172
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΠΜΣ «ΘΕΩΡΙΑ , ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΚΩΦΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ» Πίκουλας Δημήτριος Α.Μ. 212040 Αθήνα 2014

Πίκουλας Δημήτριος Α.Μ. 212040 Αθήνα 2014lyk-ekv-ag-parask.att.sch.gr/public_html/[52].pdfΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

  • Upload
    others

  • View
    1

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

  • ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

    ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

    ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

    ΠΜΣ «ΘΕΩΡΙΑ , ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

    ΕΡΓΟΥ»

    ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

    «ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΚΩΦΩΝ ΣΤΗΝ

    ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ

    ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ»

    Πίκουλας Δημήτριος

    Α.Μ. 212040

    Αθήνα 2014

  • 2

    Στη Μένια και στο Χάρη

  • 3

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ

    Ο σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να μελετήσει την κοινότητα των

    Κωφών στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα επιχειρήθηκε να μελετηθεί η κουλτούρα των

    Κωφών σε διάφορα επίπεδα της καθημερινής τους ζωής και σε σχέση με τη γλώσσα,

    την ταυτότητα, την εκπαίδευση τους αλλά και σε κοινωνικά θέματα που τους

    απασχολούν.

    Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν Κωφοί, βαρήκοοι και διερμηνείς που ζουν

    και εργάζονται στην Αθήνα. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε ήταν ποιοτική και για τις

    ανάγκες της έρευνας αξιοποιήθηκαν η συμμετοχική παρατήρηση, συμμετοχική

    παρατήρηση μέσω τρίτων, συνεντεύξεις, αφηγήσεις ζωής καθώς και εφημερίδες και

    περιοδικά παλαιότερων δεκαετιών καθώς και πρακτικά συνεδρίων της κοινότητας.

    Τα ευρήματα ευρίσκονται σε συνάφεια με προγενέστερες έρευνες κατά το ότι

    η κοινότητα των Κωφών αποτελεί μια γλωσσική μειονότητα που έχει δική της

    γλώσσα, κουλτούρα και ταυτότητα μέσα στην ευρύτερη κοινωνία. Επίσης

    διαπιστώθηκε ότι τα σωματεία των Κωφών τα οποία ήταν πολύ ενεργά τις

    προηγούμενες δεκαετίες φθίνουν τα τελευταία χρόνια και η κοινότητα έχει

    επηρεαστεί από την προφορικότητα και την ραγδαία βελτίωση της τεχνολογίας. Τα

    θέματα που απασχολούν τους Κωφούς συνάγεται ότι είναι παρόμοια με αυτά των

    ακουόντων σε σχέση με το θέμα της εργασίας, της ανεργίας αλλά διαφέρουν ως προς

    τα θέματα δημιουργίας οικογενείας, του ρατσισμού που αντιμετωπίζουν από τους

    ακούοντες, τον τρόπο που προσεγγίζουν τη θρησκεία, την ενασχόληση τους με το

    θέατρο, τις τέχνες, τον αθλητισμό αλλά και στον τρόπο επικοινωνίας λόγω γνώσης

    της νοηματικής γλώσσας από μικρό ποσοστό του πληθυσμού.

    Έγινε η ανάλυση για την εκπαίδευση των κωφών παιδιών και αναδείχθηκαν

    οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στα σχολικά και φοιτητικά τους χρόνια και

    παράλληλα γνωστοποιήθηκε ο ρόλος των οικοτροφείων στα οποία τα παλαιότερα

    χρόνια ζούσαν πολλά κωφά παιδιά. Ακόμη έγινε εμφανής η σημασία της

    Ομοσπονδίας Κωφών Ελλάδος καθώς και τα συνέδρια που έχουν οργανωθεί

    προκειμένου να υποστηρίξουν τα δικαιώματα τους και να προβάλλουν τις θέσεις

    τους. Τέλος παρουσιάστηκε η σημασία του ρόλου των διερμηνέων στη ζωή των

    Κωφών και το γεγονός ότι η παρουσία τους στην τηλεόραση έχει αλλάξει τον τρόπο

    ενημέρωσης τους ειδικά τα τελευταία χρόνια.

  • 4

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

    Εισαγωγή……………………………………………………………….….…σελ. 6

    ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ………….........................σελ. 11

    ΟΡΙΣΜΟΙ……………………………………………………….……..…… σελ. 12

    1.1. Η πολιτισμική διάσταση……………………………………………...…σελ. 12

    1.2. H γλωσσική διάσταση…………………………………………...……....σελ. 15

    1.3. Τέχνη ………………………………………………………...…….…....σελ. 17

    1.3.1. Θέατρο ……………………………………………………………..….σελ.18

    1.3.2. Εικαστικές τέχνες ………………………………………………….….σελ. 19

    1.4. Κοινωνική ταυτότητα ……………………………………………….…..σελ. 19

    1.5. Εκπαιδευτική διάσταση………………………………………………… σελ. 22

    1.6. Κοινωνικά θέματα ………………………………………………………σελ. 25

    1.7. Σωματεία Κωφών ……………………………………………………….σελ. 27

    1.8. Εκπομπές στη νοηματική γλώσσα …………………………...………....σελ. 28

    1.9. Αθλητισμός …………………………………………………...……….. σελ. 29

    ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΕΡΕΥΝΑ……………………………………...……... σελ. 30

    2. Μέθοδολογία……………………………………………………..……... σελ. 31

    3. Μέσα Συλλογής Δεδομένων………………………………………………σελ. 32

    3.1. Ποιοτικές μέθοδοι ………………………………………………………σελ.32

    3.2. Εθνογραφία …………………………………………………………. …σελ.34

    3.3. Ορισμός του πεδίου – τι είναι πεδίο ………………………………...….σελ.36

    3.4. Παρατήρηση – συμμετοχική παρατήρηση ………………………..….…σελ.37

    3.4.1. Στάδια και διαδικασία έρευνας με συμμετοχική παρατήρηση ………..σελ.39

    3.5. Συνέντευξη ……………………………………………………………...σελ.41

    3.6. Ανάλυση περιεχομένου ……………………………………………...…σελ. 43

    3.7. Εγκυρότητα και αξιοπιστία ………………………………………….…σελ.44

    3.7.1. Τριγωνοποίηση ……………………………………………………….σελ.48

    ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ…………………………………………….σελ.50

    4.1. Κουλτούρα……………………..………………………………………..σελ.51

    4.2. Ελληνική νοηματική γλώσσα…………………………………………. .σελ.60

    4.3. Θέατρο – Σώμα………………………………………………………….σελ.63

  • 5

    4.3.1. Θέατρο στο σχολείο Κωφών………………………………….…….….σελ. 67

    4.4. Εικαστική τέχνη……………………………………………………….…σελ. 70

    4.5. Ταυτότητα Κωφών……………………………………………………….σελ.74

    4. 6. Εκπαίδευση………………………………………………………………σελ 76

    4.6.1. Ιστορική αναδρομή στην Ελλάδα………………………………………σελ 76

    4.6.2. Εκπαίδευση κωφών παιδιών……………………………….…………..σελ. 78

    4.6.3. Δάσκαλοι νοηματικής …………………………………………………σελ. 85

    4.7. Οικοτροφεία………………………………………………..…………….σελ. 86

    4.8. Κοινωνικά θέματα …………………………………………………….…σελ. 88

    4.9. Ρατσισμός …………………………………………………………….….σελ. 93

    4.10. Θρησκεία……………………………………………………………….σελ. 99

    4.11. Ομοσπονδία Κωφών Ελλάδος (ΟΜΚΕ)…………………………….…σελ. 104

    4.12. Σωματεία Κωφών Ελλάδος ………………………………………...….σελ. 109

    4.13. Συνέδρια………………………………………………………….…….σελ. 114

    4.14. Διερμηνείς………………………………………………….…….…….σελ. 117

    4.15. Νοηματική και τηλεόραση……………………………………….…… σελ.122

    4.16. Αθλητισμός……………………………………………………...…….σελ. 124

    4.16.1. Ολυμπιακοί αγώνες ……………………………………….………..σελ. 126

    ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ……………………………………….…σελ.130

    5. Συζήτηση …………………………………………………………………σελ.131

    5.1. Προτάσεις για μελλοντικές έρευνες……………………………………..σελ. 133

    6.Βιβλιογραφία ………………………………………………………..…….σελ. 135

    7. Παράρτημα …………………………………………………………….…σελ. 144

  • 6

    Εισαγωγή

    Η ενασχόληση με το συγκεκριμένο ζήτημα είχε ως χρονική αφετηρία το 2011

    όταν ξεκίνησα να διδάσκω ως αναπληρωτής καθηγητής σε σχολείο κωφών.

    Ουσιαστικά όμως η ερευνητική προσέγγιση του θέματος είχε ξεκινήσει χωρίς να το

    έχω συνειδητοποιήσει αρκετά νωρίτερα, όταν μάθαινα τη νοηματική γλώσσα. Η

    εκμάθηση της αποτέλεσε για μένα διαβατήριο προκειμένου να εισέλθω σε έναν

    κόσμο και σε ένα χώρο που μέχρι τότε δεν είχα υπόψη μου παρά μόνο από μικρή

    γνωριμία και συναναστροφή με έναν Κωφό συνομήλικο μου στα παιδικά μου χρόνια

    στο μέρος από το οποίο κατάγομαι. Εκείνο που μου είχε προξενήσει εντύπωση και

    κατάπληξη ήταν τα χέρια του που βρίσκονταν σε συνεχή κίνηση και λειτουργούσαν

    με στόχο την εξήγηση στους υπόλοιπους που βρίσκονταν γύρω του, σχετικά με το τι

    ήθελε να εκφράσει. Επίσης θυμάμαι ότι είχε μια έξυπνη φυσιογνωμία και τα μάτια

    του πάντα ως εκφραστικό μέσο του προσώπου του συμμετείχαν σε ό,τι ήθελε να πει.

    Οι περισσότεροι δεν ασχολούνταν μαζί του και ο ίδιος περιφερόταν μόνος του με

    αργά βήματα στο δρόμο και περιεργαζόταν τα πάντα στο μέρος που ζούσε.

    Όταν αργότερα άρχισε να μου δημιουργείται ενδιαφέρον για τη γνώση της

    μορφής και δομής της ελληνικής νοηματικής γλώσσας, συνειδητοποίησα ότι τα χέρια

    του, οι εκφράσεις του καθώς και η κίνηση του σώματος του αποτελούσαν ουσιαστικά

    και αναπόσπαστα σημεία έκφρασης της νοηματικής γλώσσας προς τους άλλους

    ανθρώπους. Η νοηματική γλώσσα είναι τόσο πλούσια λεξιλογικά και εκφραστικά

    αλλά ταυτόχρονα διακρίνεται από λιτότητα ώστε θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι

    όποιος δεν γνωρίσει σε βάθος τη δομή της δεν μπορεί να συλλάβει την ουσία και το

    μεγαλείο της.

    Συνεχίζοντας να εργάζομαι σε σχολεία κωφών ήρθα σε πιο ουσιαστική και

    γόνιμη επαφή με τα μέλη της κοινότητας και με τις εκδηλώσεις των Κωφών.

    Παράλληλα διάβασα τα συγγράμματα «Διαδρομές στους γλωσσικούς ρυθμούς»,

    «Κινηματική γλώσσα και καθολική γλωσσική θεωρία» του Παπασπύρου

    Χρυσοστόμου και το βιβλίο «Βλέποντας φωνές» του Oliver Sacks. Επίσης μελέτησα

    τα επιμορφωτικά πακέτα της Βενέτας Λαμπρόπουλου και τη διδακτορική διατριβή

    του Δημήτρη Μαυρέα «Γλωσσικός σχεδιασμός: η περίπτωση της ελληνικής

    νοηματικής γλώσσας» που επηρέασαν τη σκέψη μου και εμπλούτισαν τις ιδέες μου

    προσφέροντας μου πιο ολόπλευρη και σφαιρική γνώση πάνω στη νοηματική γλώσσα.

  • 7

    Όταν επίσης βρισκόμουν στο πρώτο εξάμηνο των μεταπτυχιακών μου

    σπουδών, γνώρισα σε ακαδημαϊκό επίπεδο τον καθηγητή μου κύριο Αθανάσιο Βέρδη

    ο οποίος είχε ως γνωστικό αντικείμενο διδασκαλίας τις ποιοτικές μεθόδους έρευνας.

    Μέσω αυτών προσέγγισα και τη μέθοδο της εθνογραφίας στην οποία και καταλήξαμε

    να αποτελέσει το δομικό υλικό του θέματος για τη στη διπλωματική μου εργασία η

    οποία θα αφορούσε τη ζωή και την κοινότητα των Κωφών. Ξεκίνησε λοιπόν από τότε

    μια διαδικασία ουσιαστικής και επίμονης συμμετοχικής παρατήρησης της ζωής των

    Κωφών, αφηγήσεων, περιστατικών και αξιοσημείωτων γεγονότων της ζωής τους και

    συνεντεύξεων μαζί τους, που στη συνέχεια ακολούθησε η ανάλυση του περιεχομένου

    του υλικού που είχε συγκεντρωθεί. Η επιβεβαίωση όσων πρόσφεραν τις συνεντεύξεις

    γινόταν και από πρακτικά συνεδρίων που οι ίδιοι οι Κωφοί οργάνωναν, καθώς επίσης

    και από εφημερίδες και περιοδικά που εξέδιδαν κατά καιρούς.

    Τα συμπεράσματα που εξήχθησαν αφορούν σε θέματα της κοινότητάς τους,

    κυρίως προηγούμενων δεκαετιών, τότε που – όπως περιέγραψαν οι συμμετέχοντες –

    Κωφοί και ακούοντες συμμετείχαν ενεργά και δραστήρια με απώτερο σκοπό και

    στόχο να διεκδικήσουν και στη συνέχεια να κατοχυρώσουν τα δικαιώματα τους.

    Έγινε επίσης προσπάθεια να γίνουν ευρύτερα γνωστά θέματα της καθημερινής τους

    ζωής σε τομείς που αφορούν στη γλώσσα, την κουλτούρα τους, τις συνήθειες τους

    αλλά και στις δραστηριότητες που είχαν αναπτύξει μέσα στα σωματεία τους. Τα

    συμπεράσματα της έρευνας, αν και δεν διαθέτουν γενικό χαρακτήρα, ωστόσο θα

    βοηθήσουν στη βαθύτερη κατανόηση του προς μελέτη κόσμου των κωφών.

    Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι αφ’ ενός να φέρει στην επιφάνεια και να

    αναδείξει μέσα από πρωτογενές υλικό την κουλτούρα της κοινότητας των Κωφών

    στην Ελλάδα και αφ’ ετέρου να συμβάλει στη βαθύτερη κατανόηση του κόσμου τους

    αλλά και στην βαθύτερη κατανόηση της βιοθεωρίας και κοσμοθεωρίας τους. Οι

    ωφέλειες για τους επιστήμονες της Ειδικής Αγωγής, τους εκπαιδευτικούς και τους

    φοιτητές αλλά και τους μη ειδικούς είναι εξόχως σημαντικές, αφού η κατανόηση του

    «Άλλου» και του «πλησίον» είναι μια από τις βασικότερες πανανθρώπινες

    λειτουργίες προσέγγισης, γνώσης και κατανόησης του «διαφορετικού».

    Για τη συγκεκριμένη εργασία κατεβλήθη προσπάθεια για αντικειμενικότητα,

    αμεροληψία και απροκατάληπτη προσέγγιση του ζητήματος. Στόχος εξαρχής ήταν να

    γνωστοποιηθούν στο ευρύ κοινό οι εμπειρίες που αναδεικνύονται μέσα από τις

  • 8

    συνεντεύξεις καθώς επίσης και να παρουσιαστεί η κοινότητα χωρίς να καλυφθούν ή

    να υπερτονιστούν διάφορα σημεία. Δεν θα είχα καταφέρει να πραγματοποιήσω αυτό

    το γνωστικό, επιστημονικό και ερευνητικό ταξίδι εάν δεν είχα γνωρίσει

    καταρτισμένους ανθρώπους που με στήριξαν, με καθοδήγησαν και με βοήθησαν να

    υπεισέλθω σε πιο βαθείς και ουσιαστικές επισημάνσεις για την κοινότητα. Οφείλω να

    ευχαριστήσω θερμά τη δασκάλα μου στην ελληνική νοηματική γλώσσα Ζήκα Ρωξάνη

    που με άπειρη υπομονή με μύησε στα υπέροχα μονοπάτια της νοηματικής γλώσσας

    και διερμήνευσε τις συνεντεύξεις με Κωφούς συμμετέχοντες.

    Παράλληλα, υλικό συγκεντρώθηκε χάρη στην πολύτιμη και αμέριστη βοήθεια

    και συμπαράσταση των: Αθανασοπούλου Παυλίνας, Αναστασιάδου Ουρανίας,

    Γαλάνη Νίκου, Γαργάλη Κωνσταντίνου, Δημοπούλου Αγάπης, Ζήκα Ζαμπέτας,

    Ίσαρη Νίκου, Κόκκοτα Έφης, Κωτσάκη Αλεξάνδρας, Λουσίδη Ευάγγελου, Μαυρέα

    Δημήτρη, Μπουμπουγιάννη Όλγας, Πανταζή Βασιλικής, Παντελέονος Δημήτρη,

    Παπακωνσταντίνου Μαριλένας, Πατρινού Στράτου, Ράμπια Δημήτρη, Ρομπόλη

    Σοφίας, Τσεκούρα Μαρίας, Τσάτση Φίλιππου. Επίσης συνεντεύξεις, υλικό και ιδέες

    δόθηκαν και από άλλους που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους. Οφείλω

    επίσης να ευχαριστήσω την ΟΜΚΕ για την προθυμία της να μέ στηρίξει σε όποια

    πληροφορία ζητούσα για την εργασία μου καθώς και το Νίκο Γαλάνη, τη Ζήκα

    Ζαμπέτα και τη Ζήκα Ρωξάνη που μου πρόσφεραν απλόχερα το αρχείο τους για την

    επιβαίωση και τεκμηρίωση των πληροφοριών.

    Ιδιαίτερες ευχαριστίες και βαθειά ευγνωμοσύνη εκφράζω προς την

    καθηγήτρια κυρία Γενά Αγγελική, η οποία ενστερνίστηκε την ιδέα μου και μου

    άνοιξε τους δρόμους της γνώσης. Ευχαριστώ θερμά τον επίκουρο καθηγητή κύριο

    Αθανάσιο Βέρδη που μαζί με τον δρ Χρυσόστομο Παπασπύρου ακούραστα

    βοήθησαν στην επίτευξη της παρούσας ερευνητικής και επιστημονικής εργασίας και

    η συμβολή τους υπήρξε πολύτιμη και ουσιαστική και οι οποίοι με την επιστημονική

    τους επάρκεια και σαφήνεια των υποδείξεων τους βοήθησαν αποτελεσματικά στη

    συγγραφή της παρούσας διπλωματικής εργασίας.

    Τέλος, θα ήθελα να εκφράσω θερμές ευχαριστίες στους φίλους Χρήστο,

    Μαρία και Βίκυ για τη βοήθεια τους. Οφείλω βαθειά ευγνωμοσύνη στη σύζυγο μου

    Ασημίνα και στο γιο μου Χάρη, οι οποίοι με την υπομονή και υποστήριξή τους με

  • 9

    βοήθησαν απεριόριστα στην εκπόνηση της διπλωματικής μου εργασίας, γι’ αυτό και

    τους την αφιερώνω.

  • 10

    Δυο μάτια

    Δυο μάτια κοιτάζουν σιωπηλά,

    κοιτάζουν στοχαστικά και θλιμμένα.

    Πού κοιτάζουν;

    ...........................

    Θάρρος και τόλμη για το αύριον.

    Με σφιγμένο το στόμα βαδίζει.

    Πού βαδίζει; Στο σημείον οπού κοιτάζουν τα μάτια.

    .........................

    Δεν βιάζεται πια…βαδίζει σταθερά.

    Βιάζεται όμως. Εκείνος,

    Εκείνος που ’ναι πιο δυνατός απ’ την Πνοή.

    Κατερίνα Ταγκάλου, 1963

  • 11

    ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

    ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ

  • 12

    ΟΡΙΣΜΟΙ

    Με τον όρο «κωφός» δηλώνεται το άτομο που η ακουστική ικανότητα του

    είναι μειωμένη σε βαθμό 70db και μεγαλύτερο, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η

    κατανόηση της ομιλίας μέσω του αφτιού, με ή χωρίς τη χρήση ακουστικών.

    Με τον όρο «βαρήκοος» δηλώνεται το άτομο που η ακουστική του ικανότητα

    είναι μειωμένη σε βαθμό μεταξύ 35-69db, γεγονός που κάνει δύσκολη αλλά δεν

    παρεμποδίζει την κατανόηση της ομιλίας μέσω του αφτιού με ή χωρίς ακουστικά.

    Ως «προγλωσσικά κωφοί» θεωρούνται τα άτομα που η ακουστική τους

    ανεπάρκεια επήλθε πριν αποκτήσουν γλώσσα.

    Ως «μεταγλωσσικά κωφοί» θεωρούνται τα άτομα που απώλεσαν την

    ακουστική τους ικανότητα μετά την απόκτηση γλώσσας (Τσιναρέλης, 2011).

    1.1. H πολιτισμική διάσταση

    Η κουλτούρα αποτελείται πρωταρχικά από συμβολικές, ιδεατές και μη απτές

    πτυχές των ανθρώπινων κοινωνιών. Οι άνθρωποι που ανήκουν σε μια κουλτούρα

    συνήθως ερμηνεύουν την έννοια των συμβόλων, των αντικειμένων και των

    συμπεριφορών με τον ίδιο ή με παρεμφερή τρόπο (Banks, 1989). Η κουλτούρα

    σχετίζεται με κάποια ανθρώπινα πρότυπα, τα οποία μαθαίνονται και μοιράζονται ή

    είναι μοντέλα που ακολουθούνται στην καθημερινή ζωή και διαπερνούν όλες τις

    όψεις και τις πτυχές της καθημερινής επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης (Damen,

    1987).

    Η κουλτούρα περιλαμβάνει τη γλώσσα, τις αξίες, τις παραδόσεις, τα ήθη, και

    την ταυτότητα (Padden, 1980). Η κουλτούρα των Κωφών πληροί και τα πέντε

    κριτήρια που την ορίζουν. Η γλώσσα αναφέρεται στη γηγενή οπτικοκινητική

    πολιτισμική γλώσσα των Κωφών. Οι αξίες της κοινότητας των Κωφών

    περιλαμβάνουν τη σημασία της επικοινωνίας μέσα σε επίπεδο έκφρασης και

    κατανόησης. Οι παραδόσεις περιλαμβάνουν τις ιστορίες που έχουν διασωθεί από

    γενιά σε γενιά Κωφών, τις εμπειρίες τους καθώς και τη συμμετοχή τους στα

    πολιτιστικά δρώμενα. Τα ήθη τους αναφέρονται στους κανόνες συμπεριφοράς μέσα

    στην κοινότητα. Τέλος η ταυτότητα αποτελεί ένα βασικό κομμάτι για τον κάθε Κωφό

    καθώς περιλαμβάνει την παραδοχή της κώφωσης και κατά συνέπεια είναι

  • 13

    υπερήφανος για την κουλτούρα του και την κληρονομιά του και τελικά αποτελεί

    μέλος μιας πολιτιστικής ομάδας (Cripps, 2000). Εφόσον γίνεται λόγος για την

    κουλτούρα μιας ομάδας που υφίσταται μέσα σε μια γενικότερη κουλτούρα της χώρας,

    χρησιμοποιείται ο όρος συν-κουλτούρα προκειμένου να αναγνωριστεί η κοινή

    κοινωνική θέση και η κοινή σημασία κάθε κουλτούρας. Ο πολιτισμός λοιπόν των

    Κωφών παρόλο που παρουσιάζει διαφορετικές συμπεριφορές στη γλώσσα, τις αξίες

    και τα πιστεύω, δεν έχει αναγνωριστεί σαν μια συνηθισμένη κουλτούρα στην

    Αμερική. Ο πρώτος λόγος είναι γιατί η κώφωση θεωρείται από πολλούς μια μειονεξία

    που πρέπει να διορθωθεί, με τη λογική ότι όποιος είναι κωφός θα ήθελε να

    θεραπευτεί. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η κώφωση παρουσιάζει εμπόδιο στην

    επικοινωνία με τους ακούοντες και ο μόνος τρόπος είναι η γνώση της νοηματικής

    γλώσσας (Siple, 1994).

    Πολύ σημαντικό κομμάτι της κουλτούρας όσον αφορά την επικοινωνία είναι

    το κανάλι που χρησιμοποιείται για αυτή. Για τους Κωφούς το πρωτεύον κανάλι

    επικοινωνίας είναι το οπτικό και όχι το ακουστικό. Το οπτικό κανάλι γίνεται ο

    μηχανισμός για ανταλλαγή μηνυμάτων και είναι πολύ βασικό ακόμη και γι’ αυτούς

    που διαθέτουν κάποια υπολείμματα ακοής σε σχέση με το ακουστικό κανάλι. Η κύρια

    χρήση του οπτικού καναλιού της κουλτούρας των Κωφών έχει επιρροή στην

    αντίληψή τους με δυο τρόπους. Πρώτα, το οπτικό κανάλι είναι πολύ περισσότερο

    εξαρτημένο από την προσοχή σε σχέση με το ακουστικό. Η ομιλία δηλαδή αρχίζει

    όταν παράγεται ήχος και σταματάει όταν η φωνή ασθενεί. Αντίθετα το οπτικό κανάλι

    είναι ισχυρό όσο δυο άνθρωποι έχουν βλεμματική επαφή. Αυτός είναι και ο

    παράγοντας που έχει μεγάλη επιρροή στον τρόπο που οι κωφοί αντιλαμβάνονται την

    επικοινωνία. Η δεύτερη διαφορά στην αντίληψη έγκειται στο γεγονός ότι η

    οπτικοκινητική γλώσσα είναι πολυαρθρωτική σε αντίθεση με την ακουστικοφωνητική

    που είναι μονοαρθρωτική (Siple, 1994).

    Οι Baker και Padden (1978) εξηγούν ότι υπάρχουν πέντε οπτικοκινητικοί

    αρθρωτήρες. Αυτοί είναι τα χέρια και τα μπράτσα, το κεφάλι, τα μάτια, το πρόσωπο,

    και όλο το σώμα. Ένα γλωσσικό μήνυμα επομένως μπορεί να σταλεί

    χρησιμοποιώντας ο Κωφός ταυτόχρονα και τους πέντε αρθρωτήρες ή κάποιους από

    αυτούς. Αυτή επομένως η πολυαρθρωτική προσέγγιση στη γλωσσική επικοινωνία

    είναι ιδιαίτερα έκδηλη στο χώρο των Κωφών.

  • 14

    Ένα άλλο σημαντικό θέμα που αφορά την κουλτούρα είναι «η εθνότητα των

    Κωφών». Οι κοινωνιολόγοι έχουν ορίσει την εθνότητα ως «μια έκφραση του εαυτού

    μας και της κοινωνίας» (Weber, 1978). Η εθνότητα δηλαδή αποτελεί μια διαδικασία

    οργάνωσης των ορίων της ταυτότητας και του πολιτισμού και γι’ αυτό το λόγο

    υπάρχει το ερώτημα αν πρέπει να τίθεται θέμα εθνότητας των Κωφών. Το θέμα της

    εθνότητας και της κοινής καταγωγής είχε αναφερθεί από την αρχαιότητα και

    συγκεκριμένα στον «Πανηγυρικό» του Ισοκράτη. Συγκεκριμένα, οι Έλληνες

    θεωρούσαν το όμαιμο σαν μια κοινότητα κοινής καταγωγής και όπως αναφέρει ο

    Ισοκράτης αναγνώριζαν ο ένας τον άλλο από την εκπαίδευση και τον πολιτισμό τους

    και όχι απαραίτητα από τους δεσμούς αίματος (Papaspyrou, 2009). Στη συνέχεια ο

    Weber (1978) όρισε την εθνότητα στο πλαίσιο μιας κοινότητας, όχι όμως απαραίτητα

    και σε ένα βιολογικό πλαίσιο.

    Σχετικά με το θέμα της εθνότητας υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις.

    Υπάρχουν οι υποστηρικτές της άποψης περί ύπαρξης εθνότητας των Κωφών αλλά και

    όσοι υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη. Η εθνότητα τους σχετίζεται με την

    ταυτότητα και τον πολιτισμό τους (Eckert, 2005) και είναι άμεσα συνδεδεμένη με την

    αρχαία ελληνική έννοια του έθνους που είχε τρεις προϋποθέσεις: το όμαιμο, το

    ομόγλωσσο και το ομόθρησκο. Το έθνος αποτελεί μια τριαδική σχέση και η εθνότητα

    των Κωφών αποτελεί την έκφραση της σχέσης αυτής, εφόσον υπάρχει η κοινή

    καταγωγή, κοινή θρησκεία – με την έννοια της κοινής κουλτούρας – αλλά και κοινή

    γλώσσα (Papaspyrou, 2007).

    Η κουλτούρα των Κωφών δεν είναι ομοιογενής καθώς υφίστανται

    διαφορετικές κοινότητες Κωφών σε όλο τον κόσμο, οι οποίες μιλούν διαφορετική

    νοηματική και εκθέτουν διαφορετικές πολιτισμικές τάσεις. Η κουλτούρα τους επίσης

    διασταυρώνεται με την εκπαίδευση, το φύλο, την ηλικία, την κοινωνική τάξη με

    αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια κουλτούρα που είναι μικρή αλλά ταυτόχρονα και

    πολυποίκιλη. Υφίσταται, διότι οι Κωφοί που έχουν φοιτήσει σε σχολεία κωφών

    αναπτύσσουν το δικό τους δίκτυο και κρατούν επαφή με όλους τους κωφούς

    συμμαθητές τους. Γι’ αυτό το λόγο διοργανώνουν αθλητικά δρώμενα, αγώνες και

    εκδηλώσεις, προκειμένου η γλώσσα και η κουλτούρα τους να μεταδοθεί από τη μια

    γενιά στην άλλη και να ενδυναμωθούν οι δεσμοί τους (Cripps, 2000).

  • 15

    Φαίνεται τελικά ότι ο όρος «κουλτούρα» έχει γίνει αιτία διαφωνιών, γιατί για

    κάποιους οι Κωφοί και η κουλτούρα τους δεν αποτελούν «αληθινή κουλτούρα» και

    στηρίζουν την άποψη τους στο γεγονός ότι οι Κωφοί δεν φοράνε παραδοσιακές

    στολές, δεν έχουν διαφορετικές τελετουργίες ούτε διαφορετικό φαγητό. Τα θέματα

    ωστόσο που διαπραγματεύονται στην κοινότητα τους σχετίζονται με την

    αποκλειστικότητα και την αυθεντικότητα. Το θέμα της αποκλειστικότητας θέτει το

    ερώτημα αν οι Κωφοί αποτελούν «πραγματική κουλτούρα» η «συν-κουλτούρα».

    Σχετικά με την αυθεντικότητα, ένας Κωφός γνωρίζει τη γλώσσα του και είναι

    γνώστης των συνήθειων της ομάδας του. Ένας όμως αυθεντικός Κωφός είναι κάποιος

    που έχει γεννηθεί από κωφούς γονείς, έχει φοιτήσει σε σχολείο κωφών, αποτελεί

    ενεργό μέλος της κοινότητας του και υπερασπίζεται τη γλώσσα του και την

    ταυτότητα του (Parasnis, 1998).

    1.2. H γλωσσική διάσταση

    Η πλουσιότερη πολιτισμική πηγή της κοινότητας των Κωφών είναι η

    νοηματική, που συντηρήθηκε μέσω των γενεών (Kannapell, 1993). Η νοηματική

    γλώσσα στην πραγματικότητα εξυπηρετεί πολλές λειτουργίες στην κοινότητα των

    Κωφών, επειδή λειτουργεί όχι μόνο ως διάλεκτος της κοινότητας αλλά και σαν ένας

    δείκτης «ομαδικής αλληλεγγύης» και σαν ένα μέσο ταυτότητας των μελών της

    ομάδας (Reagan, 1995).

    Για τους Κωφούς, όπως υποστηρίζει ο Sabatello (2005), η κοινότητα των

    Κωφών αποτελεί μια γλωσσική μειονότητα που βασίζεται στην ευχέρεια της κοινής

    γλώσσας που είναι διαφορετική από την γλώσσα που μιλά η πλειονότητα και έχει

    δίκη της κουλτούρα και πολιτισμό η οποία αποτελείται από κανόνες, αξίες,

    πεποιθήσεις, παραδόσεις. Η κοινότητα δεν είναι απαραίτητο να αποτελείται μόνο από

    τα Κωφά μέλη αλλά μπορεί να περιλαμβάνει και διερμηνείς της νοηματικής γλώσσας,

    ακούοντες γονείς και αδέλφια Κωφών που γνωρίζουν τη νοηματική γλώσσα. Η

    κοινότητα επίσης δεν αποκλείει ακούοντα παιδιά Κωφών γονέων και μάλιστα πολλοί

    γονείς συχνάζουν μαζί με τα παιδιά τους στα σωματεία και τα τελευταία έχουν τη

    δυνατότητα να έρθουν σε επαφή από μικρή ηλικία με τη νοηματική γλώσσα (Eckert,

    2010).

  • 16

    Η νοηματική γλώσσα αποτελεί το κατάλληλο εκφραστικό και προσληπτικό

    υπόβαθρο που λύνει τα προβλήματα των Κωφών σε σχέση με την επικοινωνία τους.

    Σύμφωνα με τον Παπασπύρου (2003) ο Κωφός χαρακτηρίζεται από ιδιαιτερότητα

    επικοινωνιακής φύσης που τον διαφοροποιεί από τα άλλα άτομα με εκπαιδευτικές

    ανάγκες. Ο Κωφός προσαρμοστικά εναρμονίζεται με έναν κώδικα επικοινωνίας που

    έχει ως βάση το οπτικοκινητικό πλαίσιο. Κατά συνέπεια ο γλωσσογενετικός

    μηχανισμός επαναπροσαρμόζεται και αυτό συμβαίνει διότι το Κωφό άτομο

    καταφεύγει στην παραπάνω διαδικασία όχι με την αιτιακή λειτουργία «κώφωση –

    κατάκτηση γλωσσικού μέσου επικοινωνίας» αλλά εναρμονίζεται με ένα

    τροποποιημένο μέσο επικοινωνίας με τους ομοίους του, το οποίο εδράζεται στη

    νοηματική γλώσσα. Αλλά το σημαντικό μειονέκτημα για την ευρύτερη κοινωνία είναι

    ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αλλά ακόμα και οι γονείς κωφών παιδιών δεν

    γνωρίζουν να την χρησιμοποιούν, καθώς η ομιλία και η ακοή αποτελούν τα κύρια

    μέσα επικοινωνίας τους. Κατά συνέπεια, η χρήση της νοηματικής περιορίζεται μόνο

    σε όσους την γνωρίζουν και συνήθως πρόκειται για τα μέλη της κοινότητας των

    Κωφών (Baynton, 2000).

    Η Kannapell (1980) υποστήριξε ότι η νοηματική γλώσσα λειτουργεί

    ενοποιητικά για τους Κωφούς γιατί ενώνονται μέσω αυτής. Όμως και την ίδια στιγμή

    τους διαχωρίζει από τους ακούοντες. Οι δυο λοιπόν αυτές λειτουργίες αποτελούν δυο

    διαφορετικές οπτικές της ίδιας πραγματικότητας. Ουσιαστικά, η νοηματική γλώσσα

    είναι το μόνο πράγμα που ανήκει πλήρως στους Κωφούς, γιατί έχει αναδυθεί μέσα

    από την κοινότητα τους και οι ίδιοι θεωρούν ότι αν όλοι οι ακούοντες μάθαιναν

    νοηματική, θα καταστρεφόταν η γλώσσα τους.

    Οι Κωφοί παρόλο που χρησιμοποιούν τη νοηματική για την επικοινωνία τους,

    ωστόσο οι περισσότεροι από αυτούς είναι δίγλωσσοι. Αυτό σημαίνει ότι

    χρησιμοποιούν την προφορική τους γλώσσα και παράλληλα μαθαίνουν και τον

    γραπτό λόγο και τη γλώσσα της πλειονότητας της κοινωνίας στην οποία ζουν (Lucas

    & Valli, 1992). Οι δίγλωσσοι Κωφοί χρησιμοποιούν τη γλώσσα τους από την παιδική

    τους ηλικία στην εκπαίδευση τους, στις συναναστροφές τους και έχουν αναπτύξει

    γνώσεις και στις δυο γλώσσες και σε διαφορετικά επίπεδα, ανάλογα βέβαια και με

    την εκπαίδευση που έχουν λάβει (Parasnis, 1998). Πολλοί ωστόσο έχουν την τάση να

    «κρύβουν» τις γνώσεις τους για την «πιο αδύναμη» γλώσσα και όταν βρίσκονται σε

  • 17

    ένα περιβάλλον δίγλωσσο και ανάλογα και με το θέμα της συζήτησης, τη

    διαπροσωπική επικοινωνία και το επίπεδο των γνώσεων που έχουν και στις δυο

    γλώσσες, τότε χρησιμοποιούν μια βασική γλώσσα αναμειγνύοντας στοιχεία και από

    την άλλη. Ο Sacks (1989) αναφέρει ότι ειδικά στο πανεπιστήμιο του Gallaudet όταν

    ένας ακούων πλησιάσει μια ομάδα Κωφών που συζητά, τότε οι Κωφοί χρησιμοποιούν

    νοηματιζόμενα αγγλικά και επιστρέφουν στη συζήτηση τους στη νοηματική όταν ο

    ακούων απομακρυνθεί.

    Γενικότερα, όσον αφορά στη διγλωσσία των Κωφών, αυτό που θα μπορούσε

    να υποστηριχτεί είναι ότι ζουν σε περισσότερες από μια κουλτούρες αφού είναι μέλη

    της κοινότητας τους αλλά ανήκουν και στην ευρύτερη ακούουσα κοινωνία. Έτσι

    λοιπόν προσαρμόζονται σε αυτές τις κουλτούρες και συγχωνεύουν κομμάτια και από

    τις δυο. Ο βαθμός επαφής των Κωφών και με τις δυο κουλτούρες εξαρτάται από το αν

    υπάρχει κώφωση στην οικογένεια, από το βαθμό απώλειας της ακοής τους, το

    επίπεδο εκπαίδευσης τους αλλά είναι βέβαιο ότι εκτός από δυο γλώσσες διαθέτουν

    και δυο πολιτισμούς (Parasnis, 1998).

    Φαίνεται ότι η σχέση γλώσσας και κουλτούρας είναι αλληλένδετη αλλά και

    πολύπλοκη εξαιτίας της δυσκολίας κατανόησης των νοητικών διεργασιών όσων

    επικοινωνούν. Η νοηματική γλώσσα είναι μεν πολύ σημαντική για έναν κωφό που

    αυτοχαρακτηρίζεται ως μέλος γλωσσικής μειονότητας, είτε είναι παιδί ή ενήλικας, για

    την γλωσσική, κοινωνική και συναισθηματική του ανάπτυξη, αλλά, για να επιτύχει

    την εσωτερίκευση της γλώσσας, θα πρέπει να αποκτήσει την κουλτούρα που υπάρχει

    μέσα στην ίδια τη γλώσσα. Κάθε γλωσσική ομάδα έχει και το δικό της τρόπο που

    βλέπει, εκφράζει και ερμηνεύει τον κόσμο (Cripps, 2000). Σημαντικός επομένως

    παράγοντας της κουλτούρας αποτελεί το κοσμοείδωλο, δηλαδή η εικόνα του κόσμου

    και η ερμηνεία του φυσικού κόσμου που είναι η ουσία της γλωσσικής σχετικότητας

    (Whorf, 1956).

    1.3. Τέχνη

    Οι Κωφοί ασχολούνται με ένα ευρύ φάσμα ειδών τέχνης που κάποια από αυτά

    παίρνουν το έναυσμα από την κουλτούρα και τη γλώσσα και κάποια άλλα

    αντικατοπτρίζουν μορφές που έχουν σχέση με την επικοινωνία. Η ιστορική

  • 18

    περιγραφή είναι πολύ δύσκολη εξαιτίας της έλλειψης καταγραφής και των ελαχίστων

    παραδειγμάτων που έχουν διασωθεί.

    Ένα είδος τέχνης των Κωφών αποτελεί η αφήγηση που σχετίζεται με την

    καθημερινή ζωή τους. Η αφήγηση δεν περιορίζεται μόνο σε καθημερινά γεγονότα

    αλλά αποτελεί ένα θεμελιώδες κομμάτι της κοινωνικής και πολιτισμικής ζωής των

    Κωφών. Βέβαια, οι ίδιοι δεν θεωρούν ότι είναι απαραίτητο να καταγράψουν όσα ζουν

    γι’ αυτό το λόγο η ανάπτυξη της αφήγησης ως μέσο μεταφοράς ιστορικών και

    πολιτιστικών πληροφοριών είναι περιορισμένη. Παρομοίως τα παιχνίδια, τα ανέκδοτα

    και τα αστεία αποτελούν μέρος της κοινότητας τους και, επειδή υφίστανται από τη

    γέννηση της, θεωρούνται τόσο δεδομένα, που πιστεύουν ότι δεν είναι απαραίτητη η

    καταγραφή τους. Τα ανέκδοτά τους μάλιστα έχουν χρησιμοποιηθεί και στο θέατρο με

    νοήματα, στο οποίο όμως δεν είχαν πρόσβαση πολλοί Κωφοί (Ladd, 2003)

    1.3.1. Θέατρο

    Το Θέατρο Κωφών δημιουργήθηκε κατά τα τέλη του 19ου

    αιώνα αλλά οι

    πληροφορίες για τους θεατές και τους συντελεστές είναι περιορισμένες. Στα

    σωματεία υπήρχε παράδοση σε μικρές παραστάσεις συνήθως σε περιόδους γιορτών.

    Ειδικά στη Βρετανία, ιδρύθηκε ένας οργανισμός που ξεκίνησε έναν διαγωνισμό

    εθνικού δράματος αλλά η επιλογή των θεμάτων και το γενικότερο πλαίσιο είχε

    επηρεαστεί από τους ακούοντες επιτρόπους, με αποτέλεσμα οι Κωφοί να

    παρακολουθούν τις παραστάσεις περισσότερο για κοινωνικούς και πολύ λιγότερο για

    καλλιτεχνικούς λόγους (Ladd, 1985).

    Το θέατρο που ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1960 στην Αγγλία ήταν

    επηρεασμένο τόσο από την επιλογή του υλικού όσο και από τη θεματολογία των

    έργων από τους ακούοντες που είχαν τη διεύθυνση και τη σκηνοθεσία του με

    αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση οι Κωφοί θεατές να καταλάβουν τα έργα που

    παρουσιάζονταν και τελικά οι θεατές να είναι ακούοντες και όχι Κωφοί. Εκτός όμως

    από την Αγγλία, Θέατρο Κωφών υπήρξε στην Αμερική αλλά και στις πρώην

    κομμουνιστικές χώρες. Συγκεκριμένα στην Αμερική το Θέατρο Κωφών είναι πολύ

    πιο αναπτυγμένο από εκείνο της Αγγλίας και έχει δημιουργήσει έναν εντυπωσιακό

    αριθμό παραστάσεων. Στις πρώην κομμουνιστικές χώρες ενισχύθηκε οικονομικά από

    κρατικές επιχορηγήσεις και έτσι δημιούργησε μια πολύ καλή παράδοση σε θεατρικές

  • 19

    παραστάσεις. Η προφορικότητα όμως υπερίσχυσε με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται

    έργα που έμοιαζαν περισσότερο με παντομίμα παρά με νοηματική γλώσσα (Ladd,

    2003).

    Τις δεκαετίες 1970 στην Αμερική και 1980 στην Αγγλία, επειδή

    αναζωπυρώθηκε το κίνημα των Κωφών, εμφανίστηκαν τα πρώτα έργα που έχουν

    καταγραφεί, τα οποία γράφτηκαν και σκηνοθετήθηκαν από Κωφούς πάνω σε θέματα

    που τους αφορούν και σχετίζονται με μηνύματα που θέλουν οι ίδιοι να προβάλουν

    (Handtheater, 1997).

    1.3.2. Εικαστικές τέχνες

    Ο Miles (1974) έχει κατατάξει την τέχνη που αφορά στους Κωφούς σε 3

    κατηγορίες: η πρώτη είναι αυτή που από τα έργα δεν εντοπίζεται κανένα ίχνος της

    ύπαρξης κώφωσης του δημιουργού. Η δεύτερη κατηγορία σχετίζεται με έργα που

    αποκαλύπτουν μια πτυχή του Κωφού καλλιτέχνη και η τρίτη αφορά έργα που

    προβάλουν ολοφάνερα την κώφωση. Η σημαντικότητα των εικαστικών τεχνών για

    τους Κωφούς έχει σχέση τόσο με την κοινότητα στην οποία ανήκουν όσο και στην

    εποχή που ζουν. Ο Mirzoeff (1995) σε μια έρευνά του υποστηρίζει ότι πολλοί Κωφοί

    ζωγράφοι, γλύπτες, φωτογράφοι γνώριζαν ότι εντάσσουν στα έργα τους την κώφωση

    και ότι οι περισσότερες εικαστικές τέχνες περιείχαν και πολιτικό θέμα. Επίσης θεωρεί

    ότι μέσα στα έργα των Κωφών καλλιτεχνών έχει πλέον παρεισφρήσει και η

    προφορικότητα που οφείλεται στην εκπαίδευση, με αποτέλεσμα ο αριθμός των

    Κωφών καλλιτεχνών να μειωθεί μέχρι το 1970 οπού υπήρξε αναζωπύρωση του

    κινήματος και της κοινότητας των κωφών γενικότερα.

    1.4. Κοινωνική ταυτότητα

    Η ταυτότητα είναι στενά συνδεδεμένη με την κουλτούρα των Κωφών και

    αποτελεί το βασικό κομμάτι από το οποίο συγκροτείται ένας άνθρωπος (Cripps,

    2000). Ο κόσμος των Κωφών παραμένει τελείως ξένος για έναν μεγάλο αριθμό

    ακουόντων. Για τους περισσότερους η κώφωση αποτελεί μια αναπηρία, μια

    ανικανότητα δηλαδή να λειτουργήσουν «ακουολογικά». Για τους Κωφούς όμως, η

  • 20

    κώφωση ορίζεται όχι με βάση ζητήματα που αφορούν στην ακοή, αλλά με κριτήρια

    κοινωνικά, γλωσσολογικά και πολιτισμικά. Γι’ αυτό το λόγο υπάρχει η διάκριση

    ανάμεσα στις λέξεις «κωφός» και «Κωφός». Το πρώτο αναφέρεται στην κώφωση

    ακουολογικά και κατά συνέπεια σαν κατάσταση αναπηρίας και το δεύτερο στην

    κώφωση ως πολιτισμική κατάσταση (Reagan, 1995).

    Οι Κωφοί δεν θεωρούν τους εαυτούς τους ανάπηρους αλλά

    αυτοπροσδιορίζονται ως γλωσσική μειονότητα, γι’ αυτό το λόγο και είναι γνώστες

    της νοηματικής γλώσσας και αποδέχονται την ταυτότητα τους. Η άλλη πλευρά

    περιλαμβάνει τα άτομα που βασίζονται στην παθολογική πλευρά της κώφωσης,

    σύμφωνα με την οποία θεωρούν τους εαυτούς τους διαφορετικούς από τους

    ακούοντες (Lane, 2005).

    Ουσιαστικά, ο όρος «ταυτότητα Κωφού» πρόκειται για μια αφηρημένη

    πολιτιστική δομή που αντανακλά την συλλογική εικόνα που έχουν τα μέλη της

    κοινότητας των Κωφών για τους ίδιους. Η κοινότητα των Κωφών δεν βασίζεται σε

    γεωγραφική εγγύτητα αλλά αποτελείται από Κωφούς που απαρτίζουν τον πυρήνα της

    κοινότητας και χρησιμοποιούν τη νοηματική γλώσσα. Η Leigh (2009) εξηγεί στο

    βιβλίο της πως η ταυτότητα του κάθε κωφού εξαρτάται από το περιβάλλον στο οποίο

    μεγαλώνει και από τον τρόπο που αυτό θα τον επηρεάσει. Η δημιουργία ταυτότητας

    αποτελεί προϊόν πολιτισμού για τον κάθε κωφό και μαθαίνει για τον εαυτό του μέσα

    από την οικογένεια του και από την κοινότητα στην οποία ζει και ανήκει. Κατά

    συνέπεια, οι κωφοί που έρχονται σε επαφή και επικοινωνία με τον κόσμο των Κωφών

    από πολύ μικρή ηλικία, χτίζουν την ταυτότητα τους και γνωρίζουν ποιοι είναι (Leigh,

    2009).

    Η δυσκολία των περισσότερων κωφών για την ανάπτυξη της ταυτότητας τους

    είναι το γεγονός ότι γεννιούνται μέσα σε έναν κόσμο ακουόντων, όπου η γλώσσα της

    οικογένειας και της κοινωνίας είναι η προφορική, με συνέπεια οι κωφοί να

    εμποδίζονται να αναπτύξουν την αίσθηση του ποιοι είναι. Παρόλο όμως που

    μεγαλώνουν σε έναν κόσμο ακουόντων, πολλοί τελικά κωφοί μαθαίνουν για τον

    κόσμο των κωφών και τη νοηματική γλώσσα της χώρας τους και ανακαλύπτουν την

    ταυτότητα τους εισερχόμενοι με δυναμικό τρόπο στον κόσμο των κωφών. Όλη

    βέβαια αυτή η ανακάλυψη δεν είναι ίδια για όλους αλλά εξαρτάται από το βάθος που

  • 21

    έχει ήδη η ταυτότητα τους αλλά και η ηλικία που επιλέγουν οι ίδιοι να ενταχθούν,

    πράγμα που σχετίζεται με το βαθμό αυτοσυνειδησίας τους (Leigh, 2009).

    Υπάρχουν Κωφοί που έχουν διαπολιτισμική ταυτότητα και ανήκουν

    περισσότερο ή λιγότερο στην κουλτούρα των Κωφών ή των ακουόντων και

    διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία αφορά στους κωφούς που

    είναι πολιτισμικά ακούοντες και σημείο αναφοράς τους αποτελεί η ακοή, γι’ αυτό το

    λόγο και το μέσο επικοινωνίας τους είναι ο προφορικός λόγος. Στη δεύτερη

    κατηγορία εντάσσονται όσοι δεν ανήκουν πολιτισμικά ούτε στους ακούοντες ούτε

    στους Κωφούς και η ταυτότητα τους δημιουργείται χωρίς να έχουν μια ξεκάθαρη

    αντίληψη τι σημαίνει η ακοή και η κώφωση. Επόμενη είναι η μορφή ταυτότητας που

    έχει να κάνει με την ένταξη στην κουλτούρα των Κωφών σε τέτοιο επίπεδο που

    πρόκειται για μια υγιή και όχι κριτική αναγνώριση και ταύτιση με τα Κωφά άτομα. Η

    τελευταία κατηγορία περιλαμβάνει την ταυτότητα που ενσωματώνει και τις δυο

    κουλτούρες. Αυτού του είδους η ταυτότητα είναι η διαπολιτισμική και οι Κωφοί που

    την έχουν μπορούν να διαπραγματεύονται και να κινούνται και στα δυο

    περιβάλλοντα, τόσο των Κωφών, όσο και των ακουόντων. Υποστηρίζουν δηλαδή την

    κουλτούρα των Κωφών αλλά δίνουν βάρος και στον κόσμο των ακουόντων και στις

    αξίες του (Leigh et al.,1995).

    Η διαδικασία διαμόρφωσης ταυτότητας έχει άμεση σχέση και με την

    κοινωνικοποίηση του ατόμου, εφόσον εκπαιδεύεται στην επικοινωνία και έτσι γίνεται

    μέλος μιας κοινότητας γνωρίζοντας ταυτόχρονα και την κουλτούρα της. Η

    επικοινωνία αυτή πραγματοποιείται μέσα από τη γλώσσα, την ομιλία και την ακοή.

    Στην περίπτωση όμως της κώφωσης, η προφορική επικοινωνία δεν ισχύει εφόσον και

    ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των γονέων είναι ακούοντες (Parasnis, 1998).

    Η κοινότητα επομένως των Κωφών χαρακτηρίζεται ως μια «μειονότητα» γιατί

    υπάρχουν διακριτά χαρακτηριστικά από τα οποία χαρακτηρίζονται τα μέλη της και

    αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο από την κοινωνία εξαιτίας αυτών των

    χαρακτηριστικών. Επιπλέον, η οργάνωση της εικόνας τους γίνεται γύρω από την

    ταυτότητα τους καθώς και την γνώση που μοιράζονται πάνω σε αυτή (Dolnick,1993).

    Η δημιουργία ταυτότητας που διαπλάθεται ειδικά μέσα στο χώρο του

    σχολείου κωφών, βοηθά τα κωφά άτομα να έχουν την αίσθηση ότι ανήκουν σε μια

    ομάδα και παράλληλα, εφόσον είναι αποδεκτά μέσα σε αυτή, να έχουν και μια υγιή

  • 22

    αίσθηση του εαυτού τους (Gordon & Gerden, 1986). Επίσης η ομάδα αυτή συντηρεί

    πρότυπα σχέσεων γιατί οι επαφές μέσα στο σχολείο είναι ιδιαίτερα δυνατές και η

    αποδοχή ενός κωφού εξαρτάται από τις σχέσεις που είχε στο σχολείο και κατά πόσο

    αποδεκτή είναι η ταυτότητα του σε αυτό (Hall, 1989). Επιπλέον, η διαμορφωμένη

    ταυτότητα του Κωφού σχετίζεται άμεσα με την λεγόμενη «υπερηφάνεια των Κωφών»

    οπού είναι φανερή η βαθειά κώφωση που δεν συνδέεται με δραστηριότητες που έχουν

    οι ακούοντες όπως για παράδειγμα η φωνή στη συνομιλία (Padden &Humpries,

    1988).

    Επιπλέον, η ταυτότητα που θα αποκτήσουν τα κωφά παιδιά που ζουν μέσα σε

    οικογένειες ακουόντων και η γνώση της νοηματικής γλώσσας εξαρτώνται πλέον από

    την εκπαίδευση που θα πάρουν τόσο από την ίδια τους την οικογένεια, όσο και από

    το χώρο του σχολείου. Το ίδιο μπορεί να ισχύει και για τους βαρήκοους, οι οποίοι

    μπορεί να φοιτούν σε σχολειό κωφών μπορεί και όχι, και εξαρτάται από τους ίδιους

    και το περιβάλλον τους, αν θα γίνουν γνώστες της νοηματικής γλώσσας, αν θα την

    χρησιμοποιούν και τελικά αν θα θελήσουν να ενταχτούν στην κοινότητα των Κωφών

    (Leigh et al., 1995).

    Αυτό που έχει αποδειχτεί επίσης είναι ότι οι Κωφοί που ανήκουν μέσα στην

    κοινότητα και έχουν υιοθετήσει την κουλτούρα των Κωφών έχουν πολύ μεγαλύτερη

    αυτοπεποίθηση και ικανοποίηση σε σχέση με όσους έχουν υιοθετήσει την κουλτούρα

    των ακουόντων (Maxwell-McCaw, 2001). Επιπλέον, τα άτομα που είναι εκ γενετής

    κωφά ή έχασαν την ακοή τους μέχρι την ηλικία των τριών ετών φαίνεται να

    βρίσκονται πιο κοντά στην κοινότητα των Κωφών και να έχουν διαμορφωμένη την

    ταυτότητα τους (Hintermair, 2007).

    Αποδεικνύεται λοιπόν ότι οι Κωφοί που έχουν ταυτότητα συμμετέχουν μέσα

    στην κοινότητα τους ενεργά, αναλαμβάνοντας δραστηριότητες μέσα σε αυτή

    επιβεβαιώνοντας έτσι ότι αποδέχονται την κώφωση τους.

    1.5. Η εκπαιδευτική διάσταση

    Η αυστηρά τυπική εκπαίδευση των κωφών παιδιών πριν το 16ο αιώνα ήταν

    ανύπαρκτη επειδή υπήρχε μέχρι τότε η άποψη ότι τα άτομα με απώλεια ακοής δεν

    ήταν εκπαιδεύσιμα και μάλιστα πολλές φορές τα χαρακτήριζαν ως άτομα με νοητική

  • 23

    υστέρηση. Αν κάποια παιδιά εκπαιδεύονταν στοιχειωδώς, ανήκαν σε ανώτερη

    οικονομική και κοινωνική τάξη και οι προσπάθειες εκπαίδευσης τους γίνονταν σε

    ιδιωτική βάση μέσα κυρίως από ιερείς. Από το 16ο αιώνα και μετά ξεκίνησε στην

    Ισπανία η πρώτη προσπάθεια εκπαίδευσης από τον Pédro Ponce de León, ο οποίος

    αποτελεί και τον πρώτο δάσκαλο Κωφών. Ο συγκεκριμένος δάσκαλος δίδασκε γραφή

    και ανάγνωση στα παιδιά και στη συνέχεια προσπαθούσε να τα βοηθήσει να

    μιλήσουν (Moores, 1996).

    Τους επόμενους αιώνες η εκπαίδευση των Κωφών άρχισε να εξαπλώνεται

    στην Ευρώπη. Στη Γαλλία το 18ο αιώνα ο Abbé de l’Épée αποτελεί τον πρώτο

    δάσκαλο που άρχισε να χρησιμοποιεί νοήματα στο πρώτο δημόσιο σχολείο Κωφών

    στο Παρίσι που ο ίδιος ίδρυσε και δίδασκε (Moores, 1996). Αργότερα, ο Thomas

    Gallaudet πήγε στη Γαλλία για να μελετήσει τη μέθοδο του Abbé de l’Épée. Όταν

    επέστρεψε στην Αμερική ίδρυσε το πρώτο σχολείο κωφών στο Connecticut, στο

    οποίο εφαρμοζόταν η νοηματική ως γλώσσα διδασκαλίας. Στη συνέχεια ο γιος του

    ίδρυσε προς τιμή του πατέρα του το πρώτo ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα για άτομα

    με προβλήματα ακοής, το Gallaudet College στην Ουάσιγκτον (Τσιναρέλης, 2011).

    Το 1880 αποτελεί μια καθοριστική ημερομηνία για την εκπαίδευση των

    Κωφών με το συνέδριο του Μιλάνου. Εκεί συγκεντρώθηκαν εκπαιδευτικοί από τα

    σχολεία Κωφών όλου του κόσμου και αποφάσισαν ότι στόχος της εκπαίδευσης ήταν

    οι κωφοί μαθητές να αναπτύξουν ομιλία και κατά συνέπεια έπρεπε να απαγορευτεί η

    νοηματική, που ήδη όμως είχε χρήση στα σχολεία. Τότε προκλήθηκε μεγάλη

    αναταραχή καθώς οι Κωφοί δάσκαλοι που δίδασκαν στα σχολεία Κωφών

    απολύθηκαν (Λαμπροπούλου, 1999).

    Ο συγκεκριμένος τρόπος διδασκαλίας διατηρήθηκε περίπου ως το 1960. Από

    εκεί και μετά το συγκεκριμένο μοντέλο διδασκαλίας τέθηκε σε αμφισβήτηση γιατί

    παρατηρήθηκε ότι οι Κωφοί δεν μάθαιναν τελικά να μιλάνε και ότι τελείωναν το

    σχολείο με πολύ περιορισμένες γνώσεις σε σχέση με τα ακούοντα παιδιά. Από το

    1970 και μετά ο γλωσσολόγος William Stokoe στην Αμερική υποστήριξε ότι η

    νοηματική γλώσσα αποτελεί μια πλήρη γλώσσα, την κατέγραψε και απέδειξε ότι

    όπως και οι ομιλούσες γλώσσες έχει δομή – φωνολογία, μορφολογία και σύνταξη.

    Επομένως, φάνηκε πια ότι η νοηματική αποτελεί τη φυσική γλώσσα των κωφών και

  • 24

    ότι τελικά θα πρέπει στα σχολεία να δημιουργηθούν προγράμματα που να βασίζονται

    στα δεδομένα της γλώσσας τους (Stokoe, 2005).

    To 1988 οι φοιτητές στο Gallaudet απείχαν από τα μαθήματά τους γιατί

    διεκδικούσαν την εκλογή Κωφού προέδρου και την πλειοψηφία του συμβουλίου να

    αποτελείται στο 51% από Κωφά μέλη. Η αποχή είχε διάρκεια λίγες ημέρες και το

    αποτέλεσμα ήταν να εκλεγεί νέος Κωφός πρόεδρος για πρώτη φορά σε

    πανεπιστημιακό ίδρυμα (Sacks, 1989). Η συγκεκριμένη του κίνηση είχε σκοπό να

    αποτινάξει τον πατερναλισμό των ακουόντων στην εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτικοί των

    Κωφών, επειδή είναι ακούοντες, εφαρμόζουν μία εκπαίδευση που τείνει να

    αποκλείσει ή να ελαχιστοποιήσει τους Κωφούς σαν μια πολιτισμική και γλωσσική

    κοινότητα. Ο Ramsey (1989) υποστήριξε ότι οι λύσεις που προσφέρονται για την

    εκπαίδευση των Κωφών, εξυπηρετούν περισσότερο τις συμβολικές ανάγκες της

    ακούουσας κοινωνίας και πολύ λιγότερο τις γλωσσικές και εκπαιδευτικές ανάγκες

    των ίδιων των Κωφών. Επιπλέον, τα εκπαιδευτικά προγράμματα δεν είναι

    προσαρμοσμένα στις ανάγκες των μαθητών και πολλοί δάσκαλοι δεν έχουν ακόμη

    επιχειρήσει να αντιμετωπίσουν την κώφωση ανεξάρτητα από το ιατρικό της κομμάτι

    (Woodward, 1982).

    Ένα ωστόσο θέμα που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια, είναι η δίγλωσση

    προσέγγιση στην εκπαίδευση των κωφών μαθητών και ο στόχος είναι να αξιολογείται

    το πρωτογενώς αποκτώμενο γλωσσικό σύστημα των μαθητών, δηλαδή η νοηματική

    γλώσσα, και στη συνέχεια να επιχειρείται η συστηματική διδασκαλία του γλωσσικού

    συστήματος που επικρατεί στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο των μαθητών. Η

    δίγλωσση εκπαίδευση πρέπει να στηρίζεται στην θεμελιώδη αρχή της

    αλληλοαποδοχής των διαφορετικών γλωσσών και διαφορετικών πολιτισμών και δεν

    αποτελεί απλώς γνώση και χρήση των δυο διαφορετικών γλωσσών αλλά διαμορφώνει

    μια αμφίπλευρη γλωσσική, κοινωνική και ιστορική ταυτότητα μέσα από την

    αλληλεπίδραση δυο γλωσσών και δυο πολιτισμών (Παπασπύρου, 2003). Με αυτού

    τους είδους την εκπαίδευση θα μπορεί να αποφευχθεί ο πατερναλισμός των

    προηγουμένων ετών από τους ακούοντες και να εξυπηρετηθεί μια πολύτιμη

    παιδαγωγική πρακτική έτσι ώστε οι κωφοί μαθητές να αποκτήσουν αντίληψη και

    επάρκεια σε δυο γλώσσες (Reagan, 1992).

  • 25

    1.6. Κοινωνικά θέματα

    Οι Κωφοί αποτελούν μια μειονότητα που έχει την ετικέτα της αναπηρίας με

    συνέπεια να υφίστανται παρανοήσεις για την συγκεκριμένη ομάδα και πολλές φορές

    να αντιμετωπίζουν διάφορα κοινωνικά ζητήματα στην κοινωνία των ακουόντων.

    Οι Κωφοί για άλλους αποτελούν γλωσσική μειονότητα και άλλοι τους

    αντιμετωπίζουν ως ανάπηρους. Για να μπορέσουν όμως οι ίδιοι να έχουν πρόσβαση

    στην πληροφόρηση, να αποκτήσουν δικαιώματα στην εκπαίδευση, στην εργασία και

    σε άλλους τομείς θα πρέπει να προβληθούν οι ίδιοι στην κοινωνία ως ανάπηροι,

    γεγονός που τους προκαλεί μεγάλη σύγχυση εφόσον τελικά στιγματίζονται με αυτή

    την ταμπέλα (Lane, 2005). Χαρακτηριστική είναι η αντιμετώπιση κάποιων Κωφών

    από υπαλλήλους καφετέριας στην Αμερική οι οποίοι χλεύαζαν την προφορά τους και

    αρνήθηκαν να τους εξυπηρετήσουν, αναφέροντας τους ότι δεν είναι ευπρόσδεκτοι. Οι

    Κωφοί θεώρησαν απαράδεκτη τη συμπεριφορά των υπευθύνων του καταστήματος

    που δεν τους ζήτησαν συγγνώμη κάνοντας μήνυση στην καφετέρια και η απόφαση

    του δικαστηρίου ακόμη εκκρεμεί (www.observer.com).

    Επιπλέον, δεν έχουν τη δυνατότητα σε θέματα που αφορούν στη γλώσσα τους

    να έχουν πάντα πρόσβαση είτε στον τομέα της εκπαίδευσης, είτε σε δικαστήρια,

    νοσοκομεία και γενικότερα σε δημόσιες υπηρεσίες. Η παροχή των γλωσσικών

    δικαιωμάτων των Κωφών ειδικά στην εκπαίδευση θα πρέπει να εξοπλιστεί με τα

    κατάλληλα σχολικά προγράμματα και τα υλικά, τους διερμηνείς, το βίντεο και την

    ουσιαστική πρόσβαση μέσω της νοηματικής γλώσσας.

    Οι Κωφοί στην κοινωνική τους ζωή αντιμετωπίζονται ρατσιστικά στο θέμα

    των σχέσεων και του γάμου. Τους έχει επιρριφθεί ότι επιδιώκουν να είναι συνεχώς με

    άλλους Κωφούς και να έχουν επαφή σχεδόν μόνο με αυτούς και μάλιστα να

    επιθυμούν να παντρεύονται μεταξύ τους και να γεννήσουν Κωφά παιδιά. Μάλιστα,

    όπως έχει σημειωθεί, η κοινότητα των Κωφών έχει τα πιο υψηλά ποσοστά ενδογαμίας

    από κάθε άλλη ομάδα με αναπηρία (Schein,1989). Χαρακτηριστικό παράδειγμα

    αποτελεί η δήλωση μιας Κωφής μέλλουσας μητέρας ότι, επειδή η ίδια προέρχεται από

    οικογένεια Κωφών, θα ήθελε και η κόρη της να είναι Κωφή. Το τελευταίο

    αποδεικνύει ότι οι ίδιοι δεν θεωρούν τους εαυτούς τους ως ανάπηρους αλλά ως

    γλωσσική μειονότητα (Mills, 2002). Όσοι όμως υπερασπίζονται τα δικαιώματα των

  • 26

    ανάπηρων, διατηρούν αμφιθυμική στάση γι’ αυτή την άποψη θεωρώντας ότι δεν είναι

    σωστό να έρθουν και άλλα παιδιά στον κόσμο με αναπηρία (Abberley, 1987).

    Ένα άλλο ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι Κωφοί είναι η στάση τους απέναντι

    στα κοινά. Επειδή θεωρούνται από την κοινωνία ως μειονότητα, οι ίδιοι νιώθουν

    καταπίεση και επιθυμούν να αλλάξουν τη ζωή τους. Ωστόσο, μερικοί αισθάνονται ότι

    δεν έχουν το σθένος να καθορίσουν τις αποφάσεις που επισυμβαίνουν στην πολιτική

    ζωή και επηρεάζουν τη ζωή τους. Ο Higgins (1980) θεωρεί ότι, επειδή η κοινωνία

    τους αντιμετωπίζει με τέτοιον τρόπο ώστε να νιώθουν αποξενωμένοι από αυτή,

    μπορούν να συμβάλουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων μόνο μέσω της ψήφου

    τους.

    Από την άλλη πλευρά ο Gaventa (1980) υποστήριξε ότι τα άτομα που

    βρίσκονται σε μειονεκτική θεση συμμετέχουν λιγότερο στην πολιτική διαδικασία.

    Ειδικά για τους Κωφούς έχει επισημανθεί ότι η επικοινωνία αποτελεί εμπόδιο για να

    επιτύχουν να γίνουν ενεργά μέλη στην πολιτική διαδικασία. Επιπλέον, επειδή

    βρίσκονται σε ασθενέστερο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο και έχουν λάβει

    χαμηλότερη εκπαίδευση σε σχέση με τους ακούοντες, έχουν την αντίληψη ότι η

    ψήφος τους δεν έχει τη δύναμη να αλλάξει κάτι στα κοινά. Το τελευταίο τους οδηγεί

    να νιώθουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας γιατί είναι αριθμητικά πολύ λιγότεροι από

    τους ακούοντες. Ο Brookfield (1987) πιστεύει ότι μερικοί Κωφοί, εξαιτίας της

    δυσκολίας πληροφόρησης που αντιμετωπίζουν, αισθάνονται κοινωνικά

    απομονωμένοι, δεν έχουν ενδιαφέρον για τα πολιτικά δρώμενα και τελικά

    παραιτούνται από την προσπάθεια αλλαγής.

    Όλα τα παραπάνω έχουν άμεση σχέση με τον πατερναλισμό από τους

    ακούοντες που αναγκάζει τους Κωφούς να παραμένουν σε θέση κοινωνικής και

    οικονομικής υποταγής. Έχει επιτραπεί δηλαδή στους μη ανάπηρους να έχουν το

    δικαίωμα να συμπεριφέρονται ως προστάτες, ηγέτες, οδηγοί και μεσάζοντες απέναντι

    στους ανάπηρους επειδή τους θεωρούν ανήμπορους και εξαρτημένους. Κατά

    συνέπεια, οι πατερναλιστικές τάσεις ευθύνονται για την αδυναμία των αναπήρων να

    γίνουν ανεξάρτητοι και να αποκτήσουν ενεργό ρόλο μέσα στην κοινωνία (Hahn,

    1986).

    Ο πατερναλισμός των ακουόντων αντιμετωπίζει το έργο του σαν την

    επαναφορά των Κωφών μέσα στην κοινωνία. Οι ακούοντες όμως παραλείπουν να

  • 27

    λάβουν υπόψη τους τις αξίες, την κουλτούρα, τη δομή της συγκεκριμένης ομάδας και

    τελικά δυσκολεύονται να αποδεχτούν τους Κωφούς αλλά προσπαθούν να

    κατασκευάσουν ανθρώπους όπως τους θέλουν οι ίδιοι χωρίς ουσιαστικά να κάνουν

    προσπάθεια να τους γνωρίσουν (Lane, 1992).

    1.7. Σωματεία

    Τα σωματεία αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της κοινότητας των

    Κωφών και έχουν την δική τους ιστορία. Άρχισαν να ιδρύονται στην Αγγλία στις

    αρχές του 19ου

    αιώνα και υπήρχαν στο Λονδίνο γύρω στα πενήντα ενώ σε όλη την

    Αγγλία υπολογίζονται πάνω από 250. Ο Kyle (1991) υποστηρίζει ότι μπορεί το

    σωματείο να μην αποτελούσε σημείο ζωτικής σημασίας για την ιδιότητα του Κωφού

    ως μέλος, ωστόσο ήταν τεράστιας σημασίας για τη ζωή μέσα στην κοινότητα καθώς

    λειτουργούσε όχι μόνο ως ένα σημείο εστίασης άλλ