δομένων από τους δικηγόρους καιτα δικαστήρια η αλήθεια είναι ακρι-βώς η αντίθετη Με τον ΓΚΠΔ διευρύνεται η δυνατότητα επεξερ-γασίας των προσωπικών δεδομέ-νων ακόμη και στις περιπτώσειςπου ενδεχομένως δημιουργείται ηεντύπωση ότι η συναφής επεξεργα-σία αγγίζει τον πυρήνα του ατομι-κού δικαιώματος (πχ διερεύνησηεγκλήματος με βάση profiling με γε-νετικά ή με βιομετρικά δεδομένα)υπό την αυτονόητη προϋπόθεσητης τήρησης των λεπτο μερειακώνκανόνων και προϋποθέσεων επε-ξεργασίας των δεδομένων

Η συμμόρφωση των δικηγόρων που ασχολούνται με υποθέ-σεις ποινικού δικαίου είναι επιβεβλημένη για τον επιπλέον λόγοότι επεξεργάζονται δεδομένα που αφορούν ποινικές διώξειςκαι καταδίκες του άρθρου 10 ΓΚΠΔ καθώς και της Οδηγίας6802016 προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπερά-σπισης που έλαβαν από τον εντολέα τους Έτσι νομική βάσηεπεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων των κατηγορουμένωνδεν θα είναι η παροχή συγκατάθεσης όπως εσφαλμένα υπο-στηρίζεται αλλά η εκτέλεση της εντολής ενώ η επεξεργασίαδεδομένων τρίτων προσώπων μπορεί να βασισθεί στην ανάγκηθεμελίωσης άσκησης ή υποστήριξης νομικών αξιώσεων (ldquode-fence of legal claimsrdquo) ανάλογα βεβαίως και με τις επιλογέςτου εθνικού νομοθέτη

[ΤΕΛΟΣ Αrsquo ΜΕΡΟΥΣ]

NOVA CRIMINALIA No 3 5

ldquoΗ συμμόρφωσητων δικηγόρων που

ασχολούνται μευποθέσεις ποινικούδικαίου είναι επιβε-

βλημένη για τονεπιπλέον λόγο

ότι επεξεργάζονταιδεδομένα που

αφορούν ποινικέςδιώξεις και καταδί-κες του άρθρου 10

ΓΚΠΔ καθώς καιτης Οδηγίας

6802016rdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας(Ν 41742013 όπως συμπληρώθηκε με τους Ν 42542014 Ν 43372015 Ν 45092017)

Θεμιστοκλής Ι Σοφός ΔΝ - Δικηγόρος παρ΄Αρείω ΠάγωΑντιπρόεδρος ΔΣΑ

Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ με το Ν 41742013 (ΦΕΚ

Α 17026-07-2013) τροποποιηθείς με το Ν42542014 Ν 43372015 (ΦΕΚ Α 12917-10-2015 κωδικοποιηθείς ήδη με την ΠΝΠ της 24-12-2015)και το Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017) που ισχύειαπό 01-01-2018 καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού καιείσπραξης των εσόδων του Δημοσίου καθώς και τις διοικη-τικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομο-θεσία η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά

Υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δενπροβλέπεται καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ήδικαστικού συμβιβασμού Με την διάταξη της παραγράφου 44του άρθρου 66 Ν 41742013 ορίσθηκε ότι από την έναρξηισχύος του laquoκάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση γιαδιοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό θεωρείται απαράδεκτο καιδεν εξετάζεται Με το άρθρο 71 του Κώδικα ορίζεται ρητά ότικαταργούνται τα άρθρα 17 18 19 20 και 21 του Ν

25231997 Όπου στην κείμενη νομο-θεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμί-σεις του ν 25231997 (άρθρα 17 έως21) εννοούνται πλέον οι αντίστοιχεςρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων66 έως 70

Με το υπ αριθμ πρωτ ΔΕΛΒ1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενι-κής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδωντου Υπουργείου Οικονομικών ζητή-θηκε η γνώμη του Εισαγγελέως του

Αρείου Πάγου περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ 2του Ν 25231997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέσησε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν41742013) καθώς επίσης και περί της επίδρασης ή μη τουιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ2 του Ν 25231997 και τιςεξ αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών γιατην δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής Το ερώτημα αυτό πρέ-πει να αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τις μετέπειτα επιλογέςτου νομοθέτη του Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017)που ισχύει από 01-01-2018 να καθορίσει τις πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου αναγόμενες σε χρήσεις έως καιτην 31122013

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρ 72 παρ 17 Ν 41742013 για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούνεν γένει φορολογικές υποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υπο-θέσεις έως και τις 31122013 επιβάλλεται αντί του πρόσθετουφόρου του άρθρου 1 του ν 25231997 πρόστιμο που ισούταιμε το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 58Α παρά-γραφος 2 ή 59 του Ν 45092017 κατά περίπτωση πλέον τουτόκου του άρθρου 53 του Ν 45092017 ο οποίος υπολογί-ζεται από την 112014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστούτίτλου εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου Εκ της διατάξεως αυτής παρέπεται ότι υπερι-σχύει ο επιεικέστερος υπολογισμός φόρου σε πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε εν γένει φορολογικέςυποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υποθέσεις έως και την311220131

Περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 49του Ν45092017 οι διατάξεις της παρ 17 του άρθρου 72 τουΝ41742013 όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1του άρθρου 49 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά τηνέναρξη ισχύος του Ν45092017 υποθέσεων δηλαδή και επίτων εκκρεμών υποθέσεων την 22-12-20172

Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ορίζεται ρητάστο άρ 34 Ν 41742013 όπου η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρ-θωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου διοικητικούεκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου εφόσοναπό τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμε-νος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος Συνιστά κατ΄ουσίαν ανάκληση από τη Φορολογική Διοίκηση τηςπρογενέστερης πράξης προσδιορισμού φόρου και με την αποδοχήτου από το φορολογούμενο συνεπάγεται τον οριστικό κατα-λογισμό του τελικώς ισχύοντος φόρου και πρόκειται για τηνίδια φύση ανάκλησης προηγούμενης διοικητικήςφορολογικήςπράξης όπως και επί του προισχύσαντος διοικητικού συμβι-βασμού με τον οποίον η Φορολογική Διοίκηση ανακαλεί τηνπροηγούμενη πράξη προσδιορισμού φόρου και προβαίνει σενέο υπολογισμό τον οποίον αποδέχεται ο φορολογούμενος

Ανεξάρτητα από τον εάν εξοφληθεί ή όχι η πράξη διορθωτι-κού προσδιορισμού φόρου παραμένει ο τελευταίος σε ισχύκαι ομοίως συμβαίνει στην περίπτωση του καταρτισθέντος διοικητικού συμβιβασμού δηλαδή ανεξάρτητα από την εκπλή-ρωση ή μη της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης παρα-μένει μόνον αυτή η (τελευταία) πράξη προσδιορισμού φόρουισχυρή επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17 18 και 19

Ο

NOVA CRIMINALIA No 3 6

ldquoΥπό την ισχύ του νέου Κώδικα

Φορολογικής Διαδικασίας δεν

προβλέπεται καμίαδιαδικασία διοικητι-

κής επίλυσης τηςδιαφοράς ή δικαστι-κού συμβιβασμούrdquo

1 Η παράγραφος 17 του Ν42742013 τέθηκε όπως αντικατα -στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν45092017σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 49

2 Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούνενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοι-κητικών δικαστηρίων ενώ οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του Ν45092017 εφαρμόζονται και στην περίπτωσηπου ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή τηνεξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 3: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Δικηγόροι και προστασία προσωπικών δεδομένωνΔημήτρης Χρ Αναστασόπουλος Δικηγόρος Πρόεδρος ΕΕΝe-Θέμις Σύμβουλος ΔΣΑ

πό τις 25 Μαΐου 2018 ισχύει και στην Ελλάδα όπως και σε όλες τις χώρες της

ΕΕ ο Κανονισμός 2016679 (ΓΚΠΔ) για τηνlaquoπροστασία των φυσικών προσώπων έναντι τηςεπεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και γιατην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτώνraquo που στόχοέχει την ευρύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία τωνπροσωπικών δεδομένων των πολιτών της ΕΕ Πρόκειται γιαένα νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται στον τομέα της προ-στασίας των προσωπικών δεδομένων με ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον και για το χώρο ημών των δικηγόρων για δύο κυρίως λόγους πρώτον γιατί ο Κανονισμός επιβάλλει τη συμ-μόρφωση όλων όσων επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα

με τις διατάξεις του κάτι που συνιστάκατά κύριο λόγο νομική εργασία Συνεπώς απαιτείται η εξειδίκευση καιη συστηματική ενασχόληση συναδέλ-φων με τον ειδικότερο αυτό τομέα δικαίου Και δεύτερον γιατί δεν εξαι-ρούμαστε ούτε εμείς οι δικηγόροιαπό τις προβλέψεις του ΚανονισμούΣτον ΔΣΑ εγκαίρως επιδιώξαμε ναπαράσχουμε σε όλους τους συναδέλ-φους τη δυνατότητα επιμόρφωσηςμέσω της διοργάνωσης ειδικού σεμι-ναρίου σαράντα ωρών σε συνερ -

γασία και με την ΑΠΔΠΧ (βλ αναλυτικότερα σεwwwgdprdsagr) το οποίο μέχρι σήμερα έχουν παρακολου-θήσει περισσότεροι από πεντακόσιοι δικηγόροι

Βασικό λοιπόν ερώτημα που μας απασχολεί είναι αν και σε τιέκταση ο Κανονισμός επηρεάζει τη δικηγορική μας καθημερι-νότητα Ήδη απαντήθηκε ότι ο Κανονισμός δεν μας εξαιρείαπό το πεδίο εφαρμογής του όπως άλλωστε δεν εξαιρεί καικανέναν άλλον επαγγελματικό κλάδο Συνεπώς αυτό που απο-μένει προς συζήτηση είναι σε τι έκταση και σε ποιες κατευθύν-σεις μας επηρεάζει Ο γράφων υποστήριξε από την πρώτηστιγμή ότι οι δικηγόροι θα έπρεπε να απολαμβάνουμε αν όχιρητής και πλήρους πάντως ευρύτερων εξαιρέσεων από τιςπροβλέψεις του Κανονισμού καθώς υφίσταται ούτως ή άλλωςένα ισχυρό πλέγμα διατάξεων που μας επιβάλλει την προστα-σία των προσωπικών δεδομένων των εντολέων μας Ειδικό-τερα και τουλάχιστον σε ότι αφορά τους εντολείς μας τοδικηγορικό απόρρητο όπως αυτό προβλέπεται στο άρθρο 38του Κώδικα Δικηγόρων (Ν41942013) και στα άρθρα 32 και36 του Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήμα-τος επιβάλλει την προστασία των προσωπικών τους δεδομέ-νων και μάλιστα σε ένα πλαίσιο ευρύτερο και αυστηρότεροακόμα και από τον Κανονισμό δεδομένου ότι και η έννοια του

είναι ευρύτερη από εκείνη των προσωπικών δεδομένων Πα-ράλληλα δε ισχύει και μια σειρά ακόμα σχετικών διατάξεωνόπως είναι το άρθρο 371 ΠΚ για την παραβίαση της επαγγελ-ματικής εχεμύθειας και το άρθρο 212 ΚΠΔ για το επαγγελμα-τικό απόρρητο των μαρτύρων που καθιστούν ακόμα πιοαυστηρό το πλαίσιο προστασίας των προσωπικών δεδομένωντων εντολέων μας Και τα ανωτέρω άλλωστε έχοντας υπόψητου ο νομοθέτης είχε προβλέψει ρητώς την εξαίρεση των δι-κηγόρων από τις υποχρεώσεις που επέβαλε ο Ν24721997(άρθρο 7Α στοιχεrsquo)

Πέραν όμως των δεδομένων του εντολέα του ο δικηγόροςσυλλέγει και επεξεργάζεται δεδομένα και άλλων προσώπωνόπως του αντιδίκου του εντολέα του μαρτύρων τουτων δικηγόρων του αντιδίκου συνεργατών του δικηγόρων δικαστι-κών επιμελητών συμβολαιογράφων εξωτερικών συνεργατώνπρομηθευτών κα Οφείλει λοιπόν ως προς αυτά να σέβεταιτις αρχές και τις προβλέψεις του Κανονισμού και δη ως προςτη νομιμότητα της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένωνβάσει των προβλεπόμενων νομιμοποιητικών βάσεων σταάρθρα 6 και 9 του Κανονισμού Θα πρέπει πχ η όποια επε-ξεργασία των δεδομένων να εξυπηρετεί την εκτέλεση της σύμ-βασης μεταξύ του δικηγόρου και του εντολέα του να έχειληφθεί η συγκατάθεση για την επεξεργασία βάσει όσων προ-βλέπονται στα άρθρα 6 7 και 9 του Κανονισμού όταν η επε-ξεργασία αφορά σκοπούς που δεν εντάσσονται στηνεκπλήρωση των αμοιβαίων υποχρεώσεων που απορρέουν απότη σύμβαση εντολής και η υποχρέωση επεξεργασίας προσω-πικών δεδομένων να προβλέπεται σε νόμο

Η αλήθεια πάντως είναι ότι πολλές από τις προβλέψεις-αρχέςγια την προστασία των προσωπικών δεδομένων που επεξερ-γαζόμαστε ίσχυαν ήδη Υφίστανται ωστόσο και νέες υποχρε-ώσεις όπως αυτή για την τήρηση αρχείων επεξεργασίαςσύμφωνα με το άρθρο 30 του Κανονισμού Καίτοι έχουν υπο-στηριχθεί και οι δύο απόψεις με εύλογα επιχειρήματα ήτοι

και η άποψη ότι δεν έχουμε οι δικη-γόροι υποχρέωση για τήρηση αρ-χείου επεξεργασίας και η αντίθετηάποψη ωστόσο οι προϋποθέσειςπου τίθενται στην παρ5 του ως άνωάρθρου και δη εκείνη περί μη περι-στασιακής επεξεργασίας συνηγο-ρούν υπέρ της υποχρεωτικότηταςκαι για τους δικηγόρους (σημειώνε-ται ότι η ΑΠΔΠΧ έχει δημοσιεύσειστην ιστοσελίδα της πρότυπο αρ-χείου επεξεργασίας)

Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κανονισμού κάθε υπεύ-θυνος επεξεργασίας οφείλει να εφαρμόζει κατάλληλα τεχνικάκαι οργανωτικά μέτρα ασφαλείας ώστε να διασφαλίζει laquoκαι ναμπορεί να αποδεικνύειraquo ότι η επεξεργασία γίνεται σύμφωναμε τον Κανονισμό Βεβαίως κάθε δικηγορικό γραφείο όπωςκαι κάθε δικηγορική εταιρεία θα πρέπει να λαμβάνει κατάλληλαμέτρα ανάλογα κάθε φορά με το μέγεθος και τις ανάγκες του

Α

NOVA CRIMINALIA No 3 3

ldquoένα νέο περιβάλλον

διαμορφώνεταιστον τομέα τηςπροστασίας των

προσωπικών δεδομένων με

ιδιαίτερα έντονοενδιαφέρον και

για το χώρο ημώντων δικηγόρωνrdquo

ldquoκάθε δικηγορικόγραφείο όπως και

κάθε δικηγορικήεταιρεία θα

πρέπει να λαμβάνεικατάλληλα μέτρα

ανάλογα κάθεφορά με το

μέγεθος και τιςανάγκες τουrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Κάποια βασικά τέτοια μέτρα που μπορούμε να λάβουμεάμεσα με καθόλου ή με ελάχιστο κόστος είναι ορισμένα εξόσων απορρέουν από τη διεθνώς αναγνωρισμένη laquoclean deskpolicyraquo ήτοι να κλειδώνουμε με ασφάλεια τον υπολογιστή μαςστο τέλος της ημέρας να εγκαθιστούμε κωδικούς σε κάθευπολογιστή ή φορητή μονάδα αρχείων (usb) να προτιμάμεασφαλείς providers για την ηλεκτρονική μας επικοινωνία να

καταστρέφουμε αρχεία που δεν χρειαζόμαστε πλέον κά Ο ΔΣΑ έχει εκδώσει ένα πρώτο εγχειρίδιο οδηγιών πουωστόσο αποτελεί μόνο μια πρώτη προσέγγιση στα ζητήματαπου θα μας απασχολήσουν Πολλά εξ αυτών θα τα επιλύσει ηίδια η πράξη η ΑΠΔΠΧ σε βάθος χρόνου ενώ το επόμενοδιάστημα θα επιχειρηθεί εξ ημών η έκδοση ενός αναλυτικότε-ρου οδηγού για τους δικηγόρους

NOVA CRIMINALIA No 3 4

Η επίδραση του νέου δικαίου τηςΕΕ για την προστασία προσωπικώνδεδομένων στην ποινική δίκη(Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων 2016679 και Οδηγία 2016680)

Γρηγόρης Β Τσόλιας Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικών ΕπιστημώνΜέλος (αν) Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ)

Ι Η εφαρμογή της Οδηγίας 9546ΕΚ (ν 247296)για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνκατέστη ξεπερασμένη λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων (διαδίκτυο υπολογιστικό νέφος κλπ)και αναποτελεσματική λόγω του μοντέλου συμμόρφωσης πουείχε επιλεγεί και το οποίο παρουσίαζε από τη μια χαρακτηρι-στικά πρόληψης ή προεκτίμησης μιας παράνομης ή επικίνδυ-νης επεξεργασίας (Γνωστοποίηση σύστασης αρχείου ή αίτησηΑδειοδότησης επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προς τηνΑΠΔΠΧ) και από την άλλη χαρακτηριστικά καταστολής ή έγκρισης της επεξεργασίας (Αδειοδότηση ή επιβολή κύρωσηςαπό την ΑΠΔΠΧ)

Υπό το νέο μοντέλο συμμόρφωσης που εισάγεται με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) υπrsquo αρ6792016 και την Οδηγία 6802016 για την προστασία προ-σωπικών δεδομένων που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς πρόληψης διερεύνησηςδιακρίβωσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων αφενός ουδείςεξαιρείται πλέον της εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίαςαφετέρου το βάρος και η πρωτοβουλία συμμόρφωσης μετα-φέρεται από την ΑΠΔΠΧ στον υπεύθυνο και εκτελούντα τηνεπεξεργασία

ΙI Με το άρθρο 7A παρ 1 εδ εrsquo Ν 24721997 οι δικηγόροι(ως υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων) απαλλάσσονταν τηςυποχρέωσης υποβολής δήλωσης Γνωστοποίησης συλλογήςκαι έναρξης λειτουργίας αρχείου των πελατών τους προς τηνΑΠΔΠΧ εφόσον δεσμεύονταν από υποχρέωση τήρησηςαπορρήτου με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι απαλλάσσονταν εν γένει της εφαρμογής της σχε-τικής νομοθεσίας

Η εσφαλμένη αυτή εντύπωση ενισχύθηκε από την ρητή αναφορά της προαναφερόμενης διάταξης σε δικηγορικό

απόρρητο και συνεχίζεται να υποστηρίζεται μεμονωμένα κατόπιν της θέσης σε εφαρμογή του ΓΚΠΔ Η θέση αυτή παραβλέπει το σκοπό και τη νομική φύση του απορρήτου μεταξύ εντολέα και δικηγόρου (που αφορά μόνο όσα εμπι-στεύθηκε [ή] ως απόρρητα ο εντολέας στον δικηγόρο) ηοποία μεταφερόμενη στο δίκαιο περί προστασίας προσωπικώνδεδομένων αντιστοιχεί σε ένα μόνο τμήμα της αρχής της νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων και σε ένα μόνο τμήματης υποχρέωσης για την ασφάλεια των δεδομένων

Η βασιμότητα της θέσης μας προκύπτει και από το άρθρο 90του ΓΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει ειδικούς κανόνες για τον καθορισμό τωνελεγκτικών εξουσιών της ΑΠΔΠΧ έναντι υπευθύνων ή εκτελούν-των την επεξεργασία δεδομένων που δεσμεύονται από υπο-χρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σε σχέσημε δεδομένα που έλαβαν στο πλαίσιο της επαγγελματικής δρα-στηριότητας που καλύπτεται από την εν λόγω υποχρέωσηαπορρήτου (πχ δικηγόροι ιατροί) Επομένως ενώ η επίκλησητου δικηγορικού απορρήτου για την μείωση των υποχρεώσεωνσυμμόρφωσης (όχι όμως για την καθrsquo ολοκληρίαν εξαίρεσηαπό αυτές) έβρισκε έρεισμα στο προηγούμενο μοντέλο συμμόρφωσης (καθώς η υποχρέωση Γνωστοποίησης στην

ΑΠΔΠΧ laquoυποκαταστάθηκεraquo απότην υποχρέωση τήρησης απορρή-του) πλέον στο νέο μοντέλο συμμόρφωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας η επίκληση του επαγ-γελματικού απορρήτου δεν αρκείγια να laquoυποκαταστήσειraquo τις υποχρε-ώσεις συμμόρφωσης Αντιθέτως τοδικηγορικό απόρρητο μπορεί νααποτελέσει λόγω απόρριψης κατrsquoαρ 15 παρ 4 ΓΚΠΔ τυχόν αιτήμα-τος πρόσβασης και λήψης αντιγρά-φου εκ της δικογραφίας που τηρείο δικηγόρος

IIΙ Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ 2 εδ βrsquo ν 24721997 ηνομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνδεν εφαρμόζεται από τις δικαστικές ndash εισαγγελικές αρχές καιτις υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τουςστο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης ή για την εξυπη-ρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους με σκοπό τη βεβαίωση εγκλημάτων

ldquoΥπό το νέο νομικό πλαίσιο καιιδίως τις διατάξεις

της Οδηγίας6802016 οι αρμό-

διες δικαστικές εισαγγελικές καιπροανακριτικές

Αρχές οφείλουνπλέον να συμμορ-

φώνονται στις υπο-χρεώσεις τήρησηςτης νομοθεσίαςrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Υπό το νέο νομικό πλαίσιο και ιδίως τις διατάξεις της Οδηγίας6802016 οι αρμόδιες δικαστικές εισαγγελικές και προανακρι-τικές Αρχές οφείλουν πλέον να συμμορφώνονται στις υποχρε-ώσεις τήρησης της νομοθεσίας και να επεξεργάζονται ταπροσωπικά δεδομένα των υποκειμένων (υπόπτων κατηγορου-μένων μαρτύρων πραγματογνωμόνων κλπ) τηρώντας τιςαρχές επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και λαμβάνονταςτα αναγκαία μέτρα για την ικανοποίηση των δικαιωμάτων τους(ενημέρωσης πρόσβασης διόρθωσης διαγραφής) υπό τουςαναγκαίους βεβαίως περιορισμούς προκειμένου να αποφευχθείη διακινδύνευση των σκοπών της ανάκρισης καθώς και η παρα -κώλυση ή παρεμπόδιση των σχετικών ερευνών και διαδικασιώνΈτσι ενώ μέχρι σήμερα η πρόσβαση στα στοιχεία ενός φακέ-λου ή αρχείου που τηρούσε η Αστυνομία (πχ δακτυλικών απο-τυπωμάτων) ή η δικαστική Αρχή (πχ δικογραφία στηνανάκριση) ρυθμιζόταν αποκλειστικά από τις διατάξεις του ΚΠΔπλέον δημιουργείται η υποχρέωση (υπό περιορισμούς βεβαίως) ικανοποίησης των προαναφερόμενων δικαιωμάτωντων υποκειμένων με βάση την ειδική ενωσιακή νομοθεσία Στηντελευταία αυτή περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα προσφυγήςσε ανώτερο όργανο όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας (πχΑστυνομία Ανακριτής) δεν ικανοποιεί το ασκούμενο δικαίωμακαι το υποκείμενο θεωρεί ότι παραβιάζεται το δικαίωμα στηνπροστασία των προσωπικών του δεδομένων Στην τελευταίααυτή περίπτωση διαπιστώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας μιαςlaquoπαράλληλης δικονομίαςraquo για την άσκηση των δικαιωμάτων γιατην προστασία των προσωπικών δεδομένων κάθε υποκειμένου

IV Η εφαρμογή του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας 6802016 συνε-πάγεται και την υποχρέωση αυξημένης προστασίας των δεδο-μένων κάθε προσώπου σε βάρος του οποίου ασκήθηκεποινική δίωξη ή καταδικάσθηκε Σε αυτή την κατεύθυνση ελέγ-χεται ως προβληματική η ηλεκτρονική ανάρτηση εκθεμάτωνποινικών δικαστηρίων που περιλαμβάνει τα ονόματα των κατηγορουμένων και το έγκλημα για το οποίο παραπέμπονταινα δικασθούν ή καταδικάσθηκαν η laquoθυροκόλλησηraquo της κλή-σης σε ποινικό δικαστήριο ή του παραπεμπτικού βουλεύματοςή κλητηρίου θεσπίσματος στις εισόδους των πολυκατοικιώντων δικηγορικών γραφείων όπου ο κάθε διερχόμενος μπορείνα λάβει γνώση (ακόμη και να φωτογραφίσει) το περιεχόμενοαυτού η παροχή βεβαίωσης από τη γραμματεία του δικαστη-ρίου για την παράσταση του δικηγόρου προς υπεράσπιση κα-τηγορουμένου όπου αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία του(ενίοτε και το έγκλημα για το οποίο δικάζεται) προκειμένου ναπροσκομισθούν σε άλλο δικαστήριο προς υποστήριξη αιτή-ματος αναβολής λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγό-ρου υπεράσπισης Ήδη το Δικαστήριο της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την υπrsquo αρ 9629-6-2018 ανακοίνωσήτου για την ανωνυμοποίηση των προσωπικών στοιχείων τωνφυσικών προσώπων που μετέχουν στη διαδικασία επί προδι-καστικών υποθέσεων

V Όπως οι αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές Αρχές επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα κατά την διενέργεια

ανακριτικών πράξεων (πχ άρση απορρήτου επικοινωνιών εξέταση DNA κλπ) έτσι και οι δικηγόροι προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπεράσπισης ενός κατηγορουμένουπροβαίνουν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ιδίωςαυτών που υπάγονται στην ειδική κατηγορία του άρθρου 9(πρώην laquoευαίσθητων δεδομένωνraquo) Έτσι η υποβολή ενός αυτοτελούς ισχυρισμού περί πχ μειωμένου καταλογισμού ήαναγνώρισης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ιδιότη-τας του τοξικομανούς συνοδεύεται και από την σχετική έγγραφη τεκμηρίωση με βεβαιώσεις που περιλαμβάνουν δεδομένα υγείας και τα οποία παρέχονται από τα ίδια τα υπο-κείμενα των δεδομένων ή λαμβάνονται από τρίτους κατόπινεξουσιοδότησής τους

Αντίστοιχα η τυχόν επίκληση καταδικαστικών αποφάσεωναπό τον πολιτικώς ενάγοντα σε βάρος του κατηγορουμένουπροκειμένου να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του περί πχ κατrsquoεπάγγελμα τέλεσης του εγκλήματος συνιστά επεξεργασίαπροσωπικών δεδομένων του άρθρου 10 ΓΚΠΔ Παρά το ότι έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι ο ΓΚΠΔ και

η Οδηγία 6802016 απαγορεύουντην επεξεργασία προσωπικών δε-δομένων από τους δικηγόρους καιτα δικαστήρια η αλήθεια είναι ακρι-βώς η αντίθετη Με τον ΓΚΠΔ διευρύνεται η δυνατότητα επεξερ-γασίας των προσωπικών δεδομέ-νων ακόμη και στις περιπτώσειςπου ενδεχομένως δημιουργείται ηεντύπωση ότι η συναφής επεξεργα-σία αγγίζει τον πυρήνα του ατομι-κού δικαιώματος (πχ διερεύνησηεγκλήματος με βάση profiling με γε-νετικά ή με βιομετρικά δεδομένα)υπό την αυτονόητη προϋπόθεσητης τήρησης των λεπτο μερειακώνκανόνων και προϋποθέσεων επε-ξεργασίας των δεδομένων

Η συμμόρφωση των δικηγόρων που ασχολούνται με υποθέ-σεις ποινικού δικαίου είναι επιβεβλημένη για τον επιπλέον λόγοότι επεξεργάζονται δεδομένα που αφορούν ποινικές διώξειςκαι καταδίκες του άρθρου 10 ΓΚΠΔ καθώς και της Οδηγίας6802016 προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπερά-σπισης που έλαβαν από τον εντολέα τους Έτσι νομική βάσηεπεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων των κατηγορουμένωνδεν θα είναι η παροχή συγκατάθεσης όπως εσφαλμένα υπο-στηρίζεται αλλά η εκτέλεση της εντολής ενώ η επεξεργασίαδεδομένων τρίτων προσώπων μπορεί να βασισθεί στην ανάγκηθεμελίωσης άσκησης ή υποστήριξης νομικών αξιώσεων (ldquode-fence of legal claimsrdquo) ανάλογα βεβαίως και με τις επιλογέςτου εθνικού νομοθέτη

[ΤΕΛΟΣ Αrsquo ΜΕΡΟΥΣ]

NOVA CRIMINALIA No 3 5

ldquoΗ συμμόρφωσητων δικηγόρων που

ασχολούνται μευποθέσεις ποινικούδικαίου είναι επιβε-

βλημένη για τονεπιπλέον λόγο

ότι επεξεργάζονταιδεδομένα που

αφορούν ποινικέςδιώξεις και καταδί-κες του άρθρου 10

ΓΚΠΔ καθώς καιτης Οδηγίας

6802016rdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας(Ν 41742013 όπως συμπληρώθηκε με τους Ν 42542014 Ν 43372015 Ν 45092017)

Θεμιστοκλής Ι Σοφός ΔΝ - Δικηγόρος παρ΄Αρείω ΠάγωΑντιπρόεδρος ΔΣΑ

Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ με το Ν 41742013 (ΦΕΚ

Α 17026-07-2013) τροποποιηθείς με το Ν42542014 Ν 43372015 (ΦΕΚ Α 12917-10-2015 κωδικοποιηθείς ήδη με την ΠΝΠ της 24-12-2015)και το Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017) που ισχύειαπό 01-01-2018 καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού καιείσπραξης των εσόδων του Δημοσίου καθώς και τις διοικη-τικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομο-θεσία η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά

Υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δενπροβλέπεται καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ήδικαστικού συμβιβασμού Με την διάταξη της παραγράφου 44του άρθρου 66 Ν 41742013 ορίσθηκε ότι από την έναρξηισχύος του laquoκάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση γιαδιοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό θεωρείται απαράδεκτο καιδεν εξετάζεται Με το άρθρο 71 του Κώδικα ορίζεται ρητά ότικαταργούνται τα άρθρα 17 18 19 20 και 21 του Ν

25231997 Όπου στην κείμενη νομο-θεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμί-σεις του ν 25231997 (άρθρα 17 έως21) εννοούνται πλέον οι αντίστοιχεςρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων66 έως 70

Με το υπ αριθμ πρωτ ΔΕΛΒ1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενι-κής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδωντου Υπουργείου Οικονομικών ζητή-θηκε η γνώμη του Εισαγγελέως του

Αρείου Πάγου περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ 2του Ν 25231997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέσησε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν41742013) καθώς επίσης και περί της επίδρασης ή μη τουιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ2 του Ν 25231997 και τιςεξ αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών γιατην δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής Το ερώτημα αυτό πρέ-πει να αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τις μετέπειτα επιλογέςτου νομοθέτη του Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017)που ισχύει από 01-01-2018 να καθορίσει τις πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου αναγόμενες σε χρήσεις έως καιτην 31122013

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρ 72 παρ 17 Ν 41742013 για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούνεν γένει φορολογικές υποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υπο-θέσεις έως και τις 31122013 επιβάλλεται αντί του πρόσθετουφόρου του άρθρου 1 του ν 25231997 πρόστιμο που ισούταιμε το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 58Α παρά-γραφος 2 ή 59 του Ν 45092017 κατά περίπτωση πλέον τουτόκου του άρθρου 53 του Ν 45092017 ο οποίος υπολογί-ζεται από την 112014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστούτίτλου εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου Εκ της διατάξεως αυτής παρέπεται ότι υπερι-σχύει ο επιεικέστερος υπολογισμός φόρου σε πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε εν γένει φορολογικέςυποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υποθέσεις έως και την311220131

Περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 49του Ν45092017 οι διατάξεις της παρ 17 του άρθρου 72 τουΝ41742013 όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1του άρθρου 49 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά τηνέναρξη ισχύος του Ν45092017 υποθέσεων δηλαδή και επίτων εκκρεμών υποθέσεων την 22-12-20172

Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ορίζεται ρητάστο άρ 34 Ν 41742013 όπου η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρ-θωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου διοικητικούεκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου εφόσοναπό τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμε-νος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος Συνιστά κατ΄ουσίαν ανάκληση από τη Φορολογική Διοίκηση τηςπρογενέστερης πράξης προσδιορισμού φόρου και με την αποδοχήτου από το φορολογούμενο συνεπάγεται τον οριστικό κατα-λογισμό του τελικώς ισχύοντος φόρου και πρόκειται για τηνίδια φύση ανάκλησης προηγούμενης διοικητικήςφορολογικήςπράξης όπως και επί του προισχύσαντος διοικητικού συμβι-βασμού με τον οποίον η Φορολογική Διοίκηση ανακαλεί τηνπροηγούμενη πράξη προσδιορισμού φόρου και προβαίνει σενέο υπολογισμό τον οποίον αποδέχεται ο φορολογούμενος

Ανεξάρτητα από τον εάν εξοφληθεί ή όχι η πράξη διορθωτι-κού προσδιορισμού φόρου παραμένει ο τελευταίος σε ισχύκαι ομοίως συμβαίνει στην περίπτωση του καταρτισθέντος διοικητικού συμβιβασμού δηλαδή ανεξάρτητα από την εκπλή-ρωση ή μη της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης παρα-μένει μόνον αυτή η (τελευταία) πράξη προσδιορισμού φόρουισχυρή επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17 18 και 19

Ο

NOVA CRIMINALIA No 3 6

ldquoΥπό την ισχύ του νέου Κώδικα

Φορολογικής Διαδικασίας δεν

προβλέπεται καμίαδιαδικασία διοικητι-

κής επίλυσης τηςδιαφοράς ή δικαστι-κού συμβιβασμούrdquo

1 Η παράγραφος 17 του Ν42742013 τέθηκε όπως αντικατα -στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν45092017σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 49

2 Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούνενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοι-κητικών δικαστηρίων ενώ οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του Ν45092017 εφαρμόζονται και στην περίπτωσηπου ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή τηνεξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 4: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Κάποια βασικά τέτοια μέτρα που μπορούμε να λάβουμεάμεσα με καθόλου ή με ελάχιστο κόστος είναι ορισμένα εξόσων απορρέουν από τη διεθνώς αναγνωρισμένη laquoclean deskpolicyraquo ήτοι να κλειδώνουμε με ασφάλεια τον υπολογιστή μαςστο τέλος της ημέρας να εγκαθιστούμε κωδικούς σε κάθευπολογιστή ή φορητή μονάδα αρχείων (usb) να προτιμάμεασφαλείς providers για την ηλεκτρονική μας επικοινωνία να

καταστρέφουμε αρχεία που δεν χρειαζόμαστε πλέον κά Ο ΔΣΑ έχει εκδώσει ένα πρώτο εγχειρίδιο οδηγιών πουωστόσο αποτελεί μόνο μια πρώτη προσέγγιση στα ζητήματαπου θα μας απασχολήσουν Πολλά εξ αυτών θα τα επιλύσει ηίδια η πράξη η ΑΠΔΠΧ σε βάθος χρόνου ενώ το επόμενοδιάστημα θα επιχειρηθεί εξ ημών η έκδοση ενός αναλυτικότε-ρου οδηγού για τους δικηγόρους

NOVA CRIMINALIA No 3 4

Η επίδραση του νέου δικαίου τηςΕΕ για την προστασία προσωπικώνδεδομένων στην ποινική δίκη(Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων 2016679 και Οδηγία 2016680)

Γρηγόρης Β Τσόλιας Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικών ΕπιστημώνΜέλος (αν) Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ)

Ι Η εφαρμογή της Οδηγίας 9546ΕΚ (ν 247296)για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνκατέστη ξεπερασμένη λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων (διαδίκτυο υπολογιστικό νέφος κλπ)και αναποτελεσματική λόγω του μοντέλου συμμόρφωσης πουείχε επιλεγεί και το οποίο παρουσίαζε από τη μια χαρακτηρι-στικά πρόληψης ή προεκτίμησης μιας παράνομης ή επικίνδυ-νης επεξεργασίας (Γνωστοποίηση σύστασης αρχείου ή αίτησηΑδειοδότησης επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προς τηνΑΠΔΠΧ) και από την άλλη χαρακτηριστικά καταστολής ή έγκρισης της επεξεργασίας (Αδειοδότηση ή επιβολή κύρωσηςαπό την ΑΠΔΠΧ)

Υπό το νέο μοντέλο συμμόρφωσης που εισάγεται με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) υπrsquo αρ6792016 και την Οδηγία 6802016 για την προστασία προ-σωπικών δεδομένων που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες Αρχές για τους σκοπούς πρόληψης διερεύνησηςδιακρίβωσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων αφενός ουδείςεξαιρείται πλέον της εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίαςαφετέρου το βάρος και η πρωτοβουλία συμμόρφωσης μετα-φέρεται από την ΑΠΔΠΧ στον υπεύθυνο και εκτελούντα τηνεπεξεργασία

ΙI Με το άρθρο 7A παρ 1 εδ εrsquo Ν 24721997 οι δικηγόροι(ως υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων) απαλλάσσονταν τηςυποχρέωσης υποβολής δήλωσης Γνωστοποίησης συλλογήςκαι έναρξης λειτουργίας αρχείου των πελατών τους προς τηνΑΠΔΠΧ εφόσον δεσμεύονταν από υποχρέωση τήρησηςαπορρήτου με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι απαλλάσσονταν εν γένει της εφαρμογής της σχε-τικής νομοθεσίας

Η εσφαλμένη αυτή εντύπωση ενισχύθηκε από την ρητή αναφορά της προαναφερόμενης διάταξης σε δικηγορικό

απόρρητο και συνεχίζεται να υποστηρίζεται μεμονωμένα κατόπιν της θέσης σε εφαρμογή του ΓΚΠΔ Η θέση αυτή παραβλέπει το σκοπό και τη νομική φύση του απορρήτου μεταξύ εντολέα και δικηγόρου (που αφορά μόνο όσα εμπι-στεύθηκε [ή] ως απόρρητα ο εντολέας στον δικηγόρο) ηοποία μεταφερόμενη στο δίκαιο περί προστασίας προσωπικώνδεδομένων αντιστοιχεί σε ένα μόνο τμήμα της αρχής της νόμιμης επεξεργασίας των δεδομένων και σε ένα μόνο τμήματης υποχρέωσης για την ασφάλεια των δεδομένων

Η βασιμότητα της θέσης μας προκύπτει και από το άρθρο 90του ΓΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει ειδικούς κανόνες για τον καθορισμό τωνελεγκτικών εξουσιών της ΑΠΔΠΧ έναντι υπευθύνων ή εκτελούν-των την επεξεργασία δεδομένων που δεσμεύονται από υπο-χρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου σε σχέσημε δεδομένα που έλαβαν στο πλαίσιο της επαγγελματικής δρα-στηριότητας που καλύπτεται από την εν λόγω υποχρέωσηαπορρήτου (πχ δικηγόροι ιατροί) Επομένως ενώ η επίκλησητου δικηγορικού απορρήτου για την μείωση των υποχρεώσεωνσυμμόρφωσης (όχι όμως για την καθrsquo ολοκληρίαν εξαίρεσηαπό αυτές) έβρισκε έρεισμα στο προηγούμενο μοντέλο συμμόρφωσης (καθώς η υποχρέωση Γνωστοποίησης στην

ΑΠΔΠΧ laquoυποκαταστάθηκεraquo απότην υποχρέωση τήρησης απορρή-του) πλέον στο νέο μοντέλο συμμόρφωσης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας η επίκληση του επαγ-γελματικού απορρήτου δεν αρκείγια να laquoυποκαταστήσειraquo τις υποχρε-ώσεις συμμόρφωσης Αντιθέτως τοδικηγορικό απόρρητο μπορεί νααποτελέσει λόγω απόρριψης κατrsquoαρ 15 παρ 4 ΓΚΠΔ τυχόν αιτήμα-τος πρόσβασης και λήψης αντιγρά-φου εκ της δικογραφίας που τηρείο δικηγόρος

IIΙ Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ 2 εδ βrsquo ν 24721997 ηνομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένωνδεν εφαρμόζεται από τις δικαστικές ndash εισαγγελικές αρχές καιτις υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τουςστο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης ή για την εξυπη-ρέτηση των αναγκών της λειτουργίας τους με σκοπό τη βεβαίωση εγκλημάτων

ldquoΥπό το νέο νομικό πλαίσιο καιιδίως τις διατάξεις

της Οδηγίας6802016 οι αρμό-

διες δικαστικές εισαγγελικές καιπροανακριτικές

Αρχές οφείλουνπλέον να συμμορ-

φώνονται στις υπο-χρεώσεις τήρησηςτης νομοθεσίαςrdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Υπό το νέο νομικό πλαίσιο και ιδίως τις διατάξεις της Οδηγίας6802016 οι αρμόδιες δικαστικές εισαγγελικές και προανακρι-τικές Αρχές οφείλουν πλέον να συμμορφώνονται στις υποχρε-ώσεις τήρησης της νομοθεσίας και να επεξεργάζονται ταπροσωπικά δεδομένα των υποκειμένων (υπόπτων κατηγορου-μένων μαρτύρων πραγματογνωμόνων κλπ) τηρώντας τιςαρχές επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και λαμβάνονταςτα αναγκαία μέτρα για την ικανοποίηση των δικαιωμάτων τους(ενημέρωσης πρόσβασης διόρθωσης διαγραφής) υπό τουςαναγκαίους βεβαίως περιορισμούς προκειμένου να αποφευχθείη διακινδύνευση των σκοπών της ανάκρισης καθώς και η παρα -κώλυση ή παρεμπόδιση των σχετικών ερευνών και διαδικασιώνΈτσι ενώ μέχρι σήμερα η πρόσβαση στα στοιχεία ενός φακέ-λου ή αρχείου που τηρούσε η Αστυνομία (πχ δακτυλικών απο-τυπωμάτων) ή η δικαστική Αρχή (πχ δικογραφία στηνανάκριση) ρυθμιζόταν αποκλειστικά από τις διατάξεις του ΚΠΔπλέον δημιουργείται η υποχρέωση (υπό περιορισμούς βεβαίως) ικανοποίησης των προαναφερόμενων δικαιωμάτωντων υποκειμένων με βάση την ειδική ενωσιακή νομοθεσία Στηντελευταία αυτή περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα προσφυγήςσε ανώτερο όργανο όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας (πχΑστυνομία Ανακριτής) δεν ικανοποιεί το ασκούμενο δικαίωμακαι το υποκείμενο θεωρεί ότι παραβιάζεται το δικαίωμα στηνπροστασία των προσωπικών του δεδομένων Στην τελευταίααυτή περίπτωση διαπιστώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας μιαςlaquoπαράλληλης δικονομίαςraquo για την άσκηση των δικαιωμάτων γιατην προστασία των προσωπικών δεδομένων κάθε υποκειμένου

IV Η εφαρμογή του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας 6802016 συνε-πάγεται και την υποχρέωση αυξημένης προστασίας των δεδο-μένων κάθε προσώπου σε βάρος του οποίου ασκήθηκεποινική δίωξη ή καταδικάσθηκε Σε αυτή την κατεύθυνση ελέγ-χεται ως προβληματική η ηλεκτρονική ανάρτηση εκθεμάτωνποινικών δικαστηρίων που περιλαμβάνει τα ονόματα των κατηγορουμένων και το έγκλημα για το οποίο παραπέμπονταινα δικασθούν ή καταδικάσθηκαν η laquoθυροκόλλησηraquo της κλή-σης σε ποινικό δικαστήριο ή του παραπεμπτικού βουλεύματοςή κλητηρίου θεσπίσματος στις εισόδους των πολυκατοικιώντων δικηγορικών γραφείων όπου ο κάθε διερχόμενος μπορείνα λάβει γνώση (ακόμη και να φωτογραφίσει) το περιεχόμενοαυτού η παροχή βεβαίωσης από τη γραμματεία του δικαστη-ρίου για την παράσταση του δικηγόρου προς υπεράσπιση κα-τηγορουμένου όπου αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία του(ενίοτε και το έγκλημα για το οποίο δικάζεται) προκειμένου ναπροσκομισθούν σε άλλο δικαστήριο προς υποστήριξη αιτή-ματος αναβολής λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγό-ρου υπεράσπισης Ήδη το Δικαστήριο της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την υπrsquo αρ 9629-6-2018 ανακοίνωσήτου για την ανωνυμοποίηση των προσωπικών στοιχείων τωνφυσικών προσώπων που μετέχουν στη διαδικασία επί προδι-καστικών υποθέσεων

V Όπως οι αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές Αρχές επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα κατά την διενέργεια

ανακριτικών πράξεων (πχ άρση απορρήτου επικοινωνιών εξέταση DNA κλπ) έτσι και οι δικηγόροι προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπεράσπισης ενός κατηγορουμένουπροβαίνουν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ιδίωςαυτών που υπάγονται στην ειδική κατηγορία του άρθρου 9(πρώην laquoευαίσθητων δεδομένωνraquo) Έτσι η υποβολή ενός αυτοτελούς ισχυρισμού περί πχ μειωμένου καταλογισμού ήαναγνώρισης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ιδιότη-τας του τοξικομανούς συνοδεύεται και από την σχετική έγγραφη τεκμηρίωση με βεβαιώσεις που περιλαμβάνουν δεδομένα υγείας και τα οποία παρέχονται από τα ίδια τα υπο-κείμενα των δεδομένων ή λαμβάνονται από τρίτους κατόπινεξουσιοδότησής τους

Αντίστοιχα η τυχόν επίκληση καταδικαστικών αποφάσεωναπό τον πολιτικώς ενάγοντα σε βάρος του κατηγορουμένουπροκειμένου να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του περί πχ κατrsquoεπάγγελμα τέλεσης του εγκλήματος συνιστά επεξεργασίαπροσωπικών δεδομένων του άρθρου 10 ΓΚΠΔ Παρά το ότι έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι ο ΓΚΠΔ και

η Οδηγία 6802016 απαγορεύουντην επεξεργασία προσωπικών δε-δομένων από τους δικηγόρους καιτα δικαστήρια η αλήθεια είναι ακρι-βώς η αντίθετη Με τον ΓΚΠΔ διευρύνεται η δυνατότητα επεξερ-γασίας των προσωπικών δεδομέ-νων ακόμη και στις περιπτώσειςπου ενδεχομένως δημιουργείται ηεντύπωση ότι η συναφής επεξεργα-σία αγγίζει τον πυρήνα του ατομι-κού δικαιώματος (πχ διερεύνησηεγκλήματος με βάση profiling με γε-νετικά ή με βιομετρικά δεδομένα)υπό την αυτονόητη προϋπόθεσητης τήρησης των λεπτο μερειακώνκανόνων και προϋποθέσεων επε-ξεργασίας των δεδομένων

Η συμμόρφωση των δικηγόρων που ασχολούνται με υποθέ-σεις ποινικού δικαίου είναι επιβεβλημένη για τον επιπλέον λόγοότι επεξεργάζονται δεδομένα που αφορούν ποινικές διώξειςκαι καταδίκες του άρθρου 10 ΓΚΠΔ καθώς και της Οδηγίας6802016 προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπερά-σπισης που έλαβαν από τον εντολέα τους Έτσι νομική βάσηεπεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων των κατηγορουμένωνδεν θα είναι η παροχή συγκατάθεσης όπως εσφαλμένα υπο-στηρίζεται αλλά η εκτέλεση της εντολής ενώ η επεξεργασίαδεδομένων τρίτων προσώπων μπορεί να βασισθεί στην ανάγκηθεμελίωσης άσκησης ή υποστήριξης νομικών αξιώσεων (ldquode-fence of legal claimsrdquo) ανάλογα βεβαίως και με τις επιλογέςτου εθνικού νομοθέτη

[ΤΕΛΟΣ Αrsquo ΜΕΡΟΥΣ]

NOVA CRIMINALIA No 3 5

ldquoΗ συμμόρφωσητων δικηγόρων που

ασχολούνται μευποθέσεις ποινικούδικαίου είναι επιβε-

βλημένη για τονεπιπλέον λόγο

ότι επεξεργάζονταιδεδομένα που

αφορούν ποινικέςδιώξεις και καταδί-κες του άρθρου 10

ΓΚΠΔ καθώς καιτης Οδηγίας

6802016rdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας(Ν 41742013 όπως συμπληρώθηκε με τους Ν 42542014 Ν 43372015 Ν 45092017)

Θεμιστοκλής Ι Σοφός ΔΝ - Δικηγόρος παρ΄Αρείω ΠάγωΑντιπρόεδρος ΔΣΑ

Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ με το Ν 41742013 (ΦΕΚ

Α 17026-07-2013) τροποποιηθείς με το Ν42542014 Ν 43372015 (ΦΕΚ Α 12917-10-2015 κωδικοποιηθείς ήδη με την ΠΝΠ της 24-12-2015)και το Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017) που ισχύειαπό 01-01-2018 καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού καιείσπραξης των εσόδων του Δημοσίου καθώς και τις διοικη-τικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομο-θεσία η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά

Υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δενπροβλέπεται καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ήδικαστικού συμβιβασμού Με την διάταξη της παραγράφου 44του άρθρου 66 Ν 41742013 ορίσθηκε ότι από την έναρξηισχύος του laquoκάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση γιαδιοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό θεωρείται απαράδεκτο καιδεν εξετάζεται Με το άρθρο 71 του Κώδικα ορίζεται ρητά ότικαταργούνται τα άρθρα 17 18 19 20 και 21 του Ν

25231997 Όπου στην κείμενη νομο-θεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμί-σεις του ν 25231997 (άρθρα 17 έως21) εννοούνται πλέον οι αντίστοιχεςρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων66 έως 70

Με το υπ αριθμ πρωτ ΔΕΛΒ1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενι-κής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδωντου Υπουργείου Οικονομικών ζητή-θηκε η γνώμη του Εισαγγελέως του

Αρείου Πάγου περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ 2του Ν 25231997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέσησε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν41742013) καθώς επίσης και περί της επίδρασης ή μη τουιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ2 του Ν 25231997 και τιςεξ αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών γιατην δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής Το ερώτημα αυτό πρέ-πει να αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τις μετέπειτα επιλογέςτου νομοθέτη του Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017)που ισχύει από 01-01-2018 να καθορίσει τις πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου αναγόμενες σε χρήσεις έως καιτην 31122013

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρ 72 παρ 17 Ν 41742013 για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούνεν γένει φορολογικές υποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υπο-θέσεις έως και τις 31122013 επιβάλλεται αντί του πρόσθετουφόρου του άρθρου 1 του ν 25231997 πρόστιμο που ισούταιμε το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 58Α παρά-γραφος 2 ή 59 του Ν 45092017 κατά περίπτωση πλέον τουτόκου του άρθρου 53 του Ν 45092017 ο οποίος υπολογί-ζεται από την 112014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστούτίτλου εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου Εκ της διατάξεως αυτής παρέπεται ότι υπερι-σχύει ο επιεικέστερος υπολογισμός φόρου σε πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε εν γένει φορολογικέςυποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υποθέσεις έως και την311220131

Περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 49του Ν45092017 οι διατάξεις της παρ 17 του άρθρου 72 τουΝ41742013 όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1του άρθρου 49 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά τηνέναρξη ισχύος του Ν45092017 υποθέσεων δηλαδή και επίτων εκκρεμών υποθέσεων την 22-12-20172

Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ορίζεται ρητάστο άρ 34 Ν 41742013 όπου η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρ-θωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου διοικητικούεκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου εφόσοναπό τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμε-νος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος Συνιστά κατ΄ουσίαν ανάκληση από τη Φορολογική Διοίκηση τηςπρογενέστερης πράξης προσδιορισμού φόρου και με την αποδοχήτου από το φορολογούμενο συνεπάγεται τον οριστικό κατα-λογισμό του τελικώς ισχύοντος φόρου και πρόκειται για τηνίδια φύση ανάκλησης προηγούμενης διοικητικήςφορολογικήςπράξης όπως και επί του προισχύσαντος διοικητικού συμβι-βασμού με τον οποίον η Φορολογική Διοίκηση ανακαλεί τηνπροηγούμενη πράξη προσδιορισμού φόρου και προβαίνει σενέο υπολογισμό τον οποίον αποδέχεται ο φορολογούμενος

Ανεξάρτητα από τον εάν εξοφληθεί ή όχι η πράξη διορθωτι-κού προσδιορισμού φόρου παραμένει ο τελευταίος σε ισχύκαι ομοίως συμβαίνει στην περίπτωση του καταρτισθέντος διοικητικού συμβιβασμού δηλαδή ανεξάρτητα από την εκπλή-ρωση ή μη της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης παρα-μένει μόνον αυτή η (τελευταία) πράξη προσδιορισμού φόρουισχυρή επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17 18 και 19

Ο

NOVA CRIMINALIA No 3 6

ldquoΥπό την ισχύ του νέου Κώδικα

Φορολογικής Διαδικασίας δεν

προβλέπεται καμίαδιαδικασία διοικητι-

κής επίλυσης τηςδιαφοράς ή δικαστι-κού συμβιβασμούrdquo

1 Η παράγραφος 17 του Ν42742013 τέθηκε όπως αντικατα -στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν45092017σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 49

2 Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούνενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοι-κητικών δικαστηρίων ενώ οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του Ν45092017 εφαρμόζονται και στην περίπτωσηπου ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή τηνεξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 5: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Υπό το νέο νομικό πλαίσιο και ιδίως τις διατάξεις της Οδηγίας6802016 οι αρμόδιες δικαστικές εισαγγελικές και προανακρι-τικές Αρχές οφείλουν πλέον να συμμορφώνονται στις υποχρε-ώσεις τήρησης της νομοθεσίας και να επεξεργάζονται ταπροσωπικά δεδομένα των υποκειμένων (υπόπτων κατηγορου-μένων μαρτύρων πραγματογνωμόνων κλπ) τηρώντας τιςαρχές επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και λαμβάνονταςτα αναγκαία μέτρα για την ικανοποίηση των δικαιωμάτων τους(ενημέρωσης πρόσβασης διόρθωσης διαγραφής) υπό τουςαναγκαίους βεβαίως περιορισμούς προκειμένου να αποφευχθείη διακινδύνευση των σκοπών της ανάκρισης καθώς και η παρα -κώλυση ή παρεμπόδιση των σχετικών ερευνών και διαδικασιώνΈτσι ενώ μέχρι σήμερα η πρόσβαση στα στοιχεία ενός φακέ-λου ή αρχείου που τηρούσε η Αστυνομία (πχ δακτυλικών απο-τυπωμάτων) ή η δικαστική Αρχή (πχ δικογραφία στηνανάκριση) ρυθμιζόταν αποκλειστικά από τις διατάξεις του ΚΠΔπλέον δημιουργείται η υποχρέωση (υπό περιορισμούς βεβαίως) ικανοποίησης των προαναφερόμενων δικαιωμάτωντων υποκειμένων με βάση την ειδική ενωσιακή νομοθεσία Στηντελευταία αυτή περίπτωση παρέχεται η δυνατότητα προσφυγήςσε ανώτερο όργανο όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας (πχΑστυνομία Ανακριτής) δεν ικανοποιεί το ασκούμενο δικαίωμακαι το υποκείμενο θεωρεί ότι παραβιάζεται το δικαίωμα στηνπροστασία των προσωπικών του δεδομένων Στην τελευταίααυτή περίπτωση διαπιστώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας μιαςlaquoπαράλληλης δικονομίαςraquo για την άσκηση των δικαιωμάτων γιατην προστασία των προσωπικών δεδομένων κάθε υποκειμένου

IV Η εφαρμογή του ΓΚΠΔ και της Οδηγίας 6802016 συνε-πάγεται και την υποχρέωση αυξημένης προστασίας των δεδο-μένων κάθε προσώπου σε βάρος του οποίου ασκήθηκεποινική δίωξη ή καταδικάσθηκε Σε αυτή την κατεύθυνση ελέγ-χεται ως προβληματική η ηλεκτρονική ανάρτηση εκθεμάτωνποινικών δικαστηρίων που περιλαμβάνει τα ονόματα των κατηγορουμένων και το έγκλημα για το οποίο παραπέμπονταινα δικασθούν ή καταδικάσθηκαν η laquoθυροκόλλησηraquo της κλή-σης σε ποινικό δικαστήριο ή του παραπεμπτικού βουλεύματοςή κλητηρίου θεσπίσματος στις εισόδους των πολυκατοικιώντων δικηγορικών γραφείων όπου ο κάθε διερχόμενος μπορείνα λάβει γνώση (ακόμη και να φωτογραφίσει) το περιεχόμενοαυτού η παροχή βεβαίωσης από τη γραμματεία του δικαστη-ρίου για την παράσταση του δικηγόρου προς υπεράσπιση κα-τηγορουμένου όπου αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία του(ενίοτε και το έγκλημα για το οποίο δικάζεται) προκειμένου ναπροσκομισθούν σε άλλο δικαστήριο προς υποστήριξη αιτή-ματος αναβολής λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγό-ρου υπεράσπισης Ήδη το Δικαστήριο της ΕυρωπαϊκήςΈνωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την υπrsquo αρ 9629-6-2018 ανακοίνωσήτου για την ανωνυμοποίηση των προσωπικών στοιχείων τωνφυσικών προσώπων που μετέχουν στη διαδικασία επί προδι-καστικών υποθέσεων

V Όπως οι αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές Αρχές επεξεργάζονται προσωπικά δεδομένα κατά την διενέργεια

ανακριτικών πράξεων (πχ άρση απορρήτου επικοινωνιών εξέταση DNA κλπ) έτσι και οι δικηγόροι προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπεράσπισης ενός κατηγορουμένουπροβαίνουν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ιδίωςαυτών που υπάγονται στην ειδική κατηγορία του άρθρου 9(πρώην laquoευαίσθητων δεδομένωνraquo) Έτσι η υποβολή ενός αυτοτελούς ισχυρισμού περί πχ μειωμένου καταλογισμού ήαναγνώρισης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου της ιδιότη-τας του τοξικομανούς συνοδεύεται και από την σχετική έγγραφη τεκμηρίωση με βεβαιώσεις που περιλαμβάνουν δεδομένα υγείας και τα οποία παρέχονται από τα ίδια τα υπο-κείμενα των δεδομένων ή λαμβάνονται από τρίτους κατόπινεξουσιοδότησής τους

Αντίστοιχα η τυχόν επίκληση καταδικαστικών αποφάσεωναπό τον πολιτικώς ενάγοντα σε βάρος του κατηγορουμένουπροκειμένου να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του περί πχ κατrsquoεπάγγελμα τέλεσης του εγκλήματος συνιστά επεξεργασίαπροσωπικών δεδομένων του άρθρου 10 ΓΚΠΔ Παρά το ότι έχει δημιουργηθεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι ο ΓΚΠΔ και

η Οδηγία 6802016 απαγορεύουντην επεξεργασία προσωπικών δε-δομένων από τους δικηγόρους καιτα δικαστήρια η αλήθεια είναι ακρι-βώς η αντίθετη Με τον ΓΚΠΔ διευρύνεται η δυνατότητα επεξερ-γασίας των προσωπικών δεδομέ-νων ακόμη και στις περιπτώσειςπου ενδεχομένως δημιουργείται ηεντύπωση ότι η συναφής επεξεργα-σία αγγίζει τον πυρήνα του ατομι-κού δικαιώματος (πχ διερεύνησηεγκλήματος με βάση profiling με γε-νετικά ή με βιομετρικά δεδομένα)υπό την αυτονόητη προϋπόθεσητης τήρησης των λεπτο μερειακώνκανόνων και προϋποθέσεων επε-ξεργασίας των δεδομένων

Η συμμόρφωση των δικηγόρων που ασχολούνται με υποθέ-σεις ποινικού δικαίου είναι επιβεβλημένη για τον επιπλέον λόγοότι επεξεργάζονται δεδομένα που αφορούν ποινικές διώξειςκαι καταδίκες του άρθρου 10 ΓΚΠΔ καθώς και της Οδηγίας6802016 προκειμένου να εκπληρώσουν την εντολή υπερά-σπισης που έλαβαν από τον εντολέα τους Έτσι νομική βάσηεπεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων των κατηγορουμένωνδεν θα είναι η παροχή συγκατάθεσης όπως εσφαλμένα υπο-στηρίζεται αλλά η εκτέλεση της εντολής ενώ η επεξεργασίαδεδομένων τρίτων προσώπων μπορεί να βασισθεί στην ανάγκηθεμελίωσης άσκησης ή υποστήριξης νομικών αξιώσεων (ldquode-fence of legal claimsrdquo) ανάλογα βεβαίως και με τις επιλογέςτου εθνικού νομοθέτη

[ΤΕΛΟΣ Αrsquo ΜΕΡΟΥΣ]

NOVA CRIMINALIA No 3 5

ldquoΗ συμμόρφωσητων δικηγόρων που

ασχολούνται μευποθέσεις ποινικούδικαίου είναι επιβε-

βλημένη για τονεπιπλέον λόγο

ότι επεξεργάζονταιδεδομένα που

αφορούν ποινικέςδιώξεις και καταδί-κες του άρθρου 10

ΓΚΠΔ καθώς καιτης Οδηγίας

6802016rdquo

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας(Ν 41742013 όπως συμπληρώθηκε με τους Ν 42542014 Ν 43372015 Ν 45092017)

Θεμιστοκλής Ι Σοφός ΔΝ - Δικηγόρος παρ΄Αρείω ΠάγωΑντιπρόεδρος ΔΣΑ

Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ με το Ν 41742013 (ΦΕΚ

Α 17026-07-2013) τροποποιηθείς με το Ν42542014 Ν 43372015 (ΦΕΚ Α 12917-10-2015 κωδικοποιηθείς ήδη με την ΠΝΠ της 24-12-2015)και το Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017) που ισχύειαπό 01-01-2018 καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού καιείσπραξης των εσόδων του Δημοσίου καθώς και τις διοικη-τικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομο-θεσία η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά

Υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δενπροβλέπεται καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ήδικαστικού συμβιβασμού Με την διάταξη της παραγράφου 44του άρθρου 66 Ν 41742013 ορίσθηκε ότι από την έναρξηισχύος του laquoκάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση γιαδιοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό θεωρείται απαράδεκτο καιδεν εξετάζεται Με το άρθρο 71 του Κώδικα ορίζεται ρητά ότικαταργούνται τα άρθρα 17 18 19 20 και 21 του Ν

25231997 Όπου στην κείμενη νομο-θεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμί-σεις του ν 25231997 (άρθρα 17 έως21) εννοούνται πλέον οι αντίστοιχεςρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων66 έως 70

Με το υπ αριθμ πρωτ ΔΕΛΒ1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενι-κής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδωντου Υπουργείου Οικονομικών ζητή-θηκε η γνώμη του Εισαγγελέως του

Αρείου Πάγου περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ 2του Ν 25231997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέσησε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν41742013) καθώς επίσης και περί της επίδρασης ή μη τουιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ2 του Ν 25231997 και τιςεξ αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών γιατην δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής Το ερώτημα αυτό πρέ-πει να αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τις μετέπειτα επιλογέςτου νομοθέτη του Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017)που ισχύει από 01-01-2018 να καθορίσει τις πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου αναγόμενες σε χρήσεις έως καιτην 31122013

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρ 72 παρ 17 Ν 41742013 για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούνεν γένει φορολογικές υποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υπο-θέσεις έως και τις 31122013 επιβάλλεται αντί του πρόσθετουφόρου του άρθρου 1 του ν 25231997 πρόστιμο που ισούταιμε το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 58Α παρά-γραφος 2 ή 59 του Ν 45092017 κατά περίπτωση πλέον τουτόκου του άρθρου 53 του Ν 45092017 ο οποίος υπολογί-ζεται από την 112014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστούτίτλου εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου Εκ της διατάξεως αυτής παρέπεται ότι υπερι-σχύει ο επιεικέστερος υπολογισμός φόρου σε πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε εν γένει φορολογικέςυποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υποθέσεις έως και την311220131

Περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 49του Ν45092017 οι διατάξεις της παρ 17 του άρθρου 72 τουΝ41742013 όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1του άρθρου 49 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά τηνέναρξη ισχύος του Ν45092017 υποθέσεων δηλαδή και επίτων εκκρεμών υποθέσεων την 22-12-20172

Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ορίζεται ρητάστο άρ 34 Ν 41742013 όπου η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρ-θωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου διοικητικούεκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου εφόσοναπό τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμε-νος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος Συνιστά κατ΄ουσίαν ανάκληση από τη Φορολογική Διοίκηση τηςπρογενέστερης πράξης προσδιορισμού φόρου και με την αποδοχήτου από το φορολογούμενο συνεπάγεται τον οριστικό κατα-λογισμό του τελικώς ισχύοντος φόρου και πρόκειται για τηνίδια φύση ανάκλησης προηγούμενης διοικητικήςφορολογικήςπράξης όπως και επί του προισχύσαντος διοικητικού συμβι-βασμού με τον οποίον η Φορολογική Διοίκηση ανακαλεί τηνπροηγούμενη πράξη προσδιορισμού φόρου και προβαίνει σενέο υπολογισμό τον οποίον αποδέχεται ο φορολογούμενος

Ανεξάρτητα από τον εάν εξοφληθεί ή όχι η πράξη διορθωτι-κού προσδιορισμού φόρου παραμένει ο τελευταίος σε ισχύκαι ομοίως συμβαίνει στην περίπτωση του καταρτισθέντος διοικητικού συμβιβασμού δηλαδή ανεξάρτητα από την εκπλή-ρωση ή μη της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης παρα-μένει μόνον αυτή η (τελευταία) πράξη προσδιορισμού φόρουισχυρή επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17 18 και 19

Ο

NOVA CRIMINALIA No 3 6

ldquoΥπό την ισχύ του νέου Κώδικα

Φορολογικής Διαδικασίας δεν

προβλέπεται καμίαδιαδικασία διοικητι-

κής επίλυσης τηςδιαφοράς ή δικαστι-κού συμβιβασμούrdquo

1 Η παράγραφος 17 του Ν42742013 τέθηκε όπως αντικατα -στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν45092017σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 49

2 Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούνενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοι-κητικών δικαστηρίων ενώ οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του Ν45092017 εφαρμόζονται και στην περίπτωσηπου ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή τηνεξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 6: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

Η έννοια του Διοικητικού συμβιβασμού στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας(Ν 41742013 όπως συμπληρώθηκε με τους Ν 42542014 Ν 43372015 Ν 45092017)

Θεμιστοκλής Ι Σοφός ΔΝ - Δικηγόρος παρ΄Αρείω ΠάγωΑντιπρόεδρος ΔΣΑ

Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ με το Ν 41742013 (ΦΕΚ

Α 17026-07-2013) τροποποιηθείς με το Ν42542014 Ν 43372015 (ΦΕΚ Α 12917-10-2015 κωδικοποιηθείς ήδη με την ΠΝΠ της 24-12-2015)και το Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017) που ισχύειαπό 01-01-2018 καθορίζει τη διαδικασία προσδιορισμού καιείσπραξης των εσόδων του Δημοσίου καθώς και τις διοικη-τικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με την κείμενη νομο-θεσία η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά

Υπό την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δενπροβλέπεται καμία διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς ήδικαστικού συμβιβασμού Με την διάταξη της παραγράφου 44του άρθρου 66 Ν 41742013 ορίσθηκε ότι από την έναρξηισχύος του laquoκάθε αίτημα προς τη φορολογική διοίκηση γιαδιοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό θεωρείται απαράδεκτο καιδεν εξετάζεται Με το άρθρο 71 του Κώδικα ορίζεται ρητά ότικαταργούνται τα άρθρα 17 18 19 20 και 21 του Ν

25231997 Όπου στην κείμενη νομο-θεσία γίνεται παραπομπή στις ρυθμί-σεις του ν 25231997 (άρθρα 17 έως21) εννοούνται πλέον οι αντίστοιχεςρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων66 έως 70

Με το υπ αριθμ πρωτ ΔΕΛΒ1088784 ΕΞ 2015 έγγραφο της Γενι-κής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδωντου Υπουργείου Οικονομικών ζητή-θηκε η γνώμη του Εισαγγελέως του

Αρείου Πάγου περί του εάν η διάταξη του άρθρου 24 παρ 2του Ν 25231997 εξακολουθεί να ισχύει και μετά την θέσησε ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν41742013) καθώς επίσης και περί της επίδρασης ή μη τουιδίου Κώδικα στο άρθρο 21 παρ2 του Ν 25231997 και τιςεξ αυτού απορρέουσες υποχρεώσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής προς υποβολή μηνυτήριων αναφορών γιατην δίωξη εγκλημάτων φοροδιαφυγής Το ερώτημα αυτό πρέ-πει να αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τις μετέπειτα επιλογέςτου νομοθέτη του Ν 45092017 (ΦΕΚ Β 20122-12-2017)που ισχύει από 01-01-2018 να καθορίσει τις πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου αναγόμενες σε χρήσεις έως καιτην 31122013

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρ 72 παρ 17 Ν 41742013 για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούνεν γένει φορολογικές υποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υπο-θέσεις έως και τις 31122013 επιβάλλεται αντί του πρόσθετουφόρου του άρθρου 1 του ν 25231997 πρόστιμο που ισούταιμε το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58 58Α παρά-γραφος 2 ή 59 του Ν 45092017 κατά περίπτωση πλέον τουτόκου του άρθρου 53 του Ν 45092017 ο οποίος υπολογί-ζεται από την 112014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστούτίτλου εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου Εκ της διατάξεως αυτής παρέπεται ότι υπερι-σχύει ο επιεικέστερος υπολογισμός φόρου σε πράξεις διορθω-τικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν σε εν γένει φορολογικέςυποχρεώσεις χρήσεις περιόδους ή υποθέσεις έως και την311220131

Περαιτέρω σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 49του Ν45092017 οι διατάξεις της παρ 17 του άρθρου 72 τουΝ41742013 όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 1του άρθρου 49 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά τηνέναρξη ισχύος του Ν45092017 υποθέσεων δηλαδή και επίτων εκκρεμών υποθέσεων την 22-12-20172

Η πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ορίζεται ρητάστο άρ 34 Ν 41742013 όπου η Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβεί μετά από έλεγχο σε έκδοση πράξης διόρ-θωσης οποιουδήποτε προηγούμενου άμεσου διοικητικούεκτιμώμενου ή προληπτικού προσδιορισμού φόρου εφόσοναπό τον έλεγχο διαπιστωθεί αιτιολογημένα ότι ο προηγούμε-νος προσδιορισμός φόρου ήταν ανακριβής ή εσφαλμένος Συνιστά κατ΄ουσίαν ανάκληση από τη Φορολογική Διοίκηση τηςπρογενέστερης πράξης προσδιορισμού φόρου και με την αποδοχήτου από το φορολογούμενο συνεπάγεται τον οριστικό κατα-λογισμό του τελικώς ισχύοντος φόρου και πρόκειται για τηνίδια φύση ανάκλησης προηγούμενης διοικητικήςφορολογικήςπράξης όπως και επί του προισχύσαντος διοικητικού συμβι-βασμού με τον οποίον η Φορολογική Διοίκηση ανακαλεί τηνπροηγούμενη πράξη προσδιορισμού φόρου και προβαίνει σενέο υπολογισμό τον οποίον αποδέχεται ο φορολογούμενος

Ανεξάρτητα από τον εάν εξοφληθεί ή όχι η πράξη διορθωτι-κού προσδιορισμού φόρου παραμένει ο τελευταίος σε ισχύκαι ομοίως συμβαίνει στην περίπτωση του καταρτισθέντος διοικητικού συμβιβασμού δηλαδή ανεξάρτητα από την εκπλή-ρωση ή μη της αντίστοιχης φορολογικής υποχρέωσης παρα-μένει μόνον αυτή η (τελευταία) πράξη προσδιορισμού φόρουισχυρή επί υποθέσεων φοροδιαφυγής (άρθρα 17 18 και 19

Ο

NOVA CRIMINALIA No 3 6

ldquoΥπό την ισχύ του νέου Κώδικα

Φορολογικής Διαδικασίας δεν

προβλέπεται καμίαδιαδικασία διοικητι-

κής επίλυσης τηςδιαφοράς ή δικαστι-κού συμβιβασμούrdquo

1 Η παράγραφος 17 του Ν42742013 τέθηκε όπως αντικατα -στάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν45092017σύμφωνα με την παράγραφο 6 του ιδίου άρθρου 49

2 Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούνενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοι-κητικών δικαστηρίων ενώ οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του Ν45092017 εφαρμόζονται και στην περίπτωσηπου ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή τηνεξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 7: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Ν Ο Μ Ι Κ Α Ζ Η Τ Η Μ Α Τ Α

του Ν 25231997) που φέρονται ότι έχουν τελεσθεί - σύμ-φωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρξης της παρα-γραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείται σε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10 του Ν 25231997) Σε περίπτωση δε μη εξόφλησης του ποσού τουπροσδιορισθέντος φόρου με την πράξη διοικητικού συμβιβασμούδεν laquoαναβιώνειraquo ο προηγούμενος φόρος αλλά παραμένει σε ισχύ ηδιά του διοικητικού συμβιβασμού εκδοθείσα πράξη προσδιορισμούφόρου γι΄αυτό και η μη καταβολή αυτής συνεπάγεται τις κυρώσειςτου αδικήματος της Φοροϋπερημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφειλόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούς καταλόγους Εκ των ανωτέρω νομοθε-τικών ρυθμίσεων επιβεβαιώνεται η υπό της επιστημονικής

θεωρίας υποστηριχθείσα3 ερμηνευτικήεκδοχή κατά την οποία η κατάργησητης διαδικασίας διοικητικής επίλυσηςτης διαφοράς δεν έχει απενεργοποι-ήσει εντελώς την ρύθμιση του άρθρου24 παρ 2 Ν 25231997 και ότι η τελευταία μπορεί να τύχει εφαρμογήςστο πεδίο των φορολογικών ποινικώναδικημάτων κάθε φορά που ο φορο-λογούμενος αποδέχεται ανεπιφύλακτατην αρχική απόφαση επιβολής προστί-μου που εκδίδεται σε βάρος του

Με την υπ΄αριθμ 42015 Γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέωςτου Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή διατυπώθηκε ορθά ηθέση ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ περί κατάργησης οποιουδή-ποτε φορολογικού συμβιβασμού και συνακόλουθα η υποχρέ-ωση των αρμόδιων φορολογικών αρχών για άμεση υποβολήμηνυτήριων αναφορών δεν εφαρμόζονται επί υποθέσεων φορο-διαφυγής (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που φέρονταιότι έχουν τελεσθεί- σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 εδάφιοα του ΠΚ μέχρι 31-12-2013 (ανεξάρτητα από τον χρόνο έναρ-ξης της παραγραφής τους ο οποίος ως γνωστό τοποθετείταισε άλλο χρονικό σημείο σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ 10του Ν 25231997) Γίνεται δεκτό στην εν λόγω Γνωμοδότησηκαι σε συνδυασμό με τις ισχύουσες ρυθμίσεις επί της πράξηςδιορθωτικού προσδιορισμού φόρου (άρ 72 παράγραφος 17του Ν42742013 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο1 του άρθρου 49 του Ν45092017) ότι η διάταξη της παρ2του άρθρου 24 του Ν 25231997 όπως αυτή ίσχυε μετά τηναντικατάστασή της αρχικά με το άρθρο 12 παρ 4 του Ν 27531999 και στη συνέχεια με το άρθρο 75 παρ 4 του Ν 38422010 διατηρεί -παρά την εν των μεταξύ σιωπηρή κατάργησή της με τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας- τηνισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18 και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τους κατά το άρθρο17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013 ακόμη και όταναυτά διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014

Συνεπεία των ανωτέρω σε περίπτωση καταρτισθέντος Διοικητι-κού Συμβιβασμού για φορολογικά αδικήματα (άρθρα 17 18και 19 του Ν 25231997) που έχουν ως χρόνο τέλεσής τουςκατά το άρθρο 17 εδάφιο α του ΠΚ μέχρι και την 31-12-2013και μη εξοφληθέντος του ποσού φόρου που προσδιορίσθηκεδιά του ως κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντος Διοικητικού Συμβι-βασμού δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής οι ποινικές διατά-ξεις του ν 25231997 και συνεπώς έχει επέλθει εξάλειψη τουαξιοποίνου της ανωτέρω πράξεως Σε περίπτωση που ο φορολο-γούμενος που αποδέχθηκε τον κατά τα ανωτέρω επιτευχθέντα Διοι -κητικό Συμβιβασμό δεν τηρήσει τους όρους του ΔιοικητικούΣυμ βιβασμού υφίσταται έδαφος τέλεσης του αδικήματος της Φοροϋ-περημερίας κατ΄άρθρον 25 παρ 1 Ν 18821990 εφόσον το οφει-λόμενο ποσόν βεβαιώθηκε στους αντίστοιχους χρηματικούςκαταλόγους

Η επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην αντικειμενικήυπόσταση της φοροδιαφυγής στο εισόδημα σε όσες περιπτώσειςεφαρμόζεται ακόμη το άρθρο 17 sectsect1 2β Ν 25231997Iωάννης K Μοροζίνης Δικηγόρος ΔΝ

1 Η πρόσφατη υπ αριθμ 29342017 απόφασητου Β΄ Τμήματος του ΣτΕ σε επταμελή σύν-θεση (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της προηγηθείσας υπ αριθμ17382017 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ δέχτηκεερμηνεύοντας ορθά τις διατάξεις των άρθρων 84 sectsect 1 και4 (περ β΄) του ΚΦΕ υπό το φως της συνταγματικής αρχήςτης αναλογικότητας ότι laquoμεταξύ των βασικών και τακτικώνμέσων του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων εισοδήματος ο οποίος κατά τα προεκτεθέντα πρέπει να διενερ-γείται κατ αρχήν εντός της προβλεπόμενης στο ανωτέρω άρθρο84 παρ 1 πενταετίας είναι και η εξέταση του υπολοίπου και τωνκινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογούμενου στηνημεδαπήraquo και ως εκ τούτου τα laquoστοιχεία για το υπόλοιποήκαι τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογού-μενου στην ημεδαπή δεν αποτελούν ldquoσυμπληρωματικά στοιχείαrdquoικανά να δικαιολογήσουν (ενόψει και των επιταγών της συνταγμα-τικής αρχής της αναλογικότητας) την επιμήκυνση της (καταρχήνοριζόμενης πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής σύμφωνα με το άρθρο 84 παρ 4 περ β σε συνδυασμό με το άρθρο 68παρ 2 περιπτ α του ΚΦΕraquo Το γεγονός ότι όλες οι αξιώσειςτου Δημοσίου από φόρους εισοδήματος για χρήσεις πριντο έτος 2012 ακόμη και αν συντρέχουν τα στοιχεία της φοροδιαφυγής έχουν υποκύψει σε παραγραφή ώστε δενμπορούν να ελεγχθούν νομίμως οι ως άνω χρήσεις εφό-σον δεν έχει επιδοθεί φύλλο ελέγχου εντός της ως άνω συνήθους πενταετούς προθεσμίας αναγνωρίστηκε κατ ουσίαν και από το ΝΣΚ με την υπ αριθμ 2682017

NOVA CRIMINALIA No 3 7

ldquoη κατάργηση της διαδικασίας

διοικητικής επίλυ-σης της διαφοράς

δεν έχει απενεργο-ποιήσει εντελώςτην ρύθμιση του

άρθρου 24 παρ 2 Ν 25231997rdquo

3 Οικονομικό Έγκλημα και Διαφθορά στον Δημόσιο Τομέα υπό τηνεπιστημονική εποπτεία της Μ Καϊάφα-Γκμπάντι σελ 195

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 8: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

NOVA CRIMINALIA No 3 8

Το κείμενο του βουλεύματος δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Γνωμοδότησή του την οποία αποδέχτηκε ο ΓΓ της ΑΑΔΕμε την ΠΟΛ 119201122017

2 Ωστόσο τα ποινικά δικαστήρια παρακολουθούν μάλλοναμήχανα την εξέλιξη αυτή αφού δεν είναι σαφές ποια είναιη επίδραση της φορολογικής παραγραφής στην ποινική ευθύνη για φοροδιαφυγή στο εισόδημα και ποια η τύχη τωνσχετικών ποινικών διώξεων που ασκήθηκαν βάσει τέτοιωνάκυρων καταλογισμών Αμιγώς θεωρητικές σκέψεις με ανα-

γωγή στο έννομο αγαθό που πλήττειη φοροδιαφυγή δεν φαίνεται να μπο-ρούν να πείσουν τα ποινικά δικαστή-ρια τα οποία ευλόγως αναζητούν μίαπιο laquoχειροπιαστήraquo λύση και συνεχί-ζουν να εξετάζουν την ουσία της υπό-θεσης μολονότι είναι σαφές ότι η

τυχόν προσφυγή του κατηγορουμένου στα διοικητικά δικαστήρια θα ευδοκιμήσει μετά βεβαιότητας

3 Νομίζω ότι σε όσες από τις ως άνω περιπτώσεις η κακουρ-γηματική φοροδιαφυγή στο εισόδημα υπάγεται κατά το δια-χρονικό δίκαιο ακόμη στο άρθρο 17 sectsect 1 2β Ν 25231997(πρακτικά δηλαδή στις πλείστες αυτών) υπάρχει τέτοια λύσηκατά την οποία προδήλως και κατά το γράμμα του νόμου ηφορολογική παραγραφή αποκλείει την αντικειμενική υπό-σταση του αδικήματος Απαιτείται μόνο μια συνεπής εφαρ-μογή της μέχρι τούδε πάγιας νομολογίας του Αρείου Πάγου

4 Ειδικότερα οι διατάξεις του άρθρου 17 sectsect1 2β Ν25231997 εφαρμόζονται οπωσδήποτε σε όλες τις πράξειςπου τελέστηκαν μέχρι την θέση σε ισχύ του Ν 39432011αφού είναι επιεικέστερες ως προς την ποινή Συγκεκριμέναμε το άρθρο 2 sect2β Ν 39432011 ορίστηκε ότι η πράξη τηςυποβολής ανακριβούς δήλωσης τιμωρείται laquoμε κάθειρξηraquoενώ προηγουμένως προβλεπόταν μόνο laquoποινή κάθειρξηςμέχρι δέκα (10) ετώνraquo Συνεπώς οι διατάξεις του Ν25231997 όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή του με τοΝ 39432011 είναι οπωσδήποτε επιεικέστερες σε σύγκρισημε τις διατάξεις του άρθρου 66 sectsect 1α΄ 3 4 Ν 41742013(όπως ισχύει μετά το Ν 43372015) και εξακολουθούν ναεφαρμόζονται για πράξεις τελεσθείσες μέχρι την 31032011που τέθηκε σε ισχύ ο Ν 39042011 το ίδιο ισχύει κατά την

ορθότερη άποψη και για όλα τα κακουργήματα φοροδια-φυγής στο εισόδημα κατά τα άρθρα 17 sectsect1 έως 3 του Ν 25231997 μέχρι την 17102015 που τέθηκε σε ισχύ τονέο νομοθετικό καθεστώς ήτοι οι διατάξεις του άρθρου 17Ν 25231997 εφαρμόζονται και για πράξεις τελεσθείσεςαπό 01042011 έως 17102015 μολονότι κατά το χρονικόαυτό διάστημα προβλεπόταν η ίδια ποινική κύρωση όπωςκαι υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς (βλ αναλυτικά Παπακυριάκου εις ΠαύλουΣάμιος [επιμ] Ειδικοί ΠοινικοίΝόμοι Φορολογικά Αδικήματα II 5η Ενημ 2016 πλαγιαρ55 πρβλ επίσης ΑΠ 4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)

5 Εξάλλου κατά την πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ4982017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ 11652016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ7182015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) laquoΤο έγκλημα της φοροδιαφυγής στηφορολογία του εισοδήματος μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπουςείτε με την παράλειψη υποβολής δήλωσης είτε με την υποβολήανακριβούς δήλωσης Επομένως πρόκειται για ένα έγκλημα σω-ρευτικά μικτό στην αντικειμενική υπόσταση του οποίου τυποποι-ούνται δύο τρόποι τέλεσης ένας με παράλειψη που αποτελεί η μηυποβολή φορολογικής δήλωσης και ένας με θετική ενέργεια πουσυνιστά η υποβολή ανακριβούς δήλωσης Με την υποβολή ανακρι-βούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος μεταβάλλεται η πραγματικήκατάσταση και έτσι το Ελληνικό Δημόσιο παρεμποδίζεται να λάβειγνώση της αλήθειας η οποία του αποκρύπτεται Το πότε μία δήλωσηείναι ανακριβής προκύπτει από το άρθρο 1 παρ 4 του Ν 25231997 σύμφωνα με το οποίο ανακριβής δήλωση θεωρείται η δή-λωση στην οποία μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση τα όσαδηλώθηκαν με αυτή και του φόρου που καταλογίζεται υφίσταταιδιαφορά ανεξάρτητα από την αιτία στην οποία οφείλεται αυτήraquo

6 Επομένως εφόσον τα φύλλα ελέγχου επιδόθηκαν σε χρόνοπέραν της πενταετίας και είναι κατά τα ανωτέρω άκυρα (δενπαράγουν έννομες συνέπειες) λόγω παραγραφής της φορολογικής αξίωσης τότε δεν έχει λάβει χώρα νόμιμοςκαταλογισμός και δεν υφίσταται διαφορά μεταξύ φόρου εκτης δηλώσεως και μετέπειτα (νομίμως) καταλογισθέντοςφόρου Ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα τουάρθρου 17 sectsect 1 2β Ν 25231997 κατά την αντικειμενικήτου υπόσταση αφού δεν συντρέχει το στοιχείο της laquoανα-κριβούςraquo δηλώσεως

ldquoτα ποινικά δικαστήρια παρα -

κολουθούν μάλλοναμήχανα την

εξέλιξη αυτήrdquo

minus ο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλο-νίκης κρίνοντας επί κατηγορίας νομιμο-

ποίησης εσόδων που φέρονταν να προέρχονταιαπό τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιοαπεφάνθη με το υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμά του ότι

α) laquoΗ τέλεση του βασικού εγκλήματος δεν μπορεί καθαυτή ούτελογικά ούτε νομικά (άρθρ 45 παρ 1 ε΄ Ν 36912008) να

ταυτίζεται ή να ενδεικνύει τέλεση πράξης νομιμοποίησης εσό-δων από εγκληματική δραστηριότητα διαφορετική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο η τέλεση οποιασδήποτε πράξης με περιουσιακό προϊόν να γεννά άνευ ετέρου και ευθύνη για ldquoξέπλυμαrdquoraquo

β) laquoΌσον αφορά δε στις καθαυτές πράξεις της νομιμοποιήσεωςhellip δεν πρέπει να ερμηνεύονται ξεκομμένες και ερήμην του

Σχόλιο στο υπrsquo αριθμ 12132017 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημκών Θεσκης(νομιμοποίηση εσόδων προερχομένων από τη μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο)

Ειρήνη Ι Τσαγκαράκη Δικηγόρος ΔΝ

T

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 9: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

βασικού στοιχείου όλων ότι δηλαδή συνιστούν πάντως σε κάθεπερίπτωση ldquoνομιμοποίηση εσόδωνrdquo ήτοι παροχή νόμιμου τίτλου στη ldquoβρώμικηrdquo περιουσία που έχει παραχθεί από μιαldquoβασική πράξηrdquo hellip δεν παράγουν τεκμήριο νομιμοποίησηςεσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αλλά αυτές πρέπεικαι να είναι αντικειμενικά πρόσφορες να οδηγήσουν σε νομι-μοποίηση του υλικού αντικειμένου αλλά και να αντιστοιχούνπράγματι σε ldquoνομιμοποίησηrdquoraquo

Με το ανωτέρω σκεπτικό το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν τέλεσαν νομιμοποίηση εσόδων οι νόμιμοι εκπρόσωποιανωνύμου εταιρείας τα χρέη της οποίας έναντι του Δημο-σίου ουδέποτε εισέρευσαν πραγματικά στην περιουσίατους ούτε επαύξησαν αυτήν κατά τρόπον ώστε να αποτε-λούν laquoέσοδαraquo δεκτικά νομιμοποίησης Περαιτέρω δενμπορεί να γίνει λόγος για πράξη νομιμοποίησης όταν δενπροκύπτει απόκτηση ή κατοχή περιουσίας προερχομένηςαπό το αδίκημα του άρθρ 25 παρ 1 του Ν 18821990ούτε βεβαίως χρήση μεταβίβαση ή διακίνηση laquoβρώμικηςraquoπεριουσίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος

minus Επισημαίνεται ότι με την υπrsquo αριθμ 162017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών προς τον κ Εισαγγε-

λέα Εφετών Αθηνών (ΠοινΔικ 2017685 ίδετε και 232017 Αναφορά τουκ Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνώνπρος τον κ Εισαγγελέα Εφετών Αθη-νών ΤΝΠ NOMOS) επίσης κρίθηκεότι νομιμοποίηση εσόδων προερχο-μένων από μη καταβολή χρεών προςτο Δημόσιο δεν τελέστηκε καθώς τοελεγχόμενο πρόσωπο δεν απέκτησεlaquoβρώμικηraquo περιουσία την οποία ενσυνεχεία να απαλλοτρίωσε απέκρυψεσυνέμειξε με άλλα περιουσιακά στοι-

χεία μετέφερε σε λογαριασμούς τρίτων κλπ (ομοίως Τριμ-ΠλημμΑθ 49942015 ΠοινΔικ 2016 69)

Και πράγματι

bull Στα laquoβασικά αδικήματαraquo του άρθρου 3 του Ν 36912008συγκαταλέγεται η μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο(άρθρ 3 παρ ιη περ γ του Ν 36912008) Η σχετική διά-ταξη εισήχθη από τον Έλληνα νομοθέτη με το άρθρο 77παρ 1 του Ν 38422010 προς πλήρη εναρμόνιση του εσω-τερικού μας δικαίου με τις Συστάσεις της Διεθνούς ΟμάδαςΧρηματοοικονομικής Δράσης FATF με την αναθεώρησητων οποίων το 2012 συμπεριελήφθη η φοροδιαφυγή στονκατάλογο των βασικών αδικημάτων της νομιμοποίησης εσό-δων Ωστόσο με την εν λόγω ρύθμιση ο Έλληνας νομοθέ-της αντί να συμπεριλάβει στον κατάλογο μόνον τιςσοβαρότερες μορφές φοροδιαφυγής επέλεξε να συμπερι-λάβει σε αυτόν ακόμη και ήσσονος σημασίας φορολογικάαδικήματα (σχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722)

Η κατάφαση της τέλεσης νομιμοποίησης εσόδων προϋπο-θέτει μεταξύ άλλων ότι από το βασικό αδίκημα προκύπτει

πράγματι laquoβρώμικηraquo περιουσία Ορθώς επομένως υπο-στηρίζεται ότι η προερχόμενη από τη φοροδιαφυγή περι-ουσία (υπό την έννοια του άρθρου 4 του Ν 36912008)πρέπει να συνιστά προσαύξηση του ενεργητικού της περι-ουσίας του δράστη και όχι απλώς αποφυγή μείωσης τουενεργητικού ή αύξησης του παθητικού ή μείωση του παθη-τικού αυτής (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 722 επίσηςΣυμβΠλημΑθ 21712005 ΠοινΔικ 2005 1151 ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Και αυτό διότι η ενδεχόμενηεξοικονόμηση της δαπάνης του δράστη (ήτοι του φόρουπου απέφυγε να καταβάλει) δεν οδηγεί σε επαύξηση τηςπεριουσίας του ώστε να αποτελέσει αντικείμενο δεκτικό νο-μιμοποίησης (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 204 725 επίσης ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 71) Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβείμόνον στις περιπτώσεις επιστροφής ΦΠΑ ή λοιπών πα-ρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών και ει-σφορών με παραπλάνηση της φορολογικής αρχής καθώςκαι στις περιπτώσεις της έκδοσης εικονικώνπλαστών τιμο-λογίων όταν ο δράστης λαμβάνει αμοιβή για την έκδοσήτους (Τριανταφύλλου ΠοινΧρ 2014 725 726 ομοίως ΑΠ1122016 ΠοινΧρ 2017 73) Αντιθέτως νομιμοποίησηεσόδων δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν κάποιος δενκαταβάλει τις βεβαιωθείσες προς το Δημόσιο οφειλές τουκαθώς στην περίπτωση αυτή δεν τίθεται ζήτημα εισροήςτων διεκδικούμενων από το Δημόσιο ποσών στην περιου-σία του οφειλέτη και ακολούθως επαύξησης της περιου-σίας του ώστε να μπορεί να γίνει λόγος για laquoβρώμικηraquoπεριουσία δεκτική νομιμοποίησης

bull Ακολούθως είναι προφανές ότι όταν δεν παράγεταιlaquoβρώμικηraquo περιουσία από τη μη καταβολή χρεών ότανδηλαδή δεν υπάρχει προϊόν προς νομιμοποίηση δενμπορούν να υπάρξουν ούτε οι διακριτές εκείνες πράξειςμέσω των οποίων μπορεί να προσδοθεί νομιμοφάνεια

στο laquoανύπαρκτοraquo προϊόν (ίδετεσχετικώς Τριανταφύλλου ΠοινΧρ2014 726επ)

Με την πρόσφατη νομολογία αναδεικνύεται η αστοχία του νομο-θέτη να συμπεριλάβει στον κατά-λογο των πρότερων πράξεων τοαδίκημα της μη καταβολής χρεώνπρος το Δημόσιο Με το ανωτέρωβούλευμα ερμηνεύονται με απολύ-τως ορθό νομικά και λογικά τρόποτα ζητήματα της ύπαρξης περιου-

σίας δεκτικής νομιμοποίησης και του διακριτού χαρακτήρατων πράξεων νομιμοποίησης Ευελπιστούμε ότι η προσεκτικήδιερεύνηση της ύπαρξης laquoβρώμικηςraquo περιουσίας από τα δικαστήριά μας θα επεκταθεί και σε άλλα βασικά αδικήματατου άρθρ 3 πέραν της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ώστε να μην τεκμαίρεται ότι από κάθε laquoβασικό αδί-κημαraquo παράγεται άνευ ετέρου περιουσιακό προϊόν δεκτικόνομιμοποίησης

NOVA CRIMINALIA No 3 9

ldquoΗ κατάφαση της τέλεσης νομι-

μοποίησης εσόδωνπροϋποθέτει

μεταξύ άλλων ότιαπό το βασικό

αδίκημα προκύπτειπράγματι laquoβρώ-

μικηraquo περιουσίαrdquo

ldquoΜε την πρόσφατηνομολογία αναδει-κνύεται η αστοχίατου νομοθέτη να

συμπεριλάβει στονκατάλογο των

πρότερων πράξεωντο αδίκημα της μηκαταβολής χρεών

προς το Δημόσιοrdquo

Το κείμενο της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 10: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Σχόλιο στην υπrsquo αριθμ 9782018απόφαση του Αrsquo Τριμελούς ΕφετείουΚακτων Αθηνών1 (αποδεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo)

Κίμων Ε Ευαγγελάτος Δικηγόρος παρrsquo Αρείω Πάγω

να σημαντικό ζήτημα απασχόλησε πρό-σφατα το ΤΕΚ στην υπόθεση των στημένων

αγώνων γνωστή και ως ldquoKORIOPOLISrdquo Το ζήτημα αυτό αφορά τα λεγόμενα laquoτυχαία ευρή-ματαraquo που ανακύπτουν κατά την διαδικασία της άρσης απορ-ρήτου σε μία ποινική υπόθεση και ειδικότερα το επιτρεπτό τηςχρήσης του υλικού από άρση του απορρήτου σε άλλη ποινικήυπόθεση και για άλλες αξιόποινες πράξεις από εκείνες για τιςοποίες διετάχθη

Εν προκειμένω στην υπόθεση που έγινε γνωστή ως ldquoKORI-OPOLISrdquo αρχικά είχε διαταχθεί δια Βουλευμάτων η άρσηαπορρήτου για την διερεύνηση αξιοποίνων πράξεων στοιχη-ματικής απάτης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικέςδραστηριότητες και εγκληματικής οργάνωσης Από την ενλόγω άρση προέκυψε πολύ υλικό και συγκεκριμένα 82 ψηφια-κοί δίσκοι συνομιλιών

Παράλληλα για μία άλλη ποινική υπόθεση η προδικασία τηςοποίας συνέπιπτε χρονικά είχε διαταχθεί άρση απορρήτουκατόπιν αίτησης του Τμήματος Δίωξης Εκβιαστών για τη διε-ρεύνηση της αξιόποινης πράξης της έκρηξης του άρθρου 270ΠΚ Από την τελευταία αυτή ποινική υπόθεση δεν προέκυψανενδείξεις συμμετοχής στη διερευνώμενη πράξη για το πρό-σωπο που είχε διαταχθεί η άρση πλην όμως προέκυψε υλικόσχετικό με παραβάσεις της αθλητικής νομοθεσίας και συγκε-κριμένα του άρθρου 132 περί αλλοίωσης αποτελέσματος ποδοσφαιρικών αγώνων αλλά και του άρθρου 41ΣΤ περί αντιμετώπισης της βίας στα γήπεδα του νόμου 272599

Το υλικό αυτό απομαγνητοφωνήθηκε και εν συνεχεία συντά -χθηκε ένα διαβιβαστικό από το laquoΤμήμα Δίωξης Εκβιαστώνraquoτο οποίο απεστάλη στην Εισαγγελία και κατά τούτο σχηματί-στηκε μια ξεχωριστή δικογραφία Η δικογραφία αυτή απε-στάλη στην Εισαγγελία σε χρόνο που είχε ήδη ξεκινήσει ηκύρια Ανάκριση στην υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και μάλισταείχαν ολοκληρωθεί οι απολογίες των πρώτων συλληφθέντωνΚατά την παραλαβή της η νέα αυτή δικογραφία συσχετίστηκεμε την υπόθεση ldquoKORIOPOLISrdquo και το διαβιβαστικό μαζί μετο υλικό απομαγνητοφώνησης απεστάλησαν στον Ανακριτήπου διενεργούσε την κύρια Ανάκριση ο οποίος με βάση τουλικό αυτό και δίχως να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια γιατην επιτρεπτή χρήση του απέδωσε κατηγορίες σε διάφοραπρόσωπα διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό τον ήδη έως τότεμεγάλο κύκλο των κατηγορουμένων

Η περίπτωση αυτή δηλαδή η κατά την άρση απορρήτου γιασυγκεκριμένη πράξη διαπίστωση άλλης αξιόποινης πράξηςόπως είναι γνωστό έχει λάβει το χαρακτηρισμό του laquoτυχαίου

ευρήματοςraquo Όσον αφορά την ελληνική έννομη τάξη η τύχητων τυχαίων ευρημάτων δεν αντιμετωπίζεται από τον Έλληνανομοθέτη παρά μόνο εξαιρετικά στην περίπτωση του άρθρου5 παρ 10 Ν 22251994 Εκεί προβλέπεται ρητή απαγόρευσηαξιοποίησης νομίμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου ότανσυντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις ήτοι (α) το απο-δεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί σε άλλη ποινική δίκηκαι (β) το αποδεικτικό μέσο πρόκειται να αξιοποιηθεί γιασκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με τηδιάταξη που αίρει το απόρρητο των επικοινωνιών Ως άλληποινική δίκη νοείται στην ως άνω διάταξη η ποινική δίκη η οποία δεν ταυτίζεται με τη δίκη στο πλαίσιο της οποίας κτή-θηκε νομίμως το αποδεικτικό μέσο

Με τη διάταξη αυτή καθίσταται απαγορευμένη η χρήση και απο-δεικτική αξιοποίηση των λεγόμενων laquoτυχαίων ευρημάτωνraquo ενώκατrsquo εξαίρεση επιτρέπεται στην αίρουσα το απόρρητο Αρχή ναεπιτρέψει με νεότερη διάταξή της τη χρησιμοποίηση των προ-αναφερόμενων αποδεικτικών στοιχείων αν αυτά χρησιμεύουνγια τη διακρίβωση άλλου ιδιαίτερα σοβαρού εγκλήματος απο-κλειστικά από τα περιεχόμενα στον κατάλογο του άρθρου 4του νόμου (Χ Σεβαστίδης Κώδικας Ποινικής Δικονομίαςτόμος ΙΙΙ 2015 σελ 2286) Η τελευταία αυτή περίπτωση τηςκατrsquo εξαίρεση χρήσης του laquoτυχαίου ευρήματοςraquo κατόπιν έκδο-σης νεότερης διάταξης αντιμετωπίστηκε μάλιστα πρόσφατα σεμια άλλη υπόθεση που αφορά επίσης το ποδόσφαιρο όπουστην περίπτωση αυτή για την χρήση του υλικού εξεδόθη όχιμόνο Διάταξη αλλά και Βούλευμα που την επικύρωσε με ειδικήαιτιολογία για τον λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστείεπιτρεπτή η χρήση του απομαγνητοφωνηθέντος υλικού

Με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου ΚακουργημάτωνΑθηνών στην υπόθεση ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo έπειτα από σχετικήένσταση κρίθηκε ότι δεν δύναται να αναγνωσθεί επιτρεπτώς τοαπομαγνητοφωνηθέν υλικό αλλά και το διαβιβαστικό το οποίοβασιζόταν σε αυτό και περιείχε αποσπάσματα από το υλικόαυτό με την αιτιολογία ότι συντρέχουν σωρευτικά οι προϋπο-θέσεις του νόμου καθότι πρόκειται για άλλη ποινική υπόθεσηκαι με διαφορετικές υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις

Θα πρέπει να σημειωθεί ασφαλώς ότι υπήρξε και μειοψηφίασύμφωνα με το σκεπτικό της οποίας δεν συντρέχουν σωρευ-τικά οι προϋποθέσεις του νόμου καθότι εφόσον συσχετίστηκεη δικογραφία που δημιουργήθηκε από το υλικό αυτό με τηνδικογραφία περί στημένων αγώνων πρόκειται πλέον για μίαποινική υπόθεση και όχι για δύο διαφορετικές Ωστόσο η εκτί-μηση αυτή είναι απολύτως εσφαλμένη καθότι το υλικό αυτόναι μεν δημιούργησε μια δικογραφία ξεχωριστή η οποία συσχετίστηκε με αυτή του ποδοσφαίρου πλην όμως η άρσητου απορρήτου διατάχθηκε και το υλικό αυτό εξήχθη από δια-φορετική ποινική δικογραφία η οποία φυσικά ουδέποτε συσχετίστηκε με αυτή του ldquoΚΟΡΙΟΠΟΛΙΣldquo και ειδικότερα απόμια δικογραφία για την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη εγκλη-ματικών οργανώσεων και αποδόθηκαν κατηγορίες σε περισ-σότερα από 200 άτομα για πράξεις που ουδεμία σχέση έχουνμε το ποδόσφαιρο

Έ

NOVA CRIMINALIA No 3 10

Το κρίσιμο μέρος της απόφασης δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ι Α

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 11: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

1 Το νομικό ιστορικό της υπόθεσης

ε βάρος της υπηκόου Ρωσίας Μ Ε εξεδόθησαν τα μεαριθμ 15492017 από 30102017 και AG 15492017

από 10112017 αντίστοιχα Ευρωπαϊκά Εντάλματα Σύλληψης(εφεξής ΕΕΣ) των Αρχών της Μάλτας με σκοπό τη σύλληψηκαι παράδοση της εκζητούμενης προκειμένου να ασκηθεί σεβάρος της ποινική δίωξη

Ειδικότερα τα αδικήματα που αναφέρονταν στα ένδικα ΕΕΣήταν αντιστοίχως 1 Υπεξαίρεση 2 απόκτηση χρημάτων ή περιουσίας άνω των 5000 ευρώ με ψευδείς προθέσεις 3 άλλες περιπτώσεις απάτης 4 διακεκριμένη περίπτωση κλοπής και 5 παραβίαση εγγύησης και 1 υποβολή ψευδούςαναφοράς 2 δημιουργία ψευδών στοιχείων για καταδίκηάλλου προσώπου και 3 καταστροφή της φήμης άλλου προ-σώπου σύμφωνα με τη μαλτέζικη νομοθεσία

Τελικώς με τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμ-βΕφΑθ αποφασίστηκε η μη εκτέλεση τους και αμετακλήτωςμε τις υπrsquo αριθμ 1040 και 10412018 αντίστοιχα αποφάσειςτου ΣυμβΑΠ που συνεδρίασε κατόπιν εφέσεων του Προϊστά-μενου της ΕισΕφΑθ

2 Έλλειψη στοιχείων τυπικής νομιμότητας των ένδικων ΕΕΣ

21 Απουσία μνείας εθνικού εντάλματος συλλήψεως

Στο άρθρ 2 παρ 1 στοιχ γ΄ του Ν 32512004 ορίζεται μάότι θα πρέπει να γίνεται μνεία και του εθνικού εντάλματοςσυλλήψεως επί τη βάσει του οποίου εξεδόθη το αντίστοιχοευρωπαϊκό

Αντιθέτως τα ένδικα ΕΕΣ δεν πληρούσαν την ανωτέρω προ-ϋπόθεση και το Συμβούλιο έκρινε ότι laquoεκ μόνης της πλημμέ-λειας αυτής πλήττεται η εγκυρότητα του υπό κρίση ΕΕΣ το οποίοδεν πρέπει να εκτελεστείraquo επικαλούμενο στη νομική του σκέψητο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένω-σης και την απόφαση 23 ΔΕΚ (ΠΡΟΤ) C ndash 2412015 ανα-φέροντας χαρακτηριστικά για την αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνης και το πότε κάμπτεται αυτή ότι laquoΗ ύπαρξηεθνικού εντάλματος σύλληψης [hellip] παρέχει στις δικαστικές αρχέςτων λοιπών κρατών μελών την εγγύηση ότι όλες οι νομικές προϋπο-θέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να μπορεί να διαταχθεί ησύλληψη και κράτηση καταζητούμενου προσώπου για τις ανάγκες

της ποινικής διώξεως πράγματι πληρούνται [hellip] Άνευ αυτής τηςεπrsquo ελάχιστον επιτασσόμενης εγγύησης το απλουστευμένο σύστημαπαραδόσεως όχι μόνο δεν προάγει την αμοιβαία εμπιστοσύνη πουπρέπει να διαπνέει τις σχέσεις μεταξύ των δικαστικών αρχών εκδόσεως και των δικαστικών αρχών εκτελέσεως αλλά τουναντίονκαλλιεργεί κλίμα αμοιβαίας δυσπιστίαςraquo

22 Έλλειψη laquoπεριγραφής των περιστάσεωνraquo τέλεσης των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η εκτέλεση του ΕΕΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 1 περ ε΄ του Ν 32512004το ΕΕΣ πρέπει απαραιτήτως να περιέχει εκτός των άλλων και τα πραγματικά περιστατικά τέλεσης του εγκλήματος Ηδιάταξη αυτή εξυπηρετεί το δικαίωμα πληροφόρησης του εκ-ζητούμενου προσώπου αλλά αποτελεί και αναγκαία προϋπό-θεση για τον έλεγχο τήρησης της αρχής της ειδικότητας καιτης αρχής του διττού αξιοποίνου Τέλος η περιγραφή τωνπεριστάσεων τέλεσης των αδικημάτων πρέπει να είναι απαλ-λαγμένη από αντιφάσεις και να είναι επαρκώς σαφής ώστενα είναι δυνατή η υπαγωγή της αξιόποινης πράξης στην ειδικήυπόσταση κάποιου εγκλήματος άλλως το ένταλμα δεν μπορείνα εκτελεστεί

Με τα ανωτέρω ταυτίστηκε πλήρως και η υπrsquo αριθμ 562018απόφαση του ΣυμβΕφΑθ (πρώτο ένδικο ΕΕΣ) σύμφωνα μετο σκεπτικό της οποίας δεν αναφέρονταν τα αναγκαία κατάνόμο πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προκύπτει ηστοιχειοθέτηση κάποιου εγκλήματος laquoΩς εκ τούτου από ταπραγματικά περιστατικά όπως παρατίθενται στο επίδικο ΕΕΣ δενκαθίσταται εφικτός ο έλεγχος περί του αν στοιχειοθετείται έγκλημακατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους και ποίο με συνέπεια να ελλείπει η απαραίτητη για την εκτέλεσή του προϋπό-θεση του διττού αξιοποίνουraquo

Με τον τρόπο αυτό το Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε από τηνπάγια θέση της νομολογίας του ΑΠ σύμφωνα με την οποίατο ΕΕΣ πρέπει να περιέχει laquoτην περιγραφή των περιστάσεων τέλεσης των αξιόποινων πράξεων στις οποίες περιλαμβάνεται και οχρόνος και ο τόπος τέλεσης καθώς και η μορφή συμμετοχής τουεκζητούμενου χωρίς να είναι αναγκαία και η περαιτέρω αναλυτικήκαι λεπτομερειακή εξειδίκευση αυτών η οποία μπορεί να γίνει απότην αιτούσα αρχή κατά την περαιτέρω έρευνα της υποθέσεωςraquo [βλ ενδεικτικά 2802017 και 5222015 ΑΠ (ΝΟΜΟΣ)] με τοπεραιτέρω σκεπτικό ότι laquohellip δεν συντρέχει κατά την κρίση του

Σ

NOVA CRIMINALIA No 3 11

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Τα κείμενα των αποφάσεων δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων (wwwhcbagr)

Σκέψεις για την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας και την τυπική νομιμότητα του Ευρωπαϊκού Εντάλματος Συλλήψεως

σύμφωνα με το Ν 32512004 (παρατηρήσεις με αφορμή τις υπrsquo αριθμ 56 και 572018 αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών)

Αλέξανδρος Η Παπαστεριόπουλος Ιωάννης Π Τσολάκος Δικηγόρος LLM Regensburg Δικηγόρος ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo

Page 12: NC 3 July 2018συνεχίζουν μια αξιόλογη νομολογιακή παράδοση που χαρα- ... π.χ. τις ΑΠ 447/2015, 181/2015 κ.α.). ... περγαμηνές

Συμβουλίου τούτου νόμιμος λόγος εφαρμογής της διατάξεως της παρ2 του άρθρ 15 του Ν 32512004 ήτοι της αναβολής της υποθέ-

σεως προκειμένου να ζητηθούν από τιςαρμόδιες αρχές της Μάλτας συμπληρω-ματικά στοιχεία η οποία εφαρμόζεταιπρος διευκρίνιση και συμπλήρωση μεμο-νωμένων ελλείψεων και όχι προκειμένου να καταστεί εκ των υστέρων έγκυρο ένακαθόλα και εξ υπαρχής άκυρο ΕΕΣ

ενέργεια η οποία πλήττει και προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα τηςεκζητούμενηςhellipraquo

3 Η αρχή της αναλογικότητας

Όσον αφορά στο δεύτερο ένδικο ΕΕΣ το ΣυμβΕφΑθ εφάρ-μοσε επιπλέον για τη μη εκτέλεσή του και την αρχή της ανα-λογικότητας λόγω του ότι αφορούσε σε ήσσονος σημασίαςαδικήματα Ειδικότερα το Συμβούλιο αναφέρθηκε στα άρθρ25 παρ 1 του ελληνικού Συντάγματος 6 της ΣυνθΕΕ 6 τηςΕΣΔΑ και 52 παρ 1 ΧΘΔΕΕ κάνοντας λόγο για παραβίασητης αρχής της αναλογικότητας σε περιπτώσεις όπου εκδίδον-ται ΕΕΣ laquoγια άσκηση ποινικής δίωξης για αδικήματα ήσσονος σημασίαςraquo Τη δε θέση του αυτή στήριξε μά στην από2812014 έκθεση και στο από 2722014 ψήφισμα του Ευρω-παϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την επιτροπή για τηναναθεώρηση του ΕΕΣ

Κατέληξε δε στην κρίση του περί μη εκτέλεσης του ένδικουΕΕΣ κάτι το οποίο δεν είναι αντίθετο προς την αρχή της αμοι-βαίας εμπιστοσύνης αλλά αντίθετα συμβάλλει στην αποτελε-σματική λειτουργία του μηχανισμού αναφέροντας ότι laquohellip ηαποδιδόμενη στην εκζητούμενη αξιόποινη συμπεριφορά ως εκ τουύψους της απειλούμενης ποινής του αριθμού των παθόντων και τουπροσβαλλόμενου έννομου αγαθού αποτελεί οπωσδήποτε έγκλημα ήσ-σονος βαρύτητας με συνέπεια η εκτέλεσή του υπό κρίση ΕΕΣ και οιεξ αυτής παρελκόμενες συνέπειες σε βάρος της εκζητούμενης [hellip]να παρίστανται δυσαναλόγως επαχθέστερες [hellip] της ικανοποιήσεωςτου αιτήματος εκτελέσεως του υπό κρίση ΕΕΣ αντιβαίνουσες στοσκοπό θεσμοθέτησης του μηχανισμού αυτούraquo

4 Επίμετρο

Οι σύγχρονες νομοθετικές εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι δυνατό να αφήσουν ανεπηρέαστο και το μη-χανισμό του ΕΕΣ ο οποίος χρήζει βελτιώσεων και ουσιαστικών

αναθεωρήσεων ώστε να προσαρμοστεί στα νέα ευρωπαϊκάδεδομένα Σε νομοθετικό επίπεδο η εναρμόνιση της ελληνικήςνομοθεσίας με την Οδηγία 201441ΕΕ με το νόμο 44892017εισήγαγε το θεσμό της Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας στις ποι-νικές υποθέσεις η εφαρμογή του οποίου μετασχηματίζει ανα-πόφευκτα εκείνη του ΕΕΣ και εισάγει πιο δυναμικά την αρχήτης αναλογικότητας αναφορικά με την έκδοση ΕΕΣ επί σκοπώάσκησης ποινικής δίωξης αφrsquo ης στιγμής πλέον καθίσταται εφι-κτή η ενεργοποίηση λιγότερο επαχθών μηχανισμών για τηνεξυπηρέτηση των αυτών σκοπών ιδιαιτέρως σε περιπτώσειςήσσονος σημασίας αδικημάτων

Οι υπό εξέταση αποφάσεις προσεγγίζουν τον επίκαιρο αυτόπροβληματισμό και τον τοποθετούν στην ουσία του θέτοντας

το ζήτημα της κάμψης της αρχήςτης αμοιβαίας εμπιστοσύνης σε περιπτώσεις ήσσονος σημασίαςόπου δύνανται να αντιμετωπιστούνμε επιεικέστερα μέσα καθώς και σε περιπτώσεις όπου πλήττεται σετέτοιο βαθμό η τυπική εγκυρότητακαι οι ελάχιστες εγγυήσεις νομιμό-τητας του ΕΕΣ ώστε να μετασχημα-τίζεται η αρχή της αμοιβαίαςεμπιστοσύνη σε κλίμα αμοιβαίας

δυσπιστίας θέτοντας ούτως εν αμφιβόλω την αποτελεσματικήλειτουργία του θεσμού του ΕΕΣ

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι στην υπό κρίση διαδικασία ενώ-πιον των ΣυμβΕφετών και του ΣυμβΑΠ η οποία είχε έντονηκοινωνικό-πολιτική χροιά προβλήθηκαν από την εκζητούμενησειρά ισχυρισμών που άπτονταν της ενδεχόμενης παραβία-σης των θεμελιωδών της δικαιωμάτων ως πρόσθετος γενικόςλόγος άρνησης εκτέλεσης του ΕΕΣ που απορρέει από τοάρθρ 1 παρ 3 του Ν 32512004 όπως ενδεχόμενος κίνδυ-νος για τη ζωή της από κρατικά όργανα αλλά και το να μηντύχει δίκαιης δίκης λόγω σχετικής ελλείψεως διαχωρισμούεξουσιών μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας στο εκζητούν κράτος Το γεγονός αυτό ναι μεν προβλημάτισε ιδιαιτέρως τις συνθέσεις των δικαστικών συμβουλίων εν τού-τοις και δεδομένων των εμφανών προβλημάτων τυπικής νομι-μότητας των ένδικων ΕΕΣ και της παραβίασης της αρχής τηςαναλογικότητας δεν εγχαρτώθηκε στις αποφάσεις των Συμ -βουλίων με ειδικότερο σκεπτικό ενδεχομένως προς αποφυγήπεραιτέρω κλυδωνισμών λόγω του ότι το εκζητούν κράτοςαποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ

NOVA CRIMINALIA No 3 12

ldquoοι σύγχρονες νομοθετικές

εξελίξεις στην ευρωπαϊκή πραγμα-τικότητα δεν είναι

δυνατό να αφήσουνανεπηρέαστο

και το μηχανισμότου ΕΕΣrdquo

Ε Υ Ρ Ω Π Α Ϊ Κ Ο Ε Ν Τ Α Λ Μ Α Σ Υ Λ Λ Η Ψ Η Σ

Περιοδική Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων ΠοινικολόγωνΣυντακτική Επιτροπή Ι Αναστασοπούλου Ν Βιτώρος Π Κουρελέας Π Πανταζής Β ΠετρόπουλοςΚαλλιτεχνική επιμέλεια σελιδοποίησηΊνα Μελέγκογλου - altsysgr

copy Ένωση Ελλήνων ΠοινικολόγωνΕμμανουήλ Μπενάκη 24 106 78 ΑθήναΤ 210 3820125 6944506619F 210 3820112 E-mail hcbaotenetgrhttpwwwhcbagr

ldquoτο Συμβούλιο διαφοροποιήθηκε

από την πάγια θέσητης νομολογίας

του ΑΠrdquo