23
TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ σμένος σέ ζητιάνο και εξανάγκαζε τους "Ελληνες, πού είχαν συγ- κεντρωθεί έκεϊ, νά τον θεραπεύσουν για νά έπιτύχει τον σκοπό του, άρπαζε και άπειλουσε μέ θάνατο τον μικρό 'Ορέστη. Ή άλη- θοφάνεια πού είχε στη σκηνή ή εμφάνιση του ρακένδυτου βασι- λιά ήταν κάτι άσυνήθιστο, και τό κωμικό σκώμμα {^ΑχαρνεΙς^ Θεσμοφοριάζουσες) δείχνει πόσο σκανδάλιζε τό κοινό κάτι τέ- τοιο. 'Ο ιδιαίτερα μεγάλος άριθμός των άποσπασμάτων^ έπιτρέ- πει έδώ κάποια μεγαλύτερη πεποίθηση στήν άνασύνθεση του έ'ρ- γου. Σημαντική ήταν ή διαπίστωση πού έκαναν οι Ε. W. Hand- ley και John Rea,^ μέ βάση καινούρια παπυρικά εύρήματα {Ρ. Oxy. άρ. 2460), ότι, άπό τά άποσπάσματα πού ως τότε αποδί- δονταν στο έ'ργο τοϋ Σοφοκλή Άχαίών σύλλογος, 6 Pap. Berol. 9908 (Berl. Klass. Texte 5/2, 64), μέ βεβαιότητα, και ο Pap. Ryl. 978, μέ πολλή πιθανότητα, άνήκουν στον Τήλεφο του Εύ- ριπίδη. Τό δράμα πού περισσότερο άπό οποιοδήποτε άλλο άσκησε έπί- δραση στήν παγκόσμια λογοτεχνία, ή Μήδεια,^ στήν πρώτη πα- ράστασή του, τό 431, κατατάχτηκε στήν τρίτη θέση άπό τούς κρι- 1. Τά εχει άνατυπώσει ό Austin 66, καΐ ϊχει συντάξει κατάλογο τους ό Η. J. Mette, Lustrum 1967/12 (1968) 235, ό όποιος εξετάζει τά σημαν- τικότερα άπο τά άποσπάσματα στο βιβλίο του Der verlorene Aischylos 81. Γιά την άνασύνθεση τοϋ έργου βλ. Η. Metzger, «Apollon Lycien et Té- lèphe», Mélanges Charles Picardll, ΙΙαρίσι 1949, 746· D. L. Page, Gr. Lit. Pap. 130· Webster, Euripides 43, 302· G. Paduano, «Il Ré men- dicante e le scandale di Telefo», 16 (1967) 420. 2. «The Telephus of Euripides», BICS Suppl. 5 (Λονδίνο 1957). 3. Mtà νέα 'Τπόθεση, πού περιέχεται σέ ενα παρισινό πάπυρο, δημοσι- εύεται άπό τούς Α. Blanchard-A. Bataille, Recherches de Papyrologie 3, Παρίσι 1964, 37. Σχολιασμένες εκδόσεις: D. L. Page, 'Οξφόρδη 1938 (άνατυπώθηκε δι- ορθωμένη τό 1952)· Α. Balsamo, Φλωρεντία 1943' U. Brella, Τορίνο 1950· J. C. Kamerbeek, Leiden 1950· G. Ammendola, Φλωρεντία 1951· Ε. Valgiglio, Τορίνο 1957· R. Flacelière, ΙΙαρίσι 1970. Στερεότυπο κείμενο: Ε. Diehl, Βόννη 1911 (μαζί μέ τά άρχαϊα Σχόλια)· Ε. Tièche (Editiones Helveticae 5), Βασιλεία 1944· G. Busch («Heidel- berger Texte» 3), Χαϊδελβέργη 1950" J. Kaiser, Βαμβέργη 1956. Ερμηνευτικά: J. Caimo, «Umanità e verità délia figura di Medea in Euripide», Dioniso 6 (1937/38) 89· Zürcher 43· Ο. Regenbogen, «Rand- bemerkungen zur Medea des Euripides», Eranos 48 (1950) 21· G. Mül- ler, «Interpolationen in der Medea des Euripides» SIFC N.S. 25 (1951) 65· R. B. Palmer, «An apology for Jason: A study of Euripides' Me- 51

Lesky για Μήδεια.pdf

Embed Size (px)

Citation preview

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

σμένος σέ ζητιάνο και εξανάγκαζε τους "Ελληνες, πού είχαν συγ-κεντρωθεί έκεϊ, νά τον θεραπεύσουν για νά έπιτύχει τον σκοπό του, άρπαζε και άπειλουσε μέ θάνατο τον μικρό 'Ορέστη. Ή άλη-θοφάνεια πού είχε στη σκηνή ή εμφάνιση του ρακένδυτου βασι-λιά ήταν κάτι άσυνήθιστο, και τό κωμικό σκώμμα {^ΑχαρνεΙς̂ Θεσμοφοριάζουσες) δείχνει πόσο σκανδάλιζε τό κοινό κάτι τέ-τοιο. 'Ο ιδιαίτερα μεγάλος άριθμός των άποσπασμάτων^ έπιτρέ-πει έδώ κάποια μεγαλύτερη πεποίθηση στήν άνασύνθεση του έ'ρ-γου. Σημαντική ήταν ή διαπίστωση πού έκαναν οι Ε. W. Hand-ley και John Rea,^ μέ βάση καινούρια παπυρικά εύρήματα {Ρ. Oxy. άρ. 2460), ότι, άπό τά άποσπάσματα πού ως τότε αποδί-δονταν στο έ'ργο τοϋ Σοφοκλή Άχαίών σύλλογος, 6 Pap. Berol. 9908 (Berl. Klass. Texte 5/2, 64), μέ βεβαιότητα, και ο Pap. Ryl. 978, μέ πολλή πιθανότητα, άνήκουν στον Τήλεφο του Εύ-ριπίδη.

Τό δράμα πού περισσότερο άπό οποιοδήποτε άλλο άσκησε έπί-δραση στήν παγκόσμια λογοτεχνία, ή Μήδεια,^ στήν πρώτη πα-ράστασή του, τό 431, κατατάχτηκε στήν τρίτη θέση άπό τούς κρι-

1. Τά εχει άνατυπώσει ό Austin 66, καΐ ϊχει συντάξει κατάλογο τους ό Η. J . Mette, Lustrum 1967/12 (1968) 235, ό όποιος εξετάζει τά σημαν-τικότερα άπο τά άποσπάσματα στο βιβλίο του Der verlorene Aischylos 81. Γιά την άνασύνθεση τοϋ έργου βλ. Η. Metzger, «Apollon Lycien et Té-lèphe», Mélanges Charles Picardll, ΙΙαρίσι 1949, 746· D. L. Page, Gr. Lit. Pap. 130· Webster, Euripides 43, 302· G. Paduano, «Il Ré men-dicante e le scandale di Telefo», 16 (1967) 420.

2. «The Telephus of Euripides», BICS Suppl. 5 (Λονδίνο 1957). 3. Mtà νέα 'Τπόθεση, πού περιέχεται σέ ενα παρισινό πάπυρο, δημοσι-

εύεται άπό τούς Α. Blanchard-A. Bataille, Recherches de Papyrologie 3, Παρίσι 1964, 37.

Σχολιασμένες εκδόσεις: D. L. Page, 'Οξφόρδη 1938 (άνατυπώθηκε δι-ορθωμένη τό 1952)· Α. Balsamo, Φλωρεντία 1943' U. Brella, Τορίνο 1950· J. C. Kamerbeek, Leiden 1950· G. Ammendola, Φλωρεντία 1951· Ε. Valgiglio, Τορίνο 1957· R. Flacelière, ΙΙαρίσι 1970.

Στερεότυπο κείμενο: Ε. Diehl, Βόννη 1911 (μαζί μέ τά άρχαϊα Σχόλια)· Ε. Tièche (Editiones Helveticae 5), Βασιλεία 1944· G. Busch («Heidel-berger Texte» 3), Χαϊδελβέργη 1950" J. Kaiser, Βαμβέργη 1956.

Ερμηνευτικά: J . Caimo, «Umanità e verità délia figura di Medea in Euripide», Dioniso 6 (1937/38) 89· Zürcher 43· Ο. Regenbogen, «Rand-bemerkungen zur Medea des Euripides», Eranos 48 (1950) 21· G. Mül-ler, «Interpolationen in der Medea des Euripides» SIFC N.S. 25 (1951) 65· R. B. Palmer, «An apology for Jason: A study of Euripides' Me-

51

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

τές του άγώνα. Ή θεματική άφετηρία ήταν δοσμένη σε ενα παλιό λατρευτικό μύθο. 'Από αύτόν ήταν γνωστός ενας φόνος άκονσιος, πού είχε διαπράξει ή Μήδεια, καθώς προσπαθούσε νά κάνει τά παιδιά της άθάνατα στόν κορινθιακό ναό της "Ηρας 'Ακραίας. "Ο-ταν ή Μήδεια στό εργο του Εύριπίδη (1378) υπόσχεται ταφή των παιδιών στό Ι'διο ιερό και καθιέρωση μιας γιορτής, τα λόγια της σχετίζονται μέ τούς τάφους τών παιδιών της, πού άποτελοΰσαν κέντρο κάποιας λατρείας στήν Κόρινθο. "Οπως και σέ πολλές άλ-λες περιπτώσεις, ό Εύριπίδης, υστέρα άπό τήν ελεύθερη παρου-

dea», CJ 53 (1957) 49· H.-D. Voigtländer, «Spätere Überarbeitungen im grossen Medeamonolog)), Philologus 101 (1957) 217· K. v. Fritz, «Die Entwicklung der Jason-Medea Sage und die Medea des Euripi-des», A^A 8 (1959) 33: Antike und moderne Tragödie 322· W. H. Friedrich, «Medeas Rache», NAWG 1960/4, 67: Vorbild und Neuge-staltung, Γ ο τ τ ί γ γ η 1 9 6 7 , 7 (Wege der Forschung 89, 177) · τοΰ ϊδ ιου : «Medea in Kolchis», A^A 12 (1966) 3: Vorbild und Neugestaltung 57. Ol τρεις τελευταίες έργασίες προσφέρουν πολλά γιά τήν ερμηνεία τοΰ δρά-ματος, άλλά ταυτόχρονα άποτελοΰν και τΙς καλύτερες εκθέσεις γιά τήν έπί-δραση πού άσκησε αυτό. Ειδικά πάνω σ' αύτό το θέμα, βλ. Α. Bloch, Me-dea-Dramen der Weltliteratur (διατρ.), Γοττίγγη 1957 (δακτυλόγραφη). Και σ' αύτό τό σημείο πρέπει νά γίνει μνεία του βιβλίου της Käte Ham-burger (βλ. γενικό βιβλιογραφικό πίνακα) και νά σημειωθούν οί άναφορές τοϋ Η. Hunger , Lexikon der griechischen und römischen Mythologie (5η εκδ. Βιέννη 1959), πού συμπληρώνονται σχετικά μέ τη Μήδεια άπό τόν W.-H. Friedrich, δ.π. 54· Ε. Ebener, «Zum Motiv des Kindermordes in der Medea», RhM 104 (1961) 213· E. Christmann, «Bemerkungen zum Text der Medea des Euripides» (διατρ.), Χαϊδελβέργη 1962· Η. Dil-ler, «Θυμός δέ κρείσσων τών έμών βουλευμάτων», Hermes 94 (1966) 267" H. Musurillo, «Euripides'Medea: a reconsideration», AJPh 87 (1966) 52· Eilh. Schlesinger, «Zu Euripides Medea», Hermes 94 (1966) 26· Η. Erbse, «Über die Aigeusszene der euripideischen Medea», WS 79 (1966) 120· Conacher 183· Webster, Euripides 52· Steidle 152· B. Meiss-ner, «Euripides Medea 1236-1250», Hermes 96 (1968) 155· G. Bretzig-heimer . Die Medeia des Euripides. Struktur und Geschehen (διατρ.), Τυβίγγη 1968· G. Α. Seeck, «Euripides' Medea 1059-68: a problem of interpretation», GRBS 9 (1968) 291· G. Paduano, La formazione del manda idealogico e paetica di Euripide Alcesti-Medea, Π ί ζ α 1 9 6 8 · Rohdich 44· B. M. W. Knox, «The Medea of Euripides», YClS 27 (1977) 193.

