Transcript
Page 1: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

Η Αστρονομία στο Βυζάντιο και στη ΔύσηΣυγκριτική Θεώρηση των Εξελίξεων

Εργασία του Γκιρκίζα Δημήτρη Εκπαιδευτικού Δευτεροβάθμιας ΕκπαίδευσηςΦυσικός

Ανάπτυξη ΘέματοςΌταν αναφερόμαστε στο Μεσαίωνα, εννοούμε συνήθως μια περίοδο που

εκτείνεται περίπου για χίλια χρόνια, από την κατάρρευση του δυτικού ρωμαϊκού

κράτους και το θάνατο του Ιουστινιανού ως την πτώση της Κωνσταντινούπολης

στους Οθωμανούς και την ανακάλυψη της Αμερικής.

Εξετάζοντας την πορεία της Επιστήμης της Αστρονομίας σ’ αυτό το χρονικό

διάστημα, θα παρατηρούσαμε πως κατά την πρώιμη περίοδο κυριαρχούσε τόσο

στο δυτικό κόσμο όσο και στον ανατολικό κόσμο του Βυζαντίου οι απόψεις της

Ελληνιστικής περιόδου όταν ήταν κυρίαρχο το γεωκεντρικό αστρονομικό μοντέλο

του Αριστοτέλη βελτιωμένο με τη μαθηματική πρόταση του Πτολεμαίου.

Έχοντας εγκαταλειφθεί οριστικά το εμπειρικό μοντέλο της επίπεδης γης,

υιοθετήθηκε από την εποχή του Πλάτωνα σε Δύση και Ανατολή, η αντίληψη η οποία

απαιτούσε κάθε αστρονομική θεωρία να προβλέπει την κίνηση των σωμάτων του

ουρανού με τέτοιο τρόπο ώστε να συμφωνεί με αυτό που παρατηρείται με γυμνό

μάτι. Επιπλέον το όποιο μοντέλο θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν απλό διότι κάτι

τέτοιο απαιτεί η «ιδεατή» απλότητα. Οι κανόνες αυτοί γνωστοί ως «σώζειν τα

φαινόμενα» κυριάρχησαν σε όλο το Μεσαίωνα τόσο στη δύση όσο και στην

ανατολή. Αργότερα, η ισχυροποίηση της θεολογίας το Μεσαίωνα επέβαλε την

υιοθέτηση ενός τρίτου κανόνα, αυτόν της συμφωνίας των φιλοσοφικών απόψεων με

τις ιερές Γραφές, οι περιγραφές των οποίων δεν θεωρούνται αντικειμενικές και

ακριβείς αλλά αλληγορικές.

Στη δυτική Ευρώπη, η κατάρρευση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους οδήγησε στην

εμφάνιση νέων κοινωνικών και θρησκευτικών δομών, όπως η μοναστική κίνηση, με

σταδιακή παρακμή των αστικών κέντρων και την σχεδόν εξαφάνιση των κλασικών

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 1

Page 2: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

σχολών. Η κλασικής παράδοση επιβίωσε ως θεραπαινίδα της θρησκείας και της

θεολογίας. Η λόγια δραστηριότητα την περίοδο αυτή περιορίστηκε δραστικά τόσο

ποιοτικά όσο και ποσοτικά με αντίκτυπο και στην Αστρονομία. Μην έχοντας

πρόσβαση στις ελληνικές πηγές η Αστρονομία έγινε μια μαθηματική τέχνη μέρος

του μαθηματικού quadrivium. Οι λόγιοι του πρώιμου μεσαίωνα (ο Πλίνιος, ο

Μαρτιανός Καπέλλα, ο Ισίδωρος της Σεβίλλης) είχαν ελάχιστες γνώσεις

μαθηματικής Αστρονομίας και απλά προσέφεραν μια στοιχειώδη περιγραφή της

ουράνιας σφαίρας. Περισσότερο αναπτυγμένη ήταν η αντιμετώπιση ημερολογιακών

προβλημάτων ενώ η γνώση των Πτολεμαϊκών μοντέλων ή κάποιου άλλου πλαισίου

μελέτης μαθηματικής αστρονομίας ήταν ανύπαρκτη.

