18

Εκλεισα τα ματια μου preview

Embed Size (px)

DESCRIPTION

 

Citation preview

Page 1: Εκλεισα τα ματια μου preview
Page 2: Εκλεισα τα ματια μου preview

ΜΙΧΑΛΗΣ Β. ΜΠΕΚΙΡΗΣ

ΑΝΟΙΓΟΚΛΕΙΣΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ

ΚΑΙ ΠΕΡΑΣΕ ΑΠΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΟΥ

ΟΛΗ ΜΟΥ Η ΖΩΗ

Page 3: Εκλεισα τα ματια μου preview

2

Copyright: Μιχάλης Β. Μπεκίρης, 2014

Όλα τα έργα του Μιχάλη Β. Μπεκίρη προστατεύονται από τους νόμους

προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η

αναπαραγωγή των έργων (ή τμημάτων αυτών) με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς

γραπτή άδεια του συγγραφέα.

ISBN: 978-618-5136-02-4

Page 4: Εκλεισα τα ματια μου preview

3

Α’ ΜΕΡΟΣ

Page 5: Εκλεισα τα ματια μου preview

4

ΟΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ

Η καθημερινή τρέλα ξαφνικά διακόπηκε από έναν γνώριμο ήχο

. Στο σαλόνι του πατρικού σπιτιού , κοντά στην μπαλκονόπορτα

που έβλεπε σε έναν τεράστιο κήπο όπου η ματιά γέμιζε από το

πράσινο των αιωνόβιων δέντρων και η ευωδιά της βροχής

ανακατεμένη με το χώμα ζάλιζε τις αισθήσεις , ακούστηκε ένα

τρίξιμο που κάθε άλλο παρά ενοχλητικό ήταν. Ένας

μακρόσυρτος, γλυκός θόρυβος που ερχόταν από το παρελθόν

και γέμιζε την ατμόσφαιρα από μνήμες και προσδοκίες. Τα

τελευταία χρόνια η εικόνα που αντίκριζες προκαλούσε

μπερδεμένα αισθήματα, συγκίνησης , ικανοποίησης, ένα μεγάλο

βάρος που δύσκολα σήκωνες , ποτέ όμως δεν σε λύγιζε. Η παλιά

κουνιστή καρέκλα , αργά , χωρίς καμία βιασύνη για να

ολοκληρώσει μια τοξοειδή κίνηση , συνεπής στον ρυθμό της ,

συναγωνιζόταν το μεγάλο ρολόι του τοίχου στα χρόνια , στη

ποιότητα , στην ιστορία, ακόμα και στους χτύπους που

γλύκαιναν τους ήχους και τρύπωναν χορεύοντας στα αυτιά μας.

Αγκαλιασμένη από παλιά έπιπλα κάποιου Λουδοβίκου , και τη

φωτιά από το επιβλητικό μαρμάρινο τζάκι να ζεσταίνει την

φθινοπωρινή ατμόσφαιρα σου έδινε την εντύπωση πως το θέαμα

Page 6: Εκλεισα τα ματια μου preview

5

ήταν κάτι παραπάνω από ένα γλυκό όνειρο ενός

μεσημεριάτικου ύπνου. Κι όμως δεν ήταν όνειρο , δεν ήταν

μεσημέρι αλλά ένα πρωινό που θα φυλάκιζε στην καρδιά για

πάντα την ανάμνηση μιας αιώνιας σοφίας.

Ο Αιμίλιος κατεβαίνοντας τη παλιά σκάλα ένιωσε πως η μέρα

που ξημέρωσε θα ήταν διαφορετική από αυτές που είχε μέχρι

τότε ζήσει. Τα μάτια του βαριά ακόμα από τον ύπνο , θάμπωσαν

από ένα υγρό σύννεφο συγκίνησης καθώς αντίκρισε την

ηλικιωμένη πια γιαγιά του να βυθίζεται στην κίνηση της

καρέκλας. Μια αρχοντική φυσιογνωμία με τα χαρακτηριστικά

της ταπεινότητας που απορρέουν από το βάρος του

παρελθόντος, περίμενε υπομονετικά να συναντήσει

οποιαδήποτε διαθέσιμη ύπαρξη του σπιτιού. Τα κοκάλινα

γυαλιά βοηθούσαν τα κουρασμένα μάτια της να ταξιδεύουν

χωρίς όμως να κοιτάζουν. Το βλέμμα της σταθερά

προσανατολισμένο στον κήπο έμοιαζε να παρακολουθεί τις

στάλες της βροχής που λύγιζαν τα φύλλα των δέντρων

πέφτοντας αργά στο καταπράσινο χορτάρι. Τα χέρια της , χέρια

σμιλευμένα από τη φθορά του χρόνου , ακίνητα, είχαν γίνει ένα

με τα μπράτσα της καρέκλας . Μια ήρεμη παρουσία , ένας

ήρεμος άνθρωπος που είχε εδώ και πολύ καιρό κλειστεί στα

άδυτα του εαυτού της απαγορεύοντας την είσοδο στους μη

έχοντες «εργασία». Όλοι αισθάνονταν την ανάγκη της να φύγει ,

να ξεφύγει , να δραπετεύσει από την καθημερινότητα. Κανείς

όμως δεν καταλάβαινε , μόνο αισθανόταν.

Το μικρό ταξίδι του Αιμίλιου στη σκάλα τελείωσε.

Κοντοστάθηκε δίπλα της για μια γρήγορη καλημέρα , για ένα

φευγάτο φιλί που τον συνόδευε κάθε πρωινό στη διαδρομή της

Page 7: Εκλεισα τα ματια μου preview

6

ημέρας. «Τι κοιτάς τόσο απορροφημένη» την ρώτησε; Εκείνη

απάντησε απότομα γεμίζοντας με ενοχές τον εγγονό της .

«Τίποτα». Δεν πρόλαβε να σκεφτεί , αισθάνθηκε όμως μέσα του

μια λύπη να κυριεύει την ψυχή του. Η ταραχή που διαπέρασε το

είναι του δεν τον εμπόδισε να συνεχίσει την ανάκριση γιατί

ήξερε πως δεν θα ενοχλούσε. «Συμβαίνει κάτι;» επέμεινε. «Τι

να συμβαίνει, απολύτως τίποτα» συνέχισε η γηραιά φωνή

μετατρέποντας τη νηνεμία σε μικρή μπόρα που αναγκάζει τις

βάρκες να κρυφτούν σε απήνεμο αγκυροβόλιο.

Η γιαγιά δεν ήταν η εξαίρεση στον κανόνα. Γεννήθηκε πριν την

Μικρασιατική καταστροφή , έζησε τον πόλεμο , παντρεύτηκε ,

ανάθρεψε τα παιδιά και τα παιδιά των παιδιών της αγνοώντας

τις προκλήσεις της ζωής , γυρνώντας την πλάτη στις γρήγορες

αλλαγές της εποχής της. Η ιστορία που γραφόταν ταυτόχρονα

με το ημερολόγιο άλλαζε τα χρώματα της καθημερινότητας ,

ανεβοκατέβαζε τα αισθήματά της, ποτέ όμως δεν την ανάγκασε

να την ακολουθήσει . Η πορεία της ήταν προδιαγεγραμμένη σαν

τις μηχανές που γεννήθηκαν μετά από αυτήν και τελικά

αντέγραψαν τις κινήσεις της , την υπακοή της , την υπομονή της

στις εντολές που δεχόταν. Νίκησε όμως σε πείσμα και με τα

χρόνια να διαδέχονται τις στιγμές αναδείχθηκε σε σκληρό

καρύδι που δύσκολα διαπραγματευόταν. Μια γνήσια δεσποτική

παρουσία που μόνο απαιτούσε.

Οι δυσκολίες που βίωσε η γενιά της την μετέτρεψαν σε ψυχρό

γρανίτη. Δίπλα της , μαζί της, ξεχνούσες τον φόβο, ξεπερνούσες

τις δυσκολίες , μάθαινες πως ο αγώνας για την κάθε μέρα που

ξημέρωνε θα ήταν νικηφόρος . Γιατί έτσι έπρεπε. Έτσι έπρεπε

να γίνει. Και όλη αυτή η διαδρομή την οδήγησε να αποκτήσει

Page 8: Εκλεισα τα ματια μου preview

7

ψήγματα λαϊκής σοφίας που χρησιμοποιούσε καθημερινά για να

συνετίζει παιδιά και εγγόνια , να τα βάζει στον δρόμο που

εκείνη είχε καθορίσει. Μια πορεία στην οποία δεν χωρούσαν

λοξοδρομήσεις και πισωγυρίσματα.

Στρέφοντας αργά το κεφάλι της προς τον εγγονό της , η γηραιά

Ειρήνη , έτσι ήταν το όνομά της, ανοιγόκλεισε τα μάτια της και

με την ήρεμη φωνή της είπε: « Αιμίλιε μην ξεχάσεις ποτέ ότι οι

μνήμες μιας ζωής διαρκούν όσο το ανοιγόκλεισμα των ματιών

σου».

Ο Αιμίλιος δεν ήταν συνηθισμένος σε μεταφυσικές συζητήσεις

και μπλόκαρε. Προσπάθησε να αντισταθεί στην δελεαστική

πρόκληση της περεταίρω διερεύνησης της φράσης που έμελλε

να τον επηρεάσει όσο τίποτα άλλο στην ζωή του. Κάθισε κοντά

της κρατώντας απαλά το αέρινο, εύθραυστο χέρι της . Με τον

σεβασμό, την ευλάβεια και την αφοσίωση που δυστυχώς μόνο

ένα γέρικο σκυλί δείχνει, ο εγγονός της εκούσια παραιτήθηκε

από κάθε άλλη υποχρέωση της ημερολογιακής ημέρας του για

να μάθει , να ζήσει αυτό που μια γυναίκα ηλικιωμένη ,

αμόρφωτη αλλά τόσο έμπειρη του μετέφερε. Η καρδιά του

χτυπούσε σε ανησυχητικούς ρυθμούς καθώς η ανατροπή της

κοσμοθεωρίας του για τον χρόνο , την ζωή , τα αισθήματα , την

επιτυχία ή την αποτυχία έδειχναν μέσα σε δευτερόλεπτα πως

μπορούν να ανατραπούν. Πως υπάρχει και μια άλλη θεώρηση

των πραγμάτων που ποτέ του δεν είχε εξερευνήσει.

Το νεαρό της ηλικίας του και οι ελάχιστες εμπειρίες που είχε

καταφέρει να συλλέξει τα λίγα χρόνια της ζωής του είχαν

μετατρέψει τη νοοτροπία του σε έναν διαχωριστή χρωμάτων

Page 9: Εκλεισα τα ματια μου preview

8

που έπασχε από αχρωματοψία. Κυριαρχούσαν μόνο το άσπρο

και το μαύρο. Τα χρώματα που συμβολίζουν την αρχή και το

τέλος ,το καλό και το κακό αλλά ταυτόχρονα δεν μπορούν να

αντισταθούν στην απολυτότητα της μιας γνώμης και της

άρνησης για κάθε τι που μπορεί να διαταράξει την μακαριότητα

μιας ήρεμης και γαλήνιας λίμνης, τη μονοδιάστατη θεώρηση της

ύπαρξης. Όπως όλοι που στερούνται εμπειριών αλλά είναι

γεμάτοι όνειρα, ελπίδες ,αισιοδοξία χωρίς φραγμούς , όρια και

περιορισμούς τους είναι δύσκολο να εγκαταλείψουν έστω και

για λίγο τις παρωπίδες που σε κρατούν στην ευθεία χωρίς να

μπορείς να διακρίνεις το περιβάλλον στο οποίο κινείσαι, να

εποπτεύσεις τον χώρο σου. Τα γκέμια που διασφαλίζουν τον

«ίσιο δρόμο» είναι τόσο σκληρά και αυστηρά με τις απόπειρες

κάθε μικρής ή μεγάλης παρέκκλισης που τις περισσότερες

φορές τρέμεις στην ιδέα να τολμήσεις την εξερεύνηση και

άλλων πτυχών του εαυτού σου πέραν όσων σου προστάζει τον

παρελθόν που σε γέννησε , το παρόν που σου χτίζουν , το

μέλλον που επιβάλλεται χωρίς να μπορείς να το

διαπραγματευτείς. Και όλα αυτά ο Αιμίλιος όχι μόνο τα ήξερε

αλλά ήδη τα ζούσε. Ήταν ήδη ένα επίλεκτο μέλος μιας

κοινωνίας όπου κουμάντο δεν κάνουν τα προσωπικά πιστεύω

αλλά η χειραγώγηση της απρόσωπης μάζας. Αλήθεια τι φαιδρή

εικόνα!

Γεννημένος στην εποχή της απόλυτης ευδαιμονίας ο Αιμίλιος

αδυνατούσε να κατανοήσει τη διαφορά μεταξύ της ειρηνικής

αναίμακτης επανάστασης και του αγώνα των ανατροπών που

απαιτεί αίμα , θυσίες, συγκρούσεις κυρίως με τον βολεμένο

εαυτό σου , τον περίγυρό σου , την κοινωνία, τις ιδέες που

Page 10: Εκλεισα τα ματια μου preview

9

βασίλεψαν, τις αξίες και τις αρετές που πλέον έδυσαν . Ήταν

περισσότερο ταυτισμένος με το «αμερικάνικο όνειρο» της

σίγουρης επιτυχίας που γεννούσε προοπτικές ευοίωνες ,

μακροχρόνιες, χωρίς περιορισμούς και τελείες. Πίστευε ότι η

αέναη , μέχρι τότε, ηρεμία θα διαρκούσε για πάντα, χωρίς

τίποτα να μπορεί να χαλάσει τη διαδρομή και το πρόγραμμα

μιας εγγυημένης ζωής, τον βούρκο της απόλυτης ευδαιμονίας.

Δυστυχώς γι' αυτόν η γηραιά Ειρήνη, λίγο πριν το προσωπικό

της τέλος είχε διαφορετική άποψη…!

Τον διαπεραστικό ήχο του δείκτη των δευτερολέπτων , που

εκείνη την μοναδική ημέρα διαρκούσαν περισσότερο από το

συνηθισμένο , διαδέχτηκε ένας παραμυθένιος ήχος από το τζάκι

καθώς η φωτιά εξαΰλωνε με απίστευτη ταχύτητα το ξύλο της

ελιάς . Γυρίζοντας αργά το πρόσωπό της που ήταν γεμάτο από

ευτυχία καθώς ο εγγονός της σπάνια της έκανε παρέα του

ζήτησε να μείνει κοντά της αναβάλλοντας τις όποιες

υποχρεώσεις του. «Κάποιες φορές έχεις ανάγκη μόνο από την

παρουσία , όχι από κουβέντες» , του είπε καθιστώντας για άλλη

μια φορά ξεκάθαρο το πλαίσιο της συνύπαρξής τους. Ο Αιμίλιος

δεν μπορούσε να της το αρνηθεί. Ήταν η πρώτη φορά που του

ζητούσε συντροφιά, που του εξομολογούταν πως τον

χρειαζόταν, πως τον είχε ανάγκη. Μέχρι τότε συνέβαινε το

ακριβώς αντίθετο. Ανησύχησε , τη ρώτησε αν χρειάζεται κάτι ,

αλλά εκείνη ευγενικά αρνήθηκε κάθε συνδρομή. Ήθελε μόνο

την συντροφιά του, τουλάχιστον έτσι άφησε να εννοηθεί. Αλλά

και εκείνος για διαφορετικούς λόγους, τους δικούς του λόγους,

ήθελε να μείνει μαζί της για να εκμαιεύσει κάποιες λογικές

απαντήσεις που πίστευε πως του οφείλονταν. Ο χρόνος γινόταν

Page 11: Εκλεισα τα ματια μου preview

10

όλο και λιγότερος , μα όλο και πολυτιμότερος και για εκείνη

που τον έχανε, αλλά και γι' αυτόν που τον συναντούσε.

Η αυστηρή μορφή της μετατράπηκε σε μια δωρική συζήτηση

κοφτών ερωτήσεων και απαντήσεων. Οι ερωτήσεις με τις

ασυνήθιστες απορίες του νεαρού εγγονού διαδέχονταν η μία την

άλλη αδυνατώντας να προλάβει να επεξεργαστεί με το

σύγχρονο μυαλό του τις ιστορικές προσωπικές αναφορές που

κατέκλυζαν την ενδιαφέρουσα κουβέντα. Αναρίθμητες

πληροφορίες από το απώτερο και το πρόσφατο παρελθόν

παρέσυραν τη σκέψη του με καταιγιστικούς ρυθμούς σε τόπους

και χρόνους , σε εικόνες και μορφές , σε αισθήματα και

χρώματα . Λες και απογειωνόσουν και προσγειωνόσουν, σε

και από, χιλιάδες διαφορετικούς προορι-σμούς μέσα σε λίγα

λεπτά , γεγονός που σε συνέπαιρνε αλλά και σε τρομοκρατούσε

για την εναλλαγή , την ταχύτητα, τα σκαμπα-νεβάσματα της

ψυχολογίας και των συναισθημάτων. Των εύθραυστων

συναισθημάτων που λυγίζουν από το εντυπωσιακό βάρος της

ποσότητας και της ποικιλίας όσων αφομοιώνεις ή προσπαθείς

να αφομοιώσεις.

Ο Αιμίλιος δεν άργησε , στο περιθώριο των σκέψεών του, και

όσο η μορφή και η τροπή της συζήτησης του το επέτρεπε , να

προβληματίζεται, να ταράζεται καλύτερα, για τα όσα συνειδητο-

ποιούσε. Η ζωή είναι μια ανάμνηση δευτερολέπτων; Ζεις

πραγματικά το παρόν , υπάρχει μέλλον , ή όλα αυτά γίνονται

θρύψαλα αστρική σκόνη, μπροστά στο τέλος ; Τι αξίζει και τι

όχι σε αυτό που αποκαλούμε κύκλο ζωής; Τα παιδικά χρόνια, οι

σπουδές , οι φίλοι , τα αγαπημένα πρόσωπα, η δουλειά , τα

χρήματα , η διασκέδαση , η σύνταξη , τι μέρος της ζωής καλύ-

Page 12: Εκλεισα τα ματια μου preview

11

πτουν; Άραγε καλύπτουν κάτι; Ήταν αμφίβολο εάν και κατά

πόσο εκείνη τη στιγμή μπορούσε να αξιολογήσει την

αστείρευτη εμπειρία που του μεταγγιζόταν. Ήταν πράγματι

πολύ νωρίς αλλά μέσα του και με αφορμή τα όσα μάθαινε

ανησυχούσε μήπως ήταν ήδη πολύ αργά.

«Έζησα…» άρχισε να διηγείται … Και σ' εκείνο το αρχικό

αλλά και τόσο οριακό σημείο σταμάτησε απότομα. Ήδη μιλάω

για το παρελθόν λες και είμαι μόνο παρελθόν του λέει για να

τον κάνει να αισθανθεί πολύ περίεργα. Τα γεμάτα με μια έκδηλη

αγωνία μάτια του άρχισαν να πονάνε από την προσπάθεια των

δακρύων να απελευθερωθούν . Δεν ήθελε να πιστέψει πως την

χάνει , πως τον αφήνει , πως οι πιο αγνές, αθώες στιγμές που

μέχρι τότε είχε ζήσει θα αποτελούσαν πολύ γρήγορα ένα

κοντινό και αργότερα ένα πιο μακρύ παρελθόν. «Έζησα πολλά

χρόνια , κατάλαβα αρκετά πράγματα, προσπάθησα να κάνω το

χρέος μου όπως έμαθα στην αρχή της ζωής μου και το

διαμόρφωσα όπως τα χρόνια περνούσαν… Έζησα… ή

τουλάχιστον έτσι νομίζω. . «.

«Κι αν με βάλεις να πισωγυρίσω για να συγκεντρώσω

διάσπαρτες μνήμες δεκαετιών τότε όλο και περισσότερο

καταλαβαίνω ότι δεν έζησα την δική μου ζωή αλλά πολλές

διαφορετικές ζωές ανθρώπων που με αγάπησαν και που τους

αγάπησα , ανθρώπων που μίσησα και με μίσησαν , ανθρώπων

που με κορόιδεψαν και δεν τους πείραξα. Αυτές όλες οι ζωές

μαζί κάνουν τη δική μου να φαίνεται ως κόκκος άμμου κι όχι ως

κάτι σημαντικό , εξαιρετικό, που αξίζει να εξιστορήσεις». Λες

να’ χει δίκιο σκέφτηκε από μέσα του ο εγγονός της χωρίς να

τολμά να διακόψει αυτά που ήθελε η υπέργηρη συντροφιά του

Page 13: Εκλεισα τα ματια μου preview

12

να βγάλει μέσα από την ψυχή της , να μοιραστεί με το παιδί του

παιδιού της. Πως είναι δυνατόν να ζούμε τις ζωές των άλλων –

συνέχισε ο Αιμίλιος – και όχι τη δική μας; Είναι ελεύθερη και

αβίαστη επιλογή μας ή πειθαναγκαζόμαστε από τις συγκυρίες;

Τελικά οι άλλες διαδρομές που διαγράφονται παράλληλα,

καθορίζουν και τη δική μας ; Κι όταν κάνουμε «ταμείο» ποια

είναι τα «έσοδα» και ποια τα «έξοδα» ; Αλήθεια , αντί να

ξεδιαλύνει τα πράγματα , η πλοκή της συζήτησης τα μπέρδευε

ακόμη περισσότερο , όχι όμως με τρόπο κουραστικό και

ανυπόφορο, αλλά με υπερβολική δόση ίντριγκας που δεν σε

άφηνε να απομακρυνθείς καθόλου από την ουσία. Αντί να

καθορίζει η διαδρομή το τέλος , το ίδιο το τέλος είναι και το

μόνο που μπορεί να σχεδιάσει αλλά και να επηρεάσει την

διαδρομή μας, σκέφτηκε, μάλλον επιπόλαια, ο Αιμίλιος.

Ποιες είναι επιτέλους αυτές οι ζωές που καθορίζουν την πορεία

μας , αναρωτήθηκε ο εγγονός; «Εσύ , οι δικοί σου , τα άλλα μου

παιδιά και εγγόνια, τα αδέλφια μου , τα παιδιά τους , οι γονείς

μου , οι γονείς τους, οι γείτονες στο χωριό, ο παπάς, ο

δάσκαλος, ο χωροφύλακας , ο παντοπώλης , ο καφετζής όλοι

όσοι τους είπα και μου είπαν κάποτε μια καλημέρα , τους

ρώτησα για την υγεία τους , τους είπα για τα δικά μου … Αυτές

οι ζωές έπνιξαν την δική μου , την έκαναν να μοιάζει σαν μια

ανούσια βρόχινη στάλα μιας καταιγίδας που δεν σταμάτησε

ποτέ…».

Σκληρή αλλά αληθινή φάνηκε στον έκπληκτο εγγονό η

εξομολόγηση που παρακολουθούσε , κυριολεκτικά με ανοικτό

το στόμα. Κι άρχισε να συσσωρεύει μέσα του , βαθειά του

απότομα ένα βάρος πιθανής ευθύνης για όλα αυτά που με

Page 14: Εκλεισα τα ματια μου preview

13

θαυμασμό άκουγε . Ένας θαυμασμός που πολύ γρήγορα

μετατράπηκε σε αγωνία , σε ευθύνη που κάθε δευτερόλεπτο που

περνούσε γινόταν όλο και πιο προσωπική για ότι συνέβη ,

συμβαίνει και πρόκειται να συμβεί. Άραγε θα συνομολογούσε

αυτά τα συμπεράσματα ή θα τα ξεπερνούσε αρνούμενος το

μερίδιο που του αναλογούσε; Ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει

κατάματα τις ευθύνες του ;

Γιατί όμως αυτή η προσωπική αναφορά; Τι ήθελε να πετύχει;

Ζητούσε την παραδοχή ενός δικού του μεριδίου ευθύνης για την

κατάστασή της ; Περίμενε μια αντίδραση υπεράσπισης του

εαυτού της από μέρους του εγγονού της ; Γιατί άραγε τον

έμπλεξε έτσι; Ήταν μια καλοστημένη παγίδα για να τον

εγκλωβίσει ή για να τον απελευθερώσει;

Ο Αιμίλιος φανερά παγωμένος καθόταν με το κεφάλι σχεδόν

κατεβασμένο έχοντας πάρει ένα ένοχο ύφος γι’ αυτά που

πίστευε ότι του καταλογίζονταν. Όχι μια συνολική ευθύνη αλλά

μια μερική παρέμβαση σε μια ζωή που συνάντησε , επηρέασε με

την πνοή του , βάρυνε με τα χρόνια του. Μέσα του δεν

μπορούσε ακριβώς να προσδιορίσει και να ξεδιαλύνει με

σαφήνεια και καθαρότητα τι ακριβώς συνέβαινε. Ένα όμως

ήταν σίγουρο. Ότι αυτό που συνέβαινε τον πλήγωνε , τον

θύμωνε, κυριολεκτικά τον αναστάτωνε, όχι για την πιθανή

συμμετοχή του αλλά για την βέβαιη παρέμβασή του στην

ιστορία που εξελισσόταν εδώ και κάποια λεπτά…

Και από την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος αναδυόταν η

βιασύνη της νεότητας. Να μάθει , να ζήσει , να γνωρίσει , να

μυρίσει , να αγγίξει όσα περισσότερα μπορούσε, όσα κατά την

Page 15: Εκλεισα τα ματια μου preview

14

δική του λογική δικαιούταν. Άραγε τι να δικαιούταν; Τον αέρα ,

την γνώση , την ανάσα, την παρουσία , όλα αυτά ή τίποτα απ'

όλα αυτά; Κοντοστάθηκε στο παράθυρο της λήθης,

μηδενίζοντας από το βεληνεκές της σκέψης και της όρασης όσα

τον ενόχλησαν. Νόμιζε ο δύστυχος ότι όταν δεν βλέπεις

μπροστά σου εξαφανίζεται το περιβάλλον, ο χώρος, τα

πρόσωπα. Ήταν όμως εκεί , μπροστά του , ακίνητη σαν νεκρή

αλλά με μια ανάσα που αν και ίσα που την άκουγες σε πάγωνε

γιατί ερχόταν από πολύ μακριά και η απόσταση που μπορούσε

ακόμα να διανύσει άγγιζε το άπειρο.

Και εκεί ακριβώς συνέβη η αρχή και η συντέλεια, καθώς

συγκρούστηκε μέσα σε μια εκκωφαντική επαφή η αγωνία της

αρχής για να τα ζήσεις όλα και η αδυναμία του τέλους να τα

προλάβεις όλα, γιατί το τέλος είχε σχεδόν φτάσει στην αρχή

του. Δύο ανεκπλήρωτες αγωνίες που λούζονταν από το φως της

επιθυμίας και της φθοράς. Σαν το χέρι που προσπαθεί να

αγγίξει αυτό που νόμιζε πως έφτανε, πως του ανήκε, αλλά ποτέ

δεν το κατορθώνει γιατί είτε χάνεται μέσα στην παλάμη , είτε

απομακρύνεται παρασύροντάς σε στο αέναο κυνήγι του

ανεκπλήρωτου. Είναι ο κρυφός ή ο φανερός πόθος να τα

καταφέρεις για σένα , για τους άλλους , για το κοινωνικά

αποδεκτό, για την κατάκτηση της μικροαστικής τελειότητας,

αφού πάντοτε ξεχνάς πως η μάζα που σε γέννησε και όπου

ανήκεις σε έχει απορροφήσει χωρίς αξιολόγηση, σε έχει

πολτοποιήσει χωρίς εξήγηση . Απλά γιατί το όνειρό σου , η

επιθυμία σου δεν ήταν ποτέ πραγματικά δική σου. Ήσουν , είσαι

και θα είσαι ο χαμάλης της από τη μια γενιά που απέτυχε στην

άλλη γενιά που θα ονειρεύεται να πετύχει το όραμα που

Page 16: Εκλεισα τα ματια μου preview

15

δανείστηκε και που θα επιστρέψει κι αυτή με τη σειρά της στους

επόμενους ανεκπλήρωτο. Ο Αιμίλιος ήταν παιδί αυτής της

γενιάς των προσωπικών ονείρων που χάνονται γιατί εκχωρούν

την ταυτότητά τους στο ομοιογενές σύνολο των

ψευδαισθήσεων, των παραισθήσεων, της κάλπικης ελπίδας , του

νέου που γέρασε και σάπισε πριν καν γεννηθεί.

Η ίδια η βιασύνη της νιότης, η ταχύτητα της φθαρμένης

επιδίωξης μάλλον τον πρόδιδε. Γιατί μπροστά του αντίκριζε

ολοζώντανο ή σχεδόν ζωντανό το ανεκπλήρωτο , την πιο τρανή

απόδειξη ότι η ταχύτητα που είχε επιλέξει για να διανύσει τον

ορίζοντα της δικής του ζωής ήταν πιο μεγάλη από αυτή που

φανταζόταν. Χωρίς στάσεις , με φανταστικές αίθουσες

αναμονής και με το τέλος ενός ταξιδιού που έδειχνε αιώνιο και

στην πράξη ήταν στιγμιαίο.

Κλάσματα, δευτερόλεπτα, λεπτά , ώρες , μέρες , μήνες, χρόνια...

Και ; Τον ρώτησε σηκώνοντας αργά τα στιγματισμένα από τον

χρόνο μάτια της η Ειρήνη. Και; Επανέλαβε για να εισπράξει

σιωπή αφού κάθε απάντηση μάλλον παρακινδυνευμένη θα ήταν.

Μέσα του δεν μπορούσε να ανακαλύψει , και στην ουσία

έσκαγε, έτοιμος να ξεσπάσει , το παιχνίδι που του είχε στήσει η

γηραιά Ειρήνη. Και κάθε άλλο παρά «ειρήνη» προμηνυόταν …

Το παιχνίδι του χρόνου στηνόταν με τη μέγιστη δυνατή

προσοχή, οι διαδρομές είχαν χαραχθεί , τα πιόνια ήταν στην

αφετηρία και οι παίχτες έδειχναν , γιατί στ' αλήθεια δεν ήταν,

έτοιμοι να ορμήσουν στη μάχη. Να κατακτήσουν όσα είχαν

ποθήσει μα μέχρι τότε δεν τα είχαν καταφέρει. Οι ζωές όσο κι

αν είναι σύντομες , ανύπαρκτες, μικρές ή μεγάλες , είναι

Page 17: Εκλεισα τα ματια μου preview

16

πολύτιμες για να μην τις υπολογίζεις. Γιατί είναι δώρα. Αυτό

τουλάχιστον ο μικρός το ήξερε καλά.

Και τι κι αν τον χώριζαν από την υπέργηρη συγγενή του δύο

γενιές; Αισθανόταν , μάλλον ψευδαισθανόταν, ότι ήταν

δυνατός, έτοιμος να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις που εύστοχα

και ποιητικά στήνονταν μπροστά του. Η ηλικιακή διαφορά

κάποιες φορές εκλαμβάνεται ως πλεονέκτημα ή μειονέκτημα

στις καθημερινές δοκιμασίες της ζωής. Κι όμως αυτή η

χρονολογική διαφορά στην ουσία δεν ήταν παρά μια

απειροελάχιστη στιγμή που είναι αδύνατον να την

χρονομετρήσεις , να την αξιολογήσεις χρονικά και να την

εντάξεις στο διάγραμμα του άπειρου χρόνου.

Ο Αιμίλιος είχε διδαχθεί από τα μαθητικά του χρόνια και είχε

γαλουχηθεί από την ξεπερασμένη εκπαιδευτική του κοινότητα

σχετικά με το χάσμα των γενεών. Γι' αυτή την αόρατη

διαχωριστική γραμμή που χωρίζει χρονολογικά τους ανθρώπους

θέλοντας να τους προσδώσει στοιχεία διαφοροποίησης και

ταμπέλες ανάλογα με την κατά καιρούς στόχευση. Είχε κι αυτός

ως αδαής φέρελπις νέος πιαστεί στην φάκα των εντυπώσεων

που είχε δημιουργήσει η συγκεκριμένη λεκτική. Μεγάλες

κουβέντες με κούφιο περιεχόμενο , με τις συνηθισμένες

διαπιστώσεις που θάβουν την όποια σοβαρότητα μπορεί να

εκπέμπουν.

Η Ειρήνη μέσα της αμυδρά γελούσε και μειδίαζε με την άοκνη

προσπάθεια του εγγονού της να αποδείξει με «επιστημονικό»

τρόπο το προϊόν της εκπαιδευτικής του διαδρομής. Ήξερε πάρα

πολύ καλά πως ο χρόνος που ο μικρός προσπαθούσε να κερδίσει

Page 18: Εκλεισα τα ματια μου preview

17

και να τον κάνει δικό του είχε χαθεί πριν καν το συνειδη-

τοποιήσει. «Ας είναι», μονολόγησε για να παραδώσει στον

απόγονο την ικανοποίηση της στιγμιαίας κατάκτησης και νίκης,

μιας και σύντομα θα αποδεικνυόταν η τραγική αλήθεια.

«Τι νομίζεις ότι μας χωρίζει» τον ρώτησε η Ειρήνη ; «Όσα

έζησα εγώ , όσα δεν έζησα εγώ , όσα έζησες εσύ , όσα δεν έχεις

ακόμα προλάβει να ζήσεις;», μονολόγησε δημιουργώντας του

μια σειρά από ερωτήματα που οι απαντήσεις τους φάνταζαν

τεράστιες για να απαντηθούν και ταυτόχρονα δυσνόητες για να

κατανοηθούν. Ο βιαστικός εγγονός «σκόνταψε» πολύ γρήγορα ,

μπέρδεψε τα λόγια του και ξεκίνησε την απόπειρα της

απόκρισης κάπως έτσι: « Ξέρεις, μας χωρίζουν πολλά χρόνια ,

πολλές γνώσεις, άλλες αντιλήψεις , άλλες προκλήσεις, άλλα

όνειρα» . Πριν καλά - καλά τελειώσει την φράση του

αισθάνθηκε μέσα του μια άβυσσο να τον χωρίζει από αυτά με τα

οποία απαντούσε προσπαθώντας πρώτα να πείσει τον εαυτό του

, με την πραγματικότητα που μπορεί να μην την βίωνε στην

πλήρη διάστασή της αλλά ενδόμυχα την αισθανόταν να του

επιτίθεται .

Αλήθεια είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσει κάποιος το

περιβάλ-λον και τον χρόνο μέσα στον οποίο υπάρχει. Οι

εξωτερικές επιδράσεις είναι πάμπολλες και εχθρικά διακείμενες

για να σου επιτρέψουν τον ακριβή αυτοεντοπισμό σου. Γιατί ο

ετεροεντοπισμός σου όπως και η πορεία σου εύκολα επιτυγχά-

νονται, με συντεταγμένες από τις οποίες δύσκολα έως αδύνατα

λαθεύεις.