34

Βενετία,Μιχάλης Παναγόπουλος

Embed Size (px)

Citation preview

• Η Βενετία είναι χτισμένη πάνω σε μια ομάδα 118 μικρών νησιών που χωρίζονται από κανάλια και ενώνονται μεταξύ τους με γέφυρες . Βρίσκεται στην ομώνυμη ελώδη Λιμνοθάλασσα που απλώνεται κατά μήκος της ακτογραμμής μεταξύ των εκβολών των ποταμών Πάδου και Λιάβε . Η Βενετία είναι φημισμένη για την ομορφιά της τοποθεσίας της, την αρχιτεκτονική της και τα έργα τέχνης της. Ολόκληρη η πόλη είναι καταγεγραμμένη ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, μαζί με τη λιμνοθάλασσά της.

• Η Βενετία είναι πρωτεύουσα της Περιφέρειας του Βένετο. Το 2009 οι κάτοικοι του Δήμου της Βενετίας ήταν 270.098 (ο εκτιμώμενος πληθυσμός 272.000 κατοίκων περιλαμβάνει τον πληθυσμό όλου του Δήμου της Βενετίας: περίπου 60.000 στην ιστορική πόλη της Βενετίας (Σάντρο ιστορικό), περίπου 176.00 στην Τραφέντα (την "Ξηρά"), κυρίως στα μεγάλα διαμερίσματα Μέστρε και Μαργκέρα, και 31.00 σε άλλα νησιά της λιμνοθάλασσας. Με την Πάντοβα και το Τρεβίζο η πόλη περιλαμβάνεται στη Μητροπολιτική Περιοχή Πάδοβα-Τραβίζο-Βενετία (πληθυσμός 1.660.000).

Το όνομα προέρχεται από τον αρχαίο λαό των Βένετων, που

κατοίκησαν την περιοχή από το 10ο αιώνα π.Χ. Η πόλη υπήρξε στην ιστορία πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Βενετίας. Είναι γνωστή ως "Γαληνοτάτη", "Βασίλισσα της Αδριατικής", "Πόλη του Νερού", "Πόλη των Μασκών", "Πόλη των Γεφυρών", "Επιπλέουσα Πόλη" και "Πόλη των Καναλιών".Η Δημοκρατία της Βενετίας υπήρξε πολύ μεγάλη ναυτική δύναμη κατά το Μεσαίωνα και την Αναγέννηση και ορμητήριο για τις Σταυροφορίες και τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου, καθώς και πολύ σημαντικό κέντρο εμπορίου (ιδιαίτερα μεταξιού, σιτηρών και μπαχαρικών) και τέχνης από τον 13ο μέχρι τα τέλη του 17ου αιώνα. Αυτό κατέστησε τη Βενετία πλούσια πόλη σε όλη την ιστορία της. Είναι επίσης γνωστή για τα αρκετά καλλιτεχνικά της κινήματα, ιδιαίτερα στην περίοδο της Αναγέννησης. Η Βενετία διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της συμφωνικής μουσικής και της

όπερας, ενώ αποτελεί γενέτειρα του Αντόνιο Βιβάλντι.

• Ενώ δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές, σχετικές με τους πρώτους αιώνες της Βενετίας, η παράδοση και οι υπάρχουσες μαρτυρίες έχουν κάνει αρκετούς ιστορικούς να συμφωνήσουν ότι ο αρχικός πληθυσμός της Βενετίας αποτελούνταν από πρόσφυγες από Ρωμαϊκές πόλεις κοντά στη Βενετία, όπως οι Πάντοβα , Ακουιλέια , Τρεβίζο , Αλτίνο και Κονκόρντια (σημερινό Πόρτογκουάρο) και από την ανυπεράσπιστη ύπαιθρο που τρέπονταν σε φυγή από διαδοχικά κύματα εισβολών Γερμανών και Ούννων.[ Μερικές ύστερες Ρωμαϊκές πηγές αποκαλύπτουν την ύπαρξη ψαράδων στα νησιά της αρχικής ελώδους λιμνοθάλασσας. Αναφέρονταν ως "κάτοικοι της λιμνοθάλασσας". Η παραδοσιακή ίδρυση ταυτοποιείται με την αφιέρωση της πρώτης εκκλησίας, του Σαν Τζάκομο στο νησάκι του Ριάλτο , που λέγεται ότι έγινε το μεσημέρι της 25ης Μαρτίου του 421.

• Η τελευταία και μονιμότερη μετανάστευση στο βορρά της Ιταλικής Χερσονήσου ήταν εκείνη των Λομβαρδών το 568, αφήνοντας στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μια λεπτή λωρίδα ακτής στο σημερινό Βένετο, περιλαμβανομένης της Βενετίας. Το Ρωμαϊκό/Βυζαντινό έδαφος οργανώθηκε ως Εξαρχάτο της Ραβένας διοικούμενο από αυτό το αρχαίο λιμάνι και επιτηρούμενο από ένα αντιβασιλέα (τον Έξαρχο), διορισμένο από τον Αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη, αλλά η Ραβένα και η Βενετία συνδέονταν μόνο δια θαλάσσης, και με την απομονωμένη θέση της Βενετίας επήλθε μεγαλύτερη αυτονομία. Δημιουργήθηκαν νέα λιμάνια, μεταξύ αυτών εκείνα στο Μαλαμόκο και στο Τορτσέλο στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας. Οι tribuni maiores, η αρχαιότερη κεντρική υπάρχουσα κυβερνητική επιτροπή των νησιών στη Λιμνοθάλασσα, χρονολογείται από το 568.

Οι Βενετοί πρόσφεραν άσυλο στον Έξαρχο Παύλο, από την δίωξη του Λομβαρδού Λιουτπράνδου, που έγινε έτσι παραδοσιακά ο πρώτος δόγης της Βενετίας, Πάολο Λούτσιο Αναφέστο , με διάδοχο το Μαρτσέλο Τεγκαλιάνο, τον magister militum (Στρατηγό, επί λέξει "Άρχοντα των Στρατιωτών"). Το 726, οι στρατιώτες και οι πολίτες του Εξαρχάτου οδηγήθηκαν σε εξέγερση λόγω της εικονομαχίας μετά από παρότρυνση του Πάπα Γρηγορίου Ε΄. Ο Έξαρχος δολοφονήθηκε και πολλοί αξιωματούχοι διέφυγαν εν μέσω του χάους. Εκείνο περίπου το διάστημα οι κάτοικοι της λιμνοθάλασσας εξέλεξαν το δικό τους ηγέτη για πρώτη φορά, αν και δεν είναι ξεκάθαρη η σχέση αυτής της ανάρρησης με τις εξεγέρσεις. Ο Ούρσος επρόκειτο να είναι ο πρώτος από 117 "δόγηδες" ("δόγης" είναι η εξέλιξη στη Βενετική διάλεκτο του Βυζαντινού "δουξ" (ηγέτης)). Ανεξάρτητα από τις αρχικές του απόψεις ο Ούρσος υποστήριξε την επιτυχή εκστρατεία του Αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ να ανακαταλάβει τη Ραβένα, αποστέλλοντας τόσο άνδρες όσο και πλοία. Σε αναγνώριση αυτού δόθηκαν στη Βενετία "πολλά προνόμια και παραχωρήσεις" και ο Ούρσος, που είχε συνδράμει προσωπικά, χρίστηκε από το Λέοντα ως δουξκαι του δόθηκε ο πρόσθετος τίτλος του ύπατου.

• Η Βυζαντινή κυριαρχία στην κεντρική και βόρεια Ιταλία αποβλήθηκε

αργότερα κυρίως με την κατάκτηση του Εξαρχάτου της Ραβένας το 751 από

τον Αϊστούλφο. Τότε ο Λομβαρδός Βασιλιάς Αϊστούλφοςκατέλαβε το

μεγαλύτερο μέρος του Εξαρχάτου της Ραβένας, αφήνοντας τη Βενετία ένα

μοναχικό και όλο και περισσότερο αυτόνομο Βυζαντινό προπύργιο. Την

περίοδο αυτή η έδρα του τοπικού Βυζαντινού κυβερνήτη ("δούκα",

αργότερα "δόγη") βρισκόταν στο Μαλαμόκο. Η αποίκηση των νησιών στη

λιμνοθάλασσα πιθανόν αυξανόταν σε αντιστοιχία με τη Λομβαρδική

κατάκτηση των Βυζαντινών εδαφών, καθώς πρόσφυγες αναζητούσαν άσυλο

στην πόλη της λιμνοθάλασσας. Το 775/776 δημιουργήθηκε η επισκοπική

έδρα του Ολίβολο (Ηλίπολις). Επί του Δούκα Ανιέλο Παρτιτσιάκο (811–

827) η έδρα των δουκών μετακινήθηκε από το Μαλαμόκο στο καλά

προστατευμένο Ριάλτο, τη σημερινή θέση της Βενετίας. Στη συνέχεια

χτίστηκαν εδώ το μοναστήρι του Αγίου Ζαχαρία και το πρώτο Παλάτι των

Δόγηδων και η βασιλική του Αγίου Μάρκου, καθώς και τείχη (civitatis murus) μεταξύ του Oλίβολο και του Ριάλτο. Οι φτερωτοί λέοντες, που

μπορείτε να δείτε σε όλη τη Βενετία, είναι σύμβολο του Αγίου Μάρκου.

Ο Καρλομάγνος ήταν αρχικά εχθρικός προς τη Βενετία και

επεδίωκε να υποτάξει την πόλη στην εξουσία του. Έδωσε εντολή

στον Πάπα να διώξει τους Βενετούς από την Πεντάπολη κατά

μήκος της Αδριατικής ακτής,(από Ρίμινι ως Αγκόνα) ενώ ο ίδιος ο

γιος του Καρλομάγνου, Πεπίνος της Ιταλίας, βασιλιάς των

Λομβαρδών υπό τις διαταγές του πατέρα του, ξεκίνησε πολιορκία

της ίδιας της Βενετίας. Αυτή όμως αποδείχθηκε, τελικώς, μεγάλη

αποτυχία. Συγκεκριμένα, η πολιορκία διήρκεσε έξι μήνες, με το

στρατό του Πεπίνου να αποδεκατίζεται από τις ασθένειες των ελών

της περιοχής και τελικά αναγκάστηκε να αποχωρήσει. Λίγους

μήνες αργότερα πέθανε ο ίδιος ο Πεπίνος, καθώς φαίνεται από

κάποια αρρώστια που τον μόλυνε εκεί. Στη συνέχεια μια συμφωνία

μεταξύ Καρλομάγνου και Νικηφόρου αναγνώριζε τη Βενετία ως

Βυζαντινό έδαφος καθώς και τους εμπορικούς σταθμούς της πόλης

στις ακτές της Αδριατικής.

• Από τον 9ο ως το 12ο αιώνα, η Βενετία εξελίχθηκε σε πόλη-κράτος (μία Ιταλική θαλασσοκρατία ή Θαλάσσια Δημοκρατία (Repubblica Marinara), οι άλλες τρεις όντας η Τζένοα , η Πίζα και το Αμάλφι). Η στρατηγική της θέση στην κορυφή της Αδριατικής κατέστησε τη ναυτική και εμπορική δύναμη της Βενετίας σχεδόν άτρωτη. Με την εξάλειψη των πειρατών κατά μήκος των Δαλματικών ακτών η πόλη έγινε ένα ακμάζον εμπορικό κέντρο ανάμεσα στη Δυτική Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο (ιδιαίτερα τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και τον Ισλαμικό κόσμο).

• Το 12ο αιώνα, τέθηκαν τα θεμέλια της Βενετικής κυριαρχίας: το Αρσενάλι της Βενετίας (ένα συγκρότημα κρατικών ναυπηγείων και οπλοστασίων) κατασκευάστηκε το 1104 και ο τελευταίος αυταρχικός δόγης, Βιτάλιος Β΄ Μιχαήλ, πέθανε το 1172. Η Δημοκρατία της Βενετίας κατέλαβε αρκετές θέσεις στις ανατολικές ακτές της Αδριατικής πριν το 1200, κυρίως για εμπορικούς λόγους, επειδή οι πειρατές που είχαν τις βάσεις τους εκεί ήταν απειλή για το εμπόριο. Ο Δόγης έφερε επίσης τους τίτλους Δόγης της Δαλματίας και Δόγης της Ιστρίας. Μεταγενέστερες ηπειρωτικές κτήσεις, που εκτείνονταν προς τα δυτικά μέσω της Λίμνης Γκάρντα μέχρι τον Ποταμό Άντα, ήταν γνωστές ως "Τεραφέρμα" και αποκτήθηκαν εν μέρει ως ανάχωμα έναντι εμπόλεμων γειτόνων, εν μέρει για την προστασία των εμπορικών οδών των Άλπεων και εν μέρει για τη διασφάλιση της προμήθειας από την ενδοχώρα σταριού, από το οποίο η πόλη εξαρτιόταν. Χτίζοντας τη θαλάσσια εμπορική αυτοκρατορία της η Δημοκρατία κυριάρχησε στο εμπόριο αλατιού, απέκτησε τον έλεγχο των περισσότερων νησιών του Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένων της Κρήτης και της Κύπρου και έγινε μεγάλη δύναμη-μεσίτης στην Εγγύς Ανατολή

Για τις συνθήκες της εποχής η Βενετική διοίκηση των ηπειρωτικών εδαφών της ήταν

σχετικά φωτισμένη και οι πολίτες πόλεων όπως το Μπέργκαμο, η Μπρέσια και η

Βερόνα συσπειρώνονταν στην υπεράσπιση της Βενετικής κυριαρχίας, όταν αυτή

απειλείτο από εισβολείς. Η Βενετία έγινε αυτοκρατορική δύναμη μετά την Δ΄

Σταυροφορία, που, λοξοδρομώντας, κατέληξε το 1204 στην κατάληψη και λεηλασία της

Κωνσταντινούπολης και την ίδρυση της Λατινικής Αυτοκρατορίας. Ως αποτέλεσμα αυτής

της κατάκτησης σημαντικά Βυζαντινά λάφυρα μεταφέρθηκαν στη Βενετία. Ανάμεσά τους

τα επίχρυσα μπρούντζινα άλογα από τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, που

αρχικά τοποθετήθηκαν πάνω από την είσοδο του καθεδρικού του Αγίου Μάρκου στη

Βενετία, αν και τα πρωτότυπα έχουν αντικατασταθεί με αντίγραφα και σήμερα

φυλάσσονται εντός της βασιλικής. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, η Βυζαντινή

Αυτοκρατορία διαμοιράστηκε μεταξύ των Λατίνων Σταυροφόρων και των Βενετών. Οι

Βενετοί, στη συνέχεια, δημιούργησαν μια σφαίρα επιρροής τους στη Μεσόγειο, γνωστή

ως Δουκάτο του Αρχιπελάγους και κατέλαβαν την Κρήτη.

Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης θα αποδεικνυόταν τελικά εξίσου αποφασιστικός

παράγοντας για την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με την απώλεια των

θεμάτων της Μικρές Ασίας μετά το Ματζικέρτ (1071). Αν και οι Βυζαντινοί ανέκτησαν

τον έλεγχο της κατεστραμμένης πόλης μισό αιώνα αργότερα η Βυζαντινή Αυτοκρατορία

είχε οριστικά εξασθενήσει και υπήρχε ως σκιά του παλιού της εαυτού, έως ότου ο

Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής καταλάβει την Πόλη το 1453.

• Η θέση της• Ευρισκόμενη στην Αδριατική Θάλασσα, η Βενετία πάντα εμπορευόταν

εκτεταμένα με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το Μουσουλμανικό κόσμο. Στα τέλη του 13ου αιώνα, η Βενετία αποτελούσε την πλέον ευημερούσα πόλη σε όλη την Ευρώπη. Στην κορύφωση της δύναμης και του πλούτου της είχε 36.000 ναυτικούς σε 3.300 πλοία, κυριαρχώντας στο Μεσογειακό εμπόριο. Εκείνη την εποχή οι ηγετικές οικογένειες της Βενετίας συναγωνίζονταν να χτίσουν τα πιο μεγαλόπρεπα παλάτια και να υποστηρίξουν το έργο των μεγαλύτερων και πιο ταλαντούχων καλλιτεχνών. Η πόλη διοικείτο από το Μέγα Συμβούλιο, που αποτελείτο από μέλη των οικογενειών ευγενών της Βενετίας. Το Μέγα Συμβούλιο διόριζε όλους τους δημόσιους αξιωματούχους και εξέλεγε μια Γερουσία 200 ως 300 ιδιωτών. Καθώς αυτό το σώμα ήταν αρκετά μεγάλο για την αποτελεσματική διοίκηση, το μεγαλύτερο μέρος της διοίκησης της πόλης ελεγχόταν από το Συμβούλιο των Δέκα (ονομαζόμενο επίσης Συμβούλιο των Δουκών ή Σινιόρα). Ένα μέλος του μεγάλου συμβουλίου εκλεγόταν "Δόγης", ή δούκας, ο επίσημος αρχηγός της πόλης, που κανονικά κρατούσε τον τίτλο έως τον θάνατό του.

Η κυβερνητική δομή της Βενετίας ήταν εν μέρει παρόμοια με το δημοκρατικό σύστημα της αρχαίας Ρώμης, με έναν εκλεγμένο αρχηγό του εκτελεστικού (τον Δόγη), μια, σαν τη σύγκλητο, συνέλευση των ευγενών και μια μάζα πολιτών με περιορισμένη πολιτική δύναμη, που αρχικά είχαν την εξουσία να παρέχουν ή να αποσύρουν την έγκρισή τους για κάθε νεοεκλεγέντα Δόγη. Η εκκλησιαστική και διάφορες ιδιωτικές περιουσίες δεσμεύονταν για τη στρατιωτική θητεία, αν και δεν υπήρχε ιπποτική παρουσία μέσα στην ίδια την πόλη. Οι Καβαλιέρε ντι Σαν Μάρκο ήταν το μοναδικό ιπποτικό τάγμα που συστήθηκε ποτέ στη Βενετία και κανένας πολίτης δεν μπορούσε να ενταχθεί σε ένα ξένο τάγμα χωρίς τη συγκατάθεση της κυβέρνησης. Η Βενετία παρέμεινε δημοκρατία σε όλη την ανεξάρτητη περίοδο της ιστορίας της και τα πολιτικά παρέμειναν χωριστά από τα πολιτικά, εκτός από την περίπτωση που ο Δόγης ηγείτο προσωπικά του στρατού

San Giorgio dei Greci

Ο πόλεμος θεωρείτο συνέχιση του εμπορίου με άλλα μέσα (από εκεί τόσο η αρχική παραγωγή της πόλης μεγάλων αριθμών μισθοφόρων για υπηρεσία αλλού όσο και αργότερα η εξάρτησή της από ξένους μισθοφόρους, όταν η κυβερνώσα τάξη ήταν απασχολημένη με το εμπόριο).Aν και οι κάτοικοι της Βενετίας παρέμεναν γενικά πιστοί Ρωμαιοκαθολικοί, το κράτος της Βενετίας φημιζόταν για την ελευθερία του από το θρησκευτικό φανατισμό και δεν εκτέλεσε ούτε μια θανατική καταδίκη λόγω θρησκευτικής αίρεσης στη διάρκεια της Αντιμεταρρύθμισης. Αυτή η φανερή έλλειψη ζήλου συνέβαλε στις συχνές συγκρούσεις της Βενετίας με τον Παπισμό. Σ'αυτό το πλαίσιο τα γραπτά του Αγγλικανού Θεολόγου, Ουίλιαμ Μπέντελ, είναι αρκετά διαφωτιστικά. Η Βενετία απειλήθηκε με αφορισμό σε αρκετές περιπτώσεις και δυο φορές υπέστη την επιβολή του. Τη δεύτερη, γνωστότερη, περίπτωση, το 1606 με εντολή του Πάπα Παύλου Ε΄.Η νεοεφευρεθείσα, στη Γερμανία, τυπογραφία διαδόθηκε γρήγορα σε όλη την Ευρώπη το δέκατο πέμπτο αιώνα και η Βενετία έσπευσε να την υιοθετήσει. Το 1482, η Βενετία ήταν η τυπογραφική πρωτεύουσα του κόσμου και ο κύριος τυπογράφος ήταν ο Άλδος Μανούτιος, ο οποίος εφηύρε την ιδέα των χαρτόδετων βιβλίων, που μπορούσαν να μεταφερθούν σε ένα δισάκι. Οι ομώνυμες εκδόσεις του, περιελάμβαναν μεταφράσεις σχεδόν όλων των γνωστών Ελληνικών χειρογράφων της εποχή

• Η μακροχρόνια παρακμή της Βενετίας ξεκίνησε κατά τον 15ο αιώνα, όταν, πρώτα, έκανε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να διατηρήσει στην κατοχή της την Θεσσαλονίκη, απέναντι στους Οθωμανούς. Έστειλε, επίσης, πλοία να συνδράμουν στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης εναντίον των Οθωμανών πολιορκητών (1453). Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης από τον Σουλτάνο Μωάμεθ Β΄, ο τελευταίος κήρυξε τον πόλεμο στη Βενετία. Ο πόλεμος αυτός διήρκεσε τριάντα χρόνια και στοίχισε στη Βενετία τις περισσότερες κτήσεις της στην Ανατολική Μεσόγειο. Στη συνέχεια, ο Χριστόφορος Κολόμβος ανακάλυψε το Νέο Κόσμο και οι Πορτογάλοι ανακάλυψαν μία θαλάσσια οδό προς την Ινδία, εξαλείφοντας έτσι το μονοπώλιο του χερσαίου δρόμου της Βενετίας. Η Γαλλία, η Αγγλία και η Ολλανδία τους ακολούθησαν. Τα κωπήλατα πλοία της Βενετίας μειονεκτούσαν όταν έπρεπε να διασχίσουν τους μεγάλους ωκεανούς και έτσι η Βενετία έμεινε πίσω στον αγώνα για δημιουργία αποικιών.

• Η Μαύρη Πανώλη ερήμωσε τη Βενετία το 1348 και μια ακόμη φορά, μεταξύ 1575 και 1577. Σε διάστημα τριών ετών, σκότωσε περίπου 50.000 ανθρώπους. Το 1630, η πανώλη σκότωσε το ένα τρίτο των 150.000 πολιτών της Βενετίας. Η Βενετία άρχισε να χάνει τη θέση της ως κέντρου διεθνούς εμπορίου το τελευταίο διάστημα της Αναγέννησης, καθώς η Πορτογαλία έγινε ο κύριος μεσολαβητής της Ευρώπης, στο εμπόριο με την Άπω Ανατολή, πλήττοντας τα θεμέλια του μεγάλου πλούτου της Βενετίας, ενώ η Γαλλία και η Ισπανία πολέμησαν για την ηγεμονία επί της Ιταλίας κατά τους Ιταλικούς Πολέμους (1494–1559), περιθωριοποιώντας, έτσι, την πολιτική της επιρροή. Πάραυτα, η Βενετική αυτοκρατορία ήταν μεγάλος εξαγωγέας αγροτικών προϊόντων και, μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα, σημαντικό βιομηχανικό κέντρο.

• Η πόλη απειλείται συχνά από πλημμύριζες παλίρροιες από την Αδριατική από το φθινόπωρο μέχρι τις αρχές της άνοιξης. Πριν από εξακόσια χρόνια οι Βενετοί προστατεύθηκαν από επιθέσεις με βάση την ξηρά εκτρέποντας όλους τους μεγάλους ποταμούς που εκβάλλανε στη λιμνοθάλασσα, εμποδίζοντας, έτσι, τις προσχώσεις να γεμίσουν την περιοχή γύρω από την πόλη. Αυτό δημιούργησε ένα ολοένα και βαθύτερο περιβάλλον στη λιμνοθάλασσα.

• Το 1604, για να καλύψει το κόστος της αντιμετώπισης των πλημμυρών η Βενετία εισήγαγε ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί το πρώτο παράδειγμα "φορόσημου". Όταν τα έσοδα έπεσαν κάτω των προσδοκιών το 1608, η Βενετία καθιέρωσε έγγραφα με το επίγραμμα "ΑQ" και έντυπες οδηγίες, που έπρεπε να χρησιμοποιούνται για "επιστολές προς επισήμους". Αρχικά, αυτό επρόκειτο να είναι ένας προσωρινός φόρος, ωστόσο παρέμεινε σε ισχύ μέχρι την πτώση της Δημοκρατίας, το 1797. Λίγο μετά την καθιέρωση του φόρου, η Ισπανία εξέδωσε παρόμοια έγγραφα για γενικούς φορολογικούς σκοπούς και η πρακτική διαδόθηκε σε άλλες χώρες.

• Κατά τον 20ό αιώνα, οπότε στην περιφέρεια της λιμνοθάλασσας ανοίχτηκαν πολλά αρτεσιανά πηγάδια για να αντληθεί νερό για τις τοπικές βιομηχανίες, η Βενετία άρχισε να κατακάθεται. Διαπιστώθηκε ότι αιτία ήταν η αφαίρεση νερού από τον υδροφόρο ορίζοντα. Η βύθιση έχει μειωθεί σημαντικά αφότου τα αρτεσιανά πηγάδια απαγορεύθηκαν τη δεκαετία του 1960. Εντούτοις η πόλη απειλείται ακόμη από συχνότερες χαμηλού επιπέδου πλημμύρες (ονομαζόμενες "Άκουα άλτα", "ψηλά νερά") που γλιστρούν σε ύψος αρκετών εκατοστών πάνω από τις αποβάθρες της, που τακτικά ακολουθούν μετά από ορισμένες παλίρροιες. Σε πολλά παλιά σπίτια οι παλιές σκάλες που χρησιμοποιούνταν για την εκφόρτωση αγαθών είναι τώρα πλημμυρισμένες καθιστώντας το παλιό ισόγειο ακατοίκητο.

• Μερικές πρόσφατες μελέτες έχουν αποφανθεί ότι η πόλη δεν βυθίζεται πια, αλλά αυτό δεν είναι ακόμη βέβαιο, έτσι η κατάσταση επιφυλακής δεν έχει ανακληθεί. Τον Μάιο του 2003, ο Ιταλός Πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι εγκαινίασε το Πρόγραμμα MOSE (Modulo Sperimentale Elettromeccanico), ένα πειραματικό μοντέλο για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των κούφιων πλωτών θυρών. Η ιδέα είναι να στερεωθεί μια σειρά 78 κούφιων σχεδιών στον πυθμένα κατά μήκος των τριών εισόδων της λιμνοθάλασσας. Όταν οι παλίρροιες προβλέπονται να είναι πάνω από 110 εκατοστά ύψους, οι σχεδίες θα γεμίζονται με αέρα και, έτσι, θα εμποδίζουν την εισροή νερού από την Αδριατική. Η κατασκευή αυτή αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί το 2014.

• Πλατεία Αγίου Μάρκου

• H Πλατεία του Αγίου Μάρκου (Πιάτσα Σαν Μάρκο) είναι ο κύριος δημόσιος χώρος της Βενετίας, όπου

είναι γενικά γνωστή σαν η Πιάτσα. Όλοι οι άλλοι αστικοί χώροι στην πόλη (εκτός από την Πιατσέτα και

την Πιατσάλε Ρόμα) λέγονται ΄΄κάμπι΄΄. Η Πιατσέτα (μικρή Πιάτσα) είναι μια επέκταση της Πιάτσα

προς τη λιμνοθάλασσα στη νοτιοανατολική γωνία της. Οι δυο χώροι μαζί συγκροτούν το κοινωνικό,

θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Βενετίας. Ένας χαρακτηρισμός της Πιάτσα Σαν Μάρκο, που

συνήθως αποδίδεται στο Ναπολέοντα, είναι ΄΄το σαλόνι της Ευρώπης΄΄ (η απόδοση στο Ναπολέονται δεν

έχει αποδειχθεί). Είναι ένας από τους λίγους μεγάλους αστικούς χώρους στην Ευρώπη, όπου οι

ανθρώπινες φωνές υπερισχύουν των ήχων της μηχανοκίνητης κυκλοφορίας. Στο ανατολικό άκρο της

πλατείας δεσπόζει η μεγάλη εκκλησία του Αγίου Μάρκου. Η Πιατσέτα ντε Λεοντσίνι είναι ένας ανοιχτός

χώρος στη βόρεια πλευρά της εκκλησίας, ονομαζόμενη έτσι από τα δύο μαρμάρινα λιοντάρια (που

δωρήθηκαν από το Δόγη Αλβίζε Μοτσενίγο το 1722). Πέρα από αυτήν είναι ο Πύργος του Ρολογιού,

που ολοκληρώθηκε το 1499 πάνω από μια ψηλή αψίδα εισόδου όπου ο δρόμος γνωστός ως Μερτσερία

(κύριος δημόσιος δρόμος της πόλης) οδηγεί μέσω δρόμων με καταστήματα στο Ριάλτο, εμπορικό και

οικονομικό κέντρο. Αριστερά είναι η μεγάλη στοά κατά μήκος της βόρειας πλευράς της Πιάτσα, με τα

κτίρια σε αυτή την πλευρά γνωστά ως Προκουράτιε Βέκιε, παλιά επιτροπεία, πρώην κατοικίες και γραφεία

των Επιτρόπων του Αγίου Μάρκου, ανώτερων κρατικών αξιωματούχων τον καιρό της δημοκρατίας της

Βενετίας. Χτίστηκαν στις αρχές του 16ου αιώνα. Η στοά πλαισιώνεται με μαγαζιά και εστιατόρια στο

ισόγειο με γραφεία από πάνω.

Τα εστιατόρια περιλαμβάνουν το περίφημο Καφέ Κουαντρί, που είχε πελάτες τους Αυστριακούς

όταν η Βενετία κυβερνιόταν από την Αυστρία το 19ο αιώνα, ενώ οι Βενετσιάνο προτιμούσαν το

Καφέ Φλοριάν, στην άλλη πλευρά της Πιάτσα. Στρίβοντας στο τέλος αριστερά η στοά συνεχίζει

κατά μήκος της δυτικής άκρης της Πιάτσα, που ξαναχτίστηκε από το Ναπολέοντα γύρω στα

1810 και είναι γνωστή ως Αλα Ναπολεόνικα (Ναπολεόντια Πτέρυγα). Έχει, πίσω από τα

μαγαζιά, μια επίσημη σκάλα που επρόκειτο να οδηγούσε σε ένα βασιλικό ανάκτορο αλλά σήμερα

αποτελεί την είσοδο του Μουσείου Κορέρ. Στρίβοντας πάλι αριστερά η στοά συνεχίζει παρακάτω

στη νότια πλευρά της Πιάτσα. Τα κτίρια σ’ αυτή την πλευρά είναι γνωστά ως Προκουράτιε

Νουόβε (νέα επιτροπεία) που σχεδιάσθηκαν στα μέσα του 16ου αιώνα και ολοκληρώθηκαν το

1640. Το ισόγειο έχει καταστήματα και το Καφέ Φλοριάν, διάσημο καφέ που άνοιξε το 1720

από το Φλοριάνο Φραντσεσκόνι και είχε πελάτες τους Βενετσιάνους, όταν οι μισητοί

Αυστριακοί ήταν στο Κουάντρι. Οι ανώτεροι όροφοι προορίζονταν από το Ναπολέοντα για

ανάκτορο του θετού γιού του Ευγένιου Μποαμέ, αντιβασιλιά του στη Βενετία, και σήμερα

στεγάζουν το Μουσείο Κορέρ. Απέναντι από την άκρη της στοάς αυτής είναι το Καμπαναριό της

εκκλησίας του Αγίου Μάρκου (1156/73, τελευταία αποκατάσταση 1514) που ξαναχτίστηκε το

1912 ΄΄κομ έρα, ντο βέρα΄΄ ( πως ήταν, όπου ήταν) μετά την κατάρρευση του παλιού

καμπαναρίου το 1902. Στη συνέχεια η Πιατσέτα ντι Σαν Μάρκο συνδέει τη νότια πλευρά της

Πιάτσα με τη λιμνοθάλασσα, έχοντας ανατολικά της το Παλάτι των Δόγηδων και δυτικά τη

Βιβλιοθήκη του Τζιάκοπο Σανσοβίνο, που σήμερα στεγάζει τη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη.

• Ερρίκος Δάνδολος . (π.1107,1205), Δόγης της Βενετίας από το 1192 μέχρι το θάνατό του. Επαιξε άμεσο ρόλο στη Λεηλασία της Κωνσταντινούπολης κατά την Δ΄Σταυροφορία.

• Μάρκο Πόλο (15 Σεπτεμβρίου 1254 - 8 Ιανουαρίου 1324), έμπορος και εξερευνητής, ένας από τους πρώτους Δυτικούς που ταξίδεψαν το Δρόμο του Μεταξιού στην Κίνα. Φυλακισμένος στη Γένοβα υπαγόρευσε την ιστορία των ταξιδιών του, γνωστή ως Il Milione (Τα Ταξίδια του Μάρκο Πόλο).

• Τζιοβάνι Μπελίνι (π. 1430 - 1516), Αναγεννησιακός ζωγράφος, πιθανότατα ο γνωστότερος της ομώνυμης οικογένειας ζωγράφων.

• Άλδος Μανούτιος (1449 - 1515, ένας από τους σημαντικότερους τυπογράφους στην ιστορία.

• Πιέτρο Μπέμπο (20 Μαΐου 1470 - 18 Ιανουαρίου 1547), καρδινάλιος και λόγιος.

• Λορέντσο Λόττο (π. 1480 - Λορέτο, 1556), ζωγράφος, σχεδιαστής και εικονογράφος, παραδοσιακά τοποθετούμενος στη Βενετική Σχολή.

• Σεμπάστιαν Κάμποτ (π. 1484 - 1557, ή λίγο αργότερα), εξερευνητής.

• Πελλεγκρίνο Ερνέττι, καθολικός ιερέας και εξορκιστής,

• Τιτσιάνο (1518 - 27 Αυγούστου 1576), πρωτεργάτης της Βενετικής Σχολής της Ιταλικής Αναγέννησης του 16ου αιώνα (γεννήθηκε στο Πιέβε ντι Καντόρε).

• Σεμπαστιάνο Βενιέρ (π. 1496 - 3 Μαρτίου 1578), Δόγης της Βενετίας από 11 Ιουνίου 1577 μέχρι 1578.

• Αντρέα Γκαμπριέλι (π. 1510 - 1586), Ιταλός συνθέτης και οργανίστας στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου.

• Τιντορέττο (1518 - 31 Μαΐου 1594), πιθανότατα ο τελευταίος μεγάλος ζωγράφος της Ιταλικής Αναγέννησης.

• Βερόνικα Φράνκο (1546 - 1591), ποιήτρια και εταίρα κατά την Αναγέννηση.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας!!!

τέλοςΜιχάλης Παναγόπουλος