18

G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20
Page 2: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

G. E. R. LLOYDSenior Tutor of King’s College, Cambridge

ΑΡΧΑΙΑΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗΑπό τον Θαλή ώς τον Αριστοτέλη

ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Πόπη Καρλέτσα

E-BOOK

ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣIδρυτική δωρεά Παγκρητικής Eνώσεως Aμερικής

HΡΑΚΛΕΙΟ 2011

Page 3: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

ΠANEΠIΣTHMIAKEΣ EKΔOΣEIΣ KPHTHΣ IΔΡΥΜΑ TΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ EΡΕΥΝΑΣ

Hράκλειο Kρήτης, T.Θ. 1527, 711 10. Tηλ. 2810 391083, Fax: 2810 391085Aθήνα: Κλεισόβης 3, 10677. Tηλ. 210 3849020-22, Fax: 210 3 3 01583

e-mail: [email protected]

ΣΕΙΡΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΣΕΙΡΑΣ: Κώστας Γαβρόγλου, Αριστείδης Μπαλτάς

Τίτλος πρωτοτύπου: Early Greek Science: Thales to Aristotle

© 1970 για την αγγλική γλώσσα: G. E. R. Lloyd

© 2003, 2008 για την ελληνική γλώσσα: ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ

Aπόδοση στα ελληνικά: Πόπη Kαρλέτσα

Γλωσσική επιμέλεια: Bίκτωρ Aθανασιάδης

Πρώτη έκδοση: Ιανουάριος 2006

Δεύτερη έκδοση: Μάρτιος 2008

Εκτύπωση: Γ. ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΠΕ

Σχεδίαση εξωφύλλου: Βάσω Αβραμοπούλου

ISBN 978-960-524-210-7

Page 4: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Χρονολογικός πίνακας 8

Πρόλογος 11Kεφάλαιο 1 Η προϊστορία και οι απαρχές 13Kεφάλαιο 2 Οι θεωρίες των Μιλησίων 26Kεφάλαιο 3 Οι Πυθαγόρειοι 33Kεφάλαιο 4 Το πρόβλημα της μεταβολής 44Kεφάλαιο 5 Η Ιπποκρατική Συλλογή 57Kεφάλαιο 6 Πλάτων 71Kεφάλαιο 7 Η αστρονομία του 4ου π.Χ. αιώνα 84Kεφάλαιο 8 Αριστοτέλης 100Kεφάλαιο 9 Συμπέρασμα 123

Επιλεγμένη βιβλιογραφία 142

Επίμετρο – Πρόσφατη βιβλιογραφία 147

Ευρετήριο 153

Page 5: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

Οι χρονολογίες γέννησης και θανάτου των περισσότερων μεγάλων διανοητών στην

ιστορία της επιστήμης κατά την εξεταζόμενη περίοδο δεν είναι δυνατόν να προσδιορι-

στούν με ακρίβεια. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, οι

ημερομηνίες της αριστερής στήλης είναι απλώς ενδεικτικές της ακμής του κάθε προ-

σώπου, δηλαδή της περιόδου στην οποία τοποθετείται το κυρίως έργο του.

Επιστήμονες Σύγχρονα γεγονότα

περ. 610 Ο Θρασύβουλος τύραννος της

Μιλήτου

594 Ο Σόλων άρχων των Αθηνών

Θαλής ο Μιλήσιος 585

Αναξίμανδρος ο Μιλήσιος 555

περ. 545 Ο Πεισίστρατος καταλαμβάνει

την εξουσία στην Αθήνα

Αναξιμένης ο Μιλήσιος 535

Πυθαγόρας ο Σάμιος 525

περ. 523 Θάνατος Πολυκράτη του Σαμίου

Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος 520

510 Πόλεμος Συβάρεως και Κρότωνος

508 Μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη

Ηράκλειτος ο Εφέσιος 500

494 Καταστροφή της Μιλήτου

490 Μάχη του Μαραθώνα

Παρμενίδης ο Ελεάτης 480

478 Ίδρυση Δηλιακής Συμμαχίας

Αλκμαίων ο Κροτωνιάτης 450

Ζήνων ο Ελεάτης

Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος 445Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος

sΜέλισσος ο Σάμιος 440

Λεύκιππος ο Μιλήσιος 435

431 Πελοποννησιακός Πόλεμος

Μέτων ο Αθηναίος

Ευκτήμων ο Αθηναίος s 430

Ιπποκράτης ο Χίος

Page 6: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

1 Η χρονολόγηση των συγγραμμάτων της Ιπποκρατικής Συλλογής δεν μπορεί να γίνει με ακρί-βεια. Τα έργα που αναφέρονται στο βιβλίο μπορεί να ομαδοποιηθούν ως εξής: (i) π. 430-380 π.Χ.– ¶ÂÚd à¤ÚˆÓ, ñ‰¿ÙˆÓ, ÙfiˆÓ, ¶ÂÚd àÚ¯·›Ë˜ åËÙÚÈÎɘ, ¶ÂÚd Ê˘ÛáÓ, \EȉËÌÈáÓ Α΄ και Γ΄, ¶ÂÚd

àÁÌáÓ, ¶ÂÚd ôÚıÚˆÓ, ¶ÂÚd ʇÛÈÔ˜ àÓıÚÒÔ˘, ¶ÚÔÁÓˆÛÙÈÎfiÓ, ¶ÂÚd ‰È·›Ù˘ çͤˆÓ, ¶ÂÚd îÂÚɘ

ÓÔ‡ÛÔ˘Ø (ii) π. 400-350 π.Χ. – ¶ÂÚd ÓÔ‡ÛˆÓ Δ΄, ¶ÂÚd ÁÔÓɘ, ¶ÂÚd ʇÛÈÔ˜ ·È‰›Ô˘Ø (iii) μετά το 330π.Χ. – ¶ÂÚd ηډ›Ë˜, \AÊÔÚÈÛÌÔ›.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ 9

Ιπποκράτης ο Κώος1 425

Διογένης ο Απολλωνιάτης 425

421 Νικίειος Ειρήνη

415 Σικελική Εκστρατεία

Δημόκριτος ο Αβδηρίτης 410

Φιλώτας ο Κροτωνιάτης 410

Θεόδωρος ο Κυρηναίος 405

404 Λήξη Πελοποννησιακού Πολέμου

399 Θάνατος Σωκράτη

Αρχύτας ο Ταραντίνος 385

Φιλιστίων ο Λοκρός 385

Πλάτων (428-347 π.Χ.)

Εύδοξος ο Κνίδιος 365

338 Μάχη της Χαιρώνειας

336 Δολοφονία ΦιλίππουØ

ο Αλέξανδρος βασιλιάς

Κάλλιππος ο Κυζικηνός 330

Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.)

Ηρακλείδης ο Ποντικός 330

323 Θάνατος Μεγάλου Αλεξάνδρου

Θεόφραστος ο Ερέσσιος 320

Στράτων ο Λαμψακηνός 290

Page 7: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

Ο ελληνικός κόσμος τον 5ο και τον 4ο π.Χ. αιώνα

™˘Ú·ÎÔ‡Û˜

∂Ϥ· ∫ÚfiÙˆÓ

§ÔÎÚÔ›

Δ¿Ú·˜

™ÈÎÂÏ›·∞ÎÚ¿Á·˜

πΔ∞§π∞

ª∂°

∞§∏

∂§§∞¢∞

∂§§∞™

∞ÔÏψӛ· ¶√¡Δ√™

ªπ∫ƒ∞ ∞™π∞

∏Ú¿ÎÏÂÈ·

¡›Î·È·∫‡˙ÈÎÔ˜§¿Ì„·ÎÔ˜

¶¤ÚÁ·ÌÔ˜

∫Ï·˙ÔÌÂÓ·›∫ÔÏÔÊÒÓŒÊÂÛÛÔ˜

ª›ÏËÙÔ˜

∫Ó›‰Ô˜∫ˆ˜

ÛԘ∂ÚÂÛÛfi˜§¤Û‚Ô˜

£¿ÛÔ˜

Õ‚‰ËÚ·

™Ù¿ÁÂÈÚ·

£‹‚·

∫fiÚÈÓıÔ˜√Ï˘Ì›·

™¿ÚÙË

∞ı‹Ó·

∫Ú‹ÙË

∫˘Ú‹ÓÂÈ·∞ÏÂÍ¿Ó‰ÚÂÈ·

∫‡ÚÔ˜

Page 8: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20
Page 9: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

Αντικείμενο του βιβλίου που κρατάτε στα χέρια σας είναι η αρχαία ελληνικήεπιστήμη από τις απαρχές της ώς τον θάνατο του Αριστοτέλη. Για τον όρο «αρ-χαία ελληνική επιστήμη», αλλά και για το εύρος της μελέτης μας, χρειάζονταιορισμένες διευκρινίσεις. Η επιστήμη είναι μια σύγχρονη κατηγορία, χωρίςαντίστοιχο στην αρχαιότητα: δεν υπάρχει στην αρχαία ελληνική γλώσσα όροςπου να ταυτίζεται μονοσήμαντα με τη δική μας «επιστήμη». Οι όροι «ÊÈÏÔÛÔ-Ê›·» (αγάπη της σοφίας), «âÈÛÙ‹ÌË» (γνώση), «ıˆڛ·» (θεωρητική ενατένι-ση, στοχασμός) και «ÂÚd ʇÛˆ˜ îÛÙÔÚ›·» (μελέτη της φύσης), με τον τρόποπου χρησιμοποιούνται στα αρχαία κείμενα, εύλογα αποδίδονται με τον όρο«επιστήμη» χωρίς να δημιουργούνται παρερμηνείες. Aλλά, παρ’ όλο που οιόροι αυτοί μπορεί να αναφέρονται σε ορισμένα πεδία σκέψης που θα θεωρού-σαμε επιστημονικά, σημαίνουν όλοι κάτι πολύ διαφορετικό από την «επιστή-μη», όπως την εννοούμε σήμερα. Συνεπώς, ο όρος «αρχαία ελληνική επιστή-μη» χρησιμοποιείται εδώ περιληπτικά και μόνο για να δηλώσει ορισμένεςαντιλήψεις και θεωρίες αρχαίων συγγραφέων, χωρίς να υπονοεί κάποια συ-γκεκριμένη άποψη των ίδιων των συγγραφέων σχετικά με τον χαρακτήρα τωνεν λόγω αντιλήψεων και θεωριών. Οι διάφοροι αρχαίοι συγγραφείς που μπορείυπό την ευρεία έννοια να χαρακτηριστούν «επιστήμονες» αντιλαμβάνονταν,όπως θα δούμε, με πολύ διαφορετικό τρόπο τη φύση της έρευνάς τους. Πράγ-ματι, η μελέτη της πρώιμης αρχαίας ελληνικής επιστήμης συνίσταται στη με-λέτη τόσο της εξέλιξης και αλληλεπίδρασης των αντιλήψεων σχετικά με τηφύση της έρευνας όσο και του περιεχομένου των θεωριών που διατυπώθηκαν.

Θα ασχοληθούμε αρχικά με τα προβλήματα, τις θεωρίες και τις μεθόδουςτων διαφόρων επιστημονικών κλάδων που κίνησαν το ενδιαφέρον των αρχαί-ων Ελλήνων και, κατόπιν, με τις απόψεις των συγγραφέων που μας ενδιαφέ-ρουν σχετικά με τη φύση της έρευνάς τους. Ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις

ΠPOΛOΓOΣ

Page 10: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

δεν μπορεί να καλυφθεί παρά μικρό μέρος του υπάρχοντος υλικού: τα επιμέ-ρους θέματα που επέλεξα προέρχονται κυρίως από την αστρονομία, τη φυσικήκαι τη βιολογία, ενώ συμπεριέλαβα τα μαθηματικά μόνον στον βαθμό που σχε-τίζονται με τους ανωτέρω τομείς ή με την ανάπτυξη της επιστημονικής μεθό-δου εν γένει.

Οι πηγές μας είναι κυρίως λογοτεχνικές και το περιεχόμενό τους άνισηςαξίας. Τα στοιχεία που αφορούν την τεχνολογία και την αλληλεπίδραση επι-στήμης και τεχνολογίας κατά την περίοδο αυτή είναι πολύ αποσπασματικά. Οιπληροφορίες μας σχετικά με πολλούς σημαντικούς συγγραφείς, ειδικότερακατά το πρώτο μέρος της περιόδου, προέρχονται από αναφορές μεταγενέστε-ρων συγγραφέων, αναφορές αμφίβολης πολλές φορές αξιοπιστίας λόγω ασα-φειών, ανακολουθιών ή προκαταλήψεων. Από την άλλη πλευρά, μας έχουν πα-ραδοθεί εκτεταμένα αποσπάσματα από την ιατρική βιβλιογραφία του 5ου καιτου 4ου π.Χ. αιώνα, καθώς και οι φιλοσοφικοί διάλογοι του Πλάτωνα και ταπερισσότερα αριστοτελικά συγγράμματα. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίεςείμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχθούμε την ανεπάρκεια των πηγών μας. Πά-ντως, ένα μέρος της συνολικής εικόνας διαγράφεται με ευκρίνεια και προσδο-κία μας είναι να ορίσουμε κάποια σημεία αναφοράς στα οποία πρέπει να βα-σίζεται κάθε αξιολόγηση της εξέλιξης της επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα.

✽ ✽ ✽

Δεν θα ήταν δυνατόν, λόγω του εύρους του βιβλίου, να αναφέρω διεξοδικά όλαόσα οφείλω στο έργο των λίγων, αλλά διαπρεπών, μελετητών με συγγραφικόέργο στον τομέα της πρώιμης αρχαίας ελληνικής επιστήμης. Ούτε θα μπορού-σε η σύντομη βιβλιογραφία (σελ. 144) που παραθέτω –και η οποία επέχει θέσηοδηγού για περαιτέρω ανάγνωση– να συμπεριλάβει παρά ελάχιστα από τα ση-μαντικά βιβλία και άρθρα που με βοήθησαν σημαντικά στο έργο μου. Πρέπει,ωστόσο, να σημειώσω ότι, όπως και οι περισσότεροι μελετητές της αρχαίαςελληνικής επιστήμης, οφείλω πολλά στο έργο τεσσάρων κυρίως ειδικών, συ-γκεκριμένα των καθηγητών Clagett, Farrington, Neugebauer και Sambursky.

Ευχαριστώ τον καθηγητή Moses Finley και τον κ. John Roberts. Ήδη απότις πρώτες φάσεις της συγγραφής του βιβλίου αξιοποίησα την υπομονετικήκαι εποικοδομητική κριτική και τις συμβουλές του καθηγητή Finley. Ο τελευ-ταίος, όπως και ο κ. Roberts, διάβασαν τα χειρόγραφα του βιβλίου και βελτίω-σαν σε πολλά σημεία τόσο το ύφος όσο και το περιεχόμενό του. Είμαι ευτυχήςπου μου δίνεται εδώ η ευκαιρία να εκφράσω τη βαθιά ευγνωμοσύνη μου για τησυνδρομή τους.

G.E.R.L.

12 APXAIA EΛΛHNIKH EΠIΣTHMH

Page 11: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

Πολλοί θεωρούν ότι η επιστήμη άρχισε με τους αρχαίους Έλληνες. Τί σημαί-νει όμως αυτό; Τί σημαίνει, αλήθεια, να ισχυρίζεται κανείς ότι η επιστήμηέχει κάποια αφετηρία; Αν υιοθετήσουμε μια συγκεκριμένη αντίληψη περί τουτί εστί επιστήμη και δεχθούμε, όπως ο Crowther, ότι πρόκειται για «το σύ-στημα συμπεριφορών μέσω του οποίου ο άνθρωπος αποκτά έλεγχο του περι-βάλλοντός του», όλες οι κοινωνίες, σύγχρονες και αλλοτινές, κατείχαν τιςστοιχειώδεις αρχές τις επιστήμης. Συνήθως, όμως, η επιστήμη ορίζεται πιοστενά, όχι ως σύστημα συμπεριφορών, αλλά ως σύστημα γνώσεων. Ο Clagett,π.χ., θεωρεί ότι εμπεριέχει, αφ’ ενός, «τη μεθοδική και συστηματική κατα-νόηση, περιγραφή ή/και εξήγηση των φυσικών φαινομένων» και, αφ’ ετέρου,«τα εργαλεία που είναι αναγκαία για το εγχείρημα αυτό», με ιδιαίτερη μνείαστη λογική και στα μαθηματικά1.

Aλλά είχε πράγματι η επιστήμη, έτσι όπως την ορίσαμε, μια συγκεκριμέ-νη χρονική και χωρική αφετηρία, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο;2 Οι περισ-σότεροι μελετητές της αρχαίας επιστήμης φαίνεται να συγκλίνουν στην άπο-ψη αυτή. Ο Αριστοτέλης ήταν ο πρώτος που υποστήριξε ότι η αναζήτηση τωναιτίων των πραγμάτων άρχισε με τον Θαλή τον Μιλήσιο. Ο Θαλής και οι δύοέτεροι Μιλήσιοι φιλόσοφοι, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης, άντλησαναναμφισβήτητα σε μεγάλο βαθμό από προγενέστερες αντιλήψεις και πεποι-

1 Βλέπε J. G. Crowther, The Social Relations of Science, αναθ. έκδοση (London, The CressetPress, 1967), σ. 1, και M. Clagett, Greek Science in Antiquity (London, Abelard-Schuman, 1957), σ. 4.

2 Ο χαρακτήρας και η εμβέλεια των παρεμφερών εξελίξεων που συντελέστηκαν αυτόνομαστην αρχαία Κίνα είναι ένα σύνθετο ζήτημα, για το οποίο πολύ διαφωτιστικές είναι οι μελέτες τουNeedham (στη σειρά Science and Civilisation in China, Cambridge, University Press). Η παρούσα με-λέτη πραγματεύεται αποκλειστικά την ανάπτυξη της επιστημονικής παράδοσης στη Δύση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

H προϊστορία και οι απαρχές

Page 12: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

θήσεις, ελληνικές και μη, αλλά η σκέψη τους –όπως είναι γενικά παραδεκτό–σηματοδοτεί μια σαφή ρήξη με το παρελθόν, γεγονός που συνάδει με την άπο-ψη ότι τόσο η φιλοσοφία όσο και η επιστήμη, όπως τις αντιλαμβανόμαστε σή-μερα, έχουν την αφετηρία τους στους εν λόγω στοχαστές. Για να αξιολογή-σουμε τη συγκεκριμένη ερμηνευτική προσέγγιση πρέπει να εξετάσουμε πόσοπρωτότυπη και ξεχωριστή υπήρξε εν τέλει η συνεισφορά των Μιλησίων φι-λοσόφων. Πρώτα όμως πρέπει να δούμε τί έχει να αντιτάξει και η άλλη πλευ-ρά. Ο κόσμος του Θαλή δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστείπρωτόγονος, ορισμένα δε από τα επιτεύγματα των πολιτισμών της Εγγύς Ανα-τολής, με τους οποίους βρισκόταν σε επαφή η Μίλητος, συνδέονται άμεσα μετο ζήτημα που μας απασχολεί.

Ας αρχίσουμε από την τεχνολογία. Στη διάρκεια της 4ης και της 3ης π.Χ.χιλιετίας καταγράφηκε μια σειρά σημαντικότατων τεχνολογικών εξελίξεωνστη Λεκάνη του Νείλου και στη Μεσοποταμία, ενώ ανάλογη πρόοδος σημει-ώθηκε επίσης στην Κοιλάδα του Ινδού και στην Κίνα. Όλα αυτά έχουν εξι-στορηθεί από συγγραφείς σαν τους Gordon Childe και Forbes1. Η ιστορία τηςμεταλλουργίας ανάγεται στην επινόηση μεθόδων εξαγωγής μετάλλων από ορυ-κτά και, ακόμη παλαιότερα, στις πρώτες απόπειρες χρήσης λίθινων εργαλείωνγια την κατεργασία των μετάλλων που απαντούν αυτούσια στη φύση. Οι τεχνι-κές της σφυρηλάτησης, της τήξης και της χύτευσης ήταν γνωστές πριν από το3000 π.Χ., ενώ λίγο αργότερα επιτεύχθηκε η παραγωγή κραμάτων χαλκού, αρ-χικώς όχι με κράση δύο καθαρών μετάλλων, αλλά με τήξη του χαλκοφόρου με-ταλλεύματος μαζί με ορυκτό ενός ή περισσότερων άλλων μετάλλων: κασσιτέ-ρου, αντιμονίου, αρσενικού, μολύβδου και ψευδαργύρου. Η κλωστοϋφαντουρ-γία ανάγεται επίσης στους προϊστορικούς χρόνους. Η δεξιοτεχνία των Αιγυ-πτίων υφαντουργών είναι ολοφάνερη στα διασωθέντα δείγματα της δουλειάςτους. Ορισμένα από τα λευκά είδη που ανακαλύφθηκαν στους βασιλικούς τά-φους της Αβύδου και ανάγονται στην Πρώτη Δυναστεία (περίπου 3000 π.Χ.)διαπιστώθηκε ότι έχουν πυκνότητα ύφανσης 160 × 120 ανά ίντσα. Μια τρίτηεπινόηση με σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία των πρώτων κοινωνιώνήταν η αγγειοπλαστική. Σε ένα πρώτο στάδιο, τα αγγεία πλάθονταν απευθείαςμε το χέρι, ενώ η χρήση του κεραμεικού τροχού ανάγεται γενικά γύρω στο3250 π.Χ.Ø φαίνεται, μάλιστα, ότι η χρήση της αρχής του τροχού στα οχήματατοποθετείται μεταγενέστερα, ίσως γύρω στο 3000 π.Χ. Ακόμη μεγαλύτερης ση-μασίας για την ανάπτυξη του αστικού πολιτισμού υπήρξε η εξέλιξη του τομέατης γεωργίας – η καλλιέργεια των διαφόρων δημητριακών και η ανάπτυξη τε-

14 APXAIA EΛΛHNIKH EΠIΣTHMH

1 Βλέπε βιβλιογραφία, μέρος ΙΙ, ενότητα Β, σελ. 142.

Page 13: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

χνικών άρδευσης και εξημέρωσης των ζώων, σε συνδυασμό με την ανακάλυψημεθόδων συντήρησης και παρασκευής της τροφής. Τέλος, η ίδια η γραφή είναιεπινόηση που χρονολογείται γύρω στα μέσα της 4ης π.Χ. χιλιετίας.

Μόνον εικασίες μπορεί να γίνουν για το πώς προέκυψαν αυτά τα τεχνολο-γικά επιτεύγματα. Είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι η τύχη πρέπει να συνέ-βαλε σε πολλές ανακαλύψεις. Στην περίπτωση της αγγειοπλαστικής, π.χ., μπο-ρεί κάποιος να παρατήρησε ότι ένα κομμάτι πηλού που είχε μείνει κατά τύχηνστη φωτιά απέκτησε νέες ιδιότητες. Ακόμη και στην περίπτωση αυτή όμως δενπρέπει να υποτιμάται το άλμα δημιουργικής φαντασίας που απαιτήθηκε προ-κειμένου να εκτιμηθούν οι δυνατότητες της νέας ουσίας και να βρεθεί τρόποςαξιοποίησής της. Παραπέμπω τον αναγνώστη στην περίπτωση της πενικιλλί-νης. Πόσες φορές, άραγε, είχε αναπτυχθεί το συγκεκριμένο είδος μούχλας σετρυβλία καλλιεργειών πριν ανακαλυφθεί από τον Αλέξανδρο Φλέμινγκ; Ηανάπτυξη των μεταλλουργικών και κλωστοϋφαντουργικών τεχνικών, ιδίως,πρέπει να προέκυψε έπειτα από μια μακρά και επίπονη διαδικασία μάθησης μετη μέθοδο της δοκιμής και του λάθους. Οι τεχνίτες παρατηρούσαν τα διαφορε-τικά αποτελέσματα που έδινε ο συνδυασμός διαφορετικών μεταλλευμάτων σεδιαφορετικές αναλογίες και είναι βέβαιο ότι, συχνά, τροποποιούσαν σκοπίμωςτις αναλογίες αυτές δοκιμάζοντας διάφορες τεχνικές εξαγωγής μετάλλων μετήξη ορυκτών. Πειραματίζονταν, με τη γενική, μη τεχνική έννοια της λέξης,δεδομένου ότι τα πειράματά τους δεν αποσκοπούσαν στον έλεγχο κάποιας θε-ωρίας, αλλά στη βελτίωση του τελικού προϊόντος της εργασίας τους, στην επί-τευξη ενός ανθεκτικότερου, σκληρότερου ή καθαρότερου κράματος.

Υποστηρίζεται συχνά ότι, παρά τη μεγάλη συμβολή τους στην πρόοδο τουπολιτισμού, οι τεχνολογικές αυτές εξελίξεις δεν ήταν προϊόν επιστήμης αλ-λά εικασιών και τυχαίων γεγονότων. Ωστόσο, παρ’ όλο που δεν προέκυψανμετά από συνειδητό θεωρητικό στοχασμό, μαρτυρούν μια εξαιρετικά ανε-πτυγμένη ικανότητα παρατήρησης και αξιοποίησης της πείρας. Τα ανθρωπο-λογικά δεδομένα έρχονται να ενισχύσουν τα ευρήματα των προϊστορικών αρ-χαιολόγων. Ο μεγάλος Γάλλος ανθρωπολόγος Κλωντ Λεβί-Στρως, ιδίως, ανέ-δειξε τον σύνθετο και λεπτομερή χαρακτήρα πολλών από τα ταξινομικά συ-στήματα που απαντούν σε πρωτόγονες κοινωνίες. Ένα συγκεκριμένο παρά-δειγμα από το βιβλίο του Άγρια Σκέψη* αφορά τη φυλή των Hanunóo των Φι-λιππίνων, οι οποίοι διακρίνουν κάπου 461 ζωολογικούς τύπους, μεταξύ αυτών60 είδη ψαριών και 85 είδη μαλακίων. Αν και η βάση επί της οποίας γίνεται η

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ 15

* Σ.τ.M. Lévi-Strauss, Claude, Άγρια σκέψη, Παπαζήσης, Αθήνα 1977, μτφ. Ε. Καλπουρτζή, ει-σαγωγή-σχόλια Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος.

Page 14: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

διάκριση των κατηγοριών δεν αντιστοιχεί στην προσέγγιση της σύγχρονηςζωολογίας, είναι βέβαιο ότι τέτοιου είδους ταξινομήσεις προϋποθέτουν μεγά-λη παρατηρητικότητα.

Η τεχνολογία σημείωσε εκπληκτική πρόοδο στη διάρκεια της 4ης και της3ης π.Χ. χιλιετίας. Ωστόσο, δύο άλλοι τομείς, καθοριστικοί για τους αρχαίουςπολιτισμούς της Εγγύς Ανατολής συνδέονται πιο στενά με την πρώιμη αρχαίαελληνική επιστήμη. Πρόκειται, αφ’ ενός, για την ιατρική και, αφ’ ετέρου, γιατα μαθηματικά και την αστρονομία. Είναι αλήθεια ότι τόσο η αιγυπτιακή όσοκαι η μεσοποταμιακή ιατρική κυριαρχούνταν από τη μαγεία και τις δεισιδαι-μονίες. Από ασσυριακές και βαβυλωνιακές πινακίδες ιατρικού περιεχομένουπροκύπτει ότι η πρόγνωση βασιζόταν, σε μεγάλο βαθμό, στη μαντεία και ότικύριος στόχος της θεραπείας ήταν ο εξορκισμός των κακοποιών πνευμάτωνπου πιστευόταν ότι προξενούσαν τις περισσότερες νόσους. Πάπυροι ανάλογουπεριεχομένου από την Αίγυπτο δείχνουν ότι και εκεί η θεραπεία βασιζόταν σεμαγικές επικλήσεις και ξόρκια που συνδυάζονταν με απλά «γιατρικά» φυτικήςή ανόργανης προέλευσης. Πάντως, από κάποιες απόψεις τουλάχιστον, η αιγυ-πτιακή ιατρική είχε προχωρήσει πέρα από τα λαϊκά γιατροσόφια.

Ο περίφημος πάπυρος του Έντγουιν Σμιθ, που χρονολογείται γύρω στο1600 π.Χ. αλλά περιλαμβάνει πολύ παλαιότερο υλικό, παραθέτει 48 περιστα-τικά κλινικής χειρουργικής που αφορούν τραύματα στο κεφάλι και στο άνωμέρος του σώματος. Η περιγραφή του κάθε περιστατικού περιλαμβάνει τοντίτλο, την εξέταση, τη διάγνωση, τη θεραπεία και την επεξήγηση δύσκολωνιατρικών όρων. Ο τόνος της όλης περιγραφής είναι συγκρατημένος. Οι υπο-δεικνυόμενες θεραπευτικές αγωγές είναι συνήθως απλές και σαφείς: η οδηγία«επιχρίετε το τραύμα με λίπος» αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ανα-γνωρίζεται δε ότι σε μερικές περιπτώσεις η θεραπεία είναι αδύνατη. Πρόκει-ται για τον μοναδικό σωζόμενο πάπυρο αυτού του είδους, που μαρτυρεί, όμως,ότι οι Αιγύπτιοι επιχείρησαν από πολύ ενωρίς να καταγράψουν τα εμπειρικάδεδομένα που σχετίζονταν με συγκεκριμένα περιστατικά, τακτική που έμελλεεν πολλοίς να υιοθετήσουν και οι συγγραφείς της Ιπποκρατικής Συλλογής.Πάντως, ακόμη και στο κείμενο αυτό, που, γενικά, αποφεύγει σε αξιοσημείω-το βαθμό τη μαγεία και τη δεισιδαιμονία, ο συντάκτης επικαλείται, κάποιαστιγμή, την επέμβαση του υπερφυσικού παράγοντα. Το 9ο περιστατικό, που εί-ναι ούτως ή άλλως ιδιαίτερο αφού απουσιάζει τελείως η διάγνωση και σχεδόντελείως η εξέταση, κλείνει με τον εξορκισμό που πρέπει να διαβαστεί, προ-κειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της θεραπείας.

Η ανάπτυξη των μαθηματικών και η εφαρμογή τους στην αστρονομίαυπήρξαν, μακροπρόθεσμα, ακόμη πιο σημαντικές από την ιατρική. Το κύριοεπίτευγμα των Αιγυπτίων στον τομέα αυτό ήταν η επινόηση εκείνου που έχει

16 APXAIA EΛΛHNIKH EΠIΣTHMH

Page 15: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

χαρακτηριστεί ως το μόνο ευφυές ημερολόγιο στην ιστορία του ανθρώπου1.Χώρισαν το έτος σε 365 ημέρες, δηλαδή σε δώδεκα μήνες των 30 ημερών, συνπέντε συμπληρωματικές ημέρες, μια πολύ πιο αποτελεσματική διευθέτησηαπό τα σεληνιακά –ή, ακριβέστερα, «σεληνοηλιακά»– ημερολόγια των Βαβυ-λωνίων και από τα διάφορα, πολλές φορές ασυνάρτητα, πολιτικά ημερολόγιαπου χρησιμοποιούσαν οι ελληνικές πόλεις-κράτη2. Στόχος αυτών των βαβυ-λωνιακών και ελληνικών ημερολογίων ήταν να διασφαλίζουν τον συγχρονι-σμό των μηνών με τις παρατηρούμενες φάσεις της σελήνης. Aλλά, καθώς τοδιάστημα που μεσολαβεί από μια νέα σελήνη ώς την επόμενη δεν αντιστοιχείσε ακέραιο αριθμό ημερών, οι μήνες είχαν διάρκεια 29 ή 30 ημερών. Επίσης,το γεγονός ότι το ηλιακό έτος δεν διαιρείται σε ακέραιο αριθμό πλήρων σε-ληνιακών μηνών είχε ως αποτέλεσμα μια πολύ πιο σοβαρή περιπλοκή. Ενώένα κοινό έτος αποτελούνταν από 12 τέτοιους μήνες, με την προσθήκη μεμο-νωμένων ημερών σε ορισμένους από αυτούς, σε μερικά έτη «παρεμβαλλόταν»ένας ολόκληρος μήνας προκειμένου να εξακολουθήσει το ημερολόγιο νασυμβαδίζει λίγο-πολύ με τις εποχές. Περί τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα οιΈλληνες αστρονόμοι είχαν κατορθώσει να υπολογίσουν με σχετική ακρίβειατον αριθμό εμβόλιμων μηνών που χρειάζονταν σε έναν κύκλο 19 ετών, ενώ τηνίδια περίπου εποχή το βαβυλωνιακό ημερολόγιο ρυθμιζόταν, ουσιαστικά,σύμφωνα με ένα προκαθορισμένο σχήμα. Ωστόσο, και στην Ελλάδα, παρά τιςπροόδους της αστρονομίας, το αθηναϊκό και τα άλλα πολιτικά ημερολόγια πα-ρέμεναν μη συστηματικάØ και η παρεμβολή ημερών και μηνών ανήκε στην αρ-μοδιότητα των δικαστών. Ακόμη και στην ύστερη αρχαιότητα, οι Έλληνεςαστρονόμοι χρησιμοποιούσαν κατά προτεραιότητα το αιγυπτιακό ημερολόγιοστους υπολογισμούς τους.

Σε γενικές γραμμές, πάντως, οι Βαβυλώνιοι είχαν ξεπεράσει κατά πολύτους Αιγυπτίους τόσο στα μαθηματικά όσο και στην αστρονομία. Πρώτον, τοβαβυλωνιακό σύστημα αρίθμησης βασιζόταν στη λεγόμενη θεσιακή αρχή, δη-λαδή η διάταξη των αριθμών καθόριζε τη σχετική αξία τους. Οι Αιγύπτιοι,

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ 17

1 O. Neugebauer, Oι θετικές επιστήμες στην αρχαιότητα, Aθήνα, M.I.E.T., 1986, μτφ. X. Zερμπί-νη, I. Aρζόγλου, σ. 118. Τόσο το Ιουλιανό όσο και το Γρηγοριανό Hμερολόγιο που χρησιμοποι-είται σήμερα διατήρησαν την αρχή του έτους των 365 ημερών, αλλά η διαφορά τους με το αιγυ-πτιακό ημερολόγιο συνίσταται στο ότι περιλαμβάνουν κανόνες για την παρεμβολή μιας πρόσθε-της ημέρας στα δίσεκτα έτη – διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό μεγαλύτερη αντιστοιχία μεταξύτου ηλιακού και του ημερολογιακού έτους.

2 Εκτός από το πολιτικό ημερολόγιο που ρύθμιζε τις θρησκευτικές εορτές, οι Αθηναίοι του5ου π.Χ. αιώνα χρησιμοποιούσαν ένα ημερολόγιο των «πρυτανειών» για τη ρύθμιση των θητειώντων αντιπροσώπων των δέκα φυλών στη Βουλή.

Page 16: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

όπως και οι Ρωμαίοι, χρησιμοποιούσαν διαφορετικά σύμβολα για τους αριθ-μούς 1, 10, 100, 1000 κ.λπ. και παρίσταναν τον αριθμό 44 με τέσσερα σύμβολατου 10 και τέσσερα σύμβολα της μονάδας. Μπορούμε εδώ να αντιδιαστείλου-με το δεκαδικό μας σύστημα, το οποίο βασίζεται επίσης στον θεσιακό συμβο-λισμό και στο οποίο ο αριθμός 11 δεν αναλύεται σε 1 συν 1 αλλά σε 1 επί 10συν 1. Την ίδια ακριβώς αρχή χρησιμοποιούσαν και οι Βαβυλώνιοι, θεωρώνταςόμως ως βάση το 60 και όχι το 10: το σύμβολο της μονάδας ακολουθούμενο απότο σύμβολο του 10 παριστάνει τον αριθμό 70 (60 + 10) και ούτω καθεξής. Ορι-σμένα από τα πλεονεκτήματα του θεσιακού συστήματος γίνονται προφανή, ανεξετάσει κανείς πώς αντιμετωπίζονται οι υποδιαιρέσεις της μονάδας. Στον θε-σιακό συμβολισμό η αριθμητική πράξη 0,4 × 0,12 αντιμετωπίζεται όπως ακρι-βώς το 4 × 12, ενώ η ίδια αυτή πράξη είναι πιο πολύπλοκη αν χρησιμοποιηθούνκοινά κλάσματα (2/5 × 3/25). Στην πραγματικότητα, οι Αιγύπτιοι δυσκόλευανακόμη περισσότερο τα πράγματα αναλύοντας όλα τα κλάσματα, με εξαίρεσητο 2/3, σε κλάσματα με αριθμητή το ένα: το 0,4, π.χ., δεν το χειρίζονταν ως 2/5αλλά ως 1/3 + 1/15. Εκτενή σφηνοειδή κείμενα της 2ης π.Χ. χιλιετίας αποδει-κνύουν ότι οι Βαβυλώνιοι είχαν ήδη σημειώσει αξιοζήλευτη πρόοδο όχι μόνοστον τομέα των αμιγώς αριθμητικών υπολογισμών, αλλά και στην άλγεβρα και,ειδικότερα, στον χειρισμό των εξισώσεων δευτέρου βαθμού.

Tα υπάρχοντα στοιχεία για την αρχαία βαβυλωνιακή αστρονομία είναι πο-λύ πιο αποσπασματικά. Η πλειονότητα των σωζόμενων σφηνοειδών κειμένωνχρονολογείται στην εποχή των Σελευκιδών (χονδρικά, στους τρεις τελευταίουςπροχριστιανικούς αιώνες), αλλά φαίνεται ότι τα ουράνια φαινόμενα αποτελού-σαν αντικείμενο παρατήρησης και καταγραφής από τα μέσα περίπου της 2ηςπ.Χ. χιλιετίας. Μία από τις πρώτες σχετικές συλλογές αφορά τον αριθμό εμφα-νίσεων και εξαφανίσεων της Αφροδίτης, που καταγράφηκαν επί σειρά ετώνστη διάρκεια της βασιλείας του Aμμισαντούκα (Ammisaduqa, γύρω στο 1600π.Χ.), ενώ περί τον 8ο π.Χ. αιώνα πραγματοποιούνταν ήδη συστηματικές παρα-τηρήσεις ορισμένων ουράνιων και μετεωρολογικών φαινομένων για λογαρια-σμό της βασιλικής Aυλής. Τον 2ο μ.Χ. αιώνα ο μεγάλος αστρονόμος Πτολε-μαίος απέκτησε πρόσβαση στα πληρέστατα αρχεία των εκλείψεων από τη βα-σιλεία του Nαβονασσάρου (Nabonassar) και εξής και χρησιμοποίησε το πρώ-το έτος της βασιλείας του Bαβυλώνιου βασιλιά (747 π.Χ.) ως βάση για όλουςτους αστρονομικούς υπολογισμούς του. Τέτοιου είδους παρατηρήσεις προορί-ζονταν αρχικά είτε για αστρολογική χρήση –για την πρόβλεψη της τύχης τουβασιλείου ή του βασιλιά– είτε για την κατάρτιση του ημερολογίου, που βασι-ζόταν στις παρατηρήσεις της πρώτης και τελευταίας εμφάνισης της Σελήνης.

Η ορθότητα αυτών των πρώιμων παρατηρήσεων των Βαβυλωνίων δεν πρέ-πει να υπερεκτιμάται: πολλά από τα φαινόμενα με τα οποία ασχολήθηκαν συ-

18 APXAIA EΛΛHNIKH EΠIΣTHMH

Page 17: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

ντελούνται κοντά στον ορίζοντα, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δύσκολητην παρατήρησή τους. Εξ άλλου, δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί με ακρίβειαη χρονική στιγμή κατά την οποία εφάρμοσαν μια συστηματική μαθηματική θε-ωρία στα αστρονομικά δεδομένα. Ο Otto Neugebauer (1899-1990), η μεγαλύτε-ρη σύγχρονη αυθεντία στη βαβυλωνιακή αστρονομία, πιστεύει ότι αυτό δενμπορεί να έγινε πριν από το 500 π.Χ. Ωστόσο, μπορούμε να συναγάγουμε μεβεβαιότητα δύο συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι οι Βαβυλώνιοι είχαν πραγ-ματοποιήσει εκτεταμένες παρατηρήσεις ενός περιορισμένου αριθμού ουρά-νιων φαινομένων πολύ πριν από τη απαρχή της αρχαίας ελληνικής επιστήμης.Δεύτερον, με τα στοιχεία που είχαν συλλέξει μπορούσαν να προβλέπουν ορι-σμένα φαινόμενα. Σε καμία χρονική στιγμή δεν ήταν σε θέση, όπως εξ άλλουκαι κανένας άλλος στην αρχαιότητα, να προβλέπουν με ακρίβεια ηλιακέςεκλείψεις ορατές σε ένα δεδομένο σημείο στην επιφάνεια της Γης: οι δυνατό-τητές τους εξαντλούνταν στον αποκλεισμό ή στην πιθανολόγηση μιας ηλια-κής έκλειψης. Αντίθετα, μπορεί να είχαν τη δυνατότητα να προβλέπουν τιςεκλείψεις της Σελήνης, καθώς οι προβλέψεις αυτές δεν βασίζονταν σε κάποιογεωμετρικό μοντέλο των ουράνιων σωμάτων, αλλά σε αμιγώς αριθμητικέςπράξεις, δηλαδή σε υπολογισμούς από περιοδικούς πίνακες που είχαν συντα-χθεί με βάση παλαιότερες παρατηρήσεις.

Πάντως, παρά τα επιτεύγματα των λαών της Εγγύς Ανατολής στους τομείςτης ιατρικής, των μαθηματικών και της αστρονομίας, μπορεί και πάλι εύλογανα υποστηριχθεί ότι ο Θαλής υπήρξε ο πρώτος επιστήμων-φιλόσοφος. Στη συ-νέχεια θα εξετάσουμε τί σημαίνει αυτός ο ισχυρισμός και σε ποιο βαθμό θε-μελιώνεται. Κατ’ αρχάς, δεν πρέπει να θεωρείται ότι αυτό που επέτυχαν οι Μι-λήσιοι ήταν ένα πλήρως ανεπτυγμένο σύστημα έρευνας με καθορισμένη με-θοδολογία και με εύρος που κάλυπτε το σύνολο αυτού που σήμερα ονομάζου-με φυσική επιστήμη. Οι έρευνές τους περιορίζονταν σε ένα πολύ μικρό φάσμαθεμάτων. Δεν ήταν σε θέση να συλλάβουν την έννοια της «επιστημονικής με-θόδου». Είναι δύσκολο ακόμη και να διατυπώσει κανείς τα προβλήματα πουτους απασχόλησαν χωρίς να χρησιμοποιήσει, π.χ., τις έννοιες «ύλη» και «ου-σία», παρ’ όλο που οι όροι αυτοί δεν καθιερώθηκαν ούτε, πολύ περισσότερο,ορίστηκαν με σαφήνεια πριν από τον 4ο π.Χ. αιώνα. Ωστόσο, υπάρχουν δύοσημαντικά γνωρίσματα που διακρίνουν τις θεωρίες των Ιώνων φιλοσόφων απόεκείνες των προγενέστερων στοχαστών, Ελλήνων και μη. Το πρώτο είναι ηανακάλυψη της φύσης και το δεύτερο η εφαρμογή της ορθολογικής κριτικήςκαι της αντιπαράθεσης απόψεων.

Λέγοντας «ανακάλυψη της φύσης» εννοώ τη σύλληψη της διάκρισης ανά-μεσα στο «φυσικό» και στο «υπερφυσικό», δηλαδή την παραδοχή ότι τα φυσι-κά φαινόμενα δεν είναι προϊόντα τυχαίων ή αυθαίρετων επιδράσεων, αλλά χα-

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ 19

Page 18: G e r lloyd-αρχαια ελληνικη επιστημη ως σελ 20

ρακτηρίζονται από κανονικότητα και διέπονται από προσδιορίσιμες ακολου-θίες αιτίου και αιτιατού. Πολλές από τις θεωρίες που αποδίδονται στους Μι-λησίους παραπέμπουν έντονα σε προγενέστερους μύθους, αλλά η διαφοράτους από τις μυθικές περιγραφές έγκειται στο ότι απουσιάζει από αυτές οποι-αδήποτε επίκληση σε υπερφυσικές δυνάμεις. Οι πρώτοι φιλόσοφοι ήταν κάθεάλλο παρά αθεϊστές. Πράγματι, στον Θαλή αποδίδεται η ρήση «¿ÓÙ· Ï‹ÚËıÂáÓ ÂrÓ·È»1 . Aλλά, ενώ η ιδέα του θείου εμφανίζεται συχνά στις κοσμολογίεςτους, το υπερφυσικό στοιχείο δεν εμπλέκεται στις ερμηνείες τους.

Ένα απλό παράδειγμα, που διασαφηνίζει τα παραπάνω είναι η θεωρία τωνσεισμών που αποδίδεται στον Θαλή. Φαίνεται ότι ο Θαλής πίστευε ότι η Γηεπιπλέει στο νερό και ότι οι σεισμοί προκαλούνται όταν η Γη κλυδωνίζεταιαπό κύματα που δονούν το νερό πάνω στο οποίο επιπλέει. Η ιδέα ότι η Γη επι-πλέει στο νερό απαντά σε αρκετούς βαβυλωνιακούς και αιγυπτιακούς μύθους,ενώ σπέρματα της θεωρίας του Θαλή βρίσκουμε ακόμη και στην ελληνική μυ-θολογία, αφού η αντίληψη ότι ο Ποσειδών, θεός της θάλασσας, ευθύνεται γιατους σεισμούς ήταν κοινός τόπος μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων. Παρά τηναπλοϊκότητά της, η θεωρία του Θαλή για τους σεισμούς αποτελεί μια φυσιο-κρατική ερμηνεία, χωρίς αναφορά στον Ποσειδώνα ή σε άλλες θεότητες. Κατ’αρχάς, λοιπόν, για να παραφράσουμε μια ρήση του Farrington, οι Μιλήσιοι«αφήνουν απ’ έξω τους θεούς»: ενώ στον Όμηρο και στον Ησίοδο οι αστραπέςή οι σεισμοί ερμηνεύονται, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές, ως αποτέλε-σμα της οργής του Δία ή του Ποσειδώνα, οι Mιλήσιοι αποκλείουν οποιαδήπο-τε επίκληση στις βουλές των θεών, στους έρωτες, στα μίση, στα πάθη και σεάλλα, εν πολλοίς ανθρώπινα, κίνητρά τους. Κατά δεύτερον, ενώ ο Όμηρος πε-ριγράφει συνήθως έναν συγκεκριμένο σεισμό ή μια συγκεκριμένη αστραπή, οιΜιλήσιοι επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους όχι σε μια συγκεκριμένη εκδή-λωση του φαινομένου αλλά στους σεισμούς και στις αστραπές εν γένει. Οιέρευνές τους αφορούσαν κατηγορίες φυσικών φαινομένων, χαρακτηρίζοντανδηλαδή από ένα ιδιαίτερο γνώρισμα της επιστήμης, το γεγονός ότι διερευνάτο γενικό και ουσιώδες, αντί του επιμέρους και επουσιώδους.

20 APXAIA EΛΛHNIKH EΠIΣTHMH

1 Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη (¶ÂÚd „˘¯É˜, 411a 8), που είναι, ορθώς, επιφυλακτικός σε όλεςτις παρατηρήσεις του σχετικά με τον Θαλή. Δεν γνωρίζουμε αν ο Θαλής άφησε συγγραφικό έργο– το βέβαιο είναι ότι στην εποχή του Αριστοτέλη δεν υπήρχαν σωζόμενα έργα του. Στην περί-πτωση αυτή, επομένως, οι πληροφορίες μας προέρχονται από αναφορές που υπάρχουν στον Πλά-τωνα, στον Αριστοτέλη και σε άλλους συγγραφείς και οι οποίες του αποδίδουν κάποιες ρήσεις ήπεποιθήσεις. Για τους δύο μεταγενέστερους Μιλησίους, οι πληροφορίες μας είναι κάπως πιο δια-φωτιστικές: είναι βέβαιο ότι άφησαν γραπτά έργα και ότι ορισμένες από τις πηγές μας είχαν πρό-σβαση σε επιλεγμένα χωρία, αν όχι στα ίδια τα έργα τους.

Η προεπισκόπηση των επόμενων σελίδων δεν είναι διαθέσιμη