Νεότερες μεταφράσεις: G. Lange, Μόναχο 1941* L. Wolde (χειρόγρα-φο γιά σκηνική χρήση, στις εκδόσεις Ralf Steyer), 1943" von Ε. Buschor, Μόναχο 1952. —'Αγγλικά: R. C. Trevelyan, Cambridge 1939· D. W. Lucas, Αονδίνο 1949. —'Ιταλικά: Α. Taccone, Modena 1936· L. Cam-melli, Μιλάνο 1940.

52

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

σίοίση άνθρώπινων προβλημάτων άπο μιά καινούρια σκοπιά, επα-νακάμπτει στο τέλος σε γνωστά λατρευτικά δεδομένα, σάν νά ή-ταν τό έ'ργο ενα «αίτιον» γι' αύτά. Με τά μέσα πού έχουμε στή διάθεσή μας, παραμένει άλυτο το πρόβλημα αν ό Ευριπίδης πρώ-τος παρουσίασε τη Μήδεια νά σκοτώνει τά παιδιά της για λόγους έκδίκησης· και μολονότι δεν θά μπορούσαμε σήμερα νά έκφρα-στοΰμε γι' αύτο μέ τη βεβαιότητα πού εδειχναν άλλοτε, πιστεύω, πάντως, δτιή γνώμη του Wilamowitz^ μπορεί νά διεκδικήσει κά-ποια πιθανότητα γι' αύτή τήν εικασία, οπότε θά μπορούσαμε νά συμφωνήσουμε μέ τήν άποψη του D. L. Page {δ.π. XXIV, σ. 5, σύμφωνα μέ μΐά σκέψη του Beazley) καΐ του Buchwald (35), δτι ή έκδίκηση της άπατημένης γυναίκας διαμορφώθηκε κατά τον μύθο της Πρόκνης και του Τηρέα.

Ή 'Υπόθεση άποδίδει στον Δικαίαρχο (άπ. 63 W.) και στον 'Αριστοτέλη (στά, οπωσδήποτε νό^α./Υπομνήματα), τη γνώμη δτι ό Εύριπίδης δανείστηκε και διαμόρφωσε τη Μήδειά του άπό τον Νεόφρονα. Στον Διογένη Λαέρτιο (II, 134)^ και στή Σούδα (λ. Νεόφρων) αύτή ή μαρτυρία παραμορφώθηκε στήν τερατώδη ε'ίδηση δτι τό εργο του Εύριπίδη είναι στήν πραγματικότητα έ'ρ-γο του Νεόφρονα. Σώζονται τρία άποσπάσματα (άπ. 1-3 Ν.), άπο τά όποια το πρώτο εμφανίζει ώς αιτία για τήν άφιξη του Αιγέα τήν επιθυμία του νά ζητήσει εξήγηση άπο τή Μήδεια γιά τό χρη-σμό πού ειχε πάρει, ένώ τό δεύτερο, και έκτενέστερο, άντιστοι-χεΐ στον περίφημο μονόλογο της Μήδειας (στ. 1021) και υποδη-λώνει συνοπτικά τά βασικά μοτίβα του. Τό τρίτο άπόσπασμα πε-ριέχει μιά προφητεία γιά τό τέλος του 'Ιάσονα (πρόκειται νά ά-

1. Hermes 15 (1880) 406. Παλαιότερη βιβλιογραφία παραθέτει ό Goos-sens, 118, 14. Τήν άποψη δτι τό θέμα αύτο προϋπήρχε, τήν υποστήριξε πρόσφατα, χωρίς άποφασιστικά επιχειρήματα, ό Steidle, 154,16. Σχετικά μέ τήν παράδοση του μυθολογικοΰ υλικού βλ. Α. Lesky, RE 15 (1930) 29, και D. L. Page στήν Εισαγωγή της σχολιασμένης εκδοσής του. Ό τελευ-ταίος θεωρεί πιθανό δτι ό Εύριπίδης είχε ύπόψη του κάποια παραλλαγή στήν οποία οΐ Κορίνθιοι άπέδιδαν, άπο λάθος, στή Μήδεια τό φόνο των παι-διών. Αυτό δμως είναι εξίσου άβέβαιο μέ τήν υπόθεση τοϋ Zürcher, 45, δτι ή συζυγική προδοσία του 'Ιάσονα άποτελοΰσε επινόηση τοϋ Εύριίτίδη. Σέ μιά τέτοια περίπτωση θά επρεπε νά άναγάγουμε στόν Εύριπίδη καΐ μιά σχετική πληροφορία τοϋ Παυσανία (2, 3, 6), πράγμα πού δέν θά ήταν εύ-κολο" πρβ. D. L. Page, δ.π. XXV.

2. Ό όποιος, κατά τήν άποψη τοϋ Wilamowitz, Hermes 15 (1880) 487, εξαρτάται άπό τόν 'Αντίγονο τόν Καρύστιο.

53

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

παγχονιστεϊ), πού ό Εύριπίδης τήν άποσιωπα. Διεξοδικά πραγ-ματεύεται το πρόβλημα στήν έκδοσή του ό D, L. Page, 6 όποιος, υστέρα άπό πολύ προσεκτική, κυρίως γλωσσική, ανάλυση, κατα-λήγει στο συμπέρασμα, δτι ενας νεότερος Νεόφρων (αν φυσικά κάποιος πρεσβύτερος είναι υπαρκτή φυσιογνωμία) εγραψε ενα δράμα κατά μίμηση του Εύριπίδη, και κάποιος, ϊσως παρασυρ-μένος άπό τή συνωνυμία, τό άπέδωσε σέ εναν ποιητή πού πρέπει νά τοποθετηθεί πριν άπό τόν Εύριπίδη. Για τή σειρά των έργων, δπως τήν ύποστηρίζει ό D. L. Page, συνηγορεί και ή πρόδηλη προσπάθεια νά αιτιολογηθεί πειστικότερα ή σκηνή μέ τόν Αιγέα. ̂

Στο έ'ργο του Εύριπίδη προλογίζει ή Τροφός της Μήδειας. Ή ά-φήγησή της γιά τήν προδοσία του 'Ιάσονα και τήν άγρια άντίδρα-ση της γυναίκας του χαρακτηρίζονται άπό φόβο και έγνοια. Στό δεύτερο μέρος του προλόγου εμφανίζεται ό Παιδαγωγός μέ τά παιδιά. Τό σημείο πού θά άποτελέσει σέ λίγο και τό έ'ναυσμα της δράσης εντοπίζεται στήν πληροφορία, του γέροντα οτι υπάρχει μιά κάπως άόριστη άκόμη φήμη γιά τήν άπέλαση της Μήδειας και των παιδιών. 'Ακούμε ήδη τις βροντές της επερχόμενης κα-ταιγίδας, δταν ή Τροφός άναφέρει στήν προλογική ρήση της (36) δτι ή Μήδεια μισεί και τή θέα των παιδιών, ενα θέμα πού επα-νέρχεται ένισχυμένο στό τέλος αύτοΰ του μέρους (90): ό Παιδα-γωγός πρέπει νά κρατήσει τά παιδιά μακριά άπό τή μητέρα τους. Στό τρίτο, άποκλεΐστικά άναπαΐστικό, τμήμα του προλό-γου άκούγονται άπό τό σπίτι οί κραυγές της πληγωμένης Μή-

1. Γιά τό δλο πρόβλημα βλ. Ε. Α. Thomson, «Neophron and Euripi-des' Medea», CQ 38 (1944) 10 (: ό Νεόφρων προηγείται τοϋ Ευριπίδη)· Α. Colonna, «Testimonianza Aristotelica su Neofrone?», Dioniso 13 (1950) 36. ' ϊπέρ της προτεραιότητας τοϋ Εύριπίδη έχουν εκφραστεί, άνά-μεσα σέ άλλους, οΐ: Wilamowitz, δ.π., ό όποιος σκέπτεται, άν καΐ όχι πολύ πειστικά, «μιά κακόβουλη και σκόπιμη πελοποννησιακή παραποίηση»· Sé-chan, 593 (δπου και ή παλαιότερη βιβλιογραφία)· Schmid 3, 371· F. Wehrli, μέ άφορμή τό άπ, 63 τοϋ Δικαιάρχου. Γιά τήν πιθανή προτεραιό-τητα τοϋ Νεόφρονα εκφράστηκε δ Κ. von Fritz, 335· τόν άκολουθεΐ ό Ε. Christmann, δ.π. 105, ό όποιος θυμίζει δτι ή ϊδια χρονική σχέση γίνεται δεκτή άπό τούς Elmsley, Welcker και Weil. Ό Η. Erbse, Euphorion 58 (1964) 192, διαφωνεί- πρβ. Η. Lloyd-Jones, Gnomon 34 (1962) 743. Τήν προτεραιότητα τοϋ Νεόφρονα υποστηρίζει, μέ βάση τά χωρία πού πε-ριέχουν τ ή λ. Θυμός, κ α ι ό Br. Snel l , Szenen aus griechischen Dramen, Βερολίνο 1971, 199κκ.

54

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

δειας· ή Τροφος άποκρίνεται* εδώ άκοϋμε γι,ά τρίτη φορά πόσο επικίνδυνη εχει γίνει ή μητέρα γιά το ίδιο της το αιμα. Ή Τρο-φός μιλεϊ καθησυχαστικά στά παιδιά, γιά νά τά στείλει μέσα στο σπίτι (89), εκείνα δμως μένουν, και ετσι χρειάζεται μιά καινού-ρια παρακίνηση, στο άναπαΐστικό μέρος (100), πού τά πιέζει να βιαστούν: και αύτη συνοδεύεται πάλι άπό την προειδοποίηση νά άποφύγουν τό βλέμμα της μητέρας τους.^ Έδώ (104) άκούεται τό καίριο επίθετο αυθάδης (αύτος πού εχει πεποίθηση στον εαυτό του, ό περήφανος) για τό χαρακτήρα της Μήδειας, πού άποδίδε-ται μέ τις λέξεις ηθος^ φύσις^ ψοήν, σέ μιά χαρακτηριστική γιά την εποχή άπόπειρα άπόδοσης άφηρημένων εννοιών, Ή δεύτερη έκρηξη πόνου, πού άκούεται μέσα άπό το σπίτι, μαζί μέ τήν κα-τάρα της Μήδειας για τά παιδιά της, επιβεβαιώνει τήν άγωνία της Τροφού. "Τστερα άπο μερικά άκόμη λόγια γεμάτα εναγώνια φροντίδα, ή σκηνή καταλήγει σέ ένα έγκώμιο γιά τήν άξία του μέτρου στή ζωή* αύτό, ωστόσο, σημαίνει μόνο μιά άδύνατη παύ-ση πρίν άπο τήν πάροδο του χοροϋ, πού άποτελεϊται άπο γυναί-κες της Κορίνθου (131-212). Τόσο άπο άποψη μορφής, με τήν πλούσια χρήση άναπαίστων, οσο και άπό άποψη περιεχομένου, συνεχίζεται άμεσα ή γραμμή του προλόγου. Σύντομα, δίχως με-τρική άντίστοιχία, λυρικά μέρη του χοροΰ πλαισιώνουν μιά σύν-θεση δπου άκολουθοϋν, μετά τούς άναπαίστους της Τροφού και της Μήδειας, μιά στροφή του χοροΰ, κατόπι, μετά άπό άναπαί-στους των ίδιων προσώπων άλλά σέ άντίστροφη τώρα σειρά, ή άντιστροφή του, και μετά άπό αύτήν ενα άναπαιστικό ρετσιτατί-βο της Τροφού.