Στην ελληνόφωνη ανατολή τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Κατ’ αρχήν η

πολιτική κατάσταση ήταν πιο σταθερή και αυτό είχε αντίκτυπο στον χώρο της

παιδείας. Έτσι, οι κλασσικές σπουδές παρήκμασαν με αργότερους ρυθμούς και δεν

εξαφανίστηκαν ποτέ, ενώ οι βυζαντινοί λόγιοι είχαν πάντα πρόσβαση στις

πρωτότυπες πηγές της ελληνικής παιδείας εφόσον δεν υπήρχαν γλωσσικοί φραγμοί.

Κατά τον πρώιμο μεσαίωνα, τόσο στο Βυζάντιο όσο και στη Δύση, ο

Χριστιανισμός είχε εδραιωθεί. Εκπροσωπείται δε από την εκκλησία η οποία αρχικά

είχε αρνητική στάση απέναντι στις επιστήμες διότι αυτές συμβόλιζαν έναν εχθρό

της, τον αρχαίο ειδωλολατρικό κόσμο και την αντίστοιχη σκέψη που εκείνος

περιείχε καθώς βάση των επιστημών ήταν η έρευνα σε αντίθεση με την εκκλησία

που δεχόταν μόνο τον εξ Αποκαλύψεως-δογματικό λόγο. Από την άλλη η εκκλησία

χρειαζόταν την επιστημονική γνώση για τη μέτρηση του χρόνου και τον καθορισμό

των χριστιανικών εορτών.

Αν και τα ενδιαφέροντα των λογίων του Βυζάντιου ήταν κυρίως θεολογικά,

παρατηρούμε πως έχοντας πρόσβαση στις πηγές, υπήρξε μια δραστηριότητα με τη

μορφή σχολιαστικών υπομνημάτων σε έργα κλασσικών συγγραφέων. Κάποιοι

μάλιστα έγραψαν σχόλια με έντονη κριτική στον Αριστοτέλη ενώ μια νέο-

Πλατωνική κίνηση έκανε προσπάθειες αφομοίωσης της αριστοτελικής φιλοσοφίας.

Τέτοια παραδείγματα λογίων είναι ο Θεμίστιος (πριν το 385), ο Σιμπλίκιος (περ.

533) και ο Ιωάννης ο Φιλόπονος (πριν το 570) ο οποίος προσπάθησε να καταδείξει

τα θεμελιώδη σφάλματα της Αριστοτελικής θεωρίας

Μια άλλη πλευρά του πρώιμου Μεσαίωνα στο Βυζάντιο είναι η συμμετοχή του

στη διάδοση της ελληνικής παιδείας σε μακρινές περιοχές της Ασίας και της

Βόρειας Αφρικής. Οι θεολογικές διαμάχες του 5ου αιώνα (μονοφυσιτισμός,

Νεστοριανισμός) οδήγησαν στη μετακίνηση μεγάλης ομάδας λογίων προς την

Ανατολή. Εκεί, οι τοπικοί λόγιοι δέχθηκαν την επίδραση της Ελληνικής παιδείας και

σιγά – σιγά έργα Ελληνικά μεταφράστηκαν στα αραβικά όπως η Αλμαγέστη, όπως

ονομάστηκε η «Μεγίστη Σύνταξις» του Πτολεμαίου, ο «Τιμαίος» του Πλάτωνα και

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 2

Page 3: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

τα «Φυσικά» του Αριστοτέλη. Μέχρι το 1000, το σύνολο των έργων ελληνικής

φιλοσοφίας μεταξύ των οποίων και τα αστρονομικά κείμενα, είχε μεταφραστεί

αλλά και σχολιαστεί στα αραβικά.

Έτσι, η συνεισφορά του Βυζαντίου στην Αστρονομία εκτείνεται στον σχολιασμό

και στη πολιτισμική διάδοση των αρχαίων ιδεών μεταξύ των λαών. Αυτό δεν είναι

ακριβές διότι μέσα από την κοσμολογία υλοποιείται μια προσπάθεια υπέρβασης της

Αριστοτέλειας Φιλοσοφίας. Οι πατέρες της Εκκλησίας όντας γνώστες των αρχαίων

κειμένων, προσπάθησαν να υπερβούν το χάσμα μεταξύ της Πτολεμαϊκής Θεωρίας

και εκείνης που εμφανίζεται στην «Γένεση». Ένα έργο το οποίο επιχειρεί μια τέτοια

προσέγγισή είναι η «Εξαήμερος» του Μεγάλου Βασιλείου περί το 370. Το έργο αυτό

επηρέασε σταδιακά και άλλους χριστιανούς λογίους (όπως ο Γρηγόριος Νύσσης) οι

οποίοι έγραψαν δικά τους κείμενα. Η «εξαήμερος» εμπεριέχει πολλές αντιθέσεις-

υπερβάσεις συγκριτικά με την κοσμολογία του Αριστοτέλη – Πτολεμαίου (π.χ. ο

κόσμος είναι αιώνιος, η 9η σφαίρα των υδάτων) ενώ ταυτόχρονα υιοθετεί άλλες

ιδέες όπως το σχήμα και τη θέση της Γης στο κέντρο του σύμπαντος.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό κείμενο πάνω στην κοσμολογία και ιδιαίτερα στην

Χριστιανική Τοπογραφία είναι το κείμενο του Κοσμά του Ινδικοπλεύστη τον 6ο

αιώνα. Ο Κοσμάς δεν δέχεται καμία αντίληψη της ελληνικής αστρονομίας,

απορρίπτει τη σφαιρικότητα της Γης και ισχυρίζεται ότι η γη είναι επίπεδη, ο

ουρανός σε σχήμα θόλου και ο κόσμος σε σχήμα ναού. Ωστόσο, οι βυζαντινοί

απορρίπτουν το συγκεκριμένο μοντέλο εμμένοντας στο αριστοτελικό σύμπαν.

Οι ιδέες των πατέρων της εκκλησίας έφθασαν αργότερα και στη δύση

επηρεάζοντας τους εκεί λόγιους όπως ο ιερός Αυγουστίνος, γράφοντας κείμενα

στα λατινικά.

Ωστόσο στο Βυζάντιο ξεκινά η περίοδος του πρώτου Βυζαντινού Ουμανισμού (9ος

αιώνας) με κυρίαρχη μορφή τον Λέων το Μαθηματικό. Αυτός δίνει ιδιαίτερη

σημασία στην αντιγραφή χειρόγραφων έργων συμβάλλοντας στη διάσωση των

αρχαίων μαθηματικών και της αστρονομίας φροντίζοντας επί προσθέτου στην

περαιτέρω διάδοσή τους. Η δουλειά του αναγνωρίζεται από το κράτος το οποίο

του δίνει τα υψηλότερα εκπαιδευτικά αξιώματα ενώ από την άλλη γίνεται δέκτης

κατηγοριών για ασέβεια.

Στη Δύση μετά από πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, παρατηρείται μια

αφύπνιση στην Αστρονομική γνώση μέσω της επαφής με την Ισλαμική Παράδοση

προερχόμενη από την Ισπανία. Ο Gerbert του Aurillac (945-1003) πρώτος μετέφερε

κάποιες Αστρονομικές πραγματείας από τη βόρεια Ισπανία ενώ τα μεταφρασμένα

στα λατινικά εγχειρίδια για την κατασκευή και χρήση του αστρολάβου κατά τη

διάρκεια του 11ου αιώνα άλλαξαν τον προσανατολισμό της δυτικής αστρονομίας,

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 3

Page 4: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

στρέφοντας το ενδιαφέρον προς ποσοτικά και όχι ποιοτικά ζητήματα. Ταυτόχρονα

συλλέγονται παρατηρησιακά δεδομένα τα οποία ενισχύονται από αραβικές πηγές οι

οποίες μεταφράστηκαν στα λατινικά. Τέτοιοι πίνακες ήταν οι πίνακες του αλ-

Χουαρίζμι και οι «Τολεδιανοί Πίνακες» του αλ-Ζαρκάλι οι οποίοι συμπληρώνονται

και προσαρμόζονται από τους λόγιους του 12ου αιώνα και η δουλειά τους αυτή

αποτελεί την αρχή της δυτικής αστρονομίας.

Στη συνέχεια, η Δύση θα διαπιστώσει ότι πέραν των πινάκων χρειάζεται και

κάποιο αστρονομικό μοντέλο που να συνδέει τα δεδομένα μεταξύ τους. Έτσι, οι

λόγιοι της δύσης μετέφρασαν αρχικά τις οδηγίες που συνήθως συνόδευαν τα

δεδομένα αλλά και άλλες πραγματείες που προήρθαν αυτή τη φορά όχι μόνο από τα

αραβικά αλλά και από ελληνικά συγγράμματα. Ως τέτοιες θεωρούνται τα «Στοιχεία

Αστρονομίας» (του αλ-Φαργκάνι σε μετάφραση του Ιωάννη της Σεβίλλης, 1137),

έργα του Θαμπίτ Ιμπν Κούρα, του Πτολεμαίου και άλλων. Μέχρι λοιπόν το τέλος

του 12ου αιώνα είχαν μεταφραστεί στα λατινικά τα περισσότερα αστρονομικά έργα.

Σημαντικό ρόλο στη μεταφορά νέας γνώσης στη Δύση έπαιξαν οι πολιτικές και

οικονομικές σχέσεις που διατηρεί η Δύση με το Βυζάντιο το οποίο, στον πνευματικό

τομέα ήταν πιο μπροστά. Διάφορα χειρόγραφα την περίοδο αυτή μεταφέρονται στη

Δύση, μεταφράζονται και συμβάλλουν στην πνευματική ανάπτυξη.

Την ίδια εποχή, ξεκινά η ανάπτυξη των Πανεπιστημίων στη Δύση και πολλοί

καθηγητές συγγράφουν πραγματείες κατάλληλες για διδασκαλία της Αστρονομίας

στους μαθητές τους. Ένα πρώτο τέτοιο έργο είναι η «Σφαίρα» του J.Hollywood ή

Sacrobosco, με κύριο σκοπό τη διδασκαλία της μέτρησης του χρόνου και τον

καθορισμό του ημερολογίου. Άλλο έργο είναι η «Theorica Planitarum», ανώνυμου

συγγραφέα η οποία ανεβάζει το επίπεδο παρουσιάζοντας τη βασική Πτολεμαϊκή

θεωρία για τους πλανήτες συμπληρωμένη με κατάλληλα διαγράμματα.

Η διδασκαλία της Αστρονομίας μέσω της Theorica κυριάρχησε ενώ το πρόβλημα

που παρουσίασε ως προς το ποσοτικό κομμάτι της Πτολεμαϊκής αστρονομίας ή τον

τρόπος εκτέλεσης των απαιτούμενων αστρονομικών υπολογισμών ξεπεράστηκε με

τη χρήση των «Τολεδιανών πινάκων» και αργότερα (μετά το 1275) με τους πίνακες

που συντάχθηκαν στην αυλή του Αλφόνσου Ι’ της Καστίλης γνωστοί ως «Αλφόνσειοι

Πίνακες».

Ένα άλλο πρόβλημα που δημιουργούσε η αποδοχή της Πτολεμαϊκής θεωρίας

αφορούσε την εναρμόνισή της με την αριστοτελική κοσμολογία. Ο συγκερασμός

των απόψεων οδηγούσε σε ποσοτική επιτυχία από τη μια, αλλά σε αποτυχία όσον

αφορά τη φυσική ή φιλοσοφική του σκοπιά. Έτσι η ιδέα μιας ποσοτικής ακριβούς

αστρονομίας στη βάση των αριστοτελικών αρχών παρέμεινε άπιαστο όνειρο.

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 4

Page 5: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

Πίσω στο Βυζάντιο, στη δεύτερη περίοδο του Μεσαίωνα που ξεκινά τον 11ο

αιώνα, έχουμε τη σημαντική προσωπικότητα του Μιχαήλ Ψελλού ο οποίος

διακρίθηκε στα μαθηματικά και την αστρονομία και τεράστια εκπαιδευτική

συνεισφορά. Εκτός από τον Ψελλό, την ίδια εποχή διαπρέπουν και συγγράφουν έργα

αξιόλογοι λόγιοι όπως ο Ιωάννης ο Ιταλός (διάδοχος του Ψελλού), ο Συμεών Σήθ (ο

οποίος γνώριζε την πολική ταλάντωση και των ισημερινών σημείων επί της

ελλειπτικής) καθώς και οι Θεόδωρος Πρόδρομος και Ιωάννης Τζέτζης.

Τον 11ο αιώνα διαμορφώνονται δύο ρεύματα στην αστρονομία το «παραδοσιακό»

και το «αραβικό». Το πρώτο στοχεύει στην ανασύσταση της αρχαίας ελληνικής

αστρονομίας ενώ το δεύτερο είναι σαφώς επηρεασμένο από τις εξελίξεις στον

αραβικό κόσμο. Την ίδια περίοδο παρατηρείται ένα μπέρδεμα της αστρονομίας με

την αστρολογία.

Το 1261. όταν η Κωνσταντινούπολη καταλαμβάνεται από τους Φράγκους,

αποτελεί ημερομηνία ορόσημο για την εξέλιξη των επιστημών στο Βυζάντιο εφόσον

ξεκινά μια ιδιαίτερη περίοδο για τη Βυζαντινή Αστρονομία γνωστή ως

«Παλαιολόγια Αναγέννηση». Με ενδιάμεσο σταθμό την Τραπεζούντα, η οποία

βρισκόταν στο δρόμο για την Ανατολή, το Βυζάντιο δέχεται ιδιαίτερα έντονη την

επίδραση της περσικής Αστρονομίας. Στην ανατολή τα δύο μεγάλα αστεροσκοπεία

της Μάραγα και της Ταυρίδας αποτελούν πόλο έλξης πολλών Αστρονόμων της

εποχής με ραγδαίες συνέπειες στην Αστρονομική γνώση. Η γνώση αυτή μέσω της

Τραπεζούντας φθάνει στο Βυζάντιο και συμβάλλουν στην ακμή των επιστημών. Ο

Γεώργιος Χιονάδης θα μεταφράσει Αστρονομικά Περσικά Κείμενα μεταξύ των

οποίων και το βιβλίο «Ζιζ-Ι-Ιλχανί» του Αλ-Τουτσί. Τις μεταφράσεις αυτές ο

Χρυσοκόκκης τις προσαρμόζει για την Κωνσταντινούπολη.

Αντιδράσεις στο άνοιγμα του Βυζαντίου προς την Περσία πρόβαλε ο Νικηφόρος

Γρηγοράς υποδεικνύοντας τα λάθη στους κανόνες του Πτολειμαίου. Επιπλέον ο

ίδιος προβλέπει μια έκλειψη και συντάσσει κείμενα για τον αστρολάβο. Η κριτική

στους κανόνες του Πτολεμαίου εδραιώνεται με το έργο «Αστρονομική Τρίβιβλο»

του Θεόδωρου Μελιτηνιώτη.

Ως τον πιο σημαντικός αστρονόμος της Παλαιολόγιας εποχής αναφέρεται ο

Θεόδωρος Μετοχίτης. Με τις ιδέες του που διατύπωσε στα έργα του «Στοιχείωση»

σχολιάζει τον Αριστοτέλη ενώ προσπαθεί να καθαρίσει την αστρονομία από

οποιαδήποτε αμφιβολία και θρησκευτική υφή ενώ την κατατάσσει στα μαθηματικά.

Ο Μαθητής του ο Νικηφόρος Γρηγοράς διατυπώνει ιδέες που οδηγούν σε μια σειρά

μη Αριστοτελικές θέσεις όπως το ότι το εξωκοσμικό κενό δεν απαγορεύεται να

υπάρχει ή το ότι απαιτείται μια μηχανική δύναμη η οποία αποτρέπει τη διάλυση του

κόσμου, άποψη που απέχει μόλις ένα βήμα από το νόμο της Βαρύτητας του

Νεύτωνα.

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 5

Page 6: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

Ο δυτικός κόσμος δεν θα μείνει ανεπηρέαστος από αυτήν σημαντική εποχή στο

Βυζάντιο. Τα βιβλία του Βλεμμύδη «Επιτομή της Φυσικής» καθώς και το «Σύνταγμα

των τεσσάρων μαθημάτων» του Παχυμέρη θα μελετηθούν συστηματικά στη δύση.

Λέγεται μάλιστα πως ο Κοπέρνικος που χρησιμοποίησε στην πλανητική του θεωρία

το θεώρημα του Αλ-Τουσί το οποίο το μελέτησε σε χειρόγραφο του Χιονιάδη που

βρισκόταν στη βιβλιοθήκη του Βατικανού.

Στα τέλη του 14ου αιώνα ξεκίνησε μια επαφή μεταξύ Βυζαντίου και Δύσης οι

λόγιοι της οποίας επειδή δεν γνώριζαν Ελληνικά δεν είχαν τη δυνατότητα μελέτης

των αρχαίων κειμένων στο πρωτότυπο. Διάφοροι Βυζαντινοί λόγοι μετέφρασαν τα

αρχαία κείμενα δίνοντας μια νέα ώθηση στο Δυτική Ευρώπη στην μελέτη των

επιστημών μεταξύ των οποίων και της Αστρονομίας. Μεταξύ άλλων σημαντικοί

λόγοι των οποίων οι μεταφράσεις και η διδασκαλία κάποιων εξ’ αυτών και στα

Πανεπιστήμια της Δύσης συγκαταλέγονται ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός, ο Μάξιμος

Πλανούδης, ο Μανουήλ Χρυσολοράς, ο Πλήθων Γεμιστός, Βησσαρίων , Γεώργιος

Τραπεζούντιος.

Στη Δύση λοιπόν και παρά την έλλειψη αστρονόμων, η μαθηματική αστρονομία

αναπτυσσόταν σταθερά τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα. Από αυτή την

Αστρονομική παράδοση που σταδιακά δημιουργείται ξεπήδησαν τον 15ο και 16ο

αιώνα αστρονόμοι του επιπέδου του Regiomontanus και του Κοπέρνικου.

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 6

Page 7: Η αστρονομία στο βυζάντιο και στη δύση

Ιστορία των Φυσικών ΕπιστημώνΣυγκριτική Θεώρηση των εξελίξεων της Αστρονομίας στο Βυζάντιο και στη Δύση

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Lindberg C. David., (Αθήνα, 1997), «Οι Απαρχές της Δυτικής Επιστήμης», Κεφάλαιο 11Ο «Ο Μεσαιωνικός Κόσμος», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. β’ ανατύπωση 2003.

2. Σκορδούλης, Κ. (2003) « Βυζαντινή Aστρονομία: Συνθέσεις και Υπερβάσεις» Πρακτικά Δ’ Πανελλήνιου Συνεδρίου με Διεθνή Συμμετοχή Αρίσταρχος ο Σάμιος. Σελ. 213-2213. Νικολαϊδης, Θ. ( 2003 ). «Ελληνική Αστρονομία και Χριστιανική Κοσμολογία».  Πρακτικά Δ’ Πανελλήνιου Συνεδρίου με Διεθνή Συμμετοχή Αρίσταρχος ο Σάμιος. Σελ. 179-190

4. Χριστιανίδης, Γ., Δ. Διαλέτης, Γ. Παπαδόπουλος και Κ. Γαβρόγλου (2000). Οι Επιστήμες στην Αχαία Ελλάδα, στο Βυζάντιο και στον Νεώτερο Ελληνισμό. ΕΑΠ, Πάτρα, Τόμος Β’.

5. Πάσχου Εμ. (2013) «ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ» Ημερίδα με θέμα «Η συμβολή των Ελλήνων Κληρικών στον Ελληνικό Διαφωτισμό και στην αναγέννηση των Θετικών Επιστημών».

ΓΚΙΡΚΙΖΑΣ Β. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣΕκπαιδευτικός Φυσικός ΠΕ 04.01 Σελίδα 7