104
Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή Ο Ν. Μαραβέγιας αναφέρεται στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες επιβίωσης των Ελλήνων στα χρόνια 1940-1944, στην άνθηση της μαύρης αγοράς και στις ανατροπές που έγιναν λόγω των «επιτήδειων νεόπλουτων επιχειρηματιών» στην οικονομική και κοινωνική ιεραρχία Ν. ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ (Εικόνα μεγέθους : 20642 bytes) Η γερμανοϊταλική κατοχή ήταν εξαιρετικά καταπιεστική, αρπακτική και βίαιη, όχι μόνο λόγω του φασιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος των χωρών αυτών, αλλά και επειδή ο πόλεμος συνεχιζόταν τόσο στη Β. Αφρική όσο και κυρίως στην αχανή Ρωσία. Χρειαζόταν συνεπώς ο Αξονας οικονομικούς πόρους σε χρήμα, πρώτες ύλες και μεταφορικά μέσα, προκειμένου να συνεχίσει τις κατακτητικές του διαθέσεις σε άλλα μέτωπα. Από την άλλη πλευρά, τόσο η προπολεμική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας όσο και οι καταστροφές του εξάμηνου πολέμου δημιουργούσαν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για την επιβίωση των Ελλήνων. Η δυσκολία ανεφοδιασμού των πόλεων σε τρόφιμα, ιδίως στην τραγική περίοδο του χειμώνα 1941-1942, δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη μεταφορικών μέσων και καυσίμων, ούτε στην κακή κατάσταση του συγκοινωνιακού δικτύου, ούτε μόνο στην ανεπάρκεια της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, δεδομένου βεβαίως του αποκλεισμού από τους Συμμάχους. Ενα μεγάλο μέρος των δυσκολιών στον ανεφοδιασμό των πόλεων και κυρίως της Αθήνας με τρόφιμα οφείλεται στους μηχανισμούς που πολύ γρήγορα αναπτύχθηκαν στην κατοχική περίοδο. Ο τρόπος των συναλλαγών

ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

  • Upload
    -

  • View
    41

  • Download
    0

Embed Size (px)

DESCRIPTION

ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Citation preview

Page 1: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή

Ο Ν. Μαραβέγιας αναφέρεται στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες επιβίωσης των Ελλήνων στα χρόνια 1940-1944, στην άνθηση της

μαύρης αγοράς και στις ανατροπές που έγιναν λόγω των «επιτήδειων νεόπλουτων επιχειρηματιών» στην οικονομική και

κοινωνική ιεραρχία

Ν. ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ

(Εικόνα μεγέθους : 20642 bytes)

Η γερμανοϊταλική κατοχή ήταν εξαιρετικά καταπιεστική, αρπακτική και βίαιη, όχι μόνο λόγω του φασιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος των χωρών αυτών, αλλά και επειδή ο πόλεμος συνεχιζόταν τόσο στη Β. Αφρική όσο και κυρίως στην αχανή Ρωσία. Χρειαζόταν συνεπώς ο Αξονας οικονομικούς πόρους σε χρήμα, πρώτες ύλες και μεταφορικά μέσα, προκειμένου να συνεχίσει τις κατακτητικές του διαθέσεις σε άλλα μέτωπα. Από την άλλη πλευρά, τόσο η προπολεμική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας όσο και οι καταστροφές του εξάμηνου πολέμου δημιουργούσαν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για την επιβίωση των Ελλήνων.

Η δυσκολία ανεφοδιασμού των πόλεων σε τρόφιμα, ιδίως στην τραγική περίοδο του χειμώνα 1941-1942, δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη μεταφορικών μέσων και καυσίμων, ούτε στην κακή κατάσταση του συγκοινωνιακού δικτύου, ούτε μόνο στην ανεπάρκεια της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, δεδομένου βεβαίως του αποκλεισμού από τους Συμμάχους. Ενα μεγάλο μέρος των δυσκολιών στον ανεφοδιασμό των πόλεων και κυρίως της Αθήνας με τρόφιμα οφείλεται στους μηχανισμούς που πολύ γρήγορα αναπτύχθηκαν στην κατοχική περίοδο.

Ο τρόπος των συναλλαγών

Αρκετά σημαντικό ρόλο στην ανεπάρκεια των τροφίμων φαίνεται ότι έπαιξε η γενικευμένη και δικαιολογημένη άρνηση των αγροτών να παραδώσουν υποχρεωτικά τα βασικά αγροτικά προϊόντα τους στους οργανισμούς συγκέντρωσης. Βεβαίως η συγκέντρωση των σιτηρών από την ΚΕΠΕΣ (Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Εγχωρίου Σιτοπαραγωγής) γινόταν και προπολεμικά σε εθελοντική βάση και διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των τιμών και συνεπώς στη βελτίωση του αγροτικού εισοδήματος.

Μπροστά στην αποτυχία του συστήματος της υποχρεωτικής συγκέντρωσης σιτηρών από τις κατοχικές αρχές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα διατροφής των κατοίκων των πόλεων τον Ιούλιο του 1941, προτάθηκε η ανταλλαγή (πληρωμή των αγροτών) να γίνεται όχι μόνο σε χρήμα αλλά και σε είδη του ελληνικού

Page 2: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

μονοπωλίου (σαπούνι, λάδι, αλάτι και σπίρτα). Ούτε και αυτή η προσπάθεια πέτυχε, καθώς όσο περνούσε ο καιρός οργανωνόταν η «μαύρη αγορά», όπου σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής «μια οκά φασόλια» επισήμως τιμάται 35 δρχ. αντί 300 δρχ. στη «μαύρη αγορά» και το «ελαιόλαδον... 40-50 δρχ. αντί 400 την οκάν» («Πρωία», 10.9.1941). Βεβαίως οι συναλλαγές της μαύρης αγοράς σε χρήμα αφορούσαν μεγάλες ποσότητες και έτσι ήταν δυνατόν το χρήμα αυτό να μετατραπεί άμεσα σε χρυσό, ενώ στις καθημερινές μικρές ανταλλαγές το σιτάρι αποτελούσε το σταθερό μέτρο συναλλαγών και το χρήμα είχε συμβολική σημασία στον αγροτικό χώρο λόγω του ανεξέλεγκτου, όπως θα δούμε, πληθωρισμού.

Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα αστικά κέντρα, και ιδιαίτερα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια του πολέμου αλλά και μετά την κατάρρευση του μετώπου και την εχθρική εισβολή τον Απρίλιο - Μάιο του 1941 αποτέλεσαν καταφύγια για μεγάλες μάζες αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος μέσα σε συνθήκες πανικού και εξαθλίωσης προσπαθούσε να αποφύγει τους βομβαρδισμούς και την άγρια εισβολή ιδίως των Βουλγάρων στη Μακεδονία.

Οι συνέπειες του υποσιτισμού

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1941 άρχισαν να φαίνονται καθαρά οι συνέπειες του υποσιτισμού και τον Νοέμβριο άρχισαν οι πρώτοι θάνατοι από την πείνα. Υπάρχουν διαφορετικοί υπολογισμοί για τους θανάτους από την πείνα, όμως ο ακριβής αριθμός δεν έχει τόση σημασία. Σύμφωνα με πολύ μετριοπαθείς εκτιμήσεις, μόνο τον Μάρτιο του 1942, οπότε κορυφώθηκε η πείνα, πέθαναν 4.500 άτομα περισσότερα από τον αντίστοιχο μήνα του 1940 (σε ειρηνική περίοδο). Οι πλέον προχωρημένες εκτιμήσεις αναφέρουν περίπου χίλιους θανάτους την ημέρα στην περιοχή της Αθήνας και του Πειραιά την περίοδο εκείνη, πράγμα που σημαίνει ότι ο συνολικός αριθμός ξεπερνά τις 300.000.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής Σμπαρούνη σχετικά με τις επισιτιστικές ανάγκες της Ελλάδας, στην οποία συμμετείχαν εκτός από τον Α. Σμπαρούνη ως πρόεδρο και οι Ζολώτας, Αγγελόπουλος, Ευελπίδης κ.ά., η κρατική προσπάθεια μέσω του «Δελτίου Τροφίμων» την περίοδο Ιουλίου 1941 - Μαρτίου 1942 δεν εξασφάλισε στον πληθυσμό της Αθήνας ούτε το 30% του ελάχιστου ορίου θερμίδων για την επιβίωση ενός ανθρώπου.

Οι υπόλοιπες ανάγκες έπρεπε να καλυφθούν από άλλες πηγές, οι οποίες δεν μπορούσαν να είναι παρά η μαύρη αγορά, η άμεση προμήθεια από συγγενείς στο χωριό και σε ορισμένες περιπτώσεις η κλοπή των τροφίμων είτε από τους εμπόρους-«μαυραγορίτες» είτε από τις δυνάμεις κατοχής από τους περίφημους «σαλταδόρους» κτλ.

Σε μια πρώτη φάση η μαύρη αγορά αφορούσε έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων, οι οποίοι με διάφορους τρόπους μπορούσαν να προμηθευτούν τρόφιμα από διάφορες πηγές και με διάφορα μέσα. Τους πρώτους μήνες της πείνας ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων των αστικών κέντρων και κυρίως της Αθήνας μετακινούνταν προς τις αγροτικές περιοχές για αναζήτηση τροφίμων, συχνά με ζώα και ακόμη και με τα πόδια. Σε όλες αυτές τις διαδρομές των «καραβανιών» όπως ήταν επόμενο αναπτύχθηκαν ληστοσυμμορίες που επωφελούνταν από την ουσιαστική απουσία

Page 3: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αστυνόμευσης στην περίοδο της Κατοχής, παρά τις σπασμωδικές προσπάθειες καταστολής από το κατοχικό καθεστώς.

Η υποτίμηση του χρήματος

Αργότερα οι συμμορίες αυτές σχεδόν εξαφανίστηκαν χάρη στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Εθνικής Αντίστασης. Σταδιακά, τα δίκτυα της μαύρης αγοράς πέρασαν σε λιγότερα χέρια και οργανώθηκαν περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα αναπτύχθηκαν στις πόλεις προμηθευτικοί συνεταιρισμοί. Ηδη στις αρχές του 1942 το φαινόμενο των συνεταιρισμών είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις. Σχεδόν όλα τα αστικά επαγγέλματα είχαν καταφέρει να οργανώσουν καταναλωτικούς συνεταιρισμούς.

Τα κυριότερα αίτια της αύξησης του πληθωρισμού θα πρέπει να αναζητηθούν όχι μόνο στην έλλειψη των αγαθών σε σχέση με τη ζήτηση (πράγμα που εξέθρεψε τη μαύρη αγορά), αλλά και στη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική των αρχών της Κατοχής. Είναι γνωστό ότι οι κατοχικές αρχές «δέχτηκαν» να καταβάλουν τεράστια ποσά σε δραχμές στις δυνάμεις του Αξονα ως «δαπάνες Κατοχής». Η πληρωμή των δαπανών Κατοχής αυξήθηκε με πολύ υψηλούς ρυθμούς από 25 εκατ. δρχ. τον Νοέμβριο του 1941 σε 850 εκατ. δρχ. τον Αύγουστο του 1943. Ταυτόχρονα το σύστημα είσπραξης δημοσίων εσόδων από φόρους και δασμούς είχε προφανώς καταρρεύσει.

Οι δαπάνες της κατοχικής κυβέρνησης ωστόσο ήταν σημαντικές, προκειμένου να πληρώσει τις δαπάνες Κατοχής στον κατακτητή και να καλύψει τις εσωτερικές ανάγκες (μισθοί κτλ.). Προφανώς το τεράστιο έλλειμμα που προέκυπτε χρηματοδοτείτο με έκδοση νέου χρήματος. Ετσι η αύξηση της κυκλοφορίας του χρήματος έφθασε σε δυσθεώρητα ύψη, από 9 δισ. δρχ. τον Δεκέμβριο του 1939 σε 450.000 δισ. τον Ιούνιο του 1944 (Εκθεση Σμπαρούνη), με αποτέλεσμα την ταχύτατη υποτίμηση του χρήματος, δηλαδή την τεράστια μείωση της αγοραστικής του δύναμης. Οσοι μπορούσαν να μετατρέπουν τις δραχμές σε χρυσό έβγαιναν κερδισμένοι τελικά περισσότερο από αυτούς που συσσώρευαν εμπορεύματα, κυρίως τρόφιμα, με στόχο να επωφεληθούν από τη συνεχή άνοδο της τιμής τους. Πράγματι για μια σειρά συγκυριακούς λόγους, που συνδέθηκαν με τις συμμαχικές στρατιωτικές επιτυχίες στις αρχές Νοεμβρίου του 1942, οι τιμές των τροφίμων έπεσαν κατά 50%. Την πτώχευση αυτή προφανώς πλήρωσαν περισσότερο οι μικροί και σχετικά απληροφόρητοι κερδοσκόποι, οι ποσότητες των τροφίμων στην αγορά διπλασιάστηκαν, διότι οι «μαυραγορίτες» άνοιξαν τις αποθήκες τους φοβούμενοι ότι οι επιτυχίες των συμμάχων θα οδηγούσαν σε άρση του ναυτικού αποκλεισμού της χώρας. Μερικοί θυμούνται ακόμη το επιφώνημα των εμπόρων «αγάντα Ρόμελ!» την περίοδο εκείνη.

Η μεταφορά του πλούτου

Από όλη αυτή την πληθωριστική διαδικασία ολόκληρη την περίοδο της Κατοχής προέκυψε μια μεταφορά πλούτου από το σύνολο σχεδόν του αστικού πληθυσμού προς τους «επιτήδειους εμπόρους»-«μαυραγορίτες», οι οποίοι συσσώρευσαν τεράστιες περιουσίες και σταδιακά ανέτρεψαν την οικονομική και κοινωνική ιεραρχία στη διάρκεια της Κατοχής και κυρίως μετά την απελευθέρωση.

Page 4: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην περίοδο της Κατοχής άλλαξαν χέρια τεράστιες περιουσίες, από κινητά αντικείμενα αξίας (κοσμήματα, χρυσαφικά, αντικείμενα τέχνης κ.ά.) ως και ακίνητα (κατοικίες, διαμερίσματα, οικόπεδα). Υπάρχουν σχετικές πληροφορίες ότι πουλήθηκαν ακίνητα την περίοδο εκείνη στο 15%-25% της πραγματικής τους αξίας.

Η «κρίση» της μαύρης αγοράς του Νοεμβρίου του 1942 ξεπεράστηκε από τους κερδοσκόπους σχετικά γρήγορα. Ωστόσο η κατάσταση στην αγορά τροφίμων κάπως βελτιώθηκε λόγω της αυξημένης εξωτερικής βοήθειας που ήδη είχε αρχίσει να επιτρέπεται, κυρίως στα πλαίσια των προσπαθειών του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Ετσι σταδιακά από τον Απρίλιο του 1942 σουηδικά πλοία μετέφεραν καναδικό σιτάρι.

Τα επισιτιστικά προβλήματα των αστικών κέντρων οδήγησαν αναγκαστικά τις αρχές Κατοχής να εντείνουν τις προσπάθειες συγκέντρωσης αγροτικών προϊόντων χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους. Σύμφωνα με το νομοθετικό διάταγμα του Απριλίου του 1942, αναβίωσε η φορολόγηση των αγροτών με το παλαιό σύστημα της δεκάτης, δηλαδή της υποχρεωτικής παράδοσης στις φορολογικές αρχές ενός δεκάτου της αγροτικής παραγωγής. Ταυτόχρονα εισήχθη το λεγόμενο «παρακράτημα» για τους μεγάλους παραγωγούς, δηλαδή η υποχρεωτική παρακράτηση ενός τμήματος της παραγωγής πέραν της δεκάτης αντί ενός αντιτίμου αυθαίρετα καθοριζομένου από το κατοχικό κράτος. Οι σχετικοί πίνακες ανηρτώντο στα κοινοτικά γραφεία με στόχο την «αλληλοκαταγγελία» των αγροτών για ψευδείς δηλώσεις. Βεβαίως αντί αλληλοκαταγγελίας έγινε «αλληλοσυγκάλυψη» και το βάρος ελέγχου έπεσε στην αρμόδια επιτροπή.

Οπως ήταν αναμενόμενο, στις περισσότερες περιπτώσεις όλα ή μερικά από τα πρόσωπα των διαφόρων επιτροπών δεν εκτελούσαν τις διαταγές των κατοχικών αρχών, κερδίζοντας έτσι και την εμπιστοσύνη των αγροτών. Πολλά από τα μέλη των επιτροπών αυτών αναδείχθηκαν έτσι τοπικοί ηγέτες της Εθνικής Αντίστασης.

Ολη αυτή η προσπάθεια των αρχών Κατοχής τελικά ελάχιστα απέδωσε σε σχέση με τα αναμενόμενα και δεν μπόρεσε να λύσει το πρόβλημα του επισιτισμού των αστικών κέντρων. Αντίθετα δημιούργησε και στον αγροτικό χώρο συνθήκες έντονης δυσαρέσκειας, η οποία δεν άργησε να μετατραπεί σε αντίδραση κατά των κατοχικών δυνάμεων και να ενισχύσει την προσπάθεια της Εθνικής Αντίστασης, που ήδη είχε αρχίσει να οργανώνεται στον αγροτικό χώρο.

Ο κ. Ναπολέων Μαραβέγιας είναι καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας, κάτοχος της Εδρας Jean Monnet στο ΓΠΑ και πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ).

Page 5: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ 1944

OI ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΖΕΝΑΚΟΣ

ΓΙΩΡΓΗΣ ΣΙΑΝΤΟΣ (1890-1947)

(76 KB)

Κορυφαίο στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, το όνομα του οποίου συνδέθηκε όσο κανενός άλλου από τους συντρόφους του με τα δραματικά γεγονότα του Δεκεμβρίου 1944, αφού, ως αναπληρωτής γενικός γραμματέας του κόμματος, επωμίστηκε την ευθύνη για τις τελικές αποφάσεις της παράταξής του όχι μόνο στο πολιτικό επίπεδο αλλά και στο στρατιωτικό.

Ο Γιώργης Σιάντος γεννήθηκε στην Καρδίτσα από γονείς φτωχούς αγρότες. Μπήκε στη βιοπάλη από πολύ μικρός, μόλις είχε τελειώσει το δημοτικό σχολείο, ως καπνεργάτης. Το 1911 επιστρατεύθηκε και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 καθώς και στον A' Παγκόσμιο Πόλεμο έχοντας προσχωρήσει στους οπαδούς του Ελευθερίου Βενιζέλου όταν αυτός σχημάτισε την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης το 1916.

Από νωρίς επίσης ο Σιάντος ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση ως μέλος του σωματείου των καπνεργατών της Καρδίτσας, του οποίου, μετά την αποστράτευσή του το 1920, εξελέγη πρόεδρος.

Την ίδια εποχή ο Σιάντος έγινε μέλος του ΣΕΚΕ, του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος, το οποίο το 1924 μετονομάστηκε Κομμουνιστικό Κόμμα. Λίγο αργότερα, το 1922, ο Σιάντος αναδείχθηκε γενικός γραμματέας της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας Ελλάδος.

Συνεχίζοντας παράλληλα την άνοδό του στην ιεραρχία του KKE ο Σιάντος εξελέγη μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του και στο 3ο Συνέδριο του KKE, το 1927, έγινε και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του.

Την περίοδο 1929-31 ξέσπασε στους κόλπους του KKE ιδεολογικοπολιτική διαμάχη, μία από τις πολλές που έμελλαν να το ταλανίσουν σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής του. Το κόμμα χωρίστηκε σε δύο στρατόπεδα, το δεξιό και το αριστερό, και απειλήθηκε η ενότητά του. H Γ' Διεθνής ανησύχησε, απηύθυνε στο KKE έκκληση για τη διαφύλαξη της ενότητας, η ηγεσία του κόμματος καθαιρέθηκε και από τη Μόσχα, όπου βρισκόταν για μετεκπαίδευση, έφθασε το 1931 στην Αθήνα ο Νίκος Ζαχαριάδης και ανέλαβε τη θέση του γενικού γραμματέα για να επανενώσει το κόμμα.

Page 6: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

(82 KB)

Το συλλαλητήριο της 4ης Δεκεμβρίου 1944 προς τιμήν των θυμάτων του συλλαλητηρίου της 3ης Δεκεμβρίου

Ο Γιώργης Σιάντος, ηγετικός εκπρόσωπος της αριστερής ομάδας κατά την εσωκομματική πάλη, εκλήθη τότε στη Μόσχα μαζί με άλλα ηγετικά στελέχη των δύο παρατάξεων και ενωτίστηκε τις νουθεσίες της Γ' Διεθνούς στην έδρα της για το ξεπέρασμα των αντιθέσεων και την αποκατάσταση της κομματικής ομόνοιας.

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, μερικούς μήνες αργότερα, ο Σιάντος βρέθηκε στη διοίκηση της ΓΣΕΕ, της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος, για να μεταπηδήσει πάλι στην ηγετική ομάδα του KKE, όταν, το 1934, κατά το 4ο Συνέδριό του εξελέγη για μία ακόμη φορά μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και του Πολιτικού Γραφείου, και τοποθετήθηκε γραμματέας της ΚΟΠ, της Κομματικής Οργάνωσης Πειραιά.

Στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου 1936 ο Σιάντος εξελέγη βουλευτής στον Νομό Τρικάλων. Με την κήρυξη της δικτατορίας του Μεταξά στις 4 Αυγούστου του ιδίου χρόνου εξαπολύθηκε κύμα συλλήψεων των πολιτικών αντιπάλων του δικτάτορα, μεταξύ των οποίων οι κομμουνιστές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή. Ο Σιάντος ήταν από τους πρώτους που συνελήφθησαν. Εκτοπίστηκε στην Ανάφη, από όπου όμως δραπέτευσε τον επόμενο χρόνο, για να συλληφθεί πάλι το φθινόπωρο του 1939 και να εγκλειστεί στη φυλακή της Κέρκυρας αυτή τη φορά. Δραπέτευσε όμως και από εκεί το 1941.

Εν τω μεταξύ ο γενικός γραμματέας του KKE Νίκος Ζαχαριάδης, τον οποίο η μεταξική δικτατορία είχε επίσης φυλακίσει στην Κέρκυρα, μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς, είχε μεταφερθεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου. Ο Σιάντος ανέλαβε τότε την ηγεσία του κόμματος, ως προσωρινός ή αναπληρωτής γενικός γραμματέας, με την προοπτική να παραδώσει πάλι το αξίωμα στον Ζαχαριάδη μετά την ελπιζόμενη απελευθέρωση και επιστροφή του στην Ελλάδα.

Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ο Σιάντος υπήρξε η ψυχή του EAM, του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, το οποίο ιδρύθηκε το 1941 με πρωτοβουλία του KKE. Πρωταγωνιστικό ρόλο επίσης διαδραμάτισε ο Σιάντος στην ίδρυση και στη λειτουργία της ΠΕΕΑ, της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, το 1944. Απέναντι στα ανοίγματα των Αγγλων ήταν από τους πλέον αρνητικούς ηγέτες του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και του KKE. Είχε αντιταχθεί στις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, αλλά το κύρος του ουδέποτε υπήρξε τόσο αδιαμφισβήτητο ώστε να μπορέσει να επιβάλει την άποψή του. Μετά τη σύναψη ωστόσο των συμφωνιών ο Σιάντος εννοούσε να τηρηθούν τα συμπεφωνημένα, όπως τουλάχιστον τα αντιλαμβανόταν ο ίδιος. Για τις αποφάσεις και τους χειρισμούς του κατά τα Δεκεμβριανά του 1944 και ιδίως για την ιδέα του να αναλάβει τη στρατιωτική διεύθυνση των επιχειρήσεων επικρίθηκε δριμύτατα από τους

Page 7: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

συντρόφους του, με πρώτο και καλύτερο τον Ζαχαριάδη, ο οποίος, κατά τη συνήθειά του, έφτασε να τον κατηγορήσει ως «πράκτορα των Εγγλέζων».

Τον Φεβρουάριο του 1945 ο Σιάντος ήταν επικεφαλής της αντιπροσωπείας του EAM που υπέγραψε τη Συμφωνία της Βάρκιζας και τον Μάιο του ιδίου χρόνου παρέδωσε τα ηνία του κόμματος στον Νίκο Ζαχαριάδη όταν αυτός επέστρεψε στην Ελλάδα. Ο Σιάντος παρέμεινε στη θέση του ως μέλος του Πολιτικού Γραφείου του KKE αλλά δεν έπαιζε πλέον κανέναν ουσιαστικό ρόλο. Πέθανε τον Μάιο του 1947 από καρδιακή προσβολή. Την κηλιδωμένη από τον Ζαχαριάδη μνήμη του αποκατέστησε το 1957 ειδική επιτροπή του KKE.

ΡΟΝΑΛΝΤ ΣΚΟΜΠΙ (1893-1969)

(65 KB)

Βρετανός στρατηγός. Τυπικά ήταν διοικητής του εκστρατευτικού σώματος στην Ελλάδα αλλά και των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων κατά τις μάχες της Αθήνας τον Δεκέμβριο 1944, τις γνωστές ως Δεκεμβριανά. Ουσιαστικά ήταν ο απόλυτος άρχων της αντιεαμικής παράταξης και υπήρξε ο κυριότερος εκτελεστής των σχεδίων του Γουίνστον Τσόρτσιλ για την υπαγωγή της Ελλάδας στην αγγλική σφαίρα επιρροής.

Ο Σκόμπι πολέμησε κατά τον A' Παγκόσμιο Πόλεμο, το τέλος του οποίου τον βρήκε με τον βαθμό του λοχαγού. Τα χρόνια του Μεσοπολέμου υπηρέτησε στο βρετανικό Γενικό Επιτελείο και έγινε σημαντικό στέλεχός του. Κατά τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον βαθμό του υποστρατήγου, διετέλεσε διοικητής μεραρχίας στη Βόρεια Αφρική και του Τομπρούκ το καλοκαίρι του 1941, όταν τα γερμανικά στρατεύματα υπό τον στρατηγό Ρόμελ πολιόρκησαν την πόλη. Το 1942 ο Σκόμπι τοποθετήθηκε διοικητής της νήσου Μάλτας.

Καθώς ο B' Παγκόσμιος Πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, χάρη στην πείρα του ως επιτελικού αξιωματικού ο Σκόμπι έλαβε μέρος στην προετοιμασία των ενεργειών που θα έπρεπε να αναλάβουν οι αγγλικές δυνάμεις στα Βαλκάνια κατά την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων. H αποχώρηση αυτή φαινόταν ότι δεν επρόκειτο να βραδύνει πολύ, δεδομένου πως τα γερμανικά στρατεύματα επείγονταν να απαγκιστρωθούν από τα Βαλκάνια εν όψει της επέλασης του σοβιετικού στρατού προς Ανατολάς και των εξελίξεων στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου οι Δυτικοί σύμμαχοι είχαν και αυτοί φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τις δυνάμεις της χιτλερικής Γερμανίας.

H φάση της σταδιοδρομίας του Σκόμπι η οποία τον συνέδεσε άμεσα με την Ελλάδα εγκαινιάστηκε τον Σεπτέμβριο του 1944 στην Καζέρτα. Στην ιταλική αυτή πόλη συναντήθηκαν τότε και συσκέφθηκαν, υπό την προεδρία του άγγλου διοικητή του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής στρατηγού Χένρι Γουίλσον, ο άγγλος υπουργός εκπρόσωπος στο Συμμαχικό Στρατηγείο (και αργότερα πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας) Χάρολντ Μακμίλαν, ο πρωθυπουργός της ελληνικής κυβέρνησης εθνικής ενότητας, η οποία είχε σχηματιστεί με τη Συμφωνία του Λιβάνου τον προηγούμενο μήνα, Γεώργιος Παπανδρέου, οι εαμικοί υπουργοί της ίδιας κυβέρνησης Αλέξανδρος Σβώλος και Γιάννης Ζεύγος, οι αρχηγοί των ελληνικών ανταρτικών δυνάμεων

Page 8: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

στρατηγοί Στέφανος Σαράφης του ΕΛΑΣ και Ναπολέων Ζέρβας του ΕΔΕΣ, καθώς και άλλοι. H διάσκεψη κατέληξε στην υπογραφή της λεγόμενης Συμφωνίας της Καζέρτας, η οποία προέβλεπε ότι ο στρατηγός Ρόναλντ Σκόμπι, διοικητής των αγγλικών στρατευμάτων που επρόκειτο να αποβιβαστούν στην Ελλάδα, ανελάμβανε και την ανωτάτη διοίκηση των ανταρτικών δυνάμεων που δρούσαν στη χώρα. «Αι ανταρτικαί δυνάμεις» ήταν η διατύπωση της Συμφωνίας «τίθενται υπό τας διαταγάς της Ελληνικής Κυβερνήσεως, η οποία τας θέτει υπό τας διαταγάς του Στρατηγού Σκόμπι».

Ο στρατηγός Σκόμπι συνάντησε την ελληνική κυβέρνηση κατά τα μέσα Οκτωβρίου 1944 στον Πόρο, τελευταίο σταθμό του ταξιδιού της από το Κάιρο προς τον Πειραιά μέσω Ιταλίας. Κατόπιν ήρθε και αυτός στον Πειραιά μαζί με τον Μακμίλαν.

H μεγάλη ώρα του Σκόμπι σήμανε μερικές ημέρες αργότερα, όταν στην Αθήνα ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά. Ο στρατηγός είχε την πλήρη στήριξη του πρωθυπουργού Γουίνστον Τσόρτσιλ, ο οποίος τον περιέβαλε με απόλυτη εξουσία και φρόντισε να του μεταδώσει τη δική του αλύγιστη αποφασιστικότητα για τη συντριβή του EAM. Στις 5 Δεκεμβρίου ο Τσόρτσιλ, με τηλεγράφημά του προς τον άγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα Ρέτζιναλντ Λίπερ, τον ειδοποιούσε ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου όφειλαν να υποτάσσονται στις εντολές του Σκόμπι. «Ανέθεσα» λέει το τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ «το όλον ζήτημα της αμύνης των Αθηνών και την διατήρησιν της εννόμου τάξεως εις τον στρατηγόν Σκόμπι και τον διεβεβαίωσα ότι θα τον ενισχύσωμεν με όσας δυνάμεις χρειάζεται προς τούτο. Τόσον εσείς όσον και ο Παπανδρέου πρέπει να συμμορφωθείτε προς τα οδηγίας του εις ό,τι αφορά την δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν. Πρέπει να συνδράμετε τον στρατηγόν Σκόμπι με πάντα δυνατόν τρόπον και να εισηγηθήτε εις αυτόν την λήψιν παντός μέτρου το οποίον κατά την γνώμην σας ήθελε καταστήσει το έργον του περισσότερον ευχερές και αποτελεσματικόν».

Στον ίδιο τον Σκόμπι ο Τσόρτσιλ απέστειλε το εξής μήνυμα: «Είσθε υπεύθυνος διά την τήρησιν της τάξεως εις Αθήνας και διά την καταστροφήν όλων των ομάδων EAM-ΕΛΑΣ αι οποίαι πλησιάζουν εις την πόλιν. Δύνασθε να λάβετε όλα τα μέτρα που θα θεωρήσετε σκόπιμα διά τον έλεγχον των οδών και την παγίδευσιν των ταραξιών... μη διστάσετε να πυροβολήσετε εναντίον παντός ενόπλου... Μη διστάσετε να ενεργήσετε ως να ευρίσκεσθε εις μόλις καταληφθείσαν πόλιν όπου έχει εκραγεί επαναστατικόν κίνημα».

Ο Σκόμπι δεν υπολείφθηκε διόλου των εντολών του πρωθυπουργού του, τις οποίες εξετέλεσε όχι μόνο με παραδειγματική πειθαρχία αλλά και με περισσό ζήλο. H πράξη του που δείχνει περισσότερο ίσως από κάθε άλλη πόσο σοβαρά είχε πάρει τις εντολές του Τσόρτσιλ είναι ότι κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο χωρίς καν να ενημερώσει γι' αυτό την ελληνική κυβέρνηση.

Μετά τη λήξη των Δεκεμβριανών ο Σκόμπι παρέμεινε στην Ελλάδα για έναν ακόμη χρόνο, ως τις εκλογές του 1946. Το 1947 αποστρατεύθηκε με πολλές τιμές και το 1951 τιμήθηκε με τον τίτλο του διοικητή του Πύργου του Λονδίνου, τον οποίο έφερε ως το 1954.

ΤΟ ΒΗΜΑ , 01-06-2003

Page 9: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ 1944

OI ΜΑΧΕΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΖΕΝΑΚΟΣ

(77 KB)

H είσοδος της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας στην Αθήνα. 9 Νοεμβρίου 1944 (Πολεμικό Μουσείο Αθηνών)

Τα Δεκεμβριανά του 1944 ή Μάχη του Δεκέμβρη υπήρξαν ένα από τα πιο ζοφερά κεφάλαια της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Επί έναν και πλέον μήνα η μόλις λυτρωμένη από τη γερμανική κατοχή πρωτεύουσα μεταβλήθηκε σε θέατρο πολεμικών συγκρούσεων που μαίνονταν τόσο στο κέντρο όσο και στις συνοικίες της. Σε πολλά σημεία της Αθήνας, που οι διεθνείς συμβάσεις την ήθελαν ανοχύρωτη πόλη και ως εκ τούτου καθ' όλη τη διάρκεια του B' Παγκοσμίου Πολέμου στο έδαφός της δεν είχε ριφθεί ούτε μία βόμβα, κροτάλιζαν ακατάπαυστα τα όπλα, ανατιναγμένα κτίρια κείτονταν σε σωρούς ερειπίων, καταμεσής στις έρημες λεωφόρους της έστεκαν τρομακτικά τα πυρπολημένα τραμ και για να διασχίσουν τους δρόμους, συχνά κομμένους από οδοφράγματα, οι παράτολμοι και αραιοί διαβάτες έβαζαν στοίχημα τη ζωή τους εξαιτίας των ελεύθερων σκοπευτών οι οποίοι από τις γύρω στέγες σκόρπιζαν τον θάνατο επί δικαίους και αδίκους. Ηταν ένας πόλεμος ύπουλος και για τους πολλούς αναπάντεχος και αδικαιολόγητος ανάμεσα στις δυνάμεις του EAM από τη μία και της κυβέρνησης από την άλλη, η οποία είχε στο πλευρό της τα αγγλικά στρατεύματα, που σήκωναν και το μεγαλύτερο βάρος των πολεμικών επιχειρήσεων γι' αυτή την παράταξη. Το πιο πικρό γνώρισμα των δραματικών αυτών γεγονότων ήταν ότι είχαν τη ρίζα τους στην ίδια την ηρωική πάλη του ελληνικού λαού για την απόκτηση της ελευθερίας του.

Τον τρίτο χρόνο του B' Παγκοσμίου Πολέμου, στις 6 Απριλίου 1941, και ενώ από τον προηγούμενο χρόνο συνέχιζε τον νικηφόρο αγώνα της κατά της φασιστικής Ιταλίας στην Αλβανία, η Ελλάδα δέχθηκε αιφνίδια επίθεση από τη ναζιστική Γερμανία. Υστερα από σθεναρή αντίσταση δύο εβδομάδων στο μέτωπο της Μακεδονίας ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου, διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού, με το επιχείρημα ότι ο ελληνικός στρατός δεν μπορούσε να συνεχίσει τον πόλεμο και με τη σύμφωνη γνώμη και άλλων ανωτάτων αξιωματικών, αλλά όχι και της κυβέρνησης, στασίασε και στις 20 Απριλίου υπέγραψε συνθηκολόγηση και η Ελλάδα παραδόθηκε στους Γερμανούς, οι οποίοι διόρισαν τον Τσολάκογλου πρώτο κατοχικό πρωθυπουργό.

Page 10: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Τα γερμανικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα στις 27 Απριλίου. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 18 Απριλίου, είχε αυτοκτονήσει ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής, τον οποίο ο βασιλιάς Γεώργιος B' είχε διορίσει σε αυτή τη θέση μετά τον θάνατο του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά τον Ιανουάριο. Στις 22 Απριλίου ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του υπό τον νέο πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό αναχώρησαν για την Κρήτη και από εκεί για το Κάιρο. Την ίδια κατεύθυνση, προς την Αίγυπτο, είχαν επίσης ακολουθήσει όσα τμήματα του στρατού και του στόλου είχαν διασωθεί από τις πολεμικές επιχειρήσεις.

Στην υπόδουλη πλέον Ελλάδα δεν άργησαν να συγκροτηθούν οργανώσεις αντίστασης κατά του κατακτητή. H μαζικότερη από αυτές ήταν το EAM (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο). Το EAM ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1941 με πρωτοβουλία του KKE, του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, στην οποία ανταποκρίθηκαν περιορισμένης εμβέλειας αριστερίζοντες πολιτικοί σχηματισμοί αλλά όχι και τα μεγάλα πολιτικά κόμματα, τα οποία, παρά τις εκκλήσεις των πρωτεργατών της οργάνωσης, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν.

Αντίσταση και διχόνοιες

(96 KB)

Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944 το EAM διοργάνωσε στην Πλατεία Συντάγματος συλλαλητήριο κατά των κυβερνητικών μέτρων, το οποίο η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει. Οι διαδηλωτές, πολλές χιλιάδες, δέχθηκαν τα πυρά της Αστυνομίας. Αποτέλεσμα: πάνω από 20 νεκροί και 140 τραυματίες

H απουσία των πολιτικών κομμάτων από τις τάξεις του EAM δεν εμπόδισε τη μεγάλη μάζα του ελληνικού λαού να το αγκαλιάσει και να το καταστήσει κύριο εκφραστή των πόθων του, με πρωταρχικό ανάμεσά τους την εθνική απελευθέρωση. Αυτή άλλωστε πρόβαλλε το EAM ως βασικό σκοπό της ύπαρξής του προτείνοντας ως τη στιγμή της επίτευξής της τον παραμερισμό όλων των διαφορών που χώριζαν τους Ελληνες, πολιτικών και ιδεολογικών.

Με την ίδρυση του ΕΛΑΣ, του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, τον Φεβρουάριο του 1942, δημιουργήθηκε το εαμικό «αντάρτικο» και η δράση του EAM εξαπλώθηκε και στην ύπαιθρο. H ΠΕΕΑ, η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, είχε ως αποστολή της τη διοικητική οργάνωση της απελευθερωτικής προσπάθειας, γι' αυτό και την είπαν «κυβέρνηση του βουνού». Το EAM την ίδρυσε τον Μάρτιο του 1944 ύστερα από την αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις για την εκπροσώπησή τους σε αυτήν.

Για την αντιμετώπιση της δράσης των αντιστασιακών οργανώσεων και ιδίως του «κομμουνιστικού κινδύνου» η κατοχική κυβέρνηση δημιούργησε τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας, ένοπλα σώματα εθελοντών, όπου εντάχθηκαν και μονάδες των

Page 11: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ευζώνων και της χωροφυλακής, καθώς και το Μηχανοκίνητο Σώμα, τα οποία, σε συνεργασία με τις δυνάμεις κατοχής, διέπραξαν φρικιαστικές ωμότητες εις βάρος του χειμαζομένου ελληνικού λαού.

(63 KB)

Τα φέρετρα των θυμάτων της 3ης Δεκεμβρίου 1944

Οι σχέσεις ανάμεσα στο EAM και στις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, παρά τις μεμονωμένες περιπτώσεις σύμπνοιας και συνεργασίας, όχι μόνο δεν ήταν αρμονικές αλλά χαρακτηρίζονταν συνήθως από δυσπιστία και συχνά από απροκάλυπτη εχθρότητα με ένοπλες συγκρούσεις. Ο ΕΛΑΣ πολέμησε εναντίον της άλλης μεγάλης αντιστασιακής οργάνωσης, του ΕΔΕΣ, του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου, και επέσυρε κατακραυγή από πολλές πλευρές όταν σκότωσε τον συνταγματάρχη Δημήτριο Ψαρρό, διοικητή του Συντάγματος 5/42, ένοπλου τμήματος άλλης αντιστασιακής οργάνωσης, της EKKA, της Εθνικής και Κοινωνικής Απελευθερώσεως.

Κλίμα αναταραχής επικρατούσε και στα τμήματα των ενόπλων δυνάμεων που είχαν καταφύγει στη Μέση Ανατολή και είχαν ανασυνταχθεί και σχηματίσει κανονικές μάχιμες μονάδες, την 1η και τη 2η Ταξιαρχία και τον Ιερό Λόχο. Στις τάξεις των δυνάμεων του στρατού αλλά και του στόλου δημιουργήθηκαν οργανώσεις φιλικές προς το EAM, οι ενέργειες των οποίων θεωρήθηκαν στασιαστικές. Το Κίνημα της Μέσης Ανατολής, όπως είναι γνωστά τα σχετικά επεισόδια του Απριλίου του 1944, είχε ως αποτέλεσμα, με επέμβαση των Αγγλων, τη διάλυση αυτών των μονάδων, τον εγκλεισμό σχεδόν 10.000 ανδρών σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, την εκκαθάριση του στρατού και του στόλου από όλα τα αριστερά στοιχεία, καθώς και δίκες όπου επιβλήθηκαν βαριές ποινές, μεταξύ των οποίων και 18 θανατικές καταδίκες, που όμως δεν εκτελέστηκαν. Στη θέση των μονάδων που διαλύθηκαν σχηματίστηκε η 3η Ορεινή Ταξιαρχία ή Ταξιαρχία του Ρίμινι (από τη μάχη στην ομώνυμη ιταλική πόλη όπου η μονάδα αυτή έλαβε μέρος), επανδρωμένη από αξιωματικούς και οπλίτες πιστούς στην ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου.

Το Κίνημα της Μέσης Ανατολής προκάλεσε επίσης κυβερνητική κρίση. Ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός παραιτήθηκε και ο βασιλιάς Γεώργιος B' τον αντικατέστησε πρώτα - για σύντομο διάστημα - με τον Σοφοκλή Βενιζέλο και κατόπιν με τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος είχε φθάσει στο Κάιρο από την κατεχόμενη Ελλάδα.

H κυβέρνηση εθνικής ενότητας

Page 12: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

(45 KB)

Μαχητές του ΕΛΑΣ καλύπτονται πίσω από τη γωνία κτιρίου στην Κυψέλη. 16 Δεκεμβρίου 1944

Αμοιβαία έλλειψη εμπιστοσύνης και καχυποψία βάραιναν πάντοτε και τις σχέσεις του EAM με το μεγαλύτερο μέρος του παλαιού πολιτικού κόσμου, τόσο των εκπροσώπων του που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα όσο και εκείνων που είχαν διαφύγει στη Μέση Ανατολή. Οι παλαιοί πολιτικοί φοβούνταν ότι το EAM, παρά τις διαβεβαιώσεις του ως προς τους στόχους του, είχε ως τελικό σκοπό του τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας. Το EAM, από την πλευρά του, υποπτευόταν ότι η άλλη παράταξη θα επεδίωκε, μετά την απελευθέρωση, να επαναφέρει τη μοναρχία ή ακόμη και τη δικτατορία ερήμην της θελήσεως του ελληνικού λαού.

Οταν όμως το νικηφόρο τέλος του πολέμου άρχισε να φαίνεται κοντινό και ακόμη πιο κοντινή η απελευθέρωση της Ελλάδας, ενισχύθηκε η ιδέα, που κυκλοφορούσε ήδη, για τον σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Με τον σκοπό αυτόν και παρά τις επιφυλάξεις που διατηρούσαν όλες οι πλευρές, στις 17 Μαΐου 1944 άρχισε στον Λίβανο συνέδριο με τη συμμετοχή αντιπροσώπων της ελληνικής κυβέρνησης του Καΐρου, των ελλαδικών κομμάτων (συμπεριλαμβανομένου και του KKE), του EAM, της ΠΕΕΑ κ.ά.

Οι εργασίες του συνεδρίου υπήρξαν μακροχρόνιες και δυσχερέστατες και ο κίνδυνος ναυαγίου του εμφανίστηκε περισσότερες από μία φορές. Μεταξύ των μερών υπήρχαν διαφωνίες για πολλά θεμελιώδη ζητήματα, από τον καταμερισμό των υπουργείων της συζητούμενης κυβέρνησης ως τη φύση των ενόπλων δυνάμεων της μεταπολεμικής Ελλάδας και από την καταδίκη των Ταγμάτων Ασφαλείας ως την παραμονή του Παπανδρέου στη θέση του πρωθυπουργού.

Οι διαφωνίες δεν λύθηκαν στην ουσία και η εκκρεμότητα αυτή επέπρωτο να έχει μοιραίες συνέπειες για την τύχη της απελευθερωμένης Ελλάδας. Ωστόσο με αμοιβαίες παραχωρήσεις κατορθώθηκε ο σχηματισμός κυβέρνησης εθνικής ενότητας, στην οποία το EAM κατείχε έξι υπουργεία.

Μια άλλη συμφωνία που έμελλε να επηρεάσει τις κατοπινές εξελίξεις στην Ελλάδα υπογράφτηκε τον Σεπτέμβριο του 1944 στην Καζέρτα της Ιταλίας. Στις συζητήσεις πήραν μέρος ο πρωθυπουργός Παπανδρέου, εαμικοί υπουργοί, ο αρχηγός του ΕΛΑΣ στρατηγός Στέφανος Σαράφης, ο αρχηγός του ΕΔΕΣ στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας, καθώς και ανώτατοι άγγλοι πολιτικοί και στρατιωτικοί. Με τη συμφωνία αυτή όλες οι ένοπλες δυνάμεις στην Ελλάδα, αγγλικές και ελληνικές, περιλαμβανομένων και των ανταρτών, τέθηκαν υπό τις διαταγές του άγγλου στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι, διοικητή του αγγλικού εκστρατευτικού σώματος.

Την περίοδο εκείνη η αγγλική κυβέρνηση διαδραμάτιζε πρωτεύοντα ρόλο στις ελληνικές υποθέσεις. Τις παρακολουθούσε αυτοπροσώπως και άγρυπνα ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Γουίνστον Τσόρτσιλ, ο οποίος ήταν

Page 13: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

πεπεισμένος ότι την κατάλληλη στιγμή το EAM/KKE θα επιχειρούσε να καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία και να εγκαθιδρύσει στην Ελλάδα κομμουνιστικό καθεστώς. Ο Τσόρτσιλ ήταν αποφασισμένος να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο πάση θυσία και να εξασφαλίσει την υπαγωγή της Ελλάδας στην αγγλική επιρροή, σχέδιο που πίστευε ότι θα το βοηθούσε η επιστροφή του Γεωργίου B', την οποία υποστήριζε ανεπιφύλακτα. Οι επεμβάσεις του Τσόρτσιλ, είτε προσωπικές είτε μέσω του άγγλου πρεσβευτή Ρέτζιναλντ Λίπερ, είχαν επανειλημμένα επηρεάσει τη στάση και τις αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης του Καΐρου. Παράλληλα ο Τσόρτσιλ προσπαθούσε να κερδίσει τη σύμφωνη γνώμη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ενωσης, συμμάχων της Αγγλίας κατά τον B' Παγκόσμιο Πόλεμο, για την επιβολή της αγγλικής πολιτικής στην Ελλάδα. Απέσπασε την ανοχή των Ηνωμένων Πολιτειών με διπλωματικές πιέσεις. Τη συναίνεση της Σοβιετικής Ενωσης την εξασφάλισε με την προσφορά ανάλογων ανταλλαγμάτων σε άλλες χώρες, οι οποίες την ενδιέφεραν περισσότερο, κατά την επίσκεψή του στη Μόσχα, μαζί με τον υπουργό του των Εξωτερικών Αντονι Ιντεν, τον Οκτώβριο του 1944, οπότε οι δύο δυνάμεις συνήψαν τη διαβόητη «συμφωνία των ποσοστών» επιρροής της καθεμιάς στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

H απελευθέρωση της Ελλάδας

(142 KB)

Ελασίτες (επάνω αριστερά) και βρετανοί στρατιώτες (επάνω δεξιά και κάτω)

Το φθινόπωρο του 1944 ο B' Παγκόσμιος Πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του φέρνοντας τη νίκη των Συμμάχων, Αγγλίας, Ηνωμένων Πολιτειών και Σοβιετικής Ενωσης, επί της Γερμανίας του Χίτλερ. Οι Γερμανοί υποχωρούσαν παντού και σε λίγο θα υποχρεώνονταν να υπερασπιστούν την ίδια τους την πατρίδα.

Τα γερμανικά στρατεύματα αποχώρησαν από την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου παρενοχλούμενα από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, οι οποίες εκείνες τις ημέρες έδωσαν και την τελευταία μεγάλη μάχη τους εναντίον των κατακτητών, με την οποία απέτρεψαν την καταστροφή του ηλεκτροπαραγωγικού εργοστασίου του Κερατσινίου το οποίο οι Γερμανοί σχεδίαζαν να ανατινάξουν.

Εν τω μεταξύ στις 7 Οκτωβρίου είχαν αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο οι πρώτες αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες ύστερα από μία εβδομάδα εμφανίστηκαν στην πρωτεύουσα όπου έγιναν δεκτές από τον λαό με εκδηλώσεις λατρείας αλλά και με τα περισσότερα συνθήματα να διατρανώνουν πίστη στο EAM και στο KKE.

H κυβέρνηση εθνικής ενότητας με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου έφτασε στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου. Σύσσωμος ο λαός της πρωτεύουσας την υποδέχθηκε με ασυγκράτητο ενθουσιασμό. Μετά την έπαρση της ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη ο πρωθυπουργός μίλησε προς το συγκεντρωμένο πλήθος στην πλατεία

Page 14: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Συντάγματος. Τα συνθήματα που κυριαρχούσαν ήταν και σε αυτή την περίπτωση κυρίως αφιερωμένα στην εξύμνηση του EAM και του KKE και εχθρικά προς τη μοναρχία.

Στις 23 Οκτωβρίου ο Παπανδρέου έκανε ανασχηματισμό της κυβέρνησης. Στο νέο σχήμα το EAM εξακολούθησε να κατέχει έξι υπουργεία.

H κρίση αρχίζει

Το κλίμα ευφορίας και έξαρσης που είχε γεννήσει η απελευθέρωση δεν επρόκειτο να διαρκέσει πολύ. Οι διαφωνίες που χώριζαν τις αντίθετες πολιτικές παρατάξεις και είχαν προσωρινά παραμεριστεί ξαναβγήκαν στην επιφάνεια οξυμένες από τις ανησυχίες του Τσόρτσιλ και από την πεποίθησή του ότι η σύγκρουση με το EAM ήταν αναπόφευκτη. H αντίθεση επικεντρώθηκε τελικά στον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να συγκροτηθούν οι ένοπλες δυνάμεις της ελεύθερης πλέον Ελλάδας. H κυβέρνηση και οι Αγγλοι θεωρούσαν απαραίτητη προϋπόθεση για αυτόν τον σκοπό τον αφοπλισμό και τη διάλυση του ΕΛΑΣ. Το EAM φοβόταν ότι χωρίς τον ΕΛΑΣ θα παραδινόταν ανυπεράσπιστο στο έλεος των αντιπάλων του. H κυβέρνηση και ο στρατηγός Σκόμπι διέταξαν τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Οι υπουργοί του EAM παραιτήθηκαν.

Την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου το EAM διοργάνωσε στην πλατεία Συντάγματος συλλαλητήριο κατά των κυβερνητικών μέτρων, το οποίο η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει. Οι διαδηλωτές, πολλές χιλιάδες, δέχθηκαν τα πυρά της αστυνομίας. Αποτέλεσμα: πάνω από 20 νεκροί και 140 τραυματίες. Την επομένη, Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου, το EAM κήρυξε γενική απεργία διαμαρτυρίας και διοργάνωσε νέο συλλαλητήριο για την ταφή των θυμάτων της προηγουμένης. Και αυτό το συλλαλητήριο, επίσης ογκωδέστατο, αντιμετώπισε την επίθεση των κυβερνητικών δυνάμεων με συνέπεια νέους νεκρούς και τραυματίες.

Τα Δεκεμβριανά είχαν αρχίσει.

H Αθήνα πεδίο μάχης

(38 KB)

Ο Γουίνστον Τσόρτσιλ φτάνει στην Αθήνα στα τέλη Δεκεμβρίου 1944

H πρώτη καθαρά στρατιωτική επιχείρηση έγινε τη νύχτα της 3ης Δεκεμβρίου στο Ψυχικό, έξω από το Αμερικανικό Κολλέγιο. Εκεί το 2ο Σύνταγμα της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ περίμενε την τελική διαταγή για να ξεκινήσει με σκοπό να επιτεθεί κατά της Ταξιαρχίας του Ρίμινι που στρατοπέδευε στο Γουδί, στους εκεί στρατώνες. Το σύνταγμα του ΕΛΑΣ, με δύναμη χιλίων περίπου ανδρών, βρέθηκε ξαφνικά μπροστά

Page 15: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

σε αγγλική μονάδα τεθωρακισμένων, στην οποία αναγκάστηκε να παραδοθεί. Ταυτόχρονα άλλες μονάδες του ΕΛΑΣ διατάχθηκαν να καταλάβουν τα αστυνομικά τμήματα, αποστολή που την έφεραν σε πέρας με αρκετή επιτυχία.

Κατά τις πρώτες φάσεις της σύρραξης οι αγγλικές και οι κυβερνητικές δυνάμεις βρέθηκαν αποκλεισμένες σε μια αρκετά περιορισμένη περιοχή στο κέντρο της Αθήνας, ενώ τον έλεγχο των συνοικιών τον είχε ο ΕΛΑΣ, όπου όμως υπήρχαν επίσης νησίδες ελεγχόμενες από τους αντιπάλους του, όπως η Σχολή των Ευελπίδων και η Χαρτογραφική Υπηρεσία Στρατού στο Πολύγωνο, οι στρατώνες στο Γουδί, η Χωροφυλακή στου Μακρυγιάννη, οι φυλακές Αβέρωφ στη λεωφόρο Αλεξάνδρας και άλλα σημεία.

(35 KB)

Σύσκεψη υπό τον Γουίνστον Τσόρτσιλ στα τέλη Δεκεμβρίου 1944. Από αριστερά: ο βρετανός υπουργός εξωτερικών Αντονι Ιντεν, ο βρετανός πρωθυπουργός Γουίνστον Τσόρτσιλ, ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο στρατάρχης Αλεξάντερ, ο Χάρολντ Μακμίλαν και ο στρατηγός Σκόμπι (Πολεμικό Μουσείο Αθηνών)

Σύντομα οι Αγγλοι άρχισαν να δέχονται ενισχύσεις σε άνδρες και όπλα από το μέτωπο της Ιταλίας. Αν και δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς τους αριθμούς, κατά προσέγγιση υπολογισμοί δείχνουν ότι ο ΕΛΑΣ, του οποίου οι δυνάμεις σε όλη τη χώρα υπερέβαιναν αρκετά τις 100.000 άνδρες, στη μάχη της Αθήνας διέθετε λιγότερους από 20.000. Οι Αγγλοι από την πλευρά τους, συνυπολογιζομένων και των διαφόρων ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων, στα προχωρημένα στάδια της αναμέτρησης διέθεταν δύναμη που κυμαινόταν γύρω στις 50.000 άνδρες. Υπερείχε επίσης αυτή η παράταξη στην ποσότητα και στην ποιότητα του οπλισμού, που περιελάμβανε βαρέα όπλα και αεροπλάνα, ενώ ο οπλισμός του ΕΛΑΣ ήταν ελαφρός και ελλιπής.

Από τις πρώτες κιόλας ημέρες του Δεκεμβρίου οι συγκρούσεις υπήρξαν σφοδρές και ως το τέλος του μήνα είχαν επεκταθεί σε όλη την Αθήνα αλλά και στον Πειραιά. Από την Καισαριανή ως το Περιστέρι, από τις Τζιτζιφιές ως τους Αμπελοκήπους, από το Πολύγωνο ως του Ψυρρή, από τη Νέα Σμύρνη ως το Μοσχάτο, από το Μεταξουργείο ως τα Πετράλωνα, αλλά και στα αεροδρόμια του Τατοΐου και της Ελευσίνας, καθώς και στο κέντρο, στην Ομόνοια, στην πλατεία Βάθης, στην οδό Πατησίων διεξάγονται μάχες, καταλαμβάνονται και ανακαταλαμβάνονται στρατηγικά σημεία και κτίρια, μερικά από τα οποία ο ΕΛΑΣ τα ανατινάζει για να στήσει με τα ερείπιά τους οδοφράγματα. Τα αγγλικά αεροπλάνα πολυβολούν τις συνοικίες που ελέγχονται από τον ΕΛΑΣ, τα πυροβολεία του Λυκαβηττού και της Ακρόπολης σφυροκοπούν τις θέσεις του αντιπάλου, ο στόλος βάλλει κατά των συνοικιών του Πειραιά. Τα θύματα είναι πολλά, αιχμάλωτοι συλλαμβάνονται εκατέρωθεν, περιλαμβανομένων και αρκετών άγγλων στρατιωτών.

Page 16: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Δύο από τις σημαντικότερες μάχες έδειξαν την αδυναμία του ΕΛΑΣ να αντεπεξέλθει στη μαχητική ανωτερότητα των αντιπάλων του. H μία δόθηκε στο Γουδί, στους στρατώνες του οποίου είχε οχυρωθεί η Ταξιαρχία του Ρίμινι, η άλλη στον στρατώνα του Μακρυγιάννη όπου βρίσκονταν υπερχίλιοι χωροφύλακες. Παρά τις πείσμονες επιθέσεις του ο ΕΛΑΣ δεν κατόρθωσε να καταλάβει αυτά τα σημεία ώσπου αγγλικά αεροπλάνα και τανκς έσπευσαν να βοηθήσουν και να διασώσουν τους πολιορκουμένους.

H συμφωνία της Βάρκιζας

(46 KB)

H υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας. 12 Φεβρουαρίου 1945. Από αριστερά: H. Τσιριμώκος, Γ. Σιάντος και Δ. Παρτσαλίδης (Πολεμικό Μουσείο Αθηνών)

Στις 25 Δεκεμβρίου έφτασαν ξαφνικά στην Αθήνα ο άγγλος πρωθυπουργός Γουίνστον Τσόρτσιλ και ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Ιντεν, οι οποίοι πήραν μέρος σε συσκέψεις με εκπροσώπους όλων των ελληνικών πολιτικών παρατάξεων, συμπεριλαμβανομένου και του EAM, σε μια προσπάθεια για την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης που θα οδηγούσε στον τερματισμό των εχθροπραξιών. Οι διαφωνίες όμως αποδείχτηκαν αγεφύρωτες και οι συσκέψεις δεν έφεραν αποτέλεσμα. Οι μάχες συνεχίστηκαν με εντεινόμενη σφοδρότητα ως τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου. Αλλά ήδη η δύναμη αντίστασης του ΕΛΑΣ είχε καμφθεί μπροστά στην υπεροχή των αντιπάλων του, και στις 5 Ιανουαρίου οι μονάδες του εγκατέλειψαν την Αθήνα και ζήτησαν τη σύναψη ανακωχής, η οποία υπογράφτηκε στις 11 του μήνα.

Στις 12 Φεβρουαρίου 1945 υπογράφτηκε ανάμεσα στην κυβέρνηση, με πρωθυπουργό πλέον τον στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα από τις 3 του μήνα, και στο EAM η Συμφωνία της Βάρκιζας που υποχρέωνε τον ΕΛΑΣ να παραδώσει τον οπλισμό του και να διαλυθεί. Του δινόταν προθεσμία δύο εβδομάδων.

ΤΟ ΒΗΜΑ , 01-06-2003

Ο Ιωσήφ Στάλιν και ο Γκεόργκι Δημητρόφ στη διάρκεια της παρέλασης για την Πρωτομαγιά του 1935 στη Μόσχα

H σοβιετική ηγεσία - ο Στάλιν προσωπικώς - ήταν αντίθετη στο «δεύτερο αντάρτικο» στην Ελλάδα, όπως ήταν αντίθετη στην αποχή που κήρυξε το KKE στις εκλογές του

Page 17: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

1946 και στην παραίτηση των υπουργών του EAM-KKE από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, η οποία απετέλεσε την αφετηρία των Δεκεμβριανών.

Δεν είναι η πρώτη φορά που αναφέρονται αυτά, αλλά τώρα επιβεβαιώνονται με τρόπο σαφή και επιγραμματικό από μια απολύτως έγκυρη πηγή. Από τον Γκεόργκι Δημητρώφ, γραμματέα της Κομιντέρν (1936-1943), του συντονιστικού οργάνου των κομμουνιστικών κομμάτων εκείνης της εποχής και εκ των «εμπίστων και προσφιλών» συνεργατών του Στάλιν ως τον θάνατό του, τον Ιούνιο του 1949. Τελευταία κυκλοφόρησαν σελίδες από το Ημερολόγιό του (*), στο οποίο αποσπασματικά αναφέρονται συναντήσεις του με στελέχη του KKE στη διάρκεια της Κατοχής και αργότερα, εκτιμήσεις του ίδιου του Στάλιν και της σοβιετικής ηγεσίας για την τύχη του δεύτερου αντάρτικου και για την πολιτική της ηγεσίας του KKE. Από τα γραφόμενα του Δημητρόφ προκύπτει ότι όλη η τακτική και πολιτική του KKE ήταν λαθεμένη, κατά την άποψη των Σοβιετικών και του συγγραφέα, οι οποίοι επανειλημμένα υπέδειξαν στους έλληνες συντρόφους τους λάθη και άστοχες ενέργειές τους.

Αργά το απόγευμα της 2ας Σεπτεμβρίου 1946 ο Δημητρόφ επισκέπτεται τον Στάλιν στο Κρεμλίνο και, παρουσία των Μολότοφ, Ζντάνοφ, Μπέρια, Μικογιάν και Μαλένκοφ, συζητούν τα άμεσα προβλήματα της μεταπολεμικής Ευρώπης. Γράφει ο Δημητρόφ στο Ημερολόγιό του: «... Σχετικά με την τακτική του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος ο Στάλιν υπογράμμισε το γεγονός ότι οι έλληνες κομμουνιστές έκαναν λάθος προηγουμένως μποϊκοτάροντας τις βουλευτικές εκλογές. Το μποϊκοτάζ έχει έννοια όταν έχει ως αποτέλεσμα την αποτυχία των εκλογών. Διαφορετικά, είναι ανοησία, είπε». Ηταν όμως ενημερωμένος ο Δημητρόφ για τις εκλογές στην Ελλάδα. Στις 2 Απριλίου 1946 τον «επισκέφθηκε ο Ζαχαριάδης. Μας ενημέρωσε για την κατάσταση στην Ελλάδα σχετικά με τις εκλογές και σχετικά με το κόμμα και το EAM» γράφει.

Στις 10 Ιανουαρίου 1945 ο Στάλιν τηλεφωνεί στον Δημητρόφ και τον ενημερώνει για τη συζήτηση που είχε με μια γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία γύρω από τα Βαλκάνια και τα εθνικά, συνοριακά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Στην Ελλάδα οι ένοπλες δυνάμεις του EAM-ΕΛΑΣ έχουν υποχωρήσει από την Αθήνα. Ο Στάλιν λέει, «...(τους) συμβούλευσα να μην αρχίσουν αυτόν τον πόλεμο στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να παραιτηθούν από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Εκαναν κάτι πέραν των δυνάμεών τους. Είναι προφανές ότι υπολόγιζαν ότι ο Ερυθρός Στρατός θα κατέβαινε στο Αιγαίο. Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο. Ούτε μπορούμε να στείλουμε τον στρατό μας στην Ελλάδα. Οι Ελληνες έκαναν μια ανοησία». Οπως γράφει ο Δημητρόφ στις 8 και 9 Δεκεμβρίου 1944, δηλαδή τέσσερις μόνο ημέρες μετά τις πρώτες μάχες στο κέντρο της Αθήνας, «έστειλα στον Μολότοφ ένα ερώτημα του Πέτρου Ρούσου, μέλους του πολιτικού γραφείου του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο οποίος έφθασε προ ημερών στη Σόφια για να θέσει το ερώτημα στο βουλγαρικό KK: είναι δυνατόν να παρασχεθεί βοήθεια στο ελληνικό KK για να αντιμετωπίσει την ένοπλη επέμβαση της Αγγλίας; Πληροφόρησα τη Σόφια ότι υπό τις παρούσες συνθήκες οι έλληνες φίλοι μας δεν θα πρέπει να υπολογίζουν σε ενεργό επέμβαση και βοήθεια από εδώ. Επίσης συμβούλευσα το βουλγαρικό KK να μην εμπλακεί άμεσα στο ξεκίνημα του εσωτερικού αγώνα στην Ελλάδα».

Page 18: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

«Οχι» είχαν διαμηνύσει οι Σοβιετικοί στην ηγεσία του KKE και στις αρχές του δεύτερου αντάρτικου. Γράφει ο Δημητρόφ στις 9 Φεβρουαρίου 1946: «Ελαβα απάντηση από τον Αλεξέιεφ (Μολότοφ) στο ερώτημα που έθεσαν οι έλληνες σύντροφοι - να ετοιμάζονται για ένοπλη εξέγερση εναντίον του αντιδραστικού μοναρχικού καθεστώτος ή να οργανωθούν για αυτοάμυνα με παράλληλη πολιτική κινητοποίηση των λαϊκών μαζών. Υποδείξαμε το δεύτερο». Πάντως, ενωρίτερα, όπως γράφει στις 28 Νοεμβρίου 1945, «ο σύντροφος Μοσέτοφ έφερε από τη Μόσχα 100.000 δολάρια για τους έλληνες συντρόφους». Ο ίδιος ο Δημητρόφ, όπως γράφει στις 8 Σεπτεμβρίου 1945, έστειλε την επομένη «έναν ταχυδρόμο στη Σόφια, τον οποίο συνοδεύει ο Μπασκάλοφ, που θα φέρει στον Κοστόφ 75.000 δολάρια να τα δώσει στον Ζαχαριάδη ως βοήθεια στο Κομμουνιστικό Κόμμα». Αργότερα, όταν ο Δημοκρατικός Στρατός ήταν πλέον γεγονός, το πολιτικό και στρατιωτικό πρόβλημα της Βαλκανικής είναι αντικείμενο συζήτησης της σοβιετικής ηγεσίας στο Κρεμλίνο υπό τον Στάλιν και λαμβάνονται αποφάσεις. Ευθύνες καταλογίζονται στη Γιουγκοσλαβία και στη Βουλγαρία για τη σύναψη στρατιωτικής συμφωνίας - την οποία φαίνεται η Μόσχα αγνοούσε - η οποία, πέραν των άλλων, «διευκόλυνε τη δράση των αντιδραστικών αγγλοαμερικανικών στοιχείων, προσφέροντάς τους πρόσθετες δικαιολογίες για να εντείνουν τη στρατιωτική τους επέμβαση στα ελληνικά και στα τουρκικά πράγματα...» γράφει ο Δημητρόφ στις 12 Αυγούστου 1947. Τα ίδια είχε επισημάνει προσωπικώς ο Στάλιν στον Δημητρόφ όταν συναντήθηκαν στην «ντάτσα» του πρώτου τέσσερις ημέρες ενωρίτερα. «Οι Αμερικανοί και οι Αγγλοι θα εκμεταλλευθούν (τη συμφωνία) για να αυξήσουν τη στρατιωτική βοήθειά τους στην Ελλάδα και στην Τουρκία».

Την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου 1948 στο Κρεμλίνο, παρουσία όλης σχεδόν της σοβιετικής ηγεσίας, γιουγκοσλάβων κομμουνιστών και του Δημητρόφ, γίνεται μια σε βάθος επισκόπηση της κατάστασης στην Ανατολική Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Βαλκανική. Επισημαίνεται ότι ο Δημητρόφ «χωρίς να έχει επίσημη εξουσιοδότηση» υποστήριξε σε διεθνή συγκέντρωση στελεχών την ιδέα της «ομοσπονδοποίησης» της περιοχής με την ένταξη στο ομοσπονδιακό σχήμα της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Ελλάδας. Ο Στάλιν το χαρακτήρισε «κατά βάση λάθος και από τακτικής πλευράς πολύ επώδυνο. Ολα αυτά διευκολύνουν τη δουλειά των ιδρυτών του Δυτικού συνασπισμού και δεν μπορούμε να αγνοήσουμε αυτό το γεγονός» γράφει στο Ημερολόγιό του ο Δημητρόφ (10/2/1948). Ο Στάλιν όμως έχει να πει και κάτι άλλο: «Οταν ο Δημητρόφ ή ο Τίτο μιλούν για κάποιες τρίτες χώρες, όλοι πιστεύουν ότι αυτά που λένε προέρχονται από τη Σοβιετική Ενωση».

H συζήτηση ζωηρεύει. Ο Μολότοφ, γράφει ο Δημητρόφ, «νομίζει ότι δεν πρέπει να επαναληφθούν τέτοια πράγματα». Και συνεχίζει ο σοβιετικός υπουργός: «Εντελώς τυχαία πληροφορηθήκαμε στο τέλος Ιανουαρίου ότι μια γιουγκοσλαβική μεραρχία πρόκειται να εισέλθει στην Αλβανία, στα ελληνοαλβανικά σύνορα, για να εμποδίσει οποιαδήποτε επίθεση των Αγγλοαμερικανών από την ελληνική πλευρά. Οι γιουγκοσλάβοι σύντροφοι δεν μας ενημέρωσαν προηγουμένως (...), οι Αλβανοί λέγουν ότι τους διαβεβαίωσαν ότι αυτό γίνεται με δική μας συγκατάθεση». Τον λόγο παίρνει κατόπιν ο Στάλιν, ο οποίος επανέρχεται στο ζήτημα της βαλκανικής ομοσπονδίας, το οποίο «ασφαλώς (...) παρέχει πολεμοφόδια στα αντιδραστικά στοιχεία της Αμερικής για να πείσουν την κοινή γνώμη ότι η Αμερική δεν κάνει ό,τι πρέπει για τον Δυτικό συνασπισμό, αφού ήδη υπάρχει (συνασπισμός) στα Βαλκάνια». H συζήτηση περνά κατόπιν στις «απειλές» που αντιμετωπίζει η περιοχή και,

Page 19: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αιφνιδίως, ο Στάλιν ρωτά τον Γιουγκοσλάβο Καρντέλ: «Αν οι έλληνες αντάρτες ηττηθούν θα κάνετε πόλεμο;». «Οχι» απαντά ο Καρντέλ.

H συνέχεια, όπως τη δίνει ο Δημητρόφ: «Στάλιν. Στηρίζω τα συμπεράσματά μου σε ανάλυση των πιθανοτήτων που έχουν οι αντάρτες και οι αντίπαλοί τους. Τελευταία άρχισα να αμφιβάλλω ότι οι αντάρτες μπορούσαν να νικήσουν. Και αν δεν είμαστε σίγουροι πως οι αντάρτες θα νικήσουν, τότε το αντάρτικο πρέπει να περισταλεί. Οι Αμερικανοί και οι Αγγλοι έχουν πολύ σοβαρά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Θέλουν να έχουν βάσεις στην Ελλάδα. Θα χρησιμοποιήσουν κάθε δυνατό μέσο για να υποστηρίξουν την κυβέρνηση που θα τους υπακούει. Πρόκειται για διεθνές ζήτημα μεγάλης σημασίας. Αν το αντάρτικο κίνημα ανασταλεί δεν θα έχουν δικαιολογία να επιτεθούν (στη Γιουγκοσλαβία). Δεν είναι πολύ εύκολο να αρχίσουν τώρα που δεν έχουν το πρόσχημα ότι οργανώνει τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα». Και απευθυνόμενος στον Καρντέλ: «Αν όμως πιστεύετε πως οι αντάρτες έχουν πολλές πιθανότητες να νικήσουν, αλλάζει το πράγμα. Πάντως εγώ έχω κάποιες αμφιβολίες γι' αυτό».

Σε ένα σημείο ο Βούλγαρος Κοστόφ ρωτά: «Θα αφήσουν οι Αμερικανοί να κερδίσουν οι αντάρτες;» Στάλιν: «Κανένας δεν θα τους ρωτήσει. Αν έχουν αρκετές δυνάμεις να νικήσουν και αν υπάρχουν άνθρωποι ικανοί να κινητοποιήσουν αυτές τις δυνάμεις, τότε ο αγώνας θα πρέπει να συνεχιστεί. Αλλά ας μη θεωρηθεί πως, αν δεν έρθουν βολικά τα πράγματα στην Ελλάδα, χάθηκε το παν. Οι γειτονικές της χώρες όμως πρέπει να είναι οι τελευταίες που θα αναγνωρίσουν την κυβέρνηση του στρατηγού Μάρκου. Αφήστε τους άλλους να είναι πρώτοι».

* The Diary of Georgi Dimitrov (1933-1949), Yale University Press, 2003, σελ. 497.

μαρτυρίες

ΕΛΕΝΗ ΓΛΥΚΑΤΖΗ-ΑΡΒΕΛΕΡ

«Οι ταγοί στοχεύουν στα ανόσια»

Τα Δεκεμβριανά δεν είναι ξεκάρφωτα. Είναι η συνέχεια μιας ολόκληρης ιστορίας. Εγώ θα ήθελα να πιάσω το νήμα από την ημέρα της Απελευθέρωσης της Αθήνας, στις 12 Οκτωβρίου του '44.

Είμαι 17 χρόνων. Κατεβαίνω στο Σύνταγμα και ξέρω ότι έχουμε ελευθερωθεί. Γιατί; Γιατί στον αέρα μυρίζω το άρωμα του καπνού Players. Μήπως είχαν μοιράσει οι Αγγλοι τσιγάρα; Ακόμη έχω στο ρουθούνι μου το άρωμα εκείνου του καπνού.

Από τότε και ως τις 18 Οκτωβρίου, που έρχεται ο Γεώργιος Παπανδρέου να μιλήσει στο Σύνταγμα, κάθε μέρα είμαι και σε μια διαδήλωση. Θυμάμαι τον Παπανδρέου να λέει «Λαοκρατία δεν είναι μόνον δικαίωμα ψήφου» και ο κόσμος από κάτω να

Page 20: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ενθουσιάζεται και να φωνάζει «Λαοκρατία και όχι βασιλιάς». Δεν άκουσα, δεν κατάλαβα τι άλλο είχε πει τότε ο Παπανδρέου.

Από το '43 είμαι στην ΕΠΟΝ. Οπως και τώρα, έμενα στον Βύρωνα. Με το όνομα «Νίκη» και με καθοδηγητή τον «Αλέξη» (κατά κόσμον Χρήστο Πασαλάρη) ανήκω στην ομάδα της γειτονιάς Βύρωνας - Παγκράτι - Καισαριανή. Καθημερινά προσπαθούμε να κατεβάσουμε κόσμο στις διαδηλώσεις. Ο καιρός είναι ακόμα καλός, κι εγώ όπως περνώ από τα σπίτια λέω στις γριούλες που κάθονται έξω στις αυλές να έρθουν μαζί μου στη διαδήλωση. Και μια γριούλα μού λέει: «Θα έρθω όταν πια θα έρθει ο βασιλιάς...».

Εν τω μεταξύ έχει γίνει η κυβέρνηση, στην οποία μετέχουν και οι Εαμικοί... Τις πρώτες πρώτες μέρες του Δεκέμβρη, στις 3, νομίζω, κατεβαίνουμε στη μεγάλη διαδήλωση. Γιατί; Γιατί μας αδικούν όλοι. Βρίσκομαι μπροστά στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», στη γωνία. Απέναντι είναι τα παλιά ανάκτορα, όπως τα λέγαμε τότε. H σημερινή Βουλή. Στη στέγη βλέπω έλληνες αστυνομικούς να πυροβολούν. Πιάνω έναν εγγλέζο αξιωματικό που ήταν εκεί δίπλα μου (η «Μεγάλη Βρεταννία» ήταν το αρχηγείο τους) και του λέω, με τα λίγα αγγλικά που ήξερα:

- Τους βλέπετε αυτούς εκεί; Ηταν οι ίδιοι που χτυπούσαν και όταν κατεβαίναμε εναντίον των Γερμανών.

- Yes, Ι know (ναι, ξέρω).

Δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντησή του.

Από το Σύνταγμα προχωράμε, όλη η διαδήλωση, προς την Ομόνοια. Εκεί έγινε ο μεγάλος σκοτωμός. Πυροβολισμοί ακούγονταν από παντού, έβγαιναν από τα ξενοδοχεία... H διαδήλωση είχε φρουρούς τού ΕΛΑΣ, οι οποίοι και άρχισαν να πυροβολούν προς τα πάνω, προς τα ξενοδοχεία. Εγινε σαματάς. Ολοι χτυπούσαν μεταξύ τους. Τη στιγμή όμως που οι Ελασίτες θα έμπαιναν εκεί από όπου έβγαιναν οι πυροβολισμοί (ένα ξενοδοχείο), φθάνουν οι Αγγλοι και τους εμποδίζουν.

Την επομένη, αν θυμάμαι καλά, γίνεται η κηδεία των θυμάτων της διαδήλωσης. H διαδήλωση, αυτή τη φορά, είναι επίσημη, την επιτρέπουν, όπως επιτρέπουν και την κηδεία. Περνάμε μπροστά από τη «Μεγάλη Βρεταννία» και στη συνέχεια από το ξενοδοχείο «King George», όπου μένουν οι Αμερικανοί. Και ξεσπούμε σε ζητωκραυγές υπέρ των Αμερικανών. Στην κηδεία δεν συνέβη τίποτε.

Οι ανατολικές συνοικίες είναι τελείως ελεύθερες. Ούτε Αγγλοι ούτε εθνοφρουροί. Οι Ελασίτες έχουν αρχίσει να κάνουν οδοφράγματα. Απέναντι από εκεί που είναι σήμερα το «Χίλτον», από τη μια είναι οι δεξιοί (ας πούμε) και από την άλλη οι αριστεροί. Τα οδοφράγματα γίνονται στην οδό Πρατίνου, ψηλά στο Παγκράτι. Εκείνο που θυμάμαι πολύ έντονα από τότε και περίπου ως τα Χριστούγεννα του '44 είναι οι ελεύθεροι σκοπευτές. Τα θύματα του ΕΛΑΣ είναι από τους ελεύθερους σκοπευτές. Ο αδελφός της νύφης μου σκοτώθηκε έτσι. Σκοτώνανε αδιακρίτως, είτε τον ήξεραν είτε όχι, Ελασίτες και μη.

Εμείς ξέρουμε πια ότι οι Αμερικανοί είναι το αντίδωρο των Εγγλέζων.

Page 21: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Τότε αρχίζω να αποκτώ μια ιδέα για τη γενική σύγχυση που επικρατεί. Δεν υπάρχουν άγγελοι ούτε από τη μια πλευρά ούτε από την άλλη.

Μια μέρα, στο σινεμά «Παλάς», στην πλατεία στο Παγκράτι, βλέπω τρία πτώματα, κι από πάνω τους μια πινακίδα: «Χρησιμοποιώντας το όνομα του ΕΛΑΣ εγκληματούσαν». Τότε έμαθα ότι είχαν πάρει και τον γιο του Λούβαρη, μικρό παιδί, και τον είχαν σκοτώσει οι Ελασίτες. Συνειδητοποιώ ότι βρίσκομαι ανάμεσα στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη. ιώθω ταραχή και σύγχυση. Με είχε επίσης σκανδαλίσει ένα άγημα που περνούσε από την οδό Φιλολάου, γεμάτο νέες κοπέλες, Ελασίτισσες, οι οποίες φώναζαν: «Ο λαός θέλει ψάρια. Ο λαός θέλει ψάρια...». Ρώτησα τι θα πει αυτό και μου είπαν ότι «ο λαός θέλει να ξεκαθαρίσει ο τόπος».

Ολα αυτά με έκαναν να καταλάβω και να αναρωτιέμαι: Τι γίνεται;

Φθάνουν πια τα Χριστούγεννα. Ο Βύρωνας «πέφτει»... Θα πρέπει να ήταν 26 ή 27 Δεκεμβρίου όταν μας λένε ότι πρέπει να φύγουμε από τον Βύρωνα, από το Παγκράτι, από την Καισαριανή. Περνάμε τον Υμηττό μέσα στην παγωνιά. Με κρατούσε από το χέρι ο Μάνος Χατζιδάκις. Στις αρχές Ιανουαρίου φθάνουν οι Εγγλέζοι στην Κυψέλη. Φεύγουμε ένα βράδυ κι από εκεί. Εγώ με κάτι μποτάκια στο χέρι, τα κρατούσα για τον δρόμο. Κι ο Μάνος τυλιγμένος με μια κουβέρτα. Εκείνος σταμάτησε στο Σχηματάρι.

Εγώ, πιο θαρραλέα, συνέχισα ως τα Σκούρτα, κι από εκεί πήγα προς την Πύλη, τη Θήβα. Στον δρόμο με λυπήθηκε ένα αυτοκίνητο του ΕΛΑΣ και με πήρε. Το φορτηγό ήταν γεμάτο γυναικεία ρούχα. Ρώτησα να μάθω. Ηταν κοστούμια της Ντιριντάουα... Τι σύγχυση! Τα αεροπλάνα να θερίζουν από πάνω και το καμιόνι να είναι γεμάτο με ρούχα της Ντιριντάουα...

Εφθασα στη Λαμία. Στη Στυλίδα ο πατέρας μου είχε ελιές. Αποφασίζω να πάω, και από εκεί να φύγω για την Αθήνα με το πρώτο φορτηγό. Δεν έχει γίνει ακόμα η Βάρκιζα. Φθάνω στην Αθήνα, χωρίς ταυτότητα, χωρίς τίποτα. Βλέπω στους τοίχους το σύνθημα: «KKE της ηττημένης».

Βρέχει ακόμα και φθάνω στο σπίτι. H μάνα μου μού λέει ότι πρέπει να φύγω, γιατί θα με πιάσουν. Μου λέει να πάω στο σπίτι του γαμπρού μας, στη Νέα Σμύρνη, του Νικολαΐδη. Εμεινα εκεί δυόμισι μήνες περίπου, ως τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Με τα λίγα αγγλικά που ήξερα έκανα φίλους Εγγλέζους. Οταν έγινε η Βάρκιζα ήρθαν και μας έβγαλαν από το σπίτι με... τανκς. Τότε πια άρχισα να καταλαβαίνω. Με έχει μαρκάρει αυτή η ιστορία. Κι έβγαλα ένα συμπέρασμα: Οι ταγοί στοχεύουν στα ανόσια.

Τις μαρτυρίες κατέγραψαν οι: Παναγιώτης Λάμψιας, Μυρτώ Λοβέρδου, Αστερόπη Λαζαρίδου

Page 22: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Πώς φθάσαμε στη «Ματωμένη Κυριακή»

ΣΤΑΘΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ

Δεν υπάρχει αμφισβήτηση για τις ευθύνες της ηγεσίας του KKE στα «Δεκεμβριανά». Τις έχουν παραδεχθεί πολλά χρόνια αργότερα οι περισσότεροι ηγέτες του. Οπως για την παράταση των συγκρούσεων και μετά την πρώτη εβδομάδα έχει ευθύνες ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου. Ευθύνες όμως έχει και η Βρετανία, η οποία, πολύ προτού πέσουν οι πυροβολισμοί στην πλατεία Συντάγματος εκείνη την Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944, είχε αποφασίσει να επέμβει δυναμικά στην Ελλάδα έστω και αν «δεν έχει προηγηθεί κάποια εμφανής κρίση». Το γράφει ο ίδιος ο Γουίνστον Τσόρτσιλ στα Απομνημονεύματα του B´ Παγκοσμίου Πολέμου, το τεκμηριώνουν βρετανοί ιστορικοί καταλογίζοντας σοβαρές ευθύνες στον τότε πρωθυπουργό τους για τα γεγονότα που σημάδεψαν καθοριστικά τη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας.

Ο από βορρά κίνδυνος

Από τη στιγμή που, στα μέσα του 1943, έσπασε το Ανατολικό μέτωπο και οι σοβιετικές δυνάμεις άρχισαν να προχωρούν προς την Ευρώπη, τη Βρετανία, τον Τσόρτσιλ ιδιαίτερα, άρχισε να απασχολεί το πώς θα συγκρατηθεί η σοβιετική πλημμυρίδα μακριά από τις βόρειες ακτές της Μεσογείου ώστε να μην κινδυνεύσει η βρετανική κυριαρχία στην ευρύτερη περιοχή Σουέζ - Μέσης Ανατολής. Ο άγγλος ιστορικός Ντέιβιντ Κλόουζ είναι σαφής σε αυτό. H Βρετανία, γράφει, πίστευε ότι η Ρωσία θα προχωρούσε από τη Βουλγαρία προς την Ελλάδα και ότι το KKE ήταν «μια ρωσική εμπροσθοφυλακή». Οταν η εισήγηση του βρετανού πρωθυπουργού να γίνει εισβολή στα Βαλκάνια, αρχίζοντας από την Ελλάδα ενωρίς την άνοιξη του 1944, απορρίφθηκε από τον Αϊζενχάουερ και βρετανούς επιτελείς ως «άνευ στρατηγικού ενδιαφέροντος», η Βρετανία αποφάσισε να συγκρατήσει «τουλάχιστον την Ελλάδα». Εβλεπε ότι οι ρωσικές δυνάμεις θα προχωρούσαν προς την Ελλάδα, όπου «φιλικές της δυνάμεις [...] ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ υπό την εποπτεία του KKE [...] ευχαρίστως θα συνεργάζονταν» με τον Ερυθρό Στρατό.

Τον Ιούλιο του 1944 ο αρχηγός του βρετανικού Γενικού Επιτελείου Στρατού στρατηγός Αλαν Μπρουκ προειδοποιεί την κυβέρνησή του ότι «κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη δεν είναι πλέον η Γερμανία, είναι η Ρωσία». Και ο λόρδος Σέλμπορν, αρχηγός της Υπηρεσίας Ειδικών Επιχειρήσεων (SOE), λίγες ημέρες αργότερα σε «εμπιστευτικό σημείωμα» προς τον Τσόρτσιλ τού υπενθυμίζει: «Αποτελεί μέρος της πολιτικής μας εδώ και αρκετό διάστημα να κρατήσουμε τους Ρώσους έξω από την Ελλάδα». Ο λόρδος ασφαλώς είχε υπόψη του προγενέστερη αναφορά του πράκτορα της SOE Τζον Στίβενς, με ημερομηνία 12 Οκτωβρίου 1943, ο οποίος τόνιζε: «... στόχοι της βρετανικής κυβέρνησης στην Ελλάδα είναι [...] να έχει στη μεταπολεμική Ελλάδα μια σταθερή κυβέρνηση φιλική προς τη Μεγάλη Βρετανία και, ει δυνατόν, μια συνταγματική μοναρχία». Πολλά χρόνια αργότερα, τη δεκαετία του '80, ο αντισυνταγματάρχης Νίκολας Χάμοντ, υπαρχηγός της βρετανικής αποστολής στην

Page 23: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Ελεύθερη Ελλάδα, αποκάλυψε ότι «από πολλού» προέτρεπε τη βρετανική κυβέρνηση για «άμεση βρετανική στρατιωτική επέμβαση στην Ελλάδα».

Το σχέδιο του Τσόρτσιλ

Δεν ήταν εύκολο κάτι τέτοιο. Ο Τσόρτσιλ ομολογεί ότι «είχε πρόβλημα» πώς να θέσει το ζήτημα στον Στάλιν και πώς να φέρει με το μέρος του τον Ρούζβελτ. Μεθοδεύει λοιπόν την εξουδετέρωση των (ενδεχόμενων) αντιρρήσεών τους αρχίζοντας από τους Ρώσους. Στις 5 Μαΐου 1944 ο βρετανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Ιντεν καλεί στο Φόρεϊν Οφις τον σοβιετικό πρεσβευτή στο Λονδίνο Φέοντορ Γκούσεφ και του «υποδεικνύει» να μείνει η Ελλάδα «εκτός των στρατιωτικών σχεδίων» του Σοβιετικού Στρατού. Εναντι αυτού, η Βρετανία «θα παύσει να έχει οποιοδήποτε ενδιαφέρον» για τη Ρουμανία. Κλασικό παζάρι - μου δίνεις, σου δίνω. Ο Ιντεν ήθελε και κάτι άλλο: να ειδοποιηθεί ο σοβιετικός πρεσβευτής στο Κάιρο Νικολάι Νόβικοφ ότι καλό θα ήταν να «συμβουλεύσει τους Ελληνες που τον επισκέπτονται ότι καθήκον και του EAM όπως και όλων τους είναι να ενωθούν υπό την κυβέρνηση Παπανδρέου...». Παρενθετικά προσθέτω ότι δυόμισι μήνες αργότερα, προς τα τέλη Ιουλίου, αιφνιδίως το KKE και το EAM αποφασίζουν να μετάσχουν στην κυβέρνηση Παπανδρέου. Εκείνες τις ημέρες, στις 25 Ιουλίου 1944, είχε φθάσει στην Ελεύθερη Ελλάδα ο σοβιετικός «ταγματάρχης» Γκριγκόρι Ποπόφ (ψευδώνυμο, φυσικά, σοβιετικού διπλωμάτη, όπως έγινε αργότερα γνωστό).

Παράλληλα η Βρετανία ετοιμάζει και τη στρατιωτική επέμβαση για να διασφαλίσει τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο. Τον Ιούλιο με εντολή του Τσόρτσιλ οι αρχηγοί των βρετανικών Γενικών Επιτελείων εξετάζουν την «κατάσταση στο ευρύ μέτωπο της Μεσογείου» και συγκεκριμένα την «υπόδειξή» του να ετοιμαστεί δύναμη 80.000 ανδρών για αποστολή «στην Ελλάδα οποτεδήποτε στο άμεσο μέλλον». Οι στρατηγοί κρίνουν ότι είναι αδύνατον να συγκροτηθεί εκστρατευτική δύναμη τόσων ανδρών - η συμμαχική επίθεση στην Ιταλία συναντούσε προβλήματα και απαιτούσε συνεχώς νέες δυνάμεις - αλλά αποφασίζουν να «εξοικονομηθεί δύναμη 10.000 ανδρών [...] ώστε να έχουν υπό έλεγχο την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη» τουλάχιστον. H απόφασή τους γίνεται δεκτή από τη βρετανική κυβέρνηση στις 9 Αυγούστου.

Ο Τσόρτσιλ σπεύδει στη Ρώμη στις 21 Αυγούστου για να «οριστικοποιήσει τα σχέδια των δυνάμεων που θα ήταν έτοιμες να σταλούν [...] ανά πάσα στιγμή». Είναι η ημερομηνία που διαμορφώθηκε η βρετανική επέμβαση στην Ελλάδα και προκαθορίστηκαν σχέδια για την αντιμετώπιση παντός ενδεχομένου. Εκείνη την ημέρα καταστρώθηκε η «Επιχείρηση Μάννα» με διοικητή επιχειρήσεων τον στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι υπό τον στρατηγό Χένρι Μέιτλαντ Γουίλσον, ανώτατο διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων Μεσογείου, και με στρατηγείο στην Καζέρτα της Ιταλίας. Ο πολιτικός έλεγχος της «επιχείρησης» ανετέθη στον υπουργό Χάρολντ Μακμίλαν, προσωπικό φίλο του Τσόρτσιλ. Αμεσος στόχος της «επιχείρησης» δεν είναι η εκδίωξη των Γερμανών από την Ελλάδα. Είναι εντυπωσιακά αποκαλυπτικός ο Τσόρτσιλ όταν, σε «εμπιστευτικό σημείωμα» που στέλνει στον στρατηγό Γουίλσον με τον προσωπικό γραμματέα του Τζον Κόλβιλ, του καθορίζει: «Είναι ιδιαιτέρως επιθυμητό να παρουσιαστούμε αιφνιδιαστικά (στην Αθήνα) χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια εμφανής κρίση. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να αναχαιτίσουμε το EAM [...] H ελληνική κυβέρνηση (Παπανδρέου) δεν γνωρίζει τίποτε για αυτό το σχέδιο και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντιληφθεί το παραμικρό».

Page 24: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

«H συνάντηση των ποσοστών»

Τα μηνύματα που έφθασαν στο Φόρεϊν Οφις από το Κρεμλίνο για το «πάρε - δώσε» των Ιντεν και Γκούσεφ κρίθηκαν απολύτως ικανοποιητικά ώστε να γίνει και το τελικό βήμα. Ο Τσόρτσιλ, έχοντας καταστρώσει τα στρατιωτικά σχέδια «αναχαίτισης του EAM», αναχωρεί για τη Μόσχα και στις 9 Οκτωβρίου συναντάται με τον Στάλιν για να συζητήσουν «ζητήματα συμμαχικών σχέσεων [...] καθώς η νίκη των Συμμαχικών δυνάμεων είναι πλέον εξασφαλισμένη», έγραψε η «Πράβντα» τρεις ημέρες αργότερα. Εκείνο που δεν έγραψε ήταν ότι η συνάντηση - γνωστή πλέον ως «η συνάντηση των ποσοστών» - είναι ότι οι δύο ηγέτες επισημοποίησαν τα όσα είχαν συζητήσει οι Ιντεν και Γκούσεφ στο Λονδίνο, ότι ο Στάλιν «στην πράξη έδινε εγγύηση για μη ανάμειξη των Σοβιετικών στην Ελλάδα». Το πεδίο ήταν τώρα ελεύθερο για τους Βρετανούς. Φθάνοντας στο Λονδίνο από τη Μόσχα ο Τσόρτσιλ επανέρχεται σε όσα είχαν συμφωνηθεί στη Ρώμη και δίνει εντολή στον στρατηγό Γουίλσον να «αντιμετωπίσει το ταχύτερον το ζήτημα της αποστολής ισχυρού στρατιωτικού σώματος από τις δυνάμεις σας [...] στην Ελλάδα». Ο βρετανός πρωθυπουργός θα γράψει πολλά χρόνια αργότερα ότι «δεν είχε πειστεί [...] δεν ήταν πολύ βέβαιος ότι ο Στάλιν θα τηρούσε όσα είχαμε πει σ' εκείνο το άχαρο γραφείο του Κρεμλίνου εκείνο το απόγευμα» (της 8ης Οκτωβρίου). Γι' αυτό πίεζε τον Γουίλσον να κινηθεί. Ο Στάλιν όμως τήρησε τη συμφωνία. Αλλά τον Τσόρτσιλ είχε κυριεύσει ένας μικροπανικός μήπως το KKE και ο ΕΛΑΣ καταλάβουν την εξουσία ευθύς με την αποχώρηση των Γερμανών, «μήπως η κατάσταση (σ.σ.: στην Ελλάδα) διαλυθεί προτού φθάσουμε εμείς», όπως ο ίδιος γράφει. Ο πρωθυπουργός «γίνεται όλο και περισσότερο εμπαθής εναντίον των Κομμουνιστών [...] ιδιαίτερα εναντίον του ΕΛΑΣ και του EAM στην Ελλάδα», σημειώνει με απορία στο Ημερολόγιό του ο Τζον Κόλβιλ, προσωπικός γραμματέας του Τσόρτσιλ. H απορία του γίνεται έκπληξη όταν ο Τσόρτσιλ στις 4 Δεκεμβρίου, λίγες μόνο ώρες μετά τους πρώτους πυροβολισμούς στην Αθήνα, του υπαγορεύει τηλεγράφημα προς τον Σκόμπι στο οποίο, μεταξύ άλλων, έλεγε: «... μη διστάσετε να ενεργήσετε ως να βρίσκεστε σε μία μόλις καταληφθείσα υπό του στρατού πόλη όπου έχει εκραγεί επαναστατικό κίνημα».

H εντολή για την επέμβαση

Εναν μήνα από την απελευθέρωση της Αθήνας και ενώ η κατάσταση στην πόλη παραμένει ήρεμη, ο Τσόρτσιλ θέλει βρετανική στρατιωτική επέμβαση. Σε επιστολή του στον Αντονι Ιντεν με ημερομηνία 7 Νοεμβρίου γράφει: «Λαμβανομένου υπ' όψιν του τιμήματος το οποίο κατεβάλαμε για να πετύχουμε από τη Ρωσία να έχουμε ελεύθερα τα χέρια στην Ελλάδα δεν θα έπρεπε να διστάσουμε να χρησιμοποιήσουμε βρετανικά στρατεύματα για να υποστηρίξουμε την ελληνική βασιλική κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου. Τούτο συνεπάγεται την βεβαία επέμβαση ορισμένων βρετανικών στρατευμάτων [...]. Ο κ. Παπανδρέου μπορεί ασφαλώς να απαγορεύσει την έκδοση εφημερίδων του EAM [...] Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχουμε σύγκρουση με το EAM...». Αυτά τρεις εβδομάδες πριν από τους πυροβολισμούς της πλατείας Συντάγματος. Στα Απομνημονεύματά του ο βρετανός πρωθυπουργός ομολογεί ότι είχε αντιληφθεί πολύ ενωρίς ότι «ετοιμαζόταν μια επανάσταση του EAM και στις 15 Νοεμβρίου ο στρατηγός Σκόμπι πήρε διαταγή να λάβει σχετικά αντίμετρα». Και τη Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου, όπως γράφει, «τη στιγμή εκείνη ανέλαβα τον άμεσο έλεγχο της υπόθεσης [...] διέταξα τον στρατηγό Σκόμπι και τους 5.000 βρετανούς στρατιώτες του [...] να επέμβουν, να ανοίξουν πυρ εναντίον των ατίμων επιτιθεμένων» κομμουνιστών.

Page 25: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Οι στόχοι της πολιτικής που καθορίστηκε στο Λονδίνο πριν από ενάμιση χρόνο επιτεύχθηκαν. Τα βρετανικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο διασφαλίστηκαν.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

G.Μ. Alexander: The Demobilization Crisis of November 1944, Λονδίνο, 1984.

Ρ. Audy, R. Clogg: British Policy towards Wartime Resistance in Yugoslavia and Greece; Macmillan, Λονδίνο, 1975.

Winston Churchill: Απομνημονεύματα του B´ Παγκοσμίου Πολέμου, τόμος Στ´, Αθήνα, 1955.

David Close: The Greek Civil War, 1943-1950 Routledge, Λονδίνο, 1993.

John Colville: The Fringes of Power. 10 Downing Street Diaries 1939-1955, Norton & Co., Λονδίνο, 1985.

D. Dilks: British political aims in Central, Eastern and Southern Europe, 1944, Macmillan, Λονδίνο, 1988.

F. Hinsley: British Intelligence in the Second World War, τόμος 3ος, HMSO, Λονδίνο, 1988.

J.Ο. Iatrides: Revolt in Athens, Prinston UP, 1972.

Η. Richter: British Intervention in Greece. From Varkiza to Civil War; Merlin Press, Λονδίνο, 1985.

ΤΟ ΒΗΜΑ , 05-12-2004

μαρτυρίες

ΑΝΝΑ ΣΥΝΟΔΙΝΟΥ

«Η χώρα έσπασε σε δυο κομμάτια»

Εμείς, η γενιά του Σαράντα, αποτελούσαμε μια σπάνια περίπτωση ανθρώπων. Ζούσαμε σαν τους ελεύθερους πολιορκημένους. Κι ενώ την ακριβώς προηγούμενη δεκαετία είχε σημειωθεί μια εκπληκτική άνθηση των Γραμμάτων, όταν ήρθε ο πόλεμος δεν άφησε χώρο για τίποτε άλλο. Παντού

Page 26: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

υπήρχαν άδεια σχολεία, γκρεμισμένα κτίρια και οι δάσκαλοι πουθενά. Και αργότερα, με τα «Δεκεμβριανά», η Ελλάδα έσπασε σε δυο κομμάτια. H απώλεια του χρόνου εξαιτίας του διχασμού ήταν ό,τι χειρότερο έχει δει ποτέ η χώρα και είναι κάτι από το οποίο δεν έχουμε ξεμπλέξει ολοκληρωτικά. Χύθηκε πολύ αίμα τότε και η στάμπα αυτή δεν πρόκειται να ξεβάψει ποτέ. Την ιστορία τη γράφουν οι ιστορικοί, αλλά μπορούν να τη διηγηθούν καλύτερα εκείνοι που την έζησαν. H γνώση της αυθεντικής ιστορίας, όχι της κατασκευασμένης την οποία συναντούμε δυστυχώς πολύ συχνά στα σχολικά εγχειρίδια, είναι ίσως η μόνη αντίσταση απέναντι σε νέες κακοτοπιές. Διότι δυστυχώς κάθε ζοφερό κομμάτι της έχει την τάση να επανεμφανίζεται με νέο προσωπείο.

Στις 3 Δεκεμβρίου του 1944 έγινε το μεγάλο συλλαλητήριο στην πλατεία Συντάγματος. Δίπλα σε εμένα και την οικογένειά μου, αναστατωμένος και ενθουσιώδης, στεκόταν ο αείμνηστος καθηγητής Αγγελος Αγγελόπουλος. H επομένη ξημέρωσε τραγικά. H 4η Δεκεμβρίου έμελλε να είναι ημέρα εθνικού ζόφου. Αλληλοσπαραγμός! Ιδιαίτερα στις ανατολικές συνοικίες. «Παγκράτι μου ηρωικό, στον Βύρωνα και την Καισαριανή σου...» έγιναν μάχες αληθινές. Τα πέντε αδέλφια μου είχαν βγει στους πέντε δρόμους. Επεφταν βόμβες από παντού, οι άνθρωποι μισούσαν ο ένας τον άλλον. Οπλα, φωτιές, διάλυση σπιτιών. H Ελλάδα σε ώρα μηδέν. Ο χρόνος και το αίμα είχαν παγώσει. Μία εικόνα δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ: στον τοίχο της τραπεζαρίας μας, κάτω από τα πορτρέτα των παππούδων Μιχαήλ και Λουίζου και της γιαγιάς Ευδοκίας, ο πατέρας μου, ο καταρρακωμένος πια γερο-Συνοδινός, είχε κολλήσει μία κόλλα διαγωνισμού κι έγραφε:

«Παιδιά μου, λυπηθείτε τα νιάτα σας

ο πατέρας κι η μαμάκα σας μεγαλώσαμε καλά.

Προσοχή πού θα πάτε, τι θα κάνετε, μην μπλέξετε άδικα.

Με την ευχή μου, ο Πατέρας»

4 Δεκεμβρίου 1944, της Αγίας Βαρβάρας.

Αυτό το κείμενο πήρε αυτομάτως στο μυαλό μου τη θέση της διαθήκης του πατέρα μου. Εζησα ώρες αγωνίας με τους γονείς μου σε ένα έρημο σπίτι. Ηρθαν τα αδέλφια. Χαμηλές κουβέντες, λυγμοί της μάνας μου κι απ' έξω τουφεκίδι. Πέρασαν τρεις-τέσσερις ημέρες, η Αθήνα εσείετο από πολεμικές επιχειρήσεις. Στο σπίτι μας έπεφταν όλμοι. Ο αδελφός μου Δήμος ήταν επιστρατευμένος στην απέναντι πλευρά, στον εθνικό στρατό. Ο Μιχάλης και ο Νίκος έφευγαν προς Βορράν με τους άλλους. Ομως δεν συνέχισαν. Γύρισαν, ευτυχώς, πίσω. Οι αδελφές μου Λουίζα και Ευδοκία είχαν μόλις αποφυλακιστεί από τα υπόγεια της οδού Θεμιστοκλέους, όπου κρατούνταν γυναίκες. Φοβούμενες τη νέα αναστάτωση κρύφτηκαν σε γειτονικές κατοικίες.

Ενα πρωινό ακούσαμε θόρυβο από ερπύστριες ενός τανκ στην οδό Αθανασίας. Το χερούλι της πόρτας μας άρχισε να χτυπάει τρελά. Ηταν η Κίκη Συμεωνίδου, φίλη του αδελφού μου Νίκου στο Εθνικό Ωδείο. Είχε έρθει πάνω σε ένα βρετανικό τανκ να με πάρει στο σπίτι του θείου της καθηγητή Γεωργίου Ιωακείμογλου, στην οδό Λυκείου 13. H μάνα μου επέμενε να πάω. Εφυγα με ένα μπογαλάκι κι έμεινα εκεί έξι μήνες.

Page 27: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Μου έφεραν αλλαξιές και τα βιβλία του Γυμνασίου, επρόκειτο εκείνη τη χρονιά να πάρω το απολυτήριό μου. Αν όλα πήγαιναν καλά...

Το τουρκικό βαπόρι «Κουρτουλούς» έφερνε στον Πειραιά με πρωτοβουλία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού ρουχισμό και φαγώσιμα. H περίφημη «εμπριμέ» σούπα ήταν το ντελικατέσεν στο τραπέζι μας. Περιείχε ποικίλα αποξηραμένα χορταρικά. Επίσης μας έφερνε και τις «νάιλον» αποξηραμένες πατάτες. Τα βράδια, στις μεγάλες παγωνιές, τρώγαμε στην κουζίνα, όπου έβραζε στη χύτρα αυτή η σούπα. Μια-δυο φορές την εβδομάδα ερχόταν ο διάσημος γείτονας Δημήτριος Μάξιμος, εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος από τον Ιανουάριο ως τον Σεπτέμβριο του 1947.

Κάποια στιγμή πήρα την απόφαση να φύγω από το φιλόξενο σπίτι, να ξαναβγώ στην τρέχουσα ζωή. Δεν είχα ιδέα τι γινόταν στο σχολείο μου. Ενα πρωί δέχτηκα μιαν απρόσμενη επίσκεψη. Ηταν ο καθηγητής μου Κώστας Παπαπαναγιώτου, ο οποίος είχε ειδοποιηθεί από τον αδελφό μου. Ηρθε και πήγαμε κατευθείαν στο 4ο Γυμνάσιο Θηλέων Παγκρατίου, όπου βρίσκονταν τρία ακόμη κορίτσια. Μας έκανε δύο ώρες μάθημα πάνω στα θέματα του διαγωνισμού που θα δίναμε. Χρειάστηκε να πάμε άλλες δύο φορές για να συμπληρωθούν οι εξετάσεις και η βαθμολογία προς έκδοσιν απολυτηρίου από το Γυμνάσιο. Στις 15 Απριλίου 1945 παρέλαβα το απολυτήριό μου με καλό βαθμό και διαγωγή «κοσμιωτάτη». Οφείλω εκείνο το απολυτήριο στον Παπαπαναγιώτου, ο οποίος με αγαπούσε ιδιαιτέρως. Του είχα εμπιστευθεί άλλωστε και την απόφασή μου να ακολουθήσω τη θεατρική σταδιοδρομία. Πρώτα όμως έπρεπε να βρω δουλειά.

Τις μαρτυρίες κατέγραψαν οι: Παναγιώτης Λάμψιας, Μυρτώ Λοβέρδου, Αστερόπη Λαζαρίδου

μαρτυρίες

ΑΣΠΑΣΙΑ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

«Τη μάχη τη χάσαμε...»

Στη διάρκεια της Κατοχής, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ήμουν στον εφεδρικό ΕΛΑΣ, εδώ στην Αθήνα. Μόλις έγινε η απελευθέρωση ζήτησα να φύγω γιατί ήξερα ποια θα είναι η εξέλιξη. Εφυγα. Με μια ομάδα ηθοποιών (Αλέκα Παΐζη, Αλέξης Δαμιανός, Μάνος Ζαχαρίας, Αλκη Ζέη) και με επικεφαλής τον Γιώργο Σεβαστίκογλου φτιάξαμε το Λαϊκό Θέατρο. Είχαμε

νοικιάσει, με λεφτά του KKE, Πατησίων και Στουρνάρα, το θέατρο Παπαϊωάννου και με μεγάλο ενθουσιασμό το ετοιμάζαμε. Είχαμε βρει ένα έργο, ενός Λιδάκη με τίτλο «'41-'44», και αρχίσαμε τις πρόβες. Εκείνες τις μέρες είχαν προγραμματίσει το κόμμα και οι οργανώσεις μια μεγάλη συγκέντρωση. Κατεβήκαμε από το θέατρο με τα λάβαρα και τον ενθουσιασμό μας. Πλημμύρισε η Αθήνα ανθρώπους που έφθασαν από παντού άοπλοι. Οπως προχωρούσαμε, βρέθηκα ανάμεσα στον κόσμο, εκεί στον Αγνωστο Στρατιώτη. Απέναντι ήταν το υπουργείο Εσωτερικών, νομίζω. Στην

Page 28: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ταράτσα, προτού αρχίσει το μακελειό, ήταν άνθρωποι που κρατούσαν όπλα. Σε λίγο άρχισαν να μας πυροβολούν. Εγινε πανικός, χαμός. Εκείνο που δεν μπορώ να ξεχάσω είναι ότι πολλά παιδιά περνούσαν με τις σημαίες, που βάφονταν στα αίματα των παιδιών που είχαν σκοτωθεί. Δεν ξαναγυρίσαμε βέβαια στο θέατρο. H πρόκληση έγινε. Πώς ξεκίνησε, δεν ξέρω. Και μετά, η σύγκρουση. Ημασταν άοπλοι κι όποιος πει το αντίθετο θα πω βαριά κουβέντα. Ο άνδρας μου δεν ήταν στο θέατρο (είχαμε παντρευτεί με τον Κώστα Μαυρομάτη έναν μήνα πριν τα Δεκεμβριανά), και το ίδιο βράδυ βρεθήκαμε στο σπίτι. Μέναμε τότε στην οδό Χαλκοκονδύλη. Οι ηθοποιοί πήραμε εντολή από το κόμμα να κάνουμε ομάδες ψυχαγωγίας και να πηγαίνουμε στους μαχητές, στην πρώτη γραμμή. Φτιάχναμε κάτι σκετσάκια, δεν παίζαμε Αισχύλο φυσικά... Θυμάμαι ένα βράδυ μπήκαμε από κάποιο σπίτι κάτω από το Εθνικό Θέατρο - τα παιδιά του ΕΛΑΣ είχαν σκάψει - και βγήκαμε στην Ομόνοια. Παίξαμε λίγο και φύγαμε.

(86 KB)

Την επόμενη μέρα, 4 Δεκέμβρη, οι διαδηλωτές βγήκαν ξανά στον δρόμο κρατώντας τα ματωμένα πανό, διαμαρτυρόμενοι για την επέμβαση των Αγγλων

Οι περιοχές που ήταν τα εργοστάσια είχαν πέσει στα χέρια του ΕΛΑΣ της Αθήνας. Τα ανοίξαν και πλάκωσε ο κόσμος μέσα. Ο άνδρας μου ήταν σε μια αχτίδα προς την Αχαρνών. Του δίνει λοιπόν εντολή το κόμμα να πάει σε μια αποθήκη γιατί συνέβαιναν φοβερά πράγματα. Με πήρε μαζί του. Ο κόσμος πεινασμένος ήταν εκεί και άνοιγε ό,τι έβρισκε μπροστά του.

Ενα άλλο βράδυ έρχεται η Ολυμπία Παπαδούκα και μου λέει «Πιάσαν την Ελένη την Παπαδάκη». Τρέξαμε να πάμε να βρούμε την καθοδήγηση. Ωσπου να πάμε, μάθαμε ότι τη σκότωσαν...

Ενα βράδυ έρχεται πάλι η Παπαδούκα και μου λέει ότι τραυματίστηκε ο άνδρας μου. Τον είχαν στο νοσοκομείο στη Νέα Ιωνία. Πήγα να τον βρω. Αυτό που βλέπουμε στο Ιράκ, στη Γιουγκοσλαβία, το είδα τότε εκεί. Δεν μπορούσες να περπατήσεις: Ανθρωποι ματωμένοι στο πάτωμα, που τους είχαν χτυπήσει τα αεροπλάνα. Ακούω μια κραυγή, ήταν μια συνάδελφος που είχε γράψει στον τοίχο «Θέλω να ζήσω», μια θαρραλέα γυναίκα. Βρήκα τον Κώστα, τον άνδρα μου. Του λέω ότι από την καθοδήγηση μας είπαν ότι το βράδυ θα γίνει γενική επίθεση του ΕΛΑΣ. Μου λέει: «Τη μάχη τη χάσαμε. Αν δεν ξαναϊδωθούμε, να σηκωθείς να φύγεις, να μη μείνεις στην Αθήνα. Αν προλάβεις, φέρε μου λίγο ρύζι κι ένα μαξιλάρι». Μας κόλλησαν ότι η Παΐζη κι εγώ ήμαστε υπεύθυνες για τον θάνατο της Παπαδάκη. Μετά τη Βάρκιζα έγινε μια δίκη. Διαβάζαμε τα πρακτικά της στο «Εθνος». Είχαν αποφασίσει να εκτελέσουν τον εκτελεστή τής Παπαδάκη. Τον είχαν πάει φυλακή. Στο δικαστήριο βγήκε όλη η αλήθεια, ότι την Παπαδάκη τη σκότωσε ένας πράκτορας των Εγγλέζων που είχε κάνει κι άλλα πράγματα. Εμείς δώσαμε τα πάντα στον απελευθερωτικό αγώνα και μας έγραφαν έξω από το σπίτι «θα πεθάνετε κουμμούνια».

Page 29: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

μαρτυρίες

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ EBEPT

«Ηταν μια καλοστημένη προβοκάτσια»

Αν και έχουν περάσει 60 χρόνια από τη «μαύρη Κυριακή» της 3ης Δεκεμβρίου 1944, που σήμανε την έναρξη του εμφυλίου με τα αιματηρά γεγονότα των 33 ημερών τα οποία έμειναν στην Ιστορία ως «τα Δεκεμβριανά», δεν είναι ξεκάθαρο ποια από τις δύο πλευρές είχε την ευθύνη της έναρξης των συγκρούσεων. Οι ιστορικές αναφορές της περιόδου

συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι οι αστυνομικοί άνοιξαν πυρ εναντίον του πλήθους των διαδηλωτών που συγκεντρώνονταν στην πλατεία Συντάγματος στις 11 το πρωί της 3ης Δεκεμβρίου 1944. Ο τότε αρχηγός της Αστυνομίας Αγγελος Εβερτ έχει παραδεχθεί σε συνέντευξή του (το 1958 στην εφημερίδα «Ακρόπολις») ότι εκείνος έδωσε την εντολή να πυροβολήσουν οι αστυνομικοί επικαλούμενος σχετική κυβερνητική διαταγή αλλά και λόγους αυτοάμυνας.

Σήμερα ο κ. M. Εβερτ (υιός τους Αγγελου Εβερτ) μιλώντας στο «Βήμα» θυμάται τις διηγήσεις του πατέρα του για τη δύσκολη εκείνη περίοδο και εξηγεί πώς ο τότε αστυνομικός διευθυντής αντιμετώπισε την κατάσταση αλλά και τις ερμηνείες του για τα γεγονότα. «Ο πατέρας μου είχε ερωτηθεί για το αν έπρεπε να επιτραπεί η διαδήλωση και είχε δώσει τη συγκατάθεσή του. Την παραμονή το βράδυ όμως η κυβέρνηση (ύστερα από μια συνάντηση του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου με τον Σκόμπι) αποφάσισε να αλλάξει την αρχική της απόφαση και να απαγορεύσει τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα. Γύρω στις 10 το πρωί μετά το επεισόδιο που έγινε έξω από το σπίτι του τότε πρωθυπουργού ο πατέρας μου έλαβε τηλεφωνικώς εντολή από τον Παπανδρέου: "Διά παντός μέσου διαλύσατε την συγκέντρωσιν" και ως εκ τούτου ήταν υποχρεωμένος να ενεργήσει αναλόγως. Οπως μου είχε πει πολλά χρόνια μετά, εκείνες τις στιγμές είχε εκτιμήσει ότι υπήρχε κίνδυνος κατάληψης νευραλγικών σημείων της πρωτεύουσας και γι' αυτό έπρεπε να ενεργήσει έτσι. Οταν το πρώτο κύμα των διαδηλωτών έφθασε με απειλητικές διαθέσεις μπροστά από το κτίριο της Αστυνομίας έδωσε εντολή για τη βίαιη διάλυσή τους».

Ο κ. Εβερτ λέει σήμερα ότι ο πατέρας του πίστευε πως τα τραγικά γεγονότα ήταν μια καλοστημένη προβοκάτσια που έβαλε τη χώρα σε περιπέτειες. Βεβαίως η εκδοχή της προβοκάτσιας έχει διατυπωθεί από πολλές πλευρές αλλά με διαφορετικό περιεχόμενο. Ο κ. Εβερτ λέει πάντως ότι «ο πατέρας του πίστευε πως οι Σοβιετικοί δεν ήθελαν να ανοίξουν μέτωπο στην Ελλάδα και ενδεχομένως γι' αυτό έστησαν αυτή την υπόθεση».

Ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ πάντως δεν θα ξεχάσει ποτέ, αν και τότε ήταν μόλις πέντε ετών, πώς λίγες ώρες μετά την έναρξη των γεγονότων της 3ης Δεκεμβρίου έφθασαν στο σπίτι τους δύο αυτοκίνητα της Αστυνομίας και παρέλαβαν τον ίδιο, την αδελφή του και τη μητέρα τους και τους μετέφεραν στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», όπου και έμειναν για ενάμιση μήνα. Στο ίδιο ξενοδοχείο άλλωστε διέμενε εκείνη την

Page 30: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

περίοδο της κρίσης και ο Γεώργιος Παπανδρέου καθώς και οι περισσότεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Ο κ. Εβερτ θυμάται επίσης ότι δύο μήνες πριν από τα Δεκεμβριανά φιλοξενούσαν στο σπίτι τους το κυβερνητικό κλιμάκιο που είχε φθάσει μυστικά στην Αθήνα (Αλ. Σβώλο, I. Ζεύγο και Π. Κατσώτα) και μάλιστα τρεις ημέρες πριν από την απελευθέρωση είχαν μεταφερθεί στο κτίριο της Αστυνομικής Διεύθυνσης. «Μου έχει εντυπωθεί ακόμη η περίεργη στολή του Κατσώτα (ήταν η στολή των αξιωματικών της M. Ανατολής με το κοντό παντελόνι) που ήταν σαν ψεύτικη» λέει σήμερα ο κ. Εβερτ, ο οποίος υπενθυμίζει τις θετικές αναφορές του Χαρίλαου Φλωράκη, του Λεωνίδα Κύρκου αλλά και του «Γέρου» για τον ρόλο του πατέρα του. «Οι ακροδεξιοί τον κατηγορούσαν ως συνεργάτη των κομμουνιστών και αυτό κάτι σημαίνει» καταλήγει ο κ. Εβερτ.

Αρμόζοντας τα κομμάτια της εικόνας

* Μετά τη δεκεμβριανή σύγκρουση και την αρκετά καθυστερημένη, πάντως αναποτελεσματική,

απόπειρα συμβιβασμού στη Βάρκιζα, ο χρόνος κυλούσε, πια, σα να χλευάζει, να λοιδορεί, να

«πλαστογραφεί» την ιστορία του τόπου

ΓΡ. ΦΑΡΑΚΟΣ

(111 KB)

Ο εμφύλιος έχει αρχίσει... H «πρώτη γραμμή» είναι κοντά στην πλατεία Ομονοίας

Εχω βιώσει, ως ένας των πολλών, εν τη πράξει - καπετάνιος, τότε, του λόχου ΕΛΑΣ Σπουδαστών «Λόρδος Μπάυρον» -, τα γεγονότα εκείνα, «γράφοντας» - και, μάλιστα, κυριολεκτικά με αίμα - την ιστορία τους. Δικαιολογημένα, λοιπόν, μου είναι εξαιρετικά δύσκολο και οδυνηρό να προχωρώ σήμερα στην επιστημονική καταγραφή της, παίρνοντας, δηλαδή, υπόψη τις εμπειρίες των δεκαετιών που πέρασαν, τις νεότερες έρευνες και τους σύγχρονους στοχασμούς. Ενώ, παρ' όλ' αυτά, δεν έχουν πάψει ούτε στο ελάχιστο να με πλημμυρίζουν οι αναπεπταμένες κόκκινες σημαίες και το «παιδιά σηκωθείτε... με όπλα στους ώμους», όλα τα συγκλονιστικά και όμορφα, παρά τις αυταπάτες, βιώματα των χρόνων εκείνων.

Αυτό, όμως, επιτάσσει το ύψιστο χρέος μας για προσέγγιση, με ψυχραιμία και νηφαλιότητα, της ιστορικής αλήθειας. Πολύ περισσότερο που ο Δεκέμβρης '44,

Page 31: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ανεξάρτητα από την πλευρά του χαρακώματος που ο καθένας μαχόταν, αποτελεί, αναμφισβήτητα, το «λαμπάδιον δράματος» στο πρώτο μισό της ελληνικής δεκαετίας του '40.

Αξίες και απαξία

Χιλιάδες σελίδες έχουν, από πολλούς, γραφεί για την περιπετειώδη και αντιφατική, όσο και εμβληματική εκείνη περίοδο της ιστορίας μας του 20ού αιώνα, που άρχισε με το έπος μιας καθολικής κατά των κατακτητών αντίστασης και κατέληξε με τον καταστροφικό για τον τόπο μας εμφύλιο πόλεμο. Πέρα από τις αφηγήσεις των γεγονότων, πολλοί έχουν επιχειρήσει και να ερμηνεύσουν - ο καθένας, βέβαια, από τη σκοπιά του - τη, μοναδική στην Ευρώπη, ελληνική ιδιομορφία: Ενα μεγαλειώδες εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα το ακολούθησε, μετά την απελευθέρωση και, κυρίως, με τα «Δεκεμβριανά» και μετά απ' αυτά, η πλήρης ανατροπή των αξιών της εθνικής αντίστασης.

Οι περισσότεροι από τους συγγραφείς εντοπίζουν τις αιτίες στην υπογράμμιση κάποιου παράγοντα ή, έστω, δύο-τριών, είτε, το πολύ, και στις αντιδράσεις του ενός προς τον άλλον. Θεωρώ, ωστόσο, πως μία τέτοια ερμηνεία είναι ατελής. Συνήθως, εξυπηρετεί πολιτικές και ιδεολογικές σκοπιμότητες. Αξιοποιώ, βέβαια, και τη δική μου συμβολή στη σχετική ιστοριογραφία, με τα βιβλία μου που έχουν κυκλοφορήσει την τελευταία δεκαπενταετία, ερανιζόμενος απ' αυτά όσα εδώ καταγράφω.

Υπογραμμίζω, κατ' αρχάς, ένα βασικό συμπέρασμα. Οι παράγοντες που καθόρισαν τότε τις ελληνικές εξελίξεις δεν ήσαν ένας και δύο, αλλά πολλοί: οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτικοί, πολιτισμικοί, τοπικοί (μαζί και εθνοτοπικοί), στρατιωτικοί και, βέβαια, διεθνών ανταγωνισμών (μεταξύ και των συμμάχων), αλλά και ποιότητας ηγεσιών κ.λπ. Επομένως, μια ολοκληρωμένη επιστημονική μελέτη των ελληνικών πραγμάτων στη δεκαετία του '40 απαιτεί τη διερεύνηση του καθενός απ' αυτούς, αλλά και όλων μαζί στη μεταξύ τους διαπλοκή.

Κατά τη γνώμη μου, μόνο στα πλαίσια αυτά, μπορεί κανείς - σήμερα, πια, εξήντα χρόνια μετά - να μιλήσει και για τα «Δεκεμβριανά» του 1944. Στο παρόν σημείωμα, κρίνω σκόπιμο να σταθώ σε δύο μόνο παραδείγματα, όσο μπορώ πιο συντομευμένα.

Το σύνδρομο εξουσίας

Στη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης και, πολύ περισσότερο, με την απελευθέρωση, ήταν επόμενο να τίθεται θέμα εξουσίας. Και φυσιολογικό, κάθε πολιτική δύναμη να επιδιώκει το μεγαλύτερο δυνατό μερίδιο. Αλλο όμως αυτό και άλλο, πώς, εξ αυτού, με ποιες μορφές και πού οδήγησε η επιδίωξή τους. Γράφει ο Γ. Θεοτοκάς στο ημερολόγιό του: «Εκτροχιαστήκαμε. Κουτή τακτική της Δεξιάς, που, με την εμπάθειά της, εμπόδισε, όσο ήτανε στο χέρι της, την πολιτική του κατευνασμού... Κουτή τακτική της Αριστεράς, που, την τελευταία στιγμή, έσπρωξε τα πράγματα στα άκρα... Υπερβολική αδιαλλαξία των Αγγλων, που εκδηλώθηκε και με πράξεις και με λόγια και που με ξενίζει βαθιά».

Μακάρι όμως να ήταν μόνο θέμα «κουταμάρας» ορισμένων. Αυτή, όπως και οι διαφωνίες στα επιμέρους προβλήματα, που τέθηκαν για την ανασυγκρότηση του νέου κράτους (δημιουργία εθνικού στρατού, εκρήξεις βίας, αυθαιρεσίες κ.λπ.), αλλά και οι

Page 32: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

διαφορετικές αντιλήψεις για τη μελλοντική διαμόρφωσή του, δημιουργούσαν, ασφαλώς, κάποιες συγκρουσιακές αφορμές. Αυτές, όμως, θα έπρεπε (και ήταν δυνατό) να αντιμετωπίζονται με συνεννόηση ή αμοιβαίο συμβιβασμό. H καθοριστική αιτία που οδήγησε στην αδυσώπητη ένοπλη σύρραξη του Δεκεμβρίου ήταν η επενέργεια, συνέργεια και αλληλεμπλοκή όλων ή πολλών από τους παράγοντες που παραπάνω ανέφερα. Τελικά, επέφερε την πλήρη «έκλειψη» λογικής, πολιτικής και ηθικής, που επικράτησε στα «Δεκεμβριανά» '44 και από τα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα.

H μια πλευρά (η αντιεαμική), αδιαφορώντας για τις ριζικές αλλαγές που είχαν, στο μεταξύ, συμβεί στην Ελλάδα και τον κόσμο, θεωρούσε πως, πάση θυσία, έπρεπε να επαναφέρει την προπολεμική τάξη πραγμάτων, χρησιμοποιώντας τη στρατιωτική δύναμη της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, ακόμα και με τις από αέρος επιδρομές που προκαλούσαν σφαγιασμό χιλιάδων αμάχων κ.λπ. Ακολουθούσε τυφλά το δόγμα που με κλασικό τρόπο έχει διατυπώσει ο Μακμίλαν: «H ελληνική αστική τάξη θέλει να εξολοθρεύσει τους κομμουνιστές. Και θα παλέψει μέχρι τον τελευταίο άγγλο στρατιώτη»!

H άλλη (η Εαμική) πλευρά, υπερεκτιμώντας το κύρος που της προσέδιδε ο αντιστασιακός της αγώνας, το μετέφραζε, πια, σε σύνδρομο εξουσίας. Υπερέβαλλε τις δυνάμεις που διέθετε, ιδιαίτερα τις στρατιωτικές, διατάσσοντάς τες, μάλιστα, αλλοπρόσαλλα. Αποσπάστηκε από τη γραμμή της εθνικής ενότητας, άρα και του, επί ίσοις όροις, συμβιβασμού, που επιτυχώς είχε ακολουθήσει προηγούμενα, ιδιαίτερα το καλοκαίρι του '44 και τη στιγμή απελευθέρωσης, κλωτσώντας υπεροπτικά ακόμα και την ευκαιρία συνάντησης, τα Χριστούγεννα του '44. Αφέθηκε να παρασυρθεί στις συναισθηματικές αντιδράσεις για την επίθεση που δεχόταν. Και επιλέγοντας τη μέχρι τελικής πτώσης ένοπλη σύγκρουση, μιμούμενη ακόμα και τις πλέον απαράδεκτες μορφές του αντιπάλου (ομηρία κ.λπ.), οδηγήθηκε σε πλήρες αδιέξοδο και συντριπτική ήττα.

Οι διεθνείς ανταγωνισμοί

Σε σύνδεση με τα παραπάνω, μπορεί να σημειωθεί και ένα δεύτερο παράδειγμα: της επίδρασης των διεθνών ανταγωνισμών (ακόμα και μεταξύ των συμμάχων) και της χρησιμοποίησης από τις ελληνικές δυνάμεις των κέντρων αναφοράς τους στο εξωτερικό.

Από τη μια μεριά, η Βρετανία θεωρούσε αναφαίρετο, από αιώνος, «δικαίωμά» της, να επανακτήσει την απόλυτη κυριαρχία της επί των ελληνικών πραγμάτων. Το σχεδίαζε συστηματικά σε όλη τη διάρκεια της κατοχής και το επέβαλε στρατιωτικά, με την απελευθέρωση. Αλλωστε, μετά τη Διάσκεψη Στάλιν - Τσόρτσιλ του Οκτωβρίου 1944 στη Μόσχα, απέσπασε, ουσιαστικά, και τη συγκατάθεση των συμμάχων για τις ενέργειές της.

Από την άλλη μεριά, η ΕΣΣΔ, ξεκινώντας από τα άμεσα, δικά της στρατηγικά συμφέροντα, είχε σταθεί μακριά από τις ελληνικές εξελίξεις. Δεν είχε κανένα λόγο να παρωθήσει στη σύγκρουση. Σε παρόμοιες καταστάσεις (όπως στη Γαλλία και την Ιταλία, σύμφωνα και με τα τεκμήρια που πρόσφατα απεκάλυψα), παρενέβη κατηγορηματικά για να αποφευχθεί εσωτερική σύγκρουση. Δεν συνέβη το ίδιο με την

Page 33: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Ελλάδα. Ισως επειδή δεν υπήρχε καν άμεση επικοινωνία της με το KKE, ώστε να του δοθεί σχετική οδηγία.

Ετσι ή αλλιώς, μετά τη δεκεμβριανή σύγκρουση και την αρκετά καθυστερημένη, πάντως αναποτελεσματική, απόπειρα συμβιβασμού στη Βάρκιζα, ο χρόνος κυλούσε, πια, σα να χλευάζει, να λοιδορεί, να «πλαστογραφεί» την ιστορία του τόπου. Το τέλος του B' Παγκόσμιου Πολέμου βρήκε τους Ελληνες χωρισμένους στα δύο. Στέκονταν αντιμέτωποι, από τις δύο πλευρές, στο χείλος μιας ανοιγμένης πλατιάς και βαθιάς τάφρου. Ορμησαν, ασυγκράτητοι, οι μεν εναντίον των δε, για να βρεθούν στο βάραθρο. «Ο πόλεμος δεν τελείωσεν ακόμα», που θα 'λεγε κι ο ποιητής.

O κ. Γρηγόρης Φαράκος είναι πρώην Γενικός Γραμματέας του KKE.

H επιλογή της βίαιης ρήξης

ΣΤ. N. ΚΑΛΥΒΑΣ

(112 KB)

Ανδρες της βρετανικής στρατιωτικής αστυνομίας σε θέση μάχης

H εμφύλια σύγκρουση του Δεκεμβρίου του 1944 συγκαταλέγεται ανάμεσα στις στιγμές της ελληνικής ιστορίας που έχουν μελετηθεί όσο λίγες άλλες. Ωστόσο, μια βασική πτυχή της παραμένει ασαφής: ποιος ακριβώς ήταν ο κύριος στόχος του KKE; H επαναστατική ρήξη ή η ενσωμάτωση σε μια κοινοβουλευτική ομαλότητα; Στο ερώτημα αυτό έχουν δοθεί τουλάχιστον πέντε διαφορετικές απαντήσεις.

Πέντε εκδοχές

Οι δύο πρώτες προέρχονται από τις παραταξιακές ιστοριογραφίες και μεταθέτουν όλες τις ευθύνες στους αντιπάλους τους. Για τους μεν, το KKE είχε μόνιμο και μοναδικό του στόχο τη βίαιη κατάκτηση της εξουσίας, ενώ για τους δε, τη σύγκρουση επεδίωξαν αποκλειστικά οι Αγγλοι. Και οι δύο αυτές ερμηνείες έχουν απαξιωθεί καθώς δεν τεκμηριώνονται από τις πηγές, αν και η δεύτερη καλλιεργείται ακόμη στη δημόσια σφαίρα.

Οι υπόλοιπες τρεις ερμηνείες προέρχονται από την επιστημονική ιστοριογραφία. Σύμφωνα με τον Γιάννη Ιατρίδη, η κλασική μονογραφία του οποίου δημοσιεύθηκε στην Αμερική το 1972, η σύγκρουση υπήρξε αποτέλεσμα κλιμακώσεων που οφείλονταν στην έντονη αμοιβαία καχυποψία των δύο πλευρών. Ετσι, αποφάσεις που δεν στόχευαν στην ένοπλη σύρραξη παρήγαγαν μια κλιμακούμενη συγκρουσιακή

Page 34: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

λογική. Στη γλώσσα της πολιτικής επιστήμης, τα Δεκεμβριανά αποτελούν κλασική περίπτωση του διλήμματος ασφαλείας, όπου η αυξανόμενη ανασφάλεια σε σχέση με τις πραγματικές επιδιώξεις του αντιπάλου παράγει τη σύγκρουση. H υπόθεση αυτή είναι ιδιαίτερα ελκυστική καθώς οδηγεί στο συμπέρασμα πως τα Δεκεμβριανά αποτέλεσαν μια τραγωδία δίχως πραγματικούς ενόχους η οποία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. H ισχύς της αντλείται από την εξαιρετική ανάλυση της δυναμικής των ηγεσιών, αλλά τελικά παρακάμπτει το κρίσιμο ζήτημα των κεντρικών επιδιώξεων του KKE.

H δεύτερη ερμηνεία ανήκει στον Φίλιππο Ηλιού και διατυπώθηκε σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το 1995. Ο Ηλιού υποστηρίζει πως το KKE προσπαθούσε να κερδίσει «καλύτερες θέσεις στον ανταγωνισμό που γινόταν στην Ελλάδα» και άρα τα Δεκεμβριανά δεν αποτέλεσαν «επιχείρηση κατάληψης της εξουσίας αλλά πίεση για να διαμορφωθούν καλύτεροι όροι για τον τελικό συμβιβασμό». H ερμηνεία αυτή προϋποθέτει την αποδοχή δύο μη ρεαλιστικών παραδοχών: α) ενός κόμματος που επεδίωκε την ήττα και β) μιας σταλινικής πολιτικής οργάνωσης που προήγαγε με αλτρουισμό τη φιλελεύθερη κοινοβουλευτική ομαλότητα. Προσπερνώντας την προφανή διαπίστωση πως οι ήττες δεν διαμορφώνουν καλύτερους όρους για τους ηττημένους, αρκεί η επισήμανση ότι η ερμηνεία αυτή παραβιάζει την κεντρική ίσως υπόθεση της πολιτικής, ότι δηλαδή πρωταρχικός σκοπός των κομμάτων είναι η κατάκτηση της εξουσίας.

Τέλος, πιο εύστοχη ερμηνεία αναπτύσσεται στο πρόσφατο έργο του αυστραλού ιστορικού David Close: πρώτη επιλογή του KKE αποτελούσε η κατάκτηση της εξουσίας στο πλαίσιο της νομιμότητας, χωρίς όμως αυτό να αποκλείει τη βίαιη ρήξη σε περίπτωση που η επιλογή αυτή δεν τελεσφορούσε. H βίαιη ρήξη αποτελούσε, με άλλα λόγια, τη «δεύτερη προτίμηση». H ερμηνεία αυτή λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι το KKE είχε ήδη στα χέρια του ένα μεγάλο κομμάτι της εξουσίας μέσω της συντριπτικής εδαφικής κυριαρχίας του σε πάνω από το 90% της χώρας, ενώ συγχρόνως επιτρέπει την κατανόηση της γραμμής του δίχως την προσφυγή σε μη ρεαλιστικές παραδοχές.

Αντιφατική γραμμή

H φαινομενικά αντιφατική γραμμή του KKE εντάσσεται στο πλαίσιο μιας στρατηγικής κατάκτησης της εξουσίας, νόμιμα αν αυτό ήταν δυνατόν αλλά με τη βοήθεια και της βίας αν δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Σε αυτό το πλαίσιο το «παλαντζάρισμα» του κόμματος αποκτά μια λογική. Ετσι εξηγείται η συνύπαρξη της γραμμής της «εθνικής ενότητας» με ενέργειες όπως το σχέδιο Μακρίδη για την κατάληψη της Αθήνας που εκπονήθηκε το 1943, η θέση Σιάντου για κατάληψη της εξουσίας που μπήκε στην Πλατιά Ολομέλεια του κόμματος τον Ιούνιο του 1944, ή η έκθεση Στρίγκου σχετικά με την προετοιμασία «των οργανώσεων και του στρατού» για την κατάληψη των πόλεων. Εκεί ταιριάζει και η αφήγηση του Ιωαννίδη πως «η καθοδήγηση του Κόμματος είχε υπόψη της ότι προς το τέλος του αγώνα εμείς θα βρισκόμαστε σε θέση να χρησιμοποιήσουμε βία για την κατάληψη της Αθήνας».

H ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από τα αρχειακά τεκμήρια του KKE που είδαν το φως της δημοσιότητας πρόσφατα. Σε ένα σημαντικό άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1996, ο Γρηγόρης Φαράκος στηριζόμενος στα τεκμήρια αυτά καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το σύνδρομο της κατάληψης της εξουσίας με σταλινικό τρόπο

Page 35: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

υπήρχε στην ηγεσία του KKE» και ότι η ηγεσία του κόμματος «δεν είχε, ουσιαστικά, απομακρυνθεί από τη σταλινική αντίληψη: τη βίαιη, δηλαδή, κατάληψη της εξουσίας». Βέβαια, τονίζει ο Φαράκος, το KKE ήθελε και διακήρυσσε την πολιτική της εθνικής ενότητας, κυρίως όμως στον βαθμό που η πολιτική αυτή θα του άνοιγε την προοπτική της εξουσίας.

Εάν η στρατηγική της «εθνικής ενότητας» επέτρεπε τη διεξαγωγή εκλογών με ευνοϊκούς για το KKE όρους, η κατάληψη της εξουσίας θα ολοκληρωνόταν στο πλαίσιο της νομιμότητας και οι Αγγλοι θα βρίσκονταν προ τετελεσμένων γεγονότων. Οπως μας υπενθυμίζει ο Ηλιού, στο KKE «δεν χρειάζονταν ούτε όπλα, ούτε Δεκέμβρης, ούτε τίποτα. Εκλογές του χρειάζονταν απλώς, με τους τυπικούς αστικοδημοκρατικούς τρόπους, για να είναι η κύρια συνιστώσα των πλειοψηφιών που τότε μπορούσαν να διαμορφωθούν». Καθώς κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στην ολοκληρωτική επικράτηση των κομμουνιστών, έναν δρόμο που όλοι γνώριζαν πως ήταν δίχως επιστροφή, οι αντίπαλοί του επεδίωκαν την αντικατάσταση της κρατικής κυριαρχίας που ασκούσε το KKE με αυτήν του επίσημου κράτους («των Αθηνών»).

Λανθασμένες κινήσεις

Επομένως, δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός πως η σύρραξη του Δεκεμβρίου συμπλέχτηκε άμεσα με το θέμα της αποστράτευσης του ΕΛΑΣ. Γνωρίζουμε πως κρίσιμη καμπή υπήρξε η συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου του KKE τη νύχτα της 27ης προς την 28η Νοεμβρίου, όπου δρομολογήθηκαν η παραίτηση των εαμικών υπουργών και, κατά συνέπεια, η σύγκρουση. Ακολούθησε η κινητοποίηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ ενώ οι πρώτες συγκρούσεις είχαν ήδη ξεκινήσει πριν από τη γνωστή διαδήλωση της 3ης Δεκεμβρίου - ο ρόλος της οποίας στην όλη υπόθεση υπήρξε κυρίως συμβολικός, δυσανάλογα μικρός με τη σημασία που του αποδόθηκε αργότερα.

H επιλογή της σύγκρουσης αποτέλεσε την απάντηση του KKE στην προοπτική της εξουδετέρωσης του στρατού του, δηλαδή του βασικού ερείσματος που του εξασφάλιζε εδαφική κυριαρχία και πολιτική επιρροή.

H πρόκληση της αποστράτευσης το έθετε ενώπιον δύο προοπτικών: της σχετικής περιθωριοποίησης, καθώς η πολιτική του δύναμη ήταν άμεση συνάρτηση αυτής της κυριαρχίας, ή της προσφυγής στη βία. Δεδομένης της δύναμης που είχε ήδη τα χέρια του, η πρώτη επιλογή δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή. Είναι παράλογο επίσης να υποστηριχθεί ότι το KKE επέλεξε την οδό της σύγκρουσης γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα ηττηθεί. H υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων είναι το αντίθετο της μοιρολατρίας. Από τα στοιχεία φαίνεται καθαρά, ότι αμέσως πριν από τη σύρραξη και ως τα μέσα Δεκεμβρίου η ηγεσία του πίστευε ακράδαντα ότι βάδιζε προς τη νίκη, ενώ αργότερα απέρριπτε συμφωνίες πολύ πιο ευνοϊκές από ό,τι η Βάρκιζα. Μάλιστα, μετά την υποχώρηση της Αθήνας εξακολουθούσε να εξετάζει την πιθανότητα συνέχισης των εχθροπραξιών. Μόνο η συνειδητοποίηση της ολοκληρωτικής οικονομικής καταστροφής που απειλούσε την ενδοχώρα του, το ανάγκασε να συρθεί στη Βάρκιζα. H αντίληψη, επομένως, πως τα Δεκεμβριανά υπήρξαν μέσο πίεσης έχει νόημα μόνο στον βαθμό που στόχος παρέμενε η εξουσία και κεντρικό εργαλείο για την επίτευξή του η διατήρηση του εαμικού κράτους.

Πραγματικότητα και φαντασία

Page 36: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Διαβάζοντας την ιστοριογραφική παραγωγή των επιγόνων του KKE, σχηματίζει κανείς την εντύπωση πως η εαμική εξουσία στην κατεχόμενη και μετακατοχική Ελλάδα ήταν ένα είδος σοσιαλιστικού παραδείσου: για πρώτη φορά οι άνθρωποι έπαιρναν στα χέρια τους τη μοίρα τους, συμμετείχαν σε μαζικές οργανώσεις, απένειμαν αυθεντική λαϊκή δικαιοσύνη, οργάνωναν θεατρικές παραστάσεις, προωθούσαν την απελευθέρωση της γυναίκας και του παιδιού ακόμη (με τα «αετόπουλα», την ελληνική εκδοχή των πιονιέρων) - όλα αυτά μέσα σε ατμόσφαιρα ενθουσιασμού, αλληλεγγύης και σύμπνοιας. Τυχόν πράξεις βίας αποδίδονται σε στιγμιαία λάθη, εξτρεμιστικές παρεκτροπές και μεμονωμένες εγκληματικές προσωπικότητες. H αφήγηση αυτή διογκώνει κάποια πραγματικά στοιχεία μετατρέποντάς τα σε ρομαντική φαντασία. Πολλοί άνθρωποι εντάχθηκαν στο EAM επειδή πίστεψαν στο κοινωνικό και πολιτικό του όραμα, αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δεν ακυρώνει την πραγματικότητα μιας αυταρχικής άσκησης της εξουσίας και της κατασταλτικής πάταξης κάθε αμφισβήτησης. Οπως έχω γράψει αλλού, τα θύματα του EAM, σύμφωνα και με το ίδιο, δεν ήταν τόσο οι «προδότες» όσο οι «αντιδραστικοί».

Από την άποψη αυτή, η εμπειρία των Δεκεμβριανών παραμένει ιδιαίτερα διαφωτιστική. Την ίδια στιγμή που το KKE έδινε μάχη εξουσίας, αποδέσμευε σημαντικό μέρος των δυνάμεών του για τον εντοπισμό, τη σύλληψη και μετακίνηση χιλιάδων άοπλων πολιτών ως ομήρων. Το επιχείρημα ότι η ενέργεια αυτή είχε κάποια «στρατιωτική» λογική, εφόσον συλλήψεις πραγματοποιούσε και η αντίπαλη πλευρά, εξανεμίζεται αν ληφθεί υπόψη τόσο η εν ψυχρώ εκτέλεση 4.000-6.000 ανθρώπων (κάτι που δεν βαρύνει τους αντιπάλους του) όσο και η συστηματική εκκαθάριση δεκάδων Τροτσκιστών που κορυφώθηκε στη διάρκεια των Δεκεμβριανών: σε καμία περίπτωση δεν αποτελούσαν απειλή για το KKE και η εξόντωσή τους είναι ενδεικτική της νοοτροπίας που το διαπερνούσε.

H διδαχή της ήττας

Συμπερασματικά, και αντίθετα με ό,τι υποστηρίζουν διάφοροι νεοφανείς απολογητές του, από πουθενά δεν προκύπτει ότι το KKE είχε εγκαταλείψει την ιδέα της βίαιης ρήξης. Εκείνο που δείχνουν τα στοιχεία είναι πως ενώ πρόκρινε τη δράση στο πλαίσιο της νομιμότητας, διατηρούσε τη δυνατότητα της προσφυγής στη βίαιη σύγκρουση, είτε με στόχο την άμεση κατάληψη της εξουσίας είτε ως μέσο για τη διαμόρφωση των συνθηκών που θα οδηγούσαν σε αυτήν. Με λίγα λόγια, όπως όλα τα κόμματα, έτσι και αυτό προσδοκούσε την εξουσία· και τον Δεκέμβριο του 1944 διέθετε δυναμική εξουσίας, κράτος και στρατό.

Αν υπάρχει ένα θετικό στοιχείο στην τραγωδία της Δεκεμβριανής σύρραξης, αυτό αναμφισβήτητα είναι η έκβασή της: η απομάκρυνση, δηλαδή, της προοπτικής μιας κομμουνιστικής επικράτησης με τραγικές συνέπειες για τη χώρα. Οπως όμως φάνηκε σύντομα, η έκβαση αυτή ήταν παροδική. H ήττα δεν έγινε μάθημα. Ο Στάλιν είχε καταλάβει, όπως είπε στον Δημητρόφ τον Ιανουάριο του 1945, πως «οι Ελληνες έκαναν βλακεία», όμως οι Ελληνες κομμουνιστές διακήρυσσαν ένα χρόνο αργότερα πως οι εξελίξεις «επιβεβαιώνουν περίτρανα το δίκαιο και ουσιαστικό περιεχόμενο του αγώνα αυτού του Δεκέμβρη». Τελικά, και οι δύο πλευρές παραβίασαν είτε το πνεύμα είτε το γράμμα της συμφωνίας της Βάρκιζας, οι μεν ανεχόμενοι τη βία των παρακρατικών συμμοριών, οι δε παρέχοντάς τους την ιδανική αφορμή ως προς αυτό, εφόσον είχαν κρύψει το καλύτερο κομμάτι του οπλισμού του ΕΛΑΣ. Χρειάστηκε να

Page 37: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ακολουθήσει ένας νέος και καταστρεπτικός πόλεμος και δεκαετίες ανωμαλίας για να εγκαταλειφθεί οριστικά και στη χώρα μας πολιτική επιλογή της βίαιης ρήξης.

Ο κ. Στάθης N. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Μεταίχμιο δύο εποχών

Π. ΒΟΓΛΗΣ - ΔΗΜΗΤΡΑ ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο Δεκέμβρης του 1944 βρέθηκε στο μεταίχμιο ανάμεσα στην Κατοχή και στον εμφύλιο πόλεμο. Στα μεταπολεμικά χρόνια, τα Δεκεμβριανά ερμηνεύτηκαν με ποικίλους τρόπους, ανάλογα με το νόημα που οι δύο αυτές φάσεις αποκτούσαν στο πεδίο της συγκρότησης πολιτικών λόγων και ταυτοτήτων. Από την πλευρά του κράτους και των εθνικόφρονων πολιτικών δυνάμεων ο Δεκέμβρης θεωρήθηκε ο δεύτερος γύρος της συνωμοσίας που είχαν εξυφάνει οι κομμουνιστές για τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας τους. Από την πλευρά των ηττημένων του Εμφυλίου, οι ερμηνείες διαφοροποιούνταν ανάλογα με τους πολιτικούς προσανατολισμούς και την εκάστοτε συγκυρία: ήταν άλλοτε η ένδοξη αποκορύφωση της Αντίστασης, άλλοτε τραγικό λάθος και απαράδεκτος τυχοδιωκτισμός, άλλοτε προδοσία των άγγλων ιμπεριαλιστών, άλλοτε η χαμένη ευκαιρία της επανάστασης. Σε κάθε περίπτωση, τα Δεκεμβριανά αναδεικνύονται και από τις ιστοριογραφικές προσεγγίσεις ως μια αποφασιστική καμπή στην πολιτική σύγκρουση της δεκαετίας του 1940: αποτελούν μια μάχη η οποία, ενώ δίνεται εντός της δυναμικής των εξελίξεων που έχουν δρομολογηθεί από την Κατοχή και την Αντίσταση, εκβάλλει στον εμφύλιο πόλεμο. Τα σημεία που ακολουθούν αποτελούν μια απόπειρα προσέγγισης των τριών κύριων πρωταγωνιστών της σύγκρουσης (EAM, κυβέρνηση, M. Βρετανία) σε αυτή τη διττή κατεύθυνση.

Το εαμικό κίνημα εισήλθε στη σύγκρουση με τη λαϊκή διαθεσιμότητα που είχε διαμορφωθεί στην περίοδο της Αντίστασης, με ένα νέο είδος ριζοσπαστικής πολιτικοποίησης στην οποία συνδυάζονταν η προσδοκία της ανεξαρτησίας και της κοινωνικής μεταρρύθμισης αλλά και το μίσος για τους συνεργάτες των Γερμανών. Πού οφείλεται η σφοδρότητά της; Στην κουλτούρα της βίας που είχε καλλιεργηθεί στα χρόνια της Κατοχής από τις εμφύλιες συγκρούσεις και την εμπειρία της οικονομικής εξαθλίωσης και διάχυτης βίας από τις επιδρομές των δυνάμεων κρούσης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, τα μπλόκα, τους δημόσιους απαγχονισμούς και τις εκτελέσεις ομήρων. Επιπλέον, η στρατιωτική επέμβαση των Βρετανών στο πλευρό της κυβέρνησης και η στρατολόγηση των μέχρι πρότινος συνεργατών των Γερμανών στις κυβερνητικές δυνάμεις προσέφεραν τα πρώτα δείγματα γραφής για τη μεταπολεμική συγκρότηση του κράτους.

Οι διαχωριστικές γραμμές που είχαν διαμορφωθεί το διάστημα της Κατοχής δεν είχαν αμβλυνθεί δύο μήνες μετά την απελευθέρωση και στη μάχη της Αθήνας αποκτούσαν ένα νέο νόημα, καθώς συνδέονταν με την προσπάθεια επιβολής μιας νέας πολιτικής κυριαρχίας η οποία ανέτρεπε την ισορροπία δυνάμεων που είχε διαμορφωθεί μέσα από την Αντίσταση. H τελική ήττα του EAM εγγράφεται σε αυτό το σκηνικό της

Page 38: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

δραματικής ανατροπής των συσχετισμών και των προοπτικών που είχε δημιουργήσει το κίνημα της Αντίστασης. Οχι μόνο γιατί μια σειρά από προσωπικότητες ή κόμματα που συνεργάζονταν με το KKE αποστασιοποιούνται αλλά και γιατί το ίδιο το KKE (ωθούμενο και από τη «λευκή τρομοκρατία») θα εγκαταλείψει την εαμική στρατηγική των συμμαχιών και των μεταρρυθμίσεων και θα συστραφεί στην τριτοδιεθνιστική-επαναστατική λογική της ένοπλης κατάληψης της εξουσίας, η οποία θα συνδεθεί σαφώς με τον εμφύλιο πόλεμο.

Ο αστικός πολιτικός κόσμος, ξεκομμένος από τις τεράστιες ανατροπές που συντελούνταν στην κατεχόμενη Ελλάδα και αμέτοχος στην Αντίσταση, όταν επιστρέφει στην Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει την πρόκληση που συνιστούσε το EAM. Το ζήτημα του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ αποτέλεσε το κομβικό σημείο της κρίσης που οδήγησε στη σύγκρουση γιατί αποτελούσε προϋπόθεση της αποδυνάμωσης του EAM και εδραίωσης της κυβερνητικής εξουσίας. Για τον αστικό πολιτικό κόσμο τα Δεκεμβριανά δεν αποτελούσαν μια αιματηρή σύγκρουση, ενταγμένη στις συγκρούσεις που είχε γεννήσει η Κατοχή, αλλά τον εφιάλτη της κομμουνιστικής επανάστασης. Αυτός ο τρόπος νοηματοδότησης της μάχης της Αθήνας εξηγεί την έκταση και τη βία της καταστολής μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, όταν ο αντίπαλος είχε πια καταθέσει τα όπλα. H προσπάθεια της βίαιης και συστηματικής «αποεαμοποίησης» της ελληνικής κοινωνίας καλλιέργησε την πόλωση και συνετέλεσε στην έκρηξη του εμφύλιου πολέμου.

Αλλά και ως προς τις διεθνείς διαστάσεις του γεγονότος, η σύγκρουση του Δεκέμβρη του 1944 βρέθηκε στο μεταίχμιο δύο εποχών, δηλαδή στο πέρασμα από τη συμμαχία των αντιπάλων του ναζισμού στον Ψυχρό Πόλεμο και από παλαιές μορφές αυτοκρατορικής κυριαρχίας σε νέες. H βρετανική αυτοκρατορία, στη δύση της πλέον, παίρνει την πρωτοβουλία μιας στρατιωτικής επέμβασης χρησιμοποιώντας τις μεθόδους και τους όρους καταστολής των εξεγέρσεων στις αποικίες της. Εξήντα χρόνια μετά τα Δεκεμβριανά, το ζήτημα δεν είναι η αναζήτηση «υπευθύνων» αλλά η τοποθέτηση της μάχης της Αθήνας στο ιστορικό πλαίσιό της, η κατανόηση των ιδεών και των πρακτικών των πρωταγωνιστών τους. Ισως θα πρέπει να αντιληφθούμε τα Δεκεμβριανά όχι ως έναν απλό κρίκο στην αιτιακή αλυσίδα που οδηγεί από την Αντίσταση στον Εμφύλιο αλλά ως το μεταίχμιο δύο διαφορετικών εποχών, με διαφορετικά ιδεολογικά προτάγματα και πολιτικά διακυβεύματα.

Ο κ. Πολυμέρης Βόγλης διδάσκει Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. H κυρία Δήμητρα Λαμπροπούλου είναι υποψήφια διδάκτωρ Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

50 χρόνια μετά τον Εμφύλιο

Το αίμα, οι μνήμες και τα πρόσωπα

Εφέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Τυπικές ημερομηνίες δεν υπάρχουν... Οι μεγάλης κλίμακας πολεμικές επιχειρήσεις ολοκληρώθηκαν στις 30 Αυγούστου 1949 με την κατάληψη του Γράμμου. Στις 15 Σεπτεμβρίου ο ραδιοσταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» ανακοίνωσε την κατάπαυση των

Page 39: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

εχθροπραξιών, απόφαση την οποία επισημοποίησε η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στις 9 Οκτωβρίου 1949. Παρ' όλα αυτά υπολογίζεται ότι τον Νοέμβριο 1949 δρούσαν ακόμη στην Ελλάδα περίπου 2.500 αντάρτες. Χρειάστηκε σχεδόν άλλος ένας χρόνος για να κατασταλεί η δράση τους εντελώς.

Ο Εμφύλιος δεν έχει τυπική λήξη, όπως δεν έχει και τυπική έναρξη. Στην παλαιά εκδοχή ότι άρχισε κάπου μεταξύ 1945 και 1947 ή στην πιο «αριστερή» άποψη ότι ο Εμφύλιος είναι η συνέχεια των Δεκεμβριανών έρχεται βασίμως να αντιπαρατεθεί η εκδοχή της «μακράς διαμάχης». Μιας διαμάχης που ξεκίνησε με τις πρώτες συγκρούσεις μεταξύ αντιστασιακών οργανώσεων στη διάρκεια της Κατοχής, περνάει από την «κόκκινη τρομοκρατία» του 1944, τα Δεκεμβριανά, τη «λευκή τρομοκρατία» της μετα-δεκεμβριανής εποχής, προτού οδηγηθεί στην τελική πράξη του δράματος, την ανοιχτή ένοπλη αναμέτρηση του 1947-1949.

Μια σχεδόν επταετής σύγκρουση, με πολλά κεφάλαια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι αντιμαχόμενες πλευρές, οι συμμαχίες τους, οι επιδιώξεις τους και, κυρίως, το διεθνές περιβάλλον ήταν πάντα τα ίδια. Το αντίθετο: από την αρχή ως το τέλος, όλα τα στοιχεία της σύγκρουσης μεταβλήθηκαν σημαντικά.

Από πολιτικής πλευράς, ένας εμφύλιος είναι τυπικά μια περίπτωση ακραίας πόλωσης. Το βασικότερο πολιτικό χαρακτηριστικό του είναι η ολοκληρωτική κατάρρευση του «μεσαίου χώρου». Είναι μια σύγκρουση δύο άκρων, την οποία μάλλον υπέστη παρά πυροδότησε η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού.

Η χώρα βγήκε από τη γερμανική κατοχή με ένα τραγικό έλλειμμα ηγεσίας. Η παραδοσιακή πολιτική τάξη επανεμφανίστηκε εγκλωβισμένη στον χειρότερο προπολεμικό εαυτό της, χωρίς νέα πρόσωπα, χωρίς νέες ιδέες, αλλά με πολλές παλιές συνήθειες: κομματάρχες προσκολλημένοι στη Βρετανική Πρεσβεία. Είμαστε ίσως η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα όπου η Κατοχή και η Αντίσταση δεν ανανέωσαν ή δεν ανακύκλωσαν το παραδοσιακό πολιτικό δυναμικό.

Στην ηγεσία της Αριστεράς, δηλαδή του ΚΚΕ, η κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη. Το εαμικό κίνημα είχε αναδείξει μια περιθωριακή προπολεμική οργάνωση σε εθνική δύναμη. Μέσα σε τρία χρόνια, μια ομάδα στελεχών χαμηλοτάτης πολιτικής συγκρότησης και παιδείας εκτοξεύθηκε στο διεθνές προσκήνιο με μοναδικό προσόν την ικανότητα στη συνωμοτική δουλειά. Σε περίοδο ξενικής κατοχής, αυτό το προσόν είχε μια χρησιμότητα. Αλλά μετά... Εδιναν την αίσθηση ότι σχεδόν δεν καταλάβαιναν τι συμβαίνει γύρω τους!

Δεν είναι τυχαίο ότι, 50 χρόνια αργότερα και παρά την ιστορική έρευνα, παραμένει ακόμη δυσεξήγητο το βασικότερο ίσως στοιχείο της εποχής: η πολιτική στρατηγική του ΚΚΕ το διάστημα 1943-49. Τι ακριβώς επεδίωκε; την επανάσταση; την ανατροπή του καθεστώτος στην Αθήνα; τη διαπραγμάτευση των εξελίξεων; την πολιτική ομαλότητα; την ενσωμάτωσή του στην πολιτική ζωή; τη ρήξη; την εγκαθίδρυση μιας «δεύτερης Ελλάδας» στον Βορρά; τη διχοτόμηση της χώρας; Τι ακριβώς; Δημιουργείται η αίσθηση ότι όλα αυτά ίσχυαν μαζί και ταυτοχρόνως!

Ο Εμφύλιος όμως δεν είναι μόνο πολιτική, κόμματα και ηγεσίες. Είναι η χειρότερη μορφή σύγκρουσης που μπορεί να γνωρίσει το ανθρώπινο γένος. Οχι επειδή διεκπεραιώνεται με περισσότερη ή λιγότερη βία και βαρβαρότητα· αλλά επειδή

Page 40: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

διαπερνά και διαρρηγνύει τις πιο στοιχειώδεις μορφές κοινωνικής συνύπαρξης: το χωριό, τη γειτονιά, την οικογένεια. Εξ αυτού του λόγου, το αίμα και οι μνήμες του αίματος παραμένουν ανεξίτηλα χαραγμένες στη διαδρομή των επιζώντων.

Αυτοί ακριβώς οι παράγοντες φορτώνουν την ιστορική προσέγγιση με πρόσθετες επιφυλάξεις. Και πολλή καθυστέρηση... Αν εξαιρέσει κανείς την επτάτομη αφήγηση του James Ford Rhodes (1892-1906), χρειάστηκε να φθάσουμε στη δεκαετία του 1930 για να δούμε τις πρώτες αξιόπιστες ιστορικές έρευνες για τον αμερικανικό Αποσχιστικό Πόλεμο του 1861-65. Ο μεγάλος εμφύλιος του 20ού αιώνα, ο Ισπανικός (1936-39), μόλις στα τέλη της δεκαετίας του '70 και ίσως λίγο αργότερα αξιώθηκε το ιστοριογραφικό ενδιαφέρον που του αναλογεί. Στην Ελλάδα, μόλις προ δεκαετίας κατάφερε αυτή η σύγκρουση να ξεφύγει από τον χώρο της μαρτυρίας, της προσωπικής αφήγησης προσωπικών διαδρομών και της κομματικής προπαγάνδας.

Είναι γνωστό ότι την Ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Στην περίπτωση του ελληνικού εμφυλίου, ένα μεγάλο μέρος της το έγραψαν οι ηττημένοι, κυρίως μετά το 1974. Κάθε ιστοριογραφική παρεκτροπή παράγει τις υπερβολές της. Από την άκριτη αποθέωση των νικητών περάσαμε στην αβασάνιστη δικαίωση των ηττημένων. Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, ορισμένα επετειακά αφιερώματα αναπαράγουν το σχήμα «καλοί/κακοί», ανεξάρτητα από το ποιον καταχωρίζουν στην κάθε ετικέτα.

Είναι προφανές πως ο Εμφύλιος δεν είναι κανένα από τα ιδεολογικά στερεότυπα με τα οποία τον έχουν κατά καιρούς ερμηνεύσει. Δεν είναι η συνέχεια της Αντίστασης, όπως δεν είναι και συμμοριτοπόλεμος. Δεν είναι σύγκρουση Εαμοβουλγάρων και Ελλήνων, όπως δεν είναι και μια εξέγερση Δημοκρατών κατά του Μοναρχοφασισμού. Ούτε οι μεν πολεμούσαν υπέρ του Λαού ούτε οι δε υπέρ του Εθνους. Ηταν μια σκληρή σύγκρουση για την εξουσία που διεκπεραιώθηκε και από τις δύο πλευρές με ανάλογες μεθόδους.

Ακόμη και ένα μέρος της Αριστεράς έχει αποδεχθεί ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '70 ότι η τελική έκβαση του Εμφυλίου ήταν η λιγότερο αρνητική εξέλιξη για το γενικό συμφέρον του τόπου. Οπως κι αν το δει κανείς, μια Ελλάδα υπό τον Πλαστήρα, τον Παπάγο και τον Καραμανλή, έστω με ισχυρή δόση Βαν Φλιτ και Φρειδερίκης, είναι απείρως προτιμότερη εκδοχή από μια Ελλάδα υπό τον Ζαχαριάδη, τον Γούσια, τον Ιωαννίδη και τον Μπαρτζιώτα. Αλλά αυτό δεν μας λέει τίποτε. Δεν είναι καν εκεί το θέμα. Η ιστοριογραφία δεν ασκεί αναδρομική πολιτική ούτε μοιράζει εκ των υστέρων μομφές και εύσημα. Ερευνά για να ερμηνεύει. Και αυτό είναι κατ' αρχήν το ζητούμενο.

Ι. Κ. ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ

Αφιέρωμα

50 χρόνια μετά τον Εμφύλιο

μαρτυρίες

Page 41: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ΧΡΗΣΤΟΣ Ζ. ΚΑΡΑΝΙΚΑΣ

Η περίοδος του εμφυλίου πολέμου, με όλες τις τραγικές και τραυματικές εμπειρίες που άφησε στον ελληνικό λαό, έχει λήξει οριστικά. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει αβίαστα κανείς αν διαβάσει τις συνομιλίες με ανθρώπους που πήραν μέρος στα δραματικά γεγονότα της εποχής εκείνης.

Οι συνομιλίες με τους κκ. Περ. Παπαθανασίου, στρατηγό ε.α., Μιχ. Παπακωνσταντίνου, πρώην υπουργό, και Αντ. Δροσογιάννη, στρατηγό ε.α. και πρώην υπουργό, που είχαν πάρει μέρος στον εμφύλιο πόλεμο από την πλευρά του Κυβερνητικού Στρατού, όπως και με τους κκ. Λεων. Κύρκο, πρώην βουλευτή της ΕΔΑ και του Συνασπισμού, Γρηγ. Φαράκο, πρώην Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ και βουλευτή του Συνασπισμού, και την κυρία Μαρία Μπέικου, παλιά καπετάνισσα, που όλοι τους πήραν μέρος από την πλευρά του Δημοκρατικού Στρατού, φανερώνουν ότι όλοι τους πιστεύουν πως η περίοδος εκείνη έχει λήξει οριστικά.

Η προσέγγιση την οποία επιχειρεί ο καθένας στα γεγονότα του Εμφυλίου είναι διαφορετική για τους σημερινούς Ελληνες: Οσοι τα έζησαν έχουν έντονη τη συναισθηματική φόρτιση, η οποία και κάποτε βαρύνει τις σημερινές τους κρίσεις. Οσοι δεν τα έζησαν, και κυρίως οι νέοι της εποχής μας εκείνοι που γεννήθηκαν μερικές δεκαετίες αργότερα , αδυνατούν να τα αντιληφθούν ή ίσως και δεν θέλουν να μπλέξουν με εκείνα που χώριζαν τους μεγαλύτερους, με εκείνα που βαρέθηκαν να τα ακούνε από την παιδική τους ηλικία.

Αυτές είναι οι πρώτες μας εμπειρίες από τις συνομιλίες που ακολουθούν με έξι από τους πρωταγωνιστές του Εμφυλίου:

Λεωνίδας Κύρκος

«Ηταν ένας αγώνας με πολλές διακυμάνσεις»

Στις φυλακές των Βούρλων πέρασε τη μεγαλύτερη περίοδο του Εμφυλίου ο κ. Λεωνίδας Κύρκος, όταν το καΐκι που θα τους πήγαινε στο βουνό πιάστηκε και οδηγήθηκαν όλοι τους στην Αστυνομία Πειραιώς. Για τον κ. Κύρκο η ένταξη στην πλευρά του Δημοκρατικού Στρατού ήταν κάτι το αυτονόητο· από νέος είχε ενταχθεί στην Αριστερά, από τα πανεπιστημιακά του χρόνια, το 1942-43, ήταν ιδρυτικό μέλος της ΕΠΟΝ,

του Σπουδαστικού της Τμήματος. Μετά πήρε μέρος στα Δεκεμβριανά.

Η ιδεολογική ένταξή του είχε την έννοια της συνέχειας και της ιδεολογικής στράτευσης. Το 1947 παρουσιάστηκε στον στρατό, επειδή έπαιρναν την κλάση του, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ηρακλείου. Από εκεί τον έστειλαν στη Μακρόνησο, όπου απολύθηκε λόγω συνυπηρετούντος αδελφού. «Αυτός τα πλήρωσε για όλους μας. Εμεινε χρόνια στο Μακρονήσι» θυμάται με έντονη συγκίνηση. «Ηταν ο Κώστας, δύο χρόνια μεγαλύτερός μου».

Στην Αθήνα ξανάρχισε τη δράση του με τις πανεπιστημιακές οργανώσεις και τον Μάρτιο του 1948 μια ομάδα επιβιβάστηκε σε ένα καΐκι με προορισμό την Αλβανία,

Page 42: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

περιπλέοντας την Πελοπόννησο. Αλλά έξω από την Ψυττάλεια τους έπιασαν. «Ηταν προδομένη ιστορία» θυμάται. «Ημασταν πολλοί, ο Μανώλης Γλέζος, ο Αγγελος Διαμαντόπουλος, ο Κώστας Προβελέγγιος, η μετέπειτα γυναίκα μου Καλή, ο Γιάννης Πουρνάρας, άλλοι πολλοί. Ο αστυνόμος Κατσάρης που μας ανέκρινε δεν χρησιμοποιούσε τη βία αλλά την πειθώ, υποτίθεται».

Η συνέχεια ήταν το Στρατοδικείο και η εις θάνατον καταδίκη όλων τους. «Γλέζος, Δαμιανίδης, Τσερέπας, Κύρκος παμψηφεί» εξιστορεί. «Μας έσωσε ο Μανώλης Γλέζος. Ηταν ο πρώτος αντιστασιακός στην Ευρώπη, τον οποίο ο Ντε Γκωλ είχε αποκαλέσει ιππότη, και η παγκόσμια κινητοποίηση. Στην Ελλάδα ο Θανάσης ο Τσαλδάρης, συμμαθητής μου από το Πειραματικό, γιος του πρωθυπουργού, κινήθηκε δραστήρια». Η αποφυλάκιση ήρθε μετά το τέλος του Εμφυλίου, το 1952.

Οι ειδήσεις για την πορεία των επιχειρήσεων στη φυλακή ήταν αντιφατικές: «Τα δυσάρεστα νέα τα διαδέχονταν τα ευχάριστα. Ηταν αγώνας με πολλές διακυμάνσεις. Και βεβαίως μας κατείχε η αισιοδοξία ότι θα ήταν δυνατόν να υπάρξει λύση. Δεν πιστεύαμε στη στρατιωτική επικράτηση, ιδιαίτερα μετά το ρήγμα στις σχέσεις του Τίτο με τον Στάλιν. Πριν το πιστεύαμε ότι μπορούσε να υπάρξει στρατιωτική λύση. Αυτή η λύση απομακρύνθηκε τελείως μετά και για τον λόγο αυτό ελπίζαμε σε πολιτική διέξοδο. Το πνεύμα της συμφιλίωσης και της διεξόδου μάς ενδιέφερε». Την ήττα την είδαν πολύ αργότερα, το 1949.

Μέσα στη φυλακή η εξέταση των γεγονότων, η ανάλυσή τους, ήταν πιο εύκολη: «Μας έτρωγε μια βαθιά ανησυχία, γιατί διαισθανόμασταν ότι πίσω από την πλάτη μας παιζόταν ένα παγκόσμιο παιχνίδι που δεν το ελέγχαμε. Και αυτό ήταν περισσότερο σαφές μετά το δόγμα Τρούμαν» εξιστορεί.

Ολα αυτά τα έζησε με βαθιά την πεποίθηση ότι ήταν στρατευμένος. Ούτε στιγμή δεν πέρασε από το μυαλό του σκέψη για αμφισβήτηση: «Η τοποθέτηση αυτή επηρέαζε τις σκέψεις μας. Δεν είχαμε καμία άλλη επιλογή ούτε πράξη. Μόνο να δούμε τις κάννες των όπλων του εκτελεστικού αποσπάσματος. Βέβαια μας πίεζαν να αναπροσαρμόσουμε τη στάση μας, να αλλάξουμε τις ιδέες μας. Δεν το κάναμε. Ημασταν έτοιμοι να αποχαιρετήσουμε τους φίλους μας, την οικογένειά μας, τη ζωή μας».

Η περίοδος εκείνη είχε τα δικά της γεγονότα, ήταν εποχή που σημάδεψε τον ελληνικό λαό. Ο κ. Κύρκος ο Λεωνίδας, για τον κόσμο της Αριστεράς αναλογίζεται τώρα την ιστορική διάσταση του Εμφυλίου: «Η ιστορία δεν ξαναγράφεται» λέει. «Είναι αυτή που είναι, αλλά από τα ύστερα βλέπει κανείς ότι όλα εκείνα που οδήγησαν στην τραγωδία του Εμφυλίου μπορούσαν να έχουν αντιμετωπισθεί διαφορετικά και από τις δύο πλευρές». Είναι η κριτική των ηγετικών στελεχών που είχαν το θάρρος να προχωρήσουν στην επανεκτίμηση πολλών ιστορικών γεγονότων.

Σήμερα, 50 χρόνια μετά, τα ξαναθυμάται όλα και λέει: «Τα όπλα έπαψαν να ηχούν το 1949 αλλά το νομικό πλαίσιο των διωγμών κατά των αριστερών διατηρήθηκε για πάρα πολλά χρόνια. Και τα ψυχικά τραύματα που άφησε ο Εμφύλιος στην ψυχή του λαού δύσκολα επουλώνονται». Την έζησε ο ίδιος την περίοδο αυτή, τα 50 χρόνια που μεσολάβησαν, από τη φυλακή πολλές φορές, από τη θέση του βουλευτού επίσης, από τη θέση του κορυφαίου στελέχους της κομμουνιστικής αριστεράς. Η εμπειρία του και η κριτική του έχει βαρύτητα: «Τα κατάλοιπα του Εμφυλίου» λέει περισσότερο μονολογώντας «σχεδόν έχουν σβήσει και ένα καινούργιο κλίμα ενότητας του λαού,

Page 43: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

απέναντι στην τραγωδία αυτή, έχει διαμορφωθεί». Και αυτό είναι επίτευγμα της μεταπολιτευτικής περιόδου περισσότερο.

Οσο για τη νεολαία της εποχής μας, για τους νέους που τον επισκέπτονται, διερωτάται αν καταλαβαίνουν τα γεγονότα του Εμφυλίου, το κλίμα της εποχής εκείνης, την ψυχολογία των ανθρώπων τις στιγμές που τα ζούσαν: «Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνουν πολλά πράγματα» εξομολογείται σχεδόν. «Ούτε για την ατμόσφαιρα της εποχής ούτε για τον ρόλο των διαφόρων πολιτικών δυνάμεων. Ισως τους είναι πολύ οδυνηρό να ψάξουν την εποχή εκείνη. Πολύ περισσότερο βέβαια διακατέχονται από την αγωνία μπροστά στα σημερινά προβλήματα» καταλήγει.

Περικλής Παπαθανασίου

«Αγωνιζόμασταν υπέρ βωμών και εστιών»

«Είχε παρασυρθεί μια μεγάλη μερίς του ελληνικού λαού κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου και είχε υποστηρίξει τους αντάρτες του βουνού» εξομολογείται ο στρατηγός ε.α. Περικλής Παπαθανασίου όταν θυμάται τα δύσκολα εκείνα χρόνια και τις μάχες στα βουνά. Οι αναμνήσεις έρχονται εύκολα αλλά με έντονη τη συναισθηματική φόρτιση για τον στρατηγό που ήταν από τους πρώτους αξιωματικούς οι οποίοι έφτιαξαν

τις Δυνάμεις Ορεινών Καταδρομών (τα γνωστά ΛΟΚ), οι οποίες και έκριναν την τύχη του πολέμου.

«Ο ελληνικός στρατός δεν γνώριζε από νυχτερινό πόλεμο, δεν μπορούσε να απαντήσει στους αντάρτες που εκινούντο με άνεση τη νύχτα σε όλη τη χώρα και εξολόθρευαν στρατιωτικές μονάδες, κατέστρεφαν έργα υποδομής, πατούσαν χωριά, κυρίως ακριτικά, και μικρές πόλεις». Οι Δυνάμεις Ορεινών Καταδρομών άλλαξαν τη μορφή του πολέμου, επειδή μπορούσαν να απαντήσουν στην τακτική αυτή των ανταρτών, να διεξάγουν νυχτερινές επιχειρήσεις, να ανεβαίνουν σε δύσκολες πλαγιές και να πατούν τις πιο δυσπρόσιτες κορυφές των βουνών, που ήταν και τα «απάτητα» οχυρά του Δημοκρατικού Στρατού.

Ο στρατηγός Παπαθανασίου αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων το 1938 και ήταν ήδη ανθυπολοχαγός στον πόλεμο του 1940· με το 27ο Σύνταγμα της Κοζάνης ήταν από τις μονάδες που πρώτες μπήκαν στην Αλβανία από την Κρυσταλλοπηγή και κατέλαβαν την Κορυτσά. Μετά την εισβολή των Γερμανών και την κατάρρευση του Μετώπου κατέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου κατετάγη στον Ιερό Λόχο· πήρε μέρος στις επιχειρήσεις στα νησιά του Αιγαίου και ήταν με τις μονάδες που συνόδευσαν τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου κατά την απελευθέρωση των Αθηνών.

Μετά τη Βάρκιζα υπηρέτησε ως εκπαιδευτής στη Σχολή Ευελπίδων και στις αρχές του 1947 «όταν άρχισε να διαφαίνεται ο εσωτερικός διχασμός» υπογραμμίζει μαζί με άλλους 12-15 αξιωματικούς υπό τον στρατηγό Ανδρέα Καλλίνσκυ αποτέλεσαν τον πυρήνα δημιουργίας των Δυνάμεων Ορεινών Καταδρομών και υπηρέτησε ως διοικητής της Γ' Μοίρας στις επιχειρήσεις στον Γράμμο και στο Βίτσι.

Την εποχή εκείνη το διεθνές κλίμα ήταν θερμό μεταξύ των συντηρητικών δυνάμεων στην Ευρώπη και στην Αμερική και των Αριστερών, μεταξύ Ανατολής και Δύσεως,

Page 44: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

θυμάται ο στρατηγός: «Εμείς ήμασταν στη μέση και έπρεπε να πολεμήσουμε. Ιδιαίτερα όσοι υπηρετούσαμε στο ΛΟΚ γνωρίζαμε ότι αγωνιζόμασταν υπέρ βωμών και εστιών».

Οταν τον ρωτάμε αν αυτό το συμμεριζόταν ολόκληρος ο Στρατός και ο άμαχος πληθυσμός, απαντάει καταφατικά και προσθέτει: «Η λιποταξία από την πλευρά των ανταρτών προς τον Στρατό ήταν μαζική. Αντίθετα οι λιποταξίες από την πλευρά του τακτικού Στρατού προς τους αντάρτες ήταν ελάχιστες και αφορούσαν μεμονωμένες περιπτώσεις».

Οταν τον ρωτήσαμε αν πίστεψε ποτέ ότι κάτι άλλο συνέβαινε πάνω από τα κεφάλια τους, δεν απάντησε ευθέως, μόνο θυμήθηκε ένα περιστατικό: «Το καλοκαίρι του 1947 διεξήγαμε επιχειρήσεις στον Κίσαβο και είχαμε εξολοθρεύσει τις εκεί ομάδες των ανταρτών. Σε ένα χωριό βρήκαμε κιβώτια με σύγχρονα όπλα αγγλικής κατασκευής που επάνω έγραφαν "Made in England, 1947"...».

«Αλλη μια φορά» προσθέτει «στο ύψωμα Λίπα του Σιδηροκάστρου συλλάβαμε μια ολόκληρη ομάδα ανταρτών. Κατά την ανάκρισή τους καταλάβαμε ότι δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε, επειδή δεν ήξεραν λέξη ελληνικά. Φωνάξαμε έναν διερμηνέα και διαπιστώσαμε ότι ήταν όλοι τους βουλγαρόφωνοι και όταν τους ρωτήσαμε πού γεννήθηκαν μας απάντησαν "στη Βουλγαρία". Ηταν μάλιστα παρών και ο αμερικανός αξιωματικός, που επιβεβαίωσε το γεγονός».

Ο στρατηγός Παπαθανασίου, με τη μοίρα του, ήταν εκείνος που μπήκε πρώτος στην πολιορκούμενη Κόνιτσα, τον Δεκέμβριο του 1948, μία από τις πιο κρίσιμες μάχες του Εμφυλίου, θυμάται. «Είχαμε δώσει το σύνθημα "Ζαχαράκης", προς τιμήν του διοικητού όλων των επιχειρήσεων. Οταν φθάσαμε στην παλαιά πέτρινη γέφυρα, ήταν δέκα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα εκεί κάναμε Πρωτοχρονιά το 1949 και συναντήσαμε τους πρώτους Μάηδες, οι οποίοι μάς είπαν το σύνθημα "Ζαχαράκης". Μας είπαν και "καλή χρονιά", σφίξαμε τα χέρια».

Ιστορικής σημασίας, θυμάται, είναι και η επιχείρηση της μονάδας του για την εκπόρθηση του οχυρού του Γράμμου: «Ξεκινήσαμε από το χωριό Γράμμος και ανεβήκαμε προς την Κιάφα» εξιστορεί και τα μάτια του δακρύζουν. «Ηταν νύχτα. Η δεξιά πτέρυγα ήταν ακριβώς στα σύνορα της Αλβανίας» λέει. «Μήπως τα πατήσατε κιόλας;» ρωτάμε για να αμβλύνουμε κάπως την έντονη συγκίνηση. «Οχι» απαντάει «δεν νομίζω, αλλά δεν αποκλείεται κιόλας. Κάποια στιγμή μάς κατάλαβαν οι αντάρτες και έδωσαν σκληρή μάχη. Ηξεραν ότι έχαναν το τελευταίο οχυρό και την πρωτεύουσά τους που ήταν η Αετομηλίτσα του Γράμμου. Τα οχυρά τους με επτά και οκτώ σειρές δένδρων, αλλά τα παιδιά πολέμησαν. Τους πήραμε τον αέρα και υποχώρησαν τρέχοντας προς την Αλβανία. Ηταν τέλος Αυγούστου. Ο πόλεμος τελείωσε». Ανακουφίζεται από τη συναισθηματική φόρτιση ο στρατηγός, ξαναγίνεται ο στρατιωτικός.

Οταν τα συζητάει ομολογεί ότι τίποτε δεν θα αναθεωρούσε από τα όσα έπραξε την εποχή εκείνη, διότι ήταν στρατιώτης και «υπηρετούσαμε με βάση τον όρκο μας προς την πατρίδα και το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Είχαμε και έχουμε την αίσθηση του νομίμου κράτους, το οποίο πρέπει όλοι μας να υπηρετούμε ανεξαρτήτως των προσωπικών ιδεολογικών διαφορών».

«Αυτά που συζητάμε τα καταλαβαίνουν οι νέοι, τα εγγόνια σας;» ρωτάμε. «Οι νέοι, οι πολύ νέοι, δεν καταλαβαίνουν. Αλλά μετά το 25ο έτος ηλικίας μάς προκαλούν να τους

Page 45: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

μιλήσουμε για την ψυχολογία μας εκείνη την εποχή, για την αλήθεια των διαφόρων δημοσιευμάτων. Είναι γνωστό ότι πολλά εγράφησαν και περισσότερα γράφονται. Τα πλείστα είναι εξωπραγματικά και αβάσιμα» κλείνει τη συζήτηση.

Μιχάλης Παπακωνσταντίνου

«Υπήρξε στιγμή που έκλαψα κι εγώ»

«Είχαμε την πεποίθηση ότι θα κερδίσουμε οπωσδήποτε» θυμάται ο πρώην υπουργός των κυβερνήσεων της Ενώσεως Κέντρου αλλά και της Νέας Δημοκρατίας κ. Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, παλιός πολιτικός και με πλούσιο συγγραφικό έργο. «Αλλά» προσθέτει «το 1947 φοβήθηκα ότι μπορεί και να χάσουμε, όταν ο τότε αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ ήρθε στην Αθήνα και μας προειδοποίησε: "Ή πολεμάτε ή

φεύγουμε". Τις μέρες εκείνες ανέλαβε ο στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος αρχιστράτηγος και άλλαξε η φορά των πραγμάτων».

Είχε τελειώσει τη Νομική όταν το 1946 κατατάχθηκε στον Στρατό και υπηρέτησε στο 602ο Τάγμα Πεζικού με έδρα τη Λάρισα. Η πρώτη του επαφή με τους αντάρτες ήταν μια εκστρατεία στην Πελοπόννησο, στον Πάρνωνα, όπου όμως δεν συνάντησαν αντάρτες ούτε αιχμαλώτους είχαν ούτε νεκρούς. Ο εχθρός δεν φάνηκε πουθενά, ήταν ανύπαρκτος.

Επειδή ήταν αγγλομαθής μετατέθηκε σε μονάδα συνδέσμων με τους Αγγλους στην αρχή, με τους Αμερικανούς στη συνέχεια και με έδρα το Στρατηγείο Κεντρικής Ελλάδος (ΣΚΕ) στη Λάρισα, όπου διοικητής του ήταν ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας. «Ο στρατηγός» θυμάται «ήταν αυστηρός. Κάθε βράδυ μάς έβγαζε όλους, μάχιμους και γραφιάδες, και μας έστελνε να κάνουμε ενέδρες». Σε μια τέτοια επιχείρηση συγκρούστηκαν με τον περίφημο καπετάν Διαμαντή της Ρούμελης, έναν από τους καλύτερους καπετάνιους του Δημοκρατικού Στρατού: «Ανετράπη, είχε λίγους άνδρες, άλλαξε κατεύθυνση, αλλά, στο τέλος, έπεσε στα χέρια μας. Τον συνέλαβαν και τον εκτέλεσαν. Στη συνέχεια εξέθεσαν σε δημόσια θέα το σώμα του επί μία εβδομάδα σε ένα γήπεδο στη Λαμία» μας εξιστορεί πικραμένος, διόλου ευχαριστημένος από την εξέλιξη αυτή.

Ο ίδιος, ως έφεδρος αξιωματικός, έτυχε να βρει ένα μικρό ημερολόγιο του καπετάν Διαμαντή. Του τυπώθηκε στη μνήμη του ένα μικρό απόσπασμα: «"Βρέθηκα στον Παρνασσό και αντίκρισα την κοιλάδα του Σπερχειού" έγραφε ο καπετάνιος. "Απομακρύνθηκα από τους συντρόφους μου κι έκλαψα. Πόσες αναμνήσεις..."». Το ημερολόγιο παραδόθηκε στη μονάδα του. Αργότερα, ως υπουργός Εθνικής Αμυνας, το αναζήτησε αλλά δεν βρέθηκε.

Στις ίδιες επιχειρήσεις έπεσε στα χέρια του Στρατού και ο καπετάν Πυθαγόρας. Απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων, είχε την τύχη να πέσει στα χέρια του αξιωματικού Σορόκου, με τον οποίο ήταν συμμαθητές στη Σχολή. Τον περιποιήθηκε αυτός, αλλά στη συνέχεια τον ανέκριναν και έσπασε. Σε λίγες ημέρες τον έβαλαν να βγάλει λόγο στην πλατεία της Λαμίας. «Τότε απομακρύνθηκα εγώ, κι έκλαψα» θυμάται με συγκίνηση.

Page 46: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Ο παλιός πολιτικός ήταν με τα πρώτα τμήματα που μπήκαν στο Καρπενήσι: «Αλλο δράμα εκεί. Ενας παπάς διάβαζε τις νεκρώσιμες ακολουθίες χωρίς να γνωρίζει τα ονόματα των νεκρών. Ηταν τόσοι οι νεκροί...». Στην πολιορκία έπεσε τα χέρια του ένα άλλο ημερολόγιο κάποιου αντάρτη που δεν είχε καν το όνομά του πάνω: «Ο εχθρός είναι πολύ δυνατός» έγραφε.

Σε κάποια άλλη επιχείρηση στην Οθρυ, πάνω από τον Δομοκό, είχαν πιάσει το άλογο του καπετάν Γιώτη, με τη σέλα και τα πράγματα, τους χάρτες του, αλλά ο ίδιος τούς είχε ξεφύγει. Μερικές δεκαετίες αργότερα τον ρώτησε στη Βουλή για το επεισόδιο: «Μήπως ξέρατε εσείς πού ήμουνα εγώ;» απάντησε ο Χαρίλαος, λέει ο πρώην υπουργός.

Πάντως ο κ. Παπακωνσταντίνου θυμάται ότι γενικά το κλίμα δεν ήταν το ίδιο στις δύο πλευρές: «Αυτομολούσαν πολλοί από τους αντάρτες και έρχονταν και παραδίδονταν στον Στρατό. Κυρίως στην τελευταία φάση, ακόμη και εκείνοι που πιάνονταν αιχμάλωτοι έλεγαν ότι παραδίδονταν». Αλλά έζησε και τις δραματικές συνθήκες στα στρατόπεδα των ανταρτόπληκτων, όπου στοιβάζονταν οι κάτοικοι των ορεινών χωριών, τα οποία είχε εκκενώσει ο Στρατός για να μη βρίσκουν εφόδια και τρόφιμα οι αντάρτες. Αυτές είναι και οι χειρότερες μνήμες από την περίοδο του εμφυλίου.

Πάντως ο κ. Παπακωνσταντίνου, και ως πολιτικός, πιστεύει ότι έχει λήξει οριστικά η περίοδος αυτή, κάτι που το αιτιολογεί με λογικά επιχειρήματα: «Το κύριο είναι γιατί έφυγαν και φεύγουν όσοι την έζησαν και όσοι συντηρούν τα αισθήματα της εποχής εκείνης. Εξαιρέσεις υπάρχουν, αλλά αυτές είναι ελάχιστες και δεν μπορούν να αλλάξουν το γενικό κλίμα» καταλήγει. Ο ίδιος έζησε ως πολιτικός και την εμπειρία της μεταπολεμικής περιόδου, όταν εφαρμόστηκε στην πράξη η εθνική συμφιλίωση: «Το πρώτο και μεγάλο βήμα το έκανε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1974, όταν νομιμοποίησε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας» λέει με έμφαση. Ηταν τους δύσκολους εκείνους πρώτους μεταδικτατορικούς μήνες, όταν αποκαταστάθηκε η δημοκρατία, όπως αποκαταστάθηκε, και όταν όλα παίζονταν ακόμη στη χώρα μας, μετά την τραγωδία της Κύπρου.

«Το δεύτερο βήμα το έκανε ο Ανδρέας Παπανδρέου» συμπληρώνει. «Οταν έκανε πράξη την εθνική συμφιλίωση, όταν την εφάρμοσε ως επίσημη πολιτική της χώρας. Αυτά μέτρησαν» λέει ο κ. Παπακωνσταντίνου.

Οσο για τις νεότερες γενιές, «δεν ξέρουν και δεν ασχολούνται με τα προβλήματα της εποχής εκείνης. Εχει ξεχασθεί η τραγωδία αυτή και ίσως αυτό είναι καλύτερο για τον τόπο» προσθέτει. «Αλλωστε είναι άλλα τα ιδανικά τους και άλλα τα ενδιαφέροντά τους, και δεν πρέπει να τους παρεξηγούμε» καταλήγει.

Γρηγόρης Φαράκος

«Παίζονταν παιχνίδια πίσω από την πλάτη μας»

Η ένταξη στην Αριστερά, και φυσικά και στον Εμφύλιο, ήταν υποχρέωση και καθήκον που είχε τις ρίζες της στην Κατοχή. Τότε το δίλημμα ήταν σαφές «ή γινόσουν μαυραγορίτης ή εντασσόσουν στην Αντίσταση που

Page 47: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

εξέφραζε τον καθολικό πόθο του ελληνικού λαού». Ο Γρηγόρης Φαράκος, πρώην Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ, δεν έχει κανέναν ενδοιασμό όταν αναφέρεται στην πολιτική του πορεία.

Οι σειρήνες του πολέμου χάραξαν το πριν και το μετά στην παγκόσμια ιστορία. Οπως ολόκληρος ο ελληνικός λαός αντιστάθηκε στους Ιταλούς, ο καθένας με τον τρόπο του, και αυτό έγινε, παρ' όλο που δεν συμπαθούσε τη δικτατορία του Μεταξά. Το 1946-47 συνέχισε να είναι αριστερός και, όταν του έγινε η πρόταση να βγει στο βουνό, τη δέχθηκε με ευχαρίστηση. «Πίστευα ότι οι ίδιες αρχές που ενέπνευσαν τη στάση μας στην Κατοχή εξακολουθούσαν να με εμπνέουν. Επειδή δεν είχε ολοκληρωθεί το όραμα το οποίο κυνηγούσαμε τα χρόνια της Κατοχής».

Στο βουνό βγήκε από τη Λαμία και από εκεί στην Οθρυ, όπου εντάχθηκαν στο Δημοκρατικό Στρατό· πέρασαν στα Αγραφα, με μια μεγάλη ομάδα οπλισμένων νέων και μετά από δύο μήνες έφθασαν στον Γράμμο: «Η περιπέτεια, η ταλαιπωρία θυμάται ήταν κάτι το φοβερό. Η πεζοπορία στα κακοτράχαλα βουνά, και τα αεροπλάνα να ρίχνουν, να σε κυνηγούν». Εγινε καπετάνιος.

Τα πρώτα χρόνια ήταν αισιόδοξος, αλλά το 1949, στις δεύτερες μάχες του Βίτσι και του Γράμμου, «το σύνθημα "Ο εχθρός δεν θα περάσει" εξομολογείται το έλεγα αλλά δεν το πίστευα. Εβλεπα ότι δεν θα αντέχαμε άλλο». Από πλευράς στρατιωτικής είχε αρχίσει να πιστεύει ότι δεν θα άντεχε άλλο ο Δημοκρατικός Στρατός. «Ηταν φοβερές οι δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο Δημοκρατικός Στρατός» μας λέει. «Διερωτώσουν μέσα σου "είναι δυνατόν να κερδίσουμε; " αλλά έλεγες "πρέπει να νικήσουμε"».

Οι μάχες στο Βίτσι και στον Γράμμο το 1948 ήταν φοβερές. Θυμάται: «Από την κορυφή Κλέφτης, μετά από μεγάλη πορεία περάσαμε στην Τσούκα, από εκεί στο Τσεπέλοβο και στη συνέχεια στη Βασιλίτσα, κοντά στην κορυφή του Σμόλικα. Μια νύκτα, Ιούλιος του 1948, ο εχθρός είχε καταφέρει να πάρει ένα ύψωμα μπροστά στη μύτη μας. Και αυτό το ύψωμα, έπρεπε, οπωσδήποτε να το πάρουμε. Στην επίθεσή μας να τους βγάλουμε, τραυματίστηκα κι έμεινα αναίσθητος. Ξύπνησα μετά από τρεις μέρες στο νοσοκομείο στην Αλβανία» κλείνει την πολεμική πτυχή των γεγονότων.

Υπάρχει και η άλλη πτυχή, η καθημερινότητα. «Στην εφημερίδα της προσωρινής κυβέρνησης καταχωρήθηκε στη στήλη "τιμημένοι νεκροί"», θυμάται, όπως του τα διηγήθηκαν εκ των υστέρων. «Ενα φύλλο της εφημερίδας αυτής το βρήκαν σε έναν αιχμάλωτο» μας λέει. Αλλά ενδιαφέρον έχει το σχόλιο που έκανε ο χωροφύλακας της Ασφαλείας, όπως το βρήκε στον φάκελό του, δεκαετίες αργότερα, όταν άρχισε και συνεχίζει να ψάχνει τα αρχεία. «Ο παραδοθείς συμμορίτης γράφει προσεκόμισε φύλλο της συμμοριτικής εφημερίδας με ονόματα νεκρών, όπου μεταξύ των άλλων υπάρχει και το όνομα Γρηγόρης Φαράκος». Στην υποσημείωση, λοιπόν, συμπληρώνει, μας λέει: «Προσοχή! Μήπως δεν εξοντώθη; Μήπως πρόκειται περί συνωνυμίας;». Το κλίμα της εποχής αποκαλύπτει αυτή η υποσημείωση.

Οταν τον ρωτάμε αν υπήρξαν στιγμές που αισθανόταν ότι κάτι άλλο παίζεται πάνω από τα κεφάλια τους, απαντάει: «Σήμερα, αν με ρωτήσει κανείς, θα απαντήσω καταφατικά. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν το είχα βάλει ποτέ στο μυαλό μου τότε. Εβλεπα αδυναμίες και βρωμιές της ηγεσίας, αλλά δεν πίστευα τότε ότι κάποιο παιχνίδι παίζεται πάνω απ' τα κεφάλια μας, δεν πέρναγε απ' το μυαλό μου». Διακόπτει τη συζήτηση, είναι συλλογισμένος.

Page 48: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Συνεχίζει: «Τώρα διαβάζοντας τα αρχεία μένω έκπληκτος για το ποια παιχνίδια παίζονταν πίσω από την πλάτη μας». Σταματάει πάλι αλλά συνεχίζει: «Ερχονται στιγμές που λέω μέσα μου "δεν θα ξαναδιαβάσω τίποτα. Μου αρκεί αυτό που έδωσα με τους αγώνες μου, με την προσφορά μου"». Πάλι σιωπή: «Βέβαια, θα συνεχίσω, γιατί αξίζει τον κόπο να τα ξαναστοχαστεί κανείς».

Πάντως αναγνωρίζει ότι είναι πολύ βαθιά τα τραύματα που έχει αφήσει αυτή η εποχή. Για τον λόγο αυτό και η επούλωσή τους δεν είναι εύκολο πράγμα. Ετσι και η απάντηση στο ερώτημα, για το αν έληξε η εποχή, δεν είναι και τόσο εύκολη: «Η περίοδος έληξε σε μεγάλο ποσοστό λέει. Σε τέτοιο ποσοστό που μπορεί να μας ικανοποιεί. Αλλά δεν τελείωσαν και οι συνέπειες που περνάει η χώρα και η πολιτική της ζωή. Δεν έχει λήξει οριστικά και αμετάκλητα. Δυστυχώς, βέβαια».

Φυσικά, μέσα στο κλίμα αυτό προσεγγίζουν και οι νέοι την εποχή, την αντιλαμβάνονται κάτω από αυτό το πρίσμα. Η προσωπική αυτή εκμυστήρευση έχει και την κατάληξή της. Για ποιον λέγονται όλα αυτά; Σε ποιον απευθύνονται; «Δεν τα καταλαβαίνουν οι νέοι τις περισσότερες φορές, ούτε και οι περισσότεροι. Προσωπικά, έχω την αδυναμία να μην είμαι παραμυθάς, όπως ίσως θα ήθελαν πολλοί νέοι να διαβάσουν για την εποχή εκείνη» λέει αναφερόμενος και στα βιβλία που έχει βγάλει για την εποχή. «Δεν μου αρέσει να τους κάνω το δάσκαλο. Κάναμε αυτό... Κάναμε το άλλο. Γιατί πιστεύω ότι κάθε γενιά, το ίδιο και η σημερινή, θα ανταποκριθεί, όπως οι συνθήκες το επιβάλλουν, στο κάλεσμα των καιρών. Μου επιτρέπεται ίσως να βγάλω το ηθικό δίδαγμα: Να προσέξουν, κοντά στα άλλα, μη τυχόν, από την ιδιοσυστασία του DNA του γένους μας, ισχύσει και πάλι η ρήση του εθνικού μας ποιητή: "Αν μισούνται ανάμεσόν τους, δεν τους πρέπει ελευθεριά"».

Αντώνης Δροσογιάννης

«Ξέρετε ποιο ήταν το λάθος του Ζαχαριάδη;»

Αμαχητί έπεσε το Βίτσι, θυμάται ο πρώην υπουργός των κυβερνήσεων του ΠαΣοΚ και στρατηγός ε.α. Αντώνης Δροσογιάννης, ο οποίος πήρε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο ως αξιωματικός των Λόχων Ορεινών Καταδρομών (ΛΟΚ). Η μάχη στο Βίτσι το 1949 ήταν σκληρή, συνεχίζει: «Επικεφαλής τεσσάρων λόχων των ΛΟΚ, με ξαφνική επίθεση, πήραμε το ύψωμα Μώρος, μεταξύ Τσούκας και Λέσιτς. Νύχτα ήταν και δεν μας πήραν

μυρουδιά. Από την άλλη πλευρά έκανε επίθεση η άλλη τετραλοχία των ΛΟΚ αλλά τους αντιλήφθηκαν και τους καθήλωσαν. Στο Λέσιτς η άμυνα ήταν σκληρή αλλά εμείς συλλάβαμε μια ημιονηγό, γυναίκα, μέσα στη βρώμα, η οποία, όταν την ανακρίναμε, μας είπε ότι είχε φέρει τον Ζαχαριάδη, από τη βάση του στην Αλβανία στο Λέσιτς για να διευθύνει τις μάχες. Ημασταν πάνω στο ύψωμα και πίσω μας οι Πρέσπες και η Αλβανία. Σε λίγο ρίξαμε ομοιώματα αλεξιπτωτιστών, στον Λαιμό της λίμνης, και μόλις τους είδε ο Ζαχαριάδης απέσυρε τις δυνάμεις του αμέσως και ζήτησε να τον συνοδεύσουν για την επιστροφή του στην Αλβανία. Ηταν βασικό αυτό το λάθος του Ζαχαριάδη, επειδή μετά του απέμεινε μόνο ο Γράμμος».

Είναι απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων. Ο πόλεμος του 1940 τον βρήκε τριτοετή αλλά αμέσως συμπλήρωσαν βιαστικά την εκπαίδευση και τους έστειλαν στο μέτωπο. Στη συνέχεια, μετά την κατάρρευση του μετώπου και την κατάληψη της χώρας από

Page 49: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

τους Γερμανούς, έφυγε για τη Μέση Ανατολή, όπου έγινε Ιερολοχίτης. Το 1946 ήταν από τους λίγους εκείνους αξιωματικούς που έφτιαξαν τους ΛΟΚ. Το 1947 βγήκε στις επιχειρήσεις, στην Πελοπόννησο, στην Ηπειρο, στο Καϊμακτσαλάν, στο Βίτσι, όπου αρρώστησε και τον υπόλοιπο καιρό τον πέρασε στο νοσοκομείο.

«Οι επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο» θυμάται «ήταν εύκολες. Στη Ζαραφώνα ήταν 1.500 αντάρτες κι εμείς μόνο 150. Και μάλιστα είχα δύο λόχους, υπολείμματα λόχων, και τους νικήσαμε. Αλλά στην Ηπειρο οι αντάρτες ήταν άλλο πράγμα. Είχαν μένος, ήταν ισάξιοι με τους Γερμανούς. Αυτοί πολεμούσαν».

Στο Καϊμακτσαλάν οι μάχες ήταν επίσης πολύ σκληρές και οι αντάρτες πολεμούσαν. «Ενα ύψωμα» θυμάται «το κρατούσαν γυναίκες. Ηταν 13 γυναίκες με πυροβόλα και μας είχαν καθηλώσει. Δεν μπορούσαμε να τις διώξουμε. Τελικά υποχρεωθήκαμε και ρίξαμε δακρυγόνα και έτσι πήραμε το ύψωμα με αιφνιδιαστική επίθεση. Τις πιάσαμε όλες αιχμάλωτες».

Τα όσα έζησε ως αξιωματικός και η εμπειρία από τις μάχες στην Ηπειρο και στη Μακεδονία τον πείθουν ότι πολύ δύσκολα θα τελείωνε ο εμφύλιος πόλεμος αν δεν είχε την έμπνευση ο Ζαχαριάδης να μετατρέψει το αντάρτικο σε τακτικό στρατό. «Εμείς είχαμε εφεδρείες, είχαμε πολλές εφεδρείες, με τις οποίες αναπληρώναμε τις απώλειες. Οι αντάρτες δεν είχαν εφεδρείες. Ούτε μπορούσαν να αναπληρώσουν τις απώλειες με την υποχρεωτική επιστράτευση στα χωριά και στις πόλεις. Αυτό ήταν το μεγάλο του λάθος, όπως και η θεωρία ότι το Βίτσι και ο Γράμμος ήταν απάτητα».

Είναι αναμνήσεις στις οποίες δεν ανατρέχει εύκολα· ο πόλεμος, οι κακουχίες, με όλες τις συνέπειές τους, του αλλάζουν τη διάθεση, τον κάνουν σκεπτικό. Η κριτική είναι πιο εύκολη υπόθεση: «Μετά την πτώση του Βίτσι ήμουν πλέον απολύτως πεπεισμένος για τη νίκη. Ηταν θέμα χρόνου» μας λέει. «Παρ' όλο που στο Καϊμακτσαλάν και στο Βίτσι οι αντάρτες ήταν ψημένοι στις μάχες, ήταν επίλεκτα σώματα».

Ο πρώην υπουργός ήταν αξιωματικός και δεν μπορούσε να σκεφθεί τίποτε άλλο: «Δεν μπορούσα τότε να διανοηθώ ότι παίζεται κάτι άλλο πάνω από τα κεφάλια μας. Εμείς, ως αξιωματικοί, ξέραμε μόνο να πολεμάμε και δεν σκεφτόμασταν άλλα πράγματα».

Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας στις πρώτες κυβερνήσεις Ανδρέα Παπανδρέου πιστεύει ότι έχει λήξει η περίοδος αυτή με όλες τις συνέπειές της: «Σήμερα έχει λήξει» λέει. «Επειδή είχα την ευθύνη του υπουργείου Εθνικής Αμυνας και επειδή όλα τα έθνη έχουν περάσει εμφύλιο πόλεμο, φρόντισα να ξεχασθούν τα μίση του παρελθόντος. Για τον λόγο αυτό καθιέρωσα τη 15η Αυγούστου ως ημέρα εορτής των Ενόπλων Δυνάμεων και την επέτειο του Γοργοπόταμου ως ημέρα εορτασμού της Εθνικής Αντίστασης. Μοναδική μου μέριμνα ήταν η εθνική ομοψυχία» συμπληρώνει και αισθάνεται υπερήφανος για το έργο του αυτό.

«Υστερα από μία εικοσαετία περίπου μπορώ να πω ότι πέτυχε το έργο αυτό και ότι ήταν αποτελεσματικό. Οι διαφορές απαλύνθηκαν και έγιναν μακρινό παρελθόν για τους νέους» καταλήγει.

Αλλά όταν αναφέρεται στη σημερινή νεολαία έχει άλλη άποψη: «Οι νέοι δεν καταλαβαίνουν, όπως δεν καταλαβαίνουν και τον πόλεμο του 1940» εξομολογείται με

Page 50: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ανάμεικτα συναισθήματα. «Φταίει και το σχολείο, τα προγράμματα σπουδών. Δεν διδάσκουν στα παιδιά τη σύγχρονη ιστορία. Ποιος θυμάται την ηρωική αντίσταση του Συντάγματος των Τρικαλινών, που κράτησε ολόκληρη την εαρινή επίθεση των Ιταλών το 1941, με τον Μουσολίνι παρόντα και να ενθαρρύνει τον στρατό του; Κανένας. Μόνο αυτοί οι λίγοι που ζουν ακόμη» λέει με έμφασηκαι σκύβει το κεφάλι.

«Οι ιταλοί νεκροί» συνεχίζει «ήταν πάνω από 11.000 και οι δικοί μας ήταν αρκετοί. Αλλά ο Μουσολίνι ρεζιλεύτηκε και η επίθεσή του αποκρούστηκε. Για μένα ήταν νίκη ισάξια με εκείνες του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας, επειδή την είχε διαφημίσει πολύ ο ιταλός δικτάτορας αυτή την επίθεση και όλος ο κόσμος περίμενε τη συντριβή των ξυπόλυτων και νηστικών Ελλήνων. Ηταν η πρώτη μεγάλη νίκη των Συμμάχων, έπειτα από εκείνη του 1940, που αναπτέρωσε το ηθικό όλων των ευρωπαϊκών λαών».

Μαρία Μπέικου

«Μόνο επιστήμονες και ηθοποιοί ρωτούν για τότε...»

(Εικόνα μεγέθους : 28997 bytes)

«Στον Δημοκρατικό Στρατό κατατάχ\θηκα όταν είχε αρχίσει η λευκή τρομοκρατία εναντίον όσων είχαν πάρει μέρος στην Αντίσταση» εξομολογείται η κυρία Μαρία Μπέικου, καπετάνισσα στο βουνό με πλούσια δράση και ακόμη πιο πλούσιες αναμνήσεις και μετέπειτα εκφωνήτρια της «Φωνής της Αλήθε ιας». Η ίδια αισθάνεται ότι εκτελούσε την αποστολή της, ότι ήταν οργανωμένη, ότι έπαιρναν όλοι τους διαταγές και τις εκτελούσαν: «Οι συνθήκες ήταν άθλιες στο βουνό. Τα χωριά εγκαταλειμμένα, έλειπαν τα πάντα. Πολλές φορές οι μάχες γίνονταν για λίγο ψωμί» θυμάται με συγκίνηση.

Οι εμπειρίες της στην Αριστερά αρχίζουν με τις πρώτες μέρες της Κατοχής, όταν μαθήτρια στο Γυμνάσιο, στην Ιστιαία της Εύβοιας, οργανώθηκε στην Αντίσταση. Ηρθε στην Αθήνα και εκεί συνάντησε τον αδελφό της που ήταν ήδη μέλος της ΕΠΟΝ, στην οποία οργανώθηκε και η ίδια. Λίγους μήνες μετά έφυγε για το βουνό και εντάχθηκε στη 14η Μεραρχία Καρπενησίου, στους Λόχους των Επονιτισσών, οι οποίες εκτός του ότι ήταν μάχιμοι λόχοι είχαν και καθήκοντα εκπολιτισμού. Η κυρία Μπέικου θυμάται ότι ήταν καπετάνισσα στη διμοιρία και συμμετείχε συστηματικά στην καθοδήγηση του κόσμου.

Με το τέλος της Κατοχής παντρεύτηκε τον καπετάνιο Γεωργούλα Μπέικο, με τον οποίο έζησε μόνο οκτώ μήνες. Ηρθε η εποχή της λευκής τρομοκρατίας, της παρανομίας και των διωγμών· άλλος πήγε στη φυλακή και στην εξορία, άλλος στο Μακρονήσι. Η ίδια προτίμησε το βουνό και τον Δημοκρατικό Στρατό. «Τον Αύγουστο του 1947» λέει «πήγα μόνη μου στο βουνό, με το όπλο στο χέρι». Γύρισε σχεδόν όλη την Πίνδο, πήρε μέρος σε πολλές μάχες, στην Κόνιτσα, στα Τρίκαλα, στο Καρπενήσι. «Οταν είχαμε καταλάβει το Καρπενήσι» μας εξομολογείται με συγκίνηση «μας βομβάρδιζαν τα αεροπλάνα. Ενα το ρίξαμε. Κυβερνήτης ήταν Ελληνας, συγκυβερνήτης Αμερικανός. Οταν τον πιάσαμε, καταλάβαμε ότι πολεμούσαμε και με τους Αμερικανούς, ότι δεν ήταν μόνον ο Κυβερνητικός Στρατός απέναντί μας. Ενας αντάρτης τον σκότωσε

Page 51: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

κατά λάθος και έτσι χάσαμε το πλεονέκτημα να αποδείξουμε σε όλους ότι έπαιρναν μέρος στις μάχες και οι Αμερικανοί».

Η συνέχεια της ιστορίας αυτής έχει ενδιαφέρον. Ο γιος του αμερικανού αξιωματικού ήρθε στην Ελλάδα και πήρε μέρος στο συνέδριο που οργάνωσε πριν από λίγους μήνες στο Καρπενήσι το Πάντειο Πανεπιστήμιο για τον Εμφύλιο. Η ιστορία γυρίζει και αποκαλύπτει πολλά...

Τα χρόνια εκείνα του Εμφυλίου πήρε μέρος και στη Συνδιάσκεψη της Δημοκρατικής Ενωσης Γυναικών που είχε γίνει τον Ιανουάριο του 1949 στη Βόρεια Ελλάδα· η κυρία Μπέικου υπηρετούσε στη Ρούμελη και την έστειλαν από τον Δημοκρατικό Στρατό ως εκπρόσωπο των τμημάτων αυτών στη Συνδιάσκεψη που είχε γίνει στο Βίτσι. Στη συνέχεια τα γεγονότα τούς υποχρέωσαν να αλλάξουν τα σχέδιά τους· δεν ξαναγύρισε στη Ρούμελη, όπου οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις είχαν άλλες επιπτώσεις, ενώ σε λίγες ημέρες έπεσαν και το Βίτσι και ο Γράμμος. Η καπετάνισσα βρέθηκε στην Αλβανία.

Η σχέση τους με τους αντιπάλους δεν ήταν και τόσο εχθρική: «Συζητούσαμε με τους στρατιώτες στις απέναντι σκοπιές, τους νιώθαμε σαν αδέλφια μας» θυμάται. «Ακούγαμε τα τραγούδια που έπαιζαν αυτοί και τα μαθαίναμε κι εμείς. Τα τραγούδια του Τσιτσάνη "Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι... " και "Κλαίνε τα πουλιά γι' αέρα και τα δέντρα για νερό... " τα μάθαμε από τα μεγάφωνα των στρατιωτών. Πού να τα μάθουμε εμείς πάνω στα βουνά;» μας λέει με απορία αλλά και με συγκίνηση για τις στιγμές εκείνες που έρχονται στη μνήμη της.

Σε άλλη μία περίπτωση, θυμάται, στο Περγούλι της Ρούμελης, η μάχη ήταν πολύ σκληρή. «Είχαμε σπάσει τον κλοιό και κατεβαίναμε. Είχε σταματήσει το πυρ και από τις δύο πλευρές. Η πλαγιοφυλακή η δική μας ήταν δίπλα ακριβώς στην πλαγιοφυλακή του Στρατού. Οι επικεφαλής αξιωματικοί συνεννοήθηκαν και αποφάσισαν να κάνουν σιωπηρή ανακωχή, ώσπου να φύγουμε, για να μη σκοτωθούμε άδικα και από τις δύο πλευρές». Δακρυσμένη σχεδόν τα λέει αυτά: «Εχουν γίνει και άλλα τέτοια» προσθέτει «έχουν γίνει πολλά, και ας μην έχουν γραφεί τα περισσότερα». Σέβεσαι αυτές τις στιγμές, αυτές τις μνήμες που τις έχουν σκεπάσει άλλα γεγονότα.

Η καπετάνισσα πιστεύει ότι ο Εμφύλιος έχει λήξει οριστικά: «Νομίζω ότι έχει λήξει και δεν πρέπει να επαναληφθεί». Αλλά ως προς τα όσα έζησε είναι απόλυτη και κατηγορηματική. Δεν κάνει αναθεώρηση: «Οχι, η πορεία ήταν τέτοια που δεν χωράει καμία αναθεώρηση. Αλλο θέμα είναι το αν έγιναν όλα σωστά και το αν έπρεπε να είχε αρχίσει ο Εμφύλιος». Τις ερωτήσεις τις έχει μέσα της, όπως και τις αμφισβητήσεις, αλλά αυτά είναι δικά της, προσωπικά της.

Σχετικά με τη νεολαία, έχει πολλά να πει. Της έκανε εντύπωση η ανταπόκριση των νέων στο συνέδριο του Παντείου Πανεπιστημίου στο Καρπενήσι. «Πολλά παιδιά, πολλοί νέοι επιστήμονες, έρχονταν και ρωτούσαν για όλα, για το ένα, για το άλλο. Ζητούσαν με συγκίνηση να μάθουν για την εποχή εκείνη, για τα γεγονότα». Και η ίδια τούς απαντούσε με τα βαριά συναισθήματα που φέρνει η ανάμνηση εκείνων των ημερών. «Αλλά» προσθέτει «δεν είναι πολλοί οι νέοι που ζητούν να μάθουν για την εποχή εκείνη, που θέλουν να μάθουν για τα γεγονότα. Μερικοί επιστήμονες, ηθοποιοί, ψάχνουν και ρωτούν».

Page 52: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Κατοχή και «Βάρκιζα» Η τραγική ιστορία της Κατοχής, της Αντίστασης και της

Απελευθέρωσης ιδωμένη «πλουραλιστικά» όχι από έναν «εαμικό» αλλά από έναν δημοκρατικό-συντηρητικό συγγραφέα.

ΡΙΧΑΡΔΟΣ ΣΩΜΕΡΙΤΗΣ

Το πρώτο πράγμα που εντυπωσιάζει με αυτό το έργο είναι φυσικά ο όγκος του και ο μόχθος που συμβολίζει: πέντε μεγάλου σχήματος τόμοι, ένα σύνολο 2.420 σελίδων, και επιπλέον χάρτες και φωτογραφίες εκτός κειμένου. Τους τοποθετείς τους πέντε αυτούς τόμους σε ένα μεγάλο (φυσικά!) τραπέζι και προσπαθείς να τους φυλλομετρήσεις. Ανακαλύπτεις τα περιεχόμενα, αναζητάς τη βιβλιογραφία: επαναλαμβάνεται, ιδιαίτερα πλούσια, δύο φορές, στο τέλος του Γ' τόμου του πρώτου μέρους και στο τέλος του Β' τόμου του δεύτερου μέρους, που έχουν και εξώφυλλα διαφορετικού χρώματος, προφανώς για να διεκδικούν αυτονομία.

Και μετά προσφεύγεις στην επιλεκτική εξερευνητική ανάγνωση. Για να «δεις», να «νιώσεις τι καπνό φουμάρει» ο άγνωστός σου συγγραφέας, που προφανώς δεν ανήκει στην Αριστερά αυτό σε όλα τα βιβλία του είδους διαπιστώνεται αμέσως και με σιγουριά, τον αριστερό, κυρίως τον αντιστασιακό, τον αναγνωρίζεις χωρίς πρόβλημα, στα σκοτεινά, όπως «νιώθεις» ότι είναι Ρωμιός ο κύριος που κάθεται απέναντί σου στο μετρό της Νέας Υόρκης. Αριστερός λοιπόν δεν είναι, της νέας γενιάς δεν φαίνεται, αυτό το προδίδει η γλώσσα αλλά και η αφιέρωση του έργου στα παιδιά του· αλλά «τι είναι»;

Είναι ο κ. Σπύρος Γασπαρινάτος έγκριτος δικηγόρος και δεν νομίζω ότι ασχολήθηκε ποτέ συστηματικά με την πολιτική. Μαθαίνεις ότι ως δικηγόρος είχε την επιστημονική περιέργεια να μελετήσει ένα θέμα πολύ ειδικό, το ότι ναι μεν οι κατοχικές κυβερνήσεις ήταν παράνομες, όμως ποια νομιμότητα παρήγαγαν με τους νόμους τους; Οτι, μελετώντας αυτό το τόσο ειδικό θέμα, η έρευνα τον οδήγησε και στα πιο γενικά, τα όλο και πιο γενικά. Και ότι, τελικά να πού οδηγούν τα ανθρώπινα πάθη από περιέργεια σε περιέργεια, από ανάγνωση σε ανάγνωση, από ανακάλυψη σε ανακάλυψη, βάλθηκε να μελετά όλη την τραγική ιστορία μας της κατοχής, της αντίστασης και της απελευθέρωσης, να προσπαθεί να την κατανοήσει, να βρει αλήθειες πέρα ακόμα και από αυτές που ασφαλώς προηγούμενα, ως πολίτης δημοκρατικός-συντηρητικός, πρέπει να θεωρούσε βέβαιες, να τις εξετάσει και να τις κρίνει καλόπιστα. Και «πλουραλιστικά».

Ο Σπ. Γασπαρινάτος ανέτρεξε σε όλες τις πηγές, συγκέντρωσε όλο το διαθέσιμο υλικό, ελληνικό και ξένο, το μελέτησε, το διασταύρωσε, το αξιολόγησε και το μετάλλαξε στο πεντάτομο έργο του προσθέτοντας κάτι το πραγματικά ουσιώδες: τη δική του κρίση, που την ήθελε όσο πιο αντικειμενική ήταν δυνατό να είναι. Σε μεγάλο βαθμό το πέτυχε. Τόσο που ο Γρ. Φαράκος, στον πρόλογό του, σημειώνοντας φυσικά ότι ο κάθε αναγνώστης μπορεί να μη συμφωνήσει σε όλα ή σε ορισμένα, τονίζει ότι το έργο είναι «η πιο αντικειμενική εργασία που έχει γραφεί από τη μη εαμική πλευρά "του λόφου"». Ως την υπερβολή; Ως την ελαχιστοποίηση ευθυνών της κομμουνιστικής ηγεσίας; Το υπονοεί ο Γρ. Φαράκος (αυτός!) και δεν θα διαφωνούσα. Μολοντούτο πρέπει να υπογραμμισθούν πολλά θετικά στοιχεία του έργου: η

Page 53: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

συστηματική αναφορά πηγών, η παράθεση χωρίς περιττά και τελικώς κουραστικά λογοτεχνικά τερτίπια συγκεκριμένων στοιχείων και γεγονότων, η επανατοποθέτηση των πραγμάτων στον περίγυρό τους, στην αλήθεια τους.

(Εικόνα μεγέθους : 38529 bytes)

Πρέπει να καταλάβουμε πάντως ότι η θαυμάσια εργασία του κ. Γασπαρινάτου αναφέρεται περισσότερο στην πολιτική και λιγότερο στην αντίσταση, στις μάχες, στο αίμα, στον ιδρώτα, στις θυσίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στα άλλα μέτωπα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου όπου με όλους τους τρόπους αντιστάθηκε και πολέμησε η χώρα μας. Βεβαίως, υπάρχει εκτενής αναφορά στον Γοργοπόταμο και σε ορισμένα άλλα επεισόδια, ορισμένες φωτογραφίες εκτελέσεων και βασανισμών από τους ασφαλίτες και την Γκεστάπο υπενθυμίζουν το ακριβές περιεχόμενο της τραγωδίας και του έπους. Ομως ο αναγνώστης δεν αποκομίζει εύκολα από το πεντάτομο έργο μιαν καθαρή, πλήρη εικόνα της τεράστιας συμβολής μας στον γενικό αγώνα και σήμερα ελάχιστοι γνωρίζουν πια τι ήταν ακριβώς η καθημερινή μάχη εναντίον του Αξονα και στην Ελλάδα και στη Μέση Ανατολή, και στην Αφρική, και στην Ιταλία, και στις θάλασσες και στον αέρα.

Ασφαλώς, διότι δεν ήταν αυτός ο στόχος του συγγραφέα. Ο προφανής σκοπός του και τον πλησίασε ήταν να καταλάβει και να καταλάβουμε πώς τα γεγονότα, οι πρωτοβουλίες, οι καλές και κακές αποφάσεις μάς οδήγησαν σ' αυτήν την απίστευτη νίκη-ήττα που τόσο σημάδεψε και τη μετακατοχική ιστορία μας. Και να το καταλάβουμε με τρόπο που να επιτρέπει τον διάλογο των παλαιών αλλά το επιτρέπουν όμως αυτό οι νόμοι της βιολογίας; και τη μετάδοση μιας ιστορικής πείρας στους νέους.

Θα συμπληρώσω αυτές τις σημειώσεις με δύο παρατηρήσεις. Η πρώτη αφορά το ίδιο το έργο: περιλαμβάνει, όπως το υπογραμμίσαμε, μια πολύτιμη πλούσια βιβλιογραφία που αποδεικνύει και τη σοβαρότητα της εργασίας. Ομως, όσο σημαντικές είναι ορισμένες τουλάχιστον ερμηνείες γεγονότων, κυρίως των πολιτικών, αλλά και οι σταθμίσεις προσώπων και πραγμάτων, τόσο εμφανίζεται ανάγλυφα η απουσία νέων ιστορικών ευρημάτων. Ομως αυτό δεν αποτελεί επίκριση για τον συγγραφέα αλλά προσυπογραφή (διότι το αναφέρει) της διαμαρτυρίας του για την πολύπλευρη απόκρυψη και συχνά καταστροφή μεγάλου τμήματος του πρωτογενούς αρχειακού υλικού.

Η δεύτερη, που μας συνδέει με την αρχή αυτού του σημειώματος, αφορά τον συγγραφέα. Εχω την αίσθηση ότι έκανε χρήση μιας μεγάλης επιστημονικής νομικής εμπειρίας για να περιγράψει («επειδή») και τελικά ως ένα σημείο, που μας το προτείνει έμμεσα, να κρίνει («διά ταύτα»), με σωστή δικαστική ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα, μιαν ολόκληρη εποχή. Αξίζει να τον ευχαριστήσουμε. Και να του πούμε ότι συμμεριζόμαστε τον λακωνικό επίλογό του:

«Θα έπρεπε η Συμφωνία της Βάρκιζας να αποτελεί το τέρμα της δύσβατης, αιματηρής, γεμάτης θυσίες, ηρωικές πράξεις αλλά και εμφύλιες συρράξεις πορείας του ελληνικού λαού, που ξεκίνησε από τις μαύρες ώρες της Κατοχής και συνεχίσθηκε και μετά την Απελευθέρωση. Παρά τα όσα μεσολάβησαν, ιδίως κατά τα Δεκεμβριανά, η Συμφωνία

Page 54: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

της Βάρκιζας χορηγούσε τις ευκαιρίες και έθετε τις προϋποθέσεις για έναν εφεξής ομαλό πολιτικό βίο, για την ανόρθωση της χώρας από τις πληγές της κατοχικής περιόδου, για τη συμφιλίωση του λαού και την προκοπή του τόπου. Ομως, βαθύτατο αίσθημα πίκρας και απογοήτευσης διακατέχει το μελετητή της κρίσιμης αυτής περιόδου της νεοελληνικής ιστορίας όταν φθάνει στο τέλος της διαδρομής. Τίποτε το καλό δεν θα φανεί, αντίθετα όλα τα δεινά θα επακολουθήσουν. Το γιατί συνέβη τούτο, εναπόκειται στο μελετητή της επόμενης ιστορικής περιόδου να το εντοπίσει και να το αναλύσει. Και σ' όλους εγγράφεται ως χρέος να αποκομίσουν διδάγματα από τα παθήματα και να επωφεληθούν από τις πολύτιμες εμπειρίες που χορηγεί στους λαούς η μελέτη της ιστορίας τους».

Μάλιστα. Τις χορηγεί όμως πραγματικά;

Ο Στάλιν δεν μας είπε τίποτε

Πώς σχολιάζουν το ημερολόγιο του Δημητρόφ ο Γρηγόρης Φαράκος, ο Βασίλης Νεφελούδης και ο

Πάνος Δημητρίου

Κ. ΤΣΑΟΥΣΗΣ - ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΜΠΙΤΣΙΚΑ

(Εικόνα μεγέθους : 19504 bytes)

«Ο Στάλιν και η Σοβιετική Ενωση ούτε μας απέτρεψαν ούτε και μας ενθάρρυναν να προχωρήσουμε στη σύγκρουση με τους Αγγλους» λένε σήμερα τρία ιστορικά στελέχη του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος αξιολογώντας, με βάση τα νέα αποκαλυπτικά στοιχεία του προσωπικού ημερολογίου του Γκιόργκι Δημητρόφ, τη στάση των Σοβιετικών κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα πριν από τα Δεκεμβριανά. (Το ημερολόγιο εκδόθηκε πρόσφατα στη Σόφια και μέρος του δημοσίευσε κατ' αποκλειστικότητα «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή).

Ο Πάνος Δημητρίου, ο Βασίλης Νεφελούδης και ο Γρηγόρης Φαράκος, που έζησαν τα τραγικά γεγονότα εκείνης της περιόδου, μιλώντας σε έρευνα του «Βήματος» δεν αφήνουν ασχολίαστη και την περιβόητη φράση του Στάλιν: «Οι Ελληνες έκαναν βλακεία». «Ο Στάλιν, είναι φανερό, δεν ήθελε να χρεωθεί την ήττα του ελληνικού κινήματος» λέει ο κ. Γρηγόρης Φαράκος και προσθέτει: «Την ώρα που ο Στάλιν έλεγε αυτό στον Δημητρόφ λειτουργούσε ως ηγέτης του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος και αυτό που τον ενδιέφερε κυρίως προσωπικά ήταν να ξεκαθαρίσει ότι ο ίδιος δεν είχε δώσει καμία εντολή για τη σύγκρουση με τους Αγγλους». Ο κ. Βασίλης Νεφελούδης από τη δική του πλευρά επισημαίνει ότι «η κρίση του Στάλιν γίνεται εκ των υστέρων, όταν η πλάστιγγα έχει γείρει σε βάρος της Αριστεράς στην Ελλάδα. Αν η Αριστερά έβγαινε νικητής από τη σύγκρουση, ο Στάλιν θα την εξυμνούσε», ενώ ο κ. Πάνος Δημητρίου θεωρεί την περίφημη φράση του Στάλιν

Page 55: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

απόρροια της προηγούμενης γενικότερης στάσης των Σοβιετικών στο ελληνικό πρόβλημα.

* Η μάχη της Αθήνας

(Εικόνα μεγέθους : 39761 bytes)

Η θέση του Στάλιν, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο του Δημητρόφ, διατυπώνεται στις 10 Ιανουαρίου 1945 όταν η «μάχη της Αθήνας» έχει πλέον κριθεί. Αλλά και αυτή τη θέση του σοβιετικού ηγέτη οι έλληνες κομμουνιστές δεν είχαν τη δυνατότητα να πληροφορηθούν παρά μόνο μετά την κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης. Για παράδειγμα, το περιεχόμενο της συνομιλίας Στάλιν - Δημητρόφ, που έρχεται σε γνώση ενός περιορισμένου κύκλου ερευνητών με το άνοιγμα των κεντρικών κομματικών αρχείων του ΚΚ Βουλγαρίας στη Σόφια μετά το 1991 και επιβεβαιώνεται πλήρως από το προσωπικό ημερολόγιο του Δημητρόφ, έρχεται να συμπληρώσει τα κενά του πολιτικού - διπλωματικού παζλ για τον ρόλο και τη στάση του Στάλιν και της Σοβιετικής Ενωσης απέναντι στο εαμικό κίνημα και στην ελληνική Αριστερά.

Ο κ. Γρηγόρης Φαράκος (πρώην γενικός γραμματέας του ΚΚΕ) θεωρεί τη στάση του Στάλιν και των Σοβιετικών «διφορούμενη από την αρχή ως το τέλος». Από τη μια μεριά ο Στάλιν, λέει ο κ. Φαράκος, δεν ήταν διατεθειμένος, στην προοπτική τού να διεκδικήσει έναν πιο αποφασιστικό ρόλο στα ελληνικά πράγματα, να διακινδυνεύσει τα γενικότερα συμφέροντα της Σοβιετικής Ενωσης στον ήδη διαμορφωμένο χώρο επιρροής της ( Πολωνία κλπ.) και από την άλλη μεριά θεωρούσε ότι η ανάπτυξη του κινήματος εναντίον των Αγγλων στην Ελλάδα από το ΚΚΕ και τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς αποτελούσε θετικό στοιχείο για τις ευρύτερες επιδιώξεις στο πλαίσιο της αντιπαράθεσής του με τις δυτικές δυνάμεις. «Η Ελλάδα δεν ήταν μεταξύ των πρώτων προτεραιοτήτων της σοβιετικής πολιτικής. Ο Στάλιν παραμένει συνεπής στην αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας των Αγγλων στα ελληνικά πράγματα, γεγονός που σημαίνει ότι δεν επιφυλάσσει κανέναν άλλο ρόλο στο εαμικό κίνημα παρά μόνον εκείνον του μοχλού πίεσης» δηλώνει ο κ. Φαράκος.

Η πολιτική αυτή του Στάλιν, σύμφωνα με τον κ. Φαράκο, καθορίζει τη στάση των Σοβιετικών και στα Δεκεμβριανά και στη συνέχεια στον εμφύλιο πόλεμο. Ο πρώην γενικός γραμματέας του ΚΚΕ υποστηρίζει ότι υπήρξε, τουλάχιστον από τον Σεπτέμβριο του 1944, πληθώρα μηνυμάτων από την πλευρά της Μόσχας αλλά και των βουλγάρων κομμουνιστών που «έδειχναν», με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τις διαθέσεις των Σοβιετικών. «Ενας στενός πυρήνας της κομματικής ηγεσίας ήδη από τα τέλη Σεπτεμβρίου 1944 γνώριζε τα αποτελέσματα της επαφής που είχαν στελέχη του κόμματος από την περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης με τους επικεφαλής του σοβιετικού στρατού που ήταν στη Βουλγαρία. Οι επικεφαλής των σοβιετικών στρατιωτικών δυνάμεων, αφού ζήτησαν και έλαβαν τη γνώμη της Μόσχας, δήλωσαν αδυναμία να ανταποκριθούν στο αίτημα των οργανώσεων του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ της περιοχής για στρατιωτική και υλική βοήθεια στα στρατιωτικά τους τμήματα». Μια έμμεση επιβεβαίωση δηλαδή ότι ο Κόκκινος Στρατός δεν πρόκειται να πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα.

Page 56: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Επιπλέον, τους δύο κρίσιμους μήνες ως τον Δεκέμβρη, όπως παρατηρεί ο κ. Φαράκος, η σοβιετική και η βουλγαρική ηγεσία δεν προχωρούν ούτε ένα βήμα παραπέρα από την έκφραση συμπάθειας προς το εαμικό κίνημα, ενώ συνεχίζουν σθεναρά να αρνούνται κάθε σκέψη για δυναμική υποστήριξη. Μάλιστα, ο κ. Φαράκος αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Βουλγαρίας Τράιτσο Κοστόφ στο τέλος Οκτωβρίου του 1944 απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε περίπτωση παροχής όπλων στο εαμικό κίνημα με το επιχείρημα ότι «με τη σημερινή διεθνή και βαλκανική κατάσταση αυτό θα σήμαινε μόνο σύγκρουση με τους Αγγλους και επιδείνωση της έτσι κι αλλιώς δύσκολης κατάστασης της Βουλγαρίας».

Ο κ. Δημητρίου από τη δική του πλευρά θεωρεί ότι οι Σοβιετικοί είχαν δείξει τις προθέσεις τους ήδη από τις αρχές Δεκεμβρίου του 1944 και έγιναν πολύ πιο συγκεκριμένοι στις θέσεις τους όταν το ΚΚΕ, μέσω του Πέτρου Ρούσσου, ζήτησε «ενεργητική μεσολάβηση» και στήριξη του εαμικού αγώνα εναντίον των Αγγλων. Ο Πέτρος Ρούσσος, μέλος της ηγεσίας του ΚΚΕ, πηγαίνει στη Σόφια και μέσω του ΚΚ Βουλγαρίας στέλνει τηλεγράφημα στον Δημητρόφ που βρίσκεται στη Μόσχα και είναι επικεφαλής του πανίσχυρου Τμήματος Διεθνών Σχέσεων του ΚΚ Σοβιετικής Ενωσης με το οποίο ζητεί, μεταξύ άλλων, «ηθική υποστήριξη, τρόφιμα και όπλα». Ο Δημητρόφ την ίδια ημέρα δίνει το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος του Ρούσσου στον υπουργό Εξωτερικών της Σοβιετικής Ενωσης Μολότοφ και μετά από δύο ημέρες ο Δημητρόφ ζητεί από τους συντρόφους του στη Σόφια να εξηγήσουν στον Ρούσσο ότι «στην τωρινή κατάσταση οι έλληνες φίλοι δεν μπορούν να υπολογίζουν σε ενεργητική μεσολάβηση και βοήθεια από εδώ».

Οι θέσεις του Δημητρόφ, που απηχούν και τις απόψεις της σοβιετικής διπλωματικής και κομματικής ηγεσίας, φθάνουν μέσω Σόφιας στην Ελλάδα. Ο κ. Δημητρίου επισημαίνει ότι οι σοβιετικές θέσεις έγιναν γνωστές στο ΚΚΕ μέσω ενός τηλεγραφήματος από τη Σόφια που έλαβε στη Θεσσαλονίκη ο Λεωνίδας Στρίγκος και ανέφερε τα εξής: «Ο Παππούς (σ.σ.: ο Γκιόργκι Δημητρόφ) νομίζει ότι με τη σημερινή διεθνή κατάσταση η ένοπλη ενίσχυση προς τους έλληνες συντρόφους απέξω γενικά αδύνατη. Βοήθεια από μέρους της Βουλγαρίας ή Γουγκοσλαβίας, η οποία να τους δέσμευε με το μέρος του ΕΛΑΣ εναντίον ένοπλων αγγλικών δυνάμεων, σήμερα λίγο θα βοηθήσει τους έλληνες συντρόφους, ενώ πάρα πολύ θα μπορούσε να βλάψει τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία. Ολα αυτά πρέπει να τα υπολογίζουν οι φίλοι μας Ελληνες. (...) Δεν πρέπει (να) τραβήξουν (το) σχοινί. Αλλά (να) δείξουν εξαιρετική ευλυγισία και ικανότητα χειρισμών για να διατηρήσουν όσο το δυνατόν (τις) δυνάμεις τους και να περιμένουν ευνοϊκότερη στιγμή για (την) πραγματοποίηση (του) δημοκρατικού τους προγράμματος». Ο κ. Δημητρίου πιστεύει ότι το τηλεγράφημα αυτό ήταν καθοριστικό για τη συνέχεια των εξελίξεων. «Με αυτό ο Δημητρόφ έδινε τη θέση του Στάλιν για το θέμα. Εκεί αναφέρεται το ημερολόγιο του Δημητρόφ, όταν στην τηλεφωνική συνομιλία του με τον Στάλιν εκείνος του λέει ότι συμβούλευσα τους Ελληνες να μην αρχίσουν αυτόν τον αγώνα».

Παραμένει το ερώτημα, όμως, αν ενωρίτερα η ηγεσία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος είχε στη διάθεσή της πληροφορίες τέτοιες που θα την έπειθαν ότι η Σοβιετική Ενωση δεν θα υποστήριζε δυναμικά τον αγώνα της. Ο κ. Βασίλης Νεφελούδης έζησε την ταραγμένη εκείνη φάση, την πορεία προς τον Δεκέμβρη και τα γεγονότα του Δεκέμβρη, έχοντας αναλάβει από την Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ τη διεύθυνση του δημοσιογραφικού της οργάνου «Ελεύθερη Ελλάδα». «Εχω την εντύπωση ότι σαφείς πληροφορίες για το ότι η Σοβιετική Ενωση δεν θα υποστήριζε τον

Page 57: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αγώνα του Δεκέμβρη στην Ελλάδα δεν υπήρχαν. Βεβαίως ούτε καν νύξη και για υποστήριξη».

* Η Μόσχα και οι Αγγλοι

Ο κ. Νεφελούδης λέει ότι «δεν υπήρχε καμιά διάθεση από τους Σοβιετικούς να έρθουν σε αντίθεση με τους Αγγλους και πολύ περισσότερο σε ρήξη μαζί τους. Και αυτό γιατί οι Σοβιετικοί ενδιαφέρονταν να διατηρηθεί η συνοχή της συμμαχίας, κάτι που έβαζαν πολύ πιο πάνω από οποιαδήποτε συμπάθειά τους στο εαμικό κίνημα». Ο ίδιος, με την εμπειρία της Μέσης Ανατολής, πιστεύει ότι το εαμικό κίνημα δεν το αμφισβήτησαν αλλά και δεν το υπεράσπισαν οι Σοβιετικοί. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ουίνστον Τσόρτσιλ γράφει για τον «Δεκέμβρη» και τη στάση των Σοβιετικών: «Ο Στάλιν τήρησε αυστηρώς και πιστώς τη συμφωνία μας του Οκτωβρίου. Και κατά τη διάρκεια της, επί μακράς εβδομάδας, μάχης εναντίον των κομμουνιστών εις τας οδούς των Αθηνών, ούτε μία λέξις μομφής εσημειώθη εις την "Πράβδαν" ή την "Ιζβέστια"». Την εικόνα αυτή έχει και ο κ. Νεφελούδης, διευθυντής τότε του δημοσιογραφικού οργάνου του ΕΑΜ «Ελεύθερη Ελλάδα». «Αυτή είναι η αλήθεια. Οι Σοβιετικοί σιώπησαν τελείως. Ούτε μία γραμμή ούτε μία λέξη στο Τας ή στις σοβιετικές εφημερίδες ή στις πρεσβείες της Σοβιετικής Ενωσης». Τι ήταν αυτό που έκανε την ηγεσία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος να μην υπολογίσει τη στάση των Σοβιετικών και να προχωρήσει σε μια περιπέτεια χωρίς να έχει εξασφαλίσει ξεκάθαρα τη συμπαράστασή τους; «Ισως ένα περιστατικό να σας δώσει ανάγλυφα τη νοοτροπία που επικρατούσε στην κορυφή του κινήματός μας τότε» λέει ο κ. Νεφελούδης και θυμάται: «Πριν από τα Δεκεμβριανά είχα μια συνάντηση με τον Γιώργη Σιάντο. Του αναλύω την εμπειρία της Μέσης Ανατολής προσπαθώντας να τον κάνω προσεκτικό για τον ρόλο που επιδιώκει να παίξει η Αγγλία στην Ελλάδα. Του είπα ότι το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να βάλουν πόδι στην Ελλάδα και να έχουν κυριαρχική επιρροή στη χώρα. Ο Σιάντος έξι φορές μου είπε: "Μπλοφάρουν, Βασίλη. Μπλοφάρουν!". Κατά τη γνώμη μου τα Δεκεμβριανά ήταν λάθος. Ο Μεγάλος Δεκέμβρης, όπως τον είπαν, ήταν ένα μεγάλο λάθος. Ηταν και κάτι που ήρθε σαν κορωνίδα μιας σειράς λαθών που προηγήθηκαν».

Ο ρόλος της Μόσχας στα Δεκεμβριανά

ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΥΖΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 14 Μαρτίου.

Τα συγκλονιστικά στοιχεία που κατέγραψε στο απόρρητο ως σήμερα ημερολόγιό του ο ηγέτης του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της Γ' Διεθνούς Γκιόργκι Δημητρόφ, σχετικά με τις θέσεις του Στάλιν έναντι των Δεκεμβριανών, επιβεβαιώνουν πλήρως τις εκτιμήσεις που κατά καιρούς είχαν διατυπωθεί, ότι η σοβιετική ηγεσία, στην κρίσιμη αναμέτρηση στους δρόμους της Αθήνας, εκείνο τον αιματοβαμμένο Δεκέμβριο του 1944, άφησε αβοήθητο, κυριολεκτικά «ξεκρέμαστο», το ΚΚΕ, στο θέμα της διεκδίκησης της εξουσίας. Κάτι που αργότερα θα επαναληφθεί και κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, όταν και πάλι δεν δόθηκε η παραμικρή βοήθεια στους έλληνες κομμουνιστές.

Page 58: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Οπως αναφέρεται στο ημερολόγιο του Δημητρόφ, ο Στάλιν του είπε στις 10 Ιανουαρίου 1945 για τα Δεκεμβριανά στην Ελλάδα: «Εγώ συμβούλευσα την Ελλάδα (σ.σ. εννοεί το ΚΚΕ) να μην αρχίσουν αυτόν τον αγώνα. Οι άνθρωποι του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να βγουν από την κυβέρνηση του Παπανδρέου. Καταπιάστηκαν με δουλειά για την οποία δεν τους επαρκούν οι δυνάμεις. Φαίνεται υπολόγιζαν ότι ο Κόκκινος Στρατός θα κατέβει ως το Αιγαίο. Εμείς αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε. Εμείς δεν μπορούμε να στείλουμε και στην Ελλάδα δικά μας στρατεύματα. Οι Ελληνες έκαναν βλακεία» παρατηρούσε ο Στάλιν στον Δημητρόφ.

Ας δούμε όμως το πλαίσιο στο οποίο εκτυλίχθηκαν εκείνα τα γεγονότα, που σφράγισαν ανεξίτηλα όχι μόνο τη νεότερη ιστορία μας αλλά και τις κατοπινές πολιτικές εξελίξεις.

Στις αρχές Οκτωβρίου 1944 πραγματοποιείται στη Μόσχα συνάντηση Στάλιν - Τσόρτσιλ, στη διάρκεια της οποίας συνάπτεται η διαβόητη «συμφωνία των ποσοστών», για τον καθορισμό ζωνών ενδιαφέροντος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Οι άμεσες επιπτώσεις της μυστικής συμφωνίας της Μόσχας στην ελληνική εσωτερική πολιτική είναι ανυπολόγιστες, προπάντων επειδή το ΚΚΕ, που στην πραγματικότητα έλεγχε μεγάλα τμήματα της χώρας, δεν ήταν καλά πληροφορημένο για την αδιαφορία της Σοβιετικής Ενωσης για την Ελλάδα2. Παρ' όλα αυτά, υπήρχαν κάποιες ενδείξεις που σοβαρά έπρεπε να τις λάβει υπόψη της η ηγεσία του ΚΚΕ.

Είναι χαρακτηριστικό το τηλεγράφημα που ο Στάλιν έστειλε τον Μάρτιο του 1944 στον τότε βασιλέα Γεώργιο, στο Κάιρο, όπου ήταν αυτοεξόριστος μαζί με την κυβέρνησή του, για να τον συγχαρεί για την επέτειο της εθνικής μας εορτής. Ενώ αντίστοιχα δεν υπήρξε παρόμοιο τηλεγράφημα και προς την κυβέρνηση των βουνών, την ΠΕΕΑ. Οπως έλεγε το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Γιάννης Ιωαννίδης, σε συνομιλία που είχε με τον Αλέκο Παπαπαναγιώτου, το τηλεγράφημα αυτό αποτελούσε απόδειξη ότι η σοβιετική ηγεσία «αναγνώριζε την ύπαρξη της κυβέρνησης, δείγμα καθαρότατο ότι δεν επιδοκίμαζε τη δική μας, την ΠΕΕΑ».

Μάλιστα ο Γιάννης Ιωαννίδης είχε αποκαλύψει μια συνομιλία που είχε για το θέμα αυτό με τον τότε Γεν. Γραμματέα του ΚΚΕ Γιώργη Σιάντο, ο οποίος όταν πληροφορήθηκε για την αποστολή του τηλεγραφήματος προς τον Γεώργιο του είχε πει: «... τον κερατά τον βασιλιά, να του στείλει ο Στάλιν χαιρετιστήριο τηλεγράφημα και τα ρέστα. Ξέρω εγώ τι να σου πω, Γιάννη. Μου φαίνεται ότι δεν ήταν πράξη που μας ενισχύει».

Σημαντική όμως για τις θέσεις των Σοβιετικών έναντι της Ελλάδος και του αριστερού κινήματος ήταν και μια συνομιλία που είχε ο Ιωαννίδης τον Αύγουστο του 1944 με τον Τσερνίτσεφ, μέλος της Σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής που με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Ποπόφ είχε φτάσει στην Ελεύθερη Ελλάδα από τις 28 Ιουλίου 1944. Αφηγούνταν ο Ιωαννίδης:

«Ο Τσερνίτσεφ, που είχε το ψευδώνυμο Νικολάεφ και παλιότερα δούλευε στη σοβιετική πρεσβεία της Αθήνας, μου λέει: "Και τι έχετε υπόψη σας, να πολεμήσετε ενάντια στους Εγγλέζους;". Του λέω ότι, αν παρουσιαστεί ανάγκη, φυσικά θα πολεμήσουμε και με τους Εγγλέζους. Μου κάνει ένα μορφασμό πολύ χαρακτηριστικό. Τι εσήμαινε αυτό; Αποδοκιμασία της απάντησής μου. Εγώ εκείνη τη στιγμή τα έχασα. Είδα ότι αποδοκιμάζομαι. Ο Τσερνίτσεφ δεν μπορούσε να πει κάνε

Page 59: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αυτό ή εκείνο. Σε καμιά περίπτωση. Αλλά ο μορφασμός του έλεγε καθαρά: «Τι μου λες τώρα εσύ». Στραπάτσο».

Ολα αυτά θα κάνουν τον Ιωαννίδη να συμπληρώσει λίγο αργότερα στις αναμνήσεις του για τους Σοβιετικούς: «... δε μας δώσαν ούτε ένα φυσίγγι στην περίοδο του αγώνα και προς το τέλος, με την αποχώρηση των Γερμανών, ούτε τότε μας δώσαν ένα φυσίγγι». Δεν δόθηκε βοήθεια, ούτε όταν ο Ερυθριάδης πήγε τον Σεπτέμβριο του 1944 στη Σόφια και συναντήθηκε με τον αρχηγό τού προελαύνοντος στα Βαλκάνια Κόκκινου Στρατού, στρατάρχη Τολμπούχιν. Αφηγούνταν ο Ιωαννίδης με παράπονο ότι όταν ο Ερυθριάδης ζήτησε από τον σοβιετικό στρατό ενίσχυση σε όπλα και πολεμοφόδια, ο σοβιετικός στρατάρχης αρνήθηκε: «Ο Τολμπούχιν είπε ότι "δεν μπορούμε τώρα". Και δεν μας έστειλε ούτε ο Τολμπούχιν. Μπορούσε τέλος πάντων, εκεί από τα σύνορα, να μας στείλει καμιά παρτίδα πολεμικό υλικό».

Ο κ. Σπ. Κουζινόπουλος είναι διευθυντής του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Τι αποκαλύπτει το απόρρητο ημερολόγιο του Γκιόργκι Δημητρόφ

Ο Στάλιν δεν ήθελε τα Δεκεμβριανά!

Η οργή του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς για τις βλέψεις του Τίτο και των Γιουγκοσλάβων κατά της ελληνικής

Μακεδονίας

ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΥΖΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΣΟΦΙΑ, 7 Μαρτίου.

Ακόμη και ο Στάλιν είχε εξοργισθεί από τις επεκτατικές βλέψεις του Τίτο και της ηγεσίας της Ενωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών κατά της ελληνικής Μακεδονίας και των γειτονικών προς τη Γιουγκοσλαβία χωρών, όπως αποκαλύπτεται από το απόρρητο ως σήμερα ημερολόγιο του ηγέτη του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της Γ' Διεθνούς Γκιόργκι Δημητρόφ που ήρθε χθες στην επιφάνεια.

Το ημερολόγιο, που επί μισό αιώνα παρέμενε κλειδωμένο στο αρχείο του πρώην Κομμουνιστικού Κόμματος Βουλγαρίας, εξέδωσε αυτές τις ημέρες στη Σόφια ο γιος του Δημητρόφ Μπόικο.

Ειδικότερα για τη Μακεδονία γράφει στο απόρρητο ημερολόγιό του ο Γκιόργκι Δημητρόφ για μια τηλεφωνική επικοινωνία που είχε στις 10 Ιανουαρίου 1945 με τον Στάλιν, ο οποίος του είπε:

Page 60: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

«Οι Γιουγκοσλάβοι θέλουν να πάρουν την ελλην(ική) Μακεδονία. Θέλουν επίσης την Αλβανία και μάλιστα κομμάτια από την Ουγγαρία και την Αυστρία. Αυτό είναι απερίσκεπτο. Δεν μου αρέσει η συμπεριφορά τους. Ο Χέμπρανγκ φαίνεται λογικός άνθρωπος και κατάλαβε τι του είπα αλλά οι άλλοι στο Βελιγράδι δεν καταλαβαίνουν».

Ο Αντρίγια Χέμπρανγκ ήταν την εποχή εκείνη γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Κροατίας, μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Ενωσης Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών. Εκτελέστηκε από τον Τίτο επειδή τάχθηκε αλληλέγγυος με το ψήφισμα του Κομμουνιστικού Γραφείου Πληροφοριών (Κομινφόρμ) που καταδίκαζε τον Τίτο στη διένεξή του με τον Στάλιν.

Σε ένα άλλο σημείο, την ίδια ημέρα, γράφει στο ημερολόγιό του ο Γκιόργκι Δημητρόφ για τις προθέσεις της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας έναντι της Βουλγαρίας:

«Ο Στάλ(ιν) επικοινώνησε: χθες δέχθηκα τη γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία. Οι Γιουγκοσλάβοι μού ανακοίνωσαν ότι πρότειναν στους Βουλγάρους η Βουλγαρία να συμπεριληφθεί στη Γιουγκοσλαβία με δικαιώματα, όπως οι Σέρβοι και οι Κροάτες. Αλλά οι Βούλγαροι δεν συμφώνησαν με αυτό και επέμειναν για ίδρυση από τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία ισότιμου βουλγαρο-γιουγκοσλαβικού ενωσιακού κράτους.

Εγώ είπα ότι οι Βούλγαροι έχουν δίκιο ενώ οι Γιουγκοσλάβοι έχουν άδικο. Θα έπρεπε από τη Γιουγκοσλ(αβία) και τη Βουλγ(αρία) να δημιουργηθεί δισυπόστατο κράτος ισότιμων αρχών, κάτι σαν την πρώην Αυστρο-ουγγαρία. Αλλιώς η είσοδος της Βουλγαρίας στη Γιουγκοσλαβία θα σημαίνει απορρόφηση της Βουλγαρίας. Εξάλλου οι Γιουγκοσλάβοι δεν έχουν ακόμη κυβέρνηση για να συναφθεί συμφωνία. Αυτοί ήθελαν οι Βούλγαροι να στείλουν στο Βελιγράδι διπλ(ωματικό) εκπρόσωπο. Η βουλγαρική κυβέρνηση όμως δεν μπορεί να στείλει διπλ(ωματικό) εκπρόσωπο, μπορεί να έχει μόνο πολιτ(ικό) εκπρόσωπο στην Εθν(ική) Επιτροπή. Είναι καλύτερα να γίνει μια αρχή με συμφωνία αλληλοβοήθειας και μετά να υπάρξει η συνέχεια...».

Ηταν βλακεία των ελλήνων κομμουνιστών που σύρθηκαν στα Δεκεμβριανά, δήλωνε τον Ιανουάριο του 1945 ο Στάλιν στον ηγέτη του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της Γ' Διεθνούς Γκιόργκι Δημητρόφ, όπως προκύπτει από άλλο σημείο του απόρρητου ημερολογίου του Δημητρόφ. Στο ημερολόγιό του ο βούλγαρος ηγέτης παραθέτει σημαντικά στοιχεία για την εξέλιξη του κομμουνιστικού κινήματος ολόκληρης της Βαλκανικής αλλά και άγνωστες λεπτομέρειες για ζητήματα που επί δεκαετίες ταλάνισαν τις χώρες της χερσονήσου του Αίμου, όπως π.χ. το Μακεδονικό ζήτημα.

Ιδιαίτερα για τα αιματηρά γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944 στην Αθήνα, όπως προκύπτει από τη σελίδα 460 του ημερολογίου, έλεγε ο Στάλιν στον Δημητρόφ, στις 10 Ιανουαρίου 1945, σε τηλεφωνική συνομιλία τους:

«Εγώ συμβούλευσα την Ελλάδα να μην αρχίσουν αυτόν τον αγώνα. Οι άνθρωποι του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να βγουν από την κυβ(έρνηση) του Παπανδρέου. Καταπιάστηκαν με δουλειά για την οποία δεν τους επαρκούν οι δυνάμεις. Φαίνεται υπολόγιζαν ότι ο Κόκκινος Στρατός θα κατέβει ως το Αιγαίο. Εμείς αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε.

Page 61: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Εμείς δεν μπορούμε να στείλουμε και στην Ελλάδα δικά μας στρατεύματα. Οι Ελληνες έκαναν βλακεία».

«Θέλω να προστατεύσω τη μνήμη του Δημητρόφ»

Το ημερολόγιο του Γκιόργκι Δημητρόφ εκδίδεται από τον εκδοτικό οίκο του Πανεπιστημίου της Σόφιας ακριβώς 65 χρόνια από τότε που γράφηκαν σε αυτό οι πρώτες λέξεις. Ο Γκιόργκι Δημητρόφ άρχισε να γράφει το ημερολόγιό του στη γερμανική γλώσσα στις 9 Μαρτίου 1933 στη Γερμανία, όταν είχε συλληφθεί από τους ναζί με την προβοκατόρικη κατηγορία του εμπρησμού του κτιρίου του Ράιχσταγκ. Κάποια κομμάτια του ημερολογίου έχουν γραφεί στα βουλγαρικά και κάποια άλλα στα ρωσικά.

Οπως είπε στο Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο γιος του Δημητρόφ Μπόικο, προχώρησε στην έκδοση του ημερολογίου επειδή μετά τις αλλαγές στη Βουλγαρία κάποια άτομα, ιδιαίτερα επί εποχής της πρώτης κυβέρνησης της κεντροδεξιάς Ενωσης Δημοκρατικών Δυνάμεων, κατορθώνοντας να έχουν πρόσβαση στα αρχεία του πρώην Κομμουνιστικού Κόμματος Βουλγαρίας, δημοσίευσαν αυθαίρετα μερικά μικρά τμήματα του ημερολογίου που παραμόρφωναν την εικόνα του πατέρα του. «Θέλω με την έκδοση αυτή να προστατεύσω τη μνήμη του Γκιόργκι Δημητρόφ, ο οποίος αναμφίβολα ήταν μια κορυφαία πολιτική προσωπικότητα όχι μόνο για τη Βουλγαρία αλλά για ολόκληρη τη Βαλκανική χερσόνησο» είπε ο γιος του, ο οποίος πάντως ελάχιστα θυμάται τον πατέρα του καθώς όταν πέθανε, το 1949, ο ίδιος ήταν μόλις οκτώ ετών.

Τα κείμενα του ημερολογίου εκδίδονται χωρίς περικοπές, με τα σημεία που ο ίδιος ο Γκιόργκι Δημητρόφ είχε υπογραμμίσει. Στην έκδοση έχουν συμπεριληφθεί και πάνω από 3.000 ονόματα πολιτικών και άλλων προσώπων που συνοδεύονται από σύντομα βιογραφικά σημειώματα.

Οπως είπε ο ακαδημαϊκός Ιλτσο Δημητρόφ, ο οποίος προλογίζει το βιβλίο, στην έκδοση υπάρχουν μοναδικές συνομιλίες του Δημητρόφ με τον Στάλιν για την τύχη της Γιουγκοσλαβίας και των Βαλκανίων.

Ο ακαδημαϊκός Δημητρόφ ανέφερε επίσης ότι το χειρόγραφο φυλασσόταν στο κεντρικό αρχείο του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος διότι περιέχει στοιχεία που αφορούν τη σοβιετική πολιτική στα Βαλκάνια.

Ο κ. Σπ. Κουζινόπουλος είναι διευθυντής του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Αφιέρωμα

50 χρόνια μετά τον Εμφύλιο

Page 62: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Πόσο βοήθησε η... «αμερικανική βοήθεια»

Ι. Ο. ΙΑΤΡΙΔΗΣ

(Εικόνα μεγέθους : 38223 bytes)

Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρενέβησαν στον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα με την πεποίθηση ότι θα εμπόδιζαν τη σοβιετική εισβολή. Πενήντα χρόνια αργότερα είναι γενικώς αποδεκτό ότι ο Στάλιν δεν ήταν υπεύθυνος για την ένοπλη σύγκρουση στην Ελλάδα. Αντιθέτως προσπάθησε να αποτρέψει τους έλληνες κομμουνιστές να επιδιώξουν τους στόχους τους μέσω της στρατιωτικής δύναμης και δεν τους παρείχε την υποστήριξη που είχαν ζητήσει χωρίς την οποία δεν θα μπορούσαν να νικήσουν. Ωστόσο ήδη από τις αρχές του 1947, θορυβημένη από την επιβολή των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική και στην Κεντρική Ευρώπη καθώς και από την πίεση των Σοβιετικών στην Τουρκία και στο Ιράν, η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε ότι ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα ήταν μια σημαντική σύγκρουση του Ψυχρού Πολέμου. Η λογική αυτού του συμπεράσματος ήταν απλοϊκή αν όχι ιστορικώς αμφισβητήσιμη. Τα κομμουνιστικά κόμματα ήταν στην πραγματικότητα πράκτορες της Μόσχας. Αν νικούσαν οι κομμουνιστές, η Ελλάδα θα γινόταν ο δρόμος για την επέκταση της σοβιετικής ισχύος προς τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και τη Νότια Ευρώπη. Τέτοιες επιτυχίες των Σοβιετικών θα απειλούσαν τα στρατηγικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο. Συνεπώς, για να εμποδίσουν τους Σοβιετικούς, οι έλληνες κομμουνιστές θα έπρεπε να ηττηθούν πάση θυσία.

Πώς η Ουάσιγκτον άλλαξε γνώμη

Αυτή η άποψη για την Ελλάδα ως θύμα της σοβιετικής επιθετικότητας αντιπροσώπευσε μια ριζική αλλαγή στην αμερικανική πολιτική. Κατά το διάστημα 1943-1945 αμερικανοί αξιωματούχοι επέκριναν δριμύτατα τους Βρετανούς για τις προσπάθειές τους να διαλύσουν τον ΕΑΜ / ΕΛΑΣ και να επαναφέρουν τον βασιλιά Γεώργιο Β' στον θρόνο. Οι Αμερικανοί θεώρησαν κύριους υπεύθυνους για τα Δεκεμβριανά τους Βρετανούς που χειρίστηκαν με εσφαλμένο τρόπο τις πολιτικές εντάσεις στην Ελλάδα και διακήρυξαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα παρέμβουν σε εσωτερικές υποθέσεις φίλων χωρών. Εξέφρασαν επίσης τη συμπάθειά τους για τις πολιτικές φιλοδοξίες των αντιστασιακών κινημάτων στην Ευρώπη.

Ωστόσο, λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα, η αμερικανική κυβέρνηση ήταν έτοιμη να ασκήσει τον έλεγχο και την επιρροή της σε αρκετές φίλες χώρες, ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα. Αυτή η εντυπωσιακή αλλαγή έχει ελάχιστη σχέση με τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Ελλάδας, για τις οποίες η Ουάσιγκτον φρόντιζε να είναι καλά πληροφορημένη. Η αλλαγή αυτή ήταν κυρίως το άμεσο αποτέλεσμα της αυξανόμενης αντιπαράθεσης δυνάμεων με τη Σοβιετική Ενωση, την οποία οι

Page 63: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αμερικανοί αξιωματούχοι θεωρούσαν επικίνδυνη και χωρίς άμεσο τέλος. Αντανακλώντας την άποψη αυτή, το δόγμα Τρούμαν περιέγραφε τον κόσμο χωρισμένο σε δύο αντίπαλα πολιτικά συστήματα: το δημοκρατικό και το ολοκληρωτικό. Και εφόσον το ολοκληρωτικό σύστημα ήταν επιπλέον επιθετικό και επεκτατικό ήταν ευθύνη των Ηνωμένων Πολιτειών ως ηγετικής δημοκρατίας να προστατεύσει τις δημοκρατικές κοινωνίες από τους εξωτερικούς ή τους εσωτερικούς εχθρούς τους.

Αυτή η ιδεολογικώς κατευθυνόμενη και απλουστευτική άποψη επεσκίασε τις πραγματικές αιτίες πολλών εσωτερικών και περιφερειακών συγκρούσεων ανάμεσα στις οποίες και ο ελληνικός εμφύλιος στην Ελλάδα. Θεωρούσε επίσης δεδομένο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν τη γνώση και την ικανότητα να μεταμορφώσουν πάσχουσες κοινωνίες σε ευημερούσες καπιταλιστικές δημοκρατίες. Αυτή την παγκόσμια αποστολή που επέβαλαν οι ΗΠΑ στον εαυτό τους θα επέκρινε αργότερα ο γερουσιαστής Φουλμπράιτ, χαρακτηρίζοντάς την «αλαζονεία της εξουσίας».

Οι τέσσερις στόχοι

Το αμερικανικό σχέδιο δράσης για την Ελλάδα αποτελείτο από τέσσερις βασικούς στόχους:

Ο πρώτος ήταν να δημιουργήσει έναν ευρείας αποδοχής κυβερνητικό συνασπισμό ο οποίος θα έχαιρε της υποστήριξης της πλειονότητας των Ελλήνων και θα ένωνε το έθνος εναντίον των κομμουνιστών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Ο δεύτερος, να καταστήσει την κρατική γραφειοκρατία ένα αποτελεσματικό, αμερόληπτο και δυναμικό όργανο για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ελλάδας και για την κάλυψη των αναγκών του λαού.

Ο τρίτος, να παρέχει την απαραίτητη οικονομική και τεχνική βοήθεια ώστε να εισέλθει η χώρα στον δρόμο της ανάκαμψης, της σταθερότητας και της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.

Ο τέταρτος, να βελτιώσει την ισχύ και την αποδοτικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων ώστε να μπορέσουν να νικήσουν τους κομμουνιστές γρήγορα και ολοκληρωτικά.

Εκ των υστέρων, τα αποτελέσματα είναι αμφιλεγόμενα και η αξιολόγησή τους είναι ζήτημα προσωπικής κρίσης. Πιο επιτυχημένες ήταν οι προσπάθειες εξοπλισμού και δραστηριοποίησης των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες κατόρθωσαν να νικήσουν τους αντάρτες σε λιγότερο από δύο χρόνια. Παρά τις εκκλήσεις της Αθήνας και ορισμένες συζητήσεις στην Ουάσιγκτον, απεδείχθη ότι η αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων για να πολεμήσουν στην Αθήνα δεν ήταν αναγκαία. Στον ελληνικό εμφύλιο πολέμησαν και νίκησαν οι έλληνες στρατιώτες. Η μοναδική απώλεια των Αμερικανών ήταν ένας αξιωματικός που σκοτώθηκε όταν το αεροσκάφος στο οποίο επέβαινε κατερρίφθη από ελληνικά αναγνωριστικά αεροσκάφη.

Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι εκ των ηγετών του στρατού και των δυνάμεων ασφαλείας και ενώ τους παρότρυναν να πολεμήσουν τους κομμουνιστές και τους επαινούσαν ως σωτήρες του έθνους ανέπτυξαν κρυφή και συχνά μυστική σχέση με την αμερικανική κυβέρνηση, η οποία τους έδωσε τη δυνατότητα να αναδειχθούν σε

Page 64: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αυτόκλητους φρουρούς του καθεστώτος της χώρας. Η «λύση Παπάγου», της οποίας οι επιπτώσεις ήταν πολιτικές και στρατιωτικές, αποτελούσε έργο των αμερικανών αξιωματικών και του παλατιού. Ενα σημαντικό μάθημα που οι αμερικανοί στρατιωτικοί δεν κατόρθωσαν να δώσουν στους έλληνες συναδέλφους τους ήταν ότι στη δημοκρατία τη μεγαλύτερη εξουσία, στην οποία οι στρατιωτικοί ορκίζονται να υπακούν, κατέχουν πάντα οι πολίτες.

Παρ' ότι η βία και η ανατροπή που προκάλεσε ο εμφύλιος πόλεμος αποτέλεσμα του οποίου ήταν και το ξερίζωμα σημαντικού τμήματος τους αγροτικού πληθυσμού εμπόδισαν σημαντικά την προσπάθεια ανοικοδόμησης, αυτή σημείωσε σημαντική επιτυχία. Μεγάλο κομμάτι της υποδομής αποκαταστάθηκε και ένα πρόγραμμα οικονομικής ανάκαμψης και ανάπτυξης έθεσε τις βάσεις για σημαντική ανάπτυξη στη δεκαετία του 1950. Εχει υποστηριχθεί ότι ελάχιστη ως καθόλου προσοχή δόθηκε στην εκβιομηχάνιση της χώρας. Αληθές σε πρώτο επίπεδο, το επιχείρημα αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Στη δεκαετία του 1940 το να κρατήσουν την Ελλάδα μακριά από την επιρροή της Μόσχας, να της προσδώσουν σταθερότητα και μια κυβέρνηση και δημόσιες υπηρεσίες που να λειτουργούν ήταν όλα όσα οι Αμερικανοί μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα επιτύχουν. Το να μετατρέψουν την Ελλάδα σε βιομηχανική χώρα δεν ήταν ποτέ κομμάτι της αποστολής τους.

Οι αμερικανοί αξιωματούχοι στην Ελλάδα διαπίστωσαν ότι η κρατική γραφειοκρατία ήταν υπερμεγέθης, πολιτικοποιημένη, διεφθαρμένη και άχρηστη. Τις προσπάθειές τους να προωθήσουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις εμπόδισε ένα πελατειακό σύστημα που παρέμεινε το κλειδί για την ελληνική πολιτική και την ελληνική δημόσια διοίκηση σε όλα τα επίπεδα. Αποφασισμένη να φέρει εις πέρας το πρόγραμμά της η αμερικανική οικονομική αποστολή κατέφυγε στον άμεσο έλεγχο των υπουργείων και των κρατικών υπηρεσιών. Αυτή η τακτική, η οποία εγκαταλείφθηκε μετά τον εμφύλιο πόλεμο, έφερε αποτελέσματα. Υπονόμευσε όμως την εθνική κυριαρχία της Ελλάδας και την ευθύνη της κυβέρνησης και κατέστησε ευκολότερο το να κατηγορούνται οι Αμερικανοί για τις αποτυχίες και τα συνεχή προβλήματα. Οι Ελληνες αγανάκτησαν με το ότι τα εθνικά τους θέματα ήλεγχαν αφελείς και υπερόπτες ξένοι, γεγονός που είχε αρνητική επίδραση στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις για δεκαετίες.

Ο κύριος στόχος της αμερικανικής πολιτικής ήταν να δημιουργήσει μια κυβέρνηση συνασπισμού που θα μπορούσε να ενώσει το έθνος, να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στους ηγέτες του και να πρωτοστατήσει στην προσπάθεια για την ήττα της κομμουνιστικής απειλής. Γι' αυτό χρειαζόταν να στερήσει την εξουσία από το μη δημοφιλές και ανεπαρκές Λαϊκό Κόμμα και να την εμπιστευθεί σε αυτό που η Ουάσιγκτον αποκαλούσε «αντικομμουνιστικές κεντρώες δυνάμεις». Ετσι ο Τσαλδάρης αναγκάστηκε να αφήσει την πρωθυπουργία στον Σοφούλη. Αντικομμουνιστικές κεντρώες δυνάμεις όμως δεν υπήρχαν και η κυβέρνηση έπρεπε να συγκροτηθεί από προσωπικότητες των οποίων τα κύρια προσόντα ήταν τα αντικομμουνιστικά διαπιστευτήρια και η επιθυμία να κατέχουν υψηλά αξιώματα. Το αποτέλεσμα ήταν «υπουργική ευθύνη» μόνο κατ' όνομα. Η εξουσία παρέμεινε στα χέρια ανθρώπων που έπεισαν την αμερικανική πρεσβεία ότι ήταν οι κατάλληλοι. Το κοινοβούλιο συνεδρίαζε αλλά ήταν κατά τα άλλα απαθής παρατηρητής της διαμόρφωσης της πολιτικής. Εφόσον το αμερικανικό σχέδιο απέκλειε τους κομμουνιστές (και την άκρα δεξιά) από οποιονδήποτε πολιτικό ρόλο, δεν υπήρχε ποτέ πιθανότητα να σταματήσει ο εμφύλιος πόλεμος με διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς. Αυτή η καθήλωση της κυβερνητικής διαδικασίας έπαψε στις

Page 65: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

αρχές της δεκαετίας του 1950, παρ' ότι η απαγόρευση των κομμουνιστών διατηρήθηκε.

Τα αποτελέσματα της παρέμβασης

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αμερικανική πολιτική στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα ήταν παρεμβατική, αυταρχική και άτεγκτη. Θέτοντας στόχους και απαιτώντας γρήγορα αποτελέσματα, η αμερικανική πολιτική κατέστησε ακόμη δυσκολότερο το να βρουν οι Ελληνες τις δικές τους μακροπρόθεσμες λύσεις στα εθνικά τους προβλήματα. Αυτές οι αδυναμίες ωστόσο θα πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο δύο σημαντικών αληθειών:

Πρώτον, η αμερικανική παρέμβαση ήταν αποδεκτή από όλους τους μη κομμουνιστικούς κύκλους. Την απόγνωση και την αδυναμία του ελληνικού έθνους την άνοιξη του 1947 εξέφρασε ένας ανώτατος έλληνας αξιωματούχος, ο οποίος χαρακτήρισε το προσδοκώμενο πρόγραμμα αμερικανικής βοήθειας «σανίδα σωτηρίας» που θα έσωζε τη χώρα από το «να σαρωθεί υπό του σλαβισμού» και προσέθετε ότι «το μόνον ανησυχητικόν σημείον θα ήτο ενδεχομένη πρόωρος αποχώρησις Αμερικανών ως συνέβη εις Κίνα. Τοιούτον ενδεχόμενον θα ηδύνατο αποτραπεί αφ' ενός μεν διά προθύμου και ειλικρινούς υμών συνεργασίας, αφ' ετέρου διά αναλήψεως υπό της Αμερικανικής Κυβερνήσεως όσον το δυνατόν ευρυτέρας ενεργείας» στην Ελλάδα. Ολα τα μη κομμουνιστικά κόμματα υποστήριξαν το πρόγραμμα βοηθείας και τους μηχανισμούς του, ζήτησαν την εύνοια της Ουάσιγκτον και προσπάθησαν να την εκμεταλλευτούν εναντίον των αντιπάλων τους. Η εισχώρηση στο κράτος συντελέστηκε χάρη σε μια σειρά διμερών συμφωνιών και θα είχε περιοριστεί αυστηρά αν το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο είχε τη θέληση να αντιταχθεί σε αυτή.

Δεύτερον, η αμερικανική παρέμβαση οδήγησε στην είσοδο της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ (με την επιμονή των Ηνωμένων Πολιτειών και παρά την αντίθεση όλων των άλλων μελών της Συμμαχίας), η οποία με τη σειρά της άνοιξε τον δρόμο για την προσχώρηση της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Παρ' ότι ήταν δυσάρεστη και ταπεινωτική, η αμερικανική πολιτική την περίοδο του εμφυλίου πολέμου εδραίωσε τη θέση της Ελλάδας στον δυτικό κόσμο.

Ο κ. Ι. Ο. Ιατρίδης είναι καθηγητής του Southern Connecticut State University.

Αφιέρωμα

50 χρόνια μετά τον εμφύλιο

Ενα επί τρία

Δ. Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ

Ι

Page 66: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Για να πω την αλήθεια, οι επέτειοι (και οι επετηρίδες) δεν είναι και πολύ του γούστου μου. Οταν μάλιστα πέφτουν απανωτές και μάλλον αταξινόμητες πάνω στο κεφάλι μας: λογοτεχνικές, καλλιτεχνικές, μουσικές, πολιτικές, πολεμικές και πάει λέγοντας περιέργως δεν εμφανίστηκαν ακόμη στο επετειακό προσκήνιο οικονομικοί σταθμοί εθνικής, ευρωπαϊκής ή και παγκόσμιας σημασίας. Η αμηχανία μεγαλώνει, αν κάποιος, όπως λ.χ. ο επιγραφόμενος, επιμένει να διασταυρώνει δημόσιες με ιδιωτικές επετείους, οπότε δεν αποκλείονται και συμπτώματα τερατογένεσης.

(Εικόνα μεγέθους : 110213 bytes)

Φέτος εξάλλου, έτσι κι αλλιώς, θα καπελώσει τον επετειακό μας οίστρο η μεγάλη επέτειος: για το τέλος του εικοστού αιώνα και της δεύτερης χιλιετίας· για την αρχή του νέου αιώνα και της τρίτης χιλιετίας. Το τι πρόκειται να γίνει εκτός Ελλάδος, αν κρίνουμε από τα λεγόμενα και τα γραφόμενα, ξεπερνά κάθε φαντασία. Εμείς ωστόσο (πήγα να πω: ευτυχώς) αργά ξυπνήσαμε, αλλά ήδη οργιάζει η έπαρσή μας. Απόδειξη πρόσφατη δήλωση από αρμόδια υπουργικά χείλη, αν βέβαια είναι πραγματική και ακριβής. Εγώ την αντιγράφω από την ΠΑΝΔΩΡΑ του «Βήματος» της περασμένης Παρασκευής, 8 Οκτωβρίου:

«Οι Ελληνες δεν γιορτάζουμε απλά τα 2.000 χρόνια, αλλά και τα 10.000 χρόνια επικοινωνίας στον ελληνικό χώρο, τα 5.000 χρόνια από την εμφάνιση του αστικού πολιτισμού, τα 3.000 χρόνια του ελληνικού αλφαβήτου, τα 2.500 χρόνια από τον αιώνα του Περικλέους και, τέλος, τα 2.000 χρόνια χριστιανισμού».

Επομένως δεν θα μας ξιπάσουν οι ξένοι με τα δικά τους επετειακά πανηγύρια στις μεγάλες πρωτεύουσες των πέντε ηπείρων. Εμείς, γύρω από τον Παρθενώνα μας, θα σκίσουμε!

ΙΙ

Βρίσκομαι προφανώς εκτός θέματος. Γιατί τι σχέση έχουν όλα αυτά με το προκείμενο αφιέρωμα στα πενήντα χρόνια από το τέλος του δικού μας Εμφυλίου. Επέτειος βέβαια και αυτή, αλλά σεμνή και οδυνηρή, και πάντως διόλου θριαμβική. Για ποιους όμως; τους ιστορικούς ή τους ανιστόρητους; τους αριστερόχειρες ή τους δεξιόχειρες; τους νέους, τους ακμαίους, τους ώριμους ή τους γερασμένους; Αυτά και άλλα ανάλογα ερωτήματα δικαιολογούν την προσωπική μου αμηχανία να μπω κατευθείαν στον συγκεκριμένο επετειακό χορό. Θα μείνω λοιπόν κάπου απέξω, θίγοντας μόνον ζητήματα ονοματολογίας. Γιατί, πότε και πώς εμφύλιος; ποια τα ιδεολογικά και πολιτικά παρεπόμενα αυτής της μετονομασίας; Αφού για μετονομασία πρόκειται.

Ας θυμηθούμε πρώτα τα γνωστά και τα αυτονόητα. Εδώ και κάποια χρόνια, εμφύλιος ονομάστηκε η μεταπολεμική μας, πολιτική και πολεμική, τραγωδία από το 1946 ως το 1949. Σε σαφή διάκριση προς την κατοχική αντίσταση, το βάρος της οποίας σήκωσε αναμφισβήτητα το ΕΑΜ. Με υπονοούμενη πάντως συνδετική γέφυρα τα Δεκεμβριανά και τη συμφωνία της Βάρκιζας. Οπως κι αν έχει το πράγμα, μέσα σ' αυτά τα τέσσερα, δίσεχτα από κάθε άποψη, μετακατοχικά χρόνια, πέρα από την ανθρωποκτονική σύρραξη, προέκυψαν: στρατοδικεία, καταδίκες σε ισόβια και θάνατο, εξορίες σε ξερονήσια, βασανισμοί και εξευτελισμοί ανήκουστοι, κοινωνική

Page 67: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

και επαγγελματική εξόντωση όσων υπήρξαν ή θεωρήθηκαν αριστεροί, και πάντως μη εθνικόφρονες.

Και πάμε στα ονόματα. Στα χρόνια εκείνα ο σήμερα ονομαζόμενος εμφύλιος είχε άλλα ονόματα: η μια μεριά μιλούσε για Δεύτερο Αντάρτικο· η άλλη για Συμμοριτοπόλεμο. Μαζί εξάλλου με τον συμμοριτοπόλεμο και τους συμμορίτες βγήκαν στη μέση και άλλα πολλά συνώνυμά τους, για να περιφρουρήσουν αμόλυντο τον χώρο της εθνικοφροσύνης από όσους χαρακτηρίστηκαν κομμουνιστές, ανθέλληνες και απάτριδες. Μιλάμε για στημένο αποτρόπαιο φάντασμα προς εκφοβισμό της μεταπολεμικής μας κοινωνίας.

Κάποτε το ονοματικό αυτό στέμμα άρχισε να υποχωρεί. Πότε και πώς ακριβώς, θα μας το πουν, υποθέτω, οι ιστορικοί της περιόδου, υποδηλώνοντας και το μοντέλο της νέας ονομασίας. Σε τι αλήθεια παραπέμπει η λέξη «εμφύλιος»; σε κάποια δική μας προηγούμενη εμφυλιακή σύγκρουση; στον εμφύλιο της Ισπανίας; μήπως στον πόλεμο Βορείων και Νοτίων της Αμερικής;

Βρίσκω πολύ πιθανό ότι η παλαιά σχετική ονοματολογία πέρασε σε ανυποληψία στα χρόνια της επτάχρονης χούντας· το υποκατάστατο όνομα «εμφύλιος» μάλλον εμφανίστηκε στην καραμανλική μεταπολίτευση (σε συνδυασμό και με τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ), αλλά εδραιώθηκε με την άνοδο του ΠαΣοΚ στην εξουσία, ως σήμα εθνικής συμφιλίωσης. Ετσι, πολιτικός κόσμος και μεταπολεμική κοινωνία δέχτηκαν με προφανή ανακούφιση το νέο ονοματικό εφεύρημα· ουδέτερο μείγμα λήθης και μνήμης, με το οποίο, όψιμα έστω, έλληνες πολίτες μιας προηγούμενης εποχής, όσοι επιβίωσαν, και οι επίγονοί τους αποχαρακτηρίστηκαν από το στίγμα των κόκκινων επί σφαγή προβάτων. Και μπορούσαν άφοβα πια να συνομιλούν με τα άλλα πρόβατα βεβαίως και με τους λύκους.

ΙΙΙ

Πού το πάω; Δεν νοσταλγώ ασφαλώς τα παλαιά ονόματα και δεν ζητώ την απόσυρση του εμφυλιακού τίτλου, που και φωνητικά ακόμη συνηχεί με τη λέξη «συμφιλίωση», άγαλμα της οποίας στήθηκε στην Πλατεία Κλαυθμώνος. Θυμίζω ωστόσο ότι ο όρος «εμφύλιος» δεν αποτελεί μόνον συναίρεση προηγούμενων διχαστικών ονομάτων, αλλά και αφαίρεση συγκεκριμένων συγκρούσεων που εκείνα ομολογούσαν. Γι' αυτό μίλησα για αδιαίρετο μείγμα μνήμης και λήθης· για ιστορικού δηλαδή (ή έστω ψευδοϊστορικού) τύπου ετικέτα, με την οποία προτείνεται εξίσωση των υποκειμένων μιας φονικής αναμέτρησης. Απλούστερα: το όνομα «εμφύλιος» δεν επιβαρύνει πλέον ιδεολογικά και αξιολογικά το ένα από τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα της ταραγμένης εκείνης εποχής· δεν ενοχοποιεί αλλά και δεν αθωώνει κανέναν· επονομάζει, με γενικό όμως και αόριστο τρόπο, το ίδιο το γεγονός. Από την άποψη αυτή θα μπορούσε κάποιος με το δίκιο του να θεωρήσει το καθιερωμένο πλέον όνομα κατόρθωμα ιστορικής ματιάς και συνείδησης.

Σε τούτο όμως το σημείο θέλω να αντιγράψω ένα εύστοχο περί ιστορίας απόφθεγμα του κ. Σημίτη, με το οποίο σφράγισε την ενδιαφέρουσα ομιλία του για τον Νίκο Πουλαντζά. Είπε:«Οσοι δεν κατανοούν την πανουργία της ιστορίας είναι αφελείς· αλλά και όσοι αγνοούν τη γενναιοδωρία της αποδείχνονται αχάριστοι». Περί αυτού πρόκειται.

Page 68: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Υπολείπεται βεβαίως το ερώτημα αν, κατά περίπτωση, περισσεύει η πανουργία της ιστορίας ή η γενναιοδωρία της. Στο όνομα «εμφύλιος» φαίνεται να κέρδισε πόντους μάλλον η ιστορική γενναιοδωρία. Υπάρχουν όμως και άλλα, ομόλογα, παραδείγματα, όπου, εκ προθέσεως ή εξ αποτελέσματος, υπερτερεί η ιστορική πανουργία. Ενα από αυτά αφορά τη συγχώνευση του αντιθετικού ζεύγους «δημοτική - καθαρεύουσα», «δημοτικισμός - καθαρευουσιανισμός», μέσα στον ανώδυνο τίτλο «Νεοελληνική Γλώσσα». Περί αυτού όμως την άλλη Κυριακή, στην καθιερωμένη απολίτιστη στήλη.

H σύγκρουση στου Μακρυγιάννη...

Γ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

(120 KB)

Κοντά στην Ομόνοια μία ώρα μετά την κατάπαυση του πυρός

Η μορφή της σύγκρουσης στου Μακρυγιάννη έχει μάλλον παρεξηγηθεί από τις μεταγενέστερες περιγραφές. Ο «καταιονισμός των οβίδων πυροβολικού και όλμων που έπιπτε επί των επάλξεων των αμυνομένων εντός του στρατοπέδου» απέχει πολύ, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, από την πραγματικότητα. Πυροβολικό από την πλευρά του ΕΛΑΣ δεν υπήρχε την πρώτη αυτή ημέρα της μάχης του Μακρυγιάννη (6 Δεκεμβρίου). Ακόμη και όταν αργότερα χρησιμοποιήθηκαν δύο πυροβόλα, η τροφοδοσία τους με πυρομαχικά ήταν η ελάχιστη δυνατή και δεν επέτρεπε παρά ευκαιριακά πυρά. Οι όλμοι ήταν επίσης είδος σπάνιο στην πλευρά των πολιορκητών, όπως και τα πυρομαχικά τους. Το ίδιο συνέβαινε και με τα αυτόματα όπλα, των οποίων οι ριπές δεν μπορούσε να είναι αδιάκοπες. Την πρώτη αυτή ημέρα ο οπλισμός και των δύο αντιπάλων δεν ήταν πλήρης, ενώ σε μεγάλο βαθμό απετελείτο από ιταλικά όπλα των οποίων τα πυρομαχικά δεν μπορούσαν να ανανεωθούν απεριόριστα. Οι πολιορκημένοι είχαν περίπου 40 σφαίρες για το καθένα από τα 265 ιταλικά τυφέκια που αποτελούσαν μέρος του οπλισμού τους, ενώ οι δυνατότητες σε πυρομαχικά των πολιορκητών σίγουρα δεν υπερέβαιναν αυτό το επίπεδο.

Στη διάρκεια λοιπόν των έξι ως εννέα ωρών της πρώτης αποφασιστικής αναμέτρησης τα τυφέκια αυτά μπορούσαν να ρίξουν τέσσερις ως επτά σφαίρες την ώρα προτού εξαντληθούν πλήρως τα πυρομαχικά τους. Το ίδιο ίσχυε για τα αυτόματα ΣΤΕΝ της φρουράς, των οποίων το άμεσα διαθέσιμο απόθεμα πυρομαχικών ανερχόταν την πρώτη αυτή ημέρα σε 150 φυσίγγια για το καθένα. Αυτό σήμαινε 17 ως 25 βολές την κάθε ώρα της έντονης εμπλοκής ή, αν προτιμάτε, δέκα ως δεκαπέντε δευτερόλεπτα βολής την κάθε ώρα. Κάτι ανάλογο ισχύει για τις χειροβομβίδες, τα εκρηκτικά και τα εμπρηστικά, των οποίων οι ποσότητες, λαμβανομένων των συνθηκών, δεν ήταν απεριόριστες.

Page 69: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

Επικό σκαρίφημα

Στην περίπτωση που θα θέλαμε να αναπλάσουμε την εικόνα της μάχης της 6ης Δεκεμβρίου στου Μακρυγιάννη, θα πρέπει να περιορίσουμε κατά πολύ το επικό της σκαρίφημα που οι αφηγήσεις κατασκευάζουν και να σκεφθούμε με τους όρους μιας μεθοδικής αναμέτρησης σε κατοικημένο περιβάλλον Στην ουσία, πέρα από τις αιχμές των αποφασιστικών και βιαστικών μετακινήσεων και εφόδων, η αναμέτρηση έμοιαζε με μια παρτίδα σκάκι όπου οι αντίπαλοι προσπαθούσαν να μαντέψουν τις θέσεις και τις διαθέσεις των απέναντι και να προσδιορίσουν κενά και παραλείψεις που θα τους επέτρεπαν να προωθήσουν ή να σταθεροποιήσουν τις θέσεις τους. H μελέτη του πεδίου ήταν εξαιρετικά δύσκολη καθώς το μεγαλύτερο μέρος του, το εσωτερικό δηλαδή των κτιρίων, ήταν αόρατο. Σε αρκετές περιπτώσεις οι πληροφορίες από τα «μέσα», από κάποιον κάτοικο συγκεκριμένης πολυκατοικίας ή έστω συχνό επισκέπτη της, έδιναν τη λύση και επέτρεπαν τη διαμόρφωση σχεδίου. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν η αναγνώριση έπρεπε να γίνει από τους μαχομένους την ώρα της δράσης, ο κίνδυνος και οι συνεπακόλουθες απώλειες αυξάνονταν καθώς στην κυριολεξία η κίνηση γινόταν στα τυφλά. Στον τομέα αυτόν οι αμυνόμενοι είχαν το πλεονέκτημα καθώς είχαν επιθεωρήσει προτού αρχίσει η σύγκρουση τα γύρω σπίτια και είχαν επιλέξει από αυτά τα πλέον κατάλληλα για μετατροπή τους σε οχυρά και φυλάκια. Στην άλλη πλευρά ο ΕΛΑΣ βασιζόταν αναγκαστικά σε μαρτυρίες περιοίκων ή κατοίκων των διαμερισμάτων της περιοχής. Οι πληροφορίες δεν έλειπαν, ήταν όμως δύσκολο να βρεθούν αυτοί που τις κατείχαν στον κατάλληλο τόπο την κατάλληλη ώρα. H συγχώνευση των κλιμακίων εφόδου και ο αυτοσχεδιασμός που αναγκαστικά επιβλήθηκε μετά τα πρώτα βήματα της εφόδου επέτειναν το πρόβλημα αυτό.

Οι ομάδες των μαχητών περνούσαν τον περισσότερο χρόνο περιμένοντας. Οι επιτιθέμενοι φρόντιζαν να καλυφθούν σε γωνίες, σε αυλές, σε εισόδους πολυκατοικιών ή σε κώχες των κτισμάτων ώσπου να βρεθεί ένας τρόπος να προχωρήσουν. Οταν αυτός βρισκόταν χρειαζόταν πάλι συνήθως μια χρονοβόρα προπαρασκευή. Οι ομάδες του «μηχανικού» - θα λέγαμε -, όσοι δηλαδή ήσαν επιφορτισμένοι με τη διάνοιξη εσωτερικών διόδων, έπρεπε μεθοδικά να ολοκληρώσουν τη δουλειά τους και αυτό στην περίπτωση που η δουλειά αυτή μπορούσε να γίνει με τα φτωχά μέσα που διέθεταν. Η απόπειρα διάτρησης λ.χ. ενός τοίχου από μεγάλες πέτρες τραβούσε ανεξέλεγκτα σε χρόνο ενώ ήταν πρακτικά αδύνατον να τρυπηθεί ένα τοιχίο από μπετόν. Τα τούβλα ήταν ιδανική περίπτωση για την «εσωτερική» προέλαση των επιτιθεμένων. Αντίθετα, πρόσφεραν ελάχιστη κάλυψη από τα εχθρικά πυρά και μπορούσαν να αποδειχθούν αληθινές παγίδες απέναντι στα δύο αντιαρματικά πυροβόλα που από την πρώτη στιγμή διέθεταν οι αμυνόμενοι στο στρατόπεδο.

Στα εξωτερικά φυλάκια επίσης οι χωροφύλακες και οι αξιωματικοί τους περίμεναν και αυτοί προσπαθώντας να μαντέψουν τα σχέδια που ο εχθρός απεργαζόταν σε βάρος τους. Το τελευταίο το μάθαιναν συνήθως την τελευταία στιγμή, όταν μια έκρηξη έριχνε κάτω κάποιον μεσότοιχο ή όταν από κάποιο γειτονικό μπαλκόνι, παράθυρο ή ταράτσα έρχονταν απροειδοποίητα χειρομβίδες. Οταν τα πράγματα έφθαναν στο σημείο αυτό χρειάζονταν γρήγορες κινήσεις και αντιδράσεις σε απόλυτη αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο της απραξίας. Στο μεταξύ ο μεγαλύτερος εχθρός τους ήταν η σκέψη. Στο μεσοδιάστημα ως την εκπόνηση και την προετοιμασία των σχεδίων της εφόδου τα «χωνιά» δεν έπαυαν να μιλούν από την

Page 70: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

απέναντι όχθη, μία ή δύο πολυκατοικίες μακρύτερα δηλαδή. Σε αντίθεση με αυτά που ισχυρίζεται ο Δασκαλάκης και μερικές από τις μετέπειτα εκθέσεις των αξιωματικών του συγκροτήματος, τα «χωνιά» μάλλον δεν ανακοίνωναν την υποτιθέμενη πρόθεση των επιτιθεμένων να σφάξουν τους πάντες εντός και εκτός του στρατοπέδου. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά παράλογο καθώς η παράδοση των υπερασπιστών κάθε σημείου ή φυλακίου αποτελούσε για τους επιτιθεμένους την πλέον συμφέρουσα λύση. Η δε παράδοση δύσκολα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με μοναδική δηλωμένη προοπτική τη θανάτωση.

Οι χωροφύλακες του Δεκεμβρίου

Τα «χωνιά» διαχώριζαν τους λίγους ή τους πολλούς «επίορκους» και «προδότες» αξιωματικούς από τη μάζα των απλών χωροφυλάκων που δεν «βαρύνονταν με εγκλήματα», τους οποίους και καλούσαν να παραδοθούν και να μεταβούν στα σπίτια και στις οικογένειές τους. Τα υπόλοιπα ήταν θέμα εκτίμησης και δυνατοτήτων. Ούτε η πρώτη ούτε οι δεύτερες οδηγούσαν κατ' αρχήν στη συνδιαλλαγή με τους απέναντι εχθρούς. Η Χωροφυλακή στου Μακρυγιάννη περιελάμβανε σε σημαντικό ποσοστό «πρόσφυγες» από την επαρχία, ανθρώπους δηλαδή που είχαν κάθε λόγο να αποφύγουν την κυριαρχία του ΕΑΜ και πιθανότατα την τιμωρία που το τελευταίο προόριζε γι' αυτούς. Ακόμη χειρότερη ήταν η θέση των στελεχών και των οπλιτών της Αθήνας που για πολλούς μήνες μετείχαν ενεργά στις φοβερές εκστρατείες ενάντια στις αθηναϊκές συνοικίες, στα μπλόκα, στις εκτελέσεις, στα βασανιστήρια και στους ξυλοδαρμούς. Για όλους αυτούς η προσφορά του ΕΛΑΣ «να πάνε σπίτια τους» πολύ μικρή σημασία είχε. Βρίσκονταν στου Μακρυγιάννη ακριβώς επειδή δεν μπορούσαν να πάνε στα σπίτια τους, στις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά ή στην επαρχία. Εκεί ήταν γνωστοί και συχνά η Νέμεση τους παραμόνευε. Ταυτόχρονα το ποσοστό των αξιωματικών ήταν καταθλιπτικό στη μονάδα καθώς η σχέση ξεπερνούσε το ένα προς τέσσερα ως προς τους οπλίτες, χωρίς να υπολογιστεί μάλιστα το ποσοστό των υπαξιωματικών-ενωμοταρχών ανάμεσα στους τελευταίους. Ενας ενωμοτάρχης ασκώντας την εξουσία του πιο «προσωπικά» είχε στο γενικό κλίμα της εποχής περισσότερα ίσως να φοβηθεί από έναν ταγματάρχη. Να μην ξεχνάμε ότι οι Χωροφύλακες του Δεκεμβρίου 1944 ήσαν μικρό μόνο τμήμα της συνολικής δύναμης του σώματος στη διάρκεια της κατοχικής περιόδου. Το γεγονός ότι παρέμεναν κάτω από τις σημαίες αντί να περιμένουν ήρεμα την εξομάλυνση οφειλόταν είτε στον φανατισμό τους είτε στις πράξεις και στα έργα τους στη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου. Τις περισσότερες φορές μάλιστα αυτά τα δύο ταυτίζονταν.

H προστασία της ζωής

Τη συνοχή στους αμυνομένους κρατούσε ο φόβος για την τύχη που τους περίμενε στην άλλη όχθη καθώς και η αίσθηση ασφάλειας που η ομάδα παρείχε. Οταν η ομάδα σταματούσε να παρέχει την προστασία της, στα απομονωμένα εξωτερικά φυλάκια του συγκροτήματος Μακρυγιάννη, όπως και στις άλλες μεμονωμένες φρουρές, η διάθεση άλλαζε προς τη μοιρολατρική αποδοχή της τύχης και την παράδοση. Η τελευταία στις τότε συνθήκες ελάχιστα πράγματα εξασφάλιζε. Το πρώτο που έχαναν οι αιχμάλωτοι χωροφύλακες και στρατιωτικοί ήταν οι στολές και η εξάρτυσή τους. Με αυτές ντύνονταν αμέσως μαχητές του ΕΛΑΣ σε τρόπο ώστε να προκαλούν σύγχυση στις γραμμές του εχθρού και ιδιαίτερα στους βρετανούς σκοπευτές του Βράχου της Ακρόπολης. Μετά την άλωση των εξωτερικών φυλακίων και τον πολλαπλασιασμό των αιχμαλώτων και των στολών που βρίσκονταν στη διάθεση του

Page 71: ΚΑΤΟΧΗ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ

ΕΛΑΣ η διοίκηση του στρατοπέδου αποφάσισε τη χρήση περιβραχιόνιων λευκού χρώματος σε τρόπο ώστε να ξεχωρίζουν οι όμοια ντυμένοι χωροφύλακες και ελασίτες.

Για τον ΕΛΑΣ είχε ιδιαίτερη σημασία η διασφάλιση της ζωής των παραδοθέντων αντιπάλων του, όσο τουλάχιστον αυτοί βρίσκονταν κοντά στο πεδίο της μάχης. Για τον λόγο αυτόν η εκτέλεση επτά παραδοθέντων Χωροφυλάκων αμέσως μετά την παράδοσή τους από τον διοικητή του τάγματος του Πειραιά θεωρήθηκε βαθύ παράπτωμα, σχεδόν προδοσία. Μακριά από το πεδίο της μάχης, στις συνοικίες, οι σκοπιμότητες εξασθενούσαν και η τύχη των αιχμαλώτων γινόταν ολοένα και περισσότερο αβέβαιη. Ο διαχωρισμός αξιωματικών και οπλιτών ήταν απόλυτος και, ενώ για τους πρώτους οι διαδικασίες επιλογής οδηγούσαν συνήθως στην εκτέλεση, για τους δεύτερους όλες οι πιθανότητες ήσαν ανοικτές.

O κ. Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το παρόν είναι απόσπασμα από το βιβλίο του «Τριάντα τρεις ημέρες στην Αθήνα. H μάχη της Αθήνας τον Δεκέμβριοτου 1944», που πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Βιβλιόραμα.