Στο θρήνο της Μήδειας, ή οποία άρχικά επικαλείται τή Θέμι-δα και τήν "Αρτεμη και επειτα στρέφει τήν εκδικητική μανία της έναντίον του 'Ιάσονα και της καινούριας νύφης (163), άποκρίνον-ται σχολιαστικοί στίχοι της Τροφού και άτελέσφορες παραμυθίες του χοροΰ, ο όποιος, ωστόσο, προωθεί τή δράση έκφράζοντας τήν έπιθυμία να βγει ή Μήδεια άπό τό σπίτι. Ό ποιητής πρόσθεσε στό μέρος αύτό μιά περίεργη ούρά μέ τά τελευταία λόγια της Τρο-φοΰ, πού παραπονιέται δτι τά τραγούδια και ή έγχορδη μουσική μόνο στις γιορτές προσφέρουν χαρά, ενώ δεν μποροΰν νά φέρουν

1. Μετά τό στ. 105 τά παιδιά μπαίνουν στό σπίτι μαζί μέ τόν Παιδαγω-γό. Ή προσφώνηση στο στ. 118 άπευθύνεται προς τά ϊδια πρόσωπα, μο-λονότι δέν είναι παρόντα.

55

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

παρηγοριά στη δυστυχία. 01 άκροτελεύτι.οι στίχοι, του χοροϋ, πού άκόμη μι·ά φορά μνημονεύουν τη Θέμιδα, τήν προστάτισσα των δρκων του Δία, μοιάζουν μέ τον άπόηχο μιας χορδής πού χτυπή-θηκε δυνατά.

Τό Ιο έπεισόδιο (214-409) άρχίζει μέ μιά ρήση της Μήδειας. "Οπως και στήν "Αλκηστη και στον 'Ιππόλυτο^ μετά άπό μιά τα-ραγμένη συναισθηματική κατάσταση άκολουθοΰν λόγοι πού έκ-φέρονται με ψυχραιμία. Μέ πλατιά άναπτυγμένους στοχασμούς, γιά τό πώς άρμόζει σέ μιά ξένη νά συμπεριφέρεται στήν κοινω-νία, ή Μήδεια αιτιολογεί τήν εξοδό της, πού της δίνει τή δυνατό-τητα νά ζητήσει τή συμπαράσταση των γυναικών. Ακολουθεί μιά λογική άνάπτυξη μέ θέμα τήν καταπιεστική μοίρα της γυναί-κας, πού είναι παραδομένη στήν έξουσία του άντρα* φυσικά, ή πε-ριγραφή άντιστοιχεϊ περισσότερο στήν κοινωνική δομή της 'Αθή-νας παρά στον κόσμο του μύθου. Κατόπιν ομως ή Μήδεια διαχω-ρίζει τή μοίρα της άπό τή μοίρα τών γυναικών πού έχουν πατρίδα και σπίτι. Γίνεται φανερό (260) δτι ή έπιθυμία της νά εκδικηθεί τον 'Ιάσονα είναι σταθερή, άλλά πρέπει νά βρεθεί ό τρόπος. Αύτό σημαίνει ότι τό μίσος της γιά τά παιδιά, θέμα βασικό του προλό-γου, δέν συνδέεται άκόμη μέ ένα συγκεκριμένο σχέδιο έκδίκησης. •"Αν καταστρώσει κάποιο σχέδιο, 'ίσως θά μπορούσαν οί γυναίκες νά τή συνδράμουν. Ή κορυφαία τή διαβεβαιώνει γιά τή βοήθειά τους, ένώ ταυτόχρονα άναγγέλλει τήν είσοδο του Κρέοντα.

Στόχος της σκηνής του Κρέοντα είναι νά ύποβάλει τήν εκδικη-τική διάθεση τής Μήδειας στήν πίεση του χρόνου. Ή διαγραφή του προσώπου του Κρέοντα είναι ενα άριστούργημα ευριπίδειας ήθοπλασίας. Ό βασιλιάς τής Κορίνθου προσπαθεί μέ κραυγές νά καλύψει τήν έσωτερική του άδυναμία, άφοΰ μέ τά πρώτα κιόλας λόγια του επιτίθεται έναντίον τής Μήδειας. Ώς άπάντηση στή σχεδόν ταπεινόφρονη έρώτησή της γιατί εκδιώκεται άπό τήν Κό-ρινθο, άκοΰμε στό στ. 282 τήν άλήθεια: όέόοικά σε (σέ φοβούμαι). Ή έκτενής ρήση της δέν κατορθώνει νά έξαλείψει τή δυσπιστία του Κρέοντα, ό όποιος σέ μιά καινούρια έπίθεση (321) ενισχύει τήν άπόφασή του νά άπελάσει τή Μήδεια. Πολύ ένδεικτικά άρχί-ζει σ' αύτό τό σημείο μιά ταραγμένη στιχομυθία, οπου ό Κρέων άρχικά άντιστέκεται στις φορτικές παρακλήσεις τής Μήδειας. Στό στ. 337 όμως, ένώ κρατεί άκόμη άρνητική στάση, δέν είναι τόσο άπόλυτος, οπότε ή Μήδεια άρπάζει άμέσως τήν εύκαιρία μέ

56

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

ενα συμβιβαστικό αίτημα: να μείνει μόνο αύτη τή μέρα άκόμη ! Και τότε ό Κρέων ύποχωρεϊ —καΐ αύτο είναι ή καταστροφή του. Είναι υπέροχος, καθώς συγκεντρώνει τά κατάλοιπα της ένεργη-τικότητάς του σέ μια άγρια άπειλή, στήν περίπτωση πού ή Μή-δεια θά εμενε περισσότερο. Τελικά, ό 'ίδιος καθησυχάζει τον έαυτό του: «Μείνε λοιπον αύτη τή μοναδική μέρα* μέσα σ' αύτή δεν θά μπορέσεις νά κάνεις κανένα κακό»,^

Στήν άρχή της έπόμενης ρήσης (292) είναι αξιοπρόσεχτη ή σειρά των στοχασμών της Μήδειας για το πόσο εκτεθειμένη στο μίσος και το φθόνο είναι μέσα στο κοινωνικό σύνολο ή θέση του διανοητικά άνώτερου άνθρώπου. Αύτή ή σκέψη, ένώ είναι άπόλυ-τα ένσωματωμένη στά συμφραζόμενα, ταυτόχρονα άποτελεΐ ένα μέσο του άγώνα για τον θεωρητικόν βίον^ πού ήταν και άγώνας του ϊδιου του ποιητή.

Έκεϊ δπου κανονικά θά περιμέναμε διαχωριστικούς στίχους της κορυφαίας, συναντούμε (357-363) άναπαίστους του χορού, πού (προετοιμάζοντας ετσι τή σκηνή του Αιγέα) θέτουν το άπο-φασιστικό ερώτημα: «πού θά μπορέσεις νά βρεις καταφύ-γιο;»

'Ακολουθεί ή πρώτη άπο τις τρεις έκεϊνες ρήσεις της Μήδειας,^ πού άποτελούν καθοριστικούς άρμούς στή δομή του δράματος. Ή ρήση δέν είναι καθαρός μονόλογος, γιατί στο πρώτο μέρος άπευ-θύνεται στο χορό (365, 368, 377)· μόνο βαθμιαία άπαλλάσσε-ται άπό αύτή τήν εξάρτηση και μετατρέπεται σε μονόλογο, ένώ προς τό τέλος ό πληθυντικός πεφύκαμεν υποδηλώνει, μέ εναν πο-λύ άόριστο τρόπο, τήν πιθανότητα οτι στά λεγόμενα συμπεριλαμ-βάνεται και ό χορός. Σ' αύτή τή ρήση της ή Μήδεια άναζητεϊ ψη-λαφητά ενα δρόμο γιά τήν έκδίκηση, άλλα βρίσκεται διαρκώς μπροστά σέ ένα τεράστιο εμπόδιο πού τήν άναχαιτίζει. Αύτό πού άκούσαμε άπό τον Κρέοντα (287), δτι δηλαδή ή Μήδεια άπειλεΐ νά έξοντώσει τό καινούριο ζευγάρι και τον πατέρα της νύφης, τώ-ρα (375) άντιλαμβανόμαστε δτι είναι ή σταθερή της άπόφαση. Τά παιδιά δέν έχουν άκόμη συμπεριληφθεί στο εκδικητικό σχέδιο. Σέ ψύχραιμη άναζήτηση του μέσου, ή Μήδεια σκέφτεται άρχικά τή φωτιά και τό μαχαίρι, γιά νά καταλήξει στο δηλητήριο, πού της είναι τό οίκειότερο δπλο. 'Αμέσως δμως ή σκέψη της προσ-

1. ΕΖναι άστήριχτος 6 όβελισμός των στ. 355κ., πού πρότεινε 6 Nauck. 2. Γιά τήν έρμηνεία τους βλ. ιδιαίτερα Schadewaldt, Monolog 190.

57

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

κρούει σε ενα τείχος: άς πούμε οτι. τελειώνει τήν πράξη· που θά καταφύγει; Μένει άκόμη ή ελπίδα δτι κάποιο καταφύγιο θά μπο-ρούσε να βρεθεί (και πάλι προετοιμάζεται ή άφιξη του Αιγέα), και ετσι μπορεί να προχωρήσει μέ δόλο στο εργο της, διαφορε-τικά —και εδώ άφήνει τις ήρεμες σκέψεις της και παρασύρεται άπο τήν έ'ξαψή της: μέ μαχαίρι θά θανατώσει τούς έχθρούς της, και άς σημάνει αύτο και τό δικό της τέλος. Γεμάτη έντονο πάθος επικαλείται τήν Εκάτη, κάνει έκκληση στον 'ίδιο της τον ε-αυτό νά τολμήσει τά πάντα, γιά νά μή σπιλώσει τό γόητρο της εγγονής του "Ηλιου. Είναι πραγματικά άριστουργηματική ή κλιμάκωση αυτής της ρήσης: δταν ή ήρεμη ροή του στοχασμού της συντρίβεται μπρος στά εμπόδια, ξεσπά λυσσασμένο το πά-θος της.

Τό Ιο στάσιμο (410-445) προετοιμάζει τήν έμφάνιση του 'Ιά-σονα. ' Η ισορροπία του κόσμου έ'χει πιά άνατραπεΐ* μηχανορρα-φίες και άπιστίες είναι τά ένδιαφέροντα των άντρων. Τό δεύτερο στροφικό ζεϋγος θρηνεί τή μοίρα της Μήδειας και μιλεϊ γιά τήν άποδυνάμωση των όρκων, ενα μοτίβο πού μέ έ'μφαση έπαναλαμ-βάνεται στόν «άγώνα». Και γενικά ή σύνδεση των μερών του χο-ρού μέ τις διαλογικές σκηνές στή Μήδεια είναι ιδιαίτερα στενή, άναιρώντας έτσι τή μομφή του 'Αριστοτέλη [Ποιητική, 18, 1456a 25).

Ό μεγάλος «άγώνας λόγων» άνάμεσα στόν 'Ιάσονα και τή Μήδεια καλύπτει τό 2ο έπεισόδιο (446-626). Μετά άπό ένα σύν-τομο λόγο του 'Ιάσονα, άκολουθοΰν οί δύο εκτενείς ρήσεις των άντιπάλων, οί όποιες χωρίζονται άπό δύο στίχους της κορυφαίας. Ή κατακλείδα τοϋ «άγώνα» δμως εδώ δεν έχει τή μορφή στιχο-μυθίας, άλλά παραμένει ταραγμένος διάλογος πού τείνει πρός αυ-τήν: ή πρωτοφανής σκληρότητα τών λεγομένων μόνο γιά λίγο έ-πιτρέπει τή συμπύκνωσή τους σε μεμονωμένο στίχο.

Ό 'Ιάσων, στηριγμένος στή θεμελιώδη άρχή δτι ή επίθεση εί-ναι ή καλύτερη υπεράσπιση, άρχίζει κατηγορώντας τή Μήδεια δτι ή Ι'δια μέ τις άπειλές της προκάλεσε τήν έκδίωξή της. Ό ϊδιος, πάντως, είναι πρόθυμος νά μετριάσει τή μοίρα της. Αύτό δμως είναι τό οδυνηρότερο πλήγμα γιά τήν υπερηφάνεια της Μήδειας: νά πού ό προδότης παριστάνει τόν μεγαλόψυχο εύεργέτη ! "Ετσι, ή άρχή του δικοϋ της λόγου (465) είναι ταυτόχρονα μιά άνελέητη επίθεση. Μετά άπό ένα παθιασμένο προοίμιο, διαρθρώνει τήν έπι-

58

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

χεψηματολογία της.^ Στήν άρχή, άπαριθμεϊ όλα δσα έπραξε γιά χάρη του 'Ιάσονα, παραλείποντας, βέβαια, τό φόνο του "Αψυρ-του, ενα θέμα πού έχει τή θέση του άνάμεσα στίς κατηγορίες του 'Ιάσονα, σέ άλλα συμφραζόμενα (1334). Μέ σκληρότητα ή Μή-δεια θυμίζει στον προδότη τον ορκο του. 'Ανανεώνοντας την έ-πίθεσή της (499), άναφέρεται στά δσα είπε εκείνος για τις φροντί-δες του άπέναντί της. Γι' αυτήν τά λόγια του δεν είναι παρά πι-κρή χλεύη· προς τά που να στραφεί τώρα πού δεν εχει πατρίδα; Στή δευτερολογία του 6 'Ιάσων άκολουθεϊ τή σειρά των σκέψεων της Μήδειας. "Ολες τις ευεργεσίες της άπενχντί του τις παραμε-ρίζει μέ ενα επιχείρημα πού πηγάζει άπο τήν πανάρχαιη ελληνι-κή σκέψη: τό διπλό κίνητρο της άνθρώπινης συμπεριφοράς. Ή Μήδεια παρουσιάζει τις σωτήριες ένέργειέςτης ως προσωπικό κα-τόρθωμα, ένώ 6 'Ιάσων διαβλέπει σ' αύτές τό έ'ργο ενός θεοϋ, σέ αύτή τήν περίπτωση της 'Αφροδίτης. Και τί δεν κέρδισε μιά βάρ-βαρη μέ τόν έρχομό της στήν Ελλάδα ! Περίπου στό 'ίδιο σημείο μέ τή Μήδεια (499-545) ξαναρχίζει και 6 'Ιάσων, γιά νά άπο-δείξει δτι 6 γάμος του στήν Κόρινθο υπαγορεύεται άπό τή φρον-τίδα του γιά τήν οίκογένειά του. Μέ τρεις στίχους της κορυφαίας, οί γυναίκες τοΰ χοροΰ παίρνουν τό μέρος της Μήδειας:'ή προδο-σία είναι προδοσία, καΐ 6 'Ιάσων, μέ δσα και αν ελεγε, δέν θά μπορούσε νά μετριάσει τήν έπιορκία του.

Τό επόμενο διαλογικό τμήμα της σύγκρουσης δέν προσθέτει πολλά καινούρια στοιχεία άπό άποψη θεματική. Ή Μήδεια έκ-μηδενίζει τά πολλά ώραια λόγια τοΰ άντιπάλου της μέ τήν κατη-γορία δτι ό 'Ιάσων πήρε τό δρόμο της άπιστίας χωρίς νά της πει ούτε μιά λέξη. Ό 'Ιάσων δηλώνει και πάλι τήν πρόθεσή του νά προσφέρει βοήθεια, δίνοντας έτσι στό έπεισόδιο τή μορφή κυκλι-κής σύνθεσης. Περήφανα ή Μήδεια άποποιειται τήν προσφορά. Τά λόγια και των δύο στό τέλος τοΰ «άγώνα» είναι ενδεικτικά: ό 'Ιάσων έπικαλεϊται τους θεούς ως μάρτυρες πώς έκανε ο,τι μποροΰσε, άλλά στά λόγια πού τοΰ άπευθύνει ή Μήδεια, καθώς

1. Έδώ, δπως άλλωστε και σέ &λλες παρόμοιες περιπτώσεις, δίνεται ιδι-αίτερη έμφαση στή διάρθρωση τοϋ λόγου: 475, 545, 548κ. Αύτές οΐ διαπι-στώσεις δέν θά έπρεπε νά οδηγήσουν σέ υπερτίμηση της επίδρασης της ρη-τορικής πάνω στόν Εύριπίδη. Συγκρατημένες διατυπώνονται οι απόψεις τοϋ Β. Tietze, Die euripideischen Reden und ihre Bedeutung (διατριβή) Breslau 1933.

59

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

έκεΐνος φεύγει, ξεσπά ολο τό πάθος της ζήλιας: «Φύγε, άφοΰ δεν βλέπεις τήν ώρα νά πας σ' έκείνην ! Τέλειωσε το γάμο, πού θά σέ κάνει κάποτε νά μετανιώσεις!»

Το 2ο στάσιμο (627-662) άποτελειται πάλι άπο δύο μέρη. Τό πρώτο στροφικο ζεύγος άναφέρεται στα προηγούμενα: «Κύπρη, φύλαξέ με άπο τον άμετρο έρωτα!» Τό δεύτερο προετοιμάζει τά έπόμενα: «Τί φοβερή μοίρα νά είσαι χωρίς πατρίδα! Καμιά πό-λη, κανένας φίλος δεν θά σέ δεχτεί!»

Τό 3ο έπεισόδιο (663-823), μέ τή σκηνή του Αιγέα, έ'ρχεται άρχικά ως άπάντηση στά λόγια του χοροΰ, ενώ συγχρόνως αίρει τό τεράστιο εμπόδιο πού συναντούσε στήν έκδίκησή της ή Μή-δεια. 'Από τήν άρχαιότητα ήδη (Σχ. Μήδ. 666) επανειλημμένα έ'ψεξαν αύτή τή σκηνή. 'Αλήθεια, ή συνάντηση του βασιλιά της 'Αττικής μέ τή Μήδεια είναι καθαρά συμπτωματική, και τό άπό-σπασμα του Νεόφρονα δείχνει άκριβώς δτι ό ποιητής εκείνος αι-σθανόταν τήν άνάγκη νά τήν αιτιολογήσει πειστικότερα. 'Ωστό-σο, σε μιά τέτοια άποψη μπορεί νά αντιπαρατεθεί ή μεγάλη ση-μασία αύτής της σκηνής γιά ολόκληρο τό εργο, καθώς και ή δια-πίστωση, πού τόνισε ιδιαίτερα ό Η. Erbse (ο.π.), δτι τό μέρος αύτό βρίσκεται στή μέση της σύνθεσης, περικυκλωμένο άπό ομό-κεντρες σκηνές. Πέρα άπό αύτό, θά πρέπει νά υπολογίσουμε τήν πιθανότητα δτι ό Αιγέας ήταν γιά τό κοινό Ινα πρόσωπο οικείο άπό τό θέατρο του Εύριπίδη.^

Μορφολογικά ή σκηνή δίνει άφορμή γιά μιά παρατήρηση σχε-τικά μέ τήν ποικίλη χρήση της στιχομυθίας. Στή σκηνή του Κρέ-οντα ή στιχομυθία καλύπτει μιά μικρή έκταση στή μέση* στόν ((άγώνα λόγων» ή μορφή αύτή άποφεύγεται σχεδόν ολοκληρωτι-κά, ενώ ή σκηνή του Αιγέα άρχίζει μέ μιά έκτεταμένη στιχομυ-θία. Σ' αύτήν οί δύο συνομιλητές άνταλλάσσουν πληροφορίες: ό Αιγέας μιλεϊ γιά τόν παράδοξο χρησμό πού είχε πάρει σχετικά μέ τήν άρση της άτεκνίας του και πού πρόκειται νά του τόν έξη-

1. Σχετικά μέ τόν ΑΙγέα, ό Buchwald, 42, κλίνει προς μιά πρώιμη χρο-νολόγηση, δπως εϊχε προτείνει και ό Wilamowitz. Παρόμοια άποψη εχει έκφράσει καΐ ό F. Solmsen, Hermes 69 (1934) 407, 2=PFege der For-schung 89, 72, και πιο πρόσφατα ό Τ. Β. L. Webster, WS 79 (1966) 116, AC β4 (1965) 519, και Euripides 77 και 297, δπου υποστηρίζεται ή πρώι-μη χρονολόγηση (λίγο μετά τό 450), μέ βάση σχετικές άγγειογραφίες· πρβ. καΐ Β.Β. Shefton, AJA 60 (1956) 159" Η. J. Mette, Lustrum 1967/12 (1968) 12.

60

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

γήσει ό Πιτθέας στην Τροιζήνα, ένώ ή Μήδεια τοϋ άνακοινώνει τά σχετικά μέ την άπιστία του 'Ιάσονα. Έδώ γίνεται φανερό (698) δτι δεν πίστεψε ούτε λέξη άπο δσα είχε πει ό 'Ιάσων στον «άγώνα». Μετά τη στιχομυθία άκολουθεΐ ή ικετευτική παράκλη-ση της Μήδειας, πού ζητεϊ προστασία, και ή μερική κατάφαση τοϋ Αιγέα: δεν θά μπορούσε νά τήν πάρει ό 'ίδιος άπο αύτή τή χώρα* αν δμως ερχόταν εκείνη στήν 'Αθήνα, το σπίτι του θά ήταν άνοιχτο γι' αύτήν. Ή Μήδεια ξέρει δτι τήν καταδιώκουν οι συγ-γενείς του Πελία και δτι σέ λίγο τδ ίδιο θά συμβεί και μέ τούς Κορινθίους. Γι' αύτδ δεσμεύει τον Αιγέα μέ επίσημο δρκο.

Ό χορός συνοδεύει (759-763) τήν άναχώρηση τοϋ Αιγέα μέ άναπαίστους, σημειώνοντας έ'τσι τή μετάβαση στήν έπόμενη ρή-ση της Μήδειας. Αύτή ή ρήση, αν και άπευθύνεται στό χορό (765, 772, 797), πού έ'τσι γίνεται δέκτης της (811), περιέχει, ιδιαίτερα στήν κατακλείδα της, στοιχεία μονολόγου. ' Η Μήδεια άρχίζει μέ μιά άγρια κραυγή θριάμβου, άφοϋ τώρα πια άνοιξε ό δρόμος γιά τήν εκδίκηση, και κατόπι μυεί τό χορό στά σχέδιά της (772: βου-λεύματα). Θά προσποιηθεί δτι συμφιλιώνεται μέ τον 'Ιάσονα και θά τόν παρακαλέσει νά εξασφαλίσει γιά τά παιδιά άδεια παραμο-νής. "Οταν προσθέτει δτι αυτό δεν τό κάνει γιά να τά έγκαταλεί-ψει στήν αύθαιρεσία των έχθρων της, άλλά γιά νά έξοντώσει τήν Κρέουσα μέ τά δώρα της, άκούεται, σάν άπό άπόσταση, ενα μο-τίβο, πού άποκτά πιό κάτω ιδιαίτερο βάρος: δτι, δηλαδή, τά παι-διά διατρέχουν κίνδυνο άπό τούς Κορινθίους. Τόσο ό πέπλος δσο και τά κοσμήματα είναι δηλητηριασμένα^ και θά προκαλέσουν τό θά>̂ ατο στή θυγατέρα τοϋ βασιλιά. Στή συνέχεια, έπειτα άπό μιά σαφέστατα δηλωμένη τομή, ή Μήδεια άποκαλύπτει τό φοβερό: πρέπει νά πεθάνουν και τά παιδιά. Τό κίνητρο είναι εδώ άπλά και μόνο ή επιθυμία της νά άφανίσει ολόκληρο τό σπιτικό τοϋ 'Ιάσο-να. Στήν έκφραση φιλτάτων παίδων φόνον (795) δίνεται κιόλας

1. Το ερώτημα πότε ή Μήδεια έτοιμάζει τά δηλητηριασμένα δώρα πρέ-πει νά μείνει άναπάντητο, αν δεχτούμε δτι σέ δλη τή διάρκεια τοΰ επόμενου χορικού ή ήρωίδα δέν έγκαταλείπει τη σκηνή· πάντως, στο δεύτερο στροφι-κό ζεύγος, οΐ προσφωνήσεις τοΰ χοροϋ δύσκολα θά μπορούσαν νά άπευθύ-νονται στή Μήδεια, χωρίς εκείνη νά εϊναι παρούσα, ένώ στήν άρχή της επό-μενης σκηνης είναι ήδη έτοιμη νά ύποδεχτεϊ τόν 'Ιάσονα. 01 D. L. Page (σχ. στ. 789) καΐ J. D. Denniston (σχ. 'Ηλέκτρα, στ. 948/9) δέν εξετά-ζουν καθόλου τό ένδεχόμενο ή ήρωίδα νά έλειπε άπό τή σκηνή κατά τή διάρ-κεια τοΰ πρώτου, και έκτενέστερου, στροφικοΰ ζεύγους.

61

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

έπιγραμματικά τό ψυχικό πρόβλημα πού συνεπάγεται ή πράξη αύτή: τό μίσος γιά τά παιδιά δεν είναι πιά κυρίαρχο. Ή Μήδεια άναγνωρίζει τώρα δτι ή άρχή του κάκου έγινε δταν άφηνε την πατρική της εστία* είναι όμως έτοιμη νά διανύσει &>ς τό τέλος τό δρόμο της έκδίκησης. Και εδώ άκοΰμε άπό τό στόμα μιας βάρ-βαρης γυναίκας μιά φράση παλιάς άριστοκρατικής ηθικής: «θά είμαι σκληρή γιά τούς εχθρούς, γεμάτη καλοσύνη γιά τους φί-λους».

Ό χορός τρομοκρατημένος προσπαθεί νά μεταπείσει τή Μή-δεια, άλλά μάταια. Στη νουθεσία του (818) μιλεϊ γιά την άθλιό-τητα της μητέρας πού θά πλήξει τόν ϊδιο τόν εαυτό της χτυπών-τας τά παιδιά της. Τίποτε δέν μπορεί νά άναχαιτίσει τή Μήδεια, ή οποία στέλνει νά φωνάξουν τόν 'Ιάσονα.

Στό 3ο στάσιμο (824-865), πού διαιρείται άπό νοηματική άποψη και πάλι σε δύο μέρη, τό πρώτο στροφικό ζεύγος, μέ τό εγκώμιο της 'Αθήνας, άντανακλα τήν εντύπωση πού άφησε ή σκη-νή του Αιγέα. Ή σύγκριση αύτοΰ του κομματιού μέ τόν έπαινο του Κολωνού στό γεροντικό δράμα του Σοφοκλή είναι διδακτική. 'Αντίθετα άπό ο,τι σ' εκείνον, στόν Εύριπίδη προβάλλεται τό εγ-κώμιο των πνευματικών άξιών (827,844), και πίσω άπό τά ω-ραία λόγια γιά τό αβρό βάδισμα τών άπογόνων του Έρεχθέα μέ-σα άπό τόν λαμπρό αιθέρα αναγνωρίζουμε τή διδασκοέλία ένός με-γάλου γιατρού της έποχής γιά τή σημασία του περιβάλλοντος. Τό δεύτερο στροφικό ζεύγος άντανακλα τή φοβερή άπόφαση της Μή-δειας, ένώ ταυτόχρονα προοικονομεϊ τά έπόμενα γεγονότα.

Ή σκευωρία πραγματοποιείται στό 4ο επεισόδιο (866-975), πού επίσης διχοτομείται, και μάλιστα μέ σαφή δήλωση της τομής (932). Ή πλασματική συμφιλίωση συντελείται με τή μορφή ένός «άγώνα λόγωνυ: δύο ρήσεις, πού χωρίζονται άπό ενα δίστιχο του χοροϋ, και κατόπιν ή μετάβαση σέ στιχομυθία. Ή Μήδεια προσ-ποιείται φρόνηση· άνάμεσα στά λόγια της ή λέξη βουλεύματα εμ-φανίζεται και πάλι (886) μέ τή σημασία του ορθολογικά σταθμι-σμένου σχεδίου. Φωνάζει τά παιδιά άπό τό σπίτι, γιά νά χαιρε-τήσουν τόν πατέρα τους. Σέ μιά προσπάθεια λεπτότατης ψυχο-γραφίας, ό Ευριπίδης βάζει τή Μήδεια νά χάνει τήν αύτοκυριαρ-χία της και νά βουρκώνει μπρός στήν εικόνα της οικογένειας πού ενώνεται ξανά —μολονότι πρόκειται γιά πλαστή εικόνα— μπρός στά παιδιά πού απλώνουν τά χέρια στόν πατέρα τους. Τό σκληρό

62

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

μίσος, γιά τό όποιο εγι,νε λόγος στον πρόλογο, εχει υποχωρήσει: τά παιδιά δεν είναι πιά μόνο ενα μέσο γιά την πραγματοποίηση της εκδίκησης· είναι τά παιδιά της Μήδειας, και ή μητέρα νιώθει την οδύνη πού εκφράστηκε γιά πρώτη φορά στα λόγια της (795) και πού την ειχε προβλέψει ό χορός (861). Σέ δλη τή σκηνή προ-βάλλεται έντονα ή μοίρα των παιδιών: στούς οδυνηρούς υπαινιγ-μούς της μητέρας, στήν παράλογη ουτοπία του πατέρα γιά τό εύ-τυχισμένο μέλλον τους. Μέ σίγουρο χέρι 6 ποιητής συναρμόζει τά νήματα πού θά πλεχτούν στον μεγάλο μονόλογο της Μήδειας. Τό δεύτερο μέρος της σκηνής προωθεί τή σκευωρία: ό 'Ιάσων πρέπει νά έπιτύχει, μέ τή βοήθεια της Κρέουσας, τήν άδεια πα-ραμονής των παιδιών. Ή ϊδια θά υποστηρίξει τήν αίτηση στέλ-νοντας άκριβά δώρα. Ό 'Ιάσων άντιδρα στήν άρχή, πάλι μέ εναν τόνο μεγαλόψυχου ένδιαφέροντος, άλλά πολύ γρήγορα μεταπεί-θεται. Ή σκηνή κλείνει μέ τήν άναχώρηση τών παιδιών: στά τε-λευταία της λόγια, δτι περιμένει ευχάριστες ειδήσεις, ή Μήδεια δεν είναι παρά μιά εκδικήτρια βέβαιη γιά τήν πορεία της.

Τό 4ο στάσιμο (976-1001) είναι ιδιαίτερα στενά δεμένο μέ τή δράση: δεν υπάρχει πιά σωτηρία γιά τά παιδιά (α)· είναι χαμένη μαζί τους και ή καινούρια νύφη (α')· εσύ, άτυχε άνθρωπε, τούς εξολοθρεύεις ολους (β), άλλά και τή μητέρα άξίζει νά θρηνήσου-με, άφοΰ θανατώνει τά ίδια της τά παιδιά (β'). Σάν ενα σημαντι-κό προα,̂ άκρουσμα του έπόμενου μονολόγου, αύτό το μοτίβο βρί-σκεται στο τέλος του άσματος.

Τό 5ο επεισόδιο (1002-1250) χωρίζεται, μέ ενα άναπαιστικό μέρος του χοροΰ, πού βασικά λειτουργεί ως στάσιμο, σέ δύο τμή-ματα: τον μεγάλο μονόλογο της Μήδειας και τήν άγγελική ρήση.

Ό Παιδαγωγός έ'χει φέρει πίσω τά παιδιά και άναγγέλλει χα-ρούμενος ότι έχουν τήν άδεια νά παραμείνουν άποδίδει τήν οδυ-νηρή άντίδραση της Μήδειας στον επικείμενο άποχωρισμό· εκεί-νη τον στέλνει άνυπόμονα μέσα στο σπίτι και μένει τώρα μόνη μέ τά παιδιά, άντιμέτωττη μέ δλο τό βάρος της άπόφασής της. 'Από όλες τις άλλες ρήσεις, αύτή περιέχει σέ μεγαλύτερο βαθμό χαρα-κτηριστικά μονολόγου: μέσα της άντιπαλεύουν δύο δυνάμεις. Μιά μοναδική φορά (1043), σέ μιά έντονη συναισθηματική έ'ξαρση, στρέφεται πρός τΙς γυναίκες του χοροΰ.

Ή Μήδεια άρχίζει μέ μιά προσφώνηση στά παιδιά και μετά προσπαθεί νά διαγράψει τήν κατάσταση πού θά διαμορφωνόταν,

63

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

άν ή θέλησή της ύποχωροΰσε. Τά παιδιά έχουν βέβαια σπίτι και πατρίδα, ή ϊδια δμως πρέπει νά καταφύγει σέ εναν ξένο τόπο. "Ολες οΐ ελπίδες μιας μητέρας θρυμματίζονται. Μόνο στην τε-λευταία φάση αύτοϋ του μέρους (1038) προβάλλει ό φοβερός δι-σήμαντος λόγος: τά παιδιά μεταβαίνουν ες άλλο όχημα βίου, εί-ναι προορισμένα γιά τό θάνατο. Μόλις δμως άκούεται αύτη ή ά-δυσώπητη δήλωση, άμέσως ξεσπά ή άντίδραση: το άθώο γέλιο των παιδιών τσακίζει τη μητέρα. Σάν να μπορούσαν νά τη βοηθή-σουν, ή Μήδεια στρέφεται προς τις γυναίκες του χοροΰ. Δέν μπο-ρεί νά τολμήσει την πράξη της, άς παν στον άνεμο τά σχέδιά της (1044, 1048: βουλεύματα) ! Θά πάρει μαζί της τά παιδιά μακριά άπό αύτο τον τόπο, δέν θά πληγώσει τή δική της τήν καρδιά δύο φορές βαθύτερα άπό δσο του πατέρα τους. Φαίνεται νά έ'χει πάρει κιόλας τήν άπόφασή της· άλλά μπορεί νά τήν άντέξει; νά παρατή-σει τήν έκδίκησή της και νά άφήσει τους έχθρούς της νά γελούνε; "Οχι, το χέρι της δέν θά δειλιάσει ! 'Ακόμη μιά φορά δμως ή μη-τέρα στέκεται άντιμέτωπη στή μανία του πάθους, άντιμέτωπη στον άντίμαχο Θνμόν (φορέα του συναισθήματος, του ενστίκτου). 'Απευθύνει μιά έκκληση στον έαυτό της νά λυπηθεί τά παιδιά: «έκεϊ» —και αυτό μπορεί νά σημαίνει μόνο τήν 'Αθήνα— θά ζήσουν μαζί της.^ Και τότε παρουσιάζεται ή τελευταία, ή τέταρ-τη, μεταστροφή, αύτή τή φορά κάτω άπο μιά καινούρια δψη: εί-ναι πολύ άργά. Μέ μιά ισχυρή εμβολή, πού παίρνει τή μορφή επί-κλησης τών χθόνιων πνευμάτων, ή Μήδεια ορκίζεται δτι ποτέ και γιά κανένα λόγο δέν θά άφήσει τά παιδιά της στήν εκδικητική μανία τών εχθρών της. Ή Κρέουσα πεθαίνει κιόλας, θύμα τών δηλητηριασμένων δώρων της (άμεση δραματική παρουσίαση ενός χρονικά παράλληλου έξωσκηνικοΰ γεγονότος) και τά παιδιά θά βρουν τό θάνατο ετσι κι άλλιώς* γι' αύτό, πρέπει μέ τό 'ίδιο της τό χέρι νά επιφέρει τό θανάσιμο πλήγμα. Και εδώ δέν χωρεϊ πιά καμιά υποχώρηση* άπομένει μόνο ενας πνιγμένος στον πόνο άπο-χαιρετισμός της μητέρας. Στέλνει τά παιδιά μέσα στο σπίτι και κλείνει τά λόγια της μέ τήν πικρή συναίσθηση της πάλης τών δυ-νάμεων πού συγκρούονται μέσα στά στήθια της: ό θυμός ήταν

1. Όρθή ή παρατήρηση τοΰ D. L. Page σχετικά μέ το στ. 1058: τό εκεί θά μπορούσε νά μας παρασύρει στήν άνίχνευση ένός διφορούμενου νοήματος, άλλά το θέμα δέν είναι καθόλου δτι ή Μήδεια επιθυμεί νά ζήσει μέ τά παιδιά της στον "Αδη.

64

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

δυνατότερος άπο τά βουλεύματα' τελικά, νίκησε το φοβερο πά-θος, ττηγή κάθε κακοΰ. Ή πορεία των στοχασμών σ' αυτό το ά-παράμιλλο κομμάτι δέν προχωρεί άπρόσκοπτα. Γι' αύτο το ζή-τημα θά γίνει λόγος στο σχετικό μέ τά προβλήματα του έργου μέρος. ^ ^ ^

Το εκτενές άναπαιστικο μέρος του χορού άνάμεσα στις δύο σκηνές άναπτύσσει την τυπική σκέψη οτι τά παιδιά σημαίνουν βά-σανα και φροντίδες.

Εκείνη τή στιγμή μπαίνει ό 'Αγγελιοφόρος, προτρέπει πιεστι-κά τή Μήδεια νά φύγει και άμέσως μετά αναγγέλλει τδ θάνατο της Κρέουσας και του πατέρα της. Ή Μήδεια δμως θέλει πρώτα νά άκούσει αυτό πού λαχταρά νά άκούσει, και ετσι ό 'Αγγελιο-φόρος προβαίνει σέ μιά άπό εκείνες τις διεξοδικές διηγήσεις, ο-πού ό Εύριπίδης άποδείχνεται δεξιοτέχνης της έπικής άφήγησης. Μια ιδιοτυπία αύτής της ρήσης είναι ή επιμονή στις φυσικές λε-πτομέρειες. Ή Κρέουσα δέν εμφανίζεται βέβαια στή σκηνή, άλ-λά πόσο οίκεϊο μας γίνεται, μέσα άπό τήν άφήγηση, αυτό τό ψυ-χρό και φιλάρεσκο πλάσμα! "Οταν έ'ρχονται τά παιδιά, εκείνη δείχνει φανερά τήν άποστροφή της, μόλις δμως βλέπει τον πέπλο και τά στολίδια, δλα άλλάζουν. 'Ακόμη δέν έχει προλάβει ό 'Ιά-σων νά φύγει μέ τά παιδιά άπό τό παλάτι, και άμέσως βιάζεται νά φορέσει τά άκριβά δώρα. Χαμογελά στο είδωλό της μέσα στόν καθρέφτη, γέρνει πρός τά πίσω τό κεφάλι, γιά νά χαρεϊ τις πτυ-χώσεις του πέπλου.^ Και τότε τό δηλητήριο άρπάζει τό κορμί της και ή νέα πεθαίνει φριχτά, δπως και ό πατέρας της, πού πέφτει πάνω της, γιά νά τή σώσει.

"Τστερα άπό δύο απροσδόκητα άχρωμους στίχους της κορυ-φαίας, ή Μήδεια άπαγγέλλει τήν τελευταία και συντομότερη μο-νολογική της pήc7η,̂ πού, μέ μιά άποστροφή στις γυναίκες, με-τατρέπεται σύντομα σέ μονόλογο.® 'Εδώ παίρνει κυρίαρχη θέση τό μοτίβο εκείνο πού συναντήσαμε στό τέλος του μεγάλου μονο-

ί . 'Ορθά ό D. L. Page, σχολιάζοντας τό στ. 1166, παραπέμπει στον Άρισταίνετο (1, 25). Θά μπορούσαμε, επίσης, νά άναφερθοΰμε καΐ στή στά-ση της λεγόμενης Καλλίπυγης 'Αφροδίτης, μολονότι έκεϊ δέν πρόκειται α-κριβώς γιά πτύχωση.

2. 'Ορθά Ιαως ό D. L. Page, ακολουθώντας τον Wilamowitz, άθετεϊ τούς στ. 1233-1235.

3. Γιά τήν έρμηνεία τους βλ. Β. Meissner, Hermes 96 (1968) 155-166, ό όποιος όμως ύποτιμα κάπως το συναισθηματικό στοιχείο.

65

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

λόγου: τα παιδιά πρέπει νά πεθάνουν, οχι δμως άπο τά χέρια των έχθρων άλλά άπό τά χέρια της μητέρας τους. 'Ενώ δμως έκεϊ ή πράξη της καθοριζόταν άπο την άδυσώτιητη δύναμη του Ονμον̂ τώρα ττηγάζει άπό μιά κατάσταση άνάγκης (1240, 1243). "Εχον-τας στο νου άποκλειστικά και μόνο αύτη την κατάσταση μιλεί εδώ ή Μήδεια· λέξη δέν άκούεται για εκδίκηση. Και ένώ στην άρχή δ λόγος της εχει πληροφοριακό χαρακτήρα, σε λίγο άρχίζει μιά σειρά άπό προστακτικές, πού τη j καλούν να προχωρήσει στην πράξη. 'Ολόκληρη όμως ή οδύνη της μητέρας είσορμα στο λόγο, και άντηχουν ξανά προγενέστερες σκέψεις, πού συναντήσαμε κυ-ρίως στον μεγάλο μονόλογο. Δέν ύπάρχουν πιά περιθώρια γιά συ-ζήτηση της άπόφασης. ""Αν στον πρόλογο ή Μήδεια μόνο βλέμμα-τα μίσους είχε γιά τά παιδιά της, καθώς πλησιάζει ή ώρα της εκ-δίκησης, ή άγάπη της μητέρας διεκδικεί δλο καΐ εντονότερα τά δικαιώματά της.

Τό έπόμενο χορικό άσμα (1251-1292) οχι μόνο συνάπτεται ά-μεσα μέ τά συμφραζόμενά του, άλλά καΐ ή έκτέλεσή του προχω-ρεί παράλληλα μέ την πορεία της δράσης. Τό πρώτο στροφικό ζεύγος δέν είναι παρά μιά κραυγή φρίκης: ή Γη καΐ ό "Ηλιος, πρόγονος της Μήδειας, πρέπει νά έπέμβουν ! Στη δεύτερη στρο-φή άκοΰμε, σέ δύο ενδιάμεσα ζεύγη τριμέτρων, τις κραυγές τών παιδιών, πού καλούν σέ βοήθεια. 'Ακόμη πιο άξιολύπητες άπό δσο οι γέροντες του Αγαμέμνονα^ οί γυναίκες του χορού άναρωτιούν-ται αν μπορούν νά έπέμβουν, χωρίς δμως νά ενεργούν. Σχεδόν άλ-γεινή εντύπωση προκαλεί στη δεύτερη άντιστροφή τό παράδειγμα της 'Ινώς, μολονότι δέν πρέπει νά τοΰ άμφισβητηθεϊ δ ρόλος στη δημιουργία μιας παύσης, για νά μεσολαβήσει κάποια ύφεση πριν άπό την καινούρια ένταση πού προκαλεί ή είσοδος τού 'Ιάσονα.

Στή σκηνή της έξόδου εμφανίζεται δ 'Ιάσων νά δρμά προς τό σπίτι. Σ' αύτη την τελευταία συνάντηση ή σχέση του μέ τή Μή-δεια είναι άκρως ειρωνική, άφού ή ϊδια σκέψη πού ειχε καθορίσει τελεσίδικα τή δική της ένέργεια προκαλεί τώρα και τή δική του σπουδή: τα παιδιά δέν πρέπει νά πέσουν θύματα της έκδίκησης τών Κορινθίων. Σέ μιά σύντομη στιχομυθία μέ τήν κορυφαία, δ 'Ιάσων πληροφορείται τό θάνατό τους. Δίνει άμέσως εντολή νά σπάσουν τήν πόρτα, δταν πάνω στή στέγη της σκηνής έμφανίζε-ται ή Μήδεια πάνω σέ ενα άρμα μέ δράκοντες, πού της ειχε στεί-λει δ "Ηλιος· μαζί της εχει και τά πτώματα τών παιδιών. Ά -

66

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

πρόσβλητη άπό κάθε άνθρώπινη ταραχή, ή Μήδεια είναι τώρα μόνο ενας δαίμονας έκδίκησης, πού άπολαμβάνει ολοκληρωτικά τήν πράξη του. Γεμάτη χλευασμό κοιτάζει κάτω τον 'Ιάσονα* 6 μακρός θρηνητικος λόγος του πέφτει νωθρά πάνω της σά στομω-μένο βέλος. Τό μοτίβο της «άνάγκης» εχει πιά ξεχαστεί, και ό-ταν, στήν άρχή της έπόμενης στιχομυθίας, έκεϊνος της φωνάζει «κι έσύ υποφέρεις», ή Μήδεια προφέρει τον φοβερότερο λόγο της: «ό πόνος είναι κέρδος, δταν δεν θριαμβεύεις έσύ !» Πόσο διαφο-ρετικά ήχοϋσε στο μονόλογό της ό στ. 1046 ! Ή στιχομυθία τε-λειώνει μέ μιά παράκληση του 'Ιάσονα νά πάρει τά πτώματα των παιδιών του. Ή άπάντηση της Μήδειας περιέχει αύτό πού, κα-νονικά, άναγγέλλουν οΐ άπό μηχανής θεοί: τήν καθιέρωση μιας ε-ξιλαστήριας λατρείας γιά τά παιδιά, πού θά ταφοϋν στο Ιερο της "Ηρας 'Ακραίας. 'Αναμφίβολα αύτό σημαίνει κάποια σύνδεση μέ καθιερωμένα θρησκευτικά έθιμα. 'Ακόμη μιά φορά, σέ ενα τελι-κό άναπαιστικό μέρος, έξακοντίζονται λόγια μίσους και χλεύης. Τέλος, ή Μήδεια άπολαμβάνει τον έσχατο θρίαμβό της: μάταια ικετεύει ό 'Ιάσων νά πάρει άκόμη μιά φορά τά παιδιά στά χέρια του* άφήνεται νά κραυγάζει γεμάτος άπόγνωση τΙς άνώφελες κα-τηγόριες του.

Τους άκροτελεύτιους στίχους του χοροϋ, πού κλείνουν τό δρά-μα, τούς χαρακτηρίσαμε, με άφορμή τήν "Αλκηστη, τυπικούς και γιά άλλα εργα· ουτε εδώ έ'χουν νά προσθέσουν τίποτε.

Τό δράμα είναι διαρθρωμένο σέ δύο μέρη. Τό πρώτο μισό παρου-σιάζει τή δραματική κατάσταση της Μήδειας και τήν άμετάκλη-τη, μολονότι χωρίς άκόμη προσδιορισμένο στόχο, άπόφασή της νά πάρει έκδίκηση. 'Ένα τεράστιο εμπόδιο πού ύψώνεται μπρο-στά της, ή έντολή τοΰ Κρέοντα νά φύγει ή Μήδεια άπό τήν πόλη, μέ πολλή δυσκολία μετατοπίζεται γιά λίγο. Ό μεγάλος «άγώ-νας λόγων» είναι ταυτόχρονα ή παρουσίαση ένός άγεφύρωτου χά-σματος και ή προετοιμασία της εκδικητικής πράξης. Ή σκηνή μέ τόν Αιγέα, τοποθετημένη στο κέντρο τοΰ δράματος, φέρνει τήν άποφασιστική τροπή: τώρα ή Μήδεια βλέπει ξεκάθαρα τό δρόμο της και τόν βαδίζει πρώτα μέ τή σκευωρία της και κατόπι μέ τό φόνο τών παιδιών της· ή συνέπεια της πορείας της ταράζεται γιά λίγο μόνο άπό τήν έσωτερική της σύγκρουση. Γιά τό τέλος τοΰ έ'ργου θά ποΰμε παρακάτω λίγα λόγια άκόμη.

67

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Στήν κατανόηση αύτης της τραγωδίας πολλά εξαρτώνται, άπο την κρίση μας γι,ά τά δύο κεντρικά της πρόσωπα. Σχετικά μέ τη μορφή του 'Ιάσονα οφείλουμε πολλά στον von Fritz/ κυρίως ε-πειδή εχει κλονίσει σέ μεγάλο βαθμό τήν πλατιά διαδομένη άπο-ψη δτι στή μεγάλη σκηνή του «άγωνα» ό ποιητής θέλησε νά δεί-ξει δτι 6 'Ιάσων υποκρίνεται. Τα δσα εκθέτει δμως έδώ ό 'Ιάσων άποτελουν διαπίστωση και πίστη του. Χρησιμοποιεί δλα τά επι-χειρήματα πού μπορεί νά επικαλεστεί, τά παρουσιάζει μέ σοφι-στική δεξιοτεχνία, άλλά δέν τά επινοεί εκείνη τή στιγμή· μιλεϊ μέ σοβαρότητα και δταν προβάλλει στή Μήδεια τή μεγάλη του ευεργεσία, δτι, δηλαδή, τήν οδήγησε άπο τον κόσμο της βαρβα-ρότητας στήν έλληνική τάξη (536). Ό Anouilh βάσισε τήν έξέ-λιξη της δικής του Μήδειας πάνω σ' αύτό το θέμα. Μέ κανέναν τρόπο δμως δέν κερδίζουμε έτσι κάποια δικαίωση γιά τον 'Ιάσο-να. Δέν θα μπορούσαμε νά άκολουθήσουμε τον von Fritz στήν ά-ποψή του (350) δτι ό 'Ιάσων άπαντα ικανοποιητικά στή μομφή της έπιορκίας, εμφανίζοντας τον καινούριο του γάμο σάν εκδήλω-ση της φροντίδας του γιά τήν οίκογένειά του. Μέ τήν καταγγελία της έπιορκίας δέν άσχολεΐται, έπειδή έδώ δέν έ'χει κανένα άντε-πιχείρημα. Ό 'Ιάσων έχει άπλούστατα παραβεί τον δρκο πού ε-πικαλείται ή Μήδεια (160), πού τον έπαναλαμβάνει ή Τροφος (169) και κατόπι ό χορός (209), και πού τονίζεται μέ έ'μφαση στον «άγώνα λόγων» (492). Ό ορκος πού είχε δώσει στή Μήδεια ά-φοροϋσε στήν πίστη του έρωτευμένου καΐ οχι στήν εύθύνη γιά τή διατροφή της. "Ετσι λοιπόν ή κορυφαία έκφράζει (576) αύτό πού πρέπει νά είναι και δική μας εντύπωση: «μίλησες πολύ επιτήδεια, άλλά δέν έ'χεις τό δίκιο μέ τό μέρος σου». 'Ορθά δ von Fritz υπο-στήριξε τήν άποψη δτι αύτός ό «άγώνας» μας δείχνει τό άγεφύ-ρωτο χάσμα άνάμεσα σέ δύο βαθύτατα διαφορετικούς άνθρώ-πους και ταυτόχρονα τήν αιτία της σύγκρουσης. Ό 'Ιάσων δέν θά μπορούσε νά διαλέξει εύστοχότερα λόγια, αν είχε σκοπό νά πλη-γώσει θανάσιμα τή Μήδεια.

Γιά τή μορφή της έγγονής του "Ηλιου έ'χουμε πρώτα νά άντι-μετωπίσουμε μιά πλανημένη άποψη της άρχαιότητας, ένα περισ-

1. Παραθέτουμε μέ βάση το βιβλίο πού άναφέρεται στον γενικό βιβλιο-γραφικό πίνακα. Ό Rohdich (58) βλέπει στόν 'Ιάσονα τή σκηνική έκφραση μιας σοφιστικής θεωρίας, πού σκόπευε στήν καθυπόταξη του κόσμου μέ τή βοήθεια των πνευματικών δπλων.

68

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

σότερο πού γίνεται, τώρα δεκτή καΐ στο ερεθιστικό βιβλίο του Zürcher. Το Σχόλιο στο στ. 922 ψέγει τήν ελλειψη συνοχής τής ηρωίδας: ή Μήδεια θρηνεί καΐ οδύρεται, και δμως σκοτώνει τά παιδιά της. Έδώ έπενεργεϊ εκείνη ή άξίωση για το δμαλον (ή-θος) πού τόνισε ό 'Αριστοτέλης στήν Ποιητική του (1454a 26), συνδυάζοντάς την μέ μιά έπίκριση γιά τήν 'Ιφιγένεια Α. ^Ο Zür-cher μίλησε (59) άκριβώς γιά διάσπαση τής μορφής τής Μήδειας και για άπότομη εναλλοαγ^ των μοτίβων θυμός και άνάγκηΛ Ό ισχυρισμός δμως δτι ή Μήδεια ως φορέας εκδίκησης δεν Ιχει μέ τήν πονεμένη μητέρα τίποτε κοινό παρά μόνο τό ονομα, άδικεϊ τόν ποιητή πού ήξερε τόσο καλά τον άπέραντο χώρο τής άνθρώ-πινης ψυχής, ώστε μπορούσε νά τοποθετήσει έκεϊ, τό ένα δίπλα στό άλλο, τό μίσος και τήν άγάπη, τή σκληρότητα και τήν τρυφε-ρότητα. Ή έπίδραση αύτής τής Μήδειας μέσα στους αιώνες ο-φείλεται πρωταρχικά στό γεγονός δτι ή μορφή της βρίσκει τήν ε-νότητα μέσα στήν άντιφατικότητά της.^ Είναι άλήθεια οτι κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκε γιά τόν Ευριπίδη κάπως κοινότοπα ή έκφραση «ψυχολογικό δράμα»· θά ήταν δμως άφύσικο, δπως συμ-βαίνει στή μελέτη τοΰ Ε. Schlesinger (ό'.ττ.), να παραβλέψουμε τή μοναδική ψυχογραφική ίκανότητά του, και άντι γι' αυτήν νά άναγνωρίσουμε τήν κυριαρχία του τυχαίου στήν πορεία των δρα-ματικών γεγονότων.

"Οπως υπαινίχθηκα ήδη στήν άνάλυση τοΰ ^ργου, στή μεγάλη μονολογική ρήση τής Μήδειας δέν λείπουν κάποιες δυσκολίες στήν πορεία τών σκέψεών της (1021). "Ηδη στό πρώτο της μέρος δέν είναι άβίαστη ή μετάβαση άπό τήν περισυλλογή της γιά μιά κα-τάσταση πού έ'χει τώρα διαμορφωθεί (έ'χει άποσοβηθεϊ ή εξορία γιά τά παιδιά) στή φριχτή πραγματικότητα πού προδιαγράφει ή εκτέλεση του σχεδίου της. 'Αλλά τή μεγαλύτερη δυσκολία δημι-ουργεί ή ακόλουθη διαπίστωση: δύο φορές τό μητρικό φίλτρο πάει νά καθυποτάξει τό πάθος και νά σώσει τά παιδιά (1040, 1056) και δύο φορές άναδύεται ή σκέψη δτι θά μπορούσε νά τά πάρει μαζί της στήν εξορία και έκεϊ νά τά χαίρεται. Μετά τήν τελευ-

1. Σήμερα μπορούμε νά αγνοήσουμε τήν προσπάθεια τοϋ Ε. Bethe, «Me-dea-Probleme», BVSG 70 (1918) 1, ό όποιος, βασισμένος σέ παρόμοιες σκέψεις, επιχείρησε μιά στρωματική άνάλυση τοϋ έργου.

2. Βλ. σχετικά Α. Lesky, «Zur Problematik des Psychologishen in der Tragödie des Euripides», Gymnasium 67 (1960) 19=Ges. Sehr. 256.

69

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

ταία άποφασιστική μεταστροφή, την τέταρτη σ' αυτή τή ρήση, έμφανίζεται σάν ενα καινούριο κίνητρο ή άνάγκη να προφυλαχτούν τά παιδιά άπό την εκδίκηση των Κορινθίων. Ούτε γιά τήν πιθα-• .τητα πού άναφέρθηκε λίγο πιο πρίν, νά τα πάρει μαζί της ή μητέρα τους, οΰτε για τούς λόγους πού τήν άποκλείουν τώρα ά-κοΰμε λέξη. Το έρώτημα πώς είναι δυνατό νά έξηγηθεϊ αυτή ή άντίφαση είναι τό δυσκολότερο στήν έρμηνεία αύτοΰ του μέ-ρους.

Δικαιολογημένα δέν βρήκε οπαδούς ή ριζοσπαστική λύση πού υιοθέτησε 6 G. Müller (ο.π.) άθετώντας, όπως παλιότερα ό Bergk, τούς στ. 1056-1080. Πρόσφατα 6 G. Α. Seeck (ο.π.) εδωσε μιά εύπρόσδεκτη έπισκόπηση των ποικίλων προσπαθειών γιά τή λύ-ση του προβλήματος, άπό τις όποιες καμία δέν πείθει άπόλυτα, ύποβάλλοντας παράλληλα και ό 'ίδιος τό μέρος αύτό σέ οξυδερκέ-στατη άνάλυση. Καταλήγοντας, άθετεϊ τούς στ. 1060-1063^ και έ'τσι άπομακρύνει ολότελα άπό τό μονόλογο τό κίνητρο πού εισά-γεται μέ τή σκέψη δτι ή Μήδεια επρεπε να σκοτώσει ή Ι'δια τά παιδιά, γιά νά τά προφυλάξει άπό τήν εκδίκηση τών Κορινθίων. Στήν περίπτωση αύτή, τό ταντα του στ. 1064 άναφέρεται στό σχέ-διο της Μήδειας γενικά, πού δέν θα μπορούσε νά άνακληθει μετά τήν έναρξη της πραγματοποίησής του. Γι' αύτή τήν άποψη θά εί-χα δύο άντιρρήσεις. Μου φαίνεται δτι ό Seeck υπερβάλλει υπο-στηρίζοντας δτι ό στ. 1059 άποτελεϊ μόνο μιά εισαγωγή σέ μιά γενική διατύπωση, δπως «τά παιδιά πρέπει νά πεθάνουν», και ά-ποκλείει τελεσίδικα τή δυνατότητα μιας σύνδεσης μέ τό στ. 1060, πού άναφέρεται στόν κίνδυνο τών παιδιών άπό τούς Κορινθίους. Τήν υπερβολικά συναισθηματική διατύπωση του στ. 1059 πρέ-πει νά τήν κατανοήσουμε μέ βάση τή σκέψη δτι μπροστά στή Μή-δεια προβάλλει ξαφνικά ή εικόνα τών παιδιών της στά χέρια τών Κορινθίων, μιά εικόνα πού δέν μπορεί νά τήν άντέξει. Άπό τήν άλλη πλευρά δμως, ή σκέψη γιά τήν εκδίκηση τών Κορινθίων, σέ αύτό ειδικά τό σημείο, είναι άπόλυτα εύλογη, γιατί στό τέλος του μεγάλου μονολόγου προετοιμάζεται τό θέμα της «άνάγκης», πού, στήν τελευταία ρήση της Μήδειας, πριν άπό τό φόνο, άποκτά κυ-ρίαρχη θέση, ενώ ή έμφάνισή του χωρίς αύτή τήν προετοιμασία θά ήταν ολότελα άπροσδόκητη. Τή μεγαλύτερη πιθανότητα μπο-

1. Ά π ο παλιά δμως θεωρείται βέβαιη ή άθέτηση τών στ. 1062κ., πού άποτελοΰν ταυτολογία μέ τούς στ. 1240κ.

70

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

ρεϊ νά διεκδικήσεο ή λύοτη του Steidle (158),^ δτι ή σκέψη να πά-ρει μαζί της τά παιδιά φαίνεται στη Μήδεια άδύνατη κάτω άπο την πίεση του χρόνου πού είχε στη διάθεσή της. Ό Steidle πα-ραπέμπει και στην παραλλαγή του Κρεώφυλου (Σχολ. 264), οπού ή Μήδεια, μετά τό φόνο του Κρέοντα, δεν μπορεί να προστατεύσει τα παιδιά, έπειδή είναι πολύ μικρά, καΐ γι' αύτο ζητεϊ γιά χάρη τους άσυλο στο ναο της "Ηρας 'Ακραίας. Φυσικά, δεν παραβλέ-πουμε το γεγονός οτι ή Μήδεια πουθενά δεν εκφράζεται καθαρά γι' αύτη τη δυνατότητα, έκτος και αν μπορούμε να συναγάγουμε άπο το στ'. 1064 τήν έπιτακτική άνάγκη γιά μεγάλη σπουδή καί, κατ' έπέκταση, τήν άπουσία κάθε δυνατότητας νά προστατευτούν τά παιδιά.^

'Ελάχιστα μειώνεται ή δυσκολία πού δημιουργεί ό στ. 1079 μέ τήν άντιπαράθεση θνμοϋ καΐ βουλευμάτων. Τό ειδικό πρόβλημα κάποιας άναφοράς στή διδασκαλία τοΰ Σωκράτη θά συζητηθεί πιό κάτω σέ σχέση μέ τόν 'Ιππόλυτο. Σχεδόν πάντα τό χωρίο αύ-τό έ'χει έρμηνευτεΐ μέ βάση τή σκέψη δτι έδώ περιγράφονται οί δύο άντίπαλες δυνάμεις πού συγκρούονται θανάσιμα στόν εσωτε-ρικό κόσμο της Μήδειας. Ό συσχετισμός τοΰ Θυμοϋ μέ τό άλογο πάθος είναι σαφής, άλλα τί σημαίνουν τά βουλεύματα] Ό Ε. Ghristmann,^ άκολουθώντας άλλους, έ'δωσε τήν έρμηνεία: «σκέ-ψη, στοχασμός μέ πρακτικές έπιπτώσεις», ετσι ώστε νά άντιπα-ρατεθούν τό «πάθος» και ό ((λόγος». Συμφωνώ μαζί του στή σκέ-ψη δτι ή έπανειλημμένη αναφορά της λέξης στό εκδικητικό σχέ-διο της Μήδειας (769, 772, 1044, 1048) δεν δικαιολογεί άναγκα-στικά εναν παρόμοιο περιορισμό της εννοιάς της γιά τό χωρίο μας' κάθε άλλο μάλιστα: ό στ. 1044, με τήν έκφραση βουλεύματα τά πρόσθεν, δείχνει δτι ή λέξη μπορεί νά άναφέρεται και σέ στοχα-σμούς άλλου εΐ'δους, δπως επιβεβαιώνουν άναντίρρητα οι στ. 886 και Αίσχ. Έπτα 594. Ή έμφαντική έκφραση δμως των εμών βου-λευμάτων άποκλείει μιά πολύ γενική άντίληψη τοΰ όρου. Ό Η.

1. 01 άφθονες βιβλιογραφικές πληροφορίες τοΰ Steidle συμπληρώνουν τήν κριτική παρουσίαση των διαφόρων άπόψεων άπο τόν G. Α. Seeck, δ.π.

2. Δικαιολογημένα ό G. Α. Seeck, δ.π. 306, 27, άποδίδει μεγάλη βα-ρύτητα στ6 δυσερμήνευτο άπο συντακτική άποψη ουκ εκφεύξεται και μετα-φράζει «there is no escape» (δεν υπάρχει δυνατότητα διαφυγής)· πρβ. και Stei(ile, 160, 51.

3. "Ο.π. 137, με μιά χρήσιμη επισκόπηση των ποικίλων ερμηνειών καΐ μέ συγκεκριμένη άναφορά στον F. Dirlmeier, Gymnasium 67 (1960) 26.

71

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Diller (ό'.π.) προσπαθεί νά άρει. τή δυσκολία του χωρίου άποδί-δοντας στο κρείσσων οχι συγκριτική λειτουργία άλλά την έννοια «κύριος κάποιου» και ετσι παραμερίζοντας τήν άντίθεση. Ό Stei-dle (165) συμφωνεί, αλλά προσωπικά θά δίσταζα νά θεωρήσω ι-κανοποιητικά τά παράλληλα όπως Μήδεια 444 και Βάκχαι 880, και νά καταλάβω τή δομή της φράσης διαφορετικά άπο δ,τι στον ομόλογα διαρθρωμένο στ. 965. Μέ άφετηρία τήν ερεθιστική σκέ-ψη του Diller, διατηρώντας δμως τήν άντίθεση, θά συσχέτιζα τά βουλεύματα μέ τις άτέλειωτες και έναλλασσόμενες σκέψεις της Μήδειας πού προηγήθηκαν. Σέ δλη τήν πορεία τους ο θυμός εδει-ξε επανειλημμένα τή δύναμή του, και αύτος άναδεικνύεται στο τέ-λος νικητής, ισχυρότερος άπο κάθε στοχασμό. Συσχετίζοντας δ-μως τόσο συγκεκριμένα τήν άντίθεση μέ αύτή τή σκηνή, μέ κανέ-να τρόπο δέν θά άρνιόμουν δτι μέ αυτήν εκφράζεται και κάτι πού έχει γενικότερη ισχύ. Πόσο έπίμονα άσχολεϊται ό Ευριπίδης μέ τή σύγκρουση άνάμεσα στήν κρίση και τις άντίπαλες δυνάμεις, γίνεται φανερό άπο τά άποσπάσματα 220, 572 και 840κ. Ν.

Δυο λόγια άπαιτεϊ ή κατακλείδα του έ'ργου, ή όποία μένει ά-πομονωμένη άπο τό υπόλοιπο δράμα: ή Μήδεια έκείνη, πού φεύ-γει πάνω στο μαγικό άρμα, δταν έ'χει πιά γευτεί λαίμαργα τό θρί-αμβό της, περνά άπο τό τραγικό έπίπεδο της άνθρώπινης οδύνης καΐ, της άνθρώπινης πλάνης στήν περιοχή του δαιμονικού, δπου και έξαφανίζεται. Αύτή είναι κατά τήν άποψή μου ή μόνη δυνατή έρμηνεία. Ό 'Αριστοτέλης {Ποιητική 1454a 37) έψεξε αύτό τό τέλος, έπειδή δέν τό έ'βρισκε οργανικά δεμένο μέ τό υπόλοιπο έ'ρ-γο. Ή έρμηνεία πού παρουσιάστηκε έδώ προκάλεσε άντιρρήσεις σέ ενα συμπόσιο για τον Εύριπίδη,^ τελευταία δμως υποστηρί-χτηκε μέ έμφαση άπο τον Ε. Schlesinger (ο.π.) και τον Η. Erbse (ό'.π.). Ή άντίθεση άνάμεσα στούς στ. 1046 και 1362, πού υπο-γραμμίστηκε στήν άνάλυση του έ'ργου, μας δίνει τό δικαίωμα, συμφωνώντας μέ τον Erbse, νά θεωρήσουμε τό φτερωτό άρμα ως σύμβολο μιας φαινομενικής λύσης.

Τελείως διαφορετικό είναι τό έρώτημα μήπως ό Ευριπίδης σκόπευε συνειδητά σ' αύτήν τήν άσυνέπεια πού γίνεται αισθητή στο τέλος του δράματος. Έδώ θά έδειχνα κάποιο σκεπτικισμό

1. Σχετικά μέ τήν τελευταία σκηνή, βλ. καΐ Μ. Ρ. Cunningham, «Medea άπο μηχανής», CPh 49 (1954) 151. Πρβ. Entretiens (1960) 32κ.

72

TO ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ ΕΡΓΟ

γιά τΙς προσπάθειες ορισμένων νεότερων ερευνητών^ νά χαρακτη-ρίσουν ειρωνικό το τέλος πολλών έργων του Εύριπίδη, και θά προ-τιμούσα να συνυπολογίσω στην έρμηνεία μου τή δυναμική σχέση άνάμεσα στον παραδεδομένο μύθο και τή δραματοποίησή του άπο τον Εύριπίδη.

Στήν τετραλογία του 431, μετά τή Μήδεια άκολουθοΰσε ό Φύο-κτήτης^ πού σχολίασα σύντομα μιλώντας για το ομότιτλο δράμα του Σοφοκλή. Τρίτο έ'ργο ήταν 6 Αίκτνς.^ Το δράμα πήρε το 6-νομά του άπο τον ψαρά έκεϊνο τής Σερίφου πού έ'συρε άπο τή θάλασσα τή λάρνακα μέ τή Δανάη και τον Περσέα. Στή συνέχεια όμως χρειάστηκε νά προστατεύσει τή Δανάη άπο τον άδελφό του, τον βασιλιά Πολυδέκτη, ώσπου γύρισε ό Περσέας άπο τήν περι-πέτειά του μέ τις Γοργόνες και άπολίθωσε τον βίαιο άντίπαλο, 'Από τον 'Απολλόδωρο (2, 4, 3) μπορούμε νά συμπεράνουμε δτι τό έ'ργο περιείχε τό τόσο άγαπητό στον Εύριπίδη θέμα τής κατα-φυγής σέ βωμό, Ι'σως μάλιστα και νά άρχιζε μέ αύτό. Τό σατυρι-κό δράμα ΘερισταΙ ήταν χαμένο ήδη στά χρόνια των 'Αλεξανδρι-νών.

Γιά τούς 'Ηρακλείδες^ 6 Zuntz {Political Plays 81) πρότεινε τή χρονολογία 430, πού είχε υποστηρίξει και ό Pohlenz (2, 144). Πράγματι, κάποια στοιχεία συνηγορούν για τήν τοποθέτηση του έργου άνάμεσα στή Μήδεια και τον 'Ιππόλυτο. 'Ωστόσο, εδώ δια-κόπτουμε τή χρονική συνέχεια, γιά νά προβληθούν εντονότερα ε-κείνα τά συγγενικά άπο θεματική άποψη εργα, πού χαρακτηρί-ζουν ιδιαίτερα μιά φάση τής δημιουργίας του Εύριπίδη. "Ετσι, έρ-χόμαστε στον Ίππόλντο^^ μιά τραγωδία πάθους, πού συγγενεύει κάπως μέ τή Μήδεια.

1. Λ. χ. Κ. von Fritz και W. Kullmann (βλ. σχετικά στο βιβλιογρα-φικό σημείωμα της "Αλκηστης).

2. Βλ. Webster, Euripides 61· Η. J . Mette, Lustrum 1967/12 (1968) 107.

3. Σχολιασμένες έκδόσεις: Wilamowitz, Βερολίνο 1891· Α. Taccone, Φλωρεντία 1942· G. Ammendola, Φλωρεντία 1946' W. S. Barrett, 'Οξ-φόρδη 1964 (μνημειώδης έκδοση, πού έξασφαλίζει ενα κείμενο βασισμένο σέ μεγαλύτερο άριθμό χειρογράφων και προσφέρει πλουσιότατο σχολιασμό).

Ερμηνευτικά: L. Méridier, Hippolyte d'Euripide, Παρίσι 1931· S. M. Adams, «Two plays of Euripides. I. The final scene of the Hippoly-

73