209
1 ΤΟΥΡΚΙΚΑ Türkçe ΕΠΙΠΕΔΟ Α1 - Α2

ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

Embed Size (px)

DESCRIPTION

ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

Citation preview

Page 1: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

1

ΤΟΥΡΚΙΚΑ

Türkçe

ΕΠΙΠΕΔΟ

Α1 - Α2

Page 2: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

2

Page 3: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

3

Gid iy o rum bu şeh i rden

Gidiyorum yine bu şehirden

Ayaklarım geri geri

Tekerlekler almış başını

Dönüyor dönüyor

Gidiyorum yine bu şehirden

Ayaklarım geri geri

Tekerlekler almış başını

Dönüyor dönüyor

Sankı bütün büyük aşkların ortak kaderi

Ah beni en çok bu kahrediyor

Sankı bütün büyük aşkların ortak kaderi

Ah beni en çok bu kahrediyor

Ah beni beni

Vah beni beni

Nerelere gideyim, nasıl edeyim

Al beni beni

Sar beni beni

Saramazsan eğer körfeze bırak

Gurup ile soneyim

Ah beni beni

Vah beni beni

Nerelere gideyim, nasıl edeyim

Al beni beni

Sar beni beni

Saramazsan eğer körfeze bırak

Gurup ile soneyim

Page 4: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

4

Με το ίδ ιο βήμα θα γυρ ίσ ω

(Φεύγω πάλι απ΄αυτή τη πόλη,

βαδίζοντας προς τα πίσω.

Πήραν μπρος οι τροχοί,

γυρίζουν - γυρίζουν)

Με το ίδιο βήμα θα γυρίσω

Με κείνο που έφτανα συχνά

στην πόλη αυτή, που τώρα ξανά

πάω πίσω, πουθενά

Τον ίδιο δρόμο θα γυρίσω.

Mονάχη όπως γυρνάει κ'η γη.

Γραμμές θολές

κι οι ρόδες τρελές.

κι όλο πίσω, πάω λες

(Και αυτό που με στεναχωρεί περισσότερο

είναι αυτή η κοινή μοίρα για όλους τους μεγάλους έρωτες)

Κρύβει γκρεμούς, μ' ακούς ;

πάντα του έρωτα η στροφή

άπιαστους σφυγμούς

και καταστροφή

Κρύβει γκρεμούς, μ' ακούς ;

πάντα του έρωτα η στροφή

άπιαστους σφυγμούς

και καταστροφή

(Αχ! Εμένα τη φτωχή, Βαχ!

Εμένα, που να πάω, τι να κάνω.

Πάρε με, εμένα. Αγκάλιασε με.

Κι αν δεν μπορείς άσε με στης θάλασσας τον κόρφο

να σβήσω με το δειλινό.)

Αχ δεν ωφελεί

να΄ ρθει η Ανατολή

Πρέπει να φύγω πριν

Πριν σε ποθήσω πιο πολύ

Αχ καρδιά φτωχή

Στην αγκαλιά του χτες

έμοιαζα με βροχή

και μ΄ έπινε όλη η γη

Αχ δεν ωφελεί

να΄ ρθει η Ανατολή

Πρέπει να φύγω πριν

Πριν σε ποθήσω πιο πολύ

Αχ καρδιά φτωχή

Στην αγκαλιά του χτες

έμοιαζα με βροχή

και μ΄ έπινε όλη η γη.

Page 5: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

5

B i r t u t a m b a h a r a t Bir tutam baharatla gittin

Çarşı içinde bir gölge

Ve yollarıma tuz serdin

Seni bulayım gizlilerde

Baharat, tarçın ve buse

Tavanarasında saklı tarife

Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız

O fener bizim çocukluk aşkımız

Beni bıraktığın o gece

Seni aradım gizlilerde

Bir tutam baharata kandım

Ben acıyı tattım seninle

Baharat, tarçın ve buse

Tavanarasında saklı tarife

Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız

O fener bizim çocukluk aşkımız

Bir tutam baharatla gittin

Çarşı içinde bir gölge

Page 6: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

6

Πο λίτ ικ η κο υζ ίνα

Μια πρέ ζα μπαχαρικά

Bir tutam baharatla gittin = Μια πρέζα μπαχαρικά/με έφυγες => Έφυγες με μια πρέζα

μπαχαρικά

Çarşı içinde bir gölge = Αγορά μέσα/στην μια σκιά => Μια σκιά μέσα στην αγορά

Ve yollarıma tuz serdin = Και δρόμους/μου/στους αλάτι σκόρπισες => Και σκόρπισες

αλάτι στο δρόμο μου

Seni bulayım gizlilerde = Εσένα να/βρω κρυφά/στα => (Για) Να σε βρω στα κρυφά

(μέρη)

Baharat, tarçın ve buse = Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί => Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί

Tavanarasında saklı tarife = Ταβάνι/ανάμεσα/στο κρυμμένη συνταγή => Συνταγή

κρυμμένη στο ταβάνι

Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız = Σελήνης φως και Βόσπορος μόνο => (Με) μόνο το

σεληνόφωτο και το Βόσπορο

O fener bizim çocukluk aşkımız = Αυτός φάρος δικός/μας παιδικός έρωτάς/μας => Αυτός

ο φάρος ο παιδικός μας έρωτας

Beni bıraktığın o gece = Εμένα που/άφησες αυτή νύχτα => Την νύχτα που με άφησες

Seni aradım gizlilerde = Εσένα αναζήτησα κρυφά/στα => Σε αναζήτησα στα κρυφά

(μέρη)

Bir tutam baharata kandım = Μια πρέζα μπαχαρικά/σε πίστεψα => Την πάτησα από μια

πρέζα μπαχαρικά

Ben acıyı tattım seninle = Εγώ πόνο/τον γεύτηκα μαζί/σου => Γεύτηκα (Ένοιωσα) την

πίκρα μαζί σου

Baharat, tarçın ve buse = Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί => Μπαχαρικά, κανέλα και φιλί

Tavanarasında saklı tarife = Ταβάνι/ανάμεσα/στο κρυμμένη συνταγή => Συνταγή

κρυμμένη στο ταβάνι

Ay ışığı ve Boğaziçi yalnız = Σελήνης φως και Βόσπορος μόνο => (Με) μόνο το

σεληνόφωτο και το Βόσπορο

O fener bizim çocukluk aşkımız = Αυτός φάρος δικός/μας παιδικός έρωτάς/μας => Αυτός

ο φάρος ο παιδικός μας έρωτας

Bir tutam baharatla gittin = Μια πρέζα μπαχαρικά/με έφυγες => Έφυγες με μια πρέζα

μπαχαρικά

Çarşı içinde bir gölge = Αγορά μέσα/στην μια σκιά => Μια σκιά μέσα στην αγορά

Page 7: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

7

Α1

ΕΠΙΠΕΔΟ

Page 8: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

8

Page 9: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

9

Μάθημα 1 – Γενικές πληροφορίες για την Τούρκικη Γλώσσα Η τουρκική ανήκει στην οικογένεια των Αλταϊκών γλωσσών και μιλιέται σήμερα από 74 εκατομμύρια άτομα στην

Τουρκία (υπάρχουν επίσης αρκετή διάλεκτοι, οι οποίοι διαφέρουν αρκετά μεταξύ τους) Τα χαρακτηριστικά της

σημερινής Τουρκικής που καθιερώθηκε το 1928 είναι:

Τονισμός : Στην Τούρκικη γλώσσα οι μονοσύλλαβες λέξεις δεν τονίζονται. Τα ουσιαστικά, τα επίθετα και τα επιρρήματα συνήθως τονίζονται στην λήγουσα. Επίσης τονίζονται έντονα όλες οι καταλήξεις (π.χ. πληθυντικό, πτώσεις, κτήση, η άρνηση..)

Σύνταξη: Η συνηθισμένη σειρά της πρότασης είναι -υποκείμενο + αντικείμενο+ ρήμα- . Βέβαια η σειρά αυτή

μπορεί να αλλάξει ειδικά στον προφορικό λόγο όπου μιλάμε πιο ελεύθερα. Επίσης πρέπει να τονίσουμε ότι το σημαντικότερο ρόλο της πρότασης το έχει η τελευταία λέξη, οπότε η σειρά μπορεί να αλλάξει σύμφωνα με αυτό που θέλουμε να τονίσουμε περισσότερο.

Στα τουρκικά δεν υπάρχουν άρθρα και γένη.

Κάθε γνήσια τούρκικη λέξη έχει ευφωνική διάρθρωση, δηλαδή το πρώτο φωνήεν μιας λέξης ορίζει την τροποποίηση των φωνηέντων που ακολουθούν. Το θέμα της φωνηεντικής αρμονίας θα αναλυθεί στα επόμενα μαθήματα.

Συγκολλητική μορφή της τούρκικης: τα επιθήματα της τούρκικης μπορούν να συγκολλούνται η μια μετά την άλλη και να αποτελούν έτσι μονολεκτικές ενότητες.

Π.χ. «kalbimdesin» είναι μια μονολεκτική ενότητα η οποία στα ελληνικά σημαίνει «είσαι στην καρδιά μου»

Τουρκικό Αλφάβητο

Το τούρκικο αλφάβητο αποτελείται από 29 γράμματα τα οποία είναι τα εξής :

A B C Ç D E F G Ğ H İ I J K L M N O Ö P R S Ş T U Ü V Y Z

Κεφαλαία

A B C Ç D E F G Ğ H I İ J K L M N O Ö P R S Ş T U Ü V Y Z

Μικρά

a b c ç d e f g ğ h ı i j k l m n o ö p r s ş t u ü v y z

Όνομα γράμματος

a be ce çe de e fe ge yumuşak

ge he ı i je ke le me ne o ö pe re se şe te u ü ve ye ze

Τα φωνήεντα της Τούρκικης γλώσσας χωρίζονται σε :

Χοντρά Φωνήεντα:

a ı o u

Λεπτά Φωνήεντα:

e i ö ü

Τα χοντρά φωνήεντα χωρίζονται σε στρογγυλά και μη-στρογυλλά

Χοντρά- μη στρογγυλά:

a ı

Χοντρά στρογγυλά:

o u

Έτσι και τα λεπτά φωνήεντα χωρίζονται σε στρογγυλά και μη-στρογυλλά

Λεπτά – μη στρογγυλά:

e i

Λεπτά- στρογγυλά:

ö ü

Τα σύμφωνα της Τουρκικής χωρίζονται σε:

Λεπτά Σύμφωνα :

f, s, ş, h, p, ç, t, k

Page 10: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

10

Χοντρά Σύμφωνα:

b, c, d, g, ğ, j, l, m, n, r, v, y, z

Διαφορές του Τουρκικού αλφαβήτου από άλλα λατινογενείς αλφάβητα:

Το Τούρκικο αλφάβητο παρά το γεγονός που χρησιμοποιεί Λατινική γραφή, δεν χρησιμοποιεί κάποια φωνήεντα-

σύμφωνα που χρησιμοποιούν άλλες Δυτικές γλώσσες καθώς και διαθέτει κάποια φωνήματα που δεν τα

συναντάμε σε άλλες Λατινικές Γλώσσες

Φωνήματα που δεν υπάρχουν στις Δυτικές Γλώσσες

Τα φωνήεν «ü» , «ö» και «ı» δεν υπάρχουν στην ελληνική. Για αυτό είναι καλό να μαθαίνετε τα φωνήεντα αυτά

με πρακτική και ακούσματα. Για βοηθητικούς και μόνο λόγους να σημειώσουμε ότι το φωνήεν «ü» προφέρεται

όπως το γαλλικό «u» (pur) και το φωνήεν «ö» όπως το γαλλικό «eu» (peur). Ενώ το φωνήεν «ı» του οποίου

παρόμοιο δεν υπάρχει στις γνωστές ευρωπαϊκές γλώσσες και δυσκολεύει ίσως πολύ τους Έλληνες προφέρεται

περίπου σαν το «i» με την διαφορά όμως ότι πρέπει καθώς προφέρεται αυτό το φωνήεν η γλώσσα να είναι

τραβηγμένη προς τα πίσω.

Τα σύμφωνα που δεν υπάρχουν στις ευρωπαϊκές γλώσσες και προκαλούν σύγχυση είναι το «ş» «ç»και το «ğ».

Ο ήχος του «ş» προφέρεται όπως το «sc» στα Ιταλικά, το «ch» στα Γαλλικά, το «sh» στα Αγγλικά και το «sch»

στα Γερμανικά. Ενώ το «ğ» (yumuşak g) δεν έχει δικό του ήχο, προφέρεται επεκτείνονταν τον ήχο του

προηγούμενου φωνήεν και δεν χρησιμοποιείτε στην αρχή των τουρκικών λέξεων. Να σημειώσουμε επίσης το

σύμφωνο «y» το οποίο θεωρείτε πολλές φορές φωνήεν από τους Έλληνες εκπαιδευόμενους, δεν είναι φωνήεν

αλλά σύμφωνο ή κάποιες φόρες ημίφωνο.

Παραδείγματα:

A, a araba (αυτοκίνητο), Atina (Αθήνα), at (άλογο)

B, b baba (μπαμπάς), bilgisayar (υπολογιστής), bebek(μωρό)

C, c cam (τζάμι), can (ψυχή), cesaret (θάρρος)

Ç, ç çam (πεύκο), çiçek (λουλούδι), çocuk (παιδί)

D, d dede (παππούς), dolap (ντουλάπι), deniz (θάλασσα)

E, e elma (μήλο), ekmek (ψωμί), Ege (Αιγαίο)

F, f fındık (φουντούκι), fil (ελέφαντας), fosfor (φώσφορος)

G, g güzel (όμορφος,-η,-ο), gül (τριαντάφυλλο), gaz (γκάζι)

Ğ, ğ Δεν προφέρεται καθόλου ή μακραίνει το προηγούμενο φωνήεν, δεν βρίσκεται στην αρχή των λέξεων. Π.χ. oğlan

(αγόρι), ağa (αγάς)

H, h hayvan (ζώο), hasta (άρρωστος), haber (είδηση, νέο)

I, ı ışık (φώς), Irak (Ιρακ), ırk (φυλή, ράτσα)

İ, i iyi (καλός, -η, -ο), iki (δύο), İzmir (Σμύρνη)

J, j Japonya (Ιαπωνία), jandarma (χωροφύλακας), jambon (ζαμπόν)

K, k kalem (μολύβι), kestane (κάστανο), küçük (μικρός, -ή, -ο)

L, l lale (τουλίπα), limon (λεμόνι), lahana (λάχανο)

M, m masa (τραπέζι), mağaza (μαγαζί), müzik (μουσική)

N, n naz(νάζι), nazar (μάτιασμα), nar (ρόδι)

O, o okul (σχολείο), omuz (ώμος), ot (χορτάρι)

Ö, ö öz (ουσία), öğretmen (δάσκαλος), ödev (καθήκον)

P, p panayır (πανηγύρι), pasta (τούρτα), perde (κουρτίνα)

R, r resim (φωτογραφία), rakı (ρακί), rota (ρότα)

Page 11: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

11

S, s Salı (τρίτη), sokak (σοκάκι), saat (ρολόι, ώρα)

Ş, ş şah (σάχης), şeytan (διάβολος), şemsiye (ομπρέλα)

T, t tat (γεύση), tembel (τεμπέλης, -α), tavuk (κοτόπουλο)

U, u uçak (αεροπλάνο), uğur (γούρι), uzak (μακριά)

Ü, ü üç (τρία), üzüm (σταφύλια), ün (φήμη)

V, v vapur (πλοίο), valiz (βαλίτσα), vida (βίδα)

Y, y yaz(καλοκαίρι), yoğurt(γιαούρτι), yağ(λάδι)

Z, z zor (δύσκολο), zeytin (ελιά), zalim (άπονος)

Τα σημεία στίξης \ Noktalama İşaretleri Parantez (ayraç) () « » Παρένθεση

İki nokta : Δυο τελείες

Kesme işareti ‘ Απόστροφος

Kısa çizgi - Παύλα

Nokta . Τελεία

Noktalı virgül ; Άνω τελεία

Soru işareti ? Ερωτηματικό

Tırnak işareti ¨ ¨ Εισαγωγικά

Virgül , Κόμμα

Ünlem işareti ! Θαυμαστικό

Üç nokta … Αποσιωπητικά

Η χρήση τους δεν διαφέρει από την Ελληνική γλώσσα.

Προσοχή!

Στη Τούρκικη γλώσσα το ερωτηματικό είναι (?) και όχι (;) όπως είναι στα Ελληνικά. Το (;) χρησιμοποιείτε ως άνω

τελεία.

Page 12: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

12

Μάθημα 2 – Χρήσιμες Τούρκικες λέξεις Ο Τούρκικος λαός είναι αρκετά φιλικός και χαίρετε ιδιαίτερα όταν ακούει έναν ξένο (και ιδικά έναν Έλληνα) να λέει

ένα γεια, αντίο ή ευχαριστώ στην Τούρκικη γλώσσα. Στο μάθημα αυτό μαθαίνουμε πως μπορούμε να πούμε ποίες

είναι αυτές οι βασικές αλλά πολύ χρήσιμες λέξεις που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στην καθημερινή μας

επικοινωνία.

Selamlaşma – Χαιρετισμό

Merhaba! (γεια) /Μέρχαμπα/

Selam! (γεια – φιλικό) / Σελάμ/

Sabah- Πρωί Günaydın! (καλή μέρα) /Γκουναϊντίν/ (Το φωνήεν “ü” προφέρεται σαν το γαλλικό “u”)

İyi günler! (καλή μέρα) /Ιγί γκουνλέρ/

Ayrılırken – Στον αποχαιρετισμό

İyi günler! (καλή μέρα) /Ιγί γκουνλέρ/

İyi akşamlar! (καλό βράδυ) /Ιγί ακσαμλάρ/ (Το σύμφωνο “ş” είναι παχύ σ και προφέρεται σαν το αγγλικό

“sh”)

İyi geceler! (καλή νύχτα) /Ιγί γκετσελέρ/

Görüşürüz! (τα λέμε) /Γκορουσούρουζ/

Güle güle! (στο καλό) /Γκουλέ γκουλέ/

Hoşça kal! (αντίο) /Χοστσά κάλ/ (Το σύμφωνο “ç” είναι παχύ “τσ”)

Hoşça kalın! (σας χαιρετώ) /Χοστσά καλίν/

Seslenme- Προσφώνηση

Πριν από το ονοματεπώνυμο Bay (κύριος) /Μπάγ/ -Bayan (κυρία) /Μπαγάν/

Bay Niko, Bayan Eleni

Μετά το όνομα Bey (κύριος) /Μπέϊ/, Efendi (κύριος- αφέντης) /Εφέντι/, Hanım (κυρία) /Χανίμ/

Ahmet Bey, Ahmet Efendi, Ayşe Hanım

Hanımefendi (δεσποινίς) /Χανίμεφέντι/ , Beyefendi (κύριος) /Μπεϊεφέντη/

Καλωσόρισμα

Hoş geldin! (καλώς ήρθες) /χός γκελτίν/

Hoş geldiniz! (καλώς ήρθατε) /χός γκελτινίζ/

Hoş bulduk! (καλώς σας βρήκα) /χός μπουλντούκ/

Buyurun! (ορίστε, περάστε) /μπούγρουν/

Teşekkür- Ευχαριστίες

Teşekkür ederim! (ευχαριστώ) /τεσεκκούρ εντερίμ/

Teşekkürler! (ευχαριστώ) /τεσεκκουρλέρ/

Mersi! (ευχαριστώ) /μερσί/

Sağ ol (να είσαι καλά) /σάολ/ (Το σύμφωνο “ğ” δεν προφέρεται)

Sağ olun (να είστε καλά) /σάολουν/

Bir şey değil! (παρακαλώ, δεν κάνει τίποτα) /μπίρ σέι ντείλ/

Rica ederim! (παρακαλώ) /ριτσά εντερίμ/

Συγγνώμη – Özür Dilemek

Affedersin! (συγγνώμη) /αφεντέρσιν/

Affedersiniz! (συγγνώμη- ευγενικό) /αφεντέρσινιζ/

Özür dilerim! (συγγνώμη) /οζούρ ντιλερίμ/ (Το φωνήεν “ö” είναι φωνή ανάμεσα στο α-ε και προφέρεται

σαν το γαλλικό «eu»)

Pardon! (συγγνώμη) /μπαρντόν/

Kusura bakmayın! (συγγνώμη) /κουσουρά μπάκμαγιν/

Page 13: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

13

Χρήσιμες Τούρκικες λέξεις Evet (ναι) /έβετ/

Hayır (όχι) /χάγιρ/

Lütfen (σε/σας παρακαλώ) /λούτφεν/

Tamam (εντάξει) /ταμάμ/

Ne? (τι;) /νε;/

İmdat! (βοήθεια!) /ιμντάτ/

Ne zaman? (πότε) /νε ζαμάν;/

Neden? (γιατί) /νεντέν;/

Güzel (ωραία, καλά!) /γκουζέλ/

Anlamadım ( δεν κατάλαβα) /ανλάματνίμ/

Βασικοί Διάλογοι - Günaydın. (καλημέρα) /γκουναγτνίν/

- Günaydın. /γκουναγτνίν/

- Benim adım Ahmet (το όνομα μου είναι Ahmet) / Μπενίμ αντίμ Αχμέτ/

- Benim adım Yasemin. / Μπενίμ αντίμ Υιασεμίν/

- Memnun oldum. (χάρηκα ) / μεμνούν ολντούμ/

- Ben de memnun oldum. (και εγώ χάρηκα) / Μπέν ντε μεμνούν ολντούμ/

- İyi günler. (αντίο) /Ιγί γκουνλέρ/

- İyi günler. /Ιγί γκουνλέρ/

————————————————————————————————————————————–

- Merhaba. (γεια) /μέρχαμπα/

- Merhaba. /μέρχαμπα/

- Nasılsın? (πώς είσαι;) /νασιλσίν/

- İyiyim. Sen nasılsın? (καλά. Εσύ πως είσαι;) /ιγίγιμ, σέν νασιλσίν;/

- Ben de iyiyim. (και εγώ είμαι καλά) /μπέν ντε ιγίγιμ/

- Adın ne? (πώς σε λένε;) /αντίν νέ;/

- Benim adım Emre. Senin adın ne? (Το όνομα μου είναι Emre. Εσένα πώς σε λένε;) / Μπενίμ αντίμ Εμρέ/

- Benim adım Ayşe. / μπενίμ αντίμ Αϊσέ/

- Memnun oldum. /μεμνούμ ολντούμ/

- Ben de memnun oldum. /μπέν ντε μεμνούμ ολντούμ/

- Görüşürüz. (τα λέμε) /γκορουσούρουζ/

- Güle güle. (στο καλό) /γκουλέ γκουλέ/

- İyi günler. Nasılsınız? (καλημέρα, πως είσαστε;) /Ιγί γκουνλέρ, νασίλσινιζ;/

- Teşekkür ederim. İyiyim. Siz nasılsınız? (ευχαριστώ, καλά είμαι. Εσείς πως είσαστε;) /τεσεκκούρ εντερίμ,

ιγίγιμ, σίζ νασιλσινίζ;/

- Ben de çok iyiyim. Adınız ne? (και εγώ είμαι πολύ καλά. Ποιο είναι το όνομα σας;) /μπέν ντε τσόκ ιγιγίμ,

αντινίζ νέ;/

- Benim adım Elif, sizin adınız ne? (με λένε Elif. Εσάς τι είναι το όνομα σας;) / μπενίμ αντίμ Ελίφ,

σιζίν αντινίζ νέ;/

- Benim adım Ebru. Memnun oldum. (με λένε Ebru. Χάρηκα ) / μπενίμ αντίμ

Εμπρού,μεμνούμ ολντούμ/

- Ben de memnun oldum. (και εγώ χάρηκα) /μπέν ντε μεμνούμ ολντούμ/

- İyi akşamlar. (καλό βράδυ.) /Ιγί ακσαμλάρ/

- Güle güle. (στο καλό) /γκουλέ γκουλέ/

Page 14: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

14

Μάθημα 3 – Αριθμοί – Numaralar Η δημιουργία αριθμών στην τούρκικη είναι απλή και άμεση. Ο κανόνας είναι να ακολουθήσετε τον κανόνα της

μείωσης των αριθμών όπως γίνεται και στα ελληνικά. Πρέπει να μάθετε τους αριθμούς από το 0 μέχρι το 10 όπως

και το 10,20,30,40….100, 1.000, 1.000.000, 1.000.000,000… χωρίς οποιονδήποτε κανόνα. Οι υπόλοιποι αριθμοί

έχουν να κάνουν με την εφαρμογή του κανόνα και η εκμάθηση τους θέλει καλή εξάσκηση.

0 sıfır 21 yirmi bir

1 bir 22 yirmi iki

2 iki 30 otuz

3 üç 40 kırk

4 dört 50 elli

5 beş 60 altmış

6 altı 70 yetmiş

7 yedi 80 seksen

8 sekiz 90 doksan

9 dokuz 100 yüz

10 on 137 yüz otuz yedi

11 on bir 200 iki yüz

12 on iki 300 üç yüz

13 on üç 1,000 bin

14 on dört 2,000 iki bin

15 on beş 10,000 on bin

16 on altı 25,000 yirmi beş bin

17 on yedi 1,000,000 bir milyon

18 on sekiz 1,000,000,000 bir milyar

19 on dokuz

20 yirmi

Page 15: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

15

Μάθημα 4 – Φωνηεντική Αρμονία – ÜNLÜ UYUMU

- Büyük Ünlü Uyumu – Μεγάλη Φωνηεντική Αρμονία

Τα φωνήεντα της τουρκικής είναι τα εξής:

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει τα χοντρά φωνήεντα είναι τα : a, ı, o, u

Και τα λεπτά φωνήεντα: e, i, ö, ü

Σύμφωνα με την μεγάλη φωνηεντική αρμονία όταν στη λήγουσα μιας λέξης υπάρχει χοντρό φωνήεν, το επίθημα

που ακολουθεί θα είναι και αυτό χοντρό. Όταν το φωνήεν της λήγουσας είναι λεπτό, λεπτό είναι και το φωνήεν του

επιθήματος που ακολουθεί.

Η αρμονία βρίσκεται σε όλες τις γνήσιες τούρκικες λέξεις εκτός τις λέξεις με ξένη προέλευση ή τις σύνθετες.

Την μεγάλη φωνηεντική αρμονία την συναντούμε στην κατάληξη πληθυντικού (-lar, -ler), στο επίθημα του

απαρεμφάτου (-mak, -mek), στην τοπική πτώση (-da, -de), στην αφαιρετική πτώση (-dan, -den) κ.α.

Περίληψη

όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το προσωπικό επίθημα παίρνει ı

όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το προσωπικό επίθημα παίρνει i

όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το προσωπικό επίθημα παίρνει u

όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το προσωπικό επίθημα παίρνει ü

Π.χ. araba –lar (αυτοκίνητα)

gel- mek (έρχομαι)

ev- de (στο σπίτι)

okul- dan (από το σχολείο)

- Küçük Ünlü Uyumu – Μικρή Φωνηεντική Αρμονία

Στην μικρή φωνηεντική αρμονία έχουμε έναν δεύτερο πίνακα για τα φωνήεντα τα οποία εκτός από χοντρά- λεπτά

τα χωρίζουμε και σε στρογγυλά- μή στρογγυλά.

Τα στρογγυλά φωνήεν είναι: u, o, ü, ö

Τα μη- στρογγυλά φωνήεν είναι: a, ı, i, e

Page 16: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

16

H μικρή φωνηεντική αρμονία βασίζεται στον παρακάτω κανόνα:

όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το προσωπικό επίθημα παίρνει ı

όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το προσωπικό επίθημα παίρνει i

όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το προσωπικό επίθημα παίρνει u

όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το προσωπικό επίθημα παίρνει ü

Την μικρή φωνηεντική αρμονία την συναντάμε στις παραγωγικές καταλήξεις όπως για επαγγέλματα (-cı, -ci, -cu, -

cü), στην αιτιατική (-i,- ı, -u, -ü) και γενική πτώση (-in, -ın, -un, -ün) κ.α.

Π.χ. kapı – cı (θυρωρός)

ev – i (την πόρτα)

yol – un (του δρόμου)

ÜNSÜZ BENZEŞMESİ –ΤΡΟΠΗ ΣΥΜΦΩΝΩΝ

Τα χοντρά σύμφωνα της Τουρκικής είναι: p, ç, t, k, f, h, s, ş

Τα λεπτά σύμφωνα της Τουρκικής είναι: b, c, d, g, ğ, v, z, j

Ο πρώτος κανόνας για τα σύμφωνα είναι η μετατροπή των συμφώνων «p, ç, t, k» σε «b, c, d, ğ». Δηλαδή όταν

μια λέξη λήγει με «p, ç, t, k» και ακολουθεί κατάληξη της οποίας το πρώτο γράμμα είναι φωνήεν τα σύμφωνα αυτά

μετατρέπονται σε «b, c, d, ğ».

Π.χ. sokak (οδός ) sokağı (την οδό) amaç (σκοπός) amaca (στο σκοπό)

O δεύτερος κανόνας για τα σύμφωνα είναι όταν έχουμε μια λέξη που λήγει σε ένα από τα φωνήεντα p, ç, t, k, f, h,

s, ş και ακολουθούν καταλήξεις με τα σύμφωνα «c, d» τότε αυτά μετατρέπονται σε « ç, t».

Δηλαδή:

c —– ç

d —– t

π.χ. çiçek (λουλούδι) çiçek+ cı—- çiçekçi (ανθοπώλης)

Να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει γενικός κανόνας για την τροπή συμφώνων έτσι υπάρχουν αρκετές εξαιρέσεις.

Page 17: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

17

Μάθημα 5 – Πληθυντικός – Çoğul Eki -lar, ler

Ο πληθυντικός αριθμός των ουσιαστικών σχηματίζεται με την προσθήκη του επιθήματος –lar, –ler στον ενικό

αριθμό της λέξης. Βασίζεται στην μεγάλη φωνηεντική αρμονία .

Έχουμε δηλαδή :

a, ı, o, u -lar

e, i, ö, ü -ler

ev (σπίτι) evler (σπίτια)

araba (αυτοκίνητο) arabalar (αυτοκίνητα)

köy (χωριό) köyler (χωριά)

Εξαίρεση: Ορισμένες ξένες λέξεις που λήγουν σε χοντρό φωνήεν δέχονται καταλήξεις με λεπτό φωνήεν, επειδή η

προφορά τους είναι λεπτόφωνη:

harf (γράμμα) – harfler, kalp (καρδιά) – kalpler, alkol (αλκοόλ)- alkoller, hayal (όνειρο)- hayaller, saat (ώρα,

ρολόι)- saatler

Page 18: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

18

Μάθημα 6 – Παραγωγικές καταλήξεις – Yapım ekleri (Sıfat ekleri) Στο κεφάλαιο αυτό θα βρείτε κάποιες χρήσιμες παραγωγικές καταλήξεις

-lı, -li, -lu, -lü 1- Δηλώνει τόπο προέλευσης ή καταγωγής από τοπωνυμίες.

Εδώ ισχύει η μικρή φωνηεντική αρμονία. Δηλαδή:

όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το προσωπικό επίθημα παίρνει -lı

όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το προσωπικό επίθημα παίρνει -li

όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το προσωπικό επίθημα παίρνει -lu

όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το προσωπικό επίθημα παίρνει -lü

Selanik (Θεσσαλονίκη) Selanikli (Θεσσαλονικιός/ -ιά)

Atina Atinalı

İstanbul İstanbullu

İspanya İspanyalı

İtalya İtalyalı

Επιπλέον με τις καταλήξεις -lı, -li, -lu, -lü παράγουμε επίθετα από ουσιαστικά με την έννοια της περιεκτικότητας μπορούμε να τα αποδώσουμε στα Ελληνικά και με την πρόθεση <με>.

Süt (γάλα ) sütlü (με γάλα)

Şeker (ζάχαρη) şekerli (με ζάχαρη)

Sütlü kahve (καφές με γάλα) şekerli çay (τσάι με ζάχαρη)

H κατάληξη -lı, -li, -lu, -lü χρησιμοποιείται επίσης για οπαδούς αθλητικών ομάδων:

Galatasaray Galatasaraylı A.E.K Aekli

-sız,-siz,-suz,-süz Η καταλήξεις -sız,-siz,-suz,-süz δηλώνουν την έννοια μη περιεκτικότητας δηλαδή «χωρίς …..»

Sütsüz kahve (καφές δίχως γάλα)

Şekersiz çay (τσάι δίχως ζάχαρη)

Για να παράγουμε επαγγέλματα χρησιμοποιούμε τις καταλήξεις :

-cı,-ci,-cü,-cu

Μετά από τα σύμφωνα <ç,f,h,k,p,s,ş,t> έχουμε –çı,-çi,-çu,-çü

Kapı- Kapıcı (πόρτα- θυρωρός )

Araba- Arabacı (άμαξα – αμαξάς)

Siyaset- Siyasetçi (πολιτική – πολιτικός)

- cik, -cık, -cük, -cuk (-çik, -çık, -çuk, -çük) Παράγουμε υποκοριστικά ουσιαστικά και επίθετα. Δεν ισχύει για όλα τα επίθετα. Τα επίθετα που τελειώνουν σε

«k» χάνουν το τελικό «k»

Kedi kedicik (γάτα- γατούλα)

Eleni Elenicik (Ελένη- Ελενίτσα) sıcak sıcacık (ζεστό- ζεστούτσικο)

Page 19: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

19

Μάθημα 7 – Δεικτικές αντωνυμίες – İşaret Zamirleri

Bu ( αυτός, -ή, -ό ) για κάτι που βρίσκεται κοντά μας

Şu (αυτός, -ή, -ό ) για κάτι που βρίσκεται λίγο μακριά μας

Ο (εκείνος, -ή, -ό) Βunlar ( αυτοί, -ές -ά ) Şunlar ( αυτοί, -ές -ά ) Onlar (εκείνοι, -ές -ά)

Στα Τούρκικα δεν υπάρχει το ρήμα «είμαι». Δηλώνουμε το ρήμα αυτό με κάποιες καταλήξεις τις οποίες θα

αναφέρουμε στο επόμενο μάθημα. Το τρίτο πρόσωπο δεν παίρνει κατάληξη. Οπότε για να πω «Αυτό είναι

αυτοκίνητο» λέω απλά «Bu araba»

Για έμφαση μπορώ να προσθέσω την κατάληξη «-dır» - «Bu arabadır».

Προσοχή! Η κατάληξη «-dır» δεν πρέπει να χρησιμοποιείτε συχνά γιατί προκαλεί πλεονασμό. Για αυτό να το

χρησιμοποιούμε μόνο όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση.

Βu ev. Şu araba. O defter.

Για να σχηματίσω πληθυντικό τρίτου πρόσωπου δεν είναι ανάγκη να χρησιμοποιήσω πληθυντικό και στο

ουσιαστικό (ένας πληθυντικός αρκεί)

Bunlar ev. Şunlar araba. Onlar defter.

Τι είναι αυτό; / Τι είναι αυτά;

Για να σχηματίσω ερώτηση, χρησιμοποιώ δεικτική αντωνυμία και την ερωτηματική αντωνυμία «ne» (τι;)

Βu ne? Bunlar ne?

Bu, masa Bunlar, masa

Ποίος είναι αυτός / -ή/ -ό ;

Για να ρωτήσω για ανθρώπους χρησιμοποιώ την ερωτηματική αντωνυμία «kim» (ποιος;)

Bu kim? Bunlar kim?

Bu, öğretmen Bunlar, öğretmen

Soru eki / Eρωτηματικό μόριο (-mı?,-mi?-mu?,-mü?)

Για ερωτήσεις οι οποίες έχουν ως απάντηση «ναι ή όχι» (evet, hayır) χρησιμοποιούμε το ερωτηματικό μόριο και

εδώ ισχύει η μικρή φωνηεντική αρμονία. Δηλαδή:

όταν στη λήγουσα υπάρχει a, ı το ερωτηματικό μόριο είναι mı?

όταν στη λήγουσα υπάρχει e, i το ερωτηματικό μόριο είναι mi?

όταν στη λήγουσα υπάρχει o, u το ερωτηματικό μόριο είναι mu?

όταν στη λήγουσα υπάρχει ö, ü το ερωτηματικό μόριο είναι mü?

Bu ev mi? (αυτό είναι σπίτι;) Bu araba mı? (αυτό είναι αυτοκίνητο;)

(Δεικτική αντ. + ουσιαστικό + ερωτηματικό μόριο)

Η πιθανές απαντήσεις είναι:

Evet, bu ev. (ναι, αυτό είναι σπίτι)

Hayır, bu ev değil. (όχι, αυτό δεν είναι αυτοκίνητο)

Για να σχηματίσουμε αρνητικές προτάσεις με τα ουσιαστικά και τα επίθετα χρησιμοποιούμε το μόριο değil-. (δεν)

Bu araba mı? Hayır, bu araba değil.

Page 20: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

20

Μάθημα 8 – İmek eki (Βοηθητικό ρήμα «είμαι» – ως κατάληξη) Στα τουρκικά δεν υπάρχουν βοηθητικά ρήματα, αλλά μια σειρά από καταλήξεις που μπορούν να προστίθενται σε

επίθετα, ουσιαστικά κ.α. Έτσι και με το βοηθητικό ρήμα «είμαι» χρησιμοποιούμε το αντίστοιχο προσωπικό

επίθημα σε επίθετα, ουσιαστικά και αλλά ακολουθώντας τον κανόνα της φωνηεντικής αρμονίας.

Ας δούμε πρώτα τις προσωπικές αντωνυμίες της Τούρκικης γλώσσας:

Ben Εγώ

Sen Εσύ

O Αυτός, αυτή,

αυτό

Biz Εμείς

Siz Εσείς

Onlar Αυτοί,

αυτές, αυτά

Τα προσωπικά επιθήματα που θα χρησιμοποιούμε στη θέση του βοηθητικού ρήματος «είμαι» για τις αντίστοιχες

προσωπικές καταλήξεις είναι:

Αναλυτικά για κάθε πρόσωπο έχουμε την εξής μορφή:

[-im] το οποίο χρησιμοποιείτε για το α’ πρόσωπο ενικού αριθμού

αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο, στο είμαι

[-sin] το οποίο χρησιμοποιείτε για το β’ πρόσωπο ενικού αριθμού

αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο, στο είσαι

[- ] το οποίο χρησιμοποιείτε για το γ’ πρόσωπο ενικού αριθμού αντιστοιχεί

κατά κάποιον τρόπο, στο είναι (όπως έχουμε αναφέρει και σε

προηγούμενο μάθημα αν θέλουμε να τονίσουμε το τρίτο πρόσωπο

μπορούμε να βάλουμε την κατάληξη -dır )

[-iz] το οποίο χρησιμοποιείτε για το α’ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού

αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο στο είμαστε

[-siniz] το οποίο χρησιμοποιείτε για το β’ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού

αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο στο είστε

[ ] το οποίο χρησιμοποιείτε για το γ’ πρόσωπο πληθυντικού αριθμού αντιστοιχεί κατά κάποιον τρόπο

στο είναι (όπως και στον ενικό αριθμό, δεν υπάρχει κατάληξη)

Για να ξεχωρίζουμε τον πληθυντικό από τον ενικό χρησιμοποιούμε το επίθημα του πληθυντικού αριθμού των

ουσιαστικών που είναι -lar και –ler.

Ας δούμε τώρα ένα παράδειγμα σε όλα τα πρόσωπα. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι στα τουρκικά το ρήμα μπαίνει

πάντα στο τέλος. Οπότε δεν λέμε «είμαι γιατρός» αλλά «γιατρός είμαι»

Ben doktorum = Εγώ είμαι γιατρός.

Sen doktorsun = Εσύ είσαι γιατρός.

O doktor(-dur) = Αυτός/-ή είναι γιατρός.

Biz doktoruz = Εμείς ήμαστε γιατροί.

Siz doktorsunuz = Εσείς ήσαστε γιατροί.

Onlar doktorlar (-dır) = Αυτοί/-ές είναι γιατροί.

Μπορούμε να παραλείπουμε τις προσωπικές αντωνυμίες μιας και κάθε προσωπικό επίθημα δηλώνει και το πρόσωπο για το οποίο αναφερόμαστε.

Στις λέξεις που λήγουν φωνήεν προσθέτουμε στο πρώτο ενικό και πρώτο πληθυντικό αριθμό το συνδετικό

σύμφωνο «-y-»

-

(y)ım

-

(y)im

-

(y)um

-

(y)üm

-sın -sin -sun -sün

-(-

dır)

-(-

dir)

-(-

dur)

-(-

dür)

-(y)ız -(y)iz -(y)uz -(y)üz

-sınız -siniz -

sunuz

-

sünüz

- - - -

Page 21: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

21

iyiyim = είμαι καλά

iyisin = είσαι καλά

iyi (dir) = είναι καλά

iyiyiz = ήμαστε καλά

iyisiniz = ήσαστε καλά

iyiler (-dir) = είναι καλά.

Τονισμός: Τα προσωπικά επιθήματα του βοηθητικού ρήματος «είμαι»

δεν τονίζονται. Τονίζουμε λοιπόν την τελευταία συλλαβή από το ουσιαστικό, το επίθετο κ.α

Π.χ. Ben güzelim

Sen zayıfsın

Άρνηση

Στην άρνηση όπως είδαμε και με τις δεικτικές αντωνυμίες χρησιμοποιούμε το αρνητικό μόριο değil. Για να

κάνουμε άρνηση στο βοηθητικό ρήμα «είμαι» γράφουμε την λέξη και ακολουθεί το αρνητικό μόριο değil στο

οποίο προσθέτουμε τις προσωπική κατάληξη. Επειδή τα φωνήεντα του αρνητικού μορίου değil διατηρούνται ως

έχουν δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για την αρμονία των φωνηέντων. Δηλαδή:

Doktor değilim = Δεν είμαι γιατρός

Doktor değilsin = Δεν είσαι γιατρός

Doktor değil(dir) = Δεν είναι γιατρός

Doktor değiliz = Δεν είμαστε γιατροί

Doktor değilsiniz = Δεν είσαστε γιατροί

Doktor değiller(dir) = Δεν είναι γιατροί

Τονισμός: Τονίζουμε στην τελευταία κατάληξη του αρνητικού μορίου değil

Doktor değilim.

Ερώτηση

Η ερώτηση στο βοηθητικό ρήμα «είμαι» δημιουργείτε με το ερωτηματικό επίθημα mi-. Το επίθημα αυτό ακολουθεί

τη λέξη αλλά δεν ενώνεται μαζί της. Τα προσωπικά επιθήματα ενώνονται με το ερωτηματικό μόριο στο κατάλληλο

πρόσωπο και βρίσκονται πάλι στο τέλος. Ισχύει και εδώ η αρμονία των φωνηέντων. Έτσι λοιπόν έχουμε τέσσερις

μορφές, «mi-, mı-, mu-, mü-.» Αν και δεν είναι απαραίτητη εάν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε το επίθημα του

πληθυντικού (-lar, -ler) στο τρίτο πληθυντικό αριθμό θα πρέπει να τοποθετείτε στη λέξη και όχι στο ερωτηματικό

μόριο.

Doktor muyum? = Είμαι γιατρός;

Doktor musun? = Είσαι γιατρός;

Doktor mu(dur) ? = Είναι γιατρός;

Doktor muyuz? = Είμαστε γιατροί;

Doktor musunuz? = Είσαστε γιατροί;

Doktor(lar) mi(dir)? = Είναι γιατροί;

Αρνητική Ερώτηση

Στην αρνητική ερώτηση χρησιμοποιούμε και το αρνητικό μόριο «değil» αλλά και το ερωτηματικό μόριο «mi-, mı-,

mu-, mü-.»

Doktor değil miyim? = Δεν είμαι γιατρός;

Doktor değil misin? = Δεν είσαι γιατρός;

Doktor değil mi(dir)? = Δεν είναι γιατρός;

Doktor değil miyiz? = Δεν είμαστε γιατροί;

Doktor değil misiniz? = Δεν είσαστε γιατροί;

Doktor değiller mi? = Δεν είναι γιατροί;

Ότι είδαμε παραπάνω ισχύει και για το ερωτηματικό επίθημα mi-. Το επίθημα αυτό ακολουθεί τη λέξη αλλά δεν

ενώνεται μαζί της όπως η προσωπική κατάληξη. Παρόλα αυτά, ισχύει και για αυτό η αρμονία των φωνηέντων.

Έχει λοιπόν τέσσερις μορφές, τις mi-,mı-, mu-, mü-. Ας σημειώσουμε εδώ ότι η προσωπική κατάληξη

τοποθετείται πάντα στο τέλος, επομένως ενώνεται με το ερωτηματικό επίθημα.

Page 22: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

22

Όταν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τον ερωτηματικοαρνητικό τύπο, τοποθετούμε απλώς το ερωτηματικό

μόριο mi- μετά τοdeğil. Όπως πάντα, η προσωπική κατάληξη ακολουθεί.

Türk değil miyim?

Türk değil misin?

Türk değil mi?

Türk değil miyiz?

Türk değil misiniz?

Türk değiller mi?

Page 23: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

23

Μάθημα 9 – Βοηθητικό ρήμα «έχω» Στη Τούρκικη γλώσσα το βοηθητικό ρήμα «έχω» δεν υπάρχει. Αντί αυτού χρησιμοποιείται το ρήμα υπαρκτός ή

ανύπαρκτος. Δηλαδή όταν θέλουμε να πούμε στα Τούρκικα «έχω σπίτι» θα πούμε «το σπίτι μου υπαρκτό είναι».

Επίσης το επίθετο υπαρκτός χρησιμοποιείται και το ρήμα «υπάρχω». Για να πούμε δηλαδή «είμαι στο σπίτι» στην

ουσία θα πούμε «στο σπίτι υπαρκτός είμαι»

Var : υπαρκτό

Yok : ανύπαρκτο

evim var (έχω σπίτι)

evin var (έχεις σπίτι)

evi var (έχει σπίτι)

evimiz var (έχουμε σπίτι)

eviniz var (έχετε σπίτι)

evleri var (έχουν σπίτι)

evim yok (δεν έχω σπίτι)

evin yok (δεν έχεις σπίτι)

evi yok (δεν έχει σπίτι)

evimiz yok (δεν έχουμε σπίτι)

eviniz yok (δεν έχετε σπίτι)

evleri yok (δεν έχουν σπίτι)

evim var mı? (έχω σπίτι;)

evin var mı? (έχεις σπίτι;)

evi var mı? (έχει σπίτι;)

evimiz var mı? (έχουμε σπίτι;)

eviniz var mı? (έχετε σπίτι;)

evleri var mı? (έχουν σπίτι;)

===== Evet, evim var (Ναι, έχω σπίτι)

===== Hayır, evim yok (Όχι, δεν έχω σπίτι)

Για να πούμε «έχω ένα αυτοκίνητο» θα πρέπει να πούμε «σε μένα ένα αυτοκίνητο υπαρκτό είναι». Στο σημείο

αυτό μαθαίνουμε την τοπική πτώση την οποία θα αναλύσουμε σε άλλο μάθημα. Το επίθημα της τοπικής πτώσης

είναι -de, -da. Όταν η λέξη που παίρνει την τοπική πτώση λήγει σε f,s,t,k,ç,ş,h,p το επίθημα γίνεται -te, -ta.

Δηλαδή;

«έχω ένα αυτοκίνητο» / Bende bir araba var.

(σε μένα) (ένα) (αυτοκίνητο) (υπαρκτό)

«δεν έχω λεφτά» / Bende para yok.

(σε μένα) (λεφτά) (ανύπαρκτα)

Προσοχή !

Επειδή μιλάμε στο τρίτο πρόσωπο δεν υπάρχει το ρήμα «είμαι». Αν πάλι θέλουμε να τονίσουμε την πρόταση μας

μπορούμε να προσθέσουμε το επίθημα –dır,-dir,dur,-dür.

Bende bir araba vardır.

Page 24: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

24

Μάθημα 10 – Απλός Ενεστώτας – ŞİMDİKİ ZAMAN Στην τουρκική τα απαρέμφατα είναι άκλιτες ρηματικές λέξεις, άχρονες και απρόσωπες. Κατά κάποιο τρόπο είναι οι

ονομασίες των ρημάτων και σχηματίζονται από το θέμα του ρήματος και την κατάληξη –mak, -mek. Για κάθε

ρήμα υπάρχει ένα καταφατικό και όπως και ένα αρνητικό απαρέμφατο. Η άρνηση δημιουργείται όταν

προσθέσουμε το επίθημα -me- ή -ma- στη ρίζα τού καταφατικού απαρεμφάτου. (-mamak, – memek).

Αγαπώ sevmek

Βλέπω görmek

Γελώ gülmek

Διαβάζω okumak

Εργάζομαι çalışmak

Θέλω istemek

Κάνω yapmak

δεν αγαπώ sevmemek

δε νομίζω sanmamak

δε σπάω kırmamak

δεν ξέρω bilmemek

ΑΠΛΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ / ŞİMDİKİ ZAMAN

Χρησιμοποιείται για πράξεις ή ενέργειες που γίνονται την ώρα που μιλάμε, που άρχισαν προ πολλού αλλά

συνεχίζονται και στο παρόν ή για σίγουρες πράξεις που θα συμβούν στο σύντομο μέλλον.

Olumlu/ Κατάφαση

Σχηματίζεται με τη χρονική κατάληξη <-iyor,-ıyor,-uyor,-üyor> και τις καταλήξεις του συνδετικού ρήματος

είμαι < -ım, -sın, – , -ız, -sınız, -(lar) >.

Gel – iyor – um

(Θέμα) (χρονική κατάληξη) (κατάληξη προσώπου)

Το τρίτο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού, δεν λαμβάνει κατάληξη προσώπου.

Seviyorum (αγαπώ…..)

Seviyorsun

Seviyor-

Seviyoruz

Seviyorsunuz

Seviyorlar

• Εάν το ρήμα λήγει σε φωνήεν, αφαιρούμε το τελικό φωνήεν και κάνουμε την αρμονία με το φωνήεν της

λήγουσας.

Anlamak —–anlıyorum

İstemek——–istiyorum

Oynamak——oynuyorum

Söylemek—–söylüyorum

Soru / ερώτηση

• Η ερώτηση σχηματίζεται σε όλους τους χρόνους του ρήματος με το ερωτηματικό μόριο < mı, mi, mu, mü>

• Το ερωτηματικό μόριο γράφεται ξεχωριστά από το ρήμα ή τη λέξη αλλά ακολουθεί τον κανόνα της

φωνηεντικής αρμονίας.

Page 25: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

25

Seviyor muyum?

Seviyor musun?

Seviyor mu?

Seviyor muyuz?

Seviyor musunuz?

Seviyorlar mı?

Οlumsuz/ άρνηση

• Η άρνηση σχηματίζεται με το επίθημα <mı, mi, mu, mü > η οποία παρεμβάλλεται μεταξύ του θέματος και

της χρονικής κατάληξης.

• Τονίζεται η συλλαβή πριν το αρνητικό επίθημα .

Sevmiyorum

Sevmiyorsun

Sevmiyor

Sevmiyoruz

Sevmiyorsunuz

Sevmiyorlar

Olumsuz soru / αρνητική ερώτηση

Sevmiyor muyum?

Sevmiyor musun?

Sevmiyor mu?

Sevmiyor muyuz?

Sevmiyor musunuz?

Sevmiyorlar mı?

Page 26: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

26

Μάθημα 11- Ερωτηματικές αντωνυμίες, επιρρήματα, επίθετα – Adılları, Belirteçleri, Sıfatları Ne : τι, ποιο πράγμα (αντ. και επίρρημα)

Bu ne? (τι είναι αυτό;)

Sen ne yapıyorsun? (τι κάνεις εσύ;)

Ne zaman: πότε (επιρ.)

Sen ne zaman geliyorsun? (Πότε έρχεσαι;)

Ne kadar: πόσο, πόσο κάνει;

Şu çanta ne kadar? (πόσο κάνει αυτή η τσάντα)

Beni ne kadar seviyorsun? (πόσο με αγαπάς;)

Nasıl: πώς (επιρ.) Hava nasıl? (πως είναι ο καιρός;)

Niçin: γιατί

Neden: γιατί

Niye: γιατί

Η απάντηση αρχίζει με το çünkü – διότι

Niçin ağlıyorsun? (γιατί κλαίς;)

Çünkü çok mutsuzum. (διότι είμαι πολύ στεναχωρημένη/-ος)

Nere (neresi): ποιο μέρος

Burası neresi? (ποιο μέρος είναι αυτό;)

Nereye: που, προς τα πού

Nereye gidiyorsun? (προς τα που πάς;)

Nerede: που, σε ποιο μέρος

Nerede kalıyorsun? (σε ποιο μέρος μένεις )

Nereden: που, από που

Nereden geliyorsun? (από πού έρχεσαι;)

Hangi: + ουσιαστικό ποιος,ποια,ποιο (επίθετο) για πρόσωπα και πράγματα

Hangi kız geliyor? (ποιο κορίτσι έρχεται;)

Kim: ποιος,ποια,ποιο (αντ) για πρόσωπα

Kim geliyor? (ποιος έρχεται;)

Kaç: + ουσιαστικό ποσοι,ποσες,ποσα (επίθετο)

Kaç kız geliyor? (πόσα κορίτσια έρχονται;)

Page 27: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

27

Μάθημα 12 – SAAT KAÇ ? (Τι ώρα είναι;) Με την φράση saat kaç? Ρωτάμε την τωρινή ώρα.

Η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής :

Saat dört (η ώρα είναι τέσσερις)

Όταν η ώρα είναι «και μισή» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής :

2:30 Saat iki buçuk (η ώρα είναι δυο και μισή)

Όταν η ώρα είναι 00:30 ή 12:30 η απάντηση είναι saat yarım (η ώρα είναι μισή)

Saat kaç?

Saat iki buçuk.

Page 28: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

28

Όταν η ώρα είναι «και κάτι» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής :

2:10 saat ikiyi on geçiyor (η ώρα είναι δυο και δέκα)

{παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει αιτιατική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και στο τέλος προσθέτουμε το

ρήμα geçiyor}

4:20 saat dördü yirmi geçiyor

6:25 saat altıyı yirmi beş geçiyor

Όταν η ώρα είναι «και τέταρτο» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής :

2:15 saat ikiyi çeyrek geçiyor (η ώρα είναι δυο και τέταρτο)

Όταν η ώρα είναι «παρά κάτι» τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής :

4: 40 saat beşe yirmi var (η ώρα είναι πέντε παρά είκοσι)

{παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει δοτική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και στο τέλος προσθέτουμε το

βοηθητικό ρήμαvar}

SAAT KAÇTA ? (Τι ώρα…….;) Με την φράση saat kaçta? Δεν ρωτάμε την τωρινή ώρα αλλά τι ώρα έγινε ή θα γίνει ή τι ώρα κάναμε ή θα

κάνουμε κάτι.

Φτιάχνουμε την ερώτηση προσθέτοντας τοπική πτώση «–da-de/-ta-te» στην ερωτηματική αντωνυμία «kaç» και το

ρήμα που θέλουμε.

Δηλαδή η ερώτηση «saat kaçta uyanıyorsun?» σημαίνει «τι ώρα ξυπνάς;»

Η απάντηση θα πρέπει να είναι ως εξής :

Saat altıda (στις έξι )

{παρατηρούμε λοιπόν ότι στην απάντηση η ώρα παίρνει τοπική πτώση}

Saat kaçta işe gidiyorsun? 7:00 Saat yedide işe gidiyorum

Saat kaçta eve dönüyorsun? 18:00 Saat altıda eve dönüyorum

Saat kaçta uyuyorsun? Saat on bir buçukta uyuyorum (11:30)

Saat kaçta kahve içiyorsun?

Saat dokuzu yirmi geçe kahve içiyorum. (9:20)

Saat sekizi çeyrek geçe kahve içiyorum. (8:15)

{παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει αιτιατική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και τέλος το

ρήμα geçiyor μετατρέπεται σεgeçe}

Saat kaçta buluşuyoruz?

Saat sekize beş kala buluşuyoruz. (7:55)

Saat ona çeyrek kala buluşuyoruz. (9:45)

{παρατηρούμε λοιπόν ότι η ώρα παίρνει δοτική, τα λεπτά μένουν στην ονομαστική και τέλος το βοηθητικό ρήμα var

μετατρέπεται σε kala}

Page 29: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

29

Μάθημα 13 – Θέλω να… – mAk istemek Στα τουρκικά στις πλάγιες προτάσεις δεν χρησιμοποιούμε την υποτακτική «να», αλλά ρηματικά ουσιαστικά τα

οποίο παράγονται προσθέτοντας συγκεκριμένες καταλήξεις. Στο σημείο αυτό θα μάθουμε τις πλάγιες προτάσεις οι

οποίες έχουν μορφή «θέλω να….»

Το κυρίως ρήμα δηλαδή το «θέλω-istemek» θα μπει στον ενεστώτα ή σε όποιο χρόνο θέλουμε να μιλήσουμε, και

το ρήμα της πλάγιας πρότασης «να….» θα έχει τη μορφή του απαρεμφάτου.

Για να πούμε δηλαδή: «Θέλω να πιω καφέ», θα πούμε στα τουρκικά «Kahve içmek istiyorum.»

Όπου το «istiyorum» = κυρίως ρήμα (σε ενεστώτα)

Και το «içmek» = ρήμα της δευτερεύον πρότασης

Παραδείγματα :

Yemek yemek istiyorum. / Θέλω να φάω φαγητό.

Kahve içmek istiyorum. / Θέλω να πιω καφέ.

Gelmek istemiyorum. / Δεν θέλω να έρθω.

İki fincan çay istiyorum. / Θέλω δυο φλιτζάνια τσάι.

Seni dinlemek istemiyorum. / Δεν θέλω να σε ακούσω.

Page 30: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

30

Μάθημα 14 – Κτητική Επιθήματα – İyelik ekleri Έχουμε πει ότι στα τουρκικά το ρήμα «έχω» δεν υπάρχει. Στη θέση του «έχω» μάθαμε να χρησιμοποιούμε τις

λέξεις «var, yok» (υπαρκτό, ανύπαρκτο). Έτσι για να πούμε ότι έχουμε ένα αυτοκίνητο λέγαμε ότι «σε μένα ένα

αυτοκίνητο υπαρκτό είναι» – Bende bir araba var. Για να πούμε ότι δεν έχουμε λεφτά θα πρέπει να πούμε «Bende

para yok».

Πως θα πούμε λοιπόν στο τουρκικά την πρόταση «το δικό μου αυτοκίνητο είναι άσπρο».

Αρχικά πρέπει να πούμε ότι στα τούρκικα βάζω κτήση και στο ουσιαστικό και στην προσωπική αντωνυμία, δηλαδή

και στον κτήτορα και στο κτήμα. Λέμε δηλαδή «Το δικό μου το αυτοκίνητό μου».

Ας αναλύσουμε λοιπόν τα κτητικά επιθήματα της Τούρκικη γλώσσα.

Ø Το κτητικό επίθημα για το α΄ ενικό πρόσωπο είναι -m, εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – arabam, annem-,

ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -evim, telefonum-.

Ø Το κτητικό επίθημα για το β΄ ενικό πρόσωπο είναι -n, εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – araban, annen-,

ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -evin, telefonun-.

Ø Το κτητικό επίθημα για το γ΄ ενικό πρόσωπο είναι –ı, -i, -u, -ü, δηλαδή ένα φωνήεν εφόσον η λέξη λήγει σε

σύμφωνο – evi, telefonu- , ενώ εάν η λέξη λήγει σε φωνήεν τότε έχουμε ένα συνδετικό σύμφωνο και αυτό είναι το –s- , – arabası, annesi-,

Ø Το κτητικό επίθημα για το α΄ πληθυντικό πρόσωπο είναι –mız,-miz,-muz,-müz, εφόσον η λέξη λήγει σε

φωνήεν – arabamız,annemiz-, ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -evimiz, telefonumuz-

Ø Το κτητικό επίθημα για το β΄ πληθυντικό πρόσωπο είναι -nız,-niz,-nuz,-nüz εφόσον η λέξη λήγει σε φωνήεν – arabanız, anneniz-, ενώ για τις λέξεις που λήγουν σε σύμφωνο, μαζί με το επίθημα έχουμε και ένα συνδετικό φωνήεν, το οποίο σύμφωνα με την αρμονία μπορεί να είναι –ı, -i, -u, -ü, -eviniz, telefonunuz-.

Ø Το κτητικό επίθημα για το γ΄ πληθυντικό πρόσωπο δεν διαφέρει από τον ενικό δηλαδή είναι –ı, -i, -u, -ü, εφόσον η λέξη λήγει σε σύμφωνο – evi, telefonu- , ενώ εάν η λέξη λήγει σε φωνήεν τότε έχουμε ένα συνδετικό σύμφωνο και αυτό είναι το –s- , –arabası, annesi-, όμως για να ξεχωρίσουμε το γ΄ πληθυντικό από το γ΄ ενικό πρόσωπο, μπορούμε να βάλουμε το επίθημα του πληθυντικού αριθμού –lar,-ler πριν το κτητικό επίθημα. –evlerimiz, arabalarımız,-

Έχουμε δηλαδή:

arabam evim

araban evin

arabası evi

arabamız evimiz

arabanız eviniz

arabaları evleri

Εάν τώρα θέλουμε να βάλουμε στην αρχή της πρότασης και τις προσωπικές αντωνυμίες «ben,sen, o, biz, siz,

onlar» θα πρέπει να θυμόμαστε ότι μπαίνουν και αυτές πάντα σε κτήση.

Οπότε οι προσωπικές αντωνυμίες παίρνουν και αυτές κτητικά επιθήματα και μετατρέπονται σε:

Benim

Senin

Onun

Bizim

Sizin

Onların

Παρατηρούμε ότι η μόνη διαφορά είναι στο γ’ ενικό και γ’ πληθυντικό πρόσωπο όπου το «o» μετατρέπεται

σε «onu» και το«onlar» σε «onların» και αυτό επειδή ο κτήτορας λήγει σε φωνήεν και έτσι χρειάζεται ένα

συνδετικό σύμφωνο, το οποίο σε αυτή την περίπτωση είναι το -n-.

Φυσικά η συχνή χρήση της κτητικής αντωνυμίας είναι πλεονασμός. Την χρησιμοποιούμε κάθε φορά που θέλουμε

να δώσουμε έμφαση στην έννοια της κτήσης.

Τώρα λοιπόν μπορούμε να πούμε «το δικό μου αυτοκίνητο είναι άσπρο». Benim arabam beyaz.

Page 31: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

31

Μάθημα 15 – Πτώσεις – Durum Ekleri Durum Ekleri / Πτώσεις

Στη Τούρκικη γλώσσα υπάρχουν έξι πτώσεις:

1- Yalın durum - o ονομαστική

2- Belirtme durumu -i (-yi) τον αιτιατική

3- Tamlayan durumu -in (-nin) του γενική

4- Yönelme durumu -e (-ye) στον(προς) δοτική

5- Bulunma durumu -de (-te) στον(στάση) τοπική

6- Çıkma durumu -den (-ten) από αφαιρετική

Ονομαστική πτώση / yalın durum : Εφόσον στα Τουρκικά δεν υπάρχουν άρθρα, στην ονομαστική πτώση δεν

υπάρχει κάποιο επίθημα. Οπότε στα ελληνικά όπου πρέπει να χρησιμοποιήσουμε κάποιο άρθρο (ο, η, το…) στα

τουρκικά γράφουμε απλά το υποκείμενο.

Παραδείγματα:

Eleni güzel. (Η Ελένη είναι όμορφη)

Mihalis yorgun. (Ο Μιχάλης είναι κουρασμένος)

Çocuk uyuyor. (Το παιδί κοιμάται)

Αιτιατική πτώση / belirtme durumu: Στην τούρκικη γλώσσα όλα τα ρήματα που έχουν άμεσο αντικείμενο,

συντάσσονται με αιτιατική. Δηλαδή όπου πρέπει να βάλω αιτιατική πτώση (τον, την, το) έτσι ώστε να αναφέρω

συγκεκριμένα κάποιο αντικείμενο χρησιμοποιώ το επίθημα -ı, -i, -u, -ü . Όταν η λέξη στην οποία προστίθεται λήγει

σε φωνήεν, χρησιμοποιούμε το συνδετικό σύμφωνο -y- για να συνδέσουμε το φωνήεν της λέξης και το φωνήεν της

πτώσης. Tο επίθημα χωρίζεται από τα κύρια ονόματα με απόστροφο. Υπάρχει αλλαγή ορισμένων τελικών

συμφώνων των λέξεων. Αυτό γίνεται λόγω ευφωνίας όταν ακολουθεί επίθημα που αρχίζει από φωνήεν.

p —b ç—- c t—- d k—– ğ/g

Eleni’yi seviyorum. (Αγαπώ την Ελένη)

- ποίος αγαπάει; -εγώ (υποκείμενο), -ποιόν αγαπώ; – την Ελένη (άμεσο αντικείμενο)

Kitabı okuyorum. (Διαβάζω το βιβλίο)

-kim okuyor? (Ben) -ne okuyorum? (kitabı)

Όταν μιλάμε για ένα αόριστο αντικείμενο παραλείπουμε την κατάληξη της αιτιατικής:

Bir adam görüyorum. (Βλέπω έναν (οποιοδήποτε) άνδρα)

Γενική – Tamlayan durumu : Η γενική δείχνει ότι κάποιος ή κάτι κατέχει κάτι άλλο. Το ουσιαστικό που είναι στη

γενική θεωρείται κτήτορας ενός πράγματος και πάντα προηγείτε του κτήματος. Το επίθημα της γενικής είναι –ın, -

in, -un, -ün. Σε περίπτωση δυο φωνηέντων μπαίνει το συνδετικό «n».

Kapı - kapının / Araba - arabanın

(πόρτα) (της πόρτας) (αυτοκίνητο) (του αυτοκινήτου)

Μετά τη γενική ακολουθεί η κτητική κατάληξη γ΄ προσώπου (–i, -ı, -ü, -u)

(-si, -sı, -su, -sü)

Arabanın kapısı (Η πόρτα του αυτοκινήτου)

Evin adresi (Η διεύθυνση του σπιτιού)

Δοτική πτώση- yönelme durumu : Σχηματίζεται με την κατάληξη ( -a, -e ) και εκφράζει κίνηση προς κάπου,

προς κάτι ή κάποιον. Και σε αυτήν την περίπτωση, όταν η λέξη μας λήγει σε φωνήεν, το συνδετικό σύμφωνο που

θα χρησιμοποιήσουμε είναι το-y-.

Page 32: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

32

Ev- e gidiyorum. (πηγαίνω προς το σπίτι)

Araba- y- a bakıyorum. (κοιτάω στο (προς) το αυτοκίνητο)

Τοπική πτώση - kalma durumu: Σχηματίζεται με την κατάληξη (-da, -de / -ta, -te ) και εκφράζει κίνηση εντός

ορισμένου μέρους, στάση ή παραμονή σε κάτι ή κάποιον.

Ankara’da oturuyoruz. (Καθόμαστε, μένουμε στην Άγκυρα – δηλώνει στάση-)

Selanik’te çalışıyorlar. (Δουλεύουμε στη Θεσσαλονίκη )

Αφαιρετική πτώση – Çıkma durumu: Σχηματίζεται με την κατάληξη (-dan, -den /-tan, -ten) και εκφράζει κίνηση

από κάπου, από κάτι ή κάποιον. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε γενικές γραμμές αντιστοιχεί στην ελληνική

πρόθεση από.

Ankara’dan geliyorum. (Έρχομαι από την Άγκυρα)

Karanlıktan korkmuyorum. (Φοβάμαι από το σκοτάδι)

Senden nefret ediyorum. (Σε μισώ – απεχθάνομαι από σένα)

Προσοχή: Τα ρήματα που δηλώνουν έντονα συναισθήματα συντάσσονται με αφαιρετική πτώση: (korkmak –

φοβάμαι-, nefret etmek –μισώ-, hoşlanmak- έλκομαι-)

Page 33: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

33

Μάθημα 16 – Προσωπικές Αντωνυμίες + Πτώσεις Οι προσωπικές αντωνυμίες συντάσσονται με τις πτώσεις και παίρνουν τις παρακάτω μορφές :

Ονομ. αιτιατική γενική δοτική τοπική αφαιρετική

———– -i hali -in – e hali -de hali -den hali

Ben beni benim bana bende benden

Sen seni senin sana sende senden

O onu onun ona onda ondan

Biz bizi bizim bize bizde bizden

Siz sizi sizin size sizde sizden

Onlar onları onların onlara onlarda onlardan

Seni seviyorum. (Σε αγαπώ)

Onu düşünüyorum. (Τον σκέφτομαι)

Senden hoşlanıyorum. (Μου αρέσεις)

Page 34: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

34

Μάθημα 17 – Κτήση, Πτώση και Ενεστώτας Ας θυμηθούμε τις κτητικές καταλήξεις: -im, -ım, -um, -üm

-in, -ın, -un, -ün

-i, -ı, -u, -ü

-imiz, -ımız, -umuz, -ümüz

-iniz, -ınız, -unuz, -ünüz

-i, -ı, -u, -ü

Benim evim arabam

Senin evin araban

Onun evi arabası

Bizim evimiz arabamız

Sizin eviniz arabanız

Onların evi arabası

Ας ενώσουμε τις κτητικές αντωνυμίες με τις πτώσεις (πρώτα κτήση μετά πτώση):

Αιτιατική:

Benim evimi arabamı

Senin evini arabanı

Onun evini arabasını

Bizim evimizi arabamızı

Sizin evinizi arabanızı

Onların evini arabasını

Γενική:

Benim evimin arabamın

Senin evinin arabanın

Onun evinin arabasının

Bizim evimizin arabamızın

Sizin evinizin arabanızın

Onların evinin arabasının

Δοτική:

Benim evime arabama

Senin evine arabana

Onun evine arabasına

Bizim evimize arabamıza

Sizin evinize arabanıza

Onların evine arabasına

Τοπική:

Benim evimde arabamda

Senin evinde arabanda

Onun evinde arabasında

Bizim evimizde arabamızda

Sizin evinizde arabanızda

Onların evinde arabasında

Αφαιρετική:

Benim evimden arabamda

Senin evinden arabanda

Onun evinde arabasında

Bizim evimizde arabamızda

Sizin evinizde arabanızda

Onların evinde arabasında

Και τέλος να δούμε κάποιες προτάσεις με ενεστώτα:

Senin kızını çok seviyorum. (Αγαπώ πολύ την κόρη σου)

Onun köpeğinden korkuyorum. (Φοβάμαι από το σκύλο του)

Niko’nun evine gidiyorum. (Πηγαίνω στο σπίτι του Νίκου)

Evimin odasında çalışıyorum. (Εργάζομαι στο δωμάτιο του σπιτιού μου)

Page 35: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

35

Μάθημα 18 – Προσδιορισμοί ADTAMLAMASI / ΟΝΟΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ

Στη Τούρκικη γλώσσα έχουμε τους παρακάτω προσδιορισμούς.

1- Belirtili Ad Tamlaması/ Οριστικός προσδιορισμός

Είναι συνδυασμός δυο ουσιαστικών που φανερώνουν σε ποίον ή σε τι ανήκει ένα πράγμα. Δηλαδή όταν θέλουμε να πούμε ότι το βιβλίο ανήκει στη Μαρία ή η πόρτα ανήκει στο σπίτι. Στον κτήτορα προσθέτουμε τη γενική πτώση, –ın, -in, -un, -ün / -nın, -nin,-nun, -nün και στο κτήμα το τρίτο πρόσωπο της κτητικής κατάληξης -ı, -i, -u, -ü / -sı,-si,-su,-sü στο κτήμα. Δεν ξεχνάμε ότι πάντα βάζουμε τον κτήτορα στην αρχή.

Δηλαδή ενώ στα ελληνικά λέμε «η τσάντα της γυναίκας» στα τουρκικά λέμε «kadının çantası» (της γυναίκας η τσάντα)

Παραδείγματα

Evin kapısı (η πόρτα του σπιτιού)

Okulun penceresi (το παράθυρο του σχολείου)

Müdürün defteri (το τετράδιο του διευθυντή)

Öğrencinin kitabı (το βιβλίο του μαθητή)

Ανάμεσα στη γενική και στο ουσιαστικό μπορεί να υπάρχουν επίθετα ή ουσιαστικά

Kadının kırmızı çantası.(Η κόκκινη τσάντα της γυναίκας)

Σχηματισμός :

Çocuk (ğ) -un kalem -i,

Όνομα γενική όνομα κτητ.

Öğrenci -n- -in çanta -s- -ı

Όνομα ευφωνικό γεν. όνομα ευφ. κτ. αντ.

Οριστικός προσδιορισμός με πτώσεις :

Μπορούμε να προσθέσουμε πτώσεις στο τέλος των προσδιορισμών εάν το κυρίως ρήμα το απαιτεί. Ενώνουμε

κτήση με πτώση με το σύμφωνο «n»

Hep beraber evin odasına girdik. (Όλοι μαζί μπήκαμε στο δωμάτιο του σπιτιού)

O adamın sesinden korkuyorum. (Φοβάμαι την φωνή αυτού του ανθρώπου)

2- Belirtisiz tamlama/ Aόριστος προσδιορισμός

Είναι συνδυασμός δυο ουσιαστικών που φανερώνουν το είδος ή την κατηγορία ενός πράγματος. Δεν δίνει την

έννοια ότι κάτι ανήκει σε κάποιον. Δεν υπάρχει η έννοια του κτήτορας και του κτήματος. Δεν παίρνει την

κατάληξη « -ın, -in, -un, -ün». Υπάρχει όμως και εδώ η κτητική κατάληξη του τρίτου προσώπου -ı, -i, -u, -ü / -sı,-

si,-su,-sü

Εδώ το προσδιορίζον είναι σπάνια πληθυντικός αριθμός.

Για παράδειγμα ο προσδιορισμός kadın çantası σημαίνει γυναικεία τσάντα και όχι η τσάντα της γυναίκας όπως

θα σήμαινε τοkadının çantası.

Πότε χρησιμοποιείται:

Όταν η γενική φανερώνει το είδος, τον τύπο του ουσιαστικού :

Erkek eldiveni Üniversite öğrencisi Cep telefonu

(ανδρικά γάντια) (μαθητής πανεπιστημίου) (τηλέφωνο της τσέπης -κινητό)

Okul kitabı Kadın çantası Tavuk çorbası

(σχολικό βιβλίο) (γυναικεία τσάντα) (κοτόσουπα)

Oταν η γενική φανερώνει το κύριο όνομα πόλεων, τόπων.

İzmir limanı Hilton οteli

( το λιμάνι της Σμύρνης ) (το ξενοδοχείο Χίλτον)

Page 36: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

36

Arkeoloji müzesi Taksim meydanı

(Αρχαιολογικό μουσείο) (Πλατεία Ταξίμ)

Οταν η γενική εκφράζει θέση, υπούργημα, επάγγελμα, υπηρεσία

Selanik Belediyesi Matematik öğretmeni Dışişleri Bakanlığı

(Δήμος της Θεσσαλονίκης) (Καθηγητής μαθηματικών) (Υπουργείο Εξωτερικών)

Dış doktoru Belediye Başkanı Okul Müdürü

(Οδοντίατρος) (Δήμαρχος) (Διευθυντής σχολείου)

Αόριστος προσδιορισμός με πτώσεις :

Dış doktorunundan çok korkuyorum. (Φοβάμαι πολύ των οδοντίατρο)

Okul müdürüne gittim. (Πήγα στον διευθυντή του σχολείου)

3- Takısız Ad Tamlaması / Προσδιορισμός χωρίς καταλήξεις

Tα ουσιαστικά που εκφράζουν την ύλη (μέταλλα, βιομηχανικά προϊόντα) χρησιμοποιούνται ως επίθετα και δεν

παίρνουν καταλήξεις.

Altın cam deri bakır kağıt

(χρυσός) (τζάμι) (δέρμα) (χαλκός) (χαρτί)

Kumaş demir tahta gümüş elmas

(ύφασμα) (σίδηρο) (ξύλο) (ασήμι) (διαμάντι)

Altın küpe tahta masa deri çanta

(χρυσό σκουλαρίκι) (ξύλινο τραπέζι) (δερμάτινη τσάντα)

Προτάσεις με πτώσεις:

Bu elmas yüzüğü istiyorum. (Θέλω αυτό το διαμαντένιο δαχτυλίδι)

Deri çantadan çok hoşlanıyorum. (Μου αρέσει πολύ αυτή η δερμάτινη τσάντα)

4- Zincirleme Ad Tamlaması/ Αλυσιδωτός Προσδιορισμός

Στον αλυσιδωτό προσδιορισμό συνδέονται μεταξύ τους δύο ή το πολύ τρεις γενικές:

Η σειρά των επιθημάτων είναι: γενική-κτήση-γενική-κτήση και αν χρειαστεί στο τέλος βάζουμε την κατάλληλη

πτώση.

Αli΄nin kardeşinin kitabı – το βιβλίο του αδελφού του Ali

Κadın çantasının rengi – το χρώμα της γυναικείας τσάντας

Öğrencilerin okul kitapları - τα σχολικά βιβλία των μαθητών

Προτάσεις με πτώσεις:

Arkadaşımın kardeşinin evinde yemek yiyoruz.

(Τρώμε φαγητό στο σπίτι του αδερφού της φίλης μου)

Page 37: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

37

Μάθημα 19 – Αόριστος BELİRLİ GEÇMIS ZAMAN /ΑΟΡΙΣΤΟΣ (ΆΜΕΣΗ ΓΝΩΣΗ)

Χρησιμοποιείται για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν.

Το επίθημα του αορίστου είναι –di και έχει τέσσερις εναλλακτικές μορφές. -di, -dı, -du, -dü. Όταν η ρίζα του

ρήματος λήγει σε ένα από τα σύμφωνα k, p, t ,f, ç, ş, s, h το επίθημα μετατρέπεται σε -ti, tı, tu, tü

Κατάφαση Άρνηση Ερώτηση

Gel di m Gelme di m Gel di m mi?

Gel di n Gelme di n Gel di n mi?

Gel di - Gelme di - Gel di - mi?

Gel di k Gelme di k Gel di k mi?

Gel di niz Gelme di niz Gel di niz mi?

Gel di ler Gelme di ler Gel di ler mi?

Προσοχή!

Στο α΄ πρόσωπο του πληθυντικού αριθμού το z (π.χ. στον ενεστώτα είχαμε την μορφή geliyoruz) γίνεται k χάριν

ευφωνίας.

Παραδείγματα:

Ben dün akşam sinemaya gittim. (Εγώ χθες το βράδυ πήγα σινεμά)

Sen geçen yaz Atina’ya gittin mi? (Εσύ το περασμένο καλοκαίρι πήγες στην Αθήνα;)

Ben bu sabah okula gitmedim. (Σήμερα το πρωί δεν πήγα στο σχολείο)

Page 38: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

38

Μάθημα 20 – Αόριστος του ρήματος είμαι İMEK GEÇMİŞ ZAMAN- ΑΟΡΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΤΙΚΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ «ΕΙΜΑΙ»

Έχουμε μάθει την κλήση του βοηθητικού ρήματος «είμαι» στον ενεστώτα

iyiyim

iyisin

iyi

iyiyiz

iyisiniz

iyiler

Τώρα λοιπόν θα μάθουμε τον αόριστο του «είμαι»:

Έχει θέση Παρατατικού και φανερώνει άμεση γνώση

Κλίνεται ως εξής : İdim, idin, idi, idik, idiniz, idiler

Όταν η λέξη λήγει σε σύμφωνο χάνεται το “i” του συνδετικού ρήματος

Yorgun idi – yorgundu

Güzel idi – güzeldi

Όταν η λέξη λήγει σε φωνήεν τότε το “i” μετατρέπεται σε «y»

İyi idi- iyiydi

Neşeli idi- neşeliydi

Πρακτικά έχουμε τις καταλήξεις : -dı, -di, -du, -dü

-tı, -ti, -tu, -tü -ydı, -ydi, -ydu, -ydü

Kατάφαση

Ben yorgundum Ben öğrenciydim Ben gençtim

Sen yorgundun Sen öğrenciydin Sen gençtin

O yorgundu O öğrenciydi O gençti

Biz yorgunduk Biz öğrenciydik Biz gençtik

Siz yorgundunuz Siz öğrenciydiniz Siz gençtiniz

Onlar yorgundular Onlar öğrenciydiler Onlar gençtiler

Άρνηση

Ben yorgun değildim Ben öğrenci değildim Ben genç değildim

Sen yorgun değildin Sen öğrenci değildin Sen genç değildin

O yorgun değildi O öğrenci değildi O genç değildi

Biz yorgun değildik Biz öğrenci değildik Biz genç değildik

Siz yorgun değildiniz Siz öğrenci değildiniz Siz genç değildiniz

Onlar yorgun değildiler Onlar öğrenci değildiler Onlar genç değildiler

Ερώτηση

Ben yorgun muydum? Ben öğrenci miydim? Ben genç miydim?

Sen yorgun muydun? Sen öğrenci miydin? Sen genç miydin?

O yorgun muydu? O öğrenci miydi? O genç miydi?

Biz yorgun muyduk? Biz öğrenci miydik? Biz genç miydik?

Siz yorgun muydunuz? Siz öğrenci miydiniz? Siz genç miydiniz?

Onlar yorgun muydular? Onlar öğrenci miydiler? Onlar genç

miydiler?

Παραδείγματα:

Ben dün akşam çok yorgundum. (Χθες το βράδυ ήμουν πολύ κουρασμένος/-ή)

Genç kız partide çok güzeldi. (Η κοπέλα ήταν πολύ όμορφη στο πάρτι)

Geçen hafta hava soğuk değildi. (Την περασμένη εβδομάδα ο καιρός δεν ήταν κρύος)

Page 39: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

39

Μάθημα 21 – Παρατατικός ŞİMDİKİ ZAMAN (HİKAYE KİPİ) / ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Δηλώνει διάρκεια, επανάληψη και συνήθεια στο παρελθόν.

Σχηματίζεται με το τρίτο πρόσωπο του απλού ενεστώτα και τον αόριστο του συνδετικού ρήματος ‘είμαι’ .

Gel – iyor- dum (ερχόμουν)

Κατάφαση Ερώτηση Άρνηση Αρνητική. Ερώ

sen seviyordun seviyor muydun? sevmiyordun sevmiyor muydun?

o seviyordu seviyor muydu? sevmiyordu sevmiyor muydu?

biz seviyorduk seviyor muyduk? sevmiyorduk sevmiyor muyduk?

siz seviyordunuz seviyor muydunuz? sevmiyordunuz sevmiyor

muydunuz?

onlar seviyorlardı seviyorlar mıydı? sevmiyorlardı sevmiyorlar mıydı?

Eskiden sebze ve meyve sevmiyordum. (Παλιά δεν αγαπούσα φρούτα και λαχανικά)

Seni her zaman çok seviyordum. (Σε αγαπούσα πολύ πάντα)

Στη Τούρκικη γλώσσα με τον Παρατατικό χρησιμοποιείτε πάρα πολύ και το ρηματικό επίρρημα «-ken» (όταν)

ULAÇ –(Y)KEN< İ-KEN / Ρηματικόεπίρρημα (όντας, ότανήμουνα)

Το «iken» είναι από τις καταλήξεις της τουρκικής που δεν ακολουθούν το βασικό κανόνα της αρμονίας των

φωνηέντων, διατηρώντας το φωνήεν «e» ακόμη και μετά τα χοντρά φωνήεντα.

Το θέμα του συνδετικού ρήματος «i» χάνεται όταν η λέξη λήγει σε σύμφωνο, ενώ μετατρέπεται σε «y» όταν η λέξη

λήγει σε φωνήεν:

Küçük – iken : küçükken (όταν ήμουν μικρός)

Beş yaşında iken : beş yaşındayken (όταν ήμουν πέντε χρονών)

Sen küçükken çok güzeldin. (ήσουν πολύ όμορφη όταν ήσουν μικρή)

Ben beş yaşındayken dans ediyordum. (όταν ήμουν πέντε χρονών χόρευα)

Page 40: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

40

Μάθημα 22 – Πρόθεση ΜΕ «İle» Edatı /Η πρόθεση «με»

«-le, -la, yle, -yla»

Η πρόθεση ile μπαίνει στο τέλος των ουσιαστικών ή των αντωνυμιών και φανερώνει τρόπο, μέσο, όργανο…

İle: με ( μαζί, μέσω), και (ως σύνδεσμος)

Προσκολλάται στο ουσιαστικό που αναφέρεται ή και γράφεται χωριστά όταν πρόκειται να δοθεί έμφαση στο λόγο.

Κατά την προσκόλληση όταν το ουσιαστικό λήγει σε σύμφωνο, η πρόθεση ile χάνει το «i» και το φωνήεν «e»

υπάγεται στην αρμονία των φωνηέντων.

Όταν το ουσιαστικό λήγει σε φωνήεν το «i» μετατρέπεται σε «y».

Kalem ile – kalemle yazıyorum. (γράφω με μολύβι)

Araba ile- arabayla gidiyorum. (πηγαίνω με αυτοκίνητο)

Su ile- suyla oynuyor. (παίζει με το νερό)

Page 41: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

41

Μάθημα 23 – Συγκριτικός – Υπερθετικός βαθμός KARŞILAŞTIRMA- ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ

Ο συγκριτικός βαθμός των επιθέτων σχηματίζεται με το ποσοτικό επίρρημα <daha> (πιο) και την αφαιρετική

πτώση <-den-dan, -ten, -tan>.

Eleni, Maria’dan daha kısa. (Η Ελένη είναι πιο κοντή από την Μαρία)

Benim evim senin evinden daha büyük. (Το σπίτι μου είναι πιο μεγάλο από το σπίτι σου)

Kim Ahmet’ten daha akıllı? (Ποιος είναι πιο έξυπνος από τον Αχμέτ;)

ÜSTÜNLÜK- ΥΠΕΡΘΕΤΙΚΟΣ ΒΑΘΜΟΣ

Ο υπερθετικός βαθμός των επιθέτων σχηματίζεται με το ποσοτικό επίρρημα <en> (ο/η/το πιο). Το ουσιαστικό με

το οποίο γίνεται η σύγκριση (αν υπάρχει) πρέπει να βρίσκεται στη γενική. Έχουμε δυο τρόπους για να φτιάξουμε

υπερθετικό βαθμό:

Οι καταλήξεις: – ın, -in, -un, -ün

-nın, -nin, -nun, -nün

-daki, -deki, -taki, -teki

Dünyanın en yüksek tepesi Everest’tir. (Το πιο ψηλό βουνό του κόσμου είναι το Έβερεστ)

Türkiye’nin en büyük şehri İstanbul’dur. (Η πιο μεγάλη πόλη της Τουρκίας είναι η Κων/πολή)

En zayıf kim? (Ποιος είναι ο πιο αδύνατος;)

Ali, sınıftaki en çalışkan öğrenci. (O Αλί είναι ο πιο επιμελής μαθητής της τάξης)

Page 42: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

42

Μάθημα 24 – Υποτακτική-Προστακτική EMİR KİPİ / ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ

Χρησιμοποιείται σε διαταγές, ευχές και παρακλήσεις.

Δεν υπάρχει α΄ πρόσωπο. Σχηματίζονται με καταλήξεις προσώπου. Στο δεύτερο πρόσωπο χρησιμοποιείται η ρίζα του ρήματος.

Στην ερώτηση χρησιμοποιείται μόνο το γ’ πρόσωπο (ενικό και πληθυντικό)

Ben - - - -

Sen gel gelme - -

O gelsin gelmesin gelsin mi? gelmesin mi?

Biz - - - -

Siz gelin/ geliniz gelmeyin/gelmeyiniz - -

Onlar gelsinler gelmesinler gelsinler mi? gelmesinler mi?

Παραδείγματα:

Lütfen oturun! (Παρακαλώ καθίστε)

Lütfen burada sigara içmeyiniz! (Παρακαλώ μην καπνίζετε εδώ)

Çabuk yanıma gel! (Γρήγορα έλα κοντά μου!)

Kapıyı kapatma! (Μην κλείνεις την πόρτα)

İSTEK KİPİ/ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ- ΕΥΚΤΙΚΗ

Χρησιμοποιείτε σε προτάσεις και δηλώνει επιθυμία, προτροπή ή αποτροπή καθώς και απορία (απορριμματική υποτακτική). Στα ελληνικά αποδίδεται με το μόριο «να» (ας)

Σχηματίζεται με τη χρονική κατάληξη «-a, -e» και τις καταλήξεις του ρήματος «είμαι» με μόνη διαφορά στο πρώτο πρόσωπο πληθυντικού, όπου έχουμε την κατάληξη «-lım,-lim» αντί της «-ız, -iz» Gidelim- Alalım

Στην ερώτηση, το ερωτηματικό μόριο μπαίνει στο τέλος, μετά τις καταλήξεις προσώπου: Geleyim mi?

H άρνηση σχηματίζεται με την κατάληξη «-ma,-me» geleyim-gelmeyeyim

Στη σύγχρονη Τουρκική γλώσσα το δεύτερο και τρίτο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού πολλές φορές αναπληρώνετε με την προστακτική

Το δεύτερο πρόσωπο ενικού και πληθυντικού δεν έχει ερωτηματικό τύπο αφού δηλώνει προτροπή ή αποτροπή.

Ben geleyim gelmeyeyim geleyim mi? gelmeyeyim mi?

Sen gelesin(gel) gelmeyesin(gelme) - -

O gele(gelsin) gelmeye(gelmesin) gelsin mi? gelmesin mi?

Biz gelelim gelmeyelim gelmeyelim

mi?

gelelim mi?

Siz gelesiniz (gelin/

geliniz)

gelmeyesiniz (gelmeyin/

gelmeyiniz)

- -

Onlar geleler (gelsinler) gelmeyeler(gelmesinler) gelsinler mi? gelmesinler mi?

Παραδείγματα:

Bir bardak çay içeyim! (Ας πιω ένα ποτήρι τσάι)

Sence, onu arayayım mı? (Λες να του τηλεφωνήσω;)

Haydi sinemeya gidelim! (Άντε ας πάμε σινεμά!)

Page 43: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

43

Α2

ΕΠΙΠΕΔΟ

Page 44: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

44

Page 45: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

45

Μάθημα 1 – Επίσημος Ενεστώτας (-makta, -mekte) H κατάληξη -makta, -mekte χρησιμοποιείτε ως δεύτερη μορφή του Ενεστώτα (şimdiki zaman) η οποία είναι και

πιο επίσημη. Χρησιμοποιείται πιο πολύ σε επίσημα έγγραφα, επιστολές, σε άρθρα στις εφημερίδες, στην

τηλεόραση (κυρίως στις ειδήσεις) και στην καθομιλούμενη γλώσσα, όταν θέλουμε να μιλήσουμε πιο επίσημα.

Σχηματίζετε με το απαρέμφατο (-mak, -mek) και την τοπική κατάληξη (-ta, -te).

Gelmekteyim(έρχομαι) Gelmemekteyim(δεν

έρχομαι)

Gelmekte

miyim?(έρχομαι;)

Gelmektesin Gelmemektesin Gelmekte misin?

Gelmekte Gelmemekte Gelmekte mi?

Gelmekteyiz Gelmemekteyiz Gelmekte miyiz?

Gelmektesiniz Gelmemektesiniz Gelmekte misiniz?

Gelmekteler Gelmemekteler Gelmekteler mi?

Şimdi Başbakan konuşmakta. (Τώρα μιλάει ο Πρωθυπουργός)

Az sonra programımız bitmekte. (Σε λίγο τελειώνει το πρόγραμμα.)

On yıldır bu şirkete hizmet vermekteyiz. (Δέκα χρόνια υπηρετούμε σε αυτή την εταιρεία.)

Page 46: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

46

Μαθημα 2 – Κατάληξη- Σύνδεσμος «ki» – «ki» Eki – Bağlacı Το «ki», δεν ακολουθεί τη φωνηεντική αρμονία, δηλαδή παραμένει ως «ki» ανεξάρτητα από το τελευταίο φωνήεν.

Προσοχή! Εξαιρούνται οι λέξεις που τελειώνουν με το φωνήεν «ü» όπου το «ki» μετατρέπεται σε «kü». Π.χ. «

dünkü, bugünkü» Χρησιμοποιείτε:

1) Για να παράγουμε χρονικά επίθετα από χρονικά επιρρήματα (πρέπει να ακολουθεί κάποιο ουσιαστικό):

Sabah – sabahki (πρωινό) geçen yıl – geçen yılki (περσινό)

Öğlen- öğlenki (μεσημεριανό)

Akşam- akşamki (βραδινό) önce- önceki (προηγούμενο)

Dün- dünkü (χθεσινό) sonra- sonraki (επόμενο)

Bugün- bugünkü (σημερινό) şimdi- şimdiki (τωρινό)

Yarın- yarınki (αυριανό) her zaman- her zamanki (παντοτινό)

Sabahki kahve çok güzeldi. (Ο πρωινός καφές ήταν πολύ καλός)

Akşamki filme gidelim mi? (Να πάμε στο βραδινό έργο;)

Sonraki otobüse biniyoruz. (Επιβιβαζόμαστε στο επόμενο λεωφορείο.)

Her zamanki garsona sipariş verdik. (Παραγγείλαμε στον παντοτινό σερβιτόρο)

2) To προσθέτουμε σε κτητικές αντωνυμίες και παραπέμπουμε σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή πράγμα (που

μας ανήκει) το οποίο είχαμε αναφέρει προηγουμένως. Π.χ. Αν μας πει κάποιος «Το σπίτι μου είναι μικρό» (Benim

evim küçük) και θέλουμε να πούμε «Και το δικό μου» χωρίς να αναφέρουμε ξανά «το σπίτι» (αφού είναι πλέον

πλεονασμός ) θα πούμε «Benimki de»

Benim – benimki (το δικό μου)

Senin- seninki (το δικό σου )

Onun- onunki (το δικό του\της)

Bizim- bizimki (το δικό μας)

Sizin – sizinki (το δικό σας)

Onların- onlarınki (το δικό τους)

3) Μαζί με την τοπική πτώση (–daki, -deki,-takı, -teki) χρησιμοποιούμε για να παράγουμε επίθετα που

δηλώνουν τόπο. Ακολουθούνται πάντα από ένα ουσιαστικό και δεν δηλώνουν πρόσωπο και χρόνο.

Bahçedeki adam (Ο άνδρας που βρίσκεται στο κήπο)

Okuldaki öğrenci (Ο μαθητής που είναι στο σχολείο)

Evdeki oda (Το δωμάτιο που βρίσκεται στο σπίτι)

Adadaki ev (Το σπίτι που βρίσκεται στο νησί)

Sendeki kalp (Η καρδιά που βρίσκεται σε εσένα – η καρδιά που έχεις )

4) Τέλος χρησιμοποιείτε ως σύνδεσμος σε δευτερεύουσες προτάσεις και δεν κολλάει στην προηγούμενη λέξη .

Είναι η πιο απλή μορφή για να μιλήσουμε ή να γράψουμε με δευτερεύουσα πρόταση. Μπορεί να μεταφραστεί ως

«που…»

Bana öylesine yakın ki kardeşim kadar seviyorum. (Είναι τόσο κοντά μου που τον αγαπώ σαν τον αδελφό μου.)

Öyle çok güldü ki gözlerinden yaş geldi. (Γέλασε τόσο πολύ που ήρθαν δάκρυα από τα μάτια της.)

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση στο νόημα. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει

ακριβής μετάφραση στα Ελληνικά.

O hiç gülmedi ki! (Αυτός δεν γέλασε καθόλου!)

Onun ne suçu var ki! (Τι φταίει αυτός!)

Page 47: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

47

Μάθημα 3 – Μέλλοντας – Gelecek Zaman

Μέλλοντας – Gelecek Zaman (-acak, -ecek)

Ο μέλλοντας δημιουργείτε με τη χρονική κατάληξη –acak, -ecek, και δείχνει την βεβαιότητα του ομιλητή για

πράξεις που θα γίνουν στο μέλλον.

Η λειτουργία του –acak- με τις ρηματικές ρίζες που λήγουν σε σύμφωνο.

Gel eceğ im Θα έρθω

Gel ecek sin Θα έρθεις

Gel ecek - Θα έρθει

Gel eceğ iz Θα έρθουμε

Gel ecek siniz Θα έρθετε

Gel ecek ler Θα έρθουν

Παρατηρούμε ότι στο πρώτο πρόσωπο (ενικό και πληθυντικό) το «k» μετατρέπετε σε «ğ» (αρμονία συμφώνων).

Η λειτουργία του –acak- με τις ρηματικές ρίζες που λήγουν σε φωνήεν.

Το συνδετικό σύμφωνο είναι –y-.

Oku y acağ ım

Oku y acak sın

Oku y acak -

Oku y acağ ız

Oku y acak sınız

Oku y acak lar

Η ερωτηματική λειτουργία του –acak-.

Gel ecek miyim? Θα έρθω;

Gel ecek misin? Θα έρθεις;

Gel ecek mi? Θα έρθει;

Gel ecek miyiz? Θα έρθουμε;

Gel ecek misiniz? Θα έρθετε;

Gel ecekler mi? Θα έρθουν;

Η αρνητική λειτουργία του –acak-.

Gelme y eceğ m Δεν θα έρθω

Gelme y ecek sin Δεν θα έρθεις

Gelme y ecek - Δεν θα έρθει

Gelme y eceğ iz Δεν θα έρθουμε

Gelme y ecek siniz Δεν θα έρθετε

Gelme y ecek ler Δεν θα έρθουν

Page 48: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

48

Η αρνητική ερωτηματική λειτουργία του –acak-.

Gelmey ecek miyim? Δεν θα έρθω;

Gelmey ecek misin? Δεν θα έρθεις;

Gelmey ecek mi? Δεν θα έρθει;

Gelmey ecek miyiz? Δεν θα έρθουμε;

Gelmey ecek misiniz? Δεν θα έρθετε;

Gelmey ecekler mi? Δεν θα έρθουν;

Προσοχή!

Στην καθομιλούμενη γλώσσα αρκετές φορές κόβουμε συλλαβές. Έτσι στο μέλλοντα είναι πιθανό να ακούμε τα

ρήματα ως:

Gelicem Gelmicem Gelicem mi? Gelmicem mi?

Gelicen Gelmicen Gelicen mi? Gelmicen mi?

Gelicek Gelmicek Gelicek mi? Gelmicek mi?

Gelicez Gelmicez Gelicek miyiz? Gelmicez mi?

Geliceksiniz Gelmiceksiniz Gelicek misiniz? Gelmicek misiniz?

Gelicekler Gelmicekler Gelicekler mi? Gelmicekler mi?

Μερικά από τα χρονικά επιρρήματα που χρησιμοποιούμε στο μέλλοντα είναι:

yarın αύριο

az sonra σε λίγο

iki gün sonra δυο μέρες μετά

iki saat sonra δυο ώρες μετά

on dakika sonra δέκα λεπτά μετά

gelecek yıl (sene) του χρόνου

seneye του χρόνου

gelecek hafta την επόμενη εβδομάδα

haftaya την επόμενη εβδομάδα

bir az sonra σε λίγο

bu akşam το βράδυ

bir ay sonra σε ένα μήνα

yaza το καλοκαίρι

kışa τον χειμώνα

sonbahara το φθινόπωρο

ilkbahara την άνοιξη

Παραδείγματα:

Bu akşam sinemaya gideceğiz. Σήμερα το βράδυ θα πάμε σινεμά.

Yarın denize gireceğim. Αύριο θα μπω στη θάλασσα

Haftaya tatile çıkacak. Την άλλη βδομάδα θα πάει διακοπές.

Seneye üniversiteyi bitirecekler. Του χρόνου θα τελειώσουν το πανεπιστήμιο.

On dakika sonra seni arayacağım. Θα σε τηλεφωνήσω σε δέκα λεπτά.

Gelecek hafta okula gidecek miyiz? Την επόμενη βδομάδα θα πάμε στο σχολείο;

Page 49: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

49

Μάθημα 4 – Το ρήμα «Είμαι» στο Μέλλοντα – Gelecek zaman «İmek» Eki

Το απαρέμφατο των βοηθητικών ρημάτων είναι το «olmak». Έτσι στο μέλλοντα το χρησιμοποιούμε ως βοηθητικό

ρήμα «είμαι».Για να πούμε δηλαδή «Θα γίνω γιατρός » πρέπει στα Τουρκικά να ακολουθήσουμε την εξής

σύνταξη:

«Ben doktor olacağım.» (\Εγώ γιατρός θα γίνω\)

Ben doktor olacağım Doktor olacak mıyım? Doktor olmayacağım

Sen doktor olacaksın Doktor olacak mısın? Doktor olmayacaksın

O doktor olacak Doktor olacak mı? Doktor olmayacak

Biz doktor olacağız Doktor olacak mıyız? Doktor olmayacağız

Siz doktor olacaksınız Doktor olacak mısınız? Doktor olmayacaksınız

Onlar doktor olacaklar Doktor olacaklar mı? Doktor olmayacaklar

Παραδείγματα:

Biz seneye üniversiteden mezun olacağız. Του χρόνου θα αποφοιτήσουμε από το

πανεπιστήμιο.

O şarkıcı olacak mı? Αυτός\Αυτή θα γίνει τραγουδίστρια;

Kocam iyi olacak mı? Ο σύζυγος μου θα γίνει καλά;

Siz ne zaman emekli olacaksınız? Εσείς πότε θα γίνετε συνταξιούχοι;

Yazın hava sıcak olacak mı? Το καλοκαίρι ο καιρός θα είναι ζεστός;

Page 50: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

50

Μάθημα 5 – Προθέσεις – İlgeçler (Gibi, Kadar, Hakkında) Στα τουρκικά πρέπει να θυμόμαστε ότι οι προθέσεις πάντα προσδιορίζουν την προηγούμενη λέξη.

Σε προσωπικές αντωνυμίες χρησιμοποιούμε γενική (benim, senin, onun, bizim, sizin, onların), ενώ σε ουσιαστικά

και κύρια ονόματα ονομαστική μορφή (Ayşe, Eleni, köpek, taş).

Gibi : όπως, σαν (στις παρομοιώσεις)

κατά τις ….. (μόνο με τις ώρες)

Kar gibi beyaz bir elbise aldım. (Πήρα ένα φόρεμα άσπρο σα χιόνι)

Manken gibi bir kızla tanıştım. (Γνωρίστηκα με ένα κορίτσι σαν μοντέλο.)

Köpek gibi çalışıyorum. (Δουλεύω σαν σκύλος)

Saat beş gibi seninle buluşacağım. (Θα συναντηθώ μαζί σου κατά τις πέντε.)

Saat iki gibi kahve içelim mi? (Να πιούμε καφέ κατά τις δυο;)

Kadar: τόσο… όσο (για συγκρίσεις)

περίπου ( με τους αριθμούς)

Ayşe kadar güzel bir kız görmedim. (Δεν έχω δει τόσο όμορφη κοπέλα όσο την Αϊσέ)

Ayşe, senin gibi inatçı bir çocuk. (Η Αϊσέ είναι πεισματάρα όπως και εσύ)

20 dakika kadar gecikeceğim, çok işim var. (Θα αργήσω περίπου είκοσι λεπτά, έχω πολύ δουλειά)

Hakkında: σχετικά με….

Κλείνονται με τις προσωπικές αντωνυμίες ως:

benim hakkımda σχετικά με εμένα

senin hakkında σχετικά με εσένα

onun hakkında σχετικά με αυτόν/αυτήν/αυτό

bizim hakkımızda σχετικά με εμάς

sizin hakkınızda σχετικά με εσάς

onların hakkında-haklarında σχετικά με αυτούς/αυτές/αυτά

Benim hakkımda kötü konuşma! (Μην μιλάς σχετικά με μένα!)

Bugün hayvanlar hakkında konuşacağız. (Σήμερα θα μιλήσουμε σχετικά με τα ζώα)

Sizin hakkınızda suçlamalar var. (Υπάρχουν κατηγορίες σχετικά με σας.)

Page 51: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

51

Μάθημα 6 – Δυνητική Οριστική -Gelecek Zaman Hikaye kipi (-acaktı, -ecekti) Χρησιμοποιείτε για πράξεις που θα γινόταν στο παρελθόν ή στο μέλλον αλλά δεν πραγματοποιήθηκαν ή δεν θα

πραγματοποιηθούν. Έχει την σημασία ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει αλλά συνέβη κάτι και δεν έγινε ή δεν θα γίνει.

Σχηματίζεται με τη ρίζα του ρήματος (gel-) + το τρίτο πρόσωπο του μέλλοντα (-ecek) + τον αόριστο (-ti- μετά το k

χρησιμοποιούμε –t- και όχι –d-) + προσωπικές καταλήξεις.

Κατάφαση / Olumlu

gelecektim θα ερχόμουν

gelecektin θα ερχόσουν

gelecekti θα ερχόταν

gelecektik θα ερχόμασταν

gelecektiniz θα ερχόσασταν

gelecektiler

(geleceklerdi) θα ερχόταν

Όταν η ρίζα του ρήματος τελειώνει σε φωνήεν (oku-) τότε χρησιμοποιούμε το ευφωνικό -y-

okuyacaktım θα διάβαζα

okuyacaktın θα διάβαζες

okuyacaktı θα διάβαζε

okuyacaktık θα διαβάζαμε

okuyacaktınız θα διαβάζατε

okuyacaktılar

(okuyacaklardı)θα διάβαζαν

Άρνηση/ Olumsuz

gelmeyecektim δεν θα ερχόμουν

gelmeyecektin δεν θα ερχόσουν

gelmeyecekti δεν θα ερχόταν

gelmeyecektik δεν θα ερχόμασταν

gelmeyecektiniz δεν θα ερχόσασταν

gelmeyeceklerdi

(gelmeyecektiler)δεν θα ερχόταν

Ερώτηση/ Soru

gelecek miydim? θα ερχόμουν;

gelecek miydin? θα ερχόσουν;

gelecek miydi? θα ερχόταν ;

gelecek miydik? θα ερχόμασταν;

gelecek miydiniz? θα ερχόσασταν;

gelecek miydiler?

(gelecekler miydi?)θα ερχόταν ;

Page 52: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

52

Αρνητική Ερώτηση/ Olumsuz Soru

gelmeyecek miydim? δεν θα ερχόμουν ;

gelmeyecek miydin? δεν θα ερχόσουν;

gelmeyecek miydi? δεν θα ερχόταν ;

gelmeyecek miydik? δεν θα ερχόμασταν;

gelmeyecek miydiniz? δεν θα ερχόσασταν;

gelmeyecekler miydi? δεν θα ερχόταν ;

Παραδείγματα:

Dün sinemaya gidecektim ama çok işim vardı.

(Χθες θα πήγαινα στο σινεμά αλλά είχα πολύ δουλειά)

Haftaya tatile çıkacaktık ama uçak bileti yok.

(Την άλλη βδομάδα θα πηγαίναμε διακοπές αλλά δεν υπάρχουν εισιτήρια.)

Sen, bir sene önce mezun olmayacak mıydın?

(Εσύ δεν θα αποφοιτούσες ένα χρόνο πριν;)

Page 53: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

53

Mάθημα 7 – Παραγωγικό Eπίθημα -ca, -ce -ça,-çe Χρησιμοποιούμε το παραγωγικό επίθημα -ca, -ce

στις παρακάτω περιπτώσεις (όταν η λέξη τελειώνει με ένα από τα

σύμφωνα f,s,t,k,ç,ş,h,p χρησιμοποιούμε το –ça, -çe)

Παράγουμε ονόματα γλωσσών από ονόματα εθνοτήτων

Türk (Τούρκος) – Türkçe (Τούρκικα)

Yunan (‘Έλληνας) – Yunanca (Ελληνικά)

İngiliz (Άγγλος) – İngilizce (Αγγλικά)

Ben Türkçe konuşuyorum ama İtalyanca konuşmuyorum.

(Εγώ μιλάω Τουρκικά αλλά δεν μιλάω Ιταλικά)

Παράγουμε επίθετα τα οποία έχουν την έννοια «λίγο πιο κάτω από το φυσιολογικό» (σαν να λέμε αλμυρούτσικο, καλούτσικο κ.α.)

Güzel – güzelce (κάπως όμορφο, ομορφούλικο)

Temiz – temizce (κάπως καθαρό)

Küçük – küçükçe (κάπως μικρό- ούτε μεγάλο ούτε μικρό)

Şişman – şişmanca (γεματούλης\-α)

Güzelce bir lokantaya gittik. (Πήγαμε σε ένα ομορφούλικο εστιατόριο)

Esmerce bir kız geldi. (Ήρθε μια κάπως μελαχρινή κοπέλα)

Παράγουμε από ουσιαστικά επιρρήματα, καθώς και από ουσιαστικά που αναφέρονται σε ομάδα ανθρώπων.

Yavaş – yavaşça (σιγανά)

Hoş – hoşça (ευχάριστα)

Sessiz – sessizce (σιωπηλά)

Aile – ailece (οικογενειακά)

Toplum – toplumca (σαν κοινωνία)

Sınıf- sınıfça (σαν τάξη)

Yavaşça sınıfa girdi ve sessizce oturdu. (Μπήκε στην τάξη σιγανά και έκατσε σιωπηλά)

Yarın ailece pikniğe gideceğiz. (Αύριο θα πάμε οικογενειακώς σε πικνίκ)

Χρησιμοποιείτε και για υπερβολές σε αριθμούς καθώς και σε λέξεις με χρονική διάρκεια (πάντα με πληθυντικό)

On – onlarca (δεκάδες)

Yüz- yüzlerce (εκατοντάδες)

Bin- binlerce (χιλιάδες)

Saat- saatlerce (για ώρες)

Ay –aylarca (για μήνες)

Gün – günlerce (για μέρες)

Yıl- yıllarca (για χρόνια)

Depremde binlerce insan evsiz kaldı.

(Στο σεισμό χιλιάδες άνθρωποι έμειναν χωρίς σπίτια)

Günlerce senden bir telefon bekledim.

(Για μέρες περίμενα ένα τηλεφώνημα από εσένα)

Χρησιμοποιείτε σε προσωπικές αντωνυμίες για να αναφέρουμε την έννοια – κατά την γνώμη μου…-

Προσοχή! Στο τρίτο πρόσωπο ενικό και πληθυντικό καθώς και σε κύρια ονόματα επιλέγουμε το -a\ -e göre. Στις

υπόλοιπες προσωπικές αντωνυμίες μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και τις δυο μορφές.

Bence bana göre (κατά την γνώμη μου)

sence sana göre

ona göre

bizce bize göre

sizce size göre

onlara göre

Bence bu konuyu bir daha konuşmalıyız. (Κατά τη γνώμη μου πρέπει να μιλήσουμε ξανά το θέμα αυτό)

Ahmet’e göre en zor iş doktorluk. (Σύμφωνα με τον Αχμέτ το πιο δύσκολο επάγγελμα είναι η ιατρική)

Page 54: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

54

Μάθημα 8 – GEÇMİŞ ZAMAN (BELİRSİZ) – ΑΟΡΙΣΤΟΣ (ΕΜΜΕΣΗ ΓΝ ΣΗ) – mış, -miş, -muş, -müş Στην Τούρκικη γλώσσα υπάρχει ένας δεύτερος αόριστος. Αυτός ο αόριστος δεν έχει αντίστοιχο χρόνο στα

Ελληνικά για αυτό και μεταφράζεται σαν τον απλό αόριστο. Στα Τουρκικά όμως η χρήση του διαφέρει αρκετά από

τον απλό αόριστο. Στο μάθημα αυτό, θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε την χρήση του χρόνου αυτού και τις

συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείτε ο χρόνος αυτός δίνοντας χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Ο αόριστος έμμεσης γνώσης σχηματίζεται με τη χρονική κατάληξη «-mış, -miş, -muş, -müş» και τις χρονικές καταλήξεις του συνδετικού ρήματος «είμαι»

Ο χρόνος αυτός δηλώνει πράξη που γνωρίζουμε όχι άμεσα αλλά έμμεσα. Δεν έχουμε οριστική γνώση – δεν έχουμε δει ούτε ακούσει-.

Film güzeldi : Η ταινία ήταν καλή (την είδα- άμεση γνώση-)

Film güzelmiş : Η ταινία ήταν καλή αλλά εγώ δεν την είδα (το έμαθα από κάποιον άλλον)

O αόριστος αυτός χρησιμοποιείτε για:

Έμμεση πληροφόρηση

Dün Çin’de deprem olmuş.

(Χθες έγινε σεισμός στην Κίνα – δεν ήμουν εκεί αλλά το έμαθα)

Άγνοια

Dün gece sarhoş olmuşum ve bütün gece şarkı söylemişim.

(Χθες το βράδυ μέθυσα και όλο το βράδυ τραγουδούσα – έκανα μια πράξη χωρίς να την συνειδητοποιήσω)

Αφηγήσεις

Χρησιμοποιούμε τον χρόνο αυτό στα παραμύθια:

Bir varmış, bir yokmuş….. (Μια φορά και έναν καιρό…)

Συναισθήματα ( έκπληξη, απορία, λύπη, ειρωνεία)

Zavallı köpek soğuktan ölmüş! (Το καημένο το σκυλάκι πέθανε από το κρύο)

Güya Ayşe evlenmiş! (Δήθεν η Αϊσέ παντρεύτηκε)

Onun eski sevgilisi ünlü bir aktörmüş! (Ο παλιός της φίλος – και καλά- ήταν ένας φημισμένος ηθοποιός)

Ben uyumuşum Ben uyumamışım Ben uyumuş muyum?

Sen uyumuşsun Sen uyumamışsın Sen uyumuş musun?

O uyumuş O uyumamış O uyumuş mu?

Biz uyumuşuz Biz uyumamışız Biz uyumuş muyuz?

Siz uyumuşsunuz Siz uyumamışsınız Siz uyumuş musunuz?

Onlar uyumuşlar Onlar uyumamışlar Onlar uyumuşlar mı?

Page 55: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

55

Μαθημα 9 – Belirsiz Geçmiş Zaman – İmek Eki Το Ρήμα «Είμαι» Έμμεσης Γνώσης -imişim, -ımışım, – umuşum, -ümüşüm (λένε ότι ήμουν, ότι είμαι..)

Χρησιμοποιείται για την έμμεση πληροφόρηση ή την άγνοια για το παρελθόν αλλά και για το παρόν έχει δηλαδή

και την έννοια του «ενεστώτα των ακουσμάτων».

Πρέπει να μην ξεχνάμε ότι, όταν το ουσιαστικό ή το επίθετο τελειώνει με φωνήεν χρησιμοποιούμε πάντα το

ευφωνικό σύμφωνο «-y-» πριν το χρονικό επίθημα (-miş, -mış, -muş, -müş)

Κατάφαση \ Olumlu

Ben güzelmişim Ben şarkıcıymışım

Sen güzelmişsin Sen şarkıcıymışsın

O güzelmiş O şarkıcıymış

Biz güzelmişiz Biz şarkıcıymışız

Siz güzelmişsiniz Siz şarkıcıymışsınız

Onlar güzelmişler Onlar şarkıcıymışlar

Άρνηση \ Olumsuz

Ben güzel\ şarkıcı değilmişim

Sen güzel \ şarkıcı değilmişsiz

O güzel \ şarkıcı değilmiş

Biz güzel \ şarkıcı değilmişiz

Siz güzel \ şarkıcı değilmişsiniz

Onlar güzel \ şarkıcı değilmiş

Ερώτηση \ Soru

Ben güzel miymişim? Ben şarkıcı mıymışım?

Sen güzel miymişsin? Sen şarkıcı mıymışsın?

O güzel miymiş? O şarkıcı mıymış?

Biz güzel miymişiz? Biz şarkıcı mıymışız?

Siz güzel miymişsiniz? Siz şarkıcı mıymışsınız?

Onlar güzel miymişler? Onlar şarkıcı mıymışlar?

Παραδείγματα

Ayşe eskiden çok güzelmiş. (Η Αϊσέ παλιά ήταν πολύ όμορφη – λένε ότι….)

Güya onun kocası çok zenginmiş. (Δήθεν ο άνδρας της είναι πολύ πλούσιος)

Dün çok sarhoşmuşum. (Χθες ήμουν πολύ μεθυσμένος- μου το είπαν-)

Meğer Ahmet kötü bir adam değilmiş!. (Φάνηκε ότι ο Αχμέτ δεν είναι κακός άνθρωπος )

O doktor değil miymiş? (Αυτός δεν είναι γιατρός; – έκπληξη- )

Page 56: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

56

Μαθημα 10 – Geniş Zaman Geniş Zaman / Εξακολουθητικός Ενεστώτας , Aόριστος, Μέλλοντας

Φανερώνει ότι η ενέργεια γίνεται πάντοτε, όχι όμως την στιγμή που μιλάμε.

Ο χρόνος αυτός δεν έχει αντίστοιχο στα Ελληνικά είναι ένας χρόνος που αναφέρεται στο παρόν, στο παρελθόν και στο μέλλον.

Έχει χρονική κατάληξη «-r» και τις καταλήξεις του συνδετικού ρήματος «είμαι» ye-r-im , ye-r-sin

Στα ρήματα που λήγουν σε φωνήεν προσθέτουμε το «-r»

Bekle – r – im ye- r- im

Σε πολυσύλλαβα ρήματα προσθέτουμε το «-ır,-ir,-ur,-ür»

Otur – ur- um karşılaş-ır-ım

Τα μονοσύλλαβα ρήματα παίρνουν το «a,e»

Koş-a-r-ım, yaz-a-r-sın

Δεκατρία όμως μονοσύλλαβα συμφωνόληκτα ρήματα είναι εξαίρεση και παίρνουν το «-ır,-ir,-ur,-ür»

Τα δεκατρία αυτά ρήματα είναι:

1. Almak : alırım 8. Olmak: olurum

2. Bilmek: bilirim 9. Ölmek: ölürüm

3. Bulmak: bulurum 10. Sanmak: sanırım

4. Durmak: dururum 11. Varmak: varırım

5. Gelmek: gelirim 12. Vermek: veririm

6. Görmek: görürüm 13. Vurmak: vururum

7. Kalmak: kalırım

H άρνηση παρουσιάζει ανώμαλο σχηματισμό. Στο πρώτο ενικού και πληθυντικού χάνεται η χρονική κατάληξη «-r»: Gel-me-m (δεν έρχομαι), Gel-me-y-iz (δεν ερχόμαστε)

Στο δεύτερο και τρίτο πρόσωπο έχουμε την μετατροπή του «-r» σε «-z». Gel-me-z-sin, gel-me-z, gel-me-z-

siniz, gel-me-z-ler

Olumlu – κατάφαση Olumsuz – άρνηση

Gelirim alırım gelmem almam

Gelirsin alırsın gelmezsin almazsın

Gelir alır gelmez almaz

Geliriz alırız gelmeyiz almayız

Gelirsiniz alırsınız gelmezsiniz almazsınız

Gelirler alırlar gelmezler almazlar

Soru- Ερώτηση Olumsuz soru- αρνητική ερώτηση

Gelir miyim? Alır mıyım? gelmez miyim?

Gelir misin? Alır mısın? gelmez misin?

Gelir mi? Alır mı? gelmez mi?

Page 57: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

57

Gelir miyiz? Alır mıyız? gelmez miyiz?

Gelir misiniz? Alır

mısınız?

gelmez misiniz?

Gelirler mi? Alırlar mı? gelmezler mi?

Α) Στο παρόν:Που χρησιμοποιείτε:

Χρησιμοποιείτε για τις συνήθειες και πράξεις που γίνονται τακτικά αλλά όχι την στιγμή που μιλάμε.

Ben kitap okurum. (ne zaman? Her zaman - Πότε ;- πάντα όχι την στιγμή που μιλάω)

Ben kitap okuyorum. (ne zaman? Şimdi- Πότε; -Τώρα…)

B) Στοναόριστο :

Χρησιμοποιείτε σε ανέκδοτα, διηγήματα, λογοτεχνικά έργα.

Küçük kız her sabah bahçede oynar sonra büyükannesinin yanına koşar …

(Το μικρό κορίτσι κάθε πρωί έπαιζε στον κήπο και μετά έτρεχε κοντά στη γιαγιά της…)

Γ) Στο μέλλον:

Δείχνει την αβεβαιότητα για τις πράξεις που πρόκειται να γίνουν. Το χρησιμοποιούμε όταν δεν είμαστε σίγουρη ότι

θα γίνει η πράξη ή δεν θέλουμε να δεσμευθούμε για κάτι.

Saat sekiz gibi gelirim. (Θα έρθω γύρω στις οκτώ)

Belki yarın pikniğe gideriz. (Ίσως αύριο πάμε σε πικνίκ)

Δ) Σε ευγενικές ερωτήσεις ή προσφορές.

Lütfen kapıyı kapatır mısın? (Παρακαλώ, μπορείς να κλείσεις την πόρτα;)

Sen kalkma, çayı ben getiririm. (Μην σηκώνεσαι, εγώ φέρνω το τσάι.)

Ε) Το «Geniş zaman» χρησιμοποιείτε και σε κάποιες φράσεις για να εκφράσουμε ευχαριστίες, συγγνώμη κ.α.

Κάποιες από τις εκφράσεις αυτές που τις συναντάμε καθημερινά είναι:

Teşekkür ederim Ευχαριστώ

Özür dilerim Συγγνώμη

Rica ederim Παρακαλώ

Affedersin / affedersiniz Να με συγχωρέσεις\ συγχωρέσετε

Tebrik ederim Συγχαρητήρια

Kutlarım Συγχαρητήρια

Düşünürüz Θα το σκεφτούμε\ θα δούμε

Korkarım Φοβάμαι πως …

Umarım Ελπίζω

Sanırım Νομίζω

Olur Εντάξει, συμφωνώ

Yine bekleriz Σας περιμένουμε πάλι…

Bilmem Δεν ξέρω

Fark etmez Δεν κάνει διαφορά

Page 58: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

58

Μάθημα 11 – Μπορώ – ebil, -abil Στα τουρκικά το ρήμα μπορώ σχηματίζεται με την προσθήκη του επιθήματος –ebil–, –abil– στο απαρέμφατο του

ρήματος που λειτουργεί πλέον ως ξεχωριστό απαρέμφατο. Εάν μετά τη ρίζα του ρήματος έχουμε φωνήεν τότε

χρειαζόμαστε το συνδετικό –y–.

Gelmek – Έρχομαι Gelebilmek – Μπορώ να έρθω

Η αρνητική μορφή του μπορώ

Για να σχηματίσουμε άρνηση πρέπει πρώτα να σχηματίσουμε αρνητικό απαρέμφατο. Το αρνητικό απαρέμφατο θα

πρέπει να έχει την εξής μορφή:

Gelebilmemek

Επειδή όμως το απαρέμφατο γινόταν πολύ μακρύ, κάποια στιγμή κόπηκε μια συλλαβή και έμεινε απλά ένα –e- ή -

a-, ανάλογα με το προηγούμενο φωνήεν.

Έτσι, τα αρνητικά απαρέμφατα διαμορφώθηκαν ως εξής

Gele(bil)memek à Gelememek (Δεν μπορώ να έρθω)

Το «μπορώ» στα Τούρκικα λειτουργεί με τα χρονικά επιθήματα όπως κάθε ρίζα του απαρεμφάτου.

Κατάφαση \ Olumlu

Gelebilirim(Μπορώ να

έρθω, να έρχομαι)

Gelebiliyorum(Μπορώ να

έρχομαι – τώρα)

Gelebildim(Μπόρεσα να

έρθω)

Gelebilirsin Gelebiliyorsun Gelebildin

Gelebilir Gelebiliyor Gelebildi

Gelebiliriz Gelebiliyoruz Gelebildik

Gelebilirsiniz Gelebiliyorsunuz Gelebildiniz

Gelebilirler Gelebiliyorlar Gelebildiler

Gelebiliyordum(Μπορούσα

να έρθω)

Gelebileceğim(Θα

μπορέσω να έρθω)

Gelebilmişim(Μπόρεσα

να έρθω- έμμεση γνώση)

Gelebiliyordun Gelebileceksin Gelebilmişsin

Gelebiliyordu Gelebilecek Gelebilmiş

Gelebiliyorduk Gelebileceğiz Gelebilmişiz

Gelebiliyordunuz Gelebileceksiniz Gelebilmişsiniz

Gelebiliyorlardı Gelebilecekler Gelebilmişler

Άρνηση \ Olumsuz

Gelemem(Δεν μπορώ να

έρθω, να έρχομαι)

Gelemiyorum(Δεν μπορώ

να έρχομαι – τώρα)

Gelemedim(Δεν μπόρεσα

να έρθω)

Gelemezsin Gelemiyorsun Gelemedin

Page 59: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

59

Gelemez Gelemiyor Gelemedi

Gelemeyiz Gelemiyoruz Gelemedik

Gelemezsiniz Gelemiyorsunuz Gelemediniz

Gelemezler Gelemiyorlar Gelemediler

Gelemiyordum(Δεν

μπορούσα να έρθω)

Gelemeyeceğim(Δεν θα

μπορέσω να έρθω)

Gelememişim(Δεν

μπόρεσα να έρθω- έμμεση

γνώση)

Gelemiyordun Gelemeyeceksin Gelememişsin

Gelemiyordu Gelemeyecek Gelememiş

Gelemiyorduk Gelemeyeceğiz Gelememişiz

Gelemiyordunuz Gelemeyeceksiniz Gelememişsiniz

Gelemiyorlardı Gelemeyecekler Gelememişler

Ερώτηση \ Soru

Gelebilir miyim?(Μπορώ

να έρθω, να έρχομαι;)

Gelebiliyor

muyum?(Μπορώ να

έρχομαι ;– τώρα)

Gelebildim mi?(Μπόρεσα

να έρθω;)

Gelebilir misin? Gelebiliyor musun? Gelebildin mi?

Gelebilir mi? Gelebiliyor mu? Gelebildi mi?

Gelebilir miyiz? Gelebiliyor muyuz? Gelebildik mi?

Gelebilir misiniz? Gelebiliyor musunuz? Gelebildiniz mi?

Gelebilirler mi? Gelebiliyorlar mı? Gelebildiler mi?

Gelebiliyor

muydum?(Μπορούσα να

έρθω;)

Gelebilecek miyim?(Θα

μπορέσω να έρθω;)

Gelebilmiş

miyim?(Μπόρεσα να

έρθω;- έμμεση γνώση)

Gelebiliyor muydun? Gelebilecek misin? Gelebilmiş misin?

Gelebiliyor muydu? Gelebilecek mi? Gelebilmiş mi?

Gelebiliyor muyduk? Gelebilecek miyiz? Gelebilmiş miyiz?

Gelebiliyor muydunuz? Gelebilecek misiniz? Gelebilmiş misiniz?

Gelebiliyorlar mıydı? Gelebilecekler mi? Gelebilmişler mi?

Παραδείγματα

Hesabı getirebilir misiniz ? (Μπορείτε να φέρετε τον λογαριασμό;)

Yarın toplantıya katılabilecek misiniz? (Αύριο θα μπορέσετε να συμμετάσχετε στη συνάντηση;)

Beni duyabiliyor musun? (Μπορείς να με ακούσεις; \ Με ακούς;)

Ben şarkı söyleyebilirim, ama dans edemem. (Μπορώ να τραγουδήσω αλλά δεν μπορώ να χορέψω)

Geçen hafta çalışabildin mi? (Την περασμένη εβδομάδα μπόρεσες να δουλέψεις;)

Murat ne dedi, işi bitirebilmiş mi? (Τι είπε ο Μουράτ, μπόρεσε να τελειώσει την δουλειά;)

Page 60: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

60

Page 61: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

61

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

Page 62: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

62

Page 63: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

63

Καιρός – Hava durumu Hava nasıl? Πως είναι ο καιρός ;

hava … ο καιρός είναι…..

Güneşli με ηλιοφάνεια

Bulutlu συννεφιασμένος

Rüzgarlı με αέρα

Sisli με ομίχλη

Fırtınalı με φουρτούνα

… yağıyor …. βρέχει

Yağmur βροχή

Dolu χαλάζι

Kar χιόνι

DERECELER –ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ hava kaç derece? ποια είναι η θερμοκρασία;

hava 22°C η θερμοκρασία είναι 22°C

(hava yirmi iki derece)

hava … ο καιρός είναι…..

sıcak ζεστός

soğuk κρύος

çok sıcak πολύ ζεστός

Ευχές για Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά στη Τούρκικη γλώσσα Παρακάτω θα βρείτε παραδείγματα για Χριστουγεννιάτικες και Πρωτοχρονιάτικες ευχές στην Τούρκικη γλώσσα:

Mutlu Noeller Καλά Χριστούγεννα

Μutlu Yıllar Καλή χρονιά

İyi ve sağlıklı seneler! Καλή χρονιά με υγεία

Şeker gibi tatlı, masal gibi güzel bir yıl diliyorum. / Εύχομαι το νέο έτος να είναι γλυκό σαν ζάχαρη και όμορφο

σαν παραμύθι.

Yeni yılda da hiç ümitsiz kalmaman ve hayallerine kavuşman dileğimle. / Εύχομαι και στο νέο έτος να μην

μείνεις ποτέ χωρίς ελπίδες και να αποκτήσεις όλα σου τα όνειρα.

Yeni yıl kutlu olsun, sağlık, başarı ve mutluluk dolu olsun./ Καλή χρονιά, γεμάτη υγεία, επιτυχία και χαρά.

Yeni yılda melekler sihrini göstersin ve bütün neşe ve mutluluklar size gelsin. /Στο νέο έτος οι άγγελοι να

δείξουν τη μαγεία τους και να σας φέρουν χαρά και ευτυχία.

Daha iyi yıllara, hep birlikte, elele.. mutlu yıllar ! / Σε καλύτερα χρόνια, όλοι μαζί, χέρι χέρι… Χρόνια πολλά!

En kötü günümüz hiç gülmediğimiz gündür. Yeni yılın dolu dolu ve geniş en içten gülümsemelerle dolu

geçmesi dileğiyle mutlu yıllar. / Η χειρότερη μας μέρα είναι αυτή που δεν γελάσαμε καθόλου. Εύχομαι η νέα

χρονιά να είναι γεμάτη με αληθινά χαμόγελα που βγαίνουν μέσα από την ψυχή μας.

Acısıyla, tatlısıyla, iyisiyle kötüsüyle bir yıl daha geçti. Hoş geldin yeni yıl. Mutlu yıllar! /

Με τις χαρές και τις πίκρες, με τα καλά και τα κακά, πέρασε ακόμα ένας χρόνος. Καλώς ήρθε η νέα χρονιά. Χρόνια

πολλά!

Χρώματα – Renkler Ak Λευκό

Βeyaz Άσπρο

Βej Μπεζ

Bordo Μπορντό

Page 64: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

64

Gri Γκρίζο

Haki Χακί

Kahverengi Καφέ

Krem Κρεμ

Kırmızı Κόκκινο

Lacivert Θαλλασί

Mavi Μπλέ

Mor Μόβ

Pembe Ρόζ

Sarı Κίτρινο

Siyah Μαύρο

Turuncu Πορτοκαλί

Τurkuaz Τουρκουάζ

Yeşil Πράσινο

Açık Ανοιχτό ( açık mavi, açık pembe…..)

Koyu Σκούρο (koyu mavi, koyu pembe…)

Γιορτές – Bayramlar – Ozel Gunler Yeni yıl πρωτοχρονιά

Doğum günü γενέθλια

İsim günü ονομαστική εορτή

Anneler günü μέρα της μητέρας

Babalar günü μέρα του πατέρα

Kadınlar günü μέρα της γυναίκας

Ramazan bayramı Γιορτή του Ραμαζανιού (θρησκευτική γιορτή)

Noel bayramı Χριστούγεννα

Kurban bayramı Γιορτή της Θυσίας (θρησκευτική γιορτή)

Λαχανικά – Sebzeler Bakla κουκί

Bamya μπάμια

Brokoli μπρόκολο

Bezelye αρακάς

Biber πιπεριά

Dere otu άνηθο

Domates ντομάτα

Enginar αγκινάρα

Havuç καρότο

Ispanak σπανάκι

Kabak κολοκύθι

Karnıbahar κουνουπίδι

Kereviz σέλινο

Kuru Fasulye φασόλι ξηρό

Limon λεμόνι

Lahana λάχανο

Mantar μανιτάρι

Marul μαρούλι

Maydanoz μαϊντανός

Mısır καλαμπόκι

Patlıcan μελιτζάνα

Patates πατάτα

Pırasa πράσο

Salatalık αγγούρι

Sarımsak σκόρδο

Soğan κρεμμύδι

Taze Fasulye φασόλι φρέσκο

Page 65: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

65

Turp ραπανάκι

Φρούτα – Meyveler Ahududu φραμπουάζ

Ananas ανανάς

Armut αχλάδι

Avokado αβοκάντο

Böğürtlen βατόμουρο

Çilek φράουλα

Dut μούρο

Elma μήλο

Erik κορόμηλο

Greyfurt γκρέιπ φρουτ

Hindistan Cevizi καρύδα

İncir σύκο

Karadut μαύρο μούρο

Kavun πεπόνι

Kayısı βερίκοκο

Karpuz καρπούζι

Kiraz κεράσι

Kivi ακτινίδιο

Ayva κυδώνι

Mango μάνγκο

Muz μπανάνα

Nar ρόδι

Portakal πορτοκάλι

Şeftali ροδάκινο

Üzüm σταφύλι

Vişne βύσσινο

Μέλη του Σώματος-Vücudumuz Ağız Στόμα

Ak Ciğer Πνεύμονας

Avuç Παλάμη

Ayak, Bacak Πόδι

Baldır Γάμπα, Μηρός

Beden Σώμα

Bel Μέση

Beyin Εγκέφαλος

Bilek Καρπός Χεριού

Bıyık Μουστάκι

Böbrek Νεφρό

Boyun, Boğaz Λαιμός

Çene Σαγόνι

Ciğer Συκώτι

Cilt, Ten Δέρμα

Dil Γλώσσα

Dirsek Αγκώνας

Diş Δόντι

Diz Γόνατο

El, Kol Χέρι

Ense Σβέρκος, Αυχένας

Göğüs Στήθος

Göz Μάτι

Kafa, Baş Κεφάλι

Kalp, Yürek Καρδιά

Page 66: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

66

Karın Κοιλιά

Kaş Φρύδι

Kemik Κόκκαλο

Kıl Τρίχα

Kulak Αυτί

Mide Στομάχι

Omuz Ώμος

Parmak Δάχτυλο

Saçlar Μαλλιά

Sakal Μούσι

Surat Πρόσωπο

Tırnak Νύχι

Yanak Μάγουλο

Αντικείμενα – Eşyalar Ayna καθρέφτης

Ayakkabı παπούτσι

Askı κρεμάστρα

Abajur αμπαζούρ

Ahize ακουστικό (τηλεφώνου)

Ampul λάμπα

Bilet εισιτήριο

Bıçkı πριόνι

Bıçak μαχαίρι

Boru σωλήνας

Bidon μπιτόνι

Bez πανί

Cam τζάμι

Cımbız τσιμπιδάκι

Cop γκλόπ

Çekiç σφυρί

Çakı σουγιάς

Çuval σακί

Davul νταούλι

Dolap ντουλάπι

Demir σίδερο

Dümen λαγουδέρα

Elbise ένδυμα, φόρεμα

Eldiven γάντια

Fare(Mouse) ποντίκι (υπολογιστή)

Flüt φλάουτο

Gardolap γκαρνταρόμπα

Ip σκοινί

Jilet ξυράφι

Kalem μολύβι

Kitap βιβλίο

Kolye κολιέ

Koltuk πολυθρόνα

Kapı πόρτα

Kumanda χειριστήριο

Klavye πληκτρολόγιο

Kasa χρηματοκιβώτιο

Kül Tabağı σταχτοδοχείο

Makas ψαλίδι

Masa τραπέζι

Matkap τρυπάνι

Mızrak κοντάρι

Page 67: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

67

Nal πέταλο

Ocak εστία

Ok βέλος

Okka οκά

Olta πετονιά

Orak δρεπάνι

Örs άκμονας

Para λεφτά

Pabuç παπούτσι

Paça πατσάς

Pasaport διαβατήριο

Perde κουρτίνα

Pervane έλικας

Raf ράφι

Ray ράγα

Sepet καλάθι

Ustura λεπίδα

Urba ρούχα

Ud ούτι

Ütü σίδερο

Vazo βάζο

Τοπικά Επιρρήματα – Yer – Yön Belirteçleri Kuzey βορράς

Güney νότος

Doğu ανατολή

Batı δύση

Kuzeydoğu βορειοανατολικά

Kuzeybatı βορειοδυτικά

Güneydoğu νοτιοανατολικά

Güneybatı νοτιοδυτικά

Ön μπροστά

Arka πίσω

Üst πάνω

Alt κάτω

İç μέσα

Dış έξω

Sağ δεξιά

Sol αριστερά

Yan δίπλα

Karşı απέναντι

Ara ανάμεσα, μεταξύ, ενδιάμεσα

Yakın κοντά

Uzak μακριά

Köşe γωνιά

Orta μέση

Γυναικεία ονόματα και η σημασία τους – Kadın isimleri ve anlamları Α

Açelya Ένα όμορφο λουλούδι, αζαλέα

Afet Καταστροφή

Ajda Αντικείμενο με χαράγματα

Page 68: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

68

Alev Φλόγα

Aliye Μέγας, θρυλικός

Arzu Θέληση, επιθυμία

Asiye Πονεμένη γυναίκα

Aslıν Ερωτευμένη κοπέλα σε ένα τουρκικό παραμύθι (Αslı ile Kerem)

Asude Σιωπηλό, ήρεμο, ξεκούραστο

Asuman Ουρανός

Asya Ασία

Ayça Μισοφέγγαρο

Aydan Αυτό που μοιάζει με τη Σελήνη

Ayla Γυναίκα

Aylin Φωτεινός κύκλος γύρω από τη Σελήνη

Aynur Φωτεινό όπως τη Σελήνη

Aysu Κρυστάλλινο νερό όπως τη Σελήνη

Ayşe Ζωή

Ayşegül Χαμογελαστή

Ayten Με άσπρο δέρμα σαν τη Σελήνη

Azize Έντιμη, αξιοπρεπή

Azra Αγνή, παρθένα

Asena Λύκαινα από Τουρκική μυθολογία

Aleyna Αυτή που ζει μέσα σε άνεση, σε υγεία

Ayfer Σεληνόφως

Β

Bahar Άνοιξη

Banu Γυναίκα, νοικοκυρά

Başak Στάχυ

Bedia Ομορφιά

Begüm Αξιότιμη γυναίκα

Belgin Aνοιχτό, φανερό

Benan Πολύ όμορφη κοπέλα

Bengi Ατελείωτο, αιωνιότητα

Berin Με μεγάλη αξία

Berna Νέα

Berrak Καθαρό, αγνό

Berrin Με μεγάλη αξία

Beste Σύνθεση (στη μουσική)

Beyza Κάτασπρο

Bihter Το καλύτερο

Page 69: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

69

Bilge Γνώστης

Billur Καθαρό τζάμι

Binnaz Με πολύ νάζι

Binnur Με πολύ φως

Birgül Μονάκριβο τριαντάφυλλο

Birsen Έχει την σημασία του «μόνο εσύ»

Birsu Μονάκριβο νερό

Buket Μπουκέτο

Burçak Βίκος, λαθούρι

Burçin Ελαφίνα

Burcu Όμορφο και γοητευτικό άρωμα

Büşra Καλά νέα

Bilun Μισοφέγγαρο

Biricik Μονάκριβο

Beril Καθαρό

C

Cahide Αυτή που προσπαθώ

Canan Αγαπημένη

Cansu Με μεγάλη αξία, όπως την ψυχή

Cemile Όμορφη συμπεριφορά

Cemre Αύξηση θερμότητας

Ceyda Αυτή που κάνει καλό σε όλους

Ceylan Αντιλόπη

Ç

Çağla Τσάγαλο

Çiçek Λουλούδι

Çiğdem Κολχικό (λουλούδι)

Çisem Βροχούλα

D

Damla Σταγόνα

Defne Δάφνη

Demet Δεμάτι

Deniz Θάλασσα

Derya Θάλασσα

Destan Έπος

Dide Μάτι (Αραβική λέξη)

Dilara Αγαπημένη

Dilek Θέληση, επιθυμία

Page 70: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

70

Duygu Συναίσθημα

Dicle Τίγρης (ποταμός)

Dolunay Πανσέληνο

Ε

Ebru Κυματιστό ύφασμα

Ece ‘Υψιστος, τρανός

Eda Η συμπαθητικότητα

Ekin Σιτάρι

Ela Μελί (χρώμα)

Elçin Δεμάτι

Elif Το πρώτο γράμμα του Αραβικού αλφαβήτουk /όμορφη κοπέλα

Emel Φιλοδοξία

Emine Κάποιος που μπορείς να εμπιστευτείς

Esin Αεράκι

Esma Ονόματα

Esmeray Μελαχρινή σαν την ομορφιά του φεγγαριού

Eylül Σεπτέμβριος

Eftalya Φημισμένη Ρωμιά τραγουδίστρια

Eysan Φημισμένη με την ομορφιά της

F

Fatma Ώριμη, αυτή που έχει κόψει το γάλα

Feray Φωτεινότητα, λαμπρή

Feride Αυτή που είναι μοναδική

Feriha Χαρούμενη, ευτυχισμένη

Feyza Επιτυχημένη, χαρούμενη

Fidan Νέο δένδρο

Filiz Βλαστάρι

Firdevs Το όνομα του 6ου κήπου του παραδείσου

Funda Μικρός θαμνώνας

Füsun Μάγια

G

Gamze Λακκάκι (όταν χαμογελάμε)

Gaye Στόχος, σκοπός

Gizem Μυστικό

Gonca Μπουμπούκι

Gönül Καρδιά, ψυχή

Gözde Αυτή που αρέσει σε άλλους

Gül Τριαντάφυλλο

Page 71: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

71

Gülben Έχει την σημασία «Εγώ είμαι τριαντάφυλλο»

Gülçin Αυτή που μαζεύει τριαντάφυλλα

Gülşah Βασίλισσα των τριαντάφυλλων

Gülistan Ροδώνας

Güllü Όμορφη γυναίκα/ Αυτή που έχει τριαντάφυλλα

Gülpembe Ροζ του τριαντάφυλλου

Gün Μέρα

Güzide Επιλεγμένη

Göknur Λαμπερή, φωτεινή

H

Hacer Πέτρα, κομμάτι βράχου

Hale Φωτοστέφανο

Handan Χαμογελαστή

Hande Χαμόγελο / διασκέδαση

Hatice Κορίτσι το οποίο γεννήθηκε πρόωρα

Hilal Με τριανταφυλλένια μάγουλα

Huri Κορίτσι του παραδείσου, άγγελος

Hülya Όνειρο, φαντασίωση

Hürmüz Θεά της καλοσύνης στον Ζωροαστρισμό (είναι μια από τις παλαιότερες θρησκείες)

Hürrem Χαρούμενη, αυτή που περνάει τον χρόνο της ευχάριστα

I

Işık Φως

Işıl Φωτεινός/-η/-ο

Işılay Φως της Σελήνης

İ

İclal Μεγαλείο

İffet Καθαριότητα, να είσαι τίμιος

İlayda Νεραΐδα νερού

İlknur Το πρώτο φως

İlkyaz Αρχή του καλοκαιριού

İmge Εικόνα που κατασκευάζει το μυαλό

İnci Μαργαριτάρι

İpek Μετάξι

İrem Κήπος του παραδείσου

J

Jale Χιονοστοιβάδα

Jülide Ανέμελα μαλλιά

K

Page 72: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

72

Kader Μοίρα

Kadriye Τιμή

Kamelya Καμέλια

Kumru Τρυγόνι

Kısmet Τύχη, πεπρωμένο

Kiraz Κεράσι

L

Lale Τουλίπα

Lamia Αυτό που λάμπει

Latife Όμορφο, ευχάριστο / Πλάκα, χαριτολόγημα

Leman Να λάμπεις / το μάζεμα της σοδιάς

Leyla Μεγάλη και σκοτεινή νύχτα

M

Makbule Αυτό/-ή/-ό που αρέσει

Manolya Μανόλια

Mehtap Φεγγαρόφωτο

Melda Αυτή που έχει λεπτό και όμορφο σώμα

Melek Άγγελος

Meliha Όμορφη, γλυκιά

Melike Αρχόντισσα

Melis Μέλισσα (που φτιάχνει μέλι)

Melisa Μέλισσα (φυτό)

Melodi Μελωδία

Meltem Μελτέμια (άνεμος)

Menekşe Μενεξές

Meral Ελαφίνα

Meriç Έβρος (ποτάμι)

Merve Βουνό κοντά στη Μέκκα

Meryem Γυναίκα δεμένη με την θρησκεία της

Mihriban Αυτή που αγαπάει

Mine Μίνιο (σε μέταλλο)

Müge Λουλούδι συκιάς

Müjde Καλή είδηση

Müjgan Ματόκλαδο

Mısra Στίχος

N

Nadide Σπάνια, πολύτιμη

Nalan Αυτή που μοιρολογεί, που φωνάζει

Page 73: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

73

Naz Νάζι

Nazlı Ναζιάρα

Necla Παιδί, σπλάχνο

Neşe Χαρά

Nehir Ποτάμι

Nergis Νάρκισσος

Nihal Με λεπτό και όμορφο σώμα

Nil Ποταμός Νείλος

Nilgün Με χρώμα μπλέ

Nilüfer Νούφαρο

Nimet Αγαθό

Nisan Απρίλιος

Nükhet Με ωραίο άρωμα

Nur Φως, σταλμένο από τον Θεό

O

Oya Δαντέλα, κροσέ

Ö

Öykü Ιστορία, μυθιστόρημα

Özge Ξένη, άλλη, όμορφη

Özlem Επιθυμία, νοσταλγία

P

Pakize Πολύ όμορφη, καθαρή

Pelin Φυτό με πικρό άρωμα σε χρώμα άσπρο ή μαύρο

Pembe Ροζ

Peri Νεράιδα

Perihan Αρχόντισσα των Νεραϊδών

Petek Κερήθρα

Pinar Πηγή

R

Rabia Τέταρτη

Rana Όμορφη

Reyhan Βασιλικός

Rüya Όνειρο

S

Saadet Ευτυχία

Sabahat Ομορφιά

Safiye Παρθένο, αγνό

Sakine Ήρεμη

Page 74: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

74

Seda Φώς

Sedef Μάργαρος

Seher Χαραυγή

Selen Νέο, είδηση

Selvi Κυπαρίσσι

Sema Ουρανός

Semra Μελαχρινή

Serap Οφθαλμαπάτη

Sertap Λαμπερό

Sevda Αγάπη, έρωτας

Sevgi Αγάπη

Sezen Με δυνατή διαίσθηση

Sıla Πατρίδα του ξενιτεμένου

Sibel Σταγόνα βροχής που μένει ανάμεσα στα σύννεφα και στη γη

Simge Σύμβολο

Sinem Το σώμα μου

Songül Το τελευταίο τριαντάφυλλο

Sonnur Το τελευταίο φως

Su Νερό

Sultan Σουλτάνα

Ş

Şebnem Δροσιά

Şehrazat Ηρωίδα στο παραμύθι 1000 και 1 νύχτες

Şelale Καταρράκτης

Şevval Δέκατος μήνα του Αραβικού Ημερολογίου

Şiir Ποίημα

Şükran Ευγνωμοσύνη

Şule Φλόγα

T

Tanyeli Αεράκι που φυσάει από την ανατολή

Tuba Δένδρο το οποίο πιστεύετε ότι υπάρχει στο παράδεισο

Tutku Πάθος

Tülin Καθρέπτης

Türkan Αυτή που βοηθάει τον Σουλτάνο στην ηγεμονία

U

Ulviye Μεγαλοπρεπής , θριαμβικός

Ü

Ülkü Ιδανικό, όραμα

Page 75: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

75

Ümran Ευτυχία, ευφορία

V

Vahide Μοναδική

Vicdan Συνείδηση

Y

Yaprak Φύλλο

Yasemin Γιασεμί

Yağmur Βροχή

Yelda Η πιο μεγάλη νύχτα του χρόνου

Yeliz Σημάδι του αέρα

Yeşim Πέτρα νεφρίτης

Yeter Αρκετά, η έννοια του «φτάνει»

Yıldız Αστέρι

Yonca Τριφύλλι

Yosun Φύκι

Z

Zehra Με άσπρο και καθαρό πρόσωπο

Zekiye Έξυπνη

Zerrin Χρυσαφένια

Zeynep Πολύτιμο πετράδι

Ziynet Στολίδι

Zübeyde Αληθινό, ουσία

Zülfiye Αυτή που έχει πολύ όμορφα μαλλιά

Zümrüt Σμαράγδι

Ανδρικά ονόματα και η σημασία τους – Erkek İsimleri ve Anlamları A

Abdullah Άνθρωπος του Θεού

Abidin Προσευχητής

Adem Ο πρώτος άνδρας που δημιούργησε ο Θεός / Αδάμ

Adil Δίκαιος

Adnan Δυο ουρανοί, δυο παράδεισοι (παλιό τούρκικο όνομα)

Ahmet Αυτός που δοξάζει το Θεό

Ali Αξιοπρεπής, έντιμος

Alp Λεβέντης , ήρωας

Alparslan Άφοβος, σαν λιοντάρι

Altay Αλταϊκά όρη

Page 76: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

76

Arda Διάδοχος

Aslan Λιοντάρι

Ata Πατέρας, πρόγονος

Atilla Άρχοντας των Ούνων

Aydın Γνώστης

Ateş Φωτιά

Aykut Δώρο

Aytekin Μοναδικός μήνας

B

Baha Αξία, αντίτιμο

Bahadır Αξιοπρεπής, έντιμος

Bahtiyar Ευτυχισμένος, χαρούμενος

Barış Ειρήνη

Batu Δυνατός, ισχυρός

Bayraktar Σημαιοφόρος

Bayram Γιορτή

Behlül Χαμογελαστός, ευεργέτης

Birol Έχει την σημασία «Να είσαι μοναδικός»

Bora Μπόρα

Bülent Μεγάλος, θρυλικός

Bünyamin Γιός του Προφήτη Ιάκωβου

Bulut Σύννεφο

Berk Δυνατός

C

Can Ψυχή

Celal Οργή, θυμός

Cem Το σύνολο από κάτι

Cemal Ομορφιά

Cengiz Σκληρός, τραχύς

Cenk Σύντομος πόλεμος

Cihan Κόσμος

Cuma Παρασκευή, ιερή μέρα των Μουσουλμάνων

Ç

Çağrı Κάλεσμα

Çetin Δύσκολο

Çağatay Μικρό άλογο

Çelik Ατσάλι

Çınar Πλάτανος

Page 77: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

77

D

Deha Ιδιοφυΐα

Demir Σίδερο

Deniz Θάλασσα

Doğu Ανατολή

Doruk Κορυφή

E

Edip Ευγενικός / Καλλιεργημένος

Efe Ζεϊμπέκης, παλικάρι

Ege Αιγαίο / Θρυλικός

Ejder Δράκοντας

Ekrem Γενναιόδωρος

Emin Έμπιστος

Emir Αρχηγός

Emrah Αυτός που παίζει σάζι και χορεύει

Emre Ερωτευμένος, καλός φίλος

Ender Σπάνιος

Engin Απέραντος, ατελείωτος

Erdoğan Γεννημένος ήρωας, γενναίος

Ertuğrul Σωστός, καθαρός

Ezel Δίχως αρχή

F

Fakir Φτωχός

Fatih Πορθητής, κατακτητής

Ferhat Άνεση

Ferit (d) Μοναδικός

Fikret Να βυθίζεσαι σε σκέψεις

G

Galip Νικητής

Gani Πλούσιος, ανοιχτοχέρης

Garip Μοναχός, ξένος, περίεργος

Gökberk Πράσινο φύλο

Gökhan Βασιλείας των ουρανών

Güven Εμπιστοσύνη, ασφάλεια

H

Hakan Μεγάλος Χάνος, αρχηγός των αρχηγών

Halil Πολύ καλός φίλος

Page 78: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

78

Haluk Αυτός που τα πάει καλά με όλους, βολικός

Harun Πεισματάρης /δύστροπο άλογο

Hasan Καλοσύνη, ομορφιά

Haydar Λιοντάρι / Πολύ γενναίος

Hilmi Υπομονητικός

Hüseyin Ψυχική ομορφιά

I

Işık Φως

İ

İbrahim Ο Προφήτης Αβραάμ

İhsan Να κάνεις καλοσύνη

İlkay Πρώτες μέρες της νέας σελήνης

İlker Πρώτο παιδί (αγόρι)

İmdat Βοήθεια

İsa Ιησούς

İskender Αλέξανδρος

K

Kaan Σουλτάνος, Αρχηγός

Kadir Αξία, τιμή

Kahraman Ήρωας

Kartal Αετός

Kaya Βράχος

Kemal Ώριμος

Kenan Πιστεύετε ότι είναι ο γιός του Νώε

Kerem Γενναιοδωρία

Kıvanç Χαρά, ευαρέσκεια

Korkmaz Άφοβος

Kuzey Βορράς

L

Levent Λεβέντης, ναύτης

M

Mahmut Άξιος για έπαινο

Mecnun Τρελός

Mehmet Αυτός που κερδίζει έπαινος

Menderes Ποτάμι στο Αιγαίο

Meriç Έβρος (ποταμός )

Mert Γενναίος

Mesut Ευτυχισμένος, χαρούμενος

Page 79: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

79

Metin Γερός, δυνατός

Murat Θέλημα, σκοπός

Musa Μωυσής

Mustafa Καθαρός, αγνός

Müjdat Χαρμόσυνα νέα

N

Nadir Σπάνιος

Namık Αυτός που γράφει, συγγραφέας

Nasreddin Βοηθός

Nazım Ρυθμιστής

Necat Ανεξαρτησία

Nedim Καλός φίλος

Nuh Νώε

O

Oğuz Σωστός και καλός άνδρας

Okan Κατανόηση, εκμάθηση

Oktay Θυμωμένος, οργισμένος

Onur Τιμή, εντιμότητα

Orhan Διοικητής του λαού

Osman Άνδρας σαν φωτιά

Ozan Λαϊκός ποιητής

Ö

Öcal Να πάρεις εκδίκηση

Ömer Δύναμη ζωής

Önder Αρχηγός

Özcan Από ψυχή

Özgür Ελεύθερος

Özkan Καθαρόαιμός

P

Pars Λεοπάρδαλη

Peker Δυνατός άνδρας

Polat Σκληρό σίδερο

Poyraz Βοριάς (άνεμος)

R

Ramiz Αυτός που σημαδεύει

Recep Μεγαλοπρεπής, μέγας και τρανός

Refik Φίλος, σύντροφος

Reha Λύτρωση, σωτηρία

Page 80: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

80

Rıdvan Ο άγγελος που περιμένει στη πόρτα του παραδείσου

Rıza Ικανοποίηση

Ruhi Σχετικά με τη ψυχή

Rüştü Ώριμος

S

Sadi Τυχερός

Salih Καλός , ωφέλιμος

Salim Δυνατός, δίχως ελλείψεις

Savaş Πόλεμος

Seçkin Επιλεγμένος

Sedat Δίκαιος, σωστός

Selçuk Αυτός που ρέει σαν ποτάμι

Selim Αρρώστια με εύκολη θεραπεία

Semih Με γενναιόδωρη ψυχή

Sercan Η αρχή των ψυχών

Serdar Διοικητής

Sergen Ράφι

Sezer Με δυνατή διείσδυση

Sıtkı Σωστός, τίμιος

Sönmez Άσβεστος, ακατάσβεστος

Süleyman Σουλεϊμάν, Γιός του Προφήτη Δαβίδ

Ş

Şaban Ο όγδοος μήνας του Ισλαμικού ημερολογίου

Şafak Αυγή, ανατολή

Şahin Γεράκι

Şener Ευτυχισμένος άνδρας

Şeref Τιμή , εντιμότητα

Şevket Υψηλότητα

T

Tan Χαραυγή

Tarık Πρωινό άστρο

Tarkan Παλιό τούρκικο όνομα/ Ατημέλητος

Tayfun Τυφώνας

Tayyib (p) Καλός, σεμνός, αγνός

Tekin Τυχερός

Temel Θεμέλιο, βασικό

Tolga Ένας είδος προμετωπίδας

Toygar Κορυδαλλός

Page 81: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

81

Tuna Δούναβης ποταμός

Türker Τούρκος άνδρας

U

Ufuk Ορίζοντας

Uğur Τύχη, γούρι

Umut Ελπίδα, προσδοκία

Ü

Ümit Ελπίδα, αναμονή

V

Vedat Φιλία, αγάπη

Vefa Ευγνωμοσύνη

Veli Άγιος, ιδιοκτήτης, κηδεμόνας

Volkan Ηφαίστειο

Y

Yahya Άγιος Ιωάννης

Yakup (b) Προφήτης Ιακώβ

Yalın Απλό, σκέτο

Yaman Καταπληκτικός, φοβερός

Yaşar Αυτός που ζει, ο εν ζωή

Yavuz Σκληρός, αυστηρός

Yekta Μοναδικός

Yıldırım Αστραπή, κεραυνός

Yılmaz Άφοβος, ατρόμητος

Yiğit Δυνατός, γενναίος

Yunus Δελφίνι

Z

Zafer Νίκη

Zeki Έξυπνος

Ζώα – Hayvanlar A

Ahtapot χταπόδι

Akbaba γύπας

Akrep σκορπιός

Alabalık πέστροφα

Antilop αντιλόπη

Arı μέλισσα

Page 82: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

82

Aslan λιοντάρι

At άλογο

Ayı αρκούδα

B

Balina φάλαινα

Balık ψάρι

Böcek έντομο

C

Ceylan αντιλόπη

Ç

Çekirge ακρίδα

D

Deve καμήλα

Domuz γουρούνι

E

Eşek γαϊδούρι

F

Fare ποντίκι

Fil ελέφαντας

Fok φώκια

G

Geyik ελάφι

Goril γορίλας

Güvercin περιστέρι

H

Hamsi γαύρος

Hindi γαλοπούλα

Horoz κόκορας

I

Istakoz αστακός

İ

İnek αγελάδα

K

Kanarya καναρίνι

Kaplan τίγρης

Kaplumbağa χελώνα

Karınca μυρμήγκι

Kartal αετός

Page 83: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

83

Kaz χήνα

Keçi κατσίκι

Kedi γάτα

Kırlangıç χελιδόνι

Kokarca κουνάβι

Koyun πρόβατο

Köpek σκύλος

Kurbağa βάτραχος

Kuğu κύκνος

Kurt λύκος

Kuş πουλί

Kutupayısı πολικήαρκούδα

L

Lama λάμα

Levrek λαβράκι

Leylek πελαργός

Leopar λεοπάρδαλη

M

Manda βουβάλι

Maymun μαϊμού

O

Orangutan ουραγκοτάγκος

Ö

Ördek πάπια

Örümcek αράχνη

Öküz βόδι

P

Puma πούμα

Penguen πιγκουίνος

S

Salyangoz σαλιγκάρι

Serçe σπουργίτι

Sığır βόδι

Sincap σκίουρος

Sinek μύγα

Sivrisinek κουνούπι

Ş

Şahin γεράκι

Page 84: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

84

T

Tavuk κότα

Tavşan λαγός

Tilki αλεπού

Timsah κροκόδειλος

Y

Yarasa νυχτερίδα

Yengeç καβούρι

Yılan φίδι

Z

Zargana ζαργάνα

Zebra ζέβρα

Zürafa καμηλοπάρδαλη

Είδη Βιβλίου – Kitap Türleri Aksiyon - Macera Δράση – περιπέτεια

Anı Απομνημονεύματα

Biyografiler Βιογραφίες

Anlatı Μυθιστόρημα

Ansiklopedi Εγκυκλοπαίδεια

Antoloji Ανθολογία

Antropoloji Ανθρωπολογία

Araştırma Έρευνα

Arkeoloji Αρχαιολογία

Astroloji Αστρολογία

Aşk / Roman Ερωτικό/ νουβέλα

Aşk Şiirleri Ερωτικά ποιήματα

Bilim – Teknoloji Επιστήμη- τεχνολογία

Bilim Kurgu Επιστημονικής φαντασίας

Bitkiler Alemi Κόσμος των φυτών

Biyografi/Otobiyografi Βιογραφία/ αυτοβιογραφία

Çağdaş Klasikler Σύγχρονα κλασικά

Çeviri Şiirler Μεταφρασμένα ποιήματα

Çevre ve Ekoloji Περιβάλλον και Οικολογία

Çizgi Roman Κόμιξ

Çocuk Edebiyatı Παιδική λογοτεχνία

Çocuk Kitapları Παιδικά βιβλία

Deneme Δοκίμιο

Page 85: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

85

Derleme Συλλογή

Dil Bilgisi Γραμματική

Dil/Etimoloji Γλώσσα/ ετοιμολογία

Dilbilim Γλωσσολογία

Din Θρησκεία

Dünya Edebiyatı Παγκόσμια λογοτεχνία

Edebiyat Λογοτεχνία

Efsaneler/Destanlar Μύθος /έπος

Eğitim Εκπαίδευση

Eğlence-Mizah Διασκέδαση/ σάτιρα

Ekoloji Οικολογία

Ekonomi Οικονομία

Eleştiri Κριτικό

Fantastik Φανταστικό

Felsefe Φιλοσοφία

Felsefe ve Psikoloji Φιλοσοφία και ψυχολογία

Fıkra Ανέκδοτο

Fotoğraf Φωτογραφία

Güzel Sanatlar Καλές τέχνες

Halk Edebiyatı Λαϊκή λογοτεχνία

Halkla İlişkiler Δημόσιες σχέσεις

Hatıra Ανάμνηση

Hayvanlar Alemi Ζωικό βασίλειο

Hikaye Ιστορία

Hobi Χόμπι

Hukuk Νομικό

İletişim Επικοινωνία

Karikatür Σκιτσογράφημα

Klasik Polisiye Romanlar Κλασικά αστυνομικά

Korku Θρίλερ

Macera Περιπέτεια

Makale Άρθρο

Masal Παραμύθι

Mektup Επιστολή

Metafizik-Ufo ve Uzay Μεταφυσικό – Ufo και διάστημα

Mitoloji Μυθολογία

Mitolojik Masallar Παραμύθια της μυθολογίας

Müzik Μουσική

Page 86: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

86

Öykü Διήγημα

Parapsikoloji Παραψυχολογία

Polisiye Αστυνομικό

Psikoloji Ψυχολογικό

Roman Νουβέλα

Sağlık Υγεία

Sanat Τέχνη

Sanat Tarihi Ιστορία τέχνης

Siyaset Πολιτικό

Sosyoloji Κοινωνιολογία

Sözlük Λεξικό

Spor Άθλημα

Şiir Ποίημα

Tarih Ιστορία

Tiyatro Θέατρο

Turizm Τουρισμός

Uluslararası İlişkiler Διεθνείς σχέσεις

Είδη Έργων – Film Türleri Aksiyon filmi Ταινία δράσης

Casus Κατασκοπική

Dövüş Πολεμική

Belgesel Ντοκιμαντέρ

Doğa Φύση

Gezi Ταξίδι

Bilim kurgu Επιστημονική φαντασία

Dini Θρησκευτική

Dramatik Δραματικό

Erotik dram Ερωτικό δράμα

Melodram Μελόδραμα

Trajedi Τραγωδία

Eğitim Εκπαιδευτικό

Erotik Ερωτικό

Fantastik Φανταστικό

Masal Παραμύθι

Mitolojik Μυθολογικό

Gerilim Δραματικό

Komedi Κωμωδία

Page 87: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

87

Parodi Παρωδία

Korku Θρίλερ

Psikolojik korku Ψυχολογικό θρίλερ

Macera Περιπέτειας

Korsan Πειρατικό

Müzikal Μιούζικαλ

Politik Πολιτικό

Pornografik Πορνογραφικό

Romantik Ρομαντικό

Romantik dram Ρομαντικό δράμα

Romantik macera Ρομαντική περιπέτεια

Savaş Πολεμικό

Spor Αθλητικό

Suç Έγκλημα

Gizemli Μυστηριώδης

Mafya Μαφία

Polisiye Αστυνομικό

Tarihi Ιστορικό

Aile Οικογενειακό

Çocuk Παιδικό

Genç Νεανικό

Kadın Γυναικείο

Animasyon Κινούμενα σχέδια

Kısa Μικρής διάρκειας

Sessiz Βουβή

Siyah beyaz Μαυρόασπρη

Üç boyutlu Τρισδιάστατη

Επαγγέλματα – Meslekler A

aşçı μάγειρας

aktör ηθοποιός (άνδρας)

albay συνταγματάρχης

amiral ναύαρχος

anahtarcı κλειδαράς

animator ανιματέρ

Page 88: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

88

antropolog ανθρωπολόγος

arabacı αμαξάς

araştırmacı ερευνητής

arkeolog αρχαιολόγος

armatör εφοπλιστής

artist ηθοποιός (γυναίκα)

asansörcü τεχνικός/κατασκευαστής

ανελκυστήρων

asistan βοηθός

asker φαντάρος, αξιωματικός

astrofizikçi αστροφυσικός

astronot αστρονόμος

atlet αθλητής

avcı κυνηγός

avukat δικηγόρος

ayakkabıcı υποδηματοποιός,τσαγκάρης

B

baharatçı έμπορος μπαχαρικών

bahçıvan κηπουρός

bakıcı νταντά

bakırcı μπακιρτζής

bakkal μπακάλης

balıkçı ψαράς

bankacı τραπεζίτης

barmen μπάρμεν

başbakan πρωθυπουργός

başçavuş επιλοχίας

başkan πρόεδρος, αρχηγός

başpiskopos αρχιεπίσκοπος

belediye

başkanı

δήμαρχος

benzinci βενζινάς

berber κουρέας

Page 89: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

89

biletçi εισπράκτορας

bilgisayar

mühendisi

μηχανικός υπολογιστών

bilgisayar

programcısı

προγραμματιστής

υπολογιστών

bilgisayar

tamircisi

επισκευαστής υπολογιστών

bilimadamı επιστήμονας

bilirkişi πραγματογνώμονας

bisikletçi ποδηλάτης

biyolog βιολόγος

borsacı χρηματιστής

boyacı ελαιοχρωματιστής

börekçi τυροπιτάς

büyükelçi πρέσβης

C – Ç

cambaz ακροβάτης

camcı τζαμάς

cankurtaran ναυαγοσώστης

cenaze

levazımatçısı

εργαζόμενος σε γραφείο

τελετών

cerrah χειρούργος

coğrafyacı γεωγράφος

çantacı τσαντάς

çaycı παραγωγός/πωλητής τσαγιού,

φανατικός τσαγιού

çevirmen μεταφραστής

çevrebilimci οικολόγος

çiçekçi ανθοπώλης

çiftçi αγρότης

çilingir κλειδαράς

çoban βοσκός

çocuk doktoru παιδίατρος

çorapçı κατασκευαστής/πωλητής

καλτσών

Page 90: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

90

çöpçü σκουπιδιάρης

D

dadı νταντά

daktilograf δακτυλογράφηση

danışman σύμβουλος

dansöz χορεύτρια

davulcu νταουλιέρης

dedektif ντεντέκτιβ

denizci ναύτης, ναυτικός

derici βυρσοδέψης

devlet

memuru

δημόσιο υπάλληλος

diktatör δικτάτορας

dilenci ζητιάνος

diplomat διπλωμάτης

diş hekimi οδοντίατρος

diyetist διαιτολόγος

doğum

uzmanı

μαιευτήρας

doktor ιατρός

dondurmacı παγωτατζής

dövizci υπάλληλος γραφείου

συναλλάγματος

E

ebe μαία

eczacı φαρμακοποιός

eczacı kalfası βοηθός φαρμακοποιού

editor επιμελητής έκδοσης

eğitimci παιδαγωγός

eğitmen εκπαιδευτής

ekonomist οικονομολόγος

elektrik

mühendisi

ηλεκτρολόγος μηχανικός

elektrikçi ηλεκτρολόγος

Page 91: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

91

eleştirmen κριτικός

embriyolog εμβρυολόγος

emlakçı κτηματομεσίτης

ergonomist εργατολόγος

esir αιχμάλωτος, σκλάβος

eskici παλιατζής

estetisyen αισθητικός

etnolojist εθνολόγος

ev hanımı οικοδέσποινα

F

falcı μάντης

fırıncı φούρναρης

film yapımcısı παραγωγός

film

yönetmeni

σκηνοθέτης

filozof φιλόσοφος

fizikçi φυσικός επιστήμονας

fizyoterapist φυσικοθεραπευτής

fotoğrafçı φωτογράφος

futbolcu ποδοσφαιριστής

G

gardiyan δεσμοφύλακας, φρουρός

garson σερβιτόρος

gazeteci δημοσιογράφος

gemici ναύτης, ναυτικός

general στρατηγός

gezgin περιηγητής, οδοιπόρος

gitarist κιθαρίστας

gökbilimci αστρονόμος

göz doktoru οφθαλμίατρος

gözetmen επιθεωρητής

gözlükçü οπτικός

grafiker γραφικός

Page 92: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

92

gümrük

memuru

τελωνειακός

güzellik

uzmanı

αισθητικός

H

hakem διαιτητής

halıcı ταπητουργός

hamal χαμάλης

haritacı χαρτογράφος

hastabakıcı νοσηλευτής

havacı αεροπόρος

haydut ληστής, συμμορίτης

hayvan

bakıcısı

κτηνοτρόφος

hemşire νοσοκόμα

hesap uzmanı λογιστής

heykeltıraş γλύπτης

hırdavatçı χρωματοπώλης

hizmetçi υπηρέτης

host αεροσυνοδός (άνδρας)

hostes αεροσυνοδός (γυναίκα)

hukukçu νομικός

I

ırgat εργάτης

ışıkçı τεχνικός φωτισμού

İ

icra memuru κατάσχων

iç mimar εσωτερικός διακοσμητής

ihracatçı εξαγωγέας

iktisatçı οικονομολόγος

ilahiyatçı θεολόγος

illüzyonist ταχυδακτυλουργός

imam ιμάμης

insan διευθυντής ανθρώπινου

Page 93: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

93

kaynakları

uzmanı

δυναμικού

inşaat

mühendisi

πολιτικός μηχανικός

inşaatçı οικοδόμος

istatistikçi στατιστικολόγος

işçi εργάτης

işletmeci διοικητής επιχειρήσεων

itfaiyeci πυροσβέστης

ithalatçı εισαγωγέας

J

jeofizik

mühendisi

γεωφυσικός επιστήμονας

jeolog γεωλόγος

jinekolog γυναικολόγος

jimnastikçi γυμναστής

K

kahveci καφετζής

kahya κεχαγιάς, οικονόμος

kalaycı χαλκωματάς

kameraman εικονολήπτης

kamyoncu νταλικέρης

kapıcı θυρωρός

kaptan καπετάνιος

kardinal καρδινάλιος

kardiyolog καρδιολόγος

karikatürist σκιτσογράφος

kasap χασάπης

kasiyer ταμίας

katip γραμματέας

kaymakam έπαρχος

kazıcı εκσκαφέας

kebapçı ψήστης

kemancı βιολιστής

Page 94: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

94

kırtasiyeci χαρτοπώλης

kimya

mühendisi

χημικός μηχανικός

kitapçı βιβλιοπώλης

komedyen κωμικός

komisyoncu μεσολαβητής

konsolos πρόξενος

koreograf χορογράφος

korgeneral αντιστράτηγος

koramiral αντιναύαρχος

korsan πειρατής

koruma

görevlisi

σωματοφύλακας

kovboy καουμπόι

köfteci κεφτετζής

kömürcü καρβουνιάρης

köşeyazarı αρθρογράφος

kuaför κομμωτής

kuşçu πουλολόγος

kumarbaz τζογαδόρος

kumaşçı υφασματέμπορος

kurye κούριερ

kuyumcu κοσμηματοπώλης

kürkçü γουναράς

kütüphaneci βιβλιοθηκάριος

L

laborant βοηθός εργαστηρίου

levazımcı σιτιστής

lokantacı εστιάτορας

lostracı λούστρος

M

madenci μεταλλωρύχος

makinist μηχανοδηγός

Page 95: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

95

makyajcı μακιγιέρ

manav μανάβης

manifaturacı έμπορος ειδών ένδυσης

manikürcü μανικιουρίστας

manken μανεκέν

marangoz ξυλουργός

masör μασέρ

matbaacı τυπογράφος

matematikçi μαθηματικός

memur δημόσιος υπάλληλος

menajer μάνατζερ

mermerci μαρμαράς

meteoroloji

uzmanı

μετεωρολόγος

meyhaneci ταβερνιάρης

mezarcı νεκροθάφτης

mikrobiyolog μικροβιολόγος

milletvekili βουλευτής

mimar αρχιτέκτονας

mobilyacı επιπλοποιός

model μοντέλο

muhabir ανταποκριτής

muhasebeci λογιστής

muhtar κοινοτάρχης

muezzin μουεζίνης

müfettiş επιθεωρητής

mühendis μηχανικός

müteahhit εργολάβος

müzisyen μουσικός

N

nakliyeci μεταφορέας

nalbant πεταλωτής

nalbur χρωματοπώλης

Page 96: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

96

noter συμβολαιογράφος

Ο

obuacı ομποϊστας

ocakçı καπνοδοχοκαθαριστής

odacı κλητήρας

oduncu ξυλοκόπος

okçu τοξότης

okul müdürü διευθυντής σχολείου

okutman λέκτορας

operatör μηχανοδηγός, χειριστής

orman

mühendisi

δασολόγος

otelci ξενοδόχος

oto tamircisi επισκευαστής αυτοκινήτων

oymacı ξυλογλύπτης

oyuncu ηθοποιός

Ö

öğrenci μαθητής

öğretmen καθηγητής

öğretim

görevlisi

πανεπιστημιακός δάσκαλος

P

palyaço κλόουν

pansumancı νοσοκόμος

papaz παπάς

patolog παθολόγος

pilot πιλότος

piskopos επίσκοπος

piyade πεζικός

piyanist πιανίστας

polis memuru αστυνόμος

politikacı πολιτικός

postacı ταχυδρόμος

Page 97: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

97

profesör καθηγητής

psikiyatris ψυχίατρος

psikolog ψυχολόγος

R

radyolog ραδιολόγος

rehber ξεναγός

reklamcı διαφημιστής

rektör πρύτανης

rektör

yardımcısı

αντιπρύτανης

ressam ζωγράφος

S

saatçi ρολογάς

sahil koruma ακτοφύλακας

sanayici βιομήχανος

satış elemanı πωλητής

savcı εισαγγελέας

sekreter γραμματέας

sepetçi καλαθοποιός

ses teknisyeni ηχολήπτης

sigortacı ασφαλιστής

sihirbaz ταχυδακτυλουργός

silahçı οπλοποιός

simitçi κουλουράς

soyguncu ληστής

soytarı γελωτοποιός

spiker εκφωνητής

stilist στυλίστας

striptizci στριπτιζέζ

su tesisatçısı υδραυλικός

sucu νερουλάς

sunucu παρουσιαστής

sünnetçi ειδικός που κάνει περιτομή

Page 98: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

98

sütçü γαλατάς

Ş

şair ποιητής

şapkacı καπελάς

şarap üreticisi οινοπαραγωγός

şarkıcı τραγουδιστής

şarküter αλλαντοποιός

şekerci ζαχαροπλάστης

şemsiyeci ομπρελάς

şoför οδηγός

T

taksici ταξιτζής

tarihçi ιστορικός

tasarımcı σχεδιαστής

tatlıcı ζαχαροπλάστης

tavukçu ορνιθοτρόφος

teğmen ανθυπολοχαγός

televizyon

tamircisi

επισκευαστής τηλεόρασης

temizlikçi καθαρίστρια

temsilci εκπρόσωπος

terapist θεραπευτής

tercüman μεταφραστής

terzi ράφτης

tezgahtar πωλητής

tesisatçı τεχνικός

tornacı τορναδόρος

tuğamiral αντιναύαρχος

tuğgeneral ταξίαρχος

tuhafiyeci ψιλικατζής

turşucu πωλητής τουρσιών

tümamiral αντιναύαρχος

Page 99: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

99

tümgeneral υποστράτηγος

U

ustabaşı πρωτομάστορας

uzay

mühendisi

αστροναύτης

üretici παραγωγός

ürolog ουρολόγος

V

vali νομάρχης

vestiyer αμπιγιέρ

veteriner κτηνίατρος

veznedar ταμίας

viyolonselci βιολοντσελίστας

Y

yarbay αντισυνταγματάρχης

yardımcı pilot βοηθός πιλότου

yargıç δικαστής

yayıncı εκδότης

yazar συγγραφέας

yazı işleri

müdürü

αρχισυντάκτης

yelkenci ιστιοπλόος

yeminli

tercüman

επίσημος μεταφραστής

yoğurtçu γιαουρτάς

yorgancı παπλωματάς

yorumcu σχολιαστής

yönetici διευθυντής

yüzücü κολυμβητής

Z

zabıta αστυφύλακας

zanaatçı τεχνίτης

zangoç καντηλανάφτης

zeytinci ελαιοπαραγωγός

Page 100: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

100

Page 101: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

101

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

http://turkish.pgeorgalas.gr/RecipesSet.asp

Page 102: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

102

Page 103: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

103

Χαιρετισμοί

Merhaba Hoşça kalın Günaydın İyi akşamlar İyi geceler Hoş geldiniz Hoş bulduk

Γεια. Αντίο. Καλημέρα. Καλησπέρα. Καληνύχτα. Καλώς ήρθατε. Καλώς σας βρήκαμε.

Γνωριμία

Adım Kerem Memnun oldum Nasılsınız? İyiyim Teşekkür ederim Bir şey değil

Το όνομά μου είναι Κερέμ Χάρηκα για τη γνωριμία Πώς είστε; Είμαι καλά Ευχαριστώ Παρακαλώ

Συνάντηση φίλων

-Günaydın Murat. -Günaydın Ayşe. -Bugün nasılsın? -Çok iyiyim. Sen nasılsın? -Ben de iyiyim -İyi günler. -Sana da. Görüşürüz.

Καλημέρα Murat. Καλημέρα Ayşe. Πώς είσαι σήμερα; Είμαι πολύ καλά. Εσύ πώς είσαι; Κι εγώ είμαι καλά Καλή σου μέρα. Και σε σένα. Τα λέμε.

Παρουσίαση εαυτού

Merhaba herkese! Benim adım Maria. Yunanlıyım. Atina'da yaşıyorum. Türkçe öğreniyorum.

Γεια σε όλους! Με λένε Μαρία. Είμαι Ελληνίδα. Ζω στην Αθήνα. Μαθαίνω τούρκικα.

Page 104: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

104

Είμαι παιδί

Günaydın. Benim adım Nesrin. Dokuz yaşındayım. Bir kardeşim var. Adı Murat. Her gün okula gidiyorum. Hayvanları seviyorum. İki kedim var. Gitar ve piyano çalıyorum.

Καλημέρα. Με λένε Nesrin. Είμαι 9 χρονών. Έχω έναν αδελφό. Τον λένε Murat. Κάθε μέρα πηγαίνω στο σχολείο. Αγαπώ τα ζώα. Έχω δύο γάτες. Παίζω κιθάρα και πιάνο.

Ενήλικος - Οικογένεια

Adım Mehmet. Kırk yaşındayım. Evliyim. Küçük bir şehirde yaşıyorum. Öğretmenim. İki çocuğum var. Bir erkek ve bir kız. Karım çocuk yuvasında çalışıyor.

Με λένε Mehmet. Είμαι 40 χρονών. Είμαι παντρεμένος. Ζω σε μία μικρή πόλη. Είμαι δάσκαλος. Έχω 2 παιδιά. Ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Η γυναίκα μου δουλεύει στον παιδικό σταθμό (νηπιαγωγείο).

Σπουδάζω

Benim adım Zeynep. Yirmi üç yaşındayım. Ankara Üniversitesinde öğrenciyim. İngiliz dili ve edebiyatı okuyorum. Dört sınıftayım.

Με λένε Zeynep. Είμαι 23 χρονών. Είμαι φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας. Σπουδάζω Αγγλική γλώσσα και λογοτεχνία. Είμαι στο 4ο έτος.

Σπουδάζω II

Murat ne okuyorsun? Tıp okuyorum. Kaçıncı sınıftasın? İkinci sınıf öğrencisiyim. Ben, son sınıf İktisat öğrencisiyim. Siz ne okuyorsunuz? Ben Erasmus öğrencisiyim. Ben İstanbul Üniversitesinde hukuk okuyorum. Ben doktora yapıyorum. Bir öğrenci yurdunda kalıyorum.

Murat τι σπουδάζεις; Σπουδάζω Ιατρική. Σε ποιο έτος είσαι; Είμαι φοιτητής στο 2ο έτος. Εγώ είμαι φοιτητής Οικονομικών στο τελευταίο έτος. Εσείς τι σπουδάζετε; Εγώ είμαι φοιτητής με το Erasmus. Εγώ σπουδάζω Νομικά στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Εγώ κάνω διδακτορικό. Μένω σε μία φοιτητική εστία.

Page 105: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

105

Σχέδια για το αύριο

Berna, Üniversiteyi bitirmene kaç yıl kaldı? Mezun olduktan sonra ne yapacaksın? Amerika'da siyaset bilimi alanında master ve doktora yapacağım. Mezun olduktan sonra ne yapmak istediğimden emin değilim. Belki evleneceğim. Belki kendi işimi kuracağım.

Berna, πόσα χρόνια σου μένουν για να τελειώσεις το Πανεπιστήμιο; Τι θα κάνεις μόλις αποφοιτήσεις; Θα κάνω μάστερ και διδακτορικό στον τομέα των πολιτικών επιστημών στην Αμερική. Δεν είμαι σίγουρος(η) τι θα κάνω μόλις αποφοιτήσω. Ίσως παντρευτώ. Ίσως στήσω τη δική μου δουλειά.

Αποχαιρετισμός

Çok geç oldu. Gitmeliyim. Beni evde bekliyorlar. Benim için çok zahmet ettiniz. İlginize çok teşekkür ederim. Allahaısmarladık. Güle güle.

Είναι πολύ αργά. Πρέπει να φύγω. Με περιμένουν στο σπίτι. Μπήκατε σε κόπο για μένα. Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας. Αντίο (Αυτός που φεύγει). Αντίο (Αυτός που μένει).

Αποχαιρετισμός II

Oldu o zaman, görüşmek üzere! Yine görüşürüz! Haftaya görüşürüz! Yarın işte görüşürüz. Kendine iyi bak! Peki, tamam. Seni sonra ararım. Şimdilik hoşça kal! Dikkatli sür! Tamam. Beni merak etme. Ailene benden selam söyle.

Έγινε λοιπόν. Εις το επανιδείν! Τα ξαναλέμε! Τα λέμε την επόμενη εβδομάδα. Τα λέμε αύριο στη δουλειά. Να προσέχεις. Καλά εντάξει. Θα σου τηλεφωνήσω μετά. Αντίο προς το παρόν. Να οδηγάς προσεκτικά! Εντάξει μην ανησυχείς για μένα. Πες χαιρετισμούς από μένα στην οικογένειά σου.

Page 106: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

106

Ερωτήσεις γνωριμίας

Adın nedir? Kaç yaşındasın? Nerelisin? Ne iş yapıyorsun? Telefon numaran nedir? e-mailin nedir? Facebook'ta mısın?

Πώς σε λένε; Πόσων χρονών είσαι; Από πού είσαι; Τι δουλειά κάνεις; Ποιο είναι το τηλέφωνό σου; Ποιο είναι το email σου; Είσαι στο Facebook;

Ερωτήσεις γνωριμίας II

Birbirinizi tanıyor musunuz? Neden Türkiye'ye geldin? Burada ne kadar kalmayı düşünüyorsun? Ne kadar zamandan beri buradasın? Nerede oturuyorsun? Burayı seviyor musun?

Γνωρίζεστε μεταξύ σας; Γιατί ήρθες στην Τουρκία; Πόσο σκέφτεσαι να μείνεις εδώ; Πόσο καιρό είσαι εδώ; Πού μένεις; Σου αρέσει εδώ;

Μιλώ στο τηλέφωνο

Alo! Bernayla görüşebilir miyim? Hayır evde yok. Bir dakika bekleyin çağırayım. Kim aradı diyeyim? Ben Erol, aradığımı lütfen söyler misiniz? Hoşça kalın efendim.

Γεια! Μπορώ να μιλήσω με την Berna; Όχι δεν είναι στο σπίτι. Περιμένετε ένα λεπτό να (τον/την) φωνάξω. Ποιος να πω ότι καλεί; Είμαι ο Erol, θα (του/της) πείτε να μου τηλεφωνήσει; Αντίο κύριε.

Πρόσκληση

Sizi bugün bize davet etmek istiyorum. Gelir misiniz? Memnuniyetle. Seni evime çaya bekleyeceğim. Vaktin var mı? Bu akşam işim çok. Maalesef gelemeyeceğim.

Θέλω να σας προσκαλέσω σήμερα στο σπίτι μας. Θα έρθετε; Ευχαρίστως Θα σε περιμένω στο σπίτι μου για τσάι. Έχεις χρόνο; Έχω πολλή δουλειά το απόγευμα. Δυστυχώς δεν θα μπορέσω να έρθω.

Page 107: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

107

Επίσκεψη

Hoş geldiniz! Hoş bulduk! İçeri buyurun. Paltonuzu çıkarın. Masaya oturun. Size bir şey ikram edebilir miyim? Zahmet etmeyin. Çayın nasıl olsun? Elinize sağlık.

Καλώς ήλθατε! Καλώς σας βρήκαμε! Περάστε μέσα. Βγάλτε το παλτό σας. Καθίστε στο τραπέζι. Μπορώ να σας προσφέρω κάτι; Μην μπαίνετε σε κόπο. Πώς να είναι το τσάι σου; Γεια στα χέρια σας.

Ραντεβού

Saat kaçta buluşacağız? Saat dokuzda buluşalım. Gelebilirsen haber ver. Mehmet nerede buluşmak istersin? Tamam, orada görüşürüz! Seni sonra ararım. Kusura bakma yine geç kaldım. Üç dakika içinde orada olacağım. Çok fazla bekledin mi?

Τι ώρα θα συναντηθούμε; Ας βρεθούμε στις 9. Ειδοποίησέ με αν μπορέσεις να έρθεις. Mehmet πού θέλεις να συναντηθούμε; Εντάξει τα λέμε εκεί! Θα σε πάρω αργότερα. Συγνώμη, πάλι άργησα. Θα είμαι εκεί σε τρία λεπτά. Περίμενες πολύ;

Σας εύχομαι!

Şerefe! İyi şanslar! İyi yolculuklar! Tebrikler! Geçmiş olsun! Hayırlı işler! Yeni yılınız kutlu olsun! Hepinize iyi tatiller dilerim! Sana iyi bayram dileriz!

Στην υγειά σας! Καλή τύχη! Καλό ταξίδι! Συγχαρητήρια! Περαστικά! Καλές δουλειές! Καλή χρονιά να έχετε! Εύχομαι σε όλους σας καλές διακοπές! Σου ευχόμαστε καλό μπαϊράμι (τουρκ.)!

Σ' αγαπώ - Μ' αγαπάς

Seni seviyorum. Seninle olmak istiyorum. Sevgilim, bana dön. Öp beni. Benimle çıkar mısın? Seni çok özlüyorum. Çok güzelsin. Benimle evlenir misin?

Σ' αγαπώ. Θέλω να είμαι μαζί σου. Αγαπημένη(ε) μου, γύρνα σε μένα. Φίλησέ με. Θα βγεις μαζί μου; Μου έχεις λείψει πολύ. Είσαι πολύ ωραία. Με παντρεύεσαι;

Page 108: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

108

Σ' αγαπώ - Μ' αγαπάς II

Erkek arkadaşın var mı? Kız arkadaşın var mı? Evlimisin? (Ben) bekarım. (Ben) nişanlıyım. (Ben) boşandım. Biriyle görüşüyor musun? Biriyle çıkıyorum.

Έχεις φίλο; Έχεις φιλενάδα; Είσαι παντρεμένος(η); Είμαι αδέσμευτος(η). Είμαι αρραβωνιασμένος(η). Είμαι χωρισμένος(η). Τα έχεις με κάποιον(α); Βγαίνω με κάποιον(α).

Έκτακτες καταστάσεις

Yardım edin! Lütfen bana yardım edin! Dikkat! Dikkat edin! Ambulans çağırın! Bir doktora ihtiyacım var! Lütfen acele edin! Bir kaza oldu! Yangın var! İtfaiyeyi çağırın!

Βοήθεια! Παρακαλώ βοηθήστε με! Προσοχή! Προσέξτε! Φωνάξτε ένα ασθενοφόρο! Χρειάζομαι ένα γιατρό! Παρακαλώ βιαστείτε! Έγινε ατύχημα! Φωτιά! Φωνάξτε την πυροσβεστική!

Έκτακτες καταστάσεις II

Polis çağırın! Cüzdanım çalındı. Bir hırsızlık rapor etmek istiyorum. Pasaportumu ve cep telefonumu bulamıyorum. Telefonunuzu kullanabilir miyim?

Φωνάξτε την αστυνομία! Κλάπηκε το πορτοφόλι μου. Θέλω να αναφέρω μία κλοπή. Δεν μπορώ να βρω το διαβατήριό μου και το κινητό μου. Μπορώ να χρησιμοποιήσω το τηλέφωνό σας;

Page 109: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

109

Στην τράπεζα

Günaydın, banka hesabı açmak istiyorum. Kimliğiniz var mı? Yanımda pasaportum var. İki yüz lira çekmek istiyorum. Hesabıma bin lira yatırmak istiyorum. Yurt dışına para transfer etmek istiyorum.

Καλημέρα, θέλω να ανοίξω έναν τραπεζικό λογαριασμό. Έχετε ταυτότητα; Έχω μαζί το διαβατήριό μου. Θέλω να κάνω ανάληψη 200 λίρες. Θέλω να καταθέσω στο λογαριασμό μου 1000 λίρες. Θέλω να μεταφέρω χρήματα στο εξωτερικό.

Χρησιμοποιώντας ATM

En yakın bankamatik nerede? Lütfen kartınızı giriniz. PIN numaranızı giriniz. Yanlış PIN numarası. Giriş - İptal - Sil. Para çekme. Lütfen bekleyiniz. Hesabınızda yeterli miktar bulunmamaktadır. Makbuz ister misiniz? Kartınızı alınız.

Πού είναι το κοντινότερο ATM; Παρακαλώ εισάγετε την κάρτα σας. Εισάγετε το PIN σας. Λανθασμένο PIN. Είσοδος(Enter) - Ακύρωση(Cancel) - Διαγραφή(Delete) Ανάληψη χρημάτων. Παρακαλώ περιμένετε. Δεν υπάρχει στο λογαριασμό σας επαρκές ποσό. Θέλετε απόδειξη; Πάρτε την κάρτα σας.

Στο ξενοδοχείο

Boş odanız var mı? Çift yataklı, duşlu bir oda istiyorum. Beni yarın sabah saat yedide uyandırın lütfen. Üç yataklı oda ücreti kaç? Hesabı hazırlar mısınız?

Έχετε άδεια δωμάτια; Θέλω ένα δίκλινο δωμάτιο με ντους. Θα με ξυπνήσετε αύριο το πρωί στις 7 παρακαλώ; Πόσο κοστίζει το τρίκλινο δωμάτιο; Ετοιμάζετε το λογαριασμό;

Στο ξενοδοχείο II

Her odada kablolu ve kablosuz İnternet bağlantısı mevcuttur. Bütün odalarda deniz manzaralı balkon, klima, TV, saç kurutma makinesi ve duşlu banyo vardır. Otelde yüzme havuzu, kapalı restaurant, araba parkı, bar ve özel plaj vardır. Kahvaltı salonu ikinci katta.

Σε κάθε δωμάτιο είναι διαθέσιμη ενσύρματη και ασύρματη σύνδεση στο Ίντερνετ. Σε όλα τα δωμάτια υπάρχει μπαλκόνι με θέα στη θάλασσα, κλιματιστικό, τηλεόραση, πιστολάκι μαλλιών και μπάνιο με ντους. Στο ξενοδοχείο υπάρχει πισίνα, κλειστό εστιατόριο, χώρος στάθμευσης, μπαρ και ιδιωτική παραλία. Η αίθουσα πρωινού είναι στο

Page 110: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

110

Στο ξενοδοχείο III

Lütfen çıkış kaydı yapmak istiyorum. Ödemeyi nasıl yapmak istiyorsunuz? Kredi kartı ile ödeyeceğim. Nakit ile ödeyeceğim. Mini barı hiç kullanmadık. Bagajlarımızı bırakabileceğimız bir yer var mı? Ziyaretinizden memnun kaldınız mi? Evet, çok memnun kaldık.

Παρακαλώ θέλω να κάνω check out. Πώς θέλετε να πληρώσετε; Θα πληρώσω με πιστωτική κάρτα. Θα πληρώσω με μετρητά. Δεν χρησιμοποιήσαμε καθόλου το μίνι μπαρ. Υπάρχει κάποιο μέρος να αφήσουμε τα πράγματά μας; Μείνατε ευχαριστημένοι από τη διαμονή σας; Ναι μείναμε πολύ ευχαριστημένοι.

Εστιατόριο - Παραγγέλνω

Affedersiniz, bu masa boş mu? Bakar mısınız? Yemek listenizi rica ediyorum. Bir pirzola, bir döner kebap ve bir salata lütfen. Garson hesabı getirir misiniz?

Συγγνώμη, αυτό το τραπέζι είναι ελεύθερο; Σερβιτόρε! (κυριολεκτικά: βλέπετε;) Τον κατάλογό παρακαλώ. Μία μπριζόλα, ένα ντονέρ κεμπάπ και μία σαλάτα παρακαλώ. Σερβιτόρε, θα φέρετε το λογαριασμό;

Εστιατόριο - Σερβιτόρος

Buyurun! Baş üstüne efendim. Ne arzu edersiniz? Başka bir şey yer misiniz? Bir şey içer misiniz? Güle güle! Sizi yine beklerizfendim.

Παρακαλώ! Στις διαταγές σας. Τι επιθυμείτε; Θα φάτε(παραγγείλετε) τίποτε άλλο; Θα πιείτε κάτι; Στο καλό! Σας περιμένουμε ξανά κύριε.

Page 111: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

111

Καφέ/Μπαρ - Παραγγέλνω

Bana bir şişe Efes birası, ufak şişe lütfen! Bir kahve istiyorum, orta şekerli olsun! Bir bardak su rica ederim. İki çay lütfen, demli olsun!

Για μένα ένα μπουκάλι μπύρα Efes, μικρό μπουκάλι παρακαλώ! Θέλω ένα καφέ, μέτριος να είναι! Ένα ποτήρι νερό παρακαλώ. Δύο τσάγια παρακαλώ, αρωματικά να είναι!

Θέλω παγωτό

Hadi, dondurma alalım! Bir dondurma lütfen. Dondurmanız nasıl olsun? Çikolatalı çilekli olsun lütfen. Kaç para? İki lira kırk kuruş. Buyurun!

Εμπρός να πάρουμε παγωτό! Ένα παγωτό παρακαλώ. Πώς να είναι το παγωτό σας; Με σοκολάτα και φράουλα παρακαλώ. Πόσο κάνει; Δύο λίρες και σαράντα kuruş. Ορίστε!

Τουριστικές πληροφορίες

Şehri dolaşmanın en iyi yolu hangisi? Buradan şehrin ana alışveriş bölgesine yürüyerek birkaç dakika içinde ulaşılabilir. Haftada iki yarım gün be bir tam gün yakın adalara geziler düzenlenir. Peki, şehir etkinlikleri ile ilgili broşürleriniz var mı? Haritalarınız var mı? Elbette! Küçük haritada yalnızca şehir merkezi var. Büyük haritada bütün şehri görebilirsiniz.

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος περιήγησης στην πόλη; Από εδώ μπορείτε να φτάσετε περπατώντας στην κυριότερη εμπορική περιοχή της πόλης σε λίγα λεπτά. Κάθε εβδομάδα οργανώνονται δύο εκδρομές για μισή ημέρα και μία ολοήμερη στα κοντινά νησιά. Εντάξει, έχετε τίποτε ενδιαφέροντα φυλλάδια με τις εκδηλώσεις που γίνονται στην πόλη; Έχετε χάρτες; Φυσικά! Στο μικρό χάρτη υπάρχει μόνο το κέντρο της πόλης. Στο μεγάλο χάρτη μπορείτε να δείτε ολόκληρη την πόλη.

Page 112: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

112

Ρωτώ τον δρόμο

Ayasofya'ya nasıl gidilir? Kapalı Çarşı nerede? Havaalanına ne ile gidebiliriz? Taksim otobüsü nereden kalkar? En yakın metro istasyonu nerede? Orası uzak mı?

Πώς πηγαίνουν στην Αγία Σοφία; Πού βρίσκεται η Κλειστή Αγορά; Με τι (μέσο) μπορούμε να πάμε στο αεροδρόμιο; Από πού ξεκινάει το λεωφορείο για το Ταξίμ; Πού βρίσκεται η πιο κοντινή στάση του μετρό; Εκείνο (το μέρος) είναι μακριά;

Δείχνω τον δρόμο

Doğru gidin. Köprüden sonra sola dönün. Üç numaralı otobüse binin. Sirkeci'de inin Hiç sapmadan trafik lambasına kadar gidin. Yol ikiye ayrılır, sağ yolu takip edin.

Πηγαίνετε ευθεία. Μετά τη γέφυρα στρίψτε αριστερά. Ανεβείτε στο λεωφορείο νούμερο 3. Κατεβείτε στο Sirkeci. Χωρίς να στρίψετε, πηγαίνετε μέχρι το φανάρι. Ο δρόμος χωρίζει στα δύο, ακολουθείστε το δεξιό (κλάδο).

Ταξιδεύω

Trabzon'un nerelerini gezdiniz? Sümela manastırına gittim. Onu çok beğendim. Başkalarından, en çok ne hoşuna gitti? Oranın insanları çok cana yakın.

Ποια μέρη επισκεφθήκατε στην Τραπεζούντα; Πήγα στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Αυτό μου άρεσε πολύ. Από τα υπόλοιπα τι σας άρεσε περισσότερο; Οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ ανοιχτόκαρδοι.

Page 113: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

113

Στο λεωφορείο

Buradan Ayasofya'ya otobüs var mı? Otobüs bileti nereden alınır? Şu gişeden alınır. Bu otobüs Taksim'den geçer mi? Havaalanına iki tane lütfen. Hilton otelinde inecek var mı? Üsküdar'a kaç saatte bir işler? Yirmi dakikada bir işler.

Υπάρχει λεωφορείο από εδώ για την Αγία Σοφία; Πού πωλούνται εισιτήρια λεωφορείου; Πωλούνται από εκείνο το γκισέ. Αυτό το λεωφορείο περνάει από το Ταξιμ; Δύο τεμάχια (εισιτήρια) για το αεροδρόμιο παρακαλώ. Γίνεται στάση στο Hilton; Για το Σκούταρι τι ώρες γίνεται αναχώρηση; Κάθε 20 λεπτά μία αναχώρηση.

Στο πλοίο

Büyükada'ya bir sonraki gemi ne zaman? Bir araba ve dört yolcu için bilet istiyorum. Çocuk indirimi var mı? Gökçeada'ya feribot ne zaman varıyor? Bozcaada'ya yaklaşık yirmi dakika içinde varacağız.

Πότε είναι το επόμενο πλοίο για την Πρίγκηπο; Θέλω εισιτήριο για ένα αυτοκίνητο και τέσσερις επιβάτες. Υπάρχει έκπτωση για τα παιδιά; Πότε φτάνει το φεριμπότ στην Ίμβρο; Θα φτάσουμε στην Τένεδο περίπου σε 20 λεπτά.

Στο τρένο

Haydarpaşa tren istasyonu nerede? Bu Ankara treni mi? Hayır, şu perona gitmeniz lazım. İstanbul'a giden tren saat kaçta kalkıyor? Saat sekizde kalkıyor. Bursa'ya gidiş dönüş bileti ne kadar? Otuz lira. İkinci mevki vagonlar nerede? Trende kuşetli vagon var mı?

Πού είναι ο σταθμός τρένου Haydarpaşa; Αυτό είναι το τρένο για Άγκυρα; Όχι, πρέπει να πάτε σε εκείνη την πλατφόρμα. Τι ώρα φεύγει το τρένο για Κωνσταντινούπολη; Φεύγει στις οκτώ. Πόσο έχει το εισιτήριο για Προύσα πήγαινε - έλα; Τριάντα λίρες. Πού είναι τα βαγόνια της 2ης θέσης; Στο τρένο υπάρχουν κουκέτες;

Page 114: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

114

Στο αεροδρόμιο

Ankara'dan Kahire'ye direkt uçuş var mı? New York ile İstanbul arasındaki uçuş on bir saat sürüyor. Trabzon'a bir sonraki uçuş ne zaman? İki yüz kırk numaralı uçuş için son çağrı. Yüz kırk beş numaralı uçuş binişe başlamıştır.

Υπάρχει απευθείας πτήση από Άγκυρα για Κάιρο; Η πτήση ανάμεσα σε Νέα Υόρκη και Κωνσταντινούπολη διαρκεί 11 ώρες. Πότε είναι η επόμενη πτήση για Τραπεζούντα; Τελευταία αναγγελία για την πτήση 240. Έχει αρχίσει η επιβίβαση για την πτήση 145.

Check in

Nereye yolculuk ediyorsunuz? Rezervasyon numaranız yanınızda mı? Rezervasyon numaramı unuttum. Bilet ve pasaportunuz lütfen. Kaç tane çanta check in yaptıracaksınız? El çantanızı görebilir miyim? Cam kenarı mı yoksa koridor tarafında mı oturmak istersiniz?

Για πού ταξιδεύετε; Έχετε μαζί σας τον αριθμό κράτησης; Ξέχασα τον αριθμό κράτησής μου. Το εισιτήριο και το διαβατήριό σας παρακαλώ. Πόσες βαλίτσες θα τσεκάρετε; Μπορώ να δω τη χειραποσκευή σας; Θέλετε παράθυρο ή διάδρομο;

Έλεγχος στο αεροδρόμιο

Lütfen ceketinizi çıkarır mısınız? Lütfen metalik eşyalarınızı tepsiye koyar mısınız? Lütfen ceplerinizi boşaltır mısınız? Lütfen dizüstü bilgisayarınızı çantadan çıkarır mısınız? Sıvı madde taşıyor musunuz? Maalesef bunu yanınıza alamazsınız.

Βγάζετε παρακαλώ το τζάκετ σας; Βάζετε παρακαλώ τα μεταλλικά σας αντικείμενα πάνω στον ιμάντα; Αδειάζετε παρακαλώ τις τσέπες σας; Βγάζετε παρακαλώ το φορητό υπολογιστή σας από τη θήκη; Μεταφέρετε αντικείμενα σε υγρή μορφή; Δυστυχώς αυτό δεν μπορείτε να το πάρετε μαζί σας.

Page 115: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

115

Στο Gate του αεροδρομίου

Hangi kapıya gitmem gerek? Kötü hava yüzünden uçuşumuz gecikti. Ankara'ya giden yolcu Murat Yıldırım için son çağrı, lütfen yirmi beş numaralı kapıya gidiniz. Lütfen pasaport ve biniş kartınızı görebilir miyim? İstanbul'da uçağa körükten binmek hoşuma gitti. İyi uçuşlar!

Σε ποια πύλη πρέπει να πάω; Λόγω της κακοκαιρίας η πτήση μας είχε καθυστέρηση. Τελευταία αναγγελία για τον επιβάτη Murat Yıldırım με προορισμό την Άγκυρα. Παρακαλώ πηγαίνετε στην πύλη 25. Μπορώ να δω το διαβατήριο και την κάρτα επιβίβασής σας; Μου άρεσε που μπήκα στο αεροπλάνο από φυσούνα στην Κωνσταντινούπολη. Καλή πτήση!

Στο αεροπλάνο

Elimdeki karta göre koltuk numaram 7C El çantanızı lütfen başınızın üstündeki dolaba yerleştiriniz. Lütfen tüm cep telefonlarını ve elektronik aletleri kapatınız. Lütfen kemerlerinizi bağlayınız ve koltuğunuzu dik duruma getiriniz. Lütfen bu kısa güvenlik açıklamasına dikkat ediniz. Bir saat on dakika içinde inişe geçeceğiz. Kemer bağla işareti sönene kadar koltuğunuzdan kalkmayınız.

Σύμφωνα με την κάρτα (επιβίβασης) που κρατώ, ο αριθμός θέσης μου είναι 7C. Βάλτε παρακαλώ τη χειραποσκευή σας στο ντουλάπι που βρίσκεται πάνω από το κεφάλι σας. Παρακαλώ κλείστε όλα τα κινητά τηλέφωνα και τις ηλεκτρονικές συσκευές σας. Παρακαλώ δέστε τη ζώνη σας και φέρτε το κάθισμά σας σε όρθια θέση. Παρακαλώ δώστε προσοχή σε αυτή τη σύντομη επίδειξη κανόνων ασφαλείας. Θα προσγειωθούμε σε μία ώρα και δέκα λεπτά. Μη σηκώνεστε από το κάθισμά σας μέχρι να σβήσει η φωτεινή ένδειξη "ΠΡΟΣΔΕΘΕΙΤΕ".

Με ταξί

Benim için taksi çağırır mısınız? Taksi durağı nerede? Beni Ayasofya'ya götürün lütfen. Burada durun lütfen. Burası iyi, teşekkürler. Ne kadar? Yirmi dokuz lira. Bozuk var mı? Tamam, üstü kalsın. Fiş alabilir miyim lütfen?

Θα καλέσετε για μένα ένα ταξί; Πού είναι η πιάτσα των ταξί; Παρακαλώ να με πάτε στην Αγία Σοφία. Σταματήστε εδώ παρακαλώ. Εδώ είναι καλά, ευχαριστώ. Πόσο πάει; 29 λίρες. Έχετε ψιλά; Εντάξει, κρατήστε τα ρέστα. Μπορώ να έχω απόδειξη παρακαλώ;

Page 116: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

116

Ενοικίαση αυτοκινήτου

Bir araba kiralamak istiyoruz. Nasıl bir araba düşünüyorsunuz? Beş kişilik bir arabanız var mı? Günlük kirası ne kadar? Yetmiş lira. Bu çok pahalı. Daha ucuz bir şey sizde var mı? Bu araba sigortalı mı?

Θέλουμε να νοικιάσουμε ένα αυτοκίνητο. Πώς θέλετε να είναι το αυτοκίνητο; Έχετε ένα αυτοκίνητο 5 θέσεων; Πόσο είναι το ημερήσιο ενοίκιο; 70 λίρες. Αυτό είναι πολύ ακριβό. Έχετε κάτι φθηνότερο; Είναι ασφαλισμένο αυτό το αυτοκίνητο;

Βενζίνη παρακαλώ!

İşte orada! Bir benzin istasyonu var. Buyurun? Kırk liralık kursunsuz lütfen. Depo dolsun. Hava tertibatı nerede? Yağlama ve yıkama lütfen. İç ve dişini yıkayın.

Κοίταξε εκεί! Ένα βενζινάδικο (υπάρχει). Ορίστε! 40 λίρες αμόλυβδη παρακαλώ. Γεμίστε το ρεζερβουάρ. Πού είναι το μηχάνημα (της πίεσης) του αέρα; Λάδια και πλύσιμο παρακαλώ. Πλύντε το μέσα και έξω.

Πάμε παραλία;

Ne güzel bir plaj! Bu Türkiye'nin en uzun kumsalı. Plaj voleybolu oynayalım. Çocuğun can simidi nerede? Bana güneş kremi sürer misin? Güneş gözlüğüm yok.

Τι ωραία παραλία! Αυτή είναι η μακρύτερη αμμουδερή παραλία της Τουρκίας. Ας παίξουμε beach volley. Πού είναι το σωσίβιο (κουλούρα) του παιδιού; Μου βάζεις αντηλιακό; Δεν έχω γυαλιά ηλίου.

Page 117: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

117

Σε fast food

Bir tane tavuk burger lütfen! İki orta boy patates kızartması ve üç kola istiyorum. Bana bir Akdeniz salatası. Başka birşey ister misiniz? Bir ketçap, bir mayonez ve birkaç tane kâğıt peçete daha alabilir miyim? Hepsi on beş lira otuz kuruş.

Ένα χάμπουργκερ με κοτόπουλο παρακαλώ! Θέλω δύο πατάτες μεσαίου μεγέθους και τρεις κοκα κόλες. Για μένα μία μεσογειακή σαλάτα. Θέλετε κάτι άλλο; Μπορώ να πάρω μία κετσάπ, μία μαγιονέζα και μερικές χαρτοπετσέτες επιπλέον; Όλα μαζί 15 λίρες και 30 kuruş

Βουτιές στις νεροτσουλήθρες!

Aquaparkta çesitli açık ve kapalı su kaydırakları, iki çocuk havuzu, ve bir tramplen var. Parkın giriş fiyatları: 0 ile 3 yaş ücretsiz 4 ile 9 yaş 40 TL (Türk Lirası) 9 yaş ve üzeri 50 TL dir Aquapark giriş ücretine dahil hizmetler: Gün boyu tüm yüzme havuzlarından faydalanma Gün boyu tüm kaydıraklardan faydalanma Gün boyu tüm şemsiye, şezlong ve güneşlenme teraslarından faydalanma Gün boyu tüm atlama kulelerinden faydalanma Aquapark 5 Mayıs ile 5 Ekim tarihleri arası yaz sezonunda hizmet veren bir parktır. Bu tarih aralığında 10.00 ile 18.00 saatleri arasında hizmet vermektedir.

Στο υδάτινο πάρκο, υπάρχει ποικιλία από ανοιχτές και κλειστές νεροτσουλήθρες, δύο παιδικές πισίνες και μία ευλύγιστη σανίδα για βουτιές. Τιμές εισόδου του πάρκου: 0 - 3 ετών Δωρεάν 4 - 9 ετών 40 τουρκικές λίρες 9 ετών και άνω 50 τουρκικές λίρες Υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο αντίτιμο εισόδου του υδάτινου πάρκου: Ολοήμερη χρήση όλων των πισίνων Ολοήμερη χρήση όλων των τσουληθρών Ολοήμερη χρήση των ομπρελών, των σεζ λονγκ και των πλατωμάτων ηλιοθεραπείας Ολοήμερη χρήση όλων των πύργων καταδύσεων Το υδάτινο πάρκο προσφέρει τις υπηρεσίες του για την καλοκαιρινή περίοδο από τις 5 Μαΐου έως τις 5 Οκτωβρίου. Σε αυτό το διάστημα λειτουργεί από τις 10:00 έως τις 18:00.

Page 118: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

118

Ψάρεμα

Balık tutmayı seviyor musunz? Zıpkın ve olta ile balık avlıyorum. Levrek nasıl tutulur? Dün on beş dakikada üç tane ahtapot tuttum. Çipura hangi yem ile tutulur? Balıkçı teknesi ağlarını balıkla doldurup limana döndü. Balık avlamak sabır ister.

Σας αρέσει το ψάρεμα; Ψαρεύω με ψαροντούφεκο και πετονιά. Πώς πιάνεται το λαβράκι; Χτες μέσα σε δεκαπέντε λεπτά έπιασα τρία χταπόδια. Η τσιπούρα με τι δόλωμα πιάνεται; Η ψαρόβαρκα αφού γέμισε τα δίχτυα της με ψάρια, γύρισε στο λιμάνι. Το ψάρεμα θέλει υπομονή.

Σε μουσείο

Giriş ücreti: 20 TL. Bu müzeye giriş ücretsizdir. Öğrenciler için indirim var mı? Burada fotoğraf çekmek yasaktır. Ayrıca sesli rehber sistemi de istiyorsanız, o da 5 TL. Müze Pazartesi ve Salı günleri kapalı. Hediyelik eşya mağazasından yöresel eşyaları satın alabilirsiniz.

Τιμή εισόδου: 20 λίρες. Σε αυτό το μουσείο η είσοδος είναι δωρεάν. Υπάρχει έκπτωση για φοιτητές; Εδώ απαγορεύεται η φωτογράφιση. Αν θέλετε επιπλέον συσκευή φωνητικής ξενάγησης, κοστίζει 5 λίρες. Το μουσείο είναι κλειστό τις Δευτέρες και τις Τρίτες. Από το μαγαζί με τα αναμνηστικά μπορείτε να πάρετε τοπικά προϊόντα.

Στην πινακοθήκη

Bu galerinin büyük bir portre koleksiyonu var. Bu güzel resmi kim yaptı? İkinci katta empresyonist ressamların eserleri vardır. Ressam bu çalışmalarda karakalem, pastel ve yağlıboya kullandı. Modern sanatı sever misin? Galeride sekiz ülkeden yirmi iki sanatçının resimleri sergileniyor.

Σε αυτή την πινακοθήκη (γκαλερί) υπάρχει μία μεγάλη συλλογή από πορτρέτα. Ποιος έφτιαξε αυτόν τον ωραίο πίνακα; Στο δεύτερο όροφο υπάρχουν έργα ιμπρεσιονιστών ζωγράφων. Ο ζωγράφος σε αυτά τα έργα χρησιμοποίησε μαύρο μολύβι, παστέλ και λαδομπογιά. Σου αρέσει η μοντέρνα τέχνη; Στην γκαλερί εκτίθενται πίνακες 22 ζωγράφων από 8 χώρες.

Page 119: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

119

Αναζητώντας διαμέρισμα

İlanını verdiğiniz daire için arıyorum. Ne tür bir daire bakıyorsunuz? Tek yatak odalı bir daireye ihtiyacım var. Sizde mevcut bir tane var mı? Kiralayacak bir yer mi yoksa satın alacak bir yer mi bakıyorsunuz? Hangi fiyat aralığında bir daire düşünüyorsunuz? 700 ile 800 TL arasında bir yer arıyorum. Aylık kira 700 Lira, 400 Lira da kaporası var.

Τηλεφωνώ για το διαμέρισμα που έχετε βάλει στην αγγελία. Για τι είδους διαμέρισμα κοιτάτε; Χρειάζομαι ένα διαμέρισμα με ένα υπνοδωμάτιο. Έχετε κάποιο διαθέσιμο; Κοιτάζετε για κάποιο προς ενοικίαση ή για κάποιο προς πώληση; Σε ποιο εύρος τιμών σκέφτεστε να είναι το διαμέρισμα; Ψάχνω για ένα χώρο ανάμεσα στις 700 και 800 λίρες. Το μηνιαίο ενοίκιο είναι 700 λίρες και 400 λίρες ως εγγύηση.

Αγγελία για διαμέρισμα

Üsküdar’da, üç odalı satılık daire, 120 metre kare, dördüncü kat, asansörlü, bakımlı, doğalgaz kombili, otoparklı, okula metroya yakın. Salon ve yatak odası ahşap parke. Fiyat: 85.000 Türk Lirası.

Στην περιοχή Σκούταρι, πωλείται διαμέρισμα 120τμ τριών δωματίων, στον τέταρτο όροφο, με ασανσέρ, περιποιημένο, με μπόιλερ φυσικού αερίου, με πάρκινγκ, κοντά στο σχολείο και στο μετρό. Το σαλόνι και το υπνοδωμάτιο διαθέτουν ξύλινο πάτωμα. Τιμή 85.000 λίρες Τουρκίας.

Ψωνίζω

En iyi baklava nerede satılıyor? Bunun fiyatı ne? O halıyı bize gösterir misiniz? Hepsi ne kadar? Kırk lira çok pahalı. Bana uygun bir fiyat söylerseniz alırım.

Πού πουλιέται ο καλύτερος μπακλαβάς; Ποια είναι η τιμή του; Θα μας δείξετε εκείνο το χαλί; Όλα μαζί πόσο κάνουν; 40 λίρες είναι πολύ ακριβά. Αν μου πείτε μία καλύτερη τιμή θα το αγοράσω.

Page 120: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

120

Δοκιμάζω ρούχα και παπούτσια

Bunu deneyebilir miyim? Bu ayakkabının dokuz numarası var mı? Kıyafet deneme odası nerede? Orta beden bana biraz küçük geliyor. Bunun büyük bedeni var mı? Rengini beğenmedim. Başka rengi var mı? Bu pantolon sana çok yakıştı!

Μπορώ να δοκιμάσω αυτό; Έχετε αυτά τα παπούτσια στο νούμερο εννιά; (ανάλογα με την προέλευση) Πού είναι το δοκιμαστήριο; Το Medium μου έρχεται λίγο μικρό. Έχετε από αυτό σε Large; Δεν μου αρέσει το χρώμα του. Υπάρχει σε άλλο χρώμα; Αυτό το παντελόνι σου πάει πολύ!

Στο σούπερ μάρκετ

Size yardımcı olabilir miyim? Peynir reyonu nerede acaba? Burada donmuş gıda reyonu. On beş dilim jambon lütfen! Altı kutu Coca Cola al! Hepsi on dört lira yetmiş beş kuruş. Kredi kartı ile ödeyebilir miyim? Birkaç poşet daha alabilir miyim?

Μπορώ να σας βοηθήσω; Πού βρίσκεται το τμήμα των τυριών; Εδώ είναι το τμήμα των κατεψυγμένων τροφών. Δεκαπέντε φέτες ζαμπόν παρακαλώ! Πάρε έξι κουτιά κόκα κόλα! Όλα μαζί κάνουν 14 λίρες και 75 κουρούς. Μπορώ να πληρώσω με πιστωτική κάρτα; Μπορώ να πάρω μερικές σακούλες επιπλέον;

Στο κρεοπωλείο

Buyurun efendim! Yarım kilo kıyma lütfen! Yalnızca birkaç gram altında, tamam mı? Tabii ki. Başka bir şey ister misiniz? Altı büyük parça dana pirzolası, iki yüz gram kuzu ciğer ve dört parça tavuk, lütfen! İşte buyrun! O sucuk baharatlı mı? Evet çok baharatlı. Hepsi kırk iki lira elli kuruş. Hepsini bir poşete koyacağım.

Παρακαλώ κύριε! Μισό κιλό κιμά παρακαλώ! Μόνο λίγα γραμμάρια παρακάτω, είναι εντάξει; Βεβαίως! Θέλετε τίποτε άλλο; 6 μεγάλα κομμάτια μοσχαρίσια μπριζόλα, 200 γραμμάρια αρνίσια συκωταριά και 4 κομμάτια κοτόπουλο παρακαλώ! Ορίστε! Εκείνο το σουτζούκι είναι πικάντικο; Ναι είναι πολύ πικάντικο. Όλα μαζί 42 λίρες και 50 κουρούς Θα τα βάλω όλα μαζί σε μία σακούλα.

Page 121: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

121

Στο ψαράδικο

Balıkçı balıkların taze mi? Taptaze abla*. Denizden yeni çıktı. Ahtapotun kilosu ne kadar ya? Kilosu on beş lira. Bir kilo palamut, yarım kilo levrek ve bir buçuk kilo karides verin. Buyurun. Borcum ne? Otuz iki lira. Buyurun. Paranızı alın. Hayırlı işler. İyi günler. Yine bekleriz.

Ψαρά είναι τα ψάρια σου φρέσκα; Ολόφρεσκα κυρία μου. Μόλις βγήκαν από τη θάλασσα. Πόσο πάει το κιλό το χταπόδι; 15 λίρες το κιλό. Δώσε μου 1 κιλό παλαμίδα, μισό κιλό λαβράκι και 1,5 κιλό γαρίδες. Ορίστε. Τι χρωστάω; 32 λίρες Ορίστε τα χρήματά σας. Καλές δουλειές. Καλή σας ημέρα. Να μας ξανάρθετε.

Πάμε κομμωτήριο;

Saat dokuzda kuaförde randevum var. Saçımı kestirmek istiyorum. Saçınızı nasıl kesmemi istersiniz? Yıkanacak mı? Ne kadar kısa olacak? Kısa olsun, ama çok kısa olmasın. Lütfen perma yaptırmak istiyorum. Saçımı boyatmak istiyorum. Saç spreyi kullanmayın lütfen!

Έχω ραντεβού στο κομμωτήριο, στις 9 η ώρα. Θέλω να κόψω τα μαλλιά μου. Πώς θέλετε να κόψω τα μαλλιά σας; Να τα λούσω; Πόσο κοντά να είναι; Ας είναι κοντά, αλλά όχι πολύ κοντά. Παρακαλώ θέλω να κάνω περμανάντ. Θέλω να βάψω τα μαλλιά μου. Μη χρησιμοποιήσετε λακ παρακαλώ!

Πάμε κομμωτήριο;

Saat dokuzda kuaförde randevum var. Saçımı kestirmek istiyorum. Saçınızı nasıl kesmemi istersiniz? Yıkanacak mı? Ne kadar kısa olacak? Kısa olsun, ama çok kısa olmasın. Lütfen perma yaptırmak istiyorum. Saçımı boyatmak istiyorum. Saç spreyi kullanmayın lütfen!

Έχω ραντεβού στο κομμωτήριο, στις 9 η ώρα. Θέλω να κόψω τα μαλλιά μου. Πώς θέλετε να κόψω τα μαλλιά σας; Να τα λούσω; Πόσο κοντά να είναι; Ας είναι κοντά, αλλά όχι πολύ κοντά. Παρακαλώ θέλω να κάνω περμανάντ. Θέλω να βάψω τα μαλλιά μου. Μη χρησιμοποιήσετε λακ παρακαλώ!

Page 122: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

122

Ποιο smartphone να διαλέξω;

Akıllı telefon alırken nelere dikkat edilmeli: Günümüz teknolojisinde telefon alırken öncelikle Android işletim sistemini aramalısınız. Ucuz bir fiyata iyi bir Android telefona sahip olabilirsiniz. İdeal olarak minimum 5 megapiksel kameralı telefonları tercih etmelisiniz. Wi-Fi kullanacaksanız hızlı bir bağlantıya sahip olan telefonlar tercih etmelisiniz. Bugün yeni çıkan modellerin çoğu 4 inç ve üzerinde boyuta sahip.

Τι πρέπει να προσέχουμε όταν αγοράζουμε smartphone: Με τη σημερινή τεχνολογία, όταν αγοράζετε τηλέφωνο, πρέπει να ψάχνετε (να διαθέτει) το σύστημα επικοινωνίας Android. Για λίγα χρήματα μπορείτε να αποκτήσετε ένα τηλέφωνο με Android. Ιδανικά, πρέπει να επιλέξετε η κάμερα να έχει τουλάχιστον 5 megapixel. Αν χρησιμοποιήσετε Wi-Fi, επιλέξτε ένα κινητό με γρήγορη σύνδεση. Το μέγεθος των περισσότερων καινούργιων μοντέλων είναι από 4 ίντσες και πάνω.

Παζαρεύοντας

- Bu pantolon ne kadar? - Yüz yirmi lira. - Sana altmış lira vereyim peşin peşin. - Abi* olmaz, seksen ver. - Hadi yetmiş al. - İyi tamam, al hadi! - İyi günler!

Πόσο κάνει αυτό το παντελόνι; 120 λίρες Να σου δώσω 60 λίρες απολύτως τοις μετρητοίς. Αδελφέ δε γίνεται, δώσε 80. Άιντε, πάρε 70. Εντάξει, άντε πάρτο! Γεια χαρά!

Αγορά καινούργιου αυτοκινήτου

Buyurun efendim! Günaydın. Yeni bir araba almak istiyorum. Ne tür bir araba arıyorsunuz? Bir aile arabası almak istiyorum. Bu sizin ihtiyaçlarınıza en uygun arabadır. Arabada büyük bir bagaj, ABS, altı hava yastığı, elektrikli aynalar, elektrikli camlar, tepe penceresi ve klima var. Bu arabanın fiyatı nedir? Otuz bin Türk lirası. Siyah renkte var mı? Elbette efendim.

Παρακαλώ κύριε! Καλημέρα. Θέλω να αγοράσω ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Τι είδους αυτοκίνητο ψάχνετε; Θέλω να πάρω ένα οικογενειακό αυτοκίνητο. Αυτό είναι το ιδανικό αυτοκίνητο για τις ανάγκες σας. Το αυτοκίνητο έχει μεγάλο πορτ παγκάζ, ABS, 6 αερόσακους, ηλεκτρικούς καθρέφτες, ηλεκτρικά παράθυρα, ηλιοροφή και κλιματισμό. Ποια είναι η τιμή αυτού του αυτοκινήτου; 30000 λίρες. Υπάρχει σε μαύρο χρώμα; Φυσικά κύριε!

Page 123: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

123

Αγορά μεταχειρισμένου αυτοκινήτου

Buyrun hanımefendi. İkinci el bir araba almak istiyorum. Acaba bu araba bugüne kadar kaç kilometre yaptı? Doksan bin kilometre. Arabanın genel durumu nasıl? Arabanın motoru çok iyi durumdadır. Şehir dışı hiç kullanılmamıştır. Merkezi kilitlemesi ve çok iyi bir alarm sistemi var. Bu arabayı almadan önce test sürüşü yapayım. Ondan sonra karar vereceğim.

Παρακαλώ κυρία! Θέλω να αγοράσω ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο. Άραγε αυτό το αυτοκίνητο πόσα χιλιόμετρα έχει κάνει μέχρι σήμερα; 90000 χιλιόμετρα. Ποια είναι η γενική κατάσταση του αυτοκινήτου; Η μηχανή του αυτοκινήτου είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Δεν έχει χρησιμοποιηθεί καθόλου έξω από την πόλη. Έχει κεντρικό κλείδωμα και ένα πολύ καλό σύστημα συναγερμού. Να κάνω ένα test drive σε αυτό το αυτοκίνητο πριν το αγοράσω. Μετά από αυτό θα αποφασίσω.

Στο φαρμακείο

En yakın eczane nerede? Şiddet boyun ağrısı ve baş ağrısı geçiriyorum. Bir kutu aspirin rica ediyorum! Boğaz ağrısı için bir ilacınız var mı? Doktordan reçeteniz var mı? On üç aylık oğluma güneş kremi almak istiyorum.

Πού είναι το κοντινότερο φαρμακείο; Έχω έντονο πόνο στον αυχένα και πονοκέφαλο. Ένα κουτί ασπιρίνες παρακαλώ! Έχετε κανένα φάρμακο για τον πονόλαιμο; Έχετε συνταγή γιατρού; Θέλω να αγοράσω αντιηλιακή κρέμα για το δεκατριών μηνών γιο μου.

Στο φαρμακείο II

Bu ilacın yan etkileri var mı? Bu ilaçları ne kadar süre ve miktarda kullanacağım? Yemeklerle birlikte mi alacağım? Bu şurubu birer yemek kaşığı, günde iki kez, yemekten önce, dört ile altı hafta boyunca almalı. On beş gün boyunca, sabah-akşam, altışar damla alın. Dermatit için hafif kortizonlu bir krem arıyorum.

Αυτό το φάρμακο έχει παρενέργειες; Για πόσο διάστημα και σε τι ποσότητα θα χρησιμοποιήσω αυτά τα φάρμακα; Θα το παίρνω μαζί με το φαγητό; Πρέπει να παίρνετε αυτό το σιρόπι, από μία κουταλιά φαγητού, δύο φορές τη μέρα, πριν φάτε και για 4-6 εβδομάδες. Πάρτε για 15 ημέρες, πρωί-βράδυ, από 6 σταγόνες. Ψάχνω για μία κρέμα για δερματίτιδες με χαμηλή περιεκτικότητα κορτιζόνης.

Page 124: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

124

Παραδοσιακό ζαχαροπλαστείο

İyi günler! Yarım kilo fıstıklı baklava lütfen. Ayrıca dört tane kazandibi, bir tane de tavukgöğsü. Sade helvanın kilosu 14 Türk Lirası, kakaolunun da 17 Türk Lirası. Güllü lokumlarınız pek lezzetli. Maşallah! Maalesef şu anda kadayıfımız yok. Revaniniz harika görünüyor. Tadına bakabilir miyim? Künefe peynir ile yapılan bir tatlıdır.

Καλημέρα σας! Μισό κιλό μπακλαβά με φιστίκι παρακαλώ. Επιπλέον 4 κομμάτια καζάν ντιπί και 1 κομμάτι ταούκ κιοκσού. Ο σκέτος χαλβάς κοστίζει 14 λίρες ενώ με το κακάο 17 λίρες το κιλό. Το λουκούμι σας με τριαντάφυλλο είναι πολύ νόστιμο. Εξαιρετικό! Δυστυχώς αυτή τη στιγμή δεν έχουμε κανταΐφι. Το ραβανί σας δείχνει υπέροχο. Μπορώ να το δοκιμάσω; Το κιουνεφέ είναι ένα γλυκό που φτιάχνεται με τυρί.

Στο ταχυδρομείο

En yakın postane nerede? Bu mektubu Almanya'ya yollamak ne kadar tutar? Üç Lira tutuyor. Bu paketi İzmir'e yollamak istiyorum. İçinde ne var? Onu tartmak zorundayım. Şu formu doldurun lütfen! Bir mektup aynı şehir içinde kaç günde ulaşır?

Πού είναι το κοντινότερο ταχυδρομείο; Πόσο κοστίζει να στείλω αυτό το γράμμα στη Γερμανία; Κοστίζει τρεις λίρες. Θέλω να στείλω αυτό το πακέτο στη Σμύρνη. Τι έχει μέσα; Είμαι υποχρεωμένος(η) να το ζυγίσω. Συμπληρώστε εκείνη τη φόρμα παρακαλώ! Σε πόσες μέρες φτάνει ένα γράμμα στην ίδια πόλη;

Στο ταχυδρομείο II

Ekspres mektup ne kadar? Taahhütlü mektubunuz var. Şuraya bir imza atar mısınız? Pasaportunuz var mı? Başka bir şey ister misiniz? Ayrıca bir paket zarf lütfen. Nereden pul alabilirim? Sağdaki gişeye gidin. Posta kutusu nerede?

Πόσο κοστίζει το γράμμα να πάει Express; Έχετε συστημένο γράμμα. Μπορείτε να υπογράψετε εδώ; Έχετε το διαβατήριό σας; Θέλετε τίποτε άλλο; Επιπλέον ένα πακέτο φακέλους παρακαλώ. Από πού θα πάρω γραμματόσημα; Πηγαίνετε στο δεξιό ταμείο. Πού είναι το γραμματοκιβώτιο;

Page 125: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

125

Σε συνεργείο αυτοκινήτων

Kolay gelsin usta. Sağ olun, buyurun. Arabanın nesi var? Motordan tık tık tık şeklinde bir ses geliyor. Ayrıca el freni tutmuyor. Bir dakika, hemen bakayım. Arabayı ne zaman alabilirim? Bugün bitmez. Çok işim var. Yarın öğleden sonra.

Γεια σου μάστορα! Να είστε καλά, ορίστε. Τι έχει το αυτοκίνητό; Από τη μηχανή ακούγεται(έρχεται) ένας ήχος σαν τικ, τικ, τικ. Επιπλέον δεν πιάνει το χειρόφρενο. Ένα λεπτό. Θα το δω αμέσως. Πότε θα μπορέσω να πάρω το αυτοκίνητο; Δεν θα τελειώσει σήμερα. Έχω πολλή δουλειά. Αύριο το απόγευμα.

Σε συνεργείο αυτοκινήτων II

Oto elektrikçisi nerede? Arabanızın nesi bοzuk? Arabanın ön sağ sinyali yanmıyor. Ayrıca arka sol fren ışığı bozuk. Otomatik camlar çalışmıyor. Arabanın aküsü bitti. Ön sol lastiği patlak. Karbüratör tıkalı mı?

Πού είναι ο ηλεκτρολόγος αυτοκινήτων; Τι είναι χαλασμένο στο αυτοκίνητό σας; Το μπροστά δεξιά φλας του αυτοκινήτου δεν ανάβει. Επιπλέον, το πίσω, αριστερά φως του φρένου είναι χαλασμένο. Τα ηλεκτρικά παράθυρα δεν δουλεύουν. Τελείωσε η μπαταρία του αυτοκινήτου. Το μπροστά, αριστερά λάστιχό του έχει σκάσει. Το καρμπιρατέρ είναι βουλωμένο;

Σε συνεργείο αυτοκινήτων III

Dün arabamın ön plastik tamponu kırılmıştı. Arabamın çamurluğunda bir minik hasar vardı. Arabamın rengini değiştirmek için ne yapmalıyım? Arabanın komple bakımı kaça yapılır? Klima üflüyor ama soğutmuyor. Akü değişiminden sonra radio kod istiyor.

Χτες έσπασε ο πλαστικός προφυλακτήρας του αυτοκινήτου μου. Στο φτερό του αυτοκινήτου μου έγινε μια μικροζημιά. Τι πρέπει να κάνω για να αλλάξω το χρώμα του αυτοκινήτου μου; Πόσο πάει το γενικό σέρβις του αυτοκινήτου; Το αιρκοντίσιον φυσάει αλλά δεν ψύχει (τον αέρα). Μετά την αλλαγή μπαταρίας το ραδιόφωνο ζητάει κωδικό.

Για επιδιόρθωση - επισκευή

Dokunmatik ekrani nerede tamir ettirebilirim? Saatimin yeni bir pile ihtiyacı var. Televizyon tamir ediyor musunuz? Tamir ne kadar sürer? Hemen yaparım. Ne kadar tutar? Bu anahtarı kopyalayabilir misiniz? Bence artık bu yazıcı tamire değmez hale gelmiştir.

Πού μπορώ να φτιάξω την οθόνη αφής; Το ρολόι μου χρειάζεται καινούργια μπαταρία. Επισκευάζετε τηλεοράσεις; Πόσο θα διαρκέσει η επισκευή; Θα το φτιάξω αμέσως. Πόσο θα κοστίσει; Μπορείτε να φτιάξετε ένα αντίγραφο αυτού του κλειδιού; Για μένα αυτός ο εκτυπωτής δεν είναι πια σε κατάσταση που να μπορεί να επισκευαστεί.

Page 126: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

126

Ηλεκτρονικό εμπόριο

Selam Web sayfanızdan sipariş ettiğim ürünü zaten kargoya verdiniz mi? Eğer vermediyseniz siparişimi iptal etmek istiyorum. Sipariş ettiğim A1234 numaralı ürünleri iptal etmek istiyorum. Bunun için ne yapmam gerekiyor? Benim için herhangi bir maliyeti var mı?

Γεια σας Έχετε ήδη δώσει για αποστολή την παραγγελία που έκανα από την ιστοσελίδα σας; Αν δεν την έχετε δώσει, θέλω να ακυρώσω την παραγγελία μου. Θέλω να ακυρώσω τα προϊόντα της παραγγελίας μου με αριθμό A1234. Τι πρέπει να κάνω γι' αυτό; Θα υπάρξει κάποια επιβάρυνση για μένα;

Ηλεκτρονικό εμπόριο II

Sayın Bay / Bayan, Sitenizden sipariş vereli yaklaşık iki hafta oldu. Sipariş kodu c56. Siparişim şu anda ne durumda ve ne zaman elime geçecek? Üç iş günü içinde gönderilme ibaresi olmasına rağmen, bana henüz ulaştırılmadı. Ürünün Türkiye'ye gönderilmesi kaç gün sürer? Saygılarımla

Αγαπητέ κύριε / κυρία Από τότε που έδωσα την παραγγελία στην ιστοσελίδα σας έχουν περάσει περίπου δύο εβδομάδες. Ο κωδικός παραγγελίας είναι c56. Ποια είναι η τρέχουσα κατάσταση της παραγγελίας μου και πότε θα μου παραδοθεί; Παρά την ένδειξη για αποστολή σε 3 εργάσιμες ημέρες, δεν έχει φτάσει ακόμη σε μένα. Πόσες μέρες διαρκεί η αποστολή προϊόντων στην Τουρκία;

Ηλεκτρονικό εμπόριο III

Fiyatlara yüzde 18 KDV ilave edilecektir. Yukarıdaki fiyatlar 28 Şubat tarihine kadar geçerlidir. Ödeme seçenekleri: PayPal veya kredi kartı ile ödeyebilirsiniz. Her kitabın yanında yer alan “Sepete Ekle” simgesini tıklayarak ya da kitabın info bölümünde yer alan simgeyi tıklayarak ürünleri sepetinize ekleyebilirsiniz. Yapılan siparişler iki gün içinde iptal edilebilir.

Στις τιμές προστίθεται ΦΠΑ 18% Οι παραπάνω τιμές ισχύουν έως τις 28 Φεβρουαρίου. Επιλογές πληρωμής: Μπορείτε να πληρώσετε με PayPal ή πιστωτική κάρτα. Πατώντας το σύμβολο "Προσθήκη στο καλάθι" που βρίσκεται δίπλα σε κάθε βιβλίο ή στην ενότητα με τις πληροφορίες του βιβλίου, μπορείτε να προσθέσετε τα προϊόντα στο καλάθι σας. Οι παραγγελίες μπορούν να ακυρωθούν μέσα σε 2 μέρες.

Page 127: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

127

Στο βιβλιοπωλείο

Günaydın! Size yardım edebilir miyim? Arkadaşım için ilginç bir kitap almak istiyorum. Ne tavsiye edersiniz? Dedektif hikayesi mi yoksa bir roman mı istersiniz? En sevdiğiniz yazarlar kimlerdir? Bu ayın en çok satılan kitapları hangileri? Orhan Pamuk çok gözde. Bu kitabın fiyatı ne kadar? Sekiz lira seksen kuruş. Bunu alacağım, herhalde. Güzel sararsanız çok memnun olurum.

Καλημέρα! Μπορώ να σας βοηθήσω; Θέλω να αγοράσω ένα ενδιαφέρον βιβλίο για έναν φίλο μου. Τι προτείνετε; Θέλετε μία αστυνομική ιστορία ή ένα μυθιστόρημα; Ποιοι είναι οι πιο αγαπημένοι σας συγγραφείς; Ποια είναι τα βιβλία με τις περισσότερες πωλήσεις αυτό το μήνα; Ο Orhan Pamuk είναι πολύ δημοφιλής. Ποια είναι η τιμή αυτού του βιβλίου; 8 λίρες και 80 κουρούς. Μάλλον θα πάρω αυτό. Θα σας είμαι υπόχρεος αν το τυλίξετε καλά.

Ένα γιατρό παρακαλώ!

Şikayetiniz ne? Midem bulanıyor. Ne zamandan beri? Sabahtan beri. Ateşiniz var mı? Hayır, ateşim yok. Başım da ağrıyor. Yemeklerden sonra birer hap, su ile alın.

Τι σας ενοχλεί; Ανακατεύεται το στομάχι μου. Από πότε; Από το πρωί. Έχετε πυρετό; Όχι δεν έχω πυρετό. Με πονάει επίσης το κεφάλι μου. Μετά τα γεύματα να παίρνετε από ένα χάπι, μαζί με νερό.

Ιατρική εξέταση

Doktor muayenesi. Ağzınızı açın, dilinizi çıkarın, aaa deyin. Nefes alın, verin. Öksürün lütfen. Dokunduğumda burası acıyor mu? Burada ağrı hissediyor musunuz? Sağ kolunuzu kaldırın. Sizin yüksek tansiyonunuz var. Ateşinizi ölçelim. Ateşiniz normal.

Ιατρική εξέταση. Ανοίξτε το στόμα σας. Βγάλτε τη γλώσσα σας. Πείτε ααα. Πάρτε εισπνοή - εκπνοή. Βήξτε παρακαλώ Πονάει όταν αγγίζω εδώ; Εδώ αισθάνεστε πόνο; Σηκώστε το δεξί σας χέρι. Έχετε ψηλή πίεση. Ας μετρήσουμε τον πυρετό σας. Η θερμοκρασία σας είναι κανονική

Page 128: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

128

Έχω πονόδοντο...

Dişim ağrıyor. Ağzınızı açar mısınız? Bir dolguya ihtiyacım var. Bu dişin çekilmesi gerekir. Şimdi size bir iğne yapacağım. Dişlerimizi günde en az iki kez ve iki dakika yumuşakça fırçalamalıyız.

Πονάει το δόντι μου. Ανοίγετε το στόμα σας; Είναι ανάγκη να κάνω ένα σφράγισμα. Αυτό το δόντι χρειάζεται εξαγωγή. Τώρα θα σας κάνω μία ένεση. Πρέπει να βουρτσίζουμε μαλακά τα δόντια μας, τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα και για δύο λεπτά.

Μικρο-ατύχημα

Merhaba Berna. Sol ayağının nesi var? Dizimde bir ağrı var. Dün egzersiz yaparken ayacağımı burktum. Hay Allah, acıyor mu? Dün çοk acıyordu ama bugün daha iyi. İnşallah! Belki sargı bezi ile sarılmalı. Geçmiş olsun, hemen iyileşirsin umarım!

Γεια σου Berna. Τι έχει το αριστερό σου πόδι; Με πονάει το γόνατό μου. Χθες κάνοντας γυμναστική στραμπούληξα το πόδι μου. χ Θεέ μου, πονάει; Χθες πονούσε πολύ, μα σήμερα είναι καλύτερα. Μακάρι! Ίσως πρέπει να τυλιχτεί με επίδεσμο. Περαστικά! Ελπίζω να καλυτερέψει σύντομα.

Στον οφθαλμίατρο

Göz doktorunda: Bir göz testi yaptırmak istiyorum çünkü görüşüm giderek kötüleşiyor. Belki yeni bir gözlüğe ihtiyacım var. Uzağı mı yoksa yakını mı göremiyorsunuz? Şu tablodaki harfleri okur musunuz? Önce sol gözünüzü, sonra sağ gözünüzü kapatın. Şimdi yukarıdan aşağıya okuyun. Gözlük veya kontakt lens kullanmanız gerekir.

Στον οφθαλμίατρο: Θέλω να κάνω μία εξέταση ματιών γιατί όσο πάει η όρασή μου χειροτερεύει. Ίσως χρειάζομαι καινούργια γυαλιά. Μακρια ή κοντά δεν μπορείτε να δείτε; Μπορείτε να διαβάσετε τα γράμματα σε εκείνο τον πίνακα; Κλείστε πρώτα το αριστερό και μετά το δεξιό μάτι. Τώρα διαβάστε από πάνω προς τα κάτω. Πρέπει να χρησιμοποιήσετε γυαλιά ή φακούς επαφής.

Page 129: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

129

Στο νοσοκομείο

Hemşire kız kardeşime iğne yaptı. Futbolcu omuzundaki sakatlık nedeniyle ambülansla hastaneye kaldırıldı. Biraz önce sizin röntgen sonuçlarınız geldi. Merak edilecek birşey yok. Acil ameliyata ihtiyacım var mı? Sedye üzerinde baygın halde yatan hasta, giriş acil kapısının önüne getirildi. Ümit ameliyattan sonra yoğun bakıma alındı.

Η νοσοκόμα έκανε ένεση στην αδελφή μου. Ο ποδοσφαιριστής εξαιτίας του τραυματισμού στον ώμο, μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο. Πριν λίγο ήρθαν τα αποτελέσματά σας των ακτίνων Χ. Δεν υπάρχει τίποτα ανησυχητικό. Θα χρειαστώ επείγουσα εγχείρηση; Ο ασθενής μεταφέρθηκε με φορείο, λιπόθυμος, στην πόρτα των επειγόντων. Ο Ümit μετά την εγχείρηση μεταφέρθηκε στην εντατική.

Τι δουλειά κάνεις;

Ne iş yapıyorsun? Doktorum. Satıcıyım. Bilgisayar mühendisiyim. Ben bir avukatım. Üniversite öğrencisiyim. Özel bir firmada sigortacı olarak çalışıyorum. Kısmi zamanlı çalışıyorum. Bir firmada tam zamanlı olarak muhasebeci olarak çalışıyorum.

Τι δουλειά κάνεις; Είμαι γιατρός. Είμαι πωλητής. Είμαι μηχανικός υπολογιστών. Εγώ είμαι δικηγόρος. Είμαι φοιτητής στο Πανεπιστήμιο. Δουλεύω σε μία ιδιωτική εταιρία ως ασφαλιστής. Δουλεύω με ημιαπασχόληση. Δουλεύω σε μία εταιρία ως λογιστής πλήρους απασχόλησης.

Πού δουλεύεις;

Kimin için çalışıyorsunuz? Eviniz işyerinize yakın mı? Serbest meslek sahibiyim. Kendi işyerim var. Tekstil ile uğraşıyorum. Bir aile şirketinde çalışıyorum. Devlet memuruyum. Uluslararası bir şirketin Türkiye temsilcisiyim. Antalya'da bir otelde resepsiyonda çalışıyorum.

Για ποιον δουλεύετε; Είναι το σπίτι σας μακριά από τον τόπο εργασίας σας; Είμαι ελεύθερος επαγγελματίας. Έχω δικό μου χώρο εργασίας. Ασχολούμαι με την υφαντουργία. Δουλεύω σε μία οικογενειακή επιχείρηση. Είμαι δημόσιος υπάλληλος. Είμαι αντιπρόσωπος μιας πολυεθνικής εταιρίας στην Τουρκία. Δουλεύω στη ρεσεψιόν ενός ξενοδοχείου στην Αττάλεια.

Page 130: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

130

Πόσα χρήματα κερδίζεις;

Maaşınız ne kadar? Aylık brüt maaşım 1500 (bin beş yüz) TL. Net ücretim 1300 (bin üç yüz) TL, yol ücretim aylık 140 (yüz kırk) TL ve yemek ücretim de aylık 60 (altmış) TL'dır. İşsizlik maaşı ne kadar? Şu andaki ücretinizden memnun musunuz? Bugün 5 saatte 400 (dört yüz) TL kazandım. Bu yıl 10000 (on bin) TL vergi ödedim.

Πόσος είναι ο μισθός σας; Ο ακαθάριστος μηνιαίος μισθός μου είναι 1500 λίρες. Ο καθαρός μισθός μου είναι 1300 λίρες, τα μηνιαία οδοιπορικά 140 λίρες και τα μηνιαία έξοδα τροφής 60 λίρες. Πόσο είναι το επίδομα ανεργίας; Είστε ικανοποιημένος από τον τρέχοντα μισθό σας; Σήμερα σε 5 ώρες κέρδισα 400 λίρες. Φέτος πλήρωσα για φόρο 10000 λίρες.

Συνθήκες εργασίας

Günde sekiz saat, haftada toplam kırk saat çalışıyorum. Ben saat 9'dan 5'e kadar çalışırım. Ağustos başından on dördüne kadar iki hafta tatilim var. İşyerimde her gün bir saat fazla mesai yapıyorum. Uzun nöbetler tutan doktorlar, yorgunluk ve stres yaşıyorlar. Kasiyer çalışması sırasında çok dikkatli olmak zorundadır. Ben iş buldum ama mesaisi çok, maaşı az.

Δουλεύω 8 ώρες την ημέρα, σύνολο 40 ώρες την εβδομάδα. Εγώ δουλεύω από τις 9:00 έως τις 5:00. Έχω 2 εβδομάδες διακοπές, από τις αρχές Αυγούστου έως τις 14. Κάθε μέρα στον τόπο εργασίας μου κάνω μία ώρα υπερωρία. Οι γιατροί που κάνουν μεγάλες εφημερίες, αισθάνονται (ζουν) κούραση και άγχος. Ο ταμίας υποχρεούται να είναι πολύ προσεκτικός την ώρα της δουλειάς του. Εγώ βρήκα δουλειά, αλλά το ωράριο (της) είναι μεγάλο και ο μισθός (της) λίγος.

Συνέντευξη για εργασία

İş görüşmesinde en çok sorulan sorular. Bana kendinizi anlatınız. Son işinizden neden ayrıldınız? İş arkadaşları sizin için ne söylemektedir? Bu kuruluş hakkında neler biliyorsunuz? Bu şirkette neden çalışmak istiyorsunuz? Geçen yıl bilgilerinizi geliştirmek için neler yaptınız?

Οι συχνότερες ερωτήσεις σε συνέντευξη για εργασία. Πείτε μου για εσάς. Γιατί αφήσατε την τελευταία σας δουλειά; Τι λένε οι συνάδελφοί σας για εσάς; Τι γνωρίζετε γι' αυτόν τον οργανισμό; Γιατί θέλετε να δουλέψετε σ' αυτήν την εταιρία; Τι κάνατε τον τελευταίο χρόνο για να βελτιώσετε τις γνώσεις σας;

Page 131: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

131

Συνέντευξη για εργασία II

Başka firmalarla da görüşüyor musunuz? Bizim için çalışan başka birisini tanıyor musunuz? Maaş beklentiniz nedir? İşe alınırsanız, ne kadar süre bizim için çalışmayı beklerdiniz? Neden sizi işe alalım? En büyük gücünüz nedir?

Είστε σε επαφή και με άλλες εταιρίες; Γνωρίζετε κάποιον άλλο που δουλεύει για εμάς; Ποια είναι η προσδοκία σας για μισθό; Αν πάρετε τη δουλειά, πόσο χρόνο περιμένετε να δουλέψετε για εμάς; Γιατί να προσλάβουμε εσάς; Ποιο είναι το πιο δυνατό σας σημείο;

Συνέντευξη για εργασία III

Neden satış alanında kariyer yapmayı seçtiniz? Neden yurtdışında çalışmayı tercih ettiniz? Bir ekibe liderlik ettiniz mi? Nasıl bir lidersiniz? En büyük başarınızı anlatabilir misiniz? Baskı altında çalışabilme becerinizi anlatınız. İşteki hatalarınızdan neler öğrendiniz? Benim için sorularınız var mı?

Γιατί επιλέξατε να κάνετε καριέρα στον τομέα των πωλήσεων; Γιατί αποφασίσατε να εργαστείτε στο εξωτερικό; Έχετε ηγηθεί ομάδας; Τι είδους αρχηγός είστε; Μπορείτε να περιγράψετε τη μεγαλύτερη επιτυχία σας; Περιγράψτε την ικανότητά σας να δουλεύετε υπό πίεση. Τι έχετε μάθει από τα λάθη σας στη δουλειά; Έχετε ερωτήσεις για μένα;

Συνέντευξη για εργασία III

Neden satış alanında kariyer yapmayı seçtiniz? Neden yurtdışında çalışmayı tercih ettiniz? Bir ekibe liderlik ettiniz mi? Nasıl bir lidersiniz? En büyük başarınızı anlatabilir misiniz? Baskı altında çalışabilme becerinizi anlatınız. İşteki hatalarınızdan neler öğrendiniz? Benim için sorularınız var mı?

Γιατί επιλέξατε να κάνετε καριέρα στον τομέα των πωλήσεων; Γιατί αποφασίσατε να εργαστείτε στο εξωτερικό; Έχετε ηγηθεί ομάδας; Τι είδους αρχηγός είστε; Μπορείτε να περιγράψετε τη μεγαλύτερη επιτυχία σας; Περιγράψτε την ικανότητά σας να δουλεύετε υπό πίεση. Τι έχετε μάθει από τα λάθη σας στη δουλειά; Έχετε ερωτήσεις για μένα;

Οικονομική κρίση

Ben şimdi işsizim. Geçen hafta işimden kovuldum. Şu anda çalışmıyorum. Part time bir iş arıyorum. Her gün gazetelerde iş ilanlarına bakıyorum. Üç şirkete özgeçmişimi gönderdim.

Εγώ τώρα είμαι άνεργος. Την περασμένη εβδομάδα απολύθηκα από τη δουλειά μου. Αυτή τη στιγμή δεν δουλεύω. Ψάχνω μία δουλειά μερικής απασχόλησης. Κάθε μέρα κοιτάζω στις εφημερίδες τις αγγελίες για εργασία. Έστειλα το βιογραφικό μου σε τρεις εταιρίες.

Page 132: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

132

Page 133: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

133

ΡΗΜΑΤΑ

Page 134: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

134

Page 135: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

135

Ρήματα Παρακάτω θα βρείτε την ολοκληρωμένη λίστα των τούρκικων ρημάτων με παραδείγματα (τα οποία θα σας

βοηθήσουν και ως προς τις πτώσεις που συντάσσονται τα ρήματα). και με τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων

αυτών.

A

Εylem Ρήμα Παράδειγμα Μετάφραση

Abartmak Υπερβάλλω Hastalığını abartıyorsun! (υπερβάλεις την αρρώστια σου)

açıklamak εξηγώ, διευκρινίζω Konuyu açıklayalım! (ας διευκρινίσουμε το θέμα)

acıkmak πεινάω Çok acıktım! (πείνασα πολύ)

acımak πονάω,λυπάμαι Köpeğe acıdım (λυπήθηκα για το σκύλο)

açmak Ανοίγω Kapıyı açıyorum (ανοίγω την πόρτα)

adamak Θυσιάζω Kendimi çocuğuma adadım (θυσίασα τον εαυτό μου στο παιδί μου)

afallamak Σαστίζω Seni görünce affaladım (σάστισα όταν σε είδα)

affetmek συγχωρώ Onu affediyorum (τον συγχωρώ)

ağda yapmak κάνω αποτρίχωση Ayaklarıma ağda yaptım (έκανα αποτρίχωση στα πόδια μου)

ağlamak κλαίω Benim için ağlama! (μην κλαίς για μένα)

ağrımak πονάω Başım ağrıyor (πονάει το κεφάλι μου)

akmak ρέω, τρέχω Su akıyor (τρέχει το νερό)

aksamak καθυστερώ İşler çok aksadı (οι δουλειές καθυστέρησαν πολύ)

alay etmek κοροϊδεύω Arkadaşlarınla alay etme! (μην κοροϊδεύεις τους φίλους σου)

aldatmak εξαπατώ, απατώ Ali, karısını aldatmış (Ο Αλί απάτησε την σύζυγο του)

alıkoymak κρατώ, εμποδίζω Hırsız, çocuğu alıkoydu (ο κλέφτης κρατάει το παιδί)

alınmak θίγομαι, πειράζομαι Söylediklerine alındım (θίχτηκα με αυτά που είπες)

alışmak συνηθίζω Yeni evime alıştım (συνήθισα το καινούριο μου σπίτι)

alkışlamak Χειροκροτώ Herkes, sanatçıyı alkışladı (όλοι χειροκρότησαν τον ηθοποιό )

almak παίρνω Yeni bir araba alacağım (θα πάρω ένα καινούριο αυτοκίνητο)

altını çizmek Υπογραμμίζω Bu konunun altını çizmeliyiz (πρέπει να υπογραμμίσουμε αυτό το θέμα)

anlamak καταλαβαίνω Seni anlamıyorum (δεν σε καταλαβαίνω)

anlatmak Εξηγώ Öğretmen, ders anlatıyor (ο καθηγητής εξηγεί μάθημα)

anmak Μνημονεύω Dedemi sevgiyle anıyorum (μνημονεύω με αγάπη τον παππού μου)

ant içmek Ορκίζομαι Buna ant içiyorum (ορκίζομαι για αυτό)

aramak ψάχνω, τηλεφωνώ Dün seni aradım (χθες σε τηλεφώνησα)

aşık olmak Ερωτεύομαι Sana aşık oldum (σε ερωτεύτηκα)

asmak κρεμάω Çantamı kapıya astım (κρέμασα την τσάντα μου στη πόρτα)

aşmak Ξεπερνώ Kendini aştın (ξεπέρασες τον εαυτό σου)

ateşe vermek βάζω φωτιά Adam, evini ateşe vermiş (ο άνθρωπος έβαλε φωτιά στο σπίτι του)

atışmak λογοφέρνω Çift, otobüste atışmaya başladı (το ζευγάρι άρχισε να λογοφέρνει στο λεωφορείο )

atıştırmak Τσιμπολογώ Televizyon karşısında atıştırıyorum (τσιμπολογώ μπροστά στη τηλεόραση)

atlamak πηδάω Kadın, köprüden atlamış (η γυναίκα πήδηξε από τη γέφυρα)

Page 136: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

136

atmak πετάω Eski elbiselerimi çöpe attım (πέταξα τα παλιά μου ρούχα στα σκουπίδια)

avlamak Κυνηγάω Avcı, kuş avlıyor (ο κυνηγός, κυνηγάει πουλιά)

ayarlamak κανονίζω, ρυθμίζω Randevularımı ayarladım (κανόνισα τα ραντεβού μου)

ayırmak χωρίζω, μοιράζω Kışlık elbiseleri ayırdım (χώρισα τα χειμερινά μου ρούχα)

ayrılmak χωρίζω, αποχωρίζομαι,

φεύγω

Ondan ayrıldım (τον/την χώρισα)

azaltmak Μειώνω İşlerimi azaltmalıyım (πρέπει να μειώσω τις δουλειές μου)

azmak αγριεύω, υπερβάλω το όριο Köpek birden azdı (ο σκύλος ξαφνικά αγρίεψε)

B

bağırmak φωνάζω, μαλώνω Anne, çocuğuna bağırıyor. (Η μαμά μαλώνει το παιδί της )

bağışlamak συγχωρώ Seni bağışlıyorum. (Σε συγχωρώ)

bağlamak δένω Köpeği bahçeye bağladım. (Έδεσα το σκύλο στο κήπο)

bakmak Κοιτάω Bütün gece bana bakıyordu. (Με κοίταζε όλο το βράδυ)

barışmak συμφιλιώνομαι Nihayet kardeşiyle barıştı. (Επιτέλους συμφιλιώθηκε με τον αδερφό του)

başarmak καταφέρνω Sonunda ben de başardım. (Επιτέλους τα κατάφερα και εγώ)

başlamak αρχίζω, ξεκινάω Dans kursuna başladım. (Ξεκίνησα σε σχολή χωρού)

basmak πατάω Halıya basma! (Μην πατάς στο χαλί!)

batmak βυθίζομαι Gemi okyanusta battı. (Το καράβι βυθίστηκε στον ωκεανό.)

bayılmak λιποθυμάω(πεθαίνω για

κάτι)

Makarnaya bayılıyorum. (Μου αρέσουν πολύ τα μακαρόνια)

becermek καταφέρνω Bu işi ancak sen

becerebilirsin.

(Αυτή τη δουλειά μπορείς να την καταφέρεις μόνο

εσύ)

beklemek περιμένω Seni durakta bekliyorum. (Σε περιμένω στη στάση)

belirlemek καθορίζω Patron, maaşımızı

belirliyor.

(Το αφεντικό καθορίζει τους μισθούς μας)

belirmek εμφανίζομαι Aniden kapıda belirdi. (Ξαφνικά εμφανίστηκε στη πόρτα)

belirtmek αναφέρω Bu konuyu müdüre

belirteceğim.

(Θα αναφέρω αυτό το θέμα στον διευθυντή)

bellemek απομνημονεύω Söylediklerini belledim. (Απομνημόνευσα αυτά που είπες)

benzemek μοιάζω Ben kardeşime

benzemiyorum.

(Εγώ δεν μοιάζω με τον αδερφό μου)

beslemek τρέφω Her sabah tavukları

besliyorum.

(Κάθε πρωί τρέφω τα κοτόπουλα)

bıçaklamak μαχαιρώνω Hırsız, adamı bıçaklamış. (Ο κλέφτης μαχαίρωσε τον άνθρωπο)

bilmek ξέρω, γνωρίζω Ben türkçe biliyorum. (Ξέρω τουρκικά)

binmek επιβιβάζομαι Arabaya biniyorum. (Επιβιβάζομαι στο αυτοκίνητο)

bırakmak αφήνω Anahtarları masaya bırak. (Άφησε τα κλειδιά στο τραπέζι).

birleşmek ενώνομαι Köprü, iki kıtayı

birleştiriyor.

(Η γέφυρα ενώνει τις δυο ηπείρους)

bitirmek τελειώνω (κάτι) Derslerimi bitirdim. (Τελείωσα τα μαθήματα μου)

bitmek τελειώνω (παθητικό) Ders bitti. (Το μάθημα τελείωσε)

bölmek διαιρώ Ekmeği iki parçaya

böldüm.

(Χώρισα το χωμί σε δυο κομμάτια)

Page 137: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

137

bombalamak βομβαρδίζω Savaş uçakları şehri

bombalıyor.

(Τα πολεμικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν τη πόλη)

boşaltmak αδειάζω Buzdolabını boşaltıyoruz. (Αδειάζουμε το ψυγείο)

boşanmak χωρίζω ,παίρνω διαζύγιο Ali’yle Ayşe boşandı. (Ο Αλί και η Αϊσέ χώρισαν)

boyamak βάφω Boyacı, evi boyadı. (Ο βαφέας, έβαψε το σπίτι)

bozmak χαλάω Bilgisayarımı bozdum. (Χάλασα τον υπολογιστή μου)

buharlaşmak εξατμίζομαι Sıcaktan su buharlaşıyor. (Το νερό εξατμίζεται από τη ζέστη)

bükmek στραβώνω,λυγίζω Eliyle demiri büktü. (Λύγισε το σίδερο με το χέρι του)

bulmak βρίσκω Sonunda güzel bir ev

buldum.

(Επιτέλους βρήκα ένα όμορφο σπίτι)

buluşmak συναντιέμαι Akşam arkadaşlarımla

buluşacağım.

(Το βράδυ θα συναντηθώ με τους φίλους μου)

büyülemek μαγεύω Güzelliğinle beni

büyüledin.

(Με μάγεψες με την ομορφιά σου)

büyümek μεγαλώνω Kızım çok büyüdü. (Μεγάλωσε πολύ η κόρη μου)

buyurmak διατάζω Padişah buyurdu. (Ο Σουλτάνος διέταξε)

C – Ç

çağırmak φωνάζω Annem bizi yemeğe

çağırıyor.

(H μάμα, μας φωνάζει για φαγητό)

çakmak καρφώνω Duvara çivi

çakıyorum.

(Καρφώνω καρφί στο τοίχο)

çalışmak δουλεύω Ben ofiste

çalışıyorum.

(Εργάζομαι στο γραφείο)

çalmak κλέβω Hırsız, çantamı

çaldı.

(Ο κλέφτης έκλεψε την τσάντα μου)

can vermek ψυχορραγώ Küçük kuş

kaldırımda can

verdi.

(Το μικρό πουλάκι ψυχορράγησε στο πεζοδρόμιο)

cansızlaşmak απονεκρώνω Çocuk bilgisayarın

önünde adeta

cansızlaştı.

(Το παιδί λες και απονεκρώθηκε απέναντι στον

υπολογιστή)

çarpmak χτυπώ Hoşçakal deyip

kapıyı çarptı.

(Είπε αντίο και χτύπησε πίσω του την πόρτα)

çekilmek αποχωρώ Oyuncu yorulunca

oyundan çekildi.

(Ο παίκτης όταν κουράστηκε, αποχώρησε από το

παιχνίδι)

çekmek τραβάω Günümüzde insanlar

birçok zorluk

çekiyor.

(Στις μέρες μας οι άνθρωποι τραβούν πολλές

δυσκολίες)

cevap vermek απαντάω Lütfen bana cevap

ver!

(Απάντησε σε παρακαλώ)

cevaplamak απαντάω Zor soruları

cevaplayamadım.

(Δεν μπόρεσα να απαντήσω τις δύσκολες ερωτήσεις)

çevirmek γυρίζω,

περιστρέφωμεταφράζω

Bu belgeyi

çevirebilir misin?

(Μπορείς να μεταφράσεις αυτό το έγγραφο)

cezalandırmak καταδικάζω,τιμωρώ Mahkeme hırsızı

cezalandırdı.

(Το δικαστήριο καταδίκασε τον κλέφτη)

çiftleşmek ζευγαρώνω Geçen ay köpeğimi

çiftleştirdim.

(Τον περασμένο μήνα ζευγάρωσα το σκύλο μου)

Page 138: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

138

çiğnemek καταπατώ, παραβιάζω Kuralları bu şekilde

çiğneyemezsin.

(Δεν μπορείς να παραβιάζεις έτσι τους κανόνες)

çıkarmak βγάζω Lütfen eve girerken

ayakkabılarını çıkar!

(Παρακαλώ όταν μπαίνεις στο σπίτι να βγάζεις τα

παπούτσια σου)

çıkmak βγαίνω Bugün işten geç

çıktım.

(Σήμερα βγήκα αργά από τη δουλειά)

çıldırmak τρελαίνομαι Onu görünce

çıldırıyorum.

(Όταν τον βλέπω τρελαίνομαι)

çizmek σχεδιάζω, ζωγραφίζω Yeni bir proje

çiziyorum.

(Σχεδιάζω ένα καινούριο σχέδιο)

çökmek κάθομαι, παρακμάζω Yer sofrasına çöküp

yedik.

(Καθίσαμε κάτω και φάγαμε)

çözmek λύνω Bu problemi

çözemiyorum.

(Δεν μπορώ να λύσω αυτό το πρόβλημα)

çürümek σαπίζω Buzdolabındaki

meyveler çürümüş.

(Σάπισαν τα φρούτα που βρισκόταν στο ψυγείο )

D

dağılmak διαλύομαι Sen gidince bütün aile

dağıldı.

(Όταν έφυγες εσύ, όλη η οικογένεια διαλύθηκε)

dağıtmak διαλύω Çocuklar bütün evi dağıttı. (Τα παιδιά διέλυσαν όλο το σπίτι)

dalgalanmak κυματίζομαι Saçları rüzgarda

dalgalanıyordu.

(Τα μαλλιά της κυματίζονταν στον αέρα)

dalmak καταδύομαι,

αφαιρούμε

Yine hayallere daldın. (Πάλι αφαιρέθηκες στα όνειρα)

darılmak παρεξηγώ Lütfen bana darılma. (Σε παρακαλώ μην με παρεξηγήσεις.

davranmak συμπεριφέρομαι Hayvanlara iyi

davranmalıyız.

(Πρέπει να συμπεριφερόμαστε καλά τα ζώα.)

dedikodu

yapmak

κουτσομπολεύω Arkadaşlarımla kahve içip

dedikodu yaptık.

(Ήπιαμε καφέ και κουτσομπολέψαμε με τις

φίλες μου )

değerlendirmek αξιολογώ Müdür raporu inceliyor. (Ο διευθυντής αξιολογεί την αναφορά)

değişmek αλλάζω Hava birden değişti. (Ο καιρός άλλαξε ξαφνικά)

delirmek τρελαίνομαι Adam tamamen delirdi. (Ο άνδρας τρελάθηκε εντελώς)

delmek τρυπώ Duvarı deliyoruz. (Τρυπάμε τον τοίχο)

demek λέω Çocuk «Hemen

geliyorum» dedi.

(Το παιδί είπε: «Έρχομαι αμέσως»)

denemek δοκιμάζω Bu elbiseyi denemek

istiyorum.

(Θέλω να δοκιμάσω αυτό το φόρεμα)

devam etmek συνεχίζω İşime devam ediyorum. (Συνεχίζω τη δουλειά μου)

dikmek ράβω Terzi güzel bir elbise

dikiyor.

(Ο ράφτης ράβει ένα ωραίο φόρεμα)

dilemek εύχομαι Mutlu bir yıl diliyorum. (Εύχομαι έναν ευτυχισμένο χρόνο)

dinlemek ακούω Radyoda müzik

dinliyorum.

(Ακούω μουσική στο ραδιόφωνο)

dinlenmek ξεκουράζομαι Evde dinleniyorum. (Ξεκουράζομαι στο σπίτι)

dizmek βάζω σε σειρά Kitapları rafa dizdim. (Έβαλα σε σειρά τα βιβλία στο ράφι )

doğmak γεννιέμαι 1980 yılında doğdum. (Γεννήθηκα το 1980)

doğramak ψιλοκόβω Patatesleri doğradım. (Ψιλόκοψα τις πατάτες )

Page 139: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

139

doğurmak γεννάω Fatma güzel bir bebek

doğurdu.

(Η Φατμά γέννησε ένα όμορφο μωρό)

dökülmek χύνομαι Kahve üstüme döküldü. (Ο καφές χύθηκε πάνω μου)

dokunmak ακουμπώ Bana bir daha dokunma! (Μην με ακουμπήσεις ξανά )

dolandırmak εξαπατώ Ortağı Ahmet’i dolandırdı. (Ο συνέταιρος του, εξαπάτησε τον Αχμέτ)

doldurmak γεμίζω Tabağı doldurma! (Μην γεμίσεις το πιάτο)

donmak παγώνω Hava çok soğuk,

donuyoruz.

(Ο καιρός είναι πολύ κρύος, παγώνουμε)

dönmek επιστρέφω,

γυρίζω

Ülkeme dönüyorum. (Επιστρέφω στη χώρα μου)

dövmek δέρνω Babası, çocuğunu dövdü. (Ο μπαμπάς, έδειρε το παιδί του.)

dövüşmek μάχομαι,μαλώνω Çocuklar sokakta

dövüşüyordu.

(Τα παιδιά δέρνονται στο δρόμο.)

doymak χορταίνω Yemekler çok güzeldi ama

doymadım.

(Τα φαγητά ήταν πολύ καλά, αλλά δεν χόρτασα)

durdurmak σταματάω κάτι Taksiyi durdur lütfen! (Σε παρακαλώ σταμάτα το ταξί)

durmak σταματάω Her zaman kırmızı ışıkta

duruyorum.

(Πάντα σταματάω στο κόκκινο)

duş almak κάνω ντους Her sabah duş alıyorum. (Κάθε πρωί κάνω ντους)

düşmek πέφτω Saksı balkondan sokağa

düştü.

(Η γλάστρα έπεσε από το μπαλκόνι στο δρόμο)

düşünmek σκέφτομαι Her gün seni

düşünüyorum.

(Σε σκέφτομαι κάθε μέρα)

duymak ακούω Seni duyamıyorum, biraz

bağır lütfen!

(Δεν σε ακούω, φώναξε λίγο)

düzeltmek επιδιορθώνω Biraz şişmanladım,

giysilerimi düzeltmem

gerek.

(Πάχυνα λίγο, πρέπει να επιδιορθώσω τα ρούχα

μου)

düzmek τακτοποιώ Giysilerimi düzüyorum. (Τακτοποιώ τα ρούχα μου)

E

eğilmek σκύβω Adam kitabı almak için

eğildi.

(Ο άνδρας έσκυψε για να

πάρει το βιβλίο)

eğitmek εκπαιδεύω Köpeğimi eğitiyorum (Εκπαιδεύω το σκύλο μου)

eğlenmek διασκεδάζω Dün barda eğlendik. (Χθες διασκεδάσαμε στο

μπαρ)

eklemek προσθέτω Yemeğe tuz ekledim. (Πρόσθεσα αλάτι στο φαγητό)

ekmek φυτεύω Bahçeye gül diktim. (Φύτεψα τριαντάφυλλα στο

κήπο)

ekşimek ξινίζομαι Tenceredeki yemek

ekşidi.

(Ξίνισε το φαγητό που ήταν

στη κατσαρόλα )

el sıkışmak κάνω χειραψία İş adamları toplantı

sonunda el sıkıştı.

(Οι επιχειρηματίες έκαναν

χειραψία στο τέλος της

συνάντησης)

ellemek Πασπατεύωχουφτώνω Çocuk kediyi elledi. (Το παιδί πασπάτεψε την

γάτα)

emeklemek μπουσουλώ Bebeğimiz emekliyor. (Το μωρό μας μπουσουλάει)

Page 140: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

140

emmek θηλάζω Küçük kopek

annesinden süt

emmiyor.

(Το μικρό σκυλάκι θηλάζει

από τη μαμά του)

endişelenmek αγχώνομαι, ανησυχώ Senin için çok

endişeleniyorum.

(Ανησυχώ πολύ για εσένα)

ermek φτάνω, πετυχαίνω Sonunda muradına erdi! (Επιτέλους έφτασε στην

επιθυμία του)

ertelemek αναβάλλω Işlerini erteleme! (Μην αναβάλλεις τις δουλειές

σου)

esinlenmek εμπνέομαι Yönetmen bir kitaptan

esinlendi.

(Ο σκηνοθέτης εμπνεύστηκε

από ένα βιβλίο)

esmek φυσώ Bugün rüzgar çok

kuvvetli esiyor.

(Σήμερα φυσάει πολύ δυνατά

ο άνεμος )

esnemek χασμουριέμαι Derste esnemeyin! (Μην χασμουριέστε στο

μάθημα)

etkilemek επηρεάζω Kız, genci etkiledi. (Το κορίτσι επηρέασε τον νέο)

evlenmek παντρεύομαι Eleni, Nikos ile

evlendi.

(Η Ελένη παντρεύτηκε με τον

Νίκο.)

ezberlemek αποστηθίζω Bu şiiri ezberle! (Αποστήθισε αυτό το ποίημα)

ezmek ζουλώ Domatesleri ezip sos

yaptım.

(Ζούληξα τις ντομάτες και

έφτιαξα σος)

F

fakirleşmek φτωχαίνω Ekonomik kriz

nedeniyle birçok aile

fakirleşti.

(Πολλές οικογένειες φτώχυναν

λόγο της οικονομικής κρίσης)

fark etmek Αντιλαμβάνομαι, προσέχω Özür dilerim sizi fark

etmedim.

(Συγνώμη δεν σας πρόσεξα)

fırlamak πετάγομαι Araba kullanırken bir

çocuk aniden yola

fırladı.

(Όταν οδηγούσα ένα παιδί

πετάχτηκε ξαφνικά στο δρόμο)

fotoğraf çekmek βγάζω φωτογραφία Doğada fotoğraf

çekmeyi çok

seviyorum.

(Αγαπώ πολύ να βγάζω

φωτογραφίες στη φύση)

G

gecikmek Καθυστερώ Özür dilerim randevuya

gecikeceğim.

(Συγγνώμη θα αργήσω στο

ραντεβού)

geçinmek Κερδίζω τα προς τα ζην Geçinmek için hepimiz

çalışıyoruz.

(Δουλεύουμε όλοι για να τα

βγάλουμε πέρα)

geçirmek Περνώ Zor günler geçiriyorum. (Περνώ δύσκολες μέρες)

geçmek Διέρχομαι, διασχίζω Köprüden geçiriyoruz. (Διασχίζω την γέφυρα)

gelişmek Εξελίσσομαι Son yıllarda hızla

gelişiyoruz.

(Τα τελευταία χρόνια

εξελισσόμαστε με ταχύτητα)

geliştirmek Αναπτύσσω Bu programı

geliştirmek için

çalışıyoruz.

(Προσπαθούμε να

αναπτύσσουμε αυτό το

πρόγραμμα)

gelmek Έρχομαι Sana geliyorum. (Έρχομαι σε εσένα)

gerçekleşmek Πραγματοποιούμαι Rüyalarımız sonunda

gerçekleşti.

(Πραγματοποιήθηκαν

επιτέλους τα όνειρα μας )

geri almak Ανακαλώ Sözlediklerini geri al! (Πάρε πίσω τα λόγια σου)

Page 141: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

141

gerilmek Τεντώνομαι Kedi gerilip uyumaya

devam etti.

(Η γάτα τεντώθηκε και

συνέχισε να κοιμάται)

gerinmek Υπερηφανεύομαι Anne çocukları için

gerindi.

(Η μητέρα υπερηφανεύεται για

τα παιδιά της)

getirmek Φέρνω Lütfen bir çay getirir

misiniz?

(Παρακαλώ μου φέρνεται ένα

τσάι;)

gezmek Κάνω βόλτα, περιηγούμαι Parkta geziyoruz. (Κάνουμε βόλτα στο πάρκο)

girmek Μπαίνω Şimdi evime

biniyorum.

(Τώρα μπαίνω στο σπίτι μου)

gitmek Φεύγω Bu şehirden gidiyorum. (Φεύγω από αυτήν την πόλη)

giymek Φοράω Yeni aldığım elbiseyi

giyeceğim.

(Θα φορέσω το φόρεμα που

αγόρασα πρόσφατα)

gizlemek Κρύβω Hediyeyi nereye

gizledin?

(Που έκρυψες το δώρο; )

gizlenmek Κρύβομαι Çocuklar ağacın

arkasına gizlendi.

(Τα παιδιά κρύφτηκαν πίσω

από το δέντρο)

göçmek Μεταναστεύω Kuşlar sıcak ülkelere

göçtü.

(Τα πουλιά μετανάστευσαν σε

ζεστές χώρες )

göndermek Στέλνω Aileme bir mektup

gönderdim.

(Έστειλα ένα γράμμα στην

οικογένεια μου)

görmek Βλέπω Televizyonda dizi

seyrediyorum.

(Παρακολουθώ σειρά στην

τηλεόραση)

görüşmek Συνομιλώ,

συναναστρέφομαι

Müdürle görüşmek

istiyorum.

(Θέλω να μιλήσω με τον

διευθυντή)

göstermek Δείχνω Yeni kitapları

gösteriyorum.

(Δείχνω τα καινούρια βιβλία)

götürmek Πηγαίνω Kızımı her sabah okula

götürüyorum.

(Πηγαίνω κάθε πρωί την κόρη

μου στο σχολείο)

gözden

kaybolmak

Εξαφανίζομαι Adam birden gözden

kayboldu.

(Ο άνδρας εξαφανίστηκε

ξαφνικά)

gözlemek Παρατηρώ Buradan kuşları

gözleyebilirsiniz.

(Μπορείτε να παρατηρήσετε

από εδώ τα πουλιά)

gücenmek Θίγομαι Şakanıza gücendim. (Θίχτηκα με το αστείο σας)

güldürmek Διασκεδάζω κάποιον, τον

κάνω να γελάσει

Seni güldürmek çok

zor.

(Είναι πολύ δύσκολο να σε

διασκεδάσουμε)

gülmek γελάω Komedi filmlerine çok

gülüyorum.

(Γελάω πολύ με τις αστείες

ταινίες)

gülümsemek χαμογελάω Bebek, annesine bakıp

gülümsedi.

(Το μωρό κοίταξε την μητέρα

του και χαμογέλασε)

güvenmek εμπιστεύομαι Sana güveniyorum. (Σε εμπιστεύομαι)

güzelleşmek ομορφαίνω Sen son zamanlarda

çok güzelleştin.

(Εσύ το τελευταίο διάστημα

ομόρφυνες πολύ )

H

haberleşmek επικοινωνώ Yarın tekrar

haberleşeceğiz.

(Αύριο θα επικοινωνήσουμε

ξανά)

harap etmek καταστρέφω Fırtına evleri harap etti. (Η φουρτούνα κατέστρεψε τα

σπίτια)

harcamak ξοδεύω Bu kadar para harcama! (Μην ξοδεύεις τόσα λεφτά!)

Page 142: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

142

hareket etmek κινούμαι, ξεκινάω Tren hareket etti, artık

yetişemeyiz.

(Το τρένο ξεκίνησε, δεν

μπορούμε να προλάβουμε)

hastalanmak Αρρωσταίνω Galiba hastalanıyorum. (Νομίζω ότι αρρωσταίνω)

hata yapmak κάνω λάθος Büyük bir hata yaptım. (Έκανα ένα μεγάλο λάθος)

hatırlamak θυμάμαι Seni bir yerden

hatırlıyorum.

(Σε θυμάμαι από κάπου)

hava atmak παίρνω αέρα Bir araba aldı diye hava

atıyor.

(Πήρε αέρα επειδή αγόρασε

αυτοκίνητο)

havlamak γαβγίζω Komşunun köpeği

bütün gün havlıyor.

(Ο σκύλος του γείτονα γάβγιζε

όλο το βράδυ)

hazırlamak ετοιμάζω Güzel bir kahvaltı

hazırladım.

(Ετοίμασα ένα ωραίο πρωινό)

hecelemek συλλαβίζω Çocuklar ilk

kelimelerini

heceliyorlar.

(Τα παιδιά συλλαβίζουν τις

πρώτες τους λέξεις)

helak olmak εξαντλούμαι Sabahtan çalışıyorum,

helak oldum.

(Δουλεύω από το πρωί,

εξαντλήθηκα)

heyecanlanmak συγκινούμαιενθουσιάζομαι Seni görünce çok

heyecanlanıyorum.

(Συγκινούμαι πολύ όταν σε

βλέπω)

hissetmek αισθάνομαι Kendimi hasta

hissediyorum.

(Αισθάνομαι άρρωστη)

hızlanmak επιταχύνω İşe geç kalacağım, biraz

hızlanın lütfen!

(Θα αργήσω στη δουλειά,

παρακαλώ επιταχύνεται)

horlamak ροχαλίζω Kocam bütün gece

horladı.

(Ο άνδρας μου όλο τα βράδυ

ροχάλιζε)

hoşlanmak μου αρέσει, έλκομαι Resim yapmaktan

hoşlanıyorum.

(Μου αρέσει να ζωγραφίζω)

I İ

içermek περιέχω Bu menü neler

içermekte?

(Τι περιέχει αυτό το μενού;)

içine doğmak προαισθάνομαι Içime kötü şeyler

doğuyor.

(Προαισθάνομαι άσχημα

πράγματα)

içmek πίνω Bir kahve içmek

istiyorum.

(Θέλω να πιω έναν καφέ)

ihanet etmek προδίνω Ayşe kocasına ihanet

etmiş.

(Η Αϊσέ πρόδωσε τον άνδρα

της )

ikaz etmek προειδοποιώ Seni son kez ikaz

ediyorum.

(Σε προειδοποιώ για τελευταία

φορά)

ilerlemek προοδεύω, προχωρώ Ahmet işinde çok

ilerlemiş.

(Ο Αχμέτ προόδευσε πολύ στη

δουλειά του)

ilişki kurmak σχετίζομαι, κάνω σχέση Kendinden daha büyük

bir kadınla ilişki

kurmuş.

(Έκανε σχέση με μια

μεγαλύτερη του)

imzalamak υπογράφω Müdür belgeleri

imzalıyor.

(Ο διευθυντής υπογράφει τα

έγγραφα)

inanmak πιστεύω Sana çok inanıyorum. (Σε πιστεύω πολύ)

indirmek κατεβάζω, μειώνω Dolaptan yazlık

giysilerimi indirdim.

(Κατέβασα από τη ντουλάπα

τα καλοκαιρινά μου ρούχα)

inmek κατεβαίνω Durakta otobüsten (Κατέβηκα από το λεωφορείο

Page 143: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

143

indim. στη στάση)

iptal etmek ακυρώνω Yarınki randevularımı

iptal edeceğim.

(Θα ακυρώσω τα αυριανά μου

ραντεβού)

irdelemek αναλύω, εξονυχίζω Herşeyi bu kadar çok

irdeleme!

(Μην αναλύσεις τόσο πολύ το

κάθε πράγμα)

ısırmak δαγκώνω Köpek oynarken küçük

çocuğu ısırdı.

(Ο σκύλος όταν έπαιζε

δάγκωσε το παιδάκι)

ışıtmak ζεσταίνω Yemek pişirmeden

önce ocağı ısıt!

(Πριν μαγειρέψεις ζέστανε την

εστία)

işitmek ακούω Odadan gelen sesleri

işitiyor musun?

(Ακούς τις φωνές που

έρχονται από το δωμάτιο;)

ıslık çalmak σφυρίζω Gençler kızların

arkasından ıslık çaldı.

(Οι νέοι σφύριξαν πίσω τα

κορίτσια)

ısmarlamak παραγγέλνω Haydi pizza

ısmarlıyalım!

(Άντε ας παραγγείλουμεπίτσα!)

ispat etmek αποδεικνύω Sana masum olduğumu

ispat edeceğim.

(Θα σου αποδείξω ότι είμαι

αθώος)

ispatlamak αποδεικνύω Avukat mahkemede

herşeyi ispatladı.

(Ο δικηγόρος απέδειξε τα

πάντα στο δικαστήριο)

istemek θέλω, ζητώ Yeni bir araba

istiyorum.

(Θέλω να αγοράσω ένα

καινούριο αυτοκίνητο)

itiraf etmek ομολογώ Herşeyi itiraf edeceğim. (Θα ομολογήσω τα πάντα)

itmek σπρώχνω Ünlü sanatçıyı

yakından görmek için

insanlar birbirini itiyor.

(Οι άνθρωποι σπρώχνουν ο

ένας τον άλλον για να δουν

από κοντά τον φημισμένο

καλλιτέχνη )

iyi gitmek πάω καλά Derslerinde çok iyi

gidiyorsun.

(Τα πας πολύ καλά στα

μαθήματα σου)

iyi yolda olmak είμαι σε καλό δρόμο Sence iyi yolda mıyım? (Κατά τη γνώμη σου είμαι σε

καλό δρόμο;)

iyileşmek αναρρώνω Hasta iyileşmeye

başladı.

(Ο ασθενής άρχισε να

αναρρώνει)

izlemek παρακολουθώ Her akşam TV

izliyorum.

(Κάθε βράδυ παρακολουθώ

τηλεόραση )

K

kabul etmek δέχομαι Genç kız sevgilisinin

evlenme teklifini kabul

etti.

(Η κοπέλα δέχτηκε την

πρόταση γάμου του

φίλου της)

kaçırmak χάνω, απάγω Geç uyandım ve

otobüsü kaçırdım.

(Ξύπνησα αργά και

έχασα το λεωφορείο)

kaçmak ξεφεύγω Polisleri gören hırsız

hemen kaçtı.

(Ο κλέφτης που είδε

τους αστυνόμους

αμέσως ξέφυγε)

kafayı yemek σαλτάρω,

τρελαίνομαι

Nasıl böyle

konuşuyorsun? Kafayı

mı yedin?

(Πως μιλάς έτσι;

Σάλταρες;)

kaldırmak σηκώνω Annem her sabah beni

erkenden kaldırıyor.

(Η μαμά μου κάθε πρωί

με ξυπνάει από νωρίς)

kalmak μένω 10 yıldır bu evde

kalıyorum.

(Εδώ και 10 χρόνια

μένω σε αυτό το σπίτι)

Page 144: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

144

kanamak αιμορραγώ Araba kazası yapan

kadının bacağı kanıyor.

(Αιμορραγεί το πόδι της

γυναίκας που έκανε

ατύχημα)

kanıtlamak αποδεικνύω Masum olduğunu

kanıtlaman lazım.

(Πρέπει να αποδείξεις

ότι είσαι αθώος)

kapatmak κλείνω Lütfen televizyonu

kapatır mısın?

(Μπορείς να κλείσεις

την τηλεόραση

παρακαλώ;)

kapmak αρπάζω Hırsız kadının çantasını

kapıp kaçtı.

(Ο κλέφτης άρπαξε την

τσάντα της γυναίκας και

το έσκασε)

kapsamak περιέχω Bu ürün hangi

maddeleri kapsıyor?

(Ποιες ουσίες περιέχει

αυτό το προϊόν)

karar vermek αποφασίζω Karar ver artık ya gir ya

çık.

(Αποφάσισε πλέον ή

μπες ή βγες)

kararmak σκοτεινιάζω Hava aniden karardı. (Ο καιρός ξαφνικά

σκοτείνιασε)

karıştırmak ανακατεύω Çorbayı karıştır. (Ανακάτευσε την σούπα)

katılmak συμμετέχω Yarışmaya katılmaya

karar verdim.

(Αποφάσισα να

συμμετάσχω στον

διαγωνισμό)

katletmek δολοφονώ

μακελεύω

Her yıl milyonlarca

hayvan katlediliyor.

(Κάθε χρόνο

δολοφονούνται

εκατομμύρια ζώα)

kaybetmek χάνω Arabanın anahtarlarını

kaybettim.

(Έχασα τα κλειδιά του

αυτοκινήτου)

kaybolmak χάνομαι Arkadaşımın evini

ararken kayboldum.

(Χάθηκε καθώς έψαχνα

το σπίτι του φίλου μου)

kaymak γλιστρώ, τσουλώ Kışın kayak kaymaya

bayılıyorum.

(Το χειμώνα μου αρέσει

να κάνω σκι)

kazanmak κερδίζω Çok çalışan çok

kazanır.

(Όποιος δουλεύει πολύ

κερδίζει πολύ)

kazmak σκάβω Bahçede büyük bir

çukur kazdık.

(Σκάψαμε μια μεγάλη

τρύπα στον κήπο)

keşfetmek ανακαλύπτω Ünlü bilim adamı yeni

bir ilaç keşfetti.

(Ο διάσημος

επιστήμονας ανακάλυψε

ένα καινούριο φάρμακο)

kesmek κόβω Ekmeği kes ve sofraya

getir!

(Κόψε το ψωμί και φέρε

το στο τραπέζι)

kırılmak σπάω, παρεξηγώ Masadaki vazo kırıldı. (Έσπασε το βάζο που

ήταν πάνω στο τραπέζι)

kirletmek βρομίζω Odanı kirletme! (Μην βρομίζεις το

δωμάτιο σου)

kırmak σπάω Çocuk yeni vazoyu

kırdı.

(Το παιδί έσπασε το

καινούριο βάζο)

kıskanmak ζηλεύω Ayşe ablasını çok

kıskanıyor.

(Η Αϊσέ ζηλεύει πολύ

την αδερφή της)

kışkırtmak προκαλώ,

ερεθίζω

İnsanları bana karşı

kışkırtma!

(Μην ερεθίζεις τους

ανθρώπους έναντι σε

μένα )

kızdırmak κάνω κάποιον να

θυμώσει

Sözlerin beni çok

kızdırdı!

(Θύμωσα πολύ με τα

λόγια σου )

Page 145: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

145

kızmak θυμώνω Bana kızma lütfen! (Μη μου θυμώνεις σε

παρακαλώ)

koklamak μυρίζω κάτι Bahçedeki çiçekleri

kokluyorum.

(Μυρίζω τα λουλούδια

που βρίσκονται στο

κήπο)

kokmak μυρίζω Oda mis gibi kokuyor. (Το δωμάτιο μυρίζει

πολύ όμορφα)

konuşmak μιλάω Çok hızlı

konuşuyorsun.

(Μιλάς πολύ γρήγορα)

köpürmek αφρίζω, γίνομαι

έξαλλος

Banyo köpürdü. (Άφρισε το μπάνιο)

korkmak φοβάμαι Köpeklerden çok

korkuyorum.

(Φοβάμαι πολύ τους

σκύλους)

korkutmak τρομοκρατώ Adam çocuğu korkuttu. (Ο άνδρας τρόμαξε το

παιδί)

korumak προφυλάγω Seni her zaman

koruyacağım.

(Θα σε προφυλάγω

πάντα)

koşmak τρέχω Her sabah parkta

koşuyorum.

(Κάθε πρωί τρέχω στο

πάρκο)

kötüleşmek χειροτερεύω Hastanın durumu bugün

kötüleşti.

(Η κατάσταση του

ασθενή σήμερα

χειροτέρεψε)

kovalamak κυνηγώ Polis hırsızları

kovalıyor.

(Ο αστυνόμος κυνηγάει

τους κλέφτες )

koymak βάζω Yemekleri buzdolabına

koyuyorum.

(Βάζω τα φαγητά στο

ψυγείο)

kullanmak χρησιμοποιώ Hangi telefonu

kullanıyorsun?

(Ποιο τηλέφωνο

χρησιμοποιείς;)

kurmak φτιάχνω Yeni bir şirket

kuruyoruz.

(Φτιάχνουμε μια

καινούρια εταιρεία)

kurtarmak γλυτώνω κάποιον Küçük kediyi kurtardık. (Γλυτώσαμε το μικρό

γατάκι)

kurtulmak γλυτώνω Sonunda kötü

alışkanlıklardan

kurtuldu.

(Επιτέλους γλύτωσε από

τις κακές συνήθειες)

kurutmak στεγνώνω Saçlarımı kurutuyorum. (Στεγνώνω τα μαλλιά

μου)

kusmak κάνω εμετό Çok içki içen adam

sonunda kustu.

(Ο άνθρωπος που ήπιε

πολύ ποτό στο τέλος

έκανε εμετό)

küsmek κακιώνω İki eski arkadaş

önemsiz bir olay için

küstü.

(Οι δυο παλιοί φίλοι

μάλωσαν για ένα

ασήμαντο γεγονός )

laf atmak πετάω καρφί,

πειράζω (για

γυναίκες)

Gençler sokakta

yürüyen kızlara laf attı.

(Οι νέοι πείραξαν τις

κοπέλες που

περπατούσαν στο δρόμο)

laf dinlemek υπακούω Şimdiki çocuklar hiç laf

dinlemiyor.

(Τα σημερινά παιδιά δεν

υπακούουν καθόλου)

laf taşımak μεταφέρω λόγια Laf taşıyan insanları

hiç sevmiyorum.

(Δεν αγαπώ καθόλου

τους ανθρώπους που

μεταφέρουν λόγια)

laflamak κουβεντιάζω Kahve içip eski (Ήπιαμε καφέ και

Page 146: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

146

arkadaşlarımla lafladık. κουβεντιάσαμε με τους

παλιούς μου φίλους)

lekelemek λεκιάζω Yeni elbisemi

lekeledim.

(Λέκιασα το καινούριο

μου φόρεμα)

listelemek καταγράφω Bu haftaki işlerimi

listeledim.

(Κατέγραψα τις δουλείες

αυτής της βδομάδας)

lütfetmek Κάνω τη χάρη Lütfedip bir yıl sonra

paramı ödedi!.

(Μου έκανε τη χάρη και

πλήρωσε τα λεφτά μου

μετά από ένα χρόνο)

M

mahvetmek Αφανίζω,

εξοντώνω,

καταστρέφω

Yaptıklarınla partiyi

mahvettin.

(Κατέστρεψες το πάρτι

με αυτά που έκανες)

makyaj

yapmak

μακιγιάρω Kızlar parti için makyaj

yapıyor.

(Τα κορίτσια

μακιγιάρονται για το

πάρτι)

medenileşmek εκπολιτίζομαι Bu ülkenin

medenileşmesi için

çalışıyoruz.

(Δουλεύουμε για τον

εκπολιτισμό αυτής της

χώρας)

memnun etmek ευχαριστώ,

ικανοποιώ

Seni memnun etmek

çok zor!

(Είναι πολύ δύσκολο να

σε ικανοποιήσουμε)

memnun

kalmak

μένω

ευχαριστημένος

Otel hizmetinden

hepimiz çok memnun

kaldık.

(Όλοι μας μείναμε

ευχαριστημένοι από την

εξυπηρέτηση του

ξενοδοχείου)

memnun

olmak

χαίρομαι Seninle tanıştığımıza

çok memnun oldum.

(Χάρηκα πολύ για την

γνωριμία)

meraklanmak ανησυχώ,

σκοτίζομαι

Eve geç kalınca annem

çok meraklandı.

(Η μητέρα μου

ανησύχησε πολύ όταν

άργησα στο σπίτι)

mezun olmak αποφοιτώ Gelecek yıl

üniversiteden mezun

olacağız.

(Του χρόνου θα

αποφοιτήσουμε από το

πανεπιστήμιο)

mırıldanmak μουρμουρίζω,

ψιθυρίζω

Banyo yaparken

sevdiğim şarkıları

mırıldanırım.

(Όταν κάνω μπάνιο

ψιθυρίζω τα αγαπημένα

μου τραγούδια)

minnet

duymak

ευγνωμονώ Bana yardım ettiğin

için sana minnet

duyuyorum.

(Σε ευγνωμονώ που με

βοήθησες)

mola vermek κάνω μια

ανάπαυλα, ένα

διάλλειμα

Çok yorulduk, bir mola

verelim.

(Κουραστήκαμε πολύ ας

κάνουμε ένα διάλλειμα)

muayene

etmek

εξετάζω Doktor dikkatlice

hastasını muayene

ediyor.

(Ο γιατρός εξετάζει

προσεκτικά τον ασθενή

του)

mücadele

vermek

δίνω αγώνα Günümüzde başarılı

olmak için mücadele

vermeliyiz.

(Στις μέρες μας για να

πετύχουμε πρέπει να

δώσουμε αγώνα)

N

nasihat vermek δασκαλεύω,

συμβουλεύω

Baba çocuklarına

nasihat verdi.

(O μπαμπάς συμβούλεψε

τα παιδιά του)

Page 147: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

147

nazar değmek ματιάζω Sana nazar değdi! (Σε μάτιασαν!)

nefes almak αναπνέω Doktor hastasına derin

nefes almasını söyledi.

(Ο γιατρός είπε στον

ασθενή του να πάρει

βαθιά αναπνοή )

nefret etmek μισώ,

απεχθάνομαι

Yalancı insanlardan

nefret ediyorum.

(Μισώ τους ψεύτες)

numara

yapmak

κάνω νούμερα,

καμώνομαι

Küçük çocuk ilgi

çekmek için numara

yapıyor.

(Το μικρό παιδί κάνει

νούμερα για να

προσελκύσει το

ενδιαφέρον)

O Ö

ödemek πληρώνω Hesabı ödemek

istiyoruz.

(Θέλουμε να

πληρώσουμε τον

λογαριασμό )

ödenmek πληρώνομαι Bu ay maaşımız

ödenmedi.

(Αυτό το μήνα δεν

πληρώθηκε ο μισθός

μας)

öfkelenmek εκνευρίζομαι Genç kadın kocasına

öfkelendi.

(Η νέα γυναίκα

εκνευρίστηκε με τον

άνδρα της )

öğrenmek μαθαίνω Türkçe öğrenmek

istiyorum.

(Θέλω να μάθω

Τούρκικα)

öğretmek διδάσκω Dil öğretmek zor ama

zevkli bir iş.

(Το να διδάσκεις γλώσσες είναι μια

δύσκολη αλλά και ευχάριστη δουλειά)

öğütlemek συμβουλεύω Annelerimiz her zaman

bizi öğütler.

(Η μητέρες μας πάντα

μας συμβουλεύουν)

okşamak χαϊδεύω Köpeğimi okşamayı

çok seviyorum.

(Αγαπώ να χαϊδεύω το

σκύλο μου)

öksürmek βήχω Çok sigara içen insanlar

çok öksürüyorlar.

(Βήχουν πολύ οι

άνθρωποι που

καπνίζουν πολύ)

okumak διαβάζω Kitap okumayı çok

seviyorum.

(Αγαπώ πολύ να

διαβάζω βιβλία)

ölçmek μετράω Sütü ölçüp tatlıya

koydum.

(Μέτρησα το γάλα και το

έβαλα στο γλυκό)

ölçüşmek αναμετριέμαι Benimle

ölçüşebileceğini mi

sanıyorsun?

(Νομίζεις ότι μπορείς να

αναμετρηθείς μαζί μου;)

öldürmek σκοτώνω Katil yaşlı adamı

öldürdü.

(Ο δολοφόνος σκότωσε

τον ηλικιωμένο άνδρα)

olmak γίνομαι, «είμαι» Mehmet doktor olmak

istiyor.

(O Μεχμέτ θέλει να γίνει

γιατρός)

ölmek πεθαίνω Kaza yapan genç

hastanede öldü.

(Ο νέος που έκανε

ατύχημα πέθανε στο

νοσοκομείο)

onarmak επισκευάζω Yazlık evimizi

onarmaya karar verdik.

(Αποφασίσαμε να

επισκευάσουμε το

εξοχικό μας)

önlemek εμποδίζω Böyle kötü olayları

önlememiz gerek.

(Πρέπει να εμποδίζουμε

τέτοιες άσχημες

καταστάσεις)

öpmek φιλάω Anne sevgiyle bebeğini

öptü.

(Η μαμά φίλησε με

αγάπη το μωρό της)

Page 148: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

148

öpüşmek φιλιέμαι Genç aşıklar

birbirlerine sarılıp

öpüştü.

(Οι ερωτευμένοι νέοι

αγκαλιάστηκαν και

φιλήθηκαν)

oturmak κάθομαι, κατοικώ Ben İstanbul’da

oturuyorum.

(Κατοικώ στην

Ιστανμπούλ)

övmek παινεύω Aileler her zaman

çocuklarıyla övünür.

(Οι οικογένειες πάντα

παινεύονται με τα παιδιά

τους)

oyalamak απασχολώ,

χασομερώ

Beni oyalama, işlerimi

bitirmem lazım.

(Μην με απασχολείς,

πρέπει να τελειώσω τις

δουλειές μου)

oynamak παίζω Haydi top oynamaya

gidelim!

(Άντε πάμε να παίξουμε

μπάλα)

oyuna

getirmek

εξαπατώ Bu adam hepimizi

oyuna getirdi.

(Ο άνθρωπος αυτός μας

εξαπάτησε όλους)

özlemek επιθυμώ,

αποθυμώ

Seni çok özledim. (Μου έλειψες πολύ)

P

paketlemek συσκευάζω,

πακετάρω

Lütfen bu hediyeyi

paketler misiniz?

(Μπορείτε να

συσκευάσετε αυτό το

δώρο παρακαλώ;)

pahalılaşmak ακριβαίνω Bu restoran çok

pahalılaştı başka yerde

yiyelim!

(Το εστιατόριο αυτό

ακρίβαινε πολύ να φάμε

σε άλλο μέρος)

paniklemek πανικοβάλλομαι Aniden eski sevgilisini

görünce panikledi.

(Όταν είδε ξαφνικά

τον/την πρώην

πανικοβλήθηκε)

parçalamak κομματιάζω Yaramaz çocuk yeni

oyuncağını parçaladı.

(Το άτακτο παιδί

κομμάτιασε το

καινούριο του παιχνίδι)

parlamak λάμπω Bu sabah güneş ne

güzel parlıyor!

(Τι ωραία που λάμπει

σήμερα ο ήλιος!)

parlatmak γυαλίζω Annem cam eşyaları

parlattı!

(Η μαμά μου γυάλισε τα

γυάλινα αντικείμενα)

patlamak σκάω Çocuğun balonu

patladı.

(Έσκασε το μπαλόνι του

παιδιού)

paylaşmak μοιράζομαι Kardeşler herşeyi

paylaşmalı.

(Τα αδέλφια πρέπει να

μοιράζονται τα πάντα)

pazarlık etmek παζαρεύω Kapalıçarşıda pazarlık

etmeden hiç bir şey

almayın.

(Μην αγοράσετε τίποτα

από την Κλειστή Αγορά

χωρίς να παζαρέψετε)

pişirmek ψήνω, μαγειρεύω Bugün ne pişireceksin? (Τι θα μαγειρέψεις

σήμερα;)

pişman olmak μετανιώνω Ahmet söylediklerine

pişman oldu.

(Ο Αχμέτ μετάνιωσε για

αυτά που είπε)

programlamak σχεδιάζω Yaz tatili için ne

programlıyorsunuz?

(Τι σχεδιάζετε για τις

καλοκαιρινές διακοπές;)

R

rahatlamak ησυχάζω,

ανακουφίζομαι

Çantasını bulan kadın

rahatladı.

(Η γυναίκα που βρήκε

την τσάντα της ησύχασε)

rahatsızlanmak αδιαθετώ Dün akşam dedem

rahatsızlandı, hastaneye

(Χθες βράδυ αδιαθέτησε

ο παππούς μου και τον

Page 149: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

149

götürdük. πήγαμε στο νοσοκομείο)

rahmetli olmak πεθαίνω Ünlü sanatçı geçen

hafta rahmetli oldu.

(Ο φημισμένος

καλλιτέχνης πέθανε την

περασμένη εβδομάδα )

randevulaşmak Κλείνω/δίνω

ραντεβού

Yarın buluşmak üzere

randevulaştık.

(Δώσαμε ραντεβού για

να βρεθούμε αύριο)

rastlamak συναντώ Yolda eski bir

arkadaşıma rastladım.

(Στο δρόμο συνάντησα

μια παλιά μου φίλη)

reddetmek αρνούμαι Sevgilisinin evlenme

teklifini reddetti.

(Αρνήθηκε την πρόταση

γάμου του φίλου της)

renklendirmek χρωματίζω Masayı renklendirmek

için renkli mumlar

koydum.

(Έβαλα κεριά στο

τραπέζι για να το

χρωματίσω)

rica etmek παρακαλώ Rica ediyorum, biraz

sessiz konuşur

musunuz?

(Παρακαλώ μπορείτε να

μιλήσετε πιο σιγά;)

S Ş

sabunlamak σαπουνίζομαι Yerleri süpürüp

sabunladım.

(Σκούπισα και

σαπούνισα το πάτωμα)

sağlamak εξασφαλίζω Ailemiz bize en iyi

eğitimi sağlamak için

herşeyi yaptı.

(Η οικογένεια μας έκανε

τα πάντα για να μας

προσφέρει την καλύτερη

εκπαίδευση)

saklamak κρύβω, φυλάω Annenden hiçbir şey

saklamamalısın.

(Δεν πρέπει να κρύβεις

τίποτα από την μαμά

σου)

saklanmak κρύβομαι Saklambaç oyununda

bütün çocuklar eski eve

saklandı.

(Στο κρυφτό όλα τα

παιδιά κρύφτηκαν στο

παλιό σπίτι)

saldırmak επιτίθεμαι Köpek yoldan geçen

yaşlı adama saldırdı.

(Ο σκύλος επιτέθηκε

στον ηλικιωμένο άνδρα

που περνούσε από το

δρόμο)

sanmak νομίζω Sanıyorum ki, bu teklif

çok iyi.

(Νομίζω ότι η προσφορά

αυτή είναι πολύ καλή)

sarılmak αγκαλιάζομαι Uzun zamandır

görüşmeyen kardeşler

birbirine sarıldı.

(Τα αδέλφια που είχαν

πολύ καιρό να ειδωθούν

αγκαλιάστηκαν. )

şaşırmak σαστίζω, απορώ Bu duruma hepimiz çok

şaşırdık.

(Απορήσαμε όλοι με

αυτή την κατάσταση)

satılmak πωλούμαι Bahçeli ev çok ucuza

satıldı.

(Το σπίτι με τον κήπο

πουλήθηκε πολύ φθηνά )

satın almak αγοράζω Bir ev satın almak

istiyoruz.

(Θέλουμε να

αγοράσουμε ένα σπίτι)

satmak πουλάω Arabamı satmaya karar

verdim.

(Αποφάσισα να

πουλήσω το αμάξι μου)

savaşmak πολεμάω İki ülke savaşmaya

başladı.

(Οι δυο χώρες άρχισαν

να πολεμούν )

savunmak αμύνομαι Haklarımı sonuna kadar

savunacağım.

(Θα αμύνομαι μέχρι το

τέλος τα δικαιώματα

μου)

saymak μετρώ Her akşam kazandığı

paraları sayıyor.

(Κάθε βράδυ μετράει τα

χρήματα που κερδίζει)

Page 150: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

150

seçmek επιλέγω Tatil için otel

seçmeliyiz.

(Πρέπει να επιλέξουμε

ξενοδοχείο για το ταξίδι)

seslenmek προσφωνώ,

φωνάζω

Sokakta sana seslendim

ama duymadın.

(Στο δρόμο σε φώναξα

αλλά δεν με άκουσες)

sevilmek αγαπιέμαι Murat iş yerinde herkes

tarafından çok sevilen

bir adam.

(Ο Μουράτ είναι

άνθρωπος που αγαπιέται

από όλους στην δουλειά)

sevmek αγαπώ Çocuklar dondurmayı

çok seviyor.

(Τα παιδιά αγαπούν

πολύ το παγωτό)

seyretmek παρακολουθώ Her akşam televizyonda

dizi seyrediyorum.

(Κάθε βράδυ

παρακολουθώ σειρά

στην τηλεόραση)

sigara içmek καπνίζω Lütfen burada sigara

içmeyiniz.

(Παρακαλώ μην

καπνίζετε εδώ)

şikayet etmek κάνω παράπονα Bizimle kaba konuşan

garsonu müdüre şikayet

ettik.

(Κάναμε παράπονα στον

διευθυντή για τον

σερβιτόρο που ήταν

αγενής μαζί μας)

sıkılmak βαριέμαι Evde çok sıkıldım,

haydi sinemaya

gidelim.

(Βαρέθηκα πολύ στο

σπίτι ας πάμε σινεμά)

sıkışmak στριμώχνομαι Otobüs çok kalabalık,

çok sıkıştık.

(Το λεωφορείο είναι

πολύ γεμάτο,

στριμωχθήκαμε πολύ)

sıkmak σφίγγω Yeni ayakkabılar

ayağımı sıktı.

(Τα καινούρια

παπούτσια μου έσφιξαν

τα πόδια)

silmek σβήνω Öğretmen dersin

sonunda tahtayı sildi.

(Ο δάσκαλος στο τέλος

του μαθήματος έσβησε

τον πίνακα)

sindirmek χωνεύω,

εμπεδώνω

Dün söylediklerini bir

türlü sindiremiyorum.

(Δεν μπορώ σε καμία

περίπτωση να χωνέψω

αυτά που είπες χθες)

sıralamak απαριθμώ Sekreter dosyaları

sıralıyor.

(Η γραμματέας

απαριθμεί τα έγγραφα)

sokmak βάζω, τσιμπάω Arı çocuğu

parmağından soktu.

(Η μέλισσα τσίμπησε το

παιδί στο δάκτυλο)

sörf yapmak κάνω σέρφινγκ Yaz aylarında sörf

yapmayı çok severim.

(Αγαπώ πολύ να κάνω

σκι τους καλοκαιρινούς

μήνες )

sormak ρωτάω Bir soru sormak

istiyorum.

(Θέλω να ρωτήσω μια

ερώτηση)

söylemek λέω Şarkı söylemeye

bayılıyor.

(Του αρέσει πολύ να λέει

τραγούδια- τραγουδάει)

söylenmek παραμιλώ Söylenme, işini yap! (Μην παραμιλάς, κάνε

την δουλειά σου!)

soymak ξεφλουδίζω,

γδύνω

Patatesleri soyup

haşladı.

(Ξεφλούδισε την πατάτες

και τις έβρασε)

soyulmak ληστεύομαι Bu villa 3 soyguncu

tarafından soyuldu.

(Η βίλλα αυτή

ληστεύτηκε από 3

κλέφτες)

soyunmak ξεντύνομαι Çok yorgundum,

soyunup hemen yattım.

(Ήμουν πολύ

κουρασμένος, ξεντύθηκα

Page 151: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

151

και αμέσως κοιμήθηκα)

söz vermek δίνω το λόγο μου Bana söz vermiştin. (Μου είχες δώσει το

λόγο σου)

suçlamak κατηγορώ Onu boş yere

suçlamışız.

(Τον κατηγορήσαμε

άδικα)

sunmak παρουσιάζω Bu akşam sizlere yeni

ürünümüzü sunacağız.

(Σήμερα το βράδυ θα

σας παρουσιάσουμε το

καινούριο μας προϊόν )

süpürmek σκουπίζω Bütün evi süpürüp

temizledim.

(Σκούπισα και καθάρισα

όλο το σπίτι)

sürdürmek συνεχίζω Bu işi sürdürmeliyiz. (Πρέπει να συνεχίσουμε

αυτή τη δουλειά)

sürmek οδηγώ,

πασαλείβω

Bisiklet sürmeyi

öğrendi.

(Έμαθε να οδηγεί

ποδήλατο)

sürünmek σέρνομαι Elbisen çamura

sürünüyor.

(Το φόρεμα σου

σέρνεται στη λάσπη)

susamak διψώ Çok susadım, bir

bardak su lütfen!

(Δίψασα πολύ, ένα

ποτήρι νερό παρακαλώ!)

süslemek στολίζω Hep beraber yılbaşı

ağacımızı süsledik.

(Όλοι μαζί στολίσαμε το

πρωτοχρονιάτικο μας

δέντρο)

süslenmek στολίζομαι Genç kız süslenip

partiye gitti.

(Η κοπέλα στολίστηκε

και πήγε στο πάρτι)

susmak σωπαίνω Biraz sus da başkası

konuşsun.

(Σιώπα λίγο, να μιλήσει

και κάποιος άλλος)

süt sağmak αρμέγω γάλα Köyde ninem her sabah

süt sağıyor.

(Στο χωριό η γιαγιά μου

αρμέγει κάθε πρωί γάλα)

süzmek σουρώνω,

φιλτράρω

Makarnaları süzüp

yedik.

(Σουρώσαμε τα

μακαρόνια και τα

φάγαμε)

Τ

tahliye etmek απαλλάσσω,

εκκενώνω

Bütün bina tahliye

edildi.

(Εκκενώθηκε όλο το

κτήριο)

taklit etmek απομιμούμαι Arkadaşım bütün

sanatçıları taklit

edebiliyor.

(Ο φίλος μου μπορεί και

μιμείται όλους τους

καλλιτέχνες )

takmak φοράω

(αξεσουάρ)

Kravat takmayı

unutma.

(Μην ξεχνάς να βάλεις

γραβάτα)

tanımak γνωρίζω Bu kızı bir yerden

tanıyorum.

(Γνωρίζω από κάπου

την κοπέλα αυτή)

tanışmak γνωρίζομαι Onunla tanışmak

istiyorum.

(Θέλω να γνωριστώ με

αυτήν)

tanıtmak συστήνω Sizlere yeni iş

arkadaşınızı tanıtmak

istiyorum.

(Θέλω να σας συστήσω

τον καινούριο σας

συνεργάτη)

tapmak λατρεύω Anneme tapıyorum. (Λατρεύομαι την μαμά

μου)

taramak χτενίζω Her sabah saçlarımı

tarıyorum.

(Κάθε πρωί χτενίζω τα

μαλλιά μου )

tartışmak συζητώ Sizinle tartışmak

istemiyorum.

(Δεν θέλω να συζητήσω

μαζί σας )

Page 152: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

152

tasarlamak σχεδιάζω Geleceğimizi

tasarlamamız lazım.

(Πρέπει να σχεδιάσουμε

το μέλλον μας)

taşımak κουβαλώ Çantamı taşıyabilir

misin?

(Μπορείς να

κουβαλήσεις την τσάντα

μου;)

taşınmak μετακομίζω Bu evden taşınmaya

karar verdik.

(Αποφασίσαμε να

μετακομίσουμε από αυτό

το σπίτι)

tatmak γεύομαι Kekimden tatmak ister

misin?

(Θέλεις να δοκιμάσεις

το κέικ μου;)

telefon etmek τηλεφωνώ Yarın size telefon

edeceğim.

(Αύριο θα σας

τηλεφωνήσω)

temizlemek καθαρίζω Bugün evi

temizlemeliyim.

(Σήμερα πρέπει να

καθαρίσω το σπίτι)

terk etmek εγκαταλείπω Adam karısını terk etti. (Ο άνδρας εγκατέλειψε

την γυναίκα του)

teşebbüs etmek επιχειρώ Buna sakin teşebbüs

etme, pişman olursun.

(Μην τυχόν και το

επιχειρήσεις θα

μετανιώσεις)

teşvik etmek ενθαρρύνω Sözleriyle hepimizi

teşvik etti.

(Μας ενθάρρυνε όλους

με αυτά που είπε)

tıraş olmak ξυρίζομαι Babam traş olmak için

berbere gitti.

(Ο πατέρας μου πήγε

στο μπαρμπέρη για να

ξυριστεί )

titremek τρέμω Küçük kız soğuktan

titriyordu.

(Ο μικρό κορίτσι έτρεμε

από το κρύο)

toplamak μαζεύω Lütfen odanı topla! (Παρακαλώ μάζεψε το

δωμάτιο σου)

tüketmek καταναλώνω Çok alkol tüketmeyin. (Μην καταναλώνετε

πολύ αλκοόλ)

tükürmek φτύνω Yerlere tükürme! (Μην φτύνεις κάτω)

tutmak κρατάω Bir dakika bardağımı

tutar mısın?

(Μπορείς να κρατήσεις

ένα λεπτό το ποτήρι

μου;)

tütmek καπνίζω Şömine tütüyor bir

sorun olmalı.

(Καπνίζει το τζάκι

πρέπει να υπάρχει

κάποιο πρόβλημα)

tutuklamak συλλαμβάνω Polis hırsızları

tutukladı.

(Η αστυνομία συλλάμβανε τους

κλέφτες )

U Ü

uçmak πετάω Kuşlar ne güzel uçuyor! (Τι ωραία που πετούν τα

πουλιά)

ulaşmak φτάνω Sonunda evime ulaştım. (Επιτέλους έφτασα στο

σπίτι μου)

unutmak ξεχνάω Pardon adınızı unuttum. (Συγγνώμη ξέχασα το

όνομα σας)

üretmek παράγω Bu şehir çok patates

üretiyor.

(Η πόλη αυτή παράγει

πολύ πατάτα)

üşenmek βαριέμαι Bu akşam dışarı

çıkmaya üşeniyorum.

(Σήμερα το βράδυ

βαριέμαι να βγω έξω)

üşümek κρυώνω Üşüyorsan kaloriferi (Εάν κρυώνεις να

Page 153: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

153

yakayım. ανάψω το καλοριφέρ)

utanmak ντρέπομαι Böyle sözler söylediğin

için utanmalısın.

(Πρέπει να ντρέπεσαι

που λες τέτοια λόγια)

uyanmak ξυπνάω Yarın çok erken

uyanacağım.

(Αύριο θα ξυπνήσω

πολύ νωρίς )

uyarmak προειδοποιώ Seni çok defa

uyarmıştık, ama sen

aynı hatayı tekrar

yaptın.

(Σε είχαμε

προειδοποιήσει πολλές

φορές, αλλά εσύ

ξαναέκανες το ίδιο

λάθος )

uygulamak εφαρμόζω Kuralları uygulamamız

gerek.

(Πρέπει να εφαρμόζουμε

τους κανόνες)

uymak ταιριάζω Eşinle birbirnize çok

uyuyorsunuz.

(Ταιριάζετε πολύ με την

σύζυγο σου)

uyumak κοιμάμαι Çok yorgunum

erkenden uyuyacağım.

(Είμαι πολύ

κουρασμένος θα

κοιμηθώ νωρίς)

uzanmak ξαπλώνω Yatağa uzanıp bir film

seyrettim.

(Ξάπλωσα στο κρεβάτι

και παρακολούθησα ένα

φιλμ)

üzülmek στεναχωριέμαι Hasta olmana çok

üzüldüm.

(Στεναχωρήθηκα πολύ

που είσαι άρρωστος)

V

varmak φτάνω Yarım saat sonra tren

varıyor.

(Σε μισή ώρα φτάνει το

τρένο)

vazgeçmek παρατάω,

υπαναχωρώ

Bu işten vazgeçmelisin. (Πρέπει να παρατήσεις

αυτή τη δουλειά)

vermek δίνω Ev sahibine kiraya

vermeyi unutma!

(Μην ξεχνάς να δώσεις

το ενοίκιο στον

ιδιοκτήτη)

vurmak χτυπάω Yere düşen adam

kafasını vurdu.

(Ο άνθρωπος που έπεσε

κάτω, χτύπησε το

κεφάλι του)

vurulmak χτυπιέμαι,

ερωτεύομαι

Barda gördüğüm kıza

vuruldum.

(Ερωτεύτηκα την κοπέλα

που είδα στο μπαρ)

Y

yağlamak λαδώνω Balıkları yağlayıp

pişirdik.

(Λαδώσαμε το ψάρια

και τα ψήσαμε)

yakalamak συλλαμβάνω,

πιάνω

Polis kaçan hırsızı kısa

sürede yakaladı.

(Ο αστυνόμος έπιασε

σύντομα τον κλέφτη που

το έσκασε)

yaklaşmak πλησιάζω Televizyona bu kadar

çok yaklaşma gözlerin

bozulacak.

(Μην πλησιάζεις τόσο

πολύ στη τηλεόραση θα

χαλάσεις τα μάτια σου)

yakmak καίω Romantik bir ortam

yaratmak için mumları

yaktık.

(Ανάψαμε τα κεριά για

να φτιάξουμε ρομαντική

ατμόσφαιρα)

yalamak γλείφω Köpek yavrusunu

yalayıp yıkadı.

(Η σκύλα έγλειψε και

έπλυνε το μωρό της)

yalvarmak ικετεύω Sevgilisine «gitme»

diye yalvardı.

(Παρακάλεσε την

αγαπημένη του για να

μην φύγει)

Page 154: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

154

yanıt vermek απαντάω Öğretmenin sorusuna

hiç kimse yanıt

vermedi.

(Κανένας δεν απάντησε

την ερώτηση του

δασκάλου)

yanıtlamak απαντάω Sekreter bütün gün

telefonları yanıtlıyor.

(Η γραμματέας όλη μέρα

απαντάει στα τηλέφωνα)

yanmak καίγομαι Eyvah! Yemek yandı! (Πω! Κάηκε το φαγητό!)

yansıtmak αντανακλώ Yüzün iç güzelliğini

yansıtıyor.

(Το πρόσωπο σου

αντανακλά την

εσωτερική σου ομορφιά)

yapılmak φτιάχνομαι Bu ev sadece tahtadan

yapılmış.

(Το σπίτι αυτό φτιάχτηκε

μόνο ξύλο)

yapışmak κολλώ Vazo güçlü yapıştırıcı

sayesinde yapıştı.

(Το βάζο κόλλησε χάρη

της δυνατής κόλλας)

yapmak κάνω Bu yaz tatil

yapmayacağım.

(Αυτό το καλοκαίρι δεν

θα κάνω διακοπές)

yaratmak δημιουργώ Çok güzel bir atmosfer

yarattınız.

(Δημιουργήσατε μια

πολύ ωραία

ατμόσφαιρα)

yardım etmek βοηθάω Anneme her zaman

yardım ediyorum.

(Βοηθάω πάντα την

μαμά μου)

yasaklamak απαγορεύω Kapalı mekanlarda

sigara içmeyi

yasakladılar.

(Απαγορέψανε το

κάπνισμα σε κλειστούς

χώρους)

yaşamak ζω Çok güzel günler

yaşıyoruz.

(Ζούμε πολύ όμορφες

στιγμές)

yaşlanmak γερνώ, γηράσκω Yaşlanmaktan

korkuyor.

(Φοβάται να γεράσει)

yatmak ξαπλώνω,

κοιμάμαι

Her akşam çok geç

yatıyorum.

(Κάθε βράδυ κοιμάμαι

πολύ αργά)

yazılmak γράφομαι Dans kursuna yazıldım. (Γράφτηκα στα

μαθήματα χορού)

yazmak γράφω Ünlü yazar yeni

kitabını yazıyor.

(Ο φημισμένος

συγγραφέας γράφει το

καινούριο του βιβλίο)

yemek τρώω Bugün ne yiyeceğiz? (Τι θα φάμε σήμερα;)

yenmek νικώ Rakibini yenen takım

şampiyon oldu.

(Η ομάδα η οποία

νίκησε την αντίπαλη

ομάδα έγινε

πρωταθλήτρια)

yerleşmek εγκαθίσταμαι İzmir’e yerleşmeye

karar verdik.

(Αποφασίσαμε να

εγκατασταθούμε στη

Σμύρνη)

yetişmek προλαβαίνω Otobüse yetişemedim

ve işe geç kaldım.

(Δεν πρόλαβα το

λεωφορείο και άργησα

στη δουλεία)

yetmek αρκώ, φτάνω Bu maaş bize yetmiyor. (Δεν μας φτάνει αυτός ο

μισθός)

yığılmak επισωρεύομαι Bayılan kadın yere

yığıldı.

(Η γυναίκα που

λιποθύμησε σώριασε

κάτω)

yıkamak πλένω Bütün elbiselerimi

yıkayıp ütüledim.

(Έπλυνα και σιδέρωσα

όλα τα ρούχα μου)

Page 155: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

155

yıkmak κατεδαφίζω Belediye kaçak evleri

yıktı

(Ο Δήμος κατεδάφισε τα

αυθαίρετα)

yıpratmak φθείρω Kendini böyle şeyler

için yıpratma.

(Μην φθείρεις τον εαυτό

σου για τέτοια

πράγματα)

yitirmek χάνω Genç kadın, kazada

kocasını yitirdi.

(Η νέα γυναίκα έχασε

τον άνδρα της στο

ατύχημα)

yoğurmak ζυμώνω Köyde her sabah ekmek

yoğururlar.

(Στο χωριό κάθε πρωί

ζυμώνουν ψωμί)

yolmak μαδώ Çiçekleri yolma! (Μην μαδάς τα

λουλούδια)

yorulmak κουράζομαι Bugün işte çok

yorulduk.

(Σήμερα κουραστήκαμε

πολύ στη δουλειά)

yükselmek υψώνομαι,

ανεβαίνω

Çok başarılı bir genç,

işinde yükseleceği

belliydi.

(Είναι ένας πολύ

πετυχημένος νέος ήταν

φανερό ότι θα ανέβει

στη δουλειά του )

yürümek περπατάω Evden işe yürüyorum. (Περπατάω από το σπίτι

στη δουλειά)

yutmak καταπίνω Yemeği çiğnemeden

yuttu.

(Κατάπιε το φαγητό

δίχως να το μασήσει)

yüzmek κολυμπάω Her gün bir saat

yüzüyorum.

(Κάθε μέρα κολυμπάω

μια ώρα)

Z

zarar vermek βλάπτω Sigara içmek sağlığa

zarar verir.

(Το κάπνισμα βλάπτει

την υγεία)

zayıflamak αδυνατίζω Spor yaparak

zayıfladım.

(Αδυνάτισα κάνοντας

σπορ)

zehirlemek δηλητηριάζω Bu vicdansız adam

sokaktaki bütün

hayvanları zehirledi.

(Αυτός ο άκαρδος

άνθρωπος δηλητηρίασε

όλα τα ζώα του δρόμου)

zenginleşmek πλουτίζω Bir anda zenginleşti. (Πλούτισε ξαφνικά)

zevk almak απολαμβάνω Beni üzmekten zevk mi

alıyorsun?

(Απολαμβάνεις να με

στεναχωρείς;)

zorlamak δυσκολεύω,

πιέζω

Çocuklarınızı

zorlamayın

(Μην πιέζετε τα παιδιά

σας)

zulmetmek βασανίζω Kimse kimseyi zulm

edemez.

(Κανένας δεν μπορεί να

βασανίζει κανέναν)

Page 156: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

156

Page 157: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

157

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

ΣΤΗΝ

ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΓΛ ΣΣΑ

http://users.otenet.gr/~aker/MeletesArthra.htm

Page 158: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

158

Page 159: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

159

A : α

abaküs = άβακας [αρχ. ελλ. άβαξ > γαλλ. abacus, abaque > τουρκ.].

abanoz = έβενος [αρχ. ελλ. > περσ. > τουρκ.].

abis = άβυσσος [αρχ. ελλ. άβυσσος > γαλλ. abysse > τουρκ.].

ablatya = είδος αλιευτικού διχτυού με μεγάλα "μάτια", δηλ. μεγάλες θηλιές

[νεοελλ. απλάδια, υποκορ. του επιθ. απλά > τουρκ.].

abli = απλή, σκοινί για το ανέβασμα ή κατέβασμα των πανιών πλοίου

[νεοελλ. απλή > τουρκ. abli].

abuli = αβουλία [αρχ. ελλ. αβουλία > γαλλ. aboulie > τουρκ.].

açelya, açalya = αζαλέα [αντιδ. αρχ. ελλ. αζαλέος > αγγλ. azalea > νεοελλ. >

τουρκ.].

adenit = αδενίτιδα [ελλ. > γαλλ. adénite> τουρκ.].

aerobik = αεροβική [αντιδ. αρχ. ελλ. αερόβιος > γαλλ. aérobique, αγγλ. aerobics >

τουρκ., νεοελλ.].

aerodinamik = αεροδυναμική [ελλ. > γαλλ. aérodynamique > τουρκ.].

afazi = αφασία [αντιδ. αρχ. ελλ. άφατος > γαλλ. aphasie > τουρκ., νεοελλ.].

afi (argo) = επίδειξη, φιγούρα [αρχ. ελλ. αφή > τουρκ.].

afoni = αφωνία [αρχ. ελλ. αφωνία > γαλλ. aphonie > τουρκ.].

aforoz, aforizm, aforizma = αφορισμός [αρχ. ελλ. αφορισμός > γαλλ. aphorism >

τουρκ.].

aft = άφθα, άφτρα [αρχ. ελλ. άφθα > γαλλ. aphte > τουρκ.].

aftos (argo) = εραστής-ερωμένη [αρχ. ελλ. αυτός > τουρκ.].

afyon = αφιόνι [αντιδ. μετγν. ελλ. όπιον > τουρκ. afyon > μεσν. ελλ. αφιόνιον >

νεοελλ. αφιόνι].

afyonkeş = ο χρήστης αφιονιού [νεοελλ. αφιόνι + περσ. -keş > τουρκ.].

agnosi, agnozi = αγνωσία, άγνοια [αντιδ. αρχ. ελλ. άγνωτος > γαλλ. agnosie >

τουρκ., νεοελλ.].

agnostisizm = αγνωστικισμός [αντιδ. αρχ. ελλ. άγνωστος >

γαλλ. agnosticisme > τουρκ., νεοελλ.].

agora = αρχαία ελληνική αγορά [αρχ. ελλ. αγορά > τουρκ.].

agorafobi = αγοραφοβία [ελλ. > γαλλ. agoraphobie > τουρκ.].

agrafi = αγραφία [ελλ. > γαλλ. agraphie > τουρκ.].

agronomi = αγρονομία [νεοελλ. > γαλλ. agronomie > τουρκ.].

ahır = αχούρι [αντιδ. αρχ. ελλ. άχυρον > περσ. > τουρκ. ahır > μεσν.

ελλ. αχούριον > νεοελλ. αχούρι. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

ahlat = άγριο αχλάδι, αγριαχλαδιά [μεσν. ελλ. αχλάδιον > τουρκ.].

ahtapot = χταπόδι [αρχ. ελλ. οκτάπους > μετγν. ελλ. οκταπόδιον > τουρκ.].

akademi = ακαδημία [αρχ. ελλ. > γαλλ. académie > τουρκ.].

akademisyen = ακαδημαϊκός, οπαδός του Πλάτωνος [αρχ. ελλ. ακαδημία + γαλλ. -

cien > γαλλ. académicien > τουρκ.].

akademik = ακαδημαϊκός [μετγν. ελλ. > γαλλ. académique > τουρκ.].

akasya = ακακία [αρχ. ελλ. > γαλλ. acacia > τουρκ.].

akkefal = είδος ψαριού του γλυκού νερού [τουρκ. ak + αρχ. ελλ. κεφαλή > τουρκ.].

akrobasi = ακροβασία [νεοελλ. > γαλλ. acrobatie > τουρκ.].

akrobat = ακροβάτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. acrobate > τουρκ.].

akrobatik = ακροβατικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. acrobatique > τουρκ.].

akromatopsi = αχρωματοψία [ελλ. > γαλλ. achromatopsie > τουρκ.].

akromegali = ακρομεγαλία [ελλ. > γαλλ. acromégalie > τουρκ.].

Page 160: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

160

akronim = ακρωνύμιο [ελλ. > αγγλ. acronym > τουρκ.].

akropol = ακρόπολη [αρχ. ελλ. ακρόπολις > γαλλ. acropole > τουρκ.].

akroştiş = ακροστιχίδα [μετγν. ελλ. ακροστιχίς > γαλλ. acrostiche > τουρκ.].

aks = άξονας τροχού [αρχ. ελλ. άξων > γαλλ. axe > τουρκ.].

aksiyom = αξίωμα (επιστ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. axiome > τουρκ.].

akson = άξων (ανατ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

aktinit = γενική ονομασία ραδιενεργών στοιχείων [ελλ. ακτίνια > γαλλ. actinite >

τουρκ.].

aktinoloji = ακτινολογία [ελλ. > γαλλ. actinologie > τουρκ.].

aktinolojik = ακτινολογικός [ελλ. > γαλλ. actinologique > τουρκ.].

aktinyum = ακτίνιο (χημ.) [ελλ. > αγγλ. actinium > τουρκ.].

akustik = ακουστική [αντιδ. αρχ. ελλ. ακουστικός > γαλλ. acoustique > τουρκ.,

νεοελλ.].

alay = πλήθος || στρατιωτική μονάδα [αρχ. ελλ. αλλαγή > μεσν. ελλ. αλλάγιον (=

στρατιωτική μονάδα) > τουρκ.].

alegori = αλληγορία [μετγν. ελλ. > γαλλ. allégorie > τουρκ.].

alegorik = αλληγορικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. allégorique > τουρκ.].

aleksi = αλεξία (= αδυναμία ανάγνωσης) [ελλ. > γαλλ. alexie > τουρκ.].

alerjen = αλλεργιογόνο [ελλ. > γαλλ. allergène > τουρκ.].

alerji = αλλεργία [ελλ. > γαλλ. allergie > τουρκ.].

alerjik = αλλεργικός [ελλ. > γαλλ. allergique > τουρκ.].

alotropi = αλλοτροπία [ελλ. > γαλλ. allothropie > τουρκ.].

alotropik = αλλοτροπικός [ελλ. > γαλλ. allotropique > τουρκ.].

amazon = αμαζόνα [αρχ. ελλ. Αμαζών > τουρκ.].

ambar = αμπάρι [αντιδ. αρχ. ελλ. εμπόριον > περσ. > τουρκ. > νεοελλ. Κατ' άλλη

άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

amblem = έμβλημα [μετγν. ελλ. > γαλλ. emblème > τουρκ.].

ametal = αμέταλλο [ελλ. > γαλλ. amétale > τουρκ.].

ametist = αμέθυστος (ημιπ. λίθος) [μετγν. ελλ. > γαλλ. améthyste > τουρκ.].

amfibi = αμφίβιος [αρχ. ελλ. > γαλλ. amphibie > τουρκ.].

amfibol = αμφίβολο (ορυκτό) [ελλ. > γαλλ. amphibole > τουρκ.].

amfiteatr = αμφιθέατρο [μετγν. ελλ. > γαλλ. amphithéâtre > τουρκ.].

amfora = αμφορέας [αρχ. ελλ. αμφορεύς > γαλλ. amphore > τουρκ.].

amip = αμοιβάδα [αρχ. ελλ. αμοιβάς > γαλλ. amibe > τουρκ.].

amnezi = αμνησία [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. amnésie > τουρκ., νεοελλ.].

amniyon = άμνιο [αρχ. ελλ. αμνίον, άμνιον > τουρκ.].

amonyak = αμμωνία [αντιδ. μετγν. ελλ. αμμωνιακόν > λατ. ammoniacum >

γαλλ. ammoniaque > τουρκ., νεοελλ.].

amorf = άμορφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. amorphe > τουρκ.].

ampermetre = αμπερόμετρο [γαλλ. amper + αρχ. ελλ. μέτρον >

γαλλ. ampèremètre > τουρκ.].

ampirik = εμπειρικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. empirique > τουρκ.].

ampirist = εμπειριστής [ελλ. > γαλλ. empiriste > τουρκ.].

ampirizm = εμπειρισμός [ελλ. > γαλλ. > empirisme > τουρκ.].

ampul = αμπούλα [αντιδ. αρχ. ελλ. αμφορέα > αμφορά(ν) > λατ. ampulla >

γαλλ. ampoule > τουρκ., νεοελλ.].

amyant = αμίαντος [αρχ. ελλ. > γαλλ. amiante > τουρκ.].

anabolizma = αναβολισμός [ελλ. > γαλλ. anabolisme > τουρκ.].

Page 161: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

161

Anadolu = Ανατολή, Ανατολία [αρχ. ελλ. ανατολή > τουρκ.].

anaerobik = αναερόβιος [ελλ. > γαλλ. anaérobique > τουρκ.].

anafilaksi = αναφυλαξία [ελλ. > γαλλ. anaphylaxie > τουρκ.].

anafor = δίνη, αντίρρευμα || (μτφ.) φιλοδώρημα [αρχ. ελλ. αναφορά >

νεοελλ. αναφόρι > τουρκ.].

anaforcu = ο επιδιώκων την απόκτηση αγαθών χωρίς κόπο [αρχ.

ελλ. αναφορά + τουρκ. -cu > τουρκ.].

anagram = ανάγραμμα, λέξη που είναι προϊόν αναγραμματισμού [ελλ. >

γαλλ. anagramme > τουρκ.].

anahtar = ανοιχτήρι, κλειδί [νεοελλ. ανοιχτήρι > τουρκ.].

anakronik = αναχρονιστικός [νεοελλ. > γαλλ. anachronique > τουρκ.].

anakronizm = αναχρονισμός [μεσν. ελλ. > γαλλ. anachronisme > τουρκ.].

analist = αναλυτής [νεοελλ. > γαλλ. analyste > τουρκ.].

analitik = αναλυτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. analytique > τουρκ.].

analiz = ανάλυση [αρχ. ελλ. > γαλλ. analyse > τουρκ.].

analjezi = αναλγησία [αρχ. ελλ. > γαλλ. analgésie > τουρκ.].

analjezik = αναλγητικός [αντιδ. αρχ. ελλ. αναλγησία > γαλλ. analgésique >

νεοελλ., τουρκ.].

analoji = αναλογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. analogie > τουρκ.].

analojik = αναλογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. analogique > τουρκ.].

anamnezi = ανάμνηση, ιστορικό ασθενούς [αρχ. ελλ. > γαλλ. anamnésie > τουρκ.].

anarşi = αναρχία, αναστάτωση [αρχ. ελλ. > γαλλ. anarchie > τουρκ.].

anarşişt = αναρχικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. anarchiste > τουρκ.].

anarşizm = αναρχισμός [ελλ. > γαλλ. anarchisme > τουρκ.].

anartri = αναρθρία [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. anarthrie > τουρκ., νεοελλ.].

anason = γλυκάνισο [μετγν. ελλ. άνισον > τουρκ.].

anatomi = ανατομία [αντιδ. αρχ. ελλ. ανατομή > γαλλ. anatomie > τουρκ., νεοελλ.].

anatomik = ανατομικός [αντιδ. αρχ. ελλ. ανατομή > μετγν. ελλ. ανατομικός >

γαλλ. anatomique > νεοελλ., τουρκ.].

anatomist = ανατόμος [νεοελλ. > γαλλ. anatomiste > τουρκ.].

anavaşya = η ανάβαση των αποδημητικών ψαριών από τη Μεσόγειο στον Ε.

Πόντο, αντίθ. του katavaşya, βλ. λέξη [αρχ. ελλ. ανάβασις > μεσν.

ελλ. αναβάσιον > τουρκ.].

andemi = ενδημία [μετγν. ελλ. > γαλλ. endémie > τουρκ.].

andemik = ενδημικός [ελλ. > γαλλ. endémique > τουρκ.].

andropoz = ανδρόπαυση [ελλ. > γαλλ. andropause > τουρκ.].

anekdot = ανέκδοτο [αντιδ. αρχ. ελλ. ανέκδοτος > γαλλ. anecdote > τουρκ.,

νεοελλ.].

anemi = αναιμία [αρχ. ελλ. > γαλλ. anémie > τουρκ.].

anemik = αναιμικός [ελλ. > γαλλ. anémique > τουρκ.].

anemometre = ανεμόμετρο [ελλ. > γαλλ. anémomètre > τουρκ.].

anemon = ανεμώνη [αρχ. ελλ. > γαλλ. anémone > τουρκ.].

anestezi = αναισθησία [αρχ. ελλ. > γαλλ. anesthésie > τουρκ.].

anesteziyolojik = αναισθησιολογικός [ελλ. > γαλλ. anesthésiologique > τουρκ.].

anevrizma = ανεύρυσμα [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. anévrisme > τουρκ., νεοελλ.].

angarya = αγγαρεία [αρχ. ελλ. άγγαρος, περσ. αρχής > μετγν. ελλ. αγγαρεύω >

μετγν. ελλ. αγγαρεία > τουρκ.].

anglofil = αγγλόφιλος [νεοελλ. > αγγλ. anglophile > τουρκ.].

Page 162: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

162

anhidrit = ανυδρίτης [ελλ. > γαλλ. anhydrite > τουρκ.].

anjiyo, anjiyografi = αγγειογραφία [ελλ. > τουρκ.].

anjiyoloji = αγγειολογία (ανατ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. angiologie > τουρκ.].

ankiloz = αγκύλωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. ankylose > τουρκ.].

anofel = ανωφελής κώνωψ [αρχ. ελλ. ανωφελής > γαλλ. anophèle > τουρκ.].

anomali = ανωμαλία [αρχ. ελλ. > γαλλ. anomalie > τουρκ.].

anonim = ανώνυμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. anonyme > τουρκ.].

anorganik = ανόργανος [μετγν. ελλ. > γαλλ. anorganique > τουρκ.].

anot = άνοδος (θετικό ηλεκτρόδιο) [αρχ. ελλ. > γαλλ. anode > τουρκ.].

ansefalit = εγκεφαλίτιδα [ελλ. > γαλλ. encéphalite> τουρκ.].

ansiklopedi = εγκυκλοπαίδεια [αντιδ. μετγν. ελλ. εγκυκλοπαιδεία >

γαλλ. encyclopédie > τουρκ., νεοελλ.].

ansiklopedik = εγκυκλοπαιδικός [ελλ. > γαλλ. encyclopédique > τουρκ.].

ansiklopedist = εγκυκλοπαιδιστής [ελλ. > γαλλ. encyclopédiste > τουρκ.].

antagonist = ανταγωνιστής [αρχ. ελλ. > γαλλ. antagoniste > τουρκ.].

antagonizm, antagonizma = ανταγωνισμός [νεοελλ. > γαλλ. antagonisme >

τουρκ.].

antarktik = ανταρκτική [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. antarctique > τουρκ., νεοελλ.].

anterit = εντερίτιδα [ελλ. > γαλλ. entérite > τουρκ.].

antibiyotik = αντιβιοτικός [ελλ. > γαλλ. antibiotique > τουρκ.].

antidemokratik = αντιδημοκρατικός [νεοελλ. > γαλλ. anti-démocratique >

τουρκ.].

antihijyenik = ανθυγιεινός [νεοελλ. > γαλλ. antihygiénique > τουρκ.].

antijen = αντιγόνο [ελλ. > γαλλ. antigène > τουρκ.].

antikiklon = αντικυκλώνας [ελλ. > γαλλ. anticyclone > τουρκ.].

antikor = αντίσωμα [αρχ. ελλ. αντί + γαλλ. kor (corps) > τουρκ. antikor].

antilop = αντιλόπη [αντιδ. μεσν. ελλ. ανθόλοψ > γαλλ. antilope > τουρκ., νεοελλ.].

antinomi = αντινομία [μετγν. ελλ. > γαλλ. antinomie > τουρκ.].

antipati = αντιπάθεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. antipathie > τουρκ.].

antipatik = αντιπαθητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. antipathique > τουρκ.].

antisepsi = αντισηψία [ελλ. > γαλλ. antisepsie > τουρκ.].

antiseptik = αντισηπτικός [ελλ. > γαλλ. antiseptique > τουρκ.].

antitez = αντίθεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. antithèse > τουρκ.].

antitoksin = αντιτοξίνη [ελλ. > γαλλ. antitoxine > τουρκ.].

antoloji = ανθολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. anthologie > τουρκ.].

antrasit = ανθρακίτης [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. anthracite > τουρκ., νεοελλ.].

antropoit = ανθρωποειδής [αρχ. ελλ. > γαλλ. anthropoïde > τουρκ.].

antropolog = ανθρωπολόγος [ελλ. > γαλλ. anthropologue > τουρκ.].

antropoloji = ανθρωπολογία [ελλ. > γαλλ. anthropologie > τουρκ.].

antropolojik = ανθρωπολογικός [ελλ. > γαλλ. anthropologique > τουρκ.].

antropomorfizm = ανθρωπομορφισμός [ελλ. > γαλλ. anthropomorphisme >

τουρκ.].

antroposantrizm = ανθρωποκεντρισμός [ελλ. > γαλλ. anthropocentrisme >

τουρκ.].

anyon = ανιόν [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. anion > τουρκ., νεοελλ.].

aort = αορτή [αρχ. ελλ. > γαλλ. aorte > τουρκ.].

apokaliptik = αποκαλυπτικός [μεσν. ελλ. > γαλλ. apocalyptique > τουρκ.].

apokrif = απόκρυφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. apocryphe > τουρκ.].

Page 163: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

163

apostrof = απόστροφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. apostrophe > τουρκ.].

apoşi = απόχη [μετγν. ελλ. υποχή > μεσν. ελλ. απόχη > τουρκ.].

apraksi = απραξία [αρχ. ελλ. > γαλλ. apraxie > τουρκ.].

apsent = αψέντι [αντιδ. αρχ. ελλ. αψίνθιον > γαλλ. apsinthe > τουρκ., νεοελλ.].

apsis (μαθ.) = αψίδα [αρχ. ελλ. > γαλλ. abcisse > τουρκ.].

apukurya = αποκριά [νεοελλ. > τουρκ.].

araka = αρακάς [αρχ. ελλ. άρακος > τουρκ.].

araşit = αραχίδα, είδος φιστικιάς [πιθ. αντιδ. μετγν. ελλ. αραχίδνα >

γαλλ. arachide > τουρκ., νεοελλ. αραχίδα].

areometre = αραιόμετρο [ελλ. > γαλλ. aréomètre > τουρκ.].

argon = αργόν (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. αργός > γαλλ. argon > τουρκ., νεοελλ.].

argonot = αργοναύτης (είδος μαλακόστρακου) [αρχ. ελλ. > γαλλ. argonaute >

τουρκ.].

aristoculuk = αριστοτελισμός [αρχ. ελλ. αριστο- + τουρκ. -culuk > τουρκ.].

aristokrasi = αριστοκρατία [αρχ. ελλ. > γαλλ. aristocratie > τουρκ.].

aristokrat = αριστοκράτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. aristocrate > τουρκ.].

aristokratik = αριστοκρατικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. aristocratique > τουρκ.].

aristokratlık = αριστοκρατικότητα [μετγν. ελλ. αριστοκράτης + τουρκ. -lık >

τουρκ.].

aritmetik = αριθμητική [αρχ. ελλ. > γαλλ. arithmétique> τουρκ.].

aritmi = αρρυθμία [αρχ. ελλ. > γαλλ. arythmie > τουρκ.].

aritmik = άρρυθμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. arythmique > τουρκ.].

arkaik = αρχαϊκός [αρχ. ελλ. > γαλλ. archaïque > τουρκ.].

arkaizm = αρχαϊσμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. archaïsme > τουρκ.].

arkeolog = αρχαιολόγος [μεσν. ελλ. > γαλλ. archéologue > τουρκ.].

arkeoloji = αρχαιολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. archéologie > τουρκ.].

arkeolojik = αρχαιολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. archéologique > τουρκ.].

arketip = αρχέτυπος [μετγν. ελλ. > γαλλ. archétype > τουρκ.].

arktik = αρκτική [αντιδ. αρχ. ελλ. αρκτικός > γαλλ. arctique > τουρκ., νεοελλ.].

armoni, harmoni = αρμονία [αρχ. ελλ. > γαλλ. harmonie > τουρκ.].

armonik = αρμονικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. harmonique > τουρκ.].

armonyum = αρμόνιο [αντιδ. αρχ. ελλ. αρμονία > λατ. harmonia >

γαλλ. harmonium > νεοελλ., τουρκ.].

armuz = ο αρμός ανάμεσα στα ξύλα του καταστρώματος των πλοίων [αρχ.

ελλ. αρμός > τουρκ.].

aroma = άρωμα [αρχ. ελλ. > ιταλ. aroma > τουρκ.].

aromalı = αρωματισμένος [αρχ. ελλ. άρωμα + τουρκ. -lı > τουρκ.].

aromaterapi = αρωματοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. aromathérapie > τουρκ.].

aromatik = αρωματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. aromatique > τουρκ.].

arsen, arsenik = αρσενικό (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. arsenic > τουρκ.].

arşiv = αρχείο [αρχ. ελλ. > γαλλ. archives > τουρκ.].

arter = αρτηρία (ανατ.), μτφ. κεντρική λεωφόρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. artère >

τουρκ.].

arterit = αρτηρίτιδα [ελλ. > γαλλ. artérite > τουρκ.].

artrit = αρθρίτιδα [αρχ. ελλ. αρθρίτις > γαλλ. arthrite > τουρκ.].

artroz = άρθρωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. arthrose > τουρκ.].

asbest = ασβέστης [αρχ. ελλ. άσβεστος > γαλλ. asbeste > τουρκ.].

asenkron = ασύγχρονος [ελλ. > γαλλ. asynchrone > τουρκ.].

Page 164: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

164

asepsi = ασηψία [μεσν. ελλ. > γαλλ. asepsie > τουρκ.].

aseptik = ασηπτικός [αρχ. ελλ. άσηπτος > μεσν. ελλ. ασηπτικός > γαλλ. aseptique >

τουρκ.].

asfalt = άσφαλτος [μεσν. ελλ. > γαλλ. asphalte > τουρκ.].

asimetri = ασυμμετρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. asymétrie > τουρκ.].

asimetrik = ασύμμετρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. asymétrique > τουρκ.].

asimptot = ασύμπτωτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. asymptote > τουρκ.].

asparagas = διογκωμένη είδηση [αρχ. ελλ. ασπάραγος / ασφάραγος >

αγγλ. asparagus > τουρκ. Η σημασία της τουρκ. λέξης φαίνεται ότι συνδέεται με το

ρήμα σφαραγώ, που σημαίνει ηχώ, βροντώ].

astar = αστάρι [αντιδ. αρχ. ελλ. ιστός > μετγν. ελλ. ιστάριον > περσ. >

τουρκ. astar > νεοελλ. αστάρι. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι περσ.].

astım = άσθμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. asthme > τουρκ. astım και παλαιότ. astma].

astigmat = αστιγματικός [ελλ. > γαλλ. astigmate > τουρκ.].

astigmatizm = αστιγματισμός [ελλ. > γαλλ. astigmatisme > τουρκ.].

astrofizik = αστροφυσική [ελλ. > γαλλ. astrophysique > τουρκ.].

astrolog = αστρολόγος [αρχ. ελλ. > γαλλ. astrologue > τουρκ.].

astroloji = αστρολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. astrologie > τουρκ.].

astrolojik = αστρολογικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. astrologique > τουρκ.].

astronom = αστρονόμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. astronome > τουρκ.].

astronomi = αστρονομία [αρχ. ελλ. > γαλλ. astronomie > τουρκ.].

astronomik = αστρονομικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. astronomique > τουρκ.].

astronot = αστροναύτης [ελλ. > γαλλ. astronaute > τουρκ.].

ataraksiya = αταραξία [αρχ. ελλ. > γαλλ. ataraxie > τουρκ.].

ateist = αθεϊστής [ελλ. > γαλλ. athéiste > τουρκ.].

ateizm = αθεϊσμός [ελλ. > γαλλ. athéisme > τουρκ.].

aterina = αθερίνα, είδος ψαριού [αρχ. ελλ. αθερίνη > τουρκ.].

atlas = άτλαντας [αρχ. ελλ. 'Aτλας > τουρκ.].

atlet = αθλητής || ανδρικό εσωτερικό φανελάκι χωρίς μανίκια [αρχ. ελλ. >

γαλλ. athlète > τουρκ.].

atletik = αθλητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. athlétique > τουρκ.].

atletizm = αθλητισμός [ελλ. > γαλλ. athlétisme > τουρκ.].

atmosfer = ατμόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. atmosphère > τουρκ.].

atmosferik = ατμοσφαιρικός [ελλ. > γαλλ. atmosphèrique > τουρκ.].

atom = άτομο (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. atome > τουρκ.].

atomal = ατομικός (χημ.) [αρχ. ελλ. άτομον + τουρκ. -mal > τουρκ.].

atomik = ατομικός (χημ.) [ελλ. > γαλλ. atomique > τουρκ.].

avlu = αυλή [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

ayandon = κακοκαιρία που αρχίζει στις 18 Ιανουαρίου, την επομένη του Αγ.

Αντωνίου [νεοελλ. 'Αι Αντώνης > τουρκ.].

ayazma = αγίασμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

azelya = βλ. açelya

azoik = αζωικός [ελλ. > γαλλ. azoïque > τουρκ.]. azot = άζωτο [ελλ. > γαλλ. azote > τουρκ.].

B : μπε bakteri = βακτήριο [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. bactérie > τουρκ., νεοελλ.].

bakteridi = βακτηρίδιο [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. bactéridie > τουρκ., νεοελλ.].

Page 165: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

165

bakteriyolog = βακτηριολόγος [ελλ. > γαλλ. bactériologue > τουρκ.].

bakteriyoloji = βακτηριολoγία [ελλ. > γαλλ. bactériologie > τουρκ.].

bakteriyolojik = βακτηριολoγικός [ελλ. > γαλλ. bactériologique > τουρκ.].

balgam = φλέγμα [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

balistik = βαλλιστική [αντιδ. μετγν. ελλ. βαλλίζω > γαλλ. balistique > τουρκ.,

νεοελλ.].

balsam = βάλσαμο [αρχ. ελλ. βάλσαμον, πιθ. σημιτικό δάνειο > αγγλ. balsam >

τουρκ.].

balyoz, varyos = βαριά, μεγάλο σφυρί [μεσν. ελλ. βαριά > τουρκ.].

banyo = μπάνιο, λουτρό [αντιδ. αρχ. ελλ. βαλανείον > λατ. balneum >

ιταλ. bagno > τουρκ., νεοελλ. μπάνιο].

barbar = βάρβαρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. barbare > τουρκ.].

barbarizm = βαρβαρισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. barbarisme > τουρκ.].

bariton = βαρύτονος (μουσ.) [αντιδ. ελλ. > γαλλ. baryton > τουρκ., νεοελλ.].

barograf = όργανο μέτρησης του ύψους αεροσκάφους [ελλ. > γαλλ. barographe >

τουρκ.].

barometre = βαρόμετρο [ελλ. > γαλλ. baromètre > τουρκ.].

baroskop = όργανο μέτρησης της ατμοσφαιρικής πίεσης [ελλ. > γαλλ. baroscope >

τουρκ.].

barut = μπαρούτι [αντιδ. μετγν. ελλ. πυρίτις > περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

batimetre = βαθύμετρο [νεοελλ. > γαλλ. bathymètre > τουρκ.].

batiskaf = βαθυσκάφος [ελλ. > γαλλ. bathyscaphe > τουρκ.].

baz = βάση (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. base > τουρκ.].

bazilika = βασιλική, ανάκτορο (αρχιτεκτ.) [μετγν. ελλ. βασιλική (στοά) >

λατ. basilica > γαλλ. basilique > τουρκ.].

belsem = βλ. balsam

bez = βαμβακερό ύφασμα || αδένας [αρχ. ελλ. βύσσος, πιθ. σημιτικό δάνειο > αραβ.

> τουρκ.].

bezelye = μπιζέλι [αντιδ. μετγν. ελλ. πίσον > ιταλ. pisello > τουρκ., νεοελλ.].

biber = πιπέρι, πιπεριά [αρχ. ελλ. πέπερι > μεσν. ελλ. πιπέρι(ον) > τουρκ.].

bibliyofil = βιβλιόφιλος [νεοελλ. > γαλλ. bibliophile > τουρκ.].

bibliyograf = βιβλιογράφος [ελλ. > γαλλ. bibliographe > τουρκ.].

bibliyografya, bibliyografi = βιβλιογραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. bibliographie >

τουρκ.].

bibliyografik = βιβλιογραφικός [νεοελλ. > γαλλ. bibliographique > τουρκ.].

bibliyoman = βιβλιομανής [ελλ. > γαλλ. bibliomane > τουρκ.].

bibliyomani = βιβλιομανία [ελλ. > γαλλ. bibliomanie > τουρκ.].

bibliyotek = βιβλιοθήκη [μετγν. ελλ. > γαλλ. bibliothèque > τουρκ.].

bilar = είδος πίσσας για το καλαφάτισμα των πλοίων [μετγν. ελλ. πιλάριον (=

αλοιφή) > τουρκ.].

biyoelektrik = βιοηλεκτρισμός [ελλ. > γαλλ. bioélectrique > τουρκ.].

biyoenerji = βιοενέγεια [ελλ. > γαλλ. bioénergie > τουρκ.].

biyofizik = βιοφυσική [ελλ. > γαλλ. biophysique > τουρκ.].

biyografi = βιογραφία [μεσν. ελλ. > γαλλ. biographie > τουρκ.].

biyografik = βιογραφικός [νεοελλ. > γαλλ. biographique > τουρκ.].

biyolog = βιολόγος [ελλ. > γαλλ. biologue > τουρκ.].

biyoloji = βιολογία [ελλ. > γαλλ. biologie > τουρκ.].

biyolojik = βιολογικός [ελλ. > γαλλ. biologique > τουρκ.].

Page 166: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

166

biyometeoroloji = βιομετεωρολογία [ελλ. > γαλλ. biométéorologie > τουρκ.].

biyopsi = βιοψία [ελλ. > γαλλ. biopsie > τουρκ.].

biyosfer = βιόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. biosphère > τουρκ.].

bocurgat = εργάτης, βαρούλκο [τουρκ. boca (= απότομο άδειασμα) (<

ιταλ. poggia) + αρχ. ελλ. εργάτης].

bodoslama = ποδόσταμα, ποδόστημα [αρχ. ελλ. ποδο- + -στημα > τουρκ.].

bodrum = μπουντρούμι [αντιδ. αρχ. ελλ. ιππόδρομος > τουρκ. > νεοελλ.].

bora = μπόρα [αντιδ. αρχ. ελλ. βορράς > ιταλ. bora > τουρκ., νεοελλ.].

borsa = χρηματιστήριο, αγορά [αρχ. ελλ. βύρσα (= κατεργασμένο δέρμα) >

ιταλ. borsa > τουρκ.].

botanik = βοτανική [μετγν. ελλ. > γαλλ. botanique > τουρκ.].

brakisefal = βραχυκέφαλος [ελλ. > γαλλ. brachycéphale > τουρκ.].

bre = βρε, μπρε [μωρέ, κλητ. του αρχ. ελλ. μωρός > μρε > μεσν. ελλ. βρε > τουρκ.].

brom = βρόμιο (χημ.) [αντιδ. μετγν. ελλ. βρόμος (= δυσάρεστη οσμή) >

γαλλ. brome > τουρκ., νεοελλ.].

bronş = βρόγχος [αρχ. ελλ. > γαλλ. bronche > τουρκ.].

bronşit = βρογχίτιδα [ελλ. > γαλλ. bronchite > τουρκ.].

buat = ηλεκτρικό κουτί [αντιδ. αρχ. ελλ. πύξος > μετγν. ελλ. πυξίς > λατ. buxida >

γαλλ. boîte > τουρκ., νεοελλ. μπουάτ].

bulada = πουλάδα, μικρή κότα [νεοελλ. > τουρκ.].

bulgur = πλιγούρι, πνιγούρι [νεοελλ. > τουρκ.].

burç = πύργος || ζώδιο || ιξός (βοτ.) [αρχ. ελλ. πύργος, αβέβ. ετύμου > αραβ. >

τουρκ.].

burs = υποτροφία [αρχ. ελλ. βύρσα (= κατεργασμένο δέρμα) > γαλλ. bourse >

τουρκ.].

butik = μικρό κατάστημα [αρχ. ελλ. αποθήκη > γαλλ. boutique > τουρκ.].

bürokrasi = γραφειοκρατία [γαλλ. bureau + αρχ. ελλ. -κρατία > γαλλ. bureaucratie > τουρκ.].

C : τζε cımbız = τσιμπιδάκι, λαβίδα [πιθ. αρχ. ελλ. εμπίς (= είδος εντόμου) με την

επίδραση του τσιμπώ > νεοελλ. τσιμπίδα > τουρκ.].

cibre = τσίπουρο [μεσν. ελλ. τσίπουρον > τουρκ. Τα ελληνικά ετυμολογικά λεξικά

πιθανολογούν ότι η λέξη τσίπουρο είναι τουρκική. Κατ' άλλη άποψη η λέξη

συνδέεται με το μετγν. ελλ. σίκερα (= οινοπνευματώδες ποτό) εβραϊκής αρχής.

Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι

ελληνική].

cimnastik = βλ. jimnastik

cins = γένος, φύλο, είδος [πιθ. αρχ. ελλ. γένος, λατ. genus > αραβ. cins > τουρκ.].

ciro = τζίρος [αντιδ. μετγν. ελλ. γύρος > λατ. gyrus > ιταλ. giro > τουρκ., νεοελλ.].

coğrafi = γεωγραφικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. géographie > τουρκ.].

coğrafya = γεωγραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. géographie > τουρκ.].

coğrafyacı = γεωγράφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. géographe + τουρκ. -cı > τουρκ.].

cümbüş = συμπόσιο, διασκέδαση [αντιδ. πιθ. αρχ. ελλ. συμπόσιον > περσ. > τουρκ. > νεοελλ. τσιμπούσι. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

Ç : τσε

çaça = παλαιός ναύτης εμπορικού πλοίου || γυναίκα εργαζόμενη σε οίκο ανοχής

Page 167: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

167

[πιθ. ιταλ. zia (= θεία) > μεσν. ελλ. τσα, με αναδίπλωση. Κατ' άλλη άποψη από το

βουλγ. tsitsa (= θεία)].

çağanoz = κάβουρας [μεσν. ελλ. τασαγανός > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. >

νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη

είναι ελληνική].

çanak = τσανάκι [αντιδ. μετγν. ελλ. σαννάκιον (= είδος ποτηριού) > τουρκ. >

νεοελλ. Η λ. σαννάκιον απαντά μόνο στον Αθήναιο, ο οποίος αναφέρει ότι είναι

"έκπωμα περσικόν", δηλ. ποτήρι περσικό. Κατ' άλλη άποψη η λ. çanak είναι

τουρκική. Και είναι πολύ πιθανό τούτο, εφόσον απαντά σε τουρκικές γλώσσες πριν

από τον 11ο αιώνα, χωρίς σύνδεση με άλλες γλώσσες. Υπάρχει όμως και μια άλλη

τουρκική λ., λαϊκή περισσότερο, με την ίδια σημασία, η λ. senek (= ξύλινο δοχείο

νερού), η οποία μορφολογικά αλλά και σημασιολογικά είναι πλησιέστερη προς

το σαννάκιον. Κι αυτή βέβαια απαντά σε τουρκικές γλώσσες πριν από τον

11ο αιώνα και μάλιστα είναι αγν. ετύμου, σύμφωνα με τον πρώτο Τούρκο μελετητή

της τουρκικής γλώσσας, που έγραψε το λεξικό του το 1074, Kâşgarlı Mahmud. Και

είναι πολύ πιο πιθανό η λ. σαννάκιον να αποτελεί την πηγή της τουρκικής senek, αν

λάβουμε υπόψη ότι οι Τούρκοι στις δάνειες λέξεις τον φθόγγο / a / συχνά τον

μετατρέπουν σε / e /

(πβ. semer < σαμάρι, mermer < μάρμαρο, mengene < μάγγανον κ.λπ.) παρά της

λ. çanak -αν πρέπει οπωσδήποτε να συνδέσουμε κάποια από τις δύο με την

ελληνική λέξη!].

çatra patra = έτσι κι έτσι, κουτσά στραβά (για τη γνώση μιας γλώσσας) [αντιδ.

μεσν. ελλ. σάταλα πάταλα > τουρκ. > νεοελλ. τσάτρα πάτρα].

çembalo = μουσικό όργανο [αντδ. αρχ. ελλ. κύμβαλον > λατ. cymbalum >

ιταλ. cembalo > νεοελλ., τουρκ.].

çetele = εγκοπή [μεσν. ελλ. σχεδάριον, υποκορ. του μετγν. ελλ. σχέδιον >

λατ. schedula > ιταλ. cédola > τουρκ.].

çıvgar = ζευγάρι ζώων [αρχ. ελλ. ζευγάριον > τουρκ.].

çingene = Τσιγγάνος [μεσν. ελλ. αθίγγανος (α- στερητικό + θιγγάνω)

> ατσίγγανος > τσιγγάνος > τουρκ.].

çipil = μάτι που έχουν πέσει οι βλεφαρίδες του || βρόμικος [μεσν. ελλ. τσίμπλα >

τουρκ.].

çipura, çupra = τσιπούρα [αρχ. ελλ. ίππουρος > μεσν. ελλ. τσιππούρα > τουρκ.].

çiroz = τσίρος [πιθ. αρχ. ελλ. κηρίς (= είδος ψαριού) μεσν. ελλ. τσίρος > τουρκ.].

çotra = τσότρα, ξύλινο δοχείο νερού [αντιδ. αρχ. ελλ. κοτύλη (= κοιλότητα,

κύπελλο) > λατ. cotyla > ιταλ. ciòtola > ρουμ. ciutură > τουρκ. çotra >

νεοελλ. τσότρα].

çupra, çipura = τσιπούρα [αρχ. ελλ. ίππουρος > μεσν. ελλ. τσιππούρα > τουρκ.].

D : ντε dağar = ταγάρι [μεσν. ελλ. ταγάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. ταγή (= μερίδα

ζωοτροφής) > περσ. > παλ. τουρκ. tağar > σύγχρ. τουρκ. dağar].

daktilograf, daktilo = δακτυλογράφος [ελλ. > γαλλ. dactylographe και

συντετμ. dactylo > τουρκ.].

daktilografi = δακτυλογραφία [ελλ. > γαλλ. dactylographie > τουρκ.].

daktiloskopi = δακτυλοσκοπία [ελλ. > γαλλ. dactyloscopie > τουρκ.].

defne = δάφνη [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

defter = τεφτέρι, δεφτέρι [αντιδ. μεσν. ελλ. διφθέριον > αραβ. > τουρκ. >

Page 168: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

168

νεοελλ. τεφτέρι].

deist = θεϊστής [ελλ. > γαλλ. déiste > τουρκ.].

deizm = θεϊσμός [ελλ. > γαλλ. déisme > τουρκ.].

dekagram = δέκα γραμμάρια [ελλ. > γαλλ. décagramme > τουρκ.].

dekalitre = δεκάλιτρο [ελλ. > γαλλ. décalitre > τουρκ.].

dekametre = δεκάμετρο [ελλ. > γαλλ. décamètre > τουρκ.].

dekaster = δέκα κυβ. μέτρα [αρχ. ελλ. δέκα + γαλλ. stère (= 1 κυβικό μέτρο

καυσόξυλα) > τουρκ.].

dekatlon = δέκαθλο [ελλ. > γαλλ. décathlon > τουρκ.].

demagog = δημαγωγός [αρχ. ελλ. > γαλλ. démagogue > τουρκ.].

demagoji = δημαγωγία [αρχ. ελλ. > γαλλ. démagogie > τουρκ.].

demagojik = δημαγωγικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. démagogique > τουρκ.].

demet = δεμάτι [μετγν. ελλ. δεμάτιον > τουρκ.].

demiurgos = δημιουργός, ο παράγων υπέρ του δήμου [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

demograf = δημογράφος [ελλ. > γαλλ. démographe > τουρκ.].

demografi = δημογραφία [ελλ. > γαλλ. démographie > τουρκ.].

demografik = δημογραφικός [νεοελλ. > γαλλ. démographique > τουρκ.].

demokrasi = δημοκρατία [αρχ. ελλ. > γαλλ. démocratie > τουρκ.].

demokrat = δημοκράτης [αρχ. ελλ. > γαλλ. démocrate > τουρκ.].

demokratik = δημοκρατικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. démocratique > τουρκ.].

demokratlık = δημοκρατία [αρχ. ελλ. δημοκράτης + τουρκ. -lık > τουρκ.].

deontoloji = δεοντολογία [ελλ. > γαλλ. déontologie > τουρκ.].

deontolojik = δεοντολογικός [ελλ. > γαλλ. déontologique > τουρκ.].

deri = δέρμα [πιθ. αρχ. ελλ. δέρας, δέρμα > τουρκ.].

dermatit = δερματίτιδα [ελλ. > γαλλ. dermatite > τουρκ.].

dermatolog = δερματολόγος [ελλ. > γαλλ. dermatologue > τουρκ.].

dermatoloji = δερματολογία [ελλ. > γαλλ. dermatologie > τουρκ.].

dermatolojik = δερματολογικός [ελλ. > γαλλ. dermatologique > τουρκ.].

despot = δεσπότης, μητροπολίτης [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

despotik = δεσποτικός, αυταρχικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. despotique > τουρκ.].

despotizm = δεσποτισμός [ελλ. > γαλλ. despotisme > τουρκ.].

diaspora = διασπορά, μετανάστευση [μετγν. ελλ. > ιταλ. diaspora > τουρκ.].

didaktik = διδακτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. didactique > τουρκ.].

difana = δίφανο, τριπλό δίχτυ ψαρέματος [νεοελλ. δίφανα, πληθ. του

επιθ. δίφανο (= δίχτυ με δύο φανιές, δηλ. όψεις με μεγάλες θηλιές) > τουρκ.].

difteri = διφθερίτιδα [ελλ. > γαλλ. diphtérie > τουρκ.].

diftong = δίφθογγος [μετγν. ελλ. > γαλλ. diphtongue > τουρκ.].

dikel = δικέλλι [αρχ. ελλ. δίκελλα > μεσν. ελλ. δικέλλι > τουρκ.].

dilemma = δίλημμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

dimi = δίμιτο, ύφασμα με πυκνή ύφανση [μεσν. ελλ. δίμιτον > τουρκ.].

dinamik = δυναμικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dynamique > τουρκ.].

dinamit = δυναμίτης [ελλ. > γαλλ. dynamite > τουρκ.].

dinamizm = δυναμισμός [ελλ. > γαλλ. dynamisme > τουρκ.].

dinamo = δυναμό [ελλ. > γαλλ. dynamo > τουρκ.].

dinamometre = δυναμόμετρο [ελλ. > γαλλ. dynamomètre > τουρκ.].

dinozor = δεινόσαυρος [ελλ. > γαλλ. dinosaure > τουρκ.].

diploma = δίπλωμα [αρχ. ελλ. > ιταλ. diploma > τουρκ.].

diplomalı = διπλωματούχος [αρχ. ελλ. δίπλωμα + τουρκ. -lı > τουρκ.].

Page 169: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

169

diplomasız = χωρίς δίπλωμα [αρχ. ελλ. δίπλωμα + τουρκ. -sız > τουρκ.].

diplomasi = διπλωματία [ελλ. > γαλλ. diplomatie > τουρκ.].

diplomat = διπλωμάτης [ελλ. > γαλλ. diplomate > τουρκ.].

diplomatik = διπλωματικός [ελλ. > γαλλ. diplomatique > τουρκ.].

diplomatlık = διπλωματία [ελλ. > γαλλ. diplomate + τουρκ. -lık > τουρκ.].

diren, dirgen = δικράνι, γεωργικό εργαλείο [αρχ. ελλ. δίκρανον > τουρκ.].

dirhem = δράμι [αντιδ. *δράχμιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. δραχμή > αραβ. dirhem >

τουρκ. dirhem, μεσν. ελλ. δράμιον > νεοελλ. δράμι].

disk = δίσκος [αρχ. ελλ. > γαλλ. disque > τουρκ.].

diskotek = ντισκοτέκ [αντιδ. αρχ. ελλ. δίσκος + θήκη > γαλλ. discothèque >

νεοελλ., τουρκ.].

ditiramp = διθύραμβος [αρχ. ελλ. > γαλλ. dithyrambe > τουρκ.].

diyabet = σακχαρώδης διαβήτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. diabète > τουρκ.].

diyabetik = διαβητικός [νεοελλ. > γαλλ. diabétique > τουρκ.].

diyafram = διάφραγμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. diaphragme > τουρκ.].

diyagonal = διαγώνιος [μετγν ελλ. > γαλλ. diagonal > τουρκ.].

diyagram = διάγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. diagramme > τουρκ.].

diyakoz = διάκος [μεσν. ελλ. > τουρκ.].

diyakroni = διαχρονία [ελλ. > γαλλ. diachronie > τουρκ.].

diyakronik = διαχρονικός [ελλ. > γαλλ. diachronique > τουρκ.].

diyalekt = διάλεκτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialecte > τουρκ.].

diyalektik = διαλεκτική [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialectique > τουρκ.].

diyalektoloji = διαλεκτολογία [ελλ. > γαλλ. dialectologie > τουρκ.].

diyalektolojik = διαλεκτολογικός [ελλ. > γαλλ. dialectologique > τουρκ.].

diyalel = διαλογισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. diallèle > τουρκ.].

diyaliz = διάλυση, ανάλυση [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialyse > τουρκ.].

diyalog = διάλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. dialogue > τουρκ.].

diyapazon = διαπασών [αρχ. ελλ. > γαλλ. diapason > τουρκ.].

diyastaz = διάσταση [αρχ. ελλ. > γαλλ. diastase > τουρκ.].

diyastol = διαστολή (ιατρ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. diastole > τουρκ.].

diyet = δίαιτα [αρχ. ελλ. > γαλλ. diète > τουρκ.].

diyetetik = διαιτητική [ελλ. > γαλλ. diététique > τουρκ.].

diyez = δίεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. dièse > τουρκ.].

diyoptri = διοπτρία, μονάδα ισχύος φακών [ελλ. > γαλλ. dioptrie > τουρκ.].

dizanteri = δυσεντερία [αρχ. ελλ. > γαλλ. dysenterie > τουρκ.].

dogma = δόγμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. dogme > τουρκ.].

dogmatik = δογματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dogmatique > τουρκ.].

dogmatizm = δογματισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dogmatisme > τουρκ.].

dolikosefal = δολιχοκέφαλος, μακροκέφαλος [ελλ. > γαλλ. dolichocéphale >

τουρκ.].

doz = δόση [αρχ. ελλ. > γαλλ. dose > τουρκ.].

dragon = δράκοντας, δραγόνος [αντιδ. αρχ. ελλ. δράκων > λατ. draco >

γαλλ. dragon > τουρκ., νεοελλ. δραγόνος].

drahmi = δραχμή [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

drahoma = τράχωμα, προίκα σε μετρητά [μεσν. ελλ. *τραχώνω (= προικίζω με

τραχύ, δηλ. ασημένιο νόμισμα) > τουρκ.].

draje = κουφέτο [αρχ. ελλ. τράγημα (= ξηρός καρπός) > λατ. tragemata >

γαλλ. dragée > τουρκ.].

Page 170: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

170

dram = δράμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. drame > τουρκ.].

dramatik = δραματικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. dramatique > τουρκ.].

dramaturg = δραματουργός [μετγν. ελλ. > γαλλ. dramaturge > τουρκ.].

dramaturji = δραματουργία [μετγν. ελλ. > γαλλ. dramaturgie > τουρκ.].

droseragiller = είδος φυτού [αρχ. ελλ. δροσερά + τουρκ -giller > τουρκ.].

düven = δουκάνη, δοκάνη, εργαλείο αλωνίσματος [αρχ. ελλ. τυκάνη >

νεοελλ. δουκάνη > τουρκ.].

Ε : ε efendi = αφέντης [αρχ. ελλ. αυθέντης > μεσν. ελλ. αφέντης > τουρκ.].

efendilik = αφεντιά [μεσν. ελλ. αφέντης + τουρκ. -lik > τουρκ.].

egemen = κυρίαρχος, ανεξάρτητος [αρχ. ελλ. ηγεμών > τουρκ.].

egoist = εγωιστής [ελλ. > γαλλ. egoïste > τουρκ.].

egoizm = εγωισμός [ελλ. > γαλλ. egoïsme > τουρκ.].

egzama = έκζεμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

egzogami = εξωγαμία [νεοελλ. > γαλλ. exogamie > τουρκ.].

egzotik = εξωτικός [αντιδ. αρχ. ελλ. έξω > αρχ. ελλ. εξωτικός > γαλλ. exotique >

τουρκ., νεοελλ.].

eklektik = εκλεκτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. éclectique > τουρκ.].

eklektizm = εκλεκτισμός, εκλεκτικισμός [ελλ. > γαλλ. éclectisme > τουρκ.].

ekliptik = εκλειπτική [μετγν. ελλ. > γαλλ. écliptique > τουρκ.].

eko = ηχώ [αρχ. ελλ. > γαλλ. écho > τουρκ.].

ekol = σχολή, επιστημονικό ή καλλιτεχνικό ρεύμα [αρχ. ελλ. σχολή > λατ. schola >

γαλλ. école > τουρκ., πβ. okul].

ekolali = ηχολαλία [ελλ. > γαλλ. echolalie > τουρκ.].

ekolog = οικολόγος [ελλ. > γαλλ. écologue > τουρκ.].

ekoloji = οικολογία [ελλ. > γαλλ. écologie > τουρκ.].

ekolojik = οικολογικός [ελλ. > γαλλ. écologique > τουρκ.].

ekonometri = οικονομετρία [ελλ. > γαλλ. économétrie > τουρκ.].

ekonomi = οικονομία [αρχ. ελλ. > γαλλ. économie > τουρκ.].

ekonomik = οικονομικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. économique > τουρκ.].

ekonomist = οικονομολόγος [ελλ. > γαλλ. économiste > τουρκ.].

ekopraksi = ηχοπραξία, ηχοκινησία [ελλ. > γαλλ. échopraxie > τουρκ.].

eksen = άξονας [αρχ. ελλ. άξων > τουρκ.].

elastik = ελαστικός [αντιδ. μετγν. ελλ. ελαστός > γαλλ. élastique > τουρκ., νεοελλ.].

elastikî = ελαστικός [μετγν. ελλ. ελαστός > γαλλ. élastique + αραβ. -î > τουρκ.].

elastikiyet = ελαστικότητα [ελλ. > γαλλ. élastique + αραβ. -iyyet > τουρκ.].

elektrik = ηλεκτρικός [ελλ. > γαλλ. électrique > τουρκ.].

elektrikçi = ηλεκτρολόγος [ελλ. > γαλλ. électrique + τουρκ. -çi > τουρκ.].

elektriklenmek = ηλεκτρίζω [ελλ. > γαλλ. électrique + τουρκ. -lenmek > τουρκ.].

elektrolit = ηλεκτρολύτης [ελλ. > γαλλ. électrolyte > τουρκ.].

elektroliz = ηλεκτρόλυση [ελλ. > γαλλ. électrolyse > τουρκ.].

elektromanyetizma = ηλεκτρομαγνητισμός [ελλ. > γαλλ. électromagnetisme >

τουρκ.].

elektromekanik = ηλεκτρομηχανικός [ελλ. > γαλλ. électromécanique > τουρκ.].

elektron = ηλεκτρόνιο [ελλ. > γαλλ. électron > τουρκ.].

elektronik = ηλεκτρονικός [ελλ. > γαλλ. électronique > τουρκ.].

elektroskop = ηλεκτροσκόπιο [ελλ. > γαλλ. électroscope > τουρκ.].

elektrostatik = ηλεκτροστατική [ελλ. > γαλλ. électrostatique > τουρκ.].

Page 171: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

171

elektrot = ηλεκτρόδιο [ελλ. > γαλλ. électrode > τουρκ.].

elips = έλλειψη (γεωμ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. ellipse > τουρκ.].

elipsoit = ελλειψοειδής [ελλ. > γαλλ. ellipsoïde > τουρκ.].

eliptik = ελλειπτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. elliptique > τουρκ.].

embriyoloji = εμβρυολογία [ελλ. > γαλλ. embryologie > τουρκ.].

embriyolojik = εμβρυολογικός [ελλ. > γαλλ. embryologique > τουρκ.].

embriyon = έμβρυο [αρχ. ελλ. > γαλλ. embryon > τουρκ.].

endemik = ενδημικός [ελλ. > γαλλ. endémique > τουρκ.].

endokrin = ενδοκρινής [ελλ. > γαλλ. endocrine > τουρκ.].

endokrinoloji = ενδοκρινολογία [ελλ. > γαλλ. endocrinologie > τουρκ.].

endokrinolojik = ενδοκρινολογικός [ελλ. > γαλλ. endocrinologique > τουρκ.].

endoskop = ενδοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. endoscope > τουρκ.].

endoskopi = ενδοσκοπία [ελλ. > γαλλ. endoscopie > τουρκ.].

enerji = ενέργεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. énergie > τουρκ.].

enerjik = ενεργειακός || ενεργητικός [αρχ. ελλ. ενεργητικός > γαλλ. énergique >

τουρκ.].

engebe = εδαφική διαμόρφωση και ανωμαλία [αρχ. ελλ. εγκόπτω > μετγν.

ελλ. εγκοπή > τουρκ.].

enginar = αγκινάρα [αρχ. ελλ. κυνάρα > μετγν. ελλ. κινάρα > μεσν. ελλ. αγκινάρα >

τουρκ.].

entelekya = εντελέχεια [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

entimem = ενθύμημα (λογ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. enthymème > τουρκ.].

entomoloji = εντομολογία [ελλ. > γαλλ. entomologie > τουρκ.].

entomolojik = εντομολογικός [ελλ. > γαλλ. entomologique > τουρκ.].

entomolojist = εντομολόγος [ελλ. > γαλλ. entomologiste > τουρκ.].

entropi = εντροπία (στατιστ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. entropie > τουρκ., νεοελλ.].

enzim = ένζυμο [αντιδ. μεσν. ελλ. ένζυμος > γαλλ. enzym > νεοελλ., τουρκ.].

epidemi = επιδημία [αρχ. ελλ. > γαλλ. épidémie > τουρκ.].

epidemik = επιδημικός [νεοελλ. > γαλλ. épidémique > τουρκ.].

epidemioloji = επιδημιολογία [ελλ. > γαλλ. épidémiologie > τουρκ.].

epiderm = επιδερμίδα [αρχ. ελλ. επιδερμίς > γαλλ. épiderme > τουρκ.].

epifit = επίφυτος, παράσιτο φυτό [ελλ. > γαλλ. épiphyte > τουρκ.].

epigrafi = επιγραφική [μετγν. ελλ. επιγραφικός > γαλλ. épigraphie > τουρκ.].

epigram = επίγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. épigramme > τουρκ.].

epik = επικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. épique > τουρκ.].

epikerem = επιχείρημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. épichérème > τουρκ.].

epilepsi = επιληψία [αρχ. ελλ. > γαλλ. épilepsie > τουρκ.].

epileptik = επιληπτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. épileptique > τουρκ.].

epilog = επίλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. épilogue > τουρκ.].

episantır = επίκεντρο σεισμού [αρχ. ελλ. επίκεντρον > γαλλ. épicentre > τουρκ.].

epistemoloji = επιστημολογία [ελλ. > γαλλ. épistémologie > τουρκ.].

epistemolojik = επιστημολογικός [ελλ. > γαλλ. épistémologique > τουρκ.].

epitelyum = επιθήλιο [ελλ. > γαλλ. épithelium > τουρκ.].

epope = εποποιία [αρχ. ελλ. > γαλλ. épopée > τουρκ.].

erganun = όργανο εκκλησιαστικό [αρχ. ελλ. όργανον > τουρκ.].

ergonomi = εργονομία [ελλ. > γαλλ. ergonomie > τουρκ.].

ergonomik = εργονομικός [ελλ. > αγγλ. ergonomic > τουρκ.].

eristik = εριστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. éristique > τουρκ.].

Page 172: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

172

erkete (argo) = παρακολούθηση κάποιου [αρχ. ελλ. έρχεται > τουρκ.].

eroin = ηρωίνη [αντιδ. αρχ. ελλ. ηρωίνη > γαλλ. héroïne > τουρκ., νεοελλ.].

eros = έρως [αρχ. ελλ. > γαλλ. éros > τουρκ.].

erosal = ερωτικός [αρχ. ελλ. έρως > γαλλ. éros + τουρκ. -al > τουρκ.].

erotik = ερωτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. érotique > τουρκ.].

erotizm = ερωτισμός [ελλ. > γαλλ. érotisme > τουρκ.].

eskatologya = εσχατολογία [ελλ. > τουρκ.].

eskiz = σχεδιάγραμμα, προσχέδιο [μετγν. ελλ. σχέδιον > γαλλ. esquisse > τουρκ.].

estetik = αισθητικός, αισθητική [αρχ. ελλ. > γαλλ. esthétique > τουρκ.].

estetikçi = αισθητικός (ουσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. esthétique + τουρκ. -çi > τουρκ.].

estetizm = αισθητισμός [ελλ. > γαλλ. esthétisme > τουρκ.].

eter = αιθέρας [αρχ. ελλ. αιθήρ > λατ. aether > γαλλ. éther > τουρκ.].

etik = ηθική (ουσ.), ηθικός (επίθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. éthique > τουρκ.].

etimoloji = ετυμολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. étymologie > τουρκ.].

etimolojik = ετυμολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. étymologique > τουρκ.].

etiyoloji = αιτιολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. étiologie > τουρκ.].

etiyolojik = αιτιολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. étiologique > τουρκ.].

etnik = εθνικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. ethnique > τουρκ.].

etnografik = εθνογραφικός [ελλ. > γαλλ. ethnographique > τουρκ.].

etnografya = εθνογραφία [ελλ. > γαλλ. ethnographie > τουρκ.].

etnolog = εθνολόγος [ελλ. > γαλλ. ethnologue > τουρκ.].

etnoloji = εθνολογία [ελλ. > γαλλ. ethnologie > τουρκ.].

etnolojik = εθνολογικός [ελλ. > γαλλ. ethnologique > τουρκ.].

etoloji = ηθολογία (βιολ.) [νεοελλ. > γαλλ. éthologie > τουρκ.].

etolojik = ηθολογικός (βιολ.) [νεοελλ. > γαλλ. éthologique > τουρκ.].

etüv = αποστειρωτήρας [αρχ. ελλ. τύφω (= καπνίζω) > γαλλ. étuve > τουρκ.].

evdemonizm = ευδαιμονισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. eudémonisme > τουρκ.].

evlek = αυλακιά, αυλάκι [μετγν. ελλ. αυλάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. αύλαξ >

νεοελλ. αυλάκι > τουρκ.].

ezoterik = εσωτερικός, μυστικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. ésotérique > τουρκ.].

F : φε

fagosit = φαγοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. phagocyte > τουρκ.].

fagositoz = φαγοκυττάρωση, φαγοκύτωση [ελλ. > γαλλ. phagocytose > τουρκ.].

falaka = φάλαγγας [αρχ. ελλ. φάλαγξ > αραβ. > τουρκ.].

fallus = φαλλός, το ανδρικό γεννητικό όργανο [αρχ. ελλ. > λατ. phallus > τουρκ.].

falyanos = είδος φάλαινας [αρχ. ελλ. φάλλαινα > τουρκ.].

fangri = φαγγρί, είδος ψαριού [μεσν. ελλ. φαγρίον, υποκορ. του αρχ. ελλ. φάγρος >

μεσν. ελλ. φαγγρί > τουρκ.].

fantasma = φάντασμα, οπτασία [αρχ. ελλ. > γαλλ. fantasme > τουρκ.].

fantastik = φανταστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. fantastique > τουρκ.].

fantaziye = βλ. fantezi

fantazya = επίδειξη αράβων ιππέων σε γιορτές [αρχ. ελλ. φαντασία > τουρκ.].

fantezi = φαντασία, φαντασίωση, φανταστικός [αρχ. ελλ. φαντασία >

γαλλ. fantaisie > τουρκ.].

fanus = φανός [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

fanya = πρόσθετο αλιευτικό δίχτυ με μεγάλα "μάτια", δηλ. θηλιές

[νεοελλ. φανιά (= όψη, πλευρά διχτυού με μεγάλες θηλιές) > τουρκ.].

Page 173: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

173

far = φανάρι τροχοφόρων [μετγν. ελλ. φάρος > γαλλ. phare > τουρκ.].

farenjit = φαρυγγίτιδα [ελλ. > γαλλ. pharyngite > τουρκ.].

farmakoloji = φαρμακολογία [ελλ. > γαλλ. pharmacologie > τουρκ.].

farmakolojik = φαρμακολογικός [ελλ. > γαλλ. pharmacologique > τουρκ.].

fasulye = φασόλι [μεσν. ελλ. φασηόλιον > τουρκ.].

fayton = παϊτόνι, άμαξα || είδος πουλιού [αρχ. ελλ. Φαέθων > γαλλ. phaéton >

τουρκ. fayton, payton, βλ. λέξη].

faz = φάση [αρχ. ελλ. > γαλλ. phase > τουρκ.].

felsefe = φιλοσοφία [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

fener = φανάρι [νεοελλ. > τουρκ.].

fenomen = φαινόμενο [αρχ. ελλ. > γαλλ. phénomène > τουρκ.].

fenomenizm = φαινομενισμός [ελλ. > γαλλ. phénomènisme > τουρκ.].

fenomenoloji = φαινομενολογία [ελλ. > γαλλ. phénoménologie > τουρκ.].

fenomenolojik = φαινομενολογικός [ελλ. > γαλλ. phénoménologique > τουρκ.].

ferace = φερετζές [πιθ. αντιδ. μεσν. ελλ. φορεσία > αραβ. > τουρκ.,

νεοελλ. φερετζές].

fesleğen = βασιλικός (φυτ.) [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

feylesof = φιλόσοφος [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

fıçı = βουτσί, μεγάλο βαρέλι [μετγν. ελλ. βούττις > μετγν. ελλ. βουττίον > μεσν.

ελλ. βουτσίον > νεοελλ. βουτσί > τουρκ.].

fındık = φουντούκι [αντιδ. αρχ. ελλ. Πόντος > μετγν. ελλ. ποντικόν (κάρυον) >

αραβ. > τουρκ. > νεοελλ.].

fırça = βούρτσα [πιθ. αρχ. ελλ. βύρσα (= κατεργασμένο δέρμα) > μεσν.

ελλ. *βύρτσα, από το βυρτσίζω > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη από το αρχ.

γερμ. burstja ή το αλβ. vurcë. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος

τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

fıstık = φιστίκι [αντιδ. μετγν. ελλ. πιστάκιον, υποκορ. του πιστάκη, αβέβ. ετύμου >

αραβ. > τουρκ. > νεοελλ.].

fışkı = κοπριά [αρχ. ελλ. φύσκη > μετγν. ελλ. φύσκιον > νεοελλ. φουσκί > τουρκ.].

fidan = νεαρό φυτό, φυντάνι [αντιδ. μετγν. ελλ. φυτάνη > τουρκ. fidan >

νεοελλ. φυντάνι].

fide = νεαρό φυτό για μεταφύτευση [αρχ. ελλ. φυτόν ή φυτεία > τουρκ.].

fiğ = βίκος (βοτ.) [μετγν. ελλ. βικίον > τουρκ.].

filantrop = φιλάνθρωπος [αρχ. ελλ. > γαλλ. philantrope > τουρκ.].

filarmoni = φιλαρμονία, αγάπη προς τη μουσική [ελλ. > γαλλ. philharmonie >

τουρκ.].

filarmonik = φιλαρμονική [ελλ. > γαλλ. philharmonique > τουρκ.].

filateli = φολοτελισμός [αρχ. ελλ. φίλος + ατέλεια > γαλλ. philatélie > τουρκ.].

filenk = στρογγυλά δοκάρια που τοποθετούνται κάτω από μεγάλα βάρη, ιδίως

σκάφη, για να διευκολύνουν τη μετακίνησή τους [μετγν. ελλ. φαλάγγιον (=

στρογγυλό ξύλο), υποκορ. του αρχ. ελλ. φάλαγξ > τουρκ.].

filika = φελούκα, βάρκα έκτακτης ανάγκης πλοίου [πιθ. αντιδ. μετγν.

ελλ. εφόλκιον > αραβ. > ιταλ. feluca > τουρκ., νεοελλ. φελούκα].

filiskin = φλησκούνι [αρχ. ελλ. βλήχων / γλήχων > μεσν.

ελλ. βλησκούνι(ο)ν / φλησκούνιν > τουρκ.].

filiz = βλαστός [πιθ. αρχ. ελλ. φυλλίς, υποκορ. του φύλλον > τουρκ.].

filizî = ανοιχτό πράσινο χρώμα του βλαστού [πιθ. αρχ. ελλ. φυλλίς > τουρκ. filiz +

αραβ. -î].

Page 174: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

174

filoksera = φυλλοξήρα, φυλλοξέρα [ελλ. > γαλλ. phylloxéra > τουρκ.].

filolog = φιλόλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. philologue > τουρκ.].

filoloji = φιλολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. philologie > τουρκ.].

filolojik = φιλολογικός [μεσν. ελλ. φιλολογικός > γαλλ. philologique > τουρκ.].

filoz = φελλός που χρησιμοποιείται στα δίχτυα των ψαράδων [αρχ. ελλ. φελλός >

τουρκ.].

filozof = φιλόσοφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. philosophe > τουρκ.].

filozofik = φιλοσοφικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. philosophique > τουρκ.].

fire = φύρα [αρχ. ελλ. φυρώ (= αναμειγνύω) > μεσν. ελλ. φύρα > τουρκ.].

firfiri = λαμπρό κόκκινο χρώμα [αρχ. ελλ. πορφύρα > αραβ. > τουρκ.].

fiske = φούσκα, φουσκάλα || φούσκος, το χαστούκι [αρχ. ελλ. φύσκη > μετγν.

ελλ. φούσκα > τουρκ.].

fitopatoloji = φυτοπαθολογία [ελλ. > γαλλ. phytopathologie > τουρκ.].

fitopatolojik = φυτοπαθολογικός [ελλ. > γαλλ. phytopathologique > τουρκ.].

fizik = φυσική [αρχ. ελλ. > γαλλ. physique > τουρκ.].

fizyoloji = φυσιολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. physiologie > τουρκ.].

fizyolojik = φυσιολογικός [αρχ. ελλ. φυσιολογικός > γαλλ. physiologique > τουρκ.].

fizyonomi = φυσιογνωμία [μετγν. ελλ. φυσιογνωμία > γαλλ. physionomie > τουρκ.].

fizyoterapi = φυσιοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. physiothérapie > τουρκ.].

flebit = φλεβίτιδα [ελλ. > γαλλ. phlébite > τουρκ.].

flegmon = φλεγμονή [αρχ. ελλ. > γαλλ. phlegmon > τουρκ.].

flurya = φλώρος, είδος ωδικού πτηνού [αρχ. ελλ. χλωρίων > μεσν. ελλ. φλώρος >

τουρκ.].

fok = φώκια [αρχ. ελλ. φώκη > γαλλ. phoque > τουρκ.].

fol = φώλι, φώλος [αρχ. ελλ. φωλεά > νεοελλ. φωλιά > φώλι > τουρκ.].

folluk = χώρος που προορίζεται να γεννούν οι κότες [αρχ. ελλ. φωλεά >

νεοελλ. φωλιά > φώλι + τουρκ. -luk > τουρκ.].

fonem = φώνημα [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. phonème > τουρκ., νεοελλ.].

fonetik = φωνητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. phonétique > τουρκ.].

fonograf = φωνογράφος [ελλ. > γαλλ. phonographe > τουρκ.].

fonografi = φωνογραφία [ελλ. > γαλλ. phonographie > τουρκ.].

fonojenik = φωνογενής [ελλ. > γαλλ. phonogénique > τουρκ.].

fonoloji = φωνολογία [ελλ. > γαλλ. phonologie > τουρκ.].

fonolojik = φωνολογικός [ελλ. > γαλλ. phonologique > τουρκ.].

foroz = ψαριά, το σύνολο των ψαριών του διχτυού [αρχ. ελλ. φορά > τουρκ.].

fosfor = φωσφόρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. phosphore > τουρκ.].

fota = είδος βουτσιού για κρασί [μετγν. ελλ. βούττις (= κάδος) > νεοελλ. βούτα >

τουρκ.].

foto = φως [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

fotoelektrik = φωτοηλεκτρικός, φωτοηλεκτρισμός [ελλ. > γαλλ. photoélectrique >

τουρκ.].

fotoğraf, fotoğrafya = φωτογραφία [ελλ. > γαλλ. photographe > τουρκ.].

fotojenik = φωτογενής [μετγν. ελλ. > γαλλ. photogénique > τουρκ.].

fotokopi = φωτοτυπία [αρχ. ελλ. φωτο- + γαλλ. copie > γαλλ. photocopie > τουρκ.].

fotomekanik = φωτομηχανικός [ελλ. > γαλλ. photomécanique > τουρκ.].

fotometre = φωτόμετρο [ελλ. > γαλλ. photomètre > τουρκ.].

fotometri = φωτομετρία [ελλ. > γαλλ. photométrie > τουρκ.].

fotosentez = φωτοσύνθεση [ελλ. > γαλλ. photosynthèse > τουρκ.].

Page 175: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

175

fotosfer = φωτόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. photosphère > τουρκ.].

fototaksi = φωτοταξία [ελλ. > γαλλ. phototaxie > τουρκ.].

fototaktizm = φωτοτακτισμός [ελλ. > γαλλ. phototactisme > τουρκ.].

fototerapi = φωτοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. photothérapie > τουρκ.].

fototropizm = φωτοτροπισμός [ελλ. > γαλλ. phototropisme > τουρκ.].

frenoloji = φρενολογία [ελλ. > γαλλ. phrénologie > τουρκ.].

frisa = ρέγκα καπνιστή [αρχ. ελλ. θρίσσα > νεοελλ. φρίσσα > τουρκ.].

futa = είδος αγωνιστικού πλοιαρίου [μετγν. ελλ. βούττις (= κάδος) >

νεοελλ. βούτα > τουρκ.].

G : γκε

galaksi = γαλαξίας [αρχ. ελλ. γαλαξίας (κύκλος) > γαλλ. galaxie > τουρκ.].

galoş = γαλότσα [αρχ. ελλ. καλόπους > λατ. calopus > γαλ. galoche > τουρκ.].

garoz = τα εντόσθια της παλαμίδας και του τορικιού [αρχ. ελλ. γάρος (= είδος

σάλτσας από άρμη και εντόσθια ψαριών) > τουρκ.].

gam = γκάμμα [αντιδ. αρχ. ελλ. γάμμα > ιταλ. gammα, γαλλ. gamme > τουρκ.,

νεοελλ.].

gamet = γαμέτης [αντιδ. αρχ. ελλ. γαμέτης > γαλλ. gamète > τουρκ., νεοελλ.].

gangren = βλ. kangren

gargara = γαργάρα [νεοελλ. γαργάρα > τουρκ.].

gastrit = γαστρίτιδα [ελλ. > γαλλ. gastrite > τουρκ.].

gastronom = γαστρονόμος [νεοελλ. > γαλλ. gastronome > τουρκ.].

gastronomi = γαστρονομία [μετγν. ελλ. > γαλλ. gastronomie > τουρκ.].

gem = γκέμι, χαλινάρι [πιθ. αντιδ. αρχ. ελλ. κημός ("στομίς τω χαλινώ εμφερής",

Ησύχ., πβ. Ξεν. Ιππ. 5, 3) > τουρκ. > νεοελλ. γκέμι].

genetik = γενετικός [ελλ. > γαλλ. génétique > τουρκ.].

geometri = γεωμετρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. géométrie > τουρκ.].

geometrik = γεωμετρικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. géométrique > τουρκ.].

gitar = κιθάρα [αρχ. ελλ. > γαλλ. guitare > τουρκ.].

glikoz = γλυκόζη [ελλ. > γαλλ. glycose > τουρκ.].

gliserin = γλυκερίνη [ελλ. > γαλλ. glycérine > τουρκ.].

gondol = γόνδολα [πιθ. αντιδ. μεσν. ελλ. κοντούρα > ιταλ. gondola > τουρκ.,

νεοελλ.].

gönder = κοντάρι [μετγν. ελλ. κοντάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κοντός > μεσν.

ελλ. κοντάρι(ν) > τουρκ.].

gönye = γωνία, τρίγωνο, γνώμονας [αρχ. ελλ. γωνία > τουρκ.].

grafik = γραφικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. graphique > τουρκ.].

grafit = γραφίτης [αντιδ. αρχ. ελλ. γράφω > γαλλ. graphite > τουρκ., νεοελλ.].

grafolog = γραφολόγος [ελλ. > γαλλ. graphologue > τουρκ.].

grafoloji = γραφολογία [ελλ. > γαλλ. graphologie > τουρκ.].

gram = γραμμάριο [μετγν. ελλ. > γαλλ. gramme > τουρκ.].

gramer = γραμματική [αρχ. ελλ. > γαλλ. grammaire > τουρκ.].

gramofon = γραμμόφωνο [ελλ. > γαλλ. gramophone > τουρκ.].

grotesk = γκροτέσκο [αρχ. ελλ. κρύπτη > λατ. crypta > ιταλ. grotta >

ιταλ. grottesca > γαλλ. grotesque > τουρκ.].

gübre = κοπριά [αρχ. ελλ. κοπρία > τουρκ.].

güderi = δέρμα κατσίκας [μεσν. ελλ. κωδάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κώδιον (=

Page 176: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

176

προβιά, δέρμα προβάτου) > τουρκ.].

güğüm = γκιούμι, μεταλλικό κανάτι [Τα ελληνικά ετυμολογικά λεξικά θεωρούν τη

λέξη τουρκική. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας

είναι ελληνική η λέξη. Πιθανώς θεωρεί ότι προέρχεται από το μεσν.

ελλ. κουκούμιον, υποκορ. του λατ. cucuma (= λέβης, καζάνι)].

H : χε halat = καραβόσκοινο, παλαμάρι [αρχ. ελλ. καλώδιον, υποκορ. του κάλως (=

σκοινί) > τουρκ.].

hale = άλως, φωτεινός δακτύλιος γύρω από τη σελήνη [αρχ. ελλ. άλως (= αλώνι) >

αραβ. > τουρκ.].

halka = χαλκάς [αντιδ. αρχ. ελλ. χαλκός > αραβ. > τουρκ. halka > νεοελλ. χαλκάς].

halter = αλτήρας [αρχ. ελλ. αλτήρ > γαλλ. haltère > τουρκ.].

hani = χάννος (ιχθ.) [αρχ. ελλ. χάννα/-η > τουρκ.].

harharyas = καρχαρίας [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

harita, harta = χάρτης [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

harmoni, armoni = αρμονία [αρχ. ελλ. > γαλλ. harmonie > τουρκ.].

harmonyum = αρμόνιο [αντιδ. αρχ. ελλ. αρμονία > λατ. harmonia > αγγλ.,

γαλλ. harmonium > τουρκ., νεοελλ.].

haydi = άντε, άιντε [αρχ. ελλ. άγετε > νεοελλ. άιντε > τουρκ.].

hedonizm = ηδονισμός [ελλ. > γαλλ. hédonisme > τουρκ.].

hegemonya = ηγεμονία [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

hektar = εκτάριο [αντιδ. αρχ. ελλ. εκατόν + γαλλ. -are > γαλλ. hectare > τουρκ.,

νεοελλ.].

hektogram = εκατό γραμμάρια [αρχ. ελλ. εκατόν + γραμμάριον >

γαλλ. hectogramme > τουρκ.].

hektolitre = εκατόλιτρο [ελλ. > γαλλ. hectolitre > τουρκ.].

hektometre = εκατόμετρο [ελλ. > γαλλ. hektomètre > τουρκ.].

helezon = έλικας, κοχλίας [αρχ. ελλ. ελίσσων, μετχ. του ελίσσω > αραβ. > τουρκ.].

helikoit = ελικοειδής [μετγν. ελλ. > γαλλ. hélicoïde > τουρκ.].

helikopter = ελικόπτερο [ελλ. > γαλλ. hélicoptère > τουρκ.].

helis = έλικας (μαθ.) [αρχ. ελλ. έλιξ > γαλλ. hélice > τουρκ.].

helyoterapi = ηλιοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. héliothérapie > τουρκ.].

hematit = αιματίτης (λιθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. hématite > τουρκ.].

hematoloji = αιματολογία [ελλ. > γαλλ. hématologie > τουρκ.].

hematolojik = αιματολογικός [ελλ. > γαλλ. hématologique > τουρκ.].

hemofili = αιμοφιλία [ελλ. > γαλλ. hémophilie > τουρκ.].

hemoroit = αιμορροΐδες [αρχ. ελλ. > αγγλ. hemorroid > τουρκ.].

hepatit = ηπατίτιδα [αρχ. ελλ. ηπατίτις > γαλλ. hépatite > τουρκ.].

herek = πάσσαλος για τη στήριξη αναρριχώμενων φυτών, φούρκα [αρχ.

ελλ. χάραξ (= στήριγμα των κλημάτων, πάσσαλος) > τουρκ.].

heterodoks = ετερόδοξος [μετγν. ελλ. > γαλλ. hétérodoxe > τουρκ.].

heterogen = ετερογενής [αρχ. ελλ. > γαλλ. heterojen > τουρκ.].

heyula = η ύλη, το χάος [αρχ. ελλ. ύλη > αραβ. > τουρκ.].

hıristiyan = βλ. hristiyan

hidrodinamik = υδροδυναμική [ελλ. > γαλλ. hydrodynamique > τουρκ.].

hidroelektrik = υδροηλεκτρικός [ελλ. > γαλλ. hydro-électrique > τουρκ.].

hidrofil = υδρόφιλος [ελλ. > γαλλ. hydrophile > τουρκ.].

Page 177: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

177

hidrofor = υδροφόρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. hydrophore > τουρκ.].

hidrografi = υδρογραφία [ελλ. > γαλλ. hydrographie > τουρκ.].

hidrojen = υδρογόνο [ελλ. > γαλλ. hydorogène > τουρκ.].

hidroksil = υδροξύλιο [ελλ. > γαλλ. hydroxile > τουρκ.].

hidroksit = υδροξίδιο [ελλ. > γαλλ. hydroxide > τουρκ.].

hidroliz = υδρόλυση [ελλ. > γαλλ. hydrolyse > τουρκ.].

hidroloji = υδρολογία [ελλ. > γαλλ. hydrologie > τουρκ.].

hidrometre = υδρόμετρο [ελλ. > γαλλ. hydromètre > τουρκ.].

hidrosfer = υδρόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. hydrosphère > τουρκ.].

hidroskopi = υδροσκοπία [μετγν. ελλ. > γαλλ. hydroscopie > τουρκ.].

hidrostatik = υδροστατική [ελλ. > γαλλ. hydrostatique > τουρκ.].

hidroterapi = υδροθεραπεία [ελλ. > γαλλ. hydrothérapie > τουρκ.].

higrometre = υγρόμετρο [μετγν. ελλ. > γαλλ. hygromètre > τουρκ.].

higroskop = υγροσκόπιο [ελλ. > γαλλ. hygroscope > τουρκ.].

hijyen = υγιεινή (ουσ.), υγιεινός [αρχ. ελλ. υγιεινός > γαλλ. hygiène > τουρκ.].

hilozoizm = υλοζωισμός [ελλ. > γαλλ. hylozoïsme > τουρκ.].

himen = παρθενικός υμένας [αρχ. ελλ. υμήν > γαλλ. hymen > τουρκ.].

hiperbol = υπερβολή (μαθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. hyperbole > τουρκ.].

hiperbolik = υπερβολικός (μαθ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. hyperbolique > τουρκ.].

hiperboloit = υπερβολοειδής (μαθ.) [ελλ. > γαλλ. hyperboloïde > τουρκ.].

hipermetrop = υπερμέτρωψ [ελλ. > γαλλ. hypermétrope > τουρκ.].

hipnoz = ύπνωση [ελλ. > γαλλ. hypnose > τουρκ.].

hipodrom = ιππόδρομος [αρχ. ελλ. > γαλλ. hippodrome > τουρκ.].

hipofiz = υπόφυση [μετγν. ελλ. > γαλλ. hypophyse > τουρκ.].

hipopotam = ιπποπόταμος [μετγν. ελλ. > γαλλ. hippopotame > τουρκ.].

hipostaz = υπόσταση [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypostase > τουρκ.].

hipotenüs = υποτείνουσα [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypoténuse > τουρκ.].

hipotetik = υποθετικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. hypothétique > τουρκ.].

hipotez = υπόθεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypothèse > τουρκ.].

histerezis = καθυστέρηση τοκετού [αρχ. ελλ. υστέρησις > γαλλ. hystérésis >

τουρκ.].

histeri = υστερία [αντιδ. αρχ. ελλ. υστέρα (= μήτρα) > γαλλ. hystérie > νεοελλ.,

τουρκ.].

hiyerarşi = ιεράρχηση [μεσν. ελλ. > γαλλ. hiérarchie > τουρκ.].

hiyeroglif = ιερογλυφικά [μετγν. ελλ. > γαλλ. hiéroglyphe > τουρκ.].

homojen = ομογενής [αρχ. ελλ. > γαλλ. homogène > τουρκ.].

homolog = ομόλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. homologue > τουρκ.].

homonim = ομώνυμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. homonyme > τουρκ.].

homoteti = ομοιοθεσία (γεωμ.) [ελλ. > γαλλ. homothétie > τουρκ.].

hora = κυκλικός χορός [αρχ. ελλ. χορεία > τουρκ.].

hormon = ορμόνη [αντιδ. αρχ. ελλ. ορμώ > γαλλ. hormone > τουρκ., νεοελλ.].

horon = γενική ονομασία ποντιακών χορών [αρχ. ελλ. χορόν, αιτ. του χορός >

τουρκ.].

hoyrat = χωριάτης, άξεστος [μεσν. ελλ. > τουρκ., με αντιμετάθεση].

hristiyan = χριστιανός [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

huni = χωνί [μεσν. ελλ. χωνίον, υποκορ. του αρχ. ελλ. χώνη > νεοελλ. > τουρκ.].

Page 178: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

178

I : ι άφωνο

ığrıp = γρίπος, αλιευτικό μέσο [μετγν. ελλ. γρίπος > τουρκ.].

ıklim = βλ. iklim

ırgat = εργάτης [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

ırıp = βλ. ığrıp

ıskara = βλ. ızgara

ıskarmoz = σκαρμός, σκαλμός || είδος ψαριού [αρχ. ελλ. σκαλμός > μεσν.

ελλ. σκαρμός > ιταλ. scarmo > τουρκ.].

ıspazmoz = σπασμός [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

ıstakoz = αστακός [μεσν. ελλ. > τουρκ.].

ıstar = ιστός, υφαντικό εργαλείο [μετγν. ελλ. ιστάριον, υποκορ. του αρχ.

ελλ. ιστός > τουρκ.].

ıstavroz = βλ. istavroz ızgara = σχάρα [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

İ : ι idea = ιδέα [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

ideal = ιδεώδης [αρχ. ελλ. ιδέα > γαλλ. idéal > τουρκ.].

idealist = ιδεαλιστής [ελλ. > γαλλ. idéaliste > τουρκ.].

idealizm = ιδεαλισμός [ελλ. > γαλλ. idéalisme > τουρκ.].

ideolog = ιδεολόγος [ελλ. > γαλλ. idéologue > τουρκ.].

ideoloji = ιδεολογία [ελλ. > γαλλ. idéologie > τουρκ.].

ideolojik = ιδεολογικός [ελλ. > γαλλ. idéologique > τουρκ.].

idil = ειδύλλιο (φιλ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. idylle > τουρκ.].

idiopati = ιδιοπάθεια [μετγν. ελλ. > γαλλ. idiopathie > τουρκ.].

idol = είδωλο [αρχ. ελλ. > λατ. idolum > γαλλ. idole > τουρκ.].

iklim = κλίμα [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

ikon = θρησκευτική εικόνα [αρχ. ελλ. εικών > γαλλ. icône > τουρκ.].

ikonografi = εικονογραφία, μελέτη και ανάλυση των εικόνων [μετγν.

ελλ. εικονογραφία > γαλλ. iconographie > τουρκ.].

iksir = ελιξήριο [μετγν. ελλ. ξηρίον (= σκόνη επουλωτική τραυμάτων) > αραβ. >

τουρκ. Το νεοελλ. ελιξήριο είναι αντιδ. μέσου ξένου όρου, αγγλ. elixir,

γαλλ. élixir].

ilistir = διυλιστήριο, φίλτρο [αρχ. ελλ. διυλίζω > μεσν. ελλ. διυλιστήριον > τουρκ.].

imbat = μπάτης, θαλασσινός αέρας [μετγν. ελλ. εμβάτης > τουρκ. Η ετυμολογία

αυτή δεν είναι πιθανή, διότι η λ. εμβάτης σημαίνει είδος υποδήματος και μόνο

κυριολεκτικά μπορεί να σημαίνει αυτόν που εισέρχεται κάπου, στην προκειμένη

περίπτωση τον άνεμο που κατευθύνεται προς την ξηρά προερχόμενος από τη

θάλασσα. Μια άλλη ετυμολογία που συνδέει τη λ. μπάτης με την τουρκ. λ. batı (=

δύση) είναι προϊόν προφανώς παρετυμολογίας, διότι δύση και μπάτης τυχαία μόνο

σχέση έχουν. Μια τρίτη πιθανότερη πρόταση είναι η σύνδεση της λ. με το

ιταλ. vènto d' imbatto (= θαλασσινός άνεμος προς την ξηρά). Κατά συνέπεια το

νεοελλ.μπάτης προέρχεται είτε από το τουρκ. imbat ή το ιταλ. imbatto].

incil = Ευαγγέλιο [αρχ. ελλ. ευαγγέλιον > αραβ. > τουρκ.].

inorganik = ανόργανος [μετγν. ελλ. > γαλλ. inorganique > τουρκ.].

ipotek = υποθήκη [αρχ. ελλ. > γαλλ. hypothèque > τουρκ.].

ipotetik = υποθετικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. hypothétique > τουρκ.].

ipotez = βλ. hipotez

Page 179: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

179

iridyum = ιρίδιο [ελλ. > γαλλ. iridium > τουρκ.].

iris = ίριδα [αντιδ. αρχ. ελλ. ίρις > γαλλ. iris > τουρκ., νεοελλ.].

ironi = ειρωνεία [αρχ. ελλ. > γαλλ. ironie > τουρκ.].

ironik = ειρωνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. ironique > τουρκ.].

isfenks = βλ. sfenks

isfendan = σφεντάμι, είδος δένδρου [μετγν. ελλ. σφένδαμνος > περσ. > τουρκ.].

iskelet = σκελετός [αρχ. ελλ. > γαλλ. squelette > τουρκ.].

iskete = σκαθί, είδος πουλιού [αρχ. ελλ. σκανθίον > νεοελλ. σκαθί > τουρκ.].

iskolâstik = βλ. skolastik

iskorpit = σκορπίδι (ιχθ.) [μετγν. ελλ. σκορπίδιον > τουρκ.].

ispari = σπάρος (ιχθ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

ispati = σπαθί (χαρτοπ.) [μετγν. ελλ. σπαθίον > τουρκ.].

ispinoz = σπίνος [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

istalâgmit = βλ. stalagmit

istalâktit = βλ. stalaktit

Istanbul = Κωνσταντινούπολη [αρχ. ελλ. εις την πόλιν > τουρκ.].

istavrit = σαυρίδι [μετγν. ελλ. σαυρίδιον > τουρκ.].

istavroz = σταυρός [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

isteri = υστερία [αντιδ. αρχ. ελλ. υστέρα > γαλλ. hystérie > τουρκ., νεοελλ.].

istif = στοίβα [αρχ. ελλ. στοιβή > μετγν. ελλ. στοιβάζω > νεοελλ. στοίβα > τουρκ.].

istiridye = στρείδι [μεσν. ελλ. οστρείδιον > τουρκ.].

istoacılık = βλ. stoacılık

istrongilos = σμαρίδα (ιχθ.) [μεσν. ελλ. στρογγυλός > τουρκ.].

iyon = ιόν (φυσ. χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. > γαλλ. ion > τουρκ., νεοελλ.].

iyot = ιώδιο [αντιδ. αρχ. ελλ. ιώδης, ίον > γαλλ. iode > τουρκ., νεοελλ.].

izmarit = σμαρίδι (ιχθ.) || αποτσίγαρο, γώπα (που είναι και είδος ψαριού) [αρχ.

ελλ. σμαρίς > τουρκ.].

izobar = ισοβαρής [αρχ. ελλ. > γαλλ. isobare > τουρκ.].

izohips = ισοϋψής [αρχ. ελλ. > γαλλ. isohypse > τουρκ.].

izomeri = ισομέρεια (χημ.) [ελλ. > γαλλ. isomérie > τουρκ.]. izotop = ισότοπο (φυσ.) [ελλ. > γαλλ. isotope > τουρκ.].

J : ζε παχύ, όπως το αντίστοιχο γαλλικό jant = ζάντα [αντιδ. αρχ. δωρ. καμπά > λατ. gamba, camba > γαλλ. jante > τουρκ.,

νεοελλ.].

jeodezi = γεωδαισία [αρχ. ελλ. > γαλλ. géodésie > τουρκ.].

jeofizik = γεωφυσική [ελλ. > γαλλ. géophysique > τουρκ.].

jeolog = γεωλόγος [ελλ. > γαλλ. géologue > τουρκ.].

jeoloji = γεωλογία [ελλ. > γαλλ. géologie > τουρκ.].

jeolojik = γεωλογικός [ελλ. > γαλλ. géologique > τουρκ.].

jeomorfoloji = γεωμορφολογία [ελλ. > γαλλ. géomorphologie > τουρκ.].

jeomorfolojik = γεωμορφολογικός [ελλ. > γαλλ. géomorphologique > τουρκ.].

jeotermi = γεωθερμία [ελλ. > γαλλ. géothermie > τουρκ.].

jeotermik = γεωθερμικός [ελλ. > γαλλ. géothermique > τουρκ.].

jimnastik = γυμναστική [αρχ. ελλ. > γαλλ. gymnastique > τουρκ.].

jinekoloji = γυναικολογία [ελλ. > γαλλ. gynécologie > τουρκ.]. jinekolojik = γυναικολογικός [ελλ. > γαλλ. gynécologique > τουρκ.].

Page 180: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

180

K : κε

kadastro = κτηματολόγιο [μεσν. ελλ. κατάστιχον > ιταλ. catasto > γαλλ. cadastre >

τουρκ.].

kadırga = κάτεργο [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

kadmiyum = κάδμιο (χημ.) [αντιδ. μετγν. καδμεία (= είδος ορυκτού) >

νεολατ. cadmium > γαλλ. cadmium > νεοελλ., τουρκ.].

kafa = κεφάλι [πιθ. αρχ. ελλ. κεφαλή > αραβ. > τουρκ.].

kaka = κόπρανα, κακό, άσχημο (στη γλώσσα των νηπίων) [αρχ. ελλ. κακόν (πβ.

αρχ. ελλ. κάκκη = περιττώματα) > τουρκ.].

kakofoni = κακοφωνία [μετγν. ελλ. > γαλλ. cacophonie > τουρκ.].

kaktüs = κάκτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cactus > τουρκ.].

kalamar = καλαμάρι [μετγν. ελλ. καλαμάριον > τουρκ.].

kalamata = ελιές Καλαμάτας [μεσν. ελλ. Καλαμάτα (= πόλη της Πελοποννήσου) >

τουρκ.].

kalay = καλάι, κασσίτερος [αντιδ. μετγν. ελλ. κάλαϊς, αγν. ετύμου > τουρκ. >

νεοελλ. καλάι].

kalem = μολύβι, καλάμι [αρχ. ελλ. κάλαμος > μετγν. ελλ. καλάμιον > αραβ. >

τουρκ.].

kaleydoskop = καλειδοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. kaléidoscope > τουρκ.].

kalıp = καλούπι [αντιδ. αρχ. ελλ. καλόπους > αραβ. > τουρκ. > μεσν.

ελλ. καλούπιν > νεοελλ.].

kaligrafi = καλλιγραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. calligraphie > τουρκ.].

kalinos = γουλιανός (ιχθ.) [αρχ. ελλ. γλάνις / γλανίς > νεοελλ. γουλιανός > τουρκ.].

kaliptra = καλύπτρα, το προστατευτικό κάλυμμα στην κορυφή της ρίζας των

φυτών [αρχ. ελλ. > γαλλ. calyptre > τουρκ.].

kaloma = καλούμπα [αντιδ. αρχ. ελλ. κάλυμμα ή πιθανότερο μετγν.

ελλ. χάλασμα (= χαλάρωμα) > ιταλ. caluma > τουρκ., νεοελλ.].

kaloş = βλ. galoş

kama = δίκοπο μαχαίρι [μετγν. ελλ. καμάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κάμαξ >

νεοελλ. καμάκι > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι τουρκική].

kamara = καμπίνα πλοίου [αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > ιταλ. cámera >

τουρκ.].

kambur = καμπούρης [αντιδ. αρχ. ελλ. καμπύλος > τουρκ. > νεοελλ. Κατ' άλλη

άποψη η λέξη είναι τουρκική].

kameriye = καμάρα, θολωτό στέγαστρο σκεπασμένο με πρασινάδα [αρχ.

ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > ιταλ. cámera > τουρκ.].

kanaviçe = κανναβάτσο [αντιδ. αρχ. ελλ. κάνναβις > λατ. cannabis >

ιταλ. canavaccio > μεσν. ελλ. κανναβάτσον, τουρκ.].

kanca = γάντζος [αντιδ. αρχ. ελλ. γαμψός > βεν. ganzo, ιταλ. gáncio > τουρκ.,

νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη

είναι ιταλική].

kanepe = καναπές [αντιδ. μετγν. ελλ. κωνωπείον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κώνωψ >

λατ. conopeum > γαλλ. canapé > νεοελλ. καναπές > τουρκ.].

kangal = σπείρα σύρματος, σωλήνα, σκοινιού κ.λπ. [μετγν. ελλ. κάγχαλος (=

κρίκος πόρτας) > νεοελλ. *καγκάλι > τουρκ.].

kangren = γάγγραινα [αρχ. ελλ. > γαλλ. gangrène > τουρκ.].

kanon = κανόνας (μουσ.) [αρχ. ελλ. κανών > γαλλ. canon > τουρκ.].

kantaron = κενταύριο, είδος φυτού [αρχ. ελλ. κενταύρ(ε)ιον > τουρκ.].

Page 181: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

181

kanun = κανόνας || κανονάκι (μουσ.) [αρχ. ελλ. κανών > αραβ. > τουρκ.].

kanuni = κανονικός, νομικός [αρχ. ελλ. κανών > αραβ. > τουρκ.].

kaos = χάος [αρχ. ελλ. > γαλλ. chaos > τουρκ.].

kapari = κάππαρη [αρχ. ελλ. κάππαρις > τουρκ.].

karakoncolos = καλικάντζαρος [αβέβ. ετύμου, πιθ. μετγν. ελλ. καλίγιον (=

υπόδημα) > καλίκι + άντζα (= κνήμη) > νεοελλ. καλικάντζαρος > τουρκ. Σύμφωνα

με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας είναι ελληνική η λέξη].

karakter = χαρακτήρας [αρχ. ελλ. χαρακτήρ > γαλλ. caractère > τουρκ.].

karakteristik = χαρακτηριστικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. caractéristique > τουρκ.].

karakteroloji = χαρακτηρολογία [ελλ. > γαλλ. caractérologie > τουρκ.].

karanfil = γαρύφαλλο [αντιδ. μετγν. ελλ. καρυόφυλλον > βεν. garofolo > μεσν.

ελλ. γαρύφαλλον > αραβ. > τουρκ.].

karavide, kerevides, kerevit = καραβίδα [μετγν. ελλ. καραβίς > τουρκ.].

kardiyak = καρδιακός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cardiaque > τουρκ.].

kardiyograf = καρδιογράφος [ελλ. > γαλλ. cardiographe > τουρκ.].

kardiyografi = καρδιογραφία [ελλ. > γαλλ. cardiographie > τουρκ.].

kardiyogram = καρδιογράφημα [ελλ. > γαλλ. cardiogramme > τουρκ.].

kardiyolog = καρδιολόγος [ελλ. > γαλλ. cardiologue > τουρκ.].

kardiyoloji = καρδιολογία [ελλ. > γαλλ. cardiologie > τουρκ.].

kardiyolojik = καρδιολογικός [ελλ. > γαλλ. cardiologique > τουρκ.].

kardiyopati = καρδιοπάθεια [ελλ. > γαλλ. cardiopathie > τουρκ.].

kardiyoskleroz = καρδιοσκλήρυνση [ελλ. > γαλλ. cardiosclérose > τουρκ.].

kardiyoskop = καρδιοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. cardioscope > τουρκ.].

kardiyoskopi = καρδιοσκοπία [ελλ. > γαλλ. cardioscopie > τουρκ.].

karfiçe = καρφίτσα [αρχ. ελλ. κάρφος > μετγν. ελλ. καρφίον > νεοελλ. καρφίτσα >

τουρκ.].

karides = γαρίδα [αρχ. ελλ. καρίς > τουρκ.].

karizma = χάρισμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. charisme > τουρκ.].

karizmatik = χαρισματικός [ελλ. > γαλλ. charismatique > τουρκ.].

karnabahar = κουνουπίδι [πιθ. αρχ. ελλ. κράμβη + περσ. behar (= άνοιξη) >

τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη

είναι σύνθετη, ελληνική και περσική].

karnabit = κουνουπίδι [πιθ. αρχ. ελλ. κράμβη + περσ. behar (= άνοιξη) >

αραβ. karnabid > τουρκ., οπότε το νεοελληνικό καρναμπίτι είναι εν μέρει

αντιδάνειο].

kart = κάρτα [αντιδ. αρχ. ελλ. χάρτης > ιταλ. carta, γαλλ. carte > τουρκ., νεοελλ.].

kartograf = χαρτογράφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. cartographe > τουρκ.].

kartografi = χαρτογραφία [ελλ. > γαλλ. cartographie > τουρκ.].

kartografik = χαρτογραφικός [ελλ. > γαλλ. cartographique > τουρκ.].

karton = χαρτόνι [αντιδ. αρχ. ελλ. χάρτης > ιταλ. cartone, γαλλ. carton > τουρκ.,

νεοελλ.].

kaşeksi = καχεξία [αρχ. ελλ. > γαλλ. cachexie > τουρκ.].

katabolizma = καταβολισμός [ελλ. > catabolisme > τουρκ.].

katafot = αντιφέγγισμα [αρχ. ελλ. κατά + φως > γαλλ. cataphote > τουρκ.].

katakofti = είδος ρυθμού στην κλασική τουρκική μουσική

[νεοελλ. κατά + κοφτός > τουρκ.].

katakomp = κατακόμβη [αντιδ. μετγν. ελλ. κατακούμβαι > γαλλ. catacombe >

τουρκ., νεοελλ.].

Page 182: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

182

katalepsi = καταληψία [ελλ. > γαλλ. catalepsie > τουρκ.].

katalitik = καταλυτικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. catalytique > τουρκ.].

kataliz = κατάλυση (χημ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. catalyse > τουρκ.].

katalog = κατάλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. catalogue > τουρκ.].

katarakt = καταρράκτης [αρχ. ελλ. > γαλλ. cataracte > τουρκ.].

katavaşya = η κατάβαση των αποδημητικών ψαριών από τον Ε. Πόντο στη

Μεσόγειο, αντίθ. του anavaşya, βλ. λέξη [αρχ. ελλ. κατάβασις > μεσν.

ελλ. καταβάσιον > τουρκ.].

katedral = καθεδρικός [αρχ. ελλ. καθέδρα + γαλλ. -al > γαλλ. cathédrale > τουρκ.].

kategori = κατηγορία [αρχ. ελλ. > γαλλ. catégorie > τουρκ.].

kategorik = κατηγορηματικός [ελλ. > γαλλ. catégorique > τουρκ.].

katolik = καθολικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. catholique > τουρκ.].

katot = κάθοδος (αρνητικό ηλεκτρόδιο) [αρχ. ελλ. > γαλλ. cathode > τουρκ.].

katyon = κατιόν [αρχ. ελλ. > γαλλ. cation > τουρκ.].

kavanoz = γαβάθα [μετγν. ελλ. γάβαθον, σημιτικό δάνειο > μεσν. ελλ. *γαβάθα,

από το υποκορ. γαβάθιν > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος

τουρκικής γλώσσας είναι ελληνική η λέξη].

kavkı = καυκί, καύκαλο [μετγν. ελλ. καύκος > μετγν. ελλ. καυκίον > τουρκ.].

kefal = κέφαλος (ιχθ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

kemer = κεμέρι, δερμάτινο ζωνάρι || καμάρα [αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου >

περσ. > τουρκ.].

kemere = δοκάρι στο κατάστρωμα του πλοίου [μετγν. ελλ. καμάριον, υποκορ. του

αρχ. ελλ. καμάρα, αβέβ. ετύμου > μεσν. ελλ. καμάριν > τουρκ.].

kemoterapi = χημειοθεραπεία [ελλ. > γαλλ. chimiothérapie > τουρκ.].

kenevir = κάνναβη, καννάβι [αρχ. ελλ. κάνναβις, αβέβ. ετύμου > νεοελλ. καννάβι >

τουρκ.].

kepbastı = είδος μεγάλου διπλού αλιευτικού διχτυού [νεοελλ. σκεπαστή > τουρκ.].

kerata = κερατάς [μεσν. ελλ. κέρατον > τουρκ.].

kerevet = κρεβάτι, ντιβάνι [μετγν. ελλ. κραβάτιον, υποκορ. του κράβατος, αβέβ.

ετύμου > μεσν. ελλ. κρεβάτιον > τουρκ.].

kerevides, kerevit, karavide = καραβίδα [μετγν. ελλ. καραβίς > τουρκ.].

kerkenez = κιρκινέζι, αρπακτικό πουλί [πιθ. αρχ. ελλ. κίρκος > τουρκ. > νεοελλ.,

οπότε είναι αντιδάνειο].

kestane = κάστανο [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

ketenpere (argo) = απάτη, αισχροκέρδεια [αρχ. ελλ. κατά + πέρας > τουρκ.].

keylûs = βλ. kilüs

keymus = βλ. kimüs

kılıf = θήκη, κυρίως μαχαιριού [αρχ. ελλ. κελύφιον, υποκορ. του κέλυφος > αραβ. >

τουρκ.].

kırat = καράτι [αντιδ. αρχ. ελλ. κεράτιον > λατ. carratus > αγγλ. carrat > τουρκ.,

νεοελλ.].

kırtasiye = χαρτικά είδη [αρχ. ελλ. χάρτης + αραβ. -siyye > τουρκ.].

kibernetik = κυβερνητική [ελλ. > τουρκ.].

kiklotron = κύκλοτρο [ελλ. > τουρκ.].

kilise = εκκλησία [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

kilit = κλειδί [αρχ. ελλ. κλειδίον > περσ. > τουρκ.].

kilo = κιλό [αντιδ. ελλ. χιλιόγραμμο > γαλλ. kilo-gramme > τουρκ., νεοελλ.].

kilogram = χιλιόγραμμο [ελλ. χιλιόγραμμο > γαλλ. kilogramme > τουρκ.].

Page 183: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

183

kilometre = χιλιόμετρο [ελλ. > γαλλ. kilomètre > τουρκ.].

kilüs = χυλός (ανατ.) [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

kimyon = κύμινο [αρχ. ελλ. κύμινον, σημιτικό δάνειο > τουρκ.].

kimüs = χυμός (ανατ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

kinematik = κινηματική [ελλ. > γαλλ. cinématique > τουρκ.].

kinetik = κινητική [αρχ. ελλ. > γαλλ. cinétique > τουρκ.].

kinik = κυνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cynique > τουρκ.].

kinizm, sinizm = κυνισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cynisme > τουρκ.].

kiraz = κεράσι [μετγν. ελλ. κεράσιον > τουρκ.].

kiremit = κεραμίδι [μετγν. ελλ. κεραμίδιον > τουρκ.].

kirizma, kirizme = βαθύ σκάψιμο, "γύρισμα" [μεσν. ελλ. γύρισμα > τουρκ.].

kist = κύστη [αρχ. ελλ. κύστις > γαλλ. kyste > τουρκ.].

kitara = βλ. gitar

kiyanus = κυάνιο [ελλ. > τουρκ.].

kleptoman = κλεπτομανής [νεοελλ. > γαλλ. kleptomane > τουρκ.].

kleptomani = κλεπτομανία [νεοελλ. > γαλλ. kleptomanie > τουρκ.].

klima = κλιματιστικό μηχάνημα [αρχ. ελλ. κλίμα > γαλλ. climat (= κλίμα) >

τουρκ.].

klimatoloji = κλιματολογία [ελλ. > γαλλ. climatologie > τουρκ.].

klimatolojik = κλιματολογικός [ελλ. > γαλλ. climatologique > τουρκ.].

klinik = κλινική (ουσ.), κλινικός (επιθ.) [αντιδ. μετγν. ελλ. κλινικός >

γαλλ. clinique > τουρκ., νεοελλ.].

klitoris = κλειτορίδα [μετγν. ελλ. κλειτορίς > γαλλ. clitoris > τουρκ.].

klor = χλώριο [αντιδ. αρχ. ελλ. χλωρός > γαλλ. chlore > νεοελλ., τουρκ.].

klorofil = χλωροφύλλη [ελλ. > γαλλ. chlorophylle > τουρκ.].

kloroform = χλωροφόρμιο [αρχ. ελλ. χλωρός + γαλλ. -forme > γαλλ. chloroforme >

τουρκ.].

kloroplâst = βλ. kloroplast

kloroplast = χλωροπλάστης [ελλ. > γαλλ. chloroplaste > τουρκ.].

kloroz = χλώρωση [ελλ. > γαλλ. chlorose > τουρκ.].

koçan = κοτσάνι [αρχ. ελλ. κόπτω > *κοψάνιον, υποκορ. του *κόψανον >

νεοελλ. κοτσάνι > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι σλαβικής αρχής].

kof = κούφιος [αρχ. ελλ. κούφος (= κενός) > μεσν. ελλ. κούφιος > τουρκ.].

kola = κόλλα [αρχ. ελλ. κόλλα > ιταλ. colla > τουρκ.].

koledok = χοληδόχος [μετγ. ελλ. > γαλλ. cholédoque > τουρκ.].

kolera = χολέρα [αρχ. ελλ. χολή + -έρα > γαλλ. choléra > τουρκ.].

kolesterol = χοληστερόλη [ελλ. > γαλλ. cholestérol > τουρκ.].

kolik = κωλικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. colique > τουρκ.].

kolon = κόλον, τμήμα του παχέος εντέρου [αρχ. ελλ. κόλον, αγν. ετύμου >

γαλλ. côlon > τουρκ.].

kolyoz = κολοιός [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

koma = κώμα [αρχ. ελλ. κώμα > γαλλ. coma > τουρκ.] || πυθαγόρειο κόμμα (μουσ.)

[αρχ. ελλ. κόμμα > τουρκ.].

komedi, komedya = κωμωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. comédie, ιταλ. comédia > τουρκ.].

komik = κωμικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. comique > τουρκ.].

koni = κώνος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cône > τουρκ.].

konik = κωνικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. conique > τουρκ.].

kopanaki = εργαλείο κεντήματος [νεοελλ. > τουρκ.].

Page 184: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

184

koral = χορικό εκκλησιαστικό άσμα [αρχ. ελλ. χορός + γαλλ. -al > γαλλ. choral >

τουρκ.].

koregraf = χορογράφος [ελλ. > γαλλ. chorégraphe > τουρκ.].

koregrafi = χορογραφία [ελλ. > γαλλ. chorégraphie > τουρκ.].

koro = χορωδία [αρχ. ελλ. χορός > ιταλ. coro > τουρκ.].

kosmos = βλ. kozmos

kostik = καυστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. caustique > τουρκ.].

kozmetik = κοσμητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmétique > τουρκ.].

kozmik = κοσμικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmique > τουρκ.].

kozmogoni = κοσμογονία [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmogonie > τουρκ.].

kozmogonik = κοσμογονικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmogonique > τουρκ.].

kozmografya = κοσμογραφία [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmographie > τουρκ.].

kozmoloji = κοσμολογία [ελλ. > γαλλ. cosmologie > τουρκ.].

kozmolojik = κοσμολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmologique > τουρκ.].

kozmonot = κοσμοναύτης [ελλ. > γαλλ. cosmonaute > τουρκ.].

kozmopolit = κοσμοπολίτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. cosmopolite > τουρκ.].

kozmos = κόσμος, σύμπαν [αρχ. ελλ. > γαλλ. cosmos > τουρκ.].

köknar = κουκουναριά [νεοελλ. > τουρκ.].

körfez = κόλπος (γεωγ.) [αρχ. ελλ. κόλπος > μετγν. ελλ. κόλφος > μεσν.

ελλ. κόρφος > τουρκ.].

krater = κρατήρας [αρχ. ελλ. κρατήρ > γαλλ. cratère > τουρκ.].

kriko = ανυψωτήρας, γρύλλος [αρχ. ελλ. κρίκος > ιταλ. cricco > τουρκ.].

kripton = κρυπτόν (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. κρυπτόν > γαλλ. krypton > νεοελλ.,

τουρκ.].

kristal = κρύσταλλο [αρχ. ελλ. κρύσταλλος > γαλλ. cristal > τουρκ.].

kristaloit = κρυσταλλοειδής [μετγν. ελλ > γαλλ. cristalloïde > τουρκ.].

kriter = κριτήριο [αρχ. ελλ > γαλλ. critère > τουρκ.].

kritik = κριτική, κριτικός, κρίσιμος [αρχ. ελλ > γαλλ. critique > τουρκ.].

kritisizm = κριτικισμός [ελλ > γαλλ. criticisme > τουρκ.].

kriyoskopi = κρυοσκοπία [ελλ > γαλλ. cryoscopie > τουρκ.].

kriz = κρίση [αρχ. ελλ > γαλλ. crise > τουρκ.].

krizalit = χρυσαλλίδα [αρχ. ελλ > γαλλ. chrysalide > τουρκ.].

krizantem = χρυσάνθεμο [μετγν. ελλ > γαλλ. chrysanthème > τουρκ.].

krokodil = κροκόδειλος [αρχ. ελλ. > γαλλ. crocodile > τουρκ.].

krom = χρώμιο (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. χρώμα > γαλλ. chrome > νεοελλ., τουρκ.].

kromatik = χρωματικός [μετγν. ελλ > γαλλ. chromatique > τουρκ.].

kromoplâst = βλ. kromoplast

kromoplast = χρωμοπλάστης [ελλ > γαλλ. chromoplaste > τουρκ.].

kromosfer = χρωμόσφαιρα [ελλ > γαλλ. chromosphère > τουρκ.].

kromozom = χρωμόσωμα [ελλ > γαλλ. chromosome > τουρκ.].

kronaksi = χροναξία [ελλ > γαλλ. chronaxie > τουρκ.].

kronik = χρονικό, χρόνιο [μετγν. ελλ. χρονικός > γαλλ. chronique > τουρκ.].

kronograf = χρονογράφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. choronographe > τουρκ.].

kronoloji = χρονολογία [μετγν. ελλ. > γαλλ. chronologie > τουρκ.].

kronolojik = χρονολογικός [νεοελλ. > γαλλ. chronologique > τουρκ.].

kronometre = χρονόμετρο [ελλ. > γαλλ. chronomètre > τουρκ.].

ksenofobi = ξενοφοβία [ελλ. > γαλλ. xénophobie > τουρκ.].

ksenon = ξένον (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. ξένος > γαλλ. xénon > νεοελλ., τουρκ.].

Page 185: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

185

ksilofon = ξυλόφωνο [ελλ. > γαλλ. xylophone > τουρκ.].

kuka = κουβάρι κλωστής || ρίζα ινδοκάρυδου [αρχ. ελλ. κόκκος > τουρκ.].

kukumav (kuşu) = κουκουβάγια [μεσν. ελλ. κουκουβάγια, κουκουβάια, από τη

φωνή κουκουβάου > τουρκ.].

kulübe = καλύβα [αρχ. ελλ. καλύβη > περσ. > τουρκ.].

kundak = το ξύλινο τμήμα των τουφεκιών [αρχ. ελλ. κοντός (= κοντάρι) > μεσν.

ελλ. κοντάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. κόνταξ > τουρκ.].

kundura = κουντούρα, παπούτσια πρόχειρα [κοντή ουρά > μεσν.

ελλ. κόντουρος > κούντουρος > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η λέξη είναι τουρκική.

Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι

ελληνική].

kup = κοπή ενδύματος, σχήμα προερχόμενο από κοπή [αρχ. ελλ. κόλαφος >

γαλλ. coupe > τουρκ.].

kurna = γούρνα [μεσν. ελλ. γρώνη > γούρνα > τουρκ.].

kutu = κουτί [αρχ. ελλ. κύτος > *κυτίον > μεσν. ελλ. κουτί > τουρκ.].

küb = βλ. küp

kübik = κυβικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. cubique > τουρκ.].

kübizm = κυβισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. cubisme > τουρκ.].

küfe = κοφίνι [αρχ. ελλ. κόφινος > νεοελλ. κούφα, κόφα > τουρκ.].

külüstür = παλιό, ερειπωμένο, εγκαταλελειμμένο [μετγν. ελλ. κυλίστρα (= χώρος

όπου κυλιούνται τα ζώα) > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος

τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

küme = σωρός, σύνολο, ομάδα [αρχ. ελλ. κυώ (= φουσκώνω, πβ. κύηση) >αρχ.

ελλ. κύμα > αραβ. > τουρκ.].

kümes = ορνιθώνας, κοτέτσι [μετγν. ελλ. κουμάσιον > τουρκ.].

küp = κύβος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cube > τουρκ.].

küpeşte = κουπαστή [μετγν. ελλ. έγκωπον (= τα πλάγια μέρη του πλοίου)

> *εγκωπαστή > νεοελλ. κουπαστή > τουρκ.].

L : λε

labada = λάπαθο (βοτ.) [αρχ. ελλ. λάπαθον > νεοελλ. λάπατο > τουρκ.].

lâbirent = βλ. labirent

labirent = λαβύρινθος [αρχ. ελλ. > γαλλ. labyrinthe > τουρκ.].

lâhana = βλ. lahana

lahana = λάχανο [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

laik = λαϊκός, αυτός που δεν σχετίζεται με τον κλήρο [μετγν. ελλ. > γαλλ. laïque >

τουρκ.].

laisizm = λαϊκισμός [νεοελλ. > γαλλ. laïcisme > τουρκ.].

lâkonik = βλ. lakonik

lakonik = λακωνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. laconique > τουρκ.].

lalanga = λαλαγγίτα, είδος τηγανίτας [μετγν. ελλ. λαλάγγη > τουρκ.].

lâmba = βλ. lamba

lamba = λάμπα [αντιδ. αρχ. ελλ. λαμπάς > ιταλ. lampa > νεοελλ. λάμπα > τουρκ.].

lantan = λανθάνιο (χημ.) [αρχ. ελλ. λανθάνω > λατ. lanthanum > γαλλ. lanthane >

τουρκ.].

lapina = λαπίνα (ιχθ.) [μεσν. ελλ. λαπίνα > τουρκ.].

larenjit = λαρυγγίτιδα [ελλ. > γαλλ. laryngite > τουρκ.].

lâstik = βλ. lastik

lastik = λάστιχο [αντιδ. μετγν. ελλ. ελαστός > ιταλ. elastico, γαλλ. élastique >

Page 186: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

186

τουρκ., νεοελλ.].

laterna = λατέρνα [αντιδ. αρχ. ελλ. λαμπτήρ > λατ. la(n)terna (= λυχνάρι) >

ιταλ. lanterna > τουρκ., νεοελλ.].

leğen = λεκάνη [αρχ. ελλ. λεκάνη, αβέβ. ετύμου > αραβ. > περσ. > τουρκ.].

leksikografi = λεξικογραφία [ελλ. > γαλλ. lexicographie > τουρκ.].

leksikoloji = λεξικολογία [ελλ. > γαλλ. lexicologie > τουρκ.].

lenger = άγκυρα || μεγάλο χάλκινο δοχείο [αρχ. ελλ. άγκυρα > περσ. > τουρκ.].

leopar = λεοπάρδαλη [αντιδ. αρχ. ελλ. πάρδαλις, αβέβ. ετύμου> λατ. leopardus >

μετγν. ελλ. λεόπαρδος > γαλλ. léopard > τουρκ., νεοελλ.].

lepra = λέπρα [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

letarji = λήθαργος [αρχ. ελλ. > γαλλ. léthargie > τουρκ.].

levrek = λαβράκι [μετγν. ελλ. λαβράκιον > τουρκ.].

lezbiyen = λεσβία [αρχ. ελλ. > γαλλ. lesbien > τουρκ.].

liken = λύκος (ιατρ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

likorinoz = λικουρίνι (ιχθ.) [αρχ. ελλ. *λευκορ-ρίνιον > τουρκ.].

liman = λιμάνι [αντιδ. αρχ. ελλ. λιμήν > μετγν. ελλ. λιμένιον > τουρκ. liman >

νεοελλ. λιμάνι].

lipari = το σκουμπρί μετά τον τσίρο, την περίοδο δηλ. που είναι παχύ [αρχ.

ελλ. λιπαρός > τουρκ.].

lipit = λιπίδιο [ελλ. > γαλλ. lipide > τουρκ.].

lipsos = είδος σκορπιού (ιχθ.) [μεσν. ελλ. λειψός > τουρκ.].

lir = λύρα [αρχ. ελλ. > γαλλ. lyre > τουρκ.].

lirik = λυρικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. lyrique > τουρκ.].

lirizm = λυρισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. lyrisme > τουρκ.].

lise = λύκειο [αρχ. ελλ. > γαλλ. lycée > τουρκ.].

litoloji = λιθολογία [ελλ. > γαλλ. lithologie > τουρκ.].

litosfer = λιθόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. lithosphère > τουρκ.].

litre = λίτρο [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

liturya = λειτουργία (θρησκ.) [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

lityum = λίθιο (χημ.) [αρχ. ελλ. λίθος > γαλλ. lithium > τουρκ.].

lodos = νότιος ή ΝΔ άνεμος || είδος ψαριού [αρχ. ελλ. νότος > τουρκ., με

παραφθορά της λέξης].

logaritma = λογάριθμος [ελλ. > γαλλ. logarithme > τουρκ.].

logaritmik = λογαριθμικός [νεοελλ. > γαλλ. logarithmique > τουρκ.].

logistik = βλ. lojistik

logos = λόγος, γλώσσα [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

loğusa = βλ. lohusa

lohusa = λεχώνα, λεχούσα [μεσν. ελλ. > τουρκ.].

lojik = λογική (ουσ.), λογικός (επίθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. logique > τουρκ.].

lojistik = λογισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. logistique > τουρκ.].

lokosit, lökosit = λευκοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. leucocyte > τουρκ.].

lomboz = φινιστρίνι [αρχ. ελλ. ρόμβος > τουρκ.].

longoz = απότομο βάθος σε ποτάμι ή θάλασσα [μεσν. ελλ. λόγγη (= τάφρος)

> λόγγος > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη το λόγγος προέρχεται από το σλαβ. longû].

lop = λοβός || μαλακό κομμάτι, π.χ. κρέας [αρχ. ελλ. λοβός > γαλλ. lobe > τουρκ.].

lökoplâst = βλ. lökoplast

lökoplast = λευκοπλάστης (βοτ.) [ελλ. > γαλλ. leucoplaste > τουρκ.].

lökosit, lokosit = λευκοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. leucocyte > τουρκ.].

Page 187: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

187

lösemi = λευχαιμία [ελλ. > γαλλ. leucémie > τουρκ.].

lüfer = γουφάρι, είδος ψαριού [μεσν. ελλ. γομφάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. γόμφος > τουρκ.].

M : με madalya = μετάλλιο [αρχ. ελλ. μέταλλον > νεοελλ. μετάλλιο > ιταλ. medaglia >

τουρκ.].

madara = κακός, άσχημος [αρχ. ελλ. μαδαρός (= φαλακρός, άδεντρος) > μεσν.

ελλ. μαδάρα > περσ. > τουρκ.].

madrabaz = χονδρέμπορος, μεταπράτης [μετγν. ελλ. μεταπράτης > περσ. > τουρκ.].

magma = μάγμα [αρχ. ελλ. μάσσω > μετγν. ελλ. μάγμα > γαλλ. magma > τουρκ.].

magri = βλ. mıgri

makine = μηχανή [αρχ. ελλ. > λατ. machina > ιταλ. macchina > τουρκ.].

makinist = μηχανικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. machiniste > τουρκ.].

makroekonomi = μακροοικονομία [ελλ. > γαλλ. macroéconomie > τουρκ.].

makroekonomik = μακροοικονομικός [ελλ. > γαλλ. macroéconomique > τουρκ.].

malakit = μαλαχίτης [αντιδ. αρχ. ελλ. μαλάχη > γαλλ. malacihte > τουρκ., νεοελλ.].

malama = άχυρα ανάμικτα με σιτηρά [αρχ. ελλ. μάλαγμα > μεσν. ελλ. μάλαμα >

τουρκ.].

malgama = αμάλγαμα [αντιδ. αρχ. ελλ. μαλάσσω > μετγν. ελλ. μάλαγμα >

λατ. amalgama > τουρκ., νεοελλ.].

malihülya = μελαγχολία [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

manastır = μοναστήρι [μετγν. ελλ. μοναστήριον > τουρκ.].

mancınık = καταπέλτης || ροδάνι [αρχ. ελλ. μάγγανον > αραβ. > τουρκ.].

mandal = μάνταλο [μετγν. ελλ. μάνδαλος > αραβ. > τουρκ.].

mandar = καρούλι πλοίου [μεσν. ελλ. ιμαντάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. ιμάς >

νεοελλ. μαντάρι (= σκοινί πλοίου) > τουρκ.].

mandepsi (argo)

= παγίδα, απάτη [νεοελλ. μάντεψε, προστακτ. του μαντεύω > τουρκ.].

mandıra = μάντρα [αρχ. ελλ. μάνδρα > τουρκ.].

mani = μανία [αρχ. ελλ. > γαλλ. manie > τουρκ.].

manometre = μανόμετρο [αρχ. ελλ. μανός + μέτρον > γαλλ. manomètre > τουρκ.].

mantar = μανιτάρι || φελλός [μετγν. ελλ. αμανιτάριον, υποκορ. του αμανίτης >

μεσν. ελλ. μανιτάρι > τουρκ.].

manya = βλ. mani

manyak = μανιακός [μετγν. ελλ. > γαλλ. maniaque > τουρκ.].

manyetik = μαγνητικός [νεοελλ. > γαλλ. magnétique > τουρκ.].

manyetizma = μαγνητισμός [ελλ. > γαλλ. magnétisme > τουρκ.].

margarin = μαργαρίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. μάργαρον > γαλλ. margarine > τουρκ.,

νεοελλ.].

martaloz, martolos = αρματολός [νεοελλ. > παλαιότ. τουρκ.].

marul = μαρούλι [πιθ. *αμαρούλιον, υποκορ. του λατ. *amarulla (lactuca) > μετγν.

ελλ. μαρούλιον > τουρκ.].

marya = προβατίνα, θηλυκό ζώο [νεοελλ. Μαρία > τουρκ., με παραφθορά της

λέξης, όπως φαίνεται από κείμενα της τουρκοκρατίας].

masarika = η μεμβράνη που περιβάλλει τα έντερα [μετγν. ελλ. μεσάραιον >

τουρκ.].

mastika = μαστίχα [μετγν. ελλ. μαστίχη > τουρκ.].

Page 188: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

188

masura = μασούρι [όψιμο μεσν. ελλ. μασούριον > τουρκ. Σύμφωνα με το online

λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική. Κατ' άλλη άποψη

το μασούριον είναι υποκορ. του τουρκ. masura].

matematik = μαθηματικά [αρχ. ελλ. > γαλλ. mathématique > τουρκ.].

matiz = ματίζω, δένω [μετγν. ελλ. αμματίζω > νεοελλ. ματίζω > τουρκ.] || μέθυσος

(αργκό) [αρχ. ελλ. μέθυσος > τουρκ.].

maydanoz = μαϊντανός [αντιδ. μεσν. ελλ. μακεδονήσι > τουρκ. maydanoz >

νεοελλ. μαϊντανός].

maymun = μαϊμού [πιθ. αρχ. ελλ. μιμώ > αραβ. > τουρκ. > μεσν. ελλ. μαϊμού,

οπότε είναι αντιδάνειο. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Σύμφωνα με το online

λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι αραβική].

mazgal = πολεμίστρα [αρχ. ελλ. μασχάλη > τουρκ.].

medüz = μέδουσα [αρχ. ελλ. > γαλλ. méduse > τουρκ.].

mega = πολύ μεγάλο [αρχ. ελλ. μέγα, ουδέτερο του μέγας > τουρκ.].

megafon = μεγάφωνο [αντιδ. μεσν. ελλ. μεγάφωνος > γαλλ. mégaphone > τουρκ.,

νεοελλ.].

megalomani = μεγαλομανία [ελλ. > γαλλ. mégalomanie > τουρκ.].

mekanik = μηχανική, μηχανικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. méchanique > τουρκ.].

mekanism = βλ. mekanizm

mekanizm = μηχανοκρατία [ελλ. > γαλλ. mécanisme > τουρκ.].

mekanizma = μηχανισμός [ελλ. > ιταλ. mechanisma > τουρκ.].

melânkoli = μελαγχολία [αρχ. ελλ. > γαλλ. mélancolie > τουρκ.].

melanurya = μελανούρι [αρχ. ελλ. μελάνουρος > μεσν. ελλ. μελανούρι > τουρκ.].

melisa = μέλισσα (φυτ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

melodi = μελωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. mélodie > τουρκ.].

melodram = μελόδραμα [ελλ. > γαλλ. mélodrame > τουρκ.].

menderes = μαίανδρος [αρχ. ελλ. Μαίανδρος (= όνομα ποταμού της Μ. Ασίας) >

τουρκ.].

mendirek = κυματοθραύστης [νεοελλ. μαντράκι, υποκορ. του μεσν. ελλ. μάντρα >

τουρκ.].

menenjit = μηνιγγίτιδα [ελλ. > γαλλ. méningite > τουρκ.].

mengene = μέγγενη [αντιδ. αρχ. ελλ. μάγγανον > τουρκ. mengene >

νεοελλ. μέγγενη. Συνήθης η μετατροπή του φθόγγου / a / σε / e / στα ελλ. δάνεια της

τουρκ. π.χ. λαβράκι > levrek, μάρμαρο > mermer, σαμάρι > semer].

menisküs, menüsküs = μηνίσκος [αρχ. ελλ. > λατ. meniscus > τουρκ.].

menopoz = εμμηνόπαυση [ελλ. > γαλλ. ménopause > τουρκ.].

mera = βοσκοτόπι [αρχ. ελλ. μείρομαι (= μοιράζω) > αρχ. ελλ. μέρος > αραβ. >

τουρκ.].

mermer = μάρμαρο [μετγν. ελλ. > αραβ. mermer > τουρκ.].

mersin = μυρσίνη [αρχ. ελλ. μύρτος > μύρσινος > μυρσίνη > τουρκ.].

mestur = μυστικός, μυστήριος [αρχ. ελλ. μυστήριον > αραβ. > τουρκ.].

metabolizma = μεταβολισμός [ελλ. > γαλλ. métabolisme > τουρκ.].

metafizik = μεταφυσική [μετγν. ελλ. > γαλλ. métaphysique > τουρκ.].

metafor = μεταφορά (φιλ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. métaphore > τουρκ.].

metal = μέταλλο [αρχ. ελλ. > γαλλ. métal > τουρκ.].

metalografi = μεταλλογραφία [ελλ. > γαλλ. métallographie > τουρκ.].

metamorfoz = μεταμόρφωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. métamorphose > τουρκ.].

metapsişik = μεταψυχική [ελλ. > γαλλ. métapsychique > τουρκ.].

Page 189: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

189

metatez = μετάθεση συμφώνου (γλωσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. métathèse > τουρκ.].

metazori = με το ζόρι, δια της βίας [νεοελλ. με το + τουρκ. zor > τουρκ.].

metelik = μεταλλίκι [αντιδ. αρχ. ελλ. μεταλλικόν > γαλλ. métalique > τουρκ.,

νεοελλ.].

meteor = μετέωρο [αρχ. ελλ. > γαλλ. météore > τουρκ.].

meteorolog = μετεωρολόγος [αρχ. ελλ. > γαλλ. météorologue > τουρκ.].

meteoroloji = μετεωρολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. météorologie > τουρκ.].

meteorolojik = μετεωρολογικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. météorologique > τουρκ.].

metodoloji = μεθοδολογία [ελλ. > γαλλ. méthodologie > τουρκ.].

metot = μέθοδος [αρχ. ελλ. > γαλλ. méthode > τουρκ.].

metre = μέτρο [αρχ. ελλ. > γαλλ. mètre > τουρκ.].

metrik = μετρικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. métrique > τουρκ.].

metronom = μετρονόμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. métronome > τουρκ.].

metropol = μητρόπολη, μεγαλούπολη [αρχ. ελλ. > γαλλ. métropole > τουρκ.].

metropolit = μητροπολίτης [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

metropoliten = μητροπολιτικός [μετγν. ελλ. μητρόπολις + γαλλ. -tain >

γαλλ. métropolitain > τουρκ.].

mıgri = μουγγρί (ιχθ.) [μετγν. ελλ. γογγρίον, υποκορ. του αρχ. ελλ. γόγγρος, με

παρετυμολ. επίδραση του μουγκρίζω > μεσν. ελλ. μουγγρίν > τουρκ.].

mıhladız = μαγνήτης (λαϊκ.), βλ. mıknatıs

mıknatıs = μαγνήτης [μεσν. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

mıknatısi = βλ. mıknatısî

mıknatısî = μαγνητικός [μεσν. ελλ. μαγνήτης > αραβ. > τουρκ.].

mızıka = μπάντα, μουσική, αρμόνικα [αρχ. ελλ. μουσική > ιταλ. musica > τουρκ.].

midilli = μυντιλής, είδος μικρόσωμου αλόγου που υπήρχε στη Μυτιλήνη [αρχ.

ελλ. Μυτιλήνη > τουρκ.].

midye = μύδι [μετγν. ελλ. μύδιον > τουρκ.].

migren = ημικρανία [μετγν. ελλ. > γαλλ. migraine > τουρκ.].

mihaniki = βλ. mihanikî

mihanikî = μηχανική, ασυναίσθητη [αρχ. ελλ. μηχανική > αραβ. > τουρκ.].

mikrobiyolog = μικροβιολόγος [ελλ. > γαλλ. microbiologue > τουρκ.].

mikrobiyoloji = μικροβιολογία [ελλ. > γαλλ. microbiologie > τουρκ.].

mikrofon = μικρόφωνο [ελλ. > γαλλ. microphone > τουρκ.].

mikrokok = μικρόκοκκος [ελλ. > γαλλ. microcoque > τουρκ.].

mikrometre = μικρόμετρο [ελλ. > γαλλ. micromètre > τουρκ.].

mikron = μικρόν [ελλ. > γαλλ. micron > τουρκ.].

mikrop = μικρόβιο [ελλ. > γαλλ. microbe > τουρκ.].

mikrosefal = μικροκέφαλος [αρχ. ελλ. > γαλλ. microcéphale > τουρκ.].

mikroskop = μικροσκόπιο [ελλ. > γαλλ. microscope > τουρκ.].

mil = μήλη, χειρουργικό εργαλείο που έχει σχήμα λεπτού μεταλλικού ραβδιού

[αρχ. ελλ. μήλη > αραβ. > τουρκ.].

mim = μίμος [αρχ. ελλ. μίμος, αβέβ. ετύμου > γαλλ. mime > τουρκ.].

mimik = μιμητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. mimique > τουρκ.].

mimoza = μιμόζα [αντιδ. αρχ. ελλ. μίμος > λατ. mimus > γαλλ., ιταλ. mimosa >

νεοελλ., τουρκ.].

miras = κληρονομιά [αρχ. ελλ. μοίρα (= μερίδιο) > μεσν. ελλ. μοιρασία > αραβ. >

τουρκ.].

mistisizm = μυστικισμός [ελλ. > γαλλ. mysticisme > τουρκ.].

Page 190: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

190

mit, mitos = μύθος [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

mitoloji = μυθολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. mythologie > τουρκ.].

mitos, mit = μύθος [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

miyasma = μίασμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. miasma > τουρκ.].

miyop = μύωπας [αρχ. ελλ. > γαλλ. myope > τουρκ.].

mnemotekni = μνημονική, μνημοτεχνική [αρχ. ελλ. > γαλλ. mnémotechnie >

τουρκ.].

monad = βλ. monat

monarşi = μοναρχία [αρχ. ελλ. > γαλλ. monarchie > τουρκ.].

monat = μονάδα (φιλοσ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

monizm = μονισμός [ελλ. > γαλλ. monisme > τουρκ.].

monogami = μονογαμία [μετγν. ελλ. > γαλλ. monogamie > τουρκ.].

monografi = μονογραφία [νεοελλ. > γαλλ. monographie > τουρκ.].

monolog = μονόλογος [μεσν. ελλ. > γαλλ. monologue > τουρκ.].

monopol = μονοπώλιο [μετγν. ελλ. > γαλλ. monopole > τουρκ.].

monotip = μονοτυπία [ελλ. > γαλλ. monotype > τουρκ.].

monoton = μονότονος [μετγν. ελλ. > γαλλ. monotone > τουρκ.].

morfem = μόρφημα [ελλ. > γαλλ. morphème > τουρκ.].

morfin = μορφίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. Μορφεύς > γαλλ. morphine > τουρκ.,

νεοελλ.].

morfinoman = μορφινομανία [ελλ. > γαλλ. morphinomane > τουρκ.].

morfoloji = μορφολογία [ελλ. > γαλλ. morphologie > τουρκ.].

mozaik = μωσαϊκό [αντιδ. αρχ. ελλ. Μούσα > λατ. musaicus > γαλλ. mosaïque >

τουρκ., νεοελλ.].

mozole = μαυσωλείο [αρχ. ελλ. Μαύσωλος > μετγν. ελλ. Μαυσώλειον >

γαλλ. mausolée > τουρκ.].

musandıra = μεσάντρα, εντοιχισμένη ντουλάπα για στρώματα και παπλώματα

[αρχ. ελλ. μέσος + άνδηρον (= ύψωμα) > *μεσάνδηρα > νεοελλ. μεσάντρα > τουρκ.

Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος

τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

musiki = μουσική [αρχ. ελλ. > αραβ. > τουρκ.].

muşmula = μούσμουλο [αρχ. ελλ. μέσπιλον > μεσν.

ελλ. μέσπουλον > μούσπουλον > μούσμουλο > τουρκ.].

müze = μουσείο [αρχ. ελλ. > γαλλ. musée > τουρκ.].

müzik = μουσική [αρχ. ελλ. > γαλλ. musique > τουρκ.]. müzler = μούσες [αρχ. ελλ. Μούσαι > τουρκ.].

N : νε nadas = αγρανάπαυση μετά το όργωμα [αρχ. ελλ. νεώ (= καλλιεργώ εκ νέου) >

αρχ. ελλ. νεατός > τουρκ.].

naftalin = ναφθαλίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. νάφθα > γαλλ. naphtaline > τουρκ.,

νεοελλ.].

namus = εντιμότητα [αρχ. ελλ. νόμος > αραβ. > τουρκ.].

narkotik = ναρκωτικό [μετγν. ελλ. > γαλλ. narcotique > τουρκ.].

narkoz = νάρκωση [αρχ. ελλ. > γαλλ. narcose > τουρκ.].

narsisizm = ναρκισσισμός [ελλ. > γαλλ. narcissisme > τουρκ.].

narsist = νάρκισσος, αυτός που αγαπά υπερβολικά τον εαυτό του [αρχ. ελλ. >

γαλλ. narcissist > τουρκ.].

Page 191: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

191

navlun = ναύλο [αρχ. ελλ. ναύλος > τουρκ.].

nefrit = νεφρίτιδα [αρχ. ελλ. > γαλλ. nephrite > τουρκ.].

nekroz = νέκρωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. nécrose > τουρκ.].

nektar = νέκταρ [αρχ. ελλ. > γαλλ. nectar > τουρκ.].

nemf = νύμφη (εντομ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. nymphe > τουρκ.].

neolitik = νεολιθικός [ελλ. > γαλλ. néolithique > τουρκ.].

neolojizm = νεολογισμός [ελλ. > γαλλ. néologisme > τουρκ.].

neon = νέον (χημ.) [αντιδ. αρχ. ελλ. νέον > γαλλ. néon > τουρκ., νεοελλ.].

neoplâzma = βλ. neoplazma

neoplazma = νεόπλασμα [ελλ. > γαλλ. néoplasme > τουρκ.].

nergis = νάρκισσος [αρχ. ελλ. > περσ. nergis > τουρκ.].

neşter = νυστέρι [αρχ. ελλ. νύσσω (= τρυπώ) > *νυστήριον > περσ. > τουρκ.].

nevralji = νευραλγία [μεσν. ελλ. > γαλλ. névralgie > τουρκ.].

nevrasteni = νευρασθένεια [ελλ. > γαλλ. neurasthénie > τουρκ.].

nevroloji = νευρολογία [ελλ. > γαλλ. neurologie > τουρκ.].

nevropat = νευροπαθής [ελλ. > γαλλ. névropathe > τουρκ.].

nevroz = νεύρωση [αντιδ. μεσν. ελλ. > γαλλ. névrose > τουρκ., νεοελλ.].

nostalji = νοσταλγία [μεσν. ελλ. > γαλλ. nostalgie > τουρκ.].

nöron = νευρώνας [ελλ. > γαλλ. neurone > τουρκ.]. nümismatik = νομισματικός [μεσν. ελλ. > γαλλ. numismatique > τουρκ.].

O : ο

obelisk = οβελίσκος [αρχ. ελλ. > γαλλ. obélisque > τουρκ.].

odeon = αρχαίο ελληνικό ωδείο [αρχ. ελλ. ωδείον > γαλλ. odéon > τουρκ.].

odyometre = ακουόμετρο [λατ. audio + αρχ. ελλ. μέτρον > γαλλ. audiomètre >

τουρκ.].

oftalmoloji = οφθαλμολογία [ελλ. > γαλλ. ophtalmologie > τουρκ.].

oftalmoskop = οφθαλμοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. ophtalmoscope > τουρκ.].

okaliptüs = ευκάλυπτος [ελλ. > γαλλ. eucalyptus > τουρκ.].

oksijen = οξυγόνο [ελλ. > γαλλ. oxygène > τουρκ.].

oksit = οξίδιο [αντιδ. αρχ. ελλ. οξύς > γαλλ. oxide > τουρκ., νεοελλ.].

okul = σχολείο [αρχ. ελλ. σχολή > λατ. schola > γαλλ. école > τουρκ.].

okyanus = ωκεανός [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

okyanusya = Ωκεανία [ελλ. > τουρκ.].

oligarşi = ολιγαρχία [αρχ. ελλ. > γαλλ. oligarchie > τουρκ.].

olimpik = ολυμπιακός [αρχ. ελλ. > γαλλ. olympique > τουρκ.].

olimpiyat = ολυμπιακοί αγώνες [αρχ. ελλ. Ολυμπιάς > γαλλ. olympiade > τουρκ.].

omuz = ώμος [αρχ. ελλ. > τουρκ. Η λ. απαντά σε αρκετές τουρκ. γλώσσες, γεγονός

που δημιουργεί αμφιβολίες για την ακριβή προέλευσή της και απαιτεί περαιτέρω

έρευνα].

onanizm = αυνανισμός [ελλ. > γαλλ. onanisme > τουρκ.].

onomastik = ονομαστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. onomastique > τουρκ.].

onomatope = ονοματοποιία [μετγν. ελλ. > γαλλ. onomatopée > τουρκ.].

ontogenez = οντογένεση [ελλ. > γαλλ. ontogénèse > τουρκ.].

ontoloji = οντολογία [ελλ. > γαλλ. ontologie > τουρκ.].

oosfer = ωόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. oosphère > τουρκ.].

oosit = ωοκύτταρο [ελλ. > γαλλ. oocyte > τουρκ.].

optik = οπτική [αρχ. ελλ. > γαλλ. optique > τουρκ.].

Page 192: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

192

orfoz = ροφός, είδος ψαριού [αρχ. ελλ. όρφος, ορφός > τουρκ.].

organ = όργανο [αρχ. ελλ. > γαλλ. organe > τουρκ.].

organik = οργανικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. organique > τουρκ.].

organizma = οργανισμός [ελλ. > γαλλ. organisme > τουρκ.].

orgazm = οργασμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. orgasme > τουρκ.].

orkestra = ορχήστρα [αρχ. ελλ. > γαλλ. orchestre > τουρκ.].

orkide = ορχιδέα [αντιδ. αρχ. ελλ. όρχις > λατ. orchidea > γαλλ. orchidée > τουρκ.,

νεοελλ.].

orkinos = τόννος, είδος ψαριού [μετγν. ελλ. όρκυνος > τουρκ.].

orkit = ορχίτιδα [ελλ. > γαλλ. orchite > τουρκ.].

ornitoloji = ορνιθολογία [ελλ. > γαλλ. ornithologie > τουρκ.].

orojeni = ορογένεια, ορογένεση [ελλ. > γαλλ. orogénie > τουρκ.].

ortodoks = ορθόδοξος [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

ortopedi = ορθοπαιδική [ελλ. > γαλλ. orthopédie > τουρκ.].

ortopedik = ορθοπαιδικός [ελλ. > γαλλ. orthopédique > τουρκ.].

oşinografi = ωκεανογραφία [ελλ. > αγγλ. oceαnography > τουρκ.].

otantik = αυθεντικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. authentique > τουρκ.].

otarsi = αυτάρκεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. autarcie > τουρκ.].

otistik = αυτιστικός [ελλ. > γαλλ. autistique > τουρκ.].

otizm = αυτισμός [ελλ. > γαλλ. autisme > τουρκ.].

otobiyografi = αυτοβιογραφία [ελλ. > γαλλ. autobiographie > τουρκ.].

otodidakt = αυτοδίδακτος [αρχ. ελλ. > γαλλ. autodidact > τουρκ.].

otoerotizm = αυτοερωτισμός [ελλ. > γαλλ. auto-érotisme > τουρκ.].

otograf = αυτόγραφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. autographe > τουρκ.].

otokrasi = αυτοκρατορία [μετγν. ελλ. > γαλλ. autocratie > τουρκ.].

otokrat = αυτοκράτορας [αρχ. ελλ. αυτοκράτωρ > γαλλ. autocrate > τουρκ.].

otokritik = αυτοκριτική [ελλ. > γαλλ. autocritique > τουρκ.].

otomat = αυτόματο (ουσ.) [ελλ. > γαλλ. automate > τουρκ.].

otomatik = αυτόματος (επίθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. automatique > τουρκ.].

otomatizm = αυτοματισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. automatisme > τουρκ.].

otonomi = αυτονομία [αρχ. ελλ. > γαλλ. autonomie > τουρκ.].

otopsi = αυτοψία, νεκροψία [μετγν. ελλ. αυτοψία > γαλλ. autopsie > τουρκ.].

oya = ούγια [αρχ. ελλ. όα / ώα > μετγν. ελλ. ούα > μεσν. ελλ. ούια > τουρκ.].

ozmos = όσμωση [αντιδ. μετγ. ελλ. ωσμός + -ωση > γαλλ. osmose > τουρκ.,

νεοελλ.]. ozon = όζον [αντιδ. αρχ. ελλ. όζον > γαλλ. ozone > τουρκ., νεοελλ.].

Ö : ε άφωνο, όπως το γαλλικό eu και το γερμανικό ö ödem = οίδημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. oedème > τουρκ.].

ökse = ιξός, κολλώδης ουσία [αρχ. ελλ. ιξός > τουρκ.].

örgüt = οργάνωση, ίδρυμα [μετγν. ελλ. οργάνωσις > τουρκ.]. ötanazi = ευθανασία [μετγν. ελλ. > γαλλ. euthanasie > τουρκ.].

P : πε

palamar = παλαμάρι [αντιδ. αρχ. ελλ. παλάμη > μεσν. λατ. palamarius >

νεοελλ. παλαμάρι > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής

γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

palamut = παλαμίδα [μετγν. ελλ. παλαμίς > τουρκ.] || βαλανίδι [μετγν.

Page 193: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

193

ελλ. βαλανίδιον > τουρκ., με παραφθορά της λέξης].

palanga = παλάγκο, πολύσπαστο [αντιδ. αρχ. ελλ. φάλαγξ > λατ. phalangae >

ιταλ. palanco / paránco > τουρκ., νεοελλ. παλάγκο].

palavra = ψευδολογία || ανόητη φλυαρία [αντιδ. αρχ. ελλ. παραβολή >

λατ. parabola > ισπ. palavra > νεοελλ., τουρκ.].

paleografi = παλαιογραφία [ελλ. > γαλλ. paléographie > τουρκ.].

paleontoloji = παλαιοντολογία [ελλ. > γαλλ. paléontologie > τουρκ.].

paleozoik = παλαιοζωικός [ελλ. > γαλλ. paléozoïque > τουρκ.].

palikarya = παλικάρι [μεσν. ελλ. παλληκάριον > τουρκ.].

panayır = πανηγύρι [μεσν. ελλ. πανηγύριον > τουρκ.].

pandomima = παντομίμα [αντιδ. μετγν. ελλ. παντόμιμος > λατ. pantomimus >

ιταλ. pantomima > τουρκ., νεοελλ.].

panik = πανικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. panique > τουρκ.].

pankras = παγκράτιο [αρχ. ελλ. παγκράτιον > γαλλ. pancrace > τουρκ.].

pankreas = πάγκρεας [αρχ. ελλ. > γαλλ. pancréas > τουρκ.].

panorama = πανόραμα [ελλ. > γαλλ. panorama > τουρκ.].

panoramik = πανοραμικός [ελλ. > γαλλ. panoramique > τουρκ.].

panteist = πανθεϊστής [ελλ. > γαλλ. panthéiste > τουρκ.].

panteizm = πανθεϊσμός [ελλ. > γαλλ. panthéisme > τουρκ.].

panteon = πάνθεον [αρχ. ελλ. > γαλλ. panthéon > τουρκ.].

pantograf = παντογράφος [ελλ. > γαλλ. pantographe > τουρκ.].

pantufla = παντόφλα [αντιδ. αρχ. ελλ. παντο- + φελλός > ιταλ. pantofola >

γαλλ. pantoufle > νεοελλ. παντούφλα > τουρκ.].

papatya = το λουλούδι μαργαρίτα [μεσν. ελλ. παπαδιά > τουρκ.].

papaz = παπάς [αρχ. ελλ. πάππας (= μπαμπάς) > μεσν. ελλ. παπ(π)άς > τουρκ.].

papirüs = πάπυρος [αρχ. ελλ. πάπυρος, αβέβ. ετύμου > γαλλ. papyrus > τουρκ.].

parabol = παραβολή (μαθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. parabole > τουρκ.].

parabolik = παραβολικός (μαθ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. parabolique > τουρκ.].

paraboloit = παραβολοειδής [ελλ. > γαλλ. paraboloïde > τουρκ.].

paradigma = παράδειγμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. paradigme > τουρκ.].

paradoks = παράδοξος [αρχ. ελλ. > γαλλ. paradoxe > τουρκ.].

parafazi = παραφασία [ελλ. > γαλλ. paraphasie > τουρκ.].

paragraf = παράγραφος [μετγν. ελλ. > γαλλ. paragraphe > τουρκ.].

paraketa = παραγάδι || ταχύμετρο πλοίου [μεσν. ελλ. παραγαύδιον, υποκορ. του

μετγν. ελλ. παραγαύδης (= κροσσωτό φόρεμα), πιθ. περσ. δάνειο >

νεοελλ. παραγάδι > τουρκ.].

paralâks = βλ. paralaks

paralaks = παράλλαξη (αστρ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. parallaxe > τουρκ.].

paralel = παράλληλος [αρχ. ελλ. > γαλλ. parallèle > τουρκ.].

paralelizm = παραλληλισμός [μεσν. ελλ. > γαλλ. parallélisme > τουρκ.].

paralojizm = παραλογισμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. paralogisme > τουρκ.].

parametre = παράμετρος [ελλ. > γαλλ. paramètre > τουρκ.].

paramnezi = παραμνησία [ελλ. > γαλλ. paramnésie > τουρκ.].

parankima = παρέγχυμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. parenchyme > τουρκ.].

paranoya = παράνοια [αρχ. ελλ. > γαλλ. paranoïa > τουρκ.].

paranoyak = παρανοϊκός [ελλ. > γαλλ. paranoïaque > τουρκ.].

parantez = παρένθεση [μετγν. ελλ. > γαλλ. paranthèse > τουρκ.].

parapsikoloji = παραψυχολογία [ελλ. > αγγλ. parapsychlogy > τουρκ.].

Page 194: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

194

parasempatik = παρασυμπαθητικό [ελλ. > γαλλ. parasympathique > τουρκ.].

parazit = παράσιτο [αρχ. ελλ. > γαλλ. parasite > τουρκ.].

parazitoloji = παρασιτολογία [ελλ. > γαλλ. parasitologie > τουρκ.].

parodi = παρωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. parodie > τουρκ.].

parşömen = περγαμηνή [μετγν. ελλ. > γαλλ. parchemin > τουρκ.].

partenogenez = παρθενογένεση [ελλ. > γαλλ. parthénogenèse > τουρκ.].

paspal = πασπάλη, αλεύρι με πίτουρο [αρχ. ελλ. πασπάλη > τουρκ.].

pasta = πάστα, είδος γλυκίσματος [αντιδ. μετγν. ελλ. πάστη (= ζύμη) > μετγν.

λατ. pasta > ιταλ. pasta > τουρκ., νεοελλ.].

pastra = πάστρα (χαρτοπαιγν.) [μεσν. ελλ. > τουρκ.].

patetik = παθητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pathétique > τουρκ.].

pati = τα εμπρόσθια πόδια των ζώων, π.χ. γάτας κ.λπ. || το πόδι του μικρού παιδιού

[αρχ. ελλ. πατώ > τουρκ.].

patik = πατίκι, παντούφλα [αρχ. ελλ. πατώ + -ίκι > νεοελλ. πατίκι > τουρκ.].

patojen = παθογόνος [νεοελλ. > γαλλ. pathogène > τουρκ.].

patoloji = παθολογία [ελλ. > γαλλ. pathologie > τουρκ.].

patolojik = παθολογικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. pathologique > τουρκ.].

patrik = πατριάρχης [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

patrikhane = πατριαρχείο [μετγν. ελλ. πατριάρχης + περσ. hane > τουρκ.].

pavurya = καρκίνος (αστρ.) [αρχ. ελλ. πάγουρος > τουρκ.].

paydos = διακοπή εργασίας [μεσν. ελλ. φαγητόν (ο σκοπός μάλλον της διακοπής) >

τουρκ. Κατ' άλλη άποψη αρχ. ελλ. παύσις > τουρκ. Σύμφωνα με το online λεξικό

του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

payton = παϊτόνι, άμαξα [αρχ. ελλ. Φαέθων > γαλλ. phaéton >

τουρκ. payton, fayton, βλ. λέξη].

pedagog = παιδαγωγός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pédagogue > τουρκ.].

pedagoji = παιδαγωγική [αρχ. ελλ. > γαλλ. pédagogie > τουρκ.].

pedagojik = παιδαγωγικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pédagogique > τουρκ.].

pedavra = λεπτό σανίδι [αρχ. ελλ. πέτευρον > μεσν. ελλ. πέταυρον > τουρκ.].

pediatri = παιδιατρική [ελλ. > γαλλ. pédiatrie > τουρκ.].

pedoloji = παιδολογία [ελλ. > γαλλ. paidologie > τουρκ.] || πεδολογία, εδαφολογία

[αρχ. ελλ. πέδον > γαλλ. pédologie > τουρκ.].

peksimet = παξιμάδι [μετγν. ελλ. παξαμάδιον > μεσν. ελλ. παξιμάδιον >

νεοελλ. παξιμάδι > τουρκ.].

pelikan = πελεκάνος [αρχ. ελλ. πελεκάν > γαλλ. pélican > τουρκ.].

pelte = πελτές [αντιδ. μετγν. ελλ. πολτός > περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

pentatlon = πένταθλο [αρχ. ελλ. πένταθλον > γαλλ. pentathlon > τουρκ.].

pepsin = πεψίνη [αντιδ. αρχ. ελλ. πέψις > γαλλ. pepsine > τουρκ., νεοελλ.].

pepton = πεπτόνη [αντιδ. αρχ. ελλ. πεπτόν > γαλλ. peptone > τουρκ., νεοελλ.].

pereme = μικρό πλοίο [μετγν. ελλ. πέραμα (= πέρασμα) > τουρκ.].

perese = νήμα της στάθμης || κατάσταση [νεοελλ. περασιά (= ευθυγράμμιση) >

τουρκ.].

peripatetizm = η φιλοσοφία του Αριστοτέλη [ελλ. > γαλλ. péripatétisme > τουρκ.].

periskop = περισκόπιο [ελλ. > γαλλ. périscope > τουρκ.].

periton = περιτόναιο [αρχ. ελλ. > γαλλ. péritoine > τουρκ.].

peritonit = περιτονίτιδα [ελλ. > γαλλ. péritonite > τουρκ.].

periyodik = περιοδικός [μετγν. ελλ. > périodique > τουρκ.].

perki = πέρκα (ιχθ.) [αρχ. ελλ. πέρκη > τουρκ.].

Page 195: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

195

permeçe = είδος λεπτού σκοινιού του πλοίου [αρχ. ελλ. πρυμνήσιον >

νεοελλ. πρυμάτσα > τουρκ.].

peroksit = υπεροξίδιο [λατ. per + ελλ. οξίδιο> γαλλ. peroxyde > τουρκ.].

peronospora = περονόσπορος [ελλ. > τουρκ.].

pestil = ξερά φρούτα σε φύλλα [μετγν. ελλ. πάστιλλος > τουρκ.].

petrografi = πετρογραφία [ελλ. > γαλλ. pétrographie > τουρκ.].

petrol = πετρέλαιο [αρχ. ελλ. πέτρα + έλαιον > γαλλ. pétrole > τουρκ.].

pıhtı = πηχτός [αρχ. ελλ. πηκτός > περσ. > τουρκ.].

pırasa = πράσο [αρχ. ελλ. πράσον > τουρκ.].

pırnal = πουρνάρι [μεσν. ελλ. πιρνάριον > τουρκ.].

pırpırı, pirpiri = πέρπυρο, χρυσό βυζαντινό νόμισμα [αρχ. ελλ. υπέρπυρος > μεσν.

ελλ. υπέρπυρον > τουρκ.].

pide = πίτα [αντιδ. αρχ. ελλ. πηκτή > λατ. picta > ιταλ. pitta > νεοελλ. πίτα >

τουρκ.].

pilâki = βλ. pilaki

pilaki = πλακί φαγητό [αρχ. ελλ. πλακίον > τουρκ.].

pilot = πιλότος [αντιδ. πιθ. αρχ. ελλ. πηδόν > ιταλ. piloto, γαλλ. pilote > τουρκ.,

νεοελλ.].

pines = πίνα, είδος όστρακου [αρχ. ελλ. πίνα > τουρκ.].

piramidal = πυραμιδοειδής [αρχ. ελλ. πυραμίς + γαλλ. -al > γαλλ. pyramidal >

τουρκ.].

piramit = πυραμίδα [αρχ. ελλ. > γαλλ. pyramide > τουρκ.].

pirina = πυρήνα (καύσιμος ύλη) [νεοελλ. > τουρκ.].

piroksen = πυρόξενο (γεωλ.) [ελλ. > γαλλ. pyroxène > τουρκ.].

pirosfer = πυρόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. pyrosphère > τουρκ.].

pirpiri = βλ. pırpırı

piskopos = επίσκοπος [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

piton = πύθωνας [αρχ. ελλ. Πύθων > γαλλ. python > τουρκ.].

piyale = φιάλη, ποτήρι [αρχ. ελλ. φιάλη > περσ.> τουρκ.].

piyata = πλατύ και μεγάλο πιάτο φαγητού [αντιδ. αρχ. ελλ. πλατύς > λατ. *plattus >

ιταλ. piatto > νεοελλ., τουρκ.].

pizolit = πισσόλιθος (γεωλ.) [ελλ. > γαλλ. pisolithe > τουρκ.].

plak = πλάκα, δίσκος [αρχ. ελλ. πλάξ > γαλλ. plaque > τουρκ.].

plaka = πινακίδα κυκλοφορίας τροχοφόρων || μεταλλικό φύλλο [αρχ. ελλ. πλάξ >

ιταλ. placca > τουρκ.].

planet = πλανήτης [αρχ. ελλ. > γαλλ. planète > τουρκ.].

plânkton = βλ. plankton

plankton = πλαγκτόν [αντιδ. αρχ. ελλ. πλαγκτόν > αγγλ., γερμ. plankton > τουρκ.,

νεοελλ.].

plâstik = βλ. plastik

plastik = πλαστικό, πλαστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. plastique > τουρκ.].

platin = πλατίνα [αντιδ. αρχ. ελλ. πλατύς > λατ. *plattus > ισπ. platina (= ασήμι) >

νεοελλ., τουρκ.].

plâtonik = βλ. platonik

platonik = πλατωνικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. platonique > τουρκ.].

plâzma = βλ. plazma

plazma = πλάσμα (ιατρ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. plasma > τουρκ.].

plutokrasi = βλ. plütokrasi

Page 196: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

196

plütokrasi = πλουτοκρατία [αρχ. ελλ. > γαλλ. ploutocratie > τουρκ.].

Plüton = Πλούτων [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

polemik = πολεμική [αρχ. ελλ. > γαλλ. polémique > τουρκ.].

poliandri = πολυανδρία [μετγν. ελλ. > γαλλ. polyandrie > τουρκ.].

polifoni = πολυφωνία [μετγν. ελλ. > γαλλ. polyphonie > τουρκ.].

poligam = πολύγαμος [μετγν. ελλ. > γαλλ. polygame > τουρκ.].

poligami = πολυγαμία [μετγν. ελλ. > γαλλ. polygamie > τουρκ.].

poligon = πολύγωνο [αρχ. ελλ. > γαλλ. polygone > τουρκ.].

poliklinik = πολυκλινική [ελλ. > γαλλ. policlinique > τουρκ.].

polimeri = πολυμέρεια [μετγν. ελλ. > γαλλ. polymérie > τουρκ.].

polip = πολύποδας [αρχ. ελλ. πολύπους > γαλλ. polype > τουρκ.].

polis = αστυνομία [αρχ. ελλ. πόλις > γαλλ. police > τουρκ.].

politeist = πολυθεϊστής [ελλ. > γαλλ. polythéiste > τουρκ.].

politeizm = πολυθεϊσμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. polythéisme > τουρκ.].

politik = πολιτικός (επιθ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. politique > τουρκ.].

politika = πολιτική (ουσ.) [αρχ. ελλ. > ιταλ. politica > τουρκ.].

politikacı = πολιτικός (ουσ.) [αρχ. ελλ. πολιτική > ιταλ. politica + τουρκ. -cı >

τουρκ.].

porfir = πορφυρίτης [ελλ. > γαλλ. porphyre > τουρκ.].

pornografi = πορνογραφία [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. pornographie > τουρκ.,

νεοελλ.].

poyraz = βοριάς [αρχ. ελλ. βορέας > τουρκ. poyraz, με αντιμετάθεση].

poz = πόζα [αντιδ. μετγν. ελλ. παύσις > λατ. pausa > γαλλ. pose > τουρκ., νεοελλ.].

pragmatik = πραγματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. pragmatique > τουρκ.].

pragmatist = πραγματιστής [ελλ. > γαλλ. pragmatiste > τουρκ.].

pragmatizm = πραγματισμός [ελλ. > γαλλ. pragmatisme > τουρκ.].

pratik = πρακτικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. pratique > τουρκ.].

prehistorik = προϊστορικός [ελλ. > γαλλ. préhistorique > τουρκ.].

prehistorya = προϊστορία [αρχ. ελλ. ιστορία > λατ. *praehistoria > τουρκ.].

presbit = πρεσβύωπας [ελλ. > γαλλ. presbyte > τουρκ.].

prizma = πρίσμα [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

problem = πρόβλημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. problème > τουρκ.].

program = πρόγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. programme > τουρκ.].

prolog = πρόλογος [αρχ. ελλ. > γαλλ. prologue > τουρκ.].

prostat = προστάτης (ανατ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. prostate > τουρκ.].

prostela = μπροστέλα [μεσν. ελλ. εμπροστά + -έλα > εμπροστέλα > μπροστέλα >

τουρκ. Κατ' άλλη άποψη σλαβ. prestela > νεοελλ. μπροστέλα, με παρετυμολ.

επίδραση του εμπρός. Σύμφωνα με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής

γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

protein = πρωτεΐνη [αντιδ. μετγν. ελλ. πρώτειος > γαλλ. protéine > τουρκ.,

νεοελλ.].

protez = τεχνητό μέλος του σώματος || πρόθεμα (γλωσ.) [αρχ. ελλ. πρόθεσις >

γαλλ. prothèse > τουρκ.].

protokol = πρωτόκολλο [μετγν. ελλ. πρωτόκολλον > γαλλ. protocole > τουρκ.].

proton = πρωτόνιο [αντιδ. αρχ. ελλ. πρώτον > γαλλ. proton > τουρκ., νεοελλ.].

protoplâzma = βλ. protoplazma

protoplazma = πρωτόπλασμα [ελλ. > γαλλ. protoplasma > τουρκ.].

prototip = πρωτότυπος [μετγν. ελλ. > γαλλ. prototype > τουρκ.].

Page 197: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

197

prozodi = προσωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. prosodie > τουρκ.].

pruva = πλώρη [αρχ. ελλ. πρώρα > ιταλ. prua > τουρκ.].

psikanaliz = ψυχανάλυση [ελλ. > γαλλ. psychanalyse > τουρκ.].

psikasteni = ψυχασθένεια [ελλ. > γαλλ. psychasthénie > τουρκ.].

psikiyatr = ψυχίατρος [ελλ. > γαλλ. psychiatre > τουρκ.].

psikiyatri = ψυχιατρική [ελλ. > γαλλ. psychiatrie > τουρκ.].

psikolog = ψυχολόγος [ελλ. > γαλλ. psychologue > τουρκ.].

psikoloji = ψυχολογία [ελλ. > γαλλ. psychologie > τουρκ.].

psikolojik = ψυχολογικός [ελλ. > γαλλ. psychologique > τουρκ.].

psikolojizm = ψυχολογισμός [ελλ. > γαλλ. psycologisme > τουρκ.].

psikometri = ψυχομετρία [ελλ. > γαλλ. psychomètrie > τουρκ.].

psikopati = ψυχοπάθεια [ελλ. > γαλλ. psychopathie > τουρκ.].

psikoz = ψύχωση [μετγν. ελλ. > γαλλ. psychose > τουρκ.].

psişik = ψυχικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. psychique > τουρκ.].

R : ρε

rafadan, rafıdan = μελάτο αβγό, ρουφηχτό αβγό [μετγν. ελλ. ροφητόν > τουρκ.].

rapsodi = ραψωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. rhapsodie > τουρκ.].

raşitik = ραχιτικός [ελλ. > γαλλ. rachitique > τουρκ.].

raşitizm = ραχιτισμός, ραχίτιδα [μετγν. ελλ. > γαλλ. rachitisme > τουρκ.].

reçina = ρετσίνα, είδος ελληνικού κρασιού [αρχ. ελλ. ρητίνη, μετγν. λατ. resina >

νεοελλ. ρετσίνα > τουρκ.].

reosta = ρεοστάτης (φυσ.) [ελλ. > γαλλ. rhéostat > τουρκ.].

retorik = ρητορική [αρχ. ελλ. > γαλλ. rhétorique > τουρκ.].

ritim = ρυθμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. rythme > τουρκ.].

romatizma = ρευματισμός [αντιδ. αρχ. ελλ. ρευματισμός > γαλλ. rhumatisme > τουρκ., νεοελλ.].

S : σε

safir = ζαφείρι [αντιδ. μετγν. ελλ. σάπφειρος > λατ. sapphirus > γαλλ. saphir >

τουρκ., νεοελλ.].

safsata = σόφισμα [μετγν. ελλ. σοφιστεία > αραβ. > τουρκ.].

sahne = σκηνή [αρχ. ελλ. σκηνή > αραβ. > τουρκ.].

sako = πανωφόρι [αρχ. ελλ. σάκκος, σημιτικό δάνειο > λατ. saccus > ιταλ. sacco >

τουρκ.].

salamandra = είδος σαύρας [αρχ. ελλ. σαλαμάνδρα > τουρκ.] || είδος θερμάστρας

[αρχ. ελλ. σαλαμάνδρα > γαλλ. salamandre > τουρκ.].

saloz = αυτός που του έχει σαλέψει ο νους [αρχ. ελλ. σάλος (= τρικυμία, σεισμός) >

μεσν. ελλ. σαλός > τουρκ.].

salya = σάλιο [αρχ. ελλ. σίαλος > μεσν. ελλ. σάλιο > τουρκ.].

salyangoz = σαλιγκάρι, σάλιαγκας, σαλιάγκος [μεσν. ελλ. σαλίγκας > τουρκ.].

sandal = σάνταλο, είδος φυτού [μετγν. ελλ. σάνταλον, αγν. ετύμου > αραβ. >

τουρκ.] || βάρκα [αρχ. ελλ. σανδάλιον, υποκορ. του σάνδαλον, αγν. ετύμου >

τουρκ.] || σανδάλι, πέδιλο [αρχ. ελλ. σανδάλιον, υποκορ. τουσάνδαλον, αγν. ετύμου

> γαλλ. sandale > τουρκ.].

saprofit = σαπρόφυτο [ελλ. > γαλλ. saprophyte > τουρκ.].

sardun = είδος σκοινιού των ψαράδων [αρχ. ελλ. σαρδόνιον (= χλευαστικό γέλιο) >

νεοελλ. σαρδόνι (= χοντρό και στενό σε πλάτος δίχτυ) > τουρκ.].

sarkom = σάρκωμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. sarcome > τουρκ.].

Page 198: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

198

sarpa = σάρπα (ιχθ.) [αρχ. ελλ. σάλπη > νεοελλ. σάρπα > τουρκ.].

sedir = κέδρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cèdre > τουρκ.].

semafor = σηματοφόρος [ελλ. > γαλλ. sémaphore > τουρκ.].

semantik = σημαντική, σημασιολογία [αρχ. ελλ. σημαντική > γαλλ. sémantique >

τουρκ.].

sembol = σύμβολο [αρχ. ελλ. > γαλλ. symbole > τουρκ.].

sembolizm = συμβολισμός [ελλ. > γαλλ. symbolisme > τουρκ.].

semer = σαμάρι [μετγν. ελλ. σαγμάριον > μεσν. ελλ. σαμάρι > τουρκ.].

semiyoloji = σημειολογία [ελλ. > γαλλ. sémiologie > τουρκ.].

semiyolojik = σημειολογικός [ελλ. > γαλλ. sémiologique > τουρκ.].

sempati = συμπάθεια [αρχ. ελλ. > γαλλ. sympathie > τουρκ.].

sempatik = συμπαθητικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. sympatique > τουρκ.].

sempozyum = συμπόσιο [αρχ. ελλ. > γαλλ. symposium > τουρκ.].

semptom = σύμπτωμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. symptome > τουρκ.].

senaryo = σενάριο [αντιδ. αρχ. ελλ. σκηνή > λατ. scenarium, υποκορ. του scena > γ

αλλ. scénario, ιταλ. scenário > νεολλ., τουρκ.].

sendik = σύνδικος [αρχ. ελλ. > γαλλ. syndic > τουρκ.].

sendika = συνδικάτο [αντιδ. αρχ. ελλ. σύνδικος > γαλλ. syndicat > τουρκ., νεοελλ.].

sendrom = σύνδρομο [αρχ. ελλ. σύνδρομος > γαλλ. syndrome > τουρκ.].

senfoni = συμφωνία (μουσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. symphonie > τουρκ.].

senkretizm = συγκρητισμός [μετγν. ελλ. > γαλλ. syncrétisme > τουρκ.].

senkron = σύγχρονος [μετγν. ελλ. > γαλλ. synchrone > τουρκ.].

senkronik = συγχρονικός [ελλ. > γαλλ. synchronique > τουρκ.].

sentagma = σύνταγμα (γλωσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. syntagme > τουρκ.].

sentaks = σύνταξη (γλωσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. syntaxe > τουρκ.].

sentetik = συνθετικό [αρχ. ελλ. > γαλλ. synthétique > τουρκ.].

sentez = σύνθεση [αρχ. ελλ. > γαλλ. synthèse > τουρκ.].

septik = σκεπτικιστής [ελλ. > γαλλ. sceptique > τουρκ.].

septisizm = σκεπτικισμός [ελλ. > γαλλ. scepticisme > τουρκ.].

sepya = μελάνι σουπιάς και ζωγραφιά από μελάνι σουπιάς [αρχ. ελλ. σηπία >

λατ. sepia > ιταλ. seppia > τουρκ.].

seramik = κεραμικός, κεραμικό [αρχ. ελλ. κέραμος > αρχ. ελλ. κεραμικός >

γαλλ. céramique > τουρκ.].

sfenks = σφίγγα [αρχ. ελλ. σφίγξ > γαλλ. sphinx > τουρκ.].

sınır = σύνορο [νεοελλ. σύνορο, ουδ. του αρχ. ελλ. σύνορος > τουρκ.].

sınırdaş = αυτοί που έχουν κοινά σύνορα [νεοελλ. σύνορο, ουδ. του αρχ.

ελλ. σύνορος + τουρκ. -daş > τουρκ.].

sınırlı = οριοθετημένος || οριακός [νεοελλ. σύνορο, ουδ. του αρχ. ελλ. σύνορος +

τουρκ. -lı > τουρκ.].

sıra = σειρά [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

sırma = λεπτό ασημένιο σύρμα [αρχ. ελλ. σύρμα > τουρκ.].

sırmakeş = ο κατασκευαστής σύρματος [αρχ. ελλ. σύρμα + περσ. -keş > τουρκ.].

sırmalı = συρματόπλεκτος [αρχ. ελλ. σύρμα + τουρκ. -lı > τουρκ.].

sideroz = ανθρακικός σίδηρος [αρχ. ελλ. σίδηρος > γαλλ. sidérose > τουρκ.].

sifon = σίφων [αρχ. ελλ. > γαλλ. siphon > τουρκ.].

siklamen = κυκλάμινο [μετγν. ελλ. κυκλάμινος > γαλλ. cyclamen > τουρκ.].

siklon = κυκλώνας [αντιδ. αρχ. ελλ. κύκλος > γαλλ. cyclone > τουρκ., νεοελλ.].

silindir = κύλινδρος [αρχ. ελλ. > γαλλ. cylindre > τουρκ.].

Page 199: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

199

silindiraj = κυλίνδρωση [αρχ. ελλ. κύλινδρος + γαλλ. -age > γαλλ. cylindrage >

τουρκ.].

silindirsel = κυλινδρικός [αρχ. ελλ. κύλινδρος > γαλλ. cylindre + τουρκ. -sel >

τουρκ.].

simetri = συμμετρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. symétrie > τουρκ.].

simetrik = συμμετρικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. symétrique > τουρκ.].

simetrisiz = ασύμμετρος [αρχ. ελλ. συμμετρία + τουρκ. -siz > τουρκ.].

simit = σιμίτι, κουλλούρι [αντιδ. αρχ. ελλ. σεμίδαλις > αραβ. > τουρκ. >

νεοελλ. σιμίτι].

sinagog = συναγωγή [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

sinarit = συναγρίδα [αρχ. ελλ. συναγρίς > τουρκ.].

sinema = κινηματογράφος [αντιδ. αρχ. ελλ. κίνημα + γράφω >

γαλλ. cinématographe και συντετμ. cinéma > τουρκ., νεοελλ. σινεμά].

sinematik = κινηματική [ελλ. > γαλλ. cinématique > τουρκ.].

sinematograf = κινηματογράφος [ελλ. > γαλλ. cinématographe > τουρκ.].

sinematografik = κινηματογραφικός [ελλ. > γαλλ. cinématographique > τουρκ.].

sinerji = συνεργασία [μετγν. ελλ. > γαλλ. synergie > τουρκ.].

sinestezi = συναισθησία [ελλ. > γαλλ. synésthésie > τουρκ.].

sini = σινί, μεγάλο χάλκινο ταψί [μετγν. ελλ. σινίον > περσ. > τουρκ.].

sinik = κυνικός (φιλοσ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. cynique > τουρκ.].

sinizm, kinizm = κυνισμός (φιλοσ.) [μετγν. ελλ. > γαλλ. cynisme > τουρκ.].

sinonim = συνώνυμος [αρχ. ελλ. > γαλλ. synonyme > τουρκ.].

siroz = κίρρωση ήπατος [ελλ. > γαλλ. cirrhose > τουρκ.].

sirtaki = συρτάκι [αρχ. ελλ. συρτός > νεοελλ. συρτάκι > τουρκ.].

sirto = συρτός χορός [αρχ. ελλ. συρτός > τουρκ.].

sismik = σεισμικός [νεοελλ. > γαλλ. sismique > τουρκ.].

sismograf = σεισμογράφος [ελλ. > γαλλ. sismographe > τουρκ.].

sismolog = σεισμολόγος [ελλ. > γαλλ. sismologue > τουρκ.].

sismoloji = σεισμολογία [ελλ. > γαλλ. sismologie > τουρκ.].

sistem = σύστημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. système > τουρκ.].

sistematik = συστηματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. systématique > τουρκ.].

sistire = ξύστρα [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

sistit = κυστίτιδα [ελλ. > γαλλ. cystite > τουρκ.].

sistol = συστολή της καρδιάς [μετγν. ελλ. συστολή > γαλλ. systole > τουρκ.].

siyatik = ισχιαλγία [ελλ. > γαλλ. sciatique > τουρκ.].

skandal = σκάνδαλο [μετγν. ελλ. > γαλλ. scandale > τουρκ.].

skleroz = σκλήρυνση [νεοελλ. > γαλλ. sclérose > τουρκ.].

skolastik = σχολαστικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. scolastique > τουρκ.].

sofist = σοφιστής [αρχ. ελλ. > αγγλ. sophist > τουρκ.].

sofistike = αφύσικος || νοθευμένος [αντιδ. αρχ. ελλ. σοφιστικός > μεσν.

λατ. sophisticus > γαλλ. sophistiqué > νεοελλ. σοφιστικέ, τουρκ.].

sofizm = σόφισμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. sophisme > τουρκ.].

somata = σουμάδα, αναψυκτικό από γαλάκτωμα αμυγδάλου [πιθ. ινδ. σόμα (=

είδος ποτού, θεϊκό ελιξίριο) + -άδα > νεοελλ. σουμάδα > τουρκ. ή *σουμάδι (=

σημάδι, δηλαδή ένα συμβολικό δώρο του γαμπρού προς τη νύφη, μετά το οποίο

ακολουθούσε αμέσως ένα κέρασμα με το ποτό σουμάδα) > σουμάδα. Σύμφωνα με

το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας η λέξη είναι ελληνική].

somun = στρογγυλό φουσκωτό ψωμί, καρβέλι [μεσν. ελλ. ψωμί(ν), υποκορ.

Page 200: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

200

του αρχ. ελλ. ψωμός (= κομμάτι ψωμιού) > τουρκ.].

sorit = σωρείτης [μετγν. ελλ. > γαλλ. sorite > τουρκ.].

spastik = σπαστικός [ελλ. > γαλλ. spastique > τουρκ.].

spazm = σπασμός [αρχ. ελλ. > γαλλ. spasme > τουρκ.].

sperma = σπέρμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. sperme > τουρκ.].

spor = σπόριο [αρχ. ελλ. σπόρος > γαλλ. spore > τουρκ.].

stadya = σταδία [αρχ. ελλ. στάδιος > γαλλ. stadia > τουρκ.].

stadyum = στάδιο [αρχ. ελλ. > λατ. stadium > τουρκ.].

stalagmit = σταλαγμίτης [ελλ. > γαλλ. stalagmite > τουρκ.].

stalaktit = σταλακτίτης [ελλ. > γαλλ. stalactite > τουρκ.].

statik = στατικός, στατική [αρχ. ελλ. > γαλλ. statique > τουρκ.].

stenografi = στενογραφία [ελλ. > γαλλ. sténographie > τουρκ.].

stenotip = μηχανή στενογραφίας, "στενοτυπία" [ελλ. > γαλλ. sténotype > τουρκ.].

stereofonik = στερεοφωνικός [ελλ. > γαλλ. stéréophonique > τουρκ.].

stereografi = στερεογραφία [ελλ. > γαλλ. stéréographie > τουρκ.].

stereoskop = στερεοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. stéréoscope > τουρκ.].

stereotipi = στερεοτυπία [ελλ. > γαλλ. stéréotypie > τουρκ.].

stetoskop = στηθοσκόπιο [ελλ. > γαλλ. stéthoscope > τουρκ.].

stoacılık = στωικισμός [αρχ. ελλ στοά + τουρκ. -cılık > τουρκ.].

strateji = στρατηγική [αρχ. ελλ. > γαλλ. stratégie > τουρκ.].

streptokok = στρεπτόκοκκος [ελλ. > γαλλ. streptocoque > τουρκ.].

striknin = στρυχνίνη [αντιδ. μετγν. ελλ. στρύχνος > γαλλ. strychnine > τουρκ.,

νεοελλ.].

susam = σουσάμι [αρχ. ελλ. σήσαμον, σημιτικό δάνειο > νεοελλ. σουσάμι >

τουρκ.].

sübye = σουπιά [αρχ. ελλ. σηπία > νεοελλ. σουπιά > τουρκ.].

süline = σωλήνα, θαλάσσιο μαλάκιο [αρχ. ελλ. σωλήν > τουρκ.].

sünger = σφουγγάρι [μετγν. ελλ. σπογγάριον, υποκορ. του αρχ. ελλ. σπόγγος >

νεοελλ. σφουγγάρι > τουρκ.].

sürü = κοπάδι, σωρός [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

Ş : σε παχύ şamandıra = σημαδούρα [νεοελλ. > τουρκ.].

şapşal = ανόητος || άκομψη εμφάνιση [αρχ. ελλ. σήψις > *σηψαλός >

νεοελλ. σάψαλος > τουρκ.].

şayak = σαγιάκι, χοντρό μάλλινο ύφασμα [μεσν. ελλ. σαγίον, υποκορ. του μετγν.

ελλ. σάγος (= χοντρός μανδύας) > νεοελλ. σαγιάκι > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη

το σαγιάκι είναι τουρκική λέξη. Ελληνική η λέξη σύμφωνα με το online λεξικό του

Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας].

şema = σχήμα, σχέδιο, διάγραμμα [αρχ. ελλ. > γαλλ. schéma > τουρκ.].

şırınga = σύριγγα [αρχ. ελλ. σύριγξ > ιταλ. siringa > τουρκ.].

şimiotaksi = χημειοτακτισμός [ελλ. > γαλλ. chimiotaxie > τουρκ.].

şimiotropizm = χημειοτροπισμός [ελλ. > γαλλ. chimiotropisme > τουρκ.].

şinik = σοινίκι, μέτρο δημητριακών [μετγν. ελλ. χοινίκιον, υποκορ. του αρχ.

ελλ. χοίνιξ > νεοελλ. σοινίκι > τουρκ.].

şist = σχιστόλιθος [ελλ. > γαλλ. schiste > τουρκ.]. şizofreni = σχιζοφρένεια [ελλ. > γαλλ. schizophrénie > τουρκ.].

Page 201: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

201

T : τε

takimetre = ταχύμετρο [ελλ. > γαλλ. tachymètre > τουρκ.].

takograf = ταχογράφος [ελλ. > αγγλ. tachograph > τουρκ.].

takometre = ταχύμετρο [ελλ. > αγγλ. tachometer > τουρκ.].

taksi = ταξί, αγοραίο [αρχ. ελλ. τάξις + μέτρον > γαλλ. taximètre, συντετμ. taxie >

τουρκ.].

taksimetre = ταξίμετρο [αρχ. ελλ. τάξις + μέτρον > γαλλ. taximètre > τουρκ.].

taksonomi = ταξινομία [ελλ. > γαλλ. taxonomie > τουρκ.].

taktik = τακτική [αρχ. ελλ. > γαλλ. tactique > τουρκ.].

talaz = τρικυμία [αρχ. ελλ. θάλασσα > νεοελλ. θάλασσα (= θαλασσοταραχή,

φουρτούνα) > τουρκ.].

tarhana = τραχανάς [μετγν. ελλ. τραγανός > περσ. > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη

περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

taşikardi = ταχυκαρδία [ελλ. > γαλλ. tachycardie > τουρκ.].

tayfun = τυφώνας [αρχ. ελλ. > αγγλ. typhoon > τουρκ.].

tayın = σιτηρέσιο, μερίδα τροφής [αρχ. ελλ. ταγήν, αιτ. του ταγή > αραβ.> τουρκ.].

teizm = θεϊσμός [ελλ. > γαλλ. théisme > τουρκ.].

teknik = τεχνική, τεχνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. technique > τουρκ.].

tekniker = τεχνικός [αρχ. ελλ. > γερμ. techniker > τουρκ.].

teknisyen = τεχνικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. technicien > τουρκ.].

teknokrasi = τεχνοκρατία [ελλ. > αγγλ. technocracy > τουρκ.].

teknokrat = τεχνοκράτης [ελλ. > γαλλ. technocrate > τουρκ.].

teknoloji = τεχνολογία [αντιδ. μετγν. ελλ. > γαλλ. technologie > τουρκ., νεοελλ.].

teknolojik = τεχνολογικός [ελλ. > γαλλ. technologique > τουρκ.].

tektonik = τεκτονική [αρχ. ελλ. > γαλλ. tectonique > τουρκ.].

telefon = τηλέφωνο [ελλ. > γαλλ. téléphone > τουρκ.].

telefotografi = τηλεφωτογραφία [ελλ. > γαλλ. téléphotographie > τουρκ.].

telekinezi = τηλεκινησία [ελλ. > γαλλ. télékinésie > τουρκ.].

teleoloji = τελεολογία [ελλ. > γαλλ. téléologie > τουρκ.].

teleolojik = τελεολογικός [ελλ. > γαλλ. téléologique > τουρκ.].

telepati = τηλεπάθεια [ελλ. > γαλλ. télépathie > τουρκ.].

telepatik = τηλεπαθητικός [ελλ. > γαλλ. télépathique > τουρκ.].

teleskobik = τηλεσκοπικός [ελλ. > γαλλ. téléscopique > τουρκ.].

teleskop = τηλεσκόπιο [ελλ. > γαλλ. téléscope > τουρκ.].

telfin = κομμάτι του ψαριού τορίκι, που προορίζεται για λακέρδα [μετγν.

ελλ. δελφίν (δελφίνι || ναυτικό εργαλείο) > τουρκ.].

telgraf = τηλέγραφος [ελλ. > γαλλ. télégraphe > τουρκ.].

tem, tema = θέμα [αρχ. ελλ. θέμα > γαλλ. thème > τουρκ.].

tematik = θεματικός [μετγν. ελλ. > γαλλ. thématique > τουρκ.].

temel = θεμέλιο [αρχ. ελλ. θεμέλιος > τουρκ.].

temelli = μόνιμος, σταθερός [αρχ. ελλ. θεμέλιος + τουρκ. -li > τουρκ.].

tenya = ταινία, παρασιτικό σκουλήκι [αρχ. ελλ. ταινία > τουρκ.].

teogoni = θεογονία [αρχ. ελλ. > γαλλ. théogonie > τουρκ.].

teokrasi = θεοκρατία [μετγν. ελλ. > γαλλ. théocratie > τουρκ.].

teokratik = θεοκρατικός [ελλ. > γαλλ. théocratique > τουρκ.].

teoloji = θεολογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. théologie > τουρκ.].

teolojik = θεολογικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. théologique > τουρκ.].

teorem = θεώρημα [αρχ. ελλ. > γαλλ. théorème > τουρκ.].

Page 202: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

202

teori = θεωρία [αρχ. ελλ. > γαλλ. théorie > τουρκ.].

teorik = θεωρητικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. théorique > τουρκ.].

terapi = θεραπεία [αρχ. ελλ. > γαλλ. thérapie > τουρκ.].

terementi = τρεμεντίνα, τερεβινθίνη [νεοελλ. τρεμεντίνα > τουρκ.].

termal = θερμό ιαματικό νερό [αρχ. ελλ. θερμός > γαλλ. thermal > τουρκ.].

termik = θερμικός [ελλ. > γαλλ. thermique > τουρκ.].

termodinamik = θερμοδυναμική [ελλ. > γαλλ. thermodynamique > τουρκ.].

termoelektrik = θερμοηλεκτρικός [ελλ. > γαλλ. thermoéléctrique > τουρκ.].

termograf = θερμογράφος [ελλ. > γαλλ. thermographe > τουρκ.].

termokimya = θερμοχημεία [ελλ. > τουρκ.].

termometre = θερμόμετρο [ελλ. > γαλλ. thermomètre > τουρκ.].

termos = θερμός (ειδικό δοχείο) [αντιδ. αρχ. ελλ. θερμός > αγγλ., γαλλ. thermos >

τουρκ., νεοελλ.].

termosifon = θερμοσίφωνας [ελλ. > γαλλ. thermosiphone > τουρκ.].

termostat = θερμοστάτης [ελλ. > γαλλ. thermostat > τουρκ.].

tetanos = τέτανος [αρχ. ελλ. > γαλλ. tétanos > τουρκ.].

tez = εργασία υποβαλλόμενη σε εκπαιδευτικό ίδρυμα [αρχ. ελλ. θέσις >

γαλλ. thèse > τουρκ.].

tılsım = υπερφυσική, μαγική δύναμη [μεσν. ελλ. τέλεσμα (= τελετή, μυστήριο) >

αραβ. > τουρκ.].

tırpan = δρεπάνι [μετγν. ελλ. δρεπάνιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. δρέπανον > τουρκ.].

tifo = τύφος [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

tifüs = τύφος [αρχ. ελλ. > γαλλ. typhus > τουρκ.].

tip = είδος || πρότυπο [αρχ. ελλ. τύπος > γαλλ. type > τουρκ.].

tipografi = τυπογραφία [νεοελλ. > γαλλ. typographie > τουρκ.].

tipografya = τυπογραφία [νεοελλ. > τουρκ.].

tipoloji = τυπολογία [ελλ. > γαλλ. typologie > τουρκ.].

tiran = τύραννος, αυταρχικός [αρχ. ελλ. τύραννος > γαλλ. tyran > τουρκ.].

tirfil = τριφύλλι [μετγν. ελλ. τριφύλλιον > νεοελλ. > τουρκ.].

tirhandil = τρεχαντήρι [μετγν. ελλ. τροχαντήριον, υποκορ. του τροχαντήρ, με

παρετυμολ. επίδραση του τρέχω > νεοελλ. τρεχαντήρι > τουρκ.].

tirhos = σαρδέλα [αρχ. ελλ. τριχία > τουρκ.].

tiryaki = θεριακλής, ο εξαρτημένος από διάφορες ουσίες [πιθ. μετγν.

ελλ. θηριακή > περσ. > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη και η λέξη θηριακή προέρχεται

από την περσική].

titan = τιτάνας [αρχ. ελλ. Τιτάν > γαλλ. titan > τουρκ.].

tiyatro = θέατρο [αρχ. ελλ. > ιταλ. teatro > τουρκ.].

toksikoloji = τοξικολογία [ελλ. > γαλλ. toxicologie > τουρκ.].

toksikoman = τοξικομανής [ελλ. > γαλλ. toxicomane > τουρκ.].

toksin = τοξίνη [ελλ. > γαλλ. toxine > τουρκ.].

tomar = τομάρι || σωρός [αρχ. ελλ. τόμος > μετγν. ελλ. τομάριον > αραβ. > τουρκ.].

tomografi = τομογραφία [ελλ. > γαλλ. tomographie > τουρκ.].

ton = τόνος (μουσ., γραμμ.) [αρχ. ελλ. > γαλλ. ton > τουρκ.] || είδος ψαριού, τόνος

[αρχ. ελλ. θύννος > λατ. tunnus > ιταλ. tonno, γαλλ. thon > νεοελλ. τόνος > τουρκ.].

tonik = τονικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. tonique > τουρκ.].

tonoz = θόλος [αρχ. ελλ. θόλος > τουρκ., με παραφθορά].

topaz = τοπάζι [μετγν. ελλ. τοπάζιον, αγν. ετύμου > γαλλ. topaze > τουρκ.].

topografya = βλ. topoğrafya

Page 203: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

203

topoğrafya = τοπογραφία [μετγν. ελλ. > γαλλ. topographie, ιταλ. topografia >

τουρκ.].

toponimi = τοπωνυμία [ελλ. > γαλλ. toponymie > τουρκ.].

torik = τορίκι, είδος παλαμίδας [αντιδ. πιθ. αρχ. ελλ. ταρίχη, πληθ. του τάριχος (=

ταριχευμένο, παστό) αγν. ετύμου > τουρκ. > νεοελλ. τορίκι ή ρίκι (νομίζοντας ότι η

συλλαβή < το > αποτελεί άρθρο!). Επειδή συνήθιζαν να παστώνουν και να κάνουν

λακέρδα ένα συγκεκριμένο είδος παλαμίδας, φαίνεται ότι ονομάστηκε και η

παλαμίδα τάριχος. Κατ' άλλη άποψη τουρκ. > νεοελλ. Ελληνική η λέξη σύμφωνα

με το online λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας].

torna = τόρνος [αρχ. ελλ. > ιταλ. tórnio > τουρκ.].

tragedya = τραγωδία [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

trahom = τράχωμα [μετγν. ελλ. > γαλλ. trachome > τουρκ.].

trajedi = τραγωδία [αρχ. ελλ. > γαλλ. tragédie > τουρκ.].

trajik = τραγικός [αρχ. ελλ. > γαλλ. tragique > τουρκ.].

trakunya = δράκαινα (ιχθ.) [αρχ. ελλ. > τουρκ.].

trapez = τραπέζι γυμναστικής [αρχ. ελλ. τραπέζιον > γαλλ. trapèse > τουρκ.].

travma = τραύμα [αρχ. ελλ. > ιταλ. tráuma > τουρκ.].

travmatoloji = τραυματολογία [ελλ. > γαλλ. traumatologie > τουρκ.].

trigonometri = τριγωνομετρία [ελλ. > γαλλ. trigonomètrie > τουρκ.].

trigonometrik = τριγωνομετρικός [ελλ. > γαλλ. trigonométrique > τουρκ.].

triloji = τριλογία [αρχ. ελλ. > γαλλ. trilogie > τουρκ.].

triptik = πιστοποιητικό εξόδου λεωφορείου από τα σύνορα [τρίπτυχον, ουδ. του

αρχ. ελλ. τρίπτυχος > γαλλ. triptyque > τουρκ.].

tropika = τροπικός [αρχ. ελλ. > ιταλ. tropico > τουρκ.].

tropizm = τροπισμός [ελλ. > γαλλ. tropisme > τουρκ.].

troposfer = τροπόσφαιρα [ελλ. > γαλλ. troposphère > τουρκ.].

tulum = τουλούμι, γκάιντα [αντιδ. αρχ. ελλ. τύλη / μετγν. ελλ. τύλος (= εξόγκωμα,

κάλος || σαμάρι αχθοφόρου) > τουρκ. > νεοελλ. τουλούμι. Κατ' άλλη άποψη η λέξη

είναι τουρκική].

turfanda = τροφαντός, πρώιμος [αρχ. ελλ. πρώτος + -φαντός > *πρωτοφαντός > νεοελλ. τροφαντός > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη περσ. > τουρκ. > νεοελλ.].

U : ου uranus = βλ. uranüs

uranüs = ουρανός [αρχ. ελλ. > λατ. uranus > τουρκ.].

uranyum = ουράνιο (χημ.) [ελλ. > γαλλ. uranium > τουρκ.].

uskumru = σκουμπρί [αρχ. ελλ. σκόμβρος > μεσν. ελλ. σκουμπρί > τουρκ.].

usturlap = αστρολάβος [μετγν. ελλ. > αραβ. > τουρκ.]. utopya = βλ. ütopya

Ü : ου άφωνο, όπως το γαλλικό u και το γερμανικό ü

üremi = ουραιμία [ελλ. > γαλλ. urémie > τουρκ.].

üroloji = ουρολογία [ελλ. > γαλλ. urologie > τουρκ.].

üstüpü = στουπί [αρχ. ελλ. στυππείον > τουρκ.].

ütopik = ουτοπικός [ελλ. > γαλλ. utopique > τουρκ.].

ütopya = ουτοπία [αντιδ. αρχ. ελλ. ου + τόπος > μεσν. λατ. utopia > γαλλ. utopie >

τουρκ.].

Page 204: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

204

üvendire = βουκέντρα, βούκεντρο [μεσν. ελλ. βουκέντριον, υποκορ. του μετγν.

ελλ. βούκεντρον > τουρκ.].

V : βε

vaftiz = βάπτιση, βάπτισμα [μετγν. ελλ. > τουρκ.].

varyos, balyoz = βαριά, μεγάλο σφυρί [μεσν. ελλ. βαριά > τουρκ.].

vatoz = βατί, είδος σελαχιού (ιχθ.) [αρχ. ελλ. βάτος > τουρκ.].

vernik = βερνίκι [μετγν. ελλ. βερενίκιον > νεοελλ. > τουρκ.].

vişne = βύσσινο [αρχ. ελλ. βύσσινος > μετγν. ελλ. βύσσινον > τουρκ.].

voli = βολή, ριξιά διχτυού || κέρδος (αργκό) [αρχ. ελλ. βολή > τουρκ.]. vonoz = γόνος ψαριών [αρχ. ελλ. γόνος > τουρκ., με παραφθορά].

Υ : γιε

yakamoz = φωσφορισμός της θάλασσας [αρχ. ελλ. διακαίω > *διακαμός (πβ. κάμα)

> τουρκ.].

yalı = γιαλός || μεγαλοπρεπές παραλιακό σπίτι [αρχ. ελλ. αιγιαλός > μεσν.

ελλ. γιαλός > τουρκ.].

yeke = δοιάκι, μοχλός για την περιστροφή του πηδαλίου στα πλοία [μεσν.

ελλ. οιάκιον, υποκορ. του αρχ. ελλ. οίαξ > τουρκ.].

yelloz = γυναίκα κακής διαγωγής, περίγελος [πιθ. αρχ. ελλ. γέλως > τουρκ.].

yoma = είδος χοντρού σκοινιού για το δέσιμο των πλοίων [πιθ. αρχ. ελλ. λύγος (=

είδος φυτού από το οποίο κατασκεύαζαν ιμάντες, ασπίδες κ.ά) > μετγν.

ελλ. λυγώ (= δένω) > *λύγωμα > τουρκ. Ελληνική η λέξησύμφωνα με το online

λεξικό του Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας]. yortu = γιορτή [μεσν. ελλ. > τουρκ.].

Z : ζε zargana = ζαργάνα [πιθ. αρχ. ελλ. σαργάνη (= καλάθι) > μετγν. ελλ. ζαργάνη >

μεσν. ελλ. ζαργάνα > τουρκ.].

zelve = ζεύγλα, ζεύλα, εξάρτημα για τη ζεύξη δύο ζώων [αρχ. ελλ. ζεύγλη >

νεοελλ. ζεύλα > τουρκ.].

zevce = η σύζυγος [αρχ. ελλ. ζεύγος > αραβ. > τουρκ.].

zevç = ο σύζυγος [αρχ. ελλ. ζεύγος > αραβ. > τουρκ.].

zifir = αιθάλη, καπνιά [αρχ. ελλ. ζόφος (= βαθύ σκοτάδι) > αραβ. > τουρκ.].

zifos = τζίφος, άχρηστος, κενός [πιθ. αρχ. ελλ. ψήφος >

νεοελλ. τζίφος > τουρκ. Κατ' άλλη άποψη η νεοελληνική λέξη τζίφος ίσως

προέρχεται από το αραβ. zife. Ελληνική η λέξη σύμφωνα με το online λεξικό του

Ιδρύματος τουρκικής γλώσσας] || λάσπη που πετιέται από το χώμα, καταιγίδα [αρχ.

ελλ. ζόφος (= βαθύ σκοτάδι) > τουρκ.].

zigot = ζυγωτό [αρχ. ελλ. > γαλλ. zygote > τουρκ.].

zodyak = ζωδιακός [μετγν. ελλ. > γαλλ. zodiaque > τουρκ.].

zoolog = ζωολόγος [ελλ. > γαλλ. zoologue > τουρκ.].

zooloji = ζωολογία [ελλ. > γαλλ. zoologie > τουρκ.].

zootekni = ζωοτεχνία [ελλ. > γαλλ. zootechnie > τουρκ.].

zula (argo) = κρύπτη απαγορευμένων πραγμάτων [μεσν.

ελλ. ζουλίζω > ζουλώ > ζούλα > τουρκ.].

Page 205: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

205

ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

ΣΤΗΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛ ΣΣΑ

Page 206: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

206

Page 207: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

207

ΑΛΑΝΙ (αλήτης),

ΑΛΑΝΑ (ανοιχτός χώρος),

ΑΓΑΣ (δεσποτικός-αυταρχικός),

ΑΓΙΑΖΙ (πρωινό ή νυχτερινό κρύο), ΓΙΑΟΥΡΤΙ

(πηγμένο γάλα),

ΤΣΕΠΗ (θυλάκιο),

ΤΑΒΑΝΙ (οροφή),

ΤΖΑΚΙ (παραγώνι),

ΚΑΪΚΙ (βάρκα),

ΜΕΛΤΕΜΙ (άνεμος ετησίας),

ΜΑΝΑΒΗΣ (οπωροπώλης),

ΜΠΑΚΑΛΗΣ (παντοπώλης),

ΓΛΕΝΤΙ (διασκέδαση),

ΚΑΒΓΑΣ (φιλονικία),

ΚΕΦΙ (ευδιαθεσία),

ΧΑΤΙΡΙ (χάρη),

ΝΤΕΡΤΙ (καημός),

ΝΤΑΒΑΝΤΟΥΡΙ (σύγχυση),

ΤΣΙΜΠΟΥΚΙ (καπνοσύριγγα),

ΧΑΣΑΠΙΚΟ (κρεοπωλείο),

ΝΤΟΥΛΑΠΙ (ιματιοθήκη),

ΔΕΡΒΕΝΙ (κλεισούρα),

ΜΠΑΪΡΑΚΙ (σημαία),

ΤΣΟΜΠΑΝΗΣ (βοσκός-ποιμένας),

ΓΙΛΕΚΟ (περιθωράκιον),

ΧΑΜΠΑΡΙΑ (αγγελία-νέα),

ΓΙΑΠΙ (οικοδομή),

ΓΙΑΚΑΣ (περιλαίμιο),

ΓΙΑΡΜΑΣ (ροδάκινο),

ΓΙΝΑΤΙ (πείσμα),

ΓΙΟΥΡΟΥΣΙ (επίθεση),

ΓΚΕΜΙ (χαλινάρι),

ΓΟΥΡΙ (τύχη),

ΓΡΟΥΣΟΥΖΗΣ (κακότυχος),

ΓΚΑΪΝΤΑ (άσκαυλος),

ΕΡΓΕΝΗΣ (άγαμος),

ΖΑΜΑΝΙΑ (μεγάλο χρονικό διάστημα),

ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΚΑ (λαχανικά),

ΖΟΡΙ (δυσκολία),

ΖΟΥΜΠΟΥΛΙ (υάκινθος),

ΚΑΒΟΥΚΙ (καύκαλο),

ΚΑΒΟΥΡΔΙΖ (φρυγανίζω-ξεροψήνω),

ΚΑΖΑΝΙ (λέβητας),

ΚΑΣΜΑΣ (αξίνα-σκαπάνη),

ΚΑΛΕΜΙ (γραφίδα),

ΚΑΛΟΥΠΙ (μήτρα-πρότυπο),

ΚΑΛΠΙΚΟΣ (κίβδηλος),

ΚΑΠΑΚΙ (σκέπασμα- κάλυμμα),

ΚΑΡΑΟΥΛΙ (φρουρά-σκοπιά),

ΚΑΡΠΟΥΖΙ (υδροπέπων),

ΚΟΥΒΑΣ (κάδος-αγγείο),

ΝΤΙΠ ΓΙΑ ΝΤΙΠ (ολωσδιόλου),

ΚΑΤΣΙΚΑ (ερίφι-γίδα),

ΚΕΛΕΠΟΥΡΙ (ανέλπιστο εύρημα),

ΚΙΜΑΣ (ψιλοκομμένο κρέας),

ΚΙΟΣΚΙ (περίπτερο),

ΚΟΛΑΪ (ευκολία-άνεση),

ΚΟΛΑΟΥΖΟΣ (οδηγός),

ΚΟΠΙΤΣΑ (πόρπη),

ΚΟΤΖΑΜ (τεράστιος-πελώριος),

ΚΟΤΣΑΝΙ (μίσχος),

ΚΑΦΑΣΙ (κιβώτιο),

ΚΟΤΣΙ (αστράγαλος),

ΚΟΥΒΑΡΝΤΑΣ (γενναιόδωρος-

ανοιχτοχέρης),

ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ (δοχείο χρημάτων),

ΚΟΥΣΟΥΡΙ (ελάττωμα-μειονέκτημα),

ΚΟΥΤΟΥΡΟΥ (ασύνετα-απερίσκεπτα),

ΛΑΓΟΥΜΙ (υπόνομος-οχετός),

ΛΑΠΑΣ (χυλός),

ΛΕΒΕΝΤΗΣ (ανδρείος-ευσταλής),

ΛΕΚΕΣ (κηλίδα),

ΛΕΛΕΚΙ (πελαργός),

ΛΟΥΚΙ (υδροσωλήνας),

ΜΑΓΙΑ (προζύμη-ζυθοζύμη),

ΜΑΓΚΑΛΙ (πύραυνο),

ΜΑΓΚΟΥΦΗΣ (έρημος),

ΜΑΪΝΤΑΝΟΣ (πετροσέλινο-μακεδονίσι),

ΜΑΝΤΖΟΥΝΙ (φάρμακο),

ΜΑΟΥΝΑ (φορτηγίδα),

ΜΑΡΑΖΙ (φθίση),

ΜΑΡΑΦΕΤΙ (μικρό εργαλείο),

Page 208: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

208

ΜΑΣΟΥΡΙ (μικρό ξύλο),

ΜΑΧΑΛΑΣ (συνοικία),

ΜΕΖΕΣ (ορεκτικά),

ΜΕΝΤΕΣΕΣ (στρόφιγγα),

ΜΕΝΕΞΕΣ (εύοσμο λουλούδι),

ΜΕΡΑΚΙ (πόθος),

ΜΕΡΕΜΕΤΙ (επισκευή-επιδιόρθωση),

ΜΟΥΣΑΜΑΣ (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),

ΜΟΥΣΑΦΙΡΗΣ(φιλοξενούμενος-επισκέπτης),

ΜΠΑΓΛΑΡ Ν (δένω-φυλακίζω),

ΜΠΑΛΤΑΣ (πελέκι),

ΜΠΑΜΙΑ (ιβίσκος ο εδώδιμος),

ΜΠΑΜΠΑΣ (πατέρας),

ΜΠΑΜΠΑΛΗΣ (ο πολύ γέρος),

ΜΠΑΞΕΣ (περιβόλι-κήπος),

ΜΠΑΡΟΥΤΙ (πυρίτιδα),

ΜΠΑΤΖΑΚΙ (κνήμη-σκέλη),

ΜΠΑΤΖΑΝΑΚΗΣ (σύγαμπρος-συννυφάδα),

ΜΠΑΤΙΡΙΣΑ (πτωχεύω-χρεοκοπώ),

ΜΠΑΧΑΡΙΚΟ (αρωματικό άρτυμα),

ΜΠΕΚΡΗΣ (μέθυσος),

ΜΠΕΛΑΣ (ενόχληση),

ΜΠΟΓΙΑ (βαφή-χρώμα),

ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ (ελαιοχρωματιστής)

ΜΠΟΪ (ανάστημα-ύψος),

ΜΠΟΛΙΚΟΣ (άφθονος),

ΜΠΟΣΤΑΝΙ (λαχανόκηπος),

ΜΠΟΣΙΚΟΣ (χαλαρός),

ΜΠΟΥΖΙ (πάγος-ψύχρα),

ΜΠΟΥΛΟΥΚΙ (στίφος-άτακτο πλήθος),

ΜΠΟΥΛΟΥΚΟΣ (καλοθρεμμένος-παχουλός),

ΜΠΟΥΝΤΑΛΑΣ (κουτός-ανόητος),

ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜΙ (φυλακή),

ΜΠΟΥΡΙ (καπνοσωλήνας),

ΜΠΟΡΑ (καταιγίδα)

ΜΠΟΥΤΙ (μηρός),

ΜΠΟΥΧΤΙΣΜΑ (κορεσμός),

ΝΑΖΙ (κάμωμα-φιλαρέσκεια),

ΝΤΑΜΑΡΙ (φλέβα-λατομείο),

ΝΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία),

ΝΤΑΝΤΑ (παραμάνα-τροφός),

ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ (συναλλαγή-αγοραπωλησία),

ΝΤΕΛΑΛΗΣ (διαλαλητής),

ΝΤΕΛΗΣ (παράφρονας),

ΝΤΙΒΑΝΙ (κρεβάτι),

ΝΤΟΥΒΑΡΙ (τοίχος),

ΝΤΟΥΜΑΝΙ (καταχνιά-καπνός),

ΝΤΟΥΝΙΑΣ (κόσμος-ανθρωπότητα),

ΠΑΖΑΡΙ (αγορά-διαπραγμάτευση),

ΠΑΝΤΖΑΡΙ (κοκκινογούλι-τεύτλο),

ΠΑΤΖΟΥΡΙ (παραθυρόφυλλο),

ΠΑΠΟΥΤΣΙ (υπόδημα),

ΠΕΡΒΑΖΙ (πλαίσιο θυρών),

ΠΙΛΑΦΙ (ρύζι),

ΡΑΧΑΤΙ (ησυχία)

ΣΑΚΑΤΗΣ (ανάπηρος),

ΣΑΜΑΤΑΣ (θόρυβος),

ΣΕΝΤΟΥΚΙ (κιβώτιο),

ΣΕΡΤΙΚΟ (τσουχτερό, βαρύ),

ΣΙΝΑΦΙ (συντεχνία, κοινωνική τάξη),

ΣΙΝΤΡΙΒΑΝΙ(πίδακας),

ΣΙΡΟΠΙ (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),

ΣΑΪΝΙ (ευφυής),

ΣΟΥΓΙΑΣ (μαχαιράκι),

ΡΟΥΣΦΕΤΙ (χαριστική εξυπηρέτηση),

ΣΟΒΑΣ (ασβεστοκονίαμα),

ΣΟΪ (καταγωγή-γένος),

ΣΟΚΑΚΙ (δρόμος),

ΣΟΜΠΑ (θερμάστρα),

ΣΟΥΛΟΥΠΙ (μορφή-σχήμα),

ΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία-συγκοπή),

ΤΑΠΙ (χωρίς χρήματα),

ΤΑΡΑΜΑΣ (αυγοτάραχο),

ΤΑΣΑΚΙ (σταχτοδοχείο),

ΤΑΧΙΝΙ (αλεσμένο σουσάμι),

ΤΑΨΙ (μαγειρικό σκεύος),

ΤΕΚΕΣ (καταγώγιο),

ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο),

TΕΜΠΕΛΗΣ (οκνηρός-ακαμάτης),

ΤΕΡΤΙΠΙ (τέχνασμα-απάτη),

ΤΕΦΑΡΙΚΙ (εκλεκτό-αριστούργημα),

ΤΕΦΤΕΡΙ (κατάστιχο),

Page 209: ΤΟΥΡΚΙΚΑ a1 - a2

209

ΤΖΑΜΙ (υαλοπίνακας-γυαλί),

ΤΣΑΜΠΑ (δωρεάν),

ΤΖΑΝΑΜΠΕΤΗΣ (κακότροπος-δύστροπος),

ΤΟΠΙ (σφαίρα),

ΤΟΥΛΟΥΜΙ (ασκός),

ΤΟΥΛΟΥΜΠΑ (αντλία),

ΤΟΥΜΠΕΚΙ (σιωπή),

ΤΡΑΜΠΑ (ανταλλαγή),

ΤΣΑΙΡΙ (λιβάδι-βοσκοτόπι),

ΤΣΑΚΑΛΙ (θώς),

ΤΣΑΚΙΡΗΣ (γαλανομάτης),

ΤΣΑΚΜΑΚΙ (αναπτήρας),

ΤΣΑΝΤΑ (δερμάτινη θήκη),

ΤΣΑΝΤΙΡΙ (σκηνή),

ΤΣΑΠΑΤΣΟΥΛΗΣ (ανοικοκύρευτος-άτσαλος),

ΤΣΑΡΚΑ (επιδρομή-περιπλάνηση),

ΤΣΑΝΤΙΖ (εξοργίζω-προσβάλω),

ΤΣΑΧΠΙΝΗΣ (κατεργάρης-πονηρός),

ΤΣΙΓΚΕΛΙ (αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο),

ΤΣΙΦΟΥΤΗΣ-ΤΣΙΓΚΟΥΝΗΣ (φιλάργυρος),

ΤΣΙΡΑΚΙ (ακόλουθος),

ΤΣΙΣΑ (ούρα),

ΤΣΙΦΤΗΣ (άψογος-ικανός),

ΤΣΟΥΒΑΛΙ (σακί),

ΤΣΟΥΛΟΥΦΙ (δέσμη μαλλιών),

ΤΖΟΓΛΑΝΙ (νέος)

ΤΣΟΠΑΝΗΣ (βοσκός)

ΦΑΡΑΣΙ (φτυάρι-σκουπιδολόγος),

ΦΑΡΣΙ (τέλεια-άπταιστα),

ΦΛΙΤΖΑΝΙ (κύπελλο),

ΦΥΝΤΑΝΙ (φυτώριο),

ΦΙΣΤΙΚΙ (πιστάκη),

ΦΥΤΙΛΙ (θρυαλλίδα),

ΦΟΥΚΑΡΑΣ (κακομοίρης-άθλιος),

ΦΟΥΝΤΟΥΚΙ (λεπτοκάρυο-λευτόκαρο),

ΦΡΑΝΤΖΟΛΑ (ψωμί),

XABOYZA (δεξαμενή νερού),

ΧΑΖΙ (ευχαρίστηση),

ΧΑΛΑΛΙΖ (συγχωρώ),

ΧΑΛΙ (άθλιο),

ΧΑΛΙ (τάπητας),

ΧΑΛΚΑΣ (κρίκος), ΧΑΜΑΛΗΣ (αχθοφόρος),

ΧΑΝΙ (πανδοχείο),

ΧΑΠΙ (καταπότι),

ΧΑΡΑΜΙ (άδικα),

ΧΑΡΜΑΝΗΣ (χασισοπότης),

ΧΑΡΤΖΙΛΙΚΙ (μικρό χρηματικό ποσό),

ΧΑΒΑΣ (μουσικός σκοπός)

ΧΑΦΙΕΣ (καταδότης),

ΧΟΥΖΟΥΡΕΜΑ (ανάπαυση),

ΧΟΥΙ (ιδιοτροπία),

ΧΟΥΝΕΡΙ (πάθημα-εξαπάτηση).