98
Δρ. Χαράλαμπος Γκούβας, Η ψυχολογία των ύβρεων και των ιδιωματισμών 1 η Εκδοση Ιδρυμα «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών» Πρέβεζας Αθήνα 2002 ISBN 960-87328-0-8 1

Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

  • Upload
    dkelesi

  • View
    174

  • Download
    10

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Δρ. Χαράλαμπος Γκούβας,

Η ψυχολογία των ύβρεων και

των ιδιωματισμών

1η ΕκδοσηΙδρυμα «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών» Πρέβεζας

Αθήνα 2002

ISBN 960-87328-0-8

1

Page 2: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Copyright ©: (1) Χαράλαμπος Γκούβας, Σπηλιάδου 10, Πρέβεζα 48100, email: gouvas @ pre . forthnet . gr και harrygouvas @ gmail . com (2) Ιδρυμα «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών, Χαράλαμπος Γκούβας», Μη Κερδοσκοπική Αστική Εταιρεία, έτος ιδρύσεως 2000. [email protected]

Απαγορεύεται κάθε είδους, και με κάθε μέσο, έντυπο, ή ηλεκτρονικό, η αναπαραγωγή αντιγραφή ή μετάδοση του κειμένου, σύμφωνα με το νόμο 2121/1993 περί πνευματικών δικαιωμάτων.

Κεντρική διάθεση του βιβλίου : Ιδρυμα «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Χαράλαμπος Γκούβας», Σπηλιάδου 10 Πρέβεζα 48100, τηλ. 26820-25421, ΑΦΜ=099232174, Δ.Ο.Υ. Πρέβεζας.

Κάθε γνήσιο αντίτυπο φέρει την υπογραφή του συγγραφέως και τη σφραγίδα του «Μουσείου Τεχνών και Επιστημών Χ.Γκούβας».

2

Page 3: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Dr. Harry Gouvas

Psychologie der Schimpfwoerter

und der Redewendungender griechischen Sprache

1st Ausgabe Institut «Μuseum der Kuenste und der Wissenschaft»

Preveza - Griechenland

3

Page 4: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Dr. Harrys Gouvas

The Psychology of Insults and Idioms

of the Greek Language

1st Edition Foundation «Μuseum of Arts and Sciences»

Preveza – Greece 2003

4

Page 5: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

«Aν θές να εξαφανίσεις ένα λαό, εξαφάνισε τη γλώσσα του»(Βladimir Lenin, 1870-1924)

«Γλώσσα λανθάνουσα,νούν προδίδει»

(Αρχαίο ρητό)

«Αισχρογραφείτε Ελληνιστί»(Σαράντος Καργάκος, Φιλόλογος)

«Αρχή παιδείας, ονομάτων επίσκεψις» (Αντισθένης, ιδρυτής της κυνικής φιλοσοφίας, 444-371 πΧ)

«Το μυαλό μοιάζει με το αλεξίπτωτο.Δουλεύει καλύτερα όταν είναι ανοιχτό»

(Ελληνικό γνωμικό)

«Σοφόν το σαφές»(Ευριπίδης, ποιητής, 480-406 πΧ)

5

Page 6: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Άρθρο 14 Ελληνικού Συντάγματος:«1.Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Κράτους. 2.Ο τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται. 3.Η κατάσχεση εφημερίδων και άλλων εντύπων, είτε πριν από την κυκλοφορία είτε ύστερα από αυτή, απαγορεύεται. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται η κατάσχεση, με παραγγελία του εισαγγελέα, μετά την κυκλοφορία: α) για προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας, β) για προσβολή του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας, γ) για δημοσίευμα που αποκαλύπτει πληροφορίες για τη σύνθεση, τον εξοπλισμό και τη διάταξη των ενόπλων δυνάμεων ή την οχύρωση της Χώρας ή που έχει σκοπό τη βίαιη ανατροπή του πολιτεύματος ή στρέφεται κατά της εδαφικής ακεραιότητας του Κράτους, δ) για άσεμνα δημοσιεύματα που προσβάλλουν ολοφάνερα τη δημόσια αιδώ, στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος. 4.Σε όλες τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου ο εισαγγελέας, μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από την κατάσχεση, οφείλει να υποβάλλει την υπόθεση στο δικαστικό συμβούλιο, και αυτό, μέσα σε άλλες είκοσι τέσσερις ώρες, οφείλει να αποφασίσει για τη διατήρηση ή την άρση της κατάσχεσης, διαφορετικά η κατάσχεση αίρεται αυτοδικαίως. Τα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης επιτρέπονται στον εκδότη της εφημερίδας ή άλλου εντύπου που κατασχέθηκε και στον εισαγγελέα. 5.Καθένας ο οποίος θίγεται από ανακριβές δημοσίευμα ή εκπομπή έχει δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση πλήρους και άμεσης επανόρθωσης. Καθένας ο οποίος θίγεται από υβριστικό ή δυσφημιστικό δημοσίευμα ή εκπομπή έχει, επίσης, δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση άμεσης δημοσίευσης ή μετάδοσης της απάντησης. Νόμος ορίζει τον τρόπο με τον οποίο ασκείται το δικαίωμα απάντησης και διασφαλίζεται η πλήρης και άμεση επανόρθωση ή η δημοσίευση και μετάδοση της απάντησης.»

Αρθρο 367 του Ποινικού Κώδικα: (Εγκλήματα κατά της τιμής: Εξύβριση, Δυσφήμιση, Συκοφαντική δυσφήμιση)

«1. Δεν αποτελούν άδικη πράξη: α) οι δυσμενείς κρίσεις για επιστημονικές καλλιτεχνικές ή επιστημονικές εργασίες. β) Οι δυσμενείς εκφράσεις που περιέχονται σε έγγραφο δημόσιας αρχής για αντικείμενα που ανάγονται στον κύκλο της υπηρεσίας της, καθώς και γ) οι εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον, ή δ) σε ανάλογες περιπτώσεις».

Αγόρευση Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πρέβεζας της 06-03-2001:«Κατά τον Ποινικό Κώδικα, υποκείμενα της συκοφαντικής δυσφημίσεως είναι μόνον φυσικά πρόσωπα ή ανώνυμες εταιρείες, και ουχί νομικά πρόσωπα κάθε είδους ή φορείς».

Αρθρο 353 του Ποινικού κώδικα:«Πρόκληση σκανδάλου με ακόλαστες πράξεις»: Οποιος δημόσια επιχειρεί ακόλαστη πράξη και προκαλεί μ’αυτήν σκάνδαλο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Οποιος εν γνώσει προσβάλλει βάναυσα την αιδώ άλλου με ακόλαστη πράξη που επιχειρείται ενώπιόν του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών ή με χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη αυτής της πράξης απαιτείται έγκληση.

6

Page 7: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Νoam Tsomsky,Καθηγητής Γλωσσολογίας Πανεπιστημίου Harvard: Εφημερίδα Le Monde

03-09-1998:«Οσο σκανδαλώδεις κι αν είναι οι ιδέες σας, αν δεν έχετε το δικαίωμα να τις εκφράσετε, χάνεται η ουσία της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Η χειρότερη μορφή λογοκρισίας είναι η αυτολογοκρισία!»

ΠρόλογοςΚωνστ. Τζόκα, δικηγόρου-οικονομολόγου

Καθηγητή ΤΕΙ Πρέβεζας

Το τελευταίο πόνημα του του φίλου Δρ.Χαράλαμπου Γκούβα με τίτλο «Η Ψυχολογία των Υβρεων και των Ιδιωματισμών», είναι μια έκπληξη που έρχεται να προστεθεί στο ήδη πλούσιο συγγραφικό έργο του δημιουργού. Αυτή τη φορά όμως, ο συγγραφέας μας μεταφέρει σε άλλους χώρους και μας δίνει μια άλλη γεύση των πολυσύνθετων ενδιαφερόντων του. Μας ξεναγεί στο χθές και το σήμερα των ύβρεων και των ιδιωμάτων της γλώσσας μας, των οποίων ερευνά την ετυμολογία, την προέλευση αλλά και το ψυχολογικό υπόβαθρο. Εργο πράγματι αξιόλογο γιατί μέσα από αυτές τις ύβρεις, εκφράσεις και ιδιωματισμούς, ο λαός μας με σοφά λόγια, αλληγορία, μεταφορά, παρομοίωση, ειρωνία αλλά και ενίοτε με δηκτικό τρόπο, εκφράζει τις σκέψεις του και τα συναισθήματά του. Πολλές φορές αυτές οι υβριστικές εκφράσεις και ιδιωματισμοί, δεν έχουν μόνο ψυχολογικό υπόβαθρο αλλά και φιλοσοφικό – παιδαγωγικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα, το αρνητικό αποτέλεσμα της αισχρολογίας που εμπεριέχουν να αυτοαναιρείται. Τέλος είναι έντονη η προσπάθεια του συγγραφέα να καυτηριάσει και να συμβάλλει στην καταπολέμηση της λεκτικής φτώχειας που επικρατεί αλλά και της αθρόας ελληνοποίησης ξένων λέξεων.

Οι αρχαίοι τραγωδοί και κωμικοί, στόχευαν στη βελτίωση του ήθους των θεατών μετά τέρψεως. Θα έλεγα ότι ο Χαράλαμπος Γκούβας, με την εργασία του αυτή ταυτόχρονα μας διασκεδάζει κάνοντάς μας σοφότερους.

Πρέβεζα 05 Απριλίου 2002 Κωνσταντίνος Θ. ΤζόκαςΔικηγόρος – ΟικονομολόγοςΚαθηγητής Τ.Ε.Ι. Πρέβεζας

7

Page 8: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Εισαγωγή

Κάποτε τα πράγματα εις την προφορικήν συννενόησιν ήσαν απλά. Οι διανοούμενοι και οι μορφωμένοι ήσαν ελάχιστοι και εσυννενοούντο διά της ορθής και πλήρους χρήσεως της γλώσσης. Ο απλός λαός, αγράμματος εις την συντριπτικήν του πλειοψηφίαν, είχεν ένα φτωχό μέν, πλην όμως σαφέστατον λεξιλόγιον διά του οποίου επικοινωνούσεν λεκτικώς με επάρκειαν εκφράζων τοιουτοτρόπως τας σκέψεις και τα ποικίλα συναισθήματά του. Η καθ’ημέραν ζωή των ανθρώπων δεν είχε πολλάς και περιπλόκους εννοίας διά να εξηγηθούν. Τα αντικείμενα ήσαν συγκεκριμμένα όπως ζώα, ενδύματα, αντικείμενα, κλπ οι δέ αφηρημένες έννοιες ήσαν ολίγες και σαφείς. Τα έτη παρήλθον και η εξέλιξις της τεχνολογίας και των επιστημών είχεν ως αποτέλεσμα την καταιγιστικήν εισβολήν επιστημονικών όρων και ξένων λέξεων, που επροκάλεσαν σύγχυσιν μεν και κορεσμόν των δυνατοτήτων απομνημονεύσεως του μέσου Ελληνος, επέτειναν δε τη λεξιπενίαν εις σημείον πλέον αδυναμίας αλληλοκατανοήσεως των νεοελλήνων.

Από την άλλην πλευράν οι νεοέλληνες όποτε χρειάζεται να διατυπώσουν μια άποψιν ενοχλητικήν ίσως, ή συναισθήματα διαμαρτυρίας και θυμού, καταφεύγουν εις την αλληγορίαν. Συχνάκις η αλληγορική έκφρασις εμπεριέχει στοιχεία αισχρολογίας, που είναι βέβαιον ότι μεταφέρουν καλύτερον το μήνυμα. «Γλώσσα λανθάνουσα, νούν προδίδει» έλεγαν οι αρχαίοι. Κατά την γνώμη μου, μία αισχρή ύβρις αντιστοιχεί εις αυτό που λέγει η κινέζικη παροιμία ότι «μία εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις». Οπισθεν των εκφράσεων αυτών και των ύβρεων, υποκρύπτονται συχνάκις ψυχολογικά συμπλέγματα («κουσούρια») των Ελλήνων που αξίζει κανείς να αναλύσει ιδίως δια τις νεότερες γενιές.

Ο Σαράντος Καργάκος φιλόλογος και συγγραφεύς, είναι ένας από τους μαχητικότερους υπερασπιστάς της ελληνικής γλώσσας. Θεωρεί την γλώσσα μας «μέγιστον εθνικόν θέμα» και στηλιτεύει οξύτατα τους εισαγόμενους γλωσσικούς βαρβαρισμούς που την κατεδαφίζουν σταδιακώς. ‘’Το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να στείλει εγκύκλιο με την οδηγία αισχρογραφείτε ελληνιστί’’ είχε γράψει κάποτε ο Σαράντος Καργάκος, προσθέτων ότι «το μόνο ελληνικό που θα διασωθεί στη γλώσσα της νεολαίας μας είναι η λέξις με τα τρία άλφα (=μαλάκας) που κάνει όλα σχεδόν τα παιδιά μας συνονόματα». Ο Νικηφόρος Βρεττάκος έχει χαρακτηρίσει τον Καργάκο αληθινό πολεμιστή κατά της γλωσσικής παραφθοράς.

Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου είχε πει πως η γλώσσα είναι για την ψυχή, ότι ο ατμοσφαιρικός αέρας δια το σώμα. Σήμερον, όπως είναι μολυσμένος ο αέρας, έτσι μολυσμένη είναι και η γλώσσα μας. Και η μόλυνσις έχει εξαπλωθεί σε όλους τους τους εθνικούς ερμούς. Αυτό συνιστά κίνδυνο. Γιατί έθνος είναι η γλώσσα του. Και τα μειονεκτήματα της γλώσσας γίνονται μειονεκτήματα του έθνους.

Εάν εις την γλωσσικήν αλλοτρίωσιν που επέρχεται συνεχώς για της προσθήκης ξένων όρων (κομπιούτερ, φραντσάιζιγκ, ντελίβερυ, τσατσάρα, σούπερ μάρκετ, φέρρυ μπόατ, κλπ) προστεθεί και η γλώσσα της εκτεταμένης αισχρολογίας που προβάλλεται ως «γλωσσική απελευθέρωσις», η τουριστική

8

Page 9: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

λαίλαπα, που έκανε την ελληνική επιγραφή εθνικό αξιοπερίεργο (Suvlaki, Tsipuro, Εxpress Fruit O Mitros, κλπ), η αποκοπή από το καλό βιβλίο, ο εξοβελισμός της αρχαίας και λογίας γλώσσης από το σχολείο και φυσικά η οπτικοποίησις του λόγου, είναι βέβαιον ότι με μαθηματικήν ακρίβειαν οδεύομεν προς την πλήρην εξαφάνισιν του Ελληνικού λεξιλογίου. Τα σημερινά παιδιά βιώνουν τον πολιτισμόν της εικόνας και μόνον. Δεν διαβάζουν. Μόνο βλέπουν (Video games, Playstation, Cartoon, κλπ). Και δυστυχώς, επιβεβαιώνεται η αξία του γνωμικού του Bladimir Lenin «Aν θές να εξαφανίσεις ένα λαό, εξαφάνισε τη γλώσσα του».

Η γλωσσική χούντα ονομάζεται λαϊκισμός. Τον πληθυντικό της ευγένειας, υποκατέστησε ο ενικός της αγένειας, αν και ο Ηλίας Πετρόπουλος θεωρεί τον πληθυντικό ως Γαλλικό εισαγόμενο προϊόν (αρχαία: «Συ είπας»). Πάντως ο ευγενικός λόγος εξαφανίζεται. Η «καλημέρα» λειτουργεί ως υποτιμένη δραχμή, ή ως νόμισμα εν αποσύρσει («….μέρααααα!»). Κι αν ακούγονται κάποιοι χαιρετισμοί - εκτός αυτών της Εκκλησίας - έναι τόσο άτονοι, που δείχνουν άνθρωπο που ομιλεί ωσαν να νυστάζει. («γειάαα…»)

Σήμερον, η πολιορκημένη από τον καταναλωτισμόν και υποδουλωμένη εις τον ευδαιμονισμόν αλλά και εις την αβεβαιότητα του μέλλοντος νεολαία έχει μια αβαθή ψυχή, που ούτε μεγάλα ούτε πολλά μπορεί να πει. Ωσάν τον παπαγάλο η νεολαία επαναλαμβάνει τα διαφημιστικά μηνύματα και ξεστραβώνεται εις τους τηλεοπτικούς δέκτας παρακολουθούσα τα ανιαρά προγράμματα τύπου Big Brother και Bar. Γιατί - κακά τα ψέματα – εις τον σημερινό κόσμο της εικονικής πραγματικότητος, «μητρική» γλώσσα των νέων μας είναι η γλώσσα της διαφημίσεως.

Η μονογραφία αύτη αποτελεί προϊόν «συλλογών» λέξεων, ύβρεων, αισχρολογιών και ιδιωματικών εκφράσεων των τελευταίων 20 χρόνων, τας οποίας κάποια στιγμή αποφάσισα να συναρμολογήσω εν πονήματι. Πηγές μου ήσαν είτε ο καθημερινός προφορικός λόγος των ανθρώπων, είτε άρθρα εις έντυπα, εφημερίδας, φράσεις από τηλεοπτικάς εκπομπάς, φράσεις από τον κινηματογράφον, κλπ. Ο τίτλος «Η Ψυχολογία των Υβρεων και των Ιδιωματισμών» δεν είναι ο πλέον κατάλληλος, πλήν όμως επελέγη σκοπίμως διά να σημάνει το κοινωνιολογικόν υπόβαθρον του αλληγορικού νοήματος αυτών.

Η καθαρεύουσα επελέγη προς διατύπωσιν, αφ ενός μέν λόγω της σαφήνειας και της γλαφυρότητος ήν προσφέρει, και αφ ετέρου διότι, λόγω της σοβαρότητας εκ της οποίας εμφορείται, αυτοδικαίως αναιρεί τας πιθανάς αντιδράσεις που πιθανώς προκληθούν εις το πουριτανικόν αναγνωστικόν κοινόν, με την ελπίδαν αποφυγής δικαστικών διώξεων και εμπλοκών! Μη αρκούμενος όμως μόνον εις αυτό, καλού - κακού, κατέφυγα και εις δύο φίλους νομικούς την κ. Αικατερίνη Τζίμα και τον κ. Κωνσταντίνο Τζόκα, o οποίος και προλογίζει το πόνημα, να ελέγξουν την νομιμότητα των κειμένων του παρόντος, και τους ευχαριστώ θερμότατα διά την βοήθειά των αυτή.

Εκτιμώ ότι πρό ολίγων ετών απαιτείτο γενναιότητα ή τουλάχιστον θράσος διά την έκδοσιν ενός παρομοίου πονήματος. Ελπίζω να μη διαψευσθώ από τας εξελίξεις. Ας μην ξεχνάμε ότι ο καθηγητής γλωσσολογίας κ.Μπαμπινιώτης ‘’έφαγε’’ τέσσερις μήνες πρωτοδίκως για την υπόθεση της λέξης «Βούλγαροι» εις το λεξικόν του και αθωώθηκε δευτεροδίκως. Εάν κάποιοι

9

Page 10: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

στο παρελθόν προέβησαν εις παρομοίους εκδόσεις, είναι βέβαιον ότι το έκαναν είτε πίσω από την μεγάλη επωνυμία, είτε πίσω από τη μόνιμη διαμονή στο Παρίσι, είτε πίσω από κάποια πανεπιστημιακή έδρα, ουδέν εκ των οποίων διαθέτει ο γράφων.

Θεωρώ περιττόν να τονίσω ότι όλα τα λεκτικά παραδείγματα και φράσεις του παρόντος, αφορούν φανταστικά πρόσωπα και πράγματα, εκτός των περιπτώσεων όπου αναφέρονται ονομαστικώς και σαφώς εις διάσημους επωνύμους. Κατά τα άλλα, κάθε ομοιότης με πρόσωπα και πράγματα της καθημερινότητος είναι καθαρή σύμπτωσις.

Με χαρά παρουσιάζω εις το αναγνωστικόν κοινό το παρόν πόνημα, και ελπίζω πέραν από τον γέλωτα που υποθέτω θα προσφέρει, να δώσει και εξηγήσεις δια το ψυχολογικόν παρασκήνιον λέξεων και εκφράσεων, αίτινες τείνουν να εκλείψουν εκ της καθομιλουμένης και ολίγοι πλέον συμπατριώται μας γνωρίζουν την προέλευσή των.

Χαράλαμπος Γκούβας, Αθήνα, Απρίλιος 2002

10

Page 11: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 1ον:Γενικοί Ιδιωματισμοί

(Αλφαβητικώς)

Εις το παρόν κεφάλαιον παρατίθενται αλφαβητικώς ιδιωματισμοί, γνωμικά, και νεολογισμοί γενικού περιεχομένου, πλήν όμως πάντοτε υποκρύπτοντες ενδιαφέρον ψυχολογικόν υπόβαθρον. Οι ιδιωματισμοί και τα γνωμικά συνήθως εφευρίσκονται ή έστω καλλιεργούνται από τον ίδιο το λαό, εις έδαφος πάντοτε προϋπαρχούσης ψυχοπαθολογίας καταστάσεων. Από ιατρικής απόψεως, νεολογισμούς παράγουν τα παιδιά, οι ψυχοπαθείς, οι επιστήμονες, οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες. Ειδικώτερον οι νεολογισμοί είναι ίδιον των μικρών παιδιών (πλάθουν δικές τους λέξεις για κάτι που δεν γνωρίζουν πως να το πουν), ίδιον των ψυχοπαθών (πλάθουν λέξεις για τις φαντασιώσεις τους), ίδιον των επιστημόνων (πλάθουν λέξεις για νέες εφευρέσεις και νέες επιστημονικές έννοιες) και ίδιον των καλλιτεχνών (πλάθουν λέξεις για να μεταφέρουν ένα νέο νόημα ένα νέο αστείο ή μια αλληγορία). Ορισμένα από τα λεξιπαίγνια και ορισμένοι από τους νεολογισμούς που παρατίθενται κατωτέρω, είναι γνωστής πατρότητος, πλήν όμως συνήθως απέφυγα την δημοσίευσιν του ‘’εφευρέτου’’ προς διατήρησιν της ανωνυμίας του εις τα πλαίσια σεμνότητος. Με βάσιν τα ανωτέρω, θεωρώ ότι ο επιτυχέστερος νεολογισμός της δεκαετίας είναι ο όρος «εξουσιοφρένεια» που εισήγαγεν ο ψυχίατρος Κλεάνθης Γρίβας και παρατίθεται κατωτέρω.

1) Ανδρικόν επώνυμο: Ιδιωματισμός δηλώσεως ανδρικού επωνύμου από γυναίκες: Συχνάκις, γραίες τινές εις την επαρχίαν ιδίως, όταν ερωτώνται περί του ονοματεπωνύμου των, το δηλούν εις άρρεν γένος: Παράδειγμα: Εφοριακός: «Πως λέγεστε κυρία;» «Ιεεεε;» «Το όνομά σας, παρακαλώ, πως είναι;» «Σφέτσας ...λίγουμιστι». Εκτιμώ, ότι η χρήσις του άρρενος επωνύμου, υποδηλοί συζυγικήν υποταγήν, και ενίοτε υποσυνείδητον τρόμον, επιβληθέντα παντοιοτρόπως εκ μέρους του συζύγου, ήτοι διά ξυλοδαρμών, διά ηχητικής βίας, διά σεξουαλικής βίας, κλπ.

2) Αόριστος χρόνος: Ιδιωματισμοί με ρήματα εις αόριστον χρόνον: Παράδειγμα: «Κάηκες!»: Πρόκειται περί ιδιωματισμού αρνητικής απαντήσεως εις ερώτησιν, εμπεριέχουσα ταυτοχρόνως και την ποινήν ήτις επίκειται να επιβληθεί, κατά κανόνα μεταφορικώς. Παράδειγμα: Π.χ. Παιδάκι: «Μαμά να πάω στα βαθειά;»- Απάντηση: «Κάηκες!». Εφηβος: «Μπαμπά να πάρω τα’αμάξι για μια βόλτα;»- Απάντηση: «Την έβαψες!», Μαθητής: «Να βγάλω το σκονάκι στο διαγωνισμό;»- Απάντηση: «Την πούτσισες!».

3) «Αν σε πιάσω;». Ο ιδιωματισμός αυτός αποτελεί ρητορικήν ερώτησιν, πρακτικώς απειλήν ξυλοδαρμού, απαντούμενη υπό του ερωτώντος, όστις εννοεί ότι «αν σε πιάσω, θα σε μαυρίσω στο ξύλο...». Παράδειγμα: «Ελα δώ Γιωργάκη!» «Οχι δεν έρχομαι!» «Αν σε πιάσω!».

4) «Άραξε μεγάλε στα κιλά σου»: Ομοίως πρόκειται περί αλληγορικού ιδιωματισμού όστις υποκρύπτει ειρωνικήν δυσπιστίαν και περιφρόνησιν διά την αξίαν του υποκειμένου προσώπου. Προφανώς η φράσις προέρχεται από την γλωσσικήν αντιστοιχίαν «Κιλά - βάρος σώματος» με το «προσωπικότητα – κοινωνικό κύρος». Παράδειγμα: «Λέω να χτυπήσω ένα δάνειο 100.000 EURO από την Τράπεζα Eurobank και να ανοίξω Goodies στην Πρέβεζα!» «Αραξε ρε μεγάλε στα κιλά σου!».

5) «Αρτσι, μπούρτσι και ο λουλάς»: Πολύ παλαιός ιδιωματισμός, εισαχθείς παρά των τσιπουροπαραγωγών. Αρτσι είναι ο λέβητας αποστάξεως, μπούρτσι είναι ο σπειρωτός σωλήν ψύξεως, και λουλάς (τουρκιστί lula) ο σωλήν εξόδου του

11

Page 12: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

αλκοολικού ποτού. Η ιδία τεχνολογία και ορολογία ισχύει και διά τον ανατολίτικον ναργιλέ. Αρτσι είναι η φιάλη, μπούρτσι είναι ο σωληνίσκος εμβυθίσεως και λουλάς είναι το επιστόμιον εξόδου (Παράδειγμα: «όταν καπνίζει ο λουλάς», ρεμπέτικον άσμα). Ο ιδιωματισμός σημαίνει σύγχυσιν αρμοδιοτήτων, ανακατωσούρα, μπέρδεμα. Παράδειγμα: «Ερχεται ο Γεννηματάς ψηφίζει ένα νομοσχέδιο Υγείας. Ερχεται ο Γείτονας ψηφίζει άλλο. Ερχεται ο Κρεμαστινός ψηφίζει άλλα δυό. Ερχεται ο Παπαδόπουλος ψηφίζει άλλα πέντε. Αρτσι, μπούρτσι και ο λουλάς!» (συζήτησις ιατρών). «Η Μαρία τάχε με το Γιώργο και έκαναν ένα παιδί εξώγαμο. Ο Γιώργος όμως είχε συνάψει και σχέσεις με την κόρη της Μαρίας, τη Ρωξάννη. Ετσι το παιδάκι που γεννήθηκε είχε μητέρα τη Μαρία, αλλά έλεγε μαμά και τη Ρωξάννη, νομίζοντας ότι είναι αδελφές. Αρτσι, μπούρτσι και ο λουλάς!» (απόσπασμα από ρομαντικό βιβλίο τύπου άρλεκιν).

6) «Δε μας χέζεις ρε Νταλάρα;»: Πρόκειται περί παλαιού χιουμουριστικού αλληγορικού ιδιωματισμού, εμφανισθέντος εις το προφορικόν προσκήνιον την δεκαετίαν του 80. Οι πλείοντες των αναγνωστών αποδίδουν τον ιδιωματισμόν εις τον Χάρυ Κλύν. Πιθανότατα -εννοιολογικώς- ο ιδιωματισμός στηρίζεται εις την παρατηρηθείσαν συνεχήν και αδιάκοπον παρουσίαν του συμπαθούς κατά τα άλλα αοιδού εις το καλλιτεχνικόν σκηνικόν, εις ακραίον βαθμόν (συνεχής κυκλοφορία δίσκων κάθε είδους, εις την τεχνηέντως υποβοηθούμενη επικοινωνιακή πολιτικήν αυτού, με συνεχήν παρουσίαν εις τα ΜΜΕ, κλπ). Ούτω, μερίς ακροατών ενεφάνισεν και εμφανίζει δυσφορίαν για την διηνεκήν αυτήν παρουσίαν του καλλιτέχνη εις το μουσικόν προσκήνιον και τα ΜΜΕ. Αλληγορικώς, ο διατυπώνων την ανωτέρω φράσιν, εκδηλοί δυσπιστίαν εις τα λεγόμενα τρίτου, και υποδηλοί εμμέσως πλήν σαφώς, ότι κατεπονήθη και εβαρέθη την συνεχή παρουσίαν και παρέμβασιν του συνομιλητού του και του ζητεί ‘’επιτέλους να τον αφήσει ήσυχο’’. Παράδειγμα: Κώστας: «Παιδιά μια και δεν έχουμε γκόμενες να βγούμε απόψε, δε βγαίνουμε με τις δυό χοντρές αδερφές; Εξ άλλου λυχνίας πεσούσης πάσα γυνή ομοία!». Απάντηση: «Δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα;». Άλλο παράδειγμα: «Οταν βγεί η Νέα Δημοκρατία, θα τα διορθώσει όλα, θα κάνει, θα ράνει, θα διορίσει, θα διορθώσει, θα, θα, θα,…» Απάντηση: «Δεν μας χέζεις ρε Νταλάρα!».

7) «Δεν παίζεται»: Εις την κυριολεξίαν, η φράσις εννοεί τον άριστον ποδοσφαιριστήν που είναι δύσκολος η αντιμετώπισίς του από αντίπαλον. Μεταφορικώς πρόκειται περί ιδιωματισμού εκδηλώσεως θαυμασμού και ιδιαιτέρας εκτιμήσεως, διά ειδικάς ικανότητας και δή δι’ ικανότητας εφαρμογής πρωτοτύπων μεθόδων και ιδεών με επιτυχίαν. Παραδείγματα: Ψηφοφόρος: «Δεν παίζεται ο Σημίτης! Στήριξε το χρηματιστήριο μέχρι να τσιμπήσουν όλα τα ούφο, μεταφέρθηκε όλο το χρήμα από τις Τράπεζες στη Σοφοκλέους και μετά έδωσε σήμα εξόδου, καταφέρνοντας να μαζέψει όλο το χρήμα από την αγορά, μείωσε τον πληθωρισμό και κατάφερε να μπεί στην ΟΝΕ!». Μέλος Συλλόγου: «Ρε το μπαγάσα, άκου τι σκέφτηκε! Μάζεψε αυθημερόν όλες τις ετήσιες συνδρομές του συλλόγου, στέλνοντας αντικαταβολή τις αποδείξεις πληρωμής με κούριερ. Ολοι πλήρωσαν γιατί ντρέπονταν. Δεν παίζεται αυτός ο Μπάμπης!».

8) «Ειρωνικαί εκφράσεις», λεκτικά δάνεια υπαρχουσών εκφράσεων: Ατομα υψηλής ιδίως διανοητικής στάθμης και οπαδοί του χιούμορ, χρησιμοποιούν με ειρωνικήν διάθεσιν προτύπους λέξεις και εκφράσεις, δάνεια από τον έντυπον και προφορικόν λόγον άλλων κοινωνικών καταστάσεων. Σκοπός του ειρωνικού αυτού λεκτικού δανείου, είναι η αναδρομική διακωμώδησις παλαιών καταστάσεων, ή η αυτοκριτική του ομιλούντος. Παραδείγματα: «Θα αποσυρθώ εις τα ιδιαίτερα διαμερίσματά μου». Πρόκειται περί εκφράσεως την οποίαν διετύπωναν συνήθως βασιλείς περασμένων αιώνων εις τας δεξιώσεις, όταν ήθελαν να πάνε για ύπνο χωρίς να παρεξηγηθούν οι προσκεκλημένοι τους. Λόγω της πληθώρας δωματίων εις τα ανάκτορα, έπρεπε να γίνει η διευκρίνησις «εις τα ιδιαίτερα διαμερίσματα» προς αφοφυγήν παρερμηνείας, διότι οι δεξιώσεις καταλάμβαναν πολλές αίθουσες, και οι

12

Page 13: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

προσκεκλημένοι μπορεί να νόμιζαν ότι ο βασιλεύς αλλάζει αίθουσα απλώς. Μεταφορικώς, σήμερον η έκφραση είναι ειρωνική – χιουμουριστική και σημαίνει απλώς «πάω για ύπνο στο υπνοδωμάτιό μου, γιατί με τη φτώχεια που μας δέρνει που να τα βρούμε τα ιδιαίτερα διαμερίσματα;».

9) «Ειρωνικαί εκφράσεις»: «Υποβάλλω τα σέβη μου φρέσκα και ζεστά»: Πρό δεκαετιών εθεωρείτο δεδομένη εις τον προφορικόν και γραπτόν λόγον η έκφρασις «υποβάλλω τα σέβη μου». Σήμερον δεν χρησιμοποιείται πλέον, ίσως διατί οι νεοέλληνες δεν έχουν σέβη προς κάποιον ή διά κάτι τι διά να τα υποβάλλουν. Επιπροσθέτως και μεταφορικώς ο ομιλών, γελοιοποιεί την έκφρασιν διά της προσθήκης του «φρέσκα και ζεστά» υποννοών εν τη κυριολεξία «γειά σου ρε φίλε, σπουδαία προσωπικότητα της πλάκας!».

10) «Ειρωνικαί εκφράσεις»: «Σύντροφοι»: Η κλασσική προσφώνησις των Ρώσσων Κομμουνιστών της Οκτωβριανής Επαναστάσεως, επεξετάθη εις χρήσιν των Μελών των ΚΚ όλης της γής. Παράδειγμα: «Σύντροφοι και συντρόφισσες Περιστεριώτες» (Ομιλία Χαρ.Φλωράκη), ή «Companieros et companieres del Cuba» (Ομιλία του Fidel Castro εις την Αβάνα). Mεταγενεστέρως, η προσφώνησις υπεκλάπη σκοπίμως από μέλη Σοσιαλιστικών, ή και Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων όπως στη Γερμανία από το SPD, στην Ελλάδα από το Πασόκ, εις την Γαλλία από το SPF, κλπ. Μακροπροθέσμως, και κατόπιν της πτώσεως των καθεστώτων του υπαρκτού Σοσιαλισμού, αρκετοί ομιληταί φιλελεύθερης πολιτικής ιδεολογίας (=δεξιοί) εχρησιμοποίησαν από μικροφώνου χάριν ειρωνικού αστείου την προσφώνησιν «Σύντροφοι» εις μη αριστερόν ακροατήριο, αποσπώντες και χειροκροτήματα. Εις την καθ’ημέραν πράξιν, η κλήσις «σύντροφε» χρησιμοποιείται ειρωνικώς και περιπαικτικώς δι’ατομα άσχετα με την πολιτικήν, τα οποία ετακτοποιήθησαν εις δημοσίας υπηρεσίας υπό του κυβερνώντος Πασόκ. Παράδειγμα: «Γειά σας συντρόφια» (ειρωνικός χαιρετισμός ιατρού εις τους είκοσι ξυλουργούς Κρατικού Νοσοκομείου της Αττικής, οι οποίοι έψηναν λουκάνικα στη σόμπα, και έπαιζαν χαρτιά!!!).

11) «Ειρωνικαί εκφράσεις»: «Χαιρετώ τους παρευρισκομένους πέρα για πέρα»: Χιουμουριστικός ειρωνικός χαιρετισμός μικρής παρέας, η οποία αναμένετο να είναι μεγαλύτερη. «Σας στέλνω θερμό αγωνιστικό χαιρετισμό»: Ειρωνική αστεία προσφώνηση ακόμα και προς ένα άτομο, τηλεφωνικώς συνήθως, ήτις παραπέμπει σε εποχές μεταπολιτευτικής έντονης πολιτικοποίησης, με ξύλινην γλώσσαν.

12) «Εκαψε φλάντζα»: Από το ιταλικό flangia = λεπτό δέρμα ή ελαστικό, για στεγανότητα σε μεταλλικά μέρη κινητήρων. Μεταφορικώς ο ιδιωματισμός «έκαψε φλάντζα» σημαίνει ότι κάποιος ασθένησε από ψυχική νόσο. Παράδειγμα: . «Ο Νικήτας μέχρι πέρσι ήταν νορμάλ, αλλά από τον καιρό πού τον παράτησε η γκόμενα, έκαψε φλάντζα!». «Εμπαζε νερά από καιρό η Κατερίνα, αλλά τον τελευταίο μήνα έκαψε και την τελευταία φλάντζα».

13) «Εξουσιοφρένεια και εξουσιοφρενής»: Η συνήθης άποψις του λαού περί των αιτίων της επιθυμίας καταλήψεως κάθε είδους εξουσίας από τον άνθρωπον, μέχρι τούδε περιείχεν προθέσεις αφιλοκερδούς προσφοράς εις το κοινωνικόν σύνολον (=αλτρουϊσμός, εθελοντισμός), οικονομικά αίτια (=κονόμα), ωφελιμιστικά αίτια (=διατήρησις κεκτημένων), σεξουαλικά αίτια (=εξασφάλισις θαυμαστριών, «το υπέρτατο αφροδισιακό για τη γυναίκα είναι η εξουσία» είχε πεί ο Henry Κissinger εις τον Πρόεδρο Mao Ze Dog), κλπ. Έν αίτιον που δεν ελαμβάνετο σοβαρώς υπ’όψιν ήτο και η λεγόμενη ‘’ηδονή της καρέκλας’’ όπως ελέγετο. Ο όρος «εξουσιοφρένεια» προέρχεται από το εξουσία + φρένεια, γαλλιστί frein = φρένο, (βλέπε και σχιζοφρένεια). Πρόκειται περί νεολογισμού ή περί λεξιπαιγνίου, εισαχθέντος παρά του ψυχιάτρου Κλεάνθη Γρίβα με την έννοιαν της ιδιότητος ατόμων να επιθυμούν θώκους εξουσίας εις υπέρτατον βαθμόν, ούτως ώστε να είναι εις θέσιν να

13

Page 14: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

ανατρέψουν κάθε συνήθη ιεράρχησιν αξιών (κοινώς δηλαδή είναι ικανοί να πατήσουν επί πτωμάτων για την κατάληψη της εξουσίας). Εξουσιοφρενής είναι ο πάσχων από εξουσιοφρένειαν, ο παλαβός για καρέκλα εξουσίας. Μεταφορικώς εξουσιοφρενής είναι και ο κατέχων θώκον εξουσίας και επαιρόμενος (=παίρνοντας τα μυαλά του αέρα) προσβάλλεται από παθολογικήν αλαζονείαν, αίσθημα ατιμωρησίας, και άλλα συναισθήματα αντίθετα από τα επικρατούντα εις ένα καθημερινόν άνθρωπο, με αποτέλεσμα να προβαίνει εις πράξεις βλαπτικάς δι’ άλλους αλλά και αυτοκαταστροφικάς διά τον ίδιο ενίοτε. Από ψυχιατρικής απόψεως μάλλον η εξουσιοφρένεια πρέπει να καταχωρηθεί εις τας ιδεοψυχαναγκαστικάς νευρώσεις, αν και οι νοσολογικές ποικιλίες με αλληλοεπικαλύψεις είναι ατελείωτες. Παραδείγματα: «Ο Θωμάς ξόδεψε 20.000.000 για να βγεί Δήμαρχος και δεν βγήκε! Ποια θάταν η ωφέλεια αν έβγαινε; Εξουσιοφρένεια!». «Ο Μίλτος δεν είναι ούτε της μίζας, ούτε του ρουσφετιού. Είναι όμως εξουσιοφρενής και για να βγεί είναι ικανός να συμμαχήσει και με το διάβολο. Τα βράδυα δεν κοιμάται! Σκέφτεται τη Δημαρχία! Τι πάθηση και αυτή ρε παιδί μου!». Tηλεθεατής: «Ο Σημίτης δήλωσε στη συνέντευξη ότι δεν είναι ερωτευμένος με την καρέκλα, αλλά θα είναι και πάλι υποψήφιος! Η κρυφή γοητεία της εξουσιοφρένειας!».

14) «Επηξα»: (αόριστος του πήγνυμι = μετατρέπομαι από ρευστό σε στερεό). Παράδειγμα: Λοχίας: «Θα πήξετε στραβάδια!», εννοεί «στρατιώτες θα κακοπεράσετε, αλλά θα βγείτε με εμπειρίες, σκληροτράχηλοι». Παράδειγμα: Στρατιώτης: «Οκτώ μήνες χωρίς άδεια στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα! Επηξα». Ιατρός: «Αμάν αδερφάκι μου, 48 ώρες εφημερία στο ΚΑΤ. Επηξα!».

15) «Εχω μια λαδίλα», (=αναγωγή λιπαρών στομαχικών υγρών). Παρόμοιες είναι και οι εκφράσεις «έχω μια ξυνίλα» (=όξινη ερυγή, όξινη αναγωγή), «έχω μια καούρα» (=αίσθημα επιγαστρικού καύσου) , αλλά και η μεταφορική έκφρασις «έχω μια σκορδοκαίλα» (=αδιαφορώ διά το θέμα). Παράδειγμα: Πελάτης ταβέρνας: «Αααα πα πα! Δεν τρώω τηγανητά εγώ. Μια μακαρονάδα θα πάρω, αλλοιώς θάχω λαδίλες και ξυνίλες όλο το βράδυ».

16) «Εχω ρέντα»: Γαλλιστί rente είναι η εύνοια της τύχης εις τα τυχερά παίγνια. Μεταφορικώς «έχω ρέντα» σημαίνει ότι συνεχώς μου έρχονται όλα ευνοϊκά. Παράδειγμα: «Κέρδισα και 68.000.000 στο Lotto, αυξήθηκε και η δουλειά μου στο μαγαζί, έβγαλα και τρείς γκόμενες! Εχω ρέντα!».

17) «Θα σου αστράψω μία!»: Μεταφορικώς ο ιδιωματισμός σημαίνει θα φάς σφαλιάρα, θα φάς ξύλο, θα σε δείρω. Το αστράψω υποδηλοί ότι η σφαλιάρα θα είναι δυνατή που θα ζαλιστείς και θα δείς αστραπές και αστεράκια! Παράδειγμα: . Μπόμπος: «Μαμά συγνώμη αλλά τόφαγα όλο το γλυκό!» Μητέρα: «Θα σου αστράψω μία!». Κώστας: «Εντάξει ρε Ριρίκα, μ’έπιασες επ αυτοφώρω νάχω κι άλλη γκόμενα. Εγώ όμως εσένα αγαπάω!» Ριρίκα: «Καργιόλη, να σου αστράψω μία!».

18) «Καβούρια έχει η τσέπη σου;»: Ρητορική ερώτησις, εν είδη εννοιολογικού παραλληλισμού. Όταν βάλουμε το χέρι σε μια τσέπη με καβούρια, σαφώς θα μας δαγκώσουν. Μεταφορικώς η φράσις σημαίνει είσαι τσιγκούνης, φιλάργυρος, δεν πληρώνεις ποτέ. Παραδείγματα: «Βγαίνουμε τρία χρόνια μ’αυτή την κοπέλα, αλλά βρε παιδάκι μου καβούρια έχει η τσέπη της, ούτε μια φορά δεν είπε να πληρώσει!». «Μπορεί στην Πρέβεζα να λιγόστεψαν οι γαρίδες, αυξήθηκαν όμως τα καβούρια στις τσέπες!». Ενίοτε ο ιδιωματισμός απαντάται και υπό την παρομοίαν μορφήν «αχινούς έχει η τσέπη σου;» (Συλλογή Παναγιώτη Σαρρή).

19) «Καψώνι μου κάνεις;»: Παλαιός ιδιωματισμός. Καψώνι (καψώνω, από το αρχαίο ρήμα καυσώ = νιώθω ζέστη, εξ ού και καύσων), είναι η παράτυπος σωματική και ψυχολογική ταλαιπωρία των στρατιωτών, επιβαλομένη παλαιότερον υπό χαμηλοβάθμων υπαξιωματικών, με σκοπόν την εξάσκησιν υποτίθεται του πνεύματος

14

Page 15: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

πειθαρχίας. Εχει καταργηθεί πλέον επισήμως με εγκύκλιον του ΓΕΣ. Παραμένει όμως ως συνήθεια εις τον οικογενειακόν και πολιτικόν βίον. Η φράσις «καψώνι μου κάνεις;» εις τους πολίτας, μεταφορικώς σημαίνει θέλεις σκόπιμα να με ταλαιπωρήσεις; Παραδείγματα: «Χαίρεται! Εφερα την αίτηση πρόσληψης στο ΙΚΑ». «Αααα, δεν κάνει αυτή, είναι από κομπιούτερ! Χρειάζεται να είναι διπλωμένη στη μέση με το κείμενο μόνο στα δεξιά!». «Καλά καψώνι μου κάνεις;» (αληθές περιστατικό του έτους 1990). Πελάτης: «Θέλω μία πίτσα στον 5ο όροφο αλλά χάλασε το ασσανσέρ!» «Καψώνι μας κάνετε κύριε;». Σύζυγος: «Σπύρο, θα μαγειρέψεις, θα σκουπίσεις, θα διαβάσεις τα παιδιά και θα τα πας Αγγλικά και φροντιστήριο. Εγώ έχω ραντεβού με τις φίλες μου για κουμ-κάν!», Σπύρος: «Καλά ρε Μάρθα, καψώνι μου κάνεις;»

20) «Κομπίνα», και «κομπιναδόρος»: Συχνάκις η «μίζα» συνδυάζεται διά της λέξεως «κομπίνα», λέξις προερχόμενη εκ της Αγγλικής combine (=συνδυάζω, Γαλλικά combiner). «Kομπιναιζόν» (=combinaison), είναι το γυναικείον εσώρουχο συνδυάζον το άνω με το κάτω μέρος (εις αντίθεσιν με το deux pieces), ενώ εις τους αγρότας, «κομπίνα» είναι η θεριζοαλωνιστική μηχανή, συνδυάζουσα θερισμόν με αλωνισμόν. Εις την οικονομικήν εγκληματολογίαν, κατά τον Χαρ. Γκούβα, «κομπίνα είναι ο συνδυασμός δύο νομιμοφανών πράξεων δια να προκύψει μία παράνομoς» (βλέπε και την ταινίαν ‘’Βαλκανιζατέρ’’, έτους 2000 του Δ.Γκορίτσα). Παράδειγμα: . «Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ανακήρυξε σε κυρίαρχο ήθος την κομπίνα» (Χάρυ Κλυν, συνέντευξη στο Mega Channel, 2-12-2001).

21) «Κώλος και βρακί»: Ομοίως πρόκειται περί ιδιωματισμού με εννοιολογικόν παραλληλισμόν, δηλαδή, όπως ο κώλος (γλουτός) έρχεται σε στενή επαφή με το βρακί, έτσι και δυό άτομα είναι στενοί φίλοι. Παράδειγμα: . Χαράλαμπος: «Τι είπες; Δεν σου κλείνει ραντεβού ο Περιφερειάρχης; Βάλε το Βασίλη να του μιλήσει! Είναι κώλος και βρακί αυτοί!».

22) «Μας πήραν στο ούζο!»: Το Ούζο είναι εύγευστον Ελληνικό αλκοολικό ποτό, ειδικώτερον είναι απεριτίφ (=ορεκτικό), παρασκευαζόμενο από παλαιά με απόσταξη και μυρωδικά βότανα, κυρίως άνιθο. Σήμερον παρασκευάζεται συνθετικώς ως αλκοολικό σακχαρούχο διάλυμα ανεθόλης, ήτις εισάγεται εκ Γαλλίας ως essance. Το όνομα ούζο το πήρε από τα βαρέλια που εξήγοντο εκ Τυρνάβου Λαρίσης εις την Μασσαλίαν της Γαλλίας και την Ιταλίαν, εις τα οποία οι εξαγωγείς έγραφαν «Uso Italia» (=προς χρήσιν της Ιταλίας), ή, «Uso Massalia»(=προς χρήσιν της Μασσαλίας). («Φέρτε ούζο του Τυρνάβου να μεθύσω και να πιώ», λαϊκόν άσμα του Βαγγέλη Περπινιάδη). Ο ιδιωματισμός «μας πήραν στο ούζο» σημαίνει ότι δεν τυγχάνουμε εκτιμήσεως εκ του κοινωνικού περιγύρου και μας περιγελούν, μας χλευάζουν. Αυτό προέρχεται πιθανότατα από το γεγονός ότι το ούζο ως απεριτίφ συνοδεία μεζέδων, εκτελεί χρέη ορεκτικού προγεύματος, και συνήθως αι παρέαι εν τη ουζοποσία επεδίδοντο συχνάκις εις έντονον και αρνητικήν κοινωνικήν κριτικήν (κουτσομπολιό). Παραδείγματα: «Το καλοκαίρι λέω, για να κερδίζουμε χρόνο, να πηγαίνουμε στο μαγαζί με το μαγιώ, κατευθείαν από τη θάλασσα» «Τι λές ρε μαλάκα, θα μας πάρουν στο ούζο!». «Η οικονομική κρίση είναι δεδομένη παιδιά. Μια λύση υπάρχει. Να ανοίξουμε νυχτερινό κέντρο με Ουκρανέζες!» «Καλή ιδέα, αλλά θα μας πάρουν στο ούζο!».

23) «Μας τά’πρηξες!»: Παλαιός υβριστικός ιδιωματισμός. Κυριολεκτικώς, εννοεί μας έπρηξες τα αρχίδια, δηλαδή τους προκάλεσες οίδημα, πρήξιμο. Μεταφορικώς σημαίνει «μας κούρασες, μας βασάνισες, μας ταλαιπώρησες με τη φλυαρία σου». Παραμένει άγνωστος η ετυμολογική και εννοιολογική συσχέτισις της ανθρώπινης φλυαρίας μετά του οιδήματος των όρχεων! Πιθανόν να προέρχεται από την συσχέτισιν μιάς ανιαρής παρατεταμένης ομιλίας την οποίαν κάποιοι είχον την ατυχίαν να υποστούν καθήμενοι επί ώρας, με αποτέλεσμα το υποτιθέμενον προκληθέν οίδημα των όρχεων! Άλλη εκδοχή είναι η άποψις του ψυχίατρου Κυριάκου

15

Page 16: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Παπαχρήστου, να προέρχεται ο ιδιωματισμός από το φαινόμενον της παρατεταμένης προερωτικής διαδικασίας (προκαταρκτικά φιλιά, χάδια, στύσις, κλπ) ήτις τελικώς δεν ολοκληρούται διά της συνουσίας, προφανώς λόγω επιφυλάξεων και αρνήσεων της συμμετεχούσης αμφιταλαντευομένης κορασίδος. Το φαινόμενον αυτό αποκαλείται ιδιωματικώς Αγγλιστί petting, εκ του petty = μικρός, ασήμαντος, ευτελής, δεν υφίσταται όμως αντίστοιχος Ελληνικός όρος. Οι Ελληνες άρρενες συνήθως χρησιμοποιούν διά το φαινόμενο αυτό την έκφρασιν «Δεν την πήδηξα τελικά. Μούπρηξε τα’αρχίδια» εννοούντες ότι με τα παρατεταμένα χαϊδολογήματα, υπήρξε ενοχλητική στύσις και οίδημα της περιοχής των γεννητικών οργάνων μη αποφορτισθέν δια συνουσίας και εκσπερματίσεως. Παραδείγματα: Χρήστος: «Δεν ξαναβγαίνω με την Ναταλία άλλη φορά. Δυό ώρες με είχε κάνει μπαρούτι και τελικά δεν ήθελε να κάνουμε έρωτα, μούπρηξε τα’αρχίδια!». Σπύρος: «Να γιατί γουστάρω τις Ρωσσίδες! Πρίν προλάβεις να πείς κίχ, σου τάχουν κάνει όλα!. Οχι σαν τις Ελληνίδες που σου πρήζουν τα’αρχίδια!» Πέτρος: «Τέλειωσες τώρα Ρούλα; Ε, τράβα και το καζανάκι, γιατί μας τά’πρηξες τόσην ώρα!». Κώστας: «Τέσσερα χρόνια Δήμαρχος και δεν έκανε τίποτα. Και τώρα με μια ώρα ομιλία μας δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα. Μας έπρηξε τα’αρχίδια! Ούστ ρέ!».

24) «Μαύρος»: Η λέξις μαύρος (αρχαία αμαυρός) χρησιμοποιείται μεταφορικώς διά την διατύπωσιν ποικίλλων όσων νοημάτων. Παραδείγματα: «Μαύρο χιούμορ» = μακάβριον χιούμορ, «Μαύρο φίλμ» (film noir)= μεταφορά στην οθόνη αστυνομικών μυθιστορημάτων, «μαύρος» = ο νέγρος, «μαύρος» = άλογο μαύρο, η «μαύρη», το «μαύρο» = το χασίς, «μαύρη αγορά» = αγοραπωλησία σπάνιων ειδών σε υψηλές τιμές, «μαύρο χρήμα» = τα μη δηλωθέντα χρήματα, τα αφορολόγητα, «μαύρη ήπειρος» = η Αφρική, «μαύρο κουτί» = συσκευή καταγραφής δεδομένων στα αεροπλάνα, «μαύρη μαγεία» = μαγεία με τελετές αφρικανικής προελεύσεως, «μαύρη τρύπα» = εις την αστρονομία, το τελευταίο στάδιο της εξέλιξης των άστρων, με μεγάλη βαρύτητα και αόρατη μάζα

25) «Μίζα», και «μιζαδόρος»: Το «μίζα», προέρχεται από το γαλλικό mise, θηλυκό της μετοχής mis του mettre (= βάζω, θέτω) και σημαίνει το αρχικό ποσόν το τιθέμενον εξ εκάστου παίκτου εις τα τυχερά παίγνια. «Μίζα» επίσης είναι και η ηλεκτρική συσκευή ενάρξεως λειτουργίας του κινητήρος των αυτοκινήτων, συνδεομένη με τον συσσωρευτήν (μπαταρία). Μεταφορικώς, «μίζα» είναι το «μερίδιον από ύποπτον επιχείρησιν ή εκδούλευσιν» και «μιζαδόρος» αυτός που λαμβάνει μίζες. Θα λέγαμε ότι μεταφορικώς η «μίζα» είναι το αρχικόν ποσόν δωροδοκίας ήτις καταβάλλεται παρανόμως εις δημόσιον λειτουργόν, με σκοπόν «να πάρει εμπρός η κρατική μηχανή» δηλαδή να επιτευχθεί ο αθέμιτος παράνομος σκοπός. Προσφάτως, την δεκαετίαν του ΄80, αντί της «μίζας», εις την Ελλάδαν εισήχθη παρ’ηγετικών στελεχών του Πασόκ ο όρος «αντισταθμιστικά ωφέλη». Αρχικώς ο όρος ήτο οικονομοτεχνικής υφής, και εσήμαινεν ότι θα αγοράσουμε πχ αεροσκάφη Mirage 2000 αλλά ως αντισταθμιστικόν όφελος η εταιρεία Dassault θα μας εξουσιοδοτούσε πχ να κατασκευάζουμε εις το εργοστάσιον της ΕΑΒ το τάδε εξάρτημα (=συμπαραγωγός χώρα). Ταχέως όμως ο όρος έλαβεν την έννοιαν της παθητικής δωροδοκίας. Παράδειγμα: «Κύριε Υπουργέ, η Θήβα έχει ανάγκη από μια μονάδα αποθήκευσης σόγιας για ζωοτροφές. Θάθελα μια επιδότηση 1 δίς». «Χμμμ! Ενδιαφέρον! Και ποια θα είναι τα αντισταθμιστικά οφέλη;»

26) «Μίρλα, μιρλιάρης-άρα»: Η λέξις δεν υπάρχει εις τα συνήθη λεξικά και σημαίνει φλύαρος και γκρινιάρης. Πιθανόν να είναι σλαβικής προελεύσεως. Παράδειγμα: «Δεν αντέχω τη μίρλα της γυναίκας μου και φεύγοντας από το σπίτι βρίσκω την ησυχία μου!»

27) «Μούρθε ο ουρανός σφονδύλι»: Πολύ παλαιός ιδιωματισμός. Σφονδύλι είναι το κωνοειδές ξύλινο πρόσθετο άκρο του αδραχτιού που υποβοηθεί την στροφορμήν. Η φράσις «μούρθε ο ουρανός σφονδύλι» σημαίνει ότι ζαλίστηκα από αιφνίδιον

16

Page 17: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

κτύπημα ή αιφνίδιον γεγονός. Παράδειγμα: . «Η φουκαριάρα η Αρετούλα, τον ερωτεύθηκε, και άπειρη και μικρή καθώς ήταν έμεινε έγγυος! Όταν τόμαθαν οι γονείς της, τους ήρθε ο ουρανός σφονδύλι!». «Ώστε ο Βρασίδας ο εκπαιδευτικός παντρεύτηκε τη δεκαπεντάχρονη μαθήτριά του! Ε τώρα, μούρθε ο ουρανός σφονδύλι!».

28) «Μπάχαλο»: Λέξις της αρκό (γαλλιστί argot = συνθηματική γλώσσα των αλητών και του υποκόσμου), ενταχθείσα όμως εις το αστικόν λεξιλόγιον. Σημαίνει ανακατωσούρα, σύγχυση. Παραδείγματα: «Παιδάκι μου στην υπηρεσία η μία εγκύκλιος διαδέχεται και αναιρεί την άλλη. Μπάχαλο σκέτο. Αυτό είναι το Δημόσιο!». «Που λές αγαπητέ, η ζωντοχήρα τάχε ταυτόχρονα με τρείς, εξηντάρη εργολάβο, μεσήλικα υπάλληλο, και νεαρό σερβιτόρο. Μπάχαλο σκέτο!»

29) «Μυρίζει ποδαρίλα»: Ο ιδιωματισμός ούτος δηλοί αποστροφήν διά δυσάρεστον οσμήν των άκρων ποδών. Ειδικώτερον, εις την πόλιν Πρέβεζαν, παλαιότερον είθιστο η χρήσις της φράσεως «μυρίζει Φαναρίλα», ήτις εμπεριείχε σχόλιον περί της τότε δυσαρέστου οσμής των επισκεπτών της πόλεως, προερχομένων εκ της περιοχής Φαναρίου Πρεβέζης, ένθα εκυριάρχει το επάγγελμα του κτηνοτρόφου αμνοεριφίων. Παρόμοια έκφρασις εν Ελλάδι είναι η «μυρίζει προβατίλα», «μυρίζει σκατίλα», «μυρίζει πορδίλα», κλπ. Συχνάκις εις τον Ελληνικόν Στρατόν χρησιμοποιείται η έκφρασις «βρωμοποδαρικόν οξύ» από τους παλαιοτέρους (=παλιοσειρές) διά να φιλοτιμηθούν οι νεοσύλλεκτοι να πλύνουν τους πόδας των και να αφήσουν τα άρβυλα εκτός θαλάμου.

30) «Οξω ρέ»: Επιφώνημα εκδιώξεως προσώπου, εισαχθέν κινηματογραφικώς παρά του αειμνήστου κωμικού Διονύση Παπαγιαννόπουλου, εις τας παλαιάς ταινίας της Finos Film. Παράδειγμα: «Πώς είπες; Ζητάς το χέρι της κόρης μου;» «Μάλιστα κύριε!» «Οοοοξω ρέ! Οοοοξω ρέ!»

31) «Ορσε!»: Πρόκειται δι’υβριστικόν επιφώνημα, συνοδεύον την χειρονομίαν του σήματος της πενταδακτύλου διαμαρτυρίας (=μούντζα). Ετυμολογικώς προέρχεται από το ρήμα ορίζω, προστακτική όρισε. Συχνάκις συνοδεύεται με το σήμα της διχείρου πενταδακτύλου διαμαρτυρίας (δύο χέρια μούντζες ένα πάνω στο άλλο). Παραδείγματα: «Ορσε γαμπρέ κουφέτα» σημαίνει επίπληξιν ή μομφήν διά κάτι άκαιρον ή αδεξίως διαπραχθέν. «Πατέρα έχεις δίκιο, η Μελίνα με κερατώνει αλλά τι να κάνω, έχω τρία παιδιά» «Ορσε μαλάκα!».

32) «Ούστ»: Επιφώνημα εκδιώξεως κυνός ή άλλου ζώου, εκ του τουρκικού ost. Χρησιμοποιείται επίσης και υπό κτηνοτρόφων ως επιφώνημα προτροπής προς εκκίνησιν όνου ή ημιόνου. Μεταφορικώς χρησιμοποιείται και δι’ εκδίωξιν ανεπιθυμήτων ανθρώπων, ή ως δήλωσις απαξιώσεως προσώπων εν εκνευρισμώ. Παράδειγμα: «Ούστ από δώ τενεκέ ξεγάνωτε!» (δήλωσις αβρότητος του τ.Υπουργού κ.Ευάγγελου Γιαννόπουλου προς τον Υπερνομάρχην Αττικής κ.Κατριβάνον, εν μέσω δικαστηρίου). «Ντάντυ, από δω ο Ντίνος», «Αυτός είναι ο γαμπρός που μούλεγες ρέ;» «Μάλιστα ντάντυ!» «Ούστ από δώ ρέ! Ούουουουστ!!!» (Λάμπρος Κωνσταντάρας, προς την Κατερίνα Γώγου, ατάκα από παλιά κινηματογραφική ταινία».

33) «Παίζε μπάλλα!»: Προήλθεν εκ του χώρου του ποδοσφαίρου, ένθα διατυπούται όταν παίκτης τις χρονοτριβεί με την μπάλλαν εις τους πόδας και δεν την μεταθέτει εις άλλον (δεν κάνει πάσα). Εις τον προφορικόν λόγον «παίζε μπάλλα» λέγεται όταν κάποιος παραμένει ‘’κολλημένος’’ εις ένα σημείον του θέματος και δεν προχωρά εις το ‘’ζουμί’’ της υποθέσεως. Με την φράσιν «παίζε μπάλλα» ο ακροατής εννοεί «προχώρα στο κυρίως θέμα». Παρόμοιος ιδιωματισμός είναι ο παλαιός «σκάσε και κολύμπα». Παράδειγμα: . «Με πήρε η Ρούλα τηλέφωνο να βγούμε, άρχισα να ντύνομαι, λέω τι να φορέσω, το Lacoste, ή το Fred Perry, περνάει η μάνα

17

Page 18: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

μου δίπλα, μαγείρευε ντολμαδάκια…». «Παίζε μπάλλα ρε μεγάλε! Τι έγινε με τη Ρούλα;». Ο ιδιωματισμός χρησιμοποιείτε ενίοτε και εις χειρωνακτικάς εργασίας. Παράδειγμα: Βοηθός συνεργείου (κάλφας): «Μάστορα βαρέθηκα να ξεβιδώνω! Θέλει κατέβασμα ο κινητήρας!» Μάστορας: «Παίζε μπάλλα ρε!».

34) «Πέρα βρέχει»: Δήλωσις-σχόλιο ότι ο συνομιλητής μας είναι αδιάφορος. Παράδειγμα: . «Εγώ βρε Χριστίνα μου τον εκλιπαρούσα να με παντρευτεί γιατί τον αγαπώ παράφορα, και αυτός πέρα-βρέχει!». Ηρακλής: «Απηύδισα! Τι χάδια, τι φιλιά, τι γλυψίματα, κι’αυτή ψυγείο! Πέρα βρέχει!».

35) «Ποιος είσαι ρε μεγάλε!»: Ως γνωστόν το επίθετον μεγάλος ετέθη αυθαιρέτως εις τα ονόματα ιστορικών ηγετών, υπό κολάκων ιστορικών της εποχής εκείνης. Ούτω οικοιοποιήθησαν του επιθέτου «μεγάλος» πολλοί ιστορικοί ηγέται με λίαν βεβαρυμένον ηθικό και δεοντολογικόν μητρώον, άθλιοι δολοφόνοι και αλήτες, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Μέγας Κωνσταντίνος, Ο Μέγας Θεοδόσιος, ο Μέγας Ναπολέων, η Μεγάλη Αικατερίνη, κλπ. Η λαϊκή θυμοσοφία αν και μη ενημερωμένη καλώς, έχουσα τας επιφυλάξεις της διά το ορθόν της προσφωνήσεως, εχρησιμοποίησε την ιδίαν έκφρασιν διά την διατύπωσιν ειρωνίας και δυσπιστίας πρός ανθρώπους άνευ αξίας. Εκτεταμένη χρήσις του ιδιωματισμού «μεγάλε» εγένετο παρά του ποντίου σατιρικού καλλιτέχνη Χάρυ Κλύν (Χαράλαμπος Τριανταφυλλίδης). Παράδειγμα: «Είμαι ξαπλωμένος στη μπαλκονάρα μου στην Εκάλη, με τις ποδάρες μου απλωμένες στο φερφορζέ, με τη σαγιονάρα μου την πομπάτη, το άσπρο μου το μπουρνούζι, και ρουφάω το φραπεδάκι μου με το καλαμάκι! Ααααχ λέω: Ποιος είσαι ρε μεγάλε!» . Ενταύθα ο καλλιτέχνης ειρωνεύεται και διακωμωδεί ασυστόλως τον νεοπλουτισμόν ορισμένων νεοελλήνων οίτινες επλούτισαν αποτόμως χωρίς να διαθέτουν παραλλήλως και την κατάλληλον παιδείαν. Άλλο παράδειγμα: Νεαρός: «Της λέω ψίτ, σου πω δυό λόγια! Τη μπαλαμουτιάζω, την πάω σπίτι και γίνεται της πουτάνας το κάγκελο!» Απάντηση φίλων του εν συγχορδία: «Ποιος είσαι ρε μεγάλε!» (ομαδική έκφρασις δυσπιστίας).

36) «Τα ζώα μου αργά»: Ιδιωματισμός ενέχων θέσιν δηλώσεως εκνευρισμού, διά την αργοπορίαν του υποκειμένου. Παράδειγμα: Πελάτης αεροπορικής εταιρείας: «Μια ώρα δεσποινίς μου περιμένω να πάρω κάρτα επιβιβάσεως. Τα ζώα μου αργά! Κάντε πιο γρήγορα!».

37) «Τα τρία Φί»: Στην πόλη Καβάλλα και στην Κομοτηνή, οι γυναίκες φοβούνται τρία πράγματα το βράδυ: Φοιτητές, Φαντάρους, Φαντάσματα (καβαλλιώτικος ιδιωματισμός-ανέκδοτο).

38) «Τα χάπια μου!». Ο ιδιωματισμός εισήχθη την δεκαετίαν του 80 εν τω Ελληνικώ Στρατεύματι. Ενέχει την θέσιν του επιφωνήματος «Ωωωωχ! Τι έπαθα!». Υποδηλοί ότι ο ομιλών υπέστη μεγάλην ατυχία. Παράδειγμα: Τηλεφώνημα αποθηκαρίου ανθυπολοχαγού: «Μάλιστα κύριε Διοικητά! Εχω χρεωμένα 50 όλμους, 10 πολυβόλα και 2 τάνκς!», «Μάλιστα;», «Πώωωως;» «Λείπει ένα τάνκ;», «…Τα χάαααπια μου!». Εις την συγκεκριμμένην περίπτωσιν επρόκειτο περί λογιστικού σφάλματος, διότι το απουσιάζον ατυχές τεθωρακισμένον, είχεν σταλεί δι’επισκευήν εις Λάρισαν, πλήν όμως εις τα βιβλία διαχειρίσεως μονάδος, δεν υπήρχεν το παραστατικόν παραδόσεως και μετακινήσεως!

39) «Τζάμι την περνάει»: Ιδιωματισμός όστις σημαίνει ότι κάποιος διάγει ποιοτικόν βίον, ότι δηλαδή καλοπερνάει, χωρίς διαταραχές και ανωμαλίες, όπως η λεία επιφάνεια του τζαμιού. Παράδειγμα: «Πέρασε φοιτητής στα ΤΕΙ της Πρέβεζας. Φραπεδάκια στην παραλία, ψαράκια, μπανάκια, πιπίνια! Τζάμι την περνάει!».

40) «Την κάναμε από κούπες»: Κούπες (λατινικά cupa) είναι τα μεγάλα ποτήρια, επίσης όμως είναι τα τραπουλόχαρτα με σύμβολο τις ερυθρές καρδιές.

18

Page 19: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Προφανώς ο ιδιωματισμός έχει χαρτοπαικτικήν προέλευσιν. Μεταφορικώς σημαίνει αποτύχαμεν, τα θαλασσώσαμε, την έχουμε άσχημα, τη βάψαμε, βρισκόμαστε σε δύσκολη κατάσταση. Παράδειγμα: «Πως; Μπήκε το ΣΔΟΕ στο μαγαζί με τα φρουτάκια; Τώρα, την κάναμε από κούπες!».

41) «Την κάναμε ταράτσα» (ιταλικά terrazza = οροφή με μπετόν): Ο ιδιωματισμός παραπέμπει εις την φουσκωμένην κοιλίαν, επακόλουθον διαιτητικής κραιπάλης. Μεταφορικώς σημαίνει φάγαμε πολύ. Παράδειγμα: Στρατιώτης: «Ημουν υπηρεσία το Πάσχα και δεν βγήκα. Την κάναμε ταράτσα όμως!».

42) «Το ξέρει και η κουτσή Μαρία»: Ο ιδιωματισμός αυτός σημαίνει ότι το μυστικόν διέρρευσε και το γνωρίζουν πλέον άπαντες. Η πιθανή εννοιολογική εξήγησις-συσχέτισις μυστικού τινος με την «κουτσή Μαρία» είναι η εξής: Παλαιόθεν, τα άτομα με ειδικές ανάγκες (ΑΜΕΑ) δηλαδή οι ανάπηροι κάθε είδους, δεν κυκλοφορούσαν εις την κοινωνία, είτε διότι υπήρχεν ο κοινωνικός στιγματισμός της οικογένειας, είτε διότι εντρέποντο, είτε δεν υπήρχαν τα τεχνολογικά σημερινά μέσα (αναπηρικά αμαξίδια, εγχειρήσεις, φάρμακα, κλπ). Επιπροσθέτως, ελλείψει μέσων ΜΜΕ ο μόνος τρόπος ενημερώσεως των πολιτών ήτο η κοινωνία, η γειτονιά, το καφενείον κλπ. Οι υγιείς, είχον αυτήν την ευκαιρίαν ως εκ της κυκλοφορίας αυτών εν τη κοινωνία. Οι ανάπηροι όμως όχι! Συνεπώς, τα εσώκλειστα ανάπηρα άτομα ήσαν αποκλεισμένα από την διάδοσιν πληροφοριών. Εφόσον λοιπόν «το έμαθε και η Κουτσή Μαρία» ο ιδιωματισμός σημαίνει ότι υπήρξε τόσον εκτεταμένη διάδοσις της πληροφορίας, ώστε είχον πρόσβαση εις αυτήν ακόμα και άτομα απομονωμένα, όπως η «κουτσή Μαρία». Παράδειγμα: - Λόλα: «Πώωωωωως; Είναι πούστης ο Τάκης;» - Τούλα: «Εεεεεεε, αυτό το ξέρει πιά και η κουτσή Μαρία!».

43) «Τρίχες κατσαρές» (Τρίχες, από το θρίξ, κατσαρές από το κατί<κατσί=γατάκι): Κατά κανόνα εις τους ανθρώπους λευκής φυλής αι τρίχες της κεφαλής είναι ίσιες ενώ αι τρίχες του εφηβαίου και της μασχάλης είναι κατσαρές (σγουρές). Ενώ αι τρίχες της κεφαλής εκτιμώνται δεόντως παρά τοις λαϊκοίς στώμασι, δεν ισχύει το ίδιον και διά τας τρίχας του εφηβαίου, ίσως διατί δεν είναι οραταί καλυπτόμεναι υπό των ενδυμάτων, δι’ ό και αποκαλούνται περιφρονητικώς «μουνότριχες» ή «αρχιδότριχες». Μεταφορικώς, η φράσις «τρίχες κατσαρές» υποδηλοί τον αναξιόπιστον λόγον, τον λόγον άνευ αντικρύσματος, την μη υλοποιηθησομένην υπόσχεσιν. Παράδειγμα: . «Το Διοικητικό Πρωτοδικείο του επιδίκασε αποζημίωση από το Δημόσιο 68.000.000 δρχ. Τι λές θα τα πάρει;», «Τρίχες κατσαρές θα πάρει!».

44) «Τρώγω και Φαγητό»: Ιδιωματισμοί με συνώνυμα του ουσιαστικού «φαγητό» και του ρήματος «τρώγω»: Ανέκαθεν οι Ελληνες ήσαν ερασταί του καλού φαγητού το οποίον κατέκτησε διαχρονικήν κοινωνικήν θέσιν και δεν απετέλει απλώς βιολογική ανάγκην προσλήψεως θερμίδων. Ευκόλως εξηγούνται ούτω και οι πολλοί ιδιωματισμοί με λέξεις συμφυομένας της διαδικασίας του φαγητού. Σταχυολογούμεν μερικάς: «Εφαγες καλά έεεε;» σημαίνει πέρασες καλά ερωτικά. «Ησουν καλύτερος αλλά σ’έφαγε στη στροφή» σημαίνει ότι νίκησε ο άλλος με πονηρό τρόπο εκμεταλευόμενος κάποια παράμετρο, κάποια αδυναμία σου. «Μ’έφαγες μπαμπέσικα» παλαιά έκφρασις πού σημαίνει ότι με σκότωσες με δόλιο τρόπο, πυροβολώντας λχ από πίσω, μεταφορικώς σημαίνει με νίκησες με ανήθικο τρόπο. «Την έφαγες τη γκόμενα;» «Εφαγες τίποτα;» σημαίνει κατάφερες να κάνεις έρωτα με την κοπέλλα; «Πάμε για καφέ;», ή «Πάμε για φαγητό το βράδυ;»: Η πρότασις αυτή εξ ανδρός προς γυναίκαν κατά κανόνα ισοδυναμεί με πρότασιν φλέρτ. Παράδειγμα: «Στέλλα τι κάνεις το βράδυ, πάμε για φαγητό;». Εις τον αθλητισμόν το τρώγω σημαίνει νικώ τον αντίπαλον. Παράδειγμα: Προπονητής: «Προσέξτε. Θέλω να τους φάτε όλους!» σημαίνει να παίξετε καλά και να σταθείτε εμπόδιο στους αντίπαλους παίκτες. «Θα σε φάω μανάρι μου!» έκφρασις επί κλίνης μεταξύ ερωμένων, σημαίνει θα σε απολαύσω

19

Page 20: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

τώρα. «Θα φάς καμμία κατακέφαλα!» σημαίνει θα δεχθείς σφαλιάρα ή γροθιά, θα σε δείρω (άλλως «Θα φάς ξύλο!»). «Θα φάμε αποβολή!» σημαίνει θα αποβληθούμε από το σχολείο. «Εφαγα κλήση» σημαίνει με έγραψε η τροχαία για παράβαση. «Εφαγε δύο και το φχαριστήθηκε» ισοδυναμεί με το αντίστοιχο «έρριξα δύο» και σημαίνει ότι κάναμε δύο φορές έρωτα με την κοπέλλα. «Φάτε μάτια ψάρια και η κοιλιά περίδρομο» σημαίνει ότι απλώς απολαμβάνουμε οπτικά κάτι και δεν έχουμε την οικονομική ή άλλη δυνατότητα να το απολαύσουμε. Παράδειγμα: Νεαρός: «Πω πω τι μανούλια είναι αυτά ρε!», Απάντηση: «Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο». Εις τα οικονομικά και την πολιτικήν το ρήμα τρώγω έχει έννοιαν εξοικονομήσεως χρημάτων διά της νομίμου ή παρανόμου οδού. Παραδείγματα: Η φράσις «θα φάμε καλά» σημαίνει θα τα κονομήσουμε. Η ερώτησις «έφαγες τίποτα;» σημαίνει έβγαλες κάτι οικονομικώς; Η φράσις «μεγάλο φαγοπότι» σημαίνει εκτεταμένη οικονομική ατασθαλία με παράνομα κέρδη διά τους συμμετέχοντες. Η φράσις «έχει φαί» σημαίνει ότι υπάρχουν πολλές ελπίδες κέρδους. Η φράσις «έφαγαν το καταπέτασμα» σημαίνει κατασπατάλησιν δημοσίου ή ιδιωτικού χρήματος. Εις ταν κοινωνικάς σχέσεις η φράσις «Θα σε φάω ζωντανό!», παραπέμπει εις τους καννίβαλους ιθαγενείς, και σημαίνει θα σε εκδικηθώ πολύ. Παράδειγμα: Ατυχής κυρία: «Κάθαρμα, άφησες το κινητό τηλέφωνο ανοιχτό και τα’άκουσα όλα ότι είπες για μένα! Αν σε πιάσω στα χέρια μου θα σε φάω ζωντανό! Θα σε γαμήσω και θα σε συντρίψω με όποιο τρόπο μπορέσω!». Κατά την άποψιν άλλων αναλυτών το «θα σε φάω ζωντανό» λεχθέν υπό γυναικός, υποδηλοί ανικανοποίητους ερωτικούς πόθους. «Φάτην τώρα μαλάκα!» είναι εκδικητικόν επιφώνημα - ιδιωματισμός, και σημαίνει επιτέλους ήρθε και η σειρά μας να νικήσουμε. «Μεγάλη φαγάνα» σημαίνει φιλοχρήματος, φιλάργυρος, που δεν αφήνει τίποτα να πάει χαμένο. Εις την ποινικήν δικονομίαν «έφαγε» υποδηλοί καταδίκην. Παράδειγμα: «Τον έπιασαν με προσημειωμένα χαρτονομίσματα στο νοσοκομείο Αρτας, και έφαγε τέσσερα πρωτοδίκως» (=καταδικάσθηκε τέσσερα χρόνια φυλάκιση). Τέλος, παλαιότερον, η καλή διατροφή ετύγχανεν ιδιαιτέρας εκτιμήσεως παρά τοις λαϊκοίς στώμασι, λόγω του φόβου της φυματιώσεως και των σανατορίων, ενώ σήμερον συμβαίνει το αντίθετον, ο καλοφαγάς δεν τυγχάνει εκτιμήσεως, τα δε σανατόρια αντεκαταστάθησαν υπό των γυμναστηρίων και των ινστιτούτων αδυνατίσματος. Είναι σημαντικόν να κλείσωμεν το λήμμα «τρώγω» με το παλαιόν γνωμικόν ιδίωμα «τρώς, πίνεις, κλάνεις, δεν έχεις φόβο να πεθάνεις!».

45) «Πρωί-πρωί»: Ως ιδιωματισμός, η δίς επανάληψις της λέξεως «πρωί» με ερωτηματικόν και ενίοτε δια συμπληρώσεως της φράσεως με το «ρέ», όπως «πρωί - πρωί ρέ;» υποδηλώνει διαμαρτυρίαν και έντονον απορίαν προς γεγονός λαμβάνον χώραν τας λίαν πρωϊνάς ώρας, εις σημείον που προκαλεί την ενόχλησιν και τη διαμαρτυρίαν του εργαζομένου συνομιλητού, όστις δεν έχει πιεί καν τον καφέ του. Παράδειγμα: Σύζυγος: «τι με ξυπνάς πρωί πρωί χριστιανέ μου;». Πιτσιρικάδες: «Να τα πούμε;», Σπιτονοικοκύρης: «Πρωί-πρωί ρέ;». Επίσης ιστορική θα μείνει η εξής στιχομυθία ώρα 9.00 του έτους 1975, ενός φοιτητού με ιατρόν γυναικολόγο του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Αθηνών: «Τι συμβαίνει παιδιά;» «Εχουμε μια αιμορραγία στην κοπέλα εδώ», «Από τι ρε παιδιά;», «Από εκπαρθένευση!» «Πρωί - πρωί ρέ;»!!!

46) «Ρετάρω»: Γαλλιστί retard=καθυστέρηση. Ρετάρω-ρετάρισμα σε βενζινοκινητήρες σημαίνει μη καλή λειτουργία από μη καλή ανάφλεξη του μίγματος. Μεταφορικώς για τον άνθρωπο «ρετάει» σημαίνει εγκεφαλική δυσλειτουργία λόγω κόπωσης, εξάντλησης, λόγω εγκεφαλικού επεισοδείου, κλπ. Παραδείγματα: «Είναι απαράδεκτο να μην υπάρχει όριο ηλικίας στους πολιτικούς. Βλέπεις καθαρά ότι οι μισοί ρετάρουν όταν μιλάνε στην τηλεόραση».

47) «Σ’ έχει...γαμήσει ποτέ κουρέας ή ταξιτζής;». Η ημι-ρητορική αυτή ερώτησις-ιδιωματισμός, εμπεριέχει πολλαπλά ψυχολογικά στοιχεία. Κατά μίαν άποψιν, εκφράζει την οργήν του ερωτώντος, όστις εμμέσως απειλεί μάλλον με ξυλοδαρμόν, παρά με βιασμόν. Κατά δεύτερον, προβάλλεται τα μέγιστα η ποιότης του

20

Page 21: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

επαγγέλματος του ερωτώντος. Ομοίως μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλα επαγγέλματα π.χ. φαναρτζής, φορτηγατζής, κ.λ.π.

48) «Στο ΙΚΑ κουρεύτηκες;»: Πρόκειται περί ιδιωματισμού εμφανισθέντος την δεκαετίαν του ’70, όστις επικρατεί μέχρις σήμερον σταδιακώς φθίνων. Και ιδού διατί. Την εποχήν ‘70-‘80 ήτο της μόδας η μακρά κόμη των ανδρών, κυρίως των νέων, εσυνδυάζετο δε με αμβλείαν περισκελίδαν (=παντελόνι καμπάνα), στρατιωτικόν χιτώνιον (=τζάκετ) και εις τας νεανίδας μετά κρεμωμένου παραδοσιακού μαλλίνου σακιδίου (=ταγάρι). Παράδειγμα: «Τα πασόκια ξεκίνησαν από τζάκετ και ταγάρια, και το παίζουν γιάπηδες τώρα». Εάν νεάνις τις ετόλμα να κουρευθεί πολύ, εθεωρείτο παράδοξον, καθ’όσον η βραχεία κόμη (=κοντά μαλλιά) ήτο ίδιον γνώρισμα αστυνομικών και στρατιωτών, συχνάκις δε ίδιον φανατικών οπαδών της εθνικιστικής νεοναζιστικής δεξιάς, συνδυαζομένη πάντοτε με σκούρα γυαλιά ηλίου. Ούτω λοιπόν, η σπανίως εμφανιζομένη βραχεία κόμη απετέλει τότε αντικείμενον ειρωνικών σχολίων εκ του κοινωνικού περιγύρου και η ειρωνία ταύτη διά της φράσεως «στο ΙΚΑ κουρεύτηκες;» παρέπεμπε εις τας αθλίας υπηρεσίας τας οποίας παρείχεν το ίδρυμα τούτο. Βέβαια, η φράσις δεν επικρατεί πλέον, διότι της μόδας είναι το κοντό κούρεμα των ανδρών (συνδυαζόμενον με σκουλαρίκια), εξικνουμένου πολλάκις μέχρις προκλήσεως τεχνητής φαλάκρας! Αν κάποτε χρησιμοποιείται η έκφρασις «στο ΙΚΑ κουρεύτηκες;» σήμερον, υποννοεί ότι κάποιος ενεφανίσθη με μη ποιοτικόν κούρεμα, που δεν μπορεί να έγινε εις ποιοτικόν κομμωτήριον.

49) «Τελείωνε!». Το ρήμα «τελείωνε» με επιτακτικήν προφοράν, χρησιμοποιείται ως ενδεικτικόν οργής και αγανακτήσεως. Π.χ. «Έλα τελείωνε τώρα, πολλά λές...» είναι φράσις πού διατυπούται όταν κάποιοι μαλώνουν. Όταν η διαμάχη λαμβάνει χώραν μεταξύ νεαρών και είναι επιθυμητή και η διακωμώδησις της διαμάχης, χρησιμοποιείται ο ομοιοκαταληκτικός ιδιωματισμός «πολλά λές, πούτσα θές!». Αλλοτρία χρήσις του ρήματος γίνεται ενίοτε προς διατύπωσιν ερωτικού θαυμασμού. Παράδειγμα: «τέλειωνε μανάρι μου», είναι φράσις λεγομένη εις το sex, και σημαίνει ‘’φτάσε επιτέλους σε οργασμό κορίτσι μου’’!). Εξ αιτίας αυτής της δευτέρας εννοίας ήν έλαβεν προσφάτως η λέξις (τελειώνω = φτάνω εις οργασμόν), εις τα τηλεοπτικά παράθυρα και τας συνεδριάσεις της Βουλής, αντικατεστάθη πλέον το ρήμα «τελειώνω» με το ρήμα ‘’ολοκληρώνω’’ προς αποφυγήν φαιδρών παρερμηνειών. Παράδειγμα: . «Μα δεν μ’αφήσατε να ολοκληρώσω κ.Πρετεντέρη», «Να ολοκληρώσω δυό λεπτά κύριε Κακλαμάνη», κλπ. Το ευγενικώτερον «τελειώνετε κύριε» υποδηλοί εκνευρισμόν του προεδρεύοντος, έναντι ομιλητού διά κατάχρησιν των ορίων του χρόνου ομιλίας. Παράδειγμα: . Πρόεδρος: «Τελειώνετε κύριε Μητσοτάκη!».

50) «Του κώλου τα εννιάμερα»: Κόλον (αρχαία λέξις, λατινικά Colon) είναι το παχύ έντερον (ανιόν κόλον, εγκάρσιον κόλον, κλπ). Κώλος, είναι μεσαιωνική εξέλιξις της λέξεως, και εννοεί κυρίως τον πρωκτικόν δακτύλιον, παρά αυτό καθ’εαυτό το παχύ έντερον. Σήμερον σημαίνει και τους γλουτούς, τα πισινά. Εννιάμερα, είναι το μνημόσυνον το τελούμενον την εννάτην ημέραν από του θανάτου τινος. Ο ιδιωματισμός «του κώλου τα εννιάμερα» αποτελεί συνήθως απάντησιν εκνευρισμού εις αστηρίκτους δικαιολογίας δια μη επιτευχθέντα στόχον, ή διά διαπραχθέν σφάλμα. Δια του ιδιωματισμού ο ομιλητής απορρίπτει αυτομάτως τας αστηρίκτους δικαιολογίας του αντιπάλου του και υποννοεί ότι είναι άνευ αξίας, άνευ αντικρύσματος. Παράδειγμα: Η σύζυγος: «Σου ορκίζομαι Περικλή μου, εντελώς φιλικά ήμουν αγκαλιασμένη με τον Πέτρο, δεν συμβαίνει τίποτα μεταξύ μας!» Ο σύζυγος: «Αυτά είναι του κώλου τα εννιάμερα!». Βουλευτής: «Λυπάμαι που δεν μπόρεσα να δρομολογήσω τις υποσχέσεις μου για ανάπτυξη στο νομό μας, αλλά θα προσπαθήσω στην επόμενη τετραετία!» Ψηφοφόρος: «Θα δρομολογήσεις του κώλου τα εννιάμερα!». Σημείωσις: Πέραν του προαναφερθέντος ιδιωματισμού «του κώλου τα εννιάμερα» υφίσταται προσφάτως και φράσις «του κώλου» ανήκουσα εις τους λεκτικούς κώδικας της νεολαίας, ήτις σημαίνει ότι κάτι είναι ευτελές, άνευ αξίας.

21

Page 22: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Παράδειγμα: «Αγόρασα ένα απορρυπαντικό και στη σακούλα είχε δώρο και μια φωτογραφική μηχανή!» «Σιγά το δώρο ρέ! Αυτές είναι του κώλου!»

51) «Χειρουργός»: Ορθογραφία - Τονισμός της λέξεως ‘’χειρουργός’’: Το ουσιαστικόν τονίζεται εις την λήγουσα, ως δηλώνον επαγγελματικήν εξειδίκευσιν. Π.χ. ξυλουργός, οπλουργός, χειρουργός. Είς αντίθεσιν με τα δηλούντα κακήν ιδιότητα. Π.χ. ραδιούργος, πανούργος, κακούργος, κ.λ.π. Συνεπώς ο τονισμός εις την παραλήγουσα «χειρούργος» και δη παλαιότερον μετά περισπωμένης, υποδηλοί είτε άγνοιαν γραμματικής, όπερ και συνηθέστερον, ή φθόνον εκ μέρους του ομιλούντος, προς το ιατρικόν σώμα, είτε μομφήν διά τι ιατρικόν λάθος, ή ιατρικήν ταλαιπωρίαν, ην υπέστη ο ομιλών ή οι συγγενείς του εις το παρελθόν.

52) «Χέσε ψηλά και αγνάντευε»: Παλαιός ιδιωματισμός, όστις εις την κυριολεξίαν προτείνει εις τον συνομιλητήν, να απολαύσει την αφόδευσίν του εξ υψηλού σημείου παρέχοντος ικανήν θέαν. Μεταφορικώς όμως σημαίνει κρατήσου μακρυά από κάποιες καταστάσεις γιατί βρωμάνε όπως τα σκατά. Τον προτρέπει δηλαδή να αδιαφορήσει. Παράδειγμα: «Τι λές για τις επόμενες Δημοτικές Εκλογές;» «Χέσε ψηλά και αγνάντευε!». Παρόμοια έκφρασις είναι και η «Χέσε θέατρο, κατούρα παράσταση».

53) «Χεσμένο τον έχω»: Παλαιός ιδιωματισμός απαξιώσεως και αδιαφορίας διά κάποιο πρόσωπο. Διατυπούται και ως «γραμμένο τον έχω» (εννοεί «τον έχω γραμένο στα παλαιά μου υποδήματα» ή «τον έχω γραμμένο στ’αρχίδια μου!»). Παράδειγμα: «Αθωώθηκες στο δικαστήριο; Ναι αλλά αυτοί έκαναν έφεση!» «Τώωωωρα; Τους έχω χεσμένους!».

54) «Χέστηκε στο χρήμα»: Ο Ιδιωματισμός αυτός μεταφορικώς σημαίνει ότι κάποιος πλούτισε απότομα. Η σύνδεσις του πλουτισμού με το χέσιμο (=αφόδευσις) μάλλον προέρχεται από τον παραλληλισμό των εκφράσεων «κολυμπάει στα σκατά» (ο χεσμένος, ο πάσχων από διάρροια) και «κολυμπάει στο χρήμα». Άλλη εκδοχή είναι το «χέστηκε» να συνδέεται με τη χαρά που του προκάλεσε ο απότομος πλουτισμός, εξ ού και η φράσις «χέστηκε από τη χαρά του μόλις τούπαν ότι έκανε αγόρι». Παράδειγμα: «Ο Χρήστος ήταν χωριανός με τον Υπουργό το Στέφανο το Μιζαδοράκα. Εστησαν μια εταιρία ΑΕ επενδυτικών συμβούλων και μελετών. Οποιος πήγαινε στον Υπουργό και ζήταγε επιδότηση, αυτός τον έστελνε στην εταιρία. Εκαναν τη μελέτη, υπερκοστολογούσαν το έργο 40%, η απόφαση υπογράφονταν αυθημερόν, και μοιράζονταν από 20% τα κέρδη. Σε δυό χρόνια χέστηκαν στο χρήμα. Μάζεψαν από 5 δίς! Να τα σκάφη, να οι βίλλες. Νάναι καλά η Ευρωπαϊκή Ενωση!».

55) «Χέστηκε η φοράδα στ’αλώνι!»: Η έκφρασις προέρχεται σπό το γεγονός ότι στα παλαιά αλώνια επεριστρέφετο η λίθινη πλάκα που συνέθλιβε το σιτάρι, με την ιπποδύναμη αλόγων ή μουλαριών. Ητο δυσάρεστον να αφοδεύσει κοπριά η φοράδα στο αλώνι διότι θα ερρύπαινε το σιτάρι και θα υπήρχε απώλεια. Δι’αυτό και ελαμβάνοντο προληπτικά μέτρα (σακουλάκι στα οπίσθια του ζώου, κλπ). Μεταφορικώς, η έκφρασις σημαίνει ότι δεν συντρέχει ανησυχία για το προκύψαν γεγονός, ότι είναι ασήμαντον και αδιαφορούμε. Παραδείγματα: «Είδες τι έγινε στα Ιμια; Παρά λίγο πόλεμος!» «Χέστηκε η φοράδα στ’αλώνι! Σάμπως έχω γώ τίτλους κυριότητας για τα Ιμια; Μην είσαι αφελής ρέ! Στημένο παιχνίδι είναι για να πουλάνε τα όπλα οι Αμερικάνοι!».

56) «Χριστιανέ μου»: Φράσεις συνδεόμεναι μετά του θρησκευτικού ιδιωματισμού τούτου, υποδηλούν αγανάκτησιν ή δυσφορίαν. Παράδειγμα: «Αμάν πιά χριστιανέ μου! Ολο στο σέξ έχεις το νού σου!!! Δε βλέπεις τι τραβάω όλη μέρα;» (παράπονον καταπονημένης συζύγου, ήτις δυσφορεί εις τας καθημερινάς ερωτικάς απαιτήσεις του συζύγου της). «Που πας Χριστιανέ μου! Δεν βλέπεις το Stop;» (λεκτική αντιπαράθεσις εν διασταυρώσει).

22

Page 23: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

23

Page 24: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 2ον Λεξιπαίγνια

Παλαιόθεν και σποραδικώς, συγγραφείς, καλλιτέχνες, ηθοποιοί, κλπ, συνένωναν δύο ασχέτους ή σχετικάς μεταξύ των λέξεις, με σκοπόν την δημιουργίαν μιάς νέας λέξεως, με αλλότριο περιεχόμενο. Αλλοτε συνεδύαζαν δύο ασχέτους εννοιολογικώς λέξεις, με αποτέλεσμα να προκύπτει μεταφορικώς μία φράσις με νέο νόημα. Συχνάκις, αι μετατροπαί αυταί έχουν χιουμουριστικόν χαρακτήρα. Αι μετατροπαί αυταί και οι παρόμοιοι συνδυασμοί, ωνομάσθησαν «λεξιπαίγνια» (=παιχνίδια με τις λέξεις) παρά του Χαρ.Γκούβα. Ειρήσθω εν παρόδω, ότι δεν ταυτίζονται τα λεξιπαίγνια με τα λογοπαίγνια (=λόγος + παίγνιον) τα οποία είναι απλώς προφορικά παιχνίδια (καλαμπούρια) με διφορούμενες λέξεις. Παραθέτομεν ορισμένα χαρακτηριστικά λεξιπαίγνια:

1) «Αγαμοι Θύται»: Κλασσικόν παράδειγμα ευφυούς λεξιπαιγνίου, είναι η ονομασία του μουσικού συγκροτήματος «Αγαμοι Θύται» (= ανύπανδροι δράστες), ευθέως παραπέμπουσα εις το «Α΄ γαμηθείτε» (=άντε και γαμηθείτε!). Παράδειγμα: «Κύριε Κόκκαλη μου κάνατε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση και ζητάτε αποζημίωση ένα δίς. Και που θα τα δώσετε τα λεφτά αυτά κύριε Κόκκαλη; Στο συγκρότημα Αγαμοι Θύται;» (Θ.Τεγόπουλος, εκδότης της Ελευθεροτυπίας, 1999).

2) «Ασπασμοθεραπεία»: Το Λεξιπαίγνιον «ασπασμοθεραπεία» (εκ του ασπασμός+θεραπεία), είναι νεοεισαχθείς νεολογισμός (παρά του Χαρ.Γκούβα) και κυριολεκτικώς σημαίνει ‘’θεραπείαν’’ δι’ ασπασμών (=φιλιά). Επειδή δεν εμπεριέχει επιστημονικό ενδιαφέρον κατατάσσεται εις τα λεξιπαίγνια. Μεταφορικώς ενέχει ποικίλας εννοίας και χρήσεις. Εις το επίπεδον των διαπροσωπικών σχέσεων «ασπασμοθεραπεία» είναι τα προκαταρτικά φιλιά (petting) ενός ζεύγους διά ‘’να σπάσει ο πάγος’’ και να επέλθει η ερωτική προσέγγισις. Παράδειγμα: «Τη βλέπω πολύ κουμπωμένη, με ντρέπεται και την άρχισα στην ασπασμοθεραπεία!». Εις το επίπεδον του επιθετικού φλέρτ (=άγριον καμάκι), «ασπασμοθεραπεία» είναι η αιφνιδία και ημι-βιαία έναρξις ερωτικών ασπασμών με πρωτοβουλίαν του ενός, με σκοπόν την πυροδότησιν ερωτικής αναφλέξεως του ετέρου, δίκην σπινθηριστού (=μπουζί). Παράδειγμα: «Δεν άντεχα άλλο ρε Γιώργο! Την απομόνωσα στο ασσανσέρ, την αρπάζω, τη στριμώχνω και αρχίζω κάτι φιλιά στο στόμα, που έγινε το έλα να δείς!». Εις το επίπεδον των κοινωνικών σχέσεων και της πολιτικής, η «ασπασμοθεραπεία» είναι ένα υποκριτικόν γεγονός, με σκοπόν καθαρά διπλωματικό. Παράδειγμα:. Συγγενής: «Μη βλέπεις που φιλιούνται τώρα στην κηδεία της γιαγιάς! Ασπασμοθεραπεία για τα μάτια του κόσμου είναι. Μετά, στα κληρονομικά να δείς, θα γίνει της πουτάνας!» Βερολινέζος: «Εμεινε στην ιστορία το φιλί του Μιχαήλ Γκορμπατσώφ με τον Εριχ Χόνεκερ στο Ανατολικό Βερολίνο. Υπουλη ασπασμοθεραπεία. Πίσω είχε η αχλάδα την ουρά όμως. Του την έφερε ο Μιχάλης. Τέρμα το Τείχος!»

3) «Γόβα στιλέτο»: Ένα λίαν επιτυχές λεξιπαίγνιον της παρελθούσης δεκαετίας είναι το εισαχθέν παρά της κυρίας Ελενας Ακρίτα «γόβα στιλέτο» διά του ομωνύμου βιβλίου της. Γόβα (Goba) είναι βενετσιάνικη λέξη και σημαίνει γυναικείον υπόδημα. Στιλέτο (ιταλικά Stiletto) είναι το αιχμηρόν μαχαιρίδιον. Κυριολεκτικώς «γόβα στιλέτο» σημαίνει τα λίαν ερωτικά γυναικεία υποδήματα με αιχμηρόν και μακρύ οπίσθιον στέλεχος, εισαχθέντα εις την μόδαν την δεκαετίαν του 50 (βλέπε εικόνα εξωφύλου του βιβλίου). Πλήν όμως, παρασκηνιακώς το λεξιπαίγνιον «γόβα στιλέτο» παραπέμπει εις την λίαν ερωτική αλλά και χειραφετημένη γυναίκα, ήτις γνωρίζει να επιβάλλεται με πυγμήν, ένας σπάνιος συνδυασμός δηλαδή θήλεος συνδυάζοντος την σεξουαλικότητα με τον δυναμισμόν. Παράδειγμα: «Παναγία μου τι παίδαρος είναι αυτός!» «Μακρυά ρε από αυτή. Είναι σκέτη γόβα στιλέτο!»

24

Page 25: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

4) «Ερμα μου νιάτα, που τσαλακωθήκατε;»: Πρόκειται περί παλαιού χιουμοριστικού λεξιπαιγνίου νεαρών ανδρών, με φθίνουσαν χρήσιν. Ετυμολογικώς έχει ως εξής: Ερμα = Ερημα, εννοεί τα καημένα. Νιάτα (από το μσν. νεότα, αρχ.νεότης) = νεότης, νεανική ηλικία. Τσαλακωθήκατε: Από το ρήμα διαλακκώ, σημαίνει διπλώνω σε ζάρες, σουφρώνω, μεταφορικά σημαίνει στραπατσάρομαι ηθικά, εξευτελίζομαι. Ως σύνολον, εκ πρώτης όψεως το όλον λεξιπαίγνιον φαίνεται να σημαίνει «καημένα μου νιάτα γιατί να στραπατσαρισθείτε έτσι ηθικά;» και ενέχει τόνον φαιδράς αυτοκριτικής του μετανοηθέντος νεανίου. Πλήν όμως, η προσεκτική παρατήρησις αποδεικνύει την συνένωσιν των φράσεων μου+νια(-τα), που+τσα(λακωθήκατε). Παραπέμπει δηλαδή εις τας λέξεις μουνιά, σημαίνον αιδοία, μεταφορικώς σημαίνει πολλές γυναίκες, και πούτσα, πού σημαίνει πέος (από το σλαβικό butsa = εξόγκωμα, ή από το αρχαίο πόσθη = κάλυμα του πέους). Συνεπώς υπό μεταφορικόν πρίσμα πλέον, το λεξιπαίγνιον δεν υπέχει στοιχεία αυτοκριτικής, αλλά αντιθέτως αυτοπροβολής και επάρσεως του ομιλούντος. Δι’αυτού, ο ομιλών ανερχόμενος νεανίσκος αυτοπροβάλλεται ερωτικώς και ναρκισσεύεται μεταφέρων εμμέσως πλήν σαφώς το νόημα «τι γαμιάς είμαι ρε μεγάλε, πόσες γκόμενες έχω πηδήξει μέχρι σήμερα!». Καλόν όμως θα ήτο, να ενημέρωνε κανείς κάθε ανερχόμενον νεανία καζανόβα, ότι από ιατρικής απόψεως, η έπαρσις ανδρισμού υποκρύπτει ενίοτε λανθάνουσαν ομοφυλοφιλίαν, φαινόμενον το οποίον ευστόχως έχει επισημάνει η λαϊκή θυμοσοφία διά της φράσεως «το μουστάκι είναι ο φερετζές του πούστη!». Παραδείγματα: Κώστας: «Πάλι έξοδο έχεις απόψε ρε μαλάκα; Μα δεν κουράστηκες;» Πολύκαρπος: «Ερμα μου νιάτα πού τσαλακωθήκατε;» Πέτρος: «Θείε τι γίνεται, ασχολείσαι με το σπόρ τώρα;» Πολύκαρπος: «Ερμα μου νιάτα που τσαλακωθήκατε;».

5) «Ιάπων Hino-Taka-Taka»: Λεξιπαίγνιον αγνώστου, της δεκαετίας του 80. Εννοεί «χύνω τάκα τάκα» δηλαδή παρουσιάζω ταχείαν, πρόωρον εκσπερμάτισιν λόγω έντονου ερωτικού φόρτου, φούριας (φούρια από το ιταλικό furia = τρέλλα). Παράδειγμα: «Οσες μέρες μου έκανε τη δύσκολη η Ιουλία, τόσο μου ανέβαινε η φούρια. Είχα γίνει μπαρούτι! Όταν ήρθε η ώρα να κάνουμε έρωτα πλάκωσε ο Ιάπωνας ο Hino- Taka-Taka».

6) «Κουραδοκόφτης» (= μαγιώ string). Λεξιπαίγνιον αγνώστου. Λέγεται και σκατοκόφτης Κουράδι-α, από το αρχαίο σκωράδιον, σημαίνει κόπρανο, αποπάτημα, σκατό, εξ ού και σκωραμίς εις την νοσηλευτικήν είναι η «πάπια». Θεωρείται περιττή η ετυμολογική εξήγησις της λέξεως κουδαδοκόφτης. Είναι βέβαιον ότι υποκρύπτει διαμαρτυρίαν μερίδος των νέων διά την άσκοπον ακρότητα της κατασκευής αυτού του δήθεν «ενδύματος». Ως προφορική φράσις, ο «κουραδοκόφτης» εκυκλοφόρησε το 1998, αλλά την πρώτην δημοσίευσιν έκανε εις την ‘’Ελευθεροτυπία’’ ο Ηλίας Πετρόπουλος, εκ Παρισίων, το 2001. Πιθανώς ο εφευρέτης του νεολογισμού να επηρρεάσθη από τον παγοκόφτην της ηθοποιού Syron Stone εις την σχετικήν αστυνομικήν κινηματογραφικήν ταινίαν «Βασικόν Ενστικτον».

7) «Μουσικές Ταξιαρχίες»: Παλαιότερον υπήρξεν ομοία προσπάθεια λεξιπαιγνίου με πολιτικόν υπονοούμενον εκ του λίαν συμπαθούς σατιρικού αοιδού Τζίμη Πανούση, όστις ίδρυσεν την δεκαετίαν του 80, το μουσικόν ρόκ συγκρότημα «Μουσικές Ταξιαρχίες» παραπέμπων ούτω σατιρικώς εις το όνομα «Ερυθρές Ταξιαρχίες» (Ελληνικός όρος για το ιταλικό όνομα «Βrigattae Rossae», ημιεξαρθρωθείσης επαναστατικής οργανώσεως της άκρας αριστεράς εις την Ιταλίαν, ευθυνομένης και διά την δολοφονίαν του τότε πρωθυπουργού Αldo Moro).

8) «Μπρίζες, μίζες και κορνίζες»: Πρόκειται δια ομοιοκαταληκτικόν λεξιπαίγνιον. Με έν πρώτο βλέμμα, δεν φαίνεται να υπάρχει συσχέτισις μεταξύ ενός ρευματοδότου (μπρίζα), μιάς μίζας του αυτοκινήτου και μίας κορνίζας. Εάν λάβομεν όμως υπ’όψιν ότι η μπρίζα μας συνδέει με το δίκτυον της ΔΕΗ, η μίζα είναι το εναρκτήριον

25

Page 26: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

λάκτισμα της λειτουργίας του κινητήρος και ότι μία κορνίζα συνήθως περιέχει κάποιο πτυχίο, η εννοιολογική σύνδεσις είναι εύκολος. Μεταφορικώς, το λεξιπαίγνιον εννοεί ότι ο διαθέτων τας καταλλήλους διασυνδέσεις με την εξουσίαν, την δυνατότητα δωροδοκίας δημοσίων λειτουργών και έν κατάλληλο πτυχίον (Παράδειγμα: μηχανικού κλπ) πρέπει να θεωρεί την οικονομική του επιτυχία (=κονόμα) δεδομένη. Παράδειγμα: «Καλά πώς ανέβηκε έτσι ο Γιώργος ο Πρασινόπουλος; Αυτός ήταν άφραγκος!» «Τα πράγματα είναι απλά. Μπρίζες, μίζες και κορνίζες!». (Από τη συλλογή του Παναγιώτη Σαρρή).

9) «Οικολόγρια»: Προσφάτως κατά παράφρασιν της λέξεως «κωλόγρια» ενεφανίσθη υπό τηλεοπτικών καλλιτεχνών η παραλλαγή «Οικολόγρια» (=οικολόγος + γριά), πλήν όμως είναι σαφές ότι παραπέμπει ευσχήμως εις την λέξιν «κωλόγρια». Παράδειγμα: «Η Μπριτζίτ Μπαρντό, ήταν στα νιάτα της σεξοβόμβα, αλλά τώρα ασχολείται με τα ζώα και τη φύση. Είναι πλέον οικολόγρια!»

10) «Οn Call»: Πρόκειται περί αμερικανικού ιδιωματισμού, που κυριολεκτικώς σημαίνει «εν αναμονή στο τηλέφωνο». Παλαιά, όταν δεν υπήρχαν τα κινητά τηλέφωνα, οι εργαζόμενοι εις κρίσιμα πόστα (Παράδειγμα: ιατροί, νοσοκόμες, πυροσβέστες, αστυνομικοί, κλπ) ακόμα και όταν δεν είχον υπηρεσία, ορισμένες ημέρες διά υπηρεσιακάς ανάγκας ευρίσκοντο εν οικία, διαθέσιμοι εις την υπηρεσία μέσω τηλεφώνου, μήπως συμβεί κάτι. Ο ιδιωματισμός Οn Call χρησιμοποιείται ευρέως και εις την Ελλάδα, αλλά ως αλληγορικόν λεξιπαίγνιον εισήχθη το 1986 παρά του Κ.Β. εξ Ηρακλείου Κρήτης, όστις παραφράζων την προφοράν και ταυτοχρόνως το νόημα της εκφράσεως εις «Oν Κώλ» (κώλος = οπίσθια, γλουτοί, On Call = με τον κώλο στημένο εν αναμονή), άφησε να δοθεί το νόημα, ότι κάποια φιλάνθρωπος δεσποινίς ευρίσκεται εις διαρκήν σεξουαλικήν διαθεσιμότητα, προς εξυπηρέτησιν των αναμενόντων εκπροσώπων του ανδρικού φύλου. Παραδείγματα: «Η Κατερίνα είναι πολύ καλό κορίτσι, εργατική, συνεπής κλπ. Και το κυριώτερο, είναι 24 ώρες το 24ωρο On Call (ον κώλ)» (εννοεί ότι είναι πάντα ερωτικώς διαθέσιμη, δε χαλάει χατήρι σε κανέναν). «Σκέφτομαι να πάρω μια γραμματέα με τα επιδοτούμενα προγράμματα του ΟΑΕΔ, απλώς να είναι 24 ώρες On call!» (ομολογία εργοδότου). «Δυστυχώς φίλε μου, μετά την ηλικία των 25 δεν βρίσκεις ωραίες ανύπανδρες γυναίκες. Ότι μανούλι υπάρχει, γίνεται ανάρπαστο από τους πεινασμένους, τις γκαστρώνουν γρήγορα γρήγορα για να μην τους εγκαταλείψουν, και έτσι εξαφανίζονται από το κοινωνικό προσκήνιο. Ενώ έπρεπε αυτές οι κοπέλλες να είναι για μια δεκαετία ακόμα On Call στη διάθεση του κοινωνικού συνόλου» (αμπελοφιλοσοφία εν καφενείω).

11) «Παπουτσή-παπουτσάρα»: Πρόκειται περί αστείου ομοιοκαταληκτικού λεξιπαιγνίου χρησιμοποιηθέντος ως χιουμουριστικόν σύνθημα φοιτητικών διαδηλώσεων, της εποχής 1975-1980. Το λεξιπαίγνιον παραλληλίζει το συμπαθές επάγγελμα του υποδηματοποιού («παπουτσή») με τον υπερθετικόν βαθμόν του υποδήματος («παπουτσάρα»), πράγματα φαινομενικώς ασύνδετα. Πλήν όμως, εμμέσως και σαφώς το πρώτον σκέλος του συνθήματος παρέπεμπεν εις τον ομώνυμον τότε φοιτητήν όστις εξελέγετο ως ηγετικόν στέλεχος της ΕΦΕΕ, με την σπουδαστικήν παράταξιν του Πασόκ, το δε δεύτερον σκέλος του συνθήματος παρέπεμπε εις τον υπερθετικόν βαθμόν του πέους! (πα + πουτσάρα!). Απαγγελομένου του συνθήματος ρυθμικώς δις και τρις, και ιδία διά της ειρωνικής χρήσεως της δευτέρας λέξεως αυτού οι αντιφρονούντες φοιτηταί, αμφισβητούσαν εμμέσως πλήν σαφώς τα πολιτικά προσόντα του εν λόγω συναδέλφου των, πλήν όμως, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων διεψεύθησαν οικτρώς, διότι χάρις εις το ψευδοήπιον επικοινωνιακόν στυλ, και Επίτροπος της ΕΕ έγινεν ο προαναφερθείς και Υπουργός ωρίσθη μεταγενεστέρως και συντόμως (2002) προετοιμάζεται ίνα διασώσει εκ της καταστροφής το κλεινόν άστυ!

12) «Πεοραβδισμοί» (χιουμοριστικόν λεξιπαίγνιον από το πέος + ραβδισμός, ανάλογο του προπολεμικού «βοϊδόπουτσα»). Εισήχθη εις τον προφορικόν λόγον εν

26

Page 27: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κηφισιά το έτος 1986, παρά του γράφοντος. Παράδειγμα: Δημήτρης: «Σε πρόσβαλε η Φώφη δημοσίως; Αααα! Να υποβληθεί πάραυτα σε 10 πεοραβδισμούς!», ή παλαιότερον: Κτηνοτρόφος προς υιόν: «Ώστε δεν πας Μήτρο να φέρεις τα πρόβατα απ τη στρούγκα έ; Εεεεε ρε βοϊδόπουτσα που σου χρειάζεται!».

13) «Σοφοκλαίους»: Πρόκειται περί προσφάτου λεξιπαιγνίου, την πατρότητα του οποίου φαίνεται μάλλον να έχουν οι δημοσιογράφοι κκ. Αυτιάς και Παπαδάκης. Προέρχεται εκ μετατροπής του ονόματος της οδού Σοφοκλέους (γενική του Σοφοκλής), ένθα ευρίσκεται το ευαγές Χρηματιστήριον Αξιών Αθηνών. Η μετατροπή του ονόματος από Σοφοκλέους εις Σοφοκλαίους παραπέμπει εις τον γοερόν κλαυθμόν και οδυρμόν των αφελών τζογαδόρων επενδυτών, τον προκληθέντα εκ της μεγάλης πτώσεως του γενικού δείκτου του Χρηματιστηρίου μετά το έτος 2000, με αποτέλεσμα την οικονομικήν καταστροφήν αρκετών εξ αυτών. Ορθώς κατά την γνώμην μας ο Πρωθυπουργός κ.Σημίτης επαρηγόρησεν εγκαρδίως τα θύματα αυτά, διά της φράσεως «Ας πρόσεχαν!» και αυτό εννοεί το αυτονόητον. Ότι δηλαδή, οι τζογαδόροι ‘’επενδυταί’’ κακώς επίστευσαν ότι δεν χρειάζεται να εργάζεσαι αλλά το Χρηματιστήριον θα παρέχει δωρεάν χρήμα αδιακόπως.

14) «Τρία»: Λεξιπαίγνια του αριθμού τρία: Φαίνεται ότι ο αριθμός «τρία-τρείς» τυγχάνει λίαν δημοφιλής παρά τοις λαϊκοίς στρώμασι. Αλλως δεν εξηγείται η πληθώρα αριθμητικών λεξιπαιγνίων άτινα έχει συνθέσει η λαϊκή θυμοσοφία. Σταχυολογούμεν ορισμένα εξ αυτών. «Τρείς και ο κούκος» (υποδηλοί αραιάν συγκέντρωσιν), «Πάρε τρείς, να τη φάς και να πρηστείς» (στιχομυθία ξυλοδαρμού), «τρία πουλάκια κάθονταν» (υποδηλοί τον ανεύθυνον), «τρείς το λάδι τρείς το ξύδι, τρείς το λαδόξυδο» (υποννοεί οικονομικάς αλχημείας), «τρία και να καίνε» (υποννοεί τα γκόλ στο γήπεδο), «τρείς και εξήντα» (εννοεί τον λίαν χαμηλόν μισθόν), «πήραμε από τα τρία το μακρύτερο» (= το πέος, μεταφορικώς δεν πήραμε τίποτα).

15) «Φιλία, φιλία, το καυλί του κυρ’Ηλία»: Πρόκειται διά ομοιοκαταληκτικόν λεξιπαίγνιον της δεκαετίας 80. Πιθανότατα εισήχθη παρά του κωμικού ηθοποιού Σάκη Μπουλά. Ο ιδιωματισμός υποννοεί ότι όπισθεν της φαινομενικής φιλίας και των σχέσεων των ανθρώπων, κρύβονται πάντοτε συμφέροντα και σπάνια υφίστανται ειλικρινείς σχέσεις φιλίας και αλληλοσεβασμού. Το λεξιπαίγνιον εφαρμόζεται και διά τας διαπροσωπικάς σχέσεις ατόμων αλλά και διά σχέσεις εις το επίπεδον της πολιτικής. Παραδείγματα: «Βλέπω ο διευθυντής τάφτιαξε με την τσαπερδόνα την Ελίνα. Φαίνεται να τον αγαπάει!» «Ναι οπωσδήποτε! Φιλία, φιλία, το καυλί του κυρ’Ηλία!» (υποννοεί ότι η τσαχπίνα υπάλληλος υποκρίνεται και απλώς προσδοκεί να μαδήσει το αφεντικό της), Ψηφοφόρος: «Σε διαβεβαιώνω, είναι φαβορί υποψήφιος ο Περικλής. Εχει πολλούς φίλους!», «Σίγουρα! Φιλία, φιλία, το καυλί του κυρ’Ηλία» (εννοεί ότι τον υποψήφιο, τον πλευρίζουν πολλοί που προσδοκούν αντισταθμιστικά οφέλη, αλλά συχνά δεν τον ψηφίζουν).

27

Page 28: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 3ον :Ιδιωματισμοί

με σεξουαλικόν υπόβαθρον1) «Αντε γαμήσου»: Βαρεία ύβρις νεοελλήνων, συμπληρουμένη πλειστάκις διά της λέξεως «ρε μαλάκα», ή «μωρή». Ως προς την εννοιολογικήν της υπόστασιν ισχύουν τα εξής: Εάν η ύβρις διατυπούται προν άνδραν, ενέχει κυριολεκτικώς την έννοιαν της παραπομπής αυτού προς πρωκτικήν συνουσίαν, δηλαδή ο υβρίζων παραπέμπει τον αντίπαλον συνομιλητήν προς ομοφυλοφιλικήν πράξιν, συνεπώς η ύβρις εμπεριέχει στοιχεία λίαν αρνητικής τοποθετήσεως του ομιλητού επί της ομοφυλοφιλίας. Μεταφορικώς όμως, μολονότι βαρεία, η ύβρις έχει ατονήσει συν τω χρόνω, με αποτέλεσμα σήμερον να σημαίνει απλώς «άει παράτα μας ρέ», «άσε μας ήσυχους». Εάν η ύβρις εκστομίζεται προς γυναίκαν, σχετικώς ασύνηθες, εμπεριέχει το μήνυμα της παραπομπής της κυρίας προς θεραπευτικήν ετεροφυλοφυλικήν συνουσίαν. Αυτό αυδικαίως ερμηνεύεται ως άποψις του ομιλητού περί πεοπενίας της κυρίας (ερωτικώς εστερημένη). Δηλαδή η ύβρις απλώς διατυπούμενη σημαίνει «άντε κυρία μου να κάνεις έρωτα μπάς και ηρεμήσεις και βάλεις μυαλό». Παραδείγματα: Διάλογος ζεύγους: «Δε στο δίνω ρε κάθαρμα το διαζύγιο. Θα σε ταλαιπωρήσω τέσσερα χρόνια και θα σου φάω και όλη την περιουσία!» «Αντε και γαμήσου μωρή σκρόφα!». Διαιτητής ποδοσφαίρου: «Επιμένω, έχεις κόκκινη κάρτα, ήταν φάουλ!» Ποδοσφαιριστής: «Αντε γαμήσου ρε μαλάκα!».

2) «Αξιος!»: Ιδιωματισμός. Αρχαία άξιος = ικανός, εκ του άγω = φέρνω, οδηγώ. Εις την ορθόδοξον εκκλησίαν το επιφώνημα «Αξιος, άξιος» λέγεται κατά την χειροτονίαν κληρικού, ενώ το «ανάξιος» αναστέλει το μυστήριον. Μεταφορικώς το επιφώνημα «Αξιος» χρησιμοποιείται και συνθηματικώς από φίλους οίτινες θέλουν να επαινέσουν χιουμουριστικά κάποιον όστις διεκπεραίωσεν επιτυχώς ερωτικήν τινα διαδικασίαν. Παράδειγμα: «Βρεεε καλώς τον! Τι έγινε ρε στην Κηφισιά;», «Όλα εντάξει παιδιά!», «Σίγουρα ρέ;» «Σίγουρα. Αποστολή εξετελέσθη!» Οι φίλοι όλοι μαζί: «Αξιος!!! Αξιος!!!». Πρεβεζάνος: «Μπορεί να τον ξηλώσανε το Μητροπολίτη Πρεβέζης Στυλιανό, λόγω ερωτικών σκανδάλων, αλλά για μένα είναι ο μοναδικός άξιος!».

3) «Αρχίδια»: Αλληγορική χρήσις του ουσιαστικού αρχίδια που είναι οι όρχεις των θηλαστικών. Η συνεισφορά των όρχεων εις την διαδικασία της αναπαραγωγής είναι λίαν σημαντική. Ως γνωστόν, εις τους όρχεις παράγεται η τεστοστερόνη αλλά παράγονται και τα σπερματοζωάρια, εις τον προστάτην παράγεται το υγρόν του σπέρματος και το πέος απλώς εκτελεί χρέη εκτοξευτήρος αυτού. Παρά την μεγίστην βιολογικήν αξίαν των, οι όρχεις - ατυχώς - δεν τυγχάνουν εκτιμήσεως παρά τοις λαϊκοίς στώμασι, ίσως διότι δεν συμμετέχουν εις την ερωτικήν διαδικασίαν της συνουσίας. Ως εκ τούτου –κακώς- θεωρούνται ως περιττόν και δευτερεύον ζεύγος οργάνων, συγκρινόμενα με τα καθήκοντα του «βασιλέως πέους». Ούτω μεταφορικώς η λέξις «αρχίδι» ή «αρχίδια» παραπέμπει εις υποκείμενον, ή αντικείμενα ευτελούς αξίας, εις ασήμαντον παλιοχαρακτήρα, εις ασήμαντα χρηματικά ποσά, ή εις ασήμαντα επιτεύγματα προσπαθειών. Παράδειγμα: - «Ο Κορνήλιος Καστοριάδης έγραψε ότι όσο οι ικανοί άνθρωποι εγκαταλείπουν την πολιτική δραστηριότητα και αποσύρονται στην ιδιωτική τους σφαίρα, τόσο οι γραφειοκράτες και οι μικροπολιτικοί προελαύνουν» - «Τι σημαίνει αυτό;» - «Σημαίνει ότι όσο οι πετυχημένοι και οι νοικοκυραίοι αδιαφορούν για τα κοινά, τόσο θα΄ χουμε στην εξουσία τ’αρχίδια μας!» (πολιτική συζήτησις εν καφενείω).:

- Φοιτητής: «Εγραψες τίποτα στις εξετάσεις;»

28

Page 29: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

- «Αρχίδια έγραψα!».

- Κώστας: «Τι ρόλο παίζει η Φωφώ;» - Μαρία: «Μεγάλο αρχίδι!».

Ανέκδοτο: Πολίτης προς Υπουργό: - «Κύριε Υπουργέ θάθελα ένα δάνειο για σπίτι», - «Γράψτον για σπίτι! Επόμενος!» - «Κύριε Υπουργέ και εγώ ένα δάνειο για σπίτι», - «Γράψτον για σπίτι! Επόμενος!», - «Κύριε Υπουργέ, έχω πατήσει νάρκη στην Αλβανία έχασα τα’αρχίδια μου και πρέπει να κάνω μεταμόσχευση στην Αμερική, θέλω μια ενίσχυση», - «Γράψτον για σπίτι!», - «Μα, εγώ έχω σπίτι, ενίσχυση για αρχίδια ζήτησα, κύριε Υπουργέ!», - «Γιατί, οι άλλοι τι θα πάρουν νομίζεις;»!!!.

«Αρχίδια καπαμά»: Ευρέως επίσης χρησιμοποιείται και η έκφρασις «αρχίδια καπαμά» με το ίδιον νόημα (εκ του τουρκικού kapama = αρνίσιο ή μοσχαρίσιο κρέας μαγειρευθέν με ντομάτα και μπαχαρικά). Παράδειγμα: - «Τι έγινε στο πάρτυ φάγατε τίποτα ρε μάγκες;» (εννοεί από γκόμενες) - «Αρχίδια καπαμά φάγαμε!» (εννοεί ότι η βραδυά ήταν αποτυχημένη άνευ ερωτικών επιτυχιών). - Υπάλληλος: «Θα πάρουμε καμμιά αύξηση το 2002;» - «Αρχίδια καπαμά θα πάρουμε!».

«Αρχίδια Καλαβρέζικα»: Παρομοίας εννοίας είναι και η φράσις «αρχίδια Καλαβρέζικα» ήτις εμπεριέχει ισχυράν αντίφασιν. Διότι, το μέν «αρχίδια» σημαίνει αντικείμενον άνευ ουσιώδους αξίας, το δε «Καλαβρέζικα» παραπέμπει εις ποιοτικό προϊόν, εισαγόμενο εκ Καλαβρίας (Calabria = ΝΔ χερσόνησος της Ιταλίας). Παράδειγμα: - Στρατιώτης: «Τι έγινε ρε; Πήρες την άγραφη άδεια που έταξε ο Διοικητής επειδή ήρθες πρώτος στη σκοποβολή;» - «Αρχίδια Καλαβρέζικα πήρα!».

«Τα’αρχίδια του Καράμπελα»: Εις τας υποτιμητικάς χρήσεις του όρου «αρχίδια» ανήκει και η έκφρασις «Τα αρχίδια του Καράμπελα και το μουνί της Χάϊδως», υποδηλούσα ασημαντότητα λόγων ή πράξεων. Παράδειγμα: - Αθηναίος: «Ο Πρόεδρος Bill Clinton είπε ότι χαίρεται που επισκέπτεται την Ελλάδα, τη χώρα με την τόσο ανοδική πορεία του Χρηματιστηρίου!» - Απάντηση: «Τα αρχίδια του Καράμπελα και το μουνί της Χάϊδως!». Πέραν της υποτιμητικής χρήσεως του όρου «αρχίδια» ενίοτε χρησιμοποιείται και εκθειαστικώς, τόσον δι’ άνδρας όσον και διά γυναίκας, με σκοπόν την δήλωσιν υπάρξεως πυγμής και ικανοτήτων. - Νίκος: «Δεν είναι τυχαία η Γιάννα ρε παιδιά. Για να φτάσει εκεί που έφτασε έχει αρχίδια η γυναίκα!». - Κώστας: «Μία γυναίκα μ’αρχίδια πέρασε στην Αγγλία! Η Μάργκαρετ Θάτσερ!».

«Τσίμπα ένα αρχίδι»: Τέλος, πέραν της φράσεως «αρχίδια καπαμά», ήτις παραπέμπει εις το γνωστόν και νόστιμον έδεσμα, υπενθυμίζοντας ότι το «αρχίδι» είναι ορέξεως σημαντικόν ουσιαστικόν, υφίσταται και η ιδιωματική φράσις «τσίμπα ένα αρχίδι». Πέραν της σαφούς προτροπής εν γεύματι την οποίαν εννοεί η φράσις, ενέχει και αλληγορικήν σημασίαν εν εκνευρισμώ, ότε υποδηλοί την μετά βδελυγμίας απόρριψιν των θέσεων ή προτάσεων του συνομιλητού: Παράδειγμα:- Φοιτητής ΤΕΙ: Πόσο νοικιάζετε τη γκαρσονιέρα παρακαλώ;- Πρεβεζάνος: 350 ΕURO!!!- Φοιτητής: Τι πράγμα;;; ……. Πηρούνι έχεις;

29

Page 30: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

- Πρεβεζάνος: Εχω! Τι το θέλεις;- Φοιτητής: Ε, τότε τσίμπα ένα αρχίδι!!!

4) «Βυζοκάρπαζα»: (Βυζί+καρπαζιά). Είναι ήπιες λάγνες κρούσεις του προσώπου ανδρός, διά και εν μέσω πλουσίων μαστών νεαράς γυναικός. Φαιδρός νεολογισμός εισαχθείς το 1983, εις την Ελληνο-Βουλγαρικήν μεθόριον. Ο ιδιωματισμός είναι αυτοαναιρούμενος και ψευδομαζοχιστικός, διότι υποδηλοί τιμωρίαν (καρπαζιά) διά χρήσεως όμως ευχαρίστου οργάνου (βυζί). Παράδειγμα: «Κάνε με ότι θέλεις μωρό μου! Είμαι όλη δικιά σου!» «Θα αρχίσω με βυζοκάρπαζα για προθέρμανση! Τάπ, τάπ, τάπ!» (απόσπασμα αληθούς ερωτικής στιχομυθίας επί κλίνης, ηχητικώς μεταδοθείσης εις ολόκληρον παραμεθόριον στρατόπεδον πεζικού, διά συνδέσεως του τηλεφώνου οικίας μέσω ΚΕΠΙΚ και Α2 γραφείου εις τας μεγαφωνικάς εγκαταστάσεις του στρατοπέδου). Υπάρχουν πληροφορίαι ότι διατίθενται μαγνητοφωνηθέντα αποσπάσματα. Άλλο παράδειγμα: «Η Μιμή είναι αντιφατική, άρα και αντιπαθής. Εχει στυλ μετανοηθείσης σκυλούς. Είναι καλή για ‘’γονυπετώς πεοθηλάζουσα’’ ή για βυζοκάρπαζα»!

5) «Γαμέω-γαμώ», παράγωγα του ρήματος και ιδιωματισμοί: Αρχαία γαμέω-ώ σημαίνει νυμφεύομαι (=παντρεύομαι) και μεταφορικώς σήμερον σημαίνει συνουσιάζομαι. Γάμος είναι η τελετή συνδέσεως των νεονύμφων, και γαμβρός (γαμπρός), είναι παράγωγες λέξεις. Γαμίκος είναι ο φιλήδονος που επιζητεί ερωτικάς περιπετείας. Γαμήσι είναι η ερωτική πράξις, η συνουσία. Αρκεταί ιδιωματικαί εκφράσεις εμπεριέχουσι λέξεις παράγωγα του ρήματος γαμέω-ώ. Σταχυολογούμεν χαρακτηριστικάς τινας, συχνάς εν τω λεξιλογίω: «Εστιν ουκ αγαθόν το γαμείν» = Δεν είναι καλό πράγμα ο γάμος (Ιωάννης Στοβαίος, βυζαντινός λόγιος). «Τον πήγε γαμιώντας»: Ακολούθησε διαδικασία συνεχούς στριμώγματος, τον είχε σε δεινή θέση συνεχώς. «Γαμησιάτικα θα πληρώνω»: Θα επιβαρυνθώ εγώ άσχετες δαπάνες ενός άλλου; «Γαμησέ μας ρε μάστορα τώρα»: Αφησέ μας ήσυχους. «Σ’έχει γαμήσει ποτέ κουρέας;»: Υποδηλοί απειλήν ξυλοδαρμού, με επίδειξιν επαγγελματικών ιδιοτήτων. «Τον γαμείς ή δεν τον γαμείς τώρα;»: Ρητορική ερώτησις - Απειλή ξυλοδαρμού με έμμεσον αίτησιν συμπαραστάσεως εξ ετέρου ατόμου. Συνδυάζεται με στροφήν της κεφαλής πλαγίως εις το παρακείμενον τρίτο πρόσωπον. «Θα σε γαμήσω αν σε πιάσω»: Απειλή ξυλοδαρμού και γενικώς εκδικήσεως. «Δε γαμιέσαι ν’ασπρίσεις λέω εγώ;»: Περιφρονητική δήλωσις απαξιώσεως του συνομιλητού. «Παίζει κιθάρα γαμάτα»: Δήλωσις ιδιαιτέρας εκτιμήσεως της δεξιοτεχνίας. «Γαμηθήκαμε να πάρουμε αυτό το ρημάδι το πτυχίο»: Υποδηλοί εκοπιάσαμεν πολύ. «Καλός ο Ολυμπος, αλλά γαμήσι η ανάβαση»: Κοπιαστική, δύσκολη ανάβασις. «Το γαμημένο το φίατ, με άφησε από μπαταρία στο δρόμο»: Υποτιμητική δήλωσις διά το αυτοκίνητον, εν εκνευρισμώ. Επίσης λίαν σημαντικόν είναι το γνωμικόν «Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει και ο φτωχός» όπερ σημαίνει ότι μια μακροχρόνιος κατάστασις αδικεί κατάφωρα ορισμένα άτομα, εις όφελος άλλων προσκειμένων ευμενώς εις την κατάστασιν, πολιτικήν, επαγγελματικήν, ή κοινωνικήν. Διά της φράσεως αυτής ο αισθανόμενος την αδικίαν πολίτης δηλοί ελπίδαν αλλαγής της καταστάσεως, οπότε θα ευνοηθεί και ο ίδιος. Παραδείγματα: «Εχω όλα τα προσόντα, αλλά είκοσι χρόνια που κυβερνάει το Πασόκ, δεν είδα άσπρη μέρα. Που θα πάει όμως! Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει και ο φτωχός!». «Οσο ήμουνα ερωτευμένος με την Ευτέρπη, δεν μπορούσα να έχω άποψη, γιατί υπέκυπτα στο ερωτικό μου πάθος και με έλεγχε αυτή. Το ξεπέρασα όμως τώρα, γύρισε ο τροχός και ήρθε η ώρα να γαμήσει και ο φτωχός!». «Το τι τραβάνε οι Παλαιστίνιοι από τους Ισραηλινούς, το βλέπουμε κάθε μέρα. Σκέφτεσαι όμως να πάρει στα χέρια του την υπόθεση κανένας Οσάμα Μπίν Λάντεν; Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι’ο φτωχός». Τελειώνοντας, πρέπει να σημειωθεί ότι δυστυχώς το Ελληνικόν λεξιλόγιον έχει ενσωματώσει πολλάς ύβρεις με βάση το ανωτέρω ρήμα και με θρησκευτικόν περιεχόμενον. Θεωρούμε απαράδεκτη τη χρήση αυτών των υβριστικών εκφράσεων, διότι πέραν του ότι είναι αντισυνταγματικαί και παράνομοι, αλλά κυρίως διότι προσβάλλουν το θρησκευτικό συναίσθημα των συμπολιτών μας. Πολύ περισσότερο, επιθυμώ να στηλιτεύσω το γεγονός ότι κατά κανόνα υβριστικάς

30

Page 31: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

εκφράσεις με θρησκευτικό περιεχόμενο χρησιμοποιούν οι θρησκόληπτοι παρά οι άθεοι, προς τιμήν των δευτέρων. Διά παράδειγμα, ο διατυπώνων την ύβριν «γαμώ την Παναχαϊκή σου!» βασικώς επιθυμεί να υβρίσει κάνων χρήση του ονόματος της Μητρός του Ιησού Χριστού, πλήν όμως θρησκόληπτος ών, αλλάζει τη διατύπωση με το όνομα ποδοσφαιρικής ομάδας, ήτις ομοίως δεν πταίει τίποτα, διότι φοβείται μήπως τιμωρηθεί εις την μετά θάνατον ζωήν! Στίχοι Διονύση Σαβόπουλου: «Κόμμα και ρετσίνα, κι άσματα επινίκεια, είμαι δεκαεξάρης, σας γαμώ τα Λύκεια!» (από το δίσκο «Τραπεζάκια έξω»)

6) «Εχει την ψωλλή ραβδί και τον πούτσο καραλί»: Πολύ παλαιός ιδιωματισμός ποιμενικής προελεύσεως, ενδεχομένως και από την εποχήν της Τουρκοκρατίας. Κατά λέξιν το ιδίωμα σημαίνει ότι ο ποιμήν δεν εκτελεί καλώς τα καθήκοντά του (φύλαξις αμνοεριφίων) αλλά χρησιμοποιεί το πέος του ως γκλίτσα (ραβδί) και την κεφαλή του πέους (πούτσα = βάλανος πέους, από το σλαβικόν butsa = εξόγκωμα) ως καραλί δηλαδή ως παρατηρητή (από το καραούλι, τουρκιστί karakol = φρουρά, σκοπιά, παρατηρητήριον) αντί της κανονικής κεφαλής (μυαλό). Μεταφορικώς, ο ιδιωματισμός ούτος διατυπούται διά να σχολιάσει αρνητικώς έν φυσικόν πρόσωπο εις υπεύθυνον θέσιν, το οποίον αμελεί συστηματικώς εις την εκτέλεσιν των καθηκόντων του, τα οποία έχει αναθέσει εις άλλα ανεύθυνα και ανεπαρκή άτομα. Παραδείγματα: «Ηθελα νάξερα ρε φίλε, ο Πρωθυπουργός έχει πάρει χαμπάρι τι μπουρδέλο είναι η χώρα μας;» «Κολοκύθια χαμπάρι πήρε! Αυτός έχει την ψωλή ραβδί και τον πούτσο καραλί!». «Μα τι κάνει αυτός ο Δήμαρχος, δεν βγαίνει μια βόλτα στην πόλη να δεί τα χάλια της;» «Που να βγεί μωρε το αρχίδι! Αυτός έχει την ψωλλή ραβδί και τον πούτσο καραλί». (Συλλογή Θεόφιλου Κωλέττη).

7) «Ελα μουνί στη θέση σου!»: Πρόκειται περί παλαιού λίαν ευρηματικού ιδιωματισμού. Αποδίδεται εις την αείμνηστον Πέγκυ Σιμαίου, ήτις διανοούμενη και χειραφετημένη, εξανίστατο όταν άκουγε λίαν μεγαλοήθη βλακείαν συνομιλητού (=μεγάλη μαλακία) και αντιδρούσε κάμνοντας αργά το σταυρό της και λέγουσα «έλα μουνί στη θέση σου!». Εννοούσε με αυτό, ότι ήτο τόσον μεγάλη η μαλακία που ελέχθη, ώστε επροκάλεσεν μετατόπισιν σταθερού ανατομικού οργάνου, και απαιτείται πλέον δέησις πρός τα Θεία διά να επανέλεθει εις την αρχικήν θέσιν του. (Από τη συλλογή του Κωνσταντίνου Ροντογιάννη). Παράδειγμα: «Παιδιά, το δημοψήφισμα του Παπαδόπουλου έβγαλε 99%. Ο λαός ψήφισε ελεύθερα ότι τον επικροτεί» «Ελα μουνί στη θέση σου!».

8) «Θρίξ αιδοίου και ναύν σύρει»: Το αρχαίο αυτό γνωμικόν αποδίδεται εις τον κυνικόν φιλόσοφον Διογένην (Διογένης ο Σινωπεύς ή Κύων, 400-325 πΧ, ο κυριώτερος εκπρόσωπος της κυνικής φιλοσοφίας). Κατά λέξιν μεταφράζεται «το μουνί σέρνει καράβι». Μεταφορικώς υποννοεί ότι ο εμπαθής έρως προς γυνήν τινά, είναι ικανός να οδηγήσει τον ατυχή άνδρα εις ενεργείας εξαθλιωτικάς της προσωπικότητάς του, εις πράξεις δηλαδή υποχωρήσεως τας οποίας ουδέποτε θα διέπραττε υπό ομαλάς συνθήκας. Δεδομένου ότι τα τελευταία 5000 έτη δεν έχει παρουσιασθεί εις το σκηνικόν της Ελληνικής γραμματείας ανάλογον γνωμικόν διά τας γυναίκας, υποδηλοί ότι το ευπαθές και συρόμενο φύλον είναι τελικώς οι άνδρες, το ισχυρόν δε φύλον είναι οι γυναίκες, αίτινες εάν καταλλήλως εκμεταλλευθούν την γυναικείαν των φύσιν, μπορούν να κάνουν ότι θέλουν με τους αφελείς άνδρας θύματά των. Παραδείγματα: Σπύρος από Αθήνα: «Μόλις την είδα τρελλάθηκα! Της δίνω το τηλέφωνό μου και περιμένω να με πάρει. Πέρασαν δέκα μαρτυρικές μέρες που τη σκεφτόμουν συνέχεια και δεν είχα ούτε ύπνο ούτε όρεξη. Τελικά με παίρνει την 11η μέρα ώρα 12.30 τη νύχτα και μου λέει ‘’είμαι Χαλκίδα και περνάω ωραία’’. Τι να κάνω; Ξεκινάω σα μαλάκας και πάω όλη νύχτα Χαλκίδα. Είπαμε, θρίξ αιδοίου και ναύν σύρει!».

9) Ιδιωματικαί εκφράσεις με αποφευκτέο σεξουαλικό περιεχόμενο: Εχρησιμοποιούντο συνήθως υπό γηραιών κυριών παλαιών αρχών. Εχουν γίνει όμως σπάνιαι εις τας ημέρας μας. Ολες εμπεριέχουν στοιχεία σύνδεσης λέξεων ή φράσεων

31

Page 32: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

με σεξουαλικόν υποννοούμενο το οποίον επιθυμεί να αποφύγει λεκτικώς η ομιλούσα κυρία. Παραδείγματα: «Ο άνδρας μου μετά συγχωρήσεως» : Το ‘’μετά συγχωρήσεως’’, ενταύθα, εκφράζει ηθικάς τύψεις. Τύψεις, διότι η αναφορά είς τον σύζυγον συνειρμικά οδηγεί είς την παράστασιν της παλαιών αρχών κυρίας ήτις εκτελεί ουχί αγογγύστως τα συζυγικά της καθήκοντα. Άρα, ζητεί συγνώμην διότι ακουσίως ‘’του... κάθεται’’. «Φασόλια με το συμπάθειο»: Η φράσις ενταύθα, εκφράζει συστολήν (ντροπή) της κυρίας. Συστολήν, διότι η ομιλούσα κυρία γνωρίζει, ότι συχνάκις της φασολάδας έπεται τυμπανισμός, λόγω δημιουργίας δυσόσμων αερίων, τα οποία εξέρχονται συχνάκις θορυβωδώς. Άρα, ζητά να τύχει συμπαθείας διότι αναφέρεται εις το ...πέρδεσθαι. «Αγγούρι μακριά από τα μούτρα σας»: Σπανία ιδιωματική έκφρασις. Ενταύθα το σχήμα του εν λόγω συμπαθούς ζαρζαβατικού υπέχει φαλλικόν συμβολισμόν, οπότε η ομιλούσα κυρία με την φράσιν αυτήν προσπαθεί να απομακρύνει την σκέψιν της ή την σκέψιν του ακροατού της από παράστασιν πεολειχίας, ήτις υποβόσκει εις το υποσυνείδητόν της, προφανώς διότι της επεβλήθη εις το παρελθόν διά καταναγκασμού. «Γαρίδα τόοοοση μετά συγχωρήσεως»: Το ‘’μετά συγχωρήσεως’’, ενταύθα, συνοδεύεται συχνάκις και με αντίστοιχον κίνησιν των χειρών ή των δακτύλων, παραπέμπει δε είτε εις τύψεις διά τινα λανθάνουσα σκέψιν υπερμεγέθους πέους, είτε το αντίθετον, εις παρελθούσαν τραγικήν εμπειρίαν της κυρίας, από μη αναμενομένην διάστασιν παρομοίου αντικειμένου, όπερ κατά τον Freud είχε σαν αποτέλεσμα τον φόβον διά κοινωνικήν διαπόμπευσιν, άμα τη ομολογία!!!. «Μητσοτάκης, μακριά από μας»: Ενταύθα, αντιμετωπίζομεν εκδήλωσιν προσωπικής εμπαθείας, δι επώνυμον πολιτικήν προσωπικότητα, στηριζομένην ή μη εις αντικειμενικά ιστορικά και πολιτικά δεδομένα, όπου το υποκείμενον της προτάσεως υπέχει μορφήν αποτρόπαιου ή επικίνδυνου όντος (ως του Κόμη Δράκουλα, του Ιωσήφ Στάλιν, κλπ). Παρεμφερείς προτάσεις: «Παπανδρέου μετά συγχωρήσεως», «Κούβελας με το συμπάθιο», «Γιαννόπουλος μετα συγχωρήσεως» κλπ.

10) «Κωλο-»: Ουσιαστικά με την πρόθεσιν «κωλο-»: Εις αρκετά ουσιαστικά της νεοελληνικής έχει προστεθεί η πρόθεσις «κωλο-» με σκοπόν την απόδοσιν κακής ιδιότητος, αφορούσης είτε πλευράς του χαρακτήρος προσώπων, είτε υπερθετικόν βαθμόν κακών φυσικών ιδιοτήτων αντικειμένων ή φαινομένων, ή τέλος υποβάθμισιν της αξίας προσώπων και αντικειμένων. Παραδείγματα: «κωλόπαιδο» (=κακό παιδί, άτακτο, «καθήκι»), «κωλόγρια» (=κακή γριά, δύστροπη), «κωλόκαιρος» (άστατος καιρός συνήθως με βροχή, κρύο, αέρα, χιονοθύελλα, κλπ), «κωλοκτίριο» (= κτίριο κακής κατασκευής), «κωλοδουλειά» (=εργασία κοπιαστική, μη ευχάριστος), κλπ. Παράδειγμα: . «Ε, όχι και να χάσουμε τις εκλογές για ένα κωλόσπιτο!» (Ευάγγελος Γιαννόπουλος, τ.υπουργός του Πασόκ, αναφερόμενος στη βίλλα Δήμητρας Λιάνη-Παπανδρέου).

11) «Μείνε μαζί μου έγγυος»: Οι στίχοι του καψουρολαϊκού αοιδού Ελευθερίου Πανταζή (Λε-Πά) «Μείνε μαζί μου έγγυος, είμαι πολύ φερέγγυος», πέραν του γέλωτος που επέφεραν άμα τη κυκλοφορία του άσματος, διεδόθησαν εν τη συνεχεία και αποτελούν χιουμουριστικόν σλόγκαν της νεολαίας, διατυπούμενον όταν είναι επιθυμητόν το φλέρτ διά της πλαγίας οδού. Ο συμπαθής κατά τα άλλα αοιδός Λε-Πά προσεκλήθη μάλιστα και παρά του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, κ.Κωστή Στεφανόπουλου (το 2001) λαβών «συγχαρητήρια διά την ποιότηταν εργασίας του και ευχάς διά την συνέχισήν της»!!!

12) «-Μούνα»: Ουσιαστικά και επίθετα με την κατάληξιν «-μούνα»: Ως γνωστόν «θρίξ αιδοίου και ναύν σύρει» διετύπωσε ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης (μετάφρασις: «το μουνί κινεί καράβια»). Και την σήμερον λοιπόν, οι νεοέλληνες ευκόλως αποδίδουν ιδιότητας εις γυναίκας, προσκολλώντες εις κάποιο επίθετον την κατάληξιν «-μούνα», χαρακτηρίζοντες ούτω υπερθετικώς γυνήν τινα, διά τι προτέρημα ή ελλάτωμά της. Παραδείγματα: «Νταρντανομούνα» (από το ιταλικό tartana = βαρύ, μεγάλο πλοίο, μεταφορικώς εννοεί την εύσωμον σεξοβόμβαν).

32

Page 33: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

«Κρυομούνα» (= η ψυχρή συναισθηματικά και ερωτικά γυνή). «Ψοφιομούνα» (= η πεθαμένη ερωτικά γυναίκα, η αδρανής εις το σέξ). «Αγριομούνα» (= η επιθετική ερωτικώς γυναίκα). «Κλαψομούνα» (όρος ευρέως χρησιμοποιούμενος παρά των νοσοκομειακών ιατρών, εννοεί την συνεχώς γκρινιάρα και παραπονιάρα γυναίκα, την υστερική, υποχόνδρια με νευροφυτικές διαταρές). Ο όρος «κλαψομούνης», εισαχθείς παρά ιατρών του Νοσοκομείου ΚΑΤ Κηφισιάς την δεκαετίαν του ’80, εχρησιμοποιήθη πλειστάκις δι άνδρας τινας, με σκοπόν να χαρακτηρίσει ορισμένους υποχόνδριους γκρινιάρηδες τύπους διά τους οποίους ο διατυπώνων την φράσιν, δεν διατηρεί ιδιαίτερη εκτίμησιν του χαρακτήρος των, παραλληλίζων εμμέσως την συμπεριφοράν των με αυτήν γυναικός. Παράδειγμα: «Χέστον αυτόν, κλαψομούνης είναι, δεν έχει τίποτα», εννοεί δηλαδή τον «φλώρο», το «μαλάκα» που γκρινιάζει, πονάει με το παραμικρό και κλαψουρίζει ή «κλαίγεται» για την οικονομική του κατάσταση ή τα μικροπροβήματα υγείας του συνεχώς, τον «κατά φαντασίαν ασθενή» ή έστω τον «πάσχοντα εκ συγκεκαλυμένης καταθλίψεως». Διά λόγους δε απορρήτου συνεννοήσεως είχεν εισαχθεί και η συντομογραφία CMF (Clapse Moon Face, CMF) αναγραφομένη ενίοτε και εις φακέλλους ιστορικού!

13) «Ξύνω τα’αρχίδια μου»: Ο ιδιωματισμός είναι δεόντως παλαιός, προερχομένη από εποχάς αθλίων υγειονομικών συνθηκών, ότε εκυριάρχουν επί του ακαθάρτου ανθρωπίνου δέρματος αντιπαθή ζωύφια (ψείρες, ψύλλοι, κρότωνες (= τσιμπούρια) κλπ. Οι άνθρωποι τότε ήσαν αναγκασμένοι προς καταπολέμησιν του κνησμού (= φαγούρα) να καταναλίσκουν πολύτιμον χρόνον, αυτοϋποβαλλόμενοι εις πολύωρον διαδικασίαν απομακρύνσεως των ζωυφίων εκ του δέρματος, διά των ονύχων των (=ξεψείρισμα, ξετσιμπούριασμα). Σήμερον δεν υφίσταται πλέον το πρόβλημα, λόγω της βελτιώσεως των υγειονομικών συνθηκών διαβιώσεως και της εφευρέσεως αρκετών φθειροκτόνων φαρμάκων. Πλήν όμως υφίστανται κατηγορίαι ‘’εργαζομένων’’ ιδίως του ευρύτερου δημοσίου τομέως, οίτινες ραθυμούν εν τη εργασία μη έχοντες αντικείμενον, ή έστω μη έχοντες έλεγχον έργου εκ της ιεραρχίας. Ως εκ τούτου διάγουν τον χρόνον των με ανιαράς και ασκόπους πολυώρους ενασχολήσεις. Παράδειγμα: γυναίκες φύλακες αρχαιολογικών μουσείων πλέκουν πουλόβερ, τηλεφωνήτριαι και γραμματείς δημοσίων υπηρεσιών καλούν ρόζ τηλέφωνα ή αστρολόγους, υπάλληλοι της ΔΕΠ συναρμολογούν πάζλ, υπάλληλοι του ΙΚΑ μελετούν βιβλία και περιοδικά, νοσοκομειακοί ιατροί την κοπανούν εις τας εφημερίας δια καφέ ή διά γκόμενας, υπάλληλοι της ΔΕΗ παίζουν πασιέντζα εις τον υπολογιστή, λιμενικοί και πυροσβέσται παίζουν τάβλι, δάσκαλοι και καθηγηταί πραγματοποιούν γενικάς συνελεύσεις τας εργασίμους πρωϊνάς ώρας διά να μη χάσουν το μεροκάματο αλλά να χάσουν το μάθημα, κλπ. Διά τους εικονικά εργαζομένους αυτούς συνανθρώπους ημών, επεκράτησεν ο ιδιωματισμός «ξύνουν τα’αρχίδια τους» διά να δηλωθεί η πολύωρος ραθυμία και η ανυπαρξία αντικειμένου εργασιών αυτών. Παραδείγματα: - Λευκαδίτης ασθενής: «Πάω στα εξωτερικά ιατρεία, κανένας γιατρός. Ρωτάω, έχουνε σεμινάριο λέει στο αμφιθέατρο. Επάω και τι να ιδώ; Εξύναν τα’αρχίδια τους, επαίζανε τάβλι, επίναν το καφέ τους και ένας εμίλαγε στον πίνακα!» - Υπάλληλος: «Εχω τραυματισθεί στην Αλβανία από νάρκη και έχασα τα… όργανά μου. Θα ζητήσω από το Διευθυντή να φεύγω νωρίς από την Υπηρεσία, γιατί μετά τις 12.00 όλοι ξύνουν τ’αρχίδια τους και εγώ δεν έχω τι να ξύσω!!!». - Τηλεθεατής: «Απέδρασαν οι φυλακισμένοι; Και οι φύλακες τι έκαναν, ‘’τ’αρχίδια τους έξυναν’’;» (σχόλιον τηλεθεατού). - Φορολογούμενος: «Περίμενα 3 ώρες στην ουρά στην Εφορία, και αυτοί έπιναν τσίπουρα, καλαμπούριζαν και έξυναν τ’αρχίδια τους!». - Σύζυγος: «Αχαϊρευτε, εγώ είμαι η δούλα σου και συ ξύνεις τ’αρχίδια σου στα φρουτάκια;» (δήλωσις ταλαιπωρημένης συμβίας εν εκνευρισμώ). - Ερώτησις: «Τι ακριβώς προσφέρουν οι στρατιωτικοί στο κοινωνικό σύνολο;» - Απάντησις: «Βασικά ξύνουν τ’αρχίδια τους, ώστε να είναι έτοιμα όταν μας επιτεθούν οι Τούρκοι του Αγίου Πούτσου!» (συζήτησις εις ουζερί).

33

Page 34: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

14) «Οχι ρε πούστη»: Ο ιδιωματισμός υποδηλοί λίαν δυσάρεστον έκπληξιν, και αίσθημα αδικίας εκδηλουμένην διά μηχανισμού αρνητικής απωθήσεως. Παραδείγματα: «Τάμαθες; Σκοτώθηκε σε τροχαίο ο Κώστας!», Απάντηση: «Οχι ρε πούστη, δεν είναι δυνατόν!». «Λάκη δε θέλω να σε στεναχωρήσω αλλά η περίφημη Ριρίκα σου έρριχνε σβουρηχτά φιλιά σφιχταγκαλιασμένη με τον Μενέλαο!». Απάντηση (με λυγμούς): «Οχι ρε πούστη! Γιατί να τύχει σε μένα;». «Θεέ είσαι πούστης!» (Βασίλης Βασιλικός, απόσπασμα από μυθιστόρημά του).

15) «Πάρε φόρα να μου δείς τα’αρχίδια»: Παλαιός υβριστικός ιδιωματισμός της αργκό των Αθηνών. Αποτελεί εφαρμογήν του νόμου της κινητικής ενεργείας Ε=1/2m.v2. Κυριολεκτικώς εννοεί ότι με τη φόρα (= ορμή, J=m.V) που θα πάρει ο αντίπαλος θα πέσει πάνω εις τους όρχεις του υβρίζοντος, οπότε θα προβεί και εις πεοθηλασμόν (προσβλητική ύβρις δι’ άνδραν). Μεταφορικώς η έκφρασις σημαίνει αρνητικήν τοποθέτησιν εις προηγηθείσαν πρότασιν και ενίοτε υποδηλοί έλλειψιν φόβου και αγέρωχον ανταπάντησιν εις απειλάς: Παραδείγματα: Μαθητής: «Πατέρα άμα περάσω Πολυτεχνείο θα μου πάρεις αυτοκίνητο;» «Ναι!» «Κι’αν δεν περάσω;» «Ε, τότε πάρε φόρα να μου δείς τα’αρχίδια!». Οδηγός στο δρόμο: «Που πας ρε μαλάκα δε βλέπεις το κόκκινο;» «Ρέστα ζητάς; Θές να φωνάξω την τροχαία ρέ;» «Ναι ρέ! Πάρε φόρα να μου δείς τα’αρχίδια!».

16) «Πλάκωσε... μουνοθύελλα»: Ιδιωματισμός. Αποτελεί μεταφοράν των κλιματολογικών εκφράσεων «πλάκωσε βροχή», «πλάκωσε χιονοθύελλα». Μεταφορικώς εννοεί ότι κυκλοφορούν πολλά ωραία κορίτσια. Ο ιδιωματισμός ενεφανίσθη μάλλον επί δικτατορίας (1967-1974), ότε υπήρξεν ως γνωστόν έξαρσις των ενδυματολογικών ηθών (μίνι φούστες, ντεκολτέ, καμπάνες παντελόνια, κλπ) παραλλήλως με την έναρξιν της απελευθερώσεως των Ελληνίδων κορασίδων εκ των παραδοσιακών οικιακών δεσμών. Ούτω, παρετηρήθη το φαινόμενον συγχρονισμού της ραγδαίας αυξήσεως των κυκλοφορούντων ωραίων Ελληνίδων εις τας οδούς, με την κυριολεκτικώς λίαν προκλητική ερωτικώς ενδυματολογίαν αυτών φαινόμενον που εξαγρίωσεν ερωτικώς τους μέχρι τότε αιδοιοπενικούς Ελληνας. Παράδειγμα: «Καλά ρε μεγάλε, τι παρέλαση ήταν αυτή! Μουνοθύελλα!»

17) «Πεοπενία» και «αιδοιοπενία»: Νεολογισμοί. Πέος (=αρχαία λέξη) είναι το ανδρικό γεννητικό όργανο και αιδοίον (από το αιδώς=ντροπή) το αντίστοιχο σύμπλοκον όργανο των γυναικών. Πεοπενία (πέος+πενία=φτώχεια, έλλειψις πέους) κυριολεκτικώς σημαίνει την έλλειψιν διαθεσίμου πέους, μεταφορικώς όμως εννοεί την απουσία ανδρός ερωτικού συντρόφου εις γυναίκα, και αντιστοίχως αιδοιοπενία (αιδοίον+πενία=φτώχεια, έλλειψις αιδοίου) είναι η έλλειψις γυναικός ερωτικής συντρόφου εις άνδρα. Πλέον μεταφορικώς, όπερ και ορθότερον, οι ανωτέρω όροι υποδηλούν την ανυπαρξίαν ομαλής ερωτικής και συναισθηματικής ζωής, με όλα τα συνεπακόλουθα αυτών (άγχος, κατάθλιψις, πονοκέφαλοι, διάχυτα άλγη, κλπ). Ως εκ τούτου οι όροι δύνανται να χρησιμοποιηθούν και δι’ έγγαμα άτομα. Η πεοπενία και η αιδοιοπενία, όροι εισαχθέντες το έτος 1985 υπό του Χ.Γκούβα είναι νεολογισμοί και ουχί λεξιπαίγνια, διότι εμπεριέχουν ιατρικόν και κοινωνιολογικόν υπόβαθρον. Τας παλαιοτέρας εποχάς της εκτεταμένης ερωτικής πενίας, υπερίσχυεν στατιστικώς η αιδοιοπενία, έναντι της πεοπενίας, διότι όπως ορθότατα λέγει και η λαϊκή θυμοσοφία ημών («Παλιά αν δεν έβαζες κουλούρα, δεν είχε μαρκάλο!», Ηπειρώτικο γνωμικό) (Μετάφρασις: «Παλιά, για να γαμήσεις έπρεπε να παντρευτείς»!) Λίαν μεταγενεστέρως και ιδία μετά την δεκαετίαν του 90, ατυχώς οι όροι ανεστράφησαν και υπερτερεί πλέον η πεοπενία, ήτις παλαιότερον εσπάνιζεν και ηπαντάτο μόνον εις τας αγάμους κορασίδας (=γεροντοκόρες). Είναι θλιβερά η πρόσφατος αυθόρμητος δήλωσις 24χρονης νεάνιδος εις τον γράφοντα ότι «δυστυχώς δεν υπάρχουν πλέον άνδρες κ.Γκούβα μου!», αλλά δυστυχώς δεν είναι αντικείμενον του παρόντος η ανάλυσις των λεγομένων της. Εις τα Κρατικά Αθηναϊκά Θεραπευτήρια συχνάκις διατηρείται ακόμη εν χρήσει παρά τοις ιατροίς ο γλαφυρός ορισμός του συνδρόμου που εισήγαγε το 1985 ο ανωτέρω με το αρτικόλεξον «ΣΧΡΟΠ» (=Σύνδρομον

34

Page 35: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

ΧΡΟνίας Πεοπενίας) όπερ αφορά γυναίκας. Τέλος, τιμής ένεκεν, πρέπει να σημειώσω, ότι και πρό της εισαγωγής των ανωτέρω νεολογισμών παρά του γράφοντος, υπήρχαν εν τοις Θεραπευτηρίοις άλλαι παρόμοιαι εκφράσεις συνθηματικής συννενοήσεως των ιατρών. Καταγράφω μίαν εκ του «Ευαγγελισμού»: Καθηγητής Γαρδίκας: «Τι έχουμε εδώ;» Επιμελητής: «Η κυρία Χαϊδολογίδου κύριε καθηγητά έχει χρόνιο πρόβλημα, πονάει στον αυχένα, καρδιά, ώμους, κοιλιά, γόνατα, πλάτες, χέρια, έχει πονοκεφάλους, ζαλάδες, εμετούς, διάρροιες, κομάρες, υπόταση, αϋπνίες, κλπ», Γαρδίκας: «Μάααλιστα κατάλαβα! Και τι θεραπεία προτείνουμε;» Επιμελητής: «Κάψουλες ΑRABAL ως συνήθως, πρωί-μεσημέρι-βράδυ», Γαρδίκας: «Εξοχα!». Φοιτητής εγώ τότε, σημείωσα το ARABAL στο μπλοκάκι μου και έψαχνα ο αφελής τρείς μέρες να το βρώ στα συνταγολόγια και τις φαρμακολογίες, ενώ αποδείχθηκε ότι υποννοούσε ΑRABAL=αράπης!!!

18) «Τι σου κάνω μάνα μου;». Ιδιωματισμός. Ενταύθα υφίστανται δύο γλωσσικαί ιδιομορφίαι. Κατ’ αρχήν υπάρχει ρητορική ερώτησις, ήτις ως ενικός, απαντάται αυτομάτως υπό του ερωτώντος, όστις δι’ αυτής προβάλει τας ερωτικάς του ικανότητας, πραγματικάς ή υποθετικάς, αφ’ ετέρου δε, η χρήσις του ονόματός της μητέρας, υποδηλώνει περισσότερον το ερωτικόν πάθος, παρά γνήσιον έρωτα, αφήνει δε ερωτηματικά περί παραμενόντων στοιχείων τινων οιδιποδείου συμπλέγματος.

19) «Το πάει το γράμμα»: Ιδιωματισμός. Πρόσφατος ιδιωματισμός της δεκαετίας 90, υποννοεί έντονον ερωτικήν κινητικότηταν παρά κορασίου, με έμπρακτα αποτελέσματα, πιο σαφώς εννοεί ότι κάποιος ή κάποια έχει πολλαπλές εξωσυζυγικές ή τέλος πάντων πολλαπλές άτυπες σχέσεις. Παράδειγμα: . Καλλιόπη: «Η Φωτεινή; Αρραβωνιασμένη και κουραφέξαλα! Την έκοψα γώ. Το πάει το γράμμα!». Παύλος: «Ωραίος ο Μάρκος! Το πάει το γράμμα!»

20) «Πήρε τον πούλο»: Ιδιωματισμός Πούλλος είναι αρχαία λέξις, λατινικά pullus, μεταγενεστέρως πουλλίον, και πουλί = πτερωτό δίποδον που γεννά αυγά. Μεταφορικώς πουλί και πούλος είναι το πέος. Ο ιδιωματισμός «πήρε τον πούλο» υποδηλοί χαιρεκακίαν του ομιλούντος και σημαίνει ‘’έφυγε χωρίς να πάρει τίποτα’’. Παράδειγμα: «Ηρθε ο εισπράχτορας του ΤΕΒΕ να πάρει τη μηνιαία συνδρομή. Του λέω δεν υπάρχει σάλιο. Πήρε τον πούλο και έφυγε!». «Μούκανε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση και ζητά αποζημίωση 10.000.000. Δεν υπάρχει τίποτα στο όνομά μου όμως. Τάχω στη γυναίκα μου! Γι’αυτό θα πάρει τον πούλο!».

21) «Στ’αρχίδια μας και αν μείνεις έγκυος, Αριστομένης Προβελέγγιος»: Ιδιωματισμός Πρόκειται περί αήθους χιουμουριστικής ομοιοκαταληκτικής εκφράσεως αγοριών, ότι δήθεν αδιαφορούν διά τας αντισυλληπτικάς μεθόδους, καθόσον το θύμα της ανεπιθυμήτου κυήσεως θα είναι το ατυχές κοράσιον που διέπραξεν την μαλακίαν να τους εμπιστευθεί.

22) «Της κοντής της ψωλής της φταίνε οι τρίχες»: Πρόκειται περί αλληγορικού γνωμικού απορρίψεως δικαιολογιών. Εις την κυριολεξίαν η φράσις σημαίνει ότι το βραχύ πέος αποτυγχάνει του σκοπού του, δηλαδή εις την διείσδυσιν εις τον κόλπον, και προς δικαιολόγησιν της αποτυχίας, επιρρίπτει τας ευθύνας εις τας ατυχείς παρακειμένας τρίχας του εφηβαίου, αίτινες δήθεν το παρεμπόδισαν! Μεταφορικώς ο ιδιωματισμός είναι παρόμοιος με τον «όσα δεν φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια» και σημαίνει ότι κάποιος που απέτυχε εις μιαν εργασίαν δεν πρέπει να επιρρίπτει τας ευθύνας εις ασχέτους παράγοντας. Παράδειγμα: Βαρβάρα: «Ξέρεις Κώστα θέλω να χωρίσουμε γιατί βαρέθηκα να αλλάζω δύο λεωφορεία για να σε συναντήσω! Αυτός και μόνο είναι ο λόγος!» Κώστας: «Ναι! Της κοντής της ψωλής της φταίνε οι τρίχες!». Μαθητής: «Πατέρα, νομίζω φταίει ο καύσωνας που δεν μπορούσα να διαβάσω και γι’αυτό απέτυχα στις Πανελλήνιες!» Πατέρας: «Ναι σίγουρα! Της κοντής της ψωλής της φταίνε οι τρίχες!».

35

Page 36: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

23) «Της πουτάνας το κάγκελο»: Πουτάνα είναι μεσαιωνική μεταφορά του ιταλικού αντίστοιχου όρου puttana διά την ιερόδουλον, την πόρνην. (Ιταλικά putta = κορίτσι). Κάγκελο, ή παλαιότερον κάγκελλον (από το λατινικό cancellun) είναι το σιδηρούν κιγκλίδωμα, είτε εις τους εξώστας είτε εις τον αυλόγυρον οικίας. Ο ιδιωματισμός ενίοτε διατυπούται σατιρικώς και ως εξής: «Της επί χρήμασι διδομένης το σιδηρούν κιγκλίδωμα». Κυριολεκτικώς και εκ πρώτης όψεως, δεν φαίνεται να ερμηνεύεται το ιδίωμα βάσει εννοιολογικών σχέσεων κιγκλιδώματος και πόρνης. Πλήν όμως, εν προκειμένω «το κάγκελο» δεν αφορά εξώστην ή αυλόγυρον οικίας, αλλά το διακοσμητικόν μεταλλικόν κιγκλίδωμα της κλίνης της ιεροδούλου, το οποίον εκ της πολυώρου και πολυετούς χρήσεως, είχεν χαλαρώσει εις τους αρμούς (κοινώς πιτσίκαρε, είχε τζόγον) και κατά την διάρκειαν της ασκήσεως των επαγγελματικών καθηκόντων της συμπαθούς κυρίας, παρήγαγε ενοχλητικόν τριγμόν (θόρυβον) συνδυαζόμενον προφανώς με τα δέοντα επιφωνήματα και κραυγάς (άχ, βάχ, τι σου κάνω μάνα μου, κλπ). Αποτέλεσμα αυτού ήσαν φαίνεται αι διαμαρτυρίαι των γειτόνων, οίτινες προφανώς προέβαινον εις καταγγελίας εις την αστυνομίαν, διά διατάραξιν της κοινής ησυχίας, δηλώνοντες ότι «τους ενοχλεί της πουτάνας το κάγκελο!». Εκτοτε, μεταφορικώς η φράσις σημαίνει απλώς ότι έγινε κάποια φασαρία, ανακατωσούρα, και επήλθεν έντασις. Παραδείγματα: Μαθητής: «Μ’έπιασε η Γαλλικού με σκονάκι στις εξετάσεις! Με πήγε στο Διευθυντή και έγινε της πουτάνας το κάγκελο!» Καφεπώλης: «Εκανε έφοδο το ΣΔΟΕ στις καφετέριες. Ότι χαρτάκι ταμειακής δεν υπήρχε στα ποτήρια, έστω και άν το πήρε ο αέρας, έριχνε πρόστιμα διακοσάρες! Εγινε της πουτάνας το κάγκελο!». Ισοδύναμοι εννοιολογικώς ιδιωματισμοί εισήχθησαν εν τω Ελληνικώ λεξιλογίω βραδύτερον. Οι συνηθέστεροι εξ αυτών είναι «Εγινε Βιετνάμ» «Εγινε Βοζνία Ερζεγοβίνη, κλπ.

24) «Του Αγίου Πούτσου, ανήμερα»: Πρόκειται περί παλαιού ιδιωματισμού, εμπεριέχοντος στοιχεία οργής και αισθήματος καταπατήσεως του δικαίου. Δεδομένου ότι ως γνωστόν δεν υφίσταται εορτή Αγίου Πέους, διά του αλληγορικού αυτού ιδιωματισμού ο ομιλών απαντά με εκνευρισμόν εις ερώτησιν διά το πότε θα υλοποιηθεί ένα γεγονός, διά το οποίο αι καθυστερήσεις έχουν ήδη υπερβεί τα όρια της ανθρωπίνου υπομονής. Παραπέμπων εις την ανύπαρκτον εορτήν, ο ομιλητής αφήνει να εννοηθεί ότι δεν θα γίνει το γεγονός, είτε θα υλοποιηθεί με μεγάλην καθυστέρησιν. Παραδείγματα: Αρραβωνιαστικιά: «Κώστα τι θα γίνει πότε θα παντρευτούμε;» «Σύντομα ρε Μαρία, σύντομα!», «Πότε ρε Κώστα, πότε; Του Αγίου Πούτσου ανήμερα;». Επισκέπτης: «Τι γίνεται ρε παιδιά μ’αυτή τη σήραγγα Πρέβεζας-Ακτίου; Θα τελειώσει καμμιά φορά;», «Ναι του Αγίου Πούτσου ανήμερα!». «Πότε επί τέλους θα γίνουν τα εγκαίνια και οι προσβάσεις στη σήραγγα Ακτίου ρε παιδιά;» «Του Αγίου Πούτσου ανήμερα!».

36

Page 37: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 4ον:Λεκτικοί κώδικες της νεολαίας

Λεκτικοί κώδικες της νεολαίας: Η εφηβική και μετεφηβική νεολαία, συχνάκις εισάγει κατά εποχάς διάφορους λεκτικούς κώδικας επικοινωνίας, οι οποίοι διαφέρουν ανά γενεάν. Δεδομένου ότι οι λεκτικοί αυτοί κώδικες αποτελούν ιδιωματικάς εκφράσεις, με άλλοτε άλλο υπονοούμενον, έχουν συχνάκις χιουμουριστικόν χαρακτήρα και συντόμως κυκλοφορούν ευρέως, δεδομένου του μιμητισμού όστις διακατέχει την νεολαίαν αλλά και δεδομένης της λεξιπενίας αυτών. Θα συνιστούσα εις τους εκπαιδευτικούς μας της μέσης εκπαιδεύσεως, να εκπαιδευτούν ταχέως εις τους λεκτικούς κώδικες της νεολαίας και να τους ανανεώνουν ανά τακτά διαστήματα, ειδ’άλλως η εκπαιδευτική τους αποδοτικότης θα είναι ανύπαρκτος! Μερικές χαρακτηριστικές εκφράσεις ιδιωματισμών – λεκτικών κωδίκων της νεολαίας είναι οι εξής:

1) «Αερόσακκοι». Πρόσφατον άτυπον λεξιπαίγνιον εμφανισθέν από το 1992, ότε η Mercedes εισήγαγεν τους αερόσακκους εις τα αυτοκίνητα. Σημαίνει τα πλούσια, υπερβολικά μεγάλα στήθη γυναικός.. Παράδειγμα: «Ηθελα νάξερα πως δεν πάθαινε ασφυξία ο Ανδρέας με τους αερόσακκους της Μιμής».

2) Ανέκδοτο: «Ποιο είναι το ιδεώδες σχήμα γυναικείας κεφαλής»; Απάντηση: «Το επίπεδο σχήμα για να ακουμπάς τη μπύρα σου όταν παίρνει πίπα». Πρόκειται περί ρατσιστικής εκφράσεως, υποτιμούσης τα μέγιστα την γυναικείαν προσωπικότηταν, πλήν όμως έχουν θεαθεί και νεάνιδες να γελούν με το προαναφερθέν ανέκδοτον αστείο, δι ό και αναγράφεται μετά της δεούσης επιφυλάξεως, διά τον κίνδυνον ξυλοδαρμού παρ’εξάλλων φεμινιστριών.

3) «Ας πρόσεχε!»: Ιδιωματισμός της δεκαετίας του 90. Χιουμουριστικά διακωμωδεί το πάθημα κάποιου ο οποίος δεν έχει δίκαιο. «Ποιος τους είπε να παίζουν Χρηματιστήριο αν δεν ξέρουν; Ας πρόσεχαν!» (Κωνσταντίνος Σημίτης, Πρωθυπουργός, τηλεοπτική δήλωσις βόμβα, του 2000). «Κύριε Διοικητά, ο παππούς μου κάλεσε στο σπίτι μια Ουκρανέζα για μασάζ, μέσω αγγελίας, και φεύγοντας μας σήκωσε 5.000.000 δρχ» «Ααααα, άς πρόσεχε!» (στιχομυθία εις Αστυνομικόν Τμήμα).

4) «Αστέρι ο δικός σου!»: Ιδιωματισμός της δεκαετίας 90. Εννοεί ειρωνικά ότι κάποιος με τις καλές ή κακές πράξεις και ιδιότητές του φτάνει ψηλά (σαν το αστέρι). Εχει διπλήν έννοιαν και χρήσιν. Υποτιμητικήν αλλά και επαινετικήν. Παραδείγματα: Δασκάλα: «Στο νηπιαγωγείο έδερνε τα παιδάκια. Στο δημοτικό την κοπάναγε πηδώντας απ τα παράθυρα! Στο γυμνάσιο έκλεβε ποδήλατα και πήγε φυλακές ανηλίκων. Αστέρι ο δικός σου!». Μαέστρος: «Τρίο χρονών άρχισε κιθάρα. Εξι χρονών έδωσε ρεσιτάλ στο Μέγαρο. Δώδεκα χρονών κάνει παγκόσμιο τουρνέ. Αστέρι η δικιά σου!». Κουτσομπόλα: «Δούλευε στο Δημαρχείο, είχε χωρίσει από χρόνια, και τά είχε παράλληλα με τρείς! Έναν εξηντάρη εργολάβο για να τον μαδάει οικονομικά, ένα σαραντάρη εργένη για ελπίδα και εφεδρεία γάμου, και ένα πιτσιρικά εικοσάρη για βιολογική αφαίμαξη! Τελικά έμεινε έγκυος και φυσικά το παιδί το φόρτωσε στον μεσαίο. Αστέρι η δικιά σου έεεε;»

5) «Α χα, καλό έεεεε;»: Ειρωνικός ιδιωματισμός εισαχθείς παρά του σατιρικού ηθοποιού Μάρκου Σεφερλή, δια κάτι διατυπωθέν αφελές και χαζό. Ο ίδιος ηθοποιός διά τας εκπομπάς του εισήγαγεν 4 λεξιπαίγνια ως λογότυπους: «Κατά Μάρκον Ευαγέλιον» (από το γέλιο), «Προσοχή Μαρκοπέδιο» (από το νάρκη), «The Seferlee Show» (από τον Christopher Lee), και «Χτυποκάρδια στο Seferlee Hills» (από το Beverly Hills των ΗΠΑ). Ο ιδιωματισμός «Α χα καλό έεεε;» διατυπούται παρά του

37

Page 38: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

ιδίου του ομιλούντος και ουχί υπό του ακροατού. Συνεπώς πρόκειται περί ειρωνικής αυτοκριτικής Παράδειγμα: . «Ο Μέγας Ναπολέων φορούσε κόκκινες τιράντες για να μη του πέσουν τα παντελόνια. Α χα καλό έεεε;». «Τον πεθαμένο τον πάνε στο νεκροταφείο γιατί δεν μπορεί να πάει μόνος του! Α χα καλό έεεε;».

6) «Δεν μασάμε»! Σημαίνει δεν μασάμε τα φαγητά που μας σερβίρεις. Μεταφορικώς, σημαίνει δεν είμαστε ευκολόπιστοι να πιστέψουμε τις αερολογίες και τα ψέμματα που μας σερβίρεις. Παραδείγματα: «Παιδιά, βγαίνω να κατουρήσω το βράδυ και βλέπω ακίνητο έναν ιπτάμενο δίσκο!», «Σοβαρά ρέ; Ασε ρε μεγάλε, δε μασάμε!». «Τράκαρα τ’αυτοκίνητο του πατέρα μου στην Εθνική οδό! Λέω να του πώ ότι μου το χτύπησαν στο πάρκιγκ, αλλά δε μασάει αυτός!». «Το χόρτο σε κάνει φυτό! Μη μασάς!» (αντιναρκωτικό μήνυμα του ΟΚΑΝΑ).

7) «Δικέ μου». Πρόκειται περί φιλικής προσφωνήσεως στενών φίλων, ή αποτελεί προσφώνησιν με προσπάθειαν εξοικοιώσεως, ή αίτησιν κατανοήσεως απόψεων. Παράδειγμα: Φοιτητής: «Ελα ρε δικέ μου. Είναι εύλολη η Ρούλα σε διαβεβαιώνω!». Πελάτης συνεργείου: «Κοίτα τι έπαθα δικέ μου! Πάω στο βενζινάδικο και κατά λάθος μου βάζει πετρέλαιο ο αφηρημένος!». Ενταύθα το δικέ μου εκτελεί χρέη αιτήσεως κατανοήσεως του δικαίου του πελάτη.

8) «Εγραψες μεγάλε!»: Πρόσφατος ιδιωματισμός της νεολαίας. Υποδηλοί εκδήλωσιν θαυμασμού και επικρότησιν ληφθείσης αποφάσεως, ή επιτευχθέντος στόχου. Παράδειγμα: «Φυσική πήρα είκοσι!» «Εγραψες μεγάλε». «Αργησα λίγο, αλλά απόψε βγαίνω με την Καίτη!» «Εγραψες μεγάλε!».

9) «Είδα το Χριστό φαντάρο»: Από όσο γνωρίζομεν, ο Ιησούς δεν υπηρέτησε στρατιωτικήν θητείαν, δεδομένου ότι η πατρίς του η Ιουδαία, ήτο υπόδουλος εις τον Ρωμαϊκόν Ιμπεριαλισμόν. Ως εκ τούτου η φράσις «το Χριστό φαντάρο» αποτελεί αποκύημα φαντασίας. Μεταφορικώς, ο ιδιωματισμός σημαίνει τρομοκρατήθηκα, τάχασα, φοβήθηκα. Παράδειγμα: . - Οδηγός: «Μού φεύγει το αυτοκίνητο από το δρόμο, πάω προς τα χωράφια, ανατρέπομαι και βγαίνω μόνο με λίγα αίματα και γρατσουνιές. Είδα το Χριστό φαντάρο!». - Ασθενής: «Εκανα εγχείρηση αιμορροίδων, αλλά ξέχασαν να μου δώσουν παραφινέλαιο! Όταν πήγα τουαλέτα, να χέσω, είδα το Χριστό φαντάρο!».

10) «Εγινα γκόλ»: Ιδιωματισμός (Αγγλικά goal = τέρμα ποδοσφαίρου, επιτυχία). Μεταφορικώς σημαίνει είμαι μεθυσμένος.. «Είχα τα γενέθλιά μου, ήμουν μικρός και ασυνήθιστος, ήπια 3 μπύρες και πήγα σπίτι. Στο δρόμο βλέπω δυό δέντρα και πάω να περάσω ανάμεσα. Ηταν μόνο ένα όμως και κουτούλησα. Είχα γίνει γκόλ!» (αναμνήσεις εορτάζοντος).

11) «Εγινα ρόμπα»: Ιδιωματισμός. Από το αρχαίο γερμανικό rauba, ιταλικά roba = πρόχειρο γυναικείο εσωτερικόν ένδυμα. Μεταφορικώς σημαίνει = έγινα ρεζίλι, ξευτιλίστηκα, επειδή αι νυκοκυραί αποφεύγουν την έξοδον εκ της οικίας με την ρόμπα, διότι το θεωρούν ενδυματολογικώς αισθητικήν υποβάθμισιν (=ξευτίλισμα). Παράδειγμα: Χάρυ Κλύν: «Ρόμπαι ξεκούμπωται», «Ελάτε να ρομπάρετε» (τίτλος επιθεωρήσεως). Τηλεθεατής: «Ωραίος ο Τριανταφυλλόπουλος! Πήγε ο φρουτάκιας ο βουλευτής ο Χρυσανθακόπουλος στο γραφείο του για πρόταση συναλλαγής και αυτός τον βιντεοσκοπούσε. Τον έκανε ρόμπα και αναγκάσθηκε ο Σημίτης να τον φουντάρει!».

12) «Εχω τσιμεντώσει» = κρυώνω. Παράδειγμα: Τηλεφώνημα από κινητό: «Κουνήσου Μαριάννα γιατί έχω τσιμεντώσει!»

38

Page 39: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

13) «Κάτσε καλά!»: Ιδιωματισμός ο οποίος υπονοεί μεγάλην αξίαν, πυγμήν, ισχυρήν προσωπικότηταν ή κάτι το ευμέγεθες, το πολύ ποιοτικόν, ή το πολύ ισχυρόν. Παραδείγματα: «Ηρθε ο καινούργιος ο Διοικητής! Συνταγματάρχης κάτσε καλά!». «Δεν την περίμενα για καμμιά φοβερή γκόμενα, αλλά μόλις εμφανίστηκε η Χάϊδω, κάτσε καλά!». «Με πήγαν στην ΕΣΑ. Με υποδέχτηκαν Θεοφιλογιαννάκος, Χατζηζήσης, Πέτρου, κλπ. Και κάτσε καλά!».

14) «Κεφάλι Μπιφτέκι» = φαλάκρα, ο φαλακρός. Παράδειγμα: Τηλεθεατής έφηβος: «Ψήφισα τον Τσάκα στο Βig Brother γιατί έχει κεφάλι μπιφτέκι!».

15) «Κράξιμο»: Εκ του κράζω, σημαίνει κρωγμός πετεινού ή κόρακα. Μεταφορικώς σημαίνει αποδοκιμάζω, γιουχάρω. Παραδείγματα: «Η Πάολα; Κραγμένη τραβεστί!», «Πού να κατεβούμε ρε τρία άτομα στις εκλογές, θα μας κράξουν!».

16) «Μας κούφανες τώρα!»: Κυριολεκτικώς ο παλαιός αυτός ιδιωματισμός σημαίνει ότι με αυτό που ελέγχθη απωλέσαμε την ακοήν μας. Μεταφορικώς σημαίνει είτε ότι ελέχθη κάτι απίστευτο αλλά αληθές, είτε κάτι εξωφρενικά αναληθές και ψευδές. Παραδείγματα: «Παιδιά ιδού οι αποδείξεις. Εγώ έχω άγνοια χρηματιστηρίου. Αγοράζω ένα οικονομικό περιοδικό. Λέει θ’ανέβει η τάδε μετοχή. Πάω αγοράζω 1000 τεμάχια. Σε ένα μήνα τις εξαγοράζω και κερδίζω 45%. Ούτε πρόκειται να ξαναπαίξω». «Καλά, ρε μεγάλε μας κούφανες τώρα!». Ηρακλής: «Πάω στο μπαράκι και βλέπω ένα δίμετρο πιπίνι να πίνει το ποτό με καλαμάκι σαγηνευτικά. Της γνέφω με υπομειδίαμα, και πάω προς την τουαλέτα. Με ακολουθεί από πίσω. Τη στριμώχνω με φιλιά και σε 5 λεπτά μάγκες είχε παρθεί η μεγαλύτερη πίπα των Βαλκανίων!». «Ωωωωω μεγάλεεε!. Μας κούφανες τώρα!».

17) «Μη γράφεις κανένα στ’αρχίδια σου. Τα λερώνεις!»: Διηυρημένο γνωμικό της νεολαίας, προτρέπον εις γενικήν αδιαφορίαν διά τα κακώς κείμενα. Μεταφορικώς, η «εγγραφή εις τους όρχεις» αποτελούσε μέχρι τότε τον ύψιστον βαθμόν απαξίωσης και αδιαφορίας. Η απαγορευτική προτροπή πλέον της εγγραφής, προς αποφυγήν ρυπάνσεως των όρχεων συνιστά πλέον τακτικήν αυτοπροστασίας και ουχί μόνον απαξίωσης. Παράδειγμα: - «Δεν αντέχω άλλο. Μόλις ξυπνάω με νευριάζει η γυναίκα μου. Πάω γραφείο με ζαλίζουν οι συνάδελφοι. Γυρίζω σπίτι μου σπάνε τα νεύρα τα παιδιά. Βγαίνω με τη γκόμενα, αρχίζει τα τρελλά της!» - «Αγαπητέ μου, be cool! Μη γράφεις κανένα στ’αρχίδια σου. Τα λερώνεις!».- «Σιγά να μη γίνουμε Γιαπωνέζοι! Ο Ελλην είναι αναρχικός, χαβαλετζής, γραψαρχίδης, περαβρέχει. Το κίνημα του σταρχιδισμού είναι πανίσχυρο στο Ελλάντα» (Ανδρέας Ρουμελιώτης. Ελευθεροτυπία, 30-05-2002).

18) «Μου την έδωσε»: Παλαιός ιδιωματισμός (εννοεί μού την έδωσε κατακέφαλα). Σημαίνει εκνευρίστηκα, αγανάκτησα. Παράδειγμα: Μητέρα: «Του τόπα μια, δυό, τρείς, και αυτός τίποτα. Εεεε, μού την έδωσε και μένα και του ρίχνω τη μακαρονάδα στο κεφάλι». Μεταγενεστέρως η έκφρασις έλαβε και άλλας εννοιολογικάς διαστάσεις όπως σεξουαλικάς. «Μου τη δίνει» εκτός από το με εκνευρίζει, σημαίνει μου αρέσει μια γυναίκα, με εμπνέει. Παράδειγμα: «Μόνο πού τη βλέπω την Ούρσουλα Αντρες, χύνω. Μού τη δίνει αυτή η γυναίκα, έχει το κάτι άλλο!».

19) «Ούφο είσαι ρέ;» = Είσαι ανόητος; Προέρχεται από το αρτικόλεξον U.F.O.=Unknown Flying Object = Aγνώστου ταυτότητας ιπτάμενο αντικείμενο (ΑΤΙΑ) = Ιπτάμενος Δίσκος, και αλληγορικά σημαίνει, ότι εφ’όσον δεν υπάρχουν ιπτάμενοι δίσκοι, ο ομιλών υποννοεί ότι το υποκείμενο είναι «αιθεροβάμων», ότι «πετάει στα σύννεφα», «είναι αφελής», κλπ.

20) «Σε πάω!». Κυριολεκτικώς ο ιδιωματισμός σημαίνει σε μεταφέρω, μεταφορικώς σημαίνει σε συμπαθώ, παραλληλίζομαι με τον τύπο σου και με τις

39

Page 40: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

απόψεις σου. Παράδειγμα: Εφηβος: «Ωραίος ο υπουργός ο Βαγγέλης! Πολύ τον πάω! Εχει καλαμπούρι». Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, 1999: «Και γω σας πάω παιδιά μου!» (ομιλία από του άμβωνος!)

21) «Στ’ αρχίδια μας και μας, Κωστής Παλαμάς»: Ομοιοκαταληκτικός χιουμουριστικός ιδιωματισμός που εννοεί ότι ο ομιλών αδιαφορεί πλήρως διά τι γεγονός ή πρόσωπο. Παράδειγμα: «Εμαθα το Πασόκ και ο Συνασπισμός κατεβάζουν κοινό υποψήφιο στην ‘Ανω Κολοπετινίτσα!», «Στ’αρχίδια μας και μας, Κωστής Παλαμάς!».

22) «Σωστόοοος;»: Ομοίως πρόκειται περί ειρωνικής ερωτήσεως, αυτομάτως και καταφατικώς απαντουμένης. Εισήχθη παρά του ηθοποιού Μάρκου Σεφερλή κει επεξετάθη ταχέως εις την νεολαίαν. Παράδειγμα: Μαθητής: «Χημεία πήρα 19. Ας είναι καλά τα σκονάκια! Σωστόοοος;». Ανέκδοτο: «Γιατρε μου η κόρη μου κατάπιε το στυλό μου!», «Ε τι να σας κάνω κύριε, γράψτε με μολύβι! Σωστόοος;».

23) «Την κάναμε»: Σημαίνει πάμε να φύγουμε μη μπλέξουμε. Παράδειγμα: «Εσκασε κροτίδα γουρούνα κάτω από το αυτοκίνητο του εισαγγελέα; Την κάναμε μάγκες!»

24) «Την πάτησα!»: Κυριολεκτικώς, ο ιδιωματισμός μάλλον εννοεί την πάτησα την πεπονόφλουδα. Μεταφορικώς σημαίνει διέπραξα γκάφα, έκανα λάθος, δεν μπόρεσα να προβλέψω την παγίδα. Παράδειγμα: «Παθιασμένος καθώς ήταν με την Ελίνα, δεν έβαλε προφυλακτικό και αυτή έμεινε έγκυος. Μετά, αυτή τον εκβίαζε να παντρευτούν και το κατάφερε! Την πάτησε ο μαλάκας! Δεν κατάλαβε ότι ήταν παγίδα η υπόθεση!»

25) «Χέσε μας ρέ!» = Μη με ενοχλείς πιά, παράτα μας. Παράδειγμα: . Γυφτάκι: «Ελα καλέ κύριε, δώσε δύο ευρώ, να πάρω ένα παγωτό!». Καθήμενος θαμών: «Χέσε μας ρέ!». Υπάρχει και η απειλητική φράσις: «Μη σε χέσω τώρα!» πού σημαίνει ότι έφτασα στα όρια της υπομονής και θα σε λούσω με ύβρεις.

26) «Πέφτει χιόνι» = με αγνοούν. Παράδειγμα: . «Ναι ρε μάνα, καπνίζω χόρτο και πίνω σφηνάκια γιατί τόσα χρόνια στο κωλόσπιτο αυτό πέφτει χιόνι!»

27) «Τα είδα κυλιόμενα» = Τάχασα, μπερδεύτηκα.

28) «Το πλοίο της αγάπης»: Αρχικώς ο τίτλος αφορούσε το όνομα ενός κρουαζιερόπλοιου σε κάποια σαπουνόπερα. Μεταφορικώς ο όρος χρησιμοποιήθηκε τότε από στρατιώτες για το όχημα αποκομιδής αποριμάτων (=σκουπιδιάρικο) του στρατού. Παράδειγμα: Στρατιώτης: «Δε φτάνει πού χτύπαγα τρείς μέρες γερμανικό νούμερο, μ’έστειλε ο καργιόλης ο λοχίας και στο πλοίο της αγάπης».

29) «Τα πήρα στο κρανίο» = εκνευρίστηκα, νευρίασα πολύ. Αντιστοιχεί στον παλαιό ιδιωματισμό της δεκαετίας του 60-70 «μου την έδωσε». Παράδειγμα: «Περιμέναμε μία ώρα να μας σερβίρει, σε κάτι καρέκλες στενές και άβολες. Τελικά έρχεται μια βλάχα, ένα ξέκωλο και φέρνει κάτι νεροζούμια αδύνατο να τα πιείς! Ε τα πήρα στο κρανίο. Δεν ξαναπατάω εδώ!» (διαμαρτυρία τουρίστα)

30) «Στόχος Κλείδωσε», ή «στόχος κλειδώθηκε»: Πρόκειται περί προσφάτου ιδιωματισμού, εισαχθέντος κατά τον πόλεμον ΝΑΤΟ-Γιουγκοσλαβίας, έχει δε αεροπορικήν προέλευσιν. Η φράσις «στόχος κλείδωσε» είναι αμερικανικός εκ του «target locked» και σημαίνει ότι ένα μαχητικό αεροσκάφος εστόχευσεν εις το radar το στόχο του, το λογισμικόν «κλείδωσε» (αποθήκευσε) την εικόνα του στόχου, και ο αυτοπροωθούμενος πύραυλος αέρος-εδάφους είναι έτοιμος προς εκτόξευσιν. Μεταφορικώς, ο ιδιωματισμός σημαίνει ότι έκλεισε μια συμφωνία. Παραδείγματα: «Ο

40

Page 41: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

κύριος Λαλιώτης έδωσε εντολή ‘’να κλειδώσει’’ η συνεργασία Πασόκ Συνασπισμού για το Δήμο Πρέβεζας (Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων). Δύο φίλοι: «Τι έγινε με τη Μαρία χθές βράδυ;Υπάρχει ελπίδα; Είναι φαγώσιμη;» Απάντηση: «Μην ανησυχείς! Στόχος κλειδώθηκε!». Ειδήσεις: «Ο κύριος Λουκάς Παπαδήμος, που διορίσθηκε αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, είναι ο πρωτεργάτης της υποτίμησης της δραχμής αλλά και του κλειδώματος με το ΕURO!» Σχόλιο: Θεωρώ απαράδεκτη την εισαγωγή αυτού του ιδιώματος εις το καθημερινό μας λεξιλόγιον, έστω και μεταφορικώς, διότι είναι βαμμένος με αίμα. Και ιδού γιατί: «Στις 14 Απριλίου 1999, αυτοκινητοπομπή με 1000 πρόσφυγες, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν γέροι, γυναίκες και παιδιά βρισκόταν στο δρόμο μεταξύ των χωριών Μαντάναϊ και Μέγια, στο Νότιο Κόσοβο, κοντά στη Ντιακοβίτσα. Την ώρα 14.30 ακούστηκε θόρυβος αεροπλάνων και πέντε εκρήξεις. Ο δρόμος γέμισε διαμελισμένα πτώματα και συντρίμια. Είδαμε οκτώ κατεστραμμένα τρακτέρ και δυό κατεστραμμένα σπίτια. Διάσπαρτα ήταν τα καμένα ανθρώπινα σώματα, γυναικών και κοριτσιών, κομματιασμένα, και μερικά αποκεφαλισμένα. Οι γέροι και τα παιδιά έκλαιγαν στην άκρη του δρόμου». (Ανταπόκριση Δημοσιογράφων του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων, που έφτασαν στην περιοχή, δύο ώρες μετά την αεροπορική επίθεση με πυραύλους αέρος εδάφους, από αμερικανικό αεροσκάφος F16, εναντίον αυτοκινητοπομπής τρακτέρ και αμάχων Κοσοβάρων). Στις 15 Απριλίου 1999, ο πιλότος του αεροσκάφους, η Διοίκηση του ΝΑΤΟ και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Bill Clinton ζήτησαν «συγνώμη γιά το λάθος», εξηγώντας ότι η πομπή εξελήφθη ως στρατιωτική φάλαγγα Σέρβων. Το αποτέλεσμα του «λάθους» ήταν 64 νεκροί και 20 τραυματίες. Μετά τη λήξη του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, ανακοινώθηκε η επικοινωνία μεταξύ του πιλότου του μαχητικού αεροσκάφους που εκτόξευσε τους πυραύλους και του πιλότου του κατασκοπευτικού AWACS που υπερίπτατο, απογειωθέντος εκ του αεροδρομίου του Ακτίου, ενώ δόθηκε και συνέντευξη του πιλότου του F16. H στιχομυθία είχε ως εξής: Πιλότος F16: «Βλέπω αυτοκινητοπομπή. Δώστε πληροφορίες». Awacs: «Πρόκειται για στρατιωτική φάλαγγα. Πλησίασε για καλύτερη επαφή». Πιλότος F16: «Εγώ βλέπω αυτοκίνητα και τρακτέρ» Awacs: «Πρόκειται για καμουφλαρισμένα τάνκς. Ρίξε τους!» Πιλότος F16: «Μου ζητάς να πλήξω άμαχους;» Awacs: «Επιμένω. Πρόκειται για στρατιωτική φάλαγγα!» Πιλότος F16: «ΟΚ Target Locked!» Μετάφραση: «Εντάξει. Ο στόχος κλειδώθηκε!».

31) «Φωτιά είσαι»: Πρόσφατος ιδιωματισμός της νεολαίας, όστις υποδηλοί επιβράβευσιν διά έξυπνον απόφασιν της στιγμής. Παράδειγμα: «Φρίξο, σου παρήγγειλα μια καβουροσαλάτα και ένα ψητό χταπόδι!». Απάντηση: «Φωτιά είσαι!». Φοιτητής: «Δεν τρέχω πιά πίσω της. Την αφήνω να πέσει μόνη της!» «Μπράβο! Φωτιά είσαι!»

32) «Ωχ! Το μάτι μου!» Χιουμουριστικός ιδιωματισμός, εφευρεθείς ως λεκτικός κώδιξ της νεολαίας. Εννοεί ότι με το προλεχθέν επροκλήθη επώδυνος τραυματισμός εις τον οφθαλμόν! Μεταφορικώς εννοεί ότι εκτοξεύθηκε βλακεία, ελέχθη έν χοντρόν λάθος. Παραδείγματα: Δασκάλα: «Λέγε Πέτρο τι ηταν ο Διονύσιος Σολωμός;» Πέτρος: «Στρατηγός του 21 κυρία!» Δασκάλα: «Ωχ! Το μάτι μου!». «Ελλη μια και έβγαλες τα ΤΕΙ, για πές μου πόσα μπουζί έχουν τα πετρελαιοκίνητα ταξί Mercedes;» «Τέσσερα νομίζω!» «Ωχ το μάτι μου!». Απόσπασμα εκθέσεως μαθητού Λυκείου: «Το θαλασσινό νερό περιέχει ιώδιο, που χρησιμοποιείται σαν αντισηπτικό για τα τραυματιζόμενα ψάρια ή επειδή κάνει καλό στους ρευματισμούς. Είναι εντυπωσιακό ότι τα ψάρια δεν πάσχουν από ρευματισμούς αν και ζούν όλη τη ζωή τους μέσα στην υγρασία!» Καθηγητής: «Ωχ! Το μάτι μου!».

41

Page 42: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

42

Page 43: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 5ον :Ρατσιστικαί εκφράσεις

Ρατσιστικαί εκφράσεις, συχνάκις χρησιμοποιούνται παρά των νεοελλήνων, μολονότι ως λαός οι Ελληνες ουδέποτε διαπνέοντο υπό ρατσιστικής ιδεολογίας. Πρόκειται περί ιδιωματικών τινων εκφράσεων, εμπεριεχουσών ρατσιστικά τρόπον τινα στοιχεία, ήτοι υποννοούμενα περί τινος μειονεκτήματος άλλης φυλής ή ομάδος ανθρώπων. Ορισμέναι εξ αυτών παρατίθενται κατωτέρω.

Εκτός όμως των υποτιμητικών ρατσιστικών εκφράσεων, υφίστανται και εκθειαστικαί «ρατσιστικαί» εκφράσεις με τοπογραφικήν σήμανσιν. Παραδείγματα:

«Σουηδικό σύστημα» σημαίνει άριστη οργάνωση, «Σουηδέζα γυναίκα» σημαίνει μεταφορικά ψηλή, ξανθειά, όμορφη και

απελευθερωμένη γυναίκα, «Γιαπωνέζικο ωράριο» σημαίνει εξαντλητική εργασία, «Εγγλέζος» σημαίνει αξιοπρεπής, και συνεπής, ιδίως εις το ωράριον, «Βρεττανικό χιούμορ» σημαίνει σοβαρό έξυπνο ανέκδοτο, «Γερμανικό σύστημα» σημαίνει εργατικότητα και μεθοδολογία, «Δουλεύει σαν Γερμανός» σημαίνει εργάζεται μεθοδικά και εντατικά, «Γερμανικό νούμερο» σημαίνει ωράριο 2-4 στη στρατιωτική σκοπιά, «Θα γίνει Βιετνάμ» σημαίνει θα χυθεί πολύ αίμα, θα υπάρξει μεγάλη

αντίδραση, εκθειάζει τον αμυντικό αγώνα των Βιετναμέζων έναντι των Αμερικανών,

«Ελβετία» σε κατάστημα σημαίνει κατάστημα με αξιοπρεπείς συναλλαγές, «Αμερικανικό μάναντζμεντ» σημαίνει σκληρό αξιοκρατικό μάνατζμεντ, «Ισραηλινή κατασκοπεία» σημαίνει πλήρης και μεθοδική συλλογή

πληροφοριών, Ουγγαρέζικη κουζίνα» σημαίνει κουζίνα με πολλά μπαχαρικά, πολύ καυτερή,

πικάντικη, κλπ.

Παραδείγματα ρατσιστικών εκφράσεων με υποτιμητικό χαρακτήρα:

1) Ιδιωματισμός: «Τι μας πέρασες ρε, για Αμερικανάκια;»: Υποννοεί ότι δεν είμαστε σαν τους ευκολόπιστους και αφελείς Αμερικανούς. Παράδειγμα: Ελληνας Τουρίστας στη Σιγκαπούρη: «Βρήκα ένα άγαλμα του 18ου αιώνα, το πούλαγαν 1000 δολάρια, και τους το πήρα με παζάρια 200! Τι μας πέρασαν, για Αμερικανάκια;»

2) Ιδιωματισμός: «Τι μας πέρασες ρε, για Αλβανούς;»: Χρησιμοποιείται υπό Ελλήνων. Υποννοεί ότι η αμοιβή μας και η ποιότητα εργασίας μας δεν μπορεί να είναι εξευτελιστικά χαμηλές όπως των Αλβανών οικονομικών μεταναστών. Παράδειγμα: «Ο μισθός των γιατρών του ΙΚΑ είναι 210.000 δρχ το μήνα. Ούτε Αλβανοί νάτανε!». Σημείωσις: Με την πρώτη είσοδο των Αλβανών εις την Ελλάδα το 1992, το ημερομίσθιον αυτών είχεν διαμορφωθεί εις επίπεδα 2.000 δρχ και ταχέως ανέβηκε εις τις 4.000 δρχ. Περί το 1999 το ημερομίσθιον ήταν 14.000 δρχ (308.000 δρχ το μήνα) και σήμερα (2002) δύσκολα βρίσκεις Αλβανό εργάτη με 20.000 δρχ μεροκάματο. Το Μάρτιο 2002, Αλβανός εργάτης διά μετακόμισιν ενός ψυγείου και ενός πλυντηρίου διάρκειας 3 ωρών εζήτησε και έλαβε 75 EURO (25.000 δρχ), φυσικά «μαύρα» (black), την στιγμή που η ιατρική επίσκεψις για τους ασφαλισμένους του Δημοσίου κοστολογείται από το κράτος 6.5 EURO=2200 δρχ ακαθάριστα (Κοινή απόφασις Υ4ε/9044/11-10-2001, υπουργών Οικονομικών, Εργασίας, και Υγείας). Συνεπώς προτείνεται η κατάργησις της χρήσεως του ανωτέρω ιδιωματισμού και να αντικατασταθεί υπό του νέου ιδιωματισμού «Τι μας πέρασες ρέ, για Ελληνες;», ιδιωματισμός προς χρήσιν πλέον των Αλβανών μεταναστών, όταν τους αδικούν οικονομικώς.

43

Page 44: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

3) Ιδιωματισμός «εργάζεται σαν Μεξικάνος»: Εννοεί τεμπελιάζει, ραθυμεί, είναι οκνηρός. Το ιδίωμα παραπέμπει εις το γνωστόν σκίτσον του Λούκυ Λούκ, που παρουσιάζει συμπαθή Μεξικάνο, ημιξαπλωμένο κάτω από ένα κάκτο να κοιμάται με το τεράστιο σομπρέρο να του κρατάει ίσκιο. Προφανώς η εικόνα δεν απέχει πολύ της πραγματικότητος, διότι εις το Μεξικό λόγω του αφορήτου καύσωνος, δεν ευνοείται η εργασία. Ετσι εξηγείται, γιατί τα βόρεια κράτη είναι πλέον προοδευμένα από αυτά πού πλησιάζουν γεωγραφικώς εις την γραμμήν του Ισημερινού. Παράδειγμα: «Αρχικά το Νοσοκομείο είχε ένα κηπουρό πέντε γιατρούς και δέκα νοσοκόμες. Τώρα έχει είκοσι κηπουρούς, πενήντα νοσοκόμες και σαράντα γιατρούς. Ολοι εργάζοναι όπως οι Μεξικάνοι!»

4) Ιδιωματισμός: «Γύφτος είσαι ρέ;»: Ετυμολογικώς το «γύφτος» προέρχεται από το Αιγύπτιος-Αιγύφτιος-γύφτος και εννοεί τον Αθίγγανο, τον τσιγγάνο. Μεταφορικώς έχει πολλές έννοιες, όπως μελαψός, βρωμιάρης, τσιγκούνης, μικροπρεπής. Παραδείγματα: - Εκδότης: «Θέλει τιμολόγιο για 5000 δρχ ανακοίνωσης στην εφημερίδα; Μα τι γύφτος είναι!», - Μητέρα: «Πως γίνατε έτσι βρε παιδιά; Σαν γυφτάκια γίνατε!», - Παρατηρητής: «Μά τι κόμματος είναι αυτός ρέ; Γύφτισσα σπανιόλα!», - Αγοραστής: «Μας παρέδωσαν την πολυκατοικία, χωρίς μόνωση στην ταράτσα, χωρίς γύψινες διακοσμήσεις, χωρίς μπρίζες, με το κλιμακοστάσιο να μπάζει θαλασσινό νερό, χωρίς σύνδεση των υδρορροών με τα όμβρια ύδατα, κλπ, κλπ. Δεν είναι μηχανικοί αυτοί. Είναι γύφτοι!».

5) Ιδιωματισμός: «Πάμε για Ουκρανέζες και Ρωσσίδες χορεύτριες!»: Εννοεί την ομαδικήν επίσκεψη φίλων εις νυκτερινόν κέντρον, ένθα νεάνιδες Σοβιετικής προελεύσεως επιδεικνύουν τα κάλη των, κλπ υπό τους ήχους χορευτικής μουσικής, στροφιλίζουσαι το λυγερόν κορμί των, πέριξ μεταλλικού στύλου (=«σωλήνας»). Οι γυναίκες αυτές παρέχουν συγκεκαλυμένας αφροδισιακάς υπηρεσίας εις το φιλοθέαμον ανδρικόν κοινόν, τόσον εις νυκτερινά κέντρα των Αθηνών όσον και της περιφερείας, αποκαλούνται δε σατιρικώς «μπαλέτα Κίρωφ» και «μπαλέτα Μπολσόϊ». Το ρατσιστικόν εις την έκφρασιν είναι το υποννοούμενον ότι η πτώσις του υπαρκτού σοσιαλισμού οδήγησεν πλήθη νέων κορασίδων εις την πορνείαν και παραπορνείαν. Παράδειγμα:- Ψυχίατρος Ε.Μυλωνάκης: Οι εν Ελλάδι Ανατολικής προελεύσεως γυναίκες, Ρωσσίδες, κλπ, είναι τριών ειδών. Οι πολύ όμορφες, οι οποίες παρέχουν αφροδισιακάς υπηρεσίας, οι πολύ άσχημες, οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες καθαριότητος, και οι μεσαίες οι οποίες ψάχνουν συνήθως κάποιον να παντρευτούν (τηλεοπτικόν παράθυρον της 22-05-2002)

6) Ιδιωματισμός: «Τι είμαι εγώ κύριε, η Φιλιππινέζα σου;»: Η φράσις υποννοεί ότι «δεν είμαι η υπηρέτριά σου». Και αυτό, διότι οι Φιλιππινέζες οικονομικές μετανάστριες εις την Ελλάδα, κατά κανόνα απασχολήθηκαν εις επαγγέλματα αυτού του τύπου όπως οικιακή βοηθός, αποκλειστική νοσοκόμα, καθαρίστρια, βρεφοκόμος, κλπ. Η φράσις χρημοποιείται συχνότατα υπό εγγάμων κυριών, αίτινες ενώ έχουν όλη την τεχνολογίαν εις τους πόδας των (πλυντήρια, κουζίνες, μικροκύματα, ηλεκτρικές σκούπες, μίξερ, κλπ) διαμαρτύρονται διά τας …οικιακάς εργασίας, διατυπώνοντας ούτω το αίτημα, να μην κάνουν τίποτα και να «προκαλούν εκδοράς εις τα αναπαραγωγικά μόρια» (κοινώς ‘’ξύνω τα’αρχίδια μου’’).

7) Ιδιωματισμός: «Να πάς να βρείς καμιά Αλβανέζα να σε πλένει»: Παρόμοιο υποννούμενο με το προηγούμενο. Η κυρία αποποιείται των οικιακών καθηκόντων της διαμαρτυρουμένη αλληγορικώς.

44

Page 45: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

8) Ιδιωματισμός: «Τι καπνίζεις σαν Τούρκος ρέ; Θα πάθεις έμφραγμα»: Υποννοεί τον μανιώδη καπνιστήν, παραλληλίζων αυτόν με τον ανατολίτη καπνιστή ναργιλέ. «Αυτό το λεωφορείο καπνίζει σαν Αράπης»: Η παροιμία αυτή μάλλον συγχέει τους νέγρους με τους άραβες ανατολίτες καπνιστές ναργιλέ.

9) Ιδιωματισμός: «Δεν γίνεται τίποτα φίλε μου. Είναι όλοι Κάφροι εδώ»: Κάφροι είναι ημιαγρία Αφρικανική φυλή ιθαγενών της Ανατολικής Αφρικής (αραβικά Kafir = άπιστος, άγριος). Η φράσις εννοεί ότι είναι αδύνατη η συννενόησις. Αστόχως, ενίοτε χρησιμοποιείται και διά να χαρακτηρίσει κοινωνικάς ομάδας ευκόλως ελεγχομένας. Παράδειγμα: . «Τι είμεθα νομίζετε κύριοι; Χώρα Κάφρων είμεθα;» (Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, αγόρευση στη Βουλή 27-02-2002). Εννοεί, «κύριοι υποτιμάτε την νοημοσύνη μας; Νομίζετε ότι είμεθα ανεπαρκείς πολίται που δεν διεκδικούμε τα δικαιώματά μας;».

10) Ιδιωματισμός: «Που είναι τα λεφτά ρε από τις επιδοτήσεις της ΕΟΚ; Σε Βουλγάρες πήγαν, η σε Ρωσσίδες χορεύτριες;» Εννοεί ότι τα χρήματα επιδοτήσεων της ΕΟΚ εσπαταλήθησαν εις νυχτερινά κέντρα διά την οικονομική ενίσχυση των «Ρωσσίδων επαναστατριών» - Τζίμης Πανούσης: «Η πτώση του ανατολικού μπλόκ είχε και ένα καλό! Μας έδωσε τις Ρωσσίδες επαναστάτριες!»- Πινακίς εις νυκτερινό κέντρο της Ελληνικής επαρχίας: «Προσεχώς Βουλγάρες!»

11) Ιδιωματισμός: «Με τα λεφτά που πληρώνω στο ΙΚΑ για ένσημα, αν ήμουν στην Interamerican, θα μούχαν τρείς Ρωσσίδες χορεύτριες, και δυό αράπηδες να μου κάνουν αέρα»: Υποννοεί ότι αι ασφαλιστικαί εισφοραί του πολίτου εις το μισητόν ίδρυμα είναι υπεράνω λογικής, και θα επαρκούσαν δι’ασφάλισιν εις τον ιδιωτικό τομέα, με πλεόνασμα το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αλλαχού. Δια τας «Ρωσσίδας» προαναφέρθημεν επαρκώς.

12) «Αράπηδες που κάνουν αέρα»: Παλαιότερον οι Ευρωπαίοι αποικιοκράται εις την Αφρικήν, χρησιμοποιούσαν μαύρους ιθαγενείς προς εκδίωξιν των μυιών (=μύγες) ή διά να τους δροσίζουν, κρατώντας μια μεγάλη βεντάλια ή ένα μεγάλο φύλλο δένδρου το οποίο κουνούσαν ρυθμικώς άνωθεν και κάτωθεν. Είναι χαρακτηριστική η τηλεοπτική εικόνα του προέδρου Valery Giscard d’Estaing όστις συντρώγων μετά του δικτάτορος Jean Bedel Bokassa (1921-1996) εις το κράτος της Κεντρικής Αφρικανικής Δημοκρατίας, υπό την δροσιάν παλινδρομούσης ευμεγέθους βεντάλιας, έμεινεν άναυδος, όταν άραψ εκ του προσωπικού εκτύπησε δυνατά μια μύγα με μυγοσκοτώστρα παραπλεύρως του πιάτου του Γάλλου Προέδρου, αφήνων αυτόν άναυδον. Μεταγενέστερον βεβαίως απεδείχθη ότι ο Γάλλος Πρόεδρος έλαβε ως δώρον του Δικτάτορος, σακουλίσκον αδαμάντων, αδίκημα διά το οποίον και εδιώχθη.

13) Ιδιωματισμός: «Βούλγαροι, Βούλγαροι, χανούμισες, βαζέλες, όλο το έθνος προσκυνά, σώβρακα και φανέλες» (Τζίμης Πανούσης, ρόκ τραγούδι): Πρόκειται για τη γνωστή ειρωνική υβριστική έκφραση που χρησιμοποιούν για τον ΠΑΟΚ οπαδοί αντιπάλων ομάδων συνήθως του Ολυμπιακού. Είχε δημιουργήσει πρό 2-3 ετίας δικαστική διαμάχη και έσυρεν εις τα δικαστήρια τον άτυχον καθηγητήν γλωσσολογίας κ.Μπαμπινιώτην όστις τελικώς ηθωώθη. Η ύβρις αυτή, αφήνει υποννοούμενα ότι οι Θεσσαλονικείς δήθεν δεν είναι αμιγώς Ελληνική φυλή αλλά πιθανώς απόγονοι Βούλγαρων και Οθωμανών, με σκοπό να κάμψει το αγωνιστικό ηθικό στο άθλημα λόγω του εκνευρισμού που προκαλεί εις τους παίκτας. Ως προς την έννοιαν των υπολοίπων υβριστικών όρων, χανούμισες είναι ύβρις προς τους οπαδούς της ΑΕΚ (παραπέμπει εις την Μικρασιατικήν προέλευσιν της ομάδος), βαζέλες (εκ της βαζελίνης=προϊόν της κλασματικής αποστάξεως του πετρελαίου) είναι ύβρις προς τους οπαδούς του Παναθηναϊκού (παραπέμπει εις την χρήσιν της βαζελίνης ως διευκολυντικόν της πρωκτικής συνουσίας), και γαύροι (γαύρος = είδος ιχθύος) είναι

45

Page 46: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

ύβρις προς τους οπαδούς του Ολυμπιακού, παραπέμπων εις την Πειραιώτικη παραθαλάσσια προέλευση της ομάδος.

14) Ιδιωματισμός: «Τον αράπη σου και αν πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς!»: Αλληγορικό ρατσιστικό γνωμικό που εννοεί ότι μερικά πράγματα δεν αλλάζουν παρά τις προσπάθειες.

15) Ιδιωματισμός: «Ωραίος κόμματος αυτός. Σκέτη Βραζιλιάνα!»: Εύστοχος παρατήρησις και ουδόλως ρατσιστική θα έλεγα. Είναι γνωστό ότι οι ωραιότερες γυναίκες του κόσμου είναι οι Βραζιλιάνες κρεολί (=μιγάδες). Και αυτό εξηγείται ευκόλως βάσει της γενετικής λόγω διασταύρωσης μακρυνών γόνων DNA, ήτις οδηγεί εις αναβαθμισμένα γενετικώς υβρίδια.

16) Ιδιωματισμός: «Πακιστανικά κόλπα»: Η φράσις υποννοεί τον ευρηματικό προγραμματιστή υπολογιστών, όστις επιννοεί (σκαρφίζεται) προγραμματιστικά κόλπα, προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του αποφεύγων παραλλήλως να προβεί εις αγοράν δαπανηρού υπολογιστού ή άλλων εφαρμογών και προγραμμάτων. Και αυτό διότι οι Πακιστανοί και Ινδοί προγραμματισταί θεωρούνται οι καλύτεροι διεθνώς, λόγω της οικονομικής ένδειας ήτις τους οδηγεί εις αυτοσχεδιασμούς. (Παράδειγμα: «Για ν’αποφύγεις τα προβλήματα της D-Base III, έκανες εφαρμογή παραμετρική με Norton Editor έ; Μα τι Πακιστανός είσαι ρε μεγάλε!» (Θεόφιλος Κωλέττης, προς τον Χαράλαμπο Γκούβα, 1993).

46

Page 47: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 6ον :Το Ψυχολογικόν υπόβαθρον

της λέξεως μαλάκαςΗ λέξις «μαλάκας», Ελληνική 100%, θεωρείται σήμερον η πλέον χρησιμοποιούμενη εις την Ελλάδαν. Ο Σαράντος Καργάκος ισχυρίζεται ότι «η λέξις με τα τα τρία άλφα, έκανε όλα μας τα παιδιά συνονόματα». Δεν απαιτείται μετάφρασίς της, αν και η ορθή μετάφρασίς της απαιτεί επίτομον σύγγραμμα και ίσως θέμα διδακτορικής διατριβής. Ολοι οι αλλοδαποί επισκέπται της Ελλάδος την γνωρίζουν απταίστως, πράγμα που πρέπει να μας κάνει φειδωλούς εις την χρήσιν της παρουσία των, προς αποφυγήν δυσαρέστων παρενεργειών. Η υπερβολική χρήσις της λέξεως παρά των νεοελλήνων αγγίζει πλέον τα όρια της λέξεως ευρέος εννοιολογικού φάσματος, κάτι ανάλογο με τα αντιβιοτικά ευρέος φάσματος. Ο διεθνώς καταξιωμένος διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Αρβανίτης, που ζεί μόνιμα πλέον στη Γαλλία δήλωσε: «Οχι, δεν πρόκειται να ξαναγυρίσω. Στην Ελλάδα έπρεπε να δουλεύω μια ζωή για να σπουδάσω τα τρία αγόρια μου, που 15 φορές το λεπτό θα έλεγαν τη λέξη «μαλάκας» ως δείγμα ανδρισμού!». («Τα Νέα», 04/2002)

Εις τα κλασσικά λεξικά, «μαλάκας» είναι ο αυνανιζόμενος, ο αυνανιστής, μεταφορικώς ο αποβλακωμένος, ενώ «μαλακία» είναι ο αυνανισμός, η χαύνωσις από τον αυνανισμόν, μεταφορικώς ο βλακώδης λόγος, η βλακώδης ενέργεια, ή βλακώδης παράλειψις». (Λεξικόν Τεγόπουλου - Φυτράκη, έκδοσις 1998). Aγγλικά masturbator, και wanker, σημαίνουν μεταφορικώς idiot, stupid, jerk. Όμως εις ελευθέραν απόδοσιν, πλέον πετυχημένος όρος είναι ο Αμερικανικός «arsehole», ή «asshole» που σημαίνει κυριολεκτικώς μεν «κωλοτρυπίδα» αλλά μεταφορικώς «μαλάκας» με τη νεοελληνικήν ευρείαν έννοιαν του όρου).

Εις την αρχαιότητα, «μαλθακός» ελέγετο ο πάσχων από «μαλθακία». «Μαλθακία» δε, απεκαλείτο κάθε ασθένεια αγνώστου αιτιολογίας τότε, εις αντιστοιχίαν με την «νόσον» ήτις αποτελούσε ασθένειαν γνωστής αιτιολογίας. Επί παραδείγματι, εις την αρχαιότητα ο πάσχων εκ λευχαιμίας, ή εξ υπερθυρεοειδισμού, δεν ήτο γνωστόν από τι ακριβώς έπασχεν, και επειδή έφθινεν βιολογικώς και η εικόνα του εγένετο «μαλθακή» (=καχεκτική), ελέγετο «μαλθακός». Συνεπώς εις την αρχαιότηταν, ουδεμία συσχέτισις υπήρχεν της λέξεως «μαλθακός» και «μαλθακία» με τον «αυνανισμόν» ή έστω με οποιοδήποτε σεξουαλικόν υπονούμενο. Είναι γνωστή η αρχαία φράσις «Το φάρμακον αυτό ενδείκνυται διά πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν» εννοώντας ότι κάνει καλό εις τα νοσήματα γνωστής και αγνώστου αιτιολογίας. Εις τον «Επιτάφιον» του Περικλέους αναγράφεται η ιστορική φράσις: «Φιλοκαλούμεν μετ΄ ευτελείας, και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας», ήτις σημαίνει ότι «παράγουμε άφθονα έργα τέχνης και φιλοσοφούμε χωρίς να αποβλακωνόμεθα». Αρα εις την αρχαιότητα μαλθακία-μαλακία εσήμαινεν την αποβλάκωσιν, την βιολογικήν φθίσιν και ουδεμία εννοιολογική συσχέτισις υπήρχεν με τον αυνανισμόν.

Μεταγενεστέρως, και ιδίως κατά τους δύο τελευταίους αιώνας, μέχρι και την δεκαετίαν του 1930, εποχάς όπου η ιατρική δυστυχώς διετύπωνε κάθε είδους εξωφρενικάς και αστηρίκτους απόψεις, διετυπώθη από το τότε ιατρικόν κατεστημένον η άποψις ότι δήθεν ο «αυνανισμός» (=ερωτική αυτοϊκανοποίησις, από το εβραϊκό όνομα Αυνάν* ) προκαλεί σοβαράς βλάβας εις την υγείαν, και ότι δήθεν αδειάζει ο μυελός των οστών, ότι δήθεν παραλύει το νευρικόν σύστημα, ότι δήθεν οδηγεί εις την ψυχοπάθειαν, κλπ.

47

Page 48: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Αυνάν(*): Δευτερότοκος γιός του Ιούδα. Μετά το θάνατο του αδελφού του Ηρ, παντρεύτηκε κατά τον Ιουδαϊκό νόμο τη χήρα του, και για να μη γεννηθεί παιδί, «όταν εισήρχετο προς την γυναίκα του αδελφού εξέχεεν (=εκσπερμάτιζε) επί την γήν, ίνα μη δούναι σπέρμα τω αδελφώ αυτώ». (αυνανισμός).

Τελικά, μεταπολεμικώς απεδείχθη ότι ο αυνανισμός με την κυριολεκτική του έννοιαν, ουχί μόνο ακίνδυνος δια την υγείαν είναι, αλλά και ενδεχομένως χρήσιμος εις περιόδους ανεπαρκούς σεξουαλικής δραστηριότητος, τόσον για το ουροποιογεννητικό σύστημα όσον και ως μέσον νευρομυϊκής χαλάρωσης, αλλά και ως μέσον μετάβασης των παίδων από της εφηβικής εις την μετεφηβικήν ηλικίαν. Αντιθέτως πλέον επικίνδυνος είναι ο αυνανισμός με την πολιτικήν ή με την κοινωνικήν του σημασίαν.

Παραδείγματα προτάσεων αίτινες επισημαίνουν και στηλιτεύουν πολιτικάς μαλακίας: 1) «Μαλακίζονταν συνεχώς τόσα χρόνια οι κυβερνήσεις και κατέστρεψαν την Αθήνα» (δήλωσις Αθηναίου).2) «Είναι μαλάκας ο Υπουργός, πρώτα καταθέτει το Νομοσχέδιο για ψήφιση στη Βουλή και ύστερα ζητά τις απόψεις των ενδιαφερομένων φορέων» (δήλωσις συνδικαλιστού).3) «Μα καλά, μαλάκας είναι ο Πρωθυπουργός; Από τη μια μεριά έλεγε ότι πάει πολύ καλά η οικονομία και το χρηματιστήριο, και ύστερα μετά την κατάρρευση μας λέει άς πρόσεχαν!». (δήλωσις τζογαδόρου).4) «Τέσσερις είναι οι μεγάλες μεταπολεμικές μαλακίες των Ελληνικών Κυβερνήσεων: Πρώτον η γιγαντοποίηση της Αθήνας εις βάρος της υπαίθρου. Δεύτερον η υπερπαραγωγή υποβαθμισμένων επιστημόνων, εις βάρος τεχνικών επαγγελμάτων. Τρίτον η γιγάντωση του Δημόσιου τομέα και Τέταρτον ο εξαναγκασμός εις φυγή στο εξωτερικό των καλύτερων Ελληνικών μυαλών». (δήλωσις πολιτικού αναλυτού).5) «Καλώς ή κακώς, η Δεξιά είναι βαμμένη στο αίμα, στις εκτελέσεις, στα ξερονήσια, στις δικτατορίες, κλπ. Θα μπορούσαν συμβολικά να ζητήσουν συγνώμη για τις μαλακίες του παρελθόντος όπως έκανε ο Καγκελάριος Βίλλυ Μπράντ που προσκύνησε τους τάφους των Εβραίων ζητώντας συγνώμη για τα εγκλήματα του Χίτλερ. Δεν το κάνουν όμως. Ε, αφού είναι μαλάκες, στις εκλογές θα πάρουν τ’αρχίδια μου!» (δήλωσις αντιφρονούντος, εν εκνευρισμώ).6) «Η ανεργία καλπάζει, οι επενδύσεις είναι ανύπαρκτες και αυτοί οι μαλάκες διστάζουν να αλλάξουν την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία» (πολιτική δήλωσις).

Ομως, περί τα μέσα του 19ου αιώνα η λέξις άρχισεν να χρησιμοποιείται συχνά και υβριστικώς, ουχί τόσον δια να υβρίσει το θύμα ως αυνανιζόμενο, αλλά για να τον αποκαλέσει βλάκα, επιπόλαιο, και γενικά άτομο με λανθασμένας αποφάσεις. Η χρήσις της λέξεως «μαλάκας», επεξετάθη ραγδαίως από της δεκαετίας του ‘60 και εντεύθεν, έφτασεν δε εις το αποκορύφωμά της την δεκαετία του ’90, οπότε εις τα πλαίσια της λεξιπενίας ήτις διακρίνει το συντριπτικόν ποσοστόν της νεολαίας, κατέληξεν να αποτελεί το 10% του καθημερινού λεξιλογίου των Ελληνοπαίδων, αλλά με διαφορετικήν πλέον έννοιαν. Τώρα πιά έχει αόριστην έννοια, με ευρύ φάσμα αποδόσεως, από «φίλε» έως «βλάκα».

Είναι κλασσική πλέον η στιχομυθία λεξιπενικών εφήβων αλλά και νέων παιδιών του δημοτικού ακόμα, ως εξής: - «Που είσαι ρε μαλάκα, χάθηκες!», -«Εγώ που είμαι ρε μαλάκα, σ’έψαχνα στα μπάρ όλη τη νύχτα ρέ!», - «Λέγε ρε μαλάκα, τι έγινε με κείνη τη μαλακισμένη τη γκόμενα;», - «Πού να στα λέω ρε μαλάκα, πάθαμε πλάκα όλη νύχτα». - «Ολο μαλακίες έλεγε;». - «Ναι ρε μαλάκα. Με κούφανε! Πολύ ούφο το παιδί ρέ!».

48

Page 49: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Εννοιολογικώς, πράγματι σήμερον υπάρχει μεγάλο εύρος αποδόσεως εννοιών εις την λέξιν «μαλάκας» και «μαλακίες». Το δυσκολώτερον όμως είναι η διαφορική διάγνωσις μεταξύ της λέξεως ταύτης και άλλων ομοειδών υβριστικών λέξεων. Επιγραμματικώς θα λέγαμε ότι ισχύουν οι εξής εννοιολογικές ενότητες διά την ερμηνείαν της λέξης «μαλάκας»:

1) «Μαλάκας» = Ο βλάκας, ο επιπόλαιος, ο λαμβάνων λανθασμένες αποφάσεις, ο μη εξασκών αρτίως τας επαγγελματικάς του υποχρεώσεις. Παραδείγματα: Τηλεθεατής: «Ο μαλάκας ο υποπλοίαρχος του Σάμινα έριξε το πλοίο στα βράχια και το βούλιαξε!». Ασθενής: «Πάω στον Ορθοπεδικό τον Ξανθάκη και μου λέει έχεις ρήξη χιαστού, έλα σε 6 μήνες να στο φτιάξω. Πάω σε έξι μήνες και μου λέει δεν σου βρίσκω τίποτα! Καλά μαλάκας είναι ο άνθρωπος; Ούτε αρχείο δεν κρατάει για να μην αυτογελοιοποιείται;», «Εξηπατήθη ο ολιγόμυαλος, τέτοιος μαλάκας ήτο» (Στυλιανός Παττακός, διά τον Δημήτριο Ιωαννίδη. Βλέπε ανάλυσιν κατωτέρω* ).2) «Μαλάκας» = Ο μη αντιδρών εις ηθικάς παραβάσεις που εμμέσως τον προσβάλλουν, όπως ο μη αντιδρών εις την μοιχεία της συζύγου του. Παράδειγμα: «Ρε το μαλάκα, η γυναίκα του έχει γκόμενο και αυτός τι κάνει, της κρατάει φανάρι;». «Τι πράγμα; Κάνει καμάκι στη φίλη σου μπροστά σου και δεν τον πλακώνεις στο ξύλο; Καλά ρε, μαλάκας είσαι;»3) «Μαλάκας»= Ο μη εκμεταλευόμενος τας καταστάσεις. Παράδειγμα: Ο μη εκμεταλευόμενος την κατάστασιν όπου κοράσιον τι επίκειται να ενδώσει στο φλέρτ του και αδιαφορεί. Παράδειγμα «Τι κάθεσαι ρε μαλάκα, δεν βλέπεις ότι σε γουστάρει η γκόμενα;». «Ολοι τα παίρνουν χοντρά στην υπηρεσία! Εγώ τί θάκανα, το μαλάκα θάκανα;» 4) «Μαλάκας»= Ο απεμπολών (=μη διεκδικών) τα δικαιώματά του: Παράδειγμα: . «Μας γάμησε στη φορολογία ο Πρωθυπουργός και μείς καθόμαστε σα μαλάκες!». «Μια ζωή καθόμαστε σαν μαλάκες εκτός πολιτικής και τελικά εκλέγονται τα αποβράσματα! Καιρός να ενεργοποιηθούμε!»5) «Μαλάκας»= Ο μη αντιλαμβανόμενος το προφανές: Παράδειγμα: «Προσάραξε ένα Τουρκικό φορτηγό πλοίο στη βραχονησίδα Ίμια, και ο Τούρκος «πλοίαρχος» αρνούταν να τον ξεκολήσει Ελληνικό ρυμουλκό, αραδιάζοντας φαρσί όλες τις διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης. Μα επιτέλους, ουδείς μαλάκας Ελληνας υπεύθυνος αντελήφθη ότι είναι αδύνατον ένας απλός πλοίαρχος φορτηγού να ξέρει όλη τη συνθήκη της Λωζάνης απ’έξω; Ουδείς μαλάκας στο Υπουργείο Εξωτερικών και στην Κυβέρνηση αντελήφθη ότι ο άνθρωπος είναι εκπαιδευμένος πράκτορας της τουρκικής ΜΙΤ , και η υπόθεση ήταν προσχεδιασμένη; Μα τέτοιους μαλάκες ψηφίζουμε;».

Ως προς την χρήσιν της λέξεως «μαλακία», πέραν της κυριολεκτικής της χρήσεως, ως αυνανισμός ομοίως υπάρχουν αρκεταί μεταφορικαί εννοιολογικαί περιπτώσεις χρήσεως: Παραδείγματα:1) «Μαλακία»= Η πρόδηλος βλακεία, η άστοχος δήλωσις. Παράδειγμα: «Λέω να αγοράζω μετοχές την Παρασκευή και να τις πουλάω τη Δευτέρα, πάντα υπάρχει μικρή άνοδος μετά το Σαββατοκύριακο», «Την είπες τη μαλακία σου τώρα!» Αρκετά γνωμικά, ρητά, και δηλώσεις επωνύμων δύνανται τα κάλλιστα να ενδυθούν τον μανδύαν της λέξεως «μαλακία», αποτελούν δε αντικείμενον μελλοντικού πονήματος του Χαράλαμπου Γκούβα υπό τον τίτλον «Εξυπνάδες και Θυμοσοφίες». Τέσσερα χαρακτηριστικά παραδείγματα: (α) «Η Γυάρος, και η Μακρόνησος είναι οι σύγχρονοι Παρθενώνες όπου εξαγνίζονται και καθαίρονται οι μεμιασμένοι από τας κομμουνιστικάς απόψεις!» (Μαλακία, επιεικώς δήλωσις γκάφα του Παναγιώτη Κανελόπουλου, 1952). (β) «Τα λευκά κελιά στην Τουρκία, είναι κάτι σαν βίλες και παρέχουν όλες τις σύγχρονες ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης για τους κρατουμένους» (Απόσπασμα από συνέντευξιν του Τούρκου υπουργού Χικμέτ Σαμί Τούρκ, Εφημερίδα «Εθνος»). Πρόκειται δια την μεγαλύτερη ‘’μαλακία’’ δήλωση του έτους 2001. (γ) «Καλωσορίζω τη μεγάλη ηθοποιό του θεάτρου και του κινηματογράφου, Βάνα Μπάρμπα» (Νίκος Χατζηνικολάου, δημοσιογράφος). Πρόκειται

49

Page 50: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

δια τη μεγαλύτερη ‘’μαλακία’’ προσφώνηση του έτους 2002, μέχρις εκδόσεως του παρόντος. (δ) «Ουδέποτε έκανα βίζιτες στη ζωή μου. Απλώς κοιμόμουν με άνδρες, και το πρωί που ξύπναγα έβρισκα χρήματα στο μαξιλάρι μου» (Γιούλη Μπάρκα, ‘’ηθοποιός’’, συλληφθείσα επ αυτοφώρω διά παράνομον πορνείαν, συνέντευξη στο Νίκο Μαστοράκη, Ιανουάριος 2002). Ενταύθα, φαινομενικώς η δήλωσις προσομοιάζει με μαλακίαν, πλήν όμως πρόκειται περί θυμοσοφίας (=ευρηματικής δηλώσεως), εμμέσου παραδοχής της προηγηθείσης ερωτήσεως με συνοδόν χιούμορ!

2) «Μαλακία»= Η λανθασμένη απόφασις που είχεν απωτέρας επιπτώσεις: Παράδειγμα: «Είχε δίκαιο ο Πλουμπίδης. Ηταν μεγάλη μαλακία του Ζαχαριάδη για αποχή του ΚΚΕ από τις εκλογές του 1946, γιατί έτσι φτάσαμε στο δεύτερο γύρο του Εμφυλίου Πολέμου» (απόσπασμα από τηλεοπτικόν ντοκυμαντέρ). «Ο λοχίας έκανε μεγάλη μαλακία. Είπε μανάρι μου σε μια νοσοκόμα στο 401, η οποία είχε βαθμό ταγματάρχη, και έφαγε 40 μέρες φυλακή!».

3) «Μαλακία»= Η απεμπόλησις (μη διεκδίκησις) νομίμων κυριαρχικών δικαιωμάτων: Παράδειγμα: «Τι έκανε λέει; Ηρθες πρώτος στα μόρια, προσέλαβαν τον τελευταίο, και το άφησες να περάσει έτσι; Μαλακία έκανες. Επρεπε να απευθυνθείς στο Συνήγορο του Πολίτη ή να υποβάλλεις μήνυση για παράβαση καθήκοντος ή να προσφύγεις στο Διοικητικό Πρωτοδικείο». Τηλεθεατής: «Τα τηλεοπτικά κανάλια, στις ώρες υψηλής θεαματικότητας μας σερβίρουν ότι μαλακία θέλεις και μείς καθόμαστε σαν μαλάκες και τις βλέπουμε!»

Επίσης, σταχυολογούμεν προσφιλείς εκφράσεις τινάς, αίτινες περιέχουσι την λέξιν «μαλάκας, μαλακία». «Τον μαλάκα πολλοί εμίσησαν, τον κλέφτη ουδείς», «Μια πετυχημένη μαλακία, είναι πολύ ανώτερη από μια μαλακισμένη γυναίκα», «Τύφλα νάχει το γαμήσι, αν πετύχει η μαλακία».

Τέλος, προς αποφυγήν διατυπώσεως της λέξεως μαλάκας, είναι διαθέσιμος δι ειδικάς περιπτώσεις και ειδικούς χώρους, ο νεολογισμός «χούφτερμαν» (από το χούφτα+man=άνδρας της χούφτας=μαλάκας), εισαχθείς το 1986 εν Αθήναις.

(*) Παράδειγμα 01 αναλύσεως της εννοίας της λέξεως «μαλάκας»: «Εξηπατήθη ο ολιγόμυαλος, τέτοιος μαλάκας ήτο!» Πρόκειται περί υβριστικής δηλώσεως εις τα ΜΜΕ του Στυλιανού Παττακού (έτος 1999), πραξικοπηματία Συνταγματάρχη, αναφορικά με τον ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη, σχετικά με το Κυπριακό. Ιστορική αναδρομή: Ο Στυλιανός Παττακός, είς εκ των συνταγματαρχών της δικτατορίας της 21ης Απριλίου, κάνει αναδρομή στη γνωστή Αμερικανική μέθοδο της εξαπάτησης «φιλικών» καθεστώτων που είναι για «ξεφόρτωμα». Η μέθοδος αυτή είναι ήδη εφαρμοσμένη στην Κύπρο και στο Ιράκ. Ιδού πώς: Το 1974, η στρατιωτική κυβέρνηση ανδείκελων του Ταξίαρχου Δημήτριου Ιωαννίδη στην Ελλάδα, επιθυμούσε την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, και «έλαβε» την προφορική «διαβεβαίωση» από τους Αμερικανούς (συγκεκριμμένα την έλαβε προφορικά από ανεπίσημο κλιμάκιο της CIA της Αθήνας) ότι «ο δρόμος είναι ανοικτός» για πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Μακαρίου, αρκεί να επέτρεπαν εις τους Τούρκους να εισβάλουν «ειρηνικά» και να ενώσουν αναιμάκτως το βόρειον 18% του εδάφους με την Τουρκία. Ο βλάξ Δημήτριος Ιωαννίδης, κλασσική περίπτωση μιλιταριστή στρατιωτικού, με ανύπαρκτες γνώσεις ιστορίας και διπλωματίας, το έχαψε, το αποδέχθηκε και τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Μετά το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, οι Τούρκοι εισέβαλαν ουδόλως ειρηνικά με τον Αττίλα 1 και Αττίλα 2 και κατέλαβαν ουχί αναιμάκτως, περί το 40% του εδάφους της Κύπρου. Ακόμα και έξι ώρες μετά την εισβολή ο Ιωαννίδης δεν πίστευε στα μάτια του και έλεγε «μα δεν είναι δυνατόν, αφού με διαβεβαίωσαν!» (συνέντευξη του υπασπιστή λοχαγού του κ. Πηλιχού, στον δημοσιογράφο Αλέξη Παπαχελά, έτος 2001). Συνεπώς, ο τρόπος της στρατηγικής δράσης του Ιωαννίδη, ήτο τόσο πρόχειρος και αφελής που δεν συνάδει με επίπεδο

50

Page 51: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

ιεραρχίας ταξίαρχου. Συνεπώς, δικαίως ο Παττακός του προσήψε τον χαρακτηρισμό «μαλάκας».

(**) Παράδειγμα 02: Στο Ιράκ, ομοίως, το 1991, η κυβέρνηση του Σαντάμ Χουσείν απετέλεσε επί δέκα χρόνια το «πιόνι» και το συνεργάτη των Αμερικανών στον πόλεμο εναντίων των Φονταμενταλιστών του Αγιατολάχ Χομεϊνί του Ιράν (πόλεμος με 1.000.000 νεκρούς!). Κάποια στιγμή, όταν ο Σαντάμ απειλούσε συνεχώς ότι θα καταλάβει το Κουβέϊτ, έλαβε ανεπισήμως μια έμμεση προφορική «διαβεβαίωση» από την Πρέσβειρα των ΗΠΑ στη Βαγδάτη ότι μπορεί ελεύθερα να καταλάβει το Κουβέϊτ, και ότι οι ΗΠΑ δήθεν «δεν θα επέμβουν». Η ακριβής δήλωση της τότε υφυπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ ήταν «οι ΗΠΑ δεν έχουν υπογράψει αμυντική συμφωνία με το Κουβέϊτ». Το «έχαψε» ο βλάξ, και τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Οι ΗΠΑ με τους συνεργάτες τους, «του άλλαξαν τα φώτα» στην κυριολεξία, και παράλληλα κατάφεραν να εγκαταστήσουν μόνιμες βάσεις στη Σαουδική Αραβία, πράγμα που προσπαθούσαν ανεπιτυχώς επί τριάντα χρόνια. Συνεπώς αν δεν ισχύει το σενάριο ότι ακόμη και σήμερα ο Σαντάμ παίζει παιχνίδια των Αμερικανών, ανάλογο κοσμητικό επίθεδο δικαιούται αυτοδικαίως και ο ηγέτης του Ιράκ.

Επιγραμματικώς λοιπόν δυνάμεθα να διατυπώσωμεν το θεώρημα, ότι «πας ηγέτης χώρας όστις αφελώς σκεπτόμενος, πίπτει εις κλασσικάς παγίδας της Αμερικανικής διπλωματίας, θεωρείται εξ ορισμού ‘’μαλάκας’’»!

Κεφάλαιον 7ον :Ιδιωματισμοί με φρούτα,

λαχανικάκαι άλλα εδέσματα

Ιδιωματισμοί εμπεριέχοντες ονόματα φρούτων και λαχανικών (ζαρζαβατικών) ή και τροφίμων, χρησιμοποιούνται συχνάκις για να υποδηλώσουν νοήματα συναισθηματικής φορτίσεως, εμμέσως συνδεόμενα με την φράσιν. Η Ελλάς ήτο πάντοτε γεωργική χώρα και η Ελληνική γή ήτο πάντοτε πλουσιοπάροχη εις τα δώρα της μητρός γής. Ο προφορικός λόγος δεν θα μπορούσε να μην ήτο διανθισμένος με έννοιες εκ του χώρου αυτού. Παραδείγματα:

1) «Απλωμένος τραχανάς»: Ο τραχανάς είναι παραδοσιακόν έδεσμα εξ αλεύρου, γάλακτος, άλατος, κλπ, που πλάθεται εις μικρούς κόκκους και στη συνέχεια απλώνεται εις τον ήλιο δια ξήρανσιν (αφυδάτωσιν), συνήθως εις την ταράτσαν οικίας. Προυπόθεσις της διαδικασίας ξηράνσεως είναι να μη βρέξει, να μη φυσήξει αέρας με σκόνη, να μην καθήσουν πουλιά πάνω, κλπ. Μεταφορικώς η φράσις «απλωμένος τραχανάς» υποδηλοί ανοικτά θέματα προς επίλυσιν, θέματα δηλαδή εν εκκρεμότητι. Παράδειγμα: «Πολύς κουρνιαχτός πλάκωσε τελευταία στα Βαλκάνια και έχουμε απλωμένο τον τραχανά» (Χαρίλαος Φλωράκης, ομιλία στη Βουλή).

2) «Αγγούρια»: Το αγγούρι λόγω του σχήματος, εν τω λόγω συχνάκις υπέχει έννοιαν φαλλικού συμβόλου (ομοιάζει δηλαδή με το εν στύσει πέος). Μεταφορικώς η παθητική διατύπωσις «φάγαμε αγγούρια» υποδηλεί εν τη κυριολεξία «μας πήδηξαν»

51

Page 52: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

μεταφορικώς δε εννοεί ότι υπέστημεν δυσάρεστον και κοπιαστικήν δοκιμασίαν. Παράδειγμα: «Αγγούρι ήταν αυτή η άσκηση Φυσικής στις Πανελλήνιες» (=δύσκολη άσκηση). «Ανέβηκα στο Ζάλογγο! 700 σκαλοπάτια. Αγγούρι!»

3) «Βρούβες»: Ιδιωματισμός «Πάμε για βρούβες»: Οι βρούβες είναι αυτόφυτα βρώσιμα χόρτα. Η συλλογή των όμως απαιτεί συνεχή επίκυψιν του συλλέκτου! Μεταφορικώς λοιπόν «πάμε για βρούβες» σημαίνει «πάμε να κάνουμε έρωτα» ίσως διότι η επίκυψις η απαιτουμένη διά την συλλογήν των συμπαθών χορταρικών παρέπεμπε εις την ερωτικήν πράξιν διά της οπισθογεμούς έστω και κολπικής διαδικασίας! Μια δευτέρα παρομοία εκδοχή είναι η εννοιολογική σύνδεσις της συλλογής βρουβών, με την ερωτικήν πράξιν εν μέσω της παρθένου φύσεως. Παραδείγματα: - «Ανέστηηηη! Πού είναι τα παιδιά;» (εννοεί το ζευγάρι των νεονύμφων). - Απάντηση: «Που θές να ξέρω γώ; Πήγαν για βρούβες!» (από κινηματογραφικό διάλογο του Ορέστη Μακρή με τη Σαπφώ Νοταρά).

4) «Γιαούρτι, μέλι, καρύδια»: Πρόκειται περί δημοφιλούς συνδυασμού τροφίμων με υποτιθεμένας αλλά σαφώς ανυπάρκτους αφροδισιακάς ικανότητας. Διατυπούμενη η φράσις υπό ανδρός παρουσία γυναικός, υποδηλοί έμμεσον ερωτικήν πρότασιν. Παράδειγμα: «Κύριε Βάρσο, δύο γιαούρτια, μέλι, καρύδια σας παρακαλώ!». Εδώ ο ομιλητής υποννοεί ενδομύχως «Μαρία, μετά το Βάρσο, πάμε στο ‘’Παντελικόν’’ να σε ξεσκίσω;». 5) «Γλιστρίδα έφαγες;»: Γλιστρίδα (Αγγλ. Purslain, ή purslane) είναι το φυτόν αντράκλα της οικογενείας Portulaca oleracea. Η λέξις δεν ανευρίσκεται εις τα σύγχρονα λεξικά. Αγνωστον διατί, εθεωρείτο παλαιόθεν ότι όστις καταναλώσει γλιστρίδα καταλαμβάνεται εξ ακατασχέτου φλυαρίας. Παράδειγμα: «Αμάν αδερφάκι μου με την πολυλογία σου! Γλιστρίδα έφαγες;».

6) «Θα φάμε ντομάτες»: Η τομάτα, παραλλήλως με το γιαούρτι και τα αυγά, έχουν το πλεονέκτημα ότι μπορούν να εκσφενδονισθούν εξ αποστάσεως και ακινδύνως εις δημόσια πρόσωπα, προκαλούντα αισθητικήν ρύπανσιν προσώπου και ενδυμάτων, με σκοπόν την δημοσίαν μείωσιν αυτών (κοινώς ξευτίλισμα). Αντιθέτως, η δυτικής προελεύσεως τούρτα, δεν δύναται να εκσφενδονισθεί ευκόλως εξ αποστάσεως και απαιτεί προσέγγισιν του ‘’θύματος’’ πράγμα δύσκολον εις φυλασσόμενα άτομα αλλά ενέχει επί πλέον τον κίνδυνον συλλήψεως. Εις τον ποινικόν κώδικα το αδίκημα ονομάζεται «έργω εξύβρισις», διώκεται μόνον με έγκλησιν (μήνυση) και συνήθως οι θύται αθωώνονται εις τα δικαστήρια. Μεταφορικώς «θα φάμε ντομάτες» σημαίνει θα μας γιουχάρουν, θα μας αποδοκιμάσουν, θα εξευτιλισθούμε. Παράδειγμα: «Πέτρο σταμάτα σούρχεται ντομάτα» (σύνθημα διαδηλωτών, σε ομιλία του Πέτρου Γαρουφαλιά το 1974). Πρόκειται δι’ ανάλογον λαϊκήν έκφρασιν της εις την Μακρυνή Δύσιν (Far West) λεγομένης άλλοτε φράσεως «Πίσσα και πούπουλα», δηλαδή λαϊκόν αίτημα εξευτελισμού κάποιου προσώπου διά της μεθόδου εμβάπτισης εις πίσσαν, κατόπιν εις πούπουλα, και εν συνεχεία διά περιφοράς του εις τας οδούς καθημένου εις καδρόνιον, ή ράγια σιδηροδρόμου ως πάπια καθιστή.

7) «Καλάθια!» Ουδεμίαν σχέσιν έχει ο ιδιωματισμός με το συμπαθές πλεκτόν σκεύος των αθιγγάνων. Πρόκειται περί δηλώσεως εκνευρισμού και απογοητεύσεως με συνομιλητήν ο οποίος υπεκφεύγει των ευθυνών του με την απάντησιν «καλά». Εκνευρισμένος ο έτερος των συνομιλητών του απαντά «καλάθια». Παράδειγμα: Συνταγματάρχης: «Δεν σου είπα υπολοχαγέ να γίνει επισκευή του ψυκτικού θαλάμου του στρατοπέδου;» «Εψαχνα τον ψυκτικό τρείς μέρες κύριε Διοικητά» «Να τσακιστείς να τον βρείς!» «Καλώς κύριε Διοικητά» «Καλάθια!».

52

Page 53: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

8) «Κολοκύθας»: Ο άνευ αξίας χαρακτήρας, ο κενός, ο βλάξ. Ο παραλληλισμός προέρχεται από το κενόν της κολοκύθας την οποίαν καθαρίζουν οι νοικοκυρές από τα σπόρια και ξύνοντας τον φλοιόν τον χρησιμοποιούν δια τις γνωστές κολοκυθόπιττες. Παράδειγμα: «Καλά ρε παιδιά, δεν μπορώ να καταλάβω, πώς εξελέγη αυτός ο κολοκύθας βουλευτής;».

9) «Κολοκύθια νερόβραστα»: Πρόκειται για έδεσμα χαμηλής θρεπτικής αξίας εξ ού και χρησιμοποιείται από τους κάνοντας δίαιτα αδυνατίσματος. Μεταφορικώς, ο ιδιωματισμός σημαίνει λόγον χαμηλής αξίας και εκτιμήσεως, συνοδεία απαξίωσης και δυσπιστίας. Παράδειγμα: - Συνταξιούχος: «Είπε ο Πρωθυπουργός ότι θα δώσει αύξηση στο επίδομα ΕΚΑΣ», - Απάντηση: «Κολοκύθια νερόβραστα θα δώσει!».

10) «Κολοκύθια με ρίγανη»: Παρόμοιος ιδιωματισμός αυτομάτου απορρίψεως της ερωτήσεως, δυσπιστίας και απαξιώσεως. Παράδειγμα: «Τελικά Κώστα πως το πήρατε το σπίτι; Εβαλε λεφτά και η Ελλη;», «Εβαλε, κολοκύθια με ρίγανη! Η Ελλη τα λεφτά τάχασε στο Σοφοκλή!».

11) «Κούμπλα με πατάτες»: Ηπειρώτικος ιδιωματισμός. Κούμπλα είναι τα κορόμηλα. Ως διαιτητικός συνδυασμός «κούμπλα με πατάτες» δεν υφίσταται εις την ηπειρώτικη κουζίνα. Ως εκ τούτου μεταφορικώς σημαίνει άσχετα, ασύνδετα πράγματα, με ειρωνικήν διατύπωσιν. Παράδειγμα: «Η ορχήστρα του Καρανικόλα, είπε θάρθει αν δεν βρέξει» Απάντηση (με μορφασμόν στόματος και κίνησιν της κεφαλής) «Κούμπλα με πατάτες» (εννοεί δηλαδή ‘’τι σχέση έχει η βροχή με τα κλαρίνα σε κλειστό χώρο;’’).

12) «Μάτι γαρίδα»: Αρχαία καρίς-καρίδα (μεταγενεστέρως γαρίδα) είναι θαλάσσιον μαλακόστρακον, ιδαιτέρως εύγεστον, απαντώμενο κατά κόρον εις τον Αμβρακικόν Κόλπον, εξ ού και το ομώνυμον κουτούκιον εν Πρεβέζει υπό τον τίτλον «Τρελλή γαρίδα». Πέραν της εντυπωσιακής κατασκευής της η γαρίδα χαρακτηρίζεται και διά τους προεξέχοντας οφθαλμούς της δίκην εξωφθάλμου βρογχοκήλης (=γούρλωμα). Μεταφορικώς «το μάτι γαρίδα» σημαίνει οφθαλμόν διογκωμένον εκ της αϋπνίας ή εκ της σφοδράς επιθυμίαν διά κάτι. Ο ιδιωματισμός χρησιμοποιείται κατά κανόνα διά τον σχολιασμόν ορισμένων οφθαλμοπόρνων ανδρών (κοινώς μπανιστηρτζήδες), οίτινες παρατηρούν επισταμένως τα ειδικά σημεία, λαμβάνοντες τας διαστάσεις των διερχομένων δεσποινίδων, εξασκούντες ούτω το ευγενές άθλημα του οφθαλμόλουτρου. Παράδειγμα: «Ηταν κρυμμένος πίσω από κάτι θάμνους στην παραλία στο Μονολίθι και παρακολουθούσε το ζευγάρι μεσα στο αυτοκίνητο. Μόλις έφτασαν στο κρίσιμο σημείο τα μάτια του έγιναν γαρίδα και η καρδιά του κόντευε να σπάσει!» (απόσπασμα από μελλοντικόν μυθιστόρημα). Άλλο παράδειγμα: «Απολάμβανε το νυφοπάζαρο της παραλίας πίνοντας το φραπεδάκι του και φορώντας σκούρα γυαλιά ηλίου. Πίσω από τα γυαλιά όμως το μάτι ήταν γαρίδα!» (ομοίως).

13) «Ξινός-ά»: Ετυμολογικά από το αρχαίο όξινος (ο έχων όξινη γεύσιν), και όξος (=ξύδι). «Μού βγήκε ξινό» σημαίνει ότι γεγονός τι είχε άσχημον έκβασιν Η έκφρασις «του αρέσουν τα ξινά» σημαίνει ότι ξενοπερπατάει, ότι έχει παράτυπες ερωτικές δραστηριότητες. Παραδείγματα: «Τον αγάπησε τρελλά, αλλά της βγήκε ξινό στο τέλος γιατί αυτός παντρεύτηκε

άλλη». «Ναι παντρεμένος είναι ο Μάρκος, αλλά πάντα του άρεσαν τα ξινά. Δεν άφησε

Ουκρανέζα και Ρωσσίδα». «Πως πας από κανένα ξινό;» (ερώτησις με υπονοούμενο, μεταξύ φίλων)

14) «Πατάτες»: Ισπανιστί patata = γεώμηλον, αμερικανόφερτον φυτό με τον καρπόν υπογείως αναπτυσσόμενον. Μεταφορικώς πατάτα σημαίνει λάθος, αποτυχία,

53

Page 54: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

αλλά και ασήμαντον λόγον ή πράξεις, πιθανώς λόγω της χαμηλής τιμής πωλήσεως των γεωμήλων. Παραδείγματα: Μαθητής: «Εντάξει κυρία με πιάσατε με σκονάκι. Παραδέχομαι, έκανα πατάτα!». Χάρυ Κλύν: «Πατάτεεεες!» (ειρωνικόν σχόλιον της τότε πολιτικής καταστάσεως).

15) «Τα κάνω ρόϊδο»: Το ρόϊδο (ρόδι) είναι όμορφο μεν φρούτο, πλήν όμως απαιτεί κοπιαστικήν διαδικασίαν διανοίξεως προς βρώσιν, εγκαταλείπον συχνάκις ερυθράν χρώσιν εις χείρας, ενδύματα και σκεύη. Αρα προκαλεί μιαν αναταραχήν εις την κουζίνα, ή εις τα ενδύματα ενός μικρού παιδιού. Μεταφορικώς, «τα κάνω ρόϊδο» σημαίνει καταστρέφω μια σχέση, μια κατάσταση. Παράδειγμα: . «Τον τελευταίο τον καιρό μου τάχεις κάνει ρόϊδο, από τότε που τα έμπλεξες, με κείνο το κορόϊδο» (Βασίλης Τσιτσάνης, ρεμπέτικον άσμα).

16) «Τι λάχανα, τι μπρόκολα»: Παλαιότερον λόγω της σπανιότητος, τα μπρόκολα εθεωρούντο ανώτερα των κοινών χόρτων. Μεταφορικώς η έκφρασις σημαίνει εξίσωσιν ανομοιοειδών θεμάτων. Παράδειγμα: . «Οπου τους συμφέρει επεμβαίνουν οι Αμερικάνοι. Γιατί δεν επεμβαίνουν στην Παλαιστίνη, ή στην Κύπρο; Τι λάχανα τι μπρόκολα;» (Χαρίλαος Φλωράκης, ομιλία στη Βουλή).

17) «Ψάρι στα χείλη»: Ο ιδιωματισμός «τούψησε το ψάρι στα χείλη» προήλθε από το μεσαιωνικό Αγιον Ορος, όταν κάποιος μοναχός τη Μεγάλην Εβδομάδα αλίευεν κρυφίως και έψηνε ομοίως εις την σπηλιά του τους ιχθείς. Συνελήφθη επ αυτοφώρω όμως από τον ηγούμενον, εδικάσθη και ετιμωρήθη με την «εναπόθεσιν εψημένου ιχθύος εις τα χείλη αυτού». Εκτοτε ο ιδιωματισμός χρησιμοποιείται διά να καταδείξει τα βασανιστήρια και τας ταλαιπωρίας πού υπέστη κάποιος από άλλους συνανθρώπους του. Παράδειγμα: «Δεν λέω βρε Γρηγόρη, καλά περάσαμε με τη Σούλα τρία χρόνια αλλά μούψησε το ψάρι στα χείλη!».

54

Page 55: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 8ον :Υβριστικά επίθετα ανδρών

«Η ύβρις και η γκλίτσα είναι ισχυρά επιχειρήματα εις την διαλεκτικήν» έλεγε ο αγαπητός καθηγητής μου αείμνηστος Κωνσταντίνος Γαρδίκας. Υβρις εις τα αρχαία ελληνικά είναι η αυθάδεια, η αναίδεια. Σήμερον σημαίνει την ακραία αυθάδη συμπεριφορά, πηγάζουσα από υπερβολικήν αίσθηση δυνάμεως και αλαζονείαν. Εις τα νομικά ύβρις είναι λόγος ή πράξις, ήτις προσβάλλει την τιμήν ή την αξιοπρέπειαν κάποιου. Το Ελληνικόν λεξιλόγιον βρίθει υβριστικών επιθέτων. Όπως τα κεφαλαία γράμματα (ή τα Bold σήμερα) του γραπτού λόγου αντιστοιχούν εις τάς εντόνους εκφράσεις του προφορικού λόγου, ούτω και η ύβρις είναι η λεκτική έκρηξις οργής («εν βρασμώ ψυχής» γράφει ο ποινικός κώδιξ).

Διά της ύβρεως, ο υβρίζων εκτονώνεται συναισθηματικώς διά δύο οδών. Αφ’ενός μέν διαμαρτύρεται εντυπωσιακά εκτονούμενος, ιδίως διά το ακροατήριον, αφ ετέρου δέ μειώνει ποιοτικώς την αξιοπρέπειαν του υποκειμένου της ύβρεως. Η μείωσις αύτη επιτυγχάνεται διά της χρήσεως επιθέτων δηλούντων κοινωνικήν υποβάθμισιν, ελάττωμα σωματικόν, ελλάττωμα χαρακτήρος, σεξουαλικήν παρεκτροπήν, διά της αποκαλύψεως προηγηθησών απαραδέκτων πράξεων, κλπ. Βεβαίως, δεν είναι πάντοτε απαραίτητος η χρήσις υβριστικών εκφράσεων διά την προσβολήν του συγχρόνου Ελληνος. Αυτό δύναται να επιτευχθεί και εμμέσως.

Κατά τον Χαράλαμπον Γκούβα, όστις επί εικοσαετίαν παρατηρεί και αναλύει τα ψυχολογικά κουσούρια των κατά φαντασίαν υγιών Ελλήνων, υπάρχουν πέντε τρόποι προσβολής του συγχρόνου Ελληνος, διατυπώνει δε και συγκεκριμμένας συμβουλάς: Εάν θέλετε να προσβάλλετε εμμέσως Νεοέλληνα: (α) Αφήστε υπαινιγμούς ότι η σύζυγός του είναι μοιχός, Παράδειγμα: με τη φράση - «πολύ περπατάει τελευταία η γυναίκα σου ρε Γιώργο», - «πολλά ακούγονται βρε παιδί μου για τη Μαρία τώρα τελευταία», κλπ. (β) Αφήστε υπαινιγμούς περί ομοφυλοφιλίας του, Παράδειγμα: με τη φράση - «Νίκο δεν σε βλέπω με γυναίκες καθόλου», - «Κώστα ακούστηκε ότι συχνάζεις στη Συγγρού τελευταία», - «Νίκο, είπαν ότι συμμετείχες στο τρενάκι. Γιατί δεν είπαν και για μένα;» (γ) Διατυπώστε υπαινιγμούς περί οικονομικής του πενίας, Παράδειγμα: - «Περικλή, έμαθα ότι έχεις οικονομικές δυσκολίες τελευταία», - «Ηρακλή, έμαθα ότι δεν πας καλά επαγγελματικά», «ρε άφραγκε», - «Παύλο, σε βλέπω στριμωγμένο, μήπως θες να σου δανείσω λεφτά;», κλπ (δ) Αφήστε υπαινιγμούς ότι είναι επαγγελματικώς άχρηστος. Στην περίπτωση όμως που είναι επιτυχημένος, η αμφισβήτηση της επαγγελματικής του αξίας μπορεί να γίνει εμμέσως με κατάλληλον έκφρασιν σχετικήν με το επάγγελμά του. Παράδειγμα: - διά ιδιοκτήτη καφετέριας πείτε «σιγά μην έχει δουλειά η καφετέρια του Μήτσου. Καλεί όλους του φίλους του και τους κερνάει για να φαίνεται κίνηση!». - Για δικηγόρο πείτε «Καλός δικηγόρος ο Αναξίμανδρος; Ας γελάσω! Αυτός διαλέγει εύκολες και σίγουρες υποθέσεις για να κερδίζει πάντα!». Εάν ο υβριζόμενος σας αντικρούσει με το επιχείρημα «δεν ξέρω εγώ τι λές, αλλά με προτιμάει ο κόσμος, έχω εμπορικότητα», απαντήστε - «Είναι γνωστό ότι οι φελλοί και τα κούτσουρα πάντα επιπλέουν!» (ε) Αν όλα τα ανωτέρω αποτύχουν, τότε βρίστε τον διακριτικά ή ευθέως με την αντίπαλον πολιτική ιδεολογία Παράδειγμα: σε δεξιό πέστε «Καλά τακτοποιήθηκες εσύ από το Πασόκ στο Δημόσιο!», ή «ρε πρασινορουφιάνε!», ή σε παλιό κομμουνιστή πείτε «ρε φασίστα», «ρε χουντικέ», «ρε δοσίλογε», και ιδίως σε ηλικιωμένους «ρε δηλωσία!», ή σε πασόκο πέστε του «ρε δεξιόμουτρο», «ρε φασίστα» «ρε χουντικέ» κλπ. Μόλις ο σκοπός σας επιτευχθεί, απομακρυνθείτε έγκαιρα για να μη φάτε ξύλο!.

55

Page 56: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Εάν αι ανωτέρω οδηγίαι δεν σας είναι επαρκείς, διατίθεται πλειάς υβριστικών επιθέτων δι’ άνδρας υποκείμενα και παρατίθενται κατωτέρω αρκεταί εξ αυτών, μετα της ετυμολογικής των προελεύσεως και μετά των δεόντων παραδειγμάτων.

1) «Αδελφή», «αδερφή»: Πέραν της συγγενικής εννοίας της λέξεως, σημαίνει και καλόγρια νοσοκόμα, ή απλώς νοσοκόμα, μεταφορικώς = ο παθητικός ομοφυλόφιλος, ο πούστης.

2) «Άθλιος»: Αρχαία λέξη, = δυστυχισμένος, αξιολύπητος, ο χαμηλού επιπέδου άνευ φραγμών. Χρησιμοποιείται τόσο για ανθρώπους όσο και για χώρους. Παράδειγμα: «Χώρισαν! Ο άντρας της ήταν ένας ελεεινός και τρισάθλιος» (δήλωσις φιλενάδας), «Ελεεινά και τρισάθλια, με κατσαρίδες βρήκε τα μαγειρεία του Νοσοκομείου ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης» (Τηλεοπτικές ειδήσεις).

3) «Αλανιάρης»: Αυτός που ζεί στις αλάνες, στα αλάνια, ο άνθρωπος του δρόμου, μεταφορικώς ο αλήτης, ο γλεντζές. Παράδειγμα: «Πότε δούλεψε χριστιανή μου αυτός; Μία στα καφενεία, μία στα καπηλιά, μία στα μπουζούκια, μια ζωή αλανιάρης ήταν!».

4) «Αλεξιπτωτιστής»: Ο πίπτων δι’αλεξιπτώτου εξ αεροσκάφους, ή από κορυφής βουνού (αλεξίπτωτον πλαγιάς parepente). Μεταφορικώς «αλεξιπτωτιστής» σημαίνει τον εισαγόμενον εις σχολήν διά πλαγίας μεθόδου, ή τον διοριζόμενον εις το Δημόσιον διά πλαγίας οδού (πχ ρουσφέτι, δωροδοκία, κλπ). Παραδείγματα: Φοιτητής: «Στην Ιατρική Αθηνών το 1975 περάσαμε 300 άτομα. Στο δεύτερο έτος γίναμε 800! Από που ξεφύτρωσαν 500 αλεξιπτωτιστές δεν κατάλαβα ποτέ!». Υπάλληλος: «Πως διορίσθηκε η Σούλα; Αλεξιπτωτίστρια! Απλούστατα ο μπαμπάς της είχε απόθεμα, έσκασε 5.000.000 στη βουλευτίνα, και σε μια βδομάδα έπιασε καρέκλα!».

5) «Αλήτης»: Αρχαία, αλάομαι-ώμαι = περιφέρομαι ασκόπως, μεταφορικώς ο περιφερόμενος άνεργος και άστεγος, ο άνθρωπος του υποκόσμου, αλάνης, αλανιάρης, μόρτης, αλητάμπουρας. - «Αλήτη μ’είπες μια βραδιά, δίχως καμμιάν αιτία» (ρεμπέτικο τραγούδι του Μάρκου Βαμβακάρη). - «Μια ομάδα 4-5 αλητών χαλάει την εικόνα της Ελληνικής Τηλεόρασης» (Κ. Πρετεντέρης, δημοσιογράφος και μπουκαλορίχτης). - «Αν δεν είχα και σένανε, τι θα ήμουν στη γή, μπορεί αλήτης νάμουνα, νάχα καταστραφεί» (λαϊκόν άσμα του Γιάννη Πάριου).

6) «Αλιτήριος»: Αρχαία, αλιταίνω = αμαρτάνω, αδικώ, μεταφορικώς ο πονηρός, ο κατεργάρης. «Δεν αγοράζω από αυτόν, αλιτήριος τύπος».

7) «Aλογομούρης»: Κυριολεκτικώς ο έχων όψιν ίππου, μεταφορικώς ο μανιώδης παίκτης του ιπποδρόμου. Παράδειγμα: . «Αυτός ο αλογομούρης τάπαιζε όλα τα λεφτά, και τα παιδιά μας δεν είχαν γάλα να πιούν» (τηλεοπτική εξομολόγησις κυρίας, αναφορικά με τον σύζυγό της, εις τηλεοπτικόν Reality Show).

8) «Αλμπάνης»: Από το τουρκικό nalbant = πεταλωτής, καλιγωτής αλόγων, ειρωνικώς σημαίνει άνθρωπος άξεστος και αδέξιος. Συνήθως χρησιμοποιείται δια ιατρούς χαμηλής αξίας, ή έστω ιατρούς μη εκτιμωμένους παρά τοις λαϊκοίς στρώμασι. Παράδειγμα: Ασθενής: «Πήγα και στον άλλον παιδάκι μου, αλλά αυτός δεν είναι γιατρός, είναι αλμπάνης!».

9) «Αρχίδι»: Ενδοκρινής αδήν παράγων τεστοστερόνην, αλλά και σπερματοζωάρια. Οργανον αναπαραγωγής. Περί της εννοιολογικής συσχετίσεως βλέπε κεφάλαιον

56

Page 57: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

«Ιδιωματισμοί με σεξουαλικόν υπόβαθρον». Μεταφορικώς αρχίδι = ευτελής άνθρωπος, άνευ αξίας χαρακτήρας. Παράδειγμα:

«Ε, και τι έγινε που τον υποστηρίζει το κόμμα; Αυτό το αρχίδι θα ψηφίσουμε;». «Ηταν τηλεφωνητής στο γραφείο του Βουλευτή, και μετά τον διόρισε πρόεδρο

στο Νοσοκομείο. Φάγαμε στη μάπα αυτό το αρχίδι για πέντε χρόνια!».

10) «Ατσούμπαλος»: Ο ασύμμετρος, ο άσχημος άνθρωπος. Παράδειγμα: . «Πως σε κούρεψε έτσι παιδάκι μου ατσούμπαλο;»

11) «Βαρεμένος»: Μετοχή παρακειμένου του ρήματος βαρώ, σημαίνει ο τραυματίας, ο χτυπημένος, μεταφορικώς σημαίνει ο ιδιόρρυθμος, ο ανισόρροπος, ο λοξός. Παράδειγμα: . «Είναι βαρεμένος αυτός ο γιατρός!. Κλείνει το ιατρείο τα Σαββατοκύριακα και πάει για ορειβασίες!». (ασθενής δυσαρεστηθείς διά το ωράριον).

12) «Βλήμα»: Επειδή το βλήμα των όπλων είναι ταχύ αλλά και επικίνδυνο, μεταφορικώς βλήμα είναι ο ανεξέλεγκτος και επικίνδυνος υπερκινητικός ηλίθιος, εις αντιδιαστολήν με τον βραδύστροφον και ακίνδυνον ηλίθιον, όστις αποκαλείται ούφο (UFO). Παράδειγμα: . «Ολο βλακείες κάνει ο Κωστάκης στην τάξη. Βλήμα είναι το παιδί!».

13) «Βλάξ-βλάκας»: Ο ανόητος, χαζός, κουτός, μωρός. Πρόκειται περί λήμματος, διά το οποίο έχουν γραφεί τόμοι αναλύσεων. Ως ύβρις, ο «βλάκας» έχει σχεδόν αντικατασταθεί πλέον εις την καθομιλουμένην υπό της λέξεως «μαλάκας», περί της οποίας διατίθεται ειδικόν κεφάλαιον εις το παρόν πόνημα. Ως επικήδειος διά την λέξιν «βλάξ» αναφέρονται κατωτέρω χαρακτηριστικά γνωμικά: «Όταν έδειχναν στο βλάκα το φεγγάρι, αυτός κοίταζε το δάκτυλο» (Νεοελληνική σάτιρα ). Οι νόμοι της Βλακείας κατά τον Carlo Tsipola: «Βλάκας είναι αυτός, ο οποίος χωρίς να ωφελείται ο ίδιος, ή να ωφελεί κάποιον άλλο, προκαλεί ζημιά. Ο αριθμός των βλακών ξεπερνά πάντα και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις. Οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του, μπορεί να είναι και βλάκας. Οι άνθρωποι που δεν είναι βλάκες υποτιμούν πάντα το κακό πού μπορεί να κάνει ένας βλάκας. Ο βλάκας είναι επικίνδυνος». «Οποιος έχει τους βλάκες με το μέρος του, έχει και την πλειοψηφία. Θα κυβερνήσει!» (Μάρκ Τουέϊν: Οι περιπέτειες του Χάλμπερι Φίν, 1835-1910), «Η βλακεία σκοτώνει» (λαϊκή παροιμία), «Αν οι βλάκες ήταν λιγότεροι από τους κακούς, οι κακοί δεν θα επιβίωναν» (Samuel Battler, συγγραφέας). «Καμιά φορά δείχνε υπομονή με τους βλάκες. Ισως να μάθεις κάτι που αξίζει. Αλλά ποτέ μη διαφωνείς μαζί τους». («The Mafia Manager», St.Martins Press, USA, 1996), «Ποτέ μη συζητάς με ένα βλάκα. Είναι πιθανόν οι άλλοι να σας μπερδέψουν» (Αrthour Bloch, συγγραφέας), «Αφού ο Θεός δεν έθεσε όρια στην ανθρώπινη εξυπνάδα, γιατί να θέσει στην βλακεία;» (Κόνραντ Αντενάουερ, Πρόεδρος της Γερμανίας), «Στον βλάκα, πρέπει να παραδίνεσαι αμέσως» (Λάκης Λαζόπουλος, 1994) «Ο στόμφος είναι το μόνιμο χαρακτηριστικό των βλακών» (Ευάγγελος Λεμπέσης, «Η σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω», Αθήνα, 1920), «Στον πόλεμο μεταξύ ηλιθίων και έξυπνων, είναι πάντα χαμένοι οι δεύτεροι, διότι οι πρώτοι είναι πιο πολλοί. (Ευάγγελος Λεμπέσης, 1920), «Ο στόμφος στην ομιλία ή την γραφή είναι το διακριτικό γνώρισμα της βλακείας» (Διονύσιος Τσακνής).

14) «Βρε» (= μωρέ, βλάκα). Κλητικόν επιφώνημα, εκ του μωρός-μωρέ. Μεταγενεστέρως εξελίχθη εις την επιφωνηματικήν λειτουργίαν «καλέ» (Παράδειγμα: Αθίγγανος: «Ελα καλέ κυρία, έχω ωραία παντελόνια κοτιλέ, και με κάθε παντελόνι κοτιλέ, σου δίνω δώρο και ένα μπρελόκ νεκροκεφαλή!»). Εις ορισμένας περιοχάς της Ελλάδος όπως εις το Φανάριον Πρέβεζας, το «βρέ» λέγεται και «μπρέ», πιθανώς οθωμανικόν κατάλοιπον. Παράδειγμα: Κυρία: «Που είναι μπρε το καλό το Νομάρχη το Τάκη;». Το «μπρέ» = «βρέ» ενταύθα δεν υπέχει πλέον υβριστικό χαρακτήρα, παρά χρησιμοποιείται ως άρθρον οικειότητος. Η χρήσις του «βρέ» αντί του αρχαίου κλητικού επιφωνήματος «ώ» θεωρείται απρέπεια όταν

57

Page 58: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

απευθύνεται προς άγνωστα άτομα, αλλά είναι αποδεκτή και αποτελεί ένδειξιν οικοιότητος όταν απευθύνεται εις φίλια πρόσωπα. Παράδειγμα: «Ναι βρέ Κώστα μου σ’αγαπώ, αλλά δε γουστάρω σπίτι τη μάνα σου!», «Ελα βρε κορίτσι μου, ξύλιασα να σε περιμένω!». «Βρέ τι έπαθα, να τρακάρω το νοικιασμένο αυτοκίνητο!», «Βρέ τι έπαθε ο έρμος, νάρθει πρώτος στα μόρια και να προσλάβουν τον τελευταίο!»

15) «Βρωμιάρης»: Ο άπλυτος, ο ακάθαρτος, μεταφορικώς ο υποχθόνιος. Παράδειγμα: . Μητέρα: «Φρίξο βρωμιάρη, μετά το ποδόσφαιρο σου είπα να κάνεις μπάνιο!».

16) «Γαμημένος»: Ο παθητικός ομοφυλόφιλος, μεταφορικώς ο κακός χαρακτήρας. Χρησιμοποιείται κυρίως για άψυχα αντικείμενα, παρά για ανθρώπους και σημαίνει εκνευριστικό, απαίσιο, αντιπαθητικό, κλπ. Παράδειγμα: «Τι έχεις αγάπη μου;», «Το γαμημένο, το φίατ, μ’άφησε στο δρόμο από μπαταρία!».

17) «Γλάστρα» και «γλάστρος»: Βλέπε κεφάλαιο «υβριστικές εκφράσεις γυναικών».

18) «Ζουμπάς»: Τουρκιστί zimba είναι εργαλείο που τρυπάει μέταλλα ή σπρώχνει τα κεφάλια των καρφιών στο ξύλο να μπούν μέσα. Ως εκ τούτου μεταφορικώς ζουμπάς είναι ο μπασμένος, ο κοντός. Παράδειγμα: . «Ο δικτάτορας ο Μεταξάς ήταν ζουμπάς αλλά πανέξυπνος!».

19) «Ηλίθιος»: (αρχαία λέξη, = βλάκας, ανόητος, αφελής). Παράδειγμα: «Οσες μαλακίες και να κάνει το Πασόκ, θα ξαναβγεί. Είναι ηλίθιοι οι ψηφοφόροι!». «Στον ηλίθιο, πρέπει να παραδίνεται αμέσως!» (Λάκης Λαζόπουλος, ηθοποιός).

20) «Κάθαρμα»: Αρχαία λέξις, κάθαρμα = σκουπίδι, εκ του ρήματος καθαίρω (κατά+αιρώ = καθαιρώ = κατεδαφίζω, γκρεμίζω). Μεταφορικώς «κάθαρμα» σημαίνει άνθρωπος φαύλος, κακοήθης, ο μη έχων ηθικούς φραγμούς, ο καθαίρων κάθε έννοιαν ηθικής. Παράδειγμα: «Ο υπουργός ασφαλείας του Πλαστήρα ο Ρέντης, μεγάλο κάθαρμα, βίασε στο γραφείο του τη γυναίκα του Μπάτση, της ομάδας Μπελογιάννη, με την υπόσχεση να εισηγηθεί την αναστολή της εκτέλεσής του. Τελικά όχι μόνο εκτελέσθηκε Κυριακή πρωί ο Μπάτσης και η ομάδα του, αλλά επιπλέον οι εφημερίδες έκαναν βούκινο την υπόθεση πρωτοσέλιδα με τον τίτλο ‘’η χαμένη αξιοπρέπεια της κυρίας Μπάτση’’. Αυτή η ομάδα καθαρμάτων κυβερνούσε τη χώρα τότε!». (απόσπασμα από το ‘’Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα’’ του Στέλιου Κούλογλου, ΝΕΤ)

21) «Κάλος»: Λατινικά callus = υπερκεράτωσις του δέρματος, μεταφορικώς είναι ο επίμονος, ο δυσμετάπειστος, ο σκληροκέφαλος, ο ισχυρογνώμων. Παράδειγμα: Ψηφοφόρος: «Τζάμπα προσπαθείς να τον πείσεις να κάνει δημόσιες τουαλέτες στην παραλία. Είναι κάλος ο Δήμαρχος!».

22) «Καραγκιόζης»: Τουρκικά karagoz = μαυρομάτης, ελληνικά = ο πρωταγωνιστής γελωτοποιός του θεάτρου σκιών, μεταφορικώς = φαιδρός, μη σοβαρός, γελοίος. Παράδειγμα: «Ωραίος ο Βαγγέλης, αλλά για καραγκιόζης μόνο, όχι και για υπουργός».

23) «Καριόλης»: (ιταλ. Carriola = παλιό ξύλινο κρεβάτι). Μεταφορικώς ο παλιάνθρωπος. Παράδειγμα: . «Ο καριόλης, μας ξεγέλασε όλους. Μας συστήθηκε σαν πλοίαρχος Ναυτικού, μας πήδηξε την κοπέλα, μας πήρε και την προκαταβολή της προίκας. Αντε βρές τον τώρα!» (Εξομολόγησις εξαπατηθέντος πατρός κορασίου, παρ’ απατεώνος προικοθήρος).

24) «Καρμίρης»: Αρχαία καρίμοιρος (από το καρί+μοίρα). Καρί = δοτική του Καρ ( = ο από την Καρία καταγόμενος, μεταφορικώς = τιποτένιος). Μεταφορικώς

58

Page 59: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

καρίμοιρος, καρμίρης σημαίνει πανάθλιος, φιλάργυρος, τσιγκούνης. Καρμιριά είναι η έντονη φιλαργυρία που υποβαθμίζει κοινωνικά το υποκείμενο. Παράδειγμα: «Πολύ καρμίρα αυτή η Μαργαρίτα ρε παιδί μου. Δεν παραγγέλνει ποτέ φαγητό στις εκδρομές και τσιμπάει από τους άλλους με το πρόσχημα ότι δήθεν κάνει δίαιτα!».

25) «Κατεργάρης»: Ετυμολογία από το κάτεργον (κατά+έργον). Κατεργάρης κυριολεκτικώς είναι ο κατάδικος που εργάζεται σε κάτεργο (καταναγκαστικό έργο). Μεταφορικώς σημαίνει πονηρός, ύπουλος, δόλιος, πανούργος, έξυπνος. Η έκφρασις «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» ήταν εντολή στους καταδίκους κωπηλάτας να καταλάβουν τας θέσεις των εις την τριήρην. Μεταφορικώς σημαίνει ότι θα μπεί μια τάξις και θα πάψουν μερικοί να παρανομούν ή να αυθαιρετούν. Παράδειγμα: Πολίτης: «Η χώρα είναι μπάχαλο! Μία λύση υπάρχει, να στείλει η Ευρωπαϊκή Ενωση παρατηρητές να επιβλέπουν τα πάντα! Ισως έτσι μπεί ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του».

26) «Κερατάς»: (Ιταλικά Cornuto): Μεταφορικώς σημαίνει ο απατημένος σύζυγος. Μάλλον η έκφρασις προήλθεν από την παρατήρησιν ότι εις τα κερασφόρα ζώα δεν υπάρχει συζυγική πίστις. Παράδειγμα: «Ο κερατάς το κέρατο, όταν το πρωτονοιώσει, σπαθιά μαχαίρια ζώνεται, κάποιονε να σκοτώσει. Ο κερατάς τα κέρατα, σαν κατεβούν μπροστά του, μέλι και γάλα γίνεται με τη νοικοκυρά του!» (δημώδες τετράστιχον). Κατ’ επέκταση «κερατάς» σημαίνει και άθλιος, φαύλος.

27) «Κλανιάρης»: Είναι ο συνεχώς περδόμενος, και χαρακτηριζόμενος εκ του ηχοχρωματισμού της πορδής (Ηλίας Πετρόπουλος). Μεταφορικώς σημαίνει ο δειλός, ο φοβιτσιάρης. Παράδειγμα: Λοχαγός: «Και τώρα θα περάσουμε συρόμενοι κάτω από τα συρματοπλέγματα, ενώ τα πολυβόλα θα ρίχνουν σε ύψος 70 εκατοστά. Τώρα θα δούμε στραβάδια ποιος είναι κλανιάρης!».

28) «Κοκοβιός»: Ηπειρώτικη ύβρις, αγνώστου ετυμολογίας. Εννοεί τον ύπουλον χαρακτήρα, τη μουσίτσα, τη σιγανοπαπαδιά. Παράδειγμα: Συζήτησις Ιωαννιτών: «Ξέρεις τι κοκοβιός είναι αυτός; Εστελνε λαγούς και αγριογούρουνα στον Περιφερειάρχη και τσάαακ, νάτη η επιδότηση για αγροτουρισμό ο δικός σου!».

29) «Κουλτουριάρης» (από το Αγγλικό culture = πολιτισμός). Ειρωνικόν επίθετο δια τους ψευτοδιανοούμενους, τους ψευτομορφωμένους, οίτινες ενεφανίσθησαν σωρηδόν μετά την μεταπολίτευσιν, με μόνο αποδεικτικόν στοιχείον την ξύλινον γλώσσαν και το δυσνόητον λεξιλόγιον. Ηχητικώς η λέξις κουλτουριάρης παραπέμπει δυσφημιστικώς εις το κατρουλιάρης (=ο πάσχων εκ συχνουρίας). Το αξιοπερίεργον είναι ότι η λέξις κουλτουριάρης εχρησιμοποιείτο συνήθως από άτομα κατώτερης μορφωτικής στάθμης από τα κρινόμενα, ενώ τοιούτον δικαίωμα κριτικής και ειρωνίας θα είχον - τιμής ένεκεν - μόνον οι πραγματικοί, οι «πιστοποιημένοι» διανοούμενοι. Παράδειγμα: . Συζήτησις φοιτητών το 1978: «Ρε μαλάκα σου την έφαγε τη γκόμενα! Της τόπαιξε κουλτουριάρης και αυτή ψοφάει για παρόλε και τα τέτοια!». Σταύρος Παράβας: «Ε τι να κάνουμε κυρία μου! Εμείς δεν είμαστε κουλτουριάρηδες όπως του συναφιού σας! Είμαστε παιδιά της πιάτσας και του ιδρώτα μας!» (απόσπασμα από ταινία της Φίνος φίλμ «Αρχόντισσες και Μάγκες»).

30) «Κουτσαβάκης»: Υποκοριστικό του κούτσαβος, αρχαία κότταβος = ψευτοπαλλικαράς, ψευτόμαγκας, νταής. Παράδειγμα: «Στρίβε κουτσαβάκη, γιατί θάχεις να καθαρίσεις μαζί μου» (Γιώργος Φούντας, κινηματογραφική ταινία ‘’Τα κόκκινα Φανάρια’’).

31) «Κουφάλα»: Αρχαία: κούφος = κοίλωμα κορμού δένδρου, μεταφορικώς: πόρνη γυναίκα, ή εις άνδρας: κουφάλα = ο πονηρός, ο υποχθόνιος, ο ύπουλος, ο άτιμος. Παράδειγμα: . Στρατιώτης: «Μωρή κουφάλα ψάρι, έβαλες μέσον και πήρες

59

Page 60: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

άγραφη άδεια δεκαήμερη!». (Ψάρι= ο νέος άπειρος και δειλός φαντάρος, υφιστάμενος καψόνια).

32) «Κωλόπαιδο»: (κώλος+παιδί): Κακό παιδί, ο παλιοχαρακτήρας. Παράδειγμα: Ενοικος: «Τσακιστήτε από δώ ρε κωλόπαιδα, μεσημεριάτικα μου παίζετε μπάλα!»

33) «Κωλομπαράς»: Τουρκικά kulampara = o ενεργητικός ομοφυλόφιλος, ο αρσενοκοίτης. Παράδειγμα: «Μακριά από κεί! Σ’αυτή τη ψαροταβέρνα συχνάζανε παλιά οι κωλομπαράδες!».

34) «Λαμόγιο, λαμόγιας»: Αγνωστη ετυμολογία. Ο απατεώνας, ο κομπιναδόρος. Παράδειγμα: . «Τι τον έβγαλες στην τηλεόραση αυτόν τον λαμόγια κυρία Πάνια;» (τηλεφώνημα τηλεθεατού στην παρουσιάστρια Reality Show).

35) «Λέρας ή λέρα»: Ο άνθρωπος αισχρής διαγωγής, ο άνθρωπος του υποκόσμου. Σημαίνει όμως και τον σκληρό διαχειριστή εξουσίας. Παράδειγμα: «Πρέπει νάσαι λέρα για να κυβερνάς γαλέρα!» (ναυτικό γνωμικό)

36) «Λέτσος»: (ιταλικά lezzo = δυσωδία): Μεταφορικώς είναι ο εκπέμπων δυσωδίων, ο βρωμιάρης, ο κακοντυμένος. Παράδειγμα: . Σοφία: «Πως ήρθες έτσι σινεμά ρε Κώστα; Σαν λέτσος είσαι!».

37) «Λεχρίτης»: (από το αρχαίο επίθετο λέχριος = στραβός): Μεταφορικώς σημαίνει τιποτένιος, αλήτης. Παράδειγμα: - «Δυό ώρες οι λεχρίτες οι ταξιτζήδες διάλεγαν κούρσες και δεν μ’έπαιρναν»! (δήλωσις επιβάτου).

38) «Λούστρος»: (ιταλικά lustro = στιλβωτής υποδημάτων). Μεταφορικώς: άτομο χαμηλής αξίας. Παράδειγμα: . Καθηγητής: «Πάλι αδιάβαστος ήρθες Νικολάου; Πας για λούστρος μου φαίνεται!».

39) «Μαζόχας»: Ο μαζοχιστής, ο αρεσκόμενος να υποφέρει. Παράδειγμα: «Τι περιμένεις το ΚΤΕΛ δυό ώρες χριστιανέ μου; Μαζόχας είσαι; Πάρε ταξί!».

40) «Μαϊντανός»: Προέρχεται εκ της τουρκικής λέξης maidanoz και σημαίνει το φυτό «μακεδονήσι», ή «πετροσέλινον το ήμερον», το οποίον καλλιεργείται δια τα αρωματικά φύλλα του χρησιμοποιούμενα εις την μαγειρικήν. Κατά την άποψιν του διακεκριμένου μαγείρου εξ Αγιάς Πρεβέζης κ.Παύλου Λιάλιου, ο μαϊντανός δεν διαθέτει ιδιαίτερον άρωμα ή γεύσιν, και χρησιμοποιείται απλώς και μόνον ως διακοσμητικό στοιχείον εις τα εδέσματα. Μεταφορικώς, μέχρι προσφάτως, «μαϊντανός» απεκαλείτο ο εντρυφών επί παντός επιστητού άνευ αρμοδιότητος. Προσφάτως όμως, «τηλεοπτικός μαϊντανός» ή απλώς «μαϊντανός» αποκαλείται το πρόσωπον που εμφανίζεται συνεχώς και αδιακόπως εις τα τηλεοπτικά παράθυρα και τα πάνελ εκπομπών, καλούμενος να εκφράσει άποψιν επί παντός επιστητού που αφορά την κοινωνίαν, ή κατ’αντιστοιχίαν με την άποψιν του μαγείρου, ως διακοσμητικόν στοιχείον. Κατά την γνώμη μου το «μαϊντανός» αποτελεί μειωτικόν χαρακτησισμόν διά φυσικόν πρόσωπον, διότι χαρακτηρίζει τον αργόσχολον, τον δοκησίσοφον (= «ξερόλας») αλλά κυρίως τον ανασφαλή ‘’επώνυμον’’ ή ‘’ανώνυμον’’ πολίτη όστις επιθυμεί διακαώς να είναι συνεχώς ‘’στον αέρα’’, επιβεβαιώνων ούτω την ύπαρξή του ή ίσως επιδιώκει την αυτοπροβολή του διά ωφελιμιστικούς οικονομικούς και επαγγελματικούς λόγους. Παράδειγμα: «Καλά βρε αδερφέ. Λέει ο ποινικολόγος ο Κούγιας ότι έχει 10.000 πελάτες (ποινικές υποθέσεις). Μα πότε προλαβαίνει και μελετά τις υποθέσεις και δικηγορεί, αφού από το πρωί μέχρι τα ξημερώματα είναι «μαϊντανός» στα παράθυρα και τα πάνελ» (διατυπωθείσα απορία τηλεθεατού). Άλλο παράδειγμα: «Ο Τριανταφυλλόπουλος και ο Ευαγγελάτος, καλούν πάντα πολλούς «μαϊντανούς» στα πάνελ τους για να γίνεται μπούγιο και να

60

Page 61: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

φαίνεται ότι υπάρχει ευρεία γκάμα απόψεων, ενώ κατά βάση λίγοι μονοπωλούν τη συζήτηση και οι υπόλοιποι ξύνουν τα’αρχίδια τους».(άλλη άποψις τηλεθεατού).

41) «Μαλαγάνα-ας»: (ισπανικά malagana = άνθρωπος πού πετυχαίνει τους σκοπούς του με κολακείες και μικροπονηριές, ο γαλίφης): Ο καταφερτζής με διπλωματία. Παράδειγμα: «Μαλαγάνας ο μικρούλης ο Εκτωρ! Όταν θέλει χρήματα ή δώρα, όλο φιλάκια είναι!».

42) «Μαλάκας» (= βλάκας, βλέπε ειδικό κεφάλαιον).

43) «Μίζερος» (Ιταλικά misero = άθλιος, κακομοίρης, miseria = φτώχεια, αθλιότης). Μεταφορικώς, σημαίνει κακομοίρης, με την έννοια αυτού που εμφανίζεται ψευδώς ως πτωχός και άθλιος. Παράδειγμα: «Τι να τα κάνω εγώ τα λεφτά του! Είναι μίζερος ο άνθρωπος! Ούτε ένα καφέ στην παραλία δεν πίνει».

44) «Μούτσος»: Προέρχεται από την ιταλική λέξη mozzo = μαθητευμόμενος ναύτης): Mεταφορικά σημαίνει άπειρος, άχρηστος, χαμηλής αξίας άνθρωπος. Παράδειγμα: «Μας το παίζει και κάμποσος τώρα με ένα απλό απολυτήριο Δημοτικού! Ας μην ήταν το Πασόκ, μούτσος θα δούλευε τώρα!»

45) «Μπατίρης»: Προέρχεται από την τουρκική λέξη batirmak = χρεοκοπώ. Μπατίρης είναι ο αδέκαρος, ο χρεοκοπημένος. Παράδειγμα: «Ζηλεύουνε δεν θέλουνε, ντυμένο να με δούνε, θέλουν μπατίρη να με δούν, για να φχαριστηθούνε» (λαϊκό ρεμπέτικο «Θα σαλτάρω» του Δ.Γενίτσαρη, Γερμανικής κατοχής ).

46) «Μπινές» (τουρκικά binmek = ιππεύω, καβαλώ) Μεταφορικώς = γέρος κίναιδος, παθητικός ομοφυλόφυλος, γέρος πούστης. Παράδειγμα: «Η περιοχή της Ομόνοιας τη νύχτα γίνεται επικίνδυνη. Ολο κωλομπαράδες, μπινέδες και πρεζόνια μαζεύονται!» (τηλεοπτική συνέντευξις καταστηματάρχου).

47) «Μπουκαλορίχτης» (μπουκάλι + ρίχνω): Λεξιπαίγνιον, νεολογισμός του Χαρ.Γκούβα. Μπουκαλορίχτης είναι ο επιρρίπτων πλαστικάς φιάλας ύδατος, εντός του αγωνιστικού χώρου. Παράδειγμα: «Ο Μάκης ο Τριανταφυλλόπουλος έδειξε βίντεο με το δημοσιογράφο Πρετεντέρη, να ρίχνει μπουκάλια στον αγωνιστικό χώρο, έλα όμως που από πίσω του δεν πήρε χαμπάρι την κάμερα! Μπουκαλορίχτης ο δικός σου!»

48) «Μπούλης»: Βασικά, μπούλης είναι το παχουλό, καλοθρεμμένο παιδί. Δι’ενηλίκους, αποτελεί μειωτικόν χαρακτηρισμόν και εννοεί άτομα παχουλά, με έκφρασιν παιδικήν και τα οποία φαίνεται να είναι προσκεκολλημένα εις την μαμά των, τα μαμμόθρεπτα, τα μαλθακά. Παράδειγμα: «Σιγά ρε μην ψηφίσω το μπούλη για Πρωθυπουργό!» (δήλωσις ψηφοφόρου).

49) «Μπούφος»: Είναι το πτηνόν βύας ο μέγας. Η λέξις προέρχεται εκ του λατινικού bufus. Μεταφορικώς σημαίνει άνθρωπος πού δεν βλέπει μποστά του, ο χαζός, ο βλάκας. Παράδειγμα: «Πού πάς ρέ μπούφο; Δε βλέπεις το στόπ;»

50) «Μυξιάρης»: Αυτός που του τρέχουν οι μύξες, ο σιχαμερός, ο τιποτένιος. Μυξιάρικο: Το μωρό, το ανήλικο, άπειρο παιδί. Παράδειγμα από επίσκεψη μαθητών εις πορνείον: Μαθητής: «Ευχαριστούμε κυρία δεν θα πάρουμε!» Τσατσά (=γραία προαγωγός): «Αντε και σείς μυξιάρικα στη μαμά σας για γαλατάκι!».

51) «Νταβατζής»: Από την τουρκική λέξη tava = ταβάς = αβαθές στρογγυλό μαγειρικό σκεύος. Μεταφορικώς νταβατζής είναι ο «αγαπητικός», ο μαστρωπός, ο εκμεταλευτής των ιεροδούλων. Πιθανόν η εννοιολογική συσχέτισις να προέρχεται από την καταβολήν της ημερησίας εισπράξεως της ιεροδούλου εις το πιάτο (ταβάς).

61

Page 62: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Παράδειγμα: «Παλιά η Τρούμπα ήταν κίνδυνος θάνατος. Μετά τις μία τη νύχτα κυκλοφορούσαν οι νταβατζήδες με τα στιλέτα στα μανίκια» (τηλεοπτική περιγραφή).

52) «Ξεκολιάρης»: Ο φανατικός παθητικός ομοφυλόφιλος. Τα εις -ιάρης λήγοντα ουσιαστικοποιηθέντα επίθετα, ερωτικής δραστηριότητος σχετικά (π.χ. «γκομενιάρης») δεικνύουσι ειρωνικήν περιφρόνησιν αλλ’ ενίοτε και θαυμασμόν. Παράδειγμα: «Ερωτιάρης», «χαδιάρης», «σαλιάρης» κλπ

53) «Ξευτίλας, ξευτιλισμένος»: Από το εξ+ευτελής = ο αχρείος, ο τιποτένιος, ο άνευ υπολήψεως, ο ασυνεπής. Παράδειγμα: . «Βρε ξεφτιλισμένε, σου δάνεισα 1000 Εuro, τάφαγες στα χαρτιά, και τώρα κάνεις πως δεν θυμάσαι τίποτα;».

54) «Οπισθογεμής-ές» (=όπλο που παίρνει σφαίρες από πίσω). Μεταφορικώς = παθητικός ομοφυλόφιλος, ο πούστης.

55) «Ούφο» (από το αρτικόλεξον U.F.O..=Unknown Flying Object = Aγνώστου ταυτότητας ιπτάμενο αντικείμενο, ΑΤΙΑ = Ιπτάμενος Δίσκος). Αλληγορικά σημαίνει, ότι εφ’όσον δεν υπάρχουν ιπτάμενοι δίσκοι, το υποκείμενο είναι «αιθεροβάμων», ότι «πετάει στα σύννεφα», «είναι αφελής», κλπ. Παραδείγματα: «Ούφο είσαι ρέ;» = Είσαι ανόητος; «Η τηλεπαρουσιάστρια Αννίτα Πάνια, πτυχιούχος νομικής παρακαλώ, μαζεύει όλα

τα αποβράσματα ούφο της Αθήνας στην εκπομπή ‘’Παρατράγουδα’’, τους κάνει πλάκα και τους γελοιοποιεί. Είναι επίτευγμα αυτό;» (απόσπασμα τηλεκριτικής).

«Αυτός ο γιατρός είναι ούφο. Ρώτησε μια ασθενή αν έχει παρουσιάσει ποτέ… ‘’δυσπαρεύνεια’’, και η ασθενής έμεινε με ανοιχτό το στόμα, γιατί δεν κατάλαβε».

«Πολλοί γιατροί είναι ούφο. Όταν γίνεται μια επιστημονική ομιλία οργανωμένη από φαρμακευτική εταιρεία, στην ομιλία πάνε δέκα άτομα και το βράδυ στο δείπνο πάνε εβδομήντα, κουβαλώντας τις κουνιάδες και τις συμπεθέρες!»

56) «Παλιάτσος»: Ο γελωτοποιός τσίρκων. Μεταφορικώς ο αστείος, ο γελοίος.

57) «Παπατζής»: Ο παίζων το τυχερόν παίγνιον «παππάς» (‘’εδώ ο παππάς, εκεί ο παππάς, που είναι ο παππάς;’’) το οποίον παίζεται με τραπουλόχαρτα. Συνήθως οι παπατζήδες εσύχναζαν εις το Μοναστηράκι, την Ομόνοια, και γενικώς εις πεζοδρόμους. Μεταφορικώς σημαίνει τον άνθρωπο που μας ξεγελά, τον απατεώνα, ειδικά εις τους πολιτικούς εννοεί τον δημαγωγό, αυτόν που ξεγελά τις λαϊκές μάζες. Παραδείγματα: «Μεγάλος παπατζής ο Ανδρέας! Από τη μια μεριά έλεγε έξω οι Αμερικάνοι και από την άλλη υπέγραφε συμβάσεις παραμονής τους». «Απ’ τη μια μεριά έλεγε περήφανα γηρατειά και από την άλλη οι συνταξιούχοι έτρωγαν ξύλο από τα ΜΑΤ έξω από το Μέγαρο Μαξίμου. Παπατζής περιωπής ο Ανδρέας!».

58) «Παρλαπίπας»: (από το παρλα + πίπα). Ιταλικά Parla = ομιλία, αγόρευση, πίπα = τσιμπούκι. Μεταφορικώς παρλαπίπας σημαίνει ο φλύαρος, ο ανοητολόγος, επειδή έχει την πάρλα συνεχώς στο στόμα του σαν πίπα. Παράδειγμα: . «Σταμάτα επιτέλους βρε παρλαπίπα, μας ζάλισες!».

59) «Πισωγλέντης»: (πίσω + γλεντώ, εκ του τουρκικού eglenmek): Μεταφορική ειρωνεία, σημαίνει ο γλεντών από πίσω, εννοεί ο παθητικός ομοφυλόφιλος. Παράδειγμα: . «Στα νιάτα του ήταν πισωγλέντης ο Μάνος, και έτσι είχε έμπνευση και έγραφε μουσική».

60) «Πούστης» (Τουρκικά pust = ομοφυλόφιλος, κίναιδος, ξετσίπωτος). Μεταφορικώς σημαίνει αναξιόπιστος, προδότης, ύπουλος, υποχθόνιος άνθρωπος. Παράδειγμα: «Ρε πούστη, θα σε γαμήσω και θα σε συντρίψω, με όποιο τρόπο μπορώ» (δήλωσις αβρότητος προσβληθείσης κορασίδος).

62

Page 63: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

61) «Πρασινοφρουρός»: (πράσινο+φρουρός). Ο όρος προέρχεται από το πράσινο χρώμα του σήματος που Πασόκ, και τη λέξη φρουρός. Παραπέμπει ευθέως εις το Ερυθροφρουρός της Μαοϊκής Κίνας και της Πολιτιστικής Επανάστασης του Mao Ze Dog. Υβριστικός όρος εισαχθείς παρά δημοσιογράφων προσκειμένων εις την Νέα Δημοκρατία, προ εικοσαετίας όστις υποδηλοί τα φανατικά στρατευμένα μέλη του Πασόκ, τα κατέχοντα καιρίας θέσεις εις τον κρατικό μηχανισμό. Παραδείγματα: «Ολοι οι πρασινοφρουροί διορίσθηκαν σε ηγετικά πόστα δημοσίων υπηρεσιών.

Άλλος Διευθυντής στο ΙΚΑ, άλλος στο ΚΤΕΟ, άλλος στο Νοσοκομείο, άλλος στην Αστυνομία, άλλος στο Λιμενικό, άλλος στην Εφορία, άλλοι στις Διευθύνσεις των Νομαρχιακών Υπηρεσιών, κλπ. Ετσι το Πασόκ κατάφερε με τους πρασινοφρουρούς να ελέγχει όλο τον κρατικό μηχανισμό» (απόσπασμα πολιτικού άρθρου εφημερίδος).

«Μόνο οι πρασινοφρουροί μπήκαν στα πόστα; Η Νέα Δημοκρατία τι έκανε, πάντα τους δικούς της δεν έβαζε; Πότε είχε αξιοκρατία αυτό το μπουρδέλο το κράτος;» (δήλωσις ψηφοφόρου).

«Στη Γερμανία είτε βγεί ο Κόλ, είτε βγεί ο Σρέντερ, ο κρατικός μηχανισμός δουλεύει αξιοκρατικά. Εδώ εναλάσσονται μία οι Πρασινοφρουροί, μία οι Γαλαζιοφρουροί» (Γιώργος Ζ., Ελληνας κάτοικος Βερολίνου).

62) «Πρεζόνι», «πρεζάκιας»: Ιταλικά presa = σκόνη ναρκωτικού εισνεόμενη από τη μύτη (ταμπάκο, όπιο και κοκαίνη). Σήμερον όμως πρέζα είναι η ηρωίνη (χορηγείται ενδοφλεβίως) και πρεζόνι είναι ο τοξικομανής, ο ηρωϊνομανής. Παράδειγμα: - «Η Πλάκα ήταν ένα αίσχος γεμάτο ρυπογόνα κέντρα διασκέδασης και πρεζόνια, και με το πρόγραμμα ανάπλασης έγινε άλλος τόπος» (ομιλία στελέχους της Εταιρείας προστασίας της Ελληνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς).

63) «Ρεμάλι»: Από το τουρκικό remmal = άνθρωπος ανάξιος, τιποτένιος, άχρηστος. Παράδειγμα: . Σύζυγος: «Που σε βρήκα βρε ρεμάλι της κοινωνίας και σε παντρεύτηκα;».

64) «Ρεζίλης»: Από το τουρκικό rezil = γελοιοποίηση, ντρόπιασμα. Ρεζίλης = ο καταγέλαστος, αυτός που γελοιοποιήθηκε, που έγινε ρεζίλι. Παράδειγμα: Παντελής: «Και που λές Νικολάκη μου, ενώ ήμουνα αγκαλιά με την Ελενίτσα στην καφετέρια, μπουκάρει η γυναίκα μου, την ξεμαλλιάζει, μου κοπανάει και δέκα τσαντιές στο κεφάλι, πανικός μέσα, γίναμε το ρεζίλι των σκυλιών!».

65) «Ρεντίκολο»: Προέρχεται από το ιταλικό ridicolo και σημαίνει γελοίος. Εγινε ρεντίκολο σημαίνει γελοιοποιήθηκε. Παράδειγμα: «Ο Κώστας ο Καραμανλής, προφανώς με προτροπή των image makers πήγε για ποδόσφαιρο, αλλά του βγήκε ξινό γιατί έπαθε ρήξη τετρακεφάλου και χειρουργήθηκε. Εγινε ρεντίκολο!»

66) «Ρουφιάνος», «ρουφιάνα»: Από το ιταλικόν ruffiano=μαστρωπός, προαγωγός. Μεταφορικώς σημαίνει καταδότης, σπιούνος, αλλά και ύπουλος, τιποτένιος άνθρωπος. Παράδειγμα: «Τι θυρωρός και κουραφέξαλα. Ρουφιάνος της ασφάλειας είναι!», «Ο Ανδρέας καλέ ήταν μια χαρά! Τον έφαγε αυτή η ρουφιάνα».

67) «Σαβουρογάμης» (σαβούρα+γαμώ): Σαβούρα (από το λατινικό saburra = έρμα), είναι το πρόσθετον βάρος εις πλοίο ή αερόστατον διά την διατήρησιν σταθερότητος. Μεταφορικώς σαβούρα = άχρηστα πράγματα, απορρίμματα. «Σαβουρογάμης» κατ’επέκτασιν είναι ο στερούμενος εκλεκτικότητος εραστής, ο συνάπτων ευκαιριακάς ερωτικάς σχέσεις με γυναίκας χαμηλής αισθητικής αξίας, (άσχημες, κοντές, χοντρές, κλπ). Παράδειγμα: «Μην τον ακούς ρε που περιγράφει ιστορίες. Μια ζωή σαβουρογάμης ήταν!». «Πώς; Είναι ωραία αυτό το φρόκαλο; Σαβουρογάμης είσαι ρε φίλε;». «Εχω έγκυρες πληροφορίες ότι ο χοντρός ήταν

63

Page 64: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

σαβουρογάμης στη θεσσαλονίκη. Πήδαγε ότι απομεινάρι είχε μείνει από φοιτήτριες για να τις περάσει στο μάθημα!».

68) «Σεξομανής» (σέξ+μανία): Ο μανιώδης οπαδός της ερωτικής πράξης. Παράδειγμα: Πεθερά: «Την ξεπάτωσε Καλλιόπη μου την κοπέλλα! Δέκα μέρες κλειστοί συνεχώς μέσα στο ξενοδοχείο, πρωί, μεσημέρι, βράδυ, ούτε μιά βόλτα δεν βγήκαν. Είναι σεξομανής ο άνθρωπος! Πάει το κοριτσάκι μου!» (μαρτυρία πεθεράς).

69) «Σεξοχούφταλο»: Το φαινόμενον του σεξοχουφταλισμού είναι παλαιόν, αλλά ο όρος σεξοχούφταλο (νεολογισμός) είναι πρόσφατος. Ετυμολογικώς προέρχεται από το σέξ (sex = φύλο αλλά και έρως) + χούφταλο (από το φούχτα = το κοίλον της παλάμης, φούχταλο με αντιμετάθεση). Μεταφορικώς χούφταλο (φούχταλο) σημαίνει πολύ γέρος άνθρωπος, αλλά είναι άγνωστη η εννοιολογική συσχέτισις της χούφτας με τον γέρο. Πιθανώς να παραπέμπει εις την ερωτικήν χρήσιν της χούφτας παρά των υπερηλίκων. Εν πάσει περιπτώσει, σεξοχούφταλον είναι ο υπερήλιξ όστις συνάπτει ερωτικάς σχέσεις με νεαράς δεσποινίδας, προφανώς κάνων χρήσιν της εξουσίας, που του παρέχεται είτε από την οικονομικήν του δυνατότητα, είτε από τη διασημότητα ήν διαθέτει, ή τον θώκον εξουσίας όν κατέχει. Παράδειγμα: Συζήτησις διανοούμενων: «Ωραίος ο Πικάσσο. Ακου ρε το σεξοχούφταλο 84 χρονών να έχει ερωμένη 26!», «Ο Σαλβαντόρ Νταλί δεν ήταν καθόλου σεξοχούφταλο. Υπάρχει φωτογραφία του 80 ετών με δυό μανούλια 22άρια ολόγυμνα!», «Ο Οδυσσέας Ελύτης δεν κατατάσεται στα σεξοχούφταλα, γιατί εξέπεμπε ερωτισμό στις νεαρές βιβλιόφιλες διανοούμενες», «Χούφταλο, σεξοχούφταλο, ξέρεις ρε τι σημαίνει να είσαι επώνυμος πολιτικός; Δεν είναι μόνο η Μιμή. Εκατοντάδες παλαβές νεαρές ήταν έτοιμες να ξεβρακωθούν στο κρεββάτι του Ανδρέα!».

70) «Σπασαρχίδης» (σπάω+όρχεις): Ο εκνευριστικός, ο μη κατανοών, ο ισχυρογνώμων. Παράδειγμα: «Αααα, μην είσαι σπασαρχίδης τώρα, σου είπα, πρέπει να κάνω μπάνιο πρώτα και μετά βγαίνουμε».

71) «Σπασίκλας»: Ο υπερβολικά μελετηρός, ο μονόπλευρος μαθητής, ο «σπάζων» τον εγκέφαλό του για να βάλει μέσα ‘’άχρηστες’’ γνώσεις, μη έχων άλλας ενασχολήσεις. Παράδειγμα: . «Δεν ήμουν ποτέ σπασίκλας! Ο φοιτητής που παίρνει άριστα στο σχολείο δεν παίρνει συνήθως άριστα και στη ζωή» (Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ποινικολόγος, και βουλευτής της ΝΔ).

72) «Σταφίδα»: Αποξηραμένες ρόγες σταφυλιού. Μεταφορικώς σημαίνει τον πολύ μεθυσμένο. Υπάρχουν και άλλες απολαυστικές εκφράσεις δια τα θύματα της αιθυλικής αλκοόλης, όπως «λιάδα», «ντάνα», «ντάδα», «μπουρλότο», «σκνίπα», «φέσι», κλπ. Παραδείγματα:

«Γύριζαν από σκυλάδικο μεθυσμένοι και πέσαν στη θάλασσα. Ηταν σταφίδα», «Είναι γκόλ», «Είναι κροτίδες», «Εγιναν φωτοβολίδες», «Είναι ντάνα», «Είναι στουπί στο μεθύσι», κλπ.

73) «Συκιά»: (αρχαία συκή=οπωροφόρο δένδρο), μεταφορικώς σημαίνει ομοφυλόφι λος. Η σύνδεση των εννοιών μάλλον έγινε λόγω της ωραίας γλυκειάς γεύσης των σύκων ως φρούτα, και ουχί από το κούνημα της συκιάς και το κουνιστό περπάτημα των gays όπως πολλοί πιστεύουν. Παράδειγμα: Απόσπασμα τηλεοπτικής εκπομπής: «Δεν είναι μόνον ο Ταχτσής! Είναι γεμάτη η λογοτεχνία μας από συκιές!».

74) «Συφιλιάρης»: Ο πάσχων εκ της νόσου συφιλίδος. Μεταφορικώς, ο υπόπτων ηθών καχεκτικός άνθρωπος. Δεν χρησιμοποιείται πλέον ως ύβρις.

64

Page 65: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

75) «Ταλαράς»: (από το τάλαρο, τάληρο, το πεντάδραχμο, ιταλικά tallero, γερμανικά thaler = αργυρό νόμισμα του 1519), ο κάνων υπολογισμούς με τάλαρα. Παράδειγμα: Τσιγγάνος: «Ελα καλέ κυρία, δώσε δέκα τάλαρα και πάρτο το χαλί». Μεταφορικώς «ταλαράς» είναι ο τσιγκούνης, ο φιλάργυρος, που φοβάται να ξοδέψει και ένα τάλαρο ακόμη. Παράδειγμα. «Που πήγες παιδάκι μου και εγκαταστάθηκες, στην Πρέβεζα; Εκεί είναι όλοι ταλαράδες!» (εκπρόθεσμος νουθεσία πατρός).

76) «Τενεκές ξεγάνωτος»: Πολύ παλαιά ύβρις απαξιώσεως. Τενεκές, ή ντενεκές, από το τουρκικό teneke που είναι το δοχείον εκ λευκοσιδήρου (σίδηρος + κασσίτερος). Ξεγάνωτος (ξε+γανώνω, αρχαία γανόω-ώ = προσθέτω γάνον = λαμπρότητα, γυαλάδα). Γάνωμα είναι η κασσιτέρωσις των χάλκινων και σιδηρών σκευών και γανωματής είναι ο κασσιτερωτής, επάγγελμα όπερ εξέλιπεν. Κυριολεκτικώς «τενεκές ξεγάνωτος» είναι το μη κασσιτερωθέν μεταλλικόν μαγειρικόν σκεύος, συνεπώς μη δυνάμενον να χρησιμοποιηθεί εις την μαγειρικήν λόγω κινδύνου δηλητηριάσεως, άρα χαμηλής αξίας. Μεταφορικώς «τενεκές ξεγάνωτος» σημαίνει άνθρωπος τιποτένιος, άνευ αξίας. Παράδειγμα: «Εγώ ρε δεν ήμουνα στην Εθνική Αντίσταση; Ούστ να χαθείς τενεκέ ξεγάνωτε!» (Ευάγγελος Γιαννόπουλος, δήλωσις αβρότητος προς τον υπερνομάρχην Αττικής κ.Κατριβάνον)

77) «Τζογαδόρος»: Ιταλικά gioco = τυχερό παιχνίδι, χαρτοπαιξία. Το –dore είναι βενετσιάνικη κατάληξις (Παράδειγμα: . Μιζαδόρος, κομπιναδόρος, κοτσαδόρος, μαρκαδόρος, κλπ). Τζογαδόρος = ο φανατικός παίκτης τυχερών παιχνιδιών. Τηλεθεατής: «Ε ρε τι θα δούμε ακόμα! Τον Χρυσανθακόπουλο τον είχε η Βουλή πρόεδρο στην ειδική επιτροπή καταπολέμησης του τζόγου, κι αυτός ήταν ο ίδιος τζογαδόρος φρουτάκιας στην Πάτρα!!!».

78) «Τούβλο»: Λατινικά tubulus (tublus) = μικρός σωλήνας, ελληνικά τούβλο=ψημένη πλίνθος οικοδομών. Μεταφορικώς σημαίνει άνθρωπος αμόρφωτος, βλάκας. Παράδειγμα:

«Στο δημοτικό σχολείο, ήταν το τούβλο της τάξης. Εγινε εργατοπατέρας και τώρα θέλει και βουλευτής!».

«Η σύγχρονη Ελληνική εκπαίδευση είναι ένα επιτυχημένο κεραμοποιείον! Παράγει τούβλα υψηλής ποιότητος!

79) «Τουρλουμπούκανο»: Πρόκειται περί λίαν επιτυχούς νεολογισμού εισαχθέντος προ δεκαετίας παρά ανωτέρου δικαστικού εις τα Γρεβενά, όταν ούτος μετά φίλου του μηχανικού, επιστρέφοντες οδικώς εκ μεζεδο-τσιπουροποσίας, είχον τροχαίο ατύχημα με αποτέλεσμα το στουκάρισμα του αυτοκινήτου εις παρακείμενον δένδρο. Φοβισμένος ο μηχανικός ερωτά: «Χτυπήσατε κύριε Πρόεδρε;». Συγκεχυμένος ο συνεπιβαίνων δικαστικός και ελαφρά τραυματίας απευθύνθη αστραπιαίως εις τον οδηγόν φίλον του, διατελούντα ομοίως εν ευθυμία και συγχύσει (κοινώς σταφίδα) και απλώσας την χείρα του με το σήμα της σιωπηλής πενταδακτύλου διαμαρτυρίας, διετύπωσεν την ιστορικήν φράσιν: «Ορσε τουρλουμπούκανο!». Από ιατρικής απόψεως, εις καταστάσεις συγχύσεως επιτρέπονται οι νεολογισμοί και μάλιστα παρατηρούνται αυτομάτως δημιουργούμενοι διά συνενώσεως ασχέτων λέξεων. Μια απλή ετυμολογική ανάλυσις της ύβρεως εδώ, θα μας οδηγήσει εις τας λέξεις τουρλού-τουρλού (=ανακατεμένα) + μπουκάρω (ιταλικά=boccare, = εισπλέω ορμητικά από τη μπούκα λιμανιού, μεταφορικώς σημαίνει εισβάλω βίαια) + κάνη όπλου, κανόνι (βενετσιάνικα canon = πυροβόλο όπλο). Δεν απαιτείται και πολύ φαντασία δια να ανακαλύψουν οι αγαπητοί αναγνώσται μας τον υποσυνείδητον αστραπιαίον συνειρμόν του ελαφρώς άτυχου δικαστικού, όστις μας έδωσε αυτόν τον τόσο πετυχημένο νεολογισμόν - ύβριν.

80) Τούρμπο (Turbo, από το turbine = στρόβιλος, turbocar = αυτοκίνητον με στροβιλοκινητήρα με επανα-τροφοδότηση). Μεταφορικώς, τούρμπο σημαίνει τον πολύστροφον βλάκα, το βλήμα, όστις είναι και ο πλέον επικίνδυνος, εις

65

Page 66: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

αντιδιαστολήν με τον αργόστροφον βλάκα, αποκαλούμενον και ούφο. Παράδειγμα: Δάσκαλος: «Ρίξε μια ματιά στην αυλή στο διάλλειμμα. Φαίνονται αμέσως τα τούρμπο».

81) «Τρόμπας» (ο λειτουργών ως τρόμπα = αντλία, συμπιεστής). Μεταφορικώς εννοεί τον αυνανιζόμενο, το μαλάκα, το βλάκα, δεδομένου ότι κατά τον αυνανισμόν η χείρ εκτελεί εμβολοειδείς κινήσεις ως η τρόμπα.. Παράδειγμα: Οδική στιχομυθία: «Που πας ρε στραβάδι; Τρόμπας είσαι;»

82) «Τσαμπουκαλής»: Προέρχεται από το τουρκικό Sabikal = ο καταδικασθείς εγκληματίας, ο βαρυποινίτης. Ελληνιστί σημαίνει προκλητικός, αυτός που προκαλεί για φασαρία για καυγά. Παράδειγμα: «Ισα ρέ! Αν είσαι τσαμπουκαλής, έλα να καθαρίσεις μαζί μου!» (απόσπασμα από την ταινία τα «Κόκκινα Φανάρια»). «Είπαμε στον κύριο Απόστολο να πάρει το αυτοκίνητό του από την αφετηρία των λεωφορείων και αυτός άρχισε να μας δέρνει και να φέρεται σαν τσαμπουκαλής» (μαρτυρία οδηγού λεωφορείου της Κηφισιάς στα τηλεοπτικά κανάλια, στις 17-04-2002).

83) «Τσιφούτης» (τουρκικά cifit = Eβραίος). Μεταφορικώς = ο φιλάργυρος, ο τσιγκούνης. Παράδειγμα: «Μαλαγάνα η Πάολα! Είδε και απόηδε από το πεζοδρόμιο. Παντρεύτηκε ένα γέρο τσιφούτη και σε λίγο όταν πέθανε κληρονόμησε τα πάντα!» (απόσπασμα από παλιά κινηματογραφική ταινία).

84) «Τσογλάνι» (τουρκικά icoglani = νεαρός ακόλουθος του Σουλτάνου, coglan = παιδί, coglan doctor = παιδίατρος). Μεταφορικώς τσογλάνι = παλιόπαιδο, τσόγλανος = παλιοχαρακτήρας. «Ρε το τσογλάνι, στήσαμε μια χαρά εταιρεία και ξαφνικά κάνει μπράφ και με παράτησε σύξυλο μέσα σε δυό μήνες» (δήλωσις απογοητευμένου Πρεβεζάνου επενδυτού, προδοθέντος παρά του νεαρού συνεταίρου του, όστις επροτίμησεν τον διορισμόν εις το Δημόσιον).

85) «Τσουτσέκι»: Τουρκικά cicek = λουλούδι. Ειρωνικώς και μεταφορικώς σημαίνει θρασύς, αυθάδης, πονηρός άνθρωπος, παλιοχαρακτήρας. Παράδειγμα: «Δεν φτάνει ρε τσουτσέκι που περνάς το δρόμο με stop, ζητάς και τα ρέστα από πάνω;» (ευγενική συζήτησις οδηγών εν Αθήναις).

86) «Φακελλάκιας»: Δημοσιογραφικός και λαϊκός νεολογισμός εισαχθείς μετά την μεταπολίτευσιν, διά να σημάνει τους χρηματιζομένους ιατρούς νοσοκομείων, οίτινες ελάμβανον τα χρήματα εντός φακέλλου, προς αποφυγήν δημοσιοποιήσεως. Ο όρος επεξετάθη μεταγενεστέρως και εις άλλας περιπτώσεις δωροδοκίας δημοσίων λειτουργών, ως εφοριακών, τελωνειακών, υπαλλήλων ΚΤΕΟ, αλλά και πολιτικών, δημοσιογράφων, κλπ. Παράδειγμα: «Καλός καρδιοχειρουργός, ο Μήτρου, αλλά μέγας φακελλάκιας» (δήλωσις ασθενούς), «Καλός ορθοπεδικός ο Σαραγλάκιας, αλλά αχόρταγος φακελλάκιας» (δήλωσις συζύγου χειρουργηθείσης), «Στα ΚΤΕΟ εξυπηρετούν γρήγορα, γιατί είναι φακελλάκηδες» (προφορική δήλωσις ευχαριστημένου φορτηγατζή), «Συνελήφθη ο φακελλάκιας νευροχειρουργός στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων και οδηγήθηκε με χειροπέδες στον εισαγγελέα. Λεπτό προς λεπτό: Τι δήλωσε μπροστά στην κάμερα!» (απόσπασμα τηλεοπτικών ειδήσεων).

87) «Φασίστας» και «Φασιστόμουτρο»: Συχνή πολιτική ύβρις. Προέρχεται από το ιταλικό fascista που αποτελεί το όνομα των μελών του κόμματος του Benito Musolini, ο οποίος πήρε το όνομα από το fascis-fasciae που είναι οι δεσμίδες από βέργες φτελιάς ή σημύδας, δεμένες με ερυθρά ταινία, τις οποίες κρατούσαν οι λίκτορες ενός άρχοντα, ή ηγέτη της αρχαίας Ρώμης, ως σύμβολο εξουσίας και πυγμής. Κυριολεκτικώς τον φασισμό (fascismo) δεν τον εφεύρε ο Benito Musolini απλώς τον οριοθέτησε με σαφήνεια (αυταρχικόν καθεστώς με συνδυασμό εθνικισμού, μιλιταρισμού, αντικομμουνισμού, ρατσισμού, με δημαγωγία και λαϊκόν έρεισμα). Εις την Ελληνικήν επικράτειαν αυτοπροσδιοριζόμενο φασιστικό κόμμα δεν υπήρξε ποτέ,

66

Page 67: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

πλήν όμως υπήρχαν και υπάρχουν σχηματισμοί με παρόμοια ιδεολογία, όπως οι δικτατορίες, Πάγκαλου, Ιωάννου Μεταξά, Γεώργιου Παπαδόπουλου, και κατά δημοσιεύματα του τύπου, τα μεταπολιτευτικά κόμματα τύπου ΕΠΕΝ, κλπ. Ολως παραδόξως, εν τη πράξει επικράτησε η ύβρις «φασίστας» και «φασιστόμουτρο», να εκτοξεύεται κατά κανόνα από οπαδούς του Πασόκ, του ΚΚΕ και άλλων κομμάτων της αριστεράς εναντίον οπαδών της Νέας Δημοκρατίας! Η ύβρις χρησιμοποιείται συχνάκις προς χαρακτηρισμόν προσώπων αυταρχικής νοοτροπίας. Είναι ενδιαφέρον να επισημανθεί ότι σε δημοσκόπηση του Απριλίου 2002, αποκαλύφθηκε ότι το 25% των ψηφοφόρων του Πασόκ είναι φίλια προσκείμενο και θεωρεί ότι η χούντα του 1967 «έκανε καλό στη χώρα», ενώ το αντίστοιχο 42% των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας πιστεύει το ίδιο! Παραδείγματα: «Γκίκα φασίστα παραιτήσου» (πηχαίος τίτλος της εφημερίδας «Τα Νέα», του 1975). «Ο φασίστας Λεπέν στην Αθήνα» (τίτλοι εφημερίδων του 1982). «Μας φέραν δυό καινούργιους υπάλληλους με το ΑΣΕΠ στην υπηρεσία. Ο ένας είναι

ένας νεαρός σκέτο φασιστόμουτρο» (δήλωσις υπαλλήλου, το 2002). «Ο διευθυντής μας είναι φασίστας ο άνθρωπος». (δήλωσις άλλου υπαλλήλου). «Σόκ στη Γαλλία. Ανοδος του φασίστα Λεπέν στο 17%» (τίτλοι ειδήσεων της 24ης

Απριλίου 2002).

88) «Φευγάτος»: Είναι ο απόμακρος, ο σχιζοειδής, ο ιδιόρρυθμος, ο απομονωμένος, ο εσωστρεφής. Παράδειγμα: «Ο Δημοσθένης ήταν μαθητής του 20. Και σήμερα ακόμα είναι διάννοια!» «Τι να τον κάνω εγώ; Αφού είναι φευγάτος!».

89) «Φλογέρας», «φλογέρα»: Από το αλβανικό flojere = ξύλινος ποιμενικός αυλός. Μεταφορικώς φλογέρα είναι ο αφελής, ο ανώριμος, ο ασυνείδητος, ο ανεύθυνος. Η εννοιολογική συσχέτισις της φλογέρας με το διανοητικόν έλλειμμα έχει δύο εκδοχάς. Η μία είναι η ανεμελιά, η ξενοιασιά, και η αφέλεια του ποιμένος όστις εις το γαλήνιον και ήρεμον ορεινόν τοπίον παίζει ύπτιος τη φλογέρα του. Η δεύτερη εκδοχή είναι οι οπές της φλογέρας οι οποίες αντιστοιχούν εις υποτιθεμένας οπάς του κρανίου από όπου υποτίθεται ότι διέρρευσεν ο εγκέφαλος του υποκειμένου. Παράδειγμα: «Σοβαρέψου παιδί μου! Πάψε νάχεις το μυαλό φλογέρα!»

90) «Φλόμπας»: Λανθασμένη εκδοχή, παραλλαγή του τρόμπας. Παράδειγμα: Πιτσιρικάδες: «Πως παίζεις έτσι Playstation ρε φλόμπα; Τι είναι το τηλεχειριστήριο, γκλίτσα είναι;»

91) «Φλούφλης» (ετυμολογικά πιθανώς από το αγγλικό flue = καπνοδόχος, με διπλασιασμό, ή το γαλλικό fluer = ρέω): Μειωτικός χαρακτηρισμός για τον αφελή, επιπόλαιο, ρηχό, χαζό άνθρωπο, χωρίς γνώσεις και κρίση. Παραδείγματα:

«Ηταν ωραίος ο Μπάμπης ο φλού» (Ρόκ τραγούδι του αείμνηστου Παύλου Σιδηρόπουλου),

«Πως έγινε γιατρός; Ελα ντέ; Ηταν ο φλούφλης της τάξης μας στο Δημοτικό! (Συμμαθητής)

92) «Φλώρος» (αρχαία χλωρίον, με παρετυμολογική επίδραση του φλωρίον = πουλί). Μεταφορικώς σημαίνει τον κομψευόμενον νεαρόν, με συμπεριφοράν μη αρμόζουσα εις άνδρα. Παράδειγμα:

«Κατά τη γνώμη μου οι σημερινοί νέοι είναι φλώροι» (Ηλίας Πετρόπουλος, άρθρο στην «Ελευθεροτυπία»).

«Ο Γιάννος; Αυτός είναι φλώρος και προικοθήρας!» (Γ.Κουρής, εκδότης της «Αυριανής», τηλεοπτική συνέντευξη).

93) «Φραγκοφονιάς» (λεξιπαίγνιον από το φράγκο + φονιάς). Μεταφορικώς είναι ο φιλάργυρος, ο τσιγκούνης. Παράδειγμα: . «Μερικοί σουλατσάρουν απλώς στην παραλία χωρίς να πίνουν ούτε ένα καφέ! Φραγκοφονιάδες παιδί μου!».

67

Page 68: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

94) «Φυτό»: Ότι φύεται, βλαστάνει στο έδαφος. Μεταφορικώς στην ιατρική, σημαίνει τον άνθρωπο σε κώμα λόγω εγκεφαλικής βλάβης. Μεταφορικώς στην κοινωνιολογία σημαίνει άτομο άνευρο, χωρίς σπιρτάδα, ανόητο, χωρίς πρωτοβουλίες και ενδιαφέροντα, εσωστρεφή και υποτονικό, Παράδειγμα: Συμμαθητής: «Μπορεί να είναι πρώτος μαθητής στην τάξη ο Ηρακλής, αλλά τι να το κάνω εγώ αφού είναι φυτό!». Ο σύζυγος: «Πού γυρίζεις χριστιανή μου όλη μέρα; Εχεις και σπίτι!» Η σύζυγος: «Αααα, αγάπη μου αν ήθελες φυτό για γυναίκα, ας έπαιρνες ένα ούφο».

95) «Χασάπης»: (τουρκικά kasap = κρεοπώλης, σφαγέας). Μεταφορικώς = αδέξιος χειρουργός. Παράδειγμα: . «Μου την έφαγαν οι χασάπηδες οι γιατροί τη μάνα μου». Επίσης σημαίνει και τον αφηρημένο τεχνικό κινηματογράφου. Ο ιδιωματισμός «χασάπη γράμματα» είναι παλαιά φράσις διαμαρτυρίας θεατών κινηματογράφου όταν εξηφανίζοντο τα γράμματα εκ της οθόνης, λόγω κακού καδραρίσματος της δέσμης προβολής, ή λόγω κακής εστίασης του φακού, ενώ σκέτο «χασάπη» αναφωνούσαν επί δικτατορίας όταν εμφανώς εις κάποιαν προβολήν εγένετο αντιληπτόν ότι απουσίαζεν τμήμα της ταινίας, λόγω λογοκρισίας.

96) «Χάχας»: Από το επιφώνημα χά-χά. Ο φαιδρός, ο συνεχώς γελών, ο γελοίος. Παράδειγμα: Δασκάλα: «Χρήστο, σταμάτα επιτέλους! Σοβαρέψου βρε χάχα!»

97) «Χέστης»: Αυτός που συχνά αποπατεί. Μεταφορικώς χέστης είναι ο πολύ δειλός, ο φοβιτσιάρης. Η μεταφορά οφείλεται εις την διάρροιαν ή επιτακτικήν αφόδευσιν ήν προκαλεί ο έντονος φόβος ενίοτε. Υπάρχουν μαρτυρίαι ότι κατά τας μάχας των δύο τελευταίων παγκοσμίων πολέμων, το 30% των στρατιωτών «τα έκανε πάνω του!». Συνιστούμεν εις τους αναγνώστας να ιδούν την κινηματογραφική ταινία «Κόκκινη λεπτή γραμμή» (σε Video πλέον) την καλύτερη αντι-πολεμική ταινία όλων των εποχών. Παράδειγμα: «Αυτός να ανοίξει μαγαζί; Αυτός είναι χέστης. Στην άσκηση ‘’Παρμενίων’’ τάκανε πάνω του μόλις άκουσε τα πυροβόλα» (δήλωσις ταγματάρχου δια στρατιώτην που επίκειτο να απολυθεί και εδήλωσεν υποψήφιος έμπορος).

98) «Χλεμπονιάρης»: «Χλεμπόνα» σημαίνει το αγγούρι ή πεπόνι που σαπίζει. Μεταφορικώς «χλεμπόνα» είναι η κιτρινιάρα γυναίκα αλλά μεταπολεμικώς σημαίνει κυρίως απόχρεμψις, ή υλικόν αποχρέψεως (=πτύελα). Κατ’ επέκτασιν «χλεμπονιάρης» είναι ο αποβάλλων πτύελα δι αποχρέμψεως, ο χτικιάρης, ο αηδιαστικός. Παραδείγματα:

«Σταμάτα ρε χλεμπονιάρη να φτύνεις στην παραλία!». Υπενθυμίζομεν ενταύθα και την ανεκδιήγητον πινακίδαν ήτις υπενθύμιζεν το

αυτονόητον «Μη πτύετε κατά γής» ή «μη πτύετε επί του δαπέδου» ήτις εκόσμει καφενεία λαϊκών στρωμάτων, όπως διά παράδειγμα το άλλοτε «Café Oλύμπια» της παραλίας Πρέβεζας.

«Με είχαν συλλάβει οι Γερμανοί και με ανέκριναν δεμένο χειροπόδαρα. Που είναι ρέ οι αντάρτες και τα πυρομαχικά; Με ρωτάει ο αξιωματικός. Του τραβάω μια χλεμπόνα στη μούρη που έγινε παπαρούνα από το κακό του. Ε αυτό ήταν! Μετά, τράβηξα τα μαρτύρια του Ιησού Χριστού!» (τηλεοπτική αφήγησις πατριώτη της Γερμανικής κατοχής)

99) «Χουντικός»: Στέλεχος ή οπαδός δικτατορικού καθεστώτος, οπαδός της χούντας. Η λέξις χούντα προέρχεται από το ισπανικόν junta που αρχικώς σημαίνει εταιρεία, μεταφορικώς δε στρατιωτικήν ομάδα ήτις καταλαμβάνει την εξουσίαν διά της βίας και επιβάλλει αυταρχικόν καθεστώς. Παράδειγμα:

Αρθρον εις εφημερίδα: «Πολλοί χουντικοί έγιναν αντιστασιακοί από τη μια μέρα στην άλλη. Οι μισοί γράφτηκαν στη Νέα Δημοκρατία και οι άλλοι μισοί στο Πασόκ».

Δήλωσις υπαλλήλου: «Δεν ξέρω ακριβώς που ανήκει πολιτικά, αλλά ο Δασάρχης έχει χουντική νοοτροπία!».

68

Page 69: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Ενίοτε χρησιμοποιείται και η παραλλαγή της λέξεως χουντικός «χουνταίος-χουνταίοι». Παράδειγμα: Αποτυχών υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος: «Ε, ρε που καταντήσαμε, να εκλεγούν στο Δήμο οι χουνταίοι!».

100) «Χούφτερμαν», ή «Hufterman»: Από το χούφτα+man = ο άνδρας της χούφτας, ο χουφτώνων το πέος του, ο αυνανιζόμενος, ο μαλάκας, ο βλάκας, ο ανόητος. Συνθηματική έκφρασις συννενοήσεως εις δημοσίους χώρους. Παράδειγμα: . «Ποιος ήταν αυτός;», «Χούφτερμαν!».

101) «Χτικιάρης» είναι ο φυματικός, χτικιό είναι η φυματίωση. Μεταφορικώς χτικιάρης είναι ο καχεκτικός, ο κιτρινιάρης, ο ωχρός, ο αδύνατος με όψιν πάσχοντος. Παράδειγμα: . Φρόσω: «Αυτή η κουκλάρα, τάφτιαξε με αυτόν τον χτικιάρη; Δεν το πιστεύω! Τι του βρήκε ρέ;».

102) «Ψείρας»: Ο σχολαστικός, ο λεπτολόγος, ο φιλάργυρος. Προήλθε από την ψείρα, διότι η διαδικασία ξεψειρίσματος άλλοτε ήτο χρονοβόρος, και ο σχολαστικός λεπτολόγος εξ ορισμού είναι χρονοβόρος. Το επίθετο δεν ενέχει πάντα υβριστικήν χροιάν, αλλ’ ενίοτε και επαινετικήν. Παράδειγμα: .

Φορολογούμενος: «Πως; Θές να δείς όλα τα τιμολόγια; Τι ψείρας είσαι χριστιανέ μου!».

Υπάλληλος: «Κύριε Διευθυντά δώστε τη μελέτη στον Αναξίμανδρο. Θα κάνει καλή δουλειά, είναι ψείρας αυτός!».

103) «Ψυχοπαθής», «Παλαβός»: Ο πάσχων εκ ψυχικής νόσου. Μεταφορικώς ο έχων ανεξήγητη συμπεριφορά, ο συμπεριφερόμενος ως πάσχων εκ ψυχικής νόσου. Παράδειγμα: . «Πως αποστρατεύθηκε νομίζεις σαράντα χρονών; Τον ξεφορτώθηκαν! Είναι ψυχοπαθής ο άνθρωπος! Και τώρα, σουλατσάρει!». Υφίσταται ως ιδιωματισμός και η ρητορική ερώτησις «ψυχοπαθής είσαι;» ή άλλως «παλάβωσες», φράσεις δυκνύουσες έντονον απορίαν, δυσφορίαν και διαμαρτυρίαν διά λόγον ή γεγονός ακατανόητον και μη λογικόν. Παράδειγμα: .

Ασθενής εις το ΙΚΑ: «Γιατρε τσίμπα το βιβλιάριο και βγάλε δυό μήνες αναρρωτική άδεια να ξεκουραστώ!»

Γιατρός: «Παλάβωσες χριστιανέ μου;». «Τους έφυγες ή σ’αμολήσανε;»

69

Page 70: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 9ο :Υβριστικά επίθετα γυναικών

Υβριστικά επίθετα γυναικών: Διά υποκείμενα γυναίκας, χρησιμοποιείται ομοίως πλούσιον λεξιλόγιο επιθέτων εις την καθ’ημέραν πράξιν, αλλά σημασίαν έχει πόθεν προέρχεται η εκτόξευσις του υβριστικού επιθέτου, εξ ανδρός ή εκ γυναικός; Ενίοτε η ιδία λέξις έχει διαφορετικήν σημασίαν ως ύβρις, εάν εκτοξεύεται από άνδρα προς γυναίκα, ή από γυναίκα προς γυναίκα.

Η αλήθεια είναι ότι ύβρεις εναντίον γυναικών εκτοξεύονται κατά κανόνα από γυναίκες. Σπάνιον εστί άνδρας τις να υβρίσει γυναίκα, και όταν συμβαίνει αυτό τα βασικά αίτια είναι τρία: (α) Κατάφωρη προσβολή του από τη γυναίκα εκδηλουμένη με εκδικητισμόν, (β) αλκοολισμός, και (γ) ψυχοπαθητική συμπεριφορά από άτομα του λεγομένου λούμπεν προλεταριάτου. Παράδειγμα: «Ησουνα τι ήσουνα μια παξιμαδοκλέφτρα, τώρα που σε πήρα εγώ γυρεύεις σούρτα φέρτα!» (ρεμπέτικον άσμα του Πρόδρομου Τσαουσάκη). Ενταύθα ο παραδοσιακός αοιδός, υβρίζει εμμέσως πλήν σαφώς την κυρία του, αποκαλύπτων το βεβαρυμένον ηθικόν παρελθόν της, και αυτό διότι δεν εξετίμησεν το γεγονός ότι αυτός την ενέταξεν εις το ευπρεπές κοινωνικόν γίγνεσθαι! Ως εκ τούτου την εκδικείται εις τον κοινωνικόν περίγυρον, υπενθυμίζων δεόντως ποία ήτο πρίν!

Δέον όπως σημειωθεί, ότι ύβρεις εκτοξευόμεναι εκ γυναικών προς γυναίκας είναι λίαν απολαυστικαί διότι πάντοτε συνοδεύονται υπό κραυγών και χειρονομιών. Ως εκ τούτου, έν απλόν έντυπον πόνημα, ως το παρόν, είναι ανεπαρκές διά την κάλυψιν του θέματος και θα απαιτείτο εκπαιδευτικόν νideo διά μιάν αντικειμενικήν περιγραφήν.

Αλφαβητικά παραδείγματα υβριστικών επιθέτων προς γυναίκας:

1) «Άθλια» = Δυστυχισμένη, αξιολύπητη. Μειωτικό επίθετο. Παράδειγμα: . «Δεν κοιτάς τα χάλια σου μωρή άθλια! Μούθελες και έρωτες!»

2) «Αλανιάρα»: Αυτή που ζεί στις αλάνες, στα αλάνια, η γυναίκα του δρόμου, μεταφορικώς η ανήθικη, η γλεντζού, η εναλάσσουσα ερωτικούς συντρόφους. Παράδειγμα:

«Μεγάλη ιστορία η Μαρία. Γυρίζει τα βράδυα, καλοπερνάει με τον έναν και με τον άλλον! Εκανε και εξώγαμο. Αλανιάρα!».

«Αλανιάρα και τσαχπίνα, δεν υπάρχει στη Ραφήνα!» (ρεμπέτικον άσμα).

3) «Βλήτο»: Λανθασμένη ορθογραφία, το ορθόν είναι βλίτο (αρχαία βλίτον = είδος φυτού, χορταρικό, έφαγεν βλίτα = ανοηταίνει, έχει ψευδαισθήσεις). Μεταφορικώς σήμερα, βλίτο = ανόητος, βλάκας. Παράδειγμα: Μαρία προς Ευτέρπη: «Τώρα πού θα έρθει ο Κώστας, δεν θα μιλάς καθόλου εσύ! Τάκουσες βλίτο;». Εννοεί να μην ανοίξει το στόμα της η Ευτέρπη και προγκήξει ο γαμπρός.

4) «Βούρλο»: Φυτό βάλτων άνευ αξίας, μεταφορικώς ανόητη, ηλίθια. Παράδειγμα: «Θα καλέσουμε και τη Θάλεια στο πάρτι;», «Δεν θέλω βούρλα!».

5) «Γαμημένη»: Κυριολεκτικώς η λέξις σημαίνει το διακορρευθέν κοράσιον, ή την οψίμως διακορευθείσαν γυνήν, την έχουσα δηλαδή απολέσει την παρθενίαν της, σημαίνει όμως και την έχουσα εξωσυζυγικάς σχέσεις (την γαμημένην εκτός γάμου δηλαδή!). Μεταφορικώς η έχουσα χάσει κάθε αξίαν, η ανήθικη, η άνευ υπολήψεως.

70

Page 71: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Παράδειγμα: . «Τι τινάζεις τις κουβέρτες πάνω από το μπαλκόνι μου μωρή γαμημένη;» (Καυγάς γυναικών πολυκατοικίας λαϊκής συνοικίας).

6) «Γίδα»: Είναι η κατσίκα. Ετυμολογικώς η λέξις προέρχεται από το αρχαίον αίξ-αιγός-αιγίδιον. Η λέξις γίδα ήτο συχνή προπολεμική και μεταπολεμική ύβρις μεταξύ συζύγων, αλλά έχει ατονήσει εις χρήσιν. Το ερώτημα που τίθεται είναι, τι εννοεί ο υβριστής σύζυγος αποκαλών γίδα τη σύντροφό του εν εκνευρισμώ και γιατί επελέγη αυτό το συμπαθές ζώον ως ύβρις γυναικός και ουχί λόγου χάριν το πρόβατον; (Παράδειγμα: προβατίνα). Οι κατέχοντες έστω και ολίγας κτηνοτροφικάς γνώσεις ή οι φίλοι ορειβάται, θα ενθυμούνται ότι κατά την βόσκησιν των αμνοεριφίων υφίστανται σημαντικαί διαφοραί ως προς την συμπεριφοράν των συμπαθών αυτών οικόσιτων ζώων. Τα μεν πρόβατα βοσκούν ήρεμα και συγκροτημένα και μάλιστα εις ευρείς χώρους (Πχ. εις λιβάδια οροπεδίων), ενώ τα γίδια βοσκούν διάσπαρτα και ασυγκρότητα και μάλιστα εις απόκρημνα και επικίνδυνα σημεία (πχ. λαγκάδια, γκρεμοί, απότομες κορφές ορέων, κλπ). Μάλιστα, αυτό αποτελεί έναν επιπλέον κόπον διά τους ατυχείς κτηνοτρόφους εις την περισυλλογήν των, εξ ού και ο όρος αγριοκάτσικα. Ποίηση: «Φτενά χωράφια κρατημένα σε πεζούλια κι’άπιαστες γίδες που κρεμιούνται σε γκρεμούς» (Γ.Κοτζιούλας, ποιητής των Τζουμέρκων). Συνεπώς, διά την ύβρεως γίδα, ο πνέων τα μένεα ατυχής σύζυγος, ενσυνειδήτως αφήνει υποννοούμενον ότι η συμβία του είναι ελευθέρας βοσκής και δυσκολεύεται να τη συμμαζέψει εις το μαντρί! Παράδειγμα:

«Γιατί δεν μαγείρεψες τίποτα;» «Ημουν στις φίλες μου!» «Θα συμμαζευτείς ποτέ μωρή γίδα, ή θα σε μαυρίσω στο ξύλο;».

7) «Γλάστρα» (Από την αρχαία λέξη γάστρα = κοιλιά αγγείου > γράστα > γράστρα με ανομοίωση). Μεταγενεστέρως έλαβεν την έννοιαν πήλινου ή σήμερον πλαστικού δοχείου με χώμα και λουλούδια. Μεταφορικώς από το 1990, γλάστρα σημαίνει καλλίγραμμη δεσποινίς, εκτελούσα χρέη διακοσμητικού στοιχείου εις τηλεοπτικήν εκπομπήν, με σκοπόν την απόσπασιν της προσοχής των αιδοιοπενικών τηλεθεατών. Παράδειγμα: «Η Σουζάνα η Τσιμπουκίδου, ξεκίνησε σαν γλάστρα στο Terra Channel, μετά συνέχισε σαν φωτομοντέλο, και τώρα χτυπάει βραδυνά με επώνυμους με 3000 Εuro» (σχόλιον εις κουτσομπολίστικο περιοδικό). Καταχρηστικώς, ο όρος γλάστρα χρησιμοποιείται και διά άνδρας συμμετέχοντες εις πάνελ εκπομπών, αντί του ορθότερου όρου «μαϊντανός», με την προσβλητικήν έννοιαν του άχρηστου, του παρευρισκομένου απλώς για να φαίνονται πολλά τα άτομα. Παράδειγμα: «Επί τέλους κ Τριανταφυλλόπουλε, όλο οι ίδιοι και οι ίδιοι μιλάνε! Εγώ γιατί ήρθα στην εκπομπή σας, για γλάστρα;» (διαμαρτυρία προσκεκλημένου εις την εκπομπήν Κίτρινος Τύπος). Γιώργος: «Αααα! Δεν χρειάζεται να λές πολλές κουβέντες ως υποψήφιος στις εκλογές! Αρκεί να είσαι καλοντυμένος και ωραίος. Πώς βγήκε πρώτος ο Στέλλιος νομίζεις; Ως γλάστρα! Ασπρο πουκαμισάκι, γραβατούλα και καλό παράστημα!» (σχόλιον ατυχήσαντος υποψηφίου).

8) «Γυρίστρω»: Εκ του γυρίζω = περιστρέφομαι, μεταφορικώς η περιφερομένη γυναίκα ελευθερίων ηθών, η άτυπος άμισθος ιερόδουλος. Παράδειγμα: «Γυριστρούλα, σε φοβάμαι» (έντεχνον άσμα)

9) «Ηλίθια» (αρχαία ηλίθιος από το επίρρημα ήλιθα = μάταια): Ηλίθια = η ανόητη, η βλάξ γυνή.

10) «Θείτσα» (= θωπευτικό υποκοριστικόν της θείας): Μεταφορικώς, «θείτσα» σημαίνει λαϊκή νοικοκυρά περιορισμένης αντιλήψεως και κοινωνικής συμμετοχής. Υποτιμητική ύβρις διά γυναίκα, κατά κανόνα εκ γυναικών διατυπούμενη. Παράδειγμα: Ο σύζυγος: «Πού σουλατσάρεις όλη μέρα χριστιανή μου; Σπίτι δεν έχεις;». Η σύζυγος: «Τι θές να κάνω; Να κάθομαι στο διαμέρισμα και να λέω τον καφέ με τις θείτσες;».

71

Page 72: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

11) «Κατίνα»: Υποκοριστικόν του ονόματος Αικατερίνη. Μεταφορικώς, σημαίνει λαϊκή γυναίκα, με έλλειψη καλών τρόπων, με απρεπή συμπεριφορά, και έλλειψη καλαισθησίας. Παράδειγμα: «Να πάω στο καρναβάλι γυναικών; Τι να δώ, τις κατίνες και τα ξέκωλα;»

12) «Καρακάξα»: Είναι το πουλί κίσσα, ή, μακρόουρος. Μεταφορικώς σημαίνει την άσχημη και γλωσσού γυναίκα, τη φλύαρη κουτσομπόλα, και η μεταφορά αποδίδει την ιδιότητα των κακόηχων κραγμών του πτηνού εις τας ανοήτους φλυαρίας της υβριζομένης κυρίας. Παράδειγμα: «Σκάσε μωρή καρακάξα!» (απόσπασμα από γυναικείαν διαλεκτικήν γειτονιάς).

13) «Καργιόλα», «Καριόλης»: (ιταλ. Carriola = παλιό ξύλινο κρεβάτι). Μεταφορικώς σημαίνει παλιάνθρωπος. Παράδειγμα: . «Η καριόλα η Ντίνα, εκμεταλεύθηκε το ερωτικό του πάθος και τον μάδησε τον Πέτρο». (σχόλιον φίλου του μαδηθέντος).

14) «Καρπουζόκωλη»: Η έχουσα ευμεγέθεις στρογγυλούς γλουτούς, η χοντροκώλα. Παράδειγμα: Παρατηρητής: «Εχουν πλάκα οι καρπουζόκωλες γιατί καθώς τις βλέπεις από μπαλκόνι, τα ημισφαίρια πάλλονται σαν τις μπίλιες στο μπιλιάρδο!»

15) «Κότα»: (θήλυ του κόττος = πετεινός, όρνιθα): Επειδή αι όρνιθες αδυνατούν να πετάξουν, κατέληξαν ως τα ιδεώδη οικόσιτα πτηνά, μη εκτιμώνενα δεόντως παρά τοις λαικοίς στρώμασι. Μεταφορικώς, ‘’κόττα’’ ως ύβρις διατυπούται κατά κανόνα εκ γυναικών και σημαίνει την χαζή γυναίκα, την απλοϊκά συμπεριφερόμενη. Παράδειγμα: «Τι να πάω να δώ στο καρναβάλι γυναικών; Τις κότες και τα ξέκωλα;». Ο ιδιωματισμός «να τον κλαίν κι οι κόττες» σημαίνει τον αξιολύπητον, τον ευρισκόμενον εις αθλίαν κατάστασιν. «Περνώ ζωή και κότα» σημαίνει καλοπερνάω. «Κοιμάται με τις κότες» σημαίνει πέφτει για ύπνο νωρίς, όπως οι κότες. «Η γριά η κότα έχει το ζουμί» σημαίνει ότι η ώριμη κυρία είναι πιο έμπειρη ερωτικά.

16) «Κουτσομπόλα»: (Κατά τον Μ.Φιλήντα, ετυμολογία από το κόβω + μπολιάζω = κοψομπολιάζω). Μεταφορικώς, «κουτσομπόλα» είναι η ασχολουμένη υπερβολικώς με την κοινωνικήν κριτικήν, η κακολογού, η σχολιάζουσα κακοήθως τους άλλους. Παράδειγμα: «Πρόσεξε τι λές! Είναι κουτσομπόλα η Μαγδάλω! Τα κυκλοφορεί όλα σε χρόνο ρεκόρ» (προτροπή φίλης προς φίλη).

17) «Λεσβία» και «Λέσβω»: Η καταγόμενη εκ της νήσου Λέσβου. Μεταφορικώς η ομοφυλόφιλη γυναίκα, αλλά ενίοτε και η εμφανίζουσα ανδροπρεπήν συμπεριφοράν. Παράδειγμα: «Την ξάπλωσα στον καναπέ μια ώρα, την έγδυσα, τη φιλούσα και αυτή αγρόν ηγόραζε! Μήπως είναι Λέσβω ρε μαλάκα;»

18) «Μαλακισμένη»: Κυριολεκτικώς η αυνανιζόμενη, μεταφορικώς η χαζή, η αφελής. Παράδειγμα: «Μωρή μαλακισμένη Φρόσω, δεν σου είπα να μη ξαναβγείς μ’αυτό το αρχίδι τον Παύλο;».

19) «Μουνόπανο»: Πανί απορρόφησης εμμήνων, μεταγενεστέρως σερβιέττα. Μεταφορικώς, γυναίκα άχρηστη για πέταμα, χαρακτήρας άνευ αξίας.

20) «Μουσίτσα»: Υποκοριστικόν του ιταλικού muso = μικρό έντομο πού αναπτύσσεται σε βαρέλια μούστου. Μεταφορικώς σημαίνει γυναίκα ύπουλη, πονηρή και υποχθόνια. Παράδειγμα: «Οσο και να σου φαίνεται παράξενο Ευτέρπη μου, αυτήν έχει γκόμενα, κι’ άς μην της φαίνεται! Είναι μια μουσίτσα αυτή!!!».

72

Page 73: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

21) «Μπαχατέλα»: Λέξις της αργκό (=γλώσσα του πεζοδρομίου). Δεν υφίσταται ετυμολογική προέλευσις. Ηχητικώς παραπέμπει εις το «μπάχαλο» =ακανατωσούρα, ανωμαλία, και σημαίνει γυναίκα άσχημη, ασύμμετρη και πλαδαρή. Παραδείγματα: «Κοίτα ρε ο Μάνθος! Μετά το διαζύγιο ξαναπαντρεύτηκε μανούλι, ενώ εμείς μείναμε με τις μπαχατέλες!» (συζήτησις εγγάμων κυρίων εις πιτσαρίαν).

22) «Μωρή»: Κυριολεκτικώς σημαίνει πνευματικά καθυστερημένη, η χαζή, η βλάξ. Μωρία εις την ιατρικήν είναι η βαρεία πνευματική καθυστέρησις. Εις την καθημερινήν χρήσιν όμως το «μωρή» όπως και το «μωρέ» δρούν ως απλά κλητικά επιφωνήματα όπως το «βρέ», συχνάκις δε εμπεριέχουν και φιλικήν χροιάν. Παραδείγματα: «Μωρηηή!!! Τόκαψες το παστίτσιο;» (σχόλιον αβρότητος μητρός προς κόρην), «Σ’αγαπάω μωρέ Στέφανε και γι’αυτό σε ζηλεύω!» (δήλωσις ερωτευμένης κορασίδος).

23) «Ξέκωλο»: (ξε+κώλος) είναι το κοράσιον μετά λίαν προκλητικής ενδυμασίας. Προσφάτως η αποκάλυψις γυμνών σημείων δεν ακουλουθεί ουδένα κανόνα αισθητικής και συμμετρίας. Ούτω απεκαλύφθησαν εις κοινήν θέαν μαστοί κατά 50%, ώμοι 100%, κοιλιακή χώρα και ομφαλός 100%, γόνατα διά μέσου οπής, και όλα αυτά με συνδυαμόν διά αντιαισθητικών υψηλών υποδημάτων κλπ. Παραδείγματα: «Το Σάββατο βγαίνουν όλα τα ξέκωλα στην παραλία» (σχόλιον κυρίας). «Τι να το κάνω εγώ το μικρό ρέ; Που να το κυκλοφορήσω το ξέκωλο; Θα με κάνει ρεζίλι!» (συζήτησις μεσηλίκων κυρίων).

24) «Ξεσαλωμένη»: Το ρήμα «ξεσαλώνω» είναι σχετικώς πρόσφατον εις το νεοελληνικόν λεξιλόγιον και σημαίνει ότι υπερβαίνω τα επιτρεπτά όρια, ξεπερνώ τους φραγμούς της επικρατούσης λογικής και της ηθικής. Εν ελευθέρα αποδόσει, «ξεσαλωμένη» είναι η κυρία ή δεσποινίς ήτις ‘’τόχει ρίξει έξω’’ μη υπολογίζουσα την κοινωνικήν κριτικήν. Ετυμολογικώς το «ξεσαλώνω» μάλλον προέρχεται από παράφρασιν του ρήματος «ξεσελώνω» = αφαιρώ τη σέλαν από το άλογο, και – εννοιολογικώς - δεδομένου ότι μετά το ξεσέλωμα τόσον ο αναβάτης όσο και το άλογο αισθάνονται πιο άνετα και κινητοποιούνται πιο ελεύθερα, άρα και η «ξεσαλωμένη» κυρία, μετά από κάποιαν άρσιν φραγμού κινητοποιείται κοινωνικώς πιο ελεύθερα. Μια ολιγώτερον επικρατεστέρα εκδοχή, είναι να προέρχεται από το ξε+σάλα (=αίθουσα υποδοχής, σαλόνι), συνεπώς «ξεσαλωμένη» είναι η κυρία ήτις μεταφορικώς ‘’βγήκε εκτός σαλονιού’’ άρα κινείται εις το περιθώριον. Παραδείγματα: «Δεν πέρασαν 3 μήνες από την κηδεία του άντρα της και ξεσάλωσε η κυρία Χαρίκλεια!» (σχόλιον γειτόνισσας). «Που γυρίζεις κάθε βράδυ μωρή ξεσαλωμένη; Παιδιά δεν έχεις;» (ερώτησις ατυχήσαντος συζύγου, όστις αποφεύγει τους ξυλοδαρμούς και τας δολοφονίας προς χάριν των τέκνων).

25) «Οχιά»: (αρχαία έχις, με επίδραση του όφις, έγινε οχιά = έχιδνα, δηλητηριώδες ερπετό). Μεταφορικώς σημαίνει γυναίκα ύπουλη, μοχθηρή, επικίνδυνη, που στάζει φαρμάκι. Παράδειγμα: Γιάννης: «Ωχ τι έπαθε ο έρμος ο Στράτος! Παντρεύτηκε την οχιά. Θα τον ρουφήξει αυτή!»

26) «Παρτουζιάρα»: Παρτούζα (γαλλικά partouze) σημαίνει ομαδικός έρωτας και προέρχεται από τo γαλλικό par tous = με όλους. Ουδεμίαν σχέσιν έχει με το λογοπαίγνιον «πάρτυ με ούζα». Παρτουζιάρα κατ’ επέκτασιν είναι η γυναίκα η συμμετέχουσα εις ομαδικόν έρωτα, δηλαδή με πολλούς άνδρας. Μεταφορικώς παρτουζιάρα είναι η ελευθερίων ηθών γυναίκα, η χωρίς προκαταλήψεις. Παράδειγμα: «Που τη βρήκες Χριστιανέ μου! Αυτή είναι παρτουζιάρα! Εχει κάψει χιλιόμετρα ο κινητήρας!!!»

27) «Πορδή» και «Πορδίτσα»: Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για γυναίκα. Σημαίνει γυναίκα άνευ αξίας. Παραδείγματα: «Εσύ μωρή τι πετάγεσαι σαν πορδή;»

73

Page 74: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

(πατήρ προς κόρην) «Ποια τραγουδίστρια; Αυτή είναι πορδίτσα!» (Δ.Χριστιανόπουλος).

28) «Πόρνη»: (αρχαία, πέρνημι=πουλώ), η ιερόδουλος, η επί χρήμασι εκδιδομένη γυνή. Μεταφορικώς σημαίνει γυναίκα ανήθικη, χωρίς φραγμούς, με άθλια συμπεριφορά. Πορνίδιο= υποκοριστικό της πόρνης, σημαίνει μικρή ανήλικη πόρνη.

29) «Πουτάνα»: (ιταλικά putta = κορίτσι, puttana = ιερόδουλος, πόρνη). Πουτανίδιο, υποκοριστικό του πουτάνα, μικρής ηλικίας εκδιδόμενο κορίτσι. Παράδειγμα: - «Είπα και γώ να παντρευτώ για να γλυτώσω από την καταπίεση των γονιών μου. Και αυτός ο αλήτης κύριε Πρόεδρε με πάσαρε στους γνωστούς του και μ’έκανε πουτάνα!» (κατάθεσις εν δικαστηρίω).- «Αν έχεις κάποια γκόμενα και δεν την αγαπάς, κάνε την πουτάνα για να τα κονομάς» (σάτιρα Ρωσοπόντιων, από την κινηματογραφική ταινία «Πέρα από την πόλη»)

30) «Ρουφήχτρα»: Η περιστροφική δίνη υδάτων ποταμού ή λιμνών, ή θαλάσσης. Μεταφορικώς σημαίνει την γυναίκα ήτις κατεξαντλεί σωματικώς ή οικονομικώς έναν άνδρα. Παράδειγμα: . Φίλος: «Τάμαθες, βγήκε σε κατάσχεση το μαγαζί του Μενέλαου! Καλά να πάθει μ΄αυτή τη ρουφήχτρα την Κική που τάμπλεξε!». Μητέρα: «Το παιδί μου αδυνάτισε δέκα κιλά σε ένα μήνα! Αυτή η ρουφήχτρα τον αποτελείωσε!»

31) «Σκρόφα» (λατινικά Scrofa = γουρούνα), μεταφορικώς σημαίνει πόρνη, ανήθικη, άθλια γυναίκα. Παράδειγμα: . «Δε λέω, ήταν πάντα μπερμπάντης ο Ανδρέας, αλλά είχε μια αξιοπρέπεια ο άνθρωπος. Αυτή η σκρόφα τον εξευτέλισε, τον αποτελείωσε!».

32) «Σκυλού»: Η γαυγίζουσα. Μεταφορικώς, η χαμηλών ακουστικών προδιαγραφών αοιδός, εργαζομένη εις λαϊκά μπουζουκομάγαζα - σκυλάδικα, προσπαθούσα να επιβληθεί καλλιτεχνικώς δι’ επιδείξεως των υπαρκτών ή ανυπάρκτων σωματικών της προσόντων. Πλέον μεταφορικώς, η ανήθικος γυναίκα, η ιερόδουλος. Παράδειγμα: . Ακροατής: «Δεν ξέρω γώ τι λες, σκυλού - ξεσκυλού η Αντζελα, τα κονομάει χοντρά».

33) «Σπαστική» (ιατρικώς η πάσχουσα εκ σπαστικής εγκεφαλικής παραλύσεως) μεταφορικώς η εκνευριστική γυναίκα. Παράδειγμα: . «Μαρία, μην επιμένεις, μη γίνεσαι σπαστική. Δεν τον θέλω το Μήτσο!».

34) «Τσιμπουκλού»: (Τουρκικά cubuk = είδος πίπας), η επιδιδομένη εις πεολειξίας, μεταφορικώς η ανήθικος γυνή, η ιερόδουλος. Παράδειγμα: «Μας το παίζει τώρα σοβαρή ηθοποιός και μεγάλη κυρία. Ποια η Φιφή! Που τη δεκαετία του 70 ήταν η πρώτη τσιμπουκλού σε πορνοταινίες!» (δήλωσις κινηματογραφόφιλου).

35) «Τσούλα», «τσουλί» (ιταλικά ciulla = γυναίκα του δρόμου, ελευθερίων ηθών, περιφερόμενη πόρνη), μεταφορικώς η ανήθικη, η εναλάσσουσα ερωτικούς συντρόφους. Παράδειγμα: . Σύζυγος: «Σα δε ντρέπεσαι να μαζεύεις στο γραφείο σου όλες τις τσούλες. Μη νομίζεις ότι δεν ξέρω! Ερχονται και μου τα λένε!»

36) «Φρόκαλο»: Αρχαία φιλοκαλώ < φλοκαλώ < φροκαλώ, σημαίνει σκουπίζω (φρόκαλο = σκουπίδι), μεταφορικώς σημαίνει τιποτένια γυναίκα. Παράδειγμα: «Ηρθε και το φρόκαλο από τον 4ο όροφο να πληρώσει τα κοινόχρηστα».

37) «Φάλαινα» (=μεγάλο θαλάσσιο κήτος), μεταφορικώς η παχύσαρκη και δυσκίνητη γυναίκα.

74

Page 75: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

38) «Χαζή»: Η ανόητη, από το χάζι = ευχάριστο κοίταγμα ασήμαντων πραγμάτων (από το τουρκικό haz = ευχαρίστηση). Χαζός = βλάκας, ανόητος. Χαζοβιόλα (χαζή+βιόλα): Η ελαφρούτσικη, η ανόητη, η επικίνδυνα αφελής. Παράδειγμα: «Θυμάμαι τη Marilyn Monroe σαν μια ξανθιά, χοντρόκωλη και χαζοβιόλα» (συνέντευξη του αείμνηστου ηθοποιού Antony Quinn).

39) «Χαμούρα» (πιθανώς προέρχεται από το λατινικόν camura = καμπύλη), κυριολεκτικώς σημαίνει την καμπυλωτή γυναίκα, αλλά μεταφορικώς την ανήθικη γυναίκα. Δεύτερη ετυμολογική εκδοχή, είναι να προέρχεται από το χάμω (αρχαία χαμαί = κατά γής, αυτή που τον παίρνει κατά γής, η φτηνή πόρνη). Χαμουρεύομαι όμως σημαίνει ότι ανταλάσσω ερωτικά χάδια με κάποιον, και πιθανώς εξ αυτού, υπάρχει και τρίτη ετυμολογική άποψις κατά Ζουράρι, ότι χαμούρα είναι η γλυκειά, η ερωτιάρα γυναίκα, αλλά μάλλον έχει άδικο, διότι ουδείς από τους κάνοντας χρήσιν της λέξεως την διατυπώνει με τοιούτο νόημα. Πιθανώς να συγχέεται το «χαμουρεύομαι» με το «μαχμουρεύω» προερχόμενο εκ του «μαχμούρης» (τουρκιστί mahmur = αγουροξυπνημένος, υπναλέος). Παράδειγμα: «Εγώ μωρή χαμούρα μπεκρόπινα; Δεν κοιτάς τα χάλια σου;» (απόσπασμα από reality show της Αννίτας Πάνια).

40) «Φώκια»: Μεγάλο αμφίβιο θηλαστικό, με μουστάκια, μεταφορικώς = η χοντρή και ανδροπρεπής γυναίκα, η χωρίς θηλυκότητα, συνήθως αντιπαθής γραία. Παράδειγμα: Ο σύζυγος: «Πάλι μου κουβάλησες τη μάνα σου τη φώκια στο σπίτι;».

41) «Ψώνιο» (αρχαία οψώνιον = χρήματα δι αγοράν τροφίμων, όψον+ωνούμαι), μεταφορικώς ψώνιο = η ευκολόπιστη, η αφελής, η μη σοβαρή, η μη αντιμετωπιζόμενη με σοβαρότητα από τους άλλους. Παράδειγμα: «Κάθε μέρα παίρνει τηλέφωνα αστρολόγους και μέντιουμ. Είναι ψώνιο η κυρία!». «Εχω ψώνιο με» σημαίνει έχω πάθος με κάτι. Παράδειγμα: «Η Μαρία έχει ψώνιο με τη ρόκ μουσική».

75

Page 76: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

76

Page 77: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

Κεφάλαιον 10ον :Εκθειαστικά επίθετα γυναικών

Εκθειαστικά επίθετα γυναικών: Η γυναικεία ομορφιά και παρουσία, έχει εκθειασθεί διαχρονικώς εξ απάντων των εκπροσώπων των γραμμάτων και τεχνών. Τίς συγγραφεύς, ή ποιητής, ή ζωγράφος, ή γλύπτης, ή στιχουργός, ή σκηνοθέτης δεν αφιέρωσεν τας πλέον παραγωγικάς του στιγμάς εις αυτό το υπέρτατο καθήκον της προσταγής των ενστίκτων και της ανθρωπίνου φύσεως; Η ανάπτυξις ενός τοιούτου θέματος εις το παρόν σύντομον πόνημα, αν μη τι άλλο αποτελεί υβριστικόν πλεονασμόν. Θεωρούμεν όμως ότι αποτελεί ότι το καλύτερον, ως ακροτελεύτιον κεφάλαιον, έστω και σύντομο.

Αλφαβητικά παραδείγματα εκθειαστικών επιθέτων διά γυναίκας:

1) «Γάτα»: (ιταλικά gatta = γαλή, οικόσιτον αιλουροειδές), μεταφορικώς η πανέξυπνη, ευρηματική γυναίκα. Παράδειγμα: . Φιλότεχνος: «Γάτα ρε παιδί μου αυτή η Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, καταιγισμό διεθνών εκθέσεων έχει διοργανώσει».

2) «Γατούλα»: (=υποκοριστικό της γάτας) είναι η τρυφερή, ερωτιάρα νεαρή γυναίκα. Παράδειγμα: . Κινηματογραφικό περιοδικό: «Η Brigitte Bardeaux, είναι κλασσικό δείγμα γατούλας του σέξ, με δεύτερη τη δικιά μας Αλίκη Βουγιουκλάκη, και τρίτη τη Jane Fonda».

3) «Γκόμενα» σημαίνει ερωμένη. Ετυμολογικά υπάρχουν πολλές εκδοχές προέλευσης της λέξης. Από το αγγλικό woman (γούμαν) = γυναίκα (παράφραση γούμαν, γκούμαν, γκόμενα). Ιταλικά gomena είναι η θηλειά πού βάζει ο εραστής στο λαιμό του. Επίσης ιταλικά gommeno είναι ο πασαλλειμένος με μπριγιαντίνες και αρώματα. Ισπανικά gomina= ζελέ για τα μαλλιά. Γκομενάρα, είναι η υπέρτατα όμορφη γυναίκα. Παραδείγματα: «Πού πας παιδάκι μου; Πάλι ραντεβού με τη γκόμενα; Θα σε στίψει αυτή». Σημαίνει όμως και ωραία γυναίκα. Παράδειγμα: . «Τι γκόμενα ήταν αυτή πού πέρασε ρε μεγάλε! Τσολιάς σκέτος!», «Το αίτιο της δολοφονίας είναι γκομενοδουλειές» (από τηλεοπτικές ειδήσεις).

4) «Γυναικάρα»: Είναι η ψηλή και πολύ όμορφη κυρία, ή δεσποινίς. Παράδειγμα: . Ο θείος: «Βρε καλώς την Αφροδίτη! Για να σε δώ! Γυναικάρα μου έγινες!». Ο σύζυγος την πρώτη νύχτα του γάμου: «Ελα μωρό μου, έλα γυναικάρα μου!».

5) «Θεοκόμματος» (θεός+κομμάτι): Είναι η γυναίκα η όμορφη και υψηλή ‘’μέχρι το θεό’’, το top model. Αλληγορικά, μπορεί και να σημαίνει ότι είναι τόσο όμορφη πού μόνο ο θεός τη δικαιούται!

6) «Θεομούνα» (θεός+μουνί = αιδοίον), η προκλητικά ερωτική γυναίκα, η επιβάλουσα την ερωτική επιθυμία εις τους άνδρας.

7) «Καλλονή» (από το αρχαίο κάλλος=ομορφιά), είναι η ασυνήθιστα πολύ όμορφη γυναίκα. Παράδειγμα: . «Πήγε ταξίδι διακοπών στην Κούβα, και γύρισε με μια εξωτική καλλονή, ένα δίμετρο! Την παντρεύτηκε αμέσως!».

8) «Καπάτσα» (ιταλικά capace), είναι η επιτυγχάνουσα τους σκοπούς της επωφελούμενη των εκάστοτε περιστάσεων. Παράδειγμα: «Πολύ την πάω την κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου, γιατί είναι πανέξυπνη, κωλοπετσωμένη και καπάτσα!» (Τζίμης Πανούσης, συνέντευξη σε τηλεοπτικό κανάλι).

77

Page 78: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

9) «Κοκόνα»: Από το ρουμανικό cocoana = κυρία, κυρά, μεταφορικώς «κοκόνα μου» είναι θωπευτική προσφώνησις συζύγου ή κόρης, ή ερωμένης. Πιθανώς εισήχθη στην Ελλάδα από τα ρουμανοβλάχικα φύλα. Δεν χρησιμοποιείται πλέον. Θα την ακούσουμε σε παλιές ταινίες του 50-60. Παράδειγμα: «Ελα κοκόνα μου να σε πασπατέψω λίγο!» (πασπατεύω=χαϊδολογώ).

10) «Κόμματος»: Η ψηλή και ωραία γυναίκα. Παράδειγμα: . «Μην τη βλέπεις τώρα έτσι στα 60. Ηταν κόμματος στα νιάτα της αυτή».

11) «Κοπελάρα» (ιταλικά coppella = νέα κόρη, νεαρή υπηρέτρια), το ανεπτυγμένο σωματικά νεαρό κορίτσι, που προκαλεί την ερωτική έλξιν. Παράδειγμα: . Συζήτησις εις τον καναπέ: «Ελα στην αγκαλιά μου κοπελάρα μου να σε χαρώ».

12) «Κούκλα» (ιταλικά cucula =ομοίωμα ανθρώπου), πλαστικό ομοίωμα ανθρώπου για τοποθέτηση σε βιτρίνα, μεταφορικώς σημαίνει τη γυναίκα με τέλειες αναλογίες και συμμετρία σαν κούκλα βιτρίνας, την πολύ όμορφη. Σε απλοϊκή μεταφορά σημαίνει και αγάπη μου, αγαπημένη μου, φίλη μου, καλό μου κορίτσι. Παράδειγμα: Πατέρας: «Καλοπροαίρετα σε συμβουλεύω βρε κούκλα μου, όχι από συμφέρον!». Πελάτης τραπέζης: «Που είναι κούκλα μου το τμήμα δανείων σε παρακαλώ;». Κουκλάρα είναι η πλέον όμορφη της κούκλας, η υπέροχη, η πανέμορφη. Παράδειγμα: . Πατέρας προς την κόρη: «Κουκλάρα μου να σε χαρώ εγώ!» Σχεδιαστής μόδας (οπισθογεμής) προς φωτομοντέλο: «Αααααχ, κουκλάρα μου, να σε χαρώ εγώ, πόσο σου πάει αυτό το συνολάκι!».

13) «Κωλοπετσωμένη» (κώλος + πετσί): Ετυμολογικώς πιθανόν να εννοεί αυτή πού στον κώλο της έχει φάει πολλά πετσιά, δηλαδή πέη. Μεταφορικώς σημαίνει η καταφερτζού, αυτή πού εκμεταλευόμενη τις περιστάσεις επιτυγχάνει το σκοπό της. Είναι σχεδόν συνώνυμο με το καπάτσα.

14) «Λαγουδάκι» (=ο μικρός λαγός), μεταφορικώς η τρυφερή γυναίκα. Παράδειγμα: Αναφώνησις ερωτευμένου νέου: «Λαγουδάκι μου γλυκό, πόσο σ’αγαπώ εγώ!». Προς άρσιν παρερμηνειών ουδεμία συσχέτισις υπάρχει της προσφωνήσεως «λαγουδάκι» με το «καρότο», συσχέτισις παραπέμπουσα εις φαλλικόν σύμβολον, εις πεολειξίας κλπ.

15) «Μανάρι»: Προέρχεται από το αμνός, αμνάριον, οικόσιτο αρνί που προορίζεται διά σφαγήν, δια σφαχτάρι. Μεταφορικώς το «μανάρι μου» διατυπούται ως τρυφερή θωπευτική προσφώνησις ανδρός προς κοράσιον προοριζόμενον προς διακόρευσιν, ή έστω προς συνουσίαν! Παράδειγμα: «μανάρι μου εσύ!» υποννοεί «ωραία μου κοπέλλα ήρθε η ώρα σε λίγο θα σε ξεπαρθενιάσω!». Δεύτερη εκδοχή, είναι να προέρχεται το μανάρι ετυμολογικώς από τη μάνα, οπότε υφίσταται λανθάνον οιδιπόδειον σύμπλεγμα.

16) «Μανούλι» (από το μάνα = μητέρα) σημαίνει λαχταριστό κοριτσόπουλο. Παράδειγμα: «Πάμε παρέλαση; Να δούμε και κανένα μανούλι!».

17) «Μερακλού» (τουρκικά merakli) η κατεχόμενη από μεράκι για κάτι, η γυναίκα με γούστο, γυναίκα εξασκούσα το επάγγελμά της με επιμέλεια και γούστο, μεταφορικώς μερακλού είναι η γυναίκα που της αρέσουν οι ωραίοι άνδρες και μερακλωμένη είναι αυτή πού έχει πάθος με άνδρα, ή με ενασχολήσεις όπως η μουσική. Παράδειγμα: «Μερακλωμένη καθώς ήταν έριξε κάτι τσιφτεντέλια, κάτι χορούς της κοιλιάς που όλοι τη χειροκρότησαν» (αναμνήσεις εκ νυκτερινού κέντρου).

18) «Μουνάρα»: Λέξις της αργκό. Υπερθετικός βαθμός του ουδετέρου ουσιαστικού «μουνί» δηλαδή το γυναικείον αιδοίον, μετατραπέν εις θήλυ «μούνα»,

78

Page 79: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

«μουνάρα». Ετυμολογικώς είναι συγκεχυμένη η προέλευσις της λέξεως «μουνί». Η πλέον πιθανή εκδοχή είναι του Μ.Φιλήντα ότι προέρχεται από το «μνίον» υποκοριστικό του αρχαίου «μνούς» = χνούδι. Κατά τον Μeyer αποτελεί μεσαιωνικήν μεταφοράν («μουνίν») του βενετσιάνικου mona, ενώ κατά τον Γ.Χατζηδάκην προέρχεται από το αρχαίο «ευνίον» < «ευνή» (=κλίνη). Κυριολεκτικώς «μουνάρα» σημαίνει ευμέγεθες αιδοίον, αλλά μεταφορικώς δηλοί την λίαν ερωτικήν και εντυπωσιακήν γυναίκα. Παράδειγμα: «Ημουν με μια φίλη στη Μεγάλη Βρεττανία και τρώγαμε. Σε λίγο ήρθε και κάθησε σε κοντινό τραπέζι ο εφοπλιστής ο Καραβόπουλος συνοδευόμενος από μια μουνάρα δυό μέτρα. Δε μίλαγε όμως καθόλου. Την είχε για γλάστρα». (αναμνήσεις του γράφοντος)

19) «Μπιρμπίλω»: Η λέξις προέρχεται από το «μπιρμπίλι», τουρκιστί bulbul, και σημαίνει αηδόνι, ενώ «μπιρμπίλι της θάλασσας» είναι το πτηνόν «αλκυών». «Μπιρμπιλωτά μάτια» είναι οι σπινθηροβόλοι, οι εντυπωσιακοί οφθαλμοί. Μεταφορικώς «μπιρμπίλω» σημαίνει την γυναίκα που κάμνει καμώματα, νάζια, τη ναζιάρα. Κατά την γνώμη μου αρχικώς η χρήσις της λέξεως ως «μπιρμπίλω μου» έγινε ως θωπευτική προσφώνησις εξ ανδρός, ευρισκομένου εις τας θερμάς αγκάλας γυναικός, με μεταφοράν, διά να χαρακτηρίσει την λίαν τρυφερήν γυναίκα με την ωραία και ερωτική χροιάν της φωνής, την προκαλούσαν αισθήματα ερωτικής στοργής και ανατάσεως, ψυχικής τε και υδραυλικής! Παράδειγμα: - Ποιμήν: «Μπιρμπίλω μ’ και περδικομάτα μ’, όταν είμαστε μαζί στην καλύβα δε σκέφτομαι τίπουτις άλλο!».

20) «Ναζιάρα»: Προέρχεται από το τουρκικό naz που σημαίνει προσποίηση, φιλάρεσκος ακκισμός, κάμωμα. Ναζιάρα, είναι η γυναίκα που κάνει νάζια, η σκερτσόζα, η φιλάρεσκη. Παράδειγμα: «Μ’αρέσει η Φωτεινή γιατί είναι ναζιάρα και χαδιάρα».

21) «Παίδαρος», νέος άνδρας, όμορφος και λεβέντης, μεταφορικώς σημαίνει ωραία και ψηλή γυναίκα. Παράδειγμα: Υπάλληλος: «Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα ένας παίδαρος! Μαρμάρωσαν όλοι!».

22) «Πιπίνι»: Προέρχεται εκ του ρήματος πιπίζω = κελαϊδώ ‘’πί-πί’’ στα πουλιά. Άλλη εκδοχή είναι να προέρχεται από το πιπί = κατούρημα στα παιδάκια. Κυριολεκτικώς πιπίνι σημαίνει ο νεοσσός του περιστεριού, το πιτσούνι, εξ ού και ορισμένοι ερωτευμένοι αποκαλούν τας συμβίας των πιτσουνάκια. Μεταφορικώς πιπίνι σημαίνει κοράσιον μετά προώρου σωματικής αναπτύξεως, μικρό κορίτσι, έφηβος, αυτή που ακόμα κάνει πιπί στο κανατάκι. Παράδειγμα: . Μητέρα: «Μα τον μπαγάσα το Σπύρο, 43 χρονών και ακόμα με πιπίνια γυρίζει!». Σπύρος: «Διονύσιε! Για δώσε ενδελεχήν αναφοράν περί του χθεσινοβραδυνού πιπινίου!»

23) «Σεβνταλού»: Τουρικά sevda = ερωτικός καημός. Σεβνταλού είναι η αιωνίως ερωτόπληκτη, η ερωτικά παθιασμένη γυναίκα. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται δι είδος υπό εξαφάνισιν. Παράδειγμα: «Τον αγάπησε μια σεβνταλού χανούμη» (Διδώ Σωτηρίου).

24) «Τεκνατζού»: Τέκνο σημαίνει παιδί, αλλά και καλογεροπαίδι δίπλα σε γέρο καλόγηρο. Τεκνό μεταφορικώς σημαίνει όμορφος έφηβος, αλλά κυρίως όμορφο μικρό κορίτσι. Σημειούται ότι ουδεμία σχέσις υφίσταται μεταξύ της ηλεκτρονικής μουσικής «τέκνο» (από το techno-logy) και των τεκνών νεανίδων. Παραδείγματα: «Πάμε στο πάρτυ των ΤΕΙ; Θα’ναι γεμάτο με τεκνά!». Τεκνατζού, είναι η μεσήλιξ κυρία (30-50 ετών) ήτις συνάπτει ερωτικάς σχέσεις με πολύ μικρότερους. Παραδείγματα: - «Μετά το διαζύγιο η Σοφία, εξαπολύθηκε εις άγραν του χαμένου καιρού. Τεκνατζού η δικιά σου! Τάφτιαξε με εικοσάρη έμαθα!».

79

Page 80: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

- «Εγώ δεν παντεύτηκα την ηλικία του. Παντρεύτηκα τον άνθρωπο! Γιατί δηλαδή πρέπει να θεωρούμαι τεκνατζού;» (Αννα Βερούλη, τέως πρωταθλήτρια ακοντισμού, νυμφευμένη με πολύ μικρότερό της, συνέντευξη στην «Ελευθεροτυπία», 14-04-2002).- Γιώργος: «Ποια είναι η διαφορά μεταξύ παντρεμένων και ανύπαντρων;»- Χαράλαμπος: «Οι παντρεμένοι δουλεύουν για τα τέκνα τους, ενώ οι ανύπαντροι δουλεύουν για τα τεκνά»!

25) «Τσολιάς»: Ετυμολογικώς η λέξις προέρχεται από το τσόλι = εφθαρμένο ύφασμα. Τσολιάς παλαιά ήτο ο εύζωνος στρατιώτης, σήμερον τσολιάς είναι ο άνδρας της Προεδρικής Φρουράς, αλλά και το μέλος χορευτικού παραδοσιακού συγκροτήματος. Μεταφορικώς όμως, τσολιάς σημαίνει πανύψηλον όμορφον κοράσιον, μεθ’ εντυπωσιακής κορμοστασιάς και παρουσίας ευζώνου. Παραδείγματα: «Παρά την ηλικία της είναι εντυπωσιακή αυτή η δικηγορίνα. Σκέτος τσολιάς βρε παιδί μου!». Σπύρος: «Πάμε παρέλαση Διονύσιε να δούμε τσολιάδες;»

26) «Χαδιάρα»: Η αρεσκόμενη εις τας παθητικάς θωπείας γυνή, η επιδιδόμενη εις τα χάδια, μεταφορικώς η τρυφερή και παιχνιδιάρα, η ναζιάρα γυναίκα. Παραδείγματα: «Ηρθε αυτή η χαδιάρα εδώ και σε μάδησε; Ού να μού χαθείς χαμένε!» (Ορέστης Μακρής, ατάκα παλιάς κινηματογραφικής ταινίας). «Αααα ρε Φανή, νάβρισκα και γώ μια γυναίκα χαδιάρα σαν εσένα» (από συζήτηση σε καφετέρια).

80

Page 81: Η ψυχολογία των ύβρεων.2002[1].doc

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Δρ. Χαράλαμπος Γκούβας, γεννήθηκε στην Αρτα το 1956 και μεγάλωσε στο Χαλάνδρι Αττικής. Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα και ειδικεύθηκε στην Ορθοπεδική και Τραυματολογία στο Νοσοκομείο ΚΑΤ, με εξειδίκευση στη Μικροχειρουργική.

Απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα με άριστα το 1989, και από τότε άφησε την Αθήνα και ζεί και εργάζεται στην Πρέβεζα, απολαμβάνοντας τις παραλίες, τα βουνά, τα ποτάμια και τις λίμνες της Ηπείρου. Εχει εκδόσει μέχρι τώρα (2002) 16 βιβλία εκ των οποίων τα 10 είναι ιατρικά. Διετέλεσε ιδρυτής ή Πρόεδρος σε δέκα Συλλόγους. Είναι ο ιδρυτής και διευθυντής του ιδρύματος «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας Χαράλαμπος Γκούβας».

1) «Τα Αντικαρκινικά Φάρμακα-Σήμερα και αύριο». Εκδόσεις «Παρισιάνος», Αθήνα, 1985 (μία έκδοση, 1000 αντιτύπων, εξαντλήθηκε). Διατίθεται ένα αντίτυπο.2) «ΑΙDS-Ερωτήματα και αλήθειες». Εκδόσεις «Ωκεανίδα», Αθήνα 1985. (μία έκδοση, 5000 αντιτύπων, εξαντλήθηκε). Διατίθεται ένα αντίτυπο. 3) «Αντιμικροβιακά Φάρμακα και Λοιμώξεις». Εκδόσεις «Πασχαλίδης», Αθήνα, 1986 (πρώτη έκδοση 1000 αντίτυπα, εξαντλήθηκε, διατίθενται επανεκτυπώσεις από τον εκδότη).4) «Οι Μύες του Ανθρώπινου Σώματος». Εκδόσεις «University Studio Press», Θεσσαλονίκη 1987 (πρώτη έκδοση 1000 αντίτυπα. Διατίθεται από τον Εκδοτικό Οίκο σε επανεκτυπώσεις).5) «Συσχετική Νευροανατομία & Λειτουργική Νευρολογία» του J.Chusid, Μετάφραση και Βελτιωμένη έκδοση με σκίτσα Χ.Γκούβα, Αθήνα, 1987 (μία έκδοση εικονογραφημένη, 1000 αντίτυπα, εξαντλήθηκε). Διατίθεται ένα αντίτυπο.6) «Οστούν: Ο Πόνος στην Ορθοπεδική. Εγχειρίδιο Computer Software». Eκδοση φαρμακευτικής εταιρείας Ciba Geigy, Aθήνα 1988 (μία έκδοση, 1000 αντίτυπα, εξαντλήθηκε).7) «Απλές ασκήσεις γυμναστικής»: Εκδόσεις Ιωάννης Γάγγος, Αθήνα 1988. Εξαντλήθηκαν 2000 αντίτυπα. Διατίθεται ένα αντίτυπο.8) «Εφαρμογές των Υπολογιστών στην Ορθοπεδική». Εκδόσεις ΕΕΧΟΤ. Αθήνα 1989 (μία έκδοση, 1000 αντίτυπα, εξαντλήθηκε). Διατίθεται ένα αντίτυπο.9) «Αντιμικροβιακά Φάρμακα και Ορθοπεδικές λοιμώξεις». Διδακτορική διατριβή. Ιδία έκδοση. 300 αντίτυπα. 10) «Χονδροπάθεια επιγονατίδος» (Χαράλαμπου Παπαδόπουλου και συνεργατών, ως Επιστ.Συνεργάτης). Εκδόσεις «Σωτηρόπουλος». Αθήνα, 1988 (μία έκδοση, 1000 αντίτυπα εξαντλήθηκε). Διατίθεται ένα αντίτυπο.11) «Εφαρμογές Βελονισμού στήν Ορθοπεδική». (του Αποστόλη Θεοφίλου, ως Επιστ.Συνεργάτης). Αθήνα 1989 (μία έκδοση, 1000 αντίτυπα, εξαντλήθηκε). Διατίθεται ένα αντίτυπο.12) «Η Ορειβασία σε 80 ερωτήσεις-απαντήσεις», Εκδοση ΕΟΣ Πρέβεζας, 1000 αντίτυπα, εξαντλήθηκαν, 1993.1) «Η Ιστορία του Κινηματογράφου: 1500 Κινηματογραφικές Ταινίες, που Πρέπει να δείτε», Εκδόσεις «Παρά Θίν αλός», Αθήνα, 1995. Κυκλοφόρησε σε 3000 αντίτυπα. Διατίθενται περιορισμένα αντίτυπα.13) «Η Ιστορία της Πληροφορικής»: Εκδόσεις Νέα Σύνορα-Α.Λιβάνη, Αθήνα 1997. Διατίθεται από τις εκδόσεις. 14) «Ατυχήματα: Αίτια και Πρόληψη και Πρώτες Βοήθειες». Εκδοση Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού Πρέβεζας έτος 2001. 100 αντίτυπα.15) «Η Ψυχολογία των ύβρεων και των Ιδιωματισμών», Εκδόσεις Ιδρύματος «Μουσείο Τεχνών και Επιστημών Πρέβεζας», έκδοση 2002 (διατίθεται). 16) «Βιολογικός και Χημικός Πόλεμος» Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα έτος 2003. 1000 αντίτυπα

